Christopher Montague Woodhouse
TO ΜΗΛΟ TΗΣ ΕΡΙΔΟΣ The apple of discord
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ...
44 downloads
416 Views
3MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
Christopher Montague Woodhouse
TO ΜΗΛΟ TΗΣ ΕΡΙΔΟΣ The apple of discord
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ Μετάφραση: Μ. Κ. Εξάντας 1976
Christopher Montague 'Monty' Woodhouse, Lord Terrington of Huddersfield, scholar, soldier and politician, born May 11 1917; died February 13 2001.
Digitized by 10uk1s
Σημείωμα του εκδότη Το "Μήλο της Έριδος" κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1948. Ο συγγραφέας του υπηρέτησε στην Ελλάδα το μεγαλύτερο διάστημα της Κατοχής σαν υπαρχηγός και κατόπιν σαν "αρχηγεύων" της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Υπήρξε λοιπόν ένας από τους κύριους φορείς, εκφραστές και ίσως διαμορφωτές της αγγλικής πολιτικής απέναντι στο κίνημα της Αντίστασης. Το γεγονός αυτό δίνει από μόνο του εξαιρετική σημασία στο βιβλίο. Οι αναλύσεις του, από οποιαδήποτε οπτική γωνία κι αν ιδωθούν, είναι πολύτιμο βοήθημα για την κατανόηση της ταραγμένης περιόδου 1940 - 1950. Το ότι το "Μήλο της Έριδος" άργησε να κυκλοφορήσει στη χώρα μας, οφείλεται ακριβώς στη συγκινησιακή φόρτιση που ως τώρα μας εμπόδισε να γνωρίσουμε με ψυχραιμία και την αντίθετη άποψη —πράγμα απαραίτητο για τη διαμόρφωση μιας σωστής και αντικειμενικής κριτικής αντίληψης. Επί πλέον το βιβλίο του συνταγματάρχη Woodhouse ξεπερνά τους περιορισμούς της απλής "μαρτυρίας". Πέρα από οποιαδήποτε γνώμη για τις θέσεις του είναι αδύνατο να μην εκτιμήσει ο αντικειμενικός αναγνώστης την ευρύτητα της ματιάς του συγγραφέα και, κυρίως, το εξαίρετο ύφος του, τη σχεδόν κλασική δομή της ανάπτυξής του. Το "Μήλο της Έριδος" ανήκει στα βιβλία εκείνα που η μετάφραση αναγκαστικά τα "προδίδει" —ως ένα βαθμό τουλάχιστον. Τελειώνοντας θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον συγγραφέα για την άδειά του να μεταφράσουμε το βιβλίο καθώς και τον κ. Κομνηνό Πυρομάγλου για τη συμπαράστασή του στη δύσκολη αυτή προσπάθεια.
Digitized by 10uk1s
Πρόλογος στην ελληνική έκδοση Όταν τελείωσε το Μήλο της Έριδος, εδώ και εικοσιπέντε χρόνια, δεν πίστευα πως θα υπάρξει ξανά τόσο μεγάλο ενδιαφέρον για την σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, ούτε νομίζω πως υπήρχε κανένας άλλος έξω από την Ελλάδα που να το πιστεύει. Για πολλούς λόγους αυτή η προοπτική αποδείχτηκε λαθεμένη και σε πολλές περιπτώσεις το υλικό που αποτέλεσε το Μήλο της Έριδος αποδείχτηκε ανεπαρκές. Μερικοί από τους λόγους αυτούς είναι προφανείς. Γράφοντας το 1947, δεν μπορούσα να κάμω έναν πλήρη απολογισμό του εμφυλίου πολέμου (του "αντισυμμοριακού αγώνα" ή του "τρίτου γύρου", όπως τον αποκαλούν οι Έλληνες ανάλογα με την πολιτική τους τοποθέτηση), μια που αυτός δεν τελείωσε παρά ύστερα από δύο χρόνια. Ακόμα και για την περίοδο την οποία προσπάθησα να εξετάσω σε βάθος (την Γερμανική Κατοχή από το 1941 μέχρι το 1945) υπήρχε ολοκληρωτική σχεδόν έλλειψη τεκμηρίων εικοσιπέντε χρόνια πριν. Το πλήθος των τεκμηρίων που συσσωρεύτηκαν από τότε (στην ελληνική, την αγγλική, τη γαλλική, τη γερμανική και άλλες γλώσσες), καθιστούν αναγκαία την επανεξέταση ακόμα και της περιορισμένης περιόδου που καλύπτει το Μήλο της Έριδος. Κάτι άλλο που καθιστά επίσης αναγκαία την επανεξέταση, είναι ο περιορισμός της δημοσίευσης των επίσημων βρετανικών εγγράφων από τα πενήντα στα τριάντα χρόνια. Υπάρχουν επίσης αλλαγές στην ιστορική προοπτική που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Από το 1947 πολλές απρόβλεπτες αλλαγές έλαβαν χώρα, κι αυτές αναπόφευκτα επηρεάζουν τα συμπεράσματα ακόμη και για γεγονότα που προηγούνται αυτής της χρονολογίας. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές από αυτές τις αλλαγές που αφορούν την Ελλάδα περιλαμβάνονται η ολοένα στενότερη πρόσδεση της Ελλάδας στο άρμα της δυτικής Συμμαχίας, η προοδευτική διαίρεση του σοβιετικού μπλοκ και τελικά η επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας το 1967. Τρία τουλάχιστον από τα συμπεράσματα που τα θεωρούσα βέβαια πριν από ένα τέταρτο του αιώνα, διαψεύστηκαν από τα γεγονότα: • • •
πρώτο, ότι η Βρετανία θα εξακολουθούσε να είναι στη Μεσόγειο αν όχι η κυριαρχική δύναμη, τουλάχιστο μια από τις ισχυρότερες· δεύτερο, ότι η Ελλάδα θα παρέμενε κοινοβουλευτική δημοκρατία, κάτω από το σχήμα της "βασιλευομένης" ή συνταγματικής μοναρχίας· και τρίτο, ότι οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδας θα παρέμεναν στενοί σύμμαχοι, αν όχι δορυφόροι, της Σοβιετικής Ένωσης.
Σε μερικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα στην τελευταία, οι εσφαλμένες υποθέσεις συνεπάγονται πραγματικά λάθη στην εκτίμηση της περιόδου που καλύπτει το Μήλο της Έριδος. Το βιβλίο δόθηκε στη δημοσιότητα λίγες βδομάδες πριν από τη διαφωνία Τίτο και Στάλιν, που εκδηλώθηκε δημόσια στα μέσα του 1948. Το ενδεχόμενο αυτό δεν μου είχε καθόλου περάσει από το μυαλό. Πίστευα ότι το κομμουνιστικό μπλοκ ήταν τόσο συμπαγές όσο παρουσιαζόταν πως είναι. Αναδρομικά είναι φανερό ότι η διάσταση ανάμεσα στα κομμουνιστικά κόμματα των Βαλκανικών χωρών, καθώς κι ανάμεσα σ' αυτά και τη σοβιετική κυβέρνηση ήταν ήδη πραγματικότητα από τότε. Αναδρομικά επίσης, καθαρότερα φαίνεται και η διάσταση μεταξύ του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΕ) και του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ). Πιθανόν τη διάσταση αυτή θα μπορούσε κανείς να την υποπτευθεί, αλλά οι κομμουνιστές είναι πολύ επιδέξιοι στο να κρύβουν τα μυστικά τους. Ξέχωρα από τα βασικά αυτά λάθη, υπάρχουν μερικά σημεία που χρειάζονται διόρθωση κάτω από το φως πιο πρόσφατων τεκμηρίων. Ένα - δυο απ' αυτά αφορούν την προσωπικότητα του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα, του πιο φημισμένου μη κομμουνιστή ηγέτη της Ελληνικής Αντίστασης. Είναι πλέον φανερό, από τα έγγραφα της SOE (Special Operations Executive), ότι ο Digitized by 10uk1s
Ζέρβας εκβιάστηκε ουσιαστικά για να βγει στο βουνό το 1942· και είναι φανερό επίσης από τα γερμανικά έγγραφα ότι έκανε μυστική ανακωχή με τις δυνάμεις Κατοχής ανάμεσα στο Νοέμβρη του 1943 και τον Αύγουστο του 1944. Δεδομένου ότι είναι πολύ σκληρό να τον κρίνουμε μεταθανάτια, θα πρέπει να προσθέσουμε ότι η πρώτη κατηγορία αντανακλά μάλλον την δυσπιστία της SOE παρά του Ζέρβα και ότι η δεύτερη δεν συνεπάγεται αναγκαία ότι οι Γερμανοί επωφελήθηκαν μ' οποιοδήποτε τρόπο από την ανακωχή. Πρέπει επίσης ν' αναγνωρίσω, σε σχέση με τον Ζέρβα, ένα άλλο σημαντικό σημείο στο οποίο ο Ζέρβας είχε δίκιο τότε κι εγώ άδικο. Είχα υποτιμήσει τη σημασία της τακτικής των δυνάμεών του και των θέσεών τους συγκριτικά με τον ΕΛΑΣ, γιατί οι κύριες γραμμές επικοινωνίας με την Κεντρική Ευρώπη (συμπεριλαμβανομένων και των σιδηροδρομικών), περνούσαν από τις ανατολικές περιοχές της Ελλάδας που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο του ΕΛΑΣ. Στην πραγματικότητα η περιοχή που κρατούσε ο Ζέρβας, κοντά στις δυτικές ακτές, ήταν πιο σημαντική απ' όσο νόμιζα τότε, γιατί ο διαρκής φόβος του Hitler από τον Ιούλιο του 1943 και πέρα, ήταν μήπως οι Σύμμαχοι επιχειρήσουν απόβαση στα νότια των Βαλκανίων από την Ιταλία. Αυτός ήταν σίγουρα ο κύριος λόγος που οι Γερμανοί έδιναν τόση σημασία στον παραμερισμό του Ζέρβα. Υπάρχουν και άλλα λιγότερο σημαντικά σημεία που θέλουν διόρθωση. Πολλοί μύθοι δημιουργήθηκαν γύρω από την Ελληνική Αντίσταση και έδωσαν αφορμή για τη δημοσίευση έργων με δημοσιογραφικό μάλλον παρά ιστορικό χαρακτήρα. Δεν θα μπορούσα να τους διαλύσω εικοσιπέντε χρόνια πριν, γιατί ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό πως θα μπορούσαν να εφευρεθούν. Ακόμα και τώρα δεν είναι δυνατό να τους διαλύσω όλους, και δεν υπάρχει αμφιβολία πως μερικούς απ' αυτούς δεν τους ξέρω καθόλου. Ένα δυο παραδείγματα αρκούν για να φωτίσουν αυτά που λέω. Στη μυθολογία της Δεξιάς υπάρχει μια ιστορία, σύμφωνα με την οποία "κατά την οργάνωση των ανταρτικών ομάδων, το ΚΚΕ εβοηθήθη υπό των Βρετανών πολύ περισσότερον, εν συγκρίσει με τας άλλας ομάδας, με όπλα, χρήματα, παντός είδους υλικόν και βρετανούς καθοδηγητάς"· και μια άλλη, σύμφωνα με την οποία κατά τις διασκέψεις που λάβαιναν χώρα στο Κάιρο στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής "οι ηγέται των κομμουνιστών μετεφέροντο εις Αίγυπτον με επίσημον βρετανικήν βοήθειαν, ενώ οι επικεφαλής των μη κομμουνιστικών αντιστασιακών ομάδων ήσαν υποχρεωμένοι να εξευρίσκουν μόνοι των τον τρόπον της μετάβασής των εκεί, οσονδήποτε επικίνδυνον και αν ήτο το εγχείρημα". 1 Μύθοι υπάρχουν επίσης και από την πλευρά της Αριστεράς. Ένας απ' αυτούς, που με αφορά προσωπικά, διατείνεται ότι το 1942 "έπεσα με αλεξίπτωτο στην Ελλάδα, έχοντας σαν κύρια αποστολή μου να διχάσω πολιτικά το ΕΑΜ"· ένας άλλος που αναφέρεται στην επίθεση κατά της γέφυρας του Γοργοποτάμου (της πρώτης σημαντικής επιχείρησης των ελλήνων ανταρτών) υποστηρίζει ότι το σχέδιο καταστρώθηκε αποκλειστικά από τον κομμουνιστή ηγέτη Άρη Βελουχιώτη, "απ' αρχής μέχρι τέλους, χωρίς την παραμικρή σχεδόν συμβολή των άγγλων". 2 Στην ίδια κατηγορία ανήκει και ο επίμονος μύθος, που παραπλάνησε έναν τουλάχιστον επαγγελματία ιστορικό, ότι η ελληνική Υπηρεσία του BBC απέδωσε τη νίκη του Γοργοποτάμου ολοκληρωτικά στον Ζέρβα, χωρίς ν' αναφέρει τη συμμετοχή του ΕΛΑΣ. 3 Σ' όλες αυτές τις περιπτώσεις οι μύθοι μπορούν ν' ανασκευαστούν με άμεση αναφορά στα γεγονότα που ήδη μας είναι γνωστά. Δεν συμβαίνει όμως πάντοτε έτσι. Ένα από τα πιο γνωστά κι αμφιλεγόμενα σημεία της σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας είναι οι πυροβολισμοί στην Πλατεία Συντάγματος, στις 3 Δεκεμβρίου 1944, που προκάλεσαν στην Αθήνα την έναρξη του "δευτέρου γύρου". Οι εκδοχές είναι πολλές και στηρίζονται βασικά σε αφηγήσεις από αυτόπτες μάρτυρες. • •
"Δεν χωρεί πλέον καμιά αμφιβολία ότι εκείνος που πυροβόλησε εν ψυχρώ και χωρίς καμιά πρόκληση ήταν η αστυνομία"· "υπάρχουν σοβαροί λόγοι να πιστεύει κανείς ότι οι μοιραίοι πυροβολισμοί προήλθαν στην Digitized by 10uk1s
• •
πραγματικότητα από κάποιον κομμουνιστή προβοκάτορα"· "το πλήθος ήταν άοπλο και δεν είχε προφανώς άλλο σκοπό από το να διαδηλώσει ειρηνικά την αγανάκτησή του"· "οι ομάδες των διαδηλωτών ήταν οπλισμένες και χτύπησαν τους εκπροσώπους του νόμου και της τάξης σύμφωνα με το σχέδιο". 4
Ίσως η πιο έντιμη εκδοχή, από την πλευρά της Αριστεράς, να είναι αυτή που αναφέρει, χρόνια αργότερα, ο συνθέτης Θεοδωράκης, ο οποίος, παιδί τότε, βρισκόταν μεταξύ των διαδηλωτών και παραδέχεται ότι "μερικές δεκάδες στελέχη, επιφορτισμένα να διατηρήσουν την τάξη" ήταν πράγματι οπλισμένα, επιμένοντας όμως ότι οι πρώτοι πυροβολισμοί ρίχτηκαν από την αστυνομία. 5 Ο πλέον αξιόπιστος ιστορικός του "δεύτερου γύρου" αποφεύγει, πολύ σοφά, να εκφέρει μια τελική γνώμη σχετικά με τις διάφορες εκδοχές. 6 Η αλήθεια φαίνεται να είναι ότι οι άνθρωποι πιστεύουν συχνά αυτό που θέλουν να πιστεύουν και μερικές φορές μάλιστα δε βλέπουν παρά αυτό που έχουν ανάγκη να δουν. Ο αείμνηστος καθηγητής Ρόμιλυ Τζένκινς παρατήρησε ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα σ' αυτό που λέμε Αλήθεια και σ' αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί Εθνική Αλήθεια· δηλαδή, ανάμεσα σ' αυτό που συνέβη πραγματικά και σ' αυτό που θα έπρεπε να είχε συμβεί. 7 Παρόμοιες αντιφάσεις υπάρχουν και στις γνώμες πολλών ξένων παρατηρητών. Απαλλάσσω λοιπόν τους κριτικούς από τον κόπο να πουν ότι κι εγώ μερικές φορές υπέκυψα σε υποκειμενικές εκτιμήσεις και το παραδέχομαι μονάχος μου. Πέρα ωστόσο από τις μυθιστορηματικές εκδοχές που εύκολα ανασκευάζονται με απλή αναφορά στα γεγονότα, υπάρχουν και μύθοι περισσότερο ανθεκτικοί και με μεγαλύτερες συνέπειες. Οι πιο ριζωμένοι απ' αυτούς είναι εκείνοι που προσπαθούν ν' αποδείξουν ότι οι "τρεις γύροι" του εμφυλίου πολέμου οφείλονται στα μακιαβελικά σχέδια του Churchill ή του Στάλιν, ανάλογα με την περίσταση. Οι θεωρίες αυτές εκφράζονται συνήθως καλυμμένα και έμμεσα, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που είναι εντελώς σαφείς. Αυτή είναι η περίπτωση, λόγου χάρη, ενός γάλλου δημοσιογράφου που, κάνοντας έναν απολογισμό των γεγονότων του 1943, θεωρεί σαν αυταπόδεικτο ότι "το καλύτερο πρόσχημα για την ένοπλη επέμβαση" των Βρετανών ήταν ένας εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στις οργανώσεις της Ελληνικής Αντίστασης· και όταν ο Churchill έλεγε πως προσδοκούσε μια σύγκρουση με το ΕΑΜ το 1944, "δεν θεωρητικολογούσε δίνοντας έκφραση σε μια ευχή, που η πραγματοποίησή της ήταν αποτέλεσμα τριών χρόνων συστηματικής προετοιμασίας". 8 Η πίεση αυτή δε στηρίζεται σε αποδείξεις, αλλά, παρόλα αυτά, εξακολουθεί να κερδίζει έδαφος. Από την άλλη μεριά, υποστηρίζεται ότι η υποτροπή της σύγκρουσης, με τον "τρίτο γύρο" του 1946, οφείλεται σε εσκεμμένη πρωτοβουλία του Στάλιν. Παρά την έλλειψη αποδείξεων, ένας αξιωματικός ιστορικός βεβαιώνει ότι "ο Στάλιν, επιδοκιμάζοντας τη δημιουργία του Δημοκρατικού Στρατού, ζήτησε από τη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία να του παράσχουν κρυφά υλική βοήθεια και υποστήριξη". 9 Μια λιγότερο πειστική εκδοχή της ίδιας θεωρίας συνδέει τον "τρίτο γύρο" με την επιθετική πολιτική των Σοβιέτ απέναντι στην Τουρκία και το Ιράν το 1945: "Οι έλληνες κομμουνιστές ηγέτες δεν χρειάζονταν ειδικές οδηγίες από τη Μόσχα για να συλλάβουν το νόημα όλων αυτών των πολιτικών κινήσεων. Η συμμαχία ανάμεσα στο "καπιταλιστικό" και το "σοσιαλιστικό" στρατόπεδο κατά τη διάρκεια του πολέμου, ήταν πλέον κάτι που ανήκε στο παρελθόν, μια ιστορική ιδιοτροπία που είχε περάσει, για ν' αντικατασταθεί από την καινούρια φάση του αγώνα για μια παγκόσμια κομμουνιστική κοινωνία. Πιο συγκεκριμένα: η Σοβιετική Ένωση έβαζε προφανώς σ' εφαρμογή Digitized by 10uk1s
ένα νέο σχέδιο πίεσης προς την κατεύθυνση της Μεσογείου και του Περσικού Κόλπου. Το ΚΚΕ είχε καθήκον να συμβάλει σ' αυτό." 10 Εντούτοις, τα πραγματικά γεγονότα, στο θέμα αυτό, αποδείχνουν ότι ο Στάλιν όχι μονάχα δεν επεδίωξε την ανταρσία στην Ελλάδα εκείνη την εποχή, αλλά την αποδοκίμαζε κιόλας. Ο πειρασμός να πιστέψει κανείς τέτοιους μύθους είναι μεγάλος. Εξηγούν ικανοποιητικά όλα τα φαινόμενα και το μόνο τους μειονέκτημα είναι πως δεν ταιριάζουν με τα πραγματικά γεγονότα που ήρθαν στο φως τριάντα χρόνια αργότερα. Συγκρινόμενα με τη λογική απλότητα αυτών των θεωριών, τα γεγονότα είναι αφάνταστα πιο περίπλοκα. Δεν υπάρχει ικανοποιητική απάντηση λόγου χάρη για τα δυο βασικά αινίγματα του 1944: • •
αν το ΚΚΕ σκόπευε να καταλάβει δυναμικά την εξουσία, γιατί δεν το αποφάσισε την πιο κατάλληλη στιγμή, όταν αποχωρούσαν οι Γερμανοί; Και αν δεν ήταν αυτός ο αρχικός του σκοπός, τι το έκαμε ν' αλλάξει γνώμη και να το αποφασίσει στην πιο ακατάλληλη στιγμή, το Δεκέμβρη του 1944;
Είναι εύκολο τώρα να πούμε με κάποια βεβαιότητα ότι οι απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα δεν βρίσκονται στις συνομωσίες του Churchill ή του Στάλιν. Το πιο πιθανό είναι πως βρίσκονται στη σύγχυση, την αναποφασιστικότητα, τις παρεξηγήσεις και τις διχασμένες γνώμες όλων των πλευρών. Αναγνωρίζω ωστόσο ότι αυτή η μη ευφάνταστη εκδοχή δεν μπορεί να εκτοπίσει κανέναν από τους δημοφιλείς μύθους. Η συσσώρευση των γεγονότων δεν συνεπάγεται αναγκαία λύση περίπλοκων αινιγμάτων. Η δυσκολία σχετικά με την αλλαγή τακτικής του ΚΚΕ το Δεκέμβρη του 1944 οφείλεται σε ανεπάρκεια τεκμηρίων, αλλά την ίδια δυσκολία παρουσιάζει και το αίνιγμα της βρετανικής πολιτικής ένα χρόνο πρωτύτερα που επιμένει να υπάρχει παρόλο που τα σχετικά τεκμήρια έχουν έρθει όλα στο φως. Που οφείλεται η ταυτόχρονη αλλαγή της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην ελληνική και τη γιουγκοσλαβική αντίσταση στα τέλη του καλοκαιριού του 1943; Γεγονός είναι ότι η πολιτική στράφηκε βίαια εναντίον των κομμουνιστών στην Ελλάδα και υπέρ αυτών στην Γιουγκοσλαβία. Στην Ελλάδα μάλιστα το γεγονός αυτό ήταν στην πραγματικότητα η δεύτερη σημαντική μεταστροφή μέσα σ' έξη μήνες. Κατά συνέπεια, το παράδοξο βρίσκεται στο γεγονός ότι ενώ στην αρχή του 1943 ο προσανατολισμός της βρετανικής πολιτικής ήταν σε γενικές γραμμές ο ίδιος και για τις δυο χώρες, στο τέλος του ίδιου χρόνου βρέθηκε διαμετρικά αντίθετος. Οι αιτίες δεν είναι λιγότερο σκοτεινές επειδή τα γεγονότα δεν αμφισβητούνται. Όλα αυτά είναι θέματα που χρειάζονται προσεχτική επανεξέταση και δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι ξένοι ιστορικοί και κάποια μέρα (ελπίζω) και οι έλληνες συνάδελφοί τους, θα την επιχειρήσουν. Στο μεταξύ ελπίζω πως μια ελληνική έκδοση του Μήλου της Έριδος μπορεί ακόμα να είναι χρήσιμη, με την προϋπόθεση ότι ο αναγνώστης θα λάβει υπόψη του τις επιφυλάξεις που ανέφερα.
Digitized by 10uk1s
Πρόλογος στην αγγλική έκδοση Ο σκοπός του βιβλίου αυτού μπορεί να συνοψισθεί σε λίγες παραγράφους. Είναι μια προσπάθεια να δοθεί εξήγηση σε δυο περίπλοκα ζητήματα που ταλαιπωρούν την Ελλάδα και να διερευνηθούν οι συνέπειές τους. Το ένα είναι οι εσωτερικές σχέσεις που επικρατούν στη χώρα· το άλλο είναι οι εξωτερικές της σχέσεις αλλά, και τα δυο, αποτελούν τις δυο διαφορετικές όψεις ενός και μόνο ζητήματος· και το ζήτημα αυτό είναι, ότι τα ελληνικά πράγματα, από όποια σκοπιά κι αν τα δει κανείς, βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση. Αν απομονώνω στην αρχή τα δυο αυτά ζητήματα το ένα από το άλλο και από κάθε συσχετισμό μεταξύ τους, το κάνω για λόγους ορισμού και μόνο. Στις αρχές του 1941, τους πρώτους δηλαδή μήνες από την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο, ο λαός φαινόταν περισσότερο ενωμένος από ποτέ κι η χώρα ήταν η ”κόρη οφθαλμού” των Συμμάχων. (Στους Συμμάχους συγκαταλέγονται εδώ, με μια συμβατική μετάθεση χρονολογιών, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ, που συμμερίζονταν τη γενική εκτίμηση για την Ελλάδα, αν και δεν είχαν πάρει μέρος ακόμα στον πόλεμο). Λίγο αργότερα, η Ελλάδα βυθίστηκε στο σκοτάδι της εχθρικής κατοχής. Όταν, το 1944, τα λιμάνια της άνοιξαν και πάλι για τον κόσμο, τα δυο εκείνα χαρακτηριστικά του 1941 είχαν αλλοιωθεί κατά τρόπο τραγικό. Ο λαός δεν ήταν πια ενωμένος· σπαραζόταν από ανταγωνισμούς. Η χώρα δεν ήταν πια η "κόρη οφθαλμού" των Συμμάχων· γι' αυτούς, τώρα, ήταν το μήλο της έριδος. Οι μεταβολές αυτές είχαν αρχίσει στα χρόνια της Κατοχής· τώρα, έχουν αποκρυσταλλωθεί. Και η μια και η άλλη, έχουν τις ρίζες τους στην Κατοχή. Τέσσερις ήταν οι δρόμοι για τον απλό Έλληνα πολίτη στη Κατοχή — όχι για τους ηγέτες, για τον απλό Έλληνα: • • • •
να καθίσει ήσυχα, χωρίς να κάνει τίποτα· να δραπετεύσει απ' τη χώρα· να συνεργασθεί με τον εχθρό· να πολεμήσει τον εχθρό.
Όσοι διάλεξαν ένα από τα δυο πρώτα, φάνηκαν πιο έξυπνοι από την άποψη του προσωπικού τους συμφέροντος, όπως απόδειξαν τα κατοπινά γεγονότα· όσοι διάλεξαν το τρίτο, βρέθηκαν ν' ακολουθούν αυτούς τους πρώτους σε μικρή απόσταση· όσοι όμως προτίμησαν το τέταρτο, διέπραξαν φαινομενικά ένα ανόητο, στην καλύτερη περίπτωση, σφάλμα και, στη χειρότερη, έγκλημα. Αυτό, που αποτέλεσε την πηγή του νέου ανταγωνισμού, ο οποίος εκτόπισε την επιφανειακή ενότητα, είναι το πρώτο από τα δυο περίπλοκα ζητήματα που αναφέραμε στην αρχή. Οι πολιτικοί ηγέτες, από την άλλη πλευρά, είδαν να προβάλλουν νέες προοπτικές μέσα από τα χρόνια εκείνα. Ο πόλεμος αύξησε σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων για την Ελλάδα. Οι πολιτικοί της βρέθηκαν μπροστά στις ερωτοτροπίες των πρεσβευτών τους· ο καθένας τους μπορούσε να κλίνει προς το μέρος όποιας προτιμούσε. Μια αναμέτρηση διπλωματικής ερωτοτροπίας ανάμεσα στον Άξονα και τους Συμμάχους ήταν βέβαια κάτι το φυσικό· το φαιδρό, όμως, στο πολιτικό παιχνίδι, ήταν ότι παρόμοια διάσταση γεννήθηκε και μεταξύ των ίδιων των Συμμάχων, ενώ η αντιζηλία του Άξονα άρχιζε να εξαφανίζεται απ' τη σκηνή. Για ένα διάστημα, ήταν μια ευχάριστη κατάσταση· στον καθένα αρέσει να είναι περιζήτητος. Ύστερα, ήρθε το τέλος του πολέμου· και, για τους πολιτικούς, το παιχνίδι δεν ήταν πια "παίξε γέλασε", όπως συνηθίζουν να λένε οι Έλληνες. Η Ελλάδα έγινε αντικείμενο ενός ανταγωνισμού, που θα ήταν ικανός ν' απομακρύνει τη Μεγάλη Βρετανία από τις ΗΠΑ και τις δυο αυτές χώρες από την ΕΣΣΔ, αμέσως μόλις θα ξεσπούσε. Η Ελλάδα ήταν το μήλο της έριδος· η αντιζηλία μεταξύ των πολιτικών έγινε ξαφνικά ένας συναγωνισμός για το ρόλο του Πάριδος. Η εσωτερική πολιτική ζωή της Ελλάδας καθρέφτιζε σε μικρογραφία τον διεθνή ανταγωνισμό μεταξύ ΕΣΣΔ, ΗΠΑ και Μεγάλης Βρετανίας. Αυτή η αντίφαση προς τις καλές μέρες της Συμμαχίας, το 1941, είναι το δεύτερο Digitized by 10uk1s
περίπλοκο ζήτημα. Ωστόσο, αν και αναλύθηκαν τα δυο θέματα, είναι δύσκολο να τα διαχωρίσει κανείς εντελώς. Το πρώτο είναι κυρίως εσωτερικό· και τα δυο όμως δεν είναι παρά οι δυο όψεις της ίδιας ελληνικής πολιτικής ζωής και η αλληλεπίδρασή τους γίνεται φανερή και μόνο από την έκθεσή τους. Δεν θα το αντιμετωπίσουμε λοιπόν χωριστά στο εξής, αφού καθετί που θα λέγεται για το ένα θα έχει τις προεκτάσεις του στο άλλο. Τα εξετάζω χωριστά, μόνο για να δείξω στον αναγνώστη τα νήματα, που συνδέουν τα πρώτα κεφάλαια και θα τον βοηθήσουν επίσης να διατηρεί καθαρά στο νου του τα χρονικά όρια: από το 1941 περίπου, από τότε που οι διαφοροποιήσεις δεν φαίνονταν να είχαν αρχίσει ακόμα, ως το 1946, όταν πια είχαν αποκρυσταλλωθεί αρκετά για ν' αναγνωρίζονται με πρώτη ματιά. Η αφήγηση, όμως, θα επεκταθεί ελεύθερα πέρα απ' τα όρια αυτά και προς τις δυο κατευθύνσεις· κι αυτό επειδή η ιστορία, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα ιστορικά βιβλία, δεν έχει ποτέ μια συγκεκριμένη αρχή ούτε ένα τέλος που μπορεί να προκαθορισθεί ακριβώς. Δεν θέλω να πω, ότι το βιβλίο αυτό πλησιάζει καν το κύρος του ιστορικού έργου. Ίσως κανένας άνθρωπος δεν είναι δυνατό να γράψει την ιστορία γεγονότων, στα οποία έχει παίξει ο ίδιος έναν ρόλο. Ο ιστορικός, εξ άλλου, διαθέτει και ορισμένα πλεονεκτήματα, που δεν τα έχει όποιος γράφει πάνω σε τρέχοντα γεγονότα. Οι πηγές που χρησιμοποιεί ο ιστορικός είναι αδύνατον να σηκωθούν και να τον φωνάξουν ψεύτη· οι πολιτικοί σχολιαστές δεν έχουν την ευχέρεια να του αντιπαραθέσουν διαλεγμένες φράσεις, για να αποδείξουν ότι εννοεί το αντίθετο απ' αυτό που λέει. Επειδή δεν βρίσκομαι στη θέση του ιστορικού, οφείλω να σεβασθώ τον ρόλο του πρώτου και να περιορισθώ στον ρόλο του δεύτερου. Και ούτε υπολογίζω, όπως πρέπει να υπολογίζει ένας ιστορικός, στο ότι θα επιτύχω την επιδοκιμασία των πολλών. Η ευρύτερη σύμπτωση απόψεων που μπορεί να επιτευχθεί στα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα είναι ανάμεσα σε δυο πρόσωπα, όταν το ένα βρίσκεται μακριά. Για παράδειγμα, δεν έχει ακόμα επιτευχθεί σύμπτωση απόψεων, στο αν τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 1944 στην Αθήνα ήταν η ηρωική έκφραση μιας γεννώμενης δημοκρατίας ή μια άθλια συνωμοσία ανθρώπων που κινούνται από εγκληματική μεγαλομανία. Αλλά, κι αν ο,τιδήποτε άλλο μπορεί ν' αμφισβητηθεί, αυτή η διπλή διαμάχη για την Ελλάδα, όπως την προσδιόρισα πιο πάνω, δεν είναι δυνατό ν' αμφισβητηθεί. Αποτελεί λοιπόν, μια γερή κλωστή, όπου μπορεί να περαστεί η σειρά των γεγονότων, και θα είναι χρήσιμη στον ιστορικό, ελπίζω, όταν θα έρθει η ώρα του. Τα περισσότερα από τα γεγονότα αυτά έχουν δει το φως της δημοσιότητας στην Ελλάδα· στην Αγγλία, μερικά απ' αυτά είναι άγνωστα. Οι γνώμες που διατυπώνω γι' αυτά είναι οι δικές μου αποκλειστικά· και, μ' όλο που είναι μεροληπτικές, με την έννοια ότι αποσκοπούν στο να δικαιώσουν τη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα σαν την μόνη πολιτική που ήταν δυνατή, ο κυριότερος σκοπός τους είναι να δείξουν για ποιους λόγους ούτε αυτή ούτε καμιά άλλη πολιτική ήταν δυνατό να σημειώσει τέλεια επιτυχία.
Digitized by 10uk1s
I. Το πολιτικό σκηνικό Ότ α ν ακο ύω να λ έ νε ό τι ο Έ λ λη να ς πο λ ιτι κ ό ς κ. Πό πο υ λο ς βρ ίσ κ ετα ι λίγο π ρο ς τ ' αρι σ τε ρά το υ κ . Σκο πό πο υ λο υ, δε ν κα τα λ αβαί νω τι ε ν νο ο ύ ν δ εν κ ατ αλ αβ αί νω το υ λά χ ισ το ν π ερι σ σό τ ε ρ ο απ ' ό σο θα κα τα λά βαι νε κ άπο ιο ς πο υ ζει σ το φε γγ άρι . Α. P. Herbert
Τo πιο δύσκολο σημείο στο θέμα μου είναι να περιγράψω τα γεωγραφικά και χρονολογικά όρια. Αν έλεγα ότι το γεωγραφικό πλαίσιο είναι η Ελλάδα και το χρονολογικό η περίοδος 1941 - 1946, θα εξαντλούσα τα όρια ανάμεσα στα οποία μπορώ να μιλώ με αρμοδιότητα· αλλά τα γεγονότα του 1941-46 έχουν ρίζες στα προηγούμενα χρόνια και δίνουν τους καρπούς τους στα κατοπινά. Που βρίσκεται λοιπόν η διαχωριστική γραμμή, χρονολογικά; Από την άλλη πλευρά, ο,τιδήποτε συμβαίνει στην Ελλάδα έχει επιπτώσεις στις όμορες χώρες· και, ο,τιδήποτε συμβαίνει στην Αλβανία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία ή την Τουρκία, έχει τις επιπτώσεις του στους γείτονες της καθεμιάς. Που βρίσκεται, τότε, η γεωγραφική διαχωριστική γραμμή; Ακόμα κι αν ήταν δυνατό να χαράξει κανείς τέτοια όρια, καμιά χώρα δεν ζει τριγυρισμένη από κενό και απομονωμένη από τις συνέπειες του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και τις επιδράσεις της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων. Κάθε οπτικό πεδίο, που δεν περικλείει το σύνολο, παρουσιάζει αναγκαστικά ανεπάρκεια· κι όμως, όποιος δεν είναι ένας Τόυνμπη, είναι αναγκασμένος, όταν γράφει, να περιορίζεται σε συγκεκριμένα όρια, αλλιώς, ας μη γράφει καθόλου. Όποια όρια κι αν διαλέξει κανείς, θα είναι αυθαίρετα και θ' αφήσουν πολλά σημεία σκοτεινά, στην περιφέρεια. Είναι αδύνατο να χυθεί στο βαλκανικό σκοτάδι τόσο άπλετο φως, ώστε να μην αφήσει καμιά σκιερή πτυχή. Το πρώτο αυτό κεφάλαιο έχει ακριβώς αυτόν τον χαρακτήρα των φωτοσκιάσεων, καθώς και τις αδυναμίες πού συνεπάγεται αυτό. Ο αναγνώστης θα συναντήσει λιγότερο εξακριβωμένα στοιχεία, λιγότερη πληρότητα στις λεπτομέρειες και περισσότερες αναπόδεικτες γενικεύσεις από ό,τι στα άλλα κεφάλαια που ακολουθούν. Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να σκιαγραφήσει τα ασαφή όρια γύρω απ' το θέμα "Η Ελλάδα του 1941 - 1946". Για το σκοπό αυτό, θα παρουσιάσω σε γενικές γραμμές μερικά γεγονότα και τάσεις της πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας και των βαλκανικών γειτόνων της, από την περίοδο όπου τοποθετείται το κύριο θέμα μου.
1 . Ο ΜΕ Τ Α ΞΑ Σ Κ Α Ι Ο Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ ΟΣ ΚΟΣ Μ Ο Σ Ο Ιωάννης Μεταξάς πέθανε στις 29 Ιανουαρίου 1941, τρεις μήνες ύστερα από την ιταλική επίθεση κατά της χώρας του, απ' το έδαφος της Αλβανίας. Κανένας δικτάτορας δεν ήταν ποτέ τόσο τυχερός, κατά την ώρα του θανάτου του, όσο αυτός. Με το περίφημο "ΟΧΙ" του στο ιταλικό τελεσίγραφο της 28 Οκτωβρίου 1940· με την αποτελεσματική διεύθυνση της ελληνικής κινητοποιήσεως· με τις επιτυχίες σε βάρος των Ιταλών, σε όλες τις φάσεις του πολέμου· με όλα αυτά, αν τα συνδυάσει κανείς και με τη συμπάθεια που έβρισκε στο λαό η αγγλοελληνική συμμαχία, είχε γίνει αγαπητός όχι μόνο από τις χώρες που θα συγκροτούσαν αργότερα τα Ηνωμένα Έθνη, αλλά, σ' έναν βαθμό χωρίς προηγούμενο, και από τους ίδιους τους συμπατριώτες του. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ανάδειξε τον Μεταξά σε μεγάλο στρατιωτικό ηγέτη, που είχε τη βοήθεια και ενός ικανού αρχηγού του Γενικού Επιτελείου (του αντιστράτηγου Παπάγου) και ενός γενναίου λαού. Η κληρονομιά όμως που άφησε η δικτατορία του ήταν οδυνηρή. Θα μπορούσε να συζητά κανείς ατέλειωτα για το τι θα έκανε ο Μεταξάς, αν βρισκόταν ο ίδιος κάτω από τις συνθήκες που κληροδότησε στον διάδοχό του· αλλά, και μόνο το ότι δεν είναι δυνατό να πάρει απάντηση ένα τέτοιο ερώτημα, δείχνει πόσο δύσκολα ήταν τα προβλήματα που άφησε άλυτα και πόσο τον ευνόησε η τύχη, σώζοντας το γόητρό του απ' την κηλίδα μιας αποτυχίας στα προβλήματα αυτά. Η πολιτεία του δεν ήταν προορισμένη ν' αντιμετωπίσει προβλήματα πολέμου και εχθρικής Digitized by 10uk1s
κατοχής. Ήταν σχεδιασμένη με σκοπό να σώσει την Ελλάδα απ' το χάος, όπου την έσερνε η κατάχρηση των δημοκρατικών διαδικασιών. Ο χαρακτήρας της "προσωρινότητας" ήταν γραμμένος στην προμετωπίδα της, από τότε που ο Μεταξάς ανέλαβε δικτατορικές εξουσίες, στις 4 Αυγούστου 1936. Αλλά ένα καθεστώς, που έρχεται να εκπληρώσει έναν καθορισμένο σκοπό, ώστε να μπορέσει να το διαδεχθεί μια συνταγματική κυβέρνηση, δεν είναι ο καλύτερος κριτής (αν και είναι ο μοναδικός), που θ' αποφανθεί κατά πόσο πραγματοποιήθηκε αυτός ο σκοπός. Ο Μεταξάς πέθανε χωρίς να πραγματοποιήσει το έργο που είχε θέσει σαν σκοπό του· χωρίς να έχει προβλέψει για το μέλλον, δημιουργώντας ένα κόμμα ή ορίζοντας έναν διάδοχό του· και, ευτυχώς γι' αυτόν, χωρίς να κληθεί απ' τη μοίρα ν' αντιμετωπίσει μια απ' τις μεγαλύτερες συμφορές της χώρας του, τη γερμανική εισβολή. Το καθήκον που είχε θέσει στον εαυτό του και στην δήθεν προσωρινή κυβέρνησή του ήταν να δημιουργήσει το ελληνικό κράτος: να του δώσει τη σταθερότητα, τη συνοχή, τον αυτοσεβασμό, που χαρακτηρίζουν ένα ανεξάρτητο κράτος και που, παρ' όλα τα εκατό χρόνια της ελευθερίας της, η Ελλάδα δεν τα είχε αποκτήσει ακόμη. Είχαν υπάρξει ως τότε πολιτικοί ολκής, άλλα δεν είχε υπάρξει ελληνικό κράτος. Υπήρξε ο Χαρίλαος Τρικούπης τον 19ο αιώνα και ο Ελευθέριος Βενιζέλος τον 20ο· μια ανασκόπηση όμως της ζωής των πολιτικών αυτών ανδρών αποκαλύπτει ότι, πίσω και κάτω απ' αυτούς, δεν υπήρχε κράτος. Όσο βρίσκονταν στην εξουσία, υπήρξε πρόοδος και ευημερία του λαού και βελτίωση των συνθηκών στη χώρα. Όταν όμως οι κανονικές διαδικασίες της δημοκρατίας τους αντικαθιστούσαν με τους αντιπάλους τους, ό,τι είχαν επιτύχει καταστρεφόταν. Οι επιτυχίες του Βενιζέλου, ιδιαίτερα, είχαν εξυψώσει τη θέση της Ελλάδας σε μεγάλη διεθνώς υπόληψη· άλλα το πέρασμα του καιρού έδειξε ότι, αν και ο Βενιζέλος προσωπικά ήταν ένας από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους πολιτικούς της εποχής του, το κράτος που εμφανιζόταν ότι εκπροσωπούσε δεν υπήρχε· η πλατειά υπόληψη που του έδειχναν, απευθυνόταν στον ίδιο προσωπικά και, κατ' επέκταση, στην ελληνική αρχαιότητα, όχι όμως στο ελληνικό κράτος. Οι διαδοχικές απομακρύνσεις του από την εξουσία πρόδιναν, πίσω από την πρόσοψη, τη διοικητική αναρχία. Εκείνο που δεν ήθελαν να ιδούν οι Έλληνες πολιτικοί και που ανάλαβε ο Μεταξάς να διορθώσει, ήταν το ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να γίνει κράτος της μορφής που ήταν η Αγγλία ή η Γαλλία, κράτος με την ευρωπαϊκή έννοια του εικοστού αιώνα, παρά μόνο όταν θα γινόταν ευρωπαϊκή χώρα του εικοστού αιώνα. Ο Μεταξάς διέγνωσε και επιδίωξε να διορθώσει ορισμένα βασικά ελαττώματα της ελληνικής κοινότητας, που, δυστυχώς, μπορούμε να τα διαγνώσουμε και στη σημερινή ένταση, επειδή η ριζική θεραπεία που θέλησε να εφαρμόσει ναυάγησε με τον πόλεμο και το θάνατό του. Η διάγνωση αυτή θα επαληθεύσει την αρχή που είχε σαν βάση ο Μεταξάς, έστω κι αν δεν την διατύπωσε ποτέ επίσημα: ότι το κυριότερο εμπόδιο για την ελληνική πολιτική σταθερότητα είναι ο Έλληνας πολιτικός. Το πεδίο όπου έχει να δοκιμασθεί ο Έλληνας πολιτικός είναι πλατύτερο (έστω και σε μικρότερη κλίμακα) απ' το πεδίο του δυτικού πολιτικού. Όσο κι αν διαφωνούν μεταξύ τους οι Άγγλοι πολιτικοί, υπάρχει ένα κοινό έδαφος, που έχει τεθεί μια για πάντα κάτω απ' τα πόδια τους από τη συσσωρευμένη πρόοδο αιώνων. Επειδή το έδαφος αυτό δεν πρόκειται να κλονισθεί ποτέ όχι μόνο δεν συζητούν γι' αυτό, αλλά ούτε και χρειάζεται να πουν ότι συμφωνούν για τούτο. Ένα τέτοιο κοινό έδαφος είναι κληρονομιά κάθε κράτους, που υπάρχει από αρκετούς αιώνες: αυτοί οι αιώνες είναι που λείπουν απ' την Ελλάδα. Και δεν αναπληρώνονται εύκολα, όπως νόμισε ο Μεταξάς ότι έπρεπε να γίνει, μέσα σε μια δεκαετία. Μια εβδομάδα παραμονής στα ελληνικά βουνά είναι αρκετή για να βεβαιώσει τον κάθε παρατηρητή, ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Ελλάδος ζει κάτω από συνθήκες που βρίσκονται πολλούς αιώνες πίσω από τη ζωή της Δυτικής Ευρώπης, αλλά αυτό δεν είναι κάτι που εύκολα μπορεί να εκτεθεί με λόγια. Η πιο άμεση ανάλογη εικόνα, που έχουμε στο νου μας εμείς οι Digitized by 10uk1s
Άγγλοι, είναι η περιγραφή που κάνει ο Μπόσουελ για τη ζωή των πιο απομακρυσμένων περιοχών της Σκοτίας του 18ου αιώνα, στο γνωστό του Ημερολόγιο μιας περιοδείας στις Εβρίδες. Στην Ελλάδα, όμως (όπως δεν θα παρέλειπε να τονίσει ο κάθε Αθηναίος) υπάρχει μια σημαντική εξαίρεση: η Αθήνα. Μαζί με λίγα άλλα μικρά αστικά κέντρα της Ελλάδας, η Αθήνα ανήκει στην Ευρώπη του εικοστού αιώνα, ακριβώς όπως το Λονδίνο και το Παρίσι. Η σημασία αυτής της εξαίρεσης βρίσκεται σ' αυτό: κανένας σχεδόν γηγενής Αθηναίος και, ασφαλώς, κανένας Αθηναίος πολιτικός, δεν γνωρίζει τίποτε περισσότερο για τη ζωή στην ύπαιθρο της Ελλάδας, από ό,τι γνωρίζουν οι κάτοικοι του Παρισιού ή του Λονδίνου. Οι ελληνικές επαρχίες, τους είναι τόσο άγνωστη χώρα, όσο και το Θιβέτ. Όσοι έτυχε να την είχαν γνωρίσει κάποτε, κάνουν ό,τι μπορούν να τις ξεχάσουν. Έχουν για σύνθημά τους, ενσυνείδητα ή ασυναίσθητα (και μερικές φορές το λένε καθαρά) ότι: "Η Αθήνα είναι η Ελλάδα". Η ελληνική δημόσια ζωή, λοιπόν, παρουσιάζει δυο ασυνήθιστα φαινόμενα: Αποτελείται από προβλήματα πολύ πρωτόγονης μορφής, για να λέγονται πολιτικά προβλήματα· και από πολιτικούς, αποφασισμένους να τα παραμερίζουν διαρκώς απ' το νου τους. Υπάρχουν ορισμένες αρετές, που θ' αναγνωρίσουμε στα επόμενα και που τιμούν ορισμένα άτομα· αλλά δεν αλλάζουν την εικόνα στο σύνολό της. Την εικόνα αυτή συνθέτει ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών κομμάτων, που μπορούν πιο εύκολα να θεωρηθούν σαν ένας μικρότερος αριθμός πολιτικών ομάδων, αφού πολλά από τα κόμματα - παραφυάδες είναι πολύ μικρά και πολύ εφήμερα, για ν' αξίζει τον κόπο μια ανάλυσή τους. Οι ομάδες αυτές δεν κάνουν καθόλου αισθητή την διαφωνία τους στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που απασχολούν πραγματικά την Ελλάδα· πράγμα που σημαίνει, ότι πρέπει να τις αγνοήσουμε. Το ερώτημα επομένως είναι: τι είναι αυτό που τις κάνει να ξεχωρίζουν; Λέγεται συχνά, ότι η Ελλάδα δεν έχει πραγματική διάκριση σε Αριστερά και σε Δεξιά, επειδή οι περισσότεροι Έλληνες είναι μικροϊδιοκτήτες και μικροαστοί, που δεν μπορεί παρά να είναι λίγο πολύ συντηρητικοί. Το ίδιο επιχείρημα, με κάποια παραλλαγή, χρησιμοποιείται μερικές φορές και για να υποστηριχθεί, ότι όλοι τους είναι λίγο - πολύ οπαδοί του σοσιαλισμού, επειδή είναι όλοι φτωχοί. Πάντως, ό,τι κι αν είναι, υποστηρίζει σε συνέχεια η ίδια αυτή επιχειρηματολογία, είναι όλοι το ίδιο. Αυτή η αντίληψη παραβλέπει το γεγονός, ότι στις περιόδους εκλογών, παίρνουν μέρος κάθε λογής διαφορετικά κόμματα, που φθάνουν τα εξήντα συνολικά. Μερικοί Έλληνες, που έχουν γνωρίσει τον έξω κόσμο και είναι σε θέση να μιλήσουν για τους συμπατριώτες τους σ' έναν Άγγλο, ισχυρίζονται επιπόλαια, ότι η πραγματική διάκριση είναι όχι σε αριστερούς και δεξιούς, αλλά σε κομμουνιστές και Έλληνες· άλλοι πάλι λένε, ότι δεν υπάρχει διάκριση σε δεξιούς και αριστερούς, αλλά σε φασίστες και Έλληνες· και οι δυο δηλαδή πλευρές εννοούν, ότι οι αντίπαλοί τους είναι τόσο τέρατα, ώστε δεν μπορούν να θεωρούνται Έλληνες. Οι δυο αυτές όψεις της ίδιας επιπολαιότητας θα μπορούσαν να μας προσφέρουν ένα κριτήριο, αν δεν υπάρχει κανένα άλλο: μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την πρώτη άποψη σαν γλώσσα της Δεξιάς και τη δεύτερη σαν γλώσσα της Αριστεράς. Υπάρχουν όμως κι άλλες. Πολλές διχογνωμίες χωρίζουν τους Έλληνες αλλά σχεδόν ποτέ δεν είναι διαμετρικά αντίθετες η μια με την άλλη. Η θέση που παίρνει κανείς απέναντι σε μια απ' αυτές, υποτίθεται ότι καθορίζει τη στάση του απέναντι σε όλες· το σύνολο αυτών των "θέσεων" είναι που τον τοποθετεί πολιτικά στην Αριστερά ή στη Δεξιά ή (αν έχει το ταλέντο του συμβιβασμού) στο Κέντρο. Όταν τοποθετείται στην Αριστερά, οι αντίπαλοί του παίρνουν σαν δοσμένο γι' αυτόν, ότι πιστεύει σε μια ελληνική λαϊκή δημοκρατία, ότι συμπαθεί τη Βουλγαρία και την Αλβανία και τις αυτονομιστικές τάσεις στη Μακεδονία, ότι υποστηρίζει την αναγνώριση της δημοτικής σαν επίσημης γλώσσας του κράτους και την εθνικοποίηση της βιομηχανίας κτλ. Όταν τοποθετείται στη Δεξιά, οι αντίπαλοί του παίρνουν σαν δοσμένο γι' αυτόν, ότι πιστεύει στην ελληνική μοναρχία, στην εδαφική επέκταση σε βάρος της Βουλγαρίας και της Αλβανίας, στον εξελληνισμό όλης της Μακεδονίας, στο ιερό και απαραβίαστο της καθαρεύουσας, στο αναφαίρετο δικαίωμα των βιομηχάνων να αποφεύγουν τη φορολογία κτλ. Και η απαρίθμηση αυτή δεν είναι παρά η πιο κοινή και τυχαία· είναι χαρακτηριστικό, ότι εκείνο που αναφέρεται Digitized by 10uk1s
πρώτο - πρώτο σ' αυτήν είναι συνήθως και εκείνο που έχει την πιο αποφασιστική σημασία. Αυτό που αποσιωπούν όλοι είναι ο,τιδήποτε θα ήταν θεμελιακό για την κοινωνική ζωή, στο κατώτερό της επίπεδο. Και τα αποσιωπούν αυτά τα πράγματα όχι όπως θα τα παρέλειπαν oι Δυτικοευρωπαίοι από ένα πολιτικό πρόγραμμα, όχι επειδή έχουν ήδη λυθεί ή επειδή υπάρχει τουλάχιστο κοινή συμφωνία επάνω σ' αυτά, αλλά επειδή δεν θέλουν να τα σκέφτονται και ούτε θέλουν να παραδεχθούν μια κατάσταση προσωπικής τους κατωτερότητας, που θα ήταν η λογική συνέπεια του ν' αναγνωρίσουν την εθνική τους καθυστέρηση. Θέλουν, αριστεροί και δεξιοί, να παίξουν το ίδιο γοητευτικό πολιτικό παιχνίδι που παίζεται στην υπόλοιπη Ευρώπη και στην Αμερική· όχι ένα παιχνίδι σε επίπεδο πιο "πρωτογονικό", όπως ταιριάζει στα Βαλκάνια. Τα είδη της Ευρωπαϊκής πολιτικής δεν θα έπρεπε να εφαρμόζονται στην Ελλάδα. Τα ελληνικά προβλήματα είναι οργανωτικά μάλλον, όχι πολιτικά: είναι τα προβλήματα που σχετίζονται με την πείνα, την έλλειψη στέγης, την αγραμματοσύνη, την έλλειψη συγκοινωνιών, τις ασθένειες, την εξαθλίωση, την εγκληματικότητα, τις προλήψεις, τη βεντέτα. Εξακολουθεί πάντα να είναι ανάγκη να προταχθεί το πρόβλημα αυτής της ίδιας της επιβίωσης του λαού, πριν από την επιδίωξη μιας ιδανικής ζωής. Παρ' όλα αυτά, τα χαρακτηριστικά της δυτικής πολιτικής βρίσκουν εφαρμογή. Ο Αθηναίος πολιτικός σπάνια είναι σε θέση να πει ποιο είναι το κοινωνικό πρόγραμμα του κόμματός του, επειδή ελάχιστα κόμματα έχουν τέτοιο πράγμα· η διένεξη γύρω απ' τις εσωτερικές υποθέσεις περιορίζεται στο πολιτειακό. Επειδή πολλές από τις σπουδαιότερες θέσεις στη διοίκηση και στην εκτελεστική εξουσία, που εμείς στην Αγγλία τις λέμε "μόνιμες", στην Ελλάδα αλλάζουν χέρια με την κάθε κυβερνητική μεταβολή, ο μέσος πολιτικός ενδιαφέρεται περισσότερο να εξασφαλίσει μια "προστασία" για τον εαυτό του και την οικογένειά του, παρά να υπηρετήσει τα συμφέροντα των ψηφοφόρων του και της χώρας του. Επίσης, επειδή η Ελλάδα εκλέγει συνήθως το Κοινοβούλιό της (όταν έχει Κοινοβούλιο) με αναλογική αντιπροσώπευση11, έχουν πιθανότητες οι κάθε είδους παραφυάδες να αντιπροσωπευθούν. Επειδή δεν κινδυνεύουν πολύ να βρεθούν στην ανάγκη να σχηματίσουν οι ίδιες κυβέρνηση, δεν σκοτίζονται για κοινωνικό πρόγραμμα· ούτε με οποιουδήποτε είδους πρόγραμμα, πέρα απ' το σύνθημα "Κάτω όλοι οι άλλοι!". Και αυτή ακόμα η απολυταρχία ποτέ δεν διέφθειρε τόσο απόλυτα τις συνειδήσεις όσο η έλλειψη αισθήματος ευθύνης. Η αδιαφορία του πολιτικού της Αθήνας για τις κοινωνικές ανάγκες της Ελλάδας, δεν τον εμποδίζει να μιλά μέχρι Δευτέρας Παρουσίας για τα προβλήματα που ενδιαφέρουν τον ίδιο στην πραγματικότητα. Χρησιμοποιώντας τα ίδια μέτρα και σταθμά με τις Μεγάλες Δυνάμεις, καταφέρνει να δείχνει θαυμαστή ευφράδεια μιλώντας για ζητήματα παγκόσμιας στρατηγικής, για τη σλαβική απειλή, για την ατομική ενέργεια, για τις γκάφες της εξωτερικής πολιτικής, για την εθνικοποίηση της βιομηχανίας που δεν έχει η χώρα του και για την τροποποίηση των συνόρων που ο ίδιος δεν τα είδε ποτέ. Η διαφορά είναι, ότι δεν πρόκειται να πληρώσει τίποτα· γι' αυτόν, δεν είναι παρά ένα παιχνίδι λέξεων. Ένας Έλληνας πρωθυπουργός μπορεί να μιλά σαν ίσος προς ίσον με έναν Βρετανό πρωθυπουργό· δεν είναι όμως σε θέση να μιλά σαν εκπρόσωπος της Ελλάδας με τον τρόπο που μπορεί ο Άγγλος να μιλά σαν εκπρόσωπος της Αγγλίας, επειδή δεν έχει πίσω του την ίδια πραγματικότητα. Δεν υπάρχει κράτος, για να το εκπροσωπήσει. Για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην Ελλάδα και στους Έλληνες. Οι Έλληνες, σαν έθνος, ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τους Άγγλους ή τους Γάλλους· η Ελλάδα, σαν κράτος, δεν ανήκει στην ίδια κατηγορία με την Αγγλία ή τη Γαλλία. Η Ελλάδα είναι μικρή και καθυστερημένη, αυτό όμως δεν είναι λόγος, για να είναι κι ο κάθε Έλληνας σαν άτομο, "μικρός" και καθυστερημένος. Ένας Έλληνας πολιτικός μπορεί πολύ καλά να διαθέτει διάνοια το ίδιο ισχυρή όσο κι ένας Άγγλος ή Γάλλος πολιτικός· πολλές φορές, μάλιστα, διαθέτει μεγαλύτερη οξυδέρκεια και καταπληκτική διαίσθηση. Είναι ικανός να μιλά τόσο καλά, όσο κι ο κάθε δυτικός πολιτικός, αν όχι και καλύτερα· αλλά αυτό είναι όλο. Είναι ο θεατής, στο μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού· ώσπου ν' αποκτήσει η Ελλάδα το κύρος ενός αληθινά κυρίαρχου κράτους, θα μένει Digitized by 10uk1s
θεατής. Δεν έχει να στηριχθεί στην ίδια κοινωνική, διοικητική, ιστορική υποδομή, όπως ο δυτικός πολιτικός· δεν έχει άλλη δυνατότητα, από το να παίρνει μέρος στο διεθνές πολιτικό παιχνίδι, σαν μια ιδιοφυΐα, όχι σαν εκπρόσωπος ενός κράτους· που σημαίνει, ότι δεν είναι σε θέση να παίξει κανένα ρόλο σ' αυτό. Είναι όμως ικανός να κατανοεί, θεωρητικά και ακαδημαϊκά, όλα τα τρέχοντα πολιτικά ζητήματα που ανακύπτουν σε όλη την οικουμένη. Επιθυμεί να εξασκήσει την ευφυΐα του επάνω σ' αυτά και την εξασκεί αλλά δεν κάνει τίποτε άλλο, επειδή δεν έχει κι εδώ τίποτε άλλο να κάμει. Είναι μια θεαματική εξάσκηση στο κενό. Ο Μεταξάς έχασε την υπομονή του με την πολιτική του είδους αυτού: ήθελε χειροπιαστές πραγματικότητες. Από το 1917, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και ο πρωθυπουργός του Ελευθέριος Βενιζέλος διαφώνησαν σχετικά με την είσοδο της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το πολιτειακό ζήτημα, που προκάλεσαν, ήταν ο μόνος σχεδόν καθοριστικός παράγοντας στις εσωτερικές υποθέσεις. Η εξουσία περνούσε διαδοχικά σ' εκείνους που υποστήριζαν το βασιλιά και ονομάζονταν Λαϊκό Κόμμα ή Λαϊκοί και στους φιλελεύθερους που ονομάζονταν Κόμμα των Φιλελευθέρων ή Βενιζελικοί. Αυτή η τομή είναι συμβατική, επειδή δεν ήταν όλοι οι φιλελεύθεροι Βενιζελικοί ούτε όλοι οι οπαδοί του Λαϊκού Κόμματος βασιλόφρονες· εξυπηρετεί όμως το σκοπό μιας γενικής εικόνας. Λεκτικά, εξ άλλου, δημιουργεί σύγχυση, επειδή κανένα από τα δυο κόμματα δεν ήταν λαϊκό ή φιλελεύθερο με την αγγλική έννοια και το μόνο ζήτημα που χαρακτήριζε τη διάστασή τους ήταν το πολιτειακό. Στην εναλλαγή της εξουσίας μεταξύ τους παρεμβάλλονται στρατιωτικές δικτατορίες, υπό τους στρατηγούς Πλαστήρα, Πάγκαλο και Κονδύλη· και, αν εξαιρέσει κανείς το μεγαλόπνοο όραμα του Βενιζέλου και το στιγμιαίο ενδιαφέρον του Πάγκαλου για το μήκος της φούστας των γυναικών, πολύ λίγα ζητήματα τ' απασχολούσαν, πέρα από τη διένεξη μεταξύ μοναρχίας και φιλελεύθερων. Οι εκλογές του Ιανουαρίου του 1936 αποκάλυψαν τελικά τη χρεοκοπία της δημοκρατίας, όπως την διαχειρίζονταν οι άνθρωποι αυτοί, αφήνοντας το ρόλο του ρυθμιστή, στο Κοινοβούλιο, στους δεκαπέντε αντιπροσώπους του Κομμουνιστικού Κόμματος. Τον Απρίλιο η Βουλή διέκοψε προσωρινά τις εργασίες της και αντικαταστάθηκε από μια Επιτροπή βουλευτών, που ήταν πιστή μικρογραφία της και στη σύνθεση και στις αδυναμίες της· τον ίδιο μήνα, ο θάνατος του πρωθυπουργού έφερε τον Μεταξά στην εξουσία. Το αδιέξοδο έκαμε να επισπευσθεί το πραξικόπημά του, γεννώντας στις καρδιές πολλών Ελλήνων το αίσθημα ότι ήταν πια καιρός. Αποτελεί εκ των υστέρων δικαίωση του Μεταξά, το ότι Λαϊκοί και Φιλελεύθεροι επανεμφανίσθηκαν στη σκηνή χωρίς σχεδόν να έχουν διευρύνει την μεταξύ τους κατανόηση ή πλουτίσει την πείρα τους, ύστερα από μια περίοδο δικτατορίας και κατοχής, απ' το 1936 ως το 1944. Στους Φιλελεύθερους μάλιστα σημειώθηκε κάποια διάσπαση, με αποτέλεσμα να χάσουν παραφυάδες τους, όπως το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Παπανδρέου και των Εθνικών Φιλελευθέρων του στρατηγού Γονατά· οι Λαϊκοί έχασαν λίγα άτομα μόνο, που υπέκυψαν στους πειρασμούς μιας συνεργασίας· ο σκληρός πυρήνας όμως και των δυο κομμάτων, όπως θα δούμε με μια γρήγορη ματιά στα κατοπινά χρόνια, δεν έκαμε τίποτε άλλο, απ' το να επαναλάβει τη διένεξη, το 1945, απ' το σημείο που είχε μείνει το 1936. Όταν τους έγιναν προτάσεις για κυβέρνηση συνασπισμού, τον Οκτώβριο του 1945, oι Λαϊκοί αρνήθηκαν, με το αιτιολογικό, κυρίως ότι το 1922 η κυβέρνηση μιας επαναστατικής μερίδας των Φιλελευθέρων είχε τουφεκίσει έξη βασιλόφρονες· και οι Φιλελεύθεροι, από την πλευρά τους, αρνήθηκαν με το αιτιολογικό κυρίως ότι το 1933 είχε γίνει απόπειρα δολοφονίας του Ελευθερίου Βενιζέλου, επί κυβερνήσεως των Λαϊκών. Όταν ρωτήθηκαν ποιες διαφορές κοινωνικής πολιτικής τους χώριζαν, καμιά από τις δυο πλευρές δεν ήταν σε θέση ν' απαντήσει, επειδή καμιά από τις δυο δεν μπορούσε να προσδιορίσει το κοινωνικό της πρόγραμμα. Παρ' όλο ότι και οι δυο πλευρές μπήκαν αμέσως στο νόημα και βιάστηκαν να εφεύρουν ένα τέτοιο πρόγραμμα, καμιά από τις δυο δεν διανοήθηκε καν, ότι θα γίνονταν ποτέ εκλογές με άλλο επίμαχο ζήτημα εκτός απ' το θέμα Μοναρχία. Οι Λαϊκοί θα μπορούσαν βέβαια να είχαν θυμηθεί, ότι τη θανατική καταδίκη των έξη βασιλοφρόνων, το 1922, την είχε υπογράψει ο βασιλιάς Γεώργιος Β'· και οι Φιλελεύθεροι, ότι η ευχή που άφησε ο Βενιζέλος τη στιγμή του θανάτου του, το 1935, ήταν να ενωθεί και πάλι η Ελλάδα γύρω απ' τον Digitized by 10uk1s
βασιλιά. Τέτοιες όμως ευαισθησίες θα αφαιρούσαν όλη τη γεύση απ' το πολιτικό παιχνίδι. Στο σημείο αυτό ακριβώς, επιβάλλεται να αμβλύνουμε το αδρό περίγραμμα της εικόνας, επισημαίνοντας ορισμένες εξαιρέσεις. Και, πριν απ' όλα, υπάρχουν μερικές τιμητικές εξαιρέσεις: παρ' όλα όσα είπαμε, υπάρχουν Έλληνες πολιτικοί με αίσθημα ευθύνης, που αναγνωρίζουν το γεγονός ότι οι ανάγκες της Ελλάδας είναι παράλληλα διοικητικές και κοινωνικές και ότι δεν περιορίζονται στα όρια της Αθήνας. Πιστεύουν, επίσης, ότι μπορούν να λυθούν με δημοκρατικές μεθόδους. Μερικά απ' τα ονόματα αυτά θ' αναφέρουμε στα επόμενα· συλλογικά, αποτελούν το λεγόμενο Κέντρο· δεν είναι όμως εύκολο να τ' απαριθμήσουμε εδώ, αν θέλουμε η κρίση αυτή να έχει κύρος όχι μόνο για το παρελθόν, άλλα και για το μέλλον. Η περίοδος της δικτατορίας και της κατοχής άφησε ένα μεγάλο κενό ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις του πολύ παλιού και του πολύ καινούριου. Στις γραμμές του πρώτου, αποδείχνεται μάταιο τελικά ν' αναζητούμε τέτοιες εξαιρέσεις· στις γραμμές του δεύτερου πάλι είναι δύσκολο, επειδή του λείπει η πολιτική πείρα. Όμως λίγα ονόματα, τουλάχιστο, αξίζουν να καταλάβουν ξεχωριστή θέση σ' αυτό το βιβλίο· και η αμερικανική επέμβαση, το 1947, τους έδωσε ελπίδες για πλατύτερη ακόμα και διαρκέστερη προβολή. Πρέπει να διακρίνουμε και μια δεύτερη εξαίρεση, πλατύτερη αυτή και πιο έντονα αντιπολιτευτική: το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, γνωστό με τα αρχικά του ΚΚΕ. Αυτό το κόμμα προβάλλει πραγματικά ένα κοινωνικό πρόγραμμα· έχει αναπτυγμένη σε υψηλό βαθμό τη διορατικότητα στα ζητήματα διοικήσεως και την ικανότητα στην εκτέλεση των αποφάσεων, σε όποιους στόχους διαλέξει· και δεν αγνοεί τις συνθήκες ζωής και τα δεινά του ημιαπολίτιστου πληθυσμού πέρα απ' την Αθήνα. Από όλες αυτές τις απόψεις, αποτελεί μια ακόμα εξαίρεση στη γενική εικόνα που δώσαμε πιο πάνω. Το μόνο που είχαν κοινό οι δυο αυτές εξαιρέσεις ήταν η αποδοκιμασία τους απ' τον Μεταξά, όταν ανάλαβε να οδηγήσει την Ελλάδα στον εικοστό αιώνα. Αποδοκίμαζε το Κέντρο, επειδή ήταν προσκολλημένο στη συνταγματική διαδικασία της δημοκρατίας, που ο ίδιος την θεωρούσε χρεοκοπημένη· αποδοκίμαζε το ΚΚΕ, επειδή είχε υιοθετήσει μια μορφή αυταρχισμού αντίθετη από τη δική του. Επομένως, οι δημοκρατικοί πολιτικοί και οι κομμουνιστές ήταν εξ ίσου εχθροί του και καταδιώχθηκαν τόσο οι πρώτοι όσο κι οι δεύτεροι, χωρίς διάκριση. Ήθελε να επιτύχει για τη χώρα του, μέσα σε λίγα χρόνια, εκείνο που είχε χρειασθεί πολλούς αιώνες για να το επιτύχει η Ευρώπη· ήταν διατεθειμένος να μην ανέχεται οποιονδήποτε σπαταλούσε χρόνο με ανεδαφικές ανοησίες, όπως η δημοκρατία, ή του έκλεινε το δρόμο με αντίπαλα δόγματα, όπως ο κομμουνισμός. Και ο πιο θερμός υποστηρικτής του Μεταξά πρέπει να παραδεχθεί ότι ήταν ανελέητος, αλλά οι αντίπαλοί του θα έπρεπε να παραδεχθούν με ειλικρίνεια ότι έβλεπε το πρόβλημα. Η ασθένεια της Ελλάδας ήταν η επιβολή ενός συγχρόνου πολιτικού συστήματος σε μια εν μέρει πρωτόγονη κοινωνία. Ο Μεταξάς πίστευε, ότι η μόνη ελπίδα για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας βρίσκεται στην αναστολή της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Η μέθοδός του εξάλειψε όλα τα ελαττώματα που σημειώσαμε ως τώρα. Εξάλειψε την αντίθεση ανάμεσα στην καθυστέρηση του λαού και στον πολιτικό κόσμο που προπορευόταν, απομακρύνοντας από τη σκηνή τους πολιτικούς. Εξάλειψε τα ελαττώματα του εκλογικού συστήματος αντιπροσωπεύσεως, καταργώντας το κοινοβούλιο. Εξάλειψε το "σύστημα δωροδοκιών" και "προστασίας" στις πολιτικές και τις στρατιωτικές υπηρεσίες, διορίζοντας κυβερνητικούς επιτρόπους, που δεν θα απομακρύνονταν ποτέ από τη θέση τους με γενικές εκλογές, αφού δεν θα γίνονταν ποτέ γενικές εκλογές. Σε όλα αυτά, ο Μεταξάς θα μπορούσε να παραβληθεί μ' έναν γιατρό, που η μοναδική του θεραπεία για έναν πονοκέφαλο ήταν ο αποκεφαλισμός. Θα ήταν πολύ σαθρή δικαιολογία να αντιτάξει κανείς, ότι έκαμε τουλάχιστο σωστά τη διάγνωση του πονοκέφαλου. Ωστόσο, θα ήταν αστείο να παραβάλλαμε την κυβέρνηση Μεταξά με τις δικτατορίες της Ιταλίας Digitized by 10uk1s
και της Γερμανίας. Ο όρος "φασισμός", αναφορικά με τον Μεταξά, αποτελεί ανόητη κατάχρηση, όπως ακριβώς και ο όρος "κομμουνισμός", αναφορικά με πολλούς απ' τους αντιπάλους του. Δεν ίδρυσε ένα μονοκομματικό κράτος όπως οι φασίστες· ίδρυσε μάλλον ένα κράτος χωρίς κόμματα. Δεν σχεδίαζε επιθετικό πόλεμο. Δεν κήρυττε κανέναν ρατσιστικό εθνικισμό ούτε ανακήρυξε κάποιον χέρενφολκ (περιούσιο λαό). Δεν προσπάθησε να δημιουργήσει μια ιδεολογική κληρονομική διαδοχή και ούτε διόρισε τουλάχιστο έναν διάδοχο του φύρερ. Ήταν προσωπικά χωρίς φιλοδοξίες, καλοκάγαθος και μάλιστα μακριά από κάθε επίδειξη. Δεν έκανε δημόσιες εμφανίσεις με εντυπωσιακές στολές ούτε επινόησε μεγαλοπρεπείς τίτλους για τον εαυτό του· ακόμα και τον βαθμό του στρατηγού, τον οποίο είχε αποκτήσει περισσότερο δικαιωματικά από κάθε άλλον Έλληνα που τον κατείχε, τον απαρνήθηκε εντελώς. Φαίνεται να ήθελε τη δικτατορία του μάλλον κατά το πρότυπο της δικτατορίας κατά την περίοδο της αρχαίας Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, σαν μια προσωρινή λύση, που αντικατέστησε τη συνταγματική διακυβέρνηση κάτω από συνθήκες ανάγκης, σκοπεύοντας να την αποκαταστήσει αργότερα, όταν θα ήταν δυνατή η λειτουργία της. Όσο μεγαλόπνοα όμως κι αν ήταν τα κίνητρα εκείνου που αναλαμβάνει την υπέρτατη εξουσία, είναι δύσκολο να την εγκαταλείψει. Αν ο Μεταξάς θα κατέτασσε ποτέ τον εαυτό του στην ολιγάριθμη κατηγορία των δικτατόρων που βρήκαν το θάρρος ν' αποσυρθούν όταν η αποστολή τους εκπληρώθηκε, η ιστορία δεν έδωσε την ευκαιρία να το γνωρίζει κανείς. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο σχετικά με την κυβέρνηση Μεταξά, θα μπορούσε να την κρίνει κανείς μόνο αν ολοκληρωνόταν το έργο της, που δεν ολοκληρώθηκε όμως. Το έργο αυτό θα μπορούσε να αποβεί μόνιμο, προς το καλό ή προς το κακό, μόνο όταν θα είχε τελειώσει· μένοντας ατελείωτο, με το θάνατό του, κατέρρευσε απόλυτα μέσα σε λίγες εβδομάδες, χωρίς ν' αφήσει ίχνη στην ελληνική ζωή, παρά μόνο στη μνήμη του λαού. Δεν είναι δύσκολο να κάμει κανείς συγκριτική απαρίθμηση των υπέρ και των κατά της κυβερνήσεως Μεταξά· αλλά ούτε και θα είχε θέση αυτό. Μπορούμε να βάλουμε στο ένα μέρος της πλάστιγγας τις επιτυχίες της, όπως το ότι έκαμε να λειτουργούν οι κρατικές υπηρεσίες, αντί να συνωμοτούν τα όργανά τους πίνοντας τον καφέ τους· το ότι σταθεροποίησε το εθνικό νόμισμα· το ότι αποπεράτωσε τους αυτοκινητοδρόμους που υπήρχαν, αντί να επιστρώνει εκατό μέτρα στον ένα και να τον αφήνει για ν' αρχίσει άλλον· ότι οργάνωσε ένα στρατό που κατόρθωσε ν' αντιμετωπίσει τους Ιταλούς μέσα σε λίγες μέρες κτλ. Στο άλλο μέρος της πλάστιγγας μπορούμε να βάλουμε τις αυθαιρεσίες που διέπραξε, όπως το ότι κατάργησε την ελευθερία του Τύπου· φυλάκισε ή εξόρισε τους αντιπάλους της· αναμίχθηκε στα εκκλησιαστικά πράγματα· αντικατάστησε τους ηγέτες των συνδικάτων με δικούς της επιτρόπους· στρατολόγησε υποχρεωτικά τα παιδιά σε μια οργάνωση νεολαίας με ιδεολογικό χαρακτήρα· ίδρυσε μυστική αστυνομία κατά το γερμανικό πρότυπο κτλ. Απ' τη στιγμή όμως που θα έχουμε ισορροπήσει την πλάστιγγα, δεν δικαιώνεται η αξίωσή της στην Ιστορία. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι απέτυχε, επειδή δεν ολοκλήρωσε ποτέ το έργο της. Αν και οι νόμοι της κυβερνήσεως Μεταξά δεν καταργήθηκαν τυπικά ως τον Ιούνιο του 1945, το καθεστώς της ανατράπηκε ντε φάκτο απ' τον Απρίλιο του 1941 και de jure απ' τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Τα πέντε χρόνια της ζωής της δεν ήταν αρκετά. Αν θα κατόρθωνε ποτέ να ολοκληρώσει το έργο της, είναι ένα δύσκολο ερώτημα, που συνεπάγεται ένα άλλο: Πόσο μακριά σκόπευε να προχωρήσει ο Μεταξάς, στη δημιουργία του ελληνικού κράτους; Δεν μπορούσε να ελπίζει, ότι θα κατόρθωνε ποτέ στη ζωή του να προετοιμάσει την Ελλάδα σε σημείο να είναι ικανή να εμφανισθεί σαν ίση προς ίσους σ' έναν παγκόσμιο πόλεμο. Ήταν απορροφημένος από μια εσωτερική επανάσταση, που θα μπορούσε να επιτύχει μόνο μέσα σ' ένα διεθνές κενό. Αν ήταν δυνατό ν' απομονωθεί η Ελλάδα απ' την Ευρώπη, ώσπου να πραγματοποιούσε ο Μεταξάς το θαύμα του, τότε, το έργο αυτό θα μπορούσε να επιτύχει μόνο μέσα σ' ένα διεθνές κενό. Αν ήταν να απομονωθεί, όπως είχε διαπιστώσει μια προηγούμενη κυβέρνηση, όταν την κάλεσε η Κοινωνία των Εθνών να υποστηρίξει μέτρα κατά της ιταλικής εισβολής στην Αβησσυνία. Για να μπορέσει όμως να συγκεντρώσει όλες του τις δυνάμεις στην εσωτερική επανάσταση, αισθάνθηκε την ανάγκη να λύσει τα χέρια του από όλα τα άλλα προβλήματα. Τρία απ' αυτά, τουλάχιστο, ήταν συνυφασμένα με κινδύνους· και δεν Digitized by 10uk1s
παραμερίστηκαν, αλλά κρύφτηκαν βιαστικά κάτω απ' την άκρη του χαλιού. Τα τρία αυτά προβλήματα ήταν: • • •
το πολιτειακό, του κομμουνισμού και των εξωτερικών υποθέσεων.
Τα δυο πρώτα θ' αποδείχνονταν τελικά για την κυβέρνηση Μεταξά σοβαρή και ίσως μοιραία ενόχληση. Μπήκαν στο ράφι, δεν λύθηκαν, όταν αποφάσισε ότι, όσο θα κυβερνούσε αυτός, η Ελλάδα έπρεπε να είναι μοναρχία και όχι δημοκρατία και ότι η θέση των κομμουνιστών ήταν πίσω απ' τα σίδερα ή στην εξορία. Η κατοπινή ιστορία των δυο αυτών προβλημάτων, που ήταν στενά συνυφασμένα μεταξύ τους, θ' αποτελέσει την ύλη επομένων κεφαλαίων. Κατά πόσο θα είχαν επιδράσει στο μεταξικό κράτος, αυτό είναι ένα ακαδημαϊκό ερώτημα· γιατί, στην πραγματικότητα, το τρίτο από τα άλυτα προβλήματά του ήταν που έφερε την καταστροφή.
2 . Ο Β ' ΠΑ Γ Κ ΟΣ Μ ΙΟΣ Π Ο ΛΕ Μ ΟΣ Σ ΤΑ Β Α Λ ΚΑ Ν ΙΑ Δεν ήταν σφάλμα του Μεταξά, το ότι δεν υπήρχε λύση των εξωτερικών προβλημάτων της Ελλάδας στις τελευταίες του μέρες. Ήταν αποτέλεσμα της λειτουργίας ενός νόμου, σύμφωνα με τον οποίο υπήρχε στενή συνάρτηση στην εξωτερική πολιτική όλων των βαλκανικών κυβερνήσεων. Καμιά απ' τις κυβερνήσεις αυτές δεν ήταν δυνατό να έχει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική· και ήταν δυνατό να έχουν κοινή πολιτική μόνο όσο την υποστήριζαν όλες, χωρίς εξαίρεση. Η Βαλκανική Αντάντ του 1934 δεν είχε συμπληρωθεί ποτέ, αφού η Αλβανία και η Βουλγαρία δεν ήταν μέλη της. Ακόμα και ό,τι είχε απομείνει απ' αυτήν κατέρρευσε, όταν η Ιταλία κατέλαβε απρόκλητα την Αλβανία τον Απρίλιο του 1939 και η Ρουμανία προσχώρησε στον Άξονα τον Νοέμβριο του 1940. Ύστερα απ' τα γεγονότα αυτά, για καμιά βαλκανική χώρα δεν είχε απομείνει μια οποιαδήποτε αρχή σαν θεμέλιο μιας εξωτερικής πολιτικής, πέρα απ' την επιθυμία να αναβάλει όσο μπορούσε περισσότερο την εμπλοκή της στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ζήτημα δεν ήταν απλώς ότι η κάθε βαλκανική χώρα εποφθαλμιούσε ό,τι άνηκε στην άλλη· ήταν ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις χρειάζονταν τα εδάφη τους και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές τους για τη διεξαγωγή του πολέμου. Υπήρχαν βέβαια ιδιοτελείς ομάδες και διεφθαρμένα άτομα πρόθυμα να εκμεταλλευθούν τις δυσκολίες των γειτόνων· υπήρχαν όμως και συνετοί άνθρωποι, που θα μπορούσαν να είχαν διευθύνει τις κοινές τους υποθέσεις με λογική και αρμονία, αν είχαν τη σχετική ευχέρεια. Η προέκταση στα Βαλκάνια του ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων, ήταν εκείνο που τα μετέτρεψε σε χώρο δράσεως εγκληματιών ληστών και τα γύρισε εκατό χρόνια πίσω. Η βαλκανική πολιτική στα πρώτα χρόνια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου περιστρεφόταν σε δυο ομόκεντρους κύκλους. Στον εσωτερικό, βρίσκονταν οι χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης· στον εξωτερικό, οι αντίπαλες δυνάμεις της Γερμανίας, της Βρετανίας και της ΕΣΣΔ. Από τις τρεις αυτές, οι δυο πρώτες είχαν εμπλακεί σε πόλεμο και κρατούσαν καχύποπτη στάση απέναντι στην τρίτη. Και οι τρεις είχαν πατροπαράδοτα και άμεσα συμφέροντα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η Γερμανία ενδιαφερόταν να καταλάβει τα Βαλκάνια, σαν πρώτο βήμα, για να επιτεθεί στη Μέση Ανατολή και ίσως και στη Ρωσία. Η Βρετανία ενδιαφερόταν να περισώσει ό,τι μπορούσε απ' τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, για να προστατέψει την ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Η ΕΣΣΔ ενδιαφερόταν να προλάβει μια κατάληψη από τη Γερμανία της Κωνσταντινουπόλεως και των Στενών, που ήταν και τότε, όπως πάντα, το νευραλγικό σημείο της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η καθεμιά διεκδικούσε την καλή θέληση των βαλκανικών χωρών. Από τις τρεις, η Γερμανία ήταν η λιγότερο δημοφιλής· είχε όμως η Γερμανία εκείνο που δεν είχαν οι άλλες δύο —μια τεράστια στρατιωτική δύναμη επί τόπου. Τα αποτελέσματα που επέτυχε η γερμανική διπλωματία, με τη χρησιμοποίηση αυτού του όπλου, είναι το πρώτο θέμα που πρέπει να εξετάσει μια μελέτη γύρω Digitized by 10uk1s
από τη θέση της Ελλάδας κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αφού εξασφάλισαν την Ουγγαρία το καλοκαίρι και τη Ρουμανία το φθινόπωρο του 1940, οι Γερμανοί σκόπευαν ν' απομονώσουν και ν' απορροφήσουν διαδοχικά τη Βουλγαρία, τη Γιουγκοσλαβία, την Ελλάδα και ίσως και την Τουρκία. Ο πιο απλός τρόπος για να βάλουν μια σφήνα ανάμεσα σε κάθε μια χωριστά και στην γειτονική της ήταν να εκμεταλλευθούν τη σπουδαιότητα της Θεσσαλονίκης. Το λιμάνι αυτό είχε αποτελέσει το διαφιλονικούμενο έπαθλο στους Βαλκανικούς Πολέμους, τριάντα χρόνια πριν· είχε περιέλθει στην Ελλάδα, με παραχώρηση μιας Ελευθέρας Ζώνης στη Γιουγκοσλαβία· ήταν η φυσική πρωτεύουσα του διαφιλονικούμενου ακόμα εδάφους της Μακεδονίας. Η Μακεδονία, μια γεωγραφική περιοχή με ακαθόριστα όρια, είχε μοιραστεί ανάμεσα στη Γιουγκοσλαβία, στη Βουλγαρία και στην Ελλάδα· η κάθε μια όμως από τις τρεις επιζητούσε να επεκτείνει τις διεκδικήσεις της και ο αντικειμενικός σκοπός των οπαδών του "αλυτρωτισμού" στις δύο πρώτες ήταν ν' αποδείξουν, ότι η Θεσσαλονίκη τους ανήκε δικαιωματικά. Αν και στη διάρκεια των τριάντα χρόνων η Ελλάδα την είχε σχεδόν εξελληνίσει, η Θεσσαλονίκη εξακολουθούσε να είναι πειρασμός για τις αδίστακτες κυβερνήσεις των Σλάβων γειτόνων. Ποτέ δεν προσφέρθηκε η Θεσσαλονίκη απ' τους Γερμανούς στη βουλγαρική κυβέρνηση ειδικά, όπως αργότερα στη γιουγκοσλαβική· η Βουλγαρία όμως πρώτη υπέκυψε στον πειρασμό, με την προσδοκία εδαφικών κερδών σε βάρος της Ελλάδας, που ήταν αυτονόητο ότι θα περιλάμβαναν και τη Θεσσαλονίκη. Δυο παράγοντες αναχαίτισαν τη βουλγαρική κυβέρνηση, στις αρχές του 1941. Ο ένας ήταν η στάση της ΕΣΣΔ, που είχε στείλει ειδική αποστολή στη Σόφια, για να κρατήσει τη Βουλγαρία έξω απ' το γερμανικό στρατόπεδο — προσπάθεια που την διευκόλυναν τα ρωσόφιλα αισθήματα του βουλγάρικου λαού. Ο άλλος παράγοντας ήταν η στάση της Τουρκίας, που υποχρεωνόταν βάσει συνθήκης και επανειλημμένων δεσμεύσεων των υπουργών της να πολεμήσει, αν η Ελλάδα δεχόταν επίθεση απ' τη Βουλγαρία. Ο αντικειμενικός σκοπός λοιπόν της βουλγαρικής διπλωματίας ήταν διττός: να διατηρήσει μια ισορροπία, ανάμεσα στη γερμανική και στη ρωσική επιρροή· και ν' αποσπάσει εδάφη από την Ελλάδα, χωρίς να εμπλακεί σε πόλεμο. Ο αντικειμενικός σκοπός της τουρκικής διπλωματίας ήταν να κρατήσει τη χώρα μακριά από κάθε πόλεμο που, αν συμπαρέσυρε και την ΕΣΣΔ, θα μπορούσε να επιφέρει την οριστική απώλεια της Κωνσταντινουπόλεως και των Στενών. Ο αντικειμενικός σκοπός της ΕΣΣΔ ήταν να προλάβει τη μετατροπή απ' τους Γερμανούς τόσο της Βουλγαρίας όσο και της Ρουμανίας σε εξοπλισμένες βάσεις στα πλευρά της. Απ' αυτό το τρίγωνο δυνάμεων έπρεπε να προκύψει τελικά μια συνισταμένη, που δεν θα την καθόριζε ίσως καμιά πολιτική, αλλά που θα υπαγόρευε η ίδια την ανταπόκριση της Βουλγαρίας στην προσφορά του Hitler. Αδιαφορώντας για κάθε συνέπεια, ο Hitler πρόσφερε το ίδιο δόλωμα, τη Θεσσαλονίκη, στη Γιουγκοσλαβία. Πρόσθετε σ' αυτό και τον υπαινιγμό, ότι και αυτή ακόμα η Βουλγαρία θ' αποτελούσε μέρος της ανταμοιβής προς τη Γιουγκοσλαβία, αν προσχωρούσε στον Άξονα. Η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση, στις αρχές του 1941, ήταν αναποφάσιστη, βρέθηκαν όμως αρκετοί υπουργοί με ισχυρό χαρακτήρα, που σκλήρυναν τη στάση τους κατά της απόπειρας εξαγοράς της. Την 1η Νοεμβρίου 1940, η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση είχε διακηρύξει την ουδετερότητά της στον πόλεμο Ιταλίας - Ελλάδας· δεν ήταν διατεθειμένη, έλεγε, να συρθεί σε οποιονδήποτε άλλον πόλεμο, αν μπορούσε να τον αποφύγει. Αν όμως η Βουλγαρία υποχωρούσε στον Άξονα, θα ήταν αδύνατο για τη Γιουγκοσλαβία να μείνει έξω απ' τον πόλεμο: ο δρόμος μέσω Βουλγαρίας προς την Ελλάδα διέσχιζε κατά μήκος την κοιλάδα του Στρυμόνα, παράλληλη της ανατολικής γιουγκοσλαβικής μεθορίου, σε μερικά χιλιόμετρα απόσταση. Για να προστατεύσουν αυτό το πλευρό τους, οι Γερμανοί αισθάνονταν την ανάγκη να βεβαιωθούν για τη γιουγκοσλαβική στάση· για να συμπληρώσουν αυτή την ανεπαρκή δίοδο, οι Γερμανοί θα αξίωναν τις πολύ καλύτερες διαβάσεις που οδηγούσαν στην Ελλάδα: τις κοιλάδες Μοναστηρίου και Αξιού, μέσα απ' το γιουγκοσλαβικό έδαφος. Αργά ή γρήγορα, η εκλογή της Βουλγαρίας θα εκβίαζε και μια γιουγκοσλαβική εκλογή. Όταν κι οι δύο αυτές χώρες έκαμαν την εκλογή τους, ήταν η σειρά της Ελλάδας για τη δική της. Digitized by 10uk1s
Ήταν αδύνατο στον Μεταξά να επιδράσει αποφασιστικά σ' αυτά τα γεγονότα. Όπως όλοι οι Βαλκανικοί ηγέτες, το μόνο που μπορούσε να κάνει ήταν να προσπαθεί να κερδίζει χρόνο, μέρα με τη μέρα. Ήταν μια τραγική έξοδος από μια πολιτική, που είχε σαν προϋπόθεση την ειρήνη και την απομόνωση. Η εσωτερική επανάσταση της Ελλάδας θα μπορούσε να σημειώσει απόλυτη επιτυχία μόνο αν η χώρα έμενε εντελώς ανενόχλητη· αν η Ελλάδα έπαυε να έχει εξωτερικές σχέσεις, ώσπου θα θεμελιωνόταν το ελληνικό κράτος. Αντί γι' αυτό, το 1940 η Ελλάδα είχε εμπλακεί σ' έναν μικρό πόλεμο, που ήταν αναπόφευκτο να εξελιχθεί σε πόλεμο μεγάλης κλίμακας. Παρ' όλα αυτά, ο Μεταξάς ακολούθησε ως το τέλος τη συνηθισμένη γραμμή των ηγετών των μικρών χωρών, που προσπαθούν να μείνουν έξω απ' τις διενέξεις των μεγάλων: επειδή δεν μπορούσε ν' αποφύγει ολότελα τις εξωτερικές σχέσεις, προσπάθησε να είναι φίλος με όλους. Χάρη στην πολιτική μεγαλοφυΐα του προκατόχου του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατόρθωσε να διατηρήσει τις σχέσεις καλής θελήσεως με την τουρκική και τη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση, που υπήρχαν από πολλά χρόνια. Τέλεια ισορροπία, όμως, δεν ήταν δυνατό να διατηρηθεί. Ο πόλεμος με την Ιταλία ήταν γεγονός, ο πόλεμος με τη Γερμανία ήταν επικείμενος όταν πέθανε ο Μεταξάς. Ήταν η προσωπική του μοίρα να μη ζήσει για να δρέψει τους καρπούς μιας εξωτερικής πολιτικής, που του είχαν επιβάλει γεγονότα ανώτερα απ' τον έλεγχό του. Ο διάδοχός του, που παράλαβε την άθλια κληρονομιά μετά το θάνατό του, ήταν κάποιος τραπεζίτης με το όνομα Αλέξανδρος Κορυζής. Η απροσδόκητη εκλογή, που τον έφερε στο πρωθυπουργικό αξίωμα (θα ήταν αστείο να λέγαμε στην εξουσία) αναιρεί κάθε σύγκριση ανάμεσα στην ελληνική δικτατορία και στις δικτατορίες της Γερμανίας και της Ιταλίας: τον Hitler και τον Mussolini ποτέ δεν θα τον διαδέχονταν άμεμπτοι δημόσιοι λειτουργοί. Ο Κορυζής δεν είχε ούτε την απαραίτητη προσωπικότητα, τουλάχιστον για να διευθύνει ό,τι είχε μείνει από την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, που πέρασε τώρα στα χέρια του ίδιου του βασιλιά Γεωργίου Β'. Δεν διέφευγε από την προσοχή των εχθρών του βασιλιά, ότι η μητέρα του ήταν Γερμανίδα. Ωστόσο, αν και είχε περάσει ο καιρός που η κάθε ενέργεια της Ελλάδας μπορούσε να αποτρέψει ή και να καθυστερήσει την προκαθορισμένη εξέλιξη γεγονότων, αυτή η μετατόπιση ευθύνης οδήγησε σε μια τουλάχιστον άμεση και γενναία απόφαση. Ο Μεταξάς, επειδή φοβόταν μήπως προκαλέσει μια γερμανική επίθεση που δεν θα είχε τη δύναμη να αποκρούσει, αρνήθηκε να επιτρέψει τη διείσδυση του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στη Βόρειο Ελλάδα, πριν αυξηθεί η δύναμή του, και ειδικότερα η αεροπορική στήριξή του, σε βαθμό αρκετό να εξασφαλίσει μια επιτυχία. (Την ίδια επιφυλακτικότητα είχε δείξει, όταν συμβούλευε τον βασιλιά Κωνσταντίνο να απόσχει από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο). Από την βρετανική σκοπιά, η αποστολή εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα θα μπορούσε να έχει ένα από τα εξής δυο πλεονεκτήματα: ή να σταματήσει τη γερμανική προώθηση στη ΝΑ. Ευρώπη ή, τουλάχιστο, να την καθυστερήσει και να αναγκάσει τον εχθρό να καταλάβει εχθρικά γι' αυτόν και όχι πρόθυμα προσφερόμενα εδάφη. Από ελληνική σκοπιά, το δεύτερο κάθε άλλο παρά ήταν πλεονέκτημα, συγκρινόμενο με το πρώτο· η αγωνιστικότητα όμως του λαού δεν θα είχε αναχαιτισθεί, αν δεν είχαν επιβληθεί διακρίσεις από τον Μεταξά. Λίγο πριν απ' το θάνατό του, συμφώνησε ότι κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις θα έπρεπε να επιτραπεί η απόβαση βρετανικών δυνάμεων στην Ελλάδα, έστω κι αν θα ήταν πολύ μικρές για να σώσουν τη χώρα, αμέσως μόλις θα εισέρχονταν στη Βουλγαρία γερμανικά στρατεύματα. Ήταν πιθανό, ότι τα χρονικά περιθώρια θα ήταν πολύ περιορισμένα· αλλά, και μετά τη συγκατάθεση αυτή, ο Μεταξάς δεν θα ήταν διατεθειμένος να επιτρέψει βρετανικές αναγνωριστικές κινήσεις στη Βόρεια Ελλάδα. Οι βρετανικές αρχές επέμειναν, με μια πιεστικότητα, που ο στρατηγός Παπάγος την απέδωσε, πολύ λογικά, στην πολιτική σημασία που είχε το να τιμηθεί, έστω και συμβολικά, η εγγύηση που είχε δοθεί στην Ελλάδα στις 13 Απριλίου 1939.12 Ο Μεταξάς ήταν ισχυρογνώμων και λογικός μαζί, αλλά ήταν και στα τελευταία του. Ένα μήνα μετά το θάνατό του παραμέρισαν τους δισταγμούς του και άρχισε η άφιξη του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος. Το αποτελούσαν κυρίως αυστραλιανά και νεοζηλανδικά στρατεύματα, αποσπασμένα από την ανεπαρκή κιόλας δύναμη του στρατηγού Wavell στη Βόρεια Αφρική. Η απόφαση αυτή δεν ήταν εκείνο που έκαμε να κορυφωθεί η γερμανική δράση στα Βαλκάνια: την Digitized by 10uk1s
συνάντησε μόνο στα μισά του δρόμου. Την γερμανική προέλαση στη Βουλγαρία ήρθε ν' ανακόψει προσωρινά μια συνδυασμένη πίεση. Την βουλγαρική κυβέρνηση την εμπόδιζε να παραδοθεί ένα σύμφωνο μη επιθέσεως με την Τουρκία· μια ρητή προειδοποίηση από τον ειδικό επιτετραμμένο της ΕΣΣΔ· μια άλλη, από τον ειδικό επιτετραμμένο των ΗΠΑ, ακόμα περισσότερο δεσμευτική, για το λόγο ότι η Βουλγαρία και οι ΗΠΑ δεν είχαν ποτέ πόλεμο μεταξύ τους· και ένα αυστηρό ραδιοφωνικό μήνυμα του Churchill. Υπήρχε όμως αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στις επιθυμίες του βουλγαρικού λαού, για τον οποίο η στάση της ΕΣΣΔ είχε αποφασιστική σημασία, και στους κυβερνήτες του, για τους οποίους ο φόβος και η αρπακτικότητα έπαιζαν επίσης αποφασιστικό ρόλο. Η γερμανική διείσδυση συνεχίστηκε όλον το Φεβρουάριο· την 1η Μαρτίου, ο Βούλγαρος πρωθυπουργός υπέγραψε το Τριμερές Σύμφωνο. Η μεταχείριση των Γιουγκοσλάβων ήταν περίπου η ίδια, αλλά η αντίδρασή τους διαφορετική. Προσφέρθηκαν εδαφικά κέρδη σε βάρος της Ελλάδας· έγιναν υπαινιγμοί για τις συνέπειες που θα είχε μια άρνηση· το Τριμερές Σύμφωνο υπογράφηκε κανονικά (με μερικές επιφυλάξεις) στις 25 Μαρτίου. Αντί όμως να παραδοθούν, όπως οι Βούλγαροι, οι Γιουγκοσλάβοι επαναστάτησαν. Σχηματίσθηκε επαναστατική κυβέρνηση, που περιλάμβανε όλες τις εθνότητες και τις πολιτικές τάσεις, έκτος των κομμουνιστών· η αντιβασιλεία του Πρίγκιπα Παύλου στη θέση του ανήλικου Πέτρου Β' τερματίσθηκε· οι "κουίσλινγκ" υπουργοί συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν· Ρώσοι, Βρετανοί και Αμερικανοί, χωρίς διάκριση, επευφημούνταν σε όλο το Βελιγράδι. Οι Γερμανοί δεν ανέχθηκαν αυτή την προσβολή, αν και ειδοποιήθηκαν από τον Γιουγκοσλάβο πρεσβευτή στο Βερολίνο, ότι το Τριμερές Σύμφωνο εξακολουθούσε να είναι δεκτό κατ' αρχήν. Στις 6 Απριλίου εισέβαλαν στη Γιουγκοσλαβία και, ταυτόχρονα, στην Ελλάδα· το Βελιγράδι δέχτηκε αεροπορικούς βομβαρδισμούς, σε κλίμακα που μόνο η Βαρσοβία και το Ρότερνταμ είχαν γνωρίσει ως τότε. Η γιουγκοσλαβική εξέγερση είχε λήξει μέσα σε μια εβδομάδα και η επαναστατική κυβέρνηση αυτοεξορίσθηκε. Η ελληνική άμυνα κατέρρευσε μέσα στον ίδιο μήνα. Πριν απ' το τέλος Απριλίου, ο Κορυζής αυτοκτονούσε, ενώ ο βασιλιάς και η κυβέρνηση έφευγαν για την Κρήτη, με τα υπολείμματα του Βρετανικού και Αυτοκρατορικού Εκστρατευτικού Σώματος. Αξίζει να κάνουμε ένα μικρό άλμα μπροστά, για να σημειώσουμε την εξέλιξη που πήρε αργότερα η αντίθεση μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας, κι αυτό επειδή η Ελλάδα δέχτηκε την επίδρασή της στη διάρκεια της κατοχής. Δυο πράγματα θα μπορούσε να περιμένει κανείς να προκύψουν απ' αυτή την αντίθεση. Πρώτο, επειδή η Γιουγκοσλαβία είχε κάμει την επανάστασή της πριν από τη γερμανική επίθεση, θα περίμενε κανείς, ότι η νέα κυβέρνηση θα είχε την αδιάκοπη αναγνώριση των Συμμάχων και ότι θα είχε αποκατασταθεί μετά τον πόλεμο με ομόθυμη επιδοκιμασία· δεύτερο, ότι η Βουλγαρία θα πλήρωνε τελικά βαρύ τίμημα. Καμιά απ' τις δύο αυτές προσδοκίες δεν εκπληρώθηκε και εκείνος που ζημιώθηκε περισσότερο απ' αυτό ήταν η Ελλάδα. Ο λόγος, στην πρώτη περίπτωση, είναι ότι η νέα γιουγκοσλαβική κυβέρνηση δεν ήταν περισσότερο "δημοφιλής" (εκτός μόνο με την έννοια του στιγμιαίου ενθουσιασμού) από την προκάτοχό της· ανήκε, κατά βάθος, στο ίδιο "παλιό καθεστώς". Η επανάσταση ήταν στρατιωτική· άρχισε στην αεροπορία, και ο νέος πρωθυπουργός ήταν ένας Σέρβος στρατηγός, ο Σίμοβιτς. (Ένας άλλος Σέρβος στρατηγός, ο Νέντιτς, ήταν υπουργός Πολέμου λίγους μήνες νωρίτερα και, λίγους μήνες αργότερα, θα γινόταν ο πρωθυπουργός - ανδρείκελο των Γερμανών· και ένας άλλος ακόμα, ο Μιχαήλοβιτς, θα ανελάμβανε την ηγεσία του πρώτου αντιστασιακού κινήματος). Ο Σίμοβιτς δεν κατάγγειλε το Τριμερές Σύμφωνο και έτσι έχασε το δικαίωμα να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια από την Τουρκία, σύμφωνα με τους όρους της Βαλκανικής Συμμαχίας. Συγχάρηκε τον εαυτό του, για την άρνησή του να δεχθεί την προσφορά της Θεσσαλονίκης· λίγο όμως αργότερα, διατύπωσε δημοσία αξιώσεις για την Τεργέστη, σε ραδιοφωνική ομιλία του απ' την εξορία. Όλα αυτά ήταν σημεία, ότι δεν είχε γίνει καμιά αλλαγή στο βάθος, έστω κι αν η Γιουγκοσλαβία, κατά την έκφραση του Churchill, "είχε βρει την ψυχή της". Η κυβέρνηση Σίμοβιτς είχε για την ώρα την υποστήριξη των εθνοτήτων της χώρας και όλων των μεγάλων Συμμάχων, μαζί και της ΕΣΣΔ, που υπέγραψε μαζί της Digitized by 10uk1s
σύμφωνο μη επιθέσεως την ημέρα της γερμανικής εισβολής στη Γιουγκοσλαβία. Αλλά δεν ήταν εκλεγμένη κυβέρνηση· πέρα απ' το γεγονός ότι συγκροτήθηκε μπροστά στον κίνδυνο καταστροφής, δεν ήταν κυβέρνηση με συνοχή. Όταν οι Γερμανοί την ανάγκασαν να αυτοεξορισθεί και διέλυσαν τη Γιουγκοσλαβία στα συστατικά της μέρη, ούτε ο Σίμοβιτς ούτε κανένας άλλος Σέρβος ήταν σε θέση να ενώσει και πάλι τα μέρη σε μια συμβολική εξόριστη ένωση. Κι όμως, πριν απ' αυτό η Γιουγκοσλαβία είχε πραγματοποιήσει την αληθινή της επανάσταση· η Ελλάδα, που δέχτηκε με ικανοποίηση το πραξικόπημα του Σίμοβιτς, θα δοκίμαζε αργότερα την πικρία να δει μια κομμουνιστική δικτατορία πέρα από τα βόρεια σύνορά της. Το ίδιο αποτέλεσμα προήλθε με διαφορετικό τρόπο στη Βουλγαρία, που αποκόμιζε συνεχώς οφέλη απ' το χάσμα μεταξύ λαού και ηγεσίας. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου η Βουλγαρία είχε το πλεονέκτημα της συνεργασίας των κυβερνητών της με τους Γερμανούς· ύστερα απ' τον πόλεμο, είχε το πλεονέκτημα της συμπάθειας του λαού της προς τους Ρώσους. Η συμπάθεια αυτή έγινε φανερή από την πρώτη στιγμή. Οι αγροτικές περιοχές της Βουλγαρίας έγιναν μια σήραγγα με αμέτρητους ψιθύρους, όπου η κάθε φωνή από τη Μόσχα πολλαπλασιαζόταν με την ηχώ, ενώ η κυβέρνηση της Βουλγαρίας προσχωρούσε ολόψυχα στα σχέδια του Βερολίνου για τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας. Σύμφωνα με τα σχέδια αυτά, τα νότια σύνορα της Βουλγαρίας έφθαναν ως το Αιγαίο και τα δυτικά της σύνορα συναντούσαν τη Φασιστική Μείζονα Αλβανία, ενώ ο βουλγαρικός πληθυσμός συνταύτιζε τις τύχες του με την ΕΣΣΔ. (Σύμφωνα μάλιστα με μια αναφορά, το 1941, ήταν απαραίτητο να επισκεφθεί ο ίδιος ο Himmler τη Βουλγαρία, για να τερματίσει τους ρωσόφιλους ψιθύρους στα καφενεία). Έτσι, η Βουλγαρία, όχι μόνο απότρεψε τον πόλεμο που φοβόταν με την Τουρκία και απόκτησε ο,τιδήποτε είχαν επιθυμήσει οι κυβερνήτες της σε βάρος των γειτόνων της· αλλά, πέρα απ' αυτό, κατόρθωσε στο τέλος του πολέμου να πραγματοποιήσει μια ραγδαία μεταστροφή, η οποία με λίγων μηνών πόλεμο κατά των Γερμανών και μερικές εχθροπραξίες των κυβερνητών της κατά της ΕΣΣΔ, που κράτησαν μόνο ένα εικοσιτετράωρο, αντικατάστησε την αισχρή δικτατορία των φασιστών με τη χρηστή δικτατορία του προλεταριάτου και έκαμε να μείνει η χώρα ανέπαφη, μέσα στα προπολεμικά της σύνορα. Ήταν το πιο έξυπνο παιχνίδι του πολέμου· αλλά φυσικά, έγινε δεκτό με δυσφορία από τους Έλληνες. Οι δυο επαναστατικές εξελίξεις που επιτάχυνε η γερμανική κατοχή πέρα από τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας συμπληρώθηκαν από μια τρίτη, στην Αλβανία, που αποτέλεσε πιστή μικρογραφία τους. Ο Μεταξάς είχε μιλήσει τον Δεκέμβριο του 1940 για απελευθέρωση της Αλβανίας από τους Ιταλούς. Η κυβέρνηση ανδρεικέλων της Αλβανίας είχε απαντήσει με στόμφο, ότι "η Φασιστική Αλβανία, μέσα στα νέα της, εκτενέστερα σύνορα, θ' αποτελέσει πολύτιμο παράγοντα πολιτισμού και προόδου, στους κόλπους της νέας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας". Θα έπαιρναν, σαν μερίδιο της Αλβανίας από τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, μια λουρίδα εδάφους που περιλάμβανε το Κόσσοβο, τίποτα όμως προς το παρόν από την Ελλάδα. Αλλά, όπως και στη Βουλγαρία, ο λαός βρισκόταν σε διάσταση με την ηγεσία. Η κατοχή γέννησε στους κόλπους του ένα αντιστασιακό κίνημα που, σε συνέχεια, ανάτρεψε τη νέα κυβέρνηση, όταν εκδιώχθηκε ο Άξονας. Το κοινό στοιχείο της Αλβανίας με τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία ήταν τώρα, από την ελληνική σκοπιά, ότι το τελευταίο αυτό καθεστώς και στις τρεις χώρες ήταν τόσο ανεπιθύμητο όσο και το προηγούμενο. Τον Φεβρουάριο του 1941, κυριαρχούνταν από δυνάμεις εχθρικές προς την Ελλάδα, δηλαδή τη Γερμανία και την Ιταλία· το 1945, βρέθηκαν και πάλι κάτω από μια κυριαρχία εχθρική προς την Ελλάδα. Έτσι, όποια κι αν ήταν τα γεγονότα, η Ελλάδα ήταν πάντα εκείνος που έχανε. Αυτό το ζοφερό μέλλον δεν είχε περάσει απ' το νου ούτε της ελληνικής κυβερνήσεως ούτε των βρετανών συμμάχων της το 1941, όταν τους απασχολούσαν κίνδυνοι από άλλα σημεία. Η Κρήτη, όπου είχαν υποχωρήσει oι αγγλοελληνικές αρχές, ήταν ο άμεσος στόχος της γερμανικής Ανωτάτης Διοικήσεως· προς το παρόν, τα Βαλκάνια είχαν περάσει στο περιθώριο. Οι Γερμανοί σκόπευαν να κόψουν τη Μέση Ανατολή στα δυο, για ν' αποκτήσουν τις αραβικές πετρελαιοπηγές και ν' απομονώσουν τη Βρετανία και την ΕΣΣΔ, ώστε να κάνουν αδύνατη κάθε τυχόν συμμαχία μεταξύ Digitized by 10uk1s
τους, καταλαμβάνοντας διαδοχικά την Κρήτη, τη Συρία, την Κύπρο, το Ιράκ και το Ιράν. Η Κρήτη και, αργότερα, η Κύπρος, θα κυριεύονταν από αερομεταφερόμενες δυνάμεις· τη Συρία θα τους παραχωρούσε η γαλλική κυβέρνηση του Vichy· το Ιράκ θα το αποσπούσαν απ' τον βρετανικό έλεγχο με την εξέγερση του Ρασίντ Αλή, του γερμανόφιλου πρωθυπουργού του· τελικά, θα εισέδυαν στο Ιράν με τον γνωστό τρόπο. Το μόνο αδύνατο σημείο στο σχέδιο ήταν η χρονομέτρησή του. Υπήρχε ήδη το γεγονός της απροσδόκητης διάρκειας της ελληνικής άμυνας· την καθυστέρηση μεγάλωνε η άμυνα της Κρήτης. Ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του βρίσκονταν εκεί, όταν άρχισε η επίθεση, αλλά η παρουσία τους ήταν παθητικό μάλλον παρά ενεργητικό. Όταν ο Κορυζής αυτοκτόνησε, ο βασιλιάς, αφού προήδρευσε προσωπικά σε διήμερη σύσκεψη του υπουργικού συμβουλίου, διόρισε πρωθυπουργό έναν Κρητικό, τον Εμμανουήλ Τσουδερό. Η χειρονομία του όμως έγινε δεκτή με αδιαφορία, επειδή ο Τσουδερός είχε φήμη βασιλόφρονα και τρεις από τους μεταξικούς υπουργούς, οι Μανιαδάκης, Δημητράτος και Νικολούδης, παρέμεναν στην κυβέρνησή του, ενώ η Κρήτη, ιδιαίτερη πατρίδα του Ελευθερίου Βενιζέλου, είχε δημοκρατική παράδοση. Όταν άρχισε η γερμανική επίθεση, ο γενναίος αλλά περιττός βασιλιάς πραγματοποίησε μια περιπετειώδη απόδραση, ακολουθούμενος από τους υπουργούς του, και άφησε τους ντόπιους και τις βρετανικές και αυτοκρατορικές δυνάμεις να τα βγάλουν πέρα. Η άμυνα κράτησε έντεκα μέρες· διαταγές επιχειρήσεων που κατασχέθηκαν αποδείχνουν, ότι το σχέδιο ήταν να γίνει η κατάληψη σε τέσσερις μέρες. Αυτή η διαφορά χρόνου ήταν ίσως μια από τις ανωμαλίες, που έκαμαν το χρονοδιάγραμμα του Hitler να πέσει αρκετά έξω, ώστε να καθυστερήσει η επίθεσή του κατά της ΕΣΣΔ. 13 Η εξάρθρωση του σχεδίου έγινε γρήγορα φανερή. Η εξέγερση του Ρασίντ Αλή στο Ιράκ άρχισε πρόωρα, στις 30 Απριλίου. Οι Γερμανοί, σχεδίαζαν να την υποστηρίξουν στέλνοντας αερομεταφερόμενα στρατεύματα μέσα από τη Συρία και να προλάβουν έτσι τις διπλωματικές διατυπώσεις για προσάρτηση, που είχαν αρχίσει εκεί. Παρ' όλο όμως που η Κρήτη ήταν πια δική τους την 1η Ιουνίου, ο Ρασίντ Αλή είχε δραπετεύσει κιόλας απ' τη χώρα του την προηγούμενη μέρα και η αδυναμία του Vichy να εξασφαλίσει στους Γερμανούς τη χρήση βάσεων στη Συρία επιτάχυνε μια κοινή εισβολή, από την Παλαιστίνη, μαχόμενων Γάλλων και βρετανικών στρατευμάτων, που έγινε στις 8 Ιουνίου. Παρ' όλα αυτά, ο Hitler έβαλε σ' εφαρμογή τα σχέδιά του κατά της ΕΣΣΔ, περνώντας τα σύνορα στις 22 Ιουνίου, για να τον ακολουθήσουν ρουμανικές μεραρχίες αμέσως και ουγγρικές, σλοβακικές και κροατικές δυνάμεις λίγο αργότερα. Αυτή η μνημειώδης πράξη παραφροσύνης είχε μια μαγική επίδραση στον υπόλοιπο κόσμο: Έφερε την Άγγλο - Ρωσική Συμμαχία, στις 12 Ιουνίου, την αναγνώριση από την ΕΣΣΔ των εξόριστων κυβερνήσεων Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, Γιουγκοσλαβίας και Ελλάδας· επιτάχυνε την κατάληψη του Ιράν όχι από τους Γερμανούς, αλλά από ρωσικά και βρετανικά στρατεύματα· και την ακολούθησε, δυο μήνες αργότερα, η υπογραφή του Χάρτη του Ατλαντικού. Μεταξύ Απριλίου και Αυγούστου 1941, η εξέλιξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου είχε διαμορφωθεί οριστικά σε σχέση με τη Μέση Ανατολή. Υπήρχαν δυο ακόμα μεγάλες δυνάμεις που δεν είχαν πάρει μέρος, η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, αλλά δεν χωρούσε πια αμφιβολία για τη συγκρότηση των αντιπάλων παρατάξεων. Οι θέσεις τους είχαν καθοριστεί στον πολεμικό χάρτη: τα Βαλκάνια κατέχονταν από τους Γερμανούς, η Μέση Ανατολή από τους Συμμάχους και η Τουρκία, στο κέντρο, ουδέτερη. Δεν θα γίνονταν πια άλλες μεγάλης κλίμακας μεταβολές, ως τη στιγμή που ο πόλεμος ξεπέρασε το αποκορύφωμά του. Υπήρχε τώρα επιτέλους ένα σχετικά σταθερό πλαίσιο, όπου μπορούσε κανείς να τοποθετήσει και να εξετάσει τις υποθέσεις της Ελλάδας. Η πρώτη έκδηλη επίδραση που είχε η αναστάτωση της Ανατολικής Μεσογείου στα ελληνικά πράγματα ήταν η κατάργηση του καθεστώτος, που είχε πάρει την ονομασία του από την 4η Αυγούστου 1936. Όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Β' δήλωσε απ' την εξορία του, ότι το καθεστώς ήταν νεκρό, δεν έκανε τίποτε άλλο, από το ν' αναγνωρίσει ένα τετελεσμένο γεγονός. Στην Ελλάδα, είχε Digitized by 10uk1s
ήδη αντικατασταθεί από μια κυβέρνηση ανδρεικέλων χωρίς κανένα κύρος, υπό τον στρατηγό Τσολάκογλου, τον άνθρωπο που είχε προδώσει το λαό του και απειθάρχησε στις διαταγές των ανωτέρων υπογράφοντας ανακωχή με τους Γερμανούς και Ιταλούς διοικητές στη Θεσσαλονίκη, στις 23 Απριλίου. Στην εξορία, είχε αντικατασταθεί από μια προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Τσουδερό, που είχε υποσχεθεί να επαναφέρει το συνταγματικό πολίτευμα. Το μόνο σημείο όπου συμφωνούσαν οι αντίπαλες ελληνικές κυβερνήσεις της Αθήνας και του Λονδίνου ήταν η αποκήρυξη της 4ης Αυγούστου. Τα χρόνια της κατοχής, λοιπόν, άρχισαν με ένα πολιτικό "τάμπουλα ράζα". Τώρα θα φαινόταν, από που θα προέρχονταν τα πρώτα στοιχεία γραφής πάνω σ' αυτή την "άγραφη πλάκα".
Digitized by 10uk1s
II. Τόποι και πρόσωπα Ε ίνα ι κρί μ α, α ν και πο λύ φυ σικ ό , πο υ ι στ ο ρί α τη ς πε ριό δο υ αυ τή ς γ ρά φ τη κε μ έ σα σε κλί μ α υσ τε ρία ς. Carlyle, Η Γαλλική Επανάσταση.
Η γερμανική κατοχή, αν και καθάρισε τον πολιτικό μαυροπίνακα, δεν είχε αποκλειστικά σαν αποτέλεσμα ν' απλοποιηθούν τα πράγματα. Όλα έπρεπε να γίνουν εντελώς από την αρχή· τα πρόσωπα όμως που θα έκαναν αυτή την αρχή και τα σημεία που θα ήταν δυνατό ν' αποτελέσουν τις αφετηρίες, ήταν τώρα όχι λιγότερα, αλλά πολύ περισσότερα. Η κατάργηση του καθεστώτος του Μεταξά ήταν μια πράξη αποδεσμεύσεως μάλλον παρά εκκαθαρίσεως. Όχι μόνο επανέφερε, άλλα και μεγάλωσε το προμεταξικό χάος της ελληνικής πολιτικής ζωής. Απ' το καλοκαίρι του 1941, ήταν τέσσερις οι σκηνές όπου θα μπορούσε να ξαναρχίσει το ελληνικό δράμα· και ο αριθμός των πιθανών πρωταγωνιστών ήταν κατά πολύ μεγαλύτερος απ' το σύνολο του πολιτικού κόσμου της Αθήνας. Αυτών των σκηνικών και αυτών των προσώπων η παρουσίαση πρέπει να γίνει με κάθε προσοχή, πριν προχωρήσει η αφήγηση. Η ελληνική πολιτική, που είχε το κέντρο της αποκλειστικά και κατά κάποιο τρόπο περιοριζόταν αυστηρά στα όρια της Αθήνας, απλώθηκε κατά την κατοχή σε τρία ακόμα κέντρα: • • • •
Στην Αθήνα, βρίσκονταν πάντα η κυβέρνηση ανδρεικέλων, οι attentistes 14 (αμέτοχοι) και οι παράνομες οργανώσεις. Στην Αίγυπτο, οι "εμιγκρέ" κι οι αυτοεξόριστοι· τα επιτελεία των ενόπλων δυνάμεων· και, τουλάχιστο αδιάκοπα, ένα μέρος της νόμιμης κυβερνήσεως. Στο Λονδίνο, τέλος, ο βασιλιάς και τμήμα της κυβερνήσεώς του, κατά διαστήματα. Στα ελληνικά βουνά, δρούσαν οι ένοπλοι αντάρτες με τους πολιτικούς καθοδηγητές τους.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν χωριστά στη διαμόρφωση των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων από το 1941 ως το 1944. Ο καθένας τους είχε ένα πολύπλοκο σύστημα εσωτερικών και εξωτερικών σχέσεων. Ο καθένας τους μπορούσε να έχει, άμεσα ή έμμεσα, αλλά, πάντως, σε αμοιβαία αλληλεξάρτηση, επαφή με κάποια αντιπροσωπεία των συμμαχικών αρχών. Στις εννιά περιπτώσεις από τις δέκα, "συμμαχικών", εδώ, σήμαινε "βρετανικών". Το τελευταίο αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας. Η γερμανική κατοχή είχε σαν συνέπεια την άμεση εμπλοκή των Συμμάχων στην ελληνική πολιτική και οι περιστάσεις θέλησαν να γίνει η αρχή αυτής της εμπλοκής από τους Βρετανούς. Επί Μεταξά, η ελληνική πολιτική ήταν ελληνική υπόθεση· τώρα, ήταν υπόθεση του καθενός και περισσότερο δική μας. Η αφήγηση λοιπόν αυτή θα έλεγε κανείς ότι είναι μια αγγλοελληνική ιστορία, όπου οι Βρετανοί θα προβάλλονται περισσότερο από όσο είναι σωστό και οι άλλοι Σύμμαχοι λιγότερο από όσο θα έπρεπε. Πριν αρχίσω να την εξιστορώ, θα παρουσιάσω χωριστά όλους τους νέους παράγοντες που εισάγουν οι νέες συνθήκες. Η παρουσίαση θα επεκταθεί ελεύθερα στο παρελθόν και στο μέλλον, αλλά εκείνο που επιδιώκει να επιτύχει, είναι πριν απ' όλα η εικόνα που συνθέτουν οι μορφές που πήραν ενεργό μέρος στην κρίσιμη περίοδο της Κατοχής. Οι χρονολογίες που απαιτούνται για να θεμελιωθεί η σκιαγράφηση του καθενός προσωπικά θα δοθούν εδώ, αλλά δεν είναι απαραίτητο να συνδυασθούν οι χρονολογίες των χωριστών βιογραφιών σε κανονική σειρά, αφού αυτό θα γίνει σε επόμενα κεφάλαια, θα εμφανίσω μόνο τα πρόσωπα αυτά στην κάθε μια από τις τέσσερις σκηνές διαδοχικά, ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να ανατρέχει σ' αυτό το κεφάλαιο και να χρησιμοποιεί τη χρονολογική επισκόπηση που ακολουθεί.
Digitized by 10uk1s
1 . Η Α Θ Η ΝΑ Από όλα όσα ακολουθούν, γίνεται από την αρχή μια εξαίρεση: των απλών ανθρώπων της Αθήνας. Άλλοι απασχολούν την κρίση μας· εκείνοι είναι απαλλαγμένοι απ' αυτήν. Δεν πρόκειται να κριθούν, ούτε έστω ν' αναφερθούν ονομαστικά, παρά μόνο με βαθύ σεβασμό. Και εξαιρούνται, πρώτο, επειδή ο ρόλος τους ήταν πολιτικά παθητικός· δεύτερο, επειδή οι ενέργειες που αποφάσιζαν ομαδικά υπαγορεύονταν όχι απ' το μυαλό, αλλά απ' την καρδιά. Στο εξής, δεν πρέπει να σκέφτεται κανείς την Ελλάδα, χωρίς να φέρει πρώτα στο νου του εκείνες τις γυναίκες, που πήραν τις σκούπες απ' τα χέρια των Βρετανών αιχμαλώτων που σκούπιζαν τους δρόμους, για να κάνουν στο πόδι τους αυτή τη δουλειά· τα χαμίνια των δρόμων, που έριχναν τα τσιγάρα, απ' τα οποία κέρδιζαν το ψωμί τους, μέσα στα φορτωμένα με Βρετανούς αιχμαλώτους καμιόνια, καθώς περνούσαν· τις οικογένειες που πέθαναν στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, επειδή βοήθησαν Βρετανούς αιχμαλώτους να δραπετεύσουν. Όταν ο απλός λαός κάνει τέτοιες πράξεις, επηρεάζει κι αυτός την ιστορία των ανθρωπίνων σχέσεων· όχι όμως με τον ίδιο τρόπο όπως οι πολιτικοί, ούτε για τους ίδιους λόγους. Οι κάτοικοι της Αθήνας, άνδρες και γυναίκες, δεν κατευθύνονταν απ' τη λογική, αλλά απ' το συναίσθημα και το ένστικτο. Ό,τι έκαναν κάτω από την επήρεια αυτών των συναισθημάτων δεν έχει θέση σε μια πολιτική επισκόπηση· γιατί, κάτω απ' την παρόρμηση ενός άλλου συναισθήματος, θα μπορούσαν εύκολα να κάνουν κάτι το εντελώς διαφορετικό. Θυμάμαι, για παράδειγμα, μια κοπελίτσα απ' την ίδια αυτή παράδοση, που γύρισε από μια κομμουνιστική διαδήλωση τον Οκτώβριο του 1944 κι έλεγε με ζωηρή φωνή: "Τι κόσμος! Τι ενθουσιασμός! Κάτι το θαυμάσιο! Αυτό θα πει λαοκρατία! Σκεφτείτε τι έχει να γίνει, όταν θα γυρίσει ο βασιλιάς!". Δεν εξαιρώ τους ανθρώπους αυτούς επειδή τα αισθήματά τους είναι σφαλερά ή ασήμαντα ή ανόητα· αλλά μόνο επειδή είναι αισθήματα, που σημαίνει ότι είναι υποκείμενα σε αντιφατικές παρορμήσεις. Όποιος μπορούσε να κατευθύνει αυτά τα αισθήματα, μπορούσε να κατευθύνει τον απλό λαό: αυτοί ακριβώς οι δεξιοτέχνες είναι που μ' ενδιαφέρουν εδώ. Αφήνω τους απλούς ανθρώπους της Αθήνας με σεβασμό και επανέρχομαι στην πολιτική σκηνή της. Η άφιξη των Γερμανών δεν αναζωπύρωσε αμέσως την πολιτική ζωή: η αναζωπύρωση έγινε ενωρίτερα αλλού. Στην Αθήνα, το ένα είδος πολιτικού θανάτου το διαδεχόταν ένα άλλο. Η Κατοχή δεν έκαμε να συνέλθουν τα πολιτικά κόμματα απ' το κώμα όπου τα είχε ρίξει ο Μεταξάς· ούτε έβαλε τη σφραγίδα της στη μεταξική κυβέρνηση, όπως είχαν προφητέψει οι εχθροί του Μεταξά. Αν και το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν νεκρό, οι περισσότεροι από όσους κατείχαν υψηλά αξιώματα σ' αυτό φρόντισαν ν' αποδράσουν απ' τη χώρα και ν' αποφύγουν έτσι το στίγμα της συνεργασίας που τους περίμενε. Οι Γερμανοί βρήκαν ένα πολιτικό κενό· αλλά θα ήταν άτοπο να πληρωθεί αυτό το κενό με το να επιτραπεί μια υποτροπή της κομματικής πολιτικής. Έστω κι αν ο Μεταξάς δεν ήταν σύμμαχός τους και δεν θα συνεργαζόταν ποτέ με τους Γερμανούς, είχε προετοιμάσει ωστόσο το δρόμο για την κατοχή, προσαρμόζοντας ανάλογα την κρατική μηχανή και συνηθίζοντας το λαό σε αυταρχική διακυβέρνηση. Οι Γερμανοί, επομένως, δεν είχαν ανάγκη να επινοήσουν ένα νέο είδος διοικήσεως για να γεμίσουν το κενό· χρειάστηκε μόνο να βρουν μερικά πρόσωπα, για τις κενές θέσεις των υπουργείων.
α) Οι συνεργάτες Η πρώτη σειρά των πρωταγωνιστών του νέου δράματος στη σκηνή της Αθήνας μπορεί, επομένως, να ονομασθεί "οι συνεργάτες". Δεν είναι σωστό να χρησιμοποιηθεί ο πιο προσβλητικός όρος "κουίσλινγκς", που ταιριάζει μόνο σε όσους συνωμότησαν με τον εχθρό πριν ακόμα απ' την κατοχή: κανένας Έλληνας σε υψηλή θέση δεν διέπραξε το έγκλημα του Νορβηγού Βίντκουν Κουίσλινγκ. Το χειρότερο που μπορεί να λεχθεί για τους Έλληνες συνεργάτες, που είναι κιόλας, αρκετά βαρύ, είναι ότι συναίνεσαν στην κατοχή είτε για προσωπικό όφελος, είτε επειδή πίστευαν ότι οι Γερμανοί είχαν κερδίσει τον πόλεμο, είτε επειδή δεν έβλεπαν άλλη ελπίδα επιβιώσεως για τον εαυτό τους και για εκατομμύρια άλλους ανθρώπους εκτός από τη συνεργασία. Οι τρεις αυτοί Digitized by 10uk1s
λόγοι, χωριστά η σε συνδυασμό, φωτίζουν τα ελατήρια και των τριών συνεργατών πρωθυπουργών, καθώς και των περισσοτέρων από όσους τους μιμήθηκαν; Ο πρώτος απ' τους τρεις, ο στρατηγός Τσολάκογλου, δέχτηκε τη θέση του πρωθυπουργού στην υπηρεσία των Γερμανών, επειδή η πείρα του σαν διοικητή σώματος στρατού στην Αλβανία τον είχε πείσει, ότι ο Άξονας είχε κερδίσει τον πόλεμο και ότι η Ελλάδα έπρεπε να βγει όσο μπορούσε λιγότερο ζημιωμένη από μια άσχημη υπόθεση. Ο κυριότερος απ' τους υφισταμένους του και κυριότερος επίσης αντίζηλός του ήταν ο υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνησή του Γκοτζαμάνης. Ο δεύτερος στη σειρά πρωθυπουργός, ο καθηγητής Λογοθετόπουλος, όχι μόνο συμμεριζόταν αυτή την πλάνη, άλλα είχε και προσωπικές φιλοδοξίες· οι ιατρικές σπουδές του στη Γερμανία, η Γερμανίδα γυναίκα του και τα γερμανόφιλα αισθήματά του τον έκαναν να ελπίζει σε μια επικερδή σταδιοδρομία, κάτω από τη γερμανική προστασία, σαν πράκτορα της Νέας Τάξεως Πραγμάτων. Ο τρίτος, ο Ιωάννης Ράλλης, ήταν διαφορετική περίπτωση. Ήταν, απ' τους τρεις, ο μόνος επαγγελματίας πολιτικός· ανάλαβε την πρωθυπουργία, όταν ήταν κιόλας φανερό ότι τον πόλεμο θα τον κέρδιζαν οι Σύμμαχοι. Τα ελατήριά του, επομένως, πρέπει να ήταν διαφορετικά απ' τα ελατήρια των προκατόχων του. Φαίνεται να υπολόγιζε στο ότι οι Σύμμαχοι θα τον ευγνωμονούσαν, που κράτησε την κυβερνητική μηχανή σε λειτουργία κατά τα τελευταία εκείνα στάδια της Κατοχής, έτσι που, κατά την επάνοδό τους, να έβρισκαν μια Ελλάδα σε κατάσταση παθητικής τάξεως και όχι διαλυμένη μέσα σ' ένα χάος, απ' το οποίο μόνο οι κομμουνιστές θα είχαν να ωφεληθούν. Η κυριότερη πράξη του ήταν το ότι συγκρότησε, το καλοκαίρι του 1943, τα Τάγματα Ασφαλείας, με την έμπνευση και καθοδήγηση του πρώην δικτάτορα στρατηγού Πάγκαλου και ίσως με τη μυστική συναίνεση του πρώην επαναστάτη στρατηγού Γονατά. Τρία κυρίως πρόσωπα είχε για βοηθούς του στην κυβέρνησή του: τον Ταβουλάρη (εκπρόσωπο του Πάγκαλου), τον Μπουραντά και τον Βουλπιώτη. Οι στρατιωτικοί διοικητές των Ταγμάτων Ασφαλείας συνταγματάρχες Πλυτζανόπουλος και Παπαδόγκωνας ήταν ασήμαντα πρόσωπα. Ο Ράλλης έβλεπε τα Τάγματα σαν μια γέφυρα, για το πέρασμα της Ελλάδας απ' τη γερμανική κατοχή στην απελευθέρωσή της απ' τους Συμμάχους, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα χάος· επιδίωκε να βγει όσο μπορούσε πιο ωφελημένος κι απ' τους δυο κόσμους, δρέποντας τους καρπούς της συνεργασίας κι από τις δυο πλευρές. Ήταν ένας εκπληκτικά πανούργος υπολογισμός.
β) Οι αμέτοχοι (attentistes) Δεν ήταν ο Ράλλης ο μόνος που έκανε αυτόν τον υπολογισμό. Μια δεύτερη ομάδα από εξέχοντες Αθηναίους έβλεπαν τα πράγματα με το ίδιο πρίσμα, χωρίς όμως να καταλήγουν σε τόσο οριστικά συμπεράσματα. Η ομάδα αυτή περιλάμβανε πολλούς απ' τους Έλληνες πολιτικούς του παλιού κόσμου και από τα ημι-πολιτικά πλαίσιά του: πρώην βουλευτές, επιχειρηματίες, βιομηχάνους, κρατικούς υπαλλήλους, επαγγελματίες, ακόμα και την Εκκλησία· όλοι αυτοί κράτησαν την ίδια στάση, επειδή στην Ελλάδα, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Αγγλία, δεν υπάρχει τίποτα το ηθικά ασυμβίβαστο ανάμεσα στη δημόσια δράση και στην ιδιωτική επιχείρηση. Κανένας όμως απ' όλους αυτούς δεν αισθανόταν την ανάγκη να ταχθεί φανερά με τη μια ή την άλλη πλευρά. Ο κόσμος των πολιτικών ήταν ελεύθερος να ασκεί την πολιτική του πίνοντας τον καφέ του· οι επιχειρηματίες και βιομήχανοι ήταν ελεύθεροι να ανανεώνουν την ασφάλειά τους, χρηματοδοτώντας με τρόπο τον καθένα που φαινόταν ο πιθανός νικητής· οι επαγγελματίες απαλλάσσονταν από κάθε κριτική, επειδή ήταν αναγκασμένοι να εξασφαλίζουν τη ζωή τους κάτω από οποιαδήποτε πολιτική κατάσταση· η Εκκλησία δεν μπορούσε να παροτρύνει ανοιχτά τους πιστούς της ούτε προς το αμάρτημα της συνεργασίας ούτε προς την απελπιστική εκλογή της πείνας. Τέτοιοι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να κάθονται στην άκρη, παθητικοί θεατές. Για τους επαγγελματίες πολιτικούς, δύσκολα μπορεί να βρει κανείς να πει κάτι το ενδιαφέρον: χαίρονταν την παθητική μακαριότητα εκείνων που δεν έχουν καμιά ιστορία. Η δεξιά πτέρυγα των Λαϊκών, Θεοτόκης, Μαυρομιχάλης, Τσαλδάρης, Στεφανόπουλος, ήταν απορροφημένοι στο να κάνουν πρόβες της θλιβερής αρμονίας τους περιμένοντας την απελευθέρωση, με την απουσία του πρώτου στην Κέρκυρα και του Digitized by 10uk1s
δεύτερου στην Τουρκία· οι Φιλελεύθεροι, οι Προοδευτικοί και οι Αγροτικοί (απ' τους οποίους πολύ λίγοι είχαν ιδέα από αγροτική ζωή) δεν ήταν παρά μερικοί γηραλέοι πολιτικοί, όπως ο Μυλωνάς κι ο Ρέντης, ή αρχαία μνημεία, όπως ο Σοφούλης κι ο Καφαντάρης· όσο για τον νεωτερίζοντα Σοφιανόπουλο, ύφαινε σιωπηλά τον ιστό του, όπως πάντα, σε καιροσκοπική αυτοαπομόνωση. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες εξασφάλιζαν όσο γινόταν πιο πολλά κέρδη απ' την κατοχή και διέθεταν όσα τους υπαγόρευε η σύνεση στην Αντίσταση· η Εκκλησία έκανε αισθητή την παρουσία της στα δημόσια πράγματα μόνο σε εξορμήσεις φιλανθρωπίας και διασώσεως του γοήτρου της· οι κρατικοί υπάλληλοι, οι διευθυντές τραπεζών, η αστυνομία, οι δούλοι με φράκο, δεν εννοούσαν να λοξοδρομήσουν απ' τη συνηθισμένη ρουτίνα της ζωής τους. Σχετικά με την τελευταία κατηγορία, τέσσερα παραδείγματα μιλούν εύγλωττα για όλους όσοι την αποτελούσαν: ο Σμπαρούνης, που υπηρέτησε με τη σειρά τον Τσολάκογλου και τον Τσουδερό σαν οικονομικός εμπειρογνώμων· ο Δημάρατος κι ο Έβερτ, δυο απ' τους επικεφαλής της Αστυνομίας Πόλεων· κι ο Σπηλιωτόπουλος, ένας απ' τους επικεφαλής της Χωροφυλακής. Και οι τέσσερις κατείχαν θέσεις για ένα τουλάχιστο διάστημα της Κατοχής και υπηρέτησαν, από τη θέση αυτή, τους Γερμανούς· και οι τέσσερις έκαναν ό,τι μπορούσαν (μερικές φορές πάρα πολλά), για να ματαιώσουν τις προθέσεις των Γερμανών και να βοηθήσουν τους Συμμάχους· και οι τέσσερις μπορούσαν να ισχυρισθούν, ότι αν στη θέση τους βρίσκονταν άλλοι, χειρότεροι, θα προξενούσαν χειρότερες τραγωδίες στο λαό τους. Ο καθένας από τους τέσσερις διασύρθηκε σκληρά από τους πολιτικούς εχθρούς του. Οι αναμάρτητοι, εκείνοι, που είναι πρόθυμοι να "βάλουν τον λίθον", θα μπορούσαν να ωφεληθούν, αν μελετούσαν το αντίθετο ακριβώς, αλλά καθόλου διαφημισμένο παράδειγμα του στρατηγού Παπάγου. Αφού προσπάθησε, πολύ αργά, να ματαιώσει την παράδοση του Τσολάκογλου, αποποιήθηκε την ευκαιρία που του δινόταν ν' αποδράσει και υπόμεινε τον κατ' οίκον περιορισμό. Αν και όχι πλούσιος, αρνήθηκε τη σύνταξη που του πρόσφερε ο Τσολάκογλου· έκαμε ό,τι μπόρεσε, δυο χρόνια αργότερα, για να πάρει μέρος στον ένοπλο αντιστασιακό κίνημα· και υπέφερε περισσότερο από ένα χρόνο σε γερμανικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως, μαζί με τέσσερις συναδέλφους του. Συμπεριφέρθηκε όπως επιβαλλόταν σ' ένα Έλληνα στρατηγό, κάτω από συνθήκες που ήταν πέρα απ' τον έλεγχό του. Όσοι επικρίνουν την τάξη των Ελλήνων στην οποία ανήκει αυτός, αγνοούν το παράδειγμά του και αποφεύγουν έτσι το λογικό συμπέρασμα ότι, αν όλοι οι Έλληνες το είχαν μιμηθεί, το ελληνικό έθνος θα είχε εξαφανισθεί. Ήταν σωστό να συμπεριφερθούν έτσι οι λίγοι ξεχωριστοί: ήταν όμως αναπόφευκτο για την πλειονότητα να επιβιώσει. Υπήρχαν εξαιρέσεις ανθρώπων που δόθηκαν ολόψυχα στους Γερμανούς ή έδωσαν τα πάντα για να βοηθήσουν την Αντίσταση. Σαν τάξεις, όμως, ήταν αναγκασμένοι ν' ακολουθήσουν αμέτοχη πολιτική. Αυτό δεν έκανε καλή εντύπωση· επέσυρε για αξιοσέβαστα πρόσωπα, ακόμα και για τον Δαμασκηνό, αρχιεπίσκοπο της Αθήνας, τον υπαινιγμό της συνεργασίας· αλλά ήταν αναπόφευκτο. Κι αυτοί επομένως οι άνθρωποι έπαιξαν ένα ρόλο στην πολιτική εξέλιξη των χρόνων της Κατοχής: ένα ρόλο ουδέτερο, διστακτικό, αρνητικό, όχι όμως αμελητέο. Μπορούσε μάλιστα να θεωρηθεί αποφασιστικός σχεδόν ο ρόλος τους, όταν φάνηκε, χάρη σε μια τακτική καταγγελίας των άκρων προς το τέλος του πολέμου, ότι σε καλύτερη θέση βρίσκονταν όσοι είχαν πράξει τα λιγότερα προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, έχοντας υπολογίσει τους κινδύνους με τέτοιον τρόπο, ώστε να βγουν ανέπαφοι όποιος κι αν επικρατούσε. Τις δυο αυτές κατηγορίες που παρουσιάσαμε ως εδώ, μπορούμε να τις αναφέρουμε στο εξής σαν Συνεργάτες και Αμέτοχους, με τη διευκρίνιση, ότι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσά τους είναι ακαθόριστη και κυμαινόμενη. Δυο κοινά χαρακτηριστικά μπορούμε να επισημάνουμε κι από τις δυο πλευρές της διαχωριστικής γραμμής: μια τάση των ανθρώπων αυτών να ζουν στο παρελθόν κι έναν παθολογικό τρόμο για τον κομμουνισμό. Ζούσαν στο παρελθόν τόσο κοινωνικά όσο και πολιτικά· και στις δυο περιπτώσεις, ίσως επειδή η νάρκωση, στην οποία είχε υποβάλει ο Μεταξάς τη ζωή και τη σκέψη των Ελλήνων, εξακολουθούσε να τους κρατά, ακόμα και όταν άρχισε να περνά η επίδρασή της, με την αόριστη υποσυνείδητη εντύπωση ότι είχαν γυρίσει πίσω στο 1936 ή και πιο πίσω ακόμη. Οι περισσότεροι απ' αυτούς παρέμειναν σε όλη τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας και της γερμανικής κατοχής, και παραμένουν μέχρι σήμερα, αδιάφοροι για τις Digitized by 10uk1s
κοινωνικές επαναστάσεις που έχουν συντελεσθεί στην Δυτική Ευρώπη. Ακόμα πιο χτυπητή είναι η πολιτική τους οπισθοδρομικότητα: το μόνο πολιτικό πρόβλημα που τους χωρίζει εξακολουθεί να είναι το πολιτειακό, Μοναρχία ή Δημοκρατία, γύρω από το οποίο έγιναν άκαρπες διαμάχες χωρίς διακοπή, από τότε που πρόβαλε για πρώτη φορά, το 1917. Εκτός απ' το κώμα, όπου έριξε ο Μεταξάς την πολιτική τους συνείδηση, ένα μόνο πράγμα είχε τη δύναμη να κατασιγάσει αυτήν την διαμάχη, έστω και στιγμιαία: ο φόβος του κομμουνισμού — ένας φόβος που τους παρέλυε πιο πολύ απ' το καθετί. Με το συγκεχυμένο προαίσθημα που χαρακτηρίζει τον ελληνικό πολιτικό κόσμο και το ημιπολιτικό πλαίσιό του, και οι δυο αυτές ομάδες συναντήθηκαν σ' ένα σημείο: στο ότι έβλεπαν, όχι τους Γερμανούς, αλλά τους κομμουνιστές, σαν τον κυριότερο κίνδυνο. Η συμμαχία των Δυτικών Δημοκρατιών με τη Σοβιετική Ένωση δεν μπορούσε να ήταν, κατά τη γνώμη τους, παρά μόνο μια βραχύβια σύζευξη ανάγκης, όποιος κι αν κέρδιζε τον πόλεμο. Δεν είχαν όμως τίποτε άλλο ν' αντιτάξουν στην κομμουνιστική απειλή, παρά μόνο μια ενστικτώδη αντίδραση που τους ωθούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αντί να κινηθεί προς τα εμπρός, σε παράλληλη κατεύθυνση, η σκέψη τους κινήθηκε προς τα πίσω, προς τον κόσμο της πολιτειακής διαμάχης, που τον καταλάβαιναν τουλάχιστο, επειδή τον έσερναν διαρκώς μαζί τους. Οι άσκοπες φιλονικίες γύρω από τις αντίστοιχες αρετές της Δημοκρατίας και της Μοναρχίας, σαν καλύτερου μέσου για εξασφάλιση σταθερότητας και αποτροπής του κομμουνισμού, θα μπορούσε να παραβληθεί με μια φιλονικία γύρω από τις αντίστοιχες αρετές του ατσάλινου κράνους και της αντιασφυξιογόνου προσωπίδας, σαν καλύτερου μέσου προστασίας από τις ατομικές βόμβες.
γ) Η παράνομη δράση. Από όλες αυτές τις απόψεις, η τρίτη ομάδα της αθηναϊκής σκηνής παρουσιάζει χτυπητή αντίθεση. Μπορούμε να χρησιμοποιούμε, όταν αναφερόμαστε σ' αυτήν, τον όρο Παράνομη Δράση, αν και είναι δύσκολο να προσδιορισθεί με ακρίβεια η σημασία του, εξαιτίας της ποικιλίας των συστατικών στοιχείων της. Καθώς η Κατοχή πλησίαζε προς το τέλος της, η πιθανή αξία του να μπορεί να ισχυρίζεται κανείς ότι ανήκε σε παράνομη οργάνωση έγινε ολοφάνερη· τα πιο απίθανα άτομα έκαναν προσπάθειες να καταφέρουν να φυλακισθούν απ' τους Γερμανούς, όσο η επιστροφή των Συμμάχων γινόταν από μέρα σε μέρα όλο και πιο βέβαιη. Ακόμα και σε παλαιότερο στάδιο, μερικοί Αθηναίοι μάντεψαν την αξία του να εξασφαλισθούν και προς αυτή την κατεύθυνση, έφθανε μόνο να κατόρθωναν ν' αποφύγουν τους σχετικούς κινδύνους. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα κάποιο γεφύρωμα του χάσματος ανάμεσα στους "αμέτοχους" και τους "παράνομους", όπως είχε συμβεί ακριβώς ανάμεσα στους "συνεργάτες" και τους "αμέτοχους". Ένα παράδειγμα ήταν η συγκρότηση στην Αθήνα, προς τα τέλη του 1942, μιας Στρατιωτικής Επιτροπής από έξη συνταγματάρχες σε υπηρεσία (μεταξύ των οποίων κι ο Σπηλιοτόπουλος, που είχε χρηματίσει αρχηγός της Χωροφυλακής), με τον υποτιθέμενο σκοπό να οργανώσουν και να κατευθύνουν τις ανταρτικές δυνάμεις των βουνών. Αν και η συγκρότηση της Επιτροπής ήταν ένα τολμηρό βήμα, πριν μάλιστα από τη μάχη του Ελ Αλαμέιν, και απόσπασε την επίσημη αναγνώριση της ελληνικής και της βρετανικής κυβερνήσεως, καμιά ομάδα ανταρτών δεν βοηθήθηκε ποτέ απ' αυτήν· η αξία της περιορίστηκε στην αρχική χειρονομία και στη συλλογή πληροφοριών. Τέτοιες δραστηριότητες βρίσκονται έξω από τον χώρο που εννοώ, όταν μιλώ για Παράνομη Δράση. Η Παράνομη Δράση της Αθήνας, σαν πολιτικός παράγοντας σ' αυτή την εξιστόρηση, αποτελείται από δυο κυρίως ομάδες: τους κομμουνιστές και τους νεώτερους πολιτικούς της Κεντροαριστεράς. Εξαιρώ τους πολυάριθμους Αθηναίους όλων των τάξεων, που έδωσαν τα πάντα, ακόμα και τη ζωή τους, για να βοηθήσουν τους Συμμάχους στα χρόνια της Κατοχής, όχι επειδή το έργο τους δεν ήταν πολύτιμο, αλλά επειδή δεν ήταν πολιτικό. Αυτό το εξυψώνει περισσότερο στα μάτια εκείνων που βλέπουν την πολιτική σαν την κατάρα της ελληνικής ζωής, αλλά το κάνει άσχετο με μια πολιτική μελέτη. Ο ορισμός της πολιτικής παρανομίας στην Αθήνα πρέπει να περιορισθεί σ' εκείνους που Digitized by 10uk1s
είδαν τη σύγκρουση με τη γερμανική κατοχή σαν πολιτική πριν απ' όλα υπόθεση και σαν μέσο για έναν πολιτικό σκοπό. Η εξαίρεση επομένως περιλαμβάνει όχι μόνο εκείνους που δεν είχαν άλλο τίποτα στο νου τους εκτός από την πολεμική προσπάθεια, αλλά και όσους είδαν τις πολιτικές συνέπειες της κατοχής πολύ αργά, για να τις εκμεταλλευθούν όπως θα το ήθελαν, αν τις είχαν δει ενωρίτερα. Ένα παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας είναι η οργάνωση νέων η γνωστή με τα αρχικά ΠΕΑΝ (Πατριωτική Ένωση Αγωνιζομένων Νέων), που πραγματοποίησε το 1942 μ' επιτυχία ένα σαμποτάζ, ανατινάζοντας το κτίριο όπου στεγαζόταν το Ελληνικό Ναζιστικό Κόμμα, αλλά γρήγορα εξαρθρώθηκε, με τη σύλληψη και εκτέλεση πολλών από τη Διοικούσα Επιτροπή της. Παράδειγμα της δεύτερης κατηγορίας είναι μια οργάνωση, για την οποία πολλά έχουν λεχθεί από την εποχή της Κατοχής, με την επωνυμία "Χ". Αυτή η οργάνωση, που έγινε αργότερα γνωστή σαν όργανο "αμέσου δράσεως" της μοναρχικής Δεξιάς, κάτω από την ηγεσία του συνταγματάρχη Γρίβα, έχει ισχυρισθεί ότι ήταν αντιστασιακό κίνημα κατά την Κατοχή. Αν ο ισχυρισμός αυτός αλήθευε, θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν η μοναδική οργάνωση της Δεξιάς, που δρούσε τότε στην Αθήνα· στην πραγματικότητα, όμως, το όνομά της ήταν άγνωστο, ακόμα και λίγο πριν φύγουν οι Γερμανοί· αλλά και τότε, πάλι, το όνομα αυτό δεν σήμαινε τίποτα, που να είχε σχέση με Αντίσταση. Μόνο στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια απόκτησε μια ορισμένη σημασία: την απαίσια σημασία μιας Κου Κλουξ Κλαν. Κι αυτή επομένως η οργάνωση δεν έχει θέση σ' αυτή την παρουσίαση. Όταν μιλούμε για παράνομη δράση και αντίσταση στην αθηναϊκή σκηνή στο εξής, θα εννοούμε από τη μια τους κομμουνιστές και από την άλλη τα ενεργά στοιχεία της Κεντροαριστεράς: το ίδιο περίπου εκείνο ζεύγος, που αποτέλεσε τις εξαιρέσεις της γενικής εικόνας στο Κεφάλαιο 1. Ο όρος "κομμουνιστής", αν και συχνά χρησιμοποιείται καταχρηστικά, είναι σαφέστατος και θα χρησιμοποιείται εδώ μόνο με την πιο αυστηρή του έννοια, θα σημαίνει δηλαδή αποκλειστικά μέλος του ΚΚΕ. Αυτή η ιδιότητα του μέλους δεν αποκτάται κατά βούληση, αλλά με επιλογή, ύστερα από αυστηρή δοκιμή, αν και συχνά την επιθυμούν και μάλιστα την διεκδικούν διάφορα στοιχεία του περιθωρίου, που δεν την δικαιούνται. Το πλησιέστερο αντίστοιχο στην Αγγλία είναι το Old School Tie. Ο όρος Κεντροαριστερά, αντίθετα είναι ασαφής και ελαστικός. Ο δεύτερος αυτός όρος χρειάζεται τώρα αμέσως κάποια ανάλυση, ενώ τον πρώτο μπορούμε ν' αφήσουμε να φανερώσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του στα βουνά της Ελλάδας, όπου τα διάφορα συστατικά του είναι πιο ευδιάκριτα. 15 Υπάρχει ωστόσο μια πλευρά του έργου του ΚΚΕ, που πρέπει να την εξετάσουμε εδώ· πρόκειται για την οργάνωση των εργατών, που συγκρότησαν χωριστό κλάδο του αντιστασιακού κινήματος, περιορισμένο στην Αθήνα και στις λίγες άλλες μεγάλες πόλεις. Δύο ρεύματα υπήρχαν πριν απ' τη δικτατορία στα ελληνικά συνδικάτα: των Ρεφορμιστών και των Κομμουνιστών. Ηγέτες των πρώτων, που συγγένευαν στις τάσεις τους με τους Φαβιανούς της Αγγλίας, ήταν ο Καλομοίρης κι ο Στρατής· ηγέτης των δεύτερων, για λογαριασμό του ΚΚΕ, ήταν ο Θέος, με βοηθούς του τον Παπαρρήγα και τον Νεφελούδη. Τα δυο αυτά ρεύματα ήταν περίπου ισοδύναμα στη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας, όπου όλοι οι εργάτες είχαν διπλή αντιπροσώπευση, επειδή το οργανωτικό σύστημα είχε διπλή μορφή. Ιεραρχικά, ήταν οργανωμένοι κατά επάγγελμα σε κλαδικές ενώσεις, ομοσπονδίες και συνομοσπονδίες και, τοπικά, σε εργατικά κέντρα, που περιλάμβαναν όλους τους εργάτες κατά περιφέρειες. Τόσο οι Συνομοσπονδίες όσο και τα Εργατικά Κέντρα (που ήταν 56 σε όλη την Ελλάδα) έστελναν αντιπροσώπους στα τακτικά συνέδρια της Γενικής Συνομοσπονδίας, που εξέλεγαν τη διοίκηση και τον επικεφαλής της γενικό γραμματέα. Επειδή το εκλογικό σύστημα προπολεμικά ήταν το πλειοψηφικό και όχι η αναλογική αντιπροσώπευση, η νικήτρια παράταξη έπαιρνε όλες τις έδρες και ήταν αδύνατο να υπάρξει μικτή διοίκηση. Αυτό το σύστημα επικρατούσε πριν απ' τον Μεταξά και το ίδιο λίγο - πολύ εφαρμόστηκε και το 1945, όταν προστέθηκε μια νέα, σημαντική πολιτική παράταξη. Απ' το 1936 όμως ως το 1944, η οργάνωση αυτή υπήρχε μόνο κατ' όνομα, επειδή ο Μεταξάς και oι Ιταλοί και Γερμανοί την κατάκλυσαν με εγκαθέτους τους. Κατά το διάστημα της προσωρινής αβεβαιότητας που Digitized by 10uk1s
ακολούθησε το θάνατο του Μεταξά, ο Καλομοίρης κατόρθωσε να επανασυστήσει τη Γενική Συνομοσπονδία του 1936· η ζωή της όμως είχε διάρκεια τριών μηνών μόνο, ώσπου την κατέλαβαν οι Γερμανοί και Ιταλοί. Οι εργάτες λοιπόν δεν είχαν δημοκρατική αντιπροσώπευση για μια περίοδο οκτώ χρόνων και περισσότερο. Η κομμουνιστική όμως παράταξη με το Θέο πήρε την πρωτοβουλία, ιδρύοντας μια παράνομη αντίπαλη εργατική οργάνωση με την επωνυμία Εργατικό Εθνικοαπελευθερωτικό Μέτωπο, γνωστό με τα αρχικά ΕΕΑΜ. Η οργάνωση αυτή έκλεινε στους κόλπους της ό,τι καλύτερο είχε η οργανωμένη εργατική τάξη στην Ελλάδα. Η δύναμη κι η επιρροή της ήταν μεγαλύτερη στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη, το Βόλο και την Πάτρα· οπουδήποτε όμως υπήρχε εργατικός πληθυσμός, το ΕΕΑΜ τον κινητοποιούσε κατά των αρχών κατοχής. Απεργίες και διαδηλώσεις οργανώνονταν τακτικά, για να φέρνουν σύγχυση στον εχθρό σε κάθε σημαντική περίπτωση, είτε αυτή ήταν ο εορτασμός της εθνικής επετείου είτε η απόπειρα των κατακτητών να επιστρατεύσουν εργάτες για τη Γερμανία. Το κίνημα σημείωσε επιτυχία, επειδή ο Έλληνας εργάτης δεν αντιμετώπιζε τότε κανένα πολιτικό πρόβλημα και δεν υπήρχαν αντίπαλοι που να διεκδικούν την εμπιστοσύνη του. Υπήρχε μια αδρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα συνεργαζόμενα με τον εχθρό ανδρείκελα από τη μια πλευρά και το ΕΕΑΜ από την άλλη· δεν υπήρχαν ούτε λεπτές αποχρώσεις ούτε ενδιάμεσες ζώνες, για να τις καταλάβουν οι τυχοδιώκτες που επιδίωκαν να πατούν με το ένα πόδι στο καθένα από τα δυο στρατόπεδα. Έξω απ' το ΕΕΑΜ, δεν υπήρχε τότε οργάνωση που θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι αντιπροσώπευε τους εργάτες. Ύστερα από την απελευθέρωση της Ελλάδας, ιδρύθηκε μια τέτοια νέα οργάνωση με κρατική πρωτοβουλία και καθοδηγήθηκε μ' επιτυχία από τους Χατζηδημητρίου και Μακρή· κανένας όμως από τους δυο δεν εκπροσωπούσε αξιόλογη μερίδα της εργατικής κοινής γνώμης· η οργάνωσή τους μάλιστα δεν υπήρχε, ακόμα, πριν απ' τους πρώτους μήνες του 1945. Στη διάρκεια της Κατοχής, λοιπόν, την εργατική τάξη αντιπροσώπευε αποκλειστικά ο συνασπισμός Θέου, Καλομοίρη και Στρατή. Οι τρεις αυτοί μοιράζονταν μεταξύ τους τις έδρες της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΕΑΜ, με κυμαινόμενα ποσοστά, που τελικά όμως σταθεροποιήθηκαν σε εννιά αντιπροσώπους του Καλομοίρη, τέσσερις του Θέου (δηλαδή των κομμουνιστών) και δυο του Στρατή. Το ότι οι κομμουνιστές, που είχαν ιδρύσει οι ίδιοι την οργάνωση, δέχτηκαν να υστερούν τόσο πολύ σε ψήφους στην Επιτροπή είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Δεν τους πείραζε αυτό, επειδή δεν υπήρχε καμιά διαφορά σκοπού μέσα στο εργατικό κίνημα, όσο βρισκόταν ο εχθρός στην Ελλάδα, για να τους ενώνει. Όταν έληξε η κατοχή, οι σχέσεις στους κόλπους του εργατικού κινήματος διαφοροποιήθηκαν· επειδή είχε συμφωνηθεί από τον συνασπισμό να καταληφθούν από όργανά του και τα πενήντα έξη Εργατικά Κέντρα της Ελλάδας μετά την αποχώρηση των Γερμανών, η κομμουνιστική μερίδα της Κεντρικής Επιτροπής, ενεργώντας στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας, έσπευσε να εγκαταστήσει τις δικές της διοικήσεις αμέσως μόλις έγινε δυνατό να εκδιωχθούν οι εγκάθετοι των Γερμανών. Ακολούθησαν διαμαρτυρίες και αποσκιρτήσεις, φιλονικίες και διάσπαση: το ΕΕΑΜ διαλύθηκε και ο Θέος προσπάθησε, χωρίς επιτυχία, να το επανασυστήσει με την επωνυμία ΕΡΓΑΣ (Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός). Έμεινε όμως μόνος, χωρίς τον Καλομοίρη και τον Στρατή. Αυτή η απότομη ύφεση δεν τιμά την οξυδέρκεια των δημοκρατών συμμάχων του Θέου, αλλά δεν μειώνει τον βαθμό επιτυχίας του ελληνικού εργατικού κινήματος κατά την Κατοχή. Το ΕΕΑΜ, αν και ήταν το λιγότερο διαφημισμένο κομμάτι του ελληνικού αντιστασιακού κινήματος, ήταν ίσως εκείνο που είχε τη μεγαλύτερη επιτυχία. Η ματαίωση των σχεδίων των Γερμανών να επιστρατεύσουν Έλληνες εργάτες για τη Γερμανία ήταν ένα από τα δυο η τρία μεγάλα επιτεύγματα που έχει στο ενεργητικό της η ελληνική Αντίσταση. Η τιμή για την οργάνωση αυτής της προσπάθειας ανήκει ως ένα μεγάλο μέρος στους κομμουνιστές. Η άλλη πηγή, στην Αθήνα, από την οποία προήλθε επίσης μια κάποια παρακίνηση σε αντίσταση ήταν μάλλον θεωρητική παρά πραγματική. Το Κέντρο, στην πολιτική ζωή της Αθήνας, είναι μια συλλογική επωνυμία για ένα σύνολο ατόμων μάλλον παρά κομμάτων — και ιδιαίτερα στη διάρκεια της κατοχής, όταν κόμματα δεν υπήρχαν παρά μόνο κατ' όνομα, για μερικά χρόνια. Το μόνο σχεδόν σημείο στο οποίο συμφωνούσαν πάντα η άκρα αριστερά και η άκρα δεξιά στην Ελλάδα ήταν ότι το κέντρο είναι ανύπαρκτο. Σ' αυτό έχουν σχεδόν δίκιο, επειδή το κέντρο είναι Digitized by 10uk1s
ζήτημα αν επιζεί σαν σύνολο κομμάτων· σαν σύνολο ατόμων, όμως, περικλείει πολλές δυνατότητες. Ο όρος αυτός ξεδιπλώνει μπροστά μας μια εικόνα που την συνθέτουν όχι οργανωμένες μάζες ψηφοφόρων, αλλά μια δράκα από σημαίνουσες προσωπικότητες, που αμφιταλαντεύονται κατά καιρούς τόσο στις μεταξύ τους σχέσεις όσο και σε σχέση με το κέντρο βάρους της ελληνικής πολιτικής ζωής. Αλλά και μέσα στους κόλπους αυτής της ομάδας πρέπει να γίνει μια επιλογή, για τον ορισμό που μας ενδιαφέρει εδώ. Ο Σοφούλης και ο Καφαντάρης και οι συνομήλικοί τους γηραλέοι πολιτικοί εξαιρούνται, σαν πολύ ηλικιωμένοι για οποιαδήποτε επαναστατική πολιτική, αν και ο καθένας τους ήταν ο κατ' όνομα αρχηγός ενός κεντρώου κόμματος. Ο Παπανδρέου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, πρέπει να εξαιρεθούν για δυο λόγους: πρώτο, επειδή, αν και κατά καιρούς ερωτοτρόπησαν και οι τρεις με την άκρα αριστερά, τοποθετούνται, πιο σταθερά, μάλλον στη δεξιά του κέντρου· δεύτερο, επειδή και οι τρεις έπαιξαν το σπουδαιότερο μέρος του ρόλου τους κατά την Κατοχή έξω από την Ελλάδα. Θα γίνει λόγος γι' αυτούς επομένως σε άλλο σημείο αυτού του κεφαλαίου. Οι πολιτικοί του Κέντρου, που περιλαμβάνονται σ' αυτό τον ορισμό, είναι άλλου είδους: ούτε τόσο υπερήλικες, όσο οι πρώτοι απ' τους εξαιρούμενους, ούτε τόσο αμφιταλαντευόμενοι, όσο οι δεύτεροι. Ήταν ονόματα άγνωστα στην προπολεμική πολιτική ζωή· ήταν στην πλειονότητά τους νέοι σε ηλικία, όπως συμβαίνει στην αρχή της καριέρας των Ελλήνων πολιτικών. Συχνά διαφωνούσαν μεταξύ τους, αλλά πιο συχνά, πιο αδιάλλακτα και πιο ομόφωνα διαφωνούσαν με τον παλιό πολιτικό κόσμο: τους συνεργάτες, τους ευυπόληπτους "αμέτοχους", τους αμετανόητους μωρούς του προμεταξικού κόσμου. Ένας μόνο απ' αυτούς, ο Καρτάλης, κατείχε υπουργική θέση: το απίθανο υπουργείο Εργασίας σε μια κυβέρνηση της Δεξιάς, της οποίας αποκήρυξε αργότερα την πολιτική. Δύο - τρεις άλλοι είχαν κάποια φήμη, για διαφορετικούς λόγους: όπως ο Ηλίας Τσιριμώκος, γιος διακεκριμένου πολιτικού· Σβώλος και ο Άγγελος Αγγελόπουλος, σεβαστοί πανεπιστημιακοί δάσκαλοι. Οι υπόλοιποι, πριν από το 1941, αποτελούσαν έναν κατάλογο από άγνωστα ονόματα: Πετιμεζάς, Πυρομάγλου, Πελτέκης, Καψαλόπουλος, Κατάβολος, Παππάς, Δρακόπουλος, Γεωργάκης κτλ. Στο σημείο αυτό της ιστορίας μας, τα ονόματα αυτά εξακολουθούν να μη λένε τίποτα· θ' αποκτήσουν όμως κάποια σημασία, που δεν φαίνεται ότι θα σβήσει οριστικά, μόνο και μόνο επειδή, όπως οι περισσότεροι απ' όσους πήραν ενεργό μέρος στην ελληνική αντίσταση, έχουν περιπέσει προσωρινά στη λήθη. Η τύχη που είχε ο καθένας τους ήταν η φυσική συνέπεια των αρχών του. Ο καθένας τους έκλινε προς έναν διαφορετικό τομέα του κινήματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διατηρούσε ορισμένες κοινές βασικές ιδέες. Αυτή η απόκλιση τους χώριζε στη διάρκεια της Κατοχής· ό,τι όμως είχαν κοινό τους ένωσε και πάλι, στην αντίθεσή τους προς το προπολεμικό καθεστώς. Και στις δυο περιόδους αναμετρήθηκαν με δυνάμεις ανώτερες απ' αυτούς· και στις δυο περιπτώσεις απέτυχαν προσωπικά, αν και οι ιδέες τους δεν έμειναν χωρίς αποτέλεσμα. Δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα γι' αυτούς εδώ, αφού δεν έδρασαν σαν ομάδα, αλλά σαν μαγιά, σκορπισμένη σε όλον το χώρο που κάλυπτε η Αντίσταση. Μπορούμε ν' αφήσουμε να προβάλει η ατομική τους προσφορά μόνη της, μέσα από τη σύγκρουση των οργανώσεων προς τις οποίες έκλιναν· και παρ' όλο ότι οι άνθρωποι αυτοί ανήκουν ουσιαστικά στον κόσμο της Αθήνας, αυτή η σύγκρουση σημειώθηκε κυρίως στον κόσμο των βουνών. Οι περισσότεροι απ' αυτούς, επομένως, ξανακάνουν την εμφάνισή τους πιο καθαρά στο τέταρτο μέρος αυτού του κεφαλαίου.
