PIERRE ROUSSEL Καθηγητής Πανεπιστημίου Στρασβούργου
ΔΗΛΟΣ Η Πανίερη Νήσος Επιστημονική έρευνα βασισμένη στα κείμενα κα...
117 downloads
843 Views
882KB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
PIERRE ROUSSEL Καθηγητής Πανεπιστημίου Στρασβούργου
ΔΗΛΟΣ Η Πανίερη Νήσος Επιστημονική έρευνα βασισμένη στα κείμενα και τις αρχαιολογικές ανασκαφές. Με 30 εικόνες του Fr. Boissonnas.
Μετάφραση ΑΛΙΚΗ ΤΖΕΝ
P. ROUSSEL
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ TΩN ΕΛΛΗΝΩΝ 2
DELOS
PARIS, 1925
P. ROUSSEL
ΔΗΛΟΣ ΑΘΗΝΑ, 1990 Copyright® Α. ΧΑΡΙΣΗΣ
Η παρούσα έκδοση της επιστημονικής έρευνας του P. Roussel: ΔΗΛΟΣ βασίζεται στη γαλλική έκδοση του 1925. Το έργο είναι πλήρες με επιπρόσθετα στοιχεία τις ιστορικές σημειώσεις στο τέλος, που έγιναν απ' τον εκδότη, και ευρετήριο.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Χαρ.Τρικούπη 24
10679, ΑΘΗΝΑ τηλεφ. 3629623
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Συνεχίζοντας τη σειρά των βιβλίων με θέμα: «ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ», μετά την επιστημονική μελέτη του Δημ. Γουδή: «ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΟΣ», εκδίδομε το σπουδαίο πόνημα του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου Pierre Roussel: «ΔΗΛΟΣ». Είναι γνωστό ότι η Δήλος στάθηκε, για πολλούς αιώνες, στο κέντρο του ενδιαφέροντος τόσο των Ελλήνων όσο και των άλλων λαών της Μεσογείου. Ο Pierre Roussel ερεύνησε αυτό το θέμα, πολύπλευρα και διεξοδικά, με βάση τα στοιχεία που είχε και, χωρίς αμφιβολία, σύνθεσε ένα επιστημονικό έργο, δίνοντας, στο μέτρο του δυνατού, απαντήσεις στο αίνιγμα που κρύβει, εδώ και χιλιάδες χρόνια, η Ιερά νήσος Δήλος. Ο εκδότης ΑΠ. ΧΑΡΙΣΗΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Ο Pierre Roussel γεννήθηκε το 1881 στη Γαλλία, στην πόλη Νανσύ. Σπούδασε στο Λύκειο του Ερρίκου Δ' και στη συνέχεια στην Ecole Normale Superieure (1901-1904). To 1905, έρχεται στην Ελλάδα, ως μέλος της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών και συμμετέχει στις ανασκαφές της Δήλου (1906-12). Το 1916, γίνεται διδάκτωρ φιλολογίας και δύο χρόνια αργότερα (1918), υφηγητής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπορντώ. Την περίοδο αυτή δημοσιεύει τις μελέτες του: «Οι αιγυπτιακές λατρείες στη Δήλο», 1917, «Η Δήλος ως αθηναϊκή αποικία», 1917. Την επόμενη χρονιά (1919), καταλαμβάνει έδρα στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου, ως καθηγητής της ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας. Τη θέση αυτή θα τη διατηρήσει μέχρι το 1925, οπότε έρχεται και πάλι στην Αθήνα, ως Διευθυντής της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών. Με τον ερχομό του στην Ελλάδα δημοσιεύει τη μελέτη του «Δήλος», 1925. Στην Ελλάδα ο Pierre Roussel ανάπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα πάνω στην επιστήμη του ενώ, παράλληλα, δεν έκρυβε τα φιλελληνικά του αισθήματα. To 1928 δημοσιεύει την ερευνά του: «Η Ελλάς και η Ανατολή από τους Μηδικούς πολέμους μέχρι της Ρωμαϊκής κατακτήσεως», ενώ η αξιολογότατη μελέτη του για τη Σπάρτη (Sparte) κυκλοφορεί ολοκληρωμένη το 1939. Η Ακαδημία Αθηνών, τιμώντας την επιστημονική προσφορά του Pierre Roussel, τον εκλέγει, το 1940, αντεπιστέλον μέλος. Στη διάρκεια της πολύχρονης ερευνητικής του προσπάθειας ο Pierre Roussel δημοσίευσε διάφορες εργασίες του, σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά, όπως: «Η Συμπολιτεία των Νησιωτών», «Οι Αθηναίοι στις Δήλιες επιγραφές», «Οι Αιτωλοί επιμελητές στη Δήλο», κ.α, ενώ τύπωσε μέρος των Δηλίων επιγραφών (Inscriptiones Graecae, τομ. ΙΑ', τευχ. 4.) και παρουσίασε τους λόγους του Ισαίου, με παράλληλη μετάφραση στη γαλλική, στις εκδόσεις Γουλιέλμου Μπυντέ Ο Pierre Roussel πέθανε στη Γαλλία, το 1945.
Ι. Η Δήλος και οι Κυκλάδες Ή Δήλος, που τη δόξα της ύμνησαν τόσοι ποιητές, αμιλλόμενοι ο ένας τον άλλον, τώρα είναι ένα ερημονήσι, που έχει χάσει ακόμα και το ίδιο της το όνομα. Οι Έλληνες, της σήμερον, αποκαλούν με κοινή ονομασία δύο γειτονικές στεριές: την αρχαία Δήλο και την αρχαία Ρήνεια, που χωρίζονται μόνο από ένα στενό δίαυλο. Είναι οι δύο Δήλοι (στα νεοελληνικά οι Δήλες). Και επειδή η επιφάνεια της Ρήνειας είναι, κατά πολύ, πιο υπολογίσιμη, η ιστορική Δήλος έχει πια γίνει, για τον κόσμο, η «μικρή Δήλος». Αν, βέβαια, λάβουμε υπόψη, αναλογικά, τις γεωγραφικές συνθήκες, δεν φαίνεται και τόσο περίεργη η σημερινή εγκατάλειψη της Δήλου απ' την αρχαία της φήμη. Είναι ένα μικροσκοπικό νησί, μια λεπτή γλώσσα ξηράς εκτεινόμενη από Βορρά προς Νότο, την οποία μπορούμε να εγγράψουμε σε ένα ορθογώνιο μήκους 6 χιλιομέτρων και πλάτους 1300 μέτρων. Οι ακτές, συνήθως απόκρημνες και βραχώδεις, φαγωμένες απ' τη διάβρωση, που ξεκίνησε από χιλιετίες, πρόσφεραν, προσωρινά μόνο, καταφύγια, έως ότου ο άνθρωπος ήρθε να τους δώσει ζωή. Το έδαφος, από γρανίτη και γνεύσιο*, είναι τραχύ και ανώμαλο, ανάγλυφο, που στερείται μεγαλείου. Ο συμπαγής όγκος του νησιού, ο Κύνθος, θεώμενος απ' τη θάλασσα, φαίνεται, σαφώς, να έχει κάποια βαρύτητα. Ωστόσο, η πιο υψηλή κορυφή του δεν υπερβαίνει τα 112 μέτρα. Τα μικρά ρεύματα, που κατηφορίζουν προς τη θάλασσα, κάθετα στον μεγάλο άξονα του νησιού, τροφοδοτούνται μόνον απ' τις βροχές. Η μόνη φλέβα νερού, που η κοίτη της χαράκτηκε από κάποιο τοπικό συμβάν, με κατεύθυνση απ' τον Νότο προς τον Βορρά είναι ο Ινωπός ποταμός των αρχαίων ο οποίος έχοντας τις πηγές του στα νότια του Κύνθου, χυνόταν άλλοτε στον ορμίσκο του Σκαρδανά, αφού διέσχιζε έτσι 1200 μέτρα. Σήμερα, κάποιους μήνες του χρόνου, θα πρέπει, μάλλον, να είναι άνυδρος. 9
Από την κορυφή του Κύνθου αποκαλύπτεται, στο σύνολο της, αυτή η βραχώδης γη, η απογυμνωμένη και άνυδρη, που μια έσχατη ένδεια υπήρξε πάντα το θλιβερό «προικιό» της. Το βλέμμα ανοίγεται με ευχαρίστηση στον αστραφτερό ορίζοντα των Κυκλάδων. Απ' όλες τις πλευρές αναδύονται μεγάλα νησιά, απομεινάρια μιας αρχαίας ηπειρωτικής χώρας, της Αιγηίδας*, η οποία καταποντίστηκε απ' τις παλίρροιες. Στον Βορρά, στην προέκταση της Άνδρου, βλέπουμε την Τήνο, της οποίας οι υψηλές κορυφές καλύπτονται από μια νεφελώδη ζώνη, όποτε φυσά βορριάς· στα Ανατολικά, τη Μύκονο· τη Σύρο, στα Δυτικά, πέρα από τη Ρήνεια* στον Νότο τη Νάξο και την Πάρο, που έχουν σχήμα σαν το αέτωμα κάποιου ναού. Αν, πάντως, οφείλουμε να παραδεχθούμε πως η Σύρος έχει περισσότερους λόγους από τη Δήλο «να θεωρείται» ως το γεωμετρικό κέντρο όλου του νησιωτικού συμπλέγματος που φέρει το όνομα Κυκλάδες, ωστόσο, πρέπει ν' αναγνωρίσουμε ότι και οι αρχαίοι είχαν δίκιο να πιστεύουν ότι γύρω από τη Δήλο, το ιερό νησί, τ' άλλα νησιά συναθροίζονταν σ' ένα κύκλο ευλάβειας. Άραγε, η ευημερία που απολάμβανε η Δήλος δικαιολογείται από την προνομιακή της θέση, στη μέση του Αιγαίου πελάγους, δηλαδή σ' ένα είδος θαλασσινού σταυροδρομιού, όπου, όπως είναι φυσικό, έπρεπε τα διερχόμενα πλοία να σταματήσουν και να αναζητήσουν μια ανάπαυλα στη μέση της πορείας τους, ένα καταφύγιο για τις καταιγίδες, οι οποίες ξεσπούσαν, τόσο συχνά, αιφνίδιες και σ' αυτές τις περιοχές; Αλλ' όμως, παρ' όλο που συμπεριλαμβάνουμε στις αιτιολογήσεις τους «γεωγραφικούς παράγοντες» και, μάλιστα, τους τοποθετούμε στη βάση της οικονομικής ανάπτυξης της Δήλου, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι πρέπει, κατά κύριο λόγο, να μνημονεύσουμε λόγους θρησκευτικούς και πολιτικούς. Η θρησκεία ήταν, πρωτίστως, εκείνη που δημιούργησε την περιουσία της Δήλου, αυτού του άγονου βράχου, του μέτριου λιμανιού. Όλοι ξέρουν πως το όνομα της συνδέεται στενά με το όνομα του Απόλλωνα: η παράδοση αναφέρει ότι εκεί γεννήθηκε ο θεός και τη χρησιμοποίησε ως διαμονή της αρεσκείας του. Το Ιερόν, όπου εκείνος κατοικούσε, έγινε ένα από τα περισσότερο τιμώμενα της Ελλάδας. Ναυτικοί και έμποροι δεν παρέλειπαν ποτέ να σταματούν εκεί για να εκφράσουν στον Απόλλωνα την ομολογία της αφοσίωσης τους. Ευσεβείς προσκυνητές πήγαιναν να προσφέρουν θυσίες, ενώ πληθώρα επισκεπτών έφερναν οι γιορτές που γίνονταν σε τακτικά 10
διαστήματα. Είναι προφανές πως σε κάθε εποχή που το εμπόριο δεν προστατεύεται από κάποιο σύστημα διεθνούς δικαίου, μπαίνει, κατά κάποιο τρόπο, κάτω από την προστασία της θρησκείας: επωφελείται από τις εκεχειρίες που γίνονται πριν από μεγάλες ιεροτελεστίες και από το απαραβίαστο του εδάφους, που είναι αφιερωμένο σε ένα θεό. Η θρησκευτική γιορτή με την εμποροπανήγυρη γίνεται διπλή γιορτή, όπου, σε συνθήκες απόλυτης ασφάλειας, γίνονταν οι συναλλαγές. Ο Ερμής δεν είναι ο μοναδικός προστάτης των εμπόρων. Στη Δήλο ο Απόλλων τους υποδέχεται καλοπροαίρετα στον ναό του, πράγμα που συνεπάγεται ένα πάρα πολύ μεγάλο κέρδος για το νησί που τόσο αγάπησε ο θεός. Οι πολιτικοί λόγοι έρχονται να προστεθούν στους θρησκευτικούς: θα εμφανίζονται ολοκάθαρα, καθώς εξετάζουμε την ιστορία της Δήλου. Θα καταλάβουμε πώς μια περιοχή, διόλου προικισμένη, έγινε, για κάποιο διάστημα, το πιο πλούσιο εμπορικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου. Αυτή η εκπληκτική ανάπτυξη, την οποία επιβεβαιώνουν οι αρχαίοι συγγραφείς, δεν έγινε, βέβαια, σε μια μέρα: έφτασε στο αποκορύφωμα της μια συγκεκριμένη εποχή, προς το τέλος του δεύτερου αιώνα π.Χ. και τις αρχές του πρώτου. Μπορούμε να παρακολουθήσουμε το παιχνίδι των συγκυριών που στάθηκαν αποφασιστικές για αυτήν την ανάπτυξη. Πάντως, πρέπει σαφώς να ομολογήσουμε ότι η αρχική αιτία όλης της μετέπειτα εξέλιξης παραμένει μυστηριώδης: χάνεται στο μακρινό παρελθόν. Καθόλου δεν μας παραξενεύει το ότι ένα περίφημο ιερό έγινε μεγάλο εμπορικό λιμάνι- όμως, σε ποια τύχη οφείλει η Δήλος τη θρησκευτική της ακτινοβολία; Οι θρύλοι, που αφηγούνται το ξεκίνημα της λατρείας του Απόλλωνα από τη Δήλο, δείχνουν, σε κάποιο βαθμό, πως από νωρίς είχε τεθεί το αναπάντητο αυτό ερώτημα. Γύρω από όλα τα μεγάλα ιερά της Ελλάδας άνθισε μια πληθωρική λογοτεχνία που μνημόνευε τις σχετικές παραδόσεις. Για τις επίσημες γιορτές οι ποιητές συνέθεταν ύμνους όπου, πάντοτε, συνήθιζαν να αναφέρουν το μυθολογικό παρελθόν. Για τη Δήλο πουθενά δεν φαίνεται να έχει προσφερθεί στη φαντασία τους κάποιο πλούσιο υλικό: ήταν υποχρεωμένοι να αφηγούνται, ασταμάτητα, τα ίδια και τα ίδια για τη γέννηση του Απόλλωνα, για την οποία υπερηφανευόταν το νησί. Κατά τον 8ο ή τον 7ο αιώνα π.Χ., κάποιος Ίωνας από τη Χίο, στο 11
πρόσωπο του οποίου οι αρχαίοι ήθελαν να «αναγνωρίσουν» τον Όμηρο, συνθέτει ένα ύμνο για τη δόξα του Δηλίου Απόλλωνα*. Μας αφηγείται πως η μητέρα του θεού, η Λητώ, έχοντας συλλάβει από τα καμώματα του Δία, κυνηγήθηκε από την οργή της Ήρας, της νόμιμης συζύγου του αφέντη του Ολύμπου. Καθώς πλησίαζε να γεννήσει, κανένας τόπος δεν ήθελε να της δώσει άσυλο· στην απελπισία της απευθύνθηκε στη Δήλο, η οποία με ταπεινοφροσύνη της απάντησε: «Λητώ, μετά χαράς θα σου έδινα καταφύγιο για να γεννήσεις τον θεό - γιό σου διότι η φήμη μον ανάμεσα στους ανθρώπους είναι εξοργιστικά κακή, ενώ από δω και μπρος θα αποκτήσω μεγάλη δόξα. Όμως, έχω ένα φόβο... Ο Απόλλων θα είναι μια θεότητα αγέρωχη - λαμπρή. Χωρίς αμφιβολία, θα περιφρονήσει το νησί με το βραχώδες έδαφος, όπου θα πρωτοδεί το φως της μέρας, και με μια κλωτσιά θα το ξαναβυθίσει μέσα στη θάλασσα .» Οπότε, η Λητώ δεσμεύτηκε επίσημα, στο όνομα του γιου της: εκείνος θα τιμήσει από όλα τα νησιά πιο πολύ τη Δήλο και ο Βωμός και το Ιερό του θα βρίσκονται πάντοτε εκεί. Η συμφωνία έκλεισε: ο Απόλλων γεννήθηκε και η Δήλος με θαυματουργική μεταμόρφωση γέμισε χρυσάφι και λουλούδια. Το ίδιο αυτό θέμα δόθηκε με άπειρες παραλλαγές. Ο Καλλίμαχος, ένας Αλεξανδρινός ποιητής του 3ου αι. π.Χ., μας έχει διασώσει την ανάμνηση μιας από αυτές τις παραλλαγές, της πιο γνωστής: η Δήλος πριν προσφέρει άσυλο στη Λητώ, περιπλανιόταν πάνω στη θάλασσα, άθυρμα των ρευμάτων και των ανέμων. Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, βγήκε από τα κύματα** ,όταν την σήκωσε ο Δίας ή ο Ποσειδώνας, για να υποδεχτεί τη μητέρα που ήταν σε δύσκολη θέση. Είναι, ασφαλώς, μάταιο να ερμηνεύσουμε περισσότερο ή λιγότερο ορθολογικά αυτούς τους θρύλους, μήπως τυχόν αναγνωρίσουμε σ' αυτούς μια σελίδα γεωλογικής ιστορίας. Πουθενά δεν μας αποκαλύπτουν πώς η Δήλος αναδύθηκε μια μέρα στο κέντρο των Κυκλάδων, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πρώτων ανθρώπων που τις κατοικούσαν ερμηνεύουν, ωστόσο, απλώς την έκπληξη που δοκίμασαν οι άνθρωποι, όλων των εποχών, διαπιστώνοντας την αναμφισβήτητη αντίθεση ανάμεσα στην τύχη που η Δήλος οφείλει στην παρουσία του Απόλλωνα και στο πεπρωμένο, που φαινόταν να της επιφυλάσσει η φύση. Σήμερα γνωρίζουμε ότι στα νησιά του Αιγαίου, τη δεύτερη χιλιε-
τία π.Χ., πολύ πριν απ' την εποχή που δέχτηκαν ελληνικούς πληθυσμούς, άνθισε ένας λαμπρός πολιτισμός που συγγενεύει με εκείνον που μας αποκάλυψαν οι ανασκαφές στην Κρήτη. Η Δήλος φαίνεται πως είχε συμμετοχή σ' αυτόν τον προελληνικό πολιτισμό: είχε σχέσεις με την Κρήτη και πέρα από την Κρήτη με την Αίγυπτο, ενώ διαβλέπουμε ότι ασκήθηκαν στη Δήλο οι πιο διαφορετικές επιδράσεις. Έχουν ανακαλυφθεί εδώ τάφοι της μυκηναϊκής εποχής, και οι προϊστορικοί συνοικισμοί, που ανασκάφτηκαν στον Κύνθο ή στα βαθιά στρώματα του ιερού του Απόλλωνα, ίσως στέγασαν τους Κάρες, μια φυλή που, όπως μας αναφέρει ο Θουκυδίδης, αποίκισε, από τότε, τα περισσότερα νησιά. Άραγε, εκείνη τη μακρινή εποχή, η Δήλος ήταν ήδη θρησκευτικό κέντρο; Μήπως ο Απόλλων αντικατέστησε κάποιες από τις πανάρχαιες θεότητες, που η ισχύς τους αναγνωριζόταν ήδη από τους νησιώτες; Ευχαρίστως θα το πιστεύαμε, όμως, γνωρίζουμε ελάχιστα για την προϊστορία αυτή και τις αφετηρίες της λατρείας του Απόλλωνα για να μπορέσουμε να το βεβαιώσουμε. Δεν θα επιμείνουμε, συνεπώς, καθόλου στο μυθολογικό παρελθόν του νησιού αν και τα αρχαιολογικά ευρήματα το φωτίζουν ως ένα βαθμό, πράγμα που επιτρέπει να γίνονται γοητευτικές υποθέσεις. Η Δήλος πρέπει να παραμείνει και για μας αυτή που ήταν και για τους αρχαίους, δηλαδή το νησί του Απόλλωνα, που η οριστική του ιστορία αρχίζει κατά τον 8ο αι. π.Χ. Αλλά και αυτή η ιστορία θα ήταν συνοπτική, αν είχαμε στη διάθεση μας για να την καταγράψουμε μόνο τα στοιχεία που παρέχουν οι αρχαίοι συγγραφείς: θα μπορούσαμε, μόλις και μετά βίας, να τη σκιαγραφήσουμε, ενώ θα παρέμειναν αμφισβητήσιμες οι πιο σημαντικές ημερομηνίες. Όμως, η αρχαιολογική έρευνα, που συνεχίζεται εδώ και σχεδόν μισό αιώνα από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, έφερε στο φως μια πληθώρα στοιχείων, κάθε λογής, που επιτρέπουν όχι τόσο να καθορίζουμε ημερομηνίες ή να διαλευκάνουμε σκοτεινά σημεία, αλλά επιπλέον να περιγράψουμε τη θρησκευτική ζωή του ιερού νησιού και την οικονομική ζωή του εμπορικού νησιού, τοποθετώντας την πρώτη μέσα στα ιερά και τη δεύτερη μέσα στα εμπορικά κέντρα.
