η Γένεση τον Κεφαλαίου
Κ α ρ λ
Μ α ρ ί
η Γένεση του Κεφαλαίου
Πρόλογος Περικλή Ροόάκη
Μετάφραση
από
τα
γερμανι...
86 downloads
831 Views
6MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
η Γένεση τον Κεφαλαίου
Κ α ρ λ
Μ α ρ ί
η Γένεση του Κεφαλαίου
Πρόλογος Περικλή Ροόάκη
Μετάφραση
από
τα
γερμανικά
Αντώνη Δον μα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΩΣΤΑ ΚΟΡΟΝΤΖΗ -2000
Η πνευματική ιδιοκτησία αποκτάπη χωρίς καμία διατύπωίτη και χωρίς τψ ανάγκη οήτρας απαγορευτικής των προσβολών της. Επισημαίνεται πάντως ('m κατά τον Ν. 2121/1993 και τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με τον Ν. 100/1975) απαγορεύεται η αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου, με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά, (πο πρωτότυπο ή σε μετάφραση ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη.
Καρλ Μαρξ
η Γένεση του Κεφαλαίου
ISBN 960-8031-03-6
ΚΩΣΤΑ Κ Ο Ρ Ο Ν Τ Ζ Η ΚΑΣΑΜΠΑ 58 -161 22 ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗ τηλ.: 7225.690 - 095.357729 ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Προλογικά «Η Γένεση τον Κεφαλαίου» είναι ένα από τα mo παλιά, αλλά και τα πιο σημαντικά έργα τον Καρλ Μαρξ. Στις λίγες σελίδες τον βιβλίον, ο Μαρξ προσδιορίζει τον όρο κεφάλαιο πον αποτελεί την ονσία τον κεφαλαιοκρατικού ή καπιταλιστικού, όπως συνηθίσαμε να το λέμε, κοινωνικού συστήματος. Και ακόμα με τον τίτλο τον βιβλίον ξεκαθαρίζει ότι το κεφάλαιο, στη μορφή πον το προσδιορίζει, δεν νπήρχε πάντα. Γεννήθηκε σε κάποια στιγμή μέσα στονς κόλπονς τον φεονδαρχικού κοινωνικού και οικονομικού συστήματος. Η γέννηση είναι μια αργή διαδικασία πον ποικίλει από τόπο σε τόπο, αλλά καταλήγει τελικά, σ' αντό πον ο Μαρξ ονομάζει κεφάλαιο, έναν όρο πον έχονν αποδεχθεί όλοι σήμερα. Ξεκαθαρίζει ένα λεπτό σημείο πον και σήμερα ακόμα μπερδεύεται, στη σκέψη μας. Λέει καθαρά ότι το χρήμα, τα εμπορεύματα ή τα μέσα παραγωγής και συντήρησης, από μόνα τονς δεν είναι κεφάλαιο. Όλα αντά, ξεχωριστά νπήρχαν πολύ πριν να γεννηθεί το κεφάλαιο, πιο σωστά νπήρχαν από πάντα, από τότε πον διαμορφώνεται η κοινωνία, αλλά δεν ήταν κεφάλαιο.
Κεφάλαιο θα γίνουν, όπως λέει ο Μαρξ, από τη στιγμή που οι κάτοχοι του χρήματος, των μέσων παραγωγής και συντήρησης θα αγοράσουν εργατική δύναμη, σε μια αγορά όπου οι ελεύθεροι, από οποιοδήποτε δεσμό εργάτες, θα πουλούν την εργατική τους δύναμη και μάλιστα πολύ φζηνά. Από τη στιγμή αυτή, από τη στιγμή που ο κάτοχος του χρήματος και των μέσων παραγωγής και συντήρησης, μπορεί να αγοράζει και να χρησιμοποιεί εργατική δύναμη που την αγοράζει στην ελεύθερη αγορά και προέρχεται από ανθρώπους, «απελευθερωμένους», δηλαδή γυμνωμένους από κάθε δεσμό, που δεν έχουν τίποτε άλλο και πουλούν την εργατική τους δύναμη για να ζήσουν, αρχίζει η καπιταλιστική παραγωγή και διαμορφώνει το καπιταλιστικό σύστημα, Ο Μαρξ στο βιβλίο αυτό εξετάζει τη γένεση του κεφαλαίου βασικά στην Αγγλία, που στον καιρό του ήταν η κατεξοχήν καπιταλιστική χώρα, η χώρα όπου η «γένεση του κεφαλαίου» στάθηκε πολύ οδυνηρή για το πλήθος των ελεύθερων αγροτών και των εργαζομένων στις συντεχνίες. Για να υπάρχουν οι εργάτες της ελεύθερης αγοράς, οι άνθρωποι που δεν θα είχαν τίποτε άλλο πέρα από την εργατική τους δύναμη και θα μπορούσαν να τη διαθέσουν ελεύθερα στην αγορά, έπρεπε να τους αφαιρεθεί η δέσμευση με τη γη αν πρόκειται για αγρότες ή η αποκλειστικότητα της συντεχνίας. Ο Μαρξ δίνει τη βασανιστική διαδικασία της «γένεσης του κεφαλαίου» στη Μεγάλη Βρετανία που κορυφώνεται σης περίφημες «περιφράξεις», αλλά κάνει και αξιοση-
μείωτες αναφορές σε άλλες χώρες, όπου η διαδικασία της «γένεσης» δεν είναι ίδια με εκείνη της Μεγάλης Βρετανίας. Μία τέτοια αναφορά ενδιαφέρει ιδιαίτερα της χώρα μας την οποία όμως οι Έλληνες μαρξιστές δεν πρόσεξαν και γι' αυτό δεν αξιοποίησαν. Λέει, λοιπόν, ο Μαρξ στη «Γένεση του Κεφαλαίου»: «Δεν έχουμε ανάγκη να ανατρέξουμε πολύ μακρυά για να εννοήσουμε την πορεία της, αν και οι πρώτες αρχές της καπιταλιστικής παραγωγής εκδηλώνονται ήδη στο 14" και 15" αι. σε διάφορες πόλεις της Μεσογείου. Ουσιαστικά και πραγματικά όμως η καπιταλιστική περίοδος αρχίζει από το 16" αι.» Και στην επόμενη παράγραφο
τονίζει:
«Ιδιαίτερα σπουδαίες είναι οι εποχές όπου μεγάλες ανθρώπινες μάζες αποσπάστηκαν ξαφνικά και απότομα από τα μέσα της συντήρησης τους και ρίχτηκαν στην αγορά υπό μορςρή προλεταρίων, εκτός νόμου». Στις πόλεις της Μεσογείου που αναφέρονται οι παρατηρήσεις του Μαρξ δεν είναι μόνο οι εμπορικές πόλεις της Ιταλίας, αλλά και του Αιγαίου, Και ίσως αφορά περισσότερο τις πόλεις του Αιγαίου, Φυσικά εδώ δεν έχουμε τις αγγλικές περιφράξεις. Αλλιώτικα δημιουργείται το περίφημο προλεταριάτο σ' αυτές τις περιπτώσεις. Στη Μεσόγειο υπήρχαν οι μεγαλύτερες πόλεις του τότε γνωστού Κόσμου, κληρονομιά του δουλοκτητικού Ελληνορωμαϊ-
10
κον κόσμου. OL mo σημαντικές από τις πόλεις αυτές ήταν τόσο στην Ιταλία όσο και στο Αιγαίο, με κορυφαία την Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορία, που είχε συγκεντρώσει το παγκόσμιο, τότε, εμπόριο μέσα στα πλαίσια της οικονομικοσυντεχνιακής (μεσαιωνικής) δομής του. Μία πολύβουη και πολυάνθρωπη πόλη με αμύθητα πλούτη. Το 1204 οι Σταυροφόροι της Α 'Σταυροφορίας την κατέλαβαν και την κατέστρεψαν για να μεταφέρουν το κέντρο του παγκόσμιου εμπορίου και της μεσαιωνικής συντεχνιακής παραγωγής στην Ιταλία, στις λεγόμενες εμπορικές ιταλικές πόλεις. Αρπαξαν και όλο τον εξοπλισμό που τροφοδοτούσε ολόκληρη την Ευρώπη με μεταποιητικά είδη. Από την άλλοτε μυθική, στην ουσία. Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ένα τμήμα στρατού με ικανούς ηγέτες, όπως τον Θεόδωρο Αάσκαρη, που τον ανακήρυξαν Αυτοκράτορα, όταν έμπαιναν στην Κωνσταντινούπολη οι Αατίνοι και τον Ιωάννη Βατάτζη, αποτραβήχτηκαν στα βορειοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, και ίδρυσαν μια νέα αυτοκρατορία: την Αυτοκρατορία της Νικαίας. Εκεί κατέφυγε και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Πόλης, άνεργο στην ουσία. Ο Αάσκαρης και ο Βατάτζης έπρεπε να οργανώσουν στρατό, να κατασκευάσουν όπλα και να εξασφαλίσουν τα μέσα ζωής στους εκατοντάδες χιλιάδες φυγάδες. Αυτοί οι φυγάδες ήταν το προλεταριάτο εδώ. Και δημιουργήθηκαν πραγματικά τα πρώτα στοιχεία καπιταλιστικής παραγωγής, το πρώτο κεφάλαιο, που ως χρηματικό είχε μεταφερθεί από τους ικανότατους συντεχνιακούς παράγο-
11
vxEÇy τους mo φημισμένους στον Κόσμο εκείνον τον καιρού, Και μαζί μετέφεραν και τα μέσα παραγωγής. Η παραγωγή στη νέα αντοκρατορία είναι πρωτοκαπιταλιστική, με την έννοια ότι δεν γίνεται από συντεχνίες. Η πρωτοκαπιτολιστική παραγωγή γίνεται άμεσα για την αγορά και όχι για συντεχνίες. Στην Αντοκρατορία της Νικαίας είχαν δημιονργηθεί οι συνθήκες για καπιταλιστική ανάπτνξη, αλλά την ανέκο^ψε η επιβολή των Παλαιολόγων, χωρίς φνσικά να ανατρέχρει ολοκληρωτικά τη νέα αντή κατάσταση. Έτσι, οι πρωτοκαπιταλιστικές σχέσεις και η αντίστοιχη παραγωγή φντοζωονσαν ώς την Τονρκική κατάκτηση. Οπωσδήποτε εδώ είχαμε μια διαφορετική διαδικασία Γένεσης Κεφαλαίον. Θα ανακοπεί η ιστορική τον πορεία και θα επιστρέιρονμε σε μια ιδιότνπη φεονδαρχική τάξη, πον δεν έχει καμιά σχέση με την αντίστοιχη της Δντικής Ενρώπης, πον μελετάει ο Μαρξ. Όμως το τελικό πέρασμα και της περιοχής τον Αιγαίον στον καπιταλισμό, πον θα γίνει πολύ αργότερα, θα γίνει με τις ίδιες συνθήκες πον πρωτοδιαμορφώθηκαν με την πτώση της Κωνσταντινούπολης στονς Λατίνονς: με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Περικλής Ροδάκης
/ . το Μυστικό της Πρωταρχικής
Συσσώρευσης
Είναι γνωστό ότι το χρήμα μεταβάλλεται σε κεφάλαιο. Είναι γνωστό ότι το κεφάλαιο παράγει υπεραξία και ότι η υπεραξία γεννά πρόσθετο κεφάλαιο. Αλλά η συσσώρευση του κεφαλαίου προϋποθέτει την υπεραξία· η υπεραξία την καπιταλιστική παραγωγή και, αυτή, τη συγκέντρωση στα χέρια των παραγωγών εμπορευμάτων, σημαντικών όγκων κεφαλαίων και εργατικής δύναμης. Όλη αυτή η κίνηση φαίνεται ότι περιστρέφεται σ' ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, παρά μόνο προϋποθέτοντας, πριν από την καπιταλιστική συσσώρευση, μια προοταρχική συσσώρευση, που θα ήταν όχι το αποτέλεσμα, αλλά η αφετηρία του καπιταλιστικού παραγωγικού συστήματος. Αυτή η πρωταρχική συσσώρευση παίζει, μέσα στην Πολιτική Οικονομία, οχεδόν τον ίδιο ρόλο με το προπατορικό αμάρτημα στη θεολογία. Ο Αδάμ δάγκωσε το μήλο και έτσι το αμάρτημα έπεσε πάνω στο ανθρώπινο γένος. Την καταγωγή της συσσώρευσης, μας την εξηγούν, μ' ένα ανέκδοτο που ανάγεται στο πολύ μακρινό παρελθόν. Ήταν μια φορά, πάνε πολλά-πολλά χρόνια από τότε, μερικοί εκλεκτοί άνθρωποι, εργατικοί, έξυπνοι και οικο-
14
νόμοι (με την έννοια ότι δεν ήταν σπάταλοι) και μερικοί άλλοι άνθρωποι, που ήταν φαύλοι και τεμπέληδες, οι οποίοι κατασπαταλούσαν τα πάντα και μάλιστα πιο πολλά από όσα είχαν, σε γιορτές και πανηγύρια. Η παράδοση του προπατορικού αμαρτήματος, μας αναφέρει, είναι αλήθεια, ότι ο άνθρωπος καταδικάστηκε «να τρώγη τον άρτον τον εν ιόρώτι τον προσώπον τον». Όπως επίσης η ιστορία του οικονομικού προπατορικού αμαρτήματος, μας πληροφορεί ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν υπόκεινται σ' αυτόν τον νόμο. Αλλά αντό λίγο μας ενδιαφέρει. Πάντα οι πρώτοι συσσώρευσαν πλούτο και οι άλλοι, τελικά, μόνο το «τομάρι» τους είχαν για να πουλήσουν. Από το αμάρτημα αυτό χρονολογείται η φτώχεια της μεγάλης μάζας, που σε πείσμα όλης της εργασίας της, μονάχα τον εαυτό της έχει να πουλήσει, ενώ ο πλούτος μερικών αυξάνει αδιάκοπα, μολονότι από πάρα πολλά χρόνια αυτοί, οι λίγοι, έχουν πάψει να εργάζονται. Ο κ. Θιέρσος σερβίρει ακόμα στους Γάλλους, που άλλοτε ήταν τόσο έξυπνοι, αυτές τις παιδαριώδεις μωρολογίες· και ο οποίος ταυτόχρονα, προκειμένου να υπερασπιστεί την ιδιοκτησία, υποδύεται την ψευδοσοβαρότητα του πολιτικού άνδρα. Αλλά μόλις τίθεται επί τάπητος το ζήτημα της ιδιοκτησίας, θεωρούν ιερό καθήκον τους να επιμένουν στην άποψη του αλφάβητου, θαρρείς και αυτό μόνο να ταίριαζε σε όλες τις εποχές και σε όλα τα μυαλά. Στην πραγματική ιστορία, η κατάκτηση, η υποδούλωση, ο φόνος και η ληστεία, με μια λέξη η άξεστη βία, παίζουν, όπως είναι γνωστό, τον πρώτο ρόλο.
15
Στην τρυφερή Πολιτική Οικονομία μονάχα το ειδύλλιο είναι γνωστό. Το δίκαιο και η εργασία υπήρξαν πάντοτε τα μόνα μέσα πλουτισμού, εκτός (ρυσικά, από το τρέχον έτος. Στην πραγματικότητα, οι μέθοδες της πρωταρχικής συσσώρευσης, δεν έχουν τίποτε το ειδυλλιακό. Το χρήμα και το εμπόρευμα δεν είναι καθόλου κεφάλαιο από φυσικού τους, ούτε και τα μέσα παραγωγής ή συντήρησης πρέπει να μετατραπούν σε κεφάλαιο. Αυτή η μετατροπή, όμως, μόνο υπό τους εξής, μερικούς όρους, μπορεί να γίνει: Είναι απαραίτητο, δύο κάτοχοι, δύο διαφορετικών εμπορευμάτων, να βρεθούν ο ένας απέναντι στον άλλο και να έρθουν σε επαφή. Από το ένα μέρος, κάτοχοι χρήματος, μέσων παραγωγής και συντήρησης, που θέλουν να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα που έχουν, αγοράζουν εργατική δύναμη, που δεν έχουν, και από το άλλο μέρος, ελεύθεροι εργάτες που πουλούν την εργατική τους δύναμη, δηλαδή, την εργασία τους. Είναι ανάγκη αυτοί οι εργάτες να είναι ελεύθεροι με την εξής διπλή άποψη: δεν πρέπει αμέσως να αποτελούν μέρος των μέσων παραγωγής, δηλαδή να μην είναι ούτε δούλοι, αλλά ούτε και δουλοπάροικοι· επίσης δεν πρέπει να είναι ιδιοκτήτες παραγωγικών μέσων, όπως είναι ο καλλιεργητής που εκμεταλλεύεται τη γη. Στη βάση αυτής της οργάνωσης της αγοράς, τίθενται οι θεμελιώδεις όροι της καπιταλιστικής παραγωγής.
16
Η καπιταλιστική σχέση υποθέτει αυτή τη διάκριση μεταξύ των εργατών και της ιδιοκτησίας, ακόμη και μέσα στους όρους ενσωμάτωσης της εργασίας. Από τη στιγμή που η καπιταλιστική παραγωγή έγινε ανεξάρτητη, δεν περιορίζεται να διατηρεί αυτή τη διάκριση, αλλά την αναπαράγει σε μια κλίμακα όλο και πιο μεγάλη. Η λειτουργία, λοιπόν, που δημιουργεί την καπιταλιστική σχέση, δεν μπορεί να είναι παρά μόνο η λειτουργία που καθιερώνει μια διάκριση μεταξύ του εργάτη και των μέσων εργασίας, δηλαδή μια λειτουργία που από το ένα μέρος μετατρέπει σε κεφάλαιο τα κοινωνικά μέσα συντήρησης και παραγωγής και, από το άλλο μέρος, μεταβάλλει τους άμεσους παραγωγούς σε μισθωτούς. Η λεγόμενη, λοιπόν, πρωταρχική συσσώρευση, είναι απλώς η ιστορική λειτουργία που χωρίζει τον παραγωγό από τα μέσα παραγωγής. Φαίνεται π ρ ω τ α ρ χ ι κ ή , γιατί αποτελεί την προϊστορία του Κεφαλαίου και του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής. Η οικονομική σύνθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας προήλθε από την οικονομική σύνθεση της φεουδαρχικής κοινωνίας. Η διάλυση της τελευταίας άφησε ελεύθερα τα συστατικά στοιχεία της πρώτης. Ο άμεσος παραγωγός - ο εργάτης- δεν μπορούσε να έχει την ελεύθερη διάθεση του προσώπου του, παρά μόνο αν είχε πάψει να είναι δουλοπάροικος, να ανήκει ως δούλος σε ένα άλλο πρόσωπο. Για να μπορέσει να γίνει ελεύθερος πωλητής της εργατικής του δύναμης και να πηγαίνει το εμπόρευμά του παντού, όπου παρουσιάζεται μια αγορά, έπρεπε επιπρό-
17
σθετα να έχει απαλλαγεί από την κυριαρχία των συντεχνιών, δηλαδή να έχει απαλλαγεί από τους κανονισμούς που αφορούν τους μαθητευόμενους και τους βοηθούς (καλφάδες), καθώς επίσης και από όλους τους περιορισμούς που δυσχεραίνουν την εργασία. Έτσι, η ιστορική κίνηση, που μεταμορφώνει τους παραγωγούς σε μισθωτούς, εμφανίζεται από τη μια πλευρά σαν απελευθέρωση από τη δουλεία και από την άλλη τους συντεχνιακούς περιορισμούς, που οι αστοί ιστορικοί μόνο αυτή την πλευρά εξετάζουν. Αλλά αυτοί, οι νέοι απελεύθεροι, μόνον όταν απογυμνώθηκαν από όλα τα μέσα παραγωγής τους και από όλες τις εγγυήσεις συντήρησης, που τους παρείχαν οι παλιοί φεουδαρχικοί θεσμοί, άρχισαν να πουλούν τον εαυτό τους. Και αυτή η ιστορία της απογύμνωσής τους, έχει αναγραφεί με πύρινα γράμματα, άλικου αίματος, στα χρονικά της ανθρωπότητας. Οι βιομήχανοι καπιταλιστές, αυτοί οι νέοι δεσπότες, δεν όφειλαν απλά να υποκαταστήσουν τους μικροβιοτέχνες των συντεχνιών, αλλά ακόμη και τους φεουδάρχες άρχοντες που κατείχαν τις πηγές του πλούτου. Από την άποψη αυτή, λοιπόν, ο θρίαμβός τους παρουσιάζεται ως καρπός μιας νικηφόρας πάλης κατά της φεουδαρχικής δύναμης και των αφόρητων προνομίων τους, καθώς επίσης και κατά των συντεχνιών και των περιορισμών που έθεταν στην ελεύθερη ανάπτυξη της παραγωγής και στην ελεύθερη εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο.
18
Αλλά οι «ιππότες της βιομηχανίας» δεν κατόρθωσαν να υποκαταστήσουν τους «ιππότες του ξίφους», παρά μόνο εκμεταλλευόμενοι γεγονότα για τα οποία, αυτοί οι τελευταίοι, δεν ήταν καθόλου υπεύθυνοι. Υψώθηκαν με μέσα, επίσης ανεπίτρεπτα (χυδαία), σαν εκείνα με τα οποία ο Ρωμαίος απελεύθερος έγινε κύριος του παλιού του αφέντη. Η αφετηρία αυτής της εξέλιξης, που δημιουργεί το μισθωτό, καθώς και τον καπιταλιστή, ήταν η υποδούλωση του εργάτη· εξέλιξη ήταν η μετατροπή αυτής της δουλείας με την αντικατάσταση της φεουδαρχικής εκμετάλλευσης από την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Δεν έχουμε ανάγκη να ανατρέξουμε πολύ μακριά, για να εννοήσουμε την πορεία της, αν και οι πρώτες αρχές της καπιταλιστικής παραγωγής, εκδηλώνονται ήδη, στο 14" και 15'^ αιώνα, σε διάφορες πόλεις της Μεσογείου. Ουσιαστικά και πραγματικά όμως η καπιταλιστική περίοδος αρχίζει από το 16" αι. Παντού, όπου εγκαθίσταται, η δουλοπαροικία είχε καταργηθεί από πολύ νωρίτερα και ο κολοφώνας του μεσαίωνα, με την ύπαρξη κυρίαρχων πόλεων, που ήταν σε πλήρη κατάπτωση. Στην ιστορία της πρωταρχικής συσσώρευσης, αφήνουν εποχή όλες οι ανατροπές που χρησιμεύουν ως βάθρο στην υπό σχηματισμό καπιταλιστική τάξη. Ιδιαίτερα σπουδαίες είναι οι εποχές όπου μεγάλες ανθρώπινες μάζες, α π ο σ π ά σ τ η κ α ν ξαφνικά και απότομα από τα μέσα της συντήρησης τους και ρίχτηκαν στην αγορά, υπό μορφή προλετάριων, εκτός νόμου.
19
Όλη η λειτουργία βασίζεται στην απογύμνωση του αγροτικού παραγωγού, του χωρικού. Η ιστορία αυτής της απογύμνωσης ποικίλει όχι μόνο ανάμεσα στα έθνη αλλά και στις εποχές. Στην Αγγλία μόνο προσέλαβε την κλασική μορφή, και αυτήν ακριβώς τη μορφή θα μελετήσουμε^
1 Στην Ιταλία, όπου η καπιταλιστική παραγωγή αναπτύχθηκε νωρίτερα από παντού αλλού, οι σχέσεις της δουλοπαροικίας έπαψαν επίσης να υπάρχουν νωρίτερα από παντού αλλού. Εκεί χειραφετούσαν το δουλοπάροικο πριν ή μετά η παραγραορή εξασφαλίσει οποιαδήποτε δικαιώματα πάνο3 στη γη. Συνεπεία της χειραφέτησης του, λοιπόν, ήταν να μετατραπεί στη μεταβατική περίοδο σε προλετάριο εκτός νόμου, που άλλωστε έβρισκε τον περισσότερο καιρό νέους, κυρίους τελείως έτοιμους, στις πόλεις, που χρονολογούνταν από την εποχή των Ρωμαίων. Ό τ α ν όμως η επανάσταση της παγκόσμιας αγοράς ήρθε να εξαλείψει, από το αι. την εμπορική υπεροχή της βόρειας Ιταλίας, παρατηρήθηκε μια κίνηση με αντίστροςρη κατεύθυνση. Δηλαδή οι εργάτες απομακρύνθηκαν μαζικά προς την ύπαιθρο χώρα, όπου έδωσαν μια ασυνήθιστη ώθηση στη μικρή καλλιέργεια, που συνηθιζόταν εκεί, υπό τύπο κηπουρικής.
IL η Απογύμνωση
τον Αγροτικού
Πληθυσμού
Στην Αγγλία, η δουλοπαροικία ειχε εξαφανιστεί πραγματικά στο τέλους του Ιό""" αι. Η τεράστια πλειοψηφία^ του πληθυσμού αποτελούνταν, τότε, και πιο πολΰ ακόμα στο IS"" αι., από ελεύθερους αγρότες, που εκμεταλλεύονταν τη γη για λογαριασμό τους, ανεξάρτητα από το ποιο ήταν το φεουδαρχικό επικάλυμμα που έκρυβε την πραγματική τους ιδιότητα. Στις μεγάλες αρχοντικές ιδιοκτησίες, ο παλιός Βάϊλος^, που ήταν και ο ίδιος δούλος, αντικαταστάθηκε από τον ανεξάρτητο εκμισθαπή. ^ Οι μικρογαιοκτημονες που καλλιεργούσαν τα ίδια τους τα χωράφια με τα ιδια τους τα χέρια και ζούσαν με μέτρια άνεση, αποτελούσαν, τότε, ένα τμήμα του έθνους, πολύ πιο σπουδαίο από σήμερα. Ό χ ι λιγότεροι, από δέκα έξι χιλιάδες γαιοκτήμονες, που αποτελούσαν, με τις οικογένειές τους, το έβδομο του συνολικού πληθυσμού, ζούσαν μόνο από την εκμετάλλευση του μικρού υποστατικού που τους ανήκε. Καθένας από αυτούς διέθετε ένα εισόδημα που υπολογίζονταν κατά μέσον όρο σε 60 ή 70 λίρες. Υπολογίστηκε ότι εκείνοι που καλλιεργούσαν τα ίδια τους τα κτήματα ήταν περισσότεροι από εκείνους που εκμεταλλεύονταν τη γη σαν εκμισθωτές ξένων κτημάτων (βλ. Macaulay, History of England, τόμ. [σ. 333 κ.ε.]). Ακόμη, κατά το τελευταίο τρίτο του αι., τα 4/5 του πληθυσμού της Αγγλίας ήταν αγρότες (βλ. όπ.π. σ. 413). Αναφέρω τον Macaulay, γιατί πλαστογραφώντας συστηματικά την ιστορία «σκεπάζει», όσο μπορεί τα περισσότερα γεγονότα, όπως τα παραπάνω. ^ Αξιωματικός ή κληρικός που δίκαζε στη Γαλλία εν ονόματι του βασιλιά (bailli).
22
Ol μισθωτοί γεωργο-εργάτες rjtav είτε καλλιεργητές, που αξιοποιούσαν, όταν δεν είχαν άλλη εργασία, ωφέλιμα το χρόνο τους, εργαζόμενοι στους μεγάλους γαιοκτήμονες, είτε πραγματικά ανεξάρτητοι, ολιγάριθμοι μισθωτοί, στην απόλυτη και τη σχετική έννοια του όρου. Στην πραγματικότητα, αυτοί οι τελευταίοι, ήταν οι πραγματικοί εκμεταλλευτές γαιών, γιατί εκτός από το μισθό τους, τους παρείχαν και ένα σπίτι, με τέσσερα τουλάχιστον στρέμματα γης. Μοιράζονταν επί πλέον με τον καθεαυτό καλλιεργητή τη χρήση των κοινοτικών κτημάτων, όπου έβοσκαν τα ζώα τους και απ' όπου έβγαζαν το ξΰλο, το κάρβουνο κ.ά., που ήταν αναγκαία για τη θέρμανσή τους^. Σε όλες τις χώρες της δυτικής Ευρώπης η φεουδαρχική παραγωγή χαρακτηριζόταν από τη διανομή του εδάφους σε όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό υπηκόων. Η δύναμη του φεουδαρχικού άρχοντα δεν βασιζόταν -και είχε αυτό το κοινό με όλους τους ηγεμόνες- στην ποσότητα των εισοδημάτων, αλλά στον αριθμό των υπηκόων του, και αυτός ο αριθμός εξαρτιόταν από τον αριθμό των 1 Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι και ο δουλοπάροικος ακόμη ήταν
όχι μόνο ιδιοκτήτης - α ν και ιδιοκτήτης υποκείμενος στην πληρωμή ενός γεοψόρου- μερικών γαιών που συνόρευαν με το σπίτι του, αλλά ότι ήταν ταυτόχρονα συνιδιοκτήτης των κοινοτικο5ν γαιών. «Ο χωρικός εκεί (στη Σιλεσία) είναι δουλοπάροικος. Αυτοί οι δουλοπάροικοι κατέχουν ωστόσο κοινοτικά κτήματα». Δεν μπόρεσαν ακόμη να βάλουν τους Σιλεσιάνους να μοιράσουν τα κοινοτικά κτήματα αν και, στα νέα σύνορα, δεν υπάρχει ούτε ένα χωριό που να μην έγινε αυτή η διανομή με τη μεγαλύτερη επιτυχία (βλ. Mirabau, De la Monarchie Prussienne, [Λονδίνο, 1788, τόμ. II, σ. 125 επ.]).