δ) Βρετανοί πράκτορες. Ένα από τα πιο πάνω πρόσωπα πλησιάζει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ομάδα αυτή και στην επόμενη. Ο Γιάννης Πελτέκης, που έγινε αργότερα γνωστή πολιτική φυσιογνωμία της αριστεράς του Κέντρου, ήταν γνωστός στην Κατοχή με διαφορετικό ρόλο: σαν Βρετανός πράκτορας. Στην τρέχουσα φρασεολογία της Αθήνας, ήταν μέλος της " Intelligence Service", επωνυμία που χρησιμοποιούσαν γενικά οι Έλληνες με τις αγγλικές της λέξεις, ακριβώς όπως έλεγαν Gestapo ή Κρεμλίνο, χωρίς μάλιστα να την συνοδεύουν ούτε με το επίθετο "Βρετανική", Digitized by 10uk1s
επειδή εννοείται ότι είναι μοναδική. Η επωνυμία αυτή προσφέρεται για να παρουσιάσουμε την τελευταία απ' τις ομάδες της Αθήνας· επειδή όμως οδηγεί σε παρεξηγήσεις, είναι καλύτερα να μιλούμε εδώ για πράκτορες των βρετανικών αρχών. Ο όρος αυτός είναι βασικά αντιφατικός, από τη μια επειδή δεν ήταν όλοι εκείνοι οι πράκτορες Βρετανοί και από την άλλη επειδή υπονοεί ότι κανένας τους δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν πράκτορας των συμμαχικών αρχών. Στη δεύτερη αυτή αρνητική του πλευρά ανάγεται ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής τραγωδίας. Οι Έλληνες πράκτορες των βρετανικών αρχών, απ' τους οποίους ο Πελτέκης ήταν ο επιφανέστερος αλλά όχι ο παλαιότερος, πρέπει επομένως να διαχωριστούν από τους Βρετανούς πράκτορες της Αθήνας. Η έρευνα γύρω απ' αυτούς πρέπει να απομονωθεί από τις περισσότερο μελοδραματικές πλευρές της έννοιας "πράκτορες". Η αποστολή των ανθρώπων αυτών στην Αθήνα δεν ήταν καθόλου πολιτική: ήταν να διενεργούν κατασκοπία και σαμποτάζ· δεν είναι ωστόσο αυτή η ιστορία ούτε της μιας ούτε της άλλης κατηγορίας. Αν και δεν αποτελούσε μέρος του έργου τους να αναμιχθούν στην ελληνική πολιτική, αυτό ήταν, στον ίδιο βαθμό, αναπόφευκτο, είτε Έλληνες ήταν είτε Βρετανοί — επειδή τίποτα δεν συμβαίνει στην ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της Αθήνας, που να μην έχει την πολιτική του όψη. Πρέπει, επομένως, ν' αγνοηθεί το κύριο έργο που είχαν επωμισθεί αυτοί οι άνθρωποι· μόνο τα έμμεσα αποτελέσματά του πρέπει να μας απασχολήσουν εδώ. Οι αποκλειστικά πολιτικές συνέπειες της παρουσίας τους στην Αθήνα και μόνο φανερώνουν αρκετά δραματικό ενδιαφέρον. Οι συνέπειες αυτές αρχίζουν από την ημέρα που οι δυνάμεις μας αποχώρησαν από την Ελλάδα. το 1941. Η πρώτη αποτελεσματική επικοινωνία ανάμεσα στις διωγμένες βρετανικές αρχές και στην κατεχόμενη Αθήνα, αν εξαιρέσουμε τις σποραδικές επαφές που πραγματοποιούσαν φυγάδες και αγγελιαφόροι διασχίζοντας το Αιγαίο με καΐκια, επιτεύχθηκε με έναν ασύρματο, που είχε παραδοθεί, κατά την αποχώρηση, στα χέρια του συνταγματάρχη (αργότερα στρατηγού) Μπακιρτζή. 16 Ο Μπακιρτζής, που θα εμφανισθεί πολλές φορές σ' αυτή την αφήγηση, ανήκε, από άποψη πολιτικών συμπαθειών, στην αριστερά του Κέντρου. Στην ασυνήθιστη σταδιοδρομία του, είχε αποκτήσει πολλούς και διάφορους τίτλους και ιδιότητες, που αποτελούσαν μια παράξενη συλλογή. Για τις υπηρεσίες του στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε τιμηθεί με το βρετανικό παράσημο Διακεκριμένων Υπηρεσιών. Για τη συμμετοχή του, μαζί με άλλους δημοκρατικούς αξιωματικούς (συγκεκριμένα των συνταγματαρχών Ψαρού, Σαράφη και Τσιγάντε, που θα τους συναντήσουμε πάλι στα επόμενα), στο αντιμοναρχικό κίνημα του 1935, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο και έγινε γνωστός σαν "κόκκινος συνταγματάρχης". Στην πρώτη φάση της Κατοχής, ήταν πράκτορας των βρετανικών αρχών, με τα ψευδώνυμα "333" και "Προμηθέας"· πριν λήξει η φάση αυτή, διέφυγε στην Αίγυπτο και επέστρεψε στην Ελλάδα σαν ένας από τους ηγετικούς παράγοντες δυο διαφορετικών και εχθρικών μεταξύ τους αντιστασιακών οργανώσεων, διαδοχικά. Επανήλθε στο στράτευμα με το βαθμό του στρατηγού. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος σε μια σκιώδη κυβέρνηση της Αριστεράς, που είχε προορισμό να ματαιώσει την κατάληψη της εξουσίας από την αναγνωρισμένη εξόριστη κυβέρνηση· ωστόσο, βοήθησε πολύ στο ν' αποτραπεί επανάσταση της Αριστεράς στη Θεσσαλονίκη, ταυτόχρονα με τη δεκεμβριανή επανάσταση του 1944 κατά της αναγνωρισμένης κυβερνήσεως στην Αθήνα. Άξιζε καλύτερο τέλος απ' αυτό που του επιφύλαξε η μοίρα: τον Σεπτέμβριο του 1946, η ελληνική κυβέρνηση τον εκτόπισε και, τον Μάιο του 1947, αυτοκτόνησε, στην Ικαρία. Το 1941, η δράση του σαν πράκτορα στην Αθήνα δεν είχε αυτή καθαυτή πολιτικές συνέπειες (έξω από μια υπόνοια για βρετανική υποκίνηση στη χρησιμοποίησή του), επειδή δεν είχε αρκετά μεγάλη διάρκεια. Ένα χρόνο και κάτι αργότερα, ο Μπακιρτζής βρέθηκε στην ανάγκη, πιεζόμενος από την περιέργεια των Γερμανών, να δραπετεύσει απ' την Αθήνα. Εμπιστεύτηκε τον ασύρματό του σ' έναν νεαρό αξιωματικό του ναυτικού με το όνομα Κουτσογιαννόπουλος, που έγινε γνωστός σαν Προμηθέας 2. Ο Προμηθέας 2 είχε τις ίδιες πολιτικές συμπάθειες με τον Μπακιρτζή· είχε αναμιχθεί κι αυτός στο κίνημα του 1935. Οι επιτυχίες του όμως στην Αθήνα ήταν πιο Digitized by 10uk1s
περιορισμένες: έξω απ' το ότι εξασφάλισε τη διείσδυση των πρώτων Βρετανών αλεξιπτωτιστών στην Ελλάδα, τον Οκτώβριο του 1942, δεν διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο. Όταν τον συνέλαβαν οι Γερμανοί, τον Φεβρουάριο του 1943, η παράδοση Προμηθέας έπαψε να έχει συνέχεια. Μια άλλη μικρής διάρκειας πολιτική επαφή εξουδετερώθηκε την ίδια περίπου εποχή: εκείνη του ταγματάρχη Τσιγάντε (του νεώτερου από δυο αδελφούς, πολύ γνωστούς για τη δράση τους και για τα αγγλόφιλα αισθήματά τους) που ήρθε στην Ελλάδα με υποβρύχιο τον Αύγουστο του 1942 και σκοτώθηκε σε ένοπλη συμπλοκή με την ιταλική μυστική αστυνομία, τον Ιανουάριο του 1943. Τη δράση και των δυο οργανώσεων, όπου ανήκαν οι πράκτορες αυτοί, συνέχισαν οι διάδοχοί τους, αλλά η απώλειά τους, στερώντας τις οργανώσεις τους από την προσωπικότητά τους και από την επιρροή τους στην κοινή γνώμη, αφαίρεσε από τη δράση αυτή την πολιτική της άξια. Υπήρχαν και άλλοι Έλληνες πράκτορες των βρετανικών αρχών στην Αθήνα· υπήρχαν πολλές μεμονωμένες βρετανικές αρχές, που επιδίδονταν σε δραστηριότητες διαφορετικές μεταξύ τους· υπήρχε, κατά συνέπεια, ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων στην Αθήνα, που μπορούσαν να διεκδικήσουν την ιδιότητα του Βρετανού πράκτορα χωρίς αυτό ν' αποτελεί αντίφαση. Στο γεγονός αυτό οφείλεται ένα άλλο, σημαντικό μέρος της τραγωδίας στην πρόσφατη ελληνική ιστορία. Αλλά πρέπει να παραβλέψουμε όλο αυτό το πλήθος των διεκδικητών του τίτλου και τα ασήμαντα ονόματα, για ν' ασχοληθούμε μόνο με όσους παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Επειδή θεωρήθηκε απαραίτητο για τον κάθε τομέα της βρετανικής μυστικής πολεμικής προσπάθειας να έχει την αποκλειστική της αντιπροσώπευση στην Ελλάδα — άσχετα με το αν είχε σαν αντικειμενικό σκοπό τη συλλογή πληροφοριών ή τη σύλληψη αιχμαλώτων, την οργάνωση ανταρτικών ομάδων ή τη διενέργεια σαμποτάζ, την παροχή βοήθειας ή τη διεξαγωγή ψυχολογικού πολέμου — ήταν αναπόφευκτο ότι στο τέλος οι μισοί απ' τους Αθηναίους μαζί με τη γυναίκα τους, τον ανιψιό τους, τον πεθερό τους ή τον δεύτερο εξάδελφό τους, μπορούσαν επιστρέφοντας να διεκδικήσουν μια θέση στην Intelligence Service· η σύγχυση όμως που προήλθε απ' αυτό δεν πρέπει να μας επηρεάσει εδώ. Από τους Έλληνες πράκτορες των βρετανικών αρχών, που πρέπει να μας απασχολήσουν σε μια αποκλειστικά πολιτική επισκόπηση, δεν μένει παρά μόνο εκείνος που με το όνομά του αρχίζει η παράγραφος που ακολουθεί: Ιωάννης Πελτέκης. Εκτός από το ότι ήταν εκείνος από τους πράκτορές μας που σημείωσε τις πιο θεαματικές επιτυχίες, ο Πελτέκης είναι αξιόλογη φυσιογνωμία για την αντιφατική φήμη και σπουδαιότητα που συνδέθηκε με τα όνομά του. Από ζηλόφθονους αντίπαλους στην Αθήνα, κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους Γερμανούς. Από ζηλόφθονους επίσημους στην Αίγυπτο, κατηγορήθηκε για συνεργασία με τους κομμουνιστές. Το 1944, η δεύτερη αυτή κατηγορία δεν έκανε, σχεδόν, λιγότερο φοβερή εντύπωση από την πρώτη· χρειάστηκε να περάσει από τακτική ανάκριση, για ν' απαλλαγεί και από τις δυο. Αργότερα, απόκτησε πιο τιμητική φήμη. Τιμήθηκε με το βρετανικό παράσημο Διακεκριμένων Υπηρεσιών κέρδισε την εμπιστοσύνη των Βρετανών επισήμων στην Αθήνα, έγινε υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας στην τελευταία μη εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση υπό τον Σοφούλη, το 1945— 46. Έστω και μόνο χάρη στην επαφή του με τις βρετανικές αρχές, εντελώς άσχετα από τις εξαιρετικές του ικανότητες, υπήρξε ένας μόνιμος παράγοντας στις πολιτικές εξελίξεις της περιόδου που εξετάζουμε. Έχει λοιπόν ιδιαίτερη σημασία το ότι, όπως συμβαίνει και με τόσους άλλους από όσους μας απασχολούν εδώ, οι πολιτικές του συμπάθειες τον τοποθετούν καθαρά στην αριστερά του Κέντρου, με συνεχή τάση προς τα άκρα. Όποιες κι αν ήταν οι διαθέσεις που είχε η κυβέρνηση της A.M. απέναντι στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κατοχής, ένα μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων πρακτόρων των βρετανικών αρχών βρισκόταν πλησιέστερα προς την Αριστερά παρά προς τη Δεξιά από άποψη πολιτικών συμπαθειών και ήταν αντιμοναρχικοί στο πολιτειακό. Αυτό ήταν εντελώς συμπτωματικό: οι δεξιοί και οι μοναρχικοί αποφάσισαν με καθυστέρηση απέναντι στους αντιπάλους τους ν' αντισταθούν στην εχθρική κατοχή και ήταν επομένως ελάχιστα χρήσιμοι στους συμμάχους, ως τη στιγμή που ήταν πια πολύ αργά. Δύο μόνο σημαντικές εξαιρέσεις υπήρξαν, αλλά μεμονωμένες κι οι δυο. Η μια ήταν Digitized by 10uk1s
ο ταγματάρχης Τσιγάντες, που, ασφαλώς, πολύ λίγη συμπάθεια έτρεφε για την Αριστερά. Αν και είχε ακολουθήσει αντιμοναρχικό δρόμο, μετέχοντας στο κίνημα του 1935, είχε αρκετά συμφιλιωθεί το 1942 με τον βασιλιά ή, τουλάχιστο, με την κυβέρνησή του, ώστε να σταλεί με επίσημη αποστολή στην Αθήνα, ύστερα από έγκρισή τους. Η άλλη εξαίρεση είναι ο στρατηγός Σπηλιωτόπουλος, αρχηγός της Χωροφυλακής για ένα μικρό διάστημα, που θα τον συναντήσουμε στην αφήγηση σε δυο στιγμές της Κατοχής, χωρίς όμως να σημειώνει ξεχωριστή παρουσία σε καμιά απ' τις δυο. Υπήρξε ένας από τους έξη συνταγματάρχες της στρατιωτικής επιτροπής, που κατασκόπευε την παγκόσμια στρατηγική από την Αθήνα, το 1942—43 και διορίστηκε στρατιωτικός διοικητής της Αθήνας με συμμαχική έγκριση το 1944, πριν (όχι όμως πολύ πριν) απ' το τέλος της Κατοχής. Σαν έμπιστο πρόσωπο για την παραλαβή βρετανικού χρήματος και οπλισμού, εκείνη την εποχή, που προορίζονταν για την τήρηση της τάξεως στην Αθήνα μετά τη φυγή των Γερμανών, μπορεί απλούστατα να διεκδικήσει τον τίτλο ενός δεξιού οργάνου της βρετανικής πολιτικής στην Αθήνα. Οι δυο όμως αυτές εξαιρέσεις υπογραμμίζουν μάλλον τον γενικό κανόνα, σαν αντιθέσεις του, παρά μας απομακρύνουν απ' αυτόν. Αποτελεί ασφαλή γενίκευση, ότι οι Έλληνες πράκτορες των βρετανικών αρχών ανήκαν κατά κύριο λόγο στην Αριστερά. Την ισορροπία αποκαθιστούσε ως ένα σημείο, όχι εντελώς, η παρουσία ορισμένων Βρετανών πρακτόρων στην Αθήνα. Οι βρετανικές αρχές είχαν κάθε λόγο να επιθυμούν ν' αντιπροσωπεύονται στην Αθήνα από Άγγλους· οι Γερμανοί όμως έκαναν δύσκολη την εκπλήρωση αυτής της επιθυμίας. Πριν να συμπληρώσει η κατοχή ένα χρόνο τουλάχιστο, τρεις Άγγλοι με ειδικές (όχι όμως πολιτικού χαρακτήρα) αποστολές έπεφταν στα χέρια τους. Ο πρώτος είχε μείνει πίσω με διαταγή, κατά την υποχώρηση των συμμαχικών στρατευμάτων, και αιχμαλωτίσθηκε λίγο πιο ύστερα. Συνέλαβαν έναν δεύτερο αμέσως μετά την αποβίβασή του στην Πελοπόννησο. Ένας τρίτος αιχμαλωτίστηκε τη στιγμή που αποβιβαζόταν στο νησί Αντίπαρο, κάτω από συνθήκες που προκάλεσαν καταστροφή για πολλούς Έλληνες πράκτορες στην Αθήνα. Οι αποτυχημένες αυτές προσπάθειες δεν έχουν σχέση με το θέμα μας· μόνο σε μεταγενέστερες αφίξεις πρακτόρων θα διαπιστώσουμε πολιτικές συνέπειες· σ' αυτές μόνο μπορεί να επισημανθεί η τάση ν' αποκατασταθεί η ισορροπία απέναντι στους Έλληνες συνάδελφούς τους. Σχετικά με την πρώτη άφιξη στην Αθήνα ενός Άγγλου, που τον έστειλαν εκεί οι βρετανικές αρχές με επίσημη αποστολή17, θα παραθέσω μόνο τη γνώμη που διατύπωνε η "Εθνική Φλόγα" (μια δεξιά, βασιλική εφημερίδα) το 1945, ότι είναι προσωπικά υπεύθυνος για τη δημιουργία Αριστερής συνωμοσίας κατά των ελευθεριών του ελληνικού λαού· και θα προσθέσω τη γνώμη της "Ελεύθερης Ελλάδας" (κομμουνιστικής εφημερίδας), το 1946, ότι είναι προσωπικά υπεύθυνος απέναντι στον κ. Churchill, για τις μηχανορραφίες με τις οποίες επιβλήθηκε στον ελληνικό λαό μοναρχοφασιστική δικτατορία. Οι αλληλοσυγκρουόμενες αυτές κρίσεις είναι χαρακτηριστικές και διαφωτιστικές. Η υπόθεση όμως αυτή δεν είναι σημαντική για το εισαγωγικό αυτό μέρος, αφού το βάρος της βρετανικής παρουσίας στην αρχή το σήκωσαν άλλοι. Τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα θα βοηθήσουν να φανεί η μερική αποκατάσταση της ισορροπίας. Το πρώτο και πιο γνωστό αποτελεί ο αντισυνταγματάρχης Μακάσκι, που αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς στην εκστρατεία του 1941. Δραπέτευσε και κατέφυγε στη Μέση Ανατολή· γύρισε στην Αθήνα με ειδική αποστολή· πιάστηκε και πάλι, απ' τους Ιταλούς αυτή τη φορά· ακολούθησαν πολλές άλλες αποδράσεις και συλλήψεις του· πέρασε από δίκη, στην Αθήνα, και καταδικάστηκε σε θάνατο· σώθηκε με την συνθηκολόγηση της Ιταλίας και εξασφάλισε την προστασία του αρχιεπισκόπου της Αθήνας, που του παραχώρησε άσυλο· έφυγε για τη Μέση Ανατολή και ξαναγύρισε στην Ελλάδα, πέφτοντας με αλεξίπτωτο το 1944 και παρακολούθησε με όλη του την άνεση, από ένα μπαλκόνι της αρχιεπισκοπικής κατοικίας, την αποχώρηση των Γερμανών απ' την Αθήνα. Τα περιστατικά αυτά υπογραμμίζουν, ότι ο αθηναϊκός κόσμος, όπου άνηκαν τα πρόσωπα με τα οποία είχε επαφή ο Μακάσκι, ήταν ένας, ο κόσμος εκείνος ακριβώς, που την υψηλότερη, την πιο τυπική έκφρασή του αποτελούσε ο αρχιεπίσκοπος της Αθήνας. Ο Δαμασκηνός είχε εκλεγεί Digitized by 10uk1s
αρχιεπίσκοπος επί Μεταξά, αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε για τεχνικούς λόγους και τον αντικατάστησε ο Χρύσανθος· η γερμανική Κατοχή αντικατάστησε με τη σειρά της τον Χρύσανθο με τον Δαμασκηνό, που θεωρούσε τον εαυτό του σαν τον νόμιμο αρχιεπίσκοπο σε όλο το διάστημα που μεσολάβησε. Απ' την πολιτική αυτή σκευωρία, ο Χρύσανθος βγήκε τελικά με την άγια υπόληψή του άσπιλη και ο πιο πρακτικής νοοτροπίας Δαμασκηνός με έναν ανεπίληπτο τίτλο. Ο Δαμασκηνός ήταν το κέντρο ενός κόσμου, που βοήθησε με μερικές από τις πιο ευγενικές προσπάθειες την αντίσταση στην Αθήνα. Οι πολιτικοί δεσμοί του εντάσσονταν μάλλον στη δεξιά του κέντρου· οι προτιμήσεις του στο πολιτειακό τον συνέδεαν με ανθρώπους, που στο σύνολό τους ήταν δημοκρατικοί μάλλον παρά μοναρχικοί. Οι τελευταίοι αυτοί ήταν ακριβώς τα πρόσωπα με τα οποία ερχόταν σ' επαφή ο αντισυνταγματάρχης Μακάσκι: άσχετα με τις προσωπικές του συμπάθειες, αυτός ήταν ο κύκλος, του οποίου έγινε ο σύνδεσμος με τον έξω κόσμο. Το δεύτερο παράδειγμα είναι ο μακαρίτης αντισυνταγματάρχης Σέππαρντ. Αφού έζησε στα ελληνικά βουνά ένα χρόνο και περισσότερο, αποκλειστικά σχεδόν ανάμεσα σε αριστερούς αντάρτες, κατέβηκε στην Αθήνα, τον Φεβρουάριο του 1944, με αναμφισβήτητες συμπάθειες προς την Αριστερά. Τα γεγονότα συνέβαλαν πολύ στο να κλονισθούν αυτές οι συμπάθειές του· αλλά, όσο κι αν θα ήταν δυνατό ν' αλλάξει γνώμη, ήταν αδύνατο να μην τον βλέπει ο κάθε Έλληνας παρά μόνο σαν αριστερό αντάρτη. Αυτό κάνει ακόμα πιο δραματική την τραγική ειρωνεία σχετικά με το θάνατό του· κατά τη δεκεμβριανή επανάσταση του 1944 σκοτώθηκε από νάρκη, τοποθετημένη από τους ίδιους τους αντάρτες, για τους οποίους είχε κάμει κιόλας τόσες θυσίες. Το τρίτο παράδειγμα αποτελεί αντίθεση και στα δυο προηγούμενα. Ο Νεοζηλανδός λοχαγός Στοτ εισχώρησε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1943, για διεξαγωγή σαμποτάζ. Το θάρρος του κι η εφευρετικότητά του τον προώθησαν σε άλλες, ακόμα πιο επικίνδυνες δραστηριότητες, όπου οι πολιτικοί συνεργάτες του ήταν πρόσωπα της άκρας Δεξιάς ως ένα μεγάλο ποσοστό. Ένας απ' αυτούς ήταν ο στρατηγός Παπάγος, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου του Ελληνικού Στρατού υπό τον Μεταξά, το 1940-41· ένας άλλος, με ασύγκριτα μικρότερο κύρος, ήταν ο διορισμένος απ' τους Γερμανούς δήμαρχος Αθηναίων. Με τη μεσολάβηση του τελευταίου, κατόρθωσε ν' αρχίσει περίπλοκες διαπραγματεύσεις με τις γερμανικές αρχές κατοχής. Οι επαφές αυτές απειλήθηκαν ξαφνικά με διακοπή, όταν έπεσαν στην αντίληψη ανωτέρων βρετανικών αρχών, που δεν είχαν καταλάβει στην αρχή τη σοβαρότητά τους. Είχαν όμως μεσολαβήσει στο μεταξύ αρκετά περιστατικά, που είχαν εκθέσει τη βρετανική πολιτική, στα μάτια κακόπιστων επικριτών, κατηγορώντας την για συνωμοσία με τον εχθρό. Το τελευταίο παράδειγμα φωτίζει ένα σπουδαίο σημείο, σχετικά με όλες τις βρετανικές δραστηριότητες στην Ελλάδα. Ένας Βρετανός, στα μάτια των Ελλήνων, δεν αντιπροσωπεύει την Αγγλία· είναι η Αγγλία. Η παραμικρή φράση που θα ξεφύγει από τα χείλη ενός απρόσεχτου νεαρού ανθυπολοχαγού του βρετανικού στρατού ερμηνεύεται σαν εμπνευσμένη δήλωση επί της πολιτικής. Αν τρεις Βρετανοί αξιωματικοί πουν με τρεις διαφορετικούς τρόπους ένα πράγμα, αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιος απ' τους τρεις κάνει λάθος· δεν σημαίνει ακόμα ούτε και ότι η βρετανική πολιτική βρίσκεται σε σύγχυση· σημαίνει μόνο ότι είναι πιο περίπλοκη και πιο διορατική από ό,τι την νόμιζε κανείς ως τώρα. Απ' αυτό, μπορεί να εκτιμηθεί η σημασία που είχε για τους υπολογισμούς των Ελλήνων το γεγονός ότι εμφανίστηκε στην κατεχόμενη Αθήνα μια χούφτα Άγγλων με διαφορετικές απόψεις. Το τι έλεγαν ή έκαναν οι άνθρωποι αυτοί μπορεί να μην είχε σημασία για τις βρετανικές αρχές στην Αίγυπτο ή στο Λονδίνο· οι επίσημοι εκπρόσωποι μπορούσαν να τους αγνοήσουν, μ' ένα ευγενικά ειρωνικό χαμόγελο. Αλλά τα περιφρονητικά χαμόγελα δεν σπάζουν τον πάγο στην Αθήνα· οι αρχές εκείνες, που επέτρεψαν να σταλούν οι άνθρωποι αυτοί στην Αθήνα, θεωρήθηκαν υπεύθυνες για τις τόσο επιπόλαιες και αλλόκοτες πράξεις τους· μπορεί αυτό να μην ήταν σωστό, αλλά έτσι ήταν. Βρίσκονταν σε καίριες θέσεις· ήταν η Αγγλία· είτε το θέλησαν, αυτοί ή οποιοσδήποτε άλλος, είτε όχι, βοήθησαν να δημιουργηθεί η βρετανική πολιτική και να επηρεάσει την ελληνική πολιτική. Με την επισήμανση του γεγονότος Digitized by 10uk1s
αυτού, η παρουσίαση της αθηναϊκής σκηνής και των χαρακτήρων της, στη διάρκεια της Κατοχής, ολοκληρώνεται.
2 . Η Α ΙΓ Υ ΠΤ ΟΣ Η δεύτερη από τις σκηνές όπου παίχτηκε το ελληνικό δράμα κατά τη γερμανική κατοχή είναι η Αίγυπτος. Εκτός από τη στρατηγική της σημασία, η Αίγυπτος παρουσιάζει δυο αλλά ακόμα χαρακτηριστικά που μας ενδιαφέρουν εδώ. Είναι πολύ θερμή χώρα· και είναι πλημμυρισμένη από Έλληνες. Και τα δυο αυτά χαρακτηριστικά την ξεχωρίζουν από την τρίτη σκηνή, που είναι το Λονδίνο· το πρώτο την ξεχωρίζει και από την τέταρτη σκηνή, που είναι τα ελληνικά βουνά. Η επισκόπηση του ελληνικού στοιχείου που πλημμύριζε την Αίγυπτο στη διάρκεια του πολέμου, θα αποδείξει ότι διαφέρει επίσης από την αθηναϊκή σκηνή. Έτσι, η Αίγυπτος αποτελεί μια εντελώς ιδιαίτερη σκηνή. Επειδή είναι πολύ θερμή και κατακλυσμένη από Έλληνες (πολλοί απ' τους οποίους ζούσαν εκεί σε όλη τους τη ζωή και ποτέ δεν επισκέφτηκαν την Ελλάδα) η Αίγυπτος έγινε το ταραγμένο επίκεντρο της θερμόαιμης, της συχνά συγκεχυμένης, συχνά βίαιης ελληνικής πολιτικής. Σε γενικές γραμμές η κατάταξη των πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν ήταν κατ' αρχήν όμοια μ' εκείνη που περιγράψαμε ήδη για την Αθήνα· αλλά η ισορροπία και οι σχέσεις διέφεραν στη σύνθεσή τους.
α) Οι Έλληνες στο εξωτερικό Δεν υπήρξαν συνεργάτες, με τη στενή έννοια του όρου, σ' αυτή τη σκηνή· δεν το επιδεχόταν η φύση των πραγμάτων. Αλλά, τόσο ανάμεσα στα μέλη της ελληνικής παροικίας που ζούσαν ανέκαθεν στην Αίγυπτο, όσο και ανάμεσα σ' εκείνους που κατέφυγαν εκεί από την ηπειρωτική Ελλάδα με την κάθοδο των Γερμανών το 1941, θα πρέπει να υπήρχαν μερικοί που αμφέβαλλαν για τη δυνατότητα μιας νίκης των Συμμάχων, καθώς και άνθρωποι από το ίδιο "υλικό" από το οποίο ήταν καμωμένοι οι συνεργάτες και οι "αμέτοχοι" στην Αθήνα. Υπήρχε, ασφαλώς, και ένας αριθμός πληρωμένων πρακτόρων του εχθρού μέσα στην ετερόκλητη ανθρώπινη πλημμυρίδα που ξεχύθηκε από την Ελλάδα, μπροστά στη γερμανική προέλαση· το πιθανότερο όμως είναι ότι κανένας απ' αυτούς δεν κατείχε υψηλή θέση. Έξω από την Ελλάδα, δεν υπήρχε κίνητρο συνεργασίας με τους Γερμανούς, όσο κι αν μπορεί να υπήρχαν λόγοι αμφιβολίας για τους Συμμάχους. Όταν λοιπόν διατυπώνεται η κατηγορία της συνεργασίας με τον εχθρό (όπως συμβαίνει μερικές φορές) εναντίον Ελλήνων φυγάδων, πρέπει να ερμηνεύεται σαν σχήμα λόγου, που εκφράζει σφοδρή αντιπάθεια. Δεν ισχύει το ίδιο και στην περίπτωση της κατηγορίας για κομμουνισμό· κι αυτό επειδή, μολονότι ο όρος χρησιμοποιείται συχνά καταχρηστικά, είναι επίσης αλήθεια, ότι το ΚΚΕ είχε βέβαιη εκπροσώπηση στο εξωτερικό όσο η Ελλάδα ήταν κατεχόμενη. Το Ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα της Αιγύπτου (διαφορετικό από το Αιγυπτιακό Κομμουνιστικό Κόμμα) ήταν ισχυρό από τις αρχές του 1943 και δεχόταν τακτικά ενισχύσεις, που τις αποτελούσαν πράκτορες από την κατεχόμενη Ελλάδα. Το κόμμα αυτό αποτελούσε, όπως παντού στον κόσμο όπου υπήρχε ελληνικός πληθυσμός, την ισχυρότερη ομάδα πιέσεως που επηρέαζε την κοινή γνώμη. Οι δυνάμεις αυτές ασκούσαν την επιρροή τους σε ένα είδος ελληνικής νοοτροπίας, που αξίζει ιδιαίτερα να την προσδιορίσουμε. Οι Έλληνες της Αιγύπτου είναι Έλληνες που παρουσιάζουν μια διαφορά: είναι Έλληνες, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πολλοί απ' αυτούς δεν γνώρισαν ποτέ την Ελλάδα· πολλοί άλλοι, που την είχαν επισκεφθεί, ήταν σε τέτοιο βαθμό ξένοι τουρίστες εκεί, όσο και ένας Αμερικανός στην Αγγλία. Η κοινωνία της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου είναι ταυτόχρονα πιο "ανατολίτικη" και πιο δυτικοποιημένη απ' την κοινωνία της Αθήνας. Οι ανατολίτικες πλευρές της έχουν ωθήσει τους Αιγυπτιώτες Έλληνες, από κάποια αντίδραση αυτογνωσίας, σ' έναν μεγαλύτερο βαθμό δυτικοποιήσεως απ' αυτόν των Ελλήνων της μητροπολιτικής Ελλάδας. Μπορεί να διαπιστωθεί εδώ κάτι σαν σύμπλεγμα κατωτερότητας, που απουσιάζει από την ατμόσφαιρα της Αθήνας, που είναι, αντίθετα, γεμάτη αυτοπεποίθηση. Οι Αιγυπτιώτες Έλληνες ευημερούν Digitized by 10uk1s
περισσότερο, αλλά είναι ίσως λιγότερο ευτυχισμένοι. Αφθονούν ανάμεσά τους οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες και, αυτό και μόνο, έχει πολιτικές επιπτώσεις, για το λόγο ότι οι μεγαλοεπιχειρηματίες αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη του Φιλελευθέρου Κόμματος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Από τέτοιες προδιαθέσεις ξεπηδά μια τάση δυσπιστίας για το καθετί στην Ελλάδα, που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν αντιδραστικό ή ξεπερασμένο. Αυτά είναι τα σπέρματα της συμπάθειας προς τον φιλελευθερισμό και της επιδεκτικότητας απέναντι στα πιο θελκτικά χαρακτηριστικά της Αριστεράς. Στη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε και ένα άλλο ακόμα έδαφος προδιαθέσεως προς την ίδια κατεύθυνση. Η αφοσίωση των Αιγυπτιωτών Ελλήνων στη μικρή χώρα που ήταν πατρίδα τους στην απέναντι πλευρά της Μεσογείου, ήταν πάντα φλογερή· πρόκειται ακριβώς γι' αυτό που ο κάθε Άγγλος ελπίζει και πιστεύει ότι θα αισθάνονται πάντα οι βρετανικές κτήσεις για τη μητρόπολη. Εδώ, όμως, το αίσθημα αυτό είναι ακόμα πιο ισχυρό: είναι μια ασίγαστη νοσταλγία. Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα, οι Έλληνες του εξωτερικού υπέφεραν ψυχικά όσο υπέφεραν σωματικά οι αδελφοί τους στην πατρίδα: το "συμπάσχειν", στην πιο κυριολεκτική του σημασία, είναι το ισχυρότερο απ' όλα τα αισθήματα που μετέδωσε η Ελλάδα στον κόσμο. Στην Αίγυπτο, το αίσθημα αυτό πήρε τη μορφή του θαυμασμού για τον κάθε Έλληνα που υπέμενε το μαρτύριο της κατοχής, σε συνδυασμό με μια αμυδρή, αόριστη, αλλά πραγματική παρ' όλα αυτά, περιφρόνηση για όσους δεν υπέφεραν. Αυτό επιδείνωσε το σύμπλεγμα κατωτερότητάς τους· αλλά έκαμε και κάτι περισσότερο. Τους προδιέθεσε να πιστεύουν ότι, οπουδήποτε αναφυόταν κάποια διαφωνία, οι Έλληνες που είχαν ζήσει την Κατοχή έπρεπε να έχουν δίκιο, ενώ οι Έλληνες που εγκατέλειψαν τη χώρα με την είσοδο των Γερμανών έπρεπε να έχουν το άδικο. Είχε μια κάποια αίγλη ο Αθηναίος που υπέφερε· καμιά αίγλη, αντίθετα, δεν υπήρχε γύρω απ' τον αυτοεξόριστο βασιλιά και την αυτοεξόριστη κυβέρνησή του. Αυτή είναι η παράλογη, αλλά ακατανίκητη επίδραση του συναισθήματος στο πολιτικό κριτήριο: η καρδιά έχει τη δική τους λογική, που η λογική ούτε την υποπτεύεται καθόλου. Το πρώτο αποτέλεσμα ήταν η τάση να προσδίδεται υπερβολική σπουδαιότητα ακόμα και στην πιο ασήμαντη προσωπικότητα που διέφευγε από την ηπειρωτική Ελλάδα, ύστερα από την έναρξη της Κατοχής· όχι όμως αμέσως ύστερα, επειδή η αίγλη, όπως ήταν φυσικό, ήταν ανάλογη με τη χρονική διάρκεια των δεινών. Η κοινή γνώμη επέβαλε την ίδια αυτή τάση και στις εξόριστες αρχές. Έτσι, το 1942, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος έγινε αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, λίγες μόλις εβδομάδες από την άφιξή του στη Μέση Ανατολή· ο στρατηγός Ζυγούρης έγινε αρχιστράτηγος λίγο αργότερα, κάτω από τις ίδιες περιστάσεις· ο Εξηντάρης και ο Σμπαρούνης διορίστηκαν διαδοχικά σε κυβερνητικές θέσεις μετά την απόδρασή τους από την Ελλάδα το φθινόπωρο του 1943· και, το 1944, μια πραγματική έξοδος από την ηπειρωτική Ελλάδα έκαμε να πέσει κυριολεκτικά στο κεφάλι του βασιλιά ένα ολόκληρο υπουργικό συμβούλιο υπό τον Παπανδρέου, καθώς και ένας καινούργιος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, ο στρατηγός Βεντήρης και ένα πλήθος επιτελικών αξιωματικών και πολιτικών μικρής σημασίας, που έφερναν μαζί τους στέφανα δόξας από την κατοχή. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι άνθρωποι αυτοί είχαν ένα κοινό στοιχείο: είχαν αναγκασθεί ν' αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο να διασχίσουν το Αιγαίο με καΐκια, προκειμένου ν' αποφύγουν μεγαλύτερους κινδύνους στην πατρίδα. Ήταν κυρίως άτομα καταζητούμενα απ' τους Γερμανούς, είτε για ό,τι είχαν πράξει είτε για ό,τι θα μπορούσε να πράξουν. Αυτό σημαίνει, ότι ήταν στο σύνολό τους άνθρωποι με γενική απόκλιση προς την Αριστερά μάλλον παρά προς τη Δεξιά· προς τη δημοκρατία μάλλον παρά προς τον μοναρχισμό. Οι Έλληνες εκείνοι που οι Γερμανοί τους άφηναν ανενόχλητους, δεν αισθάνονταν συνήθως καμιά ανάγκη να επιχειρήσουν αυτή την έξοδο: έχοντας αρνηθεί τους κινδύνους της αντίστασης, δεν είχαν καμιά διάθεση να υποβληθούν στους κινδύνους της φυγής. Η κατηγορία των Ελλήνων που έβρισκαν πιο εύκολο να τα πηγαίνουν καλά με τους Γερμανούς ήταν η κατηγορία εκείνη των Ελλήνων που έβρισκαν πιο εύκολο να τα πηγαίνουν καλά με το παλιό καθεστώς, τον παλιό τρόπο ζωής, τις παλιές κοινωνικές συνθήκες· και, κατά συνέπεια, με τη μοναρχία, καθώς και, περιστασιακά, με τους Άγγλους. Περιγράφω τάσεις, όχι άτομα: γι' αυτό είναι δυνατό να βρει κανείς αναρίθμητες εξαιρέσεις αυτού του κανόνα. Για να Digitized by 10uk1s
αναφέρω δυο μόνο ονόματα, ο Ζυγούρης και ο Βεντήρης έφυγαν κι οι δυο από την Ελλάδα με την παρότρυνση του Σπηλιωτόπουλου και της Επιτροπής των Έξη Συνταγματαρχών· αν έφυγαν από φόβο απέναντι σε κάποιον, ο κάποιος αυτός δεν ήταν οι Γερμανοί (τους οποίους δεν είχαν βλάψει καθόλου, για ν' ανησυχούν) αλλά οι κομμουνιστές. Κατά γενικό κανόνα, όμως, οι τάσεις που διέρρεαν στην αρχή και τελικά ξεχύνονταν από την κατεχόμενη Ελλάδα ήταν στη μεγάλη πλειοψηφία τους αριστερές και δημοκρατικές. Οι Έλληνες της Αιγύπτου συμπέραιναν απ' αυτό, ότι οι τάσεις που επικρατούσαν στην κατεχόμενη Ελλάδα έπρεπε να ήταν αυτές ακριβώς. Το Ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα της Αιγύπτου έδειξε (ή μάλλον έκρυψε) τη συνηθισμένη του επιδεξιότητα προκειμένου να εκμεταλλευτεί αυτή την εύνοια της τύχης.
β) Η εξόριστη κυβέρνηση Όλα αυτά ήταν δυσάρεστα για τον βασιλιά των Ελλήνων· ο ίδιος όμως, προσωπικά, προτίμησε (ή του επέβαλαν να προτιμήσει) την Αγγλία αντί για την Αίγυπτο, στο μεγαλύτερο διάστημα της εξορίας του. Πολύ λίγα, επομένως, μπορούσε να κάνει τώρα· τόσο λίγα, ώστε η παρουσίασή του στην αφήγηση να ανήκει στο επόμενο μάλλον παρά σ' αυτό το μέρος του κεφαλαίου. Εξ άλλου, η κυβέρνησή του διατηρούσε πάντα στην Αίγυπτο ένα αντιπροσωπευτικό κλιμάκιο τουλάχιστο, ακόμα και όταν εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, γι' αυτό και η πολιτική των μελών εκείνου του κλιμακίου μας ενδιαφέρει εδώ. Στην αρχή, μόνο υπουργοί έμεναν μόνιμα στην Αίγυπτο, για να φροντίζουν για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις που υπηρετούσαν υπό τις διαταγές του Βρετανού αρχιστρατήγου· το 1942, όμως, ενισχύθηκαν με έναν αντιπρόεδρο κυβερνήσεως, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Επειδή ο Κανελλόπουλος είχε αποδράσει πρόσφατα από την κατεχόμενη Ελλάδα, η παρουσία του δικαιολογεί την εμφάνισή του σ' αυτό το μέρος του κεφαλαίου, όχι μόνο για το βάρος της προσωπικότητάς του, αλλά και για το λόγο ότι ήταν το μόνο μέλος της κυβερνήσεως που μπορούσε να μιλά με το κύρος της αυθεντίας για την υπό γερμανική κατοχή Ελλάδα. Η είσοδός του στην κυβέρνηση σημειώνει επίσης μια καμπή στην τάση σχετικά με τη σύνθεσή της. Η τάση αυτή μπορεί να θεωρηθεί σαν μια πρόοδος, που διάρκεσε όσο και η εξορία, στην απόκλιση από τη Δεξιά και τη μοναρχία και σε προσέγγιση προς την Αριστερά και τον δημοκρατικό φιλελευθερισμό. Έγινε σιωπηρά αυτονόητο, σαν συνέπεια των όλο και πιο φιλελευθέρων δημοσίων διακηρύξεων από μέρους του βασιλιά, ότι η συμμετοχή στην κυβέρνησή του δεν δέσμευε κανέναν, σχετικά με οποιεσδήποτε αντιλήψεις για το προπολεμικό πολιτειακό καθεστώς. Πάρα πολλοί δημοκρατικοί πήραν μέρος στην κυβέρνησή του μ' αυτόν τον σιωπηρό όρο. Ο Κανελλόπουλος κι ο Παπανδρέου ήταν ίσως οι περισσότερο γνωστοί αλλά δεν ήταν καθόλου λιγότερο αξιόλογος και ο Σοφοκλής Βενιζέλος, του οποίου ο πατέρας ήταν ο μεγάλος εχθρός του πατέρα του βασιλιά. Υπήρχαν λόγοι ώστε η "κληρονομική" δημοκρατικότητα, που περίμενε κανείς απ' αυτόν, να τροποποιηθεί από την τελευταία επιθυμία που εξέφρασε πεθαίνοντας ο πατέρας του, την επιθυμία δηλαδή να λησμονηθούν όλες οι παλιές διενέξεις και να ενωθεί και πάλι ο ελληνικός λαός γύρω από τον βασιλιά του. Πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε και για τους τρεις αυτούς, ότι, ενώ θα αντιτάσσονταν στην άνευ όρων παλινόρθωση του βασιλιά το 1944, την αποδέχτηκαν σιωπηρά το 1946. Από την άλλη πλευρά, ο πρωθυπουργός της εξόριστης κυβερνήσεως, ο Τσουδερός, που είχε χαρακτηρισθεί κάποτε σαν ο μόνος μοναρχικός μέσα στην ίδια την κυβέρνησή του, διακήρυξε αργότερα, το 1945, την προσχώρησή του στον δημοκρατικό φιλελευθερισμό. Όλα αυτά ήταν τα περίπλοκα συμπτώματα μιας συγκεκριμένης μεταστροφής, η σταθερή τάση απομακρύνσεως από την μοναρχική Δεξιά στα χρόνια της Κατοχής μεταστράφηκε σε απομάκρυνση από τη δημοκρατική Αριστερά στα αμέσως μετά την απελευθέρωση χρόνια· έτσι, από την άποψη του ποιού των ατόμων που μετείχαν σ' αυτήν, η τελευταία σύνθεση της κυβερνήσεως του Γεωργίου Β' δεν διέφερε πολύ από την πρώτη. Τα αίτια αυτής της μεταστροφής θα φανούν όταν προχωρήσει η αφήγηση· εκείνο που ενδιαφέρει εδώ είναι η πρώτη από τις δυο αυτές τάσεις, επειδή μόνο αυτή χαρακτήριζε την "αιγυπτιακή περίοδο" της εξόριστης κυβερνήσεως. Για έναν Έλληνα μοναρχικό, που δεν ήταν σε θέση να προβλέψει το μέλλον, αυτό Digitized by 10uk1s
εμφανιζόταν στα μάτια του σαν μια φοβέρα ανησυχητική και αμετάκλητη πρόοδος προς τον "στραβό δρόμο". Αυτή η πρόοδος γίνεται φανερή με τη σύγκριση ανάμεσα στην αρχή και στο τέλος της Κατοχής. Η πρώτη εξόριστη κυβέρνηση ήταν ομολογημένα η κληρονόμος της 4ης Αυγούστου και, επομένως, αναμφισβήτητα πιστή στη μοναρχία: περιλάμβανε τρεις μεταξικούς υπουργούς κατά την αποχώρησή της από την Ελλάδα και έναν, επίσης, ακόμα και όταν ανασχηματίστηκε στην Αγγλία. Η τελευταία όμως εξόριστη κυβέρνηση ήταν στη μεγάλη της πλειοψηφία δημοκρατική: περιλάμβανε δυο κομμουνιστές και καθόλου υπολείμματα της 4ης Αυγούστου. Οποιοιδήποτε επί μέρους χαρακτηρισμοί και αν απαιτούνται, η γενική ροπή ήταν αναμφισβήτητη. Η μεταφύτευση της ελληνικής πολιτικής ζωής στην Αίγυπτο είχε φέρει τους δημοκρατικούς στην κορυφή. Αν και η ελληνική Αυλή είχε λόγους ν' ανησυχεί ζωηρά για ό,τι είχε συμβεί με την ελληνική κοινή γνώμη στην Αίγυπτο, αυτό ήταν ασήμαντο σε σύγκριση με την πρόδηλη επίδραση της ίδιας αυτής ατμόσφαιρας στις βρετανικές αρχές. Δυσοίωνα σημεία εμφανίζονταν καθαρά από την πρώτη μέρα. Ο ίδιος ο Γεώργιος Β' είχε υποδείξει, όταν εγκατέλειψε τη χώρα του, ότι ήταν ευκταίο να συγκεντρωθούν οι οποιεσδήποτε δραστηριότητες σκόπευαν να αναπτύξουν οι βρετανικές αρχές στην κατεχόμενη Ελλάδα κάτω από μια και μόνη διεύθυνση. Η σοφή αυτή υπόδειξη αγνοήθηκε. Η ελληνική Αυλή είχε φαίνεται τη γνώμη, ότι τα διάφορα άτομα και οι ποικίλες οργανώσεις που μετείχαν σε τέτοιες δραστηριότητες είχαν δυο μόνο πράγματα κοινά: μια ισχυρή επιδεκτικότητα απέναντι στην ατμόσφαιρα που περιγράψαμε και μια αντιπάθεια προς τον βασιλιά, που ήταν η συνέπεια αυτής της επιδεκτικότητας. Η εχθρότητα έγινε αμοιβαία και επεκτάθηκε σε σημείο να συμπεριλάβει ολόκληρο το αναγνωρισμένο από τις Βρετανικές αρχές κίνημα αντίστασης. Τα αίτια αυτής της καταστάσεως θα εξετάσουμε αμέσως πιο κάτω.
γ) Οι βρετανικές αρχές Είναι δύσκολο να εξαχθεί το αδιάσπαστο νήμα, που συνδέει την πολιτική ή τα πρόσωπα, από το μπερδεμένο κουβάρι που πρέπει να μαζέψουμε κάτω από τη γενική ονομασία: οι αρχές στην Αίγυπτο, οι υπεύθυνες για τις βρετανικές σχέσεις με την Ελλάδα και τις ελληνικές υποθέσεις στη διάρκεια της Κατοχής. Και μόνο το υπερβολικό μήκος της ονομασίας τους υποδηλώνει ότι πρόκειται για κάτι το συγκεχυμένο· άλλα είναι ανάγκη να εξετασθούν όλες μαζί, έστω και μόνο επειδή ήταν όλες βρετανικές και έβαλαν όλες το χέρι τους στα ελληνικά πράγματα. Σαν άτομα, δεν είχαν σχεδόν τίποτε άλλο το κοινό, αφού ο καθένας τους υποστήριξε κάθε γνώμη που ήταν δυνατό να φανταστεί κανείς, σχετικά με τις ελληνικές υποθέσεις. Οι μεταξύ τους σχέσεις, σαν επισήμων οργάνων, ήταν στενές και περίπλοκες, θα ήταν πρόσφορο να παρουσιάζαμε τη δομή τους με τη μορφή ενός σχεδιαγράμματος, που να μοιάζει με γενεαλογικό δέντρο· αλλά θα ήταν εντελώς αδύνατο. Ένα οικογενειακό δέντρο συνδέει τα άτομα με μια και μόνο ευθεία γραμμή, είτε κατακόρυφη είτε οριζόντια· αλλά το σχεδιάγραμμα αυτό θα παρουσίαζε ένα πλήθος οργανικών σχέσεων προς όλες τις κατευθύνσεις και γωνίες, με γραμμές που, σε πολλές περιπτώσεις, δεν θα ήταν καθόλου ευθείες, αλλά εξαιρετικά περίπλοκες, και που θα περνούσαν καμιά φορά μόλις διακρινόμενες "κάτω" από το χαρτί. Το μόνο που μπορούμε να επιχειρήσουμε εδώ είναι να μεταφέρουμε ένα μέρος του "κουβαριού", με τη βοήθεια μιας απλής απαριθμήσεως. Σ' εκείνους που είχαν δικαίωμα να τους ζητιέται η γνώμη για τις ελληνικές υποθέσεις στην Αίγυπτο, περιλαμβάνονται κατά πρώτο λόγο: • ο μόνιμος υπουργός Εξωτερικών στο Κάιρο, υπεύθυνος απ' ευθείας απέναντι στο Πολεμικό Συμβούλιο· • ο αρχιστράτηγος των τριών όπλων, στο καθένα από τα οποία είχε θέσει Έλληνες υπό τις προσωπικές διαταγές του· • ο διοικητής και το επιτελείο (στρατιωτικό και πολιτικό) του υφισταμένου αρχηγείου, που ήταν Digitized by 10uk1s
υπεύθυνο για την διεκπεραίωση επιχειρήσεων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κατοχής. Και οι τρεις αυτοί παράγοντες είχαν συνεχή ανάμιξη, κανένας όμως δεν αντιπροσωπευόταν από τα ίδια άτομα, στο διάστημα 1941-1944. Κατά δεύτερο λόγο, ο καθένας από τους παράγοντες αυτούς διπλασιάστηκε αριθμητικά, όταν, το 1943, εγκαταστάθηκε στην Ιταλία ανεξάρτητη Κεντρική Διοίκηση Μεσογείου, με τη Διοίκηση Μέσης Ανατολής υπό τις διαταγές της. Κατά τρίτο λόγο, στο πιο πάνω ετερόκλητο πλήθος ήρθε να προστεθεί η βρετανική πρεσβεία η διαπιστευμένη στην αιγυπτιακή κυβέρνηση, στο Κάιρο, κατά την περίοδο της αποδιοργανώσεως που ακολούθησε την κατάρρευση της Ελλάδας, και η βρετανική πρεσβεία, η διαπιστευμένη στην ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου, όταν αυτή εγκαταστάθηκε εκεί το 1943. Κατά τέταρτο λόγο, η επικείμενη απελευθέρωση της Ελλάδας το 1944 πρόσθεσε στον κατάλογο τα υπό τον αντιστράτηγο Σκόμπυ αρχηγεία των απελευθερωτικών δυνάμεων, καθώς και εκείνο της υπό τον υποστράτηγο Χιούς οργάνωσης της γνωστής με την επωνυμία "Στρατιωτικός Σύνδεσμος". Το καθένα από τα πρόσωπα αυτά βρισκόταν συνεχώς υπό το βλέμμα ενός ομοβάθμιου αξιωματούχου των ΗΠΑ, που τον παρακολουθούσε διακριτικά, μένοντας στην αφάνεια: πότε παρέχοντας συμβουλές, πότε ασκώντας κριτική, πότε προσφέροντας βοήθεια. Αλλά, για να καταφανεί ότι τα πρόσωπα αυτά και τα πολυπληθή επιτελεία τους κάθε άλλο παρά εξαντλούν την πολυπλοκότητα της αιγυπτιακής σκηνής, μπορεί ν' απομονωθεί ένα "δείγμα" για χωριστή εξέταση: το αρχηγείο που ήταν υπεύθυνο για τη διεκπεραίωση επιχειρήσεων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Ο ακριβέστερος μόνιμος τίτλος της οργανώσεως αυτής είναι Special Operations Executive (Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων) Καΐρου· για συντομία, θα την αναφέρουμε στο εξής με τα αρχικά της: SOE Καΐρου. Ήταν μια ανάμεσα σε πολλές παρόμοιες, αλλά λιγότερο φιλόδοξες, οργανώσεις, που διατηρούσαν επαφές διαφόρων ειδών για διαφόρους σκοπούς με την κατεχόμενη Ελλάδα. • Ήταν υπεύθυνη ως ένα βαθμό απέναντι στο υπουργείο Οικονομικού Πολέμου, μέσω του αρχηγείου της στο Λονδίνο, • ως ένα βαθμό απέναντι στο Foreign Office, μέσω των διπλωματικών αντιπροσώπων του τελευταίου, και • ως ένα επίσης βαθμό απέναντι στον αρχιστράτηγο, για ό,τι αφορούσε τις πολεμικές της δραστηριότητες. Την τριπλή αυτή ευθύνη δεν την καθόριζε κανένας γραπτός τύπος· ήταν ωστόσο μια πραγματικότητα και μια πηγή συγχύσεως. Ακόμα μεγαλύτερη περιπλοκή δημιουργούσε η εσωτερική σύγχυση, που καταφαίνεται από μια προσωπική στατιστική. Στα τέσσερα χρόνια της ενεργού παρουσίας της, ήταν γνωστή με επτά διαφορετικές επωνυμίες (εκτός από την επωνυμία SOE Καΐρου που υιοθέτησα σαν επικρατέστερη). Η κάθε αλλαγή επωνυμίας αντιστοιχούσε σε μια αλλαγή της οργανωτικής δομής της ή του χαρακτήρα της· μικρή συχνά, αλλά πάντα πραγματική και ουσιαστική. Στην ίδια περίοδο, υπήρξαν οκτώ διάφοροι επικεφαλής της ίδιας οργανώσεως, μερικές φορές σαν συναρχηγοί· τρεις απ' αυτούς ήταν πολίτες, που δεν είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στους στρατιωτικούς, και πέντε ήταν ανώτατοι αξιωματικοί, που δεν είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στους πολιτικούς ή τους διπλωμάτες. Οι αλλεπάλληλες αντικαταστάσεις των προσώπων αυτών και των επιτελείων τους συνέπιπτε μερικές φορές, αλλά όχι πάντα, με τις άλλες εκείνες αναδιοργανώσεις, που άλλαζαν κατά καιρούς την επωνυμία ολόκληρης της οργανώσεως. Κατά συνέπεια, τα ικανά και ευσυνείδητα άτομα δεν ήταν πάντα σε θέση να κάνουν ό,τι μπορούσαν καλύτερο, σαν ένα οργανωμένο σύνολο. Επειδή η SOE Καΐρου ήταν μοναδική, ήταν εκτεθειμένη στα μειονεκτήματα που προέρχονται από την έλλειψη συνέχειας. Δεν ήταν δυνατό, σαν ένα μόνιμο τμήμα υπουργείου, να αντέξει στην αλλαγή και να επιζήσει της αναδιοργανώσεως. Οι σκοποί της δεν ήταν δυνατό ν' αφομοιωθούν Digitized by 10uk1s
γρήγορα και ούτε βοηθούσε καμιά προηγούμενη πείρα στο να γίνει ευκολότερη η αφομοίωσή τους. Το χάσμα ανάμεσα σ' αυτήν και σ' εκείνους που υπηρετούσαν υπό τις εντολές της στα πεδία των επιχειρήσεων ήταν ευρύτερο από ό,τι είναι κατά κανόνα στους στρατιωτικούς σχηματισμούς. Ήταν τόσο πλατύ ώστε, για ν' αναφέρουμε ένα παράδειγμα, τέσσερις μήνες από την προσεδάφιση της πρώτης ομάδας Βρετανών αλεξιπτωτιστών στην Ελλάδα, η SOE Καΐρου δεν είχε κατορθώσει να εξακριβώσει τίποτα σχετικά με τα ονόματά τους. 18 Αλλά το να βρίσκονται δυο μέρη χωρίς επαφή είναι μια διμερής σχέση, για την οποία η ευθύνη ήταν συχνά εξ ίσου εύκολο να επιρριφθεί στην άλλη πλευρά και για την οποία πάντα έφταιγαν, για να είμαστε πιο δίκαιοι, οι αποστάσεις και οι δυσχέρειες της επικοινωνίας μεταξύ των δυο αυτών μερών. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, μερικές φορές, μια δυσάρεστη ατμόσφαιρα επικρατούσε ανάμεσα στο επιτελείο της στο Κάιρο και στους υφισταμένους της πράκτορες στην Ελλάδα, για την οποία δεν έφταιγε καμιά από τις δυο πλευρές, αφού καμιά από τις δυο δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί τα προβλήματα της άλλης. Το χάσμα το δημιουργούσαν όχι τα άτομα, αλλά το σύστημα· το ίδιο θα είχε συμβεί κατά την αντίστροφη έννοια, αν τα άτομα από τη μια και την άλλη πλευρά άλλαζαν αμοιβαία θέσεις. Επικρίσεις και εξηγήσεις μπορούσε να ανταλλάσσονται χωρίς τέλος κι από τις δυο πλευρές, χωρίς ποτέ να οδηγούν σε μια αρμονική ανταλλαγή απόψεων. Δεν έχει θέση εδώ η εξέταση των ζητημάτων αυτών· είναι όμως σωστό να προσθέσουμε, σαν μια από τις ψυχολογικές επιδράσεις στην αιγυπτιακή σκηνή, την πολλαπλότητα, την αδιάκοπη ρευστότητα, την ανεπάρκεια εσωτερικής συνοχής, που χαρακτήριζαν αυτή την οργάνωση. Αρκούν αυτά, για να εξηγηθούν οι ασυναίσθητες φαντασιοκοπίες της πολιτικής, που θα εκτεθούν στο επόμενο κεφάλαιο. Δύο ακόμα σημεία πρέπει να προστεθούν: οι σχέσεις τις οποίες οι εκπρόσωποι αυτοί των βρετανικών αρχών διατηρούσαν συλλογικά με τον διεθνή Τύπο και με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Και στις δυο περιπτώσεις, οι σχέσεις αυτές δεν ήταν ικανοποιητικές, κι αυτό για διαφόρους λόγους, ο κυριότερος από τους οποίους είναι, και στις δυο περιπτώσεις, ο ίδιος· μια εξωθημένη στα άκρα αντίληψη για την ανάγκη της μυστικότητας. Η ανάγκη της ασφάλειας είχε τοποθετηθεί πολύ πάνω από τις ανάγκες των στρατιωτικών επιχειρήσεων, ως το σημείο που μόνο υποψίες υπέθαλπε. Η ειρωνεία των πραγμάτων είναι, ότι ακριβώς οι αντίθετες υποψίες καλλιεργούνταν στο νου των εκπροσώπων του Τύπου και των Ελλήνων. Ο Τύπος έφθασε στο σημείο να πιστεύει, ότι υπήρχε μια συνωμοσία να απεμποληθούν οι ελευθερίες των Ελλήνων, με αντάλλαγμα την παλινόρθωση του βασιλιά· η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση έφθασε στο σημείο να πιστεύει, ότι υπήρχε συνωμοσία να απεμποληθούν τα δικαιώματα του βασιλιά, για χάρη μιας συναλλαγής με την άκρα Αριστερά. Οι βρετανικές αρχές επέμεναν ότι δεν είχαν κακές προθέσεις, ούτε του ενός ούτε του άλλου είδους. Αυτό ήταν αλήθεια· αφού όμως δεν υπήρχαν μαρτυρίες να το επιβεβαιώσουν, καθώς αποκρύπτονταν όλες με επιμέλεια, έγινε δεκτό με καγχασμούς και από τις δυο πλευρές. Κανένας από όλους τους ενδιαφερομένους δεν ήταν αθώος. Επειδή οι εφημερίδες είναι η πηγή, από την οποία το κοινό μαθαίνει συνήθως αν κάποιος είναι καλός ή όχι στο έργο του, επικρατεί στην κοινή γνώμη η πλάνη, ότι όλοι οι δημοσιογράφοι είναι καλοί κι αυτό επειδή κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει και κανένας άλλος δεν είναι σε θέση να το κάμει. Οι δημοσιογράφοι είναι οι διαφημιστές του εαυτού τους· η αυτοδιαφήμισή τους είναι όλο καλά λόγια γι' αυτούς· αλλά δεν απηχεί αναγκαστικά την αλήθεια. Το 1944, ο Τύπος του Καΐρου ήταν στο σύνολό του αξιοθρήνητος. Επειδή στο Κάιρο άρχισε η διένεξη με τον Τύπο, το δεδομένο αυτό είναι σημαντικό. Η Μέση Ανατολή είχε πάψει ν' αποτελεί πολεμικό θέατρο πριν απ' το τέλος του 1943. Οι κυριότερες εφημερίδες του κόσμου απέσυραν τους κορυφαίους πολεμικούς ανταποκριτές τους από το Κάιρο. Από όσους έτυχε να βρίσκονται εκεί, ενώ πλησίαζε η απελευθέρωση της Ελλάδας, ελάχιστοι παρέμεναν στη Μέση Ανατολή από ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα· μερικοί, από ενδιαφέροντα τόσο ειδικού χαρακτήρα, ώστε να μην έχουν καμιά σχέση με την πολεμική ανταπόκριση ή και μ' αυτόν ακόμα τον Τύπο· μερικοί, εντελώς τυχαία, επειδή είχαν αρρωστήσει ή ταξίδευαν και όχι λίγοι, μόνο και μόνο επειδή ο διευθυντής τους δεν είχε που αλλού να τους στείλει. Οι επιφυλάξεις τους έκαναν εξαιρετικά επικίνδυνο το να τους ανταγωνιστεί κανείς με Digitized by 10uk1s
απόκρυψη πληροφοριών και με καταστροφή των ανταποκρίσεών τους. Ήταν φυσικό, μερικοί απ' αυτούς να μην αναγνωρίζουν ένα γεγονός, ακόμα κι αν το έβλεπαν με τα μάτια τους· αλλά θα μπορούσε πολύ καλά να τους αναγνωρισθεί το δικαίωμα της αμφιβολίας. Η απόφαση να μην τους αποδίδεται πίστη είχε ληφθεί πριν ακόμα αποδείξουν ότι ήταν αναξιόπιστοι. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, όταν οι βρετανικές αρχές βρέθηκαν σε δύσκολη θέση στα τέλη του 1944, ο Τύπος όλου σχεδόν του κόσμου έδειξε αγαλλίαση. Οι κυριότερες εξαιρέσεις, οι κ.κ. Κάπελ του Daily Telegraf, Σέτζουϊκ των New York Times και Σώλσμπερυ του Daily Herald, αποτελούσαν τόσον ασήμαντη μειοψηφία, ώστε να κινήσουν υπόνοιες για αίρεση. Ήταν δίκαιες οι επικρίσεις κατά του Τύπου που διατύπωσε ο Churchill· άλλα οι υφιστάμενοι του Churchill ήταν ως ένα βαθμό υπεύθυνοι για την τραγωδία αυτή. Υπήρξαν εξ ίσου υπεύθυνοι, με το αντίθετο όμως αποτέλεσμα, για τις συναλλαγές τους με τους εκπροσώπους των ελληνικών αρχών στη Μέση Ανατολή. Οι πρώτες ανατρεπτικές δραστηριότητες που οργανώθηκαν από πράκτορες των βρετανικών αρχών στην Ελλάδα, διακρίνονταν σ' εκείνες που διεξάγονταν σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές και σ' εκείνες που τους αποκρύπτονταν· οι τελευταίες αυτές ήταν οι περισσότερες και οι σπουδαιότερες. Η αρχική διείσδυση Βρετανών και Ελλήνων πρακτόρων στην κατεχόμενη Ελλάδα γινόταν συνήθως χωρίς προηγουμένως να ζητηθεί καθόλου η γνώμη των ελληνικών αρχών. 19 Ο λόγος αυτής της μυστικότητας μπορεί να ήταν αποκλειστικά και μόνο η ασφάλεια· αλλά οι ελληνικές αρχές, όταν το πληροφορήθηκαν, υποπτεύθηκαν πολιτικούς λόγους. Θεωρητικά, η κατάσταση αυτή έληξε με την ίδρυση, το 1942, της Αγγλοελληνικής Επιτροπής στο Κάιρο, που την αποτελούσαν αντιπρόσωποι της SOE Καΐρου, ο εκεί μόνιμος υπουργός Εξωτερικών και η ελληνική κυβέρνηση, η οποία έπρεπε να ενημερώνεται για τις βρετανικές δραστηριότητες στην Ελλάδα. Αυτό, όμως, ούτε έδωσε τέλος στη μυστικότητα ούτε διασκέδασε τις υπόνοιες· η Επιτροπή έπαψε ωστόσο να λειτουργεί το 1943, όταν η ίδια η ελληνική κυβέρνηση μετέφερε την έδρα της απ' το Λονδίνο στο Κάιρο. Στο εξής, σύνδεσμος μεταξύ SOE Καΐρου και ελληνικής κυβερνήσεως ήταν ο βρετανός πρεσβευτής κ. Ρέτζιναλντ (αργότερα "σερ") Λήπερ. Ήταν όμως, στην καλύτερη περίπτωση, ανεπαρκής σύνδεσμος, αφού ο ίδιος ο πρεσβευτής της A.M. έμενε στο σκοτάδι σχετικά με τις δραστηριότητες που κατηύθυνε η SOE Καΐρου. Είναι δύσκολο να βρεθούν δυο οποιαδήποτε άτομα, που να είδαν τα πράγματα ακριβώς με τον ίδιο τρόπο από την αρχή ως το τέλος· αυτό είναι ένα ατύχημα, που μπορεί ν' αποδοθεί όχι τόσο στα αρμόδια πρόσωπα, όσο στα αδυσώπητα δεδομένα της αριθμητικής και της γεωγραφίας. Όταν μια δωδεκάδα εγκεφάλων δεν κατορθώνει να καταλήξει σε μια και μοναδική πολιτική, δεν οφείλεται αυτό στο ότι είναι ανταγωνιστικοί μεταξύ τους ή ανίκανοι, αλλά στο ότι είναι δώδεκα· πουθενά ίσως στον κόσμο οι διαφωνίες τους δεν παίρνουν τόσο σοβαρές διαστάσεις, όσο συνέβη αυτό στη νοσηρή ατμόσφαιρα της Αιγύπτου. Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι, ότι δεν υπήρχε κανενός είδους συλλογική βούληση στην όλη συγκρότηση των βρετανικών αρχών στην Αίγυπτο· υπήρχε μόνο σύγκρουση ατομικών βουλήσεων. Και αυτό όχι επειδή οποιοσδήποτε απ' αυτούς δεν αντιλαμβανόταν τα προβλήματα: δεν θα ήταν δυνατό να διαφωνούν, χωρίς να τ' αντιλαμβάνονται· και οι ελληνικές υποθέσεις είναι ένα θέμα, όπου είναι κατανοητή η διαφωνία ακόμα και μεταξύ ειδικών. Το κακό δεν οφείλεται στα άτομα, αλλά στις περιστάσεις. Καμιά ομάδα ανθρώπων, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσε να δείξει περισσότερη συμπάθεια και κατανόηση για το ελληνικό πρόβλημα, από όση έδειξαν ο αρχιστράτηγος του Αρχηγείου Μέσης Ανατολής και το άμεσο επιτελείο του, το 1941. Αλλά, τη στιγμή ακριβώς που άρχισαν να τα θέτουν υπό έλεγχο, η πορεία του πολέμου το απόσπασε από τα δικά τους χέρια και το εναπόθεσε στα χέρια της Διοικήσεως Κεντρικής Μεσογείου: όχι σε λιγότερο ικανά χέρια, όχι σε ανθρώπους με λιγότερη συμπάθεια για το πρόβλημα αυτό — ανθρώπους εξ ίσου ικανούς να το κατανοήσουν, αν τους δινόταν έξη μηνών προθεσμία για ν' αποκτήσουν πείρα. Αλλά δεν τους δόθηκε· το σύστημα δεν έδινε ευκαιρίες στα άτομα. Η ελληνική Αυλή, παρατηρώντας το αποτέλεσμα, είδε σ' αυτό μιαν αντιπάθεια απέναντι στην ίδια. Αλλά έκανε λάθος· μερικοί ήταν υπέρ αυτής, μερικοί εναντίον της· ούτε οι πρώτοι ούτε οι δεύτεροι όμως ήταν αποφασιστικός παράγοντας και ούτε αποτελούσαν πλειοψηφία, επειδή η πλειοψηφία ήταν, Digitized by 10uk1s
απλούστατα, αδιάφορη. Ο ρυθμιστής της καταστάσεως, εκείνος που δημιουργούσε την εντύπωση της αντιπάθειας, ήταν η ικανότητα των κομμουνιστών να εκμεταλλεύονται τις διαφωνίες.
3 . Τ Ο Λ Ο ΝΔ ΙΝ Ο Από το Λονδίνο, αν όχι και από την Αίγυπτο, οι ελληνικές υποθέσεις ήταν φυσικό να φαίνονται σαν κάτι το μηδαμινό και μακρινό. Τόσο κατά όσο και μετά τον πόλεμο, το Λονδίνο ήταν το κέντρο τόσων δεινών σε μια τόσο τεράστια περιφέρεια, ώστε, ό,τι αφορούσε την Ελλάδα και μόνο, εύκολα καταποντιζόταν κι έπεφτε στη λήθη. Στην Αίγυπτο, η ελληνική ατμόσφαιρα επηρέαζε βαθιά όχι μόνο την πολεμική προσπάθεια, αλλά και την κοινωνική ζωή της χώρας· στο Λονδίνο, ένας Έλληνας ήταν ένα κάπως ενδιαφέρον φαινόμενο, κατά τρόπο αόριστο όμως, ένας άνθρωπος που θύμιζε περίπλοκους συσχετισμούς, μισοξεχασμένα ονόματα και κάποια αρχικά που κανείς δεν τα εννοούσε. Στην Αίγυπτο, το ελληνικό δράμα το ζούσε κανείς τόσο έντονα όσο και στην ίδια την Ελλάδα· στο Λονδίνο εμφανιζόταν σαν ένας σεισμός που κατέγραφε ένας σεισμογράφος και που μερικές φορές τον παρουσίαζαν με υπερβολές οι "ομάδες πίεσης". Η σύγκριση αυτή, ωστόσο, δεν είναι απόλυτα ακριβής, για το λόγο ότι, στο Λονδίνο, υπήρχε επίσης μια δράκα ανθρώπων που, έστω και με την απαθή αδιαφορία τους, ασκούσαν αποφασιστικό έλεγχο στα πράγματα της Ελλάδας. Οι άνθρωποι αυτοί κατέχουν το πιο απομακρυσμένο και πιο υψηλό σημείο όπου μπορεί να φθάσει αυτή η επισκόπηση: το πιο απομακρυσμένο σε απόσταση από την Ελλάδα και το πιο υψηλό σε αυθεντία. Αφού για την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση έγινε λόγος ήδη, απομένει μόνο να παρουσιάσουμε εδώ την βρετανική κυβέρνηση και τον βασιλέα των Ελλήνων, επειδή, μολονότι ο δεύτερος, όπως και η κυβέρνησή του είχε μοιρασμένη την ύπαρξή του ανάμεσα στο Λονδίνο και στο Κάιρο, είναι σωστό να υποθέσουμε, ότι το Κλάριτζ μάλλον και όχι το Σαμαλέκ υπήρξε η πνευματική του έδρα σε όλη τη διάρκεια της εξορίας του.
α) Η Βρετανική Κυβέρνηση. Κατά την γνώμη μερικών επικριτών, η βρετανική κυβέρνηση ήταν ο "κακός" σε όλη αυτή την ιστορία. Στις σχέσεις της με τον βασιλέα των Ελλήνων και μόνο αποδίδουν την ελληνική τραγωδία από το 1941 και ύστερα. Ότι αυτό είναι ένα επιπόλαιο συμπέρασμα, θα φανεί πολύ καθαρά στα επόμενα· μπορούσε όμως να δείξουμε ως ένα σημείο τον περίπλοκο χαρακτήρα των σχέσεών τους, παρουσιάζοντας εδώ τα επί μέρους πρόσωπα. Οι σχέσεις τους ήταν περίπλοκες επειδή, αντίθετα με την ελληνική μοναρχία, η βρετανική κυβέρνηση δεν ήταν ένας μόνο άνθρωπος. Περιλάμβανε όχι μόνο διάφορες πολιτικές γνώμες, αλλά και διάφορες πρακτικές γνώμες για την πορεία του πολέμου. Οι δεύτερες, που ήταν και οι σπουδαιότερες, σε βαθμό μάλιστα ώστε να υποσκελίζουν και συχνά να επισκιάζουν εντελώς τις πρώτες, ήταν διχασμένες γύρω από τη σχετική αξία των στρατηγικών και διπλωματικών απόψεων. Αυτός ο διχασμός ήταν, και όχι η πολιτική ιδεολογία, που καθόριζε τη στάση των ανωτέρων κύκλων του Λονδίνου απέναντι στον βασιλέα των Ελλήνων. Μερικοί απ' αυτούς έβρισκαν ότι υπήρχε κάτι το ασυμβίβαστο ανάμεσα στις άμεσες ανάγκες των στρατιωτικών επιχειρήσεων και στις μακροπρόθεσμες απαιτήσεις της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο. Εκείνοι που έθεταν την πολεμική προσπάθεια σε πρώτη μοίρα, έδειχναν κατά κανόνα αντιπάθεια προς τον βασιλέα των Ελλήνων, επειδή κυριολεκτικά κάθε αντίσταση κατά των Γερμανών στην Ελλάδα γινόταν από τους δημοκρατικούς· εκείνοι που έθεταν σε πρώτη μοίρα τις μακροπρόθεσμες βλέψεις, ευνοούσαν τον βασιλιά, σαν την καλύτερη εγγύηση, ότι η Ελλάδα δεν θ' ακολουθούσε αντιβρετανική πολιτική μετά τον πόλεμο. Αυτή η διάσταση απόψεων δεν εκδηλωνόταν ανάμεσα σε πολιτικούς αντιπάλων κομμάτων ούτε, έστω, αποκλειστικά ανάμεσα σε πολιτικούς ηγέτες από τη μια πλευρά και σε στρατιωτικούς ηγέτες από την άλλη· εκδηλωνόταν μάλλον κατά περιοδικά κύματα εναλλασσόμενης επικρατήσεως της μιας από τις δυο απόψεις, έτσι που η καθεμιά κυριαρχούσε διαδοχικά στο νου των επί μέρους μελών και στη συλλογική σκέψη της βρετανικής κυβερνήσεως. Digitized by 10uk1s
Τις διακυμάνσεις αυτές δεν τις καθόριζε ούτε μόνο ο πόλεμος ούτε μόνο η Ελλάδα ούτε μόνο ο Γεώργιος Β'. Πήγαζαν από την ευρύτερη αλληλεπίδραση της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής στο σύνολό της και από την παγκόσμια κατάσταση πραγμάτων στο σύνολό της. Οι ελληνικές υποθέσεις ήταν, απλούστατα, ένα μικρό συστατικό στοιχείο του τεράστιου πλέγματος, ένα στοιχείο που το απομονώνουμε εδώ, για να το μελετήσουμε χωριστά. Δεν υπήρχε κανενός είδους βρετανική πολιτική απέναντι της Ελλάδας, με την έννοια μιας καθορισμένης σειράς αντικειμενικών σκοπών, που είχαν τεθεί από πριν. Η βρετανική εξωτερική πολιτική ποτέ δεν είναι κάτι, που καθορίζεται από πριν, για να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητα του τι μπορεί να μεσολαβήσει από τη σύλληψή του ως την εκτέλεσή του· είναι κάτι που προσδιορίζεται από την αναφυόμενη κάθε φορά ανάγκη, κάτι που μπορεί να επισημανθεί μέσα στον σάλο των "επί τόπου" κρίσεων και αποφάσεων. Διέπεται από αρχές, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να επιλύνονται τα προβλήματα, αλλά δεν προβάλλει κομπαστικά ένα πρόγραμμα, που προαναγγέλλει ποια θα είναι τα προβλήματα. Δεν είναι δυνατό να καθοριστεί με ακρίβεια από πριν, μπορεί μόνο να πιστοποιηθεί εκ των υστέρων. Ύστερα απ' αυτή την γενικού χαρακτήρα διευκρίνιση, πολύ λίγα μένουν που είναι χρήσιμο να λεχθούν, σχετικά με τα άτομα τα υπεύθυνα για τον καθορισμό της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα, εκτός, μόνο, από το ότι τα άτομα αυτά ήταν σε απροσδόκητο βαθμό πολυάριθμα. Το Πολιτικό Συμβούλιο μόνο είχε την αρμοδιότητα να εκδίδει δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές· δεχόταν όμως τις εισηγήσεις των αρχηγών των Επιτελείων, που εκπροσωπούσαν και τα τρία όπλα, όπως επίσης του Foreign Office και του υπουργείου Οικονομικού Πολέμου. Ο επικεφαλής του τελευταίου αυτού υπουργείου είχε την ευθύνη για την εφαρμογή της βρετανικής πολιτικής στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μέσω του αρχηγείου, στο Κάιρο, για το οποίο μιλήσαμε στα προηγούμενα. Στρατιωτικούς συμβούλους του είχε τους αρχηγούς των Επιτελείων· τις πολιτικές κατευθύνσεις και οδηγίες του παρείχε το Foreign Office· άμεσες διαταγές έπαιρνε από το Πολεμικό Συμβούλιο. Ο απλός όμως αυτός μηχανισμός είχε το μειονέκτημα ότι του έλειπε ο συγκεκριμένος προσδιορισμός των πρακτικών ενεργειών, κατά τον ίδιο τρόπο που έλειπε και από την διεύθυνση των υποθέσεων στην Αίγυπτο. Στο Λονδίνο, τις αντιθέσεις που βρίσκονταν σε λανθάνουσα κατάσταση τις έφερνε στην επιφάνεια η καθημερινή αλληλεπίδραση που ασκούσαν ο ένας στον άλλο οι άνθρωποι εκείνοι που είχαν την τελική ευθύνη για τις υποθέσεις αυτές. Το υπουργείο Οικονομικού Πολέμου δεχόταν την επίδραση από τις κάθε είδους εντάσεις· που επενεργούσαν ανεξάρτητα στις χαμηλότερες βαθμίδες της ιεραρχίας. Από τη φύση του, έκλεινε στους κόλπους του μιαν ανυπέρβλητη αντίφαση, εκτός του ότι ήταν υποχρεωμένο να επιδιώκει ένα συμβιβασμό των έξω απ' αυτό αντιθέσεων. Η εσωτερική αντίφαση ήταν ότι, ενώ είχε ιδρυθεί για να επιβάλει τον οικονομικό αποκλεισμό στην κατεχόμενη Ευρώπη, βρέθηκε επιφορτισμένο με ένα μέρος της ευθύνης διασπάσεως του αποκλεισμού, για να σώσει την Ελλάδα που λιμοκτονούσε. Η εξωτερική αντίφαση βρισκόταν στη σύγκρουση των διπλωματικών και των στρατηγικών εκτιμήσεων της βρετανικής πολιτικής, στις οποίες τόσο στις πρώτες όσο και στις δεύτερες — το υπουργείο έπρεπε να ρίχνει το ίδιο βάρος. Το Foreign Office μπορούσε να μεταθέτει ορισμένες δυσκολίες του στα άλλα υπουργεία, όπως κι εκείνα σ' αυτό· ο υπουργός όμως Οικονομικού Πολέμου ήταν αναγκασμένος ν' αποδέχεται και τις δυο κατηγορίες προβλημάτων, να δίνει λύσεις και στις δυο και να φροντίζει ώστε και των δυο κατηγοριών οι λύσεις να εφαρμόζονται και να λειτουργούν ενιαία. Αυτό ήταν δύσκολο. Κατά συνέπεια, μέρος της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του πολέμου, φαινόταν, τόσο στους Έλληνες όσο και στους υπεύθυνους για την εφαρμογή της, ασυνεπής και ανεφάρμοστη. Η ασυνέπεια και το ανεφάρμοστο δεν οφείλονταν σε πολιτικά αίτια. Για τη βρετανική κυβέρνηση, δεν υπήρχε σχεδόν πολιτικό πρόβλημα που να ήταν δυνατή η αντιμετώπισή του από ένα κομματικό μέλος με μια λύση καθαρά κομματική. Πολύ λίγα ήταν γνωστά τότε σχετικά με την ελληνική πολιτική, για να βοηθήσουν έναν Άγγλο πολιτικό να κρίνει αν αυτό ή εκείνο το ελληνικό κόμμα σκεφτόταν επάνω σε μια γραμμή παράλληλη με τη δική του και αν, επομένως, βρισκόταν στον σωστό δρόμο. Ακόμα και όταν έγιναν περισσότερα πράγματα γνωστά, το μόνο που έδειξαν Digitized by 10uk1s
ήταν ότι κάθε απόπειρα να χαράξει κανείς παραλλήλους ήταν άστοχη, κάτω από περιστάσεις τόσο ριζικά διαφορετικές· έτσι, η Εργατική Κυβέρνηση του 1945 βρέθηκε δεσμευμένη να εφαρμόσει, θέλοντας και μη, μια πολιτική στη διεύθυνση των ελληνικών υποθέσεων που, από πολιτική άποψη, ήταν τόσο απροσδιόριστη όσο και εκείνη που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση συνασπισμού το 1944. Υπήρχε, ωστόσο, ένας μόνιμος παράγοντας στην πολιτική του Συνασπισμού, που απουσίαζε από την πολιτική της Εργατικής Κυβερνήσεως και στον οποίο μπορεί δίκαια ν' αποδοθεί πολιτικός χαρακτήρας. Ο παράγοντας αυτός ήταν η προσωπική αφοσίωση του Churchill στον βασιλιά Γεώργιο Β'. Είχε πολιτικό χαρακτήρα, επειδή ήταν ένα ζήτημα, γύρω απ' το οποίο διέφεραν διαμετρικά οι απόψεις των δυο μεγαλυτέρων πολιτικών κομμάτων της Βρετανίας· είχε προσωπικό χαρακτήρα, επειδή την αφοσίωση αυτή δεν την συμμερίζονταν όλοι ανεξαίρετα οι συνεργάτες του Churchill που ανήκαν στο δικό του κόμμα. Τα ελατήρια, σ' αυτό, ήταν ανιδιοτελή. Δεν απέρρεαν καθόλου από τον υπολογισμό, ότι η παλινόρθωση του βασιλιά θα εξασφάλιζε τη φιλία της Ελλάδας απέναντι της Αγγλίας, επειδή, όπως ήταν πανθομολογούμενο, οποιαδήποτε σχεδόν ελληνική κυβέρνηση που δεν θα ήταν κομμουνιστική θα ήταν φιλική προς την Αγγλία· απέρρεαν αποκλειστικά σχεδόν από την αφοσίωση προς τον άνθρωπο εκείνο που είχε σταθεί στο πλευρό μας, όταν όλα φαίνονταν χαμένα. Από πρακτική πλευρά, το ερώτημα είναι: άξιζε τον κόπο;
β) Ο Βασιλεύς των Ελλήνων Γεώργιος Β'. Όσοι επιχείρησαν ν' απονείμουν δικαιοσύνη στον μακαρίτη Γεώργιο Β', βασιλέα των Ελλήνων, βρήκαν ότι ήταν εύκολο, και μάλιστα εύκολο σε επικίνδυνο βαθμό, ν' αδικήσουν τον ελληνικό λαό· αλλά και το αντίστροφο αληθεύει εξ ίσου. Στην αντίφαση αυτή συνοψίζεται το ψυχολογικό δίλημμα του όλου ζητήματος: ο βασιλιάς Γεώργιος Β' δεν ήταν Έλληνας. Σκεφτόταν και μιλούσε και ενεργούσε σαν ένας καλλιεργημένος Δυτικοευρωπαίος· το ίδιο έκανε κι ο μικρός κύκλος των εξευρωπαϊσμένων Ελλήνων, που συγκροτούσε την Αυλή του. Η θέση του απέναντι στους Έλληνες δεν ήταν ανόμοια μ' εκείνη του Γεωργίου Γ' της Αγγλίας: ανήκε στην τρίτη βασιλεύουσα γενεά μιας ξένης δυναστείας, που δεν είχε ακόμα ταυτιστεί τέλεια με τη θετή της πατρίδα. Ούτε αυτός ούτε κανένας από τους πιθανούς διαδόχους του ελληνικού θρόνου είχε καθόλου ελληνικό αίμα στις φλέβες του· το μόνο μέλος της ελληνικής βασιλικής οικογένειας με ελληνικό αίμα είχε αποκλεισθεί ipso facto, από το θρόνο.20 Ίσως ο Γεώργιος να χρωστούσε σ' αυτό ακριβώς την αντικειμενικότητά του, τη συνέπειά του, την ισορροπία του χαρακτήρα του και την ψύχραιμη κρίση του — αρετές που δεν χαρακτηρίζουν τους Έλληνες. Αλλά σ' αυτό επίσης χρωστούσε την έλλειψη ψυχικής επαφής με τον ελληνικό λαό και την αποδοχή της απομονώσεως που επέβαλε γύρω του το περιβάλλον του. Ακόμα και όταν βρισκόταν στην Ελλάδα, η ζωή του ήταν σε μόνιμη καραντίνα. Τρία πράγματα συνδυάστηκαν για να συνεχίσουν την καραντίνα που χώριζε τον βασιλιά απ' το λαό του. Για τα δυο απ' αυτά δεν είχε ο ίδιος το φταίξιμο: για την διαδοχή της δυναστείας και για την παραμονή στην εξορία που του επέβαλαν (τον περισσότερο καιρό στην Αγγλία), από το 1941 ως το 1946. Για το τρίτο, για το οποίο ήταν υπεύθυνος, η ιστορία δεν έχει αποφανθεί ακόμα: για την δικτατορία του Μεταξά. Λίγα λόγια για το ρόλο του στο καθένα από τα τρία θα βοηθήσουν να καθορισθεί η θέση του σ' αυτή την επισκόπηση. Ο Γεώργιος Β' ήταν ο πρωτότοκος γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου, που, όπως και άλλοι βαλκανικοί μονάρχες, βασίλευσε σε δυο περιόδους, χωρισμένες μεταξύ τους από μια εξορία. Ο Κωνσταντίνος ήταν η μοναδική περίπτωση μονάρχη στα Βαλκάνια, που, κατά τη δεύτερη βασιλεία του, διαδέχτηκε στο θρόνο τον ίδιο του τον νεώτερο γιο και, κατά τη δεύτερη εκθρόνισή του, τον διαδέχτηκε ο πρωτότοκος γιος του. Ο Γεώργιος Β', με τη σειρά του, σημείωσε ένα ακόμα ρεκόρ της οικογένειάς του, με τρεις χωριστές περιόδους βασιλείας, χωρισμένες με δυο ενδιάμεσες εξορίες, που τερματίστηκαν και οι δυο με ένα συντριπτικά νικηφόρο δημοψήφισμα. Όλα αυτά, μολονότι προξενούν αμηχανία στον αναγνώστη, μαρτυρούν πόσο πλατύ ήταν το χάσμα που χώριζε τον άστατο λαό της Ελλάδας από τον καρτερικό μονάρχη του. Το πρώτο κρίσιμο ζήτημα που Digitized by 10uk1s
προβάλλει είναι ότι ο Γεώργιος Β', τόσο στην ίδια του τη σκέψη όσο και στην κοινή γνώμη, συσχετιζόταν άμεσα με τα αίτια της πρώτης εξορίας του πατέρα του. Η σύγκρουση του Κωνσταντίνου με τον πρωθυπουργό του Ελευθέριο Βενιζέλο, στο ζήτημα της εισόδου της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασε σε τέτοια οξύτητα το 1917, ώστε ένας από τους δυο έπρεπε να φύγει από τη χώρα. Αυτός, αποφάσισαν οι δυτικοί Σύμμαχοι, έπρεπε να είναι ο Κωνσταντίνος, που είχε προσπαθήσει να κρατήσει την Ελλάδα έξω από τον πόλεμο, ύστερα από υπόδειξη του στρατηγού Μεταξά. Κατηγορήθηκε ότι ήταν γερμανόφιλος· κατηγορία που η κοινή γνώμη την στήριζε, ένα μέρος της τουλάχιστο, στο γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος είχε Γερμανίδα σύζυγο και γερμανική στραταρχική ράβδο. Ο πρίγκιπας - διάδοχος Γεώργιος, όμως, συνοδεύοντας τον πατέρα του στην εξορία και αφήνοντας στο θρόνο τον νεώτερό του αδερφό, είτε θεληματικά είτε κάτω από εξαναγκασμό, συμμερίστηκε τη φήμη του πατέρα του. Ο Αλέξανδρος, ο νεώτερος γιος, πέθανε ύστερα από μια σύντομη και δημοφιλή βασιλεία. Ο Κωνσταντίνος, ο πατέρας του, γύρισε στο θρόνο του παρά τη θέληση των δυτικών Συμμάχων και πάλι εκθρονίστηκε το 1922, ύστερα από την ελληνική Καταστροφή στη Μικρά Ασία. Τότε, ο Γεώργιος Β' επωμίστηκε την επαχθή κληρονομιά και αποδέχτηκε με αξιοπρέπεια τις ευθύνες, τους κινδύνους και το μίσος που την συνόδευαν. Αν και εκθρονίστηκε το 1923, για να επανενθρονισθεί μόλις το 1935, το όνομά του ποτέ δεν απόφυγε από τους αντίπαλούς του το στίγμα του γερμανόφιλου με το οποίο ο πατέρας του είχε βαρύνει την οικογένειά του. Σχετικά μ' αυτό, ήταν άδικο να κατηγορείται· δεν ήταν παρά ένας μύθος, από τον οποίο δεν μπορούσε πια να ξεφύγει. Μέσα σε ένα χρόνο όμως από την πρώτη του παλινόρθωση, μια βαρύτερη μομφή σπίλωσε το όνομα του βασιλιά· και, ύστερα από τη δεύτερη φυγή του, μια ακόμη βαρύτερη. Στις 4 Αυγούστου 1936, ο Μεταξάς έπεισε τον βασιλιά να υπογράψει δυο διατάγματα· το ένα ανάστελλε τα άρθρα του Συντάγματος που κατοχύρωναν τις ελευθερίες των πολιτών, το άλλο διέλυε τη Βουλή. Ο Μεταξάς πήρε αυτά τα μέτρα, για να ματαιώσει μια γενική απεργία που είχε κηρυχθεί για την επόμενη μέρα· ίσως και για ν' αποσοβήσει έναν εμφύλιο πόλεμο, όπως εκείνον που σπάραζε την Ισπανία. Πίστευε ότι τον δικαιολογούσε σ' αυτό ο φόβος του κομμουνισμού και η αποδειγμένη ανικανότητα του Κοινοβουλίου ν' αντιμετωπίσει μια κρίση. Η συγκατάνευση του βασιλιά σήμαινε ότι παραβίαζε τον όρκο που είχε δώσει κατά την ανάρρησή του. Οι περισσότερες από τις ενέργειες στις οποίες άφησε να τον κάμει συνένοχο ο Μεταξάς δεν ήταν καθόλου χωρίς προηγούμενο· παρόμοια μέτρα είχαν εφαρμοστεί και άλλοτε και εφαρμόστηκαν και πάλι το 1945. Και ούτε είχαν καθόλου οριστικό χαρακτήρα, αφού είχε γίνει δεκτό, ότι όλοι οι θεσμοί που είχαν ανασταλεί θα επαναλειτουργούσαν. Για την επίφαση της προσωρινότητας που χαρακτήριζε το καθεστώς του Μεταξά έχει γίνει λόγος στα προηγούμενα. Όσο όμως κι αν ήταν καλές οι προθέσεις του βασιλιά και του πρωθυπουργού του, η πραγματικότητα ήταν, ότι το συνταγματικό πολίτευμα δεν αποκαταστάθηκε ούτε αφού πέθανε ο Μεταξάς, τεσσεράμισι χρόνια αργότερα· ότι αποκαταστάθηκε μόνο κατ' όνομα, όταν ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του εγκατέλειψαν τη χώρα, το 1941· και ότι ο θάνατος του Μεταξά άφησε στους ωμούς του βασιλιά την ευθύνη απέναντι στον ελληνικό λαό. Αυτό ήταν ένας πελώριος στόχος για τους εχθρούς του βασιλιά και ένα βαρύ φορτίο για τη νέα του βασιλεία. Στη διάρκεια της εξορίας του, στο βάρος αυτό προστέθηκε κι ένα άλλο. Η δεύτερη φυγή του βασιλιά, το 1941, ώθησε τη δραστηριοποίηση των δημοκρατικών φιλελευθέρων, τους οποίους ο Μεταξάς είχε μεταχειρισθεί όχι λιγότερο σκληρά, και απ' αυτούς ακόμη τους κομμουνιστές. Οι κομμουνιστές ήταν οι φυσικοί εχθροί του βασιλιά· το ίδιο και οι Γερμανοί, κατά των οποίων είχε οδηγήσει τη χώρα του σε πόλεμο. Πολλοί οπαδοί του τον συνόδεψαν στην εξορία. Έτσι έμεινε πίσω στην Ελλάδα μια πλατιά συμμαχία ασυμβίβαστων μεταξύ τους δυνάμεων, που επιδόθηκαν στη συκοφάντηση του βασιλιά: δημοκρατικών φιλελευθέρων, κομμουνιστών και Γερμανών. Αφού οι δυο πρώτες αποτελούσαν το κίνημα αντιστάσεως και η τρίτη ήταν η σπονδυλική στήλη της κατοχής, δεν υπήρχε κανένα ενεργό στοιχείο στη ζωή της Ελλάδας, επί τριάμισι χρόνια, που να μην ήταν εχθρικό προς τον βασιλιά. Digitized by 10uk1s
Αιτία για όλα αυτά ήταν η αφοσίωσή του στους Συμμάχους. Η απόφασή του ν' ακολουθήσει τους Βρετανούς έξω από την Ελλάδα ήταν μια σκληρή απόφαση: αν έμενε, θα τον έλεγαν συνεργάτη, επειδή είχε γερμανικό αίμα· αν έφευγε, θα τον έλεγαν λιποτάκτη που δεν είχε κανέναν δεσμό με το λαό. Δεν ήταν στο χέρι του ν' αποφύγει να τον παρουσιάζουν σαν ανδρείκελο είτε των Γερμανών είτε των Βρετανών. Και, το χειρότερο, το γεγονός ότι η ζωή της χώρας του είχε διαμοιραστεί ανάμεσα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ήταν βέβαιο ότι, ανεξάρτητα από τη δική του εκλογή διαμονής, θα άνοιγε και πάλι την αθεράπευτη πληγή του διχασμού σε μοναρχικούς και δημοκρατικούς. Εκεί όπου θα ήταν αυτός, θα συνέρεαν οι μοναρχικοί· εκεί όπου δεν θα μπορούσε να είναι, θα κυριαρχούσαν οι δημοκρατικοί. Ό,τι κι αν έκανε, ο Γεώργιος Β' ήταν καταδικασμένος να τερματίσει τη σταδιοδρομία του σαν αρχηγός πολιτικής παρατάξεως. Αυτό αποτελεί αδιανόητη κατάσταση για έναν συνταγματικό μονάρχη· αλλά η συνταγματική μοναρχία είχε πάψει να είναι ένα εφικτό πολίτευμα στην πράξη. Του ήταν αδύνατο να σκεφθεί με αμεροληψία, ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα, τη στιγμή που το πρόσωπό του το ίδιο ήταν η σφήνα που διαχώριζε δυο παράταξες. Ο πολιτικός κόσμος της Ελλάδας δεν ήταν διαιρεμένος, όπως στην Αγγλία, σε Κυβέρνηση της A.M. και σε αντιπολίτευση της Α.Μ. Ήταν διχασμένος, πρώτα απ' όλα, σ' εκείνους που αναγνώριζαν τον βασιλιά και σ' εκείνους που δεν τον αναγνώριζαν· και μόνο στους κόλπους της πρώτης κατηγορίας χωριζόταν σε Κυβέρνηση της Α.Μ. και σε Αντιπολίτευση της A.M. Η δεύτερη όμως κατηγορία περιλάμβανε μεγάλο τμήμα του φωτισμένου ελληνικού κόσμου· και, επειδή ήταν δραστήρια, έπρεπε να εξουδετερωθεί. Κατά τη δεύτερη απουσία του βασιλιά, η παράταξη αυτή έγινε τόσο δυνατή, που φαινόταν να εξασφαλίζει τον αδιαφιλονίκητο έλεγχο στο μέλλον της χώρας· ακόμη πιο αυστηρά χρειάστηκε να ελεγχθεί αργότερα. Μια καλή διακυβέρνηση θα ήταν ίσως δυνατή, αλλά η συνταγματική μοναρχία δεν ήταν. Ο Γεώργιος Β', λοιπόν, είχε να σηκώσει, κατά τη δεύτερη παλινόρθωσή του, ένα τριπλό φορτίο: την κληρονομιά των διενέξεων του πατέρα του· την ευθύνη για τη δικτατορία· το ότι ήταν αρχηγός μιας πολιτικής παρατάξεως. Ο διάδοχός του βασιλιάς Παύλος βρέθηκε στην λιγότερο δύσκολη θέση, να κληρονομήσει μόνο το πρώτο από τα τρία, έστω κι αν το είχε κάμει ακόμα βαρύτερο ο πρωτότοκος αδελφός του. Χρειαζόταν θάρρος, για να αναλάβει ο Γεώργιος τα βαριά του καθήκοντα· και ήταν αυτό μια από τις βασιλικές αρετές του, που αφήνει ακόμα ανοιχτή την πιθανότητα ότι, αν είχε ζήσει περισσότερο, θα είχε —κατά έναν τρόπο που δεν μπορούσε να προβλεφθεί— επιτύχει τελικά στην προσπάθειά του. Και για δυο άλλες ακόμα τέτοιες αρετές του αξίζει να γίνει λόγος: για την αφοσίωσή του στους Συμμάχους και για τη συνέπειά του. Την αφοσίωση στους Συμμάχους απόδειξε όχι μόνο με το ότι ηγήθηκε στον αγώνα της Ελλάδας κατά του Άξονα, αλλά και με την υποταγή του, πολλές φορές αντίθετα με τη θέλησή του, στις επιθυμίες της βρετανικής κυβερνήσεως, στην κάθε κρίση που εμφανιζόταν κατά τη διάρκεια της εξορίας του. Τη συνέπειά του αποδείχνει το γεγονός, ότι είναι το μόνο σχεδόν πρόσωπο σε όλη αυτή την ιστορία, που κράτησε την ίδια ακριβώς στάση από την αρχή ως το τέλος. Το εκκρεμές του πολέμου, το εκκρεμές της πολιτικής, το εκκρεμές της διπλωματίας, πολλές φορές παλινδρόμησε από το ένα άκρο στο άλλο· αλλά, περνώντας πλάι του, τον έβρισκε να στέκεται πάντα στο ίδιο σημείο. Οι εξωτερικές σχέσεις που διατήρησε με τον εκτός της Ελλάδας κόσμο ήταν στο ενεργητικό του· αυτό όμως δεν βοήθησε καθόλου τις εσωτερικές του σχέσεις με την ίδια του τη χώρα. Υπήρξε ίσως ο μόνος ξένος που είχε το θάρρος να επωμισθεί το έργο του και ο μόνος, επίσης, που οι περιστάσεις συνωμότησαν για να τον αποκλείσουν απ' αυτό. Οι προσωπικές του ικανότητες δεν είχαν καμιά σχέση με το γεγονός αυτό, είτε θετικά είτε αρνητικά· σημασία είχε μόνο, ότι το όνομά του ήταν σύμβολο διχασμού. Έτσι, την αφοσίωση του Churchill και, σε μικρότερο βαθμό, της κυβερνήσεώς του, προς το πρόσωπο του βασιλιά της Ελλάδας, την δικαιολογούσε ηθικά η στάση του τελευταίου απέναντι στους Συμμάχους μάλλον και όχι η στάση του απέναντι στον ίδιο το λαό του. Η δικαίωσή της από τα πράγματα είναι λιγότερο βέβαιη, επειδή ακριβώς υπήρξε ο ένας από τους δύο παράγοντες που Digitized by 10uk1s
συνδυάστηκαν για να κρατήσουν την Ελλάδα διχασμένη. Ο άλλος που θα μπορούσε να μην είχε ακμάσει, αν είχε πάψει να υπάρχει ο πρώτος, ήταν η δύναμη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας. Οι φίλοι του βασιλιά υποστηρίζουν βέβαια το αντίθετο: ότι, αν δεν είχε επιτραπεί στο ΚΚΕ να γίνει ισχυρό, η θέση του βασιλιά δεν θα είχε ποτέ τεθεί σε κίνδυνο. Επειδή, επίσης, ισχυρίζονται ότι η ανόητη βρετανική πολιτική ήταν εκείνη που επέτρεψε να γίνει ισχυρό το ΚΚΕ, αξίζει να τονισθεί από τώρα, ότι η ανάπτυξη του ΚΚΕ κατά την Κατοχή ούτε προκλήθηκε, ούτε υποβοηθήθηκε με βρετανική υποστήριξη, αφού η κυοφορία της είχε συντελεσθεί ήδη πριν ακόμα αποκατασταθεί η επαφή των Βρετανών με την ένοπλη ελληνική αντίσταση. Αντίθετα, σε βρετανική συνδρομή οφείλεται το ότι επέζησαν όσοι επέζησαν από τους πολιτικούς αντιπάλους του ΚΚΕ στο αντιστασιακό κίνημα, που θα είχε γίνει κομμουνιστικό μονοπώλιο, χωρίς την βρετανική επέμβαση. Το πολιτειακό ζήτημα, και μαζί του η θέση του βασιλιά, σαν παράγοντα του πολιτεύματος, και πάλι παρουσιάστηκε όχι επειδή οι Βρετανοί υποστήριξαν τους κακούς Έλληνες, άλλα με την παραδοχή (από τον ίδιο τον Γεώργιο Β', μέσω της εξόριστης κυβερνήσεώς του) του γεγονότος ότι το μεταξικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου βασιζόταν σε συνταγματική εκτροπή. Η απόδειξη της ορθότητας των δυο αυτών θέσεων θα ανακύψει από τα επόμενα· όλα αυτά όμως είναι λεπτομέρειες. Η αληθινή αδυναμία της θέσεως του βασιλιά, που αποκαλύπτεται από τα ίδια τα επιχειρήματα των υποστηρικτών του, βρίσκεται στο ότι ακριβώς είχε ανάγκη υποστηρικτών. Ο βασιλιάς της Αγγλίας δεν έχει τέτοιου είδους οπαδούς, επειδή δεν έχει εχθρούς. Το επιχείρημα, από πρακτικής πλευράς, κατά της πολιτικής που επέβαλε ο Churchill στην κυβέρνησή του, είναι επομένως το εξής: ότι, όσο δίκιο κι αν είχε ο βασιλιάς, οι περιστάσεις τον είχαν αποκλείσει, ξεφεύγοντας από τον έλεγχό του, από το να είναι σε θέση να ενώσει τον ελληνικό λαό. Η πολιτική του Λονδίνου για υποστήριξη του βασιλιά δεν μπορούσε παρά μόνο να διαιωνίσει τον διχασμό των Ελλήνων. Ο θάνατος του τελευταίου, τον Απρίλιο του 1947, κατάργησε πολλές από τις αιτίες αυτού του διχασμού, όχι όμως τον ίδιο τον διχασμό. Ο νεώτερός του αδελφός, ο βασιλιάς Παύλος, ήταν ένας πιο πράος και λιγότερο εριστικός άνθρωπος, για να τον υποστηρίξουν οι δυτικοί Σύμμαχοι· αλλά ήταν φυσικό να συνεχισθεί από μέρους των Ελλήνων κομμουνιστών και των περισσοτέρων Ελλήνων δημοκρατικών η συνδυασμένη εκστρατεία εναντίον του, που είχε αρχίσει ήδη κατά του προκατόχου του. Οι σχέσεις μεταξύ βρετανικής κυβερνήσεως και ελληνικής μοναρχίας υπήρξαν το σπουδαιότερο στοιχείο του ελληνικού οράματος, έτσι όπως παιζόταν στη σκηνή του Λονδίνου. Επειδή το Λονδίνο, όπως και οι άλλες σκηνές, παρουσίαζε μια μικρογραφία της όλης ελληνικής ζωής στην περίοδο του πολέμου, δεν ήταν βέβαια το μοναδικό στοιχείο του δράματος· τα άλλα όμως είχαν εξαντληθεί στο μεταξύ, πριν ακόμα πλησιάσουν τη χαλαρή αδιαφορία του Λονδίνου. Μόνο στο Λονδίνο και μόνο χάρη στην εκεί παρουσία του, το θέμα του βασιλιά κυριάρχησε στο ελληνικό πρόβλημα, αφήνοντας τα άλλα να ανακινούνται βίαια στην ταραγμένη ατμόσφαιρα της Αιγύπτου ή στα μακρινά σκοτάδια της κατεχόμενης Ελλάδας. Είναι ακριβώς μια από τις ιδιοτυπίες και των τεσσάρων σκηνών ότι, ενώ η καθεμιά τους αντιμετώπιζε το ίδιο πλέγμα προβλημάτων, μια διαφορετική αντίληψη γι' αυτό, κατείχε από τα πριν τους ανθρώπους της, κι αυτό, ακόμα και αφού η επικοινωνία μεταξύ τους, από σκηνή σε σκηνή, έγινε εξ ίσου περίπου εύκολη όσο ήταν και μεταξύ Λονδίνου και Αιγύπτου. Αυτό θα γίνει ακόμα πιο φανερό με την επισκόπηση της τελευταίας από τις τέσσερις σκηνές, όπου όλοι, στη διάρκεια της Κατοχής, θεωρούσαν το ζήτημα του βασιλιά νεκρό.
4 . ΤΑ Ε Λ Λ ΗΝ Ι ΚΑ Β Ο Υ Ν Α Οι φυσικές, γεωγραφικές και ψυχολογικές διαφορές που παρουσιάζει η τέταρτη αυτή σκηνή σε σύγκριση με τις άλλες τρεις που εξετάσαμε, είναι τόσο μεγάλες, ώστε να μην είναι δυνατή η λεπτομερειακή έκθεσή τους. Πρέπει μόνο να τονισθεί και να μη λησμονιέται, όπου θα γίνεται λόγος για τις πολιτικές εξελίξεις στα ελληνικά βουνά, ότι αποτελούν ένα χωριστό κόσμο, που Digitized by 10uk1s
ανήκει σε άλλον αιώνα και σε άλλη ήπειρο· έναν κόσμο όπου δεν υπάρχουν οι ευκολίες και οι καλοί τρόποι του δυτικού πολιτισμού και όπου ευφυέστατοι στο μεγαλύτερο ποσοστό άξεστοι χωρικοί αποτελούσαν το ανθρώπινο υλικό. Στον κόσμο αυτό, η ενσυνείδητη πολιτικά οργάνωση της ψυχικής διάθεσης για αντίσταση στην εχθρική κατοχή επιβλήθηκε απ' έξω. Εξηγώντας το πως επιβλήθηκε, θα παρουσιάσω για πρώτη φορά τις διάφορες οργανώσεις που έγιναν γνωστές με διάφορα αρχικά· και η περιγραφή θα αναπτυχθεί και προς τα πίσω, για να συμπεριλάβει και τον χώρο που εξετάσαμε ήδη μιλώντας για την Αθήνα, όπου είχαν τις ρίζες τους οι οργανώσεις του βουνού. 21 Το ότι το κίνημα αντιστάσεως επιβλήθηκε στα βουνά απ' έξω και δεν γεννήθηκε αυθόρμητα από τα μέσα έχει τόσο μεγάλη σημασία, ώστε μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν αφετηρία, για την παρουσίαση εκείνων τους οποίους αφορά. Είναι μια άλλη πτυχή της αντιθέσεως μεταξύ Αθήνας και επαρχιακής Ελλάδας. Κι αυτό επειδή δεν ήταν οι πράοι χωρικοί που άρχισαν την αντίδραση κατά των Γερμανών στα βουνά. Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που επιθυμούσαν: ούτε ένα Γερμανό δεν είχαν δει ούτε είχαν αντιληφθεί καμιά διαφορά στον τρόπο της ζωής τους, ως τη στιγμή που έφθασαν οι κήρυκες της αντιστάσεως από τις πόλεις και άρχισαν να τους εξορκίζουν να πάρουν τα όπλα κατά του εισβολέα. Γι' αυτούς το κίνημα της αντίστασης σήμαινε τη στέρηση της σοδειάς τους, την πυρπόληση των σπιτιών τους, τη λεηλασία της περιουσίας τους· και όλα αυτά τα υπέμεναν, όσο πίστευαν στην υπόθεση που υπηρετούσαν· τίποτα όμως απ' όλα αυτά δεν θα επέβαλλαν οι ίδιοι στον εαυτό τους, χωρίς παρακίνηση. Οι συμμετέχοντες λοιπόν εδώ μπορούν να χωριστούν σ' εκείνους που ανήκαν στην περιοχή και σ' εκείνους που δεν ανήκαν· και η διάκριση αυτή συμπίπτει με μιαν άλλη, ακόμα πιο σπουδαία: σ' εκείνους που δεν ήξεραν που πήγαιναν και σ' εκείνους που το ήξεραν. Υπάρχουν εξαιρέσεις και στις δυο πλευρές· αλλά, σε γενικές γραμμές, οι απλοί αντάρτες που επάνδρωσαν τις οργανώσεις του βουνού προέρχονταν από τους ντόπιους πληθυσμούς, ενώ η ηγεσία και η καθοδήγηση αποστέλλονταν από αλλού και, κατά κανόνα, είτε άμεσα είτε έμμεσα, από την Αθήνα.
α) Οι απλοί Έλληνες Η θέση που προβάλλει αυτό, είναι, ότι μια έρευνα για τις αντιστασιακές οργανώσεις των βουνών δεν πρέπει ν' αρχίσει με την ένταξή τους σε κατηγορίες σύμφωνα με τα αρχικά των διαφόρων τίτλων τους και με την επικόλληση της ίδιας ετικέτας στο κάθε άτομο που είναι τοποθετημένο κάτω από τα ίδια αρχικά. Πρέπει ν' αρχίσει όχι με κατακόρυφο, άλλα με οριζόντιο διαχωρισμό. Ο οριζόντιος αυτός διαχωρισμός θα γίνει ανάμεσα σ' εκείνους που ήξεραν που πήγαιναν και σ' εκείνους που δεν ήξεραν· ανάμεσα σε καθοδηγητές και καθοδηγούμενους· σ' εκείνους που δρούσαν ενεργά και σ' εκείνους που συμμετείχαν παθητικά· στους μυημένους και στους αμύητους. Αυτή η διαχωριστική γραμμή διαπερνά, χωρίς καμιά διακοπή, την ελληνική ζωή σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής· όχι μόνο τον κόσμο της Αντιστάσεως, αλλά και τον κόσμο όλων εκείνων που είτε ενεργά είτε παθητικά αντιδρούσαν στην Αντίσταση· ακόμα και αυτόν τον κόσμο των συνεργατών του κατακτητή και των "αναμενόντων". Αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό της ελληνικής πολιτικής ζωής, αλλά γίνεται πιο χτυπητά φανερό στις αντιστασιακές οργανώσεις. Η σπουδαιότητα του χαρακτηριστικού αυτού βρίσκεται στο ότι, κάτω απ' αυτήν τη γραμμή, που χωρίζει τους πολιτικά συνειδητοποιημένους από τους μη συνειδητοποιημένους, δεν υπάρχουν κατακόρυφες γραμμές διαχωρισμού. Δεν υπάρχει, κάτω από τη γραμμή, παρά μόνο η αδιαφοροποίητη και μη διαφοροποιήσιμη μάζα του ελληνικού πληθυσμού· μόνο επάνω από τη γραμμή οι συνηθισμένες κατακόρυφες διακρίσεις σε κατηγορίες ανταποκρίνονται πραγματικά στη διαφορετική φύση τέτοιων κατηγοριών. Αν και είναι σωστό να χαράξουμε τις κατακόρυφες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις διάφορες πολιτικές διακλαδώσεις του αντιστασιακού κινήματος, όπως κι εκείνες ανάμεσα στις διακλαδώσεις αυτές στο σύνολό τους και στις διάφορες άλλες κατηγορίες συνεργατών και Digitized by 10uk1s
"αναμενόντων", δεν πρέπει αυτό να συσκοτίσει το γεγονός, ότι κάτω από τη γραμμή διαχωρισμού, δεν χωρούν τέτοιες διακρίσεις. Όσοι, όχι σαν ηγέτες αλλά σαν οπαδοί, προσχώρησαν σε μια οποιαδήποτε αντιστασιακή οργάνωση βρέθηκε μπροστά τους· όσοι, με τον ίδιο τρόπο, πήγαν και κατατάχθηκαν στα Τάγματα Ασφαλείας που συγκροτήθηκαν από την Κυβέρνηση των Συνεργατών για να πολεμήσουν κατά των κομμουνιστών· όσοι, τέλος, ακολουθώντας το παράδειγμα των πιο συνετών, έμειναν στο σπίτι τους περιμένοντας να ιδούν τι θα γίνει· όλοι, δηλαδή, όσοι βρίσκονται κάτω από την οριζόντια γραμμή, δεν ήταν παρά αυτό: οι απλοί Έλληνες. (Παραλείπω τους λίγους εκείνους, που δεν ήταν παρά απλοί, κοινοί εγκληματίες· αυτούς τους συναντούμε σε κάθε χώρα, τόσο επάνω, όσο και κάτω από τη διαχωριστική γραμμή). Όσο καλά κι αν γνώριζε κανείς τους απλούς Έλληνες πριν από την Κατοχή, δεν υπήρχε καμιά ένδειξη από πριν, που θα του έλεγε ποια θα ήταν η εκλογή του καθενός όταν θα ερχόταν η κρίση. Δεν υπήρξε, πραγματικά, τίποτε που θα τους έκανε να πάρουν μια ορισμένη απόφαση, εκτός μόνο από τις φήμες που έφθαναν στ' αυτιά τους ξεκινώντας πάνω από την οριζόντια γραμμή· και, αφού πήραν απόφαση, δεν υπήρχε και πάλι κανένα σημάδι που να τους ξεχωρίσει από τους φίλους τους στο διπλανό χωριό ή στο διπλανό σπίτι, που είχαν πάρει την αντίθετη απόφαση για τους ίδιους λόγους. Αυτό υποδηλώνει την ανορθόδοξη γνώμη, ότι ο Έλληνας αγρότης στην πραγματικότητα δεν καταλαβαίνει από πολιτική. Είναι αλήθεια, ότι αποτελεί εθνικό του σπορ, αλλά, παρ' όλα αυτά, δεν μπορεί να το διανοηθεί σαν ένα σπορ που παίζεται από ειδικευμένους σ' αυτό, από "επαγγελματίες". Ο ελληνικός όρος "τα πολιτικά" δεν είναι τόσο απλή έννοια όσο φαίνεται· δεν αντιστοιχεί ακριβώς με τον αγγλικό όρο "politics". Από τότε ακόμα που ο Αριστοτέλης αποκάλεσε τον άνθρωπο "πολιτικόν ζώον", η ελληνική αυτή λέξη σήμαινε πάντα κάτι το πλατύτερο απ' αυτό που ονομάζουμε εμείς οι Άγγλοι "πολιτική" (politics). Ο Αριστοτέλης εννοούσε, ότι ο άνθρωπος είναι ένα ζώο που δεν του είναι δυνατό να ζει, παρά μόνο σε κοινωνία, όχι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς (αυτό που ονομάζουμε εμείς) πολιτική. Κατά τον ίδιο τρόπο, ένας Έλληνας στρατιώτης, σήμερα, που αλλάζει τη στρατιωτική στολή του με τα "πολιτικά ρούχα", όπως τα λέει, δεν σημαίνει ότι θέλει μ' αυτό να δείξει, ότι σκοπεύει να αναμιχθεί στην πολιτική (όπως την εννοούμε εμείς)· απλούστατα, φορά τα ρούχα του πολίτη. Ο όρος μάλιστα "πολιτικά" περιέχει κάτι περισσότερο από την πολιτική: περιέχει επίσης τις περισσότερες από τις έννοιες όπου εμείς οι Άγγλοι χρησιμοποιούμε τις λέξεις "social" (κοινωνικός) και "civilian" (του πολίτη ή των πολιτών). Το καθετί που αναφέρεται στον πολίτη εμπεριέχεται στον ελληνικό όρο, που τον αποδίδουμε περίπου στα αγγλικά με τον όρο, "politics". Όσοι δεν παύουν να εξορκίζουν τους Έλληνες να εγκαταλείψουν τη μανία τους για την πολιτική, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να τους ζητούν (με την έννοια που έχει η λέξη στη γλώσσα τους) να πάψουν να ενδιαφέρονται για τον κοινωνικό βίο. Με την πλατειά της έννοια, λοιπόν, η ελληνική πολιτική ανήκει σε όλους: το δικαίωμα να εκφράζει κανείς γνώμη είναι καθολικό. Με τη στενή έννοια, η ελληνική πολιτική ανήκει στους "επαγγελματίες" πολιτικούς, που η θέση τους είναι επάνω από την οριζόντια γραμμή. Αλλά η πλατειά έννοια είναι τόσο πλατειά, τόσο διάχυτη, τόσο απροσδιόριστη, ώστε μια μύηση στην πολιτική του είδους αυτού δεν επαρκεί για να εισχωρήσει κανείς στα μυστικά του πολιτικού παιχνιδιού. Ένας Έλληνας αγρότης, που σκέφτεται μόνο την οικογένειά του και το άγονο κομμάτι της γης που καλλιεργεί, θα ψηφίσει υπέρ των κομμουνιστών, επειδή του έχουν πει ότι θα έρθουν ρωσικά αεροπλάνα και θα σπείρουν τα χωράφια του απ' τον αέρα, έτσι που να μη χρειασθεί ποτέ πια να εργαστεί στη ζωή του. Θα ψηφίσει επίσης υπέρ του βασιλιά, επειδή του έχουν πει, ότι οι Άγγλοι θα γυρίσουν τότε το νερό απ' το νερόμυλο του δημάρχου για να ποτίσει τα σπαρτά του. Θα συνεννοηθεί με τον αδελφό του να ψηφίσουν ο ένας αντίθετα απ' τον άλλο, ώστε να έχουν την εύνοια και των δυο παρατάξεων. Η μόνη του αντίθεση με τον Μεταξά στηριζόταν σε έναν νόμο, που περιόριζε την εκτροφή γιδιών, προς όφελος της αναδασώσεως. Το μυαλό του είναι εύστροφο, αλλά η κρίση του περιορισμένη. Όλα αυτά δεν είναι φανταστικά· είναι πραγματικά δεδομένα, που μπορούν να βοηθήσουν στο να εξηγήσει κανείς, πως συμβαίνει η ιδεολογική σύγκρουση να συγχέεται τόσο γρήγορα με την προσωπική βεντέτα. Digitized by 10uk1s
Αυτή η τεράστια πλειοψηφία, που είχε κοινό γνώρισμα μόνο μια φοβερή άγνοια για το που πήγαινε, για τους κινδύνους που έκλεινε αυτή η άγνοια, για τις επιπτώσεις της στην ατομική ζωή, διαιρέθηκε και οδηγήθηκε σαν τυφλή από τις μειοψηφίες εκείνων που ήξεραν που πήγαιναν. Επειδή οι τελευταίοι αυτοί, στο σύνολό τους, ήταν αποφασισμένοι να μην ανεχθούν αντιπάλους, ο απλός Έλληνας — ο άνθρωπος που κυκλοφορούσε στους δρόμους των πόλεων ή εργαζόταν στα χωράφια ή στις βουνοπλαγιές — δεν ήταν ούτε ελεύθερος να μείνει ήσυχος· ακόμα και η απόφαση να μείνει κανείς στο σπίτι του και να μην κάνει τίποτα ήταν μια θετική στάση με συγκεκριμένες συνέπειες. Ήταν αναγκασμένος να διαλέξει μιαν από τις ηγεσίες που του προσφέρονταν· να γίνει ή συνεργάτης του κατακτητή ή κομμουνιστής ή δημοκρατικός ή ο,τιδήποτε άλλο, ανύποπτος του ότι με την εκλογή του αυτή δεν τελείωνε το ζήτημα· πολλές φορές, με κάποια αμυδρή μόνο υποψία, ότι η μια προτίμηση απέκλειε την άλλη. Παιδικοί φίλοι, που είχαν εξωθηθεί ή παρασυρθεί σε αντίθετες πλευρές, ήταν δύσκολο μερικές φορές να πεισθούν, ότι, με την εκλογή τους αυτή, είχαν μεταβληθεί σε άσπονδους εχθρούς· τόση είναι η απλοϊκότητα των απλών ανθρώπων. Η κάθε εκλογή ήταν εκλογή στην τύχη· τις περισσότερες φορές, άτυχη εκλογή. Πέρα από την ευφράδεια των στρατολόγων, καμιά άλλη πηγή δεν υπήρχε να συμβουλευτεί κανείς, παρά μόνο η ανάγκη να ταχθεί με την πλευρά που νικούσε. Αν όμως υπήρχε κάτι το βέβαιο στην ελληνική πολιτική, αυτό ήταν ότι, όποιος κι αν νικούσε, ο χαμένος θα ήταν αυτός που λέμε εμείς "the poor bloody man in the street" ή, όπως τον αποκαλούν οι Έλληνες, "ο φουκαράς ο λαός". Ένα τυπικό παράδειγμα θα δείξει, μέσα σε μια παράγραφο, πως λειτουργούσε αυτή η αρχή στο σύνολό της. Πρωταγωνιστής είναι κάποιος Νικόλαος Μπέης, βοσκός, κρεοπώλης και μετανάστης στις ΗΠΑ. Ζούσε στο ορεινό χωριό του το 1942, όταν άκουσε ότι Βρετανοί αλεξιπτωτιστές είχαν πέσει στη περιοχή. Είπε στον εαυτό του (αντιγράφω τα λόγια του): "Ο Θεός μας έστειλε Άγγλους απ' τον ουρανό· είναι χρέος μου να πάω να τους βοηθήσω". Όχι μόνο τους βοήθησε· τους έσωσε και τη ζωή. Όταν δεν χρειάζονταν πια τη βοήθειά του, προσχώρησε στο αριστερό αντιστασιακό κίνημα, επειδή ήταν το πρώτο που εμφανίστηκε στην περιοχή. (Αυτοί επικρατούσαν τότε, γι' αυτό κι έπραξε σωστά). Τιμήθηκε με βρετανικό μετάλλιο· του απονεμήθηκε πριν απ' το τέλος της Κατοχής και το φορούσε επιδεικτικά, όταν ακολούθησε τους συντρόφους του στην πορεία κατά της Αθήνας, για να πολεμήσει τους Βρετανούς, τον Δεκέμβριο του 1944. (Δεν ήξερε ποιος επικρατούσε τότε κι αν έκανε καλά ή όχι). Όταν έφθασε στην Αθήνα, παράδωσε το όπλο του στον πρώτο Βρετανό αξιωματικό που συνάντησε επισύροντας ταυτόχρονα την προσοχή του στο παράσημο. (Επικρατούσε η άλλη πλευρά, αυτός όμως και πάλι ήταν εντάξει). Ένα χρόνο αργότερα, έγινε δεκτός στη Βρετανική Πρεσβεία στην Αθήνα και ο ίδιος ο πρεσβευτής του καρφίτσωσε στο στήθος το μετάλλιο. Τη στιγμή που έφευγε απ' το κτίριο της πρεσβείας, ένας αστυνομικός τον αναγνώρισε, σαν καταζητούμενο — ποιος ξέρει γιατί. Την άλλη μέρα βρισκόταν στη φυλακή. (Κάποιοι άλλοι επικρατούσαν, και, επομένως, δεν είχε πράξει σωστά). Ύστερα από βρετανική παρέμβαση, αφέθηκε ελεύθερος σε λίγο. Αλλά η ιστορία του δεν θα τελείωνε εδώ, θα είχε συνέχεια· και είναι η τυπική περίπτωση των συνεπειών της ελληνικής πολιτικής για τον "φουκαρά λαό". Αυτός είναι ο λόγος που, σε κάθε περίοδο ελληνικών εκλογών, ο απλός άνθρωπος του λαού φροντίζει να ψηφίσει την πλευρά που ξέρει ότι θα νικήσει. Ο Νικόλαος Μπέης ξεπερνά τον μέσο όρο εκείνων που βρίσκονται κάτω από την οριζόντια γραμμή, προσφέρεται όμως σαν παράδειγμα. Έτυχε να προσχωρήσει στο κίνημα εκείνο, όπου επικρατούσε η επιρροή των κομμουνιστών, αν και δεν ήταν κομμουνιστής· θα μπορούσε πολύ καλά να είχε συμβεί, κάτω από διαφορετικές περιστάσεις, να είχε καταταγεί στα Τάγματα Ασφαλείας για να πολεμήσει κατά των κομμουνιστών, παρ' όλο που και τότε δεν θα ήταν γερμανόφιλος. Δεν θα ήταν αισθητά διαφορετικός σαν άτομο, αν τα πράγματα έρχονταν διαφορετικά· αλλά σε αισθητό βαθμό διαφορετικά πράγματα θα του συνέβαιναν. Η μοίρα του δεν βρισκόταν στα χέρια του, αλλά στις περιστάσεις που τον έφεραν σ' επαφή με ανθρώπους επάνω από την οριζόντια γραμμή· περιστάσεις που συνδέονταν σε μεγάλο βαθμό με το γεωγραφικό στοιχείο. Αν ζούσε σε μια ορισμένη ορεινή περιοχή, ήταν πιθανότερο να έλθει σ' επαφή με την Digitized by 10uk1s
κομμουνιστική επιρροή πρώτα· αν ζούσε σε άλλη, με την μη κομμουνιστική αντίσταση· αν ζούσε σε πεδινή περιοχή, με τα Τάγματα Ασφαλείας και τις αρχές που συνεργάζονταν με τον κατακτητή κ.ο.κ. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, πάντως, το μέλλον του ήταν εξαρτημένο από τις περιστάσεις και από τις δυνάμεις που βρίσκονταν επάνω από την οριζόντια γραμμή. Περνώντας πάνω από τη γραμμή αυτή, έρχομαι τώρα στις επωνυμίες εκείνες που δηλώνονταν με αρχικά και αποτελούσαν το μόνο που γνώριζε το αγγλόφωνο κοινό σχετικά με το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα. Απόφυγα να τις αναφέρω ως τώρα, για να χαρακτηρίσω ένα προς ένα τα συστατικά τους, πριν περιγράψω τις συνθέσεις που αποτελούσαν. Αφού λοιπόν προσπάθησα ν' αποφύγω τη σύγχυση που προκαλούν αυτά τα αρχικά, πρέπει τώρα να εισχωρήσω βαθιά σ' αυτή την ίδια τη σύγχυση, ακολουθώντας περίπου τη χρονολογική σειρά της εμφανίσεώς τους, που συμβαίνει —πράγμα όχι αφύσικο— να συμπίπτει και με τη σειρά μεγέθους και σπουδαιότητάς τους. Το μέρος κεφαλαίου που ακολουθεί θα καλύψει το κάθε σημαντικό στοιχείο που αφορά τα βουνά, χωρίς να εξαιρέσει ούτε τους αξιωματικούς - συνδέσμους, που έστειλαν οι συμμαχικές κυβερνήσεις για να πάρουν μέρος στην αντίσταση, ούτε τις δυνάμεις των συνεργατών, που εξόπλισαν οι Γερμανοί για να την χτυπήσουν, θα τονίσω μόνο για μια ακόμα — τελευταία φορά, ότι, ενώ τα σχήματα που ακολουθούν εισχωρούν τυπικά κάτω από την οριζόντια γραμμή, μόνο επάνω απ' αυτήν ανταποκρίνονται σε πραγματικές διαφορές.
β) Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και οι δορυφόροι του Το αντιστασιακό κίνημα της άκρας Αριστεράς αποτελούσαν κυρίως δυο οργανώσεις, γνωστές με τις επωνυμίες Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και Εθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός. Στο έξης θα τις αναφέρουμε με τα αρχικά τους, ΕΑΜ και ΕΛΑΣ. Η δεύτερη αυτή επωνυμία, ας σημειωθεί, επειδή είναι όμοια στην προφορά και σχεδόν όμοια στη γραφή με το όνομα της χώρας στα ελληνικά, έκανε εύκολη τη σύγχυση και την ενσωμάτωσή της σε συνθήματα. Όπου δεν είναι απαραίτητο να κάνω διάκριση των ιδιαίτερων ρόλων τους, αλλά πρόκειται μόνο να αναφερθώ στο ευρύτατο σύνολο των μελών τους, θα χρησιμοποιώ την κοινή επωνυμία ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· κι αυτό επειδή, πέρα από τον ιδιαίτερο ρόλο τους, αλλά κι εκεί όχι πάντα, καμιά ουσιαστική διαφορά δεν τα χωρίζει. Το ΕΑΜ ήταν θεωρητικά ένας πολιτικός συνασπισμός, ο ΕΛΑΣ ένας στρατός του λαού· αλλά και τα δυο απηχούσαν τις ίδιες απόψεις και μιλούσαν την ίδια γλώσσα. Μόνο προκειμένου να γίνει διάκριση ανάμεσα σε ένα καθαρά πολιτικό ζήτημα και σε ένα καθαρά στρατιωτικό έχει σημασία να τα ξεχωρίσουμε· και είναι σπάνια μια τέτοια περίπτωση καθαρότητας. Όταν αναφέρομαι σ' αυτές τις δυο οργανώσεις χωρίς να κάνω διάκριση, θα εννοώ μάλλον την ηγεσία, παρά τα απλά μέλη· τους επάνω από τη γραμμή μάλλον, παρά τους κάτω από τη γραμμή. Στη σύγχυση γύρω απ' το σημείο αυτό οφείλονται οι περισσότερες διαφωνίες σχετικά με το ΕΑΜΕΛΑΣ. Όσοι προβάλλουν την κακή πλευρά του κινήματος αυτού εννοούν συνήθως τους ηγέτες, μιλώντας για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· όσοι εξυμνούν τις αρετές του εννοούν συνήθως τη μάζα των μελών του· και, ενώ οι διαφωνούντες πιστεύουν ότι εκφράζουν αντίθετη γνώμη μεταξύ τους, σπάνια συμβαίνει να μιλούν για το ίδιο πράγμα. Ελπίζω, με την πιο πάνω παρατήρηση, να ανασκευάζω αυτή την πλάνη. Η ιδεολογική ταυτότητα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ είναι έξω από κάθε αμφισβήτηση. 22 Θα την προβάλω μόνο σύντομα εδώ, για να δείξω καθαρά τι ήταν αυτό που είχαν κοινό, αφού ο κοινός χαρακτήρας που τα ένωνε είναι το σπουδαιότερο πραγματικό δεδομένο και για τα δυο. Το κοινό αυτό στοιχείο είναι, ότι και τα δυο είχαν δημιουργηθεί και ελέγχονταν από το ΚΚΕ· όχι μόνο κυριαρχούσε σ' αυτά το ΚΚΕ ή τα επηρέαζε ή είχε διεισδύσει στις γραμμές τους, αλλά τα είχε εξ ολοκλήρου δημιουργήσει και τα κρατούσε κάτω από τον αποκλειστικό έλεγχό του. Όταν οι κομμουνιστές κατασκεύασαν το "Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο", κατ' όνομα το άφησαν ανοιχτό σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα θα ήθελε να μετάσχει. Το παρουσίασαν σαν αποτελούμενο από ανεξάρτητα κόμματα, που ήταν όλα μεταμφιέσεις του ΚΚΕ. Δύο μόνο ανεξάρτητα κόμματα Digitized by 10uk1s
είχε κλείσει στους κόλπους του (με το διπλό νόημα που έχει η έκφραση): την Ελληνική Λαϊκή Δημοκρατία (ΕΛΔ) του Τσιριμώκου, που παρέμεινε η βιτρίνα του ΕΑΜ σε όλη τη γερμανική κατοχή· και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΚΕ), που περιλάμβανε στους ηγέτες του μερικά αστέρια πρώτου μεγέθους, όπως ο Στρατής, και πολλούς μικρότερους δορυφόρους, όπως ο Δρακόπουλος. Κανένα από τα δυο αυτά συμπληρώματα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια κατ' όνομα μόνο σύμπραξη ηγετών που συνεργάζονταν σαν άτομα. Δύο χρόνια πέρασαν, ώσπου ν' αντιληφθούν οι οπαδοί της ΕΛΔ που τους είχε οδηγήσει ο Τσιριμώκος· και οι σοσιαλιστές, που το πληροφορήθηκαν ενωρίτερα, διασπάσθηκαν και, έτσι, η Ελλάδα είχε δυο σοσιαλιστικά κόμματα, ένα μέσα στο ΕΑΜ και ένα απ' έξω. Ο Τσιριμώκος και οι συνεργαζόμενοι με το ΕΑΜ σοσιαλιστές εξακολούθησαν να είναι συνοδοιπόροι του, χωρίς να έχουν την παραμικρή αμφιβολία για το ποιους ακολουθούσαν. Από την αρχή, λοιπόν, το ΚΚΕ ήταν ο εγκέφαλος και η ραχοκοκαλιά του ΕΑΜ. Δεν το λέω αυτό σαν κατηγορία κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή του ΚΚΕ· το σπουδαίο είναι να μην κάνω ηθικές κρίσεις, αλλά να φθάσω στην αλήθεια σχετικά με ό,τι τα αφορά. Δεν είναι λοιπόν αυτό, παρά μόνο ένα απ' τα πραγματικά δεδομένα. Υποστηρίχθηκε πολλές φορές 23 από τους επικριτές της βρετανικής πολιτικής στην Ελλάδα, ότι το λάθος μας βρίσκεται στο ότι δεν παρακινήσαμε πατριώτες δημοκράτες να προσχωρήσουν στο συνασπισμό του ΕΑΜ και έτσι να ασκήσουμε ευνοϊκή επίδραση σ' αυτό, πριν περιέλθει στον έλεγχο του ΚΚΕ. Το επιχείρημα αυτό πρέπει μια για πάντα να εγκαταλειφθεί, όταν ληφθεί υπ' όψιν, ότι το πρώτο μέρος του λέει αυτό ακριβώς που προσπάθησε πραγματικά να κάμει η βρετανική πολιτική και ότι το δεύτερο μέρος του περιέχει την πλάνη που εμπόδισε να επιτύχει αυτό. Δεν υπήρξε καμιά περίοδος που το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν είχε περιέλθει ακόμα στον έλεγχο του ΚΚΕ, επειδή δημιουργήθηκε από το ΚΚΕ. Το σημείο αυτό θα αποσαφηνισθεί, αφού περιγράψουμε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ έτσι όπως τα βρήκαν οι πρώτοι εκπρόσωποι των βρετανικών αρχών που ήρθαν σ' επαφή μαζί τους. Το ΕΑΜ ιδρύθηκε, σύμφωνα με τη δική του διαβεβαίωση, που δεν έχουμε λόγους να την αμφισβητήσουμε, στις 27 Σεπτεμβρίου 1941. Η αρχική του σύνθεση δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά δεν αμφισβητείται από κανέναν ότι το ΚΚΕ πήρε την πρωτοβουλία για την ίδρυσή του. Τον πρώτο του χρόνο τον αφιέρωσε στο να οργανώσει τις δραστηριότητές του, σύμφωνα με το κομμουνιστικό σύστημα των πυρήνων, σε όλη την Ελλάδα, καθώς και σε παράνομες εκδόσεις και σε μερικές ανατρεπτικές δραστηριότητες στην Αθήνα, διαμέσου του δορυφόρου EEAM. Τα πιο αξιοσημείωτα αποτελέσματα ήταν μια σειρά από απεργίες που σημείωσαν επιτυχία. Δεν έθεσε σε δράση ένοπλες δυνάμεις έξω απ' την Αθήνα, παρά μόνο από τον επόμενο χρόνο· αλλά το δίκτυο των πυρήνων είχε τόσο αποτελεσματικά οργανωθεί και εξαπλωθεί ώστε, όταν το καλοκαίρι του 1942, εμφανίστηκαν στα βουνά οι πρώτες ανταρτικές ομάδες με την ονομασία ΕΛΑΣ, πολλαπλασιάστηκαν πολύ γρήγορα. Όταν τους ήταν δυνατό, εξαπλώνονταν πέρα από τα όριά τους ή απορροφούσαν όλες τις αντίπαλες ομάδες που συναντούσαν στο δρόμο τους. Το γεγονός αυτό φωτίζει το σκοπό των μονάδων του ΕΛΑΣ, που οι ηγέτες του δεν έβλεπαν τον πόλεμο σαν πόλεμο ανάμεσα σε έθνη, αλλά ανάμεσα σε αντίπαλες ιδεολογίες, που υπήρχαν σε όλα τα έθνη και ονομάζονταν Πρόοδος και Αντίδραση. Αυτό ενθάρρυνε τους προοδευτικούς Έλληνες, όπως ήταν ο ΕΛΑΣ, να χτυπούν τους αντιδραστικούς Έλληνες, όπως ήταν κάθε άλλος. Είχε επίσημα διακηρυχθεί από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ότι, όποιος δεν ανήκε σ' αυτούς, ήταν ipso facto προδότης.24 Ο πόλεμος κατά των Γερμανών ήταν δευτερεύουσα, αν και όχι ασήμαντη, φροντίδα των ηγετών. Για πολλούς οπαδούς τους και νεαρά στελέχη τους, αυτό ισχύει μόνο με την έννοια, ότι δεν ήταν τόσο ελεύθεροι όσο θα ήθελαν να πολεμήσουν τους Γερμανούς, αν και πολλοί απ' αυτούς και το ήθελαν και διάλεγαν την περιοχή για τις πολεμικές τους επιχειρήσεις σύμφωνα με την επιθυμία τους αυτή. Οι κυριότερες περιοχές ήταν οι οροσειρές που εκτείνονται με κατεύθυνση βορειοδυτική από την Αθήνα ως τα βόρεια σύνορα και είναι γνωστές με τις τοπικές ονομασίες Ρούμελη, Θεσσαλία και Μακεδονία. Μόνο η βορειοδυτική γωνιά της Ελλάδας (η Νότιος Ήπειρος) και η νότια χερσόνησος (η Πελοπόννησος) ήταν προς το παρόν νεκρή ζώνη γι' αυτούς. Όλα αυτά γράφονται από πληροφορίες εκ των υστέρων, επειδή, ως το σημείο αυτό, δηλαδή τέλη του καλοκαιριού του 1942, κανένας άλλος Άγγλος δεν είχε δει τους αντάρτες, εκτός μόνο από μερικούς αιχμαλώτους που δραπέτευαν και κατέφευγαν κοντά τους. Digitized by 10uk1s
Αυτή ήταν η κατάσταση με το ΕAM-ΕΛΑΣ, όταν συναντήθηκε μαζί του η πρώτη επίσημη βρετανική αποστολή, τον Οκτώβριο του 1942. Ίσως πολλοί από τους Άγγλους, που γνώρισαν πρώτοι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τις μακρινές εκείνες μέρες ή ακόμα κι αργότερα στη διάρκεια της Κατοχής, δεν θυμούνται πώς και πότε αντιλήφθηκαν ότι το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο του ΚΚΕ. Στην αρχή, τους κίνησαν την περιέργεια ορισμένα ασήμαντα πράγματα: ο ρωσικός τρόπος χαιρετισμού και παρουσιάσεως όπλων· το σύστημα διοικήσεως στον ΕΛΑΣ, κάτω από μια τριμελή επιτροπή, που το ένα μέλος της ήταν πάντα ένας πολιτικός σύμβουλος· η συνήθεια των επίλεκτων του ΕΛΑΣ να φορούν μαύρο γούνινο σκούφο, όπως οι Ρώσοι κοζάκοι· το ότι στον παράνομο τύπο του ΕΑΜ κυριαρχούσε η κομμουνιστική προπαγάνδα· η στερεότυπη θέση σε κάθε συνομιλία για ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του πολέμου, ως τη στιγμή που αναμίχθηκε σ' αυτόν η ΕΣΣΔ. Μερικά γενικά γνωρίσματα των κομμουνιστικών μεθόδων ήταν αλάθητα σημεία: η πίστη στη βία, όχι μόνο σαν δικαιολογημένο μέσο για έναν σκοπό, αλλά σαν κάτι το ευπρόσδεκτο αυτό καθαυτό· ο ισχυρισμός μιας ολιγάριθμης κλίκας ότι εκπροσωπούσε την πραγματική θέληση του λαού, όποια γνώμη κι αν είχε ο λαός για το αντίθετο· η "σιδερένια πειθαρχία, η επιβαλλόμενη από μια κεντρική επιτροπή με πλατειές δικαιοδοσίες", αρχή που είχε προτείνει ο Τρότσκυ σαν βασική και αναγκαία· ακόμα και αυτή η τεχνική του "λαϊκού μετώπου". Όλα αυτά, όμως, έστω και σαν άθροισμα, δεν αποτελούσαν παρά μια απλή πηγή ανησυχίας και αμηχανίας, αφού οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ διαβεβαίωναν, ότι οι γραμμές τους ήταν ανοιχτές στον καθένα, ακόμα και στους βασιλόφρονες. Το ότι όμως παρουσίαζαν ένα κάποιο δείγμα βασιλόφρονα για εξέταση, δεν διασκέδαζε πάντα τις αμφιβολίες. Τελικά, δημιουργήθηκε η πεποίθηση, ότι το ΚΚΕ ήταν η ιθύνουσα δύναμη πίσω από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· και, μαζί με την πεποίθηση αυτή, ήρθε η αμφιβολία σχετικά με τους σκοπούς εκείνων που τόσο κοπίαζαν ν' αποκρύψουν το γεγονός. Οι αποκαλύψεις, που έκαμαν να γεννηθεί η βεβαιότητα στο νου των πρώτων Βρετανών παρατηρητών στην Ελλάδα, ενισχύουν τη θέση που διατυπώσαμε πιο πάνω, ότι δεν υπήρξε καμιά περίοδος πριν το ΚΚΕ επιβάλλει τον έλεγχό του στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και, επομένως, καμιά περίοδος όπου η βρετανική πολιτική θα μπορούσε να προλάβει τον κομμουνιστικό έλεγχο. Δεν θα μπορούσαν βέβαια οι βρετανικές αρχές να το είχαν κάμει αυτό, πριν έρθουν σ' επαφή με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αλλά και αν ακόμα είχαν έρθει σ' επαφή απ' την πρώτη μέρα της ιδρύσεώς του, και τότε πάλι θα ήταν πολύ αργά. Το ζήτημα δεν είναι ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ το αποτελούσαν αποκλειστικά κομμουνιστές· είναι το ότι η ηγεσία του ελεγχόταν αποκλειστικά από κομμουνιστές. Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Για παράδειγμα, οι πρώτοι Άγγλοι στη Ρούμελη γνώρισαν πολλούς αντάρτες του ΕΛΑΣ που έδειξαν αληθινή χαρά για τη συνάντησή τους· αλλά μόνο τρία πρόσωπα συνάντησαν, που είχαν στα χέρια τους τη διοίκηση του ΕΛΑΣ. Τα τρία αυτά πρόσωπα ονομάζονταν Άρης Βελουχιώτης, Πελοπίδας και Τάσος Λευτεριάς· και τα τρία αυτά ονόματα ήταν ψευδώνυμα και ήταν κι οι τρεις αυτοί μέλη του ΚΚΕ. Οι πρώτοι Άγγλοι στη Θεσσαλία συνάντησαν την ίδια αντίφαση. Οι ηγέτες ονομάζονταν Καραγιώργης, Γιώργης Κίσσαβος και Κόζακας· και τα τρία ονόματα ήταν ψευδώνυμα και ήταν κι οι τρεις μέλη του ΚΚΕ. Οι πρώτοι Άγγλοι στη Μακεδονία είχαν την ίδια εμπειρία. Οι ηγέτες ονομάζονταν Κικίτσας, Μάρκος Βαφειάδης και Λαζάνης· και οι τρεις αυτοί έχουν το εξής ξεχωριστό στοιχείο, ότι, το 1947, τα ονόματά τους ήταν ανάμεσα στα ονόματα των ηγετών μιας νέας εξεγέρσεως στη Μακεδονία κατά της κυβερνήσεως της Αθήνας. (Απ' όλους, μόνο ο Κικίτσας δεν ήταν ίσως τότε κομμουνιστής). Ο πρώτος Άγγλος, που στάλθηκε απ' τα βουνά στην Αθήνα 25 γνώρισε έξη εκπροσώπους της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΕΑΜ, σε δυο συσκέψεις, τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 1943· και στις δυο συσκέψεις, δυο μόνο απ' όλους μίλησαν. Τα ονόματά τους ήταν Ανδρέας Τζήμας και Γιώργης Σιάντος· και ήταν κι οι δυο μέλη του ΚΚΕ. Τις ίδιες εμπειρίες αποκόμισε και κάθε άλλος Βρετανός αξιωματικός, που ήρθε στην Ελλάδα στη διάρκεια της Κατοχής. Ένα άλλο κοινό στοιχείο αυτών των εμπειριών ήταν, ότι όλοι οι Digitized by 10uk1s
κομμουνιστές που γνώρισαν κάτω απ' αυτές τις περιστάσεις αρνούνταν ότι ήταν κομμουνιστές, ώσπου το πράγμα αποκαλύφθηκε με άλλα μέσα. Τα μόνα πρόσωπα, που η κομμουνιστική τους ιδιότητα είχε δηλωθεί από την αρχή ήταν ο Άρης Βελουχιώτης κι ο Σιάντος. Η απόλυτη και χωρίς διακρίσεις μυστικότητα θα ήταν δικαιολογημένη σαν μέτρο ασφάλειας· αλλά η μερική και με διακρίσεις μυστικότητα κρύβει πρόθεση εξαπατήσεως. Οι υποψίες που γεννούσε αυτό πολλαπλασιάζονταν, όσο ανακαλύπτονταν κι άλλες μεταμφιέσεις του ΚΚΕ. Η ροπή του κόμματος προς την ανωνυμία το έκανε σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητο από προσωπικές ιδιοσυγκρασίες, έτσι που να είναι δύσκολο να το χαρακτηρίσει κανείς παρουσιάζοντας απλά και μόνο ορισμένα άτομα. Τα άτομα υπολογίζονται στο ΚΚΕ, αλλά μόνο στα παρασκήνια. Για παράδειγμα, ύστερα από την απελευθέρωση της Ελλάδας, ξέσπασε δογματική διαμάχη, το 1945, ανάμεσα σε δυο αντίπαλους, που είχαν αναδειχθεί και οι δυο στο αξίωμα του γενικού γραμματέα του κόμματος· αλλά η διαμάχη αυτή δεν έγινε γνωστή στο κοινό. Για το κοινό, υπάρχει ένα μόνο δόγμα του ΚΚΕ, ένα μόνο ορθόδοξο σχήμα, μια και μόνη κομματική γραμμή: μια, τουλάχιστο, την κάθε φορά. Παρ' όλο όμως ότι αυτή η ανωνυμία κάνει δύσκολη την επισήμανση της ταυτότητας του κομμουνιστικού Πρωτέα πίσω από τις διάφορες μορφές του με την παρουσίαση και μόνο ατόμων, η ταυτότητά του προδίνεται από την ομοιότητα στους τρόπους, τη συμπεριφορά, την ομιλία, τη σκέψη, ομοιότητα που, για το έμπειρο μάτι, είναι αλάθητο σημάδι. Έχοντας αυτό σαν οδηγό, μπορούμε να ιδούμε πίσω από τις μεταμφιέσεις του ΚΚΕ που ακολουθούν. Το πιο αξιόλογο παράρτημα ήταν το ΕΕΑΜ, που το συναντήσαμε κιόλας στην Αθήνα. Η οργάνωση αυτή των εργατικών συνδικάτων είχε τη δικαιοδοσία να προτείνει ένα μέλος για την Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ και το προνόμιο αυτό διατηρήθηκε ακόμα και όταν το καθαρά κομμουνιστικό τμήμα του ΕΕΑΜ αναδιοργανώθηκε στον ΕΡΓΑΣ, μετά την απελευθέρωση. Ο εκπρόσωπός του αυτός ήταν συνήθως ο Θέος, αλλά τον υποκατέστησε σιγά - σιγά ο Παπαρρήγας. Το δεύτερο παράρτημα είναι η ΕΑ, η Εθνική Αλληλεγγύη (που μπορεί ίσως στα αγγλικά να αποδοθεί καλύτερα σαν "National Co-operative"). Ήταν μια οργάνωση αλληλοβοήθειας, που είχε προορισμό την περίθαλψη θυμάτων του πολέμου και ιδιαίτερα χωρικών, που τα σπίτια τους είχαν καταστραφεί από γερμανικά αντίποινα. Ένα μέρος του έργου της ήταν αξιέπαινο, αν και είχε την τάση να κάνει διακρίσεις υπέρ των μελών του ΕΑΜ, πράγμα που την έκανε δύσκολο συνεργάτη των αντίστοιχων βρετανικών υπηρεσιών. Έτσι, ενώ ένας Βρετανός εκπρόσωπος θα έδινε οικονομική βοήθεια σε θύματα ανάλογα με τις ανάγκες τους, η ΕΑ θα συγκέντρωνε το χρηματικό ποσό και θα το μοίραζε ανάλογα με την κομματική αφοσίωση. Εκείνους που δεν έπαιρναν αρκετά, τους συμβούλευαν να παραπονεθούν στους Βρετανούς· και, ιδιαίτερα, όταν με τον καιρό, έγινε δυνατό, στους Αμερικανούς. Το τρίτο παράρτημα ήταν η ΟΠΛΑ (Ομάδες Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα) που συνδύαζε για το ΚΚΕ τις αρμοδιότητες της Γκεστάπο και των SS. Η επωνυμία της είχε το πλεονέκτημα, προκειμένου για τη χρησιμοποίησή της σε λαϊκά συνθήματα, να είναι όμοια με την ελληνική λέξη "όπλα". Η αντίστοιχή της –τέταρτη- οργάνωση, που φαινόταν στην επιφάνεια, ήταν η ΕΠ, η Εθνική Πολιτοφυλακή, που ιδρύθηκε προς το τέλος της γερμανικής κατοχής, για να εξασφαλίσει τη δημόσια τάξη, όπως την αντιλαμβανόταν το ΚΚΕ. Η αξίωση που διατυπώθηκε να διαλυθεί αυτό το σώμα, τον Δεκέμβριο του 1944, ήταν ένας από τους άμεσους λόγους που προκάλεσαν την έκρηξη της εξεγέρσεως στην Αθήνα. Το πέμπτο παράρτημα ήταν η ΕΠΟΝ, η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων. Η επωνυμία αυτή ήταν μια κακή παρήχηση της επωνυμίας του ελάχιστα αγαπητού εκείνου δημιουργήματος του Μεταξά, της EON. Δεν είναι παράξενο που ο πρόεδρος της ΕΠΟΝ, ο καθηγητής Γεωργαλάς, ήταν επίσης ηγετικός παράγοντας της EON.