13
II. Η ιστορία της Δήλου μέχρι το 88 π.Χ. Ο «ομηρικός» ύμνος στον Δήλιο Απόλλωνα δεν έχει το αποκλειστικό χάρισμα να περιγράφει, με αρμονικούς στίχους, τη γέννηση του θεού: ένα απόσπασμα, του οποίου την αξία είχε ήδη αναγνωρίσει ο ιστορικός Θουκυδίδης, μαρτυρεί τη θρησκευτική σημασία της Δήλου, τουλάχιστον απο τον 7ο αι. π.Χ. Οι Ίωνες, οι οποίοι, από τα τέλη της πρώτης χιλιετίας π.Χ., είχαν εγκατασταθεί στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου πελάγους και στις δυτικές ακτές της Μικράς Ασίας, είχαν ως έθιμο να συγκαλούν σε τακτά διαστήματα, μεγάλες συναθροίσεις και να οργανώνουν στη Δήλο γιορτές* όπου, σύμφωνα με τα προσφιλή σε όλους τους ελληνικούς πληθυσμούς έθιμα, έκαναν γυμνικούς αγώνες και διαγωνισμούς μουσικούς. Ο ποιητής του ύμνου τονίζει με ενθουσιασμό τη λαμπρότητα του θεάματος που προσέφεραν αυτές οι περιοδικές συγκεντρώσεις όπου, προς τιμήν του θεού, γινόταν επίδειξη μεγάλης πολυτέλειας. Όμως, τα γοργά σκάφη που έφερναν τους Ίωνες και τις γυναίκες τους ήταν επίσης φορτωμένα με εμπορεύματα: γινόταν μεγάλο εμπόριο κατά τη διάρκει αυτών των γιορταστικών ημερών. Είναι πάρα πολύ πιθανό να ένωνε, από τότε κιόλας, τις Κυκλάδες κάποιος πολιτικός δεσμός. Αποτελούσαν μια συνομοσπονδία, της οποίας διακρίνουμε κυρίως τις θρησκευτικές εκδηλώσεις, που ήταν τόσο σημαντικές στη ζωή των αρχαίων, και η Δήλος ήταν το ομοσπονδιακό ιερό. Είναι ο ρόλος που θα παίξει, συχνά το νησί, στη διάρκεια των αιώνων. Σε κάθε περίπτωση, οι Δήλιοι δεν φαίνονται, σε καμιά χρονική στιγμή, να περιορίζονται στο να είναι μόνον οι πειθήνιοι φύλακες μιας περιοχής και κάποιων κτιρίων, όπου λάμβαναν χώρα, οι ομοσπονδιακές σύνοδοι. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, η ιστορία της Δήλου, απογυμνωμένη από το μεγαλείο, παίρνει δραματικό χαρακτήρα. Συμβαίνει, πολύ συχνά, σε μια συνομοσπονδία ένα Κράτος να 15
προσλαμβάνει ένα είδος πρωτοκαθεδρίας και να την παγιώνει με πομπώδεις και μεγαλοπρεπείς εκδηλώσεις. Τα κράτη, που αλληλοδιαδόχως εξασφάλιζαν την ηγεμονία στο Αιγαίο πέλαγος, ήθελαν πάντα να θέτουν τη Δήλο, κατά κάποιο τρόπο, υπό την κηδεμονία τους και από συμφέρον φρόντιζαν το ιερό του Δηλίου Απόλλωνα, ως προστάτη. Κατά τον 7ο και τον 6ο αι. π.Χ., διαπιστώνουμε ότι οι Νάξιοι ανήγειραν στη Δήλο πολυάριθμα κτίρια και επιβλητικά αναθήματα, μεταξύ των οποίων και ένα Απόλλωνα κολοσσιαίων διαστάσεων. Αυτό έγινε διότι η Νάξος γνώριζε τότε μεγάλη ευημερία και ο ισχυρός της στόλος της επέτρεπε να ασκεί την επιρροή της στα νησιά. Είναι πιθανό να διατήρησε αυτήν την υπεροχή, (η οποία φαίνεται ότι ήταν ειρηνική) μέχρι την εποχή όπου η Αθήνα, παρεμβαίνοντας στο παιχνίδι, εκδήλωσε βλέψεις, μάλλον επίφοβες. Δεν είναι δυνατόν να θεωρήσουμε εντελώς φανταστικές τις παραδόσεις που ενώνουν τη Δήλο με την Αττική μόνο και μόνο για να δικαιολογηθούν οι πολιτικές σκοπιμότητες. Οι πιο ξακουστές παραδόσεις θέλουν να καταφθάνουν στη Δήλο ήρωες, τη μνήμη των οποίων τιμούσαν οι Αθηναίοι: ο Ερνσίχθονας, γιος του Κέκροπα, είχε οδηγήσει στο νησί την πρώτη αποστολή που στάλθηκε από την Αττική, ο Θησέας, ο υποτιθέμενος ιδρυτής της Αθηναϊκής ΠόληςΚράτους, κατά την επιστροφή του από την Κρήτη, είχε καθιερώσει ένα ιερό χορό, ο οποίος, στους ιστορικούς χρόνους, συνέχιζε ακόμα να εξελίσσεται γύρω από το θυσιαστήριο του Απόλλωνα, με μυστηριώδεις κλυδωνισμούς*. Πολύ πριν σχηματίσει η Αττική κάποια πολιτική συνένωση, υπήρχαν σχέσεις ανάμεσα σ' αυτήν και τη Δήλο και ορισμένες φυλές, που κατοικούσαν εκεί και επέζησαν στη συνέχεια, διατηρούσαν ιδιαίτερους δεσμούς με τη Δήλο. Η Αττική υπήρξε το σημείο εκκίνησης της ιωνικής μετανάστευσης· κι από τις δύο πλευρές του Αιγαίου διατηρήθηκε η ανάμνηση που αναβίωνε με τις κοινές γιορτές που τελούσαν στη Δήλο. Η Αθήνα προσανατολιζόταν, ολοένα περισσότερο, στο να παρουσιάζεται ως η μητρόπολη των Ιώνων και ήδη, από τότε, προσδοκούσε να θέσει τη Δήλο κάτω από την κυριαρχία της, ώστε να εξασφαλίσει την πολιτική και θρησκευτική της ηγεμονία. Η πρώτη απόπειρα είχε γίνει το δεύτερο μισό του έκτου αιώνα π.Χ., την εποχή του τυράννου Πεισίστρατου, πατέρα αυτής της πολιτικής των μεγάλων οραμάτων: είναι βέβαιον ότι εκείνος συνέλαβε το σχέδιο να επιβάλει την εξουσία της Αθήνας στις Κυκλάδες. Στη 16
Δήλο εκδήλωσε αυτήν την επιθυμία για κυριαρχία με μια πράξη, το ακριβές μέγεθος της οποίας δεν έχει εκτιμηθεί, που, όμως, αποδεικνύει τον εξουσιαστικό χαρακτήρα της παρέμβασης του: εξουσιοδοτημένος από το μαντείο των Δελφών, εξάγνισε το κομμάτι του νησιού, που είναι ορατό από τον ναό, μεταφέροντας αλλού όλους τους τάφους που βρίσκονταν εκεί*. Θα δούμε ότι το μέτρο αυτό ανανεώθηκε αργότερα, με πιο ριζοσπαστικό τρόπο. Ο Πεισίστρατος, ξαναζωντανεύοντας θρησκευτικά έθιμα, που ίσχυαν ήδη από την εποχή του Σόλωνα, δεν παρέλειπε να στέλνει, τακτικά, στη Δήλο αποστολές ή επίσημες θεωρίες. Αυτή, η πρώτη κηδεμονία της Αθήνας, εξαφανίστηκε κατά την περίοδο των ταραχών, που επακολούθησαν μετά την πτώση της τυραννίας. Κατά τη διάρκεια των Μηδικών πολέμων, οι Πέρσες εκδήλωσαν ευλαβέστατο σεβασμό προς τον Δήλιο Απόλλωνα και τον λαό που υπηρετούσε τη λατρεία του. Όμως, σύντομα, οι διαδοχικές τους ήττες, τους υποχρέωσαν να εγκαταλείψουν, στα χέρια των Ελλήνων, όλα τα νησιά του Αιγαίου. Έτσι, η Αθήνα, που είχε παίξει τον μεγαλύτερο ρόλο στις ήττες αυτές, καρπώθηκε τα μεγαλύτερα οφέλη. Επανίδρυσε, προς όφελος της, την αρχαία συνομοσπονδία ή ιωνική αμφικτνονία. Υπό την αιγίδα και σύντομα κατόπιν υπό την ηγεμονία της, οι νησιωτικές πόλεις μαζί με τις πόλεις της Μικρασιατικής ακτής συνενώθηκαν για να αντιστέκονται σε κάθε επιθετική επάνοδο της Περσίας, εχθρού έκτοτε κληρονομικού: είναι η Αττικο-δήλια αμφικτνονία, όπου η Αθήνα είναι επικεφαλής και η Δήλος το θρησκευτικό κέντρο (478 π.Χ.). Η ονομασία, η οποία ενώνει τα ονόματα των δύο Πόλεων - Κρατών και φαίνεται να τις θεωρεί ισότιμες, δεν πρέπει να μας ξεγελά: στην πραγματικότητα, η Δήλος έχει περιπέσει σε άμεση εξάρτηση από την Αθήνα. Το ομοσπονδιακό ταμείο, αρχικά, τοποθετήθηκε μέσα στον ναό του Απόλλωνα, όμως, η διαχείριση του γινόταν από Αθηναίους υπαλλήλους του δημοσίου. Στα 454 π.Χ., το μετέφεραν στην Αθήνα, με την αληθοφανή δικαιολογία πως έτσι το προστατεύουν από κάποια απόπειρα αρπαγής. Όμως, οι Αθηναίοι δεν έπαψαν να διατηρούν τη διαχείριση του ιερού της Δήλου, όπως και πριν. Χωρίς αμφιβολία, οι Αθηναίοι δεν φαίνονταν να ανακατεύονται καθόλου στις τοπικές υποθέσεις: η Πόλη - Κράτος της Δήλου διατηρούσε τους αξιωματούχους της και εξέδιδε διατάγματα. Όμως, οι Αθηναίοι ενεργούν σαν απόλυτοι άρχοντες, για όλα όσα αφορούν στη λα17
τρεία και τη διαχείριση του πλούτου των ιερών: είναι εκείνοι οι είδικευμένοι έφοροι του Απόλλωνα και κανονίζουν τις γιορτές κατά τη βούληση τους. Και στο όνομα της θρησκείας, επέβαλλαν στους κατοίκους της Δήλου σκληρή υποταγή. Στα 426 π.Χ., όλοι οι τάφοι που υπήρχαν στο νησί εκκενώθηκαν από το περιεχόμενο τους και καταστράφηκαν. Έθαψαν τους σκελετούς και τα ενταφιασμένα με τους νεκρούς κτερίσματα μέσα σε μια τεράστια τάφρο, που σκάφτηκε στην ακτή της Ρήνειας, του γειτονικού νησιού. Έκτοτε απαγορεύτηκε να αποθέτει κάποιος νεκρό στο έδαφος της Δήλου. Ένας ακόμα πιο αυστηρός νόμος θεσμοθετήθηκε επίσης: δεν μπορούσε κάποιος ούτε να γεννιέται ούτε να πεθαίνει στη Δήλο. Οι έγκυες γυναίκες που ήταν έτοιμες να γεννήσουν, οι ετοιμοθάνατοι που κόντευαν να ξεψυχήσουν, μεταφέρονταν στη Ρήνεια, σε οικήματα που τα ερείπια τους υπάρχουν ακόμα. Όταν, κατά τύχη, το κύμα εξέβραζε στην ακτή το πτώμα κάποιου πνιγμένου, ή άμα κάποιο ατύχημα προκαλούσε τον θάνατο, αναλάμβαναν ένα σχολαστικό εξαγνισμό. Αυτές οι αποφάσεις, που επικυρώνονταν, όπως συνηθιζόταν, από το μαντείο των Δελφών, παρέμειναν ισχυρές, παρ' όλες τις μεταλλαγές που διαφοροποίησαν το καθεστώς της Δήλου: ενώ, δηλαδή, οι Δήλιοι απέκτησαν την αυτονομία τους, δεν επεχείρησαν διόλου, όπως φαίνεται, να τις απαλείψουν. Το μέτρο που πήραν οι Αθηναίοι δεν είναι καθόλου σίγουρο αν στρεφόταν περισσότερο εναντίον των νεκρών παρά εναντίον των ζωντανών όμως, είναι βέβαιο, ότι οι Δήλιοι με δυσκολία υπέφεραν τις συνεχείς επεμβάσεις, αυτών των ξένων, στις υποθέσεις του θεού, στις οποίες επιθυμούσαν να έχουν αυτοί οι ίδιοι τον κύριο λόγο. Η εχθρότητα τους, συγκαλυμμένη ή απροκάλυπτη, ενοχλούσε την Αυτοκρατορική Πόλη - Κράτος, που δεν ανεχόταν καθόλου τις αντιρρήσεις. Στα 422 π.Χ., με το πρόσχημα της ιεροσυλίας, εξόρισε όλο τον πληθυσμό της Δήλου, ο οποίος κατέφυγε στη Μικρά Ασία. Κάποιος σατράπης του Μεγάλου Βασιλιά τους παραχώρησε άσυλο· όμως, εξαιτίας κάποιου από τους υπηκόους του, λιγότερο ανθρωπιστή, χάθηκαν, από προδοσία, οι επιφανέστεροι των Δηλίων. Οι υπόλοιποι μπόρεσαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, την επόμενη κιόλας χρονιά· οι Αθηναίοι, μας λέει ο Θουκυδίδης, έδωσαν την άδεια για την επιστροφή τους, τόσο εξαιτίας των ατυχιών του στρατού τους, όσο και για να ικανοποιήσουν τη θέληση του μαντείου των Δελφών. 18
Εκείνη την εποχή οι Αθηναίοι είχαν εμπλακεί στον Πελοποννησιακό πόλεμο όπου καταποντίστηκαν, μετά από λυσσώδη αγώνα και πολυάριθμες περιπέτειες*. Οι Δήλιοι εκμεταλλεύτηκαν αυτή την πανωλεθρία για να κερδίσουν την αυτονομία τους, με την υποστήριξη των Λακεδαιμονίων (γύρω στα 403 π.Χ.)· όμως, η ανεξαρτησία τους είχε σύντομη διάρκεια. Ήδη από το 394 π.Χ., περίπου, η Αθήνα, χωρίς να επανακτήσει την παλιά της αίγλη, μπόρεσε πάντως να αποκαταστήσει τα πράγματα σε σημείο ώστε να ξαναπατήσει πόδι στη Δήλο και να διαχειρίζεται και πάλι το ιερό του Απόλλωνα κάνοντας, ίσως, παράλληλα κάποιες παραχωρήσεις στον ντόπιο πληθυσμό. Αυτό το ίδιο καθεστώς διατηρήθηκε, σχεδόν, ολόκληρο τον 4ο αι. π.Χ., χωρίς ποτέ οι Δήλιοι να δεχθούν να υποταχθούν: θεωρούσαν προδότες όσους από τους συμπατριώτες τους τάσσονταν με το μέρος των Αθηναίων. Κατά τα 345 π.Χ., κάνουν έκκληση στο μεγάλο δικαστήριο των Αμφικτυόνων των Δελφών: διεξήχθη μια επίσημη δίκη, όπου ο διάσημος ρήτωρ Υπερίδης υποστήριξε τη θέση της Αθήνας, σε ένα λόγο που έμεινε ιστορικός. Ο Φίλιππος Β', βασιλιάς της Μακεδονίας, που είχε την πρωτοκαθεδρία στην Αμφικτυονία εκείνη την εποχή, δεν επιθυμούσε να έρθει σε ρήξη με τους Αθηναίους**, όπως συνέβη αργότερα. Έτσι, μια πολιτική, που ενδιαφερόταν ελάχιστα για τη δικαιοσύνη, αποστέρησε τους Δήλιους από τα δίκαια αιτήματα τους. Τέλος, στα 315 π.Χ., κατά τη διάρκεια των αγώνων που προκάλεσαν οι διάδοχοι του Αλεξάνδρου, η Δήλος απελευθερώθηκε από την κυριαρχία της Αθήνας, για ενάμισυ αιώνα. Ωστόσο, μόλις κατά το δεύτερο ήμισυ του τρίτου π.Χ. αιώνα, κατάφεραν οι Δήλιοι να αποκομίσουν το όφελος, που μπορούσαν να ελπίζουν, από την ανεξαρτησία τους. Η Δήλος ενσωματώνεται αρχικά, ως ομοσπονδιακό ιερό, σε μια Συνομοσπονδία Νησιωτών, η οποία ενώνει τις Κυκλάδες, και μετά, στις αρχές του τρίτου αιώνα, περνάει στην κηδεμονία των βασιλέων της Αιγύπτου, των Πτολεμαίων. Χωρίς αμφιβολία, η ομοσπονδιακή σύνοδος δεν διεκδικεί διόλου από τους Δήλιους άρχοντες, τους Ιέροπες (που είχαν διαδεχθεί τους Αθηναίους Αμφικτύονες), τη φύλαξη των θησαυρών του θεού ούτε τη διαχείριση της ιερής περιουσίας· όμως, η ίδια η ύπαρξη της Συνομοσπονδίας επιβάλλει ορισμένους περιορισμούς στην πλήρη και απόλυτη εξουσία που θέλουν να ασκήσουν οι Δήλιοι. Από την άλλη πλευρά, οι Πτολεμαίοι, οι οποίοι είχαν συνάψει συμμαχία με τη μεγάλη εμπορική δημο19
κρατία της Ρόδου, φροντίζοντας να μη βάλουν εμπόδια στο μονοπώλιο της, δεν έκαναν τίποτα για την οικονομιή ανάπτυξη της Δήλου, αν δεν την παρεμπόδισαν κιόλας. Όμως, κατά το 250 π.Χ., η Συνομοσπονδία των Νησιωτών διαλύεται και τα νησιά θα έχουν διαφορετική τύχη. Στη Δήλο οι βασιλείς της Μακεδονίας είναι εκείνοι που, από τότε, θα ασκήσουν την κυρίαρχη επίδραση. Με τη συνδρομή αυτών των προστατών, των οποίων η προστασία υπήρξε διακριτική και κάποτε και επωφελής, αλλά, όπως φαίνεται, κυρίως με την ίδια την προσπάθεια των Δηλίων, αρχίζει να προετοιμάζεται ο μετασχηματισμός της ιερής πόλης σε πόλη εμπορική. Μπορούμε να σταχυολογήσουμε στα έργα των αρχαίων συγγραφέων δυσφημιστικά σχόλια για τους Δήλιους: οι μεταγενέστεροι συγγραφείς τα έχουν υιοθετήσει με υπερβολική ανεκτικότητα. Μας λένε πως: οι Δήλιοι είναι τα παράσιτα του Απόλλωνα, οι σκουπιδιάρηδες του ναού, ανάλγητοι σκευοφύλακες αλλά και άπληστοι, οι οποίοι περιμένουν να ζήσουν από την απλοϊκή ευσέβεια των ξένων. Στους χαρακτηρισμούς αυτούς αποδίδουμε περιορισμένη αξιοπιστία. Η ίδια η σφοδρότητα του αγώνα, που διεξήγαγαν οι Δήλιοι κατά των Αθηναίων δείχνει κάποιο χαρακτήρα· ωστόσο κι αν ακόμα τον απορρίψουμε, επειδή, ίσως, οι εξεγέρσεις τους εξηγούνται από την περιορισμένη μερίδα κέρδους, που ήθελαν να τους επιβάλλουν οι δυνάστες τους, πρέπει τουλάχιστον να αναγνωρίσουμε πως, όταν απελευθερώθηκαν, δεν περιορίστηκαν καθόλου στη συγκομιδή, με οκνηρία, των άμεσων ευεργημάτων που μπορούσαν να αποκομίσουν από την πληθώρα των προσκυνητών. Είναι αξιοσημείωτο ότι, από τη στιγμή που η προσπάθεια τους δεν πολεμήθηκε πια από κάποιο ξένο έλεγχο κακόπιστο και ενοχλητικό, η πρόοδος της Δήλου εκδηλώνεται με πολλαπλές ενδείξεις. Ανάμεσα στα μέσα του τρίτου αιώνα και τις αρχές του δεύτερου, η Δήλος έχει ήδη γίνει ένας σημαντικός εμπορικός σταθμός: το λιμάνι ανοίγεται σε ευρύ εμπόριο και εξυπηρετεί μια αγορά ολοένα περισσότερο πολυπληθή. Οι σχέσεις Δήλου και Μακεδονίας ήταν ιδιαίτερα ζωηρές: οι βασιλείς της Μακεδονίας μόχθησαν να κάνουν το νησί κέντρο εμπορίας δημητριακών και εκεί έρχονταν οι πράκτορες τους να βρουν το σιτάρι της Χερσονήσου και της Νουμιδίας για να εφοδιάζουν τις επαρχίες του βασιλείου τους. Και τα άλλα κράτη του Αιγαίου προμηθεύονταν από εκεί, αλλά και οι έμποροι της Μικράς Ασίας, της Συρίας ή της Αιγύπτου γνώριζαν τον δρόμο της