23
καλλιεργητών που έκαναν εκμετάλλευση για λογαριασμό τουςί. Αν και το αγγλικό έδαφος, μετά την κατάκτηση από τους Νορμανδούς, διανεμήθηκε σε απέραντες βαρωνίες, από τις οποίες μια μονάχα ειχε καμιά φορά ώς εννιακόσια παλιά αγγλοσαξωνικά αρχοντικά σπίτια, όπου έμεναν ωστόσο, που και που, μικροϊδιοκτησίες, σπάνια δε και αραιά συναντούσε κανείς, από δω και από εκεί μεγάλες αρχοντικές ιδιοκτησίες. Αυτή η κατάσταση, μαζί με τη θαυμάσια πρόοδο των πόλεων, που διακρίνει το 15" αι., κατέληξε σ' αυτόν το λαϊκό πλούτο, που περιγράφει τόσο εύγλωττα ο καγγελάριος Portescue στο έργο του «Landes Legum Angliae». Στο τελευταίο τρίτο του αι., και στα πρώτα είκοσι χρόνια του αι., βρίσκουμε τα πρώτα συμπτώματα της επανάστασης που δημιούργησε τα θεμέλια του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής. Έ ν α πλήθος ανθρώπων πειναλέων και προλετάριων χωρίς σπίτι, ρίχτηκε στην αγορά εργασίας με τη διάλυση των φεουδαρχικών υπολειμμάτων, τα οποία, κατά την πολύ σωστή παρατήρηση του σερ James Steuart, «γέμιζαν ανώφελα την αυλή και το σπίτι». Αν και η βασιλική εξουσία, ως προϊόν και αυτή της αστικής εξέλιξης, επέσπευσε με βίαια μέτρα την εξάλειψη αυτών των υπολειμμάτων, για να φτάσει νωρίτερα στην απόλυτη κυριαρχία, ^ Η Ιαπωνία, με την καθαρά φεουδαρχική της οργάνωση της ιδιοκτησίας της γης και το πολύ ανεπτυγμένο συστημά της μικρο^ν εκμεταλλεύσεων, μας δίνει μια πολύ πιο πίστη εικόνα του ευρο^παϊκού μεσαίωνα από όλες τις ιστορίες, που οι περισσότερες γράφηκαν καθ' υπαγόρευση από τις αστικές προλήψεις. Είναι πραγματικά πολύ εύκολο να είναι κάποιος φιλελεύθερος σε βάρος του μεσαίωνα.
24
δεν ήταν καθόλου η μοναδική αίτια. Σε απόλυτη αντίθεση προς τη βασίλεια και το Κοινοβούλιο, ο μεγάλος φεουδάρχης-άρχοντας δημιούργησε ένα προλεταριάτο πολύ πιο πολυάριθμο, διώχνοντας με τη βία τους χωρικούς από τα κτήματα που τα κατείχαν με τον ίδιο ακριβώς φεουδαρχικό τρόπο, όπως και εκείνος, και ιδιοποιούμένος τα κοινοτικά κτήματα. Η πρώτη δόθηκε στην Αγγλία με την ανάπτυξη της εριουργίας στην Ιρλανδία, και με την υψηλή τιμή του μαλλιού που τη συνόδευε. Οι μεγάλοι φεουδαρχικοί πόλεμοι είχαν καταβροχθίσει τους παλιούς φεουδάρχες-ευγενείς· οι νέοι ευγενείς, παιδιά της εποχής τους, διέβλεπαν στο χρήμα τη δύναμη των δυνάμεων. Το έμβλημά τους, λοιπόν, ήταν: «Μετατροπή των καλλιεργούμενων γαιών σε βοσκές». Στο έργο του «Description of England. Prefixed to Olinshed's Chronicles», ο Harrison εκθέτει ότι η απογύμνωση των μικροκαλλιεργητών καταστρέφει τη χώρα. «Αλλά κατά τι ενδιαφέρει αυτό τους μεγάλους μας άρπαγες! Κατέστρεφαν ή άψψαν να πέφτουν σε ερείπια τις κατοικίες των χωρικών ή τα σπίτια των εργατών. Αν κάποιος θελήσει να συγκρίνει την απογραφή κάθε σπιτιού, θα βρει ότι αναρίθμητα σπίτια και πολλές μικρές εκμεταλλεύσεις εξαφανίστηκαν, ότι η χώρα τρέφει πολύ λιγότερους ανθρώπους, ότι πολλές πόλεις βρίσκονται σε παρακμή, είναι αλήθεια ότι άλλες ακμάζουν. Θα είχα πολλά να πω για τις πόλεις και τα χωριά που κατέστρεψαν, για να τα μετατρέψουν σε βοσκότοπους, διατηρώντας μονάχα το αρχοντικό σπίτι» (Harrison, όπ.π.).
25
Τα παράπονα αυτών των παλιών χρονικών, είναι πάντα υπερβολικά, αλλά δίνουν μια πιστή εικόνα της εντύπωσης που δημιούργησε στους σύγχρονους η επανάσταση των όρων της παραγωγής. Και συγκρίνοντας τα γραφόμενα των δύο τελευταίων Καγκελάριων Fortescue και Thomas Moms, κατανοεί κανείς καλά την άβυσσο που χωρίζει το 15''και το 16'^ αι. «Χωρίς την παραμικρή μεταβατική περίοδο -καθώς λέγει, πολύ σωστά ο Thornton- η αγγλική εργατική τάξη πέρασε από το χρυσό αιώνα στον αιώνα τον σίδηρου». Η νομοθεσία τρόμαξε μ' αυτήν την επανάσταση. Δεν είχε φτάσει ακόμη αυτό το βαθμό του πολιτισμού, όπου ο εθνικός πλούτος, δηλαδή ο σχηματισμός του κεφαλαίου, η αλύπητη εκμετάλλευση και η πτώχευση της λαϊκής μάζας θεωρούνταν ως η τελευταία λέξη της κρατικής σοφίας. Στην ιστορία του, περί του «Ερρίκου του Τ""» ο Βάκων γράφει: «Κατά την εποχή εκείνη (1849) παραπονούνταν όλο και πιο πολλοί για τη μετατροπή των καλλιεργούμενων γαιών σε βοσκότοπια, όπου μερικοί βοσκοί μπορούσαν να αρκέσουν σε όλα· υποστατικά τότε, νοικιασμένα με το χρόνο ή για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα ή για όλη τους τη ζωή, μετατράπηκαν σε φεουδαρχικά κτήματα. Ωστόσο οι περισσότεροι αγρότες ζούσαν από αυτά τα υποστατικά. Από αυτούς προήλθε η κατάπτωση του λαού που την ακολούθησε η κατάπτωση των πόλεων, των εκκλησιών, των φορολογιών (...). Ο βασιλιάς και η Βουλή ανέπτυξαν καταπληκτική σοφία, για να αναχαιτίσουν το κακό (...). Πήραν μέ-
26
τρα κατά αυτής της αρπαγής των κοινοτικών κτημάτων, η οποία προκαλούσε την ερήμωση του πληθυσμού, και κατά της επέκτασης των βοσκοτόπων που την ακολουθούσε από κοντά και είχε τα ίδια αποτελέσματα». Έ ν α διάταγμα του Ερρίκου VII από το 1489, (κ. 19), απαγόρευε την καταστροφή κάθε αγροτικού σπιτιού, που συνοδευόταν, τουλάχιστον, από είκοσι στρέμματα γης. Ο Ερρίκος VIII ανανέωσε αυτή την απαγόρευση σ' ένα διάταγμα, όπου μεταξύ άλλων διαβάζουμε σ' αυτό: «Πολλά υποστατικά και μεγάλα κοπάδια αποτελούμενα προ πάντων από πρόβατα συσσωρεύονται στα χέρια ολίγων ιδιοκτητών οι έγγειοι πρόσοδοι αυξήθηκαν εξ αυτού, αλλά η καλλιέργεια είναι σε παρακμή, εκκλησίες και σπίτια καταστράφηκαν, τεράστιες λαϊκές μάζες βρίσκονται σε αδυναμία να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες των οικογενειών τους». Ο νόμος, λοιπόν, επιβάλλει την ανασύσταση των υποστατικών και ορίζει την αναλογία των καλλιεργούμενων γαιών και των βοσκοτόπων. Έ ν α διάταγμα του 1533 παραπονείται για το γεγονός ότι μερικοί ιδιοκτήτες κατέχουν 24.000 πρόβατα και περιορίζει τον αριθμό τους σε δύο χιλιάδες^ Αλλά και τα λαϊκά παράπονα και όλη η σειρά των νόμων, που εκδόθηκαν από την εποχή του Ερρίκου VII, επί εκατόν πενήντα χρόνια κατά της αρπαγής της περιουσίας ^ Στο βιβλίο του «Ουτοπία», ο Thomas Moms μιλά για την παράξενη χώρα, όπου «τα πρόβατα τρώνε τους ανθρώπους».
27
των μικροεκμισθωτών και των μικροκαλλιεργητών, έμειναν χωρίς αποτελεσμα. Χωρίς να το θέλει ο Βάκων υποδείχνει το λόγο αυτής της αποτυχίας. « Τ ο δ ι ά τ α γ μ α του Ερρίκου
VII, (λέγει στο έργο του «Essays,
civil and moral», [sect. 20]), ή τ α ν β α θ ύ κ α ι θ α υ μ ά σ ι ο , γ ι α τ ί δ η μ ι ο υ ρ γ ο ύ σ ε κτήματα κ α ι α γ ρ ο τ ι κ ά σπίτια
κανονικών
διαστάσεων, καλά καθορισμένων, δηλαδή γιατί προόριζε γ ι α τ ο υ ς κ α λ λ ι ε ρ γ η τ έ ς α ρ κ ε τ ά κτήματα, π ρ ο κ ε ι μ έ ν ο υ ν α τους ε π ι τ ρ έ ψ ε ι ν α γ ε ν ν ή σ ο υ ν υ π η κ ό ο υ ς α ρ κ ε τ ά π λ ο ύ σ ι ο υ ς κ α ι α ρ κ ε τ ά α ν ε ξ ά ρ τ η τ ο υ ς γ ι α ν α β ά λ ο υ ν το α λ έ τ ρ ι ό χ ι στα χ έ ρ ι α τ ω ν μισθωτών, α λ λ ά στα χ έ ρ ι α τ ω ν ιδιοκτητών» ^ 1 Ο Βάκων κάνει μια σύγκριση ανάμεσα στην ελεύθερη και εύπορη αγροτική τάξη και σε έναν καλό πεζικό: «Είχε σπουδαιότητα, για τη δύναμη και το κύρος τον βασιλείου να έχει υποστατικά αρκετής έκτασης, ώστε να απα^άξει από την ανάγκη τους ανθρώπους και να κρατήσει ένα μεγάλο μέρος τον εδάφους στα χέρια της μεσαίας τάξης, που βρίσκεται μεταξύ των ευγενών, των μισθωτών και των υπηρετών. Οι πιο αρμόδιοι, στρατιωτικοί άνδρες, συμφωνούν στο ότι την κυριότερη δύναμη ενός στρατού, αποτελεί το πεζικό. Αλλά για να έχουμε ένα καλό πεζικό, χρειάζονται άνθρωποι που να μην έχουν μεγαλώσει στη σκλαβιά και την αθλιότητα, αλλά με κάποια άνεση και (σχετική) ελευθερία. Αν, λοιπόν, ένα κράτος αποτελείται προπαντός από ευγενείς και ωραίους κυρίους, ενώ οι χωρικοί και οι καλλιεργητές δεν είναι τίποτε άλλο παρά απλοί εργάτες ή υπηρέτες υποστατικού ή φτωχοί αγρότες, με άλλα λόγια, ζητιάνοι που έχουν στέγη, μπορεί να έχει κανείς ένα καλό ιππικό, αλλά όχι καλό πεζικό αντοχής, που να εμπνέει εμπιστοσύνη. Αυτό βλέπουμε στη Γαλλία, την Ιταλία ή αλλού, όπου ο πληθυσμός δεν έχει παρά μόνο ευγενείς και χωρικούς άθλιους (...) σε τέτοιο σημείο ώστε να είναι αναγκασμένοι να στρατολογούν ομάδες Ελβετών μισθοφόρων για να σχηματίζουν τάγματα πεζικού. Ετσι, συμβαίνει, αυτές οι χώρες να έχουν πολύ πληθυσμό, αλλά λίγους στρατιώτες». (The Reign of Henry VII, κ.λπ., έκδ. Λονδίνο 1870, σ. 908).
28
Αντίθετα, το καπιταλιστικό οτυστημα, απαιτούσε την υποδούλωση της λαϊκής μάζας, τη μετατροπή των καπιταλιστών σε μισθωτούς και των μέσων παραγωγής σε κεφάλαια. Στη μεταβατική αυτή περίοδο, η νομοθεσία δοκίμασε βέβαια να διατηρήσει τα τέσσερα στρέμματα γης γύρω από το σπίτι του αγρότη-μισθωτού και απαγόρευσε την παραδοχή υπενοικιαστών στα αγροτικά σπίτια. Το 1627, επί της βασιλείας του Ιάκωβου του , ένας κάποιος Roger Crosker, που καταγόταν από το Φροντμίλ, καταδικάστηκε γιατί ανήγειρε στο κτήμα του ένα σπίτι χωρίς να του δώσει υπό οριστική μορφή τα τέσσερα στρέμματα γης. Το 1638 επί της βασιλείας του Καρόλου του Γ^", διόρισαν μια βασιλική επιτροπή επιφορτισμένη να εφαρμόσει και να επιβάλει τον παλιό νόμο «προ πάντων σε ό,τι αφορούσε τα τέσσερα στρέμματα». Ο Κρόμβελ απαγόρευσε και αυτός να οικοδομούν, σε ακτίνα τεσσάρων χιλιομέτρων γύρω από το Λονδίνο, σπίτια χωρίς να προσθέτουν τα τέσσερα στρέμματα γης. Ακόμα στο πρώτο μισό του αι. ακούγονται παράπονα όταν το σπίτι του γεωργοεργάτη δεν έχει ένα ή δύο στρέμματα. Στις ημέρες μας, ο εργάτης λογίζεται ευτυχής, όταν μπορεί να διαθέτει έναν κήπο ή αν μπορεί, ακόμη και σε μεγάλη απόσταση, να νοικιάζει μερικά τετραγωνικά μέτρα.
29
«Γαιοκτήμονες και εκμισθωτές (λέει ο Hunter) βαδίζουν εδώ πέρα χέρι με χέρι. Ο εργάτης θα γινόταν πάρα πολύ ανεξάρτητος, αν πρόσθεταν στο σπίτι του μερικά στρέμματα γης»^ Στο 18'^ αι. η Μεταρρύθμιση και η καταπληκτική δήμευση των εκκλησιαστικών κτημάτων που επακολούθησε, ήρθαν να δώσουν μια νέα και τρομερή ώθηση στη βίαιη απογύμνωση των λαϊκών μαζών. Την εποχή της Μεταρρύθμισης, η Καθολική Εκκλησία ήταν φεουδαρχική ιδιοκτήτρια ενός μεγάλου μέρους του αγγλικού εδάφους. Η κατάργηση των μοναστηριών έριξε τους κατοίκους των κτημάτων αυτών ανάμεσα στους προλετάριους. Ό σ ο για τα εκκλησιαστικά κτήματα, δόθηκαν, κατά το μεγαλύτερο μέρος, δωρεάν σε άπληστους ευνοούμενους του βασιλιά ή πουλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές σε κερδοσκόπους, εκμισθωτές ή αστούς, οι οποίοι εκδίωξαν μαζικά τους παλιούς κληρονομικούς κατόχους της γης και ένωσαν τα κτήματα. Δήμευσαν, χωρίς να ανακοινώσουν τίποτε, το μέρος που προόριζε ο νόμος από τους εκκλησιαστικούς φόρους για τους καλλιεργητές που εί1 Hunter, (σ. 134): «Θα νόμιζε κανείς, σήμερα, ότι η ποσότητα τσυ εόάφους, πσν είχε οριστεί από τον παλιό νόμο, στους εργάτες είναι πάρα πολύ μεγάλη, γιατί Θα τους μετέβαλλε εύκολα σε μικροεκμισθωτές», (G. Roberts: «The Social History of the People of the Souther Counties of England in past centuries», Λονδίνο 1856, σ. 184 επ.).
30
χαν πέσει στην αθλιότητα^ «Παντού υπάρχουν φτωχοί», φώναξε η βασίλισσα Ελισάβετ, ύστερα από ένα ταξίδι της στην Αγγλία. Κατά το 43'^ έτος της βασιλείας της αναγκάσθηκαν επιτέλους να αναγνωρίσουν επίσημα τη (ρτωχολογιά, καθιερώνοντας το φόρο υπέρ των φτωχών. «Οι συγγραφείς αυτού του νόμου δεν τολμούσαν να υποδείξουν τα αίτια του και, αντίθετα προς κάθε παράδοση, τον δημοσίευσαν χωρίς καμιά εισήγηση»^. Αργότερα τον εκήρυξαν διαρκή και μόνο το 1834 τροποποίησαν, επί το αυστηρότερο, τις διατάξεις του^. Αυτά ^ Το δικαίωμα του (ρτο^χοΰ να παίρνει το μέρος που του ανήκει, από τους φόρους, καθιερώθηκε από τους παλιούς νόμους (Tuckett, II, ο. 804). 2 W. Cobhett, Α History of the Protestant Reformation, § 471. ^ To προτεσταντικό πνεύμα διαφαίνεται από το εξής: Στα βόρεια της Αγγλίας μερικοί γαιοκτήμονες και πλούσιοι εκμισθωτές ενο^θηκαν και σύνταξαν, για την ακριβή ερμηνεία του νόμου των (ρτο^χών, δέκα ερωτήματα που τα υπέβαλαν στην κρίση του διάσημου νομικού, Sergeant Snigge, ο οποίος επί Ιακώβου του Γ'" έγινε δικαστής. «Ένατο ερώτημα: Μερικοί πλούσιοι ενοικιαστές της ενορίας φαντάστηκαν ένα πολύ έξυπνο σχέδιο που θα έθετε τέρμα σε όλες τις παρανοήσεις στην εφαρμογή του νόμου. Προτείνουν την κατασκευή μιας ενοριακής φυλακής. Θα αρνούνται να συντρέχουν κάθε φτωχό που δεν θα άφηνε να τον κλείσουν σ' αυτή τη φυλακή. Κατόπιν θα δημοσιεύουν στις γειτονικές ενορίες ότι όποιος ήθελε να νοικιάσει τους φτωχούς μας, θα έπρεπε να υποβάλει μια ορισμένη ημέρα, σφραγισμένες προτάσεις, όπου θα καθόριζε την κατώτερη τιμή τους. Οι συγγραφείς αυτού του σχεδίου υποθέτουν ότι στις γειτονικές κομητείες υπάρχουν πρόσωπα που δεν επιθυμούν να εργαστούν, αλλά δεν διαθέτουν ούτε χρήματα, ούτε την αναγκαία πίστωση για να αποκτήσουν ένα υποστατικό ή ένα πλοίο, που θα τους επέτρεπε να ζουν χωρίς να εργάζονται. Αυτά τα πρόσωπα θα μπορούσαν ίσως να μας κάνουν επωφελείς προσφορές. Αν μερικοί
31
τα άμεσα αποτελέσματα της Μεταρρύθμισης δεν ήταν εκείνα που κράτησαν πιο πολύ. Η εκκλησιαστική ιδιοκτησία προστάτευε, σαν θρησκευτικό φρούριο, το παλιό σύφτωχοί πέθαιναν στη διάρκεια τον συμβολαίου ενοικίασης, η ευθύνη δεν θα έπεφτε στην ενορία, γιατί αυτή θα είχε εκπληρώσει όλο της το καθήκον απέναντι & αυτούς τους φτωχούς. Φοβόμαστε πολύ ότι ο σημερινός νόμος δεν επιτρέπει τέτοιο μέτρο σύνεσης, αλλά σας κάνουμε γνωστό ότι οι άλλοι ελεύθεροι κάτοχοι γης της κομητείας μας και των γειτονικών κομητειών, θα συμμαχήσουν μαζί μας και θα πιέσουν τους αντιπροσώπους τους στη Βουλή των Κοινοτήτων για να υποβάλλουν ένα νομοσχέδιο που να επιτρέπει τη φυλάκιση των φτωχών ή να τους εξαναγκάζει να εργαστούν, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αφαιρεθεί η συνδρομή από οποιονδήποτε δεν θελήσει να αφήσει να τον φυλακίσουν. Αυτή η προφύλαξη θα εμποδίσει μερικούς που δυστυχούν να ζητήσουν βοήθεια». (R. Blakey, «The History of Political Littérature from the earliest times», [Λονδίνο 1855, τ. II, α. 83]). Στη Σκωτία η κατάργηση της δουλοπαροικίας έγινε πολλούς αιώνες αργότερα από την Αγγλία. Το 1698 ακόμη ο Fletcher de Saltoun δήλωσε στη σκωτική Βουλή: «Υπολογίζονται τουλάχιστον σε διακόσιες χιλιάδες οι ζητιάνοι στη Σκωτία. Το μόνο φάρμακο που μπορώ να προτείνω εγώ, αν και δημοκρατικός, καταρχήν, είναι να επαναφέρουμε το πρώην καθεστώς της δουλοπαροικίας και να υπαγάγουμε στη δουλεία όλους εκείνους που δεν είναι ικανοί να βγάζουν το χρωμί τους». Επίσης ο Eden γράφει (τ. 1, κεφ. 1): «Η φτωχολογιά χρονολογείται από τη χειραφέτηση των χωρικών (...). Το εργοστάσιο και το εμπόριο, είναι αλήθεια, οι δημιουργοί των φτωχών τον έθνους μας». Ο Eden διαπράττει το ίδιο σφάλμα με τον Σκώτο δημοκρατικό μας· δεν είναι η κατάργηση της δουλοπαροικίας, αλλά η κατάργηση της ιδιοκτησίας, της οποίας απελάμβανε ο καλλιεργητής, που τον έκανε προλετάριο-φτο)χό. Οι νόμοι της Αγγλίας για τους φτωχούς, έχουν για αντίστοιχο τους νόμους της Γαλλίας, όπου η αρπαγή της περιουσίας των χωρικών έγινε διαφορετικά, σύμφωνα με το διάταγμα του Moulins του 1571, και το διάταγμα του 1656.
32
στημα της ιδιοκτησίας της γης. Η κατάρρευση της παρέσυρε αναπόφευκτα και την κατάρρευση της δεύτερης^ Στα τελευταία χρόνια του αιώνα, η ανεξάρτητη αγροτική τάξη ήταν πολυαριθμότερη ακόμη από την τάξη των εκμισθωτών της γης. Αποτελούσε την κυριότερη δύναμη του Κρόμβελ και, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του Μακώλαιϋ, αποτελούσε μια πετυχημένη αντίθεση απέναντι στους μέθυσους και τους ακάθαρτους μεγαλογαιοκτήμονές και τους υπηρέτες τους, τους παπάδες της υπαίθριας χώρας που ήταν επιφορτισμένοι να βρίσκουν συζύγους στις υπηρέτριες-ερωμένες των ευγενών. Οι αγρότες μισθωτοί ήταν ακόμη, αχπή την ίδια εποχή, συνιδιοκτήτες των κοινοτικών κτημάτων. Το 1750 η τάξη των ανεξάρτητων χωρικών είχε εξαφανιστεί^ και στα τελευταία χρόνια του αι. δεν έβρισκαν πια ίχνος της κοινής ιδιοκτησίας των γεωργών. ^ Ο καθηγητής της Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, (έδρα της προτεσταντικής ορθοδοξίας), Rogers, παρατηρεί, στον πρόλογο του, της «History of Agriculture», ότι η Μεταρρύθμιση φτώχυνε τη λαϊκή μάζα. ^ Α. Letter to Sir Τ .C. Banbury, On the High Price of Provisions, by a Suffolk Gentleman, Ips wich, 1795, [σ. 4]. Ακόμη και ο φανατικός υποστηρικτής του συστήματος των υποστατικοί, ο συγγραφέας του «Inquiry into the Connection of large farms κ.λπ.», (Λονδίνο 1773, [σ. 173]) γράφει: «Λυπήθηκα βαθιά για την εξαφάνιση των εντοπίων μας μικροϊδιοκτητών, αυτής της ανθρώπινης τάξης που έσωσε πραγματικά την ανεξαρτησία του έθνους μας. Λυπήθηκα βλέποντας τις γαίες τους να περιέρχονται στα χέρια λόρδων κερδοσκόπων και μικροεκμισθωτών των οποίων τα συμβόλαια έχουν γίνει με τέτοιους όρους, ώστε δεν είναι πια τίποτε άλλο από υποτελείς, πάντα έτοιμοι να επωφεληθούν από όλες τις δυσάρεστες περιστάσεις».
33
Αφήνουμε κατά μέρος τους καθαρά οικονομικούς λόγους της αγροτικής επανάστασης, για να ασχοληθούμε με τα βίαια μέσα που την πραγματοποίησαν. Στην παλινόρθωση των Στούαρ οι γαιοκτήμονες πραγματοποίησαν νόμιμα μια α ρ π α γ ή , που επιτελέστηκε ύστερα και στην ηπειρωτική Ευρώπη, χωρίς καμιά άλλη διατύπωση. Κατέστρεψαν το φεουδαρχικό σύστημα, δηλαδή ανάθεσαν στο κράτος όλες τις δουλικές υπηρεσίες που τους εβάρυναν, «αποζημίωσαν» αυτό το ίδιο το κράτος με φόρους που επέβαλαν πάνω στους αγρότες και το υπόλοιπο του λαού, διεκδίκησαν ως ατομική ιδιοκτησία, (με τη νεότερη έννοια της λέξης), κτήματα πάνω στα οποία είχαν μόνο φεουδαρχικά δικαιώματα και, τέλος παρεχώρησαν εκείνους τους νόμους περί διανομής, οι οποίοι, με μερικές τροποποιήσεις που τις επέβαλλαν οι περιστάσεις, έκαναν για τους Άγγλους καλλιεργητές ό,τι είχαν κάνει τα διατάγματα του Τσάρου Μπόρις Γκοντούνωφ για τους Ρώσους χωρικούς. Η ένδοξη επανάσταση έφερε στην εξουσία μαζί με τον Γουλιέλμο της Οράγγης και τους ευγενείς, αλλά και τους καπιταλιστές κερδοσκόπους^ οι οποίοι εγκαινίασαν ^ Να τί μας διαφωτίζει για την ιδιωτική ηθική αυτοΰ του αστού ήρωα: «OL μεγάλες εκχωρήσεις που έγιναν το 1695 στη λαίδη Όρκνεϋ στην Ιρλανδία, είναι μια δημόσια απόδειξη της αγάπης του βασιλιά και της επιρροής αυτής της κυρίας (...). Οι καλές και έντιμες υπηρεσίες της λαίδης Όρκνεϋ φαίνεται ότι ήταν από εκείνες (...) για τις οποίες αξίζει καλύτερα να μη μιλά κανείς καθόλου». (Stoane Manuscript, Collection, [Βρετανικό Μουσείο, αρ. 4224]). Το χειρόγραφο έχει τίτλο: «The character and behavior of king Williams, Sunderiand as represented in Original Letters to the Duke of Shrewaburg
34
τη νέα περίοδο, εφαρμόζοντας σε μεγάλη κλίμακα, την κλοπή των κρατικών κτημάτων. Τα κτήματα δόθηκαν ή πουλήθηκαν σε γελοίες τιμές ή και προσαρτήθηκαν ακόμη σε ατομικές ιδιοκτησίες με μια άμεση αρπαγή^. Ό λ α αυτά έγιναν χωρίς να τηρηθεί η παραμικρή νομιμότητα. Αυτά τα κρατικά κτήματα, που τα ιδιοποιούνταν με απάτη και τα εκκλησιαστικά κτήματα, όσα τουλάχιστον δεν είχαν εξαφανιστεί στη διάρκεια της δημοκρατικής επανάστασης, αποτελούν τη βάση των σημερινών μεγάλων γαιοκτησιών της αγγλικής ολιγαρχίας^. Οι αστοί καπιταλιστές αγνόησαν την επιχείρηση, για να κάνουν το έδαφος απλό είδος εμπορίου, να επεκτείνουν το έδαφος της μεγάλης γεωργικής εκμετάλλευσης, να προκαλέσουν τη συρροή από την ύπαιθρο χώρα περισσότερων αστέγων και πεινασμένων προλετάριων κ.ά. Επιπρόσθετα η νέα αριστοκρατία της γαιοκτησίας ήταν ο φυσικός σύμμαχος της νέας τραπεζοκρατίας, της τάξης του μεγάλου χρηματιστικού κεφαλαίου, που μόλις τότε είχαν αναφανεί και των μεγαλοεργοστασιαρχών, που στηρίζονταν στα προστατευτικά δασμολόγια. from Somers, Halifax, Oxford, Secretary Vernon κ.λπ.», το οποίο χειρόγραφο'είναι γεμάτο α π ό ενδιαφέρουσες πληροφορίες. ^ Η παράνομη εκποίηση της περιουσίας του κράτους, είτε με μορφή πωλητηρίου, είτε με μορφή δωρεάς, αποτελεί ένα σκανδαλώδες κεφάλαιο στην ιστορία της Αγγλίας (...) μια τεράστια εξαπάτηση του έθνους. (F. W. Newrnann, Lectures on Pol. Econ., [Λονδίνο 1851, σ. 129 επ.]). Για να αντιληφθεί ο αναγνώστης με ποιά μέσα οι Άγγλοι μεγαλογαιοκτήμονες απέκτησαν τις περιουσίες τους, ας διαβάσει το «Our old Nobility by Noblesse Obliger», [Λονδίνο 1879]), ^ Διαβάζει κανείς την μπροσούρα του Β. Ε. Burke για το δουκικό οίκο του Μπέντφορντ, απόγονος του οποίου είναι ο λόρδος Τζο)ν Ράσελ, ο Τομ Τιτ του Φιλελευθερισμού.