Digitized by 10uk1s
Το τελευταίο παράρτημα, μια μικρότερης σημασίας παραφυάδα του ΕΛΑΣ, ήταν το ΕΛΑΝ. το Εθνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό, που πρόσφερε μικρή άλλα θετική συμβολή με εξοπλισμένα καΐκια, κυρίως στον Κορινθιακό Κόλπο. Δυο άλλες ακόμα επωνυμίες πρέπει να εξετασθούν εδώ. Αποτελούν και οι δυο εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις. Όσες αναφέρθηκαν σε προηγούμενες παραγράφους, αφορούσαν οργανώσεις τυπικά υποδεέστερης τάξεως, υπαγόμενες στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ελεγχόμενες απ' αυτό. Από τις δυο όμως αυτές που θα εξετασθούν εδώ, η μια ήταν οργάνωση τυπικά ανώτερης τάξεως, έχοντας κάτω από τη δικαιοδοσία της αυτό το ίδιο το ΕΑΜ και τις διακλαδώσεις του· η άλλη ήταν μια οργάνωση, που το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αφού βοήθησε στην ίδρυσή της, αποδείχτηκε ανίκανο να κρατήσει κάτω από τον έλεγχό του. Η πρώτη ονομαζόταν ΠΕΕΑ, Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως· ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 1944 σαν σκιώδης κυβέρνηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και σαν αντίπαλη των άλλων κυβερνήσεων που υπήρχαν. Η δεύτερη ονομαζόταν ΣΝΟΦ και ήταν το αντίστοιχο του ΕΑΜ ανάμεσα στους Σλαβομακεδόνες ελληνικής εθνικότητας. Η ιδέα του σχηματισμού της ρίχτηκε πρώτη φορά και ανεπίσημα σε μια συνάντηση εκπροσώπων όλων των παρτιζάνων των Βαλκανίων σε ελληνικό έδαφος, το καλοκαίρι του 1943· αλλά η επωνυμία ΣΝΟΦ ακούστηκε μόνο πολλούς μήνες αργότερα. Η οργάνωση αυτή υπαγόταν θεωρητικά στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ Μακεδονίας, αποδείχτηκε όμως απρόθυμη να πειθαρχήσει στην ελληνική αντίσταση και επανειλημμένα δήλωσε την προτίμησή της να τεθεί κάτω από την ηγεσία του τιτοϊκού ηγέτη στη Μακεδονία Τέμπο. Τον Νοέμβριο κιόλας του 1943, ο τιτοϊκός "Ραδιοσταθμός Ελεύθερη Γιουγκοσλαβία" μετέδωσε ένα μήνυμα πίστεως ενός Νοτιομακεδόνα ηγέτη· το τμήμα της ΣΝΟΦ, που διοικούσε ένας Μακεδόνας γνωστός με το όνομα Γκότσι και Γκότσεφ απειθάρχησε στον ΕΛΑΣ σε τρεις τουλάχιστο περιπτώσεις. Γι' αυτούς τους σλαβόφωνους ήταν πιο φυσικό να είναι εθνικιστές παρά αφοσιωμένοι κομμουνιστές όσο το τμήμα τους της Μακεδονίας εξακολουθούσε να παραμένει ελληνικό. Τη δραστηριότητα των περισσοτέρων απ' αυτές τις οργανώσεις, θα την συναντήσουμε αμέσως στα επόμενα. Θα προκαλούσε σύγχυση αν λέγαμε εδώ τίποτα περισσότερο, από το ότι αποτελούν όλες διαφόρους βαθμούς εκδηλώσεως της δραστηριότητας του ΚΚΕ. Η διαφορά αυτού του βαθμού εκδηλώσεως δεν σημαίνει ότι ήταν αντίστοιχα διαφορετικός ο βαθμός του κομμουνιστικού ελέγχου· σημαίνει μόνο, ότι διέφερε η αναλογία των κομμουνιστών στη σύνθεσή τους. Οι κομμουνιστές έθεταν κάτω απ' τον έλεγχό τους κάθε σώμα όπου εισχωρούσαν· αν δεν κατόρθωναν να εξασφαλίσουν τον έλεγχό του, το διασπούσαν. Αλλά δεν ήταν απαραίτητο πάντα να έχουν ακόμα και την αριθμητική υπεροχή σε μια επιτροπή που ασκούσε τον έλεγχο και ακόμα λιγότερο στην πειθαρχημένη μάζα των μελών. Στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, η αριθμητική τους αναλογία ήταν πολύ μικρή· στον έλεγχο των καθοδηγητικών θέσεων ("πόστων"), η αναλογία κυμαινόταν από τα δύο τρίτα (για παράδειγμα, στα περισσότερα αρχηγεία του ΕΛΑΣ ως και σ' αυτούς ακόμα τους ουλαμούς) ως το εκατό τα εκατό. Για να ξαναγυρίσουμε στην οριζόντια διαχωριστική γραμμή, που διαπερνούσε ολόκληρη την ελληνική ζωή, μπορούμε να περιγράψουμε ως εξής την οργανωτική δομή του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ: μέσα στην κατακόρυφη υποδιαίρεση που αποτελούσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, το ποσοστό του ΚΚΕ κάτω από την οριζόντια γραμμή ήταν μικρό· επάνω από την οριζόντια γραμμή, ήταν μεγάλο, αν όχι απόλυτη πλειοψηφία, σε σύγκριση με όλα τα άλλα συστατικά στοιχεία. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, όπου μπορούσαν να βρουν συνοδοιπόρους, για να τους αντικαταστήσουν στο έργο τους, ώστε να φαίνεται πιο αξιόπιστο, η αριθμητική αναλογία τους έπεφτε ακόμα πιο χαμηλά. Στο ΕΕΑΜ, η αναλογία τους ήταν τέσσερα δέκατα πέμπτα, στην ΠΕΕΑ, ήταν ίσως μόλις το ένα πέμπτο. Αυτή η αριθμητική αναλογία δεν είχε καμιά σχέση με την άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας. Μπορεί να φαίνεται με πρώτη ματιά απίστευτο, το ότι είναι δυνατό μια πλειοψηφία να κυριαρχείται από μια μειοψηφία· αντικειμενικός σκοπός όμως αυτού του βιβλίου είναι να κάμει να φανεί λιγότερο απίστευτο αυτό το απίστευτο. Μπορούμε να το φωτίσουμε καλύτερα με μια παρομοίωση: τα μη κομμουνιστικά μέλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχαν τεράστια αριθμητική υπεροχή απέναντι στα κομμουνιστικά, ακριβώς όπως τα κλαδιά που χρησιμοποιούνται για το άναμμα μιας φωτιάς είναι ασύγκριτα περισσότερα απ' το σπίρτο που τους βάζει φωτιά. Digitized by 10uk1s
Αν όλα αυτά τα κατόρθωνε μια μικρή μειοψηφία, τότε, τη μειοψηφία αυτή πρέπει να την αποτελούσαν πρόσωπα με εκπληκτικές ικανότητες. Αυτό δεν είναι κάτι που μπορεί εύκολα να φωτιστεί. Αναφέραμε ως τώρα μερικά μόνο ονόματα της μειοψηφίας που είχε στον έλεγχό της το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αλλά τα περισσότερα ήταν ψευδώνυμα. Δεν έχει μεγάλη σημασία αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι γνωστά με τα πραγματικά τους ονόματα, αφού η κοινή ιδιότητά τους ήταν εκείνο που είχε σημασία για το ΚΚΕ. Αλλά δεν μας εμποδίζει αυτό να τους αναγνωρίσουμε ατομικές αρετές. Μπορούμε ωστόσο, να ξεχωρίσουμε τα πρόσωπα που ακολουθούν αμέσως πιο κάτω, έστω και με τα ψευδώνυμά τους, σαν τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του ελληνικού κομμουνισμού. Ο Γιώργης Σιάντος ήταν γενικός γραμματέας του ΚΚΕ στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, αναπληρώνοντας τον Νίκο Ζαχαριάδη, που ήταν κρατούμενος σε γερμανικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως· και, παρ' όλο που ήταν κι οι δυο ικανοί άνδρες, η εναλλαγή τους στην αρχηγία προκάλεσε κάποια κακοδιοίκηση ύστερα απ' την επάνοδο του Ζαχαριάδη σ' αυτήν, τον Ιούνιο του 1945, τουλάχιστο ως το θάνατο του Σιάντου, τον Μάιο του 1947. Ο Άρης Βελουχιώτης (που το πραγματικό του όνομα ήταν Θανάσης Κλάρας) ήταν η πολεμική μεγαλοφυία του ΕΛΑΣ· αλλά, αν και πήρε μέρος στην ανατίναξη της οδογέφυρας του Γοργοπόταμου στις 25-26 Νοεμβρίου 1942, οι περισσότερες από τις άλλες πολεμικές επιχειρήσεις του στρέφονταν κατά αντιπάλων Ελλήνων και έχασε τη ζωή του σε μάχη στα πλαίσια εμφυλίου πολέμου στις 16 Ιουνίου 1945. Απ' τους άλλους κομμουνιστές πολεμικούς ηγέτες, κανένας δεν διακρίθηκε ιδιαίτερα σε επιχειρήσεις κατά των Γερμανών· δυο όμως απ' αυτούς στη Μακεδονία, ο Μάρκος Βαφειάδης κι ο Λαζάνης, κι ένας Θεσσαλός, ο Γιώργης Κίσσαβος, απόκτησαν αναδρομική αίγλη, όταν βρέθηκαν επικεφαλής του νέου αντάρτικου, το 1946-48. Από τους πολιτικούς ηγέτες, οι πιο γνωστοί στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ήταν ο Αντρέας Τζήμας (Μακεδόνας στην καταγωγή) και η γυναίκα του, ο Πέτρος Ρούσος, ο Ζεύγος, ο νομομαθής Πορφυρογένης, ο αγροτικός ηγέτης Γαβριηλίδης, ο δημοσιογράφος -διανοούμενος Νίκος Καρβούνης και ο καθηγητής Δεσποτόπουλος· ύστερα όμως απ' το 1944, όλοι αυτοί έχασαν έδαφος (ο Ζεύγος μάλιστα έχασε και τη ζωή του, θύμα δολοφονίας, τον Μάρτιο του 1947) και προωθήθηκαν άλλοι: συγκεκριμένα, οι Ιωαννίδης, Παρτσαλίδης, Χρύσα Χατζηβασιλείου (σύζυγος του Πέτρου Ρούσου), Παπαρρήγας και Θέος. Όλοι τους έχουν κοινά ορισμένα αλάθητα γνωρίσματα, από τα οποία τα κυριότερα ήταν η αδιάλλακτη ακαμψία, η φιλοδοξία και ένα ισχυρό αισθητήριο για ασφαλή συνωμοτική δράση· οι περισσότεροι απ' αυτούς είναι επίσης πιστοί στη Μόσχα. Ορισμένα συμπεράσματα είναι δυνατά τώρα, γύρω από τις δραστηριότητες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και των δορυφόρων του κατά την Κατοχή. Γίνεται φανερό γιατί το ΚΚΕ, παράνομο από πολλά χρόνια και χωρίς μεγάλη επιρροή στο λαό, έκρινε φρόνιμο να καλύπτεται κάτω από διάφορα σχήματα. Γίνεται φανερό γιατί η γερμανική κατοχή ήταν φυσικό να δώσει μια ισχυρή ώθηση, προκειμένου για την οργάνωση αντιστάσεως, σε ένα κόμμα που ήταν κιόλας εξοικειωμένο με την παράνομη δράση απ' την περίοδο μιας εχθρικής γι' αυτό δικτατορίας. Γίνεται φανερό πόσο εύκολο ήταν για το ΚΚΕ να προσελκύσει στις πατριωτικές οργανώσεις του μια μεγάλη μερίδα πατριωτών ανάμεσα στον ελληνικό πληθυσμό, που είχαν αισθανθεί αρκετή ταπείνωση από την εθνική τραγωδία, ώστε να επωφεληθούν από την πρώτη ευκαιρία για να συμβάλουν στην εθνική αναγέννηση. Εκείνο που δεν μπορεί να γίνει τόσο φανερό είναι το γιατί, αν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν παρά ένα κάλυμμα του ΚΚΕ, οι μη κομμουνιστές, που προσχώρησαν σ' αυτό για πατριωτικούς λόγους, παρέμειναν στις γραμμές του όταν αποκαλύφθηκε σιγά - σιγά ο αληθινός του χαρακτήρας. Δεν είναι εύκολη η απάντηση στο ερώτημα αυτό, προκειμένου για όσους βρίσκονταν κάτω από την οριζόντια γραμμή. Πολλά και διάφορα, άσχετα το ένα με το άλλο και αρκετά ικανοποιητικά επιχειρήματα είναι δυνατό να προβληθούν. Πρώτα απ' όλα, πολλοί απ' αυτούς δεν αντιλήφθηκαν ποτέ τον πραγματικό χαρακτήρα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· εξακολουθούσαν, απλούστατα, να πιστεύουν στην προπαγάνδα με την οποία είχαν γαλουχηθεί· απέρριπταν κάθε ιδέα ότι μπορούσε να ήταν ανειλικρινής, επειδή αυτή ήταν η πιο εύκολη απάντηση. Κατά δεύτερο λόγο, πολλοί απ' αυτούς κατέχονταν από δυο ειδών φόβο. Το ένα είδος ήταν ο φόβος του όρκου, για τον όποιο κάθε Digitized by 10uk1s
Έλληνας αισθάνεται έναν σεβασμό που του είναι φυσικός· και ο όρκος που έδιναν οι νεοσύλλεκτοι στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε μεγάλη δύναμη και δεν επιδεχόταν συμβιβασμούς, ήταν τέτοιος που να βρίσκει απήχηση στον αρχικό τους ενθουσιασμό και να μην ενθαρρύνει αποστασίες αργότερα. Το άλλο είδος ήταν ο φόβος μπροστά στην άκαμπτη και ανεξήγητη συμπεριφορά των κομμουνιστών σε ζητήματα πειθαρχίας· ο Άρης Βελουχιώτης, για ν' αναφερθούμε μόνο σ' αυτόν, ήταν γνωστό ότι πυροβόλησε ο ίδιος και σκότωσε έναν απ' τους ανθρώπους του, επειδή έκλεψε μια κότα· περιττό να πούμε πόση ήταν η σκληρότητα για το πολύ πιο φοβερό αδίκημα της προδοσίας. Τρίτο, η ιδιότητα του μέλους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έδινε στον απλό Έλληνα την ευκαιρία να κάμει πράγματα που μάταια λαχταρούσε από καιρό, να γίνει κάτι, κάποιος, που ποτέ δεν μπόρεσε να είναι, στο παρελθόν. Μερικές από τις ευκαιρίες αυτές είχαν σχέση με την επίδειξη: να υπερέχει απέναντι σ' εκείνους που είχαν προτιμήσει να μείνουν στο σπίτι τους, να περιφέρεται με τη γραφική αντάρτικη εμφάνισή του· να εκδικείται τους προσωπικούς εχθρούς του κατά την επίταξη προμηθειών, να κάνει διακρίσεις σε βάρος τους κατά την επιβολή καθηκόντων στους κατοίκους της κοινότητας· να είναι σίγουρος για τον εαυτό του και ισχυρός και υπερήφανος, αντί να είναι μια ταπεινή, ασήμαντη ύπαρξη. Άλλες όμως ευκαιρίες είχαν ευγενικό, ανώτερο χαρακτήρα, ιδιαίτερα η ευκαιρία που του δινόταν να πολεμήσει τον κατακτητή, πράγμα που, αν και σε δεύτερη μοίρα, δεν το αμελούσε ποτέ το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Τέταρτο, ό,τι κι αν είχαν να πουν οι πλούσιοι, οι κατέχοντες αξιώματα, ακόμα και η Εκκλησία, γεγονός είναι ότι ο κομμουνισμός ασκεί μια εντελώς δική του φυσική έλξη στους φτωχούς, τους αδικημένους, εκείνους που έχουν παράπονα κατά της κοινωνίας, όπως ήταν πολλοί Έλληνες αυτής της κατηγορίας. Αν οι κομμουνιστές δεν έχαναν το λογικό τους στα τέλη του 1944, θα μπορούσε να είχαν νικήσει και να είχαν κρατήσει την πλειοψηφία του πληθυσμού με το μέρος τους, για τον τελευταίο αυτό λόγο και μόνο. Παρ' όλο ότι οι λόγοι αυτοί εξηγούν γιατί το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ διατήρησε την επιρροή του στις μάζες παρά τις οποιεσδήποτε διαψεύσεις, δεν είναι αρκετοί να εξηγήσουν την επιδοκιμασία του και από τους περισσότερο πληροφορημένους και καλλιεργημένους Έλληνες. Το ότι στα μέλη που βρίσκονταν επάνω από την οριζόντια γραμμή περιλαμβάνονταν πολλοί διανοούμενοι και πατριώτες δημοκράτες δεν επιδέχεται αντίρρηση· όπως επίσης είναι αναντίρρητο, ότι όλοι αυτοί χωρίς εξαίρεση διαπίστωσαν αργά ή γρήγορα την πραγματική σχέση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με το ΚΚΕ. Εκείνο που χρειάζεται μια εξήγηση είναι όχι μόνο το ότι οι περισσότεροι απ' αυτούς (όχι όλοι, πάντως) εξακολούθησαν να παραμένουν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ παρά τη διαπίστωση αυτή· αλλά και το ότι, από το 1943 ως το 1946, τα δημοκρατικά στοιχεία στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, επάνω από την οριζόντια γραμμή, πληθύνονταν σταθερά. Αυτό θα φανεί καθαρά με την παράθεση μερικών ονομάτων. Στο πρώτο εξάμηνο του 1943, οι μόνοι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που μου ήταν γνωστοί εξ όψεως ή εξ ονόματος ήταν οι παρακάτω εννιά: Σιάντος, Τζήμας, Καρβούνης, Ρούσος, Δεσποτόπουλος, Κλάρας (Άρης Βελουχιώτης), Γυφτοδήμος (Καραγιώργης), Βλαχόπουλος και Τσιριμώκος. Όλοι, εκτός απ' τον τελευταίο, ήταν κομμουνιστές· όσο γι' αυτόν, τον τελευταίο, ποτέ, όσο ήμουν παρών, δεν διατύπωσε ανεξάρτητη γνώμη. Την εποχή εκείνη, καμιά αξιόλογη στρατιωτική προσωπικότητα δεν είχε προσχωρήσει ακόμα στον μάχιμο ΕΛΑΣ. Στους δώδεκα μήνες που ακολούθησαν (από τα μέσα του 1943 ως τα μέσα του 1944) σημειώθηκε σημαντική προσέλευση πολιτικών και στρατιωτικών προσωπικοτήτων στο πλευρό (όχι όμως πάντα και στις γραμμές) του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι κυριότεροι από τους πολιτικούς ήταν οι: Σβώλος, Ασκούτσης, Αγγελόπουλος και Χατζήμπεης· όλοι αυτοί έγιναν μέλη της κυβερνήσεως των βουνών, που συγκροτήθηκε τον Μάρτιο του 1944 με την ονομασία ΠΕΕΑ. Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η αθρόα προσέλευση δημοσίων λειτουργών και ανθρώπων της επιστήμης και του πνεύματος· γιατρών, όπως ο Κόκκαλης· εκπαιδευτικών, όπως ο καθηγητής Γεωργαλάς· διανοουμένων, όπως ο Ρώτας, ο μεταφραστής του Σαίξπηρ· ακόμα και ανωτέρων κληρικών, όπως οι επίσκοποι Κοζάνης και Ηλείας. Ανοιχτή προσχώρηση ή καλυμμένη συμπάθεια εκδήλωσαν τέσσερις από τους ικανότερους στρατηγούς του τακτικού στρατού, οι: Σαράφης, Μπακιρτζής, Μάντακας και Οθωναίος· μαζί μ' αυτούς και αμέτρητοι αξιωματικοί του τακτικού στρατού με μικρότερους βαθμούς, που δεν ήταν διατεθειμένοι να διακυβεύσουν τη σταδιοδρομία τους. Η προσέλευση του Σαράφη έδωσε τη δυνατότητα στον ΕΛΑΣ, τον Ιούλιο του 1943, να συγκροτήσει ένα υπολογίσιμο Γενικό Επιτελείο, που η μόνη του ανωμαλία ήταν ότι, αντί να έχει Digitized by 10uk1s
έναν αρχηγό, είχε τρεις: ο Σαράφης ήταν ο στρατιωτικός αρχηγός, ο Άρης Βελουχιώτης ο λαϊκός ηγέτης (ο καπετάνιος, όπως λεγόταν) και ένα τρίτο πρόσωπο, όχι πάντα το ίδιο (πάντα όμως κομμουνιστής), ήταν ο πολιτικός σύμβουλος. Το κύρος που έδινε σ' αυτό η παρουσία του Σαράφη προσέλκυσε κι άλλους ακόμα αξιωματικούς του τακτικού στρατού στον ΕΛΑΣ· και η δική τους προσέλευση, με τη σειρά της, μεγάλωσε το πολιτικό κύρος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο σύνολό του. Η διαδικασία δηλαδή ήταν αριθμητική αύξηση και αυτοπροώθηση. Και ήταν επίσης εντυπωσιακό το φαινόμενο, αφού οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητα πρόσωπα· έκλειναν στις γραμμές τους ένα μέρος από ό,τι καλύτερο είχε ο ελληνικός δημοκρατικός κόσμος. Δεν είναι όμως οι τελευταίοι που προσχώρησαν. Σημειώθηκαν ακόμα πιο σπουδαίες εξελίξεις στη συνέχεια. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, μετά την αποκάλυψη του ΚΚΕ και μετά την αποτυχία της εξεγέρσεως του Δεκεμβρίου του 1944, η υπόθεση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (αν και όχι, και πάλι, με την έννοια οπωσδήποτε της προσχωρήσεως μελών) εξακολούθησε να προσελκύει οπαδούς από τον μορφωμένο δημοκρατικό κόσμο. Τα περισσότερα από τα πρόσωπα που αναφέραμε στην αρχή σαν ενεργά μέλη του αντιστασιακού κινήματος στην Αθήνα μετακινήθηκαν ακόμα πιο κοντά στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μετά το 1944, ενώ προηγούμενα ανήκαν σε άλλες οργανώσεις, που βρίσκονταν σε λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτή εχθρική σχέση προς το ΚΚΕ· στα πρόσωπα αυτά περιλαμβάνονται οι: Καρτάλης, Πετμεζάς, Πυρομάγλου, Πελτέκης, Γεωργάκης, Παππάς. Αποτελούσαν ακόμα αστέρες μικρού μεγέθους στο πολιτικό στερέωμα, αλλά μπορούσαν να εξελιχθούν σε μεγαλύτερους. Και άλλες επίσης, πιο αξιόλογες προσωπικότητες έκλιναν προς την ίδια κατεύθυνση· ακόμα κι ο στρατηγός Πλαστήρας, πρόεδρος της κυβερνήσεως που βρισκόταν στην εξουσία κατά τη λήξη της εξεγέρσεως, τον Ιανουάριο του 1945, ενίσχυε αργότερα με την παρουσία του δημόσιες συγκεντρώσεις που οργάνωσε το ΚΚΕ· ακόμα κι ο Σοφιανόπουλος, υπουργός Εξωτερικών στην ίδια κυβέρνηση, μηχανορραφούσε αδιάκοπα μαζί τους. Θα έλεγε σχεδόν κανείς, ότι η πολιτική της ενθαρρύνσεως δημοκρατών να προσχωρήσουν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, πολιτική που δεν μπόρεσε να εφαρμόσει η βρετανική κυβέρνηση και επέσυρε γι' αυτό αυστηρότατες επικρίσεις, έδινε διαρκώς καρπούς, χωρίς να φαίνεται. Αυτό όμως θα ήταν πλάνη, επειδή η προσχώρηση των ανθρώπων αυτών δεν αλλοίωσε τον χαρακτήρα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· αντίθετα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν εκείνο που τους διαφοροποίησε. Ακόμα και τα κατακλυσμικά γεγονότα του 1947-48, που έτειναν να ανανεώσουν την αποστροφή προς το ΚΚΕ και να μειώσουν την αντιπάθεια κατά των νομίμων αρχών, ως ένα μόνο βαθμό αποκατάστησαν την ισορροπία. Το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν φοβόταν τις επιρροές που μπορούσε να φέρουν τέτοιες προσχωρήσεις μέσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επιβεβαιώνεται από την ψύχραιμη αδιαφορία με την οποία δεχόταν, όταν ήταν δυνατό, την προσχώρηση ακόμα και δηλωμένων έχθρων του στις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Παραδείγματα θα συναντήσουμε στα επόμενα, ανάμεσα σε αξιωματικούς που κατείχαν ηγετικές θέσεις στις αντίπαλες ανταρτικές οργανώσεις, με τις οποίες ο ΕΛΑΣ βρισκόταν σε λίγο - πολύ αδιάκοπο εμφύλιο πόλεμο. Το ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεχόταν επίσης πρόθυμα μεταμελημένους συνεργάτες του κατακτητή φάνηκε όταν προσχώρησε στις τάξεις του ο στρατηγός Σαρηγιάννης, στενά συνδεόμενος με κάποια βιομηχανική επιχείρηση, που είχε κατηγορηθεί για οικονομική συνεργασία με τους Γερμανούς, και ο στρατηγός Δημαράτος, που το όνομά του αναφέραμε στα προηγούμενα, σε συσχετισμό με την αστυνομία της Αθήνας. Δεν υπάρχει τίποτα το επιλήψιμο στην προσχώρηση του Δημαράτου στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αφού μόνο για δυο περίπου μήνες κράτησε τη θέση όπου τον είχε διορίσει η κυβέρνηση των συνεργατών, το 1941· η περίπτωσή του όμως αποτελεί ενδιαφέρουσα αντίθεση με την περίπτωση του Σπηλιωτόπουλου, που κατείχε ανάλογη θέση στη χωροφυλακή, την ίδια ακριβώς περίοδο. Κι ο Σπηλιωτόπουλος επίσης παραιτήθηκε το 1941, αλλά δεν προσχώρησε στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· γι' αυτό, ήταν από τότε ένας από τους κυριότερους στόχους κατηγορίας για διαφθορά, από την πλευρά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Εκείνο που αποδείχνουν οι δυο αυτές περιπτώσεις είναι ότι το ΚΚΕ αδιαφορούσε εντελώς για τις αντιλήψεις ή την προηγούμενη συμπεριφορά των κάθε είδους μελών που συνάθροιζε στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αφού το μόνο που χρειαζόταν ήταν τα ονόματά τους και είχε εμπιστοσύνη στο δικό του έλεγχο, αναφορικά με τη μελλοντική τους συμπεριφορά. Η αρχή αυτή εξακολούθησε να λειτουργεί και στα μεταπολεμικά Digitized by 10uk1s
χρόνια. Αποτελεί χαρακτηριστικό κοινό σε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα το ότι, ενώ καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να προσελκύσουν επισκέπτες, δίνουν εισιτήρια χωρίς επιστροφή. Πολλοί καλοπροαίρετοι πατριώτες φιλελευθέρων φρονημάτων είχαν την έμπνευση να επιδιώξουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των κομμουνιστών πηγαίνοντας προς το μέρος τους, με σκοπό να χρησιμοποιήσουν ύστερα την επιρροή τους, για να τραβήξουν τους κομμουνιστές πιο κοντά προς το δικό τους μέρος και να γεφυρώσουν έτσι το κενό που χωρίζει τους τελευταίους απ' το συνταγματικό καθεστώς της χώρας. Το δοκιμασμένο αξίωμα ότι, για να νικήσεις τους κομμουνιστές, πρέπει να μετακινηθείς προς τ' αριστερά ο ίδιος, το αντικατάστησαν με το επικίνδυνο αξίωμα ότι, για να κάμεις πιο μετριοπαθείς τους κομμουνιστές, πρέπει να μετακινηθείς προς τ' αριστερά ο ίδιος. Οι κομμουνιστές, όμως, δεν έρχονται να τους συναντήσουν στα μισά του δρόμου. Τους ιδεαλιστές αυτούς επομένως μπορούμε να τους χωρίσουμε σε δυο κατηγορίες: σ' εκείνους που γύρισαν πίσω πριν προχωρήσουν αρκετά και κατάφεραν να μείνουν άθικτοι και σ' εκείνους που καταβροχθίστηκαν ζωντανοί. Το συστατικό στοιχείο των συνοδοιπόρων του 1945-46 εξακολουθούσε να ανήκει στην πρώτη από τις δυο αυτές κατηγορίες, στις αρχές του 1947· το αντίστοιχο του 1943-44 ανήκε κιόλας στη δεύτερη. Δεν είχαν γίνει κομμουνιστές· μερικοί μάλιστα απ' αυτούς επέμειναν ότι είχαν εγκαταλείψει τον συνασπισμό ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι σύγχρονοί τους όμως γνώριζαν καλά, ότι έκαναν λάθος· σαν ανεξάρτητες δυνάμεις δεν υπήρχαν πια, επειδή κανείς δεν πίστευε στην ανεξάρτητη υπόστασή τους. Και η πεποίθηση και μόνο δημιούργησε το γεγονός. Το έδαφος είναι τώρα καθαρό, για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: γιατί, τότε, οι άνθρωποι αυτοί επιμένουν ν' αποτελούν δορυφόρους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, μένοντας εθελοντικά σ' αυτό; Οι απαντήσεις που δόθηκαν πιο πάνω, προκειμένου για τη μάζα των απλών μελών, έχουν πολύ μικρή αξία εδώ και πρέπει να βρεθούν άλλες. Η πρώτη δεν είναι αξιόπιστη, αν και είναι έγκυρη. Πρέπει να προταχθεί σ' αυτήν μια παρατήρηση, που έχει γίνει κιόλας: ότι μόνο το ΚΚΕ βρέθηκε σε οργανωμένη μορφή με την έναρξη της κατοχής, επειδή μόνο οι κομμουνιστές είχαν αντεπεξέλθει μ' επιτυχία στη διάλυση κάθε πολιτικής ζωής απ' τον Μεταξά. Οι διώξεις, μάλιστα, είχαν τονώσει τις ικανότητές τους. Δεν είχαν μείνει άλλοι πολιτικοί της Αριστεράς που ν' αποτελούν ένα κόμμα άξιο λόγου, το 1941. Επειδή δεν ήταν από τη φύση τους ούτε δημαγωγοί ούτε συνωμότες, πολλοί αρκέστηκαν στο ν' αποδεχθούν τον μηχανισμό και την ηγεσία του ΚΚΕ που υπήρχαν ήδη, αντί να επιδοθούν στη δύσκολη κι επικίνδυνη προσπάθεια να δημιουργήσουν δικό τους μηχανισμό και καθοδήγηση, ανταγωνιζόμενοι το ΚΚΕ. Εκτιμώντας σωστά το δίλημμά τους, οι κομμουνιστές έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τους κολακέψουν, να τους προσφέρουν προνόμια, να τους δείξουν δουλικό ενδιαφέρον, όλα τέλος πάντων όσα συνοδεύουν την ανάληψη ευθυνών, χωρίς όμως εξουσία. Αφού σε κάθε βαθμίδα της ιεραρχίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ η εκτελεστική εξουσία ήταν στα χέρια των κομμουνιστών, ήταν εύκολο στους ηγέτες του ΚΚΕ, στην κορυφή, να δέχονται πότε - πότε τις προτάσεις των μη κομμουνιστών συμμάχων τους, με τη βεβαιότητα ότι, αν αυτές οι προτάσεις δεν έρχονταν σε αντίθεση με την πολιτική του ΚΚΕ, δεν μπορούσαν να βλάψουν και θα δημιουργούσαν κλίμα καλής θελήσεως· και, αν ήταν αντίθετες, ήταν εύκολο να παραμερισθούν ή να παραπεμφθούν για εφαρμογή σε κατώτερη βαθμίδα. Και η αράχνη και η μύγα ήταν κι οι δυο για την ώρα ευχαριστημένες. Αυτό όμως δεν μπορούσε να κρατήσει πολύ. Μόνο ένας δειλός ή ένας ανόητος μπορούσε να το ανέχεται παντοτινά. Μερικοί από τους ανθρώπους αυτούς ήταν και δειλοί και ανόητοι· ελάχιστα όμως από τα σημαίνοντα πρόσωπα που αναφέραμε ως τώρα ήταν το ένα ή το άλλο. Είναι αλήθεια, ότι η προσχώρηση του Σαράφη και μερικών άλλων αξιωματικών στον ΕΛΑΣ πραγματοποιήθηκε μπροστά στην κάνη ενός πιστολιού· ότι μερικοί από τους πολιτικούς, μέλη της ΠΕΕΑ, δέχθηκαν να περάσουν τη γραμμή, στα βουνά, με υπαινιγμούς για τους κινδύνους όπου ήταν εκτεθειμένες οι Digitized by 10uk1s
οικογένειές τους, στην Αθήνα· ότι μερικοί, που κατείχαν ηγετικές θέσεις στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για το όνομά τους μόνο, είχαν χάσει από καιρό το νεανικό τους σφρίγος και την πολιτική τους οξυδέρκεια· όλοι αυτοί όμως ήταν εξαιρέσεις. Εδώ μας ενδιαφέρουν εκείνοι, που η γνώμη τους και η συμπεριφορά τους είχαν πραγματικά κάποια σημασία και πρέπει να ερευνήσουμε περισσότερο, για να εξηγήσουμε την περίπτωσή τους. Η δεύτερη και η τρίτη από τις δυνατές απαντήσεις είναι συμπληρωτικές, επειδή η μια τελειώνει εκεί που η άλλη αρχίζει. Στη διάρκεια της κατοχής, η συμβουλή των βρετανικών αρχών, που κανένας Έλληνας δεν την έδινε (και πολύ λίγοι την επιθυμούσαν) να αμεληθούν οι δυο αυτοί παράγοντες, φαινόταν να ευνοεί τη συμμετοχή των δημοκρατικά, σκεπτόμενων Ελλήνων στο ΕΑΜΕΛΑΣ. Το επιχείρημα αυτό, που είχε μεγάλη επιρροή στην κατοχή, έπαψε να έχει με την απελευθέρωση και προπαντός με την εξέγερση του Δεκεμβρίου 1944. Άρχισε τότε να λειτουργεί το συμπληρωματικό κίνητρο. Η αντίδραση κατά της συμπεριφοράς του ΚΚΕ έδινε όλο και περισσότερη δύναμη στους συντηρητικούς πολιτικούς και, τελικά, στους βασιλόφρονες· η πορεία αυτή φαινόταν επίσης να έχει την επιδοκιμασία της βρετανικής πολιτικής. Αλλά η Ελλάδα ήταν τώρα ελεύθερη και οι δημοκρατικοί έτρεφαν λιγότερη υπόληψη για τη βρετανική πολιτική από όση στην Κατοχή. Η κατάχρηση της εξουσίας από εκείνους που την είχαν στα χέρια τους το 194546, σε συνδυασμό με την επιστροφή στη χώρα του Γεωργίου Β' (που την φοβούνταν όχι λιγότερο από ό,τι φοβούνταν το ΚΚΕ) έκαμε να στραφούν και πάλι οι συμπάθειες των δημοκρατικών προς το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Και στις δυο αυτές εξελίξεις διαφαίνεται η επιρροή εκείνου που θεωρούσαν πολλοί, συνήθως σφαλερά, σαν πολιτική της βρετανικής κυβερνήσεως. Θετικά ή αρνητικά, αυτή η επιρροή ποτέ δεν βρισκόταν μακριά από το προσκήνιο της ελληνικής πολιτικής. Η τέταρτη και τελευταία δυνατή απάντηση περιέχει το ισχυρότερο από όλα τα επιχειρήματα. Πρόκειται για την αυξανόμενη ολοένα πεποίθηση, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα κέρδιζε τελικά το παιχνίδι στην Ελλάδα, πεποίθηση που συνοδευόταν, στο νου του κάθε Έλληνα, από τον συλλογισμό ότι η βρετανική επιρροή θα υποχωρούσε μπροστά στη ρωσική και το παραπέτασμα θα έκλεινε μέσα του το τελευταίο υπόλειμμα της βαλκανικής χερσονήσου. Παρ' όλο που σκέφτονταν έτσι, δεν αποκλείεται να περνούσε απ' το νου τους φευγαλέα η σκέψη, ιδιαίτερα το 1947, ότι η βρετανική επιρροή θα ήταν ίσως δυνατό να υποκύψει όχι στη ρωσική, αλλά στην ακόμα ισχυρότερη, των ΗΠΑ· αλλά αυτό θα συνέβαινε μόνο αν έφθανε στην έσχατη απελπισία, επειδή κατά τη γνώμη της Αθήνας, η πολιτική ανικανότητα των Αμερικανών είναι ακόμα πιο αβυσσαλέα από την ανικανότητα των Βρετανών. Οπωσδήποτε, το πιο άμεσα ενδιαφέρον μέρος αυτού του επιχειρήματος είναι εκείνο που αφορά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μόνο. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όπως δίκαια υποστηρίζει το ίδιο, δεν είναι πολιτικό κόμμα· δεν είναι ούτε συνασπισμός έστω κομμάτων· είναι μάλλον το σύμβολο ενός τρόπου ζωής. Αν αυτή η παρατήρηση ληφθεί με την έννοια ότι δεν περιέχει ούτε βλασφημία, ούτε επιδοκιμασία, μπορεί τότε να λεχθεί, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ διαφέρει από τον υπόλοιπο ελληνικό πολιτικό κόσμο, όσο περίπου διέφεραν οι πρώτοι χριστιανοί από τον υπόλοιπο θρησκευτικό κόσμο της αρχαιότητας. Ένας μόνο παραλληλισμός χωράει, και κανένας άλλος, ανάμεσα στον κομμουνισμό και τον χριστιανισμό: ότι ήρθαν κι οι δυο ν' αλλάξουν, όχι αυτή ή εκείνη τη λεπτομέρεια, αλλά ολόκληρο το οικοδόμημα της ζωής. Η κομμουνιστική σκέψη, ανεξαρτήτως του αν είναι καλή ή κακή, ήρθε σε τέλεια ρήξη με το παρελθόν, όπου ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος εξακολουθούσε να ονειροπολεί και να λιμνάζει. Επειδή ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος ήταν ετοιμοθάνατος και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αντιπροσώπευε κάτι που ήταν τουλάχιστο ζωντανό, όσο κι αν μπορεί να τρόμαζε, έπρεπε, ασφαλώς, να έχει ένα μέλλον· φαινόταν μάλιστα να είναι η μόνη πραγματικότητα στην ελληνική ζωή που να είχε μέλλον. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, ακόμα κι ο πιο διορατικός Έλληνας πολιτικός είναι αισιόδοξος· αν όχι, τότε αυτοκτονεί. Από τη στιγμή που βεβαιώθηκε ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν ό,τι ήταν οι άλλες δυνάμεις —δεν ήταν απλά ένα πολιτικό κόμμα, που πότε θα βρισκόταν στην εξουσία και πότε έξω απ' αυτήν— αλλά ο προπομπός ενός επερχόμενου τρόπου ζωής, είτε του ήταν αρεστός είτε όχι, Digitized by 10uk1s
έπρεπε να συνάψει ειρήνη μαζί του. Τόνισα στα προηγούμενα πόση σημασία είχε για τον Έλληνα να βρίσκεται με την πλευρά που νικά, να ψηφίζει το κόμμα που πρόκειται να κερδίσει τις εκλογές, να ζητωκραυγάζει υπέρ του βασιλιά ή της δημοκρατίας όταν η αντίστοιχη μεταβολή είναι επικείμενη. Το αντίθετο θα ήταν ο χαμός του· και η τέχνη της επιβιώσεως είναι έμφυτη σ' έναν λαό, που έζησε τους περισσότερους από τους τελευταίους αιώνες της ιστορίας του κάτω από εχθρική κατοχή. Τίποτα το εκπληκτικό λοιπόν δεν υπάρχει στη συμπεριφορά αυτών των διορατικών ανθρώπων. Αυτό εξηγεί την απόφαση μιας μεγάλης μερίδας, αν όχι του συνόλου, των μορφωμένων Ελλήνων δημοκρατικών να ταχθούν με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι συνέπειες που είχε αυτή η απόφασή τους θα φανούν σε ένα από τα προσεχή κεφάλαια· αν είχαν δίκιο ή άδικο, είναι ακριβώς ο σκοπός αυτού του βιβλίου να το φωτίσει. Μπορούμε τώρα να κλείσουμε την παρουσίαση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, χωρίς να δώσουμε λεπτομερειακό ημερολόγιο της πορείας που σημείωσε, όπως θα χρειασθεί να κάνουμε παρουσιάζοντας τις μικρότερες και πιο εφήμερες οργανώσεις· κι αυτό επειδή η ιστορία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είναι παράλληλη και συνυφασμένη με την πολιτική ιστορία της Ελλάδας στο σύνολό της κατά την περίοδο που εξετάζουμε. Οι δυο αυτές ιστορίες μάλιστα ταυτίζονται από μια πλευρά, επειδή η ιστορία της περιόδου αυτής είναι και η ιστορία των διαδοχικών αποπειρών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να καταλάβει την αποκλειστική εξουσία. Παρ' όλο όμως ότι για τους λόγους αυτούς δεν είναι απαραίτητη εδώ η λεπτομερειακή εξιστόρηση των κατοπινών εξελίξεων, είναι χρήσιμο να συνοψίσουμε τις γενικές τάσεις αυτών των εξελίξεων. Θα είναι πιο εύκολο αυτό, αν αντιπαραβάλουμε τις σχολές σκέψεως που επικρατούν σχετικά με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και που καταλήγουν σε δυο άκρα, χωρίς σχεδόν ενδιάμεση άποψη ανάμεσά τους. Η μια υποστηρίζει, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν το όργανο μιας αδυσώπητης συνωμοσίας των σλαβόφιλων κομμουνιστών· η άλλη, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ενσωμάτωνε όλες τις προοδευτικές δυνάμεις της Ελλάδας. Το σπουδαίο με τις δυο αυτές κρίσεις είναι ότι και οι δύο είναι απόλυτα σωστές· εκείνο που δεν αληθεύει γι' αυτές, παρ' όλο το πνεύμα του άγριου ανταγωνισμού με το οποίο υποστηρίζονται, είναι ότι είναι ασυμβίβαστες. Στο όνομα και των δυο, ωστόσο, οι οπαδοί και της μιας και της άλλης προξένησαν στην Ελλάδα τόσο μεγάλο κακό, που καμιά από τις δυο αυτές πλευρές, ούτε καμιά άλλη, δε θα προξενούσε ποτέ μόνη της· συνήθισαν την παγκόσμια κοινή γνώμη στο να ταυτίζει (πράγμα που αποτελεί ολότελα πλάνη) ολόκληρη την ελληνική αντίσταση με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με το ΚΚΕ.
γ) Ο ΕΔΕΣ Όπως το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, έτσι και η στρατιωτική οργάνωση του στρατηγού Ζέρβα είχε πολιτικές ρίζες στην Αθήνα. Οι ένοπλες δυνάμεις της κατέλαβαν θέσεις στη βορειοδυτική Ελλάδα, το καλοκαίρι του 1942· η πολιτική τους οργάνωση ιδρύθηκε στην Αθήνα λίγο ενωρίτερα. Δεν διακρίνονταν όμως με διαφορετικές επωνυμίες η πολιτική από τη στρατιωτική οργάνωση: και οι δυο ονομάστηκαν ΕΔΕΣ, δηλαδή "Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος". Αυτή η ενοποίηση πολιτικής και στρατιωτικής δομής προξένησε, παράδοξα, έλλειψη συντονισμού μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής τακτικής· κι αυτό επειδή, αντί να κατευθύνονται από δυο παράλληλες ηγεσίες, όπως το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, είχαν μια μόνο ηγεσία, που δεν μπορούσε να βρίσκεται σε δυο γεωγραφικούς χώρους ταυτόχρονα. Η πολιτική δράση αναπτυσσόταν κυρίως στην Αθήνα· η στρατιωτική, κυρίως στα βουνά. Ο επίτιμος αρχηγός του ΕΔΕΣ, ο στρατηγός Πλαστήρας, δεν βρισκόταν ούτε στην Αθήνα ούτε στα βουνά, άλλα στη νότια Γαλλία· στην Αθήνα τον υποκαθιστούσε μια επιτροπή και στα βουνά ο στρατηγός Ζέρβας, που έμεινε εκεί από τα μέσα του 1942 ως το δεύτερο μισό του 1944. Αφιέρωσε όλες του σχεδόν τις ενέργειες στη διοργάνωση του στρατού του, που στηριζόταν στην προσωπικότητά του μάλλον παρά στη συλλογική διοικητική ικανότητα που χαρακτήριζε τον ΕΛΑΣ· η συνέπεια ήταν να παραμείνει ένας μικρός στρατός και να είναι ανάγκη να προσφέρει περισσότερη εργασία ο ίδιος ο αρχηγός του. Έμμεση μόνο ιδέα είχε η οργάνωση για τις πολιτικές δραστηριότητες του ΕΔΕΣ στην Αθήνα, μερικές από τις οποίες ήταν πραγματικά πολύ παράξενες Digitized by 10uk1s
και ακολουθούσαν προσανατολισμούς πολύ διαφορετικούς από τη δράση του ΕΔΕΣ στα βουνά. Ενώ η πρωταρχική επιδίωξή μας, προκειμένου για το ΕΑΜ στην Αθήνα και τον ΕΛΑΣ στα βουνά ήταν να καταδειχθεί ότι, αν και είχαν διαφορετικές επωνυμίες, δεν διέφεραν μεταξύ τους ουσιαστικά, πρωταρχική επιδίωξη μας προκειμένου για τον ΕΔΕΣ στην Αθήνα και τον ΕΔΕΣ στα βουνά ήταν να καταδειχθεί ότι, αν και είχαν το ίδιο όνομα, ήταν στην πραγματικότητα διαφορετικές οργανώσεις. Τη διαφορά τους την αποκρυστάλλωσε τελικά ο Ζέρβας, υιοθετώντας χωριστή ονομασία για τη στρατιωτική του δύναμη, τα αρχικά ΕΟΕΑ (Εθνικαί Ομάδες Ελλήνων Ανταρτών). Παρ' όλο όμως ότι την επωνυμία αυτή την πρότειναν οι βρετανικές αρχές, δεν "έπιασε" και ούτε την χρησιμοποιούσαν πάντα κι οι ίδιοι οι αντάρτες του ΕΔΕΣ. Έτσι, η σύγχυση γύρω από τον πολιτικό ΕΔΕΣ της Αθήνας και τον στρατιωτικό ΕΔΕΣ των βουνών συνεχίστηκε. Σημαντικός συνδετικός κρίκος ανάμεσά τους ήταν ένα πρόσωπο που το παρουσιάσαμε ήδη: ονομάζεται Πετιμεζάς. Επειδή οι μεταπελευθερωτικοί δεσμοί του τον έφεραν προς την Αριστερά, είναι εκπληκτικό το ότι ο στρατηγός Ζέρβας απομακρύνθηκε ακόμα περισσότερο προς τη Δεξιά. Αυτή η διάσταση είναι χαρακτηριστική στον ΕΔΕΣ και άρχισε να γίνεται φανερή πριν ακόμα απ' το τέλος της Κατοχής. Το αποφασιστικής σημασίας ζήτημα που αποκαλύπτει είναι, ότι δεν υπήρχε κανένας θετικός χαρακτήρας της οργανώσεως, που να διατηρεί τη συνοχή της. Ήταν ένα άθροισμα αρνητικών στοιχείων· το κυριότερο απ' αυτά ήταν ο αντικομουνισμός. Αν παραβάλουμε την ονομασία του με το ποιόν των ανθρώπων που τον αποτελούσαν, τότε γίνεται πιο φανερός ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της οργανώσεως. Η λέξη που βαρύνει περισσότερο στην επωνυμία της είναι η λέξη "Δημοκρατικός" — στοιχείο που, χωρίς αυτό, δεν θα της ήταν δυνατό να επικαλεσθούν το όνομα του στρατηγού Πλαστήρα ούτε σαν επίτιμου αρχηγού, από την εξορία του στη Γαλλία. Η λέξη αυτή (που αποδίδεται στ' αγγλικά, για την περίπτωση αυτή, με τον όρο "Republican" και όχι "Democratic") έχει και τις δυο έννοιες στα ελληνικά· σημαίνει δηλαδή και "συνταγματικός" και "αντιμοναρχικός", κυρίως όμως τη δεύτερη και μ' αυτήν χρησιμοποιείται στην επωνυμία του ΕΔΕΣ. Για να βεβαιωθεί κανείς γι' αυτό, θα ήταν αρκετό να διαβάσει μερικές παραγράφους του καταστατικού του ΕΔΕΣ, όπως ήταν διατυπωμένο το 1943· θα δει, τότε, ότι ένας από τους πρώτους όρους ήταν, ότι η οργάνωση έπρεπε ν' αντιταχθεί στην επάνοδο του Γεωργίου Β', ώσπου να εκφραστεί σχετικά η θέληση του λαού με δημοψήφισμα. Το παρελθόν του Ζέρβα, στο μεγαλύτερο μέρος του, τον συνταύτιζε μάλλον με την υπόθεση της (αβασίλευτης) Δημοκρατίας. Προσχώρησε στις ένοπλες δυνάμεις που συγκρότησε το 1917 ο Ελευθέριος Βενιζέλος για να μετάσχουν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, αντίθετα με την πολιτική του Κωνσταντίνου· συγκρότησε τη "Δημοκρατική Φρουρά", που υποστήριξε το 1926 τον φιλελεύθερο δικτάτορα στρατηγό Πάγκαλο και αργότερα αποστάτησε, για να υποστηρίξει τον αντίπαλο του Πάγκαλου στρατηγό Κονδύλη (ο οποίος, αργότερα, σύντριψε τις δυνάμεις του Ζέρβα και αποκήρυξε τον φιλελευθερισμό του)· τέλος φυλακίστηκε κατά τη φιλομοναρχική δικτατορία του Μεταξά. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες της βιογραφίας του Ζέρβα είναι χωρίς σημασία τώρα, αφού το 1945 ο ίδιος μεταμελήθηκε, έγινε υποστηρικτής του βασιλιά και παραμένει ως τώρα· είχαν όμως μεγάλη σημασία το 1942, αφού ο χαρακτήρας της οργανώσεως και τα φρονήματα του αρχηγού της καθόριζαν τι είδους άνθρωποι προσχωρούσαν σ' αυτήν. Το 1942, λοιπόν, η σύνθεση του ΕΔΕΣ, επάνω από την οριζόντια γραμμή, ήταν μάλλον αντιμοναρχική στις συμπάθειές της· οι κάτω από την οριζόντια γραμμή ήταν ό,τι και όλοι οι άλλοι Έλληνες κάτω από τη γραμμή αυτή. Στην Ελλάδα, ο αντιμοναρχισμός δεν έχει μεγάλη δύναμη στη δεξιά του Κέντρου· κατά συνέπεια, ανάλογες ήταν οι επιρροές που δεχόταν η πολιτική του ΕΔΕΣ την εποχή εκείνη, όχι όμως στον ίδιο βαθμό με την επιρροή της αριστεράς του Κέντρου στο ΕΑΜΕΛΑΣ. Έτσι, τα πολιτικά φρονήματα του Πετιμεζά, στον ΕΔΕΣ της Αθήνας, και του Πυρομάγλου, υπαρχηγού του ΕΔΕΣ των βουνών, ήταν φυσικό όχι μόνο να συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους, αλλά και να πλησιάζουν πολύ τις αντιλήψεις, για παράδειγμα, του Τσιριμώκου ή του Δρακόπουλου στο ΕΑΜ. Αυτό δεν σημαίνει, παρά ότι ήταν όλοι αντιμοναρχικοί δημοκράτες, όλοι προοδευτικοί, όλοι της αριστεράς του Κέντρου. Ύστερα από την Κατοχή, όμως, άνθρωποι των αντιλήψεων αυτών προσέγγισαν ακόμα περισσότερο ο ένας τον άλλο, προσωρινά, αντιδρώντας Digitized by 10uk1s
στην επικράτηση της Δεξιάς. Το πεδίο ταλαντώσεως επομένως αυτού του πυρήνα του ΕΔΕΣ βρίσκεται αποκλειστικά στην αριστερά του Κέντρου· παρ' όλο όμως ότι οι άνθρωποι αυτοί ενσάρκωναν τον αληθινό χαρακτήρα του ΕΔΕΣ κατά την ίδρυσή του, έγιναν πολύ γρήγορα μια μειοψηφία διαφωνούντων. Η κρίση που προκάλεσε το χάσμα εκδηλώθηκε τον Μάρτιο του 1943. Το βρετανικό υπουργείο Πολέμου διευκρίνισε ότι η βρετανική κυβέρνηση, υποστηρίζοντας τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των διαφόρων αντάρτικων ομάδων, έδινε την προτίμησή της στις ομάδες εκείνες που θα ήταν πρόθυμες να υποστηρίξουν τον βασιλιά της Ελλάδας και την κυβέρνησή του. Η απόφαση αυτή ήταν συναρτημένη με τις πολεμικές ανάγκες· δεν σήμαινε ότι θα αποκλείονταν από κάθε βοήθεια οι αντιμοναρχικοί δημοκράτες. Ήταν ευνόητο, όμως, ότι η βρετανική υποστήριξη θα αποτελούσε όλο και πιο πολύτιμο παράγοντα στο αντιστασιακό κίνημα, όπου, την εποχή εκείνη, δεν υπήρχε ούτε μια αξιόλογη μάχιμη μονάδα που να συνδεόταν στενά με άλλες οργανώσεις εκτός από τις αντιμοναρχικές. Ήταν μάταιο να περίμενε κανείς μεταβολή αισθημάτων στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και η απόφαση αυτή δεν άργησε να παραμερισθεί σιωπηρά και στις δυο περιπτώσεις και οι δυο πλευρές εξακολούθησαν να τονίζουν τον αδιάλλακτα δημοκρατικό τους χαρακτήρα και ν' αποσπούν βρετανικά εφόδια, για λόγους που έκαμαν αναπότρεπτα τα γεγονότα που θ' αφηγηθούμε στο επόμενο κεφάλαιο. Ο Ζέρβας, όμως, είχε φανεί πολλές φορές πρόθυμος να προσαρμοσθεί στην επιθυμία των Άγγλων, γεγονός που του στοίχισε πολλές από τις κατοπινές του ατυχίες. Πραγματοποιήθηκε λοιπόν μια επαφή μαζί του 26 και του υποδείχθηκε ότι θα μπορούσε να έστελνε ένα ουδέτερο χαιρετιστήριο μήνυμα στον Γεώργιο Β', που δεν θα τον δέσμευε, με την ευκαιρία της εθνικής εορτής, στις 25 Μαρτίου 1943. Ο επιδιωκόμενος σκοπός ήταν να ξαναγίνει τουλάχιστο δυνατός ο διάλογος ανάμεσα σ' αυτόν και στην εξόριστη κυβέρνηση· ο Ζέρβας όμως προχώρησε πολύ περισσότερο από όσο θα περίμενε κανείς. Έστειλε δυο τηλεγραφήματα, ένα στον Έλληνα βασιλιά κι ένα στη βρετανική κυβέρνηση. Το πρώτο ήταν κάθε άλλο παρά ουδέτερο, αλλά εξυπηρέτησε παρ' όλα αυτά την έναρξη ενός κάποιου διαλόγου. Δεν παρέλειπε επίσης να διαμαρτυρηθεί για τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας γύρω από το αντιστασιακό κίνημα και τη δραστηριότητα του ΚΚΕ· αλλά ήταν τουλάχιστο ό,τι του είχε ζητηθεί, μέσα στα περιορισμένα πλαίσια μιας επιστολής που απευθυνόταν στον βασιλιά. Το δεύτερο τηλεγράφημα ήταν μεγαλύτερης σημασίας. Πληροφορούσε τη βρετανική κυβέρνηση, ότι ο Ζέρβας όχι μόνο θα ήταν ο πρώτος που θα καλωσόριζε τον βασιλιά, αν ο ελληνικός λαός εκφραζόταν ευνοϊκά για την επάνοδό του, αλλά και ότι, αν η βρετανική κυβέρνηση επιθυμούσε την παλιννόστηση του βασιλιά "για γενικότερους λόγους και ακόμα χωρίς την έκφραση της θελήσεως του λαού", αυτός δεν θ' αντιτασσόταν. Για μια δήλωση όπως αυτή, υπάρχουν δυο χαρακτηρισμοί: ο ένας είναι "κυνικός οππορτουνισμός"· ο άλλος, "τυφλή υπακοή". Ο Γεώργιος Β' έστειλε μια ευγενική απάντηση και η βρετανική κυβέρνηση δεν έστειλε καμιά. Το ότι η χειρονομία του Ζέρβα δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό οφειλόταν στο κλίμα που επικρατούσε στο Λονδίνο και στην Αίγυπτο, όπου οι ελληνικές αρχές τον θεωρούσαν όχι λιγότερο αναξιόπιστο από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ένα τηλεγράφημα και μόνο δεν ήταν γι' αυτούς αρκετός λόγος για να μετριάσουν την αποδοκιμασία τους· και η ασυγχώρητη αυτή πράξη καταστρέφει τον παραλληλισμό που έγινε ανάμεσα στον Ζέρβα (που η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση τον έβλεπε με ομόφωνη απέχθεια) και στον Μιχαήλοβιτς (που διατηρούσε υπουργικό αξίωμα στην εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση). Τίποτα δεν άλλαξε ουσιαστικά στις ως τότε σχέσεις στο "status quo ante", το διάβημα αυτό του Μαρτίου, τουλάχιστο στον έξω από την Ελλάδα κόσμο. Ούτε η βρετανική κυβέρνηση ούτε ο βασιλιάς της Ελλάδας ανάλαβαν κανενός είδους ευθύνη που να μην την είχαν διακηρύξει πριν δημόσια. Μόνο το βρετανικό υπουργείο Πολέμου επιβεβαίωνε με τη δήλωσή του την υποστήριξη της βρετανικής κυβερνήσεως προς τον βασιλιά της Ελλάδας και την εξόριστη κυβέρνησή του, πράγμα που είχε ήδη δημόσια διακηρυχθεί στη βουλή των Κοινοτήτων. Ο βασιλιάς, στην απάντησή του προς τον Ζέρβα, επιβεβαίωνε την πρόθεσή του να στηριχθεί στη θέληση του λαού μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, πράγμα που ήταν η δηλωμένη πολιτική του σε όλη τη διάρκεια της εξορίας του. Ενώ δεν άλλαξε όμως τίποτα στον έξω κόσμο, ο Ζέρβας Digitized by 10uk1s
είχε προκαλέσει κιόλας βίαιη αντίδραση στην κατεχόμενη Ελλάδα. Οι εχθροί του κατάγγειλαν τη συμπεριφορά του σαν συμπεριφορά κουίσλινγκ· κατά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, η συνεργασία με τον βασιλιά ήταν εξ ίσου επαίσχυντη πράξη όσο και η συνεργασία με τους Γερμανούς. Οι βασιλόφρονες όμως σε όλη την Ελλάδα άρχισαν για πρώτη φορά να τον παίρνουν στα σοβαρά. Αποτέλεσμα των αντιδράσεων αυτών και από τις δυο πλευρές, σε συνδυασμό, ήταν ότι ο Ζέρβας κατάντησε να θεωρείται άσυλο του καθενός και προπαντός των βασιλοφρόνων, που μισούσαν και φοβούνταν το ΚΚΕ. Η ένοπλη δύναμη του Ζέρβα αναπτύχθηκε, σε βαθμό να συναγωνίζεται τον ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα, τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία. Ακόμα και μερικοί οπαδοί του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μεταπηδήσουν στον ΕΔΕΣ, ώσπου το πράγμα έγινε επικίνδυνο για τη ζωή τους. Αλλά το σπουδαίο είναι, ότι ο Ζέρβας είχε αποφασίσει με δική του και μόνο πρωτοβουλία ν' αλλάξει τον χαρακτήρα του ΕΔΕΣ. Μόνο αφού είχε πάρει αυτή την απόφαση ζήτησε να συμβουλευθεί την πολιτική επιτροπή του στην Αθήνα. Η μεγάλη απόσταση και οι δυσκολίες της επικοινωνίας μεταξύ Αθήνας και βορειοδυτικής Ελλάδας έκαναν να αργοπορεί τόσο πολύ μια τέτοια επαφή, ώστε να είναι ουσιαστικά αδύνατη και να μην επιχειρείται παρά μόνο σπάνια. Καθόλου παράξενο, λοιπόν, που η διαμόρφωση του ΕΔΕΣ πήρε διαφορετική κατεύθυνση στην Αθήνα, που ο Ζέρβας ποτέ δεν την επισκέφθηκε πριν απ' το τέλος της Κατοχής, και διαφορετική στα βουνά, όπου ο Ζέρβας είχε την ευχέρεια να τον διαμορφώσει κατά τη θέλησή του. Το πρώτο αποτέλεσμα της μεταστροφής του Ζέρβα ήταν, ότι άρχισε να θεωρείται πράξη τιμητική η προσχώρηση στον ΕΔΕΣ· το δεύτερο ήταν ότι προσχώρησε (ανάμεσα σε πολλούς άλλους) ένας αριθμός ατόμων χωρίς καμιά υπόληψη. Η μορφή που πήρε το δεύτερο αυτό αποτέλεσμα στην Αθήνα ήταν ακόμα χειρότερη από ό,τι στα βουνά. Ο ΕΔΕΣ διατηρούσε πάντα δεσμούς με έναν κύκλο από ανυπόληπτα πρόσωπα στην Αθήνα, που προερχόταν κυρίως από το τυχοδιωκτικό παρελθόν του Ζέρβα. Αυτός ο κύκλος άρχισε να συγκεντρώνει ένα ρεύμα οπαδών, που πήγαζε κυρίως απ' τον ανταγωνισμό προς το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που είχε πάρει μεγάλη έκταση. Η αρνητική φύση αυτών των δεσμών του έδωσε τη δυνατότητα ν' αγκαλιάσει μια μεγάλη ποικιλία ανθρώπων, που δεν άργησαν ν' αποτελέσουν το κυρίαρχο στοιχείο του ΕΔΕΣ της Αθήνας και να τον θέσουν κάτω από τον έλεγχό τους. Οι τάξεις των ανθρώπων αυτών άρχιζαν από φιλόδοξους καιροσκόπους, όπως ο στρατηγός Γονατάς, και έφθασαν ως αυτούς ακόμα τους ανοιχτούς συνεργάτες του κατακτητή, όπως ο Ταβουλάρης και ο Βουλπιώτης. Η αποστροφή κι ο πανικός που προξένησαν στα δημοκρατικά στοιχεία του ΕΔΕΣ αυτές οι εξελίξεις οδήγησε σε μια λίγο - πολύ ανοιχτή διάσπασή του. Λέγεται ότι, σε μια μυστική σύσκεψη της παράνομης οργανώσεως στην Αθήνα, εμφανίσθηκαν δυο διαφορετικές ομάδες, που ισχυρίζονταν και οι δυο ότι εκπροσωπούσαν την Κεντρική Επιτροπή του ΕΔΕΣ. Δεν άργησε όμως να λείψει κάθε αμφιβολία, για το ποιοι επικρατούσαν, θα ήταν σκληρό να εξετάσει κανείς για ποιους λόγους πολλά από τα μέλη της ομάδας που υποτάχθηκε, ανάμεσα στα οποία κι ο ίδιος ο Πετιμεζάς, πέρασαν τα τελευταία χρόνια της Κατοχής σε γερμανικές φυλακές και, όταν ελευθερώθηκαν, είδαν έκπληκτοι ότι είχαν παραμερισθεί αμετάκλητα. Το τι σκεφτόταν ο Ζέρβας γι' αυτή την κατάσταση, απ' το ορεινό καταφύγιό του στη βορειοδυτική Ελλάδα, είναι ένα ερώτημα που επιδέχεται δυο απαντήσεις: στην αρχή, αποδοκίμασε· στο τέλος, υποτάχθηκε. Είναι αβέβαιο πότε ακριβώς έκαμε αυτή τη στροφή. Επειδή το ζήτημα ήταν πολιτικό και η βρετανική υποστήριξη προσφερόταν στον Ζέρβα με τον όρο ότι ποτέ πια δεν θα ανακατευόταν στην πολιτική, δεν ήρθε καθόλου για συζήτηση ανάμεσα στον Ζέρβα και στις βρετανικές αρχές, παρά μόνο όταν οι αντίπαλοί του στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ανάγκασαν και τις δυο πλευρές να το αντιμετωπίσουν. Στις αρχές του 1944, οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ανάγκασαν τον Ζέρβα να παραδεχθεί, ότι είχε συμπεριλάβει συνεργάτες του κατακτητή στην οργάνωσή του, πείθοντάς τον να τους αποκηρύξει δημόσια και ονομαστικά· τρεις απ' αυτούς που κατονομάσθηκαν ήταν οι Γονατάς, Ταβουλάρης και Βουλπιώτης. Πρέπει όμως να διευκρινισθούν δυο σημεία, σχετικά μ' αυτή την φαινομενική αυτοκαταδίκη. Πρώτο, αυτοί που αποκηρύχθηκαν ανήκαν μόνο στον Digitized by 10uk1s
πολιτικό ΕΔΕΣ, της Αθήνας· δεύτερο, κανένας απ' τους αξιωματικούς που υπηρετούσαν κάτω από τις άμεσες διαταγές του Ζέρβα δεν υπήρξε ποτέ ένοχος τέτοιας κατηγορίας. Η παραδοχή, επομένως, αντανακλά αντίστροφα στο πολιτικό κριτήριο του Ζέρβα και στην ικανότητά του να κρατά κάτω από τον έλεγχό του τους πολιτικούς οπαδούς του· δεν καταδικάζει ούτε αυτόν προσωπικά ούτε τις στρατιωτικές του δυνάμεις για συνεργασία με τους Γερμανούς. Μια τέτοια κατηγορία την διαψεύδουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του κατά των Γερμανών και η απόλυτη υπακοή του στις βρετανικές διαταγές, όσο κι αν τις δεχόταν με δυσφορία. Μια και διατυπώθηκε όμως σε βάρος του η κατηγορία για συνεργασία με τον κατακτητή, όχι μόνο απ' τους εχθρούς του, αλλά και από ορισμένα υπεύθυνα πρόσωπα των βρετανικών αρχών, πρέπει να λεχθούν λίγα ακόμα εδώ. Η διαφορά ανάμεσα στους Έλληνες και τους Βρετανούς που διατύπωσαν την κατηγορία αυτή είναι, ότι οι πρώτοι είχαν μακροχρόνια και άμεση γνωριμία με τον πολιτικό και τον στρατιωτικό ΕΔΕΣ, ενώ οι δεύτεροι δεν είχαν καμιά γνωριμία ούτε με τον ένα ούτε με τον άλλο ΕΔΕΣ. Οι πρώτοι, λοιπόν, βρίσκονταν σε ευνοϊκή θέση, για να μπορέσουν να παρουσιάσουν έτσι τα πράγματα, ώστε να εντυπωσιάσουν τους δεύτερους. Ένα από τα χαρακτηριστικά του ΚΚΕ ήταν ότι, στην αδιάλλακτη επιμονή του να μονοπωλήσει την αντίσταση, ήταν έτοιμο όχι μόνο να κατηγορήσει τους αντιπάλους του για συνεργασία με τον κατακτητή, άλλα και να τους φέρει σε μια θέση, όπου θα ήταν αναγκασμένοι ή να συνεργασθούν με τον κατακτητή ή να υποταχθούν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή να διαλυθούν. Η μέθοδός του ήταν να τους επιτίθεται με μια δυσφημιστική καμπάνια, που την ακολουθούσε ένοπλη επίθεση, ώσπου ν' αναγκασθούν να κάμουν την εκλογή τους. Όταν η μόνη τους ελπίδα να επιζήσουν ήταν να προσχωρήσουν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή να παραδοθούν στο έλεος των Γερμανών, έκαναν την εκλογή που ήταν να κάνουν, θα ιδεί ο αναγνώστης στα επόμενα, ότι σε όλες σχεδόν τις ανταρτικές οργανώσεις που είχαν απομείνει προσφέρθηκαν οι τρεις αυτοί δρόμοι και ότι όλες τελικά διάλεξαν. Ο Ζέρβας όμως ήταν πιο σκληρό καρύδι· αντιστάθηκε. Σε μια περίπτωση, τον Νοέμβριο του 1943, είχε σχεδόν βρεθεί στην ανάγκη για τη μοιραία εκλογή της συνεργασίας με τον κατακτητή· μερικοί από τους αξιωματικούς του, επίσης, σε τμήματα της Ελλάδας που βρίσκονταν μακριά από τον άμεσο έλεγχό του, αντιμετώπισαν το ίδιο δίλημμα και διάλεξαν τη συνεργασία με τον κατακτητή. Αυτοί ήταν που, με τη συμπεριφορά τους, πρόσφεραν έδαφος για να διατυπωθεί η κατηγορία, έτσι όπως την εμφάνισε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Δεν είναι καθόλου βέβαιο για οποιονδήποτε από τους ανώτερους αξιωματικούς του Ζέρβα, ότι προτίμησε να πάει με τους Γερμανούς· είναι όμως πολύ πιθανό, ότι μερικοί πήγαν. Η εκλογή τους δεν αποδείχνει κανενός είδους συμπάθεια προς τους Γερμανούς· δείχνει μόνο, ότι θεωρούσαν τους Γερμανούς μικρότερο κακό απ' το θάνατο ή το ΕΑΜ. Είναι επίσης πιθανό, αλλά όχι βεβαιωμένο, ότι μερικοί πολέμησαν κυριολεκτικά μέχρι θανάτου. Υπάρχει όμως μια βεβαιωμένη περίπτωση, ενός από τους σπουδαιότερους αξιωματικούς του ΕΔΕΣ, που έκαμε την τρίτη εκλογή και δέχτηκε, αναγκαστικά, να προσχωρήσει στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· το όνομά του είναι αντισυνταγματάρχης Γκικόπουλος. Οι περιστάσεις του προσηλυτισμού του παρουσιάζουν ενδιαφέρον, επειδή ήταν σχεδόν όμοιες με τον τρόπο με τον οποίο πήγε ο στρατηγός Σαράφης στον ΕΛΑΣ πριν απ' αυτόν, καθώς και άλλοι ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί, που ακολούθησαν αργότερα. Κατηγορούσαν στην αρχή κάποιον για συνεργασία με τους Γερμανούς· ύστερα τον έπιαναν και τον κρατούσαν σε επιτήρηση, με την απειλή του θανάτου πάνω από το κεφάλι του· του παρουσίαζαν πλαστές μαρτυρίες που επιβεβαίωναν την κατηγορία· τελικά, αφού περνούσε από ένα καθαρτήριο, έβγαινε απ' αυτό μέλος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το συμπέρασμα, σε οποιαδήποτε περίπτωση, πρέπει να είναι ή ότι οι μαρτυρίες ήταν πλαστές ή ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν είχε αντίρρηση να προσεταιρισθεί έναν συνεργάτη του κατακτητή, έφθανε να γινόταν δικός τους. Δεν απέχει απ' αυτό πολύ το συμπέρασμα, ότι τις κατηγορίες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατά του Ζέρβα δεν χρειάζεται να τις πάρει κανείς στα σοβαρά· ιδιαίτερα, μάλιστα, αφού είναι γνωστό, ότι κατέβαλαν πολλές προσπάθειες να τον πείσουν να γίνει αρχηγός του δικού τους Γενικού Επιτελείου, αντί για τον Σαράφη. Digitized by 10uk1s
Οι Βρετανοί όμως εκείνοι που υποστήριξαν την κατηγορία προχώρησαν ακόμα πιο μακριά. Ισχυρίζονται, ότι ο Ζέρβας ερχόταν σ' επαφή προσωπικά με τις γερμανικές αρχές, τόσο έμμεσα όσο και άμεσα. Οι άμεσες επαφές είναι αναμφισβήτητες, αφού ο Ζέρβας είχε ευρύτατους κύκλους γνωριμιών κάθε είδους και χωρίς να κάνει διάκριση. Όπως έκανε ο καθένας που ήταν σε θέση, αναμίχθηκε κι αυτός στην προστατευόμενη από τους Γερμανούς μαύρη αγορά. Βρισκόταν σε επικοινωνία με τον Γιουγκοσλάβο στρατηγό Μιχαήλοβιτς 27, που η συνεργασία του με τους Γερμανούς θεωρείται γενικά βέβαιη. Είχε επαφές με τον επίσκοπο Ιωαννίνων, που είχε ο ίδιος προσωπικές επαφές με τη γερμανική διοίκηση στην πόλη. Είχε επαφές με τους επικεφαλής ενός ένοπλου σώματος, στη Μακεδονία, που το είχαν εξοπλίσει οι Γερμανοί για να πολεμήσει τον ΕΛΑΣ· με το σώμα αυτό θ' ασχοληθώ αργότερα. Είχε επικοινωνία με τον Ελληνικό και τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, στους οποίους είχε αναγνωριστεί γενικά ο ρόλος μεσολαβητών. Αυτοί ήταν οι κανονικοί τρόποι επικοινωνίας στον πόλεμο. Όλες αυτές οι περιπτώσεις που αναφέρθηκαν, εκτός από μια, εξακριβώθηκαν από την SOE Καΐρου, τη βρετανική μυστική υπηρεσία, που ήταν υπεύθυνη για τις συμμαχικές επιχειρήσεις στην κατεχόμενη Ελλάδα. Θ' αναφέρω για παράδειγμα τρεις περιπτώσεις, τις μόνες που έχουν περιέλθει σε γνώση μου, και οι οποίες υποτίθεται ότι αποδείχνουν την ύπαρξη συνωμοσίας μεταξύ Ζέρβα και Γερμανών· βασίζονται και οι τρεις στον τρόπο με τον όποιο διηύθυνε στην πραγματικότητα τις πολεμικές επιχειρήσεις του. • • •
Η πρώτη είναι μια ανακωχή που λέγεται ότι υπέγραψε με τον Γερμανό διοικητή βορειοδυτικής Ελλάδος, τον Οκτώβριο του 1943. Η δεύτερη είναι η σχετική αδράνειά του απέναντι στους Γερμανούς, το καλοκαίρι του 1944. Η τρίτη είναι η μη επέμβαση των Γερμανών κατά τις εκφορτώσεις συμμαχικών εφοδίων για τον Ζέρβα, στη δυτική ακτή της περιοχής του, το ίδιο καλοκαίρι.
Οι κύριες πηγές των τριών αυτών καταγγελιών είναι με τη σειρά: • • •
για την πρώτη, το Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ και ειδικότερα ο Άρης Βελουχιώτης· για τη δεύτερη, διάφοροι ανώτεροι Βρετανοί αξιωματικοί της SOE Καΐρου· για την τρίτη, ένας Βρετανός σοσιαλιστής βουλευτής, που πήρε μέρος τις επιχειρήσεις αυτές.
Αναφέρω τις τρεις αυτές επίσημες πηγές, για να μη νομισθεί ότι θίγω την υπόληψη του Ζέρβα υπερβάλλοντας και μόνο τα πράγματα.
Για την πρώτη κατηγορία, η μαρτυρία που παρουσίασε ο Άρης, για ν' αποδείξει ότι ο Ζέρβας είχε υπογράψει ανακωχή με τους Γερμανούς τον Οκτώβριο του 1943, ήταν ένα τηλεγράφημα από έναν αξιωματικό διοικητή μεραρχίας του ΕΛΑΣ κοντά στην περιοχή του Ζέρβα. Αλλά ο Άρης είχε παρεξηγήσει την πληροφορία. Ο διοικητής της μεραρχίας ανέφερε τα εξής: Εκπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού του είπαν ότι είχαν πείσει μόλις τον στρατηγό Ζέρβα να υπογράψει ανακωχή δεκατεσσάρων ημερών με τους Γερμανούς και ότι είχε συμφωνήσει να κάνει το ίδιο 28. Το ότι ο Ζέρβας δεν το έκαμε, αποδείχνεται από δυο γεγονότα: πρώτο, ότι ένας Άγγλος αξιωματικός, που γνώριζε θαυμάσια τα ελληνικά, ήταν παρών σε όλη τη διάρκεια της συναντήσεως αυτής του Ζέρβα με τους εκπροσώπους του Ερυθρού Σταυρού· δεύτερο, ότι, λίγες μέρες μετά τη συνάντηση αυτή, ακολούθησε μια από τις μεγαλύτερες σε διάρκεια και σκληρότερες μάχες που δόθηκαν μεταξύ Ζέρβα και Γερμανών. Κανένα από τα δυο αυτά γεγονότα, όμως, δεν εμπόδισε το Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ να δώσει στη δημοσιότητα τη δική του εκδοχή· ούτε εμπόδισαν τον Άρη Βελουχιώτη να εξαπολύσει πλευρική επίθεση κατά του Ζέρβα, στο κορύφωμα της μάχης κατά των Γερμανών. Η μαρτυρία στην περίπτωση αυτή, επομένως, εκθέτει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όχι πάντως τον Ζέρβα. Digitized by 10uk1s
Η δεύτερη κατηγορία παρουσιάζει ενδιαφέρον μόνο για έναν παράξενο και δευτερεύοντα λόγο. Το ότι ο Ζέρβας απόφυγε να ενοχλήσει τους Γερμανούς το καλοκαίρι του 1944 το ισχυρίστηκαν Βρετανοί αξιωματικοί της SOE Καΐρου. Αληθεύει γενικά, αν και αποσιωπά μια τουλάχιστο όχι ασήμαντη στρατιωτική επιχείρηση. Αλλά, το καλοκαίρι του 1944, ο Ζέρβας είχε διαταγές να απόσχει προσωρινά από επιχειρήσεις κατά των Γερμανών, για ν' αποφύγει αντίποινα και να διατηρήσει άθικτες τις δυνάμεις του για την τελική επιχείρηση παρενοχλήσεως των Γερμανών κατά την αποχώρησή τους· τις διαταγές αυτές του τις είχε διαβιβάσει η SOE Καΐρου. Όταν τελικά πήρε διαταγή να επιτεθεί, τον Σεπτέμβριο, τα αποτελέσματα που πραγματοποίησαν τότε οι δυνάμεις του αξίζει να λεχθεί 29 ότι ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες των Συμμάχων, που ήταν μεγάλες. Ο Ζέρβας λοιπόν πειθάρχησε στις διαταγές ως το τέλος. Το ότι και οι διαταγές και οι επικρίσεις είχαν την ίδια επίσημη πηγή αποτελεί ανεξήγητη παρεξήγηση.
Η τρίτη κατηγορία παρουσιάζει το πρόσθετο ενδιαφέρον, ότι έγινε από ένα μέλος της Βουλής
των Κοινοτήτων 30. Είναι η βαρύτερη από τις τρεις και ο τρόπος με τον οποίο διατυπώθηκε είναι πειστικός. Το 1944, μονάδες του Βρετανικού Ναυτικού επιφορτίστηκαν να μεταφέρουν πολεμοφόδια στις δυτικές ακτές της Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας και Ελλάδας, για να χρησιμοποιηθούν από τις αντίστοιχες ανταρτικές δυνάμεις κατά των Γερμανών. Οι αντάρτες στις δυο πρώτες από τις τρεις αυτές χώρες ανήκαν στα αριστερά αντιστασιακά κινήματα του Τίτο και του Εμβέρ Χότζα· στην τρίτη, την Ελλάδα, ήταν οι αντάρτες του Ζέρβα. Στις δυο πρώτες περιπτώσεις, η δύσκολη επιχείρηση της εκφορτώσεως στη διάρκεια της νύχτας εμποδιζόταν συστηματικά από τους Γερμανούς· στην τρίτη περίπτωση, ποτέ δεν εμποδίστηκε. Κι όμως, ήταν γνωστές στους Γερμανούς οι επιχειρήσεις αυτές και στην τρίτη ακόμη περίπτωση τόσο καλά όσο και στις δυο πρώτες, σύμφωνα με σχετική μυστική έκθεση31 που έπεσε αργότερα στα χέρια των Συμμάχων και όπου περιέχεται αυτή η πληροφορία. Το συμπέρασμα, στην ηπιότερη μορφή του, φαίνεται να είναι ότι οι Γερμανοί άφησαν ανεμπόδιστες τις επιχειρήσεις αυτές ανεφοδιασμού στην Ελλάδα, γνωρίζοντας ότι όπλα που παραδίνονταν στον Ζέρβα δεν θα στρέφονταν εναντίον τους, όπως εκείνα που παραδίνονταν στον Τίτο και στον Εμβέρ Χότζα. Είναι αυτονόητο ότι και άλλο πολύ λιγότερο ήπιο συμπέρασμα θα μπορούσε να συναχθεί. Τρεις απαντήσεις είναι ίσως δυνατές σ' αυτή την κατηγορία — ή, μάλλον, μια απάντηση (ότι είναι εσφαλμένη) μπορεί να διατυπωθεί με τρεις τρόπους. Ο πρώτος είναι, ότι το ασυμβίβαστο της επεμβάσεως των Γερμανών στη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία και της μη επεμβάσεώς τους στην Ελλάδα μπορεί "εκ πρώτης όψεως" ν' αποδοθεί στο ότι, στις ελληνικές δυτικές ακτές, οι επιχειρήσεις ήταν καλύτερα οργανωμένες και έγιναν με μεγαλύτερη ασφάλεια. Αυτό θα σήμαινε, ότι οι Γερμανοί δεν εμφανίσθηκαν, για τον απλό λόγο ότι δεν τις πληροφορήθηκαν έγκαιρα. Η πιο πάνω γερμανική έκθεση των μυστικών υπηρεσιών, ως το βαθμό που είναι έγκυρη στο σημείο αυτό η μαρτυρία της, ανέφερε μόνο τις επιχειρήσεις αφού είχαν πραγματοποιηθεί. Αυτή η εκδοχή είναι δυνατή αλλά απίθανη και δεν πείθει εκείνους που έχουν προκατάληψη κατά του Ζέρβα και υπέρ του Τίτο και του Εμβέρ Χότζα. Η δεύτερη απάντηση είναι ότι, αν η μαρτυρία αυτή αποδείχνει αδιαφορία από την πλευρά των Γερμανών (για να μην πούμε τίποτα χειρότερο) για το αν θα έπαιρνε όπλα ο Ζέρβας ή όχι, αποδείχνει επίσης, με τα ίδια στοιχεία, και την αδιαφορία τους για το αν ο ΕΛΑΣ ή οποιοσδήποτε άλλος στην Ελλάδα θα έπαιρνε όπλα ή όχι. Ένα μέρος των πολεμοφοδίων που αποστέλλονταν στις δυτικές ακτές της Ελλάδας δεν προορίζονταν για τον Ζέρβα, αλλά για τις περιοχές του ΕΛΑΣ, που απείχαν πολλών ημερών ταξίδι στο εσωτερικό προς τ' ανατολικά, όπου μεταφέρονταν (με τη βοήθεια του Ζέρβα) πάνω από ένα ορεινό τείχος με καραβάνια από μουλάρια. Κι αυτό επίσης έγινε γνωστό στους Γερμανούς, όταν τον Απρίλιο του 1944 αιφνιδίασαν ένα τέτοιο καραβάνι "καθ' οδό" και πολλά από τα πολεμεφόδια, όπως και πολλοί από τους συνοδούς, Έλληνες και Άγγλοι, έπεσαν στα χέρια τους. Θα μπορούσε με πρώτη ματιά να συμπεράνει κανείς απ' αυτό, ότι οι Digitized by 10uk1s
Γερμανοί ενδιαφέρονταν να εμποδίσουν να φθάσουν αυτά τα εφόδια στον ΕΛΑΣ και γι' αυτό φρόντισαν να τα κατάσχουν μόνο αφού ο Ζέρβας είχε πάρει το μερίδιό του. Ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι αστήρικτο, επειδή, πρώτα - πρώτα, ήταν τόσο ασύγκριτα πιο δύσκολο να αιφνιδιασθεί η εφοδιοπομπή στο στάδιο αυτό παρά σε ένα γνωστό σημείο της ακτής, ώστε δεν μπορούσε να γίνει κανένας υπολογισμός αν θα ήταν δυνατό ή όχι· κατά δεύτερο λόγο, η σύλληψη της εφοδιοπομπής, τον Απρίλιο του 1944, ήταν κάτι το εντελώς τυχαίο, που δεν είχε καμιά επανάληψη αργότερα. Κατά συνέπεια, το επιχείρημα αυτό θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά του Ζέρβα, μόνο αν στραφεί και κατά του ΕΛΑΣ ταυτόχρονα. Αυτό είναι λογικό, αλλά απίθανο και επομένως άχρηστο για τους εχθρούς του Ζέρβα. Η τρίτη απάντηση είναι αποφασιστική. Η συνεργασία με τον εχθρό δεν είναι ζήτημα λόγων αλλά έργων. Είναι κατανοητό το να πίστευαν οι Γερμανοί, ότι όπλα που παραδίνονταν στον Ζέρβα δεν θα στρέφονταν ποτέ εναντίον τους· αν όμως το πίστευαν πραγματικά, τότε, τους περίμενε μια έκπληξη. Δεν ήταν δυνατό να γνώριζαν, ότι η αδράνεια του Ζέρβα απέναντί τους το καλοκαίρι του 1944 οφειλόταν σε ρητές διαταγές των βρετανικών αρχών· είδαμε κιόλας πιο πάνω, ότι αυτό δεν το γνώριζαν ακόμα και ορισμένοι Βρετανοί που ήταν υπεύθυνοι για την έκδοση αυτών των διαταγών. Μιλώντας για "νομοταγή συμπεριφορά προς τα γερμανικά στρατεύματα" από την πλευρά του Ζέρβα, η επίμαχη μυστική έκθεση βεβαιώνει όχι την απιστία του προς τους Συμμάχους, αλλά την υπακοή του στις διαταγές τους· όχι την επιτυχία των Γερμανών, αλλά τους ευσεβείς τους πόθους. Όταν ο Ζέρβας πήρε διαταγή να επιτεθεί κατά των Γερμανών, με την αποχώρησή τους τον Σεπτέμβριο του 1944, το έκαμε. Αν λοιπόν οι Γερμανοί είχαν επιτρέψει να εκφορτωθούν πολεμοφόδια και να παραληφθούν απ' τον Ζέρβα ανεμπόδιστα, όλο εκείνο το καλοκαίρι, αυτό αποδείχνει όχι ότι ήταν συνεργάτης τους, αλλά ότι εκείνοι εξαπατήθηκαν. Η προκείμενη κατηγορία είναι όχι ότι υπήρχε ρητή συμφωνία μεταξύ Ζέρβα και Γερμανών (πράγμα που θα σήμαινε αθέτησή της από την πλευρά του) αλλά ότι οι Γερμανοί έκλειναν απλώς τα μάτια στις επιχειρήσεις αυτές στη δυτική ακτή. Για τέτοια ρητή συμφωνία δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία ούτε και έχει γίνει κανένας σχετικός υπαινιγμός. Όσο για σιωπηρή ανοχή, υπόθεση μόνο μπορεί να γίνει ότι ήταν δυνατή, ότι θα χρειασθούν όμως γι' αυτό κι άλλες μαρτυρίες από τα γερμανικά αρχεία, ότι δεν ενοχοποιεί πάντως τον Ζέρβα και ότι θα αποτελούσε ένα σφάλμα των Γερμανών που τους στοίχισε ακριβά. Το μόνο που μένει από όλον αυτό το θόρυβο, είναι η λύπη για το ότι μια τέτοια κατηγορία υπάρχει, ώστε να χρειάζεται απάντηση. Σε όλη την Κατοχή, η διαγωγή του Ζέρβα ήταν άμεμπτη. Σαν στρατιωτικός, πειθαρχούσε σχολαστικά στις διαταγές που είχε και όχι (όπως ισχυρίζονται οι επικριτές του) επειδή ήξερε σε ποια πλευρά βρισκόταν το συμφέρον του· το ίδιο έκανε και πριν του προσφερθεί ο,τιδήποτε. Σχετικά με μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση, το καλοκαίρι του 1943 η διαταγή που έδωσε ήταν διατυπωμένη σε μια και μόνο φράση: "Μεταξύ 20 Ιουνίου και 14 Ιουλίου, όλες οι μονάδες θα κάνουν ακριβώς ό,τι τους πουν οι αποσπασμένοι σ' αυτές Βρετανοί αξιωματικοί σύνδεσμοι". Σαν πολιτικός, δεν είχε την ευκαιρία να γίνει συνεργάτης του κατακτητή προσωπικά, αφού ήταν καθηλωμένος στην απομόνωση των βουνών· έδειχνε όμως πολύ μεγάλη ανοχή, προκειμένου να προσφέρει άσυλο σε κάθε αντίπαλο του ΚΚΕ αδιάκριτα και, κατά συνέπεια, και σε μερικούς δήθεν μεταμελημένους συνεργάτες του κατακτητή. Τους ανθρώπους αυτούς τους αποκήρυξε τελικά, άσχετα με την ιδιαίτερη συμπάθειά του για τη θέση τους. Όταν όμως η Κατοχή πλησίαζε προς το τέλος της και ο Ζέρβας άρχισε να προβλέπει τις μεταπελευθερωτικές πιθανές εξελίξεις, βρήκε ότι οι συμπάθειές του έκλιναν μάλλον προς τους ανθρώπους αυτού του είδους, παρά προς τους παλιούς φιλελευθέρους συναδέλφους του. Είτε ήταν είτε όχι συνεργάτες του κατακτητή (και οι περισσότεροι δεν ήταν τίποτε περισσότερο από "αναμένοντες") φαινόταν να τον ενδιαφέρει πολύ λιγότερο, αφού είχε πια τελειώσει ο αγώνας· και ακόμα λιγότερο, όταν ο Δεκέμβριος του 1944 ενοχοποίησε τους κομμουνιστές για εγκλήματα το ίδιο τρομερά. Με τέτοιους οπαδούς, το 1945, σχημάτισε ο Ζέρβας ένα νέο κόμμα, με τη νέα ονομασία Εθνικό Κόμμα Ελλάδας, κατά το παράδειγμα ενός αποτυχημένου συνασπισμού εμπνευσμένου από το ΕΑΜ, με τον τίτλο ΕΜΕ (Ε Εθνικό Μέτωπο Ελλάδας). Οι παλιοί του συνεργάτες τράβηξαν τον δικό τους δρόμο, Digitized by 10uk1s
προσεγγίζοντας σταθερά όλο και πιο πολύ το ΕΑΜ. Όταν ο στρατηγός Πλαστήρας γύρισε στην Ελλάδα από την αυτοεξορία του στη Γαλλία, στα τέλη του 1944, ήταν κιόλας αστείο να θεωρείται σαν αρχηγός του ΕΔΕΣ. Ο ΕΔΕΣ ήταν νεκρός· διασπασμένος, όπως είναι η μοίρα των οργανώσεων του είδους του, σε δυο ασυμβίβαστα άκρα. Η στρατιωτική δύναμη του Ζέρβα διαλύθηκε λίγο αργότερα με τη βία. Υπήρξε ένα από τα θύματα του ΕΛΑΣ κατά τη Δεκεμβριανή εξέγερση. Μολονότι με τα γεγονότα του τέλους του 1944 θ' ασχοληθώ λεπτομερειακά όταν έρθει η σειρά τους, θεωρώ σκόπιμο να μιλήσω λίγο εδώ για την καταρράκωση του κύρους των βρετανικών αρχών που προξένησε η εκμηδένιση των δυνάμεων του Ζέρβα, επειδή τον είχαν υποστηρίξει, και για τον εξευτελισμό του ίδιου, επειδή υπέκυψε τόσο εύκολα. Για δυο λόγους δεν δικαιώνεται μια τέτοια ηθική επίπτωση. Ο πρώτος είναι, ότι η ήττα του Ζέρβα απ' τον ΕΛΑΣ, τον Δεκέμβριο του 1944, ήταν άσχετη με την αξία των δυνάμεών του και με τις προσωπικές του ικανότητες. Δεν αποδείχνει, όπως αρέσει στους εχθρούς του να ισχυρίζονται, ότι ο στρατός του δεν είχε ποτέ καμιά πολεμική αξία και ότι οι Βρετανοί φέρθηκαν ανόητα ή υποκριτικά υποστηρίζοντάς τον. Αποδείχνει μόνο, ότι ο στρατός του ήταν κατώτερος από τον ΕΛΑΣ στο να πολεμά εναντίον άλλων Ελλήνων· πράγμα που είναι αναντίρρητο, και δεν χρειάζεται απόδειξη. Αλλά δεν υπάρχει λογική σχέση ανάμεσα στην ικανότητά του να πολεμά τους Γερμανούς, που ήταν η αποστολή του, και στο να πολεμά Έλληνες, που δεν ήταν αποστολή του. Το γεγονός αυτό φωτίζει απλούστατα τη διαφορά μεταξύ των δυνάμεων του Ζέρβα και των δυνάμεων του ΕΛΑΣ: ότι, δηλαδή, οι δυνάμεις του πρώτου ήταν συγκροτημένες, έτσι που να πολεμούν τους Γερμανούς και οι δυνάμεις του δεύτερου για να πολεμούν οποιονδήποτε, οποιασδήποτε εθνικότητας που αντιδρούσε στους ιδεολογικούς σκοπούς του ΕΑΜ. Αλλά και αν ακόμα οι δυνάμεις του Ζέρβα είχαν πολεμήσει τον ΕΛΑΣ με αμέριστο ενθουσιασμό, υπήρχε και ένας δεύτερος λόγος, που θα έκανε και πάλι να ηττηθούν. Προς το τέλος της Κατοχής, οι Βρετανοί παραχώρησαν στον Ζέρβα32 μια ζώνη εδάφους, που ήταν κατάλληλη για τους σκοπούς του, δηλαδή τον πόλεμο κατά των Γερμανών, αλλά τον άφηνε ακάλυπτο, στις τρεις από τις τέσσερις πλευρές, απέναντι στις ανώτερες στρατηγικά θέσεις που κατέλαβε ο ΕΛΑΣ αμέσως μόλις έφυγαν οι Γερμανοί. Οι διαταγές των Βρετανών ήταν δικαιολογημένες, με την έννοια ότι, ύστερα από την αποχώρηση των Γερμανών, κάθε αγώνας είχε τελειώσει· κι αυτοί ακόμα, επομένως, προχώρησαν πιο μακριά από ό,τι έπρεπε. Ζήτησαν απ' τον Ζέρβα να ετοιμάσει τις δυνάμεις του για μετακίνηση· αυτήν την μετακίνηση ακριβώς, πραγματοποιούσε, λίγες μέρες πριν του επιτεθεί ο ΕΛΑΣ· και του ζήτησαν επίσης να παραδώσει το μικρό απόθεμα των πολεμοφοδίων του, αμέσως μόλις οι Γερμανοί θα εκκένωναν την περιοχή του. Ο Ζέρβας βρήκε παράλογο το ότι οι παραλήπτες στους οποίους υποχρεωνόταν να παραδώσει τον οπλισμό ήταν ο ΕΛΑΣ, τη στιγμή που οι Γερμανοί είχαν εκκενώσει επίσης όλες τις περιοχές του ΕΛΑΣ 33. Κι όμως, οι διαταγές αυτές εκτελέστηκαν σχολαστικά. Η κατάρρευση επομένως των δυνάμεων του πρέπει ν' αποδοθεί στην απροθυμία των ανδρών του να πολεμήσουν εναντίον άλλων Ελλήνων και στη δική του υπακοή στις διαταγές. Κανένας από τους δυο αυτούς λόγους δεν είναι υποτιμητικός· ούτε καταδικάζουν τη βρετανική πολιτική, για το ότι τον υποστήριξε κατά την Κατοχή. Το ότι όμως αυτά τα πράγματα δεν δόθηκαν τότε στη δημοσιότητα, αποκαλύπτει ένα άλλο σημαντικό γεγονός σχετικά με τις βρετανικές στρατιωτικές αρχές στην Αίγυπτο: ότι η εκμηδένιση των δυνάμεων του Ζέρβα και η αποδοκιμασία του ίδιου σαν αρχηγού δεν έγιναν δεκτές από όλους με δυσφορία. To BBC, μάλιστα, ανάγγειλε προκαταβολικά τη διάλυσή τους. Στην πραγματικότητα η βρετανική κοινή γνώμη ήταν αδιάλλακτα διχασμένη, και είναι ακόμα, αναφορικά με τον Ζέρβα. Τον Δεκέμβριο του 1944, τα πνεύματα είχαν μεταστραφεί υπέρ των εχθρών του 34. Παρά τις εσωτερικές αυτές διχογνωμίες, είναι δίκαιο να πω, όπως κι oι περισσότεροι από τους επικριτές της βρετανικής πολιτικής, ότι, χωρίς βρετανική υποστήριξη, ο στρατός του Ζέρβα δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να υπάρξει· το άδικο θα ήταν να το παρουσιάσω αυτό σαν επίκριση. Δεν αληθεύει ότι ο Ζέρβας υποκινήθηκε στο να βγει στα βουνά σαν αντίβαρο του ΕΛΑΣ· ούτε ο ΕΛΑΣ Digitized by 10uk1s
ούτε καμιά άλλη αντάρτικη οργάνωση είχε ακουστεί, τότε που οι Βρετανοί πράκτορες έκαναν τις πρώτες προσπάθειες να πείσουν τον Ζέρβα να βγει στο βουνό. Δεν αληθεύει ότι του πρόσφεραν υποστήριξη κατά προτίμηση· η υποστήριξη ήταν τελικά ίση περίπου, αναλογικά· ο ΕΛΑΣ είχε μεγαλύτερη απόδοση το 1943, ο Ζέρβας το 1944. Αληθεύει όμως, ότι οι δυνάμεις του Ζέρβα θα εκμηδενίζονταν ακόμα ενωρίτερα, αν δεν είχαν τη βρετανική υποστήριξη. Οι επικρίσεις προσθέτουν, ότι θα ήταν καλύτερα να διακόπταμε την υποστήριξη στον Ζέρβα, όπως την διακόψαμε στην περίπτωση του Μιχαήλοβιτς. Το επιχείρημα αυτό στηρίζεται σε μια επιπόλαιη ταύτισή τους που κι αυτή είναι μεταγενέστερη· στην πραγματικότητα, ο Ζέρβας ούτε είχε ακουσθεί ακόμα, όταν η κίνηση κατά του Μιχαήλοβιτς, τον Δεκέμβριο του 1942, έπαιρνε την τελική της μορφή, μια κίνηση που ήταν ένας αυθαίρετος συσχετισμός ανάμεσα στην "αντιδραστική" πολιτική της υποστηρίξεως προς τον Μιχαήλοβιτς και στην "αντιδραστική" πολιτική της υποστηρίξεως προς το Γάλλο ναύαρχο Darlan, στη Β. Αφρική. Η συμπεριφορά του Ζέρβα ήταν διαφορετική από τη συμπεριφορά του Μιχαήλοβιτς, αφού αυτός πειθαρχούσε πάντα στις διαταγές. Οι επικρίσεις όμως αυτές έχουν πολιτικό χαρακτήρα και πρέπει ν' αντιμετωπιστούν σαν πολιτικό ζήτημα. Αν δεν είχε υποστηριχθεί ο Ζέρβας, ολόκληρη η Ελλάδα θα είχε περιέλθει στον έλεγχο του ΕΑΜΕΛΑΣ, όταν έφυγαν οι Γερμανοί. Αυτό δεν είναι απλή υπόθεση· είναι αναμφισβήτητη αλήθεια, που αποδείχνεται από ό,τι έγινε σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Η άποψη των επικριτών είναι, όχι ότι δεν θα συνέβαινε αυτό, αλλά ότι θα ήταν καλύτερα αν είχε συμβεί. Στο τελευταίο κεφάλαιο, θα καταδειχθεί ότι η διαμάχη γύρω απ' αυτό το σημείο είναι άσχετη με το πραγματικό πρόβλημα· αλλά θα έπρεπε οι επικριτές να γνωρίζουν τι υπερασπίζονται. Δύο αλήθειες, που πιστεύω ότι δεν επιδέχονται αντίρρηση, είναι ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν και είναι όργανο του ΚΚΕ και ότι το ΚΚΕ ήταν και είναι όργανο της σοβιετικής κυβερνήσεως. Η αλυσίδα των αιτίων που θα οδηγούσαν από την εγκατάλειψη του Ζέρβα στην επικράτηση της σοβιετικής επιρροής στην Ελλάδα είναι κάτι το βέβαιο. Άλλο ζήτημα, αν αυτό θα ήταν καλό ή κακό. Όσοι επικρίνουν τη βρετανική πολιτική στο ζήτημα αυτό, πρέπει να πουν καθαρά, ότι επιθυμούν την τελική απορρόφηση της Ελλάδας από την διαρκώς επεκτεινόμενη σοβιετική ομοσπονδία. Μπορεί να είναι σωστή και λογική η κριτική τους· αλλά δεν συνηθίζουν να μιλούν καθαρά επάνω σ' αυτό. Δεν αποτελούν θρήνο όλα αυτά για το θάνατο του ΕΔΕΣ. Η πολιτική οργάνωση με την επωνυμία αυτή είχε καταφέρει να προξενεί την αποστροφή και η στρατιωτική οργάνωση είχε εξυπηρετήσει τους σκοπούς της. Ήταν σωστό να πάψουν να υπάρχουν και οι δυο, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας. Ακριβώς όπως θα ήταν σωστό να πάψει να υπάρχει και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ την ίδια μέρα, αν ήταν αυτό που ισχυριζόταν. Το ότι είχαν διαφορετική τύχη οφείλεται ίσως στον χαρακτήρα τους, επειδή απ' τον ΕΔΕΣ έλειπε τόσο η πολιτική συνοχή όσο και η επαναστατική φλόγα του αντιπάλου του. Ο ΕΔΕΣ όμως είχε ένα πράγμα, που ούτε και αυτή η διάλυση μπορούσε να του το αφαιρέσει: τη δυναμική προσωπικότητα του ηγέτη του. Το ασύγκριτα σημαντικότερο μέρος από την όλη υπόσταση του ΕΔΕΣ αποτελούσε πάντα ο αρχηγός του Ζέρβας — σε τέτοιον βαθμό, που είχε γίνει συνήθεια να εννοεί κανείς αυτόν, μιλώντας για την οργάνωση, αντίθετα με ό,τι γινόταν για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, εξ αιτίας του απρόσωπου χαρακτήρα του. Για τον Ζέρβα προσωπικά, μπορεί να λεχθούν συνοπτικά τα εξής: Αν τον δούμε σαν στρατιωτικό, καμιά από τις κατηγορίες σε βάρος του δεν μπορεί να σταθεί· αν τον δούμε σαν πολιτικό, οι κατηγορίες παρουσιάζονται πολύ πιο βάσιμες μετά την Κατοχή, παρά πριν. Ο διορισμός του στη θέση του υπουργού Δημοσίας Τάξεως, το 1947, μπορεί να θεωρήθηκε από τους οπαδούς του σαν επιστέγασμα της σταδιοδρομίας του· στους αληθινούς του φίλους, όμως, πρέπει να φάνηκε σαν θλιβερή κατάπτωση. Η πολιτική συμπεριφορά του το 1945-47 φάνηκε να δικαιώνει εκ των υστέρων τις κατηγορίες που του απευθύνονταν το 1942-44. Οπωσδήποτε, όμως, δεν ευσταθούσαν το 1942-44, όταν δηλαδή υψώθηκε στην κορυφή ενός προσωπικού μεγαλείου που ούτε το παρελθόν του προφήτευε ούτε η κατοπινή σταδιοδρομία του διατήρησε. Αν είχε πεθάνει μαζί με τον ΕΔΕΣ την ήμερα της απελευθερώσεως, θα είχε πεθάνει σαν εθνικός ήρωας· και δίκαια. Αν είχε τηρήσει τουλάχιστο την υπόσχεση που είχε δώσει τόσες φορές, να μείνει μακριά από την πολιτική, αφού θα εκδιώκονταν οι Γερμανοί, τότε, κάθε σχεδόν Digitized by 10uk1s
κατηγορία εναντίον του θα έπεφτε στο κενό. Παρ' όλα όμως τα σφάλματα και τα ελαττώματά του, στέκεται δίπλα στον αντίπαλό του, τον Άρη Βελουχιώτη, αντάξια, αποτελώντας τη μια από τις δυο μεγάλες φυσιογνωμίες που γέννησε η Ελληνική Αντίσταση.
Η παρουσίαση των δύο μεγάλων στρατιών του αντιστασιακού κινήματος, πολιτικού και στρατιωτικού, ολοκληρώνεται στο σημείο αυτό. Εκείνο που μένει, είναι μερικές μικρές αντιστασιακές οργανώσεις, που έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. • • • •
Το πρώτο κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι όλες εμφανίσθηκαν πολύ αργά στη σκηνή. Το δεύτερο είναι ότι καμιά τους δεν επέζησε της Κατοχής. Το τρίτο, που ήταν αιτία του δεύτερου, είναι ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τις εχθρευόταν. Το τέταρτο, αιτία του τρίτου, ότι χαρακτηρίζονταν από την ίδια γενική ευηποληψία στη σύνθεσή τους.
Η σύστασή τους δεν ήταν ίδια· αν ήταν, τότε θα είχαν αποτελέσει μια μόνο οργάνωση αντί για πολλές· είχε όμως πηγή της τις ίδιες κοινωνικές τάξεις, που η καλύτερη ονομασία τους είναι αστικές, με την πιο εχθρική έννοια που έχει ο όρος για τους κομμουνιστές. Η στρατιωτική τους ηγεσία προερχόταν απ' τον τακτικό στρατό· η πολιτική τους ηγεσία, ως το βαθμό που είχαν, από συντηρητικούς δημοκράτες· οι οπαδοί τους προέρχονταν από το ίδιο ανθρώπινο υλικό κάτω από την οριζόντια γραμμή, όπως το περιγράψαμε. Μεταξύ τους είχαν ασήμαντες διαφορές, όχι σοβαρές, όσο το χάσμα που τις χώριζε όλες απ' το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Τους έλειπε η επαναστατική φλόγα και η ηθική ακεραιότητα και αντοχή, που χρειαζόταν ένα αντιστασιακό κίνημα. Τους έλειπε η διορατικότητα που έκανε να ξεχωρίζει το ΚΚΕ, το να διακρίνει δηλαδή σε άλλους Έλληνες έναν εχθρό το ίδιο άσπονδο όσο οι Γερμανοί. Ο αγώνας τους δεν ήταν ιδεολογικός, αλλά πατριωτικός: δεν ήταν δυνατό, όπως ήταν τόσο εύκολο για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, να μετατραπεί μέσα σε μια στιγμή σε εμφύλιο πόλεμο. Σ' αυτό, κατά ένα μεγάλο μέρος, δεν διέφεραν από τον ΕΔΕΣ· η διαφορά του ΕΔΕΣ βρισκόταν στο ότι ήταν παλαιότερος, μεγαλύτερος αριθμητικά και ισχυρότερος. Κι εδώ, όπως σε άλλα σημεία, η διαμάχη που δίχασε την ελληνική ζωή μπορεί να θεωρηθεί σαν σύγκρουση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με όλους τους άλλους. Στις παραγράφους που ακολουθούν, όμως, θα φανεί ότι υπήρχαν επίσης αρκετοί λόγοι που θα μπορούσαν να προκαλέσουν διαμάχη και ανάμεσα στους υπόλοιπους, αν δεν τους κρατούσαν σε φιλικές σχέσεις δυο πράγματα: η ύπαρξη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που παραμέριζε όλες τους τις διαφωνίες μπροστά στον κοινό τους φόβο· και οι γεωγραφικές αποστάσεις που έθεταν σε κάποια απομόνωση μεταξύ τους τις μικρότερες οργανώσεις, αναφορικά με το πεδίο της δραστηριότητάς τους.
δ) Η ΕΚΚΑ Η πρώτη κατά χρονολογική σειρά εμφανίσεως από τις οργανώσεις αυτές ονομαζόταν "Ε Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση", γνωστή με τα αρχικά ΕΚΚΑ. Στρατιωτικός αρχηγός της ήταν ο συνταγματάρχης Ψαρός, με στενό συνεργάτη του για ένα διάστημα τον φίλο του Μπακιρτζή. Η φιλία τους διακόπηκε, όταν ο Μπακιρτζής αποχώρησε από την ΕΚΚΑ τον Μάρτιο του 1944, για να γίνει ο πρώτος πρόεδρος της κυβέρνηση του βουνού του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, δηλαδή της ΠΕΕΑ. Την πολιτική καθοδήγηση της ΕΚΚΑ αποτελούσε τριμελής επιτροπή· το πιο γνωστό μέλος της ήταν ο Καρτάλης, πρώην δεξιός πολιτικός, για τον οποίο η ΕΚΚΑ ήταν το ενδιάμεσο στάδιο στην πορεία του προς τ' αριστερά. Η φωτεινή του διάνοια και η δυτική παιδεία του τον ξεχώριζαν ανάμεσα στις πολιτικές μορφές των βουνών, αλλά δεν του έδωσαν τη δύναμη να σώσει την ΕΚΚΑ. Στους πολιτικούς που υποστήριζαν την οργάνωση στην Αθήνα περιλαμβάνονταν ο Καψαλόπουλος και, αργότερα, ο Κατάβολος, που (όπως κι ο Καρτάλης) πήρε μέρος σε κυβερνήσεις του Κέντρου μη προερχόμενες από εκλογές, στην περίοδο 1945-46. Η ποιότητα των προσώπων αυτών ήταν Digitized by 10uk1s
εγγύηση για τη δημοκρατική ακεραιότητα της ΕΚΚΑ. Αλλά χρειάζονταν περισσότερα, για να επιζήσει η οργάνωση, μέσα στο πολιτικό κλίμα των βουνών, που δεν το χαρακτήριζε η ευπρέπεια. Η ΕΚΚΑ έδειξε μοιραία καθυστέρηση στο να εμφανίσει ένοπλη δύναμη στα βουνά, πράγμα που έπραξε μόλις τον Μάρτιο του 1943. Ο Ψαρός προτίμησε να ανασυστήσει το 5/42 Σύνταγμα που διοικούσε άλλοτε, στη γενέτειρά του περιοχή, στη νότια Στερεά Ελλάδα. Ήταν δημοφιλής εκεί και κατόρθωσε να προσελκύσει μεγάλο ρεύμα οπαδών· εξασφάλισε βρετανική υποστήριξη σε μια κλίμακα που, αν και υστέρησε απ' το στόχο της, ήταν σχετικά γενναία. Αυτά όμως τα πλεονεκτήματά του έφεραν μαζί τους και την εχθρότητα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το καλοκαίρι του 1943 δέχτηκε δυο φορές την επίθεση του ΕΛΑΣ και δυο φορές η δύναμή του εκμηδενίστηκε. Δύο φορές την ανασυγκρότησε. Το φθινόπωρο του 1943, τον κάλεσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να ενωθεί μαζί του σε εμφύλιο πόλεμο κατά του Ζέρβα, αλλά οι αξιωματικοί του απόφυγαν την περιπέτεια με μια καλοπροαίρετη ουδετερότητα, ενώ ο ίδιος απουσίαζε. Για να τιμωρήσει τη χλιαρότητά του, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τον κατηγόρησε για συνεργασία με τους Γερμανούς. Τον Απρίλιο του 1944 δόθηκε το τελικό πλήγμα. Το 5/42 Σύνταγμα διαλύθηκε για τελευταία φορά και η τύχη των ανωτέρων αξιωματικών του επιβεβαιώνει με ακρίβεια τις τρεις δυνατότητες εκλογής που είχε σαν συνέπεια η εχθρότητα προς το ΚΚΕ. Ένα μέρος από τη δύναμη του συντάγματος βρήκε καταφύγιο κοντά στους Γερμανούς και τα Τάγματα Ασφαλείας στην Πάτρα· ένα άλλο τμήμα δέχθηκε να ενσωματωθεί στον ΕΛΑΣ· και ο Ψαρός πλήρωσε την εμμονή του με τη ζωή του. Γίνεται φανερό, εκ των υστέρων, ότι δεν μπορούσε να ήταν διαφορετική η τύχη του μοναδικού αρχηγού ανταρτικών ομάδων, που ήταν ό,τι ονομάζεται στον βρετανικό στρατό συνεπής αξιωματικός και αξιοπρεπής άνδρας (an officer and a gentleman). Η πολιτική που χαρακτήριζε την ΕΚΚΑ επέζησε, αλλά όχι στα βουνά. Εξακολούθησε να προσφέρει στο Κέντρο μια σπονδυλική στήλη, όπως αυτή που του προσφέρει και τώρα και στην οποία περιλαμβάνεται η μοναδική σημαντική εφημερίδα της, η "Ε Ελευθερία". Από την εφημερίδα αυτή, τα υπολείμματα της ΕΚΚΑ πήραν την ονομασία Όμιλος της "Ελευθερίας", που παρέμεινε σαν μια δύναμη της ελληνικής πολιτικής ζωής. Δεν στάθηκε όμως ικανή να προσφέρει στο Κέντρο οποιεσδήποτε θετικές αρχές, για να το κρατήσει σε συνοχή. Αυτή η αδυναμία, αυτή η έλλειψη, είναι φανερή στις διαφορές που ξεχωρίζουν το Κέντρο από τα δύο άκρα. Από την Αριστερά το χωρίζει η αντίθεσή του προς τον κομμουνισμό, που για τους πατριώτες Έλληνες σημαίνει μείωση της ανεξαρτησίας της χώρας τους προς όφελος του σλαβικού ιμπεριαλισμού. Από τη Δεξιά, το χωρίζει η αντίθεσή του προς τη μοναρχία, που, στη μνήμη του φιλελευθέρου δημοκρατικού Έλληνα συνδέεται ακόμα με τη δικτατορία του Μεταξά. Σε κάθε κρίση, οι αντιδράσεις του Κέντρου καθορίζονται από την ένταση της εχθρότητάς του προς τα δυο άκρα. Όταν υπερισχύει το μίσος κατά της μοναρχίας, το Κέντρο κινείται προς τα αριστερά· όταν υπερισχύει το μίσος κατά του κομμουνισμού, κινείται προς τα δεξιά. Όταν οι δυο εχθρότητες είναι ισοδύναμες, σημειώνεται πυρηνική διάσπαση και τα διασπασμένα άτομα έλκονται από τους δυο αντίθετους πόλους. Για παράδειγμα, στους κρίσιμους μήνες πριν από τις εκλογές του Μαρτίου του 1946, η απόκλιση του Κέντρου ήταν προς τ' αριστερά. Είναι τιμητικό για τον Όμιλο της "Ελευθερίας" που μετακινήθηκε προς την κατεύθυνση αυτή σύσσωμος, αντί να υποστεί την ίδια διάσπαση που σημειώθηκε στον ΕΔΕΣ. Αλλά, το 1947, τα αντίπαλα πεδία έλξεως αναταράχθηκαν και πάλι με σχετική ένταση και, το 1948, το Κέντρο μετέπεσε άλλη μια φορά στη μοιραία αμφιταλάντευση. Εξακολουθεί να κλείνει στους κόλπους του μερικές από τις ικανότερες προσωπικότητες της πολιτικής ζωής και οι σχέσεις του με τους πρώην παράγοντες της ΕΚΚΑ εξακολουθούν να είναι θερμές και ενθαρρυντικές. Αλλά οι προοπτικές για μια πολιτική ομάδα που να πιστεύει στη δημοκρατία δεν είναι τόσο λαμπρές, σ' έναν πολιτικό κόσμο που διέπεται από τα άκρα, τα οποία βρίσκουν τις μορφές της δημοκρατίας χρήσιμες, αλλά στην ουσία τους γελοίες. Οι τρεις οργανώσεις που εξετάσαμε ως εδώ, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, αποτελούν μια χωριστή κατηγορία ως προς τις σχέσεις τους με τις βρετανικές αρχές. Υπήρξαν η αναγνωρισμένη Digitized by 10uk1s
Αντίσταση, επειδή, το καλοκαίρι του 1943, σχεδόν αυτές μόνο υπήρχαν, και ήταν δυνατό να αναγνωρισθούν. Η διάκριση αυτή αποκρυσταλλώθηκε στην υπογραφή μιας συμφωνίας ανάμεσα σ' αυτές τις τρεις και στις βρετανικές αρχές, τον Απρίλιο του 1943, με την οποία αναγνωρίστηκαν σαν ένοπλες δυνάμεις υπό τις διαταγές του Αρχηγείου Μέσης Ανατολής, με την κοινή ονομασία "Ε Εθνικές Ομάδες Ελλήνων Ανταρτών" ("N National Bands of Greek Guerillas"). Οι τρεις αυτές, μαζί με έναν Βρετανό εκπρόσωπο, συγκρότησαν ένα Κοινό Γενικό Επιτελείο, που αποσκοπούσε παράλληλα στον συντονισμό των επιχειρήσεων 35. Παρ' όλο ότι το Κοινό Γενικό Επιτελείο ήταν βραχύβιο και η συμφωνία των "Εθνικών Ομάδων" έγινε γρήγορα νεκρό Γράμμα, το κύρος των τριών αυτών οργανώσεων, σαν τμημάτων του Αρχηγείου Μέσης Ανατολής, ποτέ δεν αμφισβητήθηκε. Από την άποψη αυτή, διέφεραν από κάθε άλλη αντιστασιακή οργάνωση στην ηπειρωτική Ελλάδα. Δεν προηγήθηκαν στη δράση επειδή, όπως ισχυρίζονται οι αντίπαλοί τους, έτυχαν προνομιακής μεταχειρίσεως από τις βρετανικές αρχές· αντίθετα, είχαν προνομιακή μεταχείριση, επειδή υπήρξαν οι πρώτες στον αγώνα. Και υπήρξαν οι πρώτες, χάρη στον επαναστατικό λίγο - πολύ χαρακτήρα τους, που χρησιμοποιήθηκε σαν κατηγορία εναντίον τους και που τον διακήρυτταν και στην ίδια ακόμα την επωνυμία τους: • • •
ο ΕΛΑΣ ήταν λαϊκός στρατός· ο ΕΔΕΣ δημοκρατικός σύνδεσμος· η ΕΚΚΑ κοινωνική απελευθέρωση.
Όσοι στην Ελλάδα επιθυμούσαν ν' αλλάξουν τα πράγματα μετά τον πόλεμο, ήταν φυσικό να πάρουν πρωτοβουλία πολύ πριν από όσους προτιμούσαν να επανέλθει η ίδια κατάσταση. Αυτός ο πόθος, και όχι η άκρατη επιθυμία να εκδιωχθεί ο εχθρός, ήταν εκείνο που οδήγησε τους πρώτους ηγέτες τους (όχι όμως και τους πρώτους οπαδούς τους) στο στίβο του αγώνα. Όλες οι υπόλοιπες οργανώσεις ήταν πιο συντηρητικές και δεν υποστήριζαν οπωσδήποτε τον βασιλιά επειδή ήταν ο Γεώργιος Β', αλλά υποστήριζαν το κατεστημένο πολίτευμα επειδή ήταν κατεστημένο. Δεν είχαν επομένως το ίδιο κίνητρο, στη σπουδή τους να εμφανισθούν καθυστερημένα στη σκηνή. Πίστευαν ότι όλα τα ελληνικά προβλήματα είχαν μπει στο ψυγείο για όσο θα διαρκούσε η Κατοχή· και πολύ αργά, σε σύγκριση με τους πιο πάνω αντιπάλους τους, σκέφτηκαν ότι είχαν κάποιο πατριωτικό καθήκον. 36 ε ) Ο ι μ ι κ ρ ό τ ε ρ η ς σ η μ α σ ί α ς α ν τ ι σ τ α σ ι α κ έ ς ο ρ γ α ν ώ σ ε ι ς 36
Δυο από τα πρώτα παραδείγματα ιδρύσεως αντιστασιακών οργανώσεων με σκοπό την υπεράσπιση του "προηγουμένου καθεστώτος" εμφανίστηκαν στην Πελοπόννησο, που από παράδοση συνδέεται μ' αυτό που οι εχθροί του καθεστώτος αυτού αποκαλούν Αντίδραση. Επειδή τα πρόσωπα που οργάνωσαν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εκεί ήταν εντελώς ξένα προς την πελοποννησιακή ιδιοσυγκρασία και τα πρόσωπα που τους ακολούθησαν ήταν ιδιαίτερα μικρής αξίας, έγινε πρόθυμα δεκτή η ίδρυση των ομάδων που αυτοονομάστηκαν "Ε Εθνική Οργάνωσις Αξιωματικών" (ΕΟΑ) και, πολύ φιλόδοξα, "Ε Ελληνικός Στρατός" (ΕΣ). Θεωρητικά, oι δυο αυτές οργανώσεις είχαν μεταξύ τους περίπου τη σχέση που είχαν το ΕAM και ο ΕΛΑΣ, αλλά στην πράξη η σχέση τους δεν φαινόταν τόσο καθαρά. Ανταρτικές ομάδες και με τις δύο αυτές ονομασίες εμφανίστηκαν ενωρίς το 1943. Η ηγεσία τους προερχόταν από τις τάξεις των αξιωματικών του τακτικού στρατού, με σημαντικότερους τους Παπαδόγκωνα, Καραχάλιο και Γιαννακόπουλο. Η γνωστή αντίθεση ανάμεσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και στις υπόλοιπες οργανώσεις παρουσιάστηκε οξύτερη στην Πελοπόννησο, με την προσχώρηση στην ΕΟΑ και στον ΕΣ εκπροσώπων του ΕΔΕΣ (όπως ο συνταγματάρχης Γεωργίου, που αξίωνε την ανώτατη διοίκηση, επικαλούμενος τις σχέσεις του με τον Ζέρβα) και της ΕΚΚΑ (υπολοχαγός Κοκώνης). Οξύνθηκε ακόμα περισσότερο, όταν ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους καλοπροαίρετους αυτούς αλλά άτυχους αξιωματικούς και στον Digitized by 10uk1s
ΕΛΑΣ, με τις γνωστές συνέπειες. Η επίθεση του ΕΛΑΣ εκδηλώθηκε στις αρχές Αυγούστου 1943 και συνεχίστηκε ως τα τέλη Οκτωβρίου. Από τους κυριότερους ηγέτες του ΕΣ, ο Παπαδόγκωνας διέφυγε και εντάχθηκε στα Τάγματα Ασφαλείας, ο Καραχάλιος σκοτώθηκε και ο Γιαννακόπουλος κατέφυγε εκεί που κρυβόταν από καιρό ο Γεωργίου. Από τους άλλους αξιωματικούς, ο Κοκώνης κατέφυγε στα Τάγματα Ασφαλείας και δυο άλλοι προσχώρησαν στον ΕΛΑΣ. Οι υπόλοιποι, μη ξέροντας τι να κάνουν και αδυνατώντας να συμβουλευθούν τους πάτρωνές τους στην Αθήνα, σκόρπισαν εδώ κι εκεί απογοητευμένοι, περιμένοντας να παρουσιασθεί καμιά άλλη ευκαιρία. Το τυπικό φαινόμενο επαναλαμβανόταν μια ακόμα φορά. Για να ολοκληρωθεί η εικόνα, μπορούν να αναφερθούν σύντομα και μερικές ασήμαντες ομάδες, που εμφανίστηκαν σαν αντιστασιακές οργανώσεις, χωρίς να χρειαστεί ν' ασχοληθούμε περισσότερο μ' αυτές. Είχαν αρκετά κοινά στοιχεία, για να κάνουν κατά καιρούς προσπάθειες να ενωθούν σε συνασπισμούς κατά το πρότυπο του ΕΑΜ· αλλά, ακόμα και οι δυο πιο αξιόλογες μορφές που αποπειράθηκαν να πάρουν, η ΛΑΕ και η ΕΔΕΜ, ήταν θνησιγενείς. Από την άποψη της επιρροής τους στο κίνημα των βουνών, δεν ξεπέρασαν την ασημαντότητά τους στην Αθήνα· έχουν ωστόσο θέση εδώ, επειδή, αντίθετα με την οργάνωση "Χ" ή των έξη συνταγματαρχών, έστειλαν τουλάχιστο εκπροσώπους τους στα βουνά με δική τους πρωτοβουλία. Μερικοί απ' αυτούς, προσχώρησαν σε άλλες οργανώσεις που δρούσαν ήδη εκεί· άλλοι, αφού είδαν την κατάσταση, γύρισαν στο σπίτι τους· αλλά, όπως λέει ένα αξίωμα, ο χρόνος που διατίθεται σε αναγνώριση δεν πηγαίνει ποτέ χαμένος. Η πρώτη από τις οργανώσεις αυτές ονομαζόταν ΑΑΑ (συμβατική συμβολική ονομασία). Παρουσιάζει δυο ενδιαφέροντα σημεία: ότι ο ένας από τους ιδρυτές της ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο αργότερα πρωθυπουργός, και ότι ήταν η πρώτη οργάνωση που δέχτηκε τον στρατηγό Σαράφη στις γραμμές της, πριν μεταβληθεί σε αρχιστράτηγο του ΕΛΑΣ. Ο Σαράφης είχε ήδη κάποια μικρή μύηση στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αλλά μεταστράφηκε όταν διαπίστωσε ότι ελεγχόταν από το ΚΚΕ. Κατά την πρώτη του αυτή αποσκίρτηση τον κέρδισε η οργάνωση ΑΑΑ και ανάλαβε δράση στη Θεσσαλία, προς τα τέλη του 1942, σαν αντίβαρο στην παρουσία του ΕΛΑΣ. Επιτελείς του ήταν οι ταγματάρχες Κωστόπουλος και Βλάχος — και οι δυο παράξενοι συνεργάτες για τον Σαράφη· ο δεύτερος, τουλάχιστο, ήταν δηλωμένος μοναρχικός. Στρατιωτικοί αρχηγοί της οργανώσεως αυτής στην Αθήνα ήταν ο ταγματάρχης Τσιγάντες και ο στρατηγός Πάγκαλος, που τους συναντήσαμε στα προηγούμενα, χωριστά. Σύνδεσμός τους με τον Σαράφη ήταν ο Σαράντης, νομάρχης Τρικάλων, που κατάφερε να έχει διαδοχικά δεσμούς με την κυβέρνηση των δοσίλογων, με τους Ιταλούς, με τον Σαράφη, με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, με τον Ζέρβα και με την κυβέρνηση της Απελευθερώσεως, αλλά ποτέ, όπως φαίνεται (και τον τιμά αυτό) με τους Γερμανούς. Οι δεσμοί του με τους Ιταλούς στηρίχθηκαν στην πεποίθησή του, για μια στιγμή, ότι ο Σαράφης είχε την υποστήριξη των αρχών Κατοχής. Αυτή ήταν η πρόφαση για την ένοπλη επίθεση του ΕΛΑΣ κατά της νεοσύστατης ομάδας του Σαράφη, τον Μάρτιο του 1943. Αιχμαλωτίστηκε και απειλήθηκε με θάνατο για τα εγκλήματά του. Μια και ξαναγύρισε όμως, σίγουρα αυτή τη φορά, στις γραμμές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, με όλον το ζήλο του μεταμελημένου νεοφώτιστου, ανακαλύφθηκε ότι όλες οι κατηγορίες εναντίον του οφείλονταν σε παρεξήγηση και ότι κάθε άλλο παρά είχε συνεργασθεί με τους Γερμανούς. Οπωσδήποτε η ΑΑΑ εξαφανίστηκε από τη σκηνή οριστικά. Υπάρχουν τρεις ακόμα, μικρής σημασίας επωνυμίες στηv κατηγορία αυτή, που η διάκρισή τους είναι δύσκολο να γίνει με ακρίβεια. Μπορεί να είχαν διαφορετική σύνθεση στην Αθήνα, αλλά από τα βουνά φαίνονταν να είναι το ίδιο πράγμα· και αυτό, όσο κι αν προσπαθούσε να εμφανιστεί σαν αντίσταση στον εχθρό, δεν ήταν απολύτως τίποτα. Η μια ήταν η Εθνική Επιτροπή, η δεύτερη η Ιερή Ταξιαρχία και η τρίτη η Ένωση Υποδούλων Νικητών. Η πρώτη έστειλε σαν εκπρόσωπό της στα βουνά, τον Δεκέμβριο του 1942, έναν επαρχιακό δημοτικό άρχοντα που λεγόταν Τσιμπάς και ο οποίος γύρισε σε λίγο στην Αθήνα, ύστερα από πολλές εγκάρδιες, αλλά άκαρπες συνομιλίες. Όταν ξαναπήγε στα βουνά, έξη μήνες αργότερα, εμφανίστηκε σαν εκπρόσωπος της δεύτερης από τις Digitized by 10uk1s
τρεις αυτές οργανώσεις, που η επωνυμία της υπονοούσε συλλογικά τους ανώτατους αξιωματικούς του τακτικού στρατού. Πριν προλάβουν να τον εμποδίσουν, αποκάλυψε έναν απ' αυτούς στα βουνά, αλλά τον σταμάτησαν μόλις την τελευταία στιγμή, πριν προλάβει αυτός τώρα ν' αποκαλύψει και δεύτερον. Ο ένας αυτός ήταν ο στρατηγός Τσιπούρας, ένας εξαιρετικά θαρραλέος απόστρατος, που ήταν ατυχώς διορισμένος σε κάποια θέση από τις αρχές κατοχής· ο δεύτερος ανώτατος αξιωματικός δεν ήταν άλλος από τον Παπάγο, τον αρχιστράτηγο του ελληνικού στρατού κατά τον αλβανικό πόλεμο. Ο εξαίρετος αυτός αξιωματικός θα ήταν τόσο ξένος ανάμεσα στους αντάρτες, όσο θα ήταν ο Άρης Βελουχιώτης ανάμεσα στη βασιλική Αυλή· δεν ήταν γι' αυτόν αυτό το είδος του πολέμου. Οι τρεις όμως οργανώσεις είχαν πιστέψει, ότι είχε φθάσει η ώρα να μεταβιβάσουν τη διοίκηση των ανταρτικών δυνάμεων, από τους αδέξιους και άξεστους ανθρώπους που τις είχαν δημιουργήσει, στους ανώτατους αξιωματικούς του στρατού, που δεν είχαν κάνει το παραμικρό γι' αυτές. Αλλά έκαναν λάθος· η ώρα δεν είχε φθάσει· είχε περάσει από καιρό. Σε ποια πλάνη στηρίζονταν τα σχέδιά τους, το δείχνει η μοναδική συμβολή της Ενώσεως των Υποδούλων Νικητών, που έστειλε στις βρετανικές αρχές ένα άψογα δακτυλογραφημένο γράμμα, με το όποιο προσφερόταν, σε άπταιστη σχεδόν αγγλική, να πράξει ό,τι ήταν χρήσιμο για να διορθωθούν τα πράγματα, όπως έλεγε εντελώς αόριστα. Δεν μπορούσε να περιμένει κανείς, από ανθρώπους που τόσο λίγα είχαν κάνει ύστερα από δύο χρόνια εχθρικής κατοχής και περισσότερο, ότι θα διακρίνονταν ποτέ στην Αντίσταση. Και ούτε διακρίθηκαν. Το είδος των αξιωματικών, που αποτελούσαν τα στοιχεία τέτοιων οργανώσεων, βρήκαν τελικά την κατάλληλη γι' αυτούς θέση, όταν η Κατοχή πλησίαζε προς το τέλος της, σε οργανώσεις όπως η Χ, η ΣΑΝ και η PAN. Η επωνυμία της πρώτης είναι ένας συμβατικός συμβολισμός· η δεύτερη σημαίνει "Σ Σύνδεσμος Νέων Αξιωματικών"· και η τρίτη πήρε τα αρχικά της από τις βόρειες περιοχές, που οι οπαδοί του "αλυτρωτισμού" ήθελαν να προσαρτήσουν στο ελληνικό έδαφος. Όλες αποτελούνταν κατά κύριο λόγο από αξιωματικούς του τακτικού στρατού, ορκισμένους να πολεμήσουν τον κομμουνισμό. Η πρώτη απλώθηκε ανάμεσα σε ανέργους αξιωματικούς στην Αθήνα, υπό τον συνταγματάρχη Γρίβα· η δεύτερη βρήκε έδαφος ανάμεσα σε αξιωματικούς που υπηρετούσαν στη Διοίκηση Μεσογείου· η τρίτη συγκροτήθηκε και στους δυο αυτούς χώρους διαδοχικά από τον στρατηγό Βεντήρη, που είχε συνδέσει το όνομά του με το κίνημα των Φιλελευθέρων του 1935, αλλά είχε συμφιλιωθεί τελευταία με τη μοναρχία, σαν το μικρότερο κακό. Όταν έληξε η Κατοχή, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ τους ήταν λιγότερο καθαρή και η προπαγάνδα των αντιπάλων τους δεν τις ξεχώριζε καθόλου. Αυτό δικαιολογείται, ως ένα σημείο, από το ότι ορισμένα ονόματα συσχετίζονταν επίμονα μ' αυτές· ονόματα της ίδιας κατηγορίας μ' εκείνα που είχαν συνδεθεί με τις ασήμαντες μικροοργανώσεις, προσπαθώντας να στηρίξουν τις αξιώσεις τους για τίτλους τιμής στην Αντίσταση. Ο λόγος είναι, ότι το σώμα των Ελλήνων αξιωματικών δεν ήξερε τι να κάνει τόσο στη διάρκεια της Κατοχής, όσο και στα δυο χρόνια της αβεβαιότητας που ακολούθησαν, ως την παλιννόστηση του βασιλιά. Ήταν άνθρωποι αφοσιωμένοι στο κατεστημένο, αλλά δεν έβλεπαν κανένα κατεστημένο, που θα αναγνώριζε την αφοσίωσή τους. Ήταν πρόθυμοι να ταχθούν στο πλευρό οποιουδήποτε ηγέτη με κύρος, όποια κι αν ήταν η απόκλισή του· ακόμα και στο πλευρό του φιλελεύθερου πρώην δικτάτορα στρατηγού Πλαστήρα, του επίτιμου αρχηγού του ΕΔΕΣ, για τον οποίο γίνονταν σοβαρές σκέψεις, το 1942 και αργότερα, να επιστρέψει σαν αρχιστράτηγος. Η μόνη ηγεσία που δεν θα δέχονταν ήταν εκείνη του ΚΚΕ· φαινόταν, όμως, ότι στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας δεν υπήρχε άλλη ηγεσία απ' αυτήν. Έτσι, κατά μικρές και αμφιταλαντευόμενες ομάδες, περιφέρονταν πότε εδώ και πότε εκεί σαν μέσα σε μια έρημο, προσπαθώντας να διαλέξουν ανάμεσα στο μικρότερο και στο μεγαλύτερο κακό και μάταια αναζητώντας μιαν όαση. Ήταν πρόθυμοι για το καθετί και πολλοί απ' αυτούς, πραγματικά, τα δοκίμασαν όλα. Γι' αυτό και οι μικρές οργανώσεις ήταν τόσο πολλές, τόσο δυσδιάκριτες μεταξύ τους, τόσο μικρές και τόσο ανίκανες για οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Μια πιο τιμητική περίπτωση στην κατηγορία αυτή ήταν η Εθνική Οργάνωση Κρητών (ΕΟΚ), που η ονομασία της μιλά μόνη της. Τα δυο κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής ζωής της Κρήτης είναι η χωριστική της παράδοση, αφού, όπως πολλά άλλα μεγάλα νησιά, αντιπαθεί τον κεντρικό έλεγχο Digitized by 10uk1s
από την ηπειρωτική χώρα, και η αφοσίωσή της στον Βενιζέλο, τον Κρητικό ιδρυτή του Κόμματος των Φιλελευθέρων και θεμελιωτή της Ελληνικής Δημοκρατίας. Το ένστικτο λοιπόν των Κρητικών τους κάνει να δυσπιστούν στους περισσότερους πολιτικούς της ηπειρωτικής Ελλάδας, λιγότερο όμως στους φιλελεύθερους ηγέτες· από την άλλη πλευρά, η εσωτερική συναδέλφωση των γνήσιων Κρητικών είναι τόσο ισχυρή, ώστε ακόμα και κάτι το τόσο σπάνιο, όσο είναι ένας Κρητικός φιλομοναρχικός, είναι άξιοι να εμπιστευθούν και να συγχωρήσουν, επειδή και μόνο είναι Κρητικός. Η ΕΟΚ, λοιπόν, είχε μια πολύ πλατειά σύνθεση μελών, από την οποία απέκλειε μόνο το ξένο προς το νησί δόγμα του κομμουνισμού, που είχε εισαχθεί από την ηπειρωτική Ελλάδα με τους ανθρώπους του ΕΑΜ. Ακόμα και με το ΕΑΜ, όσο η τοπική του σύνθεση ήταν κυρίως Κρητικοί, η ΕΟΚ προσπάθησε να μην έχει διενέξεις· υπήρχε μάλιστα μια κάποια κοινή καθοδήγηση των δυο κινημάτων. Δύο από τους εξέχοντες Κρητικούς, που θα μπορούσαν να αναλάβουν αντίστοιχα την πολιτική και την στρατιωτική ηγεσία της ΕΟΚ, ήταν ο πρώην βενιζελικός Ασκούτσης και ο πρώην κινηματίας στρατηγός Μάντακας. Αλλά ο Ασκούτσης είχε εκτοπισθεί από τους Γερμανούς στην ηπειρωτική Ελλάδα, το 1942, και ο Μάντακας έφθασε εκεί εθελοντικά το 1944 — για να καταλήξουν κι οι δυο να καταλάβουν τιμητική θέση στην κυβέρνηση του βουνού, την ΠΕΕΑ. Η ΕΟΚ ούτε μνησικάκησε, ούτε λυπήθηκε για την απώλειά τους· η δική της ηγεσία βρισκόταν σε καλύτερα χέρια. Στρατιωτικός αρχηγός της ήταν αρχικά ο Μανώλης Μπαντουβάς και αργότερα ο Πετρακογιώργης, πλούσιοι κτηματίες κι οι δυο, γεννημένοι για "καπετάνιοι". Ο καλύτερος από τους πολιτικούς ηγέτες της ήταν ο Μανώλης Παπαδογιάννης, ένας φιλομοναρχικός, που είχε όμως τη γενική εκτίμηση για την ακεραιότητά του. Είναι χαρακτηριστικό του άδολου πατριωτισμού που διέπνεε την ΕΟΚ, το ότι τόσο αυτοί οι άνθρωποι όσο και άλλοι, ακόμα πιο διαφορετικοί, έμειναν ενωμένοι ώσπου οι Γερμανοί παραδόθηκαν τον Μάιο του 1945, και η οργάνωση διαλύθηκε μόνο αφού ο σκοπός της είχε εκπληρωθεί. Χαρακτηρίζει επίσης τη σύνεση των Κρητών, το ότι η ΕΟΚ δεν παρασύρθηκε σε εμφύλιο πόλεμο με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Η ΕΟΚ, λοιπόν, υπήρξε η μόνη από όλες τις εθνικιστικές οργανώσεις που, σαν τοπική αποκλειστικά οργάνωση, σημείωσε επιτυχία. Ποια τύχη είχαν συνήθως αυτές οι προσπάθειες, το μαρτυρεί το παράδειγμα δυο εκκεντρικών ατομιστών, που έδρασαν ο ένας στην Κεντρική Ελλάδα και ο άλλος στο βορειοανατολικό της άκρο. Ο πρώτος ονομαζόταν Άθως Ρουμελιώτης, ψευδώνυμο δανεισμένο από τη γεωγραφική περιοχή που είχε, υποτίθεται, κάτω απ' τον έλεγχό του. Διοικητής αρχικά μιας μονάδας του ΕΛΑΣ, φιλονίκησε με τον αμέσως κατώτερό του σε βαθμό, τον Άρη Βελουχιώτη, που είχε μεγαλύτερη φήμη, και κατέφυγε στο πιο απρόσιτο τμήμα της Πίνδου, όπου ίδρυσε δικό του κράτος, ενώ ο Άρης ίδρυε το πολύ πιο δυναμικό Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Ο Άθως έκανε την εμφάνισή του πότε - πότε, για να πάρει μέρος, σαν μια γραφική μορφή, στις τυχόν διαπραγματεύσεις που γίνονταν με το αντιστασιακό κίνημα· γενικά, όμως περιοριζόταν στο να εισπράττει φόρους, να κανονίζει την τέλεση γάμων και να εκτελεί όλα τα άλλα λειτουργήματα ενός μεσαιωνικού αφέντη. Για ένα διάστημα, οι βρετανικές υπηρεσίες μπήκαν σε πειρασμό να τον πάρουν στα σοβαρά· ίσως, σαν μια ζωντανή ενσάρκωση του πνεύματος του "Ναπολέοντα του Notting Hill", να αξίζει ένα δάκρυ συμπάθειας. Πολύ λίγα δάκρυα όμως χύθηκαν, όταν η δύναμή του διαλύθηκε από τον ΕΛΑΣ, τον Αύγουστο του 1943 — μια από τις λίγες πράξεις του τελευταίου, που έγινε δεκτή με γενική και απόλυτη επιδοκιμασία στα ελληνικά βουνά. Ο δεύτερος από τους εκκεντρικούς αυτούς ήταν γνωστός με το τουρκικό ψευδώνυμό του Τσαούς Αντόν, επειδή στη γενέτειρά του βορειοανατολική περιοχή η τουρκική γλώσσα εξακολουθεί να κατέχει σημαντική θέση. Παρ' όλα αυτά, ήταν Έλληνας, με φανατικό πατριωτισμό. Σκοπός του ήταν να εξασφαλίσει το ότι η ανατολική Μακεδονία και η ελληνική Θράκη θα έμεναν ελληνικές· και, επειδή και οι δυο κατέχονταν όχι από τους Γερμανούς, που ήταν προσωρινή συμφορά, αλλά από τους Βουλγάρους φασίστες, που μπορούσε να ήταν μόνιμη, δεν δίστασε να συνεργασθεί με τον εχθρό. Στην περιοχή εκείνη, οι μόνοι Έλληνες που μπορούσε να κατηγορηθούν για συνεργασία Digitized by 10uk1s
ήταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, επειδή, κάτω από τις περίπλοκες συνθήκες που επικρατούσαν εκεί, μικρή ουσιαστικά διαφορά στόχου χώριζε τον επίσημο βουλγαρικό στρατό, τους Βουλγάρους παρτιζάνους και το ΚΚΕ — μια τριμερής σχέση, όπου τον συνδετικό κρίκο αποτελούσε ένα πρόσωπο με το όνομα Ράντεφ ή Ροδόπουλος, Έλληνας στην καταγωγή, βουλγαρικής υπηκοότητας και διεθνής κομμουνιστής από πεποίθηση. Αυτόν αποφάσισε να πολεμήσει ο Τσαούς Αντόν. Επειδή άρχισε τη δράση του προς τα τέλη του 1943, ούτε στον ΕΛΑΣ ούτε στους Βουλγάρους δόθηκε καιρός να τον εξουδετερώσουν πριν απ' το τέλος της Κατοχής. Αυτός και οι "καπεταναίοι" του, όπως τους έλεγε, αναχαίτισαν μ' επιτυχία τους αντιπάλους τους και είχαν την τύχη τελικά να δεχθούν αποκλειστική βοήθεια από τους Άγγλους, τόσο για λόγους στρατιωτικής σκοπιμότητας όσο και πολιτικής ορθοδοξίας. Αποτελούν το μόνο παρήγορο στοιχείο στη ζοφερή έρημο που παρουσίασε η εξέλιξη του αντιστασιακού κινήματος στις ακραίες περιοχές του ελληνικού βορρά. Ο Τσαούς Αντόν χρησιμεύει επίσης σαν γέφυρα, για να επεκταθεί η μελέτη αυτή στον πιο προβληματικό και κρίσιμο χώρο των ελληνικών πραγμάτων. Εκεί, στον ακραίο βορρά, γεννήθηκε η πιο βίαιη και πιο πολύμορφη αντίδραση κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, στη διάρκεια της Κατοχής. Το επόμενο θύμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που πρέπει να αναφέρουμε, είχε διαλέξει σαν περιοχή επιχειρήσεων το επικίνδυνο αυτό έδαφος της Μακεδονίας. Ο όρος Μακεδονία, εδώ σημαίνει το τμήμα εκείνο της πλουσιότερης μακεδονικής κληρονομιάς που περιλαμβάνεται στα ελληνικά σύνορα, και ήταν υπό γερμανική κατοχή. Δεν συμπεριλαμβάνει την προέκταση της Μακεδονίας (στην οποία αναφέρεται η προηγούμενη παράγραφος) που, από το 1941 ως το 1944, δεν κατεχόταν από τους Γερμανούς, αλλά είχε ενσωματωθεί στη Βουλγαρία. Ο ποταμός Στρυμόνας αποτελεί το ανατολικό σύνορο της περιοχής που εξετάζουμε τώρα. Αυτό το γερμανοκρατούμενο τμήμα της ελληνικής Μακεδονίας υπήρξε σχεδόν αποκλειστικά βασίλειο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, από την ημέρα που άρχισε η αντίσταση. Ελάχιστοι ανεξάρτητοι λαϊκοί ηγέτες είχαν αρχίσει τον αγώνα μόνοι τους· ελάχιστοι ληστές, που είχαν δεχθεί μια ατελή μόνο αναμόρφωση, είχαν μεταβληθεί, χωρίς να το καταλάβουν, σε λαϊκούς ηγέτες· αλλά και οι πρώτοι και οι δεύτεροι ή είχαν αφεθεί να απορροφηθούν από τον ΕΛΑΣ ή είχαν αντισταθεί και εξουδετερωθεί. Εξακολουθούσαν να υπάρχουν σε μεγάλη έκταση τα αισθήματα αντιπάθειας προς το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στη Μακεδονία, αφού ο πληθυσμός το ταύτιζε με τον κομμουνισμό και τον κομμουνισμό με τον πανσλαβισμό και τον πανσλαβισμό με τον ρωσικό ιμπεριαλισμό. Γι' αυτούς, επομένως, η επικράτηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ προοιώνιζε απώλεια τμήματος της πατρίδας τους, που θα περιλάμβανε και τη Θεσσαλονίκη, προς όφελος των πέρα από τα βόρεια σύνορα Σλάβων — καθώς και άλλες αποκρουστικές συνέπειες, όπως το να υποχρεωθούν να βλέπουν τους Βουλγάρους σαν αδελφούς τους. Το μόνο αδελφικό αίσθημα που έτρεφαν οι Έλληνες της Μακεδονίας απέναντι στους Βουλγάρους ήταν να αναμορφώσουν τον Κάιν. Στη Βόρεια Ελλάδα, λοιπόν, δεν χώριζε τους ανθρώπους η ιδεολογία, αλλά ο εθνικισμός. Οι δεξιοί έτρεμαν πιο πολύ τον πανσλαβισμό παρά τον κομμουνισμό· όχι μόνο φοβόντουσαν μια διάβαση των συνόρων από τους σλάβους, αλλά ήταν και φανατικοί οπαδοί ενός δικού τους επεκτατισμού, που απέβλεπε προς τα βόρεια των συνόρων. Οι αριστεροί επιζητούσαν μια διευθέτηση με τους Σλάβους, που συμμερίζονταν τις δικές τους διεθνιστικές θεωρίες· αλλά ακόμα κι αυτή η διευθέτηση ήταν επικίνδυνη. Τα αισθήματα και των δυο πλευρών ήταν βαθιά ριζωμένα. Εξηγούν την παρατεταμένη αντίσταση των Ελλήνων της Μακεδονίας κατά του ΕΑΜΕΛΑΣ, στην οποία πρωταγωνιστής υπήρξε μια οργάνωση που ήταν γνωστή στην αρχή με την επωνυμία "Υ Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος" (ΥΒΕ) και, αργότερα, όταν θέλησαν να επεκτείνουν τη δράση τους σε όλη τη χώρα, σαν "Π Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις" (ΠΑΟ). Ένας από τους λόγους που υπαγόρευσαν αυτήν τη μετονομασία ήταν ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε καταγγείλει την ΥΒΕ για σύμπραξη με συνεργάτες του εχθρού. Οι Έλληνες της Μακεδονίας δεν μπορούσαν να ξεκαθαρίσουν στο νου τους ποιο ήταν το μεγαλύτερο κακό: οι Γερμανοί ή το ΚΚΕ. Με το αιτιολογικό ότι η παρουσία των Γερμανών ήταν, το πιθανότερο, προσωρινή, ενώ του ΚΚΕ μόνιμη, πολλοί πατριώτες Έλληνες έπαθαν αχρωματοψία και παρασύρθηκαν σε συνεργασία με τους Γερμανούς. Η διαχωριστική γραμμή που ξεχώριζε τη συνεργασία με τον εχθρό από δραστηριότητες πιο έντιμες ήταν δυσδιάκριτη στη Μακεδονία· το ΚΚΕ ήθελε να την εξαλείψει Digitized by 10uk1s
εντελώς. Αφού σπίλωσε την ΥΒΕ, δεν παρέλειψε καμιά προσπάθεια για να σπιλώσει και τη διάδοχό της, την ΠΑΟ. Αλλά οι καινούριοι ηγέτες της ΠΑΟ είχαν μάθει το μάθημα. Εκείνο που προκάλεσε την τελική τους κατάρρευση ήταν όχι ένα έγκλημα, άλλα ένα λάθος υπολογισμού. Η Κεντρική Επιτροπή της ΠΑΟ είχε την έδρα της στη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη σε σπουδαιότητα πόλη της Ελλάδας και ασύγκριτα σπουδαιότερη από κάθε άλλη στη Μακεδονία, χάρη στο λιμάνι της. Δεν είχε παίξει ως τώρα κανέναν αξιόλογο ρόλο στην αντίσταση κατά του εχθρού. Το ΕΑΜ είχε μια επιτροπή εκεί· το ίδιο και ο ΕΔΕΣ, σε μικρότερη βαθμίδα· το 1941, μια επαναστατική ομάδα βενιζελικών φιλελευθέρων είχε αναπτύξει δραστηριότητα εκεί, με επικεφαλής τον Αλέκο Ζάννα. Αλλά η ομάδα του Ζάννα είχε εγκαταλείψει κάθε αντιστασιακή δραστηριότητα πριν από τα τέλη του 1941, αφήνοντας μόνο του το ραγδαία αναπτυσσόμενο ΕΑΜ και την καχεκτική, τρωτή ΥΒΕ, που βρισκόταν οργανωτικά σε εμβρυακή κατάσταση. Ξεπηδώντας από τους κόλπους της ΥΒΕ ανασχηματισμένη, η Κεντρική Επιτροπή της ΠΑΟ ανάλαβε να γεφυρώσει το χάσμα στους τελευταίους μήνες του 1942, ανανεώνοντας ιδιαίτερα τους σπασμένους κρίκους των δεσμών της με τις βρετανικές αρχές στην Αίγυπτο. Η ΠΑΟ ήταν μάλιστα η πρώτη ομάδα της Θεσσαλονίκης που εξασφάλισε στην SOE Καΐρου ένα αξιόλογο δίκτυο πληροφοριών. Το 1943, θέλησε να κινήσει ένοπλες αντάρτικες ομάδες σε αγώνα κατά των Γερμανών· οι ηγέτες τους όμως γνώριζαν, ότι αυτό θα ερμηνευόταν από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σαν ενέργεια εχθρική προς αυτό. Βρετανοί εκπρόσωποι διαβίβασαν γραπτές οδηγίες στους ηγέτες της ΠΑΟ, να στείλει ανώτερο αξιωματικό της στα βουνά, για να συντονίσει τη δράση της ΠΑΟ με τη δράση των αντιπάλων της πρώτα και να μη ρίξει δυνάμεις στον αγώνα, πριν εξασφαλισθεί η συναίνεση του ΕΛΑΣ. Η συμβουλή αναγνώριζε (αλλά δεν επιδοκίμαζε) την πρόθεση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να μονοπωλήσει με τη βία, αν μπορούσε, την αντίσταση. Σκοπός της επιστολής ήταν να αποτρέψει αιματοχυσία μεταξύ Ελλήνων. Δεν το κατόρθωσε, επειδή έφθασε πολύ αργά· η καθυστέρηση στην παράδοσή της οφειλόταν ασφαλώς στην επέμβαση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι οι δυνάμεις της ΠΑΟ μπήκαν στον αγώνα απροειδοποίητες, τον Ιούλιο του 1943· οι δυο διαδοχικά εκπρόσωποί της, αντισυνταγματάρχες Μουστεράκης και Αργυρόπουλος, δεν πραγματοποίησαν τις προτεινόμενες επαφές, παρά μόνο τον Αύγουστο· τον Σεπτέμβριο, ο ΕΛΑΣ εξαπέλυσε κατά της ΠΑΟ κατηγορίες για συνεργασία με τους Γερμανούς και ένοπλη επίθεση, που απέβλεπε στο να κάνει να φανούν αυτές οι κατηγορίες αληθινές. Ως τα τέλη Οκτωβρίου, οι δυνάμεις της ΠΑΟ είχαν εκμηδενισθεί και οι αξιωματικοί της βρέθηκαν μπροστά στο συνηθισμένο δίλημμα. Μερικοί σκοτώθηκαν· μερικοί κατέφυγαν στους Γερμανούς· ο Αργυρόπουλος κατέφυγε, με βρετανική βοήθεια, στην Αίγυπτο· ο Μουστεράκης έγινε, με τη συνηθισμένη διαδικασία, διαδοχικά: προδότης, συνεργάτης των Γερμανών, αιχμάλωτος του ΕΛΑΣ και, τελικά, διοικητής μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Η αντίδραση Ελλήνων της Μακεδονίας στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν τελείωσε με τη διάλυση της ΠΑΟ. Δεν ήταν δυνατό να τελειώσει, όσο υπήρχε η σλαβόφωνη συγγενής του ΕΑΜ οργάνωση ΣΝΟΦ. Σκοπός της ΣΝΟΦ ήταν να δικαιολογήσει την ύπαρξη μιας αυτόνομης Μακεδονίας, μέσα σε μια νότια σλαβική ομοσπονδία. Αν και οι σχέσεις ανάμεσα στην εθνικιστική μάζα των απλών μελών της και στην πατριωτική μάζα των απλών μελών του ΕΛΑΣ ήταν τεταμένες, η εθνικιστική κοινή γνώμη των Ελλήνων της Μακεδονίας στο σύνολό της θεωρούσε την ομοιότητα της πολιτικής των κομμουνιστών ηγετών και των δυο πλευρών σαν συμφορά. Στα μάτια της, η ΣΝΟΦ ήταν μια σατανική επινόηση του Τίτο και το ΕΑΜ ήταν συνεταίρος του σατανά. Η γνώμη τους αυτή στηριζόταν σε φήμες, για συμφωνία μεταξύ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και βουλγαρικών αρχών να παζαρέψουν μυστικά την ανεξαρτησία της Μακεδονίας, όταν θα έληγε η Κατοχή. 37 Οι φήμες αυτές ήταν τόσο επίκαιρες, ώστε, το 1944, οι ηγέτες του ΕΑΜ βρέθηκαν αναγκασμένοι να καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες για να τις διαψεύσουν. Είτε αληθινές είτε όχι, το γεγονός και μόνο ότι ο κόσμος τις πίστευε, ήταν αρκετό για να ταυτίσει το ΕΑΜ με τον εχθρό, που υπερτερούσε ανάμεσα στους Έλληνες της Μακεδονίας.
Digitized by 10uk1s
στ) Μικρότερες ένοπλες ομάδες συνεργατών τον κατακτητή Η επισκόπηση αυτή, χωρίς να περάσει τα σύνορα της Βόρειας Ελλάδας, μπορεί τώρα να περάσει την οροθετική γραμμή, που την έχει πλησιάσει αρκετά κιόλας, για να μπει στην περιοχή της ένοπλης συνεργασίας με τον κατακτητή. Η Μακεδονία περιείχε τα σπέρματα όλων των μορφών συνεργασίας με τους Γερμανούς και ιδιαίτερα εκείνων που δεν ήταν παρά μόνο εκδηλώσεις εχθρότητας κατά των κομμουνιστών. Τις περισσότερες από τις οργανώσεις, που εξοπλίζονταν από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς για να πολεμήσουν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, θα τις συναντήσουμε στη Μακεδονία· απ' αυτές, αν και δεν είναι οι πιο γνωστές, μπορεί ν' αρχίσει αυτό το μέρος του κεφαλαίου. Διακρίνονται σε δυο κατηγορίες· εκείνες που επωφελήθηκαν της κατοχής για ιδιοτελείς σκοπούς και εκείνες που έφθασαν να θεωρούν τους Γερμανούς σαν μικρότερο κακό από τους κομμουνιστές. Η πρώτη περιλαμβάνει τρεις οργανώσεις, προερχόμενες όλες από δυσαρεστημένες φυλετικές μειονότητες στους κόλπους του ελληνικού πληθυσμού. Δεν περιλαμβάνει τις δυο μη δυσαρεστημένες μειονότητες: τους Τούρκους της Δυτικής Θράκης, που είχαν προτιμήσει να μείνουν στην Ελλάδα, κατά την ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, το 1923· και τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, που οι Γερμανοί, φυσικά, δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να χρησιμοποιήσουν, παρά μόνο να εξοντώσουν. Οι Έλληνες ποτέ δεν είχαν κάνει διώξεις κατά των Εβραίων, αφού ανάμεσα σε δυο εξ ίσου ευφυείς λαούς δεν μπορούσε να υπάρχει κανενός είδους ισορροπία που έπρεπε ν' αποκατασταθεί με τη βία· αλλά, το 1944 κιόλας, οι Εβραίοι είχαν σχεδόν εξοντωθεί. Αντίθετα με την Γιουγκοσλαβία λοιπόν, η Ελλάδα μένει χωρίς σχεδόν θρησκευτικό διχασμό και μόνο με τρεις μειονότητες, που ο εθνικιστικός φανατισμός τους είναι κατά κανόνα περιορισμένος. Οι τρεις αυτές μειονότητες είναι: • • •
οι Σλαβομακεδόνες (που αποκαλούνται κοινώς Βούλγαροι), οι Βλάχοι (που θεωρούνται συγγενείς των Ρουμάνων) και οι Τσάμηδες (μουσουλμανικός λαός, οι λεγόμενοι κοινώς Τουρκαλβανοί).