Δήλου. Ο πληθυσμός αυξάνεται τόσο πολύ, ώστε δεν παύει να ανεβαίνει το ενοίκιο των σπιτιών, που οι κάτοικοι του νησιού κατοικούσαν. Ο πληθυσμός αυτός είναι κοσμοπολίτικος: εισάγει στο νησί του Απόλλωνα ξένες θρησκείες, τις οποίες δέχονται δυσμενώς στην αρχή, αλλά στο τέλος προσφέρουν επίσημη αναγνώριση. Τα πιο διαφορετικά στοιχεία συνθέτουν τον πληθυσμό του νησιού: δίπλα στους μικροέμπορους, μεγάλοι εφοπλιστές και μεγαλέμποροι αρχίζουν να εγκαθίστανται στη Δήλο. Οι ξένοι τραπεζίτες έχουν μια τόσο ισχυρή θέση, ώστε ακόμα και τα έσοδα του ιερού ταμείου περνούν από τα χέρια τους. Οι Δήλιοι υποχρεώνονται, όπως είναι φυσικό, να διατηρούν καλές σχέσεις με όλες τις μεσογειακές Δυνάμεις. Όντας κάτοικοι ενός ιερού νησιού, έχουν καθήκον και δικαίωμα να μένουν στο περιθώριο των διεθνών συγκρούσεων. Σε κάθε ευκαιρία διακηρύσσουν την ουδετερότητα τους: επειδή δεν έχουν τη δύναμη να την κάνουν σεβαστή, τουλάχιστο προσπαθούν να την κάνουν γνωστή. Και τότε, εμφανίζεται μια δυτική Δύναμη, που, με χρονική αφετηρία τις αρχές του δεύτερου π.Χ. αιώνα, αναλαμβάνει ένα κυριαρχικό ρόλο στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου: είναι η Ρώμη, της οποίας οι στόλοι δεν συναντούν κανένα αντίπαλο. Η Ρώμη και η Μακεδονία έχουν εχθρικές σχέσεις ανάμεσα τους, ακόμα και την εποχή όπου η εχθρότητα αυτή δεν ξεσπά σε ανοιχτή διαμάχη. Η Δήλος, χωρίς να κόβει τους δεσμούς που την ενώνουν με τον βασιλικό οίκο της Μακεδονίας, έχει καλές σχέσεις με τους Ρωμαίους: δέχεται τους αρχηγούς των ρωμαϊκών στόλων και εκείνοι αφιερώνουν προσφορές στον ναό του Απόλλωνα. Δίπλα στους ανατολίτες εμπόρους, εμφανίζονται μερικοί μεταπράτες που έρχονται από την Ιταλία, όμως, δεν έχουν ακόμα σπουδαία συμφέροντα στο νησί, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μια ενεργό παρέμβαση της Ρώμης, προς όφελος τους, και απ' το γεγονός αυτό να απειληθεί η ανεξαρτησία της Δήλου. Ωστόσο, το 166 π.Χ., όταν η Ρώμη κανόνισε τη διαφορά της με τον Περσέα, τον τελευταίο βασιλιά της Μακεδονίας, αφού κατέλυσε το μακεδόνικο βασίλειο, η Σύγκλητος υιοθέτησε το σχετικό αίτημα των Αθηναίων, στους οποίους δεν είχε ποτέ αφήσει να αμφισβητήσουν τα δικαιώματα που οι ίδιοι οι Ρωμαίοι διεκδικούσαν στη Δήλο: τους ξαναδίνει την κατοχή του νησιού και του ιερού του, χωρίς, όμως, το λιμάνι του, που επρόκειτο να γίνει ελεύθερο λιμάνι. Δεν είναι καθό21
λου χειρονομία αδιαφορίας ενός νικητή που ικανοποιεί κάποια, ενοχλητικά ίσως, αιτήματα, παραβιάζοντας τη δικαιοσύνη: κυρίως, και πρώτα απ' όλα, είναι μια εσκεμμένη απόφαση εκδίκησης. Εκδίκηση που δεν στρεφόταν, οπωσδήποτε, εναντίον των Δηλίων, που υπήρξαν απλώς τα θύματα, αλλά εναντίον των Ροδίων, των οποίων η στάση, κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά του Περσέα, είχε προσβάλλει τη Ρώμη. Η δημιουργία ελεύθερης ζώνης στο λιμάνι της Δήλου ήταν μέτρο που στόχευε να πλήξει το εμπόριο της Ρόδου και μπορούμε να υπολογίσουμε την αποτελεσματικότητα αυτού του μέτρου από το τεράστιο έλλειμα που εμφάνισε, σε λιγότερο από δύο χρόνια, η ροδιακή οικονομία. Όμως, φάνηκε, από μια έμμεση συνέπεια, ότι η ανεξάρτητη κοινότητα των Δηλίων δεν μπορούσε να ζήσει, εφόσον έχανε τα έσοδα που αποκόμιζε απο την εκμετάλλευση του λιμανιού της· έτσι οι Ρωμαίοι, με απώτερο στόχο την εγκαθίδρυση νέου καθεστώτος, θυσίασαν ένα λαό, που δεν τους είχε κάνει κανένα κακό και με τον οποίο είχαν δημιουργήσει δεσμούς φιλίας, με μια ρητή πράξη. Λίγο αργότερα, η Σύγκλητος αποδέχτηκε ένα μέτρο, ακόμα πιο απάνθρωπο: την ώρα που Αθηναίοι και Δήλιοι βρίσκονταν σε αδιέξοδες διαμάχες, διέταξε τους Δήλιους να εκκενώσουν το νησί παίρνοντας μαζί τις περιουσίες τους. Οι Δήλιοι κατέφυγαν στην Αχαΐα· γνωρίζουμε ότι εκεί συνέχισαν να υποστηρίζουν τις διεκδικήσεις τους κατά των Αθηναίων, ενώ αργότερα χάνουμε τα ίχνη τους. Είναι πιθανό κάποιοι, ελάχιστοι εκπρόσωποι του αρχαίου πληθυσμού, να κατάφεραν να παραμείνουν στο νησί ή να επέστρεψαν αργότερα, με κάποια έκφραση ανοχής των κατακτητών. Όμως, η Δήλος, από τότε, είναι πια μια αποικία της Αθήνας. Πάντως, έχει ακόμα μια δική της ιστορία, ξεχωριστή, σε μεγάλο βαθμό,από εκείνη της μητρόπολης: είναι βασικά η ιστορία της οικονομικής της ανάπτυξης, που έμελλε να την κάνει κοινό εμπορικό κέντρο Ελλήνων και Ιταλών. Η ανάπτυξη αυτή, που κυρίως καθορίστηκε από την επέκταση του ιταλικού εμπορίου στις ανατολικές θάλασσες, σημαδεύτηκε από ορισμένα γεγονότα και ορισμένες ημερομηνίες, των οποίων η σπουδαιότητα είναι αναμφισβήτητη. Το 146 π.Χ., η Ρώμη κατέστρεψε την Καρχηδόνα, όπου σύχναζαν οι Σύριοι έμποροι· από τότε, μη έχοντας πια στη διάθεση τους αυτό το μεγάλο λιμάνι και μη έχοντας ακόμα συνάψει απευθείας σχέσεις με την Ιταλία, οι Σύριοι θα φέρνουν, για κάποιο διάστημα, τα προϊόντα τους
22
στα λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου. Αλλά, αυτήν την ίδια χρονιά του 146, το πιο διάσημο και πιο αρχαίο από τα λιμάνια αυτά (Κορίνθου) καταστράφηκε, πάλι, από τους Ρωμαίους: εφόσον η Κόρινθος έχει καταστραφεί, η Δήλος εισπράττει την πλούσια κληρονομιά της, όπως το έχει ήδη επισημάνει ο Στράβων. Τέλος, το 133 π.Χ., η Μικρά Ασία μετατρέπεται σε ρωμαϊκή επαρχία· ξέρουμε τον πλούτο αυτής της περιοχής και πώς τον εκμεταλλεύτηκε η Ρώμη. Προύχοντες και αξιωματούχοι, τραπεζίτες, μεγαλέμποροι, επιχειρηματίες κάθε είδους και κάθε διαμετρήματος, αλλά ίσης αρπακτικότητας, εισέβαλλαν στη νέα χώρα που προσφερόταν να την κατακτήσουν. Οι Κυκλάδες είναι κάτι σαν κόμβος των θαλασσινών δρόμων στην ανατολική Μεσόγειο: ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ασία σχηματίζουν ένα αναγκαίο σταθμό. Και απ' όλες τις Κυκλάδες το νησί, που μια ήδη μακρά παράδοση και η φήμη του ιερού του καθόριζε ως τόπο ανάπαυσης, σιγά-σιγά συγκέντρωσε όλο το εμπόριο. Οι Ρωμαίοι, λαός ευσεβής μαζί και πρακτικός, τιμούσαν τον Δήλιο Απόλλωνα όσο και οι Έλληνες και συμμορφώνονταν με τα έθιμα που, πριν από αυτούς, είχαν καθιερώσει οι ναυτικοί και οι έμποροι. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν, αμέσως μετά την εκδίωξη των Δηλίων, οι Αθηναίοι άποικοι, που τους υποκατέστησαν, έπαιξαν τον κύριο ρόλο. Σύμφωνα με την τότε πρακτική, ίδρυσαν μια μικρή δημοκρατία, μικρογραφία της αθηναϊκής δημοκρατίας. Έκαναν συνελεύσεις και εξέδιδαν διατάγματα· όμως, ήσαν υποταγμένοι σε μια στενή κηδεμονία. Η Αθήνα δεν έστελνε μόνο κυβερνήτη στο νησί, έστελνε, επίσης, αξιωματούχους επιφορτισμένους με τη διοίκηση των ιερών, άλλους που ασχολούνταν με την αγορά, το λιμάνι, το γυμνάσιο, μέχρι ακόμα και ιερείς, που ιερουργούσαν τις κυριότερες θρησκείες. Όλα αυτά τα πρόσωπα, που αντλούσαν τις εξουσίες τους από τη μητρόπολη, λογοδοτούσαν στις συνελεύσεις της Δήλου· ωστόσο, σε τελευταία ανάλυση, οι αληθινές τους ευθύνες υπήρχαν μόνο προς τη μητρόπολη. Η πολιτική δραστηριότητα των αποίκων, στο βαθμό που την αντιλαμβανόμαστε, περιοριζόταν στην ψήφο εγκωμίων και επιδοκιμασιών, ενώ, συχνά, ήταν απαραίτητη κάποια επιβεβαίωση. Σύντομα, έχασαν ακόμα και το αποκλειστικό προνόμιο αυτής της, τόσο περιορισμένης, δραστηριότητας. Πράγματι, την πρώτη γενιά των μεταναστών διαδέχτηκε μια άλλη, λιγότερο ομοιογενής και λιγότερο σταθερή. Αναπτύσσεται μια κίνηση πήγαιν'-έλα που πάει και φέρνει τους ανθρώπους από τη 23
Δήλο στην Αθήνα και αντιστρόφως, ενώ τα στοιχεία, που συνθέτουν τον αθηναϊκό πληθυσμό, ανανεώνονται αδιάκοπα. Στη θέση μιας μόνιμης και οργανωμένης κοινότητας, πιστεύουμε πως διακρίνουμε ένα πλήθος, κάπως ρευστό, αποτελούμενο από εμπόρους και επιχειρηματίες που έχουν συμφέροντα στον Πειραιά και στην Αθήνα όπως και στη Δήλο. Και ενώ με τον τρόπο αυτό η αθηναϊκή αποικία χάνει τη συνοχή της, διαρκώς μεγαλώνει ο αριθμός των ξένων, Ιταλών και Ανατολιτών. Η αρχαία συνέλευση των αποίκων αντικαθίσταται τότε από κάποια πιο ογκώδη συνάθροιση που περιλαμβάνει, πλάι στους Αθηναίους, τους «Ρωμαίους» (μια ονομασία, τη σημασία της οποίας θα δούμε μετά) και τους ξένους που χαρακτηρίζονται ως «Έλληνες», δηλαδή τους εμπόρους που είχαν μόνιμη ή προσωρινή διαμονή στη Δήλο. Αυτή ησύνθετη συνέλευση απονέμει τίτλους και αξιώματα στους άξιους , που έχουν τα προσόντα, δεν είναι ακριβώς πολιτικό όργανο· όμως, δίνει σε ένα κοσμοπολίτικο πληθυσμό ένα υποκατάστατο οργάνωσης. Μέσα σ' αυτόν τον ανάμεικτο πληθυσμό, οι Ιταλοί διακρίνονται από το συναίσθημα αλληλεγγύης που τους ενώνει. Έρχονται από διάφορες περιοχές της Ιταλίας, ιδιαίτερα από τη νότιο Ιταλία. Η πολιτική τους κατάσταση διαφέρει όσο και η κοινωνική: υπάρχουν, ανάμεσα τους, Ρωμαίοι πολίτες, σύμμαχοι, Έλληνες της Νεάπολης ή του Τάραντα, υπάρχουν ελεύθεροι άνδρες, απελεύθεροι, σκλάβοι. Ασκούν διάφορα επαγγέλματα. Ωστόσο, οι Έλληνες τους έδωσαν κοινή επωνομασία: ονομάζονται «Ρωμαίοι», όλοι όσοι ήρθαν με την κάλυψη της Ρώμης και, κατά κάποιο τρόπο, συμμετέχουν στην τεράστια πολιτική συσπείρωση που έχει κέντρο τη Ρώμη. Σε κείμενα, που συντάχθηκαν στα λατινικά, αυτοί οι «Ρωμαίοι» αποκαλούν τους εαυτούς τους «Ιταλούς», όρο που αρχικά δεν σημαίνει παρά μια γεωγραφική ενότητα, όμως, εκτός Ιταλίας αποκτά ένα πιο ολοκληρωμένο νόημα. Αρχικά διαμοιράστηκαν σε ξεχωριστές οργανώσεις, ανάλογα με τον θεό που αναγνώριζαν ως προστάτη: Ερμαϊστές, Απολλωνιαστές, Ποσειδωνιαστές, δηλαδή μέλη αδελφοτήτων του Ερμή, του Απόλλωνα, του Ποσειδώνα. Αγνοούμε βάσει ποιών συγγενειών συσπειρώθηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο· όμως, διαπιστώνουμε πως οι οργανώσεις αυτές συνδέονταν μεταξύ τους, αφιέρωναν μνημεία από κοινού κι έφτασαν να συστήσουν ένα είδος κοινοπραξίας, με, αναμφίβολα, προσωρινή εντολή για· τα ομαδικά έργα. Οι Ιταλοί, επιχειρούν έτσι να εγκαθριδρύσουν μια, μάλλον αυτόνομη,
24
κοινότητα· με προέδρους και σχεδόν με τα προνόμια μιας νόμιμης πολιτείας. Χωρίς αμφιβολία, στη Δήλο δεν είχαν τον χρόνο να επεξεργαστούν ένα σύστημα οργάνωσης, που θα μπορούσε να προσδιοριστεί νομοθετικά: ωστόσο, επειδή ήταν ισχυροί, λόγω του αριθμού και της ενότητας τους, έπαιξαν ένα ρόλο του οποίου τη σημασία δεν υποτιμούμε. Εισήγαγαν τη γλώσσα τους, την ενδυμασία τους, αρκετές απο τις συνήθειες τους και συχνά δημιούργησαν Δίκαιο. Ο ελληνο-ανατολίτικος πληθυσμός είναι απεριόριστα πολύπλοκος: Αλεξανδρινοί, Σύριοι, Φοίνικες, Μικρασιάτες, σχηματίζουν μια παράξενη αποικία, αποτελώντας ένα σταθερό πληθυσμό εγκατεστημένο στη Δήλο, για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα. Οι ίδιες κατηγορίες απαρτίζουν το μεγαλύτερο μέρος του μετακινούμενου πληθυσμού. Προκαλεί, πάντως, την περιέργεια η αναφορά ατόμων που ήρθαν από μακρινές περιοχές: ένας κάτοικος της Γέρρας*, ένας Ναβαταίος**, δύο Μιναίοι***, τους οποίους, χωρίς αμφιβολία, έφεραν κατευθείαν από τις χώρες της καταγωγής τους τα μπαχαρικά, τα αρώματα και τα μυρωδικά. Άνθρωποι απ' την Τύρο, τη Σιδώνα, την Ασκάλων, την Αντιόχεια και τη Λαοδικία της Συρίας, την Ιεράπολη, τη Βηρυττό, την Αλεξάνδρεια, αφθονούσαν στη Δήλο. Όλοι αυτοί οι Ανατολίτες θεωρούνταν σαν Έλληνες: έπρεπε, χωρίς αμφιβολία, να μιλούν όλοι ελληνικά, γλώσσα του εμπορίου, διεθνώς αναγνωρισμένη, και να φέρουν ονόματα που συνήθως έχουν ελληνικό τύπο. Μερικές οργανώσεις δημιουργήθηκαν για να διασφαλίσουν τη λατρεία των παραδοσιακών θεοτήτων. Το θρησκευτικό πνεύμα ήταν η βασική αρχή των ενώσεων αυτών όμως, οι ανατολίτικες θρησκείες, συνήθως, ξεπερνούσαν το επίπεδο των εθνικών θρησκευτικών δοξασιών, έχοντας διεθνιστικές τάσεις. Οι αδελφότητες ανοίγονται ευρύτατα στους πιστούς κάθε προέλευσης· ο αρχικός πυρήνας, που ίσως συγκροτήθηκε με βάση την κοινότητα της καταγωγής τους ή την ταυτότητα των επαγγελμάτων τους, χάνεται, λόγω της πληθώρας των πιστών που προσελκύονται από τη γοητεία μιας νέας θρησκείας. Ο ανατολίτικος πληθυσμός της Δήλου δεν εμφανίζει καμιά συνοχή, ώστε να αντιπαρατίθεται ενεργά προς την ρωμαϊκή αποικία, με την οποία διατηρεί ποικίλες σχέσεις. Πρέπει να κάνουμε ξεχωριστή μνεία για δύο οργανώσεις: την οργάνωση των Ηρακλειστών της Τύρου και εκείνη των Ποσειδωνιαστών της Βηρυττού. Τα μέλη και των δύο περιγράφονται ως μεγαλέ25
μποροι και εφοπλιστές· οι δύο οργανώσεις φαίνεται να είχαν ένα χαρακτήρα εθνικό όσο και επαγγελματικό. Η δεύτερη, της οποίας έχει ανακαλυφθεί το ίδρυμα, είναι η περισσότερο γνωστή· η έδρα της μπορούσε να είναι είτε ένα ιερό είτε ένα εμπορικό επιμελητήριο. Πάντως, τίποτα δεν δείχνει να έχουν συγκεντρώσει κεφάλαια για την επιδίωξη εμπορικών στόχων από κοινού, όλοι αυτοί οι χρηματιστές, οι εφοπλιστές, οι μεγαλέμποροι που είχαν συνενωθεί στην οργάνωση. Στη Δήλο είχαν καταφέρει να υπάρχουν εταιρίες, τέτοιας μορφής, όπου οι έμποροι της Ανατολής και της Ιταλίας συνένωναν τα συμφέροντα τους. Είναι επίσης, πιθανό, πολλοί Ιταλοί, εγκατεστημένοι στη Δήλο, κυρίως απελεύθεροι, να ήσαν αντιπρόσωποι μεγάλων επιχειρήσεων. Όμως, τα ελάχιστα διαφωτιστικά ντοκουμέντα που διαθέτουμε, δεν επιτρέπουν να προσδιορίσουμε το καθεστώς, κάτω από το οποίο αναπτύχθηκε η οικονομική δραστηριότητα της Δήλου. Η δραστηριότητα αυτή είναι οπωσδήποτε αναμφισβήτητη· μεταξύ του 100 και του 90 π.Χ., φτάνει στο αποκορύφωμα της. Έτσι διευκολύνει να διακόψουμε, προς το παρόν, την ιστορία της Δήλου - η οποία θα είναι πια απλώς η ιστορία της παρακμής της - για να προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε αυτό που υπήρξε η πόλη την εποχή της πιο μεγάλης της ευημερίας.
