Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ
«ΠΟΛΙΣ»
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Πρόεδρος Μ Ι Χ Α Λ Η Σ ΒΡΑΝΟΠΟΤΛΟΣ,
...
73 downloads
679 Views
29MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ
«ΠΟΛΙΣ»
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ
Πρόεδρος Μ Ι Χ Α Λ Η Σ ΒΡΑΝΟΠΟΤΛΟΣ,
I. Μ Α Ν Ε ς Η ς , Γενικός Γραμματέας
Αντιπρόεδρος ΑΡΙΣΤΟΒΟΤΛΟΣ
Κ . Β . Κ Ρ Ι Μ Π Α ς , Ταμίας ΒΊΚΤΩΡ
Μ Έ Λ Α ς , Μέλη Δ . Ν. ΜΑΡΩΝΊΤΗς, Ν Ί Κ Ο ς ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗς, ΙΩΆΝΝΗς Σ. Π Ε ς Μ Α Ζ Ο Γ Λ Ο Τ , Μ Α Ν Ό Λ Η ς Χ Α Τ Ζ Η Δ Ά Κ Η ς
Διευθυντής τοΰ Ιδρύματος Ε. Χ . Κ Α Σ Δ Α Γ Λ Η Σ
GUSTAVE GLOTZ Η
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΑΓΝΗ
Δ'
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
ΕΚΔΟΣΗ
ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΤΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ
ΑΘΗΝΑ
ΤΡΑΠΕΖΗΣ
1994
Σύμφωνα μέ τον Κανονισμό των Εκδόσεων τοϋ Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, τή μετάφραση, προτού παραδοθεί στο τυπογραφείο, τή διάβασε ό συνεργάτης μας Καθηγητής κ. Μ. Β. Σακελλαρίου
Τίτλος του πρωτοτύπου: La cité grecque,
Éditions Albin Michel, Paris 1953
Ι5ΒΝ 960-250-084-0 © Copyright 1928, La Renaissance du Livre 1953, Éditions Albin Michel Copyright για τήν ελληνική γλώσσα: Μορφωτικό "Ιδρυμα Εθνικής Τρα πέζης, Αθήνα 1977
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ή ((Ελληνική "πόλις")) (La cité grecque) τοϋ G. Glotz εχει θέμα τό ελληνικό κράτος άπό τή γεωμετρική εποχή ώς τήν 'άρχή της ελληνιστικής, κνρίως όμως κατά τούς αρχαϊκούς και τούς κλασικούς χρόνονς. Ακριβέστερα, εξετάζει τις μορφές τών ελλη νικών κρατών —απλών, ομοσπονδιακών, ηγεμονικών—, τά πο λιτεύματα τονς —παραδοσιακή βασιλεία, αριστοκρατία, τιμοκρατία, τυραννία, δημοκρατία—, τούς θεσμούς τονς, τή λειτονργία τών θεσμών, τά προβλήματα πού αντιμετώπισαν, τις λύσεις πού βρήκαν. Αντό τό εργο δημοσιεύτηκε τό 1928 ώς αυτοτελής τόμος της σειράς «L'évolution de l'humanité» (Ή εξέλιξη τής ανθρω πότητας ) πού διεύθννε ό Η. Berr. "Οπως και οι άλλοι τόμοι αύτη ς τής σειράς, αποτέλεσε σταθμό στή νεώτερη βιβλιογραφία τή σχετική με τήν αρχαία ελληνική ιστορία. Χρονολογικά, εμφανίστηκε λίγα χρόνια μετά άπό τό εργο «Griechische Staatskunde)) (Περί τών αρχαίων ελληνικών κρατών) τον G. Busolt, επεξεργασμένο άπό τήν Η. Swoboda, πού εξακολουθεί νά είναι ή συστηματικότερη, λεπτομερέστερη και εκτενέστερη πραγματεία τοϋ είδους. Τό βιβλίο τοϋ Glotz, λιτότερο σε πληροφορίες, αλλά αρκετά πλούσιο σε υλικό, πρό σεξε περισσότερο τό κοινωνικό υπόβαθρο, τήν ψυχολογία και τήν ιδεολογία ομάδων και ατόμων, τήν ανθρώπινη δράση και τά ανθρώπινα παθήματα, τή λειτουργία και τις αλλοιώσεις τών θε σμών, τά πολιτικά προγράμματα, τις αμοιβαίες επιδράσεις ό λων αυτών τών παραγόντων και τις εμφανίσεις νέων δεδομέ νων, τις βαθμιαίες και τις επαναστατικές μεταβολές, τις προό δους και τις οπισθοδρομήσεις. Γι αυτούς τούς λόγους και επει δή, επιπλέον, είναι γραμμένο με σαφήνεια και ζωντάνια, διεισδυ τικότητα και μετριοπάθεια, ψυχική συμμετοχή και λεπτό πνεύ μα, διαβάζεται άνετα και διδάσκει χωρίς νά κουράζει. 7
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ή «Ελληνική "πόλις")) είναι εργο της ώριμης ηλικίας ενός α πό τους μεγάλους ιστορικούς της ελληνικής αρχαιότητας πού άκ μασαν τις πρώτες δεκαετίες τον 20οΰ αι. Νωρίτερα είχε δημο σιεύσει, εκτός από πολλά σημαντικά άρθρα, τις περισπούδαστες μονογραφίες: «La solidarité de la famille dans le droit criminel en Grèce)) (Ή οικογενειακή αλληλεγγύη στο ελληνικό ποινικό δίκαιο), 1904, «L'ordalie dans la Grèce primitiven (Ή θεοδικία στην αρχαϊκή Ελλάδα), 1905, «Etudes sociales et juridiques sur l'antiquité grecque)) (Κοινωνικές και νομι κές μελέτες για τήν ελληνική αρχαιότητα), 1906, «Le travail dans la Grèce ancienne : Histoire économique de la Grèce depuis la période homérique jusqu'à la conquête romaine)) ( H εργασία στήν αρχαία ^Ελλάδα. Οικονομική ιστορία της 'Ελλάδας από τήν ομηρική εποχή ώς τή ρωμαϊκή κατάκτηση), 1920, «' Ο Αιγαίος Πολιτισμός»* (La civilisation égéenne, 1923) καθώς και τον πρώτο τόμο μιας τετράτομης αρχαίας ελληνικής ιστορίας, 1925. "Ολα τά εργα τον Glotz είναι κλασικά, δηλαδή εξακολουθούν να έχουν άξια, παρά το γεγονός ότι εχονν ξεπεραστεί σε ορισμέ να σημεία τους άπό τις προόδους της έρευνας. Διαβάζονται από τους φοιτητές, γιατί αποτελούν άριστα διδακτικά όργανα, πρό τυπα για μίμηση, θησαυρούς βασικών γνώσεων και ερμηνειών, και χρησιμοποιούνται από τους ερευνητές ώς βιβλία αναφοράς καθώς και χάριν τών απόψεων τοϋ συγγραφέα τους για ποικίλα θέματα. "Εχοντας υπόψη τά πιο πάνω, και άφον διαβάσει ό Ιδιος τήν «'Ελληνική "πάλιν")), ό αναγνώστης θά δικαιολογήσει τήν από φαση νά μεταφραστεί αυτό τό εργο και στα ελληνικά, παρ' όλη τήν ηλικία του. "Αν αυτό τό εργο είναι χρήσιμο, ακόμη και απα ραίτητο, στο γαλλικό κοινό πού εχει στή γλώσσα του άφθονα καλά βιβλία για πλείστα ζητήματα, θά προσφέρει πολύ περισ σότερες υπηρεσίες στο ελληνικό κοινό, πού δεν διαθέτει ποιοτικά και ποσοτικά συγκρίσιμη αντίστοιχη βιβλιογραφία. Ή ελληνική μετάφραση έγινε άπό τή δεύτερη έκδοση τοϋ έργου, πού εμφανίστηκε τό 1953. Ό επιμελητής αυτής της έκ δοσης, P. Cloché, περιορίστηκε νά προσθέσει ενα βιβλιογραφικό συμπλήρωμα και ενα σύντομο επίμετρο. Ή ελληνική μετάφραση l
* Με τον τίτλο αυτό κυκλοφόρησε φραση Κ. Θ. Παπαλεξάνδρον.
8
στα ελληνικά, τό 1971, σε μετά
ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
παρέλειψε αντό τό επίμετρο καθώς και τον πρόλογο που εχει συντάξει ό Η. Berr, διευθυντής της σειράς στήν οποία εχει πε ριληφθεί ή ((Ελληνική "πόλις")). Επειδή ό "Ελληνας αναγνώστης που δεν γνωρίζει ξένες γλώσ σες ή δεν εχει τήν ευχέρεια νά ενημερώνεται στή διεθνή βιβλιο γραφία στερείται άπό τή δυνατότητα νά τοποθετήσει τις πλη ροφορίες και τις γνώμες τοϋ Glotz σε σχέση με τις πληροφορίες και τις γνώμες άλλων συγγραφέων, παλαιοτέρων, συγχρόνων και νεωτέρων του, θά ήταν χρήσιμο ή ελληνική απόδοση τοϋ έργου νά συνοδεύεται άπό πολλές σημειώσεις με σχετικές εξη γήσεις. Τοϋτο όμως είναι πρακτικά πολύ δύσκολο και θά συνε παγόταν σημαντική διόγκωση τοϋ έργου και επίσης σημαντική επιβάρυνση της τιμής, μέ αποτέλεσμα τον περιορισμό τοϋ κύ κλου τών Ελλήνων αναγνωστών τον. Περιοριστήκαμε λοιπόν νά παραθέσονμε ελάχιστες σημειώσεις πού κρίθηκαν απόλυτα απαραίτητες* Μ.Β.Σ.
* Αυτές οι σημειώσεις τυπώνονται στο κάτω μέρος τών σελίδων, ενώ οϊ σημειώσεις τοϋ συγγραφέα έχουν συγκεντρωθεί στο τέλος τοϋ τόμου. 01 παραπομπές ελέγχθηκαν άπό τη μεταφράστρια και τον επόπτη της μετά φρασης, πού διόρθωσαν σιωπηλά τα λίγα άβλεπτήματα πού περιείχαν. 'Επίσης σιωπηλά (εξω άπό δύο περιπτώσεις) αποκαταστάθηκαν, κατά την απόδοση αρχαίων κειμένων, ορισμένες αποκλίσεις άπό τά πρωτότυπα.
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Α' ΟΙ Θ Ε Ω Ρ Ι Ε Σ
Τό πιο χτυπητό γνώρισμα της αρχαίας Ελλάδας, ή βαθύτερη αιτία όλων τών επιτευγμάτων της και δλων τών αδυναμιών της βρίσκεται στο διαμελισμό της σέ άπειρες πόλεις πού αποτελού σαν ισάριθμα κράτη. "Ολες οί αντιλήψεις οί συναφείς μέ εναν τέ τοιο ν κατακερματισμό ήταν τόσο βαθιά ριζωμένες στην ελληνική συνείδηση, πού τον 4ο αιώνα τά πιο περίσκεπτα πνεύματα θεω ρούσαν τήν ύπαρξη της πόλης φυσικό φαινόμενο. Δεν μπορούσαν νά φανταστούν άλλον τρόπο ομαδικού βίου ανθρώπων αληθινά άξιων νά λέγονται άνθρωποι. 'Ο Αριστοτέλης ό 'ίδιος φτάνει νά θεωρήσει τό αποτέλεσμα αιτία, και νά ορίσει οχι τον "Ελληνα, άλλά τον άνθρωπο ως πολιτικόν ζώον. Κατά τή γνώμη του, υπάρχουν δύο ε'ίδη ανθρώπων: εκείνοι πού λιμνάζουν σέ άμορ φες και απολίτιστες ανθρώπινες ομάδες ή σχηματίζουν τεράστια κοπάδια μέσα σέ μοναρχίες μέ τερατώδεις διαστάσεις, και εκεί νοι πού συνεταιρίζονται αρμονικά σχηματίζοντας πόλεις· οί πρώ τοι έ'χουν γεννηθεί σκλάβοι, γιά νά επιτρέψουν στους δεύτερους νά πετύχουν μιάν ανώτερη οργάνωση. Οί γεωγραφικές συνθήκες της Ελλάδας συνέβαλαν πραγμα τικά στή μόρφωση της ιστορικής φυσιογνωμίας της. Κατακερ ματισμένη άπό τή συνεχή συνάντηση της θάλασσας και του βου νού, παρουσιάζει παντού στενές κοιλάδες πλαισιωμένες μέ υψώ ματα πού μόνη εύκολη διέξοδο τους έ'χουν τις ακτές. Σχηματί ζονται έ'τσι αναρίθμητες μικρές περιοχές, πού ή καθεμιά τους γί νεται τό φυσικό πλαίσιο μιας μικρής κοινωνίας. Ό φυσικός κατα κερματισμός καθορίζει ή τουλάχιστον ευκολύνει τον πολιτικό κα τακερματισμό. Κάθε διαμέρισμα και ξεχωριστό κράτος. "Αν φαν ταστεί κανείς, μέσα σέ μιά κλειστή κοιλάδα, λιβάδια κοντά σέ ρυάκια, δάση στις πλαγιές, ακόμη αγρούς, αμπέλια και λιόφυτα αρκετά γιά νά ζήσουν μερικές δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι, σπάνια πάνω άπό τις εκατό, τέλος ένα ύψωμα πού νά μπορεί νά χρησι11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μεύσει για καταφύγιο σέ περίπτωση επίθεσης, και ενα λιμάνι για τις εξωτερικές επαφές, θα σχηματίσει τήν εικόνα αύτοΰ πού για εναν "Ελληνα ήταν ενα αυτόνομο και κυρίαρχο κράτος. Δεν μπορούμε να πούμε ωστόσο δτι μόνη αιτία για τή δημι ουργία τής πόλης ήταν ενα αναπόφευκτο πεπρωμένο, ή πανίσχυ ρη επίδραση τής γής στον άνθρωπο. Απόδειξη είναι Οτι ό Αρι στοτέλης δεν τό σκέφτεται κάν, δταν θεωρεί τον άνθρωπο ον «πο λιτικό». Έξαλλου στή Μ. Ασία και στήν Ιταλία οί γεωγραφι κές συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές άπό τις συνθήκες πού κυ ριαρχούσαν στήν κυρίως Ελλάδα: τα βουνά ήταν λιγότερο χα ώδη και πιο χαμηλά, οί πεδιάδες πιο εκτεταμένες, οί επικοινω νίες πιο εύκολες" κι δμως οί Έλληνες επανέλαβαν μέ ακάματη ακρίβεια τον τύπο τοΰ πολιτεύματος πού είχαν διαμορφώσει στα μέτρα χωρών περισσότερο τεμαχισμένων και περιορισμένων. Πρέπει λοιπόν νά παραδεχτούμε Οτι, κατά τή διαμόρφωση τής πόλης, μέ τήν επίδραση τοΰ περιβάλλοντος συνδυάστηκαν και οί ιστορικές περιστάσεις. Αυτές μόνο έ'λαβαν υπόψη τους κατά τήν αρχαιότητα ό Αρι στοτέλης και κατά τούς νεώτερους χρόνους ό Fustel de Coulanges. Σύμφωνα μέ τό συγγραφέα τών Πολιτικών, οί Έλληνες πέ ρασαν άπό τρία στάδια. Ή πρώτη κοινότητα, πού διατηρείται σέ δλες τις εποχές μέ τό νά είναι φυσική, έ'χει βάση τό συνεται ρισμό τοΰ άντρα και τής γυναίκας, τοΰ κυρίου και τοΰ δούλου, και περιλαμβάνει όλους εκείνους πού τρώνε στο ϊδιο τραπέζι και αναπνέουν τον καπνό τοΰ ϊδιου βωμοΰ: είναι ή οικογένεια (οι κία). Άπό τήν οικογένεια αναπτύχθηκε τό χωριό (ή κώμη): αυ τοί πού τό κατοικούν, παιδιά και εγγόνια τής αρχικής οικογένει ας, υπακούουν σ' ενα βασιλέα, ό όποιος άσκεΐ μέσα στή μεγαλω μένη οικογένεια δλες τις εξουσίες πού ανήκουν στον πιο ηλικιω μένο τής πρωτόγονης οικογένειας. Τέλος μέ τό συνεταιρισμό αρ κετών χωριών σχηματίζεται τό ολοκληρωμένο κράτος, ή τέλεια κοινωνία, ή πόλη. Γεννημένη άπό τήν ανάγκη τών ανθρώπων νά ζήσουν καί, επιβιώνοντας, άπό τήν ανάγκη τους να ζήσουν καλά, ή πόλη υπάρχει καί διατηρείται μόνο δταν είναι αυτάρκης. Ή πόλη είναι λοιπόν ενα φυσικό γεγονός, δπως καί οί προγενέστε ροι συνεταιρισμοί τών οποίων είναι κατάληξη. Νά λοιπόν γιατί ό άνθρωπος, ό όποιος μόνο μέσα στήν οικογένεια μπορεί νά αρ χίσει νά αναπτύσσεται, δέν μπορεί νά φτάσει στήν ολοκλήρωση 1
12
Η Δ Ι Α Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
του παρά μόνο μέσα στήν πόλη, και επομένως είναι «όν πολιτικό». Σέ ανάλογα συμπεράσματα, έκτος άπό μερικές λεπτομέρειες, έ'φτασε στις μέρες μας ό συγγραφέας τής Οίΐέ αηΐίαιιβ κάνοντας περιορισμένη χρήση τής συγκριτικής μεθόδου. Αυτός αναζήτησε τήν εξήγηση τών θεσμών στις πρωτόγονες πίστεις, στη λατρεία τών νεκρών και στήν ιερή φωτιά, κοντολογίς στήν οικογενειακή λατρεία. Αυτή ήταν ή άρχή πάνω στήν οποία συγκροτήθηκε ή οικογένεια μέ τήν ευρύτερη της έννοια, δηλαδή τό ελληνικό γένος και ή ρωμαϊκή § β Π 8 . Ή υποχρέωση πού αισθάνονται οί άνθρω ποι νά τιμούν τον κοινό πρόγονο τούς κάνει νά επιδιώκουν τή συ νέχεια της οικογένειας" άπό αυτήν πηγάζει ή ουσία τών κανόνων τοΰ γάμου, του δικαίου τής ιδιοκτησίας, τοΰ κληρονομικού δι καίου τής διαδοχής, και απορρέει ή απόλυτη εξουσία τοΰ οικογε νειάρχη, πού είναι ό μεγαλύτερος άπό τούς πλησιέστερους κα τευθείαν απογόνους τοΰ θεϊκοΰ προγόνου" σέ αυτήν βασίζεται ή ηθική. Ανάγκες οικονομικές και στρατιωτικές υποχρέωσαν δια δοχικά τις οικογένειες νά ένωθοΰν σέ φρατρίες, και οί φρατρίες σέ φυλές, τέλος οί φυλές σέ πόλη. Ή θρησκεία ακολουθεί κατ' α νάγκην τήν ανάπτυξη τής ανθρώπινης κοινωνίας" οί θεοί πού βγήκαν εξω άπό τό πλαίσιο της οικογένειας δεν διαφέρουν άπό τούς οικογενειακούς θεούς παρά μόνο κατά τή διάδοση της λα τρείας τους. Υπήρξε μιά δημόσια εστία. Υπήρξε μιά θρησκεία τής πόλης, πού διαπότισε Ολους τούς θεσμούς. Ό βασιλέας ήταν πριν άπ' ολα αρχιερέας, και οί αρχές πού διαδέχτηκαν τή βασι λεία ήταν στήν ουσία τους ίεροσύνες: ή πολιτική εξουσία πηγά ζει άπό ένα ιερό λειτούργημα. Τί είναι ό νόμος; Μιά θεία εντολή. Τί είναι ό πατριωτισμός; Ευσέβεια όλων τών μελών μιας κοινό τητας. Τί είναι ή εξορία; Χωρισμός άπό τή θρησκευτική κοινό τητα. Ή θεϊκή εξουσία δημιουργεί τήν παντοδυναμία τοΰ κρά τους, και κάθε διεκδίκηση γιά ατομική ελευθερία δεν μπορεί νά νοηθεί παρά σάν επανάσταση κατά τών θεών. Μέσα στις πόλεις πού ήταν οργανωμένες μ' αυτόν τον τρόπο, οί αρχηγοί τών γε νών αποτελούσαν προνομιούχο τάξη" ήταν σέ θέση νά αντιστα θούν στους βασιλείς, και εξουσίαζαν τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ πού είχαν συγκροτηθεί γύρω τους ώς πελάτες, και κυρίως τον δχλο τών πληβείων, πού ήταν απόγονοι ξένων. Μιά τόσο ισχυρή δύναμη επέφερε σειρά επαναστατικών μεταβολών. Πρώτη ήταν ή μεταβολή πού αφαίρεσε άπό τό βασολέα τήν πολιτική εξουσία, αφήνοντας του τή θρησκευτική. 'Αλλά οί αρχηγοί τής άριστο13
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
κρατίας ήταν καί εκείνοι αληθινοί μονάρχες, ό καθένας στό γέ νος του. Μια δεύτερη επανάσταση άλλαξε τή σύσταση τής οικο γένειας, κατάργησε το προνόμιο τής πρωτοτοκίας, εξαφάνισε τήν πελατεία. Μια τρίτη εισήγαγε τον όχλο στήν πόλη, άλλαξε τις -αρχές του ιδιωτικού δικαίου, έκαμε ώστε νά υπερισχύσει τό δημόσιο συμφέρον. Προς στιγμήν τό προνόμιο τής περιουσίας πήγε νά υποκαταστήσει τό προνόμιο τής καταγωγής· χρειάστη κε μια τέταρτη επανάσταση για νά επιβάλει τούς νόμους τής δη μοκρατικής διακυβέρνησης. Ή πόλη δέν μπορούσε να αναπτυ χθεί περισσότερο" οί αγώνες ανάμεσα σέ πλούσιους καί φτωχούς τήν οδήγησαν στήν καταστροφή. Ή κριτική τών φιλοσόφων άρ χισε νά δείχνει πόσο στενό ήταν αυτό τό πολίτευμα ή ρωμαϊκή κατάκτηση αφαίρεσε κάθε πολιτικό χαρακτήρα άπό τήν πόλη* τέ,λος ό χριστιανισμός συνέβαλε στό θρίαμβο μιας καθολικής σύλ ληψης τοΰ κόσμου καί μετέβαλε γιά πάντα καί αυτούς τούς όρους κάθε διακυβέρνησης. Δέν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει τή μεγαλειώδη σύλληψη τοΰ Fustel de Goulanges. Στήν ευρύτητα τής σκέψης του αντι στοιχούν ή ακρίβεια τών λεπτομερειών καί ή καθαρότητα τής μορφής. Σήμερα ωστόσο εΐναι αδύνατο νά προσυπογράψει κανείς όλα του τά συμπεράσματα. Δέν θά τον κατηγορήσουμε έδώ γιά τή διστακτικότητα μέ τήν οποία χρησιμοποιεί τή συγκριτική μέ θοδο, Οχι μόνο γιατί μοιραία κι εμείς καταφεύγουμε σ' αυτήν, άλ λα καί γιατί, πράγματι, κανένας μετά τον Montesquieu δέν χει ρίστηκε αυτή τή μέθοδο μέ τόση δεξιότητα όση ό συγγραφέας τής Cité antique. Σέ άλλα σημεία πρέπει κανείς νά φυλαχτεί γιά νά μήν υποκύψει στή γοητεία αύτοΰ τοΰ αριστουργήματος. Καθώς περνάει άπό τήν οικογένεια στή φρατρία καί άπό εκεί στή φυλή καί στήν πόλη, ό ιστορικός δέν κάνει τίποτε άλλο, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις του, άπό τό νά μεταφέρει μέσα σέ ομάδες, όλο καί πιο μεγάλες, τις δοξασίες καί τις συνήθειες πού παρατήρησε στήν αρχική ομάδα: αυτές μένουν αναλλοίωτες μέ σα σέ ευρύτερο χώρο. Μέ ακλόνητη λογική περνά άπό τό Ομοιο στό Ομοιο καί τοποθετεί τήν οικογένεια στό κέντρο μιας σειράς ομόκεντρων κύκλων. Ά λ λ α οί ανθρώπινες κοινωνίες δέν εξελίσ σονται μ' αυτόν τον τρόπο δέν πρόκειται γιά μορφές γεωμετρι κές, άλλα γιά ζωντανά Οντα πού επιζούν καί διατηροΰν τήν ταυ τότητα τους χάρη στό Οτι μεταβάλλονται βαθύτατα. Στήν πραγ ματικότητα ή ελληνική πόλη, μόλο πού διατηρεί τό θεσμό τής -
-
14
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ
ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
οικογένειας, δέν μπόρεσε να μεγαλώσει παρά εις βάρος της* αναγκάστηκε νά κάνει έ'κκληση στις ατομικές δραστηριότητες πού συνέθλιβε. Υποχρεώθηκε νά διεξαγάγει μακρούς αγώνες ε ναντίον του γένους, καί κάθε νίκη της έ'γινε δυνατή μέ τήν κατά λυση ενός πατριαρχικού δεσμού. Έτσι αντιλαμβανόμαστε τό με γάλο λάθος τοΰ Fustel de Coulanges. Σύμφωνα μέ τή θεωρία πού κυριαρχούσε στή φιλελεύθερη σχολή τοΰ 19ου αιώνα, διέκρι νε μιαν απόλυτη αντινομία ανάμεσα στήν παντοδυναμία τής πό λης καί στήν ατομική ελευθερία, ένώ, στήν πραγματικότητα, ή δύναμη τοΰ κράτους καί ό ατομικισμός προχώρησαν μέ τό ϊδιο βήμα, προσφέροντας αμοιβαία υποστήριξη. Δέν θά συναντήσουμε λοιπόν δύο δυνάμεις, τήν οικογένεια καί τήν πόλη, άλλα τρεις: τήν οικογένεια, τήν πόλη καί τό άτομο. Καθεμιά υπερίσχυσε μέ τή σειρά της. Έτσι, όλη ή ιστορία τών ελληνικών θεσμών συνοψίζεται σέ τρεις περιόδους: — στήν πρώτη, ή πόλη αποτελείται άπό οικογένειες πού ζηλό τυπα φυλάγουν τά αρχέγονα δικαιώματα τους καί υποτάσσουν όλα τά μέλη τους στό συλλογικό τους συμφέρον — στή δεύτερη, ή πόλη υποτάσσει τις οικογένειες μέ τή βοήθεια τών ατόμων πού απελευθερώθηκαν — στήν τρίτη, οί υπερβολές τοΰ ατομικισμού καταστρέφουν τήν πόλη, σέ σημείο πού κάνουν απαραίτητη τήν ίδρυση κρατών πιο εκτεταμένων. Β' ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Είδαμε μέ ποιόν, καθαρά θεωρητικό, τρόπο συνέλαβαν τή γένεση τής πόλης ό Αριστοτέλης καί ό Fustel de Coulanges. Δυστυχώς τό πρόβλημα δέν είναι τόσο άπλό. Ή ιστορία δέν ακολουθεί ευ θύγραμμη πορεία. Ή πραγματικότητα είναι πάντα περίπλοκη, όταν πρόκειται γιά ανθρώπους πού ζουν, μοχθούν, αγωνίζονται καί υπακούουν σέ διάφορες ανάγκες. Ά ν τό γεγονός πού ζητάμε νά ερμηνεύσουμε έ'γινε σέ χρόνους πού δέν μάς άφησαν άμε σες μαρτυρίες, στή διάρκεια μεταναστεύσεων πού ανέμιξαν σέ όλο τον αιγαίο χώρο φυλές καί πολιτισμούς, πρέπει να υποθέ σουμε μιαν αδιάκοπη ανάμειξη ιδεών καί εθίμων, μια απελπι στικά ακανόνιστη εξελικτική πορεία, προόδους πού γίνονται μέ άλματα καί ακολουθούνται άπό φοβερές οπισθοδρομήσεις. 15
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Οί πρώτοι Έλληνες πού έφτασαν στήν Ελλάδα, αυτοί πού ονομάζουμε Αχαιούς καί πού τμήματα τους πήραν αργότερα τά ονόματα "Ιωνες καί Αιολείς, ήταν ήμινομάδες βοσκοί άπό τή Βαλκανική Χερσόνησο. Συνηθισμένοι νά περιπλανώνται μέ τά κοπάδια τους στά λιβάδια τής πεδιάδας καί στά δάση τών βουνών, δέν είχαν ποτέ σχηματίσει κράτος. Πατρίδα τους ήταν τό πατριαρχικό γένος πού ονόμαζαν πάτρια ή πιο συχνά γένος, καί τά μέλη τοΰ όποιου κατάγονταν άπό τον ίδιο πρόγονο καί λά τρευαν τον ίδιο θεό. Αυτά τά γένη, ενωμένα σέ μεγαλύτερο ή μι κρότερο αριθμό, σχημάτιζαν ομάδες πιο εκτεταμένες, αδελφότη τες μέ ευρύτερη έννοια ή φρατρίες, μέ πολεμικό χαρακτήρα, τά μέλη τών οποίων ονομάζονταν φράτορες ή φράτερες, έται ή εταί ροι. "Οταν οί φρατρίες έφευγαν γιά μεγάλες εκστρατείες, ενώ νονταν σέ έναν μικρό αριθμό, πάντα τον ίδιο, φυλών: κάθε φυλή ειχε τό θεό της καί τήν πολεμική της κραυγή, καθεμιά κινητο ποιούσε τή στρατιωτική της δύναμη (φΰ?<.οπις) καί υπάκουε στό βασιλέα της (φυλοβαϋΐλέα)" δλες μαζί δμως αναγνώριζαν τήν ε ξουσία ενός ανώτατου βασιλέα. Εκείνη τήν εποχή μόνο τό γένος είχε οργάνωση στέρεη καί μέ συνέχεια. Μπορούμε νά τή φανταστούμε μέ τή βοήθεια τών αναμνήσεων πού έχουν μεταδοθεί μέ πολύ παλαιές ωδές στά, σχε τικά νεώτερα, ομηρικά έπη, μέ μυθικές αφηγήσεις πού επανα λαμβάνονταν προφορικά άπό γενιά σέ γενιά ώσπου αποκρυσταλ λώθηκαν μέ τή γραφή, μέ στοιχεία πού επιβίωσαν σέ λατρευτι κές τελετουργίες, καί ακόμη μέ τις σπάνιες πληροφορίες πού πα ρέχουν οί ανασκαφές καί μέ τις αναρίθμητες αναλογίες πού προ σφέρει ή συγκριτική μελέτη τών ανθρωπίνων κοινωνιών. "Οταν τό γένος εγκαταστάθηκε μόνιμα στήν ελληνική γη, εξα κολούθησαν νά συγκεντρώνονται γύρω άπό τήν κοινή εστία δλοι εκείνοι πού στις φλέβες τους έρεε αίμα κοινοΰ προγόνου. Κάτω άπό τήν ίδια στέγη θηλάζουν τό ίδιο γάλα (ομογάλακτες), ανα πνέουν τον ίδιο καπνό (όμόκαπνοι), τρώνε ψωμί άπό τήν ίδια πινακωτή (όμοσίπυοι). Περιττό νά καθοριστεί ό βαθμός συγγενεί ας τους: δλοι οίγεννήτες [τά μέλη τών γενών] ήταν αδερφοί (κασίγνητοι). Γιά καιρό θυμόνταν αυτές τις μεγάλες κατοικίες δπου χωρούσαν πολλές εκατοντάδες συγγενικά πρόσωπα: ό "Ομηρος ακόμη, παρουσιάζει πενήντα αδερφούς καί δώδεκα αδερφές πού ζουν μαζί, στήν κατοικία τοΰ Πριάμου, μέ τις γυναίκες τους καί τούς συζύγους τους, χωρίς νά υπολογίσει καί τά παιδιά. 2
16
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
Ή ομάδα πού είναι, σχηματισμένη μ' αυτό τον τρόπο, απολαμ βάνει μιάν απόλυτη ανεξαρτησία και δέν ανέχεται κανέναν πε ριορισμό στήν κυριαρχία της. Δέν αναγνωρίζει άλλες υποχρεώ σεις άπό εκείνες πού επιβάλλει ή θρησκεία της, δέν έννοεΐ άλλες αρετές άπό εκείνες πού συμβάλλουν στήν τιμή της και στήν ευη μερία της. Καθετί πού ανήκει στήν ομάδα, πρόσωπα, ζώα και αντικείμενα, ενώνονται μέ δεσμούς απόλυτης αλληλεγγύης: εί ναι αυτό πού ονομάζουν φιλότης (φιλία), πού σημαίνει Ομως σχέ ση περισσότερο νομική παρά αισθηματική. Μόνο ή φιλότης προ καλεί και προσδιορίζει τήν αιδώ, τή συνείδηση τοΰ καθήκοντος. Τό πάντα αμοιβαίο καθήκον υπάρχει μόνο μεταξύ συγγενών ο ποιουδήποτε βαθμού. Αυτός ό μικρός κόσμος δέν μπορεί νά διαφυλάξει τήν ανεξαρ τησία, γιά τήν οποία είναι υπερήφανος, νά διατηρήσει τή συνοχή του, άπό τήν οποία εξαρτάται ή δύναμη του, παρά αν είναι αυ τάρκης: γιά νά μιλήσουμε σάν "Ελληνες, υλική προϋπόθεση τής αυτονομίας είναι ή αυτάρκεια. Τό γένος έ'χει λοιπόν στήν κατοχή του, μαζί μέ τό αγιασμένο άπό τήν εστία σπίτι, όλη τή γή πού τό περιβάλλει, αγιασμένη άπό τον τάφο τοΰ προγόνου, τούς α γρούς, τις βοσκές, τά αμπέλια και τά λιόφυτα πού χρειάζονται γιά νά θρέψουν τόσα στόματα. Αυτή ή περιοχή, μέ τά βοσκήματα και τούς λίγους δούλους πού περιλαμβάνει, ανήκει άπό κοινοΰ σέ ολόκληρη τήν ομάδα. "Ετσι πού είναι συλλογική, ή περιουσία παραμένει αναπαλλοτρίωτη, αδιαίρετη χωρίς κανόνες διαδοχής κληρονομικού δικαίου, μεταβιβάζεται διαρκώς άπό όλους τούς νεκρούς σέ όλους τούς ζωντανούς. Και γιά νά έχει ό καθένας, μικρός ή μεγάλος, άντρας ή γυναίκα, τό δικαίωμα τής επικαρ πίας, οφείλει νά δουλέψει γιά όλους. Αρχηγός τοΰ γένους, αληθινός βασιλέας του, γίνεται ό πιο εν δεδειγμένος: εκείνος πού κατάγεται αμεσότερα, κατά σειρά άρρενογονίας, άπό έναν θεϊκό πρόγονο, και στις φλέβες του τρέχει τό πιο καθαρό αίμα. Είναι ό ιερέας τοΰ θεοΰ τον όποιο ενσαρκώ νει* προεδρεύει σέ όλες τις τελετές πού συγκεντρώνουν τούς γεννήτας γύρω άπό τήν εστία, προσφέρει θυσίες και σπονδές πού εξασφαλίζουν τήν ευημερία. Δέν έ'χει μόνο απόλυτα δικαιώματα πάνω στή γυναίκα του, τήν οποία μπορεί νά διώξει, νά πουλή σει, νά σκοτώσει, χωρίς νά δώσει λογαριασμό σέ κανέναν έ'χει απεριόριστη εξουσία σέ όλα τά μέλη τής ομάδας του. Γιά νά επι βάλει τήν εσωτερική ειρήνη, κηρύσσει, ερμηνεύει, εκτελεί τή θεία 3
-
4
5
17
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
βούληση. Μαζί μέ τό σκήπτρο παρέλαβε τή γνώση τών θεμίστων, αλάνθαστων διαταγμάτων πού μιά σοφία πάνω άπό τον άνθρωπο τοΰ αποκαλύπτει μέ Ονειρα και μέ χρησμούς ή τοΰ υπο βάλλει στο βάθος τής συνείδησης του. Παραδομένες άπό πατέρα σέ γιο άπό καταβολής κόσμου, και αυξανόμενες μέ καινούρια στοι χεία άπό τή μιά γενιά στήν άλλη, οί θέμιύτες άποτελοΰν τον μυ στηριώδη και ιερό κώδικα τής οικογενειακής δικαιοσύνης, τής θέμιδος. Αυτός πού τή διαθέτει κυριαρχικά, μεταχειρίζεται κατά τήν κρίση του όποιον έχει εκτεθεί στή θεία δίκη μέ κάποια από πειρα εναντίον τής ομάδας. Μπορεί νά καταφύγει στή θεοδικία γιά νά αφανίσει τον εγκληματία, νά σώσει τον αθώο μπορεί νά έξώσει τον ένοχο άπό τό γένος μέ τή φοβερή ποινή τής ατιμίας. Κατά τήν απόλυτη κρίση του τιμωρεί, έκφοβίζει καί, μ' αυτά τά μέσα, εξασφαλίζει τήν κοινωνική άμυνα. Εντούτοις, ό,τι κι άν συνέβαινε, τά γένη βρίσκονταν σέ διαρ κείς σχέσεις. Γιά πολύν καιρό ανάμεσα σέ γειτονικές οικογένειες έπικρατοΰσε μιά συνεχής κατάσταση πολέμου. "Εκαναν επιδρο μές σέ εχθρικές περιοχές. Γιά έναν αρχηγό ήταν ζήτημα τιμής νά απαγάγει πολλά ζώα καί γυναίκες. Τό αίμα πού χυνόταν ζητοΰσε καί άλλο αίμα. Οί αντεκδικήσεις ακολουθούσαν ή μιά τήν άλλη χωρίς τέλος. 'Ακόμη καί Οταν ενώθηκαν σέ φρατρίες καί σέ φυλές, τά γένη δέν εγκατέλειψαν τήν εκδίκηση· υποχρεώθηκαν μόνο νά τήν υποτάξουν σέ κοινούς κανόνες πού αποτέλεσαν ένα δίκαιο ευρύτερο άπό τή θέμιδα, πού ονομάστηκε δίκη. "Ολα τά μέλη τοΰ γένους τό όποιο ειχε υποστεί προσβολή μποροΰσαν νά πάρουν εκδίκηση άπό τά μέλη τοΰ γένους πού πρόσβαλε. 'Αλλά έγινε δεκτό ότι ό εγκληματίας μποροΰσε νά απαλλάξει τούς δι κούς του άπό τήν ευθύνη άν έφευγε μακριά: αυτή ή συμβιβαστι κή λύση καταπράυνε τά πάθη καί συνέβαλε νά αποκατασταθεί ή τάξη. Βρήκαν τρόπους νά επεκτείνουν σέ μέλη διαφορετικών γενών, ακόμη καί εχθρικών, αισθήματα καί υποχρεώσεις πού ώς τότε επικρατούσαν μόνο ανάμεσα στά μέλη τοΰ ίδιου γένους. Ή συμφιλίωση μποροΰσε νά γίνει μέ τήν αϊδεύΐν, δηλαδή τήν επέ κταση της αίδονς στους αντιπάλους. Μέ μιά υιοθεσία ή μ' ένα γάμο, ό ίδιος ό εγκληματίας έπαιρνε τή θέση τοΰ νεκροΰ στήν ο μάδα πού ειχε πειράξει. Συνηθέστερα ό ένοχος απαλλασσόταν καταβάλλοντας τήν τιμή τοΰ αίματος, τήν ποινή. Ακολουθούσε μιά φιλική συμφωνία, ή φιλότης: σέ πανηγυρικές τελετές οί οι κογένειες πού τήν προηγουμένη ακόμη ήταν εχθρικές πρόσφεραν -
18
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
θυσία στους συνταιριασμένους θεούς, κάθονταν στό ίδιο τραπέζι καί άνάμιχναν τό αιμα τους στήν κύλικα πού επισφράγιζε τή συμ μαχία. Έτσι, σιγά σιγά ή συνήθεια δημιουργούσε, πάνω άπό τό οικογενειακό, τό διοικογενειακό δίκαιο, άπ' όπου θά προερχόταν βαθμηδόν τό δημόσιο δίκαιο. Ό κανόνας πού υποχρέωνε τά γένη νά υπακούουν στό γενικό συμφέρον περιείχε καί κυρώσεις. Μέ τό νά ξεπεράσει κανείς τά δικαιώματα πού περιόριζε ή συνήθεια, βρισκόταν εκτεθειμένος στή θεία δίκη (όπις θεών). Άλλά ή θρησκεία δέν κάνει τίποτε άλλο παρά νά εξυψώνει τά ανθρώπινα. Ό φόβος τοΰ θεοΰ, κατά βάθος, δέν ήταν παρά ό φόβος γιά μιά κοινωνική δύναμη πού γι νόταν μέρα μέ τή μέρα περισσότερο ισχυρή. Φοβόνταν τον δήμο. Αυτό τό Ονομα, πού δήλωνε καί τον τόπο καί τούς κατοίκους του, δινόταν επίσης στό σύνολο Ολων τών γενών πού ήταν ενωμένα ύπό τό ίδιο σκήπτρο. Ή δήμου φάτις ή φήμις, ή κοινή γνώμη, ασκούσε μιά επιβολή, άπό τήν όποια κανένα γένος δέν μπορούσε νά ξεφύγει. Ή πίεση τής νεμέαεως ήταν συχνά ικανή νά προλά βει τό έ'γκλημα ή νά αναγκάσει τον εγκληματία νά τό εξαγορά σει. Είναι αλήθεια πώς ή κοινή γνώμη δέν ειχε στή διάθεση της ένα επίσημο κρατικό Οργανο* δέν αντιπροσωπευόταν ούτε άπό ένα πρόσωπο ούτε άπό ένα σώμα. Δέν μπορεί όμως νά πει κα νείς ότι ειχε μόνο καθαρά ηθική υπόσταση" γιατί στις ακραίες περιπτώσεις, δταν τά πάθη ήταν σέ μεγάλη ένταση, ή αγανάκτη ση ξέσπαγε βίαια καί παρέσυρε κάθε φραγμό. Κατά τό δίκαιο, τό γένος ήταν κυρίαρχο" στήν πραγματικότητα, αναγκαζόταν συχνά νά υποχωρήσει μπροστά σέ μιά θέληση ανώνυμη καί συλ λογική, ή όποια μπορούσε νά βάλει ένα φοβερό δπλο στά χέρια τοΰ βασιλέα. Σ' αυτό τό σημείο θά βρίσκονταν οί Αχαιοί δταν ήρθαν νά έγκατασταθοΰν ανάμεσα σέ λαούς πού κατοικούσαν στά παράλια τοΰ Αιγαίου. Δέν ήταν παρά μιά μειονότητα πολεμιστών πού αναγκάστηκε λίγο πολύ νά προσαρμόσει τις αντιλήψεις της καί τούς θεσμούς της στις συνήθειες τής πλειοψηφίας πού υπέταξε. Οί Προέλληνες, πού είχαν ανέκαθεν μόνιμη κατοικία, θά είχαν καί αυτοί γνωρίσει, κατά τά φαινόμενα, τό καθεστώς τών γενών: τά ερείπια τών ευρύχωρων κατοικιών πού αποκαλύφθηκαν στή Βασιλική, στό Χαμαίζι καί στήν Τίρυνθα, καθώς καί οί τερά στιοι θολωτοί τάφοι τής Μεσσαράς μοιάζουν μέ αναδρομικό σχό λιο στά μέρη τοΰ έπους δπου γύρω άπό τον Πρίαμο βλέπουμε 6
1
8
19
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
νά συγκατοικούν οί εξήντα δύο μικρότερες οικογένειες τών οποί ων είναι αρχηγός, γύρω άπό τον Νέστορα ή τον Αίολο οί οικογέ νειες τών έξι γιών καί θυγατέρων, μέ τον Αλκίνοο τά έξι του παι διά, άπό τά όποια δυο ήταν παντρεμένα. 'Αλλά στους πιο προ νομιούχους τόπους τοΰ Αιγαίου αυτό τό στάδιο ειχε ξεπεραστεί άπό πολύ παλαιά: έκεΐ βρίσκονταν μεγάλοι οικισμοί οικογενειών μέ αστική οργάνωση καί μοναρχική διακυβέρνηση. Ή Κρήτη συγκεκριμένα είχε ανάκτορα, άπό όπου μεγαλοπρεπείς ηγεμό νες κυβερνούσαν πολυπληθείς καί πλούσιους λαούς, καί πόλεις μέ δρόμους πού πλαισίωναν μικρά συνεχόμενα σπίτια. Στις Κυ κλάδες βρίσκονταν οχυρώσεις, όπως τής Χαλανδριανής στή Σύ ρο καί τοΰ Αγίου Ανδρέα στή Σίφνο, πού θά χτίστηκαν ασφα λώς μέ τή διαταγή ισχυρών αρχηγών, γιά νά προστατεύσουν πλη θυσμούς αρκετά πυκνούς. Στήν ηπειρωτική χώρα, ή αρτηρία πού οδηγεί άπό τή Θεσσαλία στις άκρες τής Πελοποννήσου ήταν κα τάσπαρτη άπό αγροτικά κέντρα. Πολλά ευημερούσαν ό Όρχομενός άρχισε νά πλουτίζει κερδίζοντας γή άπό τή λίμνη Κωπαίδα, έργο πού απαιτούσε σημαντικό αριθμό εργατικών χεριών, καί περιβαλλόταν άπό πολλές καινούριες'κώμες. Γενικά τά χω ριά καί οί μικρότεροι οικισμοί χτίζονταν κοντά σέ ένα ύψωμα πού χρησίμευε γιά καταφύγιο σέ περίπτωση πολέμου καί όπου ό αρχηγός συγκέντρωνε γύρω του τούς παλαιότερους γιά νά πά ρουν κοινές αποφάσεις. Αυτά τά υψώματα θά ήταν ώς επί τό πλείστον οχυρωμένα" άλλα τριγυρισμένα μέ φράχτες ξύλινους πού καταστράφηκαν άλλα άπό λίθινα τείχη. Οί Αχαιοί πολεμιστές κατέλαβαν τις πιο εύφορες πεδιάδες, τις πιό ισχυρές θέσεις. Στον περίβολο τών ακροπόλεων υψώθη καν βασιλικά ανάκτορα. "Οταν υπήρχε αρκετή θέση, πρόσθεταν κατοικίες γιά τούς κυριότερους αξιωματούχους. Στήν 'Αθήνα, κοντά στήν «καλοχτισμένη κατοικία», Οπου ήταν ή έδρα τοΰ Έ ρεχθέα, βρισκόταν μιά μικρή ομάδα κατοικιών πιό ταπεινών. Στις Μυκήνες, ή τειχισμένη περίμετρος επεκτάθηκε, κατά τά μέ σα τοΰ 15ου αιώνα, γιά νά περιλάβει τον ταφικό περίβολο τής βασιλικής πρωτεύουσας. Στους πρόποδες αυτών τών λόφων συ νωστίζονταν οί καλύβες όπου ζοΰσαν οί χωρικοί καί οί δουλοπά ροικοι, μέ τούς απαραίτητους βιοτέχνες καί εμπόρους. Καμιά φο ρά υπήρχε έκεΐ ένας αρκετά σημαντικός οικισμός, χωριά πού ενώνονταν σέ πραγματική πόλη. "Οταν επέτρεπαν οί αντικει μενικές συνθήκες, ό άρχοντας άπό τήν αετοφωλιά του είσέπρατ9
Γ
20
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ
τε διόδια άπό τούς περαστικούς ξένους, καί εξαιτίας τής διασταύ ρωσης τών δρόμων μεγάλωνε ό πληθυσμός. Στήν άρχή ονόμασαν πάλιν ή πτολίεθρον τήν ακρόπολη, ένώ ή κάτω πόλη είναι τό άστυ. Σέ μεγάλο μέρος τών ομηρικών επών οί δύο λέξεις έχουν ακόμη διαφορετική σημασία. Τό άστυ είναι ό τόπος πού κατοικείται, όπου οδηγούν οί δρόμοι καί τού όποιου επαινούν μόνο τήν έκταση. Ή πόλις προσδιορίζεται μέ επίθετα πού σημαίνουν «υψηλή», «απόκρημνη», «καλοχτισμένη», «πε ριτριγυρισμένη μέ πύργους», «εφοδιασμένη μέ ψηλές πόρτες»· επιπλέον, καθώς περικλείει τό ιερό τής πολιούχου θεότητας καί τό ανάκτορο τοΰ βασιλέα, αυτή καί όχι ή κάτω πόλη λέγεται «ιε ρή», «πλούσια», «λαμπρή», «πολύχρυση». "Οταν ή Εκάβη θέ λει νά φέρει στή θεά Αθηνά τήν προσφορά της καί τις ικεσίες της, συγκεντρώνει τις Τρωαδίτισσες στο άστυ, καί ανεβαίνει μα ζί τους στήν πάλιν. Αυτή ή διάκριση διατηρείται γιά καιρό σέ μεγάλο μέρος τής Ελλάδας: τό 426 οί Ύαΐοι, λαός τής δυτικής Αοκρίδας, αντιστάθηκαν στους Σπαρτιάτες ενόσω ήταν κύριοι μιας άθλιας κωμόπολης πού λεγόταν Πόλις. Τά επίσημα κείμε να ονόμαζαν ακόμη έτσι τήν Ακρόπολη τών Αθηνών στήν άρχή τοΰ 4ου αιώνα καί τό αχαϊκό οχυρό τής Ίαλυσοΰ τον 3ο αιώνα. Εντούτοις ήδη στις νεώτερες ωδές τής Ίλιάδας καί σ' όλη σχεδόν τήν Όδύσσεια ή διαφορά ανάμεσα στήν πόλη καί στο ά στυ έχει εξαφανιστεί. "Οσο ή κάτω πόλη επεκτεινόταν μέ τήν ανάπτυξη τής γεωργίας καί τοΰ εμπορίου, άποκτοΰσε επιρροή ή οποία αντιστάθμιζε τή σημασία τής άνω πόλης. Αι εύρυάγυιαι Μνκήναι γέμιζαν τά θησαυροφυλάκια τών πολυχρύσων Μυ κηνών, καί ό κύριος τής επάνω πόλης ενδιαφερόταν όλο καί πε ρισσότερο γιά 0,τι συνέβαινε στήν κάτω πόλη: είναι πολύ περισ σότερο άπό σύμβολο τό γεγονός Οτι οί βασιλείς τής πρώτης δυναστείας είχαν ταφεΐ στους κάθετους τάφους, πάνω στον οχυ ρωμένο λόφο, καί οί βασιλείς τής δεύτερης σέ θολωτούς τάφους έξω άπό τήν ακρόπολη. Οί άνθρωποι καί τά πράγματα τής άνω καί τής κάτω πόλης ανακατεύονταν. "Οταν οί κύριοι τής Τίρυν θας μεγάλωσαν τά τείχη τους, χτίζοντας χαμηλότερα άπό τήν άνω πόλη τά τείχη τής μέσης πόλης, καί έπειτα πιό χαμηλά ακό μη τά τείχη τής κάτω πόλης, προσαρτοΰσαν διαδοχικά συνοικίες τοΰ άρχικοΰ άστεως στήν πάλιν. Τό ίδιο καί μέσα στά έπη: δέν είναι πιά ή άνω πόλη, τό "Ιλιον, άλλά τό άστυ πού έχει στο εξής έναν περίβολο εφοδιασμένο μέ πύργους. Πώς οί δύο λέξεις νά 10
11
12
13
14.
15
16
17
21
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
μή γίνουν σιγά σιγά συνώνυμες; Τοΰτο διαπιστώνεται πραγμα τικά σέ πολλές περιπτώσεις. Είτε ή μιά είτε ή άλλη χαρακτηρί ζουν αδιακρίτως τό "Ιλιον, τήν Ιθάκη, τήν Κνωσό, τή Λακεδαί μονα καί τή Σχερία. Φαίνεται όμως ότι ό κύριος οικισμός, σέ αντίθεση μέ τήν εξοχή πού τον περιβάλλει, ονομάστηκε ειδικό τερα άστυ, άπό τή λέξη μέ τήν οποία οί αγρότες δήλωναν πάντα τή θέση οπού βρισκόταν ή αγορά. Άπό τήν άλλη μεριά, ή άνω πόλη δέν απορρόφησε μόνο τήν ενρυάγνια κάτω πόλη. Τό ρευ στό δνομα πόλις δόθηκε σέ κάθε αγροτικό πόλισμα πού ζούσε στή σκιά της. Μέ μιά μοιραία εξέλιξη ξαπλώθηκε, τέλος, σ' ο λόκληρη τή χώρα πού βρισκόταν στήν εξουσία τοΰ ίδιου αρχη γού. Ή λέξη πού αρχικά δήλωνε μιά ακρόπολη, κατάληξε νά σημαίνει τήν πόλη. Γιά νά φτάσουν τά πράγματα έκεϊ, δέν χρειάστηκε νά σπάσει τό κοινωνικό πλαίσιο πού υπήρχε ήδη. Ή πόλις μπόρεσε νά γί νει οργανισμός αληθινά «πολιτικός», χωρίς νά εξαφανίσει τό γέ νος, τις φρατρίες, τις φυλές. Αντίθετα μάλιστα: δέν θά μποροΰσε νά γίνει ο,τι έ'γινε, άν δέν ενσωμάτωνε αυτές τις ομάδες. Τοΰτες κατείχαν έ'ναν λιγότερο ή περισσότερο εκτεταμένο χώρο πού δηλωνόταν μέ τή λέξη δήμος, ή όποια εντελώς φυσικά κάλυψε καί τό σύνολο τών ανθρώπων πού κατοικοΰσαν αυτόν τό χώρο. Ή πόλη έ'δωσε στό δήμο τήν ενότητα πού τοΰ έλειπε Ομως δέν είχε νά κάμει μέ άτομα άλλά μέ ομάδες πού συνδέονταν μέ δε σμούς συγγενείας καί είσχωροΰσαν ή μιά στήν άλλη. Ό βασιλέας δέν μπορούσε νά δώσει διαταγές καί νά ζητήσει τήν εκτέλεση τους παρά μέ τή συγκατάθεση τών αρχηγών τών φυλών, πού καί αυτοί μέ τή σειρά τους δέν μποροΰσαν νά κάμουν τίποτε χωρίς τούς αρχηγούς τών οικογενειών. Τό πολύ πού μπορούμε νά υπο θέσουμε είναι ότι ή δήμου φάτις έτεινε, χωρίς αυτό νά γίνεται αν τιληπτό, νά περιορίσει τήν αλληλεγγύη τής οικογένειας γιά χάρη μιας ευρύτερης αλληλεγγύης. Μ' αυτή τήν πρόοδο ή Ελλάδα θά μπορούσε, άπό τό τέλος τής δεύτερης χιλιετηρίδας π.Χ., νά φτάσει στή σύλληψη τής πόλης πού κυριάρχησε μόνο λίγους αιώνες αργότερα. Άλλά τότε εισέ βαλαν στήν Ελλάδα Έλληνες ακόμη ήμιβάρβαροι, πού δέν είχαν υποστεί τήν επίδραση τοΰ αιγαίου πολιτισμοΰ: άπό τον 12ο αι ώνα καί έ'πειτα έ'φτασαν κατά διαδοχικά κύματα άπό τά βορειο δυτικά Ολοι αυτοί οί λαοί, τών οποίων ενα μέρος θά γίνει γνωστό μιά μέρα μέ τό Ονομα Δωριείς. Σημειώθηκε γενική αναστάτωση. 18
19
20
21
22
-
22
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
Οί παλαιές μοναρχίες κατέρρευσαν ή λαμπρότητα τών Μυκη νών εξαφανίστηκε για πάντα. Πιθανότατα μερικές άγνωστες πε ριοχές τής κυρίως Ελλάδας, ή Αττική προφυλαγμένη άπό τήν Πάρνηθα, ή Αρκαδία προστατευμένη άπό τά τραχιά άκρα τών οροπεδίων της, έμειναν έξω άπό τή θύελλα καί μπόρεσαν μάλι στα νά χρησιμεύσουν ώς άσυλο σέ μερικούς φυγάδες* άλλά ήταν μικροί τόποι μέ αγροτικό πληθυσμό, μοιρασμένοι σέ ασήμαντες κώμες άπό τις όποιες καμία δέν ήταν σέ θέση νά επιβληθεί στις άλλες. Άλλου οί επιδρομείς κατέλαβαν τή γή, μετέτρεψαν τούς ηττημένους σέ δουλοπάροικους καί επέβαλαν τις πιό παλαιές συ νήθειες τής φυλής. Ή ιστορία γύρισε πολλούς αιώνες πίσω. Ή οργάνωση τών γενών καί τών φυλών ξαναπήρε δύναμη μέ χαρα κτήρα έντονα πολεμικό, καί ή εξέλιξη πού έτεινε νά υποτάξει αυ τό τον τρόπο οργάνωσης στο κράτος, στήν πόλη, σταμάτησε. Τά πάντα έπρεπε νά ξαναρχίσουν. Ή πόλη ήταν καί πάλι τό οχυρωμένο μέρος ή τό στρατόπεδο άπ' όπου ό κατακτητής επιτηρούσε τούς σκυμμένους στή γή δου λοπάροικους. Στήν κοίλη Λακεδαίμονα τέσσερα χωριά ενώθηκαν ύπό τό Ονομα Σπάρτη. Στο Άργος, μέ δύο ακροπόλεις, τή Λά ρισα καί τήν Ασπίδα, καί μέ μία κάτω πόλη, οί τρεις φυλές τών Δωριέων δέχτηκαν δίπλα τους καί μιά φυλή μή δωρική. Στήν Κρήτη έγιναν πόλεις όλα τά υψώματα πού έξεΐχαν άπό τις εύφο ρες πεδιάδες. Ωστόσο οί Αχαιοί, ανάμεσα στους οποίους θά ξεχώριζαν οί Αιολείς καί οί "Ιωνες, κατάφεραν νά μεταφέρουν τούς σχετικά εξελιγμένους θεσμούς τους τουλάχιστον σέ μιά ευρύχωρη περιο χή. Γνώριζαν άπό καιρό τή Μικρά Ασία: αρχικά κατέλαβαν τήν Παμφυλία, τήν Κύπρο, τή Ρόδο, τή Λέσβο καί τήν Τρωάδα* έ πειτα εγκαταστάθηκαν σέ μερικά σημεία, κατά προτίμηση σέ νησιά, άπ' όπου εύκολα μπορούσαν νά κάνουν επιδρομές προς το εσωτερικό, γιά νά λεηλατούν ή γιά νά εμπορεύονται. "Εφταναν κατά ομάδες μικρότερες ή μεγαλύτερες, χωρίς τήν ελπίδα νά γυ ρίσουν κάποτε στήν παλιά τους πατρίδα. Εγκαταστάθηκαν κατά μήκος τής ακτής ανάμεσα σ' έναν πυκνό πληθυσμό. Υποχρεω μένοι νά αμυνθούν εναντίον λαών πού μερικές φορές σχημάτιζαν πραγματικά κράτη, αναγκάστηκαν νά συγκεντρωθούν σέ στρα τηγικά σημεία, σέ πόλεις πολύ οχυρωμένες ή μέ φυσική οχύρω ση. Στήν άκρη τοΰ "Ερμου υψώθηκε τό Νέον Τείχος* τό λιμάνι τής Κολοφώνας ονομάστηκε Νότιον Τείχος* ή χώρα τής Τέω κα23
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
λύφθηκε άπό είκοσι έφτά φρούρια πού χρησίμευαν γιά καταφύ γιο στους αγρότες καί πού κατάληξαν νά γίνουν τά διοικητικά κέντρα μέ τό Ονομα πύργοι. Ή τοπογραφία επιβεβαιώνει τις πληροφορίες πού δίνουν τά τοπωνύμια. Οί Ερυθρές χτίστηκαν αρχικά σ' έ'να λόφο* στή Μίλητο, ή αρχαία πόλη σχηματίστηκε πάνω σέ μιά ακρόπολη πού απείχε εκατό μέτρα περίπου άπό τή θάλασσα. «Οί γενναίοι υπερασπίζουν πόλεις», σύμφωνα μέ τήν ομηρική έ'κφραση (άριστοι... πτολίεθρα ρύονται) καί οί χωρι κοί ακόμη έχουν εκεί τά σπίτια τους, έάν είναι ελεύθεροι καί ελληνικής καταγωγής* ό επίπεδος τόπος έχει αφεθεί στους ιθα γενείς, σ' αυτούς πού οί Μιλήσιοι καί οί Πριηνεΐς ονομάζουν Γέργιθες. Σχηματίστηκε λοιπόν εκεί μιά αριστοκρατία άπό αστικό πληθυσμό ελληνικής καταγωγής, αντιμέτωπο μέ ένα προλετα ριάτο αγροτικό καί αλλόφυλο, πού ήταν συγχρόνως τέλεια χωρι σμένο σέ τάξεις. Έτσι παρουσιάστηκε εκεί άπό πολύ νωρίς ή ανάγκη θεσμών πιο περίπλοκων άπ' δ,τι άλλου. Α υ τ ή ή ανάγκη έγινε ακόμη πιο επιτακτική εξαιτίας τής με γάλης ανάμειξης τών μεταναστών. Άπό τήν Κρήτη ώς τή Θεσ σαλία δλοι οί τόποι είχαν στείλει άποικους. Άπό μιά ή περισσό τερες φορές έφτασαν σέ κάθε πόλη τής Ανατολής κύματα σύμ μεικτων ομάδων. Σ' αυτά τά ετερογενή στοιχεία έπρεπε νά δοθεί κάποια θέση στό πλαίσιο τής πολιτείας. Οί Δωριείς είχαν φέρει μαζί τους τό σύστημα τών τριών φυλών, όπως οί σύντροφοι τών Νηλειδών είχαν χωριστεί στις τέσσερις ιωνικές φυλές άλλά τί νά γίνει μέ τις ομάδες πού δέν άνηκαν φυσικά σέ αυτές τις φυλές; Ά ς κάμουμε σαφέστερη τήν ερώτηση. Οί φυλές είχαν πάντα γενετικό χαρακτήρα. Οί μεγάλες οικογένειες (πάτραι) διατηρού σαν μιά ισχυρή οργάνωση καί έδιναν τό δνομά τους στή θέση ο πού βρισκόταν ή ιδιοκτησία τους: χαμηλότερα άπό τις βασιλικές οικογένειες τών Νηλειδών, τών Άνδροκλιδών, τών Πενθιλιδών, τών Βασιλειδών, ξεχώρισαν στή Μίλητο οί Θηλίδαι, οί Σκιρίδαι, οί Έκαιτάδαι' στή Χίο οί Δημοτιονίδαι, οί Θρακίδαι στήν Κάμειρο οί Ίπποτάδαι, οί Γραιάδαι, οί Θοιάδαι στήν Κώ αναφέ ρονται κώμες τών Άντιμαχιδών καί τών Άρχιαδών στήν Κά λυμνο τών Σκαλιωδών στή Ρόδο τών Βουλιδών κτλ. Γύρω άπό τις πιο σπουδαίες πάτρες συγκεντρώνονταν άλλες, καί έτσι σχη ματίζονταν φρατρίες. Ή φρατρία έφερε συχνά τό όνομα τής άρ χουσας πάτρας, μέ αποτέλεσμα νά είναι καμιά φορά αδύνατο νά τις ξεχωρίσει κανείς: τούτο πρέπει νά συνέβαινε άπό πολύ πα23
21
-
-
-
25
24
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
λιά στή Χίο, οπού βλέπουμε τούς Κλυτίδες, τον 4ο αιώνα, νά χτί ζουν ένα ιερό, γιά νά μεταφέρουν τά αντικείμενα τής κοινής λα τρείας πού ώς τότε είχαν διατηρηθεί σέ σπίτια. "Ετσι ό θεός τών φρατριών είναι άλλοτε ένας Δίας Πάτριος, Οπως στους Κλυτί δες, ή ένας Δίας Φράτριος, Οπως στους Εύρυανακτίδες της Κώ. Ή κοινωνική σπουδαιότητα αυτών τών λατρειών βεβαιώνεται άπό τό γεγονός ότι παντού όπου υπάρχουν "Ιωνες, στή Μίλητο, στήν Πριήνη καί στή Σάμο, ή στή Δήλο καί τήν Αθήνα, γιορτά ζ ε τ α ι ή μεγάλη γιορτή τών πατριών καί τών φρατριών, τά Άπατούρια. "Οσον άφορα τήν πολιτική τους σημασία, αποδείχνεται ικανοποιητικά άπό τά χωρία όπου ό "Ομηρος δέν εννοεί τήν ορ γάνωση ενός στρατού, επομένως καί ενός λαού, χωρίς τή διαίρε ση σέ φρατρίες. "Ολη αυτή ή οργάνωση κατά συγγενικές ομά δες, πού ανάγεται στις αρχές τών πόλεων, διαφωτίζεται πολ λούς αιώνες αργότερα άπό ένα πραγματικό διάγραμμα χαραγμέ νο σέ μιά επιγραφή άπό τήν Κάμειρο: επάνω ε ί ν α ι τοποθετημέ νο, σάν γενικός τίτλος, τό Ονομα τών Άλθαιμενιδών, απογόνων τοΰ ήρωα ιδρυτή· άποκάτω ε ί ν α ι τοποθετημένες οί φρατρίες, πού καθεμιά τους περιλαμβάνει ορισμένο αριθμό πατρών. Ποιά λοιπόν θά ήταν ή κατάσταση τών Ελλήνων πού ζούσαν στον ίδιο χώρο μέ τά μέλη τών γενών, τών φρατριών κτλ. χωρίς νά ανήκουν σέ αυτές τις ομάδες; Γιά νά μή μείνουν απομονωμέ νοι, τά άτομα ή οί μικρές οικογένειες σχημάτιζαν τεχνητές ομά δες ανάλογες μέ τις πάτρες ή μέ τις φρατρίες, άν καί είχαν πολύ διαφορετική καταγωγή. Είναι αυτές πού ονόμαζαν θιάσους. Τό όνομα είναι προελληνικό" διατηρήθηκε στους απογόνους τών πιό παλαιών Αχαιών, καί διαδόθηκε στον ελληνικό κόσμο άπό τούς Αθηναίους άποικους πού αποίκισαν διάφορα μέρη πριν άπό τις μεγάλες μεταναστεύσεις. Οί θίασοι διαιώνισαν, χωρίς τούτο νά φαίνεται, πολλές παλαιότατες δοξασίες, πολλά στοιχεία πολιτι σμού πού επρόκειτο νά έρθουν καί πάλι στήν επιφάνεια μέ τον καιρό: δέν θά μάθουμε ποτέ μέ ακρίβεια ποιος ήταν ό ρόλος τους στή διάδοση τών διονυσιακών ή ορφικών λατρειών καί στήν ανα γέννηση τής βιοτεχνίας καί τής τέχνης, άλλά πρέπει νά ήταν ση μαντικός. Πάντως κατάφεραν νά ενσωματωθούν στις φρατρίες. Τό γεγονός είναι βέβαιο γιά τήν Αττική· μπορεί νά γίνει δεκτό καί γιά τή Μικρά Ασία. Αυτό εξηγεί τό γεγονός Οτι ακόμη τον 3ο αιώνα μιά φρατρία τής Χίου περιλάμβανε, έκτος άπό τις πά τρες μέ Ονομα γενετικό (Αημογενίδαι κτλ.), μικρές ομάδες πού 26
27
28
25
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
δηλώνονταν μέ τό δνομα του αρχηγού τους (οί άνθρωποι, τοΰ Γελάργου κτλ.). Ακριβέστερα, κοντά στις ομάδες μέ συγγενι κούς δεσμούς, σχηματίζονταν μικρότερες «φυλές», όπου συνενώ νονταν άτομα καί οικογένειες εθνικών μειονοτήτων. Στήν άρχή, ασφαλώς, θά είχαν λιγότερα δικαιώματα" ωστόσο κατάφεραν άργά ή γρήγορα νά άναγνωριστοΰν ισότιμα μέ τά άλλα. "Ετσι στή Μίλητο ενώθηκαν μέ τις τέσσερις ιωνικές φυλές δύο φυλές ίσως προϊωνικές, οί Βωρεΐς καί οί Οίνωπες. Ή ίδια πόλη απο τελεί τό πιό αξιοπρόσεχτο παράδειγμα, άπ' όσα γνωρίζουμε, κοινωνίας χωρίς συγγενικούς δεσμούς πού διεισδύει στον πολι τικό οργανισμό. Έκεΐ υπήρχε ένα θρησκευτικό αδελφάτο, οί μολποί, πού ανάγονταν πιθανότατα στή μυκηναϊκή εποχή. Κατά τήν ιστορική εποχή ειχε επικεφαλής έναν άίβνμνήτη μέ πέντε βοη θούς (προσεταίρονς), δηλαδή μιά επιτροπή όπου αντιπροσωπευ όταν καθεμιά άπό τις έξι φυλές. "Ετσι βλέπουμε μέ ποιόν τρόπο, στους αιώνες πού ακολούθησαν τις μεγάλες μεταναστεύσεις, ή ανάγκη νά ζήσουν ειρηνικά πληθυσμοί ανάμεικτοι διεύρυνε τήν έννοια τής κοινότητας. "Οπως είδαμε μόλις, αυτή ή αιτία προόδου έδρασε νωρίτερα καί αποφασιστικότερα στή Μικρά Ασία: σέ μιά χώρα πού μα κροχρόνια υπήρξε περιοχή άποικισμοΰ γιά την ελληνική φυλή, "Ελληνες ποικιλότατων προελεύσεων μπόρεσαν ευκολότερα πα ρά άλλου νά άπαλλαγοΰν άπό απαρχαιωμένες, άπό πολλές από ψεις, παραδόσεις. Έκεΐ επίσης ένα άλλο φαινόμενο οδήγησε άπό νωρίς στό ίδιο αποτέλεσμα. Οί οικονομικές συνθήκες δέν ήταν οί ίδιες μέ τις συνθήκες στήν κυρίως Ελλάδα. Ένα καθεστώς πού θά στηριζόταν αποκλειστικά στους γαιοκτήμονες είναι ο,τι χρει άζεται γιά νά διατηρηθούν πατριαρχικά ήθη καί θεσμοί. Στις ελληνικές εγκαταστάσεις τής Ασίας υπήρχαν πάντα καί άλλα μέσα πλουτισμού, πέρα άπό τήν εκμετάλλευση τής εύφορης γης. Κατά μήκος τών ακτών βρίσκονταν θαυμάσια λιμάνια, πού μπο ρούσαν νά εφοδιάζουν τά πλοία μέ γλυκό νερό, κοντά σέ μεγάλα καί ώραΐα νησιά, συχνά πάνω σέ ισθμούς πού εύνοοΰσαν τήν ά μυνα καί τό εμπόριο, ή σέ εκβολές ποταμών άπό Οπου μποροΰσε κανείς νά εισχωρήσει βαθιά στή χερσόνησο. Τί ευκολίες γιά επαφές μέ όλες τις χώρες τοΰ Αιγαίου καί τής Ανατολής, όπου άκμασαν παλαιοί πολιτισμοί! Ή ναυσιπλοία καί τό εμπόριο ω φελήθηκαν, χωρίς καθυστέρηση, άπ' όλα αυτά τά πλεονεκτήμα τα. Ή αστική οργάνωση αναπτύχθηκε: δραστήριες αγορές έγι29
30
26
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
ναν αιτία νά δημιουργηθούν μεγάλες πόλεις. Στη Μίλητο, παρα δείγματος χάρη, ή παλαιά πόλη κατέβηκε άπό τήν ακρόπολη γιά νά επεκταθεί προς τήν κατεύθυνση τοΰ λιμανιού τών Λεόντων. Έτσι ό κινητός πλοΰτος συναγωνίστηκε τον έγγειο, καί δημιούρ γησε μιά καινούρια τάξη δίπλα στήν αριστοκρατία τής γης καί τοΰ αίματος. Ακόμη μιά αιτία φθοράς τών πολύ στενοκέφαλων παλαιικών αντιλήψεων. Ή μεταμόρφωση πού συντελείται στό μισοσκόταδο στήν ασι ατική ακτή, συντελέστηκε καί στήν κυρίως Ελλάδα μέ μιά παρό μοια διεργασία, αν καί πιο αργή καί ακόμη λιγότερο φανερή. Παντοΰ κώμες μέ πατρωνυμικά ονόματα: λόγου χάρη, Άκαΐδαι καί Κεώνδαι στήν Ιστιαία τής Εύβοιας. Παντοΰ φρατρίες πού συγκέντρωναν ορισμένο αριθμό οικογενειών γύρω άπό ένα ένδοξο γένος: παραδείγματος χάρη, στους Δελφούς οί Λαβυάδες, γύρω άπό τό ιερατικό γένος πού παλαιότερα ήταν αφοσιωμένο στή λατρεία τοΰ κρητικόΰ διπλοΰ πελέκεως. Καμιά φορά οί τρεις δωρικές φυλές δέχονται δίπλα τους μιά φυλή μή δωρική, παρά δειγμα οί Ύρνάθιοι τοΰ Άργους. Άπό τήν Αττική, Οπως είναι φυσικό, έχουμε τίς περισσότερες πληροφορίες: Τά γένη τών Ευ πατριδών εδώ είναι πολυάριθμα. Πολλά άπό αυτά έπαιρναν τό ονομά τους άπό ένα ιερό λειτούργημα, δπως οί Εύμολπίδες καί οί Κήρυκες τής Ελευσίνας, οί Γεφυραϊοι τής Άφιδνας, οί Βουζύγαι, οί Άλετρίδες, οί Εύδάνεμοι, οί Φρεώρυχοι, οί Αίγειροτόμοι. Πολλά άπό αυτά ήταν ισχυρά ώστε νά κυβερνούν έναν ολό κληρο δήμο καί νά τοΰ επιβάλλουν τό ονομά τους, δπως οί Σκαμβωνίδαι, οί Φιλαίδαι, οί Παιωνίδαι, οί Βουτάδαι κ.ά. Σύμφωνα μέ τήν παλιά συνήθεια οί φρατρίες γιόρταζαν τά Άπατούρια προς τιμήν τοΰ Δία Φράτριου καί τής Αθηνάς Φρατρίας, καί οί φυλές ήταν τέσσερις. Άλλά αυτό πού ιδιάζει στήν Αττική, είναι τό δτι μποροΰμε νά παρακολουθήσουμε τή βαθμιαία συγχώνευση πολύ μικρών κοινοτήτων σέ μιά κοινότητα μεγαλύτερη άπό τίς περισσότερες ελληνικές πόλεις. Σ' αυτή τήν αγροτική χώρα, κά θε οικισμός είχε στήν άρχή «τό πρυτανείο του καί τούς άρχοντες του». "Υστερα άπό αγώνες, τών οποίων ή ανάμνηση διατηρή θηκε στους μύθους, δημιουργήθηκαν θρησκευτικές καί πολιτικές ενώσεις διαφόρων τύπων. Πιο ένδοξη είναι μιά ομάδα κωμών με τό δνομα Αθήναι, ή οποία λάτρευε τήν Αθηνά καί πήρε για αρχηγούς τούς Έρεχθεΐδες καί γιά κέντρο μιά ακρόπολη προο ρισμένη νά γίνει ή κατ' εξοχήν Ακρόπολη. Άλλά υπήρξαν καί 31
27
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
πολλές άλλες: ή Αμφικτιονία τής Έπακρίας καί ή άλλη τής Μεσογαίας* έδώ μιά Τρικωμία, εκεί μιά Τετρακωμία ή μιά Τετράπολις. Α υ τ ό τό τελευταίο παράδειγμα μας δείχνει δτι οικισμοί τόσο ασήμαντοι, δσο ό Μαραθώνας, ή Τρικόρυνθος, ή Οινόη καί ή Προβάλινθος, υπήρξαν πόλεις, όπως τά εφτά χωριά πού ό "Ο μηρος μνημονεύει στά περίχωρα τής Πύλου, ή δπως ή εκατον τάδα τών μικρών κωμών δπου κατοικούσαν εκείνοι πού οί Σπαρ τιάτες μετέβαλαν σέ περιοίκους. Μας δείχνει επίσης δτι αυτές οί «πόλεις» σχημάτισαν μιά «πόλη» τέσσερις φορές πιο μεγάλη, πριν νά απορροφηθούν μέ τό «συνοικισμό» μέσα σέ μιά «πόλη» πού ένωνε σέ έναν μόνο δήμο τούς δήμους ολόκληρης τής Αττι κής καί έκαμε πρωτεύουσα τήν ακρόπολη τών Έρεχθειδών. 32
33
Γ' ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ Χ Α Ρ Α Κ Τ Η Ρ Ε Σ
ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Ά ν ή γένεση τής πόλης καλύπτεται άπό σκοτάδι δπου δέν μπο ρούμε νά προχωρήσουμε παρά μόνο μέ τήν αμυδρή ανταύγεια σκόρπιων γεγονότων καί μέ τό μίτο εύθραυστων εικασιών, του λάχιστον βλέπουμε λίγο καθαρότερα τά συστατικά στοιχεία τής πόλης άπό τή στιγμή πού αυτή υπάρχει. Πρώτα άπ' δλα χρειάζεται άμυνα. 'Από τήν αρχή της κιόλας υπάρχει ένας λοφίσκος δπου καταφεύγουν οί κάτοικοι τής υ π α ί θρου πού απειλούνται άπό εχθρικό στρατό καί πειρατές. "Εχει σχεδόν πάντα μία ή περισσότερες ακροπόλεις. Επιπλέον ή ανά πτυξη τής κάτω πόλης έκαμε απαραίτητη τήν κατασκευή ενός εκτεταμένου περιβόλου: ήδη τά έπη μας έδειξαν γύρω άπό τό ά στυ τείχη πού πλαισιώνονται άπό πύργους καί έχουν πόρτες. Α ν τιλαμβάνεται κανείς μέ ποιο νόημα ό Αριστοτέλης λέει δτι τό αμυντικό σύστημα τής ακρόπολης αρμόζει στή μοναρχία καί στήν ολιγαρχία, ενώ ή δημοκρατία προτιμά τά φρούρια στις πεδιά δες. Ασφαλώς δέν λείπουν οί ατείχιστες πόλεις, καί μάλιστα σέ αρκετά προχωρημένη ιστορική εποχή. "Οταν οί Δωριείς τής Λακωνίας κατέβηκαν άπό τά υψώματα δπου ήταν αρχικά εγκα ταστημένοι, ίδρυσαν ένα στρατόπεδο στις όχθες τοΰ Ευρώτα καί, έχοντας εμπιστοσύνη στά στήθη τους, δέν ύψωσαν οχυρώσεις γύ ρω άπό τά τέσσερα χωριά πού αποτελούσαν τή Σπάρτη. Πολ λοί οικισμοί στή Μικρά Ασία δέν είχαν νά αντιτάξουν οχυρώ σεις στά λυδικά στρατεύματα, καί αναγκάστηκαν νά αρχίσουν 34
35
28
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
εσπευσμένα ένα τέτοιο έργο δταν πρόβαλε ή περσική απειλή. Ή Κάμειρος δέν ήταν οχυρωμένη στο τέλος τοΰ 5ου αιώνα, ούτε ή 'Ηλις στήν άρχή τοΰ 4ου. Εντούτοις, όταν μιά πόλη επεκτει νόταν καί διεκδικούσε πολιτικό ρόλο, άποκτοΰσε έναν καλό οχυ ρωματικό περίβολο. Ή Μίλητος στήν Ιωνία, ή Άσσος στήν Α ί ολίδα, ή Κνίδος στήν ασιατική Δωρίδα ήταν οχυρωμένες θέσεις. Οί Πεισιστρατίδες έχτισαν γύρω άπό τήν Ακρόπολη καί τό ΓΙελαργικό μέ τήν «πελασγική» τοιχοδομία ενα τείχος μέ πολύ με γάλη γιά τήν εποχή εκείνη περίμ,ετρο. Α υ τ ά ώθοΰν τον Θουκυ δίδη, άφοΰ ρίξει μιά βιαστική ματιά στο απώτερο παρελθόν τής Ελλάδας, νά τοποθετήσει τήν περίοδο τών οχυρωμένων πόλεων μετά άπό τήν περίοδο τών απροστάτευτων κωμών. Ή ανάγκη γιά κοινή άμυνα, τήν όποια φανερώνουν ή ακρό πολη ή τά τείχη, εκφράζεται, όπως κάθε κοινωνικό φαινόμενο στήν αρχαιότητα, μέ θρησκευτική μορφή. Κάθε πόλη έχει τή θε ότητα της όπως κάθε οικογένεια. "Οπως οί συγγενείς συγκεν τρώνονται μπροστά στό βωμό τής οικογενειακής εστίας, έτσι οί πολίτες τελούν τή λατρεία τής πόλης στον κοινό βωμό {κοινή εστία). Έκεΐ προσφέρονται οί θυσίες πού θά επισύρουν τή θεία προστασία* έκεΐ γίνονται τά επίσημα γεύματα, όπου τό κρέας τών θυμάτων μοιράζεται στους αρχηγούς τής πόλης, ανώτερους άρχοντες ή μέλη τής βουλής, στους πολίτες ή στους ξένους πού ε ί ν α ι άξιοι τέτοιας τιμής. Γιά πολλά χρόνια ή κοινή εστία ειχε τήν έδρα της στό ανάκτορο τοΰ βασιλέα, τοΰ μεγάλου αρχιερέα τής πόλης: τά συμπόσια όπου ό Αλκίνοος, τριγυρισμένος άπό τούς γέροντες, δέχεται μέ μεγαλοπρέπεια τον 'Οδυσσέα δέν δια φέρουν καθόλου άπό τά μεταγενέστερα συμπόσια, όπου καλούν ταν οί πρέσβεις ώς φιλοξενούμενοι τοΰ κράτους (ξένια).* "Οταν καταργήθηκε ή βασιλεία, ή κοινή εστία, θεοποιημένη μέ τό Ονομα τής θεάς Εστίας, δέν απομακρύνθηκε άπό τό οικο δόμημα όπου έδρευαν ό πρντανις ή οί πρυτάνεις (ό πρώτος ή οί πρώτοι τής πόλης): έ'γινε τό κέντρο τοΰ πρυτανείου, καί ή Εστία φύλακας του. Σύμφωνα μέ τις ενδείξεις τών ερειπίων τής 'Ο λυμπίας, πρέπει νά φανταστούμε στήν είσοδο ένα μικρό ιερό, στή μέση τοΰ όποιου ήταν τοποθετημένος ένας βωμός μέ μιά τάφρο γεμάτη στάχτες, καί, στό βάθος, τραπεζαρίες καί ένα μαγειρείο εφοδιασμένο μέ όλα τά απαραίτητα σκεύη. Δέν υπάρχει πόλη χωρίς πρυτανείο: «τό πρυτανείο είναι τό σύμβολο τής πόλης», ρβηθίι-αΐβ ιπΊ)ίδ, λέει μέ έμφαση ό Τίτος-Λίβιος. Τήν εποχή 36
37
38
39
40
1
42
43
44
45
29
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
πού ή Αττική ήταν χωρισμένη σέ πλήθος μικρές πόλεις, καθεμιά ειχε τό δικό της δταν αποτέλεσε μία μόνο πόλη, ειχε ένα μο ναδικό πρυτανείο, τήν κατοικία άπ' οπού ό άρχων ειχε έξώσει τό βασιλέα, άλλά ό βασιλεύς ξαναγύριζε μέ τούς φυλοβασιλεΐς γιά νά βγάλει δικαστικές αποφάσεις πού τις χαρακτήριζε ένας έντο νος αρχαϊσμός. Κάθε φορά πού ιδρυόταν μιά αποικία, οί άποι κοι έπαιρναν άπό τήν εστία τής μητρόπολης τή φωτιά πού έπρε πε νά διατηρηθεί στό καινούριο πρυτανείο. Τό οίκημα πού κα θιστούσε ιερό ή εστία, δπου έκαιγε αδιάκοπα μιά φωτιά, μπορού σε νά φέρει καί άλλα ονόματα" τό Ονομα δέν έχει σημασία. Στήν Κνίδο, δπου ό ανώτατος άρχων λεγόταν δαμιουργός (διαχειρι στής τοΰ δάμου, δηλαδή τοΰ λαοΰ), τά δημόσια γεύματα δίδον ταν στό δαμιονργεΐον. Οί Φθιώτες Αχαιοί ονόμαζαν λήιτον, «οίκο τοΰ λαού», τό πρυτανείο: ή λέξη θυμίζει τις λειτουργίες, αυτές τίς, κυρίως τελετουργικές στήν άρχή, χορηγίες πού επι βάρυναν τούς πιο πλούσιους πολίτες καί άπό τίς όποιες πιο χα ρακτηριστική ήταν ή εστίαση, δηλαδή ή χρηματοδότηση καί ή προετοιμασία ενός ιερού συμποσίου. Κοντά στό πρυτανείο βρίσκεται τό βουλευτήριον δπου συνε δρίαζε ή βουλή. 'Όποιο κι αν είναι τό πολίτευμα τής πόλης, ή βουλή είναι απαραίτητη. "Οταν οί μεγάλοι πού περιέβαλαν πα λαιότερα τό βασιλέα, ώς γέροντες ή βονληφόροι, έγιναν κύριοι τής κυβέρνησης, δέν τούς έφτανε νά αντιπροσωπεύονται στήν κοινή εστία άπό τούς πρυτάνεις" χρειάζονταν άκόμ,η ένα οικοδό μημα κατάλληλο γιά τίς διασκέψεις τους. "Ετσι, ακόμη καί έκεΐ δπου ή δημοκρατία αντικατέστησε τήν αριστοκρατία, ό λαός, πού δέν μποροΰσε νά συνεδριάζει συνεχώς, ειχε ανάγκη άπό ένα σώ μα περιορισμένο, γιά νά ετοιμάζει τά διατάγματα, νά είναι σέ επαφή μέ τούς άρχοντες, νά δέχεται τούς ξένους πρέσβεις, νά στέλνει πληρεξούσιους στό βουλευτήριο. Τό συμβούλιο μπορεί νά ονομάζεται, δπως είναι τό πιο συνηθισμένο, βουλή ή, δπως σέ μερικές πόλεις, γερουσία" οί επίτροποι του στό πρυτανείο μποροΰν νά φέρουν τον πιο διαδομένο τίτλο τών πρυτάνεων ή, δπως ειδικά στά Μέγαρα, τών αισυμνητών, άλλά δέν υπάρχει παράδειγμα πόλης χωρίς αυτό τό συμβούλιο. Ό χωρισμός τοΰ βουλευτηρίου άπό τό πρυτανείο ανάγεται σέ πολύ παλαιά εποχή. Τό βουλευτήριο τής Όλυμπίας, πολλές φορές ξαναχτισμένο, α κολουθούσε τό αψιδωτό σχήμα πού ανάγεται στους προϊστορι κούς χρόνους" άραγε ό Αλκίνοος κατευθυνόταν σ' ένα τέτοιο -46
47
48
49
50
30
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
οικοδόμημα, όταν τον συνάντησε ή Ναυσικά μπροστά στό κατώ φλι του νά πηγαίνει στό συμβούλιο τών Φαιάκων; Στήν Αττι κή κάθε κώμη ειχε τή βουλή της πριν άπό τό συνοικισμό, ό ό ποιος τις κατάργησε όλες εκτός άπό τή βουλή τών Αθηνών. "Οταν ό Θαλής πρότεινε στους "Ιωνες νά ενωθούν, τούς υπέδειξε τον τρόπο: νά αφήσουν σέ κάθε πόλη τά δικαιώματα απλού δή μου καί νά εγκαταστήσουν σέ μιά ομοσπονδιακή πρωτεύουσα ένα μόνο βουλευτήριο. Δέν τό πέτυχε, άλλά ή ιδέα ήταν σωστή. Εφαρμόστηκε, πάνω άπό έναν αιώνα αργότερα, στή Ρόδο: Οί τρεις πόλεις Λίνδος, Κάμειρος καί Ιαλυσός συγκροτήθηκαν άπό πολύ νωρίς, προσαρτώντας τούς δήμους τοΰ νησιού" όταν τό 408 /7 αποφάσισαν νά αποτελέσουν ένα μόνο κράτος, οί ίδιες υποβιβάστηκαν σέ δήμους καί, μόλο πού οί εκκλησίες τους κρά τησαν τό δικαίωμα νά λαμβάνουν αποφάσεις τοπικού ενδιαφέ ροντος, ώς δημοτικές συνελεύσεις, δέν είχαν πιά παρά μία κοι νή βουλή. Ανάλογα μέ τό πολίτευμα τών πόλεων, ό λαός στό σύνολο του δέν έχει πολιτικά δικαιώματα ή, αντίθετα, έχει όλα τά δικαιώμα τα" αλλά σέ κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο νά μπορεί νά συγ κεντρώνεται. Γι' αυτήν τή συγκέντρωση πού ονομάζεται αγορά, χρειάζεται μιά δημόσια πλατεία πού έχει τό ίδιο Ονομα. Εΐναι πρώτα άπ' Ολα ή εμπορική αγορά. «Σ' όλες σχεδόν τις πόλεις, λέει ό Αριστοτέλης, υπάρχει ή ανάγκη τοΰ νά πουλά καί νά αγο ράζει κανείς, γιά νά εξυπηρετηθούν αμοιβαίες ανάγκες, γιά τήν ικανοποίηση τών οποίων αυτό είναι τό πιό ταχύ μέσο, γεγονός πού φαίνεται ότι έπεισε τούς ανθρώπους νά ενωθούν γρήγορα σέ κοινότητα.» Ή θέση πού προορίζεται γιά τις επιχειρήσεις πρέ πει νά είναι «εύκολα προσιτή στά μεταφορικά μέσα πού φτάνουν άπό τό λιμάνι ή άπό τήν ενδοχώρα», καί οί διευκολύνσεις πού προσφέρει γιά τον ανεφοδιασμό προσελκύουν γενικά τό πρυτα νείο στή γειτονιά τής αγοράς: τήν πληροφορία αυτή μας τή δίνει ό Αριστοτέλης, άλλά καί οί ανασκαφές τής Πριήνης, παρα δείγματος χάρη, τήν επιβεβαιώνουν. Ή θέση όμως αυτή δέν προ ορίζεται μόνο γιά τις εμπορικές συναλλαγές" ανάμεσα στους εμπόρους καί στους πελάτες κυκλοφορούν οί περίεργοι καί οί αρ γόσχολοι. Όποιαδήποτε ώρα τής ημέρας αποτελεί τό σημείο συ νάντησης, όπου κάνουν τον περίπατο τους, μαθαίνουν τά νέα, κουβεντιάζουν πολιτικά, σχηματίζονται τά ρεύματα τής κοινής γνώμης. Ή αγορά είναι λοιπόν ό ενδεδειγμένος τόπος γιά τις γε51
52
53
54
31
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
νικές συνελεύσεις τις όποιες έχουν συγκαλέσει ό βασιλέας ή οί αρχηγοί τής αριστοκρατίας, γιά νά γνωστοποιήσουν αποφάσεις πού έχουν ληφθεί στά υψηλά κλιμάκια, άλλά καί γιά τις συνε λεύσεις πού συσκέπτονται ώς κυρίαρχο σώμα. Ακόμη καί σέ στρατόπεδο, πόλη στρατιωτική, χρειάζεται μία αγορά: υπήρχε μιά τέτοια κατά τον τρωικό πόλεμο, όπου οί αρχηγοί τών Α χαιών, όπως οί πραίτορες τής Ρώμης, απευθύνονταν στους πο λεμιστές ή δίκαζαν. Είναι αυτονόητο ότι στις εκατοντάδες τών πόλεων πού ήταν χωρισμένη ή Ελλάδα, αυτός ό θεσμός παρουσίαζε παραλλαγές. Ή αγορά, στήν τοπογραφική της έννοια, μπορεί νά χωριστεί. Στις ολιγαρχικές πόλεις τής Θεσσαλίας ή πλατεία τής εμπορικής αγοράς έχει αφεθεί στό εμπόριο, «ακάθαρτη άπό τά τρόφιμα», καί ή πλατεία τής Ελευθερίας, στά πόδια του υψώματος όπου είναι χτισμένο το πρυτανείο, προορίζεται γιά τις γυμναστικές ασκήσεις τών προνομιούχων πολιτών. Στις δημοκρατικές πό λεις, κυρίως σ' αυτές πού επεκτάθηκαν πολύ, ή παλαιά αγορά είναι καμιά φορά πολύ μικρή καί συχνά δέν διαθέτει αρκετό χώ ρο γιά τις λαϊκές συνελεύσεις, τών όποιων ό Ογκος όλο καί μεγα λώνει: οί Αθηναίοι τοΰ 5ου αιώνα συζητοΰν στό λόφο τής Πνύ κας πού έ'χει διαμορφωθεί γι' αυτόν τό σκοπό, καί δέν συνέρχον ται πιά στήν αγορά παρά μόνο σέ εξαιρετικές περιπτώσεις. Άπό τήν άλλη μεριά, ή συνέλευση μόνο σέ δευτερεύουσες πόλεις δια τηρεί τό Ονομα τής αγοράς, παραδείγματος χάρη στους Δελφούς, στή Ναύπακτο, στή Γόρτυνα, στήν Άρκεσίνη, στήν Κώ, άλλά κυρίως στις υποδιαιρέσεις τής πόλης, στις φυλές καί στους δή μους, ή ακόμη στις θρησκευτικές ενώσεις, στις φρατρίες, στους θιάσους καί τούς όργεώνες. * Εκκλησία είναι ό Ορος πού προσ διορίζει συνήθως τή συνέλευση τοΰ λαοΰ, έκτος άπό τούς Δωρι είς πού προτιμούν συχνά τον όρο άλία (άπό Οπου παράγεται ή ονομασία τοΰ δικαστηρίου τής ήλιαίας στους Αθηναίους) καί ιδι αίτερα τούς Σπαρτιάτες πού χρησιμοποιούν τον όρο άπέλλα. Άλλά αυτές οί διαφορές δέν εμποδίζουν τούς "Ελληνες νά θεω ρούν τήν αγορά πρωταρχική προϋπόθεση τής ζωής σέ πόλη. Γιά τον "Ομηρο, οί Κύκλωπες είναι άγριοι γιατί δέν έχουν «συ νελεύσεις, Οπου νά συσκέπτονται» (άγοραϊ βουληφόροι). Γιά τον Ηρόδοτο, αυτό πού διακρίνει περισσότερο τούς "Ελληνες άπό 55
56
57
58
59
* "Οπως οί Θίασοι (βλ. σ. 25) έτσι καί οί όργεώνες ήταν ομάδες ατό μων μέ αποστολή τή λατρεία κάποιας θεότητας ή κάποιου ήρωα.
32
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
τούς Πέρσες είναι, δτι, οί πρώτοι έχουν αγορά, ενώ οί άλλοι στά φεουδαρχικά χωριά τους δέν έχουν ούτε εμπορικές αγορές. Ή πρωτεύουσα, τής οποίας τήν υπεροχή μαρτυρεί ή ύπαρξη τής ακρόπολης, τοΰ πρυτανείου, τοΰ βουλευτηρίου καί τής αγο ράς, έχει περίχωρα λίγο πολύ εκτεταμένα, τά όποια τής είναι απαραίτητα γιά νά ζήσει. Τίς περισσότερες φορές εκεί είναι καί τό λιμάνι, γιατί ή ακρόπολη, πού καθόρισε γιά πάντα τή θέση τής πόλης, βρίσκεται γενικά σέ κάποια απόσταση άπό τήν παρα λία, σέ θέση διαλεγμένη άπό τούς κατοίκους πού φββόνταν τούς πειρατές. Ή πόλη, τής οποίας τό έδαφος είναι σχεδόν πάντα περιορισμένο άπό βουνά, επικοινωνεί μέ τον εξωτερικό κόσμο άπ' αυτό τό λιμάνι, καί διαμέσου αυτού προσθέτει στά δικά της υλικά μέσα τά εφόδια πού τής λείπουν. Έν πάση περιπτώσει, άπό τον κύριο οικισμό, τό άστυ, εξαρτάται ένας αριθμός, λιγότε ρο ή περισσότερο σημαντικός, κωμών (πού ονομάζονται επίσης δήμοι ή σπανιότερα, δπως στή Λακωνία, πόλεις), χωριών καί πιο μικρών οικισμών. Στις μικρές πόλεις, αυτές οί διάσπαρτες τοποθεσίες είναι μάλλον σπάνιες, γιατί οί ελεύθεροι χωρικοί δια τήρησαν συχνά τή συνήθεια νά κατοικούν στήν πόλη καί νά πη γαίνουν νά εργαστούν στους αγρούς άπό τό πρωί ώς τό βράδυ. Στις μεγάλες πόλεις αντίθετα είναι πολλές, καί μερικές φορές φτάνουν νά αποκτήσουν κάποια σημασία. Στή Λακωνία υπήρχαν εκατό περίπου πόλεις περιοίκων, καί ακόμη περισσότεροι δήμοι στήν Αττική. Α υ τ ά τά συστατικά στοιχεία τής πόλης απολάμ βαναν πολύ μεγάλη ανεξαρτησία σέ δ,τι άφορα τή διοίκηση, άλλά δέν είχαν πολιτική δύναμη παρά ώς τμήματα τής μεγάλης κοινό τητας. Πουθενά ίσως αυτή ή εξάρτηση τοΰ τμήματος άπό τό δλο δέν είναι τόσο αξιοσημείωτη δσο σέ μερικές περιοχές πού, μέ νοντας πιστές στήν καθαρά αγροτική οικονομία, δέν περιλάμβα ναν παρά κώμες. Ή "Ηλιδα λόγου χάρη δέν είχε πρωτεύουσα πριν άπό τό 471, άλλά ό ανώτατος άρχων καί οί μικροί βασιλείς κάθε τοποθεσίας υποτάσσονταν στους ελλανοδίκες καί στους δαμιονργούς πού άντιπροσίόπευαν τήν κεντρική κυβέρνηση. Τέλος, τό πιο χτυπητό χαρακτηριστικό τής ελληνικής πόλης είναι ή διαίρεση τών πολιτών σέ φυλές καί σέ φρατρίες. Δέν θά επιμείνουμε εδώ σ' αυτές τίς ομάδες: δείξαμε αρκετά διεξοδικά δτι ή δημιουργία τής πόλης δέν εξηγείται χωρίς αυτές. Ά ς πε ριοριστούμε νά παρατηρήσουμε δτι ό συγγενικός καί αριστοκρα τικός χαρακτήρας πού είχαν άπό τήν καταγωγή τους άλλοιώθη60
61
33
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
κε λιγότερο ή περισσότερο άπό τις δημοκρατικές εξελίξεις. Οί φρατρίες συχνά υποχρεώθηκαν νά δεχτούν μαζί μέ τά γένη τούς θιάσους, πού σχημάτιζαν άνθρωποι γενικά κατώτερης καταγω γής. Οί παλαιές φυλές συχνά αναγκάστηκαν νά ανεχτούν δίπλα τους φυλές διαφορετικής εθνικότητας, προτού ακόμη οί καινού ριες ιδέες επιβάλουν τήν έννοια τών εδαφικών φυλών. Ή συγκροτημένη κατ' αυτόν τον τρόπο πόλη είναι ένα πολύ μικρό κράτος. Ά ς προσπαθήσουμε νά ακριβολογήσουμε. Ή Σπάρτη καί ή Αθήνα αποτελούν εξαιρέσεις μέ τήν έκταση τοΰ εδάφους τους. Κι όμως, όταν ή Σπάρτη πρόσθεσε τή Μεσσηνία στή Λακωνία, έγινε ή πρώτη δύναμη τής Ελλάδας, γιατί κυβερ νούσε μιά χώρα 8.400 τετραγωνικών χιλιομέτρων, δηλαδή τά δύο πέμπτα τής Πελοποννήσου, καί πρέπει ακόμη νά σημειώ σουμε Οτι ή γή πού άνηκε στους πολίτες, ή πολιτική χώρα, περι λάμβανε μόνο τό τρίτο άπό αυτή τήν έκταση τό υπόλοιπο άνηκε σέ μιά εκατοντάδα περιοικίδων πόλεων. Ή Αθήνα, πού κατέχει μιά τόσο μεγάλη θέση στήν ιστορία του πολιτισμού, τήν εποχή τής πιό μεγάλης έκτασης της, δηλαδή Οταν συμπεριλάμβανε τή Σαλαμίνα καί τον Ωρωπό, ειχε 2.650 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πρέπει νά περάσουμε στή Δύση, γιά νά βρούμε στις αποικίες τών κατακτητών ανάλογους αριθμούς: ή χώρα τών Συρακουσών μετά τήν προσάρτηση τής Γέλας, τών Άκρων, τών Κασμενών καί τής Καμαρίνας έφτασε τά 4.700 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ξεπερνώντας έτσι τή χώρα τοΰ Ακράγαντα πού ήταν 4.300. Παντοΰ άλλου ή έκταση τών ελληνικών πόλεων αντιστοιχεί σέ επαρχίες ή καί δήμους τής Γαλλίας· συμβαίνει μάλιστα συχνά νά είναι πολύ μικρότερη. Στήν Πελοπόννησο, τό Άργος, πού εξουσιάζει καί τις Κλεωνές, έχει συνολικά 1.400 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ή Κόρινθος 880, ή Σικυώνα 360, ό Φλιοΰς 180. Τον 5ο αιώνα ή συνομοσπονδία τών Βοιωτών εκτείνεται σέ 2.580 τε τραγωνικά χιλιόμετρα, άπό τά όποια 1.000 έχει ή Θήβα καί τά υπόλοιπα είναι μοιρασμένα σέ δώδεκα πόλεις, γύρω στά 130 τε τραγωνικά χιλιόμετρα κατά μέσο Ορο. Στά 1.615 τετραγωνικά χιλιόμετρα τής Φωκίδας είναι εγκαταστημένες είκοσι δύο κυρί αρχες πόλεις. Στή Μικρά Ασία, Οπου πάντως δέν λείπει ή γή, οί ιωνικές πόλεις έχουν άπό 200 έως 1.500 τετραγωνικά χιλιό μετρα* οί αιολικές πόλεις μιά εκατοστή μόνο. Κοιτάχτε τά νησιά. Τά μικρά καί τά περισσότερα άπό τά μεσαία σχηματίζουν κα θένα μία μόνο πόλη: Τέτοια είναι π.χ. ή Δήλος (5 1/ 2 τετραγω62
63
-
34
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ
νικά χιλιόμετρα, 22 μέ τή Ρήνεια), ή Θήρα (81 τετραγωνικά χι λιόμετρα), ή Αίγινα (85), ή Μήλος (150), ή Νάξος (448), ή Σά μος (468), ή Χίος (826). Άλλά ή Κέως, πού έ'χει έκταση μόνο 173 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι μοιρασμένη ως τον 4ο αιώνα σέ τέσσερις πόλεις, άπό τίς όποιες οί τρεις κόβουν νομίσματα. "Οσον άφορα τά μεγάλα νησιά, δηλαδή αυτά πού ξεπερνούν τά 1.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ένα μόνο κατάφερε νά πραγμα τοποιήσει τήν πολιτική ενότητα: ή Ρόδος, τής οποίας οί τρεις πόλεις, πού στό σύνολο τους καλύπτουν 1.460 τετραγωνικά χι λιόμετρα, ενώθηκαν μόνο προς τό τέλος τοΰ 5ου αιώνα. Ή Λέ σβος, μέ 1.740 τετραγωνικά χιλιόμετρα, περιλαμβάνει πέντε πό λεις τήν εποχή ακόμη τοΰ Ηροδότου, πού μας λέει δτι υπήρχαν περισσότερες προηγουμένως. Ή Εύβοια, μέ 3.770 τετραγω νικά χιλιόμετρα, είναι χωρισμένη τήν ίδια εποχή σέ οχτώ μέρη. Τά 8.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα τής Κρήτης είναι μοιρασμένα τήν ομηρική εποχή σέ ενενήντα πόλεις τήν ιστορική εποχή δια τηρούνται περισσότερες άπό πενήντα. Νά πιστέψουμε δτι ή πυκνότητα τοΰ πληθυσμοΰ αντιστάθμι σε τή στενότητα τοΰ χώρου; Θά μποροΰσε κανείς νά εξαπατηθεί άπό σφαλερές ενδείξεις καί άπό γεγονότα κακά ερμηνευμένα. Ό συνεχής αποικισμός πού διασκόρπισε τούς Έλληνες σ' δλες τίς ακτές τής Μεσογείου είναι ένα φαινόμενο πού οδηγεί σέ σκέψεις. Ό Πλάτων βλέπει τήν αιτία «στή στενότητα τής γής» καί στήν αδυναμία της νά θρέψει πολλούς κατοίκους. Ακριβώς τήν επο χή τοΰ μεγάλου αποικισμού ό συγγραφέας τών Κυπρίων Έπων βρίσκει στό μοιραίο νόμο πού δεκατίζει τήν ανθρωπότητα μέ τον πόλεμο μιά εξήγηση πού δέν θά τήν αρνιόνταν μερικοί θεω ρητικοί τών νεωτέρων χρόνων: «Μυριάδες άνθρωποι πλανιόνταν πάνω στή γη ό Δίας τή λυπήθηκε καί μέ τή σοφία του αποφάσι σε νά ανακουφίσει άπό αυτό τό βάρος τήν τροφοδότρα γή έριξε ανάμεσα τους τή μεγάλη διχόνοια τοΰ πολέμου, ώστε ό θάνατος νά δημιουργήσει κενά». 'Αλλά, στήν πραγματικότητα, ή πε ρίσσεια τοΰ πληθυσμοΰ στις ελληνικές πόλεις είναι σχετική όφείλεται σέ μιά μόνιμη αιτία: τήν έκταση τής άγονης γής, καί σέ ιστορικές αιτίες: τή συγκέντρωση τής ιδιοκτησίας άπό τούς αριστοκράτες καί τον κατακερματισμό της άπό τίς κληρονομικές μοιρασιές. Άλλωστε, σ' αυτόν τό λαό, πού έχει τή φτώχεια «ομογάλακτη αδερφή», ό αποικισμός δέν είναι τό μόνο εμπό διο στήν αύξηση τοΰ πληθυσμοΰ σέ μεγάλες αναλογίες. Παντοΰ 64
-
65
-
-
66
-
67
35
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
καί πάντοτε οί "Ελληνες φοβούνται, τις μεγάλες οικογένειες. Γιά νά προλάβουν ένα τέτοιο κακό κατέφυγαν στον περιορισμό τών γεννήσεων. "Ηδη ό Ησίοδος συμβουλεύει: ένα αγόρι (μουνογενής παις). Καταφεύγουν σ' Ολα τά μέσα ενός ξέφρενου μαλθου σιανισμού: στήν έκτρωση, στήν παιδοκτονία, στήν έκθεση τών νεογέννητων, στον παρά φύση έρωτα* όλα επιτρέπονται άπό τό έθιμο, είναι ανεκτά άπό τό νόμο, καί επιδοκιμάζονται άπό τούς φιλοσόφους. Ή ελληνική πόλη είναι λοιπόν μέτρια ώς προς τον αριθμό τών κατοίκων της καί τήν έκταση τοΰ εδάφους της. Γιά τον Τππόδαμο τό Μιλήσιο, αυτόν τον κοινωνιολόγο αρχι τέκτονα πού έχτιζε στή γή καί στον αέρα πόλεις σχεδιασμένες επιμελέστατα μέ τό χάρακα, ή ιδανική πόλη έπρεπε νά έχει δέκα χιλιάδες πολίτες. Ό Πλάτων θέλει τον αριθμό τών πολιτών αρ κετά μεγάλο, γιά νά είναι ή πόλη σέ θέση νά αμυνθεί εναντίον τών γειτόνων της ή νά τούς βοηθήσει σέ περίπτωση ανάγκης, άλλά αρκετά περιορισμένο γιά νά μπορούν οί πολίτες νά γνωρί ζονται μεταξύ τους καί νά διαλέγουν συνειδητά τούς άρχοντες: αυτόν τον απαραίτητο καί επαρκή πληθυσμό τον καθορίζει μέ έναν πυθαγόρειο υπολογισμό 1 x 2 x 3 x 4 x 5 x 6 x 7 = 5.040. Ό Αριστοτέλης εξετάζει τό ίδιο πρόβλημα διεξοδικά. Θεωρεί τον αριθμό τών πολιτών καί τήν έκταση τοΰ εδάφους πρώτες ύ λες τις όποιες χρειαζόταν ό πολιτικός καί ό νομοθέτης γιά τή δουλειά του* πρέπει νά έχουν τις απαραίτητες ιδιότητες καί νά είναι τόσες, ώστε ή πόλη νά μπορεί νά εκπληρώνει τήν αποστολή πού τής έχει ανατεθεί. "Ετσι δέν πρέπει νά συγχέεται ή μεγάλη πόλη μέ τήν πολυάνθρωπη πόλη. Οί δούλοι καί οί ξένοι, μόνιμοι κάτοικοι ή Οχι, δέν είναι παρά ακάθαρτα απορρίμματα* μόνο οί πολίτες λαμβάνονται υπόψη. Ή πείρα δείχνει πώς είναι δύσκο λο καί ίσως αδύνατο νά οργανωθεί καλά ένα κράτος πολυάνθρω πο: πώς νά εφαρμοστούν οί καλοί νόμοι καί νά επιβληθεί ή τά ξη ; Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κάποιο μέτρο γιά τό μέγεθος τής πόλης, όπως γιά κάθε πράγμα. "Οταν ή πόλη δέν συμμορφώνεται μ' αυτό τό μέτρο, άπό έλλειψη ή άπό υπερβολή, δέν επιτελεί τό σκοπό της. Μιά κοινωνία μέ εκατό χιλιάδες μ.έλη δέν είναι πε ρισσότερο πόλη άπό μιά κοινωνία μέ δέκα μέλη. Οί θεωρητικοί δέν έκαναν παρά νά συστηματοποιούν τά γε γονότα πού είχαν υπόψη τους. Πολύ λίγες πόλεις ξεπερνοΰν τον αριθμό πού προκήρυξε ό Ίππόδαμος. 'Τπολογίζεται ότι ή Αθή να τοΰ Περικλή είχε περίπου 40.000 πολίτες. Τρεις άλλες πόλεις 69.
69
70
71
72
36
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ
είχαν 20.000 ή λίγο περισσότερους τον 5ο αιώνα: οί Συρακού σες, ό Ακράγας, τό "Αργός. Είναι αλήθεια δτι τον επόμενο αιώ να οί Συρακούσες έφτασαν τον αριθμό τών 50.000 ή 60.000 μέ τον αναγκαστικό εσωτερικό αποικισμό τών ηττημένων ιθαγε νών, καί έγιναν τότε ή πιο μεγάλη πόλη τής Ελλάδας, μέ αρκε τή μάλιστα διαφορά άπό τήν επομένη. Ά ς περάσουμε στις πό λεις τών 10.000 πολιτών, πού δίνουν τον τύπο τής μεγάλης πό λης (πόλις μνρίανδρος)" δέν είναι πολλές. Σ' αυτήν τήν κατηγο ρία μπορούμε νά περιλάβουμε: τή Μικρά 'Ασία, τή Μίλητο τοΰ Ίπποδάμου, πού είναι μικρότερη αυτή τήν εποχή άπ' δ,τι τον 6ο αιώνα, τήν "Εφεσο καί τήν Αλικαρνασσό* στήν κυρίως Ελ λάδα, τή Θήβα, τήν Κόρινθο καί τήν παλαιά της αποικία, τήν Κέρκυρα, καί τίς πρόσφατα ιδρυμένες πόλεις Ρόδο, Μεγαλό πολη καί Μεσσηνία* στή Χαλκιδική, τήν "Ολυνθο* στον Βόσπο ρο, τό Βυζάντιο, μετά τήν ενσωμάτωση τής Χαλκηδόνας* στή Λιβύη, τήν Κυρήνη* στή Μεγάλη Ελλάδα, τον Κρότωνα καί τον Τάραντα* στή Σικελία, τή Γέλα. Εκείνο πού δείχνει δτι ό πλη θυσμός αυτών τών πόλεων ανταποκρίνεται στό ιδανικό τών Ελ λήνων τοΰ 5ου αιώνα καί Οχι μόνο στό ιδανικό τοΰ Ίπποδάμου, είναι τό δτι οί Αθηναίοι, δταν ίδρυσαν τίς 'Εννέα Όδούς, δπως καί δταν ό Ίέρων αντικατέστησε τήν Κατάνη μέ τήν Αίτνα, έστειλαν στή νέα εγκατάσταση τή μοιραία μυριάδα τών αποί κων. Κάμετε τό λογαριασμό: στις εκατοντάδες τών ελληνικών πόλεων, μόλις μιά είκοσάδα φτάνουν ή ξεπερνούν αυτό τό ιδανι κό. Ά ς συνεχίσουμε. Οί πόλεις δπου τό σώμα τών πολιτών κυ μαίνεται μεταξύ 10.000 καί 5.000 καί πού θεωρούνται ακόμη σημαντικές —δπως ή Μυτιλήνη, ή Χίος καί ή Σάμος, ή Ερέ τρια καί ή Χαλκίδα, τά Μέγαρα, ή Σικυώνα, ό Φλιοΰς καί ή "Ηλιδα— δέν είναι πολλές. Πόλεις πολύ γνωστές, δπως π.χ. ή Μαν τινεία καί ή Τεγέα, δέν φτάνουν σ' αυτό τό επίπεδο* ή Αίγινα, γιά πολύ μεγάλο διάστημα πλούσια καί σπουδαία εξαιτίας τοΰ εμπορίου της, δέν έχει γιά τά 110 τετραγωνικά χιλιόμετρα της παρά 2.000 ώς 2.500 πολίτες. Οί Σπαρτιάτες στήν άρχή, σύμ φωνα μέ τήν παράδοση, σχημάτιζαν ένα πλήθος 9.000 ή 10.000 ανθρώπων τήν εποχή τών μηδικών πολέμων είναι ακόμη 8.000* άλλά τά ελαττώματα ενός απαρχαιωμένου πολιτεύματος οδηγούν γρήγορα στήν ολιγανθρωπία: δέν είναι παρά 2.000 τό 371, στή μάχη τών Λεύκτρων τό 242, ό βασιλιάς Ά γ ι ς δέν τούς υπολο γίζει σέ περισσότερους άπό 700. Χωρίς αμφιβολία, ό μικρός πλη73
74
75
37
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
θυσμός τών ελληνικών κρατών πρέπει νά αποδοθεί ώς ένα μεγά λο βαθμό στήν ολιγαρχική τάση πού επιφύλασσε μέ φειδώ τό αξίωμα τοΰ πολίτη σέ μιά μειοψηφία καί δταν πρόκειται νά εκτι μηθεί ό πληθυσμός, δέν πρέπει νά ξεχνάμε, ακόμη καί στις δη μοκρατικές πόλεις, τον δγκο τών μετοίκων καί τών δούλων πού αποκλείονταν άπό τήν εκκλησία τοΰ δήμου. "Οπως καί νά 'ναι, ή ελληνική πόλη άπό ποσοτική άποψη είναι κάτι τό πολύ μικρό. Είναι ωστόσο κάτι θαυμαστά πλούσιο σέ ηθικές αξίες, καί άσκησε αποφασιστική επίδραση στον πολιτισμό τοΰ μέλλοντος. Ά.ς ρίξουμε μιά γενική ματιά στήν περιοχή τοΰ έλληνισμοΰ. Δι ακρίνουμε πληθώρα κοινωνιών, πού δλες ζουν έντονη ζωή. Ό Αριστοτέλης περιέγραψε εκατόν πενήντα οχτώ άλλά υπάρ χουν δέκα φορές περισσότερες. Παντοΰ, σέ απόσταση λίγων χι λιομέτρων, ένα ύψωμα χρησιμεύει γιά σημάδι σέ κάποια σύνο ρα. Μιά πολύ μικρή περιοχή, στριμωγμένη ανάμεσα σ' ένα βου νό καί μιά πολυσχιδή παραλία, καί ή οποία διασχίζεται άπό ένα ποταμάκι, είναι κράτος. Φτάνει νά ανεβεί κανείς στήν ακρόπολη πού χρησιμεύει ώς καταφύγιο, γιά νά τό αγκαλιάσει ολόκληρο μέ τό βλέμμα. Αυτή ή πόλη, αυτοί οί αγροί, αυτές οί βοσκές, αυ τά τά μικρά δάση, αυτοί οί δρμοι, είναι ή πατρίδα πού ίδρυσαν οί πρόγονοι, καί τήν οποία κάθε γενεά πρέπει νά αφήσει πιο ω ραία καί πιο ευτυχισμένη. Μερικά εξαιρετικά πνεύματα συνει δητοποίησαν τήν ύπαρξη τοΰ έλληνικοΰ έθνους, διαφορετικού άπό τά άλλα έθνη κατά τή γλώσσα, τήν ποίηση, τήν τέχνη, τή λα τρεία τών μεγάλων θεοτήτων άλλά αυτά τά ίδια πνεύματα γιά καιρό δέν επιδίωξαν τήν ένωση τών Ελλήνων, γιατί πίστευαν δτι ή μεγάλη ανωτερότητα τών Ελλήνων οφειλόταν ακριβώς στήν ιδέα πού είχαν γιά τήν πόλη. Ό βαρβαρικός κόσμος αποτε λείται άπό τερατώδεις μοναρχίες, ανόργανες μάζες μόνο ό ελλη νικός κόσμος ανταποκρίνεται στον ορισμό τοΰ άνθρωπου πού, στήν πληρότητα τοΰ δρου, είναι δν πολιτικόν. Αυτόνομη ή πόλη έχει ουσιαστική προϋπόθεση τήν ελευθερία: τή συλλογική ελευθερία, άν μπορεί κανείς νά τήν ονομάσει έτσι γιατί ή ατομική ελευθερία μπορεί νά έρθει έπειτα, δέν είναι απα ραίτητη. Ό Ηρόδοτος μας δίνει σχετικά μιά πληροφορία παρά ξενη εκ πρώτης όψεως, άλλά Οχι λιγότερο διαφωτιστική. "Οταν ζητά νά αντιτάξει τήν ελληνική ελευθερία στήν περσική δουλεία, βάζει νά μιλούν δύο Σπαρτιάτες, δύο άπ' αυτούς τούς "Ελληνες τών οποίων ή ύπαρξη είναι ολοκληρωτικά υποταγμένη στους πιο -
-76
-
-
38
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ
λεπτολόγους κανόνες. Ή σκηνή είναι, στά Σοΰσα. Ό Σπερθίας καί ό Βοΰλις έρχονται νά προσφέρουν τις κεφαλές τους στον Βα σιλέα τών Βασιλέων, γιά νά κατευνάσουν τήν οργή του γιά τή θανάτωση τών απεσταλμένων τοΰ Δαρείου στή Σπάρτη. "Ενας σατράπης τούς ρωτά γιατί άρνοΰνται νά γίνουν φίλοι ενός βασι λέα πού ξέρει νά τιμά τούς γενναίους. Καί ιδού ή απάντηση τους: «'Τδάρνη, ή συμβουλή πού μας δίνεις δέν είναι δίκαια προέρχε ται άπό άνθρωπο πού έχει δοκιμάσει τό ένα είδος τής ζωής, ένώ δέν έχει τήν πείρα τοΰ άλλου. Ξέρεις τί είναι ή δουλεία, άλλά δέν γεύτηκες ποτέ τήν ελευθερία, καί αγνοείς άν είναι γλυκιά ή Οχι. Ά ν τήν είχες γνωρίσει, θά μας προέτρεπες νά πολεμήσουμε γιά αυτήν, Οχι μόνο μέ ακόντια άπό μακριά, άλλά καί μέ τσεκού ρια». Αυτό τό πάθος γιά τήν ανεξαρτησία κάνει τήν πόλη, Οσο μι κρή καί άν είναι, κράτος κυρίαρχο. Πάρτε δύο γειτονικές πόλεις τό καθετί τις χωρίζει. Οί ιεροί Οροι πού σημειώνουν τά σύνορα τοΰ εδάφους χαράζουν σχεδόν αδιαπέραστη διαχωριστική γραμ μή ανάμεσα στις θρησκείες καί στους νόμους, στά ημερολόγια, στά νομίσματα, στά μέτρα καί σταθμά, στά ενδιαφέροντα καί στά αισθήματα. Τί είναι ή πατρίδα κατά τούς μεγάλους αιώ νες τής αρχαίας Ελλάδας; Ή λέξη ή ίδια τό δείχνει. Προσδιο ρίζει εκείνο πού συνδέει ανθρώπους μέ κοινό πρόγονο, τον ίδιο πατέρα. Ή πάτρια ήταν αρχικά τό γένος, έτσι όπως τό βλέπουμε πάντα στή Μικρά Άσία' μέ μιά συνεχή αύξηση, στήν "Ηλιδα λόγου χάρη, πήρε τήν έκταση τής ομάδας πού ονομάζουν γενικά φρατρία, καί κατάληξε παντοΰ νά είναι ή κοινότητα όπου απορ ροφούνται όλες οί μικρότερης έκτασης κοινωνίες, δηλαδή ή πόλη. "Ετσι ό πατριωτισμός τών Ελλήνων μας παρουσιάζεται σήμερα ώς στενά τοπικός πατριωτισμός άλλά είναι ένα αίσθημα τόσο πιό έντονο καί πιό βαθύ όσο πιό περιορισμένο είναι τό αντικείμε νο του. Άπό τή μέρα πού ό ένηλικιωμένος έφηβος δίνει τον Ορκο τοΰ πολίτη, οφείλει στήν πόλη κάθε του σκέψη καί τό α ί μ α του. Δέν αφιερώνει τό σώμα καί τήν ψυχή του σέ κάτι τό αφηρημένο, άλλά σέ κάτι συγκεκριμένο πού βλέπει κάθε μέρα μέ τά μάτια του. Ή ιερή γή τής πατρίδας είναι ό οικογενειακός περίβολος, οί τάφοι τών προγόνων, οί αγροί πού ανήκουν σέ πρόσωπα γνω στά, τό βουνό όπου πάνε νά κόψουν ξύλα, νά οδηγήσουν τό κοπά δι, νά μαζέψουν μέλι, οί ναοί όπου θυσιάζουν, ή ακρόπολη όπου ανεβαίνουν μέ πομπή είναι Ολα αυτά πού άγαποΰν καί γιά τά -
77
-
-
-
39
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
είναι περήφανοι, και τά όποια κάθε γενεά θέλει νά τά πα ραδώσει πιό ζηλευτά άπ' ό,τι τά παρέλαβε. Μία πόλη, μία μόνη, καί καμιά φορά απειροελάχιστη" γι' αυτήν ωστόσο τρέχει ό Έ κτορας στό θάνατο, γι' αυτήν θεωρεί ό Σπαρτιάτης κορύφωμα τής «αρετής» τό νά «πέσει στήν πρώτη γραμμή», γι' αυτήν οί Σαλαμινομάχοι ρίχνονται στή μάχη ψάλλοντας τον παιάνα, καί γι' αυτήν πίνει τό κώνειο σεβόμενος τό νόμο ό Σωκράτης. Μόλις ό "Ελληνας βγει άπ' αυτόν τό μικρόκοσμο, τήν πόλη, βρίσκεται σέ ξένη χώρα, πολλές φορές εχθρική. Καί μιά τέ τοια αντίληψη έχει φοβερές επιπτώσεις. Τά μίση ανάμεσα στά γένη, καί ανάμεσα στους δήμους, κατευνάστηκαν πιά, μέ πολλή δυσκολία, κάτω άπό τό κύρος τής πολιτικής εξουσίας. Απόμει ναν όμως ορισμένα ί'χνη τους. Στήν Αττική π.χ. δέν γίνονταν γάμοι ανάμεσα στους Παλληνεΐς καί στους Άγνουσίους, καί οί κομματικές διαμάχες γιά πολύν καιρό συγχέονταν μέ τις οικογε νειακές φιλονικίες, πού επιδεινώνονταν μέ αντεκδικήσεις. Μερι κές φορές αρκούσε ή τοπογραφία γιά νά διατηρήσει στό εσωτε ρικό μιας πόλης παράξενες έχθρες: ό Αριστοτέλης διαπιστώνει ακόμη στήν εποχή του τή διχόνοια πού υπήρχε στις Κλαζομενές, ανάμεσα στους κατοίκους τοΰ νησιοΰ καί τής στεριανής συνοικί ας Χύτρος. Κατά μείζονα λόγο, οί ανταγωνισμοί ανάμεσα σέ γειτονικές πόλεις είναι συνεχείς καί αιματηροί. Ή ιστορία τής αρχαίας Ελλάδας είναι ένα πλέγμα σκληρών πολέμων γιά μικρά πράγματα, καθώς, γιά τήν κατάκτηση λίγων χέρσων αγρών ή λίγων θαμνόφυτων αγριάδων, εξαπολύονταν όλα τά πάθη πού επιδέχεται ό πατριωτισμός. Πολλές απόπειρες έγιναν γιά νά θεραπεύσουν τον κατακερ ματισμό, νά ενσωματώσουν τις πόλεις σέ μεγαλύτερο πλαίσιο. Άλλά τό αντίτιμο ήταν νά άπαρνηθοΰν μερικά κυριαρχικά δικαι ώματα τους σκόνταψαν πάντα σέ μιά ανυπέρβλητη απέχθεια. Οί αμφικτιονίες τής Καλαυρίας, τών Δελφών, τοΰ Πανιώνι ου θά μποροΰσαν ίσως εύκολα νά μεταβληθούν άπό θρησκευτικές ενώσεις πού ήταν σέ πολιτικές συνομοσπονδίες· δέν τά κατάφε ραν, καί αντίθετα έγιναν εστίες -ραδιουργιών μέσα στις όποιες οί πόλεις πού μετείχαν αγωνίζονταν ποιά θά έχει τά πρωτεία. Ω στόσο τό συνομοσπονδιακό σύστημα δέν άπαιτοΰσε άλλη θυσία άπό μιά αμοιβαία συμφωνία πάνω στά προβλήματα εξωτερικής πολιτικής. Μόνη φορά πού αυτό τό σύστημα παρουσιάστηκε ώς επιτακτική ανάγκη ήταν στή Μικρά Ασία τον 7ο καί 6ο αιώνα, όποια
78
-
40
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ Τ Η Σ
ΠΟΛΗΣ
όταν πλανιόταν πάνω άπό Ολες τις πόλεις ό κίνδυνος τής λυδικής ή τής περσικής κυριαρχίας. Άντί νά συμβιβαστούν, οί "Ελληνες συμπλέκονταν μεταξύ τους εμπρός στά μάτια τών βαρβάρων: ή Χίος εναντίον τών Ερυθρών, ή Σάμος εναντίον τής Πριήνης καί τής Μιλήτου" καί τά στρατεύματα τοΰ Δαρείου ετοιμάζονταν ή δη νά επιβάλουν τήν ειρήνη μέ τήν υποδούλωση, Οταν ένα σχέδιο ένωσης, πού ωστόσο πρόσεχε όλες τις ευαισθησίες, απέτυχε οι κτρά εμπρός στή γενική αδιαφορία. Ή Βοιωτική συνομοσπον δία μάταια άφησε σέ κάθε πόλη τούς θεσμούς της καί τό δικαί ωμα νά κόβει νόμισμα" αδιάκοπες συγκρούσεις ξεσπούσαν ανά μεσα στή Θήβα πού ήθελε νά υπερέχει καί στις πόλεις πού δέν ήθελαν νά πειθαρχήσουν. Στήν Αρκαδία, όπου ή ποιμενική ζωή σκόρπιζε τούς ανθρώπους περισσότερο παρά άλλου, δύο φορές δοκίμασαν νά αντιδράσουν στή φυγόκεντρο δύναμη: τον 7ο αιώ να μέ τό βασιλέα τοΰ Όρχομενοΰ Αριστοκράτη, καί τον 4ο αι ώνα μέ τον Λυκομήδη άπό τή Μαντινεία" καί τις δυο φορές τό πείραμα απέτυχε. "Οσο γιά τό σύστημα ηγεμονίας πού ή Αθήνα καί ή Σπάρτη θέλησαν νά επιβάλουν, είναι αυτονόητο Οτι συνάντησε αποφασι στική αντίσταση. Μποροΰσε τουλάχιστον νά στηριχτεί σέ συμ πάθειες πολιτικές, στήν αλληλεγγύη τών κομμάτων άπό πόλη σέ πόλη; Ούτε αυτό. Κατά τον πελοποννησιακό πόλεμο οί δημοκρα τικοί καί οί ολιγαρχικοί υποστήριξαν, καθένας μέ τή σειρά του, παντού τό καθεστώς πού τούς ήταν αγαπητό" δίχως όμως απο τέλεσμα: Οταν μιά υποτελής πόλη επαναστατούσε, όλες οί με ρίδες βάδιζαν μαζί. Ό Κλέων ειχε δίκιο όταν έλεγε πώς δέν ή ξερε παρά ένα μοναδικό μέσο γιά νά διατηρηθεί ή ηγεμονία: τήν τρομοκρατία" καί ένα μόνο πολίτευμα, γιά τον ίδιο σκοπό: τήν τυραννίδα. Καί ό Αλκιβιάδης έβλεπε σωστά όταν σκεφτόταν ότι κάθε πόλη, άντί νά είναι υποτελής έχοντας τό καθεστώς πού ήθελε, προτιμούσε νά είναι ελεύθερη, αδιάφορα μέ ποιο πολί τευμα. Αυτό τό στενόμυαλο καί ζηλότυπο αίσθημα αυτονομίας εξέ θετε ολόκληρη τή φυλή σέ κινδύνους πού δέν ειχε πάντα τή δύνα μη νά αποστρέψει. Ό κίνδυνος τής βαρβαρικής κατάκτησης, πού ό ελληνισμός τής Ασίας δέν απέφυγε, παραλίγο θά καταπόντιζε καί τήν ευρωπαϊκή Ελλάδα. Διέφυγε τον κίνδυνο, άλλά ή σωτη ρία υπονομεύτηκε γιά καιρό άπό τις διχόνοιες καί τούς τοπικούς εγωισμούς. "Οταν όμως οί πόλεις, εξασθενημένες άπό τούς μά79
80
81
82
41
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ταιους καί σχεδόν χωρίς αντικείμενο αγώνες, αισθάνθηκαν τήν ανάγκη μιας ένωσης πού θά θεράπευε τίς πληγές, καμία πόλη δέν ήταν ικανή νά εκπληρώσει τή γενική ευχή, γιά τήν πραγμα τοποίηση τής οποίας χρειάστηκαν οί βίαιες επεμβάσεις τής Μα κεδονίας καί τής Ρώμης. Ή αυτονομία έ'φερε τουλάχιστον ορισμένα ευεργετήματα. Κάθε πόλη είχε τή φυσιογνωμία της, τήν προσωπικότητα της, τή δική της ζωή. Μέ τούς θεσμούς της καί τό δίκαιο της, μέ τή λατρεία καί τίς γιορτές της, μέ τά μνημεία καί τούς ήρωες της, μέ τό διαφορετικό τρόπο πού καθεμιά προσέγγιζε καί εφάρμοζε τίς οικονομικές καί πολιτικές, τίς ηθικές καί πνευματικές αρχές ενός κοινού πολιτισμού, κάθε πόλη συνέβαλε στό νά δώσει σ' αυ τόν τον πολιτισμό άπειρη ποικιλία εκφράσεων. Μιά άμιλλα γό νιμη πολλαπλασίαζε τούς πειραματισμούς, ενθάρρυνε τήν πρω τοτυπία μέσα στή μίμηση, καί, γιά νά κινητοποιήσει δλες τίς λανθάνουσες δυνάμεις τόσων μικρών κοινωνιών, απευθυνόταν σέ κάθε ατομική δραστηριότητα.
42
Π Ρ Ω Τ Ο
Μ Ε Ρ Ο Σ
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΠΟΛΗ
Α' ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Στά ομηρικά χρόνια, δπως είδαμε, οί μικρές χώρες πού αποτε λούν τήν Ελλάδα σχηματίζουν καθεμιά μία πόλη. Ή λέξη δήμος δηλώνει είτε τή χώρα είτε τούς κατοίκους, καί μόνο σπάνια χρη σιμοποιείται γιά νά διακρίνει τό πλήθος άπό τήν άρχουσα τάξη. Αυτό πού έχει βαρύτητα στό κράτος πόλης είναι τό διοικητι κό κέντρο, δηλαδή ή πόλις ή τό άστυ καί, καθώς άλλοτε ό ένας καί άλλοτε ό άλλος άπό αυτούς τούς δρους δηλώνει ολόκληρη τή χώρα, οί πολίτες ονομάζονται άλλοτε αστοί καί άλλοτε πολίται. Ή ομηρική πόλη έχει γενικά γιά κέντρο μιά οχυρωμένη θέση, τόπο διαμονής τών αρχηγών καί καταφύγιο γιά τό πλήθος τών κατοίκων σέ περίπτωση κινδύνου. Ή υπόλοιπη χώρα δμως περιλαμβάνει κώμες λιγότερο ή πε ρισσότερο σημαντικές. Χαρακτηρίζονται καί αυτές μέ τούς δρους άστυ ή πόλις. Μέ έκπληξη διαπιστώνει κανείς δτι δέν υπάρχει μέσα στό έπος λέξη πού νά δηλώνει τά χωριά καί τούς ακόμη πιο μικρούς οικισμούς, δταν ξέρει πώς ή Ελλάδα ειχε πάντα περιο χές πού ήταν κατοικημένες αποκλειστικά κατά κώμας.* Θά έλε γε κανείς δτι ό ποιητής διστάζει μπροστά σέ έναν Ορο χωρίς αί γλη, καί δέν θέλει νά τραγουδήσει παρά μόνο τούς ήρωες πού έρ χονται άπό φημισμένους τόπους* ίσως δέν γνωρίζει καλά παρά μόνο τή Μικρά 'Ασία, δπου οί γαιοκτήμονες είναι συγκεντρωμέ νοι σέ σημαντικά κέντρα καί καλλιεργούν τά κτήματα τους μέ θήτες ή μέ δουλοπάροικους σκορπισμένους στά περίχωρα. "Οπως καί νά 'ναι, αφήνει νά διαφαίνεται, στή σκιά της πρωτεύουσας, ή συγκεχυμένη εικόνα μικρών κωμών. Ό χαρακτηρισμός άστυ, πού δίνεται στις πιο φημισμένες πόλεις, εφαρμόζεται επίσης καί σέ πολλούς οικισμούς (άστεα πολλά) μιας αγροτικής περιοχής. Ή Κρήτη είναι τό νησί τών ενενήντα ή εκατό πόλεων άλλά ό ποιητής αναφέρει μόνο εφτά «πολυάνθρωπες» [εν ναιετοώσας]. Ακόμη καί οί «πολυάνθρωπες» πόλεις, τί είναι αυτή τήν εποχή; 1
2
3
5
6
45
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Ό Αγαμέμνονας υπόσχεται νά δώσει έφτά τέτοιες πόλεις προί κα στήν κόρη του* άλλά Ολες βρίσκονται στήν «αμμουδερή» Πύλο [Πνλον ήμαθόεντα], ανάμεσα σέ βοσκοτόπια καί σέ αμπέλια. Ό Μενέλαος σκέφτεται νά αδειάσει μιά πόλη τής Λακωνίας γιά νά εγκαταστήσει τον Όδυσσέα μέ τούς συντρόφους του καί έκεΐ δέν θά πρόκειται γιά σημαντικό κέντρο. Κοντολογίς, ή πρωτεύ ουσα, όπου λάμπουν οί αρχηγοί τών μεγάλων οικογενειών, περι βάλλεται άπό πολλές κώμες, χωριά ή μικρούς συνοικισμούς, ό που ζουν, λίγο πολύ στή σκιά, οί ταπεινότερες οικογένειες. Τήν εποχή πού ή ομηρική πόλη έφτασε τό ανώτερο σημείο τής ανάπτυξης της, περιλάμβανε τρεις τάξεις: τούς ευγενείς, τούς «δημιουργούς», καί τούς θήτες. Οί ευγενείς ανήκουν στις οικογένειες πού κατάγονται άπό τούς θεούς: είναι οί γιοι ή οί άναθρεφτοί τοΰ Δία. Καθένας δια τηρεί σάν κόρη όφθαλμοΰ τή γενεαλογία του, γιά τήν οποία κα μαρώνει εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία πού παρουσιάζεται, γιά νά κάμει επίδειξη τών προγόνων του, πού ανάγουν τήν καταγω γή του σέ έναν θεϊκό γενάρχη. Άλλά ήδη αυτήν τήν εποχή ό πλούτος μετράει Οσο καί τό αιμα. "Οταν ό ομηρικός ήρως τελει ώνει τήν απαρίθμηση τών προγόνων του, επιχειρεί νά θαμπώσει τό συνομιλητή του αραδιάζοντας τά αγαθά του. "Εχει στήν κα τοχή του ωραίους σιτοβολώνες, λόφους μέ αμπέλια, βοσκές μέ χιλιάδες βόδια καί άλογα, πλατιά λιβάδια γεμάτα κοπάδια. Μέσα στις αποθήκες του είναι αραδιασμένα πιθάρια μέ εκλεκτό κρασί καί αρωματισμένο λάδι, τάλαντα χαλκού καί σίδερου, κασέλες γεμάτες κεντητά ενδύματα, πολύτιμα αγγεία, όπλα μέ έμπίεστη διακόσμηση. Τοΰ αρέσει νά επιδεικνύει τή δύναμη του: άλλοτε κάνει επιδρομές, καμιά φορά γιά αντίποινα, στή στεριά ή στή θά λασσα, σκοτώνοντας ανθρώπους καί απάγοντας γυναίκες καί ζώα. Άλλοτε μέ τό άρμα του στή μάχη, πηδά στή γή, καί κα λυμμένος ολόκληρος μέ χάλκινα Οπλα, Ορθιος πίσω άπό μιά ασπίδα πού στήνει σάν πύργο, μέ τό σπαθί στό πλευρό, τό ακόν τιο στό χέρι, τή βρισιά στό στόμα, περιμένει έναν αντάξιο αντί παλο νά τολμήσει νά τοΰ επιτεθεί. Στά ενδιάμεσα διαστήματα τοΰ αρέσει νά επιδεικνύει τον πλοΰτο του καί νά απολαμβάνει τό γόητρο του: πηγαίνει στό παλάτι τοΰ βασιλέα γιά νά λάβει μέρος σέ συμβούλια καί συμπόσια, παρίσταται στήν αγορά, έτοιμος νά πει τή γνώμη του γιά διαφορές πού δημιουργούνται μεταξύ πο λιτών έ'χει τιμητική θέση στις γιορτές, Οπου τις θυσίες, τις 7
-8
-
46
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σπονδές καί τά συμπόσια ακολουθούν τραγούδια, χοροί καί α γ ω νίσματα. Πραγματικά, ή ζωή είναι ωραία γιά τούς μεγάλους, όμοια μέ τή ζωή τών αθανάτων άπό τούς όποιους κατάγονται. Είναι, αντίθετα, σκληρή ή ζωή γιά αυτούς πού δέν ανήκουν στά γένη τών προνομιούχων. Δέν εννοούμε τούς δούλους: αυτοί δέν είναι παρά έμψυχα Οργανα, τά όποια χρησιμοποιεί ό κύριος όπως θέλει καί γιά τά όποια δέν ασχολείται ή πόλη* εΐναι άλλω στε ακόμη πολύ λίγοι. Έδώ μιλούμε μόνο γιά τούς ελεύθερους ανθρώπους. Μερικοί άπ' αυτούς κατάφεραν νά εκχερσώσουν ένα κομμάτι γης μέ τον ιδρώτα τοΰ προσώπου τους. Οί πιό ευτυχείς είναι αυτοί πού, σκάβοντας, λιπαίνοντας καί ποτίζοντας τή γή, καταφέρνουν νά καρποφορήσει ένας κήπος μέ οπωροφόρα, σάν εκείνον τοΰ γέροντα Λαέρτη. "Αλλοι, ζώντας στό βουνό, κατα φέρνουν νά στήσουν μιά οικογένεια, άλλά επειδή τρώνε συχνότε ρα χόρτα παρά άσπρο ψωμί ή χυλό κριθαριοΰ αποφεύγουν νά φέ ρουν στον κόσμο πάνω άπό ένα γιό. Υπάρχουν οικογένειες πού μόλις επαρκούν νά θρέψουν τον μοναδικό υπηρέτη τους. Καί αυ τοί πού δέν έχουν καθόλου γή; Μερικοί κατορθώνουν νά δημι ουργήσουν μιά υποφερτή κατάσταση. Τό γένος δέν είναι σέ θέση νά επαρκέσει σέ όλα. Στά μεγάλα κέντρα κυρίως υπάρχουν επαγ γελματίες πού εργάζονται γιά τό κοινό. Αυτοί είναι οί δημιουρ γοί. Τό επάγγελμα πού άσκοΰν είναι σχεδόν πάντα κληρονομικό γιατί, άπό πατέρα σέ γιό, δέν έχουν άλλο μέσο βιοπορισμοΰ, καί ένας στοιχειωδέστατος καταμερισμός εργασίας δέν δίνει πολ λές δυνατότητες εκλογής. "Αλλοι επιδίδονται σ' αυτά πού θά μπορούσαμε νά ονομάσουμε ελευθέρια επαγγέλματα: είναι οί μάντεις, οί κήρυκες, οί γιατροί καί οί αοιδοί. "Αλλοι εργάζονται ώς βιοτέχνες ανάλογα μέ τήν πρώτη ύλη πού επεξεργάζονται, διακρίνονται σέ τέκτονες, πού συνδυάζουν τήν εργασία τής πέ τρας μέ τήν εργασία τοΰ ξύλου, σέ βυρσοδέψες, σέ σιδηρουργούς καί σέ αγγειοπλάστες. Οί περισσότεροι άπ' αυτούς είναι εγκατα στημένοι στις πόλεις, όπου τά χειρωνακτικά επαγγέλματα συγ κεντρώνονται γύρω άπό τήν αγορά. Πολλοί δημιουργοί απο κτούν μεγάλη φήμη' οί πιό ικανοί θεωρούνται εμπνευσμένοι άπό τούς θεούς. Μερικές φορές έλκονται άπό πλούσιες παραγγελίες σέ ξένες χώρες, καί καταφέρνουν νά αποκτήσουν κάποια περιου σία. Αισθάνονται Ομως πάντα μειονεκτικά απέναντι στους γαιο κτήμονες: ακόμη καί ό Κάλχας ό μάντης, πού συναναστρέφεται τούς βασιλείς, αναγνωρίζει Οτι υστερεί. 9
-
47
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Μένει τό πλήθος τών ανθρώπων πού δέν έ'χουν γή, ούτε επαγ γελματική ειδίκευση. Αυτοί ζουν δπως μπορούν. Οί τεμπέληδες ζητιανεύουν άπό πόρτα σέ πόρτα ή στέκονται στήν είσοδο ενός καλού σπιτιού Οπου γίνονται συχνά συμπόσια. Οί εργατικοί απο δέχονται τήν κατάσταση τοΰ θητός, τοΰ μισθωτοΰ. Εργάζονται μέ αμοιβή. "Οταν πρόκειται γιά μακροχρόνια υπηρεσία, έ'χουν κατοικία, τροφή καί ενδυμασία. "Οταν πρόκειται γιά έ'να ορισμέ νο έ'ργο αμείβονται σέ είδος, πού συχνά προέρχεται άπό τό προϊ όν τής εργασίας τους. Ά ν καί είναι ελεύθεροι, δέν έ'χουν κανένα είδος ασφάλειας. Μέ τό νά μήν ανήκουν σέ ένα γένος, δέν έχουν θέση στους κόλπους τής πολιτείας: δταν κανείς δέν έχει εστία (ανέστιος), ούτε φρατρία (άφρήτωρ), είναι στερημένος άπό τήν προστασία πού παρέχει σέ έναν άνθρωπο ή θέμις (άθέμιστος), δέν έχει καμία κοινωνική αξία καί επομένως κανένα δικαίωμα (ατίμητος). Ό θής είναι δεσμευμένος μέ ένα συμβόλαιο πού δέν δεσμεύει τον εργοδότη: δταν τελειώσει ή εργασία του, δέν απο κλείεται νά τοΰ αρνηθεί ό εργοδότης τήν αμοιβή πού τοΰ υποσχέ θηκε* μπορεί νά τον πετάξει έξω, νά τον ξυλοκοπήσει, νά τον πουλήσει δοΰλο. "Οποιος δέν υποστηρίζεται άπό ένα γένος, δέν έχει καμία προστασία έναντι τής αδικίας. Ή ομηρική πόλη, στήν πραγματικότητα, δέν είναι μιά συγκε χυμένη παράθεση δλων τών ατόμων πού κατοικούν στήν ίδια χώ ρα* είναι σύνολο γενών, φρατριών πού σχηματίζονται άπό γένη, καί φυλών πού αποτελούνται άπό φρατρίες. Δέν περιλαμβάνει αδιακρίτως δλους εκείνους πού έ'χουν ένα σπίτι στήν περιοχή τής πόλης, άλλά μόνο αυτούς πού αποτελούν μέρος τών κλειστών ομάδων πού τή συνθέτουν. Δέν έχει καμία σχέση μέ τούς μεμο νωμένους ανθρώπους. Έχει ώς πλαίσιο κοινωνίες πού υπεισέρ χονται ή μιά στήν άλλη καί πού υπήρχαν πριν άπ' αυτήν. Γιάνά θεωρηθεί κάποιος πολίτης, πρέπει νά ανήκει πρώτα πρώτα σέ μιά ομάδα κασιγνήτων, δηλαδή συγγενών, πού υποστηρίζον ται μεταξύ τους σ' δλες τίς περιστάσεις* έπειτα πρέπει νά βασί ζεται σέ μιά ομάδα «συντρόφων» (εται) ενωμένων, χάρη σέ μιά πλασματική συγγένεια, μέ αμοιβαίες υποχρεώσεις γιά ευρεία αλληλεγγύη. Ή μεγάλη κοινότητα δέν υπάρχει παρά διαμέσου τών μικρών συγγενικών κοινοτήτων πού τή δημιούργησαν. Σέ μιά τέτοια πόλη, δέν είναι δυνατή ή διοίκηση παρά μέ τή μεσολάβηση τών φυλών, τών φρατριών, καί τέλος τών γενών. Κατά τήν επιστράτευση, κάθε οικογενειάρχης είναι ύποχρεω10
11
48
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μένος νά προσφέρει πολεμιστή πού θά διαλέξει 6 ίδιος ή νά καταβάλει ένα ποσό* σέ περίπτωση άρνησης, του επιβάλλεται πρόστι μο: ένας Μυρμιδόνας τραβάει κλήρο, γιά νά δει ποιος άπό τούς έφτά γιους του θά φύγει. Γιά νά σχηματίσουν τις μονάδες αυ τού τοΰ στρατού, συγκεντρώνουν τούς έτας (συντρόφους) κατά τάξεις, καί μέσα σ' αυτές οί έται ονομάζονται εταίροι. Γιά νά βάλουν τις ομάδες σέ τάξη μάχης, τούς συγκεντρώνουν κατά φρα τρίες καί κατά φυλές. Είναι ένας κανόνας πού ό Νέστορας θυμί ζει στον Αγαμέμνονα: Νά συντάξεις τούς άνδρες κατά φυλές καί κατά φρατρίες, έτσι ώστε κάθε φρατρία νά βοηθεϊ μιάν άλλη φρατρία καί κάθε φυλή μιάν άλλη φυλή. "Ετσι ή λέξη φύλοπις, πού στήν άρχή σήμαινε πολεμική κραυγή τής φυλής, χρησιμο ποιείται συχνά γιά νά δηλώσει τό θόρυβο τής μάχης ή ακόμη τό πλήθος τών πολεμιστών. Τό ίδιο σύστημα υπάρχει καί στήν οργάνωση τοΰ ναυτικοΰ. "Οταν διατρέχει κανείς στήν Ίλιάδα τον Κατάλογο τών πλοίων, έχει διαρκώς τήν εντύπωση ότι τά πλοία καί οί πολεμιστές πού επιβαίνουν σ' αυτά έχουν κάποια αριθμητική σχέση, είτε μέ τούς οικισμούς πού βρίσκονται υπό τή διοίκηση τών αρχηγών, είτε μέ τις υποδιαιρέσεις τών πόλεουν. Ή Ρόδος, πού κατοικείται άπό τούς τριχάικες Δωριείς, περιλαμβάνει τρεις μεγάλες πόλεις, κα θεμιά άπό τις όποιες ε ί ν α ι μοιρασμένη σέ τρεις φυλές: αντιπρο σωπεύεται άπό εννέα πλοία. Άπό τήν Πύλο ήρθαν ενενήντα. Θέλοντας νά εξηγήσει αυτό τον αριθμό, ό ποιητής αναφέρει εννέα τόπους· άλλά είναι άνισης σπουδαιότητας, ώστε νά υποχρεώνον ται σέ ίδια εισφορά. Ή πραγματική εξήγηση βρίσκεται σέ ένα χωρίο τής Οδύσσειας, τό όποιο παρουσιάζει τούς Πύλιους συγ κεντρωμένους σέ εννέα ομάδες καί τήν καθεμιά νά συμβάλλει στή δημόσια θυσία προσφέροντας ίδιο αριθμό θυμάτων άρα καθεμιά άπό τις ίδιες ομάδες συνέβαλε καί στήν κινητοποίηση τοΰ στόλου εξοπλίζοντας ίσον αριθμό πλοίων. Στήν περίπτωση πού έχουν ανάγκη μόνο άπό ένα πλοίο, τό σύστημα δέν αλλάζει ή υποχρέ ωση τής ομάδας συνίσταται τότε στό νά προσφέρει ανθρώπους γιά τό πλήρωμα. "Οταν ό Αλκίνοος ρίχνει στή θάλασσα τό πλοίο μέ τό όποιο ό 'Οδυσσέας θά επιστρέψει στήν πατρίδα του, αναγ γέλλει ότι θά διαλέξει πενήντα δύο κωπηλάτες άπό τό λαό (κατά δήμον). Γιατί αυτός ό αριθμός; Γιατί στή Σχερία υπάρχουν δε κατρείς βασιλιάδες, δεκατρείς αρχηγοί: καθένας οφείλει νά δώ σει τέσσερις. 12
13
14
15
16
17
3
18
-
19
49
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Οί άλλες υποχρεώσεις κατανέμονται μέ τον ίδιο τρόπο. Είδα με δτι στήν Πύλο τά έξοδα τών γιορτών επιβαρύνουν εξίσου τά εννέα τμήματα τοΰ λαοΰ. Γιά νά προμηθευτεί τά δώρα πού θέλει νά προσφέρει στον 'Οδυσσέα, ό Αλκίνοος ζητά άπό κάθε βασι λέα νά φέρει ένα μανδύα, ένα χιτώνα, ένα τάλαντο άπό καθαρό χρυσάφι, ακόμη έναν μεγάλο τρίποδα καί ένα λέβητα* άλλά προ σθέτει δτι ό καθένας θά εισπράξει τά έξοδα άπό δλο τό λαό (πάλι κατά δήμον). Έτσι δλες οί δημόσιες υπηρεσίες, ό στρατός, τό ναυτικό, ή αυτό πού θά λέγαμε οικονομία, παρακολουθούν τίς φυ σικές ομάδες, χωρίς τίς όποιες δέν θά μπορούσε νά υπάρξει ή πόλη. "Ολοι οί αρχηγοί, τοΰ γένους, τών φρατριών, τών φυλών, δπως καί τής πόλης, φέρουν τον κληρονομικό τίτλο βασιλεύς. Βασιλέας είναι επίσης ό ιδιοκτήτης πού παρακολουθεί τή συγκομιδή, όρ θιος σέ ένα αυλάκι μέ τό σκήπτρο στό χέρι, καί διατάσσει τούς κήρυκες νά ετοιμάσουν τό γεύμα τών θεριστών. Άπό τον πιο μεγάλο ώς τον πιο μικρό, αυτοί οί βασιλείς είναι γιοι καί άναθρεφτοί τοΰ Δία (διογενέες, διοτρεφέες): μιά θεϊκή καταγωγή τούς παρέχει τό δικαίωμα νά κρατούν σκήπτρο, ιερό σύμβολο τών ιερέων, τών κηρύκων καί τών μάντεων. Είναι οί άνακτες, οί γέροντες, οί ηγήτορες ήδέ μέδοντες (οδηγοί καί σύμβουλοι). Καθώς αντιπροσωπεύουν ομάδες υποτελείς οί μέν στους δέ, σχη ματίζουν μιά ιεραρχία κυρίαρχων καί υποτελών, ένα είδος φεου δαρχία. Ή βασιλεία λοιπόν υπόκειται σέ διαβαθμίσεις: είναι δ λοι βασιλείς, άλλά κάποιος περισσότερο άπό έναν άλλο (βασιλεύτερος), καί ένας μόνος πάνω άπ' δλους (βασιλεύτατος). Βλέ πει κανείς αρκετά καθαρά στή Σχερία πώς είναι οργανωμένο ένα τέτοιο σύστημα. Ό βασιλέας Αλκίνοος παρουσιάζεται νά περι βάλλεται άπό τούς δώδεκα ομότιμους του. Παρόλο πού λέει μέ σεμνό ύφος: «Δώδεκα διακεκριμένοι βασιλείς κυβερνοΰν τό λαό, καί εγώ είμαι ό δέκατος τρίτος», στήν πραγματικότητα είναι ό πρώτος, ό μόνος πού δίνει διαταγές, γιατί είναι αυτός πού έχει τον τίτλο τής «ιερής δύναμης» (Ιερόν μένος'Αλκίνοοιο) καί στον όποιο υπακούουν δπως σέ ένα θεό. Άλλά, εάν μοιράζεται τήν ε ξουσία μέ τούς πιο ισχυρούς αρχηγούς, τούς βασιλείς τών φυλών, έχει ακόμη ανάγκη, γιά νά εξασφαλίσει τήν εκτέλεση τών μέτρων πού έχει λάβει σέ συνεννόηση μέ αυτούς, νά συγκαλέσει τούς λοι πούς απλούς αρχηγούς τών γενών, τούς γέροντες. * 20
21
22
23
24
25
26
27
2
50
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Β' ο
ΒΑΣΙΛΈΑς
Βασιλέας τής πόλης, βασιλέας τών βασιλέων, είναι αυτός μέ τήν καλά θεμελιωμένη θεϊκή καταγωγή. "Ολος ό κόσμος γνωρίζει τή γενεαλογία του. Ό Αγαμέμνονας καί ό Μενέλαος κατάγον ται άπό τον Δία, διαμέσου τοΰ Ταντάλου, τοΰ Πέλοπα, τοΰ Α τρέα* ό Αχιλλέας διαμέσου τοΰ Αίακοΰ καί τοΰ Πηλέα* ό Όδυσσέας διαμέσου τοΰ 'Αρκείσιου καί τοΰ Λαέρτη* ό Ιδομενέας δια μέσου τοΰ Μίνωα. Άλλοι έχουν πρόγονο τον Απόλλωνα, όπως ό Αιακός, ή τον Ποσειδώνα, όπως ό Νέστορας καί ό Αλκίνοος. "Ενας βασιλέας ενσαρκώνει όλη τή δύναμη ενός θεού. Σέ μερικά κράτη νομίζουν ότι αυτή ή υπερφυσική δύναμη εξαντλείται μέ τον καιρό καί χρειάζεται νά ανανεωθεί: στήν Κρήτη κάθε εννέα χρόνια ό Μίνως έπρεπε νά πάει στό σπήλαιο τοΰ Δία, γιά νά κά μει τον απολογισμό τής διακυβέρνησης του καί νά περιβληθεί μέ εξουσία γιά μιά νέα περίοδο* κάθε εννέα χρόνια στή Σπάρτη οί έφοροι πηγαίνουν μιά νύχτα μέ καθαρό ουρανό χωρίς φεγγάρι καί κάθονται σιωπηλοί κοιτάζοντας τον ουρανό* άν δουν κάποιον διάττοντα, σημαίνει Οτι οί βασιλείς έσφαλαν απέναντι στους θε ούς καί πρέπει νά καθαιρεθούν. Άλλά συνήθως ό βασιλέας α σκεί τήν εξουσία ισόβια καί τήν κληρονομεί στον πρωτότοκο γιό του. Ακόμη καί σέ εποχή πού ή βασιλεία παρακμάζει, οί μνη στήρες τής Ιθάκης δέν αμφισβητούν τό κληρονομικό δικαίωμα τοΰ Τηλέμαχου επιδιώκουν μόνο νά άπαλλαγοΰν άπ' αυτόν, καί δέν βλέπουν παρά έναν τρόπο νά πάρουν τή θέση του: νά συνδε θούν μέ τή δυναστεία πού σβήνει, παίρνοντας σέ γάμο τή γυναίκα τοΰ τελευταίου βασιλέα. Ά ν δέν υπάρχει γιός, ή κόρη τοΰ βασι λέα πρέπει νά διαιωνίσει τή δυναστεία. Είναι ή έπίκληρος, ή ό ποια δέν κληρονομεί, άλλά γεννά τον κληρονόμο. Γιά νά μείνει τό αιμα καθαρό, παντρεύεται τον πιό στενό συγγενή τοΰ πατέρα της. Ό Αλκίνοος, παραδείγματος χάρη, έγινε βασιλέας τής Σχερίας άφοΰ παντρεύτηκε τήν ανιψιά του Άρήτη, κόρη τοΰ άδερφοΰ του καί προκατόχου του Ρηξήνορα. Μόνο στις ασια τικές χώρες ένας βασιλέας μπορεί νά διαλέξει γιά γαμπρό καί διάδοχο του έναν ξένο πρίγκιπα* αυτός όμως πρέπει νά έχει δια κριθεί μέ εξαίρετες πράξεις ώς απόγονος ενός θεοΰ. Έάν όλοι οί βασιλείς είναι ακηπτοϋχοι, ό βασιλέας τής πόλης 29
30
31
-32
33
34
51
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
είναι, μέ τό παραπάνω γιατί τό σκήπτρο του τό κρατούσε ό θεός, ό πρόγονος τής δυναστείας. Τό σκήπτρο μέ τά χρυσά καρφιά πού λάμπει στά χέρια τοΰ Αγαμέμνονα έχει μιά ιστορία πού τό κά νει σεπτό: κατασκευασμένο άπό τον "Ηφαιστο, δόθηκε άπό τον Δία στον Έρμη καί άπό τον Έρμη στους Πελοπίδες. Είναι ή ορατή θέληση ενός θεοΰ, αυτό τό ραβδί πού υποτάσσει τό λαό στό βασιλέα: δείχνει στά μάτια όλων τον άνθρωπο στον όποιο ό Δίας μέ τή σοφία του έδωσε μιά τιμή, ένα αξίωμα υπεράνθρωπο, μαζί μέ τή μεγαλοσύνη τής ψυχής πού προϋποθέτει. Ό βασιλέας τών βασιλέων πήρε άπό τον Δία τό δικαίωμα νά αντιπροσωπεύει τήν πόλη σέ κάθε περίσταση. Στήν πραγματικό τητα ή πόλη είναι αυτός, όπως θά πει μιά μέρα καί ό Αισχύλος: αύ τοι πόλις, σύ δέ τό δήμιον. "Εχει «τήν κυριαρχία καί τή δύνα μη», «τό δικαίωμα νά ενεργεί καί νά εκφράζει γνώμες». Είναι πριν άπ' Ολα ό θρησκευτικός αρχηγός, ό μεγάλος ιερέ ας. Ποιος μποροΰσε, καλύτερα άπ' αυτόν, νά επικοινωνεί ώς αν τιπρόσωπος όλων μέ τούς θεούς, νά εξασφαλίζει τήν εύνοια τους, νά αποτρέπει τήν οργή τους; Μέ τά ίδια του τά χέρια κάνει τις θυσίες, κόβει τις τρίχες άπό τά κεφάλια τών θυμάτων γιά νά τις μοιράσει στους παριστάμενους ή νά τις πετάξει στή φωτιά, πε ριλούει τό θύμα μέ νερό καθαρμοΰ καί αγιασμένο κριθάρι, απαγ γέλλει τήν προσευχή καί προεδρεύει στήν προπαρασκευή τών τε λετουργικών γευμάτων. Τό παλάτι του είναι τό πρυτανείο* ή εστία του είναι ή δημόσια εστία, γύρω άπό τήν οποία οί αρχηγοί τής κοινότητας έρχονται νά παραστούν στις προσφορές, πού γί νονται πριν άπό τις κοινές διασκέψεις, ή στις δεξιώσεις επιφα νών ξένων. Μεσολαβητής μεταξύ ανθρώπων καί θεών, ό βασι λέας είναι ό αντιπρόσωπος τοΰ θεοΰ στους ανθρώπους. Μαζί μέ τό σκήπτρο έλαβε γνώση τών θεμίατων, αυτών τών υπερφυσικών εμπνεύσεων πού τοΰ επιτρέπουν νά εξομαλύνει όλες τις δυσκο λίες, νά αποκαθιστά τήν εσωτερική ειρήνη μέ δίκαια λόγια. Ανάλογα μέ τό άν εκτελεί καλά ή Οχι τήν αποστολή του, άν ξέ ρει ή άν αγνοεί αυτό πού πρέπει (τά αϊσιμα), ό βασιλέας-μάγος συμβάλλει στή δυστυχία ή στήν ευτυχία τοΰ λαοΰ του. «"Οταν ένας βασιλέας άμεμπτος καί θεοσεβούμενος τηρεί τό δίκαιο, ή μαύρη γή είναι εύφορη σέ στάρι καί κριθάρι, τά δέντρα είναι φορτωμένα μέ καρπούς* τά πρόβατα γεννούν συνεχώς, ή θάλασσα είναι γεμάτη ψάρια* υπάρχει ευημερία, Οταν υπάρχει καλή διακυβέρνηση, καί ό λαός είναι ε υ τ υ χ ή ς . » -
35
36
37
38
39
40
41
52
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Σέ καιρό πολέμου, ακόμη περισσότερο άπ' ο,τι σέ καιρό ειρή νης, ό βασιλέας είναι ό μεγάλος αρχηγός. Τότε κυρίως φέρει τον τίτλο, τον όποιο, σύμφωνα μέ μιά χεττιτική μαρτυρία, έφερε έ νας Άτρείδης τοΰ 13ου αιώνα, δηλαδή τον τίτλο τοΰ κοιράνου.* Τότε κυρίως «ή πολυαρχία (πολυκοιρανίη) δέν είναι καλό πράγ μα: χρειάζεται ένας μόνος κοίρανος, ένας μόνος βασιλέας, αυτός πού ό γιός τοΰ Κρόνου υπέδειξε». "Αν, ωστόσο, είναι πολύ γέ ρος γιά νά έκστρατεύσει, εξουσιοδοτεί τον μελλοντικό του διά δοχο. Στήν εκστρατεία, ό ανώτατος βασιλέας μπορεί νά συγ καλέσει στή σκηνή, σέ πολεμικό συμβούλιο, τούς βασιλείς πού τοΰ είναι υποτελείς, δπως τούς συγκαλούσε τον καιρό τής ειρή νης στό παλάτι του* άλλά, άφοΰ πουν τή γνώμη τους, αυτός απο φασίζει. Καθορίζει τή διάταξη τής μάχης, τή θέση κάθε μονά δας, διαλέγει τούς αρχηγούς τών σωμάτων. Γιά νά εκτελεστούν οί διαταγές του, ασκεί τήν εξουσία του (θέμις) στήν αγορά τοΰ στρατοπέδου· έχει δικαίωμα στή ζωή καί τό θάνατο δλων: ό ανυ πάκουος ή δειλός πολεμιστής «δέν είναι βέβαιος δτι θά αποφύγει τά σκυλιά καί τούς γύπες». Κανένας εκτός άπό τό βασιλέα δέν μπορεί νά διαπραγματευτεί μέ τον εχθρό, καί γενικά μέ τον ξέ νο: δέχεται τούς κήρυκες καί τούς πρεσβευτές στό στρατόπεδο ή στήν πόλη, ακούει τίς προτάσεις τους, τούς γνωστοποιεί τήν απάντηση του, καί, αν καταλήξει σέ συμφωνία, προσφέρει θυσία καί κάνει δρκο πού τήν επικυρώνει. Ό αρχηγός στον οποίο πέφτει τό βαρύ καθήκον νά επιβλέπει τήν πόλη, είναι δίκαιο νά απολαμβάνει ειδικά προνόμια. Φορεί πορφυρά ενδύματα" παίρνει τήν τιμητική θέση στις τελετές, προ πορεύεται στις πομπές. Τό κύπελλο του είναι πάντα γεμάτο καί έ'χει τό καλύτερο κομμάτι άπό τό κρέας τών θυσιών, εκτός αν θέλει νά τιμήσει κάποιον συνδαιτυμόνα του. Άλλά έχει ανάγκη άπό πιο ουσιαστικά προνόμια. Δέν είναι άλλωστε αυτός πού ανα λαμβάνει τά έξοδα τών θυσιών, τών σπονδών πού προσφέρονται στους θεούς, τών γευμάτων δπου είναι καλεσμένοι προσωπικό τητες καί διακεκριμένοι ξένοι; "Οπως ένας θεός, έχει στήν κα τοχή του μιά περιοχή ξεχωρισμένη μέσα στις κοινοτικές γαίες, ένα τέμενος, τό μισό σέ σιτοχώραφα καί τό μισό σέ αμπέλια: Δέν έχει παρά τήν επικαρπία αυτής τής περιοχής, ή όποια δέν περιλαμβάνεται στήν κληρονομική περιουσία του. Δέχεται, ό πως οί θεοί, δωρεές καί καταβολές, πού λέγονται θέμιστες, μέ τή μορφή ζώων, καί επιπλέον μπορεί νά επιβάλει εράνους διαμέσου 2
43
44
45
46
47
48
49
50
53
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τών γερόντων σέ περίπτωση εξαιρετικών εξόδων γιά τή δεξίω ση ενός προσκεκλημένου τοΰ δημοσίου: βλέπουμε, παραδείγμα τος χάρη, έναν Σικυώνιο νά δίνει στον Αγαμέμνονα ένα γρήγορο άλογο, γιά νά απαλλαγεί άπό τή στρατιωτική υπηρεσία. Ει σπράττει επίσης δικαιώματα τελωνείου στά εμπορεύματα πού ει σάγονται: έτσι πρέπει νά ερμηνεύσουμε τό χωρίο τής Ίλιάδας όπου βλέπουμε έναν Λήμνιο, πού φτάνει μέ ένα φορτίο κρασί, νά προσφέρει χίλια «μέτρα» στον Αγαμέμνονα καί στον Μενέ λαο πριν νά πουλήσει τά υπόλοιπα. Τέλος, στή μοιρασιά τής λείας, ό βασιλέας κάνει όπως κάθε αρχηγός πειρατείας: αφαιρεί πρώτα τό γέρας, τό μερίδιο του ώς άρχηγοΰ, πού τοΰ ανήκει ακό 51
52
μη καί άν δέν μετέχει προσωπικά, καί τό όποιο μπορεί νά είναι
τό μισό τής λείας· καί έπειτα παίρνει τή μοίρα, τό μερίδιο τοΰ πολεμιστή. Ό Τηλέμαχος έχει δίκιο, Οταν δηλώνει μέ χαριτω μένη αφέλεια: «Δέν είναι άσχημα νά είναι κανείς βασιλέας». Αυτός ό φεουδάρχης δέν ασκεί, ωστόσο, παρά πατριαρχική εξουσία, Οπως αυτή πού κληρονόμησε στον ιδιωτικό οίκο του. Τό ιδεώδες είναι νά συμπεριφέρεται σάν «καλός πατέρας». Οί διαχειριστές τής περιουσίας του δέν είναι ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι, άλλά μερικοί άπό τούς υπηρέτες του. Ό Όδυσσέας έχει προϊστάμενο στά κοπάδια του έναν παλαιό δοΰλο, τον Εύ μαιο: ό «θείος χοιροβοσκός» είναι, τηρουμένων τών αναλογιών, ένας αρχηγός (δρχαμος ανδρών), Οπως καί ό κύριος του, ό Ό δυσσέας. "Εχει στις διαταγές του ένα κοπάδι άπό έφτά ώς οχτώ χιλιάδες κεφάλια καί ένα καλά ιεραρχημένο προσωπικό βουκόλων, βοσκών, χοιροβοσκών, αίγοβοσκών καί απλών υπηρετών. Άλλά ό βασιλέας στό παλάτι του δέν έχει μόνο μιά πολυάνθρωπη υπηρεσία ελεύθερων ή δούλων έχει καί μιά ακολουθία Θεραπόν των, στρατολογημένη άπό τις οικογένειες τών ευγενών. Αυτοί έχουν έναν επίσημο τίτλο καί κατοικούν στό παλάτι ή στήν πε ριοχή του. Οί υπηρεσίες τους δέν είναι τής ίδιας σημασίας. Καί ανάμεσα τους υπάρχει ένας βαθμός υποταγής: πίσω άπό πρόσω πα γνωστά μέ τό όνομα τους καί τό Ονομα τοΰ πατέρα τους, υ πάρχουν άλλα, ανώνυμα, μέ κατώτερα καθήκοντα. Κοιτάχτε στήν Ίλιάδα τό περιβάλλον τοΰ Αχιλλέα: ό Φοίνικας είναι επιφορτι σμένος μέ τή διδασκαλία τοΰ πολέμου καί τοΰ ωραίου λόγου* ό Πάτροκλος είναι ό ακόλουθος του, δίνει διαταγές στον Αύτομέδοντα, αρχηγό τών σταύλων, καί έ'χει ό ίδιος θεράποντες. Κοι τάχτε στήν 'Οδύσσεια τήν αυλή τοΰ Μενέλαου: ό πρώτος ίππο53
54
55
56
57
54
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κόμος, ό Έτεωνεύς, είναι επικεφαλής μιας ολόκληρης υπηρε σίας. Τήν πρώτη θέση στους θεράποντες τήν κατέχουν αυτοί πού βοηθούν τό βασιλέα στά ιερατικά του καθήκοντα καί μετέχουν στον ιερό του χαρακτήρα, δηλαδή οί κήρυκες: μεσάζοντες ανά μεσα στον Δία καί στους ανθρώπους, είναι «θείοι», αγαπητοί στους θεούς, τιμημένοι ανάμεσα στους ανθρώπους άπό τούς αρ χηγούς τούς πιο ισχυρούς. Τό σκήπτρο πού κρατούν μαρτυρεί δτι τή σοφία τους τήν πήραν άπό τούς θεούς. Ή αποστολή τους είναι σημαντική, γιατί είναι εντολοδόχοι καί συνεργοί του βασι λέα σέ κάθε εκδήλωση τής δημόσιας ζωής. Τον βοηθούν νά προ σφέρει θυσίες καί σπονδές καί, στά γεύματα πού ακολουθούν, χύνουν νερό νά πλυθούν οί συνδαιτυμόνες καί μοιράζουν σέ καθέ ναν τή μερίδα πού τοΰ αναλογεί. "Οταν έ'χουν μιά αποστολή, κανένας, Οποιο βαθμό καί άν έ'χει στήν ιεραρχία, δέν μπορεί νά τούς παρακούσει. Συγκαλούν τό συμβούλιο τών γερόντων. Είναι επιφορτισμένοι μέ τήν ανακοίνωση τών διακηρύξεων προς τό λαό, συγκαλούν επίσης τή βουλή, είναι υπεύθυνοι γιά τήν τάξη καί τήν ησυχία, δίνουν τό σκήπτρο τους στους ρήτορες, γιά νά τούς καταστήσουν απρόσβλητους. Βοηθούν τούς γέροντες πού λύνουν διαφορές στήν αγορά: κατευνάζουν τά πάθη, δίνουν τό σκήπτρο τους μέ τή σειρά σέ κάθε δικαστή πού ομιλεί. Στό στρατό διαβιβάζουν τίς σημαντικές εντολές καί δίνουν τό σύνθη μα τής μάχης. Ή δύναμη τους, ιερή καί απαραβίαστη, επιβάλ λεται ακόμη καί στους ξένους, ακόμη καί στους εχθρούς. Κάθε φορά πού ό Όδυσσέας στέλνει ανιχνευτές σέ άγνωστη χώρα, τούς συνοδεύει ενας κήρυκας. Στον πόλεμο τής Τροίας οί κήρυ κες τών εμπολέμων πηγαίνουν χωρίς φόβο άπό τό ενα στρατό πεδο στό άλλο, πρεσβευτές ή αντιπρόσωποι, καί ή επέμβαση τους είναι απαραίτητη γιά τήν επικύρωση τών συμφωνιών. Κατά τή μάχη, άρκεΐ νά απλώσουν τό σκήπτρο τους ανάμεσα στους αντιπάλους γιά νά σταματήσει ή μονομαχία. Αυτό πού ήταν οί κήρυκες κατά τήν ομηρική εποχή, τό διατήρησαν πάντα. Πώς γίνεται λοιπόν ώστε, ενώ τό ηθικό κύρος τους έ'μεινε ανέπαφο, ή κοινωνική τους θέση μειώθηκε; Ό λόγος είναι δτι ό χαρακτή ρας τοΰ λειτουργήματος τους έ'μεινε ειδικά καί αποκλειστικά θρησκευτικός. "Οταν ό αρχιερέας [δηλαδή ό βασιλέας], τοΰ όποι ου ήταν οί ακόλουθοι, έ'παψε νά είναι πραγματικός κύριος τοΰ κράτους, μόνη τους ασχολία πλέον ήταν νά όδηγοΰν τά θύματα 58
59
60
61
62
63
64
65
66
67
55
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στό βωμό, νά άναμίχνουν τό κρασί καί τό νερό στους κρατήρες, νά καθαρίζουν τά τραπέζια τών συμποσίων, νά πλένουν τά χέρια τών συνδαιτυμόνων, νά τούς προσφέρουν τό κρέας καί τό ψωμί. Μάταια πέρασαν στήν υπηρεσία τής πόλης καί έγιναν δημιουρ γοί ακόμη καί όταν μιά οικογένεια κηρύκων γινόταν κληρονο μική κάστα, όπως οί Ταλθυβιάδαι τής Σπάρτης καί οί Κήρυκες τής Ελευσίνας, δέν κατάφεραν νά μεταβάλουν ένα ιερατικό αξί ωμα σέ πολιτικό. Δέν συνέβη τό ίδιο μέ τούς άλλους θεράποντες. Πιθανότατα σέ ένα πολίτευμα πατριαρχικής μοναρχίας ό ρόλος τους έ'χει υπη ρετικό χαρακτήρα. Στό ανάκτορο, ό επικεφαλής θεράπων εκτε λεί χρέη οινοχόου, αυλικού πού κόβει τά κρέατα, καί προϊσταμέ νου τών σταύλων. Ό Πάτροκλος κερνά τό κρασί, μαγειρεύει με τά άπό τή θυσία, κόβει τά κρέατα καί τά σερβίρει στους συνδαι68
-69
τυμόνες, χωρίς νά παραλείψει νά προσφέρει τις απαρχές στους
θεούς. Στήν εκστρατεία οί θεράποντες συναγωνίζονται σέ άνδραγαθία γιά τήν τιμή τού βασιλέα. Οί πιό άσημοι βοηθούν τον κύριο τους νά φορέσει τήν πανοπλία του, οδηγούν τούς αιχμαλώ τους του, απογυμνώνουν τούς εχθρούς πού έπεσαν κάτω άπό τά χτυπήματα του άν είναι πληγωμένος, περιποιούνται τις πληγές του καί τον φρουρούν. Οί γιοι τών μεγάλων οικογενειών φρον τίζουν τά άλογα του καί τό άρμα του. Ό πιό διακεκριμένος τον υπηρετεί ώς άρματηλάτης: τον οδηγεί στό μέτωπο, καί κατά τή μάχη μένει στήν άκρη έτοιμος νά τον ξαναοδηγήσει στό στρατό πεδο. Αυτός είναι ό ρόλος γιά τον όποιο περηφανεύεται ό περί φημος Αύτομέδων. Άλλά υπάρχουν περιπτώσεις όπου ή απο στολή τοΰ πρώτου θεράποντα εξυψώνεται ιδιαίτερα. Ό Πάτρο κλος, αυτός ό υπηρέτης τοΰ Αχιλλέα, είναι καί ό πιό στενός του φίλος, πού τον βοηθεί νά δεχτεί τούς ξένους, ό έμπιστος του άν θρωπος τον όποιο υποδείχνει ώς κηδεμόνα τοΰ γιου του σέ περί πτωση θανάτου. "Οταν ένας βασιλέας, εξαιτίας τής ηλικίας του ή γιά κάποιον άλλο λόγο, δέν μπορεί νά τεθεί επικεφαλής τοΰ στρατοΰ του, δίνει τήν πανοπλία του σέ έναν άπό τούς θεράπον τες του, καί τοΰ αναθέτει έτσι τήν αρχηγία. "Οπως σέ κάθε πα τριαρχική μοναρχία, άπό τήν οικιακή στή δημόσια υπηρεσία δέν είναι παρά ένα βήμα. 70
71
-
72
73
74
75
76
56
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Γ' ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ
"Οσο ισχυρός κι άν εμφανίζεται μερικές φορές ό βασιλέας, ξέ ρουμε πάντως ότι δέν μπορούσε νά κάμει τίποτε χωρίς τούς αρ χηγούς τών ομάδων πού αποτελούν τήν πόλη. Αυτοί σχηματί ζουν τό συμβούλιο, τή βουλή, μέ τήν όποια περιβάλλεται πάντο τε ό βασιλέας. Σέ σχέση μέ τον ανώτατο βασιλέα, οί άλλοι βασι λείς είναι οί σύμβουλοι, οί βουληφόροι. Καθώς κρατούν τον τί τλο τους άπό τήν ισόβια εξουσία πού καθένας άσκεΐ στό γένος του, στή φρατρία του, στή φυλή του, τούς δίνουν επίσης τον τί τλο γέροντες, δημογέροντες: αυτό σημαίνει ότι τίς περισσότερες φορές είναι ηλικιωμένοι, άλλά όχι απαραίτητα. Ή συνεδρία ση τοΰ συμβουλίου, ό θώκος, ονομάζεται επίσης μέ ένα γενικό τερο Ονομα άγορά' γιατί αυτή ή λέξη, πριν νά αποδοθεί στή θέση όπου γίνονταν οί συνελεύσεις τοΰ λαοΰ, δήλωνε οποιαδήποτε συγ κέντρωση. "Ετσι οί σύμβουλοι είναι ουσιαστικά οί «άνθρωποι τής αγοράς», οί άγορηταί. Τό συμβούλιο συνέρχεται μέ τήν πρωτοβουλία καί τίς φρον τίδες τοΰ βασιλέα. Ανάλογα μέ τά θέματα πού πρόκειται νά συ ζητηθούν, ή πρόσκληση απευθύνεται είτε στους αρχηγούς τών ανωτέρων κλιμακίων είτε καί στους άλλους. Διαλύοντας τή συ νεδρίαση τοΰ στενοΰ συμβουλίου μέ τούς δώδεκα γέροντες, ό Αλ κίνοος αποφασίζει νά επαναλάβουν τή συζήτηση τήν άλλη μέρα μέ «περισσότερους γέροντες». Οί συγκεντρώσεις συνήθως γί νονται στό ανάκτορο τοΰ βασιλέα ή στό πλοίο του" μιά φορά Ο μως, στήν Ίλιάδα, ή σύσκεψη γίνεται κοντά στό πλοίο τοΰ Νέ στορα, καί στήν Οδΰαοεια βλέπουμε μιά μοναδική περίπτωση Οπου ό Αλκίνοος, άντί νά συγκαλέσει τούς βασιλείς τών Φαιά κων στό παλάτι του, έχει προσκληθεί άπ' αυτούς έ'ξω άπό τή διαμονή του. Αυτό πού δείχνει ότι τό ανάκτορο τοΰ βασιλέα είναι στήν αρ χή τό οικοδόμημα πού αργότερα ονομάστηκε πρυτανείο ή βου λευτήριο, είναι τό γεγονός ότι κάθε συνεδρίαση τής βουλής αρχί ζει μέ ένα γεΰμα, καί οί αξιωματούχοι μποροΰν νά έρχονται «όλο τό χρόνο» (έπηετανόν) γιά νά φάνε καί νά πιουν. Μιά πρόσκλη ση σέ δείπνο ισοδυναμεί μέ σύγκληση τοΰ συμβουλίου. Οί σύμ βουλοι έχουν τον σχεδόν επίσημο τίτλο τών «συνδαιτυμόνων» 11
78
79
,
80
81
82
57
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
(άνδρες δαιτνμόνες), καί τό «κρασί τών γερόντων» (γερονσιος οΐνος) ανήκει στά προνόμια τους (γέρας γερόντων). "Οταν δέν συνεδριάζουν, τά κύπελλα τους καί τά τραπέζια τους συγκεντρώ νονται στον προθάλαμο τοΰ ανακτόρου* όταν πάνε νά συνεδριά σουν, Ολα αυτά μεταφέρονται στή μεγάλη αίθουσα, τό μέγαρον. Έκεΐ βρίσκεται ή εστία —εστία τοΰ βασιλέα καί τής πόλης—, μπροστά στήν όποια γίνονται οί σπονδές πριν άπό τό γεΰμα. Κα τά μήκος τών τοίχων έχουν τοποθετηθεί οί θρόνοι, δπου κάθον ται οί βασιλείς, γιά νά φάνε καί νά συζητήσουν μετά άπό τό γεΰ μα. Στό κέντρο, στήν τιμητική θέση, κάθεται ό βασιλέας. Αυ τός κάνει τά έ'ξοδα αυτών τών συχνών συμποσίων: δέν έ'χει τίς συγκομιδές άπό τό τέμενος του καί τίς δωρεές καί τίς θέμιστες; Δέν κάνει τίποτε άλλο άπό τό νά εκπληρώνει μιά δημόσια υπη ρεσία. Τό «κρασί τών γερόντων» πίνεται, κατά βάθος, μέ έ'ξοδα τοΰ λαοΰ (δήμια πίνειν). Έτσι καταλαβαίνουμε τό δτι στήν α πουσία τοΰ Όδυσσέα οί μικροί αρχηγοί τής Ιθάκης θεωρούν τό σπίτι του δικό τους. "Οταν τελειώσει τό γεΰμα, ό βασιλέας αρχίζει τή συνεδρίαση εκθέτοντας τήν αφορμή τής σύγκλησης της ή δίνοντας τό λόγο στον αρχηγό πού έ'χει ετοιμάσει μιά εισήγηση. Άλλά αυτή ή διαδικασία είναι περιττή, δταν ή ημερήσια διάταξη είναι γνωστή άπό πριν. Σ' αυτή τήν περίπτωση, οί γέροντες δέν περιμένουν νά ερωτηθούν. Ή ευπρέπεια απαιτεί νά μιλήσει πρώτος ό γεροντό τερος: είναι τό προνόμιο τοΰ Νέστορα στή συνέλευση τών Αχαι ών, καί τοΰ Έχένηου στή συνέλευση τών Φαιάκων* ό Διομήδης ζητά συγνώμη πού παίρνει πρώτος τό λόγο, ένώ είναι ό πιο νέος, καί θεωρεί χρήσιμο νά εξηγήσει πώς τήν παρέμβαση του τή δι καιολογούν ή καταγωγή καί τά πλούτη του. Ό ρήτορας, δποιος καί αν είναι, σηκώνεται γιά νά πάρει τό λόγο, τό ίδιο καί ό πρό εδρος. Οί παρευρισκόμενοι δταν θέλουν επιδοκιμάζουν τούς ρή τορες. Άλλά δέν γίνεται ψηφοφορία. Ό βασιλέας αποφασίζει μόνος, γιατί έ'χει απόλυτη εξουσία. Ό Νέστορας ξέρει πολύ καλά δτι μόνο συμβουλές μπορεί νά προσφέρει* καί εξηγεί ό ίδιος: «"Ενδοξε Αγαμέμνονα, βασιλέα τών ανδρών, θά είσαι ό πρώτος καί ό τελευταίος στον όποιο θά απευθυνθώ* γιατί είσαι βασιλέας πολλών λαών, καί ό Δίας σοΰ παραχώρησε τό σκήπτρο καί τίς θέμιστες γιά νά κάνεις τή χρήση πού θέλεις. Περισσότερο άπό κάθε άλλον δικαιοΰσαι νά πεις τή γνώμη σου καί νά ακούσεις, καθώς καί νά εκτελέσεις τή γνώμη κάποιου πού θά μιλήσει έμ63
84
85
Ββ
87
88
89
90
58
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
πνευσμένα γιά τό κοινό καλό" εσύ θά αποφασίσεις τί πρέπει νά υπερισχύσει». Ά ν καί οί γέροντες δέν έχουν παρά συμβουλευτική γνώμη στό συμβούλιο, φαίνεται τουλάχιστον ότι ή δικαιοδοσία τους απλώ νεται σέ Ολες τις σημαντικές υποθέσεις. Ακολουθούν τό βασι λέα στή συνέλευση καί κάθονται σέ θέσεις πού έχουν κρατηθεί ειδικά γι' αυτούς. Μπορούν νά πάρουν τήν πρωτοβουλία νά προσφέρουν ένα τέμενος στον ηγεμόνα. "Εχουν κάποιο ρόλο νά διαδραματίσουν σέ ο,τι άφορα τις εξωτερικές σχέσεις. Ό βασι λέας δέν παραλείπει νά τούς συγκαλέσει γιά νά υποδεχτούν έναν επιφανή ξένο, καί τούς κατατοπίζει όταν θέλει νά τοΰ προσφέρει δώρα καί νά τοΰ παραχωρήσει ένα κρατικό πλοίο, γιά νά επι στρέψει στήν πατρίδα του* τούς αναθέτει νά επιβλέψουν, καθένας στήν ομάδα του, τήν εκτέλεση τών μέτρων πού πήραν, τή στρα τολόγηση τοΰ πληρώματος, τήν κάλυψη τών εξόδων κτλ. Συ σκέπτεται μ' αυτούς γιά τήν αποστολή μιας διπλωματικής πρε σβείας στό εξωτερικό. Στήν εκστρατεία αποτελούν φυσικά τό πολεμικό συμβούλιο καί επεμβαίνουν ουσιαστικά στή διεξαγωγή τών επιχειρήσεων. Συμβάλλουν μέ τον γερονσιο δρκο στήν έπι·κύρωση τών συνθηκών. Έκτος άπό τις αρμοδιότητες πού έχουν οί γέροντες ύπό τήν ηγεμονία τοΰ βασιλέα, έχουν καί μιά τήν οποία μπορούν νά ασκούν χωρίς τήν παρουσία του. Συνηθισμένοι νά δικάζουν μέ απόλυτη εξουσία στό γένος τους, υποδείχνονται ώς φυσικοί διαιτητές γιά διενέξεις πού αναφύονται σέ μέλη διαφορετικών γενών. "Οπως ό βασιλέας, έχουν καί αυτοί λάβει τά μυστικά τών θεμίστων μα ζί μέ τό σκήπτρο. Αυτοί, οί βονληφόροι, μπορούν νά χρησιμο ποιούν τις θέμιστες σέ κάθε ευκαιρία, άφοΰ αποτελούν, Οπως καί οί χρησμοί, βονλάς τοΰ Δία. Διαμέσου αυτών, οί αρχές τής οικογενειακής θέμιδος εισδύουν βαθμιαία στις συνήθειες τής δι καιοσύνης μεταξύ τών οικογενειών. "Υποχρεωτική δικαιοπραξία δέν υπάρχει ακόμη* καθένας είναι ελεύθερος νά υπερασπιστεί τον εαυτό του καί τήν περιουσία του μέ τή βοήθεια τών συγγενών του* καμία εξουσία δέν μπορεί νά επέμβει στό πρωταρχικό δίκαιο τής εκδίκησης καί τών ιδιωτικών συμβιβασμών, ακόμη καί γιά νά προστατεύσει ένα ορφανό. Άλλά τά αντιτιθέμενα μέρη μπο ρούν, μέ κοινή συμφωνία, νά απευθυνθούν στους γέροντες. Αυτοί έ'χουν αποστολή νά κατευνάζουν τά πάθη καί νά αποκαθιστούν τήν ειρήνη μέ ένα άπό τά γνωμικά πού έμαθαν άπό τούς πατέρες 91
92
93
94
95
96
97
98
99
100
59
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τους καί τά όποια εκφράζουν τή σοφία τών θεών μέ τή γλώσσα τών ανθρώπων. Νά ένα στιγμιότυπο τής δραστηριότητας τους: Τό πλήθος συγκεντρώνεται στήν άγορά' έχει ξεσπάσει μιά φιλο νικία. Δύο άντρες συζητούν γιά ένα έγκλημα" ό ένας υποστηρίζει ότι έχει πληρώσει τήν τιμή του αίματος, ό άλλος αρνείται Οτι τήν έλαβε. Καθένας έχει τούς οπαδούς του, πού τον ενθαρρύνουν μέ τις φωνές τους. Οί κήρυκες τούς κρατούν σέ απόσταση. Οί γέ ροντες είναι καθισμένοι σέ θρανία άπό γυαλισμένη πέτρα στον ιερό περίβολο. Ό ένας μετά τον άλλο σηκώνονται, παίρνουν τό σκήπτρο πού τούς δίνει ένας κήρυκας, καί κάνουν τήν πρόταση τους, ώσπου νά βρεθεί ή πρόταση πού φαίνεται «πιό σωστή» καί ή όποια αποφέρει σ' αυτόν πού τήν είπε δύο χρυσά τάλαντα πού είχαν καταθέσει οί αντίδικοι γιά τά έξοδα τής δίκης. Γιά πολύν καιρό οί διαιτησίες αυτού τοΰ είδους ήταν σπάνιες: ό βασιλέας έβρισκε τον καιρό νά προεδρεύει στό δικαστήριο, καί οί θέμιύτές του επέσυραν στήν πόλη τις ευλογίες τών θεών. Άλ λά ή πρόοδος τοΰ κράτους εις βάρος τοΰ γένους καί ή οικονομική ανάπτυξη ολόκληρης τής Ελλάδας πολλαπλασίασαν τις διαδικα σίες πού υποβάλλονταν στους γέροντες. "Επρεπε πιά νά συνεδρι άζουν άπό τό πρωί ώς τό βράδυ. Ό βασιλέας δέν μποροΰσε νά ανταποκριθεί σ' αυτή τήν αποστολή, ακόμη καί άν τό ήθελε. Οί γέροντες, ή τουλάχιστον αυτοί πού δέχονταν αυτόν τό ρόλο, ονο μάζονταν δικααπόλοι (δικαστές). Εισέπρατταν τό παράβολο πού κατέθεταν οί διάδικοι, καί έπαιρναν μέρος στό συμπόσιο τής συμ φιλίωσης. Ή απονομή δικαιοσύνης μεταβαλλόταν σέ επάγ γελμα. Οί βασιλείς γίνονταν «δωροφάγοι», προκαλώντας τήν α πελπισία τοΰ Ησίοδου. Προσάρμοζαν τις αποφάσεις τους στά συμφέροντα τους. Έτσι στον πίνακα τών ευεργεσιών πού έφερνε στήν κοινότητα ή δικαιοσύνη τοΰ βασιλέα αντιτίθεται ή εικόνα τών συμφορών πού έξαπέλυε ή αδικία τών γερόντων: «"Οταν ή οργή τοΰ Δία τιμωρεί τούς ανθρώπους πού καταχρώνται τή δύναμη τους στήν αγορά καί βγάζουν αποφάσεις άνο μες καί εξορίζουν τή δικαιοσύνη, χωρίς νά φοβούνται τή θεία τι μωρία, τότε Ολα τά ποτάμια ξεχειλίζουν, οί χείμαρροι ξεσχίζουν παντού τις πλαγιές, χύνουν τά νερά τους μέ μεγάλο θόρυβο άπό τά βουνά στις θάλασσες, καί ρημάζουν τά έργα τών γεωργών». 101
102
103
104
60
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Δ' Η
ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
Ό βασιλέας, άφοΰ συμβουλευτεί τούς γέροντες, πρέπει νά αναγ γείλει στο λαό τις αποφάσεις πού πήρε καί νά γνωστοποιήσει τις διαταγές του. Έκτος άπό τή γνώμη τοΰ συμβουλίου τών γερόν των, έχει καί τή γνώμη τοΰ δήμου, τοΰ φτωχού λαοΰ πού αντιτί θεται στους μεγάλους: θώκος δήμοιό τε φήμις. * Ή αγορά είναι ουσιαστικά ή γενική συνέλευση, όπου συγκεντρώνονται όλοι οί λαοί, όλοι οί πολίτες στήν πόλη, όλοι οί πολεμιστές στό στρατό πεδο, κοντολογίς «ή πληθύς Ολων εκείνων πού δέν έλαβαν μέρος στό συμβούλιο». Συμπληρώνει τούς θεσμούς πού φαίνονται απαραίτητοι γιά τήν ύπαρξη τοΰ κράτους, καί χωρίς τούς όποι ους οί άνθρωποι δέν είναι παρά άγριοι πού ζουν όπως οί Κύκλω πες. Ή συνέλευση τοΰ λαού συγκαλείται, όπως καί τό συμβούλιο τών γερόντων, άπό τό βασιλέα. Γιά νά πάρει ό Αχιλλέας μιά τέ τοια πρωτοβουλία μέσα στό στρατό τών Αχαιών, στή θέση τοΰ Αγαμέμνονα, χρειάζονται περιστάσεις εντελώς εξαιρετικές. Άλλά ό κανόνας είναι ρητός, αναμφισβήτητος. Εξηγεί τήν α ναρχική κατάσταση τής Ιθάκης μέσα στήν ' Οδύσσεια: στά είκο σι χρόνια απουσίας τοΰ 'Οδυσσέα δέν υπήρξε στό νησί «ούτε αγορά ούτε θώκος», καί όταν ό Τηλέμαχος, ενήλικος πιά, χρησι μοποιεί τά πατρικά προνόμια, οί οπαδοί τής αυστηρής νομιμό τητας δέν ξέρουν τί νά σκεφτούν. Συμβαίνει συχνά ό βασιλέας νά καλέσει συγχρόνως τή συνέλευση καί τό συμβούλιο, γιά νά μπορέσει νά ενημερώσει χωρίς αργοπορία τό λαό γιά τις αποφά σεις πού πήραν στή μικρή επιτροπή. Σ' αυτή τήν περίπτωση, ή πρόσκληση τοΰ λαοΰ γίνεται μέ τό συνηθισμένο τρόπο, μέ τούς κήρυκες, καί ό βασιλέας αναλαμβάνει ό ίδιος νά καλέσει «τούς πρώτους». Η σύγκληση γίνεται πολύ πρωί, «στό πρώτο φέγγισμα τής ροδοδάχτυλης αυγής». Αντίθετα μέ τον κανόνα (ού κατά κόσμον) ό Αγαμέμνονας καί ό Μενέλαος συγκαλούν μιά φορά τή συνέλευση τών στρατιωτών κατά τή δύση τοΰ ήλιου, καί τιμω ρούνται γι' αυτό μέ τήν αξιοθρήνητη εμφάνιση ανθρώπων μισομεθυσμένων καί έτοιμων γιά φασαρία. Κατά τήν εκστρατεία συγκεντρώνονται οπουδήποτε, π.χ. σέ μιά απλόχωρη άκροθα10
106
107
108
109
110
?
111
112
61
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λασσιά. Στις πόλεις ή έδρα τής αγοράς είναι καθορισμένη. Στήν Τροία βρίσκεται πάνω στήν ακρόπολη, Οχι μακριά άπό τό ανάκτορο καί τά ιερά τοΰ Απόλλωνα καί τής Αθηνάς' στις π α ραθαλάσσιες πόλεις, Οπως στήν Πύλο καί στή Σχερία, είναι κον τά στό λιμάνι, μπροστά σέ ένα ιερό τοΰ Ποσειδώνα. "Εχει τό κυκλικό σχήμα πού θά έχει αργότερα ή Σκιάς τής Σπάρτης καί ή Θόλος τής Αθήνας στήν Πύλο είναι ένα αμφιθέατρο μέ εννιά κερκίδες, πού καθεμιά μπορεί νά δεχτεί πεντακόσιους ακροα τές. Στή μέση, στον «ιερό περίβολο», είναι οί τιμητικές θέσεις, θρανία άπό γυαλισμένη πέτρα, όπου κάθονται ό βασιλέας καί οί γέροντες. "Ολοι είναι καθισμένοι, καί ή συνήθεια είναι τόσο ριζωμένη, ώστε στις συνελεύσεις τών πολεμιστών κάθονται κα ταγής καί μόνο σέ περίπτωση πανικού στέκονται όρθιοι. Ή συνέλευση φαίνεται ότι ειχε σημαντικές δικαιοδοσίες, άν κρίνει κανείς άπό τίς υποθέσεις πού υποβάλλονταν σ' αυτήν. Μπροστά της γίνεται λόγος γιά καθετί πού άφορα τό λαό, γιά ό,τι είναι δήμιον. Ανταλλάσσονται γνώμες γιά τήν αντιμετώ πιση δημόσιων συμφορών, Οπως ή πανώλη, ή διχόνοια τών αρ χηγών συζητούνται οί αμοιβές πού πρέπει νά αποδοθούν σέ αυτούς πού πρόσφεραν υπηρεσίες στήν κοινότητα παρουσιάζον ται οί περαστικοί ξένοι πού πρέπει νά επαναπατριστούν αναγγέλ λονται τά νέα πού φτάνουν άπό τό στρατό πού λείπει σέ εκστρα τεία γίνονται προτάσεις γιά διαπραγματεύσεις ειρήνης. Στήν αγορά τοΰ στρατεύματος συζητούν γιά τήν απελευθέρωση αιχ μαλώτων, άν πρέπει νά συνεχίσουν τον πόλεμο ή νά υποχωρή σουν, εξετάζουν τίς προτάσεις πού κάνουν οί εχθροί. Κρίνον τας άπό αυτά, θά μποροΰσε νά πιστέψει κανείς ότι ό λαός ειχε πολιτική δύναμη θά δοΰμε όμως Οτι ό ρόλος του περιορίζεται συχνά σέ μιά παρακολούθηση σχεδόν σιωπηλή καί αδρανή. Ό βασιλέας συνήθως, βγαίνοντας άπό τό συμβούλιο καί ακο λουθούμενος άπό τούς γέροντες, πηγαίνει στήν αγορά. Ανοίγει τή συνεδρίαση εκθέτοντας τό πρόβλημα πού θά συζητηθεί, εκτός άν αφήσει αυτή τήν ευθύνη στον αξιωματούχο πού ειχε τήν πρω τοβουλία τής συγκέντρωσης. Αυτός πού θέλει νά μιλήσει ση κώνεται καί παίρνει ένα σκήπτρο άπό τον κήρυκα: έτσι γίνε ται πρόσωπο ιερό. Δέν πρέπει ωστόσο νά φανταστεί κανείς ότι αναλαμβάνει τήν ευθύνη όποιος τύχει. Συνήθως όλα γίνονται μεταξύ τών γερόν των, καί είναι σχεδόν πάντα οί ίδιοι πού, άφοΰ εκφράσανε τή 113
114
-
115
116
117
118
-119
-
-
120
121
-
122
123
62
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
γνώμη τους στό συμβούλιο, τή γνωστοποιούν καί στήν αγορά: οί δύο λέξεις βονληφόρος καί άγορητής αλληλοσυμπληρώνον ται. Επομένως οί πιό ηλικιωμένοι ευγενείς είναι καί οί συνη θισμένοι ρήτορες τής συνέλευσης. Στό λόγο τους αποδίδεται με γάλη άξια: ή φήμη ρητορικής δεινότητας καί σοφίας αξίζει τή φήμη τής ανδρείας· τό έπος αφθονεί σέ επαίνους γιά τήν αρμο νική φωνή τοΰ Νέστορα, καί εκθειάζει τούς «Ομοιους μέ τέττιγες» γέροντες τής Τροίας. Οί ρήτορες απευθύνονται μερικές φορές γιά τον τύπο σέ όλους τούς παριστάμενους Δαναούς, Τρώ ες ή Ιθακήσιους· άλλά στήν πραγματικότητα ό βασιλέας μιλά μόνο γιά τούς αρχηγούς, καί οί αρχηγοί γιά τό βασιλέα. Ή συζήτηση δέν είναι παρά συνδιάλεξη δύο τριών μεγάλων προ σώπων. Ή αλήθεια είναι Οτι οί αρχηγοί μιλούν χωρίς περιστρο φές. Ά ν ό Νέστορας χρησιμοποιεί υπαινιγμούς, ό Διομήδης δέν αποφεύγει τό βίαιο λόγο: είναι «τό δικαίωμα τής αγοράς» (77 θέ μις εστίν άγορή). Καί ό άνθρωπος τοΰ λαοΰ (δήμου άνήρ) τί έρχεται νά κάμει εδώ; "Οταν είσαι λαός (δήμου έών), «δέν λογα ριάζεσαι». Τό πολύ πολύ ένας γέρος σέ εξαιρετική περίστα ση επιτρέπει στον εαυτό του νά εκφράσει τήν ανησυχία καί τή γενική περιέργεια. Άλλά Οταν ένας Θερσίτης, ένας τιποτένιος, άπό άγνωστο πατέρα, τολμά νά σηκωθεί καί, χωρίς νά πάρει τό προστατευτικό σκήπτρο, αρχίζει νά χλευάζει τούς βασιλείς, αυτό είναι αντίθετο μέ τον κανόνα (ου κατά κόσμον). "Ολη ή ομήγυρη κοροϊδεύει τον αναιδή, έπειτα αγανακτεί, καί, όταν ό Όδυσσέας αρχίζει νά τον χτυπάει μέ ραβδί, ξεσπά σέ χειροκροτήματα. "Οχι ότι ή γνώμη τοΰ λαοΰ είναι αμελητέα. Βρίσκει πάντα τρόπο νά εκφραστεί, μέ άπλά σημάδια επιδοκιμασίας ή ψιθύρων, ακόμη καί μέ τή σιωπή. Είναι φανερό Οτι δέν είναι φρόνιμο νά πάρει κανείς μιά απόφαση αντίθετη προς τό αίσθημα αυτών πού θά τήν εκτελέσουν. Αόριστη ακόμη στήν Ίλιάδα, αυτή ή δύναμη τής ολότητας αρχίζει νά φανερώνεται στήν 'Οδύσσεια. Άλλά στήν πραγματικότητα, έκτος άπό τά μέλη τοΰ συμβουλίου, ελά χιστοι άλλοι παίρνουν τό λόγο στήν αγορά. Ά ς δούμε πώς γί νονται τά πράγματα στις μεγάλες συνελεύσεις πού περιγράφει τό έπος. 124
125
126
127
128
129
130
131
Στήν άρχή τής Ίλιάδας ένας ξένος ιερέας, ό Χρύσης, ζητά νά τοΰ επιστρέψουν τήν αιχμάλωτη κόρη του, άφοΰ δώσει λύτρα. Παρακαλεί «όλους τούς Αχαιούς καί κυρίως τούς δύο Άτρεΐδες». "Ολοι οί Αχαιοί είναι σύμφωνοι, ό Αγαμέμνονας Ομως 63
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
αρνείται μέ απειλές. Καθώς ό Απόλλων παίρνει εκδίκηση γιά τον Ιερέα του εξαπολύοντας την πανώλη, ό Αχιλλέας, παρακινημένος άπό τή θεά "Ηρα, αναλαμβάνει τήν ευθύνη νά συγκαλέσει τό λαό στήν αγορά. Καί τότε αρχίζει μιά φιλονικία ανήκουστης βιαιό τητας. Ό Αχιλλέας παρασύρεται, έκστομίζοντας τίς χειρότερες ύβρεις, καί φτάνει στό σημείο νά τραβήξει τό σπαθί άπό τή θήκη του. Ό Αγαμέμνονας άπαντα μέ σφοδρότητα, καί δέν ξαναβρίσκει τον εαυτό του παρά μέ μιά δήλωση πού δέν επιδέχεται αντίρρη ση: «Αυτός ό άνθρωπος βάζει τον εαυτό του πάνω άπ' όλους· θέ λει νά διευθύνει Ολους, νά βασιλεύσει πάνω σ' όλους, νά δίνει δια ταγές σ' Ολους άλλά ξέρω κάποιον πού δέν είναι διατεθειμένος νά τον υπακούσει». Μετά άπ' αυτή τή διαμάχη, πού μάταια προσπάθησε νά μαλακώσει ό Νέστορας, ή συνέλευση διαλύθηκε. Ούτε μιά στιγμή δέν διαπιστώθηκε ή παρουσία κομπάρσων δί πλα στους πρωταγωνιστές. "Οταν ό Αγαμέμνονας νομίζει Οτι έ'φτασε ή μέρα γιά τήν απο φασιστική μάχη, θέλει νά δοκιμάσει τό ηθικό του στρατού. Τον καλεί σέ συνέλευση. Ακολουθούμενος άπό τό συμβούλιο, τό ό ποιο ενημέρωσε γιά τίς προθέσεις του, κάνει τήν πρόταση νά επι βιβαστούν στά πλοία. Αμέσως αυτή ή πειθήνια μάζα κλονίζεται καί τρέχει προς τά πλοία. Άλλά ό 'Οδυσσέας πετιέται μπροστά άπό τό πλήθος μέ τό σκήπτρο τού Αγαμέμνονα στό χέρι: εξηγεί στους αρχηγούς ότι παρανόησαν τή σκέψη τοΰ βασιλέα" φέρνει τούς κοινούς ανθρώπους πίσω στήν αγορά μέ επιπλήξεις καί μέ χτυπήματα. Ξανακάθονται. Μόνος ό Θερσίτης αρχίζει νά φωνα σκεί Οτι βαρέθηκαν νά πολεμούν γιά νά προσφέρουν σ' ενα βα σιλέα γυναίκες καί πλούτη. Γελούν μαζί του, θυμώνουν, καί ή τιμωρία πού επιβάλλεται στον αναιδή προκαλεί τή χαρά τοΰ πλή θους. "Οταν ό Όδυσσέας υποστηρίζει Οτι πρέπει νά συνεχίσουν τίς εχθροπραξίες, τον επευφημούν. Τό ίδιο κάνουν Οταν ό Αγα μέμνονας υιοθετεί τό σχέδιο πολεμικής δράσης πού υπέβαλε ό Νέστορας. Καί αποχωρούν χωρίς νά μπορέσουν οί πολεμιστές νά εκφέρουν διαφορετική γνώμη. Καμία συγκεκριμένη σφυγμο μέτρηση τής κοινής γνώμης, καμία ψηφοφορία: ό βασιλέας ειπε τή γνώμη του, αυτό άρκεΐ. Κάποτε τά επεισόδια μιάς συνεδρίας αλλάζουν τίς διαθέσεις τοΰ βασιλέα, άλλά αυτό δέν στοιχίζει τίποτε στό κύρος του. Ό Αγαμέμνονας προτείνει στή συνέλευση τών πολεμιστών, σοβα ρά αυτή τή φορά, νά εγκαταλείψουν τήν Τροία καί νά γυρίσουν -
132
64
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στήν Ελλάδα. Παγερή σιωπή. Ό Διομήδης αρνείται, προβάλλει τό δικαίωμα τής συνέλευσης, προφέρει τή λέξη δειλία. Επευφη μίες. Ή κατάσταση είναι αγωνιώδης: ό Νέστορας σηκώνεται καί, γιά νά καλύψει τό βασιλέα, προτείνει νά συζητηθεί ή υπόθε ση στό συμβούλιο. Οί γέροντες συγκεντρώνονται, καί ό Νέστο ρας αποφεύγει νά αντιτάξει ενα οποιοδήποτε δικαίωμα στό βα σιλικό προνόμιο: άπ' αυτό αρχίζει καί τελειώνει κάθε συζήτηση. Υποβάλλει μόνο στό βασιλέα νά συμφιλιωθεί μέ τον Αχιλλέα τον όποιο πρόσβαλε. Ό Αγαμέμνονας συμφωνεί: μπορεί νά ο μολογήσει τά λάθη του, χωρίς νά θιγεί ή εξουσία του* ό Αχιλ λέας θά λάβει δώρα, άλλά είναι υποχρεωμένος νά υποκύψει σ' αυ τόν πού είναι «βασιλεύτερός» του. Νά, τέλος, πώς οί συνελεύσεις τών Τρώων καί τών Αχαιών μπορούν νά λάβουν μέρος σέ διαπραγματεύσεις. Μέσα σέ μιά αγορά θορυβώδη καί φοβισμένη, ό Αντήνορας προτείνει στους Τρώες νά κάμουν ειρήνη. Ή πρόταση, τροποποιημένη άπό τον Πάρη, γίνεται δεκτή άπό τό βασιλέα Πρίαμο, ό όποιος μέ πρω τοβουλία του προσθέτει μιά αίτηση γιά ανακωχή, προκειμένου νά κάψουν τούς νεκρούς. Έχοντας πάρει ρητές εντολές, ό κήρυ κας Ίδαΐος πηγαίνει στό στρατόπεδο τών Αχαιών. Γίνεται δε κτός στήν αγορά, άλλά δέν απευθύνεται παρά μόνο στό βασιλέα καί στους αρχηγούς. Ή ανακοίνωση του ακούγεται μέσα σέ σι γή γεμάτη σημασία. Ό Διομήδης ζητά μέ λίγα λόγια τήν απόρ ριψη τών όρων πού προσφέρονται. ((Άκουσες, λέει ό Αγαμέμνο νας, τήν απάντηση τών Αχαιών τήν υιοθετώ, άς γίνει έτσι.» Προσφέρει ωστόσο, χωρίς νά ρωτήσει κανέναν, τή σύντομη εκε χειρία, καί ορκίζεται. Δέν μένει στον Ίδαίο παρά νά γυρίσει πί σω γιά νά γνωστοποιήσει στή συνέλευση τών Τρώων τήν απάν τηση πού περιμένουν μέ τόση ανυπομονησία. Στήν ' Οδύσσεια ή συνέλευση έ'χει τήν ίδια Οψη, τουλάχιστον δταν οί περιστάσεις είναι κανονικές. Ό βασιλέας Αλκίνοος είναι ηγεμόνας «πού ό λαός ακούει σάν θεό», γιατί άπ' αυτόν εξαρτά ται «τό έ'ργο καί ό λόγος». Άφοΰ συνεννοήθηκε μέ τούς δώδε κα άλλους βασιλείς γιά τον επαναπατρισμό τοΰ Όδυσσέα, συγ καλεί τή συνέλευση: παρουσιάζει τον ευγενή ξένο καί αναγγέλλει δτι θά εξοπλίσουν ενα πλοίο" έ'πειτα αποσύρεται μέ τήν ευγενή ακολουθία του. Ό λαός βλέπει, ακούει, καί δέν λέει τίποτε. Ακόμη καί μέ τήν κατάσταση πού επικρατεί στήν Ιθάκη, καί ή οποία δέν είναι συνηθισμένη, ό λαός δέν κέρδισε κανένα καινού133
134
135
136
65
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ριο δικαίωμα. Αντίθετα: ούτε βασιλέας ούτε συνέλευση. "Οταν τέλος ό ένηλικιωμένος Τηλέμαχος συγκαλεί τήν αγορά, το μόνο πού επιδιώκει είναι νά ξυπνήσει τή συμπόνια τοΰ λαοΰ, γιά νά τή μεταβάλει σέ οργή εναντίον τών μνηστήρων καί νά εξασφα λίσει τήν έξωση τών παρείσακτων πού τοΰ έτρωγαν τήν περιου σία. Δύο πολίτες τον υποστηρίζουν τρεις μνηστήρες τοΰ απαν τούν βάναυσα. Τί κάνει ή συνέλευση; Συγκινημένη άπό συμπά θεια, κρατά μιά θλιβερή σιγή καί, όταν ό τελευταίος ρήτορας δί νει διαταγή νά διαλυθοΰν καί καθένας νά γυρίσει στή δουλειά του, διαλύονται, χωρίς νά αποπειραθούν νά εκφράσουν τή θέληση τους. "Ομως τά χρόνια είναι δύσκολα. Μέ ποιόν τρόπο δέν θά εκδη λωνόταν ή δύναμη τοΰ άριθμοΰ; Ή επευφημία μέ τήν όποια τό πλήθος εξέφραζε τις προτιμήσεις του μποροΰσε νά δείξει σέ τί ακρότητες ήταν δυνατό νά φτάσει τό πάθος τοΰ λαοΰ μποροΰσε νά αναγγείλει ότι καταφεύγει στά όπλα σέ περίπτωση αντίστα σης. Ά ς θυμηθοΰμε τή συνεδρίαση όπου ό Διομήδης ορθώνεται εναντίον τοΰ Αγαμέμνονα. Τά πάθη θερμαίνονται. Ό Νέστορας βλέπει καθαρά ποΰ οδηγούνται: στον εμφύλιο πόλεμο (πόλεμος επιδήμιος). Σέ κάτι τέτοιο αποβλέπει ό λόγος τοΰ Τηλέμαχου, τήν ήμερα πού θέλει νά στρέψει τούς Ιθακήσιους κατά τών προ σωπικών του εχθρών. Δέν υπάρχει άλλη λύση, όταν δέν υπάρχει ένας κυρίαρχος γιά νά επιβάλει τήν απόφαση του. Ή ψήφος είναι τό προληπτικό φάρμακο τοΰ εμφύλιου πολέμου" όσο δέν υπάρχει, δέν μένει —Οταν λείπει ή απολυταρχία— εναλλακτική λύση παρά ό εμφύλιος πόλεμος καί ή αναρχική απραξία. Δύο παραδείγματα μάς δείχνουν άπό τήν 'Οδύσσεια μιά συνεδρίαση τής συνέλευσης πού τελειώνει μέ διάσπαση τής κοινότητας. Με τά άπό τήν πτώση τής Τροίας, ό Αγαμέμνονας καί ό Μενέλαος, επειδή διαφωνούν στό πρόβλημα τής επιστροφής, καλοΰν τήν αγορά" ανταλλάσσουν πικρά λόγια, καί οί Αχαιοί σηκώνονται μέσα σέ μιά τρομακτική σύγχυση: άλλοι μένουν μέ τον Αγαμέ μνονα, άλλοι φεύγουν μέ τον Μενέλαο. Μετά άπό τό φόνο τών μνηστήρων, οί Ιθακήσιοι συγκεντρώνονται σέ συνέλευση. Οί αντίπαλοι τοΰ Όδυσσέα ζητοΰν εκδίκηση καί φωνάζουν: Ά ς βαδίσουμε (ϊομεν). Οί οπαδοί του απαντούν: Ά ς μείνουμε (μή ϊομεν). Κανένας νόμιμος τρόπος δέν υπάρχει γιά νά κατευνάσει έναν τέτοιο ανταγωνισμό. Δύο μερίδες δημιουργούνται" καταφεύ γουν στά όπλα" τό αιμα κυλά. Γιά νά δώσουν τέλος σ' αυτόν τον 137
-
136
139
66
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
εσωτερικό πόλεμο (πόλεμος όμοίιος), χρειάζεται μιά γενική συμ φιλίωση, μέ τις συνηθισμένες διατυπώσεις τής συμμαχίας. Ό λαός, σέ ό,τι άφορα τή δικαιοσύνη, δέν έχει περισσότερα πραγματικά δικαιώματα άπό όσα στό χώρο τής πολιτικής. Πώς θά μποροΰσε νά είναι διαφορετικά, άφοΰ καί οί ίδιοι οί γέροντες δέν μπορούν νά δικάσουν παρά τις διαφορές πού τούς υποβάλλον ται μέ κοινή συγκατάθεση τών δύο μερίδων; Άλλά έκεΐ ό λαός μπορεί νά ασκήσει ηθική πίεση ή νά επιδράσει μέ πράξεις. Ή δήμου φήμις αναγκάζει τον εγκληματία, Οποια καί άν είναι ή δύ ναμη του καί ή αδυναμία τής οικογένειας τοΰ θύματος, νά πάρει τό δρόμο τής ε ξ ο ρ ί α ς . "Οταν ό Τηλέμαχος εκθέτει μπροστά στήν αγορά τις ζημιές πού προξένησαν οί μνηστήρες, καί δηλώ νει πώς είναι ανίκανος νά υπερασπιστεί τον εαυτό του, καλεί σέ βοήθεια του τή λαϊκή αγανάκτηση. Βέβαια δέν πετυχαίνει αυτό πού θέλει" άλλά οί αντίπαλοι του φοβοΰνται σοβαρά ότι μιάν άλ λη φορά μπορεί νά είναι πιό τυχερός, καί ό Οχλος ενδέχεται νά τούς κακοποιήσει καί νά τούς διώξει. Σέ περίπτωση εγκλη ματικής απόπειρας κατά τής πόλης, ό λαός δέν ασχολείται μέ προβλήματα αρμοδιότητας" εφαρμόζει τό νόμο τοΰ Εγηοΐι. « Ά ν . οί Τρώες δέν ήταν τόσο δειλοί, άπό καιρό θά σέ είχαν λιθοβολή σει», λέει ό Έκτορας στον Πάρη. Μετά άπό μιά πράξη εσχά της προδοσίας, οί Ιθακήσιοι κυνηγοΰν τον Εύπείθη τον όποιο «θέλουν νά σκοτώσουν, νά τοΰ πάρουν τήν καρδιά καί νά τοΰ φά νε τήν περιουσία». Ό ίδιος ό Εύπείθης, Οταν ό 'Οδυσσέας τοΰ σκότωσε τό γιό, προσπαθεί μέ τή σειρά του νά ξεσηκώσει τό πλήθος εναντίον τοΰ φονιά. Γιά νά συγκεφαλαιώσουμε, σέ εποχή πού δέν υπάρχει τίποτε πού νά θυμίζει τή διάκριση τών εξουσιών, στις υποθέσεις πού θά ονομάζαμε δικαστικές, όπως καί στις άλλες, ό λαός δέν έχει άλλο μέσο γιά νά δράσει παρά τ ή μάταιη εκδήλωση ή τήν επαναστατική· έκρηξη. 140
141
142
143
144
145
Ε' ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
"Ετσι, λοιπόν, οί πανάρχαιες παραδόσεις, τών οποίων ή ανάμνη
ση διατηρήθηκε στά ομηρικά έπη, μας παρουσιάζουν τό θέαμα
κοινωνιών οί όποιες, παρά τά φαινόμενα, εξελίσσονται χωρίς δι ακοπή. Ή πόλη αποτελείται άπό Ολες τις ομάδες πού σχηματί στηκαν πριν άπ' αυτήν καί πού ενώθηκαν ή μιά μέ τήν άλλη" 67
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
είναι, ενα σύνολο γενών. "Οσο ισχυρός καί άν είναι ό βασιλέας τής πόλης, περιβάλλεται άπό βασιλείς πού αντλούν, δπως αυτός, τή δύναμη τους άπό τό γένος τους. Κανένας δέν θά τοΰ αμφισβη τήσει τή θρησκευτική εξουσία, μέ τήν οποία έχει περιβληθεί. 'Αλλά ή πολιτική του δύναμη είναι στό έλεος τυχαίων γεγονότων καί νέων αντιλήψεων. Σέ μερικά μέρη τής Ίλιάδας καί κυρίως τής 'Οδύσσειας δια βλέπουμε τον τρόπο μέ τον όποιο μπορεί νά ξεπέσει ή πατριαρχι κή μοναρχία. Ό γερασμένος Πηλέας φοβάται τά πάντα, καί ό γιός του, μακριά άπ' αυτόν, αναρωτιέται μέ αγωνία μήπως κιν δυνεύει νά υποστεί τήν περιφρόνηση καί τήν ύβρη, ακόμη καί άν δέν έχει χάσει τό άξίωμά του. Οί φιλονικίες μεταξύ αδερφών, παραδείγματος χάρη ανάμεσα στον Αγαμέμνονα καί στον Με νέλαο μετά άπό τήν πτώση τής Τροίας, είναι φοβερές δοκιμασί ες γιά τίς βασιλικές οικογένειες. Πιο επισφαλής ακόμη είναι ή θέση τών πριγκίπων πού δέν έχουν ενηλικιωθεί. Ό Αχιλλέας σέ περίπτωση θανάτου του υπολογίζει στον Πάτροκλο, ελπίζον τας δτι αυτός θά βοηθήσει τό γιό του νά πάρει τήν περιουσία του άλλά καί ό 'Οδυσσέας εμπιστεύτηκε τό γιό του στό γέροντα Μέντορα, καί ξέρουμε τί έγινε. Οί μνηστήρες δέν αρνούνται τά δικαιώματα τής δυναστείας* άλλά ό καθένας υπολογίζει δτι μιά μέρα θά καμαρώνει σάν σύζυγος τής βασίλισσας, καί στό μετα ξύ νά πού οί Ιθακήσιοι θεωροΰν τον Εύρύμαχο «θεό», καί προ σφωνούν καμιά φορά τον 'Αντίνοο «ιερή δύναμη». Οί ξένοι φτάνουν νά αναρωτιούνται μήπως κάποιος χρησμός άπέστρεψε τό λαό άπό τό νόμιμο διάδοχο. "Οταν στό τέλος γυρίζει ό Ό δυσσέας καί σκοτώνει τούς σφετεριστές, μιά ολόκληρη μερίδα ξεσηκώνεται γιά νά τούς εκδικηθεί* όμως ό βασιλέας θριαμβεύει, γίνεται «βασιλέας γιά πάντα» μόνο μετά άπό συμφωνία καί τών δύο μερών, ανάλογη μέ εκείνη πού έδενε τούς βασιλείς καί τό λαό στή Σπάρτη καί στους Μολοσσούς.* 146
-
147
148
149
* Στή Σπάρτη, βασιλείς καί άφοροι αντάλλαζαν όρκους κάθε μήνα: Οί βασιλείς ορκίζονταν δτι θά σεβαστούν τούς νόμους της πόλης* οί έφοροι, ώς εκπρόσωποι τοϋ δήμου τών Σπαρτιατών, απαντούσαν ένορκα δτι δέν θά τούς απομακρύνουν άπδ τήν άρχή, εφόσον δέν παραβούν τον δρκο τους (Ξενοφών, Λακ. Πολ., 15, 7). Ε π ί σ η ς οί βασιλείς τών Μολοσσών ορκί ζονταν δτι θά βασιλεύσουν σύμφωνα μέ τούς νόμους, καί ή λαϊκή συνέλευση αποκρινόταν ομνύοντας δτι θά διατηρήσει τή βασιλεία σύμφωνα μέ τούς νόμους (Πλούταρχος, Πυρρός, 5, 2. Πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, 5, 1 1 , σ. 1 3 1 3 Α, 24).