Όλοι αυτοί ήταν πολύ φτωχό πληθυσμιακό υλικό για να το εκμεταλλευθούν οι αρχές κατοχής κατά της ελληνικής ενότητας. Έκαναν όμως ό,τι μπορούσαν. Από τους Σλαβομακεδόνες συγκροτήθηκαν αντιανταρτικές ομάδες στη Μακεδονία, που ονομάστηκαν "Κομιτατζήδες" — λέξη που σε όλη τη Βαλκανική σημαίνει "αντάρτες". Προξένησαν κάποιον εκνευρισμό στον ΕΛΑΣ της Μακεδονίας, αλλά δεν θα επαρκούσαν ποτέ μόνοι τους για έναν επικίνδυνο ανταγωνισμό. Από τη δεύτερη ομάδα, τους Βλάχους, στη νοτιοδυτική Μακεδονία, οι Ιταλοί ίδρυσαν το 1941 ένα ημιαυτόνομο κράτος και μια ένοπλη δύναμη, τους λεγόμενους "Λεγεωνάριους", εξαίροντας έτσι τη φυλετική τους συγγένεια με τους Ρουμάνους, που καταπιέζονταν τότε απ' το "Κράτος των Λεγεωνάριων" υπό τον στρατηγό Αντονέσκου. Η απόπειρα αυτή να διχαστεί το ελληνικό έθνος υπήρξε οικτρή αποτυχία, επειδή οι δυσαρεστημένοι από τους Βλάχους ήταν ασήμαντος αριθμός. Η όλη συνωμοσία κατέρρευσε το 1942, πριν σχεδόν δοθεί καιρός στον ΕΛΑΣ να την συντρίψει. Η τρίτη ομάδα, οι Τσάμηδες, δεν ανήκουν ουσιαστικά στη Μακεδονία, αλλά στην Ήπειρο· στο σημείο αυτό όμως είναι καλύτερα να τους γνωρίσουμε, ιδιαίτερα επειδή η συνοριακή διαφορά Ελλάδας και Αλβανίας παρουσιάζει ομοιότητες βασικά με τις διαφορές ανάμεσα στην Ελλάδα και τους άλλους βόρειους γείτονές της. Οι Τσάμηδες δεν είχαν αλβανικό αίμα, αλλά ήταν Έλληνες με ανάμικτο αίμα, που είχαν εκμουσουλμανισθεί κατά την Τουρκοκρατία, όταν η νότιος Ήπειρος ανήκε στο αλβανικό πασαλίκι και υπαγόταν στη διοίκηση ενός Αλβανού κυβερνήτη. Αφού ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι είχαν αναλάβει το μουσουλμανικό στοιχείο στην προστασία τους, ήταν φυσικό να Digitized by 10uk1s
επιχειρήσουν οι αρχές κατοχής να δημιουργήσουν οξύτητες ανάμεσα στους Τσάμηδες και στους ορθόδοξους Έλληνες. Δεν είχαν όμως επιτυχία, από μια πλευρά επειδή οι Τσάμηδες ήταν εύπορη κοινότητα, απρόθυμη να διακινδυνεύσει σύγκρουση με οποιονδήποτε· από την άλλη πλευρά, επειδή ο στρατηγός Ζέρβας τους θεωρούσε ενόχληση μέσα στην περιοχή του και, το 1944, έδιωξε πολλούς απ' αυτούς, με μια σύντομη και αιματηρή επίθεση. Πέρασαν τα σύνορα και κατέφυγαν στην Αλβανία, που η μεταπολεμική της κυβέρνηση έγινε ο προστάτης τους, όχι για λόγους συγγένειας εξ αίματος, αλλά επειδή της ήταν χρήσιμοι στο διεθνές παιχνίδι στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Αυτές ήταν οι τρεις άκαρπες απόπειρες του Άξονα να εξασφαλίσει ένοπλη υποστήριξη εκμεταλλευόμενος τη φυλετική δυσαρέσκεια. Η δδεεύύττεερρηη κκααττηηγγοορρίίαα περιλαμβάνει τις ελληνικές δυνάμεις των συνταγματαρχών Πούλου και Χρυσοχόου και τους ένοπλους χωρικούς του Μιχάλαγα, στη Δυτική Μακεδονία. Το κοινό που είχαν μεταξύ τους, εκτός από το μίσος τους κατά του κομμουνισμού, ήταν η πεποίθηση ότι βρίσκονταν στο πλευρό των Δυτικών Συμμάχων. Πίστευαν ότι, παίρνοντας όπλα από τους Γερμανούς για να τα στρέψουν κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, εξυπηρετούσαν τους Συμμάχους. Άγγλοι, αποσπασμένοι σε μονάδες του ΕΛΑΣ, πλήρωσαν αυτή την πλάνη με τη ζωή τους. Το ότι, όμως, ένας Νεοζηλανδός σκοτώθηκε κάποτε από τον ΕΛΑΣ, από εγκληματική αμέλεια, έκρυψε από τα μάτια του κοινού το ότι άλλοι Έλληνες κατά την διάρκεια των μαχών με τον ΕΛΑΣ, έχυσαν περισσότερο βρετανικό αίμα. Τη σημασία αυτού του γεγονότος δεν την μειώνει η πεποίθησή τους ότι θα δικαιώνονταν όταν θα έφθανε η απελευθέρωση — για τον απλό λόγο ότι δεν πίστευαν ότι μπορούσε να βρίσκονται Άγγλοι αξιωματικοί μαζί με τον ΕΛΑΣ και απέδιδαν την παρανόηση σε κομμουνιστική προπαγάνδα. Δεν θα μπορούσε να βρεθεί πιο ζωντανή απόδειξη, σχετικά με τη σύγχυση πνευμάτων που βασίλευε στη Μακεδονία κατά την Κατοχή. Ο Πούλος κι ο Χρυσοχόου ήταν ανώτατοι αξιωματικοί με κάποια φήμη. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε την υπόνοια, ότι βρίσκονταν σ' επαφή με τους ηγέτες της ΠΑΟ, μερικοί από τους οποίους ήταν άνδρες με παρόμοιο παρελθόν — γιατί υπάρχει ένα πνεύμα εκλεκτικής συγγένειας μεταξύ ανωτάτων αξιωματικών οποιουδήποτε τακτικού στρατού. Ο Μιχάλαγας ήταν διαφορετικού τύπου άνθρωπος. Ήταν χωρικός, από μια περιοχή όπου μερικά χωριά είναι ακόμα τουρκικά στην πλειοψηφία του πληθυσμού τους. Ο ίδιος μιλούσε το ίδιο άπταιστα την τουρκική όπως και την ελληνική. Αλλά η ενέργειά του δεν ήταν εκδήλωση φυλετικής δυσαρέσκειας. Πήγαζε από την απέχθεια του απλού αγρότη για το ΚΚΕ και είχε την υποστήριξη των χωρικών με το μέρος του. Υπάρχει και μια άλλη διαφορά μεταξύ του Μιχάλαγα και των δύο συνταγματαρχών. Η δύναμη των ενόπλων χωρικών που διοικούσε δεν πήρε ποτέ την πρωτοβουλία μιας επιθέσεως κατά του ΕΛΑΣ· ο σκοπός τους, όταν δέχτηκαν τα όπλα απ' τους Γερμανούς, ήταν να κρατήσουν τον ΕΛΑΣ έξω απ' τα χωριά τους, προστατεύοντας έτσι τον εαυτό τους από τις βιαιότητες της μιας πλευράς και τα αντίποινα της άλλης. Ήταν χαρακτηριστικό για τον Μιχάλαγα, το ότι οι άνδρες του πρώτοι πυροβόλησαν κατά των Βρετανών αξιωματικών που βρίσκονταν μαζί με τον ΕΛΑΣ, επειδή δεν πίστευε ότι ήταν Βρετανοί, ενώ, λίγο αργότερα, έσωσε δύο πιλότους της RAF από "μπλόκο" Γερμανών, επειδή ήταν βέβαιος τι ήταν. Ήταν επίσης χαρακτηριστικό του ο σεβασμός του για τον αξιωματικό του τακτικού στρατού που διοικούσε τη μεραρχία του ΕΛΑΣ κατά της οποίας πολεμούσε, επειδή ο αξιωματικός αυτός, ο συνταγματάρχης Καλαμπαλίκης ήταν αρκετά αδέσμευτος από κάθε συμπάθεια προς τους επιτρόπους του ΚΚΕ, που ασκούσαν έλεγχο πάνω του, ώστε να κατανοεί σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο σκέψης του Μιχάλαγα. Όπως ο Πούλος κι ο Χρυσοχόου, έτρεφε κι ο Μιχάλαγας την ελπίδα ότι, καθώς τα πράγματα εξελίσσονταν σταθερά κατά των Γερμανών προστατών του, θα κέρδιζε τη συμπάθεια του Ζέρβα, που έδινε πρόθυμα άσυλο στο κάθε σχεδόν θύμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ένας εκπρόσωπος αυτών των τραγικών συνεργατών του εχθρού πέταξε πάνω απ' την Ελλάδα με γερμανικό αεροπλάνο, για να διευκολύνει μια προσέγγισή τους με τον Ζέρβα — γιατί οι Γερμανοί ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν κάθε προσπάθεια, που θα έκανε οξύτερες τις σχέσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με τους αντιπάλους του. Digitized by 10uk1s
Αλλά, ενώ ο Ζέρβας ήταν διατεθειμένος να τους δείξει συμπάθεια, υποχρεώθηκε από τον Βρετανό σύμβουλό του να σκληρύνει την καρδιά του. Αυτή ήταν η πρώτη ένδειξη για το πως σκόπευαν οι βρετανικές αρχές να μεταχειρισθούν τέτοιους ανθρώπους: θα περνούσαν από τακτική δίκη όταν θα ελευθερωνόταν η Ελλάδα, αλλά δεν θα τους συγχωρούσαν έτσι απλά. Αυτή, λοιπόν, ήταν η πρόθεση των Συμμάχων. Δυο πράγματα όμως δεν πήγαν καλά στο ζήτημα αυτό. Το πρώτο ήταν, ότι ο ΕΛΑΣ "απελευθέρωσε" τη Μακεδονία, πριν προλάβουν οι Σύμμαχοι να στείλουν αξιόλογη δύναμη εκεί. Το δεύτερο ήταν, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μεταχειριζόταν με τόση σκληρότητα αυτούς τους συνεργάτες των Γερμανών όταν έπεφταν στα χέρια του, ώστε, αργότερα, όλοι αισθάνθηκαν οίκτο για όσους επιζούσαν ακόμα.
ζ) Τα Τάγματα Ασφαλείας Τυπικό παράδειγμα αυτού του κανόνα ήταν τα Τάγματα Ασφαλείας, που περιορίζονταν σχεδόν αποκλειστικά στη νότια Ελλάδα και ειδικότερα στην Πελοπόννησο. Είχαν ιδρυθεί στο δεύτερο εξάμηνο του 1943 απ' τον τότε πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη και αναφέρονταν καμιά φορά με το όνομά του: "Ράλληδες". Κυρίαρχες μορφές, πίσω απ' το σώμα αυτό, ήταν οι στρατηγοί Γονατάς και Πάγκαλος, τη διοίκησή τους όμως είχαν ασήμαντα πρόσωπα. Τα Τάγματα θεωρούνταν σώμα επίλεκτων και περιλάμβαναν μια μονάδα ευζώνων ("Τσολιάδες") με διακριτικό τη δοξασμένη ελληνική φουστανέλα. Είχαν κερδίσει τη συμπάθεια των αγροτικών εκείνων πληθυσμών που βρίσκονταν έξω από το κίνημα αντιστάσεως. Οι οργανώσεις αντιστάσεως, από την άλλη πλευρά, τα αποκήρυξαν ομόφωνα, με την επιδοκιμασία και των Συμμάχων, τον Φεβρουάριο του 1944 38. Χρωστούσαν την επιτυχία τους στην αντιπάθεια του πληθυσμού προς το κίνημα αντιστάσεως κατά την περίοδο της ιδρύσεώς τους, που συνέπεσε με τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Το γεγονός ότι ευδοκίμησαν εκεί όπου ο ΕΛΑΣ επικρατούσε, είναι εύγλωττο. Μολονότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και όσοι το υπερασπίζονται επικαλούνται το γεγονός αυτό σαν απόδειξη του ότι αυτοί μόνο πολεμούσαν τους Γερμανούς, δεν αποδείχνει τίποτα τέτοιο, επειδή οι δυνάμεις των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν ήταν γερμανόφιλες, αλλά αντικομουνιστικές. Με την ιδιότητα αυτήν και μόνο γίνονταν ευπρόσδεκτα από τους χωρικούς της Νότιας Ελλάδας. Οι συνέπειες ήταν τόσο σημαντικές, ώστε αξίζει να γίνει μια χρονολογική παράθεση, για να μελετηθεί το αποτέλεσμα. Η γνωστή διάκριση πρέπει να γίνει κι εδώ, ανάμεσα στους επάνω και στους κάτω από τη διαχωριστική γραμμή πολιτικής συνειδητοποιήσεως, για να εκτιμηθεί ο βαθμός ενοχής των Ταγμάτων Ασφαλείας σαν οργανώσεως εγκληματιών πολέμου. Η θέση της, από την άποψη αυτή ήταν αμφίβολη το 1944 σύμφωνα με το γράμμα του Νόμου. Η κυβέρνηση Ράλλη δεν είχε συνταγματικό έρεισμα· ο αρχηγός της είχε στερηθεί επίσημα την ελληνική ιθαγένεια, με πράξη της νόμιμης ελληνικής κυβερνήσεως Αιγύπτου. Οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας είχαν προειδοποιηθεί δημόσια από τις ελληνικές και τις συμμαχικές αρχές να καταθέσουν τα όπλα μέσα σε τακτή προθεσμία, με την απειλή ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα είχαν μεταχείριση εγκληματιών πολέμου· και μετά την εκπνοή ακόμα αυτής της προθεσμίας, επανέλαβαν την προειδοποίηση δυο διαδοχικοί πρωθυπουργοί της Ελλάδας με ραδιοφωνικά μηνύματα από την Αίγυπτο, καθώς και συμμαχικές διοικήσεις. Δεν μπορούσε να υπάρξει καμιά αμφιβολία για τις τόσο κατηγορηματικά εκφρασμένες προθέσεις των Συμμάχων· οι επικεφαλής των Ταγμάτων Ασφαλείας ήξεραν τι έπρεπε να περιμένουν. Κάτω από τη διαχωριστική γραμμή, μπορεί να υπήρξαν παρανοήσεις· για τους άλλους, τους επάνω από τη γραμμή, δεν χωρούσε δικαιολογία. Αμάρταναν στο φως της μέρας και εξακολουθούσαν ν' αμαρτάνουν, επειδή ο Ράλλης άφηνε να εννοηθεί, ότι οι συμμαχικές αυτές διακηρύξεις ήταν μπλόφα· ότι ο ίδιος βρισκόταν σε επαφή με τις βρετανικές αρχές και όλα θα πήγαιναν καλά. Η φήμη αυτή προκάλεσε μεγάλη ταραχή στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι ηγέτες του ζήτησαν επανειλημμένα βρετανικές διαβεβαιώσεις ότι ήταν αβάσιμη· επανειλημμένα δυσπίστησαν σ' αυτές τις διαβεβαιώσεις, όταν τους δόθηκαν. Όταν ήρθε η απελευθέρωση, τα γεγονότα δεν συνέβαλαν πολύ στο να διαλυθεί αυτή η δυσπιστία — επειδή η αλήθεια ήταν, ότι δεν υπήρχε νόμος τον οποίο να είχε παραβιάσει η ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας. Digitized by 10uk1s
Στην αρχή, η μεταχείριση των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν σύμφωνη με τις διακηρυγμένες προθέσεις των Συμμάχων. Οι αξιωματικοί κι οι άνδρες τους αφοπλίσθηκαν και προφυλακίσθηκαν σαν υπόδικοι. Όταν όμως ξέσπασε η εξέγερση του Δεκεμβρίου 1944, η κατάσταση άλλαξε από δυο απόψεις. Πρώτο, μεγάλος αριθμός απ' αυτούς δραπέτευσαν· δεύτερο, η συμπεριφορά του ΕΑΜΕΛΑΣ (και ιδιαίτερα της ΟΠΛΑ) έπεισε το τμήμα εκείνο του πληθυσμού που είχε ασθενή μνήμη, ότι πολλά έπρεπε να λεχθούν επιτέλους, για τα Τάγματα Ασφαλείας. Όταν αποκαταστάθηκε η τάξη το 1945 και η τύχη των συνεργατών του κατακτητή έγινε υπόθεση της ελληνικής κυβερνήσεως, σημειώθηκε τάση όχι μόνο να συγχωρηθούν, αλλά και ν' ανταμειφθούν. Παρασημοφορίες και προαγωγές, που η κυβέρνηση τις είχε αρνηθεί σε Έλληνες αξιωματικούς που είχαν υπηρετήσει στις οργανώσεις αντιστάσεως, προσφέρθηκαν σε όσους είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας. Όταν οι υπηρεσίες του διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα αναφέρθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σαν αιτιολογικό για τη μεταθανάτια προαγωγή του κατά δυο βαθμούς, το ζήτημα προκάλεσε τόσο σοβαρό δημόσιο σκάνδαλο, ώστε ν' ανακληθεί η διαταγή· άλλες, όμως, λιγότερο θορυβώδεις περιπτώσεις πέρασαν απαρατήρητες. Το αποτέλεσμα, για τους σκεπτόμενους Έλληνες, ήταν όχι μόνο να δοκιμάσουν οδυνηρή έκπληξη, αλλά και μια τάση να επιρρίψουν την ευθύνη στους Βρετανούς. Η τάση αυτή ήταν φυσική, αλλά η ενοχή των Βρετανών δεν προχωρούσε πέρα απ' το σημείο, ότι παράλειψαν να εκτιμήσουν όλη τη σοβαρότητα του ζητήματος. Δεν υπήρχε από βρετανική πλευρά μια κάποια προμελετημένη πολιτική προστασίας των συνεργατών του κατακτητή, επειδή δεν υπήρχε καμιά απολύτως προμελετημένη πολιτική στις λεπτομέρειες. Δύο από τα επιχειρήματα κατά της βρετανικής επεμβάσεως είναι ακλόνητα. Πρώτο, επρόκειτο για ελληνική καθαρά υπόθεση· δεύτερο, δεν υπήρχε καμιά διάταξη ελληνικού νόμου, σύμφωνα με την οποία ήταν δυνατό να εγκλιθούν όσοι υπηρέτησαν στα Τάγματα Ασφαλείας. Κανένας νομομαθής δεν θα μπορούσε να συνηγορήσει καλύτερα υπέρ της βρετανικής αποχής από κάθε ανάμιξη. Υπάρχουν όμως δυο σημεία, που δεν θίγονται από την επιχειρηματολογία αυτή. Το πρώτο είναι ότι, αν η απειλή να θεωρηθούν όσοι υπηρετούσαν στα Τάγματα εγκληματίες πολέμου δεν ήταν δυνατό νομικά να πραγματοποιηθεί, δεν έπρεπε να είχε διατυπωθεί καθόλου· το δεύτερο είναι ότι οι βρετανικές αρχές επιδοκίμασαν τη δημόσια διατύπωσή της και ανέλαβαν σχετική δέσμευση. Ο Έλληνας πρωθυπουργός, το 1944, δεν μπορούσε ν' απευθύνει ραδιοφωνικό μήνυμα στο λαό της χώρας του, χωρίς τη ρητή συγκατάθεση των βρετανικών αρχών. Παρ' όλο ότι δεν ήταν υπεύθυνες για ό,τι έλεγε, γνώριζαν ότι όλη η Ελλάδα θα θεωρούσε σαν αυτονόητη τη συγκατάνευσή τους. Μια τέτοια συγκατάνευση προσφέρθηκε κατά τρόπο γενικό το 1944 από τον στρατηγό Eisenhower και τον στρατηγό Wilson, που μίλησαν για λογαριασμό των δυο διασυμμαχικών διοικήσεων Ευρώπης. Οι βρετανικές αρχές όμως δεσμεύτηκαν ακόμα περισσότερο. Τον Φεβρουάριο του 1944, υπογράφτηκε ένα κείμενο αποκηρύξεως των Ταγμάτων Ασφαλείας όχι μόνο από εκπροσώπους όλων των οργανώσεων αντιστάσεως, αλλά και από τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο της Ελληνικής Ανωτάτης Διοικήσεως στην Αίγυπτο και των βρετανικών αρχών, καθώς και από έναν Αμερικανό αξιωματικό εξ ονόματος των αμερικανικών αρχών. 39 Ο χαρακτηρισμός "όργανα του εχθρού" για τα Τάγματα Ασφαλείας υπήρχε και στη Συμφωνία της Caserta, που συνυπέγραψαν και οι βρετανικές αρχές, τον Σεπτέμβριο του 1944. 40 Τις δεσμεύσεις αυτές ποτέ δεν τις αρνήθηκαν ρητά οι βρετανικές αρχές· λησμονήθηκαν σιωπηρά· όχι όμως από την ελληνική Αντίσταση. Η λογική των πραγμάτων είναι αναπόδραστη. Μπορεί να ήταν σωστό να απειληθούν τα Τάγματα Ασφαλείας με τιμωρία· μπορεί να ήταν σωστό να τους δοθεί άφεση· αλλά δεν μπορούσε να ήταν σωστό και το ένα και το άλλο μαζί. Οι βρετανικές αρχές είναι αξιοκατάκριτες ηθικά, αν όχι νομικά, για το ότι αδιαφόρησαν για τη "μεγαλοψυχία" που έδειξαν οι Ελληνικές αρχές το 1945 σ' εκείνους που είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας. Αυτό πρέπει να λεχθεί, όχι από εκδικητική διάθεση απέναντι σε όσους υπηρέτησαν στα Τάγματα Ασφαλείας, αλλά για λόγους δικαιοσύνης απέναντι στον ελληνικό λαό· όχι επειδή προσχώρησαν στα Τάγματα Ασφαλείας κάτω από πρόκληση, αρχικά, αλλά επειδή επέμειναν να διαπράττουν κάτι για το οποίο προειδοποιήθηκαν ότι αποτελούσε έγκλημα. Οι απλοί οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας δεν πρέπει να ενοχοποιούνται για ό,τι έπραξαν, όπως δεν πρέπει να ενοχοποιούνται για ό,τι έπραξαν και οι Digitized by 10uk1s
απλοί αντάρτες του ΕΛΑΣ· οι ηγέτες, όμως, μπορούσε και έπρεπε να τιμωρηθούν και οι βρετανικές αρχές μπορούσαν και έπρεπε να ασκήσουν τη σχετική πίεση, όπως τους επέβαλλε η ευθύνη τους. Υπάρχει κάτι το ασυμβίβαστο ανάμεσα στην επιμονή με την οποία η βρετανική κυβέρνηση απηύθυνε διαμαρτυρίες σε άλλες βαλκανικές χώρες για εσωτερικά τους ζητήματα και στην επίσημη σιωπή με την οποία δέχθηκε την απάρνηση από όλες διαδοχικά τις ελληνικές κυβερνήσεις της υποχρεώσεώς τους να τιμωρήσουν ανθρώπους που είχαν κιόλας στιγματίσει επίσημα σαν προδότες. Αυτό αποτελεί μια από τις πιο επώδυνες πληγές που πρέπει να εξετασθούν και της οποίας το συσσωρευμένο δηλητήριο δεν έχει χάσει καθόλου τη δραστικότητά του.
η) Στρατιωτικές αποστολές Ίσως δεν θα συμφωνούσαν με τις πιο πάνω κρίσεις όλοι οι Βρετανοί που υπηρέτησαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Υπήρχαν συχνά διαφορές απόψεων μεταξύ τους, έστω και μόνο για το λόγο ότι ένα ιδιαίτερο και μοναδικό χαρακτηριστικό τις διέκρινε από όλες τις παρόμοιες αποστολές στις ανταρτικές οργανώσεις των Βαλκανίων: ήταν διαπιστευμένοι, σαν μια και μόνη μονάδα κάτω από μια και μόνη διοίκηση, όχι σ' αυτήν ή εκείνη από τις αντιμαχόμενες ανταρτικές ομάδες, αλλά σε όλες μαζί, συλλογικά. Παρ' όλο όμως ότι η παρουσίαση των στρατιωτικών αποστολών στο μέρος αυτό του βιβλίου γίνεται τελευταία κατά σειρά, δεν θα λεχθούν πολλά γι' αυτές ούτε εδώ ούτε στα επόμενα. Και όχι επειδή δεν επέδρασαν στα γεγονότα· η συμπεριφορά τους και το παράδειγμά τους άσκησε μεγάλη επίδραση. Αλλά για δύο άλλους λόγους. Ο πρώτος είναι, ότι είμαι προσωπικά προκατειλημμένος ευνοϊκά για λογαριασμό τους, αφού υπήρξα υποδιοικητής τους (υπό τον ταξίαρχο Ε. C. Myers) επί ένα χρόνο περίπου και διοικητής τους επί ένα χρόνο και περισσότερο. Ο δεύτερος λόγος είναι, ότι θα ήταν άτοπο να αναφερθούν, χωρίς να αφιερωθούν αρκετά κεφάλαια στους αντικειμενικούς σκοπούς για τους οποίους είχαν σταλεί στην Ελλάδα και οι οποίοι δεν είχαν καμιά σχέση με την πολιτική και πολύ περισσότερο με το να κερδηθεί ο πόλεμος. Με αποτρέπουν απ' αυτό οι ομόφωνες διαβεβαιώσεις εκείνων που είναι σε θέση να γνωρίζουν, ότι κανείς πια δεν θέλει να διαβάσει τέτοια πράγματα. Απομένουν επομένως μερικά μόνο σημεία, συνδεόμενα στενά με το βιβλίο αυτό, που πρέπει να θιγούν. Τα περισσότερα μέλη των στρατιωτικών αποστολών, όταν εισχώρησαν στην Ελλάδα, ήταν η πρώτη φορά που την επισκέπτονταν, χωρίς να έχουν καμιά προηγούμενη γνώση της χώρας, του λαού ή της γλώσσας. Επιφορτίσθηκαν με την αποστολή τους συμπτωματικά, όταν οι πρώτοι δώδεκα απ' αυτούς έπεσαν με αλεξίπτωτα για να πάρουν μέρος στην ανατίναξη της οδογέφυρας του Γοργοπόταμου και, ύστερα, αφού η επιχείρηση έληξε με επιτυχία και επειδή η αποχώρησή τους ήταν δύσκολη, αφέθηκαν στην Ελλάδα, χωρίς να ειδοποιηθούν ν' αναλάβουν άλλου είδους αποστολή. 41 Ελάχιστοι απ' αυτούς είχαν πολιτικές απόψεις, αλλά οι υποσυνείδητες συμπάθειές τους έκλιναν μάλλον προς τα αριστερά παρά προς τα δεξιά. Εκείνο που διαμόρφωνε τις προκαταλήψεις τους ήταν όχι το πώς σκέφτονταν, αλλά το ποιους συμπαθούσαν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό σήμαινε τους οποιουσδήποτε αντάρτες που τύχαινε να έχουν συντρόφους. Αν η αντάρτικη ομάδα δεν τους ήταν αρεστή, την εγκατέλειπαν· αν οι ίδιοι δεν ήταν αρεστοί, απαλλάσσονταν απ' την αποστολή τους· αν και οι δυο πλευρές δεν ήταν αρεστές η μια στην άλλη, γίνονταν αμοιβαίες αντικαταστάσεις. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να προοδεύσει ο ανταρτοπόλεμος. Και ένα άλλο ακόμα χαρακτηριστικό είναι πολύ σημαντικό. Οι άνθρωποι αυτοί, όπως και όλα τα μέλη ατάκτων ομάδων που δρούσαν στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, έδειχναν να παίρνουν πολύ ελαφρά τη ζοφερή μοίρα τους· αυτό, στην καλύτερή του περίπτωση γεννούσε τη συμπάθεια των απλών ανθρώπων του ελληνικού πληθυσμού, αλλά, στη χειρότερή του περίπτωση, γεννούσε αγανάκτηση και απελπισία στους Έλληνες εκείνους που σκέφτονταν σοβαρά. Οι τελευταίοι αυτοί είχαν μερικές φορές δίκιο να διαβλέπουν σ' αυτό μια σιωπηρή ομολογία, ότι oι μεσογειακές χώρες προορίζονταν σαν πεδίο δράσης των κάθε είδους τυχοδιωκτών. Αυτό το πνεύμα εξακολουθεί και σήμερα να διαπερνά τα περισσότερα βιβλία γύρω Digitized by 10uk1s
απ' το θέμα αυτό, που βασίζονται σε πληροφορίες "από δεύτερο χέρι", αλλά και μερικά που βασίζονται σε πληροφορίες "από πρώτο χέρι"· οι περισσότεροι όμως Άγγλοι που πήραν μέρος σε τέτοιες επιχειρήσεις έμειναν έξω απ' αυτό το πνεύμα, αφήνοντας μόνο μια φούχτα δημοσιογράφους και μέλη του Κοινοβουλίου να το υιοθετούν. Το τελευταίο σημαντικό σημείο είναι, ότι ένας μόνο απ' αυτούς πήγε ποτέ στη χώρα με πολιτική ειδικά αποστολή· και, σαν από μια τραγική ειρωνεία της τύχης, ήταν ένας απ' τους ελάχιστους που σκοτώθηκαν επάνω στη δράση. Με μόνη εξαίρεση δύο ή τρία άτομα που βρίσκονταν στην κορυφή, κανείς τους δεν έλαβε κανενός είδους πολιτική εντολή ούτε εξουσιοδοτήθηκε να προβεί σε οποιεσδήποτε πολιτικές δηλώσεις. Η ονομασία τους, επομένως, ήταν Βρετανοί Αξιωματικοί - Σύνδεσμοι η BLOS (British Liaison Officers)· και μονάδα τους η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή στα ελληνικά βουνά ή ΒΜΜ (British Military Mission). Μόνο η ονομασία τους άλλαξε —και όχι ο ουδέτερος πολιτικά χαρακτήρας των BLOS— όταν μετονομάσθηκαν, με την άφιξη Αμερικανών αξιωματικών το 1943, σε Συμμάχους Αξιωματικούς - Συνδέσμους και η μονάδα τους σε Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή ή ΑΜΜ (Allied Military Mission). Αλλά, μόλις τολμούσαν ν' ανοίξουν το στόμα τους, έβλεπαν ότι τα λόγια τους ερμηνεύονταν σαν να είχαν πολιτική σημασία και να στηρίζονταν σε επίσημη πολιτική εξουσιοδότηση. Δεν ήταν λοιπόν δυνατό, όπως θα το ήθελαν κι οι ίδιοι, να μείνουν εντελώς έξω απ' αυτή την επισκόπηση.
Τώρα, που η παρουσίαση των πρωταγωνιστών που έδρασαν στις τέσσερις σκηνές ολοκληρώθηκε, προβάλλει ένα κοινό στοιχείο. Οι περισσότεροι απ' αυτούς βρίσκονταν σε μια διπλή σχέση· μια οριζόντια σχέση, προς τους άλλους που δρούσαν στην ίδια σκηνή και μια κατακόρυφη σχέση προς εκείνους που ανήκαν στην ίδια μ' αυτούς κατηγορία, στις τρεις άλλες σκηνές. Αυτό φαίνεται πιο καθαρά στην περίπτωση του τελευταίου πρωταγωνιστή που παρουσιάσαμε, δηλαδή του ALO, του Συμμάχου Αξιωματικού - Συνδέσμου. Είχε πλάγια σχέση με τους αντάρτες ανάμεσα στους οποίους ζούσε και κατακόρυφη σχέση με το Αρχηγείο του στην Αίγυπτο και με την κυβέρνηση, στο Λονδίνο ή στην Ουάσιγκτον, απέναντι στην οποία ήταν τελικά υπεύθυνος. Δεν ήταν όλα τα συστήματα σχέσεων πλήρη, ήταν όμως πολύπλοκα· και είχαν δυο ειδών συνέπειες, που τις βλέπουμε και πάλι καθαρά στην περίπτωση του ALO. Η πρώτη ήταν ότι πρόσεχε να μην αναλάβει ευθύνη για κάτι, για το οποίο ήταν υπόλογος κατά κατακόρυφη έννοια, έτσι που οι αποφάσεις καθυστερούσαν συχνά και επιχειρήσεις μεγάλης ολκής και σημασίας δεν ήταν πια άξιες να θεωρηθούν αληθινή δράση. Η δεύτερη ήταν, ότι μερικές φορές δεν καταλάβαινε καλά ούτε κι ο ίδιος τι εννοούσε όταν έλεγε "εμείς"· έτσι το "εμείς" μπορούσε εξ ίσου να αναφέρεται, όπως και αναφερόταν μερικές φορές αδιάκριτα, στους αντάρτες και στον εαυτό του συλλογικά ή στις προϊστάμενές του αρχές και στον εαυτό του συλλογικά. Η δυαδική αυτή σχέση προκαλούσε κάποια σύγχυση, όχι μόνο στα λεγόμενα, αλλά και στις σκέψεις όλων των παραγόντων που έχουμε παρουσιάσει ως τώρα.
5 . Π ΑΡ ΑΣ Κ Η Ν ΙΑ ΚΟΙ ΠΑ ΡΑ ΓΟ Ν ΤΕ Σ Αλλά η παρουσίαση των πρωταγωνιστών ακόμα και τώρα δεν είναι πλήρης· μένουν να παρουσιασθούν οι παράγοντες του παρασκηνίου. Μολονότι η επισκόπηση αυτή και τα περιστατικά που περιγράφει έχουν εμφανίσει ως τώρα την ελληνική πολιτική σαν αποκλειστικά αγγλοελληνική υπόθεση, είναι στην πραγματικότητα διεθνής υπόθεση. Όλα τα κράτη - μέλη του ΟΗΕ έχουν δικαίωμα γνώμης στο ελληνικό ζήτημα, επειδή πρόκειται για ζήτημα που κατά περιόδους εγκυμονεί τον κίνδυνο να ανατινάξει το οικοδόμημα του διεθνούς αυτού οργανισμού. Η αλήθεια αυτή πρόβαλε για πρώτη φορά έντονα στη δημοσιότητα, όταν συζητήθηκε το ελληνικό ζήτημα στο Συμβούλιο Ασφαλείας τον Ιανουάριο του 1946 και πάλι, αργότερα, όταν μια αντιπροσωπεία έντεκα κρατών - μελών έφθασε στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 1947, με την αποστολή να εξετάσει την κατάσταση στα βόρεια ελληνικά Digitized by 10uk1s
σύνορα. Το τελευταίο αυτό ήταν το αποκορύφωμα μιας αφυπνίσεως που άρχισε το 1945. Οι βρετανικές κτήσεις ήταν οι πιο δραστήριοι νεοφώτιστοι αναφορικά με το ελληνικό πρόβλημα: η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία είχαν αναμνήσεις συναδελφώσεως "εν όπλοις" από το 1941· ο Καναδάς ίδρυσε πρεσβεία στην Αθήνα το 1945 και η Νοτιοαφρικανική Ένωση το 1946· Νοτιοαφρικανοί συνεργάσθηκαν με τους Βρετανούς για την επόπτευση των ελληνικών εκλογών τον Μάρτιο του 1946. Και η Γαλλία επίσης δημιούργησε νέα συμφέροντα στην Ελλάδα συμμετέχοντας στην επόπτευση των εκλογών, μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ — έκτος από τους στενούς δεσμούς που διατηρούσε διαμέσου των διεθνών σχέσεων των εργατικών συνδικάτων και τα υπάρχοντα από χρόνια συμφέροντα των Γάλλων εμπόρων στις εξαγωγές ελληνικών κρασιών. Στη διάρκεια του πολέμου, όμως, οι παρασκηνιακοί παράγοντες που επηρέαζαν τα ελληνικά πράγματα ήταν περιορισμένοι σε δυο από την κάθε πλευρά: τη Γερμανία και Ιταλία σαν δυνάμεις κατοχής· τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ σαν τις μεγαλύτερες χώρες του στρατοπέδου των Συμμάχων.
α) Ο Άξονας Η συμπεριφορά των δυο πρώτων ήταν σαφής. Σκοπός τους ήταν να εκμεταλλευθούν την Ελλάδα προς όφελος της πολεμικής τους προσπάθειας και να συντρίψουν την Αντίσταση διχάζοντας τον ελληνικό λαό. Οι Ιταλοί, όμως, έκαμαν πιο περίπλοκα τα πράγματα και για τον εαυτό τους και για όλους τους άλλους, συνθηκολογώντας, τον Σεπτέμβριο του 1943. Το αποτέλεσμα στην Ελλάδα, όπως και οπουδήποτε αλλού, ήταν ότι οι Γερμανοί επιφορτίσθηκαν με την πρόσθετη φροντίδα να διχάσουν και τους Ιταλούς. Μια ιταλική μεραρχία (οι Πινερόλο, υπό τον στρατηγό Ινφάντε), μαζί με μια δράκα παράσιτα των ιταλικών αρχών κατοχής, άλλαξε αμέσως στρατόπεδο, ενώ οι υπόλοιπες ιταλικές δυνάμεις στην Ελλάδα παραδόθηκαν στους Γερμανούς. Ο στρατηγός Ινφάντε, που κατέχει μαζί με άλλους σ' αυτή την επισκόπηση τη διάκριση του βρετανικού Παράσημου Διακεκριμένων Υπηρεσιών, γνώριζε πολύ καλά σε ποια πλευρά ανήκε κατά βάθος και είχε την ικανοποίηση να πληροφορηθεί, ότι το Ανώτατο Αρχηγείο του επιδοκίμασε την πρωτοβουλία του. Το μόνο όμως που έκαμε ήταν να υπογράψει ένα σύμφωνο με τους Έλληνες αντάρτες, επειδή είχε από την πλευρά τους την εγγύηση της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής· ανάμεσα σ' αυτόν και στον ΕΛΑΣ, τον οποίο είχε καταπολεμήσει αμείλικτα στο παρελθόν, δεν μπορούσε να υπάρξει ειλικρινής εμπιστοσύνη. Δώδεκα χιλιάδες καλά εξοπλισμένοι Ιταλοί ήταν περισσότερο από όσο μπορούσαν να δεχθούν ανάμεσά τους οι αντάρτες, παρ' όλο ότι ένας αριθμός από τους Ιταλούς αυτούς προχώρησε ως το να πολεμήσει κατά των Γερμανών. Ένα μήνα από την υπογραφή του συμφώνου, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επιχείρησε να κατανείμει τις δυνάμεις του στρατηγού Ινφάντε σε απομονωμένες μεταξύ τους ανταρτικές μονάδες, που θα μπορούσε εύκολα να τις αφοπλίσει. Οι διαμαρτυρίες του στρατηγού έγιναν δεκτές με συμπάθεια και υπεκφυγές· ώσπου, στις 14 Οκτωβρίου, το Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ συγκατάνευσε το πρωί να παραχωρήσει χωριστό τομέα στους Ιταλούς και τους αφόπλισε το ίδιο απόγευμα. Αυτή η πρώτη επιχείρηση μεταξύ συμπολεμιστών είχε σαν αποτέλεσμα, ότι προστέθηκαν στον οπλισμό του ΕΛΑΣ δώδεκα χιλιάδες σύγχρονα όπλα και στον πεινασμένο ελληνικό πληθυσμό δώδεκα χιλιάδες απελπισμένοι Ιταλοί. Όπως συνήθως, οι πιο κερδισμένοι ήταν οι Γερμανοί. Η πολιτική κατάσταση στην κατεχόμενη Ελλάδα ήταν τότε απ' τη φύση της σε αφάνταστο βαθμό περίπλοκη, γι' αυτό και το μόνο που είχαν να κάνουν οι Γερμανοί, όταν ήθελαν να δημιουργήσουν σύγχυση, ήταν να τραβούν πότε - πότε κάποιο νήμα. Όταν οι αντάρτες είχαν πόλεμο μεταξύ τους, οι Γερμανοί φρόντιζαν να βάλουν στο νου του καθενός από τους δυο αντιπάλους την ιδέα ότι συμπαθούσαν τον άλλο, με σκοπό να οξύνουν τον ανταγωνισμό. Όταν ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των ανταρτικών οργανώσεων τερματίσθηκε, οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν τα Τάγματα Ασφαλείας για να τον αναζωπυρώσουν. Την τακτική τους αυτή συνέχισαν ως την τελευταία στιγμή της αποχωρήσεώς τους, όταν η πολιτική κατάσταση που ανέκυψε ήταν αρκετά σαφής, ώστε να τους Digitized by 10uk1s
προσφέρει την ευκαιρία για ένα τελικό αριστοτεχνικό πλήγμα. Γνωρίζοντας ότι ο ΕΔΕΣ θα υποστήριζε τη νόμιμη κυβέρνηση και τους Βρετανούς και ελπίζοντας ότι ο ΕΛΑΣ θα στρεφόταν εναντίον τους, οι Γερμανοί άφησαν πίσω τους σημαντικά αποθέματα όπλων και πυρομαχικών κοντά στην ακτίνα δράσεως του ΕΛΑΣ, αλλά δεν άφησαν καθόλου στην ακτίνα δράσεως του ΕΔΕΣ. Ήταν τόσο καλά μελετημένο το σχέδιό τους, ώστε φρόντισαν να εγκαταλειφθεί μια μεγάλη ποσότητα οπλισμού σε λίγες εκατοντάδες μέτρα μόλις απόσταση από τη συνοριακή γραμμή που χώριζε τις δυο οργανώσεις, με την βεβαιότητα ότι ο ΕΛΑΣ θα έφθανε εκεί πρώτος. Τα αποθέματα αυτά οπλισμού έπαιξαν κάποιο ρόλο στο ότι η εξέγερση του Δεκεμβρίου του 1944 λίγο έλειψε να επιτύχει. Αλλά το πιθανότερο είναι, ότι δεν υπήρχε κανενός είδους συμφωνία μεταξύ Γερμανών και ΚΚΕ· το πράγμα ήταν πολύ απλό και πολύ λεπτό ταυτόχρονα. Οι Γερμανοί δεν χρειάζονταν μια τέτοια συμφωνία· το μόνο που χρειάζονταν ήταν να πείσουν τον ένα από τους δυο αντιμαχόμενους ότι υπήρχε μια συμφωνία τους με τον άλλο. Τα σπέρματα του διχασμού υπήρχαν κιόλας, χωρίς καμιά σχετική ενέργεια από την πλευρά των Γερμανών. Δεν χρειάζονταν, παρά μόνο καλλιέργεια. Ο ρόλος λοιπόν των Γερμανών στα ελληνικά πολιτικά πράγματα ήταν αποκλειστικά διασπαστικός.
Το ίδιο θα έλεγε ένας κυνικός παρατηρητής και για τους δυο τελευταίους παρασκηνιακούς παράγοντες, τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ, αλλά θα ήταν ολότελα άδικος προκειμένου για τον ένα και ίσως και προκειμένου για τον άλλο. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΣΣΔ είχαν στην Ελλάδα τα κοινά συμφέροντα των Συμμάχων, που ενδιαφέρονταν να κερδίσουν τον πόλεμο και είχαν και οι δυο, σαν χώρες, ιστορικούς δεσμούς μαζί της. Αν οι σποραδικές επεμβάσεις τους στις ελληνικές υποθέσεις, στη διάρκεια της Κατοχής, φαίνονταν από βρετανική σκοπιά, να προκαλούσαν διαρκώς δυσχέρειες, πρέπει να θυμηθεί δυο πράγματα κανείς. Το ένα είναι, ότι οι βρετανικές αρχές δεν τους βοηθούσαν να είναι χρήσιμοι, προσφέροντάς τους την αμέριστη εμπιστοσύνη τους. Το άλλο είναι, ότι οι βρετανικές αρχές "μονοπωλούσαν" τα πρόσωπα των εξόριστων ελληνικών αρχών. Ακόμα και στον λιγότερο καχύποπτο άνθρωπο του κόσμου, αυτό θα γεννούσε την υπόνοια ότι μονοπωλούσαν και τις ίδιες τις απόψεις των προσώπων αυτών. Ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι Ρώσοι δεν είναι, απέναντι στην Αγγλία, οι λιγότερο καχύποπτοι άνθρωποι του κόσμου. Κάθε φορά που μιλούσαν, επομένως, μπορεί ο τόνος της φωνής τους να διέφερε, αλλά αυτό που έλεγαν ήταν κατά τρόπο παράξενο το ίδιο. Το γεγονός ότι ο βρετανικός Τύπος το δημοσίευε πάντοτε αμέσως και μερικές φορές και πριν ακόμα λεχθεί, του έδινε μεγαλύτερο κύρος.
β) Οι ΗΠΑ Στις αμερικανικές αρχές πρέπει να αναγνωρισθεί το γεγονός, που εκείνες ποτέ δεν αναγνώρισαν στις βρετανικές αρχές, ότι τα κίνητρα της συμπεριφοράς τους απέναντι στην Ελλάδα ήταν πάντοτε έντιμα. Οφείλουμε να παραδεχθούμε, πράγμα που εκείνοι δεν το παραδέχθηκαν ποτέ για μας, ότι τα ενδιαφέροντά τους στην Ελλάδα ήταν δυο και μόνο: να κερδηθεί ο πόλεμος κατά των Γερμανών και να ευημερήσει ο ελληνικός λαός μετά τον πόλεμο. Αν και οι δυο αυτοί σκοποί επιτυγχάνονταν με το ίδιο μέσο, ο αμερικανικός λαός και η αμερικανική κυβέρνηση θα δοκίμαζαν ειλικρινή χαρά. Η αμερικανική κοινή γνώμη είχε καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι και οι δυο σκοποί ήταν δυνατό να επιτευχθούν με το ίδιο μέσο· το μέσο αυτό ήταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ένα μέρος της επίσημης αμερικανικής γνώμης συμφωνούσε, με κάποιους δισταγμούς. Προκειμένου για τη κοινή γνώμη, το πράγμα μπορεί ως ένα βαθμό ν' αποδοθεί, όπως και προκειμένου για την κοινή γνώμη της Αγγλίας, στην πλήρη άγνοιά της· προκειμένου όμως για την επίσημη αμερικανική γνώμη, αυτό δεν αποτελεί αρκετή εξήγηση. Ο κυνικός παρατηρητής θα είχε την τάση να υπογραμμίσει ιδιαίτερα τρία στοιχεία που επηρέαζαν τη διαμόρφωση της αμερικανικής γνώμης· κανένα απ' αυτά δεν το συναντούμε στην Αγγλία, αν και Digitized by 10uk1s
υπήρχαν άλλα, εξ ίσου αθώα. •
•
•
Το πρώτο ήταν μια μειονότητα Ελλήνων στην Αμερική, για τους οποίους θα μπορούσε να πει κανείς ότι γνώριζαν τους συμπατριώτες τους και οι οποίοι αντιπροσώπευαν έναν σημαντικό αριθμό ψήφων. Η μειονότητα αυτή έβλεπε με συμπάθεια το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, από τη μια επειδή ήταν η μόνη οργάνωση που είχε ενδιαφερθεί ν' αναπτύξει προπαγάνδα στο εξωτερικό, από την άλλη επειδή ήταν πιο απλό να φαντάζονται από έναν μόνο πρωταγωνιστή και ο ένας αυτός ήταν φυσικό να είναι η οργάνωση εκείνη που το δίκτυό της απλωνόταν σε όλη τη χώρα. Το δεύτερο στοιχείο ήταν τα κατάλοιπα της παλιάς εχθρότητας κατά της Αγγλίας, που ενθάρρυναν το ΕΑΜ να ισχυρίζεται στην προπαγάνδα του, ότι δεν έκανε τίποτε άλλο από ό,τι έκαμαν οι ίδιοι οι Αμερικανοί το 1776· τα πιο πρόσφατα ιστορικά παράλληλα στην Παλαιστίνη και στην Ιρλανδία έδιναν πειστικότητα στον ισχυρισμό αυτό. Η τρέχουσα μορφή της παλιάς εχθρότητας ήταν να πιστεύεται ότι κάθε Βρετανός διπλωμάτης ήταν δυο φορές πιο πανούργος από τον απλό Αμερικανό και ότι το καθετί που έκαναν οι Άγγλοι σε οποιαδήποτε χώρα έξω από τη δική τους ήταν μια ακόμα εκδήλωση του διαβόητου ιμπεριαλισμού τους. Το τρίτο στοιχείο ήταν η πεποίθηση των Αμερικανών, ότι οι βασιλιάδες μπορούσε να ήταν θαυμάσια διακοσμητικά πρόσωπα στα κοκτέιλ - πάρτι, αλλά δεν είχαν καμιά θέση σε θρόνους. Και τα τρία αυτά στοιχεία σε ένα και μόνο συμπέρασμα οδηγούσαν: Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε κερδίσει την ελληνοαμερικανική μειονότητα· το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε τη δυσμένεια των Βρετανικών αρχών· το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αντιτασσόταν στην ελληνική μοναρχία. Κατά συνέπεια, ήταν μεγάλη η αίγλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Σ' αυτό, ίσως, συνοψιζόταν η αμερικανική κοινή γνώμη και αυτό ήταν που, υποσυνείδητα, επηρέαζε μέρος της επίσημης αμερικανικής γνώμης.
Αυτή είναι η χειρότερη όψη της εικόνας. Δόθηκε ο λόγος πρώτα στον κυνικό παρατηρητή, για να τελειώνουμε μ' αυτόν. Η εικόνα, ολοκληρωμένη, είναι πιο περίπλοκη. Παρά την απλοποίηση των αγγλοαμερικανικών διαφωνιών στο ζήτημα της Ελλάδας, με την αναγωγή της σε σύγκρουση ανάμεσα στην υποστήριξη του Γεωργίου Β' από τους Βρετανούς και του φιλελευθερισμού από τους Αμερικανούς, από καιρό σε καιρό γινόταν πλήρης αναγωγή ρόλων ανάμεσα στους πρώτους και τους δεύτερους. Για παράδειγμα, όταν, προς τα τέλη του 1943, οι Βρετανοί είχαν σχεδόν πείσει τον Γεώργιο Β' να δεχθεί ν' αποφασίσει ο ελληνικός λαός για την επάνοδό του στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση, η αμερικανική επιρροή ήταν που τον έκανε ν' αλλάξει γνώμη την τελευταία στιγμή και ν' αποφασίσει να εμμείνει ανυποχώρητα στα συνταγματικά του δικαιώματα. Αλλά και μ' αυτό ακόμα απέχει πολύ από το να ολοκληρωθεί η εικόνα. Εκείνο που κάνει τόσο συγκεχυμένη την πλήρη εικόνα είναι ότι η περίοδος που εξετάζουμε συνέπεσε με μια μεταβατική φάση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Επί εκατό χρόνια, η αμερικανική εξωτερική πολιτική στην Ευρώπη θα έλεγε κανείς ότι ήταν πολιτική "από δεύτερο χέρι". Δεν υπήρχε, παρά μόνο αφού γινόταν γνωστό ποια ήταν η βρετανική πολιτική· τότε, μπορούσε να ήταν ή η ίδια ή η αντίθετη· αλλά ούτε στη μια ούτε στην άλλη περίπτωση δεν είχε χωριστή, ανεξάρτητη ύπαρξη. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος έδωσε τέλος στις ευτυχισμένες εκείνες ημέρες του State Department· όπως φαίνεται, ποτέ δεν θα επανέλθουν. Μερικοί μάλιστα φοβούνται ότι το αντίθετο μπορεί να συμβεί· αυτό το μάζεμα της ουράς του λιονταριού δίνει την ευκαιρία να πάρουν άλλοι τη μερίδα του λιονταριού στα διεθνή βάρη. Οπωσδήποτε, χρειάστηκε να ξεπεραστεί η αποστροφή του αμερικανικού λαού απέναντι στις δολοπλοκίες της ευρωπαϊκής διπλωματίας. Ο κόσμος είδε για πρώτη φορά, ότι οι ΗΠΑ είχαν επανέλθει σ' αυτήν, όταν ο Πρόεδρος Roosevelt υπέγραψε τον Νόμο περί Δανεισμού και Εκμισθώσεως, τον Μάρτιο του 1941. Η χρονολογία αυτή είχε εξαιρετικά μεγάλη σημασία για τους βαλκανικούς λαούς, επειδή είχε συμπέσει με τη στιγμή που και ο τελευταίος απ' αυτούς κόντευε να υποκύψει στον Άξονα. Ο Πρόεδρος Roosevelt έδωσε Digitized by 10uk1s
έμφαση στη σημασία της νέας πολιτικής, αναφορικά με την Ανατολική Μεσόγειο, στέλνοντας τον ίδιο χρόνο τον προσωπικό του απεσταλμένο συνταγματάρχη Ντόνοβαν στα Βαλκάνια· τον γιο του στην Αίγυπτο και σ' αυτήν ακόμα την Κρήτη· και, τον επόμενο χρόνο, τον αντίπαλό του, τον κ. Γουίλκι, σε όσες περιοχές της Μέσης Ανατολής έμεναν προσιτές. Η Ελλάδα έδειξε ότι αναγνώριζε τη σημασία που είχε η αποφασιστική στάση του Προέδρου Roosevelt, ανακηρύσσοντάς τον πολίτη της Αθήνας και δίνοντας το όνομά του σε έναν από τους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας. Με την υπογραφή του Χάρτη του Ατλαντικού μέσα στον ίδιο χρόνο, ο Πρόεδρος επωμίστηκε το χρέος να επαναλάβει την προσπάθεια στην οποία ο Wilson είχε αποτύχει. Η ιστορία μπορεί από τώρα κιόλας να πει με βεβαιότητα, ότι ο Πρόεδρος Roosevelt σημείωσε επιτυχία· όχι, φυσικά, επειδή δημιούργησε μια Ουτοπία αυτού του κόσμου, αλλά επειδή έκαμε αναμφισβήτητο ότι, όποια κι αν θα είναι η τύχη του κόσμου, οι ΗΠΑ θα έχουν το μερίδιό τους τόσο στο έργο που πραγματοποιήθηκε όσο και στην ευθύνη. Αυτή η ανάμιξη του αμερικανικού λαού είναι τώρα πια, ευτυχώς για όλους, τετελεσμένο γεγονός. Την εποχή όμως που η Ελλάδα ήταν κατεχόμενη, βρισκόταν στην αρχή της ακόμα. Την πορεία της μπορούμε να την παρακολουθήσουμε, σε μικρογραφία, εξετάζοντας τις συνέπειες της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα από τότε ως τώρα. Κι εδώ, επίσης, σε μικρή κλίμακα, σημειώθηκαν οι ίδιες προωθήσεις και υποχωρήσεις και ταλαντεύσεις. Επειδή οι αμερικανικές αρχές δεν είχαν δικαίωμα να μοιρασθούν με τους Βρετανούς τις ευθύνες για την Ελλάδα όταν άρχισε η Κατοχή και καμιά τέτοια πρόθεση όταν έληξε, λησμονείται εύκολα ότι, ανάμεσα στα δυο αυτά χρονικά σημεία υπήρξε μια γόνιμη περίοδος ενός έτους σχεδόν, κατά την οποία μοιράστηκαν πραγματικά την ευθύνη στέλνοντας εκπροσώπους στα ελληνικά βουνά. Ο πρώτος Αμερικανός αξιωματικός που μπήκε στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της Κατοχής έφθασε τον Σεπτέμβριο του 1943. Αν και τα ενδιαφέροντά του ήταν ρητά περιορισμένα σε πολεμικές επιχειρήσεις ιππικού, το ΚΚΕ τον έπεισε, ότι το να αναλάβει σταυροφορία υπέρ του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και κατά των Βρετανών ήταν ουσιαστικά το ίδιο. Πριν προχωρήσει πάρα πολύ, αντικαταστάθηκε από έναν ανώτερό του κατά βαθμό, τον ταγματάρχη Γουάινς, που η άφιξή του σημειώνει καμπή. Συνδυάζοντας στο πρόσωπό του την ευτυχή ισορροπία του Αμερικανού που είχε γεννηθεί στο βορρά και είχε ζήσει στο νότο, ο Γουάινς αφοσιώθηκε στους δυο αλληλένδετους σκοπούς, να κατανοήσει την Ελλάδα και να βοηθήσει το λαό της. Ήταν ένας από τους λίγους Αμερικανούς σε υπεύθυνη θέση, που κατάλαβαν, την εποχή εκείνη, ότι οι δύο αυτοί σκοποί όχι μόνο δεν ήταν ασυμβίβαστοι με τη δράση στο πλευρό των Βρετανών, αλλά ήταν ουσιαστικά εκείνο ακριβώς που επιδίωκαν και οι Βρετανοί. Δεν είχε φθάσει ο καιρός για μια γενική κατανόηση της αλήθειας αυτής από τις αμερικανικές αρχές· και ούτε τις βοήθησαν οι βρετανικές αρχές να την κατανοήσουν. Ο ταγματάρχης Γουάινς αντικαταστάθηκε από άλλον, ακόμα ανώτερο αξιωματικό· οι οδηγίες που είχε ο τελευταίος αυτός είχαν σαν προϋπόθεση ότι, το καλύτερο που είχε να κάμει ένας εκπρόσωπος των ΗΠΑ ήταν να μείνει μακριά από τον πολιτικό βάλτο και ν' αφοσιωθεί στο να σκοτώνει Γερμανούς. Η επιτυχία του στο δεύτερο αυτό έργο έκαμε να μείνει η αμερικανική άποψη για το πρώτο αμετάβλητη όταν ήρθε η απελευθέρωση. Το γεγονός ότι συνοδευόταν στις επιχειρήσεις του από Αμερικανούς στρατιώτες ελληνικής καταγωγής πρόσθεσε μια ακόμα περιπλοκή. Μερικοί απ' αυτούς ενώ είχαν το γόητρο της αμερικανικής υπηκοότητας και της αμερικανικής στολής, δεν μπόρεσαν να μην αναγνωρισθούν και να μην εμπλακούν στην πολιτική, σαν Έλληνες: ένας απ' αυτούς, για παράδειγμα, ήταν ο γιος του εξόριστου Έλληνα πρωθυπουργού. Ήταν μια αδυναμία πολλών Ελλήνων πρακτόρων, το ότι τους άρεσε να γίνονται αρεστοί σ' έναν ξένο, λέγοντάς του εκείνο που ήθελε ν' ακούσει, είτε ήταν αλήθεια είτε όχι. Την ίδια φιλοφρόνηση είχαν κάμει και στους Βρετανούς· αλλά, όταν έφθασαν οι Βρετανοί για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το 1942, δεν ήταν ακόμα βέβαιο τι ήθελαν ν' ακούσουν, γι' αυτό και τους προσφέρθηκε μια ποικιλία προπαγανδιστικής δίαιτας. Όταν έφθασαν οι πρώτοι Αμερικανοί, το 1943, επικρατούσε κιόλας η πεποίθηση, ότι οι συμπάθειες των Αμερικανών έκλιναν προς το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· έτσι, οι Ελληνοαμερικανοί που έστειλαν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα έγιναν το αθώο κανάλι της προπαγάνδας του ΚΚΕ. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθεί η επίσημη αμερικανική γνώμη σε σύγχυση, την ημέρα της Digitized by 10uk1s
απελευθερώσεως της Ελλάδας· αλλά ήταν μια σύγχυση, για την οποία προτιμούσαν να κατηγορούν τους Βρετανούς μάλλον, αντί για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα, οι ΗΠΑ είχαν δυο πλεονεκτήματα απέναντι σε όλους τους άλλους ξένους στη χώρα. Το ένα ήταν, ότι ο πρεσβευτής τους Λίνκολν ΜάκΒή είχε πιο μακροχρόνια γνωριμία των ελληνικών υποθέσεων από οποιονδήποτε άλλον ξένο διπλωμάτη στην Αθήνα. Το δεύτερο ήταν, ότι ο μεγάλος όγκος των ειδών βοηθείας, χωρίς τα οποία η Ελλάδα δεν θα κατόρθωνε να επιζήσει, προερχόταν από την Αμερική. Τα αμερικανικά αυτά πλεονεκτήματα αντισταθμίζονταν με δυο βρετανικά: τα στρατεύματα που βρίσκονταν στη χώρα ήταν στη μεγάλη τους πλειονότητα βρετανικά· και η ελληνική κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα χωρίς βρετανική συμβουλή. Η τραγωδία ήταν, ότι αυτά θεωρούνταν "πλεονεκτήματα". Αν ήταν μοιρασμένα εξ ίσου ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, δεν θα είχε καμιά σημασία ο ανταγωνισμός και καμιά ευκαιρία δεν θα είχαν οι καιροσκόποι, για να μπήξουν μια σφήνα ανάμεσα στις δύο χώρες. Θα υπήρχε μια κοινή πολιτική και μια κοινή ευθύνη· και, έτσι, ένα μέρος της ελληνικής τραγωδίας θα είχε αποτραπεί. Ένα μέρος της αντιζηλίας των δύο χωρών έχει παραμερισθεί, από τότε· η ισορροπία των πλεονεκτημάτων έχει ως ένα βαθμό πραγματοποιηθεί. Η αμερικανική γνώμη άλλαξε, όταν η ελληνική μειονότητα της Αμερικής μπόρεσε να επικοινωνήσει με τους οικείους της στην Ελλάδα, το 1945, και έμαθε την αλήθεια για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Μέσα στο 1946, ήταν κιόλας ανόητο από τη πλευρά των Βρετανών να εξακολουθούν να πιστεύουν ότι οι αμερικανικές αρχές ήταν όχι καλά πληροφορημένες και χωρίς σαφή αντίληψη της ευθύνης τους· και, από την πλευρά των Αμερικανών, να βλέπουν τους Βρετανούς σαν ασυνείδητους ιμπεριαλιστές. Αναγνωρίσθηκε, ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα έπρεπε να αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης, που είχε ως τότε στην Ελλάδα η βρετανική κυβέρνηση. Όλα αυτά τα έβλεπαν πολύ καθαρά οι ξένοι στην Ελλάδα από τις αρχές του 1944, όταν τις ΗΠΑ αντιπροσώπευε ο ταγματάρχης Γουάινς. Η αμερικανική ευθύνη είχε θέσει τη σφραγίδα της σε πολλές κοινές αποφάσεις που είχαν ληφθεί πριν απ' το τέλος της Κατοχής. Αλλά η επίσημη γνώμη αλλάζει με πολύ πιο αργό ρυθμό από ό,τι η γνώμη των ατόμων και η διαδικασία της αμοιβαίας διαπαιδαγωγήσεως χρειάστηκε καιρό. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι, όταν τελικά οι ΗΠΑ ανέλαβαν τον ρόλο τους σαν υπευθύνων, αντί να αναλάβουν τη μισή, ανέλαβαν όλη την ευθύνη. Από την άποψη τόσο της Ελλάδας όσο και των αγγλοαμερικανικών σχέσεων, αυτό αποτέλεσε τραγωδία. Οι περισσότεροι Έλληνες, ανάμεσα στους οποίους και οι περισσότεροι Έλληνες πολιτικοί, ανυπομονούσαν να κάνουν ό,τι τους συμβούλευαν, έφθανε η συμβουλή να ερχόταν με μια φωνή από το Λονδίνο και από την Ουάσιγκτον. Όλη η διαθέσιμη ευφυία αφιερώθηκε στο να ερμηνεύονται οι επιθυμίες των δυο ξένων κυβερνήσεων· αλλά ούτε και με την εμπνευσμένη βοήθεια των επαναπατριζόμενων αποδήμων, των "Μπρούκληδων" όπως τους λένε, κατορθώθηκε να γίνονται γνωστές με κάποια βεβαιότητα οι επιθυμίες αυτές, παρά μόνο με την έννοια ότι έπρεπε να είναι διαφορετικές από ο,τιδήποτε έλεγαν οι δυο αυτές κυβερνήσεις. Οι επικρίσεις που θα διατυπωθούν αργότερα θα έχουν βάρος αν θεωρηθούν σαν επικρίσεις όχι της βρετανικής ή της αμερικανικής πολιτικής, όπως μπορεί να συμβεί αλλά της αγγλοαμερικανικής πολιτικής· το κύριο ελάττωμα της οποίας ήταν ότι δεν υπήρχε. Μόλις το 1946 αποφάσισαν οι δυο κυβερνήσεις να χαράξουν μια αγγλοαμερικανική πολιτική στα Βαλκάνια, στην οποία θα μπορούσε να ενσωματωθεί μια αγγλοαμερικανική πολιτική στην Ελλάδα. Τον επόμενο χρόνο, όλο το βάρος πέρασε στις ΗΠΑ· το 1947 ήταν πολύ αργά πια για να συμπράξουν οι ΗΠΑ και η Βρετανία σαν ίσοι συνεταίροι.
γ) Η ΕΣΣΔ Το γιατί ήταν πολύ αργά μπορεί ως ένα βαθμό να εξηγηθεί καθώς θα παρουσιάζουμε τον τελευταίο παράγοντα του ελληνικού δράματος, την ΕΣΣΔ. Ο όρος Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών είναι σκόπιμα ελαστικός· το περιεχόμενό του μπορεί να επεκτείνεται χωρίς να Digitized by 10uk1s
αλλάζει η μορφή του. Για το λόγο αυτό είναι εξυπηρετικό (αν και όχι τυπικά σωστό) να συμπεριλάβουμε στο μέρος αυτό του κεφαλαίου όλους τους βόρειους γείτονες της Ελλάδας. Το κυριότερο αποτέλεσμα που είχε η γερμανική πολιτική της απομονώσεως της κάθε χώρας στα Βαλκάνια ήταν ότι, καταστρέφοντας τους παλαιούς κοινούς δεσμούς των βαλκανικών λαών, διευκόλυνε την ΕΣΣΔ να δημιουργήσει νέους και πιο ελκυστικούς δεσμούς, για να τους ενώσει και πάλι και μάλιστα πιο στενά. Η γερμανική πολιτική διέσπασε, όπως ήταν αναπόφευκτο, τα βαλκανικά κράτη, επειδή εφαρμόστηκε διαφορετικά στο καθένα. Η Ρουμανία και η Ουγγαρία είχαν χωρισθεί με αγεφύρωτο χάσμα, και έμειναν έτσι ακόμα και μέσα στον Άξονα, από τότε που η Απόφαση της Βιέννης, το 1940, παραχώρησε στη δεύτερη τη μισή Τρανσυλβανία· η Βουλγαρία ήταν ουδέτερη απέναντι στην ΕΣΣΔ· η Γιουγκοσλαβία χρειάσθηκε να ακρωτηριασθεί, για να δοθούν στους βαλκανικούς δορυφόρους του Άξονα εδαφικά κέρδη· η Αλβανία (όπως και η Ελλάδα) αναγνωρίσθηκε σαν τμήμα του "λέμπενσραουμ" (του "ζωτικού χώρου") της Ιταλίας. Ήταν αδύνατο στον Χίτλερ να εφαρμόσει σε όλους αυτούς μια ενιαία και ομοιόμορφη πολιτική. Η ΕΣΣΔ, αντίθετα, είχε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την κοινή διάθεση για αντίσταση κατά των Γερμανών, για να δημιουργήσει ένα νέο πνεύμα, που το χαρακτήριζε ομοιογένεια. Το μάθημα που γέννησε την κομμουνιστική αντίσταση και, αργότερα, έφερε στην εξουσία τις κομμουνιστικές κυβερνήσεις στα Βαλκάνια, το είχαν μάθει οι Ρώσοι στο διάστημα της κατοχής των δικών τους εδαφών από τους Γερμανούς: η ενιαία πολιτική προήλθε από την όμοια πείρα. Αυτά τα στοιχεία της ομοιογένειας, που εκτείνονται σε όλη τη βαλκανική ζωή έξω από την Ελλάδα, στην πράξη αν όχι και κατ' όνομα, αποτελούν το πρόσχημα, για να συμπεριληφθούν όλοι οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδας σ' έναν τομέα αφοσιωμένο στην ΕΣΣΔ. Τα ερωτήματα, επομένως, που απαιτούν απάντηση μπορούν να τεθούν ως εξής:
πρώτο, ως ποιο βαθμό οι δραστηριότητες της άκρας Αριστεράς στην Ελλάδα κατευθύνονταν από τη Μόσχα; δεύτερο, ποιες ήταν οι σχέσεις του ΚΚΕ και των δορυφόρων του με τους συντρόφους τους σε άλλες βαλκανικές χώρες;
Η θέση της Ελλάδας σε σχέση με το πρώτο από τα ερωτήματα αυτά διαφέρει από τη θέση οποιασδήποτε άλλης βαλκανικής χώρας, επειδή, με μόνη εξαίρεση την Τουρκία, που αποτελεί από κάθε άποψη ειδική περίπτωση, η Ελλάδα είναι η μόνη βαλκανική χώρα που δεν βρέθηκε μετά τον πόλεμο με κυβέρνηση που να επηρεάζεται από κομμουνιστές και να είναι ευθυγραμμισμένη στην πολιτική της με την ΕΣΣΔ. Δεν είναι επομένως αρκετό να βασισθούμε στο a priori επιχείρημα ότι, αφού όλα τα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα κατευθύνονται από τη Μόσχα, συμβαίνει το ίδιο και με το ελληνικό κομμουνιστικό κόμμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, πρέπει ιδιαίτερα να μην ξεχνούμε ότι, σε κάθε φανερή πολιτική της ΕΣΣΔ, αντιστοιχεί μια αθέατη πολιτική. Τα δυο αυτά είδη πολιτικής ποικίλλουν ανεξάρτητα το ένα το άλλο, όπως συμβαίνει στις χώρες εκείνες όπου βρίσκονται κιόλας στην εξουσία εκείνοι που υποστηρίζουν τη ρωσική πολιτική. Αυτό είναι ένας άλλος ακόμα τρόπος για να εξηγηθεί η διαφορά που ξεχωρίζει την Ελλάδα από τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες στις σχέσεις τους με την ΕΣΣΔ. Στη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία και αλλού, η φανερή και η αθέατη πολιτική μπορεί να επιτραπεί να συμπέσουν λίγο - πολύ, επειδή τα τοπικά κομμουνιστικά κόμματα έχουν λίγο - πολύ τον πλήρη έλεγχο. Στην Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει αυτό, επειδή στην εξουσία βρίσκονται δηλωμένοι αντίπαλοι του κομμουνισμού. Η ΕΣΣΔ υποχρεώνεται από τους διπλωματικούς τύπους να αναγνωρίζει την ελληνική κυβέρνηση —την οποία θα προτιμούσε να δει ν' απομακρύνεται από την εξουσία— και να διοχετεύσει την πραγματική της πολιτική καλυμμένα. Κατά την πρώτη φάση της γερμανικής κατοχής στα Βαλκάνια, αυτή ακριβώς ήταν η θέση της ΕΣΣΔ απέναντι σε όλες τις βαλκανικές κυβερνήσεις· αλλά σε όλες, έκτος από την Ελλάδα, δεν συμβαίνει πια αυτό. Αυτός ήταν ο τυπικός λόγος, για τον οποίο το ΚΚΕ δεν περιλαμβανόταν από την αρχή Digitized by 10uk1s
στην Κόμινφορμ, δηλαδή από την ίδρυση της, τον Οκτώβριο του 1947, επειδή η Κόμινφορμ ήταν δημιούργημα φανερής πολιτικής, που δεν είχε αναγκαστικά σχέση με την αθέατη πολιτική που εφάρμοζε ταυτόχρονα η σοβιετική κυβέρνηση. Επισημαίνοντας κανείς την αντίθεση μεταξύ φανερής και αθέατης πολιτικής της ΕΣΣΔ, κινδυνεύει να του αποδοθεί υποκρισία για λογαριασμό των αγγλοσαξονικών χωρών. Κάθε χώρα έχει την ιδιαίτερη πολιτική της, που την κρατά μυστική. Η διαφορά όμως επάνω σ' αυτό μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ (για παράδειγμα) ή Μ. Βρετανίας είναι διαφορά είδους μάλλον παρά βαθμού. Και η αμερικανική και η βρετανική κυβέρνηση έχουν μυστικά, που δεν επιθυμούν να κοινολογηθούν: αλλά δεν επιχειρούν (εκτός μόνο για να παραπλανήσουν τον εχθρό σε καιρό πολέμου) να καλύψουν τα μυστικά τους κάτω από μια μεταμφίεση, για να τα παρουσιάσουν σαν κάτι το διαφορετικό. Αν δεν θέλουν να μιλούν γι' αυτά, αποφεύγουν το θέμα εντελώς: δεν παρεκκλίνουν απ' το δρόμο τους για να επιμείνουν ότι το μαύρο είναι άσπρο. Και ούτε θα είχαν επιτυχία στο να εμφανίσουν την αθέατη πολιτική τους σαν διαφορετική, φανερή πολιτική, αν το επιχειρούσαν — τουλάχιστο για το λόγο ότι έχουν ν' αντιμετωπίσουν έναν ελεύθερο Τύπο. Στην ΕΣΣΔ, τα μέσα δημοσιότητας είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν σαν ένα μέρος της συνομωσίας σιωπής ή διαστρεβλώσεως· στη Δύση, αυτό είναι αδύνατο. Η τεχνική των διπλωματικών μυστικών είναι επομένως διαφορετική στην ΕΣΣΔ, σε σύγκριση μ' εκείνη των δυτικών δημοκρατιών· απ' αυτή την άποψη κάνω διάκριση μεταξύ φανερής και αθέατης πολιτικής της ΕΣΣΔ στα Βαλκάνια. Με τις πιο πάνω παραγράφους αντιμετωπίζουμε το κύριο ερώτημα, κατά τρόπο που αποβλέπει στο να τονισθεί ιδιαίτερα ένα σπουδαίο σημείο: ότι δεν υπάρχει καμιά ασφαλής μαρτυρία, που να αναφέρεται άμεσα στο ζήτημα των σχέσεων της Ρωσίας με τα κομμουνιστικά κόμματα των μη κομμουνιστικών χωρών. Όλοι εικάζουν, ότι τέτοιες σχέσεις υπάρχουν· ο καθένας θα δοκίμαζε έκπληξη αν δεν υπήρχαν· αλλά δεν είναι δυνατό ποτέ ν' αποδειχθούν από ένα είδος μαρτυρίας που στηρίζεται στο καθημερινό υλικό των εφημερίδων. Η ΕΣΣΔ μπορεί πολύ καλά ν' απαντήσει με το να υπενθυμίσει τη φανερή της πολιτική και ν' αρνηθεί την ύπαρξη της αθέατης· καμιά μαρτυρία, προερχόμενη από τη φανερή αποκλειστικά σφαίρα της διεθνούς πολιτικής της δεν μπορεί να είναι αποκαλυπτική κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Για να πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, όταν ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ δήλωνε στο 7ο Συνέδριο του κόμματος στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 1945, ότι το κόμμα του δεν έπαιρνε τις κατευθυντήριες γραμμές του από τη Μόσχα, ήταν μια δήλωση που ελάχιστο φως έριξε στο ζήτημα, αφού η πιθανότητα ότι θα την έκανε στην περίπτωση που θα ήταν ειλικρινής και η πιθανότητα ότι θα την έκανε και στην περίπτωση που δεν θα ήταν ειλικρινής ήταν ακριβώς ίσες. Η δήλωση αυτή ήταν μια πράξη φανερής πολιτικής· η αλήθεια είναι ένα στοιχείο αθέατης πολιτικής. Δεν υπάρχει καμιά σχέση μεταξύ τους, ούτε επικυρώσεως ούτε διαψεύσεως. Υπάρχουν ωστόσο δύο στοιχεία που οδηγούν στη λύση του αινίγματος, το ένα προέκταση του άλλου. Το πρώτο είναι η ομοιομορφία της κομουνιστικής τακτικής, που απορρέει από ομοιόμορφες συνθήκες. Αν εξαιρέσουμε την Ελλάδα, η συμπεριφορά των κομμουνιστικών κομμάτων στα Βαλκάνια ήταν περίπου όμοια, από την είσοδο της ΕΣΣΔ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ό,τι ήταν καλό για το ένα ήταν καλό και για το άλλο· ό,τι είναι εφαρμογή στη Γιουγκοσλαβία ή τη Βουλγαρία είχε και στη Ρουμανία ή την Αλβανία. Από την άποψη αυτή, μόνο η ΕΣΣΔ μπορεί να λεχθεί ότι είχε μια βαλκανική πολιτική, αντί να έχει απλά, όπως η Βρετανία, μια γιουγκοσλαβική, μια βουλγαρική, μια αλβανική κλπ. πολιτική. Ο Churchill αποκάλυψε τη διαφορά αυτή, σαν διαφορά αρχής, μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων, στις 25 Μαΐου 1944, για τη στάση μας απέναντι στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία: "Σε μια χώρα, υποστηρίζουμε ένα βασιλιά, σε άλλη, έναν κομμουνιστή... Δεν υπάρχει προσπάθεια από μέρους μας να επιβάλουμε ορισμένη ιδεολογία". Τα λόγια αυτά διαγράφουν μια δημοκρατική πολιτική· αλλά οι πρακτικές ενέργειες της ΕΣΣΔ, αν και όχι δημοκρατικές σύμφωνα με τη δική μας έννοια, αποτέλεσαν μια συνεπή και πιο αποτελεσματική πολιτική. Στη διασπαστική πολιτική που εφάρμοζαν οι Γερμανοί, οι Ρώσοι Digitized by 10uk1s
αντιπαρέθεσαν μια δική τους, ενωτική πολιτική· όσο για τη βρετανική κυβέρνηση, αντιπαράθεσε μόνο μια αντίπαλη διασπαστική πολιτική. Προκειμένου λοιπόν για τη σοβιετική πολιτική, είναι δυνατό να γίνουν αφαιρετικοί συλλογισμοί που είναι αδύνατοι προκειμένου για τη βρετανική πολιτική. Αν κάνουμε επαγωγικά μια γενίκευση για τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, μπορούμε να φθάσουμε σε ένα εύλογο συμπέρασμα για τη σοβιετική πολιτική απέναντι στη Ελλάδα. Το δεύτερο στοιχείο είναι εφαρμογή του πρώτου στη σχέση μεταξύ φανερής και αθέατης πολιτικής της ΕΣΣΔ. Ο γενικός κανόνας είναι, ότι η αθέατη πολιτική γίνεται φανερή μόνο όταν έχει επιτύχει στην πράξη. Όσο επιδιώκει μυστικά τους αντικειμενικούς σκοπούς, κρύβεται πίσω από μια διαφορετική φανερή πολιτική που αποτελείται από λόγια και επιδεικτικές ενέργειες· όταν επιτευχθούν οι αντικειμενικοί σκοποί, η αθέατη πολιτική αντικαθιστά τη φανερή, ενώ κι αυτή την ίδια θα την αντικαταστήσει ίσως μια άλλη αθέατη πολιτική. Επειδή αυτό μπορεί να συμβεί και στην Ελλάδα, αξίζει να εξετασθεί πως έγινε να συμβεί στους γείτονες της Ελλάδας. Δεν αποτελεί αυτό κατηγορία για κεκαλυμμένο ιμπεριαλισμό, αποτελεί περιγραφή μιας συμπεριφοράς. Το αν οι σοβιετικοί συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται από φόβο ή από επιθετικότητα, αποτελεί ακαδημαϊκό ζήτημα, που ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος το έκαμε να φανεί σχεδόν ασήμαντο. Η συμπεριφορά τους απέναντι στη Φιλανδία το 1939 - 40, για παράδειγμα, μπορεί εξ ίσου ν' αποδοθεί και στο ένα και στο άλλο κίνητρο· το ίδιο και η συμπεριφορά τους απέναντι στα Βαλκάνια το 1941 - 45. Σημασία έχει εκείνο που κάνουν και εκείνο που είναι πιθανό να κάνουν. Η πρόβλεψη της πορείας της σοβιετικής πολιτικής στην Ελλάδα διευκολύνεται απ' το γεγονός ότι, στα υπόλοιπα Βαλκάνια, η αθέατη πολιτική έχει εξελιχθεί ήδη σε φανερή. Η φανερή πολιτική απέναντι στην Ελλάδα συμπίπτει επίσης με τη φανερή πολιτική απέναντι στη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία κατά τη διάρκεια του πολέμου· αλλά, στη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία, η αθέατη πολιτική, που ήταν τότε κεκαλυμμένη, έχει γίνει τώρα φανερή. Συγκρίνοντας ό,τι είχε γίνει εκεί με ό,τι γίνεται τώρα στην Ελλάδα, θα μπορέσει να καταλήξει κανείς σε ένα κάποιο συμπέρασμα για όλη τη Βαλκανική. Η φανερή πολιτική της ΕΣΣΔ, όταν μπήκε στον πόλεμο, δεν ήταν ενθαρρυντική για έναν ορθόδοξο κομμουνιστή των Βαλκανίων, θα έλεγε κανείς, ότι ο φόβος της ήττας είχε ωθήσει τη σοβιετική κυβέρνηση να συνασπισθεί με την αντίδραση, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Στο εσωτερικό, μια από τις πρώτες συνέπειες του πολέμου ήταν η αποκατάσταση της θρησκευτικής ελευθερίας και των σχέσεων του κράτους και με την Ορθόδοξη και με τη Μωαμεθανική Εκκλησία. Στο στρατό, οι πολιτικοί επίτροποι καταργήθηκαν· επανήλθαν τα διακριτικά βαθμού, μονάδας, παρασημοφορίας· θεσπίστηκαν κανονισμοί, που απαγόρευαν την είσοδο στρατιωτών σε κινηματογράφους ή άλλους δημόσιους χώρους με ασιδέρωτη στολή ή αγυάλιστα κουμπιά. Στην εξωτερική πολιτική, η σοβιετική κυβέρνηση έδειξε μιαν ανορθόδοξη διαλλακτικότητα απέναντι στην πολιτική των συμμάχων της καπιταλιστικών χωρών. Αντί να αγνοήσει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο του 1941, η ΕΣΣΔ κατάγγειλε ανοικτά τη Βουλγαρία για την προσχώρησή της στον Άξονα και ειδοποίησε την ουγγρική κυβέρνηση, ότι η συμμετοχή της στην επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας είχε προκαλέσει ιδιαίτερα κακή εντύπωση. Στην επαναστατική κυβέρνηση του στρατηγού Σιμόνοβιτς, στη Γιουγκοσλαβία, κυβέρνηση που στα μάτια ενός κομμουνιστή δεν ήταν λιγότερο αντιδραστική από την προηγούμενή της, προσφέρθηκε στρατιωτική συμμαχία, ενώ η Γερμανία ετοιμαζόταν να επιτεθεί κατά της Γιουγκοσλαβίας. Αναγνωρίσθηκε επίσημα από την ΕΣΣΔ όταν βρέθηκε εξόριστη· βοηθήθηκε από την ουδέτερη σοβιετική κυβέρνηση, να αποδράσει από το κατεχόμενο από τον Άξονα έδαφος. Διακηρύσσοντας ότι θα σεβασθεί την ανεξαρτησία των Γιουγκοσλάβων, Πολωνών, Τσέχων και Ελλήνων, η σοβιετική κυβέρνηση διευκρίνισε ότι ενδιαφέρεται για την αποκατάστασή τους "σε εθνική βάση, χωρίς καμιά επέμβαση στο εσωτερικό τους καθεστώς". Προς τα τέλη του 1942, η ΕΣΣΔ υποστήριξε τη βρετανική και την αμερικανική κυβέρνηση σε μια παρόμοια δήλωσή τους για την Αλβανία. Ακόμα πιο ανησυχητική για τη συνείδηση του κομμουνιστή των Βαλκανίων ήταν η υπογραφή συμφωνίας με τη βρετανική κυβέρνηση στις 12 Ιουλίου 1941 και η αγγλορωσική συνθήκη της 11 Ιουνίου 1942. Αυτές οι αιρετικές παρεκκλίσεις προωθήθηκαν ακόμα πιο πολύ με την κοινή εισβολή στο Ιράν, τον Digitized by 10uk1s
Αύγουστο του 1941· με την ανταλλαγή μονίμων αντιπροσώπων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, από το επίπεδο υπουργού ως το επίπεδο πρεσβευτή· και με την εξαιρετικά εγκάρδια μεταχείριση των συμμάχων διπλωματών, ακόμα και αυτού του πρεσβευτή της Τουρκίας, που ήταν ελάχιστα καλός γείτονας της Ρωσίας και ο σπουδαιότερος ουδέτερος για την Αγγλία. Το φοβερότερο πλήγμα κατά των ορθοδόξων υποστηρικτών του κομμουνισμού στα Βαλκάνια αποτέλεσε η διάλυση, στις 15 Μαίου 1943, της Τρίτης Διεθνούς, που είχε την έδρα της στη Μόσχα 42. Όλα αυτά όμως γίνονταν στην επιφάνεια. Κάτω από την επιφάνεια, η σοβιετική κυβέρνηση βρισκόταν αδιάκοπα σε μυστική επαφή με τα κομμουνιστικά κόμματα στο εξωτερικό· δεν υπήρχε λόγος να υποθέσει κανείς, ότι η διάλυση της Γ' Διεθνούς επηρέασε αυτή την επαφή. Οι Γερμανοί ήταν βέβαιοι, ότι η αντίσταση θα προερχόταν κυρίως από κομμουνιστές καθοδηγούμενους από τη Μόσχα. Κάθε επιδρομή των Γερμανών για συλλήψεις υπόπτων, στη Σόφια ή στο Βελιγράδι, εμφανιζόταν σαν επιχείρηση κατά των κομμουνιστών· ακόμα και οι αντάρτες του στρατηγού Μιχαήλοβιτς τοποθετούνταν στην ίδια κατηγορία. Αλλά μόνο αφού οι Γερμανοί κατέλαβαν μεγάλες εκτάσεις ρωσικού εδάφους έγιναν πράξη οι δυνατότητες αυτών των επαφών με τους κομμουνιστές των Βαλκανίων. Η σοβιετική κυβέρνηση, αφού έμαθε από άμεση πείρα, στη Λευκορωσία και στην Ουκρανία, την αξία των ανταρτών πίσω από τις εχθρικές γραμμές, τόσο για επιθέσεις κατά των συγκοινωνιών όσο και για τη διατήρηση της πνευματικής ενότητας των πληθυσμών των κατεχομένων περιοχών μέσα στα πλαίσια της ΕΣΣΔ, εφάρμοσε το ίδιο μάθημα στις κατεχόμενες βαλκανικές χώρες. Στη Μόσχα ιδρύθηκε μια Πανσλαυική Επιτροπή, για να κατευθύνει συντονισμένα την ενθάρρυνση και την υποκίνηση της αντιστάσεως στις διάφορες χώρες. Σε όλες είχε αρχίσει ήδη η αντίσταση· αλλά δεν είχε γίνει εκμετάλλευσή της σαν οργάνου της σοβιετικής πολιτικής, ώσπου η πείρα που αποκτήθηκε στο ρωσικό έδαφος έδειξε το δρόμο. Το σχέδιο για εξασφάλιση της πολιτικής ηγεσίας στα Βαλκάνια με τη βοήθεια των κινημάτων αντιστάσεως καταστρώθηκε το 1942 και μπήκε σ' εφαρμογή το 1943· καρποφόρησε το 1944. Στο μεταξύ, στη Γιουγκοσλαβία είχε επικρατήσει ο Τίτο και στην Αλβανία ο Εμβέρ Χότζα. Ακόμα και στη Βουλγαρία είχε δημιουργηθεί ένα ισχυρό κίνημα, συνδυασμένο με δυο ξεχασμένα σχεδόν ονόματα, που γρήγορα θα ανακτούσαν το γόητρό τους: τον Γκεοργκίεφ, που είχε ηγηθεί στην επανάσταση του 1934, και τον Δημητρώφ, τον ήρωα της δίκης για τον εμπρησμό του Ράιχσταγ. Αυτοί οι δυο άνδρες ήταν εκείνοι που κατεύθυναν την αθέατη πολιτική της ΕΣΣΔ στα Βαλκάνια, ενώ η φανερή πολιτική των λίγων και των εντυπωσιακών χειρονομιών έμενε αμετάβλητη στην επιφάνεια, ώσπου ωρίμασε ο χρόνος. Η ΕΣΣΔ διατηρούσε διπλωματικές σχέσεις με την αναγνωρισμένη εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση και με την κυβέρνηση της Βουλγαρίας υπό τον Άξονα. Όταν όμως οι Σύμμαχοι ζήτησαν τη βοήθεια της Μόσχας για τη συμφιλίωση των αντιπάλων αντάρτικων οργανώσεων της Γιουγκοσλαβίας, τον Μάιο του 1943, συνάντησαν τις πρώτες δυσοίωνες υπεκφυγές, που στηρίχθηκαν στη δικαιολογία ότι δεν θα ήταν τιμητικό για τις συμμαχικές κυβερνήσεις να επέμβουν στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών. Ήταν η πρώτη ένδειξη στα γιουγκοσλαβικά πράγματα, ότι η αθέατη πολιτική έτεινε να βγει στην επιφάνεια σαν φανερή πολιτική. Λίγες άλλες περιπτώσεις αξίζει ν' αναφερθούν σαν παραδείγματα για παραλληλισμό με την Ελλάδα. Τον Νοέμβριο του 1943, ο Τίτο συγκρότησε στη Γιουγκοσλαβία μια Εκτελεστική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης, με την ιδιότητα προσωρινής κυβέρνησης, υπεύθυνης απέναντι σε μια Συνέλευση Παρτιζάνων, που έκανε χρέη Κοινοβουλίου. Η ενέργεια αυτή κέρδισε την επιδοκιμασία της ΕΣΣΔ. Πριν περάσουν τρεις εβδομάδες, ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας ανάγγειλε την άφιξη Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής στο Αρχηγείο του Τίτο. Ο Τίτο διαβεβαίωσε τον επικεφαλής της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής, που βρισκόταν ήδη κοντά του, ότι δεν είχε σκοπό να κάνει τη Γιουγκοσλαβία εξάρτημα της ΕΣΣΔ και άφησε να εννοηθεί η πρόθεσή του για μελλοντικές οικονομικές παραχωρήσεις στη Βρετανία, σε αντάλλαγμα παροχής βρετανικής μεταπολεμικής βοήθειας. Τον Απρίλιο του 1944, και πάλι με σοβιετική επιδοκιμασία, η Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως επιδίωξε να σταθεροποιήσει τη θέση της, ζητώντας εκπροσώπησή της στην UNRA και αξιώνοντας να ακινητοποιηθούν οι πιστώσεις της Γιουγκοσλαβικής Εθνικής Τράπεζας Digitized by 10uk1s
στο Λονδίνο. Τον Ιούνιο, φάνηκε να σπάει ο πάγος ανάμεσα στην σκιώδη κυβέρνηση του βουνού και στην ανίσχυρη εξόριστη κυβέρνηση, όταν ο Τίτο (προφανώς με την έγκριση της Μόσχας) και ο Σούμπασιτς (με την άδεια του βασιλιά Πέτρου) συναντήθηκαν για διαπραγματεύσεις στην Ιταλία. Ένας νέος συνασπισμός σχηματίσθηκε στα χαρτιά και η διένεξη φάνηκε ότι πήρε τέλος. Ο Τίτο όμως είχε τη δύναμη και ο βασιλιάς Πέτρος δεν είχε παρά μόνο το όνομά του· πριν απ' το τέλος του έτους, η ΕΣΣΔ αναγνώρισε την κυβέρνηση Τίτο και, σε δυο χρόνια, η δυναστεία των Καραγεώργεβιτς κηρύχτηκε έκπτωτη. Οι ελληνοσοβιετικές σχέσεις ήταν ακριβώς το παράλληλο των σχέσεων που εκθέσαμε πιο πάνω, ως το τελευταίο γράμμα. Η μόνη διαφορά είναι ότι η αθέατη πολιτική της ΕΣΣΔ απέναντι στην Ελλάδα δεν προκάλεσε ρήγμα στην επιφάνεια της φανερής πολιτικής της, επειδή δεν είχε επιτυχία. Πολλές φορές πλησίασε την επιφάνεια· έφθασε μάλιστα πολύ κοντά στην επιτυχία· και, παρά την αποτυχία της, επιμένει ακόμα στον ίδιο αντικειμενικό σκοπό. Μια σύντομη ανασκόπηση του ενδιαφέροντος που εκδήλωσε η ΕΣΣΔ στην Ελλάδα, στα λίγα τελευταία χρόνια, θα επιβεβαιώσει την ταύτιση της αθέατης πολιτικής μ' αυτήν που περιγράψαμε εδώ. Και θα δοθούν μερικές απαντήσεις σε ερωτήματα, που θα πιστοποιήσουν επίσης την ταυτότητα της αθέατης πολιτικής, που δεν έγινε ποτέ φανερή, για το λόγο ότι απέτυχε. Η πρώτη σχεδόν δημόσια αναφορά στη δράση ανταρτών στην Ελλάδα ήταν μια ρωσική ανακοίνωση, τον Αύγουστο του 1942, που υπολόγιζε τον αριθμό των ανταρτών σε 30.000. Ήταν σχεδόν ακριβώς η ημερομηνία κατά την οποία ανέλαβαν για πρώτη φορά δράση οργανωμένοι αντάρτες. Δυο μήνες αργότερα, Βρετανοί αξιωματικοί έρχονταν πρώτοι σ' επαφή με Έλληνες αντάρτες· από την πλευρά των Ρώσων ακολούθησε σιωπή, για ένα μεγάλο διάστημα. Το επόμενο σημαντικό γεγονός σημειώθηκε το καλοκαίρι του 1944, όταν σε συνελεύσεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ στα ελληνικά βουνά παραβρέθηκαν εκπρόσωποι των Γιουγκοσλάβων, Βουλγάρων και Αλβανών παρτιζάνων. Δεν υπήρχαν ωστόσο Ρώσοι αντιπρόσωποι· η σοβιετική κυβέρνηση, κάνοντας επίδειξη αβροφροσύνης, ζητούσε κάθε πληροφορία για το ελληνικό αντιστασιακό κίνημα από τη βρετανική κυβέρνηση. Όταν ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος στα ελληνικά βουνά μεταξύ των αντιπάλων ανταρτικών οργανώσεων, στα τέλη του 1943, ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας υποστήριξε τις εκκλήσεις της βρετανικής κυβερνήσεως για ενότητα, στην εκπομπή του για την Πρωτοχρονιά του 1944. Ύστερα απ' αυτό, η αθέατη πολιτική άρχισε να ξεπροβάλλει σιγά - σιγά στην επιφάνεια, μ' έναν τρόπο απαράλλακτα όμοιο με ό,τι είχε συμβεί στη Γιουγκοσλαβία. Όταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ίδρυσε την κυβέρνηση του βουνού, την ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απλευθέρωσης) τον Μάρτιο του 1944, ο σοβιετικός τύπος χαιρέτησε το γεγονός και άρχισε να καταγγέλλει την "αντιδραστική" κυβέρνηση Τσουδερού στο Κάιρο. Το ίδιο είχε γίνει και όταν ο Τίτο είχε προβεί στην ίδια ενέργεια· και στις δυο περιπτώσεις, η "αντιδραστική" κυβέρνηση δεν άργησε να πέσει. Όταν, στις 5 Μαΐου 1944, η βρετανική κυβέρνηση έθεσε το ζήτημα του κινδύνου από μια διάσταση της πολιτικής των δυο Συμμάχων απέναντι στην Ελλάδα, η σοβιετική κυβέρνηση απάντησε ότι δεν θεωρούσε σωστό να κάνουν δημόσιες δηλώσεις σχετικά με πολιτικά ζητήματα που αφορούσαν την Ελλάδα. Η ίδια απάντηση είχε δοθεί σε παρόμοιες προτάσεις συνεργασίας για την ενότητα των Γιουγκοσλάβων. Τον Ιούλιο του 1944, μια Σοβιετική Στρατιωτική Αποστολή (αποσπασμένη απ' το Αρχηγείο του Τίτο) έφθανε στο Αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Την άφιξή της ακολούθησε σε λίγο ένα γεγονός παράλληλο με τη συμφωνία Τίτο - Σούμπασιτς, που υπογραφόταν την ίδια μέρα. Για μερικές εβδομάδες, οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εκδήλωσαν επιδεικτικά τον δισταγμό τους να μετάσχουν στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος υπό τον Παπανδρέου, που είχε διαδεχθεί τον Τσουδερό. Ένα μήνα από την άφιξη της σοβιετικής Αποστολής, αποφάσισαν να δεχθούν υπουργεία στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Ως το σημείο αυτό, η παράλληλη πορεία με την Γιουγκοσλαβία ήταν απόλυτη· τώρα, όμως, έπαυε να είναι. Όταν ξέσπασε η εξέγερση στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1944, η ΕΣΣΔ δεν έκανε τίποτα για να δείξει ότι αναγνώριζε ή για να βοηθήσει τους Έλληνες κομμουνιστές, όπως περίμενε κανείς ύστερα απ' Digitized by 10uk1s
το παράδειγμα της επιτυχίας του Τίτο. Εκπρόσωποι του ΚΚΕ έκαναν εκκλήσεις στη Σόφια και στο Βελιγράδι για βοήθεια από μέρους του Κόκκινου Στρατού ή των Παρτιζάνων του Τίτο· αλλά συνάντησαν άρνηση. Αποδεικνυόταν έτσι, ότι η αθέατη πολιτική της ΕΣΣΔ δεν ήταν έτοιμη για να αναδυθεί στην επιφάνεια, στην Ελλάδα. Οι λόγοι ήταν απλοί. Ο ένας ήταν, ότι προετοιμαζόταν η διάσκεψη των Συμμάχων στη Γιάλτα· ο άλλος ήταν, ότι βρετανικά στρατεύματα είχαν κιόλας πραγματοποιήσει κατοχή στην Ελλάδα. Αν υποστήριζε το ΚΚΕ εκείνη τη στιγμή, το αποτέλεσμα θα ήταν ν' ανατραπεί η πορεία των συμμαχικών σχέσεων· μια δημόσια ουσιαστικά εκδήλωση της αντιφάσεως μεταξύ φανερής και αθέατης πολιτικής. Ο πόλεμος κατά της Γερμανίας δεν επέτρεπε ακόμα να διακινδυνευτεί μια ρήξη των σχέσεων με τους δυτικούς Συμμάχους, για ένα ζήτημα, στο οποίο οι Βρετανοί για πρώτη φορά φαίνονταν να είχαν πάρει αμετάκλητη απόφαση. Η βρετανική κυβέρνηση είχε αφήσει να περιέλθουν οι υπόλοιπες βαλκανικές χώρες στην επιρροή της ΕΣΣΔ· ήταν όμως αποφασισμένη να περισώσει την Ελλάδα. Από την άποψη της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, η απόφαση αυτή ήταν παράλογη, αφού όμως ήταν κιόλας πραγματικότητα, η στιγμή δεν ήταν κατάλληλη για να της αντιταχθεί. Το ΚΚΕ δεν το είχε υπολογίσει αυτό και είναι σχεδόν βέβαιο, ότι δεν είχε συμβουλευθεί την ΕΣΣΔ, γι' αυτό και έπρεπε να πληρώσει το σφάλμα του. Όπως η φύση, έτσι και η ΕΣΣΔ απεχθάνεται το κενό και σπεύδει να το καλύψει όπου παρουσιασθεί· δεν ήταν όμως έτοιμη ν' αντιμετωπίσει τον κίνδυνο να χάσει ένα σίγουρο απόκτημα που κατείχε ήδη. Η αθέατη πολιτική της καταδύθηκε· και δεν ξαναβγήκε στην επιφάνεια· εξακολούθησε όμως να υπάρχει, να αναπτύσσεται και να μαθαίνει από την πείρα. Οι τελευταίοι μήνες του 1947 δημιούργησαν υπόνοιες, ότι η πολιτική αυτή βρισκόταν μόλις κάτω από την επιφάνεια στην ελληνική Μακεδονία και ετοιμαζόταν για την επόμενη ευκαιρία. Η φανερή πολιτική, την ίδια περίοδο, εμφανίστηκε αρχικά σαν μια στάση μελετημένης αδιαφορίας και προκαλούσε την εντύπωση, με τρόπο που σχεδόν γινόταν αναγκαστικά πειστική, ότι τίποτα δεν παρουσίαζε λιγότερο ενδιαφέρον για την ΕΣΣΔ από τις ανοησίες των Ελλήνων. Επί ένα χρόνο και περισσότερο από την απελευθέρωση της Ελλάδας, δεν είχε διορισθεί σοβιετικός πρεσβευτής στην Αθήνα. Τις σχέσεις με τη χώρα εκπροσωπούσε αρχικά ο επικεφαλής της ίδιας Στρατιωτικής Αποστολής, που είχε φθάσει απροσδόκητα στα ελληνικά βουνά τον Ιούλιο του 1944. Όταν έγινε φανερό, ότι δεν είχε πια καμιά στρατιωτική αποστολή να εκπληρώσει, η κυβέρνησή του τον απέσυρε. Την εκπροσώπηση της ΕΣΣΔ ανέλαβαν τότε, ως τους τελευταίους μήνες του 1945, το Πρακτορείο Ειδήσεων Τας, μια αντιπροσωπεία διαθέσεως ρωσικών κινηματογραφικών φιλμ, ένας Ελληνοσοβιετικός Σύνδεσμος για την προώθηση των πολιτιστικών σχέσεων και, κατ' εξουσιοδότηση, ο Γιουγκοσλάβος επιτετραμμένος. Όταν διευθετήθηκε αυτή η ανώμαλη κατάσταση με την αποστολή πρεσβευτή, ο τελευταίος αυτός ήταν ένας πρώην ναύαρχος του τσαρικού καθεστώτος. Η εντύπωση, ότι η ΕΣΣΔ δεν ενδιαφερόταν για τις ελληνικές υποθέσεις (εκτός ίσως για το ζήτημα της Δωδεκανήσου) αλλά αποδοκίμαζε όσα είχε πληροφορηθεί σχετικά μ' αυτές, ενισχύθηκε από διάφορα περιστατικά, μέσα στο 1945. Όταν ο αντιπρόσωπος του Τας έλαβε μια σειρά από προπαγανδιστικά κείμενα για διανομή στην Ελλάδα, κανένα απ' αυτά δεν ήταν στην ελληνική γλώσσα· έπρεπε να μεταφρασθούν. Όταν ο αντιβασιλέας και ο πρωθυπουργός της Ελλάδας έστειλαν συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Στάλιν για την επέτειο της Επαναστάσεως, αγνοήθηκε ολότελα· σε παρόμοιο όμως τηλεγράφημα της Κ.Ε. του ΕΑΜ δόθηκε τυπική ευχαριστήρια απάντηση. Ο σοβιετικός τύπος, που τις απόψεις του απηχούσε ο τύπος της Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας, δημοσίευε βίαιες επιθέσεις εναντίον Ελλήνων ηγετών και ειρωνευόταν τις εδαφικές αξιώσεις της Ελλάδας. Η σοβιετική κυβέρνηση αρνήθηκε να μετάσχει με τη Γαλλία, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ στην αποστολή παρατηρητών για τις εκλογές στην Ελλάδα, με τη δικαιολογία ότι αυτό αποτελούσε ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας. Προς τα τέλη όμως του 1945, η στάση της αδιαφορίας άρχισε να δίνει τη θέση της σε ανοιχτή εχθρότητα. Στις αρχές του 1946, η εχθρότητα αυτή εκδηλώθηκε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με καταγγελίες από σοβιετικής πλευράς ότι την ελληνική κυβέρνηση διατηρούσε στην εξουσία η βρετανική επέμβαση, εκθέτοντας σε κίνδυνο την παγκόσμια ειρήνη. Digitized by 10uk1s
Αυτή η εξέλιξη της φανερής πολιτικής, έδειχνε ότι η ΕΣΣΔ δεν είχε ελπίδα να κερδίσει τη μεγάλη μάζα του ελληνικού λαού με ευθέα μέσα. Αυτό αποτελούσε την ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στους Έλληνες και στους βαλκανικούς εκείνους λαούς, όπου η ΕΣΣΔ είχε με τόση επιτυχία διεισδύσει ως τώρα. Βούλγαροι και Γιουγκοσλάβοι αισθάνονταν μια φυλετική συγγένεια με την ΕΣΣΔ, ανεξάρτητη από την ιδεολογική συμπάθεια. Ένας Βούλγαρος ή ένας Γιουγκοσλάβος μπορούσε να είναι κομμουνιστής και εθνικιστής ταυτόχρονα· ένας Έλληνας, όχι. Το πιο απλό μέσο δοκιμής είναι το μακεδονικό ζήτημα. Αν οι κομμουνιστές των Βαλκανίων επιτύγχαναν τα σκοπό τους, η Μακεδονία θα είχε ενωθεί σε ένα αυτόνομο τμήμα μιας βαλκανικής ομοσπονδίας. Θα ήταν μια νέα και μεγενθυμένη σλαβική ενότητα, μέσα σε μια πλειοψηφία από άλλες σλαβικές ενότητες. Η Ελλάδα θα είχε μικρύνει, με την απώλεια εδάφους και πληθυσμού και ακόμα περισσότερο με την απώλεια της Θεσσαλονίκης. Αν αυτό αποτελεί κομμουνιστική πολιτική, είναι εύκολο για έναν Σλάβο εθνικιστή να είναι κομμουνιστής, αλλά αδύνατο για έναν Έλληνα εθνικιστή. Υπάρχει λοιπόν κάποια αλήθεια στον ισχυρισμό των Ελλήνων εθνικιστών, ότι το ΚΚΕ είναι μια πέμπτη φάλαγγα ανάμεσά τους. Το παράξενο είναι ότι υπήρχαν Έλληνες που ήταν κομμουνιστές, αφού η ιδεολογία αυτή συνεπάγεται την απάρνηση του πατριωτισμού. Οι διαλεκτικές ακροβασίες στις οποίες εξώθησαν τους Έλληνες κομμουνιστές ζητήματα γύρω από τα οποία είναι ενωμένοι όλοι οι Έλληνες με ενστικτώδη τρόπο, δείχνουν πόσο δύσκολο είναι για έναν Έλληνα να είναι κομμουνιστής και να διατηρεί μια ισορροπία. Οι Έλληνες κομμουνιστές (που δεν έχουν σχέση με σλαβόφιλους όπως ο Τζήμας) είναι αναγκασμένοι να είναι πια πιστά αφοσιωμένοι στην καθαρή ιδεολογία, από ό,τι οι Σκλάβοι κομμουνιστές. Αυτό εξηγεί την προσωπική ψυχρότητα που επικρατεί ανάμεσα στον Γιουγκοσλάβο κομμουνιστή ηγέτη Τίτο και στον Έλληνα κομμουνιστή ηγέτη Ζαχαριάδη, θα ήταν επομένως αδύνατο για το ΚΚΕ να υπαχθεί στη βαλκανική ιεραρχία σαν υποδεέστερο από το Γιουγκοσλαβικό Κομουνιστικό Κόμμα. Το ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει υποστηρίζεται ανοικτά από την πλευρά των Ελλήνων αντικομουνιστών, που το μόνο τους ενδιαφέρον είναι να δυσφημίσουν τα ΚΚΕ· αλλά, τόσο οι λογικές πιθανότητες όσο και οι μαρτυρίες που υπάρχουν είναι αντίθετες με έναν τέτοιο ισχυρισμό. Είναι φανερό, πάντως, ότι τα κομμουνιστικά κόμματα των Βαλκανίων συνεργάζονται συντονισμένα. Έχει εύλογα διατυπωθεί η γνώμη, ότι το βαλκανικό τμήμα της Γ' Διεθνούς μετέφερε απλώς την έδρα του στη Σόφια, όταν η Γ' Διεθνής διαλύθηκε τυπικά, στη Μόσχα. Από το 1943, έχουν συνέλθει παμβαλκανικά συνέδρια των κομμουνιστικών κομμάτων, τόσο φανερά, όσο και μυστικά. Ότι υπάρχει τακτική ανταλλαγή ιδεών και επαφών ανάμεσα στα κομμουνιστικά κόμματα Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας και Βουλγαρίας, ακόμα και αν δεν μπορεί κανείς να το επιβεβαιώσει, μπορεί να το συμπεράνει από τη συνέπεια της κοινής συμπεριφοράς τους. Τότε που η επικοινωνία ήταν δύσκολη, τα κομμουνιστικά κόμματα των τριών αυτών τελευταίων χωρών, όπως και της Τουρκίας και της Αιγύπτου, χρησίμευαν σαν σύνδεσμοι του ΚΚΕ με τη Μόσχα. Το κρίσιμο όμως σημείο είναι, ότι κρίκοι επικοινωνίας δεν αποτελούν κρίκους για διαβίβαση διαταγών. Δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία, ότι οδηγίες προς το ΚΚΕ διαβιβάσθηκαν ποτέ μέσα από κάποιο άλλο βαλκανικό κέντρο. Όποια σχέση και αν υπάρχει μεταξύ των κομμουνιστών των Βαλκανίων, είναι μια σχέση ίσων προς ίσους. Η Κόμινφορμ, όταν ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1947, αν και δεν ήταν αποκλειστικά βαλκανική, αν και δεν περιέλαβε το ΚΚΕ και δεν είχε καμιά εκτελεστική αρμοδιότητα, μπορεί να λεχθεί, ότι ακολούθησε τις ίδιες αυτές αρχές στις σχέσεις της με τα μέλη της. Αν υπάρχει αμοιβαία δέσμευσή τους, υπάρχει κατά παράλληλη έννοια και όχι κατά ιεραρχική. Για το αν υπάρχει πραγματικά αμοιβαία δέσμευση, είναι κάτι για το οποίο κανένας λογικός άνθρωπος δεν έχει σήμερα την παραμικρή αμφιβολία. Το γεγονός ότι κάθε κομμουνιστικό κόμμα, σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου, συγχρονίζει πάντα τα βήματά του με τα άλλα (ακόμα και αν χρειασθεί να σταθεί με το κεφάλι κάτω) δείχνει σαν πολύ πιθανό, ότι τα εμπνέει όλα κάποιο κοινό κίνητρο. Στα Βαλκάνια, η ομοιότητα αυτή είναι πολύ μεγάλη, για να μπορεί κανείς να την αποδώσει σε σύμπτωση. Το κοινό κίνητρο μπορεί να είναι το γεγονός, ότι είναι όλα με τέτοιον τρόπο εκπαιδευμένα, ώστε να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες Digitized by 10uk1s
και να ζητούν ειδικές οδηγίες στην κάθε περίπτωση από κάποια κοινή ανώτερη αρχή. Μικρή διαφορά υπάρχει ανάμεσα στις δυο περιπτώσεις, αφού δεν υπάρχει άλλη πηγή, τόσο για εκπαίδευση, όσο και για καθοδήγηση, από το επιτελείο του διεθνούς κομμουνισμού. Το πιθανότερο είναι, ότι συμβαίνουν και τα δυο· στην Ελλάδα, τουλάχιστο, υπάρχουν ενδείξεις και για το ένα και για το άλλο. Ολόκληρο το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ και το μεγαλύτερο μέρος της Κεντρικής Επιτροπής του είναι γνωστό ότι έχουν εκπαιδευθεί στη Μόσχα. Ο γενικός γραμματέας του, ο Ζαχαριάδης, διορίσθηκε από τη Μόσχα και γι' αυτόν το λόγο επανήλθε στη θέση του, χωρίς να υπάρξει καμιά αντίρρηση, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο αιχμαλώτων, το 1945, παρ' όλο ότι ο αναπληρωτής του Σιάντος είχε διευθύνει τις υποθέσεις του κόμματος στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου. Παρ' όλο ότι μια κάποια αντίθεση προς τη γραμμή της Μόσχας αναπτυσσόταν στους κόλπους του ΚΚΕ, το παρελθόν των ανθρώπων αυτών επιτρέπει να υποθέτουμε, ότι σε όλες τις περιπτώσεις, εκτός από τις πιο σοβαρές και αποφασιστικής σημασίας, ήταν σε θέση να ερμηνεύουν σωστά τη γραμμή του κόμματος, χωρίς καθοδήγηση. Αντίθετα, οι υπόλοιπες περιπτώσεις, εκείνες που είχαν ιδιαίτερα αποφασιστική σημασία, θα μπορούσε να υποτεθεί ότι απαιτούσαν απ' ευθείας εντολές· τέτοιες όμως εντολές θα μεταβιβάζονταν, προφανώς προφορικά, σε ένα ή δυο μόνο πρόσωπα, στην κορυφή. Αυτό ακριβώς φαινόταν να συμβαίνει το 1944, όταν το ΚΚΕ άλλαξε γνώμη ξαφνικά στο ζήτημα της συμμετοχής του στην κυβέρνηση Παπανδρέου, τρεις εβδομάδες από την άφιξη της Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής στο Αρχηγείο του ΕΛΑΣ. Από την άλλη πλευρά, είναι εξ ίσου σχεδόν βέβαιο, ότι το ΚΚΕ δεν είχε ειδική έγκριση της Μόσχας να εξαπολύσει την εξέγερση του Δεκεμβρίου του 1944· γι' αυτό και δεν είναι καθόλου παράξενο, ότι ακολούθησαν γενικές εκκαθαρίσεις στο κόμμα, ύστερα απ' αυτή την ασυγχώρητη απερισκεψία. Όλα αυτά είναι εικασίες, αλλά εικασίες με πολλές πιθανότητες ν' αληθεύουν. Οι απαντήσεις, λοιπόν, στα δυο ερωτήματα με τα οποία άρχισε αυτό το υποκεφάλαιο, μπορούν να δοθούν με τις ακόλουθες πιθανές υποθέσεις: ότι, όποιες κι αν είναι οι αοριστολογίες της φανερής πολιτικής, η σοβιετική κυβέρνηση διατηρεί μια πιο συνεπή αθέατη πολιτική μέσω του ΚΚΕ· ότι η αθέατη πολιτική συντονίζεται προς την σοβιετική πολιτική στις άλλες βαλκανικές χώρες, από τη μια με την ιδεολογική κατάρτιση και από την άλλη με άμεσες εντολές· και ότι η σχέση ανάμεσα στο ΚΚΕ και στα άλλα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα είναι μια σχέση αδελφικής ισότητας και όχι σχέση υποταγής. Η σοβιετική επιδίωξη είναι να συσφιχθούν οι επί μέρους ομοιόμορφοι δεσμοί στην κάθε βαλκανική χώρα. Η φανερή πολιτική είναι ένα κάλυμμα αυτού του σχεδίου, με το οποίο αρχίζει να συμπίπτει μόνο όταν το σχέδιο κοντεύει ν' αποδώσει καρπούς. Μια τέτοια περίπτωση, όπου τα πράγματα πλησίασαν προς την απόδοση καρπών, μπορούσε ν' αναγνωρισθεί το 1944, όταν οι Βρετανοί ανέστρεψαν την πορεία τους, και πάλι το 1947, όταν την ανέστρεψαν οι Αμερικανοί. Από σοβιετικής πλευράς, η αναστροφή αυτή, και στις δυο περιπτώσεις, θεωρήθηκε προσωρινή. Ήταν μια καταπόνηση, αλλά η ΕΣΣΔ είχε ανεξάντλητη υπομονή. Ένα πράγμα μπορεί να υποτεθεί ότι ενίσχυε την σοβιετική κυβέρνηση στην άποψή της αυτή: ότι οι μακράς διαρκείας συνέπειες των επεμβάσεων αυτών θα ήταν ακριβώς τόσο μακράς διαρκείας όσο και οι ίδιες οι επεμβάσεις — όχι μεγαλύτερης. Την ημέρα που θα τερματίζονταν, η Ελλάδα θ' αποτελούσε και πάλι έναν κενό χώρο, εκτός αν κάποιοι αναπλήρωναν τους αγγλοαμερικανούς αμέσως, όπως οι Γερμανοί αναπλήρωσαν αμέσως τους Ιταλούς το 1943, οι Βρετανοί αναπλήρωσαν αμέσως τους Γερμανούς το 1944 και οι Αμερικανοί αναπλήρωσαν αμέσως τους Βρετανούς το 1947. Από την άποψη της σοβιετικής πολιτικής, η κάθε μια από τις αντικαταστάσεις αυτές δεν ήταν παρά μια αναβολή της ημέρας, κατά την οποία θα καλούνταν οι Σοβιετικοί να καλύψουν το ανεπιθύμητο κενό. Αυτοί είναι οι λόγοι που εξηγούν γιατί, η κάθε απόπειρα του ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία στην Ελλάδα άνοιξε το δρόμο στην επάνοδο του κενού αυτού. Αν και απέτυχε τρεις φορές, φαινόταν να μη βλέπει το λόγο που θα το εμπόδιζε να επιτύχει στο τέλος. Αν δεν δεχθούμε ότι η αμερικανική επέμβαση του 1947 μπορεί να πραγματοποίησε ένα θαύμα, πράγμα που δεν αποκλείεται, φαινόταν ότι τίποτε άλλο, έκτος από έναν μεγάλης κλίμακας πόλεμο ή από τη διάσπαση του διεθνούς κομμουνισμού, δεν θα μπορούσε ν' αποτρέψει τη δικαίωσή του από τα πράγματα. Digitized by 10uk1s
Ύστερα από πολλές παρενθέσεις και παρεκβάσεις, το στήσιμο των σκηνών όπου έγινε η γενική δοκιμή στο δράμα της γερμανικής κατοχής, έχει τώρα ολοκληρωθεί. Μιλώ για "γενική δοκιμή", επειδή η αποφασιστική παράσταση δεν δόθηκε, παρά μόνο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας. Όλα όσα έγιναν ως την παραμονή της ημέρας της Απελευθερώσεως ήταν μια προετοιμασία, μερικές φορές δοκιμαστική, άλλοτε πιο αποφασιστική, για τη μεγάλη ημέρα, που όλοι οι παράγοντες θα συγκεντρώνονταν σε ένα σημείο και όλες οι σκηνές θα αναπληρώνονταν από μια και μόνη, τη σκηνή της Αθήνας. Έως εδώ, μόνο τους παράγοντες έχω παρουσιάσει· μένει να εκτεθούν με χρονολογική σειρά τα γεγονότα εκείνα που έφεραν τον καθένα απ' αυτούς επί σκηνής, για να παίξει τον τελικό του ρόλο στην τραγωδία. Παρ' όλα αυτά, χρησιμοποιώντας πάντα αυτό το μεταφορικό σχήμα της παραστάσεως δράματος, που με τόση επιμονή το υπαγορεύουν οι εξελίξεις των ελληνικών πραγμάτων, μπορούμε τώρα να συνοψίσουμε, σε μια μόνο πρόταση, μερικά από τα αίτια του κακού, όπως ανακύπτουν απ' αυτό το κεφάλαιο: οι χαρακτήρες του δράματος είναι πολυάριθμοι· στην κάθε μια από τις τέσσερις σκηνές γινόταν δοκιμή διαφορετικού έργου· και δεν υπήρχε σκηνοθέτης.
Digitized by 10uk1s
III. Η πρώτη πράξη Αλ λ ά μ ας εν δι α φέ ρει ν α κατ α λάβ ο υμ ε κα ι ό χι ν α εγ κρ ίνο υμ ε ή να ε πικ ρ ίνο υμε. Toynbee, Η Σπουδή της Ιστορίας
1 . Α ΠΡ Ι Λ ΙΟΣ 1 94 1 - ΙΑ Ν Ο ΥΑ ΡΙ ΟΣ 1 94 2 Μια χρονολογική ανασκόπηση πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να προσφέρει την εποπτεία όλων ταυτόχρονα των σκηνών, που παρουσιάσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Δεν θα ήταν δύσκολο να παρακολουθήσουμε τις τάσεις στην κάθε μια χωριστά, αφού μπορούμε τώρα πια να βλέπουμε κάτω από τον ίδιο πάντα χαρακτηρισμό τα πρόσωπα που δρουν επάνω σ' αυτές. Το κυριότερο πρόσωπο στην κάθε μια μπορεί να χαρακτηρίζεται περίπου με την αντιπαράθεση των γνωστών μας τώρα αντιθέσεων:
συντηρητισμός και επανάσταση, φιλομοναρχισμός και δημοκρατικός φιλελευθερισμός, συνεργασία και αντίσταση.
Πρώτο, η επικρατέστερη τάση στο Λονδίνο μπορεί ν' αποκληθεί συντηρητισμός και φιλομοναρχισμός. Δεύτερο, στην Αίγυπτο μπορεί ν' αποκληθεί δημοκρατικός φιλελευθερισμός, με συντηρητική απόκλιση. Τρίτο, στα ελληνικά βουνά επικρατούσε μια τάση δημοκρατικής αντιστάσεως, με επαναστατική απόκλιση. Τέταρτο, στην Αθήνα, μια ασταθής ισορροπία προήλθε από τη σύγκρουση ανάμεσα στη συντηρητική συνεργασία και στην επαναστατική αντίσταση. Από τα παρασκήνια οι ΗΠΑ έδειχναν συμπάθεια προς τη δεύτερη κατηγορία· η ΕΣΣΔ προς την τρίτη. Οι τάσεις αυτές όμως δεν αναπτύχθηκαν χωριστά η μια απ' την άλλη και μεμονωμένα, και ούτε είναι αυστηρός και άκαμπτος ο χαρακτηρισμός τους. Η αλληλεπίδρασή τους κυμαινόταν ανάμεσα στο τίποτα ουσιαστικά και στη στενή επαφή μεταξύ τους. Ο τρόπος με τον οποίο επηρέαζαν η μια την άλλη οφειλόταν συχνά όχι στο ό,τι συνέβαινε στην κάθε μια, αλλά στο τι πιστευόταν, λαθεμένα, ότι συνέβαινε. Ακόμα και το Λονδίνο με την Αίγυπτο χώριζε αυτό το κενό· πολύ περισσότερο την Αθήνα με τα βουνά· ανάμεσα όμως στη μια ή στην άλλη από τις δυο πρώτες και στη μια η στην άλλη από τις δεύτερες σκηνές, το κενό αυτό ήταν τεράστιο και μόνο η φαντασία μπορούσε να το γεφυρώσει. Τη διάσταση αυτή μπορούμε εύκολα να την δούμε μέσα από μια αρχική σύμπτωση. Το πρώτο βήμα που έγινε από όλους τους παράγοντες, όπου κι αν βρίσκονταν, ήταν το ίδιο· ύστερα, ακολούθησαν χωριστούς δρόμους. Το πρώτο εκείνο βήμα επομένως, η αποκήρυξη της 4ης Αυγούστου, προσφέρεται σαν ένα σημείο αφετηρίας για μια συγκριτική επισκόπηση. Είναι το μόνο σημείο όπου όλοι οι Έλληνες, στο Λονδίνο και στην Αίγυπτο, στην Αθήνα και στα βουνά, βρέθηκαν σύμφωνοι, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο. Αλλά η αποκήρυξη είχε διαφορετικό νόημα για τον καθένα. Για το Λονδίνο και την Αίγυπτο, δηλαδή για τη βρετανική κυβέρνηση και τις εξόριστες ελληνικές αρχές, το νόημα της ήταν πολιτειακό. Αφού συμφώνησαν στην αποκήρυξη του καθεστώτος Μεταξά, το πρόβλημά τους ήταν να καθορίσουν ποια πολιτειακή μορφή θα έπαιρνε τη θέση του και πως θα ήταν δυνατή η πραγματοποίησή της. Για την Αθήνα, δηλαδή για τις αρχές κατοχής, τη συνεργαζόμενη κυβέρνηση και το λαό στο σύνολό του, το νόημά της ήταν διοικητικό. Το δικό της πρόβλημα, αφού έφυγε από τη μέση ο προηγούμενος κρατικός μηχανισμός, ήταν πώς θα διοικούσαν τη χώρα χωρίς αυτόν. Η εγκαθίδρυση πολιτεύματος είχε ακόμα λιγότερη σημασία Digitized by 10uk1s
γι' αυτούς, από όση είχε η διοίκηση της Ελλάδας για τους Έλληνες εκείνους που είχαν εκπατριστεί. Για τα βουνά, όμως, δηλαδή για τις οργανώσεις αντιστάσεως, το νόημα της αποκηρύξεως της δικτατορίας περιείχε κάτι και από τα δυο αυτά στοιχεία, καθώς και ένα εντελώς νέο, ένα κοινωνικό περιεχόμενο. Σκοπός τους ήταν ν' αντικαταστήσουν το παλιό σύστημα με ένα νέο είδος διακυβερνήσεως, που θα λειτουργούσε σύμφωνα με ένα νέο Σύνταγμα, και να δημιουργήσουν έναν νέο τρόπο ζωής. Επειδή όμως δεν σημειώθηκε καμιά δραστηριότητα πολιτικής σημασίας στα βουνά ως τον δεύτερο χρόνο της Κατοχής, μπορούμε να τα παραμερίσουμε προσωρινά. Εκείνο που είχε πρώτιστα σημασία ήταν το πολιτειακό νόημα, έξω από την Ελλάδα, και το διοικητικό, στην Αθήνα, που υπήρχε στις ανεξάρτητες μεταξύ τους αποφάσεις αποκηρύξεως του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου και από τις δυο αυτές πλευρές.
α) Μεταξύ των Ελλήνων εξορίστων Οι συζητήσεις γύρω από το πολιτειακό ήταν η μόνη σχεδόν δραστηριότητα των εξορίστων Ελλήνων. Η Ελλάδα ήταν ένα κλειστό βιβλίο γι' αυτούς και η διακυβέρνησή της βρισκόταν σε άλλα χέρια. Αυτοί οι ίδιοι ήταν φιλοξενούμενοι σε ξένο έδαφος. Οι ένοπλες δυνάμεις τους συντηρούνταν και διοικούνταν από ξένα αρχηγεία. Αλλά μόνο εκεί όπου βρισκόταν ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του ήταν θεμιτό να συζητείται αυτό το θέμα. Εκτός από το ότι αυτό ήταν το μόνο πολιτικό θέμα που τους επιτρεπόταν να συζητούν, ήταν κι ένα ζήτημα που οι ίδιες τους οι πράξεις τους υποχρέωναν να το τακτοποιήσουν. Το πολιτειακό δεν το επέβαλαν στον Γεώργιο Β' και την κυβέρνησή του μειονότητες διαφωνούντων. Τους το είχαν επιβάλει οι ενέργειες του ίδιου του βασιλιά, το 1936 και το 1941. Δεν θα τους ήταν δυνατό να το αγνοήσουν, ακόμα και αν κανένας άλλος δεν το ανακινούσε ποτέ· είχε ήδη ανακινηθεί μεταξύ τους, πριν ξεσπάσει ο θόρυβος από την πλευρά των δημοκρατικών στην κατεχόμενη χώρα. Επειδή το πρόβλημα αυτό βρισκόταν στο βάθος κάθε πολιτικής κρίσεως των λίγων επομένων ετών και γινόταν αναφορά σ' αυτό στην κάθε πολιτική ομιλία, έχει ιδιαίτερη σημασία να κατανοήσει ο αναγνώστης τι ακριβώς συμβαίνει σχετικά. Οι τεχνικές του πλευρές συσκοτίζονταν συχνά από τα αδικαιολόγητα πάθη που προκαλούσε. Βάση του όλου ζητήματος είναι το Σύνταγμα του 1884, της χρονιάς δηλαδή που ο Γεώργιος Α' (παππούς του Γεωργίου Β' και του βασιλιά Παύλου) ανέβηκε στο θρόνο. Το Σύνταγμα αυτό αναθεωρήθηκε και αναπροσαρμόσθηκε το 1911 και με τη μορφή αυτή ισχύει αδιάλειπτα από τότε. Το 1927 καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από ένα "Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας", που επέζησε μόνο οκτώ χρόνια, ως την παλινόρθωση της μοναρχίας, το 1935. Επανήλθε, τότε, σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911, υποκείμενο σε αναθεώρηση από Συντακτική Συνέλευση· η ταραγμένη όμως πολιτική κατάσταση της Ελλάδας, τη χρονιά που ακολούθησε, έκαμε αδύνατη τη διεκπεραίωση του αναθεωρητικού έργου. Στις 4 Αυγούστου 1936, όταν ο Μεταξάς αποφάσισε να ανακόψει την πορεία της χώρας προς την αναρχία, όπως ισχυριζόταν, δεν είχε επιτευχθεί καμιά οριστική διευθέτηση. Παρουσιάζοντας στο βασιλιά τα δυο διατάγματά του, το ένα που διέλυε τη Βουλή και το άλλο που ανέστελλε άρθρα του Συντάγματος, δημιούργησε ένα πρόβλημα, που μπορούσε να προκαλέσει τόση σύγχυση σε έναν συνταγματολόγο, όσο και σ' έναν φανατικό δημοκράτη. Το πρώτο από τα δυο διατάγματα ήταν ασφαλώς νομότυπο, αλλά μόνο αν προκηρύσσονταν νέες εκλογές ταυτόχρονα με τη διάλυση της Βουλής. Αλλά εκλογές δεν προκήρυξε ποτέ ο Μεταξάς. Το δεύτερο διάταγμα έγινε η πηγή όλων των περιπλοκών που ακολούθησαν. Ανέστειλε οκτώ άρθρα του αναθεωρημένου Συντάγματος του 1911. Βασιζόταν, όμως, όχι στο ίδιο το Σύνταγμα του 1911 (που δεν πρόβλεπε κανενός είδους τέτοια αναστολή) αλλά σε μια Συντακτική Πράξη που είχε ψηφισθεί τον Μάιο του 1935 και πρόβλεπε περιπτώσεις αναστολής, αλλά μόνο του Συντάγματος του 1927. Αφού λοιπόν αυτή η Συντακτική Πράξη δεν μπορούσε να έχει σχέση με το Σύνταγμα του 1911, το δεύτερο διάταγμα της 4ης Αυγούστου 1936 ήταν τεχνικά άκυρο.
Digitized by 10uk1s
Το γεγονός αυτό αναγνωρίσθηκε τελικά από τον βασιλιά και την κυβέρνησή του στην εξορία. Ο πρώτος χρόνος της Κατοχής καταναλώθηκε σε μια βαθμιαία προσέγγιση προς αυτή την αναγνώριση και ο επόμενος σε μια προσπάθεια να εξευρεθεί η στάση που έπρεπε να τηρηθεί ύστερα απ' αυτό, χωρίς μείωση του γοήτρου. Αυτές ήταν οι κύριες φροντίδες των εξόριστων κατά το 1941 και το 1942. Ήταν και δεν μπορούσε παρά να ήταν αυτές, ανεξάρτητα από την κριτική των δημοκρατικών. Ακόμα και αν ολόκληρος ο Ελληνισμός ήταν σταθερά στο πλευρό του βασιλιά, θα εκκρεμούσε και πάλι το πολιτειακό ζήτημα που ο ίδιος είχε δημιουργήσει, με το να υπογράψει το 1936 και να μην αποκηρύξει το 1941 ένα παράνομο διάταγμα. Εκτός απ' αυτό, η μοναρχία αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του συνταγματικού καθεστώτος. Έτσι, ενεργώντας αντισυνταγματικά, επανέφερε επί τάπητος όχι μόνο ένα ζήτημα που αφορούσε το Σύνταγμα, αλλά και ένα ζήτημα που θα μπορούσε να εξωθηθεί σε τέτοιο σημείο, ώστε να θίγει και την ίδια την προσωπική του θέση. Αυτό ήταν η μοιραία ανωμαλία του πρώτου χρόνου της εξορίας και ο λόγος για τον οποίο ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του πήραν, με δισταγμό και περίσκεψη, κάθε δυνατό μέτρο για την απαγκίστρωσή τους από το συνταγματικό πρόβλημα. Φοβούνταν ότι, αμέσως μόλις θα έκαναν κάποιο αποφασιστικό βήμα για αποκήρυξη του διατάγματος του Μεταξά, θα άνοιγαν την πόρτα στους οπαδούς της αβασίλευτης δημοκρατίας. Οι φόβοι τους δικαιώθηκαν. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε, ότι η αρχική ανωμαλία δημιουργήθηκε από τον βασιλιά, δεν σκηνοθετήθηκε από τους εχθρούς του. Και αυτή ακόμα η εξάλειψη του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου δεν άμβλυνε το πρόβλημα του βασιλιά· κι αυτό επειδή ο τερματισμός του "ντε φάκτο" δεν ήταν περισσότερο "ντε γιούρε" συνταγματικός από ό,τι ήταν η εγκαθίδρυσή του. Έχοντας εγκαθιδρυθεί με ένα παράνομο διάταγμα, τερματίσθηκε το 1941 όχι με μια ομαλή τυπικά επάνοδο στο συνταγματικό καθεστώς, αλλά με τον θάνατο του ιδρυτή του και από την αναρχία που ακολούθησε την πολεμική ήττα. Έπρεπε να επανορθωθεί μια πλήρης ρήξη της συνταγματικής συνεχείας. Το δίλημμα του βασιλιά ήταν αυτό: αν αγνοούσε την ανωμαλία, τότε θα ασκούσε τα καθήκοντά του επάνω από ένα συνταγματικό κενό· αν επιχειρούσε να το αναπληρώσει θα ήταν αναγκασμένος πρώτα να αναγνωρίσει το αντικανονικό της θέσεώς του και να εκθέσει έτσι τον εαυτό του στις επιθέσεις των δημοκρατικών. Ενώ ο ελληνικός πολιτικός κόσμος παρακολουθούσε με αγωνία και καιροσκοπικό ενδιαφέρον τις εξελίξεις, ο βασιλιάς και ο πρωθυπουργός του αγωνίζονταν να γεφυρώσουν το κενό με προσεκτικά διαλεγμένες λέξεις. Ήταν τόσο ευπαθής ο πολιτικός δέκτης, ώστε υπήρχε άμεσος συσχετισμός ανάμεσα στην εξέλιξη της φρασεολογίας τους και στη σύνθεση του υπουργικού τους συμβουλίου. Όσο πιο τολμηρή γινόταν η φόρμουλά τους, τόσο περισσότερο απομακρύνονταν οι υπουργοί τους από τη μεταξική παράδοση. Όταν το λεξιλόγιό τους εξαντλήθηκε, η κυβέρνησή τους κατέρρευσε. Ο Εμμανουήλ Τσουδερός, που είχε διορισθεί πρωθυπουργός κατά την εβδομάδα της εκκενώσεως της Αθήνας, ήταν τρία χρόνια αργότερα, ο τελευταίος, ο βραδυπορών και διστακτικός βασιλόφρων της κυβερνήσεως του Γεωργίου Β'. Τη διαδικασία αυτή επιτάχυναν ορισμένες στιγμές, κατά τις οποίες ο βασιλιάς και ο πρωθυπουργός του φαινόταν να κερδίζουν το παιχνίδι — για παράδειγμα, όταν ο βασιλιάς έγινε ο ήρωας μιας περιπετειώδους φυγής από την Κρήτη και τιμήθηκε με το βρετανικό Παράσημο Διακεκριμένων Υπηρεσιών. Η Κρήτη όμως είχε κληρονομήσει μια ισχυρή φιλελεύθερη παράδοση από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και η οσμή του διχασμού υπήρχε κιόλας στον αέρα, πριν από τη φυγή αυτή του βασιλιά, τον Μάιο του 1941. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο τελευταίος ίσως μήνας, κατά τον οποίο η πλάστιγγα έγερνε αποφασιστικά υπέρ του βασιλιά ήταν ο Ιανουάριος του 1942 — ένα σημείο καμπής στα πεπρωμένα του, μετά το οποίο τα πράγματα στράφηκαν απότομα εναντίον του. Οι δύο αυτές χρονολογίες σημειώνουν τα όρια της πρώτης φάσεως του προβλήματος που αντιμετώπιζε ο βασιλιάς στην εξορία. Η πρώτη εξόριστη κυβέρνηση ήταν πανθομολογούμενα ο κληρονόμος της 4ης Αυγούστου, παρ' όλο ότι είχε επικεφαλής της τον Τσουδερό, καταγόμενο από το νησί που υπήρξε ο πρώτος σταθμός Digitized by 10uk1s
της εξορίας. Περιλάμβανε δυο αντιπροέδρους του υπουργικού συμβουλίου, τον στρατηγό Μαζαράκη και τον ναύαρχο Σακελλαρίου, και τρεις στρατηγούς των τριών όπλων· και πέντε εξωστρατιωτικούς, μεταξύ των οποίων οι Μανιαδάκης, Νικολούδης και Δημητράτος, που είχαν διακριθεί στην υπηρεσία του Μεταξά. Κανένα μέλος δεν υπήρχε στο υπουργικό αυτό συμβούλιο, που δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις και του πιο φανατικού βασιλόφρονα. Αλλά και πριν ακόμα εγκαταλειφθεί η Κρήτη, είχε σημειωθεί ζωηρή κίνηση στο νησί, για να συμπεριληφθούν και βενιζελικοί στην κυβέρνηση. Ο πρώτος μήνας στην Αίγυπτο αποκάλυψε ένα βαθύ ρήγμα ανάμεσα στους μοναρχικούς και τους δημοκρατικούς στην εξορία, παρόμοιο με το οποίο δεν είχε ποτέ φανεί (αν και υπήρχε) κατά τα τελευταία πέντε χρόνια στην Ελλάδα. Πριν λήξει ο Ιούνιος του 1941, μια νέα κυβέρνηση σχηματιζόταν, με τον ίδιο πρωθυπουργό, που διατήρησε επίσης τα χαρτοφυλάκια Οικονομικών και Εξωτερικών. Ο ναύαρχος Σακελλαρίου γινόταν και πάλι αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως και αναλάμβανε επίσης το υπουργείο Ναυτικών· ο Δημητράτος παρέμεινε υπουργός Εργασίας. Οι δυο "αρχάγγελοι" της 4ης Αυγούστου, ο Μανιαδάκης κι ο Νικολούδης, αποχώρησαν από την κυβέρνηση, έμειναν στην αφάνεια και εξαφανίσθηκαν και απ' αυτή την Αίγυπτο. Η παρουσία όμως των Σακελλαρίου και Δημητράτου ήταν εγγύηση της διατηρήσεως του παλιού καθεστώτος. Μόλις τον Αύγουστο του 1941 έγινε το πρώτο σημαντικό βήμα προς τα εμπρός: ο Βαρβαρέσος, ένας διακεκριμένος τραπεζικός, διορίσθηκε υπουργός Οικονομικών. Δεν έμεινε για πολύ στη θέση αυτή, αν και επανήλθε σ' αυτήν κάτω από πιο ζοφερές περιστάσεις, τέσσερα χρόνια αργότερα. Αλλά, τόσο ο διορισμός του, όσο και το ότι τον αποδέχθηκε, ήταν σημεία ότι είχε αρχίσει η ρήξη με το παρελθόν. Επί πολλές εβδομάδες, η πολιτική ζωή των εξόριστων είχε ευτυχώς ανασταλεί, όσο ταξίδευαν από την Αίγυπτο, μέσω Νότιας Αφρικής, προς την Αγγλία. Οι επικεφαλής των πολεμικών υπουργείων, συμπεριλαμβανομένου και του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, έμειναν στο Κάιρο, επειδή το κέντρο βάρους του έργου τους βρισκόταν στη Μέση Ανατολή. Το κλιμάκιο που έφθασε στην Αγγλία τον Σεπτέμβριο το αποτελούσαν ο βασιλιάς Γεώργιος Β', ο πρίγκιπας - διάδοχος Παύλος, ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας. Ο Έλληνας πρεσβευτής στο Λονδίνο αποδέχθηκε πρόσκληση να συμμετάσχει σαν υφυπουργός Εξωτερικών και το υπουργικό συμβούλιο είχε προς το παρόν σταθεροποιηθεί. Από τη στιγμή αυτή, ο πρωθυπουργός, συνεπικουρούμενος αργότερα και από τον βασιλιά, άρχισε να αναζητεί το κατάλληλο λεξιλόγιο, για μια δημόσια προσπάθεια να διευθετήσει το συνταγματικό - πολιτειακό δίλημμα. Στο πρώτο του ραδιοφωνικό μήνυμα προς την κατεχόμενη Ελλάδα, στις 7 Οκτωβρίου, ο Τσουδερός επωφελήθηκε της ευκαιρίας να αποκηρύξει εκείνο που αποκάλεσε "αυταρχική άσκηση της εξουσίας", η οποία (όπως εξήγησε) είχε γίνει αποδεκτή για ένα σύντομο διάστημα "ως αντίδρασις εις την πολιτικήν αναρχίαν". Τα λόγια αυτά, αόριστος υπαινιγμός για τον Μεταξά, τα άκουσε ένα μικρό μέρος του ελληνικού πληθυσμού και τα μετέδωσε στον υπόλοιπο. Οι Έλληνες πεινούσαν τότε για ειδήσεις, όσο ακριβώς και για τροφή. Παρ' όλο όμως ότι το μήνυμα έκανε διαπιστώσεις στις οποίες όλοι ήθελαν να πιστεύουν, δεν έδινε οριστική λύση στο πρόβλημα. Ένας υπαινιγμός του Churchill έπεισε την ελληνική κυβέρνηση, ότι το πρόβλημα εξακολουθούσε να εκκρεμεί γι' αυτήν και ήταν αναγκασμένη να το αντιμετωπίσει ανοικτά. Λίγο ύστερα από το μήνυμα του Έλληνα πρωθυπουργού, ο Churchill του έστειλε επιστολή, όπου εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του για το ότι η Ελλάδα είχε διακηρύξει τώρα ότι ήταν δημοκρατική χώρα, υπό την προσφιλή συνταγματική μοναρχία· και πρόσθεσε, ότι υπό το καθεστώς αυτό ήταν άξια της εμπιστοσύνης και υποστηρίξεως από μέρους της Βρετανίας. Μια τέτοια επιστολή ήταν σπουδαίο δώρο για έναν εξόριστο πρωθυπουργό, αλλά του διευκρίνιζε ένα πράγμα: δεν υπήρχε τρόπος να αποφύγει τις σχετικές συνέπειες. Το πολιτειακό έπρεπε να λυθεί οριστικά, αντί η προσφιλής συνταγματική μοναρχία να επαναπαυθεί στις δάφνες της. Ο Τσουδερός αποφάσισε να συντομεύσει την έκβαση της περιπλοκής. Στις 20 Οκτωβρίου, το υπουργικό του συμβούλιο επικύρωσε μια Συντακτική Πράξη, η οποία επανέφερε επίσημα και Digitized by 10uk1s
συμπλήρωνε το Σύνταγμα 1911, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα ότι αυτό αποτελούσε μόνο ένα προσωρινό μέτρο, επιβαλλόμενο από την εχθρική κατοχή, ώσπου να δοθεί η δυνατότητα να νομοθετεί και πάλι η ελληνική Βουλή. Το νομικό αποτέλεσμα αυτής της Συντακτικής Πράξεως ήταν να επισημοποιηθεί το άκυρο τόσο του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας του 1927 όσο και του παρανόμου διατάγματος του 1936. Έμενε μόνο τώρα να διευθετηθούν οι τελευταίες εκκρεμότητες με δημόσιες δηλώσεις του βασιλιά και του πρωθυπουργού. Στον βασιλιά δόθηκε η ευκαιρία την 1η Ιανουαρίου 1942, όταν το πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό τελείωνε με την έκφραση της πεποιθήσεως για "την επάνοδο της ελευθερίας και ευημερίας σε μια ελεύθερη, συνταγματική χώρα". Για τον ελληνικό λαό, οι λέξεις "ελεύθερη" και "συνταγματική" ήταν η ουσία του βασιλικού διαγγέλματος. Στον πρωθυπουργό, η ευκαιρία δόθηκε λίγο αργότερα, σε επιστολή που απηύθυνε προς τον Άγγλο υπουργό Εξωτερικών Eden, σχετικά με τη Συντακτική Πράξη. Του εξηγούσε ότι η συνέχιση της διακυβερνήσεως της χώρας χωρίς Κοινοβούλιο αποτελούσε τώρα προσωρινό αποκλειστικό μέτρο επιβαλλόμενο από την εχθρική κατοχή και όχι κληρονομιά της μεταξικής παραδόσεως. Και πρόσθετε ότι, με την επάνοδο της ελευθερίας, δυο πράγματα θα γίνονταν στην Ελλάδα: εγκαθίδρυση ενός ελεύθερου και δημοκρατικού καθεστώτος και αντικατάσταση της κυβερνήσεώς του. Η επιστολή αυτή, που απευθύνθηκε με τη βασιλική συναίνεση, έδωσε τον τόνο σε κάθε μελλοντική αναφορά στα δυο αυτά ζητήματα. Μόνο διευκρίνιση και όχι τροποποίηση της επίσημης απόψεως επάνω σ' αυτά αποτελούσε στο εξής κάθε σχετική δημόσια δήλωση των δυο ανδρών. Φαινόταν ότι είχε γίνει ένα ικανοποιητικό βήμα, χωρίς να διακυβευθεί η θέση του βασιλιά. Το ευχάριστο αυτό αποτέλεσμα πρόβαλαν εντονότερα δυο γεγονότα, κατά τον Ιανουάριο του 1942. Το πρώτο ήταν η απομάκρυνση από την κυβέρνηση του υπουργού Εργασίας Δημητράτου, τελευταίου λειψάνου της μεταξικής κληρονομιάς. Το δεύτερο ήταν η υπογραφή, με την παρουσία του Eden, ενός συμφώνου μεταξύ των εξόριστων κυβερνήσεων Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας, που όριζε ότι, αν όλα πήγαιναν καλά, θα γινόταν το πρώτο βήμα για μια φιλελεύθερη ομοσπονδία των Βαλκανίων. Το σύμφωνο καθιέρωνε τρία "όργανα" συντονισμού μεταξύ των δυο κυβερνήσεων: ένα Πολιτικό Όργανο (για την εξωτερική πολιτική) ένα Οικονομικό - Νομισματικό Όργανο (για την ρύθμιση των δασμολογικών σχέσεων και τη νομισματική ένωση) και ένα Στρατιωτικό Όργανο (για την οργάνωση της κοινής άμυνας). Το κείμενο πρόβλεπε καθαρά για μια μελλοντική προσχώρηση και άλλων βαλκανικών χωρών. Ένας λόγος του βασιλιά Πέτρου της Γιουγκοσλαβίας το συσχέτισε με ένα σχέδιο για μια Κεντροευρωπαϊκή Ένωση, που θα προερχόταν από παρόμοιο σύμφωνο που υπόγραψαν οι εξόριστοι πρωθυπουργοί Πολωνίας και Τσεχοσλοβακίας. Η προοπτική που άνοιξε στο Λονδίνο για τα Βαλκάνια, στις αρχές του 1942, προοιωνιζόταν τρία ευεργετήματα για την Ελλάδα: ένα πάγιο πολίτευμα· μια δημοκρατική διακυβέρνηση· μια ελεύθερη και φιλική ένωση με τους βαλκανικούς γείτονες. Οι λόγοι του ναυαγίου της ωραίας αυτής προοπτικής βρίσκονται, κατά κοινή ομολογία, στην κατάσταση που επικρατούσε ήδη στα Βαλκάνια, κατάσταση που έκανε ώστε, κάθε απόφαση των εξορίστων κυβερνήσεων να έχει "ακαδημαϊκή" μόνο σχέση με την πραγματικότητα.
β) Στην κατεχόμενη Ελλάδα Στην κατεχόμενη Ελλάδα, επίσης, το μεταξικό καθεστώς είχε αποκηρυχθεί το ίδιο αμετάκλητα όπως και από τους εξόριστους, το αποτέλεσμα όμως ήταν διαφορετικό. Στην Αθήνα, το πολεμικό πρόβλημα ήταν ασήμαντο, σε σύγκριση με τη διοικητική κατάρρευση. Δεν υπήρχε ουσιαστικά κυβέρνηση. Οι Γερμανοί έβλεπαν την Ελλάδα αποκλειστικά και μόνο σαν μια χώρα, όπου βρίσκονταν οι γραμμές επικοινωνιών τους και δεν ενδιαφέρονταν από καμιά άλλη άποψη γι' αυτήν. Καθώς η κατεύθυνση της προσπάθειάς τους μεταφερόταν από τα νότια προς τα ανατολικά, η Ελλάδα, σαν χώρα, είχε όλο και μικρότερη σημασία. Για παράδειγμα, δεν είχε γι' αυτούς την αξία της Βουλγαρίας, που διέθετε δυο λιμάνια στη Μαύρη θάλασσα για την εκστρατεία τους κατά της Ρωσίας, ούτε την αξία της Ρουμανίας, που διέθετε γεωργικά προϊόντα και πετρέλαιο. Οι υλικοί Digitized by 10uk1s
πόροι της Ελλάδας ήταν φτωχοί και αυτό ακόμα το ελληνικό εργατικό δυναμικό φαινόταν στην αρχή ότι δεν άξιζε τον κόπο να το εκμεταλλευθούν. Η γερμανική πολιτική επομένως απέναντι στην Ελλάδα ήταν απλή: όσο η στενή γραμμή επικοινωνιών τους μέσα από τη χώρα ήταν διασφαλισμένη, ο λαός της ας έκανε ό,τι νόμιζε. Στο κάθε ζήτημα, οι Γερμανοί διάλεγαν την πιο εύκολη λύση. Άφησαν τους Ιταλούς να πάρουν τη μερίδα του λέοντος από την κατοχή της χώρας· δέχονταν με αδιαφορία τις ωμότητες των Βλάχων λεγεωνάριων και των Μακεδόνων κομιτατζήδων· επέτρεψαν στους Βούλγαρους να λυμαίνονται την Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη. Εγκατάστησαν στην Αθήνα σαν πρωθυπουργό το πρώτο ανδρείκελο που έτυχε μπροστά τους: τον στρατιωτικό εκείνο που τους είχε ανοίξει τις πύλες, υπογράφοντας ανακωχή χωρίς καμιά εξουσιοδότηση. Ο στρατηγός Τσολάκογλου αποδέχτηκε το διορισμό στη θέση αυτή, που την είχε κερδίσει θέτοντας την υπογραφή του δίπλα στις υπογραφές των στρατηγών Γιόντλ και Φερρέρο, στη Θεσσαλονίκη, στις 23 Απριλίου 1941. Παρ' όλα αυτά, εξακολουθούσε ακόμα να μην υπάρχει κυβέρνηση, ουσιαστικά, αφού, ό,τι δεν ήθελαν οι Γερμανοί, δεν μπορούσε να το θέλει ο Τσολάκογλου. Ο Τσολάκογλου προσπάθησε να εξαγοράσει τις υπηρεσίες ορισμένων σημαντικών προσώπων και βρήκε κάποια βοήθεια από το Δαμασκηνό, τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών που είχε αντικαταστήσει πρόσφατα το Χρύσανθο, ευνοούμενο του Μεταξά. Λίγοι όμως προθυμοποιήθηκαν να του προσφέρουν υπηρεσίες για μεγάλο διάστημα. Βολιδοσκόπησε τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο χωρίς αποτέλεσμα· δεν μπόρεσε να κρατήσει το Σπηλιωτόπουλο και το Δημαράτο στη Χωροφυλακή και την Αστυνομία, αντίστοιχα, περισσότερο από λίγους μήνες· και ο Σμπαρούνης δεν έμεινε για πολύ σύμβουλος επί των οικονομικών στην κυβέρνησή του. Στις προγραμματικές του δηλώσεις, ο Τσολάκογλου έριξε το βάρος της πολιτικής του αποκλειστικά σχεδόν στην επιβίωση και στην εξασφάλιση προμηθειών. Η μαύρη αγορά είχε κιόλας αναπτυχθεί πέρα από κάθε έλεγχο: αυτό παρέμεινε το σταθερό σημείο που τον στήριζε στη θέση του, χωρίς να έχει καμιά εξουσία. Η μόνη πηγή εξουσίας στην Αθήνα ήταν οι γερμανικές και οι ιταλικές αρχές κατοχής, ανάμεσα στις οποίες δεν υπήρχε άλλη πολιτική σχέση, πέρα από το ανταγωνιστικό τους συμφέρον να διατηρούν η καθεμιά το δικό της "ζωτικό χώρο" σε βάρος της άλλης. Με τον αντικειμενικό αυτό σκοπό, οι Ιταλοί χρησιμοποίησαν τον Γκοτζαμάνη, υπουργό Οικονομικών του Τσολάκογλου, σαν δικό τους ανδρείκελο, αντίπαλό του για την πρωθυπουργία, διαιρώντας έτσι τη δύναμη του τελευταίου δια δύο. Μέσα στο φθινόπωρο, ο Τσολάκογλου είχε χάσει εντελώς τον έλεγχο της Ελλάδας. Οι Βούλγαροι εξόντωσαν τον ελληνικό πληθυσμό στις βορειοανατολικές επαρχίες· η αυτονομία των Βλάχων δημιουργούσε χάος στη νοτιοδυτική Μακεδονία· είχαν αρχίσει πράξεις σαμποτάζ στην ηπειρωτική Ελλάδα και, κυρίως, στην Κρήτη. Η μαύρη αγορά πήρε τόσο τρομακτικές διαστάσεις, ώστε, στις 21 Σεπτεμβρίου, ο Τσολάκογλου διόρισε νέο υπουργό Εσωτερικών για την καταστολή της, με τη βοήθεια ειδικών δικαστηρίων και ειδικής αστυνομίας από "αδιάφθορους εκτός υπηρεσίας". Το δράμα της πείνας και η περιφρόνηση του Νόμου, οι δυο αυτές ενδημικές αρρώστιες που ήταν συνέπεια της κατοχής, είχαν ήδη εγκαταστήσει τη βασιλεία τους. Και τα δυο αυτά δεινά έγιναν στο τέλος τόσο απειλητικά, ώστε οι Γερμανοί δεν μπορούσαν πια να εξακολουθούν να τα αγνοούν. Ο κατάλογος των νεκρών από πείνα είχε γίνει τόσο μακρύς, που ήταν αδύνατον να παρασιωπηθεί. Η Ελλάδα, που ποτέ δεν ήταν αυτάρκης, είχε εισαγάγει 475.000 τόνους σιτάρι το 1938 και 273.000 το 1940. Στο πρώτο εξάμηνο όμως του 1941, οι εισαγωγές ήταν μόνο 50.000 τόνοι και, στο δεύτερο εξάμηνο, εξαιτίας της κατοχής, έπεσαν ακόμα περισσότερο. Ο Ελβετικός, ο Σουηδικός και ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός αγωνίζονταν απεγνωσμένα ν' αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Όσο για τους Γερμανούς, το μόνο που έκαναν ήταν να φορτώνουν την ευθύνη στο συμμαχικό αποκλεισμό. Το φθινόπωρο του 1941, η πίεση της διεθνούς κοινής γνώμης, υποκινούμενη και από την εξόριστη κυβέρνηση, ανάγκασε τους Γερμανούς να επιτρέψουν τη διέλευση πλοίων με φορτία τροφίμων, αμερικανικής και καναδικής κυρίως προέλευσης. Ήταν μια πράξη ανθρωπισμού, η οποία όμως επιβραδυνόταν, όπως ήταν φυσικό, από το τριπλό εμπόδιο: την αδιαφορία των Γερμανών, την ακλόνητη ουδετερότητα των Τούρκων Digitized by 10uk1s
και την επιμονή των Βρετανών να συνεχίζουν τον αποκλεισμό. Οι δυσκολίες υπερνικήθηκαν κυρίως με την πρωτοβουλία του αμερικάνικου "Οργανισμού παροχής πολεμικής βοήθειας προς την Ελλάδα". Αλλά και αφού ακόμα άρχισαν να εισπλέουν πλοία με τρόφιμα, από τον Οκτώβριο, η πείνα εξακολουθούσε να είναι τόσο τρομακτική, ώστε το Δεκέμβρη συζητήθηκε ένα σχέδιο για απομάκρυνση των παιδιών από τη χώρα. Ο μέσος Έλληνας, που ζούσε υπό κατοχή, χάρηκε όταν άκουσε ότι θα απελευθερωθεί και θ' αποκτήσει δημοκρατικό πολίτευμα όταν θα έφθανε η ώρα. Αλλά πολύ περισσότερο ενδιαφερόταν για το καθημερινό του ψωμί. Ένας άλλος λόγος που του προξενούσε απόγνωση ήταν η διεθνής κατάσταση γύρω του, στη διάρκεια του χειμώνα 1941 - 42. Από την υπογραφή του Χάρτη του Ατλαντικού, τον προηγούμενο Αύγουστο, έφθαναν διαρκώς κακές ειδήσεις. Οι Ρώσοι υποχωρούσαν συνεχώς: τον Οκτώβρη είχε καταληφθεί η Οδησσός από τους Γερμανούς και η Μόσχα κηρυσσόταν σε κατάσταση πολιορκίας λίγες μέρες αργότερα. Η βρετανική προέλαση στη Β. Αφρική είχε για μια ακόμα φορά ανακοπεί. Η Τουρκία, βλέποντας τα λιμάνια της να απειλούνται από τις βουλγαρικές ακτές στον Εύξεινο Πόντο και από τα ελληνικά νησιά στο Αιγαίο, υπέκυψε στο Εμπορικό Σύμφωνο που την πίεζαν από καιρό οι Γερμανοί να δεχθεί. Ένα σημαντικό τμήμα της Ελλάδας είχε προσαρτηθεί στη Βουλγαρία. Μια και μόνη εβδομάδα, μέσα στο Δεκέμβρη, έφερε την έναρξη του πολέμου στην Άπω Ανατολή, με μια τρομακτική καταστροφή, και την κήρυξη πολέμου μεταξύ των εχθρών και των φίλων της Ελλάδας, με μοναδικές εξαιρέσεις την ουδετερότητα που διατηρήθηκε μεταξύ Βουλγαρίας και ΕΣΣΔ και μεταξύ Φινλανδίας και ΗΠΑ. Η Γιουγκοσλαβία, τέλος, ο ευνοούμενος γείτονας της Ελλάδας στα Βαλκάνια, είχε εντελώς διαμεληθεί.
γ) Στον βαλκανικό κόσμο Το τελευταίο αυτό γεγονός ήταν εκείνο που έκαμε το φωτεινό δράμα των εξόριστων για μια Βαλκανική Ένωση, βασισμένη στο Ελληνογιουγκοσλαβικό Σύμφωνο, τόσο ανεδαφικό για την κατεχόμενη Ελλάδα, όσο ήταν και οι συζητήσεις για το πολιτειακό ζήτημα. Η Ελλάδα μάλιστα εξακολουθούσε να υπάρχει, έστω και αν η νόμιμη κυβέρνηση είχε χάσει κάθε επαφή μαζί της, ενώ η Γιουγκοσλαβία είχε πάψει και να υπάρχει. Αφού η Ουγγαρία, η Βουλγαρία και η Αλβανία είχαν πάρει ήδη το μερίδιό τους απ' τα εδάφη της (το ίδιο είχε επιχειρήσει και η Ρουμανία χωρίς επιτυχία) οι Γερμανοί είχαν διαλύσει την υπόλοιπη χώρα στα συστατικά της μέρη. Το θλιβερό για τη σερβική κυριαρχία στη Γιουγκοσλαβία ήταν ότι ο διαμελισμός δεν συνάντησε καμιά δυσκολία. Οι Κροάτες τη δέχτηκαν ευχάριστα· ο κουίσλιγκ τους Πάβελιτς συνεργάστηκε αρμονικά με τους Γερμανούς στο μεγαλύτερο διάστημα της κατοχής. Οι Σέρβοι, για τους οποίους ο διαμελισμός δεν ήταν ευπρόσδεκτος, επειδή η άρχουσα τάξη της Γιουγκοσλαβίας ανήκε αποκλειστικά σχεδόν σ' αυτούς, παρουσίασαν κι αυτοί το δικό τους πρωθυπουργό - ανδρείκελο, που ήταν το ίδιο πιστός στους Γερμανούς όσο κι ο Πάβελιτς και με μεγαλύτερη απ' αυτόν υπόληψη. Ο στρατηγός Πέντιτς ήταν το ένα από τα τρία πρόσωπα, προς τα οποία στρέφονταν χωρίς διάκριση τα αισθήματα των Σέρβων σε όλη τη διάρκεια της κατοχής — οι άλλοι δυο ήταν ο στρατηγός Ντράζα Μιχαήλοβιτς και ο βασιλιάς Πέτρος· ή, πιο σωστά, δεν έκαναν διάκριση ανάμεσα στους τρεις, επειδή και οι τρεις ήταν εξ ίσου σύμβολα του ίδιου ιδανικού: της Μεγάλης Σερβίας υπό τη δυναστεία των Καραγεώργεβιτς. Τόσο στη διάρκεια της κατοχής, όσο και πριν απ' αυτήν, η Σερβία έμενε πάντα έξω από την υπόλοιπη Γιουγκοσλαβία σε μια προνομιούχα ενότητα αλληλεγγύης. Έτσι, η εξόριστη κυβέρνηση ήταν σε θέση να μιλά για λογαριασμό της Σερβίας, αφού τόσο στην κατεχόμενη πρωτεύουσα όσο και στα βουνά κυριαρχούσαν άνθρωποι που τη συμπαθούσαν· δεν είχε όμως δικαίωμα να μιλά για λογαριασμό της Γιουγκοσλαβίας. Πολλοί λόγοι συνέτρεξαν, για να μείνει η εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση καθαρά σχεδόν σερβική. Ο ένας ήταν το γεγονός, ότι οι Σύμμαχοι υποκλίθηκαν μπροστά στην αίγλη της επαναστατικής κυβέρνησης του στρατηγού Σίμοβιτς. Η βρετανική κυβέρνηση της έδωσε άσυλο. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έσπευσε να εκφράσει στο Γιουγκοσλάβο πρεσβευτή στην Ουάσιγκτον την Digitized by 10uk1s
αγανάκτησή της για τη συμπεριφορά των Γερμανών. Ακόμα και η σοβιετική κυβέρνηση υποσχέθηκε στη Γιουγκοσλαβία την αποκατάσταση της εθνικής της ανεξαρτησίας, "χωρίς ανάμιξη στο εσωτερικό της καθεστώς". Ένας δεύτερος λόγος ήταν το ότι, μέσα στη σπουδή της φυγής από την κατεχόμενη χώρα, λιγότεροι Σέρβοι υπουργοί, σε σύγκριση με τους άλλους, έχασαν το αξίωμά τους. Έτσι, η κυβέρνηση που έφτασε στην Αγγλία ήταν στη μορφή η ίδια κυβέρνηση που είχε πολεμήσει τον Άξονα, αλλά στο περιεχόμενό της ήταν διαφορετική. Τρίτος λόγος ήταν ότι οι Σέρβοι βασιλόφρονες ήταν πανταχού παρόντες: ο στρατηγός Σίμοβιτς βρισκόταν στο Λονδίνο, ο στρατηγός Νέντιτς στο Βελιγράδι, ο στρατηγός Μιχαήλοβιτς στα σέρβικα βουνά. Όταν ο Μιχαήλοβιτς έγινε "ερήμην" υπουργός Πολέμου στην κυβέρνηση Σίμοβιτς, το Δεκέμβρη του 1941, και ο Νέντιτς έπαψε να τον καταγγέλλει από το ραδιόφωνο σαν κομμουνιστή, η ενότητα των Σέρβων ολοκληρώθηκε κατά τρόπο που δεν είχε το όμοιό του σε καμιά άλλη κατεχόμενη χώρα. Αλλά η ενότητα αυτή δεν ήταν ενότητα των Γιουγκοσλάβων. Ο διχασμός είχε πάρει κιόλας δυο μορφές, που ήταν και οι δυο ως προς το αποτέλεσμα (αν όχι και ως προς την αιτία) βλαβερές για τη σερβική πρωτοκαθεδρία. Η πρώτη ήταν η ανθενωτική και βασιζόταν στα ίδια τα μειονεκτήματα του οικοδομήματος της Γιουγκοσλαβίας, από τα οποία δεν έπασχε η Ελλάδα. Οι Κροάτες, με επικεφαλής το ανδρείκελο των Γερμανών Πάβελιτς, θεωρούσαν κιόλας τερματισμένη τη μισητή γι' αυτούς ένωση της Γιουγκοσλαβίας κάτω από την επιρροή των Σέρβων. Το φυλετικό σχίσμα το έκανε πλατύτερο ένα θρησκευτικό σχίσμα, όπου το ένα από τα ανταγωνιζόμενα δόγματα (ο ρωμαιοκαθολικισμός) είχε με το μέρος του το ένα τρίτο του πληθυσμού και τη μια από τις δυο δυνάμεις κατοχής. Η επίδραση της ανθενωτικής κίνησης εκδηλώθηκε και στους κόλπους των εξόριστων με τη μορφή πολιτικών ανταρσιών στις ένοπλες δυνάμεις, που έπαψαν σε λίγο να προσφέρουν οποιαδήποτε συμβολή στη συμμαχική πολεμική προσπάθεια. Η δεύτερη μορφή του διχασμού ήταν ακόμα πιο δυσοίωνη για τους εξόριστους Σέρβους, επειδή απέβλεπε όχι στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αλλά στην ανασύνθεσή της σε μια ομοσπονδία όλων των νότιων Σλάβων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι Βούλγαροι και οι Μακεδόνες. Επικεφαλής στην κίνηση αυτή ήταν ο κομμουνιστής Τίτο (Ιωσήφ Μπροζ) που δεν είχε ακουστεί ως το 1943, αλλά είχε αρχίσει τη δράση του αμέσως με την είσοδο της Ρωσίας στον πόλεμο. Και η κίνηση αυτή επίσης άπλωσε την επίδρασή της ανάμεσα στους εξόριστους, με τη μορφή κι εδώ στρατιωτικών ανταρσιών στην αρχή, που άφησαν το βασιλιά Πέτρο χωρίς ούτε ένα στρατιωτικό σχηματισμό, που να μπορεί να τον θεωρεί δικό του. Και οι δυο όμως επιρροές ήταν ακόμα πιο σημαντικές με ένα άλλο, υψηλότερο επίπεδο, ανεβοκατεβάζοντας κυβερνήσεις με το να διαφωνούν στα ζητήματα που ανακινούσαν οι τελευταίες. Τον Σίμοβιτς διαδέχτηκαν ο Γιοβάνοβιτς, ο Τριφούνοβιτς, ο Πούριτς και, τελικά, το 1944, ο "μπαν" (διοικητής) της Κοοατίας Σουμπάσιτς, σαν ο μοναδικός υπουργός, για να διαπραγματευτεί με τον Τίτο. Οι διαδοχικοί αυτοί διορισμοί αποτελούσαν κατά κοινή ομολογία, στάδια στην εξασθένηση μονοπώλησης της βασιλικής κυβέρνησης από τους Σέρβους. Στο μεταξύ, το ανδρείκελο των Γερμανών Νέντιτς προκάλεσε σύγχυση στην κυβέρνηση του βασιλιά Πέτρου, με μια συμπεριφορά ανορθόδοξη για έναν κουίσλινγκ. Αντί ν' αποκηρύξει το Μιχαήλοβιτς και το βασιλιά, άρχισε να προμηθεύει γερμανικά όπλα στον πρώτο για να πολεμήσει κατά των κομμουνιστών και να εκδηλώνει συμπάθεια με ραδιοφωνικές ομιλίες στο δεύτερο, χαρακτηρίζοντάς τον αιχμάλωτο των Βρετανών. Τα βασιλικά ραδιοφωνικά μηνύματα προς τα λαό έκαναν πιο δύσκολη τη θέση του Πέτρου. Για παράδειγμα, ήταν ανόητο να μιλά για τον Κροάτη "συνεργάτη του εχθρού" Πάβελιτς, χωρίς να μιλά και για το Σέρβο "συνεργάτη του εχθρού" Νέντιτς. Και ήταν ακόμα πιο ανόητο το ότι, σε ραδιοφωνικό μήνυμά του το Μάρτη του 1943, προκάλεσε την οργή της ΕΣΣΔ, καλώντας όλους τους Γιουγκοσλάβους αντάρτες να συσπειρωθούν γύρω από το Μιχαήλοβιτς και να "διαφυλάξουν άφθαρτες τις δυνάμεις τους", σε στιγμή που η ρωσική προπαγάνδα έκανε εκκλήσεις προς τους Συμμάχους για άνοιγμα ενός δεύτερου μετώπου. Όλοι αυτοί οι λόγοι συνδυάστηκαν για να εξασθενήσουν την εξόριστη κυβέρνηση του βασιλιά Πέτρου και να υποσκάψουν το κύρος της. Το πρώτο βήμα προς την κατάρρευσή της είχε γίνει ήδη το Γενάρη του 1942, όταν ο Γιοβάνοβιτς αντικατάστησε το Σίμοβιτς. Ήταν επομένως πολύ αργά πια όταν, τον ίδιο εκείνο μήνα, έγινε η Digitized by 10uk1s
υπογραφή του Συμφώνου Ελλάδας - Γιουγκοσλαβίας: και οι δυο συμβαλλόμενες κυβερνήσεις είχαν χάσει κάθε ουσιαστική επαφή με την πραγματικότητα που η κάθε μια από την πλευρά της προσπαθούσε να θέσει υπό τον έλεγχό της.