26
III. Τα Ιερά και η Πόλη της Δήλου Στη Δήλο υπήρχε μόνον ένας αστικός οικισμός. Βρισκόταν στο βόρειο μέρος του νησιού, στη δυτική ακτή, και κάλυπτε μια μικρή πεδιάδα που οι άκρες της ανυψώνονται στον Βορρά, προς τις απόκρη μνες ακτές, που δεσπόζουν στον κολπίσκο του Σκαρδανά· στον Νότο, πιο άμεσα προς τις δυτικές αντιστηρίξεις του Κύνθου και συνεχίζονται στους δύο μικρούς λόφους, που τους χωρίζει από τον Κύνθο ο χείμαρρος Ινωπός. Οι κατοικημένες συνοικίες, καθώς αναπτύσσονταν, διαβαθμίζονταν πάνω σ' αυτά τα διαφορετικά επίπεδα. Η γενική κατεύθυνση της πόλης θύμιζε ένα χαμηλό αμφιθέατρο, του οποίου το απολλωνιακό ιερό σχημάτιζε το κεντρικό τμήμα. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, οι ταξιδιώτες, που αποβιβάζονταν στο αρχαίο λιμάνι, αντίκρυζαν μόνον ένα τεράστιο χώρο σκεπασμένο με άμορφα ερείπια απ' όπου ,εδώ κι εκεί, ξεχώριζαν κάποια ιδιαίτερα κομμάτια, τμήματα από κολόνες ή θρύψαλα του θριγκού. Τα πιο σημαντικά ερείπια, μια πιο μεγάλη συσσώρευση μαρμάρων, σημάδευαν την τοποθεσία του ιερού του Απόλλωνα· εκεί υψώνονταν ασβεστοκάμινα όπου καταστράφηκαν τόσα και τόσα αρχιτεκτονικά μέλη, γλυπτά και λίθινες επιγραφές. Τα γκρεμισμένα σπίτια, που τα υλικά τους είχαν μικρότερη αξία από εκείνα του ιερού, είχαν σκορπίσει στο έδαφος, κομμάτια από γνεύσιο ή από γρανίτη. Όπως είναι φυσικό, αρχικά οι επιστήμονες ασχολήθηκαν με την αναγνώριση και τον καθαρισμό του τεμένους ή κατοικίας του Απόλλωνα. Στις γειτονικές συνοικίες ήρθαν στο φως σπίτια απομονωμένα εδώ και εκεί· αργότερα, μια συστηματική εξερεύνηση έφερε στο φως ολόκληρες συνοικίες και επέτρεψε να αποκτήσουμε ακριβή γνώση αυτής της πόλης , η οποία, από όλες τις πολιτείες της κυρίως Ελλάδας, είναι, χωρίς αμφιβολία, η καλύτερα διατηρημένη. Μελετώντας την ιστορία της Δήλου, ξεχωρίσαμε το βασικό της χαρακτηριστικό: η ιερή πόλη εξαιτίας του συνδυασμένου παιχνιδιού θρησκείας και πολιτικής έγινε, σιγά-σιγά, το πιο πλούσιο λιμάνι 27
των Κυκλάδων. Πάντως, ακόμα και την εποχή όπου κυριαρχούν τα εμπορικά συμφέροντα, παραμένει πάντα ο ιερός χαρακτήρας του νησιού. Μπορούμε να πούμε πως η Δήλος είναι ένα ιερό και ένα εμπορικό κέντρο. Θα διακρίνουμε επομένως, αφενός κτίρια, αφιερωμένα στη θρησκευτική ζωή, που ενώνονται με δημόσια μεγαλοπρεπή οικοδομήματα, πρυτανείο, θέατρο, γυμνάσιο, στάδιο, που είναι απλώς συμπληρωματικά· αφετέρου ξεχωρίζουμε τα στοιχεία της οικονομικής ζωής: το λιμάνι, τις εγκαταστάσεις των εμπορικών δραστηριοτήτων, τις ιδιωτικές κατοικίες. Τα ιερά και η θρησκευτική ζωή Τα θρησκευτικά κτίρια, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις, δεν εντάσσονται ξεχωριστά μέσα στις κατοικημένες συνοικίες· αποτελούν σύνολα μ' αυτές, όπως διακρίνουμε αρκετά ξεκάθαρα, μελετώντας ένα σχέδιο της πόλης. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο κύρια σύνολα: το ιερό του Απόλλωνα με τα βοηθητικά κτίσματα και τα ιερά της περιοχής του Κύνθου και του Ινωπού.
1. Το Ιερόν του Απόλλωνα Το κύριο λιμάνι της Δήλου, που για πολύ καιρό επαρκούσε για τις ανάγκες της Πόλης - Κράτους, ήταν δίπλα στο Ιερόν τον Απόλλωνα, σαν τεράστια περίφραξη, κάποιου ακανόνιστου σχεδίου που περιέκλειε πάρα πολλά κτίρια. Όπως θα δούμε, ο θεός, ίσως, είχε στο νησί του κάποια αρχαιότερη κατοικία, όμως, από τον 8ο ή τον 7ο αι. π.Χ., είχε την υπέροχη κατοικία του στο ιερό της κοιλάδας. Κάθε χρόνο, την άνοιξη, ο θεός επέστρεφε εκεί μέσα, σε γενική ευθυμία, για να παραμείνει όλη την όμορφη εποχή*. Το ιερό του Απόλλωνα δεν έπαψε να μεγαλώνει, ανά τους αιώνες, ως αντικείμενο διάφορων ανακαταξεων: κάλυπτε ένα χώρο ολοένα περισσότερο αχανή και συμπεριελάμβανε κτίσματα ολοένα περισσότερα και ποικίλα: ναούς, βωμούς, στοές, κτίσματα των οποίων ο προορισμός παραμένει για μας αβέβαιος, που μπορεί να χρησίμευαν για τις ανάγκες της λατρείας, για τη στέγαση του προσωπικού ή για τη 28
φύλαξη των προσφορών. Σε κάθε εποχή, λαοί και ηγεμόνες εκδήλωναν την αφοσίωση τους στον θεό εξωραΐζοντας το ιερό του. Τον 6ο αι. π.Χ., οι Νάξιοι στόλισαν τα νότια και δυτικά άκρα της εξέδρας με μια στοά που κατέληγε προς τη μεριά του λιμανιού. Τον 3ο αι. π.Χ., ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αντίγονος ανήγειρε, στη βόρειο ακτή, μια στοά μήκους εκατόν είκοσι μέτρων. Αργότερα, όταν ο χώρος στένεψε μέσα σ' αυτό το ίδιο το ιερό για να κτιστούν νέα μνημεία και φάνηκε δύσκολο να το μεγαλώσουν περισσότερο, διακόσμησαν τον πέριξ χώρο. Μήπως όλη η γη του νησιού δεν ήταν ιδιοκτησία του Απόλλωνα; Το ιερό είχε διάφορες εισόδους, αλλά η κυρία είσοδος έβλεπε προς τον Νότο. Οι Αθηναίοι αφότου επανέκτησαν τη Δήλο, το 166 π.Χ., διακόσμησαν την είσοδο αυτή με νέα προπύλαια: το επιστύλιο, που επιστέγαζε τις τέσσαρες δωρικές κολόνες, έφερε αφιέρωμα του αθηναϊκού λαού και δήλωνε έτσι, από την είσοδο κιόλας, ότι ο μεγάλος θεός της Δήλου είχε, κατά κάποιο τρόπο, ξαναπεράσει στην κυριαρχία της Αθήνας. Το ίδιο ξεκάθαρα έχουν αφήσει τα σημάδια τους στο απολλώνιο ιερό οι αντιπαλότητες, που έφεραν σε αντιπαράθεση Αθηναίους και Δήλιους. Στο κέντρο υψώνονταν τρία κτίρια, το ένα δίπλα στο άλλο, με προσανατολισμό, και τα τρία, προς τη Δύση, με απόλυτη παραλληλία: είναι τρεις ναοί του Απόλλωνα. Ο πιο αρχαίος , στον Βορρά, είναι φτιαγμένος από πώρο (απ' όπου το όνομα Πώρινος ναός, που του προσδίδουν τα αρχαία κείμενα) και, ίσως, χρονολογείται από την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αι. π.Χ.). Ο ναός αυτός διατηρήθηκε, παρ' όλο που ανήγειραν μαρμάρινους ναούς προς τιμήν του Απόλλωνα, λόγω αυτής της ευαισθησίας προς τη θρησκεία η οποία στους Έλληνες υπερισχύει κάθε αισθητικής φροντίδας. Οι άλλοι δύο ναοί οφείλονται στους Αθηναίους και στους Δήλιους, από κάποιο συναίσθημα συναγωνισμού. Και ο ένας και ο άλλος ,πιθανότατα, ξεκίνησαν τα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα- όμως , μπορούμε να υποθέσουμε πως η κατασκευή του ναού των Δηλίων είχε γρήγορα διακοπεί, εξαιτίας της δυσμένειας της Αθήνας: το κτίριο παρέμεινε μια εγκατελειμένη ξυλαποθήκη, για ενάμισι αιώνα, μέχρι τη στιγμή που οι Αθηναίοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το νησί (315 π.Χ.). Είναι βέβαιο, ότι ο ανταγωνισμός των δύο λαών υπηρέτησε τη δόξα του θεού. Θα ήταν μάταιο να οδηγηθεί ο αναγνώστης μέσα στις διάφορες 29
ανώνυμες κατασκευές, των οποίων η κατάρρευση δεν επιτρέπει κάποια πιθανή αναγνώριση. Σε τι άραγε χρησίμευαν τα πέντε κτίρια που ήταν ακανόνιστα προσανατολισμένα και σχημάτιζαν κάτι σαν ουράνιο τόξο, βορειοανατολικά των τρίων ναών; Είναι ταξινομημένα με την κοινή αλλά αυθαίρετη ονομασία: θησαυροί, όπως γινόταν στα ιερά των Δελφών και της Ολυμπίας. Τους είχαν κατασκευάσει διάφοροι λαοί, άλλοτε για να τιμήσουν τον θεό κι άλλοτε για να διατηρήσουν όσα πολύτιμα αναθήματα του πρόσφεραν. Οι Νάξιοι, όπως ξέρουμε, είχαν αναγείρει ένα κτίσμα τέτοιου είδους, του οποίου τα ερείπια αναγνωρίζουμε, χωρίς αμφιβολία, στα βορειοδυτικά των προπυλαίων. Ακόμα πιο αινιγματικό είναι ένα κτίριο, ασυνήθιστου σχήματος, που βρίσκεται στα ανατολικά των ναών, σε μια περιοχή που αρχικά δεν ανήκε στο ιερό του Απόλλωνα. Το έντονα μακρύ και έντονα στενό αυτό κτίσμα στολιζόταν από μια κιονοστοιχία, στη μεσημβρινή άκρη του* η βόρεια άκρη φωτιζόταν από ένα φαναράκι που δέσποζε στη στέγη. Μια ορθογώνια λεκάνη, από άσπρο μάρμαρο, κάλυπτε τον κύριο χώρο. Έτσι, διατυπώθηκε η υπόθεση πως κάποιος ηγεμόνας της ελληνιστικής εποχής, νικητής σε κάποια ναυμαχία, είχε αγκυροβολήσει τη ναυαρχίδα του εκεί, αφιερώνοντας την στον Απόλλωνα. Όμως, είναι επίσης πιθανό κι ίσως πρέπει στο κτίριο αυτό να αναγνωρίσουμε ένα ναό του Πυθίου Απόλλωνα και να φανταστούμε πως, κάτω από το φαναράκι, έκαιγε η αγνή φλόγα της αιώνια αναμμένης εστίας. Δύο θεότητες συνδέονταν στενά με τη λατρεία του Απόλλωνα: πρώτα-πρώτα η μητέρα του Λητώ. Σε ποιον ακριβώς, όμως, τόπο πρέπει να ψάξουμε τον ναό της θεάς, ο οποίος αναφέρεται σε επιγραφές; Μετά είναι η αδελφή του, η Άρτεμις. Η παράδοση δεν τοποθετεί ομόφωνα στη Δήλο τη γέννηση της: άλλα ιερά εκμεταλεύονταν μάλλον με επιτυχία - αντίθετα δικαιώματα και ο ομηρικός ύμνος, ο οποίος δοξάζει τη γέννηση μόνο του Απόλλωνα, αναφέρει παρεπιπτόντως την Άρτεμη, που γεννήθηκε στην Ορτυγία*. Δεν μπορούσαν, συνεπώς, να τον επικαλούνται προς στήριξη των διεκδικήσεων της Δήλου, παρά μόνον αν, με αυθαίρετο συνδυασμό, βλέπαμε στην Ορτυγία κάποια αρχαία ονομασία της Δήλου. Ίσως πρέπει να αποδώσουμε σ' αυτές τις παραλλαγές της παράδοσης το γεγονός ότι η θεά είχε δύο ξεχωριστά ιερά, από τα οποία το ένα δεν βρισκόταν καν στη Δήλο, αλλά, όπως είναι πιθανότατο, στο πιο μεγάλο από τα νη-
30
σάκια που γεφυρώνουν την ανοιχτή δίοδο ανάμεσα στη Δήλο και τη Ρήνεια. Τα επίσημα πρακτικά μας πληροφορούν πως το ιερό της Νησιωτικής Άρτεμης περιλάμβανε διάφορα κτίρια και είχε δεχτεί πολυάριθμες προσφορές· όμως, δεν έχει ανακαλυφθεί κανένα ίχνος του. Το Αρτεμίσιον της Δήλου είχε ήδη αναφερθεί από τον Ηρόδοτο: γράφει πως εκεί έδειχναν τον τάφο των αρκτικών Παρθένων*, ο οποίος σκιαζόταν από μια ελιά. Πάνω σ' αυτόν τον τάφο νέοι και νέες άφηναν μπούκλες από μαλλιά και, χωρίς αμφιβολία, αυτό ήταν ένα αφιέρωμα σε αρχαίες θεότητες, που η Άρτεμις είχε σιγά-σιγά υποβαθμίσει στην τάξη των ακολούθων. Πραγματικά, στα μέρη αυτά ανασκάφτηκαν τάφοι των μυκηναϊκών χρόνων. Οι τάφοι φαίνονταν ακόμα στους ιστορικούς χρόνους και επειδή τους σεβάστηκαν, όταν έγινε η κάθαρση της Δήλου, πρέπει, μάλλον, να πιστέψουμε 4 πως δεν θεωρούνταν πως φύλαγαν οστά κοινών και ακάθαρτων ανθρώπων, αλλά άγια λείψανα. Το Άρτεμίσιον περιλαμβανόταν μέσα στο Ιερόν του Απόλλωνα, αλλά οπωσδήποτε σχημάτιζε ένα ανεξάρτητο σύνολο. Σ' αυτό το μέρος του ιερού τα ερείπια είναι ιδιαίτερα φθαρμένα· αναγνωρίζουμε, ωστόσο, στοές και απομεινάρια αρκετών ναών, πολύ διαφορετικών εποχών. Ο τελευταίος χρονολογικά, που πρέπει να ανήκει στο πρώτο μέρος του δεύτερου π.Χ. αιώνα, κλείνει μέσα στον σηκό του ένα έντονα αρχαϊκό κτίσμα. Στον τόπο αυτό βρέθηκαν πολλές και διάφορες εικόνες της θεάς. Η πιο κατεστραμένη, η οποία μπορεί να ανήκει στον έβδομο 7ο αι. π.Χ., είναι σμιλευμένη σε ένα είδος μαρμάρινης πλάκας και, χωρίς αμφιβολία, παρίστανε ένα χοντροκαμωμένο ξύλινο ειδώλιο. Στον αριστερό μηρό είναι χαραγμένη μια επιγραφή για να θυμίζει το όνομα της αφιερώτριας. Όπως συνήθιζαν τότε, το ίδιο το άγαλμα είναι εκείνο που θεωρείται πως παίρνει το λόγο: ΝΙΚΑΝΔΡΗΜΑΝΕΘΕΚΕΝΗΕΚΗΒΟΛΟΙΙΟΧΕΑΙΡΗΙ QΟΡΗΔΕΙΝΟΔΙΚΗΟΤΟΝΑΗΣΙΟΕΗΣΟΧΟΣΑΛΗΟΝ ΔΕΙΝΟΜΕΝΕΟΣΔΕΚΑΣΙΓΝΗΤΗΦΡΑΗΣΟΔΑΛΟΧΟΣΝ[υν].