68
Η ΟΜΗΡΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Οί δικαιοδοσίες πού αφαιρέθηκαν άπό τή βασιλεία θά πάνε στά μέλη τοΰ συμβουλίου, στους βασιλείς τών φυλών καί στους αρχηγούς τών γενών. "Οταν ό Αλκίνοος συμπεριφέρεται σάν σέ ίσους προς τούς δώδεκα βασιλείς πού τον περιβάλλουν, μιλά ώς συγκαταβατικός καί ευγενής μονάρχης* ωστόσο ή φρασεολογία του εκφράζει κιόλας εκείνο πού πρόκειται νά συμβεί. Δέν θά χρειάστηκαν πολλές επιπλήξεις, Οπως εκείνες πού απεύθυνε ό Διομήδης προς τον Αγαμέμνονα στή συνέλευση, γιά νά φανεί ότι ή κρατική εξουσία δέν ήταν αχώριστη άπό τον βασιλικό τί τλο. Κινδύνευσε ακόμη καί ή τεράστια δύναμη πού έδινε στό βα σιλέα ή διοίκηση τοΰ στρατού: ένας μικρός αρχηγός άπό τήν Κρήτη αρνείται νά πειθαρχήσει στον Ιδομενέα, εκστρατεύει μέ ένα ανταρτικό σώμα δίπλα στον κανονικό στρατό καί σκοτώνει τό γιό τοΰ βασιλέα, όταν αυτός πήγε νά τον στερήσει άπό τό με ρίδιο τής λείας. Ανάμεσα στους ευγενείς πού θεωροΰσαν πα λαιότερα τιμή τους νά υπηρετήσουν τό βασιλέα ώς θεράποντες, ό μονάρχης εκλέγει τώρα, σέ ορισμένες περιπτώσεις, κάποιον γιά νά τοΰ αναθέσει καθήκοντα κηδεμόνα τοΰ γιου του καί προ σωρινού διαχειριστή τής εξουσίας, ή γιά νά τον ορίσει αρχηγό τών πολεμικών δυνάμεων. Τέτοιοι διορισμοί όμως μπορούν νά αποσπαστούν άπό τό βασιλέα, όταν αυτός εΐναι' αδύνατος, ή καί νά γίνουν χωρίς αυτόν. Θά έρθει καιρός πού ή αριστοκρατία θά περιορίσει.τή βασιλεία καί θά τήν κάμει μιά άρχή σάν τις άλλες* καί ό παλαιός αυλάρχης, άφοΰ γίνει κύριος τοΰ ανακτόρου, θά πά ρει καί τή διεύθυνση τοΰ κράτους, ώς άρχοντας ή ώς πολέμαρ χος. Ό οίκος τοΰ βασιλέα θά μεταβληθεί σέ δημόσια υπηρε σία, καί απλοί υπάλληλοι πού έκοβαν τά κρέατα (δαιτροί χρει ών) θά προαχθούν στή διαχείριση τοΰ ταμείου μέ τον τίτλο κο)λακρεται, πού ειχε τήν ίδια σημασία. "Οπως βλέπει κανείς καθαρά μέσα στή μοναρχία τοΰ έπους νά γεννιέται καί νά μεγαλώνει τό αριστοκρατικό πολίτευμα, έτσι διακρίνει καί ένα στοιχείο δημοκρατίας, άλλά σέ εντελώς έμβρυ<όδη κατάσταση. Μάταια ή συνέλευση έχει περιοριστεί σ' έναν γενικά παθητικό ρόλο* υπάρχουν περιπτώσεις, στά νεώτερα χω ρία τοΰ όμηρικοΰ έ'πους, όπου ή φωνή τοΰ λαοΰ, ή δήμου φήμιζ, αποβαίνει δύναμη. Κάποτε γίνεται αρκετά απειλητική ώστε νά αναγκάσει έναν αρχηγό νά φύγει στον πόλεμο. «Δέν υπάρχει τρόπος αντίστασης», λέει τό πρόσωπο γιά τό όποιο γίνεται λό γος. Άλλά ό λαός δέν μποροΰσε παρά νά ασκήσει καθαρά ήθι150
151
152
153
154
69
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
κή πίεση ή νά καταφύγει στά όπλα" νόμιμος ενδιάμεσος τρόπος δέν υπήρχε. Ό κανόνας τής υποταγής τής μειοψηφίας στήν πλει οψηφία, ή νομική διαδικασία τής ψηφοφορίας, δέν είχαν ακόμη εφευρεθεί. "Ως καί ή επευφημία δέν ειχε, σ' αυτή τή μορφή, άξια υποχρεωτική, δπως θά έ'χει ή βοή στους Σπαρτιάτες. Θά χρειαστούν εμφύλιοι πόλεμοι, αναρίθμητες συμφορές, γιά νά αναγκαστούν οί Έλληνες νά προσδιορίσουν τά δικαιώματα τής συνέλευσης. Οί παλαιοί καιροί δέν έ'χουν περάσει. "Οταν φιλονικοΰν δύο οικογένειες, δέν έ'χουν άλλο μέσο άπό τήν εκδίκηση, καί ό ιδιωτικός πόλεμος δέν έ'χει τέλος παρά μόνο μέ μιά ρητή συμ φωνία ειρήνης: δέν έ'χουν φτάσει ακόμη στό σημείο νά σκεφτούν πώς είναι καλύτερα οί ενδιαφερόμενες οικογένειες νά προβαίνουν σέ ένορκες διαπραγματεύσεις καί νά αναγνωρίζουν ώς νικήτρια, χωρίς αιματοχυσία, εκείνη πού έ'χει περισσότερους πολεμιστές. "Οταν δύο μερίδες στή συνέλευση βρίσκονται σέ αντίθεση, καί δταν δέν υπάρχει ικανός βασιλέας γιά νά πάρει μιά απόφαση, καί κανένας συμβιβασμός δέν είναι δυνατός, τότε αναγκαστικά ξε σπά ό εμφύλιος πόλεμος. Δέν έ'χουν φτάσει ακόμη στήν εποχή δπου, γιά νά κρίνουν ποιος άπό τούς στρατούς πού είναι παρόν τες είναι ό πολυπληθέστερος, τούς βάζουν είτε νά φωνάξει κα θένας διαδοχικά τήν πολεμική κραυγή, είτε ζητούν άπό κάθε πο λίτη νά ορκιστεί, σηκώνοντας τό χέρι, μέ ποιά μερίδα θά πολε μήσει άν χρειαστεί. Μονάχα μέ τήν ψήφο θά υπερισχύσει ή γνώ μη τοΰ λαοΰ καί θά γίνει ή δήμου φήμις δύναμη τοΰ δήμου (δή μου κράτος).
70
ΔΕΤΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ Α' ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΤΗΣ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
Ό βασιλέας, πού ενσάρκωνε τή δύναμη τής πόλης, είχε φυσικούς εχθρούς τούς μικρούς βασιλείς τών φυλών καί τών φρατριών, πού διέθεταν δλες τίς δυνάμεις πού υπήρχαν στά γένη. Ή έκβαση τής διαμάχης δέν ήταν αμφίβολη. Βλέπουμε ήδη στήν Όδνασεια μιά βασιλεία πολύ διαφορετική άπό δ,τι ήταν στά καλά χρόνια τής Ίλιάδας. Ό Αλκίνοος, ό βασιλέας τών Φαιάκων, τριγυρι σμένος άπό τούς δώδεκα άλλους βασιλείς, λέει γιά τον εαυτό του μέ σεμνότητα δτι είναι ό δέκατος τρίτος* άς πούμε δτι ε ί ν α ι ό πρώτος, ρ π ι ι ι υ δ ί π ί θ Γ ρ ε ί Γ β δ * πάντως δέν κάνει τίποτε χωρίς νά συμβουλευτεί τούς άλλους. Άρκεΐ νά είναι ό 'Οδυσσέας μακριά άπό τήν Ιθάκη καί ό γιός του ανήλικος, γιά νά θέλουν δλοι οί αρχηγοί τής περιοχής νά πάρουν τή θέση του μέ τό νά παντρευ τούν τή γυναίκα του. Προς τό τέλος τοΰ 8ου αιώνα, ε ί ν α ι πιά γε γονός, ή ομηρική μοναρχία δέν υφίσταται. Δέν θά υπάρξει εξαίρεση παρά μόνο γιά τούς Βαττιάδες τής Κυρήνης καί τούς Κινυράδες τής Κύπρου, στους όποιους μπορούν νά προστεθοΰν, άν θέλουμε, οί 'Αλευάδες τής Λάρισας καί οί Σκοπάδες τής Κραννώνας. 'Αλλά οί μέν βρίσκονταν μακριά, πέ ρα άπό τή θάλασσα, κοντά στήν Αίγυπτο ή σέ επαφή μέ τούς Φοίνικες, καί οί άλλοι δέν έ'φεραν τον τίτλο τοΰ βασιλέα, παρά τή δύναμη τους καί τό παράδειγμα τής μακεδόνικης δυναστείας. Ή ελληνική αντίληψη τοΰ πράγματος φαίνεται άπό τό παρακά τω γεγονός: στό Παντικάπαιο, στό βάθος τοΰ Εύξεινου Πόντου, οί αρχηγοί, διαλεγμένοι άπό τίς οικογένειες τών 'Αρχαιανακτιδών καί αργότερα τών Σπαρτοκιδών, ήταν βασιλείς τών Σκυθών, άλλά καί άρχοντες τών Ελλήνων. Ά ν υπάρχουν άλλου βασιλείς, τών οποίων τό αξίωμα είναι ισόβιο καί κληρονομικό, αυτοί δέν είναι παρά άρχοντες μέ περιο ρισμένη εξουσία. Στή Σπάρτη, οί Άγιάδες καί οί Εύρυπωντίδες, στρατηγοί καί αρχιερείς, χαλιναγωγούνται άπό τούς πραγματι1
2
71
Η Α Ρ Ι Σ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Η ΠΟΛΗ
κούς κυρίους, τούς εφόρους. Τούτο δέν είναι μοναδικό στους Δω ριείς: ό βασιλέας τοΰ "Αργούς κράτησε τά στρατιωτικά καθή κοντα ως τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα. Στήν Κόρινθο, ή δυναστεία τών Βακχιάδων κατάφερε ώς τήν τελική της πτώση (657) νά διορίζει μέσα άπό τήν οικογένεια ενα βασιλέα, τοΰ οποίου ό τίτλος ήταν τιμητικός καί ισόβιος, καθώς καί τον πρύτανη, ετήσιο αρχηγό τής κυβέρνησης. Ακόμη καί στήν Ιωνία οί Βασιλεΐδες, απόγο νοι τοΰ "Ανδροκλου, δέν έπαψαν νά δίνουν στήν "Εφεσο ενα βα σιλέα" άλλά αυτός ό βασιλέας, άν καί φοροΰσε πάντα τήν πορφύ ρα καί κρατοΰσε σκήπτρο, δέν ήταν παρά θρησκευτικό πρόσω πο. "Αλλοι Βασιλεΐδες, στή Χίο, στις Ερυθρές, στή Σκέψη, καί πιθανότατα στις Κλαζομενές, έ'χασαν τό βασιλικό αξίωμα, άλλά συνέχισαν νά βρίσκονται επικεφαλής τής αριστοκρατίας πού ή ταν στήν εξουσία. Τό ίδιο έ'γινε μέ τούς Νηλεΐδες τής Μιλήτου καί τούς Πενθιλίδες τής Μυτιλήνης. Τίς περισσότερες φορές ή βασιλεία έ'γινε έ'να αξίωμα Οπως καί τά άλλα, έ'παψε νά είναι ισόβια καί αφαιρέθηκε άπό τή βασι λική οικογένεια" έ'γινε ετήσια καί προσιτή σέ Ολες τίς οικογένειες τής κυρίαρχης τάξης. Συγχρόνως περιορίστηκε στά καθήκοντα εκείνα πού οί τότε θρησκευτικές ιδέες δέν επέτρεπαν νά τά απο χωριστεί, δηλαδή στά ιερά λειτουργήματα. Πιο γνωστό παρά δειγμα είναι τών Αθηνών, Οπου ό βασιλέας δέν ήταν πιά παρά ενας άπό τούς εννέα άρχοντες, επιφορτισμένος μέ τίς σχέσεις μέ τούς θεούς, καί δπου δέν ειχε πιά τήν τιμή νά δίνει τό όνο μα του στό έ'τος. Αυτός ό ΓΘΧ δ&οπϊΐοιιΐυδ συναντάται σέ πλήθος νησιά καί πόλεις ιωνικές: στή Σίφνο, στή Νάξο, στήν "Ιο, στή Χίο, στή Μίλητο, άπ' δπου τό άξίωμά του μεταφέρθηκε στή μιλησιακή αποικία Ό λ β ι α . Στά Μέγαρα ό βασιλέας είναι Ινας απλός άρχοντας μέ θρησκευτικά καθήκοντα" άλλά σ' αυτή τή δωρική πόλη είναι επώνυμος, δπως καί στις μικρές πόλεις τής περιοχής της καί στις αποικίες της. Χάρη σέ άγνωστες περι στάσεις, ό βασιλέας τής Σαμοθράκης είναι επώνυμος καί άσκεΐ πολιτικά καθήκοντα. Α υ τ ή ή διατήρηση ενός τίτλου πού αδειάζει άπό τό περιεχό μενο του είναι χαρακτηριστική γιά τό φόβο πού έ'νιωθαν οί αρ χαίοι νά θίξουν τούς παλαιούς θεσμούς. 'Ακόμη καί τούς τοπι κούς βασιλίσκους τούς διατηρούν ώς άρχοντες. Σέ μερικές πε ριοχές αναγνωρίζει κανείς ώς τό τέλος «βασιλείς» δμοιους μέ αυτούς πού άπένεμαν δικαιοσύνη στά χωριά τής Βοιωτίας τήν 3
4
5
6
7
8
9
10
72
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ
ΤΗΣ Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Α Σ
εποχή τοΰ Ησίοδου. Ή Αθήνα διατήρησε τούς φυλοβασύ.εΐζ της, τούς «βασιλείς τών φυλών», πού έρχονταν στο πρυτανείο καί, μαζί μέ το βασιλέα τής πόλης, προστάτευαν τό λαό άπό τή θεία εκδίκηση, κρίνοντας τις κατηγορίες γιά εγκλήματα εναν τίον άψυχων αντικειμένων καί ζώων. Στήν "Ηλιδα οί βασιλείς, τών πατριών ή φρατριών σχημάτιζαν ένα δικαστήριο μέ πρόε δρο τον ανώτερο άρχοντα τής περιοχής. Αύτοΰ τοΰ είδους «βα σιλείς» υπάρχουν κυρίως στή Μικρά 'Ασία. Μαζί μέ τον πρύτα νη έπαιρναν αποφάσεις, στή Μυτιλήνη, γιά ζητήματα ιδιοκτη σίας γής' στή Νήσο, γιά τις κατηγορίες εξύβρισης τών αρχόν των καί γιά λιποταξία. Στήν Κύμη συνεδρίαζαν μέ τήν προε δρία τοΰ αίσυμνήτη, καί ή διοίκηση τους ελεγχόταν άπό τή βου λή. Στή Χίο, μετά άπό μιά δημοκρατική επανάσταση πού έγινε γύρω στό 6 0 0 , * οί «βασιλείς» αναφέρονται σέ κάποιο νόμο μαζί μ' ένα δήμαρχο" άλλά σέ μιά πόλη όπου υπήρχε συγχρόνως ένας βασιλέας πού ξέπεσε στή θέση τοΰ Γ β χ 8 & ο ΐ Ό Π ΐ π ΐ καί ένας πρύ τανης, μπορούμε νά υποθέσουμε ότι ή νικήτρια μερίδα αντικατέ στησε μέ τό δήμαρχο τον έναν ή τον άλλο άπό αυτούς τούς ολι γαρχικούς άρχοντες. Ή εξασθένηση καί ή αποσύνθεση τής αρχικής βασιλείας ευ νόησε εκείνους πού συνειδητά ή ασυνείδητα δούλεψαν πάντα γιά 11
12
13
14
15
16
αυτό. Οί αρχηγοί τών ισχυρών γενών έγιναν κύριοι τής πόλης
καί παρέμειναν γιά αιώνες. Όλόκληρη ή αρχαϊκή περίοδος κυ ριαρχείται άπό ένα καθεστους, μισό πατριαρχικό, μισό φεουδαρ χικό, όπου τό κοινό συμφέρον είναι ένας ασταθής συμβιβασμός ανάμεσα σέ μερικά πρόσωπα συνηθισμένα νά κυβερνούν τά γένη τους. Πλεονεκτούσαν μέ τήν ευγένεια τοΰ αίματος* ανέβαζαν τήν καταγωγή τους σέ θεούς. Ή διατήρηση τών γενών, ένώ άπό και ρό είχαν διασπαστεί σέ μικρές οικογένειες, καί ή φροντίδα πού έδειχναν νά συντηρούν τις γενεαλογίες τους καί τήν παράδοση τής οικογένειας τους (τά πάτρια τους), δείχνει τή σημασία πού απέδιδαν στήν καταγωγή. Ήταν τόσο περήφανοι νά λέγονται 'Αλκμεωνίδες στήν 'Αθήνα καί Εύμολπίδες στήν Ελευσίνα, Οσο ήταν περήφανοι στή Μικρά 'Ασία νά συνδέονται μέ τή βασιλι κή οικογένεια. Γύρω στό 500 ό Εκαταίος ό Μιλήσιος καυχιό17
* Νεώτερες έρευνες κατέβασαν τή χρονολογία αυτής τής επανάστασης στο β' τέταρτο τοΰ 6ου αιώνα (βλ. πρόχειρα: Μ. Β. Σακελλαρίου, στήν Ιστορία τοϋ 'Ελληνικού "Εθνους, τ. Β', 1 9 7 1 , σ. 248).
73
ΓΙ Α Ρ Ι Σ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Η
ΠΟΛΗ
ταν γιά τό γενεαλογικό του δένδρο τό όποιο άνήγε στή δέκατη έκτη γενεά, δηλαδή —Οταν υπολογίσει κανείς τρεις γενεές στον αιώνα— ώς τά μέσα τοΰ 11ου αιώνα, χρονολογία πού συμπίπτει μέ τήν ίδρυση τής πόλης του. Λίγο αργότερα μιά ταφική επιγρα φή Χίου ευπατρίδη αρκείται νά απαριθμήσει δεκατέσσερις προ γόνους, ανάγοντας έτσι τήν οικογένεια του στήν άρχή τοΰ 10ου αιώνα. Γιά ένα παρελθόν τόσο μακρινό ύπερηφανεύονταν καί οί Φιλαΐδες τής Αθήνας: ένας άπό τούς δικούς τους, ό Ίπποκλείδης, άρχοντας τό 556 /5, θεωροΰσε τον εαυτό του δωδέκατο από γονο τοΰ ήρωα Αίαντα. 'Ακόμη καί οί βασιλείς τής Σπάρτης δέν ανάγουν τήν καταγωγή τους πιό πάνω, άφοΰ ό 'Αγιάδης Πολύ δωρος καί ό Εύρυπωντίδης Θεόπομπος, πού βασίλευαν κατά τό 720, άνηκαν, όπως έλεγαν, ό ένας στήν έβδομη, ό άλλος στήν πέμπτη γενεά τής δυναστείας τους. Οί αντιξοότητες τής τύχης δέν ήταν ικανές νά αφαιρέσουν άπό τούς ευγενείς τό φυσικό κύρος τους καί τό δικαίωμα νά είναι σε βαστοί. Στήν πραγματικότητα αυτό συνέβαινε σπάνια: ήταν αρκετό νά ανήκεις σέ ένα γένος ένδοξο, γιά νά έχεις έσοδα ή κτή ματα καί νά απολαμβάνεις τά πλούτη πού αποκτήθηκαν μέ τήν πολεμική δράση πολλών γενεών. Σέ όλη τήν Ελλάδα σχηματί στηκε μιά τάξη ευπατριδών. Τούς ονόμαζαν μέ λέξεις γενικοΰ περιεχομένου, όπως αγαθοί, άριστοι, βέλτιστοι, κάλοι κάγαθοί, ευγενείς, γενναίοι, έσθλο'ι, χρηστοί, γνώριμοι, επιεικείς. Μερι κές φορές καθόριζαν: ήταν εύπατρίδαι (άπό καλούς πατέρες), γεωμόροι (ιδιοκτήτες γαιών), ιππείς. Στον τελευταίο αυτό τίτλο έδιναν μεγάλη σημασία. Ιδιοκτή της γης καί πολεμιστής, ό ευγενής επιδιδόταν στήν ανατροφή τοΰ άλογου πού τοΰ εξασφάλιζε τήν υπεροχή στις μάχες. 'Ενώ οί αγενείς πεζοί δέν ήταν οπλισμένοι παρά μέ ακόντιο ή σφενδό νη, εκείνος αντιμετώπιζε τον εχθρό φορώντας τή βαριά χάλκινη πανοπλία, έχοντας τό κεφάλι καλυμμένο μέ τήν περικεφαλαία —πού προστάτευε καί τό πρόσωπο—καί τό υπόλοιπο σώμα του προστατευμένο μέ τό θώρακα —πού ήταν κατασκευασμένος άπό μεταλλικές ταινίες—, μέ τις κνημίδες καί τήν ασπίδα, κρατών τας τό μακρύ δόρυ στό δεξί χέρι καί φορώντας τό δίκοπο ξίφος στό πλάι. Πολεμοΰσε πεζός* άλλά ώς τά μέσα τοΰ 7ου αιώνα πή γαινε στή μάχη πάνω σ' ένα άρμα πού οδηγούσε ό ηνίοχος* αρ γότερα εγκατέλειψε τό άρμα καί πήγαινε πάνω σέ άλογο μέ τήν ακολουθία ενός υπηρέτη πού ήταν καί αυτός πάνω σέ άλογο (ό 18
19
74
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΚΑΙ
ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
ίπποβάτης μέ τον ίπποστρόφον). Όπωσδήποτε, τό πολεμικό άλογο, ζευγμένο ή ιππευμένο, ήταν τό χαρακτηριστικό τών ευ γενών. Επανειλημμένα ό Αριστοτέλης δείχνει τή σχέση πού υ πάρχει αρχικά ανάμεσα στήν ολιγαρχία καί τό ιππικό: α'Η πρώτη κυβέρνηση πού διαδέχθηκε τή βασιλεία στους "Ελληνες σχηματιζόταν άπό πολεμιστές* στήν άρχή ήταν ιππείς, γιατί οί ιππείς αποτελούσαν τή δύναμη τοΰ στρατοΰ καί εξασφά λιζαν τή νίκη. Πράγματι, τό πεζικό, όταν δέν συγκροτεί φάλαγ γα, δέν έχει δύναμη, καί, καθώς ή τακτική πείρα έλειπε τήν πα λαιότερη εποχή, δέν υπήρχε άλλη δύναμη έκτος άπό τό ιππικό... Ή Ιπποτροφία όμως είναι μόνο γιά τούς πλούσιους. Επίσης, αυτούς τούς χρόνους οί πόλεις, τών οποίων ή δύναμη στηριζόταν στό ιππικό, ήταν πάντα ολιγαρχικές... Καί στις χώρες πού προσφέρονται σέ κινήσεις ίππικοΰ σχηματίζεται, όπως είναι φυ σικό, μιά ολιγαρχία παντοδύναμη, άφοΰ τό ιππικό είναι τό κυ ριότερο στοιχείο τής εθνικής άμυνας καί ή ίπποτροφία δέν είναι δυνατή παρά μόνο στους πλούσιους». Υπήρχε λοιπόν μέσα σέ πλήθος ελληνικές πόλεις μιά κυρίαρ χη τάξη άπό ιππείς. Αυτοί ήταν οί 'Ιπποβόται (εκείνοι πού άνέτρεφαν άλογα) στή Χαλκίδα, καθώς οί Ιππείς στήν Ερέτρια, στή Θεσσαλία, στήν Κολοφώνα, στή Μαγνησία τοΰ Μαιάνδρου, σέ άλλες πόλεις τής Ασίας, τό ίδιο στήν Αττική πριν άπό τήν εποχή πού ανέβηκαν σέ ακόμη υψηλότερη θέση οί Εύπατρίδαι, οί όποιοι είχαν εισόδημα μεγαλύτερο άπό πεντακόσιους μέδιμνους. 'Αλλά τον 7ο αιώνα έγινε μιά οικονομική επανάσταση μέ με γάλες επιπτώσεις στήν πολιτική καί κοινωνική κατάσταση όλης τής Ελλάδας. Ή ανακάλυψη καί ό αποικισμός ενός καινούριου κόσμου, μέ τήν τεράστια ανάπτυξη τοΰ εμπορίου καί τής βιομη χανίας, οδήγησαν στήν αντικατάσταση τής φυσικής οικονομίας άπό μιά νομισματική οικονομία. Οί μεγαλογαιοκτήμονές, συνη θισμένοι νά παίρνουν τή μερίδα τοΰ λέοντος άπό τή λεία τών επι δρομών καί τών πειρατειών, ήταν έτοιμοι νά κάμουν τό ίδιο σέ άλλα κέρδη. Είχαν στήν κατοχή τους αγρούς καί δάση, αμπέλια καί λιόφυτα, ορυχεία καί λατομεία" κατασκεύαζαν πλοία καί έφερναν άπό τό εξωτερικό ό,τι χρειαζόταν γιά νά γεμίσουν τά θησαυροφυλάκια τους. Δέν είχαν ανάγκη νά μετατοπιστούν, γιά νά έγκατασταθοΰν στήν πόλη: έμεναν πάντα έκεΐ, γιατί ή αγορά ήταν τό κέντρο τής κυβέρνησης, όπως καί τών επιχειρήσεων. 20
21
22
75
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Έτσι σέ πολλές πόλεις ή αριστοκρατία άλλαξε χαρακτήρα. Οί ιππείς τής Χαλκίδας πού αξιοποιούσαν τούς χέρσους αγρούς τοΰ Ληλάντειου πεδίου εκμεταλλεύονταν καί τά θαυμάσια ορυχεία χαλκού, είχαν στήν κατοχή τους μεταλλουργικά εργαστήρια, ίδρυαν αποικίες στή Θράκη καί στή Δύση, διοικούσαν τό ακμαίο σωματείο τών άειναντών (εφοπλιστών). Οί κτηνοτρόφοι πού μονοπωλούσαν τούς βοσκότοπους σ' όλη τή Μεγαρίδα μετέτρε παν τό μαλλί τών προβάτων τους σέ έξωμίδες πού πουλούσαν στους ανθρώπους του λαοΰ, ή πήγαιναν νά φέρουν εκλεκτό στάρι καί ψάρια τοΰ Εύξεινου Πόντου άπό τά εμπορικά κέντρα της Προποντίδας. Ένας Λεσβίος άπό μεγάλη γενιά, ό Χάραξος, αδερφός τής ποιήτριας Σαπφώς, μετέφερε φορτία κρασιού στήν Αίγυπτο καί σπαταλούσε τά κέρδη μέ τήν πιο Ομορφη εταίρα τής Ναύκρατης. Ό Αθηναίος Σόλων, τοΰ όποιου ή οικογένεια συγγένευε μέ τή βασιλική δυναστεία τών Μεδοντιδών, ανασυγ κροτούσε μέ κερδοφόρα ταξίδια μιά κληρονομιά πού ειχε ξεπέ σει. Τή δύναμη τών ευγενών δέν τήν έ'κανε μόνο ό έγγειος πλού τος, άλλά καί τό χρήμα. Οί ευγενείς πάντως δέν ήταν οί μόνοι πού καρπώθηκαν τον κινητό πλοΰτο, τό πολύτιμο μέταλλο πού κυκλοφορούσε τώρα άπό τή μιά άκρη τής Μεσογείου στήν άλλη. Σ' Ολες τίς πόλεις, οί δημιουργοί, οί βιοτέχνες καί οί έ'μποροι μπόρεσαν νά πάρουν τό μερίδιο τους, καί σχημάτισαν πάνω άπό τούς θήτες μιά τάξη ενδιάμεση: δέν είχαν γή ούτε άλογα' άλλά είχαν τά μέσα νά εξο πλιστούν ώς οπλίτες, καί ήταν μερικές φορές σέ θέση, μέ τή βο ήθεια καί τοΰ Ογκου τους, νά φέρουν σέ δύσκολη θέση τούς ιπ πείς. Μερικοί κατάφεραν νά επιδείξουν αρκετή δεξιότητα, εξυ πνάδα καί δραστηριότητα, ώστε νά ξεπεράσουν τούς άλλους καί νά διακριθούν μέ τήν αίγλη ενός ξαφνικού πλούτου. Ή παλαιά αριστοκρατία περιφρόνησε αυτούς τούς νεόπλουτους, καί ό ποι ητής Θέογνις μιλά σκληρά γι' αυτούς, δταν τον ερεθίζουν. Ωστό σο, πολλοί μεγάλοι άρχοντες, τών οποίων τά έ'σοδα δέν ήταν ανά λογα μέ τή θέση τους, δέν έ'νιωθαν άσχημα νά τούς έ'χουν πεθε ρούς ή γαμπρούς: συμμαχία τής άπορης περηφάνιας μέ τήν εύ πορη κενοδοξία. Σχηματίστηκε έ'τσι μιά νόθη αριστοκρατία, δ που ή καταγωγή καί ή γή κρατοΰσαν τό γόητρο τους άλλά καί δπου ή κλίμακα τών κοινωνικών άξιων βασιζόταν στον πλοΰτο, δποια καί άν ήταν ή προέλευση του. «Τό χρήμα κάνει τον άνθρω πο», «τό χρήμα ανακατεύει τό αίμα», λένε αναστενάζοντας οί 23
24
25
26
76
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
εγκωμιαστές τοΰ παλιού καιροΰ* άδικα όμως διαμαρτύρονται, τίποτε δέν αλλάζει. Ή πολυτέλεια είναι ένας πολιτικός τίτλος. Γιά νά έχεις δικαίωμα στά αξιώματα, πρέπει νά είσαι πρόθυμος νά κάνεις γενναιόδωρες θυσίες κατά τήν τελετή τής ανάληψης τής εξουσίας, νά προσφέρεις στό λαό συμπόσια καί γιορτές, νά στολίζεις τήν πόλη μέ ναούς καί αγάλματα* καί νά γιατί στήν αγορά πρέπει νά φοράς άσπρους σάν τό χιόνι χιτώνες καί πανω φόρια πορφυρά, νά στολίζεις τά μαλλιά μέ κοσμήματα ή νά τι μάς τούς νεκρούς τής οικογένειας σου θυσιάζοντας πάνω στους τάφους τους ολόκληρες εκατόμβες καί χύνοντας σπονδές άπό τε ράστια πιθάρια τρυπημένα. « Ά ! έχουν λόγο, λέει ό Θέογνις, οί άνθρωποι πού σέ τιμούν, ώ πλοΰτε»* καί πράγματι, τό αρι στοκρατικό πολίτευμα στρέφεται προς τήν πλουτοκρατία. Οί άνθρωποι τής υψηλής τάξης προσθέτουν άπό τώρα καί στό έξης στους τίτλους πού τούς εξασφάλισε ή ευγένεια τοΰ αίματος τούς καινούριους: πλούσιοι, εύποροι, τάς ουσίας ή τά χρήματα έχον τες, παχεΐς. Στις αναρίθμητες πόλεις όπου εγκαθιδρύθηκε αυτό τό πολί τευμα, κύριο χαρακτηριστικό είναι τό ότι έβαλε τήν εξουσία στά χέρια ενός μικρού αριθμού, τών ολίγων. Γι' αυτό οί "Ελληνες τό ονόμασαν γενικά ολιγαρχία καί Οχι αριστοκρατία, Ονομα πού έ διναν ειδικά στήν κυβέρνηση τών «καλύτερων», δηλαδή τής πα λαιάς αριστοκρατίας, ή —κατά τό λεξιλόγιο τών μεταγενέστερων φιλοσόφων— τών επίλεκτων στό ήθος καί στό πνεύμα. Άλλά ή σύνθεση τής άρχουσας τάξης ποίκιλλε απεριόριστα, ανάλογα μέ τήν καταγωγή της. Υπήρξαν χώρες πού δέν έλαβαν μέρος στήν αποικιακή καί εμπορική εξάπλωση, καί έμειναν πιστές στά αγροτικά έθιμα* σ'αυτές εξακολούθησαν νά κυριαρχούν οί γαιο κτήμονες. Α υ τ ή ήταν ή περίπτωση τής Θεσσαλίας καί τής "Ηλιδας. Αντίθετα, μποροΰμε νά αναφέρουμε ένα νησί όπου ή μικρή έκταση τής γής καί μιά αθεράπευτη στειρότητα εμπόδισε επί μακρό χρόνο τή δημιουργία μιάς αριστοκρατίας γαιοκτημόνων, καί ή καλή του θέση μέσα στή θάλασσα τό έσπρωξε ξαφνικά στήν πρώτη θέση: είναι ή Αίγινα, πού δέν γνώρισε παρά μιά ολιγαρχία έμπορων. Τις περισσότερες φορές συγχέονται τά όρια ανάμεσα στήν έγγειο ιδιοκτησία καί στήν κινητή περιουσία* τότε χρησιμοποιείται ώς κοινό μέτρο ό πλοΰτος, καί αυτός γίνεται τό κύριο χαρακτηριστικό τής ολιγαρχίας. Είδαμε τέτοια παραδείγ ματα στή Χαλκίδα, στά Μέγαρα, στή Λέσβο, στήν Αθήνα. Τό 27
28
29
30
31
77
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
πιο αξιοσημείωτο είναι ίσως αυτό πού παρουσιάζεται στή Μί λητο. Άπό τή μιά μεριά, οί κύριοι τής γής, αυτοί πού έβρισκαν «τό κέρας τής Αμάλθειας» στους αγρούς τους δπου δούλευαν οί δουλοπάροικοι, οί Γέργιθες· άπό τήν άλλη, οί βιομήχανοι πού έ'διναν παραγγελίες στή Χειρομάχα, στον Οχλο τών χειρω νακτών, καί οί άειναϋται πού οδηγούσαν τον αποικισμό καί τό μεγάλο εμπόριο: δλοι μαζί σχημάτιζαν τήν Πλοντίδα πού διέ θετε πολιτική δύναμη καί είχε επικεφαλής τή δυναστεία τών Νηλειδών. 32
33
34
Β' ΜΟΡΦΕΣ
ΤΗΣ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
Είμαστε σέ θέση νά γνωρίζουμε αρκετά τό ολιγαρχικό πολίτευ μα, ώστε νά μήν ξαφνιαζόμαστε δταν τό βρίσκουμε σέ μορφές πολύ διαφορετικές. Ανάμεσα στή δημοκρατία καί τήν ολιγαρ χία ή ουσιαστική διαφορά συνίσταται σέ τούτο: στή δημοκρατία ήταν πλήρεις πολίτες όλοι Οσοι άνηκαν στό ίδιο έθνος· στήν άλλη οί πλήρεις πολίτες διακρίνονταν άπό'τούς φύσει πολίτες. Ή ολι γαρχία προϋποθέτει πάντα τή διαίρεση τών πολιτών σέ δύο τά ξεις, ή μιά άπό τίς οποίες μετέχει στήν κυβέρνηση. Άλλά, ανά λογα μέ τίς πόλεις, ή ανώτερη τάξη μπορούσε νά είναι λιγότερο ή περισσότερο πολυάριθμη καί νά εκτείνεται είτε στήν πλειοψη φία τών πολιτών είτε σέ μιά μειοψηφία λιγότερο ή περισσότερο περιορισμένη. Τά προνόμια πού απολάμβανε ή τάξη αυτή μπορούσαν νά πε ριλαμβάνουν λιγότερα ή περισσότερα δικαιώματα" ήταν δυνα τό νά βασίζονται είτε στήν καταγωγή είτε στήν έ'γγειο ιδιοκτη σία, πού υπολογιζόταν σύμφωνα μέ τήν απόδοση, είτε στήν δλη περιουσία, κινητή καί ακίνητη, ή εκτίμηση τής οποίας στηριζό ταν στό κεφάλαιο ή στό εισόδημα" στις δυο τελευταίες περιπτώ σεις πλήρη δικαιώματα είχαν είτε δλοι εκείνοι πού ή περιουσία τους ξεπερνούσε έ'να προκαθορισμένο επίπεδο είτε οί πιο πλού σιοι άπ' αυτούς στά όρια ενός σταθερού αριθμού. Άπό τή μιά πόλη στήν άλλη τά στοιχεία αυτά συνδυάζονταν διαφορετικά. Σ' αυτή τήν ποικιλία, πού σέ κάνει νά τά χάνεις, ό Αριστο τέλης διακρίνει τέσσερις κύριες μορφές πολιτεύματος. Ή κα τάταξη του, καθαρά λογική, καί γι' αυτό τεχνητή, είναι βολική. Τή διατηρούμε, διορθώνοντας την. Ό Αριστοτέλης εξετάζει τήν 35
78
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΚΑΙ
ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
ολιγαρχία μετά άπό τό δημοκρατικό πολίτευμα* ξεκινά λοιπόν άπό τήν πιό μετριοπαθή μορφή, γιά νά φτάσει στήν ακραία* θά αναστρέψουμε τή σειρά τοΰ φιλοσόφου, γιά νά ακολουθήσουμε, όπως ταιριάζει στήν ιστορία, τή φυσική εξέλιξη τών θεσμών. Ό Αριστοτέλης ώς θεωρητικός μένει στό αφηρημένο* θά ζων τανέψουμε τήν ιστορία μέ παραδείγματα συγκεκριμένα. Ή άκρα ολιγαρχία (ή τέταρτη μορφή τής ολιγαρχίας κατά τον Αριστοτέλη) είναι εκείνη Οπου ό αιρετός ανώτατος άρχων άσκεΐ κληρονομική εξουσία, διαθέτει τόσο πλοΰτο καί διευθύ νει τόσους οπαδούς καί υπηκόους, ώστε ή κυριαρχία, άντί νά ανήκει στό νόμο, βρίσκεται στά χέρια ενός άνθρωπου. Αυτό τό πολίτευμα θυμίζει τήν πατριαρχική μοναρχία τής οργανωμένης κατά γένη πόλης* είναι ή «δυναστική»* ολιγαρχία. "Ολη ή ιστορία τής αρχαίας Θεσσαλίας είναι ή ιστορία μερι κών δυναστειών. Μέσα στήν πιό εκτεταμένη πεδιάδα τής Ελ λάδας οί νικητές μοίρασαν τή γή στις ενωμένες σέ φυλές οικο γένειες, καί υποδούλωσαν τό μέρος τοΰ ηττημένου πληθυσμού πού δέν κατέφυγε στά βουνά τής περιφέρειας. Οί κύριοι πήραν στήν κατοχή τους τεράστιους κλήρους. Καλλιεργούσαν τήν αρό σιμη γή μέ κοπάδια πενεατών (δουλοπάροικων), άπό τούς οποί ους έπαιρναν ένα ετήσιο εισόδημα* οί ίδιοι απασχολούνταν καί μέ τήν κτηνοτροφία. Ατρόμητοι ιππείς, αγαπούσαν τό κυνήγι καί τά τανροκαθάψια. "Οταν έκστρατεύανε, τούς ακολουθούσαν έφιπποι οί υφιστάμενοι τους καί πλήθος ελαφρά οπλισμένων πενεστών. Κατά τον κανονισμό πού καθιέρωσε ένας άπό τούς με γάλους αρχηγούς, κάθε κλήρος έπρεπε νά προσφέρει σαράντα ιππείς καί ογδόντα πελταστές. Πολλοί μεγάλοι γαιοκτήμονες ήταν σέ θέση νά προσφέρουν πολύ περισσότερους: τον 4ο αιώνα ένας ιδιώτης έφερε στους Αθηναίους διακόσιους ή τριακόσιους ιππείς μέ τούς πενέστες τους, καί ένας τύραννος ανέλαβε τήν υ ποχρέωση νά τροφοδοτήσει μόνος του τον αθηναϊκό στρατό μέ κρέας σέ γελοία τιμή. "Ολα τά πολιτικά δικαιώματα είχαν μονοπωληθεΐ άπό τούς μεγαλογαιοκτήμονες, τούς αγαθούς. Κάτω άπό αυτούς είχε δημιουργηθεί μιά τάξη ελεύθερων χωρικών, καί σέ ορισμένα κέντρα μιά τάξη εμπόρων καί βιοτεχνών λίγοι όμως ήταν εκείνοι πού ζούσαν άνετα, άφοΰ στό στρατό αναλογούσαν 36
37
38
39
* Οί αρχαίοι έλεγαν δυναστεία τήν αυστηρή ολιγαρχία* έτσι δυναστι κός = αυστηρά ολιγαρχικός.
79
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
δύο οπλίτες προς εναν ιππέα. Έτσι ή μεσαία τάξη δέν είχε κα μία θέση στό κράτος. Ακόμη καί στις μεγάλες πόλεις τά ονό ματα τών φυλών έδειχναν ότι γιά πολύ καιρό σχηματίζονταν άπό κτηνοτρόφους κι άπό ευγενείς, καί οί επιγραφές περιείχαν κατα λόγους οικογενειών. Ή εκκλησία τοΰ δήμου σ' αυτές τίς πό λεις ήταν απαγορευμένη στους απλούς χωρικούς καί στους επαγ γελματίες. Ή Θεσσαλία ολόκληρη ήταν υποταγμένη σέ μιά αριστοκρατία γαιοκτημόνων. 'Αλλά οί κοινοί άρχοντες υπάκουαν σέ μερικούς έπικυρίαρχους, τούς δυνάστες. Οί 'Αλευάδες υπήρ ξαν οί κύριοι τής Λάρισας: αξιώθηκαν νά ύμνηθοΰν άπό τον Πίνδαρο καί σκέφτηκαν νά γίνουν οί σατράπες τής Ελλάδας γιά λογαριασμό τοΰ Ξέρξη. Στήν Κραννώνα οί Σκοπάδες ήταν γνω στοί γιά τό θησαυρό τους. Τά Φάρσαλα άνηκαν ώς τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα στήν οικογένεια τών Έχεκρατιδών, αργότερα στήν οικογένεια τοΰ Άπαρου. "Ολοι αυτοί οί πρίγκιπες είχαν λαμ πρές αυλές, πού προσέλκυαν ποιητές Οπως ό Σιμωνίδης καί ό Ανακρέων. Καθένας ήθελε νά ενωθεί ή Θεσσαλία, μέ τον όρο νά τή διευθύνει ό ίδιος ολόκληρη. Ή άκρα ολιγαρχία μπορούσε νά προσαρμοστεί τόσο καλά σέ μιά πόλη εμπόρων καί εφοπλιστών Οσο καί σέ μιά χώρα γεωρ γών καί κτηνοτρόφων. Έχουμε τήν απόδειξη στήν Κόρινθο. Έκεΐ ένας περιορισμένος χώρος καί μιά γή άγονη εμπόδιζε τή δημιουργία μιας αριστοκρατίας γαιοκτημόνων άλλά μιά θαυμά σια θέση πάνω σέ δυο θάλασσες επέτρεπε σέ δραστήριους καί έξυπνους εφοπλιστές νά πάρουν τήν πρώτη θέση στό εμπόριο τής Μεσογείου καί νά αποκτήσουν τεράστια πλούτη. Αυτό έκαναν οί Βακχιάδες. Αποτέλεσαν πραγματικά μιά άκρα ολιγαρχία, πού κρατήθηκε αμιγής καθώς δέν επέτρεπε καμία έπιμειξία μέ άλλες οικογένειες. Πιθανότατα είχε παλαιότερα τή βασιλική ε ξουσία καί διατήρησε γιά τον αρχηγό της τον τίτλο τοΰ βασιλέα, κρατώντας συγχρόνως τό προνόμιο νά υποδείχνει ένα άπό τά μέλη της γιά τό ανώτερο αξίωμα, τοΰ πρύτανη. Ή πολιτική της ήταν ουσιαστικά εμπορευματική: κατασκεύασε ένα λιμάνι στον Σαρω νικό κόλπο καί ένα άλλο στον Κορινθιακό, εγκατέστησε ανάμεσα τους έναν ξύλινο δρόμο, γιά νά κυλούν πάνω σ' αυτόν τά πλοία, δημιούργησε εμπορικούς σταθμούς σέ Ολη τή βορειοδυτική ακτή τής Ελλάδας, αποίκισε τήν Κέρκυρα καί τίς Συρακούσες. Ουσι αστικά οί Βακχιάδες μετέβαλαν τίς επιχειρήσεις τους σέ δημό σιες επιχειρήσεις, καί πλούτισαν πλουτίζοντας παράλληλα τήν 40
41
42
43
44
80
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Α Σ
πόλη τους. "Οσον καιρό πετύχαιναν, έμεναν απόλυτοι κύριοι.* Αρκούσε οί αρχηγοί τών αριστοκρατικών οικογενειών νά μην υπακούουν σ' έναν άπό τούς δικούς τους, γιά νά δημιουργηθεί μιά δυναστική ολιγαρχία μέ περισσότερα κεφάλια, Οχι Ομως ακό μη πολυάριθμη. Ό κύκλος τής επιλογής γιά όλα τά κρατικά α ξ ι ώματα περιορίζεται σέ λίγες οικογένειες· όλες οί κρατικές θέσεις μεταβιβάζονται άπό πατέρα σέ γιό. Ή ουσιαστική διαφορά αυ τού του πολιτεύματος μέ τό προηγούμενο συνίσταται, στά μάτια τοΰ Αριστοτέλη, στό έξης: επειδή ή δύναμη δέν είναι συγκεν τρωμένη ακόμη σέ ένα γένος, ό νόμος επεμβαίνει αναγκαστικά γιά νά εξασφαλίσει τήν κληρονομική μεταβίβαση τών δικαιωμά των. Άλλά τίποτε δέν αποδείχνει ότι αυτό συνέβαινε πάντα, του λάχιστον στήν άρχή. Στις αγροτικές περιοχές, αυτό τό είδος τής ολιγαρχίας φαίνεται νά είχε καθαρά παραδοσιακό χαρακτήρα: βρίσκουμε τά ίχνη τής εποχής όπου υπήρχαν βασιλείς βασιλεντεροι, δηλαδή περισσότερο βασιλείς άπό τούς άλλους, μέ τή δια φορά ότι κανένας άπό τούς πρώτους δέν μπορεί πιά νά ονομάσει έτσι τον εαυτό του. Μόνο σέ πόλεις σχετικά νεώτερες, στις αποι κίες, καί κυρίως σ' εκείνες όπου ή εμπορική περιουσία μονοπώ λησε τήν κυβέρνηση, φαντάστηκαν ένα σύνταγμα αυτού τοΰ εί δους, αποκρυσταλλωμένο σέ ένα νομοθετικό κείμενο. Άλλά βλέ πει κανείς τί ανταγωνισμοί δημιουργήθηκαν μέσα στήν ολιγαρ χία μέ πολλές προνομιούχες οικογένειες. Άπό τή μιά μεριά, οί «βασιλείς» κατώτερου βαθμού θά ζήτησαν νά μετέχουν στά προ νόμια αυτών πού ήταν «βασιλεύτεροι» άπό τήν άλλη μεριά, οί πιό πλούσιες οικογένειες, παραδείγματος χάρη οί οικογένειες τών εφοπλιστών στις ναυτικές πόλεις, δοκίμασαν νά μονοπωλή σουν περισσότερο τις εξουσίες πού μοιράζονταν μέ άλλους λιγό τερο πλούσιους. Πρώτο παράδειγμα: μιά χώρα αγροτών. Ή Ήλιδα, πού ό πληθυσμός της ήταν διάσπαρτος σέ μικρούς οικισμούς καί δέν είχε ούτε μία πόλη ώς τον 5ο αιώνα, ήταν πεισματικά προσηλω μένη στους παλαιούς θεσμούς καί στά ήθη τής «εύσεβοΰς ζωής». Ό Πολύβιος διηγείται ότι τήν εποχή του υπήρχαν στή χώρα οι κογένειες πού κανένα μέλος τους δέν είχε πάει στήν πόλη άπό δυο ή τρεις γενεές. 'Τπήρχε μεγάλος αριθμός φρατριών ή πα-
45
* Αύτη ή αντίληψη γιά τ6 ρόλο τών Βακχιάδων έχει αποδειχτεί αβά σιμη. Καί γενικότερα έχει εγκαταλειφθεί ή Ιδέα δτι ή Κόρινθος τών Βακ χιάδων είχε οικονομία έμποριοκρατικοΰ χαρακτήρα.
81
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τριών, καθεμιά μέ τόν αρχηγό της καί τούς «βασιλείς» της, μιά τοπική αριστοκρατία γενών, τό καθένα άπό τά όποια κυριαρχού σε στον μικρό του οικισμό. Ή κεντρική κυβέρνηση ήταν στά χέ ρια τών ενενήντα γερόντων, οί όποιοι πιθανότατα θά αντιπροσώ πευαν τίς τρεις φυλές τών Ηρακλείδων. Αυτοί οί γέροντες ήταν ισόβιοι, καί εκλέγονταν πάντα μέσα άπό τίς ϊδιες οικογένειες μέ ένα «δυναστικό» σύστημα (αϊρεσις δυναστευτική)" οί ίδιοι μέ τή σειρά τους διάλεγαν άπό αυτές τίς οικογένειες τόν Ελλανοδίκη καί τούς δημιουργούς πού ασκούσαν κάποιον έλεγχο στις «πάτριες». Ό Αριστοτέλης, πού μας μιλά γι' αυτό τό πολίτευμα, μας μα θαίνει καί τόν τρόπο μέ τόν όποιο αυτό υπέκυψε: «"Οταν μιά ολιγαρχία είναι ενωμένη, δέν διατρέχει κίνδυνο νά αυτοκαταστρα φεί: τά ολιγάριθμα μέλη της κυβερνούν τή μάζα, γιατί ξέρουν νά αύτοκυβερνηθουν. Άλλά μιά ολιγαρχία είναι χαμένη, όταν μιά άλλη αναδύεται άπό τούς κόλπους της. Αυτό συμβαίνει Οταν μία οικογένεια έχει τήν αποκλειστική εξουσία, οπότε τά μεγά λα αξιώματα δέν είναι προσιτά σ' όλα τά μέλη τής μειοψηφίας. Απόδειξη αυτό πού συνέβη στήν "Ηλιδα». Μιά ολιγαρχία μέ δύο βαθμούς έδωσε τή θέση της σέ μιάν άλλη δπου δλοι οί προ νομιούχοι είχαν ίσα δικαιώματα: δλοι είχαν τή δυνατότητα νά μπουν στή γερουσία καί νά πάρουν τό αξίωμα τοΰ Ελλανοδίκη, πού διπλασιάστηκε καί έγινε κληρωτό. Πόσα ήταν τότε τά ενεργά μέλη τής ολιγαρχίας τής "Ηλιδας; Αφού διόριζαν δύο ανώτατους άρχοντες άντί γιά έναν, φαντάζεται κανείς δτι ήταν διπλάσια άπό τόν αριθμό τών γερόντων τοΰ παλαιοΰ πολιτεύμα τος. Ή υπόθεση αυτή επιβεβαιώνεται άπό τό γεγονός δτι στήν Επίδαυρο τήν ολιγαρχία τήν αποτελούσαν οί «Εκατόν Όγδόντα», οί κύριοι τών κονιπόδων, πού διόριζαν τά μέλη τής βουλής, δπως καί τούς άρχοντες: καί αυτών ό αριθμός είχε σχέση μέ τίς τρεις δωρικές φυλές. Δεύτερο παράδειγμα: ένα μεγάλο εμπορικό λιμάνι. Ή Μασ σαλία, τήν εποχή τοΰ Στράβωνα εξουσιαζόταν άπό ένα συνέ δριο με εξακόσια ισόβια μέλη, πού τά ονόμαζαν τιμονχους. Άπό τούς Εξακόσιους εκλέγανε, τήν επιτροπή τών Δεκαπέντε, μέ αποστολή νά διεκπεραιώνουν τίς τρέχουσες υποθέσεις τρεις άπό τους· Δεκαπέντε ασκούσαν τήν εκτελεστική εξουσία ένας άπό τούς Τρεις ήταν ό επίσημος αρχηγός τής πόλης. Δέν μποροΰσε κάποιος νά είναι τιμοϋχος, άν δέν είχε νόμιμο παιδί καί δέν άνη κε σέ μιά οικογένεια μέ πολιτικά δικαιώματα άπό τρεις γενεές. 46
47
48
49
-
-
82
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Α Σ
Τό τόσο περιορισμένο πολίτευμα τών Εξακοσίων τό διαδέχτη κε ένα πολίτευμα ακόμη πιό στενό. Τό Ονομα τών τιμονχων ανά γεται πράγματι στήν καταγωγή της πόλης, άφοΰ έπιχωριάζει στήν Ιωνία, πατρίδα τών ιδρυτών τής Μασσαλίας. Στήν άρχή δέν μποροΰσε παρά νά δηλώνει πολύ μικρό αριθμό προσώπων μέ δημόσια λειτουργήματα, Οπως μαρτυρεί ή ετυμολογία του καί τό παράδειγμα τών ιωνικών πόλεων. Εκείνη τήν εποχή τό σώμα τών πολιτών τό αποτελούσαν μερικές προνομιούχες οικογένειες, καί τό αξίωμα τών τιμούχων προοριζόταν μόνο γιά τούς αρχη γούς αυτών τών οικογενειών. Α υ τ ή ή άκρα ολιγαρχία δέν μπό ρεσε νά κρατηθεί έπ' άπειρον. "Εγινε πολιτικωτέρα, βεβαιώνει 50
ό Αριστοτέλης. Τί σημαίνει αυτό; ((Αυτοί πού είχαν αποκλει
στεί άπό τά αξιώματα κινήθηκαν ώσπου πέτυχαν νά προστεθοΰν στον πατέρα οί γιοί, πρώτα ό πρεσβύτερος καί ύστερα οί νεώτε ροι.» Μιά τέτοια μεταρρύθμιση έκαμε νά ισχύσουν πάνω άπό τήν ενότητα τοΰ γένους τά συμφέροντα πλαγίων κλάδων, μέ αποτέλεσμα νά αντιπροσωπεύονται ευρύτερα στήν κυβέρνηση οί πιό πλούσιες οικογένειες. Ή ολιγαρχία γινόταν πιό «πολιτική», δηλαδή πιό δημοκρατική, μέ τήν έννοια Οτι τό μερίδιο τών ευγε νών περιοριζόταν, σέ σύγκριση μέ τό μερίδιο τών πλουσίων: ή σημασία τοΰ γένους μειωνόταν, καί τοΰτο απέβαινε σέ Οφελος τών ατόμων. Άφοΰ τό δικαίωμα τής κληρονομιάς τών πολιτι κών δικαιωμάτων κατά τή σειρά τής πρωτοτοκίας ήταν απόλυ το, χρειάστηκε νά βρεθεί τρόπος ώστε νά περάσουν στό σώμα τών ενεργών πολιτών, στό πολίτευμα, οί καλύτεροι άπό εκείνους πού αποκλείονταν άπό αυτό, οί επίλεκτοι τοΰ πλήθους: έκτοτε προχώρησαν σέ περιοδικές αναθεωρήσεις τοΰ καταλόγου τών δι καιούχων. Παράλληλα αποφασίστηκε, είτε εκείνη τή στιγμή είτε μέ μεταγενέστερη μεταρρύθμιση, αυτοί νά είναι πάντα εξα κόσιοι. Ό τίτλος τοΰ τιμούχου άνηκε σέ όλους* άλλά άλλαζε ση μασία, άφοΰ δέν έδινε στά κοινά μέλη τοΰ Συνεδρίου παρά μόνο τό δικαίωμα νά προβιβαστοΰν ενδεχόμενα στήν επιτροπή τών Δεκαπέντε. Πολλές ακόμη πόλεις, ανάμεσα στις όποιες ό Αρι στοτέλης αναφέρει τήν Ηράκλεια, τήν "Ιστρο καί τήν Κνίδο, πέ ρασαν άπό τά ίδια στάδια μεταβολών. Ή ολιγαρχία πλάταινε, ίσως καί νά περνούσε άπό τή μιά κατηγορία τοΰ Αριστοτέλη σέ μιάν άλλη. Άλλά αυτές οί μεταρρυθμίσεις ήταν λιγότερο βαθιές άπ' όσο φαίνεται. Σ' αυτά τά εύπορα λιμάνια, όπου ό πληθυσμός μεγάλωνε γρήγορα, τό νά αυξηθεί ό αριθμός τών ενεργών πολι51
52
53
83
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τών δέν σήμαινε υποχρεωτικά δτι άλλαζε ή σχέση αύτοΰ του αριθμού μέ τον αριθμό τών παθητικών πολιτών. Ακόμη καί όταν ό κατάλογος τών προνομιούχων μάκραινε λίγο, ή άρχή τοΰ πολι τεύματος δέν άλλαζε, καί υπήρχε πάντα δυνατότητα νά ξαναδη μιουργηθεί μιά καινούρια ολιγαρχία στους κόλπους τής ολιγαρ χίας πού πλάτυνε. "Οταν οί τιμοϋχοι τής Μασσαλίας έγιναν εξα κόσιοι, οί Δεκαπέντε πήραν τή θέση τών παλαιών τιμούχων, καί ό Κικέρωνας θά δει μέσα στήν κοινωνική κατάσταση τοΰ λαοΰ τής Μασσαλίας «μιά αρκετά χτυπητή εικόνα τής υποδούλωσης», πού θά τοΰ θυμίσει τό πολίτευμα τής Αθήνας ύπό τήν τυραννίδα τών Τριάκοντα. "Οταν ή ολιγαρχία έπαψε νά είναι «δυναστική», γιά νά γίνει πραγματικά «πολιτική», έδωσε καί πάλι τήν εξουσία σέ μιά μει οψηφία πολιτών, άλλά σέ μιά αρκετά ισχυρή μειοψηφία. «Προϋ ποθέτει, λέει ό Αριστοτέλης, λιγότερους ιδιοκτήτες παρά στήν πρώτη περίπτωση (τήν τελευταία γιά μας), άλλά μέ πιό μεγάλες περιουσίες. Καθώς ή φιλοδοξία μεγαλώνει μέ τή δύναμη, αυτοί σφετερίζονται τό δικαίωμα νά διορίζονται σέ όλες τις κυβερνη τικές θέσεις* άλλά, καθώς δέν είναι ακόμη αρκετά ισχυροί γιά νά κυβερνούν χωρίς νόμους, παίρνουν αυτό τό δικαίωμα μέ νό μο.» Αυτό τό πολίτευμα εγκαθιδρύεται τις περισσότερες φορές μέ νόμο πού σταθεροποιεί τον αριθμό τών ενεργών πολιτών. "Ετσι ένας αρκετά μεγάλος αριθμός πόλεων διοικούνται άπό τούς Χίλιους. Ξέρουμε δύο πόλεις στή Μικρά 'Ασία: τήν Κύ μη, Οπου οί Χίλιοι πήραν τήν εξουσία άπό τούς ιππείς, πράγμα πού σημαίνει ίσως ότι ή αριστοκρατία τοΰ χρήματος αντικατέ στησε τήν αριστοκρατία τής καταγωγής καί τήν Κολοφώνα, όπου οί Χίλιοι παρουσιάζονταν στήν αγορά ντυμένοι μέ πορφυρά ενδύματα, πού άξιζαν όσο τό βάρος τους σέ ασήμι, στολισμένοι μέ διαδήματα χρυσά καί αρωματισμένοι. Στήν ανατολική Λο κρίδα ή πρωτεύουσα Όποΰς κυβερνιόταν άπό τή συνέλευση τών Χιλίων. Οί περισσότεροι άπ' αυτούς τούς πολίτες, πού ήταν υπο χρεωμένοι νά τρέφουν ένα πολεμικό άλογο, άνηκαν πιθανότατα στά «εκατό σπίτια», στις οικογένειες τών όποιων οί τίτλοι ευγε νείας ανάγονταν στήν εποχή τοΰ Αίαντα. Ό Όποΰς, στήν άρχή τοΰ 7ου αιώνα μετέδωσε τούς θεσμούς του στήν αποικία του, τούς 'Επιζεφύριους Λοκρούς: έκεΐ επίσης οί Χίλιοι έκαναν τούς νόμους, καί οί κυριότερες οικογένειες συγγένευαν μέ τις γυναί κες τών «εκατό σπιτιών» πού ακολούθησαν τούς πρώτους άποί54
55
-56
57
84
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Α Σ
κους. Δύο γειτονικές πόλεις τών Έπιζεφυρίων Λοκρών, ό Κρό τωνας καί τό Ρήγιο, είχαν επίσης τή συνέλευση τών Χιλίων, πού εξακολούθησε αργότερα νά συνεδριάζει δίπλα στή λαϊκή συ νέλευση μέ τό Ονομα Σύγκλητος ή "Εακλητος. Τό ίδιο έ'γινε, στό βάθος τής Σικελίας, στον Ακράγαντα. 'Αλλά αυτός ό αριθμός τών χιλίων δέν είχε τίποτε τό μοιραίο. Σέ πόλεις σχετικά μικρές, ό νόμιμος λαός μπορούσε νά αριθμεί λιγότερα μέλη, χωρίς τό πολίτευμα νά είναι πιο ολιγαρχικό" σέ πολύ μεγάλες πόλεις μπορούσε νά ήταν πολυαριθμότερος, χωρίς νά πλησιάζει περισσότερο προς τή δημοκρατία. "Ετσι στή Μασ σαλία καί στήν Ηράκλεια τοΰ Πόντου χρειάστηκε νά διευρυνθεί ή ολιγαρχία μέ μιά σχετικά φιλελεύθερη μεταρρύθμιση, γιά νά δεχτεί εξακόσια μέλη, ένώ τό Συνέδριο τών εξακοσίων, πού έκα νε τούς νόμους στις Συρακούσες επί είκοσι χρόνια περίπου, είχε χαρακτήρα πολύ ολιγαρχικό σέ μιά πόλη τόσο πολυάνθρωπη. Ή πολιτική ιστορία τής Αθήνας στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα είναι πλούσια σέ συγκλονιστικές εμπειρίες, κατά τίς όποιες τά κόμμα τα συζητοΰσαν χωρίς ανάπαυλα γιά τή σχέση πού θά έπρεπε νά αποκαταστήσουν ανάμεσα στους κοινούς καί τούς ενεργούς πο λίτες. Τό 411 /ΙΟ, ενώ ή άκρα ολιγαρχία τών Τετρακοσίων γι νόταν μισητή σέ ένα λαό περίπου τριάντα χιλιάδων πολιτών, τί θά μπορούσαν νά επιθυμήσουν οί θεωρητικοί τής αναζήτησης μιάς μέσης όδοΰ; Ό Θηραμένης πέρασε ένα νόμο πού ανέθετε τή διακυβέρνηση «στους πέντε χιλιάδες Αθηναίους, τουλάχι στον, πού ήταν οί πιο ικανοί νά υπηρετήσουν τό κράτος μέ τό άτομο τους καί μέ τήν περιουσία τους». Τό πολίτευμα τών πέντε χιλιάδων, όπου τό κατώτερο όριο ήταν στήν πραγματικότητα τό άνοιτερο, αφαιρούσε τά πολιτικά δικαιοοματα άπό τά πέντε έκτα τών πολιτών. Λειτούργησε λίγους μήνες, τό 410, μετά άπό τήν πτίόση τών Τετρακοσίων. Τό 404 ή αντιπολίτευση τοΰ Θηραμένη ανάγκασε τούς Τριάκοντα νά κάμουν μιά παρωδία συντάσσοντας έναν κατάλογο τριών χιλιάδων πολιτών, οί όποιοι θά έπρεπε νά μετέχουν στή διακυβέρνηση καί νά είναι κατοχυ ρωμένοι απέναντι στήν αυθαιρεσία τών τυράννων. Τέλος τό 321 ό Αντίπατρος αποφάσισε ότι, γιά νά είσαι πολίτης, έπρεπε νά κατέχεις ένα κεφάλαιο 2.000 δραχμών πού αναλογούσε σέ ένα ετήσιο εισόδημα 200 ώς 240 δραχμών: αυτή ή απογραφή α π έ κλειε 12.000 πολίτες σέ σύνολο 21.000. Τέτοια πολιτεύματα μποροΰσαν, στό κάτω κάτω, νά καλύ58
59
60
61
62
63
64
65
85
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ψουν ένα καθεστώς ακόμη πιό ολιγαρχικό. Τό σώμα τών πολι τών μοναδικό προνόμιο ειχε συχνά τό δικαίωμα νά παρευρεθεί σέ μιά εντελώς ανίσχυρη συνέλευση, ενώ στήν πραγματικότητα όλη ή εξουσία άνηκε σέ ένα στενό συμβούλιο. Αυτό δείχνει ή ιστορία τών αθηναϊκών ολιγαρχιών: ό θεωρητικός ορισμός τών πέντε χι λιάδων καί τών τριών χιλιάδων δέν περιόριζε τήν παντοδυναμία τών Τετρακοσίων καί τών Τριάκοντα. Ή αλήθεια είναι ότι βρι σκόμαστε εμπρός σέ επαναστατικές απόπειρες. Άλλου όμως ή ολιγαρχία διαφόρων βαθμών είναι ένα γεγονός συνηθισμένο καί φυσικό. Γνωστότερο παράδειγμα αποτελεί ή Σπάρτη, μέ τήν ολιγαρχία της σέ σχήμα πυραμίδας: πάνω άπό τούς είλωτες, πού δέν είναι ελεύθεροι, καί τούς περιοίκους, πού δέν είναι πολίτες, βρίσκονται οί Σπαρτιάτες* πάνω άπό τούς ύπομείονες, πού είναι δεκτοί στή μεγάλη συνέλευση, τήν άπέλλα, οί όμοιοι, κύριοι ενός κλήρου καί υποχρεωμένοι νά πληρώνουν τό συσσίτιο τους, απο τελούν μόνοι τους τή μικρή συνέλευση τής όποιας ό αριθμός τών μελών Ολο καί μικραίνει"* πάνω άπ' όλους, τό συμβούλιο τών τρι άντα γερόντων, πού διευθύνουν οί_ πέντε έφοροι, άσκεΐ τήν υπέρ τατη εξουσία. Επίσης, τήν εποχή πού ή Αθήνα ειχε τούς Τε τρακόσιους, ή Θάσος βρισκόταν στά χέρια τών Τριακοσίων Ε ξήντα. Σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τής Σπάρτης, ό Κρότωνας, κατά τό σύνταγμα τοΰ Πυθαγόρα, είχε τήν Εκκλησία του καί τή Γερουσία του, επιπλέον τής Συγκλήτου τών Χιλίων. Ό τελευταίος τύπος ολιγαρχίας (ό πρώτος κατά τον Αριστο τέλη) χαρακτηρίζεται άπό ένα τίμημα** αρκετά υψηλό, γιά νά εμ ποδίζει τούς φτωχότερους νά πάρουν αξιώματα, καί ωστόσο αρ κετά χαμηλό, γιά νά μπορεί νά δεχτεί στις προνομιούχες τάξεις καί όποιον ήταν ικανός νά υπηρετήσει ώς οπλίτης. Οί πολίτες, ενώ δέν είχαν τά μέσα νά ζήσουν χωρίς νά εργάζονται, ωστόσο είχαν αρκετή άνεση γιά νά μή ζουν εις βάρος τοΰ κράτους. Πάν τως ό αριθμός τους είναι πολύ μεγάλος ώστε νά συγκεντρωθεί ή εξουσία τους σέ ένα πρόσωπο, καί βρίσκει έτσι αναγκαστικά τήν έκφραση της στό νόμο. Τέτοιο είναι τό πολίτευμα σέ χώρες όπου υπάρχουν πολλές 66
67
* Δέν έχουμε μαρτυρίες γιά τό δτι οί ύπομείονες μετείχαν στήν άπέλλα καί τό δτι δλοι οί κάτοχοι κλήρων ελάμβαναν μέρος στή λεγόμενη μικρή συνέλευση. ** Στήν περίπτωση αυτή, τίμημα λεγόταν τό κατώτερο ύψος εισοδή ματος πού χρειαζόταν γιά τήν απόκτηση πλήρων πολιτικών δικαιωμάτων.
86
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΚΑΙ
ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
μικρές περιουσίες. Σέ κράτη χωρικών, δπως στους Μαλιεΐς, τό δικαίωμα τοΰ πολίτη άνηκε στους παλαιούς οπλίτες, δηλαδή σέ αυτούς πού είχαν μιά πλήρη πανοπλία καί είχαν εκπληρώσει τή στρατιωτική τους υπηρεσία. Οί πόλεις πού αποτελούσαν τή βοιωτική συνομοσπονδία στό δεύτερο μισό τοΰ 5ου αιώνα καί τό πρώτο τρίτο τοΰ 4ου επιφύλασσαν τήν εξουσία σέ μιά συνέλευση πολιτών, τών όποιων τό εισόδημα ξεπερνούσε ένα ορισμένο ύψος καί οί οποίοι ήταν δλοι γαιοκτήμονες: στή Θήβα απαγορευόταν ή πώληση καί γενικά ή διάθεση κλήρων, πού έτσι παρέμεναν στα θεροί, καί ή ανάληψη αξιωμάτων άπό όποιους είχαν ασκήσει κά ποιο επάγγελμα τά δέκα τελευταία χρόνια στις Θεσπιές έχαναν τό άξίωμά τους όσοι μάθαιναν ένα τεχνικό επάγγελμα καί, ακό μη, δσοι καλλιεργούσαν μόνοι τους τή γή. Ή αλήθεια είναι ότι τό τίμημα δέν έπρεπε νά είναι πολύ υψηλό: στον Όρχομενό φαί νεται δτι ήταν 45 μέδιμνοι ή 230 μετρικά κιλά δημητριακών, δηλαδή αυτό πού απέφερε σέ μιά χρονιά μέ χαμηλή απόδοση καί μέ εναλλαγή τής καλλιέργειας μιά γή περίπου πέντε εκταρίων [πενήντα στρεμμάτων]. Σύμφωνα μέ τό σύνολο τών στρατευμέ νων οπλιτών καί ιππέων πού έδινε κάθε πόλη στή συνομοσπον δία μπορεί κανείς νά υπολογίσει τόν αριθμό τών ενεργών πολι τών σέ 3.000 γιά τή Θήβα, πάνω άπό 1.500 γιά τόν Όρχομενό, σέ 1.500 γιά τίς Θεσπιές καί τήν Τανάγρα, σέ 750 γιά τήν Εΰτρηση καί τή Θίσβη, σέ λίγο λιγότερους γιά τίς Πλαταιές, σέ 500 γιά τήν Αλίαρτο, τή Λεβάδεια, τήν Κορώνη, τήν Άκραιφία, τίς Κώπες καί τή Χαιρώνεια. Στις κρητικές πόλεις τό πολιτι κό σώμα τό αποτελούσαν μέλη τών εταιριών * Οπου ζοΰσαν άπό κοινοΰ καί σιτίζονταν μέ έ'ξοδα τοΰ δημοσίου, άφοΰ είχαν κάμει τή θητεία τους ώς μέλη μιας αγέλης. Τό πλήθος τους ήταν αρ κετά σημαντικό. Σέ μιά δευτερεύουσα πόλη, τή Δήρο, μιά τάξη Άγελάων περιλάμβανε, τόν 3ο αιώνα, 180 νέους, πού αντιστοι χούσαν σέ ένα σώμα 7.000 περίπου πολιτών. Οί φυλές, δπου άνηκαν όλοι οί πολίτες, έδιναν ιδιαίτερη θέση στον ύταρτόν** 68
-
69
70
71
12
73
* Στις κρητικές πόλεις λέγονταν έταιρίαι ομάδες πολιτών αντίστοιχες μέ τά σπαρτιατικά φιδίτια ή συσσίτια" σύμφωνα μέ μιά γνώμη, πού δέν ασπάζεται ό ΟΙοΙζ, ή κρητική εταιρία ήταν επίσης υποδιαίρεση τής φυλής αντίστοιχη μέ τή φρατρία, στήν Α τ τ ι κ ή καί άλλου (βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, δ.π., σ. 35, 37, 242). "Οπως κ α ι ν ά 'ταν, δλοι οί πολίτες τών κρητι κών πόλεων άνηκαν σέ μία εταιρία. "Αλλο πράγμα ήταν, παρά τήν ομω νυμία, ή εταιρεία, γιά τήν οποία γίνεται λόγος πιο κάτω (σ. 157). ** Σταρτός, στή διάλεκτο τής Κρήτης = στρατός. Ό ΟΙοίζ έδωσε
87
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
πού τον αποτελούσαν οί προνομιούχες οικογένειες άπό τις όποιες εκλέγονταν οί κόσμοι, επιφορτισμένοι μέ τήν εκτελεστική εξου σία. Θεσμούς αυτού τοΰ είδους προβάλλει ή σπαρτιατική προπα γάνδα στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα. "Ενας άπό τούς πράκτορες της, σοφιστής, μιλώντας γιά λογαριασμό ενός θεσσαλικού κόμματος, πρότεινε αυτό τό πρότυπο στους συμπολίτες του μέ μειλίχιο τρό πο: «Θά μοΰ πείτε: "Μά οί Λακεδαιμόνιοι έγκαθιστοΰν παντού τήν ολιγαρχία". Ναι, μιά ολιγαρχία πού ευχόμαστε άπό καιρό... άν ό Ορος ολιγαρχία ταιριάζει σ' αυτού τοΰ είδους τά πολιτεύ ματα σέ σύγκριση μέ εκείνα πού αξιώνονται αυτή τήν ονομασία στή χώρα μας (όπου επικρατούσαν κυβερνήσεις δυναστικές).* Υπάρχει στή συμμαχία τών Λακεδαιμονίων μιά πόλη, όσο μι κρή καί άν είναι, όπου τό τρίτο τών πολιτών δέν μετέχει στά κοι νά; Αυτόν πού δέν έχει τά μέσα νά αποκτήσει μιά πανοπλία καί νά ασχοληθεί μέ τήν πολιτική, δέν είναι ή Σπάρτη άλλά ή περι ουσία του πού τον αποκλείει άπό τή δημόσια ζωή. Καί δέν απο κλείεται άπό αυτήν παρά μόνο ώσπου νά αποδείξει ότι φτάνει τό εισόδημα πού προβλέπει ό νόμος». Ή μετριοπαθής ολιγαρχία συνορεύει μέ τή μετριοπαθή δη μοκρατία, καί είναι δύσκολο νά πει κανείς μέ ακρίβεια πού αρχί ζει ή μιά καί ποΰ τελειώνει ή άλλη. Τό πλαίσιο τοΰ ολιγαρχικού πολιτεύματος πού επικρατούσε στήν 'Αθήνα άπό τον 7ο αιώνα δέν ειχε ανάγκη νά αλλάξει πολύ μέ τή μεταρρύθμιση τοΰ Σόλω να, γιά νά προσαρμοστεί σέ ένα καθεστώς πού άνοιξε τό δρόμο προς τήν απόλυτη δημοκρατία. Α υ τ ό τό τιμοκρατικό πολίτευμα χώριζε τό λαό σέ τέσσερις τάξεις, ανάμεσα στις όποιες καθήκον τα καί τιμές ήταν μοιρασμένα ανάλογα μέ τά εισοδήματα άπό τή γή. "Οταν ό Κλεισθένης κατέλυσε αυτό τό πολίτευμα καί διακήρυξε τή σχεδόν πλήρη ισότητα όλων τών Αθηναίων, οί ε χθροί τής δημοκρατίας δέν έπαψαν ποτέ νά νοσταλγούν τήν πάτριον πολιτείαν [τό πολίτευμα τών προγόνων]. Τό ξέρουμε άπό τό σύγγραμμα ενός ολιγαρχικού Αθηναίου πού απέδωσε τις προ74
75
76
στόν δρο σταρτός μιά ερμηνεία πού δέν φαίνεται νά στηρίζεται στά δεδο μένα τών πηγών. Αυτά μαρτυρούν ή έξυπακούουν δτι οί σταρτοί ήταν διαι ρέσεις τοΰ σώματος τών πολιτών. Σύμφωνα μέ άλλη άποψη, σταρτός λε γόταν ή στρατιωτική μονάδα πού αντιστοιχούσε σέ καθεμιά άπο τις φυλές στις όποιες κατανέμονταν οί πολίτες τών κρητικών πόλεων. * Γιά τή σημασία τοΰ επιθέτου «δυναστικός» βλ. σημ. στή σ. 79.
88
ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ Τ Η Σ
ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
σωπικές του απόψεις σέ ένα δήθεν σύνταγμα τοΰ Δράκοντα. Πρότεινε νά παραχωρηθούν πολιτικά δικαιώματα, ακόμη καί ή δυνατότητα εκλογής στή βουλή καί στά κατώτερα αξιώματα, μόνο σέ εκείνους πού ήταν σέ θέση νά εξοπλιστούν ώς οπλίτες εκλόγιμοι ώς εννέα άρχοντες καί ταμίες νά είναι μόνο εκείνοι πού είχαν περιουσία άξιας δέκα μνών (χιλίων δραχμών) τέλος, στρατηγοί καί ίππαρχοι νά εκλέγονται όσοι δήλωναν κεφάλαιο εκατό μνών καί είχαν νόμιμα παιδιά ηλικίας δέκα χρόνων καί άνω. Στήν πραγματικότητα, κάθε φορά πού οί εχθροί τής αθη ναϊκής δημοκρατίας κατάφεραν νά πραγματοποιήσουν τά σχέδια τους, εγκατέστησαν μιά βίαιη ολιγαρχία, όπως τών Τετρακοσίων καί τών Τριάκοντα, ή τουλάχιστον έδωσαν τήν εξουσία σέ μιά μειοψηφία, όπως έκαμαν ό Θηραμένης καί ό Αντίπατρος. Υ πήρξαν όμως καί πολιτικοί άνδρες πού νόμισαν δυνατό νά αντι δράσουν στή δημοκρατία χωρίς νά φτάσουν στήν ολιγαρχία. Τό 403 ό Φορμίσιος πρότεινε νά περιοριστούν τά πολιτικά δικαιώ ματα στους Αθηναίους γαιοκτήμονες, δηλαδή σέ δεκαπέντε πε ρίπου χιλιάδες σέ σύνολο άνω τών είκοσι χιλιάδων Αθηναίων πολιτών: έτσι είχαν μιά εξαιρετικά μετριοπαθή ολιγαρχία, άλ λά αυτό ήταν καί ή καταστροφή τής δημοκρατικής αρχής. Σ' όλες αυτές τις κατηγορίες ολιγαρχίας προστίθεται καί μιά τελευταία, ή νόθη δημοκρατία. Ό Αριστοτέλης δίνει ενδιαφέ ρουσες λεπτομέρειες γιά τά τεχνάσματα μέ τά όποια μπορούσαν νά αφαιρεθούν στήν πράξη άπό τό λαό δικαιώματα πού τοΰ ανα γνωρίζονταν θεωρητικά, καί νά μετατραπούν σέ άπλή οφθαλμα πάτη. Α υ τ ά αφορούν πέντε τομείς: τήν εκκλησία τοΰ δήμου, τά ανώτατα αξιώματα, τά δικαστήρια, τήν κατοχή όπλων καί τά γυμναστήρια. «Επιτρέπουν σέ Ολους νά παρίστανται στήν εκκλησία" άλλά επιβάλλουν πρόστιμο σέ Οσους απουσιάζουν, πρόστιμο πού πλη ρώνουν μόνο οί πλούσιοι ή πού είναι πιό μεγάλο γι' αυτούς. "Ο σον άφορα τά ανώτατα αξιώματα, απαγορεύεται σ' εκείνους πού έχουν ορισμένη περιουσία νά τά αρνηθούν, ένώ τούτο επιτρέπε ται στους φτωχούς. "Οσον άφορα τά δικαστήρια, επιβάλλουν πρόστιμο στους πλούσιους πού δέν μετέχουν, ένώ οί φτωχοί δέν τιμωρούνται, ή τό πρόστιμο είναι μεγάλο γιά τούς πρώτους καί ασήμαντο γιά τούς δεύτερους, Οπως γίνεται στους νόμους τοΰ Χαρώνδα. Καμιά φορά άρκεΐ νά γραφτεί κανείς στους καταλό γους τών πολιτών, γιά νά μετέχει στήν εκκλησία τοΰ δήμου καί -
-
77
78
89
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στά λαϊκά δικαστήρια* άλλά οποίος, ενώ έχει εγγραφεί, απουσιά ζει άπό τό ένα ή τό άλλο σώμα, είναι υποχρεωμένος νά πληρώνει βαρύτατο πρόστιμο: μέ τό πρόστιμο επιζητούν νά μήν εγγράφον ται οί άνθρωποι στους καταλόγους, καί έτσι νά μή μετέχουν στή συνέλευση καί στά δικαστήρια. "Ιδιο σύστημα ισχύει καί αναφο ρικά μέ τήν κατοχή οπλισμού καί τίς ασκήσεις στά γυμνάσια [γυμναστήρια]. Επιτρέπουν στους φτωχούς νά μήν είναι οπλι σμένοι, τιμωρούν όμως τούς πλούσιους πού δέν είναι. Κανένα πρόστιμο στους πρώτους, πρόστιμο στους δεύτερους, άν δέν πη γαίνουν στό γυμναστήριο, έ'τσι ώστε οί τελευταίοι πηγαίνουν γιά νά μήν πληρώσουν πρόστιμο, οί άλλοι απέχουν μήν έχοντας τί ποτε νά φοβηθούν.)) 79
90
ΤΡΙΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ
Η ολιγαρχία έχει τά ίδια Οργανα μέ τή δημοκρατία. Μιά επιφα νειακή εξέταση δέν δείχνει τή διαφορά ανάμεσα στά δύο καθε στώτα, έκτος άπό τον αριθμό αυτών πού ωφελούνται. Καί στο ένα καί στό άλλο πολίτευμα οί πολίτες πού έχουν Ολα τά δικαιώ ματα μπορούν νά μετέχουν στή συνέλευση καί στή βουλή, νά εκλέγονται στά ανώτερα αξιώματα. 'Αλλά, Οταν κοιτάξει κανείς άπό πιο κοντά, βλέπει ότι τό πρόβλημα τοΰ αριθμού είναι τόσο σημαντικό, ώστε δίνει σέ θεσμούς πού φαίνονται ταυτόσημοι χα ρακτήρα πολύ διαφορετικό κατά βάθος. ι
Α' Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ ΚΑΙ Η ΒΟΤΛΗ
Ή εξουσία ανήκει κατ'αρχήν στό σύνολο τών ενεργών πολιτών. Τήν άσκοΰν στό σώμα πού ονομάζεται εκκλησία ή άλία. Απο κλείουν άπό τίς συνεδριάσεις τό υπόλοιπο τοΰ δήμου, τό πλήθος, πού δέν έχει αυτό τό δικαίωμα. Στις θεσσαλικές πόλεις ό τόπος τών συνεδριάσεων ονομαζόταν «πλατεία τής ελευθερίας»* μέ ποιά έννοια όμως; Οί άρχοντες έπρεπε νά φροντίζουν ώστε ή δημόσια πλατεία νά μένει «καθαρή άπό κάθε είδους εμπόρευμα»* ήταν τόπος απαγορευμένος στό «βιοτέχνη, στό χωρικό καί σέ κάθε άτομο αύτοΰ τοΰ είδους». Στις ολιγαρχίες δπου οί πλούσιοι είναι σχετικά πολλοί, ή λο γική τοΰ συστήματος θέλει οί λιγότερο πλούσιοι νά αφήνουν τή διεύθυνση τών υποθέσεων στους πιο πλούσιους, δηλαδή στή βου λή, ή σέ μιά περιορισμένη εκκλησία ή στους άρχοντες. Υπήρχαν πολλά μέσα γιά νά φτάσουν σ' αυτό τό αποτέλεσμα. "Αλλοτε δέν αφήνουν νά συζητήσει ή εκκλησία παρά μόνο τίς προτάσεις πού ετοιμάστηκαν σέ ανώτερο κλιμάκιο, πού είναι ένας τρόπος νά τής δώσουν δυνατότητα συμμετοχής στή νομοθετική διαδικασία, 1
91
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ένώ τήν καθιστούν ακίνδυνη γιά τό πολίτευμα άλλοτε τής δίνουν τό δικαίωμα νά επικυρώνει άλλά Οχι νά καταψηφίζει τά νομο σχέδια πού έχουν καταρτιστεί έξω άπ' α υ τ ή ν άλλοτε δέν τής πα ρέχουν παρά συμβουλευτική ψήφο, αφήνοντας τήν απόφαση στους άρχοντες. Στις κρητικές πόλεις οί πολίτες τών εταιριών* μπορούν νά έρθουν στήν αγορά κατά χιλιάδες δέν έ'χουν δικαίω μα παρά νά επικυρώσουν γιά τούς τύπους, μέ χειροτονία ή μέ μυ στική ψηφοφορία, τις προτάσεις πού τούς παρουσιάζουν ή βουλή καί οί κόσμοι" Οσο γιά τούς υπόλοιπους, είναι απλοί καί σιωπη λοί μάρτυρες ορισμένων επίσημων πράξεων, όπως ή υιοθεσία ή ή υποδοχή τών ξένων πρέσβεων. "Εβρισκαν πιό βολικό νά μή συγκαλούν όλους τούς πολίτες συγχρόνως. Στις βοιωτικές πόλεις τοΰ 5ου αιώνα τό σώμα τών πολιτών μέ πλήρη δικαιώματα ήταν χωρισμένο σέ τέσσερα τμή ματα καθένα άπ' αυτά, μέ τή σειρά του, εκτελούσε χρέη προπα ρασκευαστικά καί εισήγε τά σχέδια νόμου στή γενική συνέλευση γιά τήν τελική απόφαση, ή όποια δέν γεννούσε αμφιβολίες. Μ' αυτό τον τρόπο, άπό τούς 3.000 περίπου Θηβαίους πολίτες, κάθε φορά μόνο 750 περίπου έπαιρναν πραγματικά μέρος στήν κυβέρνηση. Αυτό τό σύστημα μιμήθηκαν οί θεωρητικοί Αθη ναίοι πού κατασκεύασαν τό σύνταγμα τών Πέντε Χιλιάδων. Καί οί Πέντε Χιλιάδες έπρεπε νά χωριστοΰν σέ τέσσερα τμήματα: σέ κάθε τμήμα οί άντρες πάνω άπό τά τριάντα σχημάτιζαν ένα προβουλευτικό σώμα καθένα άπ' αυτά έπρεπε νά κυβερνά μέ τή σειρά του επί ένα χρόνο. Τό σώμα πού άσκοΰσε τήν εξουσία είχε λοιπόν άπό 800 ώς 900 μέλη. Σέ σοβαρές περιστάσεις τό σώμα μποροΰσε νά διπλασιαστεί: σ' αυτή τήν περίπτωση, κάθε σύμ βουλος έπρεπε νά διαλέξει ένα βοηθό ανάμεσα σέ πολίτες ίδιας ηλικίας. Οί συνεδριάσεις γίνονταν, μέ κανονικές συνθήκες, κάθε πέντε μέρες. Τό διευθυντήριο τοΰ σώματος τό άποτελοΰσαν πέν τε πρόεδροι πού έβγαιναν μέ κλήρο, καί κάθε μέρα ένας άπ' αυ τούς οριζόταν επιστάτης, επίσης μέ κλήρο. Κάθε σύμβουλος πού δέν ήταν παρών Οταν άρχιζε ή συνεδρίαση πλήρωνε μία δραχ μή πρόστιμο, εκτός άν είχε πάρει κανονική άδεια. Ή οργάνωση αυτή παρέμεινε νεκρό γράμμα όσον καιρό οί αρχηγοί τής ά κρας ολιγαρχίας, οί Τετρακόσιοι, διέθεταν εξουσίες επαναστα τικοί δικαίω: απέκτησαν τό δικαίωμα νά συγκαλούν τούς Πέν-
2
-
3
4
-
5
-
6
* Βλέπε πιο πάνω, σημ. στή σ. 87.
92
0 1 Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Κ Ο Ι ΘΕΣΜΟΙ
τε Χιλιάδες μόνον όταν τό έκριναν σκόπιμο" δέν τό έκαμαν ο ύ τ ε μία φορά. Άλλά αυτή ίσχυσε πραγματικά τούς λίγους μήνες πού τό καθεστώς τοΰ Θηραμένη καθυστέρησε τήν αποκατάσταση τής δημοκρατίας: μιά επίσημη πράξη μας πληροφορεί γιά τήν ύπαρξη μιάς επιτροπής προέδρων μέ επικεφαλής τόν επιστάτη. Ή ολιγαρχία, άντί νά τεμαχίσει τήν εκκλησία σέ μικρά κομ μάτια, προτιμούσε μερικές φορές νά παρεμβάλει στήν εκκλησία καί στή βουλή μιά μικρότερη συνέλευση, πιο σίγουρη. Αυτό έκαμε στή Σπάρτη. "Ολοι οί Σπαρτιάτες πάνω άπό τά τριάντα, πού ήταν γραμμένοι στις φυλές καί στις ώβές, είχαν διαπαιδαγωγη θεί άπό τό δημόσιο καί έπαιρναν μέρος στά κοινά συσσίτια, είχαν δικαίωμα νά μετέχουν στήν άπέλλα. Ήταν εννιά χιλιάδες στήν άρχή, όπως μας λένε. Συγκεντρώνονταν σέ μιά πεδιάδα, κοντά στις Οχθες τοΰ Ευρώτα, ανάμεσα στή γέφυρα Βαβύκα καί τό πο τάμι Κνακιώνα, καί συσκέπτονταν στό ύπαιθρο: οί βασιλείς καί οί γέροντες καθισμένοι σέ ειδικά καθίσματα, οί άλλοι στριμωγ μένοι σέ θρανία ή καθισμένοι στή γή. Γινόταν μιά κανονική συ νέλευση τουλάχιστον μία φορά τό μήνα, κατά τήν πανσέληνο" άλλά οί έκτακτες συνελεύσεις ήταν συχνές. Ως τά μέσα τοΰ 8ου αιώνα ή άπέλλα άσκησε ευρύτατες εξουσίες. Είχε δικαίωμα νά κάνει τροπολογίες στους νόμους, άλλά Οχι καί νά παίρνει πρω τοβουλίες, κήρυσσε τόν πόλεμο, παρακολουθούσε τίς επιχειρή σεις, έκανε συνθήκες συμμαχίας καί ειρήνης, διόριζε τούς γέρον τες καί τούς άρχοντες, κανόνιζε τά προβλήματα διαδοχής τοΰ θρόνου. Ψήφιζε μέ βοή, καί σέ περίπτωση αμφιβολίας μέ διαχω ρισμό τών πολιτών. Ή άπέλλα είχε λοιπόν «τήν κυριαρχία καί τή δύναμη».* Άλλά ό αριθμός τών ομοίων ελαττώθηκε γρήγορα. Ή ύπο7
6
9
Λ
* Ή γνώμη πού ακολουθεί ό ΟΙοΙζ γιά τίς αρχικές εξουσίες τής σπαρ τιατικής άπέλλας είναι πολύ διαδομένη, άλλά διαψεύδεται άπό τή μαρτυρία τής μοναδικής πηγής μας γι' αυτό τό ζήτημα, πού είναι ενα χωρίο τοΰ βίου τοϋ Λυκούργου άπό τόν Πλούταρχο (6, 1-5). Σύμφωνα μ' αυτή τή μαρτυρία, ή άπέλλα δέν είχε αρχικά τό δικαίωμα νά εισάγει νομοσχέδια ούτε κάν νά τροποποιεί εκείνα πού τής παρουσίαζαν οί βασιλείς καί οί γέροντες, παρά μόνον νά τά εγκρίνει ή νά τά απορρίπτει. Αργότερα, υπερ βαίνοντας τά αρχικά όρια τών δικαιωμάτων της, ή άπέλλα άρχισε νά επι φέρει τροπολογίες στά νομοσχέδια, ώσπου αντέδρασαν οί βασιλείς Πολύ δωρος καί Θεόπομπος. Ή λανθασμένη αντίληψη οφείλεται σέ υποθετική ανάγνωση μιάς λέξης καί αβάσιμη ερμηνεία τών συμφραζομένων στήν τε λευταία φράση της λεγομένης «ρήτρας του Λυκούργου» (γιά περισσότερα, βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, δ.π., σ. 50-52).
93
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χρέωση νά έ'χουν στήν κατοχή τους έναν κλήρο «πολιτικής γής)) καί νά συμβάλλουν στά έξοδα τών συσσιτίων υποβίβαζε πολλούς στήν τάξη τών ύπομειόνων. Συγχρόνως, ό αυξανόμενος πλούτος μικρού αριθμού πολιτών δημιουργούσε πάνω άπό τούς ομοίους μιά ηγετική αριστοκρατία (τούς καλούς κάγαθούς). Α υ τ ή ή αρι στοκρατία κηδεμονεύει τή βασιλεία καί αποδυναμώνει τή συνέ λευση. Έκτοτε ή άπέλλα συγκεντρώνεται σέ κλειστό χώρο, πού φτάνει νά χωρέσει τούς λίγους πολίτες πού ε ί ν α ι παρόντες. Εξα κολουθεί νά εκλέγει τούς άρχοντες, άλλά μέ ένα παιδαριώδες σύ στημα, πού στήν πράξη καταργεί τό δικαίωμα της. Μόνο τυπικά τή συμβουλεύονται* ζητούν τή γνώμη της, χωρίς νά ε ί ν α ι υπο χρεωμένοι νά συμμορφωθούν προς αυτή. «Έάν ό λαός ψήφισε λανθασμένα, λέει ό νόμος, οί γέροντες καί οί βασιλείς θά απομα κρυνθούν.» Πριν νά έκστρατεύσουν ή πριν νά συνάψουν μιά συν θήκη, οί αρχηγοί τής πόλης ζητούν τή γνώμη τής πλειοψηφίας* ωστόσο κάνουν αυτό πού θέλουν. "Οταν παίρνουν μιά απόφαση σέ ζητήματα εσωτερικής πολιτικής, τό αναγγέλλουν σάν διαταγή προς εκείνους οί όποιοι πρέπει νά υπακούσουν. Ωστόσο οί είκοσι οχτώ γέροντες καί οί πέντε έφοροι δέν απο τελούν ολόκληρη τήν αριστοκρατία. Σέ σοβαρές περιστάσεις συγ κεντρώνονται σέ μυστικό συμβούλιο οί κυριότεροι άρχοντες καί οί πιο πλούσιοι πολίτες ή οί πιο ευυπόληπτοι. Αυτό τό σώμα τό πιο πλατύ άπό τή γερουσία, άλλά καί πιο στενό άπό τήν άπέλλα, τό ονομάζουν μικρά εκκλησία. Δέν αναφέρεται παρά μόνο μιά φορά μέσα στήν ιστορία πού μας ε ί ν α ι γνωστή. Άλλά ξέρουμε πώς ή ολιγαρχία τής Σπάρτης ήταν τυλιγμένη μέ μυστήριο, καί ένας θεσμός πού παραλίγο δέν θά υποψιαζόμασταν τήν ύπαρ ξη του μπορεί νά θεωρηθεί βασικός στή σπαρτιατική κυβέρνηση. Μιά «μικρή συνέλευση» όμοια μέ τή σπαρτιατική, μιά συνέ λευση διαλεγμένη μέ τήν πιο μεγάλη φροντίδα, πρέπει νά ανα γνωρίσουμε σέ ένα ειδικό σώμα πού αναφέρεται συχνά ώς έσκλητος ή σύγκλητος. Ό θεσμός λειτουργούσε μέ ένα άπ' αυτά τά ονόματα: στό Ρήγιο καί στον Ακράγαντα, κοντά στήν άλία [εκκλησία τοΰ δήμου] καί στή βωλά [βουλή]* στον Κρότωνα κοντά στήν εκκλησία καί τή γερουσία. Υπήρχαν μάλιστα πό λεις όπου έφτασαν νά μή συγκαλούν καθόλου τήν εκκλησία τοΰ δήμου καί περιορίζονταν στή σύγκλητο. Στις ολιγαρχίες πού είχαν λίγους πολίτες ή εκκλησία τοΰ δήμου μποροΰσε ευκολότερα νά διατηρήσει τά δικαιώματα της* 10
11
12
13
94
01
Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Κ Ο Ι ΘΕΣΜΟΙ
οί Χίλιοι τής Κολοφώνας ήταν όλοι πολύ πλούσιοι" όλοι πήγαι ναν στις συνεδριάσεις, έστω καί γιά νά επιδείξουν τή χλιδή τους. Οί Χίλιοι τοΰ Όπούντα ψήφιζαν νόμους σέ συνέλευση, όπου συγ κεντρώνονταν όλοι. Οί Χίλιοι τοΰ Κρότωνα είχαν λόγο σέ ζητή ματα ειρήνης καί πολέμου, όπως καί ή σύγκλητος. Στή Μασ σαλία οί εξακόσιοι ισόβιοι τιμοϋχοι συγκεντρωμένοι σέ συνέ δρων άποτελοΰσαν τή στέρεη βάση μιας πυραμίδας μέ βαθμίδες. Σ' αυτές τις περιορισμένες ολιγαρχίες είναι δύσκολο νά διακρίνει κανείς τήν εκκλησία τοΰ δήμου άπό τή βουλή. Στή Μασσαλία, παραδείγματος χάρη, τό συνέδρων μποροΰσε νά θεωρηθεί καί εκκλησία τοΰ δήμου καί βουλή, καί οί Δεκαπέντε έμοιαζαν καί μέ βουλή καί μέ εκτελεστική επιτροπή. Μάς λένε ότι στήν Επί δαυρο οί Εκατόν Όγδόντα διάλεγαν ανάμεσα τους τούς βουλευ τές πού λέγονταν άρτϋνοι (ρυθμιστές), άλλά τό όνομα τους βε βαιώνει ότι δέν διέφεραν πολύ άπό τούς άρτύνας πού σχημάτιζαν στή γειτονική πόλη τοΰ "Αργούς μιά επιτροπή ανωτάτων αρχόν των ή όποια διακρινόταν καθαρά άπό τή βουλή: μόνη διαφορά είναι πώς σέ μιά μικρή πόλη όπως ή Επίδαυρος δέν ένιωθαν τήν ανάγκη νά διαφοροποιήσουν τήν εκκλησία τοΰ δήμου άπό μιά βουλή, ένώ σέ μιά μεγάλη πόλη, Οπως τό "Αργός, υπήρχε ασφα λώς, τον καιρό τής ολιγαρχίας, Οπως αργότερα τής δημοκρατίας, μιά βουλή καί μιά άλιαία [εκκλησία]. 'Απ' ό,τι μπορούμε νά ξέρουμε γιά τήν εκκλησία στις ολιγαρ χικές πόλεις βγαίνει τοΰτο τό συμπέρασμα: συνέπεια τής ολι γαρχίας ήταν ή συγκέντρωση τής πολιτικής εξουσίας σέ ένα στε νό βουλευτικό σώμα, γιατί μέ τήν άρνηση κάθε δικαιώματος στους φτωχούς, οί πιό πλούσιοι υψώνονταν πάνω άπό τούς λιγό τερο πλούσιους. Έκεΐ όπου ή βουλή είχε δυναστικό* χαρακτήρα, ονομαζόταν συνήθως γερουσία, καί τό άξιζε" γιατί Οχι μόνο ή είσοδος σ' αυτή γινόταν σέ προχωρημένη ηλικία, άλλά καί τά μέλη της ήταν ισό βια. Στή Σπάρτη, όπου μόνο στά τριάντα τους χρόνια μποροΰσαν νά πάρουν μέρος στήν άπέλλα, δέν μποροΰσαν νά εκλέγουν γέ ροντες παρά μόνο όταν είχαν τελειώσει κάθε στρατιωτική υπο χρέωση, στά εξήντα, καί έμεναν ώς τό τέλος τής ζωής τους. Παρά τήν προχωρημένη ηλικία τών γερόντων, οί εκλογές ήταν σπάνιες, γιατί ή σπαρτιατική γερουσία δέν είχε παρά είκοσι 11
15
16
* Πρβ. σημ. στή σ. 79.
95
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
οχτώ μέλη εκτός άπό τούς δύο βασιλείς μέ άλλα λόγια, τριάντα μέλη άπό τά όποια δύο ήταν κληρονομικά. Ό Πλούταρχος μιλά γι' αυτές τις εκλογές σέ λυρικό τόνο. «Ήταν ωραίος, λέει, ό αγώνας άπό τούς πιό ένδοξους πού υπάρχουν ανάμεσα στους αν θρώπους καί άπό τούς πιό άξιους νά προκαλέσουν τήν άμιλλα. "Επρεπε νά εκλεγεί ανάμεσα στους καλούς καί στους φρόνιμους ό πιό φρόνιμος καί ό πιό καλός ή αμοιβή τής νίκης ήταν ένα βραβείο αρετής πού απονεμόταν ισόβια, καί έδινε μιά εξουσία σχεδόν απόλυτη μέσα στό κράτος.» Ή πραγματικότητα όμως δέν είναι τόσο ωραία. Οί υποψήφιοι, όπως καί οί διαιτητές πού είχαν τήν ευθύνη νά πουν ποιος προκάλεσε τις περισσότερες ε πευφημίες, ήταν διαλεγμένοι άπό τό στενό κύκλο τών προνομι ούχων: φαντάζεται κανείς σέ τί συμπαιγνίες έδινε αφορμή μιά τέτοια εκλογή. Τά αποτελέσματα τοΰ συστήματος παρουσιάζον ται άπό τον Αριστοτέλη, πού δέν είναι ύποπτος γιά αυστηρότητα απέναντι σ' έναν ολιγαρχικό θεσμό: «Θά νόμιζε κανείς ότι ή γερουσία προσφέρει κάθε εγγύηση στήν πόλη, επειδή αποτελείται άπό ανθρώπους ώριμους καί μέ αγωγή πού εξασφαλίζει τήν αρετή. Παρ' όλα αυτά μιά ισόβια εξουσία γιά ζητήματα σημαντικά είναι θεσμός πολύ αμφισβητή σιμος, γιατί τό μυαλό, Οπως καί τό σώμα, γερνά, καί ή αγωγή τών γερόντων δέν είναι τέτοια πού ό νομοθέτης ό ίδιος νά μή δείξει δυσπιστία γιά τήν αρετή τους. Είδαμε ανθρώπους μέ αυτό τό αξίωμα νά γίνονται προσιτοί στή διαφθορά καί νά θυσιάζουν τό δημόσιο συμφέρον στήν εύνοια. Θά ήταν καλύτερο νά μήν ήταν ανεύθυνοι». Στήν 'Ήλιδα οί ενενήντα γέροντες, αντιπρόσωποι τών τριών φυλών, δέν εκλέγονταν μέ τον ίδιο τρόπο πού εκλέγονταν οί εί κοσι οχτώ τής Σπάρτης: δέν μποροΰσε νά υπάρξει κατώτερο όριο ηλικίας, άφοΰ καθένας αντιπροσώπευε τό γένος του καί ό γιος διαδεχόταν τον πατέρα άλλά, καθώς έμεναν μέλη τοΰ σώ ματος ώς τό τέλος της ζωής τους, ήταν γέροι στό σύνολο τους. Άπό δώ βλέπουμε ποιά θά ήταν ή σύνθεση τής βουλής σέ άλλες πόλεις όπου επίσης λεγόταν γερουσία, παραδείγματος χάρη στήν Έφεσο καί στον Κρότωνα. Άλλά ή βουλή δέν είχε ανάγκη άπό ένα ειδικό Ονομα γιά νά έχει ολιγαρχικό χαρακτήρα: μποροΰσε νά ονομάζεται βουλή, ό πως στά δημοκρατικά πολιτεύματα, καί νά αποτελείται άπό ισό βια μέλη. Σ' αυτή τήν περίπτωση, ή ολιγαρχική βουλή περιλάμ-
-
17
18
19
-20
21
96
0 1 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
βανε γενικά εκείνους πού είχαν διατελέσει ανώτατοι άρχοντες. Στήν αρχαία Αθήνα ειχε γιά μέλη τούς τέως εννέα άρχοντες. Α υ τ ή ή αριστοκρατική βουλή δέν θά καταργηθεί ποτέ άπό τή δη μοκρατία καί δέν θά πάψει νά συνεδριάζει στό λόφο του "Αρείου Πάγου γιά νά δικάζει φονικά εγκλήματα" άλλά πριν νά περιορι στεί σ' αυτό άπό τήν καθαυτό βουλή, συνδύαζε τις αρμοδιότητες ανώτατου δικαστηρίου μέ τήν απόλυτη εξουσία σέ ζητήματα πού αφορούσαν τό σεβασμό τών νόμων, τή διατήρηση τής τάξης, τις ευθύνες τών αρχόντων καί τις διεθνείς σχέσεις.* Ένα σώμα ανάλογο μέ τήν αρχαία αριστοκρατική βουλή τής Αθήνας πρέ πει νά ήταν στή Χίο ή βουλή, στήν όποια μιά επανάσταση γύρω στό 600 πρόσθεσε μιά λαϊκή βουλή.** Γιά τήν Κρήτη δέν υπάρχει αμφιβολία: σέ κάθε πόλη οί κόσμοι έμπαιναν στή βωλά αφό του έληγε ή ετήσια άρχή τους, καί παρέμεναν ώς τό τέλος τής ζωής τους* αυτούς τούς βουλευτές ό Αριστοτέλης δέν διστάζει νά τούς αποκαλέσει γέροντες. Στήν Κνίδο ή βουλή δέν στρατο λογείται μέ τον ίδιο τρόπο, όπως στήν Κρήτη καί στήν 'Αθήνα, άφοΰ περιλαμβάνει σταθερό αριθμό μελών άλλά αυτά τά μέλη, οί εξήντα αμνήμονες, ήταν επίσης ισόβια καί ρύθμιζαν Ολες τις σοβαρές υποθέσεις μέ τήν προεδρία τοΰ άφεστήρος. *** Μερικές ολιγαρχίες έβρισκαν ότι μιά βουλή πολυάριθμη ήταν επικίνδυνη" αναπλήρωναν λοιπόν τή βουλή μέ ένα περιορισμένο συμβούλιο, μιά επιτροπή προβούλων. Ό Αριστοτέλης βλέπει σ' αυτούς ένα θεσμό ουσιαστικά αντίθετο στή δημοκρατική άρ χή. «Είναι απαραίτητο, λέει, νά υπάρχει ένα σώμα πού νά ετοι μάζει τις διαβουλεύσεις τοΰ λαοΰ, γιά νά μή γίνεται σπατάλη χρόνου. 'Αλλά άν τά μέλη του είναι ολιγάριθμα, τότε είναι ολι γαρχία. Οί πρόβουλοι είναι ολιγάριθμοι, καί επομένως έχουν χα ρακτήρα ολιγαρχικό. Παντοΰ όπου συνυπάρχουν οί δύο εξουσίες, 22
23
* Α φ ό τ ο υ άρχισαν νά υπάρχουν στήν 'Αθήνα δύο βουλές, διακρίνονταν αναμεταξύ τους μέ ειδικούς χαρακτηρισμούς. Ή παλαιά πήρε τό όνομα: Βουλή έξ Αρείου Πάγον ή νέα λεγόταν άπλά Βουλή ή Βουλή οί Πεντα κόσιοι (μετά τή μεταρρύθμιση τοϋ Κλεισθένη). ** Γιά τή χρονολογία τής λαϊκής βουλής τής Χίου, βλ. πιό πάνω, σημ. στή σ. 73. *** Άφεστήρ λεγόταν ό πρόεδρος τής βουλής στήν Κνίδο, επειδή είχε τήν εξουσία τοϋ άφιέναι, δηλαδή νά κηρύσσει τή λήξη τών συνεδριάσεων. Τήν ί'δια σημασία είχε ό δρος άποστατήρες, άπό τό άψιστάναι, πού εκφρά ζει αρμοδιότητα τών βασιλέων καί τών γερόντων στή Σπάρτη (Πλούταρ χος, Λυκούργος, 6).
97
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
οί πρόβουλοι γίνονται, ανώτεροι άπό τή βουλή καί τούτο γιατί ό βουλευτής είναι δημοκρατική ιδέα, ενώ ό πρόβουλος ολιγαρ χική.» Αυτή ή γνώμη του Αριστοτέλη βασίζεται σέ πολλά παρα δείγματα. Ή κυβέρνηση τών εμπόρων πού εγκαταστάθηκε στήν Κόρινθο μετά άπό τήν πτώση τών Κυψελίδων στηριζόταν σέ μιά γερουσία ογδόντα μελών. Καθεμιά άπό τίς οχτώ φυλές τής Κο ρίνθου έξέλεγε εννιά κοινούς συμβούλους καί έ'ναν πρόβουλο. Ή όχτάδα τών προβούλων σχημάτιζε έ'να ανώτερο συμβούλιο πού υπέβαλλε τίς υποθέσεις έτοιμες στή γερουσία. Αυτός ό θεσμός μεταφέρθηκε άπό τήν Κόρινθο σέ μία τουλάχιστον άπό τίς αποι κίες της: στήν Κέρκυρα οί πρόβουλοι δρούσαν ύστερα άπό συμ φωνία μέ τήν εκτελεστική επιτροπή τής βουλής, τούς πρόδικους, καί ό πρόεδρος τών προβούλων, ό προστάτας, ήταν πρόεδρος τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Καταλαβαίνει κανείς πολύ καλά γιατί σέ άλλες πόλεις τό Ο νομα πρόβουλοι άλλοτε δινόταν στους βουλευτές ή σέ μερικούς άπό αυτούς, καί άλλοτε —καί αυτό ήταν τό συνηθέστερο— δή λωνε ένα σώμα ανώτερων αξιωματούχων πού διεύθυναν τίς ερ γασίες τής βουλής χωρίς νά ανήκουν σ' αυτήν. Στους Δελφούς οί τριάντα βουλευτές ήταν χωρισμένοι σέ δυο εξαμηνιαία τμή ματα, καί οί πρώτοι κάθε τμήματος αναφέρονταν μέ τόν άρχον τα στά επίσημα έγγραφα: δέν εϊναι εκπληκτικό ότι αυτοί οί βουλευτές πήραν τελικά τό χαρακτηρισμό πρόβουλοι. 'Αλλού, όπως στήν Ιστιαία, οί πρόβουλοι έχουν εκτελεστική εξουσία. Στήν Ερέτρια εμφανίζονται πραγματικά σάν αρχηγοί τοΰ κρά τους. Είναι επιφορτισμένοι μέ τήν τήρηση τής σφραγίδας καί τών αρχείων, δέχονται τούς όρκους τών πολιτών, προκηρύσσουν τίς δημόσιες ανταμοιβές, διευθύνουν τά οικονομικά καί τήν εξω τερική πολιτική. Συγχρόνως είναι πρόεδροι τής βουλής: μέ αυτή τήν ιδιότητα συντάσσουν τά κείμενα πού πρόκειται νά συζητηθοΰν οί άλλοι δημόσιοι λειτουργοί δέν μποροΰν νά προτείνουν διατάγματα παρά μόνο μέ τή μεσολάβηση τους. Κοντολογίς, ή αποστολή τους είναι, σύμφωνα μέ μιά επιγραφή, νά προεδρεύ ουν (άρχή τών προκαθημένων). "Οταν τό 411, μετά τήν κατα στροφή τής Σικελίας, τό ολιγαρχικό κόμμα τών Αθηνών σήκω σε κεφάλι, άρχισε νά αντιγράφει αυτόν τό θεσμό αφαίρεσε άπό τή βουλή τίς εξουσίες της, γιά νά εμπιστευτεί σέ μιά επιτροπή δέκα προβούλων τή φροντίδα νά προλαμβάνει δημόσιους κινδύ-
24
25
26
27
29
29
30
31
-
98
01
ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
νους μέ έκτακτα μέτρα έπειτα πρόσθεσε είκοσι νέους επιτρόπους στους δέκα πρώτους, καί τούς ανέθεσε νά προτείνουν κάθε διά ταγμα πού θά θεωρούσαν χρήσιμο γιά τή σωτηρία τοΰ κράτους καί νά συντάξουν ένα νέο σύνταγμα. -
32
Β' 0 1 ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Γιά νά καταλάβουμε τή θέση τών αρχόντων στήν ολιγαρχική πό λη πρέπει νά γυρίσουμε προς τά πίσω καί νά δοΰμε πώς παρου σιάζεται μέσα στό έπος. Υπήρξε μιά εποχή όπου ό βασιλέας άσκοΰσε τήν εξουσία του διαμέσου αυτών πού τον βοηθούσαν στό συμβούλιο, τών γερόντων ή βουληφόρων. "Οταν έπαψε νά είναι ό κύριος, ή εκτελεστική εξουσία έμεινε φυσικά στά χέρια αυτών πού συνέχιζαν νά άποτελοΰν τή γερουσία ή τή βουλή. Τό συμβούλιο έγινε ή ανώτατη εξουσία, ή κατ' εξοχήν άρχή —καί πα ρέμεινε πάντα. Αυτό τό αρχικό γεγονός παρουσιάζεται ακόμη καί στις πόλεις Οπου ή ολιγαρχία αντικαταστάθηκε σύντομα άπό τή δημοκρατία, σέ τέτοιο σημείο πού ό Αριστοτέλης, στήν πε ριγραφή τής αθηναϊκής πολιτείας, συγκεντρώνει όλες τις άλλες αρχές γύρω άπό τή βουλή, τήν πρώτη άπ' όλες. Άλλά τοΰτο είναι ακόμη πιό φανερό στό ολιγαρχικό πολίτευμα, πού συνδέε ται πιό άμεσα, άπό τήν καταγωγή του, μέ τούς ομηρικούς θε σμούς. Οί στενές καί αδιάκοπες σχέσεις τών άρχων μέ τή βουλή εξηγούν πολλές φαινομενικές ανωμαλίες. Είδαμε ότι, ανάλογα μέ τήν πόλη, οί πρόβουλοι μοιάζουν μέ επιτρόπους πού ετοιμάζουν τή δουλειά τής βουλής ή διευθύνουν κλάδους τής διοίκησης. Ή κατανομή τής πολιτικής εργασίας παραμένει ακαθόριστη σέ ο,τι άφορα τούς άρτύνους ή άρτύνας τής Επιδαύρου καί τοΰ Άργους. Άπό αυτή τήν άποψη πολλοί θεσμοί είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντες: δηλαδή τών δημιουργών, τών τιμούχων, τών αίσυμνητών καί τών πρυτάνεων. Τό ίδιο τό όνομα τών δημιουργών βεβαιώνει τήν αρχαιότητα τους. Χρονολογούνται άπό μιά εποχή πού ή οργάνωση τής πόλης άρχιζε νά ξεχωρίζει άπό τό οικογενειακό σύστημα γιατί είναι, Οπως οί βιοτέχνες, «αυτοί πού δουλεύουν γιά τον δήμο [τό δημό σιο]». "Ετσι ή δημιουργία είναι άπό τούς πιό σκοτεινούς, τούς πιό αόριστους θεσμούς πού βρίσκουμε στήν Ελλάδα. Παρ' Ολα αυτά ειχε μεγάλη διάδοση στήν Πελοπόννησο (Αρκαδία, "Ηλι-
99
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
δα, Άχα'ια, Αργολίδα) καθώς καί στις αποικίες τίς οποίες ίδρυ σαν οί Δωριείς καί οί Αχαιοί πέρα άπό τή θάλασσα (Αμοργός, Αστυπάλαια, Νίσυρος, Κνίδος, Χερσόνησος στον Εύξεινο Πόν το, Πετελία στή Μεγάλη Ελλάδα). Υπάρχουν μερικές πόλεις όπου παρουσιάζεται αρκετά καθαρά σάν ένα συμβούλιο πολύ π α λαιό, παραδείγματος χάρη στήν Ήλιδα, καί μ' αυτή τή μορφή λειτουργεί καμιά φορά κοντά σέ μιά βουλή μεταγενέστερη, πα ραδείγματος χάρη στό Άργος. Σέ άλλες πόλεις μεταβλήθηκε ξεκάθαρα σέ ανώτατη εξουσία, πού έχει σχεδόν πάντοτε τό προ νόμιο νά δίνει τό ονομά της στό έτος. 'Αλλά, π ι ο συχνά, ε ί ν α ι αδύνατο νά διακρίνουμε τίς δικαιοδοσίες της, καί τό ότι είναι πραγματικά κάτι αόριστο, νόθο, ελάχιστα εξελιγμένο, φαίνεται ότι δέν οφείλεται αποκλειστικά σέ έλλειψη επαρκών στοιχείων. Τιμοϋχοι υπήρξαν μόνο στις πόλεις τής Ιωνίας καί στις αποι κίες τους. Τό ονομά τους φαίνεται νά σημαίνει ότι ήταν ανώτα τοι άρχοντες. Θά ήταν έτσι, πράγματι, σέ πολύ παλαιά εποχή. Άπό τόν 5ο αιώνα καί έπειτα έχουν δίπλα τους άλλους άρχοντες· άλλά διατηρούν πάντα τίς θρησκευτικές δικαιοδοσίες καί, δπως εδρεύουν στό πρυτανείο τής πόλης, βρίσκονται πάντα, Οπως οί πρυτάνεις τής Αθήνας, σέ στενή σχέση μέ τή βουλή. Στήν Τέω εκφωνούν γιά λογαριασμό τής πόλης τίς άρές [κατάρες] πού δί νουν ιερότητα στους νόμους, προεδρεύουν στις θρησκευτικές τε λετές καί προτείνουν διατάγματα σέ συμφωνία μέ τούς στρατη γούς. Επίσης στήν Πριήνη εισάγουν νομοσχέδια στή βουλή καί έ'χουν ώς έδρα τήν κοινή εστία πού ονομάζεται τιμούχιον. Στή Ναύκρατη επιβάλλουν πρόστιμα στους θύτες πού δέν κάνουν τό καθήκον τους στό πρυτανείο. Ή ιστορία τών αίσνμνητών είναι ακόμη πιο παράξενη. Ή επωνυμία τους δηλώνει ότι ήταν φύλακες τής εύκοσμίας, τής κα λής συμπεριφοράς, καί δτι ανάγονταν στήν εποχή πού οί "Ιωνες δέν είχαν ακόμη μεταναστεύσει άπό τήν κυρίως Ελλάδα, δπου ή Πάτρα τής Αχαΐας είχε ώς θεό έναν Διόνυσο Αίσυμνήτη. Στή Μικρά Ασία αυτοί οί αρχηγοί τοΰ πρωτοκόλλου, οί αίσυμνήτες, δέν ενεργούσαν σάν μέλη τής βουλής. Στά ομηρικά έπη είναι πρόσωπα πριγκιπικής σειράς, διαλεγμένα γιά νά οργανώ νουν στις γιορτές τούς χορούς καί τούς αγώνες. Δέν εκπλήσσε ται λοιπόν κανείς δταν βλέπει στή Μίλητο τήν παλαιά καί αρι στοκρατική αδελφότητα τών μολπών νά εκλέγει κάθε χρόνο έναν αίσυμνήτη πού προεδρεύει στις δημόσιες τελετές μέ στεφάνι στό 33
34
35
36
37
38
39
40
100
0 1 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
κεφάλι, καί πού καταλήγει νά γίνει άρχων τής πόλης, ώς στεφανηφόρος επώνυμος. Ή αίσυμνητεία έγινε λοιπόν εύκολα ή ανώ τατη εξουσία στις ιωνικές πόλεις: στή Νάξο δυο αίσυμνήτες ε ί ναι επώνυμοι στήν Τέω ένας αίσυμνήτης άσκεΐ δικαστικά δι καιώματα πού περιλαμβάνουν καί τήν ποινή τοΰ θανάτου. Άπό τήν Ιωνία ίσως ό τίτλος πέρασε στήν Αίολίδα ό Αριστοτέλης τον αναφέρει στό έργο του γιά τό πολίτευμα τής Κύμης. Πάντως οί Αιολείς έδωσαν στον όρο ευρύτερο νόημα: τον εφάρμοσαν στά πρόσωπα πού απέκτησαν έκτακτες εξουσίες μέ τήν αποστολή νά αποκαταστήσουν τήν ειρήνη ανάμεσα σέ δυο μέρη καί νά δημο σιεύσουν έναν κώδικα νόμων. Ή αίσυμνητεία έγινε λοιπόν ένα είδος δικτατορίας, γιά ορισμένο χρόνο ή ί'σόβια, μιά «αιρετή τυ ραννία», Οπως λέει ό Αριστοτέλης. Ά π ό έκεΐ προέρχεται καί ό χαρακτηρισμός τοΰ Πιττακοΰ, πού έγινε αίσυμνήτης στή Μυ τιλήνη, ώς τυράννου ή ώς βασιλέα άπό τούς αντιπάλους του πού διατηρούσαν μνήμες ο μ η ρ ι κ έ ς . Ένώ στή Μικρά Ασία τον τί τλο τοΰ αίσυμνήτη τον έφεραν άρχοντες κανονικοί ή έκτακτοι, σέ μιά περιοχή τής κυρίως Ελλάδας παρέμενε προσκολλημένος στή βουλή. Οί Μεγαρείς έδιναν τό Ονομα αίσυμνάτας —στή δω ρική τους διάλεκτο— στά μέλη τής μόνιμης επιτροπής τής βου λής τους, καί ένα ιερό δίπλα στό βουλευτήριο τους ονομαζόταν Αίαύμνιον.* Οί αποικίες τών Μεγάρων μιμήθηκαν τή μητρόπο λη σ' αυτό τό σημείο. Υπήρχαν αίσυμνήτες στον Σελινούντα ά πό τον 6ο αιώνα. Υπήρχαν επίσης στή Σηλύμβρια, στήν Καλχηδόνα, στήν Κάλλατι καί στή Χερσόνησο: σ' αυτές τις πόλεις είχαν έναν πρόεδρο πού προέδρευε συγχρόνως στή βουλή, όπως έκανε ό επιστάτης τών πρυτάνεων στήν Αθήνα. "Οσο γιά τούς πρυτάνεις, αυτοί κυρίως μας δείχνουν μέ ποιόν τρόπο πήραν τήν εξουσία οί γέροντες πού περιέβαλλαν τον ο μ η ρικό βασιλέα, καί πώς τήν άσκησαν, είτε όταν τήν ανέλαβαν ώς σώμα, είτε Οταν τήν εμπιστεύτηκαν σέ ένα μόνο πρόσωπο. Κάθε πόλη είχε τό πρυτανείο της, όπου πρόσφεραν θυσίες επίσημες στον κοινό βωμό καί Οπου τό κρέας τών θυμάτων μοιραζόταν στους καλεσμένους. Παλαιότερα ήταν τό ανάκτορο: «ό βασιλέας» καλοΰσε «τούς βασιλείς» γιά νά πάρει τή γνώμη τους καί γιά νά τούς περιποιηθεί. Τώρα οί πρυτάνεις («πρώτοι») ήταν συλλογι κά, μαζί καί μέ τό βασιλέα, οί κύριοι τοΰ ίεροΰ οικοδομήματος πού τούς Οφειλε τό Ονομα «πρυτανεΐον». Αποτελούσαν τή βουλή. Συνηθέστερα ή βουλή χωριζόταν σέ τμήματα πού άσκοΰσαν τήν -
41
-
42
43
1
45
46
101
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
πρυτανεία καθένα μέ τή σειρά του, καί τοΰτο συνεχίστηκε στις πόλεις δπου οί ολιγαρχικοί θεσμοί κατέρρευσαν μέ τή δημοκρα τία. Συνέβη όμως, καί μάλιστα συχνά, Ολη ή εξουσία τής αριστο κρατίας νά συγκεντρωθεί στά χέρια ενός μόνο πρύτανη, πού δέν ήταν μόνο πρόεδρος τής βουλής άλλά πραγματικά αρχηγός τοΰ κράτους, μέ εξουσία εκτελεστική. Ή πρώτη άπ' αυτές τίς περι πτώσεις είναι κανονική στήν κυρίως Ελλάδα: Οί πρυτάνεις σχη ματίζουν γενικά μιά επιτροπή τής βουλής, ακόμη καί δταν αυτή ή επιτροπή έ'χει δικαιοδοσίες ειδικές, Οπως στους Δελφούς, όπου είναι αποκλειστικά επιβαρημένη μέ τά οικονομικά. Ή δεύτε ρη περίπτωση είναι συνηθισμένη στή Μικρά Ασία: ό Αριστο τέλης αναφέρει τόν πρύτανη ώς ανώτατο άρχοντα στή Μίλητο" οί επιγραφές μας τόν κάνουν γνωστό ώς επώνυμο στήν Αλικαρ νασσό, στή Χίο, στήν Τέω, στό Γάμβρειον καί προπάντων στις πόλεις τής Λέσβου, Μυτιλήνη, Μήθυμνα, Ερεσό καί Άντισσα. Άπό τήν Κόρινθο, πού αποτελεί εξαίρεση στήν κυρίως Ελλάδα, ή Δύση γνώρισε τό θεσμό τοΰ μοναδικοΰ πρύτανη" είναι ό επώ νυμος άρχων στήν Κέρκυρα καί στό Ρήγιο. Άπό τό παράδειγμα τοΰ αίσυμνήτη καί τοΰ πρύτανη φαίνεται Οτι στήν αρχή δέν είχαν ανάγκη άπό πολλούς άρχοντες. Ή αρι στοκρατία τοποθετούσε απλώς τόν αρχηγό της δίπλα στό βασι λέα, καί ό βασιλέας, πού περιορίστηκε καί ό ίδιος στή θέση ενός άρχοντα, έ'βλεπε τό μεγαλύτερο μέρος τής εξουσίας του νά περνά γρήγορα στον αντίζηλο του. Οί Ευπατρίδες τών Αθηνών έδιναν σ' αυτόν τόν ετήσιο αντιπρόσωπο τό Ονομα άρχων, αναθέτοντας του τή διατήρηση τών παλαιών δικαιωμάτων τών γενών, τοΰ έδιναν τή θέση τής πρώτης προσωπικότητας στό κράτος, αυτής πού έδινε τό ονομά της στό έτος καί πού αντικαθιστούσε τό βα σιλέα στό πρυτανείο. Στους Όπούντιους Λοκρούς, ό άρχος επό πτευε όλους τούς κλάδους καί ήταν πρόεδρος τών δικαστικών συνεδριάσεων. Έκεΐ όπου υπήρχε ένας μοναδικός πρύτανης, αυτός ειχε τήν ανώτατη εξουσία. Στή Μίλητο, μάς λέει ό Αρι στοτέλης, ή δύναμη του ήταν τέτοια, πού μέ τήν πιο μεγάλη ευ κολία μεταστρεφόταν σέ τυραννία. Στήν Κόρινθο οί Βακχιά δες, μέ τό νά κρατήσουν γιά τόν εαυτό τους τό ετήσιο αξίωμα τοΰ πρύτανη καί μέ τό νά αφήσουν σ' αυτόν ολόκληρη τήν πραγ ματική εξουσία πού είχαν παλαιότερα οί βασιλείς, υπήρξαν οί απόλυτοι κύριοι επί ενενήντα χρόνια. Τό Ονομα τοΰ ανώτατου άρχοντα παραλλάσσει, άλλωστε, τόσο πολύ ώστε ένας νόμος τών 47
48
49
50
51
52
53
102
01
ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
Ηλείων, επειδή δέν μποροΰσε νά απαριθμήσει δλους τούς τί τλους πού έφερε στις διάφορες κώμες τής χώρας, τον ονομάζει γενικά καί αόριστα: «αυτός πού έ'χει τό ανώτατο α ξ ί ω μ α » . Καθώς μεγάλωναν οί πόλεις, ή πρόοδος στον καταμερισμό τής πολιτικής καί διοικητικής εργασίας έτεινε στό νά αυξήσει τον αριθμό τών αρχόντων. Ά ν καί σέ μικρότερο βαθμό άπό ό,τι στις δημοκρατίες, ή τάση εκδηλώθηκε καί στις ολιγαρχικές πό λεις. Ένα παράδειγμα φτάνει. Οί Ευπατρίδες τής αρχαίας Αθή νας έβαλαν κοντά στό βασιλέα καί στον άρχοντα έναν πολέμαρχο, γιά τά στρατιωτικά καθήκοντα, καί αργότερα έξι θεσμοθέτες γιά τή δικαιοσύνη. Ή οργάνωση τής δικαιοσύνης ήταν ακριβώς ή πιό επιτακτική ανάγκη κατά τούς αιώνες πού ή Ε λ λ ά δ α βρισκόταν ύπό τό ολι γαρχικό πολίτευμα. Άλλοτε οί βασιλείς, τριγυρισμένοι άπό τούς συμβούλους τους, έβγαζαν ελεύθερα τις αποφάσεις πάνω σέ αμφισβητούμενα ζη τήματα καί μέ τή συγκατάθεση τών αντιπάλων. "Οταν αυτή ή διαιτητική δικαιοσύνη μετατράπηκε σέ υποχρεωτική δικαιοπρα ξία, τό δικαίωμα τοΰ νά δικάζει κανείς μοιράστηκε εντελώς φυ σικά στους άρχοντες, διαδόχους τών βασιλέων, καί στή βουλή πού σχημάτισε ξεχωριστό σώμα. Στή Βοιωτία, ό Ησίοδος καί ό αδερφός του ανέθεσαν στους βασιλείς τών Θεσπιών νά κρίνουν τά κληρονομικά ζητήματα πού τούς χώριζαν. Στήν Αθήνα, ό άρχων-βασιλέας, τριγυρισμένος ίσως άπό τούς φυλοβασιλεϊς, προέδρευε στό συμβούλιο πού έκρινε Ολες τις δίκες πού αφορού σαν τή δημόσια τάξη καί τις εγκληματικές υποθέσεις, συνεδριά ζοντας στον Άρειο Πάγο. Στήν Κόρινθο ή γερουσία ανέλαβε τήν ποινική καί πολιτική δικαιοσύνη. Στή Σπάρτη οί βασιλείς δέν είχαν πιά αρμοδιότητα παρά μόνο στό θρησκευτικό δίκαιο, ένώ ή γερουσία κρατούσε γιά τον εαυτό της τις υποθέσεις εγκλη μάτων, καί μαζί μέ τούς εφόρους κανόνιζε όλα τά ζητήματα πού άφοροΰσαν άπό κοντά ή άπό μακριά τήν ασφάλεια τοΰ κράτους. Στους Λοκρούς οί δίκες άστικοΰ δικαίου κρίνονταν άπό τούς άρ χοντες· άλλά οί αμφίβολες περιπτώσεις υποβάλλονταν στον κοσμόπολιν' εάν ένα άπό τά μέρη δέν δεχόταν τήν απόφαση του, αυτή υποβαλλόταν στή γενική συνέλευση τών Χιλίων, ή οποία κρεμοΰσε τον ιδιώτη ή άρχοντα πού έχανε τή δίκη. Άπό τήν ομηρική εποχή, ωστόσο, ό βασιλέας, μήν μπορών τας νά μένει όλη τήν ήμερα στήν αγορά γιά νά κάνει τό διαιτητή 54
55
56
57
58
59
103
Η
ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
διαφορές πού παρουσιάζονταν, παραχώρησε αυτό το δικαί ωμα στους δικασπόλονς. "Ετσι σέ μερικές πόλεις υπήρξαν, δί πλα στή βουλή ή στον άρχοντα πού ειχε τήν ανώτατη δικαστική εξουσία, ειδικοί δικαστές γιά τις μικρότερης σημασίας δίκες. Τέτοιοι είναι οί δικαστές πού βλέπουμε νά συνεδριάζουν στή Γόρτυνα κάτω άπό τούς κόσμους: δικάζουν υποθέσεις κοινού δι καίου, καί καθένας τους έχει μιά ειδική αρμοδιότητα τήν όποια άσκεΐ μέ τή βοήθεια ενός γραμματέα-άρχειοφύλακα ή μνήμονα. Οί δικαστήρες τών Όπουντίων Λοκρών, πού δίκαζαν μέ τήν ε πίβλεψη τοΰ άρχοντα, δέν πρέπει νά ήταν διαφορετικοί. Στήν ί δια κατηγορία πρέπει νά κατατάξουμε τούς εφέτες, πού καθιέ ρωσε ό Δράκων αυτοί οί εφέτες, πού ήταν πενήντα ένας, σχημά τισαν μιά επιτροπή ή όποια αντικαθιστούσε τό συμβούλιο τοΰ "Αρείου Πάγου στις δίκες ανθρωποκτονίας χωρίς προμελέτη. στις
60
61
Δέν θά χρονοτριβήσουμε, όμως, κάνοντας καταλόγους τών άρ χων. Ά ς περιοριστούμε νά σημειώσουμε τό χαρακτήρα τών πιό σημαντικών. Στις δυναστικές ολιγαρχίες οί αρχές ήταν κληρονομικές καί ισόβιες, επομένως δέν συνεπέφεραν καμιά ευθύνη: σοβαρό λάθος τό όποιο σημειώνει ό Αριστοτέλης μέ τήν οξυδέρκεια του. Τό ίδιο συνέβαινε, φυσικά, στά κράτη όπου ή ανώτατη εξουσία άνη κε σέ μία μόνο οικογένεια, όπως στά κρατίδια τής Θεσσαλίας, καί ακόμη σ' αυτά όπου μοιραζόταν ανάμεσα σέ λίγες οικογέ νειες, Οπως στή Μασσαλία, στήν Κνίδο, στήν "Ιστρο, στήν Ηρά κλεια. Στις πιό μετριοπαθείς ολιγαρχίες οί εξουσίες ήταν ετή σιες. Άλλά σ' αυτές ή άρχή τής ισοβιότητας μποροΰσε νά ξανα βρεθεί στή βουλή: οί άρχοντες τής Αθήνας καί οί κόσμοι τής Κρήτης δέν ξαναγύριζαν στήν ιδιωτική ζωή, Οταν αποχωρούσαν άπό τά αξιώματα τους, άφοΰ γίνονταν, μόνοι αυτοί, μέλη τής βουλής. Ό ολιγαρχικός χαρακτήρας τής ισοβιότητας ήταν τόσο φανερός, πού ή αθηναϊκή δημοκρατία συγκατατέθηκε νά τον δια τηρήσει στον Άρειο Πάγο, άφοΰ τον εξουδετέρωσε μέ τήν κλή ρωση τών αρχόντων. Έάν τό εκλογικό δικαίωμα ήταν ένα προνόμιο λίγο πολύ ευ ρύ, ή εκλογιμότητα παρουσίαζε ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία. Μερικές φορές εξαρτιόταν άπό τήν καταγωγή καί έδινε «δυνα στικό» χαρακτήρα σέ ολιγαρχίες μετριοπαθείς άπό άλλες από ψεις. Στήν Κρήτη οί πολίτες τών εταιριών, χωρισμένοι σέ φυ62
63
64
65
104
0 1 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
λές, όφειλαν νά διαλέγουν τούς κόσμους άπό ορισμένες οικογέ νειες (εκ τινών γενών), πού σχημάτιζαν τήν αριστοκρατία κάθε φυλής, κοινωνική ομάδα πού λεγόταν σταρτός. * Μερικές αποικίες, όπως ή Θήρα καί ή Απολλωνία, διάλεγαν τούς άρχοντες τους άπό τούς απογόνους τών πρώτων άποικων. Συνηθέστερα, ή εκλογιμότητα καθοριζόταν άπό τό τίμημα. Γιά τόν Πλάτωνα, όπως καί γιά τόν Αριστοτέλη, ή ανάδειξη τών αρχόντων μ' αυτή τήν άρχή είναι γνώρισμα τής ολιγαρχίας. Πάντως ό Αριστοτέλης έ'χει μιά επιφύλαξη: κατά τή γνώμη του, δταν είναι εκλόγιμοι όλοι όσοι πληρώνουν ένα τίμημα, ό θε σμός είναι μάλλον αριστοκρατικός, μέ τήν υψηλή σημασία πού δίνει σ' αυτή τή λέξη, καί δέν είναι πραγματικά ολιγαρχικός πα ρά μόνο δταν ή εκλογή περιορίζεται σέ στενό κύκλο. Παρατηρεί μάλιστα ότι έχει θέση στά καθεστώτα πού παρεμβάλλονται ανά μεσα στήν ολιγαρχία καί στή δημοκρατία. Αυτός, πού αναγνω ρίζει μερικές φορές τό ολιγαρχικό πολίτευμα μέ μόνο σημάδι τό τίμημα, παραδέχεται ωστόσο ότι μιά δημοκρατία μπορεί νά εμπιστευτεί δημόσια λειτουργήματα σέ όσους πληρώνουν ένα μέτριο τίμημα. Πραγματικά, στήν ιστορία τών Αθηνών τό μονοπώλιο τών υ ψηλών αξιωμάτων, πού είχε κατακυρωθεί στους πλουσιότερους Ευπατρίδες, διατηρήθηκε μέ τό καθεστώς τών τιμοκρατικών τά ξεων άπό τόν Σόλωνα καί τόν Κλεισθένη, καί γι' αυτό, τό Ονομα τών δύο μεγάλων μεταρρυθμιστών, πού θεωρούνται γενικά ιδρυ τές της δημοκρατίας, τό διεκδίκησαν κατά καιρούς αντιδραστικά κόμματα. Σέ λίγες πόλεις διάλεγαν τούς άρχοντες άπό τούς αρ χηγούς τοΰ στρατού. Στους Μαλιείς οφείλουν νά έχουν ασκήσει κάποια διοίκηση σέ καιρό εκστρατείας. Σ' Ολες τίς περιπτώ σεις ό διορισμός τών αρχόντων τείνει νά δημιουργήσει μιά ολι γαρχία μέσα στήν ολιγαρχία. Ένας άπό τούς κανόνες πού τηρεί σταθερά τό καθεστώς έγ κειται στον καθορισμό κατώτερου ορίου ηλικίας προκειμένου νά αναλάβει κανείς δημόσια υπηρεσία. Οί ολιγαρχικές πόλεις παίρ νουν τά μέτρα τους: τό αθηναϊκό πολίτευμα, παραδείγματος χά ρη, πού επιτρέπει σέ όλους τούς πολίτες νά λάβουν μέρος στήν εκκλησία αφότου ενηλικιωθούν καί εκπληρώσουν τά στρατιωτι κά τους καθήκοντα, δέν τούς ανοίγει τή βουλή καί τήν ήλιαία πα66
67
68
69
70
71
72
73
74
75
* Πρβ. σημ. στή σ. 87/88.
105
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ρά μόνο στά τριάντα τους, καί δέν τούς επιτρέπει νά γίνουν διαι τητές παρά μόνο στά εξήντα. "Ετσι καί ή αθηναϊκή ολιγαρχία δέν πήγε μακρύτερα προς αυτή τήν κατεύθυνση" τό 411 /ΙΟ δια τήρησαν τό ίδιο όριο στά τριάντα χρόνια γιά τή βουλή. Μερι κοί θεωρητικοί πρότειναν νά εφαρμοστεί γιά όλα τά αξιώματα, άλλά αυτή ή ιδέα δέν επικράτησε καί αρκέστηκαν νά αξιώσουν τήν ηλικία τών σαράντα γιά τά μέλη τής επιτροπής πού θά συνέτασσε τό νέο πολίτευμα καί τής επιτροπής πού θά συνέτασσε τον κατάλογο τών πολιτών. Άλλά οί καθαρά ολιγαρχικές πό λεις προχωρούν περισσότερο. Δέν τούς άρκεϊ νά κάνουν ισόβια τά μέλη τής βουλής. Εκλέγουν γέρους, όπως στή Σπάρτη, όπου τά μέλη τής γερουσίας έχουν ηλικία άνω τών εξήντα ετών, ή σχηματίζουν τή βουλή άπό τέως άρχοντες. Στους νέους κλείνουν μέ αποφασιστικότητα τό δρόμο προς τά σημαντικότερα αξιώμα τα. Στις σικελικές πόλεις οί ίδιοι οί δημοκρατικοί αναγνώριζαν ότι δέν μπορούν νά κάμουν τίποτε εναντίον τών νόμων πού αντι τίθενται στις πρώιμες φιλοδοξίες. Στή Χαλκίδα πρέπει νά είναι κανείς σαράντα χρόνων γιά νά επιδιώξει οποιοδήποτε αξίωμα, ακόμη καί μιά πρεσβεία. Ό γυμνασίαρχος τής Κορησσοΰ δέν πρέπει νά είναι κάτω άπό τά τριάντα* οί νομογράφοι τής Τέω καί μερικοί επίτροποι τής Άνδανίας, Οχι κάτω άπό τά σαράν τα. "Ενα διάταγμα τής Κέρκυρας επιτάσσει στή βουλή νά ανα θέτει κάποιο αξίωμα σέ έναν άπό τούς πιό πλούσιους καί ηλικίας άπό τριάντα ώς εβδομήντα χρόνων. Κοντολογίς, οί ελληνικές ολιγαρχίες, ακόμη καί όταν δέν ονόμαζαν γέροντες τά μέλη τής βουλής, έχουν μιά φυσική κλίση προς τή γεροντοκρατία. Μέ τήν καταγωγή τους καί τήν οργάνωση τους, τά αξιώματα αρχόντων δείχνουν τήν εξέχουσα θέση πού είχαν στις ολιγαρχι κές πόλεις. Α υ τ ή ή ανάμειξη τών εξουσιών, πού εμποδίζει τόσο συχνά νά διακρίνουμε τούς ρόλους τής βουλής καί τοΰ ανώτατου άρχοντα, κατέληγε συνήθως νά ωφελήσει τελικά τό άτομο σέ βά ρος τοΰ σώματος. Αυτοί πού μέ τήν εκλογή τους αναδείχνονταν ώς οί επίλεκτοι μεταξύ τών επίλεκτων, μέ τήν έκταση τών εξου σιών τους γίνονταν οί κύριοι τοΰ κράτους. Δέν μας εκπλήσσει ότι οί άρχοντες ήταν, γενικά, πιό σεβαστοί στις ολιγαρχίες παρά στις δημοκρατίες. Τό πρόσωπο τους καί ή τιμή τους προστα τεύονταν σέ μεγάλο βαθμό άπό τό νόμο. Στή Σπάρτη, ιδανικό τύπο τής αριστοκρατικής πόλης, οί κάτοχοι δημόσιας εξουσίας απολάμβαναν απόλυτη υπακοή άπ' Ολους. 'Ενώ στά άλλα κράτη 76
77
78
79
80
81
82
83
106
0 1 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
οί σημαίνοντες, κυρίως, πολίτες δέν ήθελαν καθόλου νά φαίνεται δτι φοβούνται τούς άρχοντες, καί θεωρούσαν έναν τέτοιο φόβο ανάξιο γιά ελεύθερο άνθρωπο, οί πρώτοι ανάμεσα στους Σπαρ τιάτες θεωρούσαν τιμή τους νά ταπεινωθούν μπροστά σέ δποιον ενσάρκωνε το νόμο. Νά γιατί οί φιλόσοφοι θεωρούσαν τήν ο λιγαρχία αλύγιστο καί αυταρχικό πολίτευμα, μέ μιά λέξη «δε σποτικό», δηλαδή πολίτευμα δπου ό άρχοντας ασκούσε μιά εξου σία ανάλογη μέ εκείνη πού ασκεί ό κύριος στους υπηρέτες του. 84
85
Τέτοιο ήταν τό καθεστώς πού γνώρισε ολόκληρη ή Ελλάδα, καί τό όποιο διατηρήθηκε στις περιοχές πού έμειναν πιστές στήν α γροτική ζωή. Είναι φυσικό τό δτι σ' έναν ύμνο Εις γήν μητέρα πάντων βρίσκεται ή εξιδανικευμένη περιγραφή τής αριστοκρα τικής πόλης: «Ευτυχισμένος εκείνος πού τιμάς μέ καλοπροαίρετη καρδιά! "Ολα τά έχει άφθονα. Τό εύφορο χωράφι του είναι φορτωμένο γεννήματα, τά βοσκοτόπια του έχουν πολλά ζώα' τό σπίτι του είναι γεμάτο αγαθά. Τέτοιοι άνθρωποι κυβερνούν μέ δίκαιους νόμους τήν πόλη μέ τίς όμορφες γυναίκες, καί ακολουθούν ό πλούτος καί ή ευδαιμονία. Οί γιοι τους απολαμβάνουν έντον*α τίς χαρές τής νιότης, καί οί κόρες τους, σχηματίζοντας ανθοστόλι στες παρέες, παίζουν καί σκιρτούν εύθυμα πάνω στά τρυφερά αγριολούλουδα. "Ετσι ζουν αυτοί πού τιμάς, ώ σεβαστή θεά...» Μιά τέτοια κυβέρνηση δέν μπορεί νά ζήσει παρά μέ τήν τά ξη. Ό αναρχικός δεσποτισμός δέν διαρκεί. Ό Αριστοτέλης λοιπόν διαπιστώνει δτι ή ολιγαρχία είναι, μαζί μέ τήν τυραννία, τό λιγότερο σταθερό κυβερνητικό σχήμα. Στήν πραγματικό τητα, ή ανισότητα δημιουργεί δυσαρέσκεια, καί μιά συνεχής δυ σαρέσκεια καταλήγει πάντα νά βγάλει άπό τή μέση τήν αιτία πού τήν προκαλεί. Ή ολιγαρχία κρατιόταν εύκολα εκεί δπου εξακολουθούσαν νά υπάρχουν οί συνθήκες πού τή γέννησαν, δη λαδή ό πλούτος πού προερχόταν μόνο άπό τήν έγγειο περιουσία καί ή συγκέντρωση ενός πλήθους ανθρώπων εξαρτημένων άπό έναν γαιοκτήμονα. "Επαυε νά έχει λόγο ύπαρξης εκεί δπου ή ανάπτυξη του εμπορίου καί ή διάδοση τοΰ χρήματος δημιουρ γούσαν στό δήμο μιά ισχυρή τάξη εμπόρων καί βιοτεχνών. Α ν τικείμενο τής διαμάχης υπήρξε συχνά τό ανώτατο αξίωμα. "Οταν ή ολιγαρχία ήταν αποφασισμένη νά μήν παραχωρήσει τίποτε, κατόρθωνε νά επιβάλει στά μέλη τής βουλής, μέ φρικτούς Ορ86
87
88
107
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κους, τήν υποχρέωση νά μισούν τό λαό, καί έδινε τήν εξουσία σέ εκείνους πού τό είχαν αποδείξει έμπρακτα. Άλλες φορές ή ολι γαρχία ένιωθε υποχρεωμένη νά συνθηκολογήσει μέ τό δήμο" τότε αποφάσιζε νά κάνει διάφορους συμβιβασμούς. Μετά τή μεταρ ρύθμιση τοΰ Σόλωνα οί ευπατρίδες έχοντας νά αγωνιστούν εναν τίον τής τάξης τών μικρών χωρικών (γεωργών) καί εναντίον τών επαγγελματιών (δημιουργών) μοίρασαν τήν εξουσία: μέ μιά εφή μερη συμφωνία ορίστηκε Οτι πέντε άρχοντες θά προέρχονταν άπό τούς ευπατρίδες, τρεις άπό τούς γεωργούς καί δυο άπό τούς δη μιουργούς. Στον Τάραντα ή ολιγαρχία διατήρησε τήν εσωτερι κή ειρήνη μέ ανάλογο τρόπο· διχοτόμησε όλες τις αρχές, καί εμπιστεύτηκε τήν καθεμιά τους σέ δύο τιτλούχους, τον έναν ε κλεγμένο γιά νά γίνεται σωστά ή δουλειά, καί τον άλλο τραβηγμέ νο στον κλήρο, ώστε καί ό λαός νά έχει μερτικό στήν εξουσία. Συχνότερα ακόμη, γιά νά κρατούν τον Οχλο σέ υποταγή, οί ολι γαρχικοί τοΰ παραχωρούσαν, σάν ένα κόκαλο γιά νά τό ροκανίζει, τά κατώτερα άξιοόματα. Σύμφωνα μέ τό σύνταγμα πού συνέτα ξαν τό 411 γιά τήν Αθήνα οί Τετρακόσιοι, Ολοι οί άρχοντες μέ κάποια σημασία έπρεπε νά εκλέγονται άπό τή βουλή, ανάμεσα στά μέλη της, ένώ οί μικροί αξιωματούχοι θά κληρώνονταν με ταξύ τών άλλων πολιτών. Άλλά μοίρα τοΰ ολιγαρχικού πολιτεύματος είναι νά δημιουρ γεί διαρκώς μεγαλύτερη ανισότητα, ακόμη καί ανάμεσα στους προνομιούχους. Ή μονοπώληση τών άρχων έδινε τόση δύναμη σέ μερικές οικογένειες, ή σέ μιά μερίδα, ώστε ή πλειονότητα πού αποκλειόταν άπό τήν άσκηση τής εξουσίας έπαυε νά αντιδρά παθητικά, μόλις αντιλαμβανόταν τή δύναμη της. Ό Αριστοτέ λης επιμένει στό γεγονός Οτι πολλές φορές ή ολιγαρχία υπέκυψε στις επιθέσεις πού τής έκανε, Οχι ό λαός, άλλά μιά ομάδα της πού ειχε αντιθέσεις μέ μιάν άλλη ομάδα. Μάς παρουσιάζει, πα ραδείγματος χάρη, μιά τρομακτική εικόνα τής ολιγαρχικής Κρή της: «Γιά νά θεραπεύσουν τά ελαττώματα τοΰ πολιτεύματος τους, οί Κρητικοί επινόησαν έναν τρόπο παράλογο καί τόσο βίαιο, πού ερχόταν σέ αντίθεση μέ κάθε άρχή διακυβέρνησης. Οί κόσμοι καθαιρούνται συχνά άπό ένα συνασπισμό συναδέλφων τους ή απλών πολιτών έχουν, άλλωστε, τή δυνατότητα νά παραιτηθούν στή διάρκεια τής χρονιάς... Άλλά τό χειρότερο άπό όλα είναι ή ολοκληρωτική κατάργηση τών άρχων, όταν οί ισχυρές οίκογέ89
90
91
92
93
108
0 1 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ
ΘΕΣΜΟΙ
νειες συνεννοούνται, για νά ξεφύγουν άπό τή δικαιοσύνη. Ε ί ν α ι φανερό πώς εκεί δέν υπάρχει κυβέρνηση, άλλά πλάσμα κυβέρνη σης, ή καθεστώς καθαρής βίας. Διαρκώς οί στασιαστές καλούν στά δπλα το λαό καί τούς φίλους τους, κάνουν εναν αρχηγό, καί πολεμούν οί μέν τούς δέ. Μιά παρόμοια αναταραχή σέ τί διαφέ ρει άπό πρόσκαιρη κατάλυση τοΰ κράτους καί διάλυση τών πο λιτικών δεσμών;» Αυτές οί συνέπειες τοΰ ολιγαρχικού πολιτεύματος ήταν αρκε τά γενικές, ώστε ό Ηρόδοτος, προσπαθώντας νά τό χαρακτηρί σει, δέν μιλά παρά γιά μίση, βιαιότητες, αναταραχές καί σφα γές. 94
95
109
ΤΕΤΑΡΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ Α' ΚΑΤΑΓΩΓΗ
ΤΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ένώ τά μεγάλα γένη μονοπωλούσαν τήν αυξανόμενη δύναμη τής πόλης, τί γίνονταν όλοι αυτοί πού άπό τήν καταγωγή τους περιορίζονταν σέ υποδεέστερη κατάσταση; Οί βιοτέχνες καί οί θήτες, πού μόλις ξεχώριζαν άπό τούς δούλους, δέν μποροΰσαν ποτέ νά ελπίσουν ότι θά βελτίωναν τήν κατάσταση τους. "Οσο γιά τούς χωρικούς, τήν έβλεπαν νά χειροτερεύει άπό μέρα σέ μέ ρα. Τά μικρά μερίδια γης πού καλλιεργούσαν μέ τον ιδρώτα τοΰ προσώπου τους φάνταζαν χαμένα ανάμεσα στις μεγάλες περιου σίες. Ή γή τών ευγενών παρέμενε στις οικογένειες χάρη στά κληρονομικά δικαιώματα καί μεγάλωνε συνεχώς μέ εκχερσώ σεις εις βάρος τών κοινοτικών βοσκοτόπων, μέ αγορές μικρών μεριδίων, μέ κέρδη άπό ενυπόθηκα δάνεια. "Ετσι δημιουργήθηκε σέ ορισμένες πόλεις, πάνω άπό τούς ιππείς, μιά αφρόκρεμα μεγαλογαιοκτημόνων, όπως ή τάξη τών πεντακοσιομεδίμνων στήν Αττική. Αντίθετα, οί ταπεινοί μάταια υποτάσσονταν στό σκλη ρό νόμο τής εργασίας, «πού ορίστηκε στους ανθρώπους άπό τούς θεούς»" δύσκολα επιβίωναν. Οί πιό συνετοί δέν ήθελαν παρά ένα γιό, γιά νά αποφύγουν τον κατακερματισμό τής περιουσίας καί γιά νά μή γίνουν γεννήτορες εξαθλιωμένων ανθρώπων. Αυτοί κατάφερναν, μέ ευνοϊκές συνθήκες, νά αποτελέσουν μιά τάξη μέ σων καλλιεργητών, κατόχων ενός ζεύγους βοδιών γιά .τό Οργω μα, καί ικανών σέ καιρό πολέμου νά εξοπλιστούν μέ έξοδα τους. Άλλά οί περισσότεροι ζοΰσαν μέ στερήσεις. Τις κακές χρονιές αναγκάζονταν νά δανειστούν άπό τούς πλούσιους γείτονες λίγους μέδιμνους, πού τούς χρειάζονταν γιά νά τραφούν καί νά σπεί ρουν τούς επέστρεφαν μέ τόκο. "Οταν έμπαιναν σ' αυτόν τό δρόμο, δέν έβγαιναν πιά. Ό οφειλέτης πού καθυστερούσε τις υποχρεώσεις του υπαγόταν στή δικαιοδοσία τοΰ δανειστή, μαζί μέ τή γυναίκα του καί τά παιδιά του. Καί τό πιό απελπιστικό στήν όλη κατάσταση τών κατώτερων τάξεων ήταν τό ότι όποιος 1
2
110
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ ΚΑΙ ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
δέν άνηκε σέ προνομιούχο γένος παραδινόταν ανυπεράσπιστος στή δικαιοσύνη άπληστων καί ανεύθυνων κυρίων. Γιά τούς «δωροφάγους» δέν υπήρχε καλύτερη πηγή εισοδήματος άπό τήν αδι κία. Μάρτυρας καί θύμα «διεστραμμένων» δικαστικών αποφά σεων, ό Ησίοδος δέν μπορεί νά κάμει τίποτε άλλο άπό τό νά ζη τήσει τή βοήθεια τοΰ Δία, προστάτη τής δίκης, καί νά συμβου λεύσει τούς δυστυχισμένους πού έ'χουν πέσει στά νύχια τών κα ταπιεστών νά έ'χουν τήν καρτερία τοΰ άηδονιοΰ πού πιάστηκε στά νύχια γερακιοΰ. Μιά τέτοια κατάσταση θά μπορούσε νά ειχε διαρκέσει έπ' ά πειρον, εάν τό οικονομικό καθεστώς τής Ελλάδας δέν είχε εντε λώς αλλάξει άπό τόν 8ο αιώνα. Οί πόλεις ώς τότε δέν είχαν, άς ποΰμε, άλλους πόρους άπό τή γεωργία καί τήν κτηνοτροφία" μό λις πρόσθεταν σ' αυτούς κάποιο εισόδημα άπό τίς ανταλλαγές καί τήν πειρατεία. Άλλά νά πού οί Έλληνες σκορπίζονται σέ Ολες τίς ακτές τής Μεσογείου, γιά νά αναζητήσουν καινούρια εδάφη καί καινούριους πελάτες" ανάμεσα σέ αποικίες καί σέ μη τροπόλεις κυκλοφορούν χωρίς διακοπή φυσικά προϊόντα, πρώτες ύλες καί βιομηχανικά προϊόντα" τό εμπόριο καί ή βιομηχανία παίρνουν πρωτοφανή ανάπτυξη" κοντά στά πολυσύχναστα λιμά νια πληθαίνουν τά εργαστήρια καί οργανώνονται οί αγορές. Πρό κειται γιά ανταλλαγές εμπορευμάτων, σέ ισχνή ποσότητα, μέ λίγα ζώα ή μετάλλινα σκεύη. Αρχίζει ή βασιλεία τοΰ νομίσμα τος. Μέ τά λαμπερά μικρά νομίσματα άπό ήλεκτρο, χρυσάφι καί ασήμι απλώνεται ή εμπιστοσύνη καί ή Ορεξη γιά κερδοσκοπία. Ένας καπιταλισμός όλο καί πιο τολμηρός κυριαρχεί στον ελλη νικό κόσμο.* Έ ξ ω ή άθλια ζωή τοΰ παλιοΰ καιρού! τόπο στή χρηματιστική ! Ή οικονομική εξέλιξη ειχε αναγκαστικά σοβαρές επιπτώσεις στήν πολιτική καί κοινωνική σφαίρα. Μερικές περιοχές έ'μειναν έ'ξω άπό τήν κίνηση: τό μεγαλύτερο μέρος τής Πελοποννήσου, ή Βοιωτία καί ή Φωκίδα, ή Θεσσαλία, ή Ακαρνανία, ή Αιτωλία καί ή "Ηπειρος, μέ τά αγροτικά καί βουκολικά ήθη, διατήρησαν θεσμούς λίγο πολύ πιστούς στις αρχές τής αριστοκρατικής καί πατριαρχικής κοινωνίας. Άλλά παντοΰ άλλου τό αστικό καθε στώς γνώρισε αξιόλογη ανάπτυξη. Πλήθος πόλεις πού καταγί3
4
5
6
* Ά π ό καιρό εχει εγκαταλειφθεί ή τόσο πρώιμη χρονολόγηση τής ανάπτυξης τοϋ εμπορίου καί τής βιοτεχνίας, τής κοπής τών πρώτων νο μισμάτων καί τής επικράτησης τοϋ καπιταλισμού στον ελληνικό κόσμο. 111
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
νονταν μέ τή ναυσιπλοΐα κατέληξαν νά γίνουν μεγάλες πόλεις. Στή Μικρά 'Ασία, πλάι στήν Κύμη πού αρκέστηκε νά είναι αγροτική κώμη μέ αρχαϊκούς νόμους, δημιουργήθηκαν λιμάνια κατά δεκάδες, μέ επικεφαλής τή Μίλητο, πού γνώρισαν ανήκου στη ευημερία. Στήν Εύβοια, στις ακτές τοΰ Εύριπου, ή Ερέτρια καί ή Χαλκίδα πήραν σημαντικό μέρος στον αποικισμό, καί στά προϊόντα τοΰ Αηλάντειου πεδίου πρόσθεσαν τά προϊόντα τών γειτονικών όρυχείο^ν. Στό Σαρωνικό κόλπο, πού επικοινωνούσε μέ τον Κορινθιακό κόλπο μέσο ενός ισθμού λίγων χιλιομέτρων, όλες οί σημαντικές θέσεις, Κόρινθος, Μέγαρα, Αίγινα, καί αργό τερα ή 'Αθήνα, απέκτησαν πολιτική δύναμη χάρη στό εμπόριο καί στή βιομηχανία. Ποιος επωφελήθηκε άπό αυτόν τον κινητό πλούτο πού όλο μεγάλωνε; Στήν άρχή, καί ώς ένα μεγάλο βαθμό, επωφελήθηκαν αυτοί πού είχαν στά χέρια τους τόν έγγειο πλούτο. Οί ευγενείς εκμεταλλεύτηκαν τά ορυχεία καί τά λατομεία τών μεγάλων κτη μάτων τους, μετέτρεψαν σέ νόμισμα τά εισοδήματα τους καί τά πολύτιμα μέταλλα, πού μπήκαν στά θησαυροφυλάκια τους, καί συγκέντρωσαν θήτες καί δούλους στά εργαστήρια τά όποια κεφαλαιοδότησαν μ' αυτόν τόν τρόπο εγκατέλειψαν τά τολμήματα τής πειρατείας γιά νά ριχτούν σέ ασφαλέστερες καί αποδοτικό τερες επιχειρήσεις. Πάντως, οί ευγενείς δέν ήταν οί μόνοι πού έκαμαν περιουσία. Δίπλα τους υπήρχε τώρα στις πόλεις μιά ομάδα αστών πού πλούτισαν άλλοι άπό αυτούς ήταν οί δευτερότοκοι ή οί νόθοι γιοι μεγάλων οικογενειών, άλλοι ήταν απόγονοι απλών ανθρώπων. Είχαν τά μέσα νά αγοράσουν γή κάθε φορά πού παρουσιαζόταν ευκαιρία άν ήθελαν, μποροΰσαν καί αυτοί νά θρέψουν άλογα έκαναν επίδειξη τοΰ Οψιμου πλούτου τους. Στήν άρχή οί άπό καταγωγή αριστοκράτες περιφρόνησαν τούς νεόπλουτους, όπως παλαιότερα ό αρχηγός τών πειρατών περι φρονούσε τόν καπετάνιο τοΰ εμπορικού πλοίου. Δέν άργησαν όμως νά τούς προσεταιριστούν, άφοΰ άρχισαν παράταιρα άλλά επικερδή συνοικέσια: δέν είναι αλήθεια ότι «τό χρήμα κάνει τόν άνθρωπο»; Άπό τώρα καί στό εξής ή πλουτοκρατία διευθύνει τις πό λεις. Στήν Κολοφώνα, παραδείγματος χάρη, οί ιππείς δέν ή ταν παρά μιά ομάδα τών Χιλίων. Σέ καθεστώς όπου ή δύναμη ήταν ανάλογη μέ τήν περιουσία, ή πολυτέλεια ήταν κάτι περισ σότερο άπό ικανοποίηση πού προσφερόταν στήν αγάπη τών άπο-
-
-
7
112
ΓΕΝΝΗΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
λαύσεων ή στή ματαιοδοξία ήταν ένδειξη κοινωνικής υπεροχής, αληθινό κριτήριο τών πολιτικών αξιών. Τό καθεστώς τής εμπορικής, βιομηχανικής καί νομισματικής οικονομίας μετέβαλε τή σύνθεση τής άρχουσας τάξης· συχνά ενίσχυσε τίς άλλες τάξεις ή δημιούργησε καινούριες. Επίσης, έφερε σέ αντίθεση τό δήμο μέ τούς ευγενείς καί τούς πλουσίους. Τήν ομηρική εποχή οί βιοτέχνες δέν είχαν καμία σχέση μέ τούς γεωργούς. "Οταν τά έσοδα τοΰ καθενός αποτιμήθηκαν σέ νόμι σμα, συντελέστηκε μιά φυσική προσέγγιση ανάμεσα σέ όλους εκείνους πού Οφειλαν στή δουλειά τους μιά μέτρια άνεση. Σχη ματίστηκε έτσι μιά μέση αστική τάξη. Τήν αποτελούσαν πολίτες πού είχαν τή δυνατότητα νά προσφέρουν στον εαυτό τους μιά πλήρη πανοπλία, σέ εποχή δπου ή πρόοδος τής βιομηχανίας ευ κόλυνε τήν απόκτηση δπλων σέ πιο χαμηλές τιμές. Ό αριθμός τών πεζών σέ πυκνή φάλαγγα αυξήθηκε σέ μεγάλες αναλογίες. Ή πολεμική δύναμη τών πόλεων μεγάλωσε ανάλογα άλλά οί ιππείς έχασαν τή στρατιωτική τους υπεροχή. 'Εκεϊ δπου δέν πα ραχώρησαν τήν εξουσία στήν ευρύτερη ολιγαρχία τών οπλιτών, δπως έγινε στή Σπάρτη, είδαν νά ορθώνονται εμπρός στον εγω ισμό τους οί διεκδικήσεις αυτών πού είχαν προσφέρει αρκετές υπηρεσίες ώστε νά ζητοΰν πολιτικά δικαιώματα καί αξιώματα. 'Αλλά ή μεσαία τάξη —οι μέσοι, δπως τούς ονομάζει ό Αριστο τέλης— δέν ήταν πολυάριθμη. Συρρικνωνόταν διαρκώς καί ά δειαζε: προς τά πάνω μέ τούς γάμους πού τή συνέδεαν μέ τούς ευγενείς προς τά κάτω μέ τίς ατυχίες πού έπλητταν τή γεωργία καί τή χειρωνακτική εργασία. Μέ τόν έναν ή μέ τόν άλλο τρόπο ή καινούρια οικονομία μεγά λωνε γρήγορα τίς κατώτερες τάξεις καί χειροτέρευε τήν κατά σταση τους. "Οσο οί πλούσιοι γίνονταν πλουσιότεροι, οί φτωχοί φτώχαιναν ακόμη περισσότερο. Ή ζωή έγινε σκληρή γιά τίς γε νεές τών χωρικών πού έπρεπε νά συνηθίσουν νά πουλούν καί νά αγοράζουν μέ νομίσματα. "Επρεπε νά πληρώνουν πολύ ακριβά τά βιομηχανικά προϊόντα πού προμηθεύονταν στήν πόλη, ενώ τά φυσικά είδη ήταν φτηνά, εξαιτίας τών ευκολιών πού πρόσφερε ή ναυσιπλοΐα στον ξένο συναγωνισμό. Υποχρεώνονταν νά συνά πτουν χρέη συχνότερα άπ' δ,τι στό παρελθόν, καί, τώρα πού δλες οί συναλλαγές γίνονταν σέ ρευστό χρήμα, οί δανειστές, πιο σκλη ροί, απαιτούσαν τόν εμπορικό τόκο, πού ήταν πολύ υψηλός. Ή τοκογλυφία κατέτρωγε τούς μικρούς. Μόλις κάποιος αδυνατούσε 1
8
9
-
10
-
113
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
νά πληρώσει τις υποχρεώσεις του, ήταν δυνατό νά πουληθεί σάν δούλος στό εξωτερικό, αυτός καί ή οικογένεια του, καί θά έπρεπε
νά θεωρεί τόν εαυτό του ευτυχή, άν τόν δέχονταν νά καλλιεργεί
τούς δικούς του αγρούς σάν δουλοπάροικος μέ δυσμενείς Ορους. Δύσκολα μπορούμε νά φανταστούμε τήν απελπισία αυτών τών έκτημόρων πού δέν είχαν δικαίωμα παρά στό έκτο τής σοδειάς τους,* στήν Αττική, όπου ό μέδιμνος τών σιτηρών (52 λίτρες) καί ό μετρητής τοΰ κρασιού (39 λίτρες) δέν άξιζε περισσότερο άπό μιά ασημένια δραχμή. Ά ν τήν καλύτερη περίοδο ό "Ελλη νας χωρικός, απορροφημένος άπό τή δουλειά του καί απομονω μένος στή γή του, κρατιόταν μακριά άπό τήν πολιτική, τότε σίγουρα τήν αρχαϊκή εποχή, όταν τόν παραμόνευε ή τόν ειχε ήδη ρημάξει ή φτώχεια, δέν θά πήγαινε στήν αγορά τής πόλης καί δέν θά τόν απασχολούσαν οί δημόσιες υποθέσεις. Ωστόσο στις κατώτερες τάξεις υπήρχαν στοιχεία πού λόγω τής θέσης τους ενδιαφέρονταν γιά τήν πολιτική: ήταν ό Οχλος τής πόλης, μικροί βιοτέχνες καί μεταπράτες, εργάτες καί χειρώνακτες, ψαράδες καί ναύτες, οί πιό ταπεινοί ανάμεσα στους επαγγελματίες τούς οποίους τό έπος ονομάζει δημιουργούς, καί Ολη ή μάζα τών μι σθωτών, οί θήτες κατά τό έπος. Α υ τ ό τό προλεταριάτο ζούσε καθημερινά μέ τό μισθό τόν όποιο εξευτέλιζε ή διαρκώς συχνό τερη χρήση τής ανθρώπινης μηχανής, πού ήταν ό δούλος. Οί ντό πιοι βρίσκονταν ανακατεμένοι μέ τούς ξένους κάθε προέλευσης* άλλά μέ τό νά είναι συγκεντρωμένοι στά ίδια προάστια, στά ίδια λιμάνια, στό τέλος άποκτοΰσαν συνείδηση τής αλληλεγγύης τους καί έβρισκαν τόν τρόπο νά ένωθοΰν. Ό στρατός τής επανάστασης ήταν έτοιμος. Ειχε ανάγκη άπό αρχηγούς. Μιά εκλεκτή τ ά ξ η , ή αστική, ικανή μέ τήν εύτολμία της, τις συνήθειες τής εργασίας της, τήν εξυπνάδα της νά πάρει τά πολιτικά δικαιώματα πού τής αρνιόνταν, μπήκε επικεφαλής 11
12
* Ό ΟΙοΙζ ακολουθεί τήν άποψη δτι οί έκτήμοροι κρατούσαν τό ένα έκτο τής παραγωγής τους* σύμφωνα μέ άλλη άποψη, αυτό τό ποσοστό αποτελούσε, αντίθετα, τίς υποχρεώσεις τών έκτημόρων. Αυτή ή αντίθεση γνωμών οφείλεται σέ κάποιες ασάφειες (καί ώς ένα βαθμό αντιφάσεις) τών πηγών. Οί καλύτερες δμως μαρτυρίες λένε δτι οί έκτήμοροι κατέβαλλαν τό ένα έκτο, καί είναι φυσικά αδύνατο νά ζούσαν μέ τίς οικογένειες τους άν κατέβαλλαν τά πέντε έκτα.Ώς πρός τό χαρακτήρα τών έκτημόρων έχουν εκφραστεί έξι διαφορετικές υποθέσεις (δουλοπάροικοι, ενοικιαστές, αγρο τικοί εργάτες, χρεοφειλέτες, κοινωνική κατηγορία ακαθόριστη, έμφυτευτές).
114
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ
ΚΑΙ
ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
τής δύναμης πού τής προσφερόταν. Άπό τότε ή πόλη κόπηκε καθαρά σέ δύο μέρη. Είχε περάσει, ό καιρός πού οί δυσαρεστη μένοι περιορίζονταν νά αναστενάζουν, ζητώντας βοήθεια άπό τό θεό: οί μυστικοί έδιναν τή θέση τους στους βίαιους. Ή πάλη τών τάξεων άρχισε. Υπήρξε φοβερή καί κράτησε πολύ καιρό. Άπό τόν 7ο αιώνα ώς τή ρωμαϊκή κατάκτηση όλη ή ελληνική ιστορία είναι γεμάτη επαναστάσεις καί άντεπαναστάσεις, σφαγές, εξορίες, δημεύσεις. Τό κομματικό μίσος δέν εκφράστηκε ποτέ μέ μεγαλύτερη αγριό τητα άπ' όσο σ' αυτές τίς μικρές πόλεις, όπου οί εσωτερικές έρι δες ήταν αληθινές βεντέτες. Στή μέση τών θυελλών Οπου πάντα «τό κύμα πού έρχεται ανεβαίνει ψηλότερα άπό τά προηγούμε να», ακούγονται φωνές χαράς ή φωνές μιάς άγριας μανίας πού φέρνουν ανατριχίλα. Είναι ό Αλκαίος, ό ποιητής άπό τή Μυτι λήνη, πού άγάλλεται δταν ακούει ότι ό αρχηγός τοΰ λαϊκού κόμ ματος δολοφονήθηκε. Ό Θέογνις, πάλι, άπό τά Μέγαρα, βίαιος προς τούς ταπεινούς πού «άλλοτε, χωρίς δικαιώματα καί χωρίς νόμους, φορούσαν αΐγοπροβιές, ώσπου νά τίς φθείρουν στήν πλά τη τους, καί έβοσκαν έξω άπό τά τείχη σάν τά ελάφια», χύνον τας τή χολή του πάνω στους «εμπόρους πού κυβερνούν», δέν σκέ φτεται τίποτε άλλο παρά νά «συντρίψει τόν άμυαλο Οχλο, πα τώντας τον», καί τέλος ξεσπάει σ' αυτή τήν κραυγή κανίβαλου: «άχ! νά μπορούσα νά πιώ τό αίμα τους». Γιά νά δει κανείς σέ ποιο παροξυσμό μίσους μπορούν νά φτάσουν τά ανθρώπινα πάθη, πρέπει νά διαβάσει τήν περιγραφή τών εμφύλιων πολέμων, οξυ μένων άπό τούς εξωτερικούς, πού κάνει ό Θουκυδίδης/ 'Τπάρχει ίσως κάτι φοβερότερο ακόμη: είναι ό Ορκος μίσους καί αγριό τητας πού δίνουν ψυχρά μπροστά στό βωμό, κατά τήν είσοδο τους στή βουλή, οί ολιγαρχικοί μερικών πόλεων. Πρώτη διεκδίκηση τής δημοκρατίας, δταν οργανώθηκε σέ κόμμα, ήταν ή δημοσίευση τών νόμων. "Ολοι οί αντίπαλοι τής αριστοκρατίας είχαν τό ίδιο συμφέρον. Είχαν αρκετά υποφέρει άπ' αυτές τίς «διεστραμμένες» αποφάσεις πού έξέδιδαν οί ευπα τρίδες, παρουσιάζοντας τες σάν έκφραση τής θείας βούλησης, καί οί όποιες τίς περισσότερες φορές ήταν απλώς ή κυνική εκμε τάλλευση ενός μισητού καί ξεπερασμένου μονοπωλίου. Πολλές γενεές είχαν κουραστεί νά περιμένουν ότι ό δικαστής αποφασί ζοντας ενόρκως θά θυμόταν τόν "Ορκο εκδικητή του επίορκου, καί δτι τ ά παράπονα πού φέρνει ή Δίκη μπροστά στό θρόνο τοΰ 13
14
15
16
17
115
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Δία θά έχουν αποτέλεσμα καί στή γή. "Ηθελαν νά ξέρουν τό νόμο. Ή χρήση τής γραφής, πού είχε σχεδόν εξαφανιστεί γιά μερικούς αιώνες, άρχισε νά εξαπλώνεται: ζήτησαν νόμους γρα πτούς. Α υ τ ή ή πρόοδος πραγματοποιήθηκε πρώτα στις αποικίες τής Μεγάλης Ελλάδας. Σ' αυτές τις καινούριες χώρες ή ανάγκη γιά κωδικοποίηση ήταν ακόμη πιό επείγουσα, καί ή διαδικασία πιό εύκολη άπό δ,τι στήν παλαιά Ελλάδα, γιατί τά έθιμα ήταν πε ριορισμένα αριθμητικά καί δέν κάλυπταν τό σύνολο τών διαφο ρών, καί, επιπλέον, δέν είχαν τό κύρος τοΰ καθαγιασμοΰ άπό κά ποιο απώτερο παρελθόν. Ό Ζάλευκος έδωσε έναν κώδικα στους Λοκρούς κατά τό 663 /2" κάπου τριάντα χρόνια αργότερα ό Χαρώνδας έδωσε έναν άλλο στήν Κατάνη. Το έργο αυτών τών νομο θετών ειχε μεγάλη επιτυχία, κυρίως τοΰ Χαρώνδα: οί άλλες χαλκιδικές πόλεις τής Δύσης τό αντέγραψαν, καί πιθανότατα ό 'Ανδροδάμας άπό τό Ρήγιον εμπνεύστηκε άπό αυτό όταν έκανε νό μους γιά τή Χαλκιδική* έπειτα πέρασε στήν Κώ καί άπό έκεΐ στή Μικρά 'Ασία, στήν Τέω, στή Λέβεδο κι ώς τήν Καππαδο κία. Δέν είναι απίθανο ή επίδραση τών σικελικών αποικιών νά έφτασε ώς τήν Κόρινθο καί τή Θήβα, Οταν ή πρώτη απέκτησε μιά νομοθεσία τοΰ Φείδωνα, καί ή δεύτερη, τοΰ Βακχιάδη Φι λολάου. Στό τέλος ή παλαιά Ελλάδα δέν άργησε νά αποκτή σει γραπτούς νόμους ή κώδικες μέ τά δικά της μέσα. 'Η Κρήτη φαίνεται ότι άπό τόν 7ο αιώνα κατέβαλε ρωμαλέες προσπάθειες, γιά νά βάλει έτσι τέλος στους ιδιωτικούς πολέμους: άπ' αυτή τήν εποχή χρονολογούνται μερικοί νόμοι ενσωματωμέ νοι στον περίφημο κώδικα τής Γόρτυνας καθώς καί ένας νόμος γιά χτυπήματα καί τραύματα πού εξέδωσε ή άσημη πόλη Έλτυνία. Οί Ηλείοι αφιέρωσαν μιά χάλκινη πινακίδα στό ναό τής 'Ολυμπίας, Οπου ήταν χαραγμένο ένα νομικό κείμενο πρώτης τάξεως, μιά ρήτρα πού έπληττε καίρια τή συλλογική ευθύνη. Βλέπει κανείς σέ ποιο σύνολο ανάγονται οί πιό γνωστές άπό τις νομοθεσίες, αυτές πού έδωσαν στήν 'Αθήνα ό Δράκων τό 621 /20 καί ό Σόλωνας τό 594 /3. Ή δημοσίευση τών νόμων ειχε μεγάλες συνέπειες. Πιθανό τατα πολλοί νόμοι, αποσπασμένοι άπό μιά ολιγαρχία ή οποία προσπαθούσε νά σώσει όσο περισσότερα μποροΰσε άπό τά προ νόμια της, διατηρούσαν ακόμη μιά σφραγίδα έντονα αριστοκρα τική: αναπαλλοτρίωτο τής οικογενειακής κληρονομιάς καί στα18
19
20
21
22
5
23
116
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ Κ Α Ι Τ Τ Ρ Α Ν Ν Ι Α Σ
θερός αριθμός κλήρων επίσημες διατυπώσεις σέ περίπτωση πώ λησης γής" απαγόρευση συναλλαγών μέ μεσάζοντες, γραπτών συμβολαίων καί αγοραπωλησιών μέ πίστωση: δηλαδή απαγο ρεύσεις πού άντέταξαν οί παλαιότεροι νομοθέτες στό συμφέρον τής εμπορικής τάξης καί στήν κυκλοφορία τοΰ πλούτου. Άλλά μόνο τό γεγονός Οτι οί νόμοι γίνονταν γνωστοί σέ Ολους καί ήταν επικυρωμένοι άπό τήν πόλη, σημάδεψε τήν αρχή μιάς εποχής στήν ιστορία τοΰ δικαίου. Οί αρχηγοί τών μεγάλων γενών έ'χαναν γιά πάντα τό προνόμιο νά εμφανίζουν καί νά ερμηνεύουν μέ τόν τρόπο τους τίς διατυπώσεις πού κανόνιζαν τήν κοινωνική καί πολιτική ζωή. "Οχι πιά θέμιστες, πού έ'βγαιναν άπό μιά σκοτει νή παράδοση καί πού ήταν παραμορφωμένες άπό λάθη μνήμης καί άπό άργυρο^νητες συνειδήσεις, άλλά νόμος δημοσιευμένος κά τω άπό άπλετο φώς, πού μοίραζε μέ ακρίβεια δικαιώματα καί υποχρεώσεις, καί ποίκιλλε ανάλογα μέ τίς απαιτήσεις τοΰ κοι νού συμφέροντος" ειχε Ομως κι αυτός ιερό χαρακτήρα. Μονομιάς τό καθεστώς τών συγγενικών ομάδων κατέρρεε, ύπονομευμένο στή βάση. Τό κράτος αποκτούσε άμεση σχέση μέ τό άτομο. Ή αλληλεγγύη τής οικογένειας, στήν ενεργητική όσο καί στήν πα θητική μορφή της, δέν ειχε πιά λόγο ύπαρξης. Σ' δλες τίς περι πτώσεις δπου τό κράτος τό ίδιο δέν αναγνώριζε, τουλάχιστον σιωπηρά, τό δίκαιο τής εκδίκησης ή τοΰ ιδιωτικού συμβιβασμού, επέβαλλε τή δικαιοσύνη του στήν πλευρά πού έ'βλαψε καί, γιά νά τήν κάμει δεκτή, εξουδετέρωνε δλες τίς βιαιότητες μέ αυστηρό τητα πού δέν ξεπερνούσε ποτέ τά αντίποινα. "Οταν παραχωρού σε σέ εκείνον πού έ'κανε αγωγή μιά χρηματική ικανοποίηση, έπαιρνε τό μερίδιο του γιά τά έξοδα τής δίκης, δημιουργώντας έτσι τό πρόστιμο. Άλλά μέ τήν απαγόρευση τής εκδίκησης, τό γένος, χάνοντας ένα συλλογικό δικαίωμα, απελευθερώθηκε καί άπό μιά συλλογική ευθύνη: ή δικαιοσύνη τοΰ κράτους δέν μπο ρούσε νά καταλογίσει στον καθένα παρά μόνο τίς πράξεις του. ΊΙ διακήρυξη τής ατομικής ευθύνης μέ τά λόγια: «Ειρήνη καί σωτηρία στή γενεά τοΰ κατηγορουμένου» είναι αυτή πού δίνει στή ρήτρα τών Ήλείο^ν τοΰ 7ου αιώνα τόσο ηθικό μεγαλείο καί τόση ιστορική σημασία.
117
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Β' Η ΤΤΡΑΝΝΙΑ
Ό νομοθέτης δούλευε, σχεδόν πάντα, μέσα στον εμφύλιο πόλεμο καί στά άποχαλιναγωγημένα πάθη, όχι γιά νά κάμει μέ νηφάλιο πνεύμα δουλειά γραφείου, άλλά γιά νά σταματήσει τήν αιματο χυσία μέ συμφιλίωση. Τοΰ έδιναν αυτόν τό ρόλο ύστερα άπό συμ φωνία, γιά νά παρέμβει ώς διαιτητής στις παρατάξεις πού κό χλαζαν. Περιβλημένος μέ έκτακτες εξουσίες, απέβαινε, όσον και ρό χρειαζόταν, ό ανώτατος άρχοντας τής πόλης. Δέν ξέρουμε πο λύ καλά ποιόν τίτλο έπαιρνε γενικά* βλέπουμε μόνο ότι στή Μι κρά 'Ασία τό Ονομα τοΰ αίσυμνήτη, πού δήλωνε συχνά τόν ανώ τατο άρχοντα, πέρασε μέ φυσικό τρόπο σ' αυτόν πού, όπως τό λέει τό ονομά του, έπρεπε πραγματικά νά γνωρίζει τά καλά έθι μα καί νά ρυθμίζει τό δίκαιο. Τό ότι ό Σόλων ό Αθηναίος ονο μάστηκε θεσμοθέτης ή άπλά άρχων, δέν σημαίνει Οτι υπήρξε λι γότερο ένας πραγματικός αίσυμνήτης μέ τήν πλατιά έννοια τής λέξης, όπως ό σύγχρονος του Πιττακός ό Μυτιληναίος μέ τή στε νή. Μιά τέτοια αποστολή ήταν προσωρινή: δινόταν άλλοτε γιά α καθόριστο χρονικό διάστημα, ώσπου νά εκπληρώσει κανείς τό έρ γο πού ειχε αναλάβει, κι άλλοτε γιά ορισμένο χρόνο, ενός έτους, πέντε ετών, ακόμη καί δέκα. Πάντως έθετε τή δημόσια εξουσία στά χέρια ενός μόνο άνθρωπου: γιά τόν Αριστοτέλη, ήταν «αι ρετή τυραννία», γιά τόν Διονύσιο τόν 'Αλικαρνασσέα, πού είχε υπόψη του τή ρωμαϊκή ιστορία, ήταν «δικτατορία». 'Από τή στιγμή πού τό κράτος σωζόταν μέ μιά ειρηνική επανάσταση, ό σωτήρας ξαναγύριζε στήν ιδιωτική ζωή. Ήταν συχνά δύσκολο νά βρεθεί μέσα στήν πόλη πού ήταν αναστατωμένη άπό τίς φιλονικίες τών παρατάξεων ένας άνθρω πος πού νά εμπνέει εμπιστοσύνη καί νά ικανοποιεί όλο τόν κό σμο: ό Πιττακός επί δέκα χρόνια είχε νά πολεμήσει μέ τήν ε χθρότητα τής ολιγαρχικής παράταξης* ό Σόλων χτυπήθηκε άπό τούς φτωχούς .όπως καί άπό τούς πλουσίους. Πολλές φορές σκέ φτηκαν νά απευθυνθούν σέ ξένους διαιτητές, γιά νά βάλουν τέλος στις έριδες καί νά αλλάξουν τούς νόμους. Κατά τά μέσα τοΰ 6ου αιώνα ό Αθηναίος 'Αρίσταρχος καί ό Μαντινέας Δημώναξ, πού κλήθηκαν γιά νά συμφιλιώσουν τούς αντιπάλους, ό ένας άπό τήν "Εφεσο, ό άλλος άπό τήν Κυρήνη, κατασκεύασαν γι' αυτές τίς 24
118
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ
ΚΑΙ
ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
πόλεις δημοκρατικά συντάγματα. Λίγο αργότερα ή Μίλητος, εξουθενωμένη άπό τούς αγώνες πού έκαναν επί δύο γενεές ή Πλοντϊς καί ή Χειρομάχα, αποφάσισε νά καταφύγει στους Πά ριους, καί αυτοί, ύστερα άπό έρευνα, ανέθεσαν την κυβέρνηση στους ιδιοκτήτες πού είχαν διατηρήσει τήν περιουσία τους σέ κα λή κατάσταση κατά τή διάρκεια τής ανωμαλίας, δηλαδή σ' αυ τούς πού δέν αναμίχθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο. 'Αλλά ή ολιγαρχία τών ευγενών καί τών πλουσίων δέν είχε πάντα τή φρόνηση νά κάνει υποχωρήσεις. Τότε ό λαός, γιά νά σπάσει κάθε αντίσταση, γιά νά αποκτήσει μέ κάθε μέσο μιά υλι κή βελτίωση τής θέσης του καί τουλάχιστον μιά ιδέα πολιτικών δικαιωμάτων, κατέφευγε στό τελευταίο μέσο: εμπιστευόταν έ ναν τύραννο. Τί είναι τό καθεστώς τής τυραννίδας; Τά πάντα είναι σ' αυ τήν παράδοξα, ανώμαλα. Αληθινά, ή λέξη τύραννος δέν ήταν ατιμωτική δταν εμφανίστηκε στον ελληνικό κόσμο. ~Ηρθε πιθα νότατα άπό τή Λυδία τήν εποχή τοΰ Γύγη, ειχε αρχικά τή σημα σία τοΰ κυρίου, τοΰ βασιλέα, καί, δπως τό αντίστοιχο του βασι λεύς, ταίριαζε σέ μερικούς θεούς. Ωστόσο εξαιτίας τής ίδιας τής καταγωγής της, επειδή δήλωνε τούς ανατολικούς δεσπότες, απο δόθηκε μέ τό μειωτικό της νόημα, άπό τούς αδιάλλακτους αντι πάλους, σ' αυτούς πού κρατούσαν τήν απόλυτη εξουσία, Οχι μέ τή νόμιμη συμφωνία ανάμεσα στά κόμματα, άλλά μέ επανάστα ση. Οί ίδιοι οί τύραννοι ποτέ δέν ονόμασαν έτσι τόν εαυτό τους. Θά μπορούσαν νά έπαιρναν τόν τίτλο τοΰ βασιλέα, πού δέν ειχε αφήσει κακές αναμνήσεις καί πού θά τούς έδινε ένα είδος καθιέ ρωσης* άλλά ακριβώς οί περισσότερες πόλεις είχαν τό βασιλέα τους, πού δέν ήταν παρά θρησκευτικός άρχοντας δεύτερης σει ράς. Δέν υπήρχε λοιπόν τίτλος επίσημος καί γενικός πού νά τούς δηλώνει, καί γι' αυτό άπό τήν αρχαιότητα υποχρεώθηκαν οί άν θρωποι νά τούς δίνουν τό Ονομα μέ τό όποιο τούς στιγμάτιζαν οί αντίπαλοι τους. "Ολες οί δυσφημίσεις, δλες οί συκοφαντίες, μέ τίς όποιες τούς φόρτωσε τό μίσος τών ολιγαρχικών, είχαν απήχηση στους δημοκρατικούς, δταν δέν τούς είχαν πιά ανάγκη καί όταν κατάλαβαν δτι μιά αυθαίρετη κυβέρνηση ήταν αντίθετη μέ τίς αρχές τους. Άπό τότε δλοι οί "Ελληνες συναγωνίζονταν ποιος θά ρίξει τό λίθο τοΰ αναθέματος στό μισητό καθεστώς. Α υ τ ή ή διαστρέβλωση τής βασιλείας, αυτός ό σφετερισμός τής αρχής μέ πονηριά καί βία, αυτή ή ανύψωση ενός άνθρωπου πάνω 25
26
119
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
άπό τούς νόμους, εΤναι τό χειρότερο άπ' όλα. Ό τύραννος, θέ τοντας τόν εαυτό του έκτος δικαίου δέν μπορεί νά κάμει πίσω, καί ή ζωή αυτού τοΰ παντοδύναμου κυρίου, πού μόνος του έ'χει προγράψει τόν εαυτό του, ανήκει σέ Οποιον τήν πάρει. Ό τύραννος, προτοΰ γίνει ένα απαίσιο πρόσωπο τοΰ θρύλου, έπαιξε ιστορικό ρόλο. Ηταν ό ((δημαγωγός» πού οδηγεί τούς φτωχούς κατά τών πλουσίων, τούς κοινούς ανθρώπους κατά τών ευγενών, ό αρχηγός πού τό πλήθος ακολουθεί τυφλά καί στον όποιο αφήνει κάθε ελευθερία, άρκεΐ νά δουλεύει γιά αυτό. Δέν υπήρξαν άλλωστε τυραννίες σέ όλα τά μέρη τής Ελλάδας. Ή τυραννία, άν εξαιρέσουμε τή Σικελία, δπου έβαλε τέλος στους εσωτερικούς αγώνες γιά νά αναλάβει τήν εθνική άμυνα, εγκαθι δρύθηκε σέ πόλεις δπου τό βιομηχανικό καί εμπορικό καθεστώς έτεινε νά υπερισχύσει στήν αγροτική οικονομία, άλλά δπου χρει άστηκε σιδερένια πυγμή γιά νά οργανώσει τή μάζα καί νά τή στρέψει εναντίον μιάς τάξης προνομιούχων. Ό Θουκυδίδης μέ τή συνηθισμένη οξυδέρκεια του θεωρεί τήν αύξηση τοΰ πλούτου αποφασιστική αιτία τής τυραννίδας. Είναι ακριβέστατο. Ή πάλη τών τάξεων καμιά φορά υποδαυλίστηκε άπό φυλετικά μί ση, παραδείγματος χάρη στή Μίλητο, δπου οί ιθαγενείς Γέργιθες συντάχθηκαν μέ τό λαϊκό κόμμα τής Χειρομάχας, καί κυ ρίως στή Σικυώνα, δπου οί 'Ορθαγορίδες παρέσυραν τόν προδο^ρικό πληθυσμό σέ αντεκδικήσεις* άλλά είναι σωστό ότι ή τυραν νίδα παρακολούθησε αναπόφευκτα τήν ευημερία τών πόλεων. Άπό τίς ακτές τής Μικράς Ασίας, γειτονικές τής πλούσιας Λυ δίας, ώς τά παράλια τοΰ Εύριπου, τοΰ Σαρωνικοΰ, καί τοΰ Κο ρινθιακού, ό κατάλογος τών τυράννων συμπίπτει γενικά μέ τά μεγάλα λιμάνια. Τό δτι ή Αίγινα αποτελεί εξαίρεση οφείλεται στό δτι οί έμποροι δέν αντιμετώπισαν μιά αριστοκρατία γαιο κτημόνων σ' αυτό τό μικρό νησί μέ τό αχάριστο έδαφος. Τό Οτι ή Αθήνα είδε νά αποτυγχάνει τό κίνημα τοΰ Κύλωνα τό 631, καί δέν απέκτησε τυραννίδα παρά μόνο τό 560, οφείλεται στό γεγονός δτι, στό μεταξύ, ή νομοθεσία τοΰ Σόλωνα έσπρωξε μιά καθαρά γεωργική ώς τότε πόλη σ' έναν καινούριο δρόμο. Θά φαι νόταν άτοπο νά ακριβολογούσε κανείς περισσότερο άπό τόν Θου κυδίδη καί νά αποκαθιστούσε μιά σχέση ανάμεσα στήν τυραννί δα καί στό εξαγωγικό εμπόριο τής κεραμικής. Καταλαβαίνει δμως κανείς πολύ καλά ότι ή κεραμική, πού αποτελεί ένδειξη διεθνοΰς εμπορίου, μας παρουσιάζει τή Μίλητο κυρίαρχο τών 27
Τ
28
29
30
120
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ
ΚΑΙ
ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
αγορών τήν εποχή τοΰ Θρασύβουλου, ύστερα τήν Κόρινθο υπό τόν Κύψελο καί τόν Περίανδρο, τέλος τήν 'Αθήνα ύπό τόν Πει σίστρατο. "Οπως παλαιότερα τά πρώτα χτυπήματα είχαν δοθεί στό κα θεστώς τοΰ γένους άπό τούς δευτερότοκους ή τούς νόθους γιους τών μεγάλων οικογενειών, έτσι καί οί τύραννοι, πού ήταν οί υπε ρασπιστές τών κατώτερων τάξεων, υπήρξαν συχνότατα οί αυτό μολοι τοΰ αντίπαλου κόμματος. Γενικά κατόρθωναν νά σφετερι στούν τήν εξουσία τόν καιρό πού ασκούσαν ένα ανώτατο αξίωμα ή μιά στρατιωτική διοίκηση, κινητοποιώντας τήν κατάλληλη στιγμή μιά ομάδα οπλισμένων οπαδών τους. Ό Θρασύβουλος ήταν πρύτανης* ό Κύψελος βασιλέας* ό Όρθαγόρας πολέμαρχος* οί περισσότεροι Σικελιώτες τύραννοι ήταν στρατηγοί. Κάποτε εξασφάλιζαν εξωτερική βοήθεια: Ό Κύλων επιχείρησε νά κάμει ένα κίνημα μέ τούς Μεγαρείς* ό Πεισίστρατος γύρισε άπό τήν εξορία μέ μισθοφόρους, στρατολογημένους άπό δώ κι άπό κει, ανάμεσα στους όποιους οί άνθρωποι πού τοΰ έφερε ό Λύγδαμις* ό Αύγδαμις, μέ τή σειρά του, ζήτησε βοήθεια άπό τόν Πεισί στρατο, γιά νά γυρίσει νικητής στή Νάξο* κατά τήν περσική κα τοχή, οί τύραννοι τής Μικράς Ασίας υποδείχνονταν άπό τόν βα σιλέα τών βασιλέων, τόν κύριο Ολων. Σέ όλες τίς περιπτώσεις, ό τύραννος καταλάμβανε τήν ακρόπολη περιτριγυρισμένος άπό μιά καλή σωματοφυλακή, αφόπλιζε τούς πάντες, εξόριζε τούς πιό επικίνδυνους ολιγαρχικούς καί, γιά νά συγκρατήσει τούς υπό λοιπους, έπαιρνε μερικούς ομήρους. Μέ τέτοιες συνθήκες ήταν εντελώς άχρηστο νά αλλάξει τό σύνταγμα, καί γιά τό λόγο Οτι θά ήταν πολύ ενοχλητικό νά απο δώσει μέ νομικές διατυπώσεις τήν πραγματική κατάσταση. "Ετσι οί τύραννοι σπάνια ανέστειλαν τούς πολιτικούς νόμους, καί ποτέ δέν κατέλυσαν τό ιδιωτικό δίκαιο: τούς ήταν αρκετό νά συμβι βάσουν τήν πράξη μέ τό προσωπικό τους συμφέρον, καί νά τούς συμπληρώσουν, άν υπήρχε λόγος, μέ διατάξεις ευνοϊκές γιά τίς κατώτερες τάξεις. "Επαιρναν τό αξίωμα πού άρμοζε καλύτερα στά σχέδια τους, μέ τή βεβαιότητα ότι θά αναγκάσουν τούς συνάρχοντές τους νά σιωπούν μέ δουλοπρέπεια. Συχνά δέν καταδέχονταν νά πάρουν οί ίδιοι δημόσια αξιώματα, καί τούς άρκοΰσε νά διορίζουν σ' αυτά κάθε χρόνο φίλους τους καί κυρίως συγγε νείς τους, αρχίζοντας άπό τούς γιους τους. Ή τυραννία γινόταν έτσι οικογενειακή κυβέρνηση, καθεστώς δυναστικό, καί άπό ίσό-
121
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βια έτεινε νά αποβεί κληρονομική. Μάταια προσπαθούσε νά σώ σει τά προσχήματα καί νά σεβαστεί τούς συνταγματικούς τύ πους, νά αφήσει τήν κρίση τών ιδιωτικών δικών στά κοινά δικα στήρια, νά απευθύνεται κάπου κάπου στήν εκκλησία τοΰ δήμου γιά νά τή βάλει νά ψηφίσει, μέ τήν παρακολούθηση ροπαλοφό ρων, προτάσεις, πού ήταν άλλωστε φιλολαϊκές· όλα αυτά, ακόμη καί όταν ό τύραννος ήταν ανθρωπιστής καί τοΰ άξιζε μιά θέση ανάμεσα στους επτά σοφούς τής Ελλάδας, δέν έκρυβαν ούτε τήν επαναστατική καταγωγή ούτε τό δεσποτικό χαρακτήρα τοΰ κα θεστώτος. Υποβιβασμός τής αριστοκρατίας καί ανόρθωση τών ταπει νών: αυτή ήταν ή γενική άρχή πού οδηγούσε τούς τυράννους. Ξέρουμε τή συμβουλή πού έδωσε ό Θρασύβουλος στον Περίαν δρο: «νά κόψει Ολα τά στάχυα πού ξεπερνούν τά άλλα» ήταν σάν νά ενέκρινε τίς εκτελέσεις, τίς εξορίες, τίς δημεύσεις, τήν κα τασκοπεία. Θά μποροΰσαν νά καταφύγουν σέ μέτρα περισσότερο ήπια καί μέ διαρκέστερο αποτέλεσμα. Γιά νά σπάσουν τό πλαίσιο τής αριστοκρατίας δέν είχαν παρά νά αντικαταστήσουν τίς φυλές αίματος άπό φυλές πού βασίζονταν στήν εδαφική ενότητα, όπου Ολοι οί πολίτες ήταν ίσοι: ό τύραννος τής Σικυώνας Κλεισθένης είχε αυτή τήν ιδέα, καί έδωσε τό παράδειγμα στον ομώνυμο εγγονό του, τόν δημοκρατικό μεταρρυθμιστή τής Αθήνας, ό ό -31
ποιος τό εφάρμοσε μέ ακρίβεια.
32
"Επρεπε επίσης νά μειώσει τό γόητρο πού προσέδιδαν στήν αριστοκρατία κληρονομικές ίεροσύνες καί τελετές παραδοσιακών λατρειών. Οί τύραννοι είχαν μιά θρησκευτική πολιτική. «Κάνουν καλά, λέει ό Αριστοτέλης, νά επιδεικνύουν παραδειγματική θε οσέβεια, γιατί οί άνθρωποι φοβούνται λιγότερο τήν αδικία πού προέρχεται άπό έναν κύριο τόν όποιο πιστεύουν θεοφοβούμενο, καί συνωμοτούν λιγότερο εναντίον κάποιου πού έχει σύμμαχους τούς θεούς.» "Ετσι, ζητούσαν άπό τό θείο δίκαιο τή νομιμό τητα πού τούς αρνιόταν τό ανθρώπινο δίκαιο: τή δύναμη τους καί τή ζωή τους υπεράσπιζαν οί Κυψελίδες, οί Όρθαγορίδες καί οί τύραννοι τής Σικελίας, όταν γέμιζαν μέ προσφορές τά ιερά τών Δελφών καί τής Όλυμπίας, όταν συμβουλεύονταν τά μαντεία πριν άπό κάθε επιχείρηση, όταν έχτιζαν ιερά, θυσίαζαν εκατόμ βες, ίδρυαν πανηγύρεις, διεύθυναν πομπές. Εντούτοις έκαμαν μιά επιλογή ανάμεσα στις λατρείες. Ή ευλάβεια τους πήγαινε πρώτα στις πανελλήνιες καί στις πολιούχους θεότητες. Άλλά 33
122
ΓΕΝΝΗΣΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ
ΚΑΙ
ΤΓΡΑΝΝΙΑΣ
απόφευγαν νά θεωρήσουν εθνικές Οσες θεότητες είχαν πάρει στά γένη, στις φυλές ή καί στις πόλεις αριστοκρατικό χαρακτήρα. Αντίθετα, οί λαϊκοί θεοί καί οί αγροτικοί ήρωες είχαν ιδιαίτερες τιμές, όταν μάλιστα συνδέονταν μέ τόν τόπο άπ' όπου καταγόταν ή οικογένεια τοΰ τυράννου, καί είχαν έτσι δυναστική καί συγ χρόνως δημοκρατική Οψη. Ό Κλεισθένης άπέβαλε μέ προσβλη τικό τρόπο άπό τή Σικυώνα τόν Άδραστο, πού ήταν αγαπητός στή δωρική αριστοκρατία" ό Πεισίστρατος εγκατέστησε στήν Ακρόπολη τήν Άρτεμη Βραυρωνία, καί ήθελε νά διαδώσει τό μύθο τοΰ Διάκριου Θησέα. Γενικά, ή μεγάλη φήμη τοΰ Διονύ σου, θεοΰ τοΰ αμπελιού καί τής χαράς, χρονολογείται άπό τήν εποχή τών τυράννων. Ωστόσο τό ουσιαστικό καθήκον τών «δημαγωγών» ήταν νά βελτιώσουν τίς υλικές συνθήκες ζωής τών κατώτερων στρωμά των. Καί γιά τούς τυράννους αυτό υπήρξε συνεχής μέριμνα" τό α γροτικό πρόβλημα άπαιτοΰσε γρήγορη λύση. Θά τά ενίσχυσαν, πιθανότατα, μέ τίς περιουσίες τών εξόριστων. Πάντως οί χωρι κοί τής Αττικής, πού μάταια ζήτησαν άπό τόν Σόλωνα μιά ανα σύνταξη τής ιδιοκτησίας, δέν ζήτησαν πιά τίποτε μετά άπό τήν κυβέρνηση τοΰ Πεισίστρατου. Στή Μεγαρίδα ό Θεαγένης είχε πάρει τήν εξουσία πέφτοντας επικεφαλής μιάς συμμορίας πεινα σμένων πάνω στά κοπάδια τών μεγάλίον κτηνοτρόφων ήταν αναγκασμένος νά περιορίσει τό δικαίωμα τής νομής σέ κοινόκτητα λιβάδια γιά νά μοιράσει τή γή στους οπαδούς του. "Ετσι πραγ ματοποιήθηκε, χάρη στους τυράννους, ένα μεγάλο έκχερσωτικό έργο, πού έδωσε καινούρια έκταση στά αμπέλια καί στους ελαι ώνες. Οί καινούριοι ιδιοκτήτες, μιά πού ικανοποιήθηκαν, έπρεπε νά μείνουν δεμένοι στή γή" δέν έπρεπε νά έρθουν καί νά μεγαλώ σουν τόν αστικό Οχλο, ούτε νά συνηθίσουν νά συχνάζουν στήν αγορά. Ό Πεισίστρατος, γιά νά τούς συγκρατήσει στον τόπο τους, τούς στέλνει περιοδεύοντες δικαστές" ό Όρτύγης απονέμει τή δικαιοσύνη στις πόρτες τών Ερυθρών καί δέν αφήνει νά περά σει στήν πόλη κανένας κάτοικος τών αγροτικών δήμων ό Περί ανδρος βάζει τοπικές βουλές νά συνεδριάζουν ώς τίς εσχατιές τοΰ κορινθιακού εδάφους. "Εμενε νά λυθεί τό πιό περίπλοκο πρόβλημα: πώς νά προστα τευτούν καί νά ανακουφιστούν οί εργατικές τάξεις τών πόλεων; Καί έκεΐ ακόμη οί τύραννοι διεΐδαν σωστά. Σέ ένα βιομηχανικό κέντρο Οπως ή Κόρινθος ή δουλεία πίεζε βαριά τά ημερομίσθια" 34
35
36
123
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ό Περίανδρος απαγόρευσε τήν εισαγωγή νέων δούλων. Ε ξ α σφαλίζοντας μιά δίκαιη αμοιβή καί τήν κοινή εκτίμηση στήν εργασία, νόμισε δτι ειχε δικαίωμα, δπως ό σύγχρονος του Σό λων, νά ανανεώσει τά παλαιά μέτρα τών γενών εναντίον τών πα ρασίτων πού ζούσαν εις βάρος τοΰ συνόλου χωρίς νά μετέχουν στό κοινό έ'ργο: εξέδωσε ενα νόμο εναντίον τής αργίας. Οί τύραννοι, τουλάχιστον αυτοί πού άφησαν ένα όνομα στήν ιστορία, έκαμαν κάτι καλύτερο: υπήρξαν μεγάλοι οικοδόμοι. Γιά αυτούς ήταν μιά άρχή. Ό Αριστοτέλης δίνει μιά αρκετά παρά ξενη εξήγηση: κατά τή γνώμη του, ήθελαν νά φτωχύνουν τούς υπηκόους τους, ώστε απασχολημένοι μέ τήν επιβίωση τους νά μήν έχουν καιρό νά συνωμοτούν. Τό αντίθετο δμως συμβαίνει: οί τύραννοι ήθελαν νά άπασχολοΰν τούς τεχνίτες γιά νά τούς πλουτίσουν καί έτσι νά τούς αφαιρέσουν, Οχι τόν καιρό, άλλά τήν επιθυμία νά κάνουν αντιπολίτευση. Είχαν καί άλλες ιδέες ακόμη: μέ τά έργα κοινής ωφελείας (υδραγωγεία καί μόλους) ευκόλυναν τή ζωή τών αστών καί εύνοοΰσαν τό θαλάσσιο εμπόριο" μέ τά έ'ργα καλλωπισμού κέρδιζαν τούς θεούς μέ τό μέρος τους καί ένέπνεαν στό λαό τους μιά πολιτική υπερηφάνεια πού τόν έκανε νά ξεχνά τή χαμένη ελευθερία. Τό όνομα τοΰ Περίανδρου συνδέθηκε γιά πάντα μέ τήν πηγή Πειρήνη. Τίποτε δέν συνέβαλε περισσό τερο στή δημοτικότητα τοΰ Πεισίστρατου δσο ή 'Εννεάκρουνος καί τό Έκατόμπεδο. Τά έργα τοΰ Πολυκράτη έγιναν παροιμιώ δη στήν Ελλάδα" ό Ηρόδοτος, πού τά ήξερε άπό αυτοψία, μιλά γι' αυτά μέ θαυμασμό. Θέλοντας νά προστατεύσουν τή βιομη χανία, τό εμπόριο καί τή ναυσιπλοΐα μέ κάθε μέσο, οί τύραννοι ενδιαφέρθηκαν γιά τήν πολεοδομική ανανέωση τής πρωτεύουσας τους. Γιά νά μεγαλώσουν τή λαμπρότητα τους καί τό προσωπικό γόητρο τους, αυτοί οί κυρίαρχοι δέν ήθελαν νά μένουν στήν ακρό πολη, απομονωμένοι άπό τούς πολίτες καί περιτριγυρισμένοι άπό τή σωματοφυλακή τους. Δημιούργησαν αυλική ζωή. Γύρω τους συνωστιζόταν μιά πολυάνθρωπη υπηρεσία" είχαν τό γιατρό τους, τό χρυσοχόο τους, καμιά φορά τούς ευνοουμένους τους. Πρόσφε ραν στό λαό μεγαλοπρεπέστατες γιορτές, πού δέν περιλάμβαναν μόνο θυσίες, γεύματα καί οινοποσίες, άλλά καί λαμπρύνονταν μέ λυρικούς διαγωνισμούς καί θεατρικές παραστάσεις. Μέ τίς γεν ναιοδωρίες τους προσελκύονταν άπό κάθε μεριά αρχιτέκτονες, γλύπτες, ποιητές. "Οπως οί πρίγκιπες τής ιταλικής αναγέννησης, 37
38
39
40
41
124
ΓΕΝΝΗΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΤΤΡΑΝΝΙΑΣ
οί Έλληνες τύραννοι έπαιρναν 6 ένας άπο τον άλλο δλους τούς προικισμένους ανθρώπους, υπερθεματίζοντας σέ αμοιβές, καί προ σπαθούσαν νά αντιτάξουν σέ ένα φημισμένο μνημείο κάποιο άλ λο, ακόμη πιό ωραίο.