35
Η αγγλική τάξη για την υπεράσπιση των ατομικών της συμφερόντων εν£ργει ακριβώς όπως η σουηδική αστική τάξη, η οποία κάνοντας το αντίθετο και βαδίζοντας χέρι χέρι με τους φυσικούς υπερασπιστές της, δηλαδή τους χωρικούς, υποστήριξε το βασιλιά στον αγώνα του, προκειμένου να αποσπάσει από την ολιγαρχία την περιουσία του στέμματος που την είχε κλέψει αυτή. Η κοινοτική ιδιοκτησία, που ήταν εντελώς διαφορετική από την εθνική ιδιοκτησία (για την οποία μιλήσαμε προ ολίγου) ήταν ένα παλιό γερμανικό σύστημα που εξακολουθούσε να επιβιώνει υπό τη σκέπη της φεουδαρχίας. Είδαμε ότι η λήστευση, που συνοδευόταν συνήθως από τη μετατροπή των καλλιεργήσιμων γαιών σε βοσκοτόπια, αρχίζει στο τέλος του αι. και συνεχίζεται το Ιό"" αι. Αλλά τότε επρόκειτο μόνο για ατομικές βιαιότητες, κατά των οποίων μάταια πάλευε η νομοθεσία επί 150 χρόνια. Ό,τι χαρακτηρίζει τις προόδους που πραγματοποιήθηκαν το 18'^ αι., είναι ότι ο νόμος υποβοηθεί τη λήστευση των χωρικών, αν και οι μεγαλοεκμισθωτές δεν είχαν απαρνηθεί τις ατομικές τους μέθοδες^ Η κοινοβουλευτική μορφή αυτής της κλοπής, περικλείεται στο «Νόμο για την περίφραξη των κοινοτικών γαιών». Είναι διατάγματα με τα οποία οι γαιοκτήμονες ιδιοποιούνται. ^ Οι εκμισθωτές απαγορεύουν στους αγρότες να συντηρούν κάποιο ζώο έξω από την οικογένεια τους, με την πρόφαση ότι αν είχαν ζώα, ή πουλερικά, θα έκλεβαν τα προϊόντα από τις αποθήκες. I σχυρίζονται ακόμη: Φτωχοί αγρότες = εργατικοί αγρότες. Αλλά στην πραγματικότητα, οι εκμισθωτές ιδιοποιούνται έτσι ένα από λυτο δικαίθ3μα πάνω στις κοινοτικές γαίες. (Βλ. Α. Pol. Enquiry into the consequences of neeclosing Waste Lands, [Λονδίνο, 1855 α 7]).
36
με πλήρη ιδιοκτησία, τα κοινοτικά κτήματα· είναι διατάγματα αρπαγής της λαϊκής περιουσίας. Αφοΰ δοκίμασε να αποδείξει, με επιδεξιότητα πανούργου δικηγόρου, ότι η κοινοτική ιδιοκτησία πρέπει να είναι ατομική ιδιοκτησία των φεουδαρχών αρχόντων, ο FM. Eden αντιφάσκει ο ίδιος, απαιτώντας «ένα γενικό κοινοβουλευτικό νόμο για την περίφραξη των κοινοτικών γαιών»- αναγνωρίζει, λοιπόν, ότι είναι απαραίτητο ένα βίαιο κοινοβουλευτικό πραξικόπημα για να μετατρέψει τα κοινοτικά κτήματα σε ατομική ιδιοκτησία, και από το άλλο μέρος ζητά από το νομοθέτη να δώσει μια αποζημίωση στους φτωχούς που στερήθηκαν την περιουσία τους^. Ενώ οι ανεξάρτητοι χωρικοί είχαν αντικατασταθεί από προσωρινούς κατόχους, δηλαδή από μικροεκμισθωτές που το συμβόλαιό τους μπορούσε να λυθεί κάθε χρόνο, δουλικούς ανθρώπους, που ήταν εξαρτημένοι από την όρεξη του λόρδου γαιοκτήμονα, η συστηματική κλοπή της κοινοτικής περιουσίας συνδέεται με την κλοπή των κρατικών κτημάτων, για να μεγαλώσουν αυτά τα υποστατικά, τα οποία το 18" αι. τα ονόμαζαν συνήθως «υποστατικά καπιταλιστών» ή «υποστατικά εμπόρων»^ και τα οποία έκαναν τον αγροτικό πληθυσμό διαθέσιμο για τη βιομηχανία. ^ Βλ. Eden, όπ.π, «Πρόλογος». ^ Capital farms, two letters on the Pour Trade and the dearness of coru, Bya Person in Business, [Λονδίνο 1767, σ. 19], Merchant farms, (An inquiry into the present high prices of provisions, [Λονδίνο 1767, α. 11, σημ.]. Αυτό το έξοχο έργο που εκδόθηκε χο3ρις όνομα συγγραφέα, είναι του Ναθαναήλ Φόρστερ.
37
Αλλά το 18'' αι. δεν είχαν κατανοήσει ακόμη τόσο γενικά, όπως στο 19'' αι. την ταυτότητα του εθνικού πλούτου και της λαϊκής ορτώχειας. Γι' αυτό, στους τότε οικονομολόγους, βρίσκουμε βίαιες πολεμικές «για την περίφραξη των κοινοτικών κτημάτων». Από τα αναρίθμητα ντοκουμέντα που συγκέντρωσα, αναφέρω μόνο μερικές περικοπές, ικανές να μας διαφωτίσουν καλά, πάνω στην τότε κατάσταση. « Σ ε π ο λ λ έ ς ε ν ο ρ ί ε ς του Χ έ ρ τ φ ο ρ ν τ σ ά ϊ α ρ είκοσι τ έ σ σ ε ρ α υ π ο σ τ α τ ι κ ά α ρ ι θ μ ο ύ ν τ α ι το κ α θ έ ν α κ α τ ά μ έ σ ο ν ό ρ ο α π ό π ε ν ή ν τ α έ ω ς ε κ α τ ό ν π ε ν ή ν τ α σ τ ρ έ μ μ α τ α , ενο)θηκαν σε τρία»^ «Στο Ν ό ρ θ α μ ι τ τ ο ν σ α ϊ α ρ κ α ι το Α ί ν κ ο λ ν σ α ϊ ρ σ χ ε δ ό ν ό λ α τ α κ ο ι ν ο τ ι κ ά κτήματα π ε ρ ι φ ρ ά χ θ η κ α ν κ α ι οι π ε ρ ι σ σ ό τ ε ρ ε ς α π ό τις α ρ χ ο ν τ ι κ έ ς π ε ρ ι ο υ σ ί ε ς π ο υ σ χ η μ α τ ί σ τ η κ α ν με τον τ ρ ό π ο α υ τ ό μ ε τ α τ ρ ά π η κ α ν σε β ο σ κ ο τ ό π ο υ ς , τ ό σ ο ώστε σε ορισμένες περιοχές δεν καλλιεργούν πια π α ρ ά μόνο πενήν τ α σ τ ρ έ μ μ α τ α αντί γ ι α 1.500. Μ ό ν ο τ α ε ρ ε ί π ι α τ ω ν σπιτιών, τ ω ν α π ο θ η κ ώ ν , τ ω ν ο τ α ύ λ ω ν δ ε ί χ ν ο υ ν ότι κ α τ ο ι κ ο ύ ν τ α ν άλλοτε ο τ ό π ο ς αυτός. Σ ε π ο λ λ ά μέρη δ ε ν μ έ ν ο υ ν π α ρ ά ο κ τ ώ ή δ έ κ α σπίτια ή ο ι κ ο γ έ ν ε ι ε ς , α π ό τις ε κ α τ ο ν τ ά δ ε ς π ο υ ή τ α ν άλλοτε. Στις π ε ρ ι σ σ ό τ ε ρ ε ς κοινότητες, ό π ο υ η π ε ρ ί φ ρ α ξ η χ ρ ο ν ο λ ο γ ε ί τ α ι α π ό δ ε κ α π έ ν τ ε ή είκοσι χ ρ ό ν ι α μ ο ν ά χ α , οι γ α ι ο κ τ ή μ ο ν ε ς ε ί ν α ι π ο λ ύ λίγοι σε σ ύ γ κ ρ ι σ η με τ ο υ ς χ ω ρ ι κ ο ύ ς π ο υ κ α λ λ ι ε ρ γ ο ύ σ α ν α υ τ έ ς τις γ α ί ε ς π ρ ο η γούμενα. Δεν είναι σπάνιο να δούμε τέσσερις ή πέντε π λ ο ύ σ ι ο υ ς κ τ η ν ο τ ρ ό φ ο υ ς ν α γ ί ν ο ν τ α ι κ ύ ρ ι ο ι μεγάλο)ν π ε ρ ι ο χ ώ ν π ο υ τις π ε ρ ι έ φ ρ α ξ α ν κ α ι οι ο π ο ί ε ς β ρ ί σ κ ο ν τ α ν έ ω ς ^ The Wright, Ashort address to the Monopol of large farms, 1779, o. 2.3.
38
τότε στα χέρια είκοσι ή τριάλαα γαιοκτημόνων και πολλών μικροϊδιοκτητών. Όλοι αυτοί εκδιώχθηκαν από τα κτήματα τους και κατέφυγαν σε άλλες οικογένειες που τους έδιναν εργασία για να ζήσουν^. Με το πρόσχημα της περίφραξης, ο γειτονικός μεγαλογαιοκτήμονάς δεν ιδιοποιούνταν μόνο τους χέρσους τόπους, αλλά και τόπους που καλλιεργούνταν από κοινού ή χωριστά, επί πληρωμή στην κοινότητα ενός ορισμένου γεο)μόρου. Μιλώ εδώ για την περίφραξη γαιο)ν ανοιχτών, αλλά που έχουν ήδη καλλιεργηθεί». «Ακόμη και οι συγγραφείς που γίνονται οι υπέρμαχοι του συστήματος των περιφράξεων, αναγνωρίζουν ότι στην περίπτωση αυτή, παρατηρείται ελάττωση της καλλιεργούμενης επιφάνειας, αύξηση του κόστους της ζωής και ελάττωση του πληθυσμού (...). Η περίφραξη μάλιστα των χέρσων τόπων, όπως γίνεται σήμερα, στερεί από το φτωχό ένα μέρος από τα μέσα συντήρησής του και μεγαλώνει πιο πολύ υποστατικά που είναι ήδη αρκετά μ ε γ ά λ α ^ » . «Όταν, λέγει ο Δρ R, Price, η γη πέφτει στα χέρια μερικών μεγάλων εκμισθωτών, οι μικροί εκμισθωτές μεταβάλλονται σε ανθρώπους αναγκασμένους να κερδίζουν το ψωμί τους εργαζόμενοι για άλλους και να αγοράζουν ό,τι τους χρειάζεται. Με το όνομα μικροεκμισθωτές, καθόριζε προτύτερα ένα πλήθος από μικροϊδιοκτήτες και εκμισθωτές που επαρκούσαν στις ανάγκες τους, καθώς και τις ανάγκες της οικογενείας τους με τα προϊόντα των γαιών που καλλιεργούν οι ίδιοι, πρόβατα, πουλερικά, γουρούνια κ.ά., που τα έστελναν στα κοινοτικά κτήματα, πράγμα που τους ^ Addington, Inquiry into the reasons for or against enclosing open fields, [Λονδίνο, 1772, σ. 37 επ.]. ^ R. Price, II, [σ. 155], Β. Porster, Addington, Kent, Price, Anderson, Mac Calloch, The Littéral of Pol Econ., [Λονδίνο 1845].
39
επιτρέπει να αγοράζουν πολύ λίγα προϊόντα για τη συντήρηση τους. Η εργασία είναι, ίσως, πιο πολλή, γιατί είναι υποχρεωτική. Οι πόλεις και τα εργοστάσια θα αυξηθούν, γιατί θα συρρεύσει περισσότερος κόσμος που θα ζητά εργασία. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να γίνει, φυσικά, η συγκέντρωση των υποστατικών και έγινε πραγματικά από πολλά χρόνια σ' αυτό το βασίλειο»^. Και ο R. Price συνοψίζει ως εξής τη συνολική επίδραση των περιφράξεων: «Γενικά η κατάσταση των κατώτερων τάξεων του λαού επιδεινώθηκε από όλες τις απόψεις· οι μικρογαιοκτήμονές και οι εκμισθωτές έγιναν ημερομίσθιοι και μισθωτές και ταυτόχρονα οι συνθήκες έγιναν πιο δύσκολες για να κερδίζουν το ψωμί τους»^. 1 Ο ίδιος, όπ.π., α. 147. ^ Στο σημείο αυτό ανατρέχουμε στην αρχαία Ρθ}μη όπου οι πλούσιοι είχαν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος το)ν αδιαίρετων γαιών. Είπαν μέσα τους, εμπιστευόμενοι στα ενδεχόμενα της στιγμής, ότι δεν θα τους τα έπαιρναν πίσω. Και αγόρασαν οικόπεδα που είχαν οι φτωχοί κοντά στα δικά τους και γι' αυτό χρησιμοποίησαν πότε την πειθο) και πότε τη βία, ϋ)σπου να καταλήξουν να μην εκμεταλλεύονται πλέον παρά μόνο τις μεγάλες ιδιοκτησίες. Τους χρειάζονταν δούλοι για την καλλιέργεια και την κτηνοτροφία, γιατί οι ελεύθεροι άνθρωποι βρίσκονταν στο στρατό. Αυτό το σύστημα ήταν τόσο πιο επωφελές γι' αυτούς, όσο αυτοί οι δούλοι, εξαιρούνταν από κάθε στρατιο^τική υπηρεσία. Οι δούλοι αυτοί μπορούσαν να πολλαπλασιάζονται, ακίνδυνα και να έχουν πολλά παιδιά. Με τον τρόπο αυτό οι μεγάλοι ιδιοποιήθηκαν όλο τον πλούτο και έτσι όλη η χο3ρα γέμισε από δούλους. Οι Ιταλοί, απεναντίας, ήταν όλο και λιγότεροι, δεκατιζόμενοι από τη ψζώχεια, τους φόρους και τη στρατιωτική υπηρεσία. Ακόμα και στον καιρό της ειρήνης, ήταν καταδικασμένοι στην πληρέστερη ανεργία, γιατί οι πλούσιοι κα-
40
Πράγματι, η αρπαγή των κοινοτικών γαιών και η αγροτική επανάσταση που επακολούθησε, βάρυναν σε τέτοιο βαθμό τους γεωργοεργάτες, ώστε συμφωνά με τη μαρτυρία του ίδιου του EdeUy οι εργατικοί μισθωτοί άρχισαν μεταξύ του 1765 και του 1780 να πέ(ρτουν κάτω από το μίνιμουμ, και χρειάστηκε να συμπληρώνουν την επιβίωση τους με τη δημόσια περίθαλψη. Ο μισθός των γεωργοεργατών, λέγει ο EdeUy δεν αρκούσε πια για να καλυφθούν οι απαραίτητες ανάγκες της ζωής. Ας ακούσουμε άλλον έναν υπέρμαχο του συστήματος των περιφράξεων και αντίπαλο του R. Price: «Θα γελιόταν κανείς από το εξωτερικό, αν παραδεχόταν ότι ο πληθυσμός μιας χώρας ελαττώνεται, γιατί δεν βλέπει κανείς πια ανθρώπους να χάνουν τους κόπους τους στους ανοιχτούς αγρούς. Αν είναι λιγότεροι στους αγρούς, είναι περισσότεροι στην πόλη (...). Αν με τη μετατροπή των μικροκαλλιεργητών σε ανθρώπους, που είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται για άλλους, πραγματοποιείται μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας, αυτό είναι προφανώς ένα πλεονέκτημα από το οποίο είναι αυτονόητο ότι το έθνος, που δεν περιλαμβάνει αυτούς τους «μετατραπέντας», πρέπει να ευτυχεί, Η παραγωγή θα είναι σημαντικότερη αν η συνδυασμένη εργασία τους χρησιμοποιείται σε ένα μόνο υποστατείχαν τη γη και χρησιμοποιούσαν δούλους για τις γεοοργικές εργασίες ( Α π π ι α ν ό ς , «Οι ρωμαϊκοί εμορύλιοι πόλεμοι» [1, σ. 7]). Αυτή η περικοπή αναφέρεται στην περίοδο που προηγείται του Αικίνιου νόμου. Ο πόλεμος που επέσπευσε τόσο πολύ την κατάπτωση του Ρωμαίου πληβίου, ήταν επίσης το κυριότερο μέσο που χρησιμοποίησε ο Καρλομάγνος για να κατεβάσει πολύ γρήγορα σε κατάσταση δούλων τους ελεύθερους χωρικούς της Γερμανίας.
41
τικό: θα παράγουν ένα πλεόνασμα υλικών για τα εργοστάσια, και αυτά, που είναι ένα από τα χρυσορυχεία του έθνους μας, θα αυξήσουν τα έσοδα ανάλογα με την αύξηση της ποσότητας του σιταριού»!. Την αδιατάρακτη γαλήνη, με την οποία εξετάζει ο οικονομολόγος την πιο αισχρή παραβίαση του «ιερού δικαιώματος της ιδιοκτησίας» και τις πιο αφόρητες επιβουλές κατά των ατόμων, από τη στιγμή που χρειάζονται αυτά τα άτομα για να γίνουν η βάση του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής, τη συναντούμε, μεταξύ άλλων και στον σερ F. Μ. Eden, αυτόν τον συντηρητικό φιλάνθρωπο. Όλη η σειρά των ληστειών, της φρίκης και της αθλιότητας του λαού, που συνόδευσαν τη βίαιη αρπαγή της περιουσίας από το τελευταίο τρίτο του αι. έως το τέλος του αι., τόση εντύπωση του κάνουν, ώστε καταλήγει σ' αυτό το θαυμάσιο συμπέρασμα: «Έπρεπε να τεθεί η επακριβής αναλογία μεταξύ των καλλιεργούμενων γαιο)ν και των βοσκοτόπων. Στη διάρκεια του αιώνα, και στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα του IS""'' αιώνα υπήρχε ένα στρέμμα βοσκότοπος έναντι 2, 3 και 4 ακόμη στρεμμάτων καλλιεργούμενων γαιών. Προς τα μέσα του αιώνα, η αναλογία ήταν πρώτα δύο προς δύο, κατόπιν δύο στρέμματα βοσκοτόπια προς ένα στρέμ^ «An inquiry into the connection», κ.λπ., [σ. 124, 129]. Να μια γνώμη ανάλογη, αλλά αντίθετης τάσης: «Εργάτες διώχνονται από τα σπίτια τους και αναγκάζονται να ζητήσουν εργασία στην πόλη, αλλά βγάζουν τότε από αυτούς πιο πολύ καθαρό προϊόν και το Κεφάλαιο μεγαλώνει ανάλογα». The perils of the Nations, έκδ., Λονδίνο 1843, α. XIV).
42
μα καλλιεργούμενης γης, έο)ς ότου κατέληξαν οτο τέλος στην ακριβή αναλογία τρια στρέμματα βοσκοτόπια προς ένα στρέμμα καλλιεργούμενης γης». Το 19" αι. έχασαν και την ανάμνηση του δεσμού που υπήρχε άλλοτε μεταξύ του καλλιεργητή και της κοινοτικής περιουσίας. Χωρίς να αναφερθούμε στους μεταγενέστερους καιρούς, ο γεωργικός πληθυσμός δεν πήρε ποτέ έστω και μία πεντάρα αποζημίωση για τα 3.511.770 στρέμματα κοινοτικά κτήματα που του έκλεψαν μεταξύ του 1801 και του 1831 και τα έδωσαν στους λόρδους γαιοκτήμονες, και οι λόρδοι γαιοκτήμονες τα πήραν με τους νόμους της Βουλής. Η τελευταία μεγάλη επιχείρηση στην αρπαγή της περιουσίας των χωρικών είναι ό,τι ονόμασαν «αραίωση των ακινήτων {κτημάτων)»^ και η οποία στην πραγματικότητα συνίστατο στην έξωση των κατοίκων. Όλες οι αγγλικές μέθοδες που εξετάσαμε έως τώρα, βασίζονται στην ίδια αρχή. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν πια ανεξάρτητοι χωρικοί για να τους «αραιώσουν»· ρίχτηκαν, λοιπόν, στα αγροτικά σπίτια, ώστε ούτε αυτοί οι γεωργοεργάτες δεν μπορούν πλέον να στεγαστούν στα κτήματα που καλλιεργούν. Αυτό το είδαμε σε προηγούμενες σελίδες. Αλλά την «αραίωση των ακινήτων κτημάτων», την πραγματική έννοια της λέξης, θα τη μελετήσουμε στην Άνω Σκωτία, τη χώρα που προτιμούν οι νεώτεροι μυθιστοριογράφοι. Η επιχείρηση χαρακτηρίζεται εδώ με τη συστηματική της εμφάνιση, με το μέγεθος της κλίμακας πάνω στην οποία εκτελείται ταυτόχρονα (στην Ιρλανδία, μερικοί γαιοκτήμονες πέτυχαν να εξαφανίσουν ταυτό-
43
χρονα πολλά χωριά· στην άνω Σκωτια πρόκειται για επιφάνειες μεγάλες σαν τα γερμανικά δουκάτα) και τέλος, με την ιδιαίτερη μορφή της κλεμμένης εγγείου ιδιοκτησίας. Οι Κέλτες της Άνω Σκωτίας σχημάτιζαν πατριές, κάθε μια από τις οποίες ήταν κάτοχος του εδάφους όπου είχε εγκατασταθεί. Ο αντιπρόσωπος της πατριάς, ο αρχηγός της ή «μέγας ανήρ», ήταν απλώς ο ονομαστικός ιδιοκτήτης αυτού του εδάφους, ακριβώς όπως η βασίλισσα της Αγγλίας είναι ο ονομαστικός ιδιοκτήτης όλου του αγγλικού εδάφους. Όταν η αγγλική κυβέρνηση κατόρθωσε να καταστείλει τους εμφυλίους πολέμους αυτών των αρχηγών και τις αδιάκοπες επιδρομές τους στις πεδιάδες της κάτω Σκωτίας, αυτοί οι αρχηγοί δεν εγκατέλειψαν καθόλου τις ληστρικές επιχειρήσεις τους. Μετέτρεψαν αυθαίρετα το ονομαστικό τους δικαίωμα ιδιοκτησίας, σε ατομικό δικαίωμα ιδιοκτησίας. Δεδομένου ότι συνάντησαν αντίσταση από τους ανθρώπους της πατριάς, αποφάσισαν να προστρέξουν στη βία για να τους εκδιώξουν. Ο καθηγητής Newman γράφει: « Έ ν α ς β α σ ι λ ι ά ς της Α γ γ λ ί α ς θ α ή τ α ν ά λ λ ο τ ό σ ο δ ι κ α ι ο λ ο γ η μ έ ν ο ς ν α ρ ί ξ ε ι τ ο υ ς υ π η κ ό ο υ ς τ ο υ στη θ ά λ α σ σ α » 1.
Η επανάσταση αυτή που άρχισε στη Σκωτία μετά την τελευταία απόπειρα του μνηστήρα του θρόνου, εκτίθεται F.W.Newman,
ο. 132.
44
όσον αφορά tlç πρώτες της φάσεις από τον σερ James Steuart, και τον James Anderson^, Στο 18'' αι., απαγόρευσαν τη μετανάστευση των δούλων, που είχαν εκδιωχθει από τα κτήματά τους, για να τους φέρουν με τη βία στη Γλασκώβη και σε άλλες βιομηχανικές πόλεις^. Το καλύτερο παράδειγμα της μεθόδου που ακολούθησαν το 19" αι.^, μας το έδωσαν οι «αραιώσεις» της δού^ Ο Steuart λέγει: «Το εισόδημα των γαιών αυτών είναι τελείως ασήμαντο σε σχέση με την έκταση τους· όσον αφορά, όμως, τον αριθμό το3ν προσώπων που τρέφει ένα υποστατικό θα βρει ίσο^ς κανείς πο)ς ένα κομμάτι γη στην Άνω Σκωτία τρέφει δέκα φορές πιο πολλούς ανθρώπους από ένα κομμάτι γη της ίδιας έκτασης στις πιο πλούσιες επαρχίες (τόμ. 1, κεφ. XVI). /. Anderson, Observations on new means of exciting a spirit of National Industry, (Εδιμβούργο 1777). 2 To 1860 μερικοί απ' αυτούς που στερήθηκαν την ιδιοκτησία τους μεταφέρθηκαν με απατηλές υποσχέσεις στον Καναδά. Μερικοί κατέφυγαν στα βουνά ή στα γειτονικά νησιά. Καταδιωκόμενοι από την αστυνομία, κατόρθο^σαν μετά από μεγάλο αγώνα να διαφύγουν. ^ Στην ορεινή Σκοκία, λέγει ο Buchanan, σχολιαστής του Α. Σμιθ, (1814), το παλιό σύστημα της ιδιοκτησίας καταπατιέται κάθε μέρα πιο βίαια. Ο λόρδος γαιοκτήμονας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τους κληρονομικούς κατόχους, προσφέρει τη γη στο μεγαλύτερο πλειοδότη και αν αυτός είναι καινοτόμος, εισάγει αμέσως νέο σύστημα καλλιέργειας. Η γη, που άλλοτε ήταν γεμάτη από μικροκαλλιεργητές, κατοικείτο σύμφωνα με την απόδοση της. Στο νέο σύστημα της τελειοποιημένης καλλιέργειας και των μεγαλύτερων εισοδημάτων, πρέπει να πραγματοποιεί όσο το δυνατό περισσότερη απόδοση με όσο το δυνατό μικρότερα έξοδα. Έ τ σ ι απαλλάσσονται από όλα τα ανώφελα χέρια. Οι εκδιο^κόμενοι ζητούν να βρουν εργασία στις βιομηχανικές πόλεις (βλ. D. Buchanan, Observations..., Λ. Smiths' Wealth of Nations, Εδιμβούργο 1814). Οι Σκώτοι, μεγάλοι άρχοντες, έδιωξαν τις οικογένειες, όπως θα έβγαζαν τα άχρηστα χόρτα. Μεταχειρίστηκαν τα χωριά και τον πληθυσμό τους όπως ο Ινδός, που διψά για εκδίκηση, μεταχειρίζεται το κρυσφύγετο των
45
κισας του Σάουθερλαντ. Μόλις ανήλθε στην εξουσία αυτή η κυρία, που είχε μελετήσει την Πολιτική Οικονομία, αποφάσισε να κάνει μια ριζική οικονομική θεραπεία και να μετατρέψει σε βοσκοτόπια όλη την κομητεία, που της είχαν ελαττώσει ήδη τον πληθυσμό παρόμοιων επιχειρήσεων, σε δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) κατοίκους. Από το 1814 έως το 1820 αυτοί οι δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) κάτοικοι, που αποτελούσαν περίπου τρεις χιλιάδες οικογένειες, καταδιώχθηκαν συστηματικά και στο τέλος εξώσθηκαν. Ό λ α τους τα χωριά καταστράφηκαν διά πυρός και σιδήρου και όλα τα κτήματά τους μετατράπηκαν σε βοσκοτόπια. Βρετανοί στρατιώτες επιφορτίσθηκαν με την εκτέλεση και συνεπλάκησαν με τους κατοίκους. Μια γριά γυναίκα αποτεφρώθηκε μέσα στη φωτιά της καλύβας της, γιατί αρνήθηκε να την εγκαταλείψει. Έτσι, η δούκισα ιδιοποιήθηκε 794.000 στρέμματα, που ανήκαν στην πατριά από αμνημόνευτα χρόνια. Στους εκδιωχθέντες κατοίκους έδωσε κοντά στη θάλασσα περίπου έξι χιλιάδες στρέμματα, δηλαδή δύο στρέμματα για κάθε οικογένεια. Ακαλλιέργητα, έως τότε, αυτά τα έξι χιλιάδες στρέμματα, δεν απέδωσαν τίποτε στους ιδιοκτήτες τους. Η καλοσύνη της δούκισας έφτασε μέχρι του σημείου να νοικιάζει το κάθε στρέμμα δυο σελίνια και έξι πένες άγριων ζώων. Ο άνθρακος πουλιέται για λιγότερο ακόμα. Την εποχή της επιδρομής της βόρειας Κίνας, πρότειναν στο συμβούλιο των Μογγόλων να καταστρέψουν τους κάτοικους και να μεταβάλουν τον τόπο σε βοσκότοπο. Αυτό έκαναν οι Σκάρτοι λόρδοι γαιοκτήμονες στους συμπατριοπες τους και στην ιδια τους την πατρίδα (G. Ensor, An Inq. conc. the pop. [Λονδίνο, 1818, σ. 215]).