Και για έναν άλλο ακόμα, σοβαρότερο λόγο, ήταν αργά πια, το Γενάρη του 1942, για μια πολιτική όπως εκείνη προς την οποία απόβλεπε το Ελληνογιουγκοσλαβικό Σύμφωνο. Για να πετύχει μια τέτοια πολιτική, έπρεπε να ήταν βαλκανική πολιτική. Αλλά η Βρετανία δεν είχε καμιά βαλκανική πολιτική· ακόμα λιγότερο οι ΗΠΑ. Η βρετανική κυβέρνηση είχε μια ελληνική πολιτική και μια γιουγκοσλαβική πολιτική· προετοίμαζε μια βουλγαρική πολιτική, μια ρουμανική πολιτική, μια αλβανική πολιτική κ.ο.κ. Αλλά, κάτω από τις περιστάσεις εκείνες, δεν ήταν ούτε δημοκρατικό ούτε συνταγματικό, σύμφωνα με την έννοια που δίνουμε εμείς στους όρους αυτούς, να έχει μια βαλκανική πολιτική, σαν ένα ομοιογενές σύνολο. Το έκαναν αδύνατο δυο αρχές, που χαρακτηρίζουν την πατροπαράδοτη διπλωματία της Βρετανίας απέναντι στις κυβερνήσεις ξένων χωρών: ότι πρέπει οι κυβερνήσεις αυτές να απηχούν τις επιθυμίες του λαού τους, κατά τρόπο αναμφισβήτητο· και ότι πρέπει να έχουν εγκαθιδρυθεί με συνταγματικό τρόπο. Οι βρετανικές κυβερνήσεις, όποια και αν ήταν η πολιτική τους, ποτέ δεν θέλησαν να δημιουργήσουν ή ν' αναγνωρίσουν κυβερνήσεις που είχαν προέλθει από όχι συνταγματικές διαδικασίες. Έτσι, η βρετανική πολιτική έμεινε με δεμένα τα χέρια σε όλη τη διάρκεια της κατοχής στα Βαλκάνια. Οι νόμιμες κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας είχαν εγκατασταθεί στο βρετανικό έδαφος και, όσο και αν δεν ικανοποιούσαν, ούτε η φιλοξενία ούτε η διπλωματική ορθοδοξία άφηνε άλλη εκλογή από το να γίνουν ευπρόσδεκτες. Στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες δεν υπήρχαν νόμιμες κυβερνήσεις και, κατά τη γνώμη της βρετανικής κυβέρνησης, δεν ήταν δυνατή η δημιουργία τους πριν απελευθερωθούν οι διάφορες βαλκανικές χώρες. Η ΕΣΣΔ δεν αποδεχόταν κανέναν από τους περιορισμούς αυτούς. Δύο μόνο προϋποθέσεις, και οι δυο ανέφικτες, θα μπορούσε να έδιναν τη δυνατότητα στη βρετανική κυβέρνηση να επινοήσει μιαν ενιαία και ομοιογενή πολιτική στα Βαλκάνια σα σύνολο. Η μια ήταν να καθορίσει έστω και στο νου της μόνο, ποιο είδος καθεστώτος σκόπευε να υποστηρίξει στην κάθε βαλκανική χώρα, όταν θα τέλειωνε η γερμανική κατοχή· η άλλη ήταν να εξασφαλίσει ώστε τα Βαλκάνια να απελευθερωθούν από αγγλοαμερικανικά στρατεύματα και όχι από τον Κόκκινο Στρατό. Ήταν μάλιστα αναγκασμένη η βρετανική κυβέρνηση να πάρει απόφαση πιο σταθερά και πιο γρήγορα από την ΕΣΣΔ. Αλλά, και στα δυο αυτά ζητήματα, η σοβιετική κυβέρνηση είχε πάρει ήδη τη δική της απόφαση· το Γενάρη του 1942, ήταν πια αδύνατο για τη βρετανική κυβέρνηση, ακόμα κι αν το ήθελε, να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε αντίθετη δική της απόφαση. Ακόμα και αν το Ελληνογιουγκοσλαβικό Σύμφωνο, που υπογράφηκε τον ίδιο μήνα, δεν ήταν θνησιγενές και για τις δυο αυτές κυβερνήσεις, που η βρετανική κυβέρνηση ήταν σε θέση να τις οδηγήσει στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων, θα πέθαινε, ασφαλώς, αμέσως μόλις θα επεκτεινόταν προς τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, όπου η βρετανική επιρροή είχε αρχίσει κιόλας να εξαφανίζεται.
2 . Ι ΑΝ Ο ΥΑ Ρ ΙΟΣ 1 942 - Α ΥΓ Ο ΥΣ Τ ΟΣ 19 43 Οι λαμπρές προοπτικές λοιπόν για το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας στα Βαλκάνια ήταν ανεδαφικές. Ούτε οι ελληνικές ούτε οι βαλκανικές υποθέσεις βρίσκονταν πια στην κατάσταση που είχαν σαν προϋπόθεση αυτές τις προοπτικές και μάλιστα άλλαζαν, και οι πρώτες και οι δεύτερες, όλο προς το χειρότερο. Για την πορεία αυτή των πραγμάτων στη Γιουγκοσλαβία χρειάζεται μόνο να λεχθεί, ότι ήταν παράλληλη με την πορεία των ελληνικών πραγμάτων και πιο ραγδαία. Στο υποκεφάλαιο αυτό θα εκτεθεί η πορεία των ελληνικών υποθέσεων, από την απατηλή αυγή του Γενάρη 1942 ως τη θύελλα που ξέσπασε το Μάρτη του 1943 και μόλις κόπασε κάπως τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς, θα φανεί και πάλι εδώ πόσο αγεφύρωτο ήταν το χάσμα που χώριζε τους εξόριστους Έλληνες από την κατεχόμενη Ελλάδα· και θα διαγραφεί η χωριστή πορεία που ακολούθησαν τα Digitized by 10uk1s
πράγματα από τη μια και από την άλλη πλευρά. Αλλά, στη δεύτερη αυτή φάση, υπάρχουν σημεία όπου οι δυο αυτές παράλληλες πορείες συγκλίνουν στενεύοντας το χάσμα, σε βαθμό που θα μπορούσε σχεδόν να γεφυρωθεί. Το τραγικό ήταν ότι δεν είχαν αναγερθεί οι γέφυρες και έτσι οι δυο πορείες απομακρύνθηκαν και πάλι η μια από την άλλη απότομα, προς το σημείο όπου βρίσκονταν πριν.
α) Μεταξύ των εξόριστων Ελλήνων Ύστερα από τα ευτυχή γεγονότα του Γενάρη 1942, η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση είχε την ελπίδα, ότι το πολιτειακό είχε παραμερισθεί. Η επόμενη περίπτωση αμοιβαίας δέσμευσης μεταξύ Άγγλων και Ελλήνων, μια συμφωνία αναφορικά με τις ελληνικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή, που έγινε το Μάρτη του 1942, δεν έθιξε κανένα λεπτό ζήτημα, πέρα από την "πλήρη απελευθέρωση της Ελλάδας και την επαναφορά των πολιτικών ελευθεριών και της ανεξαρτησίας". Στα τέλη του Μάρτη, έγινε γνωστό ότι οι ίδιες αυτές ένοπλες δυνάμεις υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό το βασιλιά και τον πρωθυπουργό κατά τον εορτασμό της επετείου της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Μια δυσάρεστη έκπληξη όμως τους περίμενε όταν, τον Απρίλη, έφτασε εκεί ο πρώτος σημαίνων πολιτικός πρόσφυγας, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που τον ακολούθησε σε λίγο ο συνεργάτης του Τζέλλος. Και οι δυο επιβεβαίωσαν εκείνο που όλοι περίμεναν με ανησυχία, ότι, δηλαδή, ένα κύμα αντιμοναρχισμού είχε απλωθεί σε όλη την Ελλάδα, μαζί με την πείνα και την αναρχία· ότι ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του ήταν ανάγκη να δώσουν περισσότερες εγγυήσεις για την αποκατάσταση των συνταγματικών ελευθεριών· και ότι ένα δημοψήφισμα για το πολιτειακό φαινόταν ότι θ' αποτελούσε το μίνιμουμ των απαιτήσεων της κοινής γνώμης, όταν θα τερματιζόταν η κατοχή: ένα αίτημα που είχε ήδη ενσωματωθεί σε ένα κείμενο αναφερόμενο μερικές φορές, σαν "Πρωτόκολλο της 31ης Μαρτίου". Παρεμπιπτόντως, αναφέρθηκαν σε δυο οργανώσεις, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και τον ΕΔΕΣ, που θα ήταν ικανές να δημιουργήσουν προβλήματα αργότερα, αν δεν λαμβάνονταν μέτρα προς την ορθή κατεύθυνση. Δεν ήταν δύσκολο να διαβάσει κανείς ανάμεσα στις γραμμές των δηλώσεων αυτών, ότι το πρώτο βήμα προς την ορθή κατεύθυνση θα ήταν να δοθεί στον Κανελλόπουλο υπουργείο στην κυβέρνηση και στο συνεργάτη του Τζέλλο υφυπουργείο. Αυτό και έγινε, ύστερα από πολλές φιλονικίες· όχι όμως ακριβώς σύμφωνα με τους όρους του Κανελλόπουλου. Ο ίδιος ήθελε να γίνει υπουργός Αμύνης και να τεθεί επικεφαλής των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής. Αντί γι' αυτό, διορίστηκε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης χωρίς χαρτοφυλάκιο και εγκαταστάθηκε στο Κάιρο σαν εκπρόσωπος της εξόριστης κυβέρνησης του Λονδίνου. Θέτοντας τον εαυτό του στην υπηρεσία του βασιλιά, θυσίασε το θαυμασμό των εξόριστων Ελλήνων προς το πρόσωπο ενός φυγάδα από την κατεχόμενη Ελλάδα, καθώς και την εμπιστοσύνη των συναδέλφων του, που είχαν μείνει στην Αθήνα. Είχε μεταβληθεί, απλούστατα, σε έναν ακόμα εξόριστο σαν όλους· σε ένα ακόμα θύμα της αντίληψης, ότι, πέντε λεπτά από τη στιγμή που εγκατέλειπε κανείς την κατεχόμενη Ελλάδα, δεν είχε πια δικαίωμα να μιλά για λογαριασμό της. Αισθανόμενος την ανάγκη να δικαιολογηθεί, απηύθυνε δυο ραδιοφωνικά μηνύματα, το Μάη και τον Ιούνη του 1942: με το πρώτο, τόνιζε τη σημασία της κατάργησης του μεταξικού καθεστώτος· με το δεύτερο, προς την κατεχόμενη Ελλάδα, εξηγούσε τους λόγους της συμμετοχής του στην κυβέρνηση. Ο Τσουδερός ανασχημάτισε και πάλι την κυβέρνησή του, για ν' ανταποκριθεί στη νέα κατάσταση. Ανέλαβε προσωπικά τα υπουργεία Εξωτερικών, Αμύνης, Εσωτερικών και Εργασίας· αντικατέστησε τον ναύαρχο Σακελλαρίου με τον ναύαρχο Καβαδία στο υπουργείο Ναυτικών· πρόσφερε κυβερνητική θέση στο Σοφοκλή Βενιζέλο, που βρισκόταν τότε στις ΗΠΑ. Η τελευταία αυτή προσφορά έγινε αποδεκτή πολύ αργότερα· αλλά, όπως και η αντικατάσταση του Σακελλαρίου, ήταν ένα αποφασιστικό βήμα απομακρύνσεως από τους μοναρχικούς και προσεγγίσεως των φιλελευθέρων. Αποτελούσε ίσως μέρος της ίδιας πολιτικής, που είχε εγκαινιάσει ο βασιλιάς όταν, Digitized by 10uk1s
τον Ιούνιο του 1942, συνοδευόμενος από τον Τσουδερό, επισκέφθηκε τις ΗΠΑ, όπου τον ακολούθησε σε λίγο ο Πέτρος της Γιουγκοσλαβίας με τον υπουργό του επί των Εξωτερικών. Επί αρκετούς μήνες, το κακό φαινόταν να είχε σταματήσει, χωρίς άλλες παραχωρήσεις. Τον Σεπτέμβριο του 1942, ο συνταγματάρχης (και αργότερα στρατηγός) Μπακιρτζής έφθασε στη Μέση Ανατολή, φέρνοντας ειδήσεις όχι πολύ διαφορετικές από εκείνες που είχε φέρει ο Κανελλόπουλος και συνεπικουρούμενος από το κύρος του απέναντι στις βρετανικές αρχές. Αλλά ένας "κόκκινος στρατηγός" δεν ήταν δυνατό να προκαλέσει κρίση. Ο Μπακιρτζής φαινόταν διατεθειμένος να αρκεσθεί σε μια δευτερεύουσα θέση. Σχεδόν ταυτόχρονα έφευγε για την Ελλάδα η πρώτη αποστολή αλεξιπτωτιστών της SOE Καΐρου. Κι αυτό όμως δεν αποτελούσε ακόμα λόγο ανησυχίας. Τον Οκτώβριο, ο Κανελλόπουλος επισκέφθηκε την Αγγλία και δημιούργησε την εντύπωση ότι ήταν ικανός άνδρας, νομοταγής και κάθε άλλο παρά επαναστάτης. Την Πρωτοχρονιά του 1943 απηύθυνε ημερησία διαταγή προς τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις Μέσης Ανατολής, που θα την ζήλευε και ο πιο απαρχαιωμένος αντιδραστικός, στα σημεία που αναφέρονταν στους "αμετανόητους κακούς γείτονες" της Ελλάδας, τους Βουλγάρους. Η συμπεριφορά των εχθρών της Ελλάδας στη Βαλκανική ήταν αρκετή για να διατηρήσει την ενότητα στους κόλπους κάθε ελληνικής κυβερνήσεως. Οι Βούλγαροι, ύστερα από μια επίσκεψη του υπουργού τους επί της Αμύνης στο Βερολίνο, είχαν ανταλλάξει τη δυσάρεστη εκλογή να στείλουν στρατεύματα στο Ανατολικό Μέτωπο με την ευχάριστη εκλογή να αποσπάσουν μεγαλύτερη εδαφική έκταση από την Ελλάδα. Φρόντιζαν να παγιώσουν τον εκβουλγαρισμό της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης κατάσχοντας τη γη των φυγάδων Ελλήνων και επιστρατεύοντας ή παίρνοντας σαν ομήρους όσους έμεναν στον τόπο τους. Οι Αλβανοί, έχοντας κάμει όλες τις παραχωρήσεις στον Άξονα, από τα ωραία λόγια για τη θέση τους μέσα στο "ζωτικό χώρο" της Ιταλίας, ως την υπογραφή συμφωνίας για την κατασκευή στρατιωτικής οδικής αρτηρίας στο έδαφός τους, που, που θα ένωνε την Αδριατική με τη Σόφια και το Ρουστσούκ, είχαν παρ' όλα αυτά εξευμενισθεί με βρετανικές διαβεβαιώσεις, ότι η χώρα τους θα "ανακτούσε την ανεξαρτησία της" μετά τη λήξη του πολέμου. Στην ελληνική κοινή γνώμη είχε δοθεί η καθησυχαστική διαβεβαίωση, ότι τα νότια σύνορα της Αλβανίας θα τα καθόριζε η Διάσκεψη της Ειρήνης. Οι Έλληνες όμως έβλεπαν την κάθε φιλική αναφορά στην Αλβανία σαν πρόκληση, παρ' όλο που ο Μεταξάς είχε διακηρύξει την ίδια ακριβώς πολιτική τον Δεκέμβριο του 1940. Γεγονότα όπως αυτά, ήταν ικανά να κρατούν σε ομόνοια ακόμα και τους πιο αδιάλλακτους μεταξύ τους Έλληνες υπουργούς και ο Κανελλόπουλος δεν ήταν καθόλου αδιάλλακτος. Δίνοντας συνέχεια στη δημόσια επίθεση που είχε εξαπολύσει κατά της Βουλγαρίας την Πρωτοχρονιά, αποδοκίμασε σε ιδιωτική συνομιλία τη βρετανική κυβέρνηση για την πολιτική της απέναντι στην Αλβανία, όταν επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Αγγλία τον ίδιο μήνα. Η συντηρητική ελληνική κοινή γνώμη δεν έβλεπε τίποτα το ανορθόδοξο στον νέο αντιπρόεδρο. Η δεύτερη επίσκεψη του Κανελλόπουλου στην Αγγλία, τον Ιανουάριο του 1943, του έδωσε την ευκαιρία να προσπαθήσει να διευκρινίσει μερικά σημεία, που η είσοδός του στην κυβέρνηση είχε συσκοτίσει και πάλι. Ήταν προσωπικά αφοσιωμένος στη δημοκρατία· ένα χρόνο όμως πριν, το πολιτειακό φαινόταν να είχε διευθετηθεί υπέρ του βασιλιά. Στο Λονδίνο, ο Κανελλόπουλος καθόρισε πέντε στόχους που θεωρούσε ότι η κατάκτησή τους αποτελούσε καθήκον της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης. • Ο πρώτος ήταν να φθάσουν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις Μέσης Ανατολής το υψηλότερο σημείο πολεμικής ικανότητας. • Ο δεύτερος, να αντιμετωπίσει την έλλειψη τροφίμων στην Ελλάδα. • Ο τρίτος να λύσει το πρόβλημα των Ελλήνων φυγάδων στη Μέση Ανατολή. • Ο τέταρτος, να συνεργασθεί με τα Ηνωμένα Έθνη, στο να προετοιμασθεί η μετάβαση της Ευρώπης από τον πόλεμο στην ειρήνη. Digitized by 10uk1s
• Και ο πέμπτος, να προπαρασκευάσει το έδαφος, για την απρόσκοπτη λειτουργία "ενός ελευθέρου πολιτεύματος στη νέα Ελλάδα". Οι στόχοι αυτοί άνοιξαν πλατειούς ορίζοντες στο περιορισμένο έργο που είχε μπροστά της μια εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, δεκαοκτώ μήνες ενωρίτερα. Τότε, ακόμα, από τους πέντε αυτούς στόχους μόνο ο τελευταίος θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί, με τις δυνατότητες που διέθετε η κυβέρνηση Τσουδερού. Όσο κι αν αυξήθηκαν όμως οι δυνατότητές της στο μεταξύ, ο τελευταίος αυτός στόχος εξακολουθούσε να είναι ο μόνος, για τον οποίο μπορούσε ν' αποφασίσει μόνη της η κυβέρνηση· και, στην πραγματικότητα, δεν είχε πάρει καμιά απόφαση σχετικά μ' αυτόν. Αν και οι προσπάθειες του 1941 - 42 είχαν επανορθώσει νομικά το ασυγχώρητο σφάλμα του 1936, δεν είχαν τη δύναμη να εξαλείψουν τα πέντε χρόνια ιστορίας που είχαν μεσολαβήσει. Το 1943, τα θύματα άρχισαν να ξαναθυμούνται και οι ειδήσεις για την κοινή γνώμη στην Ελλάδα ήταν και πάλι ανησυχητικές. Στο στάδιο αυτό, η SOE Καΐρου ήταν σε θέση να πάρει μέρος στο διάλογο σαν ένας καλά πληροφορημένος παράγοντας, αν και το ότι οι πηγές πληροφοριών τους ήταν ποικίλες, καθώς και οι διαφορετικές εκτιμήσεις των μελών της, έδιναν το δικαίωμα στις ελληνικές αρχές να την αγνοήσουν. Σε ένα όμως πράγμα φαινόταν να συμφωνούν όλες οι πηγές, βρετανικές και ελληνικές: στην αδιάκοπη εξάπλωση του δημοκρατικού ρεύματος. Ρίχτηκε ακόμα και η ιδέα, ότι η καλύτερη πολιτική για τον βασιλιά θα ήταν να μείνει μακριά από την Ελλάδα όταν θ' απελευθερωνόταν η χώρα, με το αιτιολογικό ότι, αφού η πρώτη κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν θα έπεφτε οπωσδήποτε σε έξη μήνες, το καλύτερο γι' αυτόν θα ήταν ν' αφήσει στους εχθρούς του το βάρος αυτής της αποτυχίας 43. Είτε ορθή είτε όχι, η υπόδειξη αυτή συνδυαζόταν με μια σοβαρή κατάσταση που υπήρχε στις αρχές του 1944. Η χρονιά που είχε κυλήσει, είχε εξουδετερώσει σιωπηρά τις δήθεν επιτυχίες του Ιανουαρίου του 1942, αλλά οι ελληνικές αρχές δεν ήταν ακόμα έτοιμες να το παραδεχθούν. Η αναφορά του Κανελλόπουλου στο πολίτευμα, τη στιγμή εκείνη ακριβώς, ήταν ένα σφάλμα πρώτου μεγέθους. Το κάλυψε, μέσα στους μήνες που ακολούθησαν, μια συστηματική προσπάθεια να εκτραπεί η περιέργεια των Ελλήνων απ' ό,τι είχε σχέση με τη θέση του βασιλιά ό,τι είχε σχέση με τη θέση της κυβερνήσεώς του. Ο Κανελλόπουλος πρόσθεσε στις δηλώσεις του την εξήγηση, ότι το ταξίδι του στο Λονδίνο του είχε δώσει την ευκαιρία να συσκεφθεί με τον βασιλιά και τον πρωθυπουργό του κατά την επιστροφή τους από τις ΗΠΑ. Το αποτέλεσμα της συσκέψεως ήταν ότι, αμέσως μόλις θ' απελευθερωνόταν η Ελλάδα, η παρούσα κυβέρνηση θα μεταβίβαζε την εντολή της σε άλλη κυβέρνηση, που θα αντιπροσώπευε "όλα τα πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα και όλα τα κόμματα και ομάδες, που κατά τη διάρκεια της κατοχής αποδείχτηκαν ικανά να εκφράσουν τον πόθο του ελληνικού λαού για απελευθέρωση". Αυτός ο αναθεωρημένος ορισμός του προσωρινού χαρακτήρα της εξόριστης κυβερνήσεως έγινε σαφέστερος με μια ομιλία του Τσουδερού στις 30 Απριλίου, όπου υποσχέθηκε να παραιτηθεί, αμέσως μόλις η ελληνική κυβέρνηση "θα φέρει την ελληνική σημαία εις τας Αθήνας". Άφηνε να εννοηθεί, ότι ο βασιλιάς θα συνόδευε τη σημαία, επειδή αυτή ήταν η παραδεγμένη πολιτική εκείνης της περιόδου. Ένα τρίγωνο ανταλλαγής τηλεγραφημάτων, μεταξύ βρετανικής κυβερνήσεως, του ελληνικού κινήματος αντιστάσεως (μέσω της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής) και του βασιλιά Γεωργίου Β', βοήθησε να αποσαφηνισθεί το σημείο αυτό για όλους τους ενδιαφερομένους 44. Τα τηλεγραφήματα αυτά δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα την εποχή της αποστολής τους, τον Μάρτιο του 1943, επειδή δεν περιείχαν τίποτα το νέο: η βρετανική κυβέρνηση απλούστατα επαναλάμβανε τη διαβεβαίωση ότι θα υποστήριζε τον Γεώργιο Β' και την εξόριστη κυβέρνησή του και ο βασιλιάς επαναλάμβανε ότι πρόθεσή του ήταν "μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα να στηριχθεί στη θέληση του λαού. Στις γενικότητες αυτές δεν ήταν δυνατό να δοθεί περισσότερη σαφήνεια τότε. Αλλά η αοριστολογία δεν ήταν αρκετή για τα δημοκρατικά στοιχεία ανάμεσα στους εξόριστους. Η κρίση βάραινε τους ώμους του Τσουδερού πολύ πριν ακόμα διατυπωθούν αυτές οι μελετημένες Digitized by 10uk1s
κοινοτοπίες. Τον Μάρτιο του 1943, ξέσπασε ανταρσία σε δυο ελληνικές ταξιαρχίες στη Μέση Ανατολή και ανέλαβαν τη διοίκησή τους επιτροπές νεαρών αξιωματικών και NCO. Η ανταρσία δεν συνοδεύτηκε από βιαιότητες ούτε αποσκοπούσε στο να παραβλάψει τον αγώνα των Συμμάχων. Οι στασιαστές απαιτούσαν να σχηματισθεί νέα κυβέρνηση, για την σθεναρότερη διεξαγωγή του πολέμου και την απόλυση και παραπομπή σε στρατοδικείο των μεταξικών και των ηττοπαθών αξιωματικών. Την απαίτησή τους δικαιολογούσαν οι ενέργειες μιας μικρής κλίκας αξιωματικών, αφοσιωμένων άλλοτε στον Μεταξά, που συνωμοτούσαν για να σαμποτάρουν την πολεμική προσπάθεια. Οι στασιαστές πίστευαν, ότι οι βρετανικές αρχές θα επενέβαιναν για ν' απομακρυνθούν τέτοια άτομα. Αξίζει επομένως να αναφερθούν τρεις νέοι διορισμοί, πολύ μεγάλης σημασίας για τις ελληνικές υποθέσεις, που είχαν γίνει στους κόλπους των βρετανικών αρχών, λίγο πριν ξεσπάσουν οι ταραχές. Τον Φεβρουάριο, διορίστηκε αρχιστράτηγος Μέσης Ανατολής ο στρατηγός (αργότερα στρατάρχης) Ουίλσον, που διοικούσε τη δύναμη των αυτοκρατορικών στρατευμάτων στην Ελλάδα το 1941. Λίγο αργότερα ακολούθησε ο διορισμός του γενικού επιτελάρχη του αντιστράτηγου Σκόμπυ, που δεν είχε αποκτήσει ακόμα τη γνωστή φήμη του. Τον Μάρτιο, ο κ. (αργότερα σερ) Ρέτζιναλντ Λήπερ διορίστηκε πρεσβευτής της Βρετανίας στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Οι τρεις αυτοί διαδραμάτισαν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στα γεγονότα που ακολούθησαν τις ανταρσίες. Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν ραγδαίες και δραστικές, όχι όμως αρκετά ικανοποιητικές για τις ελληνικές αρχές. Βρετανοί ταξίαρχοι ανέλαβαν τη διοίκηση των δυο ταξιαρχιών. Ο Κανελλόπουλος κι ο Τζέλλος παραιτήθηκαν. Ο βασιλιάς κι ο Τσουδερός έσπευσαν από το Λονδίνο στη Μέση Ανατολή. Αποφασίστηκε να μοιρασθεί και πάλι η ελληνική κυβέρνηση ανάμεσα στο Λονδίνο και στο Κάιρο, με μεγαλύτερες αρμοδιότητες στο δεύτερο κλιμάκιο. Τον Απρίλιο σχηματίσθηκε νέα κυβέρνηση, όπου ο Γεώργιος Ρούσσος αντικατέστησε τον Κανελλόπουλο στην αντιπροεδρία και υπουργός πολέμου διορίστηκε ο Καραπαναγιώτης. Αν και πολλά υπουργεία έμειναν προς το παρόν κενά, ήταν φανερό ότι στην κυβέρνηση θα επικρατούσαν οι δημοκρατικοί. Έτσι, οι αντικειμενικοί σκοποί της ανταρσίας επιτεύχθηκαν και τα στρατεύματα που στασίασαν δεν τιμωρήθηκαν αυστηρά. Δίπλα στους δυο Βρετανούς ταξίαρχους τοποθετήθηκαν δυο καινούριοι Έλληνες συνταγματάρχες, με προοπτική να αναλάβουν τη διοίκηση όταν θα περνούσε ο σάλος των ταραχών. Μόνο 122 αξιωματικοί και 116 στρατιώτες και υπαξιωματικοί, που αρνήθηκαν να επαναλάβουν υπηρεσία, κλείστηκαν σε στρατόπεδο, στο Σουδάν. Απ' τον συνολικό όμως αριθμό, 113 άτομα, όλα κάτω από τον βαθμό του λοχαγού, δήλωσαν μετάνοια αργότερα και ζήτησαν να τους επιτραπεί να επιστρέψουν. Τον Ιούνιο, κλήθηκαν οι Έλληνες της κλάσεως 1943 που βρίσκονταν στην Αίγυπτο, για να αναπληρώσουν την αριθμητική δύναμη του ελληνικού στρατεύματος. Τον ίδιο μήνα, εκδηλώθηκε ανταρσία μικρότερης κλίμακας σε ένα αντιτορπιλικό, με την ενθάρρυνση ίσως της επιείκειας που είχε επιδειχθεί στους στασιαστές του στρατού. Η συνεχιζόμενη αστάθεια στις Ένοπλες Δυνάμεις δυσχέραινε την προσπάθεια του Τσουδερού να συμπληρώσει το νέο του υπουργικό συμβούλιο. Διαμάχη ξέσπασε γύρω από δυο ονόματα υποψηφίων για υπουργικές θέσεις. Επειδή και οι δυο ήταν φιλελεύθεροι, η έκβαση της διαμάχης θα επηρέαζε τη μελλοντική πορεία των ελληνικών πραγμάτων. Ο ένας ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος, που εξακολουθούσε να βρίσκεται στις ΗΠΑ· ο άλλος ο ναύαρχος Βούλγαρης, που έγινε πρωθυπουργός το 1945. Και στις δυο περιπτώσεις, το ιστορικό ενδιαφέρον της διαμάχης ήταν ότι εκδηλώθηκε κυρίως όχι μεταξύ των πολιτικών ηγετών, αλλά μεταξύ των διαφόρων τμημάτων της ελληνικής κοινής γνώμης στην Αίγυπτο, στο Λονδίνο και στις ΗΠΑ. Οι Έλληνες της Αιγύπτου, δημοκρατικοί στην πλειοψηφία τους, ασκούσαν πίεση για να συμπεριληφθεί ο Βούλγαρης. Οι Έλληνες του Λονδίνου αντιτάσσονταν, επειδή φοβούνταν τη δημιουργία μονοκομματικής κυβερνήσεως των Φιλελευθέρων. Οι Έλληνες της Αμερικής διαφωνούσαν για το αν ο Σοφοκλής Βενιζέλος έπρεπε να αποδεχθεί την πρόσκληση του Τσουδερού να μετάσχει στην κυβέρνησή του· και οι δυο όμως πλευρές έτρεφαν την ίδια εκτίμηση για το πρόσωπο του Βενιζέλου και επιζητούσαν ό,τι ήταν το καλύτερο γι' αυτόν. Τελικά, επικράτησαν εκείνοι που ζητούσαν να συμπεριληφθούν και οι δυο στην κυβέρνηση. Ο Βούλγαρης Digitized by 10uk1s
έγινε υπουργός Αεροπορίας· ο Βενιζέλος υπουργός Ναυτικών. Ο μόνος σοβαρός λόγος ανησυχίας ήταν το ναυάγιο των προσπαθειών του Τσουδερού να πείσει τους επίσημους αρχηγούς των Φιλελευθέρων, Λαϊκών και Προοδευτικών στην Αθήνα (τον Σοφούλη, τους Θεοτόκη και Τσαλδάρη και τον Καφαντάρη, αντίστοιχα) να στείλουν εκπροσώπους τους στη Μέση Ανατολή. Οι προσπάθειες είχαν αρχίσει τον Απρίλιο, αλλά, δυο μήνες αργότερα, κανένας δεν είχε φθάσει ακόμα και ήταν αδύνατη περισσότερη αναμονή. Στις 10 Ιουνίου, εγκαταστάθηκε επίσημα η νέα κυβέρνηση στο αιγυπτιακό έδαφος. Τον ίδιο μήνα, ο Βαρβαρέσος, πρώην υπουργός Οικονομικών, διορίστηκε πρεσβευτής με ευρύτερες αρμοδιότητες, επιφορτισμένος με προβλήματα της μεταπολεμικής ανοικοδομήσεως. Προς το παρόν, φάνηκε να είχε αποκατασταθεί η πολιτική σταθερότητα. Η πτώση της γιουγκοσλαβικής κυβερνήσεως Γιοβάνοβιτς, τον ίδιο μήνα που ο Τσουδερός συμπλήρωνε τη νέα του κυβέρνηση, υπενθύμισε στους Έλληνες, ότι η σταθερότητα αυτή ήταν επιφανειακή. Διέβλεψαν τους κακούς οιωνούς για την Γιουγκοσλαβία, που αποτελούσε η άρνηση της σοβιετικής κυβερνήσεως, τον Μάιο του 1943, να συμπαρασταθεί την βρετανική στο να ασκηθεί πίεση στον Μιχαήλοβιτς και στον Τίτο να συνεργασθούν, και οι προειδοποιήσεις της βρετανικής κυβερνήσεως προς τον Μιχαήλοβιτς, ότι θα έπαιρνε άλλη βοήθεια από τους Συμμάχους μόνο αν έστρεφε τη δράση του κατά του Άξονα. Αλλά οι δικοί τους οιωνοί ήταν τουλάχιστο καλύτεροι από τους οιωνούς των Γιουγκοσλάβων. Στις αρχές Ιουλίου, έφθασε η φήμη από την κατεχόμενη Ελλάδα, ότι οι αμφίβολου χαρακτήρα οργανώσεις αντιστάσεως είχαν ενωθεί κάτω από την επωνυμία "Εθνικές Ομάδες". Σύμφωνα με την ίδια φήμη, θα έστελναν αντιπροσωπεία στην Αίγυπτο τον ερχόμενο μήνα. Δυο μέρες ύστερα από τη διάδοση της φήμης αυτής στο Κάιρο, ο Γεώργιος Β' επωφελήθηκε από την προσωρινή διευθέτηση των ελληνικών υποθέσεων για να απευθύνει, στις 4 Ιουλίου, το σπουδαιότερο μέχρι σήμερα ραδιοφωνικό διάγγελμά του, που υποστηρίχθηκε από τον Eden στη Βουλή των Κοινοτήτων τρεις μέρες αργότερα. Ο βασιλιάς επαναλάμβανε πολλά πράγματα που τα είχαν πει ήδη οι υπουργοί του και μερικά απ' αυτά τα έκανε πιο συγκεκριμένα. Επιβεβαίωσε όσα είχε πει ο Τσουδερός για αμεροληψία· επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση Τσουδερού θα υπέβαλλε παραίτηση αμέσως μετά την άφιξή της στην Αθήνα· υποσχέθηκε ελεύθερες εκλογές για Συντακτική Συνέλευση μέσα σε έξη μήνες από την ημερομηνία της παραιτήσεως· επανέλαβε ότι το Σύνταγμα 1911 θα παρέμενε σε ισχύ, ώσπου να εξέφραζε ο λαός την κυρίαρχη θέλησή του· πρόσθετε, ότι ο ίδιος θα ήταν ο πρώτος που θα σεβόταν τις αποφάσεις της Συντακτικής Βουλής. Οι λέξεις που χρησιμοποίησε τον δέσμευαν πιο καθαρά από κάθε άλλη φορά. Αλλά το τέλος του διαγγέλματός του ήταν εκείνο που είχε την πιο άμεση σημασία. "Στο μεταξύ, επίκεινται στρατιωτικές επιχειρήσεις και είμαι βέβαιος ότι ο ελληνικός λαός θα συνεργασθεί με εκείνους που θα αποβιβασθούν στις ακτές της χώρας, για την εκδίωξη του εισβολέως." Ενώ μιλούσε, μια βρετανική δύναμη δρούσε κιόλας στην Κρήτη και ακολούθησαν κι άλλες επιδρομές σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Αν και, καθυστερημένα, έγιναν προειδοποιήσεις προς τον ελληνικό λαό να μη συμπεράνει ότι πλησιάζει η απελευθέρωσή του, δεν μπορούσε παρά να συμπεράνει εκείνο που έλεγε ο βασιλιάς και έκαναν οι Σύμμαχοι. Αυτό που γινόταν, στην πραγματικότητα, ήταν μια γιγαντιαία παραπλανητική επιχείρηση, για να αποσπασθεί η προσοχή των Γερμανών από την επικείμενη εισβολή στη Σικελία. Η παραπλάνηση των Γερμανών είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά και πολλοί Έλληνες παραπλανήθηκαν επίσης, με αποτελέσματα ανυπολόγιστης σοβαρότητας, που θα αναφερθούν στην κατάλληλη θέση τους σ' αυτή την εξιστόρηση. Ο βασιλιάς, πάντως, αισθάνθηκε ελεύθερος, ύστερα από το βαρυσήμαντο διάγγελμά του, ν' αρχίσει με ελαφρά συνείδηση μια δεκαήμερη περιοδεία για να επιθεωρήσει το στρατό του και το ναυτικό του. Μόνο τον Αύγουστο, αυτός και οι αγγλοελληνικές αρχές άρχισαν να δρέπουν τους καρπούς των δυο αποφασιστικών γεγονότων του Ιουλίου: της επιτυχημένης δημιουργίας εντυπώσεως ότι πλησιάζει η απελευθέρωση της Ελλάδας και της απόφασης να αντιπροσωπευθεί από τα βουνά το κίνημα αντιστάσεως. Digitized by 10uk1s
β) Στην κατεχόμενη Ελλάδα. Η κρίση που ακολούθησε, στη Μέση Ανατολή, είχε βαθιά τις ρίζες της στα γεγονότα που διαδραματιζόταν στην κατεχόμενη Ελλάδα κατά την περίοδο που εξετάσαμε αμέσως πιο πάνω. Η προηγούμενη κρίση, τον Μάρτιο του 1943, δεν είχε ρίζες στην κατεχόμενη Ελλάδα, παρά μόνο ως το βαθμό που μερικοί, όπως ήταν φυσικό, κινούνταν αλληλέγγυα. Και ούτε παρουσίασε κανένα χαρακτηριστικό, που να πείθει ότι ξεκινούσε από κομμουνιστική υποκίνηση. Η κρίση όμως του Αυγούστου 1943 είχε ρίζες και στην κατοχή και σε κομματική υποκίνηση. Ανάμεσα στο γεγονός αυτό και στη φυγή του Κανελλόπουλου στη Μέση Ανατολή δεν υπάρχει άλλη σχέση, παρά μόνο ότι αποτελούν δυο συμπτώματα της ίδιας διεργασίας στην κατεχόμενη Ελλάδα. Η διεργασία αυτή μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν μετάπτωση της αναξιότητας του Τσολάκογλου από τη μια σφαίρα στην άλλη. Η πείνα είχε σιγά - σιγά υπερνικηθεί, με τη βοήθεια από το εξωτερικό· την διαδέχτηκε όμως το 1942 η κατάρρευση του Νόμου και της τάξεως και η έναρξη πολιτικής αντιστάσεως, καταστάσεις και οι δυο, που η κυβέρνηση Τσολάκογλου αποδείχτηκε ανίκανη να καταπολεμήσει, όπως και την πείνα. Η απόδραση των Κανελλόπουλου και Τζέλλου, που καταζητούνταν για παράνομη πολιτική δράση, ήταν ένα παράδειγμα που φανέρωνε την αδυναμία της διοικήσεως. Ακολούθησαν κι άλλα, πιο χτυπητά παραδείγματα, κατά τους δώδεκα επόμενους μήνες. Και ακριβώς σ' αυτά βρίσκεται κατά βάθος η αιτία που οδήγησε στη δεύτερη κρίση στη Μέση Ανατολή. Η κυβέρνηση ανδρεικέλων είχε χρεοκοπήσει οικτρά μέσα στο 1942. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους, ο Τσολάκογλου την ανασχημάτισε, αναλαμβάνοντας τη δημόσια ασφάλεια και συγκεντρώνοντας την εξουσία στον εαυτό του και στον Γκοτζαμάνη. Η αντιζηλία μεταξύ των δυο αυτών εξακολουθούσε ν' αντικατοπτρίζει την αντιζηλία μεταξύ Γερμανών και Ιταλών και να κάνει αδύνατη την αποτελεσματική διοίκηση. Ο Τσολάκογλου ήταν ακόμα για τους Γερμανούς ο ευνοούμενός τους. Έκαμε λοιπόν μια επιδεικτική προσπάθεια να συμφιλιώσει τους Ιταλούς με τους Γερμανούς, οργανώνοντας θερμή υποδοχή στον Mussolini, όταν πέρασε από την Αθήνα τον Αύγουστο, επιστρέφοντας από τη Λιβύη στην Ιταλία. Το αποτέλεσμα της χειρονομίας αυτής εξουδετερώθηκε από μια πρόσκληση του Γκοτζαμάνη στο Βερολίνο τον Σεπτέμβριο, για να πάρει μέρος μαζί με αντιπροσώπους της Ρουμανίας, της Κροατίας και της Βουλγαρίας, σε σύσκεψη όπου θα συζητούσαν με ποιο τρόπο οι βαλκανικές χώρες θα έκαναν πιο ουσιαστική τη συμβολή τους στη Νέα Τάξη. Κανένα αποτέλεσμα δεν έφεραν στην Ελλάδα αυτές οι κωμικές ενέργειες. Την χρεοκοπία του κυβερνητικού ελέγχου που τις συνόδευε την βλέπουμε σε έναν σύντομο κατάλογο γεγονότων. Τον Μάιο του 1942 η κυβέρνηση έκλεισε το Πανεπιστήμιο της Αθήνας με αφορμή την απειθαρχία των φοιτητών. Τον Ιούνιο, ανακοινώθηκαν πράξεις σαμποτάζ σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στα αεροδρόμια της Κρήτης. Τον Αύγουστο η πρώτη απόπειρα επιστρατεύσεως εργατών για τη Γερμανία απέδωσε λιγότερους από 8.000 εργάτες. Τον Σεπτέμβριο, μια βόμβα κατέστρεψε τα γραφεία του Ελληνικού Ναζιστικού Κόμματος (Ε.Σ.Π.Ο.) στην Αθήνα. Τον ίδιο μήνα, ξέσπασε απεργία των δημοσίων υπαλλήλων της Αθήνας. Τον Οκτώβριο, η τιμή της αγγλικής λίρας στερλίνας πέρασε τις 4.000 δραχμές. Τον Νοέμβριο, η καταστροφή της γέφυρας του Γοργοπόταμου διέκοψε προσωρινά τη χρήση της μοναδικής σιδηροδρομικής γραμμής που διέσχιζε την Ελλάδα, κάνοντας έτσι αδύνατο τον ανεφοδιασμό του Ρόμμελ στην Αφρική και τη μεταφορά εργατών στη Γερμανία. Τον ίδιο μήνα, ο Τσολάκογλου παραιτήθηκε. Το συμπέρασμα που έβγαλαν οι Γερμανοί ήταν ότι διέπραξαν σφάλμα όταν παραχώρησαν στους Ιταλούς τη μερίδα του λέοντος στον έλεγχο της Ελλάδας. Το συμπέρασμα αυτό επαληθεύτηκε σε λίγο από μια παρόμοια κατάρρευση στο εσωτερικό της ιταλοκρατούμενης Αλβανίας, όπου τέσσερις κυβερνήσεις ανδρεικέλων διαδέχτηκαν η μια την άλλη μέσα στους πέντε πρώτους μήνες του 1943. Οι Γερμανοί έστειλαν στην Αθήνα έναν ειδικό απεσταλμένο, κάποιον Νοϋμπάχερ, για να διορθώσει την κατάσταση και ν' αντικαταστήσει τον Τσολάκογλου. Οι Ιταλοί έσπευσαν να υπερασπίσουν το γόητρό τους στέλνοντας δικό τους ειδικό απεσταλμένο, τον Αγκουστίνι: η δική Digitized by 10uk1s
του ειδική αποστολή ήταν να εμποδίσει την ανάμιξη του Νοϋμπάχερ, αλλά η απόπειρά του είχε οικτρή αποτυχία. Τα αποτελέσματα, πέρα απ' το ότι οξύνθηκαν οι αντιθέσεις στους κόλπους του Άξονα, ήταν μηδαμινά. Μερικές ασήμαντες μόνο επιτυχίες κατά της δράσεως των σαμποτέρ που υποστήριζαν οι Άγγλοι στις κυριότερες πόλεις. Ο Μπακιρτζής εξαναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα· ο Ζάννας πιάστηκε στη Θεσσαλονίκη και εκτοπίσθηκε στην Ιταλία· ο Τσιγάντες σκοτώθηκε σε ένοπλη συμπλοκή· ο Κουτσογιαννόπουλος πιάστηκε, αλλά απελευθερώθηκε χάρη στην ευφυία του Ιωάννη Πελτέκη, που τον συνόδευε στη Μέση Ανατολή λίγους μήνες αργότερα. Οι Γερμανοί διόρισαν τον Αυστριακό στρατηγό Λαιρ αρχιστράτηγο Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ίσως για ν' αξιοποιήσει την πείρα που από παράδοση είχε η αυστριακή διοίκηση από τα Βαλκάνια, και έστειλαν νέο στρατιωτικό διοικητή στην Κρήτη. Το γερμανικό Αρχηγείο Νοτίου Ελλάδας κατόρθωσε να επεκτείνει τον έλεγχό του και άρχισε προπαρασκευές για την αντιμετώπιση συμμαχικής εισβολής στα Βαλκάνια. Πρωθυπουργός διορίστηκε ο Λογοθετόπουλος. Οι ελληνικές ακτές οχυρώθηκαν σε όλο το μήκος τους. Το πείραμα της αυτονομήσεως των Βλάχων εγκαταλείφθηκε. Διατάχθηκαν όσοι κατείχαν ιδιωτική συσκευή ασυρμάτου στη γερμανική ζώνη να την παραδώσουν. Αποφασίστηκε πολιτική επιστράτευση των Ελλήνων από 16 ως 65 ετών και οι κλάσεις που κλήθηκαν φορτώθηκαν σαν σκλάβοι - εργάτες στη Γερμανία. Η γερμανική προπαγάνδα στα Βαλκάνια άρχισε να καλλιεργεί το σύνθημα ότι οι Βρετανοί είχαν πουλήσει τα συμφέροντά τους στην ΕΣΣΔ. Η ιταλική συμβολή σ' αυτή την έκρηξη ενεργητικότητας ήταν η κήρυξη στρατιωτικού νόμου στην ιταλική ζώνη και η απονομή μερικής αμνηστίας σε Έλληνες κρατούμενους, για να διευκολυνθεί η επιστράτευση εργατών. Αλλά, χάρη στην πρωτοβουλία του ΚΚΕ και του ΕΕΑΜ (Εργατικού ΕΑΜ) η απόπειρα για πολιτική επιστράτευση απέτυχε. Στη Θεσσαλονίκη, οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να κλείσουν τα γραφεία επιστρατεύσεως αφού συνέλαβαν έναν αριθμό φοιτητών τον Απρίλιο, για συμμετοχή σε διαδηλώσεις κατά της επιστράτευσης. Στην Αθήνα, ένα κύμα απεργιών, με την καθοδήγηση του ΕΕΑΜ, έκαμε αδύνατη την επιστράτευση. Οι Γερμανοί κατόρθωσαν να στείλουν στη Γερμανία έναν ελάχιστο αριθμό εργατών, με μεθόδους γκαγκστερισμού, ως τον Νοέμβριο του 1943. Αλλά είχε γίνει σχεδόν φανερό, τέσσερις μήνες πριν, ότι η αναγκαστική επιστράτευση είχε αποτύχει. Σε κανένα τομέα της διοικήσεως δεν αναχαιτίστηκε η κατάρρευση. Όταν, τον Απρίλιο του 1943, ο Χίτλερ και ο Mussolini συναντήθηκαν για να συζητήσουν το θέμα των Βαλκανίων και οι Γερμανοί πήραν απ' τους Ιταλούς τον έλεγχο της χώρας, η καταστροφή χτυπούσε κιόλας την πόρτα τους. Οι ελληνικές επαρχίες απειλούνταν —ενώ τα ορεινά τμήματά τους κατέχονταν— από τις ανταρτικές δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ. Ενισχυμένες με Βρετανούς αξιωματικούς και βρετανικό ανεφοδιασμό, οι τελευταίες αυτές είχαν ξεπεράσει το στάδιο του ανοργάνωτου κλεφτοπόλεμου. Το μόνο καλό για τους Γερμανούς ήταν, ότι μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς τους οι ανταρτικές οργανώσεις το σπαταλούσαν σε πόλεμο μεταξύ τους. Ο κίνδυνος όμως να ενωθούν σε κοινό μέτωπο κατά των δυνάμεων κατοχής ήταν διαρκώς παρών. Τα επόμενα μέτρα που πήρε ο Νοϋμπάχερ θύμιζαν κατάσταση πανικού. Οχυρωματικά έργα κατά ενδεχόμενης εισβολής κατασκευάστηκαν βιαστικά στη Μακεδονία και στην Πελοπόννησο. Ο Λογοθετόπουλος, που αποδείχτηκε ανίκανος, αντικαταστάθηκε τον Απρίλιο του 1943 από τον Ιωάννη Ράλλη, που ανάλαβε την εξουσία με τη βεβαιότητα ότι η αποστολή του ήταν να προετοιμάσει τη χώρα για την γρήγορη επάνοδο των Συμμάχων. Οι Γερμανοί εκμεταλλεύθηκαν την πλάνη του, για να αποκαταστήσουν ως ένα σημείο την τάξη με την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας. Τον Ράλλη βοήθησαν καλόπιστα οι στρατηγοί Γονατάς και Πάγκαλος και τα πρώτα αποτελέσματα της συνεργασίας τους φάνηκαν τον Ιούλιο. Το μάταιο αυτών των προσπαθειών έδειξαν δυο άλλα γεγονότα, το καλοκαίρι του 1943. Τον Απρίλιο, οι Γερμανοί είχαν παραχωρήσει αμνηστία σε όσους Έλληνες θα παράδιναν όπλα που κατείχαν παράνομα, ως τις 20 Μαΐου. Κανένα όμως όπλο δεν παραδόθηκε. Τον Ιούλιο, ανατινάχθηκε η σιδηροδρομική γέφυρα του Ασωπού, με τις ίδιες συνέπειες για τις γερμανικές μεταφορές και επικοινωνίες, που είχε και η καταστροφή της γειτονικής γέφυρας του Γοργοπόταμου επτά μήνες πριν. Για τη Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση, τα δυο αυτά γεγονότα επιβεβαίωναν, ότι ο έλεγχος στα δυο τρίτα της χώρας βρισκόταν τώρα στα χέρια του ελληνικού κινήματος αντιστάσεως. Το αντιφατικό στην υπόθεση αυτή είναι, ότι η Digitized by 10uk1s
επίθεση κατά της γέφυρας του Ασωπού, που ήταν το πιο ισχυρό πλήγμα από όσα είχαν δεχθεί ως τώρα, δεν έγινε καθόλου από τους Έλληνες αντάρτες. Το παράδοξο αυτό θα μας χρησιμεύσει σαν εισαγωγή στην κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στα ελληνικά βουνά και στις συνέπειές της στην εξέλιξη των πραγμάτων ανάμεσα στους εξόριστους Έλληνες.
γ) Στα ελληνικά βουνά Ο γενικός χαρακτήρας του αντιστασιακού κινήματος στα ελληνικά βουνά έχει ήδη εκτεθεί στα προηγούμενα. Το υποκεφάλαιο αυτό, τώρα, μπορεί να αφιερωθεί αποκλειστικά στη σχετική ωρίμανσή του κατά τους πρώτους μήνες του 1943, όταν οι οργανώσεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ είχαν πια σταθεροποιηθεί και η ΕΚΚΑ ετοιμαζόταν ν' αρχίσει ένοπλη δράση. Τρία αποφασιστικά για την εξέλιξη του αγώνα των ανταρτών γεγονότα είχαν μεσολαβήσει ως τότε: τον Οκτώβριο του 1942, η SOE Καΐρου είχε στείλει σε βοήθειά τους Βρετανούς αξιωματικούς· είχε καταστραφεί η γέφυρα του Γοργοπόταμου με τη μοναδική αποτελεσματική κοινή επιχείρηση των αντιπάλων ΕΔΕΣ και ΕΛΑΣ, τον Νοέμβριο· και, τον Ιανουάριο του 1943, πραγματοποιήθηκε άμεση επαφή των Βρετανών με τις διάφορες πολιτικές ηγεσίες του αντιστασιακού κινήματος και ιδιαίτερα με την ηγεσία του ΚΚΕ, στην Αθήνα. Τα δυο αυτά τελευταία γεγονότα, σε συνδυασμό, είχαν σαν αποτέλεσμα να μετατραπεί μια φούχτα Βρετανών αξιωματικών, αποσπασμένων στο πλευρό μιας φούχτας ανταρτών, σε μια άρτια Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή ανάμεσα σε ένα πλήθος πολιτικοστρατιωτικών οργανώσεων. Η βάση για την ανάπτυξή τους είχε τεθεί ήδη σταθερά. Οι κυριότερες οργανώσεις, αν και δεν είχαν ακόμα απλωθεί σε όλη την Ελλάδα, ήταν γερά ριζωμένες. Ήταν εξ άλλου αγεφύρωτα χωρισμένες η μια απ' την άλλη, παρ' όλο ότι, τον Δεκέμβριο του 1942, έγινε προσπάθεια απ' τον ΕΛΑΣ να πείσει τον Ζέρβα να γίνει αρχιστράτηγός του. Ο ΕΛΑΣ κάλυπτε με δίκτυο ανταρτικών ομάδων τα τέσσερα πέμπτα περίπου της χώρας: ένα δίκτυο με βρόχους όχι πολύ στενούς, αλλά που μπορούσαν να στενέψουν αμέσως μ' ένα τράβηγμα. Οι άλλες οργανώσεις μπορούν να χαρακτηρισθούν μάλλον σαν διάσπαρτες κηλίδες, με διαφορετική η καθεμιά πυκνότητα: ο ΕΔΕΣ στη νότια Ήπειρο και στη δυτική Στερεά Ελλάδα· η ΕΚΚΑ στη νότια Στερεά Ελλάδα· ο Σαράφης στη Δυτική Θεσσαλία. Δρούσαν και μερικοί άλλοι ακόμα, άλλα είχε γίνει πια φανερό, ότι οι μεμονωμένες ομάδες δεν μπορούσαν να επιβιώσουν ανάμεσα στους μεγάλους αντάρτικους σχηματισμούς. Έτσι, οι πολλοί, που δεν ήθελαν να προσχωρήσουν σε καμιά από τις γνωστές οργανώσεις, κάθονταν στο σπίτι τους άπρακτοι. Δεν τους γεννούσε εμπιστοσύνη η παρουσία Βρετανών ανάμεσα στους αντάρτες, επειδή οι BLO (British Liaison Officers, Βρετανικοί Σύνδεσμοι) ήταν ακόμα ένας άγνωστος και ασήμαντος αριθμός. Δυο δεκάδες μόλις απ' αυτούς συγκροτούσαν την Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή κατά τους πρώτους μήνες του 1943. Αν και ο ανώτερος σε βαθμό ανάμεσά τους ήταν ταξίαρχος, δεν βρίσκονταν όλοι ακόμα κάτω από τις διαταγές του. Αυτός ο κατακερματισμός της διοικήσεως φαινόταν να απεικονίζει μια διάσταση της πολιτικής των βρετανικών αρχών σε δύο τουλάχιστο σημεία. Το ένα ήταν η συγκριτική αξία του ΕΛΑΣ και των αντιπάλων του οργανώσεων· το άλλο ήταν το τι έπρεπε να περιμένουν απ' τους αντάρτες. Οι διαφορετικές αντιλήψεις στα δυο αυτά σημεία συνδυάστηκαν σε μια και μόνο διαφωνία, ανάμεσα σ' εκείνους που προτιμούσαν τον ΕΛΑΣ επειδή ενεργούσε σαν στρατός και σ' εκείνους που προτιμούσαν τους αντιπάλους του επειδή ενεργούσαν σαν αντάρτες. Στους λόγους αυτούς, εκείνοι που προτιμούσαν να μένουν στο σπίτι τους πρόσθεταν και το ότι ο ανεφοδιασμός από τους Βρετανούς ήταν πολύ αραιός. Πέντε ή έξη αεροπλάνα το πολύ, κάθε μήνα, έριχναν εφόδια· μια ασήμαντη μόνο ποσότητα βρετανικού χρυσού προσφερόταν σαν συμπλήρωμά τους. Υπήρχαν βάσιμοι λόγοι αμφιβολίας για τις δυνατότητες του ελληνικού αντιστασιακού κινήματος στις αρχές του 1943, αυτό όμως τιμά ακόμα περισσότερο εκείνους που δεν δίστασαν να το επανδρώσουν. Αλλά κι αυτοί ακόμα χωρίζονταν τώρα σ' εκείνους που ήξεραν που βάδιζαν και σ' εκείνους που δεν ήξεραν. Η οριζόντια διαχωριστική γραμμή είχε ήδη χαραχθεί. Η περίοδος των οκτώ μηνών περίπου, που θα την εξετάσουμε εδώ σαν μια και μόνο φάση του αντιστασιακού κινήματος, ήταν ιδιαίτερα σημαντική από στρατιωτική άποψη. Αν το βιβλίο αυτό Digitized by 10uk1s
ήταν μια εξιστόρηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων, τα χρονικά της όρια θ' αποτελούσαν η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου τον Νοέμβριο του 1942 και οι επιχειρήσεις των ανταρτών που κάλυψαν τις συμμαχικές αποβάσεις στη Σικελία τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1943. Η συμβολή που πρόσφερε όλη αυτή η δράση στη συμμαχική στρατηγική στο Μεσογειακό θέατρο πολέμου αποτελεί το πλαίσιο σ' αυτήν εδώ την καταμέτρηση, δικαιώνοντας την ύπαρξη ανταρτών. Σε μια πολιτική ιστορική επισκόπηση, όμως, η σημασία της πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη. Από πολιτική άποψη, τα χρονικά όρια είναι λίγο διαφορετικά. Η αντίστοιχη περίοδος αρχίζει από τον Ιανουάριο και φθάνει στον Αύγουστο του 1943: από τότε, δηλαδή, που τα ίδια τα γεγονότα ανάγκασαν τις αγγλοελληνικές αρχές να στρέψουν για πρώτη φορά την προσοχή τους στις πολιτικές επιπτώσεις του ελληνικού αντιστασιακού κινήματος, ως τη στιγμή που προκάλεσαν την ελληνική πολιτική κρίση στην Αίγυπτο. Η περίοδος αυτή μπορεί ν' αποκληθεί πρώτη φάση της εκστρατείας του ΚΚΕ για απόλυτη εξουσία. Είναι επίσης η πρώτη περίοδος κατά την οποία οι βρετανικές αρχές γνώρισαν από κοντά τον ελληνικό κομμουνισμό. Δυο ερωτήματα κυριαρχούν σε κάθε συζήτηση για τις σχέσεις μεταξύ βρετανικών αρχών και Ελλήνων ανταρτών. Και η απάντηση σ' αυτά μπορεί ν' αποτελέσει και το χρονικό που καλύπτει αυτή την πρώτη φάση. Το πρώτο ερώτημα, που το θέτουν οι οπαδοί της Αριστεράς μέσα και έξω από την Ελλάδα, είναι γιατί οι βρετανικές αρχές δεν έδωσαν περισσότερη υποστήριξη στο ΕAMΕΛΑΣ από όση έδωσαν στους αντιπάλους τους; Το δεύτερο, που το θέτουν οι αντίπαλοι της Αριστεράς, είναι: Γιατί οι Βρετανοί δεν έδωσαν περισσότερη υποστήριξη στους αντιπάλους του, από όση έδωσαν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ; Το κοινό στοιχείο και στα δυο ερωτήματα είναι η πεποίθηση, ότι αποτέλεσε σφάλμα το να κατανεμηθεί η βρετανική υποστήριξη σε αντιπάλους που ήταν ασυμφιλίωτοι. Η απάντηση στο πρώτο σκέλος είναι, ότι δεν μπορούσε ν' αποδειχθεί ότι ήταν ασυμφιλίωτοι, παρά μόνο αν δοκιμάζονταν στην πράξη. Μπορεί να είναι αλήθεια, ότι η σύγκρουση μεταξύ τους θα ήταν τελικά αναπότρεπτη, αλλά θα ήταν παράλογο να την επισπεύσει κανείς λέγοντάς το αυτό. Η απάντηση στο δεύτερο σκέλος, που είναι και το πιο σημαντικό, είναι ότι οι Βρετανοί δεν είχαν να διαλέξουν. Θα εξηγήσω πως έγινε αυτό, για να δώσω οριστική απάντηση στα δύο ερωτήματα. Στο πρώτο εξάμηνο του 1943, οι αξιόλογοι αντίπαλοι του ΕΛΑΣ ήταν τρεις: ο Ζέρβας, ο Σαράφης και ο Ψαρός. Υπήρχαν κι άλλοι, πιο ασήμαντοι, σε όλα τα τμήματα της χώρας, όπως ο ΕΣ και οι ΕΟΑ στην Πελοπόννησο, ο Άθως Ρουμελιώτης στη Στερεά, η ΥΒΕ στη Μακεδονία. Κανένας όμως απ' αυτούς δεν αποτελούσε κίνδυνο, αν εξουδετερώνονταν οι τρεις μεγάλοι. Υπήρχαν στον Ζέρβα, τον Σαράφη και τον Ψαρό κοινά στοιχεία, που τους ξεχώριζαν σαν κίνδυνο για την επικράτηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ήταν και οι τρεις αξιωματικοί του τακτικού στρατού με φιλελεύθερο παρελθόν. Η παρουσία τους, επομένως, ήταν για τον ελληνικό λαό μια άλλη εκλογή απ' το ΕΑΜ, προκειμένου να γίνει η Ελλάδα, όπως περίμεναν τότε όλοι, αβασίλευτη δημοκρατία. Διοικούσαν και οι τρεις από μια ανεξάρτητη δύναμη, που σημείωνε ραγδαία αριθμητική αύξηση και μπορούσε να αποσπά εθελοντές που προσέρχονταν στον ΕΛΑΣ. Εκεί όπου βρίσκονταν οι δυνάμεις τους, οι βρετανικές αρχές, μέσω της ΒΣΑ, έδειχναν στην κάθε μια περισσότερη εμπιστοσύνη από όσο έδειχναν στο ΕAM-ΕΛΑΣ. Ο Ζέρβας είχε το πλεονέκτημα αυτό από το 1942, ο Σαράφης από τον Ιανουάριο του 1943 και ο Ψαρός από τον Μάρτιο του 1943. Εκεί όπου δεν υπήρχαν δικές τους δυνάμεις, αλλά μόνο το ΕAM-ΕΛΑΣ, δηλαδή σε περισσότερο απ' το μισό έδαφος της χώρας, ο ΕΛΑΣ είχε την αμέριστη υποστήριξη των Βρετανών και, στον μεγαλύτερο βαθμό, την δικαίωνε με τη συμπεριφορά του. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για το ΚΚΕ, που ήθελε να μονοπωλήσει την κυριαρχία όχι μόνο στις περιοχές όπου μόνο ο ΕΛΑΣ υπήρχε, αλλά και στις περιοχές όπου υπήρχαν και άλλες ανταρτικές δυνάμεις. Την επιμονή του σ' αυτό την ενίσχυαν υποψίες, που στηρίζονταν σε δυο δεδομένα: ότι οι BLO ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο αρχηγείο του Ζέρβα για ένα διάστημα· και στο ότι τα αεροπλάνα που ήταν να ρίξουν εφόδια είχε συμβεί πολύ περισσότερες φορές να μην μπορέσουν να φθάσουν στις περιοχές του ΕΛΑΣ, από όσες είχε συμβεί προκειμένου να εφοδιάσουν τον ΕΔΕΣ. Το ότι και το ένα και το άλλο ήταν τυχαία, όσο κι αν ήταν αλήθεια 45 πήγαινε πολύ για να το πιστέψει το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Digitized by 10uk1s
Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ άρχισε εκστρατεία εξουδετερώσεως των αντιπάλων του με χαρακτηριστική σφοδρότητα. Η δύναμη του Σαράφη διαλύθηκε και ο ίδιος αιχμαλωτίσθηκε με το επιτελείο του, τον Μάρτιο του 1943. Η δύναμη του Ψαρού, γνωστή τόσο με τα στρατιωτικά διακριτικά της, 5/42 Σύνταγμα, όσο και με την πολιτική της ονομασία ΕΚΚΑ, είχε την ίδια τύχη τον Μάιο του 1943, δυο μόλις μήνες από τη συγκρότησή της. Η δύναμη του Ζέρβα, η παλαιότερη και ισχυρότερη από τις τρεις, είχε πιο προσεκτική μεταχείριση. Έγιναν με επιτυχία επιθέσεις για τη διάλυση των πιο απομονωμένων σχηματισμών του ΕΔΕΣ. Ο σκληρός πυρήνας του, όμως, ήταν πάνω από τις δυνατότητες του ΕΛΑΣ για να τον προσβάλει, σ' αυτήν τη φάση. Ένας λόγος που έκαμε να επιζήσει η δύναμη του Ζέρβα ήταν το ότι είχε την υποστήριξη των Άγγλων, που τον εφοδίαζαν (όπως και τον ΕΛΑΣ) με όπλα και με μικρά, στην αρχή, αλλά διαρκώς αυξανόμενα χρηματικά ποσά σε χρυσές λίρες. Ο ίδιος αυτός λόγος έσωσε και τη ζωή του Σαράφη και του Ψ αρού. Ο Σαράφης με το να αλλάξει γνώμη και να δεχτεί τη θέση του στρατιωτικού αρχηγού του ΕΛΑΣ και ο Ψαρός με το να αναδιαρθρώσει την ανεξάρτητη δύναμή του. Παρ' όλο ότι ο Ψαρός δέχτηκε και νέα επίθεση, για να σωθεί και πάλι με βρετανική υποστήριξη, τον Ιούνιο, η φάση αυτή έληξε με ειρήνευση ανάμεσα στους αντιπάλους, ύστερα από την υπογραφή της Συμφωνίας των "Εθνικών Ομάδων" τον Ιούλιο του 1943, με την οποία οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ, του Ζέρβα και του Ψαρού αναγνωρίζονταν από τις βρετανικές αρχές σαν ανεξάρτητοι σχηματισμοί κάτω από τις διαταγές του Γενικού Αρχηγείου Μέσης Ανατολής. Στα ελληνικά βουνά εγκαταστάθηκε ένα Κοινό Γενικό Αρχηγείο, αποτελούμενο από αντιπροσώπους των τριών ανταρτικών οργανώσεων και από τον διοικητή της ΒΣΑ. Ένα μήνα αργότερα, και οι τρεις οργανώσεις συμφώνησαν να στείλουν μια κοινή πολιτική αντιπροσωπεία στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο. Το αποτέλεσμα του ανταγωνισμού τους στους έξη τελευταίους μήνες, ήταν ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε απορροφήσει τον ένα από τους αντιπάλους του, χωρίς να επιτύχει να εξουδετερώσει τους άλλους δυο. Τα δεδομένα αυτά είναι ο πραγματικός σκελετός αυτού του χρονικού. Είναι φανερό, ότι τη σχετική αποτυχία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε προκαλέσει η βρετανική επέμβαση. Και το πρώτο ερώτημα που γεννιέται είναι, γιατί; Οι πολιτικοί λόγοι που, αναδρομικά, δικαίωναν μια τέτοια απόφαση των Βρετανών εκτέθηκαν σε γενικές γραμμές στο Κεφάλαιο 2 (βλ. υποκ. 4 γ.). Μπορούν να συνοψισθούν στο ότι, αν αφηνόταν τα ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να μονοπωλήσει την ελληνική αντίσταση, η Ελλάδα θα είχε κυριαρχηθεί από το ΚΚΕ και θα είχε απορροφηθεί από το βαλκανικό παράρτημα της ΕΣΣΔ. Αλλά οι αποφάσεις δεν παίρνονται πάντα για τους λόγους ακριβώς εκείνους που τις δικαιώνουν. Στην περίπτωση αυτή, την απόφαση την πήρε επί τόπου για στρατιωτικούς λόγους η ΒΣΑ υπό τις διαταγές του ταξίαρχου Myers και μόνο πολύ αργότερα την δικαιολόγησαν πολιτικοί λόγοι. Οι ελληνικές ανταρτικές οργανώσεις είχαν δημιουργηθεί, υποτίθεται, για να πολεμήσουν κατά της εχθρικής κατοχής· το νέφος της πολιτικής διαμάχης είχε καλύψει το γεγονός ότι αυτό ακριβώς έκαναν. Η δυσπιστία της ΒΣΑ απέναντι στις μονάδες του ΕΛΑΣ, εκεί όπου συνυπήρχαν με τους αντιπάλους τους, στηριζόταν όχι στην βεβαιότητά της ότι ήταν κομμουνιστικές (αφού τα περισσότερα μέλη τους δεν ήταν κομμουνιστές) ούτε στο ότι ήταν αναξιόπιστες πολιτικά (κάτι που δεν είχε καμιά σημασία για τους εννιά στους δέκα BLOS) αλλά στο γεγονός ότι δεν πειθαρχούσαν στο να πολεμήσουν τον εχθρό με τον τρόπο που απαιτούσε το Γενικό Αρχηγείο Μέσης Ανατολής. Αυτό δεν αληθεύει απόλυτα για τις περιοχές όπου μόνο ΕΛΑΣ υπήρχε· ούτε σημαίνει ότι οι μονάδες του ΕΛΑΣ δεν πολεμούσαν καθόλου τον κατακτητή. Σημαίνει μόνο ότι, στις περιοχές όπου συνυπήρχαν ο ΕΛΑΣ και οι αντίπαλοί του, οι τελευταίοι αποδείχνονταν περισσότερο αξιόπιστοι σαν στρατιωτικές μονάδες. Η ΒΣΑ απέδιδε αυτή τη διαφορά σε μια αντίθεση στην ίδια τη συγκρότηση του ΕΛΑΣ και των άλλων οργανώσεων. Οι δυνάμεις του Σαράφη (όταν υπήρχαν) και του Ζέρβα και του Ψαρού διοικούνταν από εκπαιδευμένους αξιωματικούς. Εκείνη την εποχή, τη διοίκηση στον ΕΛΑΣ είχαν επιτροπές από τρία μέλη, τα δυο από τα οποία ήταν πάντα κομμουνιστές και το τρίτο κάποιο ασήμαντο πρόσωπο. Το ίδιο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αναγνώρισε την υπεροχή του Ζέρβα σαν στρατιωτικού, με τις επανειλημμένες απόπειρές του να τον πείσει να γίνει στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ. Οι απόπειρες όμως αυτές απέτυχαν, από την πλευρά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επειδή αντιτασσόταν στους δεσμούς του Ζέρβα με τον Πλαστήρα και στην τακτική του να πληρώνει τους άνδρες του και, από Digitized by 10uk1s
την πλευρά του Ζέρβα, επειδή αυτός αντιτασσόταν στην τριμελή διοίκηση. Οπωσδήποτε, οι ικανότητες του δικαιολογούσαν την επιμονή τους να απορροφήσουν τη δύναμή του, επειδή ήταν ο πρώτος που είδε σωστά τη σημασία του ανταρτοπολέμου. Ενώ οι ερασιτέχνες της στρατηγικής στον ΕΛΑΣ άρχισαν να συγκροτούν στρατιωτικά σώματα και μεραρχίες, που ήταν άχρηστα για ανταρτοπόλεμο αλλά πολύ κατάλληλα για να επιβάλλουν στρατιωτικό νόμο στα βουνά, ο Ζέρβας οργάνωσε τις δυνάμεις του σε μικρές ανταρτοομάδες, διοικούμενες από ανεξάρτητους σχετικά νεαρούς αξιωματικούς. Το ν' αποδοθεί τέλεια η αντίθεση στη συγκρότηση των δυο οργανώσεων είναι κάτι το λεπτό και περίπλοκο. Λέξεις όπως ο "συγκεντρωτισμός" και ο "αποκεντρωτισμός" δεν αρκούν για να το εκφράσουν. Ο ΕΛΑΣ, για παράδειγμα, μπορούσε να είναι είτε συγκεντρωτικός είτε αποκεντρωτικός, ως τον βαθμό που τον συνέφερε. Αφού το κάθε επιτελείο σε όλα τα επίπεδα περιλάμβανε εκπρόσωπο του ΚΚΕ και αφού όλα ήταν το ίδιο προσαρμοσμένα στην κομματική πειθαρχία, ήταν δυνατό, στην ανάγκη, να παίρνονται σοβαρές αποφάσεις και σε χαμηλό σχετικά επίπεδο. Επειδή όμως η διοικητική κλίμακα ήταν ταυτόχρονα και στρατιωτική ιεραρχία, ακόμα και για τις απλούστερες αποφάσεις τα κατώτερα όργανα μπορούσαν να απευθύνονται στα ανώτερα, όταν δεν ήταν σωστό να τις πάρουν μόνα τους. Με διαφορετικό τρόπο, η ίδια αντίθεση υπήρχε και στη δύναμη του Ζέρβα. Εκεί, την ομοιομορφία στο κάθε επίπεδο την εξασφάλιζε η στρατιωτική εκπαίδευση του αξιωματικού. Παρ' όλο ότι ο Ζέρβας κρατούσε τα νήματα στα χέρια του, όλοι στη δύναμή του ήξεραν, ότι μια απόφαση σε οποιοδήποτε επίπεδο δεν μπορούσε να ήταν κακή, αν είχε την έγκριση ενός BLO. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν οργανωτικά αποκεντρωτικό και στρατιωτικά συγκεντρωτικό. Ο ΕΔΕΣ, αντίθετα, ήταν οργανωτικά συγκεντρωτικός και στρατιωτικά αποκεντρωτικός. Έτσι, η δύναμη του Ζέρβα διέθετε το πλεονέκτημα και της στρατιωτικής πείρας και της τεχνικής του ανταρτοπολέμου, αλλά είχε και το μειονέκτημα ότι δεν μπορούσε να αναπτυχθεί εύκολα. Ο ΕΛΑΣ παρουσίαζε το αντίθετο πλεονέκτημα και το αντίθετο μειονέκτημα. Το αντίστοιχο πλεονέκτημα και των δυο ασκούσε αντίθετη έλξη σε διάφορα στοιχεία στους κόλπους των βρετανικών αρχών, τόσο στη Στρατιωτική Αποστολή, που προτιμούσε εκείνο του Ζέρβα, όσο και στην SOE Καΐρου, που προτιμούσε μάλλον εκείνο του ΕΛΑΣ. Η επιτυχία του Γοργοπόταμου έδωσε την ώθηση για τη συγκρότηση ενός μεγάλου, συγκεντρωτικά διαρθρωμένου στρατού, πράγμα που, όπως ήταν φυσικό, ωφελούσε τον ΕΛΑΣ. Ενθαρρύνοντας την εξέλιξη προς την κατεύθυνση αυτή, η SOE Καΐρου καταρράκωνε συμπτωματικά τον έλεγχό της στο αντιστασιακό κίνημα. Υπήρχε, στην πραγματικότητα, μια ενσυνείδητη συμμαχία αρχών ανάμεσα στον Ζέρβα και στην ΒΣΑ και μια υποσυνείδητη συμμαχία ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και στην SOE Καΐρου. Η πρώτη λειτουργούσε με πιο αργό ρυθμό από τη δεύτερη και τελικά υπέκυψε σ' αυτήν εντελώς. Ο ανταγωνισμός αυτός ανάγκασε τελικά τον Ζέρβα να επιφέρει μεταβολές στην οργάνωσή του. Στο πρώτο όμως εξάμηνο του 1943, ήταν σχεδόν με ιδεώδη τρόπο προσαρμοσμένη στο σκοπό της, να παρενοχλεί δηλαδή τις δυνάμεις κατοχής μέσα σε μια μικρή περιοχή. Η ΒΣΑ είχε την ελπίδα, ότι και ο Σαράφης και ο Ψαρός θα εξυπηρετούσαν τον ίδιο σκοπό, επειδή ήταν όμοιοι σε όλα τα άλλα με τον Ζέρβα. Την πρώτη όμως φορά που υπέκυψαν στον ΕΛΑΣ, η ελπίδα αυτή δεν είχε ακόμα εκπληρωθεί και, αργότερα, διαψεύσθηκε εντελώς. Το ΕAM-ΕΛΑΣ, δείχνοντας φρόνηση, άφησε να λειτουργήσει η ίδια αρχή και σε μερικές μονάδες έξω από τις περιοχές όπου συνυπήρχε με τους αντιπάλους του. Διαθέτοντας μεγαλύτερη δύναμη, μπορούσε ν' αποσπά μονάδες για να ευχαριστεί την ΒΣΑ, εκτελώντας πολεμικές επιχειρήσεις με τον τρόπο που συνιστούσαν οι Βρετανοί, ενώ ο κύριος όγκος των δυνάμεων του ΕΛΑΣ παρέμενε διαθέσιμος για τον δικό του σκοπό, δηλαδή το να εξασφαλίσει τον έλεγχο σε όλη τη χώρα. Του ήταν εύκολο έτσι να κερδίσει την επιδοκιμασία κάθε παρατηρητή με μερική μόνο εποπτεία και, ταυτόχρονα, να πολεμά τον Ζέρβα, επιβάλλοντας τη θέλησή του στην ύπαιθρο με την κύρια δύναμή του. Οι μικρότερες δυνάμεις θα μπορούσαν να υπερασπίσουν τον εαυτό τους απέναντι στον ΕΛΑΣ μόνο αν διέθεταν και τον τελευταίο άνδρα τους και το τελευταίο τους όπλο σ' αυτή την προσπάθεια. Έτσι, όταν είχε πια ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος, οι υποστηρικτές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μπορούσαν να επισημαίνουν το γεγονός, ότι η οργάνωση αυτή έκανε τουλάχιστο κάτι κατά των Γερμανών ταυτόχρονα, ενώ ο Ζέρβας (ή οποιοσδήποτε άλλος) δεν έκανε τίποτε άλλο από το να πολεμά τον ΕΛΑΣ. Αυτό υπογραμμίζει άλλη μια φορά, ό,τι έχω πει στα προηγούμενα: ότι, για τους Digitized by 10uk1s
ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (όχι όμως για πολλούς από τους οπαδούς του, που τον ενθουσιασμό τους εκμεταλλευόταν) το να πολεμά τους Γερμανούς ερχόταν σε δεύτερη μοίρα, ήταν κάτι που το έκανε μόνο σε συνδυασμό με τον πρωταρχικό σκοπό του, την απόκτηση πολιτικής δυνάμεως. Μια εικόνα της λειτουργίας της αρχής αυτής δίνει η σύγκριση ανάμεσα στις δυο σημαντικότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις που πραγματοποιήθηκαν μέσα στον πρώτο χρόνο του ανταρτοπόλεμου. Η πρώτη ήταν η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου τον Νοέμβριο 1942· η δεύτερη ήταν η ανατίναξη της γέφυρας του Ασωπού τον Ιούνιο του 1943 46. Και οι δυο αυτές επιχειρήσεις έφεραν το ίδιο αποτέλεσμα στην ίδια σιδηροδρομική γραμμή. Η πρώτη όμως έγινε από μια βρετανική δύναμη και από δυνάμεις ανταρτών και του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Η δεύτερη έγινε μόνο από βρετανική δύναμη, χωρίς καμιά συμμετοχή ανταρτών. Η εξήγηση βρίσκεται στο ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν είχε πρόθεση να πάρει μέρος σε καμιά από τις δύο επιχειρήσεις. Στην πρώτη, όμως, εξαναγκάσθηκαν, ενώ στη δεύτερη όχι. Όταν η πρώτη ομάδα Βρετανών αλεξιπτωτιστών έπεσε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1942, προσγειώθηκε πολύ κοντά στη γέφυρα του Γοργοπόταμου και στη μονάδα του ΕΛΑΣ που διοικούσε ο Άρης Βελουχιώτης. Ο Ζέρβας βρισκόταν εκατό μίλια μακριά, στα δυτικά. Περισσότερο από ένας μήνας πέρασε, ώσπου η βρετανική ομάδα να επιτύχει επαφή με τον Άρη. Στις αρχές Νοεμβρίου, μια δεύτερη ομάδα Βρετανών αλεξιπτωτιστών έπεσε τυχαία μέσα στα χέρια του Άρη. Τους έστειλε να συναντήσουν τους συναδέλφους τους, χωρίς και πάλι να προσφερθεί να τους βοηθήσει στο σχέδιό τους. Λίγο αργότερα, η πρώτη ομάδα συνάντησε τον Ζέρβα εκατό μίλια μακριά και τον έφερε, σε μια πορεία χωρίς ανάπαυλα, να χτυπήσει τη γέφυρα του Γοργοπόταμου. Τότε άλλαξαν όλα. Όταν ο Άρης κατάλαβε ότι η επίθεση θα γινόταν, έστω και χωρίς τις δικές του δυνάμεις, δεν διακινδύνευσε ν' αφήσει τον Ζέρβα να πάρει όλη τη δόξα: προσφέρθηκε αμέσως να συνεργασθεί. Το αποτέλεσμα ήταν μια κοινή επιχείρηση, που ίσως ποτέ δεν θα γινόταν αν δεν ήταν ο Ζέρβας και δεν θα σημείωνε επιτυχία αν δεν ήταν ο Άρης Βελουχιώτης. Όταν, όμως, επτά μήνες αργότερα, ζητήθηκε να γίνει επίθεση και κατά της γέφυρας του Ασωπού, δεν υπήρχε δυνατότητα να δοθεί βοήθεια από άλλους αντάρτες εκτός από τον ΕΛΑΣ. Κι αυτό επειδή ο Ζέρβας βρισκόταν και πάλι εκατό μίλια μακριά και ο ΕΛΑΣ είχε προχωρήσει στη φάση του αλληλοσπαραγμού, πράγμα που απέκλεισε κάθε σκέψη να κληθεί και πάλι ο Ζέρβας. Οι δυνάμεις του Σαράφη και του Ψαρού είχαν εκμηδενισθεί και η δύναμη του Ζέρβα αντιμετώπιζε την ίδια απειλή. Μια και δεν υπήρχε αυτή τη φορά ο κίνδυνος να του κλέψει οποιοσδήποτε άλλος τη δόξα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αρνήθηκε ν' αναλάβει την επιχείρηση. (Την ανέλαβε μια ομάδα από έξη Βρετανούς και είχε την ίδια επιτυχία με την προηγούμενη) 47. Θα μπορούσαν να παρατεθούν κι άλλα παραδείγματα, για να καταδειχθεί γιατί η ΒΣΑ αισθανόταν ότι δεν μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη, ότι ο ΕΛΑΣ θα εκπλήρωνε τις απαιτήσεις του Συμμαχικού Στρατηγείου: αυτοί ήταν οι λόγοι, που δικαιολογούσαν τότε την απόφαση να συνεχισθεί η υποστήριξη προς τον Ζέρβα και τον Ψαρό. Και ερχόμαστε στο δεύτερο, το ακριβώς αντίθετο ερώτημα: Γιατί οι βρετανικές αρχές έδωσαν οποιαδήποτε βοήθεια στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ; Οι πολιτικοί αντίπαλοί του υποστήριζαν ότι, αν οι Βρετανοί έδειχναν ανοιχτή εχθρότητα απέναντι στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ, και οι δυο αυτές οργανώσεις θα είχαν διαλυθεί. Αυτό είναι πλάνη και αποδείχτηκε κάθε φορά που έγινε τέτοια απόπειρα: το αποτέλεσμα ήταν να ισχυροποιείται περισσότερο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και να πείθονται ακόμα και οι αμφιταλαντευόμενοι, ότι ήταν καλύτερα να υποστηρίξουν μια οργάνωση που ήταν τουλάχιστον ελληνική, παρά να υπακούουν σε ξένους. Όση πλάνη όμως κι αν υπάρχει στο πιο πάνω πολιτικό επιχείρημα, υπονοείται από τις προηγούμενες παραγράφους ότι, από στρατιωτική τουλάχιστο άποψη, ήταν σπατάλη χρημάτων η υποστήριξη του ΕΛΑΣ. Μια πιο διεξοδική εξέταση της δεύτερης περιπτώσεως που αναφέραμε στην τελευταία παράγραφο θα μας βοηθήσει αρκετά ν' απαντήσουμε σ' αυτό το επιχείρημα. Αν και δεν πήραν μέρος δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην επίθεση κατά της γέφυρας του Ασωπού, η επιχείρηση δεν θα μπορούσε να γίνει, αν δεν υπήρχαν δυνάμεις του ΕΛΑΣ εκεί κοντά. Η Ελλάδα Digitized by 10uk1s
ήταν πια χωρισμένη σε "κατεχόμενες" και σε "απελευθερωμένες" περιοχές — δηλαδή, με μια πολύ γενική διάκριση, στις πεδινές και τις ορεινές. Όλοι οι στρατιωτικοί στόχοι βέβαια βρίσκονταν στην πρώτη ζώνη, αν και μερικές (όπως η γέφυρα του Ασωπού) βρίσκονταν στο σύνορο ανάμεσα στις δυο. Οι πιο σημαντικοί βρίσκονταν πλησιέστερα προς τον ΕΛΑΣ και όχι προς τον Ζέρβα. Ήταν αδύνατη η προσπέλαση αυτών των στόχων, χωρίς αντάρτες που να διατηρούν τον χαρακτήρα της απελευθερωμένης ζώνης στην περιοχή μέσα από την οποία έπρεπε να γίνει η προσπέλαση. Ο ΕΛΑΣ εξασφάλιζε σε τέτοιες περιοχές τις απαραίτητες δυνάμεις προκαλύψεως: δεν έπαιρνε μέρος στις ίδιες τις επιχειρήσεις, αλλά θα μπορούσε να τις ματαιώσει, είτε αποσύροντας τις δυνάμεις του και αφήνοντας να ξαναγίνει μια "απελευθερωμένη" περιοχή "κατεχόμενη", είτε προδίνοντας την επιχείρηση. Αλλά δεν ήταν όλο αυτό. Η βρετανική πολιτική δεν περιοριζόταν μόνο σε μια γενναία επιχορήγηση, για να εξασφαλίζει την ουδετερότητα των κομμουνιστών. Η ουσία των παραπάνω δεν είναι ότι ο ΕΛΑΣ δεν πολεμούσε τους Γερμανούς, αλλά ότι προτιμούσε να τους πολεμά με τον δικό του τρόπο. Η επιχείρηση κατά της γέφυρας του Ασωπού είναι ακριβώς ένα παράδειγμα του ότι οι δικές τους μέθοδοι δεν ήταν δικές μας μέθοδοι. Μερικές εβδομάδες αργότερα, πολεμούσαν τους Γερμανούς σε επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας, που εφάρμοζαν ακριβώς τη μέθοδο που απαιτούσε η ΒΣΑ. Αφού ο σκοπός της βρετανικής πολιτικής απέναντι στον ΕΛΑΣ ήταν να μετατρέψει την πρώτη κατάσταση πραγμάτων στη δεύτερη, αξίζει να δούμε πως έγινε αυτό. Και πάλι θα περιορισθούμε στους λόγους που υπαγόρευσαν τότε αυτή την απόφαση: δεν θα αναμιχθούν πολιτικές κρίσεις εκ των υστέρων. Το βασικό δεδομένο είναι ότι, όταν έφθασαν στην Ελλάδα οι πρώτοι BLOS, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν ήδη σταθεροποιημένο, γερά οργανωμένο και με εξοπλισμό που βελτιωνόταν συνεχώς. Μέσα στον επόμενο χρόνο, αναπτύχθηκε με ραγδαίο ρυθμό, είτε το υποστήριζαν οι Βρετανοί είτε όχι, ακλόνητο από τις επιθέσεις και την προπαγάνδα των Γερμανών, ακλόνητο και απ' αυτήν ακόμα τη διάλυση της Γ' Διεθνούς, τον Μάιο του 1943. Η νεοσύστατη τότε ΒΣΑ είχε μπροστά της τρεις λύσεις: να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατά των δυνάμεων κατοχής, σύμφωνα με τους δικούς του όρους· να αρχίσει μάταιο αγώνα εναντίον του· να μην κάνει τίποτα. Καθώς μάλιστα είχαν πέσει με αλεξίπτωτα, δεν ήταν εύκολο για τους BLOS και να φύγουν από την Ελλάδα. Τους πρώτους τρεις μήνες από την άφιξή τους δεν είχαν επικοινωνήσει σχεδόν καθόλου με τη βάση τους, την SOE Καΐρου. Αποφάσισαν, λοιπόν, στις αρχές του 1943, να διαλέξουν την πρώτη από τις τρεις λύσεις. Η εκλογή τους επιδοκιμάσθηκε από τις βρετανικές αρχές Αιγύπτου, αν μπορεί να λεχθεί ότι είχαν μια οποιαδήποτε επεξεργασμένη ως τις λεπτομέρειες πολιτική απέναντι στην Ελλάδα και παρ' όλο που η SOE Καΐρου έφερε σε δύσκολη θέση τον εαυτό της με την αντίδρασή της στο θρίαμβο του Γοργοπόταμου. Η SOE είχε ελπίσει σε μια ανάπτυξη του αντάρτικου σε μεγάλη κλίμακα, κάτω από τον συγκεντρωτικό έλεγχο των Έξη Συνταγματαρχών στην Αθήνα και για λογαριασμό της εξόριστης κυβερνήσεως. Ο έλεγχος όμως από την Αθήνα ήταν αδύνατος και ο συγκεντρωτισμός ταίριαζε μόνο στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Έτσι, το να σχεδίαζαν μια αποφασιστική ενέργεια θα σήμαινε ότι θα έπαιζαν το παιχνίδι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, του μόνου που διέθετε δίκτυο οργανώσεως με την απαιτούμενη συγκρότηση και το απαραίτητο μέγεθος. Αν πάλι σχεδίαζαν μια περιορισμένη ενέργεια που να την ελέγχουν, θα θυσίαζαν την απαιτούμενη έκταση και αποτελεσματικότητα. Από το δίλημμα αυτό φαινόταν ν' αποτελεί διέξοδο η πορεία που χάραξε η ΒΣΑ υπό τον ταξίαρχο Myers. Η στάση τους απέναντι στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έπρεπε να είναι μια αισιόδοξη, αλλά και υπολογισμένη φιλία, αντί για ολοκληρωτική υποταγή ή για άκαρπη εχθρότητα. Αυτό το είδος σχέσεων, με κάποιες σποραδικές παρεκκλίσεις, το υιοθέτησε και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ: η κομμουνιστική ηγεσία όχι με πολύ ενθουσιασμό, επειδή γνώριζε ότι μόνο προσωρινά οι Βρετανοί ήταν λιγότερο επικίνδυνοι εχθροί τους από τους Γερμανούς· η μη κομμουνιστική βάση με όσον ενθουσιασμό της επέτρεπε η κομμουνιστική ηγεσία. Το πρώτο εξάμηνο του 1943 προσφέρει παραδείγματα που απεικονίζουν την όλη πορεία. Όταν ο Σαράφης και ο Ψαρός δέχθηκαν επίθεση, στις σχέσεις ανάμεσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και στην ΒΣΑ δημιουργήθηκε ένταση. Μια από τις συνέπειές της ήταν η άρνηση του ΕΛΑΣ να συνεργασθεί στην επιχείρηση κατά της γέφυρας του Ασωπού. Οι Άγγλοι εκδήλωσαν την αποδοκιμασία τους μ' ένα Digitized by 10uk1s
κείμενο, που ζήτησαν από όλους τους ηγέτες ανταρτικών δυνάμεων να το υπογράψουν. Στο κείμενο αυτό, οι υπογράφοντες δήλωναν ότι σέβονταν την ανεξαρτησία ο ένας του άλλου και ότι θα πειθαρχούσαν στις διαταγές του Αρχηγείου Μέσης Ανατολής. Ήταν το πρώτο σχέδιο του Συμφώνου των "Εθνικών Ομάδων48. Η ειρωνεία των πραγμάτων ήταν, ότι τη νέα αυτή ονομασία των ανταρτικών δυνάμεων την είχε προτείνει ο Σαράφης, όταν ήταν ακόμη ανεξάρτητος· μετά την υποδούλωσή του όμως από τον ΕΛΑΣ, ενώ όλοι οι άλλοι φάνηκαν πρόθυμοι να υπογράψουν αμέσως το Σύμφωνο, ο ίδιος αναγκάσθηκε να υποστηρίξει τους νέους του κυρίους, προβάλλοντας αντιρρήσεις χωρίς τέλος. Το συγκεκριμένο ζήτημα ήταν φαινομενικά ασήμαντο, από άποψη όμως αρχών ήταν αποφασιστικής σημασίας, επειδή έθιγε την κυριαρχία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Το σχέδιο του Συμφώνου επιδίωκε να θέσει τους αντάρτες υπό τις διαταγές του Αρχηγείου Μέσης Ανατολής, που το εκπροσωπούσε στην Ελλάδα ο ταξίαρχος Myers, διοικητής της ΒΣΑ. Ο ταξίαρχος Myers είχε επιτέλους όλους τους BLOS υπό τις διαταγές του. Επιδίωξή του ήταν να μεταβιβάζονται στους αντάρτες, από τον ίδιο και τους αξιωματικούς του, όλες οι διαταγές των ανωτέρων του. Το ΕΑΜΕΛΑΣ θεώρησε ταπεινωτικό για το γόητρό του να παίρνει διαταγές από Βρετανούς αξιωματικούς. Ζήτησε να ανατεθεί η μεταβίβαση των διαταγών στο δικό του Αρχηγείο, που είχε σχηματισθεί τον Ιούνιο από τον Άρη Βελουχιώτη, τον Σαράφη και τον Τζήμα, που ήταν αντίστοιχα ο καπετάνιος, ο στρατιωτικός αρχηγός και ο πολιτικός σύμβουλος του ΕΛΑΣ. Το Αρχηγείο τους, σύμφωνα με το δικό τους σχέδιο, θα έπαιρνε γενικές οδηγίες από το Αρχηγείο Μέσης Ανατολής και θα τις ερμήνευε κατά την κρίση του με συγκεκριμένες διαταγές προς τους σχηματισμούς του ΕΛΑΣ. Αυτό δεν ήταν μόνο υπόθεση γοήτρου. Ήταν και αξίωση να αναγνωρισθεί ο ΕΛΑΣ σαν ανεξάρτητος στρατός, με πολιτικές συνέπειες, που οι ηγέτες του δεν μπορούσε να πίστευαν ότι θα έμεναν αδιαφανείς. Η πρόταση απορρίφθηκε από την SOE Καΐρου. Έτσι, οι αρχές του καλοκαιριού καταναλώθηκαν σε βίαιες εκτοξεύσεις κατηγοριών από τον ΕΛΑΣ κατά των αντιπάλων του και σε βίαιες απαντήσεις της ΒΣΑ. Όταν έγινε φανερό, ότι θα μπορούσε να διακοπούν οι βρετανικές προμήθειες, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ άρχισε να δείχνεται πιο διαλλακτικό. Έδωσε εξηγήσεις για την μεταχείριση του Ψαρού και των συντρόφων του· προσφέρθηκε να βοηθήσει την ανασυγκρότηση των δυνάμεών τους· είπε ότι οι επιθέσεις ήταν ανεύθυνες πράξεις που έγιναν χωρίς διαταγή και σαν απάντηση σε προκλήσεις· πρότεινε μια πιο λογική τροποποίηση του σχεδίου Συμφώνου "Εθνικών Ομάδων". Το προτεινόμενο σχέδιο πρόβλεπε τη συγκρότηση Κοινού Γενικού Αρχηγείου από αντιπροσώπους όλων των ανταρτικών δυνάμεων "ανάλογα με τη δύναμή τους" και από τον αρχηγό της ΒΣΑ. Η αντιπροσωπευτική αυτή επιτροπή θα ήταν το όργανο που θα μεταβίβαζε τις διαταγές σε όλους τους αντάρτες. Αν και τα μέλη της ΒΣΑ αγνοούνταν και πάλι, το νέο αυτό κείμενο ήταν πιο ευπρόσδεκτο από ό,τι περίμενε η ΒΣΑ ύστερα από την προηγούμενη συμπεριφορά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Απορρίφθηκε όμως και πάλι από την SOE Καΐρου, με το αιτιολογικό ότι η προτεινόμενη σύνθεση του Κοινού Αρχηγείου θα ευνοούσε γενικά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ο Τζήμας υποστήριζε ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έπρεπε να αντιπροσωπεύεται από τρία μέλη και η κάθε μια από τις άλλες δυνάμεις (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ, ΒΣΑ) από ένα μόνο: σύνολο, έξη μέλη. Την άποψή τους στήριζαν διαδοχικά είτε στο επιχείρημα ότι τρία ήταν τα μέλη του Αρχηγείου τους, αλλά και ο αριθμός ο απαραίτητος για το δικό τους σύστημα, την τριμελή διοίκηση, είτε στο επιχείρημα ότι ο αριθμός αυτός ήταν η δίκαιη εκπροσώπηση της αριθμητικής υπεροχής τους. Κανένα από τα δυο επιχειρήματα δεν έπεισε την ΒΣΑ να κάμει υποχωρήσεις. Στην κρίσιμη όμως στιγμή, έφθασε η είδηση από την SOE Καΐρου, ότι η επικείμενη συμμαχική εισβολή από την Βόρεια Αφρική στη Σικελία έκανε επιτακτική την ανάγκη μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις των Ελλήνων ανταρτών, για ν' αποσπασθεί η προσοχή των Γερμανών στα Βαλκάνια. Επιχειρήσεις αυτής της κλίμακας μπορούσαν να γίνουν μόνο με τη βοήθεια του ΕΛΑΣ. Και η βοήθεια του ΕΛΑΣ θα μπορούσε να εξασφαλισθεί με τη συνέχιση του ανεφοδιασμού του σε όπλα, πυρομαχικά και χρήματα. Αλλά, από τη μια πλευρά, ο ανεφοδιασμός είχε συνδεθεί με το Σύμφωνο "Εθνικών Ομάδων". Από την άλλη πλευρά, χωρίς το Σύμφωνο, η ανεξαρτησία των ανταρτικών κινημάτων ήταν βέβαιο ότι θα υπέκυπτε στην κυριαρχία του ΚΚΕ. Το δίλημμα ανάμεσα στη στρατηγική και στα πολιτικά κριτήρια ήταν απόλυτο. Digitized by 10uk1s
Όλο το καλοκαίρι συνεχίστηκαν οι εκβιασμοί και από τις δυο πλευρές. Οι εβδομάδες κυλούσαν και καμιά πλευρά δεν υποχωρούσε, ο καιρός περνούσε και η εισβολή στη Σικελία πλησίαζε. Το ΕΑΜΕΛΑΣ δεν είχε ιδέα για τον χαρακτήρα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, αλλά μάντευε ότι κάτι το σοβαρό ετοιμαζόταν. Αντιλήφθηκε πόση σημασία έδινε η βρετανική κυβέρνηση σε ό,τι γινόταν στην Ελλάδα, όταν ένας εκπρόσωπός της, ο ταγματάρχης Ουάλλας έφθασε τον Ιούλιο στο επιτελείο του ταξίαρχου Myers. Υπεράσπισε την κυριαρχία του στο αντιστασιακό κίνημα με όσο πείσμα επέμενε η ΒΣΑ στους δυο αντικειμενικούς σκοπούς της, τη δίκαιη μεταχείριση των μικρών οργανώσεων και την αποτελεσματική δράση κατά των Γερμανών. Επειδή το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε έναν μόνον σκοπό και η ΒΣΑ δυο, ήταν φυσικό η τελική υποχώρηση να γίνει από τη δεύτερη. Ο πάγος έσπασε, όταν ήρθαν οδηγίες από τις βρετανικές αρχές στην Αίγυπτο, ότι ο αρχηγός της ΒΣΑ μπορούσε κατά την κρίση του να συμβιβασθεί με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, αν δεν είχε άλλη επιλογή. Το Σύμφωνο, ύστερα από μερικές ακόμα τροποποιήσεις, ιδιαίτερα για την εισδοχή των BLOS, τουλάχιστο τυπικά, υπογράφηκε τον Ιούλιο — με αίσθημα θριάμβου από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, με απροθυμία από τον Ζέρβα, με ελπίδα από την ΕΚΚΑ, με ζωηρή ανησυχία από την ΒΣΑ. Δεν υπήρχε, πραγματικά, άλλη εκλογή, προκειμένου να εξασφαλισθεί η συνεργασία του ΕΛΑΣ. Και δυο άλλοι όμως λόγοι έκαναν να γείρει η πλάστιγγα. Ο ένας ήταν η πεποίθηση, σκόπιμα καλλιεργημένη στον καθένα που ζούσε στην Ελλάδα, ότι η χώρα θα απελευθερωνόταν το αργότερα μέσα σε λίγους μήνες και έτσι, η υποχώρηση απέναντι στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν θα είχε συνέπειες για μεγάλο χρονικό διάστημα στο μέλλον. Ο άλλος λόγος ήταν η πεποίθηση ότι έτσι, τουλάχιστο, ο ανεφοδιασμός του ΕΛΑΣ θα στηριζόταν σε μεγάλο βαθμό στα βρετανικά αεροπλάνα και ότι αυτή η εξάρτησή του θα επηρέαζε στο έξης τη συμπεριφορά του, αφού γνώριζε ότι τα εφόδια αυτά θα αυξάνονταν σε λίγο σημαντικά. Και οι δυο αυτές προσδοκίες αποδείχτηκαν απατηλές. Το άμεσο ωστόσο αποτέλεσμα ήταν ότι αποκαταστάθηκαν οι φιλικές σχέσεις· ο ανεφοδιασμός συνεχίσθηκε· οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των ανταρτών πραγματοποιήθηκαν με επιτυχία· οι "Εθνικές Ομάδες" έγιναν πραγματικότητα, κάτω από τις διαταγές του Κοινού Γενικού Αρχηγείου. Οι σχέσεις καλής θελήσεως ενισχύθηκαν περισσότερο, όταν η ΒΣΑ ανάλαβε να εξασφαλίσει αυξημένες προμήθειες σε βαρύτερο εξοπλισμό και σε χρυσό. Ο βαρύς οπλισμός είχε αποφασιστική σημασία για την αποτελεσματική δράση κατά των Γερμανών, που με το πυροβολικό και τους όλμους τους είχαν συντριπτική υπεροχή πυρός. Με τον χρυσό, όμως, το πράγμα ήταν συζητήσιμο.49 Οι ηγέτες των ανταρτών υποστήριζαν —και η ΒΣΑ συμφωνούσε— ότι, για ν' ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους απέναντι στους άνδρες τους και στον πληθυσμό, χρειάζονταν χρηματικό ποσό ίσο με δυο λίρες στερλίνες τον μήνα για τον κάθε αντάρτη. Δεν ήταν βέβαιο ποια ήταν η πραγματική αριθμητική δύναμή τους, αλλά το Σύμφωνο τους έδινε την ευχέρεια να παρουσιάζουν πλαστούς αριθμούς. Ήταν επίσης αβέβαιο αν ήταν απαραίτητο ένα τόσο μεγάλο ποσό — αφού ο χρυσός δεν είναι κάτι που τρώγεται. Οι αγγλικές λίρες ήταν απλούστατα ένα υποκατάστατο, που αναπλήρωνε την έλλειψη ικανότητας των ελληνικών αρχών ν' αποσπάσουν τα αποθέματα αγαθών από τα χέρια των αρχών κατοχής και των μαυραγοριτών. Η ελληνική διοίκηση ενθαρρυνόταν να παραμένει διεφθαρμένη, με την προμήθεια λιρών, που αναπλήρωναν την ανικανότητά της. Ένα λαϊκό κίνημα αντιστάσεως σε μικρή κλίμακα ή ένα ισχυρό και ικανό, θα μπορούσε να μη χρειάζεται λίρες για να επιτελεί το έργο του. Η προμήθεια λιρών συμβάδιζε τέλεια με την τακτική των Γερμανών να τυπώνουν απεριόριστα ποσά χαρτονομίσματος όποτε και όσο ήθελαν. Αφού όμως οι αγγλικές λίρες δεν έφερναν νέες ποσότητες αγαθών στη χώρα, ενίσχυαν τον πληθωρισμό και έθεταν σε κίνηση μια χιονοστιβάδα, που κατάπινε όλο και περισσότερες λίρες όσο μεγάλωνε. Από τη στιγμή που αφέθηκε να πέσει στην αγορά η πρώτη χρυσή λίρα, η διαδικασία προχώρησε με γεωμετρική πρόοδο: η προσφορά μεγάλωνε όλο και πιο πολύ τη ζήτηση. Η αλήθεια λοιπόν είναι ίσως ότι, από τη στιγμή που έγινε δεκτή η αρχή της παροχής χρυσού, η ποσότητα δεν ήταν Digitized by 10uk1s
δυνατό να κρατηθεί σε πιο χαμηλά επίπεδα. Το αμφίβολο είναι, αν η αρχή αυτή έπρεπε να γίνει δεκτή· αν άξιζε την αναστάτωση που προκάλεσε, τόσο στη διάρκεια της κατοχής όσο και αργότερα. Τέτοιες αμφιβολίες δεν είχαν οι ηγέτες των ανταρτών. Εκείνοι θα κέρδιζαν βραχυπρόθεσμα και μόνο, ο απλός Έλληνας θα έχανε μακροπρόθεσμα. Έτσι το άμεσο αποτέλεσμα που είχε η βρετανική απόφαση ήταν να αυξηθεί η εμπιστοσύνη στο κίνημα αντιστάσεως και να ενθαρρυνθεί η μεγαλύτερη ακόμα ανάπτυξή του. Η ορεινή Ελλάδα ήταν τώρα πια ένας κόσμος διαφορετικός από ότι τον παρουσιάσαμε στην αρχή του έτους. Οι αντάρτες είχαν απλωθεί στο κάθε ορεινό χωριό και σε πολλά χωριά των πεδιάδων. Είχαν σφυρηλατηθεί δεσμοί με άλλα βαλκανικά κινήματα αντιστάσεως: του Ζέρβα, όχι πολύ στενοί, με τον Μιχαήλοβιτς· του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, περισσότερο στενοί, με τους Αλβανούς, τους Γιουγκοσλάβους και τους Βουλγάρους παρτιζάνους. Όλες οι οργανώσεις ήταν τώρα θεωρητικά ελεύθερες ν' απλωθούν όπου ήθελαν, παρ' όλο ότι η πλειοψηφία του ΕΛΑΣ στο Κοινό Αρχηγείο ήταν εγγύηση ότι δεν θ' απλώνονταν πολύ μακριά ή πολύ γρήγορα. Οι περισσότερες μικρές οργανώσεις και μερικοί από τους μετανοημένους πρώην συνεργάτες του κατακτητή ξεθάρρεψαν και άπλωσαν τα φτερά τους, γύρω στον Ιούλιο του 1943, δελεασμένοι από την προσδοκία βρετανικών όπλων και χρυσού — προσδοκία που λίγοι απ' αυτούς έζησαν για να την δουν να πραγματοποιείται. Αλλά το μέλλον εξακολουθούσε να ανήκει σ' εκείνους που είχαν πάρει από ενωρίς πρωτοβουλία, και είχαν αποδείξει ότι ήταν ικανοί να σταθούν στα δικά τους πόδια, είτε με είτε χωρίς ξένη βοήθεια. Η πρωτοβουλία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δικαίωνε την κυριαρχία του, όχι όμως και την τυραννία που ασκούσε. Έχοντας αποκτήσει τον έλεγχο όλης σχεδόν της χώρας, αν εξαιρέσουμε τους κυριότερους συγκοινωνιακούς κόμβους που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, είχε δημιουργήσει πράγματα που δεν είχε γνωρίσει ποτέ άλλοτε η Ελλάδα. Οι επικοινωνίες στις ορεινές περιοχές με τον ασύρματο, με αγγελιαφόρους, με τηλέφωνα, ποτέ δεν ήταν τόσο άρτιες είτε πριν είτε μετά. Ακόμα και αυτοκινητόδρομοι είχαν βελτιωθεί και χρησιμοποιούνταν απ' το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι τηλεπικοινωνίες τους, που περιλάμβαναν και ασυρμάτους, εκτείνονταν ως την Κρήτη και ως τη Σάμο, όπου δρούσαν κιόλας αντάρτες. Τα δώρα του τεχνικού και πνευματικού πολιτισμού είχαν βρει το δρόμο τους προς τα βουνά για πρώτη φορά. Σχολεία, αυτοδιοίκηση, δικαστήρια, δημόσιες υπηρεσίες, που είχαν κλείσει με τον πόλεμο, λειτουργούσαν και πάλι. Θέατρα, εργοστάσια, τοπικά κοινοβούλια, λειτουργούσαν για πρώτη φορά. Οργανώθηκε κοινοτική ζωή, στη θέση της πατροπαράδοτης ατομιστικής ζωής του Έλληνα αγρότη. Το παιδί του στρατολογήθηκε στην ΕΠΟΝ το κοτέτσι του εφοδίαζε την ΕΑ, το καΐκι του επιτάχθηκε στο ΕΛΑΝ. Στην αρχή, το έργο του Κοινού Αρχηγείου ήταν ως ένα μεγάλο βαθμό διοικητικού χαρακτήρα, κάτι ανάμεσα στις στρατιωτικές και στις πολιτικές δραστηριότητες. Ένα μέρος απ' αυτό πλησίαζε επικίνδυνα το νομοθετικό έργο. Ακολουθούμενο από απόσταση από τις μικρότερες Οργανώσεις, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κρατούσε τα προβάδισμα σε κάτι που οι κυβερνήσεις της Ελλάδας είχαν παραμελήσει: στη δημιουργία οργανωμένου κράτους στις ορεινές περιοχές. Όλες οι αρετές και τα ελαττώματα ενός τέτοιου πειράματος φάνηκαν καθαρά — γιατί, όταν ένας λαός, που κανένας ποτέ δεν τον βοήθησε, άρχισε να βοηθά τον εαυτό του, χρησιμοποιεί μεθόδους δραστικές, που δεν είναι πάντα ωραίες. Οι λέξεις "λευτεριά" και "λαοκρατία" δονούσαν τον αέρα με το ιδιότυπο νόημά τους. Ταραχές σημειώνονταν παντού, σπάζοντας την επιφάνεια, αλλά μόνο το ΚΚΕ ήξερε να τις κατευθύνει. Μερικοί Έλληνες φοβούνταν τις ταραχές και μερικοί τις έβλεπαν με ικανοποίηση, αλλά φοβούνταν την κατεύθυνση που έπαιρναν. Όλοι, έκτος απ' το ΚΚΕ, είτε άνηκαν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είτε όχι, αισθάνονταν ότι η παρουσία της ΒΣΑ (που η δύναμή της είχε φθάσει τώρα τριψήφιους αριθμούς) ήταν εγγύηση ότι τα πράγματα θα πήγαιναν καλά. Για πρώτη φορά αξιωματικοί του τακτικού στρατού πλαισίωναν σε τόσο μεγάλο αριθμό τις οργανώσεις ανταρτών. Η προσέλευσή τους ενθαρρυνόταν από την αλλαγή της ατμόσφαιρας στο αντιστασιακό κίνημα και με την σειρά της ενθάρρυνε την αλλαγή. Από την αρχή, ήταν λίγο-πολύ τιμητική η συμμετοχή στην ΕΚΚΑ και σχεδόν τιμητική η συμμετοχή στον ΕΔΕΣ, από τότε που έγινε η ανταλλαγή τηλεγραφημάτων ανάμεσα στον βασιλιά και στον Ζέρβα, τον Μάρτιο του 1943. Τώρα, ήταν τιμητική η συμμετοχή ακόμα και στον Digitized by 10uk1s
ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ άλλαξε την φρασεολογία του και, στα λόγια τουλάχιστο, διακήρυττε ότι δεν σκόπευε να μονοπωλήσει την αντίσταση. Ο ΕΔΕΣ είχε περιορίσει την δηλωμένη δημοκρατικότητά του σε μια αόριστη ουδετερότητα στα πολιτικά προβλήματα. Η ΕΚΚΑ διατηρούσε την ευχάριστη μετριοπάθειά της σε όλα τα ζητήματα. Υπήρχαν πάντα οι πανικόβλητοι, που επισήμαιναν τον κίνδυνο κοινωνικής επαναστάσεως, αλλά ο Ιούλιος του 1943 ήταν ένας μήνας όχι μόνο ανησυχίας και φόβων, αλλά και ελπίδας και ενθουσιασμού, στα ελληνικά βουνά. Η εξέλιξη αυτή υπήρχε σαν σπέρμα στην ίδια τη φύση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, από την ίδρυσή του ακόμα. Οι αντίζηλοί του την ακολουθούσαν σαν ουραγοί, επειδή δεν είχαν άλλη εκλογή από το να την αποδεχθούν ή να υποκύψουν. Ό,τι κι αν έκαναν είτε αυτοί είτε η ΒΣΑ, η εποχή του ελεύθερου κράτους των βουνών επερχόταν. Το μόνο που μπορούσε να εξασφαλίσει η παρουσία των αξιωματικών της ΒΣΑ ήταν να μην είναι τουλάχιστο κομμουνιστικό μονοπώλιο. Μπορούμε τώρα να συνοψίσουμε τις σχέσεις ανάμεσα στην ΒΣΑ και στις αντίπαλες ανταρτικές οργανώσεις. Σε μερικά τμήματα της Ελλάδας, μόνο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ υπήρχε· εκεί συμπεριφερόταν καλά και πολεμούσε ικανοποιητικά τους Γερμανούς. Σε άλλα τμήματα, υπήρχαν και ο ΕΛΑΣ και οι αντίπαλοί του· εκεί, οι τελευταίοι είχαν λιγότερες φιλοδοξίες και ήταν περισσότερο αξιόπιστοι σαν όργανα επιχειρήσεων κατά των Γερμανών. Και στις δυο περιπτώσεις, η πολιτική σταθεροποίηση ήταν ο πρωταρχικός σκοπός του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ήταν μια κατάσταση, που η ΒΣΑ δεν την δημιούργησε, αλλά την βρήκε. Η πρώτη εκλογή που είχε μπροστά της η ΒΣΑ ήταν να ενθαρρύνει τον ΕΛΑΣ να διαλύσει τις αντίπαλες οργανώσεις, από την οποία, σύμφωνα με τα πιο πάνω, μόνο εξασθένηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων κατά των Γερμανών θα μπορούσε να προκύψει. Η δεύτερη εκλογή ήταν να προσπαθήσει να διαλύσει τον ΕΛΑΣ, πράγμα που ήταν πολύ πέρα από τις ανθρώπινες δυνατότητες. Η τρίτη ήταν να μην κάνει τίποτα ή να φύγει από τη χώρα, αλλά και τα δυο αυτά δεν ήταν παρά μια παραλλαγή της πρώτης, γιατί, αν δεν υπήρχε η ΒΣΑ, μόνο το ΕΑΜΕΛΑΣ θα έμενε σαν αντιστασιακό κίνημα. Η τέταρτη εκλογή ήταν να υποστηρίξει τον ΕΛΑΣ στις περιοχές όπου αυτός μόνο υπήρχε και τους αντιπάλους του στις υπόλοιπες. Αυτό θα ισοδυναμούσε με το να έδινε στο σύνολο του ΕΛΑΣ μικρότερη αναλογικά υποστήριξη. Η τελευταία εκλογή ήταν να προσπαθήσει να ενώσει όλες τις ανταρτικές μονάδες σε μια ομοιογενή στρατιωτική οργάνωση, όπου όλοι θα διατηρούσαν τις πολιτικές τους απόψεις και όλοι θα έπαιρναν στρατιωτικές διαταγές από μια και μόνη διοίκηση. Η τελευταία αυτή εκλογή ήταν εκείνη που υιοθέτησε το Σύμφωνο των "Εθνικών Ομάδων". Αν κατέληγε σε αποτυχία (όπως και έγινε τελικά), η μόνη δυνατότητα που θα έμενε θα ήταν η τέταρτη εκλογή (και ακριβώς αυτή επικράτησε)· αλλά κι αυτή δεν ήταν παρά μια παραλλαγή της αρχής που υπαγόρευε να κατανεμηθεί η υποστήριξη στους αντιπάλους, πράγμα βασικά αναπόφευκτο. Τους άμεσους λόγους που υπαγόρευσαν στην ΒΣΑ να πάρει την απόφαση που πήρε επί τόπου τους ξεχωρίσαμε από τους μακροπρόθεσμους λόγους που υπαγόρευσαν στην υψηλή πολιτική των βρετανικών αρχών να την επιδοκιμάσει τελικά. Η αναδρομική αυτή δικαίωση πρέπει να ερμηνευθεί με βάση τις πλατύτερες πολιτικές και στρατιωτικές βλέψεις, απρόσιτες την εποχή εκείνη για τα πρόσωπα που πήραν την πιο πάνω απόφαση. Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να εκθέσει με χρονολογική σειρά όσα είχαν συμβεί τότε. Το επίμαχο λοιπόν σημείο δεν είναι το ότι η πολιτική που υιοθετήθηκε από το Σύμφωνο των "Εθνικών Ομάδων" υπαγορεύθηκε από κάποια ανώτερη πολιτική και δικαιώθηκε από τα γεγονότα, αλλά το ότι η έναρξή της τον Μάρτιο του 1943 και η ολοκλήρωσή της τον Ιούλιο ήταν στην κρίση του αρχηγού της ΒΣΑ. Ο τελευταίος αυτός είχε οδηγό του την άμεση στρατιωτική κατάσταση. Η κρίση του επηρεαζόταν μόνο από τα κριτήρια που εκτέθηκαν πιο πάνω. Αφού το Σύμφωνο "Εθνικών Ομάδων" και το Κοινό Αρχηγείο που το ενσάρκωνε ήταν καρποί της πρωτοβουλίας που του είχε ανατεθεί από τις βρετανικές αρχές, δεν υπάρχει λόγος να εξηγήσει κανείς εδώ την ευρύτερη πολιτική που υπαγόρευε η σύνεση εκ των υστέρων. Παρ' όλα αυτά, οι συνέπειες που είχε η απόφαση μακροπρόθεσμα άρχισαν γρήγορα να δείχνουν τον χαρακτήρα τους, όταν ο τερματισμός των επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας, τον Ιούλιο, άφησε ένα περιθώριο χρόνου για εκτιμήσεις. Όταν τα έξη μέλη του Κοινού Αρχηγείου συνεδρίασαν για Digitized by 10uk1s
πρώτη φορά στο Περτούλι της δυτικής Θεσσαλίας, στις 19 Ιουλίου, η ατμόσφαιρα των παρατεταμένων συζητήσεων ήταν τέτοια, που δεν έκρυβε την αστάθεια της ισορροπίας μεταξύ τους. Δεν αποτελούσαν καθόλου ένα στρατιωτικό επιτελείο με τη συνηθισμένη έννοια, αφού εκπροσωπούσαν οργανώσεις που διατηρούσαν την αυτονομία τους και μεταβίβαζαν μόνο τις διαταγές του Κοινού Αρχηγείου αν και όταν τους άρεσαν. Αφού οι πολιτικοί σκοποί των οργανώσεων-μελών ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ ήταν αναπόσπαστοι από τη στρατιωτική τους δράση, παρουσιάζει ενδιαφέρον να δούμε τι ήταν εκείνο που τις ένωσε και τι θα μπορούσε να τις χωρίσει, επειδή σ' αυτό ακριβώς βρίσκονται τα σπέρματα των ταραχών που ακολούθησαν στη Μέση Ανατολή. Συνοπτικά εκείνο που τις ένωσε πολιτικά ήταν ο φόβος τους απέναντι στους Έλληνες που βρίσκονταν έξω από τον κύκλο τους και ειδικά τους αυτοεξόριστους. Εκείνο που έκανε αναπόφευκτη τη διάσπασή τους ήταν το ότι φοβούνταν ο ένας τον άλλο. Προς τα έξω ήταν ενωμένοι· προς τα μέσα ήταν διχασμένοι. Και τον ένα φόβο και τον άλλο τον μεγάλωνε η υποψία του καθενός τους, ότι οι Βρετανοί, είτε σκόπιμα είτε ασυναίσθητα, υποστήριζαν την άλλη πλευρά. Αφού όλες οι οργανώσεις-μέλη κινούνταν από τα ίδια αυτά αντικρουόμενα ελατήρια, η συμπεριφορά τους δεν ήταν πάντα συνεπής. Για παράδειγμα, όταν συνήλθαν σε συνεδρίαση στην έδρα του Κοινού Αρχηγείου, έγινε φανερό ότι ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ δεν είχαν πρόθεση να διορίσουν εκπροσώπους τους του ίδιου κύρους με τους εκπροσώπους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αυτό δεν ήταν παράξενο, αφού σαν έδρα του Κοινού Αρχηγείου είχε εκλεγεί ο τόπος που ήταν και έδρα του Αρχηγείου του ΕΛΑΣ. Αν και είχαν δείξει όλοι ότι ήταν ικανοποιημένοι από την συμφωνία με την οποία ιδρύθηκε το Κοινό Αρχηγείο, ούτε ο Ζέρβας ούτε ο Ψαρός έκαμαν την εμφάνισή τους εκεί περισσότερο από μια φορά. Η εκπροσώπηση και του ενός και του άλλου περιορίσθηκε αρχικά στους παλιότερους πολιτικούς οπαδούς τους, τον Πυρομάγλου και τον Καρτάλη και, αργότερα, σε μερικούς επιτελικούς αξιωματικούς. Έτσι το Κοινό Γενικό Αρχηγείο έπαψε να είναι κάτι περισσότερο από το Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ, πλαισιωμένο από μερικά άλλα άτομα. Από τη στιγμή που η κάθε πλευρά έδειξε με τον τρόπο αυτό την εκτίμησή της για το Κοινό Γενικό Αρχηγείο, η διάλυσή του ήταν ζήτημα χρόνου. Ενώ όμως ο εσωτερικός φόβος τους χώριζε, ο εξωτερικός φόβος τους κρατούσε ενωμένους· ενώ έβλεπαν με επιφύλαξη ο ένας τον άλλο στο Περτούλι, την ίδια στιγμή, όλοι οι ηγέτες ανταρτών εμφανίστηκαν ενωμένοι σε κοινό μέτωπο απέναντι στον έξω κόσμο. Την αφορμή σ' αυτό έδωσε η κατασκευή στα ελληνικά βουνά ενός διαδρόμου για προσγείωση αεροπλάνων. Έγινε έτσι δυνατή για πρώτη φορά στη διάρκεια της Κατοχής η συνάντηση των πρωταγωνιστών Ελλήνων που βρίσκονταν έξω και μέσα στην Ελλάδα. Η συνάντηση αυτή δεν έγινε ευπρόσδεκτη από όλους τους εξόριστους Έλληνες, μερικοί από τους οποίους εθελοτυφλούσαν μπροστά στο γεγονός ότι μια συνάντηση που θα έπρεπε αναγκαστικά να γίνει αργά η γρήγορα ήταν καλύτερο να γίνει γρήγορα παρά αργά. Το περιβάλλον του Γεωργίου Β' πανικοβλήθηκε σε τέτοιο βαθμό από τις φήμες για δημοκρατική ατμόσφαιρα σε όλη την Ελλάδα, που προέρχονταν τόσο από ελληνικές όσο και από βρετανικές πηγές, ώστε προτίμησαν να κατηγορήσουν αυτές τις πηγές, αντί ν' αναγνωρίσουν τα γεγονότα. Λίγα είχαν να κερδίσουν με το να αναβάλλουν τη μοιραία μέρα· αλλά ούτε κι αυτό ήταν στο χέρι τους. Στις 9 Αυγούστου 1943, οι κυριότεροι παράγοντες, Έλληνες και Βρετανοί, του κινήματος αντιστάσεως, ξεκίνησαν με αεροπλάνο για το Κάιρο, αφήνοντας πίσω τους αναπληρωτές τους για να εφαρμόσουν τους όρους του Συμφώνου. Το καθήκον των τελευταίων αυτών δεν ήταν βαρύ προς το παρόν, αφού οι στρατιωτικές επιχειρήσεις είχαν τερματισθεί, μετά τη συμμαχική απόβαση στη Σικελία, και το πολιτικό κέντρο βάρους είχε μετατεθεί στη Μέση Ανατολή. Μια αόριστη και ψεύτικη ατμόσφαιρα αρμονίας τύλιγε το Κοινό Γενικό Αρχηγείο, καθώς τα μέλη συνέχιζαν τις συζητήσεις μέσα στη γαλήνη που δημιουργούσε η ίση αποχή τους από τις επιχειρήσεις που υποτίθεται ότι έπρεπε να ελέγχουν, χωρίς να μπορεί να κρύψει και τον εμφύλιο πόλεμο που κόχλαζε κάτω από την αιγίδα του. Στην Αίγυπτο, όμως, δεν υπήρχε έστω και η επίφαση αυτή της αρμονίας. Για πρώτη φορά έγινε φανερό πόσο μικρές ήταν οι δυνατότητες να επεκταθεί ανάμεσα σ' εκείνους που βρίσκονταν μέσα και σ' εκεί νους που βρίσκονταν έξω από την Ελλάδα η συμφωνία που είχε γίνει μόνο ανάμεσα σ' Digitized by 10uk1s
εκείνους που βρίσκονταν μέσα στην Ελλάδα. Οι διαφωνίες κατά τα διάφορα στάδια είχαν προχωρήσει πολύ μακριά. Η πρώτη συνάντηση χρησίμευσε μόνο στο να πλατύνει το ρήγμα.
3 . Α ΥΓ Ο ΥΣ Τ ΟΣ 1 9 4 3 - Ν ΟΕ ΜΒ Ρ ΙΟ Σ 1 9 4 3 Η κακή τύχη της αντιπροσωπείας των βουνών στην Αίγυπτο ήταν γραμμένη από την αρχή. Παρ' όλο που οι ελληνικές και οι βρετανικές αρχές στο Κάιρο την περίμεναν, δεν είχαν υποθέσει όλοι το μέγεθός της και τη σπουδαιότητά της. Ο Βρετανός πρεσβευτής ιδιαίτερα περίμενε, από ό,τι τον είχαν αφήσει να εννοήσει, μια μικρή ομάδα από δυο-τρία άτομα που θα έρχονταν για λίγη φιλική κουβεντούλα και ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Αντί γι' αυτό κατέφθασαν έξη άτομα, εκπρόσωποι τριών οργανώσεων που θεωρούσαν κιόλας τους εαυτούς τους σαν τους μελλοντικούς κυβερνήτες της Ελλάδας. 50 Τα ονόματά τους ήταν Τζήμας, Πέτρος Ρούσσος, Δεσποτόπουλος και Τσιριμώκος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, Πυρομάγλου του ΕΔΕΣ και Καρτάλης της ΕΚΚΑ. Οι τρεις πρώτοι ήταν κομμουνιστές. Οι τρεις τελευταίοι ήταν λίγο-πολύ της αριστεράς του Κέντρου. Και, παρ' όλο που εκπροσωπούσαν τρεις αντίπαλες τότε οργανώσεις, οι τάσεις των απόψεών τους συγκαταλέγονται σ' εκείνες που άρχισαν σιγά-σιγά να συγκλίνουν μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας. Τι χώριζε τα μέλη της αντιπροσωπείας, το είδαμε στα προηγούμενα. Εκείνο που τους ένωνε ήταν μια κοινή γλώσσα όταν μιλούσαν τότε στην Αίγυπτο και στο Λονδίνο. Η διαφορά που χώριζε τον κόσμο των ελληνικών βουνών από τον κόσμο της Αιγύπτου και του Λονδίνου εκφράζεται καλύτερα με την εξής μεταφορά: οι έξη αντιπρόσωποι μιλούσαν την ίδια γλώσσα, ακόμα και όταν την χρησιμοποιούσαν για να διαφωνήσουν μεταξύ τους· οι εξόριστοι Έλληνες μιλούσαν διαφορετική γλώσσα, ακόμα και αν, σε μερικά ζητήματα, την χρησιμοποιούσαν για να συμφωνήσουν με μερικούς από τους έξη. Παρόμοια διαφορά χώριζε τις βρετανικές αρχές από τους Βρετανούς αξιωματικούς που συνόδευαν την αντιπροσωπεία. Οι περισσότεροι επίσημοι των βρετανικών αρχών δεν είχαν γνωρίσει την ελληνική σκέψη, 51 παρά μόνο στην επίπλαστη γλώσσα της Αυλής και του Καΐρου. Ο ταξίαρχος Myers αρχηγός της ΒΣΑ, είχε ζήσει κιόλας ένα χρόνο στα βουνά, μαθαίνοντας έναν διαφορετικό τύπο του ελληνικού τρόπου σκέψεως. Ο εκπρόσωπος του Foreign Office ταγματάρχης Ουάλλας, που τον συνόδευε, κατείχε ενδιάμεση θέση, έχοντας ζήσει λίγο περισσότερο από ένα μήνα στα ελληνικά βουνά. Όπου όλες αυτές οι διάφορες φωνές διαφωνούσαν, πολλές από τις διαφωνίες τους μπορούσαν ν' αποδοθούν στις διαφορές της "γλώσσας" που μιλούσαν. Επειδή όμως αυτό δεν αναγνωρίσθηκε από την πρώτη στιγμή και ούτε ήταν εύκολο να αναγνωρισθεί, οι διαφωνίες πήραν τρομακτικές διαστάσεις.
α) Στην Αίγυπτο και στο Λονδίνο Η κατάσταση ήταν χωρίς προηγούμενο και χρειαζόταν λεπτό χειρισμό. Εκείνο που κυρίως προκαλούσε τη σύγχυση ήταν η σύγκρουση μιας πολιτικής ατμόσφαιρας όπου κυριαρχούσε το ζήτημα του κομουνισμού με μιαν ατμόσφαιρα όπου κυριαρχούσε το ζήτημα του βασιλιά. Στην κατεχόμενη Ελλάδα, το δεύτερο δεν ήταν καθόλου τόσο επείγον όσο το πρώτο· στην Αίγυπτο, η σημασία του πρώτου μόλις τώρα είχε αρχίσει να γίνεται αντιληπτή. Οι συζητήσεις επομένως στην Αίγυπτο έγιναν με διαφορετικούς σκοπούς από τις διάφορες πλευρές. Οι διάφορες διατάξεις δυνάμεων επάνω στην αιγυπτιακή σκηνή ήταν περίπλοκες. Από την κατεχόμενη Ελλάδα είχαν έρθει έξη Έλληνες, ενωμένοι όλοι στο ζήτημα του βασιλιά και πιθανότατα διασπασμένοι στο ζήτημα του κομμουνισμού, για να συναντήσουν τους εκπροσώπους των ελληνικών αρχών, που ήταν διασπασμένοι στο πρώτο, αλλά πιθανότατα ενωμένοι στο δεύτερο, από τη στιγμή που αντιλήφθηκαν την απειλή του. Αν οι άλλοι όροι ήταν ίσοι, πολύ λίγα θα χώριζαν τους μετριοπαθείς της αντιπροσωπείας από την πλειοψηφία των μελών της εξόριστης κυβερνήσεως — δηλαδή τον Πυρομάγλου του ΕΔΕΣ, τον Καρτάλη της ΕΚΚΑ και ακόμα κι αυτόν τον Τσιριμώκο της ΕΛΔ, από υπουργούς που είχαν πρόσφατα ορκισθεί, όπως ο Σοφοκλής Βενιζέλος και ο Καραπαναγιώτης. Όλοι αυτοί ήταν δημοκρατικοί και κανένας δεν ήταν των άκρων. Αλλά οι άλλοι όροι δεν ήταν ίσοι. Οι δημοκρατικοί υπουργοί δέχονταν μια έλξη προς τη Δεξιά από τους βασιλόφρονες με τους Digitized by 10uk1s
οποίους συνεργάζονταν. Οι μετριόφρονες της αντιπροσωπείας δέχονταν έλξη προς την Αριστερά από τους οπαδούς των άκρων που τους συνόδευαν. Ο Τσιριμώκος, που εκπροσωπούσε το μόνο σχεδόν ανεξάρτητο κόμμα μέσα στο ΕΑΜ, ήταν ήδη χρωματισμένος συνοδοιπόρος του ΚΚΕ. Ο Πυρομάγλου και ο Καρτάλης εμποδίζονταν από την έλλειψη, και μάλλον από την αδυναμία ύπαρξης σχεδίου για μια ορισμένη στάση κατά τις συζητήσεις, που θα συμβίβαζε τις διάφορες πεποιθήσεις τους. Το ατύχημα ήταν ότι στις 10 Αυγούστου κανένας από τους ενδιαφερομένους δεν είχε ένα σχέδιο, εκτός από τους αντιπροσώπους του ΚΚΕ. Ο βασιλιάς και οι οπαδοί του είχαν μια αρχή, να μη δεχθούν καμιά μεταβολή του πολιτειακού καθεστώτος όσο αυτοί βρίσκονταν στην εξορία, αλλά δεν είχαν κανένα σχέδιο για ν' αντιμετωπίσουν μια αντικαθεστωτική επίθεση. Η εξόριστη κυβέρνηση δεν ήξερε ούτε πότε θα έφθανε η αντιπροσωπεία και το έμαθε μετά την άφιξή της. Η αντιπροσωπεία, σαν σύνολο, είχε συμφωνήσει σε ένα σχέδιο για τη στάση που θα κρατούσαν ο ένας απέναντι στον άλλο και όλοι απέναντι στον αρχηγό της ΒΣΑ, ένα σχέδιο που θα μπορούσε να είχε αποτρέψει πολλά δάκρυα, αν είχε τηρηθεί — αλλά δεν τηρήθηκε. Το σχέδιο αυτό προέβλεπε μια προσέγγιση, πάνω απ' το χάσμα, ανάμεσα στην αντίσταση και στους εξόριστους, σε τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο ήταν να εξασφαλίσουν το να αναγνωρίσει η εξόριστη κυβέρνηση τις ανταρτικές οργανώσεις σαν τμήμα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Η αναγνώριση θα περιλάμβανε ανταλλαγή αξιωματικών συνδέσμων ανάμεσα στις τακτικές και τις άτακτες δυνάμεις του ελληνικού στρατού. Το δεύτερο στάδιο αφορούσε το πιο λεπτό ακόμα ζήτημα των πολιτικών υπηρεσιών. Το διοικητικό και ακόμα και το νομοθετικό έργο είχαν αναμιχθεί στις δραστηριότητες του κινήματος αντιστάσεως και ιδιαίτερα του Κοινού Γενικού Αρχηγείου. Η εξόριστη κυβέρνηση ήταν βέβαιο ότι θα το έβλεπε με δυσαρέσκεια αυτό, όπως το έβλεπε κι ο καθένας έξω από το ΚΚΕ. Αλλά δεν είναι δυνατό να χαράξει κανείς μια αυστηρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις στρατιωτικές και στις πολιτικές υπηρεσίες, όταν ένας στρατός ζει ανάμεσα στον πληθυσμό. Μια έκφραση δυσαρέσκειας για τον διπλό ρόλο των αντιστασιακών οργανώσεων θα ισοδυναμούμε με έκφραση δυσαρέσκειας για την ίδια την ύπαρξή τους. Πολλοί εξόριστοι Έλληνες, που δυσφορούσαν για την ύπαρξη των οργανώσεων αυτών, συμπεριφέρονταν σαν να πίστευαν ότι οι αντιστασιακές οργανώσεις θα έπαυαν να υπάρχουν αν τις αγνοούσαν. Το δεύτερο λοιπόν στάδιο ήταν να υπερνικηθεί αυτή η στάση. Το τρίτο, απόρροια του δεύτερου, ήταν να επισημανθούν και αν ήταν δυνατό να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τον μη αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα της εξόριστης κυβέρνησης. Αν εξαιρέσουμε μερικούς επίσημους της ΣΟΕ Καΐρου, οι ελληνικές και οι βρετανικές αρχές είχαν την τάση να υποτιμούν αυτούς τους κινδύνους. Αν η κυβέρνηση εκείνη, και προ παντός ο βασιλιάς, επέστρεφαν στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωσή της χωρίς καμιά άλλη τροποποίηση του πολιτεύματος, το αποτέλεσμα θα ήταν επανάσταση: το νέο κρασί θα φούσκωνε και θα έσπαζε τις παλιές μποτίλιες. Ήταν ανώφελο από την πλευρά των οπαδών του βασιλιά να κατηγορούν τις βρετανικές αρχές που υποστήριζαν δημοκρατικές οργανώσεις στην Ελλάδα: καμιά άλλη οργάνωση δεν φαινόταν πουθενά στην Ελλάδα χωρίς τη βοήθεια μικροσκοπίου. Αποτέλεσμα της βρετανικής επέμβασης δεν ήταν να ενθαρρυνθεί το δημοκρατικό ρεύμα, αλλά να περιορισθεί ο κομμουνισμός. Άσχετα όμως απ' αυτό, οι οπαδοί του βασιλιά δεν απέφευγαν το πρόβλημα με το να φορτώσουν την ευθύνη σε κάποιον άλλο. Η παρουσία στην Αίγυπτο πρώην πρακτόρων των βρετανικών αρχών και, συγκεκριμένα, του Μπακιρτζή και του Πελτέκη, έκανε να είναι η υπεκφυγή αυτή η πιο δελεαστική, αλλά όχι και η πιο ωφέλιμη. Οι κύκλος του βασιλιά δεν είχαν χωνέψει ακόμα εκείνο που τόσες φορές τους είχαν πει αξιόπιστοι αλλά ύποπτοι πληροφοριοδότες στην Ελλάδα, όπως επίσης και η ΣΟΕ Καΐρου, ότι, δηλαδή, ο χαρακτήρας της εξόριστης κυβέρνησής του δεν ανταποκρινόταν ακόμα στην αλλαγή των αισθημάτων των υπηκόων του που ζούσαν κάτω από κατοχή. Η αλλαγή αυτή μπορούσε να ήταν τεχνητή και προσωρινή, αλλά ήταν μια πραγματικότητα. Αυτή η αποσαφήνιση θ' αποτελούσε το τρίτο στάδιο του σχεδίου που είχε συμφωνηθεί ανάμεσα στον αρχηγό της ΒΣΑ και στους έξη Έλληνες που τον συνόδευαν. Το σχέδιο δεν μπήκε καθόλου σ' εφαρμογή, επειδή οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ δεν είχαν τέτοια πρόθεση. Οι μετριοπαθείς αντιπρόσωποι έμειναν άφωνοι, από την ακάθεκτη βιαιότητα με την Digitized by 10uk1s
οποία ο Τζήμας, η ισχυρότερη φυσιογνωμία της αντιπροσωπείας, παρέσυρε τους οπαδούς του κατευθείαν προς τα άκρα, και προχώρησε αμέσως στη φάση εκείνη που θα έπρεπε ν' αποτελέσει το τρίτο στάδιο εφαρμογής του σχεδίου. Παραμερίζοντας τα δυο πρώτα στάδια, στα οποία φαινόταν πολύ πιθανό να εκδηλωθεί διαφωνία μέσα στους κόλπους της αντιπροσωπείας, οι τέσσερις αντιπρόσωποι του ΕΑΜ απηύθυναν τελεσίγραφο προς το βασιλιά, τέσσερις μέρες από την άφιξή τους. Με μια χαρακτηριστική σπουδή, που δεν άφηνε περιθώριο για εσωτερικές διαφωνίες, περιόρισαν τις συζητήσεις στο θέμα του βασιλιά, στο οποίο όλοι οι αντιπρόσωποι των βουνών ήταν τυπικά σύμφωνοι. Και όχι μόνο ήταν αδύνατο να διχαστούν τα μέλη της αντιπροσωπείας επάνω σ' αυτό, αλλά στους έξη αυτούς προσχώρησαν και οι μοναδικοί δυο σημαίνοντες Έλληνες πολιτικοί, που είχαν αποδράσει από την κατεχόμενη Ελλάδα και είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο: ο Κανελλόπουλος, που είχε απομακρυνθεί από την κυβέρνηση ύστερα από τις ανταρσίες του Μαρτίου και είχε ανάγκη μιας χειρονομίας που θα τον αποκαθιστούσε· και ο Εξηντάρης, που είχε φθάσει στην Αίγυπτο λίγο πριν από την άφιξη της αντιπροσωπείας, με τη ρητή αποστολή από μέρους των δημοκρατικών της Αθήνας (μοναδικό καρπό που είχε αποφέρει η πρόσκληση του Τσουδερού τον Απρίλιο) 52 να εκθέσει τις απόψεις τους στους εξόριστους Έλληνες. Έτσι, ευνοϊκές συμπτώσεις έδωσαν τη δυνατότητα στους εκπροσώπους του ΚΚΕ να εξασφαλίσουν οκτώ υπογραφές κάτω από το κείμενο που εξέθετε τις απόψεις του στο βασιλιά και στην κυβέρνησή του. Η άποψη που διατυπωνόταν πάνω από τα ονόματα των Τζήμα, Πέτρου Ρούσσου, Δεσποτόπουλου, Τσιριμώκου, Πυρομάγλου, Καρτάλη, Κανελλόπουλου και Εξηντάρη, ήταν ότι ο Γεώργιος Β' δεν έπρεπε να επιστρέψει στην Ελλάδα χωρίς να προηγηθεί δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα, γινόταν η υπόδειξη να κρατήσει η εξόριστη κυβέρνηση τρία υπουργεία μετά την επιστροφή στην Ελλάδα. Ο βασιλιάς επανάλαβε σε οργίλο τόνο, ότι πρόθεσή του ήταν να επιστρέψει στην Ελλάδα, αμέσως μόλις θα ελευθερωνόταν, επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεών του. Όσο για την υπόδειξη σχετικά με την κυβέρνησή του, την αγνόησε εντελώς. Οι βρετανικές αρχές, ύστερα από θυελλώδεις συζητήσεις και από κάποιο διχασμό γνωμών, τάχθηκαν στο πλευρό του βασιλιά, με το συνταγματολογικό αιτιολογικό, ότι καμιά βιαστική απόφαση δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί, όσο η Ελλάδα βρισκόταν κάτω από εχθρική κατοχή. Τίποτα δεν μπορούσε να είναι πιο αντισυνταγματικό και αντιδημοκρατικό, από το να παραδοθεί η νόμιμη θέση του βασιλιά στις φωνασκίες μιας, κατά κοινή ομολογία, μειοψηφίας: μιας μειοψηφίας βέβαια ζωηρής, οργανωμένης, ακόμα και ένοπλης, αλλά χωρίς, πάντως, κανένα νόμιμο μέσο ν' αποδείξει ότι είχε το δικαίωμα να μιλά για λογαριασμό οποιουδήποτε άλλου εκτός του εαυτού της. Το επιχείρημα αυτό, για την απόρριψη του τελεσιγράφου, ήταν λογικό, αν και εκείνος ακριβώς που θα είχε να ωφεληθεί περισσότερο απ' αυτό είχε καταβάλει τη μεγαλύτερη προσπάθεια για να υπονομεύσει το πολίτευμα. Η βρετανική πολιτική του 1943, όπως και η αμερικανική πολιτική του 1947, θα ήταν ίσως πιο εύκολο να δικαιωθεί, αν ο Γεώργιος Β' είχε πεθάνει ενωρίτερα. Η σύγχυση δεν ήταν δικαιολογία για την εγκατάλειψη της νομιμότητας και της ορθοδοξίας, αλλά και αυτό ακόμα το επιχείρημα της λογικής ήταν τρωτό από το συναίσθημα. Ίσως γι' αυτόν το λόγο δεν κέρδισε τη γενική επιδοκιμασία. Η αντίδραση των περισσοτέρων από το ένα δεύτερο του αριθμού των μελών της εξόριστης κυβέρνησης ήταν να προσχωρήσουν σύσσωμοι στους οκτώ που είχαν υπογράψει το κείμενο, ένα κείμενο που έκανε οξύτερη την κρίση, αφήνοντας μόνο του σχεδόν τον Τσουδερό στο πλευρό του βασιλιά. Το ΚΚΕ είχε διαλέξει και τον τόπο και το χρόνο πολύ επιδέξια. Με ένα και μόνο αριστοτεχνικό πλήγμα πολιτικού "μπλίτσκριγκ", απομόνωσε μέσα στη λάμψη μιας αστραπής, το μοναδικό θέμα όπου όλοι οι αντίπαλοί του δεν μπορούσε παρά να ταχθούν στο πλευρό του κατά του καθεστώτος· έριξε στη σιωπή κάθε διαφωνία που χώριζε τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο της Ελλάδας απ' αυτό το ίδιο και τσάκισε στα δυο την εξόριστη κυβέρνηση σαν να ήταν σάπιο δέντρο. Όλα αυτά τα κατόρθωσε με την τακτική που εφάρμοσε, να εκμεταλλευθεί δηλαδή την αθεράπευτη αντίθεση ανάμεσα στα δυο σχίσματα που δέσποζαν στην ελληνική πολιτική ζωή. Οι φιλελεύθεροι δημοκρατικοί, αποτελώντας το ένα δεύτερο των μελών της αντιπροσωπείας και περισσότερο από Digitized by 10uk1s
το ένα δεύτερο των μελών της εξόριστης κυβερνήσεως, ήταν μόνιμα διχασμένοι από τον ανταγωνισμό ανάμεσα στον αντικομουνισμό και στον αντιμοναρχισμό. Ο Αύγουστος του 1943 αποτέλεσε μια από τις περιοδικές τους κρίσεις. Το τρίγωνο αυτό των δυνάμεων είχε μπροστά του δυο λύσεις, ανάλογα με το πόσο ισχυρές ήταν οι έλξεις που δέχονταν όσοι βρίσκονταν στη μέση: είτε τα δημοκρατικά αισθήματά τους θα τους απωθούσαν από το πλευρό των κομμουνιστών, είτε τα φιλελεύθερα - αντιμοναρχικά αισθήματά τους θα τους απωθούσαν από το πλευρό των μοναρχικών. Αλλά μόνο δυο από τους αντιμαχόμενους ήταν εξασκημένοι και σε ετοιμότητα. Με τη δεξιοτεχνία που έδειξαν, να ικανοποιήσουν τα δεύτερα και να κατευνάσουν τα πρώτα, ο Τζήμας και οι συνοδοί του έκλεισαν τις γραμμές των φιλελευθέρων πριν προλάβει κανένας να σκεφθεί να κλείσει τις γραμμές των δημοκρατικών. Η κυβέρνηση Τσουδερού, διχασμένη από πριν θεωρητικά σε φιλελεύθερους και βασιλόφρονες, έφθασε τώρα πολύ κοντά στη διάλυση. Για πρώτη φορά το πολιτειακό πρόβλημα της Ελλάδας είχε αποκρυσταλλωθεί, έστω και αν όλα τα αλλά της προβλήματα έμεναν στο σκοτάδι. Αν τα φιλελεύθερα μέλη της εξόριστης κυβερνήσεως παραιτούνταν, όπως έδειξαν αμέσως πρόθεση να κάνουν, δυο μόνο δυνατότητες θα έμεναν: ή θα ακολουθούσε μια κυβέρνηση αποκλειστικά φιλοβασιλική ή θα ακολουθούσε μια κυβέρνηση αποκλειστικά φιλελεύθερη. Κι αυτό επειδή κανένας φιλελεύθερος, ύστερα από τόση οξύτητα, δεν θα δεχόταν να υπηρετήσει κάτω από έναν βασιλιά, που είχε απορρίψει με σκαιότητα το τελεσίγραφο. Οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχαν έτοιμη μια πρόταση για μια κυβέρνηση, αν έπεφτε ο Τσουδερός. Είχαν κάμει βολιδοσκοπήσεις πριν αναχωρήσουν από την Ελλάδα και είχαν μάλιστα διαλέξει τον μελλοντικό εχθρό τους, τον Παπανδρέου, για πρωθυπουργό. Και περίμεναν, μ' εμπιστοσύνη, να κληθούν. Η κυβέρνηση, που είχε αναλάβει την εξουσία μόλις λίγο πριν από την άφιξη της αντιπροσωπείας των βουνών, ήταν ο ευαίσθητος καρπός ενός συμβιβασμού. Και ο συμβιβασμός αυτός δεν μπορούσε να επαναληφθεί, αν υπέβαλλε παραίτηση. Η παράταση του συμβιβασμού θα ήταν δυνατή μόνο αν αποφεύγονταν παραιτήσεις· αν η αντιπροσωπεία επέστρεφε ήσυχα στα βουνά της και το επεισόδιο ξεχνιόταν. Ατυχώς, η εκλογή ανάμεσα στην παράταση του συμβιβασμού και στην αποδοχή της μιας ή της άλλης αδιάλλακτης λύσεως, ήταν στο χέρι, όχι οποιασδήποτε ελληνικής αρχής, αλλά μόνο της βρετανικής κυβερνήσεως, προς την οποία ήταν φυσικό ν' απευθύνονται ο βασιλιάς και η κυβέρνησή του για συμβουλές. Οι βρετανικές αρχές — υποστήριζε η ελληνική κυβέρνηση — είχαν βοηθήσει αυτούς τους θορυβοποιούς να φύγουν από την Ελλάδα· οι βρετανικές αρχές θα τους εξασφάλιζαν και την επάνοδο· οι βρετανικές αρχές ήταν ο μόνος δρόμος επικοινωνίας με την κατεχόμενη Ελλάδα και η μόνη δυνατή πηγή συμμαχικών συμβουλών προς τους Έλληνες εξόριστους· οι βρετανικές αρχές λοιπόν έπρεπε ν' αποφασίσουν, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη για τις αποφάσεις τους. Η ανάληψη της ευθύνης είχε γίνει με υπερβολική σχεδόν προθυμία, σε βάρος μιας πολύτιμης ευκαιρίας. Το ότι ποτέ δεν ζητήθηκε επίσημα η γνώμη των αμερικανικών αρχών στο Κάιρο ήταν μια ατυχής παράλειψη, για πολλούς και διαφόρους λόγους. Ο κυριότερος ήταν, ότι, σε λίγο, Αμερικανοί αξιωματικοί θα πήγαιναν να ενσωματωθούν στην ΒΣΑ, στα ελληνικά βουνά. Η αντίστοιχη της SOE αμερικανική υπηρεσία, η OSS (Office of Strategic Services) με διοικητή τον στρατηγό Ντόνοβαν, που σαν συνταγματάρχης είχε δράσει στα Βαλκάνια το 1941, είχε εγκαταστήσει αρχηγείο τελευταία στο Κάιρο. Το ότι δεν της ζήτησαν γνώμη σε μια τέτοια περίπτωση γέννησε υποψίες, ιδιαίτερα για το λόγο ότι μερικά από τα μη πιστά μέλη της κυβερνήσεως Τσουδερού (ο Σοφοκλής Βενιζέλος, συγκεκριμένα) διατηρούσαν μυστική επαφή με Αμερικανούς επισήμους, όπως και με πέντε Αμερικανούς γερουσιαστές, που βρίσκονταν τότε στο Κάιρο, περιοδεύοντας στα θέατρα του πολέμου σε όλο τον κόσμο. Παρ' όλες αυτές τις ευκαιρίες και παρ' όλους αυτούς τους κινδύνους, οι Βρετανοί πήραν μόνοι τους τη απόφαση· οι έξη αντιπρόσωποι θα επέστρεφαν στην Ελλάδα και η Ελληνική Κυβέρνηση θα έμενε στην εξουσία.