Αυτοί οί ανταγωνισμοί δέν ξεπερνούσαν τά όρια τής ευγένει ας. Γενικά —έκτος άπό τούς Σικελιώτες στρατηγούς, οί όποιοι έπρεπε νά δικαιολογήσουν τή δύναμη τους νικώντας τούς Σίκουλους καί τούς Καρχηδόνιους— οί τύραννοι αγαπούσαν τήν ειρή νη: ήξεραν ότι ή έξαψη τών πνευμάτων σέ καιρό πολέμου είναι ακαταμάχητη δύναμη, καί Οτι ή μικρότερη ήττα θά τούς στοίχι ζε τήν εξουσία καί τή ζωή. Μεταξύ τους ένιωθαν αλληλέγγυοι: μήπως δέν είχαν νά φροντίσουν εναντίον ενός κοινού κινδύνου, τής εχθρότητας τών αριστοκρατών; Ό Περίανδρος συμβουλεύε ται τόν Θρασύβουλο καί προσφέρει τίς υπηρεσίες του στον Πιττακό" ό Λύγδαμις βοηθεΐτόν Πεισίστρατο μέ ανταλλάγματα καί, ήσυχος στό νησί του, γίνεται δεσμοφύλακας τών ομήρων πού τοΰ εμπιστεύεται ό προστατευόμενος του, άφοΰ έγινε προστάτης του. Ενωμένοι άπό συμφέρον, οί τύραννοι συνδέονται επίσης μέ έπιγαμίες: επεκτείνουν άπό πόλη σέ πόλη τήν οικογενειακή πο λιτική πού ασκούσε καθένας στον τόπο του. Ό Προκλής τής Επιδαύρου δίνει τήν κόρη του στον Περίανδρο" ό Θεαγένης παίρ νει γιά γαμπρό τόν Κύλωνα" στή Σικελία οί δεσμοί αυτού τοΰ είδους είναι αμέτρητοι. Έάν τό καθεστώς τής τυραννίας ειχε κα τορθώσει νά διατηρηθεί, ποιος ξέρει; ίσως θά έσπαζε τή στενή αυτονομία τών πόλεων καί θά οδηγούσε τήν Ελλάδα, άν Οχι στήν ενότητα, τουλάχιστον σέ κάποιο ομοσπονδιακό σύστημα. Ήδη ό Πεισίστρατος ειχε επιχειρήσει, Οχι χωρίς επιτυχία, νά κάμει τούς "Ιωνες τών νησιών νά αναγνωρίσουν τά πρωτεία τής
Αθήνας, καί ό Πολυκράτης θεωρούσε τόν εαυτό του ικανό νά
αντιπροσωπεύσει τήν ελληνική φυλή στό περσικό βασίλειο. Ά λ λ ά αυτό τό καθεστώς δέν κράτησε πουθενά. Άφοΰ πρό σφερε τίς υπηρεσίες πού περίμεναν οί λαϊκές τάξεις, συμβάλλον τας αποφασιστικά στήν υλική ευημερία καί στήν ανάπτυξη τής δημοκρατίας, εξαφανίστηκε μέ εκπληκτική ταχύτητα. Ακόμη καί ή μεγαλοφυία δέν μποροΰσε νά κάμει τίποτε. Ή μόνη δυνα στεία τυράννων πού διατηρήθηκε έναν αιώνα είναι τών Όρθαγοριδών, στή Σικυώνα. Ά λ λ ο υ , μόνον ό γιος τοΰ ιδρυτή κατάφερε νά διατηρήσει τήν εξουσία" ή κληρονομιά δέν πήγαινε πέρα άπό αυτόν. Τό μαντείο τών Δελφών, πού ειχε συμβουλευτεί ό Κύψε125
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λος, τοΰ εγγυήθηκε, λένε, τήν ευτυχία «τή δική του καί τών παι διών του, άλλά όχι τών παιδιών τών παιδιών του»: προφητικός ή γραμμένος μετά, ό χρησμός έχει γενική ισχύ. Ποΰ οφείλεται τό γεγονός ότι ένα τόσο ισχυρό καθεστώς ήταν τόσο εφήμερο; Ό προσωπικός χαρακτήρας τών τυράννων, άλλων σκληρών καί άλλων αδύνατων, ή δυσκολία νά εξασφαλιστεί ή με ταβίβαση μιας αρπαγμένης εξουσίας σέ μέλη οικογενειών σπα ραγμένων άπό ζηλοτυπίες, είναι απλώς συμπτώσεις πού δέν εξη γούν ένα καθολικό γεγονός. Πρέπει λοιπόν εντελώς άπλά νά επι καλεστούμε τά ελαττώματα τοΰ καθεστώτος, Οπως τά περιέγρα ψαν οί φιλόσοφοι καί οί ιστορικοί τής αρχαιότητας, καί νά πι στέψουμε σέ μοιραία αντίδραση απέναντι σέ αποτρόπαιες υπερ βολές; Πραγματικά, μερικοί τύραννοι βρήκαν συμφέρον καί ευ χαρίστηση στό νά καταπιέζουν τό δημόσιο πνεΰμα, νά προκαλούν στους πολίτες τή δυσπιστία, νά καταπνίγουν τήν ατομική πρω τοβουλία, τήν ελεύθερη σκέψη καί τό τάλαντο, νά μήν ανέχονται δίπλα τους παρά μικρότητα και μετριότητα, κατασκοπεία καί κο λακεία. Δέν είναι Ομως λιγότερο αληθινό ότι τό σύστημα πού κατευθυνόταν εναντίον τής αριστοκρατίας διατηρήθηκε παντού μόνο όσο ειχε τήν υποστήριξη τοΰ λαοΰ. Ή υποστήριξη ωστόσο δέν μποροΰσε νά είναι παρά προσωρινή. Ό λαός έβλεπε στήν τυ ραννία απλώς ένα μέσο. Τή χρησιμοποιούσε σάν είδος πολιορ κητικού κριοΰ, προκειμένου νά κατεδαφίσει τήν ακρόπολη τών ολιγαρχικών. Μόλις έφτανε στό επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, πε τούσε γρήγορα ένα όπλο πού τοΰ πλήγωνε τά χέρια. «Δέν υπάρ χει άνθρωπος ελεύθερος, λέει ό Αριστοτέλης, πού υποφέρει μέ τή θέληση του μιά τέτοια εξουσία.» Τήν υπόφεραν άπό ανάγκη* απαλλάσσονταν μέ χαρά. Τόν τύραννο πού θριάμβευε φερόμενος άπό τόν Οχλο καί πού ήταν πρόθυμος νά δουλέψει γι' αυτόν, τόν διαδεχόταν ένας επίγονος απομακρυσμένος άπό τό λαό μέ τήν αγωγή του, πιό σκληρός καί γενικά λιγότερο ικανός. "Οσο πιό άχρηστη γινόταν ή τυραννία, τόσο πιό καταπιεστική απέβαινε. Μιά εσωτερική αντίφαση τήν καταδίκαζε νά πεθάνει άπό τή στιγ μή πού ειχε δώσει τή ζωή στή δημοκρατία. 42
43
126
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΜΕΡΟΣ
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΑΗ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Α' ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ Α Θ Η Ν Α Ι Κ Η Σ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ή πολιτική εξέλιξη τής Ελλάδας ήταν σαφής ώς τό τέλος τοΰ 6ου αιώνα. Ή πόλη έ'γινε ισχυρή ελευθερώνοντας τό άτομο άπό τίς πατριαρχικές υποχρεώσεις τό άτομο έ'γινε ελεύθερο μέ τήν προστασία τής πόλης. Άλλά άπό τή στιγμή πού επιτεύχθηκαν αυτά τά αποτελέσματα, υπήρξαν πόλεις όπου ή δημόσια εξουσία κατακτήθηκε άπό μεγάλες οικογένειες πού κατόρθωσαν νά δια τηρήσουν τά κληρονομικά τους προνόμια σέ άλλες πόλεις ή εξου σία πέρασε στό σύνολο τών ελεύθερων ατόμων. Απέναντι στις αριστοκρατικές καί ολιγαρχικές πόλεις στέκονταν οί πόλεις δπου ή φωνή τοΰ λαού στάθηκε ικανή νά επιβάλει τήν κυριαρχία της. Σέ ποιά πλευρά βρισκόταν τό μέλλον τής Ελλάδας; Έάν επρόκειτο μόνο γιά υλική δύναμη, ή απάντηση θά ήταν εύκολη. Ή Σπάρτη διαθέτει μεγάλες δυνάμεις αφότου είναι επι κεφαλής τής πελοποννησιακής συμμαχίας, καί γι' αυτό προτεί νεται ομόφωνα γιά νά διοικήσει τόν ελληνικό στρατό καί στόλο στον πόλεμο κατά τών Μήδων. Άλλά πρόκειται γιά εντελώς άλ λο πράγμα άπό τή στρατιωτική οργάνωση. Τό ελληνικό πνεύμα θά μπορούσε νά πάει μπροστά μέ θεσμούς δπως τής Σπάρτης; Θά ήταν ικανό νά αποδώσει όλους τούς καρπούς, έάν παντοΰ, δπως στις Οχθες τοΰ Ευρώτα, τό κράτος είχε μόνη απασχόληση τήν ψυχική καί ηθική διαμόρφωση εξαιρετικών οπλιτών καί τή διατήρηση ενός πολιτεύματος πού εξασφάλιζε αυτό τό αποτέλε σμα; "Οχι* ή Σπάρτη, αναδιπλωμένη στον εαυτό της, στραμμένη ολόκληρη προς ένα παρελθόν τό όποιο θέλει νά διαιωνίσει, παρα μένει τέλειο παράδειγμα αυτού πού μπορούσε νά είναι μιά αρι στοκρατική πόλη κατά τό 550" άλλά τόν 5ο αιώνα δέν είναι πιά παρά μιά περίπτωση πού μπορεί κανείς νά μή λάβει υπόψη, δταν επιχειρεί νά συλλάβει τή γενική μεταμόρφωση τής πόλης. Γιά νά μπορέσει ή Ελλάδα νά εκπληρώσει τό πεπρωμένο της, χρειά ζεται νά κινηθεί αποφασιστικά προς τήν κατεύθυνση της φυσικής -
-
1
129
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
της εξέλιξης, καί οί ατομικές ενέργειες νά αναπτυχθούν ελεύθερα γιά το δημόσιο καλό. Μιά άπό τίς πόλεις πού έ'χουν μπει πιο αποφασιστικά στους νέους δρόμους τής δημοκρατίας χρειάζεται νά είναι έτοιμη νά βαδίσει μπροστά άπό τίς άλλες καί νά είναι ικανή νά τίς παρασύρει. Έτσι θά εκπληρώσει μιά έ'νδοξη απο στολή, θά γίνει τό σχολείο τής δημοκρατίας. Αυτός υπήρξε ό κλή ρος τής Αθήνας. "Ολο της τό παρελθόν τήν ετοίμαζε γιά τό δημοκρατικό έ'ργο πού επρόκειτο νά εκπληρώσει. Οί Αθηναίοι περηφανεύονταν Οτι ήταν αυτόχθονες, πράγμα πού σημαίνει ότι σ' αυτούς δέν υπήρχε ούτε φυλή κυρίαρχη ούτε φυλή υποδουλωμένη: τίποτε ανάλογο μέ τούς είλωτες πού δού λευαν γιά τούς Σπαρτιάτες. "Οταν αυτός ό ομοιογενής καί ελεύ θερος πληθυσμός σχημάτισε κράτος, τούτο έ'γινε μέ ενα συνοικι σμό πού κατέστησε όλους τούς κατοίκους τής Αττικής Αθηναί ους καί τήν 'Αθήνα πρωτεύουσα ενός ενοποιημένου λαού: τίποτε πού νά μοιάζει μέ τήν ομοσπονδία τών Βοιωτών, Οπου οί Θηβαί οι είχαν αξιώσεις γιά ηγεμονία. "Ετσι άπό τά πιο παλαιά χρόνια ή εθνική καί εδαφική ενότητα εξέθρεψε γιά πάντα τίς ηθικές καί υλικές συνθήκες γιά τήν πολιτική ισότητα. Σ' αυτή τήν πόλη, όπως καί στις άλλες, ή βασιλεία παράκμαζε προς Οφελος τής αρι στοκρατίας. Τουλάχιστον τά γένη ήταν ίσα μεταξύ τους: τίπο τε τό ανάλογο μέ τούς 'Αγιάδες καί τούς Εύρυπωντίδες πού στή Σπάρτη διατήρησαν τό βασιλικό προνόμιο. 'Ακόμη καί στό εσω τερικό τών γενών ίσχυε ή ισότητα, άφοΰ οί αποφάσεις τους λαμ βάνονταν ομόφωνα. Κάτω άπό τούς ευγενείς, ή μάζα, πού τήν αποτελούσαν γεωργοί, βοσκοί, βιοτέχνες, ψαράδες καί ναυτικοί, θεωρούσε σωστό ότι καθένας έ'πρεπε νά αμείβεται ανάλογα μέ τά έ'ργα του, καί συνήθιζε μέσα στους θιάοονς καί στους όργεώνες* νά συζητεί πάνω σέ κοινά προβλήματα. "Οπως παντοΰ, οί λαϊκές τάξεις άρχισαν τόν αγώνα εναντίον μιάς καταπιεστικής ολιγαρχίας. Χωρικοί πού κινδύνευαν νά γί νουν δούλοι γιά χρέη, έ'μποροι πού αγανακτούσαν γιατί ούτε καί ή περιουσία τούς επέτρεπε νά ελπίζουν σέ πολιτικά δικαιώματα, Ολοι συμφώνησαν νά απαιτήσουν τή δημοσίευση τών νόμων πού τό μυστικό τους τό κρατούσαν οί ευπατρίδες* κατάφεραν νά διο ριστούν θεσμοθέτες μέ αυτή τήν αποστολή. 'Αλλά ή εργασία 2
3
4
5
* Βλέπε πιό πάνω, σ. 25, καί σημ. στή σ. 32.
130
Η ΑΘΗΝΑΤΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
πού είχε προγραμματιστεί δέν τελείωνε. Τά μίση έξάπτονταν, οί εκδικήσεις αιματοκυλούσαν τή χώρα. "Ενας νέος ευγενής, ό Κύλων, αποπειράθηκε νά εγκατασταθεί ώς τύραννος στήν ακρό πολη· δέν κατάφερε παρά νά εξάψει τά πάθη, σέ σημείο πού οί αντίπαλοι του, γιά νά σφάξουν τούς οπαδούς του, δέν οπισθοχώ ρησαν εμπρός στήν ιεροσυλία. Τότε εμφανίστηκε ό Δράκων. "Ενας άνθρωπος κατάφερε σέ λίγους μήνες νά εκτελέσει τό έργο πού άπό πολλά χρόνια κατα πονούσε μάταια ολόκληρη επιτροπή. Άφησε ένα όνομα πού ηχεί άσχημα καί προκαλεί φόβο, γιατί όπλισε τό κράτος μέ δικαστική δύναμη θεωρήθηκε αιμοσταγής νομοθέτης, γιατί προσπάθησε νά βάλει τέλος στήν αιματοχυσία. Οί εμφύλιοι πόλεμοι ήταν αλυ σίδα ιδιωτικών πολέμων, όπου τά γένη συγκρούονταν μέ όλες τους τίς δυνάμεις. Γιά νά ενθαρρύνει τούς παθόντες νά καταφύ γουν στά δικαστήρια, ό Δράκων καθορίζει τίς περιπτώσεις όπου επιτρέπεται εκδίκηση ή ιδιωτικός συμβιβασμός. Γιά νά διαλύ σει τίς συγγενικές ομάδες, διακρίνει στήν καθεμιά οικογενεια κούς κύκλους λιγότερο ή περισσότερο στενούς, καί σέ μερικές περιπτώσεις μάλιστα απαιτεί άπό τούς συγγενείς πού καλούν ται νά πάρουν μιά απόφαση νά τήν πάρουν ομόφωνα* μέσα στό γένος απευθύνεται στον ατομικισμό. Τεράστια πρόοδος, ωστόσο ανεπαρκής. Ή αριστοκρατία τών γαιοκτημόνων διατηρούσε Ολα της τά προνόμια* μεγάλωνε τίς εκτάσεις της σέ βάρος τών μικρών χωρικών υποδούλωνε τό πλή θος τών χρεοκόπων οφειλετών, γιά νά τούς πουλήσει στό εξωτε ρικό ή γιά νά τούς προσκολλήσει στή γή, αφήνοντας τους μόνο τό έκτο τής συγκομιδής (έκτήμοροι). * Ή κατάσταση ήταν δρα ματική. Δυό αντίθετες παρατάξεις έσπρωχναν τίς αξιώσεις τους ώς τά άκρα, ή μιά στηριγμένη στήν παραδοσιακή νομιμότητα, ή άλλη προβάλλοντας μιά επαναστατική ισότητα. Ή Αττική πήγαινε νά γίνει χώρα μεγαλογαιοκτημόνων καί δουλοπάροικων όπως ή Λακωνία ή ή Θεσσαλία; Ή , αγνοώντας κατακτημέ να δικαιώματα, θά καταργούσαν τά χρέη καί θά προχωρούσαν σέ αναδασμό τής γής; Ή Αθήνα βρήκε καί πάλι τόν άνθρωπο πού ήταν ικανός νά 6
-
7
8
λύσει τά αγωνιώδη γι' αυτήν προβλήματα. Ό Σόλων ορθώθηκε
ανάμεσα στους αντιπάλους «ίδιος βράχος» καί, απαθής στις έπι* Βλ. τή σημ. στή σ. 1 1 4 .
131
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
θέσεις πού έρχονταν καί άπο τά δυο μέρη, έκαμε αυτό πού θά μπορούσαμε νά ονομάσουμε μετριοπαθή επανάσταση. Μεμιάς κατάργησε τούς φραγμούς πού κρατούσαν τούς ευπατρίδες σέ απόσταση άπό τίς άλλες τάξεις καί προστάτευαν τά παραδοσια κά προνόμια τών γενών. Γιά νά απελευθερώσει τή γή, πήρε ένα γενικό καί άμεσο μέτρο: απάλλασσε τούς έκτημόρους άπό τά βά ρη (σεισάγβεια), ένώ συγχρόνως καταργούσε ό,τι απέμενε άπό τήν κοινοτική ιδιοκτησία καί διευκόλυνε τή μεταβίβαση εδαφών μέ νόμους αναφορικά μέ τήν προίκα, τά κληρονομικά δικαιώμα τα καί τήν ελευθερία νά διαθέτει κανείς τήν περιουσία του. Γιά νά απελευθερώσει τά άτομα, περιόρισε τήν πατρική εξουσία, άλλά κυρίως απαγόρευσε τή δουλεία γιά χρέη, σέ όλες τίς μορφές της, ακόμη καί ώς ποινή, καί διακήρυξε έτσι τό πεΐΌβα8 οθΓρυ.8 τοΰ Αθηναίου πολίτη. Καταλαβαίνοντας Οτι ή γεωργία δέν αρκούσε νά θρέψει ένα μεγάλο πληθυσμό σέ μιά χώρα φτωχή άπό τή φύση της, προσπάθησε νά δώσει δυνατή ώθηση στό εμπόριο καί στή βιομηχανία, προσελκύοντας άπ' έξω επαγγελματίες, προστατεύ οντας τούς μετοίκους, κάνοντας μιά νομισματική μεταρρύθμιση πού άνοιγε νέους δρόμους στήν εμπορική ναυτιλία. Σ' αυτή τήν οικονομική καί κοινωνική μεταμόρφωση αντι στοιχεί καί μιά πολιτική μεταβολή. Απέναντι στό κράτος δέν υπάρχουν πιά παρά πολίτες ελεύθεροι. Καμία διάκριση καταγω γής· άλλά ή περιουσία αρχίζει νά λογαριάζεται. Σύμφωνα μέ ένα σύστημα πού έτεινε νά ισχύσει άπό κάμποσο καιρό, οί πολίτες χωρίζονται σέ τέσσερις τιμοκρατικές τάξεις: 1. τούς πεντακοσιομέδιμνους, πού έχουν εισοδήματα άπό τά κτήματα τους του λάχιστον πεντακόσιους μέδιμνους στερεά (260.000 λίτρα) ή πεν τακόσιους μετρητές υγρών (195 εκατόλιτρα) 2. τούς ιππείς, πού έχουν τουλάχιστον τριακόσιους μέδιμνους ή μετρητές (156.000 ή 1 1 7 . 0 0 0 λίτρα)· 3. τούς ζευγίτες, πού έχουν εισόδημα τουλά χιστον διακόσιους μέδιμνους ή μετρητές (104 ή 78 εκατόλιτρα)" 4. τούς θήτες, πού δέν έχουν γή ή πού δέν παράγουν παρά τό ε λάχιστο ποσό τών διακοσίων μεδίμνων ή μετρητών. Οί υποχρε ώσεις καί τά δικαιώματα αυτών τών τάξεων είναι καθορισμένα ανάλογα μέ τό τίμημα τους. Οί θήτες, άπό μόνο τό γεγονός ότι είναι πολίτες, μπορούν νά λάβουν μέρος στήν εκκλησία τοΰ δή μου καί στά δικαστήρια* στρατεύονται όμως μόνο ώς κωπηλά τες καί δέν μπορούν νά πάρουν αξιώματα. Οί ζευγίτες είναι υπο χρεωμένοι νά οπλιστούν ώς οπλίτες καί μπορούν νά επιδιώξουν -
132
Η ΑΘΗΝΑ'ΓΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
μερικά κατώτερα αξιώματα. Οί πολίτες τών δύο πρώτων τάξεων οφείλουν νά έρθουν στο στρατό μέ το άλογο τους καί είναι επιβα ρημένοι μέ τίς χορηγίες πού λέγονται λειτουργίες, άλλά έ'χουν δικαίωμα στά κυριότερα αξιώματα. Στους πεντακοσιομέδιμνους επιφυλάσσονται οί πιο δαπανηρές λειτουργίες καί τά ανώτερα αξιώματα, τών αρχόντων καί τών ταμιών. Ό συντάκτης αυτού τοΰ πολιτεύματος τό χαρακτήριζε καλά δταν έ'δινε αύτη τή μαρ τυρία: «Έδωσα στό λαό Οση δύναμη τοΰ είναι αρκετή, χωρίς νά αφαιρέσω τίποτε άπό τήν αξιοπρέπεια του καί χωρίς νά προσθέ σω τίποτε». Ή μεταρρύθμιση τοΰ Σόλωνα, συνετή καί προσω ρινή άπό πολιτική πλευρά, άλλά τολμηρή καί οριστική άπό κοι νωνική πλευρά, σημειώνει τήν άνοδο τής δημοκρατίας (594 /3). Εντούτοις ή Αθήνα δέν έ'μεινε γιά πολύ ήσυχη. Χρειάστηκε νά επιτραπεί στους βιοτέχνες καί στους εμπόρους νά μπουν στις τρεις πρώτες τάξεις: έ'γινε δεκτή (πιθανότατα τό 581) ή αντι στοιχία τοΰ μέδιμνου ή τοΰ μετρητή μέ τή δραχμή, δηλαδή τών εισοδημάτων άπό τή γή μέ τά εισοδήματα άπό άλλες πηγές. Αυτό τό μέτρο δέν ήταν αρκετό. Ή οικογενειακή οργάνωση δέν ειχε εξαφανιστεί παρά μόνο στους νόμους" στήν πράξη ή δύναμη τών γενών εξακολουθούσε νά είναι αισθητή. Έξαλλου τά ακραία κόμματα δέν είχαν αφοπλιστεί, άφοΰ κανένα άπό τά δυο δέν είχε ικανοποιηθεί τελείως, καί τό τρίτο κόμμα, πού υποστήριζε τό πολίτευμα τοΰ Σόλωνα, τό υπεράσπιζε μέ δυσκολία. Τρεις πα ρατάξεις βρέθηκαν αντιμέτωπες· καθεμιά αντιπροσώπευε μιά κοινωνική τάξη, καθεμιά επιστρατευόταν άπό μιά περιοχή τής χώρας, καί είχε επικεφαλής της μιά μεγάλη οικογένεια: οί ευ πατρίδες τής πεδιάδας καθοδηγούνταν άπό τούς Φιλα'ιδες' οί έ'μποροι καί οί ψαράδες τής παραλίας άπό τούς 'Αλκμεωνίδες' οί μικροί χωρικοί τοΰ βουνού άπό τούς Πεισιστρατίδες. Υπερίσχυ σε ό Πεισίστρατος (560). Άρπαξε τήν τυραννία πού ό λαός είχε μάταια προσφέρει στον Σόλωνα. Ρύθμισε γιά πάντα τό αγροτικό πρόβλημα, μοιράζον τας τή χέρσα γή καί κτήματα ευγενών τά όποια δήμευσε· έ'τσι δημιουργήθηκε μιά ρωμαλέα φυλή μικρών γεωργών πού ρίζω σε στή γή καί συνήθισε νά ασχολείται μέ τίς κοινοτικές υποθέ σεις. Ευνόησε τό ναυτιλιακό εμπόριο μέ μιά εξωτερική πολιτι κή πού είχε ευρείς ορίζοντες καί ώθοΰσε τούς ναυτικούς προς τίς Κυκλάδες, τή Θράκη άπ' Οπου ερχόταν τό χρυσάφι, τόν Ελ λήσποντο άπ' Οπου ερχόταν τό στάρι. Τόν ίδιο καιρό εξύψωνε 9
10
133
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τό ιδανικό αυτής της αγροτικής καί αστικής δημοκρατίας μέ εορτές προς τιμήν τοΰ Διονύσου, μέ θεατρικές παραστάσεις, μέ μεγαλόπρεπα οικοδομήματα. Τέλος, καθώς δέν κατάργησε τό σύνταγμα, συνετέλεσε ώστε ό λαός νά διαπαιδαγωγηθεί πολιτι κά στις συνεδριάσεις τής εκκλησίας καί τών δικαστηρίων. 11
"Οταν ή τυραννία πρόσφερε τίς υπηρεσίες πού περίμενε ό λαός, εξαφανίστηκε: είναι ή συνηθισμένη της μοίρα στις ελληνικές πό λεις. Οί ολιγαρχικοί νόμισαν προς στιγμήν Οτι ή πτώση τών Πεισιστρατιδών θά τούς ευνοούσε. Ό Άλκμεωνίδης Κλεισθένης τούς έβγαλε άπό τήν πλάνη. Μέ μιά θαυμαστή καθαρότητα σκέψης ολοκλήρωσε τό έργο πού άρχισε ό Σόλων, καί έδωσε στό δημοκρατικό σύνταγμα τής Αθήνας τήν τελειωτική μορφή του (508 /7). Ήθελε νά εμποδί σει τήν επιστροφή τής τυραννίας, νά διαλύσει τήν ισχυρή οργά νωση πού είχε αποκτήσει ή αριστοκρατία στις φρατρίες καί στις τέσσερις ιωνικές φυλές, νά αποτρέψει τίς κοινωνικές τάξεις νά ενωθούν κατά περιοχή. Μετά άπό τήν προγραφή τοΰ τελευταίου τυράννου καί τών παιδιών του, τά άλλα μέλη τής οικογένειας, πού έμειναν στήν Αττική, κάθισαν ήσυχα, γιατί αισθάνονταν ότι πάνω άπό τό κεφάλι τους κρεμόταν ό κίνδυνος τοΰ όστρακισμοΰ. Τό πλαίσιο πού πρόσφερε τό σύστημα φυλών-φρατριώνγενών δέν είχε πιά θέση στό κράτος. Δημιουργήθηκαν περιφέ ρειες, Οπου ταξινομήθηκαν Ολοι οί πολίτες σύμφωνα μέ τήν κα τοικία τους. Όλόκληρη ή χώρα μοιράστηκε σέ δήμους, μικρές κοινότητες, καθεμιά άπό τίς όποιες είχε τή συνέλευση της, τούς άρχοντες της, τή διοίκηση της. Κάθε πολίτης γράφτηκε στον κα τάλογο ενός δήμου, καί τό δημοτικό Ονομα, προστιθέμενο στό ατομικό ονομά του, απόδειχνε τήν ιδιότητα τοΰ πολίτη. "Ολοι οί δήμοι, τών όποιων ό αριθμός ξεπερνούσε αισθητά τήν εκατον τάδα, έπρεπε νά μοιραστούν σέ δέκα φυλές, οί όποιες, μ' αυτόν τόν τρόπο, δέν ήταν πιά συγγενικές, άλλά τοπικές. Ήταν λοιπόν αδύνατο στις παλαιές φυλές νά ξαναβρεθούν μέσα στις καινού ριες* άλλά υπήρχε κίνδυνος, μέ τή συμμαχία τών γειτονικών φυ λών, νά συνεχιστούν οί αντιθέσεις τών περιοχών. Γιά νά αποφύ γει αυτό τόν κίνδυνο, ό Κλεισθένης βρήκε έναν πολύ έξυπνο τρό πο. Σκέφτηκε ότι ήταν χρήσιμο νά συστήσει οργανισμούς ενδιά μεσους τών δήμων καί τών φυλών. Χώρισε λοιπόν καθεμιά άπό τίς τρεις περιοχές τής Αττικής, τό "Αστυ, τήν Παραλία καί τή 134
Η ΑΘΗΝΑΊ-ΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Μεσογαία, σέ δέκα τομείς καί παραχώρησε μέ κλήρο σέ κάθε φυλή έναν τομέα άπό κάθε περιοχή. Μ' αυτόν τόν τρόπο, κάθε φυλή είχε τρείς ομάδες δήμων, τρεις τριττύες. Ά ν καί τοπικές, οί φυλές δέν ήταν συνεχείς εδαφικές περιοχές* δέν αντιπροσω πεύονταν σ' αυτές συμφέροντα πού θά μπορούσαν νά φέρουν αν τιμέτωπους τούς μέν στους δέ. Τό δεκαδικό σύστημα τών φυλών εφαρμόστηκε σέ όλη τήν πολιτική καί διοικητική οργάνωση τής πόλης. Ή βουλή αποτελείται άπό πεντακόσια μέλη, πενήντα κα τά φυλή, παρμένα άπό τούς δήμους ανάλογα μέ τόν πληθυσμό τους* καθεμιά φυλή τής βουλής [οί βουλευτές κάθε φυλής] σχη ματίζει, εκ περιτροπής, μιά μόνιμη επιτροπή γιά τό ένα δέκατο τοΰ έτους. Επειδή οί άρχοντες ήταν εννιά, τούς προσθέτουν καί ένα γραμματέα, έτσι ώστε οί δέκα φυλές νά αντιπροσωπεύονται στό συλλογικό Οργανο. Ό στρατός υποδιαιρείται σέ δέκα τμήμα τα πού λέγονται επίσης φυλαί, καί καθένα τους διοικείται άπό έναν φύλαρχο. Σέ όλες τίς περιστάσεις ό λαός εμφανίζεται χωρι σμένος σέ δέκα ομάδες. Άπλή, καθαρά λογική κατασκευή, καί γι' αυτό αντίθετη σέ κάθε παράδοση, τό δεκαδικό σύστημα απο τελεί ουσιαστικό μέρος τοΰ δημοκρατικού πολιτεύματος, Οχι μό νο στήν Αθήνα, άλλά καί σέ πολλές ελληνικές πόλεις πού ελευ θερώθηκαν άπό τό ολιγαρχικό πολίτευμα. Αυτό τό σύνταγμα, αυτή ή επιβλητική κατασκευή, Οπου ή πολιτική σκέψη παίρνει γεωμετρική Οψη, ανταποκρινόταν τόσο καλά σέ ένα δημόσιο πνεύμα πού διαμορφώθηκε μέ τήν πείρα αιώνων, ώστε κανένα κόμμα δέν θά τό αμφισβητήσει. Οί δημο κρατικοί θά τό τροποποιήσουν σέ ορισμένα σημεία* δέν θά αλλά ξουν τίποτε τό ουσιαστικό. Οί ολιγαρχικοί μπορούν νά κάμουν επαναστάσεις* θά υποστηρίξουν ότι αποκαθιστούν στήν ουσία του «τό πολίτευμα τών προγόνων», καί θά έννοοΰν εκείνο μέ τό όποιο καταλύθηκε γιά πάντα τό ολιγαρχικό καθεστώς. Ή Αθή να τοΰ 5ου αιώνα έζησε μέ τούς κοινωνικούς νόμους τοΰ Σόλωνα καί τούς πολιτικούς νόμους τοΰ Κλεισθένη. Λιγότερο άπό είκοσι χρόνια μετά τή μεγάλη μεταρρύθμιση άρχισε γιά τήν αθηναϊκή δημοκρατία ή σκληρή δοκιμασία τών μηδικών πολέμων, άπ' δπου βγήκε πιο ισχυρή. Ή πατριωτική ένωση καί, σέ μιά ορισμένη στιγμή, ή μαζική αποδημία ανακά τεψαν τίς τάξεις. Αυτουργοί τής νίκης ήταν τόσο οί οπλίτες τοΰ Μαραθώνα καί τών Πλαταιών δσο καί οί κωπηλάτες τής Σαλα μίνας, τής Μυκάλης καί τοΰ Εύρυμέδοντα. Ή πόλη όφειλε τή 12
135
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σωτηρία της στους θήτες Οσο καί στους ζευγίτες καί στους με γάλους ιδιοκτήτες. Πώς νά μήν εξαρθεί τό δημοκρατικό αίσθη μα; Αμέσως ή 'Αθήνα τοποθετήθηκε άπό τίς ναυτικές πόλεις επικεφαλής μιάς μεγάλης συμμαχίας, καί γιά καιρό ό στόλος αποτέλεσε τή δύναμη της. ' Η κατασκευή ενός λιμανιού καί μιάς πόλης στον Πειραιά, ή ευημερία τοΰ εμπορίου καί τής βιομηχα νίας, ή ανάπτυξη τοΰ κινητοΰ πλούτου, ή αφθονία τοΰ χρήματος, μέ δυο λόγια όλα αυτά πού συντέλεσαν στήν πολιτική καί οικο νομική δύναμη τής Αθήνας, πού έγινε ή πρωτεύουσα τοΰ μεσο γειακού κόσμου, είχαν ώς αποτέλεσμα νά μειωθεί ή πραγματική αξία τοΰ τιμήματος καί νά προβιβαστοΰν, χωρίς προσπάθεια, οί πολίτες άπό τή μιά τάξη στήν άλλη. Ήταν μιά συνεχής διεύρυνση τής δημοκρατίας, μιά προοδευτική μετάθεση τοΰ κέντρου βάρους προς τό πλήθος τών παραγωγών καί τών ναυτών. Ήδη τό 500 τό σύνταγμα τοΰ Κλεισθένη υπέστη σημαντικές επεξεργασίες: ή βουλή τών πεντακοσίων πήρε τήν τελική της οργάνωση, καί ή δημιουργία τών δέκα αιρετών στρατηγών ήταν ένα σοβαρό πλήγμα γιά τό σώμα τών εννέα αρχόντων. Άλλά καί τό 487/6 τό σώμα αυτό άλλαξε βαθύτατα: αποφασίστηκε νά τραβοΰν στον κλήρο τούς άρχοντες, έναν κατά φυλή, άπό τούς πεντακόσιους υποψηφίους πού υπόδειχναν οί εκλέκτορες τών δή μων καί οί όποιοι δέν προέρχονταν μόνο άπό τούς πεντακοσιομεδίμνους άλλά καί άπό τούς ιππείς. Άλλαξαν έτσι καί τή σύνθεση τοΰ Άρειου Πάγου πού τόν αποτελούσαν οί άρχοντες μετά τή λήξη τής θητείας τους: χωρίς νά αλλοιώσουν τόν αριστοκρατικό χαρακτήρα τής παλαιάς βου λής, μείωσαν τήν άξια της. Ό "Αρειος Πάγος, ολοένα κατώτε ρος ώς προς τήν αποστολή πού τοΰ όριζε ή παράδοση, σύντομα έδωσε τήν εντύπωση ενός ξεπερασμένου θεσμού. Καί τοΰτο δέν οφειλόταν μόνο στήν ισοβιότητα τών μελών του πού προέρχον ταν άπό τάξεις πλουσίων καί ευγενών, άλλά καί στις εξουσίες πού ειχε κληρονομήσει. Οί αρμοδιότητες του, πολιτικού καί δι καστικού χαρακτήρα συγχρόνως, δέν ήταν καλά καθορισμένες καθώς Ομως συμπεριλάμβαναν τήν επιτήρηση τής εφαρμογής τών νόμων, μποροΰσαν κάποτε νά γίνουν υπερβολικές. Επιπλέ ον, μέ τίς υπηρεσίες πού πρόσφερε στις χειρότερες ώρες τής περ σικής εισβολής, απόκτησε μεγαλύτερη εξουσία καί αναδείχθηκε διαιτητής τής δημόσιας ζωής. Ό λαός μοιραία θά χτυπούσε αυτό τό οχυρό τής αριστοκρατίας. 13
14
-
15
136
Η ΑΘΗΝΑ'ΓΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Τό 462 τό δημοκρατικό κόμμα είχε αρχηγό τόν Εφιάλτη. Είναι αυτός πού έδωσε τή χαριστική βολή στον Άρειο Πάγο, άφοΰ προηγούμενα εκκαθαρίστηκε μέ δικαστικές διώξεις μελών του πού είχαν υποπέσει σέ παραπτώματα. Τοΰ αφαιρέθηκαν οί «πρόσθετες» καί ακαθόριστες εξουσίες πού τοΰ άνέθεταν τή φρούρηση τοΰ συντάγματος καί τοΰ επέτρεπαν νά ασκεί έ'λεγχο στήν κυβέρνηση: έ'χασε τήν αρμοδιότητα νά δικάζει τά εγκλήμα τα πού ενδιέφεραν τήν πόλη, τίς παραβάσεις πού διέπρατταν ιδι ώτες ή δημόσιοι υπάλληλοι εναντίον τής δημόσιας τάξης. Κρά τησε μόνο αρμοδιότητες θρησκευτικού χαρακτήρα, πού ήταν άλ λωστε πολύ πλατιές, άφοΰ περιλάμβαναν, μαζί μέ τόν έ'λεγχο τής διαχείρισης τών ιερών κτημάτων, τήν εκδίκαση τών προμε λετημένων εγκλημάτων. "Οσες εξουσίες αφαιρέθηκαν άπό τόν Άρειο Πάγο πέρασαν στήν εκκλησία τοΰ δήμου, στή βουλή καί στά δικαστήρια τής Ηλιαίας. Ό Πλούταρχος κρίνει αυστηρά αυτή τή μεταρρύθμιση: εφαρμόζει στον Εφιάλτη τά λόγια τοΰ Πλάτωνα γιά τούς ανθρώπους πού «παρέχουν στό λαό τήν ελευ θερία άκρατη καί ξέχειλη». Δέν είδε ότι ό διαχωρισμός τών εξουσιών πού είχε συγκεντρώσει ό Άρειος Πάγος ήταν απαραί τητος μέ τήν πρόοδο τών πολιτικών θεσμών σέ μιά μεγάλη πόλη, καί ότι ή πραγματοποίηση του άπό τή δημοκρατία δέν ωφέλησε παρά τήν ίδια. Ό Εφιάλτης πλήρωσε μέ τή ζωή του τήν αφοσίωση του στό λαό. Άλλά είχε κοντά του έ'να βοηθό ικανό νά αποτελειώσει τό έ'ργο του. Ό Περικλής, ό μικρανεψιός τοΰ Κλεισθένη, πέρα άπό τήν ιδιοφυή νόηση του, συγκέντρωνε ρητορική δεινότητα, κύρος καί δεξιοτεχνία στήν αντιμετώπιση τών ανθρώπων, προσόντα πού τοΰ επέτρεψαν νά υπηρετήσει τό λαό κυριαρχώντας τον. Ή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλτη δημιούργησε σοβαρό κίνδυνο. "Εως τότε οί βασικοί νόμοι ασφαλίζονταν άπό μιά ισχυρή προ στασία" ό Άρειος Πάγος ήταν, μαζί μέ τή βουλή, μιά άπό τίς άγκυρες πού συγκρατούσαν τό πλοίο τοΰ κράτους. 'Εάν δέν έπαιρναν τά μέτρα τους, οί νόμοι δέν θά είχαν κάτι σταθερό πού νά τούς συγκρατεί, καί θά ήταν ανίκανοι νά αντιμετωπίσουν τούς μεταβλητούς άνεμους τής κοινής γνώμης. Αυτόν τόν κίνδυνο ό Περικλής τόν είδε καθαρά, καί βρήκε τρόπο νά τόν αποτρέψει. Ή γραφή παρανόμων (αγωγή γιά παράνομη πρόταση) ύψωσε τό νόμο πάνω άπό τίς λαϊκές ιδιοτροπίες καί τούς κοινωνικούς αγώνες, μέ τό νά δώσει δικαίωμα σέ κάθε πολίτη νά έ'ρθει σέ 16
17
137
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βοήθεια του σάν κατήγορος, καί μέ τό νά επιβάλει θανατικές ποι νές ώς εγγύηση τής επικυριαρχίας του. Επίσης, γιά νά μή μείνει ή δημοκρατία λέξη κενή, έπρεπε νά επιτραπεί στους ανθρώπους τοΰ λαοΰ, πού εργάζονταν γιά νά ζήσουν, νά αφιερώνουν χρόνο στήν υπηρεσία τής δημοκρατίας. Πεντακόσιοι πολίτες έπρεπε νά μετέχουν στή βουλή έναν ολό κληρο χρόνο. Οί ήλιαστές, τών οποίων ή αρμοδιότητα περιορι ζόταν αρχικά στό νά κρίνουν, ώς δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αποφάσεις πού εξέδωσαν διάφοροι άρχοντες, έπρεπε τώρα νά κρίνουν, πρωτοβάθμια μαζί καί τελεσίδικα, όλο καί περισσότε ρες υποθέσεις Αθηναίων πολιτών καθώς καί τών πολιτών τών συμμαχικών πόλεων: αποτελούσαν ένα σώμα έξι χιλιάδων με λών, οί μισοί άπό τούς όποιους, κατά μέσο όρο, ήταν απασχολη μένοι καθημερινά. Υπήρχε μιά χιλιάδα υπαλλήλων μέσα στή χώρα (ένδημοι) ή στό εξωτερικό (νπερόριοι), πεντακόσιοι φύλα κες νεωρίων κτλ. Έτσι οί δημόσιες υποθέσεις δέν ζητούσαν μόνο τήν κατά διαστήματα βοήθεια Ολων τών πολιτών στήν εκκλησία τοΰ δήμου* άπαιτοΰσαν καί τή συνεχή προσπάθεια τοΰ ενός τρί του άπ' αυτούς. Ωστόσο οί μισοί άπό τούς πολίτες, είκοσι χι λιάδες περίπου, οί θήτες, είχαν ετήσιο εισόδημα κατώτερο άπό 200 δραχμές, πού μόλις τούς αρκούσε γιά νά ζήσουν. Πώς νά τούς ζητήσουν νά χάσουν τό μισθό ενός έτους ή έστω πολλών ήμερων; Άπό τήν άλλη μεριά, έάν απομάκρυναν άπό τή βουλή, άπό τά δικαστήρια καί άπό τά αξιώματα τούς ανθρώπους που δέν είχαν περιουσία, πώς θά εμπόδιζαν τό καθεστώς, παρά τό Ονομα τής δημοκρατίας πού τοΰ έδιναν, νά είναι στήν πραγμα τικότητα ολιγαρχία; Καί έκεΐ ό Περικλής πήρε τή σωστή από φαση. Φρόντισε ώστε τό κράτος νά δίνει μισθό στους πολίτες πού άφηναν τήν εργασία τους γιά νά τό υπηρετήσουν. Ή μισθοφορά έγινε ουσιαστικό στοιχείο τής δημοκρατίας. Άλλά τόν 5ο αιώνα, ακριβώς γιατί ό μισθός αποζημίωνε μόνο υπηρεσίες διαρ κείς ή εξαιρετικές, οί πολίτες δέν έπαιρναν μισθό γιά τή στοι χειώδη άσκηση τοΰ πολιτικοΰ τους δικαιώματος, δηλαδή γιά την παρακολούθηση τών συνελεύσεων ή αποζημίωση δινόταν μόνο στά μέλη τής βουλής, στους ήλιαστές καί στους περισσότερους άπό αυτούς πού καταλάμβαναν αξιώματα, καί μάλιστα μέ κλήρο. Άπό τό 487 /6, στον κατάλογο τών πεντακοσίων υποψηφίων πού πρότειναν οί δήμοι, γιά νά κληρωθούν οί εννέα άρχοντες, άρ χισαν νά μπαίνουν καί ονόματα ιππέων έκτος άπό τών πεντακο18
138
Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
σιομεδίμνων. Είκοσι χρόνια αργότερα καί έξι χρόνια μετά άπό τή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλτη έκαμαν ένα βήμα πιο πέρα. Ή Αθήνα υπέβαλε τούς οπλίτες της σέ σκληρές δοκιμασίες στις μάχες πού έγιναν στή Βοιωτία. Τούς αντάμειψε επιτρέποντας στους ζευγίτες νά αναδείχνονται άρχοντες. Ήταν άλλωστε μιά ανταμοιβή κυρίως τιμητική, γιατί ή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλτη είχε μειώσει τή σημασία τών αρχόντων, άφοΰ ό Άρειος Πάγος πού σχημάτιζαν οί παλαιοί άρχοντες δέν είχε πιά πολιτικές δι καιοδοσίες, καί οί αυξημένες εξουσίες τής βουλής περιόριζαν α νάλογα τή διοικητική ανεξαρτησία τών αρχόντων. Ωστόσο τό γόητρο αυτού τοΰ παλαιοΰ συλλογικού οργάνου παρέμενε πολύ μεγάλο. Άλλά, άπό τή στιγμή πού συνοδευόταν άπό ένα μισθό καί έγινε κληρωτό, δέν υπήρχε πιά λόγος νά περιορίζεται στις τρεις ανώτερες τάξεις. Μέ τή σειρά τους έγιναν δεκτοί καί οί θήτες. Γιά νά μήν καταστρατηγηθεί αυτό τό μέτρο, χρειάστηκε νά καταργηθεί ή προκριματική εκλογή τών πεντακοσίων, γιατί άφηνε ελεύθερο πεδίο στις μηχανορραφίες τών γαιοκτημόνων: ή προκριματική εκλογή αντικαταστάθηκε άπό μιά πρώτη κλήρω ση πού ανάδειχνε τούς υποψηφίους τών δέκα φυλών γιά τή δεύ τερη κλήρωση, άπό τήν οποία έβγαιναν οί τιτλοΰχοι τών α ξ ι ω μάτων. Άλλά τότε τί χρειαζόταν ένας τόσο μεγάλος κατάλογος υποψηφίων γιά τήν τελική κλήρωση, περιπλοκή πού ευνοούσε τίς λαθροχειρίες στους δήμους; Αποφασίστηκε ότι ό κατάλογος αυτός δέν θά περιλάμβανε πιά παρά μόνο εκατό ονόματα, δέκα κατά φυλή. Έφτασαν έτσι στό κλασικό σύστημα κλήρωσης «μέ τό κουκί». Γιά νά καθιερωθούν τά δικαιώματα πού κατέκτησε ό λαός τόν 5ο αιώνα, φάνηκε σωστό νά τά προστατεύσουν άπό σφετε ρισμούς, πού δέν έλειπαν. Δέν πρέπει νά ξεχνάμε ότι ή δημοκρα τία, ακόμη καί ή άκρα δημοκρατία —άν τήν κρίνουμε άπό τή ση μερινή μας άποψη καί άν δέν εξετάσουμε τίς αρχές άλλά τά πρό σωπα πού ωφελήθηκαν άπό αυτήν—, στις ελληνικές πόλεις είναι πάντα ένα είδος αριστοκρατίας. Οί πολίτες στήν Αττική ήταν μειοψηφία. Δίπλα τους ζοΰσε ένας αριθμός, τουλάχιστον ίσος, δούλων καί ένας αριθμός, μόλις μικρότερος άπό τούς μισούς, με τοίκων. Γεννημένοι στον τόπο άπό οικογένειες πού είχαν αφο μοιωθεί άπό καιρό, οί μέτοικοι επωφελούνταν άπό κάθε ευκαι ρία, καί ιδιαίτερα άπό τήν ευκολία τών μεικτών γάμων, γιά νά φτάσουν στήν τάξη τών πολιτών. Υπήρχαν πολλά υλικά πλεο19
20
139
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
νεκτήματα συνδεμένα μέ τό δικαίωμα του πολίτη, ώστε ό λαός δέν δεχόταν ευχάριστα τήν αύξηση τοΰ άριθμοΰ εκείνων πού τά απολάμβαναν. Τό 451 /50 ό ίδιος ό Περικλής πέρασε ένα νόμο σύμφωνα μέ τόν όποιο δέν ήταν κανείς Αθηναίος παρά μόνο έάν είχε γεννη θεί άπό πατέρα καί μητέρα Αθηναίους. Αυτός ό νόμος ενσωμα τώθηκε γιά πάντα στό σύνταγμα. Β' ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑ ΓΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Στά μέσα τοΰ 5ου αιώνα τό δημοκρατικό πολίτευμα στήν 'Αθήνα πήρε τήν τελειωτική μορφή του. Είναι αυτό πού θά παραμείνει ώς τό τέλος τής ελληνικής ανεξαρτησίας. Άλλά ή αξία ενός συν τάγματος εξαρτάται άπό τό πνεΰμα μέ τό όποιο εφαρμόζεται στήν πράξη. Τήν εποχή τοΰ Περικλή ή πολιτική ζωή τής Αθή νας παρουσιάζει μιά τέλεια ισορροπία ανάμεσα στά δικαιώματα τοΰ άτομου καί τή δημόσια εξουσία. Ή ατομική ελευθερία είναι απόλυτη. Αφότου ό Σόλων απα γόρευσε νά εγγυάται ό οφειλέτης τό χρέος του μέ τό ίδιο τό σώ μα του, ή άρχή αυτή πήρε απεριόριστη έκταση. Κανένας πολί της, μέ οποιοδήποτε πρόσχημα, δέν μπορεί νά γίνει δοΰλος, ούτε δουλοπάροικος όποιας μορφής, ακόμη καί μέ όρους ή προσωρινά. Ή σωματική βία δέν υπάρχει πιά ούτε προς Οφελος τοΰ κράτους ούτε προς Οφελος ιδιωτών. Τό ίδιο περίπου ισχύει γιά τήν ατο μική ευθύνη. Ή απαγόρευση πού νομοθετήθηκε άπό τόν Σόλωνα ισχύει κατά μείζονα λόγο γιά τήν οικογένεια τοΰ οφειλέτη, επο μένως καί γιά τόν καταδικασμένο. Είναι αλήθεια ότι τήν άρχή τοΰ 5ου αιώνα μερικά σοβαρά αδικήματα, Οπως ή προδοσία, μποροΰσαν νά έχουν συλλογικές τιμωρίες. Άλλά τό κράτος προ οδευτικά παραιτείται άπό αυτό τό απαίσιο δικαίωμα, καί πριν άπό τό τέλος τοΰ αιώνα ούτε ή ποινή τοΰ θανάτου ούτε ή προγρα φή δέν πέφτουν πάνω στά παιδιά τοΰ ένοχου. "Ετσι ή Αττική γίνεται ή κλασική γή τής ελευθερίας. Δέν υπάρχουν καθόλου δούλοι προερχόμενοι άπό πολίτες. Ακόμη καί οί ξένοι αναπνέ ουν αέρα ζωογόνο: ή Αθήνα ελκύει τούς εξόριστους όλης τής Ελλάδας, άπό τόν Ηρόδοτο τόν Άλικαρνασσέα ώς τόν Γοργία τόν Λεοντίνο, καί τόν Δημόκριτο τόν Αβδηρίτη, πού ήρθε καί εγκαταστάθηκε στήν Αθήνα, καί πού έλεγε ότι αξίζει περισσό21
140
Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
τερο νά ζεις φτωχός σέ μιά δημοκρατία παρά νά απολαμβάνεις μιά φαινομενική ευτυχία στήν αυλή ενός βασιλέα. 'Τπερήφανοι πού ήταν ελεύθεροι πολίτες, οί Αθηναίοι ήταν ακόμη πιο υπερήφανοι πού ήταν ίσοι μεταξύ τους. Γι' αυτούς ή ισότητα είναι ό όρος γιά τήν ελευθερία γιατί Ολοι είναι αδερ φοί άπό μιά κοινή μητέρα, καί δέν μπορούν νά είναι οί μέν γιά τούς δέ ούτε δούλοι ούτε κύριοι. Οί μόνες λέξεις πού χρησιμοποι ούν στή γλώσσα τους γιά νά χαρακτηρίσουν τό δημοκρατικό πο λίτευμα είναι ισονομία: ισότητα μπροστά στό νόμο, καί ιση γορία: ίδιο δικαίωμα γιά όλους νά εκφράζονται. "Οχι μόνο έπα ψαν νά λογαριάζουν τήν ευγενή καταγωγή, άλλά καί δέν χρη σιμοποιούν πιά οικογενειακά ονόματα" κάθε Αθηναίος προσθέ τει στό ονομά του τό Ονομα τοΰ δήμου του. Τό περισσότερο πού κάνουν οί άνθρωποι μέ καταγωγή αριστοκρατική είναι νά ανα φέρουν τό Ονομα τοΰ πατέρα τους" άλλά ποτέ δέν αναφέρουν τό Ονομα τοΰ γένους τους, καί ό πιο ένδοξος άπό τούς Άλκμεωνίδες δηλώνεται μέ τό Ονομα Περικλής Ξανθίππου Χολαργεύς. Ά ν είναι αλήθεια, Οπως βλέπουμε άπ' αυτό τό παράδειγμα, ότι οί μεγάλες οικογένειες διατηρούν ακόμη αρκετό γόητρο γιά νά δώ σουν έναν αρχηγό ακόμη καί τοΰ δημοκρατικού κόμματος, τό κράτος δέν αναγνωρίζει οικογένειες, άλλά μόνο άτομα ισότιμα. "Εχουν όλοι τά ίδια δικαιώματα. Μποροΰν νά πάνε στή συνέλευ ση γιά νά μιλήσουν, έάν θέλουν, καί γιά νά ψηφίσουν: τό αντι προσωπευτικό σύστημα δέν υπάρχει, καί θά έμοιαζε ολιγαρχι κός περιορισμός τής ισηγορίας. Μποροΰν νά μετέχουν στήν Η λιαία ώς δικαστές, δταν φτάσουν σέ ορισμένη ηλικία. Μποροΰν νά θέσουν υποψηφιότητα στή βουλή καί στις άλλες δημόσιες υπη ρεσίες, δπως ορίζει ό νόμος. Καθένας μέ τή σειρά του οφείλει νά υπακούει καί νά διευθύνει. Παίρνουν μέρος στις δημόσιες τελε τές, στις πομπές, στις θυσίες, στους αγώνες, στις θεατρικές πα ραστάσεις, χωρίς άλλη διάκριση άπό τήν προεδρία, πού επιφυ λάσσεται στους άρχοντες. Ισότητα" αυτό είναι πού οί Αθηναίοι βάζουν πάνω άπ' όλα στό σύνταγμα τους. «Είναι, λένε, ή άξια, πολύ περισσότερο άπό τήν τάξη, πού ανοίγει τό δρόμο στις δη μόσιες τιμές. Κανένας, έάν είναι ικανός νά υπηρετήσει τήν πόλη, δέν εμποδίζεται άπό τή φτώχεια, άπό τήν άσημη καταγωγή του.» Θά μπορούσε κανείς νά φανταστεί Οτι, μέ τό νά διατηρούν τό τιμοκρατικό σύστημα τών τάξεων τό όποιο καθιέρωσε ό Σόλων, -
22
23
24
141
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
οί Αθηναίοι διέψευδαν τόν εαυτό τους. Δέν ήταν όμως έτσι. Ό Σόλων ειχε μοιράσει ανάλογα μέ τήν περιουσία τά δικαιώματα καί τίς υποχρεώσεις. Άπό τή στιγμή πού τά δικαιώματα έγιναν ίσα, έμεινε μόνο ή ανισότητα τών υποχρεώσεων, πού παρέμειναν άμεσα συνδυασμένες μέ τό τίμημα. Οί θήτες υπηρετούν στό στό λο ώς κωπηλάτες, καί σέ περίπτωση ανάγκης στό στρατό ώς ψι λοί" δέν πληρώνουν φόρους, επειδή τό εισόδημα τους είναι χαμη λότερο άπό τό όριο άπό τό όποιο αρχίζει ή φορολογία. Οί ζευ γίτες υπηρετούν ώς οπλίτες καί πληρώνουν τήν εισφορά, έκτα κτο φόρο κατά τή διάρκεια πολέμου. Οί ιππείς υπηρετούν στό ιππικό καί αναλαμβάνουν, καθένας μέ τή σειρά του, κοινές λει τουργίες. Οί πεντακοσιομέδιμνοι υπηρετούν επίσης ώς ιππείς, άλ λά είναι επιπλέον υποχρεωμένοι στή δαπανηρή χορηγία τής τρι ηραρχίας, δηλαδή στή διοίκηση ενός πλοίου τοΰ όποιου ό εξοπλι σμός γίνεται μέ έξοδα τους. Ελευθερία, ισότητα: αυτά τά δικαιώματα τών πολιτών δέν μποροΰσαν νά είναι πραγματικά παρά μόνο άν ή πόλη ειχε ορι σμένες υποχρεώσεις. Τό κράτος έπρεπε νά θέσει τή δύναμη του στήν υπηρεσία τών ατόμων. Γιά νά εξασφαλίσει καλύτερα σέ κα θένα τήν ελευθερία του, τό κράτος εξαλείφει τό ένα μετά τό άλλο τά τελευταία ίχνη τής συλλογικής ευθύνης. Γιά νά σταθεροποι ήσει τή βασιλεία τής ισότητας, γιά νά επιτρέψει στους πιό τα πεινούς πολίτες νά λάβουν νόμιμο μέρος στήν πολιτική ζωή, δί νει αποζημίωση σέ όσους τό υπηρετούν. Άλλά οί υποχρεώσεις του είναι πολύ πιό μεγάλες. Έάν ή καταγωγή καί ή περιουσία δέν παρέχουν πιά προνόμια στήν πολιτική ζωή, υπάρχουν όμως πάντα πλούσιοι καί φτωχοί. Πρέπει νά ληφθούν μέτρα ώστε οί φτωχοί νά μποροΰν νά κάνουν χρήση τών πολιτικών δικαιωμά των τους. Έάν ή κοινωνική ανισότητα ήταν πολύ κραυγαλέα, ή πολιτική ισότητα θά εξαφανιζόταν έάν οί φτωχοί δέν είχαν κά ποιο περιουσιακό στοιχείο ή τή διαρκή δυνατότητα νά τό αποκτή σουν, ή ελευθερία θά ήταν απλώς αφηρημένη άρχή. Καθήκον τοΰ κράτους λοιπόν, άφοΰ έχει τή δύναμη, είναι νά γιατρέψει ένα κα κό επικίνδυνο γιά κάθε κοινότητα, θανατηφόρο γιά μιά δημοκρα τία. Όφείλει νά διαφυλάξει τά δικαιώματα καί τά συμφέροντα μιάς κατηγορίας πολιτών, μέ τόν Ορο πάντα νά μήν παραγνωρί σει καί νά μήν καταπατήσει τά δικαιώματα καί τά συμφέροντα μιάς άλλης κατηγορίας. Μέ έναν αρχηγό Οπως ό Περικλής ή Αθήνα πέτυχε ένα αξιόλογο έργο αλληλοβοήθειας καί κοινω142
Η ΑΘΗΝΑ-Ι-ΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
νικής μέριμνας. Δέν μοίρασε τή γή, δέν κατάργησε τά χρέη. Σέ μιά χώρα όπου ή κτηματική περιουσία δέν αποτελεί παρά μέρος του δημόσιου πλούτου, Οπου ή κινητή περιουσία έχει απλωθεί ευρύτατα μέ τό εμπόριο καί τήν εκμετάλλευση μιάς αυτοκρατο ρίας, γιά νά συντρέξει κανείς στις πιό επείγουσες ανάγκες αρ κούν ορισμένα μέτρα, όχι γενικά, άλλά καλά υπολογισμένα. Ή μισθοφορά είναι ένα τέτοιο μέτρο. Υπάρχουν καί άλλα. Τό σύστημα τών κληρουχιών επιτρέπει νά εγκατασταθούν μα κριά χιλιάδες θήτες, πού αποκτούν έναν κλήρο αρκετά μεγάλο ώστε νά τούς αποδίδει ένα εισόδημα ζευγίτη. Γιά νά δώσει δου λειά στους τεχνίτες πού έμεναν στήν πρωτεύουσα, τό κράτος γί νεται επιχειρηματίας: τοΰ χρειάζεται πρώτα πρώτα ένας στόλος, νεώρια, μιά αγορά γιά τό στάρι, καί τείχη πού νά ενώνουν τήν πό λη μέ τό λιμάνι" ύστερα, μνημεία πού θά κάμουν τήν ακρόπολη τήν ωραιότερη τοΰ κόσμου. Γι' αυτούς πού δέν μπορούν νά ερ γαστούν, ή δημόσια βοήθεια είναι πλήρως οργανωμένη. Τά ορ φανά πολέμου ανατρέφονται μέ έξοδα τοΰ κράτους καί παίρ νουν, όταν ενηλικιωθούν, μιά πλήρη πανοπλία. Συντάξεις δίνον ται στους τραυματίες πολέμου καί, αργότερα, στους ανάπηρους άπό εργασία. Σέ κανονική περίοδο ή πόλη φροντίζει νά εξασφα λίσει σέ όλους φτηνό ψωμί. Πολλές επιτροπές καί ολόκληρη ειδική νομοθεσία φροντίζουν γι' αυτό. Οί αιτοφνλακες επαγρυ πνούν ώστε τά δημητριακά νά πουλιοΰνται στήν τιμή πού πρέ πει, οί μυλωνάδες νά πουλούν τό αλεύρι καί οί αρτοποιοί τό ψω μί ανάλογα μέ αυτή τήν τιμή, καί τό ψωμί νά έχει τό ορισμένο βάρος. Ώς μέτρο εναντίον τής προαγοράς απαγορεύεται στους εμπόρους τών σιτηρών νά αγοράζουν περισσότερα άπό πενήντα φορτία συγχρόνως γιά νά ευκολύνουν τόν εφοδιασμό καί νά εξασφαλίσουν τήν κανονικότητα τοΰ εμπορίου, επιβάλλουν σέ κάθε εισαγωγέα νά κατευθύνει στήν 'Αθήνα τά δύο τρίτα τών σι τηρών πού φτάνουν στον Πειραιά, καί σέ Οσους δανειοδοτούν ναυτικές επιχειρήσεις νά μεταφέρουν στήν 'Αθήνα τρόφιμα πρώ της ανάγκης, καί πρώτα άπ' όλα στάρι" σέ κάθε εφοπλιστή πού κατοικεί στήν Αττική απαγορεύεται νά μεταφέρει σιτηρά άλλου εκτός άπό τόν Πειραιά. Ά ς προστεθούν οί αναπάντεχες προ σφορές, άπό τίς όποιες επωφελείται ολόκληρος ό λαός, Οταν ένας ξένος βασιλέας στέλνει δώρο ένα πλοίο φορτωμένο σιτηρά, όταν μιά νικηφόρα επιχείρηση επιτρέπει νά λεηλατηθεί ή εσοδεία ε χθρικής χώρας: κάθε πολίτης μετέχει στή διανομή. Περιοδικά, 25
26
27
-28
29
30
31
32
143
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
οί εκατόμβες πού προσφέρονται στους θεούς επιτρέπουν σέ κα θέναν πού μετέχει νά πάρει έ'να καλό κομμάτι κρέας. Τά χρόνια τοΰ πολέμου, τουλάχιστον άπό τό 410 ώς τό 406, μιά καθημε ρινή ενίσχυση άπό δυο όβολούς, ή διωβελία, βοηθούσε τούς εν δεείς. Άφοΰ τό κράτος φρόντισε γιά τίς υλικές ανάγκες τοΰ πλήθους, τοΰ πρόσφερε επίσης πνευματικές καί ηθικές απολαύσεις. Οί πολλές χορηγίες πού επιβάλλονται στους πλουσίους έ'χουν ώς αποστολή τήν προετοιμασία λυρικών καί δραματικών διαγωνι σμών, στους όποιους τρέχει ό λαός πού αγαπά τό ώραΐο, καί δέν εϊναι άσχημος τρόπος, γιά νά γίνει κανείς δημοφιλής, τό νά δεί ξει τή γενναιοδωρία του παρουσιάζοντας έναν πλούσια ντυμένο καί καλά ετοιμασμένο χορό γιά θεατρικό έργο. Θά έρθει καιρός όπου οί εισφορές τών ιδιωτών δέν θά είναι αρκετές νά καλύψουν τίς δαπάνες γιά τά δημόσια θεάματα* τότε θά τίς αναλάβει τό δημόσιο ταμείο, χρησιμοποιώντας τά περισσεύματα τοΰ προϋ πολογισμού γιά νά προσφέρει στά άτομα ό,τι χρειάζεται γιά νά πληρώσουν τό εισιτήριο στό θέατρο, καί ακόμη γιά νά φάνε καλά στις γιορτές. 33
34
Έάν ή πόλη αναγνώριζε μ' αυτόν τόν τρόπο ότι ειχε καθήκον τα απέναντι στά άτομα, είναι γιατί στό κάτω κάτω δέν ήταν πα ρά τό σύνολο τών πολιτών. Ή άμεση διακυβέρνηση τοΰ λαού αναγκαστικά ευνοούσε τήν πλειοψηφία. Άλλά, όσο ζούσε ό Πε ρικλής, οί Αθηναίοι δέν συνέχεαν τά άπειρα ιδιωτικά συμφέρον τα μέ τό κοινό συμφέρον. Οί υποχρεώσεις τής πόλης απέναντι στους πολίτες έμπαιναν μπροστά άπό τίς υποχρεώσεις τών πο λιτών απέναντι στήν πόλη. Τίς δέχονταν λοιπόν μέ προθυμία. Τό συμβόλαιο πού ένωνε τόν Αθηναίο πολίτη μέ τήν πόλη δέν ήταν σιωπηρό καί αόριστο. Τή χρονιά όπου ένηλικιωνόταν, πριν γραφτεί στον κατάλογο πού εξασφάλιζε τά πολιτικά δικαι ώματα, έδινε επίσημα τόν όρκο τοΰ πολίτη. Παντοΰ στήν Ελ λάδα, σύμφωνα μέ τόν Ξενοφώντα, ό νόμος άπαιτοΰσε έναν ανά λογο όρκο. Οί νεαροί Αθηναίοι έδιναν τόν όρκο μέσα στό ναό τής Άγραύλου. Άπό τή διατύπωση πού χρησιμοποιούσαν τόν 5ο αιώνα ξέρουμε μόνο μία υποχρέωση, αυτή πού λέει «νά μήν αναγνωρίζει Ορια γιά τήν Αττική παρά μόνο πέρα άπό τά χω ράφια μέ τό στάρι καί τό κριθάρι, άπό τά αμπέλια καί άπό τούς ελαιώνες». Είμαστε καλύτερα πληροφορημένοι γιά τόν 4ο αί35
36
37
38
144
Η ΑΘΗΝΑΤΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ώνα, πού στο σύνολο του θά ακολουθούσε τήν παράδοση. Ή σκη νή δέν υστερεί σέ μεγαλοπρέπεια. Οί έφηβοι παίρνουν τήν πα νοπλία τους μπροστά στους βουλευτές καί, μέ τό χέρι τεντωμένο πάνω άπό τό βωμό, λένε τά ακόλουθα λόγια: «Δέν θά ατιμάσω αυτά τά ιερά όπλα" δέν θά εγκαταλείψω τό σύντροφο μου στή μάχη" θά πολεμήσω γιά τούς θεούς μου καί γιά τήν εστία μου, μόνος ή μαζί μέ άλλους. Δέν θά επιτρέψω νά μικρύνει ή πατρίδα, άλλά θά τήν αφήσω πιό μεγάλη καί πιό δυ νατή άπό ό,τι τήν παρέλαβα. Θά υπακούσω στις διαταγές πού θά μοΰ δώσει ή σωφροσύνη τών αρχόντων. Θά συμμορφωθώ μέ τούς νόμους πού ισχύουν καί μέ αυτούς πού θά ψηφίσει ό λαός μέ κοινή συμφωνία" έάν κάποιος θελήσει νά ανατρέψει αυτούς τούς νόμους ή νά μήν υπακούσει σ' αυτούς, δέν θά τό ανεχθώ, άλλά θά πολεμήσω γι' αυτούς, μόνος ή μαζί μέ όλους. Θά σεβα στώ τίς λατρείες τών πατέρων μου». Ιδού οί υποχρεώσεις πού αναλαμβάνουν οί πολίτες πριν νά πάρουν δικαιώματα" ιδού οί υποχρεώσεις πού ανανεώνουν άπό χρόνο σέ χρόνο μπρος στους θεούς τήν παντοδυναμία τής πόλης. Α υ τ ή τήν παντοδυναμία τήν άσκεΐ ολόκληρο τό σώμα τών πολιτών σέ μιά δημοκρατία. Ή συνταγματική θεωρία τής αθη ναϊκής δημοκρατίας είναι άπλή. Περιλαμβάνεται σέ μία λέξη: ό λαός είναι κυρίαρχος (κύριος). Είτε στήν εκκλησία συνεδριά ζει είτε στά δικαστήρια, είναι απόλυτος κύριος σέ ό,τι άφορα τήν πόλη (κνριώτατος τών έν πόλει απάντων). Ωστόσο μιά πολιτική άρχή, παντού καί πάντα, προσφέρεται σέ διαφορετικές ερμηνείες, καί μόνο μέ τήν πράξη αποκτά συγκεκριμένο περιε χόμενο. Οί σύγχρονοι τοΰ Ηροδότου χρησιμοποιούσαν τήν ίδια διατύπωση μέ τούς συγχρόνους τοΰ Αριστοτέλη καί τοΰ Δη μοσθένη" δέν τήν καταλάβαιναν όμως καί δέν τήν εφάρμοζαν μέ τόν ίδιο τρόπο. Τόν 4ο αιώνα θά πάνε ώς τήν άκρη αυτής τής αρχής: «ό λαός έ'χει δικαίωμα νά κάνει ό,τι τοΰ αρέσει» (εξόν αντώ ποιεΐν δ τι άν βούληται)" είναι κύριος ακόμη καί τών νόμων (κύριος και τών νόμων). Τόν 5ο αιώνα είναι βασιλέας, δέν είναι ακόμη τύραννος. Δέχεται ότι υπάρχει κάποιο όριο στις επιθυμίες τής πλειοψηφίας. Γιά τούς Αθηναίους αυτής τής εποχής μποροΰμε νά ποΰμε, Οπως γιά τούς Σπαρτιάτες, καί γιά τή δημόσια καί γιά τήν ιδιωτική ζωή τους: «Είναι ελεύ θεροι, άλλά Οχι απόλυτα" γιατί άποπάνω τους έχουν έναν κύριο, τό νόμο». 39
40
4,1
42,
43
45
46
145
44
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
Ή γραφή παρανόμων αντιτίθεται, στις πλάνες τής εκκλησίας δπως καί στις υπερβολές τών δημαγωγών. Ακόμη καί μετά άπό τό θάνατο τοΰ Περικλή διατηρεί τήν αποτελεσματικότητα της. Μιά μέρα, σέ συνθήκες τραγικές, ό λαός αρνήθηκε νά τή λάβει υπόψη του άλλά δέν άργησε νά ανακαλύψει τό λάθος του. Ήταν τό 406, στή φοβερή δίκη τών στρατηγών νικητών στή ναυμαχία τών Άργινουσών. Μέσα στή διέγερση τών παθών, ενας θαρραλέος πολίτης αποπειράθηκε νά διακόψει τήν εξαιρετική δι αδικασία, άπό τήν ίδια τήν εκκλησία τοΰ δήμου, πού ορίστηκε μέ ψήφισμα τής βουλής καί τής εκκλησίας, προβάλλοντας έν σταση γιά τή νομιμότητα της. Τό πλήθος φώναξε δτι ήταν «τε ρατώδες νά εμποδίσουν τό λαό νά κάνει αυτό πού θέλει» (δεινόν εΐναί ει μή τις έάσει τόν δήμον πράττειν ο αν βονληταή.* Μά ταια μερικά μέλη τοΰ προεδρείου, μεταξύ τών οποίων καί ό Σω κράτης, συμφώνησαν καί διαμαρτυρήθηκαν γιά τήν έ'κδοση από φασης μέ ψήφο τής εκκλησίας· υποχώρησαν στις απειλές, εκτός άπό τόν Σωκράτη" ή απόφαση έ'γινε δεκτή, οί κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σέ θάνατο, καί οδηγήθηκαν στον τόπο τής εκτέ λεσης. 'Αλλά λίγο αργότερα οί Αθηναίοι μετάνιωσαν: κατηγό ρησαν μέ ψήφισμα προβολής* αυτούς πού εξαπάτησαν τό λαό, καί ό κύριος έ'νοχος πέθανε άπό πείνα, μισητός σέ όλους. Ή εξαίρεση δείχνει εδώ πόσο ό κανόνας ήταν επιτακτικός: τόν 5ο αιώνα, ή λαϊκή κυριαρχία δέν θέλει νά είναι αυθαίρετη δύναμη, τυραννία. Ή δημοκρατία πρέπει νά στηρίζεται στό σεβασμό προς τό νόμο. Τί είναι λοιπόν ό νόμος γιά τούς "Ελληνες γενικά, καί ιδιαί τερα γιά τούς Αθηναίους τοΰ 5ου αιώνα; "Οσο αντίθετες καί άν είναι οί πολιτικές αντιλήψεις τών ολι γαρχικών καί τών δημοκρατικών, είχαν τήν ίδια σχεδόν ιδέα γιά τό νόμο. Ωστόσο, δταν επιχειρεί κανείς νά αντιληφθεί πώς ήταν αύτη ή ιδέα τήν κλασική εποχή, μένει έκπληκτος μέ τήν παράξενη αντίφαση πού συναντά. Ό νόμος παρουσιάζεται μέ διπλή Οψη: άπό τή μιά μεριά είναι κάτι τό ιερό καί τό αμετα κίνητο" άπό τήν άλλη είναι έ'ργο ανθρώπινο —κοσμικό θά λέ γαμε—, καί επομένως υπόκειται σέ αλλαγές. Μέ τήν ανάλυση -
7
48
49
* Προβολή = διαδικασία κατά τήν όποια αποφαινόταν ό δήμος πριν άπό τήν εισαγωγή τής υπόθεσης σέ κανονικά δικαστήρια. Είχε εφαρμογή σέ περιπτώσεις ζημίας (καί ηθικής) τοϋ δημοσίου, ή δημοσίων λειτουργών, καθώς καί σέ περιπτώσεις συκοφαντίας.
146
Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
μπορεί κανείς νά διακρίνει αυτές τίς δύο αντιλήψεις, καί τότε φαίνονται ασυμβίβαστες· στήν πραγματικότητα, συγχέονται λί γο πολύ στήν καθημερινή εφαρμογή. Άπό τή μιά μεριά ή παλαιά θέμις τοΰ γένους πέρασε στή δικαιοσύνη τής πόλης μεταβάλλοντας τίς πιό σεβαστές θέμιστες σέ αυτό πού ονόμαζαν θεσμούς. Α υ τ ή είναι ή λέξη πού δήλωνε παλαιότερα τούς βασικούς κανόνες τοΰ δημοσίου δικαίου. Αυτοί οί κανόνες έχουν ουσιαστικά θρησκευτικό χαρακτήρα. Δέν χω ρίζουν ακόμη τό εγκόσμιο άπό τό υπερφυσικό. Μέ τό νά είναι τελετουργικές υποχρεώσεις όσο καί νομικές διατάξεις, δέν δια φέρουν σέ τίποτε, Οταν ασχολούνται μέ τήν περιουσία, μέ τό γάμο, μέ τήν κληρονομιά, μέ τά εγκλήματα καί τά πταίσματα, μέ τίς πολιτικές σχέσεις, ή όταν καθορίζουν τό τυπικό τών θυ σιών, τίς τιμές πού οφείλονται στους νεκρούς, τούς τύπους τών προσευχών ή τών όρκων. Άπό πού προέρχονται λοιπόν; Κανέ νας δέν τό ξέρει, ή μάλλον άγνοοΰν τό χρόνο τής γέννησης τους· δέν αμφιβάλλουν ωστόσο Οτι έχουν τεθεί (θεσμός = τίθημι) άπό τούς θεούς γιά τήν αιωνιότητα. Οί θεοί πού λατρεύονται στις οικογένειες, άλλά κυρίως ή μεγάλη πολιούχος θεότητα, τούς εμ φύσησαν στους ανθρώπους* καί οί πιό σεβαστοί ανάμεσα τους, αυτοί πού γεννήθηκαν άπό τή γή συγχρόνως μέ τό πρώτο στάχυ σταριού, έχουν γιά δημιουργό τή Δήμητρα Θεσμοφόρο. Πέρασαν άπό αιώνα σέ αιώνα μέ τήν προφορική παράδοση, κληροδοτή θηκαν άπό πατέρα σέ γιό μέσα στά γένη, μεταδόθηκαν άπό τά γένη στους ιερείς ή στους άρχοντες τής πόλης, μεταβιβάστηκαν μέσα στήν ίδια τήν πόλη άπό γενιά σέ γενιά άπό τούς ανθρώ πους-ζωντανά αρχεία: τούς μνήμονες, τούς ιερομνήμονες, τούς αίσνμνήτες. Είναι κείμενα πολύ σύντομα καί ρυθμικά —ώστε νά εντυπώνονται καλύτερα στή μνήμη—, πού ψάλλονται στον ίδιο πάντοτε τόνο. Δέν έχουν ανάγκη άπό αιτιολογία, άφοΰ είναι θείες εντολές* δέν αποκαλύπτουν τούς λόγους τους, άφοΰ επιβάλ λονται χάρη σέ μιά υπερβατική εξουσία. "Οταν ό χρόνος τούς κάνει δυσνόητους, ή επειδή είναι πολύ ατελείς, χρειάζονται εξή γηση άπό ειδικούς, οί όποιοι ανήκουν στό ιερατείο. Τό πολύ πολύ οί άνθρωποι νιώθουν στό τέλος τήν ανάγκη νά τούς κωδι κοποιήσουν, δουλειά πού αναθέτουν στους θεσμοθέτες. Άλλά ό ιερός τους χαρακτήρας απαγορεύει νά τούς αγγίξουν. Θά πα ραμείνει μιά απαράβατη άρχή: ακόμη καί όταν οί νόμοι θά χει ραφετηθούν άπό τήν ιερή κηδεμονία, θά εκδοθούν καινούριοι, άλ50
51
147
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
λά δέν θά καταργηθούν οί παλαιοί. Έτσι συμβαίνει ώστε οί διά δικοι νά προτείνουν σέ μιά δίκη κείμενα ασυμβίβαστα. Αυτές οί παλαιές δοξασίες γιά τήν υπερφυσική δύναμη τών θεσμών μένουν ιδιαίτερα προσηλωμένες στις κυρώσεις τοΰ ποινικού δικαίου. Υπάρχουν διατυπώσεις φορτωμένες μέ κατάρες, πού λέγονται άραί. Οί ποινές πού επισείουν, κυρίως ή έ'ξωση άπό τήν κοι νωνία, ή ατιμία, έ'χουν τέτοια δύναμη, πού επιπίπτουν μόνες τους σέ οποίον τίς προκάλεσε: δέν υπάρχει μάλιστα ανάγκη δί κης, γιά νά πέσει κανείς κάτω άπό τά χτυπήματα τής μαγικής τους δύναμης. Άπό τήν άλλη μεριά υπάρχει ένας νόμος πού δέν χρωστά τίποτε στήν αποκάλυψη: αυτός είναι πού λεγόταν άπό τούς αρ χαίους νόμος. Έδώ όλα είναι ανθρώπινα. Ό νόμος γιά τόν ό ποιο πρόκειται έχει κύριο χαρακτηριστικό του τό Οτι είναι γρα πτός. Δέν είναι πιά ιδιωτική περιουσία μερικών προνομιούχων πού τόν κληρονόμησαν άπό τούς θεούς· είναι απαλλαγμένος άπό κάθε ίχνος μυστηρίου" είναι γνωστός σέ όλους, ανήκει σέ όλους. Αυτός πού τόν έκαμε βάζει τό ονομά του: όλοι ξέρουν πώς είναι τοΰ Σόλωνα, τοΰ Κλεισθένη, ή οποιουδήποτε άπλοΰ πολίτη. Καί δέν θά μπορούσε νά ενσωματωθεί στή νομοθεσία, έάν δέν τόν ψήφιζε ό λαός" δέν θά είχε τή συγκατάθεση τής πλειοψηφίας, έάν δέν είχε συλληφθεί χάριν τοΰ κοινοΰ συμφέροντος. Χρειάζε ται λοιπόν νά δώσει στον καθένα τό μερίδιο του στά δικαιώ ματα καί στήν υπακοή. Ό νόμος είναι ή οργάνωση τής διανε μητικής δικαιοσύνης (νέμεσις), καί νά γιατί ό Αριστοτέλης δια κηρύσσει ότι δέν υπάρχει τάξη έξω άπό τό νόμο (ή γαρ τάξις νόμος): Ό νόμος είναι ό μέσος Ορος, τό κοινό μέτρο πού παρέ χει τόν μεγαλύτερο βαθμό ισότητας, ό αναίσθητος νόμος πού συγκρατεί τά ατομικά ή συλλογικά πάθη, ό κύριος πού αντιτί θεται στις υπερβολές τής ελευθερίας. Ό κυρίαρχος νόμος είναι αυτός πού κάνει νά βασιλέψει μαζί του ή λογική, ό νους, ό λό γος. Έτσι, ακόμη καί εξιδανικευμένοι, οί νόμοι δέν μποροΰν νά πάρουν άπό τόν άνθρωπο παρά δ,τι καλύτερο έχει. Άλλά στήν πραγματικότητα είναι καλοί ή κακοί ανάλογα μέ τό σύν ταγμα, ανάλογα μέ τήν πόλη, καί παραμένουν αναγκαστικά ελλιπείς, πάντα ατελείς σέ κάποιο σημείο. Δέν έχουν καθόλου απόλυτη άξια. Ήδη ό Σόλωνας απάντησε, δπως λένε, σέ κά ποιον πού τόν ρώτησε έάν νόμιζε πώς έδωσε στους Αθηναίους τούς καλύτερους νόμους: (("Οχι, άλλά αυτούς πού τούς ταιριά52
53
54
55
56
57
148
Η ΑΘΗΝΑΤΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ζουν καλύτερα». Οί ανθρώπινοι νόμοι δέν είναι αλάθητοι καί συνεπώς δέν είναι αιώνιοι, δέν διαρκούν παρά Οσο γίνονται δεκτοί άπό τή συνείδηση τοΰ λαοΰ: έάν τό εθιμικό δίκαιο μεταβάλλεται σιωπηρά μέ τήν ανεπαίσθητη εξέλιξη τών ηθών, ό γραπτός νό μος προσφέρεται σέ αλλαγή κάθε φορά πού γίνεται αισθητή μιά τέτοια ανάγκη. Κατά βάθος ό νόμος είναι κάτι σχετικό καί συμ βατικό: δικαιολογημένα λοιπόν ή λέξη νόμος χρησιμεύει επίσης γιά νά δηλώσει ένα μουσικό τρόπο καί κάθε νόμισμα πού κυ κλοφορεί. "Οταν οί "Ελληνες μιλοΰσαν γιά νόμους, δέν έδιναν, όπως κά νουμε σήμερα, ξεχωριστή θέση στους συνταγματικούς νόμους. Καμία πόλη δέν ειχε σύνταγμα γραμμένο σέ ένα ειδικό κείμενο* στή θέση του υπήρχε ένα σύνολο άπό συνήθειες καί διατάξεις καταχωρισμένες σέ διάφορους νόμους, μέ τούς οποίους εκδηλω νόταν «ή ψυχή τής πόλης». Είναι αλήθεια πώς ό Αριστοτέλης μιλά συνεχώς γιά σύνταγμα (πολιτεία)" άλλά μ' αυτό πρέπει νά εννοήσουμε τό καθεστώς μιάς πόλης, τέτοιο πού προκύπτει άπό τήν οργάνωση τών άρχων γενικά, καί τής ανώτατης αρχής ειδι κά, άπό τήν κατανομή τών εξουσιών, άπό τό άν ή κυριαρχία ανήκει σέ Ολους τούς πολίτες ή σέ μέρος τους, άπό τήν απο στολή πού αναθέτει ή κοινότητα τών πολιτών στον εαυτό της. Αυτό άρκεΐ, άλλωστε, γιά νά γίνει δυνατό, κατά τό παράδειγμα τοΰ φιλοσόφου, νά διακριθεί τό σύνταγμα άπό τούς καθαυτό νόμους, μέ τόν όρο ότι θά γίνει δεκτό, σύμφωνα μέ τή γνώμη τοΰ ιδίου, ότι τό σύνταγμα είναι αντανάκλαση τής ουσίας τών κοινών νόμων. Άλλά ούτε οί νόμοι σχηματίζουν ένα συστηματικό σύνολο, έ ναν κώδικα μέ τή σημερινή σημασία τοΰ όρου. Κατασκευάστη καν μέρα μέ τή μέρα, τουλάχιστον άπό τήν εποχή πού γιά πρώ τη φορά κάποιος μεγάλος νομοθέτης, ένας Ζάλευκος, ένας Χαρώνδας, ένας Δράκων, ένας Πιττακός, υποχρεώθηκε νά κατα γράψει τά έθιμα πού υπήρχαν ή νά συντάξει καινούριες διατά ξεις. Πρέπει ωστόσο νά ταξινομηθούν όλα αυτά τά κείμενα, μέ τόν ένα ή μέ τόν άλλο τρόπο. Αυτή ή απαραίτητη ταξινόμηση έγινε πάντα, ακόμη καί άπό τούς μεγάλους νομοθέτες, Οχι σύμ φωνα μέ μιά λογική σύλληψη, άλλά μέ σκοπό τήν πρακτική χρήση. Δέν σκέφτηκαν παρά νά εφοδιάσουν κάθε άρχή μέ τά νομικά κείμενα πού τής ήταν απαραίτητα. 'Εάν αυτές οί ταξι νομήσεις μοιάζουν κάπως μέ κάτι πού μας είναι γνώριμο, αυτό 58
59
149
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
είναι οί οδηγοί ή οί κανονισμοί πού χορηγούνται στους δημό σιους υπαλλήλους, ανάλογα μέ τήν αρμοδιότητα τους. Ό Αρι στοτέλης τό λέει μέ Ολη τήν επιθυμητή ακρίβεια: «Οί νόμοι, ανεξάρτητα άπό τίς συνταγματικές αρχές πού εκφράζουν, είναι κανόνες προς χρήση τών αρχόντων, γιά νά ασκούν τήν εξουσία καί νά καταστέλλουν κάθε απόπειρα εναντίον τών νόμων». Τά παραδείγματα δέν λείπουν. Οί Αθηναίοι ονόμαζαν εναν ορισμένο αριθμό μεμονωμ,ένων νόμων σύμφωνα μέ τό περιεχόμενο τους: νόμος γιά τήν τριηραρχία (τριηραρχικός νόμος), νόμος γιά τήν «εισαγγελία» (εισαγγελτικός νόμος), νόμος γιά τά μεταλλεία (μεταλλικός νόμος), νόμοι γιά τούς φόρους (τελωνικοι νόμοι), νόμοι γιά τό εμπόριο (εμπορικοί νόμοι). Γενικά, όταν οί νόμοι κατατάσσονται, παίρνουν τήν επωνυμία τών αρχόντων ή τών δι καστηρίων πού έ'χουν επιφορτισθεί μέ τήν εφαρμογή τους. Κα τά τήν ετήσια συνεδρίαση όπου καλείται ό λαός νά απαντήσει στό πρόβλημα έάν οί ισχύοντες νόμοι πρέπει νά διατηρηθούν ή νά αλλάξουν, γίνεται σχετική ψηφοφορία, διαδοχικά γιά τούς νόμους πού έ'χουν σχέση μέ τή βουλή (βουλευτικοί), τούς νόμους πού είναι κοινοί σέ διάφορα αξιώματα (κοινοί), τούς νόμους πού ενδιαφέρουν τούς εννέα άρχοντες, τέλος αυτούς πού έ'χουν σχέση μέ άλλες εξουσίες. Υπήρχε ακόμη ειδικός νόμος γιά τόν Άρειο Πάγο, άλλος γιά τούς δημόσιους διαιτητές, άλλος γιά τό βα σιλέα, άλλος γιά τούς ταμίες, άλλος γιά τόν άρχοντα, πού περιλάμβανε διατάγματα τόσο ανόμοια όσο καί οί αρμοδιότητες αυτού τοΰ άρχοντα. Τά ίδια καί άλλου, άπό τήν Κέρκυρα, πού έ'χει ένα νόμο γιά τόν άγωνοθέτη, ώς τή Μαγνησία, πού έχει νόμο γιά τόν πολέμαρχο, καί τή Μίλητο, πού έχει νόμο γιά τούς άγορανόμους καί τούς παιδονόμους. Τό ίδιο έγινε καί στό βασίλειο τής Περγάμου, δπου βρέθηκε ένας νόμος γιά τούς αστυνόμους πού ενέπνευσε τούς αγορανομικούς κανονισμούς τοΰ ρωμαϊκού κράτους, καί στήν Αίγυπτο τών Άντωνίνων, δπου ένας πάπυρος μάς έκαμε γνωστό τόν γνώμονα τοϋ ιδίου λόγου. * Ωστόσο, σ' αυτούς τούς διαφορετικής προέλευσης νόμους, σ' αυτά τά παραγγέλματα τά σκορπισμένα μέσα σέ κανονισμούς καθαρά πρακτικούς, οί "Ελληνες απέδιδαν τήν ιδέα τοΰ ήθικοΰ μεγαλείου, τής υπεράνθρωπης αυθεντίας, κατάλοιπο άπό τίς θέμιστες τών περασμένων αιώνων. Αυτοί κανόνιζαν Ολη τή ζωή 60
61
62
63
611
65
66
67
68
69
70
71
72
73
74
75
76
77
* Γνώμων τον ιδίου λόγου = αγορανομικός κώδικας.
150
Η ΑΘΗΝΑΤΚΗ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
τής κοινότητας καί τών ιδιωτών ήταν ό ηθικός δεσμός, ή ζω τική άρχή ενός λαοΰ. Έκεΐ οφείλεται τό ότι αυτός ό κυκεών ένέπνεε θρησκευτικό σεβασμό. Ό Ηράκλειτος, ό πρώτος φυ σικός τής Ιωνίας πού χρησιμοποίησε τή διαλεκτική γιά τή με λέτη ηθικών προβλημάτων, αποδίδει στό νόμο θεία καταγωγή, πριν νά κάμει αυτή τή δήλωση πού εμφορείται άπό συνείδηση καθηκόντων τοΰ πολίτη πιό δυνατή άπό εκείνη πού είχαν συνή θως οί Τωνες: « Ό λαός πρέπει νά αγωνιστεί γιά τό νόμο όπως γιά τό τείχος τής πόλης». "Ολα αυτά πού οί "Ελληνες σκέφτη καν ποτέ γιά τό νόμο, άπό τίς πιό παλαιές δοξασίες καί τίς πιό καινούριες αντιλήψεις ώς τή διάκριση φύσης-νόμων, τήν οποία έκαμαν οί σοφιστές καί πού αυτή τή φορά στράφηκε εναντίον τους, όλα αυτά βρίσκονται ανακατεμένα, Οχι χωρίς αντιφάσεις, άλλά καί σέ υψηλό τόνο, σέ ένα απόσπασμα πού αποδίδουν στον Δημοσθένη: «"Ολη ή ζωή τών ανθρώπων, είτε κατοικοΰν σέ μιά μεγάλη πόλη είτε σέ μιά μικρή, διοικείται άπό τή φύση καί άπό τούς νόμους. Ένώ ή φύση είναι χωρίς κανόνα καί μεταβλητή ανά λογα μέ τά άτομα, οί νόμοι είναι ένα πράγμα κοινό γιά όλους καί δοσμένο σέ όλους χωρίς διαφορές... Οί νόμοι έπιθυμοΰν καί άναζητοΰν τό δίκαιο, τό ώραϊο καί τό χρήσιμο. "Οταν τό ανα καλύψουν, τό καθιστούν γενική διάταξη, ίδια καί ομοιόμορφη γιά όλους" αυτό είναι πού ονομάζεται νόμος. "Ολοι τοΰ οφείλουν υπακοή γιά πολλούς λόγους καί γιατί κάθε νόμος είναι εύρημα καί δώρο τών θεών, καί συγχρόνως εντολή σοφών ανθρώπων καί κοινό συμβόλαιο μιάς πόλης, σύμφωνα μέ τό όποιο πρέπει νά ζουν όλοι μέσα στήν πόλη». Άλλά τήν πιό υψηλή ιδέα πού ένας "Ελληνας συνέλαβε γιά τούς ανθρώπινους νόμους, σχεδόν θεοποιημένους, τή βρίσκουμε στήν περίφημη προσωποποίηση τους άπό τόν Σωκράτη, στον πλατωνικό διάλογο Κρίτων. Ακόμη καί χωρίς τό μεγαλείο πού προσλαμβάνει άπό τή δραματική μορφή τοΰ Σωκράτη, αυτό τό κομμάτι είναι πολύ ενδιαφέρον, γιατί μας κάνει νά γνωρίσουμε τό σεβασμό πού ένα υψηλό πνεΰμα νομίζει ότι οφείλει ακόμη καί σέ νόμους τούς οποίους έκρινε κακούς. Αυτός πού παρα βαίνει τό νόμο καταστρέφει Ολη τήν πόλη, όσο εξαρτάται άπ' αυ τόν. Τό κράτος δέν μπορεί νά υπάρξει, όταν οί δικαστικές απο φάσεις δέν έχουν ισχύ, όταν οί ιδιώτες μποροΰν νά ξεφεύγουν άπό αυτές. Πρέπει νά τίς δεχόμαστε, ακόμη καί όταν είναι 78
79
151
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
άδικες. Ό πολίτης οφείλει υπακοή στους νόμους, υπακούοντας σέ μιά απαράβατη συμφωνία. Είναι οφειλέτης στους νόμους καί στό κράτος γιά τή γέννηση του καί γιά τήν αγωγή του. Γεννη μένος, αναθρεμμένος, μεγαλωμένος μέ τούς νόμους, είναι δού λος τους* δέν έ'χει επάνω τους τά ίδια δικαιώματα πού εκείνοι έ'χουν πάνω σ' αυτόν. "Οπως στους γονείς καί στους δασκάλους του, δέν μπορεί ούτε στους νόμους ούτε στήν πατρίδα του νά αποδώσει προσβολή άντί προσβολής καί οφθαλμό άντί οφθαλ μού. Ή πατρίδα είναι κάτι περισσότερο άπό μητέρα* Ολα πρέπει κανείς νά τά υπομένει άπό αυτήν. Τό καθήκον είναι νά εκτελεί κανείς τίς διαταγές της, εκτός έάν τήν κάμει νά αλλάξει ιδέα μέ νόμιμα μέσα. Καθένας είναι ελεύθερος, άφοΰ απέκτησε πο λιτικά δικαιώματα, νά τά αρνηθεί καί νά εγκαταλείψει τή χώρα μαζί μέ όλα τά αγαθά του* άλλά όποιος μένει, αναλαμβάνει συνει δητά τήν υποχρέωση νά υπακούει στους νόμους. 80
Κοντολογίς, ή αθηναϊκή δημοκρατία τοΰ 5ου αιώνα παρουσιά ζεται ώς άσκηση τής κρατικής κυριαρχίας άπό ελεύθερους καί ισότιμους πολίτες, ύπό τήν αιγίδα τοΰ νόμου. Ό νόμος ό όποιος προστατεύει τούς πολίτες, τούς μέν άπό τούς δέ, υπερασπίζει επίσης τά δικαιώματα τών ατόμων άπό τή δύναμη τοΰ κράτους, καί τά συμφέροντα τοΰ κράτους άπό τίς υπερβολές τοΰ ατομι κισμού. Πριν άπό τό τέλος τοΰ 5ου αιώνα, ή ελευθερία δέν φαί νεται νά έχει εκφυλιστεί σέ αναρχία ή σέ απειθαρχία. "Οσο γιά τό αίσθημα τής ισότητας, δέν ειχε φτάσει ώς τήν άρνηση τής πνευματικής ανωτερότητας. Βρισκόμαστε σέ μιά πόλη Οπου ό Αναξαγόρας, φίλος τοΰ Περικλή, διαδίδει τήν ιδέα ότι ό νους, «πράγμα άπειρο καί κύριος απόλυτος», δίνει κίνηση σέ ένα ση μείο, καί αυτό επεκτείνεται προς τά εμπρός, Ολο καί πιο πολύ προς τά εμπρός. Α υ τ ή ή σύλληψη παίρνει πολιτικό νόημα: γιά νά μπορέσει ή Ελλάδα νά κυβερνήσει τούς βαρβάρους, Οπως τό οφείλει, πρέπει μιά πόλη νά πάρει τήν αρχηγία όλων τών άλ λων πόλεων, καί μέσα σ' αυτή τήν πόλη ένας άνδρας νά τεθεί ε πικεφαλής τοΰ λαοΰ. Ή αθηναϊκή δημοκρατία, γιά νά ανταπο κριθεί στήν αποστολή της υποτάσσεται στήν ηθική δικτατορία τής μεγαλοφυίας. 81
152
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Οί. Αθηναίοι είχαν τέλεια συνειδητοποιήσει δτι ή εγκαθίδρυση τής δημοκρατίας σέ μιά πόλη τόσο πολυάνθρωπη όσο ή δική τους ήταν μεγάλος νεωτερισμός. Ήταν υπερήφανοι γιά τό σύν ταγμα τους. Άπό τά τρία καθεστώτα πού χαρακτήριζαν τούς "Ελληνες ένα μόνο φαινόταν νά αρμόζει στήν ανθρώπινη αξιο πρέπεια: αυτό πού άντέτασσε τήν άρχή της ισότητας στήν άρχή τής ολιγαρχίας καί υπεράσπιζε τό δικαίωμα τής ελευθερίας άπό τήν τυραννία. Ελευθερία, Ισότητα, ήταν κυριολεκτικά τό έμ βλημα τών Αθηναίων πρόσθεσαν τήν άδερφοσύνη, κάτω άπό τή λέξη φιλανθρωπία. Μέ αίσθημα υπερηφάνειας σύγκριναν τήν πόλη τους μέ όλες τίς άλλες, καί ειδικά μέ τή Σπάρτη, προς τήν όποια στρέφονταν μέ νοσταλγία όλοι οί αντίπαλοι τών ιδεών πού ήταν αγαπητές σ' αυτούς. Πιθανότατα οί δημόσιοι άνδρες καί οί Αθηναίοι ποιητές ύπερέβαλλαν σέ επαίνους, Οταν μιλού σαν γιά τό πολίτευμα τους' άλλά κι αυτός ό λυρισμός έχει ιστο ρική άξια: τέτοιες διαχύσεις αισθημάτων μας αποκαλύπτουν τήν ψυχή ενός λαού* υπάρχουν ενθουσιασμοί πού μαρτυρούν ένα ιδε ώδες. Τό αθηναϊκό ιδεώδες κανένας άλλος δέν τό παρουσίασε μέ εύγλωττία πιό μεγαλειώδη καί πιό δυνατή άπό τόν Θουκυδίδη. Ό ιστορικός προσέχει καλά νά μή μιλήσει γιά λογαριασμό του* δέν θά ήταν ειλικρινής, άφοΰ δέν αισθανόταν καμιά τρυφερότητα γιά τήν πολιτική τής χώρας του. Έτσι, αυτό τό θαυμάσιο σχό λιο, τοΰ οποίου ή κάθε λέξη είναι σάν ένα χρυσό μετάλλιο μέ τήν εικόνα τής Αθηνάς Πολιάδας, τό αποδίδει στον φίλο τοΰ Αναξαγόρα, τόν εμψυχωτή τής αθηναϊκής δημοκρατίας, τόν «Όλύμπιο» πού υπέταξε, επί τριάντα χρόνια, τίς καθημερινές μικρότητες τής αγοράς: στον Περικλή. Επιφορτισμένος νά εκφωνήσει τόν επιτάφιο τών πολεμιστών πού πέθαναν γιά τήν πατρίδα, ό ρήτορας δηλώνει ότι, χωρίς νά 153
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χρονοτριβήσει, στόν έπαινο όλων εκείνων πού, στο παρελθόν ή στό παρόν, συνέβαλαν στό μεγαλείο τής Αθήνας, θά εξετάσει τούς θεσμούς καί τά ήθη πού συνιστούν τή βασική αιτία τής δύ ναμης καί τής ευημερίας της.
1
«Τό πολίτευμα μας, βεβαιώνει αρχίζοντας, δέν έχει τίποτε νά ζηλέψει άπό τούς νόμους τών γειτόνων γεγονός είναι ότι αποτελούμε παράδειγμα γιά μερικούς, παρά ότι έχουμε μιμηθεί άλλους. Τό ονομά του είναι δημοκρατία, γιατί σκοπεύει στό συμ φέρον Οχι μιάς μειοψηφίας, άλλά τοΰ πιο μεγάλου αριθμού.» Πρώτη του άρχή έχει τήν ισότητα. Στήν ιδιωτική ζωή ό νόμος δέν κάνει καμία διάκριση ανάμεσα στους πολίτες. Στή δημόσια ζωή ή υπόληψη δέν συνδέεται ούτε μέ τήν καταγωγή ούτε μέ τήν περιουσία, άλλά μόνο μέ τήν άξια, καί δέν είναι οί κοινω νικές διακρίσεις, άλλά ή αρμοδιότητα καί ή ιδιοφυΐα πού ανοί γουν τό δρόμο στις τιμές. Μιά τέτοια αντίληψη γιά τήν ισότητα, πού αφήνει τό πεδίο ανοιχτό στήν προσωπική αξία, δέν βλάπτει καθόλου τήν ελευθερία. Καθένας είναι ελεύθερος στις πράξεις του, χωρίς νά φοβάται ούτε φιλύποπτη περιέργεια ούτε άποδοκιμαστικά βλέμματα. Άλλά ή ελευθερία τών ατόμων έχει ώς όρια τά δικαιώματα τοΰ κράτους, τήν υποχρέωση τών πολιτών νά πειθαρχούν. Ή δημόσια τάξη επιβάλλει τήν υποταγή στις καθιερωμένες εξουσίες, τήν υπακοή στους νόμους, κυρίως στους νόμους τής άδερφοσύνης, πού εξασφαλίζουν τήν προστασία τών αδυνάτων, καί στους άγραφους νόμους πού πηγάζουν άπό τήν καθολική συνείδηση. Ένα τέτοιο πολίτευμα δαψιλεύει σέ όλους αναρίθμητες ευερ γεσίες. Ή ζωή έχει περισσότερη γοητεία στήν Αθήνα παρά ο πουδήποτε άλλου: οί περιοδικές εορτές ξεκουράζουν τό μυαλό, καί τό θαλάσσιο εμπόριο κάνει νά συρρέουν προϊόντα άπ' όλο τόν κόσμο. Αυτό δέν εμποδίζει τή μαθητεία στά πολεμικά. Άλ λά όλα γίνονται σέ άπλετο φώς, χωρίς μυστήριο καί χωρίς κα ταναγκασμό. Δέν υπάρχουν νόμοι πού νά αποκλείουν τούς ξένους άπό τήν πόλη· δέν υπάρχουν επίπονες ασκήσεις πού νά καθιστούν τήν ανδρεία αρετή πού διδάσκεται* τό φυσικό θάρρος είναι αρ κετό στους Αθηναίους γιά νά φανοΰν, σέ ώρες δοκιμασίας, εφά μιλλοι τών εχθρών, τών όποιων ή ζωή είναι μιά ατέρμονη κα ταπόνηση. Καί νά άλλοι τίτλοι δόξας: Φιλοκαλλοΰν χωρίς υπερβολικές δαπάνες* καλλιεργούν τήν επιστήμη χωρίς νά χάνουν τίποτε ά154
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
πό τή δραστηριότητα τους. ΓΥ αυτούς ό πλούτος δέν αποτελεί αντικείμενο μεγαλαυχίας, άλλά Οργανο εργασίας, καί ή φτώχεια δέν είναι ντροπή παρά όταν δέν κάνουν τίποτε γιά νά απαλλα γούν άπό αυτήν. Πώς τέτοιοι άνθρωποι δέν θά ήταν άξιοι νά φροντίζουν συγχρόνως τά συμφέροντα τους καί τά συμφέροντα τής πόλης τους; Στήν 'Αθήνα οί άνθρωποι πού εργάζονται κα ταλαβαίνουν άπό πολιτική, καί Οποιος μένει έξω άπό τά δημό σια πράγματα θεωρείται άχρηστος. Ενωμένοι σέ ένα σώμα, οί πολίτες ξέρουν νά κρίνουν σωστά καί νά παίρνουν τίς αποφά σεις πού πρέπει, γιατί δέν νομίζουν ότι ό λόγος είναι βλαβερός στήν πράξη, καί θέλουν, αντίθετα, νά χυθεί φώς μέ τή συζήτηση. Ένώ άλλου ή τόλμη είναι αποτέλεσμα άγνοιας καί ή σκέψη αιτία αναποφασιστικότητας, ή 'Αθήνα εξασκείται στήν τόλμη μέ τή σκέψη. "Ενα τελευταίο χαρακτηριστικό πού τήν ξεχωρίζει άπό τά άλλα έθνη είναι ή γενναιοδωρία της. Προσφέρει τίς υπηρεσίες της χωρίς υπολογισμό, χωρίς υστεροβουλία, καί μέ τήν εμ μονή της στό νά εξυπηρετεί προλαμβάνει τή χαλάρωση τής ευ γνωμοσύνης. «Μέ λίγα λόγια, συμπεραίνει ό Περικλής, ή 'Αθήνα αποτελεί τής Ελλάδος παίδευσιν» (τό σχολείο τής Ελλάδας). Μόλο πού αυτές οί αντιλήψεις είναι πολύ ωραίες καί πολύ συστηματοποιημένες, γιά νά δώσουν μιά πιστή καί πλήρη εικόνα τής πραγματικότητας, όμως ρίχνουν ένα κολακευτικό φώς πάνω της, χωρίς νά τήν παραμορφώνουν. Αυτό πού εντυπωσιάζει πε ρισσότερο σ' αυτά τά κεφάλαια τοΰ Θουκυδίδη δέν είναι οί σκέ ψεις πάνω στή δημοκρατική ισότητα, γιατί είναι συνηθισμένες καί θυμίζουν τούς κοινούς τόπους πάνω στήν ισονομία, γιά τούς οποίους καμαρώνουν ό Ηρόδοτος καί ό Ευριπίδης. Αυτό πού αξίζει νά επισύρει τήν προσοχή είναι οί ιδέες γιά τίς σχέσεις κράτους καί άτομου. Σ' αυτές βρίσκει κανείς αξιώματα πού θά έλεγε Οτι ενέπνευσαν τή Διακήρυξη τών Δικαιωμάτων τοΰ Ά ν θρωπου. Ή πολιτική ελευθερία δέν είναι παρά τό αποτέλεσμα τής ελευθερίας πού απολαμβάνουν Ολοι οί πολίτες στήν ιδιω τική τους ζωή. Πού είναι λοιπόν αυτή ή καταπίεση πού τούς έκανε νά νιώθουν, σύμφωνα μέ μιά διαδομένη προκατάληψη, ή παντοδυναμία τής πόλης; Συνηθισμένοι νά ζουν όπως τούς αρέ σει, επεμβαίνουν χωρίς δυσκολία, έάν θέλουν, στις συζητήσεις πού διαφωτίζουν τίς κοινές αποφάσεις. Αυτό εννοούσε καί ό Ευ ριπίδης, όταν έ'βαζε τόν Θησέα, τόν ήρωα τής δημοκρατίας, νά 2
155
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
λέει: « Ή ελευθερία είναι τούτο: ""Οποιος θέλει νά δώσει μιά καλή γνα>μη στήν πόλη, άς βγει μπροστά καί άς μιλήσει". Κα θένας μπορεί, κατά τή διάθεση του, νά προβληθεί εκφράζοντας μιά γνώμη ή νά σιωπήσει. Υ π ά ρ χ ε ι ωραιότερη ισότητα γιά τούς πολίτες;» Τέλος, μέ δλες αυτές τίς αρχές, ή αθηναϊκή δημο κρατία τοΰ 5ου αιώνα τείνει νά κρατήσει μιά σωστή ισορροπία ανάμεσα στή νόμιμη εξουσία τοΰ κράτους καί στά φυσικά δι καιώματα τοΰ άτομου. 3
Άλλά σ' αυτόν τό λαμπρό πίνακα αντιπαρατίθεται έ'νας άλλος μέ ζοφερά χρώματα. Οί ϊδιοι οί συγγραφείς πού πλέκουν εγκώμια, παρουσιάζουν καί αυστηρές κριτικές. Στον Ηρόδοτο, άφοΰ ό Ότάνης μίλησε υπέρ τής δημοκρατίας, ό Μεγάβυζος τοΰ άπαν τα μέ σφοδρότητα: « Ό λαός δέν έ'χει καθόλου πρακτικό αίσθη μα" είναι πιο κουτός καί υπερβολικός άπ' οτιδήποτε άλλο στον κόσμο... Ό τύραννος, τουλάχιστον, ξέρει τί κάνει" ό λαός δέν ξέρει. Καί πώς θά μποροΰσε νά ξέρει, άφοΰ δέν έχει ούτε μόρ φωση ούτε φυσική κρίση γιά τό ωραίο καί τό καλό; Όρμά σέ εγχειρήματα καί τά προωθεί χωρίς σκέψη, δπως ένας χείμαρρος τό χειμώνα». Στήν τραγωδία τοΰ Ευριπίδη, ό ξένος, στον όποιο απαντά ό Θησέας, κατηγορεί «τούς ρήτορες πού έξάπτουν τά πλήθη καί τά παρασύρουν προς Ολες τίς κατευθύνσεις γιά τό προσωπικό τους συμφέρον, σήμερα γεμάτοι γοητεία καί τέρ ποντας τους, αύριο βλαβεροί, αργότερα συγκαλύπτοντας τά λάθη τους μέ τίς συκοφαντίες γιά νά αποφύγουν τήν τιμωρία». Ακό μη καί χωρίς τή δημαγωγία, ή δημοκρατία τοΰ φαίνεται αδι καιολόγητη" γιατί «πώς ό λαός, ανίκανος γιά ένα σωστό συλλο γισμό, θά μποροΰσε νά οδηγήσει τήν πόλη στό σωστό δρόμο;» "Οσο γιά τόν Θουκυδίδη, δίνει αντίστοιχα στό πορτρέτο τοΰ Πε ρικλή τό πορτρέτο τοΰ Κλέωνα, καί κάνει τόν Αλκιβιάδη νά λέει: «Οί λογικοί άνθρωποι ξέρουν τί αξίζει ή δημοκρατία(...): δέν υπάρχει τίποτε τό καινούριο νά πει κανείς γιά μιά αναγνω ρισμένη ανοησία». Οί αποφασισμένοι όμως νά δουν τά υπέρ καί τά κατά πού έδωσαν στήν αθηναϊκή δημοκρατία τά πιο σκληρά χτυπήματα δέν είναι οί ιστορικοί καί οί ποιητές, άλλά ένας πολιτικός, ένας δηλωμένος αντίπαλος, ό ανώνυμος συγγραφέας μιάς Αθηναϊκής πολιτείας πού γιά καιρό θεωρήθηκε έργο τοΰ Ξενοφώντα. Ό λίβελος αυτός, γραμμένος πιθανότατα τό 424, είναι έργο ενός 4
5
6
156
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
αγέρωχου αριστοκράτη, ενός ψυχρού θεωρητικού πού μιλάει σέ μιά αριστοκρατική εταιρεία* Αναπτύσσει τίς σκέψεις του μέ μιά λογική ατάραχη, αρκετά ήρεμος ώστε νά κάνει μιά διεισδυ τική ανάλυση τοΰ πολιτεύματος πού απεχθάνεται χωρίς νά α φ ή νει τό μίσος νά θολώνει τήν κρίση του, τόσο όμως μνησίκακος καί τόσο φανατικός, πού δέν τά βάζει μέ τούς δημοκρατικούς, εχθρούς μέ τούς όποιους δέν μπορεί κανείς νά συνεννοηθεί λογικά, άλλά περιορίζεται απλώς στό νά διαλύσει τίς αυταπάτες τών μετριοπαθών ολιγαρχικών. Τί τρέλα νά νομίζει κανείς Οτι ή δη μοκρατία μπορεί νά βελτιωθεί! Είναι απαίσια γιατί ακολουθεί τή φύση της, καί μένει πιστή στις αρχές της γιατί δέν μπορεί νά κάμει διαφορετικά. Ή δημοκρατική ισότητα, ή υπεροχή τοΰ αριθμού έχει αναπόφευκτη συνέπεια τήν αδυναμία τών καλών καί τήν κυριαρχία τών κακών. Δέν υπάρχει μεταρρύθμιση πού μπορεί νά εμποδίσει τό πλήθος νά ζει στήν αμάθεια, στήν απει θαρχία, στήν ατιμία, «γιατί ή φτώχεια ωθεί τούς ανθρώπους σέ ταπεινές πράξεις, άπό έλλειψη α γ ω γ ή ς καί μόρφωσης, οφειλό μενη στήν άχρηματία». Ή δημοκρατική κυβέρνηση αναδείχνει τά χειρότερα στοιχεία τής πολιτείας: νά τό πρωταρχικό καί α ναγκαίο γεγονός. «Δέν θά έπρεπε, θά πει κανείς, νά επιτρέπεται σέ όλους αδια κρίτως νά παίρνουν τό λόγο στήν εκκλησία τοΰ δήμου καί νά εκλέγονται βουλευτές, άλλά μόνο σέ εκείνους πού έχουν τή με γαλύτερη ευθυκρισία καί τό μεγαλύτερο τάλαντο. Ωστόσο είναι μιά αξιοθαύμαστα σωστή ιδέα τό νά αφήνει κανείς νά μιλά ό Οχλος. Ά ν μόνο οί ευυπόληπτοι είχαν δικαίωμα νά μιλούν καί νά γίνονται βουλευτές, αυτό θά ήταν καλό γιά τούς όμοιους τους καί Οχι γιά τό λαό. Αντίθετα, όταν ό πρώτος τυχών μπορεί νά σηκωθεί καί νά πάρει τό λόγο, βρίσκεται πάντοτε ένας κακο μοίρης πού θά ανακαλύψει τί είναι καλό γι' αυτόν καί γιά τούς όμοιους του. Άλλά, θά αντιτάξει κανείς, πώς ένα τέτοιο άτομο μπορεί νά είναι κριτής τοΰ συμφέροντος του καί τοΰ συμφέρον τος τοΰ λαοΰ; Πάντως, οί άνθρωποι αύτοΰ τοΰ είδους καταλα7
* Έ δ ώ ό δρος εταιρεία σημαίνει πολιτική ομάδα αριστοκρατών μέ σκοπούς πολιτικούς (προπαγάνδα, πολιτική δράση, ακόμη καί άσκηση βίας). Καί οί τύραννοι χρησιμοποίησαν τέτοιες ομάδες γιά νά καταλάβουν τήν άρχή καί γιά νά τή διατηρήσουν (βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, δ.π., σ. 209, 215, 218-219, 226, 246). Αυτές οί ομάδες διέφεραν άπό τίς ομώνυμες τους τών κρητικών πόλεων (βλ. πιό πάνω, σ. 87 καί τήν υποσέλιδη σημ.).
157
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βαίνουν καλά δτι. ή άγνοια καί ή ατιμία ενός ανθρώπου πού ανή κει στήν ίδια παράταξη μέ αυτούς είναι πιό ωφέλιμη γι' αυτούς άπό τήν αρετή καί τή φρόνηση τοΰ τίμιου άνθρωπου, πού δμως δέν αισθάνεται γι' αυτούς παρά μόνο αντιπάθεια. Ά ! τ ά ιδεώδη τής πόλης δέν πραγματοποιούνται μέ τέτοια ήθη* ωστόσο δέν υπάρχει καλύτερος τρόπος γιά νά διατηρηθεί ή δημοκρατία. Τό λαό δέν τόν ενδιαφέρει νά έχει ή πόλη καλούς νόμους, έάν πρέπει νά υποταχτεί σ' αυτούς: θέλει νά είναι ελεύθερος καί νά κυβερνά* μετά άπ' αυτό, τό νά είναι κακοί οί νόμοι είναι τό τελευταίο πού τόν νοιάζει.» * Αυτός ό μονόλογος είναι κυνικός. "Οταν ό λιβελογράφος υπο στηρίζει ότι τό πλήθος προκαλεί τό κακό, Οχι άπό παράφορα ή άπό λάθος, άλλά άπό μοιραία υπακοή στό νόμο τοΰ πολιτεύ ματος, καί απλούστατα γιατί τό κακό είναι αυτό πού τό ωφε λεί, δέν έχει πρόθεση νά προκαλέσει τό γέλιο μέ μιά δηκτική ειρωνεία, άλλά νά πείσει μέ μιά οξεία παρατήρηση. Θεωρεί τόν εαυτό του αμερόληπτο. Καί πράγματι είναι αμερόληπτος κάθε φορά πού δέν φοβάται δτι ή αλήθεια θά βλάψει τήν επιχειρη ματολογία του. Ά ν καί χλευάζει τίς υπερβάσεις τής αθηναϊκής δικαιοσύνης, αναγνωρίζει δτι ό μεγάλος αριθμός τών δικαστών πού αποτελούν κάθε δικαστήριο εμποδίζει τίς ραδιουργίες καί τή δωροδοκία, καί παραδέχεται ότι μέ ένα άλλο σύστημα θά είχαν λιγότερο δίκαιες αποφάσεις. Αυπάται άλλωστε —υπάρχει μεγαλύτερος έπαινος άπό μιά τέτοια λύπη;— πού ή αθηναϊκή δημοκρατία διαπράττει τόσο λίγες αδικίες, ώστε δέν αυξάνει τή στρατιά τών δυσαρεστημένων. Α υ τ ή ή θεωρία ταίριαζε ώς προς τ ά κύρια χαρακτηριστικά της σέ φιλοσόφους πού δέν αναγνώριζαν νόμιμα πρωτεία παρά μόνο στήν ευφυΐα. Ό ορθολογισμός τοΰ Σωκράτη έβρισκε πολλούς στόχους γιά τήν κριτική του στή δημοκρατία τής εποχής του. Δέν αισθανό ταν ίχνος σεβασμού γιά μιά συνέλευση τήν οποία «αποτελούσαν γναφείς, υποδηματοποιοί, χτίστες, τεχνίτες τοΰ μετάλλου, γεωρ γοί, μεταπράτες, πλανόδιοι έμποροι, παλαιοπώλες». "Οχι γιατί περιφρονούσε τίς χειρωνακτικές εργασίες, αυτός, γιος βιοτέχνη, 8
9
10
* Ή γαλλική μετάφραση αύτοΰ τοϋ αρχαίου κειμένου δέν είναι πιστή. Τήν αποδώσαμε δμως στά νέα ελληνικά χωρίς διορθώσεις, γιά νά μή συ σκοτίσουμε τήν ιδέα πού είχε σχηματίσει ό ΟΙοΙζ γιά τά νοήματα αύτοΰ τοϋ χωρίου.
158
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
πού δέν αγαπούσε τίποτε περισσότερο άπό τό νά ξυπνάει τά μυαλά μέσα στά μαγαζιά καί στήν αγορά* άλλά ήταν πεπεισμέ νος πώς δέν υπάρχει άξια καί αρετή παρά μόνο στή γνώση, καί τρόμαζε νά βλέπει τήν πόλη νά κυβερνάται άπό τήν άγνοια. Ή κλήρωση τ ώ ν αρχόντων τοΰ φαινόταν καθαρός παραλογισμός. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς αρκετά καλά πώς ό Σωκράτης κατηγορήθηκε άπό κάποιον Άνυτο ότι περιφρονεί τούς νόμους. Ωστόσο διαμαρτυρόταν ότι δέν είχε ποτέ σκεφτεί νά ανατρέψει τούς θεσμούς τής πόλης μέ τή βία. Καί πραγματικά, έ'τρεφε κάποια αδυναμία προς τήν αθηναϊκή δημοκρατία* ομολογούσε μέ χαριτωμένη αθωότητα ότι δέν είχε καμιά διάθεση νά εγκα ταλείψει τήν πατρίδα του, γιά νά προσαρμόσει τή συμπεριφορά του στή θεωρία του. Μάταια επαινούσε διαρκώς τά πολιτεύμα τα τής Λακεδαίμονας καί τής Κρήτης* δέν ένιωσε τήν παρα μικρή επιθυμία νά πάει νά τά δει άπό κοντά. Συνεπής μέ τόν εαυτό του, αναγνώριζε ότι μέ τό νά επιμένει κανείς νά ανήκει σέ μιά κοινότητα, Οταν είναι ελεύθερος νά φύγει, είναι σάν σιω πηρή δέσμευση νά σέβεται τούς νόμους αυτής τής κοινότητας* καί, άλλωστε, «πώς θά άρεσε μιά πόλη σέ κάποιον πού δέν αγαπούσε τούς νόμους της;» Δέν εννοούσε εξάλλου νά συμ περιφέρεται σάν απόδημος τοΰ εσωτερικού. Στό πρόσωπο τοΰ Περικλή θαύμαζε τόν ιδεώδη ρήτορα* άλλά καί επιθυμούσε ό κάθε πολίτης νά συμβάλει ώστε νά διατηρηθεί υψηλά τό Ονομα τής Αθήνας στό εξωτερικό. Θεωροΰσε καθήκον του νά με τέχει στήν πολιτική ζωή: έγινε βουλευτής καί έδωσε, ώς πρύ τανης, ένα λαμπρό παράδειγμα πολιτικού θάρρους, αντιτάσσον τας τό μεγαλείο τών νόμων σέ μιά συνέλευση πού παραληροΰ11
12
13
14
_ ~ 15 Οο.
Ό αληθινός Σωκράτης φαίνεται νά ήταν αυτός τόν όποιο πα ρουσιάζει ό Ξενοφών στά Απομνημονεύματα: δέν παραδέχεται ότι ό έμπειρος Χαρμίδης μπορεί νά αρνηθεί τίς υπηρεσίες του στήν πατρίδα* κατηγορεί τή δειλία τοΰ πολίτη πού θέλει νά συμ βουλεύει περιστασιακά τούς άρχοντες καί νά παρουσιάζεται ώς ό καλός ομιλητής στις αριστοκρατικές λέσχες άλλά νιώθει τρομαγ μένος μπροστά στις λαϊκές μάζες. "Οχι αυτός, άλλά ένας μαθη τής πού πρόδωσε τή σκέψη του δήλωσε ότι ή περίπτωση τής Α θήνας είναι απελπιστική, καί κάθε επέμβαση θά είχε μοναδικό αποτέλεσμα νά οδηγήσει στό θάνατο όποιον τήν επιχειρούσε, καί ότι ή θέση ενός άνθρωπου αποφασισμένου νά πολεμήσει τήν άδι16
159
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
κία χωρίς νά θυσιαστεί άδικα δημόσια ζ ω ή .
είναι
ΠΟΛΗ
στήν ιδιωτική καί Οχι στή
17
Ό Πλάτωνας, πραγματικά, απαγγέλλει κατά τής δημοκρα τίας γενικά μιά καταδίκη χωρίς επιφυλάξεις. Παίρνει τόν αντί ποδα στή θεωρία πού διατύπωσε ό Περικλής τοΰ Θουκυδίδη. Ή ελευθερία ένα καλό; ακριβώς αυτή ε ί ν α ι ή αιτία κάθε κακοΰ. Ή αθηναϊκή πολιτεία ένα πρότυπο; Οχι" οί νομοθεσίες τής Σπάρ της καί τής Κρήτης είναι αυτές πού πλησιάζουν περισσότερο τό στόχο όπου πρέπει νά αποβλέπει κανείς. Πρέπει νά βασιλεύει ή τάξη στις πόλεις, όπως καί στις ψυχές" πρέπει νά εξαφανιστούν οί ατομικές διαφοροποιήσεις, νά προγράφουν οί ιδιοτυπίες, νά γίνει δυνατό νά σκέφτονται όλοι κατά τόν ίδιο τρόπο γιά όλα τά πράγματα. Καί αυτό θά επιτευχθεί μόνο όταν ή κάστα τών φιλοσόφων —μέ τή βοήθεια τών πολεμιστών καί ελευθερωμένη άπό κάθε εγωισμό, μέσο τής κοινοκτημοσύνης τών αγαθών, τών γυναικών καί τών παιδιών— κυριαρχήσει στήν απαίδευτη μάζα τών εργατών. Ή δημοκρατία είναι ακριβώς τό αντίθετο άπ' αυ τό τό ιδεώδες. Είναι τό καθεστώς τοΰ ατομικισμού, όπου καθέ νας κάνει Ο,τι θέλει. Υπόκειται σέ μιά ποικιλία πού σέ κάνει νά τά χάνεις, σέ μιά διαρκή αστάθεια. Ή ελευθερία τήν όποια εγκαθιδρύει καί ή οποία κάνει τή ζωή νά φαίνεται τόσο γλυκιά καί τόσο άκτινοβόλα ε ί ν α ι απλώς ή απουσία κάθε κανόνα, ένα χάος, όπου ακόμη καί οί αναλαμπές τοΰ τάλαντου καί τής ιδιο φυΐας δέν είναι παρά φαντασμαγορία καί αδυναμία. Ή ισότητα γιά τήν όποια υπερηφανεύεται, βάζοντας στήν ίδια σειρά άνι σους ανθρώπους, είναι μιά κραυγαλέα ανισότητα. Αναγνωρί ζοντας σέ όλες τίς επιθυμίες τήν ίδια νομιμότητα, σέ όλες τίς επιδιώξεις τά ίδια δικαιώματα, δημιουργεί τήν αταξία καί τήν άνηθικότητα, κάνει νά φαίνεται ή μετριοπάθεια αδυναμία καί οί δισταγμοί αφέλεια. Καί όταν μιά πόλη φτάσει σέ ένα τέ τοιο σημείο, τό σύνταγμα της δέν είναι παρά ένα πανωφόρι μέ παράταιρα χρώματα. Είναι μάλιστα λάθος νά μιλά κανείς γιά ένα σύνταγμα, γιατί αυτό αλλάζει διαρκώς ανάλογα μέ τά πά θη, καί υπάρχουν τόσα συντάγματα Οσα ζητούνται στήν αγο ρά. Κοντολογίς ή δημοκρατία καταλήγει μοιραία στήν όχλοκρατία, καί ή κυριαρχία αύτοΰ τοΰ τερατώδους ζώου, τοΰ πλήθους (θρέμμα μέγα και ίσχνρόν), δέν είναι τίποτε άλλο άπό τό ξύπνημα τών πανάρχαιων γιγάντων (παλαιά γιγαντική φύσις). Ό Αριστοτέλης φτάνει μέ μιά διεισδυτική ανάλυση σέ μιά 18
19
160
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
κρίση σχεδόν τό ίδιο αυστηρή. Ξεκινά άπό τό γεγονός ότι καί οί τρεις καθαρές μορφές διακυβέρνησης: ή βασιλεία, ή αριστο κρατία καί τό δημοκρατικό πολίτευμα ή πολιτεία, είναι τό ίδιο επιδεκτικές διαφθοράς. Ένώ ή βασιλεία εκφυλίζεται σέ τυραννία, ή αριστοκρατία σέ ολιγαρχία, τό δημοκρατικό πολίτευμα κατα λήγει σέ δημαγωγία. Ά ς παρακολουθήσουμε αυτή τήν εξέ λιξη. Καί πρώτα, πώς νά αναγνωρίσουμε τή δημοκρατία; Είναι κοινό λάθος τό νά τή βασίζουμε αποκλειστικά στό δικαίωμα τής πλειοψηφίας νά κυριαρχεί. Καί στήν ολιγαρχία ή πλειοψηφία είναι κυρίαρχη. Δημοκρατία υπάρχει Οπου ή κυριαρχία ανήκει σέ όλους τούς ελεύθερους ανθρώπους, χωρίς περιουσιακή διά κριση. Επομένως δέν υπάρχει δημοκρατία εκεί Οπου μιά μειο ψηφία ελεύθερων ανθρώπων κυβερνά μιά πλειοψηφία ανθρώπων πού δέν είναι ελεύθεροι δέν υπάρχει, περισσότερο, εκεί Οπου ή εξουσία ανήκει στους πλουσίους, ακόμη καί άν αυτοί πλειοψη φούν. Μέ δυο λόγια, «δέν υπάρχει αληθινή δημοκρατία παρά εκεί Οπου ελεύθεροι άνθρωποι, άλλά φτωχοί, σχηματίζουν τήν πλειο ψηφία καί είναι κυρίαρχοι». Μέ τόν ορισμό αυτό, ή δημοκρατία παρουσιάζει μεγάλη ποι κιλία μορφών. Καί τούτο οφείλεται σέ πολλούς λόγους. Αυτό πού κάνει αμέσως εντύπωση είναι τό πλήθος τών ανθρώπινων στοι χείων πού αποτελούν τήν πόλη. "Ολοι οί συνδυασμοί τών τάξεων συναντώνται στις δημοκρατίες, μέ τούς γεωργούς, τούς τεχνί τες, τούς έμπορους, τούς ναυτικούς καί τούς χειρώνακτες, πού είναι όλοι πολίτες. Άπό τήν άλλη μεριά, ή δημοκρατική άρχή δίνει βέβαια τήν κυριαρχία γενικά στό λαό, άλλά υπάρχουν πολ λοί τρόποι γιά νά γίνεται περισσότερο ή λιγότερο εφικτή ή συμ μετοχή τοΰ λαού στήν εκκλησία τοΰ δήμου πού άσκεϊ αυτή τήν κυριαρχία. Επίσης, επειδή ή κυριαρχία έξυπακούει τό δικαίωμα απόφασης γιά ειρήνη καί πόλεμο, γιά σύναψη καί διάλυση συμ μαχιών, γιά νομοθεσία, γιά εκδίκαση υποθέσεων πού άφοροΰν τό κράτος καί τό πολίτευμα, γιά έ'λεγχο τών πεπραγμένων καί τών λογαριασμών τών διαφόρων αρχόντων, υπάρχουν πολλοί τρόποι κατανομής τών αρμοδιοτήτων στό λαό, στους βουλευτές του καί στους άρχοντες. Πρέπει λοιπόν νά καθοριστούν καί εδώ, Οπως καί στή φυσική ιστορία, τά τυπικά Οργανα κάθε εί δους, γιά νά μπορέσουν νά διακριθούν οί πολίτες. Τό πρώτο είδος δημοκρατίας —τό παλαιότερο καί τό καλύ20
21
-
22
23
24
161
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τερο— χαρακτηρίζεται άπό τήν ισότητα πού βασίζεται στό νό μο: οί φτωχοί καί οί πλούσιοι έχουν κυριαρχικά δικαιώματα στον ίδιο βαθμό. Είναι ή κατ' εξοχήν δημοκρατία, γιατί δίνει σέ όλους τό ίδιο μερίδιο πολιτικών δικαιωμάτων. Συναντάται στις γεωργικές καί κτηνοτροφικές χώρες, όπου οί περιουσίες είναι μέ τριες καί Ολος ό κόσμος δουλεύει γιά νά κερδίσει τό ψωμί του. Έκεΐ, άπό έλλειψη ελεύθερου χρόνου, δέν συνέρχονται σέ εκ κλησία τοΰ δήμου παρά μόνο στις πιό απαραίτητες περιπτώ σεις, γιά νά εκλέξουν τούς άρχοντες ή έναν αριθμό εκλεκτόρων, καί νά ακούσουν τίς λογοδοσίες· γιά τά υπόλοιπα αφήνουν τή φροντίδα τής διακυβέρνησης στους λίγους πολίτες πού έχουν τά μέσα νά ζήσουν, ώστε νά μπορούν νά ασχοληθούν μέ τήν πολι τική. Ό Αριστοτέλης βρίσκει σ' αυτό τό πολίτευμα έναν καλό τύπο τοΰ συντάγματος πού τοΰ είναι αγαπητό, αυτό πού ευνοεί τή μεσαία τάξη. Δύο άλλα είδη δημοκρατίας παραδέχονται καί αυτά τήν υπε ροχή τοΰ νόμου,* άλλά διαφέρουν κατά τήν εκλογιμότητα στις εξουσίες καί τήν αποστολή πού διεκδικεί ή εκκλησία τοΰ δήμου. Τό δεύτερο είδος, αρκετά διαδομένο, εξαρτά τήν εκλογιμότητα στά διάφορα αξιώματα άπό ένα μέτριο τίμημα ή θέτει περιο ρισμούς γιά τή συμμετοχή στήν εκκλησία τοΰ δήμου. Καθώς αυτό τό σύστημα επιτρέπει νά γίνονται καλές εκλογές χωρίς νά προκαλούν καί ζηλοτυπίες, αφήνει γενικά μεγάλη ελευθερία δρά σης στους άρχοντες, έτσι ώστε ό λαός αρκείται στό νά τούς εκλέγει καί νά τούς ζητά απολογισμό τής δράσης τους. Ό Α ρ ι στοτέλης επιδοκιμάζει καί αυτόν τό συνδυασμό, γιατί δίνει τήν εξουσία στους εκλεκτούς, καί τούς υποχρεώνει νά κυβερνούν μέ δικαιοσύνη, καθιστώντας τους υπεύθυνους απέναντι σέ μιά άλλη τάξη. Στό τρίτο είδος όλοι οί πολίτες παίρνουν εξουσίες χωρίς κα μία διάκριση άλλά ή σύνθεση καί τά δικαιώματα τής εκκλη σίας ποικίλλουν. Ά λ λ ο υ οί πολίτες καλοΰνται στήν εκκλησία κατά τμήματα, σύμφωνα μέ ορισμένη σειρά. Άλλου εισέρχονται επίσης κατά τμήματα καί μέ ορισμένη σειρά στά ομαδικά ορ25
26
-
* Ό ΟΙοΙζ χρησιμοποιεί εδώ τη λ. νόμος μέ τήν αρχαία σημασία της. Οί αρχαίοι έλεγαν νόμους τούς οργανικούς νόμους τών προδημοκρατικών εποχών, καί ψηφίσματα τίς" αποφάσεις τών δημοκρατικών εκκλησιών, πού αντιστοιχούν στους σύγχρονους κοινούς νόμους. Βλ. καί πιό κάτω, τίς υπο σέλιδες σημ. στή σ. 163.
162
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
γανα, τά όποια συνέρχονται, σέ περιορισμένη συνέλευση γιά νά συζητήσουν τίς τρέχουσες υποθέσεις, καί σέ πλήρη συνέλευση μόνο γιά νά επικυρώσουν τούς νόμους, νά ρυθμίσουν τά συν ταγματικά προβλήματα, καί νά ακούσουν τίς αναφορές τών αρ χόντων. Ά λ λ ο υ συγκεντρώνονται γιά τίς εκλογές, γιά νά ψη φίσουν νόμους, γιά νά εγκρίνουν απολογισμούς γιά θέματα ειρή νης καί πολέμου, ένώ τά υπόλοιπα ζητήματα ανήκουν στήν αρ μοδιότητα τών αρχόντων. Στό τέλος έ'ρχεται —τελευταία κατά σειρά άξιας, Οπως καί κατά χρονολογική σειρά— ή απόλυτη δημοκρατία, οπού τό πλή θος δέν αναγνωρίζει τήν κυριαρχία τοΰ νόμου, άλλά γίνεται τό ίδιο κυρίαρχο καί κυβερνά μέ ψηφίσματα. * Ένα τέτοιο καθε στώς μόνο στις μεγάλες πόλεις μπορεί νά υπάρξει, γιατί εκεί ε πικρατεί μιά τάξη πού δέν υπολογίζεται στά αγροτικά καί κτη νοτροφικά κράτη: ή τάξη τών τεχνιτών καί τών έμπορων. Α υ τ ή ή μάζα, τής όποιας ό τρόπος διαβίωσης εχει υποβιβαστεί καί τά έ'ργα της δέν έχουν καμία σχέση μέ τήν αρετή, περιδινείται αδιάκοπα στήν αγορά καί στους δρόμους" είναι έτοιμη νά τρέξει στή συνέλευση, ένώ οί χωρικοί, σκορπισμένοι καθώς είναι, δέν νιώθουν τήν ανάγκη νά συγκεντρωθούν. Ή απόλυτη δημοκρα τία είναι ένας μονάρχης μέ χίλια κεφάλια, πού αρνείται νά υπο ταγεί στό νόμο** καί υψώνεται ώς δεσπότης. Α υ τ ή ή δημοκρα τία είναι στό είδος της ό,τι ή τυραννία σέ σχέση μέ τή βασιλεία. Άντί νά δώσει τήν πρωτοκαθεδρία στους καλύτερους πολίτες, τούς καταπιέζει καί τιμά τούς κόλακες. Μιά σπορά, πού δέν εμ φανίζεται όσο ό νόμος είναι κυρίαρχος, αναδύεται αναπόφευκτα έκεΐ Οπου απουσιάζει ό νόμος" πρόκειται γιά τούς δημαγωγούς. Αυτοί έχουν δύο τρόπους δράσης. Αφενός κατασκευάζουν ψη φίσματα καταχρηστικά πού δίνουν τά πάντα στό λαό: ή δύναμη τους δέν μπορεί παρά νά βγει κερδισμένη όταν μεγαλώνει ή κυριαρχία τοΰ λαοΰ, τοΰ οποίου είναι οί κύριοι. Αφετέρου εκμη δενίζουν τούς άρχοντες μέ συνεχείς κατηγορίες πού τούς οδη γούν στά λαϊκά δικαστήρια. Καί ό τελευταίος βαθμός δημο27
28
29
30
* Σύμφωνα μέ οσα εί'παμε πιο πάνω (σημ. σελίδας 162), ό ΟΙοΙζ, παραφράζοντας τήν αρχαία σκέψη, εννοεί δτι στήν απόλυτη δημοκρατία ή εκκλησία τοΰ δήμου μπορεί μέ ψηφίσματα νά τροποποιεί τούς νόμους, δηλαδή τό έργο τών προδημοκρατικών νομοθετών. ** Τό νόημα αυτής τής διατύπωσης μπορεί νά παρεξηγηθεί, όταν κα νείς δέν έ'χει υπόψη του τήν αμέσως προηγούμενη σημ. καθώς καί τή σημ. στή σ. 1 6 2 .
163
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κρατίας είναι αυτός όπου ό λαός ερωτάται άμεσα γιά όλες τίς υποθέσεις, καί όπου κανένας άρχων δέν μπορεί νά πάρει από φαση χωρίς νά τή φέρει στή συνέλευση. "Οταν μιά δημοκρατία φτάνει σ' αυτό τό σημείο, νά κυβερνά τά πάντα μέ ψηφίσματα, τότε δέν υπάρχει πολιτεία, καθεστώς αληθινά συνταγματικό. Πραγματικά, γιά νά υπάρξει ένα τέτοιο καθεστώς, πρέπει ό νόμος νά έχει τήν ανώτατη εξουσία, νά κα θορίζει τίς αποφάσεις γενικοί» περιεχομένου, καί οί άρχοντες νά κανονίζουν τίς ειδικές υποθέσεις σύμφωνα μέ τίς αρχές πού έχει θέσει ό νόμος. Κατά βάθος, τό κράτος όπου όλα γίνονται μέ ψη φίσματα δέν είναι αληθινή δημοκρατία. Στις πόλεις τίς όποιες ό Αριστοτέλης αντιμετωπίζει μέ τό ση αυστηρότητα προσφέρει τουλάχιστον μιά παρηγοριά. Καθώς τό χειρότερο καθεστώς είναι ή διαφθορά τοΰ καλύτερου, ή δη μοκρατία, τής όποιας τό ιδεώδες δέν αξίζει όσο τό ιδεώδες τής αριστοκρατίας, καί ακόμη λιγότερο όσο τό ιδεώδες τής βασι λείας, έχει καλή θέση στή σειρά τής διαβάθμισης: είναι τό πλέον υποφερτό άπό τά διεφθαρμένα καθεστώτα. Θά μποροΰσε νά πει κανείς έτσι ότι είναι τό χειρότερο άπό τά καλά καθεστώτα, καί τό καλύτερο άπό τά κακά. 31
32
33
Θά ήταν μεγάλη αφέλεια νά εκπλαγούμε πού βρίσκουμε τόσο διαφορετικές κρίσεις γιά τήν αθηναϊκή δημοκρατία. Σέ εποχή όπου ζούσαν δίπλα δίπλα δημοκρατικές καί ολιγαρχικές πόλεις, τό κόμμα πού βρισκόταν στήν άρχή σέ καθεμιά άπό αυτές είχε νά αντιμετωπίσει μιά αντιπολίτευση βίαιη, πού εμπνεόταν άπό διαφορετικές αρχές γιά καθετί. Ό Θουκυδίδης μάς γνωρίζει τό ιδεώδες γιά τό όποιο οί Αθηναίοι μπλέχτηκαν στον πελοπον νησιακό πόλεμο* ό Ψευδο-Ξενοφών μάς εκθέτει τίς ιδέες πού απασχολούσαν τίς «εταιρείες» πριν νά αποφασίσουν τήν επανά σταση τών Τετρακοσίων. Καί ό ένας καί ό άλλος ανήκουν ακόμη σέ μιά εποχή όπου ό άπελευθερωνόμενος ατομικισμός δέν τολμά νά κάμει τίποτε εναντίον τής δημόσιας δύναμης, καί όπου οί αγώνες μέσα στις πόλεις έχουν περισσότερο πολιτικό παρά οικο νομικό καί κοινωνικό χαρακτήρα. Άλλά θά έρθουν γενεές Αθη ναίων πού δέν θά ακούσουν πιά νά γίνεται λόγος γιά ολιγαρχία, καί πού θά μπορέσουν νά σπρώξουν τή δημοκρατική άρχή ώς τίς ακρότατες συνέπειες της, πού θά κυριαρχούνται άπό εγωιστι κά καί καθαρά υλιστικά συμφέροντα* καταλαβαίνει κανείς αυτό 164
0 1 Ι Δ Ε Ε Σ Γ Ι Α ΤΗ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α
πού σκέφτηκαν τότε γιά τή δημοκρατία οί φιλόσοφοι. Άποτραβηγμένοι άπό τή δημόσια ζωή, δέν έβλεπαν παρά μόνο τίς ά σχημες πλευρές της, καί ήταν τόσο περισσότερο έτοιμοι νά διογ κώσουν τό κακό, όσο ή πολιτική φιλοσοφία συνδεόταν μέσο όλων τών παραδόσεων της μέ τά συμπόσια τών αριστοκρατικών «ε ταιρειών». Τήν πόλη, όπως τήν έβλεπαν ό Πλάτων καί ό Αριστοτέλης, θά τήν ξαναβρούμε πιό κάτω. Προηγούμενα θά σταθούμε στήν πόλη πού δίκαια έκαμε τόν Περικλή νά νιώθει υπερήφανος.
165
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΤ ΔΗΜΟΥ
Α' ΣΤΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Δύο ήταν οί οροί για νά μετάσχει κανείς στήν εκκλησία τοΰ δή μου: Ιον. Έπρεπε νά είναι Αθηναίος, δηλαδή πολίτης. "Ως τά μέσα τοΰ πέμπτου αιώνα αυτός ό τίτλος άνηκε σέ οποίον ειχε πατέρα Αθηναίο. 'Αλλά το 451 / 50 6 νόμος τοΰ Περικλή δρισε δτι, γιά νά είναι κανείς Αθηναίος, έ'πρεπε καί οί δύο γονείς νά είναι Αθηναίοι: έ'κτοτε τά παιδιά άπό ξένη μητέρα (μητρόξενοι) θεωρήθηκαν άπό άποψη δημοσίου δικαίου νόθα. Τό δικαίω μα τοΰ πολίτη μποροΰσε νά αποκτηθεί, ή νά χαθεί, σέ ειδικές περιπτώσεις: ή παραχώρηση γινόταν μέ ψήφισμα τοΰ λαοΰ γιά εξαιρετικές υπηρεσίες· ή αφαίρεση γινόταν μέ τήν ατιμία, δη λαδή μέ πολιτική καθαίρεση, είτε προσωρινή είτε οριστική. 2ον. Έπρεπε νά είναι ενήλικος. Ή ενηλικίωση γινόταν στά δεκαοχτώ, μέ τήν εγγραφή στους καταλόγους τοΰ δήμου" δέν παρουσιαζόταν όμως κανείς στήν εκκλησία πριν άπό τά είκοσι, μιά καί Οφειλε ακόμη δύο χρόνια στρατιωτική υπηρεσία. Ό έλεγχος γινόταν εύκολα: δέν είχαν παρά νά ανατρέξουν στον εκκλησιαστικόν πίνακα, τό αντίγραφο τών μητρώων πού τηροΰσαν οί δήμοι. 'Αλλά αυτά τά μητρώα δέν ήταν πάντοτε ακριβή. Οί μέτοικοι κατάφερναν νά εγγραφούν καί στή συνέχεια νά διεισδύσουν στήν εκκλησία. Μάταια τούς άπειλοΰσαν μέ τή γραφή ξενίας, πού επέσυρε καταδίκη σέ δουλεία" οί παράνομα γραμμένοι (οι παρέγγραπτοι) ήταν αρκετοί, ώστε άπό καιρό σέ καιρό γινόταν ένας γενικός έλεγχος τών μητρώων (διαψηφισμός). Σπάνια ή εκκλησία ήταν, γιά νά χρησιμοποιήσουμε τή γλώσσα τοΰ Αριστοφάνη, άπό «καθαρό αλεύρι», χωρίς ανάμειξη «πίτουρου». Άπό τήν άλλη μεριά, μόνο ένα τμήμα τοΰ λαοΰ παρουσιάζο υ ν κάθε φορά. Τό 431 οί πολίτες υπολογίζονται σέ 42.000. Ίί Η.'ύν.α δέν θά μποροΰσε νά χωρέσει έναν τέτοιο αριθμό, καί 1
2
166
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
Ομως επαρκούσε μέ τό παραπάνω. Σέ καιρό πολέμου οί περισ σότεροι ενήλικοι βρίσκονταν μακριά άπό τήν 'Αθήνα, ώς οπλί τες, ιππείς, κωπηλάτες. Σέ καιρό ειρήνης οί χωρικοί, συνηθι σμένοι νά ζουν σκόρπια καί μέ μόνη έγνοια τούς αγρούς τους, εμποδίζονταν καμιά φορά καί άπό τό μακρύ καί δαπανηρό τα ξίδι ώς τήν πόλη· οί υλοτόμοι τών Αχαρνών έμεναν στό δάσος τής Πάρνηθας, καί οί μικροί έμποροι τών απομακρυσμένων κω μοπόλεων μόνο σέ εξαιρετική περίπτωση άφηναν τό μαγαζάκι τους* οί κάτοικοι τών παραλίων δέν παραιτούνταν μέ τή θέληση τους άπό μιά δυο μέρες ψάρεμα. "Οσο γιά τούς πλουσίους, δέν τούς άρεσε νά ενοχλούνται. Οί ιππείς δίσταζαν νά εγκαταλείψουν τήν έπαυλη τους στον Κολωνό γιά νά ανακατευτούν μέ τό πλή θος. Ακόμη καί αυτοί πού κατοικούσαν στήν πόλη δέν ήταν πάντα διατεθειμένοι νά υποστούν τήν ταλαιπωρία μιάς μακράς συνεδρίας: ό Αθηναίος, όταν δέν έχει τίποτε νά κάνει, χαίρεται νά περιφέρεται στή σκιά τών πλατανιών πού φύτεψε ό Κίμωνας στήν αγορά, στους εμπορικούς δρόμους, στά μαγαζιά, μπροστά στά δικαστήρια. Οί Σκύθες τοξότες ήταν πολλές φορές αναγκα σμένοι νά κάνουν προσκλητήριο, νά ασκήσουν πίεση. Κοντολογίς, σπάνια έβλεπε κανείς στήν Πνύκα περισσότερους άπο δυο τρεις χιλιάδες πολίτες, οί περισσότεροι άπό τούς οποίους ήταν κάτοι κοι τής πόλης. 'Ορισμένες αποφάσεις έπρεπε νά ληφθούν, υπο τίθεται, μέ «απαρτία τοΰ λαού» (ο δήμος πληθνων)" στήν πραγ ματικότητα, σ' αυτή τήν περίπτωση θεωροΰσαν απαρτία Οταν οί παρόντες ήταν 6.000. Πάντως ή αποχή δέν ήταν ακόμη πληγή τόν 5ο αιώνα. Ώ ς καί οί αντίπαλοι τοΰ Περικλή δέν εγκατέλειψαν τόσο γρήγορα τόν αγώνα, καί τούς έβλεπες νά σχηματίζουν συμπαγείς ομάδες στήν Πνύκα, γιά νά υποστηρίξουν τόν αρχηγό τους, τόν Θουκυ δίδη, γιό τοΰ Μελησία. Ώ ς καί οί χωρικοί, όταν ή ημερήσια διά ταξη άξιζε τόν κόπο, φοροΰσαν τόν καλό τους χιτώνα καί τά λα κωνικά τους παπούτσια, καί έπαιρναν τό δρόμο άνά μικρές ομά δες, μέ τό ραβδί στό χέρι, τό πανωφόρι νά ανεμίζει στήν πλάτη ή διπλωμένο στό μπράτσο, καί κατέβαιναν στήν 'Αθήνα τραγου δώντας παλιά τραγούδια. Άλλά τόν μεγάλο Ογκο στήν εκκλη σία τόν έδιναν τά προάστια τής Μελίτης, τοΰ Κεραμεικοΰ καί τοΰ Πειραιά. Ό Αριστοτέλης θά δηλώσει ότι ή εκκλησία απο τελείται βασικά μόνο άπό βιοτέχνες, μαγαζάτορες, μισθοβίοτους, καί, γιά νά εξηγήσει τό γεγονός, θά πει: «Περπατώντας 3
4
167
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στους δρόμους τής αγοράς καί τής πόλης, όλος αυτός ό κόσμος είναι έτοιμος νά συγκεντρωθεί σέ εκκλησία». Άλλά καί ό Σω κράτης δέν έβλεπε στήν Πνύκα παρά επαγγελματίες. Πάντως, μόνο τόν 4ο αιώνα αναγκάστηκαν νά σπρώξουν τούς Αθηναίους νά ασχοληθούν μέ τίς δημόσιες υποθέσεις, εισάγοντας τόν όβολό γιά τήν παρουσία (μισθός εκκλησιαστικός). Καθένας πήγαινε στήν εκκλησία μέ τή θέληση του, «κουβαλώντας σέ ένα μικρό φλασκί Ο,τι χρειαζόταν γιά νά πιει, μέ ένα κομμάτι ψωμί, δυο κρεμμύδια καί τρεις ελιές». Στήν άρχή ή εκκλησία συγκεντρωνόταν μόνο μιά φορά στό διάστημα κάθε πρυτανείας, δηλαδή δέκα φορές τό χρόνο. Μέ τήν πρόοδο όμως τοΰ δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν φυσικό νά πολλαπλασιαστούν τά ζητήματα πού υποβάλλονταν στό λαό. Μέ τόν καιρό έφτασαν νά έχουν ακόμη καί τρεις κανονικές συνεδρίες σέ κάθε πρυτανεία. Ή συνεδρία πού παλαιότερα ήταν ή μονα δική τής πρυτανείας ονομάστηκε κυρία εκκλησία. Οί τρεις συμ πληρωματικές συνεδριάσεις έγιναν μέ τή σειρά τους «νόμιμες» (νόμιμοι έκκλησίαι). Ή σειρά μέ τήν οποία γίνονταν οί συνεδρίες καί οί μέρες πού ορίζονταν γι' αυτές ποίκιλλαν άπό τή μιά πρυ τανεία στήν άλλη, κυρίως γιά τό λόγο ότι πολλές φορές δύσκο λα έβρισκαν μέρες ανάμεσα στις γιορτές καί στις αποφράδες μέρες. Όλόκληρη τή χρονιά δέν υπήρχαν παρά δυο συνεδριά σεις μέ καθορισμένη ημερομηνία: ή πρώτη γινόταν στις 1 1 τοΰ Έκατομβαιώνος, ώστε νά αφήνει καιρό στή βουλή, πού μόλις είχε αναλάβει καθήκοντα, νά ενημερωθεί στά τρέχοντα ζητήμα τα* ή δεύτερη γινόταν ύστερα άπό τά Μεγάλα Διονύσια, στις 21 τοΰ Έλαφηβολιώνος. Οί συνηθισμένες συνεδριάσεις, άν καί δέν γίνονταν σέ καθο ρισμένη ημερομηνία, εΐχαν ωστόσο τήν ημερήσια διάταξη τους, τό καθορισμένο τους πρόγραμμα. Καθώς ή κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας υπήρξε γιά πολύν καιρό μόνο μία, τό πρόγραμ μα της ειχε άπ' όλα: προέβαινε στήν έπιχειροτονία ή έγκριση τής διαχείρισης τών αρχόντων, συζητούσε γιά τήν τροφοδοσία καί τήν άμυνα τής χώρας, δεχόταν τίς καταγγελίες γιά εσχάτη προδοσία (είσαγγελίαι), άκουγε τήν ανάγνωση καταστάσεων τών δημευμένων πραγμάτων καί τών ενστάσεων γιά τίς αμφι σβητούμενες κληρονομιές επιπλέον, στήν έκτη πρυτανεία απο φασιζόταν κατά πόσο υπήρχε λόγος νά εφαρμοστεί ό νόμος τοΰ όστρακισμοΰ καί νά υποστηριχτούν ηθικά οί κατηγορίες γιά συ5
6
7
8
9
10
11
12
-
168
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
κοφαντία ή γιά παράβαση υποχρεώσεων απέναντι στο λαό. ΟΊ τρεις άλλες κανονικές συνεδριάσεις είχαν πιο ξεκαθαρισμένο πρόγραμμα. Ή μιά ήταν αφιερωμένη στις Ικεσίες τών πολιτών, οί όποιοι, άφοΰ άφηναν ενα κλαδί ελιάς πάνω στό βωμό, ζητού σαν επανόρθωση τής ζημίας πού τούς προξένησε κάποια πρότα ση τής βουλής αντίθετη μέ τό νόμο ή ανάκληση δικαστικής από φασης ή ανάκτηση δικαιωμάτων πού έχασαν ή εξάλειψη ποι νής. Οί δυο τελευταίες συνεδρίες ήταν αφιερωμένες στις υπό λοιπες υποθέσεις: σέ καθεμιά ρύθμιζαν τρεις υποθέσεις θρησκευ τικού χαρακτήρα, τρεις υποθέσεις διεθνών προβλημάτων, πού παρουσίαζαν οί κήρυκες ή οί πρέσβεις, καί τρεις άλλες κοινές, δηλαδή διοικητικές κυρίως. Άλλωστε αυτά τά προγράμματα δέν ήταν περιοριστικά, καί ή σειρά πού έθεταν δέν ήταν πολύ α υ σ τ η ρ ή . Ά ν μιά πρόταση είχε κατατεθεί στήν κανονική προ θεσμία, μποροΰσε αυτόματα νά συζητηθεί. Α υ τ ή ή προθεσμία ήταν τέσσερις μέρες, καί ή ανάρτηση τοΰ προγράμματος ειχε θέση πρόσκλησης. Ωστόσο, Οπως θά λέγαμε σήμερα, ή εκκλησία διατηρούσε τόν απόλυτο έλεγχο στήν ημερήσια διάταξη της. Κάποιο απρό βλεπτο γεγονός μποροΰσε νά απαιτήσει ένα επείγον μέτρο κά ποια συζήτηση ήταν πιθανό νά μήν τελειώσει σέ μία συνεδρίαση. Σέ τέτοια περίπτωση δέν περίμεναν τήν επόμενη κανονική συνε δρίαση συγκαλούσαν μιά έκτακτη (σύγκλητος), χωρίς νά είναι υποχρεωμένοι νά δημοσιεύσουν τό πρόγραμμα καί νά τηρήσουν τή νόμιμη προθεσμία συνεδρίαζαν μάλιστα συνεχώς, καί απα γορευόταν νά βγουν άπό τό θέμα. Τέλος, ύπό τό πλήγμα μιάς κοινής συμφοράς, πιεσμένοι άπό τήν ανάγκη, οί πρυτάνεις συγ καλούσαν «εκκλησία φόβου καί ταραχής», χρησιμοποιώντας σάλπιγγα γιά τούς πολίτες πού έμεναν στήν πόλη, καί φωτιές, πού άναβαν στις αγορές τών κωμοπόλεων, γιά τούς πολίτες τής υπαίθρου. Χάρη σέ έναν κανονισμό πού διαμορφώθηκε μέ τό χρόνο καί στις εξαιρέσεις πού μποροΰσε νά περιλάβει, αυτή ή εκκλησία τοΰ λαοΰ εξασφάλιζε τά πλεονεκτήματα μιάς μεθοδι κής οργάνωσης τής εργασίας χωρίς τά μειονεκτήματα τής ακαμ ψίας. Ή συνεδρίαση άρχιζε πολύ πρωί μέ τό χάραμα. Τό σή μα δινόταν μέ μιά σημαία πού κυμάτιζε στήν Πνύκα. Αμέσως ή αστυνομία έκλεινε τούς δρόμους πού όδηγοΰσαν στήν αγορά, ση μείο συνάντησης τών περιπατητών, καί διοχέτευε τούς πολίτες προς τήν κατεύθυνση πού έπρεπε νά πάρουν. 13
14
15
16
17
-
-
-
18
19
20
169
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Τόπος συνεδρίασης τής εκκλησίας, όπως σέ κάθε πόλη τής Ελλάδας, ήταν αρχικά ή αγορά,, ό δημόσιος χώρος όπου κατά τήν ομηρική εποχή βρισκόταν ό ιερός περίβολος καί ό όποιος διατήρησε σέ μερικές πόλεις τό όνομα «ιερή αγορά)). Άλλά τόν 5ο αιώνα ή μεγάλη πλατεία τής εμπορικής αγοράς δέν χρη σίμευε πιά παρά γιά τίς σπάνιες συνεδριάσεις όπου συγκεντρω νόταν «όλος ό λαός». Ό λόφος τής Πνύκας ήταν περισσότερο κατάλληλος γιά τίς συνηθισμένες συνελεύσεις. Ανέβαιναν άπό έ ναν πολύ ανηφορικό δρόμο. Λίγο πριν άπό τήν κορυφή του έφτα ναν σέ μιά ταράτσα, όπου ανακάλυπταν μιά θαυμάσια θέα προς τή θάλασσα, τήν αγορά, τόν Άρειο Πάγο καί τά Προπύλαια τής Ακρόπολης. Έκεΐ ειχε διαμορφωθεί ένα επίμηκες ημικύκλιο: είχε βάθος 70 μέτρα, διάμετρο 120 μέτρα, καί έκλινε ελαφρά άπό τήν περιφέρεια —τήν οποία σχημάτιζε ένας δυνατός τοίχος υποστηρίξεως— προς τό κέντρο. Σ' αυτά τά 6.000 τετραγωνικά μέτρα μποροΰσαν νά χωρέσουν είκοσι πέντε χιλιάδες Ορθιοι σέ θρανία έβρισκαν θέση άλλοι δεκαοχτώ χιλιάδες ακροατές. Τό βήμα ήταν ένα επίπεδο σκαμμένο μέσα στό βράχο καί περιτρι γυρισμένο άπό ένα κιγκλίδωμα είχε 9 μέτρα πρόσοψη, καί τρεις βαθμίδες τό ανύψωναν στά 1,10 τοΰ μέτρου. Στό βάθος τοΰ βή ματος υψωνόταν ένας κυβικός βράχος 3 μέτρων ήταν ό βωμός τοΰ Δία Αγοραίου. Πίσω άπ' αυτόν καί πιό ψηλά βρισκόταν τό θεωρείο τοΰ προεδρείου, Οπου ανέβαιναν μέ σκάλες άπό δεξιά καί αριστερά τοΰ βήματος. Απέναντι άπό τό προεδρείο, στήν κορυφή τοΰ τοίχου, ήταν τοποθετημένο άπό τό 433 ένα ηλιακό ρολόι, έργο τοΰ αστρονόμου Μέτωνα. "Ο,τι γινόταν καί λεγόταν σ' αυτόν τόν υπαίθριο περίβολο δέν μπορούσε κανείς ούτε νά τό δει ούτε νά τό ακούσει απέξω γιατί ό τοίχος υποστηρίξεως συ νεχιζόταν στήν ευθεία πλευρά άπό έναν περίβολο πού είχε τό δι πλό πλεονέκτημα νά εμποδίζει τήν περιέργεια τών αδιάκριτων καί νά στέλνει τόν ήχο πίσω προς τό ακροατήριο. Πρόεδρος τής εκκλησίας ήταν, τόν 5ο αιώνα, ό επιστάτης τών πρυτάνεων, πού κληρωνόταν κάθε μέρα. Εξαίρεση γινόταν μόνο γιά τίς εκλογικές καί γιά τίς «πλήρεις» συνελεύσεις, όπου προέδρευαν οί εννέα άρχοντες. "Ενας κήρυκας, πού έκανε γιά λο γαριασμό τοΰ προέδρου τίς ανακοινώσεις στήν εκκλησία, καί έ νας γραμματέας (γραμματεύς τής πόλεως), πού διάβαζε τά επί σημα έγγραφα, βοηθούσαν τόν πρόεδρο. Στή βάση τοΰ βήμα τος, στήν πρώτη σειρά τών βαθμίδων κάθονταν οί πρυτάνεις, πού 21
-
22
-
-
23
170
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
ήταν επιφορτισμένοι, μέ τήν τάξη καί είχαν στή διάθεση τους τοξότες τούς όποιους διεύθυναν έξι ληξίαρχοι. Πριν άπό κάθε συζήτηση γινόταν μιά θρησκευτική τελετή: Οί έξαγνιστές, οί περιστίαρχοι, θυσιάζουν χοίρους πάνω στό βωμό, καί μέ τό αίμα τών θυμάτων διαγράφουν τόν ιερό κύκλο γύρω άπό τούς παριστάμενους. "Υστερα ό γραμματέας διαβάζει καί ό κήρυκας απαγγέλλει τίς άρές εναντίον όποιου θά δοκίμαζε νά απατήσει τό λαό. Κάθε στιγμή, άλλωστε, ή εκκλησία βρίσκε ται ύπό τό βλέμμα τοΰ θεού: ή συνέλευση διακόπτεται νόμιμα σέ περίπτωση καταιγίδας, σεισμού, έκλειψης, μόλις οί εξηγητές αναγνωρίσουν στό φαινόμενο ενα σημείο τοΰ Δία (διοσημία). Άφοΰ τελειώσουν αυτές οί διατυπώσεις, ό πρόεδρος δίνει δια ταγή στον κήρυκα νά διαβάσει τήν έκθεση τής βουλής γιά τό σχέδιο ψηφίσματος πού θά συζητηθεί, τό προβούλευμα. Ό νό μος απαγορεύει στον πρόεδρο νά εισαγάγει (εισφέρειν) καί νά συζητήσει (χρηματίζειν) προσχέδιο γιά τό όποιο δέν υπήρχε γνώμη τής βουλής (άπροβούλευτον). Επομένως ή εκκλησία ε ί ν α ι υποχρεωμένη νά στείλει πίσω στή βουλή κάθε πρόταση πού απορρέει άπό τήν ιδιωτική πρωτοβουλία, καί απαγορεύεται νά τήν ψηφίσει σέ πρώτη ανάγνωση. Άλλά ή βουλή δέν έχει δι καίωμα ένστασης: τό προβούλευμα δέν καταλήγει ποτέ ρητά σέ εισήγηση απόρριψης, γιατί ή πρόταση έχει ήδη εξεταστεί προκα ταρκτικά άπό τό λαό ε ί ν α ι μιά έκθεση μέ ευνοϊκό συμπέρασμα, ή καί χωρίς συμπέρασμα, καί ή δυσμενής γνώμη τής βουλής εξυ πακούεται μέ τή διατύπωση «αυτό πού αρέσει στό λαό θά είναι τό καλύτερο» (δ,τι άν αύτω δοκεϊ άριστον είναι). Άφοΰ διαβαστεί τό προβούλευμα, στή συνηθισμένη περίπτω ση δπου αυτή ή έκθεση ε ί ν α ι ευνοϊκή, ό πρόεδρος προχωρεί στήν προχειροτονία, δηλαδή βάζει νά ψηφίσουν, υψώνοντας τό χέρι, τήν εναλλακτική λύση πού παρουσιάζεται: άπλή αποδοχή τοΰ προβουλεύματος ή συζήτηση. Καθώς ή προκαταρκτική ψήφος άφορα χωριστά κάθε άρθρο τής έκθεσης, ή συζήτηση, έάν απο φασιστεί, μπορεί νά είναι γιά τό σύνολο ή κατ' άρθρο. «Ποιος ζητά τό λόγο;» Μ' αυτές τίς λέξεις ανοίγει ό κήρυκας τή συζήτηση. Φαίνεται ότι παλαιότερα φώναζε: «Ποιος Αθη ναίος άνω τών πενήντα ζητά τό λόγο;», καί προοδευτικά περ νούσε σέ μικρότερο αριθμό. Αυτό τό προνόμιο τής ηλικίας εξα φανίστηκε. Πάντως, ένας νέος δέν θά επέτρεπε στον εαυτό του νά μιλήσει πρώτος. Έξαλλου, ήταν ανεκτή ή παρουσία πολιτών 24
25
26
-
27
28
171
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
πού δέν μποροΰσαν νά πάρουν τό λόγο. Ηταν εκείνοι, γιά τούς όποιους εκκρεμούσε κάποια καταγγελία πού θά μποροΰσε νά επισύρει τήν ατιμωτική τιμωρία τής ατιμίας" γιατί ακόμη καί πριν άπό τήν απόφαση ό κατηγορούμενος βρισκόταν υπό τή μα γική δύναμη τής αράς, τής κατάρας πού συνδέεται μέ τό νόμο, καί έπρεπε νά τοΰ άφεθοΰν οί αμαρτίες άπό τό δικαστήριο, γιά νά μπορέσει νά ξαναπάρει ενεργό μέρος στή δημόσια ζωή. Έάν κάποιος άπό αυτούς τολμοΰσε νά παραβιάσει τήν απαγόρευση, οποιοσδήποτε πολίτης μποροΰσε νά ζητήσει άπό τόν πρόεδρο νά τοΰ αφαιρέσει τό λόγο, μέ τόν όρο Οτι θά αναλάμβανε ό ίδιος νά κινήσει μιά πρόσθετη δίκη εναντίον του, μέ σκοπό τή δοκιμασία (δοκιμασίας επαγγελία): αυτή ή διαδικασία εξέθετε τόν κατη γορούμενο στον κίνδυνο τής ολοκληρωτικής καί τελικής ατιμίας, άλλά συγχρόνως εξέθετε τόν κατήγορο στό πρόστιμο πού επιβαλ λόταν ώς ροβηα ΙΘΠΊΘΓΘ 1ίΙΪ£3ΐη(Ιϊ,* έτσι ώστε απομάκρυνε άπό τό βήμα τούς ανάξιους, προστατεύοντας συγχρόνως τήν ελευθε ρία τοΰ λόγου άπό τούς συκοφάντες. Τελικά, εκτός άπό εντελώς εξαιρετική περίπτωση, ήταν θεμιτό σέ κάθε Αθηναίο νά υπο στηρίζει τή γνώμη του μπροστά στήν εκκλησία: ή ίση ελευθερία λόγου (ισηγορία) παρουσιαζόταν ώς ό απαραίτητος όρος τοΰ δη μοκρατικού πολιτεύματος. Άλλά, Οπως υποψιαζόμαστε, λίγοι μόνο έκαναν χρήση αύτοΰ τοΰ δικαιώματος. Τό βάρος τής συζή τησης τό κρατοΰσαν συνήθως οί αρχηγοί τών κομμάτων καί οί βοηθοί τους. Ό πολίτης πού καλείται στό βήμα βάζει στό κεφάλι ένα στε φάνι άπό μύρτα. Γίνεται έτσι απαραβίαστος καί ιερός. Ποιά εί ναι τά δικαιώματα του; Κάθε Αθηναίος έχει δικαίωμα νά υποβάλει προτάσεις. Α υ τ ή ή πρωτοβουλία, πού επισύρει μιά ορισμένη ευθύνη, υπενθυμίζε ται μέσα στό ψήφισμα μέ τή μνεία τοΰ ονόματος εκείνου πού προτείνει (ό τάδε εΐπεν). Αυτός πού έκαμε τήν πρόταση, είτε είναι άρχων πού έδρασε μέσα στή σφαίρα τών καθηκόντων του, είτε κάποιος πολίτης πού επεμβαίνει ώς ιδιώτης, μπορεί νά πα ρουσιάσει τά επιχειρήματα του σέ πρώτη ανάγνωση καί νά επι τύχει ώστε ή διατύπωση τής παραπομπής στή βουλή νά υπαγο ρεύει περίπου τό προβούλευμα, πράγμα πού επιτρέπει συχνά τήν υιοθέτηση τοΰ τελειωτικού διατάγματος μέ προχειροτονία, χων
29
* Ροβηα ΙβΐϊΐθΓθ Ιϊίί^&ηάί = ποινή προπετοϋς δίκης.