46
κατά μέσον όρο στα μέλη της πατριάς, που είχαν χύσει από αιώνες το αιμα τους για την οικογένεια της. Ό λ α τα κλεμμένα κτήματα κατανεμήθηκαν σε είκοσι εννέα μεγάλα ποιμνιοστάσια, το καθένα από τα οποία ειχε μόνο μία οικογένεια, συνήθως Άγγλους υπηρέτες υποστατικού. Το 1825, οι δέκα πέντε χιλιάδες άνθρωποι είχαν πια αντικατασταθεί από 131.000 πρόβατα. Οι ντόπιοι, που είχαν εξωσθεί στην παραλία, προσπάθησαν να ζήσουν με την αλιεία. Μεταβλήθηκαν σε αμφίβια και ζούσαν, όπως λέει ένας Άγγλος συγγραφέας, το μισό καιρό στο νερό και τον άλλο μισό στην ξηρά, και πέθαιναν σχεδόν πάντα από την πείνα^ Αλλά ήταν γραμμένο στους γενναίους Βαΐλους να πληρώσουν πιο ακριβά ακόμη την ορεινή και ρομαντική ειδωλολατρεία τους για τους «μεγάλους άνδρες» τους. Η οσμή του ψαριού έορτασε και σ' αυτούς. Μυρίστηκαν εκεί πέρα μία καλή πηγή κέρδους και νοίκιασαν τις ακτές 1 Ό τ α ν η σημερινή δούκισσα του Σάουθερλαντ δέχθηκε με μεγάλη πομπή στο Λονδίνο την κ. Beecher Stone, την συγγραφέα της «Καλύβας του Μπάρμπα Θωμά», για να εκδηλώσει τις συμπάθειές της για τους μαύρους δούλους της αμερικανικής δημοκρατίας (όπο3ς όλοι οι άλλοι αριστοκράτες, φυλάχθηκε πάρα πολύ να το κάνει αυτό στη διάρκεια του χο^ριστικοΰ πολέμου, τότε που όλες οι «ευγενείς» αγγλικές καρδιές χτυπούσαν μόνο για τους υπέρμαχους της δουλείας), εξέθεσε στη «New York Tribune» την κατάσταση uov δούλων του Σάουθερλαντ. Το άρθρο μου αναδημοσιεύθηκε σε ένα σκωτικό φύλλο, το οποίο αναγκάστηκε ύστερα να διεξαγάγει πολεμική κατά το)ν υπέρμαχο^ν το^ν Σαούθερλαντ.
47
τους στους μεγάλους ιχθυέμπορους του Λονδίνου. Και οι Βάϊλοι εκδιώχθηκαν για δεύτερη φοράΙ Τέλος, ένας αριθμός των βοσκών μεταβλήθηκε εκ νέου σε κυνηγέσιο. Είναι γνωστό ότι στην Αγγλία δεν υπάρχουν πραγματικά δάση. Το θήραμα στα δάση των αρχόντων είναι ζώα νομοταγή χοντρά όπως οι δημοτικοί άρχοντες του Λονδίνου. Η Σκωτία, λοιπόν, όπως γράφει ο Σόμερς το 1848, είναι το τελευταίο άσυλο του «ευγενούς πάθους». Στην ορεινή Σκόπια τα δάση ήταν πολύ εκτεταμένα. Από τη μία πλευρά του Γκαίηκ έχετε το δάσος του Γκλέφεσκη και από το άλλο μέρος το δάσος του Άρντβερικι. Στην ίδια γραμμή βρίσκει κανείς το ΜπλαίηκΜάουντ, αχανή, έρημο, τελευταίας κατασκευής. Από Ανατολάς προς Δυσμάς από τα περίχο)ρα του Αμπερντην έως τις υφάλους του Ομπάν, συναντά κανείς τώρα μιαν αδιάκοπη σειρά δασών, ενώ σε άλλα μέρη της ορεινής Σκωτίας απλώνονται τα νέα δάση του Λοκ Αγκρτσαίκ, του Γκλένγαρυ, του Γκλενμόρ κ.λπ. Η μετατροπή των κτημάτων τους σε βοσκοτόπια απεμάκρυνε τους Βαΐλους σε άγονους τόπους. Και να που το τριχωτό θήραμα αρχίζει να αντικαθιστά τα πρόβατα και μεγαλώνει πιο πολύ ακόμη την αθλιότητα των φτωχών ανθρο)πων. Αυτά τα κυνήγια και αυτός ο λαός δεν θα μπορούσαν να ζήσουν το ένα κοντά στο άλλο. Το ένα ή το άλλο πρέπει να αδειάσει τη γωνιά. Ας μεγα1 Βλ. D. Urkuhart, Portfolio, New Series, στο τελευταίο του έργο ο Nassau W. Senior, χαρακτηρίζει αυτή την εκδιο^ξη των Βαΐλο)ν σαν μια από τις πιο πετυχημένες που έγιναν ποτέ.
48
λώσουν τα κυνήγια^ σε αριθμό και σε έκταση τα είκοσι πέντε ερχόμενα χρόνια, όπως τα είκοσι πέντε τελευταία, και δεν θα βρείτε πια οΰτε έναν Βαΐλο στο γενέθλιο έδαφός του. Αυτή η κίνηση μεταξύ των ιδιοκτητών της ορεινής Σκωτίας είναι εν μέρει ζήτημα μόδας ή οφείλεται στην αριστοκρατική ματαιοδοξία των φίλων του κυνηγιού· αλλά είναι βέβαιο ότι οι λόρδοι γαιοκτήμονες δεν περιφρονούσαν τα κέρδη που αποφέρει πολΰ συχνά περισσότερα, παρά αν προορίζονταν για βοσκή. Ο φίλος του κυνηγιού, που ζητά να βρει ένα κυνήγι, περιορίζει την προσφορά του μόνο κατά το πάχος του πορτοφολιού του (...). Η ορεινή Σκωτία γνώρισε βάσανα όχι λιγότερο σκληρά από κείνα που υπέστησαν στην Αγγλία με την πολιτική των Νορμανδών βασιλιάδων. Έδωσαν περισσότερη έκταση στο θήραμα, περιορίζοντας όμως το χώρο για τους ανθρώπους (...). Ο λαός έχασε διαδοχικά όλες τις ελευθερίες του (...). Και η καταπίεση αυξάνει καθημερινά. Οι ιδιοκτήτες θεωρούν την έξωση των χωρικών σαν μία απαραβίαστη αρχή, μια αγροτική ανάγκη, και η επιχείρηση εξακολουθεί τη ήσυχη και κανονική πορεία της απαράλλακτα, σαν να επρόκειο για την εκχέρσωση των παρθένων δασών της Αμερικής ή της Αυστραλίας^. ^ Σ' αυτά τα λεγόμενα δάση δεν υπάρχουν δένδρα. 'Οταν έφυγαν τα πρόβατα, απέλυσαν στα γυμνά βουνά τα ελάφια και ένα «der forest». Έ τ σ ι δεν υπάρχει ούτε δασοκομία. 2 Robert Somers, Letters from the Highland's or the Famine, of 1847, [Λονδίνο 1848, σ. 12-28]. Αυτές οι επιστολές δημοσιεύθηκαν πρώτα στους «Τάϊμς», Αυτή την πείνα των Βαΐλων, κατά το 1847, οι Άγγλοι οικονομολόγοι την απέδο^σαν φυσικά στον υπερπληθυσμό. Στη Γερμανία η αρπαγή της περιουσίας των χωρικοον έγινε προ πάντΰ3ν μετά τον τριακονταετή πόλεμο. Ακόμα και το 1790 προκάλεσε αγροτικές επαναστάσεις στην Έ σ σ η του Εκλέκτορος. Επικρατούσε, προ πάντο3ν, στην ανατολική Γερμανία. Στις περισσότε-
49
ρες πρωσικες επαρχίες ο Φρειδερίκος ο Β' ήταν ο πρώτος που εξασφάλισε στους χωρικούς το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Μετά την κατάκτηση της Σιλεσίας, υποχρέωσε τους γαιοκτήμονες να ανοικοδομήσουν τα σπίτια, τις αποθήκες κ.λπ., και να δο^σουν στους εκμισθωτές της γης, ζΰ3α και εργαλεία καλλιέργειας. Του χρειάζονταν στρατιο5τες για το στρατό του και φορολογούμενοι πολίτες για τα οικονομικά του. Η παρακάτω περικοπή του Μιραμπώ, μεγάλου θαυμαστή του Φρειδερίκου, μας δείχνει τη ζωή το3ν χοορικών στη διάρκεια της βασιλείας αυτού του βασιλιά, όπου η οικονομική ακαταστασία ανακατευόταν με το δεσποτισμό, τη γραφειοκρατία και το φεουδαρχισμό. «Το λινάρι, λοιπόν, αποτελεί ένα από τα μεγάλα πλούτη του καλλιεργητή στη βόρεια Γερμανία. Δυστυχούς για το ανθρώπινο γένος, αυτό είναι ένας πόρος κατά της αθλιότητας και όχι μέσο καλοζωίας. Οι άμεσοι φόροι, οι αγγαρείες, οι κάθε είδους δουλικές υπηρεσίες συντρίβουν τον Γερμανό καλλιεργητή, που πληρώνει κιόλας έμμεσους φόρους σ' ό,τι αγοράζει (...). Και για να συμπληρωθεί η καταστροςρή, δεν τολμά να αγοράσει ό,τι χρειάζεται από τους εμπόρους που θα μπορούσαν να του το δώσουν στις καλύτερες τιμές. Ό λ ε ς αυτές οι αιτίες τον καταστρέφουν ασυναίσθητα και θα βρισκόταν σε αδυναμία να πληρο3σει έγκαιρα τους άμεσους φόρους, χο^ρίς το κλο^στήριο. Αυτό που του προσφέρει έναν πόρο, είναι να χρησιμοποιήσει επϋ3φελώς τη γυναίκα του, τα παιδιά του, τις υπηρέτριές του, τους υπηρέτες του, αλλά και αυτόν τον ίδιο. Αλλά τι οδυνηρή ζωή, ακόμη και όταν έχει και αυτήν την επικουρία! Το καλοκαίρι εργάζεται σαν κατάδικος στην καλλιέργεια και στη συγκομιδή. Κοιμάται στις 9 η ο)ρα και σηκοονεται στις 2, για να προλάβει όλες τις δουλειές. Το χειμώνα θα έπρεπε να αναλάβει τις δυνάμεις του αναπαυόμενος περισσότερο, αλλά δεν θα έχει σιτάρι για το ψο^μί και τη σπορά, αν καταναλο)σει τα προϊόντα που θα έπρεπε να πουλήσει για να πληρώσει τους φόρους. Πρέπει λοιπόν να γνέσει (το μαλλί) για να αναπληρώσει αυτό το κενό (...). Και αυτό πρέπει να το κάνει αδιάκοπα. Γι' αυτό ο χωρικός κοιμάται το χειμώνα τα μεσάνυχτα, στη μία, και σηκώνεται στις πέντε ή έξι ή μάλλον κοιμάται στις εννέα και σηκο^νεται στις δύο. Και αυτό γίνεται όλες τις ημέρες της ζωής του, αν όχι και την Κυριακή. Αυτή η υπερβολική ξαγρύπνια και εργασία φθείρει τον ανθροόπινο οργανισμό και για το λόγο αυ-
50
τό OL άντρες και οι γυναίκες γηράσκουν νωρίτερα στην ύπαιθρο χώρα, παρά στις πόλεις», (Mirabeau, [τ. III, σ. 1-22]). Τον Απρίλιο του 1866, δηλαδή δεκαοκτο5 χρόνια μετά τη δημοσίευση του έργου του Ροβέρτου Σώμερς, που αναφέραμε ήδη, ο καθηγητής Λεόνι Λέβι έκανε στη «Society of Arts», μία διάλεξη για τη μετατροπή των βοσκοτόπων σε κυνηγέσια. Εκεί μέσα περιέγραψε τη διαρκο)ς αυξανόμενη καταστροορή της ορεινής Σκοκίας. Ανάμεσα σε άλλα λέγει και τα εξής: «Το πιο εύκολο μέσο να εισπράττει κανείς εισοδήματα, είναι να αδειάζει τον τόπο και να τον κάνει απλό βοσκότοπο. Κατόπιν, ήταν της μόδας, να αντικαθίσταται ο βοσκότοπος με ένα είδος δάσους. Τα πρόβατα έκαναν τόπο στα άγρια ζο5α, όπο3ς άλλοτε οι άνθρο^ποι, τους είχαν παραχο^ρήσει τη θέση τους (...). Στο Φορφαρσάϊαρ, μπορεί κανείς να βαδίσει από την ιδιοκτησία του κόμη Ντάλμπουζι έως τον Τζων ο Γκρόατς, χωρίς να α(ρήσει οΰτε στιγμή το δάσος. Σε πολλά από τα δάση αυτά εγκαταστάθηκε η αλεπού, ο αγριόγατος, το σαμούρι, ο έλος, η νυφίτσα, ο κόκκινος λαγός, το κουνέλι, ο σκίουρος, ο τυφλοπόντικας, ζώα που βρίσκονται εκεί πέρα από λίγο καιρό. Σε απέραντες εκτάσεις που στη στατιστική της Σκωτίας αναφέρονται σαν βοσκότοποι, ενο3 είναι υπερβολικά γόνιμα εδάφη, έπαψε το)ρα κάθε καλλιέργεια και κάθε λίπανση και είναι προορισμένα για να διασκεδάζουν ορισμένοι κυνηγοί, παρά το ότι αυτή η διασκέδαση, δεν διαρκεί περισσότερο από μερικούς μήνες το χρόνο». Ο «Οικονομολόγος» του Αονδίνου, στις 2 Ιουνίου 1866 λέει: « Έ ν α σκωτικό φύλλο αναφέρει την περασμένη εβδομάδα ανάμεσα σε άλλες ειδήσεις: Έ ν α από τα καλύτερα βοσκοτόπια για πρόβατα του Σαουθερλαντσάϊαρ, για το οποίο στη λήξη του σημερινού μισθωτικού συμβολαίου προσέφεραν ετήσιο μίσθωμα 1.900 λ. στ., μετατράπηκε σε κυνηγέσιο. Τα φεουδαρχικά ένστικτα αποκαλύπτονται, όπο3ς τον καιρό που ο Νορμανδός κατακτητής κατέστρεψε τριάντα έξι συνοικισμούς για να δημιουργήσει το Νέο Δρυμό (...). Αφήνουν χέρσα δύο εκατομμύρια στρέμματα που αποτελούν τους πιο γόνιμους τόπους της Σκωτίας. Το φυσικό χόρτο του Γλεντ Τιλτ υπολογιζόταν μεταξύ το3ν θρεπτικότερων της κομητείας του Πηρθ. Το «deer forest» του Μπεν Άουλντερ ήταν άλλοτε ο καλύτερος βοσκότοπος στα απέραντα δασύλια του Μπάντενοκ. Έ ν α μέρος του δάσους του Μπλοκ Μάουντ ήταν ο καλύτερος βοσκότοπος της Σκοοτίας για τα πρόβα-
51
Η κλοπή των εκκλησιαστικών κτημάτων, η δόλια εκποίηση των κρατικών κτημάτων, η ιδιοποίηση των κοινοτικών περιουσιών, η αρπακτική μετατροπή -που πραγματοποιήθηκε κάτω από ένα καθεστώς τρομοκρατίαςτων φεουδαρχικών και κολλεκτιβίστικων ιδιοκτησιών των πατριών σε νεότερες ατομικές ιδιοκτησίες, να οι τρυφερές μέθοδες της πρωταρχικής συσσώρευσης. Προετοίμασαν το έδαφος στην καπιταλιστική καλλιέργεια, προσάρτησαν το έδαφος και τη γη στο Κεφάλαιο και δημιούργησαν, για τη βιομηχανία των πόλεων, τη δυνατότητα να προμηθεύεται εργάτες μεταξύ αυτών των άστεγων και πεινασμένων προλετάριων.
τα με το μαύρο κεφάλι. Αν θελει κάνεις να φανταστεί την επιφάνεια της γης, που μένει χέρσα, για χάρη μερικοαν φιλούν του κυνηγιού, δεν έχει παρά να σκεφτεί ότι υπερβαίνει την επιφάνεια της κομητείας του Πορθ. Και για να κρίνει τί έχασε ο τόπος, μετά τη βίαιη αυτή καταστροφή, αρκεί να θυμηθεί ότι σε παραγοογικούς πόρους, το έδαφος του δάσους του Μπεν Άουλντερ μπορούσε να θρέψει δεκαπέντε χιλιάδες πρόβατα και ότι σήμερα δεν αποτελεί παρά το 1/30" του κυνηγεσίου στη Σκωτία. Ό λ ο ι αυτοί οι κυνηγότοποι δεν παράγουν απολύτως τίποτα (...) και θα μπορούσαν θαυμάσια να βυθιστούν στα κύματα της βόρειας θάλασσας. Η νομοθεσία θα έπρεπε να επέμβει αυστηρότερα για να εξαφανίσει αυτές τις ερημιές, αυτές τις αυτοσχεδιασμένες ερήμους».
III. Αιματηρή νομοθεσία ενάντια ο' εκείνους που στερήθηκαν την ιδιοκτησία τους από το τέλος τον αι. Νόμοι πον επεδίωκαν την πτώση των εργατικών μ ισθών Όλοι οι άνθρωποι που εκδιώχθηκαν από τα χωράφια τους, με τη διάλυση των αρχοντικών υπολειμμάτων ή με τη βίαιη και σταδιακή αρπαγή των περιουσιών τους, όλοι αυτοί οι άστεγοι πεινασμένοι προλετάριοι, δεν μπορούσαν να απορροφηθούν από τη σχηματιζόμενη χειροτεχνική βιομηχανία, τόσο γρήγορα, όσο ήσαν διαθέσιμοι. Εξάλλου, έτσι απότομα, καθώς αποσπάσθηκαν από το συνηθισμένο τρόπο ζωής τους, δεν ήταν δυνατό, από τη μία μέρα ώς την άλλη, να προσαρμοστούν στην πειθαρχία που απαιτούσε η νέα κατάσταση. Πολλοί από αυτούς έγιναν λωποδύτες, ληστές, αλήτες· άλλοι, από φυσική τάση, άλλοι -οι περισσότεροι- από την (κατα)πίεση των πραγμάτων. Για το λόγο αυτό, προς το τέλος του αι., και στη διάρκεια του αι. δημιουργήθηκε σε όλη τη δυτική Ευρώπη μία αιματηρή νομοθεσία κατά της αλητείας. Οι πρόγονοι των σημερινών εργατών τιμωρήθηκαν πρώτα γιατί άφησαν να μεταβληθούν σε αλήτες και πένητες (φτωχούς). Οι νομοθέτες τούς μεταχειρίσθηκαν σαν «εκουσίους εγκληματίες», υποθέτοντες ότι εξαρτιόντουσαν αποκλει-
54
στικά από την καλή τους θέληση να εξακολουθήσουν να εργάζονται, σε συνθήκες που δεν άντεχαν πλέον. Στην Αγγλία αυτή η νομοθεσία άρχισε να υλοποιείται ζπί Ερρίκου του Τ^: Ερρίκος (1530): Στους ηλικιωμένους ζητιάνους, που είναι ανίκανοι να εργαστούν, επιτρέπεται να ζητούν ελεημοσύνη. Οι αλήτες θα καταδικάζονται σε μαστίγωση και μετά θα φυλακίζονται. Θα τους δένουν πίσω από ένα κάρο και θα τους χτυπούν με βέργες, ώσπου να τρέξει αίμα από το κορμί τους, μετά θα ορκίζονται ότι θα ξαναεπιστρέψουν στο χωριό που γεννήθηκαν ή στον τόπο που κατοικούσαν τα τρία τελευταία χρόνια και ότι «θα πιάσουν δουλειά». Τί σκληρή ειρωνία! Αργότερα, ο Ερρίκος ο τροποποίησε, προς το αυστηρότερο αυτές τις διατάξεις. Στην πρώτη υποτροπή θα ξανάρχιζε η ποινή της μαστίγωσης και θα έκοβαν το μισό αυτί του εγκληματία· τη δεύτερη φορά ο ένοχος έπρεπε να θανατωθεί όχι μόνο ως μεγάλος εγκληματίας, αλλά και ως εχθρός της κοινωνίας. Εδουάρδος ο Έ ν α διάταγμα, που εκδόθηκε τον πρώτο χρόνο της βασιλείας του, το 1547, διατάσσει ότι οποιοσδήποτε αρνηθεί να εργαστεί, θα γίνεται δούλος εκείνου που τον καταγγέλει. Ο κύριος (το αφεντικό) θα τρέφει το δούλο του με ψωμί και με νερό και θα του δίνει αδύνατα ποτά ή ακόμα, αν το νομίζει απαραίτητο, μερικά υπολείμματα κρέατος. Επίσης έχει το δικαίωμα να τον αναγκάζει να κάνει οποιαδήποτε δουλειά, ακόμη και την πιο σιχαμερή, απειλώντας τον με το μαστίγιο και με
55
τα σιδερένια δεσμά. Ο δούλος, που θα απουσιάσει δεκαπέντε ημέρες, καταδικάζεται να είναι δούλος εφ' όρου ζωής· θα τον σημαδέψουν στο μέτωπο και στα μάγουλα με το γράμμα J · αν φύγει για τρίτη φορά, καταδικάζεται σε θάνατο. Ο κύριος του μπορεί να τον πουλήσει, να τον κληροδοτήσει, να τον νοικιάσει ως δούλο, απαράλλακτα όπως ένα ζώο ή ένα οποιοδήποτε αντικείμενο. Σε περίπτωση που οι δούλοι συνωμοτήσουν ο,τιδήποτε κατά των κυρίων τους, επιβάλλεται επίσης η ποινή του θανάτου. Οι ειρηνοδίκες, όταν ειδοποιηθούν, πρέπει να αναζητούν αυτούς του κακούργους. Αν αποδειχθεί, ότι ένας αλήτης περιφέρεται στους αγρούς, για τρεις συνεχείς ημέρες, θα τον ξαναφέρνουν στον τόπο της γέννησης του, θα του σημειώνουν με κόκκινο σίδερο το γράμμα Α στο στήθος, θα τον βάλουν στα σίδερα και θα τον μεταχειρίζονται για κάθε είδους δουλειά στα δημόσια έργα. Αν ο αλήτης δηλώσει ως τόπο γέννησής του έναν τόπο που δεν είναι ο πραγματικός, αυτός θα σημειωθεί με ένα J και θα γίνει για όλη τη ζωή του δούλος του τόπου αυτού, των κατοίκων ή της κοινότητας. Οι κάτοικοι του τόπου γέννησης του αλήτη έχουν δικαίωμα να παίρνουν από τον αλήτη τα παιδιά του και να τα κρατάνε ως μαθητευόμενους· τα αγόρια μέχρι είκοσι τεσσάρων χρόνων και τα κορίτσια μέχρι είκοσι χρόνων. Αν αυτά τα παιδιά φύγουν, θα είναι ώς αυτήν την ηλικία δούλοι των αφεντικών τους, οι οποίοι θα μπορούν να τα βάζουν στα σίδερα, να τα μαστιγώνουν κ.λπ. Κάθε αφεντικό έχει το δικαίωμα να τοποθετεί ένα σιδερένιο κύκλο στο λαιμό, στα χέρια και στα πόδια του δούλου του για να τον αναγνωρίζει πιο εύκολα και να εί-
56
ναι πιο σίγουροι Το τελευταίο μέρος αυτοΰ του διατάγματος προβλέπει ότι μερικοί ορτωχοί πρέπει να απασχολούνται από την κοινότητα ή τους ιδιώτες, που θέλουν να τους δίνουν να πίνουν, ή να τρώνε και να τους προμηθεύουν εργασία. Οι δούλοι αυτοί των ενοριών διατηρήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, δηλαδή ώς το αι., με το όνομα «πλανόδιοι». Ελισάβετ (1572): Οι ζητιάνοι, που δεν έχουν άδεια και έχουν περάσει το δέκατο τέταρτο χρόνο της ηλικίας τους, θα μαστιγώνονται και θα σημειώνονται στο αριστερό αυτί, αν δεν δέχεται κανείς να τους προσλάβει για δύο χρόνια· σε περίπτωση υποτροπής, αν είναι άνω των δεκαοκτώ χρόνων, θα θανατώνονται, αν κανείς δεν θέλει να τους πάρει για δύο χρόνια· στην τρίτη υποτροπή θα θανατώνονται δίχως οίκτο, ως προδότες του κράτους^. ^ Ο συγγραφέας του Essay on Trade κ.λπ., (1770), παρατηρεί: «Στη διάρκεια της βασιλείας του Εδουάρδου του 6"" οι Άγγλοι φαίνονται να βάλθηκαν με όλα τους τα δυνατά να ενθαρρύνουν τη βιομηχανία και να απασχολούνται με τους (ρτοοχοΰς. Αυτό μας δείχνει το αξιοσημεΐ03το διάταγμα που διατάσσει να μαρκάρουν με κόκκινο σίδερο όλους τους αλήτες» (σ. 8). ^ Ο Thomas Moore γράφει στην «Ουτοπία» του: «Έτσι συμβαίνει ένας άνθρωπος λαίμαργος, άπληστος και αχόρταγος, αληθινή μάστιγα του τόπου όπου γεννήθηκε, να μπορεί να συγκεντρο3νει χιλιάδες στρέμματα γης και να τα κλείνει μ' έναν φράχτη ή με μια μάνδρα ή ακόμη να καταφεύγει σε προσβολές και αδικίες στους γειτονικούς του μικροϊδιοκτήτες, ο^στε αυτοί να αναγκασθούν να τα πουλήσουν όλα. Με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο, εκουσίως ή με τη βία, είναι υποχρεωμένοι να φύγουν φτο^χές ψυχές, απλές και κακομοιριασμένες. Και να μια μεγάλη παράταξη: άνδρες, γυναίκες, σύζυγοι, ορφανές, χήρες, μητέρες που κλαίνε βαστώντας τα
57
Ιάκωβος ο f^: Όποιος περιφέρεται από τόπο σε τόπο και ζητεί ελεημοσύνη, θα κηρύσσεται σε κατάσταση αλημωρά τους και όλο τους το νοικοκυριό, άποροι, αλλά πλούσιοι σε ανθρο5πους, γιατί η καλλιέργεια απαιτεί πολλά χέρια. Με κόπο απομακρύνονται από τις συνηθισμένες κατοικίες τους, χωρίς να βρίσκουν τόπο για να αναπαυθούν. Σε άλλες περιστάσεις θα μπορούσαν να πάρουν λίγα χρήματα από την πούληση των επίπλο3ν τους, αν και δεν έχουν μεγάλη αξία. Ξαφνικά, καθο)ς πετάχτηκαν στο δρόμο, αναγκάζονται να τα πουλήσουν όλα σε εξευτελιστικές τιμές. Και όταν περιπλανήθηκαν σε όλα τα μέρη και εξάντλησαν όλα τα χρήματά τους, τί άλλο μπορούσαν να κάνουν, εκτός από το να επιδοθούν στη ζητιανιά και στην κλοπή ακόμα, έστω και αν επρόκειτο να κρεμαστούν, χωρίς διατυπώσεις, στην προ)τη ευκαιρία; Και όταν ζητιανεύουν, τους συλλαμβάνουν και τους οδηγούν στη φυλακή σαν αλήτες, γιατί δεν έχουν μόνιμη κατοικία και δεν εργάζονται αυτοί που, παρά την καλή τους θέληση, κανείς δεν θέλει να τους δο5σει δουλειά. Ανάμεσα σ' αυτούς τους (ρτωχούς φυγάδες, που αν πιστέψουμε τον Thomas Moore, αναγκάστηκαν να κλέψουν. 72.000 μικροί ή μεγάλοι λοΜοδύτες Θανατώθηκαν στη διάρκεια του βασιλείας του Ερρίκου του (Hollingshed: Description of England, [τόμ. 1, σ. 186]). Από την εποχή της Ελισάβετ, τους αλήτες τους κρεμούσαν ομαδικά και κάθε χρόνο έβλεπε κανείς να κρεμούν περίπου τριακόσιους έως τετρακόσιους (Strype's Annals of the Reformation and Etablishment of Religion, έκδ. Β' 1725, τ. II). Σύμφωνα με τον Strype's, στο Σόμερσετσαϊαρ, σαράντα άνθρωποι θανατο}θηκαν μέσα σ' ένα χρόνο· τριανταπέντε σημαδεύτηκαν με κόκκινο σίδερο· τριανταεπτά μαστιγο^θηκαν δημόσια· εκατόν ογδόντα τρείς απελευθερώθηκαν, αν και ήταν αποδεδειγμένοι εγκληματίες. Και ωστόσο, λέγει, αυτός, ο μεγάλος αριθμός κατηγορούμενων, δεν περιλαμβάνει ούτε το έκτο των αδικημάτων και των εγκλημάτων, γιατί οι ειρηνοδίκες δεν κάνουν το καθήκον τους και ο λαός δείχνει έναν οίκτο γελοίο» και προσθέτει: «Οι άλλες κομητείες της Αγγλίας ήταν σε κατάσταση εξίσου σοβαρή, αν μη χειρότερη, από την κατάσταση που επικρατούσε στο Σόμερσετσαϊαρ».