Digitized by 10uk1s
Ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόσθηκε η απόφαση ήταν περισσότερο επιδεκτικός επικρίσεων παρά η ίδια η απόφαση. Ήταν δύσκολο να προβλέψει κανείς στις λεπτομέρειες τι ακριβώς θα ακολουθούσε αν είχε ληφθεί οποιαδήποτε άλλη απόφαση, αλλά οι πιθανότητες ήταν ολοφάνερες. Η πρόταση να ανατεθούν τρία υπουργεία της εξόριστης κυβερνήσεως, όταν θα επέστρεφε στην Ελλάδα, σε μέλη πιθανότατα των οργανώσεων αντιστάσεως ήταν η πιο σωστή ιδέα που ξεπήδησε μέσα από όλη αυτή την αναστάτωση. Αλλά δεν θα γινόταν τελικά αποδεκτή ούτε και απ' αυτούς τους αντιπροσώπους που την υπέβαλαν, παρά μόνο σαν μέρος του ευρύτερου σχεδίου τους, που είχε ήδη απορριφθεί. Θα μπορούσε πολύ καλά να είχε συζητηθεί πιο διεξοδικά. Ακόμα και αν οι συζητήσεις δεν θα έφερναν κανένα αποτέλεσμα, θα απότρεπαν τουλάχιστο διαμαρτυρίες εκ των υστέρων. Οι υπεύθυνες αρχές όμως είχαν τη γνώμη, ότι κάθε άλλη απόφαση, εκτός από αυτήν που πήραν τελικά, θα οδηγούσε κατευθείαν σε καταστροφή. Αν η κυβέρνηση Τσουδερού έπεφτε τον Αύγουστο του 1943, θα την ακολουθούσε ασφαλώς μια κυβέρνηση όπου θα κυριαρχούσε το ΕΑΜ, επειδή είχε αναλάβει, αυτόκλητα, την ηγεσία στον αγώνα κατά της μοναρχίας· ή, αντίθετα, μια κυβέρνηση φιλοβασιλικών των άκρων, που, την εποχή εκείνη (άσχετα με την εξέλιξη που είχε η υπόθεση από τότε) δεν εκπροσωπούσαν κανένα απολύτως ενεργό στοιχείο στην ελληνική ζωή. Το αποτέλεσμα, και στη μια και στην άλλη περίπτωση, θα ήταν ένας καταπιεστικός αυταρχισμός, είτε από το ΚΚΕ είτε από τη μοναρχική Δεξιά. Η κρίση του 1944-45 μάλιστα θα επερχόταν ένα χρόνο ενωρίτερα, ίσως με το αντίθετο αποτέλεσμα. Ούτε μια κομμουνιστική ούτε μια νεομεταξική δικτατορία θα μπορούσε να θεωρηθεί ανεκτή. Καμιά άλλη δυνατότητα δεν ήταν δυνατό να προβλεφθεί κάτω από τέτοιες περιστάσεις. Το κακό ήταν, ότι η αλήθεια είχε εκτεθεί στο φως όχι από εκείνους που θα έπρεπε· το ότι η κυβέρνηση του βασιλιά δεν ήταν αντιπροσωπευτική είχε αποκαλυφθεί χάρη στην επιδεξιότητα των κομμουνιστών, που η γνώμη τους δεν ήταν περισσότερο αντιπροσωπευτική. Έχοντας να διαλέξουν ανάμεσα στα δυο, οι βρετανικές αρχές αποφάσισαν, σαν από ένστικτο, ότι η σωστή ενέργεια ήταν να μην κάνουν καμιά ενέργεια. Ο συμβιβασμός, που με τόσες προσπάθειες είχε επιτευχθεί και είχε οδηγήσει σε έναν συνασπισμό, όπου επικρατούσαν οι φιλελεύθεροι κάτω από την αιγίδα μιας κατ' όνομα μόνο μοναρχίας, ήταν ασύγκριτα προτιμότερος από μιαν ανεπανόρθωτη κατάσταση, που δεν θα μπορούσε παρά να εξελιχθεί, με τη βία, σε έναν καινούριο αυταρχισμό του ενός από τα δυο άκρα. Εκείνο που ανακύπτει απ' αυτό το δίλημμα μπροστά στα μάτια του ιστορικού είναι όχι ότι έγινε κακή εκλογή, αλλά ότι δεν έπρεπε να επιτραπεί να δημιουργηθεί το δίλημμα. Αν το χάσμα ανάμεσα στους εξόριστους και στους συμπατριώτες τους στην Ελλάδα δεν διευρυνόταν σταθερά κατά τα δυο προηγούμενα χρόνια, οι κομμουνιστές δεν θα είχαν την ευκαιρία να το εκμεταλλευθούν με μια τόσο ραγδαία ενέργεια τον Αύγουστο του 1943. Το να διασωθεί η ενότητα της εξόριστης κυβερνήσεως με κάθε θυσία θα μπορούσε να ήταν το καλύτερο φάρμακο για μια δυσάρεστη κατάσταση. Η κατάσταση όμως εξακολουθούσε να είναι δυσάρεστη και το καλύτερο φάρμακο ήταν πολύ πενιχρό. Κάτω από τέτοιες περιστάσεις, οι βρετανικές αρχές δεν θα μπορούσε να είχαν πάρει διαφορετική απόφαση. Αν ήταν αναπόφευκτο να υπάρξουν οι περιστάσεις αυτές, αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου ζητήματος. Αν όμως η απόφαση, μια και είχε ληφθεί, εφαρμόσθηκε με σύνεση, είναι ένα ζήτημα με πιο άμεσο ενδιαφέρον. Η τακτική των κομμουνιστών αντιπροσώπων τους έφερε όλους σε κρίσιμη θέση. Μια και συμφωνήθηκε ότι το τελεσίγραφο έπρεπε ν' απορριφθεί και ότι η εξόριστη κυβέρνηση έπρεπε να διαφυλαχθεί από τη διάσπαση, μια μόνο σκέψη κυριάρχησε στο νου εκείνων, που τόσο απότομα είχαν αποσπασθεί από τον δογματικό τους ύπνο· να διώξουν την αντιπροσωπεία το συντομότερο. Οι απείθαρχοι υπουργοί του Τσουδερού πείσθηκαν να μην παραιτηθούν. Ζητήθηκε από τους προκλητικούς αντιπροσώπους να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Φάνηκε η ελπίδα, ότι ως τα τέλη Αυγούστου η κρίση θα περνούσε, προς το παρόν τουλάχιστο. Αλλά η αντιπροσωπεία των αντιστασιακών, ενώ κατευθυνόταν προς το αεροδρόμιο, έπεισε τον ίδιο τον Τσουδερό να ζητήσει από τις βρετανικές αρχές μια αναβολή. Η πρόφαση ήταν ότι δεν τους είχε δοθεί ο καιρός να ολοκληρώσουν τις συνομιλίες τους γύρω από στρατιωτικά ζητήματα με το Γενικό Αρχηγείο Μέσης Digitized by 10uk1s
Ανατολής. Αυτό ήταν αλήθεια, έστω και μόνο επειδή οι κομμουνιστές αντιπρόσωποι επέμεναν, αντίθετα με το κοινό σχέδιο που είχαν καταστρώσει πριν ξεκινήσουν για την Αίγυπτο, να προκαλέσουν πολιτική κρίση πριν προχωρήσουν σε στρατιωτικές συνομιλίες. Την πρωτοβουλία στην πίεση για αναβολή της αναχωρήσεως είχαν και πάλι οι κομμουνιστές. Το ότι ο Τσουδερός και οι βρετανικές αρχές είχαν επανειλημμένα υποχωρήσει ήταν σύμπτωμα της αναποφασιστικότητας που επικρατούσε στις γραμμές τους. Έτσι, οι έξη αντιπρόσωποι έμειναν στην Αίγυπτο ως τα μέσα του επόμενου μήνα. Στο μεταξύ, τρεις από τις ενδιαφερόμενες βρετανικές προσωπικότητες (ο ταξίαρχος Myers της ΒΣΑ, ο άμεσος προϊστάμενός του στην SOE Καΐρου και ο σύμβουλος του από το Foreign Office ταγματάρχης Ουάλλας) αναχώρησαν για το Λονδίνο, για να εκθέσουν την κρίση. Η αναβολή, που δόθηκε απρόθυμα, δεν επανόρθωσε τη ζημιά που είχε προκαλέσει η απότομη αποπομπή. Στα μέλη της αντιπροσωπείας ριζώθηκε η πεποίθηση, που καλλιεργήθηκε από τους τρεις κομμουνιστές, ότι οι βρετανικές αρχές είχαν την πρόθεση τώρα να επιβάλουν ξανά τη μοναρχία στην Ελλάδα με τη βία και ενισχύθηκε από την υποψία ότι ο ταξίαρχος Myers, στον οποίο όλοι τους είχαν εμπιστοσύνη, είχε εξαφανισθεί οριστικά από το προσκήνιο. Και η υποψία αυτή, με τη βοήθεια ενός ένστικτου χαρακτηριστικού της ελληνικής ευαισθησίας, έγινε βεβαιότητα στο νου τους, πριν ακόμα επαληθευθεί. Είχαν πεισθεί γι' αυτό πριν από τα τέλη Αυγούστου, παρ' όλο που ο αναπληρωτής του 53 δεν διορίστηκε επίσημα σαν διάδοχός του παρά μόνο στις Αρχές Δεκεμβρίου. Στο διάστημα που μεσολάβησε, μια θύελλα μηχανορραφιών και υπονοιών αναστάτωνε τις αγγλοελληνικές σχέσεις. Η μοναδική όμως κλωστή που εξείχε απ' αυτό το μπερδεμένο κουβάρι και η μόνη που θα οδηγούσε σε μιαν απόφαση, ήταν ότι ο Γεώργιος Β' διακήρυξε την απόφασή του να παραιτηθεί απ' το θρόνο, αν ο ταξίαρχος Myers επέστρεφε στην Ελλάδα. Η επιμονή του, ανάμεσα στην τόση αβεβαιότητα, έπαιξε ίσως αποφασιστικό ρόλο. Ο ταξίαρχος Myers ήταν ο μόνος, αν εξαιρέσουμε ίσως έναν ή δυο συναδέλφους του στην SOE Καΐρου, που αντιλαμβανόταν τη σύγχυση των σκέψεων και από τις δυο πλευρές του χάσματος. Το πόσο λεπτή είχε γίνει η θέση του βασιλιά δεν εκδηλώθηκε στην επιφάνεια. Με πρώτη ματιά, θα μπορούσε να μην είχε πολλή σημασία αν, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, επέστρεφε εκεί μαζί με την κυβέρνησή του ή όχι, αρκούσε να κρινόταν η τύχη και των δυο από την έκφραση της θελήσεως του λαού· και, επάνω σ' αυτό, είχε δοθεί ήδη κατηγορηματικά η υπόσχεση Η σειρά όμως που πήραν τα πράγματα αποδείχτηκε αποφασιστική. Το να τεθεί η επάνοδος του βασιλιά, πρώτη, η εκλογή νέας κυβερνήσεως δεύτερη και το δημοψήφισμα για το πολίτευμα τρίτο, θα ήταν άδικη παραχώρηση στον βασιλιά ενός πλεονεκτήματος, που θα εκμεταλλεύονταν αδίστακτα οι αντίπαλοί του· αν πάλι αντιστρεφόταν η σειρά, θα ήταν, στα μάτια των φίλων του, παραχώρηση του ίδιου πλεονεκτήματος στους εχθρούς του. Κανένας συγκερασμός αυτών των δυνατοτήτων δεν θα έφερνε ένα αδιάβλητο αποτέλεσμα, επειδή η καχυποψία και ο ανταγωνισμός είχαν φθάσει πια πολύ μακριά. Το κυριότερο αποτέλεσμα απ' αυτή τη σύγκρουση ιδεών που σημειώθηκε τον Αύγουστο ήταν, ότι και οι δυο πλευρές αλληλοκατηγορούνταν και υποπτεύονταν και οι δυο τις βρετανικές αρχές για κακή πίστη και υστεροβουλία. Η ατμόσφαιρα των ελληνικών πολιτικών πραγμάτων στην Αίγυπτο ήταν τέτοια εκείνο το καλοκαίρι, ώστε δεν ήταν δύσκολο να πιστεύει κανείς ο,τιδήποτε για οποιονδήποτε. Η αναβολή αναχωρήσεως των έξη αντιπροσώπων καθυστέρησε μόνο για λίγο το να μεταφερθεί η κρίση πίσω, στα ελληνικά βουνά, από όπου είχε ξεκινήσει. Δεν επιδείνωσε την αναταραχή, αφού οι αντιπρόσωποι δεν σημείωσαν καμιά άλλη επιτυχία, για να σταθεροποιήσουν τη θεαματική αρχική επιτυχία τους· ούτε και εξομάλυνε καθόλου την κατάσταση, αφού οι πιθανοί κίνδυνοι στα ελληνικά παρέμεναν οι ίδιοι. Αυτό όμως δεν ήταν τόσο πολύ φανερό στα Κάιρο, για το οποίο τα βουνά εξακολουθούσαν να είναι κλειστό βιβλίο. Στο νου των αγγλοελληνικών αρχών πλανιόταν η σκέψη να ενεργήσουν σαν να ήταν να τερματιζόταν η κρίση αμέσως μόλις θα ξεφορτώνονταν την αντιπροσωπεία των ανταρτών. Δεν μπορούσε βέβαια να εκδηλώνεται φανερά μια τόσο χονδροειδής ταύτιση του συμπτώματος με την ασθένεια· όπως φαινόταν, όμως, είχε κυριαρχήσει Digitized by 10uk1s
σιωπηρά στη συμπεριφορά εκείνης της περιόδου, και ο απληροφόρητος παρατηρητής δεν έβλεπε παρά μόνο την επιφάνεια. Κρίνοντας κανείς επιφανειακά, θα έλεγε ότι οι ελληνικές αρχές έλπιζαν ν' απαλλαγούν απ' το πρόβλημα, μεταθέτοντας την ευθύνη στις βρετανικές αρχές και οι βρετανικές αρχές, με τη σειρά τους, με το να ξεφορτωθούν τη θορυβοποιό αντιπροσωπεία στέλνοντάς την πίσω, στην Ελλάδα. Όσο σοφά κι αν ήταν τα κίνητρα, αυτή η τάση υποτιμήσεως των όσων γίνονταν στην Ελλάδα, όσο διαρκούσε η αποκατάσταση της ηρεμίας στην εξορία, βρήκε την έκφρασή της σε διάφορα περιστατικά εκείνης της εποχής. Από ελληνική πλευρά, ένα απ' αυτά ήταν η απόφαση να σταλεί ο Μπακιρτζής πίσω στα βουνά, μαζί με την αντιπροσωπεία των ανταρτών. Ο Μπακιρτζής δεν είχε προκαλέσει ζητήματα στη Μέση Ανατολή, αλλά η φήμη του ήταν επικίνδυνος παράγοντας. Επειδή ήταν φίλος του Καρτάλη και του Ψαρού και είχε εκφράσει την επιθυμία να συγκροτήσει αντάρτικη δύναμη, τον έστελναν πίσω στην Ελλάδα, χωρίς καμιά θετική οδηγία, αλλά μόνο και μόνο για να τον ξεφορτωθεί το Κάιρο. Ένα άλλο παράδειγμα ήταν ο διορισμός του Σμπαρούνη σαν δεύτερου γραμματέα του Βαρβαρέσσου αμέσως μόλις έφθασε από την κατεχόμενη Ελλάδα, όπου η τελευταία του επίσημη θέση ήταν εκείνη του οικονομικού συμβούλου του Τσολάκογλου. Η στάση απέναντι των "συνεργατών", που μαρτυρούσε αυτός ο διορισμός, ήταν η εκδήλωση μιας ευαρέσκειας, που δεν θα μπορούσε να αγνοηθεί από τις παράνομες οργανώσεις στην Ελλάδα· άφηνε όμως να εννοηθεί σιωπηρά, ότι όσα συνέβαιναν στην κατεχόμενη Ελλάδα δεν είχαν πραγματική υπόσταση. Από βρετανική πλευρά, η ίδια επιφανειακή εντύπωση δημιουργήθηκε με την απαγόρευση μεταδόσεως κάθε σχεδόν πληροφορίας για την επίσκεψη της αντιπροσωπείας των βουνών. Καμιά έκθεση σχετικά με την κρίση δεν μεταβιβάστηκε στον αρχηγεύοντα της ΒΣΑ και ούτε δόθηκαν τα σπουδαιότερα γεγονότα στον Τύπο. Στην πρώτη περίπτωση, σωστά αλλά πολύ καταναγκαστικά, η σιωπή ερμήνευε την αρχή, ότι η ΒΣΑ δεν πολιτευόταν. Η δεύτερη περίπτωση ήταν πολύ πιο σοβαρή, επειδή από τότε άρχισε η διαμάχη με τον Τύπο. Δεν μπορεί να υποτεθεί, ότι οι βρετανικές αρχές υποτιμούσαν τη σημασία του Τύπου. Η αλήθεια είναι μάλλον, ότι ο Βρετανός πρεσβευτής ήξερε ίσως πολύ καλά τους δημοσιογράφους. Το αποτέλεσμα πάντως ήταν, ότι η κοινή γνώμη έμεινε κατά τον μεγαλύτερο βαθμό απληροφόρητη και κατά ένα μικρότερο βαθμό άσχημα πληροφορημένη. Δεν σημειώθηκε λοιπόν καμιά από τις αμοιβαίες αντιδράσεις ανάμεσα στην επίσημη πολιτική και στη λαϊκή πίεση, με τις οποίες συντελείται η δημοκρατική λειτουργία. Πέρασε ένας ακόμα χρόνος, για να εκδηλωθεί αγανάκτηση και σύγχυση. Στο μεταξύ, ένα απατηλό αίσθημα ασφαλείας κυρίεψε άλλη μια φορά τον ελληνικό κόσμο του Καΐρου. Το πολιτειακό είχε τοποθετηθεί στο ψυγείο· η παρήγορη προσδοκία για συνθηκολόγηση της Ιταλίας κατείχε όλων τη σκέψη. Σαν ένα ταχυδρομικό δέμα που επιστρέφεται χωρίς να ανοιχθεί, η κρίση, που είχε έρθει από τα ελληνικά βουνά τον Αύγουστο επιστράφηκε εκεί τον Σεπτέμβριο. Και ξεχάστηκε σχεδόν με τον καιρό, το ότι το δέμα περιείχε μια ωρολογιακή βόμβα.
β) Στα ελληνικά βουνά Η αντιπροσωπεία των ανταρτών επέστρεψε στην Ελλάδα με τον ίδιο τρόπο, τη νύχτα της 16-17 Σεπτεμβρίου. Μαζί της, στο αεροπλάνο, ήταν ο στρατηγός Μπακιρτζής (που πήγαινε στην ΕΚΚΑ), ο Ιωάννης Πελτέκης (που επέστρεφε στην Αθήνα) και οι δυο πρώτοι Αμερικανοί, μέλη της ΑΣΑ. Δεν την συνόδευαν ούτε ο ταξίαρχος Myers (που ποτέ δεν επέστρεψε) ούτε ο ταγματάρχης Ουάλλας (που επέστρεψε μόνο ένα χρόνο αργότερα). Υπήρχε η ελπίδα, ότι η ιστορία της ελληνικής Αντιστάσεως θα συνεχιζόταν ομαλά από το σημείο όπου είχε μείνει ένα μήνα ενωρίτερα. Αλλά η ελπίδα αυτή ήταν απατηλή. Ό,τι ακολούθησε δεν ήταν καθόλου μια περίοδος ομαλής αποστολής και παραλαβής εφοδίων, αλλά το αποκορύφωμα του Οκτωβρίου, με την πρώτη απόπειρα του ΚΚΕ ν' αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο στην Ελλάδα. Τα κίνητρα της απόπειρας αυτής μπορούν να συνοψισθούν στα εξής τρία:
Digitized by 10uk1s
στην προσδοκία του τέλους του πολέμου· σε μια τεράστια αύξηση της δυνάμεως πυρός του ΕΛΑΣ· και στην πεποίθηση, ότι οι βρετανικές αρχές θα επέβαλλαν με τη βία ένα ανεπιθύμητο καθεστώς στην Ελλάδα. Μπορούμε να εξετάσουμε το καθένα με τη σειρά τα τρία αυτά κίνητρα. Όλοι, στην Ελλάδα, περίμεναν το τέλος του πολέμου από εβδομάδα σε εβδομάδα, σε όλη τη διάρκεια του 1943. Οι επανειλημμένες απογοητεύσεις δεν εμπόδισαν καθόλου να επανέρχεται φευγαλέα αυτή η προσδοκία, από καιρό σε καιρό. Χωρίς αυτόν τον ευσεβή πόθο, που του έδινε κουράγιο, ο ελληνικός πληθυσμός δεν θα είχε επιζήσει απ' τη δοκιμασία. Ευτυχώς, οι τεχνικές δυσκολίες, που υπήρχαν στο να επωφεληθούν οι Σύμμαχοι από τα πλεονεκτήματά τους για να δώσουν ένα τέλος, ήταν άγνωστες στους χωρικούς, τους αντάρτες και τους απλούς ανθρώπους των πόλεων. Το ότι όμως κατακτούσε όλο και περισσότερο έδαφος αυτή η πεποίθηση δεν ήταν μόνο ζήτημα άγνοιας και ιδιοσυγκρασίας, αφού την συμμερίζονταν ευφυείς πολιτικοί και έμπειροι στρατιωτικοί των μυστικών οργανώσεων, που είχαν μάλιστα πεισθεί σε τέτοιον βαθμό ως τον Οκτώβριο του 1943, ώστε να αναλάβουν αποφασιστική δράση. Για όσους μελετούσαν τους οιωνούς, στο βαθύ σκοτάδι της εχθρικής κατοχής, η πεποίθηση αυτή δεν ήταν παράλογη· τα γεγονότα του 1943 της είχαν δώσει κάποιο έρεισμα, όπως θα φανεί από ένα σύντομο πολεμικό ημερολόγιο εκείνης της χρονιάς. Τον Ιανουάριο του 1943, η βρετανική Όγδοη Στρατιά κατέλαβε την Τριπολίτιδα στη Β. Αφρική και η γερμανική Έκτη Στρατιά παραδόθηκε στον Κόκκινο Στρατό, στο Στάλινγκραντ. Στα τέλη του μήνα, ο Churchill είχε συνάντηση με τον πρόεδρο και τον πρωθυπουργό της Τουρκίας στα Άδανα, γεγονός που, όπως ήταν φυσικό, ξανάδωσε φτερά στη φήμη, ότι η Τουρκία ήταν έτοιμη να πάρει μέρος στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Οι Γερμανοί έκαναν απελπισμένες προσπάθειες να σπείρουν τη διχόνοια στην Ανατολική Ευρώπη. Επιδοκίμασαν επίσημα τον Μιχαήλοβιτς στη Γιουγκοσλαβία και επαναλάμβαναν παντού το τροπάρι της σοβιετικής απειλής. Ανακάλυψαν ομαδικούς τάφους Πολωνών στο δάσος του Κατύν και Ρουμάνων κοντά στην Οδησσό, στο κατώφλι της ΕΣΣΔ. Οι προσπάθειές τους τόνιζαν πιο πολύ τη χρεοκοπία τους. Οι επικεφαλής των κυβερνήσεων ανδρεικέλων της Ιταλίας, Ουγγαρίας, Κροατίας και Γαλλίας κλήθηκαν διαδοχικά και με ραγδαίο ρυθμό σε συνάντηση με τον Χίτλερ, μέσα στον Απρίλιο και τον Μάιο. Παρ' όλα αυτά, την κατάρρευση του ανατολικού μετώπου φαινόταν να προοιωνίζει το γεγονός ότι αποσύρθηκαν απ' αυτό, μέσα στον ίδιο χρόνο, τα ιταλικά, ουγγρικά, κροατικά και ρουμανικά στρατεύματα. Οι Γερμανοί ανάγγειλαν ένα νέο σχέδιο για έναν βαλκανικό συνασπισμό, αλλά οι ελάχιστες λεπτομέρειες που είδαν το φως έδειξαν, ότι δεν ήταν παρά μια ύστατη προσπάθεια για καταστολή των ταραχών που ξεσπούσαν παντού. Με εξαίρεση τη Γιουγκοσλαβία, σε όλες τις βαλκανικές χώρες έκαναν φανερή την αδυναμία της Νέας Τάξεως οι αλλεπάλληλες καταρρεύσεις των κυβερνήσεων των συνεργατών. Ο Ράλλης διαδέχτηκε τον Λογοθετόπουλο στην Ελλάδα, ο Μποζίλωφ τον Φιλώφ στη Βουλγαρία, πέντε διαδοχικές κυβερνήσεις ανέλαβαν την εξουσία στην Αλβανία μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 1943. Ο Σέρβος και ο Κροάτης κουίσλινγκ διατηρήθηκαν σε μια αμφίβολη εξουσία, μόνο επειδή δεν βρέθηκαν αντικαταστάτες. Τον Ιούλιο, έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του σε μια γερμανική διαταγή επικηρύξεως το απαίσιο όνομα του Τίτο. Ξέσπασαν ταραχές για την ένωση της Κύπρου και της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα. Στο διάστημα τεσσάρων μηνών του καλοκαιριού, η Βόρειος Αφρική είχε εκκαθαρισθεί από τις δυνάμεις του Άξονα· η Σικελία είχε καταληφθεί· η Ρώμη βομβαρδιζόταν· ο Mussolini ανατράπηκε· ο βασιλιάς Βόρις της Αλβανίας πέθανε κατά μυστηριώδη τρόπο· η Ιταλία δεχόταν εισβολή· ο Μιχαήλοβιτς προσχώρησε ανοιχτά στους Γερμανούς και έκανε επιθέσεις σε πλοία, στον Δούναβη· ο Μπαντόλιο, στην Ιταλία, συνθηκολόγησε άνευ όρων· βόμβες άρχισαν να πέφτουν στις πρωτεύουσες όλων των χωρών που ήταν με το πλευρό του Άξονα. Όλα αυτά ήταν αρκετά για να μεθύσουν ακόμα και άνθρωποι λιγότερο θερμόαιμοι από τους Έλληνες. Digitized by 10uk1s
Τα μέτρα προφυλάξεως που έπαιρναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα έκαναν ακόμα πιο έντονη την ατμόσφαιρα του ενθουσιασμού. Πέντε Έλληνες στρατηγοί, ανάμεσα στους οποίους κι ο Παπάγος, μεταφέρθηκαν κρατούμενοι στη Γερμανία, από φόβο για ό,τι θα μπορούσε να έκαναν στην Αθήνα. Τα Τάγματα Ασφαλείας παρακινήθηκαν να πολεμήσουν τους αντάρτες, που πλήθαιναν με ραγδαίο ρυθμό. Φάλαγγες γερμανικών στρατευμάτων βρίσκονταν σε αδιάκοπη μετακίνηση. Όταν ο Γεώργιος Β' ανάγγειλε σαν επικείμενη την απελευθέρωση της Ελλάδας και ορισμένα νησιά του Αιγαίου καταλήφθηκαν από ελληνικές και βρετανικές δυνάμεις, η ελπίδα τρεμόπαιξε σκαρφαλωμένη στην άκρη της βεβαιότητας, ότι είχε φθάσει η ποθητή μέρα. Γκρεμίστηκε επανειλημμένα, για να ξανασηκωθεί όμως και πάλι την κάθε φορά. Και, την κάθε φορά, η συμπεριφορά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αποτελούσε το βαρόμετρο των ελληνικών προσδοκιών. Ύστερα από την Τριπολίτιδα και το Στάλινγκραντ, επιτέθηκε κατά του Σαράφη· ύστερα από την Τύνιδα και την Μπιζέρτα, επιτέθηκε κατά του Ψαρού και των απομακρυσμένων μονάδων του Ζέρβα· ύστερα από τη Σικελία, επιτέθηκε κατά των οργανώσεων ΠΑΟ στη Μακεδονία και ΕΣ και ΕΟΑ στην Πελοπόννησο· ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, εξαπόλυσε γενικό εμφύλιο πόλεμο. Όλα αυτά δεν εκφράζουν σχέσεις αιτίου και αποτελέσματος· ήταν ταυτόχρονα συμπτώματα μιας παράλληλης πορείας. Στιγμιαίες αναδιπλώσεις ακολουθούσαν την κάθε απογοήτευση. Αλλά οι απογοητεύσεις, ακόμα και ύστερα από την κορύφωσή τους τον Οκτώβριο του 1943, ισοσταθμίζονταν πάντα από νέα φτερουγίσματα ελπίδας. Η εισβολή στην Ελλάδα δεν έγινε και τα νησιά ανακαταλήφθηκαν από τον Άξονα. Αλλά τον Οκτώβριο συναντήθηκαν στη Μόσχα οι υπουργοί Εξωτερικών των Συμμάχων και οι ηγέτες τους στην Τεχεράνη και το Κάιρο τον Δεκέμβριο. Φαινόταν αδύνατο ότι δεν θα έβγαινε τίποτε από όλα αυτά. Κάθε ελληνική σκέψη ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο, με το ΚΚΕ μπροστά. Όλα αντικρίζονταν υπό το πρίσμα των ελληνικών υποθέσεων, από ελληνική σκοπιά, με μοναδικό σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας. Το αποφασιστικό γεγονός που αναπήδησε απ' αυτό το κρεσέντο της αυταπάτης ήταν η απόπειρα του ΚΚΕ ν' αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο των ελληνικών βουνών, εξαπολύοντας επίθεση κατά του ΕΔΕΣ, τον Οκτώβριο του 1943. Οι προηγούμενες, συρράξεις μικρότερης κλίμακας, συγχωνεύτηκαν, ύστερα απ' αυτή την πράξη, μέσα στη γενική ανάφλεξη εμφυλίου πολέμου. Δεν είναι επομένως εκπληκτικό, ότι ο πιο πειστικός από τους οιωνούς που προανάγγελλαν το τέλος του πολέμου εμφανίσθηκε αμέσως πριν εξαπολυθεί αυτή η επίθεση. Ο οιωνός αυτός ήταν η συνθηκολόγηση της Ιταλίας, πράγμα που παρουσιάζει το πρόσθετο ενδιαφέρον, ότι αποτελεί το πρώτο σημαντικό δείγμα του έργου του Κοινού Γενικού Αρχηγείου κατά την απουσία των πρωταγωνιστών. Όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ενωμένων Εθνών, που θα μπορούσε σχεδόν να πάρει αυτό σαν πρότυπο, το Κοινό Γενικό Αρχηγείο ήταν δυνατό να λειτουργήσει μόνο αν όλα τα μέλη του ήθελαν να λειτουργήσει. Οι αποφάσεις του παίρνονταν με συμβιβασμό των απόψεων και εκτελούνταν μόνο αν άρεσαν στα μέλη. Επειδή δεν ανταποκρινόταν απόλυτα στις αντιλήψεις είτε της ΒΣΑ είτε του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, η τύχη του δεν μπορούσε να ήταν βέβαιη, παρά μόνο όταν θα επικρατούσε οριστικά η μια ή η άλλη πλευρά· όταν, δηλαδή, οι πολιτικές επιδιώξεις θα υποτάσσονταν πραγματικά στις στρατιωτικές επιχειρήσεις ή όταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα κατόρθωνε ν' απορροφήσει τους αντιπάλους του και θα επέβαλλε να συμπέσουν τα πλαίσια του Κοινού Γενικού Αρχηγείου με τα πλαίσια του Γενικού Αρχηγείου του ΕΛΑΣ. Όσο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα αντιπροσωπευόταν από τον Σαράφη, που ήταν ακόμα υποχρεωμένος να κερδίσει την εύνοια των νέων του κυρίων φέρνοντας κωλύματα στους παλαιούς του συμμάχους και όσο ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ και η ΒΣΑ θα εκπροσωπούνταν από αξιωματικούς μικρότερου κύρους 54, που η κυριότερη φροντίδα τους ήταν να κερδίζουν χρόνο κρατώντας τις θέσεις που είχαν καταλάβει οι ανώτεροί τους πριν απ' αυτούς, δεν υπήρχε ελπίδα να λυθεί οριστικά κανένα από τα λεπτά προβλήματα. Με ένα τέτοιο ακριβώς πρόβλημα, η ετοιμόρροπη εξουσία των Ιταλών αντιμετώπισε την όχι λιγότερο ετοιμόρροπη επιτροπή, που είχε την ανώτατη ηγεσία των Εθνικών Ομάδων.
Digitized by 10uk1s
Η κατάρρευση της Ιταλίας ήταν φανερό από αρκετό καιρό τώρα ότι πλησίαζε. Παρ' όλο ότι η ανατροπή του Mussolini είχε αποφασισθεί με την προϋπόθεση ότι τόσο ο φασισμός όσο και ο πόλεμος κατά των Συμμάχων θα είχαν συνέχεια, ο διάδοχός του Μπαντόλιο εγκατάλειψε αμέσως τον πρώτο και, κατά τον Αύγουστο, ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει και τον δεύτερο. Μυστικές επαφές σε ανώτατο επίπεδο είχαν αρχίσει ανάμεσα στην Ιταλία και τους Συμμάχους. Δόθηκε λοιπόν εξουσιοδότηση ν' αρχίσουν και επίσημες διαπραγματεύσεις σε χαμηλότερο επίπεδο ανάμεσα στο Κοινό Γενικό Αρχηγείο και στους Ιταλούς διοικητές μονάδων στη Θεσσαλία. Οι διαπραγματεύσεις αυτές είχαν αρχίσει ουσιαστικά πριν από την αναχώρηση της αντιπροσωπείας για την Αίγυπτο. Πριν από την επάνοδό της, είχαν ολοκληρωθεί και, γύρω στις δώδεκα χιλιάδες Ιταλοί, είχαν μεταβιβάσει τον οπλισμό τους στο στρατόπεδο των Συμμάχων. Αυτό φάνηκε σαν θρίαμβος των Εθνικών Ομάδων, αλλά η πραγματικότητα πίσω από την επιφάνεια ήταν λιγότερο ικανοποιητική. Το περιστατικό αυτό αποκάλυψε, ακόμα και στους Ιταλούς, το ασυμβίβαστο και την έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στους ηγέτες των ανταρτικών οργανώσεων. Οι διαπραγματεύσεις άρχισαν χωριστά από την κάθε οργάνωση που μετείχε στο Κοινό Αρχηγείο, με την επιδίωξη της καθεμιάς ν' αποκτήσει όσο μπορούσε περισσότερα όπλα για τον εαυτό της. Καμιά επιτυχία δεν σημείωσαν και ούτε το Κοινό Αρχηγείο λειτούργησε συντονισμένα, ως την ήμερα που οι ασύρματοι μετάδωσαν την είδηση ότι η κυβέρνηση Μπαντόλιο είχε συνθηκολογήσει άνευ όρων. Μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες, ο στρατηγός Ινφάντε, διοικητής της μεραρχίας Πινερόλο στη Λάρισα, προσφερόταν να παραδώσει τη διοίκηση της μονάδας του στους αντιπροσώπους των Συμμάχων στην Ελλάδα. Με την ιδιότητα αυτή, τουλάχιστο, τα μέλη του Κοινού Αρχηγείου αναγκάσθηκαν να ενεργήσουν ενωμένα, από φόβο μήπως, αν δεν ενώνονταν, κάποιος από όλους τους άρπαζε μόνος του κάτι από τα χέρια των Ιταλών, σε κατάλληλη ευκαιρία. Η πρώτη συνάντηση του Ιταλού στρατηγού και του Κοινού Αρχηγείου έγινε στις 11 Σεπτεμβρίου. Το μόνο που ενδιέφερε τον στρατηγό ήταν να είναι τέτοια η συμπεριφορά του, ώστε να επιδοκιμασθεί (παρ' όλο ότι δεν ήταν δυνατό να είχε εξουσιοδότηση) από την ανωτάτη διοίκησή του στην Ιταλία και, επίσης, κάθε συμφωνία που θα έκλεινε θα είχε την εγγύηση του αρχηγεύοντος της ΒΣΑ για λογαριασμό των Συμμάχων. Δήλωσε καθαρά, ότι δεν θα έκλεινε καμιά συμφωνία με τους ηγέτες των ανταρτών μόνο. Εκείνοι, από την πλευρά τους, ενδιαφέρονταν πριν απ' όλα ν' αποκτήσουν όσο μπορούσαν πιο πολλά ιταλικά όπλα πριν επέμβουν οι Γερμανοί. Ήταν επομένως πρόθυμοι να συμφωνήσουν σχεδόν στο καθετί με τον Ιταλό στρατηγό, αλλά σχεδόν σε τίποτα μεταξύ τους. Οι περισσότεροι από τους Ιταλούς της μεραρχίας αυτής έτυχε να βρίσκονται κοντά σε μονάδες του ΕΛΑΣ και πολύ λίγοι κοντά στην περιοχή του ΕΔΕΣ ή της ΕΚΚΑ. Ο Σαράφης αξίωσε για λογαριασμό του ΕΛΑΣ όλο τον οπλισμό. Επειδή ο οπλισμός αυτός περιλάμβανε όλων σχεδόν των ειδών τα όπλα, από πυροβολικό και κάτω, με δύναμη πυρός, που οι Έλληνες αντάρτες ούτε την είχαν ονειρευτεί ως τότε, η διάθεσή του ήταν πολύ σοβαρό ζήτημα. Ούτε ο Ινφάντε ούτε ο ΕΔΕΣ ούτε η ΕΚΚΑ θα άφηναν ποτέ θεληματικά να πέσει στα χέρια του ΕΛΑΣ. Ο Σαράφης γνώριζε ότι και η ΒΣΑ δεν θα συναινούσε. Αποφασίσθηκε, λοιπόν, να προσχωρήσουν οι ιταλικές δυνάμεις στους αντάρτες, με τον οπλισμό τους· να τον κρατούν όσο θα έδειχναν προθυμία να πολεμήσουν τους Γερμανούς· και μόνο πλεονάζοντα όπλα, που δεν μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει η μεραρχία Πινερόλο, να παραδοθούν στους αντάρτες, για να τα μοιρασθούν αναλογικά. Τα πλεονάζοντα όπλα δεν ήταν πολλά. Τα παρέλαβε ο ΕΛΑΣ για λογαριασμό και των άλλων οργανώσεων, που καμιά τους δεν πήρε ποτέ το μερίδιό της. Το σημαντικό ήταν η δύναμη πυρός που εξακολουθούσε να βρίσκεται στα χέρια των Ιταλών. Καμιά από τις οργανώσεις των ανταρτών δεν είχε εγκαταλείψει την ελπίδα να την αποκτήσει, αλλά μόνο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν σε θέση, επειδή η παράδοση των Ιταλών έγινε στην περιοχή της υπεροχής του, να επινοήσει ένα αποτελεσματικό σχέδιο για την απόκτησή τους. Μια αλυσίδα συμπτώσεων ευνόησε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σ' αυτή την υπόθεση. Η Θεσσαλία ήταν το μόνο τμήμα της Ελλάδας, όπου το μονοπώλιο έμενε ουσιαστικά αδιαφιλονίκητο στα χέρια του, από τότε που είχε διαλυθεί η ανεξάρτητη δύναμη του Σαράφη. Αν και υπήρχαν μεμονωμένες μονάδες του ΕΔΕΣ, που μόλις είχαν αρχίσει να συγκροτούνται, ύστερα από την υπογραφή του Συμφώνου των Digitized by 10uk1s
"Εθνικών Ομάδων", καμιά άλλη δύναμη εκτός από τον ΕΛΑΣ δεν ήταν σε θέση να δεχθεί την παράδοση των Ιταλών. Η Θεσσαλία ήταν επίσης η μόνη περιοχή της ιταλικής κατοχής, που ο στρατηγός διοικητής της είχε το θάρρος να αλλάξει στρατόπεδο. Αυτό οφειλόταν ως ένα μεγάλο βαθμό στο ότι είχε υπηρετήσει στο Λονδίνο και στην Ουάσιγκτον σαν στρατιωτικός ακόλουθος της ιταλικής πρεσβείας και ήξερε καλά με ποια πλευρά έκλιναν οι συμπάθειές του. Αλλά, και πάλι, η αλλαγή στρατοπέδου από τη μεραρχία Πινερόλο δεν θα είχε γίνει, αν δεν υπήρχε μια Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή ή αν η ΒΣΑ είχε αρνηθεί να εγγυηθεί τους όρους της παραδόσεως. Ο ιταλός στρατηγός ζήτησε από τον αρχηγεύοντα της ΒΣΑ να εγγυηθεί, ότι οι όροι που περιλαμβάνονταν στο Πρωτόκολλο Παραδόσεως 55 θα τηρούνταν από τους αντάρτες. Σαν μέλος του Κοινού Γενικού Αρχηγείου, ο αρχηγεύων της ΒΣΑ δεν μπορούσε να αρνηθεί την εγγύηση, χωρίς να εκθέσει την καλή πίστη των άλλων μελών και να αφήσει έτσι να παραδοθεί η μεραρχία Πινερόλο στους Γερμανούς. Δεν υπήρχε πραγματικά άλλη εκλογή, αν και υπήρχε κιόλας η υπόνοια, ότι το ΕΑΜΕΛΑΣ δεν θα σεβόταν τους όρους που θα υπέγραφε. Με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παραδόσεως, η μεραρχία Πινερόλο αποτέλεσε τον πρώτο στην Ευρώπη ιταλικό στρατιωτικό σχηματισμό που γινόταν ενεργά συμπολεμιστής των Συμμάχων. Αξίζει να τονισθεί αυτό, επειδή φωτίζει και τα τρία κίνητρα, στα οποία μπορεί ν' αποδοθεί το αποκορύφωμα της πρώτης εξορμήσεως του ΚΚΕ για την κυριαρχία στη χώρα. Πρώτα απ' όλα, ενίσχυσε την πεποίθηση, ότι το τέλος του πολέμου ήταν κοντά. Η πεποίθηση αυτή ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο ύστερα από λίγο, όταν γερμανικά στρατεύματα άρχισαν να εκκενώνουν την Ελλάδα κατά μεγάλες μάζες, με κατεύθυνση προς τα βόρεια. Το δίκτυο πληροφοριών των ανταρτών δεν κατόρθωσε να εξακριβώσει, ότι οι μετακινήσεις αυτές ήταν ως ένα σημείο μπλόφα, για να το παραπλανήσουν, και ως ένα άλλο σημείο ανακατανομή δυνάμεων στα Βαλκάνια, που την έκαναν απαραίτητη τα κενά που άφησαν οι ιταλικές φρουρές στην Αλβανία και στη Γιουγκοσλαβία. Η αλβανική κυβέρνηση ανδρεικέλων, εξαπατημένη ίσως απ' το ίδιο τέχνασμα, άρπαξε την ευκαιρία να κηρυχθεί ουδέτερη και, λίγο αργότερα, περίμενε να της δοθεί έδρα στη Συμμαχική Επιτροπή Ελέγχου της Ιταλίας. Στη μεταμόρφωση όμως αυτή δεν έδειξε τόση επιδεξιότητα όση οι Βούλγαροι το 1944 και τελικά δεν αποκόμισε κανένα κέρδος απ' αυτήν, έστω και μόνο να κινήσει την προσοχή. Η ιταλική παράδοση, πέρα απ' αυτή τη γενική πλάνη που δημιούργησε, εξασφάλιζε στο ΚΚΕ, κατά δεύτερο λόγο, μια τεράστια αύξηση στη δύναμη πυρός του ΕΛΑΣ, από τη στιγμή που ο ΕΛΑΣ θα κατόρθωνε να διαμοιράσει τις μονάδες της μεραρχίας Πινερόλο σε κατάλληλες θέσεις, για να μπορέσει να τις αφοπλίσει. Με αστείες προφάσεις για διάταξη δυνάμεων σε μεγάλη ακτίνα, με καλλιέργεια κομμουνιστικής προπαγάνδας ανάμεσα στους Ιταλούς, που βρίσκονταν σε αμηχανία, με το να δανείζονται Ιταλούς ειδικούς και όπλα που ποτέ δεν επιστράφηκαν, οι διοικητές του ΕΛΑΣ άρχισαν από την πρώτη στιγμή να προετοιμάζουν τη μεραρχία Πινερόλο για αφοπλισμό, όταν θα έφθανε η κατάλληλη ώρα. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, η μεραρχία δεν υπήρχε πια παρά μόνο στα χαρτιά και ήταν έτοιμη για το επόμενο βήμα, που πρόσφερε στο ΚΚΕ το δεύτερο κίνητρό του για να εξαπολύσει εμφύλιο πόλεμο τον Οκτώβριο. Ταυτόχρονα, η στάση των βρετανικών αρχών, όπως παρουσιάστηκε στα μάτια του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατά την παράδοση των Ιταλών, του πρόσφερε το τρίτο κίνητρο. Το τελευταίο αυτό ήταν ένα ανάμεσα σε πολλά συμπτώματα που σχετίζονταν στενά μεταξύ τους. Από την αρχή των διαπραγματεύσεων, μερικές εβδομάδες πριν η συνθηκολόγηση της Ιταλίας γίνει πραγματικότητα, οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στο Κοινό Γενικό Αρχηγείο είχαν παρατηρήσει στη στάση του αρχηγεύοντος της ΒΣΑ μια τάση να παίρνει το μέρος οποιουδήποτε άλλου εκτός από το δικό τους σε κάθε διαφωνία που παρουσιαζόταν. Πρώτα, αυτός ο άλλος ήταν ο ΕΔΕΣ ή η ΕΚΚΑ· ύστερα, ήταν ο Σαράντης, ο νομάρχης Τρικάλων, που χρησίμευσε σαν μεσολαβητής των Ιταλών· ύστερα ο ίδιος ο Ιταλός στρατηγός. Συμπέραναν, λοιπόν, ότι η στάση αυτή δεν ήταν ζήτημα προσωπικό· οφειλόταν στο ότι οι προθέσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ διέφεραν διαμετρικά από τις προθέσεις των βρετανικών αρχών. Η ΒΣΑ είχε κατηγορηματικές διαταγές από τον στρατηγό Ουίλσον: να κάμει κτήμα της κάθε ιταλικό όπλο που θα μπορούσε· να επιφυλάξει στον εαυτό της την ευθύνη για την κατανομή των ιταλικών όπλων· και σε καμιά περίπτωση να μην αφήσει να Digitized by 10uk1s
πέσει ολόκληρη η λεία στα χέρια του ΕΛΑΣ. Ο αρχιστράτηγος δεν είχε εμπιστοσύνη στο πως θα χρησιμοποιούσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ μια τόσο μεγάλη δύναμη πυρός που του έπεφτε απ' τον ουρανό και που ήταν αδύνατο να την ισοσταθμίσουν οι συνηθισμένες πηγές που είχαν στη διάθεσή τους οι Βρετανοί. Παράλληλα, ήταν αβέβαιο αν θα γινόταν δυνατή η προσαρμογή αεροπλάνων έτσι που να μπορούν να ρίχνουν ακόμα και πυροβολικό ή έστω βαρείς όλμους και πολυβόλα. Αν και κάτι κατορθώθηκε αργότερα για ανεφοδιασμό με όλα αυτά, ποτέ δεν έφθασε ο ανεφοδιασμός αυτός τη δύναμη εξοπλισμού μιας ολόκληρης μεραρχίας. Αφού ο διοικητής της ιταλικής μεραρχίας δεν σκόπευε να παραδοθεί μόνο σε αντάρτες και αφού μόνο με τη βρετανική συγκατάθεση θα τους παράδινε τον οπλισμό, αποτελούσε λογικό όρο, να αναλάβουν την κατανομή του τα ίδια χέρια που μοίραζαν τα εφόδια των ρίψεων από τον αέρα. Θεωρητικά, αυτό σήμαινε ότι θα ήταν τα χέρια του ΚΓΑ. Αλλά η ΒΣΑ είχε όλη την ευχέρεια να κανονίζει τη διάθεση των εφοδίων απ' τον αέρα, έτσι που να ικανοποιούνται οι στρατιωτικές ανάγκες. Δεν είχε όμως την ίδια ευχέρεια, προκειμένου για έναν οπλισμό που είχε συγκεντρωθεί μπροστά στα μάτια της, σε μια γειτονική περιοχή της Ελλάδας. Έτσι, οι οδηγίες που δόθηκαν στην ΒΣΑ οδήγησαν σε ατέλειωτες οξύτατες φιλονικίες. Και οι φιλονικίες αυτές κατέληξαν στον συμβιβασμό που αναφέραμε και τον οποίο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ συνωμοτούσε κιόλας να ματαιώσει και δημιούργησε έτσι ένα κεντρί, που δηλητηρίασε οριστικά τις σχέσεις του με τις βρετανικές αρχές. Το ίδιο αποτέλεσμα είχε και κάθε άλλη σχεδόν διαφωνία στο ΚΓΑ κατά την περίοδο αυτή. Αυτό το κεντρί της αμοιβαίας καχυποψίας έκανε αισθητή την παρουσία του καθημερινά. Τα επεισόδια ήταν ασήμαντα, αλλά ένα άλλο ακόμα παράδειγμα, εκτός από την παράδοση των Ιταλών, αξίζει την προσοχή, του αναγνώστη. Ο σκοπός του Συμφώνου των "Εθνικών Ομάδων" ήταν να δώσει τη δυνατότητα να εμφανισθούν νέες δυνάμεις στον αγώνα κατά των Γερμανών, που θα δρούσαν ανενόχλητες από τον ΕΛΑΣ και με αρχηγούς όποιους ήθελαν. Για να διευκολύνονται οι επιχειρήσεις, οι διοικητές τους θα αποτελούσαν, μαζί με τους διοικητές των μεγάλων μονάδων του ΕΛΑΣ και με έναν αξιωματικό της ΒΣΑ, ένα Κοινό Επιτελείο, που θα υπαγόταν στο ΚΓΑ και θα λειτουργούσε σύμφωνα μ' αυτό. Στις περιπτώσεις όπου θα υπήρχαν δυνάμεις ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ. Θα ήταν δύσκολο στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να αποφύγει αυτό τον όρο. Στις περιπτώσεις όμως νέων δυνάμεων, οι διοικητές μονάδων του ΕΛΑΣ είχαν την εντολή, να υποστηρίξουν, πρώτο, ότι δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτές σε Κοινό Επιτελείο, ώσπου να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στην ένοπλη δράση· δεύτερο, ότι, πριν γίνουν δεκτές σε Κοινό Επιτελείο, δεν είχαν δικαίωμα για ένοπλη δράση και ότι ήταν θεμιτή η επίθεση εναντίον τους 56. Ενώ υπογραφόταν το Σύμφωνο. το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εφάρμοζε κιόλας αυτόν τον όρο σε βάρος τριών από τους μικρότερους αντιπάλους του: του Άθω Ρουμελιώτη, που είχε μάλιστα υπογράψει το πρώτο σχέδιο του Συμφώνου· του Ε.Σ. και της ΕΟΑ, στην Πελοπόννησο, που δεν επέζησαν για να τους δοθεί ευκαιρία να το υπογράψουν· και της Π.Α.Ο. (τη νέα μορφή της ΥΒΕ, στη Μακεδονία, μετά τη μεταμέλειά της) που υπόγραψε το τελικό σχέδιο του Συμφώνου αλλά η προσχώρησή της απαγορεύτηκε από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ 57. Για την εξουδετέρωση του Άθω Ρουμελιώτη κανένας δεν λυπήθηκε και η ΒΣΑ την επιδοκίμασε. Ο Άθως δεν είχε εξυπηρετήσει ποτέ κανέναν χρήσιμο σκοπό και το ΚΚΕ τον θεωρούσε δίκαια αποστάτη του ΕΛΑΣ. Αλλά η ΒΣΑ προκάλεσε τη δυσμένεια του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, με το να υπερασπισθεί με πείσμα τους αντιπάλους του στην Πελοπόννησο και στη Μακεδονία. Και οι πρώτοι και οι δεύτεροι βαρύνονταν με την κατηγορία της συνεργασίας με τους Γερμανούς· και οι πρώτοι και οι δεύτεροι είχαν βρεθεί άθελά τους σε τέτοια θέση, ώστε να μην έχουν άλλη εκλογή: υπολόγιζαν στην υποστήριξη της ΒΣΑ, για να κάνουν προκλήσεις σε βάρος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αν όμως τους εγκατέλειπε η ΒΣΑ, θα θυσίαζε τις αρχές του Συμφώνου "Εθνικών Ομάδων". Το ΚΚΕ μια μόνο εξήγηση μπορούσε να δώσει στο πείσμα της ΒΣΑ για υπεράσπιση αυτών μικροομάδων: ότι σκόπευε να τις χρησιμοποιήσει, μαζί με τον ΕΔΕΣ και την ΕΚΚΑ, για να υποστηρίξει την επιβολή του βασιλιά και της κυβερνήσεώς του στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωση. Το ότι η ΒΣΑ ενδιαφερόταν μόνο να επιβάλει τους όρους του Συμφώνου "Εθνικών Ομάδων" φαινόταν αδικαιολόγητο. Αυτή ήταν η εικόνα της καχυποψίας, όταν γύρισαν από την Αίγυπτο οι έξη αντιπρόσωποι. Στην Digitized by 10uk1s
φανερή συμπάθεια που έδειχνε η ΒΣΑ στον ΕΔΕΣ και στην ΕΚΚΑ, στον στρατηγό Ινφάντε, στις οργανώσεις ΕΣ, ΕΟΑ και ΠΑΟ, σε όλους τους άλλους δηλαδή εκτός από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, προστέθηκε τώρα και η είδηση για την εχθρότητα με την οποία είχαν αντιμετωπισθεί οι προτάσεις της αντιπροσωπείας από τις αγγλοελληνικές αρχές του Καΐρου. Η πρώτη συνεδρίαση του Κοινού Γενικού Αρχηγείου σε απαρτία (με την εξαίρεση μόνο του ταξίαρχου Myers, που είχε ουσιαστικά "απαλλαγεί από τα καθήκοντά του") σφραγίστηκε από ένα "κατηγορώ" του Σαράφη κατά της απιστίας των συναδέλφων του εκείνων που βρίσκονταν έξω από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Η εχθρότητα κατά των αντιπάλων ομάδων στην Ελλάδα έφθασε στο κατακόρυφο. Οι αμφιβολίες για την καλή πίστη των Βρετανών υποθάλπονται από τα μικροσφάλματα της ΒΣΑ. Το σοβαρότερο απ' αυτά ήταν η συμπεριφορά της απέναντι στα εξέχοντα πρόσωπα που είχαν έρθει με το ίδιο αεροπλάνο με το οποίο επέστρεψε η αντιπροσωπεία: τον Μπακιρτζή, τον Πελτέκη και τους Αμερικανούς. Καμιά είδηση δεν είχε προηγηθεί για το ότι στο αεροπλάνο θα βρισκόταν ο Μπακιρτζής κι ο Πελτέκης. Ούτε είχαν δοθεί καθαρά οδηγίες σχετικά με τους Αμερικανούς αξιωματικούς του ιππικού που ήταν μαζί τους. Επειδή ο Μπακιρτζής είχε εκδηλώσει πρόθεση να συγκροτήσει αντάρτικη δύναμη στη γενέτειρά του Μακεδονία, η ΒΣΑ του πρότεινε ότι θα μπορούσε να αναλάβει τη διοίκηση όλων των δυνάμεων εκεί, αν τον δέχονταν ο ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ και η ΠΑΟ. Επειδή ο Πελτέκης σκόπευε να επαναλάβει την παράνομη δράση του στην Αθήνα, η ΒΣΑ τον έστειλε αμέσως εκεί, χωρίς να συμβουλευθεί το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Επειδή ο επικεφαλής των Αμερικανών αξιωματικών είχε διορισθεί προκαταβολικά αξιωματικός - σύνδεσμος σε μια έφιππη μονάδα του ΕΛΑΣ, ούτε σκέψη έγινε από την ΒΣΑ να τον μεταχειρισθούν σαν μέλος του ΚΓΑ και ούτε ο ίδιος άλλωστε έδειξε τέτοια επιθυμία. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όμως, αγανάκτησε για όλα αυτά. Οι ηγέτες του γνώριζαν —πράγμα που δεν το γνώριζε η ΒΣΑ— ότι ο Μπακιρτζής κι ο Πελτέκης ήταν ήδη ώριμοι για να στραφούν αθόρυβα προς το μέρος του και ότι η αμερικανική πολιτική στην Ελλάδα απείχε κιόλας αρκετά από την βρετανική, για να μπορέσουν να βάλουν μια σφήνα ανάμεσά τους με σχετική ευκολία. Τα μικροσφάλματα της ΒΣΑ, λοιπόν, συνέβαλαν στο να προκληθούν μεγάλα αποτελέσματα. Η νύχτα της 16-17 Σεπτεμβρίου ήταν η νύχτα όχι μόνο της επανόδου της αντιπροσωπείας, αλλά και της μετατροπής της ΒΣΑ σε ΣΣΑ (Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή) κάτω από συνθήκες δυσοίωνες για το μέλλον. Ως τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1943, οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχαν πια πεισθεί, όπως και οι περισσότεροι από τους άλλους Έλληνες, ότι το τέλος της κατοχής ήταν κοντά. Αλλά ήταν βέβαιοι ότι, με λίγη τύχη. Θ' αποκτούσαν ολόκληρο τον οπλισμό της μεραρχίας Πινερόλο. Πίστευαν ότι οι βρετανικές αρχές είχαν την απόφαση να ματαιώσουν τους πολιτικούς σκοπούς του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με τη βία, αμέσως μόλις θα επέστρεφαν στην Ελλάδα. Και τα τρία αυτά κριτήρια συνδυάζονταν για να τους παρακινήσουν σε αποφασιστικές ενέργειες. Έδειξαν τις διαθέσεις τους όχι μόνο με εκτελέσεις ύστερα από δίκη διαφόρων πρωταγωνιστών του Γοργοπόταμου, αλλά και με την εξόντωση μιας ομάδας από το χωριό Μώλος της Ρούμελης, την οποία κατηγόρησαν για συνεργασία με τους Γερμανούς, παρά τον ισχυρισμό της ότι ανήκε στον ΕΔΕΣ. Ύστερα απ' αυτό, η παροχή βρετανικών εφοδίων στον ΕΛΑΣ της Ρούμελης διακόπηκε, σε εφαρμογή των όρων του Συμφώνου "Εθνικών Ομάδων". Το επόμενο δείγμα των προθέσεών τους έδωσαν απαιτώντας από την ΒΣΑ να προκαταβάλει ολόκληρο το ποσό αγγλικών λιρών που είχε συμφωνηθεί σαν μερίδιο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για τη συντήρησή του ως το τέλος του έτους. Ήταν μια "δοκιμαστική κρούση" που απέτυχε, αλλά αυτό δεν επηρέασε τα σχέδιά τους. Την ευκαιρία τους την έδωσαν τυχαία τα γεγονότα του τέλους Σεπτεμβρίου. Οι Σύμμαχοι είχαν ανακαταλάβει μερικά από τα νησιά του Αιγαίου. Η κυβέρνηση εξορίστων είχε στείλει τον Σοφούλη, συγγενή του γηραλέου φιλελεύθερου ηγέτη, στη Σάμο, σαν επίσημο εκπρόσωπό της. Οι Γερμανοί μετακινούσαν στρατεύματα προς τα βόρεια. Η απελευθέρωση φαινόταν επικείμενη. Στις 29 Σεπτεμβρίου, η αναμενόμενη κρίση ξέσπασε: στο ΚΓΑ διαβιβάστηκε η διαταγή να προετοιμαστεί για αποφασιστικές επιχειρήσεις εναντίον έξη μεγάλων αεροδρομίων στην Ελλάδα. Συσχετίζοντας τη διαταγή αυτή με την φαινομενική αποχώρηση των Γερμανών, οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ συμπέραναν ότι οι συμμαχικές δυνάμεις ετοιμάζονταν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Αρνήθηκαν λοιπόν να συνεργασθούν στην εκτέλεση του σχεδίου. Λίγες ώρες αργότερα, αλλά όχι πριν εκδηλώσουν τις διαθέσεις τους, Digitized by 10uk1s
πληροφορήθηκαν ότι είχαν πέσει έξω στο συμπέρασμά τους· ο σκοπός των επιχειρήσεων του σχεδίου ήταν να ανακουφισθούν από την γερμανική πίεση τα νησιά του Αιγαίου, όπου οι συμμαχικές δυνάμεις κινδύνευαν κιόλας να χάσουν το παιχνίδι. Το σχέδιο πρόβλεπε ότι, στο ένα από τα έξη αεροδρόμια, σ' εκείνο της Λάρισας, έπρεπε να χρησιμοποιηθούν όχι ανταρτικές δυνάμεις, αλλά η μεραρχία Πινερόλο. Η ιταλική μεραρχία δεν υπήρχε πια παρά μόνο στα χαρτιά 58, αλλά η παρεξήγηση αυτή εξυπηρετούσε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Άλλαξε στάση απότομα, υποσχέθηκε ν' αναλάβει τα πέντε άλλα αεροδρόμια και ενθάρρυνε τον Ιταλό στρατηγό να επιχειρήσει την καταδικασμένη από πριν επίθεση στη Λάρισα. Έτσι, έπεφτε θύμα ενός μικρού λάθους στον υπολογισμό. Το μέλλον, ωστόσο, φαινόταν γενικά σίγουρο. Παρά την προσωρινή απογοήτευση, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εξακολουθούσε να είναι βέβαιο, ότι η γερμανική κατοχή σύντομα θα τελείωνε. Και σύμφωνα μ' αυτή την πεποίθηση, προχώρησε στην εκτέλεση του υπόλοιπου σχεδίου. Από την 1 Οκτωβρίου και ύστερα, τα γεγονότα εξελίχθηκαν τόσο γρήγορα που ξέφευγαν τον έλεγχο, αλλά προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε το ΚΚΕ. Μια εκτρωματική επίθεση έγινε από μια μικτή δύναμη κατά της Λάρισας. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επωφελήθηκε από την απασχόληση του Ιταλού στρατηγού, για να συμπληρώσει τις προετοιμασίες του κατά της μεραρχίας Πινερόλο, η οποία είχε κιόλας καταντήσει ν' αποτελείται από μονάδες μικρότερες από δύναμη λόχου, σκορπισμένες σε εκατό μίλια σχεδόν μήκος μετώπου. Καμιά επίθεση δεν έγινε στα πέντε άλλα αεροδρόμια, εκτός από μια ή δυο από συμμάχους αξιωματικούς επειδή οι αντάρτες είχαν άλλη δουλειά. Επαφές μεταξύ του Ιταλού στρατηγού και Ζέρβα και μεταξύ Ζέρβα και εκπροσώπων του Ερυθρού Σταυρού που ενεργούσαν για λογαριασμό των Γερμανών, συνδυάσθηκαν στη σκέψη των ηγετών του ΕΑΜΕΛΑΣ σε μια φασιστική συνωμοσία εναντίον του. Μικροπροστριβές, που ήταν καθημερινές ανάμεσα στους αντάρτες και χωρίς σοβαρές συνέπειες, μεγαλοποιούνταν σε διαστάσεις πολεμικών προκλήσεων. Στις 8 Οκτωβρίου, ο ΕΛΑΣ επιτέθηκε κατά μονάδων του ΕΔΕΣ στη Θεσσαλία, επεκτείνοντας παράλληλα την επίθεσή του κατά των οργανώσεων ΕΣ, ΕΟΑ και ΠΑΟ. Την ίδια μέρα, ο συνταγματάρχης Ραυτόπουλος, ο ανώτερος σε βαθμό αξιωματικός του ΕΔΕΣ στο ΚΓΑ, ανακλήθηκε από τον Ζέρβα. Στις 10 Οκτωβρίου, έγινε η επίθεση στο αεροδρόμιο της Λάρισας με οικτρή αποτυχία. Στις 12 και 13 Οκτωβρίου, οι επιθέσεις του ΕΛΑΣ εναντίον όλων των αντιπάλων του, με εξαίρεση την ΕΚΚΑ, γενικεύθηκαν σε όλη την Ελλάδα και τα υπόλοιπα μέλη του ΕΔΕΣ στο ΚΓΑ τέθηκαν υπό κράτηση. Αλλού, στις 13, ένας Νεοζηλανδός αξιωματικός σκοτώθηκε από σφαίρα του ΕΛΑΣ. Την ίδια μέρα, η Ιταλία κήρυττε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας. Ο στρατηγός Ινφάντε επωφελήθηκε απ' το γεγονός και ζήτησε απ' το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να του επιτρέψει να συγκεντρώσει τη μεραρχία του, για να αναλάβει έναν καθορισμένο τομέα του μετώπου κατά των Γερμανών. Στις 14 Οκτωβρίου το πρωί, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έκανε δεκτή αυτή την αίτηση και το απόγευμα αφόπλιζε όλους τους Ιταλούς. Σε καμιά περίπτωση δεν κατάγγειλε επίσημα ούτε το Σύμφωνο "Εθνικών Ομάδων" ούτε την ιταλική συνθηκολόγηση. Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ δεν έπαψε όλον τον χειμώνα του 1943 (όπως και πάλι τον Δεκέμβριο του 1944) να ισχυρίζεται ότι πειθαρχούσε απόλυτα στο Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής (με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις διαταγών που στηρίζονταν σε "φανερή παρεξήγηση") ενώ παράλληλα εξορμούσε για τη διάλυση των αντιπάλων του οργανώσεων. Ο οπλισμός της μεραρχίας Πινερόλο και ιδιαίτερα η ορεινή πυροβολαρχία του, μεταφέρθηκε με σπουδή μέσα από την οροσειρά της Πίνδου, για να χρησιμοποιηθεί από τον Άρη Βελουχιώτη κατά του Ζέρβα, ενώ παράλληλα κλεινόταν τοπική ανακωχή με τους Γερμανούς. Ο χρονικός προγραμματισμός της όλης επιχειρήσεως έδινε την εντύπωση ότι ήταν αριστοτεχνικός· το ΚΚΕ φαινόταν ότι κυριαρχούσε σε όλη την Ελλάδα, τη στιγμή που πλησίαζε το τέλος της γερμανικής κατοχής. Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ μάλιστα διακήρυττε, ότι είχε διαταγή από τις βρετανικές αρχές να επιτεθεί κατά των αντιπάλων του, επειδή ήταν ένοχοι συνεργασίας με τους Γερμανούς. Φαινόταν πολύ πιθανό ότι η διακήρυξη αυτή θα έφερνε το αποτέλεσμά της πριν προλάβουν οι βρετανικές αρχές να την καταγγείλουν. Αν το σχέδιο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σημείωνε οριστική επιτυχία μέσα σε λίγες μέρες, δεν θα είχε πια σημασία το τι θ' απαντούσαν οι βρετανικές αρχές. Αλλά, σε δυο μέρες, αποκαλύφθηκε ένα πολύ πιο σοβαρό λάθος υπολογισμού: οι Γερμανοί δεν έφευγαν Digitized by 10uk1s
από την Ελλάδα, παρ' όλα αυτά! Αφού παραπλάνησαν μ' επιτυχία τα δίκτυα πληροφοριών όλων των ανταρτικών οργανώσεων και προκάλεσαν επίσης τη διασπορά παραπλανητικών φημών σε όλη τη χώρα, στράφηκαν κατά των ορεινών περιοχών από τα ανατολικά και τα δυτικά και κατάφεραν συντριπτικά πλήγματα στην Αντίσταση με όλη τους την άνεση. Στο χάος που ακολούθησε, φαινόταν αμφίβολο αν θα κατόρθωνε να επιβιώσει καμιά Οργάνωση. Γύρω στα μέσα Οκτωβρίου, ήταν κιόλας φανερό, ότι τα σχέδια του ΚΚΕ είχαν ναυαγήσει. Πέρασαν όμως τρεις μήνες ώσπου να το αναγνωρίσει. Οι Γερμανοί ανακατέλαβαν τα νησιά του Αιγαίου, καθώς και τις γραμμές επικοινωνίας στην ηπειρωτική Ελλάδα, που είχαν εγκαταλείψει οι Ιταλοί. Η ελληνική Αντίσταση εξασθένησε σοβαρά, με την εξάρθρωση όλων των αντιπάλων του ΕΛΑΣ έκτος από τον ΕΔΕΣ, που λίγο έλειψε να υποκύψει κάτω από τις ταυτόχρονες επιθέσεις του Άρη Βελουχιώτη και των Γερμανών, καθώς και την ΕΚΚΑ, που βρέθηκε σε μια θέση αβέβαιης ουδετερότητας. Η οργή όμως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εκμηδένισε τους άλλους αντιπάλους του, που παραιτήθηκαν από κάθε αντίσταση, θεωρώντας την μάταιη, και προτίμησαν τη συνεργασία με τους Γερμανούς. Στην Ανατολική Μακεδονία εμφανίσθηκε ο Τσαούς Αντόν. Οι μικρότερες ένοπλες ομάδες συνεργατών των Γερμανών διευκολύνθηκαν να ενταχθούν στις σχετικά επικίνδυνες δυνάμεις του Πούλου, του Χρυσοχόου και του Μιχάλαγα στη Δυτική Μακεδονία και στα Τάγματα Ασφαλείας στη Νότια Ελλάδα. Τη δυσφήμηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ενίσχυσαν οι συμμαχικές καταγγελίες εναντίον του. Το BBC, που υποστήριζε ως τώρα θερμά τον ΕΛΑΣ, αποκαλούσε τώρα τον Άρη Βελουχιώτη εγκληματία πολέμου — κατηγορία που εκείνος έκανε ό,τι μπορούσε για να την δικαιώσει, ενεργώντας συλλήψεις και επιθέσεις εναντίον Βρετανών και Ελλήνων μελών της ΣΣΑ. Στη Βουλή των Κοινοτήτων, ο Churchill, βασισμένος σε καταγγελίες prima facie, κατηγόρησε τον ΕΛΑΣ ότι δολοφόνησε Βρετανό αξιωματικό. Αν και η κατηγορία, ύστερα από ανακρίσεις, περιορίσθηκε σε εγκληματική αμέλεια, που είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο από δυστύχημα, η εντύπωση που δημιούργησε εκμηδένισε όλες τις κατηγορίες που εκκρεμούσαν εναντίον άλλων Οργανώσεων· για παράδειγμα, την κατηγορία κατά της οργανώσεως ΠΑΟ, για απόπειρα απαγωγής ενός άλλου Βρετανού αξιωματικού, κατηγορία στην οποία το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε δώσει μεγάλη δημοσιότητα. Στις 22 Οκτωβρίου, ο στρατηγός Ουίλσον, απηύθυνε ραδιοφωνική έκκληση για ενότητα, όπου κατηγορούσε σαν υπαίτιους "ανεύθυνους αντάρτες", που είχαν στρέψει τα όπλα εναντίον συμπατριωτών τους. Προκηρύξεις, που σκορπίστηκαν από αεροπλάνα σε όλη την Ελλάδα, έριχναν την ευθύνη στον ΕΛΑΣ. Και μόνο η πιο φοβερή κατηγορία απ' όλες αποσιωπήθηκε. Είχε αποκαλυφθεί τυχαία από τον αρχηγεύοντα της ΣΣΑ, ότι οι εκπρόσωποι του Ερυθρού Σταυρού, τους οποίους είχαν στείλει οι Γερμανοί στα βουνά για να κανονίσουν ανακωχή με τους αντάρτες, είχαν αποτύχει με τον Ζέρβα, αλλά είχαν επιτύχει με έναν σχηματισμό του ΕΛΑΣ (βλ. σελ. 127). Η απόφαση ανώτατης αρχής, να μη δοθεί δημοσιότητα σ' αυτή την ανοησία, ίσως να υπαγορεύθηκε από το ανησυχητικό γεγονός, ότι ένας Βρετανός αξιωματικός είχε αναμιχθεί σε παρόμοιες ανορθόδοξες διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς στην Αθήνα 59.
γ) Ανάμεσα στους εξόριστους Η δυσφήμηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν ικανοποίηση για τις εξόριστες ελληνικές αρχές που είχαν δυσμενή γνώμη για όλη την Αντίσταση και υποτιμούσαν τη σημασία της 60. Από τη στιγμή που αποπέμφθηκαν οι έξη αντιπρόσωποι των βουνών, η κυβέρνηση Τσουδερού άρχισε να αναλαμβάνει γρήγορα. Οι φιλελεύθεροι υπουργοί της λησμόνησαν την επιθυμία τους να παραιτηθούν και έστρεψαν την προσοχή τους σε ζητήματα που προκαλούσαν λιγότερες διαφωνίες· η συνθηκολόγηση της Ιταλίας τους έδινε αρκετή απασχόληση, για να διώξουν από τη σκέψη τους τον εφιάλτη που είχαν ζήσει. Digitized by 10uk1s
Υπήρχαν διπλωματικά προβλήματα, που δημιουργούσαν οι νέες σχέσεις με τους Ιταλούς, και διοικητικά προβλήματα, που δημιουργούσε η προσωρινή απελευθέρωση διαφόρων νησιών του Αιγαίου. Και τα πρώτα και τα δεύτερα περιπλέκονταν, από το γεγονός ότι μερικά από τα νησιά αυτά ανήκαν άλλοτε στην Ελλάδα και μερικά στην Ιταλία. Ο Τσουδερός έδωσε λύση στο διπλωματικό πρόβλημα, δηλώνοντας από το ραδιόφωνο, στις 9 Σεπτεμβρίου, ότι η κυβέρνησή του είχε συμφωνήσει με τους όρους της ιταλικής ανακωχής πριν ακόμα από την υπογραφή της και, στις 14 Οκτωβρίου, ότι η προσχώρηση των Ιταλών στο πλευρό των Συμμάχων, σαν συμπολεμιστών τους κατά των Γερμανών, είχε γίνει επίσης αποδεκτή, έστω και με απροθυμία, από την ελληνική κυβέρνηση. Άφησε ανοιχτό το δικαίωμα της Ελλάδας να εγείρει αξιώσεις κατά της Ιταλίας αργότερα, ειδικά για τα Δωδεκάνησα. Τα δυο απ' αυτά, που ήταν και από τα πρώτα νησιά του Αιγαίου που είχαν απελευθερωθεί, είχαν κηρύξει αυθόρμητα την προσάρτησή τους στην Ελλάδα. Δεν επιτράπηκε όμως στον Τσουδερό να εγκαταστήσει ελληνικές αρχές, παρά μόνο στη Σάμο και σε αλλά νησιά, που ανήκαν στην Ελλάδα πριν από τον πόλεμο. Ο νεώτερος Σοφούλης και ο πρεσβύτερος Τσιγάντες στάλθηκαν στη Σάμο σαν πολιτικός και στρατιωτικός εκπρόσωπος της κυβερνήσεως αντίστοιχα. Τα Δωδεκάνησα όμως έπρεπε να περιμένουν έως τον Μάρτιο του 1947, ώσπου να αναλάβουν την εξουσία εκεί ελληνικές αρχές, για πρώτη φορά από τους βυζαντινούς χρόνους. Η απογοήτευση για την μη άμεση υπαγωγή της Δωδεκανήσου στην ελληνική κυριαρχία διασκεδάστηκε με την εισδοχή ενός Έλληνα (καθώς και ενός Γιουγκοσλάβου) σαν μέλους της "Συμμαχικής Επιτροπής Ελέγχου για την Ιταλία" και με την περιφρονητική αδιαφορία, με την οποία οι Σύμμαχοι δέχθηκαν τη διακήρυξη ουδετερότητας της αλβανικής κυβερνήσεως ανδρεικέλων και την αξίωσή της να εκπροσωπηθεί επίσης στην Σ.Ε.Ε. Τον Νοέμβριο, η ελληνική κυβέρνηση διόρισε τον Ιωάννη Πολίτη σαν εκπρόσωπό της στην Επιτροπή. Σχεδόν αμέσως, όλος ο ελληνικός κόσμος άκουγε με ικανοποίηση να κατηγορείται στην Επιτροπή ο Ιταλός διπλωμάτης κόμης Σφόρτσα, για τον ρόλο που έπαιξε στο να χάσει η Ελλάδα τα Δωδεκάνησα, πριν από τριάντα χρόνια. Αλλά η διάσωση του Mussolini από Γερμανούς αλεξιπτωτιστές τον Σεπτέμβριο και η ανακατάληψη των νησιών του Αιγαίου από γερμανικές δυνάμεις τον Οκτώβριο κατάστρεψαν το κλίμα της αισιοδοξίας, με την οποία οι Έλληνες εξόριστοι και οι συμπατριώτες τους στην κατεχόμενη Ελλάδα περίμεναν το τέλος του πολέμου. Η προσοχή στράφηκε τότε στη Μόσχα, όπου συνήλθε η πρώτη διάσκεψη των Συμμάχων υπουργών Εξωτερικών, στις 18 Οκτωβρίου. Την προηγούμενη μέρα, μια συνεδρίαση της Πανσλαβικής Επιτροπής έκαμε έναν υπολογισμένο προειδοποιητικό υπαινιγμό προς τη Διάσκεψη, αναγνωρίζοντας τον Τίτο και αποκηρύσσοντας τον Μιχαήλοβιτς. Υπήρξαν όμως και άλλα καλά σημεία των καιρών στη Μόσχα. Ένας νέος πρεσβευτής της Τουρκίας στην ΕΣΣΔ συναντούσε θερμή υποδοχή, ίσως για να διαλυθούν οι προκαταλήψεις των Δυτικών Συμμάχων. Δημοκρατικές αντιλήψεις και ιδίως ανοχής προς τις θρησκείες έκαναν την εμφάνισή τους με την ίδρυση ενός Συμβουλίου Υποθέσεων, για την αποκατάσταση επαφής μεταξύ σοβιετικής κυβερνήσεως και Ρωσικού Ορθοδόξου Πατριαρχείου, και μιας Εκκλησιαστικής Διευθύνσεως για τους Μουσουλμάνους της Κεντρικής Ασίας. Επειδή και ο πατριάρχης και ο μουφτής ήταν γηραλέοι, και οι δυο αυτές παραχωρήσεις θα μπορούσαν να ερμηνευθούν σαν δείγματα τακτικής του αυταρχισμού. Το ίδιο θα μπορούσε να θεωρηθεί και η πρώτη εμφάνιση του Στάλιν με στολή στρατάρχη της ΕΣΣΔ, όταν δέχθηκε τον Eden, στις 21 Οκτωβρίου. Η γενική διάθεση όμως της εποχής ευνοούσε την ευμενέστερη ερμηνεία. Οι παρατηρητές, από την πλευρά των Δυτικών Συμμάχων, προσέβλεπαν στη Μόσχα με ευχάριστες προσδοκίες. Μαγεμένη απ' το θέαμα, η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση έδωσε πολύ λίγη προσοχή αρχικά στον εμφύλιο πόλεμο που είχε ξεσπάσει στα ελληνικά βουνά. Ακόμα και όταν τον πρόσεξε, δεν εκτίμησε αμέσως σωστά τις επιπτώσεις του. Θα μπορούσε να πιστέψει κανείς, ότι η γερμανική αντεπίθεση θα βοηθούσε στο να ενωθούν και πάλι οι θερμόαιμοι Digitized by 10uk1s
αντάρτες, θα μπορούσε να ελπίζεται κάποια σοβιετική επέμβαση προς την πλευρά του ΕΑΜ. Υπήρξε ακόμα και κάποια ικανοποίηση στην Αίγυπτο, απ' το θέαμα των "ληστών" που αλληλοτρώγονταν, που έφθειραν τις δυνάμεις και τους πόρους ο ένας του άλλου, ώσπου να πέσουν αναίσθητοι από αμοιβαία εξάντληση. Όλοι αυτοί οι πόθοι δικαιώθηκαν ως ένα σημείο, αλλά μόνο ύστερα από πολλούς μήνες. Στο μεταξύ, δυο μόνο επεμβάσεις επιχειρήθηκαν. Ο εξόριστος βασιλιάς και οι υπουργοί του απηύθυναν ραδιοφωνικά μηνύματα στις 28 Οκτωβρίου, επέτειο της ιταλικής επιθέσεως στην Ελλάδα, κάνοντας έκκληση στους Έλληνες για ενότητα. Τα μηνύματα περιείχαν και την διαβεβαίωση, ότι η ήμερα της ελευθερίας πλησίαζε. Στις 24 Νοεμβρίου, ο Σοφοκλής Βενιζέλος, υπουργός Ναυτικών, απηύθυνε μια ακόμα ραδιοφωνική έκκληση για ενότητα και μια ακόμα υπόσχεση, ότι ο ελληνικός λαός θα είχε την ευκαιρία να εκλέξει ο ίδιος "τους αντιπροσώπους του και την κυβέρνησή του" κατά την ημέρα της απελευθερώσεως. Ένα μέρος των διακηρύξεων αυτών ήταν λόγια ξεπερασμένα και κενά· ένα άλλο μέρος ήταν λόγια απατηλά. Δύο μήνες σιωπής, όπου αυτές ήταν η μόνη διακοπή, είχαν δείξει, ότι την ουσία κανένας δεν την είχε συλλάβει. Η πολιτική, που κορύφωμά της ήταν το Σύμφωνο "Εθνικών Ομάδων", είχε βασισθεί στην προϋπόθεση, ότι η γερμανική κατοχή θα τελείωνε σύντομα, το αργότερο πριν από τον χειμώνα, και ότι ο ΕΛΑΣ θα εξακολουθούσε να εξαρτάται για ανεφοδιασμό σε όπλα και άλλες προμήθειες από τα βρετανικά αεροπλάνα. Μέσα στον Οκτώβριο του 1943, και οι δυο αυτές προϋποθέσεις είχαν ανατραπεί και το σχέδιο του ΚΚΕ είχε αποκαλυφθεί. Παρ' όλα αυτά, οι εξόριστες ελληνικές αρχές εξακολουθούσαν να συμπεριφέρονται σαν, από όσα συνέβαιναν στα μάκρυνα και "βάρβαρα" βουνά, τίποτα να μην είχε γι' αυτές πραγματική σημασία.
Digitized by 10uk1s
IV. Ιντερμέδιο. Νοέμβριος 1943 - Φεβρουάριος 1944 Τό τε πο υ εί χε χα θ εί κ αι για τ ο υ ς συ γγ εν είς το υς πιο στ ενο ύς Η ει ρή νη , α κο ύ σαμ ε γ ια "υ πάκο υο υ ς γιο υ ς ". Μό ν ο σ αν η π υ ραμί δ α έ πεσ ε σ το υ δι χα σμο ύ
Τη νύχτα, ακούσαμε για "οπαδούς πιστούς". Αποδίδεται στον Λάο Τσε
Δεν έφταιγαν οι Έλληνες εξόριστοι για το ότι δεν είχαν καμιά πολιτική απέναντι στο ΚΚΕ. Οι πιο αδιάλλακτοι απ' αυτούς θα ισχυρίζονταν ότι είχαν μια πολιτική, αλλά ότι την ματαίωσαν οι βρετανικές αρχές. Είχαν αντιδράσει κατά της δημιουργίας αντιστασιακού κινήματος μέσα στην Ελλάδα και θέλησαν να το αποκηρύξουν αμέσως μόλις άρχισε να υπάρχει. Υποστήριζαν ότι οι Άγγλοι είχαν δημιουργήσει και βοηθούσαν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ότι στερούσαν έτσι τις νόμιμες ελληνικές αρχές από τον έλεγχο στις ελληνικές υποθέσεις. Την πλάνη που υπάρχει σ' αυτό τον ισχυρισμό την καταδείξαμε στα προηγούμενα. Η αλήθεια ήταν, αντίθετα, ότι μόνο η βρετανική επέμβαση απέτρεψε την μονοπώληση του αντιστασιακού κινήματος από το ΚΚΕ και εξασφάλισε την δυνατότητα να επιβιώσουν οποιαδήποτε άλλα πολιτικά στοιχεία στην Ελλάδα. Οι λιγότερο αδιάλλακτοι από τους Έλληνες εξόριστους θα ισχυρίζονταν, ότι οι βρετανικές αρχές είχαν διαπράξει το αντίστροφο ακριβώς σφάλμα, εμποδίζοντάς τους να προβούν σε συμβιβασμό με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τον Αύγουστο του 1943. Ήταν έτοιμοι να παραιτηθούν από την κυβέρνηση Τσουδερού, για να μετάσχουν σε έναν νέο συνασπισμό με το ΕΑΜ και τους συνεργάτες του, αλλά οι Βρετανοί τους είχαν εμποδίσει. Η πλάνη αυτού του ισχυρισμού βρίσκεται στην ίδια τους την αστάθεια, θεωρούσαν σαν κάτι φυσικό, κρίνοντας απ' τα λόγια μιας δυναμικής μειοψηφίας, ότι το μέλλον της Ελλάδας κρεμόταν από μια αντιδημοκρατική πράξη βίας κατά του πολιτεύματος, η οποία θα έριχνε την κυριαρχία στη χώρα διαδοχικά στα χέρια του ΕΑΜ, του ΚΚΕ και της ΕΣΣΔ. Δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση μ' εκείνους που πιστεύουν, ότι αυτό θα ήταν καλό. Επιδίωξή μου είναι ν' αποσπάσω από την πλάνη εκείνους που δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό θα είχε συμβεί πραγματικά και να εξηγήσω τις ενέργειες εκείνων που πίστευαν, σωστά ή όχι, ότι αυτό θα ήταν κακό. Οι μετριοπαθείς φιλελεύθεροι της κυβερνήσεως Τσουδερού, που την εποχή εκείνη ήταν ακόμα από τους αδιαφώτιστους, θα εξοργίζονταν το ίδιο κατά των βρετανικών αρχών ένα χρόνο αργότερα, αν είχαν αφεθεί να παραιτηθούν και να υποκύψουν, όσο είχαν εξοργισθεί και όταν παρεμποδίσθηκαν. Το ότι οι Έλληνες εξόριστοι δεν είχαν καμιά εφαρμόσιμη πολιτική, για ν' αντιμετωπίσουν την πολιτική των κομμουνιστών, οφείλεται όχι σε δική τους αφροσύνη, αλλά στο ότι ήταν αδύνατο να υπάρξει μια τέτοια πολιτική. Καμιά ελληνική ή βρετανική ή συμμαχική πολιτική δεν ήταν πια ικανή να αναπροσαρμοσθεί έτσι, ώστε να μπορέσει ν' αντιμετωπίσει το πρόβλημα, που έγινε φανερό τον Αύγουστο του 1943. Θα μπορούσε να είχε αντιμετωπισθεί χρόνια πριν, επειδή δεν ήταν ελληνικό, αλλά βαλκανικό πρόβλημα και, από μιαν άποψη, παγκόσμιο. Σε μικρότερη κλίμακα, μπορεί ν' αποκληθεί πρόβλημα της Αντιστάσεως σε όλη την Ευρώπη, αν εννοήσουμε την Αντίσταση σαν ένα μέρος του ευρύτερου προβλήματος της ξενικής κατοχής· και, την ξενική κατοχή, σαν ένα μέρος του ευρύτερου ακόμα προβλήματος της συγκρούσεως, σε διεθνές επίπεδο, ανεξαρτήτων κυριάρχων εξουσιών. Στη στενότερη έννοια, το κρίσιμο σημείο του προβλήματος βρίσκεται στη χρησιμοποίηση της Αντιστάσεως για πολιτικούς σκοπούς. Αν πρέπει να επιρριφθεί ένα γενικού χαρακτήρα σφάλμα στις αγγλοελληνικές αρχές, αυτό δεν είναι το ότι επιχείρησαν ν' αποσπάσουν την ελληνική Αντίσταση από έναν πολιτικό σκοπό για να την στρέψουν προς έναν άλλο, όπως έχουν ισχυρισθεί οι επικριτές τους, αλλά το ότι δεν αντιλήφθηκαν έγκαιρα, ότι υπήρχε Digitized by 10uk1s
καν πολιτικός σκοπός στην ελληνική Αντίσταση· το ότι, ακόμα, ούτε την πήραν καν στα σοβαρά. Όταν τα κατάλαβαν όλα αυτά, ο έλεγχος είχε πια ξεφύγει από τα δικά τους χέρια. Δεν είχαν τώρα πια εκλογή μπροστά στο νέο ερώτημα, αν έπρεπε ή όχι να κατασταλεί το αντιστασιακό κίνημα, όπως είχαν δυο χρόνια πριν μπροστά στο παλιό ερώτημα, αν έπρεπε να αφεθεί ν' αρχίσει καν αντιστασιακό κίνημα. Από τη στιγμή που την πρωτοβουλία πήραν οι κομμουνιστές, το καλύτερο που είχαν να ελπίζουν ότι θα μπορούσαν να κάνουν οι συμμαχικές αρχές ήταν ότι θα κατόρθωναν να μετριάσουν τις συνέπειες. Τα τέλη του καλοκαιριού του 1943 ήταν μια ευκαιρία για να επαληθευθεί αυτό το συμπέρασμα. Είναι αμφίβολο αν η στρατιωτική αξία των ανταρτικών κινημάτων στα Βαλκάνια δικαιολογούσε τη συνέχισή τους ύστερα από τον Αύγουστο του 1943. Η τακτική του πολέμου των ατάκτων είχε αποδώσει τους καρπούς της στα πρώτα στάδια του πολέμου, όταν οι Σύμμαχοι υστερούσαν ακόμα από τους Γερμανούς σε οργάνωση και εξοπλισμό. Τότε που προσπαθούσαν ακόμα να κερδίσουν χρόνο, για να θέσουν σε κίνηση τον δικό τους μηχανισμό ολοκληρωτικού πολέμου, η κάθε παρενοχλητική δράση είχε την αξία της. Μια φούχτα κομάντος, σαμποτέρ, ελευθέρων σκοπευτών ή ανταρτών μπορούσε να προκαλέσει ζημιά πολύ μεγαλύτερη από όσο θα στοίχιζε σε θυσίες. Η Ελλάδα έδωσε ένα παράδειγμα το 1942 στη γέφυρα του Γοργοπόταμου, η καταστροφή της οποίας, ενώ χρειάσθηκε ασήμαντες προσπάθειες, στέρησε τον Ρόμμελ από την κυριότερη οδό ανεφοδιασμού επί έξη εβδομάδες, στη διάρκεια των μαχών της Βόρειας Αφρικής. Αλλά, από τον Αύγουστο του 1943, οι Σύμμαχοι είχαν περάσει στην αντεπίθεση. Η αριθμητική και υλική υπεροχή τους έκανε την τελική νίκη τους βέβαιη. Η αξία των ανταρτικών επιχειρήσεων έπαψε να παρουσιάζει οποιαδήποτε αναλογία με τις καταστροφές που προκαλούσε για τον άμαχο πληθυσμό και με τις πολιτικές ταραχές που εγκυμονούσαν για το μέλλον. Δεν ήταν όμως δυνατό να τερματισθούν, επειδή οι πιο πάνω λόγοι ήταν άσχετοι με τον σκοπό για τον οποίο ο βαλκανικός κομμουνισμός είχε ρίξει στην πλάστιγγα τη συμβολή του στην Αντίσταση. Οι καταστροφές σε βάρος του αμάχου πληθυσμού και η προοπτική πολιτικών ταραχών στο μέλλον ήταν πράγματα οπωσδήποτε ευπρόσδεκτα για τα κομμουνιστικά κόμματα των Βαλκανίων, επειδή ένας λαός που υπέφερε και είχε λόγους να είναι δυσαρεστημένος αποτελούσε δυνητικά εφεδρεία του κομμουνισμού. Υπολογισμοί που βασίζονταν αποκλειστικά στην πολεμική προσπάθεια κατά των Γερμανών ήταν αδιάφοροι για τους κομμουνιστές των Βαλκανίων, αφού η τελική εκδίωξη των Γερμανών ήταν βέβαιη έτσι κι αλλιώς. Αν οι βρετανικές αρχές, με την παρακίνηση των ελληνικών αρχών, αποφάσιζαν τον Αύγουστο του 1943 να αποσύρουν τις στρατιωτικές αποστολές τους και να διακόψουν τον ανεφοδιασμό των Εθνικών Ομάδων στην Ελλάδα, θα έπρατταν ίσως σωστά από στρατιωτική άποψη. Το μόνο όμως αποτέλεσμα για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα ήταν να αφήσουν στα χέρια του τον αδιαφιλονίκητο έλεγχο της χώρας. Ήταν σφάλμα να συντηρείται ο μύθος, ότι οι αντάρτες των Βαλκανίων προσέφεραν απαραίτητη συμβολή στην πολεμική προσπάθεια. Από τη στιγμή που έκριναν ότι, στη Γιουγκοσλαβία, δεν άξιζε πια τον κόπο να υποστηρίζουν τον Μιχαήλοβιτς, το σωστό συμπέρασμα θα ήταν, ότι δεν άξιζε επίσης τον κόπο να υποστηρίζουν οποιαδήποτε άλλη δύναμη ανταρτών και όχι ότι ο Τίτο άξιζε να πάρει τη θέση του Μιχαήλοβιτς στην υποστήριξή τους. Αυτά όμως ήταν σφάλματα μικρότερης σημασίας. Είτε είχαν γίνει είτε όχι, η πορεία των αντιστασιακών κινημάτων στα Βαλκάνια είχε χαραχθεί. Ο ΕΛΑΣ είχε αποκαταστήσει κιόλας σχέσεις με την οργάνωση INC της Αλβανίας, με τον Τέμπο, υπαρχηγό του Τίτο, στη Γιουγκοσλαβία, με την μακεδονική SNOF και με τους παρτιζάνους της Βουλγαρίας. Οι πολιτικές επιπτώσεις αυτών των δεσμών είχαν κιόλας αποκρυσταλλωθεί. Το καλοκαίρι του 1943, όταν η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε ν' ακολουθήσει στη Γιουγκοσλαβία τη μόνη πολιτική που ήταν βέβαιο ότι θα προωθούσε την επιτυχία της πολιτικής του κομμουνισμού στα Βαλκάνια, η απόφαση αυτή έφερε μόνο πιο κοντά τη μοιραία ημέρα. Θα μπορούσε να είχε μετατοπισθεί η ημέρα αυτή για αργότερα, αλλά, στο στάδιο αυτό, δεν ήταν δυνατό να αποτραπεί ο ερχομός της. Η ευρύτερη αυτή εποπτεία των πραγμάτων πείθει ότι δεν είναι δυνατό να κατηγορήσει κανείς τις ελληνικές αρχές, για το ότι δεν διέθεταν μια δημιουργική πολιτική, για την αντιμετώπιση της απειλής που έκλεινε μέσα του ο εμφύλιος πόλεμος του 1943. Ήταν όμως αφροσύνη να Digitized by 10uk1s
συμπεριφέρονται σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Από τα μέσα Οκτωβρίου ως τα τέλη Δεκεμβρίου 1943, τίποτε άλλο δεν ανακοινώθηκε για τον εμφύλιο πόλεμο, πέρα από τα λίγα που αναφέραμε. Το μόνο που γνώριζε η κοινή γνώμη σχετικά συνοψιζόταν στο σχόλιο του ανταποκριτή των "Times" του Λονδίνου στην Άγκυρα, γύρω από τις διαφωνίες μεταξύ των ανταρτών, την 1 Νοεμβρίου: "Πολλές από τις αλληλοκατηγορίες τους είναι ασφαλώς άδικες και υπερβολικές. Οφείλονται στη λυπηρή νοοτροπία που χαρακτηρίζει φασίστα όποιον αντιτίθεται στις κοινωνικές εξεγέρσεις και κομμουνιστή όποιον ευνοεί τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Η άμεση συνέπεια του αγεφύρωτου αυτού διχασμού του ελληνικού λαού είναι... η εξασθένηση του αντιστασιακού κινήματος κατά των Γερμανών, αλλά μπορεί επίσης και να οδηγήσει, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, σε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις". Αν συγκρίνει κανείς αυτές τις καλοζυγισμένες κρίσεις με ό,τι έγραφαν οι "Times" γύρω από το ίδιο ζήτημα ένα χρόνο αργότερα, εύκολα θα διαπιστώσει τις συνέπειες που είχε η αποσιώπηση των απαραιτήτων πληροφοριών επί τόσο μεγάλο διάστημα. Επειδή οι αγγλοελληνικές αρχές επέμεναν στην απόκρυψη των γεγονότων, η κοινή γνώμη και προπαντός ο Τύπος, συμπέραιναν ότι κάτι το υποτιμητικό γι' αυτές είχαν να κρύψουν. Όπως συνήθως, η καχυποψία προκάλεσε ένταση στις σχέσεις μεταξύ της βρετανικής κυβερνήσεως και του Γεωργίου Β' της Ελλάδας. Έτσι, οι τόσο σοβαρές συνέπειες του εμφυλίου πολέμου επισκιάζονταν από το ασήμαντο θέμα σχετικά με τη θέση του βασιλιά, γύρω από το οποίο όλες οι δυνατότητες του διπλωματικού λεξιλογίου είχαν πια εξαντληθεί. Στις 9 Νοεμβρίου, ο Churchill, μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων, αρνήθηκε ότι είχε αναλάβει οποιαδήποτε μελλοντική δέσμευση απέναντι στον βασιλιά της Ελλάδας. Και πρόσθεσε: "Ώσπου να μπορέσει ο ελληνικός λαός να εκφράσει τη θέλησή του, κάτω από συνθήκες ελευθερίας και γαλήνης, σταθερή πολιτική της κυβερνήσεως της A.M. είναι να υποστηρίζει τον βασιλέα των Ελλήνων, ο οποίος είναι ταυτόχρονα πιστός μας σύμμαχος και συνταγματικός ανώτατος άρχων του ελληνικού κράτους". Έτσι, το αιώνιο ενδιαφέρον των επικριτών της βρετανικής κυβερνήσεως για την Ελλάδα παραμερίσθηκε προσωρινά, χωρίς να γίνει λόγος καθόλου για το πολύ πιο σοβαρό ζήτημα του εμφυλίου πολέμου. Δύο μέρες αργότερα, η τύχη ήρθε ν' αποσπάσει την προσοχή τους στην κρίση του Λιβάνου, που κάλυψε τον υπόλοιπο Νοέμβριο. Όταν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ήταν έτοιμο να στραφεί και πάλι στην Ελλάδα, το θέμα του βασιλιά την απόσπασε άλλη μια φορά. Στις 11 Δεκεμβρίου, είδε τη δημοσιότητα μια επιστολή, με ημερομηνία 8 Νοεμβρίου, που απευθυνόταν από τον Γεώργιο Β' στον πρωθυπουργό του και έλεγε ότι "όταν σημάνει η πολυπόθητη ώρα της απελευθερώσεως της πατρίδας μας, θα επανεξετάσω το ζήτημα της επανόδου μου στην Ελλάδα, σε συνεργασία με την κυβέρνηση και υπό το φως της πολιτικής και στρατιωτικής καταστάσεως και του εθνικού συμφέροντος". Αυτή η αναθεώρηση της απόψεως για τη θέση του βασιλιά συνέπεσε με μια αναφορά από την Ελλάδα, ότι η σύρραξη μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ, που είχε τερματίσει, άρχιζε πάλι. Η σύμπτωση αυτή δημιούργησε την εντύπωση, ότι η υπόθεση του βασιλιά ήταν το ζωτικό θέμα σε μια κατά τα άλλα ασήμαντη διαμάχη και έκρυψε την αλήθεια πίσω από την πλάνη, ότι ο Ζέρβας πολεμούσε υπερασπιζόμενος τη μοναρχία. Έτσι, η τάση να εμφανίζεται μηδαμινή η σημασία και, αν ήταν δυνατό, να αποσιωπάται και η ύπαρξη ακόμα του εμφυλίου πολέμου στα ελληνικά βουνά, βοήθησε την προσπάθεια της κομμουνιστικής προπαγάνδας να παραποιείται ο χαρακτήρας του. Ο πόλεμος που είχε εξαπολύσει ο ΕΛΑΣ, για να επιβάλει το ΚΚΕ, εμφανιζόταν σαν πόλεμος που είχαν εξαπολύσει ο ΕΔΕΣ και οι Άγγλοι, για να επιβάλουν και πάλι τον βασιλιά. Ελπίζοντας πάντα ότι ο εμφύλιος πόλεμος θα έφθανε σ' ένα τέλμα, η εξόριστη κυβέρνηση ανέβαλε για λίγο ακόμα τη λήψη αποφάσεως. Στις 14 Δεκεμβρίου, ο Τσουδερός έδωσε συνέντευξη τύπου, όπου απόφυγε και πάλι κάθε σχεδόν υπαινιγμό για τον εμφύλιο πόλεμο. Μίλησε για πέντε στόχους της κυβερνήσεώς του, από τους οποίους μόνο ο τελευταίος άγγιζε το επίμαχο θέμα. Ο πρώτος ήταν η προετοιμασία της επιστροφής του βασιλιά. Ο δεύτερος, η επίτευξη συνεργασίας των εξόριστων πολιτικών και εκείνων που βρίσκονταν στην Ελλάδα, όταν θα απελευθερωνόταν η χώρα. Digitized by 10uk1s
Ο τρίτος, η ίδρυση βαλκανικής ενώσεως. Ο τέταρτος, η οικονομική ασφάλεια των Βαλκανίων. Και ο πέμπτος, η οριστική αποκατάσταση της εσωτερικής ενότητας στην Ελλάδα. Χαρακτήρισε τη βασιλική δήλωση της 8 Νοεμβρίου σαν απόφαση "μεγάλου πατριώτη". Πρόσθεσε ότι η κατάσταση γύρω από τα ελληνικά πράγματα ήταν αποσαφηνισμένη, "εκτός από το θέαμα του αλληλοσπαραγμού των ανταρτών". Αυτό σήμαινε ότι τα πράγματα με τους αντάρτες δεν ήταν καθόλου αποσαφηνισμένα, αλλά οι φυγάδες πολιτικοί είχαν την τάση να μένουν ευχαριστημένοι με τα λίγα. Στην ψυχική αυτή διάθεση, ήταν πρόθυμοι να συμψηφίσουν τη μια με την άλλη τις δύο πρόσφατες ενέργειες της σοβιετικής κυβερνήσεως στα Βαλκάνια. Την 1 Νοεμβρίου, ο Τίτο είχε συγκροτήσει μια Εκτελεστική Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως, ένα Νομοθετικό Συμβούλιο και μια Συνέλευση Παρτιζάνων στα γιουγκοσλαβικά βουνά. Η σοβιετική κυβέρνηση του έστειλε μια Στρατιωτική Αποστολή του Κόκκινου Στρατού. Αλλά, τουλάχιστο, τον επόμενο μήνα, ένας νέος σοβιετικός πρεσβευτής στην Ελλάδα, ο Μ. Νοβίκωφ, υπέβαλε τα διαπιστευτήριά του στον Γεώργιο Β', στο Κάιρο. Μπορούσε κανείς να ελπίζει, ότι ήταν ένα προμήνυμα για κάποια σοβιετική παρέμβαση προς το ΕΑΜ, προπαντός μάλιστα όταν η αλληλεγγύη των Συμμάχων διασφαλίστηκε ακόμα πιο πολύ στις διασκέψεις της Τεχεράνης και του Καΐρου. Στις 17 Δεκεμβρίου απευθύνθηκε μια ακόμα έκκληση ενότητας προς τους Έλληνες, τη φορά αυτή σε μη πολιτική βάση, από τον ναύαρχο Δεμέστιχα. Όταν όμως κι αυτή έπεσε στο κενό, οι εξόριστες αρχές κατάλαβαν επιτέλους ότι έπρεπε ν' ασχοληθούν σοβαρά με το πρόβλημα. Σαν ένοπλη σύρραξη, ο εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν κάτι το εντυπωσιακό. Αυτό ακριβώς παραπλάνησε τους εξόριστους πολιτικούς για τη σημασία του. Ο φόνος ενός μόνο άνδρα κόστιζε ανυπολόγιστα· έπρεπε να ριχτούν χιλιάδες βλήματα από τη μεγαλύτερη απόσταση βολής και περισσότερο, έστω και μόνο για να φοβηθεί κάποιος. Οι περισσότεροι νεκροί ήταν όμηροι — χαρακτηριστικό αυτού του είδους πολέμου, όπου το σπουδαιότερο ήταν να κατευθύνεται έτσι, ώστε να τονίζεται το πολιτικό πάθος μάλλον παρά η στρατιωτική ικανότητα. Αυτός ήταν ο λόγος που έκανε το ΚΚΕ να επιμείνει, ακόμα και αφού έγινε φανερή η αποτυχία του στον άμεσα αντικειμενικό σκοπό του. Ο ένας μετά τον άλλο, οι αντίπαλοί του, εκτός από την ουδέτερη ΕΚΚΑ, είχαν εξουδετερωθεί. Ο Ζέρβας είχε απωθηθεί σε μια μικρή περιοχή της Ηπείρου, όπου οι άνδρες του διατηρούνταν στη ζωή με άφθονες ρίψεις από βρετανικά αεροπλάνα. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που του είχε επιβληθεί σαν ποινή για την επιθετικότητά του η τέλεια σχεδόν διακοπή του ανεφοδιασμού του, δεν ήταν σε θέση να καταφέρει το τελειωτικό πλήγμα. Το σχέδιό του θα είχε επιτύχει μόνο εάν την επικράτηση του στα βουνά την ακολουθούσε, όπως είχε υπολογίσει, η εκκένωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, που θα άφηναν πίσω τους ένα πολιτικό κενό, για να το κάλυψει με τη στρατιωτική του εξουσία. Όταν έγινε φανερό ότι οι Γερμανοί δεν έφευγαν, έγινε επίσης φανερό, ότι όλο το σχέδιο είχε καταρρεύσει. Αλλά μόνο κατά τα μέσα Δεκεμβρίου το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αναγνώρισε την αποτυχία του. Αφού στα ελληνικά βουνά επικράτησε επί δυο μήνες και περισσότερο μια κατάσταση χάους, από την οποία μόνο οι Γερμανοί ωφελήθηκαν, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έδειξε επιτέλους προθυμία για ειρήνευση. Η απόφασή του αυτή ακολούθησε αμέσως ύστερα από δυο ταυτόχρονες εκδηλώσεις της συμμαχικής πολιτικής: τον διορισμό του αρχηγεύοντος της ΒΣΑ —του οποίου το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επιθυμούσε την αντικατάσταση— στη θέση του αρχηγού της ΣΣΑ, που είχε διαδεχθεί την ΒΣΑ· και την άφιξη στην Ελλάδα του ταγματάρχη Γουάινς, του πρώτου Αμερικανού που έκανε την ΣΣΑ συμμαχική αποστολή όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στην πράξη. Ο παράλογος εμφύλιος πόλεμος είχε παραταθεί, με την ελπίδα ότι κάποια επέμβαση, είτε αμερικανική είτε ρωσική, θα ανάγκαζε τις ελληνικές και τις βρετανικές αρχές να πάψουν να υποστηρίζουν τους αντιπάλους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Είχε φθάσει μια στιγμή, στις αρχές Δεκεμβρίου, που η θέση του Ζέρβα ήταν τόσο απελπιστική, ώστε ο αρχηγός της ΣΣΑ είχε προτείνει, αν και απρόθυμα, μια τέτοια λύση, τη μόνη που έβλεπε ότι θα έκανε δυνατή την αποτελεσματική συνέχιση της αντιστάσεως κατά των Γερμανών, έστω και με τους όρους που έθετε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ήταν μια κρίσιμη στιγμή στις σχέσεις των Βρετανών με τον Ζέρβα, επειδή, ως τώρα, στις σχέσεις αυτές επικρατούσαν στρατιωτικά κριτήρια και όχι πολιτικά. Τώρα, όμως, στρατιωτικά κριτήρια δεν Digitized by 10uk1s
υπήρχαν πια σχεδόν. Αν και ήταν δυνατό να ανασυγκροτηθεί η στρατιωτική δύναμη του Ζέρβα, τα κίνητρα για κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να ήταν στο εξής παρά μόνο πολιτικά. Παρ' όλα αυτά, η πρόταση του αρχηγού της ΣΣΑ απορρίφθηκε. Λίγες μέρες αργότερα, η αμερικανική στάση φάνηκε να αποσαφηνίζεται, με την άφιξη του ταγματάρχη Γουάινς. Λίγες ακόμα μέρες αργότερα, το ΚΚΕ είδε ότι, τουλάχιστο προς το παρόν, το παιγνίδι είχε λήξει. Στις 19 Δεκεμβρίου, ζήτησε τη μεσολάβηση των συμμαχικών αρχών, για διαπραγματεύσεις με τον Ζέρβα. Δυο μέρες αργότερα, ο Τσουδερός έκανε την πρώτη του ουσιαστική απόπειρα ν' αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Μιλώντας από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Καΐρου στις 21 Δεκεμβρίου, για λογαριασμό όχι μόνο της κυβερνήσεώς του αλλά και του στρατηγού Ουίλσον, τόνισε δυο καινούργια σημεία στην έκκλησή του για ενότητα. Ήταν τα πρώτα σημεία που έθιγε σύμφωνα με το πνεύμα όχι των εξόριστων, αλλά των ανταρτών, των οποίων οι ηγέτες μάλιστα είχαν ειδοποιηθεί ν' ακούσουν την ομιλία και να την σχολιάσουν. Το πρώτο σημείο ήταν ότι, όσοι ήταν ένοχοι συνεργασίας με τους Γερμανούς, έπρεπε να εκδιωχθούν από τις οργανώσεις αντιστάσεως. Το δεύτερο ήταν ότι, αν οι αντάρτες δεν μπορούσαν να ενωθούν, έπρεπε να διαλυθούν και να γυρίσουν στα σπίτια τους. Το πρώτο σημείο άρεσε στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που το ερμήνευσε σαν επίθεση κατά του Ζέρβα. Το δεύρο το εξόργισε. Ο Ψαρός κι ο Ζέρβας ελάχιστα σχολίασαν το μήνυμα — ο πρώτος επειδή τυπικά ήταν ουδέτερος στον εμφύλιο πόλεμο, ο δεύτερος επειδή ήταν πάντα πρόθυμος για οποιαδήποτε ρύθμιση θα άρεσε στους Συμμάχους. Κανένας από τους δυο δεν είπε λέξη σχετικά με τους συνεργάτες των Γερμανών, αφού ο Ψαρός δεν βαρυνόταν με τέτοια κατηγορία και ο Ζέρβας αισθανόταν χαρακτηριστική ανησυχία για λογαριασμό μερικών από τους συνεργάτες του. Συνδυάζοντας τα σχόλια και των δυο αυτών, ο Τσουδερός ετοίμασε δεύτερο ραδιοφωνικό μήνυμα για τις 31 Δεκεμβρίου. Πριν όμως το εκφωνήσει, ο Ζέρβας εξαπόλυσε επίθεση κατά του ΕΛΑΣ, σε μια προσπάθεια να ανακτήσει το χαμένο έδαφος πριν συναφθεί ανακωχή. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, συσχετίζοντας την ενέργεια αυτή με τη σιωπή του Ζέρβα στο ζήτημα της παρουσίας συνεργατών των Γερμανών στον ΕΔΕΣ, την ερμήνευσε σαν πράξη προδοσίας, τόσο από την πλευρά του ίδιου του Ζέρβα όσο και από την πλευρά της ΣΣΑ, της οποίας ο αξιωματικός - σύνδεσμος στο επιτελείο του Ζέρβα κατηγορήθηκε ότι διηύθυνε προσωπικά αυτή την επιχείρηση. Στην πραγματικότητα, η μόνη επέμβαση της ΣΣΑ ήταν να ανακόψει την προώθηση του Ζέρβα στο σημείο που φαινόταν το καλύτερο όριο ανάμεσα στις ζώνες επιχειρήσεων του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ όμως δεν εννοούσε να το πιστέψει αυτό. Έτσι, το δεύτερο μήνυμα του Τσουδερού, που θα έπρεπε κανονικά να το ακολουθήσει η επίσημη υποβολή όρων για διαπραγματεύσεις και από τις δυο πλευρές, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αν και η ομιλία αναφερόταν στα μηνύματα υποστηρίξεως που είχαν στείλει στον Τσουδερό οι υπουργοί Εξωτερικών των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, περιείχε επίσης κατηγορίες κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για δικτατορικές μεθόδους. Το μήνυμα αυτό του Τσουδερού το ακολούθησε μακροχρόνια σιωπή, ενώ ο Άρης Βελουχιώτης ετοίμαζε αντεπίθεση κατά του Ζέρβα. Ώσπου να προετοιμασθεί η αντεπίθεση, τίποτα δεν βίαζε τους ηγέτες του ΚΚΕ, αν και μεσολάβησαν πολλά γεγονότα, που θα μπορούσαν να τους κατευνάσουν. Την Πρωτοχρονιά του 1944, όχι μόνο ο Γεώργιος Β', αλλά και ο ραδιοφωνικός σταθμός της Μόσχας απηύθυνε έκκληση για ενότητα στην Ελλάδα. Στις 12 Ιανουαρίου, επιδόθηκε στον Έλληνα πρεσβευτή στη Μόσχα μια νότα, που υποστήριζε τη σύμπηξη ενιαίου μετώπου των Ελλήνων ανταρτών. Τον ίδιο μήνα, βασιλικό διάταγμα στερούσε την ελληνική ιθαγένεια από όλους όσοι υπήρξαν μέλη σε κυβερνήσεις συνεργατών του κατακτητή στην Ελλάδα. Λίγες μέρες αργότερα, σαν για να τονισθεί η ηθική πλευρά του ζητήματος, δολοφονήθηκε στην Αθήνα ο συνεργάτης των Γερμανών υπουργός Εργασίας. Ο Τσουδερός απηύθυνε νέο μήνυμα, προειδοποιώντας όσους μετείχαν στα Τάγματα Ασφαλείας να τα εγκαταλείψουν ως τις 31 Ιανουαρίου, αλλιώς θα τιμωρούνταν σαν προδότες. Το μόνο αποτέλεσμα από όλα αυτά ήταν ότι ο Ιωάννης Ράλλης έδωσε από το ραδιόφωνο μια παράξενη απάντηση, κάνοντας τον υπαινιγμό ότι ο Γεώργιος Β' είχε παραιτηθεί και απευθύνοντας μια αλλόκοτη έκκληση για τερματισμό της εσωτερικής διαμάχης. Τα Τάγματα Ασφαλείας ανάπτυξαν μεγαλύτερη δράση. Το ΕΑΜ δεν έλυσε τη σιωπή του. Κυκλοφόρησαν φήμες, ότι το Digitized by 10uk1s
ΕΑΜ ετοίμαζε μια σκιώδη κυβέρνηση υπό τον καθηγητή Σβώλο και ότι για να την υποστηρίξουν, οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή ετοίμαζαν εξέγερση. Στις φήμες αυτές υπήρχε περισσότερη αλήθεια από όσο πιστεύτηκε τότε, αλλά δεν επηρέασαν το άμεσο σχέδιο του ΚΚΕ· προετοιμαζόταν για ειρήνευση προς το παρόν, αφού ο Ζέρβας θα είχε απωθηθεί και πάλι. Η αντεπίθεση του Άρη Βελουχιώτη άρχισε προς τα τέλη Ιανουαρίου και, ταυτόχρονα, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ διατύπωνε τρεις όρους για σύναψη ανακωχής. Ο πρώτος ήταν να διατηρήσει η κάθε μια από τις δυο οργανώσεις τις θέσεις που θα κατείχε τη στιγμή της καταπαύσεως του πυρός. Ο δεύτερος, να αποκηρύξει ο Ζέρβας τα μέλη εκείνα της οργανώσεώς του, που είχαν συνεργασθεί με τον κατακτητή. Και ο τρίτος, ν' αρχίσουν αμέσως διαπραγματεύσεις για την ίδρυση ενός ενιαίου αντάρτικου στρατού. Οι όροι αυτοί διαβιβάσθηκαν στον Ζέρβα με τον ασύρματο της ΣΣΑ και του Καΐρου. Κάτω από τη στρατιωτική πίεση του ΕΛΑΣ και τη διπλωματική πίεση της ΣΣΑ, ο Ζέρβας τους αποδέχτηκε και τους τρεις. Ο Άρης Βελουχιώτης καθυστέρησε την κατάπαυση του πυρός με μια σειρά τεχνάσματα, ώσπου περιόρισε τον Ζέρβα στην ελάχιστη δυνατή εδαφική περιοχή. Η ανακωχή μπήκε σ' εφαρμογή τελικά, στις 4 Φεβρουαρίου. Η σύσκεψη για την υπογραφή της ανακωχής, όπου πήραν μέρος το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ και η ΣΣΑ, κάλυψε όλο τον υπόλοιπο Φεβρουάριο. Το ενδιαφέρον της βρισκόταν μόνο στον τρόπο ερμηνείας του τρίτου όρου. Όσο για τα δευτερεύοντα σημεία, επήλθε γρήγορα συμφωνία. Στις 19 Φεβρουαρίου, οι αντιπρόσωποι υπέγραψαν κοινή αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας 61. Η αποκήρυξη από τον Ζέρβα του Γονατά, του Ταβουλάρη, του Βουλπιώτη και άλλων μελών του ΕΔΕΣ σαν συνεργατών του κατακτητή έγινε αποδεκτή. Οι ελιγμοί στις συζητήσεις για εξασφάλιση καλυτέρων θέσεων στη γραμμή ανακωχής κράτησαν αρκετά. Τίποτε όμως από όλα αυτά δεν είχε τόση σημασία, όσο το ζήτημα του ενιαίου αντάρτικου στρατού. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήθελε έναν μόνο αντάρτικο στρατό, κάτω από μια μόνο διοίκηση, υπεύθυνη απέναντι σε ένα και μόνο υπουργό μέσα στην Ελλάδα, που θα εκπροσωπούσε μια και μόνο κυβέρνηση συνασπισμού. Από λάθος στη μετάδοση με τον ασύρματο, οι αντιπρόσωποι της ΕΚΚΑ και του ΕΔΕΣ 62 έφθασαν στη σύσκεψη ανίδεοι για την έκταση των επιδιώξεων αυτών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ 63, σε τηλεγράφημά τους προς τον Τσουδερό, τόνισαν ότι θεωρούσαν αυτή τη σύσκεψη όχι σαν το τελευταίο στάδιο, του εμφυλίου πολέμου, αλλά σαν το πρώτο στάδιο στον ανασχηματισμό της κυβερνήσεώς του. Ο Τσουδερός απάντησε ότι, αμέσως μόλις οι αντάρτες θα έπαυαν τον εμφύλιο πόλεμο, θα ήταν έτοιμος να διαπραγματευθεί μαζί τους για έναν νέο συνασπισμό. Οι αντιπρόσωποι της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ 64 είχαν οδηγίες να περιορίσουν τις συζητήσεις σε στρατιωτικά ζητήματα. Σε εφαρμογή αυτής της πολιτικής, ο Βρετανός αντιπρόσωπος, ο οποίος είχε διορισθεί αρχικά και σαν εκπρόσωπος της ελληνικής κυβερνήσεως, περιορίσθηκε στην εκπροσώπηση της ελληνικής Ανωτάτης Διοικήσεως. Ήταν αδύνατο να περιορισθεί η σύσκεψη της ανακωχής σε στρατιωτικά ζητήματα. Η ελληνική Αντίσταση είχε πολιτικά θεμέλια. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε πολιτικές ρίζες και πολιτικές συνέπειες. Η συζήτηση στο κάθε θέμα της ημερησίας διατάξεως γινόταν με πολιτικό πνεύμα, ακόμα και όταν κρυβόταν πίσω από στρατιωτική γλώσσα. Και η ίδια ακόμα η ιδέα για ενιαίο στρατό είχε πολιτικό νόημα — αφού ένας στρατός σήμαινε έναν αρχιστράτηγο, υπεύθυνο απέναντι σε έναν υπουργό πολέμου, που με τη σειρά του θα ήταν υπεύθυνος απέναντι σε μια κυβέρνηση. Οι αντιπρόσωποι δεν ήταν δυνατό να μιλήσουν ούτε για έναν συνασπισμό έστω των δυνάμεών τους, χωρίς να παραιτηθούν από ένα μέρος της ανεξαρτησίας αυτών των δυνάμεων. Αυτό ήταν κάτι που το επιδίωκε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και το φοβούνταν όλοι οι άλλοι, σαν απειλή απορροφήσεώς τους στα πλαίσια του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ. Δεν ήταν δυνατό να συζητήσουν για εκλογή Digitized by 10uk1s
αρχιστρατήγου, χωρίς να λογαριάσουν την πολιτική προέλευση των υποψηφίων. Από τους δυο, που θα γίνονταν δεκτοί από όλες τις ανταρτικές δυνάμεις, ο στρατηγός Πλαστήρας ήταν αυτοεξόριστος στη Γαλλία και ο στρατηγός Οθωναίος είχε πολύ επισφαλή υγεία για να φύγει από την Αθήνα. Κανένας όμως από τους δυο δεν θα γινόταν δεκτός από τις εξόριστες αρχές. Για κανέναν άλλο δεν έγινε ουσιαστικά συζήτηση, αν και προτάθηκαν τα ονόματα Μπακιρτζής, Μάντακας, Μανέττας και Σαρηγιάννης, μαζί με τους Σαράφη, Ζέρβα και Ψαρό. Δεν ήταν προπαντός δυνατό να συζητήσουν γύρω από το θέμα που δέσποζε στη σκέψη όλων, χωρίς να προχωρήσουν πέρα από τους όρους αναφοράς τους: την πρόταση δηλαδή των αντιπροσώπων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να συγκροτηθεί από τις ανταρτικές οργανώσεις μια επιτροπή με προσωρινή εξουσία κυβερνήσεως και με αποστολή να διαπραγματευθεί για μια κυβέρνηση συνασπισμού με τον Τσουδερό. Ο τίτλος που προτάθηκε ήταν "Προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή". Η σκιά της Επιτροπής Εθνικής Απελευθερώσεως του Τίτο βάραινε πάνω από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Οι αντιπρόσωποι του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ καταλάβαιναν ότι τους προσφερόταν μια τελευταία ευκαιρία να μετάσχουν σε μια σκιώδη κυβέρνηση, την οποία το ΕΑΜ σκόπευε να σχηματίσει οπωσδήποτε, είτε μ' αυτούς είτε χωρίς αυτούς. Επειδή όμως εμποδίζονταν από τις εντολές του Τσουδερού και των συμμαχικών αρχών να συζητήσουν ο,τιδήποτε άλλο εκτός από στρατιωτικά ζητήματα, η σύσκεψη αφιέρωσε τις περισσότερες συνεδριάσεις της σε φιλολογικές συζητήσεις για τη συγκριτική σημασία των όρων "ενιαίος" και "μοναδικός", σε σχέση με τον νέο στρατό, τον οποίο δεν είχαν πρόθεση να συγκροτήσουν. Οι Σύμμαχοι αντιπρόσωποι δεν έκαναν παρά μόνο ενδιάμεσες παρεμβάσεις, για να επαναφέρουν τους άλλους αντιπροσώπους στο συζητούμενο θέμα. Πίστευαν ότι, όσο θα κρατούσε η σύσκεψη, ήταν λιγότερες οι πιθανότητες να ξεσπάσει και πάλι ο εμφύλιος πόλεμος. Το ότι ο εμφύλιος πόλεμος είχε καταργήσει και το Σύμφωνο "Εθνικών Ομάδων" και το ΚΓΑ δεν τους ήταν κάτι δυσάρεστο, αφού αυτοί εξακολουθούσαν να είναι χρήσιμοι. Το γεγονός ότι καμιά σχεδόν μικτή περιοχή δεν είχε απομείνει, που να συμπεριλαμβάνει οργανώσεις διαφόρων πολιτικών χρωμάτων, ήταν όφελος για τις επιχειρήσεις κατά των Γερμανών. Όλοι πίστευαν, ότι τέτοιες επιχειρήσεις ήταν επικείμενες. Πραγματικά, ένα σχέδιο, που είχε διαβιβασθεί στην ΣΣΑ από την SOE Καΐρου, πρόβλεπε την απελευθέρωση της Ελλάδας πριν από τα τέλη Απριλίου 1944 και ανέθετε έναν βαρύ ρόλο στους αντάρτες. Η προοπτική όμως αυτή δεν έκανε να επισπευσθούν οι συζητήσεις του Φεβρουαρίου, επειδή, πρώτα - πρώτα, η προβλεπόμενη ημερομηνία της απελευθερώσεως ήταν φανταστική και είχε σκοπό ως ένα σημείο ν' αποσπάσει την προσοχή των ανταρτικών οργανώσεων από τις διαφορές τους και, δεύτερο, όλοι τους είχαν υποσχεθεί σε ιδιαίτερες συνομιλίες τη συνεργασία τους με την ΣΣΑ πριν αρχίσει η σύσκεψη ανακωχής. Η ΣΣΑ επομένως ήταν ικανοποιημένη με την κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί και άφηνε πρόθυμα τον καθένα να μιλά όσο ήθελε, βέβαιη ότι οι αντιπρόσωποι των ανταρτών δεν θα έπαιρναν ομόφωνη απόφαση σε τίποτα που δεν θα γινόταν δεκτό από τις συμμαχικές αρχές. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι ως τα τέλη Φεβρουαρίου καμιά από τις διαφωνίες δεν είχε διευθετηθεί. Η σύσκεψη διέκοψε τις εργασίες της, αφού οι αντιπρόσωποι υπέγραψαν στη Γέφυρα της Πλάκας (πάνω απ' το ποτάμι που χώριζε τον ΕΔΕΣ από τον ΕΛΑΣ) ένα σύμφωνο, που δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μια παράταση της ανακωχής επ' αόριστο 65. Το βασικό σημείο του συμφώνου ήταν ένας μυστικός όρος, που δέσμευε και τις τρεις οργανώσεις να διευκολύνουν την επάνοδο στην Ελλάδα των συμμαχικών στρατευμάτων — επειδή αυτό ήταν η βασική προϋπόθεση για κάθε κατοπινή συμφωνία και για την τελική εγκατάσταση μιας αναγνωρισμένης κυβερνήσεως εξόριστων. Και δεν ήταν λίγο, αφού το σύμφωνο συζητήθηκε ελεύθερα. Δεν ανταποκρινόταν όμως στους τελικούς σκοπούς του ΕΑΜΕΛΑΣ. Το μόνο βέβαιο που έδειξε το ναυάγιο της συσκέψεως ήταν ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε στο νου του έναν νέο πολιτικό στόχο. Η Προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή δεν ήταν απλώς πυροτέχνημα, αλλά σχετιζόταν με ένα εξαιρετικά σοβαρό στις συνέπειές του σχέδιο. Οι εξόριστες ελληνικές αρχές αντιλαμβάνονταν επιτέλους και τις προθέσεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και τη σημασία τους. Την υπόσχεση που είχε δώσει ο Τσουδερός, ν' αρχίσει διαπραγματεύσεις για νέο συνασπισμό όταν θα Digitized by 10uk1s
τερματιζόταν επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος, την τήρησε αμέσως μόλις έγινε γνωστή η υπογραφή του Συμφώνου της Πλάκας. Ακόμα και η παλαιότερη ιδέα να σχηματισθεί Αντιβασιλεία υπό τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών αμέσως μετά την απελευθέρωση, ανακινήθηκε και πάλι από τις ελληνικές αρχές. Ο Γεώργιος Β' έφυγε από το Κάιρο και πήγε στο Λονδίνο κατά τα μέσα Φεβρουαρίου, αφήνοντας λυτά τα χέρια του Τσουδερού για τις διαπραγματεύσεις. Άρχισαν περίπλοκες συνεννοήσεις για να συναντηθεί ένα πλήθος πολιτικών από την Αθήνα και τα βουνά με τους συναδέλφους τους στο Κάιρο. Οι ενδείξεις ήταν, ότι θα γινόταν τουλάχιστο μια σοβαρή προσπάθεια, για να λυθεί το πρόβλημα που είχε μείνει σε εκκρεμότητα από τον προηγούμενο Αύγουστο. Το πως θα γινόταν αυτό, ύστερα από την επιδείνωση της καταστάσεως που είχε επέλθει στο μεταξύ, είναι ένα ερώτημα, στο όποιο ίσως θα ήταν δύσκολο στον Τσουδερό ν' απαντήσει. Αλλά ούτε και του δόθηκε ο καιρός· πριν αρχίσει αυτή η ομαδική μετανάστευση πολιτικών, κυριαρχούσε και πάλι το χάος.
Digitized by 10uk1s
V. Η δεύτερη πράξη Έ να ς απ ό το υς νό μο υς είν αι πο λ ύ ι διό τυπ ο ς κι εκπ λη κ τι κό ς : σ τε ρε ί τη ν ψή φο α πό ο πο ιο ν δή πο τε μ έ νει ο υ δ έτε ρο ς σ ' έν α ν εμ φύ λ ιο πό λ εμο . Πλούταρχος, Βίος του Σόλωνος.
Η δεύτερη πράξη, που καλύπτει τη δεύτερη απόπειρα του ΚΚΕ ν' αποκτήσει την απόλυτη κυριαρχία παρουσιάζει ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό. Για πρώτη φορά ήταν φανερός ο πολιτικός χαρακτήρας του ανταγωνισμού. Όχι για την παγκόσμια κοινή γνώμη, αφού τα γεγονότα αποκρύπτονταν ακόμα από τον Τύπο, αλλά τουλάχιστο για τους ίδιους τους ανταγωνιζόμενους. Ο εξόριστος πολιτικός κόσμος αντιλήφθηκε επιτέλους, ότι δεν έπαιζε, όπως νόμιζε, το παλιό παιχνίδι της μοναρχίας κατά της αβασίλευτης δημοκρατίας ή των Λαϊκών κατά των Φιλελευθέρων, αλλά ένα καινούριο παιχνίδι, πολύ τρομερό στην πραγματικότητα για να το αποκαλεί κανείς παιχνίδι: εκείνο των κομμουνιστών κατά των υπολοίπων. Και οι υπόλοιποι κατάλαβαν επιτέλους ότι, αν δεν κέρδιζαν αυτό το καινούριο παιχνίδι, ποτέ πια δεν θα ήταν σε θέση να παίξουν το παλιό. Τη μακαριότητά τους τάραξε επίσης ο λόγος του Churchill στις 22 Φεβρουαρίου, όπου διατυπώθηκε για πρώτη φορά ένας υπαινιγμός, που θα επαναλαμβανόταν πικρόχολα ένα χρόνο αργότερα —ότι οι βρετανικές αρχές είχαν αρχίσει να χάνουν την υπομονή τους με τα καμώματα των Ελλήνων. Κατάλαβαν τελικά, ότι έπρεπε να συσπειρωθούν απέναντι στην απειλή κατά της πολιτικής τους υποστάσεως. Όχι αμέσως, όχι όλοι μαζί, αλλά σε μια βαθμιαία αφύπνιση. Ανεύθυνοι φιλελεύθεροι ετοιμάζονταν ακόμα για ριψοκίνδυνα παιχνίδια τον Απρίλιο του 1944, με την ιδέα ότι το παλιό παιχνίδι συνεχιζόταν, ακόμα και αφού το ΚΚΕ είχε ανατρέψει όλους τους κανόνες τον Μάρτιο. Αποτελούσαν όμως μια μειοψηφία που λιγόστευε διαρκώς και της οποίας η ανευθυνότητα ήταν γνωστή. Η ουσία των πραγμάτων ξεκαθάριζε στα μάτια όλων έκτος από τους πιο αδιάλλακτους φυγάδες Έλληνες, όσο έφθαναν εξακριβωμένες πληροφορίες στο Κάιρο όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά, ακόμα πιο ανησυχητικές, από όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Στην Αλβανία, η INC, το αντίστοιχο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο τόσο κατά των εθνικιστών αντιπάλων της, το Κίνημα Νομιμότητας, που υποστήριζε τον βασιλιά Αχμέτ Ζώγου όσο και κατά του δημοκρατικού Μπαλλή Κομπετάρ, που είχε εξωθηθεί (όπως και οι αντίπαλοι του ΕΛΑΣ) σε συνεργασία με τους Γερμανούς. Στη Γιουγκοσλαβία, ο Τίτο όχι μόνο πολεμούσε κατά του Μιχαήλοβιτς, αλλά και είχε προκαλέσει την αποκήρυξη της εξόριστης κυβερνήσεως και του βασιλιά από την Συνέλευση Παρτιζάνων και, μέσω της Επιτροπής Εθνικής Απελευθερώσεως, είχε απαιτήσει εκπροσώπησή του στον συμμαχικό οργανισμό βοηθείας, της UNRRA. Στην Βουλγαρία, αντάρτες πολεμούσαν κάτω από την καθοδήγηση του κομουνιστή ηγέτη Δημητρώφ, με αποτέλεσμα ότι, στην Ανατολική Μακεδονία και στη Δυτική Θράκη, η μόνη ελληνική εθνικιστική οργάνωση, που είχε αρχίσει πρόσφατα δράση κάτω από την καθοδήγηση του Τσαούς Αντόν, δεχόταν πίεση ταυτόχρονα από τους Γερμανούς, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τον βουλγαρικό στρατό κατοχής και τους Βουλγάρους παρτιζάνους. Είναι πιθανό ότι, προς τα τέλη του έτους, εκπρόσωπος του ΚΚΕ συναντήθηκε με αξιωματικό του βουλγαρικού στρατού κατοχής για να συζητήσει το μέλλον της Μακεδονίας 66. Βουλγαρικά στρατεύματα είχαν ήδη καταλάβει την Φλώρινα, την Καστοριά και την Έδεσσα, που βρίσκονταν μέσα στη ζώνη που αφορούσαν οι συνομιλίες αυτού του είδους. Η υπόλοιπη Δυτική Μακεδονία ήταν εκτεθειμένη στον κίνδυνο να καταληφθεί από την SNOF. την οργάνωση του σλαβόφωνου αυτονομιστικού κινήματος, το όποιο ούτε το ΚΚΕ δεν μπορούσε να αναχαιτίσει. Ο κομμουνισμός εξαπλωνόταν ραγδαία στα Βαλκάνια, για όλους τους συνηθισμένους λόγους και για μερικούς ιδιαίτερους, όπως ο θαυμασμός για τις επιτυχίες του Κόκκινου Στρατού και η απογοήτευση από το γεγονός ότι οι Βρετανοί δεν κατόρθωσαν να κρατήσουν τα νησιά του Αιγαίου. Τον Ιανουάριο του 1944, ο Molotov ανάγγειλε την πρόθεση της σοβιετικής κυβερνήσεως να κάμει ορισμένες παραχωρήσεις σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας υπέρ της ανεξαρτησίας και εθνικής κυριαρχίας μερικών σοβιετικών δημοκρατιών. Η γερμανική προπαγάνδα, αρκετά ευλόγα, ερμήνευσε την πρόταση αυτή σαν ελιγμό, για να διευκολυνθεί η Digitized by 10uk1s
είσοδος των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών στην ΕΣΣΔ: ήταν φανερό, ότι τα πρώτα τρία κράτη που θα επωφελούνταν από το ευεργέτημα θα ήταν εκείνα που βρίσκονταν στις πιο πιθανές οδούς της σοβιετικής επεκτάσεως προς τα δυτικά και τα νοτιοδυτικά: η Λευκορωσία, η Ουκρανία και η Αρμενία. Τον Μάρτιο, ο Κόκκινος Στρατός έκανε την είσοδό του στην ρουμανική Βεσσαραβία, αφού είχε στο μεταξύ περάσει τα πολωνικά σύνορα του 1939 και είχε αναγνωρίσει "ντε φάκτο" μια κυβέρνηση της αρεσκείας του. Τα μαθήματα αυτά τα έβλεπε μπροστά στα μάτια της η ελληνική κυβέρνηση, πριν ακόμα ξεσπάσει η θύελλα στη δική της χώρα. Τα περισσότερα μέλη της συμπέραναν, ότι η Ελλάδα ήταν εκτεθειμένη στην ίδια απειλή. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, που θ' αναφερθούν πιο κάτω, οι εξόριστοι πολιτικοί εγκατέλειψαν τότε το παλιό παιχνίδι κι ετοιμάστηκαν ανήσυχοι για το καινούριο. Η αναχώρηση στο Λονδίνο του κυριότερου παράγοντα διχασμού στο παλιό παιχνίδι, του Γεωργίου Β', συμβόλιζε την αλλαγή σκοπού και καθάριζε το έδαφος για ν' αρχίσει η δράση. Όσο η αφύπνιση προχωρούσε και η απόφαση γινόταν πιο σταθερή, το έργο που είχε μπροστά του το ΚΚΕ γινόταν πιο περίπλοκο. Οι απρόβλεπτες αντιδράσεις επέβαλαν ευελιξία τακτικής. Το ένα πιόνι μετά το άλλο χάνονταν. Η περίοδος από τις αρχές Μαρτίου ως τα τέλη του έτους αποτελεί μια και μόνη πράξη του δράματος, για έναν ορισμένο λόγο, που θα φανεί καθαρά στη συνέχεια: για το λόγο ότι περιλαμβάνει μια και μόνη, απαρέγκλιτη προσπάθεια του ΚΚΕ, που επεκτάθηκε σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι είχε προβλεφθεί, να εκμεταλλευθεί το πολιτικό κενό, που θα άφηναν υποτίθεται πίσω τους φεύγοντας οι Γερμανοί. Αλλά, αν και το θέμα του κεφαλαίου αυτού είναι επομένως ένα και μόνο, χωρίζεται σε τέσσερις φάσεις, καθώς η δράση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και η αντίδραση των υπολοίπων άλλαζε διαδοχικά την κλίση της πλάστιγγας σ' αυτόν τον ανταγωνισμό. Στην πρώτη φάση, το ΚΚΕ έκαμε μια νέα απόπειρα να εξαπολύσει έναν πολιτικό και στρατιωτικό "μπλίτσκριγκ" και σημείωσε σχεδόν επιτυχία, αλλά τελικά απέτυχε, μπροστά σε μια ισχυροποιημένη τώρα αντίδραση. Στη δεύτερη φάση, το ΚΚΕ υποχώρησε, αιφνιδιασμένο και διχασμένο, για να αναλάβει απ' τα τραύματά του, ενώ η πρωτοβουλία περνούσε στους αντιπάλους του. Στην τρίτη φάση, το ΚΚΕ ξαναμπήκε στη μάχη, με νέα πολιτική, την πολιτική της πολιτικής διεισδύσεως, κάτω από τη μεταμφίεση της συνεργασίας. Στην τέταρτη φάση, το ΚΚΕ ξαναγύρισε στην ιδέα, ότι το παιχνίδι θα μπορούσε να κερδηθεί στο κάτω - κάτω με ένα καίριο πλήγμα. Και δοκίμασε, αλλά απέτυχε και πάλι. Όταν η τέταρτη αυτή φάση έφθασε στο τέλος της, η ευκαιρία είχε χαθεί και ένα άλλο ενδιάμεσο στάδιο αβέβαιης ασφάλειας ήταν αναγκαία συνέπεια, θα εξετάσουμε και τις τέσσερις αυτές φάσεις με τη σειρά, επεκτείνοντας αυτή την ανάλυση, σαν μέρος ενός και μοναδικού θέματος.
1 . ΜΑ Ρ Τ ΙΟΣ - Μ Α Ϊ ΟΣ 1 9 4 4 Το 1944, το ΚΚΕ αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα όπως και το 1943, αλλά σε οξύτερη μορφή. Αν και αριθμητικά τα μέλη του και πολύ περισσότερο οι συνοδοιπόροι του είχαν αυξηθεί, εξακολουθούσε ν' αποτελεί μειοψηφία στην ελληνική ζωή. Αφού δεν μπορούσε να κατακτήσει και να διατηρήσει την πολιτική εξουσία με δημοκρατικά μέσα, δυο άλλοι δρόμοι του έμεναν: η ένοπλη βία και η πολιτική διείσδυση. Κρίνοντας κανείς από τις κατά καιρούς αλλαγές της στρατηγικής του, μπορεί να ισχυρισθεί ότι και τα δυο είχαν τους υποστηρικτές τους, των οποίων οι απόψεις διαδοχικά επικρατούσαν ή υποχωρούσαν μέσα στο Πολιτικό Γραφείο. Ο Άρης Βελουχιώτης ευνοούσε την επαναστατική πολιτική της ένοπλης βίας. Ο Σιάντος ευνοούσε πιθανόν την μετριοπαθέστερη πολιτική της πολιτικής διεισδύσεως. Και τα δυο είδη πολιτικής είχαν δοκιμασθεί το 1943 και κανένα δεν τελεσφόρησε. Αφού δεν υπήρχε τρίτη δυνατότητα, ο μόνος δρόμος, το 1944, ήταν η προετοιμασία για το ένα ή και για τα δυο, για μια ακόμα φορά. Αλλά οι δυσχέρειες Digitized by 10uk1s
είχαν αυξηθεί. Χρειαζόταν βελτίωση της τακτικής, για να επιτύχει η μια ή η άλλη στρατηγική. Το εμπόδιο στην ένοπλη βία ήταν ότι η ένοπλη αντίδραση είχε ενισχυθεί. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε επιφέρει αποφασιστική μεταβολή στο συσχετισμό δυνάμεων στην Ελλάδα. Η Πελοπόννησος είχε εκκαθαρισθεί από τις οργανώσεις ΕΣ και ΕΟΑ· η Κεντρική Ελλάδα είχε εκκαθαρισθεί από τον Άθω Ρουμελιώτη και τις ακραίες μονάδες του ΕΔΕΣ· η Βόρεια Ελλάδα είχε εκκαθαρισθεί από την ΠΑΟ. Αλλά η ένοπλη αντίδραση είχε πάρει καινούρια μορφή. Υπήρχαν τώρα όχι μόνο τα υπολείμματα των αντιπάλων οργανώσεων, που θεωρητικά βρίσκονταν στην ίδια πλευρά με τον ΕΛΑΣ απέναντι στους Γερμανούς, αλλά και μια διογκωμένη αντίδραση που ήταν ανοιχτά (έστω και απρόθυμα) με το πλευρό των Γερμανών. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε δώσει καινούρια σφοδρότητα στην αντίδραση και των δυο μορφών. Στα βουνά, αφού εκκαθάρισε τις μικτές περιοχές όπου συνυπήρχαν διάφορες ομάδες ανταρτών, κάτω από την προστασία του Συμφώνου "Εθνικών Ομάδων", άφησε στη θέση τους έναν αριθμό σκληρών πυρήνων, που ήταν μικρότεροι σε αριθμητική δύναμη, αλλά πιο μαχητικοί από πριν. Ο πιο σκληρός απ' όλους ήταν ο Ζέρβας, που ο εμφύλιος πόλεμος τον είχε περιορίσει σε μια ελάχιστη περιοχή στη βορειοδυτική Ελλάδα, αλλά που ανήκε τουλάχιστο αποκλειστικά σ' αυτόν. Αν και η περιοχή δεν είχε ούτε αρκετή έκταση ούτε κατάλληλη διαμόρφωση εδάφους και ούτε είχε μεγάλη στρατηγική αξία, είχε κατορθώσει να απωθήσει εντελώς τον ΕΛΑΣ απ' αυτήν, όπως ακριβώς ο ΕΛΑΣ τον είχε απωθήσει αυτόν εντελώς από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο δεύτερος πιο σκληρός αντίπαλος ήταν ο Τσαούς Αντόν, που είχε επωφεληθεί από την απασχόληση του ΚΚΕ με την ΠΑΟ και είχε ριζώσει ανατολικά του Στρυμόνα. Σε όλη τη διάρκεια του 1944 επέζησε από την συνδυασμένη εχθρότητα του βουλγαρικού στρατού, του ΕΛΑΣ και (τον ίδιο χρόνο αργότερα) των Βουλγάρων παρτιζάνων, που η αμοιβαία τους σύνδεση διευθυνόταν από τον αεικίνητο κομμουνιστή Ράντεφ. Λιγότερο σκληρός από τον Τσαούς Αντόν, αλλά όχι ευκαταφρόνητος, ήταν ο Ψαρός, στη νότια Στερεά Ελλάδα. Πιο επικίνδυνες από όλους αυτούς ήταν οι δυνάμεις που είχαν εξοπλισθεί από τους Γερμανούς, για να πολεμήσουν τον ΕΛΑΣ, επειδή κατείχαν τις ζωτικής σημασίας περιοχές των πεδιάδων, που έκλειναν το δρόμο ανάμεσα στις οργανώσεις των βουνών και τους στόχους τους, στις πόλεις. Τα Τάγματα Ασφαλείας, οι ένοπλοι χωρικοί του Μιχάλαγα, οι δυνάμεις του Πούλου και του Χρυσοχόου, όλοι αυτοί χρωστούσαν την επιτυχία τους στις ακρότητες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Και όλοι προσδοκούσαν, σαν αποτέλεσμα, την εύνοια των Συμμάχων. Αυτό ήταν το σοβαρότερο πρόβλημα των κομμουνιστών ηγετών το 1944. Έκαναν πολλές προσπάθειες να εξασφαλίσουν την επέμβαση των Συμμάχων με το μέρος τους, αλλά το μίσος κατά του ΚΚΕ έκανε το πρόβλημα πολύ οξύ, για να είναι δυνατή η εκρίζωσή του. Το εμπόδιο στην πολιτική διείσδυση βρισκόταν σε μια ανάλογη εκτίμηση σχετικά με την πολιτική του ΚΚΕ. Κανένας πολιτικός, πάνω από την οριζόντια διαχωριστική γραμμή, δεν είχε πια την παραμικρή αμφιβολία για το νόημα του ΕΑΜ. Ήταν το πιο τέλειο τέχνασμα που είχε επινοήσει ποτέ το ΚΚΕ, αλλά η χρησιμότητά του, σαν ανεξάρτητης Οργανώσεως, είχε λήξει. Το γεγονός ότι το ΕΑΜ ήταν στον ρόλο του, αν όχι και στη συγκρότησή του, ένα άλλο όνομα του ΚΚΕ, έγινε γνωστό στον καθένα που μετείχε στον πολιτικό ανταγωνισμό πριν από το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 1944. Η κομμουνιστική διπλωματία επομένως είχε ανάγκη να δημιουργήσει έναν νέο συνασπισμό, που θα είχε με το ΕΑΜ την ίδια σχέση που είχε το ΕΑΜ με το ΚΚΕ· χρειαζόταν ένα μεγαλύτερο και καλύτερο περίβλημα, που θα έκλεινε στο κέντρο του τον ίδιο πυρήνα. Ενώ το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ ήταν σχήματα κατάλληλα για να τραβήξουν οπαδούς προς το ΚΚΕ από τα κάτω, εκείνο που ετοίμαζαν τώρα στο νου τους ήταν μια πιο φιλόδοξη επινόηση, που θα τραβούσε οπαδούς προς το ΚΚΕ από τα πάνω· από τις τάξεις των ευυπόληπτων πολιτών και ελευθέρων επαγγελματιών και από την νεώτερη γενεά των πολιτικών. Διαπραγματεύσεις με τον σκοπό αυτό είχαν αρχίσει πριν από τα τέλη του 1943 και φήμες σχετικά είχαν διαφύγει τον Ιανουάριο του 1944. Η προσπάθεια όμως ήταν εξαιρετικά δύσκολη, αφού είχε πέσει η μάσκα του ΚΚΕ. Πρόθυμοι δημοκράτες, όπως ο καθηγητής Σβώλος και ο καθηγητής Αγγελόπουλος, ικανοί στρατιωτικοί όπως οι στρατηγοί Μάντακας και Μπακιρτζής, έμπειροι πολιτικοί όπως ο Ασκούτσης και ο Χατζήμπεης, δεν ήταν εύκολο να παραπλανηθούν και να κάνουν λάθος στην ταυτότητα του ΚΚΕ, έστω και αν μερικοί Digitized by 10uk1s
ανόητοι και γελοίοι τύποι, όπως ο στρατηγός Γρηγοριάδης και ο επίσκοπος Κοζάνης είχαν αγκιστρωθεί. Ο Σβώλος συνεργαζόταν με επιφύλαξη με μερικούς από τους ηγέτες του ΕΑΜ από το 1942. Ο Μάντακας και ο Ασκούτσης είχαν και οι δυο αποκτήσει πείρα αντιστάσεως στην Κρήτη — όπου το κίνημα είχε ωριμάσει ενωρίτερα παρά οπουδήποτε αλλού στη χώρα— πριν περάσουν στην Ελλάδα, ο πρώτος θεληματικά το 1944, ο δεύτερος εκτοπισμένος από τους Γερμανούς το 1942. Ο Μπακιρτζής ήταν ο παλαιότερος και ο πιο δραστήριος από όλους τους μυστικούς πράκτορες. Άνθρωποι με τέτοια πείρα, θα ήταν δυνατό να προσελκυσθούν στον νέο συνασπισμό που σχεδίαζε το ΚΚΕ, μόνο αν θα πίστευαν, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σκόπευε να στραφεί προς τις δημοκρατικές μεθόδους των Ελλήνων πατριωτών. Δεν ήταν δύσκολο για το ΚΚΕ να εγκαινιάσει τη νέα αυτή πράξη του δράματος, όπως είχε κάνει μ' επιτυχία έξη μήνες ενωρίτερα. Αυτή τη φορά, όμως, το σχέδιο έπρεπε να προγραμματισθεί ακόμα πιο προσεκτικά. Ήταν πιο εύκολο να βρεθεί η απαιτούμενη μεταμφίεση, από όσο ήταν ο προγραμματισμός. Το σπουδαιότερο, στον προγραμματισμό, ήταν να κλιμακωθεί η τακτική, έτσι που να φθάσει στην υψηλότερη βαθμίδα της τη στιγμή ακριβώς που η μετάβαση από τη γερμανική κατοχή στην απελευθέρωση από τους Συμμάχους θα δημιουργούσε ένα πολιτικό κενό. Όπως ακριβώς οι Γερμανοί εξαπέλυσαν τις επιθέσεις τους στο αδύνατο σημείο της επαφής δυο συμμαχικών στρατιωτικών μονάδων, έτσι και το ΚΚΕ σκόπευε στο αδύνατο σημείο της εναλλαγής δύο ξένων στρατευμάτων στον έλεγχο της χώρας. Η πρώτη του απόπειρα είχε κορυφωθεί τη στιγμή που οι Ιταλοί είχαν συνθηκολογήσει και οι Γερμανοί φαινόταν ότι θ' αποσύρονταν. Η δεύτερη απόπειρά του είχε υπολογισθεί να συμπέσει με την αποχώρηση των Γερμανών, που ήταν σχεδόν βέβαιο ότι θα γινόταν πριν από το τέλος του 1944. Η δυσκολία ήταν να προβλεφθεί με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια η ημερομηνία. Σ' αυτήν ακριβώς την αβεβαιότητα οφείλονταν ως ένα μεγάλο βαθμό οι αμφιταλαντεύσεις της πολιτικής του ΚΚΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του 1944. Όσο προχωρούσαν οι διαπραγματεύσεις με τους νέους αυτούς υποψήφιους συνεργάτες, μεγάλωνε καθημερινά το ζωηρό ενδιαφέρον των κομμουνιστών να προβλέψουν το σχέδιο επιχειρήσεως των Συμμάχων. Η ΣΣΑ και η ηγεσία των ανταρτών είχαν καταστρώσει διάφορα σχέδια για την τελική επιχείρησή τους κατά την αποχώρηση των Γερμανών, πριν ακόμα φύγει από την Ελλάδα ο ταξίαρχος Myers. Όλον το χειμώνα, το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ ρωτούσε καθημερινά σχεδόν την ΣΣΑ πότε νόμιζε ότι θα ωρίμαζαν αυτά τα σχέδια. Στην πληροφορία αυτή θα βασιζόταν ο προγραμματισμός των δικών τους επιχειρήσεων και η πορεία των σχέσεων τους με τον Σβώλο και τους συνεργάτες του. Τον Ιανουάριο, τελικά, ήρθε η πληροφορία: η απελευθέρωση της Ελλάδας προβλεπόταν για τον Απρίλιο του 1944 Για μια ακόμα φορά, οι Σύμμαχοι είχαν πέσει έξω στον υπολογισμό τους. Ίσως αυτή τη φορά να μην ήταν τόσο σκόπιμα παραπλανητική η πληροφορία, όσο το καλοκαίρι της προηγούμενης χρονιάς. Ήταν πάντως στη σκέψη των στρατιωτικών επιτελών ότι, όσο πιο ενωρίς προσδιοριζόταν η ημερομηνία για τους αντάρτες, τόσο πιο εύκολο θα ήταν ν' αποσπασθεί η προσοχή τους από τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, για να συγκεντρωθεί στον πόλεμο κατά των Γερμανών. Η αρχή αυτή είχε τελεσφορήσει τον Ιούλιο του 1943, αλλά από τότε είχαν συμβεί δυο σπουδαίες μεταβολές. Η πρώτη ήταν, ότι τα σχέδια για την απελευθέρωση των Βαλκανίων δεν στηρίζονταν πια σε εισβολή αγγλοαμερικανικών στρατευμάτων από τα νότια, αλλά σε εισβολή ρωσικών στρατευμάτων από τα βορειοανατολικά. Η Ελλάδα, αν και βρισκόταν έξω από το πολεμικό θέατρο των σοβιετικών δυνάμεων, δεν θα απελευθερωνόταν με ενεργό δράση, αλλά θα αφηνόταν παθητικά ν' αποκοπεί από την γερμανοκρατούμενη Ευρώπη. Η δεύτερη μεταβολή ήταν, ότι η Ελλάδα δεν ήταν πια μια χώρα, όπου μια φούχτα αντάρτες εμπόδιζαν την ολοκληρωτική κατοχή της χώρας από τους Γερμανούς. Αντίθετα, μια φούχτα Γερμανοί και δεύτερης σειράς στρατεύματα δορυφόρων τους εμπόδιζαν τώρα την ολοκληρωτική κατοχή της από τους αντάρτες. Οι δυο αυτοί παράγοντες περιόριζαν την ψυχολογική επιτυχία που θα είχε το ανανεωμένο σχέδιο. Όταν η ΣΣΑ εξήγησε, ότι ο σκοπός των επιχειρήσεων που απαιτούνταν από τους αντάρτες ήταν να παρενοχλούν και να καθυστερούν τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους, ο πολιτικός σύμβουλος του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ (ο Δεσποτόπουλος, εκείνη την εποχή) ρώτησε, με πολλή οξυδέρκεια, τι Digitized by 10uk1s
όφελος θα είχαν οι Έλληνες με το να παρενοχλούν και να καθυστερούν μόνο τον εχθρό, από τον οποίο ανυπομονούσαν τόσο πολύ ν' απαλλαγούν, όσο θα ανυπομονούσε τότε κι εκείνος να φύγει. Από την άλλη πλευρά, η είδηση έκανε να βγουν στην επιφάνεια κι άλλα σημεία των καιρών, ώστε να καθορισθεί η πολιτική του ΚΚΕ από περισσότερες πλευρές. Ο Απρίλιος δεν ήταν εκ πρώτης όψεως απίθανο ν' αποτελέσει τη χρονική στιγμή της φυγής των Γερμανών. Ήταν ο πλησιέστερος μήνας, κατά τον οποίο θα ήταν δυνατό να γίνουν μετακινήσεις σε μεγάλη κλίμακα, για τη συγκέντρωση των γερμανικών δυνάμεων σε στενότερο αμυντικό κλοιό γύρω από την Ευρώπη. Ο Κόκκινος Στρατός βρισκόταν στα σύνορα της Ρουμανίας και όλοι οι άνεμοι σκορπούσαν κάθε λογής φήμες στα Βαλκάνια. Η αισιοδοξία του Τίτο και η ανησυχία της Βουλγαρίας και της Αλβανίας πρόδιναν τις προσδοκίες τους. Οι συνεργάτες των Γερμανών είχαν πανικοβληθεί. Ο Πάβελιτς στο Ζάγκρεμπ και ο Νέντιτς στο Βελιγράδι είχαν ζητήσει μάταια κι οι δυο να παραιτηθούν. Ο Μποζίλωφ, στη Σόφια, είχε προειδοποιηθεί να αλλάξει πολιτική, με επιστολή υπογραφόμενη από τον επαναστάτη Γκεοργκίεφ και τον πρώην υπουργό Γεωργίας Μπαγκριάνωφ, που είχαν αρχίσει κι οι δυο να επιστρέφουν στο προσκήνιο. Οι Έλληνες κομμουνιστές επιτάχυναν τις διαπραγματεύσεις, για να συγχρονίσουν τα βήματά τους με τον ρυθμό των γεγονότων. Αφού τον Απρίλιο ήταν πιθανό να επιστρέψουν οι Σύμμαχοι, το ΚΚΕ έδρασε τον Μάρτιο. Στις 26 Μαρτίου και ενώ δυο μέρες πριν ο Τσουδερός είχε εκφράσει την ελπίδα, ότι η ανακωχή των ανταρτών θα διαρκούσε, αγγέλθηκε ότι στα βουνά συγκροτήθηκε ένα σώμα αυτοαποκαλούμενο Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθερώσεως (γνωστό με τα αρχικά ΠΕΕΑ). Ήταν η Προσωρινή Κυβερνητική Επιτροπή, που είχε προταθεί από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στη σύσκεψη της Πλάκας, με νέα ονομασία και χωρίς τη συμμετοχή του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ. Χαρακτηριστική εξαίρεση από την απουσία τους αποτέλεσε ο στρατηγός Μπακιρτζής, που επανεμφανίσθηκε απροσδόκητα στη σκηνή σαν προσωρινός πρόεδρος της ΠΕΕΑ. Αποκηρύχθηκε από την ΕΚΚΑ και σε λίγο απωθήθηκε στο περιθώριο από το ΕΑΜ, όταν έφθασε στα βουνά ο καθηγητής Σβώλος, για να αναλάβει την προεδρία. Όπως όμως πολλοί από όσους έσπευσαν αθρόα να πλαισιώσουν την ΠΕΕΑ, αναλαμβάνοντας θέσεις στην εκτελεστική εξουσία και στη διοίκηση, συνέχισε κι ο Μπακιρτζής τις προσπάθειές του για να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στο ΚΚΕ και στον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο. Η αποφασιστική ευκαιρία ν' αποδείξει τις ειλικρινείς προθέσεις του του δόθηκε μήνες αργότερα, στη Θεσσαλονίκη 67. Οι πρώτοι του συνεργάτες στην ΠΕΕΑ εξασφάλιζαν μια θαυμάσια ισορροπία: Μάντακας, Τσιριμώκος, Γαβριηλίδης και Σιάντος. Οι τρεις τελευταίοι μόνο ανήκαν πριν στο ΕΑΜ και μόνο οι δυο τελευταίοι στο ΚΚΕ. Όταν ο Σβώλος, ο Αγγελόπουλος, ο Χατζήμπεης, ο Ασκούτσης, ο Στρατής και ένα πλήθος άλλοι δημόσιοι λειτουργοί και εργατικοί ηγέτες του ΕΕΑΜ, από τους οποίους πολύ λίγοι ήταν κομμουνιστές, έφθασαν στα βουνά τον Απρίλιο, η διεύρυνση της ΠΕΕΑ έκαμε το ΚΚΕ ακόμα πιο μικρή μειοψηφία. Σε όλον τον ελληνικό κόσμο ξαναγεννήθηκε η ελπίδα, ότι η πολιτική σταθερότητα είχε επιτευχθεί χωρίς επανάσταση. Τα νέα ονόματα ανέβασαν την πολιτική ποιότητα του αντιστασιακού κινήματος σε νέο υψηλό επίπεδο. Επίσης, όπως με την Επιτροπή του Τίτο στη Γιουγκοσλαβία, η σύνθεση της ΠΕΕΑ έριχνε το ανάλογο βάρος στις περιοχές εκείνες της χώρας, όπου η τάση για ανεξαρτησία και η αποστροφή προς την κεντρική εξουσία ήταν ισχυρότερη· ο Μπακιρτζής κι ο Σβώλος ήταν κι οι δυο Μακεδόνες· ο Μάντακας κι ο Ασκούτσης ήταν Κρητικοί. Η θέση τους ενισχύθηκε ακόμα πιο πολύ ηθικά με την κατάργηση του θεσμού του πολιτικού συμβούλου στον ΕΛΑΣ· με τη διενέργεια εκλογών, για να δοθεί στην ΠΕΕΑ το κύρος αντιπροσωπευτικού κοινοβουλίου των βουνών· και με την τοποθέτηση του καθηγητή Σβώλου επικεφαλής της αντιπροσωπείας της στην Αίγυπτο. Η δύναμη των τριών αυτών οχυρών, αν και άνιση, ήταν συλλογική. Είναι αλήθεια, ότι επανεμφανίσθηκαν οι πολιτικοί σύμβουλοι, με την ιδιότητα υποδιοικητών. Οι εκλογές έγιναν με την επίγνωση όλων, ότι κανένας δεν θα καταψήφιζε έναν επίσημο υποψήφιο. Αλλά, για τον Σβώλο, δεν μπορούσε να υπάρξει αντίρρηση. Η επιτυχία στον προγραμματισμό της όλης επιχειρήσεως μετρήθηκε από τις αντιδράσεις του ελληνικού κόσμου στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Τις επιπτώσεις της τις είδαν, αν όχι όλοι, οι περισσότεροι τουλάχιστο στους κόλπους των ελληνικών αρχών στην Αίγυπτο, που άρχιζαν τώρα να Digitized by 10uk1s
πληρώνουν το αντίτιμο για το ότι είχαν παραλείψει στο παρελθόν να εκθέσουν καθαρά τα πράγματα στο λαό. Παρ' όλα αυτά, ο Μπακιρτζής κι ο Τσουδερός αντάλλαξαν αθώα τηλεγραφήματα αβροφροσύνης, τονίζοντας πόσο σπουδαίο θεωρούσαν τον σχηματισμό μιας αντιπροσωπευτικής κυβερνήσεως, που θα απηχούσε όλες τις απόψεις. Οι βρετανικές αρχές ταράχθηκαν. Στην ΕΣΣΔ, το Πρακτορείο Τας και ο ραδιοφωνικός σταθμός της Τιφλίδας κατηγόρησαν την κυβέρνηση Τσουδερού σαν αντιδραστική και μη αντιπροσωπευτική. Από την πλευρά του ελληνικού λαού, ο ενθουσιασμός με τον οποίο δέχθηκαν οι διάφορες περιοχές την είδηση για την ίδρυση της ΠΕΕΑ ήταν ανάλογη σχεδόν με την απόστασή τους από την έδρα της. Στα βουνά, η ανακοίνωση έγινε δεκτή με αδιαφορία. Στην Αίγυπτο, με πανηγυρισμούς, που κορυφώθηκαν σε διαδηλώσεις στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο στις 25 Μαρτίου, ημέρα της ελληνικής Εθνικής Ανεξαρτησίας. Οι αντιδράσεις στο υπουργικό συμβούλιο και στις υπηρεσίες των ενόπλων δυνάμεων ήταν εκείνο που ανησυχούσε περισσότερο τον Τσουδερό. Στις 31 Μαρτίου, μια ομάδα αξιωματικών του Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας τον επισκέφθηκε για να του ζητήσει να παραιτηθεί. Στις 2 Απριλίου ο υπουργός Ναυτικών Σοφοκλής Βενιζέλος μίλησε για την ανάγκη να επιτευχθεί πολιτική κατανόηση με τους αντάρτες και με άλλες οργανώσεις, "έστω και αν μερικά πρόσωπα θα χρειασθεί ν' αποσυρθούν, για να διευκολύνουν τα πράγματα". Την επομένη, ο Τσουδερός παραιτήθηκε και, στις 6 Απριλίου, ανταρσίες είχαν ξεσπάσει κιόλας στο στρατό και στο ναυτικό. Ταυτόχρονα, έφθασε η είδηση, ότι η ΠΕΕΑ και η Επιτροπή του Τίτο είχαν συμφωνήσει ν' ανταλλάξουν απεσταλμένους. Ο Γεώργιος Β' ανακλήθηκε από την Αγγλία. Ο Βενιζέλος παρακλήθηκε να αναλάβει να σχηματίσει κυβέρνηση και αρνήθηκε. Ο Τσουδερός δέχθηκε να μείνει στην εξουσία, ώσπου να σχηματιζόταν νέα κυβέρνηση. Και ο Τσουδερός και ο Βενιζέλος έστελναν τηλεγραφήματα στην ΠΕΕΑ και, στις 9 Απριλίου πήραν διαβεβαιώσεις από το ΚΚΕ και από το ΕΑΜ, ότι πρόθεσή τους ήταν να εργασθούν για εθνική ενότητα. Στις 11 Απριλίου, έφθασε στο Κάιρο ο βασιλιάς και την επομένη εκφωνούσε νέο διάγγελμα. Δήλωνε ότι, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, το πολίτευμά της θ' αποφασιζόταν με ελεύθερη ψηφοφορία· ότι και ο ίδιος, όπως ο κάθε πολίτης, ήταν στη διάθεση του λαού· ότι χρειαζόταν αμέσως μια αντιπροσωπευτική κυβέρνηση έξω από την Ελλάδα, από Έλληνες κυρίως που θα προέρχονταν από την κατεχόμενη Ελλάδα. Απόφυγε να προσθέσει, για λόγους ασφαλείας βέβαια, ότι αντιπρόσωποι είχαν ξεκινήσει κιόλας από την Ελλάδα γι' αυτόν το σκοπό —γεγονός που θα ασκούσε την επίδρασή του, αν είχε γίνει γνωστό πριν από την αποπομπή του Τσουδερού. Στις 13 Απριλίου, ο Βενιζέλος δέχθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση, από την οποία αποκλείσθηκε ο Τσουδερός. Το σπουδαιότερο από τα νέα πρόσωπα που διορίσθηκαν σε βασικές θέσεις ήταν εξωπολιτικό· αρχηγός του Ναυτικού έγινε ο Βούλγαρης. Στις 17 Απριλίου, η νέα κυβέρνηση ανάγγειλε, ότι το ΕΑΜ και ο ΕΔΕΣ είχαν συμφωνήσει να στείλουν αντιπροσώπους τους στο Κάιρο, για να συζητήσουν τον σχηματισμό κυβερνήσεως εθνικής ενότητας. Στα βουνά, όμως, αντιπαρατάσσονταν και πάλι ο ένας κατά του άλλου και η απειλή νέου εμφυλίου πολέμου είχε πείσει την ΣΣΑ να συγκαλέσει νέα σύσκεψη ανταρτών, στην Κούτσαινα της δυτικής Θεσσαλίας. Οι φόβοι επαληθεύτηκαν από μια απροσδόκητη κατεύθυνση. Ενώ συνερχόταν η Σύσκεψη, στις 17 Απριλίου ακριβώς, ο ΕΛΑΣ επιτέθηκε κατά της ΕΚΚΑ, σκότωσε τον Ψαρό και διέλυσε τη δύναμή του. Όσοι από το 5/42 Σύνταγμα διέφυγαν, προσχώρησαν στα Τάγματα Ασφαλείας, στην Πάτρα. Όσοι δεν μπόρεσαν να διαφύγουν, συμβιβάστηκαν. Όταν η Σύσκεψη συνερχόταν στην τελευταία της συνεδρίαση χωρίς τους αντιπροσώπους της ΕΚΚΑ, που ο ΕΛΑΣ τους είχε συλλάβει στο δρόμο, ο Δεσποτόπουλος απένειμε θριαμβευτικά στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έπαινο για την εκμηδένιση της ΕΚΚΑ στην Ελλάδα και την ανατροπή του Τσουδερού στο Κάιρο. Δεν έμενε πια, όπως άφηνε να εννοηθεί, παρά να εξουδετερώσει τον ΕΔΕΣ και τον Βενιζέλο. Η Σύσκεψη της Κούτσαινας, επομένως, που είχε συγκληθεί για να συμπληρώσει στο έργο της τη Σύσκεψη της Πλάκας και να καθορίσει τα όρια μεταξύ ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ, δεν εξυπηρετούσε πια άλλον σκοπό, παρά μόνο το να κάνει σαφέστερη την απειλή από το ΚΚΕ, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αίγυπτο. Ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε να αρκεσθεί στον μοναδικό όρο, τον καθορισμό των ορίων με τον Ζέρβα, και υπαινίχθηκε επανάληψη Digitized by 10uk1s
της βίας. Ο Ζέρβας επέμεινε στην άποψή του όπως πάντα. Ο ΕΛΑΣ απόφυγε άλλη μια φορά την αιματοχυσία ενός νέου εμφυλίου πολέμου στα βουνά. Στην Αίγυπτο, όμως, ο Βενιζέλος ήταν πιο αδύνατος αντίπαλος. Όταν η ΠΕΕΑ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ αξίωσαν χωριστή το καθένα εκπροσώπηση στην επικείμενη σύσκεψη στη Μέση Ανατολή, η παράλογη αυτή απαίτηση έγινε δεκτή χωρίς αντίδραση. Οι ανταρσίες στις ένοπλες δυνάμεις συνεχίζονταν χωρίς δυνατότητα ελέγχου, ώσπου ο ναύαρχος Βούλγαρης, με την παθητική υποστήριξη των βρετανικών τηλεβόλων, έθεσε τέρμα στη στάση του Ναυτικού στις 22 Απριλίου και βρετανικά στρατεύματα εφόπλισαν την 1η Ελληνική Ταξιαρχία, δυο μέρες αργότερα Πολεμικοί ανταποκριτές των Συμμάχων επωφελήθηκαν της ευκαιρίας να διαμαρτυρηθούν κατά της επιβολής λογοκρισίας στις ανταποκρίσεις τους από το Κάιρο, αλλά οι αρχές ήταν πολύ απασχολημένες και δεν έδωσαν προσοχή. Οι ταραχές συνεχίζονταν. Στις 26 Απριλίου, ο Βενιζέλος παραιτήθηκε. Τον διαδέχθηκε ένας από τους παλαιότερους πολιτικούς, που είχε φθάσει από την Ελλάδα για τις επικείμενες πολιτικές διαπραγματεύσεις: ο σοσιαλδημοκράτης Γεώργιος Παπανδρέου. Στις 27 Απριλίου, ο Παπανδρέου ανακοίνωσε πρόγραμμα από οκτώ σημεία, που έγινε αργότερα ο Χάρτης του Λιβάνου 68. Το επεισόδιο αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνει την αποκλειστική ευθύνη του Δεσποτόπουλου για όλη την αναρχία και τη σύγχυση που επικρατούσε. Παρ' όλο ότι πράκτορες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν εκείνοι που εκμεταλλεύθηκαν και μονιμοποίησαν την κατάρρευση του πολιτικού και στρατιωτικού οικοδομήματος της Μέσης Ανατολής, δεν είναι πάντως βέβαιο ότι οι ίδιοι την προκάλεσαν. Την επιτροπή αξιωματικών, που αξίωσε την παραίτηση του Τσουδερού, δεν την αποτελούσαν πράκτορες του ΕΑΜ· ήταν θερμόαιμοι δημοκράτες της ίδιας ποιότητας μ' εκείνους που είχαν προκαλέσει την ανταρσία το 1943. Η παρεμβολή του Βενιζέλου βαρυνόταν με το κλασσικό στίγμα ενός ξεσπάσματος φιλελευθερισμού του γνωστού χαρακτήρα. Εξ ίσου γνωστού χαρακτήρα ήταν η αντίδραση του Γεωργίου Β'. Οι συνηθισμένες φόρμουλες και τα παλιά κλισέ ανασύρθηκαν από την αχρηστία με την συνηθισμένη υπεροπτική αισιοδοξία, σαν να μην είχε αντιληφθεί καμιά από τις δυο πλευρές, ότι το παλιό παιχνίδι της πολιτικής είχε δώσει τη θέση του σε έναν νέο αγώνα υπάρξεως. Ούτε οι θερμόαιμοι των Ενόπλων Δυνάμεων το είχαν αντιληφθεί. Κυκλοφορούσε η φήμη, ότι τους αρχηγούς τους στην ανταρσία τους είχαν υποκινήσει, σαν πιόνια στο πολιτικό παιχνίδι, δυο από τους ίδιους τους υπουργούς που ήταν επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων. Αλλά, παρ' όλο ότι κι αυτοί ακόμα, ο Βενιζέλος, σαν υπουργός Ναυτικών, και ο Καραπαναγιώτης, σαν υπουργός Στρατιωτικών, είχαν αφεθεί και οι ίδιοι να τυφλωθούν από πατροπαράδοτες μνησικακίες, υπήρχαν άλλοι στην εξουσία, που δεν είχαν παρασυρθεί σ' αυτό. Οι γραμμές των αφυπνισμένων ενισχύονταν διαρκώς από την κατεχόμενη Ελλάδα. Η επιστροφή του βασιλιά από το Λονδίνο φαινόταν να συμβολίζει την επανάληψη του παλιού παιχνιδιού. Αλλά η άφιξη του Παπανδρέου, που έφερνε μια νέα εικόνα από την κατεχόμενη Ελλάδα, και η αδυναμία του Βενιζέλου να θέσει υπό έλεγχο τις ανταρσίες που τον είχαν ανεβάσει στην εξουσία, άνοιξαν πολλών τα μάτια μπροστά στην αλήθεια. Οι νεοφερμένοι από την Ελλάδα για τις διαπραγματεύσεις επιβεβαίωναν οι περισσότεροι την εικόνα που παρουσίασε ο Παπανδρέου. Ο τελευταίος έλαβε τηλεγράφημα υποστηρίξεως από τον Churchill και ο Churchill έλαβε τηλεγράφημα υποστηρίξεως από τον πρόεδρο Roosevelt. Η σοβιετική κυβέρνηση όμως αρνήθηκε, στις 5 Μαίου, οποιαδήποτε επέμβαση. Όταν οι αντιπρόσωποι της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ (Σβώλος, Αγγελόπουλος, Στρατής —του ΕΕΑΜ— Ασκούτσης, Πορφυρογένης, Σαράφης και Πέτρος Ρούσσος) έφθασαν στη Μέση Ανατολή, βρέθηκαν αναγκασμένοι, από την ένταση που είχαν προκαλέσει οι ανταρσίες, να τις αποκηρύξουν, σε τηλεγραφήματά τους προς τον Churchill και τον Roosevelt. Έτσι, η θέση του Παπανδρέου ενισχύθηκε έμμεσα. Μερικοί όμως φιλελεύθεροι, προσκολλημένοι ακόμα στο παλιό παιχνίδι, αρνήθηκαν να τεθούν στην υπηρεσία του. Γι' αυτό και δεν κατορθώθηκε να σχηματισθεί κυβέρνηση πριν από τη σύνοδο της Διασκέψεως. Μόνο όταν οι αντιπροσωπείες των πολιτικών συγκεντρώθηκαν, από όλον τον ελληνικό κόσμο, σε ένα ορεινό θέρετρο στον Λίβανο, στις 17 Μαΐου, αποκαλύφθηκε το χάσμα ανάμεσα στις παλιές ψευδαισθήσεις και στη νέα πραγματικότητα μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συνέδρων, με τέτοια γύμνια, ώστε δεν ήταν πια δυνατό να το αγνοήσουν. Digitized by 10uk1s
Οι μήνες Απρίλιος και Μάιος, λοιπόν, αποτελούν ένα ορόσημο στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Στις αρχές Απριλίου, μερικοί από τους φιλελευθέρους δημοκράτες εξακολουθούσαν να είναι αρκετά τυφλοί, ώστε να παίζουν το παιχνίδι του ΚΚΕ, μόνο και μόνο για να επιτύχουν μερικούς "πόντους" στο μοναδικό παιχνίδι που ήξεραν. Αυτό ενίσχυσε τη θέση των ηγετών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στα βουνά πολύ περισσότερο από όσο οι ίδιοι περίμεναν. Όταν έστελναν τους αντιπροσώπους τους στη Μέση Ανατολή κάτω από την ηγεσία του Σβώλου, ήταν προετοιμασμένοι να διαπραγματευθούν από θέσεως ισχύος, αλλά όχι από τη θέση της συντριπτικής πολιτικής και στρατιωτικής υπεροχής που τους εξασφάλισαν η ανικανότητα του Βενιζέλου στο Κάιρο και η εκμηδένιση της ΕΚΚΑ στα βουνά. Η στάση τους σκληρύνθηκε, ενώ η υπό τον Σβώλο αποστολή βρισκόταν στο δρόμο. Αλλά ο χρόνος και η απόσταση εργάσθηκαν εναντίον τους. Η επικοινωνία καθυστερούσε πάντα. Στη διάρκεια της διασκέψεως, διακόπηκε εντελώς, ανάμεσα στις αντιπροσωπείες και στους αντιπροσωπευόμενους. Έτσι, ενώ η στάση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σκλήραινε στην Ελλάδα, η στάση της αντιπροσωπείας τους έγινε ηπιότερη από την πρώτη κιόλας επαφή με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο. Ο Σβώλος, που είχε επωμισθεί μόνος του τον ρόλο να γίνει το σημείο εκείνο, στα μισά του δρόμου, όπου θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί η συνάντηση των κομμουνιστών με όλους τους υπόλοιπους, ανακάλυψε ότι ο ίδιος δεν είχε προχωρήσει ως τα μισά του δρόμου. Την περίοδο της αδυναμίας του Βενιζέλου είχε διαδεχθεί μια μεταβατική φάση προς την αποφασιστικότητα του Παπανδρέου, ακριβώς τη στιγμή που η στάση των ηγετών του ΕΑΜΕΛΑΣ στα βουνά μεταστρεφόταν προς την αδιαλλαξία, σαν αποτέλεσμα των εκτιμήσεών τους σχετικά με την πολιτική και στρατιωτική επιτυχία τους τον Απρίλιο. Όταν ο Σβώλος και η ομάδα του έφθασαν στην Αίγυπτο, βρέθηκαν εκτός ρυθμού και προς τις δυο πλευρές. Η σκλήρυνση όμως του πολιτικού κόσμου στην Αίγυπτο ήταν πιο χειροπιαστή γι' αυτούς από ό,τι η στάση των συντρόφων τους στα βουνά, την οποία ούτε και υποπτεύονταν μάλιστα. Έτσι, η πρωτοβουλία πέρασε στον Παπανδρέου. Στο σύντομο διάστημα της πρωθυπουργίας του Βενιζέλου, ο ελληνικός πολιτικός κόσμος είχε αφυπνισθεί. Το τελικό μέτρο της αφυπνίσεώς του ήταν ότι, όταν ο Βενιζέλος επιχείρησε να επαναφέρει την ίδια κρίση (τον Αύγουστο) η χειρονομία του πέρασε απαρατήρητη. Στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου κιόλας, οι τέσσερις μέρες των διαπραγματεύσεων στον Λίβανο είχαν αποδειχθεί αρκετές για να εξαφανίσουν κάθε υπόλειμμα αυταπάτης. Γι' αυτό και ο Παπανδρέου, σαν πρόεδρος της διασκέψεως, μπόρεσε να τηλεγραφήσει στον Churchill, ότι το πολιτειακό ζήτημα είχε πάψει να υπάρχει. Εκείνο που εννοούσε, αν και δεν μπορούσε να το πει καθαρά τότε, ήταν ότι κανένας Έλληνας δεν επιτρεπόταν να χάνει τον καιρό του πια σε φιλονικίες που είχαν αποδειχθεί σχετικά ασήμαντες, μπροστά στην απειλή κατά της εθνικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Οι άλλες απόψεις που διατύπωσε ο Παπανδρέου τον Μάιο ήταν λιγότερο κολακευτικές για την πολιτική του ευφυία. Αυτό όμως οφειλόταν στο ότι τον εμπόδιζε ένας ορισμένος πολιτικός σκοπός. Η Διάσκεψη του Λιβάνου, που ουσιαστικά χρησίμευσε στο να διευκρινισθούν οι σχέσεις του ΚΚΕ με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο, είχε σαν διπλωματική αποστολή να εμφανισθεί ότι πραγματοποίησε το θαύμα ν' αποκαταστήσει την ελληνική ενότητα. Η Διάσκεψη, από τις 17 ως τις 20 Μαΐου, χρησιμοποιήθηκε σαν βήμα για να λεχθούν και από τις δυο πλευρές ορισμένες τολμηρές αλήθειες, από τις όποιες το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ βγήκε με το κεφάλι ματωμένο, αλλά όχι σκυμμένο. Από τους φιλελεύθερους κάθε αποχρώσεως, από τους λαϊκούς και τους εθνικούς - λαϊκούς, από τον ΕΔΕΣ, από τον Καρτάλη, το φάντασμα της ΕΚΚΑ, από τον Κανελλόπουλο και τον ίδιο τον Παπανδρέου, οι αντιπρόσωποι της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ έμαθαν τι σκέφτονταν οι υπεύθυνοι Έλληνες γι' αυτούς. Η συμπεριφορά του ΕΛΑΣ καταγγέλθηκε, ιδιαίτερα από τον Καρτάλη, ο οποίος ταξίδευε ήδη προς την Αίγυπτο, όταν το 5/42 Σύνταγμα της ΕΚΚΑ δέχθηκε την επίθεση και ο φίλος του Ψαρός δολοφονήθηκε. Το χάσμα μεταξύ του ΕΛΑΣ και των αντιπάλων του ολοκληρώθηκε, όταν ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ συμφώνησαν να ενταχθούν χωρίς όρους στον εθνικό στρατό και ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε. Ο Σαράφης δεν κατάφερε ούτε να επικαλεσθεί το εντυπωσιακό επιχείρημα, ότι τα υπολείμματα της ΕΚΚΑ είχαν ήδη ενταχθεί στα Τάγματα Ασφαλείας. Στηρίχθηκε αδύναμα στη δικαιολογία, ότι ο ΕΛΑΣ δεν μπορούσε να δεχθεί την ενσωμάτωσή του στον εθνικό στρατό "λόγω των στρατιωτικών αξιώσεων Digitized by 10uk1s
των Βρετανών". Όλοι γνώριζαν τον αληθινό λόγο, ότι ο ΕΛΑΣ είχε ήδη δηλώσει πίστη σε μια αντίπαλη ελληνική κυβέρνηση. Η ίδια αυτή επίγνωση δέσποσε σε όλα τα στάδια της διασκέψεως. Φαινόταν σχεδόν απίθανο, ότι οι ανταγωνιζόμενες ομάδες θα ήταν δυνατό να συνεργασθούν σε κυβέρνηση συνασπισμού, ύστερα από όσα λέχθηκαν στο τραπέζι των συζητήσεων. Και ακόμα πιο απίθανο, το ότι θα ήταν δυνατό να υπογράψουν ομόφωνα τα οκτώ σημεία που περιλάμβανε ο τελικός λόγος του Παπανδρέου και τα οποία αποτέλεσαν τον Χάρτη του Λιβάνου και το πρόγραμμα της κυβερνήσεώς του 69. Και όμως, έγιναν και τα δυο. Οι όροι του Χάρτη κατορθώθηκε να γίνουν αποδεκτοί από τις αντίπαλες ομάδες, με την παρεμβολή, στα επίμαχα σημεία, μιας σημειώσεως, ότι έμεναν υπό συζήτηση. Η συμφωνία για κυβέρνηση συνασπισμού επιτεύχθηκε, αφού σφυροκοπήθηκαν οι αντιπρόσωποι της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ και έφθασαν σε μια τέτοια πνευματική νάρκη, όπου δεν ήταν πια σχεδόν υπεύθυνοι των πράξεών τους. Η πρώτη αντεπίθεση κατά του ΚΚΕ κατέληξε στην αναγγελία, στις 24 Μαΐου, του σχηματισμού νέας κυβερνήσεως υπό τον Παπανδρέου, στην οποία θα μετείχαν οι περισσότεροι από τους αντιπροσώπους της Διασκέψεως του Λιβάνου. Επειδή όμως οι υποψηφιότητες του ΕΑΜ και των δορυφόρων του δεν ήταν δυνατό να δοθούν, δεν έγινε δυνατό επίσης ν' ανακοινωθούν τα ονόματα των υπουργών. Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδισε τον Churchill και τον Eden να εκφράσουν τη χαρά τους στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ύστερα από δυο εβδομάδων αναμονή και κάτω από την πίεση των μεγάλων γεγονότων της 5 και 6 Ιουνίου στην Ιταλία και τη Γαλλία, ο σχηματισμός του υπουργικού συμβουλίου δεν μπορούσε πια να καθυστερήσει. Συμφωνήθηκε από τους ενδιαφερόμενους πολιτικούς αρχηγούς, ότι η επιστολή του βασιλιά της 8 Νοεμβρίου είχε το νόημα, ότι ο Γεώργιος αναλάμβανε την υποχρέωση να ζητήσει τη γνώμη της κυβερνήσεώς του πριν επιστρέψει στην Ελλάδα. Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι το πέμπτο άρθρο του Χάρτη επέτρεπε σε όλους να διατηρήσουν τις απόψεις τους στο πολιτειακό. Με τις προϋποθέσεις αυτές σχηματίσθηκε η νέα κυβέρνηση και ανακοινώθηκαν τα ονόματα. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος θα ήταν αντιπρόεδρος. Ο ΕΔΕΣ, η ΕΚΚΑ και τα περισσότερα από τα πολιτικά κόμματα στην Αίγυπτο και στην Αθήνα αντιπροσωπεύονταν. Έμεναν πέντε κενά υπουργεία για το ΕΑΜ. Ο Καρτάλης, σαν υπουργός Πληροφοριών, έφευγε σε λίγο για το Λονδίνο (συνοδευόμενος από τον ποιητή Σεφέρη) για να εκφράζει τις απόψεις της ελληνικής κυβερνήσεως, αποστολή στην οποία σημείωσε αξιόλογη, αλλά προσωρινή μόνο επιτυχία. Μια άλλη, πιο άμεσου ενδιαφέροντος αποστολή, όμως, ήταν εκείνη που ανατέθηκε στον Σαράφη, να επιστρέψει δηλαδή στην Ελλάδα και να εξηγήσει τη στάση της αντιπροσωπείας της οποίας ήταν μέλος. Στα μάτια του ΚΚΕ, στα βουνά, παρ' όλη την πίεση από τους δημοκρατικούς συνεργάτες του, για τίποτα δεν χρειάζονταν εξηγήσεις. Η υπογραφή του Χάρτη του Λιβάνου και η αποδοχή συμμετοχής σε μια κυβέρνηση υπό τον Παπανδρέου αποδοκιμάστηκαν.