172
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Ϊ
ρις συζήτηση. Ά ν γίνει συζήτηση, αυτός πού υπέβαλε τήν πρό ταση είναι σχεδόν υποχρεωμένος νά ανέβει στό βήμα. Κάθε Αθηναίος έχει δικαίωμα νά κάνει τροπολογίες. Δέν ψηφίζουν αναγκαστικά μέ ένα ναι ή μέ ένα όχι πάνω στό προβούλευμα. Ή σύνταξη τοΰ ψηφίσματος διακρίνει πάντοτε μέ μεγάλη ακρί βεια τό μέρος πού είναι παρμένο άπό τό προβούλευμα ή άπό τήν πρόταση καί τό μέρος πού ανήκει σέ αυτόν πού έκαμε τήν τροπο λογία, ό όποιος δηλώνεται μέ τό ονομά του. Άντί γιά άπλή προσθήκη στό προβούλευμα μπορούν νά αντιτάξουν στό αρχικό σχέδιο ένα άντι-σχέδιο, πράγμα πού συμβαίνει συχνά όταν τό προβούλευμα δέν έχει συμπέρασμα, δηλαδή δέν είναι ευνοϊκό στό σχέδιο. Ή ελευθερία τών ρητόρων είναι λοιπόν απόλυτη· γιατί σ' αυ τήν συνίσταται ή κυριαρχία τής εκκλησίας. Είναι ολοκληρωτική πριν άπό τήν επέμβαση τής βουλής καί παραμένει ολοκληρωτική καί μετά άπό αυτήν. Δέν πρέπει Ομως ένα ουσιαστικό δικαίωμα τοΰ πολίτη νά διαφθαρεί καί νά βλάψει τήν πόλη. Ό κανονισμός τής εκκλησίας τό έχει προβλέψει. Κάθε πρόταση, κάθε τροπο λογία ή άντισχέδιο πρέπει νά διατυπωθεί γραπτά. Τό κείμενο παραδίδεται στό γραμματέα, ό όποιος ελέγχει τή διατύπωση καί βοηθά νά γίνουν, έάν χρειαστεί, οί αναγκαίες μεταβολές προ τού τό υποβάλει στον πρόεδρο. Οί καταχρήσεις τοΰ δικαιώματος πού έχουν οί πολίτες νά εισηγούνται ψηφίσματα τιμωρούνται αυστηρά: κάθε παράνομη πρόταση πρέπει νά απορριφθεί άπό τό γραφείο τών πρυτάνεων καί μπορεί νά οδηγήσει στό δικαστήριο αυτόν πού τήν υπέβαλε. Πέρα άπό άλλες ενδεχόμενες σοβαρές κυρώσεις, έπειτα άπό τρεις καταδίκες μέ αυτή τήν κατηγορία ό υπεύθυνος χάνει τό δικαίωμα νά παρουσιάσει στό έξης προτά σεις. Άπό τήν άλλη μεριά, ό πρόεδρος είναι αρκετά οπλισμένος γιά νά εμποδίσει κάθε κωλυσιεργία ή κάθε απομάκρυνση άπό τή συζήτηση: μπορεί νά επαναφέρει τό ρήτορα στό θέμα, καί δέν υπάρχει παράδειγμα όπου νά αμφισβητήθηκε τό κύρος του. Μόλις τελειώσει ή συζήτηση, οί πρυτάνεις θέτουν τό ερώτη μα σέ ψηφοφορία (έπιχρηφίζειν). Μέ αύτη τήν ενέργεια αναλαμ βάνουν ευθύνες, γιατί οφείλουν νά άρνηθοΰν νά προχωρήσουν σέ ψηφοφορία ή καί σέ συζήτηση παράνομης πρότασης. Άλλά ή αντίθεση τοΰ ενός δέν υπερισχύει τής γνώμης τών συναδέλφων του, καί, άν επιμένει, κινδυνεύει νά κατηγορηθεί μέ τή συνοπτι κή διαδικασία τής ενδείξεως καί νά καταδικαστεί, τό λιγότερο, 30
173
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σέ πρόστιμο: καταλαβαίνει κανείς πώς χρειάστηκε μεγάλο πολι τικό θάρρος στον Σωκράτη γιά νά αντισταθεί, σέ τέτοια περί πτωση, στά αχαλίνωτα πάθη. Ή εκκλησία αποφαίνεται μέ υψω μένα χέρια (χειροτονία). Έάν υπάρχει αμφιβολία, ό κήρυκας ξα ναρχίζει τή μέτρηση, καί στήν ανάγκη προχωρεί καί σέ άλλες, ώσπου τό προεδρείο νά άνακοινοόσει ότι τό αποτέλεσμα είναι πρόδηλο καί βέβαιο. Μυστική ψηφοφορία γίνεται όταν πρόκειται νά ληφθούν σοβαρά μέτρα εναντίον ιδιωτών, ή γιά όστρακισμό ή γιά νά αρθούν παράνομες απαγορεύσεις (άδεια), καθώς καί γιά πράξεις εσχάτης προδοσίας. Ό πρόεδρος αναγγέλλει τό αποτέ λεσμα. Έάν ή ημερήσια διάταξη έχει εξαντληθεί, κηρύσσει τό τέλος τής συνεδρίας· έάν ή συζήτηση δέν έχει τελειώσει, αποφαί νεται γιά τήν παραπομπή σέ μεταγενέστερη συνεδρία. Ακόμη καί άφοΰ έχει εκφραστεί ή γνώμη τής εκκλησίας, συμβαίνει οί πρυτάνεις νά υποβάλουν μιά υπόθεση σέ δεύτερη συζήτηση, κατ' εξαίρεση, όταν νομίζουν ότι, σύμφωνα μέ σοβα ρές ενδείξεις, τό αποτέλεσμα προκάλεσε έκπληξη: συγκαλούν τό τε νέα συνέλευση ή συγκατατίθενται νά εισαγάγουν πάλι τό ερώ τημα μέ τήν ευκαιρία κάποιου άλλου σχετικού προβλήματος. Στον Θουκυδίδη παρακολουθούμε δυο φορές ένα δράμα αύτοΰ τοΰ είδους. Τό 428 ή εκκλησία αποφάσισε νά θανατωθοΰν οί Μυ τιληναίοι πού επαναστάτησαν τή νύχτα Ομως οί Αθηναίοι τρο μάζουν μ' αυτή τήν αίμοχαρή ψήφο, καί τήν επομένη μιά δεύτε ρη συζήτηση καταλήγει σέ λιγότερο σκληρό αποτέλεσμα. Τό 415 ή εκστρατεία τής Σικελίας μόλις έχει ψηφιστεί* πέντε μέρες αργότερα, σέ μιά συνεδρίαση Οπου γίνεται λόγος γιά τίς προε τοιμασίες, ό Νικίας επανέρχεται στήν αποφασισμένη υπόθεση* στρέφεται προς τό προεδρείο: «Κι εσύ, πρύτανη, φωνάζει, έάν θεωρείς καθήκον σου νά επαγρυπνείς γιά τή σωτηρία τοΰ κρά τους, έάν θέλεις νά κάμεις μιά πατριωτική πράξη, φέρε ξανά τήν υπόθεση σέ ψηφοφορία, καί προχώρησε σέ δεύτερη συζήτηση. Έάν φοβάσαι νά επανέλθεις σέ έπιψηφισμένη υπόθεση, σκέψου ότι αυτή ή παράβαση τοΰ νόμου δέν μπορεί νά είναι άξιόμεμπτη, Οταν γίνεται μπροστά σέ τόσους μάρτυρες». Καί πετυχαίνει ικα νοποίηση: αρχίζει μιά δεύτερη συζήτηση. 31
32
174
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
Β' ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
1. Ή κανονική εκκλησία Άφοΰ είδαμε τή σύνθεση τής εκκλησίας καί τή λειτουργία της, θά εξετάσουμε άπο πιο κοντά τίς εξουσίες της. Ή άρχή είναι άπλή: σέ καθεστώς απόλυτης δημοκρατίας ό κυρίαρχος λαός μπορεί νά κάμει τά πάντα. Μένει πάντως νά δούμε τί έννοοΰσαν θεωρητικά οί Αθηναίοι μέ τήν κυριαρχία, καί άν δέχονταν νά υποστεί στήν πράξη μερικούς περιορισμούς. Ή κυριαρχία (τό κνριον), σύμφωνα μέ τόν ορισμό πού τής δί νει ό Αριστοτέλης τόν 4ο αιώνα, άλλά πού ισχύει καί γιά τόν προηγούμενο, περιλαμβάνει: τό δικαίωμα απόφασης γιά ειρήνη καί πόλεμο, μαζί μέ τό δικαίωμα σύναψης καί διάλυσης συμμα χιών, τό δικαίωμα τής νομοθεσίας, τό δικαίωμα επιβολής θανα τικής ποινής, εξορίας καί δήμευσης, τό δικαίωμα ελέγχου τών πράξεων καί τής διαχείρισης τών αρχόντων. Στήν εκκλησία λοιπόν ανήκουν: Ιον, οί εξωτερικές σχέσεις* 2ον, ή νομοθετική εξουσία* 3ον, τό πιό σημαντικό μέρος, καί ειδικά τό πολιτικό, τής δικαστικής εξουσίας, άφοΰ ακόμη καί οί υποθέσεις πού δέν κρατά γιά τόν εαυτό της παραπέμπονται σέ δικαστήρια τά όποια προέρχονται κατευθείαν άπό τό λαό* 4ον, τόν έλεγχο τής εκτε λεστικής εξουσίας —στήν πραγματικότητα τό διορισμό καί τήν επίβλεψη Ολων τών αρχόντων. Στή σφαίρα τής εξωτερικής πολιτικής οί εξουσίες τής εκκλη σίας είναι πολύ εκτεταμένες. "Οχι μόνο αποφασίζει γιά τήν ει ρήνη καί γιά τόν πόλεμο, όπως καί γιά τίς συμμαχίες, άλλά α σχολείται καί μέ τίς ήσσονος σημασίας διαπραγματεύσεις. Διο ρίζει τούς πρεσβευτές, τούς δίνει οδηγίες καί λαμβάνει τίς εκθέ σεις τους. Δέχεται τούς κήρυκες καί τούς πρεσβευτές πού στέλ νουν οί άλλες πόλεις: κανονικά, τούς ακούει σέ δυο συνεδριάσεις κατά πρυτανεία, καί οί συμφωνίες πού ετοιμάστηκαν μέ αυτούς στή βουλή δέν είναι παρά προβουλεύματα τά όποια ή εκκλησία μεταβάλλει σέ ψηφίσματα μέ ή χωρίς αλλαγές. "Οταν επικυρώ νει τίς συνθήκες, υποδείχνει ακόμη καί τά πρόσωπα πού πρέπει νά τίς επισφραγίσουν μέ Ορκους ή νά δεχτούν τόν Ορκο τής άλλης πλευράς. Τό δικαίωμα νά διευθύνει τήν εξωτερική πολιτική θά ήταν 33
175
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
απατηλό, έάν δέν επέσυρε καί τό δικαίωμα νά αποφασίζει γιά τά μέσα: όλα τά στρατιωτικά καί ναυτικά ζητήματα ανήκουν στήν εκκλησία. Σέ καιρό ειρήνης, όπως είδαμε, διαβάζεται στήν κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας μιά έκθεση γιά ό,τι άφορα τήν άμυνα, κατά ξηρά καί κατά θάλασσα, καί ξέρουμε πώς δέν πα ροπλιζόταν ένα παλαιό πλοίο χωρίς ψήφισμα τοΰ λαοΰ. Σέ καιρό πολέμου ορίζει τίς ηλικίες πού θά επιστρατευτούν, τήν αναλογία τών πολιτών καί τών μετοίκων πού θά υπηρετήσουν ώς οπλίτες, τήν αναλογία τών πολιτών, τών μετοίκων, τών δούλων καί τών μισθοφόρων πού θά υπηρετήσουν ώς κωπηλάτες. 'Τποδείχνει τούς στρατηγούς γιά τίς εκστρατείες τίς όποιες αποφασίζει, δέ χεται τίς αναφορές, διευθύνει τίς επιχειρήσεις καί διατάζει, μέ ψηφίσματα, υποχώρηση. Τά δικαιώματα πού έχει στους στρα τιωτικούς αρχηγούς τά ενισχύει μέ τεράστιες εξουσίες πού τής παρέχει ή δικαστική της κυριαρχία: τή βλέπουμε νά καταδικάζει σέ εξορία ή στήν ποινή τοΰ θανάτου στρατηγούς ηττημένους —μία φορά μάλιστα νικητές. Τό γεγονός Οτι οί πιό λεπτές διαπραγματεύσεις καί ή διοίκη ση στρατών καί στόλων εξαρτιόνταν άπό σαράντα χιλιάδες άτο μα μέ ίσα δικαιώματα, φαντάζει τερατώδες, παραφροσύνη, έάν δέν διακρίνει κανείς κάτω άπό τά φαινόμενα τήν πραγματικότη τα. "Ενα είναι βέβαιο: Ή 'Αθήνα τόν 5ο αιώνα ακολούθησε μιά εξωτερική πολιτική πού ασφαλώς δέν τής λείπει τό μεγαλείο" δημιούργησε τήν ωραιότερη ναυτική αυτοκρατορία πού γνώρισε ή αρχαιότητα. Πώς νά εξηγηθεί αυτό τό γεγονός; Πρέπει νά δεχτούμε Οτι τά σαράντα χιλιάδες άτομα πού αποτελούσαν τόν αθηναϊκό λαό ήξεραν νά υποτάσσουν τά μικροσυμφέροντα τους καί τά προσωπικά τους πάθη στό κοινό συμφέρον καί στό ανώ τερο πάθος τοΰ πατριωτισμού. "Ηξεραν νά δέχονται τίς αναγ καίες οδηγίες. Κατά βάθος ό κύριος ρόλος στά ζητήματα εξω τερικής πολιτικής καί εθνικής άμυνας άνηκε στή βουλή: μέ αυ τόν τόν τρόπο μιά εκκλησία πού, αφημένη στον εαυτό της, θά ήταν αναπόφευκτα επιπόλαιη καί εύμετάβολη, αποκτούσε ένα στοιχείο ισορροπίας. Πεντακόσιοι Αθηναίοι περνούσαν έναν ολόκληρο χρόνο μελετώντας τίς υποθέσεις πού έπρεπε νά υπο βληθούν στον υπόλοιπο λαό. Αυτοί πρώτοι δέχονταν τούς πρε σβευτές καί διαπραγματεύονταν μαζί τους, καί κατόπιν τούς πα ρουσίαζαν στήν εκκλησία, ή όποια καί επικύρωνε αποφάσεις πού είχαν ληφθεί άπό πρίν οί ίδιοι είχαν στήν επίβλεψη τους τή 176
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
στρατιωτική διοίκηση. Πρέπει νά ομολογήσουμε δτι ό Κλέων, μέ δλη τή δημαγωγική ευφράδεια του, δέν επηρέασε τά πνεύμα τα παρά άφοΰ μπήκε στή βουλή. Καί αναμφίβολα μέ αυτό το μέσο ό Περικλής επέβαλε στο λαό τήν επιρροή τής ιδιοφυΐας του έπί τριάντα χρόνια. Γιά νά καθορίσουμε μέ ακρίβεια τή νομοθετική δύναμη τής εκκλησίας, πρέπει νά φωτιστεί ή ακριβής έ'ννοια τής λέξης νόμος καί τής λέξης ψήφισμα (διάταγμα). Μιά εποχή δπως ή δική μας, δπου οί πιο σοφοί νομομαθείς δλων τών χωρών συναντούν εξαιρετική δυσκολία νά ορίσουν τούς δρους νόμος καί διάταγμα, δέν έχει δικαίωμα νά ρίξει τό λίθο τοΰ αναθέματος στήν αθηναϊ κή δημοκρατία πού άφησε ακαθόριστη τή διαφορά ανάμεσα σέ δύο, ουσιαστικές οπωσδήποτε, έννοιες. Πάντως, τό δημόσιο δίκαιο τών Αθηνών διακήρυσσε δτι κατ' αρχήν κανένα διάταγμα, ούτε τής βουλής ούτε τοΰ λαοΰ, δέν υπερέχει τοΰ νόμου (ψήφισμα μηδέν, μήτε βουλής μήτε δήμου, νόμου κνριώτερον είναι). 'Αλλά παράλληλα ό Αριστοτέλης απο φαίνεται Οτι «ή κυριαρχία τοΰ λαοΰ εκτείνεται ακόμη καί ώς τούς νόμους» (κύριος ό δήμος και τών νόμων έστι), καί κατ' αυ τόν ήταν έτσι άπό τόν 5ο αιώνα, άφοΰ «οί Αθηναίοι κυβερνού σαν τότε χωρίς νά αποδίδουν στους νόμους τήν ίδια προσοχή δ πως παλαιότερα». Ή αντίφαση είναι ρητή. Μία μόνο εξήγηση επιδέχεται. Κατ' αρχήν ή εκκλησία, άπό θρησκευτικό φόβο, δέν έπαιρνε τό δικαίωμα νά καταργήσει ρητά τούς υπάρχοντες νό μους καί νά κάμει καινούριους* έμαθε ωστόσο νά παρακάμπτει αυτή τήν άρχή καί νά βρίσκει τρόπο νά νομοθετεί μέ ψηφίσματα. "Ο,τι εννοούσαν οί Αθηναίοι τοΰ 5ου αιώνα ώς νόμους, ήταν οί νόμοι τοΰ Δράκοντα, τοΰ Σόλωνα καί τοΰ Κλεισθένη: δέν κατάρ γησαν κανέναν, πράγμα πού δέν τούς εμπόδισε νά μεταρρυθμί σουν τήν εξουσία τών αρχόντων δυο φορές, νά αφαιρέσουν άπό τόν "Αρειο Πάγο τό μεγαλύτερο μέρος τών εξουσιών του, νά επι φέρουν περιορισμούς στή χορήγηση πολιτικών δικαιωμάτων. Γιά τόν Αριστοτέλη, πού βλέπει τήν πραγματικότητα άπό τό πρίσμα τής ίδιας συμβατικότητας, υπάρχει έδώ μιά λυπηρή υπερβολή. Γιά τόν ιστορικό, ό όποιος πρέπει νά πιστέψει τόν Αριστοτέλη όσον άφορα τό γεγονός, άλλά γνωρίζει τίς μεταβο λές τών ανθρώπινων θεσμών, πρόκειται γιά φυσικό φαινόμενο τό όποιο δέν μπορεί κανείς νά κρίνει παρά μόνο δταν ξέρει τά γεγονότα. Βέβαια ό φιλόσοφος διακηρύσσει Οτι «ή κυριαρχία 34
35
36
37
177
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τών νόμων είναι, ό όρος ύπαρξης του συνταγματικού καθεστώ τος», καί «τό κράτος όπου όλα γίνονται μέ ψηφίσματα δέν είναι καθαρή δημοκρατία, άφοΰ ένα ψήφισμα δέν έξυπακούει γενικές διατάξεις». Μένει νά δοΰμε άν ό αθηναϊκός λαός, όταν έκανε νόμους μέ τή μορφή ψηφισμάτων, χρησιμοποιούσε άλλους τρό πους καί έπαιρνε μεγαλύτερες προφυλάξεις παρά Οταν εφάρμοζε ευκαιριακά μέτρα μέ συνηθισμένα ψηφίσματα. Σέ αυτό τό σημείο δέν υπάρχει αμφιβολία. Γνωρίζουμε, πραγ ματικά, μιά ολόκληρη σειρά ψηφισμάτων τά όποια, μέ τό γενικό χαρακτήρα τους, έχουν αληθινά νομοθετική αξία ή καί συνταγ ματική, καί τά όποια δέν προτάθηκαν στήν εκκλησία μέ τή φυ σική διαδικασία τοΰ προβουλεύματος. Είναι ψηφίσματα πού κα θορίζουν τή θέση μιάς ομόσπονδης πόλης, δίνουν σέ μιά αποικία αυτή τήν ιδιότητα, κανονίζουν τό σοβαρό πρόβλημα τών απαρ χών πού οφείλονται στις θεές τής Ελευσίνας. Σέ όλες αυτές τίς περιπτώσεις χρησιμοποιούν ειδικές καί πανηγυρικές διατυ πώσεις, τίς ίδιες πού χρησιμοποίησαν γιά νά ανανεώσουν, μέ εγγυημένη τήν αρχική απόδοση τους, τούς κυριότερους νόμους τοΰ Δράκοντα. Διορίζουν μιά επιτροπή συγγραφέων ανάλογη μέ τό συμβούλιο τών νομοθετών, αυτή τή νομοθετική επιτροπή πού λειτουργεί κατ' εξαίρεση μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων καί πάλι μετά τήν πτώση τών Τριάκοντα, καί ή όποια επανεμφα νίζεται μέ κανονική μορφή γιά μεγάλο διάστημα τοΰ 4ου α ι ώ να. Τό σχέδιο πού επεξεργάστηκαν οί συγγραφείς τό φέρνει ή βουλή μέ τίς παρατηρήσεις της στήν εκκλησία, καί ή εκκλησία τό υιοθετεί τελικά. Άλλη προφύλαξη: Οσο μικρή καί άν είναι ή επέμβαση στους «υπάρχοντες νόμους» μέ τό καινούριο «διά ταγμα», ό εισηγητής αυτής τής ιερόσυλης καί επαναστατικής πρότασης πρέπει νά απομακρύνει άπό πάνω του τήν κατάρα τών θεών καί τήν ποινή τών ανθρώπων πού επισύρει ή μεταβολή τοΰ «νόμου», νά προσέλθει στήν εκκλησία ώς ικέτης, ζητώντας προ καταβολικά χάρη, καί ή «ασυδοσία» πού ζητά, μόνο άπό πλήρη συνέλευση μπορεί νά τοΰ δοθεί, μέ μυστική ψηφοφορία, καί μέ έξι χιλιάδες ψήφους τουλάχιστον. Αληθινά, δέν έχουμε δικαίω μα νά ποΰμε Οτι ή αθηναϊκή εκκλησία χρησιμοποιούσε τή νομο θετική εξουσία απερίσκεπτα. Ό λαός είναι επίσης κυρίαρχος δικαιοκρίτης. Άλλά μεταβι βάζει τή δικαστική εξουσία σέ τμήματα πολιτών πού εδρεύουν στά δικαστήρια* ολόκληρο τό σώμα τών πολιτών στήν εκκλησία 38
39
40
41
178
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
επιφυλάσσει στδν εαυτό του μόνο τό δικαίωμα νά επεμβαίνει στις υποθέσεις όπου διακυβεύεται τό δημόσιο συμφέρον, δίνοντας στά δικαστήρια τίς οδηγίες πού νομίζει χρήσιμες μέ προδικα στικές αποφάσεις. Στήν 'Αθήνα, καθώς δέν υπάρχει εισαγγελική άρχή πού θά εκπροσωπούσε τή λαϊκή κυριαρχία, όταν ένας απλός πολίτης ή θελε νά κατηγορήσει τό δράστη μιάς παράβασης ή ενός εγκλή ματος πού βλάπτει τήν πόλη, ζητούσε άπό τό λαό προκαταβο λικά τήν ηθική του υποστήριξη, μιά καί δέν έχει ρητή εντολή νά προβεί σ' αυτή τήν πράξη. Αυτό γινόταν μέ τήν προδικαστική αγωγή ή προβολή. Μέ τήν ίδια διαδικασία καταδίωκαν αυτούς πού είχαν παραβιάσει τήν ιερότητα ορισμένων εορτών, τούς συ κοφάντες καί, γενικά, Οποιον ειχε εξαπατήσει τό λαό. Τόν 5ο αιώνα χρησιμοποιήθηκε άπό τούς φίλους τών στρατηγών πού νίκησαν στή ναυμαχία τών 'Αργινουσών εναντίον τών κατηγό ρων τους" τόν 4ο αιώνα, άπό τόν Δημοσθένη εναντίον τοΰ Μειδία. Ά ν καί ή εκκλησία σ' αυτές τίς περιπτώσεις δέν άπάγγελνε κα ταδίκες, δέν αρνιόταν νά εξετάσει τήν υπόθεση εις βάθος: έδινε τό λόγο στά δύο μέρη καί ψήφιζε καταφατικά υπέρ τοΰ κατήγο ρου (καταχειροτονία) Ύ\ άποφατικά, όταν ήταν υπέρ τοΰ κατηγο ρουμένου (άποχειροτονία). Πάντως, έάν ό κατήγορος υπερίσχυε, δέν ήταν υποχρεωμένος νά συνεχίσει, καί μποροΰσε νά αρκεστεί σ' αυτή τήν ηθική ικανοποίηση. Σέ αντίθετη περίπτωση, οί θε σμοθέτες εισήγαν τήν προβολή καί τήν καταχειροτονία στό δι καστήριο. Ή εισαγγελία ειχε μεγαλύτερη βαρύτητα. Ενάγοντας τό δράστη ενός αυτόφωρου εγκλήματος κατά τής ασφάλειας τής χώρας, τόν παρέδιδε, δεμένον χεροπόδαρα, στή δικαιοδοσία τών δικαστών. Τόν 5ο αιώνα κανένα κείμενο δέν καθόριζε τίς πρά ξεις πού υπάγονταν σέ μιά τέτοια κατηγορία. Ή αλήθεια είναι πώς στις αρχές τοΰ 4ου αιώνα ένας νόμος (ό νόμος είσαγγελτικός) καθόριζε τή νομολογία στό κεφάλαιο τών «σοβαρών αδικη μάτων απέναντι στό λαό» (αδικία προς τόν δήμον)' άλλά προσ διόριζε τίς εφαρμογές τής εισαγγελίας στό παρελθόν (προδοσία, έσχατη προδοσία, συνωμοσία κτλ.) χωρίς νά τίς περιορίζει γιά τό μέλλον, έτσι ώστε κατέληξαν νά τόν χρησιμοποιούν, κατ' ε πέκταση, στις προσβολές κατά τών δημοσίων ηθών, λόγου χάρη γιά τή μοιχεία. "Οταν μιά κατηγορία αύτοΰ τοΰ είδους εισαγόταν σέ κύρια συνεδρία, ή εκκλησία άπαντοΰσε στό προκαταρκτικό 42
43
}
44
179
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ερώτημα τής αποδοχής ή τής απόρριψης. Σέ περίπτωση θετικής ψήφου ή βουλή ήταν υποχρεωμένη νά πει μέ ενα προβούλευμα έάν ή υπόθεση έπρεπε νά κριθεί άπό τήν εκκλησία ή άπό δικα στήριο ήλιαστών υπό τήν προεδρία τών θεσμοθετών. Έάν ό λαός κρατούσε γιά λογαριασμό του τήν κρίση, οί εξουσίες του ήταν απεριόριστες σέ δ,τι αφορούσε τήν ποινή* έάν τήν παρέπεμπε, καθόριζε στό παραπεμπτικό ψήφισμα τό νόμο τοΰ όποιου οί κυ ρώσεις θά εφαρμόζονταν σέ περίπτωση καταδίκης. "Οπως είναι φανερό, ή εισαγγελία άποτελοΰσε φοβερό Οπλο. Πρέπει ωστόσο νά σημειωθεί δτι ή εκκλησία έκρινε μόνο τίς περιπτώσεις καθαρά πολιτικοΰ χαρακτήρα, καί δτι στήν πράξη ή ασάφεια γύρω άπό τό έγκλημα είχε τουλάχιστον ώς αντιστάθμισμα τήν ασάφεια τής ποινής. Ή κυριαρχία τοΰ λαού στό κεφάλαιο τής εκτελεστικής εξου σίας δέν μπορεί νά ασκηθεί, φυσικά, παρά μέ τή μεσολάβηση τών αρχόντων. Θά εξετάσουμε εκτενέστερα τό ρόλο τών αρχόν των στό κράτος* γιά τήν ώρα μάς άρκεΐ νά δείξουμε τή θέση τους σέ σχέση μέ τήν εκκλησία. Οί άρχοντες πού δέν κληρώνον ται μέσα άπό τό λαό, αναδείχνονται μέ εκλογή. Οί εκλογικές συνελεύσεις είναι συνελεύσεις ειδικές (άρχαιρεσίαι) πού συνέρ χονται, δπως οί άλλες, στήν Πνύκα, καί οί ενέργειες τους προ καλούνται μέ ψήφισμα τής βουλής. Οί άρχοντες, αφότου αναλά βουν καθήκοντα, υπόκεινται σέ συνεχή επιτήρηση. Σέ κάθε πρυ τανεία, εννιά φορές τό χρόνο, πρέπει νά ανανεωθούν οί εξουσίες τους άπό τήν εκκλησία μέ ψήφο εμπιστοσύνης: τήν έπιγειροτονία' έάν δέν τήν επιτύχουν, οδηγούνται μέ αυτό τό αιτιολογικό στά δικαστήρια. Ό αυστηρότερος έλεγχος γίνεται στους στρα τηγούς, πού δέν είναι μόνο στρατιωτικοί αρχηγοί άλλά καί πο λιτικοί λειτουργοί* ή δυσπιστία επεκτείνεται σέ δλες τίς κατη γορίες τών αρχόντων, καί ιδιαίτερα σ' αυτούς πού διαχειρίζονται χρήματα. "Ολη ή οικονομική διοίκηση εξαρτάται άπό τό λαό: ψηφίζει τά απαιτούμενα ποσά γιά τόν πόλεμο, γιά τίς πρεσβείες κτλ., ώς τίς δέκα δραχμές πού χρειάζονται γιά τή χάραξη τοΰ ψηφίσματος πού μόλις εξέδωσε* δέν αφήνει νά περάσει μιά πρυ τανεία χωρίς νά λάβει γνώση τής κατάστασης τών δημευμένων κτημάτων. Οί άρχοντες, τέλος, άφοΰ λήξει ή εξουσία τους, πρέ πει νά δώσουν λογαριασμό μπροστά σέ δύο επιτροπές γιά τήν οικονομική καί τή διοικητική διαχείριση τους. 180
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
2. ((Δήμος πληΘνων» Κατά γενικό κανόνα, τά ψηφίσματα τής εκκλησίας ισχύουν χω ρίς νά απαιτείται Ινα ελάχιστο Οριο ψήφων, όποιος καί άν είναι ό αριθμός τών παρόντων καί τής πλειοψηφίας: Οί πολίτες πού λαμβάνουν μέρος στήν εκκλησία ενεργούν εξ ονόματος όλων τών πολιτών. Άλλά, όπως είδαμε, υπάρχουν περιπτώσεις όπου ή α πόφαση πρέπει θεωρητικά νά ληφθεί μέ ομοφωνία —στήν πρά ξη, άπό μεγάλη μερίδα τοΰ λαοΰ πού νά εκπροσωπεί αληθινά ολόκληρο τό λαό. Υπάρχουν δυο διαφορετικές αντιλήψεις, καί καθεμιά έχει τήν παράδοση της. Τό σύστημα τής ομόφωνης συγ κατάθεσης, τοΰ Ι Λ β π ι π ί ν β ί ο , κατάγεται άπό τή Θέμιδα τοΰ παλαιοΰ οικογενειακού δικαίου, τό όποιο ήθελε, στις σημαντικές συζητήσεις τοΰ γένους, ή αντίθεση τοΰ ενός νά καταργεί τή γνώ μη όλων τών άλλων (πάντας ή τόν κωλύοντα κρατεΐν).* Τό πλειοψηφικό σύστημα προέρχεται άπό τή δίκη, τό διοικογενειακό δίκαιο, πού βασίζεται στή συνδιαλλαγή αντίθετων δυνάμεων, καί συνδέεται μέ τόν δικαστικό αγώνα καί τή συνήθεια πού ανα γνωρίζει νικήτρια τή μεγαλύτερη ομάδα (νικέν δ' δτερα κ οι πλέες όμόσοντι). Στήν Αθήνα ή «πλήρης» συνέλευση τής εκ κλησίας (ό δήμος πληβύων), πού συγκαλείται στήν αγορά καί χωρίζεται κατά φυλές, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει ολόκληρη τήν πόλη" πρόταση πού σ' αυτήν τή συνέλευση έπαιρνε πάνω άπό έξι χιλιάδες ψήφους λογιζόταν ότι ειχε επιδοκιμαστεί ομό φωνα. Τόν 5ο αιώνα ή «πλήρης» συνέλευση τής Αθήνας συγκαλεί ται σέ δύο περιπτώσεις: Ιον, γιά νά υποδείξει τόν Αθηναίο πού πρέπει νά απελαθεί μέ τό νόμο τοΰ δστρακισμοϋ' 2ον, γιά νά παραχωρήσει τήν άδεια, τήν ατιμωρησία ή τή χάρη, είτε στον ενδεχόμενο εισηγητή μιάς πρότασης «παράνομης» άλλά αναγ καίας, είτε σέ πρόσωπα πού είχαν υποστεί τήν ατιμία. Αυτές οί δύο περιπτώσεις σέ πρώτη ματιά δέν φαίνεται νά έχουν κα μία σχέση μεταξύ τους. Ωστόσο έχουν σχέση, κι αύτη γίνεται φανερή όταν δούμε τήν «πλήρη» συνέλευση νά λειτουργεί τόν 4ο αιώνα σέ μιά τρίτη περίπτωση, στήν απονομή τοΰ δικαιώμα τος τοΰ πολίτη. Μέ τόν όστρακισμό, όπως καί μέ τήν άδεια, ή κοινότητα παραβιάζει γιά χάρη ενός ανώτερου συμφέροντος τούς κανόνες τοΰ κοινού δικαίου πού εγγυώνται τά πολιτικά δικαιώ5
ί6
47
181
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ματα τών ατόμων. Κατ' αρχήν οί Αθηναίο;, δέν δέχονται ατο μικό νόμο, νόμον έπ άνδρί' σκέφτονται, όπως οί Ρωμαίοι: ηβ ρηνϋθ^ΐα δυηί,ο [νά μήν υπάρχουν προνόμια]. Άλλά όταν τό απαιτούν κρατικοί λόγοι, δέχονται τό προσωπικό διάταγμα: ψή φισμα έπ άνδρί. Κάνουν διατάγματα αύτοΰ τοΰ είδους, χρησι μοποιώντας ιδιαίτερα επίσημους τύπους, όταν απομακρύνουν άπό τήν Αττική έναν άνθρωπο πού δέν βρίσκεται ύπό τήν ισχύ τοΰ ποινικού κώδικα, ή όταν παραχωροΰν αποζημίωση, χάρη, αμνηστία. Στό σημείο αυτό μποροΰμε νά εξετάσουμε έναν άπό τούς πιό γνωστούς θεσμούς τής Αθήνας, τόν όστρακισμό. Οί ιστορικοί τής αρχαιότητας αποδίδουν ομόφωνα τή δημι ουργία του στον ιδρυτή τής αθηναϊκής δημοκρατίας, τόν Κλει σθένη. Ωστόσο ό Αριστοτέλης τοποθετεί τήν πρώτη εφαρμογή τοΰ νόμου τοΰ όστρακισμοΰ μόνο είκοσι χρόνια αργότερα, τό 488/7 καί τότε, μάς λέει εφαρμόστηκε τρία χρόνια συνέχεια. Γιά τοΰτο θέλησαν νά άρνηθοΰν τήν πατρότητα τοΰ Κλεισθένη. Είναι πιθανό όμως ό Αριστοτέλης νά γνώρισε τούς πιό παλαι ούς όστρακισμούς μόνο άπό τό ψήφισμα τής αμνηστίας πού τούς επανέφερε τό 481 /80, καί, καθώς ή εξορία μέ όστρακισμό τελεί ωνε αυτόματα στά δέκα χρόνια, τό ψήφισμα τής αμνηστίας δέν ονόμαζε παρά μόνο τούς πολίτες πού όστρακίστηκαν μετά άπό τό 491 /90. Δέν είναι μόνο τολμηρό τό νά απορρίπτεται ή ομόφω νη μαρτυρία τών αρχαίων, είναι καί ανώφελο. Ό μακροχρόνιος ύπνος τοΰ κλεισθένειου νόμου εξηγείται διαφορετικά. Ό όστρακισμός αρχικά δέν ήταν αυτό πού έγινε στή συνέχεια. "Οταν τόν ίδρυσε ό Κλεισθένης, οί Αθηναίοι έβγαιναν άπό περίοδο εμφύ λιων πολέμων οί όποιοι έθεταν διαρκώς σέ λειτουργία τή συλ λογική ευθύνη τοΰ γένους: πολλές φορές, μέσα σ' έναν αίοινα, οί Άλκμεωνίδες εξορίστηκαν μαζικά, καί ό αρχηγός τών ολιγαρ χικών, ό Ίσαγόρας, εξόρισε τό 508 εφτακόσιες οικογένειες. Κα νένας δέν μποροΰσε νά αισθανθεί μεγαλύτερη απέχθεια γιά μιά τέτοια συνήθεια άπ' ό,τι ό Άλκμεωνίδης Κλεισθένης, καί οί Αθηναίοι δέν ζητοΰσαν παρά νά χρησιμοποιήσουν, όπως λέει ό Αριστοτέλης, «τή συνηθισμένη επιείκεια τοΰ δήμου». Γιά νά προστατεύσουν τό καθεστώς άπό τούς Πεισιστρατίδες, αρκέ στηκαν νά προγράψουν τούς τυράννους καί τούς γιους τους· όσο γιά τά μέλη τής οικογένειας «πού δέν αναμίχθηκαν στις ταρα χές», τά άφησαν νά κατοικούν στή χώρα, άφοΰ τά προειδοποί48
49
50
182
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Τ
ησαν πώς, άν κινηθούν, θά τά εξόριζαν γιά δέκα χρόνια. Κάθισαν ήσυχα γιά πολύ καιρό. 'Αλλά κατά τόν πρώτο μηδικό πόλεμο θεωρήθηκαν ύποπτα γιά συνεννοήσεις μέ τόν Ιππία, τόν προ δότη τής πατρίδας του* ακόμη καί οί 'Αλκμεωνίδες, ή τουλάχι στον μερικοί άπό αυτούς, έ'δωσαν λαβή σέ υποψίες. Μετά άπό τή νίκη στον Μαραθώνα αποφάσισαν νά τιμωρήσουν τούς φίλους τών τυράννων: τό όπλο πού κρεμόταν πάνω άπό τό κεφάλι τους τούς έ'πληξε απανωτά. Τό 487 ψηφίστηκε ό όστρακισμός ενός συγγενή τοΰ Πεισίστρατου, τοΰ "Ιππαρχου γιου τοΰ Χάρμου, πού ειχε γίνει ό αρχηγός τής οικογένειας* τό 486, τό χρόνο πού οί ιππείς απέκτησαν τό δικαίωμα νά εκλέγονται στους εννέα άρχοντες, οστρακιά ;ηκε ό 'Αλκμεωνίδης Μεγακλής, γιος τοΰ Ιπποκράτη* τό 485, πιθανότατα, όστρακίστηκε ό Αλκιβιάδης ό παλαιός. 'Αλλά τό γεγονός ότι ό όστρακισμός δέν χτυπούσε μόνο τήν οικογένεια πού ήταν ό αρχικός στόχος αρκούσε νά εξυπηρετήσει τήν πόλη, βάζοντας ένα τέρμα στους εσωτερικούς αγώνες. Στις σοβαρές περιπτο^σεις, κυρίως απέναντι στον περσικό κίνδυνο, δέν έπρεπε νά υπάρχει συνεχής διαφωνία πά,νω στό πρόβλημα τής εθνικής άμυνας. Τί έπρεπε νά γίνει Οταν δυο ομάδες τό ίδιο ισχυρές εμπόδιζαν τή λειτουργία τοΰ κράτους; Ό παλαιός νόμος τοΰ Σόλωνα πού έπληττε μέ ατιμία Οσους πολίτες απείχαν άπό τά πολιτικά σέ περίπτωση ταραχών ήταν ολοφάνερα ανεπαρκής καί, επιπλέον, ξεπερασμένος. Τό ύψιστο συμφέρον τής δημο κρατίας επέβαλλε νά προστατευτεί τό έργο τής πλειοψηφίας ά πό άκαιρες επιθέσεις, μέ τήν απομάκρυνση τοΰ αρχηγού τής μει οψηφίας άπό τή χο>ρα. "Ετσι, τά χρόνια πού προηγήθηκαν άπό τόν δεύτερο μηδικό πόλεμο, ένώ ό Θεμιστοκλής επέβαλλε τίς απόψεις του γιά τήν αναγκαιότητα ενός μεγάλου στόλου, οί αν τίπαλοι του έπαιρναν τό δρόμο τής εξορίας: ό Ξάνθιππος όστρα κίστηκε τό 4 8 4 καί ό Αριστείδης τό 483. 'Εάν σκεφτεί κανείς τήν εξωτερική κατάσταση, υπάρχει ίσως μικρότερη αντίφαση άπό ο,τι φαίνεται ανάμεσα στά διατάγματα τοΰ όστρακισμοΰ πού εκδόθηκαν τό ένα μετά τό άλλο καί στήν αμνηστία πού τά κατάργησε τό 4 8 1 , γιά νά συσφίξει Ολους τούς πολίτες σέ μιά ιερή ένωση. Ή τελική εξαφάνιση τών τυράννων καί ή ήττα τών Μήδων περιόρισαν τή χρήση τοΰ όστρακισμοΰ στήν εσωτερική πολιτική. Ό όστρακισμός στή νέα φάση τής εφαρμογής του χρησιμοποιή183
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
θηκε άπό τίς παρατάξεις γιά τόν αμοιβαίο αποκεφαλισμό τους. Ό Θεμιστοκλής εξορίστηκε τό 472 άπό τούς οπαδούς τοΰ Κίμω να, ό Κίμωνας τό 461 άπό τούς οπαδούς τοΰ Εφιάλτη. Ό Πε ρικλής είδε νά πλήττεται μέ όστρακισμό ό φίλος του Δάμων, πριν χτυπήσει τό 433 τόν κυριότερο αντίπαλο του, τόν Θουκυδίδη, γιό τοΰ Μελησία. Άπό τότε αμβλύνθηκε τό όπλο πού κατασκεύ ασε ό Κλεισθένης καί πού χρησιμοποιήθηκε άτοπα. Κάποια στιγμή, πού δέν είναι δυνατό νά οριστεί μέ ακρίβεια, ό λαός απο φάσισε νά προχωρήσει σέ ψηφοφορία όστρακισμοΰ* άλλά οί ψή φοι μοιράστηκαν τόσο ώστε δέν έ'γινε απαρτία, καί αύτη ή χωρίς αποτέλεσμα απόπειρα θά ξεχνιόταν γιά πάντα, έάν δέν ανακα λύπτονταν τό 1910, σ' ένα σωρό απορριμμάτων, Οστρακα μέ διά φορα ονόματα χαραγμένα πάνω τους. Ωστόσο τό 417 δοκίμα σαν ακόμη μιά φορά νά διαλέξουν μέ τόν όστρακισμό ανάμεσα στον Νικία καί στον Αλκιβιάδη· άλλά τήν τελευταία στιγμή οί οπαδοί καί τών δύο φοβήθηκαν, καί ενώθηκαν γιά νά καταψηφί σουν έναν άθλιο πολιτικάντη, μισητό σέ όλους, τόν 'ΐπέρβολο. Ήταν τό τέλος τοΰ όστρακισμοΰ. Κατά τήν κύρια συνέλευση της έκτης πρυτανείας, αμέσως μετά άπό τά μέσα τοΰ χρόνου, οί πρυτάνεις υπέβαλλαν στό λαό, σύμφωνα μέ τήν ημερήσια διάταξη, άλλά χωρίς προβούλευμα, τό ερώτημα έάν ήθελε νά προχωρήσει σέ όστρακισμό. Ή ψηφο φορία γινόταν κατά τήν ίδια συνεδρίαση, χωρίς συζήτηση. Σέ περίπτωση θετικής απάντησης, καθοριζόταν ή μέρα δπου θά γι νόταν σέ «πλήρη» συνέλευση ή όύτρακοφορία. "Επρεπε νά βιαστοΰν, γιατί αυτή ή ψηφοφορία δέν είχε νόημα παρά μόνο πριν άπό τίς εκλογές, οί οποίες γίνονταν κάθε χρόνο ανάμεσα στήν έβδομη καί τήν ένατη πρυτανεία. Γιά τήν αποφασιστική συνεδρία ή αγορά χωριζόταν σέ δέκα τμήματα, μέ μιά κάλπη γιά κάθε φυλή. Τό προεδρείο τό αποτε λούσαν οί εννέα άρχοντες, περιτριγυρισμένοι άπό τήν ολομέλεια τής βουλής. Ή ψηφοφορία γινόταν μέ Οστρακα, δπου έγραφε ό καθένας τό Ονομα δποιου θεωροΰσε δημόσιο εχθρό: παλαιά συ νήθεια πού χρησίμευε πολύ πριν άπό τόν Κλεισθένη γιά τήν προ γραφή. Υπήρχε ένα κατώτερο όριο έξι χιλιάδων ψήφων. Άλλά δέν ξέρουμε άν επρόκειτο γιά έξι χιλιάδες ψήφους στό σύνολο τους, δπως λέει ό Πλούταρχος, ή γιά έξι χιλιάδες ψήφους γιά τό ίδιο πρόσωπο, δπως θέλει ό Φιλόχορος. Ά ν εξετάσουμε τό ίδιο τό πνεύμα τοΰ θεσμοΰ, τήν άρχή τής ομόφωνης συγκατάθεσης, 51
52
53
184
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
είναι απίθανο δτι οί Αθηναίοι θά θεώρησαν θεμιτό νά αφαιρούν τά δικαιώματα άπό έναν πολίτη χωρίς νά συγκεντρωθούν τόσοι ψήφοι όσοι χρειάζονταν τόν 4ο αιώνα γιά νά δοθούν πολιτικά δικαιώματα σ' έναν ξένο. Στό σωρό τ ώ ν σαράντα τριών οστρά κων πού μάς αποκάλυψε μιά όστρακοφορία, την οποία αγνοεί ή ιστορία, διαβάζονται πέντε διαφορετικά ονόματα, ένώ άλλα πέντε είναι δυσανάγνωστα. Τή μέρα πού έ'γινε αυτή ή ψηφοφορία, έάν αρκούσε νά είναι παρόντες έξι χιλιάδες πολίτες, ένας πολίτης θά μποροΰσε νά όστρακιστεϊ μέ 1.201 ή ακόμη μέ 601 ψήφους. Είναι απαράδεκτο. Τό αποτέλεσμα τής ψηφοφορίας ανακοινω νόταν στήν Πνύκα. Ό πολίτης πού είχε όστρακιστεϊ έπρεπε μέσα σέ δέκα μέρες νά εγκαταλείψει τή χώρα γιά δέκα χρόνια. Διατηρούσε όλα τά αστικά δικαιώματα του. Στήν άρχή μποροΰ σε νά εγκατασταθεί όπου ήθελε, έξω άπό τό έδαφος τής Αττι κής· άλλά τό 480 απαγορεύτηκε ή διαμονή εδώθε άπό τό ακρω τήριο Γεραιστός (στό νότο τής Εύβοιας) καί τό ακρωτήριο Σκύλλαιον (στά ανατολικά τής Αργολίδας). Ανακτούσε όλα τά πο λιτικά δικαιώματα του μετά τό τέλος τοΰ χρονικοΰ διαστήματος πού είχε οριστεί, έκτος έάν μιά αμνηστία μείωνε αυτή τή διάρ κεια, όπως στήν περίπτωση τών πέντε πού εξοστρακίστηκαν ά πό τό 487 ώς τό 483, τοΰ Κίμωνα καί ίσως τοΰ Θουκυδίδη. Ή ανάγκη «πλήρους» εκκλησίας, προκειμένου νά παραχωρη θεί ή άδεια, εξηγείται άπό θρησκευτικούς λόγους. Στό μυαλό τών Ελλήνων οί νόμοι καί οί δικαστικές αποφάσεις προστα τεύονταν άπό μιά άρά πού ξεπετιόταν αυθόρμητα εναντίον τοΰ παραβάτη καί τόν άπειλοΰσε μέ ατιμία. * Ωστόσο, όταν επρό κειτο γιά τή σωτηρία τοΰ κράτους, ήταν δυνατό νά χρειάζεται ή μαρτυρία ενός νομικά ανίκανου, ξένου ή δούλου, ή νά πρέπει νά πεισθεί ένας εγκληματίας νά αποκαλύψει τούς συνενόχους του. "Ενας πολύ αυστηρός νόμος έπληττε μέ ατιμία τόν οφειλέτη τοΰ δημοσίου, καί απαγόρευε στους πολίτες νά παρουσιάσουν, καί στους πρυτάνεις νά θέσουν σέ ψηφοφορία, κάθε πρόταση πού απέβλεπε νά τόν απαλλάξει άπό τό χρέος του, νά τοΰ παραχω ρήσει προθεσμία πληρωμής πέρα άπό τό τέλος τής ένατης πρυ τανείας, νά τόν αποκαταστήσει πριν νά πάρει α π α λ λ α γ ή . Τί έπρεπε νά γίνει, άν τό συμφέρον τοΰ κράτους επέβαλλε νά άρουν τήν απαγόρευση; Οί θησαυροί τών ναών προστατεύονταν απέ ναντι στήν ασέβεια μέ νόμους* πώς νά τούς χρησιμοποιήσουν σέ περίπτωση εσχάτης ανάγκης; Ακριβώς σέ οικονομικά ζητήμα5
55
185
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τα έμπαινε πιό συχνά θέμα συνειδήσεως, καί βλέπουμε ότι οί Αθηναίοι, όσο καί άν ήταν διστακτικοί ακόμη τόν 5ο αιώνα, έφτασαν σέ λύσεις. Νά ένα ιστορικό παράδειγμα: Τό 431 απο φασίστηκε ότι ό θησαυρός τής Αθηνάς θά χρησιμοποιόταν γιά τίς πολεμικές ανάγκες, έκτος άπό ένα ποσό χιλίων ταλάντων πού θά έμενε ώς απόθεμα στήν Ακρόπολη* θά τιμωρούσαν μέ θάνατο όποιον θά υπέβαλλε ή θά παρακινούσε άλλον νά υποβά λει στήν εκκλησία πρόταση νά αγγίξουν αυτό τό απόθεμα, εκτός άν ένας εχθρικός στόλος απειλούσε θανάσιμα τήν πόλη. Τό 413, μετά άπό τήν καταστροφή τής Σικελίας καί τή λιποταξία τής Ιωνίας, ό λαός, έντρομος καί χωρίς πόρους, κατάργησε τίς ποι νικές συνέπειες. Ό αρκετά τολμηρός καί αρκετά πατριώτης ώστε νά σκεφτεί νά κάμει μιά πρόταση πού μποροΰσε νά προκα λέσει τόν Ολεθρο του, έπρεπε πρώτα νά αποδεσμευτεί άπό τίς νόμιμες απαγορεύσεις. Τοΰ χρειαζόταν μιά άδεια, τήν οποία μό νο μέ προσωπικό διάταγμα άπό «πλήρη» συνέλευση μποροΰσε νά αποκτήσει. Α υ τ ή ή εξαιρετική διαδικασία, μέ τίς επιβλητι κές καί περίπλοκες διατυπώσεις της, ήταν σέ διαρκή χρήση τόν 5ο αιώνα κατά τή διαχείριση τών οικονομικών, γιατί δέν υπήρχε δημόσιο ταμείο χωριστό άπό τούς ιερούς θησαυρούς. 56
57
Γ' Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Άφοΰ παρακολουθήσαμε τό λαό στις έκτακτες συνελεύσεις τής αγοράς, πρέπει νά επανέλθουμε μαζί του στήν Πνύκα, προκειμέ νου νά σχηματίσουμε μιά γενική ιδέα γιά τό ρόλο τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Μπορεί νά διατυπωθούν πολλές επικρίσεις γιά τήν εκκλησία, πού άλλωστε δέν έλειψαν καί κατά τήν αρχαιότητα καί στις μέ ρες μας. Είναι βέβαιο ότι τό χάρισμα τοΰ λόγου είχε στήν αθη ναϊκή εκκλησία, όπως καί σέ πολλά κοινοβούλια τοΰ καιροΰ μας, μεγαλύτερη επίδραση άπό όση ή ορθή σκέψη. Στήν κλίμακα τών άξιων ή ευφράδεια τοποθετήθηκε πολύ υψηλότερα άπό τή φρό νηση. Ένας αρχαίος δήλωνε ότι ή εκκλησία έμοιαζε περισσότερο μέ ακροατήριο σοφιστών παρά μέ συγκέντρωση πολιτών πού συζητούσαν γιά κρατικά συμφέροντα. Βέβαια καί οί εύκολόπιστοι δυσπιστούν καμιά φορά* άλλά σέ ποιες περιπτώσεις; "Οταν εμφανίζεται στό βήμα ένας Αντιφών, οπαδός τής ολιγαρχίας. 58
186
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ ΔΗΜΟΥ
Ά Οχι, δέν θά τοΰ επιτρέψουν νά τούς πιάσει αυτός εκεί μέ τά δολώματα του. Κοιτάξτε ποιο είναι ακριβώς το πρόσωπο πού, κατά τόν Θουκυδίδη, προειδοποιεί τό λαό εναντίον τών δημαγω γών: ό Κλέων, ό πιο φοβερός, ό πιο βίαιος άπό Ολους τούς δημα γωγούς· καί ή εξαίσια συμβουλή του δέν είναι παρά μία ακόμη επιδεξιότητα: ή πονηριά τοΰ δημαγωγοΰ ό όποιος έ'χει λόγους νά πιστεύει ότι τά κράτη διοικούνται καλύτερα άπό τίς μετριό τητες παρά άπό τίς εξαιρετικές ιδιοφυΐες, καί αποκρύπτει τό παιχνίδι του μιλώντας κατά τών καλών ομιλητών. Γι' αυτόν τό λαό, πού παρακολουθεί μέ ηδονή κάθε αγώνα, είτε πνευμα τικό είτε αθλητικό, ή Πνύκα είναι ακόμη ενα στάδιο ή ενα θέ ατρο. Ένώ οί συνεδριάσεις γιά τρέχουσες υποθέσεις έχουν μικρό ακροατήριο, ό λαός τρέχει νά παρακολουθήσει τούς ρητορικούς αγώνες στις μεγάλες μέρες πολιτικής μάχης. Άπό τή μιά μεριά τό γεγονός Οτι είναι καθισμένοι σέ θρανία στό ύπαιθρο καί Οχι στήν πυρετώδη ατμόσφαιρα μιάς αίθουσας ευνοεί τή σκέψη* άπό τήν άλλη, όμως, σχηματίζουν φιλικές ομάδες, ερεθίζει ό έ νας τόν άλλο, καί οί ρήτορες γρήγορα έξάπτουν τά πάθη. "Υστε ρα άπό μιά μέρα δυνατών συγκινήσεων, όταν τά νεύρα είναι ερε θισμένα, τό δείλι ειδοποιεί ότι πρέπει νά τελειώνουν. Αυτές τίς στιγμές, μέ υψωμένο χέρι ψηφίζουν μέ βιασύνη μέτρα γιά τά όποια θά μετανιώσουν σέ λίγους μήνες ή θά φρικιοΰν σέ λίγες ώρες: εγκαταλείπουν τόν Περικλή στήν αγέλη τών έχθρων του, γιά νά τόν καλέσουν έπειτα άπό λίγο στήν εξουσία" καταδικάζουν σέ θάνατο τούς νικητές στρατηγούς, καί μετά τή θανάτωση τους τά βάζουν μέ τούς κατηγόρους τους" αποφασίζουν νά εξοντώσουν τούς επαναστάτες Μυτιληναίους, καί τήν άλλη μέρα απαιτούν νέα συνεδρίαση γιά νά τούς δώσουν χάρη. "Επειτα, μέ τό νά πε ριορίζουν τόν πολιτικό ορίζοντα τους στό ημικύκλιο τής Πνύκας, φτάνουν «νά γίνουν θεατές τών λόγων καί ακροατές τών πρά ξεων»· παραβλέπουν τόν εξωτερικό κόσμο* φαντάζονται ότι ή ψήφιση ενός διατάγματος φέρνει αυτόματα τό αποτέλεσμα πού θέλουν θεωροΰν τήν απόφαση πράξη* υπολογίζουν σέ στρατεύ ματα πού δέν υπάρχουν παρά στό χαρτί (επιστολιμαϊα). Τέλος, αυτός ό λαός πού ξέρει ή πιστεύει ότι είναι παντοδύναμος απο κτά βασιλική υπερηφάνεια. Γεμάτος θαυμασμό γιά τόν εαυτό του, ξαφνιάζεται, αγανακτεί, δταν οί θελήσεις του δέν εκπληρώ νονται, καί κατηγορεί γιά ανυπακοή, υποψιάζεται γιά προδοσία εκείνους στους οποίους ανέθεσε τήν εκτέλεση. 59
60
61
62
187
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Ιδού τά ελαττώματα πού πρέπει, νά αναγνωρίσουμε δτι, έ'χει ή αθηναϊκή εκκλησία. 'Αλλά δσο σοβαρά καί άν είναι τά άτοπα τοΰ θεσμοΰ, αντισταθμίζονται άπό ανεκτίμητα πλεονεκτήματα, πού είναι συμφυή μέ το πολίτευμα, καί τόσο πιο πολύτιμα δσο λιγότερο φανερά. ΙΊαρ' Ολα δσα είπαμε, ό λαός στήν εκκλησία άποκτοΰσε πολιτική αγωγή. Σ' αυτές τ ί ς αρχαίες δημοκρατίες, πού δέν γνώριζαν τό αντιπροσωπευτικό καθεστώς, ή πολιτική γιά τόν κοινό πολίτη δέν ήταν ή άπλή υποχρέωση νά ρίχνει ένα ψηφοδέλτιο σέ μιά κάλπη κατά αραιά διαστήματα* ήταν κανο νική ασχολία, ένα καθήκον γιά κάθε στιγμή. 'Ασκοΰσε ένα λει τούργημα γενικό, ακαθόριστο, καί επομένως απεριόριστο, τό όποιο ό Αριστοτέλης ονομάζει ακριβώς αόριστος αρχή. Κα θένας μάθαινε τό επάγγελμα τοΰ πολίτη μέ τήν πράξη. Καμιά φορά άποκτοΰσε τό χάρισμα τοΰ λόγου ακούγοντας τούς άλ λους νά μιλοΰν* σέ πολλούς ξύπναγε έτσι ή έμφυτη κλίση τους, άν πιστέψουμε μιά χαριεντολογία τοΰ Αριστοφάνη καί τό πα ράδειγμα ενός Δημάδη. Παρακολουθώντας τ ί ς συζητήσεις τής Πνύκας, μπορούσαν νά ενημερωθούν γιά υποθέσεις μεγάλες καί μικρές, νά ζυγίσουν τίς διάφορες γνώμες* καί υπάρχουν γεγονότα πού επιβεβαιώνουν δτι οί Αθηναίοι είχαν αρκετά κριτικό μυα λό, ώστε νά μήν παρασύρονται τόσο συχνά μόνο άπό τή γοητεία τής εύγλωττίας. Ό γενικός τόνος τών δημηγοριών πού έφτασαν ώς εμάς αποκαλύπτει ακροατήριο μέ πολύ καθαρό γούστο καί συνηθισμένο σέ ευγενείς σκέψεις. Ά ς λένε δσες κακίες θέλουν γιά τήν παράφορα πού μποροΰσε νά καταλάβει τό πλήθος τών Αθηναίων γι' αυτόν τό λαό λεπτουργήθηκαν δλα αυτά τά α π ο φθέγματα γιά τήν πατρίδα, τό νόμο, τήν ελευθερία, τήν ισότητα καί τή φιλανθρωπία, πού δέν χάνουν τίποτε άπό τό μεγαλείο καί τήν ομορφιά τους μέ τό νά έχουν γίνει, ώς κοινοί πιά τόποι, ή ηθική κληρονομιά τής ανθρωπότητας. Έάν είναι ακριβές, δπως μάς λέει ό Αριστοτέλης, δτι ή τέλεια πόλη είναι εκείνη τής όποιας δλα τά μέλη εκπληρώνουν μέ μεγάλη ακρίβεια τό πολι τικό τους καθήκον, άν καί δέν είναι προφανώς όλοι καθώς πρέ πει, ή Αθήνα πλησίασε τουλάχιστον τήν τελειότητα τήν επο χή τοΰ Περικλή, προτού επιτρέψει νά άποχαλιναγωγηθοΰν προ σωπικά ένστικτα καί προτοΰ αφήσει τή δημόσια ηθική νά κα ταπέσει στό επίπεδο τής ιδιωτικής. Γιά νά εκτιμήσουμε σωστά τό ρόλο τής εκκλησίας χρειάζε ται μιά διάκριση ανάμεσα στον 5ο καί τόν 4ο αιώνα. Αυτή ή διά63
64
65
188
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ
κρίση παρουσιάζεται πολύ καθαρά, δταν εξετάζει κανείς τή σει ρά αυτών πού υπήρξαν τήν εποχή εκείνη οδηγοί τοΰ άθηναϊκοΰ
λαοΰ. Ή άμορφη μάζα ειχε πραγματικά ψυχή. Υπήρξε σχεδόν πάντοτε Ινας αρχηγός κόμματος στον όποιο ή εμπιστοσύνη τής πλειοψηφίας επέτρεπε νά άσκεΐ μιά ειδική εξουσία, πού δέν ήταν γραμμένη στό σύνταγμα, μιά ηγεμονία μέ τήν πειθώ. Χωρίς επίσημο τίτλο, αυτό τό πρόσωπο ήταν, όπως ό πρωθυπουργός μιάς σύγχρονης δημοκρατίας, ό «προστάτης» τοΰ δήμου. Πε ριτριγυρισμένος άπό βοηθούς, υποστήριζε τήν πολιτική του, σέ αντιδιαστολή προς τήν πολιτική τοΰ άρχηγοΰ τοΰ αντιπολιτευό μενου κόμματος, καί παρέμενε κύριος τής κυβέρνησης όσον και ρό κατάφερνε νά αποσπά τή συγκατάθεση τής εκκλησίας γιά τίς προτάσεις του. Τόν καιρό πού ό λαός παθιαζόταν γιά τά μεγάλα προβλήματα γενικού εθνικού ενδιαφέροντος, έδινε κατά προτί μηση τήν εμπιστοσύνη του σέ κάποιον άπό τούς στρατηγούς πού είχαν τήν ευθύνη γιά τίς εξωτερικές σχέσεις· τούς διάλεγε, πιό συχνά, μέσα άπό ένδοξες οικογένειες μέ πολλούς προγόνους καί ώραΐα μεγάλα κτήματα. Ό Κίμων, γιος τοΰ Μιλτιάδη, καί ό Άλκμεωνίδης Περικλής, μεγαλογαιοκτήμονές καί οί δύο, απο τελούν άξιοπαρατήρητο παράδειγμα αυτών τών στρατηγών, όί όποιοι, ώς προστάτες, διεύθυναν τίς υποθέσεις τόν 5ο αιώνα. Οί διάδοχοι τους ήταν έμποροι καί βιοτέχνες, Οχι ό άλλαντοπώλης πού περιγελάει τό πνεύμα τοΰ Αριστοφάνη, άλλά ό Λυσικλής ό έμπορος προβάτων, ό Κλέων ό βυρσοδέψης, ό Κλεοφών ό βαρβιτοποιός, ό Ύπέρβολος ό λυχνοποιός: αυτοί αντιπροσώπευαν κατά τόν πελοποννησιακό πόλεμο μιά τάξη, τής όποιας τά ιδι αίτερα συμφέροντα συγχέονταν ακόμη μέ τά συμφέροντα τής δημοκρατίας, άφοΰ, θέλοντας νά διατηρήσουν τήν οικονομική υπεροχή τής πόλης τους, φρόντιζαν νά διαφυλάξουν τή ναυτική αυτοκρατορία της. Κοντολογίς, ή λαϊκή συνέλευση τής Αθή νας δέν διάλεξε τούς οδηγούς της χειρότερα άπ' ό,τι τόσες σύγ χρονες βουλές πού προήλθαν άπό τό λαό μέ έκλογίς. "Ηξερε νά παίρνει τίς απαραίτητες προφυλάξεις απέναντι στις ίδιες τίς παράφορες της. Είδαμε κιόλας, παρακολουθώντας την στό έργο, μερικές άπό τίς προφυλάξεις πού προστάτευαν τίς συ ζητήσεις της. Απαγόρευε στον εαυτό της νά υιοθετήσει μιά ο ποιαδήποτε πρόταση χωρίς νά τήν υποβάλει προηγουμένως στήν κρίση τής βουλής, καί δέν ψήφιζε διατάγματα παρά μόνο σέ δεύτερη ανάγνωση. Κάθε προσωπικό μέτρο πού παρέβαινε τίς 66
67
189
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
αρχές τοΰ κοινοΰ δικαίου, εΐ'τε υπέρ εί'τε κατά ενός προσώπου, ίσχυε μόνο άν συγκέντρωνε τεράστιο αριθμό ψήφων. Άλλά ή προσοχή μας θά στραφεί ειδικά στους θεσμούς πού προορίζονταν νά προστατεύσουν τούς νόμους άπό τήν κατάχρηση τών ψηφι σμάτων. Τόν 5ο αιώνα δέν είχε γίνει ακόμη αισθητή ή ανάγκη κανο νικών καί μόνιμων μέτρων ώστε νά ρυθμιστεί ή μετατροπή τών νόμων πού υπήρχαν ή ή υιοθέτηση νέων. Σέ μερικές εξαιρετικές περιπτώσεις, παραδείγματος χάρη γιά νά καθοριστεί ή θέση τών συμμαχικών πόλεων, γιά νά κανονιστεί ή σοβαρή υπόθεση τών απαρχών πού οφείλονταν στις θεές τής Ελευσίνας, ή γιά νά θέ σουν πάλι σέ ισχύ τούς νόμους τοΰ Δράκοντα, διόριζαν μιά επι τροπή συγγραφέων, αληθινών εμπειρογνωμόνων, τά συμπερά σματα τών όποιων μετατρέπονταν άπό τή βουλή σέ προβουλεύματα, καί άπό τήν εκκλησία σέ ψηφίσματα. Κάθε φορά πού ή δημοκρατία επανιδρυόταν, ύστερα άπό μιά ολιγαρχική επανά σταση, ανέθετε σέ μιά επιτροπή νομοθετών νά ξεχωρίσει μαζί μέ τή βουλή όσους νόμους έπρεπε νά καταργηθούν καί όσους έπρεπε νά διατηρηθούν: έτσι εργάστηκαν νομοθέτες μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων άπό τό 410 ώς τό 404, καί μετά τήν πτώση τών Τριάκοντα άπό τό 403 ώς τό 399. Άλλά οί νομο θέτες τοΰ 5ου αιώνα, καθώς καί οί συγγραφείς, διαφέρουν πολύ άπό τούς νομοθέτες εκείνους πού, γιά μεγάλο μέρος τοΰ 4ου αιώνα, θά έχουν αποστολή νά περιορίσουν τή νομοθετική δύναμη τής εκκλησίας. Ακόμη τότε δέν είναι παρά βοηθοί επιφορτισμέ νοι άπό τόν ίδιο τό λαό μέ ένα έργο προσωρινό καί ειδικό. Ένας άλλος θεσμός, θεσμός δικαστικός, δημιουργήθηκε έγ καιρα άπό μιά φρόνιμη έμπνευση, γιά νά συγκρατήσει στήν πράξη τήν παντοδυναμία τής εκκλησίας σέ σωστά όρια: Α υ τ ή ήταν ή υπηρεσία πού έπρεπε νά προσφέρει ή γραφή παρανόμων, ή δημόσια δίωξη γιά παράνομη πρόταση. Στήν πράξη, αυτή ή ενέργεια ήταν άπό τήν καταγωγή της, τή διαδικασία της καί τίς κυρώσεις της, ένα άπό τά φοβερότερα όπλα πού διέθετε τό ποινικό δίκαιο τής Αθήνας. Άλλοτε, οί νόμοι πού δόθηκαν άπό τούς θεούς προστατεύον ταν άπό τήν ιερή δύναμη τής κατάρας. "Οταν έγιναν γραπτοί νόμοι, είχαν γιά φύλακα τό πιό σεβαστό δικαστήριο, αυτό πού είχε εξουσίες ουσιαστικά θρησκευτικές, τόν Άρειο Πάγο. Ηρθε ή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλτη: αφαίρεσε άπό τούς άρεο68
69
70
71
72
ν
190
Η Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι Α ΤΟΤ Δ Η Μ Ο Ϊ
παγίτες όλες τίς εξουσίες πού τούς επιφύλασσε ή φρούρηση τοΰ συντάγματος. Τότε ή δημοκρατία, μή συναντώντας κανένα εμπόδιο άπ' έξω, επέβαλε μόνη της μιά τροχοπέδη στον εαυτό της. Ή πρώτη χρήση τής κυριαρχίας της ήταν νά τής ορίσει έ να όριο τό όποιο δέν μποροΰσε νά ξεπεράσει. Κάθε πολίτης μποροΰσε νά βοηθήσει τούς νόμους, καταδιώ κοντας τόν εισηγητή μιάς παράνομης πρότασης καθώς καί τόν πρόεδρο πού δέν αρνήθηκε νά τή θέσει σέ ψηφοφορία. Ό κατή γορος έπρεπε νά καταθέσει τήν προσφυγή του γραπτή, υποδεί χνοντας τό νόμο πού νόμ,ιζε Οτι είχε παραβιαστεί. Μποροΰσε νά αναγγείλει τήν πρόθεση του ένορκα (ύπωμοσία), στήν εκκλη σία, πριν ή μετά άπό τήν ψήφιση τών διατάξεων πού θεωροΰσε παράνομες. Αυτή ή επίσημη δήλωση είχε ώς αποτέλεσμα νά αναστείλει τήν ισχύ τοΰ ψηφίσματος ώσπου νά εκδικαστεί ή υπόθεση. Τό δικαστήριο, μέ χίλιους τό λιγότερο ένορκους, καί καμιά φορά μέ έξι χιλιάδες, συνεδρίαζε μέ τήν προεδρία τών θεσμοθετών. Κάθε πρόταση μποροΰσε νά προσβληθεί γιά τυ πικούς λόγους: αρκούσε νά μήν είχαν τηρηθεί, σημείο προς ση μείο, οί αυστηροί κανόνες τής διαδικασίας. "Ενα ψήφισμα ήταν παράνομο έάν ειχε υποβληθεί στήν εκκλησία χωρίς νά έχει εξε ταστεί προηγουμένως άπό τή βουλή, ή άν δέν ειχε αναγραφεί στήν ημερήσια διάταξη άπό τούς πρυτάνεις. "Ενας νόμος ήταν παράνομος έάν δέν είχε προταθεί ύστερα άπό ψηφοφορία στήν πρώτη συνέλευση τής χρονιάς, καί δέν ειχε αναρτηθεί όταν καί Οπου έπρεπε. Πιό σοβαρή ήταν, όπως θά φαντάζεται κανείς, ή παρανομία πού αφορούσε Οχι τούς τύπους άλλά τήν ουσία. 'Εάν επρόκειτο γιά ψήφισμα, δέν ήταν απαγορευμένο στον κατήγορο νά επικαλεστεί τά κακά πού προκαλούσε, ώστε νά προδιαθέσει τά πνεύματα κατά τοΰ κατηγορουμένου προπάντων, όμως, έπρεπε νά δείξει ρητά ότι τό ψήφισμα βρισκόταν σέ αντίφαση μέ τούς νόμους. 'Εάν επρόκειτο γιά νόμο, επιτρεπόταν στον καθένα νά ζητήσει μέ ειδική δίωξη επανόρθωση γιά τίς ζημίες πού ειχε υποστεί ή δημοκρατία (μή έπιτήδειον νόμον θεϊναή' πάντως, μέ τή γραφή παρανόμων δέν μποροΰσε κανείς νά επιτε θεί παρά μόνο εναντίον ενός νέου νόμου πού ερχόταν σέ αντίφα ση μέ έναν παλαιότερο ό όποιος δέν ειχε ακόμη καταργηθεί. "Ολοι εκείνοι πού τά ονόματα τους ήταν γραμμένα σέ ένα ψήφι σμα τής εκκλησίας ή σέ ένα νόμο τόν όποιο είχαν δεχτεί οί νο μοθέτες είχαν βαρύτατη ευθύνη. Ή τιμωρία γιά τήν παρανομία 73
74
75
76
77
78
79
-80
81
82
83
191
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
εξαρτιόταν άπό τό δικαστήριο: γενικά έβαζαν ένα πρόστιμο λιγότερο ή περισσότερο βαρύ" άλλά μερικές φορές καταδίκαζαν σέ θάνατο. "Οποιος καταδικαζόταν τρεις φορές γιά παρανομία έχανε τό δικαίωμα νά κάνει προτάσεις στήν εκκλησία. Γιά τόν εισηγητή μιάς παράνομης πρότασης, ή παραγραφή άρχιζε έπειτα άπό ένα χρόνο* άλλά γιά τήν ίδια τήν πρόταση δέν υπήρχε πα ραγραφή —μποροΰσε νά ακυρωθεί οποτεδήποτε μέ απόφαση τοΰ δικαστηρίου. Ή 'Αθήνα, όπως βλέπουμε, είχε τρόπους νά εμποδίζει τούς πολίτες νά καταχρώνται τό δικαίωμα πού τούς έδινε νομοθετική πρωτοβουλία, καί επομένως περιόριζαν στήν πράξη τή νομοθε τική εξουσία τής δημοκρατίας. "Ενας ρήτορας, πριν νά υποβά λει πρόταση, έπρεπε νά έχει υπόψη Οτι επί ένα χρόνο ήταν υπεύ θυνος μέ τό κεφάλι του. Μ' αυτό τόν τρόπο ή εκκλησία εμπόδιζε τά πάθη καί τίς ιδιοτροπίες της νά υπερισχύσουν εις βάρος τών παραδόσεων καί τών μονίμων συμφερόντων τής πόλης. Ό κυ ρίαρχος λαός υποτασσόταν μέ τή θέληση του στήν κυριαρχία τοΰ νόμου. Επιβάλλοντας στον εαυτό του αυτή τήν πειθαρχία, άποκτοΰσε πολύτιμα πλεονεκτήματα. Είχε ένα απαράγραπτο μέσο γιά νά διορθώνει τά λάθη, καί επέτρεπε στους δημόσιους άνδρες πού είχαν ηττηθεί νά κάμουν έφεση στό δήμο, πού ήταν καλύ τερα πληροφορημένος. Προκαλούσε στό μέτρο τοΰ δυνατοΰ τήν απάλειψη αντιφάσεων καί σκοτεινών σημείων, έτσι ώστε μέ ένα προοδευτικό ξεκαθάρισμα τών κειμένων έφτανε νά μήν έχει ανάγκη άπό νομικούς συμβούλους. Τέλος, υποκύπτοντας στή γραφή παρανόμων, ή αθηναϊκή δημοκρατία απέκτησε τήν πιό ωραία της ανταμοιβή: προφυλάχτηκε άπό κάθε απόπειρα νά κα ταστρατηγηθεί τό σύνταγμα μέ συνταγματικό τρόπο καί δέν άφηνε στό ολιγαρχικό κόμμα άλλη εκλογή άπό τήν επανάστα ση. Ούτε οί Τετρακόσιοι ούτε οί Τριάκοντα μποροΰσαν νά ται ριάξουν μέ έναν τέτοιο θεσμό* καθιερώθηκε όμως απόλυτα μέ τό θρίαμβο τής δημοκρατίας. 84
85
86
87
88
89
90
192
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΒΟΤΛΗ
Α' ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ
Ό δήμος είναι, κυρίαρχος, οί εξουσίες του καθολικές καί ή δύνα μη του απεριόριστη. Σύμφωνα Ομως μέ ένα αξίωμα τοΰ Λίνκολν, πού ένας διεισδυτικός γνώστης τής αρχαιότητας εφάρμοσε βάσι μα στήν αθηναϊκή δημοκρατία, είναι δυνατό νά κυβερνά είτε ένα μέρος τοΰ λαοΰ διαρκώς είτε όλος ό λαός γιά ένα ορισμένο διά στημα, άλλά ποτέ δέν είναι δυνατό νά κυβερνά ολόκληρος ό λαός όλο τόν καιρό. Γιά νά μπορέσει ό δήμος νά καταλήξει σέ αποφά σεις, έπρεπε νά έχει προετοιμαστεί ή εργασία, τά ψηφίσματα νά έχουν πάρει κανονική μορφή πριν νά τοΰ υποβληθούν, ώστε νά μπορέσει νά ψηφίσει πάνω σέ κείμενα ακριβόλογα καί καλοζυγιασμένα. Έξαλλου, δέν μποροΰσε ούτε νά συνεδριάζει συνεχώς, γιά νά εξασφαλίζει τήν εκτέλεση τών θελήσεων του στις λεπτο μέρειες καί γιά νά παρακολουθεί τή δημόσια διοίκηση, ούτε νά διεξάγει σέ όλο τους τό μήκος διαπραγματεύσεις μέ αντιπροσώ πους ξένων δυνάμεων. Έπρεπε λοιπόν νά εκχωρήσει μέρος τών κυριαρχικών δικαιωμάτων του σέ ένα σώμα περιβλημένο μέ βου λευτική εξουσία (βουλεύειν) καί τοποθετημένο επικεφαλής τής εκτελεστικής εξουσίας (άρχειν). Α υ τ ό τό σώμα οί Αθηναίοι τό ονόμαζαν βουλή, καί τό θεωρούσαν πρώτη άρχή τής δημοκρα τίας. Έάν λοιπόν υπάρχει κάτι στό αθηναϊκό σύνταγμα πού θυ μίζει τό αντιπροσωπευτικό σύστημα τών σύγχρονων κοινοβου λίων, δέν πρέπει νά τό αναζητήσουμε στήν εκκλησία άλλά στή βουλή. "Οταν ό Κλεισθένης αντικατέστησε τήν παλαιά βουλή τών τε τρακοσίων μέ τή βουλή τών πεντακοσίων (ή βουλή οί πεντακό σιοι), τής προσέδωσε μιά οργανωτική μορφή ή όποια, ελαφρά τροποποιημένη τό 501, διατηρήθηκε επί α ι ώ ν ε ς . Είχε γίνει τόσο οικεία κατά τό 465, ώστε ή 'Αθήνα τήν επέβαλε τότε στους Έρυθραίους, καί μάλιστα τό διάταγμα πού εκδόθηκε μ' αυτήν τήν ευκαιρία είναι ή αρχαιότερη σχετική λεπτομερειακή μαρ1
2
3
193
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τυρία. Οί πεντακόσιες έδρες τών βουλευτών έχουν μοιραστεί στους δήμους ανάλογα μέ τή σπουδαιότητα τους καί σύμφωνα μέ τήν αναλογία τών πενήντα κατά φυλή: στους επίσημους κα ταλόγους οί βουλευτές κατατάσσονται πάντα κατά φυλές καί κατά δήμους. Μπορεί λοιπόν νά πει κανείς αληθινά ότι ή βουλή είναι τό μεγάλο συμβούλιο τών κοινοτήτων, καί γι' αυτό οί δή μοι, ακόμη καί όταν τούς αφαίρεσαν τό δικαίωμα νά επεμβαί νουν στήν κλήρωση τών αρχόντων, δέν έχασαν τό δικαίωμα νά στέλνουν αντιπροσώπους στή βουλή. Οί βουλευτές κληρώνονται «μέ κουκιά» (οι άπό τοϋ κνάμου βουλευτού) άνάμ,εσα στους άνω τών τριάντα δημότες πού θέτουν υποψηφιότητα. Μαζί τους κλη ρώνουν καί έναν αντικαταστάτη (επιλαχόντα), γιά τήν περίπτω ση πού γιά οποιοδήποτε λόγο ή έδρα θά έμενε κενή. Δέν πρέπει νά φανταστεί κανείς ότι υπήρχε πληθώρα υποψηφίων γιά τίς θέ σεις τών βουλευτών. Οί κληρωνόμενοι έπρεπε νά αφιερώσουν έναν ολόκληρο χρόνο στις δημόσιες υποθέσεις. Ασφαλώς θά πληρώνονταν άλλά ή βουλευτική αποζημίωση δέν θά ήταν με γάλη τόν 5ο αιώνα, καί τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη δέν ήταν παρά πέντε όβολοί τήν ήμερα γιά τούς κοινούς βουλευτές καί μία δραχμή γιά τούς πρυτάνεις (τό μισό τής ημερήσιας αμοιβής ενός εργάτη). Επιπλέον, οί φιλόδοξοι πού δέν είχαν άμεμπτη ζωή δέν τολμούσαν νά παρουσιαστούν, γιατί φοβόνταν τό ερω τηματολόγιο τής δοκιμασίας πού έκανε ή έν ενεργεία βουλή καί τή δίκη πού πιθανόν θά ακολουθούσε. "Ετσι δέν εκπλήσσεται κανείς πού άτομα άπό μικρές οικογένειες ή χωρίς πόρους πολύ απέχουν άπό τό νά σχηματίζουν τήν πλειοψηφία τής βουλής. Ακόμη καί οί εύποροι ή οί πλούσιοι δέν θά λυπόνταν πού ό νό μος απαγόρευε νά γίνει κανείς βουλευτής πάνω άπό δύο φορές, καί αυτή ή εξαίρεση στό συνηθισμένο κανόνα, πού απαγόρευε τήν ανάληψη δημοσίων λειτουργημάτων πάνω άπό μία φορά, δείχνει ότι θά υπήρχαν δυσκολίες γιά νά βρεθούν κάθε χρόνο πεντακόσιοι καινούριοι βουλευτές. "Εχοντας υπόψη αφενός τίς ανάγκες σέ άρχοντες καί σέ βουλευτές καί αφετέρου τίς δημο γραφικές δυνατότητες τής πόλης σέ διάστημα τριάντα έως σα ράντα ετών, καταλαβαίνει κανείς ότι κάθε τίμιος καί μέσης κα τάστασης Αθηναίος μποροΰσε, άν ήθελε, νά μετάσχει στή βου λή τουλάχιστον μία φορά στή ζωή του. Πριν νά αναλάβουν καθήκοντα, οί βουλευτές έπρεπε νά δώ σουν Ορκο. Τό 501/500 καθορίστηκε ή διατύπωση τοΰ Ορκου πού 4
5
6
7
8
9
10
11
194
Η ΒΟΥΛΗ
ίσχυε ακόμη την εποχή τοΰ Αριστοτέλη. Σύμφωνα μέ τά απο σπάσματα πού μάς έ'χουν διασωθεί, υπήρχε αναφορά σέ κάθε δικαιοδοσία τών βουλευτών, σέ κάθε υποχρέωση τοΰ αξιώματος. Ό μελλοντικός βουλευτής ορκιζόταν νά ασκήσει τό λειτούργημα του σύμφωνα μέ τούς νόμους καί τά συμφέροντα τοΰ λαοΰ, νά κρατήσει τά μυστικά τών κρατικών υποθέσεων, νά σεβαστεί τήν ατομική ελευθερία, επιτρέποντας στους πολίτες νά αποφύγουν τό σωματικό καταναγκασμό μέ καταβολή εγγύησης, εκτός άπό μερικές περιπτώσεις ρητά καθορισμένες, νά προβεί στή δοκιμα σία τών βουλευτών καί τών αρχόντων τοΰ επόμενου χρόνου. Σέ αυτή τή διατύπωση προστέθηκαν, μέ ευκαιριακά μέτρα, καί γιά λιγότερο ή περισσότερο χρόνο, ορισμένες ειδικές υποχρεώ σεις. Τό ψήφισμα τοΰ Δημοφώντα, πού μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων έ'θεσε έκτος νόμου κάθε δράστη απόπειρας κατά τής δημοκρατίας, επέβαλε έναν ανάλογο όρκο σέ όλους τούς πο λίτες, καί πρώτα πρώτα στους βουλευτές. Τήν ίδια εποχή οί βουλευτές ορκίζονταν νά συμμορφώνονται μέ έναν καινούριο κα νονισμό, νά κάθονται μέσα στό βουλευτήριο στή θέση πού τούς έδινε ό κλήρος. Μετά τήν αποκατάσταση τοΰ 403 ορκίζονταν νά σέβονται τήν αμνηστία, μέ τό νά μήν ανέχονται ούτε καταγγε λίες ούτε συλλήψεις μέ αφορμή τά γεγονότα επί τών Τριάκον τα. Έπί έναν αιώνα αναλάμβαναν τό άξίωμά τους τήν άρχή τοΰ διοικητικού έτους: ήταν τό έτος τών 360 ήμερων, αυτό πού ό Κλεισθένης ειχε προσαρμόσει στό δεκαδικό σύστημα του καί πού, παρά τά εμβόλιμα έτη, δέν συνέπιπτε μέ τό πολιτικό έτος. Έτσι τό 411 /10 ή βουλή άρχισε τή λειτουργία της στις 14 τοΰ τελευταίου μήνα. Άλλά τό 408/7 κατάργησαν τό ειδικό ημε ρολόγιο, καί έθεσαν έτσι τέρμα σ' αυτή τήν ανωμαλία. Τήν ήμε ρα τής ανάληψης τών καθηκόντων τους οί βουλευτές πρόσφεραν θυσία (εισιτήρια) καί έβαζαν στό κεφάλι τους ένα στεφάνι άπό μύρτα, σύμβολο τοΰ απαραβίαστου τοΰ προσώπου τους. Άπό εκείνη τή στιγμή είχαν δικαίωμα νά εισπράττουν τή βουλευτική αποζημίωση* άλλά, καθώς δέν ήταν πάντα παρόντες, έπαιρναν μόνο κέρματα παρουσίας (σύμβολα), τά όποια έπρεπε νά αλλά ξουν μέ χρήματα. Έκτος άπό αυτή τήν αμοιβή είχαν καί μερι κά προνόμια: απαλλάσσονταν άπό τή στρατιωτική υπηρεσία όλο τό χρόνο καί είχαν τιμητική θέση στό θέατρο. Α υ τ ά τά προνόμια αντιστάθμιζαν τίς υποχρεώσεις καί τίς 12
13
14
15
16
17
18
19
195
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
ειδικές ευθύνες. Το σώμα έχει πειθαρχικά δικαιώματα πάνω στά μέλη του. Έάν κάποιος βουλευτής έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη, μπορεί νά αποβληθεί γιά άναξιότητα. Γι' αυτό τό είδος ψηφοφορίας χρησιμοποιούν φύλλα ελιάς, άπ' όπου καί τό Ονο μα αυτής τής συνοπτικής αποπομπής έχυλ?,οφορία. Ό βουλευ τής πού έχει υποστεί αυτή τήν ποινή μπορεί νά ασκήσει έφεση στήν ίδια τή βουλή' άφοΰ έχουν συγκεντρωθεί ευνοϊκότερες πλη ροφορίες, ζητά έπανάκριση, καί τότε αρχίζει μιά δίκη μέ όλους τούς κανόνες. Σέ περίπτωση καταδίκης, ή βουλή μπορεί νά επι βάλει πρόστιμο, στά όρια τής αρμοδιότητας της. Έάν κρίνει Οτι ή ποινή πού δικαιούται νά επιβάλει δέν είναι αρκετή, πρέπει νά παραπέμψει τόν κατηγορούμενο στά λαϊκά δικαστήρια. Μέ τή λήξη τής θητείας της, ολόκληρη ή βουλή οφείλει νά λογοδοτήσει στό λαό. Άλλά, ένώ ή βουλή θεωρείται συνηθισμένη άρχή, γιά τή λογοδοσία της ακολουθείται ειδική διαδικασία. Κάθε χρόνο ή εκκλησία δίνει στήν εξερχόμενη βουλή μιά επίσημη βεβαίωση ικανοποίησης ή δυσαρέσκειας: τής απονέμει —ή αντίθετα τής αρνείται— ένα χρυσό στεφάνι, τό όποιο αυτή αφιερώνει σέ ένα ιερό. Ώ ς τό 343 /2 τό θέμα μπαίνει στήν ημερήσια διάταξη άπό τούς ενδιαφερομένους" μετά άπ' αυτή τήν ημερομηνία, άπό τούς διαδόχους τους. Στή συζήτηση πού αρχίζει γιά τό στεφάνι εξε τάζεται Ολη ή διαχείριση τής βουλής. Υπάρχει μιά περίπτωση όπου ό νόμος απαγορεύει ρητά νά τιμηθούν οί εξερχόμενοι βου λευτές: όταν δέν κατασκεύασαν όσα πολεμικά πλοία επιβάλλει ό κανονισμός. Ή άρνηση τής ανταμοιβής δέν επισύρει γιά τή βουλή ώς σώμα παρά ηθικό στιγματισμό" άλλά όλες οί ατομικές ευθύνες, οί όποιες αποκαλύπτονται μέ τή συζήτηση, υποβάλλον ται σέ δικαστική εξέταση. Ή βουλή συγκαλείται άπό τούς πρυτάνεις, οί όποιοι φροντί ζουν νά αναρτηθεί ή πρόσκληση (πρόγραμμα), όπου δηλώνεται καί ό τόπος τής συνεδρίας. Σέ επείγουσα περίπτωση ή πρόσκλη ση γίνεται μέ προκήρυξη τοΰ κήρυκα ή μέ τόν ήχο σάλπιγγας. Σέ περίπτωση δημόσιου κινδύνου ή βουλή συνεδρίαζε χωρίς δια κοπή: τή βλέπουμε νά περνά ολόκληρη νύχτα στήν Ακρόπολη, εκτός άπό τούς πρυτάνεις πού μένουν στή Θόλο. Διαφορετικά, συνεδριάζουν κάθε μέρα, έκτος άπό τίς γιορτές καί τίς αποφρά δες μέρες. Οί κανονικές συνεδριάσεις γίνονται στό βουλευτήριο, πού βρίσκεται στό νότιο μέρος τής αγοράς. Άλλά υπάρχουν καί έκτακτες, πού γίνονται στό Ελευσίνιο τής πόλης μετά άπό τήν 20
21
196
Η ΒΟΤΛΗ
ιερουργία τών μυστηρίων, στο ναύσταθμο τοΰ Πειραιά γιά τή συζήτηση γύρω άπό τήν κατασκευή καί τόν εξοπλισμό τών πλοίων, τό μεγάλο φράγμα γιά τόν απόπλου τοΰ στόλου, ή καί τήν Ακρόπολη. Κατά γενικό κανόνα, οί συνεδριάσεις είναι δημόσιες. Ένα κιγκλίδωμα μόνο χωρίζει τούς ακροατές άπό τούς βουλευτές. Σέ περίπτωση μυστικής συνεδρίας οί πρυτάνεις στέλνουν τούς τοξότες, πού είναι ύπό τίς διαταγές τους, νά σπρώξουν τά κιγ κλιδώματα καί νά κρατήσουν τό πλήθος σέ απόσταση. Οί ιδιώ τες δέν έ'χουν ελεύθερη είσοδο στή βουλή, έκτος άν τούς εισα γάγουν οί πρυτάνεις γιά λόγους δημοσίου συμφέροντος, καί κα μιά φορά, λένε οί κακές γλώσσες, μέ τή μεσολάβηση δώρων. Κατ' εξαίρεση, δταν τό 403 /2 προχώρησαν στή γενική αναθε ώρηση τών νόμων, όλοι οί πολίτες πήραν τό δικαίωμα, μέ ψή φισμα τής εκκλησίας τοΰ δήμου, νά πάνε στή βουλή καί νά πουν τή γνώμη τους. Γιά τούς άρχοντες ό κανόνας είναι ό ίδιος" ε ξυπακούεται δτι γι' αυτούς είναι πολύ εύκολο νά μπουν στή βου λή καί, πάντως, νά παρουσιάσουν τίς αναφορές τους. Οί στρα τηγοί μάλιστα είναι σέ διαρκή σχέση μέ τή βουλή: έ'χουν εντο λή νά συνεργοΰν μέ τό βουλευτήριο, στό οποίο καί μπαίνουν δι καιωματικά. Στό εσωτερικό τοΰ βουλευτηρίου υπάρχει μιά ιερή θέση δπου υψώνονται, γύρω άπό τό βωμό τόν αφιερωμένο στήν Εστία Βουλαία, οί εικόνες τοΰ Δία Βουλαίου, τής Ήρας Βουλαίας καί τής Αθηνάς Βουλαίας. Εκεί οί βουλευτές προετοιμάζονται γιά τή συνεδρίαση, εξασφαλίζοντας τήν εύνοια όλων τών θεών πού δίνουν καλές συμβουλές μέ μιά προσφορά καί μιά προσευχή, καί δίνοντας εντολή στον κήρυκα νά απαγγείλει κατάρα σέ όποιον κάμει απατηλές προτάσεις. "Επειτα πάνε νά καθίσουν στά θρανία πού είναι απέναντι στό βήμα. Αφότου έ'μαθαν, μέ τήν πείρα τοΰ ολιγαρχικού πραξικοπήματος τοΰ 411, πόσο ή συγ κέντρωση κατά κόμματα δέν είναι ευνοϊκή γιά τήν ελευθερία τοΰ λόγου, οί θέσεις τών βουλευτών καθορίζονται κατά φυλές, καί καθένας ορκίζεται νά μήν καθίσει σέ άλλη θέση άπό τή δι κή του. Οί πρυτάνεις άποτελοΰν τή διευθύνουσα επιτροπή τής βουλής καί επιστάτης τους είναι ό πρόεδρος τής συνεδρίας. Στήν ημερήσια διάταξη εγγράφονται, έκτος άπό τά προβλήματα πού πρέπει νά παραπεμφθούν στήν προσεχή συνέλευση τής εκκλη σίας, τά προβλήματα πού συνδέονται μέ προηγούμενες άποφά22
23
24
25
26
27
28
197
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σεις τής ίδιας τής βουλής ή μέ ψηφίσματα τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Γιά τά υπόλοιπα ή βουλή έχει πάντοτε τό λόγο στήν ημερήσια διάταξη. Ή διευθύνουσα επιτροπή είναι εξοπλισμένη μέ έναν αρκετά αυστηρό κανονισμό. Κάθε λόγος καί κάθε πράξη αντίθετη μέ τόν κανονισμό μπορεί νά τιμωρηθεί, Οταν τελειώσει ή συνεδρία, μέ πρόστιμο πενήντα δραχμών. Έάν πρόκειται γιά αδίκημα πού αξίζει μεγαλύτερη ποινή, ή διευθύνουσα επιτροπή κάνει σχετική πρόταση καί αναβάλλει τήν υπόθεση γιά τήν επό μενη συνεδρία, οπότε λαμβάνεται απόφαση μέ μυστική ψηφοφο ρία. Θυμίζουμε ότι στον παραβάτη μπορεί νά επιβληθεί οριστι κή αποπομπή. 29
Β' οι ΠΡΥΤΆΝΕΙς
Ηρθε ή στιγμή νά εξετάσουμε άπό πιό κοντά τό διευθυντήριο τής βουλής, αυτούς τούς πρυτάνεις πού είδαμε νά ενεργούν σέ πολλές περιστάσεις. Ούτε ή εκκλησία άλλά ούτε καί ή βουλή τών πεντακοσίων μποροΰσε νά συνεδριάζει όλο τό χρόνο χωρίς δια κοπή. Γιά τή διεκπεραίωση τών υποθέσεων καί γιά τήν προε τοιμασία τών εργασιών της χρειαζόταν μιά μόνιμη επιτροπή. Άλλά οί δημοκρατικές αρχές δέν μποροΰσαν νά άνεχτοΰν νά έ χει ή βουλή, αυτή ή σύντμηση τής εκκλησίας, τούς ίδιους προϊ σταμένους μιά ολόκληρη χρονιά. Άφοΰ ή βουλή σχηματιζόταν άπό δέκα τμήματα, πού καθένα αντιστοιχούσε σέ μιά φυλή, τί πιό εύκολο, πιό σύμφωνο μέ τίς συνταγματικές αρχές τοΰ Κλει σθένη, νά ασκήσει κάθε φυλή μέ τή σειρά της τήν πρυτανεία; Σέ καθεμιά, τό ένα δέκατο τοΰ έτους. Ή σειρά μέ τήν οποία οί φυλές θά είχαν αυτή τήν τιμή κανονιζόταν μέ κλήρο* δέν ξέ ρουμε ωστόσο άν καθοριζόταν γιά όλο τό χρόνο τή στιγμή πού ή βουλή αναλάμβανε τά καθήκοντα της ή διαδοχικά στήν άρχή τών εννέα πρώτων πρυτανειών. Μέ τό επίσημο ημερολόγιο, ό χωρισμός τοΰ χρόνου σέ δέκα πρυτανείες ήταν αυτονόητος: 360 μέρες τά κανονικά χρόνια καί 390 μέρες τά εμβόλιμα, μάς κάνει ακριβώς 36 ή 39 μέρες γιά κάθε φυλή. Άλλά, όταν τό 408 /7 υιοθέτησαν γιά τή δημόσια ζωή τό πολιτικό έτος τών 354 ή 384 ήμερων, ό χωρισμός σέ ίσα μέρη έγινε αδύνατος. Κατά τόν Αριστοτέλη, αποφασίστηκε οί τέσσερις πρώτες πρυ τανείες νά είναι τών 36 (ή 39) ήμερων καί οί έξι τελευταίες τών
Τ
30
198
Η ΒΟΤΛΗ
35 (ή 38)· αυτός ό κανόνας Ομως δέν εφαρμόζεται, παρά σέ λίγες άπό τίς μαρτυρίες μας, ένώ οί άλλες παρουσιάζουν μεγάλη ποι κιλία στήν κατανομή τών παραπάνω ήμερων. Οί πρυτάνεις κατοικούσαν σέ ένα ειδικό οικοδόμημα, γειτο νικό μέ τό βουλευτήριο, τή Σκιάδα, τήν όποια ονόμαζαν επίσης, εξαιτίας τοϋ σχήματος της, Θόλο. Εκεί έτρωγαν. Καθώς υπο βάλλονταν έτσι σέ ένα πρόσθετο έξοδο, έπαιρναν έναν όβολό τήν ήμερα περισσότερο άπό τούς άλλους βουλευτές (μιά δραχμή συ νολικά), καί ό επιστάτης τους ακόμη δέκα όβολούς. Στό βωμό πού υπήρχε μέσα στή Σκιάδα πρόσφεραν θυσίες γιά τή σωτηρία τοΰ λαού. 'Αλλά δέν πρέπει νά συσχετισθεί ό τίτλος τών πρυ τάνεων μέ τό Ονομα τοΰ πρυτανείου, τό οικοδόμημα όπου βρι σκόταν ή «κοινή εστία» καί όπου ή πόλη καλοΰσε αυτούς πού ήθελε νά τιμήσει. Δέν πρέπει νά νομίσει κανείς Οτι ή διαμονή στή Σκιάδα ήταν αυστηρά υποχρεωτική στους πενήντα πρυτά νεις: ή φυλή περιλάμβανε τρεις τριττύες, καί έτσι οί πρυτάνεις ήταν σέ επιφυλακή, μέ τή σειρά, κατά τό ένα τρίτο. Κάθε μέρα κληρωνόταν ό επιστάτης τών πρυτάνεων. Ασκού σε τό υψηλό του καθήκον άπό τή μιά δύση τοΰ ήλιου ώς τήν άλλη, καί μόνο γιά μία φορά. Έτσι άπό τούς πενήντα πρυτάνεις έπαιρναν τήν προεδρία τριάντα πέντε τουλάχιστον, καί μερικές φορές τριάντα εννέα. Αυτό σημαίνει ότι ό μέσος Αθηναίος, άφοΰ ειχε πολλές ελπίδες νά μπει στή βουλή, άν ήθελε, ειχε σχεδόν άλλες τόσες νά γίνει πρόεδρος τής δημοκρατίας μιά μέρα στή ζωή του. Γιατί περί αυτού ακριβώς επρόκειτο. Ό επιστάτης τών πρυτάνεων, πρόεδρος τής βουλής καί τής εκκλησίας, είχε στά χέρια του, γιά ένα μερόνυχτο, τά κλειδιά τών ιερών, δπου ήταν οί θησαυροί καί τά αρχεία, καθώς καί τή σφραγίδα τοΰ κράτους. Διατήρησε αυτά τά προνόμια ακόμη καί δταν τό 378 /7 παραχώρησε τήν προεδρία τών συνελεύσεων στον επιστάτη τών εννέα προέδρων, οί οποίοι κληρώνονταν ανάμεσα στους βουλευ τές τών φυλών πού δέν είχαν τήν πρυτανεία. Θά δούμε αμέσως, διαμέσου τών δικαιοδοσιών τής βουλής, ποιες θά ήταν οί δικαιοδοσίες τής επιτροπής της. Μέ τή μεσολά βηση τών πρυτάνεων ή βουλή έρχεται σέ επαφή μέ τήν εκκλησία, τούς άρχοντες καί τούς απλούς πολίτες, μέ τούς πρεσβευτές καί τούς ξένους κήρυκες. Αυτοί συγκαλούν σέ περίπτωση ανάγκης τή βουλή, τήν εκκλησία, τούς στρατηγούς. Εισάγουν στή βου λή τά πρόσωπα πού ό λαός ή οί ίδιοι κρίνουν δτι πρέπει νά άκου31
32
33
34
35
36
199
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στοΰν. Σ' αυτούς παρουσιάζονται γενικά δλοι όσοι φέρνουν επι στολές ή αναφορές δημοσίου ενδιαφέροντος. "Εχουν στή διά θεση τους αστυνομικές δυνάμεις, Οχι μόνο γιά νά τηρούν τήν τάξη στή βουλή καί στήν εκκλησία, άλλά καί γιά νά κάνουν συλ λήψεις σέ περίπτωση αυτόφωρων παραβάσεων πού βλάπτουν τήν πόλη. Μέ ρητή διαταγή τής εκκλησίας έχουν δικαίωμα, ώς πληρεξούσιοι τής βουλής, νά ενάγουν τούς στρατηγούς στά δικαστήρια, νά φροντίζουν γιά τήν επιστροφή χρημάτων πού δά νεισε τό κράτος. Εξαιτίας Ολων αυτών τών λειτουργιών, ή φυλή πού άσκεΐ τήν πρυτανεία, εκτός άπό τό ότι μετέχει στήν κοινή ευθύνη τής βουλής, είναι ακόμη υπεύθυνη γιά τίς πράξεις της, όπως καί κά θε πρύτανης ευθύνεται γιά τίς δικές του πράξεις. "Ετσι, άπό τόν 4ο αιώνα αποκτάται ή συνήθεια νά απονέμει ή βουλή καί ό λαός στις φυλές πού πρυτάνευσαν μιά ξεχωριστή ανταμοιβή —Οχι σέ όλες τίς φυλές αδιακρίτως, όπως θά γίνει αργότερα, άλλά σέ ό ποια «οδήγησε στή νίκη» καί στάθηκε άξια τής πόλης. Στήν αντίθετη περίπτωση, ή διεύθυνση τών συζητήσεων στήν εκκλη σία εκθέτει τήν πρυτανεύουσα φυλή σέ σοβαρές μομφές καί μά λιστα σέ συγκεκριμένες κατηγορίες. Τά διατάγματα μνημο νεύουν πάντα τό Ονομα τοΰ επιστάτη, γιά νά δώσει λόγο ακόμη καί έπειτα άπό τήν έπιψήφιση. Ωστόσο οί πρυτάνεις δέν έχουν συλλογική ευθύνη. Ό Σωκράτης απέδειξε σέ φοβερές περιστά σεις ότι κάθε πρύτανης χωριστά μποροΰσε νά αποφύγει τήν ανά μειξη του σέ αποφάσεις τίς όποιες θεωρούσε ανάξιες γιά τό πρό σωπο του, καί ό Δημοσθένης μάς λέει πώς τό γεγονός ότι οί πρυτάνεις προσφέρουν άπό κοινοΰ σπονδές καί θυσίες δέν εμπο δίζει τούς καλούς νά διακριθούν άπό τούς κακούς. Ή βουλή, γιά νά ασκήσει καλύτερα τίς δικαιοδοσίες της, διό ριζε μέ χειροτονία ή μέ κλήρωση ειδικές επιτροπές, άλλες γιά ολόκληρο τό χρόνο καί άλλες γιά Οσον καιρό χρειαζόταν νά φέ ρουν εις πέρας τήν αποστολή τους. Τέτοια επιτροπή ήταν οί συλ λογείς: εκλεγμένοι γιά ένα χρόνο, ήταν τριάντα, τρεις κατά φυ λή, ένας κατά τριττύα. Ύπό τήν προεδρία τής φυλής πού πρυτά νευε, ενώνονταν μέ τούς έξι ληξιάρχους, γιά νά ελέγχουν τήν είσοδο στήν εκκλησία. Ό ρόλος τους μεγάλωσε τόν 4ο αιώνα, όταν έδιναν στους πολίτες πού έφταναν εκεί τή μάρκα παρουσίας, μέ τήν όποια εκείνοι θά εισέπρατταν τό τριώβολο. Εκπροσω πούσαν επίσης τή βουλή —κανένας δέν ξέρει γιατί— στά Όλύμ37
38
39
40
41
42
200
Η ΒΟΓΛΗ
πια τών Αθηνών καί σέ ορισμένες θυσίες τής Αθηνάς. Έν πάση περιπτώσει έβρισκαν ευκαιρίες νά διακριθούν μέ τιμές γιά τό «πνεύμα δικαιοσύνης» πού έδειχναν. Γιά τήν παρακολούθηση τής ναυτικής διοίκησης, άπό τίς κυριότερες δικαιοδοσίες της, ή βουλή διόριζε δύο επιτροπές άπό βουλευτές. Ή μία (τών δέκα τριηροποιών) ασκούσε τόν έλεγχο, μέ τή βοήθεια εκλεγμένων άπό τό λαό αρχιτεκτόνων (ναυπηγών), στις ναυπηγήσεις, καί πλήρωνε στους εργολάβους, μέ τόν ταμία της, ένα ειδικό κον δύλι. Ή άλλη (οί έπιμελούμενοι τον νεωρίου) ερχόταν σέ επα φή μέ τούς διευθυντές τών ναυστάθμων (νεωροί) οί όποιοι φρόν τιζαν γιά τά πλοία πού ήταν σέ λειτουργία καί είχαν στις διατα γές τους πεντακόσιους φύλακες. Δέκα λογιστές κληρώνονταν σέ κάθε πρυτανεία, γιά νά επαληθεύσουν τίς έγγραφες Ολων τών οικονομικών υπαλλήλων. Α υ τ ή ή επαλήθευση, πού ήταν μερική καί προσωρινή, προετοίμαζε τήν απόδοση λογαριασμού, πού γι νόταν μετά άπό τό τέλος τής άσκησης τής εξουσίας μπροστά σέ ειδικούς άρχοντες, άλλά στήν όποια έπαιρναν μέρος δέκα επί τροποι, οί ενθυνοι, καί οί βοηθοί τους, δύο γιά κάθε εύθυνο, όλοι κληρωμένοι άπό τή βουλή. Στις επιγραφές τοΰ 5ου καί κυρίως τοΰ 4ου αιώνα εμφανίζονται ακόμη πολλές επιτροπές ίεροποιών επιφορτισμένων νά προεδρεύουν σέ διάφορες τελετές: στις γιορ τές τοΰ Ηφαίστου, στις θυσίες πού γίνονταν στήν Ελευσίνα γιά τήν αφιέρωση τών απαρχών ή γιά τήν ιερουργία τών μυστη ρίων, σέ μιά γιορτή τοΰ Διονύσου, Οπου γίνονταν θυσίες γιά τή σωτηρία τής βουλής καί τοΰ λαοΰ. Αυτού τοΰ είδους οί επιτρο πές λαμβάνονται γενικά άπό τό σύνολο τής βουλής, μιά φορά ωστόσο άπό τό τμήμα πού άσκεΐ τήν πρυτανεία. Οί πρυτάνεις καί τά μέλη επιτροπών είχαν ανάγκη, όπως καί οί βουλευτές γενικά, άπό έναν γραμματέα-άρχειοφύλακα, πού γνώριζε τούς καθιερωμένους τύπους γιά τή σύνταξη τών ψηφι σμάτων, στον όποιο άνέθεταν τή δημοσίευση, τήν κατάταξη καί τή φύλαξη τών επίσημων εγγράφων. "Ως τό 367 λεγόταν γραμ ματεύς τής βουλής. Εκλεγόταν άπό τή βουλή ανάμεσα στους βουλευτές πού δέν άσκοΰσαν τήν πρυτανεία, καί επομένως γιά τό διάστημα μιάς πρυτανείας. Ή λαϊκή ψήφος ανέβαζε σ' αυτό τό αξίωμα τά πιό επιφανή καί τά πιό ακέραια πρόσωπα. Ω στόσο τό γεγονός ότι τό ονομ,α τοΰ γραμματέα μνημονεύεται στό προοίμιο καί στον τίτλο τών ψηφισμάτων, μαζί μέ τό Ονομα τής φυλής πού πρυτανεύει καί τοΰ επιστάτη τών πρυτάνεων, δέν 43
44
45
46
47
48
201
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
έχει σκοπό νά τιμηθεί αυτός ό αξιωματούχος, άλλά νά χρονολο γηθεί καί νά επικυρωθεί ή πράξη, ώστε νά μπορεί κανείς νά τήν αναφέρει σύμφωνα μέ τή θέση της μέσα στά αρχεία. Γιά τόν ίδιο λόγο δηλωνόταν ή χρονιά κάθε βουλής μέ τό Ονομα τοΰ γραμματέα τής πρώτης πρυτανείας. Στό ιερό τής Μητέρας τών Θεών, στό Μητρώον, ήταν τακτοποιημένες οί πινακίδες καί οί πάπυροι, πού ανάμεσα τους θρονιαζόταν ό γραμματέας τής βου λής. Εκεί, μαζί μέ τά πρωτότυπα τών ψηφισμάτων καί τών νόμων, βρισκόταν ένας Ογκος άπό λογαριασμούς καί δικαστι κούς φακέλους, καθώς καί, άπό τήν εποχή τής κυβέρνησης τοΰ Λυκούργου, τά επίσημα αντίτυπα τών μεγάλων τραγικών. Ωστόσο ό γραμματέας δέν είχε τό κλειδί τοΰ Μητρώου, πού κάθε μέρα περνούσε άπό τόν έναν επιστάτη στον άλλο, καί ήταν υποχρεωμένος, επειδή δέν είχε τόν καιρό νά αποκτήσει τήν πείρα πού χρειαζόταν, νά καταφεύγει στον πραγματικό κύριο τών έσω, στό δημόσιο δοΰλο πού ήταν διορισμένος στά αρχεία. Ανάμεσα στό 368 \1 καί τό 363 /2 ή γραμματεία αναμορφώ θηκε τελείως. Έγινε πραγματική άρχή, ετήσια καί κληρωτή α νάμεσα σέ Ολους τούς πολίτες. Κατά έναν περίεργο τρόπο, ό καινούριος γραμματέας πήρε τόν τίτλο πού άρμοζε στον παλαιό: ονομάστηκε γραμματεύς κατά πρντανείαν. Ά ν καί τό άξίωμά του είχε μεγαλύτερη διάρκεια, δέν είχε πιά τό ίδιο κύρος δπως δταν εκλεγόταν ανάμεσα στους βουλευτές. Γιά νά αποφευχθεί ό συναγωνισμός τών φυλών, τόν έπαιρναν άπό κάθε φυλή μέ τή σειρά, ή οποία αρχικά καθοριζόταν μέ κλήρο καί άπό τό 356/5 σύμφωνα μέ τήν επίσημη σειρά τών φυλών. Κύριος τών δημο σίων έγγραφων, επιφορτισμένος μέ τή φύλαξη τών ψηφισμάτων καί μέ τήν αντιγραφή δλων τών άλλων ντοκουμέντων, ό γραμ ματέας τής πρυτανείας παρακολουθούσε υποχρεωτικά τίς συνε δριάσεις τής βουλής, άν καί δέν ήταν μέλος της. Είχε γιά βοηθό καί υφιστάμενο τόν «γραμματέα τών διαταγμάτων» ή «τών νό μων» (γραμματεύς επί τά ψηφίσματα, επί τους νόμους), πού ή ταν καί αυτός κληρωτός καί είχε δικαίωμα εισόδου στό βουλευ τήριο, άφοΰ έπρεπε νά αντιγράψει τά ψηφίσματα καί τούς νό μους. Έκτος άπό αυτούς τούς γραμματείς-άρχειοφύλακες, υπήρχε ένας γραμματεύς τοϋ δήμου, ή τής πόλεως, πού είχε μοναδική δικαιοδοσία νά διαβάζει τά πεπραγμένα στήν εκκλησία καί στή βουλή. Καθώς έπρεπε νά έχει ωραία φωνή, ήταν αιρετός. Γιά 49
50
51
52
53
54
202
Η ΒΟΤΛΗ
τίς διακηρύξεις πού έκαναν στην εκκλησία, οί πρυτάνεις είχαν στις διαταγές τους έναν κήρυκα τον όποιο μισθοδοτούσε ή βουλή (κήρυξ τής βουλής) καί ό όποιος έμενε στήν υπηρεσία χωρίς χρονικό Οριο. 55
Γ' ΟΙ Ε Ξ Ο Υ Σ Ι Ε Σ Τ Η Σ
ΒΟΥΛΗΣ
Ή βουλή ήταν συγχρόνως προπαρασκευαστική επιτροπή, εκτε λεστική επιτροπή καί ανώτατη άρχή, καί γι' αυτό ασκούσε τίς εξουσίες της μέ τρεις τρόπους: έφερνε στήν εκκλησία τά προβουλεύματα πού χρησίμευαν ώς βάση στά ψηφίσματα του δή μου εξέδιδε ή ίδια ανεξάρτητα ψηφίσματα γιά τήν εξειδίκευ ση καί τήν εκτέλεση τών αποφάσεων πού είχαν ληφθεί άπό τήν εκκλησία συνεργαζόταν λίγο πολύ άμεσα, σέ συσκέψεις ή στήν πράξη, μέ τίς άλλες αρχές. Είδαμε πώς ή εκκλησία επέβαλε στον εαυτό της τήν απόλυτη υποχρέωση νά μή συζητεί παρά μόνο πάνω σέ σχέδια ψηφισμά των πού έφερνε ή βουλή, συνοδεύοντας τα μέ ρητή εισήγηση της. Ένα ψήφισμα τοΰ δήμου προϋποθέτει πάντα ένα προβού λευμα τής βουλής. Καμιά φορά συμβαίνει τό προβούλευμα νά μνημονεύεται ρητά άπό τό ψήφισμα άλλά πιό συχνά συναντού με τή διατύπωση έδοξε τή βουλή και τω δήμω. Ακόμη καί ή συζήτηση ενός σχεδίου πού έχει επεξεργαστεί ή ειδική επιτρο πή τών συγγραφέων, ακόμη καί ό διορισμός τών νομοθετών πού επιφορτίζονταν μέ τήν αναθεώρηση ενός νόμου, ακόμη καί οί ετήσιες συνεδριάσεις γιά τήν εκλογή τών αρχόντων, αρχίζουν μέ τήν ανάγνωση ενός προβουλεύματος. Κάθε βουλή ήταν υπεύ θυνη γιά Ολες τίς προτάσεις τής εκκλησίας καί μόνο γι' αύτές κατά συνέπεια, κάθε προβούλευμα πού ή βουλή δέν πρόλαβε νά εισαγάγει στήν εκκλησία έπαυε νά υπάρχει μαζί μέ αυτήν. Σέ πολλές περιστάσεις χρειάζονταν άμεσες αποφάσεις πού δέν άξιζε νά υποβληθούν στήν εκκλησία. Ή βουλή συνέτασσε διατάγματα (ψηφίσματα) πού έπρεπε νά εκτελεστούν χωρίς άλ λες διατυπώσεις. Ήταν εξουσιοδοτημένη σιωπηρά άπό τήν υποχρέωση πού είχε νά επιβλέπει τήν εφαρμογή τών νόμων ή τών ψηφισμάτων τοΰ δήμου. Σέ έκτακτες περιπτώσεις έπαιρνε ρητά άπό τό δήμο πληρεξουσιότητα (κυρία, αυτοκράτωρ) γιά νά συμπληρώνει τίς διατάξεις κάποιου ψηφίσματος. "Επρεπε -
-
56
-57
-
58
59
60
203
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ομως νά παραμείνει στά όρια τών δικαιοδοσιών της καί νά φυ λαχτεί νά μήν παραβιάσει τούς νόμους καί τά ψηφίσματα, τήν εφαρμογή τών οποίων τής είχαν εμπιστευτεί" αλλιώς διωκόταν γιά παρανομία. Τέλος ή βουλή έ'χει άπό τό λαό ενα είδος γενικής εξουσιοδό τησης πού τής προσδίνει εξουσία πάνω στους άρχοντες. Μιλών τας γιά τίς αρμοδιότητες τής βουλής, ό Αριστοτέλης αναφέρει καί πολλούς άρχοντες πού συνεργάζονται μέ αυτήν άπό υποδεέ στερη θέση. Άπό τόν πιο μεγάλο ώς τόν πιο μικρό, ή βουλή τούς παρακολουθεί, διοικεί σέ συμφωνία μαζί τους, παίρνει τίς αναφορές τους, τούς δίνει εντολές. Τίποτε άπό Οσα ενδιαφέρουν τήν πόλη δέν γίνεται έ'ξω άπ' α υ τ ή ν . Μέ τήν ιδιότητα τοΰ μεσολαβητή ανάμεσα στήν Αθήνα καί στά ξένα κράτη, ή βουλή παραχωρεί ακροάσεις στους πρεσβευ τές, πριν νά τούς παρουσιάσει στήν εκκλησία, καί διαπραγμα τεύεται μέ αυτούς, πριν νά υποβάλει στό λαό τά αποτελέσμα τα τών συζητήσεων σέ μορφή προβουλεύματος. Άπό τήν άλλη μεριά, δίνει τίς απαιτούμενες κατευθύνσεις στους Αθηναίους πού στέλνονται ώς πρέσβεις στό εξωτερικό, καί καμιά φορά τούς εκλέγει ή ίδια έ'πειτα άπό διαταγή τής εκκλησίας" επίσης ασχολείται μέ τήν αλληλογραφία τους. Α υ τ ή ανακοινώνει τά ψηφίσματα τοΰ δήμου στά ενδιαφερόμενα κράτη καί ορκίζεται έξ ονόματος τής πόλης γιά συνθήκες ειρήνης ή συμμαχίας. "Ε χει σαφή προορισμό νά δέχεται μέ όλο τόν οφειλόμενο σεβασμό τούς ξένους —Οχι μόνο τούς πρεσβευτές άλλά καί τούς πρόξενους καί τούς ευεργέτες. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς ότι ή βουλή δι αδραμάτισε έναν εξαιρετικά δραστήριο ρόλο, Οταν ή Αθήνα βρι σκόταν επικεφαλής μιάς συμμαχίας. Τόν 5ο αιώνα επεμβαίνει στον καθορισμό τών φόρων καί προπαρασκευάζει, μέ πρόταση τών συγγραφέων, τά σχέδια πού αφορούν τίς πόλεις, τίς περιο χές, Ολη τή συμμαχία. Τόν 4ο αιώνα είναι ό άξονας πού ενώνει τήν αθηναϊκή εκκλησία καί τό ομοσπονδιακό συνέδρων. Γιά νά εκτιμηθεί ή σημασία τής εξουσίας πού άσκεΐ ή βουλή στις εξω τερικές σχέσεις, αρκεί ένα στοιχείο: τά σχετικά προβλήματα τά συζητεί σχεδόν πάντα σέ μυστικές συνεδριάσεις. Ή βουλή βρίσκεται σέ συνεχή επαφή μέ τούς στρατηγούς Οχι μόνο γιά τίς υποθέσεις εξωτερικής πολιτικής άλλά καί γιά τά στρατιωτικά, Οπου έχει πολλές δικαιοδοσίες. Φροντίζει αδιά κοπα γιά τήν άμυνα τής πόλης. Τόν 5ο αιώνα ασφαλώς θά έπέ61
62
63
64
65
66
204
Η ΒΟΤΛΗ
βλέπε τήν κατάρτιση τοΰ καταλόγου τών οπλιτών, άφοΰ τόν 4ο αιώνα παρακολουθεί τή λειτουργία τοΰ έφηβικοΰ θεσμού, ελέγχει τόν κατάλογο τών εφήβων καί δέχεται τήν αναφορά τοΰ κοσμητοϋ. Ασχολείται ειδικά μέ τό ιππικό. Κάθε χρόνο ό κα τάλογος τών ιππέων συμπληρώνεται είτε άπό τούς ειδικούς ιππάρχους είτε, τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη, άπό τούς ειδικούς στρατολόγους ή καταλογεϊς, πού τόν δίνουν στους ιππάρχους* ή εργασία καί τών μέν καί τών δέ υποβάλλεται στήν επιδοκιμα σία τών βουλευτών. Ψηφίζουν γιά κάθε Ονομα καί διαγράφουν όσους δηλώσουν ένορκα ότι δέν είναι σωματικά ή οικονομικά σέ θέση νά υπηρετήσουν ώς ιππείς. Ή βουλή επίσης επιθεωρεί τά άλογα: έάν ένα άλογο δέν είναι καλά θρεμμένο, αποσύρει τήν αποζημίωση γιά τή διατροφή του άπό τόν ιππέα* επίσης απο τάσσει τά δύστροπα άλογα, σφραγίζοντας τα μέ μιά ρόδα στό σαγόνι. Άλλά σέ μιά πόλη πού υπολόγιζε περισσότερο στό στόλο πα ρά στό στρατό της, ή βουλή θεωρούσε κύριο καθήκον της τήν εποπτεία στό ναυτικό. Φροντίζει γιά καθετί, είτε γιά υλικά πρόκειται είτε γιά τό προσωπικό. Είναι υπεύθυνη γιά τίς να,υτικές κατασκευές καί τίς επισκευές, καί γι' αυτό αντιπροσω πεύεται στά ναυπηγεία τοΰ Πειραιά μέ τήν επιτροπή τών τριηροποιών καί μπορεί νά δημοσιεύει διοικητικούς κανονισμούς. "Όταν έχει εκπληρώσει καλά αυτές τίς υποχρεώσεις της, τότε προπάντων ό δήμος τήν επαινεί μέ τιμητικό ψήφισμα, ένώ δέν μπορεί νά τής δοθεί αυτή ή ανταμοιβή άν δέν κατασκεύασε τόν καθορισμένο αριθμό πλοίων. Ή κατασκευή καί ή συντήρηση τών σχοινιών καί τής εξάρτυσης αποτελούν αντικείμενο τών φροντίδων της, καί χρειάζεται ή άδεια της γιά νά πουληθούν κομμάτια πού έχουν αχρηστευθεί. Γιά τή στρατολόγηση πλη ρωμάτων οί βουλευτές κάθε φυλής ενεργούν σέ συνεργασία μέ τούς δημάρχους. Οί προϊστάμενοι τών ναυπηγείων καί τών ναυ στάθμων καί οί τριήραρχοι υπάγονται στή δικαιοδοσία τής βου λής: μπορεί νά τούς τιμωρήσει στά Ορια τής αρμοδιότητας της ή νά τούς παραπέμψει σέ δικαστήριο, καί έχει δικαίωμα νά δι πλασιάσει τίς ποινές τών τριηράρχων πού καταδικάστηκαν άπό τά δικαστήρια νά αντικαταστήσουν ένα πλοίο ή τά έξαρτύματά του, όταν δέν εκπλήρωσαν έγκαιρα τήν οφειλή τους. Κάθε φορά πού αποπλέει μιά μοίρα οί βουλευτές είναι στις προβλήτες, μέ τούς στρατηγούς καί, αργότερα, μέ τούς αποστολείς, πού έκλέ67
68
69
205
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
γονται γι' αυτόν τό σκοπό. Ή εκκλησία τούς επιφορτίζει, σ' αυ τές τίς περιστάσεις, νά επιβάλλουν τίς προβλεπόμενες ποινές στους τριήραρχους πού έσφαλαν συμβαίνει μάλιστα νά ζητήσει ή ίδια άπό τούς πρυτάνεις νά κινήσουν ποινικές αγωγές εναντίον στρατηγών πού αμέλησαν τά καθήκοντα τους. Ή βουλή ειχε ακόμη πιό εκτεταμένη δικαιοδοσία στά οικο νομικά. Σ' αυτόν τόν τομέα μπορούμε νά πούμε Οτι ώς τήν εποχή τοΰ Λυκούργου θά υπήρχε πλήρης αναρχία μέ τό πλήθος τών αρχόντων πού ασχολούνταν μέ τίς εισπράξεις, τίς πληρωμές καί τή διαχείριση, έάν δέν ειχε μπει κάποια τάξη καί ενότητα τήν οποία εξασφάλιζε ή βουλή. Α υ τ ή φροντίζει νά βρει τούς αναγκαίους πόρους, κυρίως σέ περίοδο πολέμου. Μπροστά της γίνονται άπό τούς πωλητάς Ολοι οί δημόσιοι πλειστηριασμοί, πού ονομάζονται πωλήσεις, καθώς καί οί κοινές πωλήσεις. "Ετσι ενοικιάζονται οί φόροι, οί φάκελοι τών οποίων κατατίθενται στή βουλή καί κατατάσσονται μέ φροντίδα εκχωρούνται μεταλλευτικά δικαιώματα μέ ψηφο φορία πού γίνεται μέ ύψωση χεριών εκποιούνται περιουσιακά στοιχεία πού είτε περιήλθαν στό κράτος μέ δημευτικές κατα δίκες είτε τά διεκδίκησε τό κράτος καί τά πήρε, άφοΰ αναγνω ρίστηκαν έπειτα άπό δίκη ώς δημόσια κτήματα* ενοικιάζονται ιεροί χώροι, καί τά σχετικά συμβόλαια, γραμμένα πάνω σέ πι νακίδες, προσκομίζονται στή βουλή Οχι άπό τούς πωλητάς, άλλά άπό τόν βασιλέα, τόν μεγάλο αρχιερέα τής φυλής. "Ολα αυτά τά έγγραφα, τακτοποιημένα σύμφωνα μέ τήν ημερομηνία τής λήξης τους, τά εμπιστεύεται ή βουλή σέ έναν δημόσιο δούλο. Τήν ήμερα πού λήγει ή προθεσμία, οί άποδέκται τά παίρνουν, καί μέσα στήν αίθουσα τοΰ βουλευτηρίου διαγράφουν τά ποσά πού πληρώθηκαν ή σημειώνουν τήν καθυστέρηση τής οφειλής, διπλασιάζοντας τό ποσό της. Σ' αυτή τήν περίπτωση ό νόμος δίνει στή βουλή τό δικαίωμα νά εισπράττει τό χρέος ή νά φυ λακίζει τό χρεώστη. Επιφορτισμένοι μέ τίς εισπράξεις, οί βουλευτές δέχονται επίσης εθελούσιες προσφορές καί φροντίζουν γιά τήν καταβολή καί τήν πώληση τών δημητριακών πού οφεί λονται ώς απαρχές στις Ελευσίνιες θεές. Τήν εποχή τής πρώ της αθηναϊκής συμμαχίας καθορίζουν τούς φόρους τών συμμα χικών πόλεων, σέ συμφωνία μέ τούς τάκτας, καί οί άποδέκται τούς εισπράττουν μπροστά τους, κατά τήν εορτή τοΰ Διονύσου, καί τούς μεταβιβάζουν στους έλληνοταμίες. 70
71
-
72
73
206
Η
ΒΟΓΛΗ
"Ολο τό χρόνο ή βουλή παρακολουθεί τή διαχείριση τοϋ δη μόσιου χρήματος. Υποχρεώνεται άπό τό νόμο νά ελέγχει τούς τίτλους τών αδυνάτων (αναπήρων) πού ζητούν καθημερινή ενί σχυση δύο όβολών άπό έ'ναν ειδικό νόμο καλείται νά μειώσει στό ελάχιστο τά έξοδα τών κατασκευών. Προπάντων τήν απα σχολεί ή αυστηρή εφαρμογή τοΰ νόμου γιά τόν προϋπολογισμό. Μόλις αναλάβουν καθήκοντα οί άποδέκται παίρνουν τό περιεχό μενο τοΰ ταμείου καί τό κατανέμουν στους διάφορους άρχοντες* τήν επόμενη μέρα φέρνουν στή βουλή τήν κατανομή γραμμένη πάνω σέ μιά πινακίδα* διαβάζουν τό ένα άρθρο μετά τό άλλο καί ρωτούν στή βουλή μήπως ξέρει κανείς άν ένας άρχων ή ιδιώ της διέπραξε κάποια ανωμαλία στήν κατανομή* άν συμβαίνει κάτι τέτοιο, ζητούν άμεση ψηφοφορία μέ τό ερώτημα τής ένο χης. Κατά τήν εκτέλεση τοΰ προϋπολογισμού ή βουλή εμπο δίζει τίς υπερβάσεις τών πιστώσεων καθώς καί τίς μεταβιβάσεις τους σέ άλλα κονδύλια. Τόν 4ο αιώνα συνεννοείται μέ τούς νομο θέτες γιά τίς δαπάνες πού δέν είχαν προβλεφθεί. Δέν μάς εκ πλήσσει λοιπόν Οτι σέ κάθε πρυτανεία ή βουλή ελέγχει μέ μιά επιτροπή της τά βιβλία όλων τών αρχόντων πού έχουν σχέση μέ διαχείριση, καί ότι τό ευρετήριο τών θησαυρών τών ιερών καθώς καί ή μεταβίβαση τους γίνονται ύπό τόν έλεγχο της. Είδαμε ότι ή βουλή περιλαμβάνει στις οικονομικές δραστηρι ότητες της τά δημόσια έργα. 'Αλλά σ' αυτόν τόν τομέα οί εξου σίες της είναι πολύ πιο εκτεταμένες. Φροντίζει γιά οτιδήποτε άφορα τίς κατασκευές καί τή συντήρηση τών δημοσίων οικοδο μημάτων. Ά ν πρόκειται γιά μεγάλο οικοδόμημα, χρειάζονται διατάγματα τής βουλής καί τοΰ δήμου γιά νά γίνει ό προϋπολο γισμός άπό έναν αρχιτέκτονα καί νά συνταχθούν οί συγγραφές υποχρεώσεων* προκειμένου γιά εργασίες μικρότερης σημασίας, γιά ένα υδραγωγείο, γιά τήν ανέγερση ενός βωμού ή ενός αγάλ ματος, ό δήμος τίς αναθέτει στή βουλή. "Ολες οί κατακυρώσεις γίνονται μέ τή φροντίδα τών πωλητών μπροστά στή βουλή, ή όποια παρακολουθεί μέ ειδικούς επιστάτες δλα τά έργα πού εκτελούνται. Σέ περίπτωση παράβασης άπό τόν αρχιτέκτονα ή τόν εργολάβο, υποβάλλει αναφορά στήν εκκλησία καί, άν προ τείνει δίωξη, αναθέτει τήν υπόθεση στό δικαστήριο. Μερικοί λογαριασμοί δημοσίων έργων δείχνουν καλά τή δραστηριότητα τής βουλής. Οί λογαριασμοί τοΰ Παρθενώνα χρονολογούνται μέ τόν αύξοντα αριθμό τών διαδοχικών βουλών, αρχίζοντας άπό 74
75
76
77
78
79
80
207
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
εκείνη επί τής όποιας άνοιξε τό εργοτάξιο: έχουμε, παραδείγμα τος χάρη, τούς λογαριασμούς τής «δέκατης τέταρτης βουλής». "Ενα ψήφισμα μέ συνηθισμένη διατύπωση αποφασίζει άν ό ναός τής Αθηνάς Νίκης θά έχει πόρτα άπό χαλκό ή άπό χρυσό καί ελεφαντόδοντο ένα άλλο, πού προτάθηκε άπό τή βουλή, σέ συμ φωνία μέ τούς επιστάτες καί τόν αρχιτέκτονα, ορίζει τήν αμοιβή τοΰ καλλιτέχνη. Τέλος ή βουλή παρακολουθεί τά θρησκευτικά. Φροντίζει γιά τά ιερά, Οπως καί γιά τά άλλα οικοδομήματα, καί παρακολουθεί τήν ετήσια μεταβίβαση τών χρημάτων, τών αγαλμάτων, τών κοσμημάτων καί Ολου τοΰ ιερού ύλικοΰ στους ταμίες τής Αθη νάς καί τών άλλων θεών. Οί μεγάλες γιορτές τής δίνουν πολλή δουλειά. Γιά τά Παναθήναια ειχε άπό πολύ καιρό τό καθήκον νά διαλέγει τό σχέδιο τοΰ κεντήματος πού θά στόλιζε τόν πέπλο τής θεάς επειδή κατηγορήθηκε γιά μεροληψία στήν κρίση της, τής αφαίρεσαν αυτή τήν αρμοδιότητα καί τήν έδωσαν σέ ένα δικαστήριο πού οριζόταν μέ κλήρο. Εξακολούθησε πάντως νά φροντίζει γιά τήν κατασκευή χρυσών Νικών πού προσφέρονταν στή θεά καί γιά τά βραβεία πού απονέμονταν κατά τούς πανα θηναϊκούς αγώνες. Εξασφαλίζει τήν τάξη στά Διονύσια δια λέγει άπό τά μέλη της τούς θεωρούς πού στέλνονται στά Πύθια καί διάφορες επιτροπές ίεροποιών. Σέ μιά επιγραφή τοΰ 5ου αιώνα τή βλέπουμε νά στέλνει κήρυκες στις συμμαχικές πόλεις καί στις άλλες πόλεις τής Ελλάδας, γιά νά τούς ζητήσει νά στεί λουν τίς απαρχές τών δημητριακών στήν Ελευσίνα, δέχεται μιά -
81
-
-83
82
84
αναφορά γιά τίς απαρχές λαδιού, καί τιμωρεί, μέ αίτηση τοΰ
άρχοντα βασιλέα, τίς παραβάσεις πού έγιναν στον ιερό χώρο τοΰ Πελαργικοΰ. Μιά άλλη επιγραφή, τοΰ 4ου αιώνα, μάς δεί χνει τή βουλή νά φροντίζει γιά τήν οροθέτηση καί τήν επίβλεψη τής Όργάδος* καί νά στέλνει ένα μέλος της γιά νά ρωτήσει τό μαντείο τών Δελφών σχετικά μ' αυτόν τόν απαγορευμένο χώρο. Ή βουλή, μέ βάση τή γενική πληρεξουσιότητα πού ειχε άπό 85
τόν κυρίαρχο λαό, καί ή όποια τήν καθιστούσε ανώτατη άρχή,
ειχε αστυνομικές καί δικαστικές δικαιοδοσίες. Παρατηρήσαμε ήδη ότι σέ πολλές περιπτώσεις άσκεΐ ένα δικαίωμα ελέγχου, τή δοκιμασία. Ά ς συγκεντρώσουμε έδώ τίς περιπτώσεις. Ή εγγραφή τών Αθηναίων πού ένηλικιώνονται * Όργάς λεγόταν μιά περιοχή τής Α τ τ ι κ ή ς , κοντά στά σύνορα μέ τή Μεγαρίδα, αφιερωμένη στις Ελευσίνιες θεές.
208
Η ΒΟΤΛΗ
στους καταλόγους τών πολιτών δέν είναι οριστική παρά μόνο μετά τήν έ'γκριση τής βουλής* άν αποδειχθεί δτι ενα άτομο έχει εγγραφεί χωρίς νά πρέπει, τό διαγράφει καί καταδικάζει σέ πρόστιμο τούς δημότες πού ήταν υπεύθυνοι γιά τήν άπατη. Ελέγχει, επίσης, τήν ετήσια εγγραφή στους καταλόγους τών ιππέων καί τών έφιππων ανιχνευτών, εξετάζοντας τόσο τούς ανθρώπους δσο καί τά ζώα. "Ιδιος έλεγχος ασκείται στον κατά λογο τών αναπήρων πού ζητούν ενίσχυση άπό τό δημόσιο. Ή βουλή ελέγχει επιπλέον, στό τέλος τής θητείας της, τούς βου λευτές καί τούς άρχοντες πού έ'χουν υποδειχθεί γιά τήν επόμενη χρονιά. Στήν αρχή είχε απόλυτο δικαίωμα αποκλεισμού* αργό τερα, όμως, οί αποκλειόμενοι μπορούσαν νά προσφύγουν στό δι καστήριο. "Οταν ή βουλή έλαβε άπό τόν Κλεισθένη καί, αργότερα, άπό τόν Εφιάλτη τίς πολιτικές εξουσίες πού ασκούσε ώς τότε ό Άρειος Πάγος, κληρονόμησε άπό αυτόν, μαζί μέ τό δικαίωμα νά ελέγχει τήν εκτέλεση τών νόμων, καί τή δικαιοδοσία πού συν δεόταν μέ αυτόν τό νόμο. Καθώς παρακολουθούσε τή διαχείριση τών υπαλλήλων, καί ειδικά τών οικονομικών υπαλλήλων, ειχε δικαίωμα νά τούς καλεί καί νά τούς κρίνει, άν ήταν ένοχοι γιά παράλειψη καθήκοντος ή γιά παράβαση νόμων. Ή ποινική δικαιοδοσία τής βουλής ήταν πρώτα άπ' Ολα οπλι σμένη μέ απεριόριστες κυρώσεις* περιλάμβανε τότε τό δικαίωμα νά επιβάλει πρόστιμο, φυλάκιση, ακόμη καί θάνατο. 'Αλλά πε ριορίστηκε σέ ένα αστυνομικό πρόστιμο: τήν επιβολή. Ακόμη ή βουλή δέν μποροΰσε νά καταδικάσει χωρίς δικαίωμα έφεσης σέ πρόστιμο μεγαλύτερο άπό πεντακόσιες δραχμές* όσες κατα δίκες ξεπερνούσαν αυτό τό ποσό παρουσιάζονταν άπό τούς νο μοθέτες στό λαϊκό δικαστήριο, τοΰ οποίου καί μόνον ή απόφαση ήταν ανέκκλητη. Κάποτε μάλιστα ήρθε ή στιγμή πού μπορού σαν νά ασκούν έφεση καί γιά τά πρόστιμα πού ήταν στά δρια τής αρμοδιότητας της. Ό Αριστοτέλης μάς διηγείται σέ ποιες περιπτώσεις έ'γινε ή πρώτη καί κυριότερη άπό αυτές τίς αλλα γές. Μιά μέρα, λέει, κάποιος ονόματι Αυσίμαχος, πού παραδό θηκε άπό τή βουλή στό δήμιο, ένώ ήταν κιόλας στό χώρο τής εκτέλεσης, αποσπάσθηκε άπό τόν Εύμελίδη ό όποιος διακήρυξε δτι δέν μπορούσαν νά τιμωρήσουν μέ θάνατο κανέναν πολίτη χωρίς τήν κρίση τοΰ λαοΰ* ό Λυσίμαχος οδηγήθηκε στήν Η λ ι αία καί αθωώθηκε. Δυστυχώς, δέν ξέρουμε πότε τοποθετείται 86
87
88
209
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χρονολογικά τούτο τό δραματικό επεισόδιο. Φαίνεται πιθανό, πάντως, ότι ή ανώτατη δικαιοδοσία πού παραχώρησε ό Κλει σθένης στή βουλή τής αφαιρέθηκε πριν άπό τά μηδικά, ίσως τό 501 /500, Οταν καθιερώθηκε ό όρκος τών βουλευτών: ή βουλή έ χανε έτσι συγχρόνως καί τή δικαστική αρμοδιότητα, πού δόθηκε στήν Ηλιαία, καί τή διπλωματική, πού δόθηκε στήν εκκλησία. Πάντως, ήδη άπό τόν 5ο αιώνα προκηρύχθηκε ή άρχή: «"Οχι θανατική ποινή χωρίς τήν απόφαση τοΰ λαού συγκεντρωμένου σέ συνέλευση» (άνευ τον δήμον πληθνοντος μή είναι θάνατον). Ό κανόνας αυτός, άφοΰ παραβιάστηκε άπό τούς ολιγαρχικούς τό 411 καί 404, άλλά καί άπό τούς δημοκρατικούς τό 403, μπή κε πάλι σέ ισχύ τό 368, καί αυτή τή φορά γιά πάντα. Τουλάχιστον, ή βουλή χρησιμοποιούσε συχνά τά ποινικά δι καιώματα της στά περιθώρια πού τής όριζε ό νόμος. Μετά άπό αίτηση τοΰ άρχοντα βασιλέα τιμωρεί όποιον παραβιάζει τήν ιε ρότητα τοΰ Πελαργικοΰ* καί μέ δική της πρωτοβουλία τιμωρεί τούς τριηράρχους πού δέν είναι στή θέση τους, τούς αρχιτέκτονες πού κάνουν λάθη στήν επισκευή τών τοίχων, τούς πωλητές καί αγοραστές πού χρησιμοποιούν βάρη καί μέτρα αθέμιτα —ή τούς μετρονόμους πού τούς αφήνουν ανενόχλητους. Ά ν καί στερη μένη άπό τό δικαίωμα νά καταδικάζει σέ θάνατο, ή βουλή μπό ρεσε γιά πολύν καιρό ακόμη νά εκδίδει εντάλματα συλλήψεως σέ σοβαρές υποθέσεις καταχρήσεων ή έσχατης προδοσίας —όπως έκαμε, παραδείγματος χάρη, τό 406 γιά τούς στρατηγούς πού δέν εκπλήρωσαν τά καθήκοντα τους καί, τήν επόμενη χρονιά, γιά τόν δημαγωγό Κλεοφώντα. Άλλά, χρησιμοποιώντας αυτή τή διαδικασία, γινόταν στόχος σέ σφοδρές επικρίσεις καί σέ επι κίνδυνες επιθέσεις. Καί έκεΐ επίσης τά δικαιώματα της περιο ρίστηκαν. Τό 403 ό όρκος τών βουλευτών περιλάμβανε ακόμη τό δικαίωμα νά προβαίνει ή βουλή σέ συλλήψεις* έναν αιώνα αργό τερα ό ίδιος όρκος διασφαλίζει τήν ελευθερία τών πολιτών —μέ τήν εξαίρεση τών προδοτών, τών συνωμοτών, καί τών ενοικια στών τών δημοσίων προσόδων πού έκαμαν κατάχρηση— άρκεΐ νά παρουσιάσουν τρεις συμπολίτες τους ώς εγγυητές. Ή βουλή, άντί νά ενεργήσει σέ συμφωνία μέ έναν άρχοντα ή νά πάρει ή ίδια τήν πρωτοβουλία, μπορεί νά κινηθεί καί άπό έναν ιδιώτη. Δέχεται καταγγελίες γιά τούς άρχοντες πού δέν τηροΰν τούς νόμους. Καμιά φορά προσφεύγουν σ' αυτήν καί γιά υποθέσεις πού εμπίπτουν στις συνοπτικές διαδικασίες τής 89
90
91
92
93
210
Η ΒΟΤΛΗ
απαγωγής καί τής ενδείξεως. "Ετσι διώκονται τά αυτόφωρα αδικήματα καί οί έκδηλες ενέργειες κατά τής δημόσιας τάξης, δπως ή είσοδος σέ δημόσιο χώρο κατά παράβαση σχετικής απα γόρευσης ή ή συμμετοχή προσώπου πού έ'χει χάσει τά πολιτικά του δικαιοοματα σέ δημόσιες πράξεις. Σέ αυτές τίς περιπτώ σεις ό κατηγορούμενος συλλαμβάνεται καί οδηγείται στις αρχές άπό πολίτες πού αντιλήφθηκαν τό αδίκημα καί παρουσιάζονται ώς κατήγοροι ή ώς μάρτυρες. Άλλες φορές καταφεύγουν στή δικαιοδοσία τών Πεντακοσίων μέ γραπτή καταγγελία, πού λέ γεται ψάσις: αυτός ό τρόπος χρησιμοποιείται συνήθως δταν πρέ πει νά προστατευτούν συμφέροντα τοΰ δημόσιου ταμείου καί τών δημόσιων κτημάτων ή νά τιμωρηθούν παραβάσεις τών τε λωνειακών καί εμπορικών νόμων. Τέλος, ή βουλή παίζει ση μαντικό ρόλο στήν εισαγγελία, τή διαδικασία πού προορίζεται νά τιμωρήσει γρήγορα τά εγκλήματα κατά τοΰ κράτους. Παλαιότερα, απόπειρες κατά τοΰ πολιτεύματος δικάζονταν μέ εισαγγελία άπό τόν Άρειο Πάγο —δικαίωμα πού τοΰ τό α ναγνώριζε ένας νόμος τοΰ Σόλωνα. Άλλά ήδη τήν εποχή τών μηδικών ή εκκλησία κράτησε γιά τόν εαυτό της τήν αρμοδιό τητα σέ υποθέσεις πού αφορούσαν τή σωτηρία τής πόλης, Οπως ή προδοσία ή ή εξαπάτηση τοΰ λαοΰ. "Επειτα άπό τή μεταρ ρύθμιση τοΰ Εφιάλτη δλα τά εγκλήματα πού υπάγονταν στήν εισαγγελία, εγκλήματα κατά τής ασφάλειας τοΰ κράτους ή εγκλή ματα πού δέν πρόβλεπε ό νόμος, μπορούσαν νά παραπεμφθούν είτε στή βουλή είτε στήν εκκλησία. "Οταν ή εισαγγελία φέρεται στή βουλή, αυτή αρχίζει μέ τό πρόβλημα άν ό κατηγορούμενος είναι ένοχος ή Οχι. Σέ περίπτωση καταφατικής απάντησης γί νεται νέα συζήτηση, γιά νά κριθεί άν ή ανώτερη ποινή πού δι καιούται νά επιβάλει ή βουλή είναι αρκετή (καί ποιο θά είναι τό ύψος της, στά νόμιμα όρια τής επιβολής) ή άν ή υπόθεση πρέ πει νά μεταφερθεί άπό τούς θεσμοθέτες στήν εκκλησία ή στό λαϊκό δικαστήριο γιά μεγαλύτερη ποινή. "Οταν ή εισαγγελία εισάγεται κατευθείαν στήν εκκλησία, αυτή δέν αρχίζει τή δια δικασία προτού ψηφίσει γιά τήν αποδοχή ή μή τής ένοχης. Σέ περίπτωση αποδοχής ή εκκλησία επιφορτίζει τή βουλή νά συν τάξει ένα σχέδιο ψηφίσματος πάνω στό ερώτημα άν ή υπόθεση θά δικαστεί άπό τήν εκκλησία ή θά παραπεμφθεί σέ δικαστήριο. Άπό τήν εποχή πού μέ τόν Κλεισθένη οί δήμοι έγιναν συστα τικά κύτταρα τοΰ πολιτικού σώματος, ή βουλή πού έκπροσω94
95
96
97
98
211
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ποΰσε τούς δήμους έγινε το κεντρικό όργανο τής αθηναϊκής δη μοκρατίας. Ό Εφιάλτης αύξησε το κύρος της, δίνοντας της τή θέση πού ειχε ό Άρειος Πάγος στό «πολίτευμα τών προγόνων». Μετά άπό αυτή τήν αποφασιστική μεταρρύθμιση, στήν άρχή τών ψηφισμάτων οί λέξεις «ό λαός αποφάσισε» αντικαταστά θηκαν άπό τή διατύπωση «ή βουλή καί ό λαός αποφάσισαν». Ό Αριστοτέλης αναγνωρίζει λοιπόν Οτι ή βουλή στή δημοκρα τία διατήρησε εξέχουσα θέση. Άλλά προσθέτει ότι έχασε δύνα μη αφότου οί πολίτες άρχισαν νά πληρώνονται γιά νά μετέχουν στήν εκκλησία: «επειδή —λέει— ό λαός στον όποιο προσφέρουν μισθό παίρνει τά πάντα επάνω του». Υπήρξαν λοιπόν, στήν ιστορία τής βουλής, δύο τελείως διαφορετικές περίοδοι. Οί σύγχρονοι μας ιστορικοί διαμαρτυρήθηκαν μερικές φορές γι' αυτήν τή διάκριση. Στήν πράξη, οί Αθηναίοι τοΰ 4ου αι ώνα έλεγαν ότι ή πόλη τους θεμελιωνόταν σέ τρεις ουσιαστικούς θεσμούς: στήν εκκλησία, στήν Ηλιαία, όπου ό λαός δρούσε άμεσα, καί στή βουλή, όπου έστελνε πληρεξούσιους. Κάθε εποχή οί πολιτικοί έβρισκαν στή βουλή ένα θαυμάσιο βήμα, γιά νά δώσουν παλμό στήν κυβέρνηση καί στή διοίκηση. "Εβρισκαν πάντα, όπως στήν εκκλησία, μιά μάζα βουβών ακροατών καί μερικούς ρήτορες (οί πρώτοι χαρακτηρίζονται ιδιώται, οί δεύ τεροι λέγοντες): ένας αρχηγός κόμματος αρκούσε νά πάρει τήν πλειοψηφία στή βουλή τών πεντακοσίων, γιά νά είναι σχε δόν βέβαιος ότι θά παρασύρει τό λαό καί θά επιβάλει τίς απόψεις του σέ Ολους τούς άρχοντες. Ό Κλέων ώς βουλευτής άρχισε τό 428 \1 τήν εκπληκτική σταδιοδρομία τοΰ δημαγωγού, καί ώς βουλευτής ό Δημοσθένης έλπισε νά λάβει πιό δραστήρια μέρος στις διαπραγματεύσεις τοΰ 346. Μπορεί Ομως νά πει κανείς Οτι ό Αριστοτέλης ήταν θύμα τών προκαταλήψεων του, καί ότι πραγματικά δέν υπήρξε σοβα ρή διαφορά ανάμεσα στή βουλή τοΰ 5ου αιώνα καί στή βουλή τοΰ 4ου; 'Εάν πλησιάσουμε περισσότερο στά πράγματα, αλλάζουμε εντύπωση. Ασφαλώς ή βουλή, μέ μέλη κληρωτά καί έμμισθα, έμεινε —ώς τίς πολιτειακές μεταβολές πού έγιναν κατά τό τέλος τοΰ πελοποννησιακού πολέμου— τό κύριο Οργανο τοΰ αθηναϊ κού πολιτεύματος. "Οταν ό Θουκυδίδης θέλει νά δηλώσει τή δη μοκρατία σέ αντίθεση μέ τήν ολιγαρχία, χρησιμοποιεί τήν έκ φραση: «ό δήμος καί ή αιρετή βουλή» [δήμος και βουλή ή α πό κυάμου]. * Πράγματι, ή πρώτη φροντίδα τών ολιγαρχικών, 99
100
101
102
103
10
212
Η ΒΟΤΛΗ
οταν θριαμβεύουν το 411, εΐναι νά διαλύσουν τή βουλή τών πεν τακοσίων, γιά νά τήν αντικαταστήσουν μέ μιά βουλή τετρακο σίων, διαλεγμένη μέ μεγάλη προσοχή καί άμισθη. "Άν καί ή βουλή τών πεντακοσίων αποκαταστάθηκε άπό το κόμμα τοΰ Θηραμένη, ή δημοκρατία δέν θεωρήθηκε νικήτρια παρά μόνο άπο τήν ήμερα πού οί βουλευτές έγιναν καί πάλι κληρωτοί. Τόν 4ο αιώνα ή βουλή δέν φαίνεται νά παίζει τόν ίδιο σημαντικό ρόλο στις εσωτερικές υποθέσεις. Βέβαια ό λαός, γιά τίς σχέσεις μέ τό εξωτερικό, δέν μπορεί παρά νά απευθύνεται σ' αυτήν —καί άπό αυτό τό πρίσμα πρέπει νά δικακυσουμε τούς ιστορικούς πού επικαλούνται τίς μυστικές συνεδριάσεις τής βουλής, γιά νά μή δεχτούν δτι οί εξουσίες της μειώθηκαν άπό τήν εποχή τοΰ Πε ρικλή ώς τήν εποχή τοΰ Δημοσθένη. Άλλά γιά τά υπόλοιπα, τή βλέπουμε άπό τότε στενά υποταγμένη στήν εκκλησία τοΰ δήμου, καί γι' αυτό ούτε ό Αριστοτέλης, πού μελετά τήν εσω τερική ζωή τών πόλεων, έχει άδικο δταν δηλώνει δτι πληρώ νοντας τήν εκκλησία εξασθενίζουν τή βουλή. 105
213
ΠΕΜΠΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Α' Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Ακόμη καί μέ τή βοήθεια τής βουλής οί επιθυμίες τοΰ λαοΰ δέν μποροΰσαν νά εκτελεστούν παρά μόνο εφόσον αυτός παραχω ρούσε ένα μέρος άπό τά κυριαρχικά δικαιώματα του σέ ορισμέ νους άρχοντες. Έτσι έφτασε νά διακρίνονται οί δημόσιες υπη ρεσίες στις καθαυτό αρχές (αρχάς), κυβερνητικές ή πολιτικές, καί τίς καθαρά διοικητικές υπηρεσίες (επιμελείας), χωρίς νά υ πολογιστούν οί κατώτερες υπηρεσίες (ύπηρεσίαι), οί όποιες μπο ροΰσαν νά δοθοΰν σέ μέτοικους ή σέ δούλους δπως καί σέ πο λίτες. Ή μεταβίβαση μέρους τής λαϊκής κυραρχίας έδινε στους ανώτατους άρχοντες, στά δρια τής δικαιοδοσίας τους, τίς ακό λουθες εξουσίες: Ιον, τό δικαίωμα νά δρουν μέ δική τους πρω τοβουλία, σύμφωνα μέ τούς νόμους πού τούς έδιναν ορισμένες αρμοδιότητες, ή νά συμβουλεύονται τήν εκκλησία ή τή βουλή προκειμένου νά λάβουν νέες αποφάσεις (βουλενσασθαή' 2ον, τό ουσιαστικό δικαίωμα νά διατάζουν καί νά παίρνουν υποχρεωτι κά μέτρα (επιτάξαι), πού έξυπακούει τό δικαίωμα νά τιμωρούν τούς παραβάτες μέ πρόστιμο (έπιβολάς έπιβάλλειν), τοΰ όποιου τό ανώτατο δριο ποίκιλλε, ανάλογα μέ τίς αρχές, άπό πενήντα ώς πεντακόσιες δραχμές, ή νά τούς παραπέμπουν στό δικαστή ριο γιά μεγαλύτερη τιμωρία 3ον, τή δικαστική αρμοδιότητα σέ ορισμένες υποθέσεις (κρϊναι), αρμοδιότητα πού δέν περιλάμ βανε τό δικαίωμα νά αποφασίζουν, άλλά μόνο νά δέχονται τίς καταγγελίες, νά κάνουν τήν ανάκριση καί νά προεδρεύουν στό δικαστήριο (ηγεμονία). 'Από τό γεγονός καί μόνο δτι ή εξουσία τών αρχόντων απέρ ρεε άπό τή λαϊκή κυριαρχία, οί δημοκρατικές αρχές απαιτούσαν γιά κάθε πολίτη τό δικαίωμα διεκδίκησης της. 'Αλλά σ' αυτόν τόν κανόνα δέν πρέπει νά δώσουμε τό κοινότυπο νόημα πού θά μποροΰσε νά έχει σήμερα. Δέν σήμαινε μόνο Οτι καθένας ειχε 1
-2
214
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τό δικαίωμα νά φτάσει στά ανώτερα δημόσια αξιώματα κή ρυσσε επίσης δτι, στά μέτρα τοΰ δυνατοΰ, καθένας πρέπει νά φτάσει ώς έκεΐ. «Τό πρώτο γνώρισμα τής ελευθερίας», λέει ό Αριστοτέλης, «είναι τό νά βρίσκεται κανείς άλλοτε στή θέση τοΰ αρχομένου καί άλλοτε στή θέση τοΰ άρχοντος» (τό εν μέρει άρχεσθαι και αρχειν). Είναι επίσης ό πρώτος όρος τής ισότη τας, λέει ό συγγραφέας τοΰ Μενέξενον γιατί «ανάμεσα σέ αδερ φούς άπό κοινή μητέρα, δέν υπάρχει διαφορά δούλου καί κυ ρίου». Άπό κει απορρέει τό δτι στή δημοκρατία «κανένας δέν είναι υποχρεωμένος νά υπακούει, παρά μόνο άν μπορεί νά διευ θύνει καί αυτός μέ τή σειρά του: έτσι συνδυάζονται ελευθερία καί ισότητα». Κανένας πολίτης λοιπόν δέν αποκλείεται άπό τίς τιμές, όποια καί άν είναι ή καταγωγή του καί ή περιουσία του: ιδού ή πραγματικότητα. Μόνη υπεροχή πού μπορούν νά ανεχτούν είναι ή υπεροχή τής άξιας καί τοΰ φωτισμένου μυαλοΰ, έτσι ώ στε ή δημοκρατία κυβερνάται άπό μιά αριστοκρατία μέ τή συγ κατάθεση τοΰ λαοΰ: ιδού τό ιδεώδες. Γιά νά επιταχυνθεί ή εναλλαγή πού θά έφερνε τούς πολίτες στις δημόσιες εξουσίες καί θά τούς επανέφερε στή σειρά τών απλών πολιτών, ή διάρκεια τών άρχων ήταν σύντομη. Οί περισ σότερες ήταν ετήσιες. Κατά γενικό κανόνα απαγορευόταν νά α σκεί κανείς πολλά χρόνια συνέχεια τό ίδιο λειτούργημα, καί νά συγκεντρώνει πολλά λειτουργήματα τόν ίδιο χρόνο. Αυτοί οί δύο κανόνες είχαν καί εξαιρέσεις: μποροΰσε κανείς νά παρίσταται δύο χρόνια στή βουλή γιά τίς στρατιωτικές εξουσίες, κυρίως τοΰ στρατηγοΰ, μποροΰσε νά ανανεώνεται ή θητεία, άπό χρόνο σέ χρόνο, απεριόριστα. Άλλά εκείνο πού δείχνει ότι μιά τέτοια επανάληψη πρέπει νά δικαιολογείται άπό έκτακτους λόγους, είναι τό γεγονός Οτι δέν μποροΰσαν νά καταλάβουν δύο αξιώμα τα, ακόμη καί διαφορετικά, σέ δύο διαδοχικά χρόνια: πραγμα τικά, γιά νά είναι κανείς υποψήφιος στό δεύτερο, έπρεπε νά έχει λογοδοτήσει γιά τό πρώτο, πράγμα πού δέν ήταν δυνατό παρά μόνο άν επιδίωκε νά πάρει μιά άπό τίς σπάνιες αρχές πού ή θη τεία τους άρχιζε, Οχι στήν άρχή τοΰ πολιτικοΰ έτους, τήν πρώτη τοΰ Έκατομβαιώνα, άλλά στά Παναθήναια, τήν εικοστή τοΰ ίδιου μήνα. Άπό τήν άλλη δμως μεριά, μιά έκτακτη δικαιοδοσία μποροΰσε νά προστεθεί σέ ένα κανονικό αξίωμα, καί οί παλαιοί άρχοντες, άν καί έδρευαν στον Άρειο Πάγο, μποροΰσαν νά ανα λάβουν μιά διαφορετική αποστολή. "Ετσι εξέλεξαν τόν Περικλή -
3
4
5
6
7
-
8
215
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
επιστάτη τών δημοσίων έργων μιά χρονιά στό διάστημα τής δε καπενταετίας πού διατέλεσε συνέχεια στρατηγός ό Αριστείδης καί ό Θεμιστοκλής έγιναν στρατηγοί, άφοΰ είχαν χρηματίσει άρχοντες. Ή ίδια αιτία πού υπέβαλλε τά αξιώματα στό συνταγματικό κανόνα τής ετήσιας θητείας καθιέρωνε καί τόν κανόνα τής συλλογικότητας. Οί επιτροπές ήταν ανεξάρτητες μεταξύ τους. "Οταν χρειαζόταν ανάμεσα τους επαφή, μεσολαβούσε ή βουλή. Εξαι ρέσεις υπήρχαν μόνο γιά τίς επιτροπές πού είχαν στρατιωτικές αρμοδιότητες: έκεΐ χρειαζόταν μιά ιεραρχία, καί πραγματικά οί στρατηγοί έδιναν διαταγές στους ταξίαρχους καί, μέ τή μεσο λάβηση τών ιππάρχων, στους φύλαρχους. "Οσο γιά τά πολιτικά αξιώματα, ήταν όλα ίσα μεταξύ τους κατά τό δημόσιο δίκαιο. Άλλά, στήν πράξη, όλος ό κόσμος διέκρινε καθαρά τίς μεγάλες αρχές (αί μέγισται άρχαΐ) άπό τίς μικρές υπηρεσίες (αρχίδια). Καί δικαιολογημένα. Τά αξιώματα πού επέσυραν μεγαλύτερες ευθύνες, εκείνα πού ό κάτοχος τους διεύθυνε τίς κυριότερες υπο θέσεις τοΰ κράτους καί διοικούσε τό στρατό, δέν είχαν μισθό. Οί πολίτες τών κατώτερων τάξεων δέν τά επιδίωκαν. Αντίθετα, τούς συνέφερε νά διατηρούνται γι' αυτά οί περιορισμοί τοΰ τιμή ματος, πού έκαναν αποτελεσματική τή χρηματική ευθύνη τών αρχόντων. Τά αξιώματα πού είχαν ζήτηση ήταν εκείνα πού απέ διδαν. Οί μισθοί ήταν άλλωστε πολύ μικροί. Γιά τόν 5ο αιώνα έχου με σπάνιες ενδείξεις, άλλά χαρακτηριστικές. Σύμφωνα μέ τούς λογαριασμούς τοΰ Ερεχθείου (409 /8) τό ημερομίσθιο είναι μία δραχμή γιά τούς εργάτες καί τούς τεχνίτες. Μόνο πλεονέκτη μα γιά τόν αρχιτέκτονα πού διεύθυνε τίς εργασίες καί τόν ύπογραμματέα πού κρατούσε τούς λογαριασμούς ήταν ότι πληρώ νονταν μέ τή χρονιά ή μάλλον μέ τήν πρυτανεία, χωρίς νά υπο λογίζονται οί ήμερες αργίας πέρα άπ' αυτό, όμως, ό αρχιτέκτο νας δικαιούταν τό συνηθισμένο: μία δραχμή τήν ήμερα, καί ό ύπογραμματέας ίσα πού φτάνει τούς πέντε όβολούς. ' Ογδόντα χρόνια αργότερα, όταν ό μισθός τής ειδικευμένης εργασίας δι πλασιάστηκε, βλέπουμε στους λογαριασμούς τής Ελευσίνας ότι ό αρχιτέκτονας παίρνει δύο δραχμές τήν ήμερα άλλά ό επιθεω ρητής τών λογαριασμών δέν παίρνει πιά παρά έναν όβολό. Τήν ίδια εποχή, ένώ ή μάρκα παρουσίας στήν εκκλησία δέν αξίζει παρά μία ώς μιάμιση δραχμή, οί άρχοντες παίρνουν τέσσερις -
9
10
11
12
-
13
-
14
216
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
όβολούς τήν ήμερα για τήν τροφή τους, δπως οί έφηβοι, άλλά μέ τήν υποχρέωση νά θρέψουν τόν κήρυκα τους καί τόν αυλητή τους* ένας μόνο άπό τούς εννέα άρχοντες, αποσπασμένος στή Σαλαμίνα, παίρνει μία δραχμή, όπως οί σωφρονισται τών έφη βων. Οί άθλοθέται πληρώνονται σέ είδος καί τρώνε στό πρυ τανείο, άλλά μόνο τίς δεκαέξι μέρες πού ασχολούνται αποκλει στικά μέ τούς παναθηναϊκούς αγώνες. Οί άμφικτίονες πού στέλ νονται στή Δήλο παίρνουν μία δραχμή τήν ήμερα άπό τό ταμείο τής Δήλου οί άρχοντες πού στέλνονται στις κληρουχίες τής Σά μου, τής Σκύρου, τής Λήμνου ή τής "Ιμβρου παίρνουν σέ χρήμα άπλή αποζημίωση γιά τήν τροφή τους. Πάντως οί εξαιρέσεις πού υπήρχαν στήν απαγόρευση νά άσκεϊ κανείς δύο εξουσίες τόν ίδιο χρόνο, δέν ίσχυαν γιά τά αμειβόμενα αξιώματα (μή διχόθεν μισθοφορεΐν). Σύμφωνα μέ τήν ιδέα τών Αθηναίων, ή άρχή τής ισότητας έπρεπε νά εφαρμόζεται Οχι μόνο στά άτομα, άλλά καί στις περι φέρειες. Γι' αυτόν τό λόγο άπό τήν εποχή τοΰ Κλεισθένη ό αριθ μός τών αρχόντων, σχεδόν σέ όλες τίς επιτροπές, ήταν σχετι κός μέ τό δεκαδικό φυλετικό σύστημα: εκλεγμένοι ή κληρωμέ νοι, είναι γενικά δέκα. Διαφορετικά, μηχανεύονται τρόπους γιά νά συμπληρώσουν τόν ιερό αριθμό. Μετριάζουν τή μειονεξία τής φυλής πού δέν αντιπροσωπεύεται στό σώμα τών εννέα αρχόντων δίνοντας της τό αξίωμα τοΰ γραμματέα. Οί επιστάτες τής Ελευ σίνας ήταν μόνο έφτά. Τούς προσθέτουν ένα γραμματέα καί δύο ταμίες γιά τίς θεές. "Οταν έπρεπε νά ξεπεράσουν τή δεκάδα, μποροΰσαν άνετα νά φτάσουν τούς τριάντα, γιά νά ικανοποιή σουν τίς τρεις τριττύες κάθε φυλής: έτσι υπήρχαν τριάντα δικα στές τών φυλών, πριν γίνει μισητός αυτός ό αριθμός μέ τούς τριάντα τυράννους. "Οταν χρειαζόταν μεγάλος αριθμός υποψη φίων γιά τήν κλήρωση, μοίραζαν τό σύνολο πού αντιστοιχούσε σέ κάθε φυλή ανάμεσα στους δήμους πού τήν αποτελούσαν. Αυτό τό σύστημα εφαρμόστηκε πολλά χρόνια στήν ανάδειξη τών αρχόντων. Άλλά, καθώς στους μικρούς δήμους προσφερόταν εύκολα στή διαφθορά, τό εγκατέλειψαν, κάνοντας εξαίρεση γιά τήν κλήρωση τών πεντακοσίων βουλευτών καί τών πεντακοσίων φυλάκων στά ναυπηγεία. "Οταν, αντίθετα, οί δέκα άρχοντες ήταν πολλοί, περιορίζονταν στους πέντε: ένας γιά δύο φυλές. Παράδειγμα, οί όδοποιοί καί οί εισαγωγείς (αυτοί πού εισή γαν τίς υποθέσεις πού έπρεπε νά δικαστούν μέσα σ' ένα μήνα). 15
-
16
11
18
19
20
21
217
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Γιά τήν εκλογή τών εκτάκτων αρχόντων δέν μπορούσαν πάντα νά κρατηθούν στον κανόνα τοΰ Κλεισθένη: τούς πρεσβευτές πού έ'στελναν στό εξωτερικό τούς έ'παιρναν άπό τό σύνολο τών πολι τών (έξ Αθηναίων απάντων), κατά διαφορετικούς αριθμούς κά θε φορά. Ωστόσο, μόλις τούς ήταν δυνατό, οί δημοκρατικοί Α θηναίοι προσαρμόζονταν στή συνήθεια. Αξίζει τόν κόπο νά ση μειώσει κανείς ότι οί ολιγαρχικοί επαναστάτες τοΰ 413-411 καί τοΰ 404 τήν τήρησαν καί αυτοί, δταν εξέλεξαν δέκα καί έπει τα τριάντα προβούλους γιά νά συντάξουν τό πολίτευμα τών Τε τρακοσίων, καί δταν οργάνωσαν τήν τυραννία τών Τριάκοντα. Τέλος κατάφεραν νά ταιριάξουν μέ τίς δέκα φυλές ορισμένες μο νοπρόσωπες αρχές: ό γραμματέας τής βουλής προερχόταν κάθε χρόνο άπό μιά φυλή μέ ορισμένη σειρά. 22
Β' ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΟΝΤΩΝ
Ό διορισμός τών αρχόντων γινόταν μέ κλήρωση ή μέ εκλογή. 'Από τόν 5ο αιώνα ή κλήρωση αποβαίνει ό κατ' εξοχήν δημο κρατικός τρόπος, καί αναδείχνει δσους άρχοντες δέν ήταν από λυτα αναγκαίο νά εκλέγουν σύμφωνα μέ τίς πολιτικές τους πε ποιθήσεις ή τίς ικανότητες τους. 'Αλλά δέν πρέπει νά φανταστεί κανείς δτι ή κλήρωση εφευρέθηκε άπό τούς δημοκρατικούς καί δτι ειχε πάντα τό νόημα τής ισότητας πού πήρε. Γιά νά σχημα τίσουμε σωστή ιδέα γι' αυτό τό θέμα, είναι καλύτερα νά εξετά σουμε τόν τρόπο διορισμού πού χρησιμοποιήθηκε γιά τούς άρ χοντες επί αιώνες. Οί περισσότεροι συγγραφείς θέλησαν νά δουν στήν κλήρωση τών αρχόντων ένα σχετικά Οψιμο μέτρο, καί απέδωσαν τήν εύ ρεση της είτε στον Κλεισθένη, είτε στον Αριστείδη, είτε ακόμη στον Εφιάλτη καί στον Περικλή. 'Αλλά ό Γυδΐθΐ άβ Οουΐαη^θδ, πιστός στή γενική ιδέα του δτι οί θεσμοί έχουν θρησκευτική κα ταγωγή, υποστήριξε δτι ή κλήρωση, αληθινή κρίση τοΰ θεού, χρησιμοποιήθηκε γιά τήν ανάδειξη τών αρχόντων άπό τήν αρ χή. Καί έχει δίκιο. Πράγματι, ό Αριστοτέλης βεβαιο')νει στά Πολιτικά δτι ό Σόλων διατήρησε τόν τρόπο εκλογής τών αρχόν των δπως τόν βρήκε, καί ότι αυτός ό τρόπος ειχε αριστοκρατικό χαρακτήρα. 'Αλλά ό ίδιος μάς λέει, στήν Αθηναίων Πολιτεία, ότι ό Σόλων αποφάσισε νά γίνεται ή κλήρωση τών αρχόντων άπό 23
24
218
0 1 ΑΡΧΟΝΤΕΣ
καταλόγους προκρίτων, υποψηφίων πού τούς είχαν διαλέξει άπό πριν οί φυλές, πού τότε ήταν τέσσερις, καί δτι γιά τούς εννέα άρχοντες κάθε φυλή πρότεινε δέκα υποψηφίους άπό τήν πρώτη τάξη τοΰ τιμήματος, δηλαδή άπό τούς πεντακοσιομέδιμνους. Ό Αριστοτέλης δέν αντιφάσκει* μας ειδοποιεί μόνο Οτι, διατη ρώντας τόν παλαιό τρόπο διορισμού, ό Σόλων τόν προσάρμοσε στό καινούριο σύνταγμα: οί σαράντα υποψήφιοι, τών όποιων τά ονόματα είχαν μπει στήν κάλπη, δέν θά διαλέγονταν άπό τούς αρχηγούς τών μεγάλων οικογενειών καί σύμφωνα μέ τήν κατα γωγή τους, άλλά άπό όλους τούς πολίτες καί σύμφωνα μέ περι ουσιακά κριτήρια. Ό μεταρρυθμιστής θά πίστευε, πιθανότατα, ότι έ'τσι έ'κανε τήν κλήρωση πιο ασφαλές μέσο* γιατί τό συμβούλιο τών παλαιών αρχόντων, ό Άρειος Πάγος, πού ήταν αρμόδιος γιά τήν ανάδει ξη τών νέων αρχόντων, έ'βρισκε εύκολα τρόπο νά νοθεύσει τήν κλήρωση, μεταβάλλοντας την σέ εκλογή άπό τόν ίδιο. Άλλά σέ αυτό τό σημείο ό Σόλων απατήθηκε. Παρασκηνιακές ενέρ γειες καί νοθείες συνεχίστηκαν. "Ολο τόν 6ο αιώνα τό αξίωμα τοΰ πρώτου άρχοντα είναι στόχος τών φιλοδοξών. Άλλοτε φτά νουν ώς έκεΐ μεγάλα πρόσωπα, Οπως ό φίλος τοΰ Σόλωνα ό Δροπίδης, καί ό αρχηγός τών ευγενών, ό Ίπποκλείδης άπό τό γένος τών Φιλαϊδών άλλοτε οί στάσεις ή ό σφετερισμός εμποδίζουν τήν πλήρωση αυτού τοΰ αξιώματος, καί τότε δημιουργείται «αναρχία». Αργότερα ό Πεισίστρατος καί οί γιοι του κατάφε ραν ώστε νά διορίζονται άρχοντες στενοί φίλοι τους, Οπως ό Πεισίστρατος ό νεώτερος, ό Μιλτιάδης καί ό "Αβρών. Αφότου εκδιώχθηκαν οί τύραννοι, τό αξίωμα περιήλθε στον αρχηγό τοΰ ολιγαρχικού κόμματος, τόν Ίσαγόρα. Ήρθε ή μεταρρύθμιση τοΰ Κλεισθένη, πού άλλαξε τό παλαιό σύστημα σέ δυο σημεία. Γιά νά μήν υπάρχει εξαίρεση στό δεκαδικό σύστημα, πού εφαρ μόζεται σέ όλη τήν οργάνωση τοΰ κράτους, προστέθηκε στους εννέα άρχοντες, σέ κάπως κατώτερη θέση, ό γραμματέας τών θεσμοθετών, καί τά δέκα μέλη τοΰ σώματος κληρώνονταν ενα άπό κάθε φυλή, σύμφωνα μέ ορισμένη σειρά, έ'τσι ώστε, κάθε χρόνο, μία φυλή νά αντιπροσωπεύεται μέ διαφορετικό άρχοντα. Ή κλήρωση γινόταν ανάμεσα, σέ τέσσερις υποψήφιους γιά καθε μιά άπό τίς δέκα νέες φυλές, άντί γιά δέκα υποψήφιους γιά κα θεμιά άπό τίς τέσσερις παλαιές. Άλλά, δπως καί στό παρελθόν, οί υποψήφιοι είναι επιφανείς πολίτες, πολιτικές προσωπικότη25
26
27
28
219
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τες, ένας Άλκμέων, ένας "Ιππαρχος, ένας Θεμιστοκλής, ένας Αριστείδης. Πώς μπόρεσε ένα κληρωτό αξίωμα νά προκαλέσει τόσους αγώνες καί νά περιέρχεται κανονικά στους πιό ισχυρούς καί στους πιό άξιους; Ό Αριστοτέλης δίνει τήν εξήγηση αύτοΰ τοΰ φαινομένου: ή κλήρωση τών υποψηφίων άπό έναν κατάλογο εκλεγμένων υποψηφίων δέν είναι ακίνδυνη (γιά τούς δημοκρα τικούς): άρκεΐ νά συμφωνήσουν μερικοί πολίτες, ακόμη καί λί γοι, καί θά έχουν πάντα τό εκλογικό αποτέλεσμα πού θέλουν. Είναι δυνατό π.χ. ή φυλή νά προεκλέγει έναν μόνο υποψήφιο, καί νά κάνει έτσι εικονική τήν κλήρωση. "Οπως καί νά 'ναι, ώς καί μετά τά μηδικά ή κλήρωση τών αρχόντων ισοδυναμούσε πο λύ συχνά μέ εκλογή, άλλά —άς μήν τό ξεχνάμε— έκλογή-προνόμιο γιά τούς Αθηναίους τής πρώτης τάξης. Τό 487 /6 πραγματοποιήθηκε μιά μεγάλη μεταρρύθμιση α ναφορικά μέ τό διορισμό τών αρχόντων. ' Ηταν ή εποχή όπου ό λαός ψήφιζε αλλεπάλληλα όστρακισμούς γιά πρόσωπα ύποπτα συνεννοήσεων μέ τούς εξόριστους τυράννους καί τούς Πέρσες. "Επρεπε νά εμποδιστούν οί οπαδοί τους νά συνεχίσουν τίς εκλο γικές μηχανορραφίες, μέ τίς όποιες πήραν τόσο συχνά τά αξιώ ματα τών ανωτέρων αρχόντων, καί νά γίνει ή κλήρωση πραγμα τική. Μιά τέτοια μεταρρύθμιση, άπό τή στιγμή πού τά ηνία τής κυβέρνησης βρίσκονταν στά χέρια εκλεγμένων στρατηγών, δέν ήταν επικίνδυνη. Ή εκλογή τών υποψηφίων γιά άρχοντες μπο ροΰσε νά γίνει άπό ευρύτερη βάση. Τό δικαίωμα παρουσίασης υποψηφίων πέρασε άπό τή φυλή στους δήμους. Γιά νά έχουν Ολοι οί δήμοι τούς υποψήφιους τους, καί σέ αριθμό ανάλογο μέ τόν πληθυσμό τους, τούς παραχωρή θηκαν, γιά τό αξίωμα τοΰ άρχοντα Οπως καί τοΰ βουλευτή, πε νήντα θέσεις κατά φυλή: σύνολο πεντακόσιοι. Άλλά ή πρώτη τάξη, πού πρότεινε άνετα σαράντα υποψήφιους, δέν μποροΰσε νά παρουσιάσει δωδεκάμισι φορές περισσότερους* επιπλέον, θέ λησαν νά ανταμείψουν τουλάχιστον μία άπό τίς άλλες τάξεις πού πολέμησαν στον Μαραθώνα: έτσι τό προνόμιο συμμετοχής στήν κλήρωση γιά τό αξίωμα τοΰ άρχοντα επεκτάθηκε καί στους ιπ πείς. Είναι μάλιστα πιθανό, μετά άπό τή διπλή περσική επι δρομή πού φτώχυνε τούς γαιοκτήμονες, μετά άπό τίς νίκες τής Σαλαμίνας καί τών Πλαταιών πού πέτυχε ή πατριωτική ένωση όλων τών τάξεων, ένα διάταγμα πού πρότεινε ό Αριστείδης τό 478 νά επέτρεψε νά πάρουν τούς πεντακόσιους υποψηφίους άπό 29
30
220
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
δλο τό λαό, χωρίς διάκριση ανάμεσα σέ τάξεις ωστόσο πρόκειται γιά έκτακτο μέτρο: παραμέλησαν μιά μέρα τό νόμο, χωρίς νά τόν αλλάξουν. Ακόμη καί ή μεταρρύθμιση τοΰ Μιλτιάδη δέν τόν έθιξε. Μόνο τό 457/6 υποβιβάστηκε πάλι τό τίμημα. Ή Αθήνα, σέ πόλεμο μέ τούς Βοιωτούς καί μέ τούς Σπαρτιάτες, αναγκά στηκε νά ζητήσει μιά πολύ μεγάλη προσπάθεια άπό τούς ζευγί τες, Οχι μόνο γιά τό πεζικό, σύμφωνα μέ τά ισχύοντα, άλλά ακό μη καί γιά τό ιππικό. Γιά νά τούς αμείψει, τούς παραχώρησε τό δικαίωμα νά φτάνουν ώς τό αξίωμα τών εννέα αρχόντων. 'Από τότε μόνο μία τάξη, τών θητών, αποκλειόταν άπό αυτά. Ήταν όμως αδύνατο νά διατηρηθεί μιά τέτοια εξαίρεση. Δέν χρειάστηκαν μάλιστα ούτε νόμο γιά νά τήν καταργήσουν. Αρ κέστηκαν νά κλείσουν τά μάτια πάνω στις δηλώσεις γιά τό τί μημα πού γίνονταν κατά τή δοκιμασία. Ό Αριστοτέλης τό δια πιστώνει μέ κάποια ειρωνεία: «όταν ρωτούσαν αυτούς πού πα ρουσιάζονταν ώς υποψήφιοι γιά τήν κλήρωση σέ ένα α ξ ί ω μ α ποιά ήταν ή τάξη τους, κανένας δέν σκεφτόταν νά απαντήσει: τών θητών». Άπό τή στιγμή πού κάθε πολίτης μποροΰσε νά αποβλέπει στό αξίωμα τοΰ άρχοντα, φάνηκε σύμφωνο μέ τίς αρχές τής δημο κρατίας νά εγκαταλείψουν τήν υπόδειξη τών υποψηφίων γιά κλή ρωση μέ εκλογή πού γινόταν στό πλαίσιο τών δήμων καί νά τήν αντικαταστήσουν μέ μιά πρώτη κλήρωση, πάλι μέσα στους δή μους. Α υ τ ή ή διπλή κλήρωση, τήν όποια χρησιμοποιούσαν ήδη γιά τήν ανάδειξη τών βουλευτών, είναι εκείνη πού χαρακτηρί ζεται κατ' εξοχήν ώς άπό κνάμον (μέ τό κουκί). Θά εφαρμόστη κε αναμφίβολα άπό τόν 5ο αιώνα, καί ίσως λίγο μετά άπό τή μεταρρύθμιση πού κατάργησε τά προνόμια τών δύο πρώτων τά ξεων. Κυριότερος λόγος αυτής τής μεταρρύθμισης υπήρξε ή επιθυμία νά μπει τέλος στις εκλογικές μηχανορραφίες πού ευ νοούσε ή ψηφοφορία σέ μικρές περιφέρειες δπως οί δήμοι. Άλλά καί ή κλήρωση δέν τίς σταμάτησε τελείως. Τί έπρεπε νά κάμουν; Προς τό τέλος τοΰ 5ου αιώνα, ίσως τό 403, αποφάσισαν νά κλη ρώνουν τούς υποψηφίους όχι κατά δήμους, άλλά άπό τά μέλη ολόκληρης φυλής. Άπό τότε δέν υπήρξε λόγος νά διατηρήσουν τόν τεράστιο αριθμό τών τετρακοσίων υποψηφίων. Επειδή ή φυλή δέν χρειαζόταν νά καταρτίσει καταλόγους υποψηφίων, δπου νά αντιπροσωπεύονται όλοι οί δήμοι της, ήταν αρκετό νά πα-
31
32
33
34
35
36
221
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ρουσιάσει μόνο δέκα υποψηφίους. Ή άρχή δέν παραβιαζόταν, άφοΰ δέν περιόριζαν τόν αριθμό τών πολιτών πού μποροΰσαν νά γίνουν άρχοντες, καί οί δύο διαδοχικές κληρώσεις γίνονταν μέ απλούστερο τρόπο. Έτσι διαμορφώθηκε οριστικά ένας τρόπος ανάδειξης τών αρχόντων έπειτα άπό τόσες τροποποιήσεις, στό διάστημα δύο αιώνων, προκειμένου νά περιοριστούν οί νοθείες. Ή κλήρωση τών αρχόντων φαίνεται σήμερα τόσο παράλογη, πού δύσκολα καταλαβαίνουμε πώς ένας έξυπνος λαός μπόρεσε νά επινοήσει καί νά διατηρήσει ένα τέτοιο σύστημα. Σκεφτόμα στε όπως οί ολιγαρχικοί καί οί φιλόσοφοι τής αρχαιότητας. «Είναι τρέλα», παρασταίνει ό Ξενοφών τόν Σωκράτη νά λέει, «νά υποδείχνονται οί άρχοντες τής πόλης μέ τό κουκί, ένώ κα νένας δέν θά δεχόταν νά τραβήξει στον κλήρο ούτε έναν πλοηγό, ούτε ένα χτίστη, ούτε έναν αυλητή, ούτε κανέναν άλλο τεχνίτη, τοΰ οποίου τά λάθη είναι πολύ λιγότερο βλαβερά άπό αυτά πού γίνονται στήν κυβέρνηση.» Είναι όμως καλύτερα νά προσπαθήσει κανείς νά καταλάβει παρά νά άσκεΐ κριτική. Ή κλήρωση εφευρέθηκε σέ πολύ πα λαιά εποχή, όταν οί άνθρωποι δέν γνώριζαν καλύτερο τρόπο γιά νά κάμουν τούς θεούς νά αναδείξουν τούς άρχοντες τους. Δια τηρήθηκε άπό τίς μεταγενέστερες γενεές, γιά τίς όποιες ή θεο κρισία ειχε τό πλεονέκτημα Οτι χαλιναγωγούσε τούς ανταγω νισμούς τών μεγάλων οικογενειών. Καί τώρα δέν έπαυε, ακόμη καί στις ολιγαρχικές πόλεις, νά αμβλύνει τή διχόνοια τών κομ μάτων, εμποδίζοντας τή νικήτρια μερίδα νά επιβάλλει τήν τυ ραννία τής πλειοφηφίας σέ Ολη τήν κυβέρνηση, σέ όλους τούς κλάδους τής διοίκησης, καί νά εμπνέει έτσι απελπισία στήν αντι πολίτευση" εξάλειφε τήν πληγή τών εκλογικών μηχανορραφιών, καί ό Αριστοτέλης αναφέρει τό παράδειγμα τής αρκαδικής Ήραίας, όπου ή εκλογή καταργήθηκε επειδή ευνοούσε τή ρα διουργία. Ασφαλώς ή δημοκρατία δέν θά τήν αρνιόταν, άφοΰ επιπλέον έδινε σέ όλους τούς πολίτες ίσα δικαιώματα στά α ξ ι ώ ματα. Πρέπει, άλλωστε, νά αναγνωρίσουμε Οτι τά μειονεκτή ματα τής κλήρωσης εξασθενούσαν στήν πράξη. Οί ανίκανοι δέν τολμούσαν νά παρουσιαστούν επειδή φοβόνταν τή γελοιοποίηση, καί οί άνθρωποι αμφίβολης ηθικής, τήν προοπτική τής δοκιμα σίας. Ή συλλογικότητα τών αξιωμάτων επέτρεπε έναν καλό μέσο Ορο, καί ή ανάδειξη ενός προέδρου εισήγε τήν εκλογή στήν ίδια τήν κλήρωση. Ή συνεργασία βοηθών, καί κυρίως ή παρου37
38
222
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
σία ενός προσωπικού πεπειραμένου στή διοίκηση, αντιστάθμιζε τήν απειρία τών αρχηγών. Τέλος, παρά τήν επέκταση τοΰ συ στήματος τής κλήρωσης, τό σύστημα τής εκλογής διατηρούσε ακόμη μεγάλη σημασία. "Ολοι οί άρχοντες άπό τούς οποίους απαιτούσαν επαγγελμα τική επάρκεια ή περιουσιακές εγγυήσεις αναδείχνονταν μέ εκλο γή πού γινόταν μέ ύψωση τών χεριών. Άπό τόν 5ο αιώνα αυτό γινόταν γιά τούς στρατιωτικούς: τούς δέκα στρατηγούς, τούς δέκα ταξιάρχους, τούς δέκα ιππάρχους, τούς δέκα φυλάρχους καί τούς δέκα στρατολόγους ή καταλογεϊς. Τό ίδιο καί μέ τούς προϊσταμένους τών τεχνικών υπηρεσιών: τόν 5ο αιώνα, πιθανώς μέ τούς έλληνοταμίες (ταμίες τοΰ συμμαχικού ταμείου)" τόν 4ο αιώνα, μέ τούς διοικητές τών θεωρικών καί τόν επιμελητή τών υδάτων καί τών πηγών. Ό Αριστοτέλης αναφέρει ακόμη σ' αυ τή τήν κατηγορία τόν ταμία τής τριήρης Πάραλος καί τόν ταμία τής τριήρης τοΰ "Αμμωνα μάς λέει επίσης ότι ή εκκλησία έξέλεγε τούς ναυπηγούς καί ότι ή βουλή διάλεγε άπό τά μέλη της δέκα τριηροποιούς, επιτρόπους πού ήταν επιφορτισμένοι νά πα ρακολουθούν τίς ναυπηγικές εργασίες τέλος, μάς δίνει πολλές λεπτομέρειες γιά τόν τρόπο μέ τόν όποιο διορίζονταν οί διευθυν τές καί οί δάσκαλοι τών έφηβων. Υπήρχαν όμως πολλά άλλα αιρετά αξιώματα. Στήν πρώτη σειρά τοποθετείται, στό δεύτερο ήμισυ τοΰ 4ου αιώνα, τό υψηλό αξίωμα πού τίμησε ό ρήτορας Λυκούργος, αληθινός υπουργός τής εθνικής οικονομίας, ό κάτο χος τοΰ όποιου, μέ τήν ονομασία ό επί διοικήσει, εκλεγόταν γιά τέσσερα χρόνια. "Επονται λειτουργήματα έκτακτα. "Οταν ό λαός έ'δινε εντολές γιά τήν εκτέλεση δημοσίων έ'ργων, διόριζε μέ χειροτονία τόν αρχιτέκτονα καί πρόσθετε καί μιά επιτροπή άπό επιστάτες μέ έ'να γραμματέα καί μερικές φορές έ'ναν ταμία. Συχνά μοίραζε στις δέκα φυλές τίς εργασίες ναυτικών κατα σκευών ή οχυρωματικών έ'ργων. Σ' αυτήν τήν περίπτωση κά θε φυλή ονόμαζε έναν ή περισσότερους επιτρόπους (τειχοποιονς, ταφροποιονς, τριηροποιονς), περιβλημένους μέ ένα δημόσιο λειτούργημα. Τέλος, οί περισσότεροι άπό τούς αξιωματούχους πού ήταν επιφορτισμένοι νά προεδρεύουν στις μεγάλες εορτές εκλέγονταν ανάμεσα σέ πολίτες πού ήταν σέ θέση νά προσδώσουν σ' αυτές μεγαλύτερη λαμπρότητα μέ τά πλούτη τους. Τέτοιοι ήταν οί τέσσερις επιμελητές τών μυστηρίων, άπό τούς οποίους δύο προέρχονταν άπό τό σύνολο τών Αθηναίων, καί δύο άπό τίς 39
40
-
-
41
42
43
44
223
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ιερατικές οικογένειες τών Εύμολπιδών καί τών Κηρύκων. Το ίδιο καί μέ τούς δέκα επιμελητές τοΰ Διονύσου ώς το 451, χρο νολογία πέρα άπό τήν όποια έγινε δυνατό νά κληρώνονται, γιατί τούς παραχώρησαν ένα αρκετά σημαντικό ποσό γιά τά έξοδα τους. Έάν οί περισσότερες ίεροσύνες κληρώνονταν, οί πιό πα λαιές ήταν κληρονομικές σέ ορισμένες οικογένειες, καί οί αιρετές αποτελούσαν εξαιρέσεις. Γιά άλλες θρησκευτικές λειτουργίες ή εκλογή κρατούσε μιά πιό μεγάλη θέση. Ή ήμερα τών εκλογών (άρχαιρεσίαι) καθοριζόταν άπό τούς μάντεις (κατά τήν μαντείαν): γίνονταν μετά τήν έκτη πρυτανεία, όποια μέρα ήταν ευνοϊκοί οί οιωνοί. Ακόμη καί όταν ή συνε δρία γιά τήν εκλογή ειχε αρχίσει, άν οί θεοί έδειχναν τήν αποδο κιμασία τους διαλυόταν. "Ετσι στις 21 Μαρτίου τοΰ 424, στις 8 τό πρωί, ετοιμάζονταν νά ψηφίσουν όταν, γιά μεγάλη χαρά τών αντιπάλων τοΰ Κλέωνα, ή έκλειψη τοΰ ήλιου έκαμε νά ανα βληθεί ή εκλογή γιά μεταγενέστερη συνεδρία. Μποροΰσαν λοι πόν, άν δέν εμπόδιζαν οί θεοί, νά προχωρήσουν σέ εκλογές άπό τήν έβδομη πρυτανεία (μέσα Φεβρουαρίου). Έξαλλου δέν μπο ροΰσαν νά περιμένουν πέρα άπό τήν ενάτη, γιατί έπρεπε νά υπάρ χει καιρός νά ολοκληρωθούν τά τυπικά γιά τίς δοκιμασίες καί νά οργανωθούν οί δίκες πού μπορεί νά προέκυπταν άπό αυτές. Γιά τόν ίδιο λόγο οί κληρώσεις έπρεπε νά γίνουν τήν ίδια εποχή μέ τίς εκλογές. Οί εκλογές πού, άν πιστέψουμε ένα νόστιμο ανέκδοτο, έφεραν τόν Σοφοκλή στή στρατηγία τό έτος 440 πρέ πει νά έγιναν ακριβώς τήν άρχή τής άνοιξης: σύμφωνα μέ αυτό τό ανέκδοτο, ό τραγικός ονομάστηκε στρατηγός χάρη στήν επι τυχία τής Αντιγόνης του, επομένως μετά τά Διονύσια, τά οποία γιορτάζονταν άπό τίς δέκα ώς τίς δεκαπέντε τοΰ Έλαφηβολιώνα (τέλος Μαρτίου), δηλαδή σέ μιά συνεδρία τής Ογδοης πρυτανείας. Τό ανέκδοτο μπορεί νά είναι επινοημένο ώς προς τή χρονολογία" απηχεί πάντως τήν πραγματικότητα. Οί εκλογές γίνονταν πάντα στήν Πνύκα, στό ύπαιθρο, ακόμη καί όταν άπό τό 332 ό λαός πήρε τή συνήθεια νά κάνει τίς τακτι κές συνεδριάσεις στό θέατρο. "Οπως Ολες οί συνεδρίες τής εκ κλησίας, άρχιζε καί αυτή μέ τήν ανάγνωση τοΰ σχετικοΰ προβουλεύματος (μηδέν άπροβονλεντον). * Ή εκλογή γινόταν πάν τα μέ υψωμένα χέρια (χειροτονεϊν). "Οταν επρόκειτο νά ορίσουν επιτροπές άπό δέκα άρχοντες, υπήρχαν δύο τρόποι γιά νά προ χωρήσουν: είτε (ή πιό συχνή περίπτωση) τούς έξέλεγαν έναν 45
46
47
48
49
50
51
52
53
5
224
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
κατά φυλή (άφ' εκάστης φυλής ένα), είτε τούς έπαιρναν χωρίς διάκριση άπο το σύνολο τών Αθηναίων (εξ απάντων Αθηναίων). Καθώς ό στρατός ήταν χωρισμένος σέ δέκα φυλές, τό πρώτο σύστημα ήταν τό μόνο εφαρμόσιμο στους δέκα διοικητές τοΰ πεζικού, τούς ταξίαρχους, καθώς καί στους δέκα διοικητές καί στους δέκα στρατολόγους τοΰ ιππικού, τούς φύλαρχους καί τούς καταλογεϊς, ένώ οί δύο στρατηγοί τοΰ ιππικού, οί ίππαρχοι, κα θένας γιά πέντε φυλές, ήταν έξ απάντων Αθηναίων. Άλλά οί στρατηγοί, πού στήν άρχή εκλέγονταν μέ τό πρώτο σύστημα, αργότερα εκλέγονταν μέ τό δεύτερο. Ή αλλαγή θά έγινε πιθανότατα τήν εποχή πού ό Περικλής εκλεγόταν συνέχεια τόν ένα χρόνο μετά τόν άλλο. Καθώς δέν μποροΰσε νά παρουσιά ζεται ώς αντιπρόσωπος τής φυλής του, τής Άκαμαντίδος, άλλά ολόκληρης τής πόλης, ή Ακαμαντίς ειχε κατά καιρούς έναν δεύ τερο αντιπρόσωπο: αυτό έγινε τρεις φορές στά δέκα χρόνια. Σταμάτησαν λοιπόν, μέ τήν πίεση τών πραγμάτων, νά τηρούν αυστηρά τόν παλαιό κανόνα, έτσι ώστε γιά τόν 5ο καί 4ο αιώνα ξέρουμε έντεκα περιπτώσεις όπου ή ίδια φυλή ειχε διπλή αντι προσώπευση στήν επιτροπή τών στρατηγών. Ωστόσο, ακόμη καί άν, γιά τόν ένα ή τόν άλλο λόγο, μιά φυλή παρουσιαζόταν ευνοημένη, προσπαθούσαν τουλάχιστον νά εξασφαλίσουν τήν αν τιπροσώπευση όσο τό δυνατόν περισσότερων φυλών. Είναι εύκολο νά σκεφτεί κανείς ότι οί υποψήφιοι στά αξιώ ματα κατέφευγαν σέ κάθε είδους παρασκηνιακές ενέργειες. Τήν εποχή πού γίνονταν εκλογές στους δήμους πριν άπό τήν κλήρω ση, ή διαφθορά έβρισκε κατάλληλο έδαφος σέ αυτά τά «τέλμα τα», καί ή δημοκρατία προτίμησε τή διπλή κλήρωση γιά λόγους πολιτικής ηθικής. Άλλά οί εκλογές έδιναν πάντα αφορμή γιά σοφές ραδιουργίες. Κάθε χρόνο επαναλαμβανόταν τό θέαμα πού περιγράφει ό Δημοσθένης: «Αυτοί πού αποβλέπουν στά αιρετά αξιώματα, καί στήν αίγλη πού αυτά παρέχουν, γίνονται δούλοι τής εύνοιας πού εξασφαλίζει τούς ψήφους καί πηγαίνουν άπό τόν ένα στον άλλο, καθένας μέ τό Ονειρο νά γίνει στρατηγός». 'Τπήρχαν κι άλλοι πού μετέρχονταν διάφορα μέσα γιά νά συγ κινήσουν: ένας παλαιός στρατιώτης αποκάλυπτε τό στήθος του καί έδειχνε τίς πληγές του. Άλλοι, οί κυνικοί, δοκίμαζαν κατά πόσο οί εκλογείς ήταν αργυρώνητοι: τά έξοδα τους ήταν «προ καταβολές»" εκείνο πού ενδιέφερε ήταν νά επιτύχουν, «ώστε νά τά πάρουν πίσω διπλά». Τά κόμματα οργανώνονταν γιά νά 55
56
57
58
59
60
225
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
υποστηρίξουν τούς υποψήφιους τους σχηματίζονταν επιτροπές πού είχαν τούς πράκτορες τους καί το ταμείο τους* οί ολιγαρ χικοί τοΰ 5ου αιώνα ενώνονταν σέ ισχυρές εταιρείες, πού μπο ροΰν νά συγκριθούν μέ τίς λέσχες Ταιχιιηειηγ τών Αμερικανών. Δέν πρέπει νά νομίσει κανείς, άλλωστε, πώς ή ψηφοθηρία είχε χειρότερα αποτελέσματα στους Αθηναίους άπ' δ,τι σέ ο ποιονδήποτε άλλο λαό τής αρχαιότητας ή τής σύγχρονης επο χής. Σέ πολλές εκλογές δέν έπιανε. Δέν είχε κανένα αποτέλεσμα, παραδείγματος χάρη, κατά τήν ανάδειξη τών αρχόντων πού α πασχολούνταν μέ τούς εφήβους. Οί πατέρες τών νέων συγκεν τρώνονταν κατά φυλές καί, άφοΰ ορκίζονταν, εκλέγανε άπό τά μέλη τής φυλής τους τρεις πολίτες πάνω άπό τά σαράντα τούς όποιους έκριναν ώς περισσότερο τίμιους καί ικανούς γιά νά ανα λάβουν τή φροντίδα τών γιών τους* άπό αυτούς τούς τρεις ό λαός διάλεγε έναν γιά κάθε φυλή ώς σωφρονιστή, καί έπειτα διάλεγαν άπό όλους τούς Αθηναίους τόν κοσμητή όλων τών έφηβων. Άλλά ακόμη καί στις εκλογές μέ πολιτικό χαρακτήρα οί Αθη ναίοι ήταν ικανοί νά ψηφίσουν σωστά. Ένας μελετητής εξέτασε τήν κοινωνική θέση τών προσώπων πού άσκησαν κάποιο αξίωμα τόν καιρό τοΰ Δημοσθένη: κατάληξε στό συμπέρασμα δτι τά πιο υψηλά αξιώματα, αυτά πού συνεπέφεραν μεγαλύτερες ευθύνες, δίνονταν γενικά σέ ανθρώπους καλής διαγωγής, πλούσιους ή μορφωμένους. Ό Πλούταρχος σημειώνει δτι αυτό τό πλή θος πού χρησιμοποιούσε τούς δημαγωγούς γιά νά διασκεδάσει —δπως οί βασιλείς τούς κόλακες ή τούς γελωτοποιούς—, ήξερε νά καλεί στις σημαντικές θέσεις αληθινούς πολιτικούς άνδρες καί, ειδικά, νά ορίζει τούς πιο άξιους στή διοίκηση τοΰ στρατού. Α υ τ ή τήν παρατήρηση τήν κάνει αναφερόμενος στον Φωκίωνα, ό όποιος, παρά τήν αντιπάθεια του προς τή μάζα καί παρά τό δτι δέν ζήτησε ποτέ οτιδήποτε, διορίστηκε στρατηγός σαράντα πέν τε φορές. Θά μποροΰσε νά προσθέσει δτι σέ μιά δημοκρατία ικα νή νά παραδώσει τήν ανώτατη άρχή περισσότερο άπό τριάντα χρόνια σ' έναν Περικλή, δέν ήταν δυνατό νά λείπει ούτε ή σοβα ρότητα ούτε ή έννοια τής συνέχειας* απεναντίας, αυτή ή δημο κρατία έδινε μιά μοναδική στήν ιστορία τοΰ κόσμου απόδειξη -
61
62
63
64
αυτών τών πραγμάτων.
Οί άξιωματοΰχοι, άφοΰ άναδειχθοΰν μέ τόν κλήρο ή μέ τήν εκλογή, δέν αναλαμβάνουν καθήκοντα παρά άφοΰ περάσουν άπό τή δοκιμασία. Τήν εποχή τοΰ Αριστοτέλη αυτή ή διαδικασία 226
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
γινόταν γενικά στό δικαστήριο. Άλλά γιά τούς εννέα άρχοντες περιλάμβανε έναν πρώτο έλεγχο άπό τή βουλή τών πεντακο σίων. Τόν 5ο αιώνα μόνο ή βουλή αποφαινόταν τόν 4ο αιώνα ό άρχων πού αποκλειόταν άπό τή βουλή μποροΰσε νά προσφύγει στό δικαστήριο, τό όποιο αποφάσιζε κυριαρχικά. Α υ τ ή ή δο κιμασία τών αρχόντων μάς είναι πολύ καλά γνωστή. Αρχίζει μέ ερωτήσεις προς τόν μελλοντικό άρχοντα γιά τήν καταγωγή του: «Ποιος είναι ό πατέρας σου, καί άπό ποιο δήμο; Ποιος είναι ό πατέρας τοΰ πατέρα σου; Ποιά είναι ή μητέρα σου; Ποιος είναι ό πατέρας τής μητέρας σου, καί άπό ποιο δήμο;» "Επειτα ζητοΰν νά μάθουν έάν είναι μέλος μιάς φρατρίας, δηλα δή άν έχει σπουδαία καί παλαιά καταγωγή, έάν λατρεύει τόν Απόλλωνα Πατρώο καί τόν Δία Έρκειο καί σέ ποιά ιερά, έάν έχει οικογενειακούς τάφους καί πού βρίσκονται. Τέλος τόν ρωτοΰν γιά τήν ιδιωτική καί τή δημόσια ζωή του· τόν ρωτοΰν έάν φέρεται καλά στους γονείς του, έάν πληρώνει τούς φόρους του καί έάν έχει εκτελέσει τίς στρατιωτικές του υποχρεώσεις. "Οταν ό υποψήφιος έχει απαντήσει σέ όλες αυτές τίς ερωτήσεις, ό πρόεδρος τοΰ ζητά νά φέρει μάρτυρες γιά νά αποδείξουν αυτά πού είπε. Ά ν κάποιος μάρτυρας γίνει κατήγορος, ό πρόεδρος δίνει τό λόγο στήν κατηγορία καί στήν υπεράσπιση" μετά άπό αυτό οί βουλευτές αποφαίνονται μέ τήν ύψωση τών χεριών στή βουλή, οί δικαστές μέ μυστική ψηφοφορία. Ά ν δέν παρουσια στεί κατήγορος, προχωροΰν αμέσως στήν εκλογή. Α υ τ ή ή εκλο γή παλαιά ήταν μιά άπλή διατύπωση: ένας μόνο δικαστής έριχνε τήν ψήφο του. Αργότερα Ομως έπρεπε νά ψηφίσουν όλοι οί δι καστές, έτσι ώστε, άν ένας ανέντιμος υποψήφιος κατάφερνε νά εξουδετερώσει τούς κατηγόρους, νά είναι στήν εξουσία τών δικα στών νά τόν αποκλείσουν. Έκτος άπό τίς γενικού περιεχομένου ερωτήσεις πού έθεταν σέ Ολους τούς άρχοντες, έθεταν καί ειδικές, ανάλογα μέ τό αξί ωμα* γιατί γιά μεγάλο αριθμό αξιωμάτων ορισμένοι όροι ήταν απαραίτητοι. Οί άρχοντες δέν έπρεπε νά έχουν σωματικά ελατ τώματα. Ό βασιλέας έπρεπε νά έχει σύζυγο έν ζωή καί ή οποία νά μήν είχε ποτέ παντρευτεί άλλον άντρα. Οί στρατηγοί έπρεπε νά έχουν παιδιά άπό νόμιμο γάμο, καί έγγειο περιουσία στήν Αττική. Οί ταμίες «τών άλλων θεών» έπρεπε νά ανήκουν στήν τάξη τών πεντακοσιομεδίμνων. Οί όροι πού επιβάλλονται στά μέλη τών δύο τελευταίων συλλογικών άρχων έχουν άριστοκρα65
66
67
68
227
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τική Οψη πού ξαφνιάζει, στήν αρχή· καταλαβαίνει ωστόσο κανείς οτι ό λαός απαιτούσε άπό τούς άρχοντες πού μπορούσαν ενδεχό μενα νά θέσουν σέ σοβαρό κίνδυνο τά οικονομικά, νά δώσουν εγγυήσεις ανάλογες μέ αυτές πού ζητούν σήμερα μέ εγγυητικές επιστολές. Άλλωστε, τό ερωτηματολόγιο τής δοκιμασίας δέν ήταν στήν πραγματικότητα περιοριστικό δσο ήταν στή μορφή. Ήταν δυνατό νά τό επεκτείνουν απεριόριστα: όλη ή ζωή τών αρχόντων βρισκόταν στον έ'λεγχο όλων τών πολιτών. Καί τό έβρισκαν αυτό δίκαιο, γιατί έτσι απομακρύνονταν οί ανάξιοι, οί κακοί γιοι, οί κακοί στρατιώτες, οί κακοί φορολογούμενοι, δλοι οί πολίτες πού είχαν υποστεί τήν ατιμία ή είχαν απειληθεί μέ αυτήν, Ολοι οί εχθροί τής δημοκρατίας. 69
Γ' ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ
Οί περισσότεροι άρχοντες αναλάμβαναν καθήκοντα τήν πρώτη μέρα τοΰ έτους. Κατά τή διάρκεια δμως ολόκληρου τοΰ αιώ να μετά τή μεταρρύθμιση τοΰ Κλεισθένη, ακολούθησαν τό επί σημο ημερολόγιο, τό όποιο χώριζε τό κανονικό έτος τών 360 ή μερων καί τό έτος μέ εμβόλιμο μήνα, πού είχε 390 ήμερες, σέ δέκα πρυτανείες, καί δέν αντιστοιχούσε, συνεπώς, στό πολιτικό έτος πού είχε αντίστοιχα 354 ή 384 μέρες, μοιρασμένες σέ δώ δεκα ή δεκατρείς μήνες. Ανάμεσα στά δύο ημερολόγια υπήρχε λοιπόν ένα άνοιγμα πού καμιά φορά έφτανε τίς είκοσι μέρες. Τό 408/7, ή μάλλον λίγο νωρίτερα, Οταν αναδιοργάνωσαν τούς δη μοκρατικούς θεσμούς μετά τήν πτώση τών Τετρακοσίων, απο φασίστηκε νά αναλαμβάνουν στό έξης οί άρχοντες καθήκοντα στήν άρχή τοΰ πολιτικού έτους, τήν 1η τοΰ Έκατομβαιώνα. Ωστόσο, καί τό 408 /7, όπως καί πρίν, ορισμένοι άρχοντες ανα λάμβαναν εξουσία στις 20 τοΰ ίδιου μήνα, κατά τή γιορτή τών Παναθηναίων. Οί δέκα αθλοθέτες, πού διεύθυναν τούς αγώνες αυτής τής γιορτής, υπηρετούσαν τέσσερα χρόνια, άπό τά Μεγάλα Παναθήναια ώς τά επόμενα Μεγάλα Παναθήναια. Άλλοι άρ χοντες, άν καί ετήσιοι, αναλάμβαναν αυτήν τήν ίδια μέρα: τόν 5ο αιώνα, οί ταμίες τής θεάς καί οί ταμίες τών άλλων θεών τόν 4ο αιώνα, ό ταμίας τοΰ στρατιωτικού ταμείου, οί έττϊ τό Θεωρικόν, καί οί επιμελητές τών υδάτων. "Ολοι οί άρχοντες όφειλαν νά ορκιστούν πρίν νά αναλάβουν. 70
71
228
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
Ό Ορκος ήταν διαφορετικός γιά κάθε αξίωμα, άλλά πάντα πε ριλάμβανε τήν υποχρέωση νά σέβονται τούς νόμους καί νά μέ νουν αδέκαστοι. Οί εννέα άρχοντες ορκίζονταν ακόμη Οτι θά αφι έρωναν ένα χρυσό άγαλμα όσο τό ανάστημα τους, άν δέχονταν δώρα. Όρκίζονταν δυο φορές συνέχεια: μία φορά Ορθιοι πάνω στήν πέτρα πού προοριζόταν γιά τήν ορκωμοσία, καί ήταν στη μένη μπροστά στή βασίλειο στοά" έπειτα, μέ τή συνοδεία τών στρατηγών καί, πιθανότατα, άλλων αξιωματούχων, πήγαιναν νά ορκιστούν πάνω στήν ακρόπολη, ανάμεσα στό άγαλμα τής θεάς καί σ' ένα τραπέζι όπου ήταν τοποθετημένα στεφάνια άπό μύρτα. Α υ τ ά τά στεφάνια, σύμβολα τοΰ αξιώματος τους, τούς καθιστούσαν ιερά πρόσωπα. Περιβλημένοι έτσι μέ τήν εξουσία, πρόσφεραν στους θεούς μιά θυσία γιά τήν έναρξη τής αρχής τους (εισιτήρια). Κάθε επιτροπή αρχόντων ειχε τήν έδρα της, πού λεγόταν άρχεϊον: ειδικό κτίριο ή άπλή στέγη, όπου έτρωγαν οί άρχοντες καί όπου βρισκόταν ή αίθουσα συνεδριάσεων (συνέδρων) καί τά γραφεία. Έκεΐ υπηρετούσε ένα προσωπικό λιγότερο ή περισ σότερο πολυάριθμο. Μερικοί άρχοντες είχαν βοηθούς (παρέδρους), πού ήταν επί σης άρχοντες, άφοΰ μποροΰσαν νά αντικαταστήσουν τούς τιτλούχους, καί έπρεπε, καί αυτοί, νά ύποστοΰν τή δοκιμασία καί νά λογοδοτήσουν στό τέλος τοΰ χρόνου. Ό επώνυμος άρχων, ό βασιλεύς καί ό πολέμαρχος είχαν άπό δύο παρέδρους ό καθένας" τούς διάλεγαν οί ίδιοι, συχνά άπό τήν οικογένεια τους, καί συσκέπτονταν μ' αυτούς γιά ορισμένα θέματα, έτσι ώστε, στή μεγά λη επιτροπή τών εννέα αρχόντων, σχημάτιζαν μικρότερες ειδι κές επιτροπές, όπως ήταν π.χ. οί θεσμοθέτες. Στους δέκα έλληνοταμίες προστέθηκαν δέκα πάρεδροι πού μποροΰσαν νά δρά σουν μεμονωμένα, καθένας μέ τόν προϊστάμενο του, ή όλοι μαζί μέ τούς έλληνοταμίες ενωμένους σέ ένα σώμα. Καθώς γίνεται ακόμη λόγος γιά παρέδρους σέ συνδυασμό μέ στρατηγούς καί μέ εύθύνους, μπορούμε νά υποθέσουμε Οτι ό θεσμός τών παρέ δρων ήταν γενικός. "Οπως ή βουλή, ή κατ' εξοχήν άρχή, έτσι καί οί επιτροπές τών αρχόντων, ακόμη καί οί πιό ασήμαντες, είχαν τόν γραμματέα-γραφέα-άρχειοφύλακά τους, ό όποιος ονομαζόταν γραμμα τεύς. 'Η θητεία του ήταν ετήσια. Οί γραμματείς τών πιό σημαν τικών επιτροπών (στρατηγών, ταμιών κτλ.), καθώς καί αυτοί 72
73
74
75
76
77
78
79
229
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
πού ήταν προσκολλημένοι στους επιστάτες τών δημοσίων έργων, ήταν πολίτες καί είχαν βαθμό άρχοντα. Εξαίρεση αποτελεί ό γραμματέας τών θεσμοθετών: είχε προστεθεί στήν επιτροπή τών εννέα αρχόντων ώς δέκατο μέλος, έτσι ώστε νά αντιπροσω πεύονται στό σώμα καί οί δέκα φυλές. Ά ν καί ή δοκιμασία του δέν περιβαλλόταν μέ τόσο επίσημους τύπους όσο ή δοκιμασία τών θεσμοθετών, καί δέν είχε τό δικαίωμα ούτε νά επιβάλλει πρόστιμα ούτε νά προεδρεύει σέ δικαστήριο, ή θέση του ήταν αρκετά σεβαστή σέ σχέση μέ τόν παραπληρωματικό χαρακτήρα τοΰ αξιώματος. Κάτω άπό αυτούς τούς γραμματείς, πού αποτελούσαν τάξη επίλεκτων, υπηρετούσε ένα πλήθος νπογραμματεϊς. Συχνότερα ήταν μέτοικοι ή απελεύθεροι, ή καί ταπεινοί πολίτες πού είχαν ανάγκη νά κερδίσουν τό ψωμί τους. Είχαν κακή φήμη. Μέ τήν καθημερινή εξάσκηση τους στά γραφεία καί στά αρχεία απο κτούσαν μιά γνώση τών επίσημων έγγραφων καί μιά πείρα πού τούς επέτρεπαν νά κατευθύνουν, τίμια ή Οχι, τούς αρχάριους άρχοντες, πού ήταν ετήσιοι. Γι' αυτό, ό νόμος απαγόρευε στους ύπογραμματεΐς νά μένουν στήν ίδια θέση περισσότερο άπό ένα χρόνο: γιά νά μή χάσουν τό μισθό τους, αναγκάζονταν νά περ νούν άπό τή μιά υπηρεσία στήν άλλη. Τέλος οί κυριότεροι άρ χοντες είχαν τούς κήρυκες τους γιά τίς προσκλήσεις καί τίς δια κηρύξεις, καί τούς αυλητές τους γιά νά δίνουν τό ρυθμό κατά τίς θυσίες πού γίνονταν ύπό τήν προεδρία τους. "Ολοι αυτοί άνη καν στήν κατηγορία τών έμμισθων υπαλλήλων στους όποιους έ διναν ένα Οχι καί τόσο αξιοσέβαστο Ονομα (ύπηρέται). Άλλοι, σέ μεγάλο αριθμό, ήταν προσκολλημένοι σέ διάφορους κλάδους ώς υπηρετικό προσωπικό. Αυτοί σέ καμία περίπτωση δέν ήταν πολίτες, σπάνια ήταν άνθρωποι ελεύθεροι, σχεδόν πάν τα επρόκειτο γιά δημόσιους δούλους (δημόσιοι). Οί υπάλληλοι οί επιφορτισμένοι μέ τήν εκτέλεση αποφάσεων πού αφορούσαν εγκλήματα προκαλούσαν τή γενική απέχθεια έτσι οί Αθηναίοι χρειαζόταν νά καταφύγουν σέ στρατολόγηση δούλων, γιά νά εφοδιάσουν τούς "Ενδεκα μέ τό απαραίτητο προσωπικό: τό δή μιο, αυτόν τόν μιαρό πού δέν μποροΰσε νά κατοικεί στήν πόλη, τούς βασανιστές, τούς δεσμοφύλακες. Δημόσιοι δοΰλοι ύπηρετοΰσαν ώς κλητήρες τούς θεσμοθέτες, πού τούς χρησιμοποιού σαν σέ όλες τίς δουλειές πού απαιτούσε ή οργάνωση καί ή λει τουργία τών δικαστηρίων. Άλλοι σχημάτιζαν ομάδες τίς όποΐ80
81
82
83
84
85
66
-
87
88
230
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
ες χρησιμοποιούσαν οί αστυνόμοι γιά τήν τήρηση τών πολεοδο-μικών καί αστυνομικών διατάξεων πού αφορούσαν τήν καθαριό τητα τών δρόμων τής πόλης, οί όδοποιοϊ γιά τίς επισκευές τών δρόμων τής υπαίθρου, οί επιστάτες γιά τά δημόσια έ'ργα. Τέ λος γνωρίζουμε δούλους μέ πιο αξιόλογες διοικητικές απασχο λήσεις: τούς λογιστές πού κρατούσαν τά λογιστικά βιβλία τών ταμιών καί τών στρατηγών τόν άρχειοφύλακα τοΰ Μητρώον τόν άρχειοφύλακα τής βουλής, πού ειχε στή διάθεση του τά απα ραίτητα έ'γγραφα γιά τήν άσκηση τής οικονομικής δικαιοδοσίας του (κατάσταση τών κτημάτων πού εκμίσθωναν οί πωληται καί ό βασιλεύς, δπου αναφέρονταν τά νοίκια καί οί ημερομηνίες κατά τίς όποιες έπρεπε νά καταβληθούν έγγραφες εισπράξεων έ'κτακτων φόρων). Ανάμεσα στά μέλη κάθε επιτροπής ή δημοκρατική ισότητα δέν επέτρεπε διαφορές. Ωστόσο, οί εννέα άρχοντες, πού δημι ουργήθηκαν σέ διαφορετικές εποχές καί πού τούς έ'νωνε Ινας τεχνητός δεσμός, δέν σχημάτιζαν μιά επιτροπή σάν τίς άλλες: οί έξι θεσμοθέτες ακολουθούσαν τό γενικό κανόνα άλλά ό επώ νυμος άρχων, ό βασιλεύς καί ό πολέμαρχος είχαν ειδικά καθή κοντα καί ενεργούσαν χωριστά ό επώνυμος μποροΰσε νά θεω ρηθεί αρχηγός δλων, άφοΰ μάλιστα έ'δινε τό ονομά του στό έ'τος καί ειχε, έ'τσι, μιά ηθική υπεροχή απέναντι σέ δλους τούς άρ χοντες, χωρίς καμιά εξαίρεση. Στις άλλες επιτροπές χρειαζόταν γενικά, παρά τήν άρχή τής ισότητας, έ'νας πρόεδρος. Αυτός άλ λοτε διοριζόταν γιά δλο τό χρόνο, δπως ό πρόεδρος τών ταμιών άλλοτε εναλλασσόταν: π.χ., στήν άρχή κάθε στρατηγός ειχε τήν προεδρία καί τήν ανώτατη διοίκηση μία μέρα στις δέκα. Οί υποθέσεις ρυθμίζονταν ή άπό τήν ολομέλεια τής επιτροπής ή άπό ένα μέλος της πού ενεργούσε γιά λογαριασμό της. Οί άρ χοντες κάθε. επιτροπής ήταν λοιπόν αλληλέγγυα καί ατομικά υπεύθυνοι σέ κάθε πρυτανεία απέναντι στήν εκκλησία, καθώς καί κατά τή λήξη τής θητείας τους απέναντι στους λογιστές καί στους εύθύνους. Στήν επιτροπή τών στρατηγών, ή άρχή τής συλλογικής διοίκησης καί ευθύνης δέν ανταποκρινόταν στις ανάγκες τοΰ πολέμου. Ή εκκλησία ανάδειχνε έναν ή περισσό τερους στρατηγούς γιά κάθε εκστρατεία, όριζε σέ καθέναν τίς εξουσίες του, καί διάλεγε καμιά φορά έναν αρχιστράτηγο: είναι φανερό ότι σέ αυτή τήν περίπτωση υπήρχε ή ατομική ευθύνη ή μερική αλληλεγγύη. 89
90
-
-
91
92
231
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
Δ' ΕΞΟΤΣΙΑ ΚΑΙ ΕΥΘΤΝΗ ΤΩΝ ΑΡΧΟΝΤΩΝ
Οί άρχοντες είχαν πολλαπλά δικαιώματα. "Ισως τό κράτος τούς παραχωρούσε ενα είδος ανασταλτικής ασυλίας, πού εμπόδιζε ο ρισμένες διώξεις γιατί δέν είναι γνωστή καμία περίπτωση άρ χοντα πού νά έ'γινε αντικείμενο πολιτικής καταγγελίας. Πάν τως είχαν έξασφαλιμένη μιά ειδική προστασία κατά τήν άσκηση τών καθηκόντων τους. Ή προσβολή πού τούς γίνεται τότε, λέει ό Δημοσθένης, «επεκτείνεται στους νόμους, στό στεφάνι, σύμ βολο τής δημόσιας αρχής, ώς καί στό Ονομα τής πόλης». Ή υβριστική συμπεριφορά απέναντι σέ άρχοντα αποτελεί παράβα ση πού επισύρει βαριές ποινές. Ό άρχοντας πού προσβλήθηκε μπορεί νά επιβάλει στό δράστη πρόστιμο —Οπως κάνει, π.χ., ένας στρατηγός σ' ένα στρατιώτη, σύμφωνα μέ μιά δημηγορία πού μάς διασώθηκε. Έάν τό ανώτατο όριο τής επιβολής δέν τοΰ φανεί αρκετό, μπορεί νά παραπέμψει τόν ένοχο στά δικα στήρια καί νά προκαλέσει καταδίκη σέ βαριά τιμωρία, δπως στέρηση τών πολιτικών δικαιωμάτων. Οί άρχοντες έχουν, επι πλέον, ορισμένα τιμητικά προνόμια. "Εχουν ξεχωριστή θέση στις πομπές καί στις τελετές κάθε είδους, ιδιαίτερα καθίσματα στό θέατρο. Στά πανηγύρια πού ακολουθούν τίς θυσίες τούς προσφέρουν τά εκλεκτά μέρη, δπως στους αρχηγούς τών ομη ρικών χρόνων. "Ενα ψήφισμα απαριθμεί τά κομμάτια πού πρέ πει νά ξεχωρίσουν άπό τά θύματα τής παναθηναϊκής εκατόμβης γιά τούς πρυτάνεις, τούς άρχοντες, τούς ταμίες τής θεάς, τούς ίεροποιούς, τούς στρατηγούς καί τούς ταξίαρχους. Ωστόσο τό δημοκρατικό αίσθημα δέν συμβιβαζόταν πολύ καλά μέ ένα βαθύ αίσθημα σεβασμού προς τούς άρχοντες. Μέ τήν ιδέα ότι ό άρχοντας πρέπει διαδοχικά νά υπακούει καί νά κυβερνά, κάθε πολίτης θεωρούσε τόν εαυτό του ίσο μέ αυτούς στους οποίους δόθηκε ή κυβέρνηση καί οί όποιοι τοΰ ζητούσαν υπακοή. Α υ τ ή ήταν ή στάση τών περισσότερων απέναντι στους άρχοντες, καί οί κακόβουλοι ισχυρίζονταν δτι πολλοί καμάρωναν περιφρονώντας τους. Εξυπακούεται άλλωστε δτι οί ολιγαρχι κοί πού απεύθυναν τέτοια μομφή στό λαό τήν άξιζαν καί οί ίδιοι μέ τό παραπάνω. Ό Αριστοφάνης, γιά νά τούς ευχαριστήσει, εξευτέλιζε τό 426, στους Βαβυλώνιους, τόν Κλέωνα, βουλευτή -
93
94
95
96
97
232
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τότε, καί τό 425, στους Άχαρνής, τόν Λάμαχο, πού ήταν τότε στρατηγός. Ηταν εξάλλου αδύνατο νά έχει μεγάλη υπόληψη ό λαός γιά τούς άρχοντες πού βρίσκονταν αδιάκοπα σέ εξάρτηση άπό αυτόν. Γιά νά φυλαχτεί άπό τήν κατάχρηση εξουσίας, ό κυρίαρχος λαός ασκούσε διαρκή έλεγχο στους υπηρέτες του. ^Οποιοσδήποτε πο λίτης μποροΰσε νά επιτηρεί οποιονδήποτε άρχοντα. Άλλωστε Ολα γίνονταν μέ τή διαταγή τής βουλής ή τής εκκλησίας, ή του λάχιστον μέ τόν έλεγχο τους. Δέν υπήρχε υπηρεσία πού νά παίρ νει πρωτοβουλία χωρίς νά ζητήσει τή γνώμη ή τή συνεργασία τής βουλής. Οί περισσότεροι άρχοντες, κυρίως αυτοί πού δια χειρίζονταν τά δημόσια κονδύλια, υπάγονταν στήν ποινική δι καιοδοσία της. "Οφειλαν, σέ κάθε πρυτανεία, νά παρουσιάζουν τούς λογαριασμούς τους σέ μιά επιτροπή δέκα λογιστών, κλη ρωμένων ανάμεσα στους βουλευτές. Μέ βάση τά πορίσματα τών λογιστών, ή καί ανεξάρτητα, ή βουλή μποροΰσε νά δικάσει οποιονδήποτε άρχοντα γιά υπεξαίρεση δημοσίων χρημάτων άλλά σέ περίπτωση καταδίκης ό άρχων ειχε δικαίωμα νά προσφύγει στό δικαστήριο. Επιπλέον επιτρεπόταν στους ιδιώτες νά εισά γουν μιά εισαγγελία στή βουλή εναντίον κάθε άρχοντα τόν όποιο κατηγορούσαν ότι δέν συμμορφωνόταν μέ τούς νόμους, καί, σ' αυ τήν ακόμη τήν περίπτωση, ό κατάδικος είχε δικαίωμα νά προ σφύγει στή λαϊκή δικαιοσύνη. Άλλά ή εκκλησία διατηρούσε μιά άμεση καί πολύ πιό εκτεταμένη εξουσία σ' αυτούς πού δέν ή ταν παρά προσωρινοί εκτελεστές τής θέλησης της. "Εφτασε μιά εποχή όπου, στήν κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας, ό λαός προσέφευγε στήν έπιχειροτονία, δηλαδή αποφαινόταν μέ χέρι σηκωμένο γιά τή διαχείριση τών αρχόντων: επικύρωνε τήν εξου σία τους, άν νόμιζε Οτι εκπλήρωναν καλά τά καθήκοντα τους· άν Οχι, τούς καθαιρούσε καί τούς παρέπεμπε στό δικαστήριο. Άλλά καί πριν ακόμη εισαχθεί ή ψήφος εμπιστοσύνης στήν κα νονική διαδικασία, ή εκκλησία δέν δίσταζε νά καθαιρέσει Οποιον στρατηγό δέν τήν ικανοποιούσε, καί νά τόν καταδιώξει γιά κατάχρηση μέ τή μέθοδο τής εισαγγελίας" * καί όταν ή έπιχειροτονία γράφτηκε κανονικά στήν ημερήσια διάταξη τών κυρίων συνελεύσεων, ή κατηγορία μποροΰσε θαυμάσια νά προηγηθεί ή νά ακολουθήσει τήν καθαίρεση. Τόν 5ο αιώνα ή εκκλησία έκρινε συνήθως ή ίδια τίς εισαγγελίες, ένώ τόν 4ο αιώνα τίς παρέπεμπε κατά προτίμηση στους ήλιαστές. Σέ περίπτωση αθώωσης, ό 98
Τ
99
100
101
102
103
10
105
233
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
καθαιρεμένος άρχοντας αναλάμβανε πάλι τό άξίωμά του* σέ πε ρίπτωση καταδίκης, οί ποινές καθορίζονταν αδέσμευτα άπό τό λαό, είτε στήν Ηλιαία είτε στήν εκκλησία, καί ήταν καμιά φορά φοβερές. Έκτος άπό σοβαρές περιπτώσεις, πού ήταν σχεδόν πάντα πολιτικής φύσης, οί άρχοντες παρέμεναν στή θέση τους ώς τό τέλος τής χρονιάς τους. Τότε όμως τούς περίμενε μιά σοβαρή δοκιμασία. Καθένας ήταν υπεύθυνος, αλληλέγγυα μέ τούς συνα δέλφους του καί προσωπικά, μέ τό άτομο του καί μέ τήν περιου σία του, γιά κάθε έγκλημα, παράβαση, ή λάθος πού έγινε κατά τή διαχείριση τών υποθέσεων τής δικαιοδοσίας του. Γιά νά μήν αποβεί ή ευθύνη του κενή λέξη, δέν ειχε δικαίωμα νά φύγει άπό τή χώρα, νά διαθέσει τήν περιουσία του καί νά περάσει σέ άλλη οικογένεια μέ υιοθεσία —κοντολογίς νά αφαιρέσει ή νά κρύψει ένα ποσό πού θά μποροΰσε ενδεχόμενα νά περιέλθει στό κράτος— πριν νά επιτύχει τήν απαλλαγή του. Καί, όσο αυτός ό τύπος δέν ειχε εκπληρωθεί, τοΰ απαγορευόταν νά ψηφίσει ή νά φέρει σέ ψηφοφορία πρόταση γιά ανταμοιβή ενός άρχοντα γιά τόν τρό πο μέ τόν όποιο χειρίστηκε τό λειτούργημα του. "Ολη ή δίκη πού έ'καμε ό Αισχίνης γιά τόν στέφανο πού δόθηκε πρόωρα στον Δημοσθένη βασιζόταν σ' αυτή τή νομική απαγόρευση. Ή ευθύνη τών αρχόντων ήταν διπλή: πρώτα οικονομική, έπει τα'ήθική καί πολιτική. Κάθε άρχοντας, όταν άποχωροΰσε άπό τή θέση του, όφειλε νά παρουσιάσει τούς λογαριασμούς τών χρημάτων πού διαχει ρίστηκε ή μιά γραπτή δήλωση όπου βεβαίωνε ότι δέν ειχε οικο νομική διαχείριση. Ά ν απέφευγε αυτή τήν υποχρέωση μέ α θέμιτα μέσα ή δέν τήν εκπλήρωνε στή νόμιμη προθεσμία, διω κόταν μέ δημόσια αγωγή (γραφή άλογίου) ή μέ εισαγγελία. Ό λογαριασμός ονομαζόταν λόγος' οί ελεγκτές τών λογαρια σμών λέγονταν λογιστές. Δέν πρέπει νά γίνει σύγχυση ανάμεσα στό σώμα τών αρχόντων λογιστών καί στήν ομώνυμη επιτροπή τής βουλής πού τή διευκόλυνε στό έργο της μέ τίς επαληθεύσεις τών λογαριασμών πού έκανε άπό πρυτανεία σέ πρυτανεία. Οί άρχοντες λογιστές, πού ορίζονταν μέ κλήρο, ήταν τριάντα τόν 5ο αίώνα' τόν 4ο ήταν μόνο δέκα, άλλά είχαν γιά παρέδρους δέκα συνηγόρους, πού ήταν κι αυτοί κληρωτοί. Άφοΰ μοίρα ζαν τούς φακέλους αναμεταξύ τους, στά αντίστοιχα γραφεία τους (λογιστήρια), όφειλαν νά τούς ελέγξουν μέσα σέ τριάντα 106
107
108
109
110
111
234
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
μέρες. Δέν αρκούσε νά βεβαιωθούν δτι οί λογαριασμοί ήταν σύμφωνοι μέ τά επίσημα στοιχεία πού διατηρούνταν στά αρχεία τοΰ Μητρώου, άλλά έπρεπε, ενδεχόμενα, νά ζητήσουν άπό τούς ενδιαφερομένους όλα τά αναγκαία συμπληρωματικά δικαιολο γητικά. Ά ν άπό τήν εξέταση τών γραπτών στοιχείων καί άπό τήν έρευνα προέκυπτε ότι ό ταμίας ειχε κάμει κολάσιμη ή παρά νομη πράξη, οί λογιστές επιφόρτιζαν τούς συνηγόρους νά συν τάξουν εισηγήσεις σύμφωνα μέ τίς κείμενες διατάξεις. Ά ν οί συνήγοροι αναγνώριζαν τήν κατηγορία ώς βάσιμη, κινούσαν δί κη, σέ συμφωνία μέ τούς λογιστές, είτε κλοπής δημοσίων χρη μάτων, είτε δώρων (δωροδοκίας), είτε άδικίου (απιστίας). Ή υπόθεση εισαγόταν σέ δικαστήριο ήλιαστών. Ά ν , αντίθετα, οί λογιστές καί οί συνήγοροι έβρισκαν τούς λογαριασμούς σωστούς, συνέτασσαν ένα εκκαθαριστικό πιστοποιητικό, τό όποϊο διαβί βαζαν στό δικαστήριο, μόνο αρμόδιο νά δώσει απαλλαγή ευθυ νών. Μέ δίκη ή χωρίς δίκη, μιά επιτροπή 501 μελών είχε τήν τελευταία λέξη. Στό δικαστήριο, δπου οί λογιστές προέδρευαν, οί συνήγοροι είχαν τή θέση τοΰ εισαγγελέα· άλλά κάθε πολίτης μποροΰσε νά καταθέσει μομφή γιά τούς λογαριασμούς πού ήταν υπό συζήτηση, έπειτα άπό πρόσκληση τοΰ κήρυκα τών λογι στών. Ή απόφαση τοΰ δικαστηρίου δέν επιδεχόταν έφεση. Σέ περί πτωση αμέλειας κατά τή διαχείριση τοΰ δημόσιου χρήματος, ό κατηγορούμενος άρχων όφειλε νά αποκαταστήσει τό ποσό πού εί χε χαθεί άπό τό δημόσιο ταμείο* σέ περίπτωση σοβαρού λάθους, καταδικαζόταν στό δεκαπλάσιο. Έάν έπαιρνε απαλλαγή, κα λυπτόταν διπλά άπό τή δικαστική απόφαση τοΰ κυρίαρχου λαοΰ καί άπό τήν απαράβατη άρχή τοΰ αττικού δικαίου μή δις προς τόν αυτόν περί τών αυτών. Άλλά, ακόμη καί απαλλαγμένος αμετάκλητα γιά ό,τι αφο ρούσε τούς λογαριασμούς του, παρέμενε υπεύθυνος γιά κάθε άλλη πράξη τής διαχείρισης του. Έκτος άπό τή λογοδοσία μέ τή στε νή καί ακριβόλογη έννοια, υπήρχε στό δημόσιο δίκαιο τής Αθή νας μιά λογοδοσία μέ ευρύτερη καί πιό αόριστη έννοια, ή ευθύνη, πού γινόταν μπροστά στους εύθύνους. Αυτοί ήταν δέκα, ένας κατά φυλή, καί καθένας είχε δύο βοηθούς (παρέδρους). Καί οί τριάντα κληρώνονταν άπό τή βουλή ανάμεσα στά μέλη της. Τίς τρείς πρώτες μέρες μετά τή δίκη πού προκάλεσαν οί λογιστές καί οί συνήγοροι, ό ενθυνος συνεδρίαζε μέ τούς βοηθούς του, 112
113
114
115
235
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
κατά τίς ώρες τής αγοράς, μπροστά στό άγαλμα τοΰ επώνυμου ήρωα τής φυλής του. Κάθε πολίτης μποροΰσε νά έρθει καί νά καταθέσει εναντίον τοΰ άρχοντα πού ειχε κριθεί ήδη γιά τά λο γιστικά του μιά ιδιωτική ή δημόσια αγωγή σχετική μέ τίς άλλες του πράξεις: έγραφε σέ μιά ασπρισμένη πινακίδα τό ονομά του, τό Ονομα τοΰ εναγομένου, τήν κατηγορία, τήν εκτίμηση τής βλά βης καί τήν αντίστοιχη ποινή, καί τήν κατέθετε στον εύθυνο. Ό εύθυνος εξέταζε τήν κατηγορία καί, άν μετά άπό προανάκριση τήν έκρινε αποδεκτή, απευθυνόταν στις αρμόδιες αρχές: οί ιδιω τικές αγωγές μεταβιβάζονταν στους δικαστές τών δήμων, πού ήταν επιφορτισμένοι νά εισάγουν στό δικαστήριο τίς υποθέσεις τής φυλής* οί δημόσιες εγγράφονταν στό γραφείο τών θεσμοθε τών. Έάν οί θεσμοθέτες τήν έκριναν βάσιμη, τήν έφερναν στό λαϊκό δικαστήριο, τοΰ όποιου ή απόφαση ήταν κυρίαρχη. Ή συνηθισμένη διαδικασία τής λογοδοσίας δέν μποροΰσε νά εφαρμοστεί στους στρατηγούς: συχνά βρίσκονταν μακριά άπό τήν Αθήνα γιά πολεμικές επιχειρήσεις, στό τέλος τοΰ χρόνου, δηλαδή τόν Ιούλιο, ή καί επανεκλέγονταν πολλούς μήνες πρίν, άν καί ήταν απόντες. Δέν ήταν λοιπόν υποχρεωμένοι νά λογοδο τήσουν παρά τόν καιρό πού αποχωρούσαν οριστικά άπό τό αξί ωμα τους, στό τέλος ενός ή περισσότερων ετών, ή κατά τή διάρ κεια τοΰ χρόνου άν είχαν καθαιρεθεί μέ έπιχειροτονία πού τούς αφορούσε ειδικά. Τότε μόνο έπρεπε νά δώσουν λόγο γιά τίς πράξεις τής διαχείρισης τους στους θεσμοθέτες. Αυτοί πιθανό τατα απευθύνονταν στους λογιστές γιά τήν επαλήθευση τών λο γαριασμών, άλλά δέν ρωτούσαν τούς εύθύνους γιά τά υπόλοι πα. Πάντως, περιορίζονταν νά κινήσουν τήν υπόθεση καί νά τήν παραπέμψουν στό δικαστήριο. Μόνη ή λαϊκή δικαιοσύνη μπο ροΰσε νά επιδοκιμάσει ή νά καταδικάσει τούς τέως στρατηγούς. Οί άρχοντες βρίσκονταν λοιπόν σέ διαρκή καί σχολαστική παρακολούθηση. Δέν μπορούσαν νά κάμουν τίποτε χωρίς τή συγκατάνευση τής βουλής, ή οποία ενημερωνόταν άπό μιά μό νιμη επιτροπή έλεγχου. Εννιά φορές τό χρόνο έπρεπε νά πάρουν ψήφο εμπιστοσύνης άπό τήν εκκλησία, μέ κίνδυνο νά παυθοΰν καί νά όδηγηθοΰν στό δικαστήριο. Στό τέλος τοΰ χρόνου όλοι οί λογαριασμοί τής διαχείρισης τους εξετάζονταν άπό αυτό τό ελεγ κτικό συνέδριο, τό όποιο αποτελούσαν οί λογιστές* κάθε πράξη τους εξεταζόταν, μέ αίτηση τοΰ πρώτου τυχόντα, άπό τούς εύθύ νους πού ενεργούσαν ώς κατήγοροι. Συχνά μάλιστα οί νόμοι καί 116
117
118
119
236
I 01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τά ψηφίσματα, μέ τήν εκτέλεση τών οποίων ήταν επιφορτισμέ νοι, προέβλεπαν τίς κυρώσεις πού θά τούς επιβάλλονταν άν τούς παρέβαιναν. Εκτεθειμένοι καθημερινά στις προσβολές καί τίς διαβολές τών δημαγωγών καί τών συκοφαντών, καταδιωκόμενοι άπο το μίσος τών αντιπάλων τους, ένιωθαν νά κρέμονται πάνω άπο το κεφάλι τους οί φοβερές κυρώσεις τής εισαγγελίας καί τής αγωγής γιά παρανομία. Ό λαός δέν έπρεπε νά συμπερι φέρεται απέναντι στους λειτουργούς του σάν αφέντης, άφοΰ ήθε λε νά κρατήσει γιά τον εαυτό του όλες τίς δικαιοδοσίες τής κυ ριαρχίας του; Ή ίδια ή άρχή τής δημοκρατικής διακυβέρνησης άπαιτοΰσε τή χειραγο^γηση τής εκτελεστικής εξουσίας. Πάνω στους άρχοντες βάραινε μιά πραγματική τυραννία. Τά φιλολογικά καί τά ιστορικά κείμενα τοΰ 5ου καί τοΰ 4ου αιώνα είναι γεμάτα μαρτυρίες πού συμπίπτουν σ' αυτό τό θέμα. Ά ς θυμηθοΰμε τήν τόσο χαρακτηριστική σκηνή τών * Ιππέων, όπου ό Παφλαγόνας καί ό άλλαντοπώλης, ό ένας γιά νά διατηρήσει καί ό άλλος γιά νά κατακτήσει τήν εύνοια τοΰ δήμου, συναγωνί ζονται ποιος θά μπορέσει καλύτερα νά προβλέψει τίς ανάγκες του. Τοΰ υπόσχονται κριθάρι, καλής ποιότητας αλεύρι, ώραΐα παξιμάδια, ψητά κρέατα, γιατί είναι προειδοποιημένοι ότι «τή διεύθυνση τής Πνύκας θά τήν πάρει αυτός πού θά φερθεί καλύ τερα στό λαό», «αυτός πού θά υπηρετήσει καλύτερα τόν Δήμο καί τήν κοιλιά του». Άλλά αλίμονο σέ εκείνον ακριβώς πού θά νικήσει. Ό Δήμος συγκατατίθεται, «μέ τόν Ορο ότι ό ίδιος θά καταβροχθίζει τό καθημερινό του, νά τρέφει έναν κλέφτη ώς μοναδικό του προστάτη»* όταν όμως τόν βλέπει ώριμο, τοΰ δίνει τή χαριστική βολή. Καί ό κοινός λειτουργός δέν είχε καλύτερη περιποίηση άπό τόν πολιτικό πού είχε φτάσει στή θέση τοΰ πρω θυπουργού. «Οί πόλεις, Οπως ό Ξενοφών βάζει έναν Αθηναίο νά λέει, μεταχειρίζονται τούς άρχοντες όπως εγώ τούς υπηρέτες μου. Θέλω οί υπηρέτες μου νά μου παρέχουν όλα όσα έχω ανάγκη καί αυτοί νά μήν αγγίζουν τίποτε* οί πόλεις εννοούν νά τούς προ μηθεύουν οί άρχοντες όσο γίνεται πιό πολλά καί εκείνοι νά απο φεύγουν νά αγγίξουν οτιδήποτε.» "Οτι υπάρχει υπερβολή στά χοντρά αστεία τοΰ Αριστοφάνη καί στις επικρίσεις τών διανοουμένων είναι φανερό. "Ενας φιλό σοφος —πιθανότατα ό Δημόκριτος ό Αβδηρίτης— πήγαινε ακό μη πιό μακριά, όταν έλεγε: «Μέ τήν πολιτική οργάνωση πού ισχύει σήμερα, είναι αδύνατο στις κυβερνήσεις νά μήν κάμουν 120
121
122
237
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
κακό, ακόμη καί άν είναι, εξαίρετες άπό κάθε άποψη γιατί συμ βαίνει μέ αυτές δ,τι καί μέ τόν αετό πού τόν τρώνε τά παράσι τα». Εντούτοις ή υπερβολή δέν υπάρχει παρά στους δρους. Έδώ αγγίζουμε στό κοινό ελάττωμα τών δημοκρατιών. Στήν πράξη ή μικρόλογη δυσπιστία τοΰ αθηναϊκού λαού δέν άφηνε κανέναν ήσυχο. Ούτε ό Περικλής ό ίδιος δέν τήν απέφυγε στό τέλος. Κάθε χρόνο έ'δινε λογαριασμό γιά τά ποσά πού περνούσαν άπό τά χέρια του, ίσαμε τόν παραμικρό όβολό. 'Αλλά χρειάστη κε μυστικά κονδύλια γιά τή διπλωματία του. Αυτό άρκεσε νά τόν κατηγορήσουν γιά υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος· μάταια δήλωσε ότι τά χρησιμοποίησε σέ «απαραίτητες δαπάνες»: κα ταδικάστηκε. Ό κομματισμός καί οί προσωπικές αντιθέσεις πολλαπλασίαζαν τίς δίκες, οί όποιες, άλλωστε, δέν κινιόνταν πάντα άπό τούς δημοκράτες· πρόστιμα καί θανατικές ποινές έ'πεφταν βροχή. Βέβαια τό επάγγελμα τοΰ κατήγορου ειχε καί τούς κινδύνους του: ό συκοφάντης τήν πάθαινε, άν δέν εξασφά λιζε τό πέμπτο τών ψήφων ό κατηγορούμενος δέν περιοριζόταν νά αποκρούει τά πλήγματα" άπαντοΰσε κιόλας, καί βλέπουμε τόν Αισχίνη, τόν όποιο καταδιώκει ό Τίμαρχος γιά απόδοση λο γαριασμών, νά προκαλεί τήν καταδίκη τοΰ αντιπάλου του γιά αδίκημα κατά τών ηθών. Παρ' δλα αυτά, πολύ συχνά θεωρήθη καν εγκληματίες καί καταδικάστηκαν σέ θάνατο στρατηγοί καί πρεσβευτές πού ατύχησαν, οικονομικοί διαχειριστές πού υπήρ ξαν ανέντιμοι ή αδέξιοι, διευθυντές τών φυλακών αμελείς, ακόμη καί υπάλληλοι τοΰ έπισιτισμοΰ πού δέν κατάφερναν νά επιβά λουν τούς νόμους πού αφορούσαν τό εμπόριο τών δημητριακών. Πάντα εκτεθειμένοι στις υποψίες, οί άνθρωποι μέ μέτρια α ξία καί οί δειλοί αισθάνονταν άγχος κάτω άπό τό βάρος τής συ νείδησης τών ευθυνών τους. Μέ τό παράδειγμα τοΰ Νικία βλέ πει κανείς τί καταθλιπτικά αισθήματα μποροΰσε νά γεννήσει ό φόβος τής εκκλησίας. Ήταν εντούτοις καλός στρατηγός" ή σκέψη δμως τής Πνύκας τόν παρέλυε. Μετά άπό τίς πρώτες αποτυχίες στή Σικελία δέν τόλμησε νά διατάξει τήν υποχώρηση πού θά έ'σωζε τό στρατό. Ξέρουμε άπό τόν Θουκυδίδη άπό πού πήγαζε ό δισταγμός του. Ήταν βέβαιος δτι οί Αθηναίοι θά αποδοκί μαζαν έ'να μέτρο πού δέν είχαν ψηφίσει, δτι θά αποφάσιζαν γιά τήν τύχη τών στρατηγών χωρίς νά έ'χουν υπόψη τους τήν κατά σταση, δτι θά έ'κριναν σύμφωνα μέ τίς διαβεβαιώσεις εκείνων πού ήξεραν νά μιλούν Ομορφα. Πίστευε ακόμη δτι οί στρατιώ-
123
124
125
126
127
238
01
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
τες του, όταν θά γύριζαν στήν 'Αθήνα, θά θεωρούσαν τούς στρα τηγούς υπεύθυνους γιά τις ταλαιπωρίες τους καί θά τούς παρου σίαζαν σάν προδότες καί πουλημένους. Παρά νά γίνει θύμα μιάς άδικης καί έπονείδιστης κατηγορίας, προτιμούσε νά πεθάνει πο λεμώντας. "Εσπρωχνε τό στρατιωτικό θάρρος ώς τήν τόλμη, γιατί τό πολιτικό θάρρος τοΰ ήταν πιό δύσκολο. Πόσοι αξιωμα τούχοι έχαναν έτσι τό πνεύμα πρωτοβουλίας καί τό αίσθημα α σφάλειας πού ε ί ν α ι απαραίτητα γιά νά εκπληρώσει κανείς επά ξια τήν αποστολή του!
239
ΕΚΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Α' 0 1 ΑΡΧΕΣ
Καλύτερα ίσως άπο κάθε άλλο θεσμό, ή δικαιοσύνη αποκαλύπτει πρώτιστα αυτήν τή θαυμάσια ισορροπία ανάμεσα στή δημόσια δύναμη καί τήν ατομική ελευθερία, πού υπήρξε τό ιδεώδες τής Αθήνας τόν 5ο αιώνα. Ό λαός είναι ό υπέρτατος κριτής. Θεωρητικά, έχει απόλυτο δικαίωμα στή ζωή καί στήν περιουσία τοΰ καθενός. Ά ς θυμη θούμε τή δήλωση τοΰ Φιλοκλέωνα στους Σφήκες τοΰ Αριστο φάνη. Τή στιγμή πού μπαίνει στήν Ηλιαία, σηκώνει τό κεφά λι καί, φουσκωμένος άπό υπερηφάνεια, φωνάζει: « Ή δύναμη μου δέν είναι τόσο μεγάλη Οσο οποιουδήποτε βασιλιά;... Μήπως δέν διατάζω Οπως ό Δίας;» Πραγματικά, τά λαϊκά δικαστήρια τής Ηλιαίας κατέχουν τεράστια σέ σημασία θέση στήν πόλη. Ήταν ή αναπόφευκτη συνέπεια τής προόδου τών δημοκρατικών ιδεών. Προηγούμενα, ή δικαιοσύνη, ακόμη καί όταν έπαψε νά είναι μονοπώλιο τών Ευπατριδών, ειχε Οργανο της τόν Άρειο Πάγο καί τούς άρχοντες" ακόμη καί όταν ό Σόλων ίδρυσε τήν Ηλιαία, τής έδωσε απλώς μιά δικαιοδοσία εφέσεως, πού τής εξασφάλιζε τό δικαίωμα νά ελέγχει τίς αποφάσεις τών αρχόντων, όχι όμως καί τοΰ Άρειου Πάγου. Χρειάστηκε ή μεταρρύθμιση τοΰ 462, γιά νά μεταβιβαστεί οριστικά στό λαό ή δικαστική αρμοδιότητα πού ανταποκρινόταν σέ μιά ιστορική ανάγκη. Τήν εποχή πού καταργήθηκαν τά προνόμια τοΰ Άρειου Πάγου, οί άρχοντες περιορίστηκαν στήν ηγεμονία, δηλαδή σέ άπλή εκπρο σώπηση τοΰ λαοΰ, άπό τήν όποια άντλοΰσαν τό δικαίωμα νά δέχονται τίς αγωγές, νά διεξάγουν τίς ανακρίσεις καί νά προε δρεύουν στό αρμόδιο δικαστήριο. Έκτοτε έπαψε νά υπάρχει ο ποιαδήποτε άρχή ενδιάμεση στή λαϊκή κυριαρχία καί στους δια δίκους. Άλλά τά δικαιώματα τοΰ άτομου διατηρούνται, καί μάλιστα προστατεύονται καλύτερα άπό πριν. Φαίνεται ότι κάθε πολίτης 1
240
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δέν απολαμβάνει, πλήρη ασφάλεια κατά τήν άσκηση τών δικαιω μάτων του παρά μόνο άν ολόκληρος ό λαός τοΰ τά εγγυάται, καλύπτοντας τον μέ τήν παντοδυναμία του. Ό ατομικισμός έχει προχωρήσει πιά σέ τέτοιο σημείο, ώστε στις δίκες όπου ή μιά ή ή άλλη πλευρά ή καί οί δυο συγχρόνως περιλαμβάνουν περισ σότερα πρόσωπα, κάθε συγκατήγορος πρέπει νά εναγάγει χωρι στά καθέναν άπό τούς συγκατηγορουμένους. Έτσι, ή αθηναϊκή δικαιοσύνη δέν κινείται ποτέ αυτεπάγγελτα, ακόμη καί στις ε γ κληματικές υποθέσεις. Δέν υπάρχει δικαστική άρχή πού νά παίρ νει τήν πρωτοβουλία μιάς δίωξης, δέν υπάρχει συμβούλιο πού νά αποφασίζει νά θέσει κάποιον υπό κατηγορία ούτε δημόσιος κατή γορος πού νά εκπροσωπεί τήν άποψη τής κοινωνίας. Κατ' αρχήν, τό πρόσωπο πού έχει θιγεί ή ό νόμιμος αντιπρόσωπος του κινεί τή διαδικασία, καταγγέλλει, παίρνει τό λόγο κατά τή δίκη, χω ρίς βοήθεια συνηγόρου. Ακόμη καί μιά ανθρωποκτονία μπορεί νά μείνει ατιμώρητη, έάν δέν παρουσιαστεί κάποιος συγγενής ώς υπερασπιστής τοΰ θύματος. Πάντως, Οταν πρόκειται γιά πράξη πού βλάπτει τό κοινό συμφέρον, ένας οποιοσδήποτε πο λίτης (ο βουλόμενος) μπορεί νά θεωρήσει ότι έχει θιγεί ό ίδιος καί νά σπεύσει στή βοήθεια τοΰ νόμου. "Ετσι διακρίνονται δύο ειδών αγωγές: οί ιδιωτικές (δίκαι) καί οί δημόσιες (γραφαί). Στήν περίπτωση τών ιδιωτικών, οί δύο πλευρές καταθέτουν τά έξοδα τής δίκης, τά πρυτανεία, ώς ρ ο β π ε ι Ι β π ι β Γ θ Ι ί ΐ ΐ ^ & π ί ΐ ί ' * αυτός πού κάνει τήν α γ ω γ ή έχει πάντα τή δυνατότητα νά παραι τηθεί* έάν κερδίσει, έκτος άπό τό αντικείμενο πού διεκδικεί, μπο ρεί νά πάρει καί αποζημίωση, άλλά ε ί ν α ι υποχρεωμένος νά επι βαρυνθεί μέ τήν εκτέλεση τής απόφασης. Στις δημόσιες αγωγές, μόνο ό κατήγορος οφείλει νά προκαταβάλει τά έξοδα (παράστασις) καί, άν παραιτηθεί ή δέν πάρει τό ένα πέμπτο τών ψήφων, πρέπει νά πληρώσει χίλιες δραχμές πρόστιμο* ό καταδικασμένος υπόκειται σέ ποινές σωματικές ή ατιμωτικές ή χρηματικές —οί τελευταίες είναι προς Οφελος τής πόλης. Άλλά καί στή μιά κ α ί στήν άλλη περίπτωση ό άγων γίνεται ανάμεσα σέ δύο μέρη: ό άρχων πού κινητοποιήθηκε δέν έχει παρά νά συγκεντρώσει τίς δηλώσεις καί τίς αποδείξεις πού παρουσιάζουν οί αντίπαλοι* οί ήλιαστές είναι απλώς ένορκοι πού παρευρίσκονται στή συζήτηση ώς κριτές. 2
3
* Γιά τόν δρο αυτό, βλ. πιό πάνω τή σημ. στή σ. 172.