58
τειας. Οι ειρηνοδίκες θα έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν το μαστίγωμα δημόσια στους ανθρώπους αυτούς και να τους καταδικάζουν σε έξι μήνες φυλάκιση στην πρώτη υποτροπή, σε ένα χρόνο στη δεύτερη. Στη διάρκεια της φυλάκισής τους θα μαστιγώνονται, όσο νομίζει απαραίτητο ο ειρηνοδίκης (...). Οι αδιόρθωτοι και επικίνδυνοι αλήτες θα σημαδεύονται με ένα Ρ στον αριστερό ώμο και θα καταδικάζονται σε καταναγκαστικά έργα. Αν ξανασυλληφθούν να ζητιανεύουν, τότε θα θανατώνονται χωρίς οίκτο. Οι διατάξεις αυτές, νόμιμες ώς την αρχή του αι., καταργήθηκαν τώρα τελευταία. Παρόμοιοι νόμοι εκδόθηκαν και στη Γαλλία, όπου κατά τα μέσα του αι., οι αλήτες, (οι κοινά λεγόμενοι αγύρτες [truands]), είχαν την έδρα τους στο Παρίσι. Ακόμη και στις αρχές της βασιλείας του Λουδοβίκου Ι β ^ ' , (διάταγμα της Ιουλίου 1777) κάθε υγιής, από δεκαέξι μέχρι εξήντα χρόνων, αν δεν είχε τα μέσα να ζήσει και δεν εξασκούσε ένα επάγγελμα, έπρεπε να σταλεί στα κάτεργα. Παρόμοιο διάταγμα έβγαλε και ο Κάρολος ο για τις Κάτω Χώρες (Οκτο5βριος 1537). Επίσης τα κράτη και οι πόλεις της Ολλανδίας (19 Μαρτίου 1614) και οι ενωμένες επαρχίες (25 Ιουλίου 1649 κ.λπ.). Έτσι, ο αγροτικός πληθυσμός, αφού απογυμνώθηκε με τη βία από την περιουσία του και εκδιώχθηκε από τα κτήματά του, ξέπεσε στην κατάσταση της αλητείας και υποβλήθηκε με νόμους εξόφθαλμης τρομοκρατίας, με το μαστίγιο, με το κόκκινο σίδερο και με τα βασανιστήρια, σε μια πειθαρχία απαραίτητη, για το σύστημα της μισθωτής εργασίας.
59
Δεν αρκεί να υπάρχουν από το ένα μέρος οι όροι εργασίας υπό μορφή κεφαλαίου και από το άλλο άνθρωποι, που μόνο την εργατική τους δύναμη είχαν να πουλήσουν. Δεν αρκεί, επιπλέον, να διαμορφώνονται αυτοί οι άνθρωποι, 03στε να πουλοΰνται ελεύθερα. Στην εξέλιξη της καπιταλιστικής παραγωγής αναπτύσσεται μια εργατική τάξη που από ανατροφή, παράδοση και συνήθεια, παραδέχεται, για αναπόφευκτους φυσικούς νόμους τις απαιτήσεις αυτού του παραγωγικού συστήματος. Όταν η οργάνωση της λειτουργίας της καπιταλιστικής παραγωγής φτάνει στην πλήρη της ανάπτυξη, συντρίβει κάθε αντίδραση· η αδιάκοπη παραγωγή ενός σχετικού υπερπληθυσμού διατηρεί τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης εργασίας και επομένως την εργατική αμοιβή σε μια κατεύθυνση που ταιριάζει, στις ανάγκες της χρησιμοποίησης του Κεφαλαίου, η σιωπηρή δε πίεση των οικονομικών όρων συμπληρώνει την κυριαρχία του καπιταλιστή πάνω στον εργάτη. Αλλά εξακολουθούν πάντα να καταφεύγουν, έστω και κατ' εξαίρεση, στην άμεση βία, που είναι ξένη προς την οικονομική κατάσταση. Για τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, μπορεί κανείς να εγκαταλείψει τον εργάτη στους «φυσικούς νόμους της παραγωγής», δηλαδή στην εξάρτησή του από το κεφάλαιο, που απορρέει από τους ίδιους όρους παραγωγής. Τελείως διαφορετικά έχει η κατάσταση στην ιστορική γένεση της καπιταλιστικής παραγωγής. Η αστική τάξη, που σταδιακά ανέρχεται, επειδή έχει ανάγκη την κρατική βία, τη χρησιμοποιεί προκειμένου «να ρυθμίζει την αμοιβή των εργατών», δηλαδή για να
60
τους περιορίζει σε όρια που ταιριάζουν οττην υπεραξία, να παρατείνει τις ημερήσιες ώρες εργασίας και να διατηρεί τον ίδιο εργάτη σε έναν κανονικό βαθμό εξάρτησης. Να ένα ουσιώδες στοιχείο της δήθεν πρωταρχικής συσσώρευσης: Η τάξη των μισθωτών, που γεννήθηκε στο δεύτερο μισό του αι., αποτελούσε τότε, αλλά συνέχισε και στον επόμενο αιώνα, ασήμαντο τμήμα του λαού, του οποίου η κατάσταση προστατευόταν πολύ από την τάξη των ανεξάρτητων χωρικών και τη συντεχνιακή οργάνωση των πόλεων. Στην ύπαιθρο και την πόλη αφεντικά και εργάτες κοινωνικά βρίσκονταν αρκετά κοντά. Η υποταγή της εργασίας στο κεφάλαιο δεν ήταν παρά τυπική, δηλαδή το κίνημα της παραγωγής δεν είχε ακόμη χαρακτήρα, ειδικά, καπιταλιστικό. Το μεταβλητό στοιχείο του κεφαλαίου ήταν πολύ ανώτερο από το σταθερό στοιχείο. Η ζήτηση, λοιπόν, της μισθωτής εργασίας αυξήθηκε γρήγορα με κάθε συσσώρευση του κεφαλαίου, ενώ η προσφορά της μισθωτής εργασίας ακολουθούσε με αργούς ρυθμούς. Έ ν α μεγάλο μέρος της εθνικής παραγωγής, που αργότερα μετατράπηκε σε απόθεμα συσσώρευσης του κεφαλαίου, υπήρχε ακόμα τότε στο απόθεμα κατανάλωσης του εργάτη. Η εργατική νομοθεσία, που απέβλεπε από την αρχή στην εκμετάλλευση του εργάτη, και δεν παύει να του εί-
61
ναι εχθρική 1, αρχίζει από την Αγγλία με το «Statute of Laboures» του Εδουάρδου του το 1349. Στη Γαλλία το διάταγμα αυτό έχει αντίστοιχο το διάταγμα του 1350, το οποίο εκδόθηκε εν ονόματι του βασιλιά Ιωάννη, Η αγγλική και η γαλλική νομοθεσία είναι παράλληλες, ουσιαστικά όμως είναι οι ίδιες. Στο «Κεφάλαιο» (βιβλ. I, κεφ. Τ) είδαμε ότι αυτά τα διατάγματα προσπαθούν να επιβάλουν την παράταση της εργάσιμης ημέρας· δεν θα επανέλθουμε, λοιπόν, σ' αυτό το σημείο. Το «Statute of Laboures» δημοσιεύθηκε, μετά τα επίμονα παράπονα της Βουλής των Κοινοτήτων, στην οποία ένας συντηρητικός βουλευτής, λέγει αφελώς τα εξής: «Άλλοτε, οι φτωχοί ήταν μία απειλή για τη βιομηχανία και τον πλούτο με το να ζητούν διαρκώς μεγάλους εργατικούς μισθούς. Τώρα, ο εργατικός μισθός, τούς είναι τόσο μικρός, ώστε απειλεί επίσης και ίσως πιο επικίνδυνα από παλαιότερα, τη βιομηχανία και τον πλούτο»^. Μία διατίμηση των μισθών καθιερώθηκε νομοθετικά για την πόλη και την ύπαιθρο, για την εργασία με το κομμάτι ή με την ημέρα. Θεσπίσθηκε οι γεωργοεργάτες να μισθώνονται με το χρόνο και οι εργάτες των πόλεων «στη δημόσια αγορά». Απαγορεύεται, με ποινή φυλάκι1 Παντού, όπου δοκιμάζει η νομοθεσία, να κανονίσει τις διαφορές μεταξύ εργοδοτών και εργατών, τους προ^τους τους έχει πάντα για συμβούλους {Α. ΣμιΘ). Το πνεύμα των νόμων είναι η ιδιοκτησία (Λίνγκε). ^ Ο Sophims of Free Trade, by a Barrister, (Λονδίνο 1850, [σ. 205]), πρόσθετε ι: «Η νομοθεσία ήταν πάντα έτοιμη να επεμβει υπέρ του εργοδότη. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε υπέρ το)ν υπαλλήλων».
62
σης, να πληρώνουν μισθούς ανώτερους από τη νόμιμη διατίμηση· εκείνοι όμως που δέχονται αυτές τις αμοιβές των εργατών τιμωρούνται αυστηρότερα από εκείνους που τις δίνουν. Έτσι, στα τμήματα του και ο νόμος των μαθητευόμενων, που δημοσίευσε η Ελισάβετ, τιμωρεί με (ρυλάκιση δέκα ημερών τον εργοδότη που πληρώνει και με είκοσι μία ημέρες φυλάκιση τον εργάτη που παίρνει μισθό πολύ αυξημένο. Έ ν α διάταγμα που εκδόθηκε το 1360 τροποποίησε προς το αυστηρότερο τις ποινές και επέτρεπε μάλιστα στον εργοδότη να καταφεύγει στο σωματικό καταναγκασμό για να βγάλει την εργασία στη νόμιμη διατίμηση. Όλοι οι συνδυασμοί, τα συμβόλαια, οι όρκοι, με τους οποίους οι κτίστες και οι ξυλουργοί ανελάμβαναν αμοιβαίες υποχρεώσεις, κηρύχθηκαν άκυροι και δεν ίσχυαν. Από το 14'^ αι. και ώς το 1825, χρονιά που υποβλήθηκαν οι νόμοι περί υλικού, το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι θεωρήθηκε μεγάλο έγκλημα. Το πνεύμα του εργατικού κανονισμού του 1349 και των συμπληρωμάτων του, αναγνωρίζεται από τούτο το απλό γεγονός, ότι καθιέρωσαν ένα νόμιμο μάξιμουμ εργατικών αμοιβών. Δεν πρόβλεψαν όμως για το μίνιμουμ των εργατικών αμοιβών. Στο 16" αι., η κατάσταση του εργάτη, όπως είναι γνωστό, είχε χειροτερεύσει πολύ. Ο ονομαστικός μισθός αυξήθηκε, αλλά όχι ανάλογα με την υποτίμηση του χρήματος και την αντίστοιχη αύξηση της τιμής των εμπορευμάτων. Το ημερομίσθιο, λοιπόν, έπεσε πραγματικά. Ωστόσο, άφησαν να ισχύουν οι νόμοι, που συντελούσαν σ' αυτήν την πτώση και εξακολούθησαν να κόβουν τα αυτιά και να σημαδεύουν με κόκκινο σίδερο εκείνους «που δεν
63
ήθελε κανείς να τους προσλάβει στην υπηρεσία του». Το κανονιστικό διάταγμα για τους μαθητευόμενους που δημοσίευσε η Ελισάβετ, επέτρεπε στους ειρηνοδίκες να καθορίζουν ορισμένες αμοιβές, αλλά και να τις τροποποιούν κατά τις εποχές, ανάλογα με τις τιμές των εμπορευμάτων. Ο Ιάκωβος ο Γ^ επέκτεινε αυτόν τον κανονισμό στους υφαντουργούς, στους κλωστουργούς και σε όλες τις κατηγορίες των εργατών^. Ενώ ο Γεώργιος ο επέκτεινε 1 Από μια διάταξη του κανονιστικού διατάγματος του Ιάκωβου του ί"^' (κεφ. 6), [3λέπουμε ότι μερικοί υφασματοεργοστασιάρχες πήραν αυθαίρετα το δικαιο^μα να κάνουν οι ίδιοι τον ειρηνοδίκη και να καθορίζουν οι ίδιοι τις επίσημες διατιμήσεις των αμοιβών στα εργαστήριά τους. Στη Γερμανία, προπάντοον, μετά τον τριακονταετή πόλεμο, δεν ήταν σπάνια τα διατάγματα, που προοριζόντουσαν για να κρατούν τα ημερομίσθια όσο το δυνατό πιο χαμηλά. Στην ερημο3μένη χοορα αισθάνονταν μεγάλη στενοχο^ρια οι γαιοκτήμονες, που δεν εύρισκαν ούτε υπηρέτες, αλλά ούτε και εργάτες. Απαγορεύθηκε, έτσι, στους χοορικούς να νοικιάζουν δο^μάτια σε ανύπαντρους, άνδρες ή γυναίκες. Ό λ ο ι αυτοί οι ανύπαντροι, έπρεπε να υποδειχθούν στις αρχές και να οδηγηθούν στις φυλακές αν αρνιόντουσαν να υπηρετήσουν ως υπηρέτες και όταν ακόμη θα ζούσαν από μία άλλη εργασία, ή εργάζονταν με την ημέρα στους καλλιεργητές για να σπέρνουν ή να επιδίδονται στο εμπόριο του χρήματος και του σιταριού, (βλ. «Αυτοκρατορικά προνόμια και κυρώσεις για τη Σιλεσία», I, σ. 125). Για ολόκληρο αιώνα τα διατάγματα το3ν Γερμανο3ν βασιλιάδων είναι πάντα γεμάτα από πικρές κατηγορίες κατά του πονηρού αυτού και αναιδούς όχλου, που δεν θέλει να υποταχθεί στους σκληρούς όρους, ούτε να αρκεστεί στη νόμιμη εργατική αμοιβή. Απαγορεύεται, επίσης, σε κάθε ιδιοκτήτη να πληρο)νει αμοιβές μεγαλύτερες από τη διατίμηση που ορίζεται για την περιφέρεια. Και παρ' όλα αυτά, οι όροι της υπηρεσίας είναι καμιά φορά καλύτεροι αυτήν την εποχή, από εκατό χρόνια αργότερα. Το 1652, οι υπηρέτες, είχαν ακόμη στη
64
σε όλες τις χειροτεχνικές βιομηχανίες τους νόμους κατά των εργατικών συνεταιρισμών. Στην καθεαυτό χειροτεχνική περίοδο, το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής έγινε αρκετά ισχυρό, ώστε να καταστήσει ανεφάρμοστο και περιττό κάθε νόμιμο διακανονισμό της αμοιβής των εργατών και ήθελε να διατηρήσει τα παλιά όπλα για να μπορέσει να τα χρησιμοποιήσει σε περίπτωση ανάγκης. Ακόμα ο Γεώργιος ο απαγόρευσε να πληρώνουν στους ραπτεργάτες του Λονδίνου και των περιχώρων του πάνω από δύο σελίνια και επτάμισυ πένες την ημέρα, εκτός των περιπτώσεων όπου οι πόλεις είχαν γενικό πένθος. Ο Γεώργιος ανέθεσε στους ειρηνοδίκες να κανονίζουν αυτοί την αμοιβή των μεταξοϋφαντουργών. Το 1796 χρειάστηκαν ακόμα δύο αποφάσεις ανώτερων δικαστηρίων, για να αποφασιστεί, αν οι αποφάσεις των ειρηνοδικών για την εργατική αμοιβή εφαρμόζονταν και στους γεωργοεργάτες. Το 1799 ένας νόμος της Βουλής επιβεβαιώνει για μια φορά ακόμα ότι η αμοιβή των ανθρακωρύχων της Σκωτίας κανονίζεται από ένα διάταγμα της Ελισάβετ και δύο σκωτικούς νόμους του 1661 και του 1671. Αλλά η κατάσταση το 1799 είχε μεταβληθεί εντελώς. Αυτό το απέδειξε ένα επεισόδιο στη Βουλή των ΚοινοτήΣιλεσία κρέας δύο φορές την εβδομάδα και είχαν στο 19® αι., ολόκληρες περιφέρειες της χο)ρας αυτής, όπου δεν έτρο^γαν κρέας, παρά μόνο τρεις φορές το χρόνο. Και αυτό το ημερομίσθιο ήταν μεγαλύτερο, αμέσους μετά τον πόλεμο, παρά στους επόμενους αιο3νες (G. Freiteg).
65
των, όπου δεν είχαν δει ένα παρόμοιο πράγμα. Στον περίβολο, όπου, από τετρακόσια χρόνια και πλέον, είχαν κατασκευάσει νόμους για το μάξιμουμ, που δεν έπρεπε να υπερβεί η αμοιβή του εργάτη, ο Whitebread πρότεινε, το 1796, ένα μόνιμο μίνιμουμ για την αμοιβή των ημερομισθίων των γεωργοεργατών. Ο Πητ καταπολέμησε την πρόταση αυτή, αλλά ομολόγησε ότι η κατάσταση των φτωχών ήταν οδυνηρή. Τέλος, το 1813, κατάργησαν τους νόμους διακανονισμών των εργατικών αμοιβών. Έτσι, οι νόμοι ήταν πια μία γελοία ανωμαλία, από τη στιγμή που ο καπιταλιστής κανόνιζε τα εργοστάσια με την ατομική του νομοθεσία, και κατέφευγε στη φορολογία των φτωχών για να κατεβάσει την αμοιβή του γεωργοεργάτη στο απαραίτητο μίνιμουμ. Οι διατάξεις των διαταγμάτων, οι σχετικές με τη σύναψη ή την ακύρωση των συμβολαίων μεταξύ εργοδοτών και εργατών, οι οποίες σε περίπτωση διάρρηξής τους, παραδέχονταν μόνο την πολιτική αγωγή κατά του εργοδότη, ενώ για τον εργάτη επιφυλάσσουν την ποινική αγωγή, εξακολουθούν να ισχύουν πάντοτε. Το 1825, οι σκληροί αυτοί νόμοι κατά του εργατικού συνεταιρίζεσθαι, κατέπεσαν μπροστά στην απειλητική στάση του προλεταριάτου. Αλλά ξέπεσαν μόνο εν μέρει. Τα απομεινάρια τους εξαφανίστηκαν μόνο το 1859. Τέλος, ο νόμος της 29 Ιουνίου 1871 θέλησε να εξαφανίσει τα τελευταία ίχνη αυτής της ταξικής νομοθεσίας, με τη διά νόμου αναγνώριση των «Τρέϊντ Γιούνιονς». Αλλά ένας άλλος νόμος της ίδιας χρονιάς (an act to amend the criminal law relating the violence threats and molesta-
66
tion) αποκατέστησε έμπρακτα το παλιό καθεστώς και μάλιστα με νέα μορφή. Μ' αυτήν την κοινοβουλευτική ταχυδακτυλουργία, τα μέσα στα οποία μπορούν να καταφεύγουν οι εργάτες σε περίπτωση απεργίας ή λοκ-άουτ υπάγονται στο κοινό δίκαιο και περιέρχονται σε μία εξαιρετική ποινική νομοθεσία, της οποίας η ερμηνεία αφέθηκε στους εργοστασιάρχες, υπό την ιδιότητά τους ως ειρηνοδικών. Δύο χρόνια νωρίτερα η ίδια Βουλή των Κοινοτήτων και ο ίδιος ο κύριος Γλάδοτων είχαν, με τη συνηθισμένη τους τιμιότητα, καταθέσει ένα νομοσχέδιο για την κατάργηση όλων των πιεστικών αντεργατικών νόμων. Αλλά αυτό το νομοσχέδιο δεν μπόρεσε ποτέ να περάσει τη δεύτερη ανάγνωση και τα πράγματα τράβηξαν σε μάκρος έως την ημέρα όπου το μεγάλο φιλελεύθερο κόμμα, συμμαχώντας με το συντηρητικό κόμμα, βρήκε το θάρρος να πάρει φανερά θέση ενάντια στο προλεταριάτο που το είχε φέρει στην εξουσία. Μη περιοριζόμενο σ' αυτήν την προδοσία, το μεγάλο φιλελεύθερο κόμμα επέτρεψε στους Άγγλους δικαστές, που ήταν πάντα υποταγμένοι στις ιθύνουσες τάξεις, να αναστήσουν τους παλιούς νόμους για τις συνωμοσίες και να τους υλοποιήσουν στα δικαιώματα των εργατών να συνεταιρίζονται. Είναι φανερό ότι, παρά τη θέληση της και υπό την πίεση των μαζών, η αγγλική Βουλή εγκατέλειψε τους νόμους κατά των απεργιών και των σωματείων (Τρέϊντ-Γιούνιονς), αφού η ίδια, επί πέντε αιώνες και με έναν αναίσχυντο εγωισμό, λειτούργησε ως σωματείο (Τρέϊντ-Γιούνιον) των καπιταλιστών ενάντια στους εργάτες.
67
Από την αρχή της επαναστατικής καταιγίδας, η γαλλική αστική τάξη τόλμησε να αφαιρέσει από τους εργάτες το δικαίωμα να συνεταιρίζονται, που μόλις τότε το είχαν κατακτήσει. Μ' ένα διάταγμα της W Ιουνίου 1791 δήλωσε ότι κάθε εργατικός συνεταιρισμός ήταν «μια επιβουλή κατά της ελευθερίας και της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου», που τιμωρείται με πρόστιμο πεντακόσιων λιβρών και με στέρηση για ένα χρόνο των πολιτικών του δικαιωμάτων!. Ο νόμος που, για να ικανοποιήσει τους καπιταλιστές, περιόριζε το συναγωνισμό μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, σε ορισμένα όρια, επέζησε των επαναστάσεων και των δυναστικών μεταβολών. Αυτή η ίδια η τρομοκρατία δεν τον έθιξε. Μόλις τώρα τον διέγραψαν από τον ποινικό κώδικα. 1 Το πρώτο άρθρο του νόμου αυτοΰ λέγει: «Η εξαφάνιση κάθε είδους συντεχνιών της ίδιας τέχνης και του αυτοΰ επαγγέλματος, είναι μια από τις θεμελιώδεις βάσεις του γαλλικού Συντάγματος και απαγορεύεται να ανασυσταθοΰν στην πραγματικότητα με καμιά πρόταση και υπό οποιαδήποτε μορφή». Το ίδιο άρθρο δηλώνει πως «αν πολίτες, των αυτών επαγγελμάτων, τεχνών και επιτηδευμάτων, συνδιασκέπτονταν ή έκαναν συμφωνίες με σκοπό να αρνηθούν από κοινού ή να παραχϋ)ρήσουν σε ορισμένη μόνο τιμή την παροχή της τέχνης τους ή των εργασιών τους, οι παραπάνω συζητήσεις και συμβάσεις θα κηρύσσονται αντισυνταγματικές, προσβλητικές της ελευθερίας και της διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρ63που και του πολίτη κ.λπ., και επομένως θα θεωρούνται ως αδικήματα κατά του κράτους, απαράλλακτα όπως στους παλιούς εργατικούς νόμους». (Βλ. Revolution de Paris, Παρίσι 1791, τ. III, σ. 523).
68
Τίποτα δεν είναι πιο χαρακτηριστικό από το αστικό αυτό πραξικόπημα, όπως λέει ο εισηγητής Chapelier: «Αν και είναι επιθυμητό ο μισθός της ημερήσιας εργασίας να είναι μεγαλύτερος από ό,τι είναι σήμερα (...) για ν' αποφύγει, εκείνος που τον παίρνει, αυτή την απόλυτη εξάρτηση, που δημιουργεί η στέρηση των ειδών πρώτης ανάγκης που είναι σχεδόν η εξάρτηση της δουλείας, δεν πρέπει να επιτρέψουμε στους εργάτες να συνέρχονται για τα συμφέροντά τους και να ενεργούν από κοινού για να χαλαρώσουν αυτήν την απόλυτη εξάρτηση, που είναι σχεδόν δουλεία, γιατί θα προσέβαλαν την ελευθερία των πρώην αφεντικο)ν τους, των σημερινών επιχειρηματιών, και εν γένει κάθε συνεταιρισμός κατά του δεσποτισμού των παλιών κυρίων των συντεχνιών (...) θα ήταν μία ανασύσταση των συντεχνΐ03ν που κατάργησε το γαλλικό Σύνταγμα» 1.
^ Βλ. BechezKai Roia.·Histoire Parlementaire, τόμ. Χ, σ. 195.
/κ
Γένεση των της γης
καπιταλιατών-εκμιαθωτών
Αφού εξετάσαμε τη βίαιη δημιουργία ενός άστεγου και πειναλέου προλεταριάτου, την αιματηρή πειθαρχία, που το μετέτρεψε σε μισθωτή τάξη, τη βρωμερή δράση του κράτους, που αύξησε τη συσσώρευση του Κεφαλαίου με το βαθμό εκμετάλλευσης της εργασίας, πρέπει να θέσουμε στον εαυτό μας το εξής ερώτημα: Ποιά είναι η αρχική προέλευση των καπιταλιστών; Η περιουσιακή απογύμνωση των αγροτικών πληθυσμών δεν δημιουργεί αμέσως παρά μόνο μεγάλους γαιοκτήμονες. Όσον αφορά τη γένεση των εκμισθωτών της γης, μπορούμε κατά κάποιο τρόπο να την αντιληφθούμε χειροπιαστά, γιατί η εξέλιξη έγινε σταδιακά και εξακολούθησε επί πολλούς αιώνες. Και αυτοί οι δουλοπάροικοι και ένας μικρός αριθμός ελεύθερων μικροϊδιοκτητών είχαν τίτλους ιδιοκτησίας πολύ διαφορετικούς. Γι' αυτό και χειραφετήθηκαν υπό όρους πολύ διαφορετικούς. Στην Αγγλία, το πρώτο είδος εκμισθωτή είναι ο βάϊλος, που είναι ο ίδιος δουλοπάροικος. Η θέση του είναι ανάλογη με τη θέση του Ρωμαίου βιλίκου, αλλά σε μία σφαίρα πιο περιορισμένη.