Ένα άλλο αρχαϊκό άγαλμα, όπου θελήσαμε να αναγνωρίσουμε μια φτερωτή Άρτεμη, δεν είναι, ίσως, παρά μια Νίκη, που αποτελεί το ακρωτήρι ενός αετώματος. Το ιερό του Απόλλωνα όπως και της Άρτεμης ήταν διακοσμημέ-
31
νο με πλήθος αναθημάτων που, όπως φαίνεται, είχαν τοποθετήσει με πολύ μεγάλη φαντασία. Συνήθως μένει μόνο μία βάση, ένα βάθρο μερικές φορές, ένα σπασμένο κομμάτι, περισσότερο ή λιγότερο κατεστραμμένο, του ευκτήριου αγάλματος. Κατά τους αρχαϊκούς χρόνους αφιέρωναν, με ιδιαίτερη προτίμηση, πολλαπλά ομοιώματα της θεότητας, αν τελικά αναγνωρίσουμε ως Απόλλωνες αυτές τις αδέξιες μορφές, τις πανομοιότυπες και απρόσωπες, από τις οποίες έχουμε τόσα πολλά κομμάτια. Παρίσταναν μια μορφή ανδρική, γυμνή, όρθια, με το αριστερό πόδι φερμένο μπροστά, τα χέρια κολλημένα στο σώμα ή καμιά φορά λυγισμένα στον αγκώνα, σε μια γωνιώδη στάση, ενώ οι παλάμες κρατούσαν κάποιο αφιέρωμα. Το κεφάλι ήταν στητό και το πρόσωπο συνήθως χαμογελαστό. Τέτοιος ήταν ο κολοσσιαίος Απόλλων, τον οποίο αφιέρωσαν οι Νάξιοι, στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα, και του οποίου σώζονται ακόμα δύο τεράστια κομμάτια, σπασμένα και φθαρμένα: το μπούστο μέχρι τη μέση, χωρίς κεφάλι ούτε μπράτσα, και ένα κομμάτι της λεκάνης. Έχει, επίσης, βρεθεί η τεράστια βάση που το στήριζε όπου η μαρμάρινη μάζα θυμίζει, με υπερηφάνεια, πως άγαλμα και βάση σμιλεύτηκαν στην ίδια μάζα μαρμάρου. Ο Απόλλων των Ναξίων, ύψους περίπου επτά μέτρων, θα πρέπει να δέσποζε μέσα στο πλήθος πιο ταπεινών αγαλμάτων. Όμως, όχι μακριά από εκεί, φαινόταν ένα άλλο ανάθημα, λιγότερο διάσημο αλλά το ίδιο γιγαντιαίο: ο μπρούντζινος φοίνικας, που ο ευσεβής Αθηναίος Νικίας πρόσφερε το 418 π.Χ.* και είναι το μεταλλικό ομοίωμα του πρασινωπού δέντρου, κάτω από το οποίο γέννησε η Λητώ. Ως αποτέλεσμα ενός από τους σεισμούς, που καμιά φορά δονούσαν το ιερό νησί και που οι Έλληνες έβλεπαν σαν απαίσιους οιωνούς, ο φοίνικας σωριάστηκε κάτω και στην πτώση του αναποδογύρισε τον κολοσσό. Χωρίς ειδική άδεια δεν μπορούσαν να στήσουν αναθήματα μέσα στο ιερό. Στους ελληνιστικούς χρόνους οι βασιλείς της Αλεξάνδρειας, της Περγάμου ή της Μακεδονίας τοποθέτησαν εκεί τις προτομές αυτών των ίδιων, των προγόνων τους, για τους οποίους υπερηφανιύονταν, και μνημεία των θριάμβων τους εναντίον των βαρβάρων. Αργότερα, χωρίς αμφιβολία, οι κανονισμοί χαλάρωσαν, και οι ιδιώτες κατέκλυσαν, με τη σειρά τους, το ιερό του Απόλλωνα. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου αιώνα και τις αρχές του πρώτου, οι ιδιώτες συσσωρεύουν, φιλότιμα, στο ιερό μια πληθώρα μέτριων μνημείων, προορισμένων να τιμήσουν τη μνήμη, πάρα πολύ συχνά σκοτεινή, 32
των ευεργετών τους ή απλώς οικείων προσώπων και των φίλων τους. Σε όλα τα οικοδομήματα του ιερού στηρίζονταν, πλευρικά, βάθρα ή εξέδρες, είτε ημικυκλικές είτε ορθογώνιες με διπλές προεξοχές. Τα αγάλματα που στήριζαν αυτά τα μνημεία, όσο μπορούμε να κρίνουμε από τα σπάνια δείγματα που διασώζονται, ήταν, συνήθως, συνηθισμένα και συμβατικά. Οι μάστορες, που ήταν εγκατεστημένοι στο νησί, δούλευαν για να ικανοποιήσουν τα γούστα της πελατείας με κάπως βιαστική επιδεξιότητα. Η Δήλος δεν υπήρξε ποτέ το κέντρο κάποιας πρωτότυπης καλλιτεχνικής παραγωγής, αλλά, μάλλον, ένα είδος κοινού εργαστηρίου, ανοιχτού σε πολύ διαφορετικές επιδράσεις. Ενώ το ιερό πλημμύριζε από αγάλματα, οι ναοί ή οι θησαυροί γέμιζαν από πολυάριθμα δώρα. Μπορούμε να πάρουμε κάποια ιδέα από τις απογραφές που συνέτασσαν κάθε χρόνο οι διαχειριστές των ιερών αγαθών. Έκαναν με σχολαστικότητα την απογραφή των αναθημάτων, που τους είχαν αναθέσει τη φύλαξη. Προσδιόριζαν το είδος τους, το υλικό, το βάρος, τη θέση, τον δωρητή. Στέμματα και κύπελλα ασημένια και χρυσά αποτελούσαν τον κύριο όγκο· όμως, υπήρχαν επίσης διακοσμητικά αντικείμενα, βραχιόλια, πόρπες, δακτυλίδια, περιδέραια, ειδώλια, όπλα, νομίσματα και μεταλλικές ράβδοι. Αναφέρονται, επίσης, μερικά αναθήματα, απ' τη μυθώδη εποχή. Για παράδειγμα: το περιδέραιο της Εριφύλλης, έργο του θεού Ηφαίστου. Σε κάποιες περιπτώσεις άλλαζαν, με δόλο, την αφιέρωση για να αυξήσουν την τιμή ενός αντικειμένου. Με τέτοιο τρόπο έφτασαν να αποδώσουν στον Δάτη, τον ναύαρχο του βασιλιά Ξέρξη, ένα βραχιόλι που αφιερώθηκε από μια άγνωστη γυναίκα. Οι απογραφές είναι συγχρόνως ντοκουμέντα: μας μαθαίνουν πως τα αναθήματα, μοιρασμένα ανάμεσα στα διάφορα οικοδομήματα της λατρείας, ήταν συγκεντρωμένα σε σειρές και τοποθετημένα ανάλογα με τον χαρακτήρα τους. Τα στέμματα ήταν κρεμασμένα στους τοίχους, στα υψηλά σημεία· από κάτω κάποια ράφια στήριζαν τις σειρές με τα κύπελλα διαφόρων σχημάτων, ενώ άλλα κύπελλα ήταν τοποθετημένα πάνω σε τραπέζια ή σε τρίποδα. Επειδή φθείρονταν τα αναθήματα, τα λεπτεπίλεπτα αντικείμενα κλείνονταν μέσα σε κιβώτια. Πρέπει άραγε να πιστέψουμε ότι στη διάταξη αυτή εκφραζόταν κάποιο καλλιτεχνικό πνεύμα, μια αναζήτηση του ωραίου; Δεν θα τολμούσαμε να το βεβαιώσουμε. Παραμένει, όμως, αμφίβολο κατά πόσο οι ελληνικοί ναοί έμοιαζαν με μουσεία στημένα με γούστο ή 33
μάλλον με αποθήκες, όπου οι ιερές συλλογές σωρεύονταν όπως και σε μερικά σύγχρονα ιερά τα δείγματα της ευσεβούς ευγνωμοσύνης κρεμιούνται δίπλα-δίπλα, χωρίς καμιά φροντίδα αισθητικής. Τα αφιερώματα αποτελούσαν ένα σημαντικό μέρος της περιουσίας του Απόλλωνα· όμως, ο θεός είχε ακόμα στην κατοχή του τα ακίνητα και τα κεφάλαια από τα οποία εισέπραττε εισοδήματα. Την ιερή ιδιοκτησία αποτελούσαν αγροτικά κτήματα που βρίσκονταν στην ίδια τη Δήλο, στη Ρήνεια, στη Μύκονο, καθώς και ακίνητα διαφόρων λειτουργιών. Τα χωράφια και τα ακίνητα νοικιάζονταν για καθορισμένα χρονικά διαστήματα και λαμβάνονταν ποικίλες προφυλάξεις, ώστε να διασφαλίζουν την κανονική είσπραξη των ενοικίων και των εσόδων από τα κτήματα. Τα κεφάλαια που προέρχονταν από δωρεές δανείζονταν με τόκο. Τα εισοδήματα χρησιμοποιούνταν για τη συντήρηση του ιερού, για τα έξοδα της λατρείας, για την επιδιόρθωση αρχαίων οικοδομημάτων ή για το κτίσιμο νέων. Αυτές οι διαφορετικές λειτουργίες καταγράφονταν, όπως και οι απογραφές, από τους διαχειριστές, των οποίων τα ονόματα ποικίλλουν ανάλογα με τις διακυμάνσεις της ιστορίας της Δήλου: αμφικτύονες από την Αθήνα μέχρι το 315 π.Χ., ιέρωπες της Δήλου μέχρι το 166 π.Χ., έφοροι της ιερής περιουσίας, που διόρισε πάλι η Αθήνα, μετά την τελευταία χρονολογία. Σύμφωνα με τον κανονισμό που είχε καθιερώσει η προνοητικότητα των Ελλήνων, οι διαχειριστές αυτοί (που ήταν δύο, τέσσαρες ή έξ) κάθε χρόνο έπρεπε να αντικατασταθούν και έπρεπε να παραδώσουν λογαριασμό στο τέλος της θητείας τους. Χάραζαν τους καταλόγους εσόδων και εξόδων, όπως και τις απογραφές, πάνω σε τεράστιες μαρμάρινες πλάκες. Οι πλάκες αυτές, από τις οποίες μερικές μας έχουν εξ ολοκλήρου διασωθεί ενώ από άλλες διατηρούνται πάμπολλα κομμάτια, ήταν τοποθετημένες πάνω σε βάσεις γύρω από τον ναό του Απόλλωνα και άλλων μνημείων. Η χρήση τους ήταν ασφαλώς δαπανηρή και είναι δυσδιάκριτος ο πρακτικός τους χαρακτήρας. Για παράδειγμα, έχουμε αποκαταστήσει τον λογαριασμό των ιερώπων για το έτος 250 π.Χ.: η μαρμάρινη πλάκα, όπου είναι χαραγμένος, έχει ύψος πάνω από δύο μέτρα και πλάτος πάνω από ένα μέτρο· οι δύο όψεις της είναι καλυμμένες με γράμματα σε διακόσιες γραμμές, με λεπτό χαρακτήρα, όπου οι λέξεις, όπως συνηθιζόταν τότε, δεν ξεχωρίζουν καθόλου η μια από την άλλη. Πάνω στα 34
λεία μέρη, έχουν γράψει στοιχεία που παραλείφθηκαν. Παρόλο που τα γράμματα τονίζονταν με χρώμα, θα πρέπει να ήταν άβολο να συμβουλεύεται κανείς αυτά τα λίθινα αρχεία. Ωστόσο, μόνο κατά τα μέσα του δεύτερου αιώνα π.Χ., σταμάτησαν να γράφουν πάνω σε μάρμαρο τους λογαριασμούς των διαχειριστών και μόνον από το 130 π.Χ., δεν έχουμε πια απογραφές. Η περιουσία του Απόλλωνα, που μεγάλωνε με το πέρασμα των αιώνων, υπηρετούσε το κύρος του: ήταν η σταθερή θωράκιση της λατρείας του. Ακόμα και την εποχή που οι ξένες θρησκείες είχαν στο νησί πολυάριθμους πιστούς, ο Απόλλων διατήρησε την επικυριαρχία του και τη λαμπρότητα των παραδοσιακών γιορτών, που γίνονταν στο πλουσιότατο ιερό του. Από τους αρχαιότατους ήδη χρόνους, οι πανηγύρεις της Δήλου είχαν προσελκύσει, όπως είδαμε, μεγάλο αριθμό κατοίκων των παραλίων του Αιγαίου. Οι Αθηναίοι και οι Δήλιοι χαίρονταν να τις γιορτάζουν με μια μεγάλη πομπή: πολυάριθμοι αγώνες έκαναν το νησί τόπο συνάντησης αθλητών, μουσικών, ποιητών, καλλιτεχνών του θεάτρου. Όμως, παράλληλα με αυτά τα Απολλώνια ή Δήλια, όπως τα ονόμαζαν, ανάλογα με τις εποχές, το ημερολόγιο της Δήλου περιλάμβανε πολλές ακόμα άλλες γιορτές προς τιμήν του Απόλλωνα. Όταν η θάλασσα ήταν πλεύσιμη, αποστολές προσκυνητών που έρχονταν από τη Ρόδο, την Κω, την Κάρυστο, τη Σίφνο, τη Λήμνο, την Αλεξάνδρεια και ακόμα πολλές άλλες περιοχές, αποβιβάζονταν, σχεδόν κάθε μέρα, στο νησί, προσφέροντας τις δέκατες και τους πρώτους καρπούς. Οι έμποροι σταματούσαν εκεί για να παραστούν σε παράξενες λειτουργίες, που το νόημα τους δεν ήταν πια αντιληπτό· γύριζαν αυτομαστιγωνόμενοι γύρω από τον μεγάλο βωμό του Απόλλωνα, που ήταν φτιαγμένος με τα κέρατα των κατσικιών που είχε σκοτώσει η Άρτεμις στον Κύνθο· με τα χέρια πίσω από την πλάτη, δάγκωναν τον κορμό της ιερής ελιάς. Ο χορός των νέων κοριτσιών, των Δηλίάδων, ξακουστών ήδη από την εποχή του ομηρικού ύμνου, που ήταν έξοχες στο τραγούδι και τον χορό, απάγγελε και μιμούνταν αρχαίες λειτουργίες, όπου καθένας νόμιζε πως αναγνωρίζει τους τόνους της ίδιας του της πατρίδας. Αν πιστέψουμε τους ποιητές, η Δήλος δεν υπήρξε ποτέ σιωπηλή: από τη Δήλο υψωνόταν κάτι σαν αιώνιος ύμνος, που τονιζόταν από τους ρυθμούς του χορού· από τους βωμούς της δεν σταματούσε να εξατμίζεται ο καπνός από τις θυσίες και το άρωμα του θυμιάματος. Η Δήλος υπήρξε η 35
κοινή εστία όπου, με την επίκληση του Απόλλωνα, αναζωπύρωναν οι κάτοικοι του Αιγαίου τη φλόγα της κοινής τους θρησκείας.
2. Ο περίγυρος του Ίεροϋ του Απόλλωνα Όλα τα εδάφη της Δήλου ήταν αφιερωμένα στον Απόλλωνα και το όνομα του χαρασσόταν στην πρόσοψη των μνημείων, αν και δεν περιλαμβάνονταν καθόλου στη περιοχή του ιερού, όπως το θέατρο, το γυμνάσιο και άλλα επίσης οικοδομήματα. Όμως, όπως είναι φυσικό, ο θεός εκτείνει, κατά κύριο λόγο, την αυτοκρατορία του στον περίγυρο του ιερού του, που, κατά κάποιο τρόπο, αφέθηκε για χρήση μη θρησκευτική. Το Ιερόν δεν περιστοιχιζόταν, άμεσα, από τις κατοικημένες συνοικίες, εκτός από την ανατολική πλευρά όπου ο τοίχος του περιβόλου — χωρίς αμφιβολία, πολύ παλιάς εποχής — εκτεινόταν κατά μήκος ενός δρόμου όπου έβγαιναν ιδιωτικές κατοικίες. Προς Βορρά και προς Νότο, το ιερό προεκτείνεται, κάπως, με μια πτέρυγα που καλύπτουν κτίσματα, άλλα ομαδικής χρησιμότητας, άλλα διαρρυθμισμένα αργότερα, από τη ρωμαϊκή αποικία, η οποία κατέστρεψε, κάπως, τον πρωτόγονο χαρακτήρα αυτών των χώρων. Από την πλευρά του Βορρά, όλοι οι ταξιδιώτες παρατηρούσαν την ύπαρξη μιας μικρής λίμνης, ωοειδούς σχήματος, που θα ήταν η Τροχοειδής Λίμνη, που αναφέρεται ήδη από τον Ηρόδοτο. Συνήθως την ονομάζουμε Ιερή Λίμνη. Είναι αμφίβολο αν τοποθετούσαν, εξαρχής, στις όχθες της τη γέννηση του Απόλλωνα, όμως, από νωρίς αυτή η υδάτινη έκταση — που ίσως σχηματίστηκε από κάποιο φράγμα του Ινωπού που λίγο παρακάτω, προς Βορρά, έφτανε στη θάλασσα, στον κόλπο του Σκαρδανά — συνδέθηκε στενά με τον θρύλο και τη λατρεία του θεού. Οι κύκνοι του Απόλλωνα έπλεαν στα νερά της. Προς Δυσμάς, απλωνόταν μια πλατιά εξέδρα· ήταν διακοσμημένη με μια σειρά από μαρμάρινα αρχαϊκά λιοντάρια, καθισμένα πάνω στα πίσω πόδια τους, στημένα στα μπροστινά τους πόδια με το στόμα τους ορθάνοιχτο, στραμμένα προς τη λίμνη. Αυτά τα τέρατα με τις άνισες διαστάσεις, το βαρβαρικό στυλ και τη χοντροκομμένη κατασκευή, χωρίς αμφιβολία, σμιλεύτηκαν και τοποθετήθηκαν μέσα στον έβδομο π.Χ. αιώνα. Προς Ανατολάς και προς Βορρά οι όχθες της ιερής λίμνης παρέμειναν, για πολύ καιρό, ακατοίκητες· 36
φαίνονται εκεί μόνο μικρά άδυτα (ναΐδρια), βωμοί, αρχαία αγάλματα, απαγορευμένα σε βέβηλους. Όμως, στους ελληνορωμαϊκούς χρόνους, κατέκλυσαν αυτήν την περιοχή κατοικίες και μαγαζιά: όλη η εμπορική συνοικία αναπτύχθηκε εκεί και ο κόλπος του Σκαρδανά χρησίμευε ως λιμάνι. Βορειοδυτικά της εξέδρας των λιονταριών, υψωνόταν το Ίδρυμα των Ποσειδωνιαστών της Βηρυττού, κατασκευασμένο κατά το τελευταίο τέταρτο του δεύτερου π.Χ. αιώνα. Οι μεγαλέμποροι και οι εφοπλιστές, που αποτελούσαν την ένωση αυτή, είχαν ενδιαφέροντα θρησκευτικά, αλλά και πρακτικά· το κτίριο είχε τεθεί υπό την προστασία των θεών της Βηρυττού, τα ονόματα των οποίων είναι γραμμένα πάνω στο όμορφο δωρικό περιστύλιο της αυλής και έχουν διατηρηθεί τα άδυτα τους. Επειδή το κτίριο έπρεπε να υπηρετεί ανθρώπους και συγχρόνως και θεούς είναι μία λέσχη όσο και μία εκκλησία. Στα νότια της λίμνης, η μεταμόρφωση υπήρξε ακόμα πιο αισθητή: εκεί οι Ρωμαίοι, προς τα τέλη του 2ου αι. π.Χ., ίδρυσαν το σύνολο των κτισμάτων στο οποίο έδωσαν το όνομα η Αγορά των Ιταλών. Η υγρή έκταση κατέληγε σε βάλτο μέχρι τον περίβολο του ιερού. Θα πρέπει να εκτελέστηκαν μεγάλα έργα οικοδομικής ανάπλασης: χρειάστηκε να φράξουν τη λίμνη με ένα κυκλικό τοίχο, να αποξηράνουν το έδαφος, να διαμορφώσουν ένα ισόπεδο, με τη βοήθεια μιας τεράστιας μάζας επιχωμάτωσης. Πιο πέρα, τέσσαρες δωρικές στοές (των οποίων δύο κολόνες έχουν αναστυλωθεί) με ιωνική στέγη οροθετούσαν μια αυλή που κάλυπτε μια τεράστια επιφάνεια. Μέσα στους διαδρόμους, που δημιουργούσαν οι στοές, ανοίγονταν δωματιάκια, διακοσμημένα με αγάλματα, κοιλώματα και εξέδρες. Πίσω από τη μεσημβρινή πτέρυγα βρίσκονταν τα μικρά καταστήματα. Όμως, το κτίριο δεν είχε χρηστικό χαρακτήρα: ήταν ένας τόπος συγκέντρωσης για την ιταλική παροικία και το κέντρο της κοινής ζωής. Φανερώνει τη σημασία αυτής της αποικίας και τον καθοριστικό ρόλο που έπαιζε στη Δήλο. Οι Ρωμαίοι είχαν κάνει τεράστια έξοδα για να στεγαστούν έτσι, με κάποια αυθάδεια, τόσο κοντά στο ιερό. Άλλοτε οι Δήλιοι, πιο οικονόμοι και λιγότερο πλούσιοι, είχαν υποχρεωθεί να απομακρύνουν αρκετά δημόσια κτίρια, σε μια αρκετά μεγάλη απόσταση, παρόλο που βρίσκονταν κάτω από την άμεση προστασία του Απόλλωνα. Το Στάδιο, το Γυμνάσιο και χωρίς αμφιβολία ο Ιππόδρομος όπου διεξήγαγαν τους αγώνες, οι οποίοι αποτελούσαν ένα βασικό κομμάτι 37
των μεγάλων γιορτών, βρίσκονται βορειοανατολικά, από την πλευρά του νησιού που βλέπει τη Μύκονο και μια μεγάλη λεωφόρος τα συνέδεε με την περιφέρεια του ιερού. Στο νησί της Δήλου είναι δύσκολο να βρεθεί επίπεδο μέρος με αρκετά μεγάλες διαστάσεις για τα οικοδομήματα κάποιας σπουδαιότητας. Διαλέγουν τοποθεσίες, που απαιτούν ελάχιστη εργασία ισοπέδωσης και αργότερα επιμένουν να εξωραΐζουν τις προϋπάρχουσες κατασκευές. Για παράδειγμα, στόλισαν το γυμνάσιο με μια μνημειώδη είσοδο και μια τετραπλάσια εσωτερική στοά. Στα νότια του ιερού του Απόλλωνα ήταν η Αγορά της πόλης, που αρχικά υπήρξε κέντρο του εμπορίου και των θρησκειών της πολιτείας. Από την Αγορά μπορούσαν να πηγαίνουν κατευθείαν στο μέρος του ιερού όπου, ίσως, υψωνόταν ο ναός του Πυθίου Απόλλωνα. Το Πρυτανείο ή Δημαρχείο δεν επικοινωνούσε με το ιερό, αλλά ήταν γειτονικό. Εκεί βρισκόταν η εστία της πόλης, εκεί τιμούσαν οι Δήλιοι δήμαρχοι τη θεά Εστία, της οποίας η λατρεία ήταν συνδεδεμένη με τη λατρεία του Πυθίου Απόλλωνα. Αργότερα, οι Αθηναίοι εγκατέστησαν εκεί τον Λαό προσωποποιημένο και τη θεά Ρώμη. Εκεί δίπλα υπήρχε ο βωμός του Πολιούχου Δία, δηλαδή του Προστάτη της πολιτείας. Οι Δήλιοι τον καιρό της ανεξαρτησίας τους φαίνεται πως είχαν κάνει κάποια προσπάθεια για να συνενώσουν, σε ένα είδος κοινοτικής θρησκείας, την πανελλήνια τριάδα του Απόλλωνα, της Αρτεμης και της Λητώς. Η ίδια η Αγορά φαίνεται πως υπήρξε, στα πολύ παλιά χρόνια, μια απλή πλατεία, η οποία προς Δυσμάς επικοινωνούσε ελεύθερα με τη θάλασσα με μια παραλία, όπου έρχονταν να αράξουν τα εμπορικά σκάφη. Η πλατεία αυτή αναπτύχθηκε από τα αλλεπάλληλα κέρδη που γίνονταν στη θάλασσα· παράλληλα, στα τέλη του τρίτου π.Χ. αιώνα και στις αρχές του δεύτερου, έκτισαν μια σειρά από στοές, που άλλες οροθετούσαν μια τραπεζοειδή πλατεία και άλλα κτίρια, παράλληλα προς τα πρώτα και ολοένα πιο απομονωμένα από το λιμάνι, οροθετούσαν την αρχαία εμπορική αγορά. Η μια από αυτές τις στοές είναι έργο του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου Ε'. Μια άλλη είναι, ίσως, έργο του μεγάλου του αντιπάλου, του βασιλιά της Περγάμου Άτταλου Α'. Ανάμεσα στις δύο στοές ανοιγόταν ένας μεγάλος δρόμος που οδηγούσε κατευθείαν στα προπύλαια του απολλώνειου ιερού. Ο δρόμος αυτός ήταν διαρκώς διακοσμημένος και γρήγορα κατακλύσθηκε από βάθρα και εξέδρες. Κατά τον δεύτερο
38
αιώνα το εμπόριο είχε σχεδόν εγκαταλείψει την αρχαία αγορά, η οποία, χωρίς αμφιβολία, κρατήθηκε για τις τοπικές ανάγκες. Τα κτίσματα που είχαν γίνει εκεί, ιδιαίτερα μια στοά με καμπυλωτή στέγη, έδιναν αυτόν τον μνημειώδη χαράκτηρα,που είναι χαρακτηριστικός στις αγορές των ελληνιστικών χρόνων.