241
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
Ακόμη καί οί εξαιρετικές διαδικασίες αφήνουν μεγάλο πεδίο δράσης στήν ιδιωτική πρωτοβουλία. Είδαμε τί γίνεται μέ τίς πολιτικές δίκες πού εισάγονται στήν εκκλησία ή στή βουλή μέ τήν εισαγγελία ή τήν προβολή.* Γιά αυτόφωρα ή ολοφάνερα αδι κήματα, καί προπαντός δταν ό ένοχος είναι κακοποιός τοΰ υπό κοσμου ή ξένος πού μπορεί νά δραπετεύσει, οί πολίτες κατα φεύγουν στήν απαγωγή, στήν έφήγησιν ή στήν ενδειξιν, δηλαδή μποροΰν νά τόν συλλάβουν καί νά τόν σύρουν στον άρχοντα, ή νά οδηγήσουν τόν άρχοντα στό μέρος δπου βρίσκεται ό ένοχος, γιά νά τόν συλλάβει, ή, τέλος, νά τόν καταγγείλουν, γιά νά ανα λάβει τήν υπόθεση ό αρμόδιος άρχων. Σέ αυτές τίς διαδικασίες, δπου δέν ισχύει τό ηείβθειδ 0 0 Γ ρ ΐ ΐ 8 , δέν χρειάζεται νά προηγηθεί καταγγελία χωρεί συνοπτική διαδικασία ή προσωρινή κράτη ση, ή όποια καμιά φορά διακόπτεται, άν ό κατηγορούμενος πα ρουσιάσει εγγυήσεις άπό τρεις αστούς. Τέλος, σέ περιπτώσεις υλικής ζημίας τοΰ κράτους άπό παράβαση τών νόμων γιά τό εμπόριο, τά τελωνεία, τά ορυχεία, κινούνται καί πάλι οί ιδιώτες μέ τή φάσιν, καί τό κράτος, γιά νά τούς κάμει νά ενδιαφερθούν, τούς δίνει, τόν 5ο αιώνα, τά τρία τέταρτα ή, τόν 4ο αιώνα, τό μισό άπό τό πρόστιμο πού επιβάλλεται. Έάν ή άρχή τής λαϊκής κυριαρχίας είναι τόσο παραμορφω μένη στό χώρο τής δικαιοσύνης, αυτό οφείλεται στό ότι οί επι βιώσεις είναι πάρα πολύ επίμονες. Κι αυτό θά μάς τό δείξει ή οργάνωση τών δικαστηρίων καί ή διαδικασία. -
5
Β' ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Ή ανθρωποκτονία, εξαιτίας μιάσματος πού παρακολουθούσε τόν ένοχο καί κινδύνευε νά μεταδοθεί σέ δλη τήν πόλη, κράτησε πάντα τό χαρακτήρα εγκλήματος κατά τών ανθρώπων καί τών θεών. "Οσο βαρύ καί άν ήταν, δέν μποροΰσε νά εισαχθεί σέ δίκη άπό οποιονδήποτε πολίτη μέ γραφή, άλλά μόνο άπό τούς πιο στενούς συγγενείς τοΰ νεκροΰ μέ δίκη. Ούτε μποροΰσε νά κριθεί άπό οποιουσδήποτε πολίτες, άλλά μόνο άπό τά σχεδόν ιερά δι καστήρια, Οπου προέδρευε ό επικεφαλής τών εθνικών λατρειών, ό βασιλέας. 'Από αυτά τά παλαιά δικαστήρια σπουδαιότερο είναι εκείνο πού συνεδριάζει στό λόφο τοΰ "Αρη, κοντά στή σπηλιά πού είναι 242
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
αφιερωμένη στις Ευμενίδες: ή Βουλή τοΰ Άρειου Πάγου. "Άν καί άπό τό 462 τής έχουν αφαιρεθεί οί πολιτικές εξουσίες, πα ραμένει μεγάλο Ονομα καί διατηρεί τό κύρος τοΰ παλαιού της μεγαλείου. Αποτελείται πάντα άπό παλαιούς άρχοντες καί θεω ρείται, διαμέσου τών αιώνων, τό «πιό σεβαστό καί τό πιό δίκαιο δικαστήριο». Ή δικαιοδοσία της εκτείνεται στά εγκλήματα τοΰ προμελετημένου φόνου (φόνος εκούσιος), τών τραυμάτων μέ σκοπό τήν πρόκληση θανάτου, τής πυρπόλησης ενός κατοικη μένου σπιτιοΰ καί τής δηλητηρίασης. Οί ποινές πού επιβάλλει είναι: θάνατος γιά φόνο, εξορία καί δήμευση γιά τραυματισμό. Χαμηλότερα άπό τόν Άρειο Πάγο βρίσκονται τά δικαστήρια πού αποτελούνται, σύμφωνα μέ τή νομοθεσία τοΰ Δράκοντα, άπό πενήντα εφέτες. Είναι τρία. Τό Παλλάδιον είναι αρμόδιο γιά τούς ακούσιους φόνους καί γιά τήν προτροπή σέ φόνο (βούλευσις), έάν τό θύμα είναι πολίτης" γιά τούς εκούσιους καί ακούσιους, όταν πρόκειται γιά μέτοικο, γιά ξένο ή δούλο. Επιβάλλει τήν ποινή τής προσωρινής εξορίας χωρίς δήμευση, άλλά ό καταδι κασμένος δέν μπορεί νά γυρίσει στήν Αττική παρά μόνο μέ τήν άδεια τών συγγενών τοΰ νεκροΰ. Τό Δελφίνιον είναι αρμόδιο έάν ό βασιλέας, άφοΰ έ'καμε τήν ανάκριση, έκρινε ότι ή ανθρω ποκτονία είναι συγχωρητέα ή νόμιμη (φόνος δίκαιος), καί αυτό στήν περίπτωση πού τό θύμα σκοτώθηκε σέ αθλητικούς αγώνες, ή στον πόλεμο κατά λάθος, ή πιάστηκε έχοντας παράνομες σχέ σεις μέ τή σύζυγο, τή μητέρα, τήν αδερφή, τήν κόρη ή τήν ελεύ θερη παλλακίδα τοΰ φονιά. Στή Φρεαττύδα, κοντά στή θάλασσα, δικάζονται αυτοί πού, ένώ έχουν εξοριστεί προσωρινά γιά θάνα το άπό αμέλεια, διέπραξαν νέο έγκλημα μέ προμελέτη. Καθώς δέν έχουν ακόμη εξαγνιστεί άπό τό πρώτο μίασμα, καί τούς είναι απαγορευμένη ή είσοδος στήν Αττική, απολογούνται άπό μιά βάρκα, μπροστά σέ δικαστές πού κάθονται στήν ακτή. 'Εάν αθωωθούν, γυρίζουν στήν ξένη χώρα" έάν καταδικαστούν, εκτε λούνται. Τέλος, ένα πέμπτο δικαστήριο αίματος σχηματίζεται άπό τό βασιλέα καί τούς φυλοβασιλείς καί συνεδριάζει μπροστά στό πρυτανείο. Ή λειτουργία του, περισσότερο καί άπό τή σύν θεση του, μαρτυρεί μιά μακρινή καταγωγή. Καταδικάζει ερή μην τόν άγνωστο φονιά ή κρίνει τό ζώο ή τό αντικείμενο άπό πέτρα, σίδερο ή ξύλο, πού προκάλεσε τό θάνατο άνθρωπου, πριν νά εξαγνίσει τό χώρο άπό αυτό, μεταφέροντας το ή πετώντας το πέρα άπό τά σύνορα. 6
7
8
9
10
11
243
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
"Ολη ή διαδικασία στις εγκληματικές υποθέσεις χαρακτηρί ζεται άπό έντονο αρχαϊσμό. Ά ν τό θύμα έδωσε συχώρεση πριν πεθάνει, κανένας δέν μπορεί νά κάμει τίποτε εναντίον τοΰ εγκλη ματία. Διαφορετικά, υπερασπιστές τοΰ θύματος, σύμφωνα μέ τό νόμο τοΰ Δράκοντα, είναι ό πατέρας, οί αδερφοί καί οί γιοι έάν δέν υπάρχουν, τά πρώτα καί τά δεύτερα ξαδέρφια τρίτοι κατά σειρά, δέκα μέλη τής φρατρίας διαλεγμένα άπό τούς εφέ τες. Οί δύο πρώτες ομάδες μποροΰν, όπως τήν εποχή τής ιδιω τικής εκδίκησης, νά συμβιβαστούν μέ τόν εγκληματία (αϊδεσις) καί νά τόν απαλλάξουν άπό κάθε καταδίωξη μέ χρηματικό αν τάλλαγμα άλλά, γιά νά έχει ισχύ ό συμβιβασμός, πρέπει νά τόν δεχτούν ομόφωνα οί συγγενείς πού ορίζει ό νόμος. Στήν αντί θετη περίπτωση ή δίωξη γίνεται άπό τούς συγγενείς τής πρώ της ομάδας τούς όποιους βοηθούν συγγενείς τής δεύτερης ομά δας καί, ακόμη, γαμπροί, κουνιάδοι, πεθεροί καί μέλη τής φρα τρίας. Ό μέτοικος αντιπροσωπεύεται άπό τόν προστάτη του ό δούλος άπό τόν κύριο του. Ή διαδικασία αρχίζει μέ μιά δραματική τελετή: οί συγγενείς πηγαίνουν κοντά στον νεκρό καί στήνουν στό χώμα τοΰ τάφου μία λόγχη: είναι ή κήρυξη πολέμου. Α υ τ ή προκαλεί μιά διακή ρυξη τοΰ βασιλέα (πρόρρησις) πού αποκλείει τόν κατηγορούμενο άπό τούς ιερούς χώρους καί άπό τήν αγορά ώς τή μέρα τής δί κης: πρόκειται γιά αφορισμό. Ή ανάκριση γίνεται σέ τρεις συνεδρίες «κατ' αντιμωλία» (προδικασίαι) πού συνέρχονται κατά μηνιαία διαστήματα. Ή κρίση γίνεται στό ύπαιθρο, γιά νά α ποφύγουν οί δικαστές καί ό κατήγορος τή μίανση πού μεταδί δει ό κατηγορούμενος. Εκείνη τή μέρα ό βασιλέας βγάζει τό στεφάνι του. Πριν άπό τή διαδικασία προσφέρεται θυσία, όπου θυσιάζονται ένας κριός, ένας χοίρος καί ένας ταΰρος μπροστά στό βωμό τά δύο μέρη ορκίζονται επίσημα πάνω στά γεγονότα. Στον Άρειο Πάγο οί διάδικοι στέκονταν όρθιοι σέ δύο βράχια: στον λίθον νβρεως («τής προσβολής») καί στον λίθον αναίδειας («τοΰ ανελέητου»). Κάθε πλευρά είχε τό δικαίωμα νά μιλήσει δύο φορές. Μετά άπό τήν πρώτη απολογία του, ό κατηγορού μενος μποροΰσε ακόμη νά προλάβει μιά καταδίκη του μέ τήν ε κούσια εξορία του καί μέ τήν εγκατάλειψη τής περιουσίας του. 'Εάν οί ψήφοι μοιράζονταν εξίσου στον ενάγοντα καί στον κατη γορούμενο, ό τελευταίος απαλλασσόταν χάρη στήν ψήφο τής 12
-
-
-
13
-
14
15
16
17
18
-
19
20
21
244
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Αθηνάς, σέ ανάμνηση τής ψήφου πού έ'δωσε ή Αθηνά, κατά τήν παράδοση, υπέρ τοΰ 'Ορέστη. Κατεβαίνοντας άπο το λόφο τοΰ Άρη, ό υπόδικος πού αθωώθηκε πήγαινε στή σπηλιά τών Ευμενίδων, γιά νά κατευνάσει καί νά ευχαριστήσει τίς θεές μέ μιά θυσία. Γενικά, γιά νά απαλλαγεί άπό τό άγος πού επέσυρε ή κατηγορία τής ανθρωποκτονίας καί παρατεινόταν μέ προσω ρινή εξορία, έπρεπε νά υποβληθεί σέ εξαγνισμούς καί καθαρ μούς, τούς οποίους καθόριζαν τό τελετουργικό καί ή εκλεπτυ σμένη ήθικοφιλοσοφία τών εξηγητών. "Ολες οί υποθέσεις πού δέν πήγαιναν στά δικαστήρια αίματος άνηκαν κατ' αρχήν στά λαϊκά δικαστήρια. Εκεί ή δουλειά ήταν τεράστια. "Ηδη πολλές διαδικασίες είχαν αποσυρθεί άπό τούς άρχοντες καί τόν Άρειο Πάγο μέ τή μεταρρύθμιση τοΰ Εφιάλ τη, όταν ή αύξηση τών εμπορικών διαφορών, ή ανάπτυξη τής αυτοκρατορίας καί οί περιορισμοί τής διαδικασίας τών υποτε λών πόλεων έκαμαν τήν Αθήνα κέντρο τών δικαστικών υποθέ σεων. "Επρεπε νά ανακουφιστούν τά κοινά δικαστήρια άπό τίς δικογραφίες. Ό Πεισίστρατος είχε άλλοτε δημιουργήσει τούς δικαστές τών δήμων, γιά νά κρατήσει στον τόπο τους τούς διαδίκους τής υπαίθρου* άλλά ό θεσμός πού εγκαθίδρυσε ό τύραννος είχε κα ταργηθεί. Τόν επανέφεραν τό 453 /2. Τριάντα περιοδεύοντες δι καστές, τρεις κατά φυλή, είχαν αποστολή νά πηγαίνουν, πιθα νότατα καθένας στήν τριττύ του, νά ρυθμίζουν πρωτόδικα καί ανέκκλητα διαφορές πού δέν ξεπερνούσαν τίς δέκα δραχμές. Τίς αστικές υποθέσεις πού ξεπερνούσαν αυτή τήν αξία τίς δια βίβαζαν στους διαιτητές. "Ολοι οί Αθηναίοι πού ήταν εξήντα χρόνων Οφειλαν, δταν διαγράφονταν άπό τούς στρατιωτικούς καταλόγους, νά εγγρα φούν στους καταλόγους τών διαιτητών, γιά νά ασκήσουν αυτό τό λειτούργημα ένα χρόνο. "Οποιοι απέφευγαν αυτή τήν υπο χρέωση, τιμωρούνταν μέ τήν ατιμία, έκτος άν είχαν δημόσια αποστολή ή βρίσκονταν στό εξωτερικό. Οί διαιτητές ήταν μοι ρασμένοι σέ δέκα τμήματα, ένα κατά φυλή. Κάθε τμήμα είχε τήν έδρα του σέ ορισμένο χώρο, σέ δικαστήριο ή σέ ναό. Οί διαιτητές έκριναν υποθέσεις πού παρέπεμπαν σ' αυτούς οί δικα στές τών φυλών είτε δταν οί ίδιοι αντιμετώπιζαν διαφορές μέ αντικείμενο άνω τών δέκα δραχμών είτε δταν έπαιρναν σχετική εντολή άπό άρχοντες πού δέν ήθελαν νά ασχοληθούν μέ δίκες 22
23
24
25
26
27
26
29
30
31
32
245
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μικρού ενδιαφέροντος. Οί δικαστές τών φυλών μοίραζαν τίς διαφορές στους διαιτητές μέ κλήρωση. Αύτη ή διαδικασία πρόσφερε στους διαδίκους μεγάλα πλεονεκτήματα. Ήταν γρή γορη καί συνοπτική: ό διαιτητής επιφορτιζόταν καί μέ τήν ανά κριση καί μέ τή δίκη. Ήταν επίσης φθηνή: κάθε μέρος πλή ρωνε ένα ασήμαντο παράβολο, μία δραχμή, καί άλλο τόσο γιά τήν αναβολή. Ό διαιτητής, Οταν κατατοπιζόταν πάνω στά γε γονότα, έκανε μιά απόπειρα συμφιλίωσης. Ά ν δέν πετύχαινε, έβγαζε τήν απόφαση, τήν οποία ασφάλιζε μέ εναν ιδιαίτερα επί σημο όρκο. Ά ν τή δέχονταν καί τά δυο μέρη, όλα τελείωναν. Ά ν ή μιά πλευρά δέν τή δεχόταν, κατέφευγε στό δικαστήριο τών ήλιαστών. Ά ν νόμιζε ότι ό διαιτητής τήν έβλαψε, μποροΰσε νά τόν καταγγείλει μέ εισαγγελία στό σώμα τών διαιτητών καί νά προκαλέσει τήν καταδίκη του σέ παύση, πού μποροΰσε νά ε φεσιβληθεί. Τά λαϊκά δικαστήρια, παρά τήν ανακούφιση πού τούς πρό σφεραν οί δικαστές τών δήμων καί οί διαιτητές, λύγιζαν κάτω άπό τό βάρος τών υποθέσεων. Έπί ενάμιση αιώνα ή μεγάλη φροντίδα τής αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν νά καταστήσει τή δικαιοσύνη ικανή νά ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σ' αυ τό τό ασφαλώς δύσκολο έργο επέδειξε αξιόλογη επιμονή καί ε φευρετικότητα. Κάθε Αθηναίος μποροΰσε νά πάρει τό αξίωμα τοΰ ήλιαστή, μέ τόν όρο νά έχει περάσει τά τριάντα καί νά έχει Ολα τά πολι τικά του δικαιώματα, επομένως νά μήν οφείλει στό δημόσιο. "Οποιος γινόταν ήλιαστής παρά τό νόμο, διωκόταν μέ τή συνο πτική διαδικασία τής ενδείξεως" τοΰ επιβαλλόταν ποινή πού αφηνόταν στήν κρίση τών δικαστών, καί, άν καταδικαζόταν σέ πρόστιμο, φυλακιζόταν ώσπου νά πληρώσει καί τήν προηγού μενη οφειλή, ή οποία καί είχε προκαλέσει τήν καταγγελία, καί τό πρόστιμο πού πρόσθετε τό δικαστήριο. Τό κράτος χρειαζό ταν καί άλλες εγγυήσεις. Κάθε χρόνο οί καινούριοι ήλιαστές έ πρεπε νά ορκιστούν στό λόφο τοΰ Άρδηττοΰ. Αυτός ό όρκος είναι γνωστός μόνο άπό τόν 4ο αιώνα άλλά αναμφίβολα ό επί σημος τύπος του ήταν σέ χρήση άπό παλαιότερα. Ιδού οί κυ ριότερες υποχρεώσεις τών δικαστών: «Θά ψηφίσω σύμφωνα μέ τούς νόμους καί μέ τά ψηφίσματα τοΰ αθηναϊκού λαού καί τής βουλής τών πεντακοσίων. Δέν θά ψηφίσω ούτε υπέρ ενός τυραννικού ούτε υπέρ ενός ολιγαρχικού 33
34
35
36
37
38
39
40
41
42
-
43
246
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
καθεστώτος* καί άν κάποιος αποπειραθεί νά καταλύσει τή δη μοκρατία, ή ψηφίσει αντίθετα άπο αυτόν τόν Ορκο, δέν θά συγ κατατεθώ. Επίσης δέν θά ψηφίσω ούτε τήν ακύρωση τών ιδιω τικών χρεών ούτε τόν αναδασμό τής γης καί τών σπιτιών τών Αθηναίων. Δέν θά επαναφέρω τούς εξόριστους ούτε τούς φυγό δικους πού έχουν καταδικαστεί σέ θάνατο, καί δέν θά α π α γ γ ε ί λω εναντίον τών Αθηναίων πού μένουν έδώ ποινή εξορίας αντί θετη μέ τούς νόμους καί τά ψηφίσματα τοΰ αθηναϊκού λαοΰ καί τής βουλής" δέν θά τό κάμω έγώ καί ούτε θά αφήσω κανέναν άλλον νά τό κάμει... Δέν θά δεχτώ δώρα ώς ήλιαστής, ούτε έγώ ούτε κάποιος άλλος άντί γιά μένα, άντρας ή γυναίκα, εν γνώσει μου, ούτε μέ κάποιο τέχνασμα ούτε μέ κάποια επινόηση... Θά ακούσω τόν κατήγορο καί τόν κατηγορούμενο μέ κάθε αμερο ληψία, καί θά ψηφίσω γιά τό συγκεκριμένο αντικείμενο τής υπό θεσης. Ά ν γίνω επίορκος, νά χαθώ έγώ καί ή οικογένεια μου άν μείνω πιστός στον όρκο μου, είθε νά ευτυχήσω».* Τόν 5ο αιώνα ό αριθμός τών ήλιαστών είχε οριστεί σέ έξι χιλιάδες. Είναι ό αριθμός πού στό δημόσιο δίκαιο αντιπροσώ πευε τήν ομοφωνία τοΰ λαοΰ, Οπως μαρτυρεί ή διαδικασία τής πλήθουσας συνέλευσης τής εκκλησίας, καί δέν πρέπει νά ξεχνά με ότι σέ πολλές πόλεις τό όνομα τής Ηλιαίας δέν έπαψε νά είναι τό Ονομα τής εκκλησίας τοΰ δήμου. Οί έξι χιλιάδες κλη ρώνονταν ανάμεσα στους πολίτες πού έβαζαν υποψηφιότητα μέ τίς νόμιμες προϋποθέσεις. Κάθε φυλή προμήθευε εξακόσιους, πού θά λαμβάνονταν πιθανότατα άπό τούς δήμους, ανάλογα μέ τόν αριθμό τών κατοίκων. Ή κλήρωση γινόταν άπό τούς εν νέα άρχοντες καί τό γραμματέα τους, καθένας άπό τούς όποιους κλήρωνε τούς ήλιαστές τής φυλής του. Μετά άπό τήν ορκωμοσία, οί δικαστές μοιράζονταν μέ κλή ρωση στά διάφορα δικαστήρια, καί επομένως ανάμεσα στους άρχοντες πού είχαν τήν προεδρία τους. Φρόντιζαν ώστε σέ κάθε τμήμα νά αντιπροσωπεύονται εξίσου οί φυλές. Ή λέξη δικαστήριον δήλωνε καί τό δικαστήριο καί τό προσωπικό του, άπό όπου καί τό Ονομα δικαστής·** ό όρος ήλιαστής εφαρμοζόταν εί-
44
45
46
47
48
49
50
* Ή γαλλική μετάφραση αύτοΰ τοΰ αρχαίου κειμένου δέν είναι αρκετά πιστή. Κατά τή νεοελληνική απόδοση της προσεγγίσαμε περισσότερο τό αρχαίο κείμενο. ** Ό ΟΙοΙζ έκαμε λάθος: ή λ. δικαστής δέν παράγεται άπό τή λ. δικαστήριον' τό αντίθετο συμβαίνει.
247
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
δικότερα στους δικαστές πού συνεδρίαζαν στήν αγορά, στήν πα λαιά Ηλιαία τ ώ ν θεσμοθετών. Έτσι οί δικαστές ήξεραν σέ ποιο δικαστήριο άνηκαν καί μέ ποιόν άρχοντα θά είχαν επαφή ολόκληρο τό χρόνο: Ινας στήν Ηλιαία, υπό τήν προεδρία τών θεσμοθετών άλλος στό δικαστήριο «κοντά στά τείχη» μέ τόν άρχοντα* αυτοί στον «Παράβυστον» μέ τούς "Ενδεκα" εκείνοι στό «νέο» δικαστήριο ή στό Ωδείο. Γνώριζαν λοιπόν άπό πρίν, δπως καί οί διάδικοι, ποιες υποθέσεις θά δίκαζαν. Αντιλαμβά νεται κανείς τά μειονεκτήματα αυτού τοΰ συστήματος. Αυτό πού τά αντιστάθμιζε καί αποθάρρυνε τήν εξαγορά συνειδήσεων ήταν ό πολύ μεγάλος αριθμός τών δικαστών πού άποτελοΰσαν τό δικαστήριο. Δέν ήταν εξακόσιοι, γιατί έπρεπε νά προβλε φθούν οί απουσίες* άλλά ήταν κανονικά πεντακόσιοι ή μάλλον, κατά τό γενικό κανόνα πού προλαμβάνει τήν ισοψηφία, πεντα κόσιοι έ'νας. Στις σπουδαίες δίκες, κυρίως στις πολιτικές, συγ κέντρωναν πολλά τμήματα, γιά νά σχηματίσουν τό δικαστήριο. Χρειάζονταν δύο γιά μιά υπόθεση εισαγγελίας. Άλλά υπήρχαν καί παραπάνω: ό Περικλής παρουσιάστηκε σέ δικαστήριο μέ χίλιους πεντακόσιους έναν δικαστές· τό 404 ή εκκλησία ψή φισε ότι μερικοί πολίτες υπόδικοι γιά συνωμοσία κατά τής ασφάλειας τοΰ κράτους θά κρίνονταν άπό ένα δικαστήριο δύο χιλιάδων μελών ό Ανδοκίδης μιλά μάλιστα γιά μιά δίκη γιά παρανομία πού διεξήγαγαν έξι χιλιάδες δικαστές, δηλαδή δλα μαζί τά τμήματα τής Ηλιαίας. Αντιλαμβάνεται κανείς Οτι χρειάζονταν ειδικά μέτρα γιά νά κατορθώσουν νά συμπληρώσουν τά δικαστήρια. Καθώς δέν υ πήρχαν διακοπές παρά μόνο στις γιορτές καί τήν ήμερα τής εκ κλησίας, θά λειτουργούσαν ίσως γύρω στις τριακόσιες μέρες τό χρόνο. Ηταν λοιπόν αδύνατο νά κρατήσουν υποχρεωτική τή συμμετοχή στις συνεδρίες· κανένας δέν θά ήθελε νά γίνει δι καστής. Γιά νά προσελκύσουν δικαστές σέ μιά δημοκρατία, δέν μπο ρούσαν παρά νά ακολουθήσουν αντίθετη μέθοδο άπό τή μέθοδο τών ολιγαρχικών πόλεων: άντί νά πληρώνουν πρόστιμο οί απόν τες, έπαιρναν αποζημίωση οί παρόντες. Ό δικαστικός μισθός ήταν απόλυτη ανάγκη, άν ή δημοκρατία δέν ήθελε νά παραιτηθεί άπό τή δικαστική δικαιοδοσία της. Τό σχετικό κονδύλι λαμβα νόταν μέ τή φροντίδα τών κωλακρετών (αρχόντων επιφορτισμέ νων μέ τίς διανομές) άπό τά κρατικά έσοδα πού απέδιδαν τά 51
52
53
54
55
56
57
58
59
60 ν
61
248
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δικαστικά δικαιώματα καί τά πρόστιμα. Ό μισθός αυτός, ορι σμένος σέ δύο όβολούς, καί άπό τό 425 σέ τρεις, δέν ισοδυνα μούσε παρά μέ μισό ημερομίσθιο ή τήν άξια τής ημερήσιας τρο φής ενός προσώπου. Δέν ήταν λοιπόν αρκετός νά παρακινήσει τούς ανθρώπους τής υπαίθρου, όταν κατοικούσαν μακριά, νά α φήσουν τούς αγρούς τους καί νά κάμουν ένα μακρινό ταξίδι, γιά νά πάνε νά τακτοποιήσουν τίς μικροϋποθέσεις άγνωστων συμ πολιτών πολύ περισσότερο πού, γιά νά τακτοποιηθούν οί δικές τους, έπρεπε νά σταλούν στήν ύπαιθρο περιοδεύοντες δικαστές. Τά μέλη τών λαϊκών δικαστηρίων ήταν κυρίως κάτοικοι τής πόλης. Άλλά οί πλούσιοι, πού είχαν άλλες δουλειές, καί έτσι δέν έλκονταν άπό τό διώβολο ή τό τριώβολο, απείχαν. Ή με γάλη πλειοψηφία τών δικαστών προερχόταν άπό τίς μεσαίες καί κατώτερες τάξεις τής πόλης, τοΰ λιμανιού καί τών προα στίων. Άλλοι έβρισκαν στό μισθό ένα αξιόλογο συμπλήρωμα γιά τά πενιχρά τους έσοδα* άλλοι τόν τρόπο νά γεμίσουν, καί μάλιστα μέ κέρδος, μιά ήμερα ανεργίας. Ό Φιλοκλέων βλέπει ένα μέσο γιά νά προσθέσει μιά λιχουδιά στό δείπνο του* πανη γυρίζει μέ τήν ιδέα τής φουσκωτής πίτας πού θά τοΰ σερβίρει ή γυναίκα του, καί τά φιλιά μέ τά όποια θά ανταμείψει ή κόρη του τόν αγαπητό της μπαμπά. Οί γέροι κυρίως δέν τό 'βρισκαν κακό νά φέρουν κάτι στό σπίτι: αυτοί οί ήλιαστές πού, στό χορό τοΰ Αριστοφάνη, θυμούνται μέ πολλή ευχαρίστηση τίς εκστρα τείες τους, σκαλίζοντας αναμνήσεις πενήντα χρόνων, μπορούν νά αποκτήσουν μιά μέτρια σύνταξη μέ μιά αξιοπρεπή καί κα θόλου κουραστική δουλειά. Στό κάτω κάτω, τό κέρδος δέν ήταν ό μοναδικός λόγος γιά νά τούς αρέσει αυτό τό επάγγελμα. Τί καλύτερη ευκαιρία γιά αδιόρθωτους φλύαρους νά συναντιούνται καθημερινά σάν παλιοί φίλοι; Καί τί θεία ευχαρίστηση γιά τούς κενόδοξους τά χαϊδόλογα άπό διάδικους, καί μάλιστα επιφανείς, καί οί κολακείες άπό τούς πιό περίφημους ρήτορες! 62
63
64
65
Μέ δικαστές πού στήν πραγματικότητα δέν ήταν παρά ένορκοι, οί υποθέσεις έπρεπε νά είναι παρασκευασμένες μέ κάθε φροντίδα γιά τήν ήμερα τής ακρόασης. Ή ηγεμονία ειχε λοιπόν μεγάλη σημασία, γιατί περιλάμβανε, πριν άπό τή συζήτηση, όλη τήν ανάκριση. Α υ τ ή άνηκε, γιά τίς περισσότερες δίκες, στους άρ χοντες: στό βασιλέα γιά τίς πράξεις πού είχαν σχέση μέ τή λα τρεία* στον άρχοντα γι' αυτές πού αφορούσαν τό ιδιωτικό δίκαιο* 249
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στον πολέμαρχο για τίς πράξεις πού αφορούσαν τούς ξένους, εγκαταστημένους στήν Αττική ή προνομιούχους στους θεσμο θέτες γιά δ,τι ειχε σχέση μέ το δημόσιο συμφέρον. Οί "Ενδεκα, πού ήταν δεσμοφύλακες, εισήγαν τίς υποθέσεις πού συνεπάγον ταν προληπτική κράτηση καί συνοπτική διαδικασία. "Οταν ή Αθήνα έ'γινε μεγάλη ναυτική καί εμπορική δύναμη, έ'νιωσε τήν ανάγκη νά δημιουργήσει άρχοντες μέ ειδικές αρμοδιότητες γιά τίς διαφορές πού χρειάζονταν γρήγορη λύση. Οί ναυτοδίκαι, πού καταργήθηκαν μετά άπό τό 397, καί τών οποίων ή κληρονομιά πέρασε στους θεσμοθέτες, είχαν στή δικαιοδοσία τους κυρίως τίς διαφορές τών εφοπλιστών, τών μεταφορέων καί τών εργα τών τοΰ λιμανιού, στους όποιους προστέθηκαν άπό τό 451 /50 οί αγωγές κατά τών μετοίκων πού εμφανίζονταν ώς πολίτες. Οί εισαγωγείς, πού ήταν πέντε, εισήγαν τίς εμπορικές υποθέ σεις πού έπρεπε νά ρυθμιστούν μέσα σ' ένα μήνα (δίκαι έμμηνοι), καί στις όποιες συμπεριλαμβάνονταν οί απαιτήσεις τών συμμα χικών πόλεων σχετικά μέ τό ύψος τών φορολογικών υποχρεώ σεων τους. Ή πρόσκληση προς τόν εναγόμενο νά έρθει στό δικαστήριο γίνεται άπό τόν ίδιο τόν ενάγοντα, πού συνοδεύεται από δύο μάρτυρες, ή κατάθεση τών οποίων, σέ περίπτωση απουσίας τοΰ εγκαλουμένου, θά επέτρεπε τή διεξαγωγή τής δίκης ερήμην. Κάθε αγωγή κατατίθεται γραπτή στον αρμόδιο άρχοντα, είτε πρόκειται γιά δίκη είτε γιά γραφή. Έάν τή δεχτεί ό άρχων, ό έγκαλών καταβάλλει αμέσως τά δικαστικά έξοδα. Στις ιδιω τικές αγωγές τά δύο μέρη καταβάλλουν τά πρυτανεία, πού είναι τρεις δραχμές, έάν τό αντικείμενο τής διαφοράς αξίζει άπό εκατό έως χίλιες δραχμές, καί τριάντα δραχμές, έάν αξίζει παραπάνω άλλά αυτός πού χάνει οφείλει νά αποζημιώσει εκείνον πού κερ δίζει τή δίκη. Στις δημόσιες υποθέσεις ό κατήγορος πληρώνει τήν παράσταση, ποσό σταθερό καί μικρό, καί, άν ενδιαφέρεται καί γιά τό ενδεχόμενο πρόστιμο, τά πρυτανεία. Γιά τίς κληρο νομικές απαιτήσεις ή γιά περιουσία πού δημεύτηκε άδικα, αυ τός πού κάνει τήν αγωγή πληρώνει τό ένα δέκατο στήν πρώτη περίπτωση, ένα πέμπτο στή δεύτερη, καί τό παράβολο συμψη φίζεται μέ τό διεκδικούμενο ποσό. Ό αρμόδιος άρχων ορίζει τότε τήν ήμερα τής ανακρίσεως. Στό μεταξύ τοιχοκολλείται τό κείμενο τής αγωγής. Ή ανάκρι ση αρχίζει μέ τήν ένορκη δήλωση γιά τήν αλήθεια τών ίσχυρι-
66
67
68
69
70
-
71
250
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
σμών τής κάθε πλευράς, καί ή γραπτή διατύπωση της μπαίνει στο φάκελο (άντωμοσία, διωμοσία). Ά ν ό εναγόμενος δεχτεί ότι ή αίτηση δέν πάσχει ώς προς τούς τύπους, ή δίκη διεξάγεται ώς προς τήν ουσία (ευθυδικία). Ειδεμή, ό εναγόμενος μπορεί νά αντιτάξει δύο εξαιρέσεις, ή πρώτη άπό τίς όποιες βασίζεται στις μαρτυρίες (διαμαρτυρία), καί ή δεύτερη σέ άλλες αντιρρή σεις (παραγραφή): έτσι αναποδογυρίζει τήν κατάσταση καί, στή νέα πιά υπόθεση, γίνεται ενάγων. Πρέπει νά τερματιστεί αυτή ή δεύτερη α γ ω γ ή , γιά νά μπορέσει ή δικαιοσύνη νά ασχοληθεί πάλι μέ τήν κύρια αγωγή, καί είτε νά τή θεωρήσει αβάσιμη εί τε νά τήν προχωρήσει. Αποδεικτικά στοιχεία είναι: οί νόμοι, τά συμβόλαια, οί καταθέσεις ελεύθερων ανθρώπων, οί δηλώσεις δούλων πού έχουν γίνει ύστερα άπό ανάκριση, οί όρκοι τών δια δίκων. Τά αυθεντικά στοιχεία, πρωτότυπα ή επικυρωμένα αν τίγραφα, καί οί πιστοποιήσεις τών πιό ασήμαντων περιστατικών προστίθενται στό φάκελο. "Οταν τελειώσει ή ανάκριση, άν πρό κειται γιά δημόσια υπόθεση, ό άρχων φυλάει τό φάκελο σφρα γισμένο μέσα σέ ένα κιβώτιο ώς τήν ήμερα τής ακρόασης. Ά ν πρόκειται γιά ιδιωτική υπόθεση, τόν διαβιβάζει στό διαιτητή, γιά νά κάμει εκείνος μιά προσπάθεια συμφιλίωσης. Στήν περί πτωση πού αποτύχει ή απόπειρα, ό διαιτητής βάζει όλα τά στοιχεία σέ δύο χωριστά κιβώτια, τό ένα μέ τό Ονομα τοΰ ε γ κ α λούντος, τό άλλο μέ τό όνομα τοΰ εγκαλουμένου, τά σφραγίζει, προσθέτει τήν απόφαση τής διαιτησίας γραμμένη σέ μιά πινα κίδα, καί όλα αυτά τά παραδίδει στους δικαστές τής φυλής τοΰ εναγομένου, πού είναι αρμόδιοι νά εισαγάγουν τήν υπόθεση στό δικαστήριο. Κατά τήν ακρόαση απαγορεύεται στους διάδικους νά άναφερθοΰν σέ άλλο αποδεικτικό στοιχείο, κείμενο νόμου, κλήση, μαρτυρία κτλ., εκτός άπό αυτά πού παρουσιάστηκαν στήν ανάκριση. Ό άρχων πού έχει κάμει τήν ανάκριση ζητάει άπό τούς θε σμοθέτες νά ορίσουν τήν ημέρα τής ακρόασης καί τόν αριθμό τών δικαστών πού θά δικάσουν. Έκτος άπό τίς εμπορικές δίκες, πού γίνονταν υποχρεωτικά μέσα στό μήνα, ή ημερομηνία τής ακρό ασης ήταν συχνά πολύ απομακρυσμένη. Πρώτα πρώτα ό κατά λογος τών δικών ήταν πολύ φορτωμένος. Έπειτα οί αναβολές διαδέχονταν ή μιά τήν άλλη, εξαιτίας τών διαδίκων πού κατέ φευγαν σέ κάθε είδους μανοΰβρες καί δικολαβικές κωλυσιεργίες, μέ τή βοήθεια νπωμοσιών (Ορκων) καί άνθυπωμοσιών (άντίθε12
73
74
75
76
77
251
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
των δρκων). Υπήρχαν δίκες πού σέρνονταν έτσι ολόκληρα χρό νια. Ό εναγόμενος πού δέν παρουσιαζόταν στό δικαστήριο δι καζόταν ερήμην άν έλειπε ό ενάγων, δέν γινόταν δεκτή ή αγω γή. Φτάνει τέλος ή μέρα τής ακρόασης. Τό δικαστήριο περιβάλ λεται άπό ένα ξύλινο χώρισμα πού διακόπτεται άπό μιά δικτυ ωτή πόρτα. Κάθε φορά πού μιά υπόθεση ανάβει τά πάθη, οί περίεργοι συνωστίζονται γύρω άπό τό χώρισμα. Εντούτοις τό 415, όταν δίκαζαν εκείνους πού παραβίασαν τά μυστήρια, θέ λησαν μιά διαδικασία «κεκλεισμένων τών θυρών» άπό σεβασμό προς τίς θεές: γιά νά κρατήσουν μακριά τό πλήθος, τέντωσαν πενήντα πόδια μακριά άπό τό χώρισμα ένα σχοινί τό όποιο φύ λαγαν δημόσιοι δούλοι. Στό εσωτερικό οί δικαστές κάθονται σέ ξύλινα θρανία πού σκεπάζονται μέ ψάθες. Ό πρόεδρος, στο βάθος, κάθεται σέ μιά λίθινη έδρα (βήμα), άπό Οπου κυριαρχεί στό ακροατήριο. Έχει κοντά τό γραμματέα ή γραφέα του, τόν κήρυκα του καί τούς Σκύθες τοξότες πού είναι επιφορτισμένοι μέ τήν τήρηση τής τάξεως. Μπροστά του βρίσκεται τό βήμα άπό όπου εκφωνούνται οί λόγοι. Δεξιά καί αριστερά υπάρχουν δύο άλ λα βήματα, όπου κάθονται οί διάδικοι, Οσο δέν μιλούν. Στό εν διάμεσο υπάρχει ένα τραπέζι Οπου μετρούν τίς ψήφους. Ή συνεδρίαση αρχίζει νωρίς τό πρωί. Οί δικαστές οφείλουν νά σηκωθούν πριν άπό τήν αυγή, άν δέν θέλουν νά χάσουν τήν αμοιβή· γιατί τήν ορισμένη ώρα, Οταν δώσει τό σήμα ό πρόεδρος, ή πόρτα κλείνει κατάμουτρα στους αργοπορημένους. "Οσοι φτάνουν έγκαιρα παίρνουν στήν είσοδο ένα κέρμα (σνμβολον) τό όποιο θά αλλάξουν τή στιγμή τής ψηφοφορίας μέ ένα άλλο, πού μέ τή σειρά του θά τό αλλάξουν στήν έξοδο μέ ένα τριώβολο. Αρχίζουν, Οπως καί στήν εκκλησία, μέ μιά θυσία καί μιά προσευχή. Αμέσως, έπειτα άπό διαταγή τοΰ προέδρου, ό κή ρυκας απαγγέλλει τόν κατάλογο τών υποθέσεων πού θά δικα στούν γιατί σέ μιά συνεδρία διεκπεραιώνουν πολλές ιδιωτικές δίκες, άλλά μόνο μία δημόσια. Έπειτα ό γραφέας διαβάζει τήν αίτηση ή τήν κατηγορία καί τή δήλωση πού παρουσιάζει ή υπε ράσπιση. Ό λόγος δίνεται διαδοχικά στον ενάγοντα καί στον εναγόμε νο. Καθένας μιλά γιά λογαριασμό του, έκτος άπό τούς νομικά ανίκανους, δηλαδή τίς γυναίκες, τούς ανήλικους, τούς δούλους, 78
79
80
81
82
83
84
252
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
τούς απελεύθερους ή τούς μέτοικους, πού αντιπροσωπεύονται άπο τον νόμιμο κηδεμόνα τους: τόν κύριο τους ή τόν εργοδότη τους. Ό διάδικος πού δέν νιώθει ικανός νά ετοιμάσει ό ίδιος τό λόγο του, τόν παραγγέλνει σ' εναν επαγγελματία, έναν λογογράφο, καί τόν μαθαίνει απέξω άλλά ούτε ό ένας ούτε ό άλλος τολ μούν νά τό ομολογήσουν. Άλλωστε ό κατηγορούμενος ή ό κα τήγορος μπορεί νά ζητήσει άπό τό δικαστήριο τήν άδεια νά βο ηθηθεί ή νά αντικατασταθεί άπό ένα φίλο του πού είναι πιο ι κανός στο λόγο ή αίτηση αυτή σπάνια απορρίπτεται, μέ τόν όρο βέβαια ότι ό συνήγορος ή ό σύνδικος δέν θά αμειφθεί. Σέ αυτή τήν περίπτωση ό ενδιαφερόμενος ή περιορίζεται σέ λίγα εισα γωγικά λόγια καί δίνει τό λόγο σ' αυτόν πού έρχεται σέ βοήθεια του, ή ενισχύει τή συνηγορία μ' έναν έντονο επίλογο ή μιά συμ πληρωματική εξήγηση. Α υ τ ή ή βοήθεια είναι συνηθισμένη στις πολιτικές δίκες, καί τά μέλη τών ολιγαρχικών εταιρειών τή θε ωρούν κύρια υποχρέωση τους. Είναι κανόνας στις ιδιωτικές δίκες, άλλά Οχι στις άλλες, ό ενάγων νά έχει δικαίωμα σέ ανταπάντηση, καί ό εναγόμενος σέ δευτερολογία (ύστερος λόγος). Ή απόφαση πρέπει νά άπαγγελθεί τήν ίδια μέρα, εκτός άν μιά διοσημία, π.χ. μιά καταιγί δα ή ένας σεισμός, αναγκάσει τόν πρόεδρο νά διακόψει τή συνε δρίαση. Πρέπει λοιπόν νά κάμουν γρήγορα. Έκτος άπό ορι σμένες δίκες μέ συναισθηματικό χαρακτήρα, οί όποιες αφορούν τούς ανήλικους, τούς γέρους κτλ. (δίκαι χο)ρις ύδατος), ή διάρ κεια τών αγορεύσεων είναι μετρημένη. Ή κλεψύδρα έχει αυτή τήν αποστολή. Στις ιδιωτικές δίκες ό χρόνος πού διαθέτουν τά δύο μέρη εξαρτάται άπό τή σπουδαιότητα τής υπόθεσης. Τόν 4ο αιώνα, πού επικρατεί μεγαλύτερη αυστηρότητα άπ' δ,τι τόν 5ο, κάθε διάδικος έχει άπό είκοσι έως σαράντα οχτώ λεπτά γιά τήν κύρια αγόρευση καί άπό οχτώ έως δώδεκα γιά τή δευτερολογία, εκτός άπό τό χρόνο πού αφιερώνεται στήν ανάγνωση τών νόμων, ψηφισμάτων καί άλλων στοιχείων τής υπόθεσης. Στις δημό σιες δίκες, δπου οί ποινές δέν προβλέπονται άπό τό νόμο άλλά αφήνονται στήν εκτίμηση τών δικαστών, ή μέρα μοιράζεται σέ τρίτα, άπό τά όποια τό ένα ανήκει στον κατήγορο, τό άλλο στον κατηγορούμενο καί τό τρίτο στους δικαστές. Ως γύρω στά 390 οί καταθέσεις τών μαρτύρων οφείλουν νά είναι προφορικές αργότερα γράφονται πρίν άπό τή δίκη καί δια βάζονται άπό τό γραφέα. Απαγορεύεται στους διάδικους καί -
-
65
86
87
88
89
90
Λ
-
91
253
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μάρτυρες νά διακόψουν τόν αντίδικο, έκτος άν αυτός συγ κατατεθεί ρητά ή θέσει ό ίδιος ερωτήσεις, οπότε ή κλεψύδρα του εξακολουθεί νά λειτουργεί. Τέτοια επεισόδια έδιναν στις συζητήσεις ιδιαίτερη ζωηρότητα. Γίνονταν στις εγκληματικές καί πολιτικές υποθέσεις, άλλά καμιά φορά καί σέ αστικές, πού προκαλούσαν έντονη συγκίνηση καί διέγειραν τά πάθη. "Οταν ό ενάγων ένιωθε πώς ή υπόθεση δέν πήγαινε πιά κα λά γι' αυτόν, μποροΰσε ώς τήν τελευταία στιγμή νά αποσύρει τήν κατηγορία. Στις ιδιωτικές δίκες είχε αυτό τό δικαίωμα ακόμη καί τή στιγμή πού είχαν βγάλει τίς ψήφους άπό τήν κάλπη γιά νά τίς μετρήσουν, είτε γιατί τό αποφάσισε μόνος του είτε γιατί συμφώνησε μέ τόν εναγόμενο πάνω στους όρους ενός συμβιβα σμού ή μιάς ιδιωτικής διαιτησίας. Δέν διακινδύνευε ποινή άλλη άπό τήν απώλεια τών δικαστικών εξόδων πού είχε προκατα βάλει. Στις δημόσιες δίκες ό ενάγων πού αποφάσιζε νά απο συρθεί καταδικαζόταν σέ χίλιες δραχμές πρόστιμο, καί έχανε τό δικαίωμα νά καταθέσει αγωγή αύτοΰ τοΰ είδους στό μέλλον. Ξέρουμε ωστόσο καί δημόσιες δίκες πού τελείωσαν συμβιβαστι κά, έπειτα άπό καταβολή χρημάτων, μέ τή συγκατάθεση τών αρχόντων. "Οσο διαρκούσε ή συζήτηση ό ρόλος τών δικαστών ήταν ρόλος βουβών καί παθητικών ενόρκων. Αμέσως μετά καλούνταν άπό τόν κήρυκα νά ψηφίσουν. Ψήφιζαν χωρίς συζήτηση, καί ή μυ στική ψηφοφορία εξασφάλιζε τήν ελευθερία. Τόν 5ο αιώνα κά θε δικαστής έπαιρνε ένα μικρό οστρεο (χοίρινη) ή ένα πετραδάκι (ψήφος) τό όποιο, ανάλογα μέ τή γνώμη πού σχημάτισε γιά τή μιά ή τήν άλλη πλευρά, έριχνε στή μιά άπό τίς δύο κάλπες, περνώντας άπό μπροστά τους. Μετά τό 390 επινόησαν ένα σύ στημα πού εξασφάλιζε καλύτερα τή μυστική ψηφοφορία: κάθε ένορκος έπαιρνε δύο χάλκινα κέρματα, τό ένα ακέραιο γιά τήν αθώωση, τό άλλο τρυπημένο γιά τήν καταδίκη* έριχνε τό κέρ μα πού θά λογαριαζόταν σέ μιά χάλκινη υδρία (κύριος άμφορεύς) καί τό άλλο, πού χρησίμευε γιά τήν επιβεβαίωση τοΰ συνολι κού αριθμού τών ψήφων, σέ μιά ξύλινη κάλπη (άκυρος άμφο ρεύς). Τά αποτελέσματα τής ψηφοφορίας αναγγέλλονταν άπό τόν κήρυκα, καί ή απόφαση, πού έβγαινε μέ τήν άπλή πλειοψη φία, απαγγελλόταν άπό τόν πρόεδρο. Σέ περίπτωση αθώωσης όλα έ'χουν τελειώσει. Δέν έμενε πα ρά νά επιβληθούν σέ μερικούς κατήγορους ή ενάγοντες οί κυρώστους
92
93
94
95
96
97
254
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
σεις πού προβλέπονται αυτόματα γιά τίς απερίσκεπτες αγωγές. Οί κατήγοροι πού δέν αποσπούσαν τό ένα πέμπτο τών ψήφων στις δημόσιες δίκες, Οπως καί όσοι παραιτούνταν, καταδικάζον ταν σέ πρόστιμο καί σέ ειδική στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Σέ πολλές ιδιωτικές αγωγές —δπως οί αγωγές εξαίρεσης στό πλαίσιο τών κυρίων δικών, οί αγωγές μετριασμού ή αναίρεσης, οί αγωγές εναντίον κηδεμόνων ή εναντίον οφειλετών— οί ενά γοντες πού έχαναν όφειλαν στους εναγομένους μιά ορισμένη απο ζημίωση πού ισοδυναμούσε μέ τό ένα έκτο τοΰ διαμφισβητούμενου ποσού (έπίοβελία). * Σέ περίπτωση καταδίκης υπήρχαν δύο δυνατότητες. Τό ελ ληνικό δίκαιο διέκρινε δίκες μέ εκτίμηση τής ποινής (αγώνες τιμητοί) ή χωρίς εκτίμηση (αγώνες ατίμητοι), δηλαδή ή ποινή άλλοτε αφηνόταν στή διάκριση τών δικαστών, άλλοτε καθορι ζόταν άπό ένα νόμο ή άπό τό ψήφισμα τής εκκλησίας πού παρέπεμπε τήν υπόθεση στό δικαστήριο ή άπό προηγούμενη συμ φωνία τών διαδίκων. Στις δίκες, λοιπόν, τής δεύτερης κατηγο ρίας ή καταδικαστική απόφαση επέσυρε τήν ποινή χωρίς άλλη διατύπωση. Μόνο σέ ορισμένες υποθέσεις, περιοριστικά καθο ρισμένες, τό δικαστήριο, έπειτα άπό αίτηση ενός μέλους του καί μέ ειδική ψηφοφορία, επέβαλλε καί μιά πρόσθετη ποινή (προστίμημα), πέρα άπό τίς κυρώσεις πού Οριζε ό νόμος." Άλ λά στις δίκες τής πρώτης κατηγορίας, γιά νά καθοριστεί τό ύψος τής σωματικής ή τής χρηματικής ποινής (τιμάν δ τι χρή παθεΐν ή άποτεϊσαι) ήταν απαραίτητη μιά καινούρια διαδικασία. Ό ενάγων καί ό εναγόμενος πρότειναν ό καθένας στό δικαστή ριο μιά ποινή: ήταν ή τίμησις καί ή άντιτίμησις. Είχαν μικρό χρονικό διάστημα γιά νά δικαιολογήσουν τά λεγόμενα τους· με τά γινόταν μιά δεύτερη ψηφοφορία, μέ τήν όποια οί δικαστές δέχονταν τή μιά ή τήν άλλη πρόταση, χωρίς δικαίωμα μέσης λύσης. Ένώ τόν 4ο αιώνα ή δεύτερη ψηφοφορία γινόταν δπως καί ή πρώτη, τόν 5ο αιώνα χρησιμοποιούσαν πινακίδες σκεπα σμένες μέ κερί, πάνω στις όποιες οί δικαστές τραβούσαν μιά μα κριά ή μιά κοντή γραμμή, ανάλογα μέ τό άν κατέληγαν στήν πιο αυστηρή ποινή ή σέ πιο ελαφριά. Α υ τ ή ή διαδικασία, πού απέβλεπε στό νά περιορίσει τήν αυθαιρεσία τών δικαστών, εξη γεί τήν καταδίκη τοΰ Σωκράτη σέ θάνατο. Ή ποινική νομοθεσία πού εφάρμοζαν τά δικαστήρια βασιζό ταν —στήν κοινή γνώμη καί στις θεωρίες τών φιλοσόφων— στις 9
100
101
102
255
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ιδέες τοϋ σωφρονισμού (κόλασις, νουθεσία), τής επανόρθωσης (τιμιορία), του εκφοβισμού καί τής κοινωνικής άμυνας (παρά δειγμα, αποτροπή). Ή άρχή τής ευθύνης εφαρμόζεται μέ μιά αυστηρότητα πού διαρκώς μεγαλώνει, καί εξακολουθεί νά ισχύ ει, όπως τήν πιό παλαιά εποχή, γιά τά ζώα καί τά αντικείμενα πού είναι ένοχα ανθρωποκτονίας. Ή συσσώρευση ποινών προ βλέπεται άπό τό νόμο γιά εγκλήματα όπως ή ιεροσυλία καί ή προδοσία, τά όποια υπόκεινται στή θανατική ποινή καί στή δή μευση. Άλλά γιά τίς παραβάσεις μέ κυρώσεις πού αφήνονταν στή διάκριση τοΰ δικαστηρίου, ή σωματική ποινή αποκλείει τή χρηματική (παθείν ή άποτείσαι). Ή έλλειψη πρόθεσης καί ή φυσική ανευθυνότητα (παιδική ηλικία, παραφροσύνη, θυμός, πά θος, καταναγκασμός) αποτελούν ελαφρυντικά" αντίθετα, ή υπο τροπή καί οί παραβάσεις πού διαπράχθηκαν σέ δημόσια τελετή κρίνονται βαρύτερα. Ή διαδικασία καί ή ποινή διαφέρουν επί σης σέ πολλές περιπτώσεις, ανάλογα μέ τό άν τά δύο μέρη είναι πολίτες, ή άν ένας άπό τούς διαδίκους είναι μέτοικος ή δούλος (τό ίδιο καί άν είναι μέτοικοι καί οί δύο διάδικοι). Οί σωματι κές ποινές είναι: θανατική ποινή, πού κολάζει τό φόνο έκ προ μελέτης, τήν ιεροσυλία καί τήν προδοσία, καί μπορεί νά πλήξει κάθε έγκλημα πού είναι λίγο ώς πολύ έξομοιώσιμο μ' αυτά, σέ δίκες όπου ή ποινή αφήνεται στή διάκριση τοΰ δικαστηρίου εξο ρία, πού αντικαθιστά συχνά τήν ποινή τοΰ θανάτου ατιμία, πού στήν άρχή ισοδυναμούσε μέ τήν έκτος κοινωνίας θέση τοΰ κα τάδικου, έπειτα όμως απαλύνθηκε, παίρνοντας τό χαρακτήρα α φαίρεσης τών πολιτικών δικαιωμάτων καταδίκη σέ δουλεία καί φυλάκιση, ποινές πού επιβάλλονταν γενικά στους μή πολίτες καί σέ εξαιρετικές περιπτώσεις μαστίγωση, πού επιβαλλόταν μόνο στους δούλους. Οί ατιμωτικές ποινές είναι: στέρηση ταφής, πού μπορεί νά επιβληθεί μεταθανάτια απαγόρευση στις μοιχαλίδες νά φορούν στολίδια καί νά μπαίνουν στους ναούς κατάρα, σέ ο ρισμένες φυγοδικίες ατιμωτική έγγραφη πάνω σέ μιά στήλη. Οί χρηματικές ποινές είναι: ολοκληρωτική ή τμηματική δήμευση, πρόστιμο καί αποζημίωση. Ή απόφαση γνωστοποιείται στους ενδιαφερομένους γραπτά μέ σκοπό τήν εκτέλεση. Μετά άπό δημόσια δίκη ή απόφαση κοινοποιείται στους αρμόδιους άρχοντες, παραδείγματος χάρη -
-
-
-
-
-
103
στους "Ενδεκα, αρχηγούς τών δεσμοφυλάκων καί τοΰ δήμιου,
καί στους πωλητάς, πού είναι επιφορτισμένοι νά πουλήσουν τά 256
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δημευμένα αγαθά. "Οταν άφορα πολιτική υπόθεση, κατατίθεται στά αρχεία. Μετά άπό μιά ιδιωτική υπόθεση κοινοποιείται σέ όποιον κέρδισε, άφοΰ τό κράτος δέν λαβαίνει μέρος στήν εκτέλε ση, παρά μόνο στό βαθμό πού έ'χει κάποιο συμφέρον νά προστα τεύσει. Τά πρόστιμα εισπράττονται άπό τούς πράκτορες καί, δταν ή δεκάτη πρέπει νά αφαιρεθεί άπό τό πρόστιμο γιά Οφελος τής Αθηνάς, ή είσπραξη της ανήκει στους ταμίες τής θεάς. "Ενας κανόνας κοινός σέ δλη τήν Ελλάδα αντικαθιστά τόν οφειλέτη ε νός προστίμου πού δέν πληρώθηκε μέ τόν άρχοντα πού είναι υ πεύθυνος. Κατ' αρχήν, ή απόφαση, έκφραση τής λαϊκής θέλησης, είναι αμετάκλητη, κυρίαρχη (κυρία) καί τέλεια (αυτοτελής). 'Αλλά ή ακύρωση δέν είναι αδύνατη στις εγκληματικές υποθέσεις. "Ενα πράγμα πού έ'καμε ό λαός, μπορεί καί νά τό ξεκάμει, μέ τόν όρο δτι τό δεδικασμένο μένει σεβαστό. Διάφορα μέσα διαδι κασίας, άλλα διαδικαστικά καί άλλα πολιτικά, επιτρέπουν νά φτάσει κανείς σέ αυτό τό αποτέλεσμα. Ό φυγόδικος μπορεί σέ δύο μήνες νά προσβάλει τήν ερήμην καταδίκη του, άν αποδείξει μέ όρκο Οτι ή απουσία του οφειλόταν σέ κάποιο δικονομικό ελάττωμα. Αγωγές γιά ψευδομαρτυρία καί γιά φοροδιαφυγή, αγωγές πού επισύρουν ποινές οί όποιες αφήνονται στή διάκριση τών δικαστών, δίνουν στά δικαστήρια τή δυνατότητα νά επα νορθώσουν τή ζημία πού προκλήθηκε άπό μιά χρηματική κατα δίκη ή νά προσφέρουν στό θύμα μιάς σωματικής ποινής τό και νούριο στοιχείο δπου μπορεί νά στηριχτεί μιά αίτηση γιά αναί ρεση τής καταδίκης. Έξαλλου ή εκκλησία τοΰ δήμου διατηρεί, στις δικαστικές υποθέσεις, δπως καί σέ δλες τίς άλλες, τό ανώ τατο προνόμιο της. "Εχει δικαίωμα νά δώσει χάρη. Κανένας, Ομως, δέν μπορεί νά καταφύγει σ' αυτήν χωρίς νά έχει πάρει προκαταβολικά άδεια, ένα άπό αυτά τά ψηφίσματα πού χρειά ζονται τό λιγότερο έξι χιλιάδες ψήφους καί προσφέρουν δικανική ασυλία. Α υ τ ή ή επίσημη διαδικασία προηγείται άπό δλα τά ψη φίσματα αποκατάστασης (επιτιμίας). Μόνη αυτή προσφέρει νό μιμη αξία στή συλλογική αμνηστία, πού δέν δίνεται ποτέ παρά σέ εξαιρετική περίπτωση, γιά λόγους δημόσιας σωτηρίας. Μό νη αυτή προστατεύει άπό ενδεχόμενη κατηγορία γιά παρανομία τίς προτάσεις γιά ακύρωση ποινών, γιά ανάκληση άπό τήν εξο ρία, γιά απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων, γιά διαγραφή όφει104
105
257
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λής πρός τό δημόσιο. Μέ αυτόν τόν τρόπο ό αθηναϊκός λαός έ βρισκε τρόπο νά διασώσει τή μερική κυριαρχία τών δικαστών, πού ήταν αντιπρόσωποι του, διατηρώντας ακέραια τήν ολοκλη ρωτική κυριαρχία, ή οποία δέν μποροΰσε νά ανήκει παρά στό σύ νολο τών πολιτών. 106
Γ' ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΤ ΔΙΚΑΙΟΥ
Οί δικαστικοί θεσμοί πού περιγράψαμε επικρίθηκαν πολύ, τόσο κατά τήν αρχαιότητα όσο καί στους νεώτερους χρόνους. Τί πρέ πει νά σκεφτεί κανείς; Αυτό πού ενοχλούσε πριν άπ' όλα τούς συγκαιρινούς, αυτό πού ενοχλεί κι εμάς όταν διαβάζουμε δικανικούς λόγους τών ρητόρων, είναι ένα πνεύμα στρεψοδικίας αληθινά υπερβολικό, μιά δικονομικομανία αρκετά δυσάρεστη. "Ενας αντίπαλος τής δημοκρατίας αναρωτιόταν άν υπήρχαν τόσες δημόσιες καί ιδιω τικές δίκες σ' ολόκληρη τήν άλλη Ελλάδα όσες μόνο στήν 'Αθή να. Είναι βέβαιο ότι οί ιδιώτες πήγαιναν στά δικαστήρια μέ άξιοκατάκριτη ευκολία, Οτι οί αποδόσεις λογαριασμών καί οί λειτουργίες εγκυμονούσαν δίκες, ότι ή έλλειψη εισαγγελικής αρ χής έκανε νά πληθαίνει τό γένος τών συκοφαντών. Δικαιολογη μένα επινόησε ό κωμικός τό όνομα Λικαιόπολις. Χωρίς νά αρνηθεί κανείς τό γεγονός, πρέπει ωστόσο νά τό εξηγήσει. Α υ τ ή ή δικανική μαχητικότητα πηγάζει άπό τό αγω νιστικό ένστικτο τών Ελλήνων καί, γενικά, τών μεσογειακών λαών. "Αν ληφθεί υπόψη ή καταγωγή της καθώς καί τό αμεσό τερο παρελθόν της, διαπιστώνεται ότι μιά μεγάλη πρόοδος συν τελέστηκε στις κοινωνικές σχέσεις. "Αλλοτε οί αντίπαλοι ανα ζητούσαν ό ένας τόν άλλο μέ τά όπλα στά χέρια, καί βλέπουμε όλο τόν 6ο αιώνα ακόμη τό αίμα τών αντεκδικήσεων νά καλύ πτει τήν Αττική. Ή κατάχρηση τής στρεψοδικίας αντικαθιστά τήν κατάχρηση τής βίας καί μαρτυρεί ότι οί πολίτες χαλιναγω γούσαν τά πάθη τους, γιά νά τά υποτάξουν στό νόμο. Ώ ς καί ή πληγή τών συκοφαντών οφείλεται στό γεγονός ότι ήταν ακόμη πολύ κοντά ή εποχή Οπου ή απόδοση δικαιοσύνης άπό τό κράτος δέν ήταν υποχρεωτική. Καί αυτή Ομως ή πληγή έ'χει αν τιστάθμισμα: καθώς δέν υπάρχει εισαγγελική άρχή, ή δικαιοσύ107
108
258
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
νη είναι, ανεξάρτητη άπό τήν κυβέρνηση, καί ή πρωτοβουλία τών πολιτών στον τομέα τής ιδιωτικής ή τής δημόσιας καταδίωξης είναι δικαίωμα πού πηγάζει άπό τήν ελευθερία. Άλλά άς αφήσουμε τούς διάδικους καί άς στραφούμε προς τούς δικαστές. Καί έδώ ακόμη δέν ακούγονται παρά ψόγοι. Πρώτα πρώτα βάλλεται ό μισθός. Αυτοί οί ένορκοι πού τρέχουν στό δικαστήριο άπό τά βαθιά χαράματα, γιά νά είναι βέβαιοι ότι θά αλλάξουν τό βράδυ τά κέρματα τής παρουσίας τους μέ δυο τρεις όβολούς, πού καταλαμβάνονται άπό υπνηλία, άφοΰ «πιουν τό γάλα τοΰ κωλακρέτη», προσφέρουν θέαμα όχληρό γιά πνεύματα κάπως εκλεπτυσμένα. Α υ τ ή ή διανομή μισθών σέ εκατοντάδες καί χιλιάδες πολίτες δέν τούς απομάκρυνε άπό τήν παραγωγική δουλειά; δέν επιβάρυνε υπερβολικά τόν προϋπολο γισμό ; Άλλά καί τί ιδέα νά βάλουν τό πλήθος νά δικάζει! "Ε τσι αναγνωριζόταν στήν αναρμοδιότητα μιά γενική αρμοδιότητα· ή δικαιοσύνη κατατροπωνόταν άπό τήν άγνοια τοΰ νόμου. Δέν ήταν δύσκολο σέ επιτήδειους συνηγόρους, σέ πανούργους λογογράφους νά επιχειρηματολογούν έξω άπό τήν υπόθεση, νά πα ραθέτουν άσχετα κείμενα, νά επιδίδονται σέ άσύστατες ερμη νείες. Υπήρχαν ωστόσο καί χειρότερα. Καλώντας σέ βοήθεια τό ή θος καί τό πάθος, ή εύγλωττία επιχειρούσε νά αγγίξει τίς αδυ ναμίες τών ήλιαστών, νά διεγείρει τά πάθη. "Εβλεπε κανείς τόν κατηγορούμενο νά ανεβάζει στό βήμα τούς γονείς του, τή γυ ναίκα του, τά παιδιά του, πού έκλαιγαν γιά νά κινήσουν τόν οίκτο τών δικαστών. Καί άπό τίς δυο πλευρές γινόταν επί δειξη πατριωτισμού ή αφοσίωσης στή δημοκρατία έρευνοΰσαν τή ζωή τοΰ αντιπάλου, γιά νά τοΰ πετάξουν κατά πρόσωπο τίς χειρότερες ύβρεις, τίς πιό φρικτές συκοφαντίες. Μόλις μιά υπό θεση άγγιζε τήν πολιτική, τό δικαστήριο μεταβαλλόταν σέ δη μόσια συνέλευση: Οί δικαστές δέν αρνιόνταν νά υποχωρήσουν στις κομματικές παρορμήσεις τους, ή μεροληψία μεταμφιεζόταν σέ δικαιοσύνη. "Ετσι, έκεΐ όπου τό αίσθημα τής επαγγελματι κής ευθύνης τό αντικαθιστούσε ή αλαζονεία πού πήγαζε άπό τή λαϊκή κυριαρχία, χωρίς παράλληλη συναίσθηση ευθύνης, ήταν μοιραίο νά σωπαίνει ό νόμος. "Αλλωστε ό νόμος δέν έλεγε τί ποτε σέ πλήθος υποθέσεις, σέ αυτές πού έδινε στους δικαστές τό δικαίωμα νά επιβάλλουν ποινή κατά τήν κρίση τους. Α υ τ ό τό σύστημα καθώς καί τό σύστημα τών εισαγγελιών επέτρεπε στά 109
110
111
-
112
259
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
δικαστήρια νά εξομοιώνουν τά πλέον διαφορετικά αδικήματα. Καί δέν υπήρχε έφεση. "Ετσι καταλαβαίνει κανείς π ώ ς μπόρε σε ή 'Αθήνα νά διαπράξει τή μεγαλύτερη δικαστική πλάνη κα ταδικάζοντας τόν Σωκράτη. Σέ αυτό τό κατηγορητήριο, τοΰ οποίου δέν συγκαλύψαμε τή δριμύτητα, υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Γιά νά εκτιμήσουμε σωστά τούς θεσμούς τοΰ 5ου αιώνα, χρειάζεται, ακόμη μιά φο ρά, νά τούς φωτίσουμε μέ τό φώς τοΰ παρελθόντος καί νά μήν πιστέψουμε κατά γράμμα όλα όσα λένε οί αντίπαλοι τοΰ καθε στώτος. Ό δικαστικός μισθός έχει μακρινή καταγωγή: ήδη στήν ομηρι κή πόλη οί γέροντες έβαζαν τούς αντίδικους νά καταθέσουν μι κρά κομμάτια χρυσού, ώς αμοιβή τής διαιτησίας πού ζήτησαν, καί αργότερα οί «δωροφάγοι» πού κυριαρχούσαν στή Βοιωτία δέν απέδιδαν δικαιοσύνη χωρίς αντάλλαγμα. Γιατί ή δημοκρα τία θά έκανε διαφορετικά, όταν ή θυσία μιάς χαμένης μέρας ή ταν πιό βαριά γιά τούς απλούς ανθρώπους; Τό ύψος τοΰ μισθοΰ, στό κάτω κάτω, ήταν πολύ μικρό: τήν εποχή πού καθιερώθηκε στήν 'Αθήνα καί πού αντιστοιχούσε σέ δύο όβολούς, στήν Αλι καρνασσό ήταν ένα ήμίεκτον, πού άξιζε έφτά φορές περισσότε ρο. Δέν ειχε τίποτε, αληθινά, πού νά ώθεΐ τούς πολίτες στήν τεμπελιά, ακόμη καί μέ τό τριώβολο, πού τούς επέτρεπε νά προσθέσουν μόλις ένα γλυκό στό βραδινό γεύμα, καί, άν ήταν γέροι, νά μήν παρουσιάζονται στήν οικογένεια τους σάν άχρηστα στόματα. "Οσο γιά τό δημόσιο ταμείο, δέν τό έθιγε, άφοΰ ό μι σθός καταβαλλόταν άπό τό ειδικό ταμείο τών δικαστικών εσό δων: οί δικαστές ζούσαν άπό τή δικαιοσύνη. Τέλος ή μισθοδοσία τών δικαστών δέν αξίζει τίς μομφές πού έκαναν κάποτε, μέ κά ποια επίφαση λόγου, γιά τή μισθοδοσία τής εκκλησίας τοΰ δή μου. Αναμφίβολα θά τίς άξιζαν ακόμη λιγότερο, άν ό αριθμός τών δικαστών δέν ήταν τόσο μεγάλος. 'Αλλά καταλαβαίνουμε ότι δέν ήταν δυνατό νά είναι μικρότερος, όταν άναχθοΰμε στήν επο χή όπου ιδρύθηκε ή Ηλιαία. Ό Σόλων θέλησε νά ορθώσει ολό κληρο τό λαό εναντίον τών αυθαίρετων αποφάσεων τών αρχόν των, δίνοντας του τό δικαίωμα νά τίς διορθώνει μέ τήν έφεση. Στήν Ηλιαία, Οπως καί στήν πλήρη εκκλησία, ό λαός, κατά τό νόμο, έπρεπε νά αποτελείται άπό έξι χιλιάδες πολίτες. Αυτό 113
260
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
πού μπορούσαν καί πού έπρεπε νά κάνουν, δταν ή Ηλιαία δί καζε πρωτοβάθμια —φυσικά καί δταν δίκαζε τελεσίδικα— ήταν νά τή χωρίσουν σέ τόσα δικαστήρια, δσα χρειαζόταν γιά νά αν ταποκριθεί στήν αποστολή της, καί εφάρμοσαν καί σ' αυτήν, δ πως καί στους άλλους θεσμούς, τόν κανόνα τοΰ δεκαδικού χω ρισμού. Αυτές οί τεράστιες επιτροπές εϊχαν τίς δυσκολίες τους, ακόμη καί τούς κινδύνους τους: αυτό είναι αναμφισβήτητο. Δέν είχαν νομικές γνώσεις καί συχνά παρασύρονταν άπό λόγους ξέ νους προς τήν αυστηρή δικαιοσύνη. Όφείλουμε επίσης νά μήν υπερβάλλουμε τήν κριτική μας καί νά μήν τή στηρίζουμε σέ λανθασμένες βάσεις. Ή καταδίκη τοΰ Σωκράτη υπήρξε τραγική συνέπεια μιάς διαδικασίας πού εμπό διζε τούς δικαστές νά επεμβαίνουν στον καθορισμό τών ποινών, υποχρεώνοντας τους νά διαλέξουν ανάμεσα στις κυρώσεις πού πρότειναν οί κατήγοροι καί σέ αυτές πού πρότεινε ό κατηγο ρούμενος. Οί ενάγοντες δυσκολεύτηκαν νά εξασφαλίσουν μιά ετυμηγορία ένοχης, άν καί ό κατηγορούμενος αρνήθηκε νά χρη σιμοποιήσει οποιαδήποτε ικεσία πού έθιγε τήν αξιοπρέπεια του. Εύκολα μποροΰσε νά σώσει τή ζωή του, έάν άντέθετε στήν εκτίμηση τοΰ Μέλητου, πού ζητούσε τήν ποινή τοΰ θανά του, μιά άλλη εκτίμηση μέ ποινή πολύ ήπια. Δέν θέλησε, στήν ηλικία του, νά διαψεύσει το παρελθόν του καί τήν αποστολή του. Χωρίς θράσος, μέ μιά ειρωνική υπερηφάνεια, δήλωσε πώς ένας άνθρωπος δπως αυτός άξιζε νά σιτίζεται στό πρυτανείο τήν υπό λοιπη ζωή του. Ό κατάδικος ζητούσε τήν πιο επιθυμητή αν ταμοιβή. Συγκατατέθηκε μέ δυσφορία, έπειτα άπό τίς επίμονες παρακλήσεις τών φίλων του, νά προτείνει νά πληρώσει πρόστι μο τριάντα μνών. 'Αλλά οί δικαστές δέν μπορούσαν νά επα νέλθουν στήν πρώτη τους απόφαση μέ μιά ποινή σχεδόν εικο νική. "Ηθελε νά πεθάνει* καί πέθανε. Δέν πρέπει λοιπόν νά κάνουμε κατάχρηση αύτοΰ τοΰ παρα δείγματος, ούτε τών πολιτικών δικών τοΰ 5ου αιώνα, γιά νά ποΰμε Οτι ό λαός πού συνεδρίαζε στά δικαστήρια είχε πάντα ιδιοτροπίες τυράννου. Πάντως, δέν μπορούμε νά τοΰ απευθύνου με μομφή γιά δωροδοκία: οί δικαστές ήταν πάρα πολλοί ώστε νά μπορεί κανείς νά τούς εξαγοράσει. Πάνω σ' αυτό τό σημείο έχουμε ακριβέστατες μαρτυρίες. Ένας ολιγαρχικός Αθηναίος οπισθοχωρεί εμπρός στήν ιδέα νά μειωθεί τό προσωπικό τών δικαστηρίων. «Θά είναι πολύ εύκολο, νομίζει, νά γίνονται μη114
115
116
261
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
χανορραφίες, όταν ό αριθμός τών δικαστών ε ί ν α ι μικρός, καί μέ τή διαφθορά θά αποσπούν αποφάσεις πολύ λιγότερο δίκαιες.» Κατά τά λεγόμενα τοΰ Αριστοτέλη, ό πρώτος Αθηναίος πού αθωώθηκε μέ χρήματα ήταν ό Άνυτος, τό 409, ένας άπό τούς μελλοντικούς κατήγορους τοΰ Σωκράτη. Συμψηφίζοντας τά υπέρ καί τά κατά διαπιστώνουμε Οτι ή δημοκρατική προκατά ληψη δέν επέσυρε πιό αφόρητες αδικίες άπό όσες οί πολιτικές καί κοινωνικές προκαταλήψεις σέ οποιοδήποτε καθεστώς. Έκεΐ ακόμη έχουμε τήν ομολογία τοΰ ολιγαρχικού μας: λυπάται πού δέν μπορεί νά θεμελιώσει μιά ελπίδα γιά επανάσταση πάνω στή δυσαρέσκεια αυτών πού έχουν καταδικαστεί σέ στέρηση πολιτι κών δικαιωμάτων, γιατί στήν 'Αθήνα οί καταδίκες αύτοΰ τοΰ εί δους σπάνια ε ί ν α ι άδικες. Όλόλαμπρη έκφραση σεβασμού άπό έναν εχθρό προς τό καθεστώς πού μισεί! Αυτό πού μένει, παρ' όλα αυτά, άπό τήν κακή ιδέα πού σχη ματίστηκε γύρω άπό τήν αθηναϊκή δικαιοσύνη είναι ή αστάθεια, ή ανασφάλεια τοΰ δικαίου πού εφάρμοζε. Σύμφωνα μέ τήν επι κρατέστερη γνώμη, ή 'Αθήνα ήταν ή πατρίδα τών τεχνών, τών γραμμάτων καί τής φιλοσοφίας, άλλά ποτέ δέν είχε τό χάρισμα τής δικανικής επιστήμης. Είναι όμως δυνατό νά μήν έβαλε στους νόμους καί στή νομολογία της, όπως στά υπόλοιπα, τή σφραγί δα τής λογικής καί τής πρακτικότητας της; "Οταν άξιολογοΰν έτσι τό αττικό δίκαιο, τό συγκρίνουν, θεληματικά ή αθέλητα, μέ τό ρωμαϊκό δίκαιο κατά βάθος, ένα δίκαιο πού βρίσκεται σέ στάδιο ανάπτυξης τό κατηγορούν ότι δέν είναι εντελώς εξελιγ μένο. Υπάρχουν καί επικρίσεις πού αποτελούν έπαινο. Α υ τ ή ή έλ λειψη ενότητας, αυτή ή έλλειψη συστήματος, αυτή ή αστάθεια στις αρχές καί στους κανόνες, όλα αυτά δέν θά υπήρχαν, άν ή 'Αθήνα, άντί νά μένει θρησκευτικά προσηλωμένη στις παλαιές συνήθειες καί στους παλαιούς νόμους, δέν είχε ακατάπαυστα διακρίνει αυτό πού έπρεπε νά διατηρηθεί ανέπαφο άπό αυτό πού έπρεπε νά ανανεωθεί. Είναι προς τιμήν της πού τόν 5ο αιώνα υπήρξε τό καμίνι άπό όπου έβγαιναν, κάθε μέρα, οί ιδέες τίς όποιες σφυρηλατούσαν καί μορφοποιούσαν οί ποιητές καί οί φι λόσοφοι. Στό θέατρο καί στις σχολές τών σοφιστών συζητιόνταν μεγάλα προβλήματα τοΰ δικαίου. Ό Αισχύλος, στήν Όαέστεια, έκαμε ένα λαό πού ριγούσε νά σκεφτεί πάνω στήν ποινική ευθύ νη καί στά δικαιώματα τοΰ "Αρειου Πάγου. Καί ό Πυθαγόρας, 117
118
119
-
262
Η ΔΙΚΑΙΟΣΤΝΗ
γιά πρώτη φορά στον κόσμο, ζητούσε λογικές βάσεις γιά τό δι καίωμα τής ποινής, καί τίς ανακάλυπτε Ολες μεμιάς, γιά νά αμφισβητήσει ή νά επιβεβαιώσει τήν άξια τους. Ό Αντιφών συνέτασσε σειρά δικανικών λόγων πού δέν αποτελούν τόσο ασκή σεις δικανικής ρητορικής όσο πρότυπα νομικής επιχειρηματο λογίας, αληθινά άξια τοΰ άνθρωπου πού ό Θουκυδίδης χαρακτή ριζε βαθύ στοχαστή. Ιδού οί μεγάλοι πρόγονοι τών Ρωμαίων ] \ ΐ Γ ΐ 8 ρ π ΐ ( 1 β η ί β 8 . Δέν εννοούσαν άλλωστε νά μείνουν καθαροί θε ωρητικοί. Ό Πρωταγόρας, κυρίως, άσκησε μεγάλη επίδραση: "Οταν μιά πανελλαδική αποικία εγκαταστάθηκε στους Θούρι ους, επιφορτίστηκε νά τροποποιήσει γι' αυτήν τούς νόμους τοΰ Ζάλευκου. Ήταν άπό τούς οικείους τοΰ Περικλή, καί ξέρου με πώς ό πολιτικός άνδρας καί ό φιλόσοφος πέρασαν μιά ολόκλη ρη μέρα συζητώντας σάν λεπτοί 0 & 8 ΐ Π 8 ΐ β 8 * ενα πρόβλημα ποινι κής ευθύνης. Τό σύστημα τών τιμητών αγώνων καί τών εισαγγελιών** ειχε τουλάχιστον τό πλεονέκτημα νά εξοικειώνει δικαστές πού δέν ήταν επαγγελματίες μέ όλες τίς λεπτότητες τής νομολογίας. Τούς παρακινούσε σέ συνεχείς αφομοιώσεις. "Ετσι, παραδείγ ματος χάρη, επέτρεπε τήν υπαγωγή ποικίλων εγκλημάτων καί παραβάσεων στή δικαιοδοσία τοΰ αρχαίου νόμου γιά τήν ιερο συλία καί τήν προδοσία, ώστε νά επιδέχονται καί αυτά τήν επι βολή τής θανατικής ποινής. Αντίθετα, επέτρεπε νά θεωρηθούν ελαφρότερες άλλες παραβάσεις καί νά τιμωρούνται μέ μικρότε ρες ποινές, σύμφωνα μέ τίς καινούριες ιδέες, πού άρμοζαν σέ πιο εξευγενισμένα ήθη. Περιβλημένος μέ ανεξέλεγκτη εξουσία, ό λαός, κυρίαρχος δικαιοκρίτης, δέν δεχόταν περιορισμούς ούτε στήν αυστηρότητα του ούτε στήν επιείκεια του* άλλά έ'θετε συ χνότερα όλη του τήν εξουσία στήν υπηρεσία τοΰ μόνιμου ανθρω πισμού του παρά τοΰ απότομου καί σύντομου θυμού του. Πά νω άπ' όλα, απελευθερωνόταν άπό τά καθιερωμένα σχήματα καί τούς άκαμπτους κανόνες, γιά νά κάμει νά επικρατήσουν τά ατο μικά δικαιώματα καί νά αναζητήσει τή δικαιοφροσύνη. 120
121
122
123
124
125
* Ο&δΐιϊδΙθ = καθολικός θεολόγος ειδικευμένος στή λύση προβλημά των συνειδήσεως. Ή εργασία αυτή, επειδή αποσκοπεί στήν άρση δυσκο λιών πού προκαλούνται άπό σύγκρουση καθηκόντων ή άπό τήν έλλειψη ρητών κανόνων, απαιτεί εξαιρετικά λεπτούς συλλογισμούς. Έ τ σ ι ή λ. εαδυϊδίβ πήρε τή σημασία τοΰ υπερβολικά λεπτολόγου. ** Γιά τούς δρους αυτούς, βλ. σ. 255 καί 1 7 9 - 1 8 0 .
263
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
Όλόκληρος ό ποινικός κώδικας τής Αθήνας κυριαρχείται άπό τή φροντίδα νά εξασφαλίσει στους πολίτες τήν απόλυτη αυτο διάθεση τους. Άπό έκεΐ απορρέει μιά εντελώς ειδική άποψη αυ τού τοϋ κώδικα. Συχνότερη μομφή προς τούς Αθηναίους δικα στές είναι ότι έκαναν κατάχρηση χρηματικών ποινών, καί μά λιστα έχουν διατυπωθεί υπαινιγμοί Οτι τό έκαναν άπό συμφέ ρον, γιά νά γεμίσουν τό ταμείο τών μισθών. Πραγματικά, στήν ιστορία τής Αθήνας υπήρξαν φοβερές στιγμές, Οταν χρειάστηκε νά χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο γιά νά ανταποκριθούν στις ανάγ κες τοΰ δημόσιου ταμείου ακόμη καί σέ κανονικές εποχές οί δημεύσεις καί τά πρόστιμα επιβάλλονταν μέ τόση συχνότητα, πού δίνεται λαβή σέ πονηρές σκέψεις. Άλλά πρέπει νά δούμε τά πράγματα όπως είναι. Οί χρηματικές ποινές είχαν τή θέση τών σωματικών ποινών πού επιβάλλουν τά σύγχρονα δικαστήρια, πολλές άπό τίς όποιες θά φαίνονταν ανυπόφορες στους Αθηναί ους. Ή δήμευση δέν επιβαλλόταν μαζί μέ τήν ποινή τοΰ θανά του στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα: αποτέλεσε λοιπόν μιά εξαγορά τής θανατικής ποινής, καί έσωσε πολλά κεφάλια. "Οσο γιά τά πρό στιμα, ήταν τόσο πολλά, γιατί ή αξιοπρέπεια τοΰ πολίτη ήταν ασυμβίβαστη, άπό τόν Σόλωνα καί μετά, μέ τίς ποινές πού στε ρούσαν τήν ελευθερία. Ή φυλάκιση καί ή προληπτική κράτηση επιβάλλονταν σέ μέτοικους ή μαστίγωση σέ δούλους: δέν ήταν ποινές πού μποροΰσαν νά επιβληθούν στους Αθηναίους. «Μόνο σέ έσχατη ανάγκη», λέει ό Δημοσθένης, «επιτρέπεται νά θιγεί τό πρόσωπο ενός ελεύθερου άνθρωπου... Καί θέλετε νά μάθετε τή διαφορά πού υπάρχει ανάμεσα στή δουλεία καί στήν ελευθε ρία; Πιό σημαντική είναι ότι ό δούλος τιμωρείται γιά τίς κακές πράξεις μέ τό σώμα του, ένώ ό ελεύθερος άνθρωπος, ακόμη καί όταν βρίσκεται στήν τελευταία βαθμίδα τής αθλιότητας, παρα μένει κύριος τοΰ σώματος του.» -126
-
127
"Ενα άλλο όμως αίσθημα παρακινεί τήν αθηναϊκή δικαιοσύνη καί τήν κάνει νά προχωρήσει σέ μεγάλες μεταρρυθμίσεις: τό αίσθημα τής ανθρωπιάς. Οί "Ελληνες, γενικά, είναι μαλακοί σέ σύγκριση μέ τούς βάρβαρους γείτονες τους: δέν εφευρίσκουν βα σανιστήρια όπως οί Ασιάτες έχουν βιαιότητες όργίλων ανθρώ πων καί Οχι βαναυσότητες αλκοολικών, όπως οί Θράκες. Περισ σότερο άπό τούς άλλους "Ελληνες, οί Αθηναίοι θεωρούν τίτλο τους νά νιώθουν σέ κάθε περίσταση αυτήν τή συμπόνια γιά τή -
264
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
δυστυχία, ή οποία στά μάτια τους είναι τό προνόμιο καλλιεργη μένων ανθρώπων, αύτη τήν αγάπη γιά τήν ανθρωπότητα, πού πρώτοι ονόμασαν «φιλανθρωπία». Ά ς ε ί ν α ι σκληροί καί μνη σίκακοι οί Βοιωτοί* οί Αθηναίοι οφείλουν στον εαυτό τους νά ε ί ν α ι δίκαιοι καί εύσπλαχνικοί. "Οταν γίνεται λόγος, ακόμη καί στά βάθη τοΰ βαρβαρικού κόσμου, γιά κάποιο νόμο πού προστα τεύει τούς αδυνάτους, επιθυμούν νά τιμάται ή πραότητα τών ηθών τους. Α υ τ ή ή ευσπλαχνία επεκτείνεται ακόμη καί στους ενόχους, ακόμη καί στους καταδικασμένους σέ θάνατο: δταν δέν είναι τιποτένιοι κακοποιοί, δέν παραδίδονται στό δήμιο* τούς επιτρέπεται νά τόν αποφύγουν μέ τήν αυτοκτονία, ζητώντας τήν κύλικα μέ τό κώνειο πού τούς εξασφαλίζει ενα γρήγορο καί α νώδυνο τέλος. Κατά μείζονα λόγο ή αθωότητα έχει απήχηση στήν καρδιά τών δικαστών. Κάθε στιγμή, εφαρμόζοντας τό νόμο, καλούνται νά τόν βελ τιώσουν. Αναμφίβολα οί νόμοι τής Αθήνας είναι γενικά μετριο παθείς καί επιεικείς* αυτό συμφέρει στους πιο πολλούς καί μά λιστα στους αδυνάτους. Άλλά οί νόμοι δέν προνοούν γιά δλα* είναι μερικοί, άλλωστε, πού ούτε καταργήθηκαν ούτε άλλαξαν, καί οί οποίοι αφήνουν νά βαραίνουν πάνω στήν οικογένεια ορι σμένων εγκληματιών τρομακτικές ευθύνες. Πώς νά καινοτομή σουν μέ νόμους καθιερωμένους άπό τήν αρχαιότητα τους καί άπό τό Ονομα πού φέρουν; Γιατί, επιτέλους, οί καινοτομίες είναι απαραίτητες καί ή λογική θέλει οί νόμοι νά μήν είναι αμετάβλη τοι. Οί Αθηναίοι απλούστατα εκπλήρωσαν τό δικαστικό κα θήκον τους μέ τήν καρδιά τους. Ηταν πάντα έτοιμοι νά συγχω ρέσουν, καί οί κατήγοροι επιζητούσαν διαρκώς νά τούς προλά βουν άπό μιά υπερβολή συναισθηματικότητας. Αρκεί μιά γυ ναίκα καί παιδιά πού απειλούνται άπό μιά σκληρή τύχη νά στα θούν δίπλα στον κατηγορούμενο καί νά κλαυθμηρίσουν, καί τό δικαστήριο συγκινείται αμέσως. «Τότε», λέει ό απλοϊκός Φιλοκλέων, «τί τά θέλετε, αισθανόμαστε τό θυμό μας νά υποχωρεί λίγο.» Έ , μάλιστα, δλοι έτσι είναι φτιαγμένοι: προτιμούν νά συγχωρέσουν έναν έ'νοχο παρά νά καταδικάσουν μαζί του αθώους. Μέ. αυτόν τόν τρόπο ή νομολογία δέν έπαψε νά τροποποιεί τούς νόμους, καί νά τροποποιείται ή ίδια μέ τή «φιλανθρωπία». Όλόκληρο τόν 5ο αιώνα παρακολουθούμε τήν προοδευτική κατάργηση τών κατάλοιπων τής οικογενειακής ευθύνης. Τό 479 ένας βουλευτής πού θεωρήθηκε προδότης λιθοβολήθηκε μέ τή 128
129
130
131
132
Τ
133
265
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
γυναίκα του καί τά παιδιά του. Κατά τό 465-460, μέσα σ' ένα νόμο πού επέβαλαν στους Έρυθραίους, οί Αθηναίοι απαιτούν νά καταδικάζεται σέ θάνατο ό προδότης μέ τά παιδιά του, «εκτός άν τά παιδιά αποδείξουν τήν αφοσίωση τους προς τό λαό», δη λαδή έκτος άν πάρουν συχωροχάρτια, πού μόνο σέ περίπτωση προσωπικής ένοχης δέν θά γίνουν δεκτά. Τό 411, όταν οί ολιγαρ χικοί Άρχιπτόλεμος καί Αντιφών καταδικάστηκαν σέ θάνατο, ή απόφαση δέν ονομάζει τά παιδιά τους. Σύμφωνα μέ τό νόμο τοΰ όστρακισμοΰ, πού ψηφίστηκε τό 508, Ολοι οί συγγενείς τοΰ Πεισίστρατου κινδύνευαν νά εξοριστούν. Τό 471, τά παιδιά τοΰ Θεμιστοκλή πού ειχε προγραφεί μένουν ήσυχα στήν 'Αθήνα όσο θέλουν. Ή ατιμία, πού είναι στέρηση τών πολιτικών δικαιω μάτων, εϊναι κληρονομική ακόμη σέ ένα ψήφισμα τοΰ 444 /3. Τό 410 ένας διάδικος λέει στό δικαστήριο: «Είναι φανερό, δικα στές, ότι λυπάστε μέ τήν προοπτική τής ατίμωσης πού απειλεί τά παιδιά μαζί μέ τούς κατηγορούμενους γονείς, καί αθωώνετε τούς γονείς γιά χάρη τών παιδιών». Μιά αποφασιστική συγ κυρία επέτρεψε στό λαό νά βοηθήσει νά θριαμβεύσει καί έδώ ή άρχή τής ατομικής ευθύνης: ή αμνηστία πού έ'βαλε τέλος στον εμφύλιο πόλεμο τό 403 κάλυπτε τούς γιους τών τριάντα τυράν νων, καί όταν προσωπικοί εχθροί τους δοκίμασαν νά τήν παρα βιάσουν, ό λαός αρνήθηκε νά τούς ακολουθήσει. Μένει, είναι αλήθεια, ή συχνή χρήση τής δήμευσης, πού αναγκαστικά είναι συλλογική ποινή, Οπως είναι λίγο πολύ καί κάθε χρηματική ποι νή. Άλλά είδαμε μέ ποιο πνεύμα οί Αθηναίοι πολλαπλασίαζαν τίς κυρώσεις αύτοΰ τοΰ είδους: έθιγαν τήν περιουσία γιά νά μήν πειράξουν πρόσωπα. "Ενιωθαν, άλλωστε, πολύ έντονα τίς άδικες επιπτώσεις ορισμένων δημεύσεων, καί έβαζαν τά δυνατά τους γιά νά τίς μειώσουν: άφηναν πάντα κάποιους πόρους σ'αυτούς πού πλήττονταν έμμεσα. Ή αθηναϊκή δικαιοσύνη, έκτος άπό τό ότι εξασφάλιζε τά πλε ονεκτήματα τής ελευθερίας καί τής άδερφοσύνης στους πολίτες, εφάρμοζε μέ κάποιο μέτρο τήν άρχή τής ισότητας καί σ' αυ τούς ακόμη πού φαίνονταν αποκλεισμένοι άπ' αυτήν εξαιτίας τής φύσης τους, δηλαδή στους δούλους. Αογικά, ή έννοια τής πόλης έκανε τό δούλο αντικείμενο τών πολιτών, Οργανο χωρίς Ονομα, χωρίς οικογένεια, χωρίς περιουσία, χωρίς δικαιώματα. Μέ μιά συνέπεια Οχι λιγότερο λογική, ή δημοκρατική άρχή, πάντα ευ νοϊκή προς τούς ταπεινούς, οδήγησε τούς ανθρώπους νά δουν ότι 134
135
136
137
138
266
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
τό αντικείμενο είχε όψη ανθρώπινη, ότι αυτό τό Οργανο ειχε ψυχή, Οτι ό ϊδιος ό δούλος άξιζε νά τοΰ φερθοΰν μέ φιλαν θρωπία. Ό σοφιστής Αντιφών έδειχνε μέ ποιους συλλογισμούς τά ελεύθερα πνεύματα έφταναν σέ αυτό τό ανατρεπτικό συμπέ ρασμα. Ένα απόσπασμα παπύρου μάς επιτρέπει νά παρακολου θήσουμε τή σκέψη του. Θέτει ώς άρχή Οτι οί άνθρωποι άπό καλή οικογένεια δέν έχουν μεγαλύτερο δικαίωμα νά τούς σέβονται άπό ό,τι οί άλλοι: «είμαστε όλοι καί σέ όλα, άπό τή γέννηση μας, τό ίδιο πράγμα». Άλλά ποτέ τίποτε δέν καθορίζει τόν Έλληνα καί τό βάρβαρο: «"Ολοι αναπνέουμε τόν αέρα άπό τό στόμα καί άπό τά ρουθούνια. Καί...»: έδώ ό πάπυρος έχει καταστραφεί, άλλά έχουμε τή συνέχεια σ' αυτούς τούς παθητικούς στίχους πού λέει ένα πρόσωπο τής κωμωδίας: «Μέ τό νά είναι κανείς δούλος δέν είναι λιγότερο άνθρωπος άπό ό,τι εσύ, αφέντη μου έχουμε γίνει άπό τήν ίδια σάρκα. Κανένας δέν είναι σκλάβος άπό τή φύση του: ή μοίρα υποδουλώνει τό σώμα». αυτό
139
-
140
Προς τήν ίδια κατεύθυνση επενεργούσαν οί οικονομικές ανάγ κες. Ή δουλική εργασία έπαιρνε μορφή ηπιότερη. Μερικοί ιδιοκτήτες, γιά νά μήν αφήσουν ανεκμετάλλευτα τά «σώματα», δταν δέν είχαν οί ίδιοι εργασία γιά νά τά απασχολήσουν, τά νοί κιαζαν σέ εργοδότες πού ζητούσαν εργατικά χέρια. Σύντομα βρέ θηκαν μερικοί πού αγόρασαν εργατικά χέρια αποκλειστικά γιά νά τά διαθέτουν καί νά εισπράττουν τό νοίκι μέ τήν ήμερα ή μέ τό μήνα. "Οπως είναι ευνόητο, οί δεσμοί ανάμεσα στους δούλους πού νοικιάζονταν καί στους κυρίους τους χαλάρωναν μέρα μέ τή μέρα. Τότε σκέφτηκαν ότι ήταν πολύ πιο άπλό ακόμη νά α φ ή σουν τούς δούλους πού είχαν κάποιο ειδικευμένο επάγγελμα νά τό άσκοΰν Οπου καί δπως ήθελαν, μέ τήν υποχρέωση νά καταβάλλουν οί ίδιοι στον κύριο τους, ό όποιος έγινε εισοδηματίας, ένα ποσό, πού ήταν τό μόνο πράγμα πού τόν ενδιέφερε. "Ετσι δημιουργήθηκε μιά κατηγορία δούλων πού «κατοικούσαν χωρι στά» (χωρίς οικονντες): δέν ξεχώριζαν άπό τούς ελεύθερους ερ γάτες παρά μόνο άπό τήν υποχρέωση πού είχαν νά αφαιρούν άπό τό μισθό τους τό μερίδιο τοΰ κυρίου, έναν ή δύο όβολούς τή μέρα. Τέλος, τό κράτος κατέφευγε στή δουλική εργασία κυ ρίως γιά τήν κατασκευή καί τή συντήρηση τών οικοδομημάτων καί τών δρόμων καθώς καί γιά τά δημόσια γραφεία. "Ετσι δη μιουργήθηκε μιά καινούρια κατηγορία δούλων, αληθινά προνο141
267
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μιούχων: Οχι μόνο είχαν αναπόφευκτα τό δικαίωμα νά κατοικούν χωριστά, χωρίς νά πληρώνουν τίποτε σέ κανέναν, άλλά μέ τά λογιστικά τους βιβλία, μέ τή γνώση πού είχαν τών αρχείων καί μέ τή διοικητική πείρα τους καθοδηγούσαν τούς άρχοντες πού αναδείχνονταν μέ κλήρωση καί άλλαζαν κάθε χρόνο* ασκούσαν στους φαινομενικούς κυρίους τους μιά κρυφή εξουσία, καί έφτα ναν έτσι νά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Πώς νά εκπλαγούμε πού οί Αθηναίοι άφησαν στους δούλους μιά ελευθερία τήν όποια θά ζήλευαν φτωχοί πολίτες πολλών ολιγαρ χικών κρατών; Βέβαια, ήταν προς τό συμφέρον τών κυρίων νά επιτρέπουν στους δούλους ελευθεροστομία τήν όποια θεωρούσαν μέσο γιά τή δική τους τή βελτίωση* κι ήταν προς τό συμφέρον τής πόλης νά μήν τούς ερεθίζει έκεΐ Οπου σχημάτιζαν μιά επίφο βη συγκέντρωση. Άλλά έδειχνε καί κάτι παραπάνω: τό αληθινά δημοκρατικό αίσθημα πού κινούσε τούς Αθηναίους. Οί ολιγαρ χικοί ήταν έξω φρενών μέ αυτό πού θεωρούσαν κορύφωμα τής «ακολασίας» (ατιμωρησίας): τί αίσχος νά μήν μπορείς νά δέρ νεις τούς δούλους, ούτε νά αξιώνεις νά σέ αφήσουν νά περάσεις πρώτος στό δρόμο, γιά τό θλιβερό λόγο ότι, όντας ντυμένοι ό πως οί πολίτες, δέν διακρίνονται καθόλου ! Α υ τ ή είναι ή «αναρχία τών δούλων», ή οποία, γιά τόν Αριστοτέλη, αποτελεί χαρακτη ριστικό τής δημοκρατίας. Μέ τή μομφή αυτή ό αθηναϊκός λαός αποκτά έναν τίτλο τιμής. Δέν δέχεται Οτι τό δικαίωμα τής σωματικής τιμωρίας μπο ρεί νά ασκηθεί μέ οποιοδήποτε τρόπο άπό κάποιον άλλο εκτός άπό τόν κύριο, ούτε Οτι κι αυτός μπορεί νά έχει δικαίωμα ζωής καί θανάτου πάνω στό δούλο. Τό θύμα αυθαίρετων καί παρατε ταμένων βασανισμών μπορεί νά ζητήσει άσυλο σέ ορισμένους ναούς καί νά απαιτήσει νά πουληθεί σέ άλλον κύριο. Ό κύριος ενός δούλου πού σκοτώθηκε άπό τρίτον Οχι μόνον έχει δικαίωμα νά αποζημιωθεί, άλλά καί μπορεί νά αξιώσει νά καταδικαστεί ό εγκληματίας σέ εξορία άπό τό Παλλάδιον. "* Ακόμη καί ή τιμή τοΰ δούλου προστατεύεται μέ τή γραφήν ύβρεως, τήν ίδια πού προστατεύει καί τήν τιμή τοΰ πολίτη. Αυτό τό μέτρο είναι πιό αξιόλογο καί άπό τό προηγούμενο, γιά τούς λόγους πού δίνει ό Αισχίνης, καί μέ τούς οποίους συμφωνεί ό Δημοσθένης: « Ό 142
143
144
145
146
1
* Γιά τό Παλλάδιον,
βλ. πιό πάνω, σ. 244.
268
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
νομοθέτης δέν φροντίζει, τόσο γιά χάρη τών δούλων νομίζει δτι αυτός πού μέσα σέ μιά δημοκρατία προσβάλλει εναν οποιοδήπο τε άνθρωπο δέν είναι κατάλληλος γιά τή συλλογική ζωή τής πόλης... Θεώρησε σωστό νά λάβει υπόψη, όχι τήν ιδιότητα τοΰ προσώπου πού θίγεται, άλλά τήν πράξη... Καί τούτο γιατί, κα τά τή γνώμη του, προσβάλλεται ή πόλη». Άλλά ή πιο καινού ρια, ή πιο τολμηρή ιδέα τοΰ αθηναϊκού δικαίου είναι ή παροχή εγγυήσεων στους δούλους απέναντι στους άρχοντες, απέναντι στους αντιπροσώπους τής ίδιας τής πόλης. Σέ όλη τήν Ελλάδα οί παραβάσεις αστυνομικών διατάξεων τιμωρούνται μέ πρόστι μο, όταν ό παραβάτης είναι ελεύθερος, καί μέ μαστίγωση όταν είναι δούλος. Άλλά, ένώ παντοΰ άλλου ή διάρκεια τής μαστίγω σης αφήνεται στή διάθεση τοΰ άρχοντα ή τοΰ δήμιου, στήν Α θήνα υπάρχει έ'να ανώτερο όριο γιά τή σωματική όπως καί γιά τή χρηματική ποινή: πενήντα δραχμές, πενήντα χτυπήματα: Άπλή λεπτομέρεια στό σύνολο μιάς νομοθεσίας, πλήγμα τερά στιο στις αντιλήψεις. "Οχι μόνο ό νόμος εξομοίωνε, στό μέτρο τοΰ δυνατού, αυτόν πού μόνο σωματικά μποροΰσε νά τιμωρηθεί καί εκείνον πού μόνο ή περιουσία του μποροΰσε νά θιγεί, άλλά καί ή πόλη, περιορίζοντας τά δικαιώματα τών αντιπροσώπων της πάνω στό δοΰλο, αναγνώριζε σέ έ'να άτομο χωρίς δικαιοπρακτική ικανότητα ενα δικαίωμα άντιτάξιμο προς τήν ίδια. Βρι σκόμαστε μπροστά στήν πιο τυπική άπό αυτές τίς ευεργετικές αντιφάσεις, τίς ωραίες ασυνέπειες πού οφείλονται στήν εισβολή τών δημοκρατικών ιδεών στήν παλαιά νομοθεσία καί πού ένέπνεαν στους Αθηναίους μιά ευγενή υπερηφάνεια, γιατί έ'βλεπαν έκεΐ τό σημάδι τής ηθικής ανωτερότητας τους ώς προς τούς άλ λους Έλληνες. "Οσον καιρό οί ελληνικές πόλεις ασχολήθηκαν μέ τό νά εγκα θιδρύσουν τήν εξουσία τους πάνω στά ερείπια τοΰ καθεστώτος τών γενών, νά αντικαταστήσουν τήν ιδιωτική εκδίκηση μέ τήν υποχρεωτική προσφυγή στήν κρατική δικαιοσύνη καί νά εξατο μικεύσουν τήν ευθύνη τών ιδιωτικών παραβάσεων, βάδισαν Ολες μαζί μέ ενα βήμα περίπου όμοιο στό δρόμο τοΰ δικαίου. Άλλά αφότου ό Σόλων δοκίμασε νά δώσει απόλυτη αξία στήν άρχή τής ατομικής ελευθερίας, καί όρισε τίς δημόσιες αγωγές γιά τήν προστασία τών αδυνάτων, αφότου ό Κλεισθένης καί ό Περικλής ενίσχυσαν τή λαϊκή δικαιοσύνη, ή Αθήνα, παρασυρμένη άπό τήν όρμή τής δημοκρατικής της πίστης, προχώρησε, στό δρόμο όπου 148
149
150
269
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τήν κρατούσαν οί παραδόσεις της, μπροστά άπό όλες τίς άλλες πόλεις. Στό τέλος τοΰ 5ου αιώνα μόνη αυτή αναγνώριζε στό άτομο τήν ελευθερία νά διαθέτει τήν περιουσία του μέ διαθήκη* αυτή μόνη είχε καταργήσει τό προνόμιο τοΰ κράτους νά επιβάλ λει συλλογική ευθύνη* αυτή μόνη ειχε προωθήσει τή φιλανθρω πία ώς τό σημείο νά υποσκάψει στή λογική του θεμελίωση τό θεσμό τής δουλείας, χωρίς τήν οποία ή πόλη φαινόταν καταδι κασμένη νά χαθεί.
270
ΕΒΔΟΜΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
Α' ΞΕΝΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΣ
Ή παλαιά αντίληψη σύμφωνα μέ τήν οποία ό αλλοδαπός δέν παύει νά είναι εχθρός παρά μόνο άν θεωρηθεί φιλοξενούμενος (ξένος) άφησε πολλά ίχνη στήν κλασική Ελλάδα. Τό δικαίωμα μιάς πόλης νά κάνει επιδρομές (συλάν) καί νά απάγει ανθρώπους καί αγαθά (άγειν και φέρειν) άπό τό έδαφος μιάς άλλης πόλης πα ρέμεινε αναλλοίωτο, εφόσον δέν εμποδιζόταν άπό ρητή σύμβαση τών δύο μερών. Τό ασκούν χωρίς ενδοιασμό οί τραχείς λαοί τών βορειοδυτικών περιοχών κανένας δέν παραλείπει νά τό εκμε ταλλευτεί, όταν μιά διεκδίκηση πού θεωρείται νόμιμη δέν παίρ νει ικανοποιητική απάντηση, κυρίως Οταν κάποιος ισχυρίζεται ότι δικαιούται νά επιβάλει αντίποινα ή νά πάρει εγγυήσεις (ρυοιάζειν). Στό εσωτερικό κάθε πόλης οί ξένοι έχουν πολύ περιο ρισμένα δικαιώματα, άκόμη,καί άν ή θέση τους είναι καθορισμέ νη, όχι μόνο άπό τό νόμο τής πόλης άλλά καί άπό διεθνή συνθή κη, ακόμη καί άν είναι μόνιμα εγκαταστημένοι στήν πόλη ώς μέ τοικοι. Αυτές είναι οί ισχύουσες αρχές άλλά ή αυστηρότητα τους μετριάστηκε καί στό διεθνές καί στό τοπικό δημόσιο δίκαιο, χω ρίς νά θιγεί ή κυριαρχία τοΰ κράτους. "Εθιμα πού είχαν θέση ανάμεσα στους «άγραφους νόμους», οί «κοινοί νόμοι τών Ελλήνων», καί επομένως βρίσκονταν υπό τήν προστασία τών θεών, ρύθμιζαν τό δίκαιο τοΰ πολέμου. Οί κήρυκες, τούς οποίους καθιστά απαραβίαστους τό κηρύκειο, παί ζουν σημαντικό ρόλο: ένας πόλεμος είναι δίκαιος μόνο όταν κη ρυχθεί άπό αυτούς, μόνοι αυτοί μποροΰν νά θεωρηθούν άπό τούς εμπολέμους εντεταλμένοι νά διαπραγματευτούν καί νά δώσουν ιερό χαρακτήρα στους πρέσβεις, τούς οποίους συνοδεύουν όταν στέλνονται στον εχθρό. Μετά άπό τή μάχη οί νικητές υψώνουν ένα τρόπαιο, όπου κρεμούν τά όπλα τών ηττημένων. Αυτό τό τρόπαιο είναι ένας πάσσαλος ή ένα άπλό κλαδί δέντρου δέν πρέ πει νά είναι άπό πέτρα ή χαλκό, λένε, γιά νά μή διαιωνίζει τό 1
2
-
3
4
5
6
7
8
9
-
271
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μίσος. Ωραία εφαρμογή τοΰ ελληνικού γνωμικοΰ: «Νά συμπε ριφερθείς στον εχθρό σου σάν νά πρόκειται νά γίνει φίλος σου». Οί ηττημένοι συχνά αναγνωρίζουν τήν ήττα τους καί ζητοΰν εκε χειρία γιά νά θάψουν τούς νεκρούς τους. Οί νικητές δέν μποροΰν νά απορρίψουν αυτή τήν αίτηση, έκτος άν προέρχεται άπό στρατό ιερόσυλο καί Οταν δέν γίνεται εκεχειρία, επειδή συντρέχει ανω τέρα βία, πρέπει αυτοί νά θάψουν τούς νεκρούς τοΰ έχθροΰ. "Οταν μιά πόλη παραδίδεται, ή τύχη της είναι καθορισμένη ά πό τούς όρους τής συνθηκολόγησης άλλά ό κανόνας θέλει νά μή σκοτώνονται οί ι κ έ τ ε ς . "Οταν μιά πόλη καταλαμβάνεται μέ έφοδο, τά πάντα είναι στή διάκριση των νικητών, σώματα καί αγαθά: οί άντρες σφάζονται, οί γυναίκες καί τά παιδιά γίνονται δούλοι. Σέ Ο,τι άφορα τούς αιχμαλώτους, προχωρούν στήν άρ χή σέ μιά ανταλλαγή αυτοί πού είναι υπεράριθμοι συνήθως εξαγοράζονται άπό τήν πόλη τους ή άπό ιδιώτες, αλλιώς που λιούνται ώς δούλοι. Γιά τή μοιρασιά τής λείας εφαρμόζεται μιά παράδοση πού ανάγεται στά ομηρικά χρόνια ωστόσο ή δεκάτη πού προορίζεται γιά τούς θεούς γίνεται όλο καί περισσότερο υπο χρεωτική. "Οπως είναι ευνόητο, οί κανόνες τής επιείκειας καί τής μετρι οπάθειας παραβιάζονται συχνά, κυρίως απέναντι σ' ένα λαό πού αποστάτησε. Άλλά, άπό τήν άλλη μεριά, μέσα στή θέρμη τοΰ πελοποννησιακού πολέμου, οί Αθηναίοι ή οί Σπαρτιάτες στρα τηγοί αρνούνται νά εξαντλήσουν τά δικαιώματα τους, παραδείγ ματος χάρη νά καταστήσουν δούλους "Ελληνες αιχμαλώτους. Καί ή θρησκεία επηρεάζει τό δίκαιο τοΰ πολέμου. Παραδέχονται Οτι οί ναοί είναι απαραβίαστοι, μέ τόν όρο ότι δέν θά χρησιμο ποιηθούν γιά στρατιωτικό σκοπό. Ή ανακωχή τοΰ θεοΰ (εκε χειρία), πού κηρύσσεται άπό τούς σπονδοφόρους, προστατεύει τούς προσκυνητές πού πάνε στις πανελλήνιες γιορτές, ακόμη καί σέ μιά χώρα πού τήν έχει καταλάβει στρατός εμπολέμων. Ε π ι πλέον, οί Δωριείς τής Πελοποννήσου είναι σύμφωνοι νά μήν αρ χίζουν εκστρατεία κατά τόν ιερό μήνα τών Καρνείων. Αποφεύ γουν ακόμη νά βαδίσουν εναντίον μιάς πόλης στό χρόνο πού με σολαβεί άπό τήν αναγγελία ώς τήν τέλεση μιάς γιορτής: αυτούς τούς ενδοιασμούς τούς εκμεταλλεύονται μερικοί, σπρώχνοντας τίς ημερομηνίες έτσι ώστε νά ζητήσουν τήν αναβολή τών εχθρο πραξιών πού φοβούνται. "Οσο ό πόλεμος φαινόταν νά είναι ή φυσική κατάσταση τών 10
11
-12
13
-
14
15
16
-17
18
19
-
20
21
22
2Ζ
24
272
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
σχέσεων ανάμεσα σέ πόλεις, οί συνθήκες ειρήνης αποτελούσαν απλώς προσωρινή παύση, καί ακόμη καί οί συνθήκες συμμαχίας δέν πρόσφεραν στέρεες εγγυήσεις. Αποτέλεσε πρόοδο τό νά ορίσουν κάποια διάρκεια γιά τίς συνθήκες, πού μποροΰσε, είναι αλήθεια, νά μήν ξεπερνά τά πέντε χρόνια, άλλά συνηθέστερα ήταν τριάντα χρόνια, πενήντα, ή ακόμη εκατό. Κυρίως ήταν ένα ώραϊο Ονειρο νά σκέφτονται μιά διηνεκή ειρήνη (εις τόν αεί χρόνον). Προσπαθούν ωστόσο νά ρυθμίσουν τίς συγκρούσεις μέ ειρη νικό τρόπο. Οί διαφορές ανάμεσα σέ πόλεις υποβάλλονταν μερι κές φορές σέ διαιτησία. Ήδη στό τέλος τοΰ 7ου αιώνα ή στήν άρχή τοΰ 6ου οί Αθηναίοι καί οί Μυτιληναίοι ζητοΰσαν άπό τόν τύραννο τής Κορίνθου, τόν Περίανδρο, νά διευθετήσει τήν αντί θεση τους στό πρόβλημα τοΰ Σιγείου. Οί Κορίνθιοι καί οί Κερ κυραίοι εμπιστεύτηκαν στον Θεμιστοκλή τή φροντίδα νά κρίνει τίς απαιτήσεις τους γιά τή Λευκάδα. Συχνότερος διαιτητής σέ διένεξη δύο πόλεων ήταν μιά τρίτη πόλη (πόλις έκκλητος) ή, σέ ορισμένες περιπτώσεις, τό ιερατείο τών Δελφών, ή, πιο σπάνια, μιά διάσημη προσωπικότητα. Ή Αθήνα καί τά Μέγαρα, πού διεκδικούσαν τή Σαλαμίνα, επιφόρτισαν τή Σπάρτη νά κάμει τό διαιτητή" πέντε Σπαρτιάτες εκδηλώθηκαν υπέρ τής Αθήνας. Γενικά, οί συνθήκες ειρήνης καί ανακωχής πού έγιναν τό δεύ τερο ήμισυ τοΰ 5ου αιώνα ανάμεσα στους Λακεδαιμόνιους καί τούς Αθηναίους όριζαν ότι σέ περίπτωση διαφωνίας αυτοί καί οί σύμμαχοι τους θά προσέφευγαν στή δικαιοσύνη. Μέ τή συν θήκη τοΰ 418 οί Λακεδαιμόνιοι καί οί 'Άργεϊοι υποχρεώνονταν νά υποβάλλουν κάθε διαφορά, οποιασδήποτε φύσης, στήν κρίση μιάς τρίτης δύναμης. Δυστυχώς, καθώς ό διαιτητής δέν διέθε τε κάποιο μέσο εξαναγκασμού, ή πλευρά πού έχανε τήν υπόθεση δέν ήταν πάντα πρόθυμη νά υπακούσει. Ή Θήβα, άφοΰ ζήτησε άπό τούς Κορίνθιους νά ρυθμίσουν τή διαφορά της μέ τήν Αθή να στό ζήτημα τών Πλαταιών, απέρριψε τήν κρίση πού δέν τήν ευνοούσε. Βλέπουμε επίσης τούς Ηλείους νά αρνούνται μιά δι αιτησία πού τούς πρότειναν οί Λεπρεάτες γιά μιά υπόθεση χρε ών. Τέτοια γεγονότα έξηγοΰν ίσως τήν εξαφάνιση τής διεθνοΰς διαιτησίας άπό τόν 4ο αιώνα ώς τήν ελληνιστική εποχή. Τουλάχιστον πρέπει νά αναγνωρίσουμε τή διαρκή αποτελε σματικότητα συνθηκών λιγότερο φιλόδοξων, πού είχαν σκοπό νά βάλουν τέλος σέ διάφορες οχλήσεις, μέ θύματα έμπορους πού ρι25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
37
38
39
273
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ψοκινδύνευαν σέ μιά ξένη πόλη χωρίς εγγυήσεις. Τόν 5ο ακόμη αιώνα συνέβαινε μιά πόλη νά αναγκαστεί νά συνάψει συνθήκη μέ μιά γειτονική πόλη, γιά νά προστατεύσει τούς πολίτες της άπό βιαιότητες καί νά τούς εξασφαλίσει, σέ περίπτωση ανάγκης, δι καίωμα προσφυγής στους άρχοντες καί στά δικαστήρια. Είναι αυτό πού ονόμαζαν συνθήκη ασυλίας. Μάς έχει διασωθεί ένα κεί μενο αύτοΰ τοΰ είδους, σύμφωνα μέ τό όποιο δύο πόλεις τής δυ τικής Λοκρίδας, τό Χάλειον καί ή Οίάνθεια, βάζουν τέλος σέ μιά πανάρχαια κατάσταση αντεκδικήσεων. Ή συμφωνία, άντί νά γίνει κατευθείαν ανάμεσα στις δύο ενδιαφερόμενες πόλεις, μπο ροΰσε νά πραγματοποιηθεί μέ τήν επέμβαση μιάς τρίτης πόλης, πού ενεργούσε μέ τήν ιδιότητα τής κοινής μητρόπολης: είναι ή περίπτωση τοΰ "Αργούς πού πέτυχε τή συμφωνία τής Κνωσού καί τής Τυλίσσου. Μάλιστα στήν άρχή τοΰ αιώνα, γιά νά αναγ καστούν οί πόλεις τής Ιωνίας νά εξασφαλίσουν τά αγαθά μιάς αμοιβαίας ασφάλειας, χρειάστηκε ή ρητή διαταγή ενός σατράπη: δέν υπάρχει ίσως άλλο γεγονός σέ ολόκληρη τήν ελληνική ιστορία πού νά δείχνει περισσότερο έντονα τήν αγάπη γιά τήν αυτονομία καί τήν ιδέα πού είχαν γι' αυτήν, ακόμη καί ύπό ξένη κυριαρχία. Μέ αυτές τίς στοιχειώδεις συνθήκες ασυλίας, οί ελληνικές πό λεις έμαθαν νά συνάπτουν πραγματικές συνθήκες διεθνούς ιδιω τικού δικαίου (συμβολαι ή σύμβολα).* Ή μεγάλη δυσκολία προ ερχόταν άπό τό γεγονός ότι τό δικαίωμα παράστασης σέ δικα στήριο ήταν ένα προνόμιο πού περιοριζόταν στους πολίτες. Καί αντιμετώπισαν αυτή τή δυσκολία άπό τή στιγμή πού μεγάλος αριθμός μετοίκων συγκεντρώθηκε σέ εμπορικές πόλεις. Γιά νά διευθετήσουν τό πρόβλημα, έθεσαν τούς μέτοικους στή δικαιο δοσία ενός ειδικού άρχοντα —ενός κόσμου στήν Κρήτη, τοΰ πο λεμάρχου στήν 'Αθήνα. Άλλά, καθώς δέν μποροΰσαν νά βάλουν τούς μέτοικους, ώς διάδικους, στήν ίδια θέση μέ τούς πολίτες, ακόμη περισσότερο δέν ήθελαν νά εξομοιώσουν μέ τούς μέτοι κους, μόνιμα εγκαταστημένους στή χώρα, όλους τούς περαστι κούς ξένους, όλους αυτούς πού σταματούσαν Οσο χρειαζόταν γιά νά ρυθμίσουν μιά υπόθεση, νά φορτώσουν ή νά ξεφορτώσουν ένα φορτίο. Οί εμπορικές πόλεις κατάλαβαν Οτι εϊχαν κοινό συμφέ ρον νά συμπληρώσουν αυτό τό κενό. "Ετσι έγιναν αυτές οί συμφωνίες (σύμβολα), μέ αντικείμενο, ουσιαστικά, νά ρυθμίσουν τή διαδικασία πού θά μποροΰσε νά έ40
41
42
3
274
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
φαρμοστεΐ σέ εί'δη εντελώς καθορισμένα (δίκαι άπό συμβόλων), δηλαδή: Ιον, σέ εμπορικές διαφορές πού ανέκυπταν ανάμεσα σέ υπηκόους τών δύο μερών πού έ'καναν τή συμφωνία ή ανάμεσα στό ενα μέρος καί τούς πολίτες τοΰ άλλου* 2ον, σέ παραβάσεις πού έ'φερναν αντιμέτωπους ώς «ενάγοντα» καί ώς «εναγόμενο» υπηκόους τής μιάς καί τής άλλης πόλης. Αυτές οί συμφωνίες, τών όποιων έχουμε επαρκή δείγματα γιά τόν 5ο αιώνα, ρύθμι ζαν λοιπόν ειδικές περιπτώσεις —επαγγελματικές θά μποροΰσε νά πει κανείς. Γι' αυτό, ή αθηναϊκή εκκλησία, άν καί ήταν συ νηθισμένη νά συζητά εξωτερικά ζητήματα, περιοριζόταν νά τίς υιοθετεί τυπικά μόνο καί νά τίς παραπέμπει γιά λεπτομερή εξέ ταση σέ ενα δικαστήριο ήλιαστών πού συνεδρίαζε υπό τήν προ εδρία τών θεσμοθετών. Αυτές οί συνθήκες άνέθεταν, κατά κα νόνα, τήν κρίση τών διαφορών στό δικαστήριο τής πόλης τοΰ εναγομένου. Έτσι, οί Αθηναίοι τοΰ 5ου αιώνα αναγκάζονταν συχνά νά δικαστούν σέ πόλεις πού ήταν άσχημα διατεθειμένες απέναντι τους* αποφάσισαν, λοιπόν, μέ άπλά ψηφίσματα ότι οί εμπορικές διαφορές ανάμεσα σέ Αθηναίους καί σέ υπηκόους τής αυτοκρατορίας, έάν προέκυπταν άπό συμφωνίες πού είχαν συνα φθεί στήν 'Αθήνα, θά διεκπεραιώνονταν άπό αθηναϊκά δικαστή ρια υπό τήν προεδρία τοΰ πολεμάρχου. Έκτος άπό αυτή τήν εξαίρεση, πού εξηγείται άπό τίς πολιτικές συνθήκες καί άπό τήν υπεροχή τοΰ εμπορίου καί τοΰ έμπορικοΰ δικαίου τής Αθήνας, μπορεί νά πει κανείς ότι οί κανόνες πού ίσχυαν στά σύμβολα καί στή δικονομία πού διαμορφώθηκε άπό αυτά δείχνουν ευρύ καί α ληθινά διεθνές πνεΰμα. Άντί νά επικαλούνται συνθήκες πού εφαρμόζονταν σέ Ολους τούς πολίτες δύο πόλεων, οί ξένοι μπορούσαν νά επιτύχουν βελ τίωση τής θέσης τους μέ ατομικά καί μονόπλευρα μέτρα. Κάθε πόλη, πραγματικά, έ'δινε λίγο πολύ αυθόρμητα στους ξένους διά φορα προνόμια. Υπήρχαν ψηφίσματα, καθώς καί συμφωνίες, ασυλίας, καί ή ασυλία συμπληρωνόταν άπό τήν ασφάλεια, δη λαδή τό απαραβίαστο τοΰ προσώπου συμπληρωνόταν μέ τό απα ραβίαστο τής περιουσίας. Τό δικαίωμα νά αποκτήσει κανείς ακί νητα, γή καί σπίτια (έγκτησις),* ή απαλλαγή άπό τούς φόρους καί τίς οφειλές πού αφορούσε ειδικά τούς ξένους (ατέλεια), ή τό δικαίωμα νά πληρώνει κανείς τούς ίδιους φόρους καί τίς ίδιες οφειλές μέ τούς πολίτες (ίσοτέλεια) δέν παραχωρούνταν παρά μόνο ώς ανταμοιβή γιά υπηρεσίες πού προσφέρθηκαν. Άλλά ή 44
45
46
47
16
9
50
275
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μεγαλύτερη τιμή πού μποροΰσε νά δοθεί σέ ξένον ήταν ή προξε 'Επί αιώνες ήταν μαζί καί ένα αξίωμα. Οί άνθρωποι μιάς πόλης, ιδιώτες ή πρεσβευτές, όταν ήταν περαστικοί άπό μιά πό λη είχαν ανάγκη νά βρουν κάποιον πού νά τούς βοηθήσει. Σ' αυ τόν τόν οικοδεσπότη ή πόλη εκδήλωνε τήν ευγνωμοσύνη της δί νοντας του τόν τίτλο τοΰ προξένου, τόν όποιο ενίσχυε, όταν επρό κειτο γιά πρόσωπο σπουδαίο, μέ τόν τίτλο τοΰ ευεργέτη. Ό τί τλος ήταν κληρονομικός* έν συνεχεία δόθηκε σέ πολλούς πολί τες τής ίδιας πόλης, καί εκείνος πού είχε πάρει αυτόν τόν τίτλο πήγαινε συχνά νά εγκατασταθεί στή δεύτερη πατρίδα του: έτσι, ή προξενιά κατέληξε νά γίνει τιμητική διάκριση. Ωστόσο έπαιξε σημαντικό ρόλο στις διεθνείς σχέσεις, καί δέν έπαψε νά εξασφα λίζει σέ μερικούς σπουδαίους ξένους τήν υψηλότερη θέση πού μποροΰσαν νά έχουν άνθρωποι στις ελληνικές πόλεις, όταν δέν ήταν πολίτες. Καί οί πρόξενοι μποροΰσαν νά γίνουν πολίτες ευ κολότερα άπό κάθε άλλον. νιά.
51
Ποιο είναι λοιπόν τό Οριο πού ξεχωρίζει τούς ξένους οποιουδή ποτε επιπέδου, μέτοικους ή Οχι, άπό τούς πολίτες; Πώς μπορεί νά παραχωρηθεί τό δικαίωμα τοΰ πολίτη σέ αυτούς πού δέν τό έχουν άπό τήν καταγωγή τους; Συχνά παρατηρούμε φανερές αντιφάσεις στή συμπεριφορά τών Ελλήνων, καί ειδικά τών Αθηναίων, σέ ό,τι άφορα τήν κα τοχή καί τήν παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Τήν ομηρι κή εποχή, ένώ ή αρχαϊκή εχθρότητα προς τόν ξένο είχε ακόμη τόσα κατάλοιπα, ό βασιλέας καί οί αρχηγοί δέν είχαν κανένα λόγο νά αντιτίθενται στις ενώσεις ντόπιων μέ ξένους, γιατί καί οί ίδιοι επιδίωκαν έπιγαμίες μέ οικογένειες ευγενών καί πλου σίων, όποια καί άν ήταν ή καταγωγή τους, καί δέν έβρισκαν κα νένα λόγο νά εμποδίσουν τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ, πού δέν εί χαν πολιτικά δικαιώματα, νά παντρευτούν Οπως ήθελαν. Οί με γάλες οικογένειες διατήρησαν γιά καιρό αυτή τήν παράδοση, ακόμη καί στις δημοκρατικές πόλεις. "Ετσι, οί πιό επιφανείς Αθηναίοι πολίτες είχαν γεννηθεί άπό μητέρες ξένες (μητρόξενοή. Ό νομοθέτης Κλεισθένης, γιος τοΰ Άλκμεωνίδη Μεγακλή, είχε τό Ονομα τοΰ παπποΰ του άπό μητέρα, τοΰ τυράννου τής Σικυώνας. Ό Πεισίστρατος είχε δύο γιους άπό τήν Άργεία Τιμώνασσα. Ό Κίμων, γιος μιάς πριγκίπισσας άπό τή Θράκη, παντρεύτηκε πιθανότατα μιά γυναίκα άπό τήν Αρκαδία. Ό 276
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Θουκυδίδης πήρε γυναίκα κάποιαν ονόματι Ήγησιπύλη, πού ήταν συνονόματη καί καταγόταν άπό τήν ίδια οικογένεια μέ τή μητέρα τοΰ Κίμωνα. Ό Θεμιστοκλής είχε μητέρα ή άπό τό "Αργός ή άπό τήν Ακαρνανία, πάντως ξένη. Παρά τήν κλίση αυτή προς τούς μεικτούς γάμους, οί ολιγαρχικοί ήταν, κατ' αρ χήν, φειδωλοί στό νά παρέχουν πολιτικά δικαιώματα: ένώ ζ η τούσαν νά μειώσουν τήν άξια τους, δέν ήταν διατεθειμένοι νά επεκτείνουν τό ευεργέτημα τους. Μετά άπό τήν πτώση τών Πεισιστρατιδών, ό αρχηγός τοΰ ολιγαρχικού κόμματος, ό Ίσαγόρας, έσβησε άπό τούς καταλόγους τών πολιτών όλους όσους εί χαν εγγράψει οί τύραννοι χωρίς νά πρέπει. Ή Σπάρτη, πού έδιωχνε εύκολα τούς ξένους, δέν παραχώρησε σχεδόν ποτέ τί τλους πολιτογράφησης* ό Ηρόδοτος δέν ήξερε παρά δύο παρα δείγματα. Τόν 4ο αιώνα ακόμη, ή Αίγινα, τά Μέγαρα, ή Λα κεδαίμονα, άλλά καί μιά μικρή πόλη όπως ό Ώρεός, στό σημείο αυτό παρουσίαζαν μεγάλη αδιαλλαξία. Στις δημοκρατικές πό λεις, αντίθετα, ή παράδοση ήταν ευνοϊκή γιά τούς ξένους, τουλά χιστον πριν άπό τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα. "Ηδη ό Σόλων προσέλ κυσε στήν Αττική τούς επαγγελματίες, δίνοντας τους πολιτικά δικαιώματα* ό Πεισίστρατος υπήρξε τό ίδιο φιλελεύθερος σέ αυτό τό σημείο· ό Κλεισθένης έγραψε στον κατάλογο πού είχε εκκαθαριστεί άπό τούς αντιπάλους του μεγάλο αριθμό μετοίκων, 52
53
54
55
56
ακόμη καί δούλων.
57
"Ετσι ήταν τά πράγματα ώς τήν εποχή πού ή εμπορική ευη μερία τοΰ Πειραιά καί ή δύναμη τής ναυτικής αυτοκρατορίας εξασφάλισαν στον τίτλο τοΰ πολίτη μεγάλα πλεονεκτήματα. Τό τε ό λαός βρήκε πιό ωφέλιμο νά περιορίσει τόν αριθμό τών με τόχων σ' αυτά. Είδαμε ότι ό ίδιος ό Περικλής πέρασε ένα νόμο σύμφωνα μέ τόν όποιο δέν θά γινόταν πολίτης παρά μόνο εκεί νος πού είχε γεννηθεί άπό πατέρα καί μητέρα Αθηναίους. Τό δικαίωμα τοΰ πολίτη γινόταν προνόμιο, ή παραχώρηση τοΰ ό ποιου απέβαινε δύσκολη καί περιβαλλόταν μέ τίς πιό επίσημες διατυπώσεις. Κι αυτές οί προφυλάξεις δέν ήταν αρκετές. Σέ με γάλες ευκαιρίες, ή εκκλησία ψήφιζε μιά γενική αναθεώρηση (διαψήφιαις) τών καταλόγων τών πολιτών στους δήμους: έτσι έγινε τό 445 /4, γιά νά εμποδίσουν τούς παρείσακτους νά λάβουν μέρος σέ κάποια έκτακτη διανομή σταριοΰ. Τόν 5ο αιώνα ό λαός δέν είχε καθόλου διάθεση νά κάνει κα τάχρηση τοΰ δικαιώματος του νά δίνει σέ ξένους τόν τίτλο τοΰ 58
59
277
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ
πολίτη. Τόν παραχωρούσε είτε σέ πρόσωπα είτε σέ κατηγορίες ανθρώπων, άλλά πάντα γιά ειδικούς λόγους. Ό Περικλής τόν ζήτησε γιά τό γιό πού είχε άπό τήν Ασπασία τή Μιλησία καί τόν όποιο ειχε αποκλείσει μέ τό νόμο του. Ό Θρασύβουλος ό Καλυδώνιος τόν απέκτησε (409) γιά ανταμοιβή μιάς άξιας πρά ξης: τό φόνο τοΰ Φρύνιχου, τής κολασμένης ψυχής τών Τετρα κοσίων. Τό 406 έ'γιναν πολίτες Ολοι οί μέτοικοι πού υπηρέτη σαν ώς κωπηλάτες στό νικηφόρο στόλο τών Άργινουσών τό 401 /400, όλοι όσοι έ'τρεξαν στή Φυλή νά ενωθούν μέ τούς ελευ θερωτές τής δημοκρατίας. Πολύ πιο σημαντικές διαστάσεις μποροΰσε νά πάρει ή εκχώ ρηση πολιτικών δικαιωμάτων σέ όλα τά μέλη μιάς ξένης κοινό τητας ή τουλάχιστον στά μέλη τής κοινότητας πού θά ζητοΰσαν αυτά τά δικαιώματα. Άλλά αυτές οί περιπτώσεις παρουσιάζον ται σέ εξαιρετικές μόνο περιστάσεις. Στά μέσα τοΰ 6ου αιώνα οί κάτοικοι τών Δελφών, άπό ευγνωμοσύνη προς τόν Κροίσο γιά τά δώρα πού τούς έ'στειλε, πρόσφεραν πολιτικά δικαιώματα σέ όποιον Λυδό θά τά ζητούσε: ωστόσο πρόκειται γιά τιμητική προσφορά πού δέν ειχε συνέχεια. Δέν ήταν τό ίδιο τόν 5ο αιώνα, δταν ή Αθήνα άπό πολιτικό ενδιαφέρον δέχτηκε τροποποιήσεις στό νόμο τοΰ 451 /50 γιά χάρη μερικών πόλεων. Στους Εύβοεΐς δέν πρόσφερε πολιτικά δικαιώματα, άλλά ενα ουσιαστικό μέρος τους, τήν έπιγαμία: αναγνώριζε τή νομιμότητα τών γάμων ανά μεσα σέ Αθηναίους καί γυναίκες άπό τήν Εύβοια ή τό αντίθετο, καί επομένως έδινε πολιτικά δικαιώματα στά παιδιά τους. Κα τά τόν πελοποννησιακό πόλεμο προχώρησε περισσότερο: δέχτη κε μέ ανοιχτές αγκάλες τούς κατοίκους πόλεων πού είχαν υπο φέρει γιά χάρη της. Οί Πλαταιεΐς πού τό 427, μετά άπό τήν καταστροφή τής πόλης τους, κατέφυγαν στήν Αθήνα, πήραν πολιτικά δικαιώματα: άφοΰ έγινε ατομικός έλεγχος τών τίτλων τους άπό τή δικαστική εξουσία, μοιράστηκαν ανάμεσα στους δήμους καί στις φυλές καί πήραν τά ίδια δικαιώματα μέ τούς Αθηναίους, εκτός άπό τήν ανάδειξη στό αξίωμα τών αρχόντων καί στις ίεροσύνες. Τό 405, μετά άπό τήν ήττα στους Αιγός Ποταμούς, ή Αθήνα θέλησε νά ανταμείψει τήν πίστη τής Σά μου: οί Σάμιοι εξισώθηκαν μέ τούς Αθηναίους, ένώ κράτησαν τό σύνταγμα τους, τή δικαιοσύνη τους, τήν αυτονομία τους. Εγκαινιάστηκε έτσι μιά πολιτική πού θά μεταμόρφωνε ριζικά τήν αθηναϊκή συμμαχία καί ίσως θά άλλαζε τήν πορεία τής ίστο60
61
62
63
64
65
66
67
278
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
ρίας, έάν, άντί νά γίνει τήν τελευταία στιγμή σέ κατάσταση απελ πισίας, είχε ακολουθηθεί νωρίτερα καί σέ μεγαλύτερη έκταση. Αρκετά δμως μιλήσαμε γιά τά μέσα πού χρησιμοποίησαν οί Έλληνες τοΰ 5ου αιώνα προκειμένου νά μετριάσουν, στο διεθνές καί στο εσωτερικό δημόσιο δίκαιο, παλαιά μίση γιά τούς ξένους, προσέχοντας νά μή θίξουν τήν αυτονομία τών πόλεων. Ά ς δούμε πώς κατάφεραν, χωρίς φόβο μήπως πειράξουν τήν αυτονομία, νά ενώσουν παλαιά κυρίαρχες πόλεις μέσα σέ βιώσιμες συμμα χίες καί ομοσπονδίες. Β' 0 1 ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ
Τόν 5ο αιώνα σχηματίστηκαν δύο μεγάλες συμμαχίες, πού απο τέλεσαν δραστικές απόπειρες γιά νά τερματιστεί ό απομονωτι σμός τών πόλεων. Μέ τούς Σπαρτιάτες καί τούς Αθηναίους επι κεφαλής, θά μποροΰσαν νά αρχίσουν ένα ώραΐο έργο ενοποίησης, έάν ό ανταγωνισμός τους δέν έριχνε τή μιά εναντίον τής άλλης, μέ αποτέλεσμα νά διαιωνιστεί ό κατακερματισμός. 1. Ή σπαρτιατική
συμμαχία
Ή σπαρτιατική συμμαχία, πού έπαιξε τόσο μεγάλο ρόλο επί δύο αιώνες, δέν απέκτησε ποτέ πραγματικά ισχυρή οργάνωση. Ιδρύθηκε άπό τή Σπάρτη κατά τά μέσα τοΰ 6ου αιώνα, ύστερα άπό τήν κατάκτηση τής Μεσσηνίας καί τήν ήττα τοΰ "Αργούς, καί κράτησε πάντα τόν βασικά στρατιωτικό χαρακτήρα καί τό ολιγαρχικό πνεΰμα πού Οφειλε στήν καταγωγή της. "Οταν επε κτάθηκε στήν Κόρινθο ύστερα άπό τήν πτώση τών Κυψελίδων, στά Μέγαρα ύστερα άπό τήν πτώση τοΰ Θεαγένη, καί ίσως μιά στιγμή στήν Αθήνα μετά άπό τήν πτώση τών Πεισιστρατιδών, ή Σπάρτη άντλησε άπό αυτήν τεράστια δύναμη, μόλο πού δέν τόλμησε νά θίξει τήν αυτονομία τών συμμαχικών πόλεων, ούτε ακόμη νά θέσει τούς στρατούς τους ύπό τίς διαταγές δικών της αξιωματικών. Κατά τή μηδική εισβολή ή συμμαχία ειδε όλες τίς πόλεις πού ετοιμάζονταν γιά αντίσταση νά στρέφονται προς αυτήν γιά βοήθεια* έτσι μεταβλήθηκε αυτόματα σέ πανελλήνια συμμαχία, πού εμπιστεύτηκε τήν ανώτατη διοίκηση κατά ξηρά καί θάλασσα στους Σπαρτιάτες. Άλλά αυτή ή καινούρια συμ68
69
279
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
μαχία, πού φαινόταν νά ενώνει τό μεγαλύτερο μέρος τής Ελλά δας, ήταν ακόμη λιγότερο κατάλληλη άπό τήν παλαιότερη γιά τήν ενοποίηση. Οί απεσταλμένοι τών πόλεων (πρόβουλοι), πού συγκεντρώθηκαν στον Ισθμό, δέν μπόρεσαν νά συνεννοηθούν παρά μόνο γιά τό στρατό πού θά πρόσφεραν, γιά τίς πρεσβείες πού θά έ'στελναν στις αποικίες, γιά τούς όρκους πού θά αντάλ λασσαν, γιά τίς κατάρες πού θά άπάγγελναν κατά τών πόλεων πού πρόδωσαν τήν εθνική υπόθεση. Έπειτα εξαφανίστηκαν, καί δέν υπήρχε τίποτε άλλο πού νά θυμίζει Οτι οί Έλληνες ενερ γούσαν άπό κοινού έκτος άπό τά πολεμικά συμβούλια, δπου οί στρατηγοί τών συμμάχων συζητούσαν υπό τήν προεδρία τοΰ Σπαρτιάτη αρχιστράτηγου. Μετά άπό τή νίκη οί Αθηναίοι μπόρεσαν, χωρίς νά παραβιάσουν καμιά υποχρέωση, χωρίς νά καταγγείλουν καμιά δέσμευση, χωρίς νά βγουν άπό τή συμμα χία, νά ιδρύσουν μιάν ανταγωνιστική συμμαχία. Ή Σπάρτη, υποχωρώντας χωρίς λύπη δώθε άπό τόν Ισθμό, θέλησε τουλά χιστον νά ελέγχει κάπως καλύτερα τούς Πελοποννήσιούς της. "Ισως κατά τά μέσα τοΰ 5ου αιώνα συντελέστηκε ή μεταρρύθμι ση, τής οποίας τά αποτελέσματα μάς παρουσιάζονται κάπου εί κοσι χρόνια αργότερα. Οί Λακεδαιμόνιοι καί οί σύμμαχοι: αυτό είναι τό επίσημο Ονομα τής συμμαχίας. Δηλώνει έ'να δυαδικό καθεστώς καί τήν υπαγωγή ανώνυμων πόλεων στήν πόλη πού διευθύνει" δηλώνει επίσης τήν ύπαρξη συμμάχων πού δέν είναι μόνο δεμένοι μέ τή Σπάρτη μέ διμερές σύμφωνο, άλλά είναι ενωμένοι καί μεταξύ τους μέ αμοιβαίες σχέσεις. Δέν πρόκειται γιά άπλή συμμαχία, ούτε όμως γιά ομόσπονδο κράτος* πρόκειται γιά μιά ένωση πό λεων πού είναι σύμφωνες γιά τή διαρκή αναγκαιότητα κοινών ενεργειών απέναντι σέ άλλες πόλεις καί οί οποίες αναγνωρίζουν τήν ηγεμονία στήν ισχυρότερη τους. Δέν υπάρχουν ομοσπονδια κά πολιτικά δικαιώματα, καί ή συμμαχία δέν δίνει διαταγές στους πολίτες άλλά μόνο, καί σέ καθορισμένες περιπτώσεις, στις αρχές τών πόλεων τοΰ συνασπισμού. Ή αυτονομία τών πόλεων είναι εξασφαλισμένη: διατηρούν δλες τό σύνταγμα τους, τούς νόμους, τή διοίκηση, τή δικαιοσύνη τους. Ακόμη περισσότερο, έχουν μεταξύ τους τέτοιες σχέσεις, πού συχνά καταλήγουν νά είναι εχθρικές. Ή Σπάρτη καταβάλλει μάταιες προσπάθειες γιά νά ρυθμίζονται οί διαφορές τους μέ διαιτησία. Καμιά φορά κα ταφεύγουν στά όπλα, καί βλέπουμε τή συμμαχία αναγκασμένη 70
71
72
73
74
75
76
77
280
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
νά απαγορεύσει, στήν κάθε ομόσπονδη πόλη νά αρχίσει εχθρο πραξίες μέ άλλην στή διάρκεια κοινής εκστρατείας. Κατά τά λοιπά, άν καί τυπικά δέν μπορεί νά επέμβει στήν εσωτερική πο λιτική, ή Σπάρτη ενεργεί πάντα ολιγαρχικά, είτε μέ τό παρά δειγμα της, είτε μέ ηθική πίεση, ακόμη καί μέ απροκάλυπτη βία. Άλλά κύριος σκοπός τής συμμαχίας είναι ή κοινή άμυνα. Θά λέγαμε ότι τό συμβούλιο, τό κύριο Οργανο της, συνέρχεται μόνο όταν πρόκειται νά συσκεφθεΐ γιά κήρυξη πολέμου, γιά σύ ναψη ανακωχής, γιά προτάσεις ειρήνης. Δέν έχει λοιπόν συνεχή ύπαρξη. "Οταν οί περιστάσεις τό απαιτούν, ή Σπάρτη καλεί τίς πόλεις νά στείλουν τούς αντιπροσώπους τους, γιά νά συζητήσουν κοινά προβλήματα. Ό τρόπος μέ τόν όποιο κηρύχτηκε ό πόλεμος κατά τών Αθη ναίων τό 432 δείχνει καλά ποιά είναι τά ιδιαίτερα δικαιώματα τών Λακεδαιμονίων καί τών συμμάχων. Οί Κορίνθιοι, παίρνον τας πρωτοβουλία, στέλνουν αντιπροσώπους τους στή Σπάρτη, γιά νά κατηγορήσουν τούς Αθηναίους ότι κατέλυσαν τίς συνθή κες" άλλά αυτή ή πρωτοβουλία δέν μπορεί νά θέσει σέ κίνηση τό συμμαχικό συμβούλιο: Οί Κορίνθιοι εκθέτουν τά παράπονα τους σέ μιά συγκέντρωση τών Σπαρτιατών, όπου έρχονται καί οί Αθηναίοι πρεσβευτές γιά νά απαντήσουν. Πρέπει νά αποσυρ θούν οί ξένοι, γιά νά μετατραπεί αυτή ή έκτακτη συγκέντρωση (σύλλογος) σέ κανονική συνέλευση (άπέλλα): οί Σπαρτιάτες συ ζητούν μεταξύ τους καί ψηφίζουν πόλεμο. Άλλά αυτή ή απόφα ση ισχύει μόνο γιά τούς Λακεδαιμόνιους. Μένει νά εξασφαλίσουν τήν προσχώρηση τών συμμάχων. Ή Σπάρτη συγκαλεί τούς αν τιπροσώπους τους. Αυτοί είναι εφοδιασμένοι φυσικά μέ δεσμευ τική εντολή. Συνεδριάζουν υπό τήν προεδρία τών εφόρων. Κάθε πόλη, όποια καί άν είναι ή σημασία της, δέν διαθέτει παρά μία ψήφο, καί οί μικροί τείνουν, όπως πάντα, νά ψηφίσουν ό,τι καί ή μεγάλη δύναμη πού διευθύνει. Μιά μεγάλη πλειοψηφία κηρύσ σει τόν πόλεμο. Α υ τ ή ν τή φορά έχει ληφθεί ή απόφαση, καί τό συμβούλιο συσκέπτεται αμέσως γιά τήν προετοιμασία τής επι στράτευσης. Έτσι οί αποφάσεις τών συμμάχων δέν μπορούν νά υπερισχύ σουν απέναντι στις αποφάσεις τών Λακεδαιμονίων" άλλά οί κοι νές αποφάσεις έχουν δύναμη νόμου καί εξαναγκάζουν όλες τίς πόλεις. Ένας παλαιός όρκος τίς υποχρεώνει νά συμμορφωθούν μέ τίς αποφάσεις τής πλειοψηφίας, «έκτος άν εμποδίσουν οί θεοί 78
79
80
81
82
281
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
καί οί ήρωες». Ή αποστολή του συμβουλίου λήγει μετά τήν ψηφοφορία* τό μόνο πού τοΰ μένει είναι νά διαλυθεί, καί δέν α φήνει πίσω του ούτε μιά εκτελεστική επιτροπή. Ή εκτέλεση τών αποφάσεων ανήκει αποκλειστικά στους Λα κεδαιμονίους. Είναι μάλιστα εξουσιοδοτημένοι, σέ επείγουσα πε ρίπτωση, γιά νά υπερασπίσουν μιά πόλη άπό ξαφνική επίθεση ή γιά νά λάβουν μέτρα εναντίον μιάς πόλης πού αποστάτησε, νά εκστρατεύουν οί ίδιοι καί νά καλούν όσες συμμαχικές δυνά μεις κρίνουν αναγκαίες, χωρίς νά συμβουλευτούν προηγούμενα τό συμβούλιο. Άλλά πρέπει νά έχει αποδειχτεί αναμφισβήτητα ή ύπαρξη επείγουσας ανάγκης: τό πνεύμα τής αυτονομίας είναι ευαίσθητο, καί ή υποχρέωση αποστολής στρατευμάτων έπειτα άπό εντολή ενός ξένου αρχηγού μοιάζει πολύ μέ τήν πιό ταπει νωτική υποτέλεια. Σέ κανονικές περιστάσεις οί Λακεδαιμόνιοι στέλνουν αγγελιοφόρους, γιά νά αναγγείλουν σέ κάθε πόλη πό σους άντρες πρέπει νά δώσει καί πότε θά έκστρατεύσουν όσον άφορα τούς ίδιους, όλα κανονίζονται άπό τήν άπέλλα καί τούς εφόρους. Κατά τούς μηδικούς πολέμους τά εκστρατευτικά σώ ματα ήταν υπό τίς διαταγές αρχηγών διορισμένων άπό τίς πό λεις* κατά τόν πελοποννησιακό πόλεμο έχουν επικεφαλής τους, άπό τήν πρώτη μέρα, αξιωματικούς τοΰ σπαρτιατικού επιτελεί ου, ξένους διοικητές (ξεναγούς). Επειδή ή άρχή τής αυτονο μίας αντιτίθεται στήν επιβολή ομοσπονδιακού φόρου, κάθε πόλη φροντίζει γιά τή συντήρηση τοΰ στρατού της καί δέν πληρώνει, σέ περίπτωση ανάγκης, παρά εθελούσιες συνεισφορές. Τελικά, ό οργανισμός πού διευθύνεται άπό τή Σπάρτη, σωστά ονομάζεται άπό τούς ιστορικούς άλλοτε σπαρτιατική καί άλλοτε πελοποννησιακή συμμαχία* γιατί ή ισχυρή ηγεμονία τής Σπάρ της επιβαλλόταν στις πόλεις ώς προς τή διπλωματία καί τά στρατιωτικά, άλλά τούς άφηνε πλήρη ελευθερία γιά τά υπόλοιπα. 83
84
85
66
87
2. Ή αθηναϊκή
συνομοσπονδία
Ή αθηναϊκή συνομοσπονδία, πού σχηματίστηκε στους κόλπους τής πανελλήνιας συμμαχίας τό 478 καί αποσπάστηκε μόνο μετά άπό τό 464, έδωσε στους Έλληνες, περισσότερο άπ' ό,τι ή σπαρ τιατική συμμαχία, ένα παράδειγμα αύτοΰ πού μποροΰσε νά είναι ή πολιτική ενότητα μεγάλου αριθμού πόλεων ύπό τήν πρωτοκα θεδρία μιάς πόλης. 282
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Μετά άπό τή νίκη τής Μυκάλης οί νησιώτες πού αποτίναξαν τόν περσικό ζυγό έγιναν δεκτοί στήν πανελλήνια συμμαχία" άλλά οί Λακεδαιμόνιοι, κουρασμένοι άπό τό ναυτικό πόλεμο, ανέθεσαν στους Αθηναίους τή φροντίδα νά προστατεύσουν τούς "Ιωνες τής μικρασιατικής ξηράς. Ή αντίθεση ανάμεσα στήν προδοτική φιλοδοξία τοΰ Σπαρτιάτη Παυσανία καί στις υπηρεσίες πού πρό σφερε ό αθηναϊκός στόλος στήν κοινή υπόθεση έκανε τούς στρα τηγούς τών παραλιακών πόλεων τοΰ Αιγαίου, έξω άπό τίς πελο ποννησιακές, νά δώσουν στους Αθηναίους τήν ηγεμονία, δηλα δή τήν αρχηγία, γιά τή διάρκεια τοΰ πολέμου. Α υ τ ή ή συμμα χία τών ναυτικών πόλεων μεταμορφώθηκε αμέσως σέ μιά συνο μοσπονδία μέ κέντρο τό ναό τοΰ Απόλλωνα στή Δήλο. Περιέ λαβε τήν Εύβοια, τίς Κυκλάδες, τά νησιά τής ασιατικής ακτής, τά λιμάνια τής Ιωνίας καί τής Αίολίδας, τοΰ Ελλήσποντου καί τής Προποντίδας, σέ λίγο τά περισσότερα ελληνικά λιμάνια στή Θράκη, αργότερα τά λιμάνια τής Καρίας. Στήν άρχή, ή ναυτική συνομοσπονδία τής 'Αθήνας μοιάζει σέ πολλά σημεία τών θεσμών της μέ τήν ηπειρωτική συμμαχία τής Πελοποννήσου. Μέ τό επίσημο ονομά της, Αθηναίοι και σύμμαχοι, εκφράζει τόν δυαδικό χαρακτήρα της* δέν έχει κοινά πολιτικά δικαιώματα* δέν ασκεί εξουσία πάνω στους ιδιώτες πα ρά μόνο μέ τή μεσολάβηση τών πόλεων, πού θεωρούνται αυτό νομες* κύριο Οργανο της είναι ένα συμβούλιο, Οπου όλες οί αν τιπροσωπείες έχουν ίσο δικαίωμα ψήφου. 'Αλλά άπό τήν άρχή έχει τή σφραγίδα της. Καθώς στόχος της δέν είναι ό αγώνας ε ναντίον οποιουδήποτε επιδρομέα, άλλά αποκλειστικά ό πόλεμος μέ τούς Μήδους, καί άλλωστε αποτελείται μόνο άπό ναυτικές πόλεις, έχει ανάγκη άπό μεγάλο στόλο. Έάν λοιπόν είναι εύκολο καί συμφέρον νά απαιτεί ομοιογενείς μοίρες στόλου άπό τίς με γάλες πόλεις, θά ήταν καθαρή τρέλα νά ζητά άπό πόλεις δευτέ ρας ή τρίτης τάξεως ένα ή περισσότερα πλοία, γιατί αυτές οί μο νάδες θά ήταν πολύ σκόρπιες καί πολύ ανόμοιες. Πρέπει λοιπόν Ολες οί πόλεις πού δέν εκπληρώνουν τίς υποχρεώσεις τους μέ πλοία νά δώσουν χρήματα. Ή συνομοσπονδία είχε πάντα ένα ταμείο, πού τό τροφοδοτούσε ένας ετήσιος φόρος. Τό μεγάλο έργο τοΰ Αριστείδη, αληθινό θαύμα πολιτικής φρόνησης, υπήρ ξε ό κατάλογος τών πόρων πού διέθετε ένας τόσο μεγάλος αριθ μός πόλεων, ή εκτίμηση τής ικανότητας τής καθεμιάς νά συ νεισφέρει, καί ή κατανομή τών 460 ταλάντων πού ήταν αναγκαία 88
89
90
91
92
93
283
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στή συνομοσπονδία —καί δλα αυτά μέ τή γενική ικανοποίηση τών ενδιαφερομένων. "Οταν δμως οί Πέρσες εξαφανίστηκαν άπο τό Αιγαίο, οί ομό σπονδες πόλεις άρχισαν νά αναρωτιούνται γιά ποιο λόγο εξακο λουθούσαν νά εκπληρώνουν τίς υποχρεώσεις τους. Ανάμεσα σέ αυτές καί στήν πόλη πού ειχε τή διεύθυνση ή διάσταση τών συμφερόντων δλο καί θά μεγαλώνει. Δέν θά υπάρχουν πιά παρά λίγες πόλεις πού θά προσφέρουν πλοία, καί στό βαθμό πού θά μειώνονται οί ναυτικές δυνάμεις τών συμμάχων, ή 'Αθήνα θά αυξάνει τίς δικές της. Ό συνολικός φόρος σπάνια θά είναι ανώ τερος, συχνά μάλιστα θά είναι κατώτερος, άπό εκείνον πού κα θόρισε ό Αριστείδης, άν καί θά πληρώνεται άπό μεγαλύτερο αριθμό πόλεων παρ' όλα αυτά δέν θά πάψουν οί διαμαρτυρίες. Ή 'Αθήνα δέν έχει καμία διάθεση νά επέμβει στις εσωτερικές φιλονικίες τών πόλεων, νά θίξει τήν αυτονομία τους. "Οταν Ομως αυτές φτάνουν σέ εμφύλιο πόλεμο, καί οί οπαδοί τής ολιγαρχίας διαπραγματεύονται μέ τή Σπάρτη, οί Αθηναίοι είναι αναγκα σμένοι νά ανταποκριθούν στήν έκκληση τών δημοκρατικών καί, άν ή κακή διάθεση φτάσει ώς τήν αποχώρηση άπό τή συμμαχία, πρέπει, άφοΰ καταστείλουν τήν ανταρσία, νά λάβουν τά μέτρα τους γιά τό μέλλον. "Οταν οί καθυστερήσεις πληρωμής ξεπερνοΰν τά όρια, υποχρεώνονται νά καταφύγουν στον εξαναγκασμό. "Ετσι ή άττικο-δηλιακή ομοσπονδία (συμμαχία) μετατρέπεται σέ αθηναϊκή αυτοκρατορία (άρχή). Στή διπλωματική γλώσσα, ή 'Αθήνα εξακολουθεί νά μιλά γιά συμμάχους, ή χρησιμοποιεί τόν κοινό καί αόριστο Ορο πόλεις" στήν καθημερινή ομιλία γί νεται λόγος γιά υπηκόους καί υποτελείς (φορολογούμενους). Ή μεταβολή άρχισε τό 469, όταν ή Νάξος έδωσε τό πρώτο πα ράδειγμα αποχώρησης, καί ήταν τετελεσμένο γεγονός τό 454, όταν αποφασίστηκε νά μεταφερθεί στήν Ακρόπολη τών Αθηνών τό ταμείο —πού ώς τότε τό διαχειρίζονταν Αθηναίοι (οί έλληνοταμίαι) άλλά ήταν κατατεθειμένο στό ναό τοΰ Απόλλωνα στή Δήλο— καί νά τεθεί ύπό τήν προστασία τής Αθηνάς. Αυτό τό μέτρο πάρθηκε μέ πρόταση τών Σαμίων προφανώς ήταν ή τελευταία πράξη τοΰ συμβουλίου τής συνομοσπονδίας: δέν ακού στηκε ποτέ πιά νά μιλούν γι' αυτό. "Ολοι οί θεσμοί τής συμμαχίας, άπό συνομοσπονδιακοί γί νονται αυτοκρατορικοί. Παλαιότερα, ή κατάσταση τών πόλεων καθοριζόταν άπό διμερείς συνθήκες, γενικά μέτρα πού λαμβά94
95
96
97
99
98
100
284
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
νονταν μέ αποφάσεις τοΰ συμβουλίου* ή αθηναϊκή εκκλησία πε ριοριζόταν πιθανότατα νά επικυρώνει τίς πράξεις καί νά τίς φέρ νει σέ σημείο πού νά μποροΰν νά εκτελεστούν. Στό έξης δμως κανονίζει τά πάντα. "Οταν μιά πόλη πού αποστάτησε αναγκάζε ται νά υποταχθεί, όταν μιά πόλη πού συνταράσσεται άπό διχό νοιες δίνει στήν άρχουσα πόλη τήν ευκαιρία νά επέμβει στις υ ποθέσεις της, σέ οποιαδήποτε περίπτωση καί μέ οποιοδήποτε πρόσχημα, οί Αθηναίοι συντάσσουν γιά τούς συμμάχους άρθρα συντάγματος, κανόνες εσωτερικής διοίκησης, δρους συμβιβα σμού τών φατριών. Όλόκληρη σειρά άπό κείμενα μάς τούς δεί χνει νά επιβάλλουν τίς θελήσεις τους σέ επαναστατημένες ή σέ ύποπτες πόλεις. Άφοΰ ή κεντρική εξουσία συνήθισε τίς πόλεις νά δέχονται τίς διαταγές της, βρήκε πιο βολικό νά τίς κατατάξει σέ περιφέρειες: τό 4 4 6 / 5 , δημιούργησε πέντε: τά Νησιά, τήν Καρία, τήν Ιωνία, τόν Ελλήσποντο καί τή Θράκη. Δέν διστά ζει τότε νά παίρνει μέτρα πού νά εφαρμόζονται σέ μιά όλόκληρη περιοχή. Στό τέλος νομοθετεί γιά Ολη τήν αυτοκρατορία: δη μοσιεύει γενικές διατάξεις γιά τήν εσωτερική διοίκηση τών πό λεων, γιά τήν πληρωμή τών φόρων, γιά τίς απαρχές πού οφεί λονταν στις θεές τής Ελευσίνας, γιά τή νομισματική ενότητα. Μιά χαρακτηριστική αλλαγή εισάγεται στον τύπο τοΰ όρκου μέ τόν όποιο οί ομόσπονδες πόλεις αναλαμβάνουν τήν υποχρέωση νά μήν αποστατήσουν: κατά τό 465 ακόμη δεσμεύονταν απέ ναντι στους «Αθηναίους καί στους συμμάχους»* άπό τό 450 υπόσχονται πίστη καί υπακοή στον «αθηναϊκό λαό» (πείθομαι τώι δήμωι τώι Αθηναίων). Δέν πρόκειται πιά γιά συνομόσπονδες πόλεις πού υποστηρίζονται αμοιβαία απέναντι στους Μήδους, άλλά γιά πόλεις υπηκόους, πού υποχρεώνονται νά έχουν τούς ίδιους φίλους καί τούς ίδιους εχθρούς μέ τήν πόλη πού εχει τήν ηγεσία, οφείλουν νά τής προσφέρουν στρατό, γιά νά πολεμή σει στήν Αίγινα, στή Σάμο, εναντίον τών Πελοποννησίων, εναν τίον τών Συρακουσών. Δέν πρόκειται πιά νά πληρώνουν στή Δήλο συνδρομή, γιά νά εξασφαλίζεται ή κοινή άμυνα* τό ποσό πού στέλνουν στήν Αθήνα είναι ενας φόρος. Κάθε πόλη φορολο γείται άπό τήν αθηναϊκή βουλή, σύμφωνα μέ τίς εκτιμήσεις Α θηναίων αρχόντων (τών τακτών), καί οί ενστάσεις εισάγονται άπό άλλους Αθηναίους άρχοντες (τούς εισαγωγείς) στά αθηναϊ κά δικαστήρια. Τά καθορισμένα ποσά μεταφέρονται άπό τούς αντιπροσώπους τών πόλεων κατά τά Μεγάλα Διονύσια, κατα101
102
103
104
105
106
107
108
285
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
βάλλονται στους άποδέκτας, καί τελικά μεταβιβάζονται στους ταμίες τής θεάς, πού άγρυπνος φύλακας έχει δικαίωμα νά ει σπράξει γιά τούς κόπους της τό ένα εξηκοστό. Κάθε αναβολή πληρωμής είναι ένα προνόμιο πού μόνο άπό τήν εκκλησία μπο ρεί νά παραχωρηθεί. Κάθε αδικαιολόγητη καθυστέρηση επισύρει μιά ποινή πού προστίθεται στό φόρο: τήν έπιφορά. Ό δικαι ούχος λαός, γιά νά εισπράξει τήν οφειλή στέλνει εισπράκτορες (έκλογεϊς)' έάν προβλέπεται κάποια αντίσταση, αναθέτει τήν εκτέλεση σέ στρατηγούς επικεφαλής μιάς μοίρας πολεμικών πλοίων. Ό εξαναγκασμός γινόταν ανυπόφορος άπό τό γεγονός ότι τά χρήματα αυτού τοΰ φόρου δέν χρησίμευαν πιά μόνο στήν κατασκευή καί στή συντήρηση τοΰ στόλου. Ό Περικλής έθετε ώς άρχή ότι γιά αντάλλαγμα τών ποσών πού πλήρωναν οί πόλεις ή 'Αθήνα αναλάμβανε νά εξασφαλίσει τήν άμυνα τους μέ τό στό λο της' άπό τή στιγμή πού ζοΰσαν μέ κάθε ασφάλεια, ή 'Αθήνα μποροΰσε νά διαθέτει ελεύθερα τά χρήματα τοΰ συμμαχικού τα μείου: Θεωρία πού συχνά αμφισβητούσαν οί ενδιαφερόμενοι καί οί ολιγαρχικοί τής Αθήνας, άλλά πού επικράτησε. Οί διαχει ριστές τοΰ φόρου, οί έλληνοταμίαι, επιχορήγησαν μερικές δαπά νες γιά τά μνημεία τής Ακρόπολης. Παρότι δέν χρειάστηκε ποτέ νά διαθέσουν μεγάλα κονδύλια γι' αυτόν τό σκοπό, δέν ήταν λίγο, ώς άρχή, νά υποχρεώνονται οί συμμαχικές πόλεις νά συμ βάλλουν στις πολυτελείς δαπάνες τής αθηναϊκής δημοκρατίας. Μπορούμε νά φανταστούμε τί απέγινε, μέ τέτοιες συνθήκες, ή αυτονομία πού υποσχέθηκαν τόν πρώτο καιρό στους συμμά χους. Δέν υπήρχε πιά παρά μόνο στις λίγες πόλεις πού ήταν σέ θέση νά ξεφύγουν άπό τή φορολογία συμβάλλοντας μέ ναυτικές δυνάμεις. Στις άλλες ή 'Αθήνα τήν υποσχόταν μόνο ύστερα άπό τήν πίεση τών γεγονότων. Στις πόλεις όπου δέν υπήρχε λόγος αθηναϊκής επέμβασης τό ολιγαρχικό καθεστώς μπόρεσε νά διατηρηθεί αρκετό καιρό: ή Μίλητος, παραδείγματος χάρη, τό διατήρησε ώς τό 450. Άλλά άπό τή στιγμή πού καλούσαν τήν Αθήνα κάπου γιά νά αποκαταστήσει τήν εσωτερική ειρήνη, καί κυρίως άπό τή στιγμή πού αυτή κατάλαβε ότι οί παραχω ρήσεις της προς τίς ολιγαρχικές πόλεις δέν άλλαζαν τίς διαθέσεις τους απέναντι της, έγινε ανοιχτά ό δραστήριος υποστηρικτής τής δημοκρατίας. "Ηδη κατά τό 465 οί Αθηναίοι στέλνουν στις Ερυθρές, ύστε ρα άπό μιά επανάσταση, μιά φρουρά, τήν οποία διοικούσε ένας 109
110
111
112
113
114
115
116
117
286
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
φρούραρχος, καί επισκόπους (επιτηρητές, επιτρόπους). Χωρίς χρονοτριβή, οργανώνουν τή βουλή τών Έρυθραίων κατά τό πρό τυπο τής δικής τους καί καθορίζουν τόν τύπο τοΰ όρκου πού θά δώσουν οί βουλευτές γιά νά δεσμευτούν νά ασκήσουν τό λειτούρ γημα τους γιά τό κοινό καλό τών Έρυθραίων, τών Αθηναίων καί τών συμμάχων. Τήν πρώτη φορά ή βουλή πρέπει νά κληρω θεί καί νά εγκατασταθεί μέ τή φροντίδα τών επισκόπων καί τοΰ φρουράρχου" στό μέλλον, αυτό πρέπει νά γίνεται κάθε χρόνο μέ τή φροντίδα τοΰ φρουράρχου καί τής βουλής πού αποχωρεί. Έάν οί πόλεις επιτηρούνταν σέ τέτοιο βαθμό άπό τήν Αθήνα τόν καιρό πού είχαν ακόμη υποχρεώσεις απέναντι στό σύνολο τής συμμαχίας, μπορεί κανείς νά σκεφτεί ότι επιτηρούνταν ακό μη περισσότερο αφότου έ'γιναν υποτελείς τών Αθηναίων. Παν τοΰ φρουρές μόνιμες, μέ ενα φρούραρχο πού στις στρατιωτικές του εξουσίες πρόσθετε τόν πολιτικό έ'λεγχο. Μέ τή βοήθεια ή χωρίς τή βοήθεια τοΰ στρατού, οί επίσκοποι, κληρωμένοι ανά μεσα στους Αθηναίους καί μισθοδοτούμενοι άπό τίς πόλεις δπου υπηρετούν, έ'χουν δικαστικές εξουσίες γιά νά ρυθμίζουν επί τό που τίς διαφορές πού δημιουργούνται κατά τήν εφαρμογή τών συνθηκών: ό Αριστοφάνης τούς δίνει ώς σύμ'βολο δυο κάλπες. Σέ άλλες περιστάσεις ή Αθήνα επεμβαίνει μέ τήν αποστολή λει τουργών ή έ'κτακτων απεσταλμένων, δπως οί εκλογείς, τών ό ποιων ξέρουμε τό ρόλο, ή μερικών επιτρόπων πού βλέπουμε νά επιφορτίζονται έπειτα άπό έναν εμφύλιο πόλεμο νά κάνουν ανα κρίσεις καί νά λάβουν τά αναγκαία μέτρα. Στό τέλος φτάνει νά θέτει επικεφαλής τής κυβέρνησης, σέ πολλές πόλεις, έναν ή περισσότερους Αθηναίους αξιωματούχους, έναν άρχοντα ή ένα σώμα αρχόντων, δηλαδή ένα δήμαρχο ή προϊσταμένους υπηρε σιών πού αντιπροσωπεύουν τήν κεντρική κυβέρνηση. Ανάμεσα σέ δλα αυτά τά σημάδια υποτέλειας λίγα θά φάνη καν τόσο ατιμωτικά, καί ίσως κανένα δέν θά υπήρξε τόσο επι ζήμιο γιά τά υλικά συμφέροντα τών πόλεων, δσο ή υποχρέωση νά παραχωρούν κτήματα στους κληρούχους πού έστελνε ή Αθή να. Αυτό τό μέτρο περιείχε μιά άμεση προσβολή τών δικαιω μάτων τοΰ πολίτη, άφοΰ τούς αποσπούσε τό ουσιαστικό καί απο κλειστικό προνόμιο τής εγγείου ιδιοκτησίας, καί ισοδυναμούσε μέ σύληση, πιο μισητή άπό κάθε άλλη, μιά καί τά θύματα έμεναν κοντά στά χωράφια τους πού τούς πήραν, ή εξακολουθούσαν νά τά καλλιεργούν, γιά νά πληρώνουν τούς φρουρούς πού τούς κρα118
119
120
121
122
123
287
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
τοΰσαν υπάκουους. Πραγματικά, άλλοτε οί Αθηναίοι κληροϋχοι καλλιεργούσαν οί ίδιοι τόν κλήρο τους· άλλοτε οί παλαιοί ιδιο κτήτες υποβιβάζονταν στή θέση τοΰ μισθωτή τοΰ κτήματος καί υποχρεώνονταν νά πληρώνουν διακόσιες δραχμές τό χρόνο σ' έναν κληροΰχο, ό όποιος μέ αυτό τό εισόδημα γινόταν ζευγίτης καί ειχε τήν υποχρέωση νά υπηρετήσει ώς οπλίτης έπί τόπου. Ιδιο κτήτες ή εισοδηματίες, οί κληροϋχοι αποτελούσαν ένα τμήμα τοΰ άθηναϊκοΰ λαοΰ αποσπασμένο άπό τό σύνολο" ήταν «ό αθη ναϊκός λαός πού κατοικούσε στή Σκύρο», «ό αθηναϊκός λαός πού κατοικούσε στήν "Ιμβρο», «οί Αθηναίοι πού κατοικούσαν στήν Ήφαιστία» κτλ. Είχαν τήν εκκλησία τους καί τή βουλή τους, υποταγμένες γιά κάθε σημαντική απόφαση στήν εκκλησία τής Αθήνας. Σχημάτιζαν μιά αποικία επιφορτισμένη νά παρακολου θεί μιά πόλη βάζοντας την νά πληρώνει τοκογλυφικά τήν αμοιβή τής επιτήρησης. Συγχρόνως κουρελιαζόταν ή δικαστική αυτοτέλεια τών πό λεων. Κατ' αρχήν ό αθηναϊκός λαός σφετερίστηκε τό δικαίωμα νά αποφασίζει γιά όλες τίς παραβάσεις τής ομοσπονδιακής συν θήκης σέ βαθμό εγκλήματος ή πλημμελήματος, ή γιά ενέργειες εναντίον τοΰ άθηναϊκοΰ ιμπεριαλισμού, γιά πράξεις εσχάτης προ δοσίας, λιποταξίες, εχθρικές εκδηλώσεις, μή εκτέλεση καθορι σμένων υποχρεώσεων. Οί σχετικές κατηγορίες έπρεπε νά μετα βιβαστούν στήν 'Αθήνα καί νά ανατεθούν σέ ειδικούς επιμελη τές. Μέ αυτή τή διαδικασία επρόκειτο νά επικυρωθεί τό 425 τό ψήφισμα πού διπλασίαζε τό φόρο. "Επειτα έκαμαν ένα βήμα πιό πέρα. Επειδή στις πολιτικές δίκες ή 'Αθήνα είχε λόγους νά φοβάται τήν έκδοση αποφάσεων εχθρικών γιά τή δημοκρατία ή τήν αυτοκρατορία, αφαίρεσε άπό τίς περισσότερες πόλεις όλες ή τίς πιό πολλές άπό τίς υποθέσεις πού επέσυραν θανατική ποι νή. Τό 446/5, μετά άπό τήν υποταγή τής Χαλκίδας, ένα ψή φισμα τοΰ λαοΰ ρυθμίζει τήν εισαγωγή σέ δίκη τών ενόχων: δέν αναφέρει κανένα άλλο αρμόδιο Οργανο άπό τή βουλή καί τήν Ηλιαία στήν πρώτη φάση" διατηρεί τά κυριαρχικά δικαιώματα τής εκκλησίας γιά κάθε δικαστική απόφαση πού στερεί τά πο λιτικά δικαιώματα χωρίς δίκη, γιά κάθε καταδίκη σέ εξορία, σέ φυλακή, σέ θάνατο ή σέ δήμευση. Μιά τροπολογία γενικής φύ σης αναγνωρίζει κατ' αρχήν τήν ποινική δικαιοδοσία τής Χαλ κίδας, άλλά μέ τήν υποχρέωση νά γίνεται προσφυγή στά λαϊκά δικαστήρια τής Αθήνας γιά κάθε καταδίκη στήν ποινή τής άτι124
125
126
288
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
μίας καί τοΰ θανάτου. Τέλος, άνοιξε ή όρεξη στόν αθηναϊκό λαό για νά επέμβει στήν εκδίκαση ιδιωτικών υποθέσεων στις πόλεις τής αυτοκρατορίας. Αυτός ό σφετερισμός θά μποροΰσε, αλήθεια, νά εχει καί τήν καλή του πλευρά, δταν οί διάδικοι ήταν άπό δυο διαφορετικές πόλεις καί ίσως ή θυσία πού επιβλήθηκε στις πόλεις περιορίστηκε σ' αυτήν τήν κατηγορία τών ιδιωτικών υποθέσεων (καί μόνο άν ή διαφορά ξεπερνούσε ένα ορισμένο πο σό). Πρέπει νά αναγνωρίσουμε, άλλωστε, δτι, σέ εμπορικές διαφορές, αυτή ή μεγάλη επιχείρηση, ή 'Αθήνα, συμπεριφερόταν μέ τέλεια εντιμότητα. Είτε έκανε μέ τίς συμμαχικές ή μέ άλλες πόλεις συμφωνίες διεθνούς ιδιωτικού δικαίου (δίκαι άπό συμβό λων), είτε περιοριζόταν σέ σχέσεις πού ρυθμίζονταν άπό έθιμα, επιδίωκε νά υπερισχύσει ή άρχή ότι ό εναγόμενος έπρεπε νά κριθεί άπό δικαστήριο τής πόλης του. 'Αλλά, καθώς οί Αθη ναίοι έχαναν τίς δίκες πού γίνονταν στις άλλες πόλεις, αναγ κάστηκαν νά περιορίσουν τήν εφαρμογή αυτής τής αρχής, απαι τώντας γιά κάθε συμβόλαιο πού θά υπογραφόταν στήν 'Αθήνα νά είναι μόνο αρμόδιο τό αθηναϊκό δικαστήριο. Εξωθώντας στά άκρα τήν πολιτική τής ενοποίησης, ή 'Α θήνα αξίωσε νά επιβάλει στήν αυτοκρατορία τό δικό της μετρι κό καί νομισματικό σύστημα. Καί οί μικρές πόλεις, αφότου μπή καν στή συνομοσπονδία, έπαψαν, άπό μόνες τους, νά κόβουν νο μίσματα άλλα πέρα άπό χάλκινα γιά τήν εσωτερική αγορά τους. Πολλές μεγάλες πόλεις πού αποστάτησαν στερήθηκαν τό δικαί ωμα νά έ'χουν δικά τους νομίσματα, προνόμιο τής ανεξαρτησίας. Στήν πράξη οί «κουκουβάγιες» τοΰ Λαυρίου ήταν τά μόνα σχε δόν αργυρά νομίσματα πού οί ναύτες τοΰ στόλου έφερναν στις πόλεις καί πού οί πόλεις επέστρεφαν μέ τούς φόρους* τό αττικό τάλαντο καί ό αττικός πους [= μέτρο μήκους] ήταν οικεία στους εμπόρους δλων τών λιμανιών. "Ενα ψήφισμα, πού προτάθηκε άπό κάποιον Κλέαρχο, υποχρέωσε δλες τίς πόλεις τής αυτοκρα τορίας νά χρησιμοποιούν αποκλειστικά τά αθηναϊκά μέτρα καί τούς απαγόρευσε νά κόβουν ασημένια νομίσματα. Πρέπει νά υ ποθέσουμε δτι τό ψήφισμα συνάντησε σοβαρή αντίσταση* γιατί χρειάστηκε ένα δεύτερο (πρίν άπό τό 420) γιά νά επιβληθεί στους ιδιώτες ή αλλαγή τών ξένων νομισμάτων μέ αττικά. Μέ αυτή τήν τέλεια περιφρόνηση προς δ,τι θύμιζε τήν αυτο νομία ή αθηναϊκή αυτοκρατορία φάνηκε στους υπηκόους της τυραννική. Οί ^Αθηναίοι ήταν οί πρώτοι πού τό έλεγαν. Δικαίω127
-
128
129
130
131
132
289
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ναν τήν πολιτική τους επικαλούμενοι, μαζί μέ τον Περικλή, τίς υπηρεσίες πού πρόσφεραν καί πού εξακολουθούσαν νά προσφέ ρουν, ή δηλώνοντας, μέ τή βαναυσότητα ενός Κλέωνα, Οτι μέ τό δρόμο πού πήραν δέν μποροΰσαν νά κάμουν πίσω, άλλά έπρε πε νά συντρίψουν κάθε εμπόδιο. "Ετσι, οί πόλεις πού ενώθηκαν γιά νά εξασφαλίσουν τήν ελευθερία τους, ένιωθαν υποδουλωμέ νες, καί ένας Αθηναίος μποροΰσε νά αγανακτήσει επειδή τίς χρησιμοποιούσαν σάν τούς δούλους στή μυλόπετρα. Πλήρω ναν φόρους, γιά νά καλλωπίσουν τήν 'Αθήνα καί νά πλουτίσουν τή θεά της. Ήταν υποχρεωμένοι νά στέλνουν αντιπροσώπους στά Διονύσια, γιά νά δώσουν τό απαιτούμενο ποσό* στά Πανα θήναια, γιά νά προσφέρουν ακριβές θυσίες* στά Ελευσίνια, γιά νά αφιερώσουν στις θεές τίς απαρχές άπό τήν ετήσια σοδειά τους. Κρατιόνταν στον ίσιο δρόμο τής δημοκρατίας, εξαναγ κασμένοι στήν υπακοή άπό τούς τοξότες καί τούς οπλίτες πού κατασκήνωναν στήν ακρόπολη τους, άπό τίς τριήρεις πού ναυ λοχούσαν στά λιμάνια τους, άπό τούς κληρούχους πού είχαν έγ.κατασταθεϊ κατά χιλιάδες στό έδαφος τους. Ή δυσαρέσκεια ύπέβοσκε σέ Ολα τά μέρη τής αυτοκρατορίας. Γιά μεγάλο Ομως διάστημα ήταν αδύναμη: γιά πόλεις απομονωμένες, χωρισμένες μέ μεγάλες αποστάσεις, κάθε συλλογική ενέργεια κατά τών θα λασσοκρατόρων ήταν αδύνατη. Τέλος οί Σπαρτιάτες έδωσαν τό σήμα γιά τή μεγάλη μάχη εναντίον της Αθήνας* άπό τήν πρώτη μέρα κήρυξαν τόν πόλεμο γιά τήν απελευθέρωση τών υπηκόων της. Στήν πραγματικότητα, ή αυτοκρατορία δέν υπέκυψε τόσο στις μανιώδεις εξωτερικές επιθέσεις όσο στήν αδιάκοπη υπονό μευση της άπό τούς εσωτερικούς εχθρούς. Ή αυτονομία εκδικιόταν μιά συγκέντρωση εξουσίας μισητή στους "Ελληνες. Αυτή ή αυτονομία τών μικρών πόλεων ήταν τόσο δύστροπη, πού δέν ανεχόταν ακόμη τόσο εύκολα, όσο θά μπορούσαμε νά νομίσουμε, τή διεθνή αλληλεγγύη τών κομμά των. Ό Κλέων δέν καταλαβαίνει πώς είναι δυνατό νά διακρι θούν, στους Μυτιληναίους επαναστάτες, οί δημοκράτες άπό τούς ολιγαρχικούς: κατ' αυτόν όλοι είναι τό ίδιο ένοχοι. Καί όταν ζητιέται άπό τόν αθηναϊκό λαό, ώς μέτρο κοινής σωτηρίας, νά επιτρέψει στις συμμαχικές πόλεις μιά συνταγματική αλλαγή προς τό όλιγαρχικότερο, ό Φρύνιχος αντιτίθεται. Γιά ποιο σκο πό; «Δέν θά αποτελέσει ούτε κίνητρο υποταγής γιά τίς πόλεις πού επαναστάτησαν, ούτε εχέγγυο πίστης γι' αυτές πού μάς μέ133
134
135
290
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
νουν γιατί, παρά νά είναι δοϋλες τής ολιγαρχίας ή τής δημοκρα τίας, προτιμούν νά είναι ελεύθερες, μέ οποιοδήποτε άπο αυτά τά πολιτεύματα.» Ωστόσο ό αθηναϊκός ιμπεριαλισμός δέν ήταν άχρηστος, άλλά πρόωρος. Τό μεγάλο λάθος τής Αθήνας —λάθος αναπόφευκτο αυτή τήν εποχή— ήταν ότι δέν κατάλαβε πώς δέν μποροΰσε νά παραβιάζει τά κυριαρχικά δικαιώματα τών άλλων πόλεων, χω ρίς νά κάνει παραχωρήσεις άπό τά δικά της. Κάτω άπό τά πλήγ ματα τής ήττας, μερικά τολμηρά μυαλά τό σκέφτηκαν, άλλά ήταν ήδη αργά* καί περίμεναν ακόμη τίς έσχατες καταστροφές, γιά νά προβοΰν στήν έκτακτη καί απελπισμένη εφαρμογή μιάς ιδέας τήν όποια έκαμε μιά μέρα ή Ρώμη τόσο αποδοτική. Τέ τοια πού ήταν, ή απόπειρα τοΰ Περικλή καί τών διαδόχων του είχε μεγάλα αποτελέσματα, όχι μόνο γιά τήν 'Αθήνα —πού δέν θά άφηνε τόσο μεγάλο Ονομα έάν δέν ήταν ή πρωτεύουσα μιάς τόσο μεγάλης αυτοκρατορίας— άλλά γιά τό κράτος τό ίδιο καί γιά όλη τήν Ελλάδα. Α υ τ ό πού τραβά πάντα τήν προσοχή είναι τά ελαττώματα τοΰ συστήματος, γιατί οί αρχαίοι δέν είδαν πο τέ, καί μετά άπ' αυτούς οί νεώτεροι δέν βλέπουν, παρά τήν πο λιτική πλευρά τών γεγονότων. Άπό άλλες Ομως απόψεις, ακόμη καί άπ' αυτήν, ή αθηναϊκή αυτοκρατορία πρόσφερε τίς μεγαλύ τερες υπηρεσίες, δημιουργώντας πολύτιμα στοιχεία ενότητας. Μέ τή μεσολάβηση τών ομόσπονδων πόλεων ή δημοκρατία, παρ' Ολα αυτά, πρόσφερε στό σύνολο τών Ελλήνων ένα πρότυπο πού δέν έπαψε νά επιβάλλεται. Χάρη στον εμπορικό φιλελευθε ρισμό, πού οί Αθηναίοι δέν τόν αρνήθηκαν καί μέσα στον πόλε μο παρά μόνο γιά νά εξασφαλίσουν τήν ύπαρξη τους καί γιά νά προμηθευτούν ναυπηγικά υλικά, ή λεκάνη τής Μεσογείου άποτελοΰσε μιά μοναδική αγορά, ή εκμετάλλευση τής οποίας δέν πλούτιζε μόνο τόν Πειραιά. Επιπλέον, όλοι αυτοί οί σύμμα χοι πού έρχονταν κάθε χρόνο στις παραστάσεις τών Μεγάλων Διονυσίων καί στήν πομπή τών Παναθηναίων έφερναν πίσω στον τόπο τους καί διέδιδαν παντοΰ τήν αγάπη γιά μιά ανώτερη λο γοτεχνία καί μιά ανώτερη τέχνη. "Οπως ή Γαλλία πού, άν καί νικήθηκε τό 1815, άφησε στους νικητές της τόν κώδικα τοΰ Να πολέοντα, ή Αθήνα, πριν νά συντριβεί, είχε διαδώσει στους συμμάχους πού έσερνε στά δικαστήρια της τίς αρχές τής νομο θεσίας της, έτσι ώστε πολλοί άπ' αυτούς υιοθέτησαν γιά πάντα, πέρα άπό τήν τεχνική τοΰ δικαίου της, τίς αρχές της γιά τήν έ136
137
138
291
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
λευθερία καί γιά τήν ατομική ευθύνη. "Ετσι, μέ τήν κυριαρχία πού άσκησε επί τρία τέταρτα τοΰ αιώνα, ή 'Αθήνα έκαμε πολλά γιά τήν πολιτική καί οικονομική, τήν πνευματική καί νομική ενότητα τής ελληνικής φυλής. 139
Γ' οι
ΣΥΜΠΟΛΙΤΕΊΕς
'Από αντίδραση προς τήν απειλητική φιλοδοξία τών συμμαχιών μέ ιμπεριαλιστικούς στόχους, γειτονικές καί συγγενικές πόλεις, σέ Ολα τά μέρη τής Ελλάδας, επιζητούν αμοιβαίες εγγυήσεις καί, γι' αυτό, ενώνονται σέ πιό μεγάλες κοινότητες. 'Από τήν ίδια ανάγκη γεννήθηκαν συνομοσπονδίες διαφόρων ειδών. Δύο λέξεις χρησιμοποιούνται γενικά γιά νά τίς δηλώσουν: συμπολι τεία καί συνοικισμός. 'Τπήρξαν γιά καιρό συνώνυμες, καί γιά αυτό ή ένωση τής Αττικής γύρω άπό τήν πρωτεύουσα της δια τήρησε στήν ιστορία τό Ονομα συνοικισμός. Άλλά, άπό μιά στιγ μή καί έπειτα, άποκτοΰν γιά τούς "Ελληνες διαφορετικό νόημα. Ή ένωση γίνεται, σέ κάθε περίπτωση, μέ παραδοχή ενός κοινού συντάγματος: σέ όλες τίς περιπτώσεις εξακολουθούν νά τή δη λώνουν μέ τόν όρο συμπολιτεία. Άλλά όταν γίνεται μέ μιά κα θολική ή μερική μεταφορά τοΰ πληθυσμοΰ στή μεγαλύτερη άπό τίς πόλεις πού ενώνονται, ή όταν αυτές οί πόλεις είναι ισοδύνα μες, σ' αυτή τή γεωγραφική καί συνάμα πολιτική συγκέντρωση εφαρμόζουν τόν όρο, πού έκτοτε εξειδικεύεται, συνοικισμός. Κατά τά λοιπά, οί γνωστές συμπολιτείες παρουσιάζουν τόσες μορφές, τόσες ενδιάμεσες βαθμίδες, πού δυσκολεύεται κανείς νά τίς καθορίσει: Οχι μόνο υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί κα νείς νά διστάσει πάνω στό χαρακτηρισμό πού αρμόζει, άλλά καί δέν φαίνεται πάντα άπό ποιο σημείο μιά συμμαχία υποκαθιστά τήν κυριαρχία τών συμβαλλόμενων πόλεων μέ μιά ανώτερη κυ ριαρχία, ή, αντίθετα, άπό ποιο σημείο αρχίζει νά αποτελεί, πάν τα μέ τό ίδιο όνομα, αληθινή συνομοσπονδία. Πάντως ή συμ πολιτεία δημιουργεί κατ' αρχήν ένα κράτος πού περιλαμβάνει πολλές κοινότητες, άπό τίς όποιες αφαιρεί ορισμένο μέρος τής αυτονομίας τους. "Εχει ώς όρους: μιά υπηκοότητα, πού άλλωστε μπορεί νά μήν είναι ρητή, καί νά παρέχεται σιωπηρά σέ Ολους τούς πολίτες τών κοινοτήτων πού είναι μέλη της* ένα σύνταγμα, πού μπορεί νά περιορίζεται στό σύνολο τών Ορων μέ τούς όποί140
292
Η Δ Ι Ε Υ Ρ Υ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
ους συνδέθηκαν οί πόλεις ανάμεσα τους· μια κυβέρνηση μέ βου λή καί εκκλησία" μιά δικαιοδοσία έ'κδοσης νόμων κοινού ενδια φέροντος" μιά διοίκηση, μέ λίγους άρχοντες. Ό συνοικισμός προ ϋποθέτει επιπλέον τοπική ένωση, κατάργηση τών συνόρων, συγ κέντρωση τών κατοίκων σέ μιά πρωτεύουσα, πού ορισμένες φο ρές έχει ιδρυθεί γι' αυτόν τό σκοπό. Μερικές περιφέρειες τής Πελοποννήσου πού ήθελαν νά ξε φύγουν άπό τή σπαρτιατική ηγεμονία άρχισαν νά οργανώνονται τό 471. Ενεργούσαν μέ τήν επίδραση τής Αθήνας καί ίσως, στήν άρχή, μέ συμβουλές τοΰ ίδιου τοΰ Θεμιστοκλή. Οί μικρές αγροτικές πόλεις τών Ηλείων σχημάτιζαν άπό πολύ παλαιά ένα αριστοκρατικό κράτος μέ πολύ χαλαρούς δε σμούς, όταν οί δημοκράτες, πού έγιναν κύριοι τής εξουσίας, απο φάσισαν νά τοΰ δώσουν συγκεντρωτικό χαρακτήρα, προσαρτών τας σ' αυτό τίς υποτελείς περιοχές. Τό χώρισαν σέ δέκα τοπικές φυλές, καθεμιά άπό τίς όποιες αντιπροσωπευόταν άπό έναν Ελ λανοδίκη καί πενήντα μέλη τής βουλής. Συγχρόνως έχτισαν τήν πόλη πού τούς έλειπε, τήν Ήλιδα, πού έγινε έδρα τής εκκλησίας καί προσέλκυσε μεγάλο πληθυσμό μέσα στά τείχη της. Περίπου τήν ίδια εποχή ή Αρκαδία έκαμε δυο ανάλογες από πειρες. Οί βοσκοί τών οροπεδίων της ζούσαν πάντα σκόρπιοι σέ μικρά ή μεγάλα ανεξάρτητα χωριά (κατά κώμας). * Μόλις καί μετά βίας σέ μερικά διαμερίσματα, μέ φυσικά όρια, οί -κάτοικοι αυτών τών σκορπισμένων οικισμών είχαν κοινό Ονομα καί συγ κεντρώνονταν σέ σημαντικές περιστάσεις: υπήρχαν παραδείγμα τος χάρη εννέα χωριά Ήραιέων, άλλα τόσα Τεγεατών, πέντε Μαντινέων, δέκα Μαιναλίων, τουλάχιστον έξι Παρρασίων καί τέσσερα Κυνουρίων. Καθεμιά άπό αυτές τίς μικρές ομάδες ειχε τήν εθνικότητα της: όταν ένας Αρκάς ήταν νικητής στους Ό λυμπιακούς αγώνες, τόν ανακήρυσσαν νικητή μέ τήν ιδιότητα του ώς Στυμφάλιου ή Μαινάλιου. Κάθε ομάδα ακολουθούσε τήν πολιτική της: τόν 4ο αιώνα οί Ήραιεΐς συμφώνησαν μέ τούς Ηλείους μιά ανακωχή εκατό ε τ ώ ν οί Τεγεάτες, μόλις ησύ χαζαν άπό τήν πλευρά τών Λακεδαιμονίων, πολεμούσαν μέ τούς Μαντινεΐς. Έδώ κι έκεΐ, άργά ή γρήγορα, σχηματίζονταν κέντρα κάπως πιο σημαντικά: στό βορρά, ό 'Ορχομενός έπαιξε κάποιο ρόλο κατά τούς μεσσηνιακούς πολέμους" γιά νά αντισταθούν αποτελεσματικότερα στους εχθρούς τους, οί εννιά κώμες τών Τεγεατών ίδρυσαν τήν πόλη τής Τεγέας. Επίσης, δέν ειχε 141
1
143
144
145
146
293
2
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
σβήσει ή ανάμνηση μιάς κοινής καταγωγής: οί Άρκάδες έρ χονταν στήν Παρρασία νά θυσιάσουν μαζί σέ μιά προελληνική θεά-μητέρα, τή Δέσποινα τής Λυκόσουρας, καί νά γιορτάσουν έναν αχαϊκό θεό, πού λατρευόταν στό όρος Λύκαιο, τόν Δία Λύκαιο. Στό τέλος αυτό τό αίσθημα εθνικής αλληλεγγύης έδωσε τά αποτελέσματα του. Τόν 6ο αιώνα ή Τεγέα πολέμησε μόνη της τούς Σπαρτιάτες* όλοι οί Άρκάδες ακολούθησαν τήν τύχη της καί αναγνώρισαν τήν ηγεμονία τών νικητών. Τό 473 ενώθηκαν σχεδόν Ολοι. Σύντομα σχημάτισαν μιά συνομοσπονδία. Άπό τή νομισματική ενότητα, πού μάς πληροφορεί γι' αυτήν τήν πολιτική ενότητα, μαθαίνουμε καί τήν έκταση της: ομοσπονδιακά νομίσματα κό πηκαν, μέ τήν εικόνα τοΰ Δία Λυκαίου στήν κύρια Οψη, καί στήν πίσω τό κεφάλι τής Δέσποινας μέ επιγραφές Α Ρ , Α Ρ Κ Α , Α Ρ Κ Α Δ Ι Κ Ο Ν * τήν ίδια εποχή ή Ηραία σταμάτησε νά κόβει δικά της νομίσματα, αντίθετα άπό τή Μαντινεία καί μερικές άλλες πόλεις πού δέν μπήκαν στή συνομοσπονδία. Κάπου είκοσι χρόνια αρ γότερα, ή Τεγέα, νικημένη άπό τούς Σπαρτιάτες, έμπαινε στή σπαρτιατική συμμαχία. Α υ τ ό ήταν αρκετό γιά νά διακόψει τίς σχέσεις της μέ τήν αρκαδική συνομοσπονδία ή Μαντινεία, πού ώς τότε ήταν σύμμαχος της. Μέ μιά συμφωνία συνοικισμοΰ προσάρτησε τόν πληθυσμό τεσσάρων κωμών πού βρίσκονταν γύρω της, προσφέροντας τους μιά καλή ακρόπολη, δπου μποροΰσαν νά καταφύγουν σέ περίπτωση επιδρομής. Έκτοτε ή αρκα δική συνομοσπονδία έχασε κάθε σημασία. "Οταν ξέσπασε ό πε λοποννησιακός πόλεμος, υποχρεώθηκε καί αυτή νά μπει στή σπαρτιατική συμμαχία. Αναγκασμένη νά δώσει ώς εγγύηση τής πίστης της ομήρους πού σφαγιάστηκαν, σπαραγμένη άπό τόν ανταγωνισμό τών οπαδών τής Μαντινείας καί τών οπαδών τής Τεγέας, ή αρκαδική συνομοσπονδία έπαψε νά υπάρχει: οί πόλεις ξανάρχισαν νά κόβουν νομίσματα. "Οσο γιά τό συνοι κισμό τής Μαντινείας, δέν μπόρεσε νά διατηρηθεί παρά μόνο χά ρη σέ μιά ανακωχή τριάντα χρόνων πού τοΰ έδωσε ή Σπάρτη τό 418. 147
148
149
150
151
152
153
154
155
156
"Επειτα άπό τίς συνομοσπονδίες πού ήταν εχθρικές στήν πελο ποννησιακή συμμαχία, άπό τούς ίδιους τούς λόγους πού τίς δη μιούργησαν, σχηματίστηκαν άλλες μέ κύριο ή μοναδικό λόγο τήν αντίσταση στον αθηναϊκό ιμπεριαλισμό. 294
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο Α Ι Ω Ν Α
Ή πρώτη άπό αυτές σχηματίστηκε στά σύνορα τής Αττικής, δπως ή αρκαδική συνομοσπονδία στά σύνορα τής Λακωνίας: οί Βοιωτοί απέκτησαν ένα καλοσχεδιασμένο σύνταγμα. Τούς χρει άστηκε πολύς καιρός γιά νά φτάσουν έκεΐ. Αφότου εγκαταστά θηκαν σ' αυτόν τόν τόπο, είχαν διασκορπιστεί σέ πολλές αγρο τικές κώμες. Ξαναζωντάνευαν ωστόσο τήν ανάμνηση τής κοινής καταγωγής τους κατά τήν ετήσια γιορτή πού τούς συγκέντρωνε στό ναό τοΰ Ποσειδώνα στον Όγχηστό καί στά Παμβοιώτια πού γιορτάζονταν στήν Κορώνη προς τιμήν τής Αθηνάς Ί τ ω νίας. Επιπλέον, όλες οί ανεξάρτητες κώμες ήταν τό ίδιο ύπο-' ταγμένες σέ ολιγαρχίες γαιοκτημόνων. "Ετσι άπό τό πρώτο ήμι συ τοΰ 6ου αιώνα μπορούμε νά διαπιστώσουμε ένα έμβρυο συνο μοσπονδίας: τά τοπικά νομίσματα έχουν ένα ομοσπονδιακό έμ βλημα, τή βοιωτική α σ π ί δ α οί οπλίτες τών πόλεων σχηματί ζουν, όταν χρειαστεί, κοινό στρατό ύπό τήν αρχηγία τών βοιωταρχών. 'Η Θήβα, τό σημαντικότερο κέντρο τής χώρας, πή γαινε νά γίνει πρωτεύουσα τής συνομοσπονδίας, όταν ή στάση της κατά τή δεύτερη περίοδο τών μηδικών πολέμων κατέστρεψε τίς φιλοδοξίες της. Μετά άπό τή μάχη τών Πλαταιών ή συνο μοσπονδία διαλύθηκε μέ διαταγή τής Σπάρτης (479). Άλλά τό 457 ή Σπάρτη αλλάζει γνώμη, γιά νά περικυκλώσει τήν Α τ τική. 'Επί δέκα χρόνια ή αναγεννημένη συνομοσπονδία γίνεται τό αντικείμενο πολέμων ανάμεσα σέ Λακεδαιμόνιους, Βοιωτούς καί Αθηναίους, καθώς καί ανάμεσα στους ολιγαρχικούς καί τούς δημοκρατικούς τών Θηβών. Τό 447 ή ήττα τής Αθήνας στήν Κορώνη καθιερώνει τή συνομοσπονδία. Τό σύνταγμα πού επεξεργάστηκαν οί Βοιωτοί δέν είναι μόνο αξιοπρόσεκτο αυτό καθεαυτό* παρουσιάζει ακόμη αυτό τό μεγά λο ενδιαφέρον, Οτι είναι ένα άπό τά ελληνικά συντάγματα πού γνωρίζουμε καλύτερα, γιατί περιγράφεται μέ ακρίβεια άπό έναν ιστορικό πού τό είδε νά λειτουργεί, τόν Ανώνυμο τής 'Οξυρύγχου. Ή βοιωτική συνομοσπονδία, πολύ διαφορετική άπό τή σπαρτιατική καί άπό τήν αθηναϊκή συμμαχία, καθορίζει τά δι καιώματα καί τά καθήκοντα τών πόλεων πού τήν άποτελοΰν ανάλογα μέ τόν πληθυσμό τους καί μέ τούς πόρους τους. Δέν υπάρχει ηγετική πόλη άπό άποψη δικαίου τήν επιρροή πού μπο ρεί νά ασκήσει στήν πράξη ή. Θήβα τήν εξασφαλίζει χάρη σ' έναν κοινό κανόνα. Πρόκειται λοιπόν γιά συνομοσπονδία τών Βοιω τών καί όχι γιά ένωση ύπό τούς Θηβαίους. Οί συνομοσπονδιακοί 157
158
-159
160
161
162
163
-
295
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
θεσμοί, έχοντας γιά πλαίσιο περιοχές πού περιλαμβάνουν έναν αριθμό αυτόνομων πόλεων πού ποικίλλει, βρίσκονται σέ στενή σχέση μέ τούς θεσμούς αυτών τών πόλεων. Πρώτα πρώτα, δέν υπάρχει ομοσπονδιακή υπηκοότητα έξω καί πάνω άπό εκείνη πού παρέχουν αυτόματα οί τοπικές υπηκοότητες. Έπειτα, τό πνεύμα τής συνομοσπονδίας είναι υποχρεωτικά τό πνεύμα τών πόλεων, άφοΰ όλες κυριαρχούνται άπό μιά μετριοπαθή ολιγαρ χία. Επομένως, όλη ή συγκρότηση τής συνομοσπονδίας μπορεί νά ρυθμιστεί μέ βάση τήν οργάνωση τών πόλεων. Σέ κάθε πόλη, γιά νά είναι κανείς ενεργός πολίτης, πρέπει νά έχει στήν κατοχή του μιά έκταση γής πού νά αποδίδει, πιθα νόν, Οσο χρειάζεται γιά νά εξασφαλίζει τόν οπλισμό ενός οπλί τ η . Ή άσκηση εμπορίου επιφέρει πολιτικό υποβιβασμό. "Οσοι πολίτες έχουν τά προσόντα μοιράζονται εξίσου στά τέσσε ρα ενός σώματος, τής βουλής, πού ονομάζονται επίσης βουλαί. Καθένα άπ' αυτά τά τμήματα, μέ τή σειρά του, άσκεΐ χρέη βου λευτικού σώματος* καί τά τέσσερα ενωμένα λειτουργούν ώς εκ κλησία τοΰ δήμου. Τό τμήμα πού ενεργεί ώς βουλή ετοιμάζει τίς προτάσεις καί τίς υποβάλλει στά άλλα τρία. Γιά νά έχει ισχύ νόμου ένα ψήφισμα πρέπει νά τό υιοθετήσουν καί τά τέσσερα. Οί πόλεις έχουν χωριστεί σέ έντεκα περιοχές (μέρη). Ή Θή βα, μετά άπό τήν καταστροφή τών Πλαταιών, βρέθηκε επικεφα λής τεσσάρων περιοχών, ή μιά άπό τίς όποιες περιλάμβανε πέντε μικρές πόλεις* ό Όρχομενός καί οί Θεσπιές είχαν άπό δύο πε ριοχές* ή Τανάγρα, μία* ή Αλίαρτος, ή Κορώνη, ή Λεβάδεια εί χαν μαζί μία, τό ίδιο καί ή Άκραιφία, ή Κωπα'ίδα καί ή Χαιρώ νεια. "Ολες οί περιοχές έ'χουν τά ίδια δικαιώματα καί τίς ίδιες υποχρεώσεις, τίς όποιες μοιράζουν εξίσου στις κοινότητες. Ή ομοσπονδιακή βουλή αποτελείται άπό 660 μέλη, γιατί πρέ πει καί οί έντεκα περιοχές νά εκπροσωπούνται εξίσου, σέ κάθε περιοχή Ολες οί πόλεις νά αντιπροσωπεύονται ανάλογα μέ τή ση μασία τους, καί σέ κάθε πόλη τά τέσσερα τμήματα τών πολιτών μέ τή σειρά τους νά έ'χουν ίση εκπροσώπηση. "Ετσι ή Θήβα μέ όλους τούς οικισμούς τής περιοχής της έχει δικαίωμα σέ 240 αν τιπροσώπους, ό Όρχομενός σέ 120 κτλ. Ή ομοσπονδιακή βουλή εδρεύει στή Θήβα* τά μέλη της παίρ νουν μιά καθημερινή αποζημίωση άπό τό ομοσπονδιακό ταμείο. "Οπως κάθε αντιπροσωπεία εκπροσωπεί ειδικότερα ένα άπό τά τέσσερα τμήματα τής πόλης της, τά μέλη τής ομοσπονδιακής 164
165
296
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η ΤΗΣ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ
βουλής μέ τή σειρά τους χωρίζονται πολύ φυσικά σέ τέσσερα τμήματα (βονλάς). "Οπως καί στις πόλεις, καθένα μέ τή σειρά του άσκεΐ χρέη βουλής, καί τά ψηφίσματα εκδίδονται όταν Ολα τά τμήματα είναι συγκεντρωμένα, ώστε νά είναι υποχρεωτικά γιά δλες τίς πόλεις. Ή δικαστική εξουσία τής συνομοσπονδίας είναι οργανωμένη δπως ή νομοθετική: Τό ανώτατο δικαστήριο, πού κρίνει τά εγκλήματα κατά τοΰ όμοσπονδιακοΰ συμφώνου, τίς πράξεις απειθαρχίας καί ίσως τίς διαφορές μεταξύ πόλεων, αποτελείται άπό δικαστές πού προσφέρουν οί περιοχές σέ ίσο αριθμό καί οί πόλεις ανάλογα μέ τόν πληθυσμό τους. Ή εκτε λεστική εξουσία ανήκει στους βοιωτάρχες. Εκλέγονται άπό τίς βουλές τών πόλεων καί είναι έντεκα, ένας κατά περιοχή: τέσσε ρις άπό τή Θήβα, δύο άπό τόν Όρχομενό, δύο άπό τίς Θεσπιές, ένας άπό τήν Τανάγρα, καί ένας τόν όποιο προσφέρει μέ τή σειρά καθεμιά άπό τίς τρεις πόλεις τών δύο άλλων περιοχών. Κυριό τερη αποστολή τους είναι ή διοίκηση τών στρατιωτικών δυνά μεων. Στήν εκστρατεία, Οταν είναι όλοι μαζί, ή ανώτατη αρχη γία ασκείται άπό έναν μόνο, είτε κατά σειρά, είτε μέ απόφαση τών συναδέλφων του, είτε μέ απόφαση τής ομοσπονδιακής βου λής. Ώς αρχηγοί τοΰ στρατού, αντιπροσωπεύουν τή συνομο σπονδία στό εξωτερικό, στέλνουν ή δέχονται πρεσβευτές, δια πραγματεύονται καί αναφέρονται στή βουλή, ή όποια αποφασί ζει. Ό στρατός αποτελείται άπό μονάδες πού παρέχουν οί έντεκα περιοχές, καί αριθμούν άπό χίλιους οπλίτες καί εκατό ιππείς. Γιά τά έξοδα τοΰ πολέμου καί τήν αποζημίωση τών βου λευτών χρειάζεται ένα ομοσπονδιακό ταμείο: τροφοδοτείται άπό συνεισφορές (εισφοράς) πού καταβάλλουν εξίσου όλες οί περιο χές, σύμφωνα μέ καταστάσεις. Μονάδες στρατοΰ καί εισφορά μοιράζονται μέσα στήν περιοχή ανάμεσα στις πόλεις, σύμφωνα μέ τήν αναλογία πού προβλέπει τό σύνταγμα. "Ετσι τίποτε δέν γίνεται στή συνομοσπονδία χωρίς τή μεσο λάβηση τών πόλεων, καί κάθε πόλη έχει στή συνομοσπονδία τή θέση πού τής δίνει ό αριθμός τών ενεργών πολιτών της. Ή επί δραση τής Θήβας οφείλεται απλώς στό γεγονός Οτι έ'χει δύο, τέσ σερις, δώδεκα, είκοσι φορές περισσότερους γαιοκτήμονες πού έχουν τό νόμιμο τίμημα άπό οποιαδήποτε άλλη πόλη, καί γιατί, μέ τίς ίδιες αναλογίες, έχει δικαίωμα γιά μεγαλύτερο αριθμό αντιπροσώπων στή βουλή καί στό σώμα τών βοιωταρχών άπό τήν άλλη Ομως μεριά οφείλει νά στέλνει περισσότερους άντρες 166
167
168
297
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
στό στρατό καί νά εφοδιάζει μέ μεγαλύτερο ποσό τό ομοσπον διακό ταμείο. Επίσημα ή υπεροχή της φαίνεται μόνο άπό δυο σημεία: ή βουλή εδρεύει στήν Καδμεία, καί τό ομοσπονδιακό νό μισμα, τό μόνο πού κυκλοφορεί, προσθέτει στό έμβλημα τής ασπίδας τήν επιγραφή Θ, ΘΗ, ΘΗΒΑ. Τίποτε τό κοινό ανά μεσα σ' αυτή τή βοιωτική συμπολιτεία καί στις συμμαχίες πού υπακούουν στή Σπάρτη ή στήν 'Αθήνα. Τέτοια είναι ή συνομοσπονδία πού σχηματίζεται μέ πνεύμα εχθρικό προς τήν 'Αθήνα κατά τόν πρώτο πελοποννησιακό πό λεμο. Κατά τόν δεύτερο πελοποννησιακό πόλεμο τό ίδιο πνεύμα οργάνωσε δύο συνοικισμούς: τόν ένα στά σύνορα τής Μακεδο νίας, τόν άλλο στις ακτές τής Μικράς 'Ασίας. Τό 432, όταν οί Αθηναίοι πολιόρκησαν τήν Ποτίδαια, σχε δόν όλοι οί "Ελληνες τής Χαλκιδικής συντάχθηκαν μ' αυτήν. "Υ στερα άπό συμβουλή τοΰ βασιλέα [τών Μακεδόνων] Περδίκκα, οί κάτοικοι τών παράλιων πόλεων αποφάσισαν νά τίς εγκαταλεί ψουν, νά ρίξουν τά τείχη καί νά καταφύγουν στό εσωτερικό, στήν ισχυρή θέση τής Όλύνθου. 'Απ' αυτόν τό συνοικισμό γεννήθηκε μιά συμπολιτεία, μέ τήν "Ολυνθο γιά πρωτεύουσα. Τό καινού ριο κράτος πήρε όλες τίς εξουσίες: διαπραγματευόταν μέ τίς ξένες δυνάμεις, έστελνε πρεσβευτές, εξέδιδε ψηφίσματα προξενιάς, ειχε τό στρατό. "Ολες οί πόλεις τής περιοχής πού εγκατέλει ψαν τήν αθηναϊκή συμμαχία μπήκαν σ' αυτό. Ή 'Όλυνθος δέν άργησε νά γίνει ή σημαντικότερη πόλη τής θρακικής ακτής. Τό 408 οί Ρόδιοι θέλησαν νά θέσουν τέρμα στους ανταγωνι σμούς πού χώριζαν γιά πολύν καιρό τίς πόλεις τους, τήν Ιαλυσό, τήν Κάμειρο καί τή Λίνδο. "Εχτισαν μιά κοινή πρωτεύουσα, τή Ρόδο, πού προοριζόταν γιά ένα τόσο ωραίο μέλλον. Τά γειτονι κά νησιά Χάλκη καί Σύμη ενώθηκαν μέ τό μεγάλο νησί* ή Τή λος, ή Κάρπαθος καί ή Κάσος ακολούθησαν αργότερα. Παρά τή γρήγορη ανάπτυξη τής νέας πόλης, οί παλαιές κοινότητες δια τηρούνται, άλλά ώς φυλές καί δήμοι τής πόλης. "Ενας μόνο δή μος, τών Ροδίων, υπάρχει, πού συγκεντρώνεται σέ πλήρη εκ κλησία καί αντιπροσωπεύεται άπό τή βουλή άλλά οί «Λίνδιοι», οί «Καμείριοι», οί «Ίαλύσιοι» δέν παύουν νά βγάζουν ψηφίσμα τα καί νά διορίζουν μάστρους. Έδώ, όπως άλλοτε στήν Α τ τική, ό συνοικισμός δημιούργησε ένα κράτος μέ ενότητα, καί οί παλαιές πόλεις δέν είναι πιά παρά κοινότητες. 169
170
171
172
173
174
-
115
298
Η Δ Ι Ε Τ Ρ Τ Ν Σ Η Τ Η Σ Π Ο Λ Η Σ ΤΟΝ 5ο
ΑΙΩΝΑ
Τά ίδια τά παραδείγματα μεγαλύτερης ή μικρότερης περιστολής τοΰ πάθους γιά τήν αυτονομία μάς δείχνουν πόσο τό ελληνικό πνεύμα αποστρεφόταν αυτήν τή συμπίεση τής τοπικής κυριαρ χίας. Ή ιδέα τής συγκέντρωσης κυριαρχούσε σέ πολύ μικρούς χώρους, όταν κάποιος κοινός κίνδυνος απειλούσε μερικές γειτο νικές πόλεις ή χωριά ανίκανα νά αμυνθούν δέν πήγαινε μακρύ τερα άπό θεσμούς αόριστα ομοσπονδιακούς, πού υπέκυπταν ό ένας μετά τόν άλλο, όχι τόσο άπό τά χτυπήματα ενός έξωτερικοΰ έχθροΰ Οσο άπό τήν άνεπίσχετη ώθηση μιάς κεντρόφυγης δύ ναμης.
299
ΤΡΙΤΟ
Η ΠΑΡΑΚΜΗ
ΜΕΡΟΣ
ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΝΕΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΙΔΕΕΣ
Α' Η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ
Ή πετυχημένη ισορροπία πού ή Ελλάδα τής καλής εποχής κα τάφερε νά εξασφαλίσει ανάμεσα στή δημόσια εξουσία καί στά δικαιώματα τοΰ άτομου δέν μποροΰσε νά διατηρηθεί έπ' άπει ρον. Άφοΰ βοήθησε τήν πόλη νά κυριαρχήσει στήν πατριαρχική οικογένεια, ό ατομικισμός περιορίστηκε γιά λίγο καιρό άπό τήν πάντα στέρεη οργάνωση τής μικρής οικογένειας, καί κυρίως άπό τόν φαινομενικά ακλόνητο νόμο τοΰ κράτους. Άλλά τά ατομικά δικαιώματα πήγαιναν νά εκφυλιστούν σέ εγωισμό. Μέ συνεχείς επεκτάσεις, μέ ορέξεις πού άπό μέρα σέ μέρα γίνονταν πιο απαι τητικές, θά υπονόμευαν τήν οικογένεια καί θά κατέστρεφαν τήν πόλη. Άπό τόν 4ο αιώνα παρατηρείται στις μεγάλες πόλεις τό φαι νόμενο πού δίκαια ονόμασαν «κρίση τοΰ γάμου» καί «βασιλεία τών έταιρών». Αυτό δέν σημαίνει πώς, σέ εποχή πού άναζητοΰσαν τήν ευτυχία στήν ιδιωτική ζωή, δέν ένιωσαν τή γοητεία ται ριαστών γάμων. Στά έ'ργα τοΰ Αριστοτέλη —πού χαιρόταν, για τί είχε παντρευτεί τήν ανιψιά τοΰ φίλου του Ερμεία— συναντούμε πολλά χωρία δπου ό γάμος δέν παρουσιάζεται σάν άπλή υπόθεση ούτε σάν δεσμός μέ σκοπό τήν εξάπλωση τής φυλής, άλλά σάν επικοινωνία ψυχών μέ αποστολή νά ικανοποιήσει δλες τίς ηθικές ανάγκες τής ύπαρξης, νά προσφέρει στους συζύγους τά πλεονε κτήματα καί τήν ηρεμία μιάς αμοιβαίας τρυφερότητας. Αυτό πού είναι καινούριο καί δείχνει μιά σοβαρή αλλαγή στά ήθη είναι τό γεγονός δτι ό γάμος δέν θεωρείται πιά απαραβίαστη υποχρέ ωση τοΰ άτομου, πού οφείλει νά μεταβιβάσει μέ τή σειρά του τή ζωή πού έ'λαβε ώς παρακαταθήκη άπό τούς προγόνους του* συ χνά αντιμετωπίζεται σάν τεχνητός θεσμός, σάν άπλή σύμβαση. Οί κατασκευαστές θεωρητικών κοινωνικοπολιτικών συστημάτων πιστεύουν δτι μπορεί νά αντικατασταθεί μέ τήν κοινοκτημοσύνη τών γυναικών γιά τούς κοινούς ανθρώπους δέν είναι πιά παρά 1
2
303
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ένας άπό τούς δύο τρόπους πού προσφέρονται στον καθένα γιά τήν επιδίωξη τής ευτυχίας καί τής προσωπικής ευχαρίστησης. "Ενας διάδικος έφτασε νά πει στό δικαστήριο: «"Εχουμε συζύ γους γιά νά συνεχίσουμε τό ονομά μας, παλλακίδες γιά νά μάς περιποιούνται, εταίρες γιά νά μάς διασκεδάζουν».