70
Προς τα μέσα του αι., αντικαταστάθηκε από έναν εκμισθωτή στον οποίο ο λόρδος γαιοκτήμονας παρέχει το σπόρο, τα ζώα και τα εργαλεία για την καλλιέργεια. Η κατάσταση αυτού του εκμισθωτή δεν διαφέρει καθόλου από την κατάσταοτη του χωρικού, παρά μόνο ότι εκμεταλλεύεται περισσότερους μισθωτούς. Σε λίγο χρόνο γίνεται κολλίγος και εκμεταλλεύεται «μισακά». Δίνει ένα μέρος του κεφαλαίου και ο λόρδος γαιοκτήμονας προμηθεύει το υπόλοιπο. Και οι δύο μοιράζονται τα κέρδη σε αναλογίες ορισμένες με συμβόλαιο. Στην Αγγλία αυτή η μορφή εξαφανίζεται πολύ γρήγορα, και παραχωρεί τη θέση της στη μορφή του καθεαυτού εκμισθωτή, που εκμεταλλεύεται το δικό του κεφάλαιο, χρησιμοποιώντας όμως μισθωτούς και δίνει στον λόρδο γαιοκτήμονα ως μίσθωμα ένα μέρος, σε χρήμα ή σε είδος, από το υπερπροϊόν. Στη διάρκεια του αι.,τόσο ο ανεξάρτητος καλλιεργητής, όσο και ο γεωργοεργάτης, που εκμεταλλεύεται για δικό του λογαριασμό, ενώ συγχρόνως εργάζεται ως μισθωτός, πλουτίζουν με την εργασία τους, η κατάσταση του εκμισθωτή της γης και το πεδίο παραγωγής του, μένουν εξίσου περιορισμένα. Η αγροτική επανάσταση που έγινε στο τελευταίο τρίτο του αι., και παρατάθηκε στη διάρκεια του αι., εκτός από τα τελευταία είκοσι χρόνια, πλούτισε τον εκμισθωτή της γης τόσο γρήγορα όσο γρήγορα φτώχυνε τον αγροτικό πληθυσμό^ ^ Εκμισθωτές, λεγει ο Wanisorty στη: «Description of England», που άλλοτε πλήρωναν μετά βιας μία λίρα, μίσθωμα, πληρώνουν σήμερα σαράντα ως εκατό λίρες στερλίνες και νομίζουν ωστόσο ότι έ-
71
Η αρπαγή των κοινοτικών βοσκών του επιτρέπει να αυξήσει σημαντικά τα ζώα του, γιατί αυτά του δίνουν περισσότερη κόπρο για τους αγρούς του. Στο αι., επενέβη ένας αποφασιστικός παράγοντας. Την εποχή αυτή τα μισθωτικά συμβόλαια ήταν μεγάλης χρονικής διάρκειας, συνήθως μέχρι ενενήντα εννέα χρόνια. Η αδιάκοπη υποτίμηση των πολύτιμων μετάλλων και επομένως του νομισματοποιούμενου αργύρου, επέφερε χρυσούς καρπούς στους εκμισθωτές. Εκτός από τα άλλα στοιχεία που αναφέραμε ήδη παραπάνω, προκάλεσε μία πτώση των εργατικών αμοιβών. Έ ν α μέρος τους προστέθηκε στα κέρδη του εκμισθωτή της γης. Η αδιάκοπη αύξηση των τιμών του σιταριού, του μαλλιού, του κρέατος, με λίγα λόγια όλων των αγροτικών προϊόντων, αύξησε το κεφάλαιο -χρήμα του εκμισθωτή- χωρίς να παράγεται ειδική εργασία από την πλευρά του, ενώ πλήρωνε το μίσθωμά του στην παλιά διατίμηση του χρήματος^. καναν κακή επιχείρηση αν δεν οικονομήσουν κάθε χρόνο εξι ή επτά φορές άλλα τόσα. ^ Για την επίδραση της υποτίμησης του χρήματος, το 16" αι., πάνω στις διάφορες κοινωνικές τάξεις, βλ.: Compendious or Briefe Examination of Certayne Ordinary Complaints of Diverse of our Countrymen in these our Days, by W.S. gentlemen, (Λονδίνο 1581). Εξαιτίας της διαλογικής του μορφής, αυτό το σύγγραμμα για μεγάλο χρονικό διάστημα αποδιδόταν στον Σαίξπηρ, και επανεκδόθηκε μάλιστα το 1751 με το όνομά του. Ο συγγραφέας του βέβαια δεν είναι ο Σαίξπηρ, αλλά ο William Stajford. Σε μία περικοπή ο ιππότης σκέπτεται ως εξής: «Ο ι π π ό τ η ς : Εσείς, γείτονά μου γεωργέ, και εσείς, κύριε μπακάλη, και εσείς γενναίε χαλκωματή και εσείς τεχνίτες κάθε κατηγορίας, μπορείτε να τα βγάλετε πέρα. Αν όλες οι τιμές αυξήθηκαν στην α-
72
Πλούτιζε, λοιπόν, σε βάρος των ανθρώπων που μίσθωνε και του λόρδου γαιοκτήμονα του. Κατά συνέπεια, πρέπει να παραξενευόμαστε που στο τέλος του Ιό""" αι., υπήρξε στην Αγγλία μια τάξη καπιταλιστών-εκμισθωτών της γης, αρκετά πλούσιων για την εποχή εκεινηΐ. γορά, αυξάνεται ανάλογα και ΐ] τιμή των εμπορευμάτων και της εργασίας σας. Αλλά, εμείς, όεν έχουμε τίποτα να πουλήσουμε για να αντισταθμίσουμε την υπερτίμηση όσων χρειαζόμαστε να αγοράσουμε». Σε μια άλλη περικοπή, ο ιππότης ροοτά το γιατρό: «Για ποιόν μιλάτε, παρακαλώ; Και προπα ποιοι είναι ανάμεσα α' αυτούς, εκείνοι που δεν έχουν να χάσουν τίποτα;» Ο ΓΙΑΤΡΟΣ: Μιλο5 για όλους εκείνους που ζούνε από την αγορά και την πούληση, γιατί αν αγοράζουν ακριβά, τότε πουλάνε και ακριβά. Ο ι π π ό τ η ς : Και ποιοί είναι εκείνοι που, κατά τη γνο^μη σας, θα κερδίσουν; Ο ΓΙΑΤΡΟΣ: Εκείνοι που εκμεταλλεύονται επιχειρήσεις ή υποστατικά με την παλιά τιμή, αν πληροόνουν στην παλιά τιμή, δηλαδή λίγα, πουλούν με τη νέα διατίμηση, δηλαδή ακριβά. Ο ι π π ό τ η ς : Και ποιός, λοιπόν, κατά τη γνώμη σας, θα έχανε πιο πολλά, απ' όσα κερδίζουν εκείνοι; Ο ΓΙΑΤΡΟΣ: Όλοι, ευγενής, τζέντλεμαν, άνθρωποι που μ' ένα μικρό εισόδημα ή δεν καλλιεργούν τη γη ή δεν εξασκούν το επάγγελμα να αγοράζουν και να πουλούν. ^ Στη Γαλλία ο επιστάτης, διαχειριστής και εισπράκτορας των οφειλομένων στον φεουδάρχη-άρχοντα, δεν άργησε στην αρχή του μεσαίωνα να γίνει επιχειρηματίας, που με παράνομες εισπράξεις, κλοπές κ.λπ., έγινε καπιταλιστής. «C'est il compte que mess ire Jaques de Thoraine, chevallier Castelain sur Bençon rent es seigneur tenant les comptes à Dijon pour monseigneur le duc et compte de Bourgoigne, des rentes appartenant à la dite Castellenie depuis X X V ' j o u r de Décembre MCCCLIL, jusqu'au XXVIIF jour de Décembre MCCCLX.» (Alexis Monteil: Histoire de matériaux manuscritis, κ.λπ., σ. 221). Παρατηρούμε ότι εδώ, όπως και σε όλες
73
τις σφαίρες της κοινο^νικής δράσης, η μερίδα του λέοντος περιέρχεται στους μεσάζοντες. Στο οικονομικό επίπεδο, π.χ., τραπεζίτες, χρηματιστές, μεγαλέμποροι, μικρέμποροι, παίρνουν το καλύτερο μέρος από τις δουλειές. Στις πολιτικές υποθέσεις ο δικηγόρος ξεζουμίζει τον πελάτη του· στην πολιτική, ο αντιπρόσωπος έχει περισσότερη σπουδαιότητα από τον εκλογέα του και ο υπουργός τοποθετείται κάτω από τον ηγεμόνα· στη θρησκεία, ο Θεός περιορίζεται σε δευτερεύουσα θέση από τον μεσάζοντα και αυτός αντικαθίσταται από τους παπάδες, που είναι αναπόφευκτα ενδιάμεσοι μεταξύ του καλού ποιμνίου και της ποίμνης του. Στη Γαλλία, όπως και στην Αγγλία, οι μεγάλες φεουδαρχικές ιδιοκτησίες ήταν διαιρεμένες σε άπειρα κομμάτια, αλλά υπό όρους ασύγκριτα πιο δυσμενείς για τον αγροτικό πληθυσμό. Στο 14" αι., εμφανίσθηκαν τα υποστατικά, ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε και ξεπέρασε τα εκατό χιλιάδες. Πλήρωναν σε είδος ή σε χρήμα μία πρόσοδο που κυμαίνονταν από το 12'' ως το 5" του προϊόντος. Αυτά τα «κτήματα» ελεύθερα ή υποτελή τιμάρια, τόσο σε αξία όσο και σε ιδιόκτητη έκταση, δεν ήταν καμιά φορά περισσότερα από μερικά στρέμματα. Ό λ ο ι αυτοί οι γαιοκτήμονες είχαν κάποια δικαιοδοσία πάνω στον πληθυσμό· υπήρχαν τέσσερις βαθμοί. Καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι ο αγροτικός πληθυσμός υπέφερε από όλους αυτούς τους τυραννίσκους. Σύμφο^να με τον Μοντέϊγ, στη Γαλλία υπήρχαν εκατόν εξήντα χιλιάδες δικαστήρια, ενο^ σήμερα αρκούν, με τα ειρηνοδικεία μαζί, τέσσερις χιλιάδες δικαστήρια.
V. Αντίκτυπος της αγροτικής επανάστασης στη βιομηχανία. Ίδρυση της εσωτερικής αγοράς για το βιομηχανικό κεφάλαιο
Η αρπαγή της ιδιοκτησίας, με επαναλαμβανόμενα αδιάκοπα πλήγματα και η έξωση του αγροτικού πληθυσμού έδωσαν, όπως είδαμε, στη βιομηχανία των πόλεων, πάντα νέες μάζες προλεταρίων ξένες προς το συντεχνιακό κύκλο. Ο γέρο Α, Avôegoovy στην «Ιστορία τον Εμπορίου», (που δεν πρέπει να τον συγχέουμε με τον Ι. Άνδερσον), διαβλέπει στο γεγονός αχπό μια άμεση επέμβαση της Θειας Πρόνοιας. Πρέπει να σταματήσουμε μια στιγμή σ' αυτό το στοιχείο της προαταρχικής συσσώρευσης. Η αραίωση του ανεξάρτητου αγροτικού πληθυσμού, που δούλευε για λογαριασμό του, δεν σχετίζεται απλά και μόνο με την πύκνωση του βιομηχανικού προλεταριάτου, καθώς -κατά τον Geofroy Saint-Hilaire- η συμπύκνωση της ύλης του κόσμου σ' ένα σημείο, εξηγεί την αραίωσή της σ' ένα άλλο σημείο^ Παρά την αριθμητική μείωση εκείνων που την καλλιεργούσαν, η γη παρήγαγε όλο και περισσότερα: η επανάσταση, στους όρους της ιδιοκτησίας της γης, συνοδευόΣτο βιβλίο του «Notions de Philosophie Naturelle», Παρίσι 1638.
76
tav με τη βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας, με μια συνεργασία πιο εκτεταμένη, με τη συγκέντωση των μέσων παραγωγής κ.λπ. Εκτός από αυτά, οι αγρότες μισθωτοί έπρεπε να παρέχουν την εργασία τους όλο και πιο έντονα, ενώ το πεδίο παραγωγής που εκμεταλλεύονταν για λογαριασμό τους, περιοριζόταν από ημέρα σε ημέρα^. Ταυτόχρονα, λοιπόν, με ένα μέρος του αγροτικού πληθυσμού, τα παλιά του μέσα συντήρησης γίνονται διαθέσιμα και μεταβάλλονται σε συστατικά στοιχεία του μεταβλητού κεφαλαίου. Ο εργάτης που πετάχτηκε στο δρόμο βλέπει ότι είναι αναγκασμένος να αγοράζει την αξία των προϊόντων για τη συντήρησή του, υπό τη μορφή μισθού, που θα του πληρώνει το νέο του αφεντικό ή ο νέος κύριός του, δηλαδή ο βιομήχανος καπιταλιστής. Και με τις πρώτες ύλες που προμηθεύει η ντόπια γεωργία, συνέβη ό,τι έγινε και με τα μέσα συντήρησης: έγιναν ένα στοιχείο του σταθερού κεφαλαίου. Ας υποθέσουμε για παράδειγμα ότι ένα μέρος των Βετσφαλών χωρικών που, από την εποχή του Φρειδερίκου του έγνεθαν όλοι, όχι μετάξι, αλλά λινάρι, στερήθηκαν με τη βία την ιδιοκτησία τους και μετατράπηκαν σε ημερομίσθιους των μεγάλων εκμισθωτών της γης. Ας υποθέσουμε επίσης ότι ταυτόχρονα κτιζόντουσαν μεγάλα κλωστήρια ή μεγάλα υφαντουργεία όπου οι απογυμνωθέντες βρίσκουν εργασία ως μισθωτοί: το λινάρι δεν άλλαξε όψη· καμιά από τις κλωστές του δεν μετα1 ο σερ Τζαίημς Στιούαρτ επιμένει σ' αυτό το σημείο.
77
βλήθηκε, αλλά μέσα του επικράτησε μια νέα ψυχή. Αποτελεί, δηλαδή, τώρα ένα μέρος του σταθερού κεφαλαίου των βιομήχανων-εργοδοτών. Μοιρασμένο άλλοτε σε πλήθος μικροπαραγωγών, που το καλλιεργούσαν οι ίδιοι και το έγνεθαν σε μικρές ποσότητες με τις οικογένειές τους, τώρα βρίσκεται συγκεντρωμένο στα χέρια ενός καπιταλιστή, για τον οποίο άλλοι γνέθουν και υφαίνουν. Η ειδική εργασία, που απαιτείται για το γνέσιμο του λιναριού, πραγματοποιούνταν άλλοτε σε ειδικά εισοδήματα προς όφελος αναρίθμητων αγροτικών οικογενειών ή ακόμα, όπως την εποχή του Φρειδερίκου του σε φόρους για το βασιλιά της Πρωσίας. Σήμερα πραγματοποιείται σε κέρδη για τους λίγους καπιταλιστές. Τα ροδάνια και οι αργαλειοί, που βρίσκονταν άλλοτε διασκορπισμένα στην ύπαιθρο, συγκεντρώθηκαν σήμερα σε μερικούς μεγάλους εργατικούς στρατώνες, ακριβώς όπως οι εργάτες και οι πρώτες ύλες. Αντί να χρησιμεύουν για να εξασφαλίζουν στους κλωστουργούς και στους υφαντές μιαν ανεξάρτητη ζωή, τα ροδάνια, οι αργαλειοί και οι πρώτες ύλες χρησιμεύουν για να διευθύνουν τους εργάτες και να τους βγάζουν απλήρωτη την εργασία τους^ Βλέποντας κανείς τα μεγάλα εργοστάσια, δεν θα έλεγε ότι, κατά το παράδειγμα των μεγάλων υποστατικών, είναι ένας συνοικισμός από πολλά μικρά εργαστήρια. ^ «Θα επιτρέψω» λέει ο καπιταλιστής, «να έχετε την τιμή να με υπηρετείτε, υπό τον όρο να μου δθ3σετε το λιγο που σας περισσεύει για τον κόπο που κάνω να σας διευθύνω». (Βλ. /.-/. Rousseau, Discours sur TEconomie Politique).
78
που σχηματίζεται με τη στέρηση της ιδιοκτησίας ενός μεγάλου αριθμού από ανεξάρτητους παραγωγούς. Αλλά ο οξυδερκής παρατηρητής δεν αφήνεται ν' απατηθεί. Από την εποχή του Μιραμπώ, του επαναστατικού λέοντος, τα μεγάλα εργοστάσια ονομάζονταν ακόμη ενωμένα εργοστάσια, όπως μιλάμε για ενωμένα κτήματα. «Δεν προσέχουν παρά μόνο τα μεγάλα εργοστάσια, όπου εκατοντάδες άνθρωποι δουλεύουν υπό έναν διευθυντή και που τα λένε κοινώς, ενωμένα εργοστάσια. Εκείνα, όπου ένας πολύ μεγάλος αριθμός εργατών δουλεύει ο καθένας χωριστά και ο καθένας για λογαριασμό του, μόλις που λαμβάνονται υπόψη· τα τοποθετούν σε ατέλειωτη απόσταση από τα άλλα. Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη πλάνη, γιατί τα τελευταία μονάχα αποτελούν αντικείμενο εθνικής ευδαιμονίας, πραγματικά σπουδαίο. Το ενωμένο εργοστάσιο θα πλουτίσει εξαιρετικά έναν ή δύο, το πολύ, επιχειρηματίες, αλλά οι εργάτες θα είναι απλά ημερομίσθιοι που πληρώνονται πιο πολύ ή πιο λίγο και δεν θα μετέχουν καθόλου στην περιουσία της επιχείρησης. Στο χωριστό εργοστάσιο, αντίθετα, κανείς δεν θα γίνει πλούσιος, αλλά πολλοί εργάτες θα ζουν πιο άνετα. Ο αριθμός των οικονόμων και επιδέξιων εργατών θα αυξηθεί, γιατί στην καλή διαγωγή, τη δραστηριότητά τους, θα δουν ένα μέσο για να βελτιώσουν ουσιαστικά την κατάστασή τους και όχι να πετύχουν απλά μια μικρή αύξηση του μισθού, που δεν είναι πολύ σπουδαίο πράγμα για το μέλλον και της οποίας το μόνο αποτέλεσμα είναι να επιτρέψει στους ανθρώπους αυτούς να ζήσουν λίγο καλύτερα, αλλά να τρώνε όσα κερδίζουν. Τα ιδιαπικά χωριστά εργοστάσια, που είναι ενωμένα
79
συνήθως με μια μικρή γεωργική εκμετάλλευση, είναι τα ελεύθερα εργοστάσια» ^ Η αρπαγή της περιουσίας και η έξωση ενός μέρους του αγροτικού πληθυσμού τους καθιστούν διαθέσιμα, μαζί με τους εργάτες και τα μέσα συντήρησης τους και εργασίας για το βιομηχανικό κεφάλαιο, την εσωτερική αγορά. Πράγματι τα γεγονότα που μετατρέπουν τους μικροκαλλιεργητές σε μισθωτούς και τα μέσα συντήρησης τους και εργασίας σε υλικά στοιχεία του κεφαλαίου, δημιουργούν ταυτόχρονα γι' αυτό την εσωτερική του αγορά. Άλλοτε η οικογένεια του χωρικού παρήγαγε και τα μέσα για τη συντήρησή της και τις πρώτες ύλες που κατανάλωνε κατά μεγάλο μέρος αργότερα. Αυτές οι πρώτες ύλες και αυτά τα μέσα συντήρησης έγιναν τώρα εμπορεύματα· ο μεγαλοεκμισθωτής τα πουλάει. Τα δε εργοστάσια αποτελούν τις διεξόδους. Οι κλωστές, το πανί, τα μάλλινα χονδρόπανα, δηλαδή τα υλικά των οποίων οι πρώτες ύλες βρίσκονταν στη διάθεση κάθε αγροτικής οικογένειας που τα έγνεθε και τα ύφαινε για δική της χρήση, μετατρέπονται σε εργοστασιακά εμπορεύματα στα οποία η ύπαιθρος ακριβώς χρησιμεύει για διέξοδο. 1 Βλ. Mirabau, (τόμ. III, σ. 20, 109). Αν ο Μιραμπώ θεωρεί τα χωριστά εργοστάσια πιο οικονομικά και πιο παραγωγικά από τα ενωμένα εργοστάσια, και αν βλέπει σ' αυτά τα τελευταία μόνο φυτά που καλλιεργούνται σε θερμοκήπιο από την κυβέρνηση, αυτό εξηγείται με την κατάσταση, που βρίσκονταν τότε πολλά εργοστάσια στην ηπειρωτική Ευρο^πη.
80
Η πολυάριθμη και σκόρπια πελατεία, που προϋπέθετε ολόκληρο πλήθος από μικροπαραγωγούς, που εργάζονταν για λογαριασμό τους, συγκεντρώνεται σε μια μεγάλη αγορά που την εφοδιάζει το βιομηχανικό κεφάλαιο^ Έτσι, η αρπαγή της περιουσίας των χωρικών, που άλλοτε εργάζονταν για λογαριασμό τους και η απόσπασή τους από τα μέσα παραγωγής, συνοδεύονται από την καταστροφή της δευτερεύουσας βιομηχανίας των αγρών: η βιομηχανία και η γεωργία χωρίζονται. Και μόνο η καταστροφή της οικιακής αγροτικής βιομηχανίας μπορεί να δώσει στην εσωτερική αγορά μιας χώρας την εξάπλωση και τη στέρεα συνοχή που έχει ανάγκη το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής. Ωστόσο, η καθεαυτό εργοστασιακή περίοδος, δεν κατόρθωσε να πραγματοποιήσει μια μαζική μεταβολή. Δεν ξεχνάμε ότι είχε καταλάβει ένα μικρό μόνο μέρος της εθνικής βιομηχανίας και είχε πάντα για κυριότερη βάση την επαγγελματική τέχνη των πόλεων και την οικιακή βιομηχανία των αγρών. Αν καταστρέφει αυτήν την τελευταία, υπό οποιαδήποτε μορφή, σε ορισμένους κλάδους βιομηχανίας και σε ^ Το να μεταβληθούν ήσυχα ήσυχα με την προσωπική εργασία όλο3ν, στις ο)ρες της ανάπαυσης, είκοσι λίτρες μαλλί σε ρούχα, που χρειάζονται κάθε χρόνο τα μελη μιας οικογένειας, αυτό δεν φαίνεται καθόλου. Φέρτε τις όμοος στην αγορά, στείλτε τις στο εργοστάσιο, κατόπιν στο μεσίτη, κατόπιν στον έμπορο και θα έχετε μεγάλες εμπορικές πράξεις και το ονομαστικό κεφάλαιο που θα χρησιμοποιηθεί, θα αντιπροσωπεύει το εικοσαπλάσιο της αξίας του εμπορεύματος (...). Έτσι, η εργατική τάξη χρησιμεύει για να ζούνε άθλιοι εργάτες εργοστασίου, παρασιτικοί μικροποολητές και ένα εμπορικό, νομισματικό και χρηματιστικό σύστημα, τελείϋ3ς εικονικό. (Βλ. Urquart, ο. 120).
81
μερικά σημεία, την κάνει να ξαναγεννιέται αλλού, γιατί την έχει ανάγκη μέχρις ενός βαθμού για την εργασία των πρώτων υλών. Παράγει, λοιπόν, μια νέα τάξη μικροκαλλιεργητών, για τους οποίους η εργασία της γης γίνεται κάτι το δευτερεύον, ενώ η κύρια απασχόληση τους συνίσταται στη βιομηχανική εργασία, που γίνεται για να πουλήσουν το προϊόν τους στο εργοστάσιο είτε απευθείας είτε με τη μεσολάβηση του έμπορα. Αυτό είναι ένα περιστατικό. Δεν θέλουμε να πούμε ότι είναι το κυριότερο περιστατικό, για το οποίο παραξενεύεται όποιος μελετά την ιστορία της Αγγλίας. Από το τελευταίο τρίτο του αι. συναντά εκτός από μικρά χρονικά διαστήματα, συνεχή παράπονα κατά της διαρκώς αυξανόμενης εξάπλωσης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης στην ύπαιθρο και προοδευτικής καταστροφής της αγροτικής τάξης. Ταυτόχρονα ξαναβρίσκει αδιάκοπα αυτήν την αγροτική τάξη, αν και είναι ολιγαριθμότερη και χειρότερα κατανεμημένη^. Ο κυριότερος λόγος είναι ο εξής: Η Αγγλία, είναι διαδοχικά σιτοπαραγωγός ή κτηνοτρόφος, και η έκταση της αγροτικής εκμετάλλευσης υφίσταται ανάλογες διακυμάνσεις. Χρειάζεται η μεγάλη βιομηχανία και οι μηχανές για να δώσουν μια σταθερή βάση στην καπιταλιστική γεωργία, να απογυμνώσουν τελείως και οριστικά τη μεγάλη πλειοψηφία των χωρικών και να συμπληρώσουν το διαζύγιο μεταξύ της γεωργίας και της οικιακής ^ Πρεπει να εξαιρέσουμε την εποχή του Κρόμβελ. Ό σ ο διήρκεσε η δημοκρατία, η μάζα του αγγλικού λαού βγήκε σε όλα τα κοινο)νικά στρο3ματα από την αθλιότητα που την ειχε ρίξει η κυριαρχία τοον Τυδόρ.
82
βιομηχανίας της υπαίθρου, βγάζοντας τις ρίζες αυτής της τελευταίας: το γνέοιμο και την ύφανση V Αυτή επίσης κατακτά, προς όφελος του βιομηχανικού κεφαλαίου, όλη την εσωτερική αγορά^. ^ Το καθεαυτό εργοστάσιο και η καταστρoqρrj της αγροτικής ή οικιακής χειροτεχνίας, που συμπληρο)νεται με την εισαγωγή των μηχανών, γέννησαν τη μεγάλη εριουργική βιομηχανία (Tuckett, τ. I, σ. 144). Το άροτρο και ο ζυγός επινοήθηκαν από τους θεοΰς και χρησιμοποιήθηκαν από τους ήρωες. Ο αργαλειός, το αδράχτι, το ροδάνι έχουν λιγότερο ευγενή καταγωγή. Χωρίζεται το ροδάνι και το άροτρο· το αδράχτι από το ζυγό και εχετε εργοστάσια και φιλανθρωπικά ιδρύματα, πίστη και πανικούς, δύο έθνη εχθρικά: τη γεωργία και το εμπόριο. (Βλ. D. Urquhart, σ. 122). Αλλά, να που ο Carey κατηγορεί πολύ δικαιολογημένα την Αγγλία ότι δοκίμασε να μεταβάλει όλους τους άλλους λαούς σε αγροτικούς λαούς, στους οποίους μόνο η Αγγλία θα προμήθευε βιομηχανικά προϊόντα. Ισχυρίζεται ότι η Τουρκία καταστράφηκε κατά τον αυτό τρόπο, γιατί η Αγγλία δεν επέτρεψε ποτέ στους ιδιοκτήτες ή τους καλλιεργητές της γης να ενισχυθούν με τη qρυσική συμμαχία ανάμεσα αρότρου και αργαλειού, ανάμεσα στο σ(ρυρί και στη σβάρνα. (The Slave trade, σ. 125). Αν το πιστέψουμε αυτό, λέγει ο D. Urquhart, είναι ο ίδιος ένας από τους κυριότερους παράγοντες της καταστρο(ρής της Τουρκίας, όπου διέδωσε, για το συμφέρον της Αγγλίας, το δόγμα της ελεύθερης συναλλαγής. Το νοστιμότερο είναι ότι ο Carey, μεγάλος θαυμαστής της Ρωσίας, θέλει να εμποδίσει το σχίσμα μεταξύ γεωργίας και βιομηχανίας, συνιστώντας το προστατευτικό σύστημα, που το επιταχύνει απλούς. ^ Οι φιλάνθρωποι της αγγλικής οικονομικής Σχολής, όπως ο Μιλλ, ο Ρότζερς, ο Γκόλντουϊν Σμιθ, ο Φάουστ κ.ά. και οι φιλελεύθεροι εργοστασιάρχες όπως ο Τζων Μπράϊτ και η παρέα του, μιμούνται το Θεό, όταν ρωτούν τον Κάϊν: «Τί έκανες τον αδελςρό σου Αβελ»; Και θέτουν στους Αγγλους αριστοκράτες γαιοκτήμονες την ερώτηση: «Τί έγιναν οι χιλιάδες ελεύθεροι αγρότες μας; Αλλά, εσείς οι ίδιοι, από πού, λοιπόν, έρχεστε; Ασφαλούς από την καταστροφή αυτών το^ν ελεύθερων επαγγελματιο^ν. Γιατί δεν ρωτάτε τί έγιναν οι ανεξάρτητοι μικροβιοτέχνες, κλωστοϋφαντουργοί και άλλοι»;
VT. Γένεση των βιομηχάνων
καπιταλιστών^
Η γένεση του βιομήχανου-καπιταλιστή δεν έγινε εξελικτικά, όπως έγινε του εκμισθωτή της γης. Χωρίς αμφιβολία, πολλοί συντεχνιακοί μικροεργοδότες, πιο πολλοί ακόμα ανεξάρτητοι μικροβιοτέχνες, αλλά και μισθωτοί ακόμα, μετατράπηκαν πρώτα σε μικροκαπιταλιστές και ύστερα, με την όλο και μεγαλύτερη εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας και την αντίστοιχη συσσώρευση, σε καπιταλιστές απλά. Στους πρώτους χρόνους της καπιταλιστικής παραγωγής, τα πράγματα συνέβησαν συχνά όπως στην αρχή του κοινοτικού κινήματος, το μεσαίωνα. Όταν, σε μια κοινότητα, επρόκειτο να αποφασιστεί ποιός μεταξύ των απελευθερωθέντων δουλοπάροικων θα ήταν ο κύριος ή ο υπηρέτης, ήταν αναγκασμένοι πολλές φορές να βασιστούν αποκλειστικά στην ημερομηνία της φυγής τους. Αλλά αυτή η εξαιρετικά αργή πρόοδος δεν ανταποκρίνεται καθόλου στις εμπορικές ανάγκες της νέας παγκόσμιας αγοράς που δημιούργησαν οι μεγάλες ανακαλύψεις και εφευρέσεις του αι. Ο Μεσαίωνας, όμως, είχε κληροδοτήσει δύο διαφορετικές μορφές κεφαλαίου που ωριμάζουν στους πιο διαφορετικούς σχηματισμούς της οικονομικής κοινωνίας, οι ^ ο βιομήχανος εδώ αντιτίθεται προς τον αγρότη. Στην απόλυτη έννοια της λέξης, ο εκμισθωτής της γης είναι ενας βιομήχανος, καπιταλιστής, όπως και ο εργοστασιάρχης.
84
οποίες, πριν από την περίοδο του καπιταλιοτικοΰ συστήματος παραγωγής, είναι και τότε ακόμη κεφάλαιο το τοκογλυφικό κεφάλαιο και το εμπορικό κεφάλαιο. «Σήμερα, όλος ο πλούτος της κοινο)νιας περνάει πρώτα στα χέρια του καπιταλιστή: στο γαιοκτήμονα πληρώνει την πρόσοδο· στον εργάτη το μισθό· στους εισπράκτορες της δεκάτης και το)ν φόρων ό,τι προορίζεται γι' αυτούς και κρατά για τον εαυτό του το μεγαλύτερο και κάθε ημέρα πιο σημαντικό μέρος του ετήσιου προϊόντος της εργασίας. Σήμερα ο καπιταλιστής μπορεί να θεωρηθεί, όπως ο ιδιοκτήτης, στην πρώτη γραμμή όλου του κοινωνικού πλούτου, αν και κανένας νόμος δεν του δίνει δικαίωμα γι' αυτήν την ιδιότητα. (...) Αυτή η μεταβολή στην ιδιοκτησία είναι το αποτέλεσμα της τοκογλυφίας και είναι αξιοπαρατήρητο ότι οι νομοθέτες όλης της Ευρώπης θέλησαν να εμποδίσουν αυτό το αποτέλεσμα, με νόμους κατά της τοκογλυφίας (...). Το γεγονός που έδωσε στον καπιταλιστή την εξουσία πάνω σε όλον τον πλούτο της χώρας, αποτελεί μια καθολική επανάσταση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Με ποιό νόμο ή με ποιά σειρά νόμων συντελέστηκε αυτή η επανάσταση;» 1 Ο συγγραφέας των σκέψεων αυτών θα έπρεπε να σκεφτεί ότι ης επαναστάσεις δεν ης κάνουν οι νόμοι. Το κεφάλαιο-χρήμα, που σχηματίστηκε από την τοκογλυφία και το εμπόριο, «στενοχωρέθηκε» διπλά στη μετατροπή του σε βιομηχανικό κεφάλαιο στην ύπαιθρο χώ^ «The natural and artificiel rights of property contrasted», (Λονδίνο 1332, α. 98). Συγγραφέας του είναι ο Θ. Χόντσκιν.