3. Τα ιερά της περιφέρειας του Κύνθου και του Ινωπού Η παράδοση δεν τοποθετεί,ανεπιφύλακτα, μέσα στο ιερό του Απόλλωνα, που έχουμε περιγράψει, τον τόπο, τον πιο ιερό απ' όλους, όπου η Λητώ, μετά από μακρά και επώδυνη εγκυμοσύνη, έφερε στον κόσμο τον γιο της δόξας, τον Απόλλωνα. Η τοποθεσία ξεχώριζε από μια μικρή λιμνούλα και ένα μικρό δασάκι: εκεί ανακάτευαν τα κλαδιά τους διάφορα ιερά δέντρα, ένας φοίνικας, μια δάφνη, μια ελιά. Μάταια ψάχνουμε ανάμεσα στα ερείπια και στα χαλίκια, που καλύπτουν τη Δήλο, να βρούμε αυτή τη γωνιά της γης που η χάρη της, όπως και το ανέκφραστο μυστήριο που λάβαινε χώρα εκεί, γοήτευαν τους προσκυνητές. Όμως, φαίνεται βέβαιο πως πρέπει να ψάξουμε στην άνω κοιλάδα του Ινωπού, στους πρόποδες του Κύνθου. Μετά, ο λατρευτικός χώρος κατέβηκε στην πεδιάδα, όπου ο θεός στεγαζόταν σε πιο ευρύχωρη κατοικία, όχι μακριά από μια νέα ιερή λίμνη. Σ' αυτήν, την άνω κοιλάδα του Ινωπού, ξεχωρίζουμε δύο κατηγορίες ιερών των οποίων η ένωση, ίσως, δεν είναι καθόλου τυχαία, όπως μοιάζει αρχικά: πρόκειται για πολύ αρχαία ιερά ελληνικών θεοτήτων και για ιερά ξένων θεοτήτων που ήρθαν από την Αίγυπτο και τη Συρία, τον τρίτο και τον δεύτερο αιώνα π.Χ. Στην πλαγιά του Κύνθου, που βλέπει προς Δυσμάς ανοίγει μια σπηλιά που έχει τεχνητά διαμορφωθεί. Δύο φυσικοί τοίχοι από γρανίτη έχουν σκεπαστεί με μια οροφή, από τεράστιες πλάκες, σε σχήμα καμάρας. Στο βάθος της σπηλιάς, ένας γρανιτένιος όγκος στήριζε τη βάση ενός μαρμάρινου αγάλματος του οποίου έχουμε βρει μόνο λείψανα. Αυτός ο ναός της σπηλιάς είχε μπροστά του μια μικρή εξέδρα, πάνω στην οποία ένα κυκλικό στεφάνι, από άσπρο μάρμαρο, μοιάζει να περικλείει κάποιο φυλαγμένο χώρο. Φαίνεται αδιαμφι39
σβήτητη η παλαιότητα αυτού του λατρευτικού χώρου· όμως, πρέπει τάχα να υποθέσουμε πως ήταν ιερό του Απόλλωνα; Πρέπει τάχα να πιστέψουμε πως εκεί υψωνόταν αυτός, ο πρώτος βωμός, στη σκιά ενός φοίνικα και πάνω σ' αυτόν θυσίασε ο θείος Οδυσσέας φεύγοντας για τη χώρα της Τροίας; Ο ήρωας είχε διατηρήσει μια γεμάτη θαυμασμό ανάμνηση: «Κάποτε, στη Δήλο, κοντά στον βωμό του Απόλλωνα είδα τον δυνατό και πυκνό βλαστό ενός νεαρού φοίνικα, διότι έχω επισκεφθεί και εκείνους τους τόπους σ' αυτό το ταξίδι, που έμελλε να μου φέρει τόσα κακά. Τον θαύμασα πολλή ώρα, διότι τόσο ίσιο βλαστάρι δεν βγαίνει ποτέ από τη γη.» Η μητέρα και η αδελφή του Απόλλωνα είχαν επίσης ιερά των οποίων βρήκαμε τέτοια ίχνη, πάνω στις πλαγιές του Κύνθου. Η Αρτεμις λατρευόταν εκεί, ως προστάτιδα των λεχώνων. Στην κορυφή, μάλιστα, του βουνού δέσποζε ο Δίας, συντροφιά μαζί με ένα άγαλμα της Αθηνάς. Όλα δείχνουν πως η λατρεία αυτού του θείου ζιυγαριού προέρχεται από πολύ αρχαίους χρόνους· όμως, λίγο—λίγο, ο θρύλος του Απόλλωνα έβλεπε μόνο τον πατέρα του Απόλλωνα στον θεό Δία, και, για να εξηγήσει την τοποθέτηση του ιερού του, ανέφερε πως ο Δίας στάθηκε στον Κύνθο περιμένοντας τον τοκετό της Λητώς. Το βουνό είχε διαμορφωθεί ως χώρος προσκυνήματος: μονοπάτια και σκαλοπάτια οδηγούσαν στην κορυφή. Είχαν κατασκευάσει υποστηρικτικούς τοίχους για να επιτρέψουν τη διεύρυνση του πρωτόγονου ιερού. Κατά μήκος των μονοπατιών μικρά άδυτα (ναΐδρια) σχημάτιζαν κάτι σαν βωμούς λιτανείας. Στο σημείο εκκίνησης του κύριου δρόμου υψωνόταν ένας ναός της Ήρας. Η θεά είχε κάποτε ακολουθήσει τη μητέρα του Απόλλωνα, τυφλωμένη από το μίσος της. Ομως, είχε επέλθει συμφιλίωση και τουλάχιστον από τον 8ο π.Χ. αιώνα, η Ήρα λατρευόταν στη Δήλο. Το ταπεινό ορθογώνιο δωμάτιο, που υπήρξε ο πρώτος της λατρευτικός χώρος, τον 4ο αι. π.Χ., αντικατέστησαν με μαρμάρινο οικοδόμημα και στα θεμέλια του φύλαγαν τα απομεινάρια της αρχαίας κατασκευής καθώς και τα αγγιία ή ειδώλια, από τερρακότα, που είχαν άλλοτε αφιερωθεί στη θεά. Κατεβαίνοντας λίγο την κοιλάδα του Ινωπού, στη δυτική όχθη, συναντούμε το ιερό, όπου λατρεύονταν άλλοι γιοι του Δία: οι Διόσκουροι και ο Ηρακλής, οι οποίοι συνδέονται στενά μεταξύ τους. Επίσης ο Βάκχος, γιος του Δία και της Σεμέλης, φαίνεται πως είχε 40
τουλάχιστον ένα άδυτο, κοντά στον χείμαρρο, και, χωρίς αμφιβολία, στην κοιλάδα του Ινωπού γίνονταν τελετουργίες της λατρείας του. Η βαθιά και μεθοδική εξερεύνηση αυτής της περιοχής δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί, όμως, όλες οι ενδείξεις που έχουν συλλέγει, σε αυτούς τους τόπους, δείχνουν την παρουσία ιερών, κάποιας αξιοσέβαστης παλαιότητας, που δεν επισκίασε, εντελώς, το Μεγάλο Ιερόν του Απόλλωνα. Όμως, μετά τον 3ο αιώνα π.Χ., παρατηρήθηκε μια περίεργη εισβολή ξένων θρησκειών, σε αυτό το κομμάτι της Δήλου. Είδαμε πως ο ανατολίτικος πληθυσμός αυξήθηκε, ενώ αναπτυσσόταν η οικονομική ευημερία της Δήλου. Η ευημερία έφερε μαζί της θεούς, που κατάφεραν να εμφυτευθούν στο νησί του Απόλλωνα και να κατακτήσουν την καρδιά των Ελλήνων. Αρχικά ήταν οι θεοί της Αιγύπτου. Είναι πιθανόν η Ίσις να ήταν γνωστή από παλιά στη Δήλο· όμως, ο εκεί θρίαμβος της έγινε μόνο με τη συντροφιά του Σάραπη, του θεού που η τύχη του εκφράστηκε μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου. Ο Σάραπης ξεκίνησε δύσκολα και ταπεινά. Ένας Αιγύπτιος, που ισχυριζόταν πως είναι γόνος ιερατικής φυλής, τον λάτρευε μέσα στην ίδια του την κατοικία και ένας από τους απογόνους του, στις αρχές του δεύτερου π.Χ. αιώνα, έκτισε ένα μικρό ιερό με συνδρομές που συγκεντρώθηκαν από τους προσήλυτους στη νέα θρησκεία. Του έκαναν δίκη από την οποία, βγήκε νικητής, με τη «θαυμαστή παρέμβαση» του Σάραπη! Έτσι, σύντομα άνοιξαν κι άλλα ιερά. Έχουν ανακαλυφθεί τρία, τοποθετημένα όλα κοντά στον Ινωπό, ίσως από την επίδραση κάποιας παράδοσης, που φαίνεται αρκετά αρχαία, και σύμφωνα με την οποία οι πλημμύρες του Νείλου ρύθμιζαν τη ροή του Ινωπού, από κάποιο υπόγειο ρεύμα. Το πιο ογκώδες, από αυτά τα ιερά, ιδρύθηκε σε μια εξέδρα, βορειοδυτικά του Κύνθου, που γειτόνευε με το ιερό της Ήρας. Από τους τελευταίους χρόνους της ανεξαρτησίας ιερουργούσε εκεί ένας επίσημος ιερέας, πολίτης της Δήλου. Στη συνέχεια, το ρεύμα της αιγυπτιακής θρησκείας δεν έπαψε να δυναμώνει. Πρόσφεραν πολυάριθμα αναθήματα στον Σάραπη, στην Ίσιδα, στον Άνουβη και σε άλλες θεότητες που συνδέονταν με τη θρησκεία τους: ασημένια αγγεία, ειδώλια, διάφορα ταξίματα, που αφιερώνονταν από θεραπευμένους ασθενείς ή από ναυτικούς που διασώθηκαν από τους κινδύνους της θάλασσας. Το ιερό μεγάλωσε και κτίστηκαν πολυάριθμα άδυτα, ορι41
σμένα από τον ίδιο τον αθηναϊκό λαό. Ήταν απομίμηση των ιερών της Αιγύπτου: ένα δρομάκι περιτριγυρισμένο από Σφίγγες, βωμούς, στοές· μια αυλή γύρω απ' την οποία υψώνονταν λατρευτικά οικοδομήματα. Όμως, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως όλες αυτές οι κατασκευές προδίδουν την υπερβολική τσιγκουνια των δωρητών ή την πενία των οικονομικών τους δυνατοτήτων και την αδιαφορία των εργολάβων. Προς Βορρά αυτού του αιγυπτιακού ιερού υπήρχε ένα συριακό ιερό. Εκεί λάτρευαν τις θεότητες της Bambyke-Ιεράπολης* της Συρίας, δηλαδή τον Χαντάντ, αρσενική θεότητα και τη σύντροφο του Ατάργατη η οποία, με την ονομασία Αφροδίτη η Αγνή, σύντομα ανέλαβε ένα πρωταγωνιστικό ρόλο. Αρχικά τη λατρεία είχε αναλάβει ένας ιδιωτικός σύλλογος, του οποίου τα βασικά μέλη ήταν Ιεραπολίτες εγκατεστημένοι στη Δήλο. Όμως, χάρη στο κλίμα προσηλυτισμού, που πάντα χαρακτήριζε τις συριακές θρησκείες, η θεά της Ιεράπολης απέκτησε γρήγορα πολυάριθμους πιστούς μέσα στον ελληνικό και τον ρωμαϊκό πληθυσμό. Η Αθήνα, ανήσυχη ίσως, από την αυξανόμενη επιτυχία αυτής της θρησκείας, την αναγνώρισε επίσημα και της επέβαλε αθηναίο ιερουργό. Έτσι θα πρέπει να έχασε τον οργιαστικό και ελευθεριάζοντα χαρακτήρα που έπαιρνε στον τόπο καταγωγής της, όπου αφηνόταν στη φρενίτιδα ενός πολυάριθμου και παντοδύναμου κλήρου. Το ιερό, που απαρτιζόταν από μια μεγάλη αυλή η οποία είχε μπροστά της, στο Βορρά, μια μακριά εξέδρα, είναι ανατολικού τύπου. Προς την εξέδρα έβλεπαν στοές, άλλες εξέδρες, ένα μικρό θέατρο, απ' όπου, χωρίς αμφιβολία, διαλογίζονταν τα μυστήρια της θεάς. Διατηρούσαν επίσης ιερά ψάρια σε μια στέρνα. Στο βάθος της αυλής, κάτω απ' τον ανοιχτό ουρανό, άρχιζε η σειρά των αδύτων. Ο χώρος που καταλάμβαναν ήταν σημαντικός, όμως, οι κατασκευές, όπως και στο αιγυπτιακό ιερό, που προέρχονταν από την ατομική ή ομαδική γενναιοδωρία των προσήλυτων, ξαφνιάζουν με την πενιχρότητά τους. Είναι πολύ πιθανό να προσήλκυε η συριακή θεότητα κυρίως — όχι, όμως, αποκλειστικά — τους πιστούς της από τους ταπεινούς, ίσως, μέσα από τους σκλάβους. Οι Ανατολίτες δεν περιορίστηκαν να εγκαταστήσουν ιερά στην περιφέρεια του Κύνθου και του Ινωπού, όπου τοποθέτησαν ομοιώματα προγονικών θεών. Μετέτρεψαν ακόμα τον χαρακτήρα των παλαιών θρησκειών του νησιού και έτσι μόχθησαν, όσο μπορούσαν, 42
για αυτόν τον συγκρητισμό, που είναι τόσο χαρακτηριστικός των τελευταίων χρόνων της ειδωλολατρείας, όπου ανακατεύονται στοιχεία παραδοσιακών θεοτήτων της Ελλάδας με θεότητες που ήρθαν από τις ανατολικές ακτές του Αιγαίου. Συγκεκριμένα: ανανέωσαν, με τον τρόπο τους, την αρχαία λατρεία του Κυνθίον Διός. Το ιερό βουνό, όπου οδηγούσαν σειρές σκαλοπατιών, θα πρέπει να τραβούσε κοντά του τους ανθρώπους από τη Συρία ή τη Φοινίκη για τους οποίους το θείο πνεύμα φυσά στα υψηλά μέρη: αυτός ήταν ο φυσικός στόχος των προσκυνημάτων τους. Λάτρεψαν τον παντοδύναμο Βαάλ, κυρίαρχο αυτής της κορυφής, απ' όπου εξουσίαζαν τη θάλασσα.