3
Αναμφίβολα οί παλλακίδες καί οί εταίρες έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στήν Ελλάδα Ολη τήν αρχαιότητα, καί οί σύζυγοι ποτέ δέν περηφανεύτηκαν γιά τή συζυγική πίστη. Οί νόμοι τοΰ Δράκοντα μνημονεύουν χωρίς αποδοκιμασία ορισμένες εταίρες, καί ό δε σμός τοΰ Περικλή μέ τήν Ασπασία ήταν πασίγνωστος. Άλλά ή παλλακεία, στήν όποια ή αρχαία νομοθεσία αναγνώριζε ένα είδος νομιμότητας, είχε τουλάχιστον σκοπό τή γέννηση ελεύθε ρων παιδιών σέ περίπτωση στείρου γάμου, καί ξέρουμε ότι ό με γάλος πολιτικός δέν πέτυχε, παρ' όλο τό κύρος του, νά επιβάλει τήν ωραία καί σοφή Μιλησία στήν κοινωνία τής Αθήνας. Τώρα όμως μπορούν νά επιτρέψουν στον εαυτό τους τά πάντα, χωρίς νά επικαλούνται δικαιολογίες, ούτε νά προκαλοΰν σκάνδαλα. Ό ελεύθερος γάμος δέν ενοχλεί. Τό γεροντοπαλίκαρο καί ή εταίρα γίνονται συνηθισμένα, καί φορές φορές συμπαθητικά πρόσωπα τής κωμωδίας. Σέ μιά σύγκριση τοΰ παράνομου έρωτα καί τοΰ γάμου ένα πρόσωπο τοΰ ποιητή Άμφη δέν κρύβει τίς προτιμή σεις του: «Μιά εταίρα δέν είναι πιό αξιαγάπητη άπό μιά σύζυγο; Ή μιά έχει μαζί της τό νόμο πού σέ αναγκάζει νά τήν κρατήσεις, Οσο δυσάρεστη καί άν είναι* ή άλλη ξέρει ότι πρέπει νά προσελ κύσει έναν άντρα μέ τούς καλούς της τρόπους, αλλιώς νά ψάξει γιά άλλον». Δέν πρόκειται γιά θεατρινίστικη φράση, άλλά γιά κοινολεκτούμενο γνωμικό. Οί περισσότεροι διανοούμενοι καί καλ λιτέχνες συμμορφώνονται μ' αυτό. Ό Πραξιτέλης έχει ώς ανα γνωρισμένη ερωμένη τό μοντέλο του, τή Φρύνη* ό Μένανδρος ζεί μέ τή Γλυκερά, καί ό Δίφιλος μέ τή Γνάθαινα. "Ετσι ό ήμίκοσμος λάμπει στις πρώτες θέσεις, δίνει τόν τόνο. Δέν είναι μόνο ή χρυ σή νεολαία πού καλεί τίς εταίρες στά συμπόσια. Ό Σωκράτης, θερμός θαυμαστής τής ομορφιάς, χαριεντολογεί μέ τή Θεοδότη. "Οταν ή Φρύνη αφιερώνει χρυσό άγαλμα της στους Δελφούς ή Οταν βάζει τό ομοίωμα της δίπλα στήν Αφροδίτη στό ναό τοΰ έ'ρωτα, στις Θεσπιές, δέν προκαλεί μεγαλύτερο σκάνδαλο άπό εκείνο πού προκάλεσε ό εραστής καί υπερασπιστής της Υπερεί δης, παρουσιάζοντας την ολόγυμνη στό δικαστήριο. Ένας Πλάτωνας έχει ωστόσο αντιρρήσεις γι' αυτά τά ήθη: 4
5
6
7
304
Ν Ε Α ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
αυτός, άν καί άγαμος, θά απαγόρευε πρόθυμα κάθε σχέση μέ γυ ναίκα εκτός άπό τή νόμιμη σύζυγο άλλά πρέπει νά ζει κανείς μέ τήν εποχή του καί νά κάνει μερικές αναγκαίες υποχωρήσεις. Έτσι ό πολιτικός ανέχεται τούς δεσμούς πού αποκρούει ό ηθι κολόγος, μέ τόν όρο ότι θά είναι κρυφοί. "Οσο γιά τούς φιλοσό φους πού διαδίδουν τή θεωρία τής απόλαυσης, δέν κάνουν τόσα νάζια καί δέν δείχνουν σεβασμό προς τήν αρετή ούτε μέ τά πα ραγγέλματα τους ούτε μέ τό παράδειγμα τους. Απεχθάνονται τό γάμο: ό Αρίστιππος προτιμά νά είναι φίλος τής Λα'ιδος, Ο πως ό Επίκουρος νά έ'χει ερωμένη τό Λεόντιον.* Μέ τέτοιες ιδέες γιά τό γάμο, τί γινόταν ή γεννητικότητα; Σέ μιά Ελλάδα μέ άγονο καί κατακερματισμένο άπό τή φύση έ'δαφος, μόλις επικράτησε ό κανόνας τής κληρονομικής μοιρα σιάς δημιούργησε στους οικογενειάρχες φόβο γιά τό μέλλον τών παιδιών τους, καί τούς έ'σπρωξε προς εναν μαλθουσιανισμό. "Η δη ό Ησίοδος, μικροϊδιοκτήτης στή Βοιωτία, ευχόταν νά έ'χει εναν μονάχα γιό. 'Από τήν άλλη μεριά, οί παλαιές νομοθεσίες έ'σπρωχναν συχνά τίς ανώτερες τάξεις νά περιορίζουν τόν αριθμό τών παιδιών, στήν Κρήτη μέ τήν απομόνωση τών γυναικών καί τήν ομοφυλοφιλία, στή Σπάρτη καί στή Θήβα μέ τούς νόμους του Λυκούργου καί τοΰ Φιλολάου** πού συνέστησαν ορισμένο αριθ μό περιουσιών αναπαλλοτρίωτων καί αδιαίρετων. 'Από τόν 4ο αιώνα καί μετά, αποφεύγουν όσο μποροΰν τήν πατρότητα. «Κα νείς δέν είναι πιο δυστυχισμένος άπό εναν πατέρα, έκτος άπό έναν πατέρα μέ πολλά παιδιά», ((δέν πρέπει νά έχει κανείς παι διά»: τέτοια είναι άπό αυτή τήν εποχή τά γνωμικά τής κοινής φρόνησης. Τά κορίτσια είναι ολωσδιόλου ανεπιθύμητα δυο καί περισσότερα αγόρια είναι πολλά. ' 0 μοναχογιός είναι τό ιδεώδες Οταν θέλει κανείς νά αφήσει απογόνους. Γιά νά δικαιολογηθούν, -
8
9
10
11
-
* Λεόντιον: γυναικείο δνομα σέ ουδέτερο γένος πρβ. τά νεοελληνικά Λενάκι, Κατινάκι κτλ. ** Σύμφωνα μέ τόν Αριστοτέλη (Πολιτικά, II, 4, 7) ό Φιλόλαος εισήγαγε νόμους σχετικούς μέ τήν τεκνοποιία, μέ σκοπό τή διατήρηση τοϋ αριθμού τών κ λ ή ρ ω ν άπό άλλο χωρίο (ό'.π., 3, 7) μαθαίνουμε πώς «ό Κορίνθιος Φείδων θεώρησε δτι έπρεπε νά παραμένει σταθερή ή ισότητα ανάμεσα στόν αριθμό τών οίκων καί τόν πληθυσμό τής πόλης, ακόμη καί δταν οί κλήροι ήταν εξαρχής άνισοι κατά τό μέγεθος». Επειδή ό Φιλόλαος ήταν επίσης Κορίνθιος, καί μάλιστα άνηκε στό ϊδιο γένος μέ τόν Φείδωνα, είναι εύλογο νά υποθέσουμε δτι υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στις δύο αυτές νομοθεσίες, οχι μόνο ώς προς τή σκοπιμότητα τους άλλά καί ώς πρός τό περιεχόμενο τους. -
305
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
καταφεύγουν στή σοφιστεία τού πατρικού ενδιαφέροντος: οί άν θρωποι μέ μέτρια περιουσία αρνούνται νά γεννήσουν φτωχούς, οί πλούσιοι θεωρούν καθήκον τους νά εμποδίσουν τόν κατακερ ματισμό τής περιουσίας τους μετά τό θάνατο τους* Ολοι ισχυρί ζονται πώς δέν επιθυμούν περισσότερα παιδιά, γιατί αγαπούν τά παιδιά. Στήν πραγματικότητα οί γονείς υπακούουν συχνά σέ εγωιστικούς λόγους: απορρίπτουν τά παιδιά εξαιτίας τών καθη μερινών ενοχλήσεων καί φροντίδων πού προκαλεί μιά πολυμελής οικογένεια, εξαιτίας τής έγνοιας πού δημιουργούν τά παιδιά ώ σπου νά ολοκληρωθεί ή αγωγή τους. "Ολα τά μέσα είναι καλά γιά νά περιορίσουν τή γεννητικότητα ή γιά νά απαλλαγούν άπό τά νεογέννητα. Ή έκτρωση τιμωρείται μόνο άν ή γυναίκα τήν επιδίωξε χωρίς τή συγκατάθεση τού άν τρα της, ή άν κάποιος ξένος προκάλεσε τήν αποβολή άπό τή στιγμή πού τή διέταξε ό αρχηγός τής οικογένειας, ή δικαιοσύνη δέν έχει λόγους νά ενδιαφερθεί. Στήν περίπτωση πού δέν μπό ρεσαν νά εμποδίσουν τό παιδί νά έρθει στον κόσμο, μένει ακόμη κάποια διέξοδος, πού δέν θεωρείται εγκληματική: τό σκοτώνουν ή τό εκθέτουν. Ή έκθεση εΐναι πολύ συχνή: τό εγκαταλειμμένο άπό τούς γονείς παιδί πού τό περιμαζεύει μιά καλή ψυχή γίνεται συνηθισμένο πρόσωπο τής νέας κωμωδίας. Θά νόμιζε κάνεις ότι οί συνήθειες πού σοφίστηκαν οί ιδιώτες καί πού ανέχθηκε τό κρά τος θά προκαλούσαν τίς αποδοκιμασίες τών φιλοσόφων. Εντε λώς τό αντίθετο: γιά θεωρητικούς λόγους, επειδή ήθελαν νά προ φυλάξουν τήν πόλη άπό μιά βλαβερή γεννητικότητα, διακήρυσ σαν Ολους τούς τρόπους περιορισμού τών γεννήσεων (έπιβχέβεις γενέσεως). Ό Πλάτων, γιά νά διατηρήσει τήν καθαρότητα τής φυλής καί γιά νά εμποδίσει τόν αισθησιασμό νά ανεβάσει τόν αριθμό τών πολιτών πέρα άπό τίς 5.040, ζητά νά θανατωθούν Ολα τά ανάπηρα παιδιά καί αυτά πού γεννήθηκαν άπό γονείς ανά ξιους ή πολύ ηλικιωμένους. Ό Αριστοτέλης, γιά νά προλάβει τή δημιουργία μιάς τάξης πενήτων, δέν βλέπει τίποτε καλύτερο άπό τό νά επιτραπεί μέ νόμο ή έκτρωση καί ή έκθεση τών παι διών. Βλέπουμε προς ποιά κατεύθυνση θά ενεργούσε τό κράτος, άν επιδίωκε νά επέμβει σ' αυτό τό ζήτημα. Ό μαλθουσιανισμός ειχε πέραση. Σέ μερικά μέρη τής Ελλάδας ό εγωισμός τών ατόμων προ ξένησε τέτοια καταστροφή, πού ειχε γιά αποτέλεσμα μιά αλη θινή αποδιοργάνωση τής οικογένειας. Τίποτε πιό χαρακτηριστι12
-
13
14
15
16
306
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
κό, άπό αύτη τήν άποψη, άπό τό θέαμα τής Βοιωτίας προς τό τέλος τοΰ 3ου αιώνα, σύμφωνα μέ τήν περιγραφή πού κάνει ό Πο λύβιος: «Οί άνθρωποι πού δέν είχαν παιδιά, άντί νά αφήσουν τά υπάρ χοντα τους στους συγγενείς τους, όπως ήταν ή συνήθεια ώς τότε, τά ξόδευαν σέ συμπόσια καί οινοποσίες ή τά μοιράζονταν μέ φί λους τους* πολλοί καί άπό αυτούς πού είχαν παιδιά προόριζαν τό μεγαλύτερο μέρος τής περιουσίας τους γιά συλλόγους συμπο σιαστών: έτσι πολλοί Βοιωτοί είχαν περισσότερα δείπνα τό μή να άπό όσες μέρες έχει ό μήνας». Ό Πολύβιος, πάλι, εξετάζει τό πρόβλημα άπό γενικότερη σκο πιά: μάς δείχνει Ολη τή σοβαρότητα ενός κακού πού έφτανε τό τε στον παροξυσμό του, άλλά μάστιζε τόν τόπο εδώ καί δυο αιώ νες. Μ'αυτή τήν αφορμή γράφει πολύ διαφωτιστικά: «Στις μέρες μας παρατηρούμε σ' όλη τήν Ελλάδα μιά τέτοια πτώση τής γεννητικότητας, μιά τέτοια μείωση τού πληθυσμοΰ, ώστε οί πόλεις νά ερημώνουν καί ή γή νά μένει ακαλλιέργητη, χωρίς νά υπάρχουν συνεχείς πόλεμοι ούτε επιδημίες... Ή αιτία τοΰ κακού είναι φανερή. 'Από ματαιότητα, άπό φιλαργυρία ή άπό δειλία, οί άνθρωποι δέν θέλουν ούτε νά παντρευτούν ούτε νά απο κτήσουν έστω νόθα παιδιά* μόλις κρατούν ένα ή δύο, γιά νά τούς αφήσουν περιουσία καί νά τούς εξασφαλίσουν μιά ζωή μέ πολυ τέλεια: έτσι ή θεομηνία έχει πάρει γρήγορη καί δόλια ανάπτυξη. Ά ν σ' αυτές τίς οικογένειες μέ ένα ή δυο παιδιά έρθει ό πόλεμος ή ή αρρώστια νά εισπράξει τό φόρο της, βλέπει κανείς μοιραία τά σπίτια νά σβήνουν, καί, όπως τά σμάρια τών μελισσών, τίς πόλεις, καθώς ερημώνονται, νά χάνουν μέσα σέ λίγο καιρό τή δύναμη τους». Ένώ οί φιλόσοφοι φοβόνταν κινδύνους άπό τή μεγάλη γεννη τικότητα, στήν πράξη ή περίσσεια τών θανάτων σέ σχέση μέ τίς γεννήσεις απόδειχνε τά θλιβερά αποτελέσματα τών μαλθουσιανικών μεθόδων. Ό πληθυσμός λιγόστευε τόσο στις αριστοκρα τικές όσο καί στις δημοκρατικές πόλεις. Ή Αθήνα, πού ειχε 30.000 πολίτες τήν εποχή τών μηδικών πολέμων, έφτασε τούς 40.000 τήν εποχή τής μεγαλύτερης ευημερίας της. Ά ν ό πελο ποννησιακός πόλεμος τήν έκαμε νά χάσει ό,τι κέρδισε, οί θελη ματικοί περιορισμοί τής στοίχισαν τόν 4ο αιώνα όσο ή πανώλη καί οί πόλεμοι μαζί τού προηγούμενου αιώνα: ή απογραφή πού διέταξε ό Δημήτριος ό Φαληρέας κατέβαζε τόν αριθμό τών πο17
18
19
20
307
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
λιτών στις 21.000. Στή Σπάρτη ή κατάσταση ήταν ακόμη χει ρότερη. Μέ τό νά μεταβιβάζεται αδιαίρετος ό κλήρος στον πρε σβύτερο γιό καί νά απαγορεύει ό νόμος στους πολίτες νά ασκούν επαγγέλματα, ή οικογένεια έτεινε νά περιορίσει τή γεννητικότη τα. Τό καλύτερο ήταν νά μήν έχουν παρά ένα γιό άν κατά κακή τύχη άφηναν περισσότερους, οί ύστερότοκοι πήγαιναν νά εγκα τασταθούν σέ κτήματα εκτός τοΰ κλήρου, καί έπαιρναν μιά γυ ναίκα γιά όλους. Έτσι προκλήθηκε μιά φοβερή μείωση τού πληθυσμού. Τό κράτος προσπαθούσε νά αντιδράσει, στιγματί ζοντας τούς άγαμους καί δίνοντας μερικά πλεονεκτήματα σέ Ο σους είχαν τρία ή τέσσερα παιδιά. Άλλά τί αποτέλεσα χ μπο ροΰσε νά έχει, μέ αντίδοτο τόσο λίγο αποτελεσματικό. Έξαλλου τό ίδιο τό κράτος αντιδρούσε στήν επίδραση του μέ τούς όρους πού έθετε γιά τήν είσοδο στήν ανώτερη τάξη. Ακόμη περισσό τερο, περνούσε άπό μιά επιτροπή έλεγχου τά νεογνά πού ό πα τέρας τους ήθελε νά μεγαλώσει, πριν τούς αναγνωριστεί τό δικαί ωμα τής διαδοχής στον κλήρο, καί άν δέν τά έκρινε ικανά γιά τό στρατό, τά έστελνε στους Αποθέτες, στό θάνατο. Ή ολιγαν θρωπία στή Σπάρτη ήταν επομένως ένα κακό πού δέν μποροΰσε νά γιατρευτεί παρά μέ αλλαγή, Οχι μόνο στά ήθη άλλά καί στό σύνταγμα. Δέν μποροΰσαν ούτε νά τό σκεφτούν. Έτσι, οί Σπαρτιάτες τών στρατευσίμων ηλικιών έβλεπαν τούς στοίχους τους νά αραιώνουν μέ μιά καταστροφική ταχύτητα. Τό 480 ήταν περισσότεροι άπό 8.000" τό 371 δέν είναι παρά 2.000 σαράντα χρόνια αργότερα ό Αριστοτέλης υπολόγιζε τόν αριθμό τών ομοίων σέ 700. Πιθανότατα τό έλλειμμα στήν ανώτερη τάξη δέν είναι καθαρή απώλεια γιά τόν πληθυσμό, γιατί πολλοί όμοιοι υποβιβάζονται, όταν δέν έχουν εισόδημα, στήν τάξη τών ύπομειόνων άλλά στό σύνολο ή μείωση τοΰ άριθμοΰ είναι σταθερή καί παραμένει ισχυρή. Κυρίως ή ύπαιθρος ερημωνόταν. Ή πόλη άσκοΰσε ισχυρή έλ ξη. —Άλλά δέν ήταν πάντα έτσι. Ώ ς τόν πελοποννησιακό πό λεμο οί πιό πολλοί ιδιοκτήτες τής Αττικής, φτωχοί ή πλούσιοι, είχαν διατηρήσει τή συνήθεια νά ζουν στους αγρούς τους. Α υ τ ά τά χρόνια ένας Στρεψιάδης περνούσε «μιά ζωή χωρικού πολύ ευ χάριστη, γεμάτη μούχλα καί σκόνη, παραδομένη στήν ξάπλα, γεμάτη μέλισσες, προβατίνες καί στροφίλια»· «μύριζε καινούριο κρασί, φρέσκο τυρί, άπλυτο μαλλί, τήν αφθονία»· μόλις Ομως πήρε μιά γυναίκα υψηλής καταγωγής, ανιψιά τοΰ Μεγακλή, πα21
-
22
23
24
25
-
308
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
ρασύρθηκε στήν πόλη καί εγκατέλειψε τήν ελπίδα νά δει τό γιό του, «ντυμένον μέ κατσικοπροβιά, νά οδηγεί τίς κατσίκες κατη φορίζοντας άπό τά βράχια, καταπώς έ'κανε ό ίδιος». "Οταν ό Περικλής συγκέντρωσε όλο τόν πληθυσμό στήν πόλη, μέ σκοπό νά δημιουργήσει κενό μπροστά στον εχθρό, ήταν σπαραγμός γιά τούς αγρότες τό νά εγκαταλείψουν τά σπίτια καί τούς ναούς μέ τούς όποιους τούς συνέδεαν όλες οί οικογενειακές αναμνήσεις: «άφηναν τίς συνήθειες τους καί καθένας έ'μοιαζε σάν νά αποχαι ρετούσε τήν πατρίδα». —Τώρα, αντίθετα, ή πόλη έ'χει γίνει ελ κυστική. Οί πλούσιοι καλλιεργητές παρασύρονταν σ' αυτήν άπό τήν ανάγκη τής άνεσης, τήν αγάπη προς τίς κοσμικές σχέσεις ή τήν πολιτική. Ό Ίσχόμαχος, ό τύπος τοΰ μεγαλογαιοκτήμονα πού έχει ανάγκη άπό έναν επιστάτη γιά νά διευθύνει τούς ερ γάτες του, κατοικεί στήν πόλη καί αναγκάζεται νά πάει στά κτή ματα του, κάθε μέρα, άπό νωρίς, μέ τά πόδια ή μέ τό άλογο. "Οσο γιά τούς μικρούς χωρικούς, αντιστέκονται όλο καί πιο δύ σκολα. Είτε έξώστηκαν άπό τά σπίτια τους άπό άσπλαχνους πι στωτές είτε άκουσαν τίς ελκυστικές προσφορές εμπόρων αγρο κτημάτων μιά χρονιά πού τά προϊόντα δέν πουλήθηκαν καλά, εγκαταλείπουν τή γή τους. Σέ χώρες μέ μοναδικούς πόρους τή γεωργία ή τήν κτηνοτροφία, όπως ή Αρκαδία ή ή Άχαί'α, δέν τούς μένει παρά νά αποικίσουν ή νά καταταγούν σέ ένα σώμα μισθοφόρων άλλου, πηγαίνουν στήν πόλη γιά νά έπιδοθοΰν στό εμπόριο. "Ετσι, τόν ίδιο καιρό πού ό πληθυσμός μειώνεται, ή 26
27
28
29
έξοδος τών αγροτών αλλάζει τήν κατανομή του.
Β' ΟΙ ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Σέ κοινωνίες όπου ένας ξέφρενος ατομικισμός καταστρέφει τή συνείδηση τοΰ πολίτη, είναι αναπόφευκτο οί τέχνες καί τά γράμ ματα νά δείχνουν έντονα μιάν ανάλογη μεταβολή. Άπό όποιο πρίσμα καί άν τό δει κανείς, στήν Ελλάδα παρατηρούνται, άπό τόν 5ο στον 4ο αιώνα, μεγάλες διαφορές στους δύο αυτούς τομείς. Πώς ήταν δυνατόν μιά κρίση πού ανατάραξε συθέμελα τήν Ελλάδα νά μή μεταβάλει καί τίς υλικές καί ηθικές προϋποθέσεις τής τέχνης; Κανείς πιά λόγος γιά συλλογική εργασία γιά τόν καλλωπισμό τής πόλης: ή χαλάρωση τοΰ πατριωτισμού, περισ σότερο καί άπό τή φτώχεια τοΰ δημόσιου ταμείου, αποτελεί έμ309
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
πόδιο. Οί παραγγελίες προέρχονται άπό ιδιώτες, πού ή περιου σία τους επιτρέπει νά ικανοποιήσουν τήν αγάπη τους γιά τά ω ραία πράγματα, τήν ορεξή τους γιά πολυτέλεια ή τή ματαιοδοξία τους οί παραγγελίες συχνότερα έ'ρχονται άπό 'Έλληνες ή Ανα τολίτες πρίγκιπες, πού, στήν Κύπρο, στήν Αλικαρνασσό, στή Σιδώνα, στήν Πέλλα καί στις Συρακούσες, θέλουν νά στολίσουν τήν πρωτεύουσα τους μέ μνημεία τά όποια θά διαιωνίσουν τή μνήμη τους. Σ' αυτόν τόν καινούριο κόσμο, οί καλλιτέχνες, γιά νά πάνε μπροστά, ξεχνούν τίς παραδόσεις καί διεκδικούν τήν ελευθερία νά αναπτύσσουν τίς ικανότητες τους σύμφωνα μέ τίς εμπνεύσεις τους καί μέ τό καλλιτεχνικό αίσθημα πού κυριαρχεί. Ώς τόν 4ο αιώνα, τούς αρχιτέκτονες δέν τούς απασχολούσε παρά ή ίδρυση ναών πού, άπό πόλη σέ πόλη, συναγωνίζονταν σέ μεγαλοπρέπεια. Οί κατοικίες ήταν άτεχνες κατασκευές, μικρές, κακοχτισμένες, δύσχρηστες, σκορπισμένες τυχαία κατά μήκος στενών καί ελικοειδών δρόμων. 'Ο Δημοσθένης λέει: «Τότε, μέ αποφάσεις τοΰ λαοΰ, ιδρύθηκαν τόσα ωραία μνη μεία, τόσα ιερά στολισμένα μέ αριστουργήματα, πού δέν άφησαν σέ καμιά μελλοντική γενεά τή δυνατότητα νά τά ξεπεράσει. Στήν ιδιωτική ζωή τά ήθη ήταν τόσο σεμνά, τόσο σύμφωνα μέ τό χα ρακτήρα τής δημοκρατίας, ώστε σήμερα όποιος ξέρει πού είναι τό σπίτι τοΰ Αριστείδη, τοΰ Μιλτιάδη ή τών επιφανών συγχρό νων τους ανακαλύπτει Οτι δέν έ'χει καλύτερη εμφάνιση άπό τό σπίτι τοΰ γείτονα». Σέ αυτή τήν πατριαρχική απλότητα τοΰ παλιοΰ καλοΰ καιροΰ ό ρήτορας αντιθέτει «τά ιδιωτικά σπίτια, ή μεγαλοπρέπεια τών οποίων ξεπερνά τήν πολυτέλεια μερικών δημοσίων κτιρίων». Αναμφίβολα υπερβάλλει στήν αντίθεση, σάν δικηγόρος πού εί ναι. Τόν 5ο αιώνα οί πλούσιοι Αθηναίοι έ'μεναν στά κτήματα τους καί, άν παραμελούσαν τό μικρό σπίτι πού είχαν στήν πόλη, τό εξοχικό ήταν μερικές φορές ωραίο καί καλά επιπλωμένο. Υπήρχαν ακόμη καί στήν πόλη, άπό αυτή τήν εποχή, μερικές ιδιωτικές κατοικίες πού ξεχώριζαν άπό τίς άλλες μέ ενα θυρω ρείο, μ' εναν προθάλαμο χρωματισμένο, μ' έ'να εσωτερικό περι στύλιο, μ' ένα λουτρό, καί όπου τά δωμάτια, μέ σκεπασμένη άπό άραβουργήματα οροφή, σκαλιστές επενδύσεις τοίχων, τοιχογρα φίες, στολίζονταν μέ λαμπερά κεντήματα, μέ μιλησιακά κρεβά τια, μέ αγγεία άπό πηλό, χαλκό ή πολύτιμο μέταλλο. Άλλά αυτή ή πολυτέλεια ήταν εξαιρετική καί περιοριζόταν σέ λίγες -
ι
30
31
32
310
ΝΕΑ ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
μεγάλες οικογένειες. Αργότερα επεκτείνεται. Ό Τιμόθεος χτί ζει μιά κατοικία πού μαρτυρεί τόν πλούτο του καί πού λέγεται ό «πύργος» του" τό σπίτι τού Μειδία στήν Ελευσίνα σκιάζει όλη τή γειτονιά" τό σπίτι τοΰ Φωκίωνα θεωρείται μέτριο, καί όμως έχει τοίχους σκεπασμένους μέ χαλκό. "Οποιος έχει οικονομική άνεση θέλει νά διαθέτει διαμερίσματα γιά φιλοξενούμενους, νά προεκτείνει τό ισόγειο μ' έναν κήπο, νά περιβάλει τήν εσωτερική αυλή μέ στοές πού νά έχουν καί δεύτερο Οροφο, νά αναθέτει σέ φημισμένους καλλιτέχνες νά ζωγραφίσουν τούς τοίχους. Έν τω μεταξύ τά μνημεία τής Ακρόπολης μένουν ατελείωτα* ό λαός δέν βρίσκει πόρους παρά μόνο γιά πολεμικά έργα, γιά τείχη, γιά ένα ναύσταθμο, ή γιά κατασκευές πού ανταποκρίνονται στις απο λαύσεις του καί στις ανέσεις του, ένα λίθινο θέατρο, έναν περί πατο μέ περιστύλιο, τή στοά τοΰ Φίλωνα. Ποΰ είναι τά ωραία χρόνια, όταν ό Περικλής, ό Ικτίνος καί ό Φειδίας συνένωναν τίς δυνάμεις τους γιά νά υψώσουν στή δόξα τής Αθηνάς ένα ναό αν τάξιο της. Άπό τώρα καί στό έξης τά μνημειώδη γλυπτά γίνονται μι κρότερα, έκτος άπό τή μακρινή Καρία Οπου ένας πλούσιος δυ νάστης θέλει νά συμβάλουν κι αυτά στό νά γίνει τό Μαυσωλείο έ να άπό τά θαύματα τοΰ κόσμου. Ή γλυπτική περιορίζεται πιά στήν άνδριαντοποιία, καί παίρνει κατ' εξοχήν ατομικό χαρακτή ρα. Στήν τέχνη, Οπως καί στή λογοτεχνία, κυριαρχεί τό πορτρέ το* τί άλλο θά άρεσε περισσότερο στους μαικήνες πού έχουν τά απαιτούμενα χρήματα, ή στό κοινό πού ενδιαφέρεται μόνο γιά τούς επιφανείς άνδρες τοΰ παρόντος καί τοΰ παρελθόντος: άντί γιά ανάγλυφα πού παρίσταναν στά αετώματα καί στις ζωφόρους τών ναών θρησκευτικούς μύθους, κατορθώματα ηρώων καί τε λετές εθνικών γιορτών, τώρα, στις δημόσιες πλατείες, στις πα λαίστρες καί στά γυμνάσια, στά άλση πού είναι αφιερωμένα στις Μούσες, στά πλούσια ιδιωτικά σπίτια καί στά ανάκτορα, βλέπει κανείς τά κεφάλια καί τίς προτομές έμπορων πού πλούτισαν, έταιρών, στρατηγών καί ιππάρχων, ποιητών καί φιλοσόφων, κοσμητών καί ευεργετών, τέλος βασιλέων. Ό Λεωχάρης δέ χεται μάλιστα νά σκαλίσει στό μάρμαρο τά χαρακτηριστικά τοΰ Λυκίσκου, ενός δουλεμπόρου. Άπό τό τέλος τοΰ 4ου αιώνα ό λοι σχεδόν οί γλύπτες, καί οί πιό φημισμένοι, ό Σκόπας, ό Πρα ξιτέλης, ό Λύσιππος, είναι «κατασκευαστές ανθρώπων». Ακό μη καί τίς θεότητες τίς κάνουν ανθρώπινα Οντα* μειώνουν τή με33
34
35
311
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
γαλοπρέπειά τους σέ ρωπογραφίες πού δείχνουν τον Έρμη νά κρατάει το θείο βρέφος ή τον Απόλλωνα νά σκοτώνει μιά σαύρα* προτιμούν σκηνές πού συμβολίζουν τή χαρά, τή μέθη καί τήν ηδονή, προτιμούν τόν Διόνυσο καί τήν Αφροδίτη. Οί γλύπτες είναι άτομικιστές μέ τά θέματα πού τούς απασχολούν καί ακόμη περισσότερο μέ τόν τρόπο πού τά αποδίδουν. Δοκιμάζουν, καθέ νας μέ τή σειρά του, νά εκφράσουν ψυχικές καταστάσεις, καί α νακατεύουν τή δική τους μέ εκείνη πού αναδύεται άπό τό μοντέ λο τους. Οί εικόνες τους, παθητικές ή φιλήδονες, εμπνέονται άπό συναισθηματισμό ή αισθησιασμό εντελώς προσωπικό. Ή ιστο
ρία τής τέχνης φτάνει σ' έ'να σημείο δπου, επειδή δέν συνδέεται πιά μέ μιά συλλογική ιδέα, διαλύεται σέ ιστορίες τών καλλιτε χνών. Ή ζωγραφική προηγείται σέ σχέση μέ τήν πλαστική, γιατί είναι πιο κατάλληλη γιά τή ρεαλιστική έκφραση. Δίνει ακόμη τήν ευκαιρία νά κατασκευαστούν μεγάλες διακοσμητικές συνθέ σεις, όπως αυτές πού ζωγράφισε ό Εύφράνωρ στό ναό τοΰ Διός Ελευθερίου στήν 'Αθήνα καί ό Ζεΰξις στό ανάκτορο τοΰ Αρχε λάου στήν Πέλλα. Άλλά, γενικά, ή νωπογραφία υποσκελίζεται άπό τό φορητό πίνακα, πού ταιριάζει τό ίδιο καλά στους πλού σιους ιδιώτες καί στους βασιλείς. Σέ δποια σχολή καί άν ανή κουν, οί ζωγράφοι δίνουν στή μυθολογία τήν ανθρώπινη όψη πού παίρνει στό θέατρο, μετατρέπουν τίς ιδέες σέ αλληγορίες, απει κονίζουν τίς μάχες τοΰ καιροΰ τους, άναζητοΰν στήν καθημερινή ζωή σκηνές γιά ρωπογραφικούς πίνακες καί, τείνοντας δλο καί περισσότερο προς τήν ακριβή παρατήρηση, προτιμοΰν πάνω άπό δλα τό πορτρέτο. Ανήκουν στήν εποχή τους καί μέ τίς τιμές πού ζητοΰν γιά τά έργα τους: μάς διηγούνται δτι ό Ζεΰξις πήρε άπό τόν Αρχέλαο 400 μνάς, δτι ό Αριστείδης, γιά μιά στρατιωτική σκηνή πού περιλάμβανε εκατό πρόσωπα, πληρώθηκε 10 μνάς τή μορφή, καί ό Απελλής πήρε άπό τούς Έφέσιους γιά ένα πορ τρέτο τοΰ Αλέξανδρου 20 χρυσά τάλαντα. "Ιδια εξέλιξη παρατηρείται στά λογοτεχνικά είδη. Τό δράμα, γεννημένο στήν Αθήνα, εξαπλώνεται σ' όλόκληρη τήν Ελλάδα πού γεμίζει μέ θέατρα* άλλά, άν καί εξακολουθεί νά είναι πολύ παραγωγικό, απέχει άπα τό νά είναι πιστό στό πα ρελθόν του. Ακόμη καί ή οργάνωση τών διαγωνισμών καί τών παραστάσεων αποκαλύπτει ένα καινούριο πνεύμα. Τόν 5ο αιώνα τό θέατρο έ'κανε τήν πόλη όλόκληρη νά κοινωνεί μπροστά στό 36
312
ΝΕΑ
ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
βωμό τοΰ Διονύσου. Οί διθυραμβικοί καί οί δραματικοί διαγω νισμοί γίνονταν μεταξύ τών φυλών ή μεταξύ τών χορηγών πού διάλεξε ό άρχων: στους καταλόγους τών νικητών καί στά αφιε ρώματα γιά τήν ανάμνηση τών νικών στους αγώνες διθυράμβου τό Ονομα τής φυλής γραφόταν πρώτο, πριν άπό τοΰ χορηγού' τό όνομα τοΰ χορηγού έμπαινε μπροστά άπό τό Ονομα τοΰ ποιητή πού πήρε τό βραβείο κωμωδίας ή τραγωδίας. Τόν 4ο αιώνα, μό λο πού ή οργάνωση τοΰ θεάτρου διατήρησε τό δημόσιο χαρακτή ρα, τό όνομα τοΰ χορηγοΰ, αντιπροσώπου τοΰ κράτους, εξαφα νίζεται, καί τή θέση του παίρνει τό Ονομα τοΰ ποιητή καί τοΰ πρωταγωνιστή* σύντομα μάλιστα, στους διθυραμβικούς αγώνες, τό Ονομα τοΰ εκτελεστή, τοΰ αυλητή, προηγείται τοΰ ονόματος τοΰ συγγραφέα. Άπό τώρα καί στό έξης πρόκειται γιά ανώ νυμη συλλογικότητα. Κάθε άτομο πού άλλοτε κρυβόταν, προσπα θεί τώρα νά βγει στό προσκήνιο: τόσο, πού τό παίξιμο τών ηθο ποιών καταλήγει νά ενδιαφέρει περισσότερο άπό τήν άξια τών έργων, ή δεξιοτεχνία τών μουσικών υποσκελίζει τήν άξια τών συνθετών. "Ετσι, οί θεατές δέν έρχονται πιά στό θέατρο γιά νά βρουν τό ίδιο είδος απόλαυσης Οπως πρώτα. Ή τραγωδία είναι ξεπερα σμένο είδος: άρκοΰνται σέ επαναλήψεις πού ανεβάζουν στή βαθ μίδα τών κλασικών τούς τρεις μεγάλους ποιητές τοΰ 5ου αιώνα. Άλλά άν θαυμάζουν τόν Αισχύλο καί τόν Σοφοκλή, πιστούς στή θρησκευτική καί πατριωτική αντίληψη τών παλαιών μύθων, πα θαίνονται γιά τόν Ευριπίδη. Τί σημάδι τών καιρών! Νά ένας ποιητής πού, μέ τήν απέχθεια του προς τή δημόσια ζωή, μέ τήν ευμετάβλητη καί ανήσυχη φύση του, τήν κλίση του προς τή λο γική καί τήν εκλεπτυσμένη ψυχολογία, τήν τάση του νά εκθειά ζει τά πάθη καί νά κάνει τά πρόσωπα του νά μιλοΰν σύμφωνα μέ τό χαρακτήρα του, δέν άνηκε στήν εποχή του: είχε τήν πρώ τη νίκη του στά σαράντα, ύστερα άπό δεκαπέντε χρόνων αγώνες, καί σ' ολόκληρη τή ζωή του πέντε μόνο φορές πήρε τό πρώτο βραβείο" τόσο χρειάστηκε γιά νά υπερνικήσει τήν αντίσταση τοΰ κοινοΰ! Μετά άπό τό θάνατο του είχε εξαιρετική επιτυχία: τά έργα του.ανταποκρίνονται τόσο πολύ στό καινούριο πνεΰμα, πού παίζονται πιό συχνά άπό όλα τά άλλα. Προκαλούν μιμήσεις τίς όποιες κρίνει αυστηρά ό Αριστοτέλης: «Άλλοτε, λέει, οί ποιη τές έκαναν τά πρόσωπα τους νά μιλούν σάν πολίτες" σήμερα τά κάνουν νά μιλούν σάν ρήτορες». 37
38
313
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
Ή κωμωδία μεταβάλλεται, μέ ακόμη πιο αξιοπρόσεκτο τρό πο. Μέ τόν Αριστοφάνη αναζητούσε θέματα μέσα στή δημόσια ζωή καί, μέ τήν παράβαση, έ'κανε νά ακουστεί άπό τό κοινό μιά πολιτική δημηγορία πάνω στά γεγονότα τής ημέρας. Ή αρχαία κωμωδία, προορισμένη γιά τούς Αθηναίους άπό καταγωγή, δέν μποροΰσε νά έ'χει γιά συγγραφέα εναν μέτοικο. Αντίθετα, οί μέ τοικοι γράφουν έ'ργα τής μέσης κωμωδίας, καί παίρνουν γιά πρό σωπα τοΰ έ'ργου λαϊκούς τύπους, επαγγελματίες. Σύντομα μά λιστα, μέ τή νέα κωμωδία, θά εγκαταλείψουν εντελώς τήν ανα παράσταση μιάς κοινωνικής ομάδας, γιά νά πλέξουν όλες τίς πε ριπέτειες γύρω άπό επεισόδια τής ιδιωτικής ζωής καί νά περιο ριστούν στήν περιγραφή χαρακτήρων. Αυτές οί αλλαγές είναι εκδηλώσεις ενός ουσιαστικού γεγο νότος: οί καινούριες γενεές δέν εκφράζουν πιά τίς ιδέες τους καί δέν ίκανοποιοΰν τίς πνευματικές τους ανάγκες μέ τήν ποίηση, άλλά μέ τόν πεζό λόγο. Ρεαλιστές καί άτομικιστές, χρειάζονται μιά γλώσσα αδέσμευτη άπό κάθε καταναγκασμό, τή γλώσσα τής καθημερινής ζωής. Στά σχολεία, όπου δέν άπάγγελναν άλλοτε παρά μόνο τά ομηρικά ποιήματα, ασκούνται στό λόγο μέ τήν καθοδήγηση ρητόρων στά συμπόσια, όπου τραγουδούσαν ελε γεία καί σκόλια, παραδίδονται σέ πολιτικές καί φιλοσοφικές συ ζητήσεις* στις μεγάλες πανηγύρεις, όπου οί ραψωδοί άπάγγελ ναν τά έ'πη, βλέπουν γιά πρώτη φορά εναν Γοργία νά εκφωνεί, μέ πομπώδες ακόμη ύφος, έ'να λόγο πάνω σέ ζητήματα έθνικοΰ ενδιαφέροντος. Ό Πλάτων, ό μεγαλύτερος πεζογράφος τοΰ αι ώνα καί ίσως Ολων τών εποχών, εξορίζει άπό τήν πολιτεία του τόν πιο μεγάλο ποιητή. 'Από τώρα καί στό εξής τά πνεύματα διαμορφώνονται στις αίθουσες όπου οί σοφιστές διδάσκουν πώς νά υποστηρίζει κανείς μιά άποψη καί τήν αντίθετη της. Καθένας έ'ρχεται γιά νά μάθει τόν τρόπο νά υποστηρίξει μιά υπόθεση στήν εκκλησία ή στό δικα στήριο. Ή ρητορική υψώνεται σέ φιλολογικό είδος καί σέ επάγ γελμα. Ό Περικλής τήν εποχή του λογιζόταν ώς ό τελειότερος ρήτορας πού ειχε ποτέ ακουστεί* ωστόσο, άπ' όλους τούς λόγους του δέν μάς έ'μειναν παρά λίγες μεγαλειώδεις σκέψεις καί λαμ πρές εικόνες, στις όποιες οφείλει τό επίθετο Όλύμπιος, μερικά σπάνια δείγματα αυτών τών ρητορικών εκφράσεων πού καρφώ νονταν στό μυαλό σάν τό κεντρί. Άπό τώρα καί στό εξής οί λό γοι είναι γραμμένοι πρίν ή μετά άπό τήν εκφώνηση. Ή ρητορεία 39
40
314
ΝΕΑ ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ Ι Δ Ε Ε Σ
έχει τήν πρόθεση νά προκαλέσει αισθητική συγκίνηση στον ανα γνώστη καί ικανοποίηση στή φιλαυτία τοΰ συγγραφέα. Επιπλέον, έχει μιά πρακτική χρησιμότητα: οί λογογράφοι καί οί ρήτορες ζουν άπό τίς αγορεύσεις πού πουλοΰν καί άπό τίς δημηγορίες πού εκφωνούν. Ό ατομικισμός, καθώς κυριαρχούσε στή δημόσια ζωή, αναγ καστικά έπιδροΰσε στήν αντίληψη τής ιστορίας. Ό Ισοκράτης διεκδικεί γιά τούς λογογράφους τό δικαίωμα, πού ώς τότε άνηκε στους ποιητές, νά πλέκουν τό ε γ κ ώ μ ι ο τών μεγάλων α ν δ ρ ώ ν . Οί βιογραφίες μέ χαρακτήρα νεκρολογίας πολλαπλασιάζονται, όχι μόνο γιά νά δοξάσουν τά πρόσωπα πού έπαιξαν αληθινά ση μαντικό ρόλο, όπως ό Αγησίλαος ή ό Ε υ α γ ό ρ α ς , άλλά καί γιά νά αποδώσουν τιμές σέ καλούς νέους ανθρώπους πού έδιναν λαμ πρές ελπίδες, όπως ό γιος τοΰ Ξενοφώντα Γρύλλος. Κάτω άπό τή γραφίδα τοΰ Φίλιστου ή ιστορία τής Σικελίας μεταμορφω νόταν κάποια στιγμή σέ ιστορία τοΰ Διονυσίου τού Τυράννου. Ό Ξενοφών δέν περιορίζεται νά πλέξει ένα στεφάνι προς τιμήν τοΰ ήρωα του Αγησίλαου* συγκεντρώνει τά γεγονότα τής Ανά βασης γύρω άπό τόν Κύρο τόν νεώτερο, τόν Κλέαρχο καί τόν εαυτό του* ακόμη καί σέ μιά συνεχή α φ ή γ η σ η , όπως στά Ελλη νικά, εισάγει πλήθος προσωπικά στοιχεία. Τά πορτρέτα, πού στον Θουκυδίδη ήταν σπάνια, καί διακριτικά σκίτσα, παίρνουν μεγάλη θέση στό έργο τών διαδόχων του. Ακόμη καί ή φιλοσοφία παύει νά είναι απρόσωπη στή μορφή, καί ώς προς τό περιεχόμενο θά υποστηρίξει τά δικαιώματα τής προσωπικότητας. Ή μέθοδος τοΰ Σωκράτη νά συζητεί μέ τούς σοφιστές καί νά εκμαιεύει απαντήσεις άπό τούς ανθρώπους τοΰ λαοΰ εξάσκησε τούς μαθητές του νά εκθέτουν τίς ιδέες του καί τίς δικές τους μέσα σέ διάλογους, όπου παρουσιάζονταν, όπως στά δράματα, οί χαρακτήρες τών προσώπων. Ό Ξενοφών, ώς φιλόσοφος άλλά καί ώς ιστορικός, είναι κατασκευαστής πορτρέ των. Ό δέ Πλάτων τό κάνει τέλεια. "Οταν ή σωκρατική θεωρία αντικαθιστούσε τίς αφηρημένες θεωρίες καί τίς φιλόδοξες κοσμο γονίες μέ τήν πρακτική μελέτη τής ψυχής, επιθυμούσε νά υ π ο τάξει τίς επιθυμίες τοΰ άτομου στό καλό τής πόλης· διευκόλυνε Ομως εξίσου καί τή διάδοση αντίθετων θεωριών. Οί σχολές τών σοφιστών ετοίμαζαν τό δρόμο στον ατομικισμό, πού προβαλλό ταν στήν πράξη καί δικαιωνόταν στή θεωρία χάρη σ'αυτές. Μιά σοβαρή επανάσταση πραγματοποιήθηκε στά πνεύματα μέ τήν 41
42
43
315
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
αντίθεση ανάμεσα στήν αμετάβλητη καί αναγκαστική τάξη τής φύσης καί στή μεταβλητή καί τυχαία τάξη τοΰ νόμου, μέ τόν πε ριορισμό τοΰ νόμου τής πόλης σέ άπλή σύμβαση καί μέ τήν πα ροχή στό φιλόσοφο τής άδειας νά τόν αγνοεί. «Τό χρήσιμο όπως καθορίζεται άπό τούς νόμους αποτελεί δεσμά γιά τή φύση τό χρήσιμο σύμφωνα μέ τή φύση είναι ελεύθερο»: νά ή άρχή. Ό Καλλικλής, στον Γοργία, εξάγει άπ' αυτήν τά συμπεράσματα. Στή φύση ό δυνατός υψώνεται πάνω άπό τούς άλλους: αυτό πού θεωρεί ό νόμος αδικία, είναι απόλυτο δικαίωμα γιά κάθε προσω πικότητα ικανή νά ξεπεράσει τό μέσο επίπεδο. Ό νόμος έχει γί νει γιά τούς αδυνάτους καί γιά τό συμφέρον τους* άλλά ένας λο γικός άνθρωπος επιβάλλεται σέ εκατομμύρια παραλόγων: αυτός πρέπει νά κυβερνά καί εκείνοι νά υπακούουν. Άφοΰ υπάρχουν ψυχές κυρίων καί ψυχές δούλων, ό μόνος κανόνας πού αξίζει είναι αυτός πού αναγνωρίζει τήν υπεροχή τών πρώτων ή αληθινή ηθι κή είναι ή ηθική τών κυρίων. Δικαίωση τής κυριαρχίας τών δυνατών σήμαινε λογικά νά ελευθερωθούν όλα τά άτομα, νά αποσπασθούν άπό τό κράτος, νά τούς οριστεί μόνος σκοπός στή ζωή τους ή αναζήτηση τής ευτυχίας: ό Αρίστιππος ό Κυρηναΐος καί ό Διογένης ό κυνικός δέν κάνουν τίποτε άλλο άπό τό νά γενι κεύουν ιδέες τοΰ Καλλικλή. Ή επιδρομή τοΰ άτομικισμοΰ δέν θά αφήσει Ορθια καμιά άπό τίς ιδέες πού συνέβαλαν στή δύναμη τής πόλης* φτάνει ώς τή νομιμοποίηση τής κυριαρχίας ενός άν θρωπου, τυράννου ή μονάρχη, αφήνει νά διαφανεί ό θρίαμβος τοΰ κοσμοπολιτισμού. 44
-
45
46
316
ΔΕΤΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΑΙΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Α' ΟΙ ΤΑΞΕΙΣ
'Από τή στιγμή πού τό αίσθημα τής οικογένειας καί τό εθνικό αίσθημα εξασθενούσαν, τό κοινωνικό συμφέρον θά άποκτοΰσε αναγκαστικά καινούριες μορφές, θά έ'σπρωχνε τά άτομα άλλά καί τίς πόλεις σέ καινούριες μορφές αλληλεγγύης. Ή Ελλάδα περιλάμβανε ανέκαθεν μεγάλο αριθμό Ιδιωτικών ομάδων. Ανάμεσα στή μεγάλη κοινότητα, πού περιείχε όλες τίς οικογένειες, καί στή μικρή κοινότητα, πού είναι ή ίδια ή οικογέ νεια, υπήρχαν ελεύθεροι συνεταιρισμοί, μέ χρησιμοθηρικό ή αι σθηματικό χαρακτήρα. "Αλλοι είχαν αριστοκρατική σφραγίδα, άλλοι απευθύνονταν στους ταπεινούς. Άπό τά ομηρικά χρόνια μερικοί πολεμιστές, πού θεωρούνταν άπό τούς πιο ένδοξους, ήταν ενωμένοι μέ ιδιαίτερους δεσμούς, συνέτρωγαν καί θεωρούσαν υποχρέωση τους νά έ'χουν τούς ίδιους φίλους καί τούς ίδιους ε χθρούς: μεταξύ τους αποκαλούνταν εταίροι. Αργότερα, οί πλού σιοι ή οί καλής καταγωγής σχημάτιζαν εταιρείες, αληθινές λέ σχες τών όποιων τά μέλη υποστηρίζονταν αμοιβαία στις εκλογές καί στις δίκες, ή συγκεντρώνονταν σέ εύθυμα συμπόσια, γιά νά κοροϊδέψουν τίς λαϊκές δοξασίες ή γιά νά συζητήσουν περί φιλο σοφίας καί πολιτικής. Εντελώς διαφορετικά, όσον άφορα τόν τρόπο συγκρότησης τους καί τούς σκοπούς τους, ήταν μερικά αδελφάτα, τά πιο παλαιά άπό τά όποια ονομάζονταν θίαύοι. Αυ τά, άπό τήν προελληνική εποχή, συγκέντρωναν άτομα χωρίς κοι νωνική δύναμη, τά οποία ήθελαν νά διατηρήσουν τίς λατρείες θε οτήτων πού αποκλείονταν άπό τό επίσημο πάνθεον. Παλαιότερα είχαν κάμει πολλά γιά νά εξαπλώσουν τήν πίστη στά μυστήρια, τό δόγμα τοΰ πάθους καί τής ανάστασης, τή διδαχή γιά τήν ατο μική επιβίωση καί τήν απονομή δικαιοσύνης μετά θάνατον. "Ολες αυτές οί συσσωματώσεις, είτε αριστοκρατικές είτε λαϊ κές, ταίριαζαν ιδιαίτερα σέ γενεές πού ποτίστηκαν άπό τίς ιδέες τοΰ ατομικισμού. Τί γίνονταν οί εταιρείες, καθώς πολλαπλασιά1
2
3
317
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ζονταν γιά νά ικανοποιήσουν τήν κλίση προς τίς απολαύσεις, το είδαμε πιο πάνω μέ το παράδειγμα τών Βοιωτών πού άποκλήρωναν τούς συγγενείς τους καί, συχνά, ακόμη καί τά παιδιά τους, γιά νά αφιερώσουν τήν περιουσία τους σέ ιδρύματα συμπο σίων καί οινοποσιών. "Οσο γιά τά αδελφάτα, βρίσκουν όλο καί πιό κατάλληλο έδαφος στις εμπορικές πόλεις, κυρίως στά λιμά νια καί στά προάστια, όπου οί μέτοικοι προσελκύουν διαρκώς καινούρια κύματα ξένων. Καθώς ή ελευθερία γιά τήν ίδρυση σω ματείων είναι απόλυτη, συγκεντρώνονται πολύ άνετα κατά εθνι κότητα, κατά επάγγελμα, πιό πολύ κατά θρησκεία. Οί παλαιοί μαθητές τών γυμνασίων σχηματίζουν μικρές δημοκρατίες μέ τούς άρχοντες τους καί τήν εκκλησία τους. Οί φιλόσοφοι, πού παλαιότερα ανέπτυσσαν τίς θεωρίες τους οπουδήποτε —στό δρό μο ή στήν αγορά, σέ μιά παλαίστρα ή σέ ένα μαγαζί—, τώρα είναι διευθυντές σχολών, καί κλείνονται μέ τούς μαθητές τους σ' έναν ιδιωτικό κήπο, όπως τό Λύκειο ή ή Άκαδήμεια. "Εμπο ροι μέ εξωτικές ενδυμασίες, ακόμη καί απλοί δούλοι συγκεντρώ νονται σέ ιερά, όπου κάνουν τελετές πού προξενούν βαθιά εντύ πωση σέ όλους τούς παριστάμενους. Οί 'Έλληνες δέχτηκαν ανέ καθεν πολύ καλά τίς θεότητες τών βαρβάρων: άπό τόν 5ο αιώνα ή μεγάλη φρυγική μητέρα καί ό Αιγύπτιος Άμμων είχαν πι στούς, Οχι μόνο στή Μικρά Ασία καί στήν Κυρήνη άλλά καί σέ πολλές πόλεις τής κυρίως Ελλάδας" ό Πλάτων έτρεχε στον Πει ραιά μέ τό αθηναϊκό πλήθος, γιά νά παρευρεθεί στήν τελετή τών θρακικών Βενδιδείων. Τά πράγματα άλλαξαν αφότου οί δημό σιες λατρείες, μέ τήν παγερή τους μεγαλοπρέπεια, δέν μποροΰ σαν πιά νά ικανοποιήσουν τίς θρησκευτικές ανάγκες, νά αγγίξουν τή φαντασία καί νά θερμάνουν τίς καρδιές. "Αντρες καί γυναίκες ενθουσιάστηκαν μέ τίς παθητικές γιορτές τών Ανατολιτών, μέ τά ξένα μυστήρια τής αιγυπτιακής "Ισιδας καί τοΰ συριακοΰ Άδωνη. Άπό τήν ακρόπολη τους οί Πολιάδες θεότητες ένιωθαν εγκαταλειμμένες καί έβλεπαν τό λαό τους νά συνωθείται σέ α δελφάτα, όπου καθένας, χωρίς νά στρέφει τή σκέψη του στή γήι νη πατρίδα, ζητοΰσε νά εξασφαλίσει σωτηρία στον άλλο κόσμο. Περισσότερο επικίνδυνη ήταν ή αλληλεγγύη πού έδενε τούς πο λίτες μέ τά κόμματα. Αυτό ακριβώς είναι τό ελληνικό κακό. Υπήρχε πάντα, άλλά ποτέ δέν διαδόθηκε μέ τόσο τέλεια περι φρόνηση γιά τό κοινό συμφέρον όσο τόν 4ο αιώνα. Ή Αθήνα κάπως συγκρατείται ακόμη ώς προς αυτή τήν πλευρά, γιατί, 4
318
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
μολαταύτα, ύστερα άπο ενάμιση αιώνα δημοκρατικής παράδο σης δέν έ'χει χάσει τή συνείδηση τών καθηκόντων τοΰ πολίτη καί γιατί κάποια υπολείμματα υλικής ευημερίας, πού επιβιώνουν πέρα άπό τήν πολιτική υπεροχή, εμποδίζουν τά μίση νά οξυν θούν. Άλλά πρέπει νά δει κανείς τί γίνεται σ' ολόκληρη τήν Ε λ λάδα. Σχεδόν παντού ξεσπά ή αντίθεση ανάμεσα στήν ισότητα πού υπόσχεται τό σύνταγμα καί στήν ανισότητα πού δημιουρ γούν οί οίκονομικοπολιτικές συνθήκες. Ή δύναμη τοΰ χρήματος εξαπλώνεται καί διαφθείρει τίς συ νειδήσεις. "Οποιος έχει τά απαραίτητα γιά νά ζήσει θέλει νά γί νει πλούσιος" ό πλούσιος θέλει νά γίνει πιό πλούσιος. Είναι ό θρίαμβος αύτοΰ τοΰ ακόρεστου πάθους γιά τό κέρδος πού οί "Ελ ληνες ονόμαζαν πλεονεξία. Δέν υπάρχει πιά επάγγελμα πού νά ξεφεύγει άπό τά πλοκάμια τού καπιταλισμού, τής χρηματιστι κής. Ή γεωργία γίνεται έμποριοκρατική, σέ σημείο πού, μέ τήν προοδευτική εξαφάνιση τών μικρών γεωργών καί τή συγκέντρω ση τών μεριδίων σέ λίγα χέρια, δημιουργούνται καί πάλι μεγά λες ιδιοκτησίες. Οί ρήτορες, οί δικηγόροι, οί καλλιτέχνες, πού άλλοτε θεωρούσαν ατιμωτικό νά έμπορευτοΰν τό τάλαντο τους, δέν έχουν πιά κανέναν ενδοιασμό νά πουλήσουν τό εμπόρευμα τους όσο πιό ακριβά γίνεται. "Ολα αγοράζονται, όλα έχουν μιά τιμή, καί ό πλούτος είναι τό μέτρο τών κοινωνικών άξιων. Μέ τό κέρδος καί τήν πολυτέλεια οί περιουσίες γίνονται καί ξεγίνονται μέ τήν ίδια ταχύτητα. Αυτοί πού έχουν περιουσία ορμούν στις απολαύσεις καί αναζητούν ευκαιρία νά επιδείξουν μιά αλα ζονική πολυτέλεια. Οί νεόπλουτοι βρίσκονται στήν πρώτη σει ρά. Κερδοσκοπούν, θέλουν χρυσάφι, γιά νά χτίσουν καί νά επι πλώσουν επιβλητικά σπίτια, νά επιδείξουν ωραία όπλα, νά χα ρίσουν στις γυναίκες τής οικογένειας καί στις εταίρες ωραία κο σμήματα, ακριβά φορέματα, σπάνια αρώματα, νά σερβίρουν σέ επιφανείς επισκέπτες καί σέ καθώς πρέπει παράσιτους εκλεκτά κρασιά καί φαγητά παρασκευασμένα άπό ξακουστό μάγειρο, νά παραγγείλουν τήν προτομή τους σέ γλύπτη τής μόδας. Τί γίνονται οί πολιτικές υποθέσεις, Οταν «ή αγάπη τού πλού 5
6
7
8
9
10
του δέν αφήνει σέ κανέναν τόν ελάχιστο χρόνο γιά νά ασχοληθεί
μέ άλλα πράγματα, έτσι ώστε ή ψυχή κάθε πολίτη, αφοσιωμένη ολοκληρωτικά στον πλούτο, δέν έχει άλλη φροντίδα άπό τό κα θημερινό κέρδος»; Καί ή πολιτική είναι επιχείρηση: οί πιό τί μιοι δουλεύουν γιά μιά κοινωνική τάξη, οί άλλοι επιδιώκουν τά 11
319
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
οφέλη τής εξουσίας μόνο για τόν εαυτό τους, καί μόλις κρύβουν τό ότι εξαγοράζονται. Είμαστε στήν εποχή Οπου «ό πλούτος καί οί πλούσιοι έ'χουν τίς τιμές, ή αρετή καί οί ενάρετοι άνθρω ποι είναι καταδικασμένοι στήν περιφρόνηση», δπου «δέν πλου τίζει γρήγορα κανείς, άν μένει δίκαιος». 'Τπερβολές ενός φι λόσοφου παθιασμένου γιά τό ιδεώδες, αστεία ενός προσώπου κω μωδίας; Ά ς ακούσουμε αυτόν τό φοβερό λόγο πού εκφωνήθηκε σέ δικαστήριο: «Αυτοί πού, ένώ είναι πολίτες άπό καταγωγή, έ'χουν ώς άρχή τό ότι ή πατρίδα τους βρίσκεται δπου καί τά συμ φέροντα τους, είναι φυσικά ικανοί νά αφήσουν τό δημόσιο καλό, γιά νά τρέξουν πίσω άπ' τό προσωπικό κέρδος τους, άφοΰ γι' αυ τούς πατρίδα δέν είναι ή πόλη άλλά ή περιουσία τους». Τί βλέπουμε κάτω άπό αυτή τήν τάξη πού τρέχει μέ τέτοια ζέση πίσω άπό τίς επιχειρήσεις καί τίς απολαύσεις; Στήν πα ρακμασμένη πόλη οί δυσκολίες τοΰ δημόσιου ταμείου καί ή ανά πτυξη τοΰ καπιταλισμού έχουν ώς αποτέλεσμα τήν επέκταση τής δυσπραγίας σέ μεγάλο μέρος τοΰ πληθυσμοΰ. Οί αγρότες καλ λιεργούν μέ τόν ιδρώτα τοΰ προσώπου τους, χωρίς ή συγκομιδή τους νά φτάνει νά τούς θρέψει. Στήν πόλη ή ελεύθερη εργασία συντρίβεται άπό τή δουλική. Είναι πλήθος αυτοί πού υπολογί ζουν σέ κάποιο μισθό άπό τήν άσκηση δημόσιου λειτουργήματος καί στά κέρματα παρουσίας σέ συνελεύσεις τοΰ δήμου ή σέ συνε δριάσεις τής Ηλιαίας, πού συνωστίζονται τίς εορτάσιμες μέρες μπροστά στό ναό, γιά νά πάρουν μιά φούχτα κριθαρένιο αλεύρι. Χιλιάδες Αθηναίοι θά μπορούσαν νά αναγνωρίσουν τόν εαυτό τους σ' αυτόν τό δυστυχισμένο πού περιγράφει ό Πλάτων, αυτόν «πού κατοικεί στήν πόλη χωρίς νά ανήκει σέ καμία μερίδα τής πόλης, πού δέν μπορεί νά ονομαστεί ούτε έμπορος ούτε βιο τέχνης, ούτε ιππέας ούτε οπλίτης, άλλά μόνο φτωχός ή άπο ρος». Γιά αυτούς, ή κλήρωση τών ένορκων στήν πόρτα τοΰ δι καστηρίου λύνει τό πρόβλημα τοΰ φαγητοΰ, καί κάποιος πού χο ρεύει στό θέατρο ντυμένος στά χρυσά τουρτουρίζει τό χειμώνα κάτω άπ' τά κουρέλια του. Άπό αυτό τό προλεταριάτο ακού γονται διαρκώς αναστεναγμοί έτοιμοι νά μεταβληθούν σέ επανα στατικές φωνές. Τό ποσοστό αυτών πού δέν έχουν τίποτε μεγα λώνει μέ τρομακτικό ρυθμό. Τό 4 3 1 ήταν 19 μέ 20.000, σέ σύ νολο πάνω άπό 42.000 πολίτες (περίπου 45%)* γύρω στό 3 5 5 είναι κιόλας οί περισσότεροι πενήντα χρόνια αργότερα είναι 1 2 . 0 0 0 σέ σύνολο πολιτών 2 1 . 0 0 0 ( 5 7 % ) . 12
13
14
15
16
17
18
-19
320
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ
ΖΩΗΣ
Ά ν καί ό αποικισμός δέν ε ί ν α ι πιά λύση γιά τούς πεινασμέ νους, ωστόσο αυτοί μεταναστεύουν. «Περιπλανιούνται στις ξέ νες χώρες μέ γυναίκα καί παιδιά, καί πολλοί άπ' αυτούς, πιεσμέ νοι άπό τίς καθημερινές ανάγκες νά γίνουν μισθοφόροι, πεθαίνουν πολεμώντας τούς συμπολίτες τους.» Μάταια οδηγούσαν.μακριά αυτές τίς άδηφάγες ορδές* σχηματίζονταν διαρκώς καινούριες. Στήν Ανατολή ό Κύρος ό νεώτερος, μετά τόν πελοποννησιακό πόλεμο, παίρνει στήν υπηρεσία του πάνω άπό δέκα χιλιάδες μισθοφόρους, πού είχαν έ'ρθει κυρίως άπό τήν Αρκαδία, τήν Άχα'ια, τήν Κρήτη καί τή Ρόδο* ό Σπαρτιάτης Θίβρων ρίχνεται στή Μικρά Ασία μέ όσους έμειναν άπό τούς Μύριους* τέλος, ό μέγας βασιλέας καί οί επαναστατημένοι σατράπες, ό βασιλέας τής Αιγύπτου καί οί ηγεμόνες τής Κύπρου καλούν διαρκώς "Ελ ληνες μισθοφόρους. Στή Δύση ό τύραννος Διονύσιος σχηματίζει ένα μεγάλο στρατό απευθυνόμενος κυρίως στους Πελοποννησίους. Τό κακό δέν ήταν μεγάλο: ή Ελλάδα ξεφορτωνόταν τό πλή θος τών πεινασμένων. Κρατούσε όμως άπό αυτούς τούς φοβερούς τυχοδιώκτες ένα ποσοστό, μεγάλο γι'αυτήν. Ό Ιάσων τών Φερών ακολουθούσε τό παράδειγμα τού Διονυσίου* οί αρχηγοί τών Φωκέων προμηθεύονταν επί δέκα χρόνια, μέ τό χρυσάφι τών Δελ φών, όσους μισθοφόρους ήθελαν όλες οί πόλεις ζητούσαν νά συμ πληρώσουν τά κενά τού στρατού τους στρατολογώντας ξένους. 'Εδώ κι έκεΐ περιπλανιόνταν βάναυσες δυνάμεις, ή αύξηση τών οποίων αποτελούσε κίνδυνο γιά Ολη τήν Ελλάδα. "Οσο γιά τό πλήθος πού έμενε στήν πατρική πόλη, δικαιολο γούσε πολύ συχνά τό ρητό: « Ή φτώχεια έχει αδερφή τήν επαι τεία». Ή δυστυχία πού απλωνόταν στά σταυροδρόμια ήταν ή ντροπή τών πόλεων. Διέψευδε τσουχτερά τίς ωραίες αρχές γιά τίς όποιες υπερηφανευόταν ή δημοκρατία. Πενιχρή παρηγοριά, πράγματι, ό τίτλος τοΰ πολίτη γιά έναν άνθρωπο πού δέν έχει νά φάει. Τόν βεβαιώνουν Οτι τό καθεστώς βασίζεται στήν ελευ θερία καί στήν ισότητα, ότι δέν υπάρχει άλλη διάκριση άπό αυ τήν πού δημιουργεί ή άξια, ότι ή φτώχεια δέν είναι ντροπή γιά αυτόν πού προσπαθεί νά τήν αποφύγει. Άλλά τί είναι μιά ελευθερία πού δέν επιτρέπει νά λάβει κανείς μέρος στις δημόσιες υποθέσεις παρά μόνο άν έχει άνεση χρόνου; τί είναι μιά ισότητα πού εξαρτά τόν εργαζόμενο άπό εκείνον πού έχει χρήματα; Ή ελευθερία δέν έχει τήν ίδια άξια γιά τόν αδύνατο καί γιά τόν δυ νατό: άλλοι γίνονται υπερβολικά πλούσιοι μ' αυτήν καί άλλοι έν20
21
22
23
24
321
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
τελώς φτωχοί. Έτσι ή ελευθερία, εκμηδενίζοντας τόν εαυτό της, καταστρέφει τήν ισότητα. Σέ θεωρητικά δικαιώματα αντι τίθεται μιά απογοητευτική πραγματικότητα. Στον κυρίαρχο —Οπως τόν αποκαλούν— δήμο υπάρχει μιά πλειοψηφία πού υπο τάσσεται σέ κυρίους, καταδικάζεται σ' ένα είδος δουλείας, είναι πιο δυστυχισμένη καί άπό τούς δουλοπάροικους στις ολιγαρχί ες. Γιά μιά μεγάλη μερίδα τοΰ κυρίαρχου λαοΰ τό νά πηγαίνει στήν εκκλησία τοΰ δήμου, νά συνεδριάζει στή βουλή ή στό δικα στήριο, δέν είναι τόσο εκπλήρωση καθήκοντος ή άσκηση δικαι ώματος, δσο ένας τρόπος νά κερδίζει τό ψωμί της. Τί αντίθεση ανάμεσα στήν πολιτική θεωρία καί τό κοινωνικό καθεστώς! Α υ τ ή τήν αντίθεση τήν Οξυνε ή κραυγαλέα διαφορά τής πο λυτέλειας καί τής φτώχειας. Άπό τή μιά μεριά ό πλούσιος, άπληστος καί ήδυπαθής, εκλεπτυσμένος επιπλέον άπό τήν αγω γή, φέρεται μέ προσβλητική υπεροψία καί επιχειρεί νά δικαιο λογήσει τήν έπαρση του μέ τήν άγνοια καί τή χυδαιότητα τοΰ ταπεινού πλήθους. Άπό τήν άλλη μεριά ό προλετάριος, στά μά τια τοΰ οποίου κάθε πλούτος έχει αποκτηθεί άσχημα, φθονερός καί πικραμένος, αποστρέφεται τήν προσπάθεια μέ τό πρόσχημα δτι είναι άχρηστο νά υποφέρει καί νά κοπιάζει γιά νά απολαμβά νει κάποιος άλλος τό μόχθο του καί νά παριστάνει καί τόν κύριο. Στις μικρές πόλεις, δπου ή επαφή είναι συνεχής καί ή σύγκριση αναπόφευκτη, «ό φτωχός, δταν βλέπει αυτόν πού απολαμβάνει τή ζωή καί πού μπορεί νά μήν κάνει τίποτε, αντιλαμβάνεται αυ τόματα πόσο επίπονη καί άθλια είναι ή δική του ζωή». Γιά τό δημοκρατικό αίσθημα αυτό ήταν τόσο σκληρή καί διαρκής δοκι μασία, πού ή ομόνοια, απαραίτητη γιά τή λειτουργία τοΰ πολι τεύματος, είχε αναγκαστικά εξασθενήσει. Ό Αριστοτέλης περι γράφει καλά αυτό τό φαινόμενο: « Ο υπερβολικός πλοΰτος εμποδίζει τούς ανθρώπους νά υπα κούσουν ή υπερβολική φτώχεια τούς εξευτελίζει. Οί μέν δέν ξέ ρουν νά κυβερνήσουν, άλλά υπακούουν σάν δοΰλοι* οί δέ δέν μπο ροΰν νά υποκύψουν σέ καμιά εξουσία, άλλά διατάζουν μέ τό δε σποτισμό κυριάρχων. Τότε βλέπουμε μιά πόλη δούλων καί κυ ρίων, Οχι ελεύθερων ανθρώπων. Έδώ ό φθόνος, εκεί ή περιφρό νηση: αισθήματα πού απομακρύνουν συνήθως άπό τήν αμοιβαία εύμένεια καί τήν πολιτική σύμπνοια πού προκύπτει άπ' α υ τ ή ν » . Ο φιλόσοφος βλέπει σωστά. Σέ αυτούς πού έχουν ταπεινωθεί άπό τή ζωή ή συνείδηση τής προσωπικής αξιοπρέπειας προκα25
26
27
28
29
ι
30
ι
322
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
λεΐ μιά έξαρση της ηθικής ευαισθησίας, μιά αρρωστημένη ερε θιστικότατα. Ή αγάπη γιά τήν ελευθερία καί τήν ισότητα μπο ρεί έτσι νά καταντήσει είδος ομαδικής υστερίας. Στό τέλος φτά νει στό σημείο νά μήν ανέχεται ούτε τήν υποταγή στό κοινωνικό συμβόλαιο. « Ή ψυχή τών πολιτών έχει γίνει τόσο ευέξαπτη, μάς λέει ό Πλάτων, ώστε στήν παραμικρή υποψία ότι πρόκειται νά ασκηθεί βία αγανακτεί καί επαναστατεί· φτάνουν στό σημείο νά μήν ενδιαφέρονται γιά τούς γραπτούς ή άγραφους νόμους, άρκεϊ νά μήν έχουν αφέντη, μέ οποιαδήποτε μορφή.» Τό νά μήν έχει κανείς αφέντη, αυτή ή αντίληψη γιά τήν ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι τόσο ευαίσθητη, αυτή ή υπερηφάνεια αρνείται τόσο πολύ κάθε υποταγή, ώστε ένας φίλος τοΰ Σωκράτη, ό Εύθηρος, πού στά γεράματα του ειχε φτάσει στήν εξαθλίωση, αρνείται τή θέση επιστάτη, γιατί θά τόν έκανε νά θεωρηθεί απελεύθερος, καί προ τιμά νά ζει μέ ό,τι κερδίζει μέρα μέ τή μέρα άπό μιά χειρωνα κτική εργασία. "Οσο γιά τή νευρωτική επιδίωξη ισότητας, όλα τήν ερεθίζουν καί τήν πληγώνουν. Ό Δείναρχος κατηγορεί τόν Δημοσθένη ότι πήγε στον Πειραιά πάνω σέ φορείο, καί έτσι πρόσβαλε τούς φτωχούς πεζούς. "Ενας νόμος τού Λυκούργου* απαγορεύει στις γυναίκες νά πάνε στή γιορτή τών Ελευσίνιων μέ αμάξι, γιά νά μήν πειραχτούν οί φτωχές άπό τίς μεγάλες κυ ρίες. Υπάρχει λοιπόν μιά ταξική ψυχολογία, γιατί υπάρχουν ταξι κά συμφέροντα, καί αυτή ή ψυχολογία, αυτά τά συμφέροντα αν τιτίθενται μέ αυξανόμενη δύναμη στό ευρύτερο αίσθημα πού ειχε γιά καιρό εμπνεύσει τήν αλληλεγγύη τής πόλης. Ό Αριστοτέλης πού όρισε τόν άνθρωπο ώς πολιτικόν όν, παρατηρεί ότι ό άνθρω πος είναι επίσης οίκονομικόν δν. Αφότου οί δύο τάξεις πού α πάρτιζαν βασικά τήν πόλη συνειδητοποίησαν καθαρά αυτή τήν αλήθεια, δημιουργήθηκε ανάμεσα τους ένα χάσμα: κρυφός αντα γωνισμός ή ανοιχτή πάλη. Ούτε ή μιά ούτε ή άλλη ανέχεται πιά περιορισμό στις αρχές πού θεωρεί πιό πλεονεκτικές γιά τήν υπό θεση της: ή μιά θέλει νά επεκτείνει στήν οικονομική τάξη τούς συνταγματικούς κανόνες πού δίνουν τήν πολιτική επικράτηση στήν πλειοψηφία" ή άλλη είναι πεπεισμένη ότι ή περιουσία πρέ πει νά τής παρέχει τήν εξουσία. Ά ς ακούσουμε καί τόν Αρι στοτέλη σ' αυτό τό θέμα: 31
32
33
3ί
35
* Λυκούργος: Αθηναίος πολιτικός τών μέσων δεκαετιών τοϋ 4ου
αιώνα.
323
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
« Ή ισότητα παρουσιάζεται ώς κοινό δικαίωμα, καί είναι στήν πραγματικότητα" όχι όμως γιά όλους, άλλά μόνο ανάμεσα σέ ίσους. Καί ή ανισότητα παρουσιάζεται ώς δικαίωμα, καί εί ναι" Οχι γιά Ολους, άλλά ανάμεσα σέ άνισους ανθρώπους... Τό λάθος βρίσκεται στό Οτι εδώ οί δικαστές είναι καί αντίδικοι, καί συνήθως είναι κανείς κακός κριτής τής δικής του υπόθεσης... Επειδή καί τά δύο μέρη έ'χουν δίκιο ώς ενα σημείο, νομίζουν ότι τό έχουν πέρα γιά πέρα. Οί μέν, ανώτεροι σέ κάποιο σημείο, παραδείγματος χάρη στήν ελευθερία, θεωρούν τούς εαυτούς τους τελείως ίσους». Αυτές οί δύο αντιλήψεις ενεργούν παράλληλα προς διαφορε τικές κατευθύνσεις, χωρίς καμία απολύτως πιθανότητα νά πλη σιάσουν ή μία τήν άλλη. Έτσι προκύπτει μιά σύγκρουση αξε πέραστη. Ή πόλη αποτελείται στό εξής άπό δύο μερίδες, τή μιά πλάι στήν άλλη καί ανταγωνίστριες, άπό δύο εχθρικές πόλεις. Αυτή ή κατάσταση δέν ήταν καινούρια γιά τήν Ελλάδα" ποτέ όμως δέν ήταν τόσο επικίνδυνη. Παλαιότερα, τήν εποχή πού ενα κακό καθεστώς γαιοκτησίας έφερνε σέ αντίθεση τούς πιστωτές μέ τούς οφειλέτες, οί μέν «καταβρόχθιζαν αγαθά ώσπου νά αη διάσουν», οί δέ ((κατέφευγαν στή λεηλασία, γεμάτοι πλούσιες ελπίδες». Μόνο πού τότε ένας Σόλων μπόρεσε νά σταθεί ανάμεσα στις αντίθετες παρατάξεις, «νά καλύψει μέ τή σειρά καθένα άπό τά δύο κόμματα μέ τή στέρεη ασπίδα του», «νά σταθεί ακλόνη τος ανάμεσα στά δύο στρατόπεδα». Τό κατάφερε, γιατί στη ρίχτηκε σέ μιά μεσοαστική τάξη. Τόν 5ο αιώνα ακόμη, τό κρά τος μποροΰσε νά υποστηρίζει, νά συντηρεί καί νά διατηρεί αυτή τήν τάξη ιδιοκτητών πού διακρίνονταν άπό κάποια αυτάρκεια. 'Η ζωή δέν ήταν ακριβή, καί ή 'Αθήνα έβρισκε αρκετούς πόρους στήν αυτοκρατορία της γιά νά βοηθήσει τούς φτωχούς της, ακό μη νά επιτρέψει στους θήτες της νά ανεβούν στήν κοινωνική ιε ραρχία ώς τήν τάξη τών ζευγιτών. "Εστελνε χιλιάδες πολίτες ώς κληρούχους στά εδάφη τής συμμαχίας" έκανε μεγάλες δια νομές κρέατος καί σταριού" συνέβαλε στό μισθό τών κωπηλατών καί τών δημοσίων λειτουργών πλήρωνε ικανοποιητικά τούς τε χνίτες καί τούς εργάτες πού απασχολούνταν σέ συνεχείς εργα σίες κοινής ωφελείας ή εξωραϊσμού. Άλλά τόν 4ο αιώνα ή μέση τάξη περιορίζεται κάθε μέρα. Δέν υπάρχει πιά τίποτε πού νά μοιάζει μέ τρίτο κόμμα. 'Τπάρχουν ακόμη μερικοί άνθρωποι απομονωμένοι, γιά νά αναλάβουν σέ 36
37
38
39
324
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ
ΖΩΗΣ
κάποια ευκαιρία τό ρόλο συμφιλιωτών. Νά, παραδείγματος χά ρη, πώς φωνάζει Ινας ρήτορας, μέ τήν ευφράδεια τής λογικής τήν όποια θερμαίνει μιά επικείμενη κοινή συμφορά: «Είναι σωστό νά χρησιμοποιηθεί κάθε μέσο, ώστε νά μή λεί ψει τίποτε άπό κανέναν πολίτη. Νομίζω λοιπόν ότι οί πλούσιοι, συμπεριφερόμενοι σύμφωνα μέ αυτήν τήν άρχή, κάνουν πρώτα αυτό πού είναι δίκαιο, άλλά επίσης αυτό πού είναι τό καλύτερο γιά τούς ίδιους. Γιατί μέ τό νά αρνηθείς σέ κάποιον τά απαραί τητα —μέ τό κύρος τής εξουσίας— πολλαπλασιάζεις τόν αριθ μό τών δυσαρεστημένων. "Οσο γι' αυτούς πού βρίσκονται σέ ανέ χεια, τούς συμβουλεύω νά εγκαταλείψουν έναν τρόπο δράσης πού ερεθίζει τούς κατέχοντες καί δικαιολογεί τίς διαμαρτυρίες τους. Α υ τ ό πού είπα, τό επαναλαμβάνω γιά τό καλό τών πλουσίων, χωρίς νά φοβάμαι νά πώ τήν αλήθεια. Δέν μπορώ νά παραδεχτώ ότι υπάρχει έ'στω καί ένας άνθρωπος, ακόμη περισσότερο ένας Αθηναίος, τόσο αχρείος, τόσο σκληρός, πού νά βλέπει μέ άσχη μο μάτι τή βοήθεια πού δίνεται στους φτωχούς, σέ αυτούς πού τούς λείπουν τά στοιχειώδη. Άλλά άπό πού προέρχονται οί προστριβές καί οί δυσαρέσκειες; Άπό τό γεγονός Οτι ορισμένοι εφαρμόζουν στις ιδιωτικές περιουσίες αυτό πού συνηθίζεται μέ τά δημόσια έσοδα...* Νά, λοιπόν, τί διεγείρει τή δυσπιστία, ιδού ή αιτία τών θυμών. Α υ τ ό πού χρειάζεται, Αθηναίοι, είναι νά είμαστε δίκαιοι, καί οί μεν καί οί δέ, γιά τό κοινό συμφέρον τής πόλης, οί πλούσιοι νά αισθάνονται ασφάλεια γιά τά μέσα ύπαρ ξης τους καί νά μή φοβούνται γιά Ο,τι τούς ανήκει, άλλά σέ πε ρίπτωση κινδύνου νά θέτουν τήν περιουσία τους στήν υπηρεσία τής πατρίδας καί τής σωτηρίας της* οί άλλοι νά θεωρούν κοινό αγαθό αυτό πού είναι στήν πραγματικότητα κοινό καί άπό τό οποίο έχουν τό μερίδιο τους, άλλά νά ξέρουν ότι ή ιδιωτική πε ριουσία ανήκει στον κάτοχο της σέ πλήρη κυριότητα... Νά πώς μπορούμε νά καθορίσουμε τά αμοιβαία καθήκοντα τών μέν καί τών δέ». Αντίστοιχες συμβουλές γιά μετριοπάθεια βρίσκονται, φυσικά, 40
* Οί συκοφάντες πήραν τή συνήθεια νά καταγγέλλουν πλούσιους πο λίτες, μέ σκοπό νά εισπράξουν, σέ περίπτωση καταδίκης, ένα ποσοστό τής χρηματικής ποινής. Τά λαϊκά δικαστήρια προέβαιναν σέ αυστηρές καί δχι πάντα θεμελιωμένες χρηματικές καταδίκες, γιά νά αυξήσουν τά δημόσια έσοδα, προπάντων σέ στιγμές πού τό δημόσιο ταμείο είχε ανάγκες. Ό Δη μοσθένης βλέπει σ' αύτη τήν έ'ξη μιά επέκταση τής υποχρέωσης τών πολι τών νά καταγγέλλουν εκείνους πού σπαταλούσαν τό δημόσιο χρήμα.
325
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
σκόρπιες στά Πολιτικά τοΰ Αριστοτέλη, πού ήταν πάντα οπαδός τής μέσης όδοΰ. Σύμφωνα μ'αυτόν, ή πόλη, δποια καί άν είναι, προσφέρει στον άνθρωπο αυτό τό αγαθό: ικανοποιεί τό ένστικτο κοινωνικότητας πού τοΰ είναι φυσικό* καί τέλεια πόλη θά ήταν εκείνη πού θά εξασφάλιζε σέ δλους τόν μεγαλύτερο βαθμό ευ
τυχίας, εκείνη πού αντιλαμβάνεται τό καθήκον της, πού εκτε λεί τή χορηγία της, πού φροντίζει τουλάχιστον γιά τήν ύπαρξη της καί, άν έχει τά μέσα, γιά τήν ευημερία τών πολιτών. Ό Αριστοτέλης δέν δέχεται βέβαια τήν υποχρεωτική κοινοκτημο σύνη, συστήνει δμως τήν κοινή επικαρπία τών αγαθών μέ φιλι κή συμφωνία. Είναι κατά τών δημαγωγών πού μοιράζουν στό λαό τό περίσσευμα τών εσόδων, πράγμα πού δέν εξυπηρετεί κα νέναν, θέλει δμως ή ειλικρινής ενότητα τοΰ λαοΰ νά προλαβαίνει τήν υπερβολική αθλιότητα πού διαφθείρει τή δημοκρατία, νά φροντίζει γιά τήν επέκταση τών ανέσεων, νά βάζει τά περισσεύ ματα σ' ένα εφεδρικό ταμείο, τό όποιο θά επιχορηγήσει τήν αγο ρά γής ή τήν εγκατάσταση μιάς εμπορικής επιχείρησης ή μιάς αγροτικής εκμετάλλευσης. 'Αλλά, παρατηρητής όσο καί θεω ρητικός, ό Αριστοτέλης είναι υποχρεωμένος νά διαπιστώσει δτι βοά εν τή έρήμω, δτι ολιγαρχικοί καί δημοκρατικοί κάνουν παν τοΰ τό ίδιο λάθος μέ τό νά απασχολούνται μόνο μέ τά δικά τους συμφέροντα, δτι τό κοινωνικό στοιχείο πού θά ήταν ικανό νά συμφιλιώσει τά ακραία πάθη είναι σέ πλήρη διάλυση. Βλέπει πολύ καλά ότι ή επιστροφή σ' αυτό τό μεικτό καθεστώς πού ονομάζει κατ' εξοχήν πολιτεία (πολίτευμα) είναι ανέφικτη, γιατί θά χρειαζόταν μιά μέση τάξη αρκετά πολυάριθμη καί αρκετά ισχυρή, ώστε νά αποτελέσει αντίρροπο τοΰ προλεταριάτου, καί κάτοχος μεγάλου μέρους τοΰ έθνικοΰ πλούτου, ώστε νά μπορέσει νά ισοφαρίσει τό μερίδιο τών πλουσίων: δυο δροι απαραίτητοι ώστε ή πολιτεία νά μή μεταβληθεί σέ δημοκρατία ή σέ ολιγαρ χία. Β' 41
42
Η ΠΑΛΗ ΤΩΝ ΤΑΞΕΩΝ
Ή οργάνωση τής ιδιοκτησίας, ή κατανομή τών αγαθών, είναι τό κύριο πρόβλημα τής εσωτερικής πολιτικής, ή πηγή εσωτερι κών ανταγωνισμών καί επαναστάσεων. Σέ πολλές πόλεις οί φτω χοί ζητούν νά μοιραστεί ή γή καί νά καταργηθούν τά χρέη. "Οταν ένας λαός φτάνει σ' αυτό τό σημείο, τό αίσθημα καθήκον43
326
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
τος απέναντι, στό κράτος τείνει νά εξαφανιστεί. Κάθε κόμμα εκ μεταλλεύεται τήν εξουσία προς Οφελος του καί παραμερίζει Ο,τι τό ενοχλεί. Η δημοκρατία δέν σκέφτεται παρά νά ευνοήσει τούς φτωχούς, ή ολιγαρχία μόνο τούς πλούσιους υπολογίζει, καί οί δύο μερίδες, κλείνοντας τά μάτια εμπρός στις ανάγκες καί τά συμφέροντα τής πόλης, δουλεύουν γιά τήν καταστροφή της. Οί κοινωνικοί αγώνες οξύνονται σέ τέτοιο σημείο, πού δέν έχουν πιά αντικείμενο νά κατακτήσουν υλικά αγαθά άλλά νά ικανοποιήσουν αισθήματα αδυσώπητου μίσους. Οί ολιγαρχικοί, σέ μερικές πό λεις, δίνουν αυτόν τό φοβερό όρκο: «Θά είμαι αντίπαλος τοΰ λα οΰ καί θά τοΰ κάνω στή βουλή όσο κακό μπορέσω». Οί δημο κρατικοί έχθρεύονται, φανερά ή καλυμμένα, όλους αυτούς πού ή περιουσία τους τούς κάνει ύποπτους· όταν τούς απογυμνώνουν, τό κάνουν τόσο γιά τήν ευχαρίστηση νά τούς φτωχύνουν όσο καί γιά νά πλουτίσουν οί ίδιοι. Ό Ισοκράτης συμπυκνώνει αυτές τίς αμοιβαίες διαθέσεις σέ μιά πρόταση πού λέει πολλά γιά τήν Ελλάδα τής εποχής του: ((Άντί μέ τήν καλή συνεννόηση νά αποκτήσουν μιά κοινή άνε ση, φτάνουν σέ τέτοιο βαθμό ασυμβατότητας, πού οί πλούσιοι θά προτιμούσαν νά πετάξουν τά αγαθά τους στή θάλασσα παρά νά ανακουφίσουν τούς φτωχούς, καί οί πιό στερημένοι δέν θά ένιωθαν τόση ικανοποίηση στό νά οικειοποιηθούν τά αγαθά τών πλουσίων όση στό νά τούς τά στερήσουν». Όρισμένοι δημοκρατικοί, παρασυρμένοι άπό τή λογική τών άρχων καί τών παθών, φτάνουν νά έπιθυμοΰν τήν τέλεια ισότητα, τή βίαιη ισοπέδωση. Άπό καιρό δέν δίνονταν πιά προνόμια στήν καταγωγή. Ό Λυκόφρων ό σοφιστής έ'λεγε ότι ή ευγενική κα ταγωγή ήταν ένας κενός λόγος: οί καλογέννητοι άνθρωποι, όπως τούς ονομάζει μιά ματαιόδοξη μερίδα, γεννήθηκαν όπως καί οί άλλοι. Μέ αυτό εννοούσε ότι έπρεπε νά πάψει κάθε προσωπική διάκριση ανάμεσα στους πολίτες. Σ' αυτό τό σημείο τό αίσθημα τοΰ λαοΰ συναντούσε τή σκέψη τών διανοουμένων. Άλλά σέ άλλα σημεία υπήρχαν διαφορές από ψεων, γιατί ή άρχή τής ισότητας σπρωχνόταν ώς τά άκρα, προς δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Γιά τούς σοφιστές οί άνθρωποι είναι όμοιοι κατά τή γέννηση, ό βάρβαρος είναι όπως ό 'Έλληνας, «ή φύση δέν κάνει δούλους», καί ή εξουσία τοΰ κυρίου έχει μο ναδική βάση τό δίκαιο τής δύναμης πού καθιερώθηκε μέ τό νό μο: ό κοσμοπολιτισμός καί ή κατάργηση τής δουλείας είναι γιά ι
44
45
46
47
48
49
327
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ορισμένους διανοούμενους οί συνέπειες τής ισότητας. Τό πλή θος τά έ'βαζε καί μέ μιά άλλη ανωτερότητα" αυτήν πού αντιπρο σώπευαν ακριβώς οί σοφιστές καί πού προέρχεται άπό τήν α γ ω γή. Καλοί τρόποι; μόρφωση; Τί είναι αυτά γιά ανθρώπους πού «θεωρούν τούς εαυτούς τους ίσους σέ Ολα τά πράγματα»; "Ενας ακόμη τρόπος γιά νά ξεχωρίσουν άπό τό κοινό. Σύμφωνα μ' ενα ρητό, ή μόρφωση έ'χει σύντροφο τή ζηλοφθονία. "Ηδη τόν 5ο αιώνα ό Κλέων δέν βλέπει τίποτε πάνω άπό τήν άγνοια, καί δη λώνει μέ στόμφο ότι «τά κράτη κυβερνούνται καλύτερα άπό τίς μετριότητες παρά άπό τίς διάνοιες». Αυτό τό α ξ ί ω μ α θά χα ροποίησε τόν Αριστοφάνη. Καί δέν τό ξεχνά: σέ μιά κωμωδία του, ό άλλαντοπώλης, πού θέλει νά πάρει τή θέση τοΰ Παφλαγόνα στήν εξουσία, ξέρει γράμματα, άλλά «μάλλον λίγα καί μάλ λον άσχημα», καί ό υπηρέτης τοΰ Δήμου βρίσκει ότι καί τόσα είναι πολλά. "Ετσι, χωρίς νά λάβουν υπόψη τίς φυσικές ή επί κτητες διαφορές πού υπάρχουν ανάμεσα στους ανθρώπους άπό πνευματική πλευρά, θέλουν νά αποκαταστήσουν «μιά ορισμένη ισότητα πού εξισώνει αυτούς πού είναι ίσοι μέ εκείνους πού δέν είναι». Μέ δυο λόγια, ή έ'ννοια τής ποιότητας χάνεται, καί κά θε κλίμακα κοινωνικών άξιων τείνει νά εξαφανιστεί. Θέλοντας νά μετατρέψουν τήν ισότητα τών δικαιωμάτων σέ ισότητα πραγ μάτων, θεωροΰν ανύπαρκτες καί τίς ανισότητες τής φύσης. Μερικά πνεύματα πού ήταν τόσο ουτοπικά ώστε νά διανοη θούν τήν ισοπέδωση τών διανοητικών ικανοτήτων, θά σκέφτον ταν ακόμη ευκολότερα τήν ισοπέδωση τών περιουσιών. Ό 4ος αιώνας είδε νά ανθίζουν στήν Ελλάδα πολλές κομουνιστικές καί σοσιαλιστικές θεωρίες. 'Αλλά σέ μιά χώρα πού δέν γνώριζε ακόμη τή μεγάλη βιομηχανία, καί Οπου τό μεγαλύτερο ποσοστό τοΰ πληθυσμοΰ ζοΰσε άπό τή γεωργία, αυτές οί θεωρίες πήραν αναγκαστικά ιδιόμορφη Οψη. Οί φιλόσοφοι πού τίς καλλιέργησαν περιφρονούσαν γενικά τούς έμπορους καί τούς βιοτέχνες καθώς καί τούς εργάτες. Στήν ισότητα τών αγαθών έ'βλεπαν τό καλύτερο μέσο γιά νά γυρίσουν στό πατριαρχικό καθεστώς τοΰ παλαιοΰ καιρού ή τουλάχιστον νά προσφέρουν στις διαστρεβλωμένες άπό δημοκρατικές προκα ταλήψεις πόλεις τά πλεονεκτήματα τών λακωνικών θεσμών. Ό Πλάτων φιλοδοξεί μέ αυτό τό σύστημα νά εξαφανίσει τόν εγωισμό, νά εμποδίσει τίς διαιρέσεις, νά υλοποιήσει τή δικαιο σύνη, θυσιάζοντας τά άτομα στό κράτος. Στήν Πολιτεία είναι 50
51
52
53
54
55
328
Μ Β Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
ακόμη γεμάτος αυταπάτες, παρά τή σκληρή πείρα του άπό τό πρώτο ταξίδι στή Σικελία. Κολακεύεται πιστεύοντας ότι μέ τήν κοινοκτημοσύνη θεμελιώνει μιά τάξη αμετακίνητη" άλλά αυτή ή κοινοκτημοσύνη, πού απλώνεται στις γυναίκες καί στά παιδιά όπως καί στά υλικά α γ α θ ά , πρέπει νά εφαρμοστεί μόνο στις δύο ανώτερες τάξεις, τών φιλοσόφων καί τών πολεμιστών, καί Οχι στήν κατώτερη τάξη, τών παραγωγών, ή όποια είναι επιφορ τισμένη νά φροντίζει αποκλειστικά γιά τίς ανάγκες τών δύο άλ λων: θεωρεί λοιπόν τό προνόμιο καί τή δουλεία θεσμούς πού δέν επιδέχονται αμφισβήτηση. Άλλά στους Νόμους, απογοητευμέ νος ύστερα άπό τίς δύο απόπειρες του στή Σικελία καί πολύ γέ ρος, ό ουτοπιστής, γιά νά καταστήσει τό ιδεώδες του περισσό τερο εφικτό, συγκατανεύει νά κάμει παραχωρήσεις στις προκα ταλήψεις καί νά μετριάσει τά στοιχεία πού δανείστηκε άπό τή Σπάρτη. Ή περιουσία θά είναι ιδιωτική, έστω άλλά τουλάχι στον θά είναι οικογενειακή καί Οχι ατομική" γιά νά παραμείνει αναπαλλοτρίωτη καί αδιαίρετη, θά ανήκει σέ έναν αμετάβλητο αριθμό πολιτών, στους 5.040" θά ληφθούν αυστηρά μέτρα ώστε ό λαός, καταχρώμενος τή νομοθετική καί δικαστική εξουσία του, νά μήν μπορέσει νά βλάψει αυτές τίς βασικές αρχές. "Οπως βλέπουμε, οί ιδέες τών φιλοσόφων γιά κοινοκτημοσύνη είχαν περισσότερο ηθικό παρά οικονομικό χαρακτήρα" δέν στηρίζονταν σέ παρατήρηση γεγονότων, άλλά παράγονταν άπό αρχές πού θε ωρούνταν αυταπόδεικτες" έμοιαζαν φτιαγμένες γιά νά επιδοκιμά ζονται σέ κλειστές λέσχες αριστοκρατών. Κατεβαίνοντας, όμως, ώς τίς λαϊκές μάζες, οί ίδιες ιδέες, τά ίδια λόγια, ηχούσαν διαφορετικά. Ά ς τοποθετηθούμε νοερά στά χρόνια τής εξαθλίωσης, όταν τό κράτος αναγκάστηκε νά καταρ γήσει τό μισθό τών λειτουργών του καί τήν αποζημίωση τών ήλιαστών, νά σταματήσει τά δημόσια έργα πού έδιναν δουλειά στους επαγγελματίες, νά παραιτηθεί, μέ διαταγή τού νικητή, ά πό τίς ναυτικές κατασκευές πού εξασφάλιζαν ημερομίσθια σέ τό σους εργάτες καί τόσους κωπηλάτες. Τότε τά μυαλά σκοτείνια ζαν, ή οδύνη έκανε τά πνεύματα νά βράζουν, οί φαντασίες διεγεί ρονταν άπό φθόνο καί λικνίζονταν μέ παράφρονες ελπίδες. 'Όταν βελτιώθηκε ή κατάσταση, αποτέλεσε ώραΐο θέμα γιά κωμωδία. Ό Αριστοφάνης καταπιάνεται μ' αυτό τό 392. Στις Έκκλησιάζουσες ή Πραξαγόρα παρουσιάζει τό σύστημα: «"Ολα τά αγαθά πρέπει νά είναι κοινά, γιά νά έ'χει ό καθένας 56
-
57
329
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
τό μερίδιο του καί νά ζ ε ι μέ αυτό. Δέν πρέπει ό ένας νά ε ί ν α ι πλούσιος καί ό άλλος εξαθλιωμένος, ό ένας νά καλλιεργεί μιά μεγάλη έκταση γής καί ό άλλος νά μήν έχει ούτε ένα κομμάτι γιά νά ταφεΐ, ό ένας νά υπηρετείται άπό πλήθος δούλων καί ό άλλος νά μήν έχει έναν υπηρέτη. "Οχι! Θέλω μιά ζωή κοινή, μιά μόνη καί ίδια ζωή γιά Ολους... Εννοώ οί γυναίκες νά είναι κοινές γιά τούς άντρες καί νά κάνουν παιδιά μέ Οποιον θελήσουν... Τά παιδιά θά θεωρούν πατέρα τους κάθε μεγαλύτερο τους άν τρα». Ό γαλήνιος σύζυγος αυτής τής έξημμένης άντρογυναίκας προ βάλλει μερικές αντιρρήσεις, άλλά ό θηλυκός Δον Κιχώτης τά βγάζει εύκολα πέρα μέ τόν Σάντσο Πάντσα. Μία άπό τίς απαν τήσεις της πρέπει ωστόσο νά τραβήξει τήν προσοχή μας. Ά ν όλος ό κόσμος πηγαίνει άπό συμπόσιο σέ συμπόσιο καί κανένας δέν ε ί ν α ι υποχρεωμένος νά δουλέψει, ποιος θά καλλιεργήσει τή γή; Οί δούλοι. "Ετσι ή κομουνιστική δημοκρατία δέν ε ί ν α ι , καί αυτή, παρά μιά αριστοκρατία πού εννοεί νά συντηρείται άπό μιά τάξη προσκολλημένη στή γή. Πάντα ή ίδια άρχή: χωρίς τή δου λεία δέν μπορεί νά υπάρξει ή πόλη. Άλλά ό Αριστοφάνης πη γαίνει πιο μακριά. Τό 388, Οταν ή ναυτική δύναμη τής Αθήνας άρχισε νά ανορθώνεται καί ή δεκάτη πάνω στά πλοία τοΰ Πόν του έρχεται πάλι νά τροφοδοτήσει τό δημόσιο ταμείο, αγγίζει τό βάθος τοΰ προβλήματος. Στον Πλοΰτο θυμώνει μέ τούς α περίσκεπτους πού θέλουν νά αποκαταστήσουν τήν όραση τοΰ τυφλοΰ θεοΰ Πλούτου καί νά διώξουν τήν Πενία. Ά ν ό Πλούτος ξαναβρεί τήν Οραση του καί μοιραστεί σέ όλους εξίσου, δέν θά υπάρξει πιά κανείς πού νά άσκεΐ κάποιο επάγγελμα καί νά μάθει μιά τέχνη, γιατί όλοι οφείλουν τήν ύπαρξη τους στήν Πενία, μό νη δημιουργό Ολων τών α γ α θ ώ ν : Ό θειος νόμος τής εργασίας, τής όποιας τή θεία καταγωγή καί τό σεπτό μεγαλείο επιβεβαί ωνε ό Ησίοδος, πρέπει νά παρακινεί τά άτομα καί νά αναμορ φώνει τήν κοινωνία. Γιά νά μπορέσει ένας κωμικός ποιητής νά πάψει νά εκσφεν δονίζει τεράστιες αισχρολογίες, καί νά πάρει τόνο ιεροκήρυκα, χωρίς νά κινδυνεύει νά τόν σφυρίξουν, πρέπει οί συμβουλές του νά ανταποκρίνονται στή βαθύτερη σκέψη τοΰ ακροατηρίου του. Υπάρχει, πραγματικά, μιά άβυσσος ανάμεσα στις διάφορες πό λεις πού αφήνονται νά παρασυρθούν σέ Ολες τίς φρικαλεότητες τών κοινωνικών πολέμων καί στήν Αθήνα πού ό σχετικός πλοΰ58
59
60
330
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
τος της καί οί παραδόσεις της την προφυλάσσουν άπό τίς ακρό τητες. Ά ς δοΰμε τή διαφορά. 'Όταν ό Πολύβιος, κατά τό πρότυπο τοΰ Αριστοτέλη, κάνει τόν πίνακα τών επαναστάσεων, περιγράφει τό ίδιο καλά τήν Ελλά δα τοΰ 4ου αιώνα καί τής εποχής του. «Άπό τή στιγμή πού ό ακόρεστος λαός χορταίνει άπό παρο χές, ή δημοκρατία παίρνει τέλος, μεταβάλλεται σέ καθεστώς βίας καί βάναυσης δύναμης. Γιατί, Οταν τό πλήθος συνηθίσει νά τρώει τήν περιουσία τού άλλου καί νά υπολογίζει στά αγαθά τοΰ πλησίον του γιά νά ζήσει, τοΰ άρκεΐ νά βρει έναν φιλόδοξο καί τολμηρό αρχηγό, άλλά αποκλεισμένο εξαιτίας τής φτώχειας του άπό τίς δημόσιες τιμές, γιά νά φτάσει στή "χειροκρατία",* καί άπό τότε δέν υπάρχουν πιά παρά σφαγές, προγραφές καί ανα δασμοί γής.» Τά παραδείγματα τέτοιων επαναστάσεων είναι α ν α ρ ί θ μ η τ α . Ά ς αναφέρουμε τρία: στήν ανατολή, στό κέντρο καί στή δύση τοΰ ελληνικού κόσμου: — Στή Μυτιλήνη οί οφειλέτες στραγγαλίζουν μαζικά τούς πι στωτές, καί μετά έπικαλοΰνται γιά συγνώμη τό θυμό καί τήν ανώτερη βία πού αποτελούσε ή οικονομική τους κατάσταση. — Οί δημοκράτες τοΰ Άργους τό 370 ρίχνονται στους πλούσι ους καί επιφανείς πολίτες μέ τό πρόσχημα ότι συνωμοτούσαν κυριευμένοι άπό παράφορη τρέλα, σκοτώνουν πάνω άπό χίλιους διακόσιους καί τούς δημεύουν τήν περιουσία. Κατόπιν όλα ησυ χάζουν, ένώ όλη ή Ελλάδα αντιλαλεί μιά μεγάλη κραυγή αγα νάκτησης, μόλο πού είναι συνηθισμένη σέ τέτοιες σκηνές. — Στή Σικελία τό αντικείμενο τών κοινωνικών α γ ώ ν ω ν είναι ή ιδιοκτησία γής. Ήδη ό Διονύσιος ό Α' ειχε αφαιρέσει τή γή άπό τούς ιππείς, γιά νά τή μοιράσει μέ ίσους κλήρους στους από μαχους καί στους δουλοπάροικους: μέ αυτό τό μέτρο σταθερο ποίησε τήν εξουσία του. 'Όταν εκδιώχθηκε ό Διονύσιος ό Νε ώτερος (356), ό απελευθερωτής Δίων αναγκάζεται νά πολεμήσει τό ριζοσπαστικό κόμμα, τό όποιο ξεσηκώνει ένας "Ιππων γιά μιά καινούρια διανομή γαιών. «Γιά τούς απόκληρους, δηλώνει 61
62
63
64
65
* (Κατά τά αριστοκρατία, τιμοκρατία, δημοκρατία). Τό πρώτο συνθε τικό μπορεί νά είναι εΐτε άπό τό χειρ είτε άπό τό θέμα τοΰ χειρών (ποιο τικά ή ηθικά ή κοινωνικά κατώτερος). Έ τ σ ι , ό δρος χειροκρατία υποβάλ λει συγχρόνως δύο νοήματα: «πολίτευμα τών χεριών» (τής χειροδικίας, τών βιαιοτήτων) καί «πολίτευμα τών κατώτερων, τών χειρότερων». 331
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
έντονα ό δημαγωγός, ή ισότητα είναι ή άρχή τής ελευθερίας, δπως ή φτώχεια είναι ή άρχή τής δουλείας.» Εγκρίνεται ψή φισμα γιά δημεύσεις, ό Δίων εγκαταλείπει τίς Συρακούσες μόνο ή ήττα, μαζί μέ τήν ανάκληση τοΰ Δίωνα, εμποδίζει τήν εφαρ μογή τοΰ ψηφίσματος. Τό κοινωνικό πρόβλημα, ναρκωμένο έπί μία όλόκληρη γενεά, αφυπνίζεται κατά τόν φοβερότερο τρόπο. Τό 317 ό Αγαθοκλής στρέφει τούς στρατιώτες του καί τόν Οχλο κατά τών Εξακοσίων καί τών οπαδών τους. Αρχίζει ένα κυνηγητό. Σέ δυο μέρες χά θηκαν τέσσερις χιλιάδες πολίτες, ένώ έξι χιλιάδες πήραν τό δρό μο τής εξορίας. Τότε ό Αγαθοκλής κατορθώνει νά τοΰ ανατεθεί ή απόλυτη εξουσία καί νά σταματήσει τήν αιματοχυσία ξέρει πώς νά προσηλυτίσει τό λαό: πηγαίνει στήν εκκλησία νά υπο σχεθεί ότι θά καταργήσει τά χρέη καί θά μοιράσει τή γή στους φτωχούς. Ή ιστορία τής Αθήνας σέ καμία φάση δέν παρουσιάζει παρό μοιο θέαμα. Σέ μιά πόλη πού διατηρούσε τήν οικονομική υπε ροχή στον μεσογειακό κόσμο, ή δημοκρατία, κυρία τής εξουσίας, δέν είχε κανένα λόγο νά παρασυρθεί στήν κοινωνική επανάστα ση. Τής αρκούσε νά κάνει, μέρα μέ τή μέρα, στήν εκκλησία καί στό δικαστήριο, ένα είδος διάχυτης καί αποσπασματικής επα νάστασης. Ά ς ψηφίζουν άλλου τή διανομή τής εγγείου περιου σίας, τών κεφαλαίων, τών εσόδων, άς κρατικοποιούν τίς κληρο νομιές εδώ δέν έχουμε κανένα τέτοιο μέτρο. Κάθε χρόνο ό άρ χων, τήν ώρα πού αναλαμβάνει τά καθήκοντα του, διακηρύσσει ότι, όσο θά είναι στήν άρχή, καθένας θά διατηρήσει στό ακέραιο τήν ιδιοκτησία του. Άλλά ή περιουσία επιβαρύνεται μέ διάφο ρες χορηγίες, ιδιαίτερα γιά τίς πολυδάπανες δημόσιες εκδηλώ σεις. Σέ πάμπολλες δίκες οί ήλιαστές εκδίδουν αληθινά ταξικές αποφάσεις. Ήδη τόν 5ο αιώνα ήταν άσχημα διατεθειμένοι απέ ναντι στους πλουσίους. Ένιωθαν βασιλική ή θεϊκή απόλαυση νά κάνουν «μεγάλα πρόσωπα ύψους τεσσάρων πήχεων» νά τρέμουν, νά άκοΰν μέ ειρωνική αγαλλίαση τά παρακάλια καί τίς κολακείες τους. Πρέπει νά πιστέψουμε, ωστόσο, δτι είχαν γιά καιρό υψη λή αντίληψη τής αποστολής τους, πού δέν τούς επέτρεπε νά φτά σουν μέ ελαφριά καρδιά σέ αδικίες, άφοΰ τήν εποχή ακόμη πού ό Αριστοφάνης παρουσίαζε στή σκηνή τόν Φιλοκλέωνα νά παίρ νει τό ύφος Δία, ένας ολιγαρχικός παραπονιόταν πώς ό αριθμός τών άδικων καταδικαστικών άποφάσεο>ν δέν ήταν τόσο μεγάλος 66
-
-
67
-68
69
70
332
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
ώστε νά εύρύνει τό κόμμα τών δυσαρεστημένων. Άλλά άπό τόν 4ο αιώνα, κυρίως τά άσχημα χρόνια πού ακολούθησαν τόν πελοποννησιακό πόλεμο καί τόν «συμμαχικό» πόλεμο, τά παρα στρατημένα άπό τή γενική δυστυχία πνεύματα δύσκολα συγκρα τούνται στά Ορια τής αντικειμενικότητας. «Είναι γνωστό —λέει ό ρήτορας Λυσίας, μέ αφέλεια πού αγ γίζει τήν αναίδεια— ότι ή βουλή δέν διαπράττει αδικίες όταν έχει αρκετούς πόρους γιά τή διοίκηση τής χρονιάς* άλλά σέ επο χή πού δέν έχει χρήματα είναι αναγκασμένη νά δέχεται τίς κα ταγγελίες, νά δημεύει περιουσίες πολιτών καί νά υπακούει στις πιό αισχρές υποδείξεις τών ρητόρων.» Οί συκοφάντες βρήκαν αυτό τό σύστημα τής αρεσκείας τους· δέν δυσκολεύονταν νά διεγείρουν τό φθόνο προς τούς μεγάλους καί νά ζητούν αποφάσεις ευνοϊκές γιά τούς μικρούς. Καί ακού γονται μερικοί διάδικοι νά ζητούν συγνώμη γιά τήν περιουσία τους ή νά θυμίζουν αυτά πού πρόσφεραν γιά τήν ψυχαγωγία καί τήν ανακούφιση τοΰ λαού" άλλοι επικαλούνται μέ κυνικό τρόπο τή φτώχεια τους ώς τίτλο, προκειμένου νά αποσπάσουν τήν εύμένεια τών δικαστών. 'Όταν παρουσιάζεται ευκαιρία γιά ένα καλό πρόστιμο ή μιά ολοκληρωτική δήμευση, ό κατήγορος δέν διστάζει νά επισημάνει ότι τό ταμείο είναι κενό καί ότι πρέπει νά τό κάμουν ικανό νά μοιράζει μισθούς. Βέβαια, ό ισχυρισμός ότι στήν Αθήνα είναι πιό επικίνδυνο νά φαίνεται κανείς πλού σιος παρά νά είναι εγκληματίας είναι δικηγορίστικη υπερβολή· αποτελεί εύφυολογία νά οίκτείρει κανείς τήν ατυχία τοΰ πλού σιου πού είναι δούλος καί νά μακαρίζει τήν ευτυχία τού φτω χού πού είναι βασιλέας. Ωστόσο τά αλλεπάλληλα ψηφίσματα γιά φόρους, ή συχνή επιβολή λειτουργιών στά ίδια άτομα, οί υποχρεώσεις πού βάραιναν τά μέλη τών συμμοριών, ό διαρκής φόβος νά αναγκαστείς άπό άλλον φορολογούμενο νά ανταλλάξεις τήν περιουσία σου μ' αυτόν,* προσέδιδαν μερικές φορές κάποια αληθοφάνεια σέ τέτοιες παραδοξολογίες. Ή Αθήνα λοιπόν έχει μιά ξεχωριστή θέση στήν πάλη τών τάξεων. Δέν παρασύρθηκε ωστόσο λιγότερο άπό τή γενική δίνη. 71
72
73
74
75
76
77
* Ένας Αθηναίος πολίτης πού υποχρεωνόταν νά αναλάβει τά βάρη μιάς λειτουργίας μποροΰσε νά απαλλαγεί, άν απόδειχνε ότι κάποιος άλ λος ήταν πιό πλούσιος άπό αυτόν. Σέ περίπτωση αμφισβήτησης έπισειόταν ή απειλή τής υποχρεωτικής ανταλλαγής περιουσιών. Έ τ σ ι ό πραγματικά πλουσιότερος δεχόταν νά αναλάβει τή λειτουργία.
333
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Τό πιό βαρύ για τό καθεστώς τής πόλης τόν 4ο αιώνα είναι τό ότι τό κομματικό συμφέρον μπαίνει πάνω άπό τόν πατριωτισμό. Στό παρελθόν δέν ήταν σπάνιο οί εξόριστοι νά ζητούν κάποιο στήριγμα στό εξωτερικό, γιά νά γυρίσουν στήν πατρίδα τους καί νά ανακτήσουν τήν εξουσία. Ή 'Αθήνα είχε δοκιμάσει σκληρά αυτό τό φαινόμενο δύο φορές τόν 5ο αιώνα, Οταν ή επιθυμία γιά εκδίκηση καί ή φιλοδοξία έκαμαν τόν Πεισιστρατίδη νά συμμα χήσει μέ τόν Μεγάλο Βασιλέα,* καί τόν Αλκιβιάδη νά τεθεί διαδοχικά στήν υπηρεσία τών Σπαρτιατών καί τών Περσών. Τό καινούριο γεγονός είναι ότι άτομα πού δέν έχουν υποστεί κά ποια προσβολή, ώστε νά θέλουν νά τήν άποπλύνουν, οπλίζονται εναντίον τής γενέτειρας τους άπό άπλή συμπάθεια προς τούς θε σμούς μιάς άλλης πόλης, ότι φατρίες προτιμούν νά χαθεί ή εθνι κή ανεξαρτησία παρά νά επικρατήσουν οί πολιτικοί αντίπαλοι τους. Ό Ξενοφών, φιλολάκων άπό πολιτικές καί κοινωνικές πεποι θήσεις, είναι ό τέλειος τύπος τού Έλληνα πού έχει κόψει κάθε δεσμό μέ τήν πατρίδα του. Αρχίζει νά γίνεται γνωστός ώς αρ χηγός άλλων ομοίων του, πού ό θάνατος ενός διεκδικητή θρόνου τούς έκαμε νά περιπλανηθούν στήν καρδιά τής 'Ασίας. "Οταν επιστρέφει στήν Ευρώπη, δέν νιώθει κανέναν ενδοιασμό, Αθη ναίος αυτός, νά πολεμήσει κατά τής Αθήνας στό πλάι τοΰ φίλου του Αγησίλαου. Κουρασμένος, αποσύρεται σέ ένα ωραίο κτήμα στον Σκιλλούντα τής Ηλείας γιά νά ζήσει μέ αυτά πού τοΰ απέ φερε ή πολεμική λεία του, ήσυχα, ένδοξα, σάν πυργοδεσπότης φιλόθηρος καί θεοσεβούμενος. Τέλος, Οταν ό πόλεμος τόν διώ χνει άπό έκεΐ, απορρίπτει τίς προσφορές τών συμπατριωτών του πού τόν συγχωροΰν καί τόν καλοΰν πίσω, καί εγκαθίσταται στήν Κόρινθο, όπου πεθαίνει. Ή ψυχρή αδιαφορία ενός Ξενοφώντα είναι πιό χαρακτηριστι κή άπό τή μνησικακία ενός Αλκιβιάδη. 'Ακόμη πιό χαρακτηρι στική είναι ή αλληλεγγύη ολόκληρων κομμάτων άπό πόλη σέ πόλη. Ή αλληλεγγύη αύτη δέν δημιουργεί μόνο ηθικούς δε σμούς* τείνει νά καταργήσει πραγματικά τά σύνορα. 'Από τόν 5ο αιώνα οί δημοκράτες διαφόρων πόλεων είχαν αποκτήσει τή συνήθεια νά ζητούν τή βοήθεια τής Αθήνας, καί ή 'Αθήνα πα ρασύρθηκε, αρχικά, παρά τή θέληση της, νά περιορίζει μέ τίς * Ό Ιππίας, γιος τοϋ Πεισίστρατου, ζήτησε τή βοήθεια τοΰ Πέρση βασιλέα, γιά νά ανακτήσει τήν εξουσία στήν 'Αθήνα.
334
Μ Ε Τ Α Σ Χ Η Μ Α Τ Ι Σ Μ Ο Σ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Η Σ ΖΩΗΣ
επεμβάσεις της την αυτονομία τών συμμαχικών πόλεων. "Επει τα ό Λύσανδρος έκαμε έ'ργο του τό νά συγκεντρώσει τίς ολιγαρ χίες ολόκληρης τής Ελλάδας ύπό τήν ηγεμονία τής Σπάρτης. Απόπειρες πρόωρες καί κυρίως πολύ πλατιές γιά τήν εποχή εκείνη. Άλλά σύντομα ένα ιδιαίτερο γεγονός δείχνει μέ ακρίβεια πώς τά πολιτικά πάθη μποροΰσαν νά δράσουν εναντίον τής πό λης. Τό 393 ή Κόρινθος σπαραζόταν άπό τούς κοινωνικούς α γ ώ νες: οί δημοκρατικοί ήθελαν πόλεμο μέ τή Σπάρτη, σέ συμφω νία μέ τή Θήβα, τήν Αθήνα καί τό Άργος' οί ολιγαρχικοί ήταν οπαδοί τής ειρήνης καί τής σπαρτιατικής συμμαχίας. Οί ολιγαρ χικοί ετοίμαζαν ένα κίνημα" άλλά οί δημοκρατικοί τούς πρόλα βαν, τούς αιφνιδίασαν σέ μιά γιορτή, καί σκότωσαν πολλούς άπό αυτούς. Κατόπιν, μήν έχοντας καμιά ελπίδα Οτι θά μποροΰσαν νά σώσουν τήν ανεξαρτησία τής πόλης χωρίς εξωτερική βοήθεια, αποφάσισαν νά ένωθοΰν μέ τό Άργος. Οί στήλες πού σημάδευαν τά Ορια ανάμεσα στήν Κόρινθο καί στό Άργος ξηλώθηκαν. Στις επίσημες πράξεις εμφανίστηκε μόνο τό Ονομα τοΰ "Αργούς. Ή Κόρινθος εξαφανιζόταν άπό τόν κατάλογο τών ελληνικών πόλε ων μέ δική της συγκατάθεση. Είναι αλήθεια ότι ή λύσσα τών ολιγαρχικών πού επέζησαν κατόρθωσε γρήγορα νά καταστρέψει τό επαναστατικό έργο' άλλά μέ ποιο μέσο; Άνοιξαν μιά πόρτα τών μακρών τειχών στό στρατό τών Λακεδαιμονίων. Ανάμεσα στό Ά ρ γ ο ς καί στή Σπάρτη, ή Κόρινθος δέν κατάφερε νά διατη ρήσει τήν αυτονομία της παρά μέ ένα είδος ισορροπίας ανάμεσα σέ κόμματα πού δέν ενδιαφέρονταν πιά γιά αυτονομία. 78
335
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ
Επειδή ό χαρακτήρας τών ανθρώπινων θεσμών εξαρτάται κα τά κανόνα άπό τόν τρόπο εφαρμογής τους, ή μεταβολή τών κοινωνικών ιδεών επιφέρει αναγκαστικά σοβαρές αλλαγές στό πολιτικό καθεστώς. Ή Ελλάδα τοΰ 4ου αιώνα απέκτησε αυτή τήν εμπειρία. Ένώ άλλες πόλεις αναστατώνονταν άπό επαναστά σεις τίς όποιες συνόδευαν σφαγές, εξορίες καί συλλογικές δη μεύσεις, ή 'Αθήνα, κατά τή διάρκεια αγώνων πού δέν επέσυραν, τουλάχιστον, παρά μόνο ατομικές καταδίκες, έ'βγαζε άπό τή δη μοκρατική άρχή καινούρια συμπεράσματα. Α' Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΤ ΔΗΜΟΤ ΤΟΝ 4ο ΑΙΩΝΑ
Ή εκκλησία τοΰ δήμου δέν μποροΰσε νά παραμείνει Ο,τι ήταν πρίν άπό τόν πελοποννησιακό πόλεμο καί τά ολιγαρχικά πραξι κοπήματα. Στό βαθμό πού ή ιστορία έ'χει διαχωριστικές γραμ μές, τό έ'τος αρχής τοΰ Ευκλείδη (403 /2) σημειώνει άπό κάθε άποψη ενα τέλος καί μιά άρχή. Άπό αυτή τή στιγμή ή εκκλη σία θά ασκήσει μιά εξουσία όλο καί πιο «τυραννική», θέτοντας όμως τά ιδιωτικά συμφέροντα όλο καί περισσότερο πάνω άπό τήν κοινή ωφέλεια: έτσι ή πόλη δέν φάνηκε ποτέ τόσο δυνατή δσο τήν εποχή δπου τά άτομα, μέ τό νά τήν εκμεταλλεύονται, ετοιμάζουν τήν καταστροφή της. Τόν 4ο αιώνα ή λαϊκή κυριαρχία παρουσιάζει παράξενο θέα μα. Θά παλέψει σταθερά ανάμεσα στήν τάση τής απολυταρχίας πού τής είναι φυσική καί σέ μιά κληρονομική ανάγκη νά αντι τάσσει νόμους στις απροσδόκητες συνέπειες τών ψηφισμάτων. Ή γραφή παρανόμων ήταν άλλοτε ό κύριος τρόπος άμυνας τοΰ δημοκρατικού συντάγματος. Μιά διπλή εμπειρία έδειξε Οτι οί οπαδοί τής ολιγαρχίας δέν μπορούσαν νά κατακτήσουν τήν 336
Φ Θ Ο Ρ Α ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
εξουσία, άν δέν παραμέριζαν αυτό τό εμπόδιο. Ή τελική ήττα τους διασφάλισε τό θεσμό άπό κάθε απόπειρα. Άλλά τόν καιρό ακριβώς Οπου απέβαινε άτρωτος, τή χρονιά ακριβώς πού ήταν άρχων ό Ευκλείδης, μιά γενική αναθεώρηση τών νόμων τόν έκαμε λιγότερο αναγκαίο. "Εκτοτε θά γίνει κατάχρηση τοΰ θε σμού αυτού κατά τόν κομματικό ανταγωνισμό. Άντί νά εξασφα λίζει μέ φοβερές απειλές μιά προστασία ανώτερης μορφής στό πολίτευμα, δέν είναι πιά παρά ένα κοινό όπλο στά χέρια τών αντιπάλων πού συγκρούονται στήν Πνύκα: σύντομα αμβλύνεται καί χαλάει. Είναι ακόμη ικανός νά επιφέρει θανατική ποινή* μπορεί όμως καί νά χρησιμοποιηθεί γιά νά επιβληθεί ένα γελοίο πρόστιμο είκοσι πέντε δραχμών. Νά ένα πολύ χαρακτηριστικό γεγονός: ένας αρχηγός κόμματος, ό Άριστοφών ό Άζηνιεύς, υποχρεώθηκε νά υπερασπιστεί τόν εαυτό του απέναντι σέ κατη γορία γιά παρανομία εβδομήντα πέντε φορές. "Εφτασαν σέ ση μείο όπου ή γραφή παρανόμων, χωρίς νά εμποδίζει τήν εκκλη σία νά νομοθετεί στά τυφλά, κατάντησε εμπόδιο ακόμη καί σέ σωστές καινοτομίες, καί χαλινός στήν ελευθερία τοΰ λόγου, γιά τήν όποια οί πολίτες ήταν τόσο υπερήφανοι. Μιά άλλη διαδικασία θά μποροΰσε, ίσως, νά αναπληρώσει τίς ανεπάρκειες τής γραφής παρανόμων: ή εισαγγελία. 'Τπέστη όμως τήν ίδια φθορά. Τόν 5ο αιώνα προοριζόταν νά τιμωρεί τά εγκλήματα πού δέν προέβλεπαν οί νόμοι καί πού έπιβουλεύονταν τήν ασφάλεια τού κράτους, τήν προδοσία καί τήν εσχάτη προδοσία, όπου συμπεριλαμβανόταν ή απόπειρα ανατροπής τής δημοκρατικής κυβέρνησης μέ έργα καί μέ λόγια. Επειδή δέν υπήρχαν ειδικοί νόμοι, τά δικαστήρια δέν μποροΰσαν νά επιλη φθούν άμεσα* ήταν έργο τής εκκλησίας ή της βουλής νά λάβει τά αναγκαία μέτρα γιά τή σωτηρία τοΰ κράτους. Επέσυρε τόσο μεγάλες ποινές, ώστε οί κατηγορούμενοι αυτοεξορίζονταν χωρίς νά περιμένουν τήν απόφαση. Ό λαός αγαπούσε αυτόν τό θεσμό, τόν όποιο απέδιδε στον Σόλωνα, γιατί προσέδιδε φοβερή απο τελεσματικότητα στό δικαίωμα του νά εκδικάζει τίς πολιτικές υποθέσεις. Ή εισαγγελία καταργήθηκε μαζί μέ τή γραφή πα ρανόμων άπό τούς Τετρακόσιους καί αναμφίβολα άπό τούς Τρι άκοντα. Αποκαταστάθηκε κατά τήν αρχοντιά τοΰ Ευκλείδη* δημοσιεύτηκε μάλιστα καί ένας νόμος (ό είσαγγελτικός νόμος) ό όποιος, χωρίς νά τήν ορίζει ρητά, άπαριθμοΰσε τίς περιπτώ σεις τής εφαρμογής της σύμφωνα μέ τά προηγούμενα. Αυτός 1
2
3
4
5
6
7
8
9
10
337
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ό φαινομενικός περιορισμός δέν χρησίμευσε σέ τίποτε. Μέ μιά σειρά εξομοιώσεις οί Αθηναίοι έφτασαν στό σημείο νά θεωρούν απόπειρες κατά τής δημοκρατίας εγκλήματα, αδικήματα ή άπλά πταίσματα πού δέν είχαν καμία σχέση μέ τίς πράξεις πού, κατά τό νόμο, ύπόκεινταν στήν εισαγγελία. Ό Υπερείδης διαμαρτύ ρεται γιά τέτοιες καταχρήσεις καί δίνει παραδείγματα πού δι καιολογημένα τά χαρακτηρίζει γελοία: ό Λυκόφρων έχει κατη γορηθεί επειδή εξέτρεψε μιά γυναίκα άπό τό συζυγικό καθήκον ό Άγασικλής, γιατί γράφτηκε σέ άλλο δήμο άπό τόν δικό του" ό Δίογνις καί ό 'Αντίδωρος, γιατί νοίκιασαν αύλήτριες πάνω άπό τή νόμιμη ταρίφα ό Εύξένιππος, γιατί έκαμε ψεύτικη αναφορά γιά ένα Ονειρο πού είχε δει μέσα σ' ένα ναό. Ένα ακόμη όπλο τής πόλης πού τό έφθειραν τά πολιτικά μίση. Τί νά κάμουν γιά νά ορθώσουν ένα φράγμα στό ξεχείλισμα τών παράνομων προτάσεων; Θυμήθηκαν τίς επιτροπές τών νο μοθετών οί όποιες επανέφεραν τούς νόμους τής δημοκρατίας με τά άπό τίς δίκες τοΰ 4 1 0 καί τοΰ 403. Τότε είχαν δώσει στις επι τροπές έκτακτες εξουσίες μέ μέτρα πού επέβαλλαν οί περιστά σεις τώρα τίς έκαμαν κανονικό θεσμό. Ή ύπαρξη αυτών τών νομοθετών νέου τύπου μαρτυρεΐται άπό μιά αγόρευση τοΰ Δη μοσθένη κατά τοΰ Λεπτίνη τό 355 /4, ίσαμε μιά επιγραφή πού χρονολογείται τό 3 2 9 /8. Α υ τ ή τή φορά βλέπουμε τό λαό νά πα ραιτείται συστηματικά άπό τή νομοθετική εξουσία, γιά νά μήν μπει στον πειρασμό νά κάμει κατάχρηση. Ή άρχή είναι σαφής: «απαγορεύεται νά καταργηθεί νόμος πού υπάρχει, εκτός έάν τό επιτρέψουν οί νομοθέτες». "Ετσι, άπό τήν πρώτη συνεδρία τοΰ χρόνου, στις 1 1 τοΰ Έκατομβαιώνα, ή εκκλησία πρέπει νά ψηφίσει γιά όλους τούς νόμους (έπιχειροτονία τών νόμων), ώστε νά φανεί άν κάποιος πρέπει νά καταργηθεί. Σ' αυτή τήν ψηφοφορία ό λαός αποφασίζει λαμ βάνοντας υπόψη εκθέσεις τών αρχόντων δπου επισημαίνεται κά ποιο ελάττωμα, κενό ή αντίφαση, πού αποκαλύφθηκε κατά τή διάρκεια τοΰ περασμένου χρόνου στήν ισχύουσα νομοθεσία. Ά ν ή πλειοψηφία αποφασίσει αναθεώρηση, κάθε πολίτης μπορεί νά προτείνει καινούριες διατάξεις πάνω στό αμφισβητούμενο ση μείο, μέ τόν δρο νά αναρτήσει τό σχέδιο του στις βάσεις τών ανδριάντων πού παρίσταναν τούς επώνυμους ήρωες τών φυλών καί νά αναλάβει τήν ευθύνη γράφοντας τό Ονομά του. Στήν τέ ταρτη τακτική συνεδρίαση τής πρώτης πρυτανείας ένα ψήφισμα -
11
-
12
338
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
καθορίζει, τόν αριθμό τών νομοθετών πού καλούνται νά συνε δριάσουν, τή διάρκεια τής υπηρεσίας τους, τή διαδικασία πού θά ακολουθήσουν, τά κονδύλια άπό τά όποια θά πληρωθούν, καί καταρτίζει τό πρόγραμμα τους υποδείχνοντας τίς διατάξεις πού πρέπει ενδεχόμενα νά αλλάξουν ή νά συμπληρώσουν. Ή εκκλη σία δίνει λοιπόν οδηγίες στους νομοθέτες· επιπλέον διορίζει τέσ σερις ή πέντε συνηγόρους ή συνδίκους επιφορτισμένους νά υπο στηρίξουν τούς νόμους πού πρόκειται νά εξεταστούν. Ό ρόλος της όμως τελειώνει, τό δικαίωμα της εξαντλείται, άπό τή στιγ μή πού Ορισε τούς εντολοδόχους της. 'Από εκείνη τή στιγμή δέν νομοθετεί ή εκκλησία άλλά τό σώ μα τών νομοθετών, πού αποτελείται άπό πεντακόσια ένα ή χίλια ένα μέλη. 'Υποδείχνονται ανάμεσα στους πολίτες πού έ'χουν δώ σει τόν ήλιαστικό Ορκο, είναι ηλικιωμένοι καί έμπειροι. Συγκα λούνται άπό τούς πρυτάνεις καί έ'χουν τόν δικό τους κανονισμό. Ή γραμματεία τους αποτελείται, όπως καί τής εκκλησίας, άπό προέδρους, ό επικεφαλής τών όποιων, ό επιστάτης, αλλάζει σέ κάθε συνεδρίαση. "Οσο γιά τή διαδικασία, είναι ίδια μέ τή δια δικασία τών ήλιαστών. Δέν συζητούν, άλλά διεξάγουν μιά δίκη ώς κριτές. Οί συνήγοροι υπερασπίζονται τό νόμο πού προσβάλ λεται, ό συντάκτης τού καινούριου νόμου υποστηρίζει τά πλεονε κτήματα του σέ σχέση μέ τόν προηγούμενο. Μετά άπό αυτό ό επιστάτης καλεί τούς δικαστές νά ψηφίσουν γιά τόν παλαιό καί τό νέο νόμο διαδοχικά. Θά ισχύσει όποιος πάρει τίς περισσότε ρες ψήφους. Χωρίς άλλες διατυπώσεις, χωρίς επέμβαση ούτε τής βουλής ούτε τής εκκλησίας, καταγράφεται άπό τόν γραμματέα-άρχειοφύλακα τοΰ κράτους, γιά νά ταξινομηθεί μέ τά κεί μενα πού έ'χουν ισχύ νόμου. Σύμφωνα μέ τά γραπτά πού έφτασαν ώς εμάς αυτή ή διαδικα σία εφαρμόζεται σέ δύο περιπτώσεις: νομιμοποιεί τά ψηφίσματα τοΰ περασμένου έτους πού επέβαλαν δαπάνες γιά τίς όποιες δέν
υπήρχε πρόβλεψη στον προϋπολογισμό, καί επιτρέπει αλλαγές στους ιερούς νόμους, παραδείγματος χάρη γιά τίς απαρχές τής Ελευσίνας καί γιά τή γιορτή τοΰ Αμφιάραου. Άλλά δέν βλέ πουμε γιατί δέν θά άρμοζε καί σέ πολλές άλλες περιπτώσεις. Πρέπει λοιπόν νά υποθέσουμε ότι αυτή ή διαδικασία ειχε γενική ^χύ. Πώς συμβαίνει Ομως ώστε ό Αριστοτέλης νά μήν πει ούτε λέξη σχετικά μέ αυτήν, όταν περιγράφει τήν αθηναϊκή πολιτεία; 13
14
339
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
Μήπως επειδή, δπως ειπώθηκε, δλα δσα αφορούσαν τή νομο θεσία ό δάσκαλος τά άφησε γιά τδ μαθητή του Θεόφραστο, πού επρόκειτο πραγματικά νά γράψει μιά πραγματεία γιά τούς Νό μους] "Οχι' γιατί, παραλείποντας μιά λέξη, αρκετή γιά νά ακρι βολογήσει, θά παραποιούσε συνειδητά τόν πίνακα πού σκιαγρα φούσε. "Αλλωστε, στά Πολιτικά, Οχι μόνο εισάγει τήν έκδοση νόμων στό χώρο τής άσκησης τών κυριαρχικών δικαιωμάτων, άλλά καί κατηγορεί επανειλημμένα τήν αθηναϊκή δημοκρατία δτι νομοθετεί μέ ψηφίσματα. Φαίνεται λοιπόν δτι, κατά τήν κρίση του, δλη αυτή ή διαδικασία δέν ειχε μεγάλη σημασία, καί οί αποφάσεις τών νομοθετών, άν καί περιβάλλονταν μέ πιο πε ρίπλοκους τύπους, δέν διέφεραν ουσιαστικά άπό τά ψηφίσματα τής εκκλησίας. Οί καλύτερες προθέσεις, οί πιο σωστές ιδέες, δέν ήταν ικανές νά περιστείλουν τίς ασυνέπειες καί τίς αυθαιρεσίες τής εκκλησίας τοΰ δήμου. «Τί αξίζουν οί νόμοι χωρίς ήθη;» Αυτός ό λαός ό τόσο υπερήφανος γιά τά κυριαρχικά δικαιώ ματα του, εννοούσε, μολαταύτα, νά πάρει σέ ισχυρό νόμισμα τήν αμοιβή γιά τόν κόπο πού κατέβαλε ακριβώς γιά νά ασκήσει αυ τά τά δικαιώματα. Παρατηρούμε έδώ μιά άπό τίς πιο έντονες διαφορές πού υπάρχουν ανάμεσα στους Αθηναίους τής παλαιάς καί τής νεώτερης εποχής. Τόν 5ο αιώνα οί πολίτες ενδιαφέρονταν πολύ γιά τίς δημόσιες υποθέσεις, καί πολλοί άπ' αυτούς πήγαι ναν στήν εκκλησία. Στήν άρχή τοΰ 4ου αιώνα καθένας είναι τό σο απασχολημένος μέ τίς υποθέσεις του, ώστε ή Πνύκα μένει έρημη. Δέν πρέπει νά νομίσουμε ότι απείχαν κυρίως οί εύπορες τάξεις, άν καί συχνά έχει διατυπωθεί ό ισχυρισμός ότι οί πλού σιοι, αηδιασμένοι άπό τό νά εκμηδενίζονται σέ δλες τίς συζητή σεις, αποσύρονταν άπό τήν πολιτική ζωή. Καί οί φτωχοί απεί χαν εξίσου άπό τήν εκκλησία. Χρειαζόταν νά τούς ωθήσουν νά πηγαίνουν στις συνελεύσεις, γιατί κινδύνευε νά αλλοιωθεί ό ίδιος ό χαρακτήρας τοΰ καθεστώτος καί τής δημοκρατίας, νά μετα βληθεί ή κυβέρνηση τοΰ συνόλου σέ ολιγαρχία, σέ κυβέρνηση ενός μικροΰ αριθμού. Τά τρομερά χρόνια πού ακολούθησαν τήν πτώση τής Αθήνας καί τήν τυραννία τών Τριάκοντα, δταν οί πιο σταθεροί υποστηρικτές τοΰ πολιτεύματος, οί βιοτέχνες, δυ σκολεύονταν νά συντηρηθούν καί δέν μπορούσαν νά χάσουν πολ λές μέρες τοΰ μήνα άπό τήν εργασία τους, «οί πρυτάνεις μηχανεύονταν κάθε λογής τέχνασμα προκειμένου νά πετύχουν τόν αριθ μό πού ήταν απαραίτητος γιά νά είναι έγκυρα τά ψηφίσματα». 15
16
17
15
340
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
Αποφάσισαν νά σταματήσουν μιά καί καλή τή μάστιγα τής α ποχής. Δέν μποροΰσαν, όπως σέ μερικές ολιγαρχίες, νά βάλουν πρόστιμο στους απόντες· μέ μιά αντίστροφη μέθοδο εξασφά λισαν αμοιβή στους παρόντες. 'Αρκοΰσε νά επεκταθεί στήν εκ κλησία τό σύστημα τής μισθοφορίας πού ίσχυε άπό εξήντα χρό νια στήν Ηλιαία. Μέ πρόταση τοΰ Άγύρριου δόθηκε αρχικά ένας όβολός* λίγο αργότερα, ό Ηρακλείδης ό Κλαζομένιος πρότεινε νά ανέβει σέ δύο όβολούς, καί ό Άγύρριος, άντεπιτιθέμενος, πέ τυχε νά φτάσει στους τρεις. Επειδή τόν 4ο αιώνα αυξήθηκε τό κόστος ζωής, δέν σταμάτησαν έκεΐ: τήν εποχή τοΰ Αριστο τέλη τό εκκλησιαστικό κέρμα άξιζε μία δραχμή γιά τίς κανονι κές συνεδριάσεις καί μιάμιση γιά τίς κύριες. Τό τριώβολο τών εκκλησιαστών, ακόμη περισσότερο ή δραχ μή, ξεσήκωσε πολλές κριτικές. Στήν αρχαιότητα, τή δημοκρα τία τήν κατηγορούσαν οί εχθροί της ότι έκανε τό πλήθος οκνηρό, φλύαρο καί άπληστο* πολλοί νεώτεροι έχουν εκφέρει τήν ίδια γνώμη. Σ' αυτές τίς κριτικές ή απάντηση είναι εύκολη. Είδαμε ποιοι υλικοί καί ηθικοί λόγοι δικαιολογούν τό θεσμό: έπρεπε νά εξασφαλίζει στους λιγότερο εύπορους πολίτες τήν απαραίτητη οικονομική άνεση, ώστε νά μετέχουν στήν πολιτική ζωή. Θά ήταν Ομως άξιοκατάκριτο τέχνασμα, άν ειχε καταστρέψει οικο νομικά τό κράτος. Άλλά οί οικονομικές επιπτώσεις δέν ήταν τόσο σοβαρές. Σέ εποχή όπου ό ημερήσιος μισθός ενός εργάτη ήταν μιάμιση δραχμή, τό τριώβολο ήταν απλώς μιά μικρή απο ζημίωση. Δέν δινόταν άλλωστε σέ όλους τούς πολίτες: ένα προ καθορισμένο κονδύλι τοΰ προϋπολογισμού κατανεμόταν ανάμεσα στις συνεδριάσεις τοΰ χρόνου, καί τό ποσό πού προοριζόταν γιά κάθε συνεδρίαση καθόριζε καί τόν αριθμό τών κερμάτων πού θά μοιράζονταν σέ όσους έφταναν πρώτοι. Γιά νά πάρει κανείς τρι ώβολο, έπρεπε νά είναι έκεΐ άπό πολύ νωρίς, άπό τό «δεύτερο λάλημα τοΰ πετεινοΰ», καί νά περιμένει ώς τό τέλος τής συνε δρίας, γιά νά αλλάξει τό κέρμα μέ χρήματα. Κοντολογίς, μέ λίγα έξοδα επιτεύχθηκαν μεγάλα αποτελέσματα. Άλλά, όσο καί άν ό εκκλησιαστικός μισθός δέν αξίζει τίς κα τηγορίες πού διατυπώθηκαν εναντίον του, εξακολουθεί νά παραμέ 19
20
21
22
23
24
νει αξιόλογη ένδειξη γιά τήν αλλαγή πού έγινε τόν 4ο αιώνα στά
ήθη καί στό δημόσιο πνεΰμα. Δέν είναι πιά ή εποχή όπου ό πο λίτης αφιερωνόταν στήν πόλη, χωρίς άλλο κέρδος άπό τήν ικα νοποίηση πού παρέχει ή εκτέλεση τοΰ καθήκοντος καί ή συνείδη341
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ση ότι συμβάλλει στο κοινό καλό. Τώρα ή πόλη πρέπει νά κα ταλάβει δτι δέν μπορεί νά υπάρχει παρά ενόσω φροντίζει πρώτα γιά τά συμφέροντα τών ιδιωτών πού ασχολούνται μ' αυτήν: γιά νά πετύχει άπό τούς πολίτες τή συνδρομή πού χρειάζεται, πρέ πει νά πληρώσει. Ή διεύθυνση τής εκκλησίας υφίσταται επίσης τόν 4ο αιώνα αλλαγές, τό νόημα τών οποίων χρειάζεται νά φωτιστεί. 'Από τήν εποχή τοΰ Κλεισθένη τή γραμματεία τής βουλής καί τής εκκλησίας τήν αποτελούσαν οί πρυτάνεις, καί ή προεδρία άνηκε σ' έναν επιστάτη, πού κληρωνόταν γιά κάθε συνεδρία. "Ε πειτα άπό μιά χρονολογία, τήν όποια κανένα κείμενο δέν ορίζει ρητά, ή γραμματεία έχει εντελώς διαφορετική σύνθεση: ό επι στάτης τών πρυτάνεων κληρώνει πρίν άπό κάθε συνεδρία εννιά προέδρους, έναν άπό κάθε φυλή, εκτός άπό τήν πρυτανεύουσα, καί άπό αυτούς κληρώνει τόν επιστάτη τους* τοΰ παραδίδει τήν ημερήσια διάταξη καί τοΰ αναθέτει τή φροντίδα νά διευθύνει τίς συζητήσεις. Προς τί αυτή ή αντικατάσταση τών πρυτάνεων άπό τούς προέδρους; Μερικές φορές τήν απέδωσαν στή συνηθισμένη δυσπιστία τών δημοκρατικών πού ήταν πάντα έτοιμοι νά μοιρά ζουν καί νά αποδυναμώνουν τήν εξουσία, γιά νά βασιλεύουν πιο σίγουρα. Υπέρ αυτής τής άποψης θά μποροΰσε νά αναφερθεί τό γεγονός δτι ένας βουλευτής δέν μπορεί νά γίνει πρόεδρος περισ σότερο άπό μιά φορά σέ κάθε πρυτανεία, ούτε επιστάτης τών προέδρων περισσότερο άπό μιά φορά τό χρόνο. Ωστόσο αυτή ή εξήγηση δέν ισχύει, γιατί ό θεσμός τών προέδρων στήν πραγ ματικότητα έχει ήμι-όλιγαρχικό παρελθόν, άφοΰ ίσχυσε επί με ρικούς μήνες τό 411 /ΙΟ, μέ τό καθεστώς τών Πέντε Χιλιάδων. Έξαλλου, έάν κοιτάξουμε προσεκτικότερα τίς διατυπώσεις τών ψηφισμάτων πού εκδόθηκαν κατά τό πρώτο τέταρτο τοΰ 4ου αιώνα, φτάνουμε στό συμπέρασμα δτι οί γραμματείες τών προέδρων δημιουργήθηκαν κατά τό χειμώνα τοΰ 378 /7. Ήταν ή στιγμή δπου ή 'Αθήνα άλλαζε τούς θεσμούς της, γιά νά τούς προσαρμόσει στήν καινούρια συμμαχία πού ξεκινούσε. Ή βουλή γινόταν ό σύνδεσμος ανάμεσα στήν αθηναϊκή εκκλησία καί τό σννέδριον τών άλλων πόλεων τό τμήμα τής βουλής πού εφημέ ρευε καί ό πρόεδρος του είχαν πολλά άλλα πράγματα νά κάνουν άπό τό νά εμφανίζονται στή γραμματεία καί στήν προεδρία τών συνελεύσεων. Γιά νά έκτελεστοΰν αυτές οί τυπικές υπηρεσίες ήταν καλύτερα νά υποδειχθούν πρόσωπα μέ περισσότερο διαθέ25
26
27
28
342
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
σιμο χρόνο, ένας αντιπρόσωπος άπό κάθε φυλή πού δέν ασκούσε τήν πρυτανεία. Αυτό τό σύστημα πρόσφερε, επιπλέον, τό πλεο νέκτημα ότι επικεφαλής σωμάτων πού βουλεύονταν τοποθετούν ταν μιά πληρέστερη αντιπροσωπεία τής δημοκρατίας. Δέν υπάρ χει λοιπόν λόγος επίκλησης προκαταλήψεων τής εσωτερικής πο λιτικής προκειμένου γιά μιά μεταρρύθμιση πού τήν επέβαλαν α νάγκες εξωτερικής πολιτικής. Ά ν όμως άπό τό πρωτόκολλο στρέψουμε τά μάτια προς τήν πραγματικότητα, οί αληθινοί αρχηγοί τοΰ συγκεντρωμένου λαοΰ πού συνεδριάζει προσφέρουν ένα θέαμα συχνά δυσάρεστο. Δέν είναι πιά οί μεγαλογαιοκτήμονες, εκλεγμένοι στρατηγοί, Οπως ό Περικλής: ή πρόοδος στήν κατανομή τής πολιτικής εργασίας περιόρισε, γενικά, τούς στρατηγούς σέ αυστηρά στρατιωτικές αρμοδιότητες. Δέν είναι πιά ούτε βιομήχανοι ή εμπορευόμενοι: ό βυρσοδέψης Άνυτος, ή σταδιοδρομία τοΰ όποιου εκτείνεται άπό τό 410 ώς τό 399, είναι ό τελευταίος δημαγωγός αύτοΰ τοΰ είδους. Ή πολιτική έγινε ειδικό επάγγελμα πού περιλαμβάνει διάφορες απασχολήσεις. "Εχει τούς επίλεκτους της, τούς ρήτο ρες. Οί ρήτορες, προερχόμενοι συχνά άπό πλούσιες καί ευυπό ληπτες οικογένειες, σχεδόν όλοι έξυπνοι καί μερικοί αξιόλογοι, μοιράζονται τίς αρμοδιότητες καί διεκδικούν μέ μανία τήν εξου σία. Ό Εύβουλος καί ό Λυκούργος υπήρξαν αληθινοί υπουργοί οικονομικών καί δημοσίων έργων ό Καλλίστρατος ό Άφιδναΐος καί ό Δημοσθένης, υπουργοί εξωτερικών. Κάτω άπό τούς πολι τικούς ηγέτες κινούνται ρήτορες δεύτερης σειράς, ((κύριοι τών ταραχών καί τών φωνασκιών», πολιτικάντηδες πού καλλιερ γούν τά πάθη τοΰ λαοΰ καί ικανοποιούν τίς επιθυμίες τους διε γείροντας τίς επιθυμίες τών άλλων, άνθρωποι πού ψαρεύουν σέ θολά νερά, δημαγωγοί καί συκοφάντες. Οί ίδιοι λένε γιά τόν εαυτό τους ότι είναι «οί σκύλοι τοΰ λαού»" υπερηφανεύονται ότι υπερασπίζουν τό λαό απέναντι στους λύκους πού παχαίνουν εις βάρος του. Μόλις αντιλαμβάνονται έναν πλούσιο, γαβγίζουν καί θέλουν νά δαγκάσουν. Αυτόκλητοι κατάσκοποι καί καταδότες εξ επαγγέλματος, σφετερίζονται τό δικαίωμα νά καταγγέλ λουν τούς πάντες, επικαλούμενοι κρατικά συμφέροντα —γίνονται ένα είδος εισαγγελέων. Στήν Πνύκα, όπως καί στήν Ηλιαία, συντηρούν έντεχνα τή δυσπιστία καί τό φθόνο, υπερθεματίζον τας στις νόμιμες διεκδικήσεις, ακόμη καί στις υπερβολικές αξι ώσεις. Απώτερος σκοπός τους δέν είναι νά προμηθεύσουν πό29
30
31
32
343
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ρους σέ Οσους δέν έ'χουν, άλλά μάλλον νά υποβιβάσουν αυτούς πού έ'χουν κάτι στο επίπεδο αυτών πού δέν έ'χουν τίποτε" γιατί, γιά νά πάνε μπροστά, πρέπει νά αφήνουν πάντα ανοιχτή τήν πληγή τής αθλιότητας καί νά διατηρούν τή διχόνοια πού αποτε λεί τό λόγο ύπαρξης τους. Μικροί ή μεγάλοι, αυτοί οί άνθρωποι πού ζουν άπό τήν πο λιτική, ορμούν διαρκώς οί μέν εναντίον τών δέ, μέ αφορμή τίς κομματικές διαφορές καί μέ κίνητρο τόν επαγγελματικό αντα γωνισμό. Μοιραία φτάνουν στό σημείο νά επιδιώκουν μάλλον προσωπικές επιτυχίες παρά τό καλό τοΰ κράτους. Είναι γνωστό τό χωρίο Οπου ό Πλάτων ειρωνεύεται τήν άμιλλα τών ανίκανων πού θέλουν νά κρατήσουν τό τιμόνι* αυτό τό διασκεδαστικό χω ρίο δπου ή φράση πλαγιοδρομεΐ, δπως τό πλοίο τοΰ οποίου περι γράφει τήν ταραγμένη πορεία: «Σκέψου αυτό πού μπορεί νά συμβεί σέ ένα ή σέ περισσότε ρα πλοία. 'Από τή μιά μεριά ένας καπετάνιος ανώτερος άπ' ό λους τούς άντρες τοΰ πληρώματος σέ ανάστημα καί σέ δύναμη, άλλά λίγο κουφός, λίγο μύωπας, καί μέ ναυτικές γνώσεις ελά χιστες. Άπό τήν άλλη μεριά ναΰτες πού διεκδικούν αναμεταξύ τους τή διεύθυνση τοΰ πλοίου, καθένας νομίζοντας ότι τοΰ ανή κει δικαιωματικά, χωρίς νά έχει μάθει ποτέ αυτήν τήν τέχνη, χωρίς νά μπορεί νά πει ποιος ήταν ό δάσκαλος του ούτε πότε τή διδάχτηκε* πού επιπλέον υποστηρίζουν δτι αυτή ή τέχνη δέν διδάσκεται, καί είναι έτοιμοι νά κομματιάσουν όποιον πει τό αν τίθετο* πού συνωστίζονται γύρω άπό τόν καπετάνιο καί κάνουν τά πάντα γιά νά τούς παραχωρήσει τό τιμόνι* πού άπό καιρό σέ καιρό, άν δέν τούς ακούει καί ακούει άλλους, σκοτώνουν τούς άλλους ή τούς πετούν στή θάλασσα, καί άποκτηνώνουν τό γεν ναίο καπετάνιο μέ μανδραγόρα,* μέ κρασί ή οτιδήποτε άλλο, παίρνουν τή διακυβέρνηση τοΰ πλοίου καί διαχειρίζονται όπως θέλουν δ,τι βρίσκεται στό πλοίο, μεθοΰν καί φουσκώνουν άπό φαΐ, καί πλέουν πιά δπως μποροΰν, στήν κατάσταση πού βρί σκονται, επαινώντας καί ονομάζοντας καλό ναύτη, καλό κυβερ νήτη, άριστο γνώστη τής ναυτικής τέχνης εκείνον πού είναι ικα νός νά τούς βοηθήσει νά πάρουν άπό τόν καπετάνιο τή διακυβέρ νηση τοΰ πλοίου μέ τό καλό ή μέ τό άγριο, καί ψέγοντας γιά α νίκανο Οποιον αρνείται, ένώ δέν έχουν καμιά ιδέα γιά τό τί εί33
* Μανδραγόρας: φυτό (δίΓορα ί>8ΐ1&(1οη&) άπό τό όποιο παράγεται υ πνωτικό παρασκεύασμα.
344
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
ναι ό αληθινός κυβερνήτης, δέν ξέρουν Οτι πρέπει νά λάβει υπό ψη του τό χρόνο, τίς εποχές, τόν ουρανό, τά άστρα, τούς άνεμους καί Ολα όσα αφορούν τήν τέχνη του... "Οταν τά πλοία οδηγούν ται έτσι, δέν νομίζεις ότι ό αληθινός κυβερνήτης χαρακτηρίζεται μετεωροσκόπος, φλύαρος καί άχρηστος;» Ασφαλώς ή πνευματώδης κριτική τού ιδεαλιστή θεωρητικού χρειάζεται πολλούς περιορισμούς. "Οχι μόνο κρύβει μιά οπισθο βουλία, δηλαδή τή γνώμη ότι ένας μόνο φιλόσοφος πρέπει νά κυ βερνά τούς ανθρώπους, άλλά καί αποσιωπά τό γεγονός Οτι ό αθηναϊκός λαός ήταν πάντα σέ θέση νά εκλέγει σωστά. Ωστόσο σέ πολλές περιπτώσεις δικαιολογείται άπό τίς διαμάχες στήν εκκλησία, όπως αυτές παρουσιάζονται μέσα άπό τούς λόγους τών ρητόρων. Ά ν κατά τούς ιδεολογικούς αγώνες, στήν Πνύκα, ή εύγλωττία φτάνει καμιά φορά τό μεγαλείο, στις προσωπικές συζητήσεις κατεβαίνει σέ θλιβερά χαμηλό επίπεδο. Οί πιό μεγά λοι, ό Δημοσθένης τό ίδιο μέ τούς άλλους, βρίσκουν μνησίκακη ευχαρίστηση στό νά απευθύνουν στον αντίπαλο τίς πιό ποταπές ύβρεις, τίς πιό ανέντιμες κατηγορίες, τίς πιό φοβερές συκοφαν τίες, χωρίς νά φείδονται τήν ιδιωτική ζωή του ούτε καί τή ζωή τής οικογένειας του. Δέν θά τάραζαν τόσο βούρκο, άν φοβόντάν τή γενική αποδοκιμασία. Άλλά αυτές οί θανάσιμες μονομαχίες προκαλούσαν, φαίνεται, τίς ίδιες συγκινήσεις μέ τούς αγώνες τών πυγμάχων. Σπάνιοι θά ήταν οί άνθρωποι μέ μυαλό αρκετά κα θαρό γιά νά αντιληφθούν ότι τέτοια ήθη, πού εξευτέλιζαν ρήτο ρες καί ακροατές, ατίμαζαν τό βήμα καί τήν ίδια τήν πόλη. Άπό τίς πιό συνηθισμένες καί τίς πιό βαριές κατηγορίες πού αντάλλασσαν οί κομματιζόμενοι καί άκουγε ευχάριστα ή δημό σια κακεντρέχεια ήταν ή κατηγορία γιά διαφθορά ή δωροδοκία. Αγγίζουμε έδώ ένα άπό τά ελληνικά ελαττώματα. "Ηδη τόν 5ο αιώνα βλέπουμε τά πιό επιφανή πρόσωπα τής Σπάρτης, ακό μη καί βασιλείς, νά τείνουν τό χέρι προς τό χρυσάφι πού πρόσφε ραν ξένοι στήν Αθήνα, κατά τίς συζητήσεις γιά τήν εξωτερική πολιτική, υπερβολικά επιπόλαιες υ π ο ψ ί ε ς έκαναν τήν ελευθερία τοΰ λόγου νά παραλύει καί, επιπλέον, καθιστούσαν επικίνδυνη τή διαχείριση τών δημοσίων χρημάτων, κυρίως τών μυστικών κονδυλίων, γιά όσους ήταν επιφορτισμένοι μέ αυτήν. Ωστόσο, εκείνη τήν εποχή, γιά νά σταθοΰν οί υποψίες χρειάζονταν συγ κεκριμένα γεγονότα. Τόν 4ο αιώνα όμως, όταν οί πολιτικάντη δες είναι επαγγελματίες, όταν πολλοί άπό αυτούς, ένώ άρχισαν 34
-
35
345
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
φτωχοί τήν πολιτική σταδιοδρομία τους, κατοικούν τώρα σέ πλούσια σπίτια καί επιδείχνουν αλαζονική πολυτέλεια, τί μπορεί νά σκεφτεί ό λαός γι' αυτές τίς σκανδαλώδεις περιουσίες; Άπο καιρό σέ καιρό θυμώνει, κραδαίνει τά δπλα πού τοΰ προσφέρει το οπλοστάσιο τοΰ ποινικοΰ δικαίου: τήν εισαγγελία, τίς αγω γές γιά υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος ή γιά αποδοχή δ<υρων (γραφή κλοπής χρημάτων δημοσίων, δώρων, δωροξενίας). Άλ λά δσοι δέν έχουν ήσυχη τή συνείδηση τους καταφεύγουν στήν υποκρισία ή στον κυνισμό, γιά νά υποδείξουν ώς εξιλαστήριο θύ μα κάποιον άπό αυτούς τούς λογογράφους πού κερδίζουν τή ζωή τους γράφοντας λόγους γιά τούς άλλους, σάν νά μήν ήταν τό επάγγελμα αυτών τών δικηγόρων-συγγραφέων τό τιμιότερο άπό όσα δημιούργησαν οί ανάγκες τής πολιτικής καί τής δικαστικής ζωής. Ή γενική δυσπιστία, παίρνοντας λαθεμένο δρόμο καί μήν ξέροντας πολύ καλά άπό ποΰ νά πιαστεί, ταλαντεύεται ανάμεσα στήν οργή καί στό σκεπτικισμό. Ό λαός, κλίνοντας πάντα προς τή ((φιλανθρωπία», εφαρμόζει μέ τόν τρόπο του τούς νόμους πού απαγορεύουν στους ρήτορες νά αποκομίζουν κέρδος άπό όσα λένε άπό τό βήμα. Παραδέχεται ότι ή ελευθερία τής σκέψης καί τοΰ λόγου έχει επακόλουθο τό δικαίωμα νά δέχεται κανείς χρή ματα, γιά νά υποστηρίξει μιά γνώμη, άρκεΐ νά είναι ειλικρινής καί νά μή βλάπτει συνειδητά τή χώρα. Ερμηνεία πού πάει μα κριά, όταν τό χρήμα έρχεται άπό τό εξωτερικό. Ό Αισχίνης ήταν σέ πλεονεκτική θέση. Τό γαϊδούρι τό φορτωμένο χρυσάφι πού έστελνε ή Μακεδονία στις πόλεις γιά τό συμφέρον της μπο ροΰσε νά περάσει τά τείχη τής Αθήνας έν γνώσει όλων. Αυτό τό γεγονός δέν ήταν άπό τίς μικρότερες αιτίες καταστροφής τοΰ κα θεστώτος τής πόλης. Ό λαός, κατευθυνόμενος άπό ανθρώπους πού πολύ συχνά που λούσαν τό ταλέντο τους χωρίς έγνοια γιά τό κοινό συμφέρον, εκ μεταλλευόταν τήν κυριαρχία του γιά νά αποκομίσει υλικά αγαθά, ακόμη καί εις βάρος τοΰ δημόσιου ταμείου. Ή άρχή πού εφάρ μοζε ή αθηναϊκή δημοκρατία δέν είναι, άλλωστε, ειδική ούτε στήν Αθήνα ούτε στή δημοκρατία. "Ολες τίς εποχές, σέ όλες τίς πόλεις τής Ελλάδας καί μέ όλα τά καθεστώτα, ή πολιτική κυ ριαρχία επέτρεπε οικονομικά πλεονεκτήματα. Είχαν δεχτεί, πα ραδείγματος χάρη, Οτι μερικοί έκτακτοι πόροι τοΰ κράτους, όπως τά προϊόντα τών ορυχείων, μποροΰσαν νά μοιραστούν στους πο λίτες: αυτό έκαμαν καί οί Σίφνιοι τόν 6ο αιώνα. Άλλά ό δια36
37
38
346
Φ Θ Ο Ρ Α ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
φορετικός τρόπος μέ τόν οποίο εφάρμοσαν οί Αθηναίοι αυτόν τόν κανόνα δύο φορές σέ διάστημα εκατόν σαράντα χρόνων, φω τίζει ανελέητα τή μεταβολή τοΰ δημόσιου πνεύματος: τό 483, μέ πρόταση τοΰ Θεμιστοκλή απέρριψαν τίς εισηγήσεις πού είχαν εγωιστικά κίνητρα καί διέθεσαν τελικά τό ασήμι τοΰ Λαυρίου στήν κατασκευή ενός στόλου, αύτοΰ πού τούς έ'δωσε τή νίκη τής Σαλαμίνας· άλλά λίγο πρίν άπό τήν ήττα στή Χαιρώνεια, όταν ό ρήτορας Λυκούργος πέτυχε τή θανατική καταδίκη καί τή δή μευση τής περιουσίας ενός άτομου πού απόκτησε τεράστια πε ριουσία μέ τήν παράνομη εκμετάλλευση μιάς εκχώρησης μεταλ λείων, μοιράστηκαν τήν περιουσία τοΰ κατάδικου άνά πενήντα δραχμές τό άτομο. Τό κόμμα πού ήταν στήν εξουσία έβρισκε πολύ φυσικό νά οικειοποιηθεί Ολα τά πιθανά κέρδη αύτοΰ τοΰ κανόνα. Άλλά για τί νά άρκεστοΰν σέ αβέβαια τυχερά; Δέν μποροΰσαν άραγε νά μεταβάλλουν τούς παλαιούς θεσμούς, ώστε νά τούς προσαρμό σουν στις καινούριες ανάγκες; Άπό τήν εποχή τοΰ Περικλή τό κράτος έδινε σέ όσους πολίτες ήθελαν δύο όβολούς γιά τήν είσο δο στό θέατρο: ήταν ή διωβελία τών θεαμάτων, τά θεωρικά.* Αργότερα, μετά τήν καταστροφή στή Σικελία καί τήν κατοχή τής Δεκέλειας άπό τούς Σπαρτιάτες, μέ πρόταση τοΰ Κλεοφώντα έδωσαν στους φτωχούς μιά καθημερινή ενίσχυση, πού ήταν επίσης δύο όβολοί καί τήν όποια ονόμαζαν επίσης διωβελία. Άλλωστε, τό κράτος ανέκαθεν πρόσφερε κανονικά εκατόμβες στους θεούς καί καμιά φορά δεχόταν άπό ξένους ηγεμόνες, σάν διπλωματικά δώρα, φορτία σταριοΰ: ευκαιρίες γιά πλούσιες διανομές κρέατος καί δημητριακών. Γιατί νά μή γίνει οριστική καί διαρκής ή οργάνωση τής δημόσιας βοήθειας, έτσι ώστε νά ενισχύουν τούς πολίτες πού είχαν ανάγκη, ή τουλάχιστον νά τούς χορταίνουν καί νά τούς διασκεδάζουν τίς μέρες τών εορτών; Τί καλύτερη χρήση γιά τά περισσεύματα τοΰ ταμείου; Έτσι, τά θεωρικά θά έχουν τό δικό τους ταμείο, πού θά τροφοδοτείται άπό χρόνο σέ χρόνο όλο καί πιο γενναιόδωρα: δέν πρέπει νά εξα σφαλίσουν στό λαό άρτον καί θεάματα, ρ ε ι η θ π ι β ΐ ο ί Γ Ο β η δ β δ ; Τόν 5ο αιώνα, δταν ακόμη επέμεναν νά συμβιβάσουν τά δι καιώματα τών πολιτών μέ τά δικαιώματα τής πόλης, έβλεπαν ήδη στή μισθοφορά τό ουσιαστικό στοιχείο τής δημοκρατικής διακυβέρνησης, έτσι ώστε πρώτη πράξη τής ολιγαρχίας, δταν έπαιρνε πάλι τήν εξουσία, ήταν νά τήν καταργήσει. Άπό τή 39
40
1
12
43
44
347
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
στιγμή πού το πλήθος δέν σκέφτεται πιά τίποτε άλλο πέρα άπο τήν ικανοποίηση εγωιστικών ενστίκτων, το θεωρικο αποβαίνει θεμέλιος λίθος τοΰ καθεστώτος. Μερικοί πατριώτες προσπαθούν ακόμη νά θυμίσουν τίς ανάγκες τής εθνικής άμυνας, νά αντιθέ
σουν στά θεωρικά τά στρατιωτικά" τά περισσεύματα τοΰ προϋ πολογισμού αποτελούν τό αντικείμενο τής παρτίδας πού παίζε ται στήν Πνύκα* ό αχαλίνωτος αγώνας τών προσωπικών συμ φερόντων καί τοΰ κοινοΰ συμφέροντος, αυτό τό δράμα άπό τό όποιο εξαρτάται ή τύχη τής Αθήνας, συμπυκνώνεται στον αν ταγωνισμό τών δύο ταμείων. Άλλά ακόμη καί οί υπερασπιστές τής πόλης, ξέροντας ότι δέν μπορεί πιά νά υπάρξει αυτός ό θε σμός παρά μόνο μέ συνεννόηση ανάμεσα στους πλούσιους καί στους φτωχούς, είναι υποχρεωμένοι νά διακηρύξουν τήν σχεδόν συνταγματική άξια τών θεωρικών: δέν ανέχονται νά λένε κακό γι' αυτά, νά τά «βλασφημούν», καί ζητούν νά τά θεωρούν όλοι άθικτα. Οί δημαγωγοί φιλοτιμούνται νά προικίσουν τό πολυ αγαπημένο ταμείο μέ νέους πόρους, κυνηγώντας τούς πλουσίους ή κάνοντας οικονομικές ταχυδακτυλουργίες. Γιά νά μπορέσει ό λος ό κόσμος νά παρακολουθήσει τίς παραστάσεις τών τραγωδι ών, δίνουν στον καθένα μιά δραχμή, όταν είναι δυνατόν, άντί γιά δύο όβολούς. Αργότερα τό θεωρικο ανέβηκε σέ πέντε δραχμές καί διανεμήθηκε Οχι μόνο στά Διονύσια καί στά Παναθήναια, άλλά γενικά στις γιορτές. Ό Δημάδης, μάλιστα, θεωρεί τιμή του ότι πρόσφερε σέ κάθε πολίτη μισή μνά γιά νά γιορτάσει μέ αξιοπρέπεια τή χαρούμενη μέρα τών Χόων. * Δέν χρειαζόταν νά έχει κανείς μεγάλη ηθική ευαισθησία γιά νά αποδοκιμάσει τό σύστημα. Καταδικαζόταν μόνο του, μέ τήν αδυναμία του νά φτάσει τούς σκοπούς του, παρ' όλες τίς πλειο δοσίες τών δημαγωγών. Μιά αυστηρή παρατήρηση τών γεγο νότων καί τών αριθμών επαληθεύει αυτές τίς απαισιόδοξες σκέ ψεις τοΰ Αριστοτέλη: «ή κακία τών ανθρώπων τούς κάνει αχόρ ταγους: αρχικά ίκανοποιοΰνται μέ δύο όβολούς· άπό τή στιγμή πού αυτό γίνεται παράδοση, οί ανάγκες τους αυξάνουν διαρκώς, ώσπου νά μή γνωρίζουν πλέον Ορια* γιατί ή πλεονεξία είναι άπό τή φύση της αχόρταγη, καί οί περισσότεροι άνθρωποι δέν ζουν 45
46
47
48
* Χόες, οί: ή δεύτερη μέρα τών Ανθεστηρίων, κατά τήν οποία γ ί νονταν διαγωνισμοί οινοποσίας, παρέλαση άρματος σέ σχήμα πλοίου, πού μετέφερε άγαλμα τοΰ Διονύσου, καί ό «ιερός γάμος» τοΰ θεοΰ μέ τή σύζυγο τοΰ άρχοντος βασιλέα.
348
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν ΘΕΣΜΩΝ
παρά γιά νά τήν ικανοποιήσουν... Μοιράζονται τά περισσεύματα, καί οί ανάγκες μένουν ϊδιες: μιά τέτοια βοήθεια προς τούς φτω χούς είναι βαρέλι χωρίς πάτο». Ό Δημάδης ό ίδιος, πού είχε τήν πείρα τών δημαγωγικών διανομών, ονόμαζε τά θεωρικά «κόλλα τής δημοκρατίας». Διαρκώς ανεπαρκές, διαρκώς μεγα λύτερο, τό κονδύλι τής δημόσιας βοήθειας έ'φθειρε τό καθεστώς, διέλυε σέ μικροδώρα τά έ'σοδα πού χρειάζονταν γιά ουσιαστικές κρατικές υπηρεσίες, καί οδηγούσε τό ταμείο καί τήν πόλη στον γκρεμό. Ή ευθύνη γιά τό κακό ανάγεται βέβαια στήν εκκλησία. Σέ αυτό τό σημείο έ'χουμε εναν απρόβλεπτο μάρτυρα, τόν αντίπαλο τοΰ Δημοσθένη, τόν Αισχίνη. Μιά μέρα πού ήταν αγανακτισμέ νος, Οχι τόσο άπό αρετή δσο άπό συμφέρον, ό επιτήδειος ρήτο ρας βρίσκει μιά επιτυχημένη διατύπωση. Μιλά γιά συνεδριάσεις δπου οί πολιτικοί άνδρες δέχονται κάθε είδους τιμές άπό τό λαό: «Βγαίνουν άπό εκεί, Οχι δπως άπό μιά συνεδρίαση διαβουλευτική, άλλά σάν άπό συγκέντρωση μετόχων μετά άπό διανομή τών περισσευμάτων» (ώσπερ έκ τών εράνων τά περιόντα νειμάμενοι). Μάλιστα ή δημοκρατία έ'γινε αληθινά ένας έρανος, καί μ' αυτήν τή λέξη μπορούμε νά εννοήσουμε μιά εταιρεία αλληλο βοήθειας πού ζητά άπό τούς μέν τά μέσα πού χρειάζονται γιά νά συντηρηθούν οί δέ. Μέ μιά παράξενη αναστροφή τών σχέσεων πού κάποτε φαίνονταν φυσικές, δέν οφείλουν πιά οί πολίτες νά εκτελούν τό υίικό καθήκον τους απέναντι στήν πόλη, άλλά ή πό λη έ'χει αναλάβει τήν τροφοδοσία τών πολιτών, δπως τά παιδιά τρέφονται άπό τούς γονείς. 49
50
51
-
52
Β' ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ, ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
Στή δημόσια ζωή δλα σχετίζονται μεταξύ τους. Α υ τ ή ή υπερο χή τοΰ προσωπικού συμφέροντος, πού νόθευε ώς καί τήν έννοια τής πόλης, δέν μποροΰσε νά βαραίνει στις συζητήσεις τής βου λής χωρίς νά ξεστρατίζει τή διοίκηση πού είχε γιά ελατήριο τή συνείδηση τοΰ πολίτη. "Εβλαψε τή στρατολόγηση τών δικαστών καί αποδιοργάνωσε τό στρατό καί τά οικονομικά. Τά πρώτα χρόνια τοΰ 4ου αιώνα, δταν ή ένδεια τοΰ ταμείου εμπόδιζε τήν επαναφορά τοΰ δικαστικού μισθού, οί ήλιαστές γί349
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
νονταν τόσο σπάνιοι, πού αναγκαστικά τούς επιτράπηκε νά εγ γράφονται σέ περισσότερα τμήματα. Μπόρεσαν νά παραιτηθούν άπό αυτό τό μέτρο όταν τούς έδωσαν τό τριώβολο" άλλά καί τότε δέν είχαν τήν ίδια ευκολία, όπως άλλοτε, γιά νά συμπληρώνουν τά δικαστήρια. Άντί νά περιορίσουν τόν αριθμό τών ένορκων σέ έξι χιλιάδες, αναγκάστηκαν νά επιτρέψουν σέ κάθε πολίτη πού εκπλήρωνε τούς νόμιμους όρους νά εγγραφεί καί νά ορκιστεί ώς δικαστής. Άντί νά τούς χωρίσουν κατά φυλές, όπως έκαναν σέ όλες τίς άλλες υπηρεσίες, τούς τακτοποιούσαν περίπου εξίσου κα τά τμήματα, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τίς ανάγκες τής υπηρε σίας. 'Ένα κείμενο μάς δίνει άλλωστε μιά πολύτιμη πληροφορία γιά τήν αποστροφή πού ένιωθαν οί Αθηναίοι, τό δεύτερο ήμι συ τού 4ου αιώνα, στό νά εκπληρώνουν τό δικαστικό καθήκον τους. Στον κατάλογο τών δημόσιων διαιτητών τοΰ έτους 325 /4 εμφανίζονται 1 0 3 ονόματα. Αυτός ό κατάλογος έπρεπε νά περι λαμβάνει τά ονόματα Ολων τών πολιτών πού μέσα στό χρόνο έφτασαν τά εξήντα, δηλαδή τό 1 % τών 2 3 - 2 5 . 0 0 0 πολιτών πού ειχε τότε ή Αθήνα. Μέ αυτό τό παράδειγμα βλέπουμε ότι οί μισοί, καί παραπάνω, άπό εκείνους πού έπρεπε νά ασκήσουν ένα υποχρεωτικό λειτούργημα έβρισκαν κάποιον τρόπο νά απαλλα γούν. Οί Αθηναίοι τού 4ου αιώνα απεχθάνονταν ακόμη περισσό τερο τό φορολογικό καθήκον. Ή ιστορία τής δημόσιας οικονο μίας αυτή τήν εποχή παρουσιάζει ένα Οντως παράξενο θέαμα. Τό κράτος, πού οί συνεχείς πόλεμοι τό όδηγοΰν σέ συνεχή ένδεια, αγωνίζεται νά βρει καινούριους πόρους: διπλασιάζει τούς έμμε σους φόρους, τό εκατοστό στις εισαγωγές καί εξαγωγές, τό εκα τοστό στις πωλήσεις ακινήτων καταφεύγει όσο πιό συχνά μπορεί στήν έκτακτη πολεμική εισφορά, έτσι πού τήν κάνει σχε δόν κανονικό φόρο" οργανώνει τήν τριηραρχία μέ τρόπο πού άπό «λειτουργία» τή μεταβάλλει σέ άμεσο φόρο" κάνει έκκληση στις εθελοντικές συνεισφορές. "Οταν Ολα αυτά δέν επαρκούν, πολλα πλασιάζει τίς δημεύσεις καί επιφορτίζει τούς στρατηγούς νά ε ξασφαλίζουν τά έξοδα τοΰ πολέμου άπό τίς εχθρικές ή καί τίς φιλικές χώρες. Έτσι, οί πολιτικοί άνδρες πού μένουν γιά περισσότερο καιρό στήν εξουσία είναι οικονομολόγοι πρώτης τάξεως. Ό Καλλί στρατος ό Άφιδναΐος οργανώνει τό ταμείο τής δεύτερης συμμα χίας" ό Εύβουλος σώζει τήν Αθήνα άπό τή χρεοκοπία, μετά 53
54
350
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
τό συμμαχικό πόλεμο ό Λυκούργος ξεπερνά Ολες τίς δυσκολίες τίς όποιες προκάλεσε ή καταστροφική ήττα τής Χαιρώνειας. Διδαγμένη πιά άπό τήν πείρα, ή αθηναϊκή δημοκρατία, προκειμέ νου γιά τά υψηλά αξιώματα μέ οικονομικές αρμοδιότητες παραι τείται άπό τήν κλήρωση, τήν ετήσια θητεία καί τή συλλογικότητα: οί διαχειριστές τών θεωρικών καί ό μοναδικός ταμίας τών στρατιωτικών εκλέγονται γιά τέσσερα χρόνια. Ένώ οί φιλό σοφοι καί οί δημοσιολόγοι, ό Πλάτων καί ό Αριστοτέλης, ό Ξενοφών καί ό Ισοκράτης, παρακινημένοι άπό τή γενική ανη συχία θέτουν τίς βάσεις τής οικονομικής επιστήμης, ορισμένοι ιδιώτες μηχανεύονται τρόπους νά γεμίσουν τό δημόσιο ταμείο: προτείνουν στό κράτος νά αποκτήσει ξενοδοχεία, καταστήματα καί εμπορικά πλοία, νά εκμισθώσει δούλους κατά χιλιάδες γιά τά ορυχεία, νά μονοπωλήσει τό αλάτι ή τό μολύβι. Ωραίες προσπάθειες γιά νά βοηθηθεί ή πατρίδα! Δέν υπάρχει παρά μιά δυσκολία: οί φορολογούμενοι εξαφανίζονται όπως μπορεί ό κα θένας, καί ή φορολογητέα ύλη εξατμίζεται. Α υ τ ή ή πάλη ανάμεσα στις απαιτήσεις τού δημόσιου συμ φέροντος καί στις υπεκφυγές τών απρόθυμων πουγκιών, πάλη μάλλον ηθική παρά οικονομική, εξηγεί τίς διαδοχικές μεταμορ φώσεις τής εισφοράς. Αφότου ή επέμβαση τοΰ περσικού χρυσού έδωσε στον πελο ποννησιακό πόλεμο χαρακτήρα πολέμου χρηματικών μέσων, ή 'Αθήνα, θέλοντας καί μή, κατέφυγε συχνά σ' αυτόν τόν έκτακτο φόρο. 'Όταν τό 378 αποφάσισε νά ανασυστήσει τή ναυτική συμ μαχία, σκέφτηκε μέ ποιά μέσα θά ειχε μεγαλύτερα έσοδα. Άρα γε αύξησε τόν αριθμό τών φορολογουμένων στά σκοτεινά χρόνια τοΰ τέλους τοΰ 5ου αιώνα, ή κάπου τριάντα χρόνια μετά; Δέν ξέρουμε. Πάντως τό ύψος τοΰ τιμήματος πού καθόριζε τή με τάβαση άπό τούς ζευγίτες στους θήτες, δηλαδή ανάμεσα στους φορολογουμένους τής τελευταίας τάξης καί σέ αυτούς πού εξαι ρούνταν, άπό τίς 200 δραχμές κατέβηκε στις 150: οί κατά λογοι τών φορολογουμένων καί τών οπλιτών μεγάλωσαν ανά λογα. Τότε επίσης, επειδή ζητοΰσαν τήν εισφορά άπό μεγαλύ τερο αριθμό πολιτών, τήν έκαμαν, γιά λόγους ισότητας, φόρο πού μεγάλωνε προοδευτικά, ή μάλλον μειωνόταν άπό τίς μεγα λύτερες προς τίς μικρότερες περιουσίες. Σέ μιά εποχή πού δε χόταν ότι ένα κεφάλαιο ισοδυναμούσε μέ δώδεκα χρόνων εισο δήματα, υπολόγισαν τίς περιουσίες τών πεντακοσιομεδίμνων ώς -
55
56
57
351
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ίσες μέ τις εισπράξεις δώδεκα ετών, τών ιππέων ώς ίσες μέ τίς εισπράξεις δέκα ετών, καί τών ζευγιτών ώς ίσες μέ τίς εισπρά ξεις 6 2/3 ετών, καί δέν έ'λαβαν υπόψη τίς περιουσίες κάτω άπό 1.800 δραχμές. Τό φορολογούμενο κεφάλαιο (τίμημα) συνέπιπτε λοιπόν μέ τό πραγματικό κεφάλαιο γιά τήν πρώτη τάξη, άλλά περιοριζόταν κατά ενα έκτο γιά τή δεύτερη καί κατά ενα τρίτο γιά τήν τρίτη. Ανάλογα μέ τήν τάξη, ήταν τό λιγότερο 6.000, 3.000 καί 1.000 δραχμές. Ό φόρος, μέ τό νά ε ί ν α ι ανάλογος μέ τό φορολογούμενο κεφάλαιο καί μέ τό νά επιδέχεται απαλλα γές στή βάση, μειωνόταν σημαντικά άπό τά υψηλότερα προς τά χαμηλότερα εισοδήματα. Έξαλλου, φαινομενικά μόνο ήταν φό ρος στό κεφάλαιο* στήν πραγματικότητα ήταν φόρος στό εισό δημα. Ξέρουμε πώς τό ύψος του κατά τήν πρώτη απογραφή, πού έ'γινε τό 378 /7, ήταν 5.750 τάλαντα* κατά τή διάρκεια τοΰ 4ου αιώνα παρέμεινε γύρω στά 6.000. Ακόμη καί μέ μέτριο ύψος, ή εισφορά, μ' αυτή τήν οργάνωση, μποροΰσε νά εξασφαλί σει στήν πόλη μεγάλους πόρους. "Επρεπε Ομως νά λογαριάσουν καί τίς σχετικά μεγάλες φο ροδιαφυγές. Γιά νά συντάξουν τά φορολογικά διαγράμματα στη ρίζονταν στις δηλώσεις τών φορολογουμένων. Οί οφειλές τών αγροκτημάτων μποροΰσαν, επιπλέον, νά υποβληθούν σέ αρκετά σοβαρό έ'λεγχο άπό τούς δημάρχους πού κρατούσαν ενα είδος κτηματολογίου (απογραφή) καί μποροΰσαν νά έκτιμοΰν τίς απο δόσεις. Ή αξία τών οικημάτων μποροΰσε νά υπολογιστεί σέ λο γικά επίπεδα μέ βάση τό νοίκι. Τό ίδιο τά ζώα καί οί δοΰλοι: μποροΰσαν νά έκτιμηθοΰν σύμφωνα μέ τόν αριθμό καί τή φυσική κατάσταση τους. 'Αλλά ποιά εγγύηση ειχε τό δημόσιο ταμείο γιά τήν ειλικρίνεια τών δηλώσεων πού αφορούσαν τά κινητά έ'σοδα, τά αφανή αγαθά; Ακριβώς επειδή δέν τούς ενοχλούσε ή απόκρυψη (άφανίζειν, άποκρύπτεσθαι), βλέπουμε τόσο συχνά, σέ δικανικούς λόγους, διάδικους πού καμαρώνουν Οτι πληρώνουν τα κτικά τούς φόρους τους. Ωστόσο τό 378 /7, τόν ίδιο καιρό πού αναδιοργάνωναν τίς τάξεις τών τιμημάτων, πήραν ένα δραστήριο μέτρο γιά νά ευκο λύνουν τήν είσπραξη τής εισφοράς καί νά βελτιώσουν τήν κατα νομή της. Οί φορολογούμενοι ταξινομήθηκαν σέ είκοσι συμμο ρίες, μέ τέτοιον τρόπο πού όλες θά πλήρωναν γιά τό ίδιο τμήμα φορολογούμενου κεφαλαίου τό ίδιο μέρος φόρου. Κάθε συμμορία ήταν υπεύθυνη γιά τήν οφειλή της, καί γι' αυτό επιφορτιζόταν 58
59
60
352
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
νά εισπράττει τό φόρο πού τής αναλογούσε. Τό κράτος πίστευε ότι δέν θά είχε παρά νά ορίσει καί νά εισπράξει ένα ολικό ποσό, μέ τήν προϋπόθεση Οτι θά αναδιοργανώνει τίς συμμορίες άπό καιρό σέ καιρό σύμφωνα μέ τίς περιουσιακές μεταβολές καί τίς κληρονομικές μοιρασιές. Οί συμμορίες θά κατένειμαν τό μερίδιο τοΰ φόρου πού τούς άναλογοΰσε στά μέλη τους. Άλλά αυτό δέν ήταν εύκολο: οί μικροί φορολογούμενοι έβρισκαν πάντα δικαιο λογίες γιά νά εξαιρεθούν οί μεγάλοι Οφειλαν νά δώσουν δείγμα τα πολιτικής ευσυνειδησίας ξεπερνώντας τίς νόμιμες ύποχρεώ^σεις τους. Ό Τιμόθεος, πού ειχε πολύ μεγάλη περιουσία, υπο χρεωνόταν νά πληρώνει τό ένα πέμπτο τοΰ εισοδήματος του, καί οί κηδεμόνες τού Δημοσθένη, σέ στιγμή γενναιόδωρης παρόρ μησης, πού δέν τούς στοίχιζε τίποτε, έκαμαν τό ίδιο γιά λογα ριασμό τού ανήλικου έπιτροπευομένου τους. Παρ' όλα αυτά, υ πήρχαν οί φοροφυγάδες πού έπρεπε νά διωχθούν δικαστικά, οί άναξιόχρεοι πού ή συμμορία τους τούς καθιστούσε προσωπικά υ πεύθυνους. Κοντολογίς οί καθυστερήσεις σέρνονταν άπό χρόνο σέ χρόνο, σέ απελπιστικό βαθμό. Τό 362, τό αργότερο, χρειάστηκε νά αναδιοργανώσουν τό θε σμό, γιά νά διασφαλίσουν τό κράτος άπό κάθε κίνδυνο ελλείμμα τος. Ανάμεσα στους 1.200 πολίτες πού είχαν καταταγεί σέ εί κοσι συμμορίες, 60 στήν καθεμιά, οί πλουσιότεροι, πού ήταν 300, μοιράστηκαν άπό 15 σέ καθεμιά. Οί 300 έπρεπε νά προ καταβάλλουν στό δημόσιο ταμείο τήν εισφορά, καί νά τήν ει σπράττουν κατά τή διάρκεια τοΰ χρόνου άπό τούς άλλους πού άνηκαν στή δεύτερη κατηγορία" τούς επέβαλλαν έτσι μιά έκτα κτη λειτουργία, ανάλογη μέ τήν τριηραρχία: τήν προεισφορά. Α υ τ ή τή φορά τό κράτος θεωρούσε βέβαιο ότι θά ειχε ορισμένη μέρα τά ποσά πού ζητούσε. Άλλά καί πάλι είχε απογοητεύσεις. Τό 355 χρειάστηκε νά διορίσουν μιά επιτροπή, μέ επικεφαλής τόν Άνδροτίωνα, γιά νά εισπράξει τά καθυστερούμενα πού είχαν συγκεντρωθεί άπό τό 378. Ό Άνδροτίων, επικεφαλής τής αστυ νομίας, κυνήγησε τούς οφειλέτες, παραβίασε τήν κατοικία τους, κατάσχεσε τά έπιπλα τους καί τούς έσυρε στή φυλακή, όταν δέν πρόφταιναν νά κρυφτοΰν κάτω άπό τό κρεβάτι ή νά ξεφύγουν άπό τή στέγη. Ή υπηρεσία μάταια σοφιζόταν τεχνάσματα καί χρη σιμοποιούσε αυστηρότητα" ή κακή θέληση τών φορολογουμένων ήταν ισχυρότερη. Τό 354 ό Δημοσθένης φωνάζει απελπισμένα: «Κοιτάξτε ολόκληρη τήν πόλη μας. Μέ τά πλούτη πού περι61
62
353
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
κλειεί ισοφαρίζει σχεδόν δλες τίς άλλες πόλεις ενωμένες" άλλά αυτοί πού έχουν τά πλούτη σκέφτονται έτσι πού, ακόμη καί άν όλοι οί ρήτορες άνάγγελναν τό φοβερό νέο Οτι ό βασιλέας θά έρ θει, Οτι δέν υπάρχει τρόπος νά αλλάξει ή φορά τών πραγμάτων, ...αυτοί Οχι μόνο δέν θά κατέβαλλαν τήν εισφορά, άλλά θά έκρυ βαν τήν περιουσία τους καί θά αρνιόνταν ότι έχουν». Αυτός ό ευτελισμός τοΰ ήθους τών πολιτών φανερώνεται σέ όλο του τό μέγεθος μέσα άπό τήν ιστορία ενός θεσμού πού άφορα συγχρόνως τό φορολογικό καί τό στρατιωτικό καθήκον, τού θεσμοΰ τής τριηραρχίας. Ή τριηραρχία αρχικά επιβαλλόταν σέ έναν μόνο πολίτη γιά κάθε πλοίο, καί δέν μποροΰσε νά απαιτηθεί πάλι άπό τόν ίδιο παρά μόνο έπειτα άπό δύο χρόνια. Άλλά κατά τόν δεκελικό πό λεμο οί τριήραρχοι απέκτησαν τό δικαίωμα νά συνεταιρίζονται άνά δύο γιά μιά τόσο μεγάλη δαπάνη: είναι αυτό πού ονομά στηκε σνντριηραρχία. Ή άπλή τριηραρχία καί ή συντριηραρχία λειτουργούσαν συγχρόνως" οί φορολογούμενοι κανόνιζαν μέ ελεύθερες συμβάσεις τά προβλήματα τού εξοπλισμού καί τής δι οίκησης τοΰ πλοίου. Κατά βάθος, ή ανακούφιση δέν ήταν πολύ μεγάλη γι' αυτούς: ή επιβάρυνση, έτσι όπως τή μοίραζαν στά δυό, επανερχόταν μέ διπλάσια συχνότητα. Τήν ανέχτηκαν Οσο ό στόλος δέν περιλάμβανε παρά μιά εκατοστή πλοία καί ό εξο πλισμός τους ήταν σπάνιος. Άλλά όταν ή Αθήνα επανίδρυσε τή ναυτική συμμαχία, τό 378 /7, αναγκάστηκε νά κατασκευάσει πολλά πλοία καί νά αποφασίσει εκστρατείες κάθε χρόνο. Τό 357 /6, όταν ξέσπασε ό συμμαχικός πόλεμος, είχε 283 τριήρεις, ίσως μάλιστα 383. Μάταια έ'κανε έκκληση στους καλούς πολίτες, πού ήταν διατεθειμένοι, Οπως ό Δημοσθένης, νά μπουν μπροστά, έ'ξω άπό τή σειρά τους" ή καλή διάθεση σπάνιζε. Οί περισσό τεροι ζητοΰσαν νά γλιτώσουν όσο πιό φτηνά γινόταν. Ανακατεύτηκε καί ή κερδοσκοπία. Επιχειρηματίες έπαιρναν εργολαβικά τήν τριηραρχία" προμήθευαν χρησιμοποιημένα έξαρτύματα, καί έ'τσι κέρδιζαν. Ξέρουμε, παραδείγματος χάρη, ότι ό Δημοσθένης αναγκάστηκε μέ δόλιες μηχανορραφίες νά αναλά βει ένα συμβόλαιο αύτοΰ τοΰ είδους. Ακόμη πιό σοβαρό ήταν τό γεγονός ότι οί τριήραρχοι έπαιρναν αντικαταστάτες σέ καιρό πολέμου: τό 361 ό Άριστοφών ό Άζηνιεύς κατηγόρησε πολλούς άπό αυτούς γιά προδοσία καί δειλία, καί κατάφερε νά καταδικα στούν σέ θάνατο. 63
6ί
65
66
67
68
354
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν ΘΕΣΜΩΝ
Έπρεπε νά βρεθεί λύση. Αποφασίστηκε νά αυξηθεί ό αριθμός τών υπόχρεων σέ τριηραρχία μέ τήν κατ' αναλογία συμμετοχή πολιτών πού είχαν μικρότερες περιουσίες. Τέτοιο ήταν τό αντι κείμενο ενός νόμου πού πρότεινε ό Περίανδρος. Αυτός ό νόμος εφάρμοζε στήν τριηραρχία τό καθεστώς τών συμμοριών, όπως ίσχυε άπό τό 362. Δημιουργήθηκαν λοιπόν είκοσι τριηραρχικές συμμορίες. Καθεμιά περιλάμβανε εξήντα μέλη, ταξινομημένα σέ κατηγορίες ανάλογα μέ τήν περιουσία τους, καί μέ δεκαπέντε άπό αυτά επικεφαλής τοΰ καταλόγου. Καθεμιά είχε τόν αρχηγό της (ηγεμόνα), τοΰ οποίου έ'φερε τό Ονομα, καί τό διαχειριστή της (επιμελητή). Μιά επιτροπή άπό είκοσι (τών είκοσι ηγεμό νων ή τών είκοσι επιμελητών) συνεργαζόταν μέ τούς στρατη γούς, γιά νά μοιράσει τίς τριηραρχικές επιβαρύνσεις στις συμμο ρίες. Οί τριήρεις, πού παλαιότερα κατανέμονταν άμεσα άπό τό κράτος στους τριήραρχους (άπό μία σέ εναν ή σέ δύο), άπό τώρα καί έξης μοιράζονται άπό τίς συμμορίες, κατά τήν κρίση τους. Ή προσπάθεια πού έπρεπε νά καταβάλουν ήταν ανάλογη μέ τή σημασία τοΰ εξοπλισμού πού αποφασιζόταν: γιά έ'να πλοίο, κυ ρίως σέ καιρό ειρήνης, Οταν τά έξοδα δέν ήταν πολύ μεγάλα, ή συμμορία υποδείκνυε έναν μόνο τριήραρχο γιά κάποιο άλλο, κυ ρίως σέ καιρό πολέμου, όριζε έναν αριθμό συνεταίρων (συντε λείς), πού ποίκιλλε, αριθμό πού βλέπουμε νά φτάνει τούς δεκα έξι. Μέ τήν πρώτη ματιά ή μεταρρύθμιση τοΰ Περίανδρου φαί νεται νά σημειώνει μιά φοροτεχνική πρόοδο, άφοΰ μοίραζε σέ πολλούς τήν επιβάρυνση πού άλλοτε έπεφτε σέ έναν ή δύο καί γιατί, τελικά, μετέβαλλε μιά λειτουργία σέ άμεσο φόρο. Ωστό σο, ακόμη καί άπό άποψη απόδοσης, τά αποτελέσματα ήταν πο λύ κατώτερα άπό αυτά πού περίμεναν. Πολλοί άπό τούς χίλιους διακόσιους εγγεγραμμένους, όπως οί χήρες, οί έπίκληρες κόρες,* οί κληροΰχοι** καί οί κληρονόμοι έξ αδιαιρέτου, είχαν δικαίωμα -
69
* 'Επίκληρος (βλ. καί παραπάνω, σ. 51) ονομαζόταν ή κόρη πού κλη ρονομούσε τήν πατρική περιουσία δταν δέν υπήρχαν άρρενες κατιόντες. Γιά νά μήν περιέλθει ή περιουσία σέ ξένο οίκο, ή έπίκληρος οφείλε νά παν τρευτεί τόν συγγενή πού είχε τά περισσότερα δικαιώματα κληρονομιάς έπειτα άπό τήν ϊδια' άν αυτή ή εκείνος είχαν συνάψει γάμο μέ άλλο πρό σωπο, αυτός ό γάμος διαλυόταν, γιά νά παντρευτούν σύμφωνα μέ τό νόμο περί έπικλήρων. ** Κληροΰχοι λέγονταν οί Α θ η ν α ί ο ι στους οποίους δίνονταν κλήροι έξω άπό τήν"Αττική, σέ εδάφη πού είχαν αποσπασθεί άπό τούς παλαιούς
355
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
σέ προσωρινές απαλλαγές. Ό Δημοσθένης μετρά τετρακόσιες ογδόντα απαλλαγές αύτοΰ τού είδους. "Αλλοι ζητούσαν νά δι αγραφούν λόγω περιουσιακών ατυχημάτων. Στήν πραγματικό τητα ό κατάλογος δέν ήταν ποτέ πλήρης, καί εκατοντάδες ονό ματα εμφανίζονταν τυπικά μόνο. Τό σύστημα παρουσίαζε καί πολλά άλλα μειονεκτήματα. 'Από πολιτική άποψη ανακούφιζε τήν πιό πλούσια τάξη, επιβαρύνοντας τήν πιό εύπορη μερίδα τής μεσαίας τάξης. 'Από εθνική άποψη ειχε ακόμη πιό σοβαρές επι πτώσεις. Μοιράζοντας τήν ευθύνη γιά τόν εξοπλισμό καί τή δι οίκηση κάθε πλοίου, τήν καταργούσαν ουσιαστικά καί δημιουρ γούσαν αδιάκοπες συγκρούσεις. Άντί νά παρακινούνται, όπως άλλοτε, άπό πατριωτική άμιλλα, πού έδινε στον καθένα υπερη φάνεια γιά τό έργο του, οί υπόχρεοι σέ τριηραρχία καθοδηγούν ταν άπό τά πλέον ποταπά κίνητρα προσωπικού συμφέροντος. Καί μόνη της ή ιστορία τής τριηραρχίας θά αρκούσε νά δείξει ότι, μπροστά στήν κάμψη τοΰ πνεύματος δημοσίων υποχρεώσε ων, ή Αθήνα τοΰ 4ου αιώνα συναντοΰσε πολλές δυσκολίες προ κειμένου νά οργανώσει σοβαρά τήν άμυνα της. Άλλά αυτό είναι ένα σημαντικό γεγονός, τό όποιο πρέπει νά εξετάσουμε άπό πιό κοντά. 70
Ή αγωγή πού έδιναν στους νέους δέν πρόσφερε πιά στή δη
μοκρατία τίς στρατιωτικές δυνάμεις πού χρειαζόταν. Άπό τόν 5ο αιώνα οί Αθηναίοι, σέ σύγκριση μέ τούς Σπαρτιάτες, περη φανεύονταν ότι, τήν ώρα τοΰ κινδύνου, στηρίζονταν περισσότερο στό φυσικό θάρρος τους παρά σέ μιά μακροχρόνια πολεμική άσκηση. Επικίνδυνη εμπιστοσύνη. Ηταν όμως δικαιολογημένη κατά κάποιον τρόπο, σέ εποχή Οπου ή καλλιέργεια τού πνεύμα τος συμβιβαζόταν ακόμη μέ τήν αγάπη γιά τή δράση καί μέ τήν εκγύμναση τοΰ σώματος. Ωστόσο, ήδη ό Αριστοφάνης παρα πονιέται γιά τά ήθη πού εισήγαγαν οί σοφιστές, καί νοσταλγεί τόν καιρό Οπου τά παιδιά πήγαιναν στό σχολείο χωρίς πανωφόρι όταν χιόνιζε, όπου οί νέοι διασκέδαζαν κάτω άπό τίς ελιές τοΰ γυμναστηρίου, αποπνέοντας τό άρωμα τοΰ σμίλακα καί τών βλα στών τής λεύκας, αποκτώντας ρωμαλέο στήθος, φρέσκο πρόσω πο καί φαρδεΐς ώμους. Αργότερα τά πράγματα χειροτέρεψαν. Ή σωκρατική σχολή έκαμε ό,τι μποροΰσε γιά νά αντιδράσει. ν
71
72
δικαιούχους (συνήθως σέ συμμαχικές πόλεις πού είχαν αποστατήσει). Οί κληροϋχοι έμεναν στον τόπο δπου είχαν τούς κλήρους τους, εξακολουθούσαν δμως νά είναι Α θ η ν α ί ο ι πολίτες.