85
ρα με τη φεουδαρχική οργάνωση και σης πόλεις με τη συντεχνιακή οργάνωση ^. Αυτά τα εμπόδια εξαφανίστηκαν με τη διάλυση των αρχοντικών υπολλειμμάτων, με τη στέρηση της ιδιοκτησίας και με τη μερική έξωση των αγροτικών πληθυσμών. Το νέο εργοστάσιο εγκαταστάθηκε σε ναυτικά λιμάνια εξαγωγής ή σε σημεία της υπαίθρου που βρίσκονταν έξω από τον έλεγχο του παλιού συντεχνιακού συστήματος και της συντεχνιακής οργάνωσης. Στην Αγγλία, λοιπόν, μια μεγάλη πάλη έλαβε χώρα μεταξύ των πόλων με τις συντεχνίες και των νέων βιομηχανικών κέντρων. Η ανακάλυψη των ορυχείων χρυσού και αργύρου της Αμερικής, η εξόντωση των ιθαγενών πληθυσμών, η υπαγωγή τους στη δουλεία ή το θάψιμό τους στα ορυχεία, η κατάκτηση και η αρχή της ληστείας των ανατολικών Ινδιών, η μετατροπή της Αφρικής σε ένα τεράστιο κλουβί, όπου οι δουλέμποροι κυνηγούσαν τους μαύρους, όλα αυτά χαρακτηρίζουν την αυγή της περιόδου της καπιταλιστικής παραγωγής. Οι ειδυλλιακές αυτές μέθοδοι είναι σπουδαίοι παράγοντες της πρωταρχικής συσσώρευσης. Αμέσως μετά αρχίζει ο εμπορικός πόλεμος των μεγάλων ευρωπαϊκών εθνών με τη γη όλη για πεδίο μάχης. Αρχίζει με τον πόλεμο των Κάτω Χωρών κατά της Ισπανίας, που παίρνει γιγάντιες διαστάσεις με τον πόλεμο της Αγγλίας κατά των ^ Ακόμη το 1794 οι μικροβιομήχανοι υφασμάτων του Leeds έοτειλαν μια αντιπροσωπεία στο Κοινοβούλιο, για να ζητήσει να θεσπιστεί ε'νας νόμος που να απαγορεύει σε κάθε ε'μπορο να γίνει εργοστασιάρχης.
Ht
Γάλλων Ιακωβίνων, παρατείνεται με τους «πολέμους του όπιου», κατά της Κίνας κ.λπ. Οι διάφοροι παράγοντες της πρωταρχικής συοσώρευσης κατανέμονται πιο πολύ ή πιο λίγο, κατά τη χρονολογική σειρά, στην Ισπανία, την Πορτογαλλία, τη Γαλλία και την Αγγλία, όπου τους συνενώνουν προς το τέλος του αι., σ' ένα μεθοδικό σύστημα, που περιλαμβάνει την αποικιοποίηση, το καθεστώς του δημόσιου χρέους, τη νεότερη οργάνωση των κρατικών οικονομικών και τον προστατευτισμό. Αυτές οι μέθοδοι βασίζονται κατά μέρος στην απλή ςρυσική δΰναμη-βία, όπως το αποικιακό σύστημα· όλες στηρίζονται στη δύναμη-βία, στη συγκεντρωμένη οργανωμένη δύναμη-βία της κοινωνίας για να επιτείνουν στο ανώτατο όριο τη μετατροπή του φεουδαρχικού συστήματος παραγωγής σε καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής και για να συντομεύσουν τις μεταβατικές φάσεις. Η βία, είναι η μάνα κάθε παλιάς κοινωνίας, που υπάρχει. Αυτή η ίδια είναι μια οικονομική δύναμη. Σχετικά με το χριστιανικό σύστημα αποικιοποίησης, να τι λέγει ένας άνθρωπος που απέκτησε ειδικότητα στα ζητήματα του χριστιανισμού, ο W. Howitt: «Οι βάρβαρες πράξεις και οι επαίσχυντες αγριότητες, για τις οποίες είναι ένοχα τα λεγόμενα χριστιανικά έθνη, σε όλες τις χώρες εναντίον όλων των λαών, που μπόρεσαν να υποτάξουν, δεν είχαν παράλληλο σε καμιά περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας, ούτε σε καμιά φυλή, όσο άγρια, όσο βάρβαρη, όσο άσπλαχνη και όσο αισχρή και αν ήταν^. 1 W. Howitt: «Colonization and Christianity. A popular history of the treatment of the natives by Europeans in ail their colonies», (Λονδίνο 1838, σ.
87
Η ιστορία της ολλανδικής αποικιοποίησης στο αι. -η Ολλανδία ήταν ο τύπος του καπιταλιστικού έθνους- «δείχνει έναν ασύγκριτο πίνακα προδοσιών, διαφθοράς, φόρων και καταισχύνης» ^ Τίποτε δεν είναι πιο χαρακτηριστικό από το σύστημα που εφάρμοσαν οι Ολλανδοί, προκειμένου να υπαγάγουν τους κατοίκους των Κελέβων νήσων και έτσι να προμηθευτούν δούλους για την Ιάβα. Γύμναζαν ειδικούς ανθρωποκλέορτες. Ο απαγωγέας, ο διερμηνέας και ο πουλητής ήταν οι κυριότεροι πράκτορες αυτού του είδους του εμπορίου. Οι ιθαγενείς βασιλιάδες ήταν οι επίσημοι προμηθευτές. Τα κλεμένα παιδιά τα έκρυβαν σε μυστικές φυλακές των Καλέβων, εωσότου ενηλικιωθούν αρκετά για να σταλούν με τα δουλεμπορικά πλοία. Διαβάζουμε σε μια επίσημη έκθεση: «Η πόλη του Μακασσάρ είναι γεμάτη από μυστικές φυλακές που είναι πιο φρικτές η μια από την άλλη, γεμάτες από άθλια θύματα της απληστίας και της τυραννίας, φορτωμένα με αλυσσίδες που αποσπάσθηκαν με τη βία από τις οικογένειές τους».
9). Ο Κάρολος Κοντ μας δίνει στο εργο του: «Εγχειρίδιο της Νομοθεσίας» εκδ., Βρυξέλλες 1837), ενα καλό απάνθισμα για τον τρόπο, που μεταχειρίζονταν τους δούλους. Πρέπει να τα μελετήσει κανείς όλα αυτά προσεκτικά και λεπτομερώς για να μπορέσει να καταλάβει τί κάνει ο αστός στον εαυτό του και τον εργάτη, όταν μπορεί εύκολα να κάνει τον κόσμο καθ' εικόνα του και ομοίωση του. ^ Th. Stamford, Raffles, Pat. Lieut., Gov. of that island: Java and its dependencies, (Λονδίνο 1817).
88
Για να πάρουν τη Μαλάκκα, οι Ολλανδοί διέφθειραν τον Πορτογάλλο διοικητή, που τους άνοιξε την πόρτα το 1641. Έτρεξαν αμέσως στο σπίτι του και τον σκότωσαν για να μη του πληρώσουν το ποσό των 21.875 λιρών στερλίνας, δηλαδή την αξία της προδοσίας. Παντού η καταστροφή του πληθυσμού και η ερήμωση ακολούθησαν τα ίχνη τους. Το 1750 το Μπανζουβάντζι (επαρχία της Ιάβας), αριθμούσε περισσότερους από οκτακόσιους χιλιάδες κατοίκους. Το 1811 ο αριθμός τους είχε μειωθεί στους οκτώ χιλιάδες. Τί ήσυχο εμπόριο! Η αγγλική εταιρία των Ανατολικών Ινδιών, πέτυχε, όπως είναι γνωστό, όχι μόνο την πολιτική εξουσία στις Ινδίες, αλλά ακόμη και το αποκλειστικό μονοπώλιο του εμπορίου του τσαγιού, του κινέζικου εμπορίου και της μεταφοράς όλων των εμπορευμάτων, ανάμεσα σ' αυτές τις χώρες και στην Ευρώπη και αντίθετα. Αλλά η ακτοπλοΐα στις ακτές των Ινδιών, η θαλασσοπλοΐα ανάμεσα στα νησιά και το εσωτερικό εμπόριο έγιναν το μονοπώλιο των ανωτέρων υπαλλήλων της εταιρίας αυτής. Τα μονοπώλια του αλατιού, του όπιου, του ινδικού πιπεριού ήτ^αν ανεξάντλητες πηγές πλούτου. Οι υπάλληλοι όριζαν οι ίδιοι τις τιμές και με πλήρη άνεση έγδερναν τους φτωχούς Ινδούς. Οι ευνοούμενοί τους έκαναν συμβόλαια με όρους τέτοιους, ώστε, οι πιο δυνατοί από τους αλχημιστές, έκαναν χρυσάφι με το τίποτε. Μεγάλες περιουσίες ορύτρωσαν σε μια μόνο ημέρα σαν μα-
89
νιτάρια και η πρωταρχική συσσώρευση έγινε χωρίς οι ενδιαφερόμενοι να καταβάλουν ούτε ένα σελίνι. Οι δικαστικές ανακρίσεις, συμφωνά με τον Warren Hastings, αποκάλυψαν πλήθος παραδείγματα αυτοΰ του είδους. Να μια περίπτωση: Ένας, κάποιος, Sullivan, πέτυχε να υπογράψει ένα συμβόλαιο για όπιο, τη στιγμή που έφευγε με επίσημη αποστολή για να πάει σε μια πολύ μακρινή περιφέρεια απ' αυτή που παραγόταν το όπιο. Εκχωρεί το συμβόλαιό του για σαράντα χιλιάδες λίρες σ' έναν κάποιον Binn, που το ξαναπουλεί την ίδια ακριβώς ημέρα για εξήντα χιλιάδες λίρες στερλίνες, και ο τελικός αγοραστής, εκείνος δηλαδή που εξετέλεσε το συμβόλαιο, δήλωσε ότι ο ίδιος πραγματοποίησε από τη συναλλαγή αυτή τεράστιο κέρδος. Σύμφωνα με μια έκθεση που υποβλήθηκε στη Βουλή, η εταιρία και οι υπάλληλοί της από το 1747 ώς το 1776 είχαν πάρει από τους Ινδούς, εντελώς χαριστικά, έξι εκατομμύρια λίρες στερλίνες! Στα 1769-1770, οι Άγγλοι δημιούργησαν εκ του μη όντος μια πείνα, προαγοράζοντες όλο το σιτάρι και μη θέλοντες να το πουλήσουν, παρά μόνο σε απλησίαστα μυθικές τιμές^ Ο τρόπος που μεταχειρίζονταν τους ιθαγενείς ήταν γενικά ο πιο χυδαίος στις ςρυτείες που απασχολούνταν μόνο με εξαγωγές, όπως στις δυτικές Ινδίες και στις πλούσιες και πολυκατοικημένες χώρες που είχαν παρα^ Μόνο οπτην επαρχία του Ορίσσα πάνω από ενα εκατομμύριο Ινδοί πέθαναν από την πείνα το 1866. Αυτό όμως δεν εμπόδισε να επιζητήσουν να πλουτίσουν το κρατικό ταμείο πουλώντας πολΰ ακριβά σ' αυτούς τους πεινασμένους ανθρώπους τα απαραίτητα τρόφιμα.
90
όοθε( στο φόνο και τη ληστεία, όπως λ.χ. το Μεξικό και οι ανατολικές Ινδίες. Αλλά ακόμη και στις καθεαυτό αποικίες, ο χριστιανικός χαρακτήρας της πρωταρχικής συσσώρευσης έμεινε πιστός στον εαυτό του. Αυτοί, οι αυστηροί βιρτουόζοι του προτεσταντισμού, οι πουριτανοί της Νέας Αγγλίας, έδιναν ένα βραβείο σαράντα λιρών στερλίνων για κάθε Ινδιάνο γδαρμένο ή ερυθρόδερμο αιχμάλωτο. Το 1720 το βραβείο αυτό αυξήθηκε στις εκατό λίρες στερλίνες για κάθε γδαρμένο. Το 1744y όταν το Massahussetes-Bay κήρυξε σε κατάσταση ανταρσίας μια φυλή, οι τιμές ήταν οι εξής: Για το γδάρσιμο ενός άνδρα μεγαλύτερο των δώδεκα χρόνων: εκατό λίρες στερλίνες. Για έναν άνδρα αιχμάλωτο: εκατονπέντε λίρες στερλίνες· ενώ για μια γυναίκα ή ένα παιδί: πενήντα λίρες στερλίνες· για το γδάρσιμο μιας γυναίκας ή ενός παιδιού: πενήντα λίρες στερλίνες. Μερικά χρόνια αργότερα, το σύστημα αυτό της αποικιοποίησης το πλήρωσαν οι επαναστάτες, απόγονοι των ευσεβών προσκυνητών. Εξωθούμενοι και πληρωμένοι από τους Αγγλους, οι Ινδοί τούς κατέσφαξαν και η αγγλική Βουλή δήλωσε ότι: «τα αστυνομικά σκυλιά και η πρακτική του γόαρσίματος ήταν μέσα, που είχαν βάλει στα χέρια τους ο θεός και η φύση». Το αποικιακό καθεστώς έδωσε τεράστια πρόοδο στο εμπόριο και τη θαλασσοπλοΐα. Οι «μονοπωλιακές εταιρίες», κατά τα λεγόμενα του Λούθηρου, συνέβαλαν αρκετά στη συγκέντρωση του κεφαλαίου. Τα εργοστάσια, που (ρύτρωναν σε όλα τα μέρη, έβρισκαν στις αποικίες διεξόδους και μια συσσώρευση, που εντείνονταν από το
91
μονοπώλιο της αγοράς. Τα πλούτη που συσσωρεΰθηκαν έξω από την Ευρώπη, με τη ληστεία, τη δουλεία και το φόνο, συνέρρεαν προς τη μητρόπολη, όπου μετατρέπονταν σε κεφάλαιο. Η Ολλανδία, που, πρώτη αυτή, εφάρμοσε το αποικιακό σύστημα σε όλη του την έκταση, βρισκόταν το 1648 στο απόγειο της εμπορικής της δύναμης. «Εκαπάρωνε» σχεδόν όλη την αγορά των ανατολικών Ινδιών, καθώς και τις σχέσεις μεταξύ των νοτιοδυτικών και βορειοανατολικών χωρών της Ευρώπης. Τα ψαράδικά της, ο στόλος της, τα εργοστάσιά της ξεπερνούσαν εκείνα όλων των άλλων χωρών. Τα κεφάλαια της Δημοκρατίας ήταν, ίσως, ανοοτερα από τα κεφάλαια της άλλης Ευρώπης. Ο Gulichy λησμονεί να προσθέσει ότι το 1648 η μάζα του ολλανδικού πληθυσμού είχε ταλαιπωρηθεί, είχε φτωχύνει και καταπιεζόταν από την άξεστη βία πιο πολύ από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης. Στις ημέρες μας η βιομηχανική υπεροχή έχει ως συνέπεια την εμπορική υπεροχή. Αντίθετα, στην καθεαυτό χειροτεχνική περίοδο, η εμπορική υπεροχή εξασφαλίζει και τη βιομηχανική. Από αυτό προέρχεται και ο τόσο σπουδαίος ρόλος, που έπαιξε τότε, το αποικιακό σύστημα. Ήταν ο «Ξένος Θεός», που εγκαθίστατο στο βωμό, πλάι στα παλιά είδωλα της Ευρώπης· και ένα ωραίο πρωί τα ανέτρεψε όλα. Από την εποχή αυτή, η υπεραξία έγινε ο τελευταίος και μόνος σκοπός της ανθρωπότητας. Το σύστημα της δημόσιας πίστης, δηλαδή των αποθεμάτων χρυσού του κράτους, το οποίο υπήρχε από το Με-
92
σαίωνα στην αρχή στη Γένουα και τη Βενετία, επικράτησε σε όλη την Ευρώπη κατά τη χειροτεχνική περίοδο. Το αποικιακό σύστημα, με το ναυτικό του εμπόριο και τους εμπορικούς του πολέμους, του χρησίμευσε για θερμοκήπιο. Έτσι εγκαταστάθηκε πρώτα στην Ολλανδία. Το δημόσιο χρέος, δηλαδή η αποξένωση του κράτους, είτε δεσποτικό είναι, είτε συνταγματικό, είτε δημοκρατικό, δίνει τον αληθινό χαρακτήρα στην καπιταλιστική περίοδο. Το μόνο μέρος, του δήθεν εθνικού πλούτου, που μπαίνει πραγματικά στην καθολική κατοχή των νεώτερων λαών, είναι το δημόσιο χρέος^ Η νεώτερη, λοιπόν, θεωρία, σύμφωνα με την οποία ένας λαός είναι τόσο πλουσιότερος, όσο το χρέος του είναι μεγαλύτερο, είναι απολύτως λογική προς τον εαυτό της^
Η δημόσια πίστη γίνεται το «πιστεύω» του κεφαλαίου. Και με την ίδρυση του δημόσιου χρέους το αμάρτημα κατά του Αγίου Πνεύματος, για το οποίο δεν υπάρχει συγχώρεση, αντικαθίσταται από το αμάρτημα κατά του δημόσιου χρέους. Το δημόσιο χρέος γίνεται ένας από τους πιο δραστήριους παράγοντες της πρωταρχικής συσσώρευσης. Σαν με χτύπημα μαγικής ράβδου, δίνει στο μη παραγωγικό χρήμα την αναπαραγωγική δύναμη και το μετατρέπει σε κεφάλαιο, χωρίς να έχει ανάγκη να εκτίθεται στους κινδύνους και σης προσπάθειες που δεν ξεχωρίζουν από κάθε βιομηχανική ή και τοκογλυφική ακόμη τοποθέτηση. ^ ο W. Cobhett παραττιρεί ότι στην Αγγλία όλα τα δημόσια ιδρύματα λέγονται βασιλικά και μόνο το δημόσιο χρέος λεγεται εθνικό.
93
Στην πραγματικότητα, οι πιστωτές του κράτους δεν δίνουν τίποτε· το ποσό που δανείζουν μετατρέπεται σε δημόσια χρεώγραφα που εκχωρούνται εύκολα και που εξακολουθούν να λειτουργούν σαν κοινά απαστράπταντα νομίσματα. Αλλά, εκτός από την τάξη αυτή των αέργων εισοδηματιών, που δημιουργεί έξω από τους τραπεζίτες, οι οποίοι, αυτοσχέδιοι πλούσιοι, χρησιμεύουν για ενδιάμεσοι μεταξύ της κυβέρνησης και του έθνους· έξω ακόμη από τους ενοικιαστές των δημοσίων προσόδων, από τους εμπόρους, από τους ιδιώτες βιομηχάνους, που στα πορτοφόλια τους μαζεύουν πάντοτε, ως κεφάλαιο από τον ουρανό, ένα καλό τμήμα κάθε εθνικού δανείου· έξω απ' όλα αυτά, το δημόσιο χρέος προκάλεσε τη γένεση και την ευημερία των μετοχικών εταιριών, τη συναλλαγή των εμπορεύσιμων ειδών κάθε είδους, την κερδοσκοπία πάνω στα δημόσια χρεώγραφα, με μια λέξη, το χρηματιστήριο και το νεότερο τραπεζικό σύστημα. Αμέσως από τη γένεσή τους, οι μεγάλες τράπεζες που είχαν εθνικούς τίτλους, ήταν απλώς εταιρίες ιδιωτών κερδοσκόπων, που έπαιρναν θέση δίπλα στις κυβερνήσεις και, χάρη στα προνόμια που πετύχαιναν, ήταν έτοιμες να τους προκαταβάλουν χρήμα. Γι' αυτό δεν μπορεί κανείς να καταλάβει καλύτερα τη συσσώρευση του δημόσιου χρέους, παρά μόνο μελετώντας την προοδευτική ύψωση των μετοχών των τραπεζών αυτών, που η πλήρης ανάπτυξή τους χρονολογείται από την ίδρυση της τράπεζας της Αγγλίας, το 1694, η οποία άρχισε δανείζοντας χρήμα στην κυβέρνηση με τόκο 8%. Ταυτόχρονα, η τράπεζα της Αγγλίας, πήρε την άδεια από τη Βουλή να κόβει νόμισμα από το ίδιο κεφάλαιο, δανείζοντάς το στο κοινό.
94
υπό μορφή τραπεζογραμματίων. Με τα τραπεζογραμμάτια αυτά μπορούσε να προεξοφλεί γραμμάτια εις διαταγών, να δανείζει έναντι εμπορευμάτων και να αγοράζει πολύτιμα μέταλλα. Λίγο αργότερα, η τράπεζα της Αγγλίας χρησιμοποίησε ανχό το πιστωτικό χαρτονόμισμα που κατασκεύασε η ίδια, για να κάνει προκαταβολές στο κράτος και να πλη^ ρώνει για λογαριασμό του κράτους κουπόνια του δημό-, σιου χρέους. Δεν της αρκούσε, όμως, ούτε αυτό: να ξαναπαίρνει με το ένα χέρι ό,τι έδινε με το άλλο· ενώ έπαιρνε, ολοένα έμενε μόνιμα ο πιστωτής του έθνους έως την τελευταία πεντάρα. Έτσι σταδιακά έγινε το αναγκαστικό ταμείο όλων των μεταλλικών θησαυρών της χώρας και το κέντρο της βαρύτητας όλης της εμπορικής πίστης. Ακριβώς τη στιγμή που σταμάτησαν στην Αγγλία να καίνε τις μάγισσες, άρχισαν να κρεμούν τους κιβδηλοποιούς των τραπεζογραμματίων. Τα συγγράμματα της εποχής, και ιδιαίτερα τα έργα του Bolingbroke, μας δείχνουν την εντύπωση που προξένησε στους σύγχρονους η ξαφνική εμφάνιση όλης αυτής της σπείρας των τραπεζοκρατών, των τραπεζιτών, των εισοδηματιών, των μεσιτών, των κολλυβιστών και των χρηματιστών^. Με τα δημόσια χρέη γεννήθηκε ένα διεθνές πιστωτικό σύστημα, που κρύβει πολλές φορές, σ' αυτόν ή σ' εκείνον το λαό, μια από τις πληγές της πρωταρχικής συσσώρευ^ Αν οι Τάρταροι έκαναν επιδρομή στην Ευρώπη, σήμερα θα χρειάζονταν πολλές διαδικασίες για να τους κάνουμε να καταλάβουν τι σημαίνει για μας ένας χρηματιστής (Montesquieu: Esprit des lois, IV, σ. 33, Λονδίνο 1769).
95
σης. Έτσι, οι ατιμίες του συστήματος της αρπαγής, που εφαρμόζονταν στη Βενετία, αποτελούν μια από τις κρυφές βάσεις του καπιταλιστικού πλούτου της Ολλανδίας, στην οποία η Βενετία, στην παρακμή, τής δάνεισε μεγάλα χρηματικά ποσά. Οι σχέσεις μεταξύ Ολλανδίας και Αγγλίας είναι ανάλογες. Από την αρχή του 18"^ αι., τα ολλανδικά εργοστάσια έπαψαν να διατηρούν την πρώτη θέση κι αυτή η χώρα δεν έχει πια την εμπορική και βιομηχανική υπεροχή. Από χο 1701 ώς το 1776 δανείζει προ πάντων τεράστια κεφάλαια, ειδικά στη δύναμη που τη συναγωνίζεται, την Αγγλία. Η ίδια κατάσταση επικρατεί και μεταξύ Αγγλίας και Ηνωμένων Πολιτειών. Πολλά κεφάλαια, που φαίνονται σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς καμιά ένδειξη της προέλευσής τους, είναι απλά το αποτέλεσμα της κεφαλαιοποίησης του αίματος των παιδιών, που έγινε στα εγγλέζικα εργοστάσια. Καθώς το δημόσιο χρέος στηρίζεται στα δημόσια έσοδα, που πρέπει ν' αντικρίζουν όλες τις πληρωμές του χρόνου, το νεώτερο σύστημα των φόρων έγινε το αναγκαστικό συμπλήρωμα του συστήματος των εθνικών δανείων. Τα δάνεια επιτρέπουν στην κυβέρνηση να καλύπτει τις έκτακτες δαπάνες της, χωρίς όμως ο φορολογούμενος να το αισθάνεται αμέσως, αλλά χρειάζονται κατόπιν μια ύψωση των φόρων. Εξάλλου η ύψωση των φόρων, που επιφέρει η συσσώρευση των χρεών, που συνάπτονται διαδοχικά, αναγκάζει την κυβέρνηση, κάθε φορά που παρουσιάζονται νέες έκτακτες δαπάνες, να συνάπτει νέα δάνεια.
96
Η νεώτερη λοιπόν ταμειακή νομοθεσία, που οι φόροι στα ειδη της πρώτης ανάγκης και, επομένως η υπερτίμηση τους, αποτελούν τη βάση της, φέρνει μέσα της το σπέρμα μιας αυτόματης προόδου. Η υπερφορολόγηση όεν είναι ένα επεισόδιο^ αλλά μια αρχή. Στην Ολλανδία, όπου πρωτοεγκαινιάστηκε αυτό το σύστημα, ο μεγάλος πατριώτης de Witty το εξύμνησε στα «Γνωμικά» του, ως το καλύτερο σύστημα για να γίνει ο μισθωτός υποτακτικός, λιτοδίαιτος, βολικός και για να του φορτώνουν πολλή δουλειά. Αλλά η δηλητηριώδης επίδραση που ασκεί στην κατάσταση των μισθωτών, μάς απασχολεί προς το παρόν λιγότερο από τη βίαιη στέρηση της ιδιοκτησίας, που συνεπιφέρει στο χωρικό, το μικροβιοτέχνη, με μια λέξη, σ' όλα τα στοιχεία της μικρής μεσαίας τάξης. Όλος ο κόσμος είναι σύμφωνος σ' αυτό· ακόμα και οι αστοί οικονομολόγοι. Και η δράση του για τη στέρηση των χωρικών από την ιδιοκτησία τους, ενισχύθηκε πιο πολύ με το προστατευτικό σύστημα, που είναι απλά ένα αναπόσπαστο μέρος της. Το μεγαλύτερο μέρος το οποίο, μέσα στην κεφαλαιοποίηση του πλούτου και τη στέρηση των μαζών από την ιδιοκτησία τους, περιέχεται στο δημόσιο χρέος και στο σύστημα των δημόσιων οικονομικών, που ανταποκρίνεται σ' αυτό, οδήγησε πολλούς συγγραφείς, όπως τον Cobbetty τον Doubleday και άλλους^ να αναζητήσουν στο γεγονός αυτό, αν και άδικα, τη βασική αιτία της αθλιότητας των νεώτερων λαών.
97
To προστατευτικό σύστημα ήταν ένα τεχνικό μέσο για την κατασκευή εργοστασιαρχών, για την απογύμνωση των ανεξάρτητων εργατών, για την κεφαλαιοποίηση των εθνικών μέσων παραγωγής και συντήρησης, για τη βίαιη συντόμευση της μετάβασης από το παλιό σύστημα παραγωγής στο νεώτερο σύστημα. Τα ευρωπαϊκά κράτη αμφισβήτησαν μεταξύ τους το μονοπώλιο αυτής της εφεύρεσης και από τη στιγμή που μπήκαν στην υπηρεσία των παραγωγών της υπεραξίας, δεν περιορίστηκαν πια να ληστεύουν, για το σκοπό αυτό, το λαό τους, είτε έμμεσα, με προστατευτικούς δασμούς, είτε άμεσα, είτε με βραβεία εξαγωγής. Στις δευτερεύουσες χώρες, που είναι κάτω από την επιρροή τους, κατέστρεψαν με βίαια μέσα κάθε βιομηχανία, όπως παραδείγματος χάρη την εριουργία, που την κατέστρεψε η Αγγλία στην Ιρλανδία. Στην ευρωπαϊκή Ήπειρο, ο Colbert έδωσε το σύνθημα μιας σημαντικής απλοποίησης της μεθόδου αυτής. Στη χώρα αυτή, οι βιομήχανοι αντλούν από το δημόσιο θησαυρό απ' ευθείας, σε πολλές περιπτώσεις, το αρχικό τους κεφάλαιο^ Το αποικιακό σύστημα, το δημόσιο χρέος, οι φόροι, ο προστατευτισμός, οι εμπορικοί πόλεμοι κ.λπ., αυτά τα βλαστάρια της καθεαυτό χειροτεχνικής περιόδου, αναπτύσσονται εξαιρετικά στην πρώτη περίοδο της μεγάλης βιομηχανίας. ^ Γιατί να ζητήσουμε τόσο μακριά την αιτία της βιομηχανικής κατάστασης της Σαξωνίας πριν από τον πόλεμο; Εκατόν ογδόντα εκατομμύρια χρεη δημιουργήθηκαν από τους μονάρχες! {Mirabau, τ. VI, σ. 101).