Το Λιμάνι, το Εμπορικό Κέντρο και η Πόλη της Δήλου Η Αγορά, η οποία βρίσκεται στα νότια του ιερού του Απόλλωνα, είναι η μόνη που γνωρίζουμε κατά τους χρόνους της ανεξαρτησίας. Ωστόσο, φαίνεται ότι από τα τέλη του τρίτου αιώνα δεν επαρκούσε πια για τις ανάγκες του εμπορίου. Οι Δήλιοι κατασκεύασαν ένα τεράστιο οικοδόμημα, στα βόρεια του κύριου μυχού του λιμανιού, και το ονόμασαν Στοά κοντά στο Ποσειδώνιο, επειδή στην ακτή βρισκόταν ένα αρχαίο ιερό του Ποσειδώνα. Αυτή η Στοά ήταν μια τεράστια υπόστυλη αίθουσα, ορθάνοιχτη στην πρόσοψη, πολύ καλά φωτισμένη από ένα κεντρικό φωταγωγό. Θα πρέπει να χρησίμευε ως χονδρική αγορά σιταριού και ως κέντρο χονδρεμπορίου. Οι Δήλιοι ασχολήθηκαν επίσης με την καλύτερη διαμόρφωση του λιμανιού τους, όμως, μόνο μετά το 166 π.Χ., εκτελέστηκαν έργα ευρείας κλίμακας. Ο μυχός, που για πολλά χρόνια αποτελούσε όλο το λιμάνι, ήταν από τότε μια τεχνητή κατασκευή. Προστατευόταν από τον Βορρά και από τα δυτικά από μια προκυμαία που σχημάτιζε μια κυρτή επιφάνεια προς το πέλαγος. Δεν υπήρχε αποβάθρα άλλη εκτός από τη μακριά πλευρά της εξέδρας του ιερού· σε όλα τα άλλα μέρη επικρατούσε η αμμουδιά και πάνω εκεί ρυμουλκούσαν τα σκάφη. Μερικές φορές, για τον μυχό αυτό, χρησιμοποιούμε το όνομα Ιερό Λιμάνι· η ονομασία είναι ασφαλώς αδόκιμη, αν θέλουμε να εννοηθεί πως χρησίμευε μόνο για την αποβίβαση των προσκυνητών, όμως, χωρίς αμφιβολία, τέτοια ήταν η κύρια λειτουργία του. Είδαμε πως η Δήλος συγκέντρωνε στη σκάλα της εμπόριο ολοένα 43
περισσότερο πλούσιο. Το λιμάνι θα πρέπει να μεγάλωνε και να αναπτυσσόταν. Αρχικά, το ιερό λιμάνι μεγάλωσε: στο πιο μεγάλο κομμάτι του περιβόλου εγκατέστησαν αποβάθρες. Η στοά του Φιλίππου Ε' διπλασιάσθηκε με μια νέα στοά που έβλεπε προς τη θάλασσα και προοριζόταν για το διαμετακομιστικό εμπόριο. Στον Βορρά και στον Νότο διαμορφώθηκαν δύο πλατείες ή αγορές από επιχωματώσεις που υποστηρίζονταν είτε από λιθοδομές είτε από κάποιο κυματοθραύστη, ευθυγραμμισμένο με μεγάλη φροντίδα. Η αγορά του Βορρά ονομάζεται Αγορά του Θεόφραστου, από το όνομα του Αθηναίου κυβερνήτη του 126 π.Χ., του οποίου μνημείο είχαν στήσει εκεί και φαίνεται πως είχε παίξει σημαντικό ρόλο στις νέες εγκαταστάσεις. Η αγορά του Νότου ονομάστηκε — ελλείψει καλύτερου ονόματος — Αγορά των Κομπίταλιαστών, επειδή βρήκαν στην περιοχή πολλά μνημεία αφιερωμένα από σκλάβους ή Ιταλούς απελεύθερους, οι οποίοι αποτελούσαν μια ένωση και λάτρευαν μια θρησκεία που απευθυνόταν στους Λάρητες των σταυροδρομιών (Lares Compitales)*. Τα μέλη της αδελφότητας δεν συμμετείχαν καθόλου στη διαμόρφωση αυτής της πλατείας, που, ίσως, είναι έργο αυτού του ίδιου του Θεόφραστου. Στα νότια του ιερού λιμανιού, που εξελίχθηκε σε κύριο λιμάνι, αναπτύσσεται ένα ευρύτατο σύστημα αποθηκών. Ο μόνος δίαυλος εισόδου τοποθετείται κάπου ανάμεσα στη δυτική ακτή της Δήλου και των δύο νησίδων που ονομάζονται Μεγάλος και Μικρός Ρεματιάρης και απλώς σχημάτιζε, από τότε, ένα τεράστιο όρμο, χωρισμένο σε πολλούς μυχούς με τη βοήθεια μικρών μώλων. Στα βόρεια υπήρχαν επίσης μερικές ναυτικές εγκαταστάσεις, που, σχεδόν αμέσως, διακόπτονταν από την απόκρημνη ακτή. Όμως, ο κόλπος του Σκαρδανά σχημάτιζε ένα βοηθητικό λιμάνι που εξυπηρετούσε μια εντελώς νέα συνοικία. Κατά μήκος της παραλίας είχαν ανοίξει μαγαζιά, που αποτελούσαν την εμπορική συνοικία του νησιού. Τα μαγαζιά δεν εμφάνιζαν ομοιόμορφο σύνολο, μπορούμε τουλάχιστον να πούμε πως συχνά ανακαινίζονταν. Οι αποβάθρες, που εκτείνονταν μπροστά από τα μαγαζιά αυτά και που ήταν ελεύθερα ανοικτές στην κυκλοφορία, ίσως χτίστηκαν από κοινού. Όμως, και εδώ αποκαλύπτουμε ίχνη πολλών μετατροπών. Γνωρίζουμε από επίσημη μαρτυρία πως η αθηναϊκή διοίκηση έδειξε ενδιαφέρον για την οικονομική ανάπτυξη της Δήλου· όμως, η 44
εξέταση των ερειπίων πιστοποιεί πως συχνά θα πρέπει να οφείλεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι προσβάσεις ανάμεσα στα μαγαζιά και τη θάλασσα ήταν εύκολες· αντίθετα δεν τους είχε καθόλου απασχολήσει να διευκολύνουν τις σχέσεις ανάμεσα στα μαγαζιά και τις συνοικίες της πόλης, που βρίσκονταν από πίσω. Αυτές οι προϋποθέσεις εξηγούνται από αυτόν τον ίδιο τον χαρακτήρα του εμπορίου που γινόταν στη Δήλο. Τα προϊόντα που ξεφορτώνονταν δεν μεταφέρονταν μέσα στη πόλη για να υποστούν επεξεργασίες. Ενώ τα εμπορεύματα που έρχονταν από την Τύρο ή την Αλεξάνδρεια έμεναν μέσα στην αποθήκη για να ξαναφορτωθούν με προορισμό την Ιταλία. Δεν μπορούμε να απαριθμήσουμε όλα τα είδη που οι Ιταλοί εμπορευόμενοι έρχονταν να βρουν στη Δήλο. Όμως, σύμφωνα με τον γεωγράφο Στράβωνα, πρέπει να κάνουμε κάποια ειδική μνεία στους δούλους. Υπήρχε σημαντική ζήτηση δούλων: για να καλλιεργούν τις μεγάλες γαιοκτησίες, που σχηματίστηκαν στην Ιταλία, τον δεύτερο π.Χ. αιώνα, για να εξασφαλίζουν τη λειτουργία εργαστηρίων, ολοένα περισσότερων και αξιόλογων, χρειαζόταν ένας ολόκληρος υπηρετικός πληθυσμός. Η Ρώμη ενθάρρυνε το δουλεμπόριο και η Δήλος έγινε μεγάλη αγορά ανθρώπινης σάρκας. Λέγεται, πως σε μια μόνο μέρα μπορούσαν να πουλιούνται, στην αγορά αυτή, δεκάδες χιλιάδες «κεφάλια» και οι εργασίες γίνονταν με μια ταχύτητα που έμεινε παροιμιώδης. Όλη, λοιπόν, η εμπορική δραστηριότητα της Δήλου συγκεντρώθηκε στο λιμάνι και στο εμπορικό κέντρο, όπως η θρησκευτική δραστηριότητα γύρω από το ιερό. Από αυτό εξηγείται, σε μεγάλο μέρος, η όψη που εμφάνιζαν οι κατοικημένες συνοικίες της πόλης. Η πολιτεία της Δήλου δεν φαίνεται να επεκτάθηκε ιδιαίτερα, μέχρι το 166 π.Χ. Στα βόρεια μόνο του ιερού βρίσκονταν κάποιες λιγοστές και αραιοσπαρμένες κατοικίες, πάνω στην απόκρημνη ακτή που δεσπόζει στη θάλασσα. Στα ανατολικά και κυρίως στα νότια, μια μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού σχημάτιζε ένα αρκετά συμπαγή οικισμό, μέσα σε μια περιοχή που γειτόνευε τόσο με το ιερό όσο και με το λιμάνι. Μετά, τα οικοδομήματα της κοσμοπολίτικης πόλης κατέκλυαν, κατά κάποιο τρόπο, την αρχαία πολιτεία της οποίας αποκαλύπτουμε μόνον ακαθόριστα λείψανα. Δεν μπορούμε να κάνουμε την απογραφή του πληθυσμού αυτής της πόλης. Όμως, η έκταση των ερειπίων και οι αδιάκοποι σωροί των λειψάνων δεί45
χνουν αρκετά ποια ήταν η πυκνότητα της. Οι συνοικίες που έχουν καθαριστεί επιτρέπουν να προσδιορίσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της πόλης. Η πόλη δεν προσφέρει καθόλου στη ματιά μας κάποιο κανονικό σχέδιο, με δρόμους ευθύγραμμους, όπως σε τόσες ελληνιστικές πόλεις, που είναι σχεδιασμένες με άνεση και έχουν ρυμοτομική χάραξη. Η ανάπτυξη πραγματοποιήθηκε, μέρα με τη μέρα, λίγο στην τύχη, χωρίς καμιά φροντίδα για τη γεωμετρία. Ο χώρος γενικά δεν βοηθούσε τη χάραξη ενός αρμονικού σχεδίου. Χρειάστηκαν έργα ισοπέδωσης, που έγιναν δύσκολα, λόγω του βραχώδους χαρακτήρα του εδάφους. Οι συνοικίες κτίζονταν, σε διαδοχικά επίπεδα, πάνω στις πλαγιές των λόφων είχαν πολύ άνισες διαστάσεις και τις οροθετούσαν μονοπάτια στενά και ελικώδη. Η κυκλοφορία ήταν ελεύθερη και εύκολη μόνο γύρω από το ιερό και το λιμάνι, ίσως επίσης και μέσα στο προάστιο, που σχηματίστηκε γύρω από το στάδιο και το γυμνάσιο. Σε όλα τα άλλα μέρη έφτανε μόνο να καλύπτει τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού. Τα θρησκευτικά κτίσματα, όπως και εκείνα της κοινής χρήσης, συνήθως δεν κτίζονταν μέσα στις κατοικημένες συνοικίες. Όταν κάποιο κτίριο αυτών των δύο κατηγοριών, που ήταν πριν απομονωμένο, ενωνόταν, λόγω της αυξημένης δόμησης ιδιωτικών κατοικιών, δεν επεδίωκαν να διαμορφώσουν κάποιο ακάλυπτο χώρο γύρω του. Έτσι, το θέατρο, που κτίστηκε τον τρίτο π.Χ.αιώνα, σε ένα χώρο που είχε επιλεγεί, βάσει σχεδίου, για να επιτρέπει σκαλοπάτια, στη συνέχεια εγκλωβίστηκε μέσα σε μια λαϊκή συνοικία, χωρίς να φροντίσουν να απελευθερώσουν τον χώρο γύρω του. Οι μυχοί και τα μαγαζιά του λιμανιού επαρκούσαν για το διαμετακομιστικό εμπόριο που έφερε πλούτη στη Δήλο. Στο νησί δεν εργάζονταν και είχε μικρή παραγωγή. Δεν γινόταν κανένα αγώι μέσα από τους δρόμους, απ' όπου περνούσε μόνο, κάποτε-κάποτε, κανένα υποζύγιο. Ακόμα, σπάνια οι δρόμοι πλακοστρώνονταν και δεν δίσταζαν να τους διακόπτουν, παρεμβάλλοντας βαθμίδες ή, σε περιοχές ιδιαίτερα απόκρημνες, να τους αντικαθιστούν με σκαλοπάτια. Ένα αποχετευτικό σύστημα, που ίσως αποκαλύπτει την παρέμβαση της δημόσιας διοίκησης, επέτρεπε την εκροή των οικιακών υδάτων. Οι δρόμοι αυτοί πλαισιώνονταν από σπίτια, των οποίων οι προσόψεις είχαν πάρα πολύ διαφορετικά ύψη. Μερικά, με ένα επιπλέον 46
όροφο, έφταναν τα δέκα περίπου μέτρα και το ύψος τους θα πρέπει να έκανε πιο αισθητή τη στενότητα του δρόμου. Στο ισόγειο έβλεπαν ελάχιστα μόνο παράθυρα, όμως, οι πόρτες διαδέχονταν η μια την άλλη σε αποστάσεις πολύ κοντινές, δηλαδή πόρτες κατοικιών ή πόρτες μικρών μαγαζιών, διάπλατα ανοικτές. Κοντά στις εισόδους συχνά βλέπουμε οικιακούς βωμούς διακοσμημένους με θρησκευτικά ζωγραφικά έργα. Ο πληθυσμός δεν διαμοιραζόταν στις διάφορες συνοικίες ανάλογα με την περιουσία ή το είδος απασχόλησης του. Δίπλα στο «παλάτι» του πλούσιου εφοπλιστή ξεφύτρωνε η καλύβα του μεροκαματιάρη. Οι ιδιωτικές κατοικίες, τα μικρά μαγαζιά, οι παράγκες, τα εργαστήρια ήταν, ανάκατα συγκεντρωμένα, μαζί. Ιδιαίτερα πολυάριθμα είναι τα μικρά μαγαζιά κατά μήκος των πιο πολυσύχναστων δρόμων. Όμως, παντού πασχίζουν να αξιοποιήσουν, στο έπακρο, τον χώρο, με την ολοφάνερη πρόθεση να μην αφήσουν τίποτα να χαθεί. Κατά γενικό κανόνα τα σπίτια που κατοικούν έχουν μια εσωτερική αυλή, που εξασφαλίζει την επικοινωνία ανάμεσα στα διάφορα κτίσματα και επιτρέπει την είσοδο του αέρα και του φωτός στα σκοτεινά αυτά δωμάτια που συνήθως — τουλάχιστο στο ισόγειο — δεν έχουν άλλο άνοιγμα εκτός από την πόρτα. Συχνά, ένα μέρος της αυλής σκεπαζόταν με κάποιο αρχιτεκτονικό κατασκεύασμα. Στις πιο πλούσιες κατοικίες, στις τέσσαρες πλευρές, ορθωνόταν ένα μαρμάρινο περιστύλιο. Το έδαφος της αυλής, κάτω από το οποίο διαμόρφωναν τη στέρνα, σκεπαζόταν από ένα ψηφιδωτό, έργο της δεξιοτεχνίας ανατολιτών καλλιτεχνών. Ένα από αυτά τα ψηφιδωτά, μέσα στο λεγόμενο σπίτι του Διόνυσου, παριστάνει τον θεό καβάλα σε τίγρη· ένα άλλο έχει διακοσμηθεί στις γωνιές με δελφίνια που τα ιππεύουν έρωτες. Οι κύριοι του σπιτιού, μερικές φορές, τοποθετούσαν κάτω από μια στοά ή μέσα σε κάποια αίθουσα ένα άγαλμα που παρίστανε αυτούς τους ίδιους. Στο ισόγειο βρισκόταν η αίθουσα συγκεντρώσεων και άλλα πιο μικρά δωμάτια, ενώ στόκοι, με εκθαμβωτικά χρώματα, κάλυπταν τους εσωτερικούς τοίχους. Στον πρώτο όροφο βρίσκονταν μόνον οι κρεβατοκάμαρες που επικοινωνούσαν με ένα διάδρομο. Πολλά σπίτια ήταν εφοδιασμένα με αποχωρητήρια που είχαν φροντισμένη υδραυλική εγκατάσταση. Όλα τα χρόνια που διάρκεσε η ευημερία της Δήλου δεν σταμάτησαν να κτίζουν και να αναμορφώνουν τις ήδη κτισμένες συνοικίες. Οι εμπορευόμενοι που είχαν πλουτίσει ήθελαν πιο ευρύχωρες κατοι47
κίες, πιο άνετες και πιο πολυτελείς. Αγόραζαν πολλά σπίτια μαζί και ανεθεταν να τους τα μετατρέψουν για δική τους αποκλειστικά χρήση, γκρεμίζοντας τοίχους, μεγαλώνοντας αυλές, κτίζοντας κιονοστοιχίες. Όταν συνέβη η καταστροφή, που ξεκίνησε την ερείπωση της Δήλου, δούλευαν πολλά συνεργεία σε όλες τις κατοικημένες συνοικίες.
48
IV. Η ερήμωση της Δήλου Δύο καταστροφές, σε σύντομο χρονικό διάστημα, έπληξαν το ακμαίο αυτό εμπορικό κέντρο του Αιγαίου· και από τότε η Δήλος συνέχισε να ξεπέφτει, ενώ, εξαιτίας πολιτικών και οικονομικών συνθηκών ήταν ανήμπορη να επανορθώσει τις πολλαπλές συμφορές που υπέστη. Το 88 π.Χ., ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης ξεσήκωσε την Ανατολή και την Ελλάδα ενάντια στην ηγεμονία των Ρωμαίων. Η Αθήνα συμμάχησε μαζί με εκείνον που χαιρέτησε ως απελευθερωτή. Όμως, η Δήλος διαχωρίζει τη θέση της από τη μητρόπολη, παρόλο που είχε αναστατωθεί από τους ανθρώπους του βασιλιά. Ίσως, η Δήλος αισθάνεται εξίσου αποικία της Ρώμης όπως και της Αθήνας. Οι πολυάριθμοι Ιταλοί που έμεναν εκεί και που, κάπως ακαθόριστα, απειλήθηκαν με θάνατο από τον Μιθριδάτη, κράτησαν το νησί μέσα στα πλαίσια των υποχρεώσεων που είχε απέναντι στη Ρώμη. Ωστόσο, δεν απέφυγαν το πεπρωμένο τους. Ο στόλος του Μιθριδάτη κυρίευσε, χωρίς δυσκολίες, και λεηλάτησε τη Δήλο: λέγεται ότι σφαγιάστηκαν είκοσι χιλιάδες άνδρες, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Ιταλοί. Η Δήλος παραδόθηκε ξανά στους Αθηναίους, όπου και παρέμεινε, παρόλο που ο Σύλλας θριάμβευσε στην Αθήνα και νίκησε τον Μιθριδάτη. Η πόλη απογυμνώθηκε από τα βασικά της πλούτη, έχασε τους περισσότερους από τους κατοίκους της, όμως, τα στρατεύματα του Μιθριδάτη δεν την είχαν καταστρέψει με τρόπο συστηματικό. Ο τόπος ήταν ακόμα καλός, η ιταλική παροικία αρκετά γρήγορα ανασυγκροτήθηκε, οι Ανατολίτες συνέχισαν να συχνάζουν. Οι πειρατές, που ήδη από εκείνους τους χρόνους μάστιζαν τη Μεσόγειο, για πολύ καιρό σέβονταν το νησί, όπου είχαν τη δυνατότητα να διοχετεύουν τους δούλους, που είχαν αποκτήσει από τις επιδρομές τους. 49
Όμως, το 69 π.Χ., άρχισαν πάλι OL εχθροπραξίες ανάμεσα στη Ρώμη και τον Μιθριδάτη. Ο τελευταίος βρήκε πολύτιμους συνεργάτες του τους πειρατές. Άραγε ήταν αυτός που υπέδειξε ως στόχο τους τη Δήλο, που ήταν, όσο ποτέ άλλοτε, υποταγμένη στη θέληση των Ρωμαίων; Είναι πιθανόν ο Αθηνόδωρος, ο αρχηγός των πειρατών, που μπήκε επικεφαλής μιας επικερδούς επιχείρησης εναντίον του νησιού, να κινήθηκε απλώς από τη δική του απληστία. Οδήγησε στη δουλεία ένα μέρος του πληθυσμού, λεηλάτησε τα ιερά, σωρεύοντας παντού ερείπια. Όταν ο Ρωμαίος απεσταλμένος Τριάριος έσπευσε για βοήθεια, μπόρεσε μόνο να περιζώσει με ένα τοίχο άμυνας το ιερό του Απόλλωνα και ένα μέρος της πόλης. Βρήκε τα υλικά έτοιμα προς χρήση: διακρίνονται σε κάθε σημείο του τοίχου, του οποίου έχει αναγνωρισθεί το ερείπιο, αρχιτεκτονικά μέλη προερχόμενα από οικοδομήματα που είχαν γκρεμιστεί. Από τότε, η Δήλος απέκτησε την προστασία μιας δύναμης και η ασφάλεια της δεν εξασφαλιζόταν μόνον από τον Απόλλωνα. Αλλά η ανασφάλεια των θαλασσών νέκρωσε την κίνηση του λιμανιού και επέφερε μια εμπορική κρίση. Αργότερα, όταν ο Πομπήιος κατέστειλε την ασυδοσία των πειρατών, αποκαλύφθηκε ότι το εμπόριο είχε στραφεί προς άλλους δρόμους. Σχέσεις άμεσες είχαν συναφθεί ανάμεσα στην Ιταλία και την Ανατολή: τα ιταλικά λιμάνια της Όστιας και των Ποτιόλων* είχαν ιδιοποιηθεί το εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου. Αυτό υπήρξε η χρεωκοπία της Δήλου. Πάντως, μια μικρή αποικία ξένων φυτοζώησε εκεί για πολύ καιρό ακόμα: οι Εβραίοι, που είχαν και συναγωγή στο νησί, αποτέλεσαν ένα σημαντικό της τμήμα. Είχε περάσει πια ο καιρός των μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων, όμως, υπήρχε ακόμα η δυνατότητα κάποιων χαμηλών εμπορικών συναλλαγών και μικρών κερδών. Σε πολλές συνοικίες της πόλης έχουν ανακαλυφθεί τα ίχνη των πυρκαγιών που έβαλαν οι στρατιώτες του Μιθριδάτη ή οι πειρατές. Ο πληθυσμός εγκατέλειψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, αποδεκατισμένος και εξαθλιωμένος καθώς ήταν. Με σωρούς από πέτρες έφραζαν οριστικά τις εισόδους των σπιτιών που εγκατέλειπαν, ενώ κύριοι δρόμοι έγιναν απλώς μονοπάτια, που οδηγούσαν σε διάφορες περιοχές του νησιού. Η ζωή της πόλης περιορίστηκε, όπως και στο ξεκίνημα της, στα πέριξ του ιερού λιμανιού και του Ίερού, σε οικισμούς που επιδιορθώθηκαν λίγο ως πολύ. Εκεί παρέμεινε, μέσα στους αιώνες, πριν εξαφανιστεί ολοσχερώς. Ωστόσο διαπιστώνεται
50
ότι κτίστηκαν θέρμες και αργότερα εκκλησίες που χρησιμοποιούνταν από αυτούς, τους τελευταίους κατοίκους της Δήλου, που δεν ήταν εντελώς εξαθλιωμένοι. Το ιερό του Απόλλωνα δεν έχασε όλο του το κύρος την ίδια εποχή, που ολοκληρωνόταν η οικονομική κατάρρευση του εμπορικού κέντρου. Όταν το νησί είχε χάσει κάθε εμπορική σπουδαιότητα, ευτύχησε στην προσπάθεια να επιβεβαιώσει τον ιερό του χαρακτήρα, σαν να είχε ακόμα μια φορά καθαρθει από τη συμφορά. Το 58 π.Χ. ένας ρωμαϊκός νόμος παραχωρούσε ακόμα διάφορα προνόμια σ' αυτήν την «πανίερη» γη, όπου γεννήθηκαν ο Απόλλων και η Άρτεμις. Η Αθήνα, που ήταν πάντα επικυρίαρχος, δείχνει κατά διαστήματα κάποιο θρησκευτικό ζήλο· στα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ., αναβιώνοντας τις παραδόσεις ευλάβειας που, χωρίς αμφιβολία, είχαν εξαιρετικά παραμεληθεί, στέλνει λιτανείες και σφάγια. Όμως, ο ιερέας του Δηλίου Απόλλωνα, που είναι συγχρόνως και κυβερνήτης του νησιού, κατοικεί στην Αθήνα· ενώ η φύλαξη των κατεστραμμένων ναών αφήνεται σε μερικούς χωροφύλακες. Έτσι, σύντομα, ακόμα και οι προσκυνητές ξεχνούν τον δρόμο προς τη Δήλο, όπως, από πολύ καιρό πριν, τον είχαν ξεχάσει οι έμποροι.