356
ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν ΘΕΣΜΩΝ
Ό δάσκαλος προσπάθησε νά ξυπνήσει τό στρατιωτικό πνεύμα στους συμπατριώτες του, επιμένοντας στις ικανότητες καί στις γνώσεις πού Οφειλαν νά έχουν οί αξιωματικοί καί οί στρατηγοί, ζητώντας άπό τούς πολιτικούς άνδρες νά μελετήσουν τούς υλι κούς πόρους διαφόρων κρατών, παρακινώντας τούς απλούς ιδιώ τες νά γίνουν σωματικά ικανοί γιά νά βοηθήσουν τήν πόλη. Οί μαθητές τού Σωκράτη θεώρησαν καθήκον τους νά χτυπήσουν στή ρίζα τό κακό, δηλαδή τό δικαίωμα τών γονέων νά κατευθύ νουν σύμφωνα μέ τίς αντιλήψεις τους τήν αγωγή τών παιδιών τους. Ό Πλάτων, κατά τόν όποιο κάθε προσωπικό στοιχείο πρέ πει νά εξουδετερωθεί στήν ιδεατή ή απλώς στήν ορθή δημοκρα τία, διακηρύσσει τήν υποχρεωτική σχολική εκπαίδευση είτε μέ τή συγκατάθεση τών γονέων είτε χωρίς αυτήν ό Αριστοτέ λης διακηρύσσει ότι ό νόμος πρέπει νά κανονίζει τά παιδαγωγι κά προβλήματα, καί θέλει τό δημόσιο καί μοναδικό σχολείο, τοΰ όποιου είναι οπαδός, νά διαμορφωθεί σύμφωνα μέ τίς αρχές τοΰ πολιτεύματος. Καί οί δύο αποδίδουν πολύ μεγάλη σημασία στή σωματική αγωγή, άπό τήν όποια ζητοΰν νά προπαρασκευάζει τή στρατιωτική εκπαίδευση· γιατί «ή παιδεία φέρνει τή νίκη». 'Αλλά, προς μεγάλη λύπη τών φιλοσόφων, ή ελευθερία τών οικογενειών ήταν απόλυτη. "Εκαναν χρήση αυτής τής ελευθερίας γιά νά δώσουν στήν αγωγή αποκλειστικά ωφελιμιστικό χαρα κτήρα, πράγμα γιά τό όποιο διαμαρτύρεται ό Αριστοτέλης. Ό Ισοκράτης υποστηρίζει τό σύστημα τής ιδιωτικής αγωγής γιά λόγους προσωπικού συμφέροντος: «Αδύνατο νά ορίσει κα νείς τίς ίδιες ασκήσεις γιά όλους, εξαιτίας τής ανισότητας τών περιουσιών πρέπει λοιπόν ό καθένας νά πάρει αγωγή ανάλογη μέ τά μέσα του: αυτοί πού βρίσκονται σέ αδύνατη οικονομική κατάσταση πρέπει νά τραποΰν προς τή γεωργία καί τό εμπόριο· οί γιοι τών πλουσίων πρέπει νά ασχοληθούν μέ τήν ιππασία, τή γυμναστική, τό κυνήγι καί τή φιλοσοφία». Στήν πραγματικό τητα ή γυμναστική έ'χει εγκαταλειφθεί σέ δλες τίς κοινωνικές τάξεις, καί πρώτος ό Ισοκράτης τήν περιφρονεί. Είναι όλο καί περισσότερο υπόθεση τών ειδικών, τών επαγγελματιών (αθλη τών), σέ αντίθεση μέ τούς ερασιτέχνες (ίόίώταί). Α υ τ ή ή παρακμή τοΰ στρατιωτικού πνεύματος καί τής σω ματικής αγωγής δέν περιορίζεται ειδικά στήν 'Αθήνα παρατη ρείται σέ όλη σχεδόν τήν Ελλάδα, ακριβώς επειδή είναι μοιραίο επακόλουθο τής οικονομικής καί πνευματικής ανάπτυξης σέ κά73
74
75
76
77
78
79
80
81
-
357
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
θε κοινωνία. 'Από πολύν καιρό οί "Ιωνες, εκφυλισμένοι άπό τήν ευμάρεια, ύπέμεναν τήν υποδούλωση, επειδή τούς ήταν αδύνατο νά υποφέρουν τόν κόπο καί τόν καυτό ήλιο* ήταν γεγονός ότι ό στρατός τους δέν υπολογιζόταν. Τότε οί άλλοι "Ελληνες τούς περιφρονούσαν τώρα τούς μιμούνται. Τό 383, τήν εποχή πού ή Σπάρτη μαχόταν ακόμη γιά τήν ηγεμονία, ή πελοποννησιακή συμμαχία επέτρεψε στις πόλεις νά εξαγοράζουν τή στρατιωτική υποχρέωση καταβάλλοντας πρόστιμο γιά κάθε άντρα πού έλειπε άπό τό εκστρατευτικό σώμα τους. Ή γυμναστική, κατ' εξοχήν εθνική τέχνη, δέν είχε πιά πέραση παρά μόνο σέ φτωχές ή απο μονωμένες χώρες: τρέχουν άπό παντού στους πανελλήνιους αγώ νες, άλλά οί ολυμπιονίκες είναι όλοι άπό τήν Αρκαδία καί τή Θεσσαλία. Τό κακό λοιπόν γενικεύτηκε" άλλά στήν πρωτεύουσα τοΰ εμπορίου καί τών γραμμάτων ήταν βαθύτερο, ή, πάντως, πε ρισσότερο φανερό. Ή 'Αθήνα, ένώ ειχε παραιτηθεί γιά ένα διάστημα—τόν καιρό τής σπαρτιατικής ηγεμονίας—- άπό κάθε πολεμική προετοιμασία, αναγκάζεται άπό τά πολιτικά γεγονότα νά ανασυγκροτήσει τό στρατό της* τό αποτέλεσμα όμως τών προσπαθειών της είναι οικτρό. Τό πλήθος τών πολιτών ειρωνεύεται εκείνους πού ξεχω ρίζουν άπό τούς άλλους μέ τό νά προσπαθούν νά γίνουν ρωμα λέοι. 'Οπλίτες καί ιππείς αγαπούν πολύ τήν καλοπέραση ώστε νά δεχτούν τήν υποταγή στήν πειθαρχία. "Ολες οί προφάσεις είναι καλές προκειμένου νά ξεφύγουν άπό τίς στρατιωτικές υπο χρεώσεις. "Οταν τό πετύχουν, υπερηφανεύονται σάν νά έκαμαν κά ποια αξιέπαινη πράξη. Ό Αισχίνης, στον επίλογο τής απολογίας του, μνημονεύει τά δύο χρόνια τής στράτευσης του σάν τίτλο εξαι ρετικό, υπαινισσόμενος έτσι σιωπηρά τό γεγονός ότι ό Δημοσθέ νης, αντίθετα, δέν θά μποροΰσε νά πει τό ίδιο. "Οσο μειώνεται ό αριθμός τών πολιτών στό στρατό, τόσο μεγαλώνει ό αριθμός τών μισθοφόρων. Η Ελλάδα ολόκληρη είναι γεμάτη τυχοδιώ κτες καί εξόριστους πού νοικιάζουν τά μπράτσα τους σέ Οποιον προσφέρει περισσότερα* άκολουθοΰν μέ ενθουσιασμό τόν αρχηγό πού τούς υπόσχεται, μαζί μέ έναν κανονικό μισθό, κερδοφόρες νίκες. Ή 'Αθήνα καταφεύγει σ' αυτούς, Οπως καί οί άλλες πόλεις. Πολλές διαμαρτυρίες ξεσηκώνονται γι' αυτήν τήν κατάσταση. "Οταν οί Αθηναίοι έχασαν γιά δεύτερη φορά τήν αυτοκρατορία τους, ό Ισοκράτης τούς δείχνει τήν κυριότερη αιτία τής ατυχίας 82
83
84
85
ι
358
Φ Θ Ο Ρ Α ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
τους: αντικατάσταση τοΰ εθνικού στρατοΰ άπό ενα πλήθος ξερι ζωμένων, λιποτακτών καί εγκληματιών, μισθοί πού δίνονται σέ ξένους άπό ενα ταμείο πού δέν είναι σέ θέση νά ανακουφίσει τήν αθλιότητα τοΰ λαοΰ. Γιά φάρμακο ό ρήτορας προτείνει τήν επι στροφή στήν παράδοση: οί πολίτες νά υπερασπίζουν τή χώρα τους μέ τό κορμί τους, άντί νά επιβάλλουν στον εαυτό τους τήν ντροπή νά υπηρετούν ώς κωπηλάτες, αφήνοντας σέ άλλους τή φροντίδα τοΰ πολέμου. Περίπου τήν ίδια εποχή καί ό Ξενοφών προτείνει νά απαλλάξουν τούς μέτοικους άπό τήν υπηρεσία τοΰ οπλίτη, γιατί ενα πεζικό όπου οί πολίτες δέν θά ήταν άναμιγμένοι μέ μιά ετερόκλητη μάζα θά ήταν καλύτερο, καί γιατί ενας λαός τιμά τόν εαυτό του δταν υπολογίζει περισσότερο στή δική του αξία παρά σέ ξένη βοήθεια. Ό Δημοσθένης πέρασε όλόκληρη τή ζωή του ζητώντας αυτή τή μεταρρύθμιση· ώς πολιτικός δμως είναι υποχρεωμένος νά λαμβάνει υπόψη τά γεγονότα καί τίς ιδέ ες: γνωρίζοντας τίς ανάγκες τοΰ πολέμου, καί τόν αριθμό τών άντρων πού απαιτεί, βλέπει δτι είναι αδύνατο στό έξης νά πα ραιτηθεί εντελώς άπό τή βοήθεια τών επαγγελματιών στρατιω τικών καί νά αποκαταστήσει καθαρά εθνικό στρατό: θέλει εναν συμπαγή, καλά ασκημένο καί καλά πληρωμένο πυρήνα πολιτών, στον όποιο θά προστεθούν σέ ορισμένο χρόνο καί τόπο μισθοφο ρικές μονάδες. Έκτοτε, Οπως είδαμε, τό μεγάλο πρόβλημα πού γεννιέται στή συνείδηση τοΰ καθενός καί φέρνει σέ αντίθεση τά πολιτικά κόμματα είναι άν τά περισσεύματα τοΰ προϋπολο γισμού θά μπουν στό ταμείο τών θεωρικών ή τοΰ στρατοΰ, άν θά αφιερωθούν στις μικρές απολαύσεις τοΰ λαοΰ ή στήν άμυνα. Ό Δημοσθένης δέν έπεισε τούς συμπολίτες του αρκετά νωρίς, ώστε νά αποφευχθεί ή καταστροφή τής Χαιρώνειας. Στό χείλος τής αβύσσου ή 'Αθήνα αναζήτησε τή σωτηρία σέ μιά ισχυρή ορ γάνωση τών εφήβων, στήν επαναφορά τών γυμναστικών ασκή σεων καί στήν εκμάθηση τών όπλων. Ήταν πολύ άργά. 86
87
359
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Α' Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
Μέσα στή γενική μεταβολή τών πνευμάτων κάθε ελληνική πόλη αναγκάζεται νά ανοιχτεί πιό εύκολα άπ' ό,τι άλλοτε στις ανταλ λαγές, νά κανονίσει τίς σχέσεις της μέ τίς άλλες ελληνικές πόλεις σύμφωνα μέ λιγότερο στενές καί λιγότερο ζηλότυπες ιδέες. Κά θε πόλη, όπου αναπτύχθηκε τό εμπόριο καί ή βιομηχανία, προ σέλκυε μιά ετερογενή μάζα, επαγγελματίες πού επιθυμούσαν νά κερδίσουν τή ζωή τους σ' αυτήν, καί έστελνε τούς ναυτικούς της νά επισκεφτούν όλες τίς ακτές τής Μεσογείου. Μέ αυτό τό πήγαιν' έλα διεξαγόταν μιά διαρκής ανταλλαγή ανθρώπων, εμπορευ μάτων καί ιδεών. Τό αιμα ανακατευόταν, οί προκαταλήψεις έπε φταν ή μιά μετά τήν άλλη. Στό εσωτερικό κάθε χώρας, οί πολί τες καί οί μέτοικοι, μέ τό νά συμπλησιάζουν επί γενεές άπό τίς ίδιες ανάγκες τής οικονομικής καί κοινωνικής ζωής, ένιωθαν τήν ίδια αγάπη γιά τήν κοινή πατρίδα: τά λιμάνια προπάντων ήταν χωνευτήρια όπου γεννιόνταν μέρα μέ τή μέρα σταθερά μείγμα τα. 'Από τή μιά χοίρα στήν άλλη, μέ ολοένα μεγαλύτερη σαφή νεια, όλο καί πιό συνειδητά, σχηματιζόταν ή αντίληψη γιά τήν ελληνική ενότητα. Α υ τ ή ακριβώς ή αντίληψη ειχε ήδη συνενώσει τούς πολεμι στές τής Σαλαμίνας καί τών Πλαταιών, τής Ιμέρας καί τής Κύμης, κατά τών Μήδων, τών Καρχηδονίων καί τών Έτρούσκων. Ή άδερφοσύνη τών όπλων πού έσωσε τήν Ελλάδα τρα γουδήθηκε μέ ενθουσιασμό άπό τούς σύγχρονους ποιητές. Ό Πίνδαρος, άν καί γόνος πόλης πού πρόδωσε τήν εθνική υπόθεση, βρήκε θαυμάσιους τόνους γιά νά χαιρετίσει τήν 'Αθήνα, «τό ίοστεφές άστυ, τό προπύργιο τής Ελλάδας», καί νά συνδέσει μέ αυτήν, μέσα στή δόξα, τήν Αίγινα, τή Σπάρτη καί τίς Συρα κούσες. Στους Πέρσες τοΰ Αισχύλου, ό εξαίσιος παιάνας, πού είναι τό προανάκρουσμα τής νίκης, αποτελεί επίκληση «στά παι διά τών Ελλήνων», πού συγκεντρώθηκαν γιά νά ελευθερώσουν 1
360
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Τ Η Σ
ΕΛΛΑΔΑΣ
τούς ναούς τών θεών καί τούς τάφους τών προγόνων. Ό Ηρό δοτος διαβίβασε όλες αυτές τίς αναμνήσεις στους μεταγενεστέ ρους, γιά νά τιμήσει πρώτα άπ' όλα τήν 'Αθήνα τήν όποια αγα πούσε σάν θετή μητέρα, άλλά καί γιά νά δείξει ότι τό αντικεί μενο τοΰ αγώνα ήταν ή μοίρα μιάς φυλής, μιάς γλώσσας, μιάς θρησκείας, ενός ολόκληρου πολιτισμοΰ. Στήν άκμή τοΰ πελοποννησιακού πολέμου, ένώ ελληνικά χέ ρια έχυναν ποτάμια ελληνικό αίμα, υψώνονταν φωνές γιά νά δια κηρύξουν ότι αυτοί οί αγώνες ήταν αδελφοκτόνοι καί ότι ή τιμή επέβαλλε νά έκστρατεύσουν Ολοι μαζί εναντίον τών Περσών, άντί νά ζητιανεύουν όπως όπως τό χρυσάφι τους. Ό Αριστο φάνης δέν κουράζεται νά ζητά τήν ειρήνη, Οχι μόνο γιατί τή θε ωρεί απαραίτητη γιά τούς χωρικούς Ολων τών εμπόλεμων κρα τών, άλλά καί γιατί σκέφτεται τή συγγένεια τών «Πανελλήνων» πού ενισχύεται μπροστά στά ιερά τών Αμφικτιονιών, καί πού έπρεπε νά τούς ένο')σει εναντίον τών βαρβάρων. Ό Θουκυδίδης είχε πιθανότατα τίς ίδιες ιδέες, τουλάχιστον απέναντι στους Πέρσες: αυτός πού έχει μιά τόσο υψηλή ιδέα γιά τήν ιστορική αλήθεια καί γιά τά καθήκοντα πού αυτή επιβάλλει, δέν τολμά, πιθανότατα άπό πατριωτική αναστολή, νά μνημονεύσει τήν ει ρήνη τοΰ Καλλία, καί, ένώ διηγείται τά ταπεινωτικά διαβήματα τών Λακεδαιμονίων στό μεγάλο βασιλέα, αποσιωπά τίς εξίσου ατιμωτικές διαπραγματεύσεις πού διεξήγαγαν μέ τή σειρά τους οί Αθηναίοι. 'Ακόμη καί άπό τήν αντίθετη πλευρά, βλέπουμε τόν Καλλικρατίδα, άπό τίς πιό ευγενικές μορφές αυτής τής επο χής, νά κοκκινίζει γιά τήν περσική συμμαχία, νά αντιθέτει στά άνεξιλέωτα μίση τών πόλεων τό αίσθημα τής ελληνικής αλλη λεγγύης, νά εργάζεται γιά μιά γενική συμφιλίωση. Παρά τίς αναρίθμητες διαμάχες πού ακολούθησαν τόν μεγά λο πελοποννησιακό πόλεμο, ή ιδέα τής πανελλήνιας ενότητας γνώρισε μεγάλη πρόοδο τόν 4ο αιώνα. 'Όπως καί στό παρελθόν, άλλά μέ μιά σαφήνεια πού δέν είχαν οί νεφελώδεις δοξασίες καί τήν οποία πέτυχαν μόνο οί έ'λλογες θεωρίες, ό ελληνισμός ορι ζόταν κατ' αντιδιαστολή προς τή βαρβαρότητα. Παραδέχτηκαν ότι ή Ελλάδα, άπό τό ίδιο τό κλίμα της καί άπό τήν αντίληψη της γιά τήν πόλη, υπερείχε ουσιαστικά απέναντι στις μοναρχίες τών θερμών χωρών καί στους λαούς τών ψυχρών περιοχών, ότι ή φύση ειχε βάλει ανάμεσα στους 'Έλληνες καί στους βαρβά ρους τήν ίδια απόσταση πού ειχε βάλει ανάμεσα στους άνθρώ2
3
4
5
361
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
πους καί στά ζώα, καί, πάντως, δτι ειχε δημιουργήσει μιά φυλή κυρίων καί φυλές σκλάβων, έ'τσι ώστε νά δώσει σέ δ,τι ήταν ελληνικό πρόδηλα δικαιώματα πάνω σέ καθετί μή ελληνικό. 'Αλλά αυτοί οί ίδιοι πού στήριζαν τήν ιδέα τοΰ ελληνισμού σέ μιά φυσική άρχή, στήν ενότητα τής φυλής, πρόσθεσαν σ' αυτήν μιά υψηλότερη άρχή: τήν παιδεία, τή διάνοια (νοοτροπία), μέ δυο λόγια τόν πολιτισμό. Επομένως ό "Ελληνας, παρόλο πού ανήκει σέ μιά πόλη, οφεί λει νά θεωρεί τόν εαυτό του μέλος μιάς κοινότητας πού περι λαμβάνει κάθε πόλη μέ ελληνική καταγωγή καί ελληνικά ήθη. Ό Πλάτων θέλει νά υλοποιήσει τά σχέδια του γιά τήν πολιτική μεταρρύθμιση μέ τούς τυράννους τής Σικελίας. 'Όταν ό Ισοκρά της ψάχνει νά βρει κάποιον γιά νά τοΰ προτείνει τά δικά του, επειδή δέν μποροΰν νά υιοθετηθούν άπό τήν 'Αθήνα καί τή Σπάρ τη, απευθύνεται σέ έναν ηγεμόνα τής Κύπρου, πρίν νά παραδε χτεί δτι καί ένας Μακεδόνας είναι "Ελληνας. "Οσο πλατιά κι άν είναι ή Ελλάδα πού καθορίζεται μέ αυτόν τόν τρόπο, ή εθνική καί ή ηθική ενότητα τών ανθρώπων πού τήν κατοικούν κάνει ώστε κάθε πόλεμος ανάμεσα στις πόλεις νά παρουσιάζεται σάν εμφύλιος πόλεμος, αρρώστια λέει ό ένας, τρέλα λέει ό άλλος, αδελφοκτόνος πόλεμος. Μέ τέτοια λόγια μιλούν οί πιο φημισμέ νοι ρήτορες στά πλήθη πού συγκεντρώνονται στά πανηγύρια τής Όλυμπίας. Ό Γοργίας ό Λεοντίνος δίνει τό παράδειγμα τό 392: εξορκίζει τούς "Ελληνες νά σταματήσουν τούς πολέμους πού τούς αποδυναμώνουν δλους καί νά αναλάβουν δλοι μαζί στήν Ανατολή τόν μόνο πόλεμο πού είναι άξιος γι' αυτούς. Μέ τίς ίδιες αναλύσεις ό «πανηγυρικός» λόγος γίνεται είδος λογοτεχνι κό, δπου άσκοΰνται μέ τή σειρά τους ό Λυσίας καί ό Ισοκράτης. Ό Γοργίας δέν φοβάται νά παρουσιάσει τίς ιδέες του στους Α θηναίους" σ' έναν λόγο αφιερωμένο στή μνήμη πολιτών πού έπε σαν στό πεδίο τής τιμής εκφράζει τή λύπη του γιατί πλήρωσαν μέ τή ζωή τους νίκες λιγότερο ένδοξες άπό τίς μάχες τοΰ Μα ραθώνα καί τής Σαλαμίνας: έπαινοι καί εκφράσεις λύπης πού ξαναβρίσκονται σέ έναν άλλο επιτάφιο, πού εκφωνήθηκε άπό κά ποιον σύγχρονο τοΰ Λυσία. Τό ιδεώδες τής ενότητας δέν ήταν δυνατό νά μήν εκφραστεί κάπως καί στήν πραγματικότητα. Ανέκαθεν οί τέχνες καί τά γράμματα αποτέλεσαν γιά δλους τούς "Ελληνες ένα είδος κοινής κληρονομιάς. Α υ τ ή ή συμμετοχή γίνεται πιο στενή. Οί σχολές 6
7
8
362
9
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Τ Η Σ
ΕΛΛΑΔΑΣ
τών γλυπτών διακρίνονταν άλλοτε μέ τίς τοπικές παραλλαγές τους· άπό τώρα καί στό εξής δέν υπάρχει παρά μία μόνο γενική εξέλιξη τής γλυπτικής μέ ατομικά χαρακτηριστικά. Ξέρουμε πόσο ποικίλα ήταν ώς τότε τά αλφάβητα" τό ιωνικό αλφάβητο, πού ήταν τό πληρέστερο, υπερισχύει τών άλλων: στήν Αττική, κατά τό τελευταίο τέταρτο τού 5ου αιώνα άρχιζε νά κυριαρχεί στήν ιδιωτική χρήση καί νά εισχωρεί στις δημόσιες πράξεις* όταν ήταν άρχων ό Ευκλείδης (403 /2) έγινε επίσημο. Καί επι κεφαλής τοΰ έλληνισμοΰ τίθεται χωρίς αμφισβήτηση ή 'Αθήνα. "Ηδη τήν εποχή τοΰ Περικλή υπερηφανευόταν Οτι ήταν τό σχο λείο τής Ελλάδας, καί πάνω στον τάφο τοΰ Ευριπίδη ανακή ρυσσε τόν εαυτό της «Ελλάδα τής Ελλάδας». Μέ τά γραπτά τοΰ Ισοκράτη δικαιολογεί τούς τίτλους της. Είναι ή πρωτεύουσα τού έλληνικοΰ πολιτισμοΰ (άστυ τής Ελλάδος), γιατί συγκεν τρώνει τά ουσιαστικά στοιχεία του σέ υψηλή μορφή, γιατί συγ κεντρώνει Ο,τι συνιστά τό μεγαλείο, τήν ανθρωπιά, τή γνώση, τή λογική του, γιά νά τό διαδώσει στους άλλους. Θαυμάσιος πανηγυρικός, πού επιβεβαιώνεται άπό τά γεγονότα. Ή αττική διάλεκτος έγινε ή γλώσσα όλων τών καλλιεργημένων Ελλήνων. Οί άλλες εξακολουθούν νά εξυπηρετούν τοπικές ανάγκες, ή ιω νική τοΰ Ιπποκράτη διατηρείται στά ιατρικά βιβλία, ή δωρική τοΰ Πυθαγόρα σέ πολλά μαθηματικά έργα* άλλά ή αττική είναι ή φιλολογική γλώσσα, ή κοινή γλώσσα όλων τών μορφωμένων, ή κοινή. Οί Μακεδόνες βασιλείς, γιά νά συνδέσουν ακόμη πε ρισσότερο τή χώρα τους μέ τόν ελληνικό κόσμο, χρησιμοποιούν τήν αττική ώς γλώσσα τού κράτους. 'Από τόν τομέα τής διανόησης καί τής ηθικής, ή ιδέα τής ενό τητας μποροΰσε νά διαδοθεί στον τομέα τής πολιτικής; 'Εδώ, δυστυχώς γιά τήν Ελλάδα, θά προσέκρουε γιά πολύν ακόμη και ρό σέ ανυπέρβλητα εμπόδια. Είδαμε ότι έτεινε νά ενώσει τούς "Ελληνες εναντίον τοΰ εξωτερικού κόσμου. Πώς έγινε όμως ώ στε, μόλις ένα τέταρτο τοΰ αιώνα μετά τά μηδικά, οί ελληνικές πόλεις νά αρχίσουν, γιά νά μή σταματήσουν πιά, νά ζητοΰν κα θεμιά άπό τούς Πέρσες ενίσχυση εναντίον τών άλλων πόλεων, καί τό 386 ένα διάταγμα πού στάλθηκε άπό τά Σοΰσα νά γίνει νόμος γιά όλους τούς "Ελληνες, επιβάλλοντας τους γιά πολλά χρόνια τήν «ειρήνη τοΰ βασιλέα»; Επειδή στήν καρδιά τών Ελ λήνων ήταν ριζωμένο ένα αίσθημα ικανό νά αντισταθμίσει τήν υπερηφάνεια γιά τό ελληνικό Ονομα καί τήν περιφρόνηση προς 10
11
12
363
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
τούς βαρβάρους: μιά ακατανίκητη αγάπη γιά τήν αυτονομία. Ό πιο αγνός πατριωτισμός δέν μποροΰσε νά συμβιβαστεί μέ τήν ιδέα Οτι ή πόλη πού ιδρύθηκε άπό τούς θεούς καί διατηρή θηκε άπό τούς προγόνους δέν θά ήταν πιά ελεύθερη καί ανεξάρ τητη κοινότητα, απόλυτη κυρία τοΰ πολιτεύματος της καί τών νόμων της, τοΰ στρατοΰ της, τών οικονομικών της. Δέν πρέπει νά ξεχνάμε ότι τά σπουδαιότερα πνεύματα, τόσο στις μεταφυ σικές όσο καί στις ρεαλιστικές θεωρίες, δέν πίστευαν ότι ή πο λιτική επιστήμη μπορεί νά εφαρμοστεί σέ έ'να κράτος διαφορε τικό άπό τήν πάλιν. Έτσι, θά συγκρουστούν δύο αντίθετες δυ νάμεις: ή ηθική ενότητα καί τό πάθος γιά τοπική αυτονομία. Ή Ελλάδα άπό μόνη της δέν ήταν ικανή νά προαγάγει τή συγκέντρωση. Μόνο μιά εξωτερική ώθηση θά μπορέσει νά ρίξει τά χωρίσματα πού υψώνονταν άπό κάθε μεριά: δέν θά ενοποιη θεί παρά μόνο μέ τήν κατάκτηση. Γιά νά εξαφανιστεί τό πολί τευμα τής πόλης, θά χρειαστεί πρώτα νά υποκύψει ή Ελλάδα. Άλλά τό πολίτευμα αυτό, πρίν νά εξαφανιστεί, αλλοιώθηκε άπό τήν επίδραση νέων ιδεών καί νέων αναγκών. Μικρές κοινότητες, πού ήταν άλλοτε τόσο αποκλειστικές, θά ανοιχτούν ευκολότερα στά άτομα καί, πιεσμένες άπό τήν ανάγκη νά αμυνθούν εναντίον πολύ ισχυρών έχθρων, θά παραιτηθούν άπό ένα μέρος τής κυρι αρχίας τους, γιά νά προσφερθούν σέ δοκιμές μιάς χαλαρής ένω σης καί συνομοσπονδίας. Β' Η ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΙΣΟΠΟΛΙΤΕΙΑ
"Οταν ξέρουμε τί ήταν κατ' αρχήν ή ιθαγένεια στις ελληνικές πόλεις, καί βλέπουμε τί έγινε στήν πραγματικότητα τόν 4ο αι ώνα, ειδικά στήν Αθήνα, καταλαβαίνουμε Οτι δέν υπάρχουν νο μικές διατάξεις πού νά αντιστέκονται στά ήθη. Αμέσως μετά τήν αποκατάσταση τής δημοκρατίας, τό 403, ό αθηναϊκός λαός επανέφερε τό νόμο τοΰ Περικλή πού προφύ λαγε τό σώμα τών πολιτών άπό τή διείσδυση μετοίκων. Τά τε λευταία χρόνια τοΰ πελοποννησιακού πολέμου, ό νόμος αυτός είχε επανειλημμένα παραβιαστεί, ή αλλάξει, κατά τή διάρκεια πολιτικών κρίσεων ή μέ τήν πίεση στρατιωτικών αναγκών. Μέ πρόταση τοΰ Άριστοφώντα καί τροπολογία τοΰ Νικομήδη άπο364
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ
ΕΛΛΑΔΑΣ
φασίστηκε δτι, αυτός ό νόμος θά ίσχυε καί πάλι, όχι όμως ανα δρομικά. Γιά τό μέλλον πήραν όλες τίς προφυλάξεις πού μπο ρεί νά φανταστεί κανείς. 'Από την ανάγνωση καί μόνο τών νο μικών κειμένων, ή παροχή πολιτικών δικαιωμάτων παρουσιά ζεται περίπλοκη καί δύσκολη όσο ποτέ άλλοτε. Τό διάταγμα πο λιτογράφησης έπρεπε νά επικαλείται εξαιρετικές υπηρεσίες προς τόν αθηναϊκό λαό" έπρεπε νά επικυρωθεί σέ πλήρη εκκλησία, μέ έξι χιλιάδες ψήφους τουλάχιστον τέλος, ήταν δυνατό νά προ σβληθεί μέ γραφή παρανόμων. * Ό σφετερισμός τής ιδιότητας τοΰ πολίτη μποροΰσε νά προκαλέσει μιά εξαιρετικά σοβαρή κα τηγορία (γραφή ξενίας), πού επέσυρε, ούτε λίγο ούτε πολύ, τήν ποινή τής δουλείας μαζί μέ δήμευση τής περιουσίας. 'Από καιρό σέ καιρό, Οταν έβλεπαν Οτι πολλοί πανούργοι είχαν παρεισφρύσει άπό τά δίχτυα τού νόμου, προσπαθούσαν νά τούς πιάσουν μέ έλεγχο τοΰ καταλόγου. Τά βιβλία τών δήμων, πού αντιστοιχούν στά δικά μας μητρώα, αναθεωρήθηκαν τό 346 /5, όπως καί έναν αιώνα προηγουμένως. Οί κατάλογοι τών φρα τριών, πού επίσης αποτελούσαν, ενδεχομένως, αποδεικτικά μέ σα, μποροΰσαν νά γίνουν καί αυτοί αντικείμενο ανάλογης ανα θεώρησης. Άδικα όμως γίνονταν όλ' αυτά: αυτή ή πολυτέλεια τών προ φυλάξεων καί μερικά ξεσπάσματα τής λαϊκής αγανάκτησης μάς δείχνουν ότι οί άπατες ήταν συχνές. Οί πλούσιοι καί ισχυροί μέτοικοι δέν δυσκολεύονταν νά ανακαλύψουν έναν καλό μικρό δήμο, όπου δέν θά στοίχιζε πολύ νά εξασφαλίσουν μιά χαριστική εγγραφή. Ή διεφθαρμένη κώμη Ποταμός ειχε, άπ' αυτήν τήν άποψη, επιβεβαιωμένη φήμη. Έκεΐ ή άλλου, ό ίδιος ό δήμαρ χος μποροΰσε νά αναλάβει τήν υπόθεση καί νά βρει τούς απα ραίτητους συνένοχους, μέ πέντε δραχμές τό άτομο. "Οταν πά λι δέν έβρισκαν κάποιο δήμο, κατέφευγαν σέ μιά φρατρία, καί ένας επιδέξιος άνθρωπος μποροΰσε νά εισχωρήσει σέ μιά οικο γένεια αυθεντικών πολιτών μέ τό τέχνασμα τής υιοθεσίας ή νά τρυπώσει σ'ένα διάταγμα νόμιμων πολιτογραφήσεων. Έτσι σχηματιζόταν καί ανασχηματιζόταν αδιάκοπα μιά τάξη νόθων πολιτών, τών παρεγγράπτων. Δυο ή τρεις παροξυσμοί οργής μέσα σ' έναν αιώνα δέν εμπό δισαν τόν ίδιο τό λαό νά επεκτείνει καί νά εξευτελίσει τό θεσμό μέ τή συνεχή αύξηση τών τιμητικών ψηφισμάτων. Ήδη τά τε λευταία χρόνια τοΰ 5ου αιώνα αυτό τό είδος κατάχρησης προ13
1
15
16
17
18
19
20
21
22
365
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
καλούσε τά γέλια ή τίς φωνές: ή κωμωδία κακομεταχειριζόταν πολύ τόν κατασκευαστή μουσικών οργάνων Κλεοφώντα, αυτόν τόν άγροΐκο καί απαίδευτο, πού είχε μητέρα Θράκισσα καί άγνωστο πατέρα. Σύντομα οί αντεγκλήσεις τών ρητόρων γί νονται τόσο έ'ντονες καί τόσο συχνές εναντίον τής πολιτογράφη σης Οσο καί γιά τίς δόλιες έγγραφες. Ό Ισοκράτης θλίβεται κα θώς βλέπει νά έκπορνεύεται έ'νας τίτλος πού έπρεπε νά εμπνέει σεβασμό καί υπερηφάνεια. Ό Δημοσθένης, σέ μιά άπό τίς εντυ πωσιακές φράσεις πού ξέρει απέξω καί τήν όποια επαναλαμβά νει σέ κάθε του λόγο, αντιπαραθέτει τόν καιρό Οπου ή πιο ωραία ανταμοιβή γιά ξένους μονάρχες ήταν μιά εικονική απαλλαγή άπό φόρους μέ αυτήν τή θλιβερή εποχή δπου ή πολιτογράφηση είναι απλώς ένα ευτελές εμπόρευμα πού προσφέρεται σέ δούλους γιους δούλων: «Δέν είστε άπό τή φύση κατώτεροι άπό τούς γονείς σας», λέει στήν εκκλησία" «άλλά εκείνοι ύπερηφανεύονταν γιά τό ονομά τους, καί εσείς χάσατε αυτή τήν υπερηφάνεια». Βέβαια, οί θαυμαστές τοΰ παρελθόντος γίνονται εύκολα τι μητές τοΰ παρόντος. Τόν 4ο αιώνα δέν συναντώνται ακόμη τρα πεζίτες, δπως τήν ελληνιστική εποχή, πού συγκεντρώνουν τόσες υπηκοότητες δσα υποκαταστήματα έχουν, καί πόλεις πού που λάνε σέ καθορισμένη τιμή τίτλους πολιτογράφησης. Ό Ισο κράτης υπερβάλλει ολοφάνερα, δταν λέει ότι οί ξένοι αντικαθι στούν τούς πολίτες στον πόλεμο. Ωστόσο υπάρχει πολλή αλή θεια σ' αυτές τίς υπερβολές. Τά παραδείγματα πού μάς προσφέ ρουν οί ρήτορες καί οί επιγραφές δίνουν καθαρά τήν εντύπω ση ότι τά ψηφίσματα πού απονέμουν πολιτικά δικαιώματα αυ ξάνουν σέ αριθμό καί μειώνονται σέ αξία. Τό παταγώδες ψήφι σμα πού πρότεινε ό 'Υπερείδης μετά τήν ήττα τής Χαιρώνειας καί τό όποιο υποσχόταν τήν ιδιότητα τοΰ Αθηναίου στους με τοίκους πού θά οπλιστούν γιά νά υπερασπίσουν τήν πατρίδα βρί σκεται ακόμη μέσα στήν παράδοση. 'Αλλά ή 'Αθήνα παρου σιάζεται Ολο καί λιγότερο φειδωλή στήν παροχή ατομικών προ νομίων. Προσφέρει τόν τίτλο τοΰ πολίτη γιά υπηρεσίες κάθε εί δους: σέ έναν πολιτικό, δπως ό Ηρακλείδης ό Κλαζομένιος" σέ έναν αρχηγό μισθοφόρων, Οπως ό Χαρίδημος, απλός μέτοικος ά πό τόν Ώρεό" σέ τραπεζίτες πού είχαν διατελέσει δοΰλοι, δπως ό Πασίων, ό Φορμίων, ό Έπιγένης, ό Κόνων" σέ εμπόρους αλι πάστων, δπως ό Χαιρέφιλος καί οί τρεις γιοί του. Κάνει ακόμη πολίτες τιμής ένεκεν μέ ψηφίσματα, πού μπορεί νά έχουν πρα23
24
25
26
27
366
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Τ Η Σ
ΕΛΛΑΔΑΣ
κτική άξια γιά τούς φίλους τής Αθήνας πού εκδιώχθηκαν άπο τήν πατρίδα τους (τον Άστυκράτη άπο τούς Δελφούς, τον Πεισιθείδη άπο τή Δήλο), άλλά συχνά είναι απλώς τιμητικές δια κρίσεις, ανάλογες μέ τίς σημερινές παρασημοφορίες ξένων (Στόρυς ό Θάσιος, Διονύσιος Α' τών Συρακουσών, οί βασιλείς τών Μολοσσών Θάρυψ καί 'Αρύββας). Ένα παράξενο συμβάν, πο λύ κατάλληλο νά ερεθίσει τή χολή τοΰ Δημοσθένη, δείχνει μέ πόση ελαφρότητα απονέμονταν αυτές οί διακρίσεις: τό δικαίωμα τοΰ πολίτη δόθηκε διαδοχικά στον βασιλέα τής Θράκης Κότυ καί στους φονιάδες του. Οί Αθηναίοι αντιλαμβάνονται καλά ότι βιάζουν αυτές ακρι βώς τίς αρχές τίς όποιες ισχυρίζονται ότι σέβονται: πολλαπλα σιάζουν καί περιπλέκουν όσο μπορούν τίς διατυπώσεις γιά τήν πολιτογράφηση καί ακόμη περισσότερο τούς τύπους πού τή μνη μονεύουν. 'Αλλά δέν είναι δυνατό νά αντισταθούν στή συνεχή πίεση τών ιδεών καί τών νέων ηθών μέ διαδικαστικά μέσα καί φραστικές διατυπώσεις. 'Όσο χαρακτηριστική καί άν υπήρξε ή τάση νά πολλαπλασιά ζουν τίς ατομικές πολιτογραφήσεις, δέν ήταν παρά σημείο τών καιρών. Αυτό πού μποροΰσε νά έχει σημασία γιά τό μέλλον ήταν ή μαζική είσοδος μιάς πόλης σέ μιάν άλλη, πράγμα πού αλλοί ωνε τό καθεστώς τών μικρών επικρατειών. Ήδη τόν 5ο αιώνα τό παράδειγμα τών Πλαταιέων καί τών Σαμίων πού ονομάστη καν πολίτες τής Αθήνας δέν έμεινε μεμονωμένο. Τήν ίδια εποχή δύο πόλεις τής Μικράς Ασίας άνοιγαν στους πολίτες δύο σικε λικών πόλεων: ή Άντανδρος στους Συρακούσιους ή Έφεσος στους Σελινούντιους. Αυτό βέβαια ήταν απλώς ένας τρόπος γιά νά τιμηθούν πολεμιστές πού ήρθαν νά βοηθήσουν συμμάχους άλλά ό γενικός τύπος πού δίνεται σ' αυτήν τή διάκριση σημειώ νει καί μιά τάση γιά απεριόριστη επέκταση τών πολιτογραφή σεων. Τόν 4ο αιώνα εμφανίζονται περιστατικά ανάλογα, μέ πο λιτικές όμως επιπτώσεις. Οί Κυρηναΐοι συσφίγγουν τούς δε σμούς πού τούς συνδέουν μέ τή Θήρα, αναγνωρίζοντας σάν αδερ φούς τούς γιους τής παλαιάς μητρόπολης. Πρώτη φορά βλέ πουμε, Οχι μιά πόλη νά πολιτογραφεί μονόπλευρα πολίτες μιάς άλλης, άλλά δύο πόλεις νά δίνουν αμοιβαία, μέ διμερή σύμβαση, πολιτικά δικαιώματα: κατά τό 365 μιά συνθήκη ανάμεσα στήν Κέω καί στήν Ιστιαία διακηρύσσει ότι κάθε συμβαλλόμενο κρά τος θά δώσει στους πολίτες τοΰ άλλου τήν ελευθερία τοΰ έμπο28
29
30
-
31
-
32
367
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
ρίου καί, ύστερα άπο προσωπική αίτηση, πολιτικά δικαιώματα. Α υ τ ή τήν ανταλλαγή πολιτών ανάμεσα σέ κράτη πού είναι ισό τιμα, ένώ καθένα διατηρεί τήν κυριαρχία του, τό πολίτευμα του καί τούς νόμους του, τό δημόσιο δίκαιο τής Ε λ λ ά δ α ς θά τήν ο νομάσει αργότερα Ισοπολιτεία.
33
Γ' ΟΙ
ΣΤΜΜΑΧΙΕΣ
ΚΑΙ
ΟΙ
ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΕΣ
Κι ένας άλλος θεσμός κάνει ένα ακόμη βήμα: οί πόλεις συγκεν τρώνονται σέ ευρύτερες ενότητες. Ήδη τόν 5ο αιώνα είδαμε νά σχηματίζεται, νά μεγαλώνει ή νά κινδυνεύει ένας αριθμός άπό συμμαχίες καί ομοσπονδίες. Οί ζυμώσεις πού γίνονται στήν Ελ λάδα τόν τέταρτο αιώνα πολλαπλασιάζουν αυτές τίς απόπειρες πολιτικής συγκέντρωσης, όπου παρουσιάζονται γιά πρώτη φορά στοιχεία τοΰ αντιπροσωπευτικού συστήματος. Ένώ ή Ήλιδα καί ή Ρόδος διατηρούν λίγο πολύ ειρηνικά τήν ενότητα πού απέ κτησαν μέ τό συνοικισμό, καί οί συμπολιτείες τής Αρκαδίας καί τής Χαλκιδικής διάγουν μιά ταραγμένη ζωή, μορφοποιούν ται πολλές ομάδες πού ώς τότε δέν είχαν μορφή. Ή Λακεδαί μονα, ή 'Αθήνα καί ή Θήβα θά καταβάλουν μεγάλες προσπά θειες γιά νά έπανασυστήσουν, βάσει νέων σχεδίων, συμμαχίες ή συνομοσπονδίες πού διεύθυναν κατά τόν πελοποννησιακό πό λεμο, καί θά προσπαθήσουν νά βρουν τίς αναγκαίες δυνάμεις γιά νά κυριαρχήσουν στον ελληνικό κόσμο. Ή Σπάρτη, αμέσως μόλις νίκησε τήν 'Αθήνα, ενισχύει τή θέ ση της στήν πελοποννησιακή συμμαχία. Διαθέτει όλη τή δύναμη πού τής δίνει σ' ολόκληρη τήν Ελλάδα τό κύρος τών αρμοστών της καί ή οργάνωση τών δεκαρχιών. 'Από όσες πόλεις απέσπασε άπό τήν αθηναϊκή συμμαχία απαιτεί τούς φόρους πού πλήρωναν σ'αυτήν απαιτεί φόρο καί άπό τήν ίδια τήν 'Αθήνα. Έτσι γί νεται άχθος βαρύ γιά τούς Πελοποννησίους. Οί αποφάσεις τής συμμαχίας λαμβάνονται πάντα έπειτα άπό σύμφωνη γνώμη τοΰ συμβουλίου τών συμμάχων καί τής σπαρτιατικής εκκλησίας* άλ λά τό συμβούλιο δέν συζητεί πιά μόνο του προτού ψηφίσει* με τέχει μόνο στις συζητήσεις τής εκκλησίας, διαδικασία πού δέν τοΰ αφήνει πιά πλήρη ελευθερία. "Ολον αυτόν τόν καιρό, κάθε απόπειρα γιά συνοικισμό, γιά συμπολιτεία ή συνομοσπονδία, πού γινόταν έξω άπό τή σπαρτια34
35
368
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Τ Η Σ
ΕΛΛΑΔΑΣ
τική συμμαχία, συναντούσε τήν αντίθεση τών ολιγαρχικών κομ μάτων, πού δέν είχαν ελπίδα νά διατηρήσουν τά παραδοσιακά προνόμια παρά μόνο στό στενό πλαίσιο τών αυτόνομων πόλεων, καί συγχρόνως τή συστηματική εχθρότητα τών Σπαρτιατών, οί όποιοι ήθελαν πάση θυσία νά εμποδίσουν τό σχηματισμό αρκε τά εκτεταμένων καί δυνατών κρατών, πού θά μποροΰσαν νά τούς αντισταθούν. Μόνο κατά τόν κορινθιακό πόλεμο, πρώτη επίθε ση στήν ηγεμονία τής Σπάρτης, μπόρεσαν οί Πελοποννήσιοι νά συλλάβουν τέτοια σχέδια. Τό 393 ή Κόρινθος, έχοντας δημο κρατική κυβέρνηση, αποφάσισε νά ενσωματωθεί στήν Αργο λίδα. Καί κατά τό 390 οί πόλεις τής Αχαΐας —οί όποιες ανέ καθεν επωφελούνταν άπό τίς γιορταστικές συγκεντρώσεις πού γίνονταν στό ιερό άλσος τοΰ Δία Όμάριου, γιά νά συναποφασί σουν ποιά στάση θά κρατοΰσαν απέναντι σέ ξένες δυνάμεις— με τέβαλαν τήν αμφικτιονία σέ ομοσπονδία, πού περιέλαβε καί μιά πόλη τής Ακαρνανίας. Ή Σπάρτη δέν άργησε νά αντιδράσει στήν ένωση τής Κορίνθου μέ τό "Αργός. "Υστερα άπό πρόσκλη ση τών ολιγαρχικών τής Κορίνθου αποκατέστησε τή δυαρχία πού ευνοούσε τά συμφέροντα τους καί τά δικά της. Άλλά τί νά κάμει εναντίον τής Θήβας, πού ή συνομοσπονδία τοΰ 447 τής έδινε όλο καί μεγαλύτερη δύναμη; Πώς νά σταμα τήσει τήν Αθήνα πού προετοίμαζε τήν αποκατάσταση τής αυ τοκρατορίας της συνάπτοντας αμυντικές συμμαχίες, καί έπαιρνε τό δικαίωμα νά επεμβαίνει στά εσωτερικά συμμαχικών πόλεων, νά αλλάζει τά συντάγματα τους, νά τούς στέλνει φρουρές καί κυ βερνήτες, νά τούς ζητά φόρους, νά τούς απαγορεύει νά προσφέ ρουν άσυλο στους ανθρώπους πού εξόριζε ή ίδια; Γιά τή σπαρτιατική πολιτική ή άνταλκίδεια ειρήνη ήταν δι πλωματικό επίτευγμα (386). Ή «ειρήνη τοΰ βασιλέα», επιβάλ λοντας σέ Ολες τίς ελληνικές πόλεις τήν αυτονομία ώς απόλυτη υποχρέωση, διέλυε τήν αθηναϊκή αυτοκρατορία πού πήγαινε νά άνασυσταθεΐ καί πού ανησυχούσε τούς Πέρσες πιο πολύ άπό τούς Σπαρτιάτες" άλλά κυρίως έβαζε τέλος στή βοιωτική συνο μοσπονδία* οδηγούσε τήν Κόρινθο, πού αποκοβόταν άπό τό Α ρ γός, στή συμμαχία τών Λακεδαιμονίων τέλος, επέτρεπε τή διά λυση Ολων τών συνοικισμών, θεωρώντας τους αντίθετους στό νέο διεθνές δίκαιο. Στή Βοιωτία τά έντεκα ομόσπονδα διαμερίσματα καταργή θηκαν καί οί πόλεις κυβερνιόνταν, καθεμιά χωριστά, Οπως ήθε36
37
38
369
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
λαν —δηλαδή όπως απαιτούσαν οί Σπαρτιάτες φρούραρχοι. "Ο λες οί πολίχνες πού άνηκαν στή Θήβα αποσπάστηκαν, καί οί Πλαταιές ξαναχτίστηκαν, γιά νά τή χαλιναγωγούν. Δέν υπήρχε πιά κοινό νόμισμα: κάθε πόλη είχε καί πάλι τό δικό της, πού στήν κύρια Οψη εικονίζε τή βοιωτική ασπίδα, γιά γεωγραφική ένδειξη, άλλά στήν πίσω είχε τό έμβλημα καί τό Ονομα τής πό λης. Πλήθος ειδικές συνθήκες μεγάλωσαν τό σπαρτιατικό στρα τό μέ καινούρια συμμαχικά σώματα. Άπό τό 484 ό πληθυσμός τής Μαντινείας, προς μεγάλη χαρα τών ολιγαρχικών, σκορπίστηκε στά πέντε της χωριά: κυρίως άπό τίς πληροφορίες πού δίνονται γι' αυτόν τό διοικισμό μαθαίνουμε τόν παλαιότερο θννοικιαμό. Ή μακρινή Χαλκιδική νόμιζε τόν εαυτό της ασφαλή. Οί θε σμοί της είχαν σταθεροποιηθεί εδώ καί μισό αιώνα. Άπό συμ πολιτεία πήγαινε νά γίνει ενοποιημένο κράτος. Οί Χαλκιδεΐς, χωρίς νά δημιουργήσουν ρητά ένα δίκαιο ομόσπονδης πόλης, εί χαν κάτι τό αντίστοιχο μέ έναν κοινό γιά Ολους νόμο: αρκούσε, πραγματικά, νά είναι κανείς πολίτης μιάς πόλης, γιά νά έχει σέ όλες τίς άλλες τό δικαίωμα τοΰ γάμου καί τής ιδιοκτησίας. Ή κοινωνική ισότητα ήταν επίσης εγγυημένη σέ Ολη τήν έκταση τής κοινότητας, ανεξάρτητα άπό τήν πολιτική ισότητα. Α υ τ ά τά μέτρα, πού είχαν επιβληθεί σέ όλες τίς πόλεις, δείχνουν, μόνα τους, ένα μεγάλο περιορισμό τής αυτονομίας, περιορισμό πού ήταν ίσος γιά όλους, τουλάχιστον αρχικά. Στήν πράξη, τό κρά τος ονομαζόταν επίσημα κοινόν τών Χαλκιδέων.* Είχε τό απο κλειστικό δικαίωμα νά κόβει νόμισμα, καί μόνο σάν εξαίρεση προστίθεται σέ μερικά νομίσματα, κοντά στό Ονομα τών Χαλκιδέων, τό Ονομα τής Όλύνθου. Άλλά ή πρωτεύουσα, φαινο μενικά ίση μέ τίς άλλες πόλεις, δύσκολα έκρυβε τήν πραγματική της ηγεμονία. Ή εκκλησία τής ομοσπονδίας, πού συνερχόταν στήν'Όλυνθο, δέν διέφερε πολύ άπό τήν εκκλησία τής Όλύνθου. Οί εξουσίες της ήταν σημαντικές. Τήν απασχολούσαν οί εξωτε ρικές υποθέσεις, οί πολιτικές συνθήκες καί οί εμπορικές συμβά σεις, κανόνιζε τίς στρατιωτικές υποθέσεις, χωρίς νά εξαιρεί τή διεύθυνση τών επιχειρήσεων, έξέλεγε τό στρατηγό, πρώτο άρ χοντα τής συνομοσπονδίας, τέλος ψήφιζε τούς φόρους τής ομο σπονδίας —τελωνειακά δικαιώματα πού εισπράττονταν στά λι μάνια καί στά εμπόρια. Μέ τήν ισχυρή του οργάνωση, τό χαλκιδικό κράτος απέκτησε σεβαστή δύναμη. Ή συμμαχία του έξα39
40
41
42
ί3
44
45
6
47
48
370
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Τ Η Σ
ΕΛΛΑΔΑΣ
γοράστηκε άπό τή Μακεδονία μέ εμπορικά προνόμια καί μέ εδα φικές παραχωρήσεις. Επεκτάθηκε ασκώντας τήν επίδραση του στή χερσόνησο τής Παλλήνης διαμέσου τής Ποτίδαιας, καί στή χερσόνησο τής Σιθωνίας διαμέσου τής Τορώνης. "Ολα πήγαιναν καλά ώσπου δύο πόλεις, πού πιέστηκαν νά μπουν στή συνομο σπονδία, κάλεσαν σέ βοήθεια τή Σπάρτη (382). "Υστερα άπό τρία χρόνια πολέμου ή συμπολιτεία αναγκάστηκε νά διαλυθεί. 49
Ή Σπάρτη ειχε δουλέψει καλά. Στήν Αρκαδία, στή Βοιωτία, στή Χαλκιδική, παντοΰ στήν ηπειρωτική Ελλάδα, δπου φοβόταν μιά συνένωση εχθρικών πόλεων, αποκατάστησε τήν αυτονομία. 'Αλλά μέ τόν ίδιο τό θρίαμβο της ενίσχυσε τήν επιθυμία γιά ενοποίηση σέ δλα τά μέρη τής Ελλάδας δπου τήν ειχε κατα πνίξει. Ή εκστρατεία κατά τής Όλύνθου άρχισε μέ τήν κατάληψη τής Θήβας* τό 379 ή Θήβα ελευθερώθηκε μέ μιά νυχτερινή επι χείρηση. Τά ξημερώματα, ή εκκλησία πού συγκεντρώθηκε ε σπευσμένα διόρισε τέσσερις βοιωτάρχες. Αυτή ή πράξη ισοδυ ναμούσε μέ διακήρυξη δτι ή βοιωτική συνομοσπονδία θά σχη ματιζόταν καί πάλι, δτι τούτο θά γινόταν μόνο μέ τή συμφω νία ολόκληρου τοΰ λαοΰ, καί ότι αυτήν τή φορά θά είχε δημο κρατικό πολίτευμα. Χρειάστηκε πολλή δουλειά, γιά νά πάρει τήν έκταση πού είχε άλλοτε: έπρεπε νά καταστρέψουν καί πάλι τίς Πλαταιές, νά υποτάξουν τίς Θεσπιές καί τόν Όρχομενό καί, αργότερα, νά ισοπεδώσουν τόν Όρχομενό καί νά σκοτώσουν ό λο τόν αρσενικό πληθυσμό του. Ή καινούρια συνομοσπονδία τυπικά καί νομικά μοιάζει μέ τήν παλαιά* έχει ώς άρχή τήν αυτονομία τών πόλεων: δέν υπο βιβάζει τά τοπικά πολιτικά δικαιώματα, καθιερώνοντας ομο σπονδιακή ιθαγένεια, τούς αφήνει τή φροντίδα νά επιστρατεύ ουν τούς πολίτες τους γιά τόν ομοσπονδιακό στρατό, άλλά τούς αφαιρεί τό δικαίωμα νά κόβουν νόμισμα. Ωστόσο, στήν πραγματικότητα οί Βοιωτοί πλησιάζουν περισσότερο άπό πρίν στήν ενότητα τοΰ κράτους, χάρη σέ μιά ηγεμονία ακόμη πιο ισχυρή. Ή κατάργηση τών διαμερισμάτων τών Θεσπιών καί τοΰ Όρχομενοΰ καί ή προσάρτηση τοΰ εδάφους τους στις άλλες πόλεις περιορίζει τόν αριθμό τών βοιωταρχών άπό έντεκα σέ εφτά καθώς ή Θήβα διατηρεί τέσσερις, έχει τήν πλειοψηφία στό διευθυντήριο. Α υ τ ή λοιπόν κατευθύνει τήν εξωτερική πολι50
51
52
53
54
-55
371
Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η ΤΗΣ
ΠΟΛΗΣ
τική, καί οί αντιπρόσωποι της ισχυρίζονται στά διεθνή συνέδρια ότι τό Ονομα «Βοιωτοί» αντιστοιχεί στό Ονομα «Θηβαίοι». Ά λ λη σημαντική αλλαγή, πού δρα ακόμη εντονότερα προς τήν ίδια κατεύθυνση: ό δάμος, πού αποτελείται άπό τό σύνολο τ ώ ν πο λιτών, δέν αντιπροσωπεύεται στή βουλή άπό αριθμό εκπροσώ πων ανάλογο μέ τή σημασία τής πόλης* συνεδριάζει σέ εκκλησία ορισμένες ήμερες. Καθώς αυτή ή εκκλησία συγκεντρώνεται στή Θήβα, αποτελείται κατά τό μεγαλύτερο μέρος της άπό Θηβαί ους. "Ολες οί υποθέσεις, ειδικά οί εξωτερικές, συζητούνται κα τευθείαν ανάμεσα στους βοιωτάρχες καί τό λαό, γιατί ό επίση μος αρχηγός τής συνομοσπονδίας, ό επώνυμος άρχοντας, δέν έχει καμία δύναμη. Οί βοιωτάρχες πού συγκαλούσαν άλλοτε τή βουλή, συγκαλούν τώρα τήν εκκλησία* τής παρουσιάζουν τίς αναφο ρές τους, προετοιμάζουν τίς αποφάσεις της καί τίς εκτελούν" δια πραγματεύονται μέ τό εξωτερικό καί διοικούν τίς στρατιωτικές μονάδες τών εφτά διαμερισμάτων. Άλλά εξαρτώνται διαρκώς ά πό τήν εκκλησία: εκλεγμένοι άπό αυτήν, μέ δυνατότητα επανε κλογής, Οχι μόνο τής υποβάλλουν απολογισμό στό τέλος τοΰ χρό νου, άλλά είναι επιπλέον υπεύθυνοι απέναντι της κατά τό διάστη μα τής διοίκησης τους, καί είναι δυνατό νά καθαιρεθούν. Ή εκ κλησία έχει αρμοδιότητα νά δικάζει απόπειρες κατά τοΰ ομο σπονδιακού συμφώνου" ωστόσο δίπλα της λειτουργεί, όπως καί πριν, ένα ανώτατο δικαστήριο, μέ κληρωτά μέλη, πού δικάζει άρ χοντες τής ομοσπονδίας πού κατηγορήθηκαν γιά καταχρήσεις. Αυτό τό σύνταγμα μποροΰσε νά οδηγήσει τή Βοιωτία μέ συνε τά βήματα σέ μιά πιό τέλεια ενότητα. Δυστυχώς, στή βοιωτι κή συνομοσπονδία ή Θήβα έβλεπε απλώς ένα στήριγμα γιά τήν εξωτερική πολιτική της, ένα Οργανο ηγεμονίας. Ή Βοιωτία δέν θά μποροΰσε ποτέ νά ξαναβρεί τήν ενότητα της τό 378, έάν δέν καλυπτόταν στά νότια σύνορα της. Άλλά καί ή Αθήνα αποκατέστησε τή συνομοσπονδία της ύστερα άπό τήν προκλητική βία καί δολιότητα τής Σπάρτης. Στήν άρχή, οί δύο γειτονικοί λαοί σύναψαν μιά συνθήκη εναντίον τοΰ κοινοΰ εχθρού, καί ή Αθήνα, επαναλαμβάνοντας τό σύστημα συμμα χιών πού ειχε εγκαινιάσει τό 389 καί είχε υποχρεωθεί νά εγκα ταλείψει τό 386, σύναψε συνθήκες μέ τή Χίο, τή Μυτιλήνη, τή Μήθυμνα, τή Ρόδο καί τό Βυζάντιο. Αυτές οί διμερείς σ υ μ φ ω νίες ανάμεσα σέ μιά πόλη καί σέ έξι άλλες μετατράπηκαν αμέ σως σέ πολυμερές σύμφωνο έφτά πόλεων, καί στήν αρχική όμά56
57
58
59
60
372
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ τ η σ
ελλαδασ
δα ενσωματώθηκαν γιά πολλά χρόνια καινούρια μέλη. Ή ναυ τική συνομοσπονδία τής Αθήνας ανασταινόταν. Αρχικά συμφωνήθηκε Οτι όλες οί πόλεις μέλη θά έ'μεναν αυ τόνομες καί θά απολάμβαναν ίσα δικαιώματα στό ομοσπονδιακό συμβούλιο: έ'τσι, σέβονταν τήν «ειρήνη τοΰ βασιλέα» καί περιό ριζαν προκαταβολικά τήν ηγεμονία τής Αθήνας. Οί Αθηναίοι, γιά νά καθησυχάσουν όποιον μποροΰσε νά φοβηθεί επιστροφή στις μεθόδους τής πρώτης συμμαχίας, εξέδωσαν τόν Φεβρουά ριο ή τόν Μάρτιο τοΰ 377 τό ψήφισμα τοΰ Αριστοτέλη. Μέ αυτό έ'διναν εγγυήσεις γιά τήν αυτονομία πού υποσχέθηκαν στις πό λεις. Ύπόσχονταν νά μήν επεμβαίνουν στήν εσωτερική τους δια κυβέρνηση, νά μή στέλνουν σέ καμία διοικητή ή φρουρά, νά μήν απαιτούν φόρο, νά σέβονται τά τοπικά δικαστήρια. Επιπλέον έ'δωσαν ειδικές εγγυήσεις ότι δέν θά εγκαταστήσουν κληρούχους: Οχι μόνο παραιτήθηκαν άπό τίς περιουσίες πού είχαν αποκτήσει παλαιότερα σέ συμμαχικά εδάφη, άλλά καί απαγόρευσαν στον ε αυτό τους νά αποκτήσει μελλοντικά δημόσιες ή ιδιωτικές κτήσεις μέ αγορά, υποθήκη ή άλλο μέσο. "Ολοι αυτοί οί όροι ίσχυαν καί ήταν υποχρεωτικοί γιά πάντα: κάθε εισηγητής πρότασης πού έ τεινε νά τούς αλλάξει μποροΰσε νά τιμωρηθεί μέ ατιμία καί προ ληπτική δήμευση τής περιουσίας του, πρίν νά καταδικαστεί σέ θάνατο ή σέ εξορία. Καί ή καινούρια συμμαχία δέν μπόρεσε νά μήν περιορίσει τήν αυτονομία τών πόλεων προς Οφελος τής αθηναϊκής ηγεμονίας. 'Τπήρχαν δύο αρχές πού έ'πρεπε νά συμβιβαστούν. Ό συνεταιρισμός καθιέρωνε μιά δυαρχία, τήν όποια φανέρωνε καθαρά τό επίσημο ονομά του: οί Αθηναίοι και οί σύμμαχοι. Τό ομοσπονδιακό σύμφωνο Οφειλε νά οργανώσει τούς τρόπους τών κοινών ενεργειών. "Εκαμε ώστε νά λειτουργούν συγχρόνως καί ύστερα άπό συμφωνία τά βουλευόμενα Οργανα τής Αθήνας καί τό σννέδριον τών συμμάχων, τό όποιο συνεδρίαζε διαρκώς στήν 'Αθήνα μολονότι οί Αθηναίοι δέν αντιπροσωπεύονταν σέ αυτό. "Ετσι πάρθηκαν οί αποφάσεις τών συμμάχων καί τοΰ α θηναϊκού λαοΰ (τά δόγματα τών συμμάχων και τοϋ δήμου τών Αθηναίων) πού καθόρισαν τόν καταστατικό χάρτη τής ομοσπον δίας. Κάθε πόλη μποροΰσε νά αντιπροσωπευτεί άπό έ'ναν ή πε ρισσότερους συνέδρους, άλλά δέν διέθετε παρά μία μόνο ψήφο: καθώς άρκοΰσε ή άπλή πλειοψηφία, ή 'Αθήνα μποροΰσε ευκολό τατα νά εξασφαλίσει τή βοήθεια τών μικρών πόλεων. 'Εξυπα61
62
63
64
65
66
373
Η ΠΑΡΑΚΜΗ τ η σ
πολησ
κούεται δτι Ινα τέτοιο σύστημα, πού ειχε τήν αξίωση νά εξισορ ροπήσει μιά μεγάλη δύναμη μέ μιά ομάδα μικρών αυτόνομων κρατών, μποροΰσε νά διατηρηθεί όσο είχαν νά πολεμήσουν γιά τήν κοινή σωτηρία, άλλά δέν μποροΰσε νά διαρκέσει απεριόριστα. "Ολα πήγαν καλά ώς τό 371. Οί σχέσεις τοΰ συνεδρίου μέ τήν εκκλησία καί τή βουλή τής Αθήνας ήταν σύμφωνες μέ τή συν θήκη τής συμμαχίας. Ή 'Αθήνα είχε τήν πρωτοβουλία καί τή διεύθυνση τών διαπραγματεύσεων μέ τό εξωτερικό, άλλά δέν έκανε τίποτε τό οριστικό χωρίς νά συμβουλευτεί τούς συμμά χους. Καθώς ήταν εκείνη πού δημιούργησε τή συμμαχία μέ χω ριστές συνθήκες, εξακολούθησε νά διαπραγματεύεται μέ τίς πό λεις πού ζητούσαν νά γίνουν μέλη της, καί ή εισδοχή τους γινό ταν μέ ψήφισμα τής εκκλησίας έπειτα άπό πρόταση τής βου λής. Άλλά ή υπόθεση ενδιέφερε τό συνέδριο, άφοΰ επρόκειτο γιά τήν είσοδο καινούριου μέλους μέ δικαίωμα ψήφου καί άφοΰ όλοι οί σύμμαχοι είχαν τήν υποχρέωση νά υποστηρίξουν Οποιο μέλος τους δεχόταν επίθεση, μέ όλες τους τίς δυνάμεις καί μέ όλη τους τήν ισχύ, στή στεριά καί στή θάλασσα. Έτσι ή ανταλ λαγή τών Ορκων, χωρίς τούς όποιους δέν μποροΰσε νά,υπάρξει τέλεια εισδοχή, γινόταν υποχρεωτικά μέ αντιπροσώπευση τών συμμάχων, επομένως απαιτούσε τή συγκατάθεση τού συνεδρί ου. "Οσο γιά τίς συνθήκες μέ κράτη πού ήταν καί έμεναν έξω άπό τή συμμαχία, αυτές υποβάλλονταν στήν αθηναϊκή εκκλησία μέ άπλό προβούλευμα τής βουλής, βασισμένο σέ Ινα δόγμα τοΰ συνεδρίου, καί δέν άρχιζαν νά ισχύουν γιά κάθε πόλη παρά μόνο άφοΰ αυτή ειχε ορκιστεί. Ακόμη τό 371, στό συνέδριο τής Σπάρτης, ένώ μόνοι οί Λακεδαιμόνιοι έδωσαν όρκο γιά τόν εαυτό τους καί τούς συμμάχους τους, Ολοι οί σύμμαχοι τών Αθηναίων ορκίστηκαν μετά άπό αυτούς, ή μιά πόλη μετά τήν άλλη. Ήταν τό αντίθετο άπό εκείνο πού έγινε γιά τήν ειρήνη τοΰ Νικία, καί τίποτε δέν δείχνει καλύτερα τό δρόμο πού διέ τρεξε ή Σπάρτη καί ή Αθήνα σέ μισό αιώνα. Τέλος, κάθε από φαση πού ενδιέφερε τή συνομοσπονδία λαμβανόταν όπως τά δόγματα μέ συνταγματική ισχύ. Τό συνέδριο δέν μποροΰσε νά κάμει τίποτε χωρίς τήν εκκλησία, ούτε ή εκκλησία χωρίς τό συνέδριο. Τό αποτέλεσμα ήταν Ινας Π ΐ ο ά ΐ ΐ δ ν ΐ ν β η ά ί πού απο καθιστούσε ανάμεσα στήν Αθήνα καί στους συμμάχους μιά διά κριση δικαιοδοσιών. Ή ηγεμονία τής Αθήνας αφορούσε ουσιαστικά τή διεύθυνση 67
68
69
70
71
374
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
τών εξωτερικών υποθέσεων, τή διοίκηση τοϋ συμμαχικού στρα τοΰ καί τήν ελεύθερη χρησιμοποίηση τοΰ στόλου, πού περιλάμ βανε σχεδόν αποκλειστικά αθηναϊκά πλοία. Στά λοιπά τό συνέ δριο είχε τήν υψηλή εποπτεία. Μέ τό νά απαγορεύεται ή επιβο λή φόρου άπό τή συνθήκη, ή συνομοσπονδία μόνο μέ τή συγκα τάθεση τών μελών της μποροΰσε νά έ'χει δικά της οικονομικά. Τό κοινό ταμείο δέν άνηκε «στους Αθηναίους καί στους συμμά χους», άλλά μόνο στους συμμάχους. Δέν υπήρχαν φόροι, άλλά συμβολές (συντάξεις). Τίς καθόριζε, τίς κατένειμε, τίς εισέ πραττε καί τίς διαχειριζόταν τό συνέδριο, έτσι ώστε δέν μπο ροΰσαν νά χρησιμοποιηθούν παρά μόνο γιά δαπάνες κοινοΰ συμ φέροντος, κυρίως πολεμικές. Τό ότι αυξήθηκαν σύντομα, οφεί λεται στό γεγονός ότι οί περισσότερες πόλεις ζητούσαν γρήγορα νά εξαγοράσουν τή στρατιωτική τους υπηρεσία, πού αρχικά ήταν ή κυριότερη υποχρέωση τους. Στό κοινό ταμείο έμπαιναν επίσης τά πρόστιμα πού επέβαλλε τό συμμαχικό δικαστήριο. Ή συνομοσπονδία ειχε στήν πραγματικότητα δικαστικά δι καιώματα. Στό συνέδριο, πού συνερχόταν ώς ανώτατο δικαστή ριο, εμφανίζονταν τά άτομα ή τά νομικά πρόσωπα πού είχαν κα τηγορηθεί γιά παραβάσεις τής συμμαχικής συνθήκης. Σύμφωνα μέ τό ψήφισμα τοΰ Αριστοτέλη, πού προστατεύει αυτή τή συν θήκη, τό συνέδριο δέχεται τίς καταγγελίες εναντίον τών Αθη ναίων πού ενοχοποιούνται γιατί απέκτησαν ακίνητη περιουσία στό έδαφος τών συμμαχικών πόλεων, δημεύει τίς αμφισβητού μενες περιουσίες καί μοιράζει στον κατήγορο καί στό κοινό τα μείο τό προϊόν τής πώλησης. * Σύμφωνα μέ τό ίδιο ψήφισμα, κάθε πολίτης ή άρχοντας πού θά πρότεινε ή θά έθετε σέ ψηφοφο ρία πρόταση ή όποια θά απέβλεπε νά καταργήσει έναν όρο, «θά δικαζόταν μπροστά στους Αθηναίους καί στους συμμάχους, ε πειδή θέλησε νά διαλύσει τή συμμαχία, γιά νά τιμωρηθεί μέ θά νατο ή εξορία άπό τά εδάφη τών Αθηναίων καί τών συμμάχων», ανεξάρτητα άπό τήν προκαταβολική δήμευση τής περιουσίας του. Α υ τ έ ς οί διατάξεις εϊχαν κεφαλαιώδη σημασία δείχνουν μά λιστα μιά τέτοια συγκατάβαση τής Αθήνας απέναντι στους συμμάχους, ώστε χρειάζονται μερικούς περιορισμούς, γιά νά μή φαίνονται απίθανες. Πρέπει νά δεχτοΰμε ότι στήν περίπτωση δπου τό συνέδριο ήταν δικαστής καί αντίδικος, ή 'Αθήνα δέν τοΰ παρέδιδε τούς πολίτες της δεμένους χεροπόδαρα. Τό συνέ72
73
7
75
-
375
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
δριο, πού ήταν γενικά ισότιμο μέ τήν αθηναϊκή βουλή, δέν είχε πιθανότατα περισσότερες δυνατότητες άπό αυτήν νά κάνει εκτε λεστή τήν απόφαση του: πέρα άπό ορισμένα ποινικά όρια, ό κα τάδικος, άν ήταν Αθηναίος, θά ειχε τό δικαίωμα νά καταφύγει στήν αθηναϊκή δικαιοσύνη. "Οπως και νά 'ναι, ή συνθήκη τής δεύτερης αθηναϊκής συμμαχίας σημείωνε σημαντική πρόοδο στό διεθνές δίκαιο. Ή Σπάρτη έπρεπε μοιραία νά δεχτεί τά πάντα. Ωστόσο προσπάθησε νά αντιδράσει. Χρησιμοποίησε στήν άρχή τά ίδια μέσα μέ τούς αντιπάλους της. Θέλησε νά αντιτάξει στους Θη βαίους καί στους Αθηναίους μιά συμμαχία πιό ισχυρή άπό τίς δικές τους, ενισχύοντας τήν ηγεμονία της" άλλά, καθώς ήταν στρα τιωτική πόλη, δέν σκέφτηκε παρά μόνο τό στρατό. Ήδη τό 383 /2, όταν ετοιμαζόταν νά αρχίσει τόν πόλεμο τής Χαλκιδικής, έδωσε τό δικαίωμα στά μέλη τής συμμαχίας, διαμέσου μιάς αν τιπροσωπείας τών πελοποννησιακών κρατών, νά εξαγοράζουν τίς στρατιωτικές υποχρεώσεις τους: σοβαρή καινοτομία, πού ε πέτρεπε τή στρατολόγηση επαγγελματιών στρατιωτών, άλλά ξεσυνήθιζε τούς πολίτες άπό τόν πόλεμο. Τό 378, γιά νά άνταπεξέλθει στή Θήβα καί στήν αθηναϊκή συμμαχία, χώρισε Ολα τά κράτη πού ήταν ύπό τήν εξάρτηση της σέ δέκα στρατολογι κές περιοχές: 1η, Λακεδαίμονα" 2η καί 3η, Αρκαδία" 4η, "Ηλιδα" 5η, Αχαία" 6η, Κορινθία καί Μεγαρίδα" 7η, Σικυώνα, Φλι ούντα καί παράλιες πόλεις τής Αργολίδας" 8η, Ακαρνανία" 9η, Φωκίδα καί Λοκρίδα" 10η, Χαλκιδική. Άλλά άπό τό 375 ή συμπολιτεία τών Χαλκιδέων, τήν όποια μόλις ειχε διαλύσει ή Σπάρτη, αποκαταστάθηκε καί, γιά νά εξασφαλιστεί άπό κάθε εκδίκηση, μπήκε στήν αθηναϊκή συμμαχία. Οί Άκαρνάνες ή ταν σκορπισμένοι σέ κώμες, πού γιά πολύ καιρό δέν είχαν ενω θεί, παρά μόνο γιά πόλεμο, άλλά πού ήταν αποφασισμένες νά αντιπροσωπεύονται στή Στράτο μέ κοινό Οργανο καί νά κόβουν κοινό νόμισμα" αναγκάστηκαν νά δεχτούν τή σπαρτιατική κυ ριαρχία τό 390, Οπως έκαμαν καί οί Χαλκιδείς τήν ίδια εποχή. Τό 371 ή Σπάρτη αποφάσισε νά χρησιμοποιήσει άλλα μέσα. Κάλεσε αντιπροσώπους άπό Ολες τίς δυνάμεις σέ ένα συνέδριο, Οπου έπρεπε νά συνάψουν μιά γενική ειρήνη βασισμένη στήν «ειρήνη τοΰ βασιλέα». "Ολος ό κόσμος ήταν σύμφωνος γι' αυτό. "Επρεπε Ομως νά εξεταστεί πώς αντιλαμβανόταν καθένας τήν άρχή τής αυτονομίας καί πώς τή συμβίβαζε μέ τό συμμαχικό 76
77
78
79
80
376
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
δίκαιο. "Οταν ήρθε ή μέρα νά ανταλλάξουν τούς όρκους, οί Λα κεδαιμόνιοι ορκίζονται στό Ονομα όλων τών συμμάχων τους" κα νένας δέν σάλεψε. Μέ τούς Αθηναίους ορκίζονται διαδοχικά όλοι οί σύμμαχοι τους. Μεταξύ αυτών είναι καί οί Θηβαίοι. Όρκίζονται καί υπογράφουν τήν ειρήνη, προσθέτοντας στό Ονομα «Θηβαίοι» μιά σημείωση πού επεξηγούσε ότι ό όρκος καί ή υπογραφή τους ισχύουν γιά δλους τούς Βοιωτούς. Διαμαρτυρίες ακούγονται γι' αυτήν τήν ερμηνεία. Οί Θηβαίοι ζητούν τότε νά αντικαταστήσουν τό όνομα «Θηβαίοι» μέ τό Ονομα «Βοιωτοί». Θά αποτελούσε ρητή αναγνώριση τής ομοσπονδίας άπό όλη τήν Ελλάδα. Οί Λακεδαιμόνιοι αρνούνται απόλυτα" οί Θηβαίοι επι μένουν στήν τελευταία τους πρόταση καί απορρίπτουν μιά συν θήκη πού σέ μιά μέρα ματαίωνε προσπάθειες καί επιτυχίες οχτώ χρόνων. Είναι ή τελική ρήξη μέ τή Σπάρτη καί τήν 'Αθήνα. "Ενα μήνα αργότερα ή δύναμη τής Σπάρτης κατέρρεε στήν πε διάδα τών Λεύκτρων (Αύγουστος 371). 81
Καινούρια εποχή αρχίζει γιά δλους τούς συνεταιρισμούς πόλεων. Ή Θήβα έ'χει τά χέρια ελεύθερα, Οχι μόνο στή Βοιωτία, άλλά καί πέρα άπό τά βόρεια σύνορα της. Στή συνομοσπονδία της, γιά τήν οποία είναι βέβαιη, στηρίζει μιάν άλλη, πιο μεγάλη, πού δημιουργεί στήν Κεντρική Ελλάδα. Οί Φωκεΐς, οί Λοκροί καί οί Ήρακλειώτες, άφοΰ αποσπάστηκαν άπό τή λακεδαιμονική συμμαχία, ενώνονται μέ τούς γείτονες τους Μαλιεΐς καί Αίνιάνες μέ ενα μέρος τών 'Ακαρνάνων, μέ τούς Εύβοεΐς καί σύν τομα μέ τούς Βυζάντιους πού αποσπάστηκαν άπό τήν αθηναϊκή συμμαχία. "Ολοι αυτοί οί λαοί αναλαμβάνουν τήν υποχρέωση αμοιβαίας υπεράσπισης σέ περίπτωση επίθεσης" στέλνουν τούς αντιπροσώπους τους σέ ενα συνέδριο πού συνέρχεται στή Θήβα καί αναγνωρίζουν υποχρεωτική ισχύ στις αποφάσεις πού πήραν αυτοί μαζί μέ τούς αντιπροσώπους τών Βοιωτών. Ζητούσαν δμως πολλά άπό τήν καλή θέληση τών μέν καί τή μετριοπάθεια τών δέ. Οί Φωκεΐς ποτέ δέν συνεννοήθηκαν μέ τούς Θηβαίους. "Οταν κατηγορήθηκαν άπό τούς εχθρούς τους στό άμφικτιονικό συμβούλιο γιά ιεροσυλία καί καταδικάστηκαν σέ τεράστιο πρόστιμο, κατέφυγαν στά Οπλα (356) καί ανασύστησαν μιά συνομοσπονδία πού εξακολουθούσε νά υφίσταται μέ αόριστο τρόπο εδώ καί δύο αιώνες τουλάχιστον. Οί πολίτες τών είκοσι δύο πόλεων τους συγκεντρώνονταν σέ συνέλευση, γιά νά άπο82
83
377
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
φασίσουν για ειρήνη καί πόλεμο καί νά διορίσουν ή, ενδεχόμενα, νά καταργήσουν τούς άρχοντες. Κατά τόν ιερό πόλεμο οί κυ ριότεροι άρχοντες ήταν στρατηγοί. 'Ένας άπ' αυτούς, ό στρα τηγός αυτοκράτορας, ειχε τήν ανώτατη διοίκηση τού στρατού. Ειχε δικτατορικά δικαιώματα: τό ονομά του αντικατέστησε στά νομίσματα τό Ονομα τών Φωκέων ειχε μάλιστα δικαίωμα νά υποδείχνει τό διάδοχο του, δικαίωμα πού στήν πραγματικότητα υπέταξε τή χώρα σέ μιά δυναστεία. Τό 3 4 6 ή Φωκίδα, νικημέ νη, αφοπλισμένη, μισοερημωμένη, είχε γιά αρχηγούς άρχοντες,* καί ή ομοσπονδία δέν είχε πιά άλλο καθήκον παρά νά καταβάλλει στους νικητές, κάθε εξάμηνο, μιά τρομακτική πολεμική απο ζημίωση. Ή ήττα τής Σπάρτης επέτρεψε στους Άρκάδες κάθε ελπίδα. Μόλις εμφανίστηκε στήν Πελοπόννησο ό Επαμεινώνδας (άνοιξη 370), πήραν τήν εκδίκηση τους. Οί Μαντινεΐς τών πέντε κωμών ξανάχτισαν τήν πόλη τους καί αποκατέστησαν τό συνοικισμό τους απέκτησαν μιά μετριοπαθή δημοκρατία πού άρμοζε σέ χωρικούς τόσο απασχολημένους, πού δέν σύχναζαν στήν εκκλη σία τού δήμου καί προτιμούσαν νά αναθέτουν τίς τρέχουσες υπο θέσεις σέ αιρετούς άρχοντες. Σύντομα, έπειτα άπό πρόσκληση τοΰ Μαντινέα Λυκομήδη, όλοι οί Άρκάδες, εκτός άπό αυτούς πού κατοικούσαν στό βορρά, αποφάσισαν νά σχηματίσουν ένα κράτος κατά τό πρότυπο τής βοιωτικής συνομοσπονδίας. Αυτό τό κράτος χρειαζόταν μιά πρωτεύουσα. Γιά νά αποφύγουν κάθε συναγωνισμό ανάμεσα στή Μαντινεία καί στήν Τεγέα, τίς δύο προαιώνιες αντίζηλες, διόρισαν μιά επιτροπή άπό δέκα οικιστές, μέ εντολή νά χτίσουν μιά καινούρια πόλη. Τό 369 υψώθηκε ή μεγάλη πόλη, ή Μεγαλόπολις. Ή έκταση τών τειχών της ήταν τόση, ώστε σέ ώρα ανάγκης μποροΰσε νά προσφέρει καταφύγιο σέ όλους τούς 'Αρκάδες τής νοτιοδυτικής καί τής κεντρικής Αρ καδίας μαζί μέ τά κοπάδια τους. Ό πληθυσμός της συγκροτή θηκε αμέσως άπό τούς Μαιναλεΐς, τούς Εύτρησίους, τούς Παρρασίους, τούς Κυνουρίους, τούς Αίγύτες, τούς Σκιρίτες, τούς Τριπολίτες κτλ. Θά απορρόφησε τουλάχιστον μιά σαρανταριά κοινότητες. Τό καινούριο κράτος, τό Αρκαδικό, πού ιδρύθηκε μέ τό συνοικισμό, απέκτησε ένα ομοσπονδιακό πολίτευμα. Οί πόλεις 84
85
86
87
-88
89
90
91
92
* Οί επικεφαλής τοΰ κοινοΰ τών Φωκέων μετά τό 346 π.Χ. λέγονταν άρχοντες.
378
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
διατηρούσαν τήν αυτονομία τους, τούς παλαιούς θεσμούς τους, τή βουλή τους, τούς άρχοντες τους* εξακολουθούσαν νά έχουν τό νόμισμα τους δίπλα στό κοινό. Δέν υπήρχε ομοσπονδιακή ιθα γένεια πάνω άπό τήν ιθαγένεια κάθε πόλης: ήταν Άρκάδες ώς Τεγεάτες, ώς Μαντινεΐς κτλ. Άλλά ή συμπολιτεία μπόρεσε νά περιορίσει τήν κυριαρχία τών πόλεων, καί νά τίς χωρίσει σύν τομα σέ πολιτικές περιφέρειες κατά τό αθηναϊκό πρότυπο. Τό ομοσπονδιακό σύνταγμα έ'χει καθαρά τά χαρακτηριστικά μιάς μετριοπαθούς δημοκρατίας. Δέν δίνει σέ καμία πόλη ηγε τική θέση, άλλά εξασφαλίζει σέ δλες αντιπροσώπευση ανάλογη μέ τόν πληθυσμό τους. Τό σώμα τών πολιτών αποτελείται άπό τούς Μύριους (Δέκα χιλιάδες), δηλαδή πιθανότατα άπό τούς ιδιοκτήτες πού είναι σέ θέση νά υπηρετήσουν ώς οπλίτες μέ έ'ξο δα τους. Μόνοι αυτοί έχουν δικαίωμα νά μετέχουν στήν εκκλη σία, γιά τήν οποία άλλωστε έχτισαν στή Μεγαλόπολη ένα τε ράστιο οικοδόμημα, τό Θερσίλιον. Οί εξουσίες τής εκκλησίας εκτείνονται σέ δλες τίς σημαντικές υποθέσεις: συνάπτει τίς συν θήκες ειρήνης ή συμμαχίας, κηρύσσει πόλεμο, στέλνει καί δέχε ται πρεσβευτές, καταβάλλει τό μισθό τών στρατιωτικών μονά δων, ορίζει τίς οικονομικές συνδρομές τών πόλεων, αποδίδει τι μητικές διακρίσεις. Έχει επίσης δικαστική εξουσία: εκδίδει αποφάσεις εις βάρος αρχόντων τής ομοσπονδίας ή πόλεων ή εις βάρος απλών ιδιωτών πού είναι ένοχοι γιά παραβάσεις τοΰ ομο σπονδιακού χάρτη ή γιά αντίσταση στά ψηφίσματα τής ομοσπον δίας* άσκεΐ διαιτησία σέ διαφορές πού αναφύονται ανάμεσα σέ πόλεις. Επειδή ή εκκλησία συνεδριάζει κατά διαστήματα καί είναι πολυάνθρωπη, έχει τή βοήθεια μιάς βουλής γιά τήν προ παρασκευή τής νομοθετικής εργασίας. Άλλά τό μόνο σώμα πού λειτουργεί διαρκώς είναι μιά εκτελεστική επιτροπή άπό πενήν τα μέλη. Αντιπροσωπεύει άνισα τίς πόλεις, μέ πέντε αντιπρο σώπους γιά καθεμιά άπό έφτά πόλεις, μέ δύο ή τρεις γιά δυο άλλες, μέ δέκα γιά τή Μεγαλόπολη. Ό επίσημος τίτλος αυτών τών αντιπροσώπων είναι δαμιουργοί' άλλά, καθώς μοιράζονται μεταξύ τους τίς διάφορες υπηρεσίες, καί σχηματίζουν έτσι επι τροπές αρχόντων, τούς ονομάζουν καμιά φορά καί άρχοντες. Επειδή οί σημαντικότερες υποθέσεις είναι οί στρατιωτικές καί διπλωματικές, πρώτος άρχοντας είναι ό στρατηγός, πού έχει στις διαταγές του ένα μόνιμο σώμα στρατοΰ, τούς έπαρίτους. Ένα τέτοιο πλήγμα στις κληρονομικές αρχές τής αυτονομίας 93
94
95
96
97
98
379
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
καί τής απομόνωσης, ή υποχρεωτική μετατόπιση σημαντικής μάζας ανθρώπων, οί απαραίτητοι αναδασμοί, όλα αυτά δημιούρ γησαν πολλές δυσκολίες καί προκάλεσαν πολλές αντιστάσεις. Υπήρξαν κώμες πού έδωσαν στή Μεγαλόπολη μέρος μόνο άπό τόν αριθμό τών πολιτών πού τούς ζητήθηκε* παρέμειναν ώς κοι νότητες λίγο πολύ ελεύθερες. Υπήρξαν πόλεις τών οποίων οί κάτοικοι αρνήθηκαν ρητά νά εγκαταλείψουν τά σπίτια τους καί τή γή τους* χρειάστηκε νά τούς αναγκάσουν μέ τή βία, νά στεί λουν εναντίον τους τούς επαρίτους' ξέρουμε μία, τήν Τραπεζούν τα, πού ό πληθυσμός της σφαγιάστηκε ή αποίκισε τόν Εύξεινο Πόντο. 'Από τό 363 τά παλαιά μίση τών πόλεων ξαναζωντά νευαν, οξυμένα άπό τίς σοβαρές δυσαρέσκειες τής εσωτερικής πολιτικής. Προκλήθηκε σχίσμα. Ή Μαντινεία επέστρεψε στήν ολιγαρχία καί ευνοούσε τή Σπάρτη* ή Τεγέα, μαζί μέ τήν πρω τεύουσα, έμεινε πιστή στή δημοκρατία καί στή θηβαϊκή συμμα χία. Στή μάχη τής Μαντινείας (362) οί 'Αρκάδες πολέμησαν με ταξύ τους, υπέρ ή κατά τοΰ Επαμεινώνδα. Επήλθε μιά συμφι λίωση, ή όποια όμως ούτε γενική ούτε μόνιμη υπήρξε. Τό 361 έγινε μιά μαζική επιστροφή τών χωρικών προς τίς παλαιές τους κατοικίες* γιά νά τούς αναγκάσουν νά γυρίσουν στήν πρωτεύουσα, ένας θηβαϊκός στρατός χρειάστηκε νά αρχίσει συστηματική κα ταστροφή τών χωριών." Ηταν πολύ σκληρό γιά "Ελληνες νά α παρνηθούν τήν τοπική αυτονομία χάριν μιάς ενοποίησης, καί μά λιστα περιορισμένης! Καί όμως, ή δημιουργία τοΰ Μεγαλοπολιτικοΰ κοινού σημεί ωνε μιά σοβαρή πρόοδο στον αγώνα εναντίον τών κεντρόφυγων δυνάμεων. Ή Αρκαδία ειχε γιά πρώτη φορά τή «μεγάλη πόλη» της, τής όποιας ή χώρα περιλάμβανε τό ένα τρίτο τής ομοσπον διακής γής. Καί τό παράδειγμα επιδρούσε στις γύρω περιοχές, ακόμη καί στά μέρη τής Αρκαδίας πού κρατιόνταν μακριά άπό αυτήν τήν κίνηση. Οί κώμες τής Τριφυλίας ενώθηκαν μέ τό Λέπρεον καί προσχώρησαν αργότερα στήν αρκαδική ένωση. Ή περιοχή τής Ήραίας, ανάμεσα στήν Αρκαδία καί στήν "Ηλιδα, αποτέλεσε μιά πόλη μέ εννέα δήμους. Οί Όρχομένιοι, επειδή τρεις γειτονικές τους κώμες είχαν συνδεθεί μέ τή συνομοσπον δία, γιά νά αντιδράσουν στήν εξασθένηση τους, τήν όποια προ κάλεσε αυτή ή απώλεια, προσάρτησαν μέ συνοικισμό τούς Εύαιμονίους, άφοΰ έκαμαν μιά πολύ περίεργη συμφωνία μαζί τους, όπου υπήρχαν άρθρα γιά τή λατρεία, τό γάμο, τή δικαιοσύνη, τό Τ
100
101
380
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
χωρισμό τής γής σέ κλήρους καί τήν κοινή αντιμετώπιση τοΰ δημόσιου χρέους. Ή αθηναϊκή συνομοσπονδία δέν μποροΰσε νά αποφύγει τίς επιπτώσεις τών μεγάλων γεγονότων τοΰ 371. Τό συνέδριο τής Σπάρτης υπήρξε γι' αυτήν ή άρχή τής ρήξης μέ τή Βοιωτία ή μάχη τών Λεύκτρων σημείωνε τό τέλος τοΰ σπαρτιάτικου κιν δύνου. "Οπως ή Θήβα, έ'τσι καί ή 'Αθήνα κοίταξε νά επωφεληθεί αμέσως άπό τήν κατάσταση. "Ολες οί πόλεις πού ήθελαν νά δια τηρήσουν τήν «ειρήνη τοΰ βασιλέα», καί επομένως καί τήν αυτο νομία μέ τή στενή έ'ννοια τοΰ όρου, κλήθηκαν νά στείλουν πλη ρεξούσιους στήν 'Αθήνα. Αυτό σήμαινε αποκλεισμό τών Θηβαί ων. Ένώ αυτοί παρηγοριόνταν μέ τή δημιουργία μιάς συνομο σπονδίας τής κεντρικής Ελλάδας, τό συνέδριο τής Αθήνας απο φάσιζε τήν ίδρυση μιάς ελληνικής συμμαχίας, πού θά συγκέν τρωνε σέ μιά μεγάλη ενότητα τή Λακεδαίμονα μέ τή συμμαχία της καί τήν 'Αθήνα μέ τή συνομοσπονδία της. Μεγαλειώδης ιδέα καί μέ μέλλον, κατά τά φαινόμενα* στήν πραγματικότητα, μικρή διπλωματική επιτυχία χωρίς έπαύριο. Επειδή ή Σπάρτη δέν ήταν πιά επικίνδυνη, καί ή Θήβα γινόταν μέρα μέ τή μέρα πιο εχθρική, τά μέλη τής αθηναϊκής συνομοσπονδίας σύντομα διαπίστωσαν ότι τά δεσμά πού τούς έ'νωναν ήταν ενοχλητικά. Ή δυσαρέσκεια θά έφερνε τήν αποστασία, καί ό αγώνας κατά τής αποστασίας δικαιολογούσε καί επιδείνωνε τή δυσαρέσκεια. Ή ηγεμονία τής Αθήνας, γενικά αδύναμη άπό τό 378 ώς τό 371, θά βάραινε πολύ στό ομοσπονδιακό σύνταγμα καί θά νόθευε δρους πού αρχικά ήταν δίκαιοι. 'Από τώρα καί στό εξής μιά αμοιβαία δυσπιστία χαρακτηρί ζει τίς σχέσεις τοΰ συνεδρίου καί τής εκκλησίας. Ή 'Αθήνα ειχε τό δικαίωμα νά διαπραγματευτεί τελείως μόνη μέ τίς δυνάμεις πού δέν άνηκαν στή συνομοσπονδία, μέ τόν δρο νά μή δεσμεύει τή συνομοσπονδία" άλλά ήταν δύσκολο οί δεσμεύσεις πού ανα λάμβανε ή κύρια πόλη νά μή συνεπάγονταν έμμεση δέσμευση τών άλλων, καί, αντίθετα, ήταν εύκολο γιά τήν 'Αθήνα νά εκμε ταλλευτεί τό δικαίωμα της γιά νά συνάψει μόνη της συνθήκες, μέ άμεσες συνέπειες γιά τούς συνεταίρους της. Βέβαια, ορισμένα ψηφίσματα σχετικά μέ συμμαχίες, πού ίσχυαν μόνο γιά τήν 'Αθήνα, εγκρίθηκαν άφοΰ ζητήθηκε καί ή γνώμη τών ομόσπον δων πόλεων άλλά σ' αυτήν τή διαδικασία πρέπει νά δούμε μιά καθαρά τυπική ικανοποίηση τοΰ φιλότιμου απαιτητικών συνε102
1
103
381
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
ταίρων. "Οταν τό συνέδριο τών συμμάχων μετέχει πραγματικά σέ διαπραγματεύσεις πού ενδιαφέρουν τή συνομοσπονδία, τό μό νο πού πετυχαίνει είναι νά παρουσιάσει τά δόγματα του στήν αθηναϊκή εκκλησία μέ τή μεσολάβηση τής αθηναϊκής βουλής ή, τό πολύ πολύ, μέ τή συγκατάθεση της. Πάντως, μόνο τά ψη φίσματα τού αθηναϊκού δήμου είναι εκτελεστά, είτε είναι σύμ φωνα είτε είναι αντίθετα μέ τό δόγμα τοΰ συνεδρίου: οί σύνεδροι είναι υποχρεωμένοι νά δώσουν τό συνηθισμένο Ορκο μαζί μέ τούς Αθηναίους πού έχουν εντολή νά όρκιστοΰν γιά λογαριασμό τής πόλης τους· άν ένας άπ' αυτούς πρέπει νά λάβει μέρος σέ μιά πρεσβεία πού στέλνεται γιά καινούριες συνεννοήσεις, τήν εκλογή τήν κάνει ή αθηναϊκή εκκλησία. Έτσι τό συνέδριο δέν επιχει ρεί πάντοτε νά κρύψει τήν πραγματικότητα: κάποιο δόγμα δια κηρύσσει εκ τών προτέρων πώς Ο,τι αποφασιστεί άπό τήν εκκλη σία τών Αθηναίων θά ισχύει ώς «κοινή απόφαση τών συμμά χων». Μέ άλλα λόγια, τό συνέδριο, άντί νά είναι νομοθετικό Οργανο, Οπως ή εκκλησία, είναι απλώς συμβουλευτικό, Οπως ή βουλή. Μέ αυτές τίς συνθήκες, οί άλλες εγγυήσεις πού είχαν δοθεί στις ομόσπονδες πόλεις πώς θά αντιστέκονταν στις επιρροές μιάς ηγεμονίας πού Οσο πιό αμφισβητήσιμη ήταν, τόσο καί πιό απαι τητική γινόταν; Τό οικονομικό σύστημα ανατράπηκε τελείως. Κανονικά, ή συν δρομή (σννταξις) έπρεπε νά καταβάλλεται μόνο άπό τίς πόλεις πού δέν πρόσφεραν ναυτική δύναμη στήν πραγματικότητα, ή αποστασία τών μεγάλων πόλεων, πού μόνες μποροΰσαν νά έχουν στόλο, είχε αποτέλεσμα οί πόλεις πού έμειναν πιστές νά εκπλη ρώνουν τίς υποχρεώσεις τους σέ χρήμα, καί ή συνδρομή νά μοιά ζει πολύ μέ φόρο. Κάποτε τό δικαίωμα τής συμμετοχής στό συ νέδριο συσχετίστηκε μέ τήν υποχρέωση καταβολής συνδρομής. "Εκτοτε τό συνέδριο έπαψε νά καθορίζει τά ποσά πού έπρεπε νά πληρωθούν: ή αθηναϊκή εκκλησία ρύθμιζε τήν εξωτερική πολι τική* άς υπολόγιζε λοιπόν καί τό κόστος αυτής τής πολιτικής. Έάν μιά πόλη ερχόταν σέ συνεννόηση μέ ένα στρατηγό γιά τό μερίδιο τής οφειλής της, ή συμφωνία δέν ίσχυε παρά άφοΰ εγ κρινόταν άπό τήν εκκλησία. Μόνη ή 'Αθήνα Οριζε σέ κάθε πόλη νά στείλει τό μερίδιο της στό συμμαχικό ταμείο ή νά τό καταβάλει σέ κάποιο στρατηγό γιά μιά ορισμένη επιχείρηση, ή νά τό δώσει στό διοικητή τής τοπικής φρουράς γιά τούς μισθούς 104
105
106
107
-108
109
110
382
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
τών ανδρών του. Σέ περίπτωση καθυστέρησης, καί πάλι. ό αθη ναϊκός λαός διάλεγε τούς υπαλλήλους πού θά πήγαιναν νά ει σπράξουν τά καθυστερούμενα χρησιμοποιώντας βία, άν ήταν α νάγκη. "Οσο γιά τή δικαιοδοσία τοΰ συνεδρίου, θά έ'λεγε κανείς ότι δέν υπάρχει πιά. Τό 357 /6 ορισμένα μέλη τής συνομοσπονδίας έ'λαβαν μέρος σέ μιά επίθεση εναντίον μιάς ομόσπονδης πόλης, τής Ερέτριας. Ήταν μοναδική ευκαιρία γιά τίς ομοσπονδιακές αρχές νά επέμβουν. 'Αλλά τήν πρωτοβουλία τήν πήρε ή αθηναϊκή εκκλησία. "Ενα ψήφισμα έ'δωσε εντολή στή βουλή νά ετοιμάσει έναν κανονισμό ποινικής διαδικασίας γιά τή δίωξη τών ένοχων, καί Ορισε ότι στό μέλλον επίθεση στήν Ε ρ έ τ ρ ι α ή σέ άλλη πόλη τής συνομοσπονδίας θά επέσυρε ποινή θανάτου καί ολική δήμευ ση υπέρ τοΰ συμμαχικού ταμείου. 'Ακόμη καί ή αυτονομία τών πόλεων δέχτηκε σκληρά πλήγ ματα αφότου χρειάστηκε νά ληφθούν μέτρα εναντίον αποστατών. Ή 'Αθήνα στέλνει φρουρές καί κυβερνήτες σέ δλα τά σημεία πού χρειάζονταν επιτήρηση. Επεμβαίνει στις εσωτερικές δια μάχες υπέρ τών δημοκρατικών, καί ζητάει υψηλή αμοιβή γιά τίς υπηρεσίες της. 'Αφοΰ αποκατέστησε τήν ειρήνη στήν Κέα, δίνει στους επαναστάτες τό δικαίωμα νά έφεσιβάλουν τίς απο φάσεις τών τοπικών δικαστηρίων στά δικά της δικαστήρια, καί μετά επεκτείνει αυτόν τόν κανόνα σέ δλες τίς δίκες, ένώ συγ χρόνως παίρνει τό μονοπώλιο τής εξαγωγής μινίου. Σέ ένα σημείο ωστόσο ή 'Αθήνα σεβόταν τίς υποσχέσεις πού έδωσε τό 378/7: δέν έστελνε κληρουχίες στά συμμαχικά εδάφη. 'Αλλά άπό τό 366 /5 δέν παράλειψε νά εγκαταστήσει κληρουχίες σέ στρατηγικά σημεία πού δέν άνηκαν στή συνομοσπονδία ή σέ ση μεία πού ανακτήθηκαν ύστερα άπό λιποταξία: Στή Σάμο, στήν Ποτίδαια, στή Χερσόνησο. Υπήρχε λόγος νά ανησυ χούν ακόμη καί αυτοί πού δέν απειλούνταν. Ή γενική μεταβολή μιάς ηγεμονίας πού δέν κατάφερνε νά κρύψει τίς αδυναμίες της μέ τίς βιαιότητες της, ήταν επόμενο νά προκαλέσει τήν αντίσταση καί τήν επανάσταση. Αρχικά υπήρξαν περιορισμένοι ξεσηκωμοί* εξουδετερώθηκαν. "Υστερα οί πόλεις σχημάτισαν τοπικές ενώσεις. Γιά νά αποχωρήσουν άπό τή συμ μαχία, οί τέσσερις πόλεις τής Κέας, ή Καρθαία, ή Ποιήεσσα, ή Ίουλίς καί ή Κορησσός, σχημάτισαν μιά συμπολιτεία. Καθεμιά κράτησε τή βουλή της καί τήν εκκλησία της πού εξακολουθούσε 111
112
113
114
115
116
117
383
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
νά απονέμει χωριστή ιθαγένεια άλλά καί όλες μαζί είχαν βου λή, εκκλησία, κοινή ιθαγένεια, ακόμη καί τό προνόμιο μιάς ανώ τερης κυριαρχίας: κοινό νόμισμα. Τήν ίδια εποχή τό Βυζάν τιο πρόσφερε τήν ιθαγένεια του στους πολίτες δύο πόλεων μέ μι κρή σημασία, τής Σηλύμβριας καί τής Χαλκηδόνας. Τέλος ξέ σπασε ό συμμαχικός πόλεμος, ό πόλεμος τοΰ αποχωρισμού. Σέ δυο χρόνια (357-355) ή συνομοσπονδία θρυμματίστηκε. Στά χέ ρια τών Αθηναίων έ'μειναν μόνο κάποια απομεινάρια, πού σύντο μα τούς τά αφαίρεσε ή μακεδόνικη κατάκτηση. -118
119
120
Δ' Η «ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ»
Απέναντι σέ όλες αυτές τίς απόπειρες, πού έχουν πάντα σκοπό νά εισαγάγουν κάποια στοιχεία ενότητας στις αναρχικές σχέσεις τών πόλεων καί πού καταλήγουν σχεδόν πάντα νά στρέψουν τίς μέν εναντίον τών δέ κατά ομάδες, στήν άρχή αισθάνεται κανείς φόβο, όπως μπροστά σέ αναρίθμητα κύματα πού σηκώνονται, συγκρούονται καί εξουδετερώνονται. Ωστόσο, άν παραμερίσουμε τίς ιστορικές συγκυρίες πού δημιούργησαν καί κατέστρεψαν όλο αυτό τό πλήθος συνδυασμών, διακρίνουμε δύο μεγάλα ρεύματα. 'Από τή μιά μεριά βλέπουμε τό σύστημα τών ομόσπονδων συμμαχιών, όπως ή σπαρτιατική καί ή αθηναϊκή. Ενώνουν πό λεις πού βρίσκονται σέ μεγάλες αποστάσεις, δίνοντας τους ένα ελάχιστο κοινής κυβέρνησης, χωρίς κοινή ιθαγένεια, χωρίς μέσα άμεσης επίδρασης στά άτομα. Θεωρητικά, αφήνουν σέ κάθε πό λη τήν αυτονομία της σχεδόν πλήρη σέ ό,τι άφορα τήν εσωτερική της ζωή. Τά κυριαρχικά δικαιώματα αυτών τών οργανισμών περιορίζονται στή διεύθυνση τών διπλωματικών καί στρατιωτι κών υποθέσεων. "Εχοντας γιά πυρήνα ένα κράτος πολύ πιο δυ νατό άπό τά άλλα, τοΰ αναγνωρίζουν ηγετική θέση. "Εχουν λοι πόν δυαδικό καθεστώς, ή ισορροπία τοΰ όποιου είναι αναγκαστι κά ασταθής. Καθώς τό κύριο Οργανο τής συμμαχίας είναι ένα συμβούλιο, δπου δλες οί πόλεις έχουν ισοψηφία καί οί αποφάσεις τοΰ οποίου είναι υποχρεωτικές γιά δλα τά μέλη, ή επικρατέστε ρη πόλη καταφέρνει γιά κάπως μεγαλύτερο χρονικό διάστημα νά συγκεντρώνει γύρω της μιά πλειοψηφία. 'Αλλά μόλις πραγ ματοποιηθεί ό σκοπός τής ομόσπονδης συμμαχίας (αγώνας κατά τών Μήδων, ή τής Σπάρτης, ή τής Αθήνας), ή ηγεμονία δέν προ384
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
σφέρει πιά τίς υπηρεσίες πού δικαιολογούσαν τήν ύπαρξη της, καί τότε γίνεται καί φαίνεται καταπιεστική" γιά νά κρατηθεί, υποστηρίζει ένα κόμμα σέ κάθε πόλη, ώσπου ή άρχή τής αυτο νομίας εκδικείται καί επικρατεί ξανά. 'Από τήν άλλη μεριά βλέπουμε πλήθος ομόσπονδα κράτη πού συγκεντρώνουν γειτονικές καί συγγενικές πόλεις (Βοιωτοί, Χαλκιδεΐς, 'Αρκάδες κτλ.). Είναι οί συμπολιτείες. Γενικά αυτές σέ βονται τά παραπάνω δικαιώματα αυτών τών πόλεων άν δέν φτάνουν ποτέ στήν πλήρη ένωση, τήν πλησιάζουν. "Εχουν ομο σπονδιακή ιθαγένεια, πού βασίζεται στις ιθαγένειες τών πόλεων, δηλαδή κάθε πολίτης μιάς πόλης είναι πολίτης τής συνομοσπον δίας: μέ τό νά είναι κανείς Θηβαίος είναι καί Βοιωτός" είναι κανείς 'Αρκάς, επειδή είναι Τεγεάτης. Άπό τή μιά πόλη στήν άλλη τό καθεστώς τής ομοσπονδίας εξασφαλίζει τά αστικά δι καιώματα, Οχι καί τά πολιτικά: είναι πιθανόν ότι στις περισσό τερες συμπολιτείες, όπως τών Χαλκιδέων καί τών 'Ορχομενίων, ένας πολίτης τής συνομοσπονδίας έχει δικαίωμα νά εγκαταστα θεί, νά συνάψει νόμιμο γάμο, νά αποκτήσει περιουσία, σέ όλο τό έδαφος τής συνομοσπονδίας. Αυτό άρκεΐ νά δείξει ότι σέ ορι σμένες περιπτώσεις ή συνομοσπονδία επενεργεί στους υπηκόους τών πόλεων χωρίς τή μεσολάβηση τών τοπικών άρχων. Είναι φανερό, άλλωστε, ότι οί θεσμοί της δρουν αυθόρμητα προς τήν κατεύθυνση τής ενοποίησης μέ τόν πολιτικό τους χαρακτήρα, ευ νοώντας είτε τή δημοκρατία είτε τήν ολιγαρχία. "Οσο διαφορε τική καί άν είναι, ανάλογα μέ τό σύνταγμα καί τίς ειδικές συμ φωνίες, ή ομοσπονδιακή εξουσία έχει πάντα σύμβολο της τό δι καίωμα νά κόβει νόμισμα •—πού προϋποθέτει επιπλέον ένα κοινό σύστημα μέτρων καί σταθμών—, κύριες λειτουργίες της τή δι εύθυνση τής εξωτερικής πολιτικής καί τή διοίκηση τού στρατού, καί εγγύηση της μιά ανώτατη δικαιοδοσία. Ανάλογα μέ τό χα ρακτήρα τοΰ καθεστώτος —άν δηλαδή είναι ολιγαρχικό, δημο κρατικό ή ήμιδημοκρατικό— ή εξουσία τοΰ βουλεύεσθαι ανήκει σέ μιά βουλή, ή σέ μιά εκκλησία, ή καί σέ δύο τέτοια σώματα συγχρόνως" άλλά ή εκτελεστική εξουσία μόνο άπό ανώτατους άρχοντες, μέ διπλωματικές καί στρατιωτικές αρμοδιότητες, ή άπό στρατηγούς μπορεί νά ασκηθεί. Αυτό καί μόνο τό γεγονός πρέπει νά μάς εμποδίσει νά υπερτιμήσουμε τήν πρόοδο πού πραγματοποίησαν οί συμπολιτείες προς τήν κατεύθυνση τής ενο ποίησης. Κατά βάθος πρόκειται ακόμη γιά συμμαχίες, γιά κοινή 385
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
άμυνα, γιά ομάδες πού αντιτίθενται σέ άλλες ομάδες, καί τό ιδε ώδες είναι ή δημιουργία ενός μικρού κράτους, κατά τό πρότυπο τής Αττικής ή τής Λακωνίας, καί Οχι ή ενοποίηση τών Ε λ λ ή νων. Ή ελληνική ενότητα πραγματοποιήθηκε μόνο μετά τή συντρι πτική ήττα στή Χαιρώνεια, άπό τόν Φίλιππο τόν Μακεδόνα, μέ τή δύναμη τών όπλων. Δέν άρκεσε στό νικητή νά υποτάξει τούς "Ελ ληνες τής Ευρώπης* θέλησε νά γίνει ό υπερασπιστής τής πανελ λήνιας ιδέας, γιά νά επεκτείνει τήν κυριαρχία του στους "Ελλη νες τής Ασίας. Γιά νά συγκεντρώσει τίς δυνάμεις τών παλαιών του εχθρών καί τών παλαιών του φίλων, τοΰ χρειαζόταν μιά γε νική ειρήνη καί μιά αμοιβαία συμμαχία. Κάλεσε τούς αντιπρο σώπους όλων τών πόλεων στήν Κόρινθο. Σ' αυτήν τή συντακτική συνέλευση έδωσε οδηγίες, πού ήταν διαταγές. "Ετσι σχηματίστη κε μιά συμμαχία πού θύμιζε άπό πολλές απόψεις τίς ηγεμονικές συμμαχίες τών περασμένων εποχών, άλλά ξεχώριζε άπό αυτές μέ τά ακόλουθα ουσιαστικά χαρακτηριστικά: απεριόριστη εξου σία ενός μοναδικού αρχηγού, αποφασιστική επέμβαση στήν ε σ ω τερική πολιτική τών πόλεων. Τό επίσημο Ονομα τής λεγόμενης «συμμαχίας τής Κορίνθου» είναι πολύ άπλό: οί "Ελληνες" μόνο στήν καθημερινή ομιλία τήν ονομάζουν τό κοινόν τών Ελλήνων. Οί Μακεδόνες δέν μετέχουν, γιατί ή κοινή γνώμη δέν τούς αναγνωρίζει ώς "Ελληνες·* άλλά ό βασιλέας τους, μέ όλη του τήν εξουσία, είναι ό αρχηγός, ό ήγεμών, τής συμμαχίας. Τό ομοσπονδιακό σύμφωνο αρχίζει μέ τό απαραίτητο δόλωμα: Ολες οί πόλεις είναι ελεύθερες καί αυ τόνομες δέν θά έχουν μακεδόνικες φρουρές, δέν θά πληρώνουν φόρους. Άλλά ή διακηρυγμένη άρχή υφίσταται περίεργους περι ορισμούς. Ή συμμαχία πρέπει νά αντιδράσει σέ κάθε απόπειρα ανατροπής τών υφισταμένων πολιτευμάτων (πολιτευμάτων ολι γαρχικών, ώς επί τό πλείστον, χάρη στήν ισχυρή πίεση πού εί χε ασκήσει άπό μερικούς μήνες ό Φίλιππος). Απαγορεύει εκτε λέσεις καί εξορίες πού δέν προβλέπονταν άπό ισχύοντες νόμους, δημεύσεις, κάθε καινούρια διανομή γής, κάθε παραγραφή χρεών, 121
-
* Ή ερμηνεία πού δίνει, ό ΟΙοΙζ στό γεγονός δτι τό «κοινόν τών Ε λ λήνων» δέν περιέλαβε τούς Μακεδόνες είναι αβάσιμη. Σχετικά, βλ. Μ. Β. Σακελλαρίου, στήν Ιστορία
τον Ελληνικού
"Εθνους, τ. Γ' 2, 1972, σ. 9 1 .
Γιά τήν ελληνικότητα τών Μακεδόνων, βλ. Σακελλαρίου, ό'.π., τ. Β', 1 9 7 1 , σ. 237-238.
386
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
κάθε μαζική απελευθέρωση δούλων. Κοντολογίς, έχει δικαίωμα καί καθήκον νά επεμβαίνει οπού χρειαστεί, νά προστατεύει τίς τάξεις τών ιδιοκτητών άπο επανάσταση. Έπειτα, κάθε πόλη ε ί ναι υποχρεωμένη νά εμποδίζει τούς εξόριστους νά προετοιμά ζουν στό έδαφος της ένοπλη επίθεση εναντίον μιάς οποιασδήποτε πόλης τής συμμαχίας. Γενικότερα, οί πόλεις, στις αμοιβαίες σχέ σεις τους, οφείλουν νά μένουν πιστές στήν ειρήνη, γιά τήν οποία ορκίστηκαν, νά μήν παρεμποδίζουν τήν ελευθερία τών θαλασσών καί νά ρυθμίζουν τίς διαφορές τους δικαστικά, δηλαδή μέ τή δι αιτησία μιάς τρίτης πόλης. "Ολες οφείλουν νά αποφύγουν κάθε ενέργεια κατά τής ειρήνης καί, κυρίως, νά βοηθήσουν ένοπλα τήν απόκρουση κάθε είδους επίθεσης εναντίον μιάς άπό αυτές* επι πλέον, άν οποιοσδήποτε παραβιάσει τή συνθήκη, οφείλουν νά τόν θεωρήσουν αποκλειόμενο άπό τήν ειρήνη, κοινό εχθρό. "Οργανο τής συμμαχίας ε ί ν α ι ένα συμβούλιο: τό συνέδρων τών Ελλήνων ή κοινόν τών Ελλήνων. Εκπροσωπεί τίς πό λεις. Ωστόσο οί αντιπροσωπείες άπό τίς όποιες αποτελείται δέν έχουν άπό μία ψήφο, όπως παλαιότερα στά καταστατικά τής πε λοποννησιακής συμμαχίας ή τής αθηναϊκής συνομοσπονδίας, άλ λά μία ή περισσότερες, ανάλογα μέ τόν πληθυσμό πού αντιπρο σωπεύουν, όπως στά κοινά τών Βοιωτών καί τών Άρκάδων. Εδρεύει κανονικά στήν Κόρινθο καί ασχολείται μέ Ολες τίς ομο σπονδιακές υποθέσεις, κυρίως μέ προβλήματα ειρήνης καί πο λέμου, άλλά καί μέ όλα τά προβλήματα πού αφορούν τόν πολι τικό καί κοινωνικό έλεγχο τών πόλεων. Γιά νά διατηρήσει τή νόμιμη τάξη καί γιά νά ρυθμίσει διαφορές πού αναφύονται ανά μεσα στις πόλεις, ενεργεί άπό συμφώνου μέ ειδικούς άρχοντες. Λειτουργεί ώς ανώτατο δικαστήριο γιά νά κρίνει κάθε παραβία ση τής συμμαχικής συνθήκης, κάθε πράξη εσχάτης προδοσίας: δικάζει, παραδείγματος χάρη, τόν πολίτη μιάς ομόσπονδης πό λης πού προσφέρει τίς υπηρεσίες του σέ ξένο στρατό εχθρικό προς τή συμμαχία ή τόν αρχηγό της, καί μπορεί νά τόν καταδι κάσει σέ εξορία ή σέ δήμευση. Άλλά τό συνέδριο τών Ελλή νων ε ί ν α ι απλώς ένα Οργανο στά χέρια ενός κυρίου. Αυτός τό συγκαλεί ή κάνει νά συγκληθεί άπό έναν εντολοδόχο του* ό ίδιος πιθανότατα διορίζει σάν Π1Ϊ88Ϊ άοπιϊηϊοΐ* πρόσωπα έπιφορτι122
123
124
* Μϊδδϊ άοπιϊηϊοϊ = βασιλικοί απεσταλμένοι. "Ετσι λέγονταν κατά τό μεσαίωνα οί αξιωματούχοι πού περιόδευαν τίς βασιλικές επαρχίες γιά νά ελέγχουν τούς τοπικούς διοικητές.
387
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
σμένα νά επιβλέπουν, σέ συνεργασία μέ τό συνέδριο, τίς ύποπτες πόλεις. Είναι τό πάν, γιατί ονομάζεται Φίλιππος, γιατί θά ονο μαστεί Αλέξανδρος, γιατί είναι καί θά μείνει, δπως τό λέει ό τίτλος του (ήγεμών), διοικητής τοΰ στρατοΰ, αρχηγός τοΰ πο λέμου. Αρχίζει, σέ δλες τίς πόλεις, μέ απογραφή τών άντρων πού είναι σέ θέση νά όπλιστοΰν, γιά νά καθορίσει τό ποσοστό τοΰ στρατοΰ πού θά απαιτήσει: τοΰ χρειάζονται 200.000 πεζοί καί 15.000 ιππείς. Νά ή ενοποίηση, τέτοια πού έ'γινε μέ τήν επιταγή τοΰ Μα κεδόνα. Δέν υπάρχουν πιά συμμαχίες πού μοιράζουν τήν Ελλά δα στά δυό, δέν υπάρχουν πιά μικρές συνομοσπονδίες πού ζη τούν νά διασώσουν τοπικά συμφέροντα* όλόκληρη πιά ή Ελλάδα σχηματίζει έ'να κοινό καί διαδηλώνει τήν ομόνοια υποχρεωτική. 'Αλλά πρέπει νά δοΰμε τί είναι στήν πραγματικότητα ή ειρή νη πού κηρύχθηκε καί ποιά είναι ή πολιτική καί κοινωνική άξια τής ένωσης πού πραγματοποιήθηκε. Τί θά είναι ή ειρήνη; Ή πρώτη πράξη πού φανερώνει τήν ύπαρξη τής συμμαχίας είναι ή ψήφιση τοΰ πολέμου κατά τών Περσών καί ή υπόδειξη τοΰ Φιλίππου ώς στρατηγού αυτοκράτορα. Χωρίς νά πάψει νά τα ράζεται άπό εσωτερικές δίνες, ή Ελλάδα θά αισθανθεί αδιάκοπα τόν αντίκτυπο άπό τίς ταραχές πού συγκλονίζουν τόν κόσμο. Μέ ποιες αρχές θά ζήσουν οί νέες γενεές; Παίρνουμε μιά ιδέα, δταν διαβάζουμε τό ομοσπονδιακό σύμφωνο πού, προκειμένου νά δια τηρήσει γιά πάντα τό υφιστάμενο καθεστώς, απαγορεύει τήν α πελευθέρωση τών δούλων, θεωρώντας την επαναστατικό μέτρο.
388
Ε Π Ι Λ Ο Γ Ο Σ
ΤΟ Τ Ε Λ Ο Σ Τ Η Σ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Σ
ΠΟΛΗΣ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
Ή νίκη τοΰ Φιλίππου στη Χαιρώνεια καί ή δημιουργία μιάς πα νελλήνιας συμμαχίας στήν Κόρινθο αποτελούν σταθμό στήν παγ κόσμια ιστορία: προσφέρουν μιά ακριβή χρονολογία σ' αυτό τό μεγάλο γεγονός, τό τέλος τής ελληνικής πόλης. Βέβαια ό θάνατος αύτοΰ τοΰ καθεστώτος ειχε προαναγγελθεί άπό τίς δυσκολίες τής ζωής του καί δέν ολοκληρώθηκε πραγματικά: έτσι μπόρεσαν νά επιβιώσουν στό καινούριο καθεστώς θεσμοί προαιώνιοι. Πάντως άπό τό 3 3 8 οί ελληνικές πόλεις έπαψαν αληθινά νά είναι ελεύ θερες, καί ολόκληρη ή Ελλάδα έγινε γιά πρώτη φορά εξάρτημα ενός ξένου κράτους. Ήταν καλό; ήταν κακό; Είναι ένα πρόβλημα πού οί ιστορι κοί δέν έχουν δικαίωμα νά τό θέσουν, παρά μόνο μέ τόν Ορο ότι θά βρουν έναν αντικειμενικό τρόπο λύσης του. Γιά τούς περισσότερους δέν υπάρχει αμφιβολία: μέ τήν κα τάργηση τών αναρίθμητων συνόρων ή Ελλάδα έφτανε ώς ένα σημείο στήν εδαφική ενοποίηση, καί μέ τήν κατάκτηση τής Ασί ας ό πολιτισμός της έβρισκε μπροστά του ένα τεράστιο πεδίο. Οί Γερμανοί επιστήμονες πού συμμερίζονται αυτή τήν άποψη άπό τό τέλος τοΰ 19ου αιώνα αφθονούν άλλά δίνουν ειδικό νό ημα στό πρόβλημα: είναι υπέρ τοΰ Φιλίππου καί κατά τοΰ Δη μοσθένη, υπέρ τής στρατιωτικής μοναρχίας καί κατά τής «δη μοκρατίας τών δικηγόρων». Παλαιότερα, είπε κάποιος άπ' αυ τούς, μποροΰσε κανείς νά ξεγελαστεί" άλλά σήμερα ξέρουμε πό σο άξιζε στήν αρχαιότητα ή δύναμη τοΰ Βορρά πού επέβαλε τήν εθνική ενότητα διά πυρός καί σιδήρου, καί τή σφράγισε μέ τόν πόλεμο εναντίον τοΰ «κληρονομικού έχθροΰ». «Μιά εποχή όπως ή δική μας —καταλήγει ό ίδιος συγγραφέας— πού θαυμάζει τή θέληση τής εξουσίας, πού δικαιολογεί τήν παραβίαση τού πολι τικού δικαίου άπό ένα καλύτερο δίκαιο, πού προσπαθεί νά εύρύνει τήν εθνική πολιτική σέ παγκόσμια πολιτική, είναι φυσικό 1
2
391
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
νά αναγνωρίζει, τά χαρακτηριστικά της στό έργο τοϋ Φιλίππου καί τοΰ ένδοξου γιου του καί νά τοποθετείται ανενδοίαστα μέ τό μέρος τής Μακεδονίας.» "Ισως δέν είναι αυτό τό αντικειμε νικό κριτήριο πού άναζητοΰμε. Δέν είναι λιγότερο αληθινό ότι μετά άπό τό 338 τό πλαίσιο τής ελληνικής ιστορίας παίρνει άλλες διαστάσεις άπό αυτές πού ειχε πρίν. Νά ένα σταθερό γεγονός. Σέ πρώτη ματιά —καί πολύ συχνά περιορίζονται σ' αυτήν— αποτελεί ένδειξη μεγάλης προό δου. Πρέπει όμως καί νά ακριβολογήσουμε. Γιά νά λύσουμε τό πρόβλημα, δέν άρκεϊ νά συγκρίνουμε τήν έκταση καί τόν πλη θυσμό τοΰ καινούριου κράτους μέ τήν έκταση καί τόν πληθυσμό τών παλαιών πόλεων. Παίρνουμε τά πράγματα άπό λαθεμένη πλευρά, Οταν τά λογαριάζουμε μέ αριθμούς. Ή πρόοδος τοΰ πο λιτισμού δέν μετριέται ούτε μέ τά τετραγωνικά χιλιόμετρα ούτε μέ τό πλήθος τών κατοικούν. Ωστόσο ή ποσοτική άποψη δέν εί ναι αμελητέα, Οταν αποκαλύπτει τήν τεράστια διάδοση ενός ανώ τερου πολιτισμού. Καί είναι βέβαιο ότι τήν ελληνιστική εποχή καινούριες εστίες άναψαν παντού, εστίες πού έδωσαν στον ελλη νικό πολιτισμό πρωτόγνωρη ακτινοβολία. Χωρίς αμφιβολία οί σχέσεις Ελλάδας καί Ανατολής πολλα πλασιάστηκαν πολύ πρίν άπό τή μακεδόνικη κατάκτηση. 'Όλο τόν 4ο αιώνα ή Λυδία, ή Καρία, ή Φοινίκη, ή Αίγυπτος, ή ίδια ή Περσία, γνώρισαν τήν επίδραση τοΰ έλληνισμοΰ. 'Όπως τήν εποχή τών φιλελλήνων Μερμναδών,* οί Σάρδεις ήταν καί τότε μιά πόλη κατά τό ήμισυ —καί ακόμη περισσότερο— ελληνική. Οί δυνάστες τής Αλικαρνασσού άνέθεταν σέ δυτικούς αρχιτέκτο νες τόν καλλωπισμό τής πρωτεύουσας τους μέ μεγαλοπρεπή μνη μεία* καί ό πιό ένδοξος άπ' αυτούς ζητούσε άπό τόν Σκόπα καί τόν Πραξιτέλη νά στολίσουν τό «Μαυσωλείο». Στά φοινικικά λιμάνια ήταν τής μόδας οί χορεύτριες άπό τήν Κύπρο καί τήν Ιωνία, καί οί βασιλείς τής Σιδώνας έφερναν καλλιτέχνες άπό τή δύση, γιά νά τούς σκαλίσουν θαυμάσιες σαρκοφάγους. Στις Οχθες τοΰ Νείλου γεννιόταν ή αλεξανδρινή τέχνη προτού ακόμη ιδρυθεί ή Αλεξάνδρεια. Σ' όλη τήν αυτοκρατορία τά τελευταία μνημεία πού ίδρυσαν οί 'Αχαιμενίδες, καί οί ωραίοι δαρεικοί, πού οί σατράπες, οί πρίγκιπες καί ό βασιλέας έδιναν απλόχερα στους μισθοφόρους τους, μαρτυρούσαν Οτι ή ελληνική τέχνη ει3
4
* Μερμνάδαι: βασιλική δυναστεία στή Λυδία (680-547 π.Χ.).
392
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
χε περάσει άπό έκει. Ή παρουσία τοΰ γιατρού Κτησία στήν αυ λή τοΰ Αρταξέρξη καί ή άδεια πού δόθηκε σ' αυτόν τόν ξένο νά χρησιμοποιήσει επίσημα κείμενα, γιά νά γράψει μιά ιστορία, προανάγγελναν ότι ό ελληνικός καί ό ανατολικός κόσμος ήταν έ τοιμοι νά επικοινωνήσουν στή λατρεία τών επιστημών καί τών γραμμάτων. "Ολα ήταν γεμάτα υποσχέσεις. Ό ελληνικός πολι τισμός ήταν ώριμος γιά τήν παγκοσμιότητα. Τό στοιχείο όμως πού θά μποροΰσε νά τοΰ εξασφαλίσει τίς πολιτικές συνθήκες δέν ήταν τό καθεστώς τής πόλης. Ή Ε λ λ ά δα, γιά νά εκπληρώσει τήν αποστολή της, χρειαζόταν ένα διαφο ρετικό μηχανισμό. Ή Μακεδονία τής τόν έδωσε. Έκτοτε ό ελ ληνισμός ειχε κέντρο ακτινοβολίας τίς χώρες πού άλλοτε σημεί ωναν τά τελευταία δριά του καί πού κατά διαλείμματα δέχονταν τίς επιδράσεις του. 'Από τήν Ινδία ώς τόν κόλπο τής Αιγυρίας, καί άπό τόν Δούναβη στήν Αιθιοπία, δέν υπήρχε πιά παρά μία αγορά, καί οί "Ελληνες κατέλαβαν Ολα τά επίκαιρα σημεία της. Οί ηθικοί φραγμοί ανάμεσα στους Έλληνες καί στους βαρβά ρους έπεσαν, καί οί φιλόσοφοι, πού δέν είχαν σκεφτεί παρά νά τούς ενισχύσουν, είχαν γιά διαδόχους θεωρητικούς τοΰ κοσμοπο λιτισμού. Μένει νά δοΰμε άν ή Ελλάδα μέ τήν ενοποίηση άποκτοΰσε δλα τά πλεονεκτήματα πού μποροΰσε νά ελπίσει, καί άν ό ελλη νικός πολιτισμός μέ τήν επέκταση του δέν έχανε μερικές ουσια στικές αρετές του. Οί αιώνες πού ακολούθησαν τή μακεδόνικη κατάκτηση δέν γνώρισαν τήν ειρήνη πού τούς υποσχέθηκε ή συμμαχία τής Κο ρίνθου. Οί πόλεις κουράστηκαν μέ αυτούς τούς ατέρμονες αντα γωνισμούς, μέ αυτούς τούς πολέμους πού σχημάτιζαν αλυσίδα, δπως παλαιά οί αντεκδικήσεις τών οικογενειών. Μάταια έγιναν μέλη μεγάλων κρατών, καί ή αυτονομία τους περιορίστηκε σέ σημείο πού νά μοιάζουν μέ σύγχρονους δήμους* θά εξακολουθή σουν νά έχουν διαφορές, νά σχηματίζουν συμπολιτείες, πού θά παρασυρθούν μέ τή σειρά τους σέ διαμάχες χωρίς τέλος, καί οί δύο μεγάλες συμμαχίες, πού θά μοιραστούν τελικά σχεδόν όλό κληρη τήν Ελλάδα, θά εμπλακούν σ' έναν αγώνα πού θά τελειώ σει καί γιά τή μιά καί γιά τήν άλλη μέ τήν τελική καί ολοκλη ρωτική απώλεια τής ανεξαρτησίας.* Ή μεγάλη διαφορά μέ τό * Φαίνεται πώς ό ΟΙοίζ λησμόνησε δτι τό σύμφωνο τής Κορίνθου λειτούργησε ουσιαστικά γιά τελευταία φορά δταν αναγνώρισε τόν Ά λ έ -
393
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
παρελθόν συνίσταται στό Οτι οί πόλεμοι πού θά κάνουν οί "Ελ ληνες μεταξύ τους θά διασταυρωθούν επιπλέον μέ τούς πολέμους τών διαδόχων, αρχηγών μεγάλων κρατών, πού θά προσπαθήσουν νά τά κάμουν ακόμη μεγαλύτερα. Ή «ειρήνη» τής Κορίνθου δέν ήταν άλλο άπό αδιάκοπη αιματοχυσία, άλλά άπό τώρα καί στό έξης σέ απέραντες εκτάσεις. Μπορούμε νά τής αποδώσουμε τά λόγια τοΰ Ξενοφώντα πού ακολουθούν τήν αφήγηση τής μάχης τής Μαντινείας καί τελειώνουν τά Ελληνικά του: «Καί μετά επικράτησε περισσότερη αναρχία καί ταραχή στήν Ελλάδα πα ρά πρίν». Άλλά, άν κοιτάξουμε στό εσωτερικό τών κρατών, αντιλαμβα νόμαστε αμέσως ότι βρισκόμαστε σ' έναν καινούριο κόσμο. Οί πολιτικοί σχηματισμοί είναι ριζικά διαφορετικοί. Τή δημοκρα τική πόλη τή διαδέχεται ή μοναρχία. Μία ακόμη αλλαγή πού δέν έγινε ξαφνικά, άλλά έπειτα άπό σχετική προετοιμασία στά πνεύματα καί στά γεγονότα. Ετοι μαζόταν, πραγματικά, άπό τό τέλος τοΰ 5ου αιώνα. Ή αλλη λεγγύη τών τάξεων ήταν ήδη, άν μπορεί κανείς νά χρησιμοποι ήσει αυτή τήν έκφραση, ένας συλλογικός εγωισμός. Άλλά ειχε ανοίξει ό δρόμος στον ατομικό εγωισμό. Τόπο σ' αυτούς πού έ νιωθαν αρκετά δυνατοί ώστε νά ύψωθοΰν πάνω άπό τά κόμματα καί νά καταλάβουν τήν απόλυτη εξουσία! Ή τυραννία ειχε πε θάνει στήν Ελλάδα, αφότου οί πόλεις είχαν βρει τήν ισορροπία τους, σχεδόν πάντα μέ τήν επικράτηση τοΰ δημοκρατικού πολι τεύματος. Αναστήθηκε χάρη στις νέες ιδέες πού μοναδικό κανό να δέχονται τό προσωπικό συμφέρον, μοναδική απόδειξη τής α ξίας αυτό τό βέβαιο σημάδι τής θεϊκής προστασίας, τήν επιτυ χία. Άφοΰ τό ανθρώπινο ιδανικό είναι νά ζήσει κανείς σύμφω να μέ αυτό πού τόν ευχαριστεί καί νά κορεσθεί άπό απολαύσεις, ποιο άλλο καλύτερο μέσο γιά νά φτάσει ώς εκεί άπό τό νά ξε φύγει άπό τούς κοινούς νόμους καί νά υψωθεί σέ κύριο τών σω μάτων καί τών ψυχών; "Οταν ό Πλούταρχος, ένας αυλικός τοΰ Διονυσίου Α' τών Συρακουσών, συζητεί γι' αυτό τό θέμα μέ τόν Αρχύτα τόν Ταραντίνο, ό φιλόσοφος καί πολιτικός διακηρύσσει απερίφραστα Οτι ή μεγαλύτερη ευδαιμονία γιά έναν άνθρωπο εί ναι αυτή πού γεύεται στό ανάκτορο του ό βασιλέας τών Περ σών. Βλέποντας τή θέση πού αποκτούν στις πόλεις τους οί «άνώ5
ξανδρο ώς ηγεμόνα τών στρατιωτικών δυνάμεων του. "Επειτα περιήλ θε σέ αχρηστία.
394
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
τεροι άνθρωποι.)), ό Αλκιβιάδης, ό Λύσανδρος καί ό Αγησίλα ος, καταλαβαίνουμε ότι οί «υπεράνθρωποι» αρχίζουν νά υπερι σχύουν. Μιά νιτσεϊκή ηθική καταλήγει σέ μιά μακιαβελική πο λιτική. Το κράτος απορροφάται άπο ισχυρές προσωπικότητες, άπό ισχυρές φύσεις πού οπλίζουν τή φιλοδοξία μέ πονηριά καί βιαιότητα, καί έ'τσι αναδύεται ό Διονύσιος τών Συρακουσών, ό Ευαγόρας τής Κύπρου, ό Ερμείας τοΰ Άταρνέα, ό Λυκόφρων καί ό Τάσων τών Φερών, ό Κλέαρχος τής Ηράκλειας, καί τό σοι άλλοι! «Άπό τώρα καί στό εξής —λέει ό Αριστοτέλης μέ λόγια πού κινούν τήν προσοχή— έ'γινε συνήθεια μέσα στις πό λεις νά μή θέλει κανείς τήν ισότητα, άλλά νά σπεύδει προς τήν εξουσία, ή, δταν δέν έ'χει τή δύναμη, νά υπακούει άπό ανάγκη.» Α υ τ ά τά ήθη, πού ό μεγαλύτερος παρατηρητής τής αρχαιό τητας περιορίζεται νά περιγράφει, οί θεωρητικοί τά δικαιολογούν, τά έξυμνοΰν. Ή μοναρχική ιδέα είναι διάχυτη. Τόσο τό καλύ τερο, σκέφτονται τά μεγαλύτερα πνεύματα τής εποχής: ό φωτι σμένος δεσποτισμός θά μπορέσει νά βάλει σέ πράξη τά πιο ορ γανωμένα συστήματα, νά υλοποιήσει μεγαλόπνευστα Ονειρα. — Ό Ξενοφών αναζητά τόν άνθρωπο πού θά μπορέσει νά «κυ βερνήσει πάνω στις βουλήσεις»: Στήν Κνρον Παιδεία δείχνει πώς θά μποροΰσε νά διαπλαστεί αυτός σύμφωνα μέ εναν τύπο ήδη μυθικό" παρουσιάζει τήν εικόνα του ζωντανεμένη μέ τά χα ρακτηριστικά τοΰ Κύρου καί τοΰ Αγησίλαου τό Οτι στό πορ τρέτο τοΰ Ιέρωνα περιγράφει τό κακό πού προξενεί ό κακός τύ ραννος, σκοπός του είναι νά τοΰ αντιπαραθέσει τό καλό πού μπο ρεί νά κάμει ό καλός καί έ'ξυπνος τύραννος. — Ό Πλάτων ήθελε νά κάνει κάτι καλύτερο άπό τό νά γράφει καί τρέχει πίσω άπό τό μονάρχη πού θά γινόταν πρωταγωνιστής τής Πολιτείας του. Θά τοΰ χρειαστούν τρία ταξίδια στή Σικελία καί αποτυχίες, ταπεινώσεις, αναρίθμητες οδύνες, γιά νά πεισθεί ότι δέν θά βρεί στήν αυλή τών Συρακουσών αυτόν πού, κατέ χοντας τή «βασιλική τέχνη», θά άξιζε νά επιβάλει σέ δλους τήν απόλυτη εξουσία καί νά ιδρύσει τό πρότυπο κράτους. "Υστερα άπό τόσες απογοητεύσεις, Οταν στά γεράματα του περιορίζεται νά ζητήσει άπό τούς νόμους αυτό πού ήθελε νά αποκτήσει άπό μιά ατομική βούληση, έ'χει ακόμη αναλαμπές τρυφερότητας γιά τόν τύραννο, πού είναι νέος, μορφωμένος, θαρραλέος καί μέ υψη λό φρόνημα. — Ό ρήτορας Ισοκράτης, περισσότερο άπό κάθε άλλον, θαυμά6
7
-
-
8
395
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ζει τούς ήρωες πού υπερασπίζονται καί διαδίδουν τον ελληνισμό, καί γενικά τούς μεγάλους ανθρώπους πού υποκινεί τό θείο, γιά νά υλοποιήσει τά σχέδια του. Χωρίς νά βγει άπό τή σχολή του, μέ τή γραφίδα στό χέρι, επί μισό αιώνα δέν σταματά νά ανα ζητά τόν άνθρωπο πού θά πετύχει τήν ενότητα τής Ελλάδας, γιά νά τήν οδηγήσει κατά τών Περσών. Άφοΰ διαψεύστηκαν οί ελπίδες πού στήριξε στον Αθηναίο Τιμόθεο, δέν υπολογίζει πιά παρά σέ ένα μονάρχη μέ απόλυτη εξουσία: μήπως δέν είναι φί λος καί σύμβουλος τών Κυπρίων πριγκίπων Ευαγόρα καί Νικο κλή; μήπως δέν έχει γιά μαθητή τόν τύραννο τής Ηράκλειας; Καί νά τον πού δοκιμάζει μέ τή σειρά νά σπρώξει μπροστά τόν Ιάσονα καί τόν Αλέξανδρο τών Φερών, τόν Διονύσιο τών Συ ρακουσών, τόν Αρχίδαμο, γιό τοΰ Αγησιλάου, ωσότου απελ πισμένος κάνει έκκληση στον Φίλιππο τής Μακεδονίας. "Εναν αρχηγό, ζητείται αρχηγός! Ακόμη καί εκείνοι πού δέν θέλουν νά υπάρξει ένας γιά Ολη τήν Ελλάδα καί νά είναι ξένος, εκείνοι πού υπερασπίζονται πιό σκληρά τή μικρή τους πατρίδα, βλέπουν τί είναι αυτό πού κάνει τή δύναμη τοΰ Μακεδόνα: απο φασίζει καί εκτελεί" ή δύναμη του δέν σκορπίζει σέ διατυπώ σεις, άλλά συγκεντρά>νεται σέ διαταγές καί σέ πράξεις: Νά τί σκέφτεται ό μεγαλύτερος αντίπαλος του, πού είναι υποχρεωμέ νος νά ξοδέψει υπεράνθρωπες δυνάμεις γιά νά πείσει εκείνους πού θέλει νά σώσει. Καί ό αντίζηλος του Υπερείδης, εκφωνώντας τόν επικήδειο στους πολεμιστές πού πέθαναν γιά τήν Αθήνα, εκφω νεί τόν επικήδειο τής ίδιας τής Αθήνας, καί λέει: « Ή πόλη μας είχε ανάγκη άπό έναν άνδρα, καί ολόκληρη ή Ελλάδα άπό μιά πόλη ικανή νά αναλάβει τή διακυβέρνηση της». 9
10
"Ετσι γεννιόταν, επιθυμητό, αναμενόμενο, αναγκαίο, τό πολιτι κό σύστημα πού θά υπερίσχυε σ' ολόκληρο τόν ελληνιστικό κόσμο, πρίν νά διαδοθεί στον ρωμαϊκό. Τά μεγάλα κράτη πού απορρό φησαν τό αναρχικό πλήθος τών αυτόνομων πόλεων δέν μποροΰ σαν νά ιδρυθούν παρά μόνο ώς μοναρχίες. Μόνο ή μοναρχία έδι νε υπόσταση στις διάχυτες επιδιώξεις καί στις κατηγορηματικές επιθυμίες πολλών γενεών. Παρουσιαζόταν όπως τήν είχαν ονειρευτεί. Ηταν θείου δι καίου. Ανέκαθεν οί 'Έλληνες θεωρούσαν τούς ιδρυτές τών πό λεων ήρωες. Οί ολιγαρχικοί στήν άρχή τοΰ 4ου αιώνα λάτρεψαν τόν Λύσανδρο σάν σωτήρα καί τοΰ έστησαν αγάλματα σάν νά Τ
396
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
ήταν θεός. Ό Ισοκράτης σύγκρινε άπό πρίν τήν αποστολή τοΰ Φιλίππου μέ τήν αποστολή τοΰ Ηρακλή καί άλλων ήμιθέοιν, καί στό γράμμα πού έστειλε στό νικητή τής Χαιρώνειας τού υποσχόταν ρητά ότι ή κατάκτηση τής Ασίας θά τοΰ έφερνε γιά ανταμοιβή τήν αποθέωση. Ή ελληνική ιδέα ήταν πιά έτοιμη νά ενωθεί μέ τήν ανατολική, γιά νά γεννηθεί ή λατρεία τοΰ βα σιλέα. Ή υπηρεσία πού ζητούσαν άπό τή μοναρχία, ώς αντάλλαγμα τών θεϊκών τιμών, ήταν ή αποκατάσταση τής ειρήνης μεταξύ τών πόλεων καί, προπάντων, τής τάξης μέσα σέ καθεμιά. Οί κοινωνικές τάξεις πού ταράσσονταν διαρκώς, ένώ απολάμβαναν τά αγαθά τους, είχαν κουραστεί άπό τή λαϊκή τυραννία. Βέβαια ή ανησυχία καί ό κίνδυνος δέν ήταν παντού ίδιοι: ή δημοκρατι κή 'Αθήνα, παραδείγματος χάρη, ήξερε νά προστατεύει τίς δη μόσιες θέσεις άπό τά μειονεκτήματα τής κλήρωσης, καί υπερά σπιζε σέ κάθε ευκαιρία, μέ τόν όρκο πού απαιτούσε άπό τούς ήλιαστές, μέ τήν ετήσια διακήρυξη τοΰ επώνυμου άρχοντα, τό δικαίωμα τής ιδιοκτησίας. Άλλά σέ πολλά μέρη οί πλούσιοι πού είχαν περιουσία άπό ακίνητα, κινητά καί δούλους, ένιωθαν κάθε μέρα καί περισσότερο νά κινδυνεύουν άπό τήν επανάσταση. Ό Φίλιππος δέν ξεγελιόταν όταν απαγόρευε, μέ τό ομοσπονδιακό σύμφωνο τής Κορίνθου, κάθε συνταγματική αλλαγή, κάθε πο λιτική εκδίκηση, κάθε κοινωνική μεταβολή. Αντιλαμβανόταν τήν αποστολή τής βασιλείας όπως ακριβώς τήν Οριζε ό δάσκαλος τοΰ γιου του: « Ό βασιλέας έχει αποστολή νά φροντίζει ώστε οί ιδιοκτήτες νά μήν υποστούν καμιά ζημία στήν περιουσία τους καί ό λαός νά μή θιγεί στήν τιμή του». Μέ τή στρατιωτική μοναρχία θριάμβευε λοιπόν ή συντηρητι κή μερίδα* ή ολιγαρχία νικοΰσε τή δημοκρατία. Ό Δημοσθένης ήξερε άπό καιρό ποιο ήταν τό αντικείμενο τοΰ αγώνα κατά τοΰ Φιλίππου. "Οταν έκανε διαρκώς έκκληση στήν εθνική τιμή, όταν ή πατριωτική υπερηφάνεια τόν παρέσυρε άπό τούς παθητικούς ώς τούς υψηλούς τόνους, επεξεργαζόταν λογικά τίς ιδέες του: ήταν πεπεισμένος ότι, πολεμώντας γιά τήν Αθήνα, υπερασπιζό ταν τή δημοκρατία. «Πολεμήσατε συχνά είτε μέ δημοκρατικές πόλεις είτε μέ ολιγαρχικές· άλλά τά κίνητρα πού οδήγησαν σ' αυτούς τούς δυο ειδών πολέμους κανένας, ίσως, άπό εσάς δέν τά έχει σκεφτεί. Ποιά είναι α υ τ ά ; "Οταν οί αντίπαλοι είχαν δημοκρατικό πολί11
12
397
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
τευμα, οί πόλεμοι έγιναν γιά ιδιωτικές διεκδικήσεις, γιά τίς ό ποιες ή κυβέρνηση δέν μπόρεσε νά πάρει ικανοποίηση, γιά αμ φισβητήσεις εδαφών ή συνόρων, γιά ανταγωνισμούς, γιά ηγεμο νία. "Οταν οί αντίπαλοι είχαν ολιγαρχικό πολίτευμα, τά πράγμα τα ήταν εντελώς διαφορετικά τό πολίτευμα καί ή ελευθερία κιν δύνευαν. "Ετσι —δέν διστάζω νά τό δηλώσω— είναι πολύ καλύ τερο γιά σάς, κατά τή γνώμη μου, νά έχετε εχθρούς όλους τούς "Ελληνες ενωμένους μέσα στή δημοκρατία παρά φίλη μιά ολι γαρχική Ελλάδα. Μέ ελεύθερους ανθρώπους δέν θά έχετε δυσκο λία, νομίζω, νά κάνετε ειρήνη, όταν τό θελήσετε, ένώ μέ τούς οπαδούς τής ολιγαρχίας ακόμη καί ή φιλία δέν είναι ακίνδυνη. Γιατί ανάμεσα στους αριστοκράτες καί στό πλήθος, ανάμεσα σέ αυτούς πού θέλουν νά είναι οί κύριοι καί σέ αυτούς πού αγα πούν τήν ισότητα, δέν είναι δυνατό νά υπάρξει αμοιβαία συμπά θεια.» Ούτε ή μοναρχία μπόρεσε νά φέρει τή βασιλεία τής ειρήνης, ούτε ή ολιγαρχία, σύμμαχος τής μοναρχίας, φάνηκε ικανή νά εξασφαλίσει τήν τάξη. Ποτέ ή Ελλάδα δέν κατασπαράχθηκε τόσο σκληρά άπό εσωτερικούς αγώνες Οσο κατά τούς δύο αιώ νες πού κύλησαν ανάμεσα στή μακεδόνικη καί τή ρωμαϊκή κα τάκτηση. Ή πάλη τών τάξεων κάνει θραύση μέ όλη τή φρίκη της. Γιά νά δείξουμε τί μπόρεσε νά είναι τόν 4ο αιώνα, δανειστή καμε αναδρομικά μιά περιγραφή της άπό τόν Πολύβιο. Άντί νά μνημονεύσουμε τά πολλά παραδείγματα πού αναφέρει ό ιστο ρικός στό έργο του, άς περιοριστούμε νά πούμε ότι χρησίμευσαν στον Ριΐδίθΐ άβ Οουίαιί^θδ γιά νά διακρίνει τίς βαθιές αιτίες τής τελικής λύσης, τόν υποβιβασμό τής Ελλάδας σέ ρωμαϊκή επαρχία. -
13
14
15
Τό καθεστώς πού έβαλε τέλος στήν αυτονομία τών πόλεων, άν δέν κατάφερε νά αποκαταστήσει τήν κοινωνική ισορροπία, είχε ωστόσο αρκετή δύναμη ώστε νά σταματήσει μιά εξέλιξη πού προ οιωνιζόταν πλούσια σέ ευεργετήματα. Μέ τούς νόμους της ή Αθήνα βρισκόταν πολύ πιό μπροστά άπό τήν υπόλοιπη Ελλάδα. Οί αρχές τοΰ Δράκοντα καί τοΰ Σό λωνα, εφαρμοσμένες άπό τούς συγχρόνους τοΰ Περικλή μέ τρόπο πού νά μετριάζουν τή δημόσια εξουσία μέ τήν ελευθερία, δημι ούργησαν νόμους ατομικιστικούς καί δημοκρατικούς, πού δέν άνέχονταν διεκδικήσεις ή ευθύνες συλλογικές καί επιδίωκαν τή 398
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
δικαιοσύνη διαμέσου τής φιλανθρωπίας. Άπο τήν άρχή τοΰ 6ου το αθηναϊκό κράτος ειχε απαγορεύσει τή δουλεία γιά χρέη καί, κατά συνέπεια, τή δουλεία ώς ποινή* σέ δ,τι αφορούσε τήν ιδιοκτησία, αντέταξε το δικαίωμα τής ελεύθερης διάθεσης τής περιουσίας στο δικαίωμα τής υποχρεωτικής μεταβίβασης της στους κατιόντες. Αργότερα, απέναντι στους αυτουργούς πολι τικών εγκλημάτων έ'παψε νά επικαλείται τή συλλογική ευθύνη τής οικογένειας, καί εξασφάλισε νομική προστασία στους δού λους. Γιά τό δίκαιο, όπως καί γιά τά υπόλοιπα, ή Αθήνα έ'γινε τό σχολείο τής Ελλάδας, καί κάθε μέρα γινόταν περισσότερο. Ό Δημοσθένης, διαρκώς έτοιμος νά αξιοποιήσει τούς τίτλους τής πατρίδας του, δέν διστάζει νά πει: «Πολλές φορές διάφορες ελλη νικές πόλεις αποφάσισαν νά υιοθετήσουν τούς νόμους σας. Γιά σας είναι ενας δίκαιος λόγος υπερηφάνειας* γιατί... οί νόμοι μιάς πόλης είναι ό τρόπος μέ τόν όποιο ζει». Βρίσκουμε, πραγμα τικά, στά νησιά (στήν Αμοργό, στήν Κώ, στήν Κέα) καί στή Μικρά Ασία (στις Ερυθρές, στή Ζέλεια), τήν οργάνωση τών δικαστηρίων, τίς διακρίσεις τών δημοσίων δικών τής Αθήνας. Τρεις τουλάχιστον νόμοι τοΰ Σόλωνα εξακολούθησαν νά επιβιώ νουν μέ εκπληκτικό τρόπο: ό νόμος του γιά τίς κηδείες, πού τόν αντέγραψαν οί Βοιωτοί καί τόν μιμήθηκαν στήν Ίουλίδα τής Κέ ας, στό Γάμβρειο τής Μυσίας καί στή Ρώμη* ό νόμος του γιά τό δικαίωμα τής εμφύτευσης, τής οικοδόμησης, τής ανασκαφής, τόν όποιο επανέλαβαν πολλοί νομοθέτες πρίν νά πάρει τή θέση του στον κώδικα τής Αλεξάνδρειας καί στό νόμο τής Δωδεκαδέλτου* τέλος ό νόμος του γιά τίς διαθήκες, πού καμιά άλλη πόλη δέν τόλμησε νά μιμηθεί πρίν άπό τόν 4ο αιώνα, άλλά πού έ'κτοτε έ'γινε δεκτός σχεδόν ομόφωνα. Θέλησαν νά επωφεληθούν άπό τήν πείρα τής Αθήνας σέ μερικές περιπτώσεις Οπου αυτή ειχε βρει τόν τρόπο νά διευκολύνει τό έ'ργο τής δικαιοσύνης, νά κάνει ακριβέστερη τή διαδικασία, νά δημοσιεύει αστικούς νόμους καί αστυνομικούς κανονισμούς πρακτικούς, βολικούς καί φρόνι μους. Άλλά οί διατάξεις πού δείχνουν καλύτερα τό πνεύμα τής αθη ναϊκής νομοθεσίας, πού κάνουν νά λάμψει ό δυνατός ατομικισμός καί ή ωραία φιλανθρωπία, αυτές ακριβώς συναντούσαν αντίστα ση, ακόμη καί στις δημοκρατίες. Μερικές πόλεις ωστόσο, άπό αυτές πού ήταν υπό τήν άμεση επήρεια τής Αθήνας, ριψοκιναιώνα
16
17
399
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
δύνευαν στήν κατεύθυνση πού ή ίδια ειχε πάρει τόσο θαρραλέα: στήν Αμοργό ή στέρηση τών πολιτικών δικαιωμάτων έ'παψε νά είναι κληρονομική" οί δημοκράτες τής Κέας δέν δέχονταν στις πολιτικές καταδίκες θανατική ποινή μαζί μέ δήμευση. Η εξέ λιξη είναι πλέον πολύ καθαρή· θά συνεχιστεί τήν ελληνιστική πε ρίοδο; Στις καινούριες κοινωνίες, δπου οί φυλές ανακατεύονται, δπου πολλοί πολίτες είναι πολίτες περισσότερων πόλεων, δπου τά σω ματεία σχηματίζουν ομοσπονδίες οί όποιες δέν λαμβάνουν υπό ψη τά σύνορα τών κρατών, Οπου ό κοσμοπολιτισμός καί ό συγ κρητισμός κυριαρχούν στή φιλοσοφία καί στή θρησκεία, δπου δλοι οί μορφωμένοι μιλούν τήν ίδια γλώσσα, τό δίκαιο θά έ'πρεπε, φυσικά, νά ενοποιηθεί κατά τό αθηναϊκό πρότυπο καί νά σχηματίσει μία κοινή. Καί πραγματικά, εξακολούθησαν νά ρυθ μίζουν τήν τεχνική οργάνωση τής δικαιοσύνης σύμφωνα μέ τό αθηναϊκό πρότυπο: αυτή ταίριαζε καί σέ ενα μοναρχικό καθε στώς. Άλλά. καθώς αυτό τό καθεστώς βασίζεται στήν κοινω νική ανισότητα, αρνείται κάθε αλλαγή πού θά ήταν σύμφωνη μέ τήν άρχή τοΰ ατομικισμού καί τής δημοκρατικής φιλανθρωπίας. Άπό τίς πόλεις πού διατήρησαν τίς συλλογικές ποινές καμία δέν τίς κατάργησε. Ή Αθήνα μένει μόνη, εντελώς μόνη, στήν εγ 5
γύηση τής προσωπικής ελευθερίας μέ ένα αληθινό η&ββαδ ΟΟΓ-
ριΐδ. Εξακολουθεί νά απαγορεύει στους πιστωτές δικαιώματα στό ίδιο τό κορμί τών οφειλετών, νά περιορίζει τήν προσωρινή κράτηση καθώς καί τήν ποινή τής φυλάκισης σέ εξαιρετικές πε ριπτώσεις, νά μειώνει ακόμη καί γιά τούς δούλους τίς εξουσίες καταναγκασμού, μέ τίς όποιες είναι οπλισμένοι οί άρχοντες" σέ δλα τούτα ή Αθήνα δέν απέκτησε προσήλυτους. Σήμερα γνωρίζουμε τί ήταν τό αλεξανδρινό δίκαιο. Σέ ό,τι άφορα τόν δικαστικό κλάδο, ή πρόοδος είναι αναμφισβήτητη. Ειδίκευση τών δικαστηρίων, καθιέρωση τής έφεσης, χωρισμός τής προεδρίας τοΰ δικαστηρίου άπό τήν ανάκριση, δημιουργία υπαλλήλων επιφορτισμένων μέ τήν εκτέλεση τών αποφάσεων, ακριβέστερος καθορισμός τών παραβάσεων καί τών ποινών: σέ δλα αυτά τά σημεία τό αλεξανδρινό δίκαιο χρησιμοποιεί ευρύ τατα τό αθηναϊκό δίκαιο καί τό ξεπερνά. Ά ν δμως, άντί νά προσέξουμε τό υλικό μέρος τοΰ δικαίου, εξετάσουμε τό πνεΰμα του, παρατηρούμε πραγματική οπισθοδρόμηση. Τί γίνεται ή προσωπική ελευθερία; «Απαγορεύεται νά γίνει δοΰλος ό πολί18
400
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
της»: αύτη είναι, πάντα ή αρχή* άλλά πώς εφαρμόζεται,; Γιά τούς Αθηναίους δημοκράτες είναι απαραβίαστη σέ οποιαδήποτε περίπτωση. Γιά τούς Αλεξανδρινούς, Οπως καί γιά Ολους τούς άλλους "Ελληνες, συμβιβάζεται μέ τήν προσωρινή κράτηση, εκτός άν δοθεί χρηματική εγγύηση, καί μέ τήν εκτέλεση επί τοΰ προ σώπου, άν ή περιουσία είναι μικρότερη άπό τή χρηματική ποινή. Ή ελευθερία τοΰ πολίτη δέν είναι πιά ολοκληρωτική καί άθικτη. Υπάρχει μιά άλλη ιδιομορφία πού διακρίνει τούς Αθηναίους: είδαμε Οτι, τολμώντας νά αντιταχθούν στήν ιδέα πού αρνιόταν στό δούλο κάθε δικαιοπρακτική ικανότητα, τοΰ εξασφάλισαν νό μιμη προστασία. Στους Αθηναίους ό δοΰλος προστατεύεται απέ ναντι στον κύριο του, σέ τρίτους, ακόμη καί απέναντι στό κράτος. Απαγορεύεται στον άρχοντα νά επιβάλει στό δούλο περισσότε ρους ραβδισμούς άπό όσες δραχμές επιβάλλει στον ελεύθερο άν θρωπο. Παντού άλλου ό δοΰλος δέρνεται κατά βούληση. Ό αλε ξανδρινός νόμος φαίνεται ότι υιοθετεί τόν κανόνα τής μετατρο πής τών δραχμών σέ ραβδισμούς* άλλά, καθώς τό πρόστιμο έγινε εκατό δραχμές, ή ποινή τοΰ ραβδισμοΰ ακολουθεί τήν ίδια άνο δο, καί, ένώ στήν 'Αθήνα ό δοΰλος πρέπει νά δεχτεί «τό πολύ» πενήντα ραβδισμούς, στήν Αλεξάνδρεια δέχεται εκατό «τό λι γότερο». Σέ ένα καθεστώς πού δέν παραδέχεται τήν ισότητα, ή ελευθερία καταρρέει καί τά ανθρωπιστικά αισθήματα εξαφανί ζονται. "Ετσι αναγνωρίζουμε άπό βέβαια σημάδια ότι ό ελληνικός πολι τισμός, περνώντας άπό τίς μικρές πόλεις στις μεγάλες μοναρ χίες, κέρδισε σέ έκταση άλλά έχασε σέ αξία. Ή 'Αθήνα χάραξε ένα πρόγραμμα πολιτικών καί κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, πού θά μποροΰσε νά οδηγήσει τήν Ελλάδα σέ ένα απελευθερωτικό έργο γεμάτο μεγαλείο. Ακόμη καί ή νομιμότητα, άν όχι ή αναγ καιότητα, τής δουλείας ήδη δημιουργούσε αμφιβολίες. Ή εξέλι ξη διαγραφόταν, ό στόχος ήταν ορατός. Ή μακεδόνικη φάλαγγα σταμάτησε τά πάντα. Άπό τά πρώτα μέτρα πού διέταξε ό νικη τής ήταν ή απαγόρευση τής απελευθέρωσης τών δούλων. Ή Α θήνα υπέκυψε πρίν νά εκπληρώσει τήν αποστολή της. Μέ τούς ωραίους νόμους της γιά τήν προσωπική ελευθερία δέν ήταν πιά παρά εξαίρεση. Οί πιό ευγενείς ιδέες πού εγκαινίασε μέσα στον κόσμο, καταδιωγμένες παντοΰ άλλου άπό τό δημόσιο δίκαιο, αναγκάστηκαν νά καταφύγουν στις θεωρίες τών φιλοσόφων, γιά 401
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
νά ασκήσουν, τουλάχιστον έμμεσα, κάποια επίδραση στις ανθρώ πινες κοινωνίες. Αυτά είναι τά γεγονότα. Ό Μακεδόνας στήν τελική νίκη δέν αντιπροσώπευε τήν πρόοδο, καί ό Αθηναίος μποροΰσε νά πάρει δρκο δτι οί νικημένοι τής Χαιρώνειας, υπερασπίζοντας τήν ηθική κληρονομιά τής πατρίδας τους, πέτυχαν δσο καί οί νικητές τοΰ Μαραθώνα, τής Σαλαμίνας καί τών Πλαταιών.
402
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Στις Σημειώσεις και στή Βιβλιογραφία, δπου τυχόν παρατηρείται διαφο ρά μέ τό πρωτότυπο οφείλεται σέ σιωπηρή αποκατάσταση πού έκαμε ό Επιμελητής τής έκδοσης έπειτα άπό σχετικό έλεγχο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ (σ. 11-42) 1. Αριστοτέλης, Πολιτικά, I, 1, 6 κ.έ. 2. Ίλιάς, Ζ 244 κ.έ., Ω 495. 3. Πρβ. Gustave Glotz, La Solidarité de la famille dans le droit criminel en Grèce, Παρίσι 1904, σ. 96 κ.έ., 139 κ.έ. 4. Πρβ. Paul Guiraud, La Propriété foncière en Grèce jusqu'à la conquête romaine, Παρίσι 1893, σ. 46 κ.έ. 5. Πρβ. Gustave Glotz, Le Travail dans la Grèce ancienne. Histoire économique de la Grèce depuis la période homérique jusqu'à la conquête romaine, Παρίσι 1920, σ. 12 κ.έ.' Histoire grecque, τ. I, Πα ρίσι 1 9 2 5 , σ. 120 κ.έ. 6. Πρβ. Glotz, La Solidarité..., σ. 94 κ.έ., 103 κ.έ., 1 3 5 κ.έ. 7. Όδνσσεια, ξ 82, 88, υ 2 1 5 . 8. Ίλιάς, I 459 κ.έ., Ζ 3 5 1 . 9. Ίλιάς, Ζ 244 κ.έ.· Όδνσσεια, γ 387 κ.έ., 412 κ.έ., κ 5, ζ 62 κ.έ. 10. Ίλιάς, Ρ 144, Ζ 257, 327 κ.έ.· Όδνσσεια, ξ 472 κ.έ. 1 1 . Ίλιάς, I 589, Ο 680 κ.έ.· Όδνσσεια, κ 1 0 3 κ.έ., ω 468. Βλ. Ebeling, Lexicon Homericum, λ. «άστυ». 12. Βλ. Ebeling, δ.π., λ. «πτόλις» καΐ «πτολίεθρον». Ή ακρόπολις εμ φανίζεται στην Όδνσσεια, θ 494, 504. 13. Ίλιάς, Ζ 88, 96, 297, 305, Η 345 κ.έ., Λ 46. 14. Ίλιάς, Ζ 87 κ.έ., 287 κ.έ. 15. Θουκυδίδης, III, 1 0 1 . 16. Βλ. Wilhelm Larfeld, Handbuch der griechischen Epigraphik, τ. II, Ii, Λιψία 1902, σ. 717* Inscriptiones Graecae, τ. XII, ι, άρ. 677. 17. Ίλιάς, Θ 519, Σ 274 κ.έ., 286 κ.έ. Ή Σχερία περιβάλλεται και αύτη άπα φράχτες (Όδνσσεια, ζ 267).
18. Πρβ. Ebeling, δ.π.
19. Όδνσσεια, ζ 296, κ 1 0 4 κ.έ., ο 308, 6 8 1 , π 461 κ.έ.· Ίλιάς, Γ 1 1 6 . 20. Ίλιάς, Β 12, Δ 51 κ.έ.' Όδνσσεια, ο 384. 21. Πρβ. Όδνσσεια, ζ 177 κ.έ., θ 1 5 1 κ.έ. 22. Αήμος=χώρ<χ: Ίλιάς, Ε 78, 710, Π 437, 514· Όδνσσεια, ξ 329, ρ 536. Δήμος= λαός: Ίλιάς, Τ 166· Όδνσσεια, β 2 9 1 , δ 666, θ 157, ν 186· π 114. 23. Wiegand, στό Abhandlungen der Preussischen Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Philos.-hist. Klasse, 1 9 0 8 , σ. 494 κ.έ.· πρβ. Sitzungsberichte der Preussischen Akademie d. Wiss. zu Berlin, 1 9 2 5 , σ. 275.
405
a. 24-32J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
24. 'ίλιάς, I 396. 25. Πρβ. Georg Busolt, Griechische Staatskunde, τ. I, Μόναχο 1920, σ. 249. 26. Michel, Recueil d'Inscriptions Grecques, άρ. 997, 797. 27. Inscriptiones Graecae, τ. XII, ι, άρ. 695. 28. Βλ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 4 1 4 . 29. Michel, ο.π., άρ. 1 1 4 4 . 30. Για τή σπουδαιότητα των ισθμών, βλ. Θουκυδίδης, I, 7. 31. Θουκυδίδης, II, 15, 2. 32. Ίλιάς, I 149 κ.έ. 33. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire des Anti quités grecques et romaines, λ. «Périoikoi». 34. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 10, 4. 35. Ξενοφών, 'Ελληνικά, VII, 5, 10" Πολύβιος, IX, 8. 36. Ηρόδοτος, I, 1 4 1 , 163. 37. Θουκυδίδης, VIII, 44· Ξενοφών, Ελληνικά, III, 2, 27. 38. Πρβ. Glotz, ο.π., σ. 559. 39. στο ϊδιο, σ. 4 5 1 . 40. Θουκυδίδης, I, 2, 1· 5, 1· 7' 8, 3. 41. Πρβ. Larfeld, ο.π., τ. II, ιι, σ. 778-780. 42. Το όνομα της Ε σ τ ί α ς παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη Θεογο νία τοϋ Ησίοδου (στ. 454). 43. Πίνδαρος, Νεμεόνικοι, XI, I. 44. Ausgr. von Olympia, τ. II, σ. 58 κ.έ.* Weniger, στην Klio. Bei träge zur alten Geschichte, τ. VI, 1906, σ. 1 κ.έ.· Ε. Norman Gardiner, Olympia. Its History and Remains, Όξφόρδη 1 9 2 5 , σ. 167 κ.έ. 45. Σχόλια στον Παναθηναϊκό τοϋ Αριστείδη, 103, 15" Titus-Livius, XLI, 20. 46. Θουκυδίδης, II, 1 5 , 2' πρβ. Πλούταρχος, Θησενς, 24. 47. Βλ. Glotz, ο.π., σ. 398, 399, 424. 48. Ηρόδοτος, I, 1 4 6 . 49. Collitz - Bechtel - Hoffmann, Sammlung der Griechischen Dialekt-Inschriften, άρ. 3501 κ.έ." Ηρόδοτος, VII, 1 9 7 . 50. Βλ. Wernicke, στο Jahrbuch des Deutsch. Archaeol. Instituts, τ. IX, 1894, σ. 127-135" G. Leroux, Les origines de l'édifice hypostyle, Παρίσι 1 9 1 3 , σ. 75-77' Gardiner, ο.π., σ. 271-274. 51. "Οδύσσεια, ζ 53-55. 52. Θουκυδίδης, II, 1 5 , 2-3· Ηρόδοτος, I, 170· Michel, ο.π., άρ. 432435. Πρβ. Η. Francotte, La Polis grecque. Recherches sur la formation et Vorganisation des cités, des ligues et des confédérations dans la Grèce ancienne, Paderborn 1907, σ. 195 κ.έ. 53. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 5, 2. 54. στο ϊδιο, IV (VII), 1 1 , 2-3. 55. Ίλιάς, I 807. 56. 'Αριστοτέλης, ο.π., 2. 57. Emile Bourguet, L'administration financière du sanctuaire pythique au IV siècle avant J.-C., Παρίσι 1905, σ. 45, 59 κ.έ.· Dittenberger, Sylloge Inscriptionum Graecarum, 3η εκδ., άρ. 47, στ. 21· 525, στ. 1 1 · 1045, σ τ . 9, 34' 1 0 1 2 , 1, 2. e
406
[σ. 32-46
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
58. Πρβ. Michel, ο.π., άρ. 139, στ. 23" 142, στ. 5" 961, Β, στ. 28· 969, στ. 2· 979, στ. 16. 59. Πρβ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ο.π., λ. «Ekklesia», σ. 512. 60. Όδνσσεια, ι 1 1 2 · Ηρόδοτος, I, 153. 61. Θουκυδίδης, I, 7. 62. Βλ. Julius Beloch, Die Bevölkerung der griechisch-römischen Welt, Λιψία 1886' Griechische Geschichte, 2η έκδ., τ. III, ι, Στρασβοϋργο-Βερολίνο 1922, σ. 263 κ.έ.· πρβ. Cavaignac, «La population du Péloponèse aux V et I V siècles», Klio, τ. XII, 1912, σ. 261 κ.έ. 63. Θουκυδίδης, I, 10, 2. 64. Ηρόδοτος, I, 151. 65. Πλάτων, Νόμοι, IV, σ. 707e-708b' πρβ. Ισοκράτης, Πανηγυρι κός, 34-36. 66. Κύπρια, απ. 1 (= Kinkel, Epicorum Graecorum fragmenta, Λ ι ψία 1877). 67. Ηρόδοτος, VII, 102. 68. Ησίοδος, "Εργα και Ήμέραι, 376. 69. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, δ.π., λ. «Expositio». 70. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 5, 2. 71. Πλάτων, Νόμοι, V, σ. 737d-738e. 72. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 4, 3-8" Ηθικά Νικομάχεια, IX, σ. 1170b. 73. Πλούταρχος, Τιμολέων, 23, 25" Διόδωρος, X V I , 52. 74. Θουκυδίδης, I, 100, 3' Διόδωρος, XI, 49, 1. 75. Ξενοφών, Ελληνικά, V, 3, 16* Διόδωρος, XIV, 78, 6. 76. Διογένης Λαέρτιος, III, 1, 27. 77. Ηρόδοτος, VII, 135. 78. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 2, 10. 79. Ηρόδοτος, I, 170. 80. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 1, 5. 81. Θουκυδίδης, III, 37 κ.έ. 82. Θουκυδίδης, VIII, 48. e
Α'
e
Η Α Ρ Ι Σ Τ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Η ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΠΟΛΗ (σ. 45-70)
1. 2. 3. 4. 5. 6. 7.
Ίλιάς, Β 198, Μ 213· Όδνσσεια, β 239, ζ 34. Όδνσσεια, ν 192· πρβ. Ίλιάς, Λ 242. Ίλιάς, Ο 558, Χ 429· Όδνσσεια, η 131. Πρβ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 125. Ίλιάς, Β 660. Όδνσσεια, τ 174· Ίλιάς, Β 646 κ.έ. Ίλιάς, I 149 κ.έ.
407
Π Ο Λ Η
a. 46-53J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
8. Όδύασεια, δ 174 κ.έ. 9. Όδνσσεια, λ 489 κ.έ. 10. Ίλιάς, I 63, 648. 11. Glotz, La Solidarité..., σ. 85-91. 12. Ίλιάς, Ω 399 κ.έ. Για τό πρόστιμο, βλ. Ίλιάς, Ν 669' για τήν εξαγορά, Ψ 297. 13. Glotz, δ.π. 14. Ίλιάς, Β 362 κ.έ. 15. Ίλιάς, Δ 65. 16. Όδνσσεια, τ 177. 17. Ίλιάς, Β 654 κ.έ., 668. 18. Ίλιάς, Β 591-602' Όδνσσεια, γ 7-8. 19. Όδνσσεια, θ 35 κ.έ., 48, 390 κ.έ.' πρβ. G. Glotz, Études sociales et juridiques sur l'antiquité grecque, Παρίσι 1906, σ. 240. 20. Όδνσσεια, θ 392 κ.έ., ν 10 κ.έ.' πρβ. τ 196 κ.έ. 21. Ίλιάς, Σ 556 κ.έ. 22. Για τούς απλούς στρατιώτες, βλ. Ίλιάς, Δ 280, Ε 544 κ.έ. 23. Όδνσσεια, θ 41, 47' πρβ. Ίλιάς, Σ 507. 24. Ίλιάς, I 160, 392, Κ 239' Όδνσσεια, ο 533. 25. Ίλιάς, I 69. 26. Όδνσσεια, θ 390 κ.έ. 27. Όδνσσεια, η 167, 11. 28. Όδνσσεια, η 189. 29. Όδνσσεια, τ 179' πρβ. Πλάτων, Μίνως, σ. 319b' Νόμοι, I, σ. 624a-b, 630d, 632d' Στράβων, Χ, 4, 8, σ. 476' 19, σ. 482. 30. Πλούταρχος, "Αγις, 11. 31. Για το δικαίωμα της πρωτοτοκίας, βλ. Ίλιάς, Β 106 κ.έ.' Όδνσ σεια, τ 181-184' πρβ. Ίλιάς, Ο 204. 32. Όδνσσεια, κ 387, π 388, 401. 33. Όδνσσεια, η 63 κ.έ.' πρβ. Ίλιάς, Τ 180 κ.έ., 231 κ.έ. 34. Ίλιάς, Ζ 191· πρβ. Τ 180 κ.έ. 35. Ίλιάς, Β 101 κ.έ.' πρβ. 46, 186' I 38, Η 412. Τό σκήπτρο τοϋ Αγαμέμνονα ήταν αντικείμενο λατρείας στη Χαιρώνεια (Παυσανίας, Χ, 40, 11). 36. Ίλιάς, Β 196' πρβ. Α 279, Ζ 159, I 37, 99. 37. Αισχύλος, Ίκέτιδες, 370' Όδνσσεια, ζ 196, λ 346, πρβ. 353' θ 382. 38. Ίλιάς, Β 402 κ.έ., Γ 271 κ.έ., Η 314 κ.έ., I 534 κ.έ.' Όδνσσεια, γ 444 κ.έ., θ 59 κ.έ., ν 181. 39. Όδνσσεια, θ 40 κ.έ., 56 κ.έ. 40. Ίλιάς, I 98 κ.έ.' Όδνσσεια, λ 569' πρβ. Ίλιάς, Π 542. 41. Όδνσσεια, τ 109 κ.έ. 42. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 90' Ίλιάς, Β 487, 760, Η 234, Λ 465* Όδνσσεια, σ 106. 43. Ίλιάς, Β 204 κ.έ. 44. Ίλιάς, I 252, 438, Α 783. 45. Ίλιάς, Β 65 κ.έ., 362 κ.έ., 553 κ.έ., I 69, Π 129, 155, 171 κ.έ. 46. Ίλιάς, Λ 807, Β 391 κ.έ.' πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 9, 2. 47. Ίλιάς, Γ 105 κ.έ., 250 κ.έ., Η 354 κ.έ.' Όδνσσεια, γ 82, δ 314.
408
Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΠΟΛΗ
[σ. 53-58
48. Ίλιάς, Κ 1 3 3 , Θ 162, Δ 262· Όδύσσεια, τ 225, θ 4, 46, 104, 162. 49. Ίλιάς, Ζ 194 κ.έ., I 578 κ.έ., Τ 184 κ.έ.· Όδνσσεια, ζ 291 κ.έ., λ 184 κ.έ. 50. Πρβ. Όδνσσεια, α 397 κ.έ., λ 174, ω 205 κ.έ. 51. Ίλιάς, I 1 5 4 κ.έ., Ψ 296 κ.έ. 52. Ίλιάς, Η 470 κ.έ.· πρβ. Ψ 744 κ.έ. 53. Ίλιάς, Α 1 2 4 , 1 6 1 κ.έ., 368 κ.έ., Β 226 κ.έ., Θ 286 κ.έ., I 130 κ.έ.· Όδύσσεια, η 10, ι 42, λ 534. 54. Όδύσσεια, α 392. 55. Όδνσσεια, β 48, 235. 56. Όδνσσεια, ξ 48 κτλ., 121 κτλ., 1 0 0 κ.έ. 57. Ίλιάς, Λ 322, Ο 431 κ.έ., Π 685, Τ 281, Ψ 90, Ω 396 κ.έ.· Όδύσσεια, ο 96. 58. Ίλιάς, I 438 κ.έ., Π 148, 279· Όδύσσεια, δ 22 κ.έ., 35 κ.έ., 216 je ε ο 95 yc ε ' *59. Ίλιάς, Α 334, Η 275, Θ 517, Κ 315, Μ 343, Ω 412, 575· Όδνσ σεια, ρ 173, χ 357 κ.έ. 60. Ίλιάς, Τ 196 κ.έ., 247 κ.έ., Σ 558 κ.έ. 61. Ίλιάς, Α 320 κ.έ., 334 κ.έ. 62. Όδύσσεια, θ 8. 63. Ίλιάς, Θ 517. 64. Ίλιάς, Β 50, 97 κ.έ., 279 κ.έ., Ψ 567 κ.έ.· Όδύσσεια, β 6, 37 κ.έ. 65. Ίλιάς, Σ 503 κ.έ. 66. Ίλιάς, Β 442. 67. Όδύσσεια, ι 90, κ 59, 102· Ίλιάς, Η 372 κ.έ., Ω 149 κ.έ., 180 κ.έ., Γ 1 1 6 κ.έ., 245 κ.έ. 68. Όδύσσεια, υ 276, α 109 κ.έ., η 163 κ.έ., θ 474 κ.έ., σ 423 κ.έ. 69. Όδύσσεια, τ 1 3 5 . 70. Ίλιάς, I 190, 202 κ.έ., 211 κ.έ. 71. Ίλιάς, Π 271 κ.έ. 72. Ίλιάς, Ζ 531, Ε 48, Ν 600, Λ 843, Ο 401. 73. Ίλιάς, Θ 109, 1 1 3 , 1 1 9 , Μ 76, 1 1 1 , Ν 386. 74. Ίλιάς, Π 145 κ.έ., 865. 75. Ίλιάς, I 190 κ.έ., Τ 331 κ.έ.· πρβ. Ψ 78. 76. Ίλιάς, Η 149, Π 129 κ.έ., 145, 164 κ.έ., 257 κ.έ. 77. Για δλες αυτές τις λέΕεις, βλ. Ebeling, ο.π. 78. Ίλιάς, Β 404 κ.έ., Κ 300 κ.έ.· Όδύσσεια, η 189. 79. Ίλιάς, Κ 326. 80. Ίλιάς, Β 55" Όδνσσεια, ζ 53 κ.έ. 81. Όδύσσεια, η 95 κ.έ. 82. Ίλιάς, I 70 κ.έ., 89 κ.έ. 83. Όδύσσεια, ο 468· Ίλιάς, Δ 259, I 422. 84. Όδύσσεια, ο 466 κ.έ. 85. Όδύσσεια, η 95 κ.έ., θ 422· πρβ. π 408, χ 23. 86. Ίλιάς, Ρ 247· πρβ. Δ 344, Θ 1 6 1 , I 70 κ.έ. 87. Ίλιάς, Β 56 κ.έ., I 672 κ.έ. 88. Ίλιάς, Β 76, 433* Όδύσσεια, η 155* Ίλιάς, Ξ 122 κ.έ. 89. Ίλιάς, Β 76. 90. Ίλιάς, Η 344, I 173, 710· Όδύσσεια, ν 16, 47.
409
σ. 59-66]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
91. 'ίλιάς, I 96 κ.έ. 92. Ίλιάς, Β 86· Όδνσσεια, θ 46. 93. Όδνσσεια, β 14, θ 6. 94. Ίλιάς, I 578. 95. Όδνσσεια, η 155 κ.έ., θ 40 κ.έ., 386 κ.έ., ν 7 κ.έ., 47 κ.έ. 96. Όδνσσεια, φ 21. 97. Ίλιάς, Β 53 κ.έ., Η 313 κ.έ., Ο 721 κ.έ., Σ 249 κ.έ. 98. Ίλιάς, Χ 1 1 9 . 99. Πρβ. Όδνσσεια, π 402 κ.έ., τ 297" Ίλιάς, Η 45. 100. Όδνσσεια, χ 55 κ.έ., δ 164 κ.έ. 1 0 1 . Ίλιάς, Σ 497 κ.έ.· πρβ. G. Glotz, La Solidarité..., σ. 1 1 5 κ.έ., 127 κ.έ. 102. Όδνσσεια, μ 440. 103. Ίλιάς, Α 238· Όδνσσεια, λ 185 κ.έ. 104. Ίλιάς, Π 385 κ.έ. 105. Όδνσσεια, ο 468· πρβ. β 26, γ 127. 106. Ίλιάς, Β 143· πρβ. 268. 107. Όδνσσεια, ι 1 1 2 , 215. 108. Ίλιάς, Α 54, Τ 40. 109. Όδνσσεια, β 26 κ.έ. 1 1 0 . Ίλιάς, Β 50 κ.έ., 1 9 κ.έ.· πρβ. Όδνσσεια, β 6-8, θ 7 κ.έ. 1 1 1 . Ίλιάς, Β 48 κ.έ., Θ 1 κ.έ.· Όδνσσεια, β 1 κ.έ., θ 1 κ.έ. 1 1 2 . Όδνσσεια, γ 138 κ.έ. 1 1 3 . Ίλιάς, Β 92. 1 1 4 . Ίλιάς, Β 788, Η 325, 382· Όδνσσεια, γ 5-6, ζ 266, θ 5. 1 1 5 . Όδνσσεια, γ 7-8· πρβ. θ 16. 1 1 6 . Ίλιάς, Σ 504' Όδνσσεια, β 14, γ 31, θ 6. 1 1 7 . Ίλιάς, Β 96 κτλ., I 13, Τ 50· Όδνσσεια, γ 149' επίσης Ίλιάς, Σ 246. 1 1 8 . Όδνσσεια, β 32. 1 1 9 . Ίλιάς, Α 59 κ.έ., Τ 55 κ.έ. 120. Όδνσσεια, η 150, β 30· Ίλιάς, Ρ 345 κ.έ. 1 2 1 . Ίλιάς, Α 15 κ.έ., Β 1 1 0 κ.έ., Η 382 κ.έ. 122. Πρβ. Ίλιάς, Β 50 κ.έ., 86, 1 1 0 κ.έ., I 16 κ.έ., Τ 55 κ.έ. 123. Ίλιάς, Α 234, 245, Β 100· Όδνσσεια, β 37. 124. Ίλιάς, Η 126. 125. Ίλιάς, Α 490, Μ 325, Ο 283 κ.έ.' Όδνσσεια, λ 510 κ.έ. 126. Ίλιάς, Γ 150. 127. Ίλιάς, Η 385, I 1 7 ' Όδνσσεια, θ 26. 128. Ίλιάς, Α 59, Τ 56. 129. Ίλιάς, I 31 κ.έ. 130. Ίλιάς, Β 198, 202, Μ 213. 131. Όδνσσεια, β 15 κ.έ.· Ίλιάς, Β 211-264. 132. Ίλιάς, Β 50-378. 133. Ίλιάς, I 9 - 1 6 1 . 134. Ίλιάς, Η 345-417. 135. Όδνσσεια, η 1 1 , λ 346" πρβ. 353· ζ 197, θ 382. 136. Όδνσσεια, θ 4-46. 137. Όδνσσεια, β 6-257.
410
[α. 66-73
Η ΟΜΗΡΙΚΗ ΠΟΛΗ 138. Ίλιάο, I 64. 139. Όδνσσεια, γ 137-157. 140. Όδνσσεια, ω 420-548.
141. Βλ. Glotz, ο.π., σ. 53 κ.έ., 233.
142. Όδνσσεια, π 375 κ.έ. 143. Ίλιάς, Γ 17. 144. Όδνσσεια, π 424 κ.έ. 145. Όδνσσεια, ω 421 κ.έ. 146. Όδνσσεια, λ 495 κ.έ. 147. Όδνσσεια, ο 520, σ 34. 148. Όδύσσεια, γ 214-215. 149. Όδύσσεια, ω 483. 150. Όδύσσεια, ν 262 κ.έ. 151. Οί «βασιλείς» των Φαιάκων ονομάζονται άρχοι (Όδνσσεια, θ 391), δπως ό αρχηγός πολλών λαών, μεταξύ τών όποιων και οί Αθηναίοι (Ίλιάς, Ο 337) τών οποίων ό άρχων σ' αύτη την περίπτωση είναι ενας πο λέμαρχος. 152. Όδύσσεια, α 141, δ 57, π 252 κ.έ., ρ 331. 153. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 401. 154. Όδύσσεια, ξ 237-239. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
Κ Α Τ Α Γ Ω Γ Η Κ Α Ι ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ Ο Λ Ι Γ Α Ρ Χ Ι Α Σ (σ. 71-90) 1. « Ή συνεχής βασιλεία είναι ανυπόφορη ανάμεσα σέ ΐσους», λέει ό Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 1, 6. 2. Δημοσθένης, Προς Λεπτίνψ, 29, 31 * Β. Latyschev, Inscriptiones antiquae orae septentrionalis Ponti Euxini, τ. II, Πετρούπολη 1890, άρ. 1 κ.έ.· Michel, Recueil..., άρ. 98, 124. 3. Ηρόδοτος, VII, 148 κ.έ.· Bulletin de Correspondance Hellénique, τ. XXXIV, 1910, σ. 331· Παυσανίας, IV, 35, 2 (πρβ. II, 19, 2· Δι όδωρος, VII, απ. 13). 4. Ηρόδοτος, V, 92· Διόδωρος, VII, απ. 9. 5. Στράβων, XIV, 1, 3, σ. 633" πρβ. Διογένης Λαέρτιος, XX, 6. 6. Ηρόδοτος, VIII, 132· Στράβων, XIII, 1, 52, σ. 607" Αριστοτέλης, ό'.π., 5, 4" Αθηναίων Πολιτεία, 41, 3. 7. Comptes rendus de l'Académie des Inscriptions et des BellesLettres, 1906, σ. 511 κ.έ.· Αριστοτέλης, Πολιτικά, ο.π., 8, 13. 8. Αριστοτέλης, ο.π., III, 9, 8" Ισοκράτης, ΑΙγινητικός, 36' Inscrip tiones Graecae, τ. XII, ν , άρ. 54, 1008· Collitz - Bechtel - Hoffmann, Sammlung..., άρ. 5653c, 5495· Latyschev, ό'.π., τ. I, 1885, άρ. 53. 9. Inscriptiones Graecae, τ. VII, άρ. 1 κ.έ., 188 κ.έ., 223 κ.έ.' Mi
chel, ο.π., άρ. 166, 172, 338, 1227.
10. Inscriptiones Graecae, τ. XII, vin, άρ. 164 κ.έ., 186 κ.έ. 11. Αριστοτέλης, 'Αθηναίων Πολιτεία, 41, 2' 8, 3 57, 4' πρβ. Revue des Études Grecques, τ. XIII, 1900, σ. 156. 12. Πρβ. Glotz, La Solidarité..., σ. 248. -
411
a. 73-80]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
13. Θεόφραστος (= Στοβαίος, Άνθολόγιον, XLIV, 22)· Michel, δ.π., άρ. 356, στ. 1, 9 κτλ. 14. Inscriptiones
Graecae, τ. XII, il, άρ. 646, a, στ. 45" b, στ. 14, 37.
15. Πλούταρχος, Ελληνικά Αϊτια, 2, σ. 291f* Αριστοτέλης (= Σχό λια Ευριπίδη, Μήδεια, 19). 16. Wilamowitz, «Nordionische Steine», Abhandlungen der Preus sischen Akademie
der Wissenschaften
zu Berlin, Philos.-hist. Klasse,
1909, σ. 66 κ.έ.· Michel, δ.π., άρ. 33* Gollitz - Bechtel - Hoffmann, δ.π., τ. III, άρ. 5653.
17. Βλ. Fustel de Goulanges, La Cité antique, 14η ίχδ., Παρίσι
1893, βιβλ. IV, κεφ. ιν. 18. Ηρόδοτος, II, 143· Gollitz - Bechtel - Hoffmann, δ.π., άρ. 5656*
Φερεκύδης, απ. 20 (= C. Müller, FragmentaHistoricorum
Graecorum,
τ. I, σ. 73)· Παυσανίας, III, 2, 1-3* 7, 1-5. 19. 'Οδύσσεια, φ 335.
20. Πρβ. Helbig, «Les ιππείς ath.», Mémoires présentés par divers
savants
à l'Académie
1902, σ. 157 κ.έ.
des Inscriptions
et Β elles-Lettres,
τ. XXXVII,
21. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 10- 3, 1-2· VII (VI), 4, 3. 22. στο ϊδιο, VI (IV), 3, 2 και 8· VIII (V), 5, 10. Πρβ. Glotz, His
toire grecque, τ. I, σ. 309, 312, 403 κ.έ. 23. Adolf Wilhelm, Beiträge zur griechischen
Inschriftenkunde,
Βιέννη 1909, σ. 123" πρβ. Glotz, δ.π., τ. I, σ. 312 κ.έ. 24. Πρβ. Glotz, δ.π., τ. I, σ. 326 κ.έ. 25. Ηρόδοτος, II, 135" Αθηναίος, XIII, 69, σ. 596b- Στράβων, XVII, 1, 33, σ. 80a. 26. Πλούταρχος, Σόλων, 2* Αριστοτέλης, Αθηναίων
27. Αλκαίος, απ. 49* Θέογνις, 190, πρβ. 662 κ.έ.
Πολιτεία, 11, 1.
28. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 4, 6* "Ασιος (= Αθηναίος,
XII, 30, σ. 525) και Ξενοφάνης (= Αθηναίος, XII, 31, σ. 526b) Θουκυ -
δίδης, I, 6" Πλούταρχος, Σόλων, 21.
29. Θέογνις, 523. 30. Ή τελευταία άπ' αυτές τΙς εκφράσεις συναντάται συχνά στον Ηρό
δοτο: V, 30, 77· VI, 91· VII, 156. Πρβ. Αριστοφάνης, Ειρήνη, 639. 31. Βλ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 5, 2.
32. Φωκυλίδης, απ. 7' Ηρόδοτος, V, 29 (πρβ. I, 17, 19, 21)· Ηρα κλείδης Ποντικός (= Αθηναίος, XII, 26, σ. 523f). 33. Πλούταρχος, Ελληνικά
Αϊτια, 32, σ. 298α
34. στο ϊδιο. Πρβ. Comptes rendus..., 35. Πολιτικά, VI (IV), 5, 1 και 6-8.
1906, σ. 511 κ.έ.
36. Πρβ. Glotz, δ.π., τ. I, σ. 309 κ.έ. 37. Σχόλια Ευριπίδη, Ρήσος, 307.
38. Δημοσθένης, Κατά Άριστοκράτονς, 199* Περι συντάξεως, Πλούταρχος, Βασιλέων αποφθέγματα και στρατηγών. Επαμεινώνδας,
σ. 193e.
39. Πίνδαρος, Πυθιόνικοι, Χ, 71. 40. Ξενοφών, Ελληνικά, VI, 1, 8. 41. Inscriptiones
524.
23* 17,
Graecae, τ. IX, π, άρ. 458 κ.έ.· 513* 517, στ. 20'
412
ΚΑΤΑΓΩΓΗ - ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑΣ
42. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 1 1 , 2 . 43. Πρβ. Busolt, Griechische Staatskunde,
[σ. 80-87
τ. I, σ. 359 κ.έ.
44. Βλ. Glotz, ό'.π., τ. I, σ. 319. 45. Πολύβιος, IV, 73, 8-10. 46. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 5, 7-8.
47. Πρβ. Revue des Études Grecques, τ. XVI, 1903, σ. 151 κ.έ. 48. Πλούταρχος, Ελληνικά Αίτια, 1, σ. 291e.
49. Στράβων, IV, 1, 5, σ. 179. 50. Βλ. M. Clerc, λ. «Timouchoi», στο Daremberg - Saglio - Pot tier - Lafaye, Dictionnaire...' Busolt, ό'.π., τ. I, σ. 357, σημ. 3' Massalia, τ. I, 1927, σ. 424 κ.έ. 51. Αριστοτέλης, ό'.π., 2. 52. ατό ϊδιο, VII (VI), 4, 5.
53. στο ϊδιο, VIII (V), 5, 2-3. 54. Cicero, De re publica, I, 27, 43' 28, 44. 55. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 5, 7. 56. Ηρακλείδης Ποντικός, XI, 6 (= C. Müller, ό'.π., τ. II, σ. 217). 57. Ξενοφάνης (= Αθηναίος, XII, 31, σ. 526a) Θεόπομπος (= Αθη ναίος, ό'.π., c [= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 299, απ. 129])· πρβ. Αριστοτέλης, ό'.π., 3, 8. 58. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, Recueil des Inscriptions -
Juridiques
Grecques,
τ. I, Παρίσι 1891, άρ. xi (πρβ.
Inscriptiones
Graecae, τ. IX, ι, άρ. 334), Β, στ. 14 κ.έ.· Πολύβιος, XII, 5, 26. Βλ.
Wilhelm, στο Jahreshefte
des Österreich. Archaeol. Instituts
in Wien,
τ. I, 1898, Beiblatt, σ. 50, στ. 15. 59. Ίάμβλιχος, Περι τοϋ πυθαγορικοϋ βίου, 35, σ. 260· Valerius Ma ximus, VIII, 15, 12· πρβ. Διόδωρος, XII, 9, 4. 60. Ηρακλείδης Ποντικός, άπ. 25 (= Müller, ό'.π., τ. II, σ. 219)· πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 555, 952. 61. Τίμαιος, άπ. 88 (= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 213). 62. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 5, 2 (πρβ. 4, 2)· Διόδωρος, XIX, 5, 6 (πρβ. 4, 3· 6, 1 και 4). 63. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 29, 5* 33, 1-2 Θουκυδίδης, VIII, 65, 3· 67, 3' 97, 1· Λυσίας, Υπέρ Πολυστράτου, 13. 64. Αριστοτέλης, ό'.π., 36 κ.έ. Πρβ. Paul Cloché, La Restauration -
démocratique
à Athènes
en 403 avant J.-C.,
Παρίσι 1915, σ. 3 κ.έ.,
7 κ.έ. 65. Διόδωρος, XVIII, 18· Πλούταρχος, Φωκίων, 28. 66. Inscriptiones
Graecae, τ. XII, vin, άρ. 276.
67. Βλ. σ. 94. 68. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 10. 69. Β.Ρ. Grenfell - A.S. Hunt, The Oxyrhynchus Papyri, XI, 2* πρβ. Ξενοφών, Ελληνικά, V, 4, 9" Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 9, 7" III, 3, 4· VII (VI), 4, 5· Ηρακλείδης Ποντικός, απ. 43 (= Müller, ό'.π., τ. II, σ. 224). Βλ. Bulletin
σ. 271 70. 71. 72.
de Correspondance
Hellénique, τ. XXXII, 1908,
κ.έ. Πολυδεύκης, Χ, 165 (= Αριστοτέλης, απ. 518, ϊχ.8. Rose). Grenfell - Hunt, ό'.π., XI, 3-4. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, σ. 410 κ.έ.
413
σ. 87-96]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
73. Michel, ό'.π., άρ. 23, στ. 12 κ.έ. 74. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 7, 3-8. Πρβ. Dareste - Haussoullier-Th. Reinach, ό'.π., σ. 414 κ.έ.· Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 301 κ.έ. 75. Ψευδο-Ήρώδης Αττικός, Περι Πολιτείας. Βλ. Engelbert Dre-
rup, [Ήρώδον]
Περι Πολιτείας. Ein politisches Pamphlet
aus Athen,
404 vor Chr., Paderborn 1908· πρβ. Eduard Meyer, Theopomps Hellenica, Χάλλη 1909, σ. 207. 76. Βλ. παρακάτω, σ. 132. 77. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 4, 2-3.
78. Λυσίας, XXXIV. Πρβ. P. Cloché, ό'.π., σ. 420 κ.έ. 79. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 6-7. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΟΙ ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ (σ. 91-109) 1. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 11, 2. 2. ατό ϊδιο, VI (IV), 11, 9.
3. στο ϊδιο, II, 7, 4* πρβ. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach,
Recueil..., τ. I, σ. 416.
4. Νόμος της Γόρτυνας, Χ, 33-36· XI, 10-14 (= Dareste - JHaussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, σ. 386). Michel, Recueil..., άρ. 53 κ.έ. 5. Grenfell - Hunt, ό'.π., XI, 38 κ.έ. Βλ. Bulletin de Correspondance Hellénique, τ. XXXII, 1908, σ. 271. 6. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 30, 3-6" Θουκυδίδης, VIII, 67, 3. 7. Θουκυδίδης, VIII, 97. 8. Inscriptiones Graecae, editio minor, τ. II, 1924, άρ. 12. Πρβ. Ad. Wilhelm, στο Jahreshefte..., ό'.π., σ. 43' Eduard Meyer, Forschungen zur alten Geschichte, τ. II, Χάλλη 1899, σ. 430 κ.έ.· Glotz, στη des Études Grecques, τ. XXXIV, 1921, σ. 2.
Revue
9. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire..., λ. «Ekklesia», σ. 512-515. 10. Θουκυδίδης, V, 68. 11. Michel, ό'.π., άρ. 555, 553. 12. Διόδωρος, XII, 9, 4* Ίάμβλιχος, ό'.π., 35· πρβ. Valerius Maximus, VIII, 15, 12· Δικαίαρχος, απ. 29 (= Müller, ό'.π., τ. II, σ. 244). 13. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 1 , 7 . 14. Βλ. παραπάνω, σ. 86. 15. Πλούταρχος, Ελληνικά Αϊτια, I, σ. 291e Θουκυδίδης, V, 47* -
Inscriptiones
Graecae, τ. IV, άρ. 554.
16. Ηρόδοτος, VII, 148 κ.έ.· πρβ. Θουκυδίδης, ό'.π.· Inscriptiones
Graecae, τ. IV, άρ. 557" Bulletin
de Correspondance
Hellénique,
τ.
XXXIV, 1910, σ. 331, στ. 25. 17. Πλούταρχος, Ανκονργος, 26· πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 6, 15· 8, 2· Πολύβιος, VI, 45, 5. 18. Πλούταρχος, ό'.π. Αριστοτέλης, ό'.π., 6, 18-19. 19. Αριστοτέλης, ό'.π., 17-18. -
414
01 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ
[σ.
96-101
20. στό ϊδιο, VIII (V), 5, 8. 21. Michel, δ.π., άρ. 488" Δικαίαρχος, ό'.π. 22. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 7, 5" πρβ. Διόδωρος, XVI, 65, 6-7. 23. Πλούταρχος, Ελληνικά Αϊτια, 4, σ. 292b. 24. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 12, 8· πρβ. 11, 9· VII (VI), 5, 10 και 13. 25. Νικόλαος Δαμασκηνός, απ. 60, 9 (= Müller, δ.π., τ. III, σ. 394)· πρβ. Σούδα,* λ. «πάντα οκτώ»· Διόδωρος, XVI, 65, 6-8. Βλ. Η. Lutz, «The Corinthian const.», Classical Review, τ. X, 1896, σ. 418· Szanto, «Gr. Phylen», Sitzungsberichte
CXLIV, 1901, σ. 16. 26. Inscriptiones
der Akad. d. Wiss. zu Wien, τ.
Graecae, τ. IX, I, άρ. 682 κ.έ." βλ. Michel, δ.π., άρ.
319 κ.έ. 27. Πρβ. Bourguet, L'administration..., 28. Michel, δ.π., άρ. 263, Α, στ. 26.
σ. 45 κ.έ.
29. στό ϊδιο, άρ. 402, στ. 6, 14 κτλ.· Inscriptiones
ν, άρ. 594, στ. 19.
Graecae, τ. XII,
30. Βλ. Holleaux, στη Revue des Études Grecques, τ. Χ, 1897, σ. 364 κ.έ.· Wilhelm, Beiträge..., σ. 314, στ. 16 Έφημερις Αρχαιολογική, -
1911, σ. 6, 24. 31. Michel, δ.π., άρ. 345, στ. 28 κ.έ. 32. Θουκυδίδης, VIII, 1, 3" Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 29, 1-2. 33. Michel, δ.π., άρ. 195 (πρβ. άρ. 194)· Θουκυδίδης, V, 47, 6. 34. Inscriptiones
Graecae, τ. IV, άρ. 493 (πρβ. άρ. 487 κ.έ., 560).
35. Μεγα Έτυμολογικόν, λ. «δημιουργός». Παραδείγματα: Αΐγιον στην Αχαία (Michel, δ.π., άρ. 288), Σάμος (στό ϊδιο, άρ. 371), Αμοργός (στο ϊδιο, άρ. 712), Αστυπάλαια (στό ϊδιο, άρ. 416), Νίσυρος (στό ϊδιο,
άρ. 43, στ. 9), Κνίδος (στό ϊδιο, άρ. 1340, στ. 57, 86), Ιθάκη (Dittenberger, Sylloge..., 3η έκδ., άρ. 558). 36. Βλ. M. Clerc, λ. «Timouchoi», στό Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, δ.π.· Massalia, τ. I, 1927, σ. 430 κ.έ.' Busolt, δ.π., σ. 357. 37. Michel, δ.π., άρ. 1318, Β, στ. 29· 498, Β, στ. 60' 499, στ. 12· Hiller von Gaertringen, Inschriften von Priene, Βερολίνο 1906, 4, 6, 10-12' Αθηναίος, IV, 32, σ. 149f- W. Dittenberger, Orientis Graeci Inscriptiones Selectae, Λιψία 1903-1905, άρ. 120. 38. Παυσανίας, VII, 20, 1· 21, 6. 39. Ίλιάς, Ω 347' Όδύσσεια, θ 258 κ.έ. 40. Sitzungsberichte der Preuss. Akad. d. Wiss. zu Berlin, 1904,
σ. 619' 1905, σ. 543. 41. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, δ.π., τ. I, άρ. xv Α· Mi chel, δ.π., άρ. 1318, Β, στ. 4-5, 9. 42. Αριστοτέλης (= Σχόλια Ευριπίδη, Μήδεια, 19)· Πολιτικά, III, 9, 5-6· 10, 1· VI (IV), 9, 2. * Ό Glotz, τήν εποχή πού γράφει το βιβλίο αυτό, παραπέμπει στον Σουίδα" έπειτα δμως άπό τις νεώτερες έρευνες, θεωρήσαμε σκόπιμο να παραπέμψουμε, σύμφωνα μέ τήν επικρατέστερη για το θέμα άποψη, στή Σούδα.
415
σ.
101-106]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
43. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 9, 6· Στράβων, XIII, 2, 3, σ. 617*
Πλούταρχος, Σόλων, 14* Τών επτά σοφών σνμπόσιον, 14, σ. 15*7e.
44. Michel, ό'.π., άρ. 169· Παυσανίας, I, 43, 3. 45. Dittenberger - Purgold, Inschriften von Olympia, Βερολίνο 1896, άρ. 22a, στ. 5. 46. Gollitz - Bechtel - Hoffmann, Sammlung..., τ. III, άρ. 3068, στ. 4, 10" 3052 κ.έ. Revue Archéologique, 1925, I, σ. 258· Michel, ό'.π., άρ. 338, στ. 56. 47. Πρβ. Bourguet, ό'.π., σ. 47 κ.έ. 48. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 4, 3· Michel, ό'.π., άρ. 451, 33, 499, 356, 360, 358. 49. Διόδωρος, VII, άπ. 9· Michel, ό'.π., άρ. 319, 555. -
50. Αριστοτέλης, Αθηναίων grecque, τ. I, σ. 397 κ.έ.
Πολιτεία, 3, 5. Πρβ. Glotz, Histoire
51. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 11, 1* Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, άρ. ΧΙ, Β, στ. 16 κ.έ. 52. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 4, 3. 53. Διόδωρος, ό'.π.· Παυσανίας, II, 4, 4. Πρβ. Glotz, ό'.π., τ. I, σ. 319. 54. Michel, ό'.π., άρ. 195, στ. 3. 55. "Εργα και Ήμέραι, 38, 263.
56. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. II, Παρίσι 1904, άρ. χχι, στ. 12· πρβ. σ. 13. 57. Διόδωρος, XVI, 65, 6-8. 58. Glotz, ό'.π., τ. I, σ. 363, 364, 366. 59. Πολύβιος, XII, 16. 60. Ίλιάς, Α 238, Π 386 κ.έ.
61. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, σ. 429-431, και άρ. χι, Β, στ. 7-8" τ. II, άρ. χχι, στ. 13, 24 κ.έ. 62. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 7, 6. 63. στο ϊδιο, VI (IV), 5, 1 καΐ 8. 64. στο ϊδιο, VII (VI), 1, 10. 65. στο ϊδιο, VI (IV), 5, 7.
66. στο ϊδιο, II, 7, 5* πρβ. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, σ. 414. 67. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 3, 8. 68. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, 6, σ. 550c 7, σ. 553a* Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 3, 4· VI (IV), 5, 1· 7, 3' 12, 7 και 10· VIII (V), 5, 5 και 11. 69. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 5, 1. 70. στό ϊδιο, II, 4, 4· VIII (V), 6, 6. -
71. 72. κράτης, 73.
15.
στό ϊδιο, VI (IV), 4, 3· 5, 3. στό ϊδιο, II, 9, 2· Αθηναίων Πολιτεία, 2, 2· 22, 1· 28, 2· Ισο Άρεοπαγιτικός, 16* Περι άντιδόσεως, 232. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 29, 3" Πλούταρχος, Κίμων,
74. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 10. 75. στό ϊδιο, VIII (V), 5, 8. 76. Αριστοτέλης, Αθηναίων 77. στό ϊδιο, 4, 3. 78. στό ϊδιο, 29, 2, 5.
Πολιτεία, 30, 2 κ.έ.· 31, 1.
416
01 ΟΛΙΓΑΡΧΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ
[a.
106-116
79. Θουκυδίδης, VI, 38, 5. 80. Ηρακλείδης Ποντικός, άπ. 31, 2 (= Müller, Fragmenta..., σ. 222).
τ. II,
81. Michel, Recueil..., άρ. 402, στ. 21· 34, στ. 44 κ.έ.· 694, στ. 120 κ.έ. 82. Corpus Inscriptionum Graecarum, άρ. 1845, στ. 47. 83. Δημοσθένης, Κατ Άνδροτίωνος, 32· Κατά Τιμοκράτονς, 75. 84. Ξενοφών, Λακεδαιμονίων Πολιτεία, 8, 1 κ.έ.
85. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 3, 5" Πλάτων, Πολιτεία, V,
σ. 463a.
86. Όμηρικοι
"Υμνοι, XXX, 7-16.
87. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 4, 3. 88. στό ϊδιο, VIII (V), 9, 21.
89. στό ϊδιο, 7, 19· VI (IV), 10, 10. 90. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 13, 2.
91. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 4, 5. 92. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 30, 2.
93. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 2, 6' 5, 8. 94. στό ϊδιο, II, 7, 6-8.
95. Ηρόδοτος, III, 82. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΓΕΝΝΗΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ (σ. 110-126) 1. 2. 3. 4. 5.
Ησίοδος, στό ϊδιο, στό ϊδιο, στό ϊδιο, στό ϊδιο,
"Εργα και Ήμέραι, 397 κ.έ.· πρβ. 299 κ.έ. 376. 219 κ.έ., 260 κ.έ. 20, 252 κ.έ. 203 κ.έ.
6. Αύτη είναι ή λέξη πού αποδίδει καλύτερα το νεώτερο δρο κεφαλαιο-
κρατία (βλ. Πλάτων, Γοργίας, σ. 477a Εύθνδημος, σ. 307a Αριστοτέλης, -
-
Πολιτικά, I, 2, 2" 3, 10).
7. 'Αλκαΐος, άπ. 49. Βλ. εδώ, σ. 76.
8. Πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 3, 1 και 8· VII (VI), 4, 6. 9. στό ϊδιο, VI (IV), 10, 11. 10. στό ϊδιο, 9, 3 κ.έ.
11. Πλούταρχος, Σόλων, 23. 12. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 2, 1.
13. 14. 15. 16. 17.
Αλκαίος, άπ. 19. Αλκαίος, άπ. 20. Θέογνις, 53 κ.έ., 677 κ.έ., 847, 349. Θουκυδίδης, III, 82-83. Βλ. εδώ, σ. 327.
18. Ησίοδος, "Εργα και Ήμέραι,
219 κ.έ., 252 κ.έ.
19. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 9, 5 και 9. 20. Ηρώνδας, Μιμίαμβοι, II, 41 κ.έ.· Michel, Recueil..., άρ. 34, στ.
60 κ.έ., 120 κ.έ.· Στράβων, XII, 2, 9, σ. 539.
21. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 3, 7* % 6-7.
417
σ.
116-135]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
22. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, Recueil..., τ. I, άρ. xvnr
ΈφημερΙς Αρχαιολογική,
23. 24. 25. 26. 27. 28. 29.
1920, σ. 76.
Glotz, La Solidarité..., σ. 244 κ.έ. Αριστοτέλης, ο.π., III, 9 (14), 5* Διονύσιος Άλικαρνασσεύς,ν, 73. Σούδα, λ. «'Αρίσταρχος»· Ηρόδοτος, IV, 161. Ηρόδοτος, V, 28-29. Πρβ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 242-244. Θουκυδίδης, I, 13. Ηρακλείδης Ποντικός (= Αθηναίος, XII, 26, σ. 524a).
30. Βλ. Ρ. Ν. Ure, The origin of tyranny, Καίμπριτζ 1922.
31. Ηρόδοτος, V, 92, 6.
32. στο ϊδιο, 68.
33. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 9, 15. 34. Αριστοτέλης, ό'.π., 4, 5' Ρητορική, I, 2, 7. 35. Πολυδεύκης, VII, 68" Διονύσιος 'Αλικαρνασσεύς, VII, 9. 36. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 16, 5" Ιππίας Έρυθραϊος (= Müller, ό'.π., τ. IV, σ. 431)· Ηρακλείδης Ποντικός, V, 2 (= Müller, ό'.π., τ. II, σ. 213). 37. Ηρακλείδης Ποντικός, ό'.π.· Νικόλαος Δαμασκηνός, απ. 59 (= Müller, ό'.π., τ. III, σ. 393)· πρβ. Τίμαιος, απ. 48 (= ό'.π., τ. I, σ. 202). 38. Ηρόδοτος, II, 167. 39. Νικόλαος Δαμασκηνός, ό'.π.· πρβ. Glotz, ό'.π., τ. I, σ. 321, 434. 40. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 9, 4. 41. στό ΐδιο· Ηρόδοτος, III, 60. 42. Ηρόδοτος, V, 92, 5. 43. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 8, 5. Β'
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ
ΠΟΛΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Η Α Θ Η Ν Α Ί Κ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (σ. 129-152) 1. Για ο,τι άφορα τις λεπτομέρειες τών σπαρτιατικών θεσμών, άς μας επιτραπεί να παραπέμψουμε στις παλαιότερες εργασίες μας (Le Travail..., σ. 107 κ.έ. Histoire grecque, τ. I, σ. 335 κ.έ.) καί στις σελίδες τοϋ βι βλίου αύτοΰ πού σημειώνονται στο Ευρετήριο στή λ. «Σπάρτη». -
2. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 381 κ.έ. 3. στό ϊδιο, σ. 395 κ.έ. 4. στό ϊδιο, σ. 390 κ.έ. 5. στό ϊδιο, σ. 416 κ.έ. 6. στό ϊδιο, σ. 418. 7. στό ϊδιο, σ. 420 κ.έ. 8. στό ϊδιο, σ. 411 κ.έ., 425. 9. στό ϊδιο, σ. 426 κ.έ. 10. στό ϊδιο, σ. 443. 11. στό ϊδιο, σ. 441 κ.έ. 12. στό ϊδιο, σ. 467 κ.έ.
418
Η ΑΘΗΝΑΊ-ΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 13. Αριστοτέλης, Αθηναίων 14. στό ϊδιο, 5' πρβ. 26, 2. 15. στό ϊδιο, 23, 1-2.
[σ.
136-145
Πολιτεία, 22, 2.
16. στό ϊδιο, 25, 1-2· Φιλόχορος, απ. 141b (= Müller,
τ. I, σ. 407)" Πλούταρχος, Περικλής, 7, 9" Κίμων, 10, 15.
Fragmenta...,
17. Πλούταρχος, Σόλων, 19, 2. 18. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire..., λ. «Paranomôn graphe». Πρβ. εδώ, σ. 146, 190-192. 19. Αριστοτέλης, δ.π., 26, 2. 20. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, δ.π., λ. «Sortitio», σ. 1406 κ.έ. 21. Αισχύλος, Πέρσες, 241 κ.έ.· Ευριπίδης, Ίκέτιδες, 404 κ.έ. πρβ. -
Alfred Zimmern, The greek Commonwealth. Politics and Economics in the fifth-century Athens, 4η εκδ., Όξφόρδη 1924, σ. 129 κ.έ.
22. Ηρόδοτος, III, 80' V, 37" Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 563b" Ψευδο-Πλάτων, Μενέξενος, σ. 239a. Πρβ. Zimmern, δ.π. 23. Ηρόδοτος, V, 78" Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 124. 24. Θουκυδίδης, II, 37" πρβ. Ψευδό-Πλάτων, ό'.π.· Ευριπίδης, ό'.π. 25. Glotz, Le Travail..., σ. 177 κ.έ.· Sir Paul Vinogradoff, Out
lines of historical Jurisprudence, τ. II: The Jurisprudence Greek City, Όξφόρδη 1922, σ. 13 κ.έ.
of the
26. Louis Gernet, L'approvisionnement d'Athènes en blé au V et au VI siècle, Παρίσι 1909, σ. 344 κ.έ., 364 κ.έ.· Glotz, ό'.π., σ. 354 κ.έ. 27. Αριστοτέλης, ό'.π., 51, 3. 28. Λυσίας, Κατά των σιτοπωλών, 5' πρβ. Gernet, ό'.π., σ. 342 κ.έ. 29. Αριστοτέλης, ό'.π., 51, 4. e
e
30. Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Λάκριτον, 51. 31. Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Φορμίωνα, 37 Προς Λάκριτον, Λυκούργος, Κατά Λεωκράτονς, 27. -
λια.
50"
32. Πλούταρχος, Περικλής, 37" Αριστοφάνης, Σφήκες, 716 και Σχό
33. Michel, Recueil..., άρ. 569, Α, στ. 10, 12, 14, 23· Β, στ. 5, 6, 9 κτλ. Αριστοτέλης, ό'.π., 28, 3. Πρβ. Ulrich von Wilamowitz-Moellendorff, Aristoteles und Athen, τ. II, Βερολίνο 1893, σ. 212. 34. Άρποκρατίων, λ. «θεωρικά». 35. Αριστοτέλης, ό'.π., 42, 1. 36. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, IV, 4, 16. Πρβ. Daremberg - Sa glio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Jusjurandum», σ. 753 κ.έ. -
37. Πλούταρχος, 'Αλκιβιάδης,
15' Δημοσθένης, Περί τής
παραπρε-
σβείας, 303 καΐ Σχόλια. 38. Πλούταρχος, ό'.π. 39. Βλ. P. Girard, λ. «Ephebi», στο Daremberg - Saglio - Pottier Lafaye, ό'.π., τ. II, σ. 624-625 και είκ. 2677. 40. Πολυδεύκης, VIII, 105" Στοβαίος, Ανθολόγων, XLIII, 48. Πρβ. P. Girard, ό'.π. 41. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαίρας, 88· πρβ. Ηρόδοτος, III, 80· Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 9, 3. 42. Ψευδο-Δημοσθένης, ό'.π.
419
σ.
145-151]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
43. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 4, 6. 44. Αριστοφάνης, Σφήκες, 549.
45. Αριστοτέλης, ό'.π.· II, 9, 3' πρβ. VI (IV), 4, 4-5. 46. Ηρόδοτος, VII, 104.
47. Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 12. 48. Ξενοφών, ό'.π., 14* Απομνημονεύματα, σ. 32b- Ψευδο-Πλάτων, Άξίοχος, σ. 368d.
I, 8" Πλάτων,
Απολογία,
49. Ξενοφών, ό'.π., 35. 50. Βλ. Fustel de Coulanges, La Cité..., βιβλ. III, κεφ. x r βιβλ. IV,
κεφ.IX.
51. Ψευδο-Άριστοτέλης, Προβλήματα, XIX, 28" "Ερμιππος, απ. 7 (= Müller, Fragmenta..., τ. III, σ. 37)' Στράβων, XII, 2, 9, σ. 239. 52. Πρβ. Glotz, La Solidarité...,
σ. 569 κ.έ.· Études sociales..., σ.
53 κ.έ.
53. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 11, 3. 54. στό ϊδιο, 10, 4· 11, 6· Ηρόδοτος, VII, 104.
55. Αριστοτέλης, ό'.π., 11, 4. 56. στό ϊδιο, 6, 13. 57. στό ϊδιο, 11, 8.
58. Ισοκράτης, Άρεοπαγιτικός,
14, πρβ. 78.
59. Αριστοτέλης, ό'.π., 4, 1· VI (IV), 1, 5.
60. στό ϊδιο, VI (IV), 1, 5. 61. Δημοσθένης, Περι τον στεφάνου, 312. 62. 'Τπερείδης, Υπέρ Εύξενίππου, 3, 4, 10.
63. Δημοσθένης, Ζ7ρός Πανταίνετον, 35.
64. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 190. 65. Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Λάκριτον, 3. 66. Βλ. R. Schoell, στό Sitzungsberichte
der Bayer. Akad. d.
Wiss. zu München, Philos.-philol.-hist. Klasse, 1886, σ. 92 κ.έ.· πρβ.
Busolt, Griechische Staatskunde, τ. I, σ. 303 κ.έ. 67. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτους, 20. 68. Δημοσθένης, Κατ' 'Αριστοκράτονς, 22· Λυσίας, Υπέρ τοϋ Ερα τοσθένους φόνου απολογία, 30· Ψευδο-Λυσίας, Κατ' Άνδοκίδου, 15.
69. Inscriptiones
Graecae, editio minor, τ. II, άρ. 179.
70. Αθηναίος, VI, 26, σ. 234f- 27, σ. 235c-d. 71. Αριστοτέλης, Αθηναίων
72. Πλούταρχος, Σόλων, 24.
Πολιτεία, 8, 1* 47, 1.
73. Inscriptiones Graecae, τ. IX, ιι, άρ. 694. 74. Ο. Kern, Inschriften von Magnesia am Maeander,
Βερολίνο
75. Erich Ziebarth, Aus dem griechischen
Schulwesen,
2η έκδ.,
77. Πρβ. Th. Reinach, στη Nouvelle Revue Historique français et étranger, 1920, σ. 583 κ.έ.· 1921, σ. 5 κ.έ.
de Droit
1910, άρ. 14.
Λιψία-Βερολίνο 1914, σ. 6, στ. 54· σ. 8, στ. 80' πρβ. σ. 17. 76. Dittenberger, Orientis..., άρ. 483.
78. Ηράκλειτος, άπ. 114, 44 (= Diels, Fragm.
έκδ., τ. I, σ. 100, 86). 79. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ' Άριστογείτονος gradoff, ό'.π., σ. 18 κ.έ.
420
der Vorsokr., 4η
Α, 15-16. Πρβ. Vino-
Η ΑΘΗΝΑΤΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
[α.
152-166
80. Πλάτων, Κριτίας, σ. 50a-51a. 81. Αναξαγόρας, απ. 12, 13 (= Diels, δ.π., σ. 404 κ.έ.). ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 1. 2. 3. 4. 5. 6.
(σ. 153-165) Θουκυδίδης, II, 36-41. Ηρόδοτος, III, 80' Ευριπίδης, Ίκέτιδες, 406 κ.έ., 429 κ.έ. Ευριπίδης, δ.π., 438 κ.έ. Ηρόδοτος, III, 81. Ευριπίδης, ό'.π., 412 κ.έ. Θουκυδίδης, VI, 89, 6.
7. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων 8. στό ϊδιο, 6-8. 9. στο ϊδιο, III, 7, 12.
Πολιτεία, I, 5.
10. Ξενοφών, Απομνημονεύματα,
III, 7, 5-6.
11. στο ϊδιο, I, 2, 9. Βλ. έδώ, σ. 222.
12. 13. 14. 15. 16. 17. 18. 19.
Πλάτων, Κριτίας, σ. 52e-53e. Πλάτων, Φαιδρός, σ. 269e-270a. Πλάτων, Απολογία, 35a-b. στο ϊδιο, σ. 32b-c. Ξενοφών, ό'.π. Πλάτων, ό'.π., σ. 31e-32a. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 557, 560 κ.έ.· πρβ. σ. 563d. Πλάτων, ό'.π., VI, σ. 493a- Νόμοι, III, σ. 701b.
20. Βλ. Η. Francotte, Melanges de droit public grec, Λιέγη-Παρί-
σι 1910, σ. 221 κ.έ.· Busolt, ό'.π., τ. I, σ. 440-442. 21. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 2, 1. 22. 23. 24. 25. 26. 27. 28. 29. 30. 31. 32. 33.
στό στό στό στό στό στό στό στό στό στό στό στό
ϊδιο, ίδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο, ϊδιο,
3, 6-8. 3, 9-15' 4, 1. 4, 2· 5, 3" VII (VI), 2, 1-2. VI (IV), 11, 1-3. 4, 3· 5, 4· VII (VI), 2, 3-4. VI (IV), 11, 3-4. 4, 3-4· 5, 3-4. VII (VI), 2, 7. VI (IV), 4, 3-6· 5, 4-5. 11, 5. 4, 7. 2, 2-3.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤ (σ. 166-192) 1. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 26, 3" 42, 1* Πλούταρχος, Περικλής, 37" πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 1, 9" 3, 5. Βλέπε έδώ, σ.
421
σ. 166-17 ΟJ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
140. "Ιδιος νόμος στον Ώρεό (Δημοσθένης, Κατ' Άριστοκράτονς, 213), στο Βυζάντιο (Ψευδο-'Αριστοτέλης, Οικονομικά, II, 4, σ. 1346b) και στη Ρόδο (Inscriptiones Graecae, τ. XII, ι, άρ. 766).
2. Θουκυδίδης, VIII, 72.
3. Πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 2, 7" πρβ. στό ϊδιο, \· VI
(IV), 5, 3' Ευριπίδης, Ικέτιδες, 420 κ.έ.· Όρέστης, 918" Αριστοφάνης,
"Ορνιθες, 111.
4. Αριστοφάνης, 'Εκκλησιάζονσαι, 268 κ.έ. 5. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 2, 7.
6. Βλ. έδώ, σ. 158. Πρβ. Julius Beloch, Die attische Politik seit
Perikles, Λιψία 1884, σ. 7 κ.έ.· Maurice Croiset, Aristophane
partis à Athènes, Παρίσι 1906, σ. 9.
et les
7. "Av υπήρχε ό μισθός τό 425, ό Αριστοφάνης δέν θα έχανε τήν ευ καιρία να τον διακωμωδήσει στήν παρωδία εκκλησίας μέ τήν οποία αρχί ζουν οι Άχαρνής. 8. Αριστοφάνης, ό'.π., 306-307. v
9. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 43, 3' Αισχίνης, Περι της παραπρεσβείας, 72. 10. Βλ. S. Reusch, De diebus contionum ordin. apud Athénienses,
Στρασβούργο 1879" πρβ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dic tionnaire..., λ. «Ekklesia», σ. 519. 11. Στήν Πολιτεία τοϋ Ψευδο-Ξενοφώντα αναφέρεται δτι στήν Αθήνα υπήρχαν περισσότερες αργίες παρά σέ οποιαδήποτε άλλη πόλη της Ελλά δας, και δτι μέ δυσκολία έβρισκαν τις απαραίτητες μέρες για τις συνεδριά σεις της εκκλησίας (III, 2). Άπο τον Πλούταρχο (Αλκιβιάδης, 34) μαθαί νουμε δτι απαγορευόταν νά γίνει συνέλευση σέ αποφράδα ήμερα. 12. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 43, 4-6' πρβ. Reusch, ό'.π., σ. 71 κ.έ.· Wilamowitz-Moellendorff, Aristoteles..., τ. II, σ. 252· Wil helm, Beiträge..., σ. 179 κ.έ. 13. Πρβ. Swoboda, λ. «Κυρία εκκλησία», στο Pauly - Wissowa Kroll, Real-Encyclopädie
der classischen Altertumswissenschaft,
τ.
XXIII, Στουτγάρδη 1924, σ. 171-173. 14. Πρβ. Ανδοκίδης, Περι τών μυστηρίων, 110-116. Για τον 4ο αι., βλ. Δημοσθένης, Περι τοϋ στεφάνου, 107' Κατά Τιμοκράτους, 12. "Ιδια
διαδικασία στή Σάμο τον 2ο αί. (Michel, Recueil..., άρ. 371). 15. Πρβ. Inscriptiones Graecae, editio minor, τ. I, 1913, άρ. 59, 108· Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου, 22* Michel, ό'.π., άρ. 89, 92. 16. Βλ. Reusch, ό'.π., σ. 71 κ.έ., 78 κ.έ. 17. Αριστοτέλης, ό'.π., 43, 4" 44, 2· Αισχίνης,Περί της παραπρεσβείας, 60 Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ' Άριστογείτονος' Φώτιος, λ. «πρόπεμπτα»· Anecdota graeca, τ. I, σ. 296, 8· πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 129, στ. 67 κ.έ. 18. Michel, ό'.π., άρ. 74, στ. 40. -
19. Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας, 62* Περι τοϋ στεφάνου, 69. 20. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 19" Θεσμοφοριάζουσαι, 357' 'Εκκλησιά-
ζουσαι, 20, 100, 238, 291' Πλάτων, Νόμοι, XII, σ. 961b' Πλούταρχος, Φωκίων, 15. Το ϊδιο συνέβαινε και μέ τις ομηρικές συνελεύσεις (Όδνσσεια, γ 138). ΟΊ συνελεύσεις της εκκλησίας στήν Ίασο άρχιζαν «μέ τήν ανατολή του ήλιου» (Journal of Hellenic Studies, τ. VIII, 1887, σ. 103).
21. Παραδείγματα τον 5ο α'ιώνα: ή Αλικαρνασσός (Michel, ό'.π., άρ.
422
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ TOT ΔΗΜΟΤ
[σ. 170-178
451) και αργότερα ή Δημητριάς (Inscriptiones Graecae, τ. IX, ι, άρ. 1106). 22. Στήν ομηρική αγορά οί αρχηγοί έχουν κάθισμα" οί άλλοι κάθονται καταγής φίλιας, Σ 503* Όδνσσεια, β 14, γ 6 κ.έ., ζ 267, θ 6). Στήν άπέλλα των Σπαρτιατών κάθονται (Θουκυδίδης, I, 87, 2), δπως και στήν αθηναϊκή εκκλησία (Δημοσθένης, Περί τον στεφάνου, 169-170). Πρβ. Sitzungsbe
richte der Preuss. Akad. d. Wiss. zu Berlin, 1904, σ. 918 (Σάμος)· Inscriptiones Graecae, τ. XII, vu, άρ. 50 (Αμοργός).
23. Πρέπει να ποϋμε δτι ή κλασική περιγραφή της Πνύκας προκαλεί αντιρρήσεις έπειτα άπό τις ανασκαφές πάνω στό λόφο τό 1910 και τό 1911 (βλ. Πρακτικά της εν Αθήναις
Αρχαιολογικής
Εταιρείας, 1910, σ. 127-
136· 1911, σ. 106 κ.έ.). 24. Fustel de Coulanges, La Cité..., βιβλ. IV, κεφ. xi. 25. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 171' Νεφέλαι, 581-586 και Σχόλια" Θου κυδίδης, V, 45. 26. Αυτός ό νόμος αποδίδεται στον Σόλωνα (Πλούταρχος, Σόλων, 19). Τό προβούλενμα αναφέρεται στα ψηφίσματα μέ τή διατύπωση εδοξε τήι βονλήι και τώι δήμωι. 27. Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου, 23' Δημοσθένης, Κατά
11-12.
Τιμοκράτονς,
28. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 45' Θεσμοφοριάζονσαι, 37' Έκκλησιάζονσαι, 136" Δημοσθένης, Περι τον στεφάνον, 170' Αισχίνης, Κατά Κτη σιφώντος, 4.
29. Ηρόδοτος, V, 78" πρβ. III, 80" Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
Πο
λιτεία, I, 12" Ευριπίδης, Ίκέτιδες, 436" Δημοσθένης, Κατά Μειδίον, 124. 30. Ό δείνα εΐπεν τα μεν άλλα καθάπερ τήι βονλήι ή καθάπερ ό δείνα.
31. Θουκυδίδης, III, 36 κ.έ. 32. Θουκυδίδης, VI, 20 κ.έ. 33. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 11, 1. 34. Πρβ. Francotte, Mélanges..., σ. 8 κ.έ. («Loi et décret dans le dr. publ. des Grecs»)" Wilhelm, ό'.π., σ. 265* Ulrich von Wilamowitz-
Moellendorff,Staat und Gesellschaft der Griechen, 2η εκδ.,Λιψία 1923,
σ. 58 Heinrich Swoboda, Griechische Staatsaltertümer, Τυβίγγη 1913, σ. 122 κ.έ.· Busolt, ό'.π., τ. I, σ. 457 κ.έ. 35. Βλ. τούς ορισμούς πού δίνει ό Ξενοφών, Απομνημονεύματα, I, 2, 43 (πρβ. IV, 4, 13)· Πλάτων, Νόμοι, IV, σ. 714c (πρβ. I, σ. 644d). -
36. Ανδοκίδης, Περί των μνστηρίων, 87" Δημοσθένης, Κατ 'Αριστοκράτονς, 87" Κατά Τιμοκράτονς, 30. 37. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 11, 8' Αθηναίων Πολιτεία, 26,
2· πρβ. 41, 2.
38. Αριστοτέλης, Πολιτικά, ό'.π., 7" πρβ. 4, 3 και 5-6" Ηθικά Νικο-
μάχεια, V, 14, σ. 1137b, 14 κ.έ. Ας σημειωθεί δτι ό Δημοσθένης, Προς Λεπτ'ινην, 92, δεν βλέπει καμία διαφορά ανάμεσα στα ψηφίσματα και τούς νόμους, μόλο πού υπάρχει, π.χ., στον δρκο τών ήλιαστών. 39. Inscriptiones Graecae, editio minor, τ. I, άρ. 22" Michel, ό'.π., άρ. 71, 72· πρβ. άρ. 671, 1465, 1495. Βλ. Busolt, ό'.π., τ. I, σ. 440 κ.έ. 40. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. II, άρ. x x r πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 71. 41. Βλ. έδώ, σ. 190, 338-340. ,ν
423
β.
179-187]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
42. Ισοκράτης, Περι άντιδόσεως, 314" Αισχίνης, Περι της παραπρε σβείας, 145.
43. Δημοσθένης, Προς Λεπτίνην, 100, 135. Είναι γνωστή ή δικαστική δίωξη τοΰ Μιλτιάδη μ' αυτή τήν κατηγορία. 44. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 43, 5* 59, 2* πρβ. Daremberg Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Probolè». 45. Νόμος τοϋ Δράκοντα. Πρβ. Glotz, La Solidarité..., σ. 41-45, 122123, 296, 313, 324. Για ένα παράδειγμα ομόφωνης απόφασης πού ζητήθη κε άπό δικαστήριο της Τεγέας, βλ. Michel, ό'.π., άρ. 585, στ. 29. 46. Νόμος της Γόρτυνας. Πρβ. Glotz, ό'.π., σ. 271 κ.έ., 388 κ.έ. Στή Σπάρτη ή βοά [βοή] (Πλούταρχος, Λυκούργος, 26' Αριστοτέλης, Πολιτι κά, II, 6, 16 και 18) είναι επιβίωση της πολεμικής κραυγής, και ό διαχωρι σμός, πού αντικαθιστά τή βοά σέ περιπτώσεις αμφιβολίας (Θουκυδίδης, I, 87), θυμίζει τό σχηματισμό εχθρικών ομάδων πού, ένώ ετοιμάζονται νά συμπλακοΰν, προτιμούν τήν αριθμητική αναμέτρηση. 47. ""Ας σημειωθεί δτι στις συνελεύσεις τών δήμων, δπως και στήν εκ κλησία, προκειμένου για σημαντικές αποφάσεις απαιτείται Ινα ορισμένο κατώτατο δριο (πρβ. Inscriptiones Graecae, τ. II, άρ. 328). 48. Ιστορικά παραδείγματα: ή άμνήστευση τών πολιτών jrao όστρακίστηκαν τό 481 /80, τό ψήφισμα τοΰ Πατροκλίδη τό 405 /4. 49. Βλ. Alb. Martin, «Notes sur l'ostrac. dans Ath.», Mémoires
présentés par divers savants
à l'Académie
des Inscriptions
et Belles-
Lettres, τ. XII, ri, 1907, σ. 384 κ.έ.· Daremberg - Saglio - Pottier - La faye, ό'.π., λ. «Ostrakismos»* Glotz, ό'.π., σ. 483-484" Histoire grecque, τ. I, σ. 478-479" Jérôme Carcopino, Histoire de Vostracisme athénien, Παρίσι 1909.
50. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 22, 3-6. 51. Brückner, στα Πρακτικά της έν 'Αθήναις Αρχαιολογικής Εται ρείας, 1910, σ. 101-111· πρβ. Mittheilungen des Deutsch. Archaeol. Instituts. Athenische Abteilung, τ. LI, 1926, σ. 128 κ.έ.
52. Σ' αυτό οφείλεται τό δτι ό άτθιδογράφος Φιλόχορος (= Müller, Fragmenta..., τ. I, σ. 396, άπ. 79b) ονομάζει καταχρηστικά αυτή τήν ψη φοφορία προχειροτονία, μέ δρο πού αρμόζει στήν χωρίς συζήτηση ψηφο φορία για ενα προβούλευμα. Ή πραγματική ονομασία είναι επιχειροτονία (Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 43, 5).
53. Σέ ανασκαφή βρέθηκαν δύο όστρακα παλαιότερα άπό τον Σόλωνα, δπου ήταν γραμμένη ή λέξη δημώλης (αποκλεισμένος άπό τό δήμο). 54. Πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 72' 75, στ. 46" 563, στ. 14, 29, 54. 55. Βλ., τον 4ο αιώνα, τό λόγο τοΰ Δημοσθένη Κατά Τιμοκράτους, και μάλιστα 45 κ.έ. 56. Θουκυδίδης, II, 24- VIII, 15. 57. Βλ. τό ψήφισμα τοϋ Καλλία (Dittenberger, Sylloge..., 3η έκδ., άρ. 91, στ. 45 κ.έ.) και τούς λογαριασμούς τών ιερών ταμείων για τα χρόνια. 418-415 (Michel, ό'.π., άρ. 563, στ. 14, 27, 29, 54). 58. Θουκυδίδης, III, 37, 4* πρβ. Αριστοφάνης, Ίππής, 1262. 59. Θουκυδίδης, VIII, 68, 1. 60. Θουκυδίδης, III, 37, 3-4. 61. Θουκυδίδης, ό'.π., 3. 62. Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Α, 19.
424
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ TOT ΔΗΜΟΥ
[σ.
63. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 1, 5. 64. Αριστοφάνης, Έκκλησιάζουσαι, 244' Στοβαίος,
XXIX, 91.
65. Αριστοτέλης, Πολιτικά,
III, 2.
66. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία,
188-192
Ανθολόγων,
28, 1-4.
67. Για τους προστάτες τοϋ δήμου μετά τον Περικλή, βλ. West, στο Classical
Philology,
τ. XIX, 1925, σ. 124 κ.έ., 201 κ.έ.
68. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 22· Michel, ό'.π., άρ. 72, 71· Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. II, άρ. xxr βλ. F.D. Smith, Athenian political commissions, Σικάγο 1920. 69. Θουκυδίδης, VIII, 97, 2. 70. Ανδοκίδης, Περι τών μυστηρίων, 83-84* Λυσίας, Κατά Νικόμα χου, 27-28. Νομοθέτες δπως τοΰ 5ου αιώνα υπάρχουν και μετά τήν πτώση τοΰ Δημητρίου Φαληρέα, άπό τό 307 ώς τό 303 (Michel, ό'.π., άρ. 1476* "Αλεξις [= Αθηναίος, XIII, 92, σ. 610e]- Πολυδεύκης, IX, 42" Διογένης Λαέρτιος, V, 38. Πρβ. W.S. Ferguson, Hellenistic Athens, Λονδίνο 1911, σ. 103 κ.έ.). 71. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Paranomôn graphe». 72. Αριστοτέλης, ό'.π., 3, 6· 4, 4· 8, 4. 73. στό ϊδιο, 25, 2. 74. Δημοσθένης, Κατά
Τιμοκράτους, 18, 71. 75. Πολυδεύκης, VIII, 44, 56. 76. Δημοσθένης, Προς Αεπτίνην, 20, 134 κ.έ. 77. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτους, 9" Ανδοκίδης, ό'.π., 17. 78. Αριστοτέλης, ό'.π., 59, 2" Υπερείδης, Υπέρ Εύξενίππου, 6" Δη μοσθένης, 77ρός Αεπτίνην, 98 κ.έ. 79. Αριστοτέλης, ό'.π. Δημοσθένης, ό'.π., 33, και 93. 80. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 61, 66-108" Κατ' 'Αριστακρά τους, 100-214· Κατ Άνδροτίωνος, 35-78. 81. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτους, 30' Κατ' Άριστοκράτους, 87, 218" Κατ' Άνδροτίωνος, 34 κ.έ." Ανδοκίδης, ό'.π., 87. 82. Αριστοτέλης, ό'.π." Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτους, 33, 61, 138. 83. Δημοσθένης, ό'.π., 18, 32 κ.έ.· Προς Αεπτίνην, 93, 96. 84. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτους, 138" Αισχίνης, Κατά Κτησιφών τος, 197 κ.έ., 210. 85. "Υπερείδης, ό'.π., 18" Δημοσθένης, Κατά Μειδίον, 182" Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Θεοκρίνου, 1, 31, 43" Αισχίνης, Περι της παραπρεσβεί ας, 14. 86. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 138" Δείναρχος, Κατ' 'Αριστο-
γείτονος,
2.
87. Αθηναίος, Χ, 73, σ. 451a" Διόδωρος, XVIII, 18, 2" Δημοσθένης,
Περί τοϋ στεφάνου
της τριηραρχίας,
12.
88. Δημοσθένης, Προς Αεπτίνην, 144. 89. Πρβ. Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 12. 90. Πρβ. Θουκυδίδης, III, 67" Δημοσθένης, Αισχίνης, ό'.π., 191.
425
Κατά
Τιμοκράτους,
154·
σ.
193-197]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' Η ΒΟΤΛΗ (σ. 193-213) 1. Αναφέρεται στου Zimmern, The greek Commonwealth..., σ. 161.
2. Αριστοτέλης, Άθψαίων Πολιτεία, 22, 2' πρβ. 21, 3" 43, 2. 3. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 10.
4. Αριστοτέλης, ό'.π., 62, 1.
5. Θουκυδίδης, 69, 4" 66, 1" Αριστοτέλης, ό'.π., 32, 1" Inscriptiones Graecae, ό'.π., στ. 7 κ.έ., 11. 6. Inscriptiones
Graecae, ό'.π., στ. 10" Ξενοφών,
Απομνημονεύματα,
I, 2, 35" Υπόθεση τοϋ Δημοσθένη, Κατ Άνδροτίωνος. 7. Πλάτων Κωμικός, απ. 166 κ.έ. (= Kock, Comicorum Atticorum fragmenta, τ. I, Λιψία 1880, σ. 643)· Αισχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 62.
8. Θουκυδίδης, ό'.π., 69' Αριστοτέλης, ό'.π., 24, 3' 62, 2.
9. Αριστοτέλης, ό'.π., 45, 3 Inscriptiones -
Graecae, ό'.π., στ. 8 κ.έ.
10. J . Sundwall, Epigraphische Beiträge zur sozialpolitischen Geschichte Athens im Zeitalter des Demosthenes, Λιψία 1906, σ. 2 κ.έ.
11. Αριστοτέλης, ό'.π., 62, 3. 12. στό ϊδιο, 22, 2.
13. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire..., «Jusjurandum», σ. 756.
λ.
14. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 475 κ.έ., 482.
15. Αριστοτέλης, ό'.π., 32, 1.
16. Θουκυδίδης, VIII, 70' Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας, 190*
Κατά Μειδίον, 114.
17. Δημοσθένης, Κατ Άνδροτίωνος, 36.
18. Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., τ. I, σ. 741, είκ. 841. 19. Λυκούργος, Κατά Αεωκράτονς,
και Σχόλια.
37' Αριστοφάνης, "Ορνιθες, 794
20. Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου, 111 κ.έ.' πρβ. Η. Lipsius, Das attische Recht und Rechts verfahren, τ. II, Λιψία 1908, σ. 277 κ.έ.
21. Δημοσθένης, ό'.π., 8, 11 κ.έ., 16, 20, 35' Αριστοτέλης, ό'.π., 46, 1'
Michel, Recueil..., άρ. 100, Β, στ. 5 κ.έ. 22. Αριστοτέλης, ό'.π., 43, 3' Ανδοκίδης, Περι τών μυστηρίων, 36, 45, 111' Inscriptiones Graecae, ό'.π., άρ. 114' τ. II, άρ. 330' Michel, ό'.π., άρ. 74, στ. 53' 604, Β, στ. 15 κ.έ.' Ξενοφών, Ελληνικά, VI, 4, 20.
23. Βλ. P. Cloché, «L'import. des pouv. de la Boulé ath.», Revue
des Études Grecques, τ. XXXIV, 1921, σ. 248 κ.έ.
24. Αριστοφάνης, Ειρήνη, 905 κ.έ. και Σχόλια Michel, ό'.π., άρ. 72, Β, στ. 4 κ.έ. 25. Ανδοκίδης, ό'.π., 84. -
26. στό ϊδιο, 45' Πλούταρχος, Νικίας, 5' Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 3. 27. Δημοσθένης, Περί τής παραπρεσβείας, 70, και Κατ Άριστοκράτους, 97.
28. Φιλόχορος, απ. 119 (= Müller, Fragmenta..., τ. I, σ. 403).
426
[α.
Η ΒΟΤΛΗ 29. Πρβ. Busolt, Griechische Staatskunde,
198-203
τ. II, 1926, σ. 1027.
30. Βλ. Maurice Brillant, Les secrétaires athéniens, Παρίσι, 1911, σ. 23 κ.έ. 31. Αριστοτέλης, ο.π., 43, 2* πρβ. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. II, άρ. 242, 349, 359. 32. Βλ. Busolt, ο.π., τ. II, σ. 1028, σημ. 2. 33. Αριστοτέλης, ο.π., 3' 62, 2, μέ τήν αποκατάσταση άπο τον Ρ. Foucart, στή Revue de Philologie,
ciennes, τ. XLII, 1918, σ. 55 κ.έ.
de Littérature
34. Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας,
35. Αριστοτέλης, ό'.π., 44, 1.
et d'Histoire an-
190.
36. Δημοσθένης, Περι τον στεφάνον, 169.
37. Michel, ό'.π., άρ. 70, στ. 12 κ.έ.· Αριστοφάνης, ό'.π. Αριστοτέ λης, ό'.π., 43, 6' πρβ. Busolt, ό'.π., τ. II, σ. 1016. -
38. Αριστοφάνης, Ίππής,
300" Θεσμοφοριάζονσαι,
654, 754, 923,
929 κ.έ. 39. Dittenberger, Sylloge..., ό'.π., άρ. 104, στ. 11 κ.έ.· 91, στ. 9 κ.έ. 40. Inscriptiones
Graecae, τ. II, άρ. 864, 866, 871, 872, 1183.
41. Θουκυδίδης, VI, 14' Ξενοφών, Ελληνικά,
νης, Κατά Τιμοκράτονς, 22.
42. Ξενοφών, ό'.π., 15" Απομνημονεύματα,
I, 7, 14 κ.έ. Δημοσθέ -
I, 1, 18" Πλάτων, Απολο
γία, σ. 32b" Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας,
190.
43. Πολυδεύκης, VIII, 104* Michel, ό'.π., άρ. 648, Β, στ. 2 κ.έ.· 824, ι, στ. 18 κ.έ.· π, στ. 12 κ.έ.· 1029. 44. Αριστοτέλης, ό'.π., 46, 1. 45. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
Πολιτεία, III, 2 Inscriptiones
Grae
50. Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι τών δέκα ρητόρων, Λνκονργος,
11, σ.
-
cae, ed. minor, τ. I, άρ. 73, στ. 19* 74, π, στ. 1 κ.έ.' Αριστοτέλης, ό'.π., 24, 3. 46. Αριστοτέλης, ό'.π., 48, 3-4" πρβ. Inscriptiones Graecae, ο.π., άρ. 46, στ. 19 κ.έ.· 127, στ. 18 κ.έ. 47. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 84· Dittenberger, ό'.π., 2η εκδ., άρ. 587, στ. 28, 296, 301" Michel, ό'.π., άρ. 1459, στ. 25" 648, Β, στ. 6 κ.έ.· 680. 48. Βλ. Brillant, ό'.π., σ. 17 κ.έ., 25 κ.έ., 22, 7 κ.έ.· Schultess, στο Pauly - Wissowa - Kroll, ό'.π., τ. VII, σ. 1710 κ.έ. 49. Βλ. Larfeld, Handbuch..., τ. II, ιι, σ. 644 κ.έ.· Brillant, ό'.π., σ. 11 κ.έ. 841f. 51. Βλ. Brillant, ό'.π., σ. 27 κ.έ. 52. Είναι αύτο πού οί επιγραφικοί ονομάζουν νόμο τον Ferguson (ο.π., σ. 53 κ.έ.). 53. στό ϊδιο, σ. 97 κ.έ.· πρβ. Busolt, ό'.π., τ. II, σ. 1040 κ.έ. 54. Αριστοτέλης, 54, 3-5* Θουκυδίδης, VII, 10.
55. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 45, 123, 172' Θεσμοφοριάζονσαι, Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας, 70.
271'
56. Βλ. εδώ, σ. 171, 189. 57. Michel, ό'.π., άρ. 10, στ. 5" 80, Β, στ. 52· 105, στ. 9* 110, στ. 48. 58. Ψευδο-Ξενοφών, III, 2.
427
σ. 203-209]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
59. Βλ. Larfeld, δ.π., τ. II, π, σ. 690. 60. Βλ. P. Cloche, δ.π., σ. 254-258.
61. Δημοσθένης, Κατ Άριστοκράτους,
Ενεργού, 34.
87" Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά
62. Αριστοτέλης, δ.π., 47, 1" 49, 5* πρβ. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π. 63. Βλ. P. Cloché, δ.π., σ. 258 κ.έ.
64. Michel, δ.π., άρ. 71, στ. 30" Inscriptiones Graecae, ed. minor,
τ. II, άρ. 16. 65. Θουκυδίδης, V, 47, 9· Βλ. W. Larfeld, δ.π., σ. 727 κ.έ.
66. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π.· Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ.
63-66, 218· Michel, δ.π., άρ. 70, 72. 67. Αριστοτέλης, δ.π., 42, 2* Michel, δ.π., άρ. 610.
68. Ξενοφών, Ιππαρχικός, I, 8, 13' Αριστοτέλης, δ.π., 49, 1-2* πρβ. Albert Martin, Les cavaliers athéniens, Παρίσι 1886, σ. 328 κ.έ. 69. Βλ. Inscriptiones
Graecae, τ. II, άρ. 802 κ.έ.· Αριστοτέλης, δ.π.,
46, 1· πρβ. Busolt, δ.π., τ. II, σ. 1032, 1049.
70. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Εύέργου, 42* Ξενοφών, Ελληνικά,
2, 12 και 14.
VI,
71. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π.· Λυσίας, Κατά Νικομάχον, 22. 72. Αριστοτέλης, δ.π., 47, 5' 48, Ι πρβ. Ανδοκίδης, Περι των μν-
στηρίων, 79, 93, 134' Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 11, 144.
73. Δημοσθένης, Κατά Μειδίον, 161 · Michel, δ.π., άρ. 71, στ. 40 κ.έ. 74. Αριστοτέλης, δ.π., 49, 4· Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I,
άρ. 54, στ. 10 κ.έ. 75. Αριστοτέλης, δ.π., 48, 2. 76. Inscriptiones
Michel, δ.π., άρ. 108.
Graecae, ed. minor, τ. II, άρ. 330, στ. 18 κ.έ.·
77. Michel, δ.π., άρ. 75, στ. 20" Αριστοτέλης, δ.π., 47, 1* Inscriptio
nes Graecae, δ.π., άρ. 840. 78. Πρβ. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. I l l , 54, 84. 79. στο ϊδιο, άρ. 24" 115, στ. 8.
80. Αριστοτέλης, δ.π., 46, 2.
81. Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 88" πρβ. άρ. 24-25*
βλ. Pogorelski - Hiller von Gaertringen, στο Sitzungsberichte
der
Preuss. Akad. d. Wiss. zu Berlin, 1922, σ. 187 κ.έ.· βλ. Pogorelski και Dinsmoor, στο American Journal of Archaeology, 1923, σ. 314-317
και 318-325, αντίστοιχα. 82. Αριστοτέλης, δ.π., 49, 3" πρβ. 47, 1· 60, 1. 83. Michel, δ.π., άρ. 100. 84. Δημοσθένης, Περι της παραπρεσβείας, μοσθένονς, 82. Βλ. έδώ, σ. 201.
128* Δείναρχος, Κατά Δη-
85. Michel, δ.π., άρ. 71, στ. 22 κ.έ., 30 κ.έ., 58 κ.έ.· 674, στ. 6 κ.έ., 20, 41 κ.έ., 80. 86. Αριστοτέλης, ό'.π., 42, 2 (πρβ. Λυσίας, Περι της Ευάνδρου δοκι
μασίας, 21· Κατά θεομνήστου, 31)" 49, 1-2 (πρβ. Ξενοφών, Οικονομικός, IX, 15)· 4 (πρβ. Λυσίας, Υπέρ τοϋ αδυνάτου, 26)' 45, 3' 55, 2. 87. στό ϊδιο, 45, 1-2 (πρβ. 41, 2* 46, 2)· Inscriptiones Graecae, ed.
minor, τ. I, άρ. 114, στ. 32* Michel, ό'.π., άρ. 71, στ. 58· 604, Β, στ. 10
κ.έ.· Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Εύέργου, 43.
428
Η ΒΟΤΛΗ
[α. 209-216
88. Βλ. Η. Lipsius, ό'.π., τ. I, Λιψία 1905, σ. 45 κ.έ. 89. Inscriptiones
Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 114, στ. 37. Βλ. Ρ.
Cloché, «Le Conseil ath. des Cinq Cents et la peine de mort», Revue
des Études Grecques, τ. XXXIII, 1920, σ. 1 κ.έ.
90. Αριστοτέλης, ό'.π., 40, 2* Λυσίας, Κατά τών σιτοπωλών, 2. 91. Michel, ό'.π." Inscriptiones Graecae, τ. II, άρ. 167, στ. 25. 92. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 96, 144.
93. Αριστοτέλης, ό'.π., 45, 2" Αντιφών, Περι χορεντον, 12, 35" Ψευ-
δο-Δημοσθένης, Κατά Ενεργού, 41. 94. Ανδοκίδης, Περι τών μνστηρίων, 91, 111 Αριστοφάνης, Θεσμο φοριάζονσαι, 654, 764, 1084. 95. Αριστοφάνης, Ίππής, 300 Ισοκράτης, Τραπεζιτικός, 42* Κατά Καλλιμάχον, 6. -
-
96. "Αριστοτέλης, ό'.π., 8, 4. 97. Λυκούργος, Κατά Λεωκράτονς, 117" Ηρόδοτος, VI, 136. 98. Michel, ό'.π., άρ. 71, στ. 58* Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 3' Λυσίας,
Κατά Νικομάχον, 22.
99. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 1, 9' πρβ. VI (IV), 12, 8-9. 100. Πρβ. Wilamowitz-Moellendorff, Aristoteles..., τ. II, σ. 198· Ρ.
Cloché, στη Revue des Études Grecques, τ. XXXIV, 1921, σ. 233 κ.έ. 101. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 9, 99" Κατ' 'Αριστοκράτονς, 97 Προς Αεπτίνην, 100' Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ' 'Αριστογείτονος Α, 20. -
102. 100. 103. 1904, σ. 104. 105.
Δημοσθένης, Κατ' 'Ανδροτίωνος, 36 κ.έ.· πρβ. Michel, ό'.π., άρ.
Πρβ. Georg Busolt, Griechische Geschichte, τ. III, Ii, Γκότα 998· P. Cloché, ό'.π., σ. 260 κ.έ. Θουκυδίδης, VIII, 66· πρβ. 69. Ανδοκίδης, ό'.π., 96. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΟΙ Α Ρ Χ Ο Ν Τ Ε Σ (σ. 214-239) 1. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 12, 2-3. Βλ. Caillemer, λ. «Archai», στό Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., σ. 368 κ.έ. 2. Πρβ. Αισχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 27 Πλάτων, Νόμοι, σ. 764a-c. Παραδείγματα: Λυσίας, Κατά Νικομάχον, 3 (οί άρχοντες)" Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 56, 7 (ό άρχων)· Ψευδο-Λυσίας, IX, 6" XV, 5 (οί στρατηγοί). 3. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 1, 6. 4! Ψευδο-Πλάτων, Μενέξενος, σ. 236 κ.έ. 5. Αριστοτέλης, ό'.π., 8. 6. Θουκυδίδης, II, 37' Τευδο-Πλάτων, ό'.π., σ. 238c. -
7. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 62, 3' πρβ. Λυσίας, Κατά Νι
κομάχον, 29" Δημοσθένης, Ζ7ρός Αεπτίνην, 152. 8. Αριστοτέλης, ό'.π." πρβ. Πλούταρχος, Περικλής, 16" Φωκίων, 8, 19' Δημοσθένης, Προοίμια δημηγορικά, LV, 2. 9. Ψευδο-Λυσίας, Κατά 'Αλκιβιάδου, 5.
429
σ.
216-223]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
10. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 6, 11.
11. Αριστοφάνης, "Ορνιθες, 1111· Δημοσθένης, Περι τοϋ στεφάνου,
261.
12. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
Πολιτεία, I, 3* πρβ. Αριστοτέλης,
Πολιτικά, VII (VI), 2, 1* Ισαίος, Περί τοϋ Απολλοδώρου
κλήρου, 39.
13. Michel, Recueil..., άρ. 572, στ. 56 κ.έ. 14. Dittenberger, Sylloge..., 2η εκδ., άρ. 587, στ. 10 κ.έ., 43 κ.έ.,
48, 143.
15. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 62, 2* πρβ. 42, 3. 16. στό ϊδιο, 62, 2. 17. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 123.
18. Michel, 0.7t,, ocp. 817* Dittenberger, 36 κ.έ., 114 κ.έ., 137 κ.έ. 19. Inscriptiones
Ο.ΤΤ.,
2τ) εχδ., ocp. 587, οτ. 3,
Graecae, τ. I, άρ. 32, στ. 8" 226, στ. 2 228, στ. 1* -
Αριστοτέλης, ο.π., 26, 3 (πρβ. Wilamowitz-Moellendorff,
τ. II, σ. 168). 20. Αριστοτέλης, ο.π., 62, 1· 22, 5" 26, 2.
Aristoteles...,
21. στο ϊδιο, 54, 1· 52, 2.
22. Βλ. εδώ, σ. 135.
23. Fustel de Coulanges, La Cité..., βιβλ. III, κεφ. χ· Nouvelles Re
cherches sur quelques problèmes
d'histoire
(a. 145 κ.έ.: «Recherches
sur le tirage au sort appliqué à la nomination des archontes athéniens») · πρβ. Glotz, λ. «Sortitio», στό Daremberg - Saglio - Pottier - La faye, ο.π., τ. IV, σ. 1403 κ.έ. 24. 25. 26. 27. 28.
Πολιτικά, II, 9, 2. "Αθηναίων Πολιτεία, 8, 1* πρβ. Πολιτικά, II, 9, 4" III, 6, 7. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 8, 2. στο ϊδιο, 13, 1. στό ϊδιο, 55, 1· πρβ. 59, 7· 63, 1.
29. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 3, 13. 30. Αριστοτέλης, Αθηναίων
31. Πλούταρχος, Αριστοτέλης,
32. Αριστοτέλης, ό'.π.
Πολιτεία, 22, 5.
22* Αριστοτέλης, ό'.π., 26, 2.
33. στό ϊδιο, 7, 4.
34. στό Ζδ-ο, 8, 1· 62, 1.
35. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 1, 10" Ξενοφών, Απομνημο νεύματα, I, 2, 9" Ισοκράτης, 'Αρεοπαγιτικός, 22. Πρβ. Daremberg - Sa
glio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Sortitio», σ. 1407. 36. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π. 37. Ξενοφών, ό'.π.
Πολιτεία, 62, 1. Πρβ. Daremberg-
38. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 2, 9. 39. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 43, 1' 44, 4 49, 2' 61' Αισχί -
νης, Κατά Κτησιφώντος,
13" Ξενοφών, Απομνημονεύματα,
σθένης, Αατα Μειδίον, 171.
III, 4* Δημο
40. Αριστοτέλης, ό'.π., 43, 1* πρβ. Αισχίνης, ό'.π., 24" Michel, ό'.π., άρ. 105. 41. Αριστοτέλης, ό'.π., 61, 7' 46, 1 (πρβ. Δημοσθένης, ό'.π.)· 42, 2-3 (πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 603, στ. 29, 55).
430
01 ΑΡΧΟΝΤΕΣ
[σ. 223-228
42. Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι των δέκα ρητόρων, Λυκούργος,
3, σ.
841c Πολυδεύκης, VIII, 113. 43. Michel, δ.π., άρ. 1465, στ. 28· Dittenberger, δ.π., 2η εκδ., άρ. 587, στ. 12, 43, 118, 143" Inscriptiones
Graecae, ed. minor, τ. II, άρ.
463, στ. 7. 44. Αισχίνης, δ.π., 13 κ.έ., 27 κ.έ., 114. 45. Αριστοτέλης, δ.π., 57, Ι Δημοσθένης, δ.π.' Michel, δ.π., άρ. 132, στ. 10- 683. 46. Αριστοτέλης, δ.π., 56, 4* Δημοσθένης, δ.π., 15. Πρβ. Darem berg - Saglio - Pottier - Lafaye, δ.π., λ. «Epimelètai», σ. 682 κ.έ. 47. Πρβ. Michel, δ.π., άρ. 671· βλ. Daremberg - Saglio - Pottier Lafaye, δ.π., λ. «Sortitio», σ. 1409. -
48. Δημοσθένης, δ.π., 115, 171" βλ. G. Colin, Le culte d'Apoll. Pyth. à Athènes, σ. 19 κ.έ.· Axel W. Persson, Die Exegeten und Delphi,
1918, σ. 10 κ.έ.
49. Inscriptiones
Graecae, τ. II, άρ. 416' Αριστοτέλης, δ.π., 44, 4.
50. Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 581 κ.έ. και Σχόλια πρβ. Busolt, δ.π., τ. III, I i , σ. 1124. 51. Πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 75, στ. 13 κ.έ. -
52. Υπόθεση άρ. 1 της Αντιγόνης του Σοφοκλή.
53. Πολυδεύκης, VIII, 133 πρβ. S. Reusch, De diebus..., σ. 1 κ.έ.· -
Georges Perrot, Essai sur le droit public d'Athènes, Παρίσι 1869, σ. 9.
54. Αριστοτέλης, ό'.π., 44, 4.
55. στό ϊδιο, 61, 4-5" 49, 2* Inscriptiones Αισχίνης, Περι της παραπρεσβείας, 169.
Gr aecae, τ. II, άρ. 562· r
56. Αριστοτέλης, ό'.π., 61, 1* πρβ. 22, 2.
57. Πρβ. J . Beloch, Die attische..., σ. 276. 58. Δημοσθένης, Περι συντάξεως, 19.
59. Ξενοφών, Απομνημονεύματα,
III, 4, 1.
60. Λυσίας, Υπέρ των Αριστοφάνους
χρημάτων, 57.
61. Θουκυδίδης, VIII, 54, 4. Πρβ. George Miller Calhoun, Athenian
Clubs in Politic and Litigation,
Austin 1913, σ. 32.
62. Αριστοτέλης, ό'.π., 42, 2-3.
63. J . Sundwall, Epi graphische...' πρβ. Ψευδο-Ξενοφών,
Πολιτεία, I, 3. 64. Φωκίων, 8.
Αθηναίων
65. Αριστοτέλης, ό'.π., 45, 3" Δημοσθένης, Προς Λεπτίνην, 90. Πρβ.
P. Cloché, στή Revue des Études Grecques, τ. XXXIV, 1921, σ. 240.
66. Αριστοτέλης, δ.π.' Κρατίνος ό νεώτερος (= ' Αθηναίος, XI, 3, σ. 460f). 67. Αριστοτέλης, δ.π., 3-4" πρβ. Δημοσθένης, Προς Εύβουλίδην, 67.
68. Λυσίας, Υπέρ του αδυνάτου, 13* Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαί-
ρας, 72, 75" Δείναρχος, Κατά Δημοσθένους, 71 (πρβ. Αριστοτέλης, δ.π.,
4,2).
69. Λυσίας, Υπέρ Μαντιθέον, 9' Κατά Φίλωνος, 1· Κατά 10* Περι της Ευάνδρου δοκιμασίας, 9 κ.έ.
'Αγορατου,
70. Αριστοτέλης, δ.π., 60, 1· πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 563, στ. 57. 71. Inscriptiones
Graecae, τ. I, άρ. 117 κ.έ.· Dittenberger, δ.π., 3η
εκδ., άρ. 91, στ. 27 κ.έ., 58' Αριστοτέλης, δ.π., 43, 1.
431
σ. 229-233J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
72. Αριστοτέλης, ό'.π., 7, 1· 55, 5* Πλάτων, Φαιδρός, 11, σ. 235d*
Πλούταρχος, Σόλων, 25.
73. Αριστοτέλης, ό'.π., 55, 5' Ψευδο-Λυσίας, 'Ζπέρ τον στρατιώτου,
15" Δείναρχος, Κατά Φιλοκλέονς, 2.
74. Λυσίας, ΖΖερί της Ευάνδρου δοκιμασίας, 8" Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 17, 32" Αριστοτέλης, ό'.π., 57, 4. 75. Θουκυδίδης, VIII, 70' Δημοσθένης, ό'.π., 114· Περι της παραπρε
σβείας, 190. 76. Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Δ, 53' Αισχίνης, Περι της παραπρε σβείας, 85 και Σχόλια, 190" Ψευδο-Λυσίας, Ύπερ τοΰ στρατιώτου, 6, 9
κ.έ.· Michel, ό'.π., άρ. 116, στ. 11, 29. 77. Αριστοτέλης, ό'.π., 56, 1.
78. Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 178" Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαί-
ρας, 72, 83" πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 634, στ. 14, 18· 962, στ. 2· Ditten berger, ό'.π., 2η έκδ., άρ. 587, στ. 243 κ.έ. 79. Michel, ό'.π., άρ. 560, στ. 3-68' 563, στ. 3-69" 569, Β, στ. 1-23' Αριστοτέλης, ό'.π., 48, 4· Dittenberger, ό'.π., 3η έκδ., άρ. 305, στ. 75. 80. M. Brillant, Les secrétaires...,
σ. xiv.
81. Αριστοτέλης, ό'.π., 55, 1-2· πρβ. 59, 1 ' 63, 1.
82. Αριστοφάνης, Βάτραχοι, 1083 κ.έ.· Αντιφών, Περι χορευτοΰ, 35,
49. Βλ. Brillant, ό'.π., σ. χν.
83. Δημοσθένης, Περί της παραπρεσβείας,
261· Michel, ό'.π., άρ. 572, στ. 58.
249* Περί τοϋ στεφάνου,
84. Λυσίας, Κατά Νικόμαχου, 29. Ανάλογος νόμος στις Ερυθρές
(Abhandlungen
der Preuss. Akademie...,
1909).
85. Αριστοτέλης, ό'.π., 62, 2· πρβ. 64, 3· 66, 1* 68, 4" 69, 1· Αριστο
φάνης, Σφήκες, 752' Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων Πολιτεία, I, 17. 86. Βλ. Waszinski, De servis Atheniensium publias, Βερολίνο
1908, σ. 100 κ.έ.
87. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 5, 5-7' Πολυδεύκης, VIII, 71*
IX, 10.
88. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 63, 5" 64, 1' 65, 4' 69, 1.
89. στό ϊδιο, 50, 2· 54, 1· Dittenberger, ό'.π., 2η έκδ., άρ. 587, στ. 4
κ.έ., 42 κ.έ., κτλ.
90. Δημοσθένης, Περί τών εν Χερρονήσω, 47' 77ερί τής παραπρεσβείας, 129· Κατ Άνδροτίωνος, 70. Πρβ. Ad. Wilhelm, Beiträge..., σ. 229 κ.έ.,
248.
91. Αντιφών, ΖΤερι χορευτοΰ, 49* Δημοσθένης, Περί τής παραπρε
σβείας, 211 κ.έ.· πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 563, στ. 67' 569, Α, στ. 15-34· Β, στ. 3-24. 92. Βλ. Am. Hauvette-Besnault, Les Stratèges Athéniens, σ. 52 κ.έ., 82 κ.έ.· Busolt, Griechische Staatskunde, τ. II, σ. 1062, σημ. 1.
93. Πρβ. Η. Lipsius, ό'.π., τ. III, 1915, σ. 802.
94. Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 32 κ.έ. πρβ. Ψευδο-'Αριστοτέλης, -
Προβλήματα, 29, 14. 95. Ψευδο-Λυσίας, Ύπερ τοϋ στρατιώτου,
96. Michel, ό'.π., άρ. 679, στ. 10 κ.έ.
6-11, 16.
97. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, III, 5, 16. 98. Αριστοφάνης, Ίππής, 7*74 (πρβ. J . Kirchner,
432
Prosopographia
0 1 ΑΡΧΟΝΤΕΣ
[σ.
233-238
attica, τ. II, Βερολίνο 1903, άρ. 8674)· Άχαρνής, 593 κ.έ. (πρβ. Zielinski, Gliederung der altatt. Komödie, σ. 54 κ.έ.).
99. Βλ. έδώ, σ. 204.
100. Αριστοτέλης, Αθηναίων μαχου, 5.
Πολιτεία,
48, 3* Λυσίας, Κατά
Νικό
101. Αριστοτέλης, δ.π., 45.
102. στό Ιδιο, 43, 4· 61, 2, 4· Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ Άριστογείτονος Β, 5* Κατά Θεοκρίνου, 28" Δείναρχος, Κατά Φιλοκλέους, 16.
103. Θουκυδίδης, VIII, 54, 3' Πλούταρχος, Λύσανδρος, 5" Ξενοφών,
Ελληνικά,
1, 7, 1.
104. Βλ. Lipsius, δ.π., τ. I, σ. 176 κ.έ. 105. στό ϊδιο, σ. 184 κ.έ.
106. Αριστοτέλης, δ.π., 61, 2.
107. Αισχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 108. στό ϊδιο, 22.
21.
109. Πολυδεύκης, VI, 152" VIII, 54· Λυσίας, δ.π., 5, 7. 110. Βλ. έδώ, σ. 201.
111. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 32, 226, 228" Αριστοτέλης, ό'.π.,
54, 2. 112. Άρποκρατίων, λ. «λογισταί» και «λογιστήρια».
113. Αισχίνης, δ.π., 23" Δημοσθένης, Περι τής παραπρεσβείας, 2' Πε
ρι τον στεφάνου, 117.
114. Αριστοτέλης, ό'.π.
115. Δημοσθένης, Προς Λεπτίνην,
147' πρβ. Περι τοϋ στεφάνου, 211.
116. Αριστοτέλης, ό'.π., 48, 4-5" πρβ. Ανδοκίδης, Περί τών μυστη ρίων, 78' 'Αντιφών, Περι χορευτον, 43" Michel, ό'.π., άρ. 604, Β, στ. 7
κ.έ.' 150. 117. Αριστοτέλης, δ.π., 27, 1. 118. στό ϊδιο, 54, 119. στό ϊδιο, 59, 120. Πλούταρχος, 54, 71* Inscriptiones
2. 2. Σόλων, 24' Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Μακάρτατον, Graecae, ed. minor, τ. I, άρ. 57, 63, 73, 94· πρβ.
άρ. 58· Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, Recueil..., τ. II, άρ. xxix, Α* επίσης Michel, ό'.π., άρ. 604, Β. 121. Αριστοφάνης, Ίππής, 1100 κ.έ.· 1207. 122. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, II, 1, 9.
123. Δημόκριτος (= Στοβαίος, Ανθολόγων,
XLVI, 48).
124. Πλούταρχος, Περικλής, 23" Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 859 και
Σχόλια. 125. Βλ. Hauvette-Besnault, ό'.π., σ. 107 κ.έ.· Eugène Cavaignac,
Histoire de l'antiquité, τ. II, Παρίσι 1913, σ. 171-201' P. Cloché, «Les procès des strat. ath.», Revue des Études Anciennes, τ. XXVII, 1925,
σ. 97-118.
126. Αντιφών, Περί τον Ήρωδον φόνον, 69 κ.έ.' Ισαίος, Περι τον Νικοστράτον κλήρον, 28' Λυσίας, Κατά τών σιτοπωλών, 16.
127. Θουκυδίδης, VII, 48.
433
σ. 240-245J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ' Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ (σ. 240-270) 1. Αριστοφάνης, Σφήκες, 549, 620. 2. Δημοσθένης, Προς Ναυσίμαχον, 2.
3. 4. 5. 6. 7.
Glotz, La Solidarité..., σ. 436 κ.έ. Βλ. έδώ, σ. 179, 233-234. Glotz, ο.π., σ. 390, σημ. 5. Ψευδο-Λυσίας, Κατ' Άνδοκίδον, 14. Δημοσθένης, Κατ' ' Αριστοκράτονς, 22 κ.έ.* Αριστοτέλης, Αθηναί
ων Πολιτεία, 57, 3.
8. Αριστοτέλης, ό'.π.· Παυσανίας, I, 28, 8 κ.έ. 9. Δημοσθένης, ο.π., 53" Παυσανίας, ό'.π., 10. 10. "Αριστοτέλης, ό'.π.* Πολυδεύκης, VIII, 120" πρβ. Πλάτων, Νόμοι, σ. 866d. 11. Δημοσθένης, ό'.π., 76 κ.έ.' Αριστοτέλης, ό'.π.' Παυσανίας, ό'.π. 12. Δημοσθένης, Προς Πανταίνετον,
59* πρβ. Ευριπίδης,
Ιππόλυτος,
1447 κ.έ.· Πλάτων, ό'.π., σ. 869a, d-e. 13. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. II, άρ. χχι, στ. 13 κ.έ.· Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Μακάρτατον,
57" Κατά Ενεργού, 72.
14. Ψευδο-Δημοσθένης, ό'.π., 68 κ.έ.· Κατά Νεαίρας, 9. 15. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., στ. 20 κ.έ.· Δημο σθένης, Κατ' 'Αριστοκράτονς, 37 κ.έ.· ΖΤρός Αεπτίνην, 158' Ψευδο-Δημο σθένης, Προς Μακάρτατον,
τέλης, ό'.π., 2. 16. Αντιφών, ό'.π., 42.
δ.π.' Αντιφών, Περί χορεντοΰ, 36" Αριστο
17. Αντιφών, Περι τοΰ Ήρφδου φόνον, 11.
18. Αριστοτέλης, ό'.π., 4. 19. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire..., λ. «Jusjurandum», σ. 762. 20. Παυσανίας, ό'.π., 5. Πρβ. Caillemer, λ. «Areopagus», στό Da remberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., σ. 398, ε'ικ. 491. 21. Δημοσθένης, Κατ' 'Αριστοκράτονς, 69" Αντιφών, ό'.π. 22. Αισχύλος, Ευμενίδες, 735· πρβ. Daremberg - Saglio - Pottier Lafaye, ό'.π., είκ. 491-493. 23. Παυσανίας, ό'.π., 6. 24. Δημοσθένης, ό'.π., 72* Πορφύριος, Περι αποχής έμψυχων, I, 9* Πλούταρχος, Θησεύς, 12* Σούδα, λ. «έξηγηταί»" πρβ. Πλάτων, ό'.π., σ. 865c-d. Βλ. Otfr. Müller, Πρόλογος στις Ευμενίδες, σ. 140 κ.έ. 25. Αριστοτέλης, ό'.π., 16, 5. Βλ. έδώ, σ. 123. 26. Αριστοτέλης, ό'.π., 26, 3. 27. στό ϊδιο, 53, 1-2· Λυσίας, Κατά Παγκλέωνος, 21. 28. Βλ. R.-J. Bonner, Thejurid. of the athen. arbitrators,
1907. 29. Αριστοτέλης, ό'.π., 4. 30. στό ϊδιο, 5.
434
Σικάγο
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ 31. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Ενεργού, 12. 32. στό ϊδιο' Δημοσθένης, Περί τον στεφάνον,
II, 11· Πολυδεύκης, VIII, 126. 33. Αριστοτέλης, δ.π., 53, 2' 48, 5" 58, 2.
[σ.
245-250
I, 17" Προς Βοιωτόν,
34. στό ϊδιο, 58, 2. 35. Δημοσθένης, Κατά Μειδίον, 84 κ.έ.
36. Άρποκρατίων, λ. «παράστασις»" Πολυδεύκης, VIII, 39, 127. 37. Αριστοτέλης, δ.π., 55, 5. 38. στό ϊδιο, 53, 2, 6. 39. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
Πολιτεία, III, 1-8.
40. Αριστοτέλης, δ.π., 63, 3' πρβ. Δημοσθένης, ό'.π., 182· Κατά Τι-
μοκράτονς, 50, 123, 151.
41. Αριστοτέλης, ό'.π., 53, 3. 42. Άρποκρατίων, λ. «Άρδηττος»" Bekker, στό Anecdota
τ. I, σ. 443, 23' Σούδα, λ. «ήλιαστής»" Μέγα 'Ετυμολογικόν,
43. dum», 44. 45. 46. 47. 48.
graeca,
147, 10.
Βλ. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Jusjuranσ. 755* Lipsius, Das attische..., τ. I, σ. 151. Αριστοτέλης, ό'.π., 24, 3" Αριστοφάνης, Σφήκες, 661 κ.έ. Αριστοτέλης, ό'.π., 27, 4. Πρβ. Lipsius, ό'.π., σ. 135. Αριστοτέλης, ό'.π., 59, Ί' 63, 1. Αριστοφάνης, ό'.π., 1107.
49. στό ϊδιο, 233 κ.έ. 50. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 37, 59' Παράρτ., άρ. 27a, 37c Ανδοκίδης, Περι τών μνστηρίων, 78.
51. Michel, ό'.π., άρ. 70" Αντιφών, Περι χορευτον, 21· πρβ. Ανδοκί δης, ό'.π., 27. 52. Αριστοφάνης, ό'.π., 157, 240, 288 κ.έ.· Inscriptiones Graecae, τ. I, Παράρτ., άρ. 35b" πρβ. Αντιφών, ό'.π. 53. Αριστοφάνης, ό'.π., 120, 1108 κ.έ.· Inscriptiones Graecae, δ.π.' Αντιφών, Περι τον Ήρωδον φόνον, 10 κ.έ.
54. Πρβ. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π. 55. Πολυδεύκης, VIII, 53. 56. Πλούταρχος, Περικλής, 32. 57. Λυσίας, Κατά 'Αγοράτον,
35.
58. Ανδοκίδης, δ.π., 17. 59. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., 8. 60. Αριστοφάνης, δ.π., 594. 61. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 6-8. 62. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., I, 16' Αριστοφάνης, Ίππής, 1358" πρβ. Λυσίας, Κατά Έπικρότονς, 1* Πολυδεύκης, VIII, 38. 63. Αριστοτέλης, ό'.π., 5, 5' VII (VI), 3, 4. 64. Αριστοφάνης, Σφήκες, 605 κ.έ. 65. Αριστοφάνης, ό'.π., 236, 355* πρβ. Άχαρνής, 375' Ίππής, 255· Πλούταρχος, Νικίας, 2. 66. Λυσίας, XVII, 5, 8. 67. Inscriptiones
Graecae, τ. I, άρ. 29* Bekker, δ.π., σ. 283, 3* Ά ρ
ποκρατίων, Σούδα, Ησύχιος, λ. «ναυτοδίκαι»· Πολυδεύκης, VIII, 126. Βλ. M.H.Ed. Meier - G. F. Schoemann, Der attische Prozess (2 τ.,
435
σ. 250-256]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Βερολίνο 1883-1887), σ. 95 κ.έ.· Busolt, Griechische Geschichte, τ. III, ι, Γκότα 1897, σ. 283, σημ. 2. 68. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 52, 2· Πολυδεύκης, VIII, 93, 2
101" Inscriptiones
Graecae, τ. I, άρ. 37, στ. 14, 47" 38f, στ. 13 κ.έ.
69. Meier - Schoemann, ο.π., σ. 769 κ.έ. 70. στό ϊδιο, σ. 790 κ.έ. 71. στό ϊδιο, σ. 809 κ.έ.
72. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ο.π., λ. «Jusjurandum», σ. 761 κ.έ. 73. Meier - Schoemann, ό'.π., σ. 833 κ.έ. 74. στό ϊδιο, σ. 865 κ.έ.
75. Αριστοτέλης, ό'.π., 53, 2. 76. στό ϊδιο, 3.
77. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., III, 6 κ.έ. 78. Meier - Schoemann, ό'.π., σ. 908 κ.έ.· Lipsius, ό'.π., τ. III, σ. 903. 79. Αριστοφάνης, Σφήκες, 386, 552, 830 και Σχόλια" πρβ. 124 και Σχόλια, 775. 80. Πολυδεύκης, VIII, 123, 141. 81. Πρβ. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Όλνμπιοδώρου
βλάβης, 31' Αι
σχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 207' Αριστοφάνης, ό'.π., 332. 82. Αριστοφάνης, ό'.π., 100 κ.έ., 345 κ.έ., 689 κ.έ., 775. 83. Αριστοτέλης, ό'.π., 65, 3' 68, 2' 69, 2. 84. Αριστοφάνης, ό'.π., 825, 851, 860 κ.έ., 891 κ.έ., 1441. 85. Βλ. Lipsius, ό'.π., τ. III, σ. 905 κ.έ., 911. 86. Πλάτων, Απολογία, σ. 37b. 87. Πολυδεύκης, VIII, 124. 88. Αριστοφάνης, ό'.π., 93, 857 κ.έ." Άχαρνής, 693* "Ορνιθες, 1596' Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 23. 89. Βλ. Busolt, Griechische Staatskunde, τ. II, σ. 1161, σημ. 3. 90. Λυσίας, Ύπερ τοϋ αδυνάτου, 4, 8, 11, 14.
91. Lipsius, ό'.π., τ. III, σ. 882.
92. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 687' Λυσίας, Κατά Ερατοσθένους, 24 κ.έ.' Κατά Άγοράτου, 30, 32* Ύπερ Πολυστράτου, 11* Ανδοκίδης, Περί τών μυστηρίων, 55, 101.
93. Lipsius, ό'.π., τ. I, σ. 222 κ.έ. 94. Ψευδο-Λυσίας, Κατά Άνδοκίδου, 12. Πρβ. Lipsius, ό'.π., τ. III, σ. 841. 95. Λυσίας, Κατά Ερατοσθένους, 91" Ξενοφών, Συμπόσιον, V, 8. 96. Αριστοφάνης, Ίππής, 1332' Σφήκες, 109 κ.έ., 332, 349, 987 κ.έ.· Ξενοφών, Ελληνικά, I, 7, 9' Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. I, άρ.
49, στ. 18. Πρβ. Lipsius, ό'.π., τ. III, σ. 924. 97. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 68.
98. Lipsius, ό'.π., σ. 940, 937.
99. Λυσίας, Κατά Θεομνήστον Α, 16.
100. 101. 102. 103. 522 κ.έ.
Lipsius, ό'.π., σ. 930 κ.έ. Αριστοφάνης, Σφήκες, 106 καΐ Σχόλια, 167 κ.έ. Βλ. έδώ, σ. 261. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Poena», σ.
436
Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
[α. 257-267
104. στο ϊδιο, σ. 534 κ.έ. 105. Λυσίας, Υπέρ τοϋ Ερατοσθένους φόνου απολογία, 36" Αντιφών, Τετραλογία Α', II, 13" Αριστοφάνης, Σφήκες, 512, 519" Ανδοκίδης, Κατά Άλκιβιάδου, 9' Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 9, 1" 41, 2* Πλάτων, Κριτίας, σ. 50b.
106. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ο.π., σ. 536 κ.έ.· Lip sius, ο.π., τ. III, σ. 953 κ.έ. 107. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., II, 12. 108. Ευριπίδης, Όρέστης, 507 κ.έ." Δημοσθένης, Κατά Κόνωνος, 17 κ.έ." Κατά Μειδίου, 221* Λυκούργος, Κατά Λεωκράτους, 4. 109. Πρβ. John Β. Bury, A history of Greece to the death of Al exander the Great, 2η εκδ., Λονδίνο 1913, σ. 350.
110. Αριστοφάνης, Σφήκες, 724.
111. Βλ. Glotz, ό'.π., σ. 552 κ.έ. 112. Αριστοφάνης, ό'.π., 622 κ.έ. 113. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, ό'.π., τ. I, άρ. 1, στ. 26 κ.έ. 114. Πλάτων, Απολογία,
115. στό ϊδιο, σ. 36d. 116. στό ϊδιο, σ. 38b.
σ. 34b κ.έ.
117. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., 7.
118. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 27, 5' Διόδωρος, XIII, 64, 8' Πλούταρχος, Κοριολανός, 14" βλ. ωστόσο Αριστοφάνης, Ίππής, 1358
κ.έ.
119. 120. 523. 121. 122.
Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., 12. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Poena», σ. Θουκυδίδης, VIII, 68. Διογένης Λαέρτιος, IX, 50.
123. Πλούταρχος, Παραμυθητικός
προς Άπολλώνιον,
124. Στησίμβροτος (— Πλούταρχος, Περικλής, 36).
33, σ. 118d.
125. Πρβ. G. Μ. Calhoun, «Greek law and modern jurisprudence»,
California Law Review, τ. XI, 1923, σ. 295 κ.έ. 126. Λυσίας, Κατά Νικομάχον, 22· Κατά Έπικράτους, 2' Υπέρ τών Αριστοφάνους χρημάτων, 11. 127. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 167" Κατ' Άνδροτίωνος, 55.
128. Ευριπίδης, Ηλέκτρα, 294 κ.έ. 129. Δημοσθένης, Προς Αεπτίνην,
109" Κατά Μειδίου, 48 κ.έ. Πρβ.
Glotz, ό'.π., σ. 243 κ.έ. 130. Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., λ. «Kôneion». 131. Δημοσθένης, Κατά Τψοκράτονς,
190 κ.έ. Κατά Μειδίου, 57. -
132. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 5, 11 κ.έ. 133. Αριστοφάνης, Σφήκες, 574.
134. Glotz, ό'.π., σ. 456 κ.έ. 135. στό ϊδιο, σ. 473 κ.έ.
136. Λυσίας, ^περ Πολυστράτου, 34.
137. στό ϊδιο, σ. 493 κ.έ.· P. Cloché, La Restauration...,
138. Glotz, ό'.π., σ. 515 κ.έ., 544 κ.έ.
139. Αντιφών, Αλήθεια,
5, έκδ. Gernet.
437
σ. 320 κ.έ.
σ.
267-271]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
140. Φιλήμων, άπ. 94 (= Kock, Comicorum...). 141. Glotz, Le Travail..., σ. 249-257.
142. Μένανδρος, άπ. 370 (= Kock, δ.π.). 143. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., I, 10" Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 563b. 144. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 3, 12.
145. Αριστοφάνης, Ίππής, 5 Ειρήνη, 452, 746" Πλούτος, 21* Λυσίας, Υπέρ τον 'Ερατοσθένονς φόνον απολογία, 1 8 Ξενοφών, Απομνημονεύμα -
-
τα, II, 1, 16" Θεόφραστος, Χαρακτήρες, XII, 12.
146. Πολυδεύκης, VII, 13" Πλούταρχος, Θησεύς, 36" Περι δεισιδαι μονίας, 4, σ. 116d' Αριστοφάνης, Ίππής, 1312 και Σχόλια" Θεσμοφοριά-
ζονσαι, 224 και Σχόλια.
147. Ευριπίδης, Εκάβη,
57.
148. Αισχίνης, Κατά
291 κ.έ." Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία,
Τιμάρχον, 17" Δημοσθένης, Κατά Μειδίον, 45
κ.έ.· πρβ. Αθηναίος, VI, 92, σ. 266f-267a. 149. Βλ. «Les esclaves et la peine du fouet dans le droit grec», Comptes
rendus
de l'Académie
des Inscriptions
et
Belles-Lettres,
1908, σ. 571 κ.έ. 150. Ευριπίδης, δ.π." Δημοσθένης, δ.π., 48 κ.έ.' 77ρός Λεπτίνην, 109. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'
Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙΩΝΑ (σ.271-299) XII.
1. Βλ., γενικά, Fustel de Coulanges, La Cité antique, βιβλ. III, κεφ.
2. Θουκυδίδης, I, 5, 3' 6, 1.
3. Βλ. Rod. Dareste, στη Revue des Études Grecques, τ. Il, 1889,
σ. 305 κ.έ.· Ch. Lécrivain, «Le droit de se faire justice soi-même et les représailles dans les relat. intern, de la Grèce», Mém. de l'Ac. de Toulouse, τ. IX, 1897, σ. 277 κ.έ.· H.F. Hitzig, Altgriechische
Staatsver
träge über Rechtshilfe, Ζυρίχη χ.χ.ε., σ. 38 κ.έ.· «Der griech. Fremden-
prozess», Zeitschrift
der Sa vi gny'Stiftung
für Rechtsgeschichte,
XXVIII, σ. 220 κ.έ.· Ad. Wilhelm, στο Jahreshefte
τ.
des Österreich.
Archäol. Instituts in Wien, τ. XIV, 1911, σ. 195 κ.έ.· Coleman Phillipson, The international law and custom of ancient Greece and Rome,
τ. I, Λονδίνο 1911, σ. 353 κ.έ. 4. Αριστοτέλης, Ρητορική, I, 10, 13. Βλ. R. Hirzel, «Άγραφος νό μος», Abhandlungen
der Sachs.
Gesellschaft
d. Wiss.,
Philol.-hist.
Klasse, τ. XX, 1900, σ. 1 κ.έ.· C. Phillipson, δ.π., τ. I, σ. 43 κ.έ.· Glotz,
«Le droit des gens dans l'antiq. gr.», Mémoires présentés par divers savants..., τ. XIII, σ. 1915. 5. Θουκυδίδης, III, 58, 3· 59, Ι' 67, 6· IV, 97, 2' Ευριπίδης, Όρέστης,
495.
6. Σοφοκλής, Αντιγόνη,
κ.έ., 19.
454' Ξενοφών, Απομνημονεύματα,
7. Ηρόδοτος, VII, 133 κ.έ.' Ευριπίδης, Ίκέτιδες, 121.
8. Ηρόδοτος, V, 81' VII, 9, 2' Θουκυδίδης, I, 29, 3.
438
IV, 4, 5
ΔΙΕΤΡΤΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙ.
[α. 271-273
9. Θουκυδίδης, ό'.π.· 53" 146, IV, 38, 3' 97, 2· 99· VII, 3. 10. Διόδωρος, XIII, 24· Πλούταρχος, Ρωμαϊκά Αίτια, 37, σ. 273d* Cicero, De inventione, II, 23· 69. 11. Πλούταρχος, Νικίας, 6" Ξενοφών, Ελληνικά, III, 5, 25' πρβ. VI, 4,14· VII, 5, 26. 12. Θουκυδίδης, IV, 97 κ.έ.· πρβ. Διόδωρος, XVI, 25. 13. Ηρόδοτος, IX, 79. 14. Θουκυδίδης, III, 58, 3' 66, 2· 67, 5. 15. Ξενοφών, Κύρον Παιδεία, VII, 5, 73.
16. Θουκυδίδης, III, 86, 3' V, 3· 32. 17. Θουκυδίδης, II, 103· V, 3. 18. Ηρόδοτος, V, 77" VI, 79. 19. Θουκυδίδης, VII, 85. 20. Ηρόδοτος, VIII, 121 κ.έ.· IX, 80 κ.έ.· Θουκυδίδης, III, 50, 114. 21. Θουκυδίδης, VIII, 41, 2· 62, 2· Ξενοφών, Ελληνικά, I, 6, 14· πρβ. Πλάτων, Πολιτεία, V, σ. 469b. 22. Θουκυδίδης, IV, 97 κ.έ. 23. Dittenberger, Sylloge..., 2η έ'κδ., άρ. 587, στ. 4, 106, 227' In
scriptiones
Graecae, ed. minor, τ. II, άρ. 1235, 1236 Revue des Études -
Grecques, τ. XXXII, 1919, σ. 190 κ.έ., στ. 25 κ.έ., 35 κ.έ.· πρβ. Αισχί νης, 77ερι τής παραπρεσβείας, 133 κ.έ. 24. Ηρόδοτος, VII, 206" VIII, 72· Θουκυδίδης, III, 56, 2· 65, 1· V, 54, 2· Ξενοφών, Ελληνικά, IV, 7, 2· V, 1, 29" 3, 27" Ησύχιος, Σούδα, Άρποκρατίων, λ. «ίερομηνία». 25. Βλ. C. Phillipson, ό'.π., τ. II, Λονδίνο 1911, σ. 1 κ.έ.· Br. Keil, «Eirene», Abhandlungen
der Sachs. Gesellschaft
d. Wiss., τ. LXVIII,
1916, σ. 1 κ.έ. 26. Θουκυδίδης, I, 112. 27. Θουκυδίδης, I, 23, 4· 87, 6· 15· II, 2, 1· V, 14, 4. 28. Dittenberger - Purgold, Inschriften..., άρ. 10· Θουκυδίδης, V, 18· 23· 79· πρβ. Dittenberger, ό'.π., 3η εκδ., άρ. 135. 29. Dittenberger, ό'.π., άρ. 9' Θουκυδίδης, III, 114, 3· V, 47. 30. Θουκυδίδης, IV, 63, 1* Dittenberger, ό'.π., άρ. 71 (αποκατάστα ση αμφίβολη) πρβ. άρ. 122. -
31. Βλ. Ε. Sonne, De arbitris externis quos Graeci adhibuerunt, κτλ., 1888* V. Bérard, De arbitrio inter libéras Graecorum civitates,
1894· Hitzig, ό'.π., σ. 244 κ.έ.· C. Phillipson, ό'.π., τ. II, σ. 127 κ.έ.· Α.
Raeder, L'arbitrage international chez les Hellènes, Christiania 1912· Marcus Niebuhr Tod, International arbitration among the Greeks,
Όξφόρδη 1913. 32. Ηρόδοτος, V, 95* Αριστοτέλης, Ρητορική, I, 15' Στράβων, XIII, 1, 38, σ. 600. 33. Πλούταρχος, Θεμιστοκλής, 24' πρβ. Θουκυδίδης, I, 136. 34. Θουκυδίδης, I, 28" Διόδωρος, XV, 18, 2. 35. Πλούταρχος, Σόλων, 10. 36. Θουκυδίδης, I, 78, 4' 140, 2· 144 κ.έ.· IV, 118, 8· V, 18, 4· VII, 18. 37. Θουκυδίδης, V, 79. 38. Ηρόδοτος, VI, 108' πρβ. Θουκυδίδης, III, 55.
439
σ. 273-278J
39. 40. 41. 42. 43. 44. 45.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Θουκυδίδης, V, 31. Βλ. Dareste, ό'.π.· Hitzig, Altgriechische..., σ. 39. Dittenberger, ό'.π., άρ. 56. Ηρόδοτος, VI, 42. Βλ. Hitzig, Altgriechische...· C. Phillipson, ό'.π., τ. I, σ. 198 κ.έ. Θουκυδίδης, I, 77. Βλ. τίς συνθήκες ανάμεσα στήν Αθήνα καΐ τή Φάσηλη (Michel,
Recueil..., άρ. 6' πρβ. Φωτιάδης, στό Έφημερις Αρχαιολογική,
62 κ.έ.), ανάμεσα στήν Αθήνα και τήν Τροιζήνα (Inscriptiones ed. minor, τ. II, άρ. 46· πρβ. Hitzig, ό'.π., σ. 60 κ.έ.). 46. Αριστοτέλης, Αθηναίων
1922, σ.
Graecae,
Πολιτεία, 59, 5.
47. Θουκυδίδης, I, 77, 1· πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 6. 48. Βλ. Dittenberger, ό'.π., άρ. 55· πρβ. άρ. 168, 187, 189. 49. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 44" Dittenberger, ό'.π., άρ. 108. 50. Βλ. Busolt, Griechische Staatskunde,
τ. I, σ. 299 κ.έ.
51. Βλ. P. Monceaux, Les proxénies grecques, Παρίσι 1886" H. Francotte, Mélanges..., σ. 169 κ.έ.· J . D. André, La proxénie, 1911' C. Phillipson, ό'.π., τ. I, σ. 145 κ.έ. 52. Αριστοτέλης, ό'.π., 13, 5' βλ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 467. 53. Ηρόδοτος, IX, 35. 54. Δημοσθένης, Κατ' 'Αριστοκράτονς, 211 κ.έ. 55. Πλούταρχος, Σόλων, 24. 56. Αριστοτέλης, ό'.π. 57. Αριστοτέλης, ό'.π., 21, 2* Πολιτικά, III, 1, 10. 58. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 26, 3" Πλούταρχος, Περικλής,
63. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 40, 2* Αισχίνης, Κατά
37" πρβ. Αριστοφάνης, "Ορνιθες, 1660. Βλ. έδώ, σ. 140, 166. "Ιδιος νόμος στον Ώρεό (Δημοσθένης, ό'.π., 213), στή Ρόδο (Inscriptiones Graecae, τ. XII, ι, άρ. 766), στό Βυζάντιο (Ψευδο-Άριστοτέλης, Οικονομικά, II, 4). 59. Πλούταρχος, ό'.π.· Φιλόχορος, απ. 90 (= Müller, Fragmenta..., τ. I, σ. 398). 60. Πλούταρχος, ό'.π.· Σούδα, λ. «δημοποίητος». 61. Michel, ό'.π., άρ. 1435' Λυσίας, Κατά 'Αγοράτον, 70-72. 62. Διόδωρος, XIII, 97. Κτησι
φώντος, 187 και Σχόλια Dittenberger, ό'.π., άρ. 120 (πρβ. Ad. Wilhelm, -
στό Jahreshefte
des Österreich. Archaeol.
Instituts...,
τ. XXI-XXII,
1922-1924, σ. 159 κ.έ., άρ. ν)· πρβ. Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι τών δέκα ρητόρων, Λύσανδρος, 8, σ. 835f· Grenfell - Hunt, The Oxyrhynchus Papyri, τ. XV, άρ. 1800, άπ. 6-7. 64. Ηρόδοτος, III, 1, 54· πρβ. Bulletin de Correspondance Hellénique, τ. V, 1892, σ. 383 κ.έ.· βλ. Emil Szanto, Das griechische Bür-
gerrecht, Φριβοϋργο 1892, σ. 97-99. 65. Λυσίας, XXXIV, 3.
66. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαίρας, 104 κ.έ.· Ισοκράτης, Πανα θηναϊκός, 74* Λυσίας, Κατά Παγκλέωνος, 2· βλ. Busolt, Griechische Ge
schichte, τ. III, il, σ. 1038. Αυτό τό ψήφισμα έπανίσχυσε μετά τή δεύτερη καταστροφή τών Πλαταιών, τό 373 (Διόδωρος, XV, 46, 6). 67. Michel, ό'.π., άρ. 80' βλ. P. Foucart, στή Revue des Études An-
440
ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙ.
[σ.
278-284
cienn.es, 1899, σ. 196 κ.έ.· Busolt, ό'.π., σ. 1627 κ.έ.· Szanto, ό'.π., σ. 95 κ.έ.
68. Βλ. G.B. Grundy, Thucyaides and the history of his age, Λον
δίνο 1911, σ. 211 κ.έ.· L. Pareti, «Elementi formatori e dissolvente della egemonia spartana in Grecia», Atti d. Accad. di Torino, τ. XLVII, 1912· Ulrich Kahrstedt, Griechisches Staatsrecht, τ. I, Γοττίγγη 1922, σ. 26 κ.έ., 81 κ.έ., 267 κ.έ., 311 κ.έ., 336 κ.έ.· G. Busolt, Griechische
Staatskunde,
τ. II, σ. 1320 κ.έ.
69. Ηρόδοτος, VII, 148, 235' VIII, 2* Πλούταρχος, Θεμιστοκλής, 7. 70. Ηρόδοτος, VII, 145 κ.έ., 148, 153, 169, 172. 71. στό ϊδιο, 145. 72. στό ϊδιο, 132.
73. 74. 75. 76. 77.
Ξενοφών, Ελληνικά, VI, 5, 35' Διόδωρος, XI, 3, 2. Ηρόδοτος, VII, 49· VIII, 19, 50, 56, 58 κ.έ., 71. Θουκυδίδης, I, 102, 4. Θουκυδίδης, V, 77, 5· 79. Θουκυδίδης, I, 103, 4' IV, 134" V, 29, 33' πρβ. Ξενοφών, Ελλη
νικά, V, 2, 7· 4, 36.
78. Θουκυδίδης, I, 27 κ.έ.· Ξενοφών, ό'.π., 4, 37. 79. Θουκυδίδης, I, 19, 76, 144* πρβ. Ξενοφών, ό'.π., VI, 3, 14. 80. Ηρόδοτος, V, 91' Θουκυδίδης, I, 87, 119, 125, 141· IV, 118· V, 17, 36, 82. 81. Θουκυδίδης, I, 67 κ.έ. 82. Θουκυδίδης, I, 125. 83. Θουκυδίδης, V, 30· πρβ. Ξενοφών, ό'.π., IV, 2, 16* V, 2, 2 (ιερή εκεχειρία)· II, 4, 3 (αντίθετη υποχρέωση). 84. Ηρόδοτος, V, 74* Θουκυδίδης, V, 57* πρβ. Ξενοφών, ό'.π., III, 5, 4-6· IV, 6, 3 κτλ. 85. Θουκυδίδης, II, 10* V, 17, 54. 86. Θουκυδίδης, II, 75, 3* πρβ. Ξενοφών, ό'.π., III, 5, 7" IV, 2, 19" 5, 7 κτλ. 87. Θουκυδίδης, I, 19, 80, 141 κ.έ.· πρβ. Dittenberger, ό'.π., άρ. 84. 88. Ηρόδοτος, VIII, 3* Θουκυδίδης, I, 95 κ.έ., 130' Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, 23, 4.
89. Θουκυδίδης, I, 96, 1. 90. Michel, ό'.π., άρ. 1428, στ. 20 κ.έ., 29 κ.έ.' Inscriptiones Grae cae, τ. I, άρ. 11· Θουκυδίδης, IV, 119' V, 18. 91. Θουκυδίδης, I, 97, 1· 98, 4' III, 10, 4, 11. 92. Θουκυδίδης, III, 10, 5' 11, 3. 93. Θουκυδίδης, I, 96, 1' III, 10, 3· VI, 76, 3. 94. Θουκυδίδης, I, 96, 2' Πλούταρχος, Αριστοτέλης, 24' Διόδωρος, XI, 47, 2' Αριστοτέλης, ό'.π. Έχουν γίνει πάρα πολλές προσπάθειες για να δοθεί εξήγηση στό άθροισμα τών 460 ταλάντων τα αποτελέσματα ήταν πάντοτε κατά προσέγγιση. Άλλα μέ τήν ακόλουθη μέθοδο πετυχαίνουμε απόλυτη ακρίβεια. Ή συμμαχία έπρεπε να εξοπλίζει κάθε χρόνο 200 τριή ρεις, μέ 200 άντρες σέ καθεμιά για διάστημα εφτά μηνών, αμείβοντας κάθε άντρα μέ δύο όβολούς τήν ήμερα. Στό αττικό όμως ημερολόγιο οί εφτά μή νες δέν κάνουν 210 μέρες· μέ τέσσερις μήνες τών 30 ημερών και μέ τρεις μήνες τών 29 ήμερων έχουμε 207 μέρες. Μέ αύτα τα δεδομένα προκύπτει
441
a.
284-286J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ενας πολύ άπλας λογαριασμός (2 άβολοι Χ 200 Χ 200 Χ 207) πού μας δίνει 460 τάλαντα. 95. Θουκυδίδης, I, 99. 96. Θουκυδίδης, I, 76, 2" 77, 3" II, 63 κτλ.· Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναί ων Πολιτεία, I, 14" II, 2-4" Αριστοφάνης, Ίππής, 1114" Ειρήνη, 619.
Επίσημες εκφράσεις: Θουκυδίδης, V, 18, 7* Michel, ό'.π., άρ. 73, στ. 2, 14.
97. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 192, 506, 636, 643' Ίππής, 802" Inscrip tiones Graecae, τ. I, άρ. 31, 37, 40· τ. XII, ν, άρ. 480. Μία κωμωδία
τοϋ Εύπόλιδος είχε τίτλο Οι πόλεις. 98. Θουκυδίδης, I, 19, 98, 99" III, 10, 4· VII, 57, 4· πρβ. VI, 69, 3" 85, 2. 99. Θουκυδίδης, II, 9, 4· VII, 57, 4. 100. Πλούταρχος, Περικλής, 12" Θεόφραστος, Χαρακτήρες, XII, 25. 101. Θουκυδίδης, I, 98 (Νάξος)· 101, 2 (Θάσος)· 117, 3 (Σάμος)" Dittenberger, ό'.π., άρ. 41 (Ερυθρές)· Inscriptiones Graecae, τ. I Παράρτ., άρ. 22a (Μίλητος)* Dittenberger, ό'.π., άρ. 52 (άγνωστη πόλη), 64 (Χαλκίδα), 107 (Νεάπολη). 102. Dittenberger, ό'.π., άρ. 75. 103. στό ϊδιο, στ. 42 κ.έ. Inscriptiones -
Graecae, τ. I, άρ. 37, 38"
Παράρτ., άρ. 27b" τ. XII, ν, άρ. 480. 104. Dittenberger, ό'.π., άρ. 41· πρβ. άρ. 64* Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 13. 105. Dittenberger, ό'.π., άρ. 52, 64. 106. Θουκυδίδης, I, 105, 2· 116· 117, 2" Π, 9, 56· III, 3, 4· IV, 13, 2 κτλ. 107. Σέ τέτοιου είδους υποθέσεις εκφώνησε ό Αντιφών τούς λόγους για τή Σαμοθράκη και τή Λίνδο. 108. Αριστοφάνης, Άχαρνής, 378, 502 κ.έ. και Σχόλια" πρβ. Inscrip tiones Graecae, τ. I, άρ. 38c-d. 109. Βλ. Ε. Cavaignac, Études sur l'histoire financière d'Athènes au V siècle. Le trésor d'Athènes de 480 à 404, Παρίσι 1908" Ad. e
Wilhelm, «Urkunden des att. Reichs», Anzeiger der Wiener Akad., Phil.-hist. Klasse, τ. XLVI, 1909, σ. 41 κ.έ." Η. Francotte, Les finances
des cités grecques, Λιέγη-Παρίσι 1909, σ. 99 κ.έ. 110. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 37t-v 240 κ.έ. 111. Άρποκρατίων, Σούδα, λ. «εκλογείς»* Inscriptiones τ. I, άρ. 38c.
Graecae,
112. Αυτοί οί στρατηγοί και αυτά τά πλοία ονομάζονται άργνρολόγοι: βλ. Θουκυδίδης, II, 69" III, 79" IV, 50, 75" VIII, 107 κ.έ." Αριστοφάνης,
Ίππής, 1070" Πλούταρχος, Αλκιβιάδης,
30" πρβ. Ξενοφών, 'Ελληνικά, I,
1, 8. 113. Πλούταρχος, Περικλής, 12. 114. "Ισως τό ενα εξηκοστό τοΰ φόρου για τον Παρθενώνα, και 7 τά λαντα τό χρόνο, σύνολο 35 τάλαντα, γιά τά Προπύλαια (βλ. P. Foucart, στή Revue de Philologie..., τ. XXVII, 1303, σ. 5 κ.έ." Cavaignac, ό'.π., σ. 87" Dinsmoor, στό American
κ.έ.).
115. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Journal
of Archaeology,
Πολιτεία, 24, 2.
442
1913, σ. 53
ΔΙΕΤΡΤΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙ.
[β.
286-291
116. Θουκυδίδης, V, 18* Dittenberger, δ.π., άρ. 112, στ. 5 κ.έ. 117. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
Πολιτεία, III, 11· Dittenberger,
δ.π., άρ. 58" Inscriptiones Graecae, τ. I Παράρτ., άρ. 22a. 118. Dittenberger, δ.π., άρ. 41· πρβ. Inscriptiones Graecae, τ. I,
άρ. 10.
119. Inscriptiones
Graecae, τ. I Παράρτ., άρ. 22d-e (Μίλητος)" Εΰ-
πολις, απ. 233 (= Kock, δ.π.) (Κύζικος)* Αριστοφάνης, Σφήκες, 237 (Βυζάντιο)· Θουκυδίδης, IV, 7, 108, 113· V, 39 (Θράκη). Πρβ. Ισοκρά της, Άρεοπαγιτικός,
65.
120. Dittenberger, δ.π., άρ. 76· Αριστοφάνης, "Ορνιθες, 1022, 1032,
1053.
121. Inscriptiones
Graecae, δ.π., a" πρβ. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., 15.
122. Dittenberger, δ.π., άρ. 54, 107, 114" Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., I,
19" Αριστοφάνης, δ.π., 1050" Αντιφών, Περι τον Ήρωδον φόνον, 47" πρβ.
Michel, δ.π., άρ. 86, στ. 22.
123. Βλ. P. Foucart, «Mém. sur les colonies ath.», Mémoires pré-
sentés par divers savants...,
σ. 1271 κ.έ.
τ. IX, 1878, σ. 323 κ.έ." Busolt, δ.π., τ. II,
124. Βλ. Α. Fraenkel, De condicione, jure, jurisdictione sociorum Atheniensium, 1878" Hans Weber, Attisches Prozessrecht in den at tischen Seebundstaaten, Paderborn 1908" Η. Lipsius, Das attische...,
τ. III, σ. 969 κ.έ.· Hiller von Gaertringen, στο Nachrichten Universität
von der
und der Gesellsch. d. Wiss. zu Göttingen, τ. CLXXXIII,
1921, σ. 62 κ.έ.· Η. Grant Robertson, «The administr. of justice in the ath. empire», University of Toronto Studies, τ. IV, άρ. 1, 1924 πρβ. P. Cloché, στη Revue des Études Grecques, τ. XXXV, 1925, σ. 123 κ.έ. 125. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 38* πρβ. Ad. Wilhelm, στο -
Anzeiger..., τ. XLVI, 1909, σ. 56. 126. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., 14, 18" Αριστοφάνης, Σφήκες, 287 κ.έ.· Ειρήνη, 639· Θουκυδίδης, I, 77, 1· VIII, 48, 6. 127. Dittenberger, δ.π., άρ. 64. Βλ. τό λόγο του Αντιφώντα Περί τον Ήρωδον
φόνον.
128. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., 16-18* πρβ. Inscriptiones
στ. 25.
129. Ψευδο-Δημοσθένης, Περι Αλοννήσου,
130. Θουκυδίδης, I, 77, 1. 131. Michel, ό'.π., άρ. 6.
Graecae, δ.π.,
12.
132. Dittenberger, ό'.π., άρ. 87* Αριστοφάνης, "Ορνιθες, 1040. Βλ.
R. Weil, στό Zeitschrift
für Numismatik,
τ. XXV, 1905, σ. 52 κ.έ.* τ.
XXVIII, 1910, σ. 351 κ.έ.* Cavaignac, ό'.π., σ. 179 κ.έ.· Babelon, στη Revue Numismatique,
τ. XVII, σ. 457 κ.έ.
133. Αριστοφάνης, Ανσιστράτη,
134. 135. 136. 137.
Dittenberger, ό'.π., άρ. 83. Θουκυδίδης, III, 39. Θουκυδίδης, VIII, 48. Michel, ό'.π., άρ. 80.
571 κ.έ.
138. Inscriptiones Graecae, τ. I, άρ. 41* πρβ. Ad. Wilhelm, ό'.π., σ. 57 (εμπορική ελευθερία)· Dittenberger, ό'.π., άρ. 75· Inscriptiones Grae
cae, τ. I Παράρτ., άρ. 42* Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., II, 12 (περιορισμοί). Βλ.
443
a.
291-295]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
M. Römstedt, Die wirtschaftliche
Organisation
des attischen
Reiches,
Λιψία 1914. 139. Ισοκράτης, Πανηγυρικός, 104. Βλ. Η. Weber, ό'.π.· Glotz, La Solidarité..., σ. 345, 528 κ.έ. 140. Βλ. W. Feldmann, Analecta epigraphica ad historiam synoecismorum et sympolitiarum, Στρασβούργο 1885 Szanto, Das griechi sche...' H. Francotte, La Polis grecque. -
141. Για τούς θεσμούς, βλ. Michel, ό'.π., άρ. 196 Θουκυδίδης, V, 47* Ελλάνικος και Αριστόδημος, στα Σχόλια Πινδάρου, Έπίνικοι Όλυμπιονίκαις, III, 22. Για τό συνοικισμό, Διόδωρος, XI, 54, \· Στράβων, VIII, 3, 2, σ. 336 κ.έ. Παυσανίας, V, 4, 3. Πρβ. Busolt, Griechische Geschich te^. III, ι, σ. 117· Swoboda, λ. «Elis», στο Pauly - Wissowa - Kroll, Real-Encyclopädie...' Feldmann, ό'.π., σ. 129-137. 142. Πρβ. Στράβων, ό'.π., σ. 337. 143. Grenfell - Hunt, ό'.π., τ. II, άρ. 222. 144. Michel, ό'.π., άρ. 1. -
-
145. Βλ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 371.
146. Στράβων, ό'.π." Παυσανίας, VIII, 45, 1. 147. Ξενοφών, Ελληνικά, VII, 1, 13' Παυσανίας, V, 27 (προσφορά ενός Αρκάδα άπό τό Μαίναλο). Πρβ. Hiller von Gaertringen, στό In
scriptiones
Graecae, τ. V, n, σ. ix-x.
148. Παυσανίας, VIII, 27, 6" 35, 2' 37, 1 κ.έ.· 42, 1. 149. Παυσανίας, VIII, 2, 1* 38, 5" Πίνδαρος, Έπίνικοι
καις, IX, 95* XIII, 107" Νεμεόνικοι, Χ, 48.
'Ολυμπιονί-
150. Ηρόδοτος, I, 65-68· VII, 202· VIII, 72· IX, 28, 77· πρβ. Dit tenberger, ό'.π., άρ. 31. 151. R.Weil, στό Zeitschrift für Numismatik, τ. XXIX, 1911, σ. 139 κ.έ.· Boelte, λ. «Heraia», στό Pauly - Wissowa - Kroll, ό'.π., τ.
VIII, σ. 414* Paul Guiraud, La main-d'oeuvre industrielle dans l'an cienne Grèce, Παρίσι 1900, σ. 368" Busolt, Griechische Staatskunde, τ.
II, σ. 1398" αντίθετα Ernest Babelon, Traité des monnaies grecques et romaines, τ. II, Παρίσι 1910, σ. 843 κ.έ.
152. Πρβ. Gustave Fougères, Mantinée et l'Arcadie orientale, Πα
ρίσι 1898, σ. 372 κ.έ.· Georg Busolt, Griechische Geschichte, τ. III, i, σ. 119. 153. Θουκυδίδης II, 9. 154. Θουκυδίδης, V, 61, 77. 155. Θουκυδίδης, IV, 134, 1. 156. Πρβ. Barclay V. Head, Historia numorum, 2η εκδ., Όξφόρδη 1911, σ. 447 κ.έ.· Ε. Babelon, ό'.π., σ. 838. 157. Στράβων, IX, 2, 33, σ. 412· πρβ. Ίλιάς, Β 506. 158. Στράβων, IX, 29, σ. 411' πρβ. Inscriptiones
Graecae, τ. VII,
άρ. 2858 κ.έ., 3087, 3172. 159. Babelon, ό'.π., τ. II, ι, σ. 936 κ.έ.· Head, ό'.π., σ. 343 κ.έ. 160. Σύγκρινε Ηρόδοτο, IX, 15, μέ VII, 202, 205, 222, 233. 161. Διόδωρος, XI, 81, 2 κ.έ.· Justinus, III, 6, 10. 162. Θουκυδίδης, I, 108, 3· 113, 2-3' III, 62, 4· 67, 3· IV, 92, 6· Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., III, 11. 163. Grenfell - Hunt, ό'.π., τ. V, 1908, άρ. 892, στήλη χι, 2 κ.έ. Βλ.
444
ΔΙΕΤΡΤΝΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΟΝ 5ο ΑΙ. Bulletin
de Correspondance
Hellénique,
[σ. 295-306
τ. XXXII, 1908, σ. 271 κ.έ."
Eduard Meyer, Theopomps Hellenica, Χάλλη 1909, σ. 315 κ.έ.· Η. Swoboda, Griechische Staatsaltertümer, σ. 256 κ.έ.· Ε.Μ. Walker, The
Hellenica Oxyrhynchia.
Its authorship
σ. 134 κ.έ. 164. Ξενοφών, Ελληνικά, V, 4, 9.
and authority,
Όξφόρδη 1913,
165. Βλ. Bulletin de Correspondance Hellénique, δ.π., σ. 276" πρβ. Busolt, Griechische Staatskunde, τ. I, σ. 353, σημ. 5.
166. Θουκυδίδης, V, 38, 2. 167. Θουκυδίδης, IV, 91" πρβ. Διόδωρος, XV, 52, 1· 53, 3' 62, 4" 68,1. 168. Θουκυδίδης, V, 37-38" Ξενοφών, Ελληνικά, III, 4, 4. 169. Head, δ.π., σ. 349. 170. Θουκυδίδης, I, 58, 2. 171. Θουκυδίδης, V, 31, 6· 38, 1· IV, 83, 3· 78, 1. 172. Θουκυδίδης, II, 79, 3 κ.έ.· IV, 7. 173. Θουκυδίδης, V, 82. 174. Ξενοφών, "Ελληνικά, V, 2, 12. 175. Διόδωρος, XIII, 75· Στράβων, XIV, 2, 11, σ. 655. Βλ. Szanto, ό'.π., σ. 140 κ.έ.· Η. Francotte, ό'.π., σ. 195 κ.έ. Γ' Η Π Α Ρ Α Κ Μ Η
Τ Η Σ ΠΟΑ ΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΝΕΑ ΗΘΗ Κ Α Ι ΝΕΕΣ ΙΔΕΕΣ (σ. 303-316) 1. Ο. Navarre, λ. «Meretrices», στό Daremberg - Saglio - Pottier Lafaye, Dictionnaire..., τ. III, σ. 1824. 2. Αριστοτέλης, Ηθικά
Νικομάχεια, VIII, 14, 7-8" Ηθικά
Εύδήμια,
VI, 10, 7· VII, 9, 4· πρβ. Ψευδο-'Αριστοτέλης, Οικονομικά, I, 4, 1-3. Βλ. G. Guizot, Ménandre, σ. 309 κ.έ.' Leopold Schmidt, Die Ethik der alten Griechen, τ. II, Βερολίνο 1882, σ. 165 κ.έ. 3. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαίρας, 122.
4. Δημοσθένης, Κατ Άριστοκράτονς, 53. δ.Άμφις (= Αθηναίος, XIII, 7, σ. 559a-b). 6. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, III, 11. 7. Παυσανίας, IX, 27, 5' Χ, 15, 1' 'Αθήναιος, ό'.π., 59, σ. 591. 8. Πλάτων, Νόμοι, VIII, σ. 841. 9. Ησίοδος, "Εργα και Ήμέραι, 376. Βλ. έδώ, σ. 36.
10. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 7, 5' 9, 7' πρβ. Πλάτων, ό'.π., σ. 836b' Ηρακλείδης Ποντικός, απ. 3, 5 (= Müller, Fragmenta..., τ. II, σ. 211). 11. Βλ. Στοβαίος, Ανθολόγων, LXXVI, 1 και 15' πρβ. LXXXIII, 20' LXXXIV, 21. 12. Βλ. λ. «Expositio», στό Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π., τ. II, σ. 931 κ.έ. 13. Glotz, La Solidarité..., σ. 351-353. 14. Βλ. λ. «Infanticidium» και «Expositio», στό Daremberg - Sa glio - Pottier - Lafaye, ό'.π.
445
σ.
306-315]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
15. Πλάτων, Νόμοι, V, σ. 741d. 16. Πλάτων, Πολιτεία, V, σ. 459d-e, 460c, 462b-c Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 14, 10" πρβ. 6 και 11· II, 3, 6" 4, 3. 17. Πολύβιος, XX, 6, 5-6. 18. Πολύβιος, XXXVI, 17. 19. Ηρόδοτος, V, 97" VIII, 65· Θουκυδίδης, II, 13. 20. Αριστοφάνης, Έκκλησιάζουσαι, 1132 κ.έ." Ψευδο-Πλάτων, 'Αξίοχος, σ. 369a. 21. Κτησικλής, άπ. 1 (= Müller, ο.π., τ. IV, σ. 375)· πρβ. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ' ' Αριστογείτονος Α, 51. 22. Τίμαιος, στον Πολύβιο, XII, 6, 8. 23. Βλ. Fustel de Coulanges, Nouvelles Recherches... (σ. 52 κ.έ.: «Étude sur la propriété à Sparte»)* Cavaignac, «La population du Pélop. aux V et IV siècles», Klio, τ. XII, 1912, σ. 270 κ.έ.· Glotz, -
e
e
Histoire grecque, τ. I, σ. 367-369.
24. 25. 26. 27.
Πλούταρχος, Λυκούργος, 15, 1* Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 6, 13. Βλ. λ. «Expositio», ο.π., σ. 937. Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 43-72. Θουκυδίδης, II, 16.
28. Ξενοφών, Οικονομικός, κλέα, 3.
XI, 15' πρβ. Δημοσθένης, Προς Καλλι-
29. Ξενοφών, Πόροι, IV, 6.
30. Δημοσθένης, Γ' 'Ολυνθιακός, 25 κ.έ.* Περι συντάξεως, Κατ' Άριστοκράτους, 206 κ.έ.
31. Θουκυδίδης, II, 65* Ισοκράτης, Άρεοπαγιτικός,
ΟΙκονομικός, III, 1.
29 κ.έ.·
52" Ξενοφών,
32. P. Monceaux, λ. «Domus», στό Daremberg - Saglio - Pottier Lafaye, ό'.π., τ. II, σ. 343 κ.έ. 33. Αριστοφάνης, Πλούτος, 180" Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 158*
Πλούταρχος, Φωκίων, 18. 34. Δέν έστησαν άγαλμα στον Μιλτιάδη μετά τόν Μαραθώνα, ούτε στον Θεμιστοκλή μετά τή Σαλαμίνα (Δημοσθένης, Περί συντάξεως, 21). 35. Βλ. Ch. Picard, La Sculpture
zantine, Παρίσι 1926, σ. 60 κ.έ.
Antique
de Phidias à l'ère by-
36. Αιλιανός, Ποικίλη Ιστορία, XIV, 17' Plinius, Naturalis
Histo-
riae, XXXV, 99, 92. 37. Πρβ. Michel, Recueil..., άρ. 879, 881, 915. Βλ. Capps, The in troduction of comedy into the city. Dionysia at Athens, 1904* «Epigr.
problem in the hist, of attic comedy », American Journal of Philology, τ. XVIII, 1907, σ. 179-199* Ad. Wilhelm, Urkunden dramatischer Aufführungen in Athen, Βιέννη 1906· P. Foucart, «Documents pour l'hist. du théâtre ath.», Journal des Savants, 1907, σ. 468 κ.έ., 545 κ.έ., 590 κ.έ. 38. Αριστοτέλης, Ποιητική, VI, 8. 39. Πρβ. Glotz, Le Travail..., σ. 228. 40. Πλάτων, Φαιδρός, σ. 270" Εΰπολις (= Σχόλια στους 'Αχαρνής τοϋ Αριστοφάνη, 529). 41. Ισοκράτης, Ευαγόρας, 9 κ.έ. 42. Διογένης Λαέρτιος, II, 54..
446
[σ.
ΝΕΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΙΔΕΕΣ
315-322
43. Βλ. Eduard Meyer, Geschichte des Altertums, 3η εκδ., τ. V, Στουτγάρδη-Βερολίνο 1939, σ. 361 κ.έ. 44. Αντιφών, Αλήθεια, 4, εκδ. Gernet Πλάτων, Πρωταγόρας, σ. 337c Γοργίας, σ. 484d. Βλ. Vinogradoff, Outlines..., ό'.π., σ. 25 κ.έ. 45. Αντιφών, ό'.π. 46. Πλάτων, Γοργίας, σ. 483b-d, 490a. -
-
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ Κ Α Ι ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ (σ. 317-335) 1. Βλ. Glotz, La Solidarité..., σ. 88. 2. Θουκυδίδης, VIII, 54 Πλάτων, Θεαίτητος, σ. 173d. 3. Άπό έκεΐ πηγάζει ή φιλολογία τών Συμποσίων (Πλάτωνα, Ξενο φώντα, Πλούταρχου, Λουκιανού, 'Λθήναιου κτλ.) και τα εργα πολιτικής θεωρίας (Ψευδο-Ξενοφώντα, Κριτία κτλ.). 4. Βλ. έδώ, σ. 307. -
5. Βλ. Robert von Pöhlmann, Geschichte der sozialen Frage und des Sozialismus in der antiken Welt, 3η εκδ., τ. I, Μόναχο 1925, σ.
236 κ.έ. 6. Βλ. Glotz, Le Travail..., σ. 298 κ.έ. 7. Μένανδρος, απ. 337 (= Kock, Comicorum..., τ. III, σ. 160) πρβ. -
Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων Πολιτεία, III, 3. 8. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 5, 9" Ρητορική, II, 16.
9. Αριστοτέλης, Ρητορική, ο.π. 10. Ξενοφών, Πόροι, IV, 8 Πλάτων, Πολιτεία, II, σ. 373a. 11. Πλάτων, Νόμοι, VIII, σ. 831c. 12. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 4, 6 VIII (V), 6, 5 Δημοσθένης, -
-
-
Κατά Φιλίππου Γ, 39.
13. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 551a Μένανδρος, απ. 294 (= Kock, ό'.π., σ. 84) πρβ. Αριστοφάνης, Πλούτος, 29 κ.έ., 36 κ.έ. -
-
14. Λυσίας, Κατά Φίλωνος, 6.
15. 16. 17. 18.
Αριστοφάνης, ό'.π., 28 κ.έ., 224. στό ϊδιο, 627* πρβ. Ισοκράτης, 'Αρεοπαγιτικός, 52. Πλάτων, ό'.π., σ. 552a. Ισοκράτης, ό'.π., 54.
19. στό ϊδιο, 83. 20. Ισοκράτης, Πανηγυρικός,
νης, 24.
168 πρβ. Φίλιππος, 96, και Περι ειρή -
21. Ισοκράτης, Φίλιππος, 121. 22. Αριστοφάνης, Πλούτος, 549. 23. Ισοκράτης, Άρεοπαγιτικός, 83. 24. Θουκυδίδης, II, 37 κ.έ. 25. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 552a κ.έ., 556a. 26. Αριστοτέλης, Πολιτικά, I, 5, 10 III, 2, 8 Δημοσθένης, Προς Εύβουλίδην, 45 Ισοκράτης, Ζ7ερί ειρήνης, 125. 27. Ισοκράτης, ό'.π., 130 πρβ. /1ρβοπα)·ίτικός, 24. -
-
-
5
447
-
σ.
322-331]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
28. Αριστοτέλης, Ρητορική,
Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων
29. 30. 31. 32.
II, 16' Αριστοφάνης, δ.π., 614 κ.έ.·
Πολιτεία, 1, 55.
Μένανδρος, απ. 405 (= Kock, δ.π., τ. III, σ. 118). Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 9, 5-6' πρβ. III, 2, 9. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 563d. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, II, 8, 4.
33. Δείναρχος, Κατά Δημοσθένους, 36' Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι τών δέκα ρητόρων, Λυκούργος, 14, σ. 842a. 34. Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, VII, 10.
35. Αριστοτέλης, Ρητορική, II, 16 κ.έ. 36. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 5, 8-9. 37. ατό ϊδιο, VI (IV), 3, 15· VIII (V), 7, 19' 9, 19" Πλάτων, Πολι τεία, IV, σ. 422e- VIII, σ. 551e. 38. Σόλων, στον Αριστοτέλη, Αθηναίων Πολιτεία, 5, 3 12, 3, 5. -
39. Βλ. Glotz, Histoire grecque, τ. I, σ. 429.
40. Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Δ, 41-45. 41. Αριστοτέλης, Πολιτικά, III, 4, 3· IV (VII), 12, 2· 4, 2' 9, 6· II, 4, 1 και 6. 42. στό ίδιο, VIII (V), 7, 8, 1 1 - 1 2 , 19· VI (IV), 10, 1-4.
43. Βλ. P. Guiraud, La Propriété..., σ. 195 κ.έ.· R. von Pöhlmann, δ.π., τ. II, Μόναχο 1925, σ. 333 κ.έ. 44. Αριστοτέλης, δ.π., III, 5, 4 και 7' VI (IV), 3, 8' 9, 9-10' 10, 5' VIII (V), 6, 4-5. 45. στό ϊδιο, VIII (V), 7, 19" πρβ. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 566c. 46. Ψευδο-Ξενοφών, δ.π., I, 13. 47. Ισοκράτης, Αρχίδαμος, 67. 48. Λυκόφρων (= Ψευδο-Πλούταρχος, Υπέρ ευγενείας, 18, 2, σ. 969)* πρβ. Αντιφών, Αλήθεια, 5, Ικδ. Gernet. 49. Αντιφών, δ.π.' Άλκιδάμας (= Αριστοτέλης, Ρητορική, I, 13)" Αριστοτέλης, Πολιτικά, I, 2, 3. 50. Αριστοτέλης, Ρητορική, II, 23. 51. Θουκυδίδης, III, 37. 52. Αριστοφάνης, Ιππής, 189 κ.έ. 53. Πλάτων, Πολιτεία, VIII, σ. 558c. 54. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 9, 6. 55. Βλ. R. von Pöhlmann, δ.π., τ. II, σ. 13-39· Alfred Groiset, Les Démocraties
antiques,
Παρίσι 1909, σ. 215 κ.έ.' Glotz, Le
Travail...,
σ. 186-192. 56. Πλάτων, Πολιτεία, III, σ. 416d κ.έ.' V, σ. 457 κ.έ. πρβ. Αριστο τέλης, Πολιτικά, II, 1, 2 κ.έ.' 2, 11 κ.έ. 57. Πλάτων, Νόμοι, V, σ. 739c, 740a-b, 737e, 772c, 767c. 58. Αριστοφάνης, Έκκλησιάζουσαι, 590 κ.έ., 614 κ.έ., 636 κ.έ. 59. Αριστοφάνης, Πλούτος, 510-512, 468-470. -
60. "Εργα και Ημέραι, 303 κ.έ.
61. Πολύβιος, VI, 9, 7-9' πρβ. VII, 10, 1' XV, 21. 62. Πρβ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 4, 2-3. 63. Αιλιανός, Ποικίλη Ιστορία, XIV, 24.
64. Διόδωρος, XV, 57 κ.έ.'. Ισοκράτης, Φίλιππος, 52* Πλούταρχος, Πολιτικά παραγγέλματα, 17, 9' Διονύσιος 'Αλικαρνασσεύς, VII, 66.
448
ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΌς
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ
ΖΩΗΣ
[β. 331-338
65. Διόδωρος, XIV, 7, 4.
66. Πλούταρχος, Δίων, 37 κ.έ.
67. Διόδωρος, XIX, 6-9· Justinus, XXII, 2, 9-12.
68. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 7, 11· Ψευδο-'Αριστοτέλης,
Ρητορική προς Άλέξανδρον, 3. 69. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία,
56, 2.
70. Αριστοφάνης, Σφήκες, 548 κ.έ., 560 κ.έ., 575 κ.έ., 620 κ.έ.
71. Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., III, 12 κ.έ.' πρβ. Ισοκράτης, κός, 31-35.
Άρεοπαγιτι-
72. Λυσίας, Κατά Νικομάχον, 22 πρβ. Κατά 'Επικράτονς, τών Άριστοφάνονς χρημάτων, 11, 39, 45, 49 κ.έ.
1' Ύπερ
-
73. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VII (VI), 3, 2-3' Ισοκράτης, Κατά Λο-
χίτον, 19 κ.έ. 74. Λυσίας, Ύπερ τών Αριστοφάνους Περι άντιδόσεως, 142.
χρημάτων,
10, 61" Ισοκράτης,
75. Αριστοτέλης, ό'.π.· Λυσίας, Κατά 'Επικράτονς, 1" πρβ. Αριστο φάνης, Ίππής, 1358 κ.έ.· Ψευδο-Ξενοφών, ό'.π., I, 13. 76. Ισοκράτης, Περί άντιδόσεως, 160' Ξενοφών, Σνμπόσιον, 77. Ισοκράτης, Περί ειρήνης, 128.
IV, 31.
78. Ξενοφών, Ελληνικά, IV, 4, 5 κ.έ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' ΦΘΟΡΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ (σ. 336-359) 1. 2. τονος, 3. 4.
Πρβ. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 40, 2. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 138" Δείναρχος, Κατ' 2. Υπερείδης, Ύπερ Ενξενίππον, 18. Αισχίνης, Περί τής παραπρεσβείας, 6" πρβ. 194.
'Αριστογεί-
5. Πρβ. Caillemer, λ. «Eisaggélia», στο Daremberg - Saglio - Pot
tier - Lafaye, Dictionnaire...-
zess, σ. 312 κ.έ.
Meier - Schoemann, Der attische Pro-
6. 'Τπερείδης, ό'.π., 2. 7. Αριστοτέλης, ό'.π., 8, 4.
8. στό ίδιο, 29, 4. 9. στό ϊδιο, 43, 4· 59, 2.
10. 'Τπερείδης, ό'.π., 21 κ.έ.
11. στό ϊδιο, 3, και Υπέρ Ανκόφρονος,
Χ, 5 κ.έ.· πρβ. Félix Durr-
bach, L'orateur Lycurgue, Παρίσι 1890, σ. 135 κ.έ. 12. Για τούς νομοθέτες, βλ. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 18, 2027, 33, 47 κ.έ.' Προς Αεπτίνην,
Κτησιφώντος, Inscriptiones
88 κ.έ., 93, 98 κ.έ., 146" Αισχίνης, Κατά
38-40' Michel, Recueil..., άρ. 1459, 1462, 1465, 107, 108' Graecae, τ. II Παράρτ., άρ. 128b. Πρβ. R. Schoell, «Über
att. Gesetzgebung», Sitzungsberichte der Bayer. Akademie..., 1886, σ. 83 κ.έ.' P. Foucart, στό Journal des Savants, 1902, σ. 177 κ.έ.' Α. Elter, Ein att. Gesetz über die Eleusinische Aparche, Βόννη 1914, σ.
8 κ.έ.' Η. Lipsius, Das attische..., τ. I, σ. 383 κ.έ.' J . Η. Lipsius, «Zur
449
σ. 338-348J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
att. Nomothesie», Berliner philologische
Wochenschrift,
1917, σ. 909
κ.έ.· W. Bannier, «Zu den att. Gesetzänderungen», Berliner..., 1918, σ. 1215 κ.έ.· Busolt, Griechische Staatskunde, σ. 462 κ.έ., 1011 κ.έ. 13. Michel, δ.π., άρ. 1462, 108 Inscriptiones Graecae, δ.π. 14. Michel, δ.π., άρ. 1465, 107· πρβ. Inscriptiones Graecae, τ. II, -
άρ. 162.
15. Πρβ. Η. Usener, στό Preussische Jahrbücher,
22· Haussoullier, έκδοση Αριστοτέλης, Αθηναίων
16. Βλ. έδώ, σ. 178.
τ. LUI, 1884, σ.
Πολιτεία, σ. χχνι.
17. Ισοκράτης, 'Αρεοπαγιτικός, 38.
18. Αριστοτέλης, δ.π., 41, 3.
19. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 10, 6. 20. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, δ.π. Ή μεταρρύθμιση ολοκλη ρώθηκε τό 392 (Αριστοφάνης, Έκκλησιάζουσαι, 184 κ.έ., 300 κ.έ., κτλ.).
21. Αριστοτέλης, δ.π., 62, 2.
22. Πλάτων, Γοργίας, σ. 515e. 23. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 5, 5.
24. Πρβ. Αριστοφάνης, ό'.π., 282 κ.έ., 289 κ.έ., 380 κ.έ., 390 κ.έ., 548. 25. Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 44, 2-3. 26. στό ϊδιο, 3. 27. στό ϊδιο, 30, 4 Θουκυδίδης, VIII, 67, 3' Inscriptiones -
τ. II, Προσθήκες, σ. 396, άρ. le.
Graecae,
28. Βλ. Revue des Études Grecques, τ. XXXIV, 1921, σ. 1-19. 29. Πρβ. Georges Perrot, Essai sur le droit public d'Athènes, Πα
ρίσι 1869, σ. 63-74.
30. Πρβ. Sundwall, Epigraphische Beiträge zur sozialpolitischen Geschichte Athens im Zeitalter des Demosthenes, Λιψία 1906. 31. Υπερείδης, Κατά Δημοσθένους, σ. 102b.
32. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατ 'Αριστογείτονος
Α, 40' Θεόφραστος,
Χαρακτήρες, 29, 3 Αριστοφάνης, Ίππής, 1023' πρβ. Ξενοφών, μονεύματα, II, 9, 1. 33. Ισοκράτης, Περι ειρήνης, 129 κ.έ.
Απομνη
34. Πλάτων, Πολιτεία, VI, σ. 288.
35. Θουκυδίδης, III, 42.
36. Αισχίνης, Περι τής παραπρεσβείας, Δημοσθένους, 111.
165' πρβ. Δείναρχος, Κατά
37. 'Τπερείδης, ό'.π., σ. 110b. 38. Ηρόδοτος, III, 57. 39. Ηρόδοτος, VII, 144· Αριστοτέλης, ό'.π., 22, 7.
40. Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι τών δέκα ρητόρων, Λυκούργος,
843d.
34, σ.
41. Πλούταρχος, Περικλής, 9" Φιλόχορος, απ. 85 (= Müller, Frag-
menta..., τ. I, σ. 397).
42. Αριστοτέλης, ό'.π., 28, 3" Michel, ό'.π., άρ. 569. 43. Πλούταρχος, ό'.π., 37' Αριστοφάνης, Σφήκες, 716 και Σχόλια. 44. Θουκυδίδης, VIII, 67* Αριστοτέλης, ό'.π., 30, 1.
45. Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Δ, 36 κ.έ.· πρβ. Αριστοτέλης, Πολι τικά, VII (VI), 3, 4.
450
ΦΘΟΡΑ
ΤΩΝ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ω Ν
ΘΕΣΜΩΝ
[ο. 348-357
46. Βλ. Σούδα, λ. «δραχμή χαλαζώσα» Δημοσθένης, Περι τον στεφά νου, 28. -
47. 'Τπερείδης, ο.π., σ. HOC Δημοσθένης, Α' Όλυνθιακός, 20" Προς
Αεωχάρην, 37. 48. Πλούταρχος, Πολιτικά παραγγέλματα,
25, 1, σ. 818f.
49. Αριστοτέλης, Πολιτικά, II, 4, 11· VII (VI), 3, 4. 50. Πλούταρχος, Πλατωνικά ζητήματα, 4, 4, σ. 1011b.
51. Αισχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 251. 52. Πλάτων, Κριτίας, σ. 50d κ.έ.' Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Δ, 41.
53. Michel, ό'.π., άρ. 1028· πρβ. Gustav Gilbert, Handbuch der
griechischen Staatsaltertümer,
τ. I, Λιψία 1881, σ. 435.
54. Ψευδο-Ξενοφών, Αθηναίων 564 κ.έ. 55. Αριστοτέλης, Αθηναίων
Πολιτεία, I, 17* Michel, ό'.π., άρ.
Πολιτεία, 43, 1.
56. Ξενοφών, Πόροι, III, 12-14' IV, 13 κ.έ.· Αριστοφάνης, 'Εκκλησιάζουσαι, 814 και Σχόλια* Ψευδο-'Αριστοτέλης, Οικονομικά, II, 2, 3 και 36. 57. Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Μακάρτατον,
54.
58. Βασική μαρτυρία: Πολυδεύκης, VIII, 130. Πρβ. Lécrivain, λ. «Eisphora», στό Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, ό'.π.· P. Gui-
raud, Etudes économiques sur l'Antiquité,
Παρίσι 1905, σ. 77 κ.έ.· H.
Francotte, Les finances..., a. 25 κ.έ. 59. Πολύβιος, II, 62, 7' Δημοσθένης, Περι συμμοριών, 19, 30" Φιλόχορος, απ. 151 (= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 409). 60. Πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 1354, στ. 24 κ.έ.· 1351, στ. 7 κ.έ.· 1355, στ. 25 κ.έ. 61. Δημοσθένης, Κατά Άφοβου, I, 7. 62. Δημοσθένης, Κατ' Άνδροτίωνος, 49 κ.έ. 63. Δημοσθένης, Περί συμμοριών, 25. 64. Λυσίας, Κατά Διογείτονος, 24 Ισοκράτης, Προς Καλλίμαχον, -
65. Λυσίας, ό'.π., 26' Δημοσθένης, 77ρός Πολυκλέα, 39, 68.
60.
66. Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 161* Περι τοϋ στεφάνου, 99" Michel,
ό'.π., άρ. 601, στ. 27. 67. Δημοσθένης, Κατά Άφοβου, II, 17.
68. Δημοσθένης, Κατά Μειδίου, 80, 155.
69. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Ενέργον, 21 κ.έ., 44, 78* Δημοσθένης,
Περι τοϋ στεφάνου,
803c, e, f, 804b.
103' Inscriptiones
70. Δημοσθένης, Περι σνμμοριών,
71. Θουκυδίδης, II, 39, 40.
Graecae,
τ. II, άρ. 793b, 795f,
16.
72. Αριστοφάνης, Νεφέλαι, 965, 1002 κ.έ.' πρβ. Βάτραχοι, 1088.
73. Ξενοφών, Απομνημονεύματα, III, 1-6. 74. Πλάτων, Νόμοι, VII, σ. 804c-d. 75. Αριστοτέλης, Πολιτικά, V (VIII), 1, 1-3: «Καθώς ή πόλη δεν έχει παρά ενα σκοπό, ή αγωγή πρέπει νά εϊναι ϊδια για όλους" και πρέπει νά εί ναι υπόθεση τοϋ κράτους και οχι τών ιδιωτών» VIII (V), 7, 20: ((Κεφα λαιώδες στοιχείο για τή σταθερότητα τοΰ κράτους, άν και εντελώς παρα μελημένο στις μέρες μας, είναι νά συμμορφώνεται ή αγωγή μέ το πολί τευμα». -
451
σ. 357-365J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
76. Πλάτων, δ.π., σ. 794c, 804c Πολιτεία, σ. 429e, 537b* Αριστοτέ -
λης, Πολιτικά, VIII (V), 3, 3. 77. Πλάτων, Νόμοι, I, σ. 641e. 78. Αριστοτέλης, Πολιτικά, V (VIII), 1, 4-3, 2. 79. Ισοκράτης, ' Αρεοπαγιτικός, 44. 80. Ξενοφών, δ.π., III, 5, 15" Ισοκράτης, Πανηγυρικός, 2. 81. Ξενοφών, δ.π., 7, 7' Ίέρων, IV, 6. Πρβ. Norman Gardiner, Greek athletic sports and festivals,
a. 130 κ.έ.
82. Ηρόδοτος, VI, 12· Θουκυδίδης, I, 124· V, 9' VI, 77' VIII, 25·
Ξενοφών, Ελληνικά, III, 2, 17.
83. Ξενοφών, δ.π., V, 2, 21.
84. Ξενοφών, Απομνημονεύματα,
III, 5, 15 και 19.
85. Αισχίνης, Περι της παραπρεσβείας,
167.
86. Ισοκράτης, Περί ειρήνης, 43-48" Ξενοφών, Πόροι, II, 3-4· Δημο
σθένης, Περι συμμοριών, Γ' Όλυνθιακός, 11, 19.
15 Κατά Φιλίππου Δ, 46* Α' Όλυνθιακός, -
87. Αριστοτέλης, Αθηναίων
20'
Πολιτεία, 42, 2-5. Ή πρώτη χρονολο
γικά άπό τις εφηβικές επιγραφές (Michel, δ.π., άρ. 603) είναι του 334 /3. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ Ε Λ Λ Α Δ Α Σ (σ. 360-388) 1. Πίνδαρος, Πυθιόνικοι, I, 73-80. 2. Αισχύλος, Πέρσαι, 402 κ.έ.
3. Ηρόδοτος, VIII, 144.
4. Αριστοφάνης, Λυσιστράτη, 1128 κ.έ.
5. Θουκυδίδης, II, 67· IV, 50· VIII, 18, 39, 43, 57 κ.έ., 80, 99 κ.έ.
6. Αριστοτέλης, Πολιτικά, IV (VII), 6, 1" Ισοκράτης, Περι άντιδό-
σεως,·293' Παναθηναϊκός,
150 κ.έ.· Φίλιππος, 124.
7. Ισοκράτης, Πανηγυρικός, 50. Πρβ. Georges Mathieu, Les Idées
politiques
d'Isocrate,
Παρίσι 1925, σ. 41 κ.έ.
8. Πλάτων, Πολιτεία, V, σ. 470. 9. Ισοκράτης, Φίλιππος, 126.
10. Θουκυδίδης, II, 41.
11. Ισοκράτης, Περι άντιδόσεως, 299. 12. στό ϊδιο, 293 κ.έ., 300, και Πανηγυρικός, 47-50. 13. Σχόλια Αισχίνη, Κατά Τιμάρχου, 39' Ισαίος, Περι τοϋ Φιλοκτήμονος κλήρου, 47' Περι τοϋ Κίρωνος κλήρου, 43" Δημοσθένης, Προς Εύβουλίδην, 30.
14. Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Νεαίρας, 88-91' Ανδοκίδης, Περι τής
εαυτού καθόδου, 23.
15. Βλ. Lipsius, Das attische..., τ. II, σ. 416 κ.έ.
16. Βλ. Β. Haussoullier, La vie municipale en Attique. Essai sur Vorganisation des dèmes au IV siècle, Παρίσι 1884, σ. 38-51. e
17. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, Recueil..., τ. II, άρ. xxix, Α, στ. 13 κ.έ. 18. Δημοσθένης, Προς Εύβουλίδην, 49.
452
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
[α. 365-370
19. Δημοσθένης, Προς Αεωχάρην, 35 κ.έ. Άρποκρατίων, λ. «Ποτα -
μός».
20. Δημοσθένης, Προς Ενβονλίδην,
59 κ.έ.· 'Τπερείδης, Ύπερ
Ενξε-
νίππου, 3* Άρποκρατίων, λ. «Άγασικλής».
21. Ισαίος, Ύπερ Ενφιλήτον, 1-2" Λυσίας, Κατά Άγοράτου, 64, 73. 22. Αισχίνης, Περι τής παραπρεσβείας, 76, 177 Άρποκρατίων, Σού -
δα, λ. «διαψήφισις».
23. Αριστοφάνης, Βάτραχοι, 679 κ.έ., 1504, 1532 και Σχόλια" Πλά
των Κωμικός, άπ. 60 (= Kock, ο.π., τ. I, σ. 617)" Αισχίνης, ο.π., 76. 24. Ισοκράτης, Περι ειρήνης, 50" Δημοσθένης, Περί συντάξεως, 25" Κατ' Άριστοκράτονς, 210 κ.έ.
25. Ισοκράτης, ο.π., 88.
26. Ψευδο-Πλούταρχος, Βίοι τών δέκα ρητόρων, Υπερείδης,
23-
8-9, σ.
849a" Λυκούργος, Κατά Λεωκράτονς, 41" Σούδα, λ. «ύπεψηφίσατο».
27. J . Kirchner, Prosopographia..., 4782, 8700, 15187.
άρ. 6489, 15380, 11672, 14951,
κ.έ." Busolt, Griechische Staatskunde,
σ. 964.
28. Dittenberger, Sylloge..., 3η εκδ., άρ. 175, 226, 127, 159, 228. 29. Δημοσθένης, Κατ' Άριστοκράτονς, 118 κ.έ. 30. Βλ. Α. Wilhelm, στο Mittheüungen..., τ. XXXIX, 1914, σ. 266 31. Ξενοφών, Ελληνικά, I, 1, 25" 2, 10. Βλ. Szanto, Das griechi
sche..., σ. 96 κ.έ. 32. S. Ferri, στό Abhandlungen der Preussischen Akademie..., 1925, τεΰχ. ν, σ. 4 κ.έ." Notiziaro arch. d. Minist, délie Colonie, τεϋχ. ιν
(1927). 33. Dittenberger, ο.π., άρ. 172. 34. Διόδωρος, XIII, 70, 4" XIV, 10, 2" Ξενοφών, ό'.π., 6, 12" II, 2, 20"
Λυσίας, Κατά Νικομάχον, 22" Ισοκράτης, Πανηγνρικός, κός, 67" Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, 39, 2.
132" Παναθηναϊ
35. Ξενοφών, Ελληνικά, V, 2, 12, 18. 36. στό ϊδιο, IV, 6, 1" πρβ. Head, Historia..., σ. 416. Βλ. Busolt,
ό'.π., σ. 1535, σημ. 1.
37. στό ϊδιο, 4, 5 κ.έ. Βλ. έδώ, σ. 335. 38. στό ϊδιο, 8, 27" Inscriptiones Graecae, editio minor, τ. II, άρ.
24, 28. 39. Ξενοφών, ό'.π., V, 1, 33, 36. 40. Πρβ. Head, ό'.π., σ. 344 κ.έ. 41. στό ϊδιο.
42. Ξενοφών, ό'.π., 2, 4, 25, 29 κ.έ.
43. στό ϊδιο, 2, 1-7" Έφορος, άπ. 138 (= Müller, Fragmenta..., τ. I,
σ. 272)" Διόδωρος, XV, 5, 12* Παυσανίας, VIII, 8, 7 κ.έ. Πρβ. έδώ, σ. 294. 44. Edward Α. Freeman, History of federal government
in Greece
and Italy, 2η εκδ., έπιμ. Bury, Λονδίνο 1893, σ. 149 κ.έ." Szanto, ό'.π., σ. 148-150" Swoboda, στό Archaeologisch-Epigraphische
Mittheilun
gen aus Österreich-Ungarn, τ. VII, 1884, σ. 1 κ.έ., 47 κ.έ." Griechische Staatsaltertümer, ο.π., σ. 212 κ.έ." Α. Β. West, στό Classical Philolo gy, τ. IX, 1915, σ. 124 κ.έ. Πρβ. έδώ, σ. 298.
45. Ξενοφών, ό'.π., V, 2, 19' πρβ. 12, 14. 46. Michel, Recueil..., άρ. 5.
453
a. 370-376]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
47. Head, δ.π., σ. 208. 48. Ξενοφών, δ.π., 15-17" Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Γ, 56, 66" Michel, δ.π.· Dittenberger, δ.π., άρ. 143. 49. Michel, δ.π. 50. Πλούταρχος, Πελοπίδας, 13 κ.έ. Αγησίλαος, -
24.
51. Πρβ. Freeman, δ.π., σ. 134 κ.έ.· Szanto, δ.π., σ. 156 κ.έ.· Swoboda, δ.π., σ. 262 κ.έ.· Busolt, δ.π., τ. II, σ. 1426 κ.έ.· J . Η. Thiel, «De synoecismo Boeotiae post annum 379 peracto», Mnemosyne, 1926, σ. 19-29. 52. Βλ. Busolt, δ.π., σ. 1427, σημ. 1. 53. Διόδωρος, XV, 79" Παυσανίας, IX, 13, 8. 54. Βλ. Head, δ.π., σ. 351 κ.έ. 55. Inscriptiones Graecae, τ. VII, άρ. 2407 κ.έ.· Διόδωρος, XV, 52, 1· 53, 3· Παυσανίας, IX, 6-7. 56. Διόδωρος, XV, 80, 2· Παυσανίας, IX, 1, 5. 52- Διόδωρος, XV, 71, 7" 72, 2" Cornelius Nepos, Epaminondas, 7. 58. Πλούταρχος, Αγησίλαος, 25" Cornelius Nepos, δ.π., 8" Παυσα νίας, IX, 14, 7. 59. Ξενοφών, Ελληνικά, V, 4, 20 κ.έ., 34" Διόδωρος, XV, 28, 3 κ.έ." 29, 6· Πλούταρχος, Πελοπίδας, 14 κ.έ.· Αγησίλαος, 24, 26. 60. Michel, δ.π., άρ. 86, Α, στ. 24 κ.έ., 79 κ.έ.' Inscriptiones
cae, ed. minor, τ. II, άρ. 40-43.
61. Βλ. F. Η. Marshall, The second athenian
confederacy,
πριτζ 1905. 62. Michel, δ.π., στ. 51 κ.έ. 63. Διόδωρος, XV, 28, 3' 29, 6" Ξενοφών, Πόροι, V, 6.
Grae Καίμ-
64. Inscriptiones Graecae, δ.π., άρ. 96, 103" Ισοκράτης, Ζ7ερί ειρή νης, 29' Πλαταϊκός, 21" Αισχίνης, Περί τής παραπρεσβείας, 86. 65. Inscriptiones Graecae, δ.π., άρ. 96' πρβ. άρ. 43, 44, 123.
66. Έναν μόνο: Inscriptiones Graecae, δ.π., άρ. 124, 232' περισσό τερους: άρ. 96, 107. 67. Dittenberger, δ.π., άρ. 146, 148. 68. στό ϊδιο, άρ. 149, 150.
69. Ακόμη μετά τό 371: στό ϊδιο, άρ. 159, 181" Αισχίνης, δ.π., 60 κ.έ."
Κατά Κτησιφώντος,
69 κ.έ., 74.
70. Ξενοφών, 'Ελληνικά, VI, 3, 19" πρβ. Dittenberger, δ.π., άρ. 159. 71. Θουκυδίδης, V, 18, 9. 72. Θεόπομπος, απ. 97 (= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 294)" πρβ. Inscriptio nes Graecae, δ.π., άρ. 126, στ. 13 κ.έ. Βλέπε F. Η. Marshall, ό'.π., σ. 38 κ.έ. 73. Ισοκράτης, Περί άντιδόσεως, 113" Ξενοφών, ό'.π., 2, 1" πρβ. In
scriptiones
Graecae, δ.π., άρ. 123, 207.
74. Michel, δ.π., άρ. 86, Α, στ. 44 κ.έ. 75. στό ϊδιο, στ. 51 κ.έ.
76. 77. 78. 79. 80.
Διόδωρος, XV, 31, 2. Michel, δ.π., στ. 80. Ξενοφών, δ.π., IV, 6, 4' Head, ό'.π., σ. 328 κ.έ. Ξενοφών, ό'.π. 7, 1' Αγησίλαος, II, 20. Michel, δ.π., Β, στ. 5' Dittenberger, ό'.π., άρ. 150.
454
Η ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
[α. 377-383
81. Ξενοφών, Ελληνικά, VI, 3, 19 κ.έ. 82. Διόδωρος, XV, 57, 62, 85· Ξενοφών, ό'.π., 5, 23" VII, 3, 11· 5, 4' Αγησίλαος, II, 24· Michel, ό'.π., άρ. 617. 83. Πρβ. Busolt, ό'.π., τ. II, σ. 1447. 84. Διόδωρος, XVI, 23, 6· 24, 1' 27, 2· 32, 2-4" Παυσανίας, Χ, 2, 3 και 7. 85. Διόδωρος, XVI, 35, 1' 56, 3, 7. 86. Πρβ. Head, ό'.π., σ. 339. 87. Dittenberger, ό'.π., άρ. 230-235· πρβ. σ. 320. 88. Ξενοφών, Ελληνικά, VI, 5, 3-5. Πρβ. έδώ, σ. 294, 370. Βλ. G. Fougères, Mantinée..., σ. 596 κ.έ. 89. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (VI), 2, 2. 90. Ξενοφών, ό'.π., 6-22· VII, 1, 23· Διόδωρος, XV, 59, 1' 67, 2. 91. Πάριο Μάρμαρο, 73' Παυσανίας, VIII, 27, 3 κ.έ.' Διόδωρος, XV, 72, 4. Βλ. Η. Francotte, La Polis..., a. 115 κ.έ. 92. Ξενοφών, ό'.π., VI, 5, 6, 11 κ.έ., 22 κτλ.
93. στό Ιδιο, 4' VII, 4, 33' Bulletin de Correspondance Hellénique, τ. XXXIX, 1915, σ. 55, στ. 30 κ.έ.' Inscriptiones Graecae, τ. V, π, άρ.
351-357· Head, ό'.π., σ. 444, 449. 94. Dittenberger, ό'.π., άρ. 183* Άρποκρατίων, λ. «μύριοι»· Διόδω ρος, XV, 59, 1* Ξενοφών, Ελληνικά, VII, 4, 35 κ.έ. 95. Φύλαρχος, απ. 65 (= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 354). 96. Ξενοφών, ό'.π., 4, 33" 5, 38' Bulletin..., ό'.π., σ. 53 κ.έ.' Inscrip tiones Graecae, ό'.π., άρ. 343, Α, στ. 9 κ.έ.
97. Dittenberger, ό'.π., στ. 9 κ.έ.' Ξενοφών, ό'.π., 1, 24* 4, 33 κ.έ. 98. -Ξενοφών, ό'.π., 3, 1' Διόδωρος, XV, 62, 2. 99. Διόδωρος, XV, 94' Παυσανίας, VIII, 27, 7. Βλ. Busolt, ό'.π., τ. II, σ. 1404. 100. Dittenberger, ό'.π.' Fouilles de Delphes, τ. III, ι, άρ. 3' Ξενο φών, ό'.π., 1, 33. 101. Στράβων, VIII, 3, 2, σ. 337. 102. Bulletin..., ό'.π., σ. 98 κ.έ. 103. Ξενοφών, ό'.π., VI, 5, 1-3. 104. Dittenberger, ό'.π., άρ. 181* πρβ. άρ. 184. 105. Αισχίνης, Περι τής παραπρεσβείας,
69 κ.έ., 74. 106. 107. 108. 109.
60 κ.έ.' Κατά
Κτησιφώντος,
Αισχίνης, Περί τής παραπρεσβείας, 21, 97, 126. στό ϊδιο, 20. Ισοκράτης, Περι ειρήνης, 2. στό ϊδιο, 29' Αισχίνης, Κατά Κτησιφώντος, 93.
110. Πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 1463b' Ψευδο-Δημοσθένης, Κατά Θεο-
κρίνου, 37.
111. Πλούταρχος, Φωκίων, 7' Ισοκράτης, 77ερί άντιδόσεως, 113'
Ψευδο-Δημοσθένης, Προς Τιμόθεον, 49' Inscriptiones
Graecae, ed. mi
nor, τ. II, άρ. 123, 207. 112. Michel, ό'.π., άρ. 95, 600, 1463' πρβ. Δημοσθένης, Περι τών εν Χερρονήσφ, 26.
113. Michel, ό'.π., άρ. 1455.
114. στό ϊδιο, άρ. 95, 401' πρβ. Inscriptiones
455
Graecae, ο.π., άρ. 179.
σ. 383-395J
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
115. Κρατερός, άπ. 15 (= Müller, δ.π., τ. II, σ. 622)· Φιλόχορος, απ.
131 (= στο ίδιο, τ. I, σ. 405).
116. Dittenberger, δ.π., άρ. 180· Διόδωρος, XV, 108, 113· Δημοσθέ
νης, Κατά Φιλίππου Β, 20. 117. Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Γ, 15" Περι τών εν Χερρονήσω, 6.
118. Πρβ. Michel, ό'.π., άρ. 403, 404, 406. 119. Βλ. Inscriptiones Graecae, τ. XII, ν, σ. xxxvr Szanto, ό'.π., σ.
138 κ.έ. Swoboda, στό Sitzungsberichte -
der Akad. d. Wiss. zu Wien,
τ. CXCIX, H, 1926, σ. 38 κ.έ. 120. Δημοσθένης, 77ερί της Ροδίων ελευθερίας, 26" Θεόπομπος, άπ. 65 (= Müller, ό'.π., τ. I, σ. 287). 121. Οί κυριότερες πηγές είναι: Διόδωρος, XVI, 89" Justinus, IX, 5' Dittenberger, ό'.π, άρ. 260· πρβ. Ψευδο-Δημοσθένης, Περι τών προς 'Αλέξανδρον συνθηκών, 4 κ.έ.· Inscriptiones Graecae, ed. minor, τ. II, άρ. 329. Βλ. Α. Wilhelm, Urkunden des korinthischen Bundes der Hellenen, Βιέννη 1911· U. Wilcken, στό Sitzungsberichte der Bayer.
Akademie..., 1917, τεΰχ. x (: «Beitr. z. Gesch. d. korinth. Bundes»), και 1922, σ. 142 κ.έ.· Julius Kaerst, Geschichte des hellenistischen
Zeit
alters, a. 268 κ.έ., 526 κ.έ.· πρβ. Busolt, ό'.π., τ. II, σ. 1389 κ.έ. 122. Michel, ό'.π., άρ. 14, 33· Justinus, IX, 2· Αισχίνης, Κατά Κτη σιφώντος, 161, 254· πρβ. Grenfell - Hunt, The Oxyrhynchus Papyri, τ. I, σ. 25, στήλη m, στ. 27· Διόδωρος, XVI, 3" XVII, 73, 5. 123. Dittenberger, ό'.π. Βλ. Α. Larsen, «Représentative Govern, in the Panhell. Leagues», Classical Philology, τ. XX, 1925, σ. 313 κ.έ.· τ. XXI, 1926, σ. 52 κ.έ. 124. Michel, ό'.π., άρ. 33, στ. 10 κ.έ." Αισχίνης, ό'.π.· Υπερείδης, Ύπερ Εύξενίππου,
20' Δημοσθένης, Περι τον στεφάνου,
201.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Σ (σ. 391-402)
ΠΟΛΗΣ
1. Πρβ. Drerup, Aus einer alten Advokatenrepublik, 1916. 2. Lenschau, στό Bursian, Jahresbericht über die Fortschritte
der klass. Altertumswissenschaft, τ. GXXII, 1904, σ. 254-256, 268. Βλ. άλλα παραθέματα αύτοϋ τοϋ είδους στό G. Mathieu, Les Idées..., σ. 54, 221. 3. Θεόπομπος, άπ. 126 (= Müller, Fragmenta..., τ. I, σ. 299). 4. Βλ. W. Schur, «Zur Vorgesch. des Ptolemäerreiches», Klio, τ. XX, 1920, σ. 270 κ.έ. 5. 'Αριστόξενος Ταραντίνος, άπ. 15 (= Müller, ό'.π., τ. II, 276). 6. Ά ς αναφέρουμε ακόμη τόν Φιλίσκο και τον Ίφιάδη άπό τα Άβδη ρα, τον Νεογένη άπό τόν Ώρεό, τόν Θεμίσωνα άπό τήν Ερέτρια, τούς αρ χηγούς της Φωκίδας, τόν Τιμοφάνη άπό τήν Κόρινθο, τόν Εΰφρωνα άπό τή Σικυώνα, τόν Χαίρωνα άπό τήν Πελλήνη. 7. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VI (IV), 9, 12. 8. Νόμοι, IV, σ. 709e- πρβ. Πολιτεία, V, σ. 473d- VI, σ. 499b- Πο λιτικός, σ. 293c, 296 κ.έ., 300e κ.έ.
456
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ
9. Βλ. Josef Kessler, Isokrates und die panhellenische
born 1910" Pöhlmann, Isokrates
[σ. 396-400
Idee, Pader
und das Problem der Demokratie,
1913, σ. 2 κ.έ.· G. Mathieu, ό'.π., σ. 44 κ.έ., 95-110, 133 κ.έ., 155 κ.έ. 10. 'Τπερείδης, Επιτάφιος, 10.
11. Βλ. Mathieu, ό'.π., σ. 216.
12. Αριστοτέλης, Πολιτικά, VIII (V), 8, 6" πρβ. 2.
13. Δημοσθένης, Περί τής Ροδίων ελευθερίας, 17-18.
14. Βλ. έδώ, σ. 331.
15. Fustel de Coulanges, Poly be ou la Grèce conquise par les Romains, 1858. 16. Δημοσθένης, Κατά Τιμοκράτονς, 210" Ισοκράτης, Πανηγυρικός,
104. 17. Πλάτων, Νόμοι, VIII, σ. 843e. 18. Βλ. Journal
des Savants,
1916, σ. 21 κ.έ.
457
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
I. ΠΗΓΕΣ
1. Επιγραφικές και παπυρολογικές πηγές Corpus Inscriptionum Graecarum, Inscriptiones Graecae, 1873 κ.έ.
Inscriptiones
4 τ., 1827-1877.
Graecae, editio minor, 2 τ., 1913-1924.
Lebas - Waddington, Voyage archéologique
neure, 3 τ., Παρίσι 1847-1868.
en Grèce et en Asie Mi-
Dittenberger - Purgold, Die Inschriften von Olympia (Olympia. Die Ergebnisse der von dem Deutschen Reich veranstalteten Aus
grabung, τ. V), Βερολίνο 1896.
Bourguet - Colin, Inscriptions
Παρίσι 1909 κ.έ.
Β. Latyschev, Inscriptiones
de Delphes (Fouilles de Delphes, τ. III),
antiquae
orae septentrionalis
Ponti Eu-
xini, τ. I-II-IV, Πετρούπολη 1885-1901· τ. I, 2η &c8., 1912. Paton - Hicks, Inscriptions of Cos, Όξφόρδη 1891.
Ο. Kern, Inschriften von Magnesia am Maeander, Βερολίνο 1910. M. Fraenkel, Inschriften von Pergamon (Altertümer von Pergamon,
τ. VIII), Βερολίνο 1890-1895.
Rudolf Heberdey, Forschungen
1913.
in Ephesos, τ. II-III, Βιέννη 1912-
Hiller von Gaertringen, Inschriften von Priene, Βερολίνο 1906. Alb. Rehm, Milet. Ergebnisse der Ausgrabungen, τεϋχ. III, Βεοολίνο
1914.
H. Roehl, Inscriptiones
Graecae Antiquissimaepraeter
atticas in At
tica rep er tas, Βερολίνο 1882. Collitz - Bechtel - Hoffmann, Sammlung der Griechischen DialektInschriften, 4 τ., Γοττίγγη 1884-1915. Dareste - Haussoullier - Th. Reinach, Recueil des Inscriptions Juri diques Grecques, 2 τ., Παρίσι 1891-1904. Ioannes de Prott - Ludovicus Ziehen, Leges Graecorum Sacrae e titulis collectae, 2 τεύχ., Αιψία 1896-1907.
Supplementum Epigraphicum Graecum, Leyde 1923 κ.έ. Dittenberger, Sylloge Inscriptionum Graecarum, 2η εκδ., 3 τ., Αιψία
1898-1901· 3η εκδ., 4 τ., 1915-1924.
Ch. Michel, Recueil d Inscriptions
ξέλλες 1900-1927.
Grecques, 1 τ. και 2 συμπλ., Βρυ
Β.P. Grenfell - Α.S. Hunt, The Oxyrhynchus
κ.έ.
459
Papyri,
Λονδίνο 1898
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
2. Φιλολογικές πηγές Bergk, Poetae lyrici Graeci, 4η έκδ., 3 τ., Λιψία 1878-1882. Kinkel, Epicorum Graecorum fragmenta, Λιψία 1877. Kock, Comicorum Atticorum fragmenta, Λιψία 1880-1888. G. Müller, Fragmenta Historicorum Graecorum, 5 τ., Παρίσι 1841-
1884.
II. ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ KAI ΛΕΞΙΚΑ
1. Περιοδικά Abhandlungen der Bayerischen Akademie der Wissenschaften zu München, Philos.-philol.-hist. Klasse. Abhandlungen der Gesellschaft der Wissenschaften zu Göttingen,
Philol.-hist. Klasse.
Abhandlungen der Preussischen Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Philos.-hist. Klasse. Abhandlungen der Sächslichen Gesellschaft der Wissenschaften, Phi-
lol.-hist. Klasse.
American Journal of Archaeology. American Journal of Philology. Annual of the British School at Athens. Anzeiger der Wiener Akademie, Phil.-hist. Klasse. Archaeologisch-Epigraphische Mittheilungen aus Österreich-Ungarn. Archaeologischer Anzeiger. Archiv für Papyrusforschung und Verwandtes. Berliner philologische Wochenschrift. Bulletin de Correspondance Hellénique. Bursian, Jahresbericht über die Fortschritte der klassischen Altertums wiss ens c haft. Classical Journal. Classical Philology. Classical Review. Comptes rendus de l'Académie des Inscriptions et des Belles-Lettres. Έφημερίς Αρχαιολογική. Glotta. Gottingische Gelehrte Anzeigen. Hermes. Historische Zeitschrift. Jahrbuch des Deutschen Archäologischen Instituts. Jahreshefte des österreichischen Archäologischen Instituts in Wien. Journal of Hellenic Studies. Journal international d'Archéologie numismatique.
460
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Journal of Philology. Journal des Savants. Klio. Beiträge zur alten Geschichte. Mémoires présentés par divers savants à l'Académie des Inscriptions et des Belles-Lettres. Mittheilungen des Deutschen Archaeologischen Instituts. Athenische Abteilung. Mnemosyne. Monumenti antichi pubblicati per la cura dell' Accademia dei Lincei. Musée Belge. Nachrichten von der Universität und der Gesellschaft der Wissenschaften zu Göttingen. Neue Jahrbücher für das klassische Altertum. Nouvelle Revue Historique de Droit français et étranger. Philologus. Πρακτικά τής εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Revue Archéologique. Revue des Études Anciennes. Revue des Études Grecques. Revue Historique. Revue Numismatique. Revue de Philologie, de Littérature et d'Histoire anciennes. Revue des Questions Historiques. Rheinisches Museum. Ri vis ta di Filologia classica. Ri vis ta diStoria antica. Sitzungsberichte der Akademie der Wissenschaften zu Wien. Sitzungsberichte der Bayerischen Akademie der Wissenschaften zu München, Philos.-philol.-hist. Klasse. Sitzungsberichte der Preussischen Akademie der Wissenschaften zu Berlin. Wiener Studien. Zeitschrift für Numismatik. Zeitschrift der S a vi gny Stiftung für Rechts geschickte, Romanistische
Abteilung.
2. Λεξικά Daremberg - Saglio - Pottier - Lafaye, Dictionnaire des Antiquités grecques et romaines, 5 τ., Παρίσι 1875-1919. Pauly - Wissowa - Kroll, Real-Encyclopädie der classischen Altertumswissenschaft, Στουτγάρδη 1894 κ.έ. Roscher, Ausführliches Lexicon der griechischen und römischen Mythologie, Αιψία 1884 κ.έ.
461
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
III. ΕΡΓΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΑ Babelon Ernest, Traité des monnaies grecques et romaines. Μέρος A', Théorie et doctrine, τ. I, Παρίσι 1901. Μέρος Β', Description his
torique, τ. I, 1907- τ. II, 1910· τ. III, 1914· τ. IV, τεϋχ. 1, 1926. Μέρος Γ', Album de planches, pl. I-CCLXXVI, 1907-1926. Beloch Julius, Die Bevölkerung der griechisch-römischen Welt, Λιψία
1886.
Griechische Geschichte, 2η έκδ., 4 τ. σέ 2 μέρη ό καθένας, Στρασ-
βοΰργο-Βερολίνο 1912-1927.
Bourguet Emile, L'administration financière du sanctuaire pythique au IV siècle avant J.-C, Παρίσι 1905. Bury J . Β., A history of Greece to the death of Alexander the Great, e
2η Ικδ., Λονδίνο 1913.
Busolt Georg, Griechische
Geschichte
(Handbücher der alten Ge-
schichte), τ. I, 2η εκδ., Γκότα 1893" τ. II, 2η εκδ., 1895· τ. III, ι, 1897· π, 1904. Griechische Staatskunde
(Handbuch der klassischen Altertums
wissenschaft, έπιμ: Iwan von Müller, τ. IV, 1, 3η Ικδ. τών Grie
chischen Staats und Rechtsaltertümer), 2 τ., Μόναχο 1920-1926. Calderini Aristide, La manomissione e la condizione dei liberti in
Grecia, Μιλάνο 1908.
Cambridge Ancient History, τ. I-VI, Καίμπριτζ 1923-1927.
Gavaignac Eugène, Histoire de l'antiquité, 3 τ., Παρίσι 1913-1914. Population
et capital dans le monde méditerranéen
antique (Pu-
blications de la Faculté des Lettres de l'Université de Strasbourg, τεΰχ. XVIII), Στρασβούργο 1923.
Chapot V. - Golin G. - Croiset Alfred κ.ά., Hellénisalion antique, Παρίσι 1914. Croiset Alfred, Les Démocraties antiques, Παρίσι 1909. Croiset Maurice, La civilisation
Παρίσι 1922.
Curtius Ernst, Griechische
hellénique. Aperçu
du monde
historique,
2 τ.,
Geschichte, 6η εκδ., Βερολίνο 1887-1889
(γαλλ. μτφρ. Bouché-Leclercq, μέ Άτλαντα, 1883).
Defourny M., Aristote.
Théorie économique et Politique sociale (An-
nales de l'Institut supérieur de Philosophie de Louvain, τ. III), Lou vain 1914.
Aristote
et ΓÉducation
(Annales de l'Institut supérieur de Phi-
losophie de Louvain, τ. IV), Louvain 1919.
Aristote. L'Évolution
sociale (Annales de l'Institut supérieur de
Philosophie de Louvain, τ. V), Louvain 1924.
Ebeling, Lexicon Homericum, 2 τ., Βερολίνο 1871.
Ehrenberg V., Die Rechtsidee im frühen Griechentum, Λιψία 1921. Neugründer des Staates, Μόναχο 1925. Feldmann W., Analecta epigraphica ad historiam synoecismorum et
sympolitiarum
(Dissertationes philologicae Argentoratenses,
τεϋχ. IX), Στρασβοΰργο 1885.
462
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Fougères Gustave, Mantinée et l'Arcadie
orientale, Παρίσι 1898.
Francotte H., La Polis grecque. Recherches sur la formation et l'or ganisation des cités, des ligues et des confédérations dans la
Grèce ancienne (Studien zur Geschichte und Kultur des Alter-
tums, τ. I, τεύχ. 3 και 4), Paderborn 1907.
L'industrie
dans la Grèce ancienne
(Bibliothèque de la Faculté
de philosophie et lettres de l'Université de Liège, τεύχ. VII και VIII), 2 τ., Βρυξέλλες 1900-1901.
Les finances des cités grecques, Λιέγη-Παρίσι 1909. Mélanges de-droit public grec, Λιέγη-Παρίσι 1910. Freeman Edward Α., History of federal government in Greece and
Italy, 2η εκδ., έπιμ. J . Bury, Λονδίνο 1893.
Fustel de Coulanges, La Cité antique, 14η έκδ., Παρίσι 1893. Nouvelles
Recherches
sur quelques problèmes
d'histoire
κ.έ.: «Étude sur la propriété à Sparte»), Παρίσι 1891.
(σ. 52
Gardiner Ε. Norman, Olympia. Its History and Remains, Όξοόρδη
1925.
Gardner Percy, A History
1918.
of ancient coinage 700-300 b.C, Όξφόρδη
Gilbert Gustav, Handbuch
der griechischen
Λιψία 1881-1885· 2η εκδ. τοϋ τ. I, 1893.
Glotz Gustave, La Solidarité
de la famille
Grèce, Παρίσι 1904.
Etudes
1906.
sociales
et juridiques
Staats al ter turner, 2 τ.,
dans le droit criminel en
sur l'antiquité
grecque,
Παρίσι
Le Travail dans la Grèce ancienne. Histoire économique de la Grèce depuis la période homérique jusqu'à la conquête romaine,
Παρίσι 1920 (άγγλ. μτφρ. Dobie, Λονδίνο 1926).
Histoire grecque, τ. I, Παρίσι 1925.
Grote G., A History of Greece, 1η εκδ., Λονδίνο 1846. Grundy G.B., Thucydides and the history of his age, Λονδίνο 1911. Guiraud Paul, La Propriété
maine, Παρίσι 1893.
La main-d'oeuvre
foncière en Grèce jusqu'à la conquête ro-
industrielle
dans l'ancienne
Grèce
(Biblio-
thèque de la Faculté des Lettres de l'Université de Paris, τ. XII), Παρίσι 1900.
Head Barclay V., Historia numorum, 2η εκδ., Όξφόρδη 1911. Hitzig Η.F., Alt griechische Staats vertrage
κ-κ-- . δ
.
Jannet Claudio, Les institutions
εκδ., Παρίσι 1880.
.
über Rechtshilfe,
...
Ζυρίχη
sociales et le droit civil à Sparte,
2η
Jardé Auguste, La formation du peuple grec (L'Évolution de l'huma-
nité, τ. Χ), Παρίσι 1923.
Kaerst Julius, Geschichte des hellenistischen Zeitalters, 3 τ., Λιψία* 2η
έκδ., τ. II τό 1926.
Kahrstedt Ulrich, Griechisches Staatsrecht, τ. I, Γοττίγγη 1922. Keil Bruno, Griechische Staatsaltertümer (Einleitung in der Alter-
tumswissenschaft τών Gercke - Norden, τ. III, 2η έκδ., σ. 309 κ.έ.), Λιψία-Βερολίνο 1914.
463
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kessler Josef, Isokrates und die panhellenische
Idee (Studien zur Ge
schichte und Kultur des Altertums, τ. IV, τεϋχ. 3), Paderborn 1910.
Kip Gerhard, Thessalische Studien. Beiträge zur politischen Geographie, Geschichte und Verfassung der thessalischen Landschaften,
Neuenhaus 1910.
Klotzsch Karl, Epirotische
Geschichte bis zum Jahre 280 v. Chr., Βε
ρολίνο 1911. Kuenzi Adolphe, 'Επίδοσις, Βέρνη 1923.
Larfeld Wilhelm, Handbuch der griechischen Epigraphik, τ. I, Αιψία
1908· τ. II σέ 2 μέρη, 1898-1902. Griechische Epigraphik
(Handbuch der klassischen Altertums
wissenschaft, έπιμ. Iwan von Müller, τ. I, ν), Μόναχο 1914.
Lehmann-Haupt CF., Griechische
Geschichte
bis zur Schlacht bei
Chaironeia (Einleitung in der Altertumswissenschaft τών Gercke Norden, τ. III, 2η Ικδ., σ. 3 κ.έ.), Αιψία-Βερολίνο 1912.
Mathieu Georges, Les Idées politiques d'Isocrate, Παρίσι 1925. Meyer Eduard, Geschichte des Altertums, 3η έκδ., 5 τ., Στουτγάρδη-
Βερολίνο 1910 κ.έ." 4η εκδ. τοΰ τ. I, ι και ιι, 1921.
Forschungen zur alten Geschichte, 2 τ., Χάλλη 1899. Theopomps Hellenica, Χάλλη 1909.
Monceaux Paul, Les proxénies grecques, Παρίσι 1886.
Phillipson Coleman, The international law and custom of ancient Greece and Rome, 2 τ., Λονδίνο 1911. Pohlenz Max, Staatsgedanke und Staatslehre der Griechen (Wissen
schaft und Bildung, τ. CLXXXIII), 1923.
Pöhlmann Robert von, Grundriss der griechischen
Quellenkunde
Geschichte
nebst
(Handbuch der klassischen Altertumswissen-
schaft, έπιμ. Iwan von Müller, τ. III, ιν), 5η έκδ., Μόναχο 1914.
Geschichte der sozialen Frage und des Sozialismus in der antiken Welt, 3η Ϊ/.8., 2 τ., Μόναχο 1925. Isokrates und das Problem der Demokratie (Sitzungsberichte der Bayer. Akad. d. Wiss. zu München, Philos.-philol.-hist. Klasse,
1913).
Raeder Α., L'arbitrage
1912.
international
chez les Hellènes,
Scala R. von, Die Staats vertrage der Altertums,
Christiania
τ. I, Αιψία 1898.
Schmidt Leopold, Die Ethik der alten Griechen, 2 τ., Βερολίνο 1882. Schoemann G.F., Griechische Altertümer, 5η εκδ. αναθεωρημένη άπό
τον Lipsius, Βερολίνο 1897-1902 (γαλλ. μτφρ. Galuski, 1884).
Schoenfelder W., Die städtischen und Bundesbeamten des griechischen Festlandes vom 4. Jahrhundert v. Chr. Geb. bis in die römische Kaiserzeit, Αιψία 1917.
Swoboda Heinrich, Griechische Staatsaltertümer
(Lehrbuch der grie-
chischen Antiquitäten τοΰ Κ.F. Hermann, τ. I, m, 6η εκδ.), Τυβίγγη 1913. Die griechische
1915.
Bünde
und der moderne Bundesstaat,
Szanto Emil, Das griechische Bürgerrecht,
464
Φριβοΰργο 1892.
Πράγα
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Thalheim, Griechische Rechtsaltertümer
(Lehrbuch der griechischen
Antiquitäten τοϋ Κ.F. Hermann, τ. II, ι, 4η έκδ.), Φριβοΰργο-Λιψία 1895.
Tod Marcus Niebuhr, International
Όξφόρδη 1913.
arbitration
among the Greeks,
Ure P. Ν., The origin of tyranny, Καίμπριτζ 1922. Vinogradoff sir Paul, Outlines of historical Jurisprudence, τόμ. II: The Jurisprudence of the Greek City, Όξφόρδη 1922. Walker E.M., The Hellenica Ozyrhynchia. Its authorship and author
ity, Όξφόρδη 1913.
Wallon H., Histoire de Vesclavage dans Vantiquité,
ρίσι 1879.
Wilamowitz-Moellendorff Ulrich von, Staat
2η ίκδ., 3 τ., Πα
und Gesellschaft der
Griechen (Die Kultur der Gegenwart, II, iv, 1), 2η εκδ., Λιψία 1923.
Wilhelm Adolf, Beiträge zur griechischen Inschriftenkunde
(Sonder-
schriften des österreichischen archäologischen Institutes in Wien, τ. VII), Βιέννη 1909.
Ziebarth Erich, Aus dem griechischen Schulwesen, 2η Ικδ., Λιψία-Βε-
ρολίνο 1914.
IV. ΕΡΓΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ Ardaillon Edouard, Les mines du Laurion
1897.
Beauchet Ludovic, Histoire
du droit privé
nienne, 4 τ., Παρίσι 1877.
dans l'antiquité,
Παρίσι
de la république
athé-
Beloch Julius, Die attische Politik seit Perikles, Λιψία 1884.
Boeckh August, Staatshaushaltung
der Athener, 3η εκδ., θεωρημένη
άπό τόν M. Fraenkel, 2 τ., Βερολίνο 1886.
Brillant Maurice, Les secrétaires athéniens (Bibliothèque de l'École
des Hautes Études, τεϋχ. CXCI), Παρίσι 1911.
Calhoun George Miller, Athenian
Clubs in Politic
and
Litigation
(Bulletin of the University of Texas, άρ. 262), Austin 1913.
Carcopino Jérôme, Histoire
de l'ostracisme
athénien
(Bibliothèque
de la Faculté des Lettres de l'Université de Paris, τ. XXV, σ. 85 κ.έ.), Παρίσι 1909.
Cavaignac Eugène, Études sur l'histoire financière d'Athènes siècle. Le trésor d'Athènes de 480 à 404, Παρίσι 1908.
Clerc Maxime, Les Métèques athéniens, Παρίσι 1893.
e
Cloché Paul, La Restauration
démocratique
Croiset Maurice, Aristophane
et les partis à Athènes, Παρίσι 1906.
J.-C,
Παρίσι 1915.
Drerup Engelbert,
[Ήρωδον]
Περί Πολιτείας.
à Athènes en 403
au V
Ein politisches
avant Pam
phlet aus Athen, 404 vor Chr. (Studien zur Geschichte und Kul
tur des Altertums, τ. II, τεϋχ. I), Paderborn 1908.
Durrbach Félix, L'orateur Lycurgue, Παρίσι 1890.
Foucart Paul, «Mémoire sur les colonies athéniennes au V et au IV e
465
e
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ siècle», Mémoires présentés par divers savants à l'Académie des Inscriptions et Belles-Lettres, τ. IX, 1878, σ. 323 κ.έ.
Fraenkel Max, Die attischen Geschworenengerichte, Fustel de Coulanges, Nouvelles
Recherches
Βερολίνο 1877.
sur quelques
problèmes
d'histoire (σ. 145 κ.έ.: «Recherches sur le tirage au sort appliqué à la nomination des archontes athéniens»), Παρίσι. 1891.
Gernet Louis, L'approvisionnement
d'Athènes en blé au V et au VI e
e
siècle (Bibliothèque de la Faculté des Lettres de l'Université de Paris, τ. XXV, σ. 268 κ.έ.), Παρίσι 1909.
Gilliard Charles, Quelques réformes de Solon, Λοζάννη 1907.
Girard Paul, L'éducation
athénienne
J.-C., 2η εκδ., Παρίσι 1891.
au V et au IV siècle e
e
avant
Haussoullier Β., La vie municipale en Attique. Essai sur Vorganisation des dèmes au IV siècle, Παρίσι 1884. Kaiinka E., Diepseudoxenophontische Αθηναίων πολιτεία. Einleitung, Übersetzung, Erklärung, Λιψία 1913. e
Kirchner J . , Prosopographia Ledl Artur, Studien
attica, 2 τ., Βερολίνο 1901-1903.
zur älteren athenischen
Χαϊδελβέργη 1914.
Verfassungsgeschichte,
Lipsius H., Das attische Recht und Rechts verfahren, 3 τ., Λιψία 1905-
1915.
Lofberg John Oscar, Sycophancy in Athens, Σικάγο 1917. Marshall F. H., The second athenian confederacy (Cambridge histor
ical Essays, τ. XIII), Καίμπριτζ 1905.
Martin Albert, Les cavaliers athéniens, Παρίσι 1886. Mathieu Georges, Aristo te, Constitution d'Athènes (Bibliothèque de
l'École des Hautes Études, τεϋχ. CCXVI), Παρίσι 1915.
Meier M.H.Ed. - Schoemann G.F., Der attische Prozess, 2η έκδ. ανα
θεωρημένη άπό
TOV^J.H.
Lipsius, 2 τ., Βερολίνο 1883-1887.
Pedroli U., «I tributi degli alleati d'Atene», Studi di storia
τεϋχ. I, 1891, σ. 101 κ.έ.
antica,
Perrot Georges, Essai sur le droit public d'Athènes, Παρίσι 1869. Reinach Adolphe, At this. Les origines de l'État athénien, Παρίσι
1912.
Reusch S., De diebus contionum ordin. apud Athenienses
(Disserta-
tiones philologicae Argentoratenses, τεϋχ. III), Στρασβούργο 1879.
Römstedt M., Die wirtschaftliche
Λιψία 1914.
Organisation
des attischen
Reiches,
Sanctis Gaetano de, 'Ατθίς. Storia délia republica Ateniese dalle origini alle riforme di Clistene, Ρώμη 1898' 2η έκδ.: dalle origini alla età di Pericle, Τουρίνο 1912.
Schaefer Arnold, Demosthenes
1885-1887.
Seltman CT., Athens,
und seine Zeit, 2η έκδ., 3 τ., Λιψία
its history
invasion, Καίμπριτζ 1924.
and coinage before the Persian
Smith F.D., Athenian political commissions, Σικάγο 1920. Sundwall J . , Epigraphische Beitrage zur sozialpolitischen Geschichte Athens im Zeitalter des Demosthenes (Klio, Παράρτημα IV), Λι
ψία 1906.
466
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Toepffer Johannes, Attische
Weber Hans, Attisches
Genealogie, Βερολίνο 1889.
Prozessrecht
in den attischen
Stebundstaa-
ten (Studien zur Geschichte und Kultur des Altertums, τ. I, τεϋχ. 5), Paderborn 1908.
Wilamowitz-Moellendorff Ulrich von, Aristoteles
Βερολίνο 1893.
Wilhelm Adolf, Urkunden
dramatischer
und Athen,
Aufführungen
in
2 τ.,
Athen
(Sonderschriften des österreichischen archäologischen Institutes in Wien, τ. VI), Βιέννη 1906.
Zimmern Alfred, The greek Commonwealth. Politics and Economics in the fifth-century Athens, 4η Ικδ., Όξφόρδη 1924.
467
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (βιβλία πού κυκλοφόρησαν μετά τό 1927-1928)
Ι. Γενικές ιστορίες και συνθετικές εργασίες για τήν Ελλάδα και διάφορες ελληνικές πόλεις και περιοχές Bengston Η., Griechische Geschichte von den Anfängen mische Kaiserzeit, Μόναχο 1950.
bis in die rö-
Berve H., Griechische Geschichte, 2 τ., 2η εκδ., Φριβοϋργο 1951-1952. Botsford G.W., Hellenic History, αναθεωρημένη άπό τον Ch. Robin
son Jr, Νέα 'Τόρκη 1930.
Bury J . Β., A history of Greece to the death of Alexander
3η έκδ., θεωρημένη άπό τόν R. Meiggs, Λονδίνο 1952.
Cohen R., La Grèce et l'hellénisation
the Great,
du monde antique, 2η έκδ., Πα
ρίσι 1938. Fougères G. - Contenau G. - Grousset R. - Jouguet P. - Lesquier J . , Les premières
ρίσι 1938.
civilisations
(Peuples et civilisations,
τ. I), 4η έκδ., Πα
Glotz G. - Cohen R., Histoire grecque, τ. Π-ΙΙΙ, Παρίσι 1931-1936.
Hatzfeld J . , Histoire de la Grèce ancienne, 3η έκδ., θεωρημένη άπό τόν
Α. Aymard, Παρίσι 1950. Jouguet P. - Vandier J . - Contenau G. - Dhorme Ε. - Aymard A. - Chapouthier F. - Grousset R., Les premières
civilisations (Peuples et
civilisations, τ. I, ριζικά ανανεωμένη έκδοση, μέ νέους συνεργάτες, τοΰ τόμου πού κυκλοφόρησε μέ τόν ίδιο τίτλο τό 1938 —βλ. παραπάνω, Fougères κ.ά.), Παρίσι 1950.
Laistner Μ. L. W., A history of the greek World from 479 to 323 B.C.,
Λονδίνο 1936.
Roussel P. - Cloché P. - Grousset R., La Grèce et l'Orient des guerres médiques à la conquête romaine (Peuples et civilisations,
2η έκδ., Παρίσι 1938.
Sanctis G. de, Storia
Φλωρεντία 1942.
τ. II),
dei Greci dalle origini alla fine del secolo V,
* Barbagallo C, Le déclin d'une civilisation
ou la fin de la Grèce an-
tique (μτφρ. άπό τα ίταλ. G. Bourgin), Παρίσι 1927.
Berve H., Sparta, Λιψία 1937. Cavaignac Ε., Sparte, Παρίσι 1948.
L'économie grecque, Παρίσι 1951.
Chrimes K.M.T., Ancient Sparta, Manchester 1949. Cloché P., La démocratie athénienne, Παρίσι 1951.
468
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Thèbes de Béotie, des origines à la conquête romaine, NamurLouvain-Paris 1952. Ehrenberg V., Der griechische und der hellenistische Staat, ΛιψίαΒερολίνο 1932. Fabricius Κ., Das antike Syrakus. Eine historisch-archäologische Untersuchung, Βερολίνο 1932. Guillon P., La Béotie antique, Παρίσι 1948. Haneil Κ., Megarische Studien, Lund 1934. Hatzfeld J . , La Grèce et son héritage, Παρίσι 1945. Highbarger Ε. L., The history and civilization of ancient Megara, x. I, Βαλτιμόρη 1927. Laidlaw W. Α., A history of Delos, Όξφόρδη 1933. Lüdemann Η., Sparta. Lebensordnung und Schicksal, Λιψία-Βερολίνο 1939. Martin V., La vie internationale dans la Grèce des cités (VI -IV s. avant J.-C), Γενεύη 1940. Meier Th., Das Wesen der spartanischen Staatsordnung, nach ihren lebensgesetzlichen und bodenrechtlichen Voraussetzungen, Βε ρολίνο 1933. Michell H., Sparta, Καίμπριτζ 1952. Ollier F., Le mirage Spartiate. Étude sur l'idéalisation de Sparte dans l'antiquité grecque, 2 τ., Παρίσι 1933-1943. O'Neill J . G., Ancient Corinth, τ. I: From earliest times to 404 B.C., Βαλτιμόρη-Λονδίνο-Όξφόρδη 1930. Roussel P., Sparte, Παρίσι 1939. Schaefer Η., Staatsform und Politik. Untersuchung zur griechischen Geschichte des 6. und 5. Jahrhunderts, Λιψία 1932. Skalet Ch. H., Ancient Sicyon, with a prosopographia sicyonia, Βαλ τιμόρη 1928. Welter G., Aigina, Βερολίνο 1938. Wilamowitz-Moellendorff U. von, Kyrene, Βερολίνο 1928. Winterscheidt Η., Aigina. Eine Untersuchung über seine Gesellschaft und Wirtschaft, Würzbourg 1938. e
e
II. Ειδικές μελέτες Accame S., La lega ateniese del secolo IV A.C., Ρώμη 1941. Ανδρεάδης Α. Μ., Ιστορία της Ελληνικής Δημοσίας Οικονομίας, τ. I, 2η έκδ., 'Αθηναι 1928 (γερμ. μτφρ. Ε. Meyer, μέ τίτλο Geschichte der griechischen Staatswissenschaft, Μόναχο 1931, και άγγλ. μτφρ. Caroll Ν. Brown, μέ τίτλο A history of greek public finances, Cambridge-Mass. 1933). Atkinson K. M. T., Athenian legislative procedure and revision of law, Manchester 1939. Bastide G., Le moment historique de Socrate, Παρίσι 1939. Berve H., Perikles, Λιψία 1940. Bonner R.J., Aspects of athenian democracy, Berkeley 1933. Bonner R.J.-Smith G., The administration of justice from Homer to Aristotle, 2 τ., Σικάγο 1930-1938.
469
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Burn A.R., The world of Hesiod, Λονδίνο 1936. Perikles and Athens, Λονδίνο 1948. Carcopino J . , L'ostracisme athénien, 2η έκδ., Παρίσι 1935. Carrata F., Cultura greca e unità macedone nella politica di Filippo II, Τουρίνο 1949. Carrière J . , Théognis de Mègare, Παρίσι 1948. Chapot V., Philippe II de Macédoine (στή σειρά «Hommes d'État», τ. I), Παρίσι 1936. Cloché P., La politique étrangère d'Athènes de 404 à 338 avant J .-C, Παρίσι 1934. Demosthenes et la fin de la démocratie athénienne, Παρίσι 1937. Cornelius F., Die Tyrannis in Athen, Μόναχο 1929. Defourny M., Aristote. Etudes sur la politique, Παρίσι 1932. Delcourt M., Périclès, Παρίσι 1939. Diès Α., Εισαγωγή στήν έκδοση και τή μετάφρ. τής Πολιτείας τοϋ Πλά τωνα (collection Budé), Παρίσι 1932. Dorjahn Α. P., Political Forgiveness in old Athens. The Amnesty of 403 B.C., Evanston 1946. Effenterre H. van, La Crète et le monde grec, de Platon à Polybe, Παρίσι 1948. Ehrenberg V., Aspects of the ancient world, Όξφόρδη 1946. The people of Aristophanes. A sociology of old attic comedy, 2η έκδ., Όξφόρδη 1951. Ferguson William Scott, The treasurers of Athena, Cambridge-Mass. 1932. Ferrabino Α., L'impero ateniese, Τουρίνο 1927. Friedel H., Der Tyrannenmord in Gesetzgebung und Volksmeinung der Griechen, Στουτγάρδη 1937. Frisch H., Might and Right in Antiquity, τ. I: From Homer to the persian wars, Κοπεγχάγη 1949. The Constitution of the Athenians. A philological-historical anal ysis of Pseudo-Xénophon treatise De republica Atheniensium, Κοπεγχάγη 1942. Gitti Α., Clistene di Sicione e le sue riforme. Studi sulla storia arcaica di Sicione, Ρώμη 1929. Gomme A. W., The population of Athens in the fifth and fourth cen turies B.C., Όξφόρδη 1933. Essays in greek history and literature, Όξφόρδη 1937. Grundy G.B., Thucydides and the history of his age, 2η έκδ., 2 τ., Όξ φόρδη 1948. Hampl F., Die griechischen Staats vertrage des 4. Jahrhunderts vor Christi Geburt, Λιψία 1938. Harreil H. C, Public arbitration in athenian law (The University of Missouri Studies, 1936). Hatzfeld J . , Alcibiade, Παρίσι 1940. Εισαγωγή στήν έκδ. και τή μετάφρ. τών Ελληνικών τοΰ Ξενοφώντα (collection Budé), Παρίσι 1936. Headlam J.W., Election by lot at Athens, 2η έκδ., θεωρημένη άπό τόν D. C. McGregor, Καίμπριτζ 1933.
470
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Hignett C, A history of the athenian constitution to the end of the fifth century B.C., Όξφόρδη 1952. Hommel Hildbrecht, Heliaia. Untersuchungen zur Verfassung und PrοzessOrdnung des athenischen Volksgerichts, insbesondere zum Schlussteil der Αθηναίων Πολιτεία des Aristoteles (Philologus, Supplementband XIX, Heft II), Λιψία 1927.. Hönn K., Solon. Staatsmann und Weiser, Βιέννη 1948. Hugill W. M., Panhellenism in Aristophanes, Σικάγο 1936. Jacob Ο., Les esclaves publics à Athènes, Λιέγη-Παρίσι 1928. Jaeger W., Demosthenes. The origin and growth of his policy, Berke ley 1938. Paideia : the ideals of greek culture, τ. II-III, Όξφόρδη 1944-1945. Jeanmaire H., Couroi et Courètes. Essai sur Véducation Spartiate et les rites d'adolescence dans l'antiquité hellénique, Λίλλη 1939. Jouguet P., Révolution dans la défaite. Études athéniennes, Κάιρο 1942. Junius, Les oligarques. Essai d'histoire partiale, Παρίσι 1945. Kahrstedt U., Staatsgebiet und Staats gehörige in Athen, Στουτγάρδη 1934. Untersuchungen zur Magistratur in Athen, Στουτγάρδη 1936. Kirsten E., Die Insel Kreta im V. und IV. Jahrhundert, Würzbourg 1936. Das dorische Kreta, τ. I: Die Insel Kreta im V. und IV. Jahr hundert, Λιψία 1942. Link E., Untersuchungen zur Symmorienrede (XIV) des Demosthe nes, Φραγκφούρτη 1940. Lombardo G., Cimone, Ρώμη 1934. Luccioni J . , Les idées politiques et sociales de Xénophon, Gap 1947. Mathieu G., Εισαγωγή στήν έκδοση και τή μετάφραση του Ισοκράτη, I (coll. Budé), Παρίσι 1928. Démosthène : l'homme et l'oeuvre, Παρίσι 1948. Méautis G., L'aristocratie athénienne, Παρίσι 1927. Meritt B.D., Documents on athenian tribute, Cambridge-Mass. 1937. Momigliano Α., Filippo il Macedone. Saggio sulla storia greca del IV secolo a.C, Φλωρεντία 1934. Mühl M., Die Gesetze des Zaleucos und Charondas, Λιψία 1929. Untersuchungen zur altorientalischen und althellenischen Ge setzgebung, Λιψία 1933. Nesselhauf H., Untersuchungen zur Geschichte der delisch-attischen Symmachie, Λιψία 1933. Nilsson Martin P., The age of the early tyrants, Belfast 1936. Paribeni R., La Macedonia sino ad Alessandro Magno, Μιλάνο 1947. Picard Ch., Manuel de l'archéologie grecque. La sculpture, τ. II-III, Παρίσι 1939-1948. Ploeg L. van der, Theramenes en zijn Tijd, Ουτρέχτη 1948. Prestel G., Die antidemokratische Strömung im Athen des 5. Jahrhunderts bis zum Tod des Perikles, Breslau 1939. Rey Α., La maturité de la pensée scientifique en Grèce, Παρίσι 1939. Romilly J . de, Thucydide et l'impérialisme athénien, Παρίσι 1947.
471
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ross W. D., Aristote, Παρίσι 1930. Roussel P., Étude sur le principe de l'ancienneté dans le monde hellénique du V siècle à l'époque romaine (Mém. de l'Acad. des Inscr., τ. XLIII, Μέρος Β'), Παρίσι 1942. Salmon P., Étude sur la Confédération béotienne. Son organisation et son administration (44716-387), Βρυξέλλες 1952. Sanctis G. de, Pericle, Μιλάνο-Μεσσήνη 1944. Schuhl P.M., Essai sur la formation de la pensée grecque, Παρίσι 1943. Schwann W., He er es ma tri k el und Landsfriede Philipps von Makedo nien, Λιψία 1930. Solders S., Die aüsserstädtischen Kulte und die Einigung Attikas, Lund 1931. Taeger F., Alkibiades, 2η έκδ., Μόναχο 1943. Der Friede von 362/1. Ein Beitrag der panhellenischen Bewe gung im 4. Jahrhundert, Στουτγάρδη 1930. Treves P., Introduzione alla storia délia guerra corinzia, Παβία 1938. Demostene e la liberté greca, Bari 1933. Westlake H.D., Thessaly in the fourth century B.C., Λονδίνο 1935. Willrich H., Perikles, Γοττίγγη 1936. Woodhouse W. H., Solon the liberator. A study of the agrarian prob lem in Attica of the 7th century, Όξφόρδη 1938. Wüst F. R., Philipp II von Makedonien und Griechenland in den Jahren von 346 bis 338, Μόναχο 1938. e
472
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ
I. ΠΡΟΣΩΠΩΝΤΜΙΑ Ά β ρ ω ν 219 Αγαθοκλής 332 Α γ α μ έ μ ν ω ν 46, 49, 51, 52, 54, 58, 61, 63-66, 68, 69 Ά γ α σ ι κ λ ή ς 338 Αγησίλαος 315, 334, 395, 396 Ά γ ι ς 37 "Αγραυλος 144 'Αγύρριος 341 "Αδραστος 123 Ά δ ω ν ι ς 318
'Αθήνα 21, 27, 186, 201, 245, 257,
284,311 'Αθηνά Βουλαία 197 'Αθηνά Ί τ ω ν ί α 295 'Αθηνά Νίκη 208
Αιακός 51
Αίολος 20
Αισχίνης 234, 238, 268, 346, 349, 358
Αισχύλος 52, 262, 313, 360
Αλέξανδρος 312, 388 Αλέξανδρος (Φερών) 396 Αλκαίος 115 Αλκιβιάδης 41, 156, 183, 184, 334,395 Αλκίνοος 20, 29, 30, 49-51, 57, 65, 69, 71 Ά λ κ μ έ ω ν 220 Ά μ μ ω ν 223, 318 Αμφιάραος 339 Ά μ φ ι ς 304 Αναξαγόρας 152, 153 Ανδοκίδης 248 Άνδροδάμας 1 1 6
Άνδροτίων 353 Ά ν τ ή ν ω ρ 65 Άντίδωρος 338 Αντίπατρος 85, 89 Α ν τ ι φ ώ ν 186, 263, 266, 267 Ά ν υ τ ο ς 159, 262, 343 Ανώνυμος τής Όξυρύγχου 295 Α π ε λ λ ή ς 312 Α π ό λ λ ω ν 283, 284, 312 Α π ό λ λ ω ν Πατρώος 227 Ά ρ γ ε ϊ ο ι 273 Ά ρ η ς 242, 245 Ά ρ ή τ η 51 Άρίσταρχος 1 1 8 Αριστείδης 183, 216, 218, 220, 283, 284, 310, 312 Αρίστιππος 305 Α ρ ί σ τ ι π π ο ς Κυρηναΐος 316 Αριστοκράτης 41 Αριστοτέλης 1 1 , 12, 28, 31, 36, 40, 78, 79, 81, 82, 84, 86, 89, 96-98, 1 0 1 , 102, 104, 105, 107, 108, 1 1 3 , 1 1 8 , 122, 124, 126, 145, 1 4 8 - 1 5 0 , 160, 162, 164, 165, 167, 175, 1 7 7 , 182, 188, 194, 195, 198, 204, 205, 209, 212, 213, 215, 219-223, 226, 262, 268, 303, 306, 308, 313, 323, 325, 326, 331, 339, 341, 348, 351, 357, 373, 375, 395 Αριστοφάνης 166, 188, 189, 232, 237, 240, 249, 287, 314, 328330, 332, 356, 361 Ά ρ ι σ τ ο φ ώ ν 364 Ά ρ ι σ τ ο φ ώ ν ό Ά ζ η ν ι ε ύ ς 337, 354
Ή σύνταξη τών Ευρετηρίων έγινε άπό τόν κ. Κυρ.
473
Ντελόπονλο.
ΕΤΡΕΤΗΡΙΑ Αρταξέρξης 393 'Αρύββας 367 Αρχέλαος 312 Αρχίδαμος 396 'Αρχιπτόλεμος 266 Α ρ χ ύ τ α ς 394 Α σ π α σ ί α 278, 304 Άστυκράτης 367 Αύτομέδων 56 Αφροδίτη 304, 312 'Αχιλλεύς 51, 56, 61, 64, 65, 68
Δίογνις 338 Διομήδης 58, 63, 65, 66, 69 Διονύσιος 315, 321, 331, 367, 394396 Διονύσιος 'Αλικαρνασσεύς 1 1 8 Διονύσιος ό Νεώτερος 331 Διόνυσος 201, 206, 224, 312, 313 Διόνυσος Αίσυμνήτης 100 Δίφιλος 304 Δίων 332 Δράκων 104, 1 1 6 , 1 3 1 , 149, 177, 178, 190, 243, 244, 304, 398 Δροπίδης 219
Βοΰλις 39 Ε κ ά β η 21 Ε κ α τ α ί ο ς ό Μιλήσιος 73 Έ κ τ ω ρ 67 Επαμεινώνδας 378, 380 Έπιγένης 366 Επίκουρος 305 Έρεχθεύς 20 Ερμείας 303, 395 Ερμής 312 Ε σ τ ί α 29 Ε σ τ ί α Βουλαία 197 Έτεωνεύς 55
Γλυκερά 304 Γνάθαινα 304 Γοργίας 314 Γοργίας ό Λεοντίνος 140, 362 Γρύλλος 315 Γύγης119 Δάμων 184 Δαρείος 39, 41 Δείναρχος 323 Δέσποινα 294 Δημάδης 188, 348, 349 Δήμητρα Θεσμοφόρος 147 Δημήτριος ό Φαληρεύς 307 Δημόκριτος 140, 237 Δημοσθένης 145, 1 5 1 , 179, 212, 213, 225, 226, 232, 264, 268, 310, 323, 325, 343, 345, 349, 353, 354, 358, 359, 366, 367, 391, 399 Δημοφών195 Δημώναξ118 Δίας 240 Δίας Αγοραίος 170 Δίας Βουλαϊος 197 Δίας Ελευθέριος 312 Δίας Έρκειος 227 Δίας Λύκαιος 294 Δίας Όμάριος 369 Δικαιόπολις 258 Διογένης 316
Ευαγόρας 315, 395, 396 Ευβουλος 343, 350 Εΰθηρος 323
Ευκλείδης 336, 337, 363 200, 234, 338, 356, 397,
Εύμελίδης 209
Ευμενίδες 243, 245 Εύξένιππος 338 Εύπείθης 67
Ευριπίδης 155, 156, 313, 363
Εύρύμαχος 68 Εύφράνωρ 312 Εφιάλτης 137, 139, 184, 190, 209, 2 1 1 , 212, 218, 245 Έχένηος 58 Ζάλευκος 1 1 6 , 149, 263 Ζεύξις 312 Ζεύς, βλ. Δίας
Ήγησιπύλη 277
474
I. ΠΡΟΣΩΠΩΝΤΜΙΑ "Ηρα Βουλαία 197 Ηρακλείδης 341, 366 Ηράκλειτος 151 Ηρακλής 397 Ηρόδοτος 33, 38, 109, 124, 140, 145, 155, 156, 277, 361 Ησίοδος 36, 60, 103, *111, 305, 330 "Ηφαιστος 201 Θαλής 31 Θάρυψ 367 Θεαγένης 123, 125, 279 Θεμιστοκλής 183, 184, 216, 266, 273, 277, 293, 347 Θέογνις 76, 77, 1 1 5 Θεοδότη 304 Θεόπομπος 74 Θεόφραστος 340 Θερσίτης 63, 64 Θηραμένης 85, 89, 93, 213 Θησεύς 155, 156 Θίβρων 321 Θουκυδίδης 29, 1 1 5 , 120, 155, 156, 160, 164, 167, 184, 185, 187, 212, 238, 277, 315, 361 Θρασύβουλος 1 2 1 , 122, 125,
220,
153, 174, 263, 278
Ι ά σ ω ν 321, 395, 396 Ιδομενεύς 51, 69 Ίέρων 37, 395 Ικτίνος 311 "Ιππαρχος 183, 220 Ι π π ί α ς 183, 334 Ίππόδαμος 36, 37 Ίπποκλείδης 74, 219 Ιπποκράτης 183, 363 "Ιππων 331 Ίσαγόρας 182, 219, 277 "Ισις 318 Ισοκράτης 315, 327, 351, 357, 358, 362, 363, 366, 395, 397 Ίσχόμαχος 309 Καλλίας 361
475
Καλλικλής 316 Καλλικρατίδας 361 Καλλίστρατος 343, 350 Κάλχας 47 Κίμων 167, 184, 185, 189, 276, 277 Κλέαρχος 289, 315, 395 Κλεισθένης (Άθ.) 1 3 4 - 1 3 6 , 148, 177, 182, 184, 193, 195, 198, 2 0 9 - 2 1 1 , 217-219, 228, 269, 276, 277, 342 Κλεισθένης 88, 105, 122, 123 Κλεοφών 189, 210, 347, 366 Κλέων 41, 156, 177, 187, 189, 212, 224, 232, 290, 328 Κόνων 366 Κότυς 367 Κροίσος 278 Κτησίας 393 Κύλων 120, 1 2 1 , 125, 131 Κύρος, ό νεώτερος 315, 321, 395 Κύψελος 1 2 1 , 125 Λαΐς 305 Λάμαχος 233 Λεόντιον 305 Λεπτίνης 338 Λεωχάρης 311 Λύγδαμις 1 2 1 , 125 Λυκίσκος 311 Λυκομήδης 41, 378 Λυκούργος 202, 206, 223, 305, 323, 343, 347, 351 Λυκόφρων 327, 338, 395 Λύσανδρος 335, 395, 396 Λυσίας 333, 362 Λυσικλής 189 Λυσίμαχος 209 Λύσιππος 311 Μεγάβυζος 156 Μεγακλής 183, 276, 308 Μεγαρείς 1 0 1 , 121 Μειδίας 179, 311 Μελησίας 167, 184 Μέλητος 261 Μένανδρος 304
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ Πλάτων 35, 36, 105, 137, 160, 165, 304, 306, 314, 315, 318, 320, 323, 328, 344, 351, 357, 362 395
Μενέλαος 46, 51, 54, 61, 66, 68 Μέντωρ 68 Μέτων 170 Μιλτιάδης 189, 219, 221, 310 Μίνως 51 Μολοσσοί 68
Πλούταρχος 96, 137, 184, 226,
Ναυσικά 31 Νέστωρ 20, 49, 51, 57, 58, 63-66 Νικίας 174, 184, 238, 374 Νικοκλής 396 Νικομήδης 364 Ξάνθιππος 183 Ξενοφών 144, 156, 159, 222, 237, 315, 334, 351, 359, 394, 395 ' Οδυσσεύς 29, 46, 49-51, 54, 55, 58, 61, 63-68 'Ορέστης 245 Όρθαγόρας 121 Όρτύγης 123 Ότάνης 156 Πάρης 65, 67 Πασίων 366 Πάτροκλος 54, 56, 68 Παυσανίας 283 Πεισιθίδης 367 Πεισίστρατος 1 2 1 , 1 2 3 - 1 2 5 , 133, 183, 219, 245, 266, 276, 277, 322 Πεισίστρατος, ό νεώτερος 219 Πενία 330 Περδίκκας 298 Περίανδρος 1 2 2 - 1 2 5 , 273, 355 Περικλής 137, 138, 1 4 0 - 1 4 2 , 144, 146, 152, 153, 155, 156, 159, 160, 1 6 5 - 1 6 7 , 177, 184, 188, 189, 213, 215, 218, 225, 226, 238, 248, 263, 269, 277, 278, 286, 290, 291, 304, 309, 3 1 1 , 314, 343, 347, 363, 364, 398 Πηλεύς 5 1 , 68 Πίνδαρος 360 Πιττακός 1 0 1 , 1 1 8 , 125, 149
476
394 Πλούτος 330 Πολύβιος 81, 307, 331, 398 Πολύδωρος 74 Πολυκράτης 124, 125 Ποσειδών 295 Πραξαγόρα 329 Πραξιτέλης 304, 3 1 1 , 392 Πρίαμος 19, 65 Προκλής 125 Πρωταγόρας 263 Πυθαγόρας 86, 262, 363 Ρηξήνωρ 51
Σκόπας 3 1 1 , 392 Σόλων 76, 88, 105, 108, 1 1 6 , 1 1 8 , 120, 123, 124, 1 3 1 , 1 3 3 - 1 3 5 , 1 4 0 - 1 4 2 , 148, 177, 183, 2 1 1 , 218, 219, 240, 260, 264, 269, 277, 324, 337, 398, 399 Σοφοκλής 224, 313 Σπερθίας 39 Στόρυς ό Θάσιος 367 Στρεψιάδης 308 Σωκράτης 146, 1 5 1 , 158, 159, 168, 174, 200, 222, 255, 260262, 304, 315, 323, 357 Τηλέμαχος 51, 54, 61, 65-67 Τίμαρχος 238 Τιμόθεος 3 1 1 , 353, 396 Τιμώνασσα 276 Τίτος-Λίβιος 29
Ύδάρνης 39 'Τπέρβολος 184, 189 Υπερείδης 304, 338, 366, 396 Φειδίας 311
I. ΠΡΟΣΩΠΩΝΤΜΙΑ Φείδων 116 Φίλιππος 386, 388, 391, 392, 396,
397
Φίλιστος 315 Φιλοκλέων 240, 249, 265, 332 Φιλόλαος 116, 305 Φιλόχορος 184 Φίλων 311 Φορμίσιος 89 Φορμίων 366 Φρύνη 304 Φρύνιχος 278, 290
Φωκίων 226, 311
Γυδίβΐ άβ Οουΐ&η^βδ 12, 14, 15, 218, 398 Χαιρέφιλος 366 Χάραξος 76 Χαρίδημος 366 Χαρμίδης 159 Χάρμος 183 Χαρώνδας 89, 116, 149 Χρύσης 63
477
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ
II. ΤΟΠΩΝΤΜΙΑ Ά γ ι ο ς Ανδρέας (Σίφνου) 20 Α θ ή ν α ι 20, 25, 27, 34, 36, 41, 85, 97, 98, 1 0 2 - 1 0 5 , 112, 1 1 6 , 120-122, 125, 130, 1 3 1 , 1 3 3 136, 139, 140, 142, 155, 159, 176, 179, 1 8 1 , 188, 190, 192, 193, 201, 204, 221, 235, 236, 239, 240, 245, 250, 258, 260, 262, 264-266, 269 273-275, 278, 279, 283-292, 295, 298, 304, 307, 312, 318, 324, 330, 332-336, 340, 342, 345, 346, 348, 350, 351, 354, 356-364, 366-369, 372-375, 377, 3 8 1 384, 397-401 Αιγαίο 283, 284 Αίγινα 34, 37, 77, 112, 120, 277, 285,360 Αιγός Ποταμοί 278 Αίγυπτος 150, 321, 392 Αιθιοπία 393 Αίολίς 283 Αίτνα 37 Αιτωλία 1 1 1 Ακαρνανία 1 1 1 , 277, 369, 376 Α κ ρ ά γ α ς 34, 36, 85, 94 Ά κ ρ α ι 34 Ά κ ρ α ι φ ί α 87, 296 Ακρόπολη 170, 186, 196, 284, 286,311 Αλεξάνδρεια 392, 399, 401 Αλίαρτος 87, 296 Αλικαρνασσός 37, 102, 260, 310, 392 Αμοργός 100, 399, 400 Άνδανία 106 "Αντανδρος 367
Ά ν τ ι σ σ α 102 Απολλωνία 105 Άργινοϋσες 146, 179, 278 Άργολίς 100, 369, 376 Ά ρ γ ο ς 23, 27, 34, 37, 95, 100, 274, 277, 279, 331, 335, 369 Άρδηττός 246 Αρκαδία 23, 41, 99, 276, 293, 309, 321, 358, 368, 371, 376, 378, 380 Άρκεσίνη 32 Α σ ί α 334, 386, 391, 397 Α σ π ί ς 23 Ά σ σ ο ς 29 Ά σ τ υ 134 Α σ τ υ π ά λ α ι α 100 Α τ τ ι κ ή 23, 25, 27, 30, 31, 1 1 0 , 1 3 1 , 134, 139, 140, 185, 227, 243, 250, 258, 277, 292, 295, 298, 308, 363, 386 Ά φ ι δ ν α 27 Α χ α ΐ α 100, 309, 321, 369, 376 Α χ α ρ ν α ί 167
478
Βαβύκα 93 Βασιλική 19 Βοιωτία 103, 1 1 1 , 139, 260, 305, 307, 369, 371, 372, 377, 381 Βυζάντιο 372, 384 Γαλλία 291 Γάμβρειον 102, 399 Γέλα 34, 37 Γεραιστός 185 Γόρτυς 1 1 6
II. ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ Δεκέλεια 347 Δελφοί 27, 32, 98, 102, 122, 125, 208, 273, 278, 304, 321, 367 Δήλος 25, 34, 217, 283-285, 367 Δήρος 87 Δούναβης 393 Έλευσίς 27, 56, 178, 190, 201, 208, 216, 217, 285, 3 1 1 , 339 Ελλήσποντος 133, 283, 285 Έλτυνία 1 1 6 Έπακρία 28 Επίδαυρος 82, 95, 125 Έπιζεφύριοι Λοκροί 84, 85 Ερεσός 102 Ερέτρια 37, 1 1 2 , 383 Ερεχθείο 216 Έρυθραί 24, 41, 72, 123, 286, 399 Εύβοια 35, 1 1 2 , 135, 278, 283 Εύξεινος Πόντος 380 Ευρώπη 334, 386 Ευρώτας 93 Εΰτρηση 87 "Εφεσος 37, 96, 1 1 8 , 367 Ζέλεια 399 Ηλις 29, 33, 37, 39, 77, 81, 82, 96, 99, 100, 293, 334, 368, 376, 380 "Ηπειρος 1 1 1 Η ρ α ί α 222, 294, 380 Ηράκλεια 83, 85, 104, 395, 396 Ή φ α ι σ τ ί α 288 Τ
Θάσος 86 Θεσπιαί 87, 103, 296, 297, 304, 371 Θεσσαλία 32, 77, 79, 80, 1 0 4 , 1 1 1 , 131 358 Θήβα 34, 37, 41, 87, 1 1 6 , 273, 295-298, 305, 335, 368-372, 376, 377, 381 Θήρα 34, 105, 367 Θίσβη 87 Θούριοι 263
479
Θράκη 133, 276, 283, 285, 367 Ιαλυσός 21, 31, 298 Ι θ ά κ η 22, 51, 61, 65 "Ιλιον 21, 22 "Ιμβρος 217, 288 Ιμέρα 360 Ινδία 393 Ίουλίς 383, 399 Ισθμός 280 Ι σ τ ι α ί α 27, 98, 367 "Ιστρος 83, 104 Ι ω ν ί α 72, 100, 1 0 1 , 1 5 1 , 186, 274, 283, 285, 392 Καδμεία 298 Κάλλατις 101 Κάλυμνος 24 Καλχηδών 101 Καμαρίνα 34 Κάμειρος 24, 25, 29, 31, 298 Καππαδοκία 1 1 6 Καρθαία 383 Καρία 283, 285, 3 1 1 , 392 Κάρπαθος 298 Κασμεναί 34 Κάσος 298 Κατάνη 37, 1 1 6 Κέα 35, 367, 383, 399, 400 Κεραμεικός 167 Κέρκυρα 37, 102, 106, 150 Κλαζομεναί 40, 72 Κλεωναί 34 Κνακιών 93 Κνίδος 29, 30, 83, 97, 100, 104 Κνωσός 22, 274 Κολοφών 23, 84, 95, 1 1 2 Κολωνός 167 Κορησσός 106, 383 Κόρινθος 34, 37, 72, 80, 98, 102, 103, 1 1 2 , 1 1 6 , 1 2 1 , 123, 273, 279, 334, 335, 369, 376, 384, 386, 387, 391, 393, 394, 397 Κορώνη 87, 295, 296 Κραννών 80 Κρήτη 20, 23, 35, 45, 51, 97, 104, 108, 1 1 6 , 160, 274, 305, 321
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ Κρότων 37, 85, 86, 94-96 Κυκλάδες 20, 133, 283 Κύμη 73, 84, 1 0 1 , 1 1 2 , 360 Κύπρος 23, 310, 321, 362, 392, 395 Κυρήνη 37, 1 1 8 , 318 Κώποα 87 Κωπαίς 296 Κως 24, 25, 32, 1 1 6 , 399 Λακωνία 34, 46, 1 3 1 , 295, 386 Λάρισα 80 Λάρισα (ακρόπολη τού Άργους) 23 Λαύριο 289, 347 Λεβάδεια 87, 296 Λέβεδος 1 1 6 Λέπρεον 380 Λέσβος 23, 35, 102 Λεύκας 273 Λεύκτρα 377, 381 Ληλάντειο πεδίο 76 Λήμνος 217 Λιγυρία 393 Λίνδος 31, 298 Λοκρίς 21, 274, 376 Λυδία 1 1 9 , 120, 392 Λύκαιο 294 Λυκόσουρα 294 Μαγνησία 150 Μακεδονία 298, 346, 371, 396 Μαντίνεια 37, 41, 294, 370, 380, 394 Μαραθών 28, 135, 183, 220, 402 Μασσαλία 82-85, 95, 104 Μεγαλόπολη 378, 379, 380 Μέγαρα 30, 37, 72, 1 0 1 , 1 1 2 , 277, 279, 376 Μεγαρίς 123, 376 Μελίτη 167 Μεσογαία 28, 1 3 5 Μεσόγειος 291, 360 Μεσσαρά 19 Μεσσηνία 34, 37, 279 Μήθυμνα 102, 372 Μήλος 34
Μικρά 'Ασία 100-102, 1 1 2 , 1 1 6 , 1 1 8 , 120, 1 2 1 , 298, 3 1 8 , 321, 367 399 Μίλητος 24-27, 29, 37, 41, 78, 100, 102, 1 1 2 , 1 1 9 , 120, 150, 286 Μυκάλη 135, 283 Μυκήναι 20, 23 Μυσία 399 Μυτιλήνη 37, 73, 1 0 1 , 102, 331, 372 Νάξος 34, 1 0 1 , 1 2 1 , 284 Ναύκρατη 100 Ναύπακτος 32 Νείλος 392 Νίσυρος 100 Όγχηστός 295 Οίάνθεια 274
Οινόη 28
Ό λ β ί α 72 Όλυμπία 29, 30, 1 1 6 , 122, 362 "Ολυνθος 37, 298, 370, 371 Όποΰς 84 95 Όργάς 208 Όρχομενός 20, 41, 87, 293, 296, 297,371
393, 378, 362,
273,
480
Παλλήνη 371 Παμφυλία 23 Παντικάπαιο 71 Παραλία 134 Παρρασία 294 Πάτρα 100 Πειραιεύς 136, 143, 167, 196, 205, 277, 291, 318, 323 Πειρήνη 124 Πελαργικό 29 Πέλλα 312 Πελοπόννησος 1 1 1 , 272, 283, 293, 378 Πέργαμος 150 Περσία 392 Πετελία 100 Πλαταιές 87, 135, 220, 273, 295, 296, 360, 370, 371, 402
II. ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ Πνύκα 32, 166, 1 6 8 - 1 7 0 , 180, 1 8 5 - 1 8 8 , 224, 237, 238, 337, 340, 343, 345, 348 Ποιήεσσα 383 Πόλις 21 Πόντος 330 Ποταμός 365 Ποτίδαια 298, 371, 383 Πριήνη 31, 41, 100 Προβάλινθος 28 Προποντίς 283 Πύλος 28, 46, 49, 50, 62
Στράτος 376 Σύμη 298 Συρακούσες 34, 37, 85, 285, 310, 332, 360, 367, 394, 395 Σύρος 20 Σχερία 22, 49, 50, 62 Τανάγρα 87, 296, 297 Τάρας 37, 108 Τεγέα 37, 293, 294, 378, 380 Τέως 23, 1 0 0 - 1 0 2 , 106, 1 1 6 Τήλος 298 Τίρυνς 19, 21 Τορώνη 371 Τραπεζοϋς 380 Τρικόρυνθος 28 Τριφυλία 380 Τροία 62, 63, 66, 68 Τρωάς 23 Τύλισσος 274
Ρήγιο 85, 94, 102, 1 1 6 Ρήνεια 34 Ρόδος 23, 35, 37, 49, 298, 321, 368, 372 Ρώμη 291, 399 Σαλαμίς 34, 135, 217, 220, 273, 347, 360, 362, 402 Σαμοθράκη 72 Σάμος 25, 35, 37, 41, 217, 278, 383 Σάρδεις 392 Σελινοΰς 101 Σηλύμβρια 1 0 1 , 384 Σίγειον 273 Σιδών 310, 392 Σιθωνία 371 Σικελία 120, 122, 125, 174, 186, 238, 315, 329, 331, 347, 362, 395 Σικυών 34, 37, 120, 122, 123, 125, 276, 376 Σκέψη 72 Σκιλλοΰς 334 Σκύλαιον 185 Σκύρος 217, 288 Σοϋσα 39, 363 Σπάρτη 23, 28, 34, 41, 51, 56, 68, 71, 86, 93-96, 103, 106, 1 1 3 , 129, 130, 160, 273, 277, 279282, 284, 294, 295, 298, 305, 308, 329, 335, 345, 358, 360, 362, 368, 369, 371, 372, 374, 376-378, 380, 381, 384
Φάρσαλα 80 Φλιοϋς 34, 37, 376 Φοινίκη 392 Φρεαττύς 243 Φυλή 278 Φωκίς 34, 1 1 1 , 376, 378 Χαιρώνεια 87, 296, 347, 351, 359, 366, 386, 391, 397, 402 Χαλανδριανή 20 Χάλειον 274 Χάλκη 298 Χαλκηδών 37, 384 Χαλκιδική 37, 1 1 6 , 298, 368, 370, 371 376 ΧαλκΙς 37, 76, 106, 1 1 2 , 288 Χαμαίζι 19 Χερσόνησος 100, 101 Χίος 24, 25, 35, 37, 41, 72, 73, 97, 102,372 Χύτρος 40 Ώρεός 277, 366 Ωρωπός 34
481
ΕΤΡΕΤΗΡΙΑ
III. ΠΡΑΓΜΑΤΑ αγαθοί 79 αγέλη 87 αγορά 31, 32, 57 αγορά βουληφόρος 32 άγορητής 57, 63 άγων 241 αγώνες ατίμητοι 255 αγώνες τιμητοί 255, 263 άδεια 174, 1 8 1 , 1 8 5 , 186 αδύνατος 207 άειναϋται 76, 78 άθέμιστος 48 Αθηναίων Πολιτεία 2 1 8 άθληταί 357 αΐδεσις 18, 244
αιδώς 17, 1 8
α'ίρεσις δυναστευτική 82 αΐσιμα 52 αίσυμνήται 26, 30, 99, 100, 1 0 1 , 1 1 8 , 147 αίσυμνητεία 1 0 1 Αίσύμνιον 1 0 1 'Ακαδήμεια 3 1 8 Α κ α μ α ν τ ί ς 225 Ακρόπολη 1 7 0 , 186, 196, 284, 286,311 άλία 32, 91, 94 άλιαία 95 αμνήμονες 97 άμφικτίονες 217 αμφικτιονία 40, 361 άμφορεύς, άκυρος 254 άμφορεύς, κύριος 254 άνάκρισις 250 άνακτες 50 ανέστιος 48 άνθυπωμοσία 251
482
Αντιγόνη 224 άντιτίμησις 255 άντωμοσία 251 απαγωγή 2 1 1 , 242 άπατούρια 25, 27 άπέλλα 32, 86, 93, 94, 281 απογραφή 352 άποδέκται 206, 207, 286 Απομνημονεύματα 159 αποστολείς 205 αποτροπή 256 άποχειροτονία 179 άπροβούλευτον 171 άρά 148, 172 "Αρειος Πάγος 97, 1 0 3 , 104, 136, 137, 139, 150, 170, 1 7 7 , 190, 209, 2 1 1 , 212, 2 1 5 , 2 1 9 , 240, 243-245, 262 αριστοκρατία 1 6 1 άρτΰνοι 95, 99 άρχαί 2 1 4 άρχαί, μέγισται 216 άρχαιρεσίαι 180, 224 άρχεϊον 229 άρχή 284 άρχή, αόριστος 1 8 8 άρχή τών προκαθημένων 98
αρχίδια 216
αρχιτέκτονες 201 άρχοντες 102, 104, 1 1 8 , 180, 379
άρχος 102
αστοί 45 άστυ 2 1 , 22, 33, 45 αστυνόμοι 231 ασυλία 274, 275 ασφάλεια 275
ατέλεια 275
III. ΠΡΑΓΜΑΤΑ ατίμητος 48 ατιμία 18, 148, 166, 172, 1 8 1 , 183, 185, 228, 245, 256, 266, 373 ατιμωρησία 268 άφεστήρ 97 άφρήτωρ 48 Άχαρνής 233 Βαβυλώνιοι 232 βασιλεία 161 βασιλεύς 30, 50, 73, 81, 1 0 1 , 103, 1 1 9 , 229, 231 βασιλεύτατος 50 βασιλεύτερος 50, 81 Βενδίδεια 318 βήμα 252 βοιωτάρχες 371, 372 βουλαί 296, 297 βούλευσις 243 βουλευτήριον 30, 57 βουλή 30, 57, 94, 96, 97, 99, 135, 137, 138, 193, 296, 379 βουληφόροι 30, 57, 59, 63, 99 βουλόμενος 241 βωλά 94, 97 γεννήτες 16, 17 γένος 13, 16, 1 1 7 , 130 γέρας 54 γέροντες 30, 50, 57, 97, 99 γερουσία 30, 86, 95, 96, 98, 99, 106 γερούσιος δρκος 59 γεωργοί 108 γνωμών τοΰ ιδίου λόγου 150 Γοργίας 316 γραμματείς 229 γραμματεύς της βουλής 201 γραμματεύς τοΰ δήμου 202 γραμματεύς τών θεσμοθετών 230 γραμματεύς τής πόλεως 170 γραμματεύς κατά πρυτανείαν 202 γραμματεύς έπί τά ψηφίσματα 202 γραφαί 241, 242, 250 γραφή άλογίου 234 γραφή κλοπής χρημάτων δημοσίων 346
483
γραφή ξενίας 166, 365 γραφή παρανόμων 137, 146, 1 9 0 192, 336, 337, 365 γραφή ύβρεως 268 γυμνάσια 90 γυμνασίαρχος 106 δαιτροί κρειών 69 δαμιουργεΐον 30 δαμιουργός 30, 33, 379 δάμος 372 Δεκαπέντε 82, 83, 95 Δελφίνιον 243 δήμαρχος 73 δήμιον 62 δημιουργία 99 δημιουργοί 47, 56, 82, 99, 108, 114 δημογέροντες 57 δημοκρατία 78, 88, 89 δήμος 19, 22, 33, 45, 99, 193 δήμος πληθύων 181 δημόσιοι δοΰλοι 230 δήμου κράτος 70 δήμου φάτις 19, 22 δήμου φήμις 67, 69, 70 διαγράμματα 352 διαιτητής 245, 251 διαμαρτυρία 251 διάνοια 362 διαψήφισις 277 διαψηφισμός 166 δίκαι 241, 242 δίκαι έμμηνοι 250 δίκαι άπό συμβόλων 275, 289 δίκαι χωρίς ύδατος 253 δικασπόλοι 60, 104 δικαστήρες 104 δικαστήριον 246 δικαστής 246 δίκη 18, 1 8 1 , 250 δικτατορία 1 1 8 διοικισμός 370 Διονύσια 208, 224, 290, 348 Διονύσια, Μεγάλα 168, 291 διοσημία 171 διωβελία 144, 347 διωμοσία 251
ΕΤΡΕΤΗΡΙΑ δόγμα 374 δοκιμασία 194, 195, 208, 224, 226 δοκιμασίας επαγγελία 172 δυναστεία 79 Δωδεκάδελτος 399 έγκτησις 275 είλωτες 86 εισαγγελία 168, 179, 180, 2 1 1 , 233, 234, 237, 242, 246, 248, 259, 263, 337, 346 εισαγωγείς 217, 250, 285 εισιτήρια 195, 229 εισφορά 142, 297, 351 Έκατόμπεδο 124 Εκατόν Όγδόντα 82, 95 εκεχειρία 272 εκκλησία 32, 86, 89, 91, 95 εκκλησία, κυρία 168 εκκλησία, μικρά 94 εκκλησία, νόμιμος 168 Έκκλησιάζονσαι 329 εκλογείς 286, 287 έκτήμοροι 1 1 4 , 1 3 1 , 132 Ελευσίνια 290, 323 ελλανοδίκες 33, 82, 293 Έλληνες 386 Ελληνικά 315, 394 έλληνοταμίαι 206, 223, 284, 286 ένδειξις 173, 2 1 1 , 242, 246 Ένδεκα 230, 248, 250, 256 ένδημοι 138 Έννεάκρουνος 124 Εξακόσιοι 82, 83, 85, 332 έξωμίδες 76 έπάριτοι 379, 380 επιβολή 209, 2 1 1 , 232 έπιγαμία 278 έπίκληρος 51, 355 επιλαχών 194 έπιμέλειαι 214 επιμελητής 355 έπιμελούμενοι τοϋ νεωρίου 201 επίσκοποι 287 επιστάτες 92, 93, 231, 379 έπιστολιμαϊα, (στρατεύματα) 187 έπίσχεσις γενέσεως 306 επιτάφιος 362
484
έπιτιμία 257 επίτροποι 223 έπιφορά 286 έπιχειροτονία 168, 180, 233, 236 έπιχειροτονία τών νόμων 338 έπωβελία 255 επώνυμος άρχων 229 επώνυμος, στεφανηφόρος 101 Ερεχθείο 216 έσκλητος 85, 94 εστία κοινή 29 έται 48, 49 εταιρεία 157, 164, 253, 317 εταιρία 87, 92, 104
εταίροι 16, 49, 317
ευεργέτης 276 ευθυδικία 251 ευθύνη 235 εΰθυνοι 201, 235 έφεσις 240
εφέτες 104
έφήγησις 242
εχθρός 271
έχυλλοφορία 196 ζευγίτες 132, 136, 139, 142 ηγεμονία 214, 240, 249, 280, 283 ήγεμών 355, 388 ηγήτορες 50 ήλιαία 32, 137, 1 4 1 , 209, 210, 212, 234, 240, 246, 247, 248, 260, 261, 288, 320, 341, 343 ήλιαστές 138, 246, 247 ήμίεκτον 260 θέμις 18, 53, 147, 181 θέμιστες 18, 52, 53, 60, 1 1 7 , 147 θεράποντες 54-56 Θερσίλιον 379 θεσμοθέτης 1 1 8 θεσμοί 147, 148 θεωρικά 347, 348, 351, 359 θήτες 48, 1 1 4 , 132, 136, 138, 139, 142 θίασοι 25, 32, 34, 130, 317
III. ΠΡΑΓΜΑΤΑ Θόλος 62, 199 θώκος 57
λόγος, ύστερος 253 Λύκειο 318 μάστροι 298 μέγαρον 58 Μενέξενος 215 μέρη 296 μέσοι 1 1 3 μητρόξενοι 166, 276 Μητρώον 202, 231, 235 μισθός 138, 212, 259, 264 μισθός δικαστικός 248, 260 μισθός εκκλησιαστικός 168, 341 μνήμων 104, 147 μολποί 26, 100
ίδιώται 212, 357 ίερομνήμονες 147 ίεροποιοί 201 Ίλιάς 21, 49, 54, 57, 63, 68 ίππαρχος 205, 216 ιππείς 75, 132, 142 Ίππής237 ίπποβάτης 75 ίπποβόται 75 ίπποτροφία 75 ισηγορία 1 4 1 , 172 ισονομία 141 ισοπολιτεία 368 ίσοτέλεια 275
ναυτοδίκαι 250 νέμεσις 19, 148 νεόπλουτοι 319 νεωροί 201 νομογράφοι 106 νομοθέτες 178, 190, 339 Νόμοι 329, 340 νόμοι βουλευτικοί 150 νόμοι εμπορικοί 150 νόμοι κοινοί 150 νόμοι τελωνικοί 150 νόμος 1 1 7 , 1 4 8 , 149, 177 νόμος έπ'άνδρί 182 νόμος είσαγγελτικός 150, 179, 337 νόμος μεταλλικός 150 νόμος τριηραρχικός 150 νουθεσία 256
κασίγνητος 16, 48 καταλογεϊς 205, 223, 225 καταχειροτονία 179 κήρυκες 55, 56 κήρυξ τής βουλής 203 Κοινόν τών Ελλήνων 386, 387 κοίρανος 53 κόλασις 256 κονίποδες 82 κοσμηταί 205, 226 κόσμοι 88, 92, 97, 105, 108, 274 κοσμόπολις 103 Κύπρια Έ π η 35 κύριον 175 κύριος (λαός) 145 Κνρον Παιδεία 395 κωλακρέται 69, 248 κώμη 12, 33, 45 λαοί 61 λέγοντες 212 λειτουργίες 30, 133 λήιτον 30 λίθος άναιδείας 244 λίθος ύβρεως 244 λογισταί 233-235 λογιστήρια 234 λογογράφος 253
ξεναγοί 282 ξένια 29 ξένος 271 όδοποιοί 217, Όδνσσεια 21, 66, 68 οίκία 12 οικογένεια 15 ολιγανθρωπία ολιγαρχία 77, 89
485
231 49, 57, 61, 63, 65,
308 78, 82, 84-86, 88,
ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ Όλύμπια 200 /I ομογάλακτες 16 όμοιοι 86, 93, 94, 308 όμόκαπνοι 16 όμοσίπυοι 16 οπις θεών 19 όργεώνες 32, 130 'Ορέστεια 262 όστρακισμός 1 8 1 - 1 8 4 όστρακοφορία 184 όχλοκρατία 160 παιδεία 362 Παλλάδιον 243, 268 Παμβοιώτια 295 Παναθήναια 208, 215, 228, 290, 291,348 Παναθήναια, Μεγάλα 228 παραγραφή 251 παράδειγμα 256 Πάραλος 223 παρανομία 237 παράστασις 241, 250 παρέγγραπτοι 166, 365 πάρεδροι 229, 235 Παρθενών 207 πάτραι 24 πάτρια 16, 39 πάτρια 73 πάτριος πολιτεία 88 πελατεία 14 πελάτες 13 πενέστες 79 Πεντακόσιοι 193, 211 πεντακοσιομέδιμνοι 132, 142, 219 Πέντε Χιλιάδες 85, 92, 93, 342 περίοικοι 86 περιστίαρχοι 171 Πέρσαι 360 πίναξ, εκκλησιαστικός 166 πλεονεξία 319 πλήθος 83, 91 πλουτίς 78, 1 1 9 Πλούτος 330 ποινή 18 πόλεις 284 πολέμαρχος 229, 274 πόλεμος έπιδήμιος 66
486
πόλεμος όμοίιος 67 πόλις 21, 22, 33, 45, 364 πόλις έκκλητος 273 πολίται 45 πολιτεία 149, 1 6 1 , 164, 326 Πολιτεία 328 πολίτευμα 83 Πολιτικά 12, 218, 325, 340 πολιτική χώρα 34 πους 289 πραίτορες 32 πράκτορες 257 προβολή 146, 179, 242 προβούλευμα 1 7 1 , 190, 374 πρόβουλοι 97-99, 218, 280 πρόγραμμα 196 προγραφή 184 προδικασία 244 πρόδικοι 98 προεδρία 141 πρόεδροι 93, 339 προεισφορά 353 προκαθήμενοι 98 πρόκριτοι 219 προξενιά 276, 298 πρόξενος 276 πρόρρησις 244 προσέταιροι 26 προστάτης 98, 244 προστίμημα 255 προχειροτονία 171 πρυτανεΐον 30, 57, 1 0 1 , 241, 250 πρυτάνεις 29, 30, 99-102, 170 πτολίεθρον 21 Πύθια 208 πύργοι 24 πωλήσεις 206 πωληταί 206, 207, 231, 256 ρήτρα 1 1 6 , 117 σεισάχθεια 132 σιτοφύλακες 143 σκηπτοΰχοι 51 Σκιάς 62, 199 σπονδοφόροι 272 σταρτός 87, 105
III. ΠΡΑΓΜΑΤΑ στρατηγοί 216, 223 στρατιωτικά 348, 351 στρατολόγοι 205, 222 συγγραφείς 178, 190, 203, 204 σύγκλητος 85, 86, 94, 95, 169 συλλογείς 200 σύλλογος 281 σύμβολα 195, 252, 274, 275 συμμαχία 284, 292 σύμμαχοι 284 συμμορίαι 333, 352 συμπολιτεία 292, 298 συνδαιτυμόνες 57 σύνδικοι 253, 339 συνέδριον 82, 95, 204, 229, 342, 374 συνέδριον τών Ελλήνων 387 συνέδριον τών συμμάχων 373, 374 συνέλευση 61, 69, 70 συνήγοροι 235, 253, 339 συνοικισμός 292, 370 συντάξεις 375, 382 συντελείς 355 συντριηραρχία 354 Σφήκες 240 σωφρονισταΐ (τών εφήβων) 217, 226 τάκται 206, 285 ταξίαρχοι 216, 223, 225 ταυροκαθάψια 79 ταφροποιοί 223 τειχοποιοί 223 τέμενος 53 Τετρακόσιοι 85, 86, 89, 92, 108, 164, 178, 190, 192, 193, 195, 218, 228, 278, 337 τετρακωμία 28 τετράπολις 28 τιμή 52 τίμημα 86, 87, 352 τίμησις 255 τιμούχιον 100 τιμοΰχοι 82-84, 95, 99, 100 τιμωρία 256 Τριάκοντα 85, 86, 89, 178, 190, 192, 195, 218, 337, 340 Τριακόσιοι Ε ξ ή ν τ α 86
τριηραρχία 142 τριηροποιοί 201, 223 τρικωμία 28 τριττύες 135 τύραννος 119, 120 ύπερόριοι 138 υπήκοοι 284 ύπηρεσίαι 214 ύπηρέται 230 ύπογραμματεΐς 230 ύπομείονες 86, 94, 308 υποτελείς 284 ύπωμοσία 1 9 1 , 251 φάσις 2 1 1 , 242 φήμις 19 φιλότης 17, 18 φόνος ακούσιος 243 φόνος δίκαιος 243 φόνος εκούσιος 243 φόρος 283 φράτορες 16 φρατρίες 16 φρούραρχος 287 φύλαρχος 135, 216, 225 φυλή 16, 134, 135, 225 φυλοβασιλεΐς 16, 73, 243 φύλοπις 16, 49 χειρομάχα 78, 119, 120 χειροτονία 174, 200 Χίλιοι 84-86, 95, 103, 1 1 2 Χόες 348 χοιρίνη 254 χορηγία 326 χρηματιστική 1 1 1 , 319 ψήφισμα 177, 178, 190, 203 ψήφισμα έπ'άνδρί 182 ψήφος 254 ψήφος τής Α θ η ν ά ς 244 /5 Ώδεΐο 248
487
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Προλογικό σημείωμα
7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ (β. 11-42) Οί θεωρίες Τά γεγονότα Στοιχεία καί χαρακτήρες τής πόλης
11 15 28
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ (α.
43-126)
Κεφάλαιο Α': Ή ομηρική πόλη
45
Τό πλαίσιο τής πόλης Ό βασιλέας Τό συμβούλιο τών γερόντων Ή συνέλευση Προοπτικές
45 51 57 61 67
Κεφάλαιο Β': Καταγωγή καί μορφές τής ολιγαρχίας . . . . Καταγωγή τής ολιγαρχίας Μορφές τής ολιγαρχίας
,
71 71 78
Κεφάλαιο Γ': Οί ολιγαρχικοί θεσμοί
91
Ή εκκλησία τοϋ δήμου καί ή βουλή Οί άρχοντες ·.
91 99
Κεφάλαιο Δ': Ή γέννηση τής δημοκρατίας καί τής τυραν νίας ιιο Καταγωγή τής δημοκρατίας Ή τυραννία
110 118
489
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΔΕΤΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΗ (σ.
127-299)
Κεφάλαιο Α': Ή αθηναϊκή δημοκρατία
129
Ιστορία τής αθηναϊκής δημοκρατίας
129
Αρχές τής αθηναϊκής δημοκρατίας
140
Κεφάλαιο Β': Οί ιδέες γιά τή δημοκρατία
153
Κεφάλαιο Γ': Ή εκκλησία τοΰ δήμου
166
Σύνθεση καί λειτουργία τής εκκλησίας Εξουσίες τής εκκλησίας 1. Ή κανονική εκκλησία 2. «Δήμος πληθύων» Ό ιστορικός ρόλος τής εκκλησίας
166 175 175 181 186
Κεφάλαιο Δ': Ή βουλή
193
Κεφάλαιο Ε': Οί άρχοντες
214
Κεφάλαιο ΣΤ': Ή δικαιοσύνη
240
Οί βουλευτές Οί πρυτάνεις Οί εξουσίες τής βουλής
193 198 203
Ή δημοκρατία καί οί άρχοντες Διορισμός τών αρχόντων Λειτουργία τών συλλογικών οργάνων Εξουσία καί ευθύνη τών αρχόντων Οί αρχές Τά δικαστήρια καί ή διαδικασία Χαρακτηριστικά γνωρίσματα τής δικαιοσύνης καί τοΰ δικαίου
214 218 228 232 240 242 258
Κεφάλαιο Ζ': Ή διεύρυνση τής πόλης τόν 5ο αιώνα . . . . 271 Ξένοι καί πολίτες Οί μεγάλες συμμαχίες . . . .• 1. Ή σπαρτιατική συμμαχία 2. Ή αθηναϊκή συνομοσπονδία Οί συμπολιτείες
490
271 279 279 282 292
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ (α.
301-388)
Κεφάλαιο Α': Νέα ήθη καί νέες ιδέες Ή ιδιωτική ζωή ΟΊ τέχνες καί τά γράμματα
303 303 309
Κεφάλαιο Β': Μετασχηματισμός τής κοινωνικής καί πολι τικής ζωής 317 Οί τάξεις Ή πάλη τών τάξεων
317 326
Κεφάλαιο Γ': Φθορά τών δημοκρατικών θεσμών Ή εκκλησία τοΰ δήμου τον 4ο αιώνα Δικαστικές, φορολογικές καί στρατιωτικές υποχρεώσεις
Κεφάλαιο Δ': Ή ενοποίηση τής Ελλάδας Ή ιδέα τής ενότητας Ή παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων καί ή ισοπολιτεία. . . . Οί συμμαχίες καί οί ομοσπονδίες Ή «συμμαχία τής Κορίνθου»
336 336 349
360 360 364 368 384
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΗΣ (ο.
389-402)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ I. Προσωπωνύμια II. Τοπωνύμια III. Πράγματα
491
403 459 468 473 473 478 482
Η
ΕΛΛΗΝΙΚΗ «ΠΟΛΙΣ» τοτ
αυδΤΑνΕ ΟΕΟΤΖ ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΤΗΣ ΑΓΝΗΣ Σ Α Κ Ε Α Λ Α Ρ Ι Ο Τ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟΤ ΕΠΑΜ. ΤΑΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΤ ΤΟΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ 1 9 7 8 ΜΕ ΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΤΟΥ Ε. Χ. Κ Α Σ Δ Α Γ Λ Η ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ - ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΤΟΥ Π Α Ν . Η. Χ Α Ρ Η
Δ'ΕΚΔΟΣΗ Φωτομηχανική ανατύπωση μέ σύστημα οίΐδ€ΐ στό λιθογραφείο Γ. Βουλγαρίδη & Δ. Χατζηστύλη (Ιανουάριος 1994)
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΥΤΟ τοϋ μεγάλου ιστορικού τής ελληνικής αρχαιότη τας ΟαδΙ&νβ ΟΙοΙζ (1862-1935) αποτελεί ένα κλασικό, έργο τής νεότερης βιβλιογραφίας. Τό θέμα του είναι τό ελληνικό κράτος άπό τή γεωμετρική εποχή ώς τήν άρχή τής ελληνιστικής, κυρίως όμως κατά τους αρχαϊκούς καί τους κλασικούς χρόνους. Ακριβέστερα, εξε τάζει τίς μορφές τών ελληνικών κρατών (άπλά, ομοσπονδιακά, ηγε μονικά), τά πολιτεύματα τους (παραδοσιακή βασιλεία, αριστοκρα τία, τιμοκρατία, τυραννία, δημοκρατία), τούς θεσμούς τους, τά προ βλήματα πού αντιμετώπισαν, τίς λύσεις πού βρήκαν. Ό συγγραφέας δίνει ιδιαίτερη προσοχή στό κοινωνικό υπόβαθρο, τήν ψυχολογία καί τήν ιδεολογία ομάδων καί ατόμων, τήν ανθρώπινη δράση, τή λει τουργία και τίς αλλοιώσεις τών θεσμών, τά πολιτικά προγράμματα, τίς αμοιβαίες επιδράσεις όλων αυτών τών παραγόντων καί τίς εμφα νίσεις νέων δεδομένων, τίς βαθμιαίες καί τίς επαναστατικές μετα βολές, τίς προόδους καί τίς οπισθοδρομήσεις. Ή Ελληνική «πόλις», γραμμένη μέ σαφήνεια καί ζωντάνια, διεισδυτικότητα καί μετριο πάθεια, παραμένει βιβλίο αναφοράς γιά τούς ερευνητές καί ταυτό χρονα διαβάζεται άνετα χωρίς νά κουράζει.
Κολάζ καί μακέτα εξωφύλλου: Δημήτρης Καλοκύρης