98
Για να εορταστεί η γέννηση της βιομηχανίας αυτής, έγινε ένα είδος θανάτωσης των αθώων, καθώς ο βασιλικός στόλος και τα εργοστάσια στρατολογούν το προσωπικό τους με την πίεση. Ο σερ F.M. Eden μάταια συνήθισε τη φρίκη της αγροτικής απογύμνωσης, που συντελέσθηκε από το τελευταίο τρίτο του αι., ώς το τέλος του αι., και μάταια πανηγυρίζει αυτήν την αναγκαστική, κατά τη γνώμη του, επιχείρηση για την αποκατάσταση της καπιταλιστικής γεωργίας, και την «αληθινή αναλογία μεταξύ καλλιεργούμενης γης και των βοσκών»· αρνείται να καταλάβει την αναγκαιότητα της αρπαγής και της δουλείας των παιδιών, που θεωρούνται απαραίτητα για τη μετατροπή της χειροτεχνικής εκμετάλλευσης σε βιομηχανική εκμετάλλευση και την αποκατάσταση της πραγματικής σχέσης μεταξύ του κεφαλαίου και της εργατικής δύναμης. «Το κοινό θα έκανε, ίσως, καλά να διερωτηθεί αν ένα εργοστάσιο, που, για την επιτυχία του, έχει ανάγκη ν' αποσπάσει ςρτωχά παιδιά από τα αγροτικά σπίτια και τα δημοτικά εργαστήρια και να τα καταπονεί, χωρίς ούτε στιγμή ανάσα και κατά βάρδιες και στο μεγαλύτερο μέρος της νύχτας· ένα εργοστάσιο που, εκτός των άλλων, απορροφά στρατιές, διαφορετικού (ρύλου, ηλικίας και χαρακτήρα, με τέτοιο τρόπο, ώστε η μετάδοση του κακού παραδείγματος οδηγεί αναπόφευκτα στη διαφθορά και την ακολασία· αν ένα τέτοιο εργοστάσιο μπορεί ν' αυξήσει την εθνική και ατομική ευτυχία.^ ^ Eden, τ. II, κεφ. 1, α 421.
99
Στο Ντάρμπυσάϊαρ, το Νότινγκχαμσάϊαρ και προ πάντων στο Λανκσάϊαρ», λέει ο Fielden, «οι μηχανές που εφευρέθηκαν τελευταία, χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλα εργοστάσια που είχαν τις εγκαταστάσεις τους κοντά στην όχθη του ποταμού, για να μπορούν να γυρίζουν τον υδραυλικό τροχό. Και στα μέρη αυτά, μακριά από τις πόλεις, χρειάστηκαν ξαφνικά χιλιάδες χέρια. Το Λανκσάϊαρ προπάντων, σχετικά αραιοκατοικημένο μέχρι αυτήν την εποχή και άγονο, χρειάστηκε πληθυσμό. Εκείνο που ζητούσαν, περισσότερο απ' όλα, ήταν δάχτυλα μικρά και ευκίνητα. Έτσι εισήχθη η συνήθεια να φέρνουν μαθητευόμενους από τα ενοριακά δημοτικά εργαστήρια του Λονδίνου, του Μπίρ μινγκχαμ και από άλλες περιοχές. Χιλιάδες απ' αυτά τα εγκαταλελειμένα πλάσματα, από επτά ώς δεκατεσσάρων χρόνων, τα έστελναν στις βόρειες περιοχές. Ο εργοδότης (ο κλέφτης παιδιών) είχε τη συνήθεια να ντύνει και να τρέφει τους μαθητευόμενούς του και να τους στεγάζει σ' ένα ειδικό σπίτι που βρισκόταν κοντά στο εργοστάσιο. Στη διάρκεια που δούλευαν, είχαν πάντα πάνω τους το βλέμμα των επιστατών. Ήταν το συμφέρον αυτών των εποπτών να καταπονούν τα παιδιά στο έπακρο, γιατί η αμοιβή τους ήταν ανάλογη με το ποσό των προϊόντων που κέρδιζαν από τα παιδιά. Κατά qpυσική συνέπεια ήταν απάνθρωποι (...). Σε πολλές περιφέρειες του Λανκσάϊαρ, ιδιαίτερα, βασάνιζαν με τον πιο φρικτό τρόπο αυτά τα αθώα πλάσματα, που ήταν εγκαταλελειμένα απ' όλο τον κόσμο και παραδομένα στη διάθεση του εργοδότη τους. Τα σκότωναν με υπερβολική δουλειά· έδειχναν την πιο ραφιναρισμένη σκληρότητα να τα μαστιγώνουν, να τα τοποθετούν στα σίδερα, να τα βασανίζουν συχνά τούς έμενε μόνο το δέρμα και τα κόκκαλά τους και ωστόσο, το μαστίγιο, τα κρατούσε στη δου-
100
λειά. Καμιά φορά μάλιστα τα έσπρωχναν στην αυτοκτονία (...). Οι ωραίες και ρομαντικές κοιλάδες του Νταρμπυσάϊαρ, του Νοττινγκχαμσάϊαρ, του Λανκσάϊαρ, καλυμένες από τα μάτια του κοινού, έγιναν φρικτές ερημιές, όπου βασίλευε το μαρτύριο (...) κάποτε μάλιστα κι ο φόνος (...). Τα κέρδη των εργοστασιαρχών ήταν τεράστια. Η όρεξη τους όλο και μεγάλωνε. Εισήγαγαν τη νυκτερινή εργασία. Αφού όμως εξαντλούσαν ένα συνεργείο με την εργασία της ημέρας, κρατούσαν ένα άλλο συνεργείο έτοιμο για τη νυχτερινή εργασία· το συνεργείο της ημέρας πήγαινε να πιάσει τα κρεββάτια, που μόλις είχε εγκαταλείψει το νυκτερινό συνεργείο και αντίστροφα. Η λαϊκή παράδοση, λέει στο Λανκασάϊαρ, ότι «τα κρεββάτια δεν κρυώνουν ποτέ»^. ^ J. Fielden, (όπ.π., σ. 5 επ.). Για τις πρώτες ατιμίες του συστήματος των εργοστασίων, ßhAikin, (1795, [σ. 219]) και Gisbume: Inquity into the duties of men (1795, [τόμ. II]). 'Οταν η ατμομηχανή, υποκαθιστώντας την υδραυλική δύναμη, μετέφερε τα εργοστάσια μέσα στις πόλεις, ο παραγωγός υπεραξίας, πάντοτε έτοιμος για την «απόχη», βρήκε παιδιά στη διάθεση του, χωρίς όμως να τα φέρει με βίαιο τρόπο από τα δημοτικά εργαστήρια. Όταν ο σερ R. Peel, ο πατέρας του υπουργού του «ευπαρα-δέκτου» κατέθεσε το νομοσχέδιό του για την προστασία των παιδιών το 1815, ο F. Horner, φωστήρας του «Bullion-Comite» και στενός φίλος του Ρικάρντο, δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων: «Είναι πασίγνωστο ότι μαζί με την περιουσία ενός χρεωκόπου, μια ομάδα παιδιών, αν μου επιτρέπεται να μεταχειριστώ αυτόν τον όρο, βγήκε σε πλειοδοτική δημοπρασία και πουλήθηκε στον πλειστηριασμό, ως μέρος του ενεργητικού του. Πριν από δΰο χρόνια, το 1813, μια απαίσια υπόθεση ήλθε μπρος στα βασιλικά δικαστήρια. Επρόκειτο για έναν ορισμένο αριθμό παιδιών τα οποία μια ενορία του Λονδίνου τα είχε παραχωρήσει σ' έναν εργοστασιάρχη, κι αυτός, με τη σειρά του, τα έδωσε σ' έναν άλλον. Τέλος, ανακαλΰ(ρτηκαν από μερικούς φιλάνθρωπους, σε κατάσταση τέλειας ατροφίας. Μια άλλη, πιο φρικτή ακόμη περίπτωση, ήρθε σε γνώση μου, υπό την ιδιότητά μου ως μέλους της κοινοβουλευτικής εξεταστικής επιτροπής: Πριν από μερικά χρό-
101
Η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής στη χειροτεχνική περίοδο, είχε κάνει ώστε να χάσει η κοινή γνώμη της Ευρώπης ό,τι μπορούσε να της μένει σε ντροπή και συνείδηση. Τα έθνη εκαυχώντο κυνικά για κάθε ατιμία που συνέτεινε στη συσσώρευση του κεφαλαίου. Διαβάστε, για παράδειγμα, τα απλοϊκά εμπορικά χρονικά του τίμιου Α. Άντερσον. Εκεί αναγγέλλεται, σαν θρίαμβος της αγγλικής διπλωματίας, ότι στην ειρήνη της Ουτρέχτης η Αγγλία ανάγκασε την Ισπανία να της εκχωρήσει το προνόμιο να κάνει, μεταξύ της Αφρικής και της ισπανικής Αμερικής το εμπόριο των Μαύρων που γινόταν ώς τότε μόνο μεταξύ της Αφρικής και των ανατολικών και αγγλικών Ινδιών. Η Αγγλία έλαβε το δικαίωμα να προμηθεύει κάθε χρόνο, έως το 1743, τέσσερις χιλιάδες οκτακόσιους Νέγρους στην ισπανική Αμερική. Το εγγλέζικο λαθρεμπόριο επωφελήθηκε απ' ανχό για να δράσει περισσότερο κάτω απ' αυτό το πρόσχημα. Η Λίβερπουλ έγινε πλούσια, χάρη στο εμπόριο των Μαύρων, που αποτέλεσε γι' αυτή την πόλη τη μέθοδο της πρωταρχικής συσσώρευσης. Και ώς σήμερα ακόμη οι «έντιμοι» εφοπλιστές της Λίβερπουλ δεν έπαυσαν να καυχώνται για το εμπόριο των δούλων (βλ. τον Δρα Aikin), που «αναπτύσσει μέχρι πάθους το επιχειρηματικό πνεύμα του εμπόρου, μορφώνει περί(ρημους ναυτικούς και αποφέρει πολύ χρήμα.» νια μια ενορία του Λονδίνου και ενας εργοστασιάρχης του Λανκασάϊαρ, υπέγραψαν ενα συμβόλαιο, συμφωνά με τους όρους του οποίου, μαζί με είκοσι παιδιά, υγιή σωματικά και πνευματικά, ο εργοστασιάρχης επρεπε να πάρει στη δούλεψη του, επιπλέον, και ε'ναν ηλίθιο ή διανοητικά καθυστερημένο».
102
Η Λίβερπουλ χρησιμοποιούσε για το εμπόριο των δούλων το 1770 : δεκαπέντε πλοία· το 1751 ; πενήντα τρία· το 1760 : εβδομήντα τέσσερα· το 1750 : ενενήντα έξι· και το 1792 : εκατόν τριάντα δύο. Ενώ εισήγαγε στην Αγγλία τη δουλεία των παιδιών, η βαμβακοβιομηχανία προκαλούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες τη μετατροπή του συστήματος της δουλείας, που ήταν άλλοτε πατριαρχικό, σε σύστημα εμπορικής εκμετάλλευσης. Γενικά η συγκεκαλυμμένη δουλεία των μισθωτών της Ευρώπης μόνο στην απερίφραστη δουλεία του Νέου Κόσμου μπορούσε να στηρίζεται^ Να τι κόστισε αυτό το τεχνητό προϊόν της νεοδτερης ιστορίας, για να βγάλει τους (ρυσικούς και αιώνιους νόμους του καπιταλιστικού συστήματος της παραγωγής, για να πραγματοποιήσει τη λειτουργία του χωρισμού των εργατών και των συνθηκών εργασίας, για να μετατρέψει από το ένα μέρος τα κοινωνικά μέσα παραγωγής και συντήρησης σε κεφάλαιο και από το άλλο μέρος τη λαϊκή μάζα σε μισθοοτούς, σε ελεύθερο στρατό εργατών^. ^ Το 1790 υπήρχαν στις Δυτικές Ινδίες, στο αγγλικό τμήμα, δέκα δούλοι έναντι ενός ελεύθερου ανθρώπου· στο γαλλικό τμήμα δεκατέσσερις έναντι ενός· στο ολλανδικό τμήμα είκοσι τρεις έναντι ενός. {Η. Brougham: An Inquiry into the Colonial Policy of the European Powers [Εδιμβούργο, 1803, τ. II, σ. 74]). ^ Η έκφραση «labouring poor» (εργαζόμενοι (ρτωχοί) βρίσκεται στους αγγλικούς νόμους από τη στιγμή που η τάξη των μισθωτών αρχίζει να γίνεται αισθητή. Οι «labouring poor» αντιτίθενται από το ένα μέρος προς τους «idle poor», τους ζητιάνους και άλλους, και από το άλλο μέρος, στους εργάτες που δεν μαδήθηκαν ακόμη και είναι πάντα ιδιοκτήτες των μέσων τους εργασίας. Από τον νόμο, αυτή η έκφραση «labouring poor», πέρασε στην πολιτική οικονομία από τον Culpeper, τον J. Child και άλλους έως τον Α. Smith και τον Eden. Αυτό μας επιτρέπει να κρίνουμε την καλή πί-
103
Αν το χρήμα, σύμφωνα με τον Augier, «έρχεται στον Κόσμο με μια φυσική κηλίδα αίμα», το κεφάλαιο γεννιέται στάζοντας αίμα και λάσπη από το κεφάλι μέχρι τα πόδια^
στη του Edmond Burke, όταν μας δίνει την έκφραση «labouring poor» σαν «σιχαμερό πολιτικό ιδίωμα». Αυτός ο συκοφάντης, ο οποίος πληρωμε'νος από την αγγλική ολιγαρχία, έκανε το ρωμαντικό απέναντι της γαλλικής επανάστασης, καθώς έκανε το φιλελεύθερο, πληρωμένος από τις Αποικίες της Βόρειας Αμερικής, απέναντι στην αγγλική ολιγαρχία, στις αρχές των αμερικανικών διενέξεων -ήταν ένας απλός αστός. «Ο/ νόμοι του εμπορίου, είναι νόμοι της φύσεως και επομένως νόμοι του Θεοϋ», (βλ. Edmond
Burke, [σ. 61]). Δεν είναι εκπληκτικό ότι πιστός στους νόμους του Θεοΰ και της φύσης, πουλιέται πάντα σ' όποιον προσφέρει τα περισσότερα. Βρίσκει κανείς στο έργο του Τούκερ, προτεστάντη παπά και συντηρητικού, αλλά κατά τ' άλλα τίμιου ανθρώπου και καταρτισμένου οικονομολόγου, έναν έξοχο χαρακτηρισμό του Edmond Burke, όταν έγινε φιλελεύθερος. Μπροστά στην επαίσχυντη έλλειψη χαρακτήρα που βασιλεύει σήμερα και χάρη στην οποία πιστεύει κανείς σταθερά στους νόμους του εμπορίου, είναι καθήκον μας να στιγματίζουμε τους ανθρώπους σαν τον Edmond Burke, που μόνο κατά το ταλέντο διακρίνονται από τους διαδόχους τους. 1 «Το κεφάλαιο», γράφει η Quarterly Review, αποφεύγει το θόρυβο και τη συζήτηση, είναι δειλό από φυσικού του. Είναι πολύ σωστό αυτό, αλλ' όχι απόλυτο. Το κεφάλαιο απεχθάνεται την απουσία κερδών και πολύ μικρών κερδών, ακριβώς όπως η φύση φοβάται το κενό. Μ' ένα ικανοποιητικό κέρδος, το κεφάλαιο ενθαρρύνεται.. Ας του εξασφαλίσει κάποιος το 10% και μπορεί να το χρησιμοποιήσει παντού, με το 20% ζωηρεύει, με το 50% γίνεται θετικά παράτολμο, με το 100% καταπατεί όλους τους ανθρώπινους νόμους, και με το 300% δεν υπάρχει πια έγκλημα που να μην τολμά, έστω και αν κρεμαστεί. Όταν ο θόρυβος και η συζήτηση μπορούν να φέρουν κέρδη, τότε τα ενθαρρύνει και τα δύο. Το λαθρεμπόριο και το εμπόριο των Μαύρων (βλ. Τ. J. Dunning, [σ. 36]).
VIL Ιστορική
φάση της
καπιταλιστικής
συσσώρευσης
Με τί ισοδυναμεί η αρχική συσσώρευση του κεφαλαίου, όηλαόή η ιστορική του γένεση; Ό σ ο δεν είναι η άμεση μετατροπή των δούλων ή των δουλοπάροικων σε μισθωτούς, επομένως μια απλή αλλαγή μορφής, σημαίνει απλά την απογύμνωση του άμεσου παραγωγού, δηλαδή τη διάλυση της ατομικής ιδιοκτησίας, που βασίζεται στην προσωπική εργασία. Η ατομική ιδιοκτησία, ως αντίθεση της κοινωνικής και κολεκτιβίστικης ιδιοκτησίας, υπάρχει μόνο εκεί που τα μεσα παραγωγής και εργασίας και οι εξωτερικοί όροι της εργασίας ανήκουν σε ιδιώτες. Αλλά η ατομική ιδιοκτησία αλλάζει μορφή ανάλογα με το αν αυτοί οι ιδιώτες είναι οι εργαζόμενοι ή οι μη εργαζόμενοι. Οι αναρίθμητες αποχρώσεις που παρουσιάζει εκ πρώτης όψεως δεν αντανακλούν παρά τις ενδιάμεσες καταστάσεις που περιλαμβάνονται ανάμεσα σ' αυτά τα δύο άκρα. Η ατομική ιδιοκτησία του εργάτη στα μέσα της παραγωγής του, είναι ο αναγκαίος όρος της μικρής βιομηχανίας κι αυτή είναι ο απαραίτητος όρος της ανάπτυξης της κοινωνικής παραγωγής και της ελεύθερης ατομικότητας του ίδιου του εργάτη.
106
Είναι αλήθεια ότι αυτό το σύστημα παραγωγής υπάρχει επίσης και στη δουλεία, στη δουλοπαροικία, αλλά και σε άλλα καθεστώτα εξάρτησης. Όμως δεν ευδοκιμεί, δεν αναπτύσσει όλη του τη δραστηριότητα και δεν αποκτά την πλήρη κλασική μορφή, παρά μόνο εκεί όπου ο εργάτης είναι ελεύθερος προσωπικός ιδιοκτήτης των συνθηκών εργασίας, που τις καθορίζει ο ίδιος, όπου ο χωρικός κατεχει τον αγρό που καλλιεργεί, ο τεχνίτης το εργαλείο που μεταχειρίζεται σαν είδος. Αυτό το σύστημα παραγωγής, προϋποθέτει τον τεμαχισμό του εδάφους και των άλλων μέσων παραγωγής. Μαζί με τη συγκέντρωση των μέσων αυτών, αποκλείει τη συνεργασία, τον καταμερισμό της εργασίας, στην ίδια τη λειτουργία της παραγωγής, την κυριαρχία και τον κανονισμό της φύσεως από τον άνθρωπο, την ελεύθερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας. Συμβιβάζεται μονάχα με μια παραγωγή και με μια κοινωνία στενά και (ρυσικά περιορισμένες. Το αν θέλει κανείς να το διαιωνίσει, αυτό θα ισοδυναμούσε, καθώς παρατηρεί πολύ ορθά ο Πεκέρ, με το να «θεσπισθεί η γενική μετριότητα.» Όταν φτάσει σ' έναν ορισμένο βαθμό ανάπτυξης, παράγει ο ίδιος τα υλικά μέσα της ίδιας του της καταστροφής. Από τη στιγμή αυτή, στους κόλπους της κοινωνίας, κινούνται δυνάμεις και πάθη που αισθάνονται να είναι δεμένα μαζί του. Πρέπει να καταστραφεί και καταστρέφεται πράγματι. Αυτή η καταστροφή, η μεταβολή των ατομικών και διεσπαρμένων μέσων παραγωγής σε μέσα συγκεντρωμένα από την κοινωνία, η μετατροπή της μικροϊ-
107
διοκτησίας, που α ν ή κ ε ι σε πολλά άτομα, σε τεράστια ιδιοκτησία ολίγων, η απογύμνωση της μεγάλης λαϊκής μάζας, που της αρπάζουν τα κτήματα, τα μέσα συντήρησης της και τα εργαλεία της εργασίας της, αυτή ακριβώς η τρομερή και δύσκολη αρπαγή της περιουσίας από τη λαϊκή μάζα, αποτελεί την προϊστορία του Κεφαλαίου (...). Περιλαμβάνει ολόκληρη σειρά από βίαιες μέθοδες, από τις οποίες εξετάσαμε μονάχα τις πιο σπουδαίες, ως μέθοδες της πρωταρχικής συσσώρευσης. Η αρπαγή των περιουσιών από τους άμεσους παραγωγούς γίνεται με τον πιο αλύπητο βανδαλισμό και με την ώθηση των πιο άτιμων, των πιο χυδαίων, των πιο κακούργων και των πλέον μισητών παθών. Η ατομική ιδιοκτησία, η οποία αποκτήθηκε με την προσωπική εργασία, και που τη δημιούργησε το ελεύθερο, πράγματι, άτομο, συνταυτιζόμενο, κατά κάποιο τρόπο, με τα μέσα εργασίας του, κάνει θέση στην ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία που βασίζεται στην εκμετάλλευση της εργασίας του άλλου, που είναι φαινομενικά μόνο ελεύθερη\ Από την ώρα που αυτή η λειτουργία μετατροπής αποσυνθέτει αρκετά, ουσιαστικά και τυπικά, την παλιά κοινωνία, από τη στιγμή που οι εργάτες μετατράπηκαν σε προλετάριους, και οι όροι της εργασίας τους σε Κεφάλαιο, από τη στιγμή που το σύστημα της καπιταλιστικής παραγωγής αρκείται στον εαυτό του, η προοδευτική κοι^ Είμαστε σήμερα ολωσδιόλου σε μια νέα κατάσταση της κοινωνίας... τείνουμε να χωρίσουμε κάθε είδους ιδιοκτησία από κάθε είδους εργασία. (Βλ. Sismondi: Nouveaux principles de rEconomie Politique, [τόμ. II, σ. 434]).
108
νωνικοποιηση της εργασίας και η συνακολουθούσα μετατροπή της γης και των άλλων μέσων παραγωγής σε μέσα παραγωγής κοινά, γιατί εκμεταλλεύονται πλέον κοινωνικά, και επομένως η απογύμνωση των ατομικών ιδιοκτητών, παίρνουν μια νέα μορ(ρή. Αυτή η απογύμνωση ενεργείται με τους νόμους που είναι έμςρυτοι σ' αυτήν την καπιταλιστική παραγωγή, με το συγκεντρωτισμό των κεφαλαίων. Κάθε καπιταλιστής σκοτώνει πολλούς άλλους. Εφάμιλλα προς αυτόν το συγκεντρωτισμό ή την απογύμνωση πολλών καπιταλιστών από λίγους, αναπτύσσονται η συνεργατική μορφή -σε μια κλίμακα όλο και αυξανόμενη- της λειτουργίας της εργασίας, η λογική εφαρμογή της επιστήμης στην τεχνική, η συστηματική εκμετάλλευση του εδάφους, η μετατροπή των ατομικών μέσων εργασίας σε μέσα που μόνο από κοινού μπορούν να χρησιμοποιηθούν, η οικονομία όλων των μέσων παραγωγής με τη χρησιμοποίησή τους ως μέσων παραγωγής μιας συνδυασμένης κοινωνικής εργασίας, η είσοδος όλων των λαών στο δίκτυο της παγκόσμιας αγοράς, και, επομένως, ο διεθνής χαρακτήρας του καπιταλιστικού καθεστώτος. Ό σ ο ελαττώνεται ο αριθμός των μεγάλων καπιταλιστών που προαγοράζουν και μονοπωλούν όλα τα πλεονεκτήματα αυτής της λειτουργίας μετατροπής, βλέπουμε να μεγαλώνει παράλληλα και η αθλιότητα, η κατάπτωση, η δουλεία, ο εκφυλισμός, η εκμετάλλευση, αλλά και να διογκώνεται η εξέγερση της εργατικής τάξης, που μεγαλώνει αδιάκοπα και που ορθώθηκε, ενωμένη, οργανωμένη, απ' αυτό το μηχανισμό της λειτουργίας της καπιταλιστικής παραγωγής.
109
To μονοπώλιο του Κεφαλαίου γίνεται εμπόδιο στο παραγωγικό σύστημα που αναπτύχθηκε μαζί του, αλλά και εξαιτίας του. Ο συγκεντρωτισμός των μέσων παραγωγής και η κοινωνικοποίηση της εργασίας, ςρτάνουν σ' ένα σημείο όπου δεν συμβιβάζονται πια με το καπιταλιστικό τους κάλυμμα (ένδυμα) και τα «σπάνε». Η τελευταία ώρα της καπιταλιστικής ατομικής ιδιοκτησίας εσήμανε. Οι απογυμνώσαντες θα απογυμνωθούν κι αυτοί με τη σειρά τους. Το σύστημα της καπιταλιστικής ιδιοποίησης, που απορρέει από το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής και, επομένως, η καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία, αποτελούν την πρώτη άρνηση της ατομικής ιδιοκτησίας, που στηρίζεται στην προσωπική εργασία. Αλλά μαζί με το μοιραίο μιας φυσικής λειτουργίας, η καπιταλιστική παραγωγή γεννά την ίδια της την άρνηση. Είναι η άρνηση της άρνησης. Αποκαθιστά όχι την ιδιοκτησία, αλλά την ατομική ιδιοκτησία, που στηρίζεται στις κατακτήσεις της καπιταλιστικής περιόδου, στη συνεργασία και την κολεκτιβίστικη κατοχή της γης, και των μέσων παραγωγής που δημιουργήθηκαν με την ίδια την εργασία. Η μετατροπή της ιδιοκτησίας που στηρίζεται στην ίδια την εργασία των ατόμων, και είναι τεμαχισμένη, σε καπιταλιστική ιδιοκτησία, αποτελεί φυσικά μια πράξη πολύ μεγαλύτερη και πιο σκληρή, αλλά και πιο δύσκολη από τη μετατροπή σε κοινωνική ιδιοκτησία της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η οποία πραγματικά στηρίζεται ήδη σε ένα κοινωνικό σύστημα παραγωγής.
no Εκε( επρόκειτο για την αφαίρεση της περιουσίας της λαϊκής μάζας από μερικούς άρπαγες. Εδώ πρόκειται για την αφαίρεση της περιουσίας μερικών αρπάγων από τη λαϊκή μάζα\
«Η πρόοδος της βιομηχανίας, που πραγματοποιεί η αοτική τάξη, χωρίς να το θέλει και χωρίς να μπορεί ν' αντισταθεί α' αυτό, αντικαθιστά την απομόνωση των εργατών, που δημιούργησε ο συναγωνισμός, με την επαναστατική τους ένωση, που δημιούργησε ο συνεταιρισμός. Ό σ ο , λοιπόν, αναπτύσσεται η μεγάλη βιομηχανία, η αστική τάξη βλέπει να εξαφανίζεται κάτω από της πόδια της η βάση πάνω στην οποία παράγει και ιδιοποιείται τα προϊόντα. Παράγει προ πάντων τον ίδιο της το νεκροθάςπη. Η εξαφάνιση της χαι ο θρίαμβος του προλεταριάτου είναι επίσης αναπόφευκτα (...). Απ' όλες τις τάξεις που βρίσκει σήμερα αντιμέτωπους της η αστική ΐΧί|η, μονάχα το προλεταριάτο είναι μια τάξη πραγματικά επαναστατική. Ό λ ε ς οι άλλες τάξεις εξασθενούν και χάνονται με τη μεγάλη βιομηχανία, της οποίας το προλεταριάτο είναι το ειδικό JlQoWv. Οι μεσαίες τάξεις, ο μικροβιομήχανος, ο μικρέμπορος, ο μικροβιοτέχνης, ο καλλιεργητής, όλοι πολεμούν την αστική τάξη γιο να διαφύγουν την καταστροφή και την εξαφάνιση (...), είναι βνΐΐόραστικοί, αφού ζητούν να στρέψουν, σε αντίθετη διεύθυνση, ΤΟ ρβΰμα της ιστορίας». (Βλ. Κ. Marx, Manifest der Kommunistliehen Partei, Λονδίνο 1847, [σ. 9,11]).
Περιεχόμενα
Πρόλογος Περικλή Ροόάκη I. II. III.
7
Το μυστικό της πρωταρχικής συσσώρευσης
13
Η απογύμνωση του αγροτικού πληθυσμού
21
Αιματηρή νομοθεσία εναντίον εκείνων που στερήθηκαν την ιδιοκτησία τους από το τέλος του 15"*' αι. Νόμοι που επιδιώκουν την πτώση των εργατικών μισθών
53
IV.
Γενεση των καπιταλιστών εκμισθωτών της γης
69
V.
Αντίκτυπος της αγροτικής επανάστασης στη βιομηχανία. Ίδρυση της εσωτερικής αγοράς για το βιομηχανι-
VI. VII.
κό κεφάλαιο
75
Γένεση των βιομήχανων καπιταλιστών
83
Ιστορική φάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης
105