2 . Ι Ο Υ ΝΙ ΟΣ - Α ΥΓ Ο ΥΣ ΤΟΣ 1 94 4 Η αντιπροσωπεία της ΠΕΕΑ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ βρέθηκαν σε πολύ δυσάρεστη θέση. Όλα τα μέλη της, εκτός από τον Σαράφη, ήταν υποχρεωμένα να μείνουν στη Μέση Ανατολή, χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν τις θέσεις τους ικανοποιητικά ούτε προς τη μια ούτε προς την άλλη πλευρά. Για τους Σβώλο, Αγγελόπουλο και Ασκούτση, που είχαν ελπίσει ν' αποτελέσουν τη γέφυρα μεταξύ δημοκρατίας και κομμουνισμού, το αποτέλεσμα ήταν ταπεινωτικό. Για τον Πορφυρογένη και τον Πέτρο Ρούσσο, που άνηκαν και οι δυο στο ΚΚΕ ήταν πολιτική συμφορά. Ο Πυρφυρογένης επέστρεψε στην Ελλάδα λίγο ύστερα απ' τον Σαράφη. Οι υπόλοιποι, όμως, έμειναν προσκολλημένοι στις θέσεις τους, ελπίζοντας. Αν και η προσωπική αίγλη του Σβώλου ωφελήθηκε από την παράταση της παραμονής του, ιδιαίτερα στους κύκλους Βρετανών παρατηρητών που ήταν αυθεντίες επιπέδου κάτω από το ανώτατο, δεν απόφυγε τίποτα από όσα σχετίζονταν με την επίσημη ιδιότητά του. Κλήθηκε μάρτυρας στο στρατοδικείο, στη δίκη των στασιαστών, που διακήρυτταν ότι είχαν εξεγερθεί στο όνομα της ΠΕΕΑ, ενώ ο ίδιος είχε αποδοκιμάσει στο μεταξύ την πράξη τους. Άκουσε απροκάλυπτα σχόλια όχι μόνο των ελληνικών, αλλά και των βρετανικών Digitized by 10uk1s
αρχών, για τη συμπεριφορά της ΠΕΕΑ. Βρέθηκε σε αδυναμία να παρέμβει, ενώ οι συνεργάτες του από τα βουνά, τους οποίους είχε έρθει ν' αντιπροσωπεύσει, βομβάρδιζαν τη νέα κυβέρνηση με τηλεγραφήματα που αντιτάσσονταν στην πολιτική που ο ίδιος είχε ακολουθήσει. Όλο τον Ιούνιο, όλος ο ελληνικός κόσμος και όχι λιγότερο κι ο Σβώλος, βρισκόταν σε εναγώνια αναμονή. Στις 7 Ιουλίου, ανακοινώθηκε η λήψη δυο τηλεγραφημάτων από τα βουνά. Το πρώτο, υπογραφόμενο από τον Πορφυρογένη και τον Σαράφη, κατηγορούσε την κυβέρνηση Παπανδρέου για παραβιάσεις του Χάρτη του Λιβάνου. Το δεύτερο, υπογραφόμενο από τους Μπακιρτζή, Σιάντο, και Χατζήμπεη, διατύπωνε νέους όρους για την συμμετοχή της ΠΕΕΑ στην κυβέρνηση και πρότεινε την επισύναψη ενός νέου πρωτοκόλλου στον Χάρτη του Λιβάνου. Ο Παπανδρέου εξήγησε, σε ραδιοφωνική ομιλία, ότι το επίμαχο σημείο της διαφωνίας ήταν η θέση του ΕΛΑΣ, για τον οποίο το ΕΑΜ απαιτούσε να εξαιρεθεί από την ένταξη κάτω από τη διοίκηση του Ελληνικού Εθνικού Στρατού· και ότι οι νέοι όροι προϋπόθεταν δεκαπενταμελές υπουργικό συμβούλιο, όπου θα περιλαμβάνονταν επτά εκπρόσωποι του ΕΑΜ. Η κυβέρνηση απέρριψε τους όρους. Ύστερα απ' αυτό, στις 13 Ιουλίου, ο Σβώλος δήλωσε ότι ο ίδιος και οι συνάδελφοί του θα επέστρεφαν στην Ελλάδα. Πριν λήξει ο μήνας, έφθασε νέο τελεσίγραφο της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ, που απαιτούσε την παραίτηση του Παπανδρέου και που απορρίφθηκε επίσης. Αν και δεν εγκαταλείφθηκε η ελπίδα, ότι θα άλλαζαν οι διαθέσεις, ο Παπανδρέου βρέθηκε στην ανάγκη να συμπληρώσει την κυβέρνηση με άλλους. Μπορούσε επιτέλους να του παρασχεθεί εμπιστοσύνη για μια φορά, χάρη σε δυο αποτελέσματα που είχαν οι υπομονητικές προσπάθειές του: είχε καταφέρει να συνεργασθούν Φιλελεύθεροι και Λαϊκοί (καθώς και άλλα κόμματα) στην ίδια κυβέρνηση, πράγμα που δεν είχε επιτευχθεί ποτέ ως τότε ουσιαστικά και ούτε έγινε δυνατό να επαναληφθεί στο εξής, παρά μόνο κατά το ακόμα πιο κρίσιμο έτος 1947· και είχε εύστοχα στηρίξει την κυβέρνησή του στις τελευταίες ελληνικές εκλογές, του 1936, έτσι που ήταν τουλάχιστο περισσότερο αντιπροσωπευτική (για ένα διάστημα μερικών μηνών) από την τότε κυβέρνηση συνασπισμού του Churchill. Οι λόγοι που πρόβαλε το ΕΑΜ, για την άρνησή του να αναγνωρίσει τις ενέργειες του Σβώλου, ήταν ανυπόστατοι. Το ότι το ένα από τα δυο τηλεγραφήματά του το είχαν υπογράψει ο Πορφυρογένης και ο Σαράφης, όταν γύρισαν στα βουνά από την ατυχή αποστολή τους, ήταν μια διαφανής επινόηση για τα προσχήματα. Οι νέες αξιώσεις του ήταν παράλογες και δεν θα είχαν διατυπωθεί καθόλου, αν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία για την υποδοχή που θα έβρισκαν. Οι πραγματικοί λόγοι, επομένως, αυτής της αλλαγής πολιτικής, πρέπει να αναζητηθούν αλλού. Το βασικό γεγονός το εκθέσαμε πιο πάνω: ότι, τη στιγμή που ο Σβώλος και οι συνεργάτες του ενεργούσαν όπως ενήργησαν στον Λίβανο, η σκέψη τους είχε πια αποκοπεί από κάθε επαφή με τη σκέψη εκείνων που αντιπροσώπευαν. Διακυμάνσεις, λεπτές και ραγδαίες, δεν έπαυαν στιγμή να σημειώνονται στο μεταξύ, τόσο στην Αίγυπτο όσο και στα βουνά. Ήταν, όχι μόνο φυσιολογικά, αλλά και ψυχολογικά αδύνατο για ένα οποιοδήποτε άτομο, να τις συλλαμβάνει όλες και ν' ανταποκρίνεται σε όλες. Ο Σβώλος είχε ζήσει λίγες μέρες μόνο στα βουνά, πριν αναλάβει αυτή την αποστολή· δεν μπορούσε λοιπόν να μαντέψει πόσο περίπλοκος ήταν ο τρόπος σκέψεως που επικρατούσε εκεί. Όλο τον Ιούλιο έμενε όχι ένα, αλλά δυο βήματα πίσω από τη σκέψη των συντρόφων του στα βουνά. Είχε φύγει από την Ελλάδα, σε στιγμή που το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε υποσχεθεί ότι ήταν διατεθειμένο για διαπραγματεύσεις: να παζαρέψει σκληρά, βέβαια, αλλά να φθάσει σε μια συμφωνία και να την τηρήσει. Μ' αυτόν τον όρο είχε αποδεχθεί την αποστολή. Δεν είχε σχεδόν ακόμα εγκαταλείψει την έδρα της ΠΕΕΑ, όταν τα γεγονότα του δευτέρου δεκαπενθημέρου του Απριλίου έδειξαν ότι το παιχνίδι βρισκόταν στα χέρια του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Αλλά ο Σβώλος, προσαρμοσμένος στο ψυχολογικά κλίμα της Μέσης Ανατολής, έκαμε τις περισσότερες παραχωρήσεις παρά τις λιγότερες. Βλέποντας την ασυμφωνία των ενεργειών του με το πνεύμα της αποστολής του, λίγο μετά τη Διάσκεψη του Λιβάνου, τροποποίησε τα στάση του ανάλογα. Στις 13 Ιουλίου, πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, επιτέθηκε κι αυτός κατά του Παπανδρέου και είπε ότι τον ίδιο προσωπικά τον είχαν μεταχειρισθεί "σαν κατηγορούμενο". Οι σύντροφοί του, στα βουνά, περνούσαν στο μεταξύ σε μια ακόμα καινούρια φάση, που εκδηλώθηκε και πάλι με άκαμπτη άρνηση συνεργασίας. Τώρα όμως φαινόταν να στηρίζεται σε νέα βάση. Εξακολουθούσαν να είναι Digitized by 10uk1s
αδιάλλακτοι, όχι όμως και τόσο με την αδιαλλαξία που δίνει η επίγνωση της δυνάμεως — αλλά μάλλον επειδή αισθάνονταν τη πλάτη τους κολλημένη στον τοίχο. Η πιθανότερη εξήγηση στη νέα αυτή αλλαγή της συμπεριφοράς τους, από τον Ιούνιο ως τον Αύγουστο, είναι ότι οι ηγέτες του ΚΚΕ αισθάνονταν για πρώτη φορά φόβο. Μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν για τα κίνητρα του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το ότι, επομένως, το ΚΚΕ έχασε για μια στιγμή την ψυχραιμία του το καλοκαίρι του 1944, δεν είναι παρά μια υπόθεση. Είναι όμως γνωστό, ότι το κόμμα αντιμετώπιζε πάντα την περίπτωση διχασμού σε ζητήματα μεθόδων και αρχών. Υπήρχαν μέλη που πίστευαν στη βία και μέλη που προτιμούσαν την πολιτική διείσδυση· μέλη που ήθελαν την αμετακίνητη προσαρμογή στη γραμμή της Μόσχας και μέλη που σκέφτονταν πρώτα σαν Έλληνες. Τα γεγονότα του Απριλίου και Μαΐου έκαμαν οξύτερη τη διάσταση ανάμεσα στις δυο αυτές απόψεις, από τη στιγμή μάλιστα που το ΚΚΕ εκτέθηκε περισσότερο στην πίεση των απόψεων (αν όχι και στην επιρροή) Ελλήνων δημοκρατών, διευρύνοντας τον συνασπισμό του από το σχήμα του ΕΑΜ στο σχήμα της ΠΕΕΑ. Η βίαιη πολιτική του Απριλίου φαινόταν τώρα, εκ των υστέρων, ότι είχε αποφέρει μερική μόνο επιτυχία. Στην Αίγυπτο, ο Τσουδερός είχε απομακρυνθεί, αλλά ο Παπανδρέου ήταν ακόμα στη θέση του. Στην Ελλάδα, ο Ψαρός είχε εξοντωθεί, αλλά υπήρχε ακόμα ο Ζέρβας — εκτός από τον Τσαούς Αντόν στη Μακεδονία και τα Τάγματα Ασφαλείας, ή τις αντίστοιχές τους δυνάμεις, σχεδόν παντού. Οι αντιδραστικοί γκάγκστερς της Χ, υπό τον συνταγματάρχη Γρίβα, είχαν μόλις ακουστεί, τώρα, για πρώτη φορά, αλλά αυτοί αποτελούσαν μια από τις μικρότερες απειλές κατά των κομμουνιστών. Μια απεγνωσμένη προσπάθεια να επιτευχθεί η απομάκρυνση του αρχηγού της ΣΣΑ, που το ΚΚΕ εσφαλμένα τον θεωρούσε σαν την πηγή της πολιτικής, ναυάγησε, τον Μάιο. Και, το χειρότερο για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους σημεία μιας συμμαχικής πολιτικής: αν και ήταν ακόμα εύκολο να διασπασθούν οι βρετανικές και οι αμερικανικές αρχές στην Αίγυπτο, οι επικεφαλής της ΣΣΑ στα ελληνικά βουνά μιλούσαν με μια φωνή. Και η πορεία του πολέμου δεν ήταν λιγότερο ανησυχητική. Ενώ οι συνεργάτες των Γερμανών και οι αντίπαλοι των παρτιζάνων κατέρρεαν ανίσχυροι σε όλη τη Βαλκανική, στην Ελλάδα ήταν ισχυρότεροι από ποτέ. Η επικείμενη αποχώρηση των Γερμανών είχε για μια φορά ακόμα διαψεύσει τις προσδοκίες, τη στιγμή που την περίμεναν. Η κάθοδος του Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια είχε από πριν περιορισθεί, με συμφωνία των Συμμάχων, ως τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Η προοπτική λοιπόν για το ΚΚΕ ήταν λιγότερο φωτεινή από ό,τι ήταν για τον υπόλοιπο κομμουνιστικό κόσμο των Βαλκανίων. Στις ατυχίες αυτές, είχαν προστεθεί τώρα τρεις νέοι κίνδυνοι: η ένωση όλων σχεδόν των αντικομουνιστών πολιτικών υπό τον Παπανδρέου· η υποτιθέμενη πρόθεση των Βρετανών να κηρύξουν πόλεμο κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· και η ανανεωμένη δύναμη και εχθρότητα όλων των υπολειμμάτων των αντιπάλων του ΕΛΑΣ. Ο πρώτος, όπως είδαμε, ήταν αποτέλεσμα της Διασκέψεως του Λιβάνου. Οι δυο τελευταίοι, που ήταν αλληλένδετοι, έγιναν σαφέστατοι λίγο αργότερα. Ενώ το ΕΑΜ πιεζόταν να μετάσχει στη νεοσύστατη εθνική ενότητα, οι βρετανικές αρχές μελετούσαν, πιεζόμενες από τον Παπανδρέου, ένα σχέδιο, που συνοψιζόταν σε κήρυξη πολέμου κατά του ΕΛΑΣ. Το σχέδιο απέβλεπε, αφού πρώτα θα γινόταν ανάκληση της ΣΣΑ, σε δημόσια καταγγελία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σαν εχθρού της συμμαχικής υποθέσεως. Ένα καταιγιστικό σφυροκόπημα από επιχειρήματα, που έφερε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, κατευθύνθηκε εναντίον αυτής της πολιτικής. Το ισχυρότερο από τα επιχειρήματα αυτά ήταν, ότι ένας πόλεμος κατά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν θα το εξασθενούσε, αλλά, αντίθετα, θα παράδινε τη χώρα στα χέρια του. Το ασθενέστερο, ότι δεν θα ήταν δυνατό να απομακρυνθεί η ΣΣΑ από την Ελλάδα ούτε έγκαιρα ούτε ζωντανή. Εκείνο όμως που έχει σημασία, όπως φαίνεται εκ των υστέρων, είναι όχι αν το σχέδιο ήταν καλό ή κακό, αφού απορρίφθηκε τελικά, αλλά το ότι έγινε γνωστό στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Πότε ή πως έγινε γνωστό, δεν είναι εξακριβωμένο. Μας είναι αρκετό, πάντως, ότι, δεκαοκτώ μήνες αργότερα, ο Τύπος του ΚΚΕ στην Αθήνα ήταν σε θέση να δημοσιεύσει τα κείμενα, παραποιημένα, αλλά ουσιαστικά γνήσια, πολλών τηλεγραφημάτων που ανταλλάχθηκαν επάνω σ' αυτό το θέμα. Ένα από τα τηλεγραφήματα που έπεσαν στα χέρια του ΚΚΕ περιείχε μια αντιπρόταση της ΣΣΑ, Digitized by 10uk1s
σύμφωνα με την οποία η μικρή συμμαχική στρατιωτική δύναμη στην Ελλάδα (λιγότεροι από 400 άνδρες συνολικά, όλων των βαθμών) έπρεπε όχι ν' αποσυρθεί, αλλά να ενισχυθεί. Η πρόταση στηριζόταν στην αρχή, ότι η παρουσία συμμαχικών στρατευμάτων θα συνέβαλλε στο να απέχουν οι αντάρτες από εχθροπραξίες μεταξύ τους και ότι η αδιάκοπη διείσδυσή τους στα βουνά θα επιτάχυνε την απελευθέρωση "από τα μέσα", από τη μια με την παρενόχληση των Γερμανών στην αποχώρηση τους και, από την άλλη, με την άμεση κατάληψη των θέσεων που θα εγκατέλειπαν. Το Σύμφωνο της Πλάκας είχε ήδη επιδοκιμάσει αυτήν την διείσδυση. Αλλά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έκλινε προς το συμπέρασμα, ότι η πρόταση απέβλεπε στην είσοδο στρατευμάτων για να χτυπήσουν τον ΕΛΑΣ. Αν και μια τέτοια ερμηνεία την έκανε να φαίνεται αστεία το ίδιο το γεγονός ότι η προβλεπόμενη δύναμη από την πρόταση ήταν πολύ μικρή, τα τηλεγραφήματα αυτά, στο σύνολό τους, ήταν φυσικό να εντυπωσιάσουν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ακόμα και στους πιο ασήμαντους υπαινιγμούς τους, με την αντίφαση που αποκάλυπταν ανάμεσα στη μυστική εκπόνηση της στρατιωτικής πολιτικής και στην επίσημη διαδικασία της πολιτικής συμφιλιώσεως. Στην πραγματικότητα, οι βρετανικές αρχές επεξεργάζονταν απλώς ένα εφεδρικό σχέδιο, για την περίπτωση αποτυχίας της πολιτικής της συμφιλιώσεως. Η εφεδρική αυτή λύση ποτέ δεν ξεπέρασε το στάδιο της απλής υποθέσεως. (Το ότι δεν είχε ληφθεί καμιά σχετική απόφαση, αποδείχνεται από το γεγονός, ότι η διείσδυση βρετανικών και αμερικανικών δυνάμεων σε μικρούς αριθμούς συνεχιζόταν σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Στους στρατιωτικούς αυτούς συμπεριλαμβάνεται ο εκπρόσωπος του Foreign Office ταγματάρχης Ουάλλας, που επέστρεψε τελικά στην Ελλάδα τον Ιούλιο, για να χάσει τη ζωή του ένα μήνα αργότερα, πριν προλάβει να εκφέρει έστω και μια γνώμη). Μια και έπαψε όμως να είναι μυστική και ερμηνεύθηκε σαν κατηγορία, η υπόθεση αυτή δεν μπορούσε παρά μόνο δυσπιστία να δημιουργήσει. Σαν αποτέλεσμα είχε τη συσπείρωση στην ΠΕΕΑ και στο ΕΑΜ των μη κομμουνιστών πολιτικών, οι οποίοι ήταν διατεθειμένοι κατά τα άλλα να επικρίνουν την πολιτική του ΚΚΕ. Αφού οι βρετανικές αρχές εμφανίζονταν να εφαρμόζουν δυο είδη πολιτικής, αντίθετα μεταξύ τους, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και η ΠΕΕΑ δεν είχαν δισταγμούς στο να κρίνουν ποια από τις δυο ήταν η πραγματική. Το συμπέρασμά τους φαινόταν να συνάγεται από την βρετανική στάση απέναντι στους αντιπάλους τους και από τις δυο πλευρές του φράχτη, που χώριζε την Αντίσταση από τους συνεργάτες του κατακτητή. Ο Ζέρβας ενισχυόταν με πολεμοφόδια πολύ περισσότερα από τις άμεσες ανάγκες του, που ήταν πολύ περιορισμένες, αφού είχε διαταχθεί να απόσχει από επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας, και δυσανάλογα με την αριθμητική του δύναμη, που ήταν μόλις το ένα τέταρτο της δυνάμεως του ΕΛΑΣ: γύρω στις 10.000 άνδρες, απέναντι σε 40.000. Αυτή η γενναιοδωρία ως ένα σημείο μόνο ισοφάριζε το κατά πολύ μεγαλύτερο μερίδιο που έπαιρνε ο ΕΛΑΣ σε πολεμοφόδια τον προηγούμενο χρόνο. Η υποψία όμως ότι υπαγορευόταν από πολιτικά κίνητρα ενισχυόταν από το γεγονός, ότι οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί επικεφαλής της ΣΣΑ δεν είχαν ιδέα ότι γινόταν κάτι τέτοιο. Το ίδιο συμπέρασμα έβρισκε εφαρμογή και για το μοναδικό από τα άλλα λείψανα ανεξάρτητης αντιστάσεως, τον Τσαούς Αντόν, στην άλλη άκρη, βορειανατολικά. Ακόμα και τα Τάγματα Ασφαλείας, κατά τη γνώμη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είχαν την εύνοια των Βρετανών. Η κοινή αποκήρυξη τόσο αυτών όσο και άλλων συνεργατών των Γερμανών, που είχε υπογραφεί τον Φεβρουάριο 70, δεν είχε δοθεί στη δημοσιότητα. Καμιά προσπάθεια του ΚΚΕ να εξακριβώσει ποια ακριβώς ήταν η βρετανική πολιτική απέναντί του δεν είχε φέρει αποτέλεσμα. Το γεγονός ότι πρώην μέλη των οργανώσεων ΠΑΟ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ, ΕΣ και ΕΟΑ (όλοι πρώην ευνοούμενοι των βρετανικών αρχών επίσης) είχαν καταφύγει και υπηρετούσαν ήδη στα Τάγματα Ασφαλείας, μεγάλωνε την υποψία. Το συμπέρασμα, ότι οι Άγγλοι ετοιμάζονταν να χρησιμοποιήσουν οποιονδήποτε για να διαλύσουν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, φαινόταν λογικό τον Ιούλιο, όταν ο Ζέρβας, χωρίς καμιά διαμαρτυρία από μέρους της ΣΣΑ, επιτέθηκε κατά του 24 Συντάγματος του ΕΛΑΣ, που γειτόνευε με το νότιό του σύνορο. Αποστολή του συντάγματος αυτού ήταν να κάνει αδύνατη για τον Ζέρβα τη διεξαγωγή επιχειρήσεων κατά των Γερμανών. Από καθαρά στρατιωτική άποψη, την ενέργεια του Ζέρβα δικαιολογούσε, ύστερα από επανειλημμένες προσπάθειες για έναν λογικό διακανονισμό, το επιχείρημα ότι το 24 Σύνταγμα δεν εξυπηρετούσε καμιά χρησιμότητα και εμπόδιζε τον ΕΔΕΣ να γίνει χρήσιμος. Ταυτόχρονα, για παρόμοιους στρατιωτικούς Digitized by 10uk1s
λόγους, ο Ζέρβας εκδίωξε τους συνεργάτες των Γερμανών Τουρκαλβανούς από την γενέτειρά τους περιοχή της Τσαμουριάς, όπου επανειλημμένα είχαν αναμιχθεί σε εχθροπραξίες στα βόρεια σύνορα της περιοχής αυτής. Ο ΕΛΑΣ και οι Αλβανοί παρτιζάνοι ανέλαβαν αμέσως την υπεράσπισή τους, αγνοώντας τα στρατιωτικά κίνητρα του Ζέρβα. Η πολιτική σημασία, στην οποία και μόνο έδινε προσοχή το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την πεποίθησή του, ότι οι βρετανικές αρχές σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν τον Ζέρβα για να εξοντώσουν τον ΕΛΑΣ. Κάτω απ' αυτές τις περιστάσεις, μια διάσταση ως προς τον σκοπό, που την χαρακτήριζε η ανησυχία, διαφαινόταν ανάμεσα στα μέλη της ΠΕΕΑ, τόσο μέσα στο ΚΚΕ, όσο και έξω από το ΚΚΕ. Μέσα στο ΚΚΕ, οι οπαδοί της ιδέας αμέσου δράσεως, υπό τον Άρη Βελουχιώτη, υποστήριζαν ανοιχτά την ανάληψη νέου αγώνα. Οι οπαδοί της πολιτικής διεισδύσεως, υπό τον Σιάντο, δεν ήξεραν τι να υποστηρίξουν. Έξω από το ΚΚΕ, οι κήρυκες της συμφιλιώσεως, υπό τον Σβώλο, δεν ήξεραν επίσης αν έπρεπε να ασκήσουν τη μικρή τους επιρροή υπέρ της ενότητας ή να προσχωρήσουν κι αυτοί στην αυξανόμενη πεποίθηση για την κακή πίστη της άλλης πλευράς. Δυο πράγματα ήταν κοινά για όλους αυτούς. Το πρώτο ήταν ο φόβος, ότι η Ελλάδα είχε εγκαταλειφθεί τελευταία, πίσω από όλες τις άλλες βαλκανικές χώρες, στην κούρσα για την πραγματοποίηση εκείνου που ονόμαζαν, όσο λίγο κι αν συμφωνούσαν στις λεπτομέρειες, πρόοδο και κοινωνική μεταρρύθμιση. Ενώ το καθετί που αποκαλούσαν αντιδραστικό, χωρίς διάκριση, ήταν πιο ισχυρό από ποτέ στην Ελλάδα., παντού αλλού ήταν ετοιμόρροπο. Στη Ρουμανία, ο Αντωνέσκου είχε εξαποστείλει κιόλας ανθρώπους του να εξετάσουν τις δυνατότητες για ειρήνευση. Και, στη Βουλγαρία, ο Μπαγκριάνωφ είχε διαδεχθεί τον Μποζίλωφ, με τις ίδιες προθέσεις. Στη Γιουγκοσλαβία είχε επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ Τίτο και Σουμπάσιτς, που άνοιγε το δρόμο προς τον θρίαμβο του πρώτου και την εκμηδένιση όλων των στόχων που επιδίωκαν ο Πάβελιτς από τη μια και οι Νέντιτς και Μιχαήλοβιτς από την άλλη, στον νότιο σλαβικό κόσμο. Ο ένας μετά τον άλλο, οι Σέρβοι και οι Κροάτες μέλη της εξόριστης κυβερνήσεως παραιτήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας, μερικοί για την υποταγή της τελικά, άλλοι για το ότι εξακολουθούσε να μην παραιτείται. Στην Αλβανία, ο τελευταίος από τους πρωθυπουργούς - ανδρείκελα είχε αναλάβει την εξουσία με τον ρητό σκοπό να διασφαλίσει την ουδετερότητα της χώρας, ενώ από την πλευρά του ο Εμβέρ Χότζα (που η οργάνωσή του INC είχε μετονομασθεί τώρα σε FNC, έχοντας μετατραπεί από κίνημα σε λαϊκό μέτωπο) έπαιρνε μέτρα, ώστε να μην υπάρξουν αντίπαλοι για την εξουσία, όταν θα έφευγαν οι Γερμανοί. Η τελμάτωση της Ελλάδας, ανάμεσα σε όλη αυτή τη βαλκανική δραστηριοποίηση ανησυχούσε τα πνεύματα όλων των τάσεων στους κόλπους της ΠΕΕΑ. Σ' αυτό ερχόταν να προστεθεί και ένα δεύτερο κοινό συναίσθημα: οι Έλληνες δεν ανέχονται να τους συμπεριφέρονται οι μεγάλες δυνάμεις σαν δάσκαλοι σε μικρά παιδιά. Το να επιπλήττουν τη μια ομάδα και να διορίζουν επόπτες από την άλλη ήταν σαν να ένωναν όλα τα παιδιά εναντίον του δασκάλου. Όταν ο Σβώλος θεώρησε ότι τον είχαν μεταχειρισθεί σαν "κατηγορούμενο", θυμήθηκε επίσης ότι, στους τίτλους ΠΕΕΑ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ και ΚΚΕ, ό,τι και αν σήμαιναν τα υπόλοιπα γράμματα, τα Έψιλον σήμαιναν "Ελληνικός" και "Εθνικός". Το ότι η βρετανική πολιτική εκμεταλλευόταν το ιδεολογικό ζήτημα για να διασπάσει τη συμμαχία του ΚΚΕ με τους δορυφόρους του ταυτίσθηκε στη σκέψη τους με το αλλόκοτα άτοπο πνεύμα του εθνικισμού και αποδοκιμάσθηκε. Έτσι, οι οπαδοί και της άμεσης δράσεως και της πολιτικής διεισδύσεως και της συμφιλιώσεως βρέθηκαν απροσδόκητα πιο σφιχτά ενωμένοι στους κόλπους της ΠΕΕΑ, εξ αιτίας της κοινής ανησυχίας και της κοινής αγανάκτησης - κατάσταση την οποία οι πρώτοι, που βρίσκονταν λιγότερο απ' όλους σε σύγχυση και ταραχή, ήταν οι πιο έτοιμοι να εκμεταλλευθούν. Με τις διαθέσεις αυτές, η ΠΕΕΑ εξακολούθησε να επιτίθεται κατά των αρχών του Καΐρου, με προπετή τελεσίγραφα, που γνώριζε ότι δεν ήταν δυνατό να γίνουν αποδεκτά. Η αδιαλλαξία είχε εξελιχθεί σε άκαμπτο πείσμα. Δεν διαπραγματεύονταν πια από θέση ισχύος. Δεν διαπραγματεύονταν καθόλου.
Digitized by 10uk1s
3 . Α ΥΓ Ο ΥΣ Τ ΟΣ - ΝΟ Ε ΜΒ Ρ Ι ΟΣ 1 9 4 4 Τη στιγμή αυτή του τέλειου αδιέξοδου, εμφανίσθηκε ένας από μηχανής θεός. Τη νύχτα της 25-26 Ιουλίου, ένα ρωσικό αεροπλάνο απογειώθηκε από μια αγγλοαμερικανική βάση στην Ιταλία για μια πτήση εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Την ίδια νύχτα, προσγειώθηκε στη Γιουγκοσλαβία, κοντά στο Γενικό Στρατηγείο του Τίτο, και παρέλαβε δέκα μέλη της Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής. Πετώντας πάνω από την Ελλάδα, έριξε τα δύο από τα μέλη της στη Μακεδονία και αποβίβασε τα υπόλοιπα στο ορεινό αεροδρόμιο της Θεσσαλίας, που είχε κατασκευασθεί ένα χρόνο πριν, για την αναχώρηση της αντιπροσωπείας των ανταρτών στην Αίγυπτο. Η επιχείρηση αυτή, που εκτελέσθηκε με επιδεξιότητα και ασφάλεια, όσο και με κακή πίστη, δεν έγινε γνωστή σε κανέναν από τους άλλους Συμμάχους, ώσπου τα οκτώ μέλη της σοβιετικής Αποστολής, υπό τον συνταγματάρχη Ποπώφ, έφθασαν στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, στις 26 Ιουλίου το πρωί. Την ίδια μέρα, ο Βρετανός και ο Αμερικανός αξιωματικός, που ήταν επικεφαλής της ΣΣΑ, είχαν φύγει ήδη από την Ελλάδα κι έδιναν αναφορά στις κυβερνήσεις τους, ενώ οι αναπληρωτές τους απουσίαζαν στην περιοχή του Ζέρβα. Η ρωσική παρέμβαση λοιπόν στην Ελλάδα δεν μπορούσε να είχε χρονομετρηθεί καλύτερα, προκειμένου να προκαλέσει σύγχυση. Άλλο όμως ήταν το σπουδαιότερο αποτέλεσμά της: ήταν μια αμοιβαία απογοήτευση τόσο της Σοβιετικής Αποστολής όσο και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, από την οποία η βρετανική πολιτική (ακόμα και η αγγλοαμερικανική πολιτική ως ένα σημείο) βγήκε για μια στιγμή κερδισμένη. Η άφιξη της Σοβιετικής Αποστολής, καθώς κι ο τρόπος της αφίξεώς της, έδειξε τη δυσπιστία της σοβιετικής κυβερνήσεως για τις πληροφορίες όπου στηριζόταν η βρετανική πολιτική. Στις 5 Μαΐου ήδη η σοβιετική κυβέρνηση, με ταυτόχρονη δήλωσή της στο Λονδίνο και στη Μόσχα, είχε αρνηθεί επίσημα να συνεργασθεί με την βρετανική κυβέρνηση σε οποιονδήποτε χειρισμό πολιτικών ζητημάτων στην Ελλάδα. Όλο το καλοκαίρι, ο Σοβιετικός πρεσβευτής στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση Μ. Νοβίκωφ επέμενε να δυσπιστεί στην εικόνα των ελληνικών πραγμάτων που παρουσίαζαν οι Βρετανοί απεσταλμένοι στη χώρα. Μια παράξενη σύμπτωση είχε προσφέρει στις βρετανικές αρχές την ευκαιρία να επιβεβαιώσουν την αλήθεια των εκθέσεων αυτών. Μια ομάδα Ρώσων αιχμαλώτων στρατιωτών, ανάμεσα στους οποίους κι ένας αξιωματικός του τακτικού στρατού, είχε αποδράσει από γερμανικό στρατόπεδο στην Ελλάδα και είχε καταφύγει διαδοχικά στον ΕΛΑΣ και στη ΣΣΑ. Στις γραπτές αναφορές τους έλεγαν ότι βρήκαν χειρότερη μεταχείριση από τον ΕΛΑΣ, που τους πίεσε να πολεμήσουν τον Ζέρβα και τους έκλεισε σε στρατόπεδο όταν αρνήθηκαν. Αν και δεν εντυπωσίασαν τον Νοβίκωφ οι καταθέσεις δραπετών αιχμαλώτων, που, κατά την σοβιετική νομοθεσία, ήταν νομικά νεκροί, δεν αρνήθηκε την εγκυρότητά τους. Ατυχώς, όμως, τα έγγραφα αυτά παράπεσαν στο Κάιρο και, στο μεταξύ, είχε περάσει η ευκαιρία. Το σπουδαίο για τις σοβιετικές αρχές όμως ήταν ότι οι ισχυρισμοί αυτοί έχαναν την αξία τους από έλλειψη απευθείας πληροφοριών. Είχαν πεισθεί, φαίνεται, ότι οι βρετανικές αρχές δεν θα τους επέτρεπαν την αποστολή παρατηρητών στην Ελλάδα παρ' όλο ότι παραδέχονταν ανοιχτά τον χαρακτήρα της αποστολής τους στη Γιουγκοσλαβία. Σκέφτονταν κιόλας με το πνεύμα των κλειστών εκείνων σφαιρών επιρροής, που χωρίσθηκαν αργότερα από ένα σιδηρούν παραπέτασμα. Χρησιμοποίησαν λοιπόν μια υπεκφυγή, την οποία απαρνήθηκε ο Molotov, απαντώντας στις διαμαρτυρίες της βρετανικής κυβερνήσεως, με μια χειρονομία αδιαφορίας, σαν να ήταν ένα ζήτημα τόσο ασήμαντο, που δεν επιτρεπόταν να τεθεί καθόλου στο δικό του επίπεδο αρμοδιότητας, ό,τι ακολούθησε ήταν μια επιβράβευση της αρχής, ότι το καλύτερο που είχαν να κάνουν οι βρετανικές αρχές με όσους επέκριναν την πολιτική τους στην Ελλάδα, ήταν να τους στέλνουν εκεί. Ο ΕΛΑΣ, που περίμενε ότι η Σοβιετική Αποστολή θα του έφερνε το μάννα εξ ουρανού, είδε ότι ο συνταγματάρχης Ποπώφ δεν ήταν σε θέση ούτε τη βότκα της ομάδας του να προμηθευθεί, όχι να εφοδιάσει τον ΕΛΑΣ με χρυσό, όπλα και πυρομαχικά. Η Σοβιετική Αποστολή, από την άλλη πλευρά, ενώ περίμενε να βρει έναν στρατό ίδιο ποιοτικά, αν όχι σε αριθμητική δύναμη, με τον παρτιζάνικο στρατό του Τίτο, βρήκε έναν συρφετό που μόλις τον κάλυπτε μια Digitized by 10uk1s
μεθοδικά συγκεντρωτική διοίκηση. Διαμένοντας τον περισσότερο καιρό στην έδρα του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, δεν είχαν την ευκαιρία να δουν από κοντά τις ακραίες μονάδες, οι οποίες, χάρη στη συμπάθεια και την εμπιστοσύνη των αξιωματικών της ΣΣΑ, που τις διοικούσαν ουσιαστικά, έκαναν ό,τι δήθεν έκανε η μεγάλη μάζα του ΕΛΑΣ: πολεμούσαν τους Γερμανούς. Ο συνταγματάρχης Ποπώφ λοιπόν, με τους συνεργάτες του, δεν είδε παρά μόνο τα χαρακτηριστικά εκείνα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με τα οποία το ΚΚΕ περίμενε να τον εντυπωσιάσει περισσότερο και τα οποία τον εντυπωσίασαν ελάχιστα. Ούτε το στρατιωτικό ούτε το πολιτικό επίπεδο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ του φάνηκαν άξια, για να στείλει ευνοϊκή έκθεση στη Μόσχα. Η σοβιετική κυβέρνηση ενδιαφερόταν την εποχή εκείνη περισσότερο για την επιτυχή διεξαγωγή του πολέμου κατά της Γερμανίας παρά για τα βαλκανικά ιδεολογικά ζητήματα. Μαρτυρίες που ήρθαν τυχαία σε φως αποκαλύπτουν, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δοκίμασε οδυνηρή έκπληξη. Δεκαπέντε μέρες από την άφιξη της Σοβιετικής Αποστολής και για λόγους όχι άσχετους μ' αυτήν, η ΠΕΕΑ υποχώρησε ως το σημείο να δεχθεί να στείλει πέντε (όχι πια επτά) αντιπροσώπους της, για να μετάσχουν σε κυβέρνηση υπό πρωθυπουργό άλλον, εκτός από τον Παπανδρέου, τον οποίο εξακολουθούσε να κατηγορεί για τις "πράξεις του, τις παραλείψεις του και τις ανεύθυνες δηλώσεις του". Ο Παπανδρέου, αφού εξασφάλισε πρώτα την εμπιστοσύνη του υπουργικού του συμβουλίου, απάντησε προσφέροντας τα υπουργεία Οικονομικών, Συγκοινωνιών, Γεωργίας, Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας. Στα μέσα Αυγούστου, επειδή δεν είχε φθάσει ακόμα ανταπάντηση, οι φιλελεύθεροι Βενιζέλος και Σακαλής και ο αγροτικός Μυλωνάς απηύθυναν ύστατη έκκληση προς την ΠΕΕΑ, με την έγκριση της κυβερνήσεως Παπανδρέου. Σχεδόν αμέσως, η ΠΕΕΑ ανάγγειλε ότι ήταν πρόθυμη να μετάσχει στην κυβέρνηση Παπανδρέου, με τους ίδιους ακριβώς εκείνους όρους, που απέρριπτε δυο μήνες τώρα. Σαν από μαγεία, το γεμάτο οργή και ανησυχία και σύγχυση άκαμπτο πείσμα των αρχών του καλοκαιριού μετατράπηκε σε καλή θέληση. Για πρώτη σχεδόν φορά, η ΠΕΕΑ βρέθηκε σε απόλυτη ομοφωνία. Η οργή των αποστόλων της άμεσης δράσεως, η αγωνία των αποστόλων της πολιτικής διεισδύσεως και η σύγχυση των αποστόλων της συμφιλιώσεως συγχωνεύθηκαν σε τέλεια αρμονία. Η απρόσκοπτη συνεργασία, η αιθρία της καλής θελήσεως του Σβώλου και του Μπακιρτζή και των διοικητικών στελεχών κάτω από τα ανώτατα επίπεδα της ΠΕΕΑ, κράτησε από τις αρχές Αυγούστου ως τα τέλη Οκτωβρίου. Κάλυψε όλη την περίοδο, κατά την οποία ολόκληρη σχεδόν η Βαλκανική Χερσόνησος ελευθερωνόταν, ενώ η ίδια εκείνη σειρά σπασμών που είχε συγκλονίσει από τα θεμέλια την Νοτιοανατολική Ευρώπη μέσα σε λίγες εβδομάδες, το 1941, επαναλαμβανόταν τώρα αντίστροφα. Ύστερα από ένα ιστορικό καλοκαίρι, κατά το οποίο η Ρώμη και το Παρίσι είχαν απελευθερωθεί, ο Χίτλερ είχε μόλις σωθεί από μια επαναστατική συνωμοσία, το Τόκιο βομβαρδιζόταν, η Βαρσοβία είχε επαναστατήσει και η αμερικανική κοινή γνώμη ήταν τόσο βέβαιη ότι ο πόλεμος τελείωνε, ώστε τα περιοδικά έκαναν γενναίες προσφορές για πολεμικές αφηγήσεις, η αναστάτωση στον μικρόκοσμο των Βαλκανίων δεν είναι δυνατό να εκτεθεί παρά μόνο ενδεικτικά, με απλή παράθεση ημερομηνιών. Στις 22 Αυγούστου, η τουρκική κυβέρνηση διέκοψε τις διπλωματικές της σχέσεις με τη Γερμανία (χωρίς όμως να της κηρύξει τον πόλεμο, παρά μόνο τον Φεβρουάριο του 1945). Λίγες μέρες αργότερα, ο Churchill συναντήθηκε με τον Σουμπάσιτς και τον Τίτο στην Ιταλία και τους συγχάρηκε για την πρόσφατη συμφωνία τους, ενώ η κυβέρνηση του βασιλιά Πέτρου κατέρρεε κάτω από τις διαδοχικές παραιτήσεις μελών της και ο Μιχαήλοβιτς αποκηρυσσόταν επίσημα. Στα μέσα Αυγούστου, μια άλλη Σοβιετική Στρατιωτική Αποστολή, από δύο μέλη, έφθανε στην Αλβανία από την Ελλάδα και εξασφαλιζόταν η διάδοχη εξουσία του Εμβέρ Χότζα. Στις 23 Αυγούστου, η κυβέρνηση Αντωνέσκου απολύθηκε από τον βασιλιά Μιχαήλ στη Ρουμανία, και αντικαταστάθηκε από κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Σανατέσκου, με την ρητή αποστολή να συνάψει ειρήνη με τους Συμμάχους. Τρεις μέρες αργότερα η κυβέρνηση Μπαγκριάνωφ διέταξε τον αφοπλισμό όλων των ξένων στρατευμάτων που βρίσκονταν σε βουλγαρικό έδαφος, πιέζοντας έτσι τους Γερμανούς να Digitized by 10uk1s
φύγουν. Στις 30 Αυγούστου, ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε το Πλοέστι και την επομένη μπήκε στο Βουκουρέστι. Κατά την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, τα γεγονότα εξελίχθηκαν με ταχύτητα τέτοια, ώστε να είναι αδύνατο να τα παρακολουθήσει οποιοσδήποτε παρατηρητής εκείνης της εποχής — ιδιαίτερα στη Βουλγαρία. Η εξέλιξη των γεγονότων στη Βουλγαρία είχε για τους Έλληνες ιδιαίτερη σημασία, επειδή η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη προσαρτήθηκαν τελικά στη Βουλγαρία. Μερικοί Έλληνες πίστευαν, ότι το ΕΑΜ είχε συμφωνήσει μυστικά να εργασθεί για την "ντε φάκτο" αναγνώριση της προσαρτήσεως. Όλοι οι Έλληνες, λοιπόν, παρακολουθούσαν με ανησυχία τη συμπεριφορά της Βουλγαρίας το φθινόπωρο του 1944. Μερικοί παρακολουθούσαν το ίδιο ανήσυχα και τους πρώην συνεταίρους της ΠΕΕΑ. Με μεγάλη τους έκπληξη, είδαν στο τέλος ότι και οι πρώτοι και οι δεύτεροι πέρασαν μ' επιτυχία τις εξετάσεις. Την 1 Σεπτεμβρίου ο Μπαγκριάνωφ παραιτήθηκε. Αντικαταστάθηκε από τον Μουράβιεφ, που διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με τη Γερμανία. Στις 5 Σεπτεμβρίου ήδη οι Γερμανοί αποχωρούσαν από τη Βουλγαρία, όχι όμως όσο γρήγορα επιθυμούσε η σοβιετική κυβέρνηση, η οποία κήρυξε, τώρα, μόλις, τον πόλεμο κατά της Βουλγαρίας. Μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες, ο Μουράβιεφ ζήτησε ανακωχή. Στις 6 Σεπτεμβρίου, ο Κόκκινος Στρατός έφθανε στις όχθες του Δούναβη, στο Κλάδοβο, και, δυο μέρες αργότερα, περνούσε τα γιουγκοσλαβικά σύνορα. Την ίδια μέρα, 8 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση Μουράβιεφ κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας και παραιτήθηκε. Την διαδέχθηκε το "Πατριωτικό Μέτωπο" υπό τον Γκεοργκίεφ, του οποίου οι αλλεπάλληλες τροποποιήσεις έχουν διατηρηθεί ως σήμερα. Ο Κόκκινος Στρατός έγινε δεκτός με θυελλώδη ενθουσιασμό στη Σόφια, αλλά, χωρίς την συναίνεση των Δυτικών Συμμάχων, ήταν τεχνικά αδύνατο για την ΕΣΣΔ να παραχωρήσει ανακωχή στην κυβέρνηση Γκεοργίεφ. Έτσι, η Βουλγαρία βρισκόταν τώρα τυπικά σε πόλεμο με όλους τους εναπομένοντες εμπολέμους και από τις δυο πλευρές. Παρ' όλο όμως ότι η ανώμαλη αυτή κατάσταση τερματίσθηκε μόλις στις 28 Οκτωβρίου, αφού οι Βούλγαροι ικανοποίησαν επιτέλους τους Δυτικούς Συμμάχους αποσύροντας τις δυνάμεις τους από τα ελληνικά εδάφη, ο βουλγαρικός στρατός πολεμούσε κιόλας κατά των Γερμανών σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, από τα μέσα Σεπτεμβρίου. Αυτή η ραγδαία μεταβολή έγινε το πρότυπο που προσπάθησαν να μιμηθούν οι περισσότεροι δορυφόροι της Γερμανίας, όχι όμως όλοι μ' επιτυχία. Τέτοιες μεταμορφώσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο εκείνη την εποχή. Μια φινλανδική αντιπροσωπεία για τη σύναψη ανακωχής έφθασε στη Μόσχα στις 7 Σεπτεμβρίου. Στις 15 Οκτωβρίου, την ημέρα που έφθανε εκεί και μια παρόμοια βουλγαρική αντιπροσωπεία, ζήτησε ανακωχή και η ουγγρική κυβέρνηση, αλλά της παραχωρήθηκε μόλις τον Ιανουάριο του 1945, με τον όρο να καταγγελθεί το Σύμφωνο της Βιέννης και να κηρύξει η Ουγγαρία τον πόλεμο κατά της Γερμανίας. Η ρουμανική κυβέρνηση ήταν πιο τυχερή προς το παρόν. Λίγο αργότερα όμως, ο στρατηγός Σανατέσκου δεχόταν την επίθεση ενός συνασπισμού, με την αποκαλυπτική επωνυμία "Εθνικό Δημοκρατικό Μέτωπο", που θα γινόταν η μόνη εξουσία μέσα σε έξη μήνες. Ως τα μέσα Οκτωβρίου, είχαν δημιουργηθεί κιόλας, τουλάχιστον στα χαρτιά, Συμμαχικές Επιτροπές Ελέγχου στο Βουκουρέστι και στη Σόφια. Στις 20 Οκτωβρίου, ο Κόκκινος Στρατός και ο Τίτο απελευθέρωναν το Βελιγράδι, ενώ η Αυλώνα απελευθερωνόταν με την αποχώρηση των Γερμανών και την άφιξη του Εμβέρ Χότζα λίγες μέρες αργότερα. Στις 25 Οκτωβρίου, ο τελευταίος Αλβανός πρωθυπουργός ανδρείκελο παραιτήθηκε. Την επομένη, ο Τίτο και ο Σουμπάσιτς συναντήθηκαν σε γιουγκοσλαβικό έδαφος, για πρώτη φορά. Από την αρχή έγινε φανερό, ότι οι κυβερνήσεις Γιουγκοσλαβίας και Αλβανίας ήταν τώρα όμοιες "ως τις πιο μικρές λεπτομέρειες", γι' αυτό και δεν προξένησε καμιά έκπληξη η τελωνειακή τους ένωση, δυο χρόνια αργότερα. Τα Τίρανα ελευθερώθηκαν τον Νοέμβριο. Στη Γιουγκοσλαβία, η προέλαση του Κόκκινου Στρατού, με την υποστήριξη Γιουγκοσλάβων και Βουλγάρων παρτιζάνων, συνεχιζόταν αργά, αλλά σταθερά. Τίποτα όμως απ' όλα αυτά δεν προξένησε τόση ικανοποίηση στον κομμουνιστικό κόσμο, όση η αντίθεση ανάμεσα στο αμαρτωλό παρελθόν και στην ουρανόσταλτη ανταμοιβή της Βουλγαρίας. Στο σημείο αυτό ακριβώς η γενικότερη αναστάτωση στα Βαλκάνια έρχεται και πάλι σε αντίθεση με την σχετικά ηπιότερη εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα, κατά την ίδια περίοδο. Η βουλγαρική ανακωχή Digitized by 10uk1s
ήταν η πρώτη ευκαιρία για να δοκιμασθεί η ειλικρίνεια των Ελλήνων εκείνων που είχαν σταλεί από την ΠΕΕΑ σαν μέλη της κυβερνήσεως Παπανδρέου. Ως τη στιγμή αυτή, η νέα συμφιλίωση, που είχε αρχίσει να λειτουργεί με την άφιξη της Σοβιετικής Αποστολής στην έδρα της ΠΕΕΑ, δεν είχε συναντήσει εμπόδια. Κανένα ναυάγιο δεν είχε προκύψει, επειδή κανένας δεν το επιθυμούσε. Ο Παπανδρέου και οι συνεργάτες του πιέζονταν από τις βρετανικές αρχές να το αποφύγουν με κάθε θυσία. Στους κόλπους της ΠΕΕΑ, οι οπαδοί της συμφιλιώσεως, υπό τον Σβώλο, και ίσως και οι οπαδοί της πολιτικής διεισδύσεως υπό τον Σιάντο, είχαν εργασθεί μ' επιμονή για μια κυβέρνηση συνασπισμού. Και αυτή ακόμα η αδιάλλακτη πτέρυγα του ΚΚΕ είχε υποκύψει στην εντολή της σοβιετικής κυβερνήσεως, που εικάζεται ότι διαβιβάστηκε μέσω της Σοβιετικής Αποστολής. Δεν έμεναν παρά ασήμαντα μόνο εμπόδια να υπερνικηθούν, μέσα στον επόμενο μήνα. Όλες σχεδόν οι ειδήσεις ήταν καλές. Ο βασιλιάς επέστρεψε στο Λονδίνο. Στις 17 Αυγούστου, ο Παπανδρέου ανάγγειλε ότι ελληνικά στρατεύματα μάχονταν στην Ιταλία, σβήνοντας την ανάμνηση της ανταρσίας με την προσφορά υπηρεσιών, που κορυφώθηκαν στην κατάληψη του Ρίμινι. Κατά τις επόμενες λίγες μέρες, ο Παπανδρέου πήγε στην Ιταλία και συναντήθηκε με τον Churchill, πράξη που τον εξέθεσε επειδή δεν μπόρεσε να ενημερώσει την κυβέρνησή του, για λόγους ασφαλείας. Όταν επέστρεψε στο Κάιρο, στις 26 Αυγούστου, ο Βενιζέλος, ο Ρέντης και ο Μυλωνάς του υπέβαλαν την παραίτησή τους, διαμαρτυρόμενοι. Το πλήγμα επανορθώθηκε την 1 Σεπτεμβρίου με την εισδοχή ενός φιλελευθέρου (του νεαρού Σοφούλη) και δυο λαϊκών, που βελτίωσαν τη σύνθεση ισορροπίας της κυβερνήσεως. Το επεισόδιο λησμονήθηκε την επομένη, όταν ορκίσθηκαν έξη αντιπρόσωποι του ΕΑΜ και των δορυφόρων του. Το γεγονός ότι τους συνόδευσε από τα βουνά ο Άγγλος ταξίαρχος, διοικητής τότε της SOE Καΐρου, που είχε κάνει μια επίσκεψη καλής θελήσεως στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ (όπου έμεινε μια εβδομάδα) τους προξένησε τόση ικανοποίηση, όση και η γενναιοδωρία του Παπανδρέου, που τους παραχώρησε μια ακόμα έδρα πέρα από όσες είχε υποσχεθεί. Επιμένοντας στη διάκριση που έκαναν μεταξύ τους, εμφανίσθηκαν σαν αντιπρόσωποι τριών διαφορετικών σωμάτων: οι Σβώλος και Αγγελόπουλος (υπουργός και υφυπουργός Οικονομικών) και ο Ασκούτσης (Συγκοινωνίας) αντιπροσώπευαν την ΠΕΕΑ· ο Τσιριμώκος (Εθνικής Οικονομίας) το ΕΑΜ· ο Ζεύγος (Γεωργίας) και ο Πορφυρογένης (Εργασίας) αντιπροσώπευαν και το ΕΑΜ και το ΚΚΕ. Για έναν τρίτο παρατηρητή, αυτό ήταν αστείο, όπως και κατά το μεγαλύτερο μέρος της η συμπεριφορά τους τον τελευταίο καιρό. Υπήρχαν όμως και ευνοϊκά σημεία. Δύο μόνο από τους έξη ήταν κομμουνιστές. Και ο Σβώλος ανάγγειλε τη διάλυση της ΠΕΕΑ, με το αιτιολογικό ότι είχε εκπληρώσει την αποστολή της. Η καλή θέληση φαινόταν να κερδίζει έδαφος από μέρα σε μέρα. Ο στρατηγός Ουίλσον, μιλώντας απ' το ραδιόφωνο, προειδοποίησε τους Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών να τους εγκαταλείψουν "όσο ήταν καιρός". Τα λόγια του ικανοποίησαν μια παλιά ζωηρή επιθυμία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Στις 5 Σεπτεμβρίου, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Κόρντελ Χαλ εξέφρασε την ικανοποίησή του για την επίτευξη του ελληνικού συνασπισμού. Την επομένη, ο Παπανδρέου μίλησε απ' το ραδιόφωνο και έδωσε συνέντευξη Τύπου, πριν η κυβέρνηση αναχωρήσει από την Αίγυπτο για την Ιταλία, επιστρέφοντας στην Ελλάδα. Οι δηλώσεις του αυτές συνοψίζονταν σε τέσσερα σημεία. Το πρώτο ήταν, ότι η κυβέρνησή του, έχοντας σαν βάση τον Χάρτη του Λιβάνου, απέβλεπε στο να απελευθερώσει και να ανορθώσει την Ελλάδα και να διασφαλίσει την κυριαρχία του ελληνικού λαού. Το δεύτερο ήταν μια νέα προειδοποίηση προς τα Τάγματα Ασφαλείας, ότι, όσοι δεν τα εγκατέλειπαν, θα είχαν μεταχείριση εγκληματιών. Το τρίτο ήταν, ότι θα έπρεπε να εδραιωθεί η τάξη στην Ελλάδα ώστε να δινόταν η δυνατότητα στον ελληνικό λαό ν' αποφασίσει ελεύθερα "για το Σύνταγμα, το κοινωνικό καθεστώς και την κυβέρνηση της αρεσκείας του". Digitized by 10uk1s
Το τέταρτο διατύπωνε τις ελληνικές διεκδικήσεις της νήσου Σάσωνος από την Ιταλία, της Κορυτσάς και ίσως και της Αυλώνας από την Αλβανία και τμήματος της οροσειράς της Ροδόπης από τη Βουλγαρία. Η προσάρτηση της Δωδεκανήσου ήταν αυτονόητη. Κανένας υπαινιγμός δεν έγινε για την Κύπρο, για ν' αποφευχθεί δυσαρέσκεια της βρετανικής κυβερνήσεως. Εκφράστηκε όμως ανεπίσημα η ελπίδα προς την βρετανική κυβέρνηση, ότι δεν θα γινόταν δεκτή η Βουλγαρία σαν σύμμαχος και δεν θα της επιτρεπόταν ν' αφήσει στρατεύματα σε ελληνικό έδαφος. Αφού τις δηλώσεις τις έκανε ο Παπανδρέου, δεν κλήθηκαν ούτε ο Σβώλος ούτε οι συνεργάτες του να πάρουν θέση. Πλησίαζε όμως η ώρα που θα το έκαναν. Και ήταν έτοιμοι. Η ελληνική κυβέρνηση μεταφέρθηκε κοντά στο Γενικό Στρατηγείο του Ουίλσον, στην Καζέρτα, αλλά το ένα μετά το άλλο τα μέλη της αποστέλλονταν στην Ελλάδα, πίσω από τους υποχωρούντες Γερμανούς. Η γερμανική υποχώρηση, καλυπτόμενη από τον "Σιδηρούν Κλοιό" που σχημάτιζαν η Κρήτη και τα άλλα νησιά της περιμέτρου, εξελισσόταν γοργά όλο τον Σεπτέμβριο. Ο Παπανδρέου ανακοίνωσε ότι οι αντάρτες απελευθέρωσαν μια σειρά πόλεις στη Θεσσαλία. Αυτό σήμαινε, ότι οι αντάρτες έμπαιναν στις πόλεις λίγες μόλις ώρες μετά την εκκένωσή τους από τους Γερμανούς. Την κυβέρνηση εκπροσωπούσαν ήδη στην Αθήνα ο Ζεύγος κι ο Τσάτσος. Ο στρατηγός Σπηλιωτόπουλος διορίσθηκε στρατιωτικός διοικητής Αττικής, με την απρόθυμη συναίνεση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που τον θεωρούσε συνεργάτη των Γερμανών. Ο Κανελλόπουλος βρισκόταν κιόλας στην Πελοπόννησο και μοιραζόταν με τον Άρη Βελουχιώτη τις τιμές της απελευθερώσεως. Πριν λήξει ο Σεπτέμβριος, είχαν εγκατασταθεί σαν κυβερνητικοί εκπρόσωποι ο Μακκάς στα Ιόνια νησιά, ο Μπουρδάρας στο Αιγαίο, ο Λαμπριανίδης κι ο Πορφυρογένης στη Βορειανατολική Ελλάδα. Στις 28 Σεπτεμβρίου, οι δυο αρχηγοί των ανταρτών, ο Ζέρβας κι ο Σαράφης, που είχαν μεταφερθεί έξω από την Ελλάδα γι' αυτόν το σκοπό, υπέγραψαν τη Συμφωνία της Καζέρτας 71 μαζί με τον Ουίλσον, τον Macmillan (Βρετανό μόνιμο υπουργό Μ. Ανατολής) και τον Παπανδρέου. Με τη συμφωνία αυτή, οι υπογράφοντες έθεταν τις δυνάμεις τους υπό τις διαταγές της ελληνικής κυβερνήσεως και, ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση τις έθετε υπό τις διαταγές του Βρετανού στρατηγού που διοικούσε τις συμμαχικές δυνάμεις για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Στη θέση αυτή είχε τοποθετηθεί ο στρατηγός Σκόμπυ, με έναν Αμερικανό ταξίαρχο σαν αναπληρωτή. Αν και στην Καζέρτα είχε σταλεί ο Δεσποτόπουλος, για να κατευθύνει τον Σαράφη, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έδειξε καλή θέληση, κάνοντας δεκτούς όλους τους όρους, που περιλάμβαναν και τον καθορισμό συνόρων ζώνης επιχειρήσεων με τον Ζέρβα, λιγότερο ευνοϊκό γι' αυτούς, σε σύγκριση μ' εκείνα που είχαν απορρίψει στην Κούτσαινα. Η συμφωνία αυτή ολοκλήρωσε το έργο που είχε αρχίσει στην Πλάκα επτά μήνες πριν, το να εξασφαλισθεί δηλαδή ότι η επιστροφή των Συμμάχων (και της κυβερνήσεως Παπανδρέου μαζί τους) θα γινόταν χωρίς προκλήσεις από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Χωρίς την Ανακωχή της Πλάκας, η Διάσκεψη του Λιβάνου θα ήταν αδύνατη. Χωρίς τη Συμφωνία της Καζέρτας, η Διάσκεψη του Λιβάνου θα έμενε άκαρπη. Ο Ζέρβας κι ο Σαράφης γύρισαν στην Ελλάδα, για να διευθύνουν την παρενόχληση των Γερμανών στην υποχώρησή τους και να συνεργασθούν στη διατήρηση της τάξεως. Και οι δυο ανταποκρίθηκαν όσο μπορούσαν καλύτερα: ο Ζέρβας με όση αποτελεσματικότητα του επέτρεπε η περιορισμένη έκταση της περιοχής του στη Βορειοδυτική Ελλάδα και ο Σαράφης με όση αποτελεσματικότητα του επέτρεπαν οι πολιτικοί καθοδηγητές του. Ο μεγάλος όγκος των δυνάμεων του ΕΛΑΣ ασχολήθηκε με την κατάληψη των κυριοτέρων πόλεων. Το ίδιο έκαμε κι ένα τμήμα του ΕΔΕΣ, για να προλάβει τον ΕΛΑΣ όπου του ήταν δυνατό. Φανατικοί και από τις δυο πλευρές μεταχειρίζονταν απάνθρωπα τους πολιτικούς αντιπάλους τους: ο ΕΔΕΣ ιδιαίτερα στην Πρέβεζα (όπου ο ΕΛΑΣ τον είχε προλάβει, αλλά υπάκουσε στη διαταγή του Σκόμπυ ν' αποσυρθεί) και ο ΕΛΑΣ σε όλη την Πελοπόννησο και ιδιαίτερα στην Καλαμάτα. Δύο πράγματα όμως πρέπει να τους αναγνωρισθούν. Το πρώτο είναι ότι, όχι μόνο οι δυνάμεις του ΕΔΕΣ (όπως είναι αυτονόητο), αλλά και οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ και της ΕΠ, της πολιτοφυλακής του, συνεργάζονταν πρόθυμα με τις Digitized by 10uk1s
αρχές που κατέφθαναν, για τη διατήρηση του νόμου και της τάξεως, εφ' όσον χρησιμοποιούνταν σαν όργανα του νόμου και της τάξεως και όχι σαν απειλή, κατά της οποίας έπρεπε να προστατευθεί ο νόμος και η τάξη. Το δεύτερο είναι ότι, οι μονάδες εκείνες και των δυο οργανώσεων, οι οποίες κατείχαν θέσεις στη ζώνη επιχειρήσεων και τις οποίες συνόδευαν και τελικά ανέλαβαν υπό τη διοίκηση τους αξιωματικοί της ΣΣΑ, πολεμούσαν πολύ καλά κατά των Γερμανών, σε συνεργασία με τις βρετανικές, ελληνικές και αμερικανικές δυνάμεις που συναποτελούσαν τον απελευθερωτικό στρατό. Παρ' όλα αυτά, η Ελλάδα ελευθερώθηκε επειδή αποχώρησαν οι Γερμανοί και όχι επειδή εκδιώχθηκαν από τη χώρα. Ήταν δύσκολη ακόμα και η επαφή με τις οπισθοφυλακές τους. Οι συμμαχικές δυνάμεις ακολουθούσαν συχνά με μιας ολόκληρης μέρας καθυστέρηση, επειδή την προώθησή τους επιβράδυναν από τη μια τα προβλήματα ανεφοδιασμού και επικοινωνιών, από την άλλη η ενθουσιώδης υποδοχή που συναντούσαν. Βρετανικές και ανταρτικές δυνάμεις μπήκαν στην Πάτρα τη νύχτα της 3-4 Οκτωβρίου, στην Αθήνα μια εβδομάδα αργότερα, στη Θεσσαλονίκη κατά το τέλος του μήνα. Μόνο ο "σιδηρούς κλοιός" των νησιών (κυρίως της Κρήτης και της Ρόδου) έμεινε σε γερμανικά χέρια επί επτά ακόμα μήνες. Ο Παπανδρέου έφθασε στην Αθήνα με την κυβέρνησή του, τον στρατηγό Σκόμπυ και τον Βρετανό πρεσβευτή, χωρίς όμως τον βασιλιά ή οποιονδήποτε ηγέτη της Αντιστάσεως, στις 18 Οκτωβρίου, δυο μέρες δηλαδή πριν από την είσοδο του Κόκκινου Στρατού και των παρτιζάνων στο Βελιγράδι. Οι τελευταίοι Γερμανοί έφυγαν την 1 Νοεμβρίου, καταδιωκόμενοι από μια φούχτα ελασίτες και Βρετανούς. Η έκσταση της απελευθερώσεως εκδηλώθηκε σε όλο της το μεγαλείο, αλλά τα προβλήματά της μόλις τώρα άρχιζαν. Το μόνο θετικό στοιχείο αισιοδοξίας ήταν ότι, χάρη στις συμφωνίες της Πλάκας και της Καζέρτας, είχε αποβιβασθεί τουλάχιστο στην Ελλάδα μια κυβέρνηση γενικά αποδεκτή. Η κυβέρνηση Παπανδρέου φάνηκε ότι άρχισε καλά. Ο πρώτος πρωθυπουργικός λόγος σε ελληνικό έδαφος, που εκφωνήθηκε από την Πλατεία Συντάγματος στις 18 Οκτωβρίου, ευχαρίστησε τη Δεξιά επιβεβαιώνοντας τις ελληνικές διεκδικήσεις όχι μόνο στα Δωδεκάνησα αλλά και στη Βόρειο Ήπειρο (που ονομάζεται τώρα Νότιος Αλβανία) και τονίζοντας ότι όλες οι ένοπλες δυνάμεις έπρεπε να αναδιοργανωθούν μέσα στον Εθνικό Στρατό. Ευχαρίστησε και την Αριστερά, με τη δήλωση ότι η Αστυνομία και η Χωροφυλακή έπρεπε να εκκαθαρισθούν και όσοι πλούτισαν από τον πόλεμο, καθώς και οι "ελάχιστοι προδότες", να τιμωρηθούν και, επίσης, με την εξαγγελία δημοψηφίσματος και εκλογών σε σύντομο διάστημα, για ανάδειξη Συντακτικής Βουλής και οργάνων αυτοδιοικήσεως. Η τελευταία αυτή υπόσχεση έδειχνε το κυβερνητικό ενδιαφέρον για την επαρχία. Τίποτα όμως δεν είπε ο πρωθυπουργός για αρχαιρεσίες στα συνδικάτα, όπου τον είχε προλάβει το ΚΚΕ, καλυπτόμενο πίσω από τη νέα Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (το πρώην ΕΕΑΜ). Επιδίωξη του Παπανδρέου στον πρώτο του λόγο ήταν ν' αποφύγει τον ανταγωνισμό. Αλλά η ηρεμία δεν ήταν εύκολο να επιτευχθεί. Η Αθήνα ζούσε σε μιαν έκρηξη διονυσιακής χαράς, την οποία οι δημαγωγοί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μετατρέψουν σε ιδεολογικό πάθος. Διαδηλώσεις και αντιδιαδηλώσεις, συνθήματα και αντισυνθήματα με κόκκινη και με γαλάζια μπογιά, πολιτικά τραγούδια όλων των αποχρώσεων, τονισμένα συχνά στον ίδιο σκοπό, προπαγάνδα και αντιπροπαγάνδα από τηλεβόες στις γωνιές των δρόμων —όλα αυτά είχαν ξεσπάσει με βίαιη ορμή. Οι οργανωτές ήταν το ΚΚΕ από την πλευρά της Αριστεράς και η Χ, που μόλις είχε ξετρυπώσει από το ύποπτο σκοτάδι για μια αισχρή συμμετοχή στα κέρδη, από την πλευρά της Δεξιάς. Ο Παπανδρέου συμφιλίωσε τα δυο αντίθετα φαινομενικά αιτήματα για "Λαοκρατία" και για "Μεγάλη Ελλάδα" στη σύνθεση μιας "Μεγάλης Λαοκρατικής Ελλάδας". Διαλεκτικά, αυτό έδειχνε ότι τα συνθήματα της Δεξιάς και της Αριστεράς δεν συγκρούονταν φραστικά. Για βαθύτερους όμως λόγους, οι βίαιοι διαπληκτισμοί συνεχίζονταν στους δρόμους της Αθήνας και κάτω από τα παράθυρα των πρεσβειών, του στρατηγείου του Σκόμπυ και των κυβερνητικών υπηρεσιών. Ήταν προβληματικό, μέσα στο φρενοκομείο που ήταν η Αθήνα τον Οκτώβριο και Νοέμβριο, αν η κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα κατόρθωνε να διατηρήσει τη συνοχή της πάνω από τα κεφάλια των ξέφρενων υποστηρικτών της. Σαν από θαύμα, έδειχνε ότι θα το κατόρθωνε, ακόμα και κάτω από την πίεση φοβερών προβλημάτων. Digitized by 10uk1s
Τα άμεσα προβλήματα μπορούν να συνοψισθούν στις ακόλουθες έξη κατηγορίες, κατά τη σειρά προτεραιότητας που επιβάλλει η σοβαρότητα της καθεμιάς: Κοινωνική Περίθαλψη,
Εξωτερική Πολιτική,
Οικονομικά του Κράτους,
Δημόσια Τάξη,
Πολιτικά Εγκλήματα,
Εθνική Άμυνα.
Το πολιτειακό, αφού απουσίαζε ο βασιλιάς, ούτε έμμεσα δεν δημιουργούσε ζήτημα και είχε δίκιο ο Παπανδρέου, όταν είπε τον Μάιο ότι δεν υπήρχε πολιτειακό θέμα.
Κοινωνική Περίθαλψη Το πρώτο από τα έξη προβλήματα ήταν το περισσότερο επείγον, επειδή η Ελλάδα αντιμετώπιζε και πάλι άμεσα το φάσμα της πείνας, που το είχε ζήσει το 1941. Πριν από την UNRRA, έδρασε στην Ελλάδα ένας αγγλοαμερικανικός οργανισμός υπό τον υποστράτηγο Χιούς, με την επωνυμία Στρατιωτικός Σύνδεσμος (M Military-Liaison) η γνωστή στο κοινό ML, που είχε αναλάβει, ανάμεσα σε πολλά άλλα, και την οργάνωση της περιθάλψεως, στα πρώτα της στάδια. Η επιτυχία του έργου της στηριζόταν στη συνεργασία κυβερνήσεως και εργατών. Αλλά η μερική καταστροφή των λιμενικών εγκαταστάσεων του Πειραιά από τους Γερμανούς, η ολική διακοπή των οδικών και σιδηροδρομικών συγκοινωνιών και οι αλλεπάλληλες απεργίες που οργάνωνε το ΕΕAM έκαναν το έργο αυτό δύσκολο. Ο υπουργός Εργασίας, που ήταν κομμουνιστής, θα μπορούσε υποτίθεται να κρατά υπό έλεγχο τους εργάτες, αλλά η αφοσίωσή του ήταν μοιρασμένη ανάμεσα στο κόμμα του και στην κυβέρνηση. Σαν κομμουνιστής, ήταν πρόθυμος να ενθαρρύνει, αν όχι και να υποκινεί, τις απεργίες, με τον γνωστό υπολογισμό, ότι οι δυσαρεστημένοι εργάτες και οι πεινασμένοι πολίτες ήταν το καλύτερο υλικό για την ιδεολογία του. Σαν υπουργός, ήταν εξ ίσου διατεθειμένος να τερματίζει τις απεργίες αμέσως μόλις εκπλήρωναν το σκοπό τους. Παρ' όλα αυτά, ως τα μέσα Νοεμβρίου, γύρω στους 130.000 τόνους τον μήνα από κάθε είδους εφόδια ξεφορτώνονταν στην Ελλάδα και οι δρόμοι είχαν ανοίξει κιόλας, για τη μεταφορά τους στις επαρχίες. Απ' το σημείο αυτό, το πρώτο πρόβλημα έδινε τη θέση του στο δεύτερο, τα Οικονομικά.
Οικονομικά Μια αποστολή του Βρετανικού θησαυροφυλακίου είχε συνοδεύσει την κυβέρνηση Παπανδρέου με συμβουλευτική ιδιότητα. Ο πληθωρισμός ήταν τόσο τρομακτικός κατά την τελευταία περίοδο της γερμανικής κατοχής, ώστε ο μέσος δημόσιος υπάλληλος μόλις μπορούσε ν' αγοράσει ένα τσιγάρο με τον μισθό ενός μηνός. Για ν' αποκατασταθεί το ελληνικό νόμισμα, είχε κυκλοφορήσει μια βρετανική στρατιωτική λίρα με σταθερή τιμή 600 δραχμές και οι συναλλαγές σε χρυσό απαγορεύθηκαν. Το μέτρο αυτό το ανακοίνωσε ο Σβώλος, που κρατούσε μαζί με τον Αγγελόπουλο το υπουργείο Οικονομικών, το δεύτερο σε σημασία από τα υπουργεία που είχαν δοθεί στα πρώην μέλη της ΠΕΕΑ. Ανακοίνωσαν επίσης, ότι οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων θα σταθεροποιούνταν σε μέσο επίπεδο που αντιστοιχούσε σε επτά σελίνια την ημέρα· και ότι θα επιβαλλόταν φόρος κτήσεως σε αγαθά πολυτελείας, καθώς και βαρύς φόρος στα κέρδη που είχαν πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κανένα από τα μέτρα αυτά δεν κατορθώθηκε να εφαρμοσθεί ποτέ αποτελεσματικά και ο πληθωρισμός επανήλθε απειλητικός. Την κατάσταση αυτή την διαιώνιζε η κυκλοφορία των αγγλικών χρυσών λιρών που είχαν διοχετευθεί στη Ελλάδα κατά την Κατοχή και είχαν συγκεντρωθεί στα χέρια των δύο άκρων όπου ήταν πιο επικίνδυνες: των Digitized by 10uk1s
βιομηχάνων και των κομμουνιστών. Πολλά από τα πολύτιμα αγαθά που εισάγονταν από την ML, επειδή ήταν ασυνήθιστες πολυτέλειες στα χέρια εκείνων για τους οποίους προορίζονταν, διοχετεύονταν απ' αυτούς στη μαύρη αγορά. Ο Σβώλος σώθηκε από τη μομφή της αποτυχίας χάρη στο ότι ήταν εύκολο ν' αποδοθεί το κακό στην αναστάτωση της εποχής και στην αποτυχία άλλων υπουργείων. Ο ίδιος έκανε τουλάχιστο με ειλικρίνεια ό,τι του ήταν δυνατό. Και ούτε υπήρξε καμιά διάσταση με την κυβέρνησή του γύρω από την οικονομική του πολιτική. Η εξαίρεση, που απόδειχνε τον κανόνα, ήταν μια γελοία συζήτηση στο υπουργικό συμβούλιο, για το κατά πόσο ήταν σωστό να εξακολουθεί να αναφέρεται η Ελλάδα σαν βασίλειο στα εκδιδόμενα χαρτονομίσματα.
Πολιτικά Εγκλήματα Και σχετικά με το τρίτο πρόβλημα, ιδιαίτερα το έγκλημα της συνεργασίας με τον εχθρό, υπήρχε τυπικά πλήρης ομοφωνία. Τα Τάγματα Ασφαλείας είχαν αφοπλισθεί κατά την είσοδο των συμμαχικών στρατευμάτων στη χώρα. Όλα σχεδόν τα μέλη τους ήταν υπόδικοι στις φυλακές. Εξαίρεση ήταν όσοι είχαν εξοντωθεί με διαταγή του Άρη Βελουχιώτη και οι λίγοι που είχαν διαφύγει. Σ' αυτούς πρέπει να προστεθούν οι "ένοπλοι χωρικοί" του Μιχάλαγα, τους οποίους οι Βρετανοί εκπρόσωποι δεν μπόρεσαν να πείσουν να παραδοθούν, όσο ο ΕΛΑΣ βρισκόταν στη γειτονική τους περιοχή. Ενώ οι δεύτερης σειράς ένοχοι περίμεναν την τύχη τους, ανακοινώθηκε ότι Ειδικό Στρατοδικείο θα δίκαζε δέκα από τους μεγάλους εγκληματίες πολέμου με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Σ' αυτούς περιλαμβάνονταν ο Τσολάκογλου και ο Ράλλης, όχι όμως ο Λογοθετόπουλος, που είχε διαφύγει στη Γερμανία. Περιλαμβάνονταν επίσης ο συνταγματάρχης Λάμπρου, αρχηγός της Ειδικής Ασφαλείας, και ο συνταγματάρχης Πλυτζανόπουλος, αρχηγός των Ταγμάτων Ασφαλείας. Ο στρατηγός Πάγκαλος, που είχε συμμετάσχει στην ίδρυση και οργάνωση των Ταγμάτων Ασφαλείας, ήταν κρατούμενος, αλλά για την προστασία του μάλλον παρά να δικαστεί. Κραυγές "Εκδίκηση!" και "Ένοχοι!" δονούσαν την ατμόσφαιρα σε βαθμό υστερίας, με την υποκίνηση των ταραχοποιών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που εξακολουθούσαν να φοβούνται, ότι οι δοσίλογοι θα απέφευγαν τελικά τη δικαιοσύνη. Προσπαθούσαν να κρατούν το θέμα διαρκώς μπροστά στα μάτια του κοινού, οργανώνοντας εικονικές κηδείες με υποθετικά πτώματα δήθεν θυμάτων και με δήθεν χήρες που θρηνούσαν στους δρόμους της Αθήνας. Και οι κηδείες αυτές εναλλάσσονταν με διαδηλώσεις, που απαιτούσαν: "Ό,τι θέλει ο λαός" και "Λαοκρατία και όχι βασιλιά". Όλα αυτά τα συνθήματα, που επινοούνταν και αλληλοσυνδέονταν με θαυμάσιο τρόπο, θόλωναν τα ελαφρά μυαλά του αθηναϊκού πλήθους, που στο μεγαλύτερο ποσοστό του έβγαινε στους δρόμους για να χαζέψει, και εξόργιζαν τις αγγλοελληνικές αρχές. Δεν υπήρχε όμως καμιά ένδειξη, ότι θα γινόταν οποιαδήποτε απόπειρα για ν' αποφύγουν την τιμωρία οι συνεργάτες του εχθρού. Πέρα από ορισμένες διαφωνίες νομικού χαρακτήρα, το ζήτημα δεν είχε προκαλέσει καμιά διάσταση στους κόλπους της κυβερνήσεως εθνικής ενότητας σε όλη τη διάρκεια του Οκτωβρίου και Νοεμβρίου.
Εξωτερική Πολιτική Με το τέταρτο πρόβλημα, τις εξωτερικές σχέσεις, η εξιστόρησή μας φθάνει στο κρίσιμο εκείνο σημείο, όπου περίμενε κανείς από στιγμή σε στιγμή να εκδηλωθούν διαφωνίες στο υπουργικό συμβούλιο μεταξύ της ΠΕΕΑ και των υπολοίπων μελών. Η κατηγορία που έριχνε η μια στην άλλη πλευρά, ότι οι πρώτοι ήταν δορυφόροι της ΕΣΣΔ και οι δεύτεροι της Βρετανίας, φαινόταν όλο και πιο καθαρά. Η διάσταση επεκτάθηκε σε ζητήματα της διεξαγωγής του πολέμου και στις ενδοσυμμαχικές σχέσεις. Τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας ήταν το νότιο όριο του βαλκανικού θεάτρου επιχειρήσεων του Κόκκινου Στρατού, αλλά οι άκρες τριών τουλάχιστο αιχμών είχαν περάσει τα σύνορα. Πάνω από τ' αλβανικά σύνορα υπήρχε ήδη μια δραστηριότητα και από τις δύο πλευρές: μια μονάδα Αλβανών παρτιζάνων είχε τεθεί υπό την διοίκηση του ΕΛΑΣ, σε μια χειρονομία καλής θελήσεως, και ένας από τους κυριότερους Αλβανούς συνεργάτες του κατακτητή, ο πρώην πρωθυπουργός του βασιλιά Αχμέτ Ζώγου, είχε παραδοθεί από τον ΕΛΑΣ στην FNC. Πέρα Digitized by 10uk1s
από τα γιουγκοσλαβικά σύνορα, βρισκόταν η ανυπολόγιστη δύναμη της SNOF, ένας από τους ηγέτες της όποιας, ο Γκότσεφ, είχε δύο φορές στασιάσει κατά της ηγεσίας του ΕΛΑΣ. Τα αισθήματα των σλαβόφωνων Μακεδόνων έκλιναν πολύ περισσότερο προς οποιαδήποτε γιουγκοσλαβική αρχή, παρά προς οποιαδήποτε ελληνική, έστω και αν είχαν και οι δυο την ίδια ιδεολογία, επειδή, για τον Μακεδόνα, εκείνο που είχε σημασία ήταν όχι η ιδεολογία, αλλά η προσωπική του βεντέτα που τον χώριζε από τους Έλληνες. Για να υπογραμμίσει, θα έλεγε κανείς, την ηθική πλευρά, ο ραδιοφωνικός σταθμός "Ελεύθερη Γιουγκοσλαβία" είχε αρχίσει εκπομπές στη μακεδονική γλώσσα από τις 22 Σεπτεμβρίου. Για τους Έλληνες εθνικιστές, δεν υπήρχε περισσότερη διαφορά ανάμεσα στην SNOF και στον Τίτο από όση ανάμεσα στον Τίτο και στην ΕΣΣΔ. Ακόμα πιο απειλητική ήταν η αιχμή πάνω από τα βουλγαρικά σύνορα. Πρόκειται για την περίπτωση όπου δοκιμάσθηκε η ειλικρίνεια των συνεργατών του Σβώλου, για την οποία έγινε λόγος στα προηγούμενα. Όταν ο βουλγαρικός στρατός μεταμορφώθηκε, μέσα σε μια νύχτα, στις αρχές Σεπτεμβρίου, από σχηματισμό γερμανικών δυνάμεων κατοχής σε σχηματισμό του Κόκκινου Στρατού που πολεμούσε τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, γεννήθηκε το πρόβλημα των βουλγαρικών στρατευμάτων στην Ανατολική Μακεδονία και στη Δυτική Θράκη. Οι περιοχές αυτές βρίσκονταν έξω από το θέατρο επιχειρήσεων του Κόκκινου Στρατού, στη διοίκηση του οποίου ισχυρίζονταν οι Βούλγαροι ότι είχαν υπαχθεί. Η φυσική λύση ήταν ν' αποσυρθούν από την Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη στην προπολεμική Βουλγαρία, απαλλάσσοντας έτσι τους Συμμάχους από ένα πρόβλημα στρατιωτικής ετικέτας και τους Έλληνες από μια αξίωση που δεν ήθελαν να την ακούσουν. Οι Βούλγαροι όμως επικαλέσθηκαν τόσο στρατιωτικούς όσο και πολιτικούς λόγους, για να παραμείνουν. Ο στρατιωτικός λόγος ήταν ότι χρειάζονταν εκεί, για να κρατούν μέτωπο κατά των Γερμανών στον Στρυμόνα. Ο πολιτικός λόγος ήταν ότι δεν φαινόταν να υπάρχει κάποια αρχή που θ' αναλάμβανε τη διοίκηση εδαφών, τα οποία από τρία χρόνια τώρα αποτελούσαν ουσιαστικά τμήμα της Βουλγαρίας. Και τα δυο επιχειρήματα είχαν κάποια βάση. Και επανεμφανίζεται εδώ η συμβολική φυσιογνωμία του Ράντεφ, υποστηρίζοντας και τα δυο. Το ότι στον βουλγαρικό στρατό είχε εισχωρήσει οργανωμένη δυσαρέσκεια, από τότε ακόμα που αποτελούσε ονομαστικά σύμμαχο των Γερμανών, αποδείχνεται από τον δραστικό τρόπο με τον οποίο άλλαξε στρατόπεδο σύσσωμος σχεδόν και από την ευκολία με την οποία ενσωμάτωσε στις τάξεις του τους Βουλγάρους παρτιζάνους. Η μεταστροφή διευκολύνθηκε από ανθρώπους όπως ο Ράντεφ, που ήταν παρτιζάνος κομισάριος τη μια μέρα και συνταγματάρχης του τακτικού στρατού την επομένη. Επειδή ήταν Έλληνας από καταγωγή και κομμουνιστής από πεποίθηση, αποτελούσε επίσης πολύτιμο σύνδεσμο με το ΚΚΕ. Χάρη στον τριπλό ρόλο τέτοιων ανθρώπων, η βουλγαρική δύναμη κατοχής είχε το πλεονέκτημα ότι ήταν η μόνη δύναμη στην Βορειανατολική Ελλάδα, η οποία, αφού πραγματοποίησε τη μεταστροφή της, ήταν σε θέση και τους Γερμανούς να πολεμήσει και να τηρήσει αποτελεσματικά την τάξη. Για το πρώτο, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ενδιαφερόταν. Σχετικά με το δεύτερο, η κομμουνιστική ηγεσία του ήταν ιδεολογικά προδιατεθειμένη να μοιρασθεί την τήρηση της τάξεως με τη βουλγαρική διοίκηση. Είχε υποστηριχθεί, με βάση την ανεπαρκή μαρτυρία ενός εγγράφου, που αποδιδόταν σε κάποιον κατώτερο αξιωματικό του ΕΛΑΣ 72, ότι υπήρχε ρητή συμφωνία να επιτραπεί στους Γερμανούς ν' αποσυρθούν ανενόχλητοι. Το πιθανότερο είναι, ότι οι ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν τόσο ανόητοι, ώστε να εκτεθούν με ένα τέτοιο γραπτό. Ήξεραν και αυτοί και οι Γερμανοί τι ήθελε ο άλλος, χωρίς καμιά ρητή συμφωνία. Ο βουλγαρικός στρατός, αντίθετα, πολέμησε με μεγαλύτερο από τον συνηθισμένο ενθουσιασμό τους Γερμανούς. Ο νέος υπουργός Πολέμου κάλεσε εκπροσώπους της ΣΣΑ στη Σόφια για να διευθύνουν τις επιχειρήσεις. Επειδή οι δυνάμεις του Τσαούς Αντόν δεν ήταν αρκετές για να αναχαιτίσουν τους Γερμανούς, συμφωνήθηκε να τις υποστηρίξουν οι Βούλγαροι με βαρύ πυροβολικό. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κλήθηκε να συνεργασθεί, αλλά προτίμησε να καταγγείλει τους αξιωματικούς της ΣΣΑ για συνεργασία με τους συνεργάτες του εχθρού, ενώ το ίδιο ανεχόταν σιωπηρά τις βουλγαρικές πολιτικές αρχές, όσο η δραστηριότητά τους στρεφόταν κυρίως κατά των Ελλήνων εθνικιστών. Όταν το Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ, του οποίου διοικητής είχε διορισθεί ο στρατηγός Μπακιρτζής, με πολιτικό σύμβουλό του τον Μάρκο Βαφειάδη, κατέλαβε τη Digitized by 10uk1s
Θεσσαλονίκη στα τέλη Οκτωβρίου, είχε ήδη αποσπασθεί σ' αυτό μια βουλγαρική Στρατιωτική Αποστολή με χρέη συνδέσμου. Η διευθέτηση όμως αυτή δεν ήταν αρκετή για να περιορίσει το ΕΑΜ στις επιθέσεις του κατά του Τσαούς Αντόν και της ΣΣΑ, αν και ο Μπακιρτζής φρόντιζε να μη μετέχει σ' αυτές. Αυτήν τη χαώδη κατάσταση βρήκαν οι εκπρόσωποι της κυβερνήσεως Παπανδρέου και η Συμμαχική Διοίκηση όταν έφθασαν εκεί τον Οκτώβριο. Το γεγονός ότι ο ένας ήταν ο κομμουνιστής Πορφυρογένης και ο άλλος ο προσωπικός βοηθός του Παπανδρέου, υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Λαμπριανίδης, έκανε το χάος πιο διασκεδαστικό. Ο ελληνικός κόσμος περίμενε με αγωνία την έκβαση. Υπήρχαν φήμες για συμφωνίες μεταξύ ΚΚΕ και Βουλγάρων, κατά τις οποίες ένα τμήμα της Βορειοανατολικής Ελλάδας θα παρέμενε σε βουλγαρικά χέρια και ένα άλλο τμήμα θα έπρεπε να ενσωματωθεί στο αυτόνομο κράτος της Μακεδονίας, που ήταν η προσφιλής ιδέα του βαλκανικού κομμουνισμού. Οι φήμες αυτές διαψεύσθηκαν επανειλημμένα, δημόσια, και τουλάχιστο μια φορά από τον Σβώλο, που ήταν ο ίδιος Μακεδόνας. Κι ο ίδιος ο στρατηγός Ουίλσον αρνήθηκε ότι οποιαδήποτε τέτοια συμφωνία είχε συναφθεί από οποιαδήποτε αρχή. Ένας από τους όρους που είχαν θέσει οι Δυτικοί Σύμμαχοι για τη σύναψη ανακωχής με τη Βουλγαρία ήταν ότι έπρεπε πρώτα να εγκαταλείψουν το ελληνικό έδαφος όλα τα βουλγαρικά στρατεύματα. Οι φήμες ωστόσο επέμεναν, ως το σημείο μάλιστα να καθορίζουν την ημερομηνία κατά την οποία το ΚΚΕ θα κήρυττε τη μακεδονική αυτονομία στη Θεσσαλονίκη. Είναι πιθανό να είχε γίνει μια τέτοια συμφωνία τους πρώτους μήνες του 1944 μεταξύ ΚΚΕ και βουλγαρικών αρχών, που ενωρίτερα είχαν κάμει διαπραγματεύσεις αλληλασφαλιστικού χαρακτήρα επί ανωτάτου επιπέδου. Το ότι δεν έγινε καμιά απόπειρα εκπληρώσεως των όρων αυτής της συμφωνίας, αν υπήρχε, είναι πιθανό ότι οφειλόταν και πάλι σε παρέμβαση της σοβιετικής κυβερνήσεως, η οποία ενδιαφερόταν κυρίως να συντρίψει τη Γερμανία. Η στάση του Κόκκινου Στρατού στα Βαλκάνια, απέναντι στους ιδεολογικούς εξωφρενισμούς των τοπικών κομμουνιστικών κινημάτων ήταν χτυπητά ψυχρή. Οι Βούλγαροι, αντί ν' απολαύσουν τα αγαθά της απελευθερώσεως, όπως περίμεναν, βρέθηκαν αναγκασμένοι να πολεμούν τους Γερμανούς στη Γιουγκοσλαβία και την Ουγγαρία, όπου τους είχε πάρει μαζί του ο Κόκκινος Στρατός. Είχαν, έτσι, τις πρώτες τους πολεμικές απώλειες. Η σοβιετική κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη ούτε να σπαταλά πολύτιμο έμψυχο υλικό ούτε ν' ανταγωνισθεί την Βρετανία σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή, αφήνοντας τους Βουλγάρους να δημιουργούν ζητήματα στην Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη. Η ώρα γι' αυτά θα ερχόταν αργότερα. Υποχωρώντας μπροστά στη σοβιετική επιμονή μάλλον παρά από μεταβολή στο αίσθημα του καθήκοντος, τα τελευταία βουλγαρικά στρατεύματα έφυγαν από την Ελλάδα στις 25 Οκτωβρίου. Ο Ράντεφ αποσύρθηκε στη Σόφια και ο Τσαούς Αντόν στην Αθήνα. Οι Έλληνες εθνικιστές και κομμουνιστές αλληλοβλέπονταν με την ίδια εχθρότητα όπως και πριν. Στη Βόρεια Ελλάδα, όμως, επικράτησε μια επιφανειακή ηρεμία. Το αλβανικό τάγμα παρτιζάνων της FNC εξαφανίσθηκε. Το τάγμα του Γκότσεφ, της SNOF, ενθαρρύνθηκε να επιμείνει στην άρνησή του να υπαχθεί στον ΕΛΑΣ και να τεθεί στις διαταγές του Τέμπο, υπαρχηγού του Τίτο, στη Γιουγκοσλαβία. Τα σύνορα της Ελλάδας και των γειτόνων της εκκαθαρίστηκαν προσωρινά. Αυτή ήταν η επιθυμία της σοβιετικής κυβερνήσεως. Τα κομμουνιστικά κόμματα Βουλγαρίας, Μακεδονίας, Γιουγκοσλαβίας Αλβανίας και Ελλάδας δεν είχαν παρά να συμμορφωθούν. Στις 28 Οκτωβρίου, υπογράφηκε η βουλγαρική ανακωχή. Από ελληνική πλευρά, η ικανοποίηση για την απαλλαγή από τη βουλγαρική κατοχή ήταν ίση σχεδόν με την ανακούφιση από τη διαπίστωση ότι η ειλικρίνεια της ΠΕΕΑ είχε επιβεβαιωθεί.
Η ειλικρίνεια της ΠΕΕΑ Η συνοχή της κυβερνήσεως Παπανδρέου, αφού επέζησε από τα τέσσερα πρώτα εμπόδια που εκθέσαμε, διασπάσθηκε σε λίγο από τα δυο τελευταία. Γι' αυτό έχει σημασία να δούμε τι σήμαινε η ειλικρίνεια της ΠΕΕΑ σ' αυτό το στάδιο. Σήμαινε ότι και οι έξη υπουργοί της στην κυβέρνηση συνεργάζονταν κατ' αρχήν με τους δικούς τους για την ανόρθωση της Ελλάδας, αλλά όχι όλοι για τους ίδιους λόγους. Digitized by 10uk1s
Η ειλικρίνεια ήταν έννοια διαφορετική για τα τρία στοιχεία της κυβερνητικής ομάδας της ΠΕΕΑ: Για το φιλοπόλεμο στοιχείο του ΚΚΕ, σήμαινε κάτι περισσότερο από την ανάγκη προσαρμογής στη γραμμή που υπόδειχνε η Μόσχα. Εφάρμοζαν την επίσημη πολιτική με συνέπεια και αποτελεσματικότητα, όχι όμως χωρίς την ελπίδα ότι θα μετατρεπόταν στην πολιτική της επαναστάσεως και της αιματοχυσίας, στην οποία πίστευαν, ανεξάρτητα από τις περιστάσεις. Σαν ν' ανταποκρινόταν στους πόθους τους, το καζάνι της αναταραχής άτμιζε αθόρυβα και αδιάκοπα, λίγο κάτω από το σημείο βρασμού, έτοιμο για κάθε ενδεχόμενο. Για το διπλωματικό στοιχείο του ΚΚΕ, που πίστευε στη μέθοδο της πολιτικής διεισδύσεως στα πλαίσια ενός συνταγματικού πολιτεύματος, ειλικρίνεια σήμαινε συνέχιση της ίδιας αργής προωθήσεως, όπως πριν, προς την απόλυτη κυριαρχία, με την υπομονή και τις ανατρεπτικές ενέργειες: έργο αρκετά εύκολο, επειδή προς το παρόν η γραμμή της Μόσχας ήταν ίδια με τη δική τους. Πίστευαν ότι δεν είχαν παρά να περιμένουν να πέσει ο καρπός στα χέρια τους. Αν όμως η κομματική γραμμή άλλαζε, ήταν έτοιμοι να συνεργασθούν με την ίδια ειλικρίνεια στην αντίθετη πολιτική. Για το τρίτο στοιχείο της ΠΕΕΑ, τους υψηλόφρονες δημοκράτες του Σβώλου, ειλικρίνεια σήμαινε ό,τι και για τις βρετανικές αρχές. Ήταν προς το παρόν ευχαριστημένοι, με την αυταπάτη ότι η πολιτική τους είχε επικρατήσει. Από τους έξη που συνεργάζονταν με τον Παπανδρέου, κανένας δεν είχε εγκαταλείψει τις ιδιαίτερες επιδιώξεις και αρχές του αλλά συνέβαινε προς το παρόν να τους ικανοποιεί όλους η ίδια πολιτική. Πώς θα απέδιδε η πολιτική αυτή, καθώς από τη συνεργασία θα προχωρούσε διαδοχικά στη διείσδυση, στην ανατροπή και τελικά στην κατάληψη της εξουσίας, μπορούμε να το συμπεράνουμε από την ανάλογη διαδικασία, που ωρίμαζε πιο γρήγορα στα εργατικά συνδικάτα. Ο παραλληλισμός αυτός είναι διαφωτιστικός. Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΕΑΜ είχε συνοδεύσει την ΠΕΕΑ στα βουνά, τον Μάρτιο του 1944. Εκεί, υπό τους Θέο, Καλομοίρη και Στρατή, μεταμορφώθηκε στη νέα Γενική Συνομοσπονδία Εργατών, σαν πρόκληση προς το ομώνυμο σώμα των συνεργατών των Γερμανών, που είχε την έδρα του στην Αθήνα. Αφού συμφώνησαν να καταλάβουν όλα τα Εργατικά Κέντρα όταν θα έφευγαν οι Γερμανοί, η κομμουνιστική ομάδα του ΕΕΑΜ πρόλαβε τους άλλους κάνοντας χωριστή κατάληψη, τον Οκτώβριο. Ο Θέος, απαντώντας στις διαμαρτυρίες του Καλομοίρη και του Στρατή, πρότεινε να κάνουν εκλογές, αφού συνάψουν ανακωχή μέσα στο ΕΕΑΜ. Οι όροι της προτάσεως ήταν ότι, οι δύο ομάδες του ΕΕΑΜ, των ρεφορμιστών και των κομμουνιστών, θα κατέβαιναν με ενιαίο ψηφοδέλτιο και θα υπόδειχναν στους οπαδούς τους ποιους υποψήφιους να προτιμήσουν. Με τον τρόπο αυτό θα αναδείχνονταν διοικήσεις με αναλογική σύνθεση σε όλη την Ελλάδα. Ο Θέος όμως δεν έδωσε τις ανάλογες οδηγίες στους οπαδούς του, με αποτέλεσμα την πλειοψηφία των κομμουνιστών παντού. Στο σημείο αυτό, ο Καλομοίρης κι ο Στρατής σκέφτηκαν να διακόψουν τις σχέσεις με τον Θέο και να διαλύσουν το ΕΕΑΜ. Τα γεγονότα όμως εξελίχθησαν πολύ ραγδαία και, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, σαρώθηκαν από ένα νέο και ισχυρότερο παλιρροϊκό κύμα από όσο μπορούσαν ν' αντέξουν, όπως ακριβώς έγινε με τον Σβώλο και τους συντρόφους του στην πολιτική θύελλα. Η σύγκριση όμως ανάμεσα στις δυο σφαίρες δείχνει ότι η κομμουνιστική πολιτική είχε εξελιχθεί πιο ραγδαία στα συνδικάτα παρά στην εθνική πολιτική ζωή. Ό,τι έγινε στην πρώτη έδειχνε τι θα μπορούσε να συμβεί στη δεύτερη αργότερα. Τον Νοέμβριο, η πολιτική διείσδυση δεν είχε φθάσει στο στάδιο που θ' αντιστοιχούσε στον χειρισμό των αρχαιρεσιών που έγινε στα συνδικάτα. Η σύγκριση όμως δείχνει ποια σημασία θα μπορούσε να πάρει η λέξη "ειλικρίνεια" στην εφαρμογή της σύμφωνα με τα κίνητρα της ΠΕΕΑ. Ίσως να μην ήταν πολύ ειλικρινής στο τέλος. Αλλά το ότι η λέξη είχε εφαρμογή στην αρχή, το αποδείχνει το πιο απλό γεγονός απ' όλα. Αν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν αποφασισμένο να καταλάβει την εξουσία με τη βία αμέσως με την απελευθέρωση της Ελλάδας, η πρωτεύουσα ήταν απόλυτα στη διάθεσή του την ίδια μέρα που έφυγαν οι Γερμανοί73. Αν το αποφάσιζε, μόνο με μια εισβολή που θα στοίχιζε ακριβά θα ήταν δυνατό να εκδιωχθεί — την οποία η συμμαχική πίεση και η κοινή γνώμη θα την έκαναν αδύνατη. Ήταν αδιανόητο ότι θα μπορούσαν, με οποιουσδήποτε υπολογισμούς, να βρουν ότι θα τους δινόταν καλύτερη ευκαιρία. Digitized by 10uk1s
Το ότι δεν κατέλαβαν την Αθήνα τον Οκτώβριο, πριν φθάσουν οι δυνάμεις του Σκόμπυ, είναι οριστική απόδειξη της ειλικρίνειάς τους, με την έννοια που ορίσαμε. Οι βρετανικές αρχές έκαμαν σωστή διάγνωση των συμπτωμάτων και προσάρμοσαν τα σχέδιά τους ανάλογα. Η επιστροφή των βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα έγινε ειρηνικά. Πέρα από αψιμαχίες με τις γερμανικές οπισθοφυλακές, καμιά μάχη δεν δόθηκε κατά τη διαδικασία της απελευθερώσεως. Όλοι στο στρατηγείο του Σκόμπυ είχαν τη γνώμη ότι δεν χρειαζόταν πια ανταλλαγή πυρών. Οι προειδοποιήσεις ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θα μπορούσε να ετοίμαζε κάποιο εφεδρικό σχέδιο, απορρίφθηκαν. Το ότι τέτοιες προειδοποιήσεις προέρχονταν κυρίως από πηγές που συνδέονταν με την SOE Καΐρου δεν ήταν καλό συστατικό γι' αυτές στα μάτια των νέων βρετανικών αρχών στην Αθήνα. Όταν απορρίπτονταν οι προειδοποιήσεις, ήταν ίσως αλήθεια, τόσο ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ προετοίμαζε εφεδρικό σχέδιο (όπως θα έκανε το κάθε στρατιωτικό επιτελείο) όσο και ότι εξακολουθούσε να κλίνει προς τη συνεργασία. Το δεύτερο ήταν η επικρατέστερη γνώμη ανάμεσα στις βρετανικές στρατιωτικές αρχές. Έκαμαν λοιπόν ανάλογη κατανομή των πολεμοφοδίων τους και των ανδρών τους, με τρόπο που εξυπηρετούσε το διοικητικό έργο για το οποίο είχαν έρθει στην Ελλάδα, χωρίς να είναι προσαρμοσμένο σε ενδεχόμενη αναμέτρηση. Υποτίμησαν τη δύναμη πυρός που διέθετε ο ΕΛΑΣ, από έναν εσφαλμένο υπολογισμό, για τον οποίο η ευθύνη βάρυνε τις πηγές πληροφοριών τους 74. Τα σημεία των καιρών τους έλεγαν, ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν είχε πρόθεση να προκαλέσει σύρραξη. Σύμφωνα με τις ενδείξεις που υπήρχαν, είχαν δίκιο. Εκείνοι που έπεσαν έξω στον υπολογισμό τους ήταν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όταν άλλαξε γνώμη. Για να καταλάβουμε γιατί φέρθηκαν έτσι, δεν είναι ανάγκη να εξετάσουμε περισσότερο τα ιδιαίτερα κίνητρα του καθενός από τα τρία στοιχεία της ΠΕΕΑ. Η ομάδα του Σβώλου έπαψε να έχει δική της γνώμη από τη στιγμή που ανέλαβε ευθύνες τον Σεπτέμβριο και άρχισε ν' αμφιταλαντεύεται σε απελπισμένη σύγχυση όλον τον Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Οι δύο ομάδες του ΚΚΕ δραστηριοποιήθηκαν και πάλι, από το ίδιο κίνητρο: οι οπαδοί της υπομονητικής διεισδύσεως κατέληξαν να πιστέψουν εκείνο που οι οπαδοί της αιματηρής επαναστάσεως πίστευαν πάντα, ότι δεν υπήρχε τελικά άλλος δρόμος προς την εξουσία εκτός από τη βία. Το μόνο ερώτημα που έχει σημασία είναι γιατί το ΚΚΕ άλλαξε γνώμη. Το ότι οι δυνάμεις του Σκόμπυ ήταν μικρότερες από ό,τι περίμενε κανείς ότι θα ήταν δεν έπαιξε αποφασιστικό ρόλο. Το ΚΚΕ δεν θα το απέτρεπε από την κατάληψη της Αθήνας πριν από την άφιξή τους μόνο και μόνο το ότι περίμενε ότι θα ήταν ισχυρές οι δυνάμεις αυτές και ούτε επιχείρησε την κατάληψη μετά την άφιξή τους μόνο και μόνο επειδή τελικά ήταν μικρές. Ο στρατιωτικός παράγοντας δεν ήταν παρά μόνο ο όρος, που έκανε την επιτυχία πιθανή ή απίθανη. Δεν ήταν ο λόγος για τον οποίο έγινε η απόπειρα. Γενικά, ο λόγος αυτός μπορεί να ήταν μόνο το ότι η πολιτική της διεισδύσεως μέσω της συνεργασίας φαινόταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Αυτό όμως φέρνει μόνο το πρόβλημα ένα ακόμα στάδιο πιο πίσω. Αν το ΚΚΕ είχε συμπεράνει, ότι οι αγγλοαμερικανικές αρχές τελικά δεν θ' άφηναν το παιχνίδι στα δικά του χέρια, τότε θα είχε υποψιασθεί κάποια αλλαγή πολιτικής. Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε τέτοια αλλαγή πολιτικής. Τι, λοιπόν, έκαμε το ΚΚΕ να υποψιασθεί ότι υπήρχε; Μόνο με επιφυλάξεις μπορεί να δοθεί απάντηση. Ίσως όμως να μπορεί, κατά ένα μεγάλο μέρος, να συσχετισθεί με την αμοιβαία επίδραση που ασκούσαν τα πρόσωπα. Όλοι σχεδόν οι χαρακτήρες του δράματος, που απαριθμήσαμε στο Κεφάλαιο 2, βρίσκονταν τώρα ταυτόχρονα επί σκηνής. Η συμμαχική πολιτική, που εκφραζόταν στην Ελλάδα, κατά τους τελευταίους μήνες της Κατοχής, από έναν μόνο Άγγλο και έναν μόνο Αμερικανό που μιλούσαν με μια μόνο φωνή, είχε πάψει τώρα να εκφράζεται από μια μόνο φωνή και είχε πάψει επίσης να είναι συμμαχική. Το κακό βρισκόταν όχι στους ανταγωνισμούς, που υπήρχαν βέβαια. αλλά στον μεγάλο αριθμό των προσώπων. Οι αποφάσεις τόσο των ελληνικών όσο και των βρετανικών αρχών, τόσο εκείνες που παίρνονταν χωριστά όσο κι εκείνες που παίρνονταν από κοινού, ήταν καρπός όχι υπευθύνων ατόμων, αλλά επιτροπών. Οι επιτροπές καθυστερούν και κάνουν συμβιβασμούς. Οι κομμουνιστές είναι εξασκημένοι στο να διαβάζουν ανάμεσα στις γραμμές και να μπήγουν σφήνες. Μέσα στον υπουργικό συμβούλιο, δεν τους ήταν δύσκολο να διαβάζουν τα διάφορα σημεία. Για τον Παπανδρέου τώρα ήταν πιο δύσκολο να κρατήσει τους λαϊκούς και τους φιλελεύθερους πιστούς Digitized by 10uk1s
στη γραμμή του, παρά να συμφιλιωθεί με την ομάδα της ΠΕΕΑ. Στους κόλπους των βρετανικών αρχών, οι κόκκοι της άμμου ήταν πιο δύσκολο τώρα ν' ανακαλυφθούν, αλλά έκαναν την παρουσία τους αισθητή: κανένας τους δεν διαφωνούσε απόλυτα με τους άλλους, αλλά και κανένας δεν συμφωνούσε απόλυτα. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στήριζε τις ελπίδες του περισσότερο στους στρατιωτικούς παρά στους πολιτικούς παράγοντες των βρετανικών αρχών, αλλά, μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, οι στρατιωτικοί, στις συμπάθειες των οποίων υπολόγιζε, φαινόταν να χάνουν την επιρροή τους στα ζητήματα της πολιτικής. Από τον Αύγουστο, η Ελλάδα έπαψε να υπάγεται στην Ανωτάτη Διοίκηση Μέσης Ανατολής και υπαγόταν τώρα στην Ανωτάτη Διοίκηση Κεντρικής Μεσογείου. Έτσι, ήταν αναγκασμένη να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη από την αρχή, με την πρόσθετη δυσκολία, ότι από στιγμή σε στιγμή μπορούσε να γίνουν μεταβολές στη νέα Ανωτάτη Διοίκηση. Εκτός απ' αυτό, οι απελευθερωτικές δυνάμεις του στρατηγού Σκόμπυ είχαν ειδοποιηθεί να μη δίνουν πολλή σημασία σε ό,τι κι αν τους έλεγαν η ΣΣΑ και η SOE Καΐρου, που εξαφανίζονται και οι δυο τώρα από τη σκηνή 75. Αυτό άρεσε στους ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, από την άποψη ότι έβλεπαν μερικούς από τους αξιωματικούς της ΣΣΑ, και προπαντός τον διοικητή της, σαν εχθρούς τους. Αλλά ταυτόχρονα τους στερούσε τη συμπάθεια των αξιωματικών αυτών και τις καλές υπηρεσίες του ταξίαρχου που διοικούσε την SOE Καΐρου και τον οποίο, ύστερα από μια σύντομη γνωριμία μαζί του, τον θεωρούσαν φίλο τους. Προς τα τέλη του καλοκαιριού, το παιχνίδι φαινόταν να κλείνει με το μέρος τους. Είχαν κερδίσει την καλή θέληση του Τύπου και της κοινής γνώμης σε όλον το συμμαχικό κόσμο· η άμεση επιστροφή του βασιλιά στην Αθήνα είχε αποτραπεί· τα δημοκρατικά μέλη της ΠΕΕΑ είχαν κάμει ευνοϊκή εντύπωση στις συμμαχικές αρχές και ιδιαίτερα στους Αμερικανούς. Αλλά, κατά τις πρώτες εβδομάδες της Απελευθερώσεως, αν και κανένα από τα πλεονεκτήματα αυτά δεν είχε χαθεί, ξέπεσαν στα μάτια της ηγεσίας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, επειδή πλήθαιναν οι ενδείξεις, ότι οι αγγλοελληνικές αρχές, και προπαντός οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες, ήταν αποφασισμένοι τελικά να τους εξαπατήσουν. Ούτε οι Σοβιετικοί ούτε οι Αμερικανοί εκπρόσωποι στην Αθήνα έδειχναν καμιά διάθεση να ασκήσουν πίεση στις βρετανικές αρχές για λογαριασμό τους. Ο στρατηγός Σκόμπυ τους προξένησε δυσάρεστη έκπληξη με την αυταρχική προσωπικότητά του. Οι αντικειμενικοί σκοποί για τους οποίους αγωνίζονταν, κάτω από τη νέα μεταμφίεση της πολιτικής συνεργασίας, φαινόταν να κινδυνεύουν. Οι φόβοι αυτοί ήταν ακριβώς που έκαμαν να επικρατήσει και πάλι το φιλοπόλεμο στοιχείο στο ΚΚΕ. Η πολιτική του ξαναγύρισε στην επαναστατική βία, κατά στάδια, που μπορούμε να τα παρακολουθήσουμε μέσα από την εξέλιξη των προβλημάτων της κατηγορίας 5 και 6 (Δημοσίας Τάξεως και Εθνικής Άμυνας). Το πιο σημαντικό στην εξέλιξη αυτή είναι ότι αντανακλά την αδιάκοπη χειροτέρευση των σχέσεων αποκλειστικά ανάμεσα στο ΕΑΜΕΛΑΣ από τη μια πλευρά και στις αγγλοελληνικές αρχές από την άλλη, χωρίς κανένα ίχνος εξωτερικής επεμβάσεως. Ούτε η σοβιετική κυβέρνηση ούτε η αμερικανική κυβέρνηση έπαιξαν κανέναν ρόλο στη σκηνή αυτή, πέρα από σποραδικά μουρμουρητά απ' τα παρασκήνια.
4 . Ν ΟΕ ΜΒ Ρ Ι ΟΣ 1 9 4 4 - ΙΑ Ν Ο ΥΑ Ρ Ι ΟΣ 1 9 4 5 Τα προβλήματα της Δημοσίας Τάξεως και της Εθνικής Άμυνας ήταν αλληλένδετα. Όταν έφθασε ο Παπανδρέου στην Αθήνα, ο συσχετισμός των ενόπλων δυνάμεων, πολιτικών και στρατιωτικών, ήταν δυσμενής για την κυβέρνησή του, σε περίπτωση που θα ξεσπούσαν ταραχές. Οι δυνάμεις εκείνες που θα μπορούσαν να είναι πιστές σε όλες τις περιστάσεις ήταν: η Αστυνομία και η Χωροφυλακή στην Αθήνα· η δύναμη του Ζέρβα στη Βορειοδυτική Ελλάδα, με τη βάση της στα Ιωάννινα· οι "καπετάνιοι" του Τσαούς Αντόν στη Βορειοανατολική Ελλάδα· και η μικρή βρετανική δύναμη υπό τον στρατηγό Σκόμπυ. Ο τελευταίος αυτός εγκατέστησε ένα επιτελείο μεραρχίας στη Θεσσαλονίκη, ένα επιτελείο ταξιαρχίας στην Πάτρα, τάγματα και λόχους Digitized by 10uk1s
σε διάφορα άλλα σημεία και σχεδόν τίποτε άλλο από διοικητικές υπηρεσίες στην Αθήνα, όπου τις υποστήριζαν μικρές ναυτικές και αεροπορικές μονάδες. Για να συμπληρωθεί η εικόνα, πρέπει να προσθέσουμε και τρεις άλλες ακόμα ομάδες, αλλά μόνο για να τις αφαιρέσουμε από το σύνολο. Οι τρεις αυτές ομάδες ήταν: ο ιδιωτικός στρατός της Χ, που είχε σημειώσει σταθερή αριθμητική αύξηση από την απελευθέρωση της Αθήνας και ύστερα· τα Τάγματα Ασφαλείας, που είχαν αφοπλισθεί, αλλά που με μεγάλη τους ευχαρίστηση θα έδειχναν την αφοσίωσή τους στις νέες ελληνικές αρχές, όπως την είχαν δείξει και στις παλιές· και οι "ένοπλοι χωρικοί" του Μιχάλαγα, που περίμεναν ακόμα κοντά στην Κοζάνη, να φθάσει εκεί βρετανική δύναμη αρκετά ισχυρή, για να δεχθεί την παράδοσή τους και ν' αναλάβει την προστασία της ζωής τους. Καμιά από τις ομάδες αυτές δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί για νόμιμους σκοπούς. Η υπόλοιπη Ελλάδα ήταν στα χέρια του ΕAM-ΕΛΑΣ, που κατείχε τις πόλεις, τα χωριά και τις επαρχίες όχι μόνο με μάχιμα στρατεύματα του ΕΛΑΣ, αλλά και με την ιδιωτική αστυνομία του, την Ε.Π. Ο στρατιωτικός διοικητής Αττικής στρατηγός Σπηλιωτόπουλος λέγεται ότι παραπλάνησε το ΕΑΜΕΛΑΣ με απειλές για μεγάλες δυνάμεις που είχε στη διάθεσή του, πέρα όμως από τις πιο πάνω πηγές, από δυο άλλες μόνο μπορούσε να πάρει ενισχύσεις: από τον "Ιερό Λόχο" υπό τον συνταγματάρχη Τσιγάντε τον πρεσβύτερο, που βρισκόταν στα νησιά του Αιγαίου· και από την ελληνική ταξιαρχία που βρισκόταν στην Ιταλία και ήταν γνωστή τώρα, από τη νίκη της εκεί, σαν "Ταξιαρχία του Ρίμινι". Η δεύτερη αυτή έφθασε στην Αθήνα κι έγινε δεκτή μ' ενθουσιασμό από όλους εκτός από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, στις 10 Νοεμβρίου. Αυτή ήταν η κατάσταση, όταν στο υπουργικό συμβούλιο άρχισαν συζητήσεις για το μέλλον όλων αυτών των δυνάμεων 76. Η πρώτη πρόταση του Παπανδρέου στο ζήτημα της δημοσίας τάξεως ήταν να εκκαθαρισθεί η Χωροφυλακή και να διαλυθεί η Ε.Π. ως τα τέλη Νοεμβρίου. Τότε, και τα δυο αυτά σώματα θα τ' αντικαθιστούσε μια Εθνοφυλακή. Σχετικά με την εθνική άμυνα, πρότεινε να διαλυθούν όλες οι αντάρτικες δυνάμεις και να λάβουν "ηθικές και υλικές ανταμοιβές" 77· να κληθούν τέσσερις κλάσεις για τον νέο στρατό, μέσα στον Δεκέμβριο· να ενταχθούν σ' αυτόν οι αξιωματικοί οι προερχόμενοι από τον τακτικό στρατό, που υπηρετούσαν στις δυνάμεις του εξωτερικού και στις αντάρτικες οργανώσεις· στους αξιωματικούς που είχαν ονομασθεί από αντάρτικες οργανώσεις να παρασχεθούν ειδικές διευκολύνσεις για εκπαίδευση. Η πρόσκληση της κλάσεως 1936 άρχισε στις 24 Νοεμβρίου. Οι υπουργοί της ΠΕΕΑ δεν διατύπωσαν άμεσα επιφυλάξεις σχετικά με την Ε.Π. και ο Παπανδρέου, ερμηνεύοντας τη σιωπή τους σαν συναίνεση, δημοσίευσε το διάταγμα. Οι υπουργοί της ΠΕΕΑ όμως δεν θεώρησαν ότι δεσμεύονταν από το διάταγμα αυτό. Πιο συγκεκριμένα, ζήτησαν την αποστράτευση της "Ταξιαρχίας του Ρίμινι". Η παρουσία της τελευταίας αυτής στην Αθήνα, όπου δεν εξυπηρετούσε κανέναν στρατιωτικό σκοπό ανάλογο μ' εκείνον για τον οποίο χρειαζόταν στην Ιταλία, ήταν προκλητική, έστω και αν δεν την υπαγόρευαν κακές προθέσεις 78. Για το λόγο αυτό, ο Παπανδρέου δέχτηκε να της δοθεί "άδεια επ' αόριστον". Ύστερα απ' αυτό, πρότεινε να ανατεθεί στον στρατηγό Σκόμπυ η αποστράτευση των ανταρτών, για να υπάρξει εγγύηση ότι θα διεξαγόταν κανονικά και ότι θα ολοκληρωνόταν ως τις 10 Δεκεμβρίου. Στο μεταξύ, έκανε διάφορες παραχωρήσεις στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Ο στρατηγός Σπηλιωτόπουλος, τον οποίο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ θεωρούσε συνεργάτη των κατακτητών, αντικαταστάθηκε σαν στρατιωτικός διοικητής Αττικής από τον συνταγματάρχη Κατσώτα. Ο στρατηγός Οθωναίος, τον οποίο οι αντάρτες είχαν δεχθεί, θεωρητικά, σαν αρχιστράτηγό τους τον Φεβρουάριο, διορίσθηκε αρχιστράτηγος του νέου εθνικού στρατού. Σαν αναπληρωτής του διορίσθηκε ο Σαράφης, ενώ ο Βεντήρης απομακρύνθηκε από τη θέση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου, με απαίτηση του Digitized by 10uk1s
Οθωναίου. Ο Λαμπριανίδης, που είχε επιστρέψει από την Μακεδονία για ν' αναλάβει υφυπουργός Στρατιωτικών, απομακρύνθηκε από τη θέση του, ύστερα από καταγγελίες, ότι είχε συντάξει χωρίς διάκριση τον κατάλογο των αξιωματικών που θα επέβλεπαν την κλήση των κλάσεων στις επαρχίες. Αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Σαρηγιάννη, που ήταν υποψήφιος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και έτσι ο αριθμός των αντιπροσώπων της ΠΕΕΑ στην κυβέρνηση αυξήθηκε σε επτά. Οι παραχωρήσεις όμως αυτές δεν ήταν καθόλου αρκετές, για να διαλύσουν τις υπόνοιες γύρω από το σχέδιο αφοπλισμού του ΕΛΑΣ και της Ε.Π. Καμιά αντίρρηση δεν υπήρξε από την πλευρά του Ζέρβα, που άρχισε να προετοιμάζει τον ΕΔΕΣ για αποστράτευση, την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου. Πολλά μέλη της κυβερνήσεως απείλησαν να παραιτηθούν, αν ο αφοπλισμός δεν γινόταν ως τις 10 Δεκεμβρίου. Όταν όμως ο Σκόμπυ συναντήθηκε με τον Ζέρβα και τον Σαράφη στην Αθήνα, στις 22 Νοεμβρίου, για να συζητήσουν το θέμα του αφοπλισμού, ήταν φανερό ότι ο Σαράφης δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να υπογράψει μια τέτοια διαταγή προς τον ΕΛΑΣ, αν ολόκληρη η κυβέρνηση, μαζί με τα μέλη της ΠΕΕΑ, δεν υπέγραφε διάταγμα αποστρατεύσεως. Το πρόβλημα ξαναγύρισε στο υπουργικό συμβούλιο, που ως τώρα δεν είχε δεσμευθεί ακόμα με κανένα σχετικό γραπτό κείμενο. Ο Παπανδρέου άφησε να εννοηθεί καθαρά ότι κανένα σχέδιο διατάγματος που θα πρότεινε ο ίδιος δεν θα γινόταν δεκτό από τους κομμουνιστές συνεργάτες του, που είχαν ήδη υπό τον έλεγχό τους τα υπόλοιπα μέλη της ΠΕΕΑ τουλάχιστο όπου χρειαζόταν να υποστηρίξουν το βέτο τους. Κάλεσε λοιπόν ο Παπανδρέου τα μέλη της ΠΕΕΑ να συντάξουν οι ίδιοι το σχέδιο διατάγματος. Το σχέδιο υποβλήθηκε στο υπουργικό συμβούλιο και εγκρίθηκε, στις 28 Νοεμβρίου. Τα κυριότερα σημεία του ήταν τέσσερα: Πρώτο, ο ΕΛΑΣ, το ΕΛΑΝ και ο ΕΔΕΣ έπρεπε ν' αποστρατευθούν ως τις 10 Δεκεμβρίου, με εξαίρεση μόνο μια ταξιαρχία του ΕΛΑΣ και μια ανάλογης δυνάμεως μονάδα του ΕΔΕΣ (για την οποία ούτε ο Ζέρβας ούτε ο αντιπρόσωπός του στην κυβέρνηση δεν είχαν διατυπώσει αξίωση). Δεύτερο, οι στρατιωτικές δυνάμεις Μέσης Ανατολής έπρεπε ν' αποστρατευθούν αμέσως με την επιστροφή τους στην Ελλάδα, εκτός από την "Ταξιαρχία Ρίμινι" και τον "Ιερό Λόχο". Τρίτο, οι αποστρατευόμενοι θα παράδιναν τον οπλισμό τους. Τέταρτο, η Χωροφυλακή και η Ε.Π. θα παράδιδαν την υπηρεσία τους στην Εθνοφυλακή -η οποία είχε αρχίσει να συγκροτείται και στην οποία θα κατατάσσονταν ένας αριθμός απ' αυτούς- την 1 Δεκεμβρίου σε μερικά τμήματα της χώρας, στις 17 Δεκεμβρίου σε άλλα. Ο Παπανδρέου έπεισε με δυσκολία τα άλλα μέλη της κυβερνήσεως ν' αποδεχθούν το σχέδιο διατάγματος της ΠΕΕΑ. Την επομένη, όμως, τα ίδια τα μέλη της ΠΕΕΑ αρνήθηκαν να το υπογράψουν. Ο Ζέβγος, εξουσιοδοτημένος από τους συντρόφους του, υπέβαλε τροποποιημένο το σχέδιο. Οι κύριες διαφορές του με το προηγούμενο ήταν δυο: Πρώτο, ζητούσε να γίνει επίσης αποστράτευση της Ταξιαρχίας Ρίμινι και του Ιερού Λόχου. Δεύτερο, είχε απαλειφθεί σ' αυτό η πρόβλεψη για παράδοση των όπλων. Δεν ζητούσε τη διατήρηση της Ε.Π. υπό τα όπλα, αν και αυτό ήταν προηγούμενα το κυριότερο σημείο διαφωνίας. Οι συνεργάτες του Παπανδρέου απέρριψαν τις τροπολογίες. Το υπουργικό συμβούλιο ποτέ πια δεν συνεδρίασε σε απαρτία. Από τη στιγμή αυτή, η επανάσταση είχε αποφασισθεί. Δεν έμενε παρά να παρουσιασθεί η ευκαιρία για την έκρηξή της, που όλοι την έβλεπαν να επέρχεται. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που διατηρούσε κιόλας την έδρα ενός σώματος στρατού στην Αθήνα, υπό τον στρατηγό Μάντακα, μετακίνησε ενισχύσεις προς την πρωτεύουσα. Ήταν πιο βαριά οπλισμένοι τώρα από ό,τι ήταν στην Κατοχή, επειδή οι Γερμανοί είχαν αφήσει πίσω τους πολλές αποθήκες με πολεμοφόδια σε μικρή απόσταση, γνωρίζοντας, έστω και χωρίς ρητή συμφωνία, σε τι θα χρησίμευαν. Όλμοι και πυροβόλα είχαν επισημανθεί σε επίκαιρα σημεία της Αθήνας. Αλλά κανένας πυροβολισμός δεν έπεφτε ακόμα. Η πρώτη προκλητική εκδήλωση ήταν η άρνηση της Ε.Π. να παραδώσει την υπηρεσία της στην Εθνοφυλακή, την 1η Δεκεμβρίου. Την ίδια μέρα, ο Ζέβγος δημοσίευσε άρθρο στον "Ριζοσπάστη", όπου δήλωνε ότι ο καιρός των διαπραγματεύσεων είχε περάσει και μόνο τα Digitized by 10uk1s
όπλα μπορούσαν να λύσουν τις διαφορές. Το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ επανασυστάθηκε επίσημα, συμβολίζοντας την ανοιχτή αμφισβήτηση της εξουσίας της κυβερνήσεως. Ο Παπανδρέου, που δεν είχε ως τώρα προβεί σε καμιά ενέργεια, πέρα από ένα λόγο που εκφώνησε στις 29 Νοεμβρίου, κατηγορώντας το ΚΚΕ ότι "υποκινούσε το λαό σε εμφύλιο πόλεμο", χαρακτήρισε την άρνηση της Ε.Π. σαν ανταρσία. Συγκάλεσε το υπουργικό συμβούλιο για το ίδιο βράδυ, χωρίς να ειδοποιήσει τους υπουργούς της ΠΕΕΑ. Οι αρχικοί έξη παραιτήθηκαν την ίδια εκείνη νύχτα και τους μιμήθηκε απρόθυμα λίγες μέρες αργότερα ο στρατηγός Σαρηγιάννης, που είχε ήδη τη φήμη συνεργάτη των Γερμανών και δεν ήθελε να του προσαφθεί και η φήμη του κομμουνιστή. Στις 2 Δεκεμβρίου, το υπουργικό συμβούλιο συνήλθε πάλι, χωρίς τα επτά μέλη της ΠΕΕΑ, και ψήφισε διάταγμα διαλύσεως του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ, της Ε.Π. και του ΕΔΕΣ. Όλοι οι αξιωματικοί οι προερχόμενοι από τον τακτικό στρατό διατάσσονταν να παρουσιασθούν στο υπουργείο Στρατιωτικών, στο οποίο επίσης έπρεπε να παραδοθούν όλα τα όπλα και πυρομαχικά. Από τεχνική άποψη, οι δυο αυτές αποφάσεις έφεραν ολόκληρο το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σε μειονεκτική θέση, ό,τι άλλο και αν θα έκανε ύστερα εκτός από το να παραδοθεί. Πολλά όμως μέλη του ΕΛΑΣ, που τιμωρήθηκαν αργότερα επειδή δεν πειθάρχησαν σ' αυτές, θα ήταν πρόθυμα να συμμορφωθούν, αν ήταν ελεύθερα να το πράξουν. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, το ΚΚΕ, στο οποίο είχε περάσει τώρα η πρωτοβουλία του ΕΑΜ και της ΠΕΕΑ στο σύνολό τους, ανάγγειλε συλλαλητήριο για τη 3 Δεκεμβρίου και γενική απεργία για τις 4 Δεκεμβρίου. Η κυβέρνηση στην αρχή επέτρεψε και ύστερα απαγόρευσε το συλλαλητήριο, που έγινε, παρ' όλα αυτά. Ταυτόχρονα άρχισε η γενική απεργία, εικοσιτέσσερις ώρες πριν από την ώρα για την οποία είχε αναγγελθεί. Εκείνο το πρωί της Κυριακής, 3 Δεκεμβρίου, η επανάσταση είχε ξεσπάσει. Όταν τα πλήθη των διαδηλωτών βρέθηκαν αντιμέτωπα με την αστυνομία, στην Πλατεία Συντάγματος, πολλοί αστυνομικοί πυροβόλησαν κατευθείαν πάνω τους, πράγμα που, χωρίς αμφιβολία, ήταν ο σκοπός για τον οποίο τα είχε συγκεντρώσει εκεί το ΚΚΕ. Σύμφωνα με μερικές αφηγήσεις, το πλήθος ανταπέδωσε τα πυρά. Σύμφωνα με άλλες, πυροβόλησε πρώτο και είχε ήδη ρίξει χειροβομβίδες στα παράθυρα πολιτικών αντιπάλων, πριν φθάσει στην Πλατεία Συντάγματος. Η αλήθεια ίσως δεν θα γίνει ποτέ γνωστή, επειδή η Αθήνα ήταν τόσο συνηθισμένη σε αδέσποτα πυρά και σε ανεύθυνες αιματοχυσίες κατά τις τελευταίες εβδομάδες, ώστε είναι δύσκολο να καθορισθεί ιστορικά η στιγμή που αποτέλεσε την έναρξη. Το τι όμως έγινε ακριβώς δεν έχει ούτε περισσότερη ούτε λιγότερη σημασία από οποιαδήποτε άλλη φαινομενική αφορμή πολέμου: αν η σύρραξη δεν επερχόταν μ' αυτόν τον τρόπο, θα επερχόταν με κάποιον άλλο. Ο Παπανδρέου, σε ραδιοφωνική ομιλία εκείνη τη νύχτα, επέρριψε την ευθύνη στους κομμουνιστές. Είχε δίκιο, αλλά η αστυνομία του είχε διευκολύνει το ΚΚΕ, στα μάτια του μεγαλύτερου μέρος του Τύπου και του κόσμου ολόκληρου, να τον φέρει σε μειονεκτική θέση με τη σειρά του. Όπως είπε κάποιος ανώτατος αστυνομικός στην Αθήνα, "ήταν χειρότερο από έγκλημα· ήταν ανοησία". Ο συνταγματάρχης Γρίβας έριξε την Χ στη μάχη, χαρίζοντας έτσι ένα ακόμα χαρτί στο ΚΚΕ. Και η συμβολική κηδεία των θυμάτων της Κυριακής, πρόσφερε στο ΚΚΕ τη Δευτέρα μια "ρωμαϊκή εορτή" όπως την επιθυμούσε. Οι υπό τον στρατηγό Σκόμπυ βρετανικές δυνάμεις δεν είχαν ακόμα αναμιχθεί. Ούτε επίσης η Ταξιαρχία Ρίμινι, που ήταν περιορισμένη σε στρατώνα, στην Αθήνα, ούτε ο Ιερός Λόχος, που είχε παραμείνει στα νησιά του Αιγαίου. Η πρώτη έφοδος του ΕΛΑΣ, όταν άρχισε να κινείται προς την Αθήνα, για να εκδικηθεί το σφάλμα της Πλατείας Συντάγματος, στράφηκε κατά της αστυνομίας. Ήταν όμως φανερό, ότι είχε την πρόθεση να καταλάβει όλη την Αθήνα. Η μικρότερη κατηγορία που μπορούσε να τους αποδοθεί ήταν στασιαστική ανυπακοή σε διαταγές. Η κυβέρνηση, στις διαταγές της οποίας είχε θέσει τον ΕΛΑΣ ο Σαράφης στην Καζέρτα, είχε αποφασίσει τη διάλυση του ΕΛΑΣ και την αντικατάσταση της Ε.Π. από την Εθνοφυλακή. Ο στρατηγός Σκόμπυ, στη διοίκηση του οποίου ο Παπανδρέου είχε θέσει όλα τα στρατεύματα στην Καζέρτα, έκαμε μια διακήρυξη την 1 Δεκεμβρίου, αναλαμβάνοντας να προστατεύσει το ελληνικό κράτος από αντισυνταγματική βία και στις 4 Δεκεμβρίου απηύθυνε διαταγή προς τον ΕΛΑΣ να αποσυρθεί πέρα από μια καθορισμένη περιοχή της Αθήνας ως τα μεσάνυχτα της 6 - 7 Δεκεμβρίου. Στις 2 Δεκεμβρίου, ο Churchill έκαμε δηλώσεις στο Λονδίνο, υποστηρίζοντας την πρώτη διακήρυξη του στρατηγού Σκόμπυ και, ενωρίς το πρωί της 5 Δεκεμβρίου, τον διέταξε να αναλάβει τη στρατιωτική διοίκηση της Αθήνας, με τον Digitized by 10uk1s
σκοπό να επιβάλει την τάξη. Την ίδια εκείνη μέρα, στη διάρκεια της οποίας όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις είχαν αρχίσει εχθροπραξίες κατά του ΕΛΑΣ. ο Σκόμπυ εξήγησε σε συνέντευξη τύπου τους λόγους που δικαιολογούσαν την επέμβαση: ότι είχε γίνει απόπειρα να επιτευχθεί ένας πολιτικός σκοπός με ένοπλη βία και ότι ο ΕΛΑΣ και η Ε.Π. ήταν, με την τεχνική ορολογία, στρατεύματα που στασίασαν. Το πρώτο επιχείρημά του ήταν εκτεθειμένο σε λογικό αντίλογο, αλλά το δεύτερο δεν επιδεχόταν αντίρρηση. Μέσα στις πέντε εβδομάδες που μεσολάβησαν, ώσπου το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να αναγνωρίσει την ήττα του, οι δυνάμεις του στρατηγού Σκόμπυ λίγο έλειψε να υποκύψουν. Χρειάστηκε να του σταλούν μεγάλες ενισχύσεις από μονάδες στην Ιταλία, υπό τις διαταγές του στρατηγού Χώκσγουορθ, στον οποίο ανήκει κυρίως η τιμή για τη νίκη στη Μάχη της Αθήνας. Πολεμώντας υπό τη διοίκηση του στρατηγού Μάντακα, με αποφασιστικότητα που λίγοι είχαν δείξει κατά των Γερμανών, οι ελασίτες είχαν καταλάβει κάποια στιγμή ολόκληρη την Ελλάδα, εκτός από λίγα τετραγωνικά μίλια στην Αθήνα. Το σφάλμα, όπου είχε παρασυρθεί η αστυνομία, είχε ενισχύσει τον ΕΛΑΣ όχι μόνο ηθικά αλλά και υλικά: είχε εμπνεύσει στο ολιγάριθμο στοιχείο των Αμερικανών στην Αθήνα (όπως και στο ακόμα πιο ολιγάριθμο ρωσικό) μια στάση ουδετερότητας, με μια καλοπροαίρετη απόκλιση υπέρ του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ· είχε συμβάλει στο να πυκνώσουν τις γραμμές της επαναστάσεως πολλοί απλοί Έλληνες, που πίστευαν, όπως τους έλεγε το ΚΚΕ, ότι η αντίδραση ήταν μόνο η αστυνομία, οι συνεργάτες του κατακτητή και τα Τάγματα Ασφαλείας. Οι πολυάριθμες εκτελέσεις αθώων ομήρων από την ΟΠΛΑ αντέστρεψαν τελικά τη ροπή των αισθημάτων. Αυτό όμως έγινε γνωστό εβδομάδες αργότερα. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ άρχισε με ευνοϊκές γι' αυτό προϋποθέσεις. Οι μικροσκοπικές βρετανικές μονάδες που είχαν σταλεί στις επαρχίες για να διατηρήσουν την τάξη και να μοιράσουν τα εφόδια της βοήθειας, αναγκάστηκαν ν' αποσυρθούν, σε μερικές περιπτώσεις με απώλειες, από όλες τις περιοχές εκτός από τη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα, όπου διατηρούνταν προσεκτικά οι σχέσεις μεταξύ βρετανικών αρχών και ΕΛΑΣ. Η Θεσσαλονίκη, ιδιαίτερα, όπου μια δεύτερη έκρηξη επαναστάσεως θα μπορούσε να σφραγίσει τη μοίρα της Αθήνας, σώθηκε από θαύμα χάρη στη διπλωματικότητα του Βρετανού γενικού προξένου και του περιφερειακού διοικητή και στη σύνεση του στρατηγού Μπακιρτζή, που διοικούσε τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Ακόμα κι ο φανατικός Μάρκος Βαφειάδης, πολιτικός καθοδηγητής του ΕΛΑΣ Θεσσαλονίκης, αναγνώρισε την "αβέβαιη" ηθική θέση του κόμματός του. Μια διαδήλωση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στις 17 Δεκεμβρίου πέρασε σχεδόν απαρατήρητη. Οι τοπικοί ηγέτες της ΕΛΔ και του Σοσιαλιστικού Κόμματος ανάγγειλαν την αποχώρησή τους από το ΕΑΜ. Αλλά η πραγματική δύναμη του κόμματος στη Βόρεια Ελλάδα δεν κλονίσθηκε. Μέσα στον Δεκέμβριο έγινε μια διάσκεψη, που την παρακολούθησαν αντιπρόσωποι των κομμουνιστών της Βουλγαρίας και της Αλβανίας. Ο ΕΛΑΣ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αλβανικό έδαφος, για να περάσει από τη Μακεδονία στην Ήπειρο και να επιτεθεί κατά του Ζέρβα. Άνδρες του ΕΛΑΣ έμπαιναν στη Γιουγκοσλαβία, περνώντας ελεύθερα τα σύνορα, για περισσότερη εκπαίδευση στον πόλεμο παρτιζάνων. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι ξένα στρατεύματα βοήθησαν τον ΕΛΑΣ, εκτός από λίγους Γερμανούς λιποτάκτες και Βορειοελλαδίτες ακαθόριστης καταγωγής. Αλλά ο ΕΛΑΣ δεν τους είχε ανάγκη, επαρκούσε ο ίδιος για το σκοπό του. Τα λείψανα των δυνάμεων του Μιχάλαγα και του Τσαούς Αντόν σαρώθηκαν γρήγορα. Από τις 18 ως τις 30 Δεκεμβρίου, οι δυνάμεις του Ζέρβα εκδιώχθηκαν έξω από τη Βορειοδυτική Ελλάδα, κάτω από περιστάσεις που περιγράφονται στο Κεφάλαιο 2, και διεκπεραιώθηκαν από το Βασιλικό Ναυτικό στην Κέρκυρα. Ως την Πρωτοχρονιά, οι νόμιμες αρχές είχαν εκδιωχθεί από κάθε σημείο της Ελλάδας, με εξαίρεση μόνο ένα κομμάτι της Αθήνας, τη Θεσσαλονίκη, την Πάτρα και την Κέρκυρα και μερικά νησιά του Αιγαίου (τα υπόλοιπα τα κατείχαν ακόμα Γερμανοί). Στο μεταξύ, όμως, η στρατιωτική ήττα του ΕΛΑΣ γινόταν όλο και πιο βέβαιη και οι αγγλοελληνικές αρχές πήραν προληπτικά πολιτικά μέτρα, για να σταθεροποιήσουν την επικείμενη νίκη τους. Μέσα στον υπεύθυνο κύκλο των ελληνικών και των βρετανικών αρχών, η πρωτοβουλία είχε Digitized by 10uk1s
περάσει αποκλειστικά στις δεύτερες, όπως ακριβώς η πρωτοβουλία των αντιπάλων είχε περάσει αποκλειστικά στο ΚΚΕ. Το ΚΚΕ είχε πολιτική, αλλά δεν είχε αρχές· οι Βρετανοί είχαν αρχές, αλλά δεν είχαν πολιτική. Η πρόθεση της βρετανικής κυβερνήσεως ήταν να εξασφαλίσει στον ελληνικό λαό ελευθερία και ησυχία, για να καθορίσει το μέλλον του με δημοκρατικές μεθόδους. Τα συνθήματα που κυριαρχούσαν ανάμεσα στους Βρετανούς ήταν "Holding the ring" 79 και "The ballot, not the bullet" 80. Αυτά όμως δεν αποτελούσαν πολιτική, απέναντι στα δυο πολιτικά άκρα, που εκφράζονταν ένοπλα από τον ΕΛΑΣ και την Χ. Από τους δυο αυτούς κανένας δεν πίστευε στις δημοκρατικές μεθόδους. Όλο τον Νοέμβριο και περισσότερο ακόμα τον Δεκέμβριο, η βρετανική πολιτική έδινε στον τρίτο παρατηρητή την εντύπωση μακιαβελικής πανουργίας και στον ενήμερο αυτόπτη μάρτυρα την εντύπωση ότι έψαχνε ενσυνείδητα στο σκοτάδι, για να βρει κάτι που ίσως δεν υπήρχε. Ο κίνδυνος, τον Νοέμβριο, είχε κάμει φανερή την ανάγκη σπουδής. Ήταν σχεδόν αδύνατο να πεισθούν οι υπουργοί της κυβερνήσεως εθνικής ενότητας να συμφωνήσουν σε ο,τιδήποτε, χωρίς να συζητούν για καθετί άλλο επί πολλές μέρες. Αλλά η ανόρθωση της Ελλάδας απαιτούσε άμεσες αποφάσεις επάνω σε όλα τα προβλήματα που εκθέσαμε. Οι βιαστικές όμως αποφάσεις δεν θα ωφελούσαν την Ελλάδα μακροπρόθεσμα, επειδή οι ενδιαφερόμενοι δεν θα τις πραγματοποιούσαν, έστω και αν τις είχαν υπογράψει, παρά μόνο αν τους ήταν αρεστές. Αν η κυβέρνηση είχε αφεθεί στον δικό της ρυθμό, η πρόοδος θα ήταν βραδύτερη, αλλά πιο ασφαλής: όλοι εκτός από τον σκληρό πυρήνα των ανταρτών, θα μπορούσε τελικά να επανέλθουν στη δική τους πρωτοβουλία. Η περίθαλψη θα μπορούσε να καθυστερήσει, αλλά δεν θα ήταν δυνατή καμιά κομματική εκμετάλλευση της καθυστερήσεως, αν όλα τα κόμματα παρέμεναν στην κυβέρνηση. Πολιτικά λάθη θα μπορούσε να γίνουν, αλλά θα μοιράζονταν όλοι τις ευθύνες, περιλαμβανομένου και του ΚΚΕ. Θα έλεγε κανείς, ότι η μεγαλύτερη σπουδή σήμαινε μικρότερη ταχύτητα. Η σπουδή είχε οδηγήσει στη λήψη αποφάσεων, που έπεισαν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ για την κακή πίστη και των ελληνικών και των βρετανικών αρχών. Η προκλητική παρουσία στην Αθήνα της Ταξιαρχίας Ρίμινι, της οποίας η διατήρηση υπό τα όπλα, τη στιγμή που ο ΕΛΛΑΣ θα διαλυόταν, φαινόταν να έχει ένα μόνο νόημα· η απουσία Ρώσων και Αμερικανών αντιπροσώπων από συσκέψεις που αφορούσαν τις συμμαχικές σχέσεις· η άγνοια στην οποία αφήνονταν οι απλές βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις γύρω από κάθε πρόβλημα που υπήρχε 81· ο αποκλεισμός των υπουργών της ΠΕΕΑ από το υπουργικό συμβούλιο που συνήλθε την 1 Δεκεμβρίου· η αδιαφορία για τον Τύπο, που συμπαθούσε σύσσωμος σχεδόν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ: όλα αυτά ήταν αποτελέσματα βιαστικής συμπεριφοράς και, ενώ θα ήταν εύκολο ίσως να δικαιολογηθεί το καθένα χωριστά, έδιναν πάρα πολλές ευκαιρίες για κακόπιστη κριτική εκ των υστέρων. Τον Δεκέμβριο, αφού είχε ξεσπάσει η μάχη, δεν ήταν δυνατό να υπάρχει άλλη πολιτική, εκτός από την απόφαση να κερδηθεί η μάχη. Τα γεγονότα του Πολέμου, μακριά από την Ελλάδα, έλεγε κανείς ότι συνωμοτούσαν για να κάνουν τα πράγματα πιο δύσκολα. Η επίθεση των Γερμανών στις Αρδένες και η διείσδυσή τους στις συμμαχικές γραμμές τόνιζε το γεγονός, ότι βρετανικά στρατεύματα, που χρειάζονταν σε άλλα μέτωπα, πολεμούσαν Έλληνες, οι οποίοι τους αποκαλούσαν συμμάχους. Στα Βαλκάνια, οι Ρώσοι έδιναν μάχες, δείχνοντας ποιος ήταν ο πραγματικός εχθρός, μάχες όπου ακόμα και οι Βούλγαροι έπαιρναν μέρος και διακρίνονταν, αλλά όπου δεν μετείχε ούτε ένας Έλληνας ή Βρετανός. Μια πολιτική κρίση στην Ιταλία, κατά την οποία επενέβη ο Churchill για να εμποδίσει τον κόμη Σφόρτσα να καταλάβει την εξουσία, φαινόταν να επιβεβαιώνει, με μια ακόμα δυσάρεστα ανάλογη περίπτωση, την τάση της βρετανικής κυβερνήσεως να αναμιγνύεται στις υποθέσεις άλλων χωρών. Οι δυνάμεις Αντιστάσεως της Γαλλίας και του Βελγίου περνούσαν από την ίδια φάση όπως και της Ελλάδας, την ίδια στιγμή: το γεγονός ότι στη Γαλλία ενσωματώθηκαν στον τακτικό στρατό, ενώ στο Βέλγιο αποστρατεύθηκαν παρά τη θέλησή τους, φαινόταν στα μάτια των επικριτών άμεσα συνδεόμενο με την αντίφαση, ότι στο Βέλγιο τη στρατιωτική διοίκησή τους την είχε αναλάβει Βρετανός στρατηγός, ενώ στη Γαλλία όχι. Τέλος, η επικείμενη Διάσκεψη της Γιάλτας έκανε μεγαλύτερη την ανάγκη να επιτευχθεί μια ρύθμιση το γρηγορότερο δυνατό. Digitized by 10uk1s
Τα προβλήματα αυτά τρίβονταν στις πληγές των βρετανικών αρχών από την Βουλή των Κοινοτήτων· από την ετήσια διάσκεψη του Εργατικού Κόμματος· από τον τύπο του κόσμου των Συμμάχων, με τους "Times" του Λονδίνου επικεφαλής· και απ' αυτόν ακόμα τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών και από μερικά μέλη της κυβερνήσεως Churchill. Ο Churchill υπερασπιζόταν τη συμπεριφορά της κυβερνήσεώς του με σθένος και αίσθημα δικαιοσύνης, αλλά μόνο σε συσχετισμό με τις πιο στενές πλευρές της ελληνικής κρίσεως. Ο τρόπος με τον οποίο δικαιολόγησε τον Βρετανό πρεσβευτή και τον στρατηγό Σκόμπυ δεν επιδεχόταν αντίρρηση. Οι υπόλοιπες βρετανικές αρχές στην Αθήνα δεν χρειάζονταν δικαιολόγηση· το χειρότερο που μπορούσε να λεχθεί γι' αυτές ήταν ότι ήταν πάρα πολλές, με νοοτροπία και τρόπους ενέργειας που κινούνταν με διαφορετικές ταχύτητες. Κατά τις κρίσιμες εβδομάδες του Νοεμβρίου κανένας απ' όλους δεν έπραξε λιγότερα από όσα περίμενε κανείς απ' αυτόν· αλλά ούτε και έπραξε κανένας περισσότερα, όπως απαιτούν οι κρίσιμες στιγμές. Η ευθύνη βρισκόταν σε πιο επιδέξια χέρια. Η επανάσταση ήταν καρπός δυο χρόνων εργασίας του ΚΚΕ, που το βοηθούσαν οι ανοησίες και η αυταρέσκεια των αντιπάλων του. Αλλά η απειλή που αποτελούσε η επανάσταση για την ενότητα των Συμμάχων και της βρετανικής κυβερνήσεως συνασπισμού ήταν καρπός δυο χρόνων αποκρύψεως της αλήθειας. Η οργή ενός κακώς πληροφορημένου κοινού, υποδαυλιζόμενη από έναν εμπαθή Τύπο, προστέθηκε στην καταστροφή του Δεκεμβρίου του 1944. Μέσα σ' αυτό το πηχτό σκοτάδι, οι βρετανικές αρχές έψαχναν ψηλαφώντας, για μια πολιτική. Στη διπλωματική διελκυστίνδα που συνόδευε τη μάχη, οι κομμουνιστές εμφανίζονταν να υπολογίζουν κυρίως σε μακροπρόθεσμους σκοπούς, προπαντός όσο έβλεπαν τις άμεσες ελπίδες τους να σβήνουν, ενώ οι αντίπαλοί τους ενδιαφέρονταν κυρίως για τα καθημερινά προβλήματα της αποκαταστάσεως της τάξεως. Αυτό ήταν φυσικό, αφού το ΚΚΕ είχε τον θετικό στόχο της απόλυτης κυριαρχίας και οι βρετανικές αρχές είχαν τον αρνητικό στόχο να διασφαλίσουν τους κανόνες του παιχνιδιού —αν και ούτε το "θετικό" ούτε το "αρνητικό" έχει εδώ υποτιμητική έννοια. Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου - Ιανουαρίου απόδειξαν αυτή τη λογική. Στις 8 Δεκεμβρίου, όταν τα βρετανικά στρατεύματα είχαν εμπλακεί στη μάχη από τρεις μέρες πριν, ο Σαράφης έστειλε τηλεγράφημα στον Σκόμπυ, διαμαρτυρόμενος κατά της συμπεριφοράς της κυβερνήσεως Παπανδρέου και της βρετανικής επεμβάσεως. Η θέση του ΕΛΑΣ ήταν ισχυρή, όχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και πολιτικά. Μια επερώτηση στη Βουλή των Κοινοτήτων είχε αποκαλύψει την κριτική διάθεση του Εργατικού Κόμματος και μια συζήτηση γύρω από μια ανεπίσημη τροπολογία στο Λόγο του θρόνου, που είχε έννοια λογοκρισίας, θα διεξαγόταν στις 8 Δεκεμβρίου. Παρ' όλα αυτά, η απάντηση του Σκόμπυ στον Σαράφη ήταν απορριπτική. Η συζήτηση στη Βουλή των Κοινοτήτων έληξε στις 9 Δεκεμβρίου με καταψήφιση της τροπολογίας, αν και σημεία ανησυχίας εμφανίσθηκαν ακόμα και στους κόλπους της κυβερνήσεως Churchill. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που εξακολουθούσε να φαίνεται ότι θα κατόρθωνε να συντρίψει την βιαστικά οργανωμένη δύναμη των αντιπάλων, επωφελήθηκε απ' αυτή την ανησυχία, για να στείλει τον Πορφυρογένη στον Σκόμπυ, στις 11 Δεκεμβρίου, να προτείνει όρους. Ο Σκόμπυ τον πρόλαβε απαιτώντας, πρώτο, να αποσυρθεί από την Αθήνα ο ΕΛΑΣ και, δεύτερο, να παραδοθούν οι πολίτες που πολεμούσαν στο πλευρό του ΕΛΑΣ. Ενώ το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ συζητούσε αυτή την απάντηση, οι αγγλοελληνικές αρχές συζητούσαν τις επόμενες πολιτικές ενέργειές τους. Ο Παπανδρέου είχε εκδηλώσει την πρόθεση να παραιτηθεί με την έκρηξη της επαναστάσεως, αλλά δέχτηκε να παραμείνει, επειδή δεν βρισκόταν άλλος για τη θέση του πρωθυπουργού, εκτός από τον Σοφούλη, που ήταν πάνω από ογδόντα χρονών και πολύ πιο εχθρικά διακείμενος απέναντι στο ΚΚΕ από κάθε άλλο μέλος ακόμα και αυτής της κυβερνήσεως που υπήρχε. Στις 13 Δεκεμβρίου, όμως, έφθασε στην Αθήνα ο στρατηγός Πλαστήρας, που ήταν αυτοεξόριστος στη Γαλλία. Στον ολοένα πιο στενό κύκλο της πρωτεύουσας που έμεινε ακόμα ελεύθερος, άρχισε να συζητείται η ιδέα ν' ανατεθεί σ' αυτόν η πρωθυπουργία, με αντιβασιλέα τον αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Η ιδέα κέρδισε την επιδοκιμασία όλων σχεδόν των ενδιαφερομένων, με την χαρακτηριστική εξαίρεση του Γεωργίου Β', που φλεγόταν από την επιθυμία να επιστρέψει ο ίδιος απ' το Λονδίνο, και του Παπανδρέου, που υποστήριζε μ' επιμονή Digitized by 10uk1s
ότι, οι συζητήσεις για αντιβασιλεία έκαναν ακόμα πιο σκοτεινή την έκβαση της κομμουνιστικής απειλής. Ήταν αλήθεια, ότι το ΚΚΕ απευθυνόταν ήδη προς τη Σόφια και στο Βελιγράδι και ίσως ακόμα και προς τη Μόσχα, μέσω του συνταγματάρχη Ποπώφ. Είναι λοιπόν πιθανό, ότι η αντίρρηση του Παπανδρέου έδειχνε ότι έβλεπε με μεγαλύτερη διορατικότητα τα προβλήματα από κάθε άλλον Έλληνα της ίδιας πλευράς. Αλλά η άμεση ανάγκη μιας κυβερνήσεως και ενός αρχηγού του κράτους δέσποζε πάνω από καθετί άλλο. Το ενδιαφέρον αυτό έγινε εντονότερο, με την άφιξη στην Αθήνα του Macmillan και του αρχιστράτηγου Alexander, του μόνιμου υπουργού Μέσης Ανατολής και ανώτατου διοικητή Μεσογείου. Η αισιοδοξία ανανεώθηκε, καθώς έφθαναν καλύτερες ειδήσεις από τη Θεσσαλονίκη και οι αιώνιες φήμες για διάσπαση του ΕAM επαναλαμβάνονταν. Οι μετριοπαθείς σοσιαλιστές, όπως ο Σβώλος και ο Τσιριμώκος της ΕΛΔ και η ρεφορμιστική ομάδα του ΕΕΑΜ υπό τον Καλομοίρη και τον Στρατή, επιθυμούσαν ν' αποσχισθούν, αλλά δεν τους ήταν δυνατό αυτό προς το παρόν. Ήταν πολύ ανίσχυροι για να μπορέσουν να συμβάλουν στην κατάπαυση των εχθροπραξιών. Ουσιαστικά, τίποτε άλλο σχεδόν εκτός από καλοπροαίρετες σκέψεις δεν υπήρχε για ν' ανακουφίσει τις βρετανικές αρχές στα μέσα Δεκεμβρίου. Ο βασιλιάς επέμενε με ισχυρογνωμοσύνη στο ζήτημα της αντιβασιλείας· το αρχηγείο της RAF είχε καταληφθεί από τον ΕΛΑΣ· η σύρραξη είχε επεκταθεί, σε σημείο να επιφέρει την καταστροφή του Ζέρβα στη Βορειοδυτική Ελλάδα· η ετήσια Διάσκεψη του βρετανικού Εργατικού Κόμματος ενέκρινε ψήφισμα, στις 13 Δεκεμβρίου, που αποδοκίμαζε την πολιτική της βρετανικής κυβερνήσεως· ο νέος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Στεττίνιους διατύπωνε επικρίσεις κατά της βρετανικής επεμβάσεως στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Είναι εκπληκτικό, το ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ εξακολουθούσε να παραμένει αδιάλλακτο. Στην απάντησή του προς τον στρατηγό Σκόμπυ, στις 14 Δεκεμβρίου, έθετε δικούς του όρους, ένας από τους οποίους έκανε δεκτή την προϋπόθεση ν' αποσυρθεί ο ΕΛΑΣ από την Αθήνα. Οι άλλοι όροι απαιτούσαν την απομάκρυνση της Ταξιαρχίας Ρίμινι και του Ιερού Λόχου από την Αθήνα· τον αφοπλισμό της Χωροφυλακής και των Ταγμάτων Ασφαλείας· τον περιορισμό των βρετανικών στρατευμάτων στα καθήκοντα που τους όριζε η Συμφωνία της Καζέρτας· και τη συγκρότηση νέας κυβερνήσεως εθνικής ενότητας. Η αναφορά στον Ιερό Λόχο και στα Τάγματα Ασφαλείας στηριζόταν σε φανερή παρεξήγηση. Και η επίκληση της Συμφωνίας της Καζέρτας ήταν επίσης εσφαλμένη, όπως απόδειξε ο στρατηγός Σκόμπυ, δίνοντας στη δημοσιότητα τους όρους της. Αλλά η στάση του ΚΚΕ σ' αυτή την ενέργειά του δεν ήταν ούτε πολύ εκπληκτική ούτε παράλογη. Οι προτάσεις απορρίφθηκαν, πάντως, σαν απρόσφορες για διεξαγωγή συζητήσεως, με το αιτιολογικό ότι αγνοούσαν τον δεύτερο από τους όρους του στρατηγού Σκόμπυ. Ίσως, αν οι βρετανικές δυνάμεις είχαν αποσπάσει την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων στο μεταξύ, αντί να πολεμούν αμυνόμενες, η απάντηση που δόθηκε στις 16 Δεκεμβρίου να ήταν διαφορετική. Το ΚΚΕ θα έκανε καλά αν λογάριαζε την ιδιοσυγκρασία των Βρετανών, που θεωρούν όλους τους όρους παράλογους, όσο κινδυνεύουν να ηττηθούν. Αντί γι' αυτό, περιφρόνησε την απάντηση του Σκόμπυ και έκαμε νέα ανακοίνωση στις 18 Δεκεμβρίου, που επαναλάμβανε τις προτάσεις του με τρόπο περισσότερο ασαφή και εριστικό. Το κείμενο δεν έφθασε στα χέρια του στρατηγού Σκόμπυ, παρά μόνο στις 22 Δεκεμβρίου. Πριν του δοθεί καιρός ν' απαντήσει, η άφιξη στην Αθήνα των Churchill και Eden, την ημέρα των Χριστουγέννων, μετέβαλε το επίπεδο των συζητήσεων. Η Ελλάδα είδε την προσωπική επέμβαση του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών της Βρετανίας σαν ένδειξη μιας θεαματικά ανοδικής εξελίξεως. Η εντύπωση όμως αυτή ήταν επιφανειακή και χρησίμευε μόνο στο να κρύψει μιαν αντίστροφη ακριβώς εξέλιξη, που δεν επηρέασε καθόλου σχεδόν την πορεία των γεγονότων. Από στρατιωτική άποψη, η πλάστιγγα είχε αρχίσει ήδη να κλίνει προς το μέρος των αγγλοελληνικών αρχών. Από πολιτική άποψη, η κατάσταση ήταν η ίδια, την ημέρα της αναχωρήσεως των δύο υψηλών επισκεπτών. Το μόνο που είχε γίνει στο μεταξύ, ήταν μια πλατειά σύσκεψη στις 26 και 27 Δεκεμβρίου, που διακόπηκε χωρίς αποτέλεσμα ύστερα από δύο συνεδριάσεις. Στη σύσκεψη αυτή πήραν μέρος πέντε διαφορετικές ομάδες, υπό την προεδρία του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Τις βρετανικές αρχές αντιπροσώπευαν οι Churchill, Eden, Macmillan, Λήπερ, ο αρχιστράτηγος Alexander και ο Digitized by 10uk1s
στρατηγός Σκόμπυ. Τον ελληνικό κόσμο αντιπροσώπευσαν την πρώτη μέρα οι Παπανδρέου, Σοφούλης, Καφαντάρης, Μάξιμος, Δραγούμης και Πλαστήρας, που είχαν μετάσχει όλοι στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για κυβέρνηση· και, τη δεύτερη, προστέθηκαν οι Κανελλόπουλος, Μυλωνάς, Σοφιανόπουλος, Γονατάς, Αλεξανδρής, Περικλής Ράλλης, Στεφανόπουλος, Θεοτόκης και Τσαλδάρης, από τους οποίους οι πέντε πρώτοι ανήκαν στο φιλελεύθερο Κέντρο και οι τέσσερις τελευταίοι στους Λαϊκούς· το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αντιπροσώπευσαν οι Σιάντος, Παρτσαλίδης και Μάντακας. Τον κόσμο των Συμμάχων, τέλος, αντιπροσώπευαν ο πρεσβευτής των ΗΠΑ, ο Γάλλος αντιπρόσωπος και ο διοικητής της Σοβιετικής Στρατιωτικής Αποστολής. Από την επιβλητική αυτή συνάθροιση, όπου, κατά τη γνώμη μερικών, ακόμα και η παθητική συνεργασία, με τον κατακτητή έδινε το παρών στο πρόσωπο του Γονατά, η πρώτη και η τελευταία ομάδα αποχώρησαν, ύστερα από μερικές προεισαγωγικές παρατηρήσεις, αφήνοντας μόνους τους Έλληνες πολιτικούς, που δεν είχαν καλά - καλά ιδέα για το τι είχαν κληθεί να συζητήσουν. Αν και αντιπροσώπευαν κατά το δυνατό όλες τις αντιλήψεις, πολύ λίγοι απ' αυτούς είχαν συνέλθει από το πολιτικό κώμα, όπου ήταν βυθισμένοι από το 1936. Η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ επωφελήθηκε της ευκαιρίας για να υποβάλει νέους όρους ειρήνης, που για πρώτη φορά ήταν παράλογοι και σκόπιμα απαράδεκτοι. Ζητούσαν τις μισές περίπου έδρες στην κυβέρνηση, περιλαμβανομένων των υπουργείων Εσωτερικών και Δικαιοσύνης και των υφυπουργείων Στρατιωτικών και Εξωτερικών· την αποστράτευση της Χωροφυλακής, της Ταξιαρχίας Ρίμινι, του Ιερού Λόχου και της νεοσύστατης Εθνοφυλακής· δημοψήφισμα για το πολιτειακό τον Φεβρουάριο και εκλογές για Συντακτική Βουλή τον Απρίλιο. Προκάλεσαν την αντίδραση που επεδίωκαν. Ο Πλαστήρας αρνήθηκε να συζητήσει τους όρους και οι Λαϊκοί εγκατέλειψαν την αίθουσα. Το μόνο σημείο ομοφωνίας ήταν η κοινή επιθυμία μιας αντιβασιλείας. Αλλά φαινόταν ότι το ΚΚΕ ήταν αποφασισμένο για πόλεμο ως το τέλος. Έβλεπε ότι η ΕΣΣΔ δεν ερχόταν προς διάσωσή του. Η προσδοκώμενη νίκη του μεταστρεφόταν ήδη σε επικείμενη ήττα του. Η πιθανότερη λοιπόν εξήγηση της πιο άκαμπτης τώρα αδιαλλαξίας του είναι ότι προτιμούσε την ολοκληρωτική ήττα, από τις συνέπειες μιας ειρήνης που θα την διαπραγματευόταν υποκύπτοντας. Μια συνθηκολόγηση, ύστερα από μια μάχη ως το τέλος, θα εξυπηρετούσε τους πολιτικούς του σκοπούς καλύτερα, μελλοντικά, παρά οι δεσμεύσεις από έναν δυσμενή συμβιβασμό. Με το πνεύμα αυτό συνέχισαν τη μάχη και αφού ακόμα οι αντικειμενικοί της σκοποί είχαν πια χαθεί, ενώ ο Churchill επέστρεφε στο Λονδίνο, για να πείσει τον Γεώργιο Β' ν' αποδεχθεί την αντιβασιλεία του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Στις 30 Δεκεμβρίου, ανακοινώθηκε ότι ο βασιλιάς είχε αποφασίσει να μην επιστρέψει στην Ελλάδα, πριν "κληθεί με ελεύθερη και γνήσια έκφραση της θελήσεως του έθνους". Την επομένη ο αρχιεπίσκοπος ορκιζόταν αντιβασιλέας και δεχόταν την παραίτηση του Παπανδρέου. Ο στρατηγός Πλαστήρας ανέλαβε την εξουσία στις 3 Ιανουαρίου, με φιλελεύθερο στην πλειοψηφία του υπουργικό συμβούλιο, του οποίου το σπουδαιότερο μέλος ήταν ο Σοφιανόπουλος, σαν υπουργός Εξωτερικών. Ο Σοφιανόπουλος ήταν γνωστός για τις φιλικές του διαθέσεις απέναντι στο ΕΑΜ και αρεσκόταν να πιστεύουν γι' αυτόν ότι είχε την εμπιστοσύνη της ΕΣΣΔ. Λίγες μέρες μετά τον διορισμό του, το ΕΑΜ έστειλε στον Σκόμπυ νέες προτάσεις, που παρουσίαζαν κάποια υποχώρηση από τις προηγούμενες αξιώσεις. Τις ακολούθησε σε λίγο μια αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Ζέβγο. Ο Σκόμπυ, που είχε επιμείνει ως τώρα ανυποχώρητα στους δύο αρχικούς του όρους, απάντησε αποσύροντας αυτή την προσφορά ανακωχής, που την έβρισκε τώρα πολύ επιεική. Τη στάση του δικαιολογούσε η περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου που έδειχνε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ με τον τρόπο που μεταχειριζόταν τους κρατουμένους και με τις συλλήψεις ομήρων. Η δύναμη όμως του Σκόμπυ βρισκόταν τώρα στη μεταβολή της στρατιωτικής καταστάσεως. Η Αθήνα και ο Πειραιάς είχαν εκκαθαρισθεί στις 5 Ιανουαρίου. Δυο μέρες αργότερα, τα βρετανικά στρατεύματα έφθαναν σε ένα σημείο κάπου εικοσιπέντε μίλια και περισσότερο προς τα βόρεια της Αθήνας. Με την έγκριση του αντιβασιλέα, ο Σκόμπυ κάλεσε αντιπροσωπεία του ΕΛΑΣ για να συζητήσουν επάνω σε νέους όρους. Στις 10 Ιανουαρίου, έφθασαν γι' αυτόν το σκοπό ο Παρτσαλίδης κι ο Ζέβγος, συνοδευόμενοι από δύο επιτελικούς αξιωματικούς με το βαθμό ταγματάρχη. Έδειχναν έτσι, ότι η συνθηκολόγηση ήταν πολιτική υπόθεση όπου οι στρατιωτικοί μετείχαν μόνο σαν τεχνικοί. Στις 11 Ιανουαρίου υπογράφηκε ανακωχή, που πρόβλεπε κατάπαυση των εχθροπραξιών ένα λεπτό μετά Digitized by 10uk1s
τα μεσάνυχτα της 15 Ιανουαρίου, την οποία θ' ακολουθούσε βαθμιαία αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Παρά τις διαμαρτυρίες του αντιβασιλέα, του στρατηγού Πλαστήρα και της βρετανικής κυβερνήσεως, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αρνήθηκε ν' απολύσει τους Έλληνες ομήρους, με το αιτιολογικό ότι, πολίτες που είχαν συλληφθεί στην Αθήνα, πολεμώντας στο πλευρό του, είχαν επίσης χαρακτηρισθεί όμηροι και είχαν μεταφερθεί στην Αίγυπτο. Το θέμα αυτό, καθώς και το μέλλον του ίδιου του ΕΛΑΣ, αφέθηκαν να ρυθμισθούν σε νεώτερη διάσκεψη, που ορίσθηκε για τις 25 Ιανουαρίου. Τα βρετανικά στρατεύματα ανακατέλαβαν την υπόλοιπη Ελλάδα ανεμπόδιστα. Ο στρατηγός Μπακιρτζής έδειξε σε μεγάλο βαθμό πνεύμα συνεργασίας μαζί τους, κατά την είσοδό τους στη Θεσσαλονίκη, στις 17 Ιανουαρίου. Η βρετανική κυβέρνηση δικαιολόγησε τη στάση της, δίνοντας στη δημοσιότητα τα σχετικά έγγραφα του Foreign Office 82· με ομιλίες του Churchill στη Βουλή των Κοινοτήτων, στις 18 Ιανουαρίου, και του Eden την επομένη· και με την έκθεση μιας επιτροπής έρευνας της TUC, που έφθασε στην Αθήνα, με επικεφαλής τον σερ Ουώλτερ Σιτρίν, στις 22 Ιανουαρίου 83. Ο πληθυσμός της Αθήνας έδειξε τα αισθήματά του με την υποδοχή του Churchill και του Eden, όταν επέστρεφαν στην Αγγλία από την Γιάλτα, τον Φεβρουάριο. Για τους περισσότερους Έλληνες, φαινόταν ότι ένας εφιάλτης είχε τελειώσει. Για λίγους, φαινόταν ότι οι φιλοδοξίες τους είχαν διαψευσθεί. Για μερικούς, όμως, που η νηφάλια διορατικότητά τους υψωνόταν πάνω από την οχλαγωγία της Αθήνας κατά τις τελευταίες εκείνες μέρες, στην καμπή του έτους, τα αισθήματα και των μεν και των δε ήταν άτοπα. Ένα αμετακίνητο εμπόδιο είχε ανακόψει τη ροή της ελληνικής ιστορίας. Αλλά ήταν ζήτημα χρόνου μόνο, ώσπου το ρεύμα της ελληνικής ιστορίας να κατόρθωνε να το περάσει, κυλώντας γύρω ή πάνω απ' αυτό.
Digitized by 10uk1s
VI. Ιντερλούδιο. Ιανουάριος - Απρίλιος 1945 Έ χω πει σ θεί για τη ν α κ ό λο υθ η με γά λη α λ ή θ εια : γι α να σώ σει ς μι α επ αν άσ τα ση π ρέ πει να τη ν εμ πο δί σει ς να πρ ο χω ρή σει πο λύ μ ακ ρι ά. Αποδίδεται στον Θιέρσο
Το δεύτερο αυτό ιντερλούδιο, αποτελεί μια ακόμα παρέκκλιση από τον χαρακτήρα αυτού του βιβλίου. Η διαφορά μεταξύ τους είναι η διαφορά μεταξύ ιστορικού υλικού και ζητημάτων της τρέχουσας πολιτικής. Από τη σκοπιά του 1948, τα γεγονότα που μπορούν να προσδιορίσουν τα κίνητρα και τις τάσεις του 1941-44 ανήκουν στο αμετάκλητο παρελθόν, έστω κι αν μπορεί να μην είναι ακόμα δυνατό να επιβεβαιωθούν όλα. Από την ίδια σκοπιά, τα γεγονότα που θα προσδιορίσουν τα κίνητρα και τις τάσεις του 1945-46 δεν έχουν λήξει ακόμα. Η παρουσίασή τους, ωστόσο, πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο δοκιμαστική. Είναι όμως δυνατό να επισημανθούν από τώρα ορισμένες τάσεις, τις οποίες κανένας Έλληνας ιστορικός δεν φαίνεται ότι θ' αμφισβητήσει. Οι δυο κυριότερες, των οποίων οι υπόλοιπες είναι παράγωγα ή φυσικές συνέπειες, είναι εκείνες που προσδιορίζονται στον πρόλογο σαν θέματα αυτού του βιβλίου. Η συνεχής παρουσίαση της Ελλάδας σαν πηγής έριδος των Συμμάχων και ο ιδιαίτερος τονισμός του αμοιβαίου μίσους ανάμεσα στους Έλληνες, έγιναν και τα δυο στο εξής σταθεροί άξονες στην εξέλιξη των ελληνικών υποθέσεων. Χρειάστηκαν άλλα ακόμα σημεία των καιρών, που προήλθαν απ' αυτές, για να τις καταστήσουν οριστικές. Παραδείγματα της δεύτερης είναι η ευθυγράμμιση των βρετανικών ενόπλων δυνάμεων με τους εξτρεμιστές της Δεξιάς και η ευθυγράμμιση πολλών φιλελευθέρων Ελλήνων με τους εξτρεμιστές της Αριστεράς. Τα φαινόμενα αυτά δεν ήταν παρά η μοιραία κατάληξη γεγονότων, των οποίων πολλά παράλληλα μπορεί να βρει κανείς στην ιστορία. Το ότι ήταν εντελώς αφύσικο να γίνει οριστική η ανώμαλη σύζευξη του βρετανικού στρατού με την φιλοβασιλική αντίδραση συνάγεται από έναν παραλληλισμό: την τελευταία φορά που οι ελληνικές και οι βρετανικές δυνάμεις αντάλλαξαν πυρά, η αιτία ήταν μια εντελώς διαφορετική πρόθεση των συμμαχικών αρχών, κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, να εκβιάσουν την εκδίωξη του βασιλιά Κωνσταντίνου. Από την άλλη πλευρά, η απόκλιση των Φιλελευθέρων προς την άκρα Αριστερά, που άρχισε ύστερα από την αποτυχία της δεκεμβριανής επαναστάσεως, ήταν φανερό από πριν ότι θα ήταν το ίδιο εφήμερη όσο και το ίδιο φαινόμενο δέκα χρόνια ενωρίτερα, όταν ακόμα και το όνομα του μεγαλύτερου Έλληνα πολιτικού αναμίχθηκε στον άτοπο χαρακτηρισμό "βενιζελοκομμουνισμός". Αλλά τα δυο νέα χαρακτηριστικά, που γεννήθηκαν από την Κατοχή και την Αντίσταση, δηλαδή η εξωτερική και η εσωτερική όψη του ιδεολογικού διχασμού, είναι χαραγμένα πολύ πιο βαθιά στον κορμό του ελληνικού έθνους. Η φύση τους και οι συνέπειές τους αποτελούν το θέμα των δυο κεφαλαίων που ακολουθούν. Η φύση τους μπορεί να συναχθεί από την εξιστόρηση που προηγήθηκε. Αφετηρία υπήρξε η Ελλάδα η ενωμένη υπό τον Γεώργιο Β' το 1941· ήταν τυπικά ενωμένη πριν από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και, ως ένα σημείο, ουσιαστικά ενωμένη από τον πόλεμο. Αλλά η ενότητα είχε επιβληθεί σε βάρος τριών άλυτων προβλημάτων: του κομμουνισμού, του πολιτειακού και των εξωτερικών σχέσεων. Τα τρία αυτά προβλήματα ήταν αλληλένδετα, αφού η κομμουνιστική ηγεσία ήταν πριν απ' όλα πιστή σε μια ξένη δύναμη, την ΕΣΣΔ, και χρησιμοποιούσε τον διχασμό στο πολιτειακό για να διασπάσει και εξασθενήσει τους αντιπάλους της στον παλιό πολιτικό κόσμο. Η γερμανική κατοχή της έδωσε την ευκαιρία, ενώ, παράλληλα, τα χρόνια της πείρας της από την παρανομία, όπου την είχε εξωθήσει ο Μεταξάς, της έδωσαν τη δυνατότητα να επωφεληθεί. Ο παλιός πολιτικός κόσμος εξασθένησε και ωρίμασε η διάσπασή του από τους ίδιους εκείνους παράγοντες που έκαναν τον κομμουνισμό ισχυρό. Είχε υποκύψει στην αναισθητική ένεση του Μεταξά· η Κατοχή τον διέσπασε και τον αντιπαρέταξε σε νέες γραμμές, που προεκτείνονταν ακόμα και πέρα από τον διχασμό του στο πολιτειακό. Μερικοί διέφυγαν στην Αίγυπτο· μερικοί συνεργάσθηκαν με τους Γερμανούς· μερικοί έμειναν βυθισμένοι στη νάρκη τους. Ελάχιστοι μόνο Digitized by 10uk1s
είδαν στην Κατοχή την ίδια ευκαιρία που είδε το ΚΚΕ, να αναλάβουν δηλαδή έναν ενεργό ρόλο για την αναμόρφωση του μέλλοντος της χώρας τους. Οι ελάχιστοι αυτοί, φυσικά, ήταν οι λιγότερο συντηρητικοί, αφού εκείνοι που δεν έβλεπαν λόγο να δυσφορούν με την τρέχουσα κατάσταση, είτε κάτω από γερμανική είτε κάτω από βρετανική επιρροή, δεν έβλεπαν και κανένα λόγο για να κάνουν ο,τιδήποτε άλλο από το να περιμένουν την απελευθέρωση. Στην αντίσταση κατά των Γερμανών, επομένως, ηγήθηκε ένα μικρό τμήμα του έθνους, μέσα στο οποίο δεσπόζουσα θέση κατείχε το ΚΚΕ. Ένα μεγάλο ποσοστό του απλού πληθυσμού προσελκύσθηκε προς αυτήν με την πατριωτική προπαγάνδα, χωρίς να καταλαβαίνει καθόλου τους πολιτικούς σκοπούς της. Μέσα στα πλαίσια του αντιστασιακού κινήματος, ο πολιτικός σκοπός των κομμουνιστών ήταν ν' αποκτήσουν δύναμη και να την χρησιμοποιήσουν για να ενσωματώσουν την Ελλάδα στη Σοβιετική Ομοσπονδία των Βαλκανίων. Οι πολιτικοί σκοποί των άλλων ήταν νεφελώδεις και αόριστα φιλελεύθεροι στην αρχή, αλλά βαθμιαία αποκρυσταλλώθηκαν, όταν αντιλήφθηκαν το σκοπό του ΚΚΕ, σε μια προσπάθεια να του αντιταχθούν. Ταυτόχρονα, η στατική πλειοψηφία του παλιού πολιτικού κόσμου σκληρύνθηκε σε μια ακόμα πιο αδιάλλακτη εχθρότητα απέναντι στο ΚΚΕ. Μένοντας έξω από κάθε επαφή με τον κόσμο της Αντιστάσεως, οι Έλληνες πολιτικοί της Αθήνας, του Καΐρου και του Λονδίνου έδειχναν την τάση να ταυτίζουν την παράνομη δράση με το πιο δραστήριο στοιχείο της. Έτσι, όταν το ΚΚΕ επέσυρε την αποδοκιμασία, ολόκληρος ο κόσμος της Αντιστάσεως βρέθηκε αναγκασμένος να την συμμερισθεί. Οι διάφορες αντικομουνιστικές ομάδες, από μια αργοπορημένη και δευτερογενή αντίδραση, τάχθηκαν με τη σειρά τους κάτω από την επιρροή του πιο δραστήριου στοιχείου μέσα στην ετερόκλητη συγκρότησή τους: των φανατικών βασιλοφρόνων, των μόνων που ήταν σε θέση ν' αντιτάξουν βία στη βία, χάρη στη δύναμη που διέθεταν στις ένοπλες δυνάμεις. Μέσα στη σύγκρουση αυτών των άκρων, το δημοκρατικό κέντρο αμφιταλαντευόταν συγκλονιζόμενο από σπασμωδικές διαδοχικές μεταστάσεις και ταυτιζόταν στα μάτια της κοινής γνώμης μ' εκείνο από τα δυο άκρα, που συνέβαινε να έχει προσεγγίσει περισσότερο την κάθε συγκεκριμένη στιγμή. Έτσι, η Ελλάδα χωρίσθηκε σε δυο ασυμφιλίωτους μεταξύ τους κόσμους, που τον καθένα τον αποτελούσαν ένας σκληρός πυρήνας και ένα επιπολάζον τμήμα του πληθυσμού. Η σύγκρουση μέσα σ' αυτόν τον "μικρόκοσμο" καθρέφτιζε την κατάσταση, κάτω από τις συνθήκες του πολέμου, στον "μακρόκοσμο" των παγκοσμίων δυνάμεων. Η αφοσίωση του ενός σκληρού πυρήνα στην ΕΣΣΔ έκανε την άλλη πλευρά να στρέφει τις ελπίδες της προς την Βρετανία και τις ΗΠΑ. Οι περιστάσεις έπεισαν τις κυβερνήσεις και των δυο αυτών χωρών ν' αποδεχθούν αυτή την εκδήλωση αφοσιώσεως, αν και οι ΗΠΑ καθυστέρησαν περισσότερο σ' αυτό από την Βρετανία. Τα κυριότερα στοιχεία των περιστάσεων αυτών ήταν ένας φόβος ότι το ΚΚΕ θα κατέπνιγε τη δημοκρατία στην Ελλάδα, όπως είχε επιβεβαιώσει ο Δεκέμβριος του 1944· και ότι, αν η ΕΣΣΔ αποκτούσε έξοδο στη Μεσόγειο, με όργανά της στην Ελλάδα, όπως είχε στη Βουλγαρία και στη Γιουγκοσλαβία, η παρουσία της θα απειλούσε την ασφάλεια της διώρυγας του Σουέζ (που την διαχειρίζονταν κυρίως οι Βρετανοί το 1945-46) και τις πετρελαιοπηγές της Μέσης Ανατολής (που τις διαχειρίζονταν κυρίως οι Αμερικανοί το 1947). Έτσι, η τοπική σύγκρουση αντανακλούσε την ευρύτερη αντίθεση των μεγάλων δυνάμεων. Η αντανάκλαση στρεφόταν και προς τη μια και προς την άλλη κατεύθυνση και πολλαπλασιαζόταν σε μια ατέλειωτη σειρά εικόνων, όπως ανάμεσα σε δυο αντιμέτωπους καθρέφτες. Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής στην Ελλάδα δεν ήταν παρά ένα προσωρινό παραπέτασμα ανάμεσά τους. Από τη στιγμή όμως που παραμερίσθηκε το παραπέτασμα και βρέθηκαν αντικριστά, δεν υπήρχε ελπίδα να τερματισθεί η σειρά των ανακλαστικών εικόνων. Έτσι γεννήθηκε το θέμα που αναφέρεται στον πρόλογο. Το πώς εξελίχθηκε, μένει να το δούμε. Η πρώτη συνέπεια από την αναμέτρηση του Δεκεμβρίου του 1944 ήταν η επικράτηση του κράτους δικαίου με την επέμβαση των Βρετανών. Αυτό το διαπίστωνε καθαρά, αν και με την υπερβολή της έκπληκτης άγνοιας, η έκθεση της αποστολής Σιτρίν, τον Φεβρουάριο του 1945. Αλλά κράτος δικαίου σήμαινε για τους ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους Έλληνες, άλλο πράγμα: και για τις δυο παρατάξεις, σήμαινε τον θρίαμβο της Δεξιάς. Επειδή ο βρετανικός στρατός είχε εξουδετερώσει μια συνωμοσία της άκρας Αριστεράς, είχε πιστευτεί ότι ήταν το όργανο μιας συνωμοσίας της άκρας Δεξιάς. Καμιά από τις δύο πλευρές δεν έπαιρνε στα σοβαρά την άποψη, ότι η επέμβαση των Digitized by 10uk1s
Βρετανών αποσκοπούσε στην αποκατάσταση της ισορροπίας, αφού η φοβερά εμπειρία του Δεκεμβρίου δεν είχε αφήσει σε καμιά από τις δύο τη διάθεση για μετριοπάθεια. Το Κέντρο βρισκόταν στην ίδια σύγχυση όπως πριν. Μόνο η άκρα Δεξιά, στο όνομα της οποίας η οργάνωση Χ είχε αποπειραθεί να πάρει μέρος στην καταστολή της επαναστάσεως, ήταν έτοιμη να εκμεταλλευθεί το σφάλμα του ΚΚΕ. Οι βρετανικές αρχές είχαν αρνηθεί τη βοήθεια της Χ, αλλά, τελικά, μπροστά στην αδυναμία του Κέντρου, έμειναν χωρίς άλλη εκλογή, από το να χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες της πολιτικής Δεξιάς. Η ιστορία των ετών 1945-46 γίνεται, έτσι, το χρονικό της ακάθεκτης ανόδου της Δεξιάς: πρόκειται δηλαδή για μια ακριβώς αντίστροφη πορεία των πραγμάτων από εκείνη που υπήρχε στη διάρκεια της Κατοχής. Υπάρχει κάποια ομοιότητα ανάμεσα στις δυο αυτές κατευθύνσεις: το ότι οι πιο έξαλλοι οπαδοί της Δεξιάς μιμούνταν τις μεθόδους της Αριστεράς, από την οποία είχαν διδαχθεί την τέχνη της διεισδύσεως, της προπαγάνδας και της αυτοδικίας. Επεκτείνοντας τον έλεγχό τους στο στρατό και στην αστυνομία και εκμεταλλευόμενοι την οικονομική δύναμη των βιομηχανικών χωρών, που είχε ρίξει στα χέρια τους η επανάσταση, χλεύαζαν τις μετριοπαθείς κυβερνήσεις, που οι Βρετανοί υποστήριζαν διαδοχικά, με την ελπίδα να απομονώσουν τα άκρα, και περιφρονούσαν επιδεικτικά, σαν ανόητη υποκρισία, το βρετανικό πάθος για την εξάλειψη των παθών. Ακόμα και κάτω από φιλελεύθερες κυβερνήσεις, η φιλομοναρχική Δεξιά κατόρθωσε να αναρριχηθεί και πάλι στην εξουσία: ο Βεντήρης κι ο Σπηλιωτόπουλος στις ανώτατες θέσεις των ενόπλων δυνάμεων· ο Δημητράτος στα εργατικά συνδικάτα· ο Ζέρβας, διαψεύδοντας τον αντιμοναρχισμό του και την αποχή του από την πολιτική, στον αμφίβολης φήμης ρόλο του ιδρυτή ενός "Εθνικού Κόμματος Ελλάδος" και στην ουσιαστική ηγεσία πίσω από τον δεξιό συνασπισμό ΕΜΕ. Στα τέλη του 1945, η Δεξιά κυριαρχούσε στην Ελλάδα στον ίδιο βαθμό που κυριαρχούσε η Αριστερά στα τέλη του 1943 και αυτό το χρωστούσε, αποκλειστικά σχεδόν στο σφάλμα του Δεκεμβρίου του 1944. Μειονεκτούσε όμως συγκριτικά σε δυο σημεία. Το ένα ήταν, ότι οι πολιτικοί ηγέτες της Δεξιάς, αντίθετα με τους ηγέτες της Αριστεράς, δεν επιζήτησαν να επωφεληθούν από τις ακρότητες των ανεύθυνων οπαδών τους· απλούστατα, δεν ήταν σε θέση να τους θέσουν υπό τον έλεγχό τους. Το άλλο μειονέκτημα ήταν ότι, ενώ κατά την άνοδο της Αριστεράς ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος παρακολουθούσε απαθής και ανίσχυρος, κατά την άνοδο της Δεξιάς το ΚΚΕ δεν έδειχνε ούτε απάθεια ούτε αδυναμία, αλλά προετοιμαζόταν ατάραχο για τον τρίτο γύρο. Χρειάστηκε μια περίοδο για ν' αναλάβει από την ήττα, πριν θέσει σ' ενέργεια και πάλι μια ενεργό πολιτική δράση. Ένα διάλειμμα δισταγμού, σαν μια μετασεισμική φάση, που κράτησε από την ανακωχή του Ιανουαρίου ως την πτώση του Πλαστήρα, τον Απρίλιο. Παρ' όλα αυτά, σε στιγμή που κανένας δεν ήξερε τι θ' ακολουθούσε ύστερα, η σφυρηλατημένη στην πράξη πειθαρχία των κομμουνιστών τους έδινε μια αλαζονική αυτοπεποίθηση. Πήγαν στη διάσκεψη, που ακολούθησε την ανακωχή, με ύφος νικητών. Οι αντιπρόσωποί τους από τα εργατικά συνδικάτα συναντήθηκαν με τον σερ Ουώλτερ Σιτρίν, στα τέλη Ιανουαρίου, σαν άνθρωποι που είχαν δίκαια παράπονα. Από την ημέρα που διορίσθηκε ο Σοφιανόπουλος (μαζί με τον Περικλή Ράλλη και τον Μακρόπουλο) αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβερνήσεως στη διάσκεψη που είχε ορισθεί να συνέλθει στις 25 Ιανουαρίου, στη Βάρκιζα, πέρασαν τρεις εβδομάδες σχεδόν ώσπου να εμφανισθούν οι αντιπρόσωποι του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Απαντώντας στην πρόσκληση τριών κομμουνιστών αντιπροσώπων και ενός στρατιωτικού εμπειρογνώμονα από τον αντιβασιλέα, επέμειναν στην τυπική ύπαρξη συνασπισμού, συμπεριλαμβάνοντας στην αντιπροσωπεία τους και τον Τσιριμώκο της ΕΛΔ. Ύστερα από επίμονη άρνηση, σημείωσαν την πρώτη τους επιτυχία αναγκάζοντας την κυβέρνηση Πλαστήρα να δεχθεί τους Σιάντο, Παρτσαλίδη, Τσιριμώκο και Σαράφη στην Αθήνα, στις 15 Φεβρουαρίου. Εξακολούθησαν να επιμένουν στις θέσεις τους κατά τις πρώτες συνεδριάσεις της διασκέψεως στη Βάρκιζα, που συνέπεσαν με τη διάσκεψη της Γιάλτας. Οι προκαταρκτικές αξιώσεις του Σιάντου ήταν συμμετοχή του ΚΚΕ στην κυβέρνηση και γενική αμνηστία. Αυτά όμως δεν ήταν παρά δοκιμαστικές προτάσεις για παζάρεμα. Ύστερα από πολυήμερες συζητήσεις, υπογράφηκε συμφωνία στις 12 Φεβρουαρίου, με όρους όχι δυσμενείς για ηττημένους επαναστάτες 84. Στο φως των κατοπινών γεγονότων, οι σπουδαιότεροι όροι αποδείχνεται ότι ήταν εκείνοι που αφορούσαν: τη διάλυση του ΕΛΑΣ, του ΕΛΑΝ και της ΕΠ (παράλληλα με παράδοση Digitized by 10uk1s
καθορισμένου αριθμού όπλων)· την απόλυση των ομήρων και την μερική αμνήστευση πολιτικών εγκλημάτων· την άρση του στρατιωτικού νόμου και την επαναφορά σε ισχύ ορισμένων άρθρων του Συντάγματος που είχαν ανασταλεί (όπου συμπεριλαμβανόταν το άρθρο που απαγορεύει τη σύλληψη χωρίς ένταλμα και το οποίο εξακολουθούσε να ισχύει μόνο στην Αθήνα και τον Πειραιά)· την εκκαθάριση των πολιτικών υπηρεσιών, του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας· και, το σπουδαιότερο απ' όλα, την διεξαγωγή, με την επίβλεψη των Συμμάχων, δημοψηφίσματος για το πολιτειακό και εκλογών για Συντακτική Βουλή (μ' αυτή τη σειρά προτεραιότητας) πριν από το τέλος του έτους. Το αποτέλεσμα των όρων αυτών ήταν ν' αφεθούν τα άκρα της Αριστεράς και της Δεξιάς ελεύθερα να προκαλέσουν αναταραχή για λογαριασμό του το καθένα. Η Αριστερά, έχοντας αναλάβει την υποχρέωση να παραδώσει έναν καθορισμένο αριθμό όπλων, που ήταν μικρότερος από τον συνολικό οπλισμό της, θεώρησε ότι της αναγνωριζόταν σιωπηρά το δικαίωμα να κάνει ό,τι ήθελε για τα υπόλοιπα. Η Δεξιά, εξοπλισμένη με την αναστολή του "χάμπεας κόρπους" (για τις αυθαίρετες συλλήψεις) και με την απειθάρχητη εκδικητική μανία της νεοσύστατης Εθνοφυλακής, ήταν ασύδοτη στην εκτέλεση πράξεων προσωπικής βεντέτας εναντίον καθενός, που μπορούσε να θεωρηθεί κομμουνιστής. Έτσι, ο κύκλος της επαναστάσεως και αντεπαναστάσεως, των διωγμών και των αντιποίνων, που μπορούσε να αναχαιτισθεί μόνο με μια φωτισμένη ενέργεια, την οποία όμως κανένας Έλληνας πολιτικός δεν είχε το θάρρος να αναλάβει, πήρε νέα ώθηση στην ακατάσχετη περιστροφή του. Χωρίς εγγυήσεις καλής πίστεως, η Συμφωνία της Βάρκιζας αποδείχθηκε στείρα. Αλλά, όπως και με τον Χάρτη του Λιβάνου, έγινε ανόητα ευπρόσδεκτη σαν οριστική λύση. Με την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, η Ελλάδα έγινε και πάλι μια περιοχή με ήρεμα νερά. Η τρικυμία που αναστάτωνε τον παγκόσμιο χώρο, ακόμα και τον χώρο των Βαλκανίων, περνούσε έξω απ' αυτήν, για αρκετούς μήνες. Στον παγκόσμιο χώρο, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ήταν συγκεντρωμένο στη Διάσκεψη της Γιάλτας και ιδιαίτερα στη ρύθμιση του δύσκολου πολωνικού προβλήματος. Τη στιγμή που ο Κόκκινος Στρατός πλησίαζε τη γραμμή Όντερ και οι στρατιές του Αϊζενχάουερ περνούσαν τον Ρήνο, η λήξη του πολέμου αποτελούσε βέβαια ζήτημα μεγαλύτερου ενδιαφέροντος για τον κόσμο, παρά οι τοπικές περιπλοκές στην Ελλάδα. Η Τουρκία και η Αίγυπτος, όπως επίσης πολλά κράτη της Νότιας Αμερικής, βιάστηκαν να κηρύξουν τον πόλεμο κατά της Γερμανίας και της Ιαπωνίας έγκαιρα, για να εξασφαλίσουν θέσεις στη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών, στον Άγιο Φραγκίσκο. Η Ελλάδα, αφού κράτησε τους κύριους τίτλους των εφημερίδων των συμμαχικών χωρών αρκετές εβδομάδες, λησμονήθηκε σχεδόν μπροστά στο πλατύτερο ενδιαφέρον αυτών των γεγονότων, με μόνη εξαίρεση όταν ο Churchill κι ο Eden την επισκέφθηκαν για δεύτερη φορά, κατά την επιστροφή τους από τη Γιάλτα· και, επίσης, για μια στιγμή, όταν ο Σοφιανόπουλος, με την ιδιότητά του σαν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στον Άγιο Φραγκίσκο, ψήφισε μαζί με την ΕΣΣΔ και κατά των ΗΠΑ και της Βρετανίας, υπέρ της εισδοχής της Αργεντινής στα Ηνωμένα Έθνη. Ακόμα και η κολακευτική αυτή ενέργεια πέρασε απαρατήρητη από τη σοβιετική κυβέρνηση, η οποία εξακολούθησε να τηρεί τη στάση της αδιαφορίας για τις ελληνικές υποθέσεις που είχε υιοθετήσει ο Στάλιν στη Γιάλτα, πληροφορώντας τον Έλληνα πρεσβευτή στη Μόσχα ότι δεν σκόπευε να στείλει δικό της πρεσβευτή στην Αθήνα, προς το παρόν. Και η σοβιετική προπαγάνδα επίσης αγνόησε την Ελλάδα και έστρεψε τα πυρά της κατά της Τουρκίας· ήταν οι προκαταρκτικές ενέργειες για την καταγγελία της Τουρκοσοβιετικής Συνθήκης του 1925, που έγινε στις 19 Μαρτίου. Όλο το καλοκαίρι, η Τουρκία εξακολούθησε να είναι ο κύριος στόχος του ενδιαφέροντος της σοβιετικής κυβερνήσεως, που πανικόβαλε τους Συμμάχους στρέφοντας την προσοχή της στα Στενά και την ελληνική κυβέρνηση στρέφοντας την προσοχή της στη Δωδεκάνησο. Αφού ήταν κοινό μυστικό ότι η Ιταλία θα έχανε τη Δωδεκάνησο, που η στρατηγική της αξία ήταν εξ ίσου πειρασμός για την ΕΣΣΔ και για την Τουρκία, ήταν επείγον να επαναληφθεί η ελληνική διεκδίκηση που είχε διατυπωθεί παλαιότερα. Αυτό έγινε ανεπίσημα με την δημοσίευση, μέσα στον Μάρτιο, τηλεγραφημάτων τριών από τα νησιά, που κήρυτταν την ένωσή τους με την Ελλάδα· και, ακόμα πιο εύγλωττα, με μια επίσκεψη του Digitized by 10uk1s
αντιβασιλέα στη Ρόδο, τον Μάιο. Τα επεισόδια αυτά ξαναθύμισαν για λίγο την Ελλάδα στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Αλλά, μέσα στην άνοιξη του 1945 ή κατά το μεγαλύτερο τουλάχιστο μέρος της, ο συμμαχικός κόσμος άφησε τους Έλληνες να θάψουν τους νεκρούς τους, ενώ ο ίδιος αποτελείωνε τον πόλεμο στην Ευρώπη. Και σ' αυτόν ακόμα τον στενότερο χώρο των Βαλκανίων υπήρχαν ζητήματα μεγαλύτερου ενδιαφέροντος και πιο επείγοντα. Ο ελεγχόμενος Τύπος της Γιουγκοσλαβίας είχε αποφύγει να δείξει ενδιαφέρον για την ελληνική επανάσταση, πέρα από μια επίθεση κατά της κυβερνήσεως Παπανδρέου, τον Νοέμβριο του 1944, όπου την κατηγορούσε για "τρομοκρατία σε βάρος των Μακεδόνων", και ένα δριμύ κύριο άρθρο στην "Πολίτικα", στα τέλη Δεκεμβρίου. Στις αρχές του 1945, οι κυβερνήσεις της Αλβανίας, της Γιουγκοσλαβίας και της Βουλγαρίας ενδιαφέρονταν περισσότερο να σταθεροποιήσουν τη θέση τους, από όσο ανησυχούσαν για την Ελλάδα. Επειδή προέρχονταν και οι τρεις από τα αντιστασιακά κινήματα της Άκρας Αριστεράς, τους ήταν εύκολο να ακολουθούν παρόμοια πολιτική. Η Γιουγκοσλαβία όμως παρεμποδιζόταν στην πολιτική της από τα υπολείμματα του παλιού καθεστώτος που βρίσκονταν στην εξορία και είχαν τις συμπάθειες των δυτικών Συμμάχων, ενώ οι κυβερνήσεις των άλλων δύο χωρών δεν είχαν ένα τέτοιο εμπόδιο. Αλλά το εμπόδιο αυτό εξαφανίστηκε σιγά - σιγά μέσα στο 1945. Τον Ιανουάριο, ο βασιλιάς Πέτρος καθαίρεσε τον πρωθυπουργό του Σούμπασιτς, αλλά βρέθηκε αναγκασμένος ύστερα από λίγες μέρες να του αναθέσει και πάλι την πρωθυπουργία, με την εντολή να επιστρέψει στη Γιουγκοσλαβία και να συνεργασθεί με τον Τίτο σε μια νέα κυβέρνηση, κάτω από την αιγίδα ενός Συμβουλίου Αντιβασιλείας. Ο Πέτρος, αν και παρέμεινε βασιλιάς κατ' όνομα, έπαψε να έχει οποιαδήποτε εξουσία, όταν έχασε το παιχνίδι αναφορικά με τον χαρακτήρα της αντιβασιλείας. Η νέα κυβέρνηση Τίτο - Σούμπασιτς ορκίσθηκε στις 5 Μαρτίου. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της ήταν ο διορισμός ενός ειδικού υπουργού για καθεμιά από τις έξη περιοχές που συγκροτούσαν την γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, περιλαμβανομένης και της Μακεδονίας, που η θέση της ήταν αμφίβολη. Το μέτρο αυτό αποφασίσθηκε ίσως με τον απώτερο σκοπό να διευκολύνει την επέκταση της ομοσπονδίας, ώστε να συμπεριλάβει την Αλβανία και τη Βουλγαρία με ίσους όρους, ακριβώς όπως η μερική αποκέντρωση της ΕΣΣΔ είχε αποφασισθεί πάνω σε παρόμοια βάση, ένα χρόνο πριν. Όπως ήταν φυσικό, ακολούθησε η σύσφιγξη των τοπικών δεσμών των τριών χωρών. Αλβανικά και βουλγαρικά στρατεύματα πολεμούσαν τους Γερμανούς στην κεντρική Γιουγκοσλαβία, μαζί με τους Βούλγαρους παρτιζάνους και τον Κόκκινο Στρατό. Στη Σόφια έφθασε μια γιουγκοσλαβική στρατιωτική αποστολή και τον Μάρτιο συνήλθε εκεί Σλαβικό Συνέδριο, για να διακηρύξει τη σπουδαιότητα της πανσλαβικής ενότητας. Στις 28 Απριλίου, η Γιουγκοσλαβία αποκατάστησε τις διπλωματικές της σχέσεις με τη Βουλγαρία. Τον Μάιο, ο Τίτο αναγνώρισε την αλβανική κυβέρνηση, υπό τον Εμβέρ Χότζα. Τα μέτρα αυτά εγκαινίασαν τη διαδικασία που μετέτρεψε την Αλβανία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία σε μια ομάδα από ομοιόμορφα νευρόσπαστα, που ενεργούσαν με μια θέληση και μιλούσαν με μια φωνή. Είναι έξω από το στόχο αυτού του βιβλίου η περιγραφή της διαδικασίας αυτής με λεπτομέρειες. Πρέπει όμως να έχουμε κατά νου, σαν ένα βάθος της σκηνής των ελληνικών πραγμάτων, ότι τα βόρεια σύνορα της χώρας ήταν ουσιαστικά σύνορα της ΕΣΣΔ από τις αρχές του 1945. Πέρασαν μερικοί μήνες, ώσπου να συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες το υπόβαθρο της καθημερινής ζωής τους. Η περίοδος της κυβερνήσεως Πλαστήρα ήταν ένα διάλειμμα από ασήμαντες εξελίξεις, με μερικά γεγονότα εσωτερικού μόνο ενδιαφέροντος ύστερα από την Βάρκιζα και με κανένα σχεδόν γεγονός εξωτερικού ενδιαφέροντος ύστερα από τη δεύτερη επίσκεψη του Churchill. Στη δεύτερη κατηγορία αξίζει να σημειωθούν δυο μόνο περιστατικά: η άφιξη των τριών μελών της TUC κ.κ. Τιούσον, Φαίδερ και Πάπουορθ, με το σκοπό να εποπτεύσουν στις εκλογές στα ελληνικά εργατικά συνδικάτα· και η υπογραφή, στις 15 Μαρτίου, μιας συμφωνίας μεταξύ ελληνικής κυβερνήσεως και UNRRA, η οποία αντικατάστησε μέσα στους επόμενους τρεις μήνες την ML στο έργο της περιθάλψεως και ανασυγκροτήσεως. Τα κυριότερα εσωτερικού ενδιαφέροντος γεγονότα προήλθαν από την προτίμηση του Πλαστήρα να κυβερνά στηριγμένος σε ανθρώπους που του ήταν αφοσιωμένοι προσωπικά, ιδιαίτερα συναδέλφους του αξιωματικούς από το παρελθόν του στο Digitized by 10uk1s
Κόμμα των Φιλελευθέρων. Διορίζοντάς τους, δεν έλαβε υπ' όψιν ότι πολλοί απ' αυτούς είχαν πάψει να είναι δημοκρατικοί κατά τη μακροχρόνια απουσία του. Ο φόβος του κομμουνισμού τους είχε ωθήσει προς τη μοναρχία. Ακούστηκαν διαμαρτυρίες, όταν έθεσε την Αστυνομία και τη Χωροφυλακή υπό τις διαταγές του στρατιωτικού διοικητή Αττικής επειδή είχε γίνει ήδη συνείδηση η σημασία του διαχωρισμού των Σωμάτων Ασφαλείας από την νεοσύστατη Εθνοφυλακή (η οποία συγκέντρωνε στα χέρια της προσωρινά ορισμένες αρμοδιότητες αστυνομίας και στρατού). Όταν ο Πλαστήρας έκαμε ένα ακόμα βήμα, διορίζοντας το στρατηγό Βλάχο υφυπουργό Εσωτερικών, με έδρα στο υπουργικό συμβούλιο και ανεξάρτητη δικαιοδοσία στα ζητήματα δημοσίας τάξεως, ο Περικλής Ράλλης, διαμαρτυρόμενος, παραιτήθηκε από τη θέση του υπουργού Εσωτερικών. Ο Πλαστήρας προχώρησε στην πιο τερατώδη ακόμα ανοησία να διορίσει τον στρατηγό Γονατά, τον οποίο πολλοί θεωρούσαν ένοχο συνεργασίας με τον εχθρό, γενικό διοικητή Μακεδονίας. Δεν είχε όμως ωριμάσει ο καιρός για τέτοια μέτρα και ο διορισμός ανακλήθηκε με τη μεσολάβηση του αντιβασιλέα. Η διχογνωμία του υπουργικού συμβουλίου έγινε πιο αισθητή, όταν ο Σοφιανόπουλος, που πήγε στον Άγιο Φραγκίσκο τον Απρίλιο, ακολούθησε μια πολιτική που δεν συμφωνούσε με τις ελληνικές απόψεις στη χώρα του. Ο αντιβασιλέας έμενε μόνος πάνω απ' αυτή τη σύγχυση, στα μάτια των περισσοτέρων Ελλήνων. Ο αντιβασιλέας κέρδιζε καθημερινά σε ηθικό παράστημα και ευτυχώς, ήταν περιστοιχισμένος από πρόσωπα πιο ικανά, παρά ο Πρωθυπουργός του. Μέσω των γραμματέων του, του νομικού Γεωργάκη και του ποιητή Σεφέρη, διατηρούσε επαφή με τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς και με τον διανοούμενο κόσμο της Αθήνας. Μέσω του προσωπικού του φίλου αντισυνταγματάρχη Μακάσκι 85, διατηρούσε στενές σχέσεις με την βρετανική πρεσβεία. Οι επισκέψεις του στη Θεσσαλονίκη και στο Μεσολόγγι, που προετοίμασαν την πολύ σπουδαιότερη επίσκεψή του στη Δωδεκάνησο τον Μάιο, επιβεβαίωσαν τη δημοτικότητά του και προπαντός τη σημασία της παρουσίας του σαν σύμβολο ελπίδας. Η αντίδραση της κοινής γνώμης κατά των βιαιοτήτων των κομμουνιστών είχε φθάσει σε ένα σημείο, πέρα από το οποίο δεν απείχαν πολύ οι βιαιότητες του μοναρχικού φανατισμού. Ο Σοφούλης εξέφρασε σε μεγάλο βαθμό τα αισθήματα του κοινού, όταν δήλωσε ότι το Κόμμα των Φιλελευθέρων ευνοούσε την εγκαθίδρυση Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Ο ίδιος ο βασιλιάς μετρίασε την ανυπομονησία του και, στο ραδιοφωνικό του μήνυμα κατά την Ημέρα της Ανεξαρτησίας, 25 Μαρτίου, περιορίσθηκε σε γενικότητες, με βάση την ανάγκη πολιτικής ενότητας. Η Ελλάδα φαινόταν να ετοιμάζεται να οριστικοποιήσει το καθεστώς της Αντιβασιλείας, με τη σιωπηρή συναίνεση και των μοναρχικών και των δημοκρατικών. Τη θέση του αντιβασιλέα ενίσχυσαν επίσης ενδείξεις αμοιβαίας καλής πίστεως μεταξύ της άκρας Αριστεράς, η οποία παρέδωσε περισσότερα όπλα από όσα είχε συμφωνήσει στη Βάρκιζα, και στις επίσημες αρχές, που έφεραν από την Αίγυπτο τους αθώους οπαδούς του ΕΛΑΣ που κρατούσαν ομήρους, με τον ρυθμό που επέτρεπαν τα μεταφορικά μέσα. Μόνο το ΚΚΕ επέμενε, για λόγους τακτικής, ότι δεν είχε αποδοθεί δικαιοσύνη. Τον Μάρτιο, το ΕAM επέδωσε υπόμνημα στον Μακμίλλαν, συνοδευόμενο από έναν κατάλογο παραβιάσεων της Συμφωνίας της Βάρκιζας από τα διοικητικά όργανα του Πλαστήρα, ζητώντας παράλληλα τον σχηματισμό αντιπροσωπευτικής κυβερνήσεως και τον διορισμό διασυμμαχικής επιτροπής για την εξέταση της καταστάσεως στην Ελλάδα. Ένα μήνα αργότερα, ο αντιβασιλέας έπαυσε την κυβέρνηση Πλαστήρα, από αφορμή δήθεν τη δημοσίευση στον δεξιό Τύπο μιας ατιμωτικής γι' αυτόν επιστολής του Πλαστήρα προς τον Έλληνα πρεσβευτή στο Vichy, το 1941. Ο πραγματικός λόγος δεν βρισκόταν ούτε στα παλαιά σφάλματα του Πλαστήρα ούτε στις διαμαρτυρίες των κομμουνιστών, αλλά στο γεγονός ότι ο αντιβασιλέας, υπολογίζοντας στη δική του δύναμη και δημοτικότητα σε σύγκριση με την ανεπάρκεια του πρωθυπουργού του, έκρινε ότι χρειαζόταν μια κυβέρνηση περισσότερο άξια εμπιστοσύνης. Ήταν χαρακτηριστικό σημείο των καιρών, ότι ο νέος πρωθυπουργός του, ο ναύαρχος Βούλγαρης, ο οποίος είχε καταστείλει το κίνημα στο Ναυτικό ένα χρόνο πριν, ήταν εξ ίσου συνεπής φιλελεύθερος και αδιάλλακτος εχθρός του ΚΚΕ όσο και ο προκάτοχός του. Ακόμα και ο Σοφιανόπουλος (που απουσίαζε ακόμα στον Άγιο Φραγκίσκο) διατήρησε προσωρινά το υπουργείο Εξωτερικών. Ο Τύπος όμως της άκρας Αριστεράς, που από εβδομάδες κατηγορούσε τον Πλαστήρα σαν όργανο του αντιβασιλέα και τον αντιβασιλέα σαν όργανο της Βρετανίας, άρχισε τώρα να Digitized by 10uk1s
κατηγορεί και τον αντιβασιλέα και την Βρετανία για την απόλυση του Πλαστήρα. Οι διαμαρτυρίες του ΚΚΕ γίνονταν μάλλον για την ιστορία, παρά αποτελούσαν άσκηση προσχεδιασμένης πολιτικής. Οι ηγέτες του είχαν δείξει επιδεξιότητα στο να διασώσουν μερικά πλεονεκτήματα από την ήττα του Ιανουαρίου. Αλλά η ήττα ήταν πιο καταστρεπτική από όσο αναγνώριζαν φανερά και, πίσω από τα προσχήματα για λόγους γοήτρου, υπήρχε αμφιβολία και μεταμέλεια. Ανασυγκροτώντας το σύστημα των παρανόμων πυρήνων στις πόλεις, με την επωνυμία Αυτοάμυνα, ήταν αναγκασμένοι να ξεκινήσουν και πάλι από την αρχή. Μια εκκαθάριση στο κόμμα κατέληξε στην ανασυγκρότηση του Πολιτικού Γραφείου, όπου ο Πέτρος Ρούσσος έχασε τη θέση που κατείχε πριν ανάμεσα στα έξη μέλη του σώματος, ενώ η γυναίκα του, η Χρύσα Χατζηβασιλείου, κέρδισε τη δική της. Ταυτόχρονα, η τυπική διάλυση του ΕΑΜ προωθήθηκε ένα ακόμα βήμα, όταν, στις 18 Απριλίου, ανακοινώθηκε η ίδρυση ενός νέου κόμματος, του ΕΛΔ-ΣΚΕ (Ελληνικής Λαϊκής Δημοκρατίας - Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος) με πρόεδρο τον καθηγητή Σβώλο. Στο νέο κόμμα μετείχαν ο Ασκούτσης, ο Τσιριμώκος και ο Στρατής, που συνδέονταν και οι τρεις με την ΠΕΕΑ. Η ανεξαρτησία του κόμματος αυτού από το ΚΚΕ υστέρησε από τις υποσχέσεις του. Ούτε την υπόληψη του πολιτικού κόσμου κέρδισε ούτε προκάλεσε φόβο στο ΚΚΕ. Το τελευταίο αυτό είχε σοβαρότερους λόγους να φοβάται άλλα πράγματα: την οργή της Μόσχας, την οποία επισκεπτόταν πάντα ύστερα από κάθε αποτυχία, και τον κίνδυνο εσωτερικής διασπάσεως. Τα δύο αυτά ήταν δύο πλευρές του ίδιου φόβου, αφού η γραμμή του διχασμού περνούσε ανάμεσα σ' εκείνους που θεωρούσαν τη σοβιετική πολιτική σαν κάτι το απαραβίαστο και σ' εκείνους που επεδίωκαν να καλλιεργήσουν μια τοπική ποικιλία του μαρξισμού. Αν και ο Σιάντος, που είχε την αρχηγία του κόμματος σε όλη την διάρκεια του πολέμου, ευνοούσε τη δεύτερη πολιτική, η πλάστιγγα έγειρε αντίθετα όταν ήρθε η είδηση ότι ο προκάτοχός του, ο Νίκος Ζαχαριάδης, που οι φήμες τον ανέφεραν νεκρό, βρισκόταν στη ζωή, κρατούμενος στο γερμανικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Νταχάου. Ο Ζαχαριάδης ήταν ο διορισμένος από την Μόσχα γενικός γραμματέας του ΚΚΕ. Το ένστικτο της πειθαρχίας δεν άφηνε αμφιβολίες, ότι θα ανακτούσε την ηγεσία χωρίς καμιά αντίρρηση. Το κόμμα περίμενε με αγωνία την επιστροφή του μέσα στον μήνα που ακολούθησε την πτώση του Πλαστήρα, αποφεύγοντας να προβεί σε λήψη αποφάσεων πολιτικής σημασίας στο μεταξύ, αλλά γνωρίζοντας καλά ποιες θα ήταν οι αποφάσεις. Το χάος, όπου το ΚΚΕ είχε οδηγήσει τον εαυτό του και την Ελλάδα, εκφράζεται από τη διαδικασία των εκκαθαρίσεων, που δεν του άφηνε παρά μια μόνο δυνατή πολιτική και καμιά δυνατότητα εκλογής. Επί τρία χρόνια είχε εργασθεί πιστά για μια σοβιετική πολιτική στα Βαλκάνια και με τη βία των όπλων και με τη διπλωματία. Ο σκοπός του ήταν να επιτύχει την σοβιετοποίηση της Ελλάδος, κατακτώντας το ίδιο την εξουσία. Είχε μπροστά του μια ποικιλία μεθόδων· όλες τις είχε δοκιμάσει εξαντλητικά· και όλες είχαν αποτύχει. Ήταν αναγκασμένο τώρα να υποταχθεί σε μια ταπεινωτική πορεία, αντίστροφη από κάθε άλλη που είχε προηγηθεί. Έχοντας αποτύχει να ενσωματώσει την Ελλάδα σε μια Σοβιετική Ένωση των Βαλκανίων με την κατάκτηση της εξουσίας, ήταν αναγκασμένο να παραιτηθεί από το δεύτερο σαν συνέπεια του πρώτου. Η θέση του είχε καταντήσει κάτι ανάμεσα στη θέση του Mussolini και του Κουίσλινγκ· ανάμεσα στο ν' αποτελεί αναγνωρισμένο δορυφόρο και στο ν' αποτελεί πέμπτη φάλαγγα. Στα δυο χρόνια που πέρασαν, από την πτώση του Πλαστήρα, το 1945 ως την ψήφιση του αμερικανικού δανείου στην Ελλάδα και στην Τουρκία το 1947, η δράση του ΚΚΕ στην Ελλάδα περιορίσθηκε σε μια υπολογισμένη προσπάθεια να καταστρέψει το κράτος. Ο σκοπός του ήταν να προκαλεί την πτώση της κάθε κυβερνήσεως διαδοχικά, να υποδαυλίζει την ανταρσία και την διατάραξη της τάξεως και να διευκολύνει την επιβολή από τα έξω εκείνου που δεν είχε επιτύχει από τα μέσα. Τίποτε άλλο δεν το βοηθούσε περισσότερο από όσο η δυσφήμιση που είχε κάμει σε όλο το αντιστασιακό κίνημα. Με το να επιμένουν να ρίχνουν το ίδιο στίγμα στον καθένα που υπήρξε μέλος του αντιστασιακού κινήματος, οι πιο φανατικοί από τους συνεργάτες της κάθε κυβερνήσεως (με μια μόνο εξαίρεση) βοηθούσαν να πυκνώνουν οι γραμμές των συνοδοιπόρων του ΚΚΕ με δυσαρεστημένους δημοκράτες. Η άδικη μεταχείριση που είχαν υποστεί καλοπροαίρετοι συμπαθούντες της Αριστεράς, τους τύφλωσε σε σημείο να μη βλέπουν τα ελαττώματα εκείνων με τους οποίους είχαν Digitized by 10uk1s
την ίδια τύχη. Έτσι, η τραγωδία έφθασε τη φρίκη της τραγωδίας του Σοφοκλή, όπου ο αθώος υποφέρει συγγενικά αμαρτήματα. Η τρίτη αυτή πράξη άρχισε επίσημα με την παύση του Πλαστήρα, τον Απρίλιο. Αλλά το πραγματικό πρώτο της επεισόδιο ήταν η επιστροφή του Νίκου Ζαχαριάδη στην Αθήνα με βρετανικό αεροπλάνο, στις αρχές Ιουνίου.
Digitized by 10uk1s
7. Η τρίτη πράξη Ου κ α γα θό ν π υ λυκο ιρ α ν ίη · ει ς κο ίρ α νο ς έσ τω, ε ις β ασ ιλ εύ ς. .. Ιλιάδα, Β, 204 -5.
Για ένα κόμμα που επιδίωκε να διαλύσει το κράτος, η Ελλάδα παρουσίαζε έναν τέλειο στόχο στα έτη 1945-47. Οι δυνατοί αντικειμενικοί σκοποί των κομμουνιστών μπορούν να ενταχθούν στις έξη προηγούμενες κατηγορίες. Κι αυτό επειδή κανένα από τα μέτρα που πήρε ο Παπανδρέου δεν επέζησε από την επανάσταση και κανένα αποτελεσματικό βήμα δεν έκαμε ο Πλαστήρας. Οι έξη κατηγορίες, επομένως: 1. Περίθαλψη 2. Οικονομικά 3. Πολιτικές Ελλείψεις
4. Εξωτερικές Σχέσεις 5. Δημόσια Τάξη 6. Εθνική Άμυνα
εξακολουθούν να ισχύουν. Οι τελευταίες, όπως και οι τρεις πρώτες ως ένα βαθμό, έγιναν τελικά τόσο αλληλένδετες, ώστε η διάκρισή τους είναι ακαδημαϊκή. Η διάκριση αυτή ωστόσο διευκολύνει την εξιστόρηση των γεγονότων. Το πολιτειακό ζήτημα, επίσης, που ο Παπανδρέου το είχε παραμερίσει προσωρινά, επανήλθε στην επιφάνεια έμμεσα από αφορμή τον διορισμό αντιβασιλέα και, πιο άμεσα, με τον τελικό όρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας, όπου ορθά είχε μοιρασθεί η αντιμετώπισή του ανάμεσα στο δημοψήφισμα και στις εκλογές. Αυτό όμως δεν αποτελούσε τόσο πολιτικό πρόβλημα, όσο ένα πολιτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αντιμετωπίζονταν τα πολιτικά προβλήματα. Ο κάθε πολιτικός διατύπωνε γνώμη για τα προβλήματα αυτά ανάλογα με τη λύση του πολιτειακού που προτιμούσε. Τα οικονομικά και τα διοικητικά προβλήματα που υπάγονταν στις πιο πάνω κατηγορίες έμειναν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητα σε όλο το χρονικό διάστημα που καλύπτει αυτό το κεφάλαιο· το ίδιο και οι σκοποί για τους οποίους τα χρησιμοποιούσε το ΚΚΕ. Η πολιτική στάση όμως του υπόλοιπου ελληνικού κόσμου πέρασε από μια σειρά φάσεις. Κατά την πρώτη φάση, την περίοδο της μη πολιτικής κυβερνήσεως, τα προβλήματα αντιμετωπίσθηκαν ανάλογα με τη σοβαρότητά τους, έστω και χωρίς επιτυχία. Κατά τη δεύτερη, την περίοδο της μη εκλεγμένης πολιτικής κυβερνήσεως, αντιμετωπίσθηκαν κυρίως σύμφωνα με το γενικό πλαίσιο που δημιουργούσε γύρω τους το πολιτειακό. Κατά την τρίτη, την περίοδο της εκλεγμένης πολιτικής κυβερνήσεως, οι δυο υποδιαιρέσεις του πολιτειακού άρθηκαν (αλλά δεν λύθηκαν), χωρίς να ληφθεί υπ' όψιν ότι τα οικονομικά και διοικητικά προβλήματα παρέμεναν σχεδόν ανέπαφα κάτω από τις αντίστοιχες έξη κατηγορίες. Οι υποδιαιρέσεις αυτού του κεφαλαίου αντιστοιχούν στις τρεις αυτές φάσεις.
1 . Υ Π ΗΡ Ε Σ Ι ΑΚ Η Κ ΥΒ Ε ΡΝ ΗΣ Η . Α Π ΡΙ Λ ΙΟ Σ 19 45 Η κυβέρνηση Βούλγαρη αποκλήθηκε υπηρεσιακή, επειδή τα μέλη της προέρχονταν από τις ένοπλες δυνάμεις, τα σώματα ασφαλείας και τους επαγγελματίες. Ο μη πολιτικός χαρακτήρας της ολοκληρώθηκε με την παραίτηση, κατά τον Ιούλιο, του Σοφιανόπουλου, ο οποίος είχε παραμείνει υπουργός Εξωτερικών και μετά την παύση του Πλαστήρα, μόνο και μόνο για να ολοκληρώσει την αποστολή του στον Άγιο Φραγκίσκο. Αντικαταστάθηκε, με βάση μια αρχή που για τα βρετανικά πολιτικά ήθη ήταν ύποπτη, από έναν εξ επαγγέλματος διπλωμάτη, τον Ιωάννη Πολίτη, ο οποίος είχε ως τώρα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Συμμαχική Επιτροπή Ελέγχου, στη Ρώμη. Η εφαρμογή της αρχής αυτής ήταν αναπόδραστη, έστω και δια της εις άτοπον απαγωγής: μια εκλεγμένη πολιτική κυβέρνηση δεν θα είχε δημοκρατική βάση· και, τέλος, ένας πολιτικός συνασπισμός είχε ήδη δοκιμασθεί, υπό τον Παπανδρέου, χωρίς επιτυχία. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Κατά συνέπεια, όλοι οι υπουργοί του Βούλγαρη ήταν εξωπολιτικές προσωπικότητες, αλλά έτυχε να είναι οι περισσότεροι φιλελεύθεροι. Οι ικανότεροι, που ανέλαβαν και τα βαρύτερα καθήκοντα, ήταν ο Digitized by 10uk1s
Βαρβαρέσος, σαν υπουργός Ανεφοδιασμού και αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως· ο Κωνσταντίνος Τσάτσος (αδελφός του υπουργού του Παπανδρέου και, όπως εκείνος, στενός φίλος του αντιβασιλέα) σαν υπουργός Εσωτερικών, με τον Κατάβολο (πρώην μέλος της ΕΚΚΑ) σαν υφυπουργό· και ο Ζάκκας, σαν υπουργός Εργασίας. Απ' αυτούς, ο Βαρβαρέσος ήταν η ψυχή του υπουργικού συμβουλίου. Ήταν μεγάλης σημασίας η εμπιστοσύνη των Δυτικών Συμμάχων στο πρόσωπό του, αφού είχε αναλάβει τη διαχείριση των εφοδίων της UNRRA, της κυριότερης διασυμμαχικής αποστολής στην Αθήνα. Σε πολλές άλλες υπηρεσίες υπήρχαν βρετανικές αποστολές το 1945, για να τα βοηθούν. Συγκεκριμένα, στα τρία όπλα, στην Αστυνομία και τη Χωροφυλακή και στα υπουργεία Οικονομικών, Μεταφορών και Δικαιοσύνης, κατά καιρούς. Και η ίδια η κυβέρνηση ....... Βρετανών βουλευτών. Όλα αυτά όμως δεν ήταν τόσο απαραίτητα για την επιβίωση της Ελλάδος, όσο ήταν η UNRRA. Ο Βαρβαρέσος, επομένως, ήταν επίσης ο κύριος στόχος των δυο μειοψηφιών, για τις οποίες η πτώση μιας κυβερνήσεως, που την αποτελούσαν κυρίως μετριοπαθείς φιλελεύθεροι, ήταν ζωτικού ενδιαφέροντος: των βιομηχάνων καπιταλιστών από την πλευρά της Δεξιάς και των κομμουνιστών από την πλευρά της Αριστεράς. Η καθεμιά από τις δυο μειοψηφίες είχε τα δικά της κίνητρα. Η πρώτη ήθελε ν' απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο από την Αριστερά η κίνηση του εκκρεμούς και όχι να ανακοπεί στη μέση της διαδρομής του από τον φιλελευθερισμό. Η δεύτερη ήθελε να χρεοκοπεί η κάθε κυβέρνηση με τη σειρά, όποια κι αν ήταν η σχετική θέση της στην τροχιά του εκκρεμούς. Και στις μεθόδους τους διέφεραν επίσης οι δυο πλευρές, αν και το αποτέλεσμα ήταν σαν να είχαν συνεργασθεί. Σαμποτάροντας τις προσπάθειες του Βαρβαρέσου να λύσει τα προβλήματα τα σχετικά με τις κατηγορίες 1 και 2 (Περίθαλψη και Οικονομικά), οι κομμουνιστές δρούσαν μάλλον κατά της πρώτης και οι βιομήχανοι κατά της δεύτερης. Αλλά οι επιχειρήσεις τους ήταν συνδυασμένες. Έτσι, η φάση της περιθάλψεως, που θα έπρεπε να είχε περάσει στη φάση της ανασυγκροτήσεως μέσα στο 1945, δεν το είχε κατορθώσει ακόμα το 1947. Ο ελληνικός λαός έμαθε, πληρώνοντας ακριβά, τι σημαίνει όταν μια κατάσταση πραγμάτων συμβεί να συμφέρει και στα δυο άκρα. Η δυσαρέσκεια των εργατών και η ασυνειδησία των καπιταλιστών εμπόδισαν την ελληνική οικονομία να συνέλθει. Τα μέσα ήταν οι απεργίες και η μαύρη αγορά. Ένας όμως σημαντικός συμπληρωματικός παράγοντας ήταν η εξάρθρωση των συγκοινωνιών, που βρίσκονταν στη χειρότερη κατάσταση μέσα στα τελευταία ως τότε σαράντα χρόνια. Τόσο το ψυχολογικό κενό ανάμεσα στην Αθήνα και στις επαρχίες, όσο και το πραγματικό κενό ανάμεσα στην κυβέρνηση και στα όργανά της, διευκόλυναν το σκόπιμο σαμποτάρισμα της ανασυγκροτήσεως. Το σχέδιο του Βαρβαρέσου για την οικονομική και δημοσιονομική ανόρθωση είχε σαν βάση τον απλό έλεγχο των τιμών και την σχεδιασμένη φορολογική πολιτική. Κανένα από τα δυο αυτά δεν αποτελεί επαναστατική ιδέα με τα μέτρα του δυτικού κόσμου· και ούτε αποτελούσαν επαναστατικές ιδέες για την Ελλάδα. Το ιδιαίτερο όμως στην περίπτωση του Βαρβαρέσου είναι ότι ήταν αποφασισμένος να ασκήσει πραγματικό έλεγχο τιμών και να εξασφαλίσει την είσπραξη των φόρων. Δεν έδειξε όμως σύνεση στην προσπάθεια να πραγματοποιήσει τη γενναία του πρόθεση: απέρριπτε ασυζητητί όλες τις αντιρρήσεις, μερικές από τις οποίες ήταν λογικές, και περιφρονούσε όλα τα εμπόδια, μερικά από τα οποία ήταν ανυπέρβλητα. Για παράδειγμα, ένα μικρό αλλά αδιάκοπα προβαλλόμενο εμπόδιο ήταν η παρουσία στην Ελλάδα Βρετανών (και μερικών Αμερικανών) που ανήκαν στις ένοπλες δυνάμεις και οι οποίοι ήταν σε θέση να ξοδεύουν πολύ μεγαλύτερα ποσά από τον μέσο Έλληνα. Ο συναγωνισμός τους στην απόκτηση καταναλωτικών αγαθών συνέβαλλε στην άνοδο των τιμών, σε επίπεδα που έκαναν τη ζωή αδύνατη για τους Έλληνες. Όταν ο πληθωρισμός έφθασε σε αφόρητο σημείο, άρχισαν να υποφέρουν με τη σειρά τους και οι άνδρες των ξένων ενόπλων δυνάμεων και χρειάσθηκε να τους παραχωρηθούν ειδικά περιθώρια συναλλάγματος, ώσπου να αρχίσει μια περιοδική ανατίμηση της δραχμής. Αλλά, τότε το ύψος των πληρωμών τους, που γίνονταν σε στερλίνες και δολάρια, ανέβηκε αναλογικά και ο φαύλος κύκλος ξανάρχιζε ύστερα από μια σύντομης διάρκειας σταθεροποίηση. Αυτό δεν είναι παρά ένα μικρό παράδειγμα των δυσχερειών που αντιμετώπιζε ο Βαρβαρέσος. Οι μεγάλες του δυσκολίες βρίσκονταν στο γεγονός, ότι οι βιομήχανοι είχαν στον έλεγχό τους τον περισσότερο Digitized by 10uk1s
χρυσό της Ελλάδος και το ΚΚΕ τους περισσότερους εργάτες. Η ροπή προς τον χρυσό ήταν κληροδότημα της Κατοχής. Αφού ο πληθυσμός είχε μάθει από την πείρα τεσσάρων χρόνων να μην έχει εμπιστοσύνη στην δραχμή, έλεγχος του χρυσού σήμαινε έλεγχο των τιμών. Πέρασαν πολλοί μήνες, ώσπου μια άλλη κυβέρνηση να αποσπάσει τον έλεγχο του χρυσού από τα χέρια των βιομηχάνων. Χτυπητό παράδειγμα της νοοτροπίας των Ελλήνων βιομηχάνων ήταν ο βαθύπλουτος Μποδοσάκης - Αθανασιάδης, που φανταζόταν για τον εαυτό του ότι διηύθυνε από τα παρασκήνια την πολιτική στην Αθήνα. Επειδή κάποτε είχε έμμισθούς του πολλούς δημόσιους άνδρες, μεταξύ των οποίων ο Βούλγαρης και ο Ζέρβας, είχε κάποιο λόγο να το φαντάζεται. Για τους ανθρώπους του είδους του, που χρησιμοποιούσαν χρυσό στις παράνομες συναλλαγές τους, ο πληθωρισμός της δραχμής όχι μόνο δεν αποτελούσε δυσάρεστη κατάσταση, αλλά και πλεονέκτημα ουσιαστικά, προκειμένου ν' αντιμετωπίσουν τους φόρους του Βαρβαρέσου. Οι κομμουνιστές, που κατείχαν το μόνο σχεδόν άλλο μεγάλο απόθεμα χρυσού, είχαν το ίδιο πλεονέκτημα, στο οποίο μπορούσαν να προσθέσουν και το ειδικό πλεονέκτημα της επενδύσεώς τους στη λαϊκή δυστυχία. Έτσι, το ΚΚΕ είχε το καλύτερο που μπορούσε να περιμένει και από τους δυο κόσμους: μπορούσε να σαμποτάρει τα σχέδια του Βαρβαρέσου, κρατώντας τους Έλληνες εργάτες μακριά από την εργασία, που ήταν απαραίτητη για την ανασυγκρότηση, και, ταυτόχρονα, να αποσπά πολιτικά οφέλη από την αντιπληθωρική προπαγάνδα, στηριζόμενο στη δυσαρέσκεια, που ήταν η συνέπεια του πληθωρισμού. Τα εφόδια της UNRRA δεν ήταν δυνατό να διανεμηθούν ούτε να αξιοποιηθεί ο ελάχιστος φυσικός πλούτος της Ελλάδας, χωρίς τη συνεργασία των εργατών, προς το συμφέρον τους. Οι θαυμαστές ικανότητες του ελληνικού εργατικού δυναμικού έχουν πολλές φορές αποδειχθεί, αλλά ποτέ τόσο όσο με το κατόρθωμα του ανοίγματος του λιμανιού της Θεσσαλονίκης στη ναυσιπλοία, σχεδόν χωρίς καθόλου σύγχρονο τεχνικό εξοπλισμό, μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες από τη στιγμή που οι Γερμανοί καταβύθισαν σαράντα τρία πλοία κατά μήκος της προκυμαίας. Αλλά τα ελληνικά εργατικά συνδικάτα είχαν τόση δύναμη να επαυξήσουν τον πληθωρισμό, απέχοντας από την εργασία, όση είχαν και οι βιομήχανοι, διαχειριζόμενοι κατά τη θέλησή τους τον χρυσό και σφετεριζόμενοι τα εφόδια της UNRRA. Με τη δικαιολογία ότι οι βιομήχανοι έκαναν το δεύτερο (πράγμα που ήταν αλήθεια, αλλά όχι όλη η αλήθεια), το ΚΚΕ φρόντιζε να κάνουν τα συνδικάτα το πρώτο. Αυτό δε σημαίνει ότι ο έλεγχός του στους εργάτες ήταν απόλυτος· ήταν όμως αρκετός για τους πρακτικούς σκοπούς του. Μια σύντομη επισκόπηση των γεγονότων ύστερα από την επανάσταση θα βοηθήσει να εξηγηθεί η σημερινή θέση του ΚΚΕ στα συνδικάτα. Το πολιτικό αδιέξοδο στο συνδικαλιστικό κίνημα είχε γίνει πιο περίπλοκο επί κυβερνήσεως Πλαστήρα, με την προσθήκη στον ανταγωνισμό κομμουνιστών και ρεφορμιστών μιας νέας ομάδας υπό τον Χατζηδημητρίου, στον οποίο ο υπουργός Εργασίας του Πλαστήρα εμπιστεύθηκε την αναδιοργάνωση της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών. Όταν ο Καλομοίρης κι ο Στρατής επέστρεψαν στην Αθήνα, ενθαρρυμένοι από τη Συμφωνία της Βάρκιζας και από την μεσολάβηση του Σιτρίν, ήταν αηδιασμένοι εξ ίσου με τον Θέο και τον Νεφελούδη, που οι κομμουνιστές μπράβοι τους είχαν δολοφονήσει μερικούς από τους δικούς τους οπαδούς, και με τον Χατζηδημητρίου, ο οποίος δεν εκπροσωπούσε καμιά πραγματικότητα στη ζωή των Ελλήνων εργατών. Αλλά οι οπαδοί των πρώτων εξακολουθούσαν να ελέγχουν τα περισσότερα εργατικά κέντρα στη Βόρεια Ελλάδα, που είχαν καταλάβει μετά την απελευθέρωση· και οι οπαδοί του τελευταίου είχαν στον έλεγχό τους τα εργατικά κέντρα της Αθήνας και του Πειραιά, όπου είχαν εγκατασταθεί αυθαίρετα. Η μεσολάβηση του Σιτρίν έπεισε όλα τα κόμματα να συμφωνήσουν για διεξαγωγή νέων αρχαιρεσιών, τις οποίες ήρθαν από το Λονδίνο να επιβλέψουν οι κ.κ. Τιούσον, Φαίδερ και Πάπγουορθ. Αλλά, για ευνόητους λόγους, οι κομμουνιστές δεν βιάζονταν να τις διενεργήσουν στη Βόρεια Ελλάδα ούτε ο Χατζηδημητρίου στην πρωτεύουσα. Ύστερα από εβδομάδων μάταιες προσπάθειες με μικρή μόνο επιτυχία, οι αντιπρόσωποι της TUC αποχώρησαν. Ένα ακόμα πια οδυνηρό σημείο για τους ρεφορμιστές ήταν η σύνθεση της διοικήσεως της Γενικής Συνομοσπονδίας, που δεν ήταν δυνατό να ρυθμίζεται παρά μόνο με διορισμούς από τον υπουργό, ώσπου να διεξαχθούν οι αρχαιρεσίες σε όλες τις κατώτερες βαθμίδες. Πριν από την επέμβαση του Σιτρίν, ο Χατζηδημητρίου κατείχε όλες τις έδρες και αρνιόταν επί εβδομάδες να δεχθεί Digitized by 10uk1s
οποιαδήποτε αναδιάρθρωση, που θα του έδινε όχι απόλυτη πλειοψηφία. Ο Θέος απείλησε να ιδρύσει αντίπαλη Γενική Συνομοσπονδία, ο σκελετός της οποίας είχε ουσιαστικά τεθεί στον ΕΡΓΑΣ (Εργατικό Αντιφασιστικό Σύνδεσμο), παρασύροντας έναν μικρό αριθμό από τους οπαδούς των αντιπάλων του. Η απόπειρα όμως απέτυχε. Ο ΕΡΓΑΣ αναδιοργανώθηκε σαν συνώνυμος των κομμουνιστών, όταν επιτέλους οι υπομονετικές προσπάθειες του Στρατή και του Καλομοίρη έπεισαν τον Χατζηδημητρίου να δεχθεί λιγότερη από απόλυτη πλειοψηφία στη διοίκηση της επίσημης Γενικής Συνομοσπονδίας. Η μικρή αυτή επιτυχία διευκολύνθηκε από την πτώση του Πλαστήρα και την παρουσία ενός υπουργού Εργασίας της κυβερνήσεως Βούλγαρη, με περισσότερη κατανόηση. Κανένα όμως μόνιμο αποτέλεσμα δεν προήλθε, επειδή ακολούθησε μια εσωτερική ανταρσία στην ομάδα Χατζηδημητρίου, που έδωσε την ηγεσία της στον ακόμα πιο ανεύθυνο Μακρή. Ο Ζάκκας, ο νέος υπουργός Εργασίας, συνέχισε τις μάταιες προσπάθειες να κλείσει το κενό ως την ανάδειξη νόμιμης διοικήσεως, διορίζοντας διαδοχικά διάφορες διοικήσεις. Κανένα όμως από τα δυο άκρα δεν συμφωνούσε στη σύνθεσή τους. Συμβιβαστικές λύσεις δοκιμάζονταν και απορρίπτονταν η μια μετά την άλλη. Οι αρχαιρεσίες προχωρούσαν με αργό και ασυντόνιστο ρυθμό. Οι αυθαιρεσίες του Μακρή και οι παράφορες αντιδράσεις του Θέου και του Νεφελούδη παρέτειναν την αβεβαιότητα σε όλη τη διάρκεια της θητείας της κυβερνήσεως Βούλγαρη. Το μόνο που έμενε βέβαιο ήταν ότι κανένα από τα δυο άκρα δεν ήθελε ν' αποκατασταθεί η αρμονία. Από τις 20 Σεπτεμβρίου, όταν η τελευταία από τις προσωρινές διοικήσεις που ετοιμαζόταν να διορίσει ο Ζάκκας, απορρίφθηκε χωρίς ν' ακολουθήσει άλλη, επικράτησε η αναρχία. Ήταν αξιοσημείωτο όμως ότι, σε όλη τη διάρκεια του 1945, ενώ τα εργατικά συνδικάτα ήταν ακέφαλα, κάποιος διατηρούσε τον έλεγχό τους και τα χρησιμοποιούσε για τον σκοπό του, να παρεμβάλλει εμπόδια στην ανασυγκρότηση. Το ΚΚΕ δεν φρόντιζε ούτε να το κρύψει ότι ο κάποιος αυτός ήταν το ίδιο, που με τη μάσκα του ΕΡΓΑΣ ασκούσε αυτόν τον μερικό έλεγχο. Απεργίες κηρύσσονταν σπασμωδικά σε όλη την Ελλάδα, προπαντός όμως στα βόρεια τμήματα και στις καπνοπαραγωγούς περιοχές, χωρίς τουλάχιστο να γενικεύονται, όπως θα επέβαλλε η ύπαρξη μιας αντιπροσωπευτικής ηγεσίας. Όταν οι εργάτες κατάλαβαν ότι ζημίωναν ο ένας τον άλλο, τα ποσοστά συμμετοχής στις απεργίες ελαττώθηκαν. Και αυτά που έμειναν όμως ήταν αρκετά για να δείξουν (κυρίως όταν έβγαιναν στην ύπαιθρο και οι δημόσιες αρχές) ότι, αν οι κομμουνιστές ασκούσαν μερικό μόνο έλεγχο στη χώρα, η κυβέρνηση ασκούσε ακόμα μικρότερο έλεγχο. Έτσι, η Περίθαλψη έμεινε ελλιπής, αφού, το μέρος εκείνο του έργου της που ήταν η μεταβίβαση του μεγάλου όγκου των εφοδίων συντηρήσεως και του τεχνικού εξοπλισμού στην κυβέρνηση, ήταν μια προσπάθεια τόσο μάταιη, όσο αν προσπαθούσε κανείς να γεμίσει ένα απύθμενο πηγάδι, ενώ, το μέρος εκείνο που ήταν η παροχή βοήθειας κατά άτομο, στις επαρχίες, παρεμποδιζόταν από τους τοπικούς κομματάρχες. Η διάσταση μεταξύ κυβερνήσεως και κυβερνωμένου, είτε οι τελευταίοι ήταν οι κομμουνιστές είτε οι βιομήχανοι είτε τα θύματα και των μεν και των δε, οδήγησαν σε ναυάγιο το σχέδιο του Βαρβαρέσου και τον εξανάγκασαν σε παραίτηση, στις αρχές Σεπτεμβρίου. Ο Βούλγαρης δήλωσε ότι θα συνέχιζε την πολιτική του, αλλά απηχούσε μόνο τους ευσεβείς του πόθους. Η κατάρρευση του οικονομικού σχεδίου ήταν το σύμπτωμα μιας ολοκληρωτικής κυβερνητικής αποτυχίας. Και ήταν μόνο το πιο φανερό και αναμφισβήτητο σύμπτωμα ανάμεσα σε πολλά. Το ότι τα προβλήματα ήταν αλληλένδετα αποδείχνεται από τη νυσταλέα στάση μιας ορισμένης υπηρεσίας, του υπουργείου Δικαιοσύνης. Ο υπουργός είχε άμεση ή έμμεση ευθύνη για την καθεμιά από τις έξη κατηγορίες στις οποίες κατατάξαμε τα προβλήματα της χώρας. Στην Περίθαλψη και τα Οικονομικά (1 και 2) τον καθιστούσε υπεύθυνο το καθήκον του να διεξαγάγει έρευνα γύρω από την παράνομη συναλλαγή με λίρες και με αγαθά της UNRRA, όπου είχαν ανάμιξη μερικές φορές ορισμένοι από τους συναδέλφους του στην κυβέρνηση. Είχε ευθύνη ακόμα και αναφορικά με τα εργατικά συνδικάτα, μέσω των δικαστικών αντιπροσώπων, που έπρεπε να επικυρώσουν ή (όπως συνέβαινε στις περισσότερες περιπτώσεις) να ακυρώνουν τις αρχαιρεσίες. Τα πολιτικά εγκλήματα, επίσης, με τη στενή έννοια της τρίτης κατηγορίας, ήταν το αντικείμενο του ειδικότερου καθήκοντός του. Επειδή όμως ο όρος "έγκλημα" ήταν τώρα πιο περίπλοκος από ό,τι Digitized by 10uk1s
έξη μήνες ενωρίτερα και επειδή όλες του οι συναρτήσεις ήταν πριν απ' όλα πολιτικού χαρακτήρα, ο υπουργός είχε ευθύνη και για κάθε άλλο σχετικά ζήτημα. Για παράδειγμα, είχε την ευθύνη να ασκήσει διώξεις τόσο κατά των συνεργατών του εχθρού όσο και κατά των κομμουνιστών: δυο πολύ πλατιά και πολύ ενοχλητικά καθήκοντα, σχετιζόμενα με την πηγή κάβε διαμάχης ανάμεσα στον ελληνικό λαό και των οποίων η αντιμετώπιση ήταν άνιση. Τα δικαστήρια που δίκαζαν τους δοσίλογους συνεργάτες του εχθρού αποφαίνονταν ότι η κατηγορία για συμμετοχή στα Τάγματα Ασφαλείας δεν είχε θέση στο, κατηγορητήριο, επειδή η μόνη πρόθεση των κατηγορουμένων ήταν να προστατεύσουν τον νόμο και την τάξη "κατά εγκληματικών στοιχείων". Η θύελλα επιδεινώθηκε από την επιείκεια στην επιβολή ποινών για την κάθε κατηγορία συνεργασίας που γινόταν δεκτή από τα δικαστήρια, μολονότι ένας αμερόληπτος παρατηρητής θα κατανοούσε εύκολα αυτή την επιείκεια. Στο κλίμα εκείνης της εποχής, ο κομμουνισμός φαινόταν έγκλημα χειρότερο από την συνεργασία με τον κατακτητή· και η συνεργασία, αντίθετα με την θανατική ποινή, επιδεχόταν διαβαθμίσεις. Έως ένα βαθμό, επικρίσεις ήταν δυνατό να διατυπωθούν εναντίον καθενός που είχε μια οποιαδήποτε σχέση με τους Γερμανούς, όσο κι αν ήταν καλές οι προθέσεις του. Είχαν διατυπωθεί κατά του στρατηγού Γονατά, Σαρηγιάννη και Σπηλιωτόπουλου· κατά του Ιωάννη Πελτέκη, του Άγγελου Αγγελόπουλου και του Σμπαρούνη· ακόμα και κατ' αυτού του αρχιεπισκόπου Αθηνών. Ήταν δυνατό να διατυπωθούν εναντίον υποδεεστέρων οργάνων και συνεργατών των οργανώσεων ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ και ΠΑΟ (για να μην αναφέρουμε εκείνες που είχαν πολύ κακή υπόληψη) ακόμα κι αν οι ηγέτες τους δεν ευθύνονταν. Αυτή η κλιμάκωση του πολιτικού αδικήματος έκανε αντιπαθή την επιβολή θανατικής ποινής σε οποιονδήποτε από τους κατηγορούμενους. Αν και η ποινή αυτή επιβλήθηκε στον Τσολάκογλου και άλλους, τα δικαστήρια την ανέστειλαν αμέσως. Ο Ράλλης καταδικάστηκε μόνο σε ισόβια δεσμά. Έτσι, το ΚΚΕ απόκτησε έναν ακόμα λόγο να καταφέρεται κατά της κοινωνίας και τη στάση του σ' αυτό συμμερίζονταν οι άδολοι οπαδοί του αντιστασιακού κινήματος. Για να τονίσουν την άνιση αυστηρότητα του νόμου, συμμερίστηκαν επίσης με την τάξη όλες τις δυνατές ευκολίες των κρατικών φυλακών. Αφού οι συλλήψεις χωρίς ένταλμα και χωρίς μάλιστα διατυπωμένη κατηγορία είχαν γίνει κάτι το επιτρεπτό έξω από την Αθήνα και τον Πειραιά, οι φυλακές ξεχείλιζαν από πλήθη δήθεν κομμουνιστών, κρατουμένων για εγκλήματα που αναφέρονταν με πολύ αόριστο τρόπο. Αυτή λοιπόν η κατάσταση των φυλακών ήταν ένα ακόμα από τα προβλήματα για τα οποία είχε ευθύνη ο υπουργός Δικαιοσύνης, βοηθούμενος κατά καιρούς από δύο διαφορετικές βρετανικές αποστολές. Η δυσαναλογία μεταξύ κρατουμένων για εγκλήματα αναφερόμενα στα δεκεμβριανά και κρατουμένων για συνεργασία με τον κατακτητή (ή, σε πιο χονδρές γραμμές, μεταξύ κρατουμένων οπαδών της Αριστεράς και οπαδών της Δεξιάς) ήταν τεράστια, σε βάρος των πρώτων. Σε πολλές περιπτώσεις, φαινόταν ότι είχαν ελάχιστες ελπίδες να προσαχθούν ποτέ σε δίκη. Μια μερική λύση και των δυο προβλημάτων βρέθηκε στη φόρμουλα που βαπτίσθηκε "αποσυμφόρηση των φυλακών" και η οποία μετρίασε το κακό, χωρίς να γίνει παραχώρηση στην αρχή της αμνηστίας. Αυξάνοντας τον αριθμό των δικαστηρίων, απολύοντας όσους κατηγορούνταν για αδικήματα που αναφέρονταν στην περίοδο πριν από (και κατά) τον Δεκέμβριο και δεν είχαν δικαστεί μέσα σε έξη μήνες από τη σύλληψή τους και επαναφέροντας σε ισχύ το άρθρο 5 του Συντάγματος του 1911, που απαγόρευε τη σύλληψη χωρίς ένταλμα, ο υπουργός ελάφρωσε το βάρος που είχε στους ώμους του. Αλλά το ΚΚΕ δεν ήθελε ν' απολυθούν από τις φυλακές όλοι οι οπαδοί του. Μέσα στις φυλακές, θα μπορούσαν να εργασθούν πολύ καλά ανάμεσα στους συγκρατούμενούς τους, για να επιτύχουν ώστε, όσοι κι αν είχαν συλληφθεί κατά λάθος σαν οπαδοί του κομμουνισμού να διορθωθεί το λάθος πριν βγουν από τη φυλακή. Είχαν συγκεντρωμένο στα χέρια τους το απαραίτητο υλικό για να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα με τη διαφώτιση. Κατείχαν μια αφορμή για διαμαρτυρία από τον Τύπο, που δεν ήθελαν να την Digitized by 10uk1s
χάσουν. Ο Ζαχαριάδης προκάλεσε τις αρχές να τον συλλάβουν, δημοσιεύοντας ένα άρθρο στην κομμουνιστική εφημερίδα "Ριζοσπάστης", όπου ισχυριζόταν ότι ελληνικά στρατεύματα συγκεντρώνονταν κατά μήκος των ελληνοαλβανικών συνόρων. Ο εισαγγελέας διέταξε δικαστική δίωξή του, προσφέροντας έτσι στη δίκη του ένα βήμα στον πολιτικό κόσμο της Αθήνας, ο οποίος χρειαζόταν πολύ ένα υποκατάστατο του Κοινοβουλίου και έσπευσε να επωφεληθεί από την ευκαιρία, με το πρόσχημα ότι προσερχόταν για μαρτυρική κατάθεση. Το δικαστήριο όμως είχε αρκετή σύνεση, ώστε να μη φυλακίσει τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ και μόνο όταν ο Ζαχαριάδης κατέφυγε στην παρανομία τον Μάιο του 1947, προχώρησε η ελληνική δικαιοσύνη στην καθαρή φάρσα να τον καταδικάσει ερήμην. Σαν πολιτικός μάρτυρας και σαν φυσικός κάτοχος της έδρας της προπαγάνδας στο κομμουνιστικό πανεπιστήμιο των φυλακών Αβέρωφ, θα έκανε να ναυαγήσει ακόμα και η ασθενική πολιτική της "αποσυμφορήσεως". Το επεισόδιο αυτό είχε σημασία μόνο σαν απόδειξη, ότι οι Έλληνες εξακολουθούσαν να είναι ελεύθεροι να γράφουν και να λένε ό,τι ήθελαν, κάτι που δεν υπήρχε στην Ανατολική Ευρώπη. Αλλά εξακολουθούσε να μένει αναπάντητο το παράδοξο ερώτημα, αν οι ένοικοι των φυλακών ήταν καλύτερα να βρίσκονται μέσα ή έξω από τη φυλακή. Πολλοί απ' αυτούς ήταν αθώα σχετικά θύματα της αναστολής του "χάμπεας κόρπους"· πολλοί ήταν επαγγελματίες ταραχοποιοί, για τους οποίους πεδίο δράσεως ήταν το μέρος όπου συνέβαινε να βρεθούν κάθε φορά. Πολύ λιγότεροι (και αυτοί όχι πάντα τόσο εξακριβωμένα) ήταν εκείνοι κατά των οποίων μπορούσε να στηριχθεί κατηγορία. Η αποσυμφόρηση ήταν τόσο μάταιη, όσο η αμνηστία ήταν αντικείμενο φιλονικίας. Το υπουργείο Δικαιοσύνης είχε καταντήσει πρότυπο υπηρεσίας που είχε χάσει τον έλεγχο στον χώρο της αρμοδιότητάς της. Αυτό, με τη σειρά του, ήταν ένα σύμπτωμα της γενικής διαλύσεως σε ότι αφορούσε τη δημόσια τάξη. Η πίεση κάτω από την οποία εξαρθρώνονταν ο νόμος και η τάξη ήταν αποτέλεσμα της επενέργειας των δυνάμεων που σχετίζονταν με τις κατηγορίες 4-6 των προβλημάτων της κυβερνήσεως. Η δημόσια τάξη δεν ήταν πια ένα μεμονωμένο πρόβλημα. Συνδεόταν με το πρόβλημα των εξωτερικών σχέσεων (4), αφού μια από τις κύριες απειλές κατά της δημοσίας τάξεως είχε την πηγή της πέρα από τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας, καθώς και με το πρόβλημα της εθνικής άμυνας (6), αφού η άλλη κύρια απειλή κατά της δημοσίας τάξεως είχε την πηγή της στους κόλπους των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ο ελληνικός λαός εξακολουθούσε ν' αναγνωρίζει τις δυο αυτές απειλές κάτω από τις επωνυμίες ΚΚΕ και Χ. Η πραγματικότητα όμως είχε γίνει πιο περίπλοκη. Τόσο η Αριστερά όσο κι η Δεξιά είχαν επεκτείνει την επιρροή τους σε βάρος του Κέντρου, που, θεωρητικά, περιλάμβανε την πλειοψηφία της κοινής γνώμης, αλλά στην πράξη συνθλιβόταν ανάμεσα στην επάνω και στην κάτω μυλόπετρα και κινδύνευε να εξαφανισθεί. Πριν από τα τέλη του 1945, η ανάπτυξη των δύο άκρων είχε απειλήσει να καταπιεί κάθε Έλληνα με πολιτική συνείδηση. Η διαμάχη, τυποποιημένη από το ΚΚΕ και την Χ, είχε γίνει περίπου το μοναδικό περιεχόμενο της ελληνικής πολιτικής ζωής. Το ΚΚΕ ελάττωσε την αριθμητική του δύναμη με τις εκκαθαρίσεις που έγιναν ύστερα από την επανάσταση, αλλά πλάτυνε τόσο την περιοχή της ακτινοβολίας του όσο και την πολιτική του επιφάνεια. Ο χωρίς διάκριση διωγμός των Ελλήνων που συνδέονταν με το αντιστασιακό κίνημα, από μικροπρεπείς δημόσιους λειτουργούς που έκαναν βεντέτα, είχε δώσει στο ΚΚΕ πολύ μεγαλύτερο δυνητικό αριθμό ψήφων, τουλάχιστο κάτω από την μεταμφίεσή του, το ΕΑΜ. Η επιστροφή του Ζαχαριάδη είχε καθορίσει την κομματική του γραμμή, αν δεν είχε εξαλείψει τις εσωτερικές διαφωνίες. Ο Ζαχαριάδης, μετά την ανάληψη της ηγεσίας, γνωρίζοντας λιγότερο από τον προκάτοχό του τα αισθήματα των Ελλήνων μέσα στη χώρα τους, ήταν φυσικό να κλίνει περισσότερο προς την σοβιετική πολιτική. Ο συντονισμός της πολιτικής του ΚΚΕ με την πολιτική των άλλων κομμουνιστών της Βαλκανικής ήταν πια έξω από κάθε αμφιβολία, όπως και οι στενοί δεσμοί του με τη Μόσχα. Το κόμμα βγήκε από τη δοκιμασία του συμπαγέστερο, ικανότερο, πιο αποφασιστικό. Οι μπράβοι του και οι συμμορίτες του, περιλαμβανομένου και του Βελουχιώτη, ξανάρχισαν τη δράση. Δεν έκρυβε πια τη συνήθειά του να κοιτάζει προς τον βορρά για οδηγίες, καθώς και για λαθραία εισαγωγή ένοπλης βοήθειας. Έβρισκε όμως ακόμα χρήσιμη τη διαφανή μάσκα του ΕΑΜ, για να εκφράζει την καθαρά ελληνική πολιτική του. Στην πρώτη δημόσια δήλωση Digitized by 10uk1s
μετά την επιστροφή του, ο Ζαχαριάδης υποστήριξε τις διεκδικήσεις της Ελλάδας στη Δωδεκάνησο και στην Κύπρο, άφησε όμως να εννοηθεί, ότι οι διεκδικήσεις προς τα βόρεια θα έθεταν σε κίνδυνο τη βαλκανική ειρήνη και συνεργασία. Η κατακραυγή που προκάλεσαν αυτές οι δηλώσεις θορύβησε τόσο το ΚΚΕ, ώστε σχεδίασε μια αναθεωρημένη πολιτική, σύμφωνα με την οποία το κόμμα, "διατηρώντας τις επιφυλάξεις του", θα σεβόταν τη γνώμη της πλειοψηφίας. Στο εξής, όταν οι κομμουνιστές μιλούσαν με το στόμα του ΕΑΜ, φρόντιζαν να συμφωνούν με τις περισσότερες εδαφικές διεκδικήσεις των εθνικιστών και να επιφυλάσσουν τις πιο ζωηρές αντιρρήσεις τους (όπως το ότι η βόρεια Ήπειρος δεν άξιζε να γίνει γι' αυτήν αγώνας) για τις περιπτώσεις που μιλούσαν σαν ΚΚΕ. Οι δυο κομμουνιστικές εφημερίδες, ο "Ριζοσπάστης" και η "Ελεύθερη Ελλάδα", επανειλημμένα έγραψαν σύμφωνα με το πνεύμα της γιουγκοσλαβικής "Μπόρμπα" και της σοβιετικής "Πράβδα", αλλά ο Σβώλος, έχοντας θεωρητικά διαχωρίσει τις ευθύνες του από το ΚΚΕ, ενώ στην πράξη εξακολουθούσε να υποστηρίζει το ΕΑΜ, χρησιμοποιούσε την εφημερίδα του '"Μάχη" για να υποστηρίζει μ' επιμονή ότι η Μακεδονία έπρεπε να μείνει ελληνική. Η διάκριση αυτή σε δυο διαφορετικές φωνές αποδείχθηκε καλή επένδυση, θεωρήθηκε καλό μάλιστα με τη μια φωνή να αποκηρύσσονται διαφωνούντες, όπως ο Άρης Βελουχιώτης, που είχε αποδοκιμάσει τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Αλλά, κατά κανόνα, οι κομμουνιστές έβρισκαν ότι τους ήταν "αδύνατο να συγκρατήσουν" την αγανάκτηση του ελληνικού λαού, ενώ ταυτόχρονα το ΕΑΜ έκανε εκκλήσεις για μετριοπάθεια, τάξη και σύνεση. Μια παράλληλη εξέλιξη σημειωνόταν στη Δεξιά. Η Χ εξακολουθούσε να είναι ο σκληρός πυρήνας των βιαιοτήτων της και είχε την ίδια σχέση, όπως και το ΚΚΕ στην περίπτωσή του, με το εξωτερικό της περίβλημα. Είχε τις συμπάθειες μερικών ανωτάτων αξιωματικών. Αν και δεν υπάρχουν αποδείξεις για δεσμό του Ζέρβα μαζί της το 1945, οι πρώην συνεργάτες του βοήθησαν το έργο της όταν επέστρεψαν από την Κέρκυρα στην Ήπειρο, συμπληρώνοντας τον διωγμό των Τσάμηδων. Και άλλοι επίσης στρατιωτικοί βρήκαν το πνεύμα της σύμφωνο με το δικό τους. Στους δορυφόρους της στις ένοπλες δυνάμεις πρόσθεσε τον ΣΑΝ (Σύνδεσμο Νέων Αξιωματικών), του οποίου την ύπαρξη σαν φιλομοναρχικής ομάδας πιέσεως επιβεβαίωσε πρώτος ο Τσουδερός τον Απρίλιο. Αυτό φάνηκε να ομολογείται, όταν ο Βούλγαρης απηύθυνε ημερησία διαταγή προς τις ένοπλες δυνάμεις, με την οποία τις προειδοποιούσε να απέχουν από πολιτικές δραστηριότητες. Η προειδοποίηση, φυσικά, αφορούσε και τη δραστηριότητα των κομμουνιστών στις ένοπλες δυνάμεις. Μολονότι όμως το ΚΚΕ είχε καταβάλει μεγάλες προσπάθειες να εισδύσει σ' αυτές, η επιτυχία του εδώ, αν εξαιρέσουμε τις κατώτερες βαθμίδες της ιεραρχίας, ήταν ασήμαντη σε σύγκριση με τις πολιτικές δραστηριότητες της Δεξιάς. Μια άλλη από τις συγγένειες της Χ ήταν εκείνη που διατηρούσε με τις μικρές ομάδες μπράβων και συμμοριτών, που άρχισαν να δρουν κατά των υπολειμμάτων του ΕΛΑΣ, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο και στη Θεσσαλία, κάτω από την φανατική ηγεσία του Μαγγανά και του Σούρλα, αντίστοιχα. Επικράτησε να χαρακτηρίζονται με ελαστικότητα οι ομάδες αυτές σαν Δεξιά, επειδή σκοπός τους ήταν να βοηθήσουν στην εξόντωση του ΕΛΑΣ· αλλά η βεντέτα είχε σπουδαιότερη θέση στους κόλπους τους παρά η πολιτική. Έτσι, τα πολιτικά κόμματα της Δεξιάς ισχυρίζονταν ότι δεν ήταν σε θέση να επιβάλουν έλεγχο τόσο σ' αυτές όσο και στην Χ, όπως ακριβώς το ΕΑΜ ισχυριζόταν ότι δεν είχε υπό τον έλεγχό του τον Άρη Βελουχιώτη. Η εκστρατεία των ελληνικών αρχών κατά του Μαγγανά και του Σούρλα χαρακτηριζόταν από λιγότερο ενθουσιασμό, παρά η εκστρατεία τους κατά του Βελουχιώτη. Όταν μάλιστα ο Άρης βρήκε το θάνατο σε μια συμπλοκή, στις 16 Ιουνίου 1945, οι "συμμορίτες της Δεξιάς", αν δεν πήραν μέρος στην εξόντωσή του, βοήθησαν ασφαλώς στην παγίδευσή του. Πρόθεσή τους ήταν να συνεργάζονται με τον καθένα που καταπολεμούσε το ΚΚΕ, ακόμα και με μια κυβέρνηση που ανυπομονούσαν να αντικατασταθεί από μια άλλη, πιο ακραία. Η συνεργασία τους βέβαια υπερέβαλε αυτή την πρόθεση, με το να καταστρέφουν π.χ. συστηματικά τα τυπογραφεία που εργάζονταν για το ΚΚΕ στις επαρχιακές πόλεις, ενώ η κυβέρνηση, επίσημα, διακήρυττε ότι ο Τύπος ήταν ελεύθερος. Τη στάση τους έκανε πιο αποφασιστική η βεβαιότητα ότι τα σώματα ασφαλείας και οι ένοπλες δυνάμεις στην πλειοψηφία τους ήταν με το μέρος τους. Παρά τις προσπάθειές της να καταστείλει την βεντέτα, η κυβέρνηση συμμεριζόταν αυτή τη βεβαιότητα, την οποία τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 1944 είχαν κάμει να φαίνεται φυσική. Digitized by 10uk1s
Πραγματικά, δεν μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Ούτε μπορούσε να κάμει τίποτε η κυβέρνηση, έκτος αν υποχωρούσε στις απαιτήσεις του ΚΚΕ, για να το αλλάξει. Μια άλλη περιπλοκή πρόσθεσε η ύπαρξη τριών διαφορετικών δυνάμεων που διεκδικούσαν την πρωταρχική αρμοδιότητα στα ζητήματα εθνικής ασφαλείας. Οι δυνάμεις αυτές ήταν η Αστυνομία (μαζί με την Χωροφυλακή στις επαρχίες), η Εθνοφυλακή, όπως είχε οργανωθεί επί Πλαστήρα, και ο Στρατός. Θεωρητικά, δεν υπήρχε σύγχυση στις αρμοδιότητές τους, αφού η Εθνοφυλακή ήταν ένα προσωρινό σώμα, που θα παρέδιδε τις υπηρεσίες της στη Χωροφυλακή τον Σεπτέμβριο του 1945 και ο Στρατός ήταν υπεύθυνος μόνο για την ασφάλεια των συνόρων. Στην πράξη, δυο λόγοι δημιουργούσαν σύγχυση στις αρμοδιότητες τους: πρώτο, ο μη κανονικός ρυθμός στην αναδιοργάνωση της Χωροφυλακής στα διάφορα τμήματα της χώρας· δεύτερο, η δημιουργία πηγών εσωτερικής αναταραχής από ενέργειες πέρα από τα βόρεια σύνορα. Ο τρόπος και ο βαθμός εκδηλώσεως ενδιαφέροντος από τον στρατό και τα σώματα ασφαλείας, αντίστοιχα, ήταν κάτι που προσφερόταν θαυμάσια για εκμετάλλευση από το ΚΚΕ. Δημιουργήθηκε έτσι κάποια παρεξήγηση ανάμεσα στον στρατό και στη Χωροφυλακή, που προστέθηκε στην κοινή τους περιφρόνηση για την Εθνοφυλακή. Πολλοί από όσους ανήκαν στην τελευταία, στρατολογημένοι βιαστικά επί Πλαστήρα, άσχημα εκπαιδευμένοι και εξοπλισμένοι, εκδικητικοί και απείθαρχοι, έδειχναν να συνδυάζουν δυσάρεστα χαρακτηριστικά του ΕΛΑΣ και των Ταγμάτων Ασφαλείας. Αλλά, τόσο αυτοί, όσο και οι περισσότεροι Έλληνες κατά των οποίων είχαν εξαπολύσει διωγμό, δεν ήταν παρά τα όργανα που βοηθούσαν να καταρρακωθεί η δημόσια τάξη. Τα χέρια άνηκαν σε άλλους, πιο ευφυείς. Και απ' αυτή την πλευρά, επίσης, η κυβέρνηση Βούλγαρη παρεμποδιζόταν στο έργο της από μια μοιραία σύμπτωση συμφερόντων των δυο άκρων. Και τα δυο άκρα προσδοκούσαν οφέλη από την διασάλευση της τάξεως: η Δεξιά, να ανατρέψει την υπηρεσιακή κυβέρνηση και να την αντικαταστήσει εκείνη· η Αριστερά, διαλύοντας ό,τι είχε μείνει από το ελληνικό κράτος, για να διευκολύνει ξενική επέμβαση από τα βόρεια. Η προσπάθεια της πρώτης ήταν απροκάλυπτη και κραυγαλέα. Η δεύτερη ήταν πιο ευέλικτη: υπόνοιες μόνο διαφαίνονταν για τα σχέδιά της. Οι αντίπαλες πλευρές εκδήλωσαν συμβολικά την αντίστοιχη αφοσίωσή τους μέσα στον Μάιο, όταν η Δεξιά χρησιμοποίησε την ονομαστική εορτή του Γεώργιου Β' για να οργανώσει εθνικιστικές διαδηλώσεις και το ΕΑΜ χρησιμοποίησε την Ημέρα της Νίκης για να στείλει συγχαρητήρια στον Στάλιν. Η Αριστερά είχε πολύ μεγαλύτερη επιτυχία σε σύγκριση με τη Δεξιά σ' αυτή την περίπτωση: η εορτή του Αγίου Γεωργίου πέρασε με μέτριο ενθουσιασμό· αλλά ο Στάλιν έστειλε στο ΕΑΜ μια ευγενική απάντηση, που ήταν κάτι περισσότερο από την απάντηση που πήραν ο αντιβασιλέας και ο πρωθυπουργός με την ίδια ευκαιρία. Η υπεροχή του ΚΚΕ στο να επωφελείται από μια ευκαιρία φάνηκε και πάλι τον Ιούνιο, σε μια άλλη παράλληλη περίπτωση: στη θριαμβευτική επιστροφή του Νίκου Ζαχαριάδη στην Αθήνα και στην επιστροφή του στρατηγού Παπάγου και των τεσσάρων συγκρατουμένων του από την ίδια αιχμαλωσία, που πέρασε απαρατήρητη. Τα αποτελέσματα των βρετανικών γενικών εκλογών τον Ιούλιο έδωσαν στην ελληνική Αριστερά μια ακόμα λαμπρή ευκαιρία. Όταν όμως η αναμενόμενη επανάσταση στο Foreign Office δεν έγινε, η ευκαιρία δεν άργησε να περάσει στα χέρια της Δεξιάς. Αυτό όμως το παιχνίδι για δημιουργία εντυπώσεων στα μάτια της κοινής γνώμης δεν ήταν τίποτε σε σύγκριση με τις πολύ πιο σοβαρές καταστάσεις που δημιουργήθηκαν το καλοκαίρι του 1945. Όταν ο Τίτο απέτυχε στην απόπειρά του να καταλάβει την Τεργέστη τον Μάιο και η απόφαση των Δυτικών Συμμάχων να την διασώσουν από σλαβική κατοχή έγινε φανερή, εύκολα μπορούσε να προβλέψει κανείς, ότι η προσοχή όλων θα στρεφόταν στη Θεσσαλονίκη, το μόνο άλλο μεγάλο λιμάνι στη Μεσόγειο, όπου οι σοβιετικοί δορυφόροι μπορούσαν να διατυπώσουν εύλογη αξίωση. Η αναταραχή άρχισε τον Ιούλιο. Αμέσως μόλις ρυθμίσθηκαν τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας με την ανάκτηση του Κόσοβο, που κατείχε η Αλβανία και ενός μικρού τμήματος της Μακεδονίας που κατείχε η Βουλγαρία, και οι τρεις χώρες έστρεψαν την προσοχή τους προς τα νότια. Οι εφημερίδες Digitized by 10uk1s
τους άρχισαν μια βίαιη εκστρατεία, που την αναμετέδωσαν αμυδρά ο "Ριζοσπάστης" και η "Ελεύθερη Ελλάδα" κατά του διωγμού των Τουρκαλβανών Τσάμηδων και των Σλαβομακεδόνων από την ελληνική κυβέρνηση. Ο δεξιός Τύπος της Αθήνας τις συναγωνίσθηκε, κατηγορώντας τους Αλβανούς, τους Γιουγκοσλάβους και τους Βουλγάρους ότι εξόντωναν τις ελληνικές μειονότητες στα εδάφη τους. Ο ένας κατηγορούσε τον άλλο ότι ετοιμαζόταν να περάσει τα σύνορα για να ενεργήσει ένοπλη επίθεση. Αντικειμενικοί όμως παρατηρητές, που επισκέφθηκαν τις απειλούμενες περιοχές, διαπίστωσαν ότι καμιά ένδειξη δεν υπήρχε για επικείμενη σύγκρουση και ότι η κακομεταχείριση των πληθυσμών ήταν ασήμαντη. Ήταν πάντως βέβαιο, από τη μια πλευρά, ότι η Ελλάδα δεν είχε ένοπλες δυνάμεις άξιες λόγου, με τις οποίες θα μπορούσε να απειλήσει οποιονδήποτε· από την άλλη πλευρά, ότι ο Κόκκινος Στρατός είχε αυξήσει τις δυνάμεις που διατηρούσε στη Βουλγαρία και η κυβέρνηση του Τίτο είχε αρχίσει να δείχνει ζωηρή επιθυμία να στέλνει στρατιωτικές αποστολές για τον επαναπατρισμό Γιουγκοσλάβων από γειτονικές χώρες, που δεν είχαν καθόλου. Μια τέτοια αποστολή είχε φθάσει στην Αλβανία. Μια άλλη, επιδίωξε μάταια να προσκληθεί στην Ελλάδα. Όταν δόθηκε αρνητική απάντηση, η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση απηύθυνε διακοίνωση στην ελληνική, σε γλώσσα που ήταν άλλοτε το καθιερωμένο προμήνυμα πολέμου, καταγγέλλοντας φανταστικές παραβιάσεις των συνόρων, καθώς και ωμότητες σε βάρος του σλαβόφωνου πληθυσμού στην Ελλάδα, οι οποίες δεν ήταν εντελώς φανταστικές, όχι όμως όσο τις παρουσίαζε ο Τίτο. Λίγο ύστερα απ' αυτό, η αλβανική κυβέρνηση απηύθυνε στην ελληνική παρόμοια διακοίνωση, σε λιγότερο συγκρατημένη γλώσσα· οι καταγγελίες της αναφέρονταν σε αποβιβάσεις χωρίς άδεια στην Αλβανία από το στενό της Κέρκυρας και στην μεροληπτική μεταχείριση των Ηπειρωτών οπαδών του Ζέρβα σε βάρος των Τσάμηδων. Και στις δύο διακοινώσεις, η ελληνική κυβέρνηση απάντησε με αξιοπρεπή και εύστοχο τρόπο, αλλά ο δεξιός Τύπος, απαντώντας με λιγότερη αξιοπρέπεια, κατέστρεψε το ευνοϊκό αποτέλεσμα. Την ταραγμένη περιοχή της Μακεδονίας επισκέφθηκαν μέσα στο καλοκαίρι ο αντιβασιλέας, ο πρωθυπουργός, ο Σβώλος και ο Ζαχαριάδης. Αλλά ακόμα κι αυτός ο τελευταίος δεν προκάλεσε κανένα επεισόδιο. Η εντύπωση ότι την αναταραχή την είχαν επινοήσει σε μεγάλο βαθμό οι πολιτικοί στις πρωτεύουσες φάνηκε να επαληθεύεται με την άφιξη στην Αθήνα μιας αντιπροσωπείας Μακεδόνων Φιλελευθέρων, με σκοπό να πληροφορήσουν τους ηγέτες τους Σοφούλη και Καφαντάρη (οι οποίοι διασκέδαζαν τα γηρατειά τους υποκινώντας αναταραχή, για να θορυβήσουν την κυβέρνηση) ότι η χώρα τους δεν ενδιαφερόταν πια για πολιτικά ζητήματα τόσο όσο ενδιαφερόταν για ανασυγκρότηση. Αλλά οι εμπνευστές των ταραχών, και στην Αθήνα και στο Βελιγράδι, τώρα μόλις ακόμα είχαν αρχίσει. Οι ταραχοποιοί της Δεξιάς είχαν ίσως δίκιο να πιστεύουν, ότι οι αντίπαλοί τους συνωμοτούσαν κατά των βορείων συνόρων: αυτό αποδείχθηκε το 1947. Αλλά, στην εκλογή των μεθόδων για την αντιμετώπιση της απειλής, έκαναν τα πράγματα χειρότερα. Οι εφημερίδες τους ζητούσαν την άμεση κατάληψη της Βορείου Ηπείρου και τμήματος της Βουλγαρίας, στην ανάγκη από βρετανικά στρατεύματα, αφού δεν υπήρχαν άλλα. Ο έλεγχός τους στην Εθνοφυλακή ήταν ηθικά ισχυρότερος από τον έλεγχο που ασκούσε σ' αυτήν η κυβέρνηση, πράγμα που οφειλόταν στον τρόπο με τον οποίο είχαν στρατολογηθεί οι δυνάμεις της. Η επιρροή τους στον στρατό, μέσω της Χ και του ΣΑΝ, ήταν ελάχιστα μικρότερη και, στην Αστυνομία και Χωροφυλακή, η ίδια περίπου. Όλες αυτές οι δυνάμεις χρησιμοποιούνταν για την νομιμοφανή καταπίεση των Ελλήνων εκείνων που είχαν δεσμούς με το αντιστασιακό κίνημα. Ένοπλες συμμορίες συμπλήρωναν την καταπίεση με παράνομα μέσα. Το αποτέλεσμα ήταν η αριθμητική αύξηση των δυνάμεων της Αριστεράς. Ταυτόχρονα οι ανευθυνολογίες του δεξιού Τύπου έδιναν κύρος στις κατηγορίες που διατύπωναν ο Τίτο και τα ΚΚΕ. Μια βρετανική αστυνομική αποστολή έκανε ό,τι ήταν δυνατό για να εκριζώσει την τάση των κατωτέρων αξιωματικών των σωμάτων ασφαλείας να εφαρμόζουν οι ίδιοι τον νόμο, αλλά αποκαρδιώθηκε από την ευκολία με την οποία οι αξιωματικοί αυτοί γλιστρούσαν μέσα από τα κενά του και άλλαζαν θέσεις χωρίς να δίνουν λογαριασμό, πολλές φορές αντίθετα με κατηγορηματικές συμφωνίες. Οι ελλείψεις των μέσων επικοινωνίας άφηναν λυτά τα χέρια των υφισταμένων οργάνων. Τον Ιούνιο έγινε το πρώτο βήμα προς την ορθή κατεύθυνση με την απόσπαση της Χωροφυλακής από τη διοίκηση του στρατού. Αλλά ακόμα και μέσα στο ίδιο το Digitized by 10uk1s
υπουργείο Εσωτερικών το προσωπικό πειθαρχούσε στη συντονιστική πρωτοβουλία ενός αξιωματικού του στρατού, του στρατηγού Ανανιάδη, του οποίου ο ρόλος ήταν τόσο άτοπος όσο και ο διορισμός του στρατηγού Βλάχου επί κυβερνήσεως Πλαστήρα. Όλες οι βρετανικές αποστολές τόνιζαν στις ελληνικές αρχές τη σημασία του ν' απαλλαγούν από την τάση να αλλάζουν για πολιτικούς λόγους τα πρόσωπα που κατείχαν καίριες θέσεις με κάθε αλλαγή κυβερνήσεως. Η κάθε νέα κυβέρνηση συμφωνούσε ότι έπρεπε να καταργηθεί αυτή η συνήθεια. Η κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα το 1945 ήταν για γέλια και για δάκρυα, αλλά δεν περίσσευε στον κόσμο ούτε τα ένα ούτε το άλλο. Η ελληνική κατάσταση ήταν ασήμαντη υπόθεση σε σύγκριση με τα γεγονότα που συγκέντρωναν την προσοχή του κόσμου από μήνα σε μήνα, το 1945. Οι ημερομηνίες και μόνο δείχνουν πόσο λίγος χώρος έμενε για να καταλάβουν οι ελληνικές υποθέσεις στους τίτλους των εφημερίδων. Τον Απρίλιο, ο Χίτλερ και ο Mussolini βρήκαν το θάνατο. Τον Μάιο, η Γερμανία παραδόθηκε χωρίς όρους. Τον Ιούνιο, βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα ανέλαβαν να καταστείλουν μια εξέγερση στον Λίβανο, που απείλησε να γίνει μια επανάληψη των δεκεμβριανών της Αθήνας. Τον Ιούλιο, οι "Τρεις Μεγάλοι" συναντήθηκαν στο Πότσδαμ, αλλά η διάσκεψή τους διακόπηκε από το εκπληκτικό αποτέλεσμα των γενικών εκλογών στη Βρετανία. Τον Αύγουστο, η ατομική βόμβα τερμάτισε τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Σεπτέμβριο, συναντήθηκαν στο Λονδίνο οι υπουργοί Εξωτερικών των τεσσάρων κυριοτέρων δυνάμεων. Καμιά από τις μεγάλες δυνάμεις δεν μπορούσε να δώσει πολλή προσοχή στην Ελλάδα. Η ΕΣΣΔ, μάλιστα, δεν έδινε ούτε και αυτήν τη λίγη προσοχή. Η Βρετανία εξακολούθησε να διοχετεύει χρήμα και αποστολές στη χώρα, αλλά είχε αρχίσει πια να γίνεται φανερό, ότι οι βρετανικοί πόροι ήταν περιορισμένοι: η εκλογή κυβερνήσεως των Εργατικών στη Βρετανία κλόνισε την εμπιστοσύνη της Ελλάδας, που είχε ήδη υπονομευθεί, από την αποκάλυψη που έγινε τον Δεκέμβριο, ότι οι Βρετανοί δεν ήταν ακριβώς υπεράνθρωποι. Η βρετανική επιρροή κόντευε να τερματισθεί στην Ελλάδα. Ο Βρετανός φορολογούμενος πολίτης, αφού είχε υποβληθεί σε τεράστια έξοδα για να κρατήσει ανοικτή την πόρτα στις δημοκρατικές διαδικασίες, αντιδρώντας στην απόπειρα της άκρας Αριστεράς να την κλείσει το 1944 και της άκρας Δεξιάς να την κλείσει το 1945, είχε φθάσει τώρα στο σημείο να παραιτηθεί από την προσπάθεια. Οι ΗΠΑ, επειδή δεν ήταν ακόμα έτοιμες για το τόλμημα, περιορίζονταν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με το ν' αποδεχθούν πρόσκληση στη διάσκεψη της Βάρκιζας, να μετάσχουν στην επόπτευση των εκλογών, και στην εκτρωματική πρόταση να συσταθεί επιτροπή από εκπροσώπους των τεσσάρων μεγάλων δυνάμεων, για να εξετάσει την κατάσταση στα σύνορα. Κατά τα άλλα, η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε αναλάβει μόνο την ουδέτερη υποχρέωση να μετέχει στην UNRRA, όπου η συμβολή της είχε ασύγκριτα μεγαλύτερη βαρύτητα από τη συμβολή οποιασδήποτε άλλης χώρας, αλλά, θεωρητικά, χωρίς πολιτική ανάμιξη. Το ενδιαφέρον της ΕΣΣΔ για την Ελλάδα ήταν ακόμα μικρότερο, επιφανειακά. Η σοβιετική κυβέρνηση αποδοκίμασε την επόπτευση των εκλογών, σαν αθέμιτη επέμβαση, αν και είχε αποδεχθεί αυτή την αρχή στη Γιάλτα. Τα πιο πιθανά κίνητρά της ήταν ο φόβος ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα διεκδικούσαν το δικαίωμα επεμβάσεως στις εκλογές και άλλων βαλκανικών χωρών και το ενδεχόμενο μιας ήττας της ελληνικής Αριστεράς σε έντιμες εκλογές, πράγμα που θα αφαιρούσε από τη σοβιετική κυβέρνηση, αν συναποδεχόταν τον ρόλο της εγγυήτριας δυνάμεως, κάθε δικαιολογία για διαμαρτυρίες. Έτσι, η σοβιετική κυβέρνηση διατήρησε την αδιάφορη στάση της. Ο Στάλιν αγνόησε τα συγχαρητήρια του αντιβασιλέα και του πρωθυπουργού για την Ημέρα της Νίκης, απόφυγε να στείλει πρεσβευτή ως τον Νοέμβριο και άφησε τη σοβιετική προπαγάνδα στα χέρια του Πρακτορείου Τας, του σοβιετικού Οργανισμού Κινηματογράφου, του Ελληνοσοβιετικού Μορφωτικού Συνδέσμου και του Γιουγκοσλάβου επιτετραμμένου. Η γαλλική παρουσία περιορίσθηκε μόνο σε ένα ειδικό ενδιαφέρον για το συνδικαλιστικό κίνημα και σε μια συμφωνία συμμετοχής με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία στην επόπτευση των εκλογών. Αλλά ο πολιτικός κόσμος της Αθήνας, συνηθισμένος να είναι το αντικείμενο της παγκόσμιας ειδησεογραφίας από το 1944, εξακολούθησε να συμπεριφέρεται σαν να κατείχε το κέντρο της σκηνής και κατά το 1945. Για παράδειγμα, το μόνο σημαντικό που είδαν οι Έλληνες πολιτικοί στην παράδοση της Γερμανίας, τον Μάιο, ήταν η απαλλαγή από την εχθρική κατοχή της Κρήτης, που η ανακατάληψή της έγινε χωρίς σοβαρά Digitized by 10uk1s
επεισόδια, και της Ρόδου, η οποία δεν είχε ακόμα ανακτηθεί. Και η πολιτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, επίσης, κατευθυνόταν από ένα πνεύμα αυταρέσκειας. Οι πολιτικές ταραχές στη διάρκεια του καλοκαιριού ήταν ουσιαστικά προσπάθειες εκμεταλλεύσεως των διοικητικών ανωμαλιών, στους διαφόρους τομείς που αναφέραμε, για τις οποίες ανωμαλίες μερικοί από τους ταραχοποιούς ήταν οι ίδιοι υπεύθυνοι. Αλλά η μορφή που πήραν οι ταραχές ήταν η αφηρημένη γενίκευση των πολιτικών αντιθέσεων, σαν να ήταν δυνατό οι αλλαγές στη διακυβέρνηση και η ρύθμιση του πολιτειακού να θέσουν τέρμα στις διοικητικές δυσχέρειες. Μια εκλεγμένη κυβέρνηση και ένα πολίτευμα επικυρωμένο από δημοψήφισμα αποτελούσαν βασικές προϋποθέσεις για σταθερότητα και τάξη· αλλά το να επιμένει κανείς σ' αυτά σαν να ήταν πανάκεια, σε εποχή που και μόνο ο αναγκαίος όρος της αναθεωρήσεως των εκλογικών καταλόγων καθιστούσε αδύνατη στην πράξη τη διεξαγωγή τους, αποτελούσε καθαρά συμφεροντολογικό υπολογισμό. Το δίλημμα της κυβερνήσεως βρισκόταν ακριβώς στο ότι η σταθερότητα δεν μπορούσε να εξασφαλισθεί, πριν αναδειχθεί μια εκλεγμένη κυβέρνηση, που θα είχε το σθένος να την επιβάλει, αλλά και ούτε μπορούσε να υπάρξει τέτοια κυβέρνηση αν δεν εξασφαλιζόταν πρώτα η σταθερότητα. Αυτό το λογικό αδιέξοδο δεν ήταν σφάλμα της κυβερνήσεως, αλλά οι εχθροί της δεν δίσταζαν να το εκμεταλλεύονται. Το KKE διατηρούσε άσβηστη τη φωτιά των κατηγοριών για διαφθορά. Το ίδιο έκανε και η άκρα Δεξιά, για λόγους που ήταν αντίθετοι στη μορφή, αλλά όμοιοι στο περιεχόμενο. Το φιλελεύθερο Κέντρο πήρε μέρος στην επίθεση, για λόγους προσωπικών φιλοδοξιών, παρ' όλο ότι οι πολιτικές συμπάθειες των υπουργών του Βούλγαρη δεν απείχαν από τις δικές τους. Τον Ιούλιο, καθώς και πολύ συχνά αργότερα, το κουϊντέτο Σοφούλη, Καφαντάρη, Πλαστήρα, Μυλωνά και Τσουδερού (ο οποίος εμφανιζόταν με νέες αντιλήψεις, από τότε που αποδεσμεύθηκε από τον βασιλιά) έγινε συνηθισμένο θέαμα μπροστά στην είσοδο του οίκου της αντιβασιλείας. Ο σκοπός των επισκέψεών τους ήταν να υποδείξουν τον σχηματισμό αντιπροσωπευτικής κυβερνήσεως, και ήταν έτοιμοι την κάθε στιγμή να προτείνουν πέντε μέλη της. Οι αντίπαλες αυτές τάσεις ενίσχυαν αντί ν' αδυνατίζουν η μια την άλλη. Ο αντιβασιλέας αισθάνθηκε αναγκασμένος να διοργανώσει διαπραγματεύσεις για την αντιμετώπιση της αναταραχής, η οποία στρεφόταν ιδιαίτερα κατά των υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών και κατά του υφυπουργού Στρατιωτικών. Καμιά όμως από τις ομάδες που προκαλούσαν τις ταραχές δεν εννοούσε να συμμετάσχει σε κυβέρνηση μαζί με τις άλλες. Τον Αύγουστο επιτεύχθηκε ένας απλός συμβιβασμός, που δεν ικανοποίησε κανέναν. Πέντε υπουργοί και δυο υφυπουργοί (στους οποίους περιλαμβάνονταν όλοι όσοι ήταν στόχος της αναταραχής) αντικαταστάθηκαν και η υπηρεσιακή κυβέρνηση παρέμεινε στην αρχή. Αλλά ο Σοφιανόπουλος είχε ήδη παραιτηθεί τον Ιούλιο και τον ακολούθησε ο Βαρβαρέσος τον Σεπτέμβριο. Χάνοντας τις δυο ικανότερες, αλλά και περισσότερο καταπολεμούμενες προσωπικότητές της, η κυβέρνηση Βούλγαρη έγινε πιο ομοιογενής. Ήταν όμως μια ομοιογένεια στην ασημαντότητα και οι ημέρες της ήταν λίγες. Οι μοναρχικοί εξακολουθούσαν να κατηγορούν τον αντιβασιλέα σαν όργανο των Φιλελευθέρων. Οι Φιλελεύθεροι εξακολουθούσαν να ζητούν αντιπροσωπευτικό συνασπισμό. Οι κομμουνιστές εξακολουθούσαν να ζητούν την παραίτηση και του Βούλγαρη και του αρχιεπισκόπου και τον σχηματισμό κυβερνήσεως συνασπισμού, στην οποία δέχονταν να μη συμπεριληφθούν: όχι από αλτρουισμό, αλλά επειδή δεν ήθελαν να συμμερισθούν την ευθύνη του πολιτικού χάους, που το περίμεναν σαν ένα απαραίτητο βήμα για την άνοδό τους στην εξουσία. Ο Βούλγαρης θέλησε να παραιτηθεί, αλλά τον απέτρεψε ο αντιβασιλέας. Μια ανάπαυλα σημειώθηκε, όταν ο αντιβασιλέας προσκλήθηκε στην Αγγλία, τον Σεπτέμβριο. Γεννήθηκε η ελπίδα, ότι θα επέστρεφε όχι μόνο με την υπόσχεση ενός δανείου σε λίρες στερλίνες και με την Κύπρο και τη Δωδεκάνησο σαν δώρο, αλλά και με μια λύση των πολιτικών προβλημάτων της Ελλάδας. Σαν συνέπεια, οι ταραχές περιορίσθηκαν για μερικές εβδομάδες και ο αντιβασιλέας έφυγε μ' εμπιστοσύνη για το Λονδίνο. Φάνηκε ευτύχημα, το ότι η επίσκεψή του Digitized by 10uk1s
συνέπεσε με μια άλλη σύσκεψη, των Τεσσάρων Υπουργών Εξωτερικών. Όλες όμως οι ελπίδες ματαιώθηκαν. Δεν προσκλήθηκε ελληνική αντιπροσωπεία στη διάσκεψη των Τεσσάρων Υπουργών για τη συζήτηση των όρων της συνθήκης ειρήνης με την Ιταλία. Δεν δόθηκε καμιά υπόσχεση για δάνειο. Δεν δόθηκε καμιά υπόσχεση για την Κύπρο και τη Δωδεκάνησο. Ο Molotov αρνήθηκε ιδιαίτερη συνάντηση με τον αντιβασιλέα και έκαμε εχθρικές δηλώσεις για την Ελλάδα σε συνέντευξη Τύπου, στις 18 Σεπτεμβρίου. Η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών επισκίασε την επίσκεψη του αντιβασιλέα. Ο αντιβασιλέας επέστρεψε στην Ελλάδα μέσω Παρισιού, χωρίς να φέρει μαζί του τίποτε άλλο από έναν μεγαλόσταυρο ιππότη και ένα ακόμα κομμάτι χαρτί που υποσχόταν μια νέα σωτηρία. Το έγγραφο που έφερε ο αντιβασιλέας από το Λονδίνο αναφερόταν αποκλειστικά στο μοναδικό ζήτημα στο οποίο είχαν εντοπισθεί οι πολιτικές διαφωνίες ύστερα από εξαντλητικές συζητήσεις: την σχετική τάξη κατά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος και των εκλογών. Η Συμφωνία της Βάρκιζας όριζε να γίνει πρώτα το δημοψήφισμα και ύστερα οι εκλογές, μέσα στο 1945. Η εφαρμογή του τελευταίου αυτού όρου ήταν αδύνατη για τεχνικούς λόγους, αφού η ανανέωση των εκλογικών καταλόγων είχε επιβραδυνθεί από τις ταραχές και είχε αναβληθεί τέσσερις φορές. Αλλά το επίκεντρο των διαφωνιών ήταν ο πρώτος όρος. Η πεποίθηση που επικρατούσε, πεποίθηση που είχε γεννηθεί από τα γεγονότα του Δεκεμβρίου αλλά δεν είχε ακόμα αποσαφηνισθεί κατά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, ήταν ότι, αν γινόταν πρώτα το δημοψήφισμα και έθεταν τον ελληνικό λαό μπροστά στην εκλογή μεταξύ μοναρχίας και δημοκρατίας, θα ταύτιζαν τη δεύτερη με τους πιο θορυβώδεις αποστόλους της, το ΚΚΕ. Τότε, η μοναρχία θα κέρδιζε μια πλειοψηφία που δεν την άξιζε: η ψήφος θα ήταν μια αρνητική ψήφος κατά του κομμουνισμού, αλλά θα είχε ένα μοιραία θετικό αποτέλεσμα υπέρ του βασιλιά 86. Ύστερα απ' αυτό, θα ήταν απλώς ζήτημα χρόνου για να εκδηλωθεί ισχυρή αντίδραση, όταν ο λαός θα καταλάβαινε ότι την ψήφο του την υπαγόρευσε όχι η επιθυμία του, αλλά η αποστροφή του. Και θα ξανάρχιζε έτσι ο φαύλος κύκλος των αντικαθεστωτικών επαναστάσεων. Αν, αντίθετα, γίνονταν πρώτα οι εκλογές, οι εκλογείς θα είχαν να εκλέξουν ανάμεσα σε τρία πράγματα και όχι σε δυο: ανάμεσα στα μοναρχικά κόμματα της Δεξιάς, στα φιλελεύθερα κόμματα του Κέντρου και στην άκρα Αριστερά. Αν, στο μεταξύ, το Κέντρο αποδειχνόταν ικανό, θα κατόρθωνε να συγκεντρώσει πολλές αμφιταλαντευόμενες ψήφους, που, διαφορετικά, θα ρίχνονταν στο δημοψήφισμα υπέρ του βασιλιά για το φόβο του κομμουνισμού. Αν λοιπόν το φιλελεύθερο Κέντρο έβγαινε νικητής από τέτοιες εκλογές, τότε θ' ακολουθούσε το δημοψήφισμα σε πιο ήπια ατμόσφαιρα, αφού η ψήφος υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας δεν θα ταυτιζόταν με ψήφο υπέρ του κομμουνισμού. Το επιχείρημα αυτό, που απευθυνόταν κανονικά στους Έλληνες Φιλελευθέρους, έγινε δεκτό μ' ευχαρίστηση επίσης από τον αντιβασιλέα και την βρετανική κυβέρνηση. Οι επικριτές θα έλεγαν για τον πρώτο ότι επηρεαζόταν από την ελπίδα να παραταθεί η αντιβασιλεία του. Εκείνοι όμως που τον γνώριζαν, ήταν βέβαιοι για την ανιδιοτέλειά του, που την επιβεβαίωνε και το ότι, ταυτόχρονα, προσφερόταν πρόθυμα να παραιτηθεί. Για την βρετανική κυβέρνηση, θα έλεγαν ότι είχε αντιστρέψει την πολιτική της που επιδίωκε να επιβάλει με τη βία τον βασιλιά στον ελληνικό λαό και ότι, με τον ίδιο παραλογισμό, στρεφόταν τώρα εναντίον του. Αν και το τελευταίο αυτό επιχείρημα απευθυνόταν στο περιβάλλον του βασιλιά, υπήρχε κι εδώ η ίδια παρανόηση που είχε γίνει και σχετικά με την προηγούμενη θέση της βρετανικής κυβερνήσεως. Σε καμιά περίπτωση η πολιτική της βρετανικής κυβερνήσεως δεν ήταν είτε να επιβάλει τον βασιλιά είτε να τον αποκλείσει, αλλά μόνο να εξασφαλίσει στον ελληνικό λαό την ελευθερία ν' αποφασίσει. Το 1944, η πολιτική της είχε δημιουργήσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι ευνοούσε τον βασιλιά, για τον απλό λόγο ότι η Αριστερά βρισκόταν σε άνοδο και προσπαθούσε να προλάβει το δημοψήφισμα δημιουργώντας τετελεσμένο γεγονός. Για το 1945 ισχύει ακριβώς το αντίθετο, αν αντικαταστήσουμε στην προηγούμενη διατύπωση το "ευνοούσε" με το "δεν ευνοούσε" και την Αριστερά με τη Δεξιά. Καμιά αλλαγή σε ζητήματα αρχής δεν έγινε στην πολιτική αυτή, όταν ο Μπέβιν παρέλαβε το Foreign Office από τον Eden, τον Ιούλιο του 1945. Η πορεία των γεγονότων στην Ελλάδα και όχι οι βρετανικές εκλογές ήταν εκείνο που δημιούργησε την εντύπωση της Digitized by 10uk1s
αλλαγής. Έτσι, η δήθεν αντίφαση αίρεται από την λογική και αυτό ακριβώς έδειξε ο Noel-Baker μιλώντας στη Βουλή των Κοινοτήτων στις 17 Οκτωβρίου. Οι ελληνοβρετανικές σχέσεις είχαν φθάσει πραγματικά σε ένα σημείο, όπου η μη επέμβαση ήταν ουσιαστικά "ένας μεταφυσικός όρος, που δεν διέφερε από την επέμβαση". Η αποχή από την επέμβαση, στο στάδιο αυτό, θα ισοδυναμούσε με θετική ενέργεια υπέρ του Γεωργίου Β', αφού η βρετανική επέμβαση στο παρελθόν, σε συνδυασμό και με άλλους παράγοντες, είχε δώσει αποφασιστική τροπή στην πορεία των πραγμάτων υπέρ του βασιλιά. Η μόνη αμερόληπτη στάση τώρα για την βρετανική κυβέρνηση ήταν να ανακόψει αυτή την πορεία των πραγμάτων, να αποκαταστήσει την ισορροπία, και ν' απαλλάξει τους Φιλελεύθερους από το μειονέκτημα που είχαν κληροδοτήσει οι κομμουνιστικές ακρότητες στην υπόθεσή τους. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με μια τελευταία επέμβαση, για την αντιστροφή της σειράς προτεραιότητας μεταξύ δημοψηφίσματος και εκλογών, την οποία είχε ορίσει η Συμφωνία της Βάρκιζας. Έτσι, η βρετανική κυβέρνηση, αν και δεν επιθυμούσε ν' αναλάβει μια τέτοια επέμβαση αμέσως μόλις παρέλαβε την εξουσία από την κυβέρνηση Churchill, βρέθηκε στην ανάγκη ν' αποδεχθεί την περίπλοκη αρχή ότι, ενώ η μόνη πολιτική της έπρεπε να είναι η μη επέμβαση, ο μόνος δρόμος που της έμενε ήταν μια τελευταία επέμβαση για λόγους αμεροληψίας. Τα κίνητρα της βρετανικής κυβερνήσεως παρερμηνεύθηκαν, όπως ήταν φυσικό, τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ελλάδα. Στη Βρετανία, ακόμα και όσοι κατανοούσαν αυτά τα κίνητρα, τα έβλεπαν γενικά σαν αποτέλεσμα μιας εντάσεως ανάμεσα, στην υποτιθέμενη απόφαση του σοσιαλιστή υπουργού Εξωτερικών να επέμβει εναντίον του βασιλιά και στην υποτιθέμενη απόφαση του μόνιμου επιτελείου του να υποστηρίξει τον βασιλιά, προλαβαίνοντας κάθε επέμβαση. Ο παραλογισμός αυτής της παρερμηνείας των σχέσεων ενός υπουργού με το υπουργείο του, δεδομένου ότι ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά δεν μπορούσε να έχει την παραμικρή προσωπική προκατάληψη για τον ίδιο τον Γεώργιο Β', φαίνεται στα προηγούμενα, όπου εξηγήσαμε ότι η απροθυμία επεμβάσεως ήταν φυσικό να είναι πολύ μεγαλύτερη από την πλευρά του νέου υπουργού, παρά του μόνιμου προσωπικού του. Στην Ελλάδα, αντίθετα, η παρερμηνεία πήρε διαφορετική και τοπική μορφή. Την επέμβαση την έβλεπαν αποκλειστικά με το πρίσμα της ελληνικής πολιτικής, όπου δεν υπάρχει αυτό που λέγεται αμεροληψία. Πίστευαν ότι η αντιστροφή της σειράς στον τελευταίο όρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν μια πραξικοπηματική επέμβαση της βρετανικής κυβερνήσεως υπέρ της Αριστεράς και κατά της Δεξιάς. Έγινε επομένως ευπρόσδεκτη από το ΕΑΜ, επειδή απέκλειε την επάνοδο της μοναρχίας, καταγγέλθηκε από τη Δεξιά για τον ίδιο λόγο και βρήκε ψυχρή υποδοχή από το φιλελεύθερο Κέντρο, που είχε αρχίσει ήδη ν' αμφιβάλλει για τις πιθανότητες επιτυχίας του αν γίνονταν πρώτα οι εκλογές. Η πρόταση ενσωματώθηκε σε μια δήλωση που υπέγραψαν, έκτος από τον Μπέβιν, οι Μπιντώ και Μπερνς και είδε τη δημοσιότητα στις 20 Σεπτεμβρίου 87, την επομένη δηλαδή της αναχωρήσεως του αντιβασιλέα από το Λονδίνο. Σύμφωνα μ' αυτήν, θα έπρεπε να γίνουν εκλογές για "Αναθεωρητική Βουλή" πριν από το δημοψήφισμα, το οποίο δεν έπρεπε να διεξαχθεί πριν από την αποκατάσταση της γαλήνης. Από πλευράς του Μπέβιν, προσωπικά, δεν αποτελούσε μεταστροφή, αφού την ίδια πρόταση είχε διατυπώσει στο Συνέδριο του Εργατικού Κόμματος κατά τη διάρκεια των δεκεμβριανών. Σήμαινε μια ικανοποιητική ανάληψη πρωτοβουλίας από την Γαλλία και τις ΗΠΑ. Και οι δυο χώρες υποπτεύονταν έως τώρα τα βρετανικά ελατήρια, αλλά έπαψαν αναγκαστικά να έχουν τέτοιες υποψίες, από τη στιγμή που το Foreign Office έθεσε τα προσωπικά συμφέροντα του βασιλιά σε δεύτερη μοίρα. Και οι τρεις κυβερνήσεις, που είχαν αναλάβει τώρα ίσες ευθύνες για τις εκλογές, έδωσαν εντολή στους εκπροσώπους τους στην Αθήνα να υποστηρίξουν τον αντιβασιλέα, πείθοντας τους ηγέτες των μετριοπαθών κομμάτων, ότι αυτή ήταν η τελευταία τους ευκαιρία για να φράξουν το δρόμο στα άκρα και ότι μόνο αφήνοντας το πολιτειακό σε εκκρεμότητα θα μπορούσαν να σώσουν την Ελλάδα. Το σχέδιο απέτυχε. Αύξηση του πληθωρισμού, επέκταση της αναρχίας, συμφόρηση των