51
This Page Intentionally Left Blank
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αρχαιολογική έρευνα της Δήλου, δημοσιευμένη με την ευθύνη των: Th. Homolle, M. Holleaux, G. Fougeres, Ch. Picard, Παρίσι, Fontemoing de Boccard, 1909 και εξής (κατά τη διάρκεια της δημοσίευσης). Ανθολόγηση επιγραφών της Δήλου, (με μετάφραση και σχόλια), δημοσιεύτηκε από F. Durrbach υπό την αιγίδα της Ακαδημίας Επιγραφών (Ίδρυμα του δούκα του Loubat), Τόμος Ι, Ιστορικά Κείμενα, Παρίσι, Leroux, 1921-22. — Α. Lebegue: Έρευνες για τη Δήλο, Παρίσι, 1876. — Th. Homolle: Τα αρχεία των επιμελητών των ιερών στη Δήλο (315166π.Χ.), Παρίσι, 1887. — P. Roussel: Η αθηναϊκή αποικία της Δήλου, Παρίσι, 1917. — P. Roussel: Οι αιγυπτιακές δοξασίες στη Δήλο, Παρίσι-Νανσύ, 1917.
This Page Intentionally Left Blank
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Σελ. 9* Ο γνεύσιος είναι κρυσταλλοσχιστώδες πέτρωμα, που παρουσιάζει την αυτή ορυκτολογική σύσταση με τον γρανίτη. Σελ. 10* Αιγηίς: έτσι ονομαζόταν η ξηρά που ένωνε την ελληνική χερσόνησο με τη μικρασιατική ακτή και τμήματα της, σήμερα, αποτελούν τα νησιά των Κυκλάδων, οι Σποράδες και γενικώς τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους. Σελ. 12.* Δήλιος Απόλλων. Παλαιότατη επίκληση του Απόλλωνα, η οποία προήλθε από τη λατρεία του στη Δήλο. Με την επωνυμία αυτή ο Απόλλων λατρευόταν στην Αμοργό, Χίο, Κάλυμνο, Κέα, Κω, Νάξο, Νίσυρο, Πάρο, Ρόδο, Τήνο, στις Ερυθρές της Μ. Ασίας, στα Μέγαρα, τον Μαραθώνα, τη Χαλκίδα, τον Ορχομενό, την Τανάγρα, στο Επιδήλιο της Λακωνίας, στη Μεσσήνη και στο Δήλιο της Βοιωτίας (Δήλεσι), όπου, για μικρό χρονικό διάστημα, γίνονταν γιορτές αντίστοιχες προς τα Δήλια. Σελ.12** Τα νησιά που βρίσκονται, σήμερα, στον χώρο του Αιγαίου Πελάγους είτε είναι υπολλείματα της Αιγηίδας είτε αναδύθηκαν αργότερα, λόγω των πλευρικών πιέσεων. Αυτή είναι η επίσημη επιστημονική άποψη και έτσι μπορεί να ερμηνευθεί η εμφάνιση της Δήλου (άδηλος - δήλον). Σελ. 15* Οι γιορτές, που οργάνωναν, κάθε χρόνο, οι Ίωνες προς τιμήν του Απόλλωνα, στη Δήλο, ονομάζονταν, κατά κανόνα Δήλια. Στις γιορτές αυτές μπορούσαν να λαμβάνουν μέρος και πολίτες που δεν ανήκαν στην ιωνική κοινότητα. Αργότερα, μετά το 427 π.Χ., τα Δήλια γιορτάζονται κάθε τρία χρόνια και συμπίπτουν με τα Πύθια των Δελφών. Στη διάρκεια των γιορτών, πλην των θρησκευτικών εκδηλώσεων, γίνονταν και αγώνες: γυμνικοί, ιππευτικοί, μουσικοί, τα δε βραβεία, τα άθλα προς τους νικητές, ήσαν ασημένιες φιάλες. Όταν οι Αθηναίοι έθεσαν υπό τον απόλυτο έλεγχο τους τη Δήλο, η προπαρασκευή της γιορτής ετοιμαζόταν στην Αθήνα και ειδική 55
Θεωρία, οι Δηλιαστές, στέλνονταν στο ιερό νησί τους οποίους μετέφερε η Δηλιάς, μία από τις τρεις ιερές νήες των Αθηναίων. Σελ. 16* Ο χορός ονομαζόταν Γέρανος, επειδή έμοιαζε με τους κύκλους και ελιγμούς που σχηματίζουν, όταν πετούν οι γερανοί. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν και αναπαράσταση της πλάνης του Θησέα στις στοές του Λαβύρινθου. Η εκδήλωση γινόταν γύρω απ' τον τεράστιο Βωμό του Απόλλωνα, που ονομαζόταν Κεράτινος ή Ιερό των Ταύρων και ήταν τοποθετημένος προ των τριών ναών. Σελ. 17* Ο εξαγνισμός ήταν πράξη που δήλωνε πίστη και σέβας προς τον Θεό, η οποία γινόταν είτε για λόγους θεϊκής εύνοιας είτε προς εξιλασμό του Θεού. Οι ιεροί χώροι έπρεπε να διατηρούνται καθαροί παντός μιάσματος. Έτσι η Δήλος, η οποία ανήκε, στο σύνολο της, στον Απόλλωνα, ως χώρος ιερός, έπρεπε να εξαγνισθεί από κάθε τι ακάθαρτο. Αυτή υπήρξε η επίσημη αιτιολόγηση των Αθηναίων τόσο για τη μερική κάθαρση, επί Πεισίστρατου, όσο και για τον ολικό εξαγνισμό του νησιού, το 426 π.Χ., λόγω του λοιμού, τον οποίο περιγράφει ο Θουκυδίδης στο Γ', 104. Πολλές φορές, όμως, με το πρόσχημα εξυπηρέτησης θεϊκών επιταγών, καλύπτονταν οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες. Σελ. 19* Ο Πελοποννησιακός πόλεμος διάρκεσε 27 χρόνια, από το 431 π.Χ. μέχρι το 404 π.Χ., και έληξε με νίκη των Πελοποννησίων, αφού στην καθοριστική σύγκρουση κατόρθωσαν να καταστρέψουν τον αθηναϊκό στόλο στους Αιγός Ποταμούς. Σελ. 19** Ο Φίλιππος Β' είχε υπογράψει με τους Αθηναίους, το 346 π.Χ., τη γνωστή Φιλοκράτειο ειρήνη. Σελ. 25* Γέρρα: πόλη στον Περσικό Κόλπο, κτισμένη στην αραβική ακτή, με πλούσια εμπορική κίνηση. Σελ. 25** Ναβαταίοι: αρχαίος λαός της Αραβίας, που κατοικούσε στο βόρειο τμήμα της αραβικής χερσονήσου, στην περιοχή που ονομαζόταν Ναβατηνή.
Σελ. 25*** Μιναίοι: ισχυρότατος λαός της Αραβίας, που κατοικούσε στο δυτικό τμήμα της αραβικής χερσονήσου, με πρωτεύουσα τα Κάρνα. Σελ. 28* Τους χειμερινούς μήνες ο Απόλλων κατοικούσε στη χώρα των Υπερβορείων, η οποία αν και τοποθετείται γεωγραφικά πέρα απ' τον Δούναβη, είχε, όμως, κλίμα εύκρατο. Οι κάτοικοι της φημίζονταν για τη σοβαρότητα και την ευσέβεια τους. Η παράδοση αναφέρει ότι αυτοί πρώτοι, οι Υπερβόρειοι, έφεραν προσφορές στον Απόλλωνα. Σελ. 30* Ακαθόριστη τοποθεσία. Με το όνομα Ορτυγία αναφέρονται η Ρήνεια, η Σύρος, επίσης αρχαιότατη πόλη της Αιτωλίας, όπως και τοποθεσία κοντά στις Συρακούσες. Σελ. 31* Προελληνικές χθόνιες αγροτικές θεότητες, προερχόμενες από τη χώρα των Υπερβορείων: Ώπις, Άργη, Υπερόχη, Λαοδίκη. Σελ. 32* Η Θεωρία την οποία οδήγησε ο Νικίας, το 418 π.Χ., θεωρήθηκε η πιο μεγαλόπρεπη και η πιο πολυδάπανη. Μέσα σε μια νύχτα γεφυρώθηκε, με ξύλινη λυόμενη γέφυρα, το στενό μεταξύ της Ρήνειας και της Δήλου, ώστε το πρωί να πορευτούν, πεζή, οι Δη λιαστές προς το Ιερό. Σελ. 42* Βαμβύκη, έτσι ονόμαζαν οι Έλληνες την πόλη πριν οι Σελευκίδες την ονομάσουν Ιεράπολη. Η Βαμβύκη ήταν κτισμένη κοντά στον ποταμό Ευφράτη και αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ της Αντιόχειας και της Σελεύκιας. Το ονομαστότερο μνημείο της ήταν ο ναός της Ατάργατης, τον οποίο λεηλάτησε, το 53 π.Χ., ο Κράσσος. Σελ. 44* Οι Λάρητες (Lares) ήσαν κατώτεροι θεοί των Ρωμαίων που προστάτευαν: οικογένειες, οικίες, δρόμους, πόλεις, όπως και τους ναυτικούς, απ' τους κινδύνους της θάλασσας. Είχαν παιδική ή νεανική μορφή και τους γιόρταζαν την 1η Μαΐου. Σελ. 50* Όστια και Ποτίολοι, δύο σημαντικά λιμάνια της Ιταλίας. Η Όστια (Ostia) υπήρξε, από την αρχαιότητα, πόλη ιταλική κτισμένη
στις εκβολές του Τίβερη. Παρά το γεγονός ότι δεν διεθεται μεγάλο φυσικό λιμάνι, εντούτοις, ανέπτυξε, στο τέλος του Β' π.Χ. αιώνα, πλούσια εμπορική κίνηση. Οι Ποτίολοι (Pozzuoli) ιδρύθηκαν από τους Κυμαίους, το 521 π.Χ., με το όνομα Δικαιάρχεια. Υπήρξαν ένα από τα σπουδαιότερα λιμάνια της Κάτω Ιταλίας και, με βάση τη γεωγραφική τους θέση, εξελίχθηκαν σε εμπορικότατη πόλη.
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ Αθήνα, 8,16,17,19, 22,23, 24,29, 34, 42, 49, 51 Αθηνά, 40 Αθηνόδωρος, 50 Αιγαίο, 10,12,15,16,17, 20, 35, 36,42,43,55 Αιγηίς, 10, 55 Αιγός Ποταμοί, 56 Αίγυπτος, 13,19,20, 39,42 Αλεξάνδρεια, 25, 32, 35,45 Αλέξανδρος, 19,41 Αμοργός, 55 Ανδρος, 10 Αντίγονος, 29 Αντιόχεια, 25,56 Άνουβης, 41 Απόλλων, 10,11,12,13,15,16,17,18,20, 21,23, 24, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 33, 34,35,36, 38, 39,40,41,50,51, 55,56 Αργή,56 Αρτεμις, 30, 31, 35,38,40, 51 Ασκάλων, 25 Ατάργατη, 42,57 Ατταλος Α, 38 Αττική, 16 Αχαΐα , 22 Βαάλ, 43 Βάκχος, 40 Βαμβύκη,56 Βηρυττός, 23, 37 Γαλλία, 8 Γέρρα, 25, 56 Γουδής Δ., 7 Δάτης, 35 Δεινοδίκης, 31 Δεινομένης, 31 Δελφοί, 17,18,19, 30, 55 Δήλεσι, 55
59
Δήλος, 7, 8, 9,10,11,13,15,16,17,18,19, 20, 21,22,23, 24,25, 26,27, 28, 29, 30,31, 33, 34, 35, 37, 38, 39,40, 41,42,43,44,45,46,47,48, 49, 50, 51,55, 56 Δίας, 12,38, 40,43 Δικαιαρχεια, 57 Διόνυσος, 47 Διόσκουροι, 40 Δούναβης, 56 Ελλάδα, 8,10,11, 23,27, 43 Επιδήλιο, 55 Εριφύλλη,33 Ερμής, 11, 24 Ερυθρές, 55 Ερυσίχθων 16 Εστία, 38 Ευφράτης, 56 Ήρα, 12, 40,41 Ηρακλής, 40 Ηρόδοτος, 31, 36 Ήφαιστος, 33 Θεόφραστος, 44 Θησεύς, 16, 55 Θουκυδίδης, 13,15,18, 56 Ιεράπολη, 25, 42,56 Ινωπός, 9, 27, 28,36, 39, 40,41, 42 Ίσις, 41 Ιταλία, 21, 22,24, 26,45, 50, 57 Καλλίμαχος, 12 Κάλυμνος, 55 Κάρυστος, 35 Καρχηδών, 22 Κέα, 55 Κόρινθος, 23 Κράσσος, 57 Κρήτη, 13,16 Κυκλάδες, 10,12,15,16,19,23, 28,55 Κύνθος, 9,10,13, 27,28, 35, 39,40,41,42 Κως, 35,55
60
Λαοδίκη, 56 Λαοδικία, 25 Λάρητες, 44, 57 Λήμνος, 35 Λητώ, 12,30, 32, 38,39 Μακεδονία, 19, 20,21,29,32,38 Μαραθώνας, 55 Μέγαρα, 55 Μεσόγειος, 7,11,21,23, 49,50 Μεσσήνη,55 Μιθριδάτης, 49, 50 Μικρά Ασία, 15,18,20,23,25 Μπορντώ, 8 Μπυντέ Γ., 8 Μύκονος, 10,34,38 Νανσύ, 8 Νάξος, 10,16,55 Νεάπολη, 24 Νείλος, 41 Νικάνδρη,31 Νικίας, 32,56 Νίσυρος, 55 Νουμιδία, 20 3έρξης,33 Οδυσσεύς, 40 Ολυμπία, 30 Όλυμπος, 12 Όμηρος, 12 Ορτυγία, 30, 56 Ορχομενός, 55 Όστια, 50,57 Πάρος, 10,55 Πειραιάς, 24 Πεισίστρατος, 16,17, 29,56 Πέργαμος, 32, 38 Περσέας,21,22 Πομπήιος, 50 Ποσειδών, 12,24,43 Ποτίολοι, 50, 57
Ρεματιάρης, 44 Ρήνεια, 9,10,18, 31,34, 56 Ρόδος, 20,22, 35, 55 Roussel P., 7, 8,53 Ρώμη, 21, 22, 23, 24, 45, 49 Σάραπης,41 Σελεύκια, 57 Σεμέλη,40 Σιδών, 25 Σίφνος, 35 Σκαρδανάς, 9, 27, 36, 37,44 Σόλων, 17 Σπάρτη, 8 Σποράδες, 55 Στράβων, 23, 45 Στρασβούργο, 7, 8 Σύλλας, 49 Σηρακούσες, 56 Συρία, 20, 25, 39,43 Σύρος, 10, 56 Τανάγρα, 55 Τάραντας, 24 Τήνος, 10, 55 Τριάριος, 50 Τροία, 40 Τύρος, 25, 45 Υπερίδης, 19 Υπεροχή, 56 Φίλιππος Β', 19,56 Φίλιππος, Ε', 38, 44 Φοινίκη, 43 Φράξος, 31 Χαλκίδα, 55 Χαντάντ, 42 Χερσόνησος, 20 Χίος. 11,55 Ωπις, 56
Γενική άποψη από τον Κύνθο.
Γενική άποψη και το βουνό Κύνθος.
Το Ιερό και ο Ναός του Απόλλωνα.
Το Αρτερμίσιο και το Ιερό λιμάνι.
Η εξέδρα των λιονταριών και η Αγορά των Ιταλών.
Τα λιοντάρια.
Η Ιερή Λίμνη.
Το ίδρυμα των Ποσειδωνιαστών.
Το θέατρο.
Δρόμοι της συνοικίας του θεάτρου.
Το υποτιθέμενο «σπίτι της Κλεοπάτρας».
Το υποτιθέμενο «σπίτι του Διόνυσου».
Το εμπορικό λιμάνι.
Η εμπορική συνοικία.
Ο Κύνθος.
Συριακοί ναοί.
Ένα ιερό του Σάραπη.
Ο Ναός-σπηλιά, στον Κύνθο.
Η Αρτεμις.
Νίκη, αρχαϊκή.
Αγαλμα γυναίκας, ελληνιστικής εποχής.
Αθλητής, ρωμαϊκής περιόδου.
Βάση κίονα, αρχαϊκή.
Μπρούντζινη κεφαλή πρίγκηπα, ελληνιστικής εποχής.
ψηφιδωτό
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. Η Δήλος και οι Κυκλάδες 9 II. Η ιστορία της Δήλου μέχρι το 88 π.Χ 15 III. Τα Ιερά και η Πόλη της Δήλου......................................27 IV. Η ερήμωση της Δήλου 49 ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΕΙΚΟΝΕΣ
53 55 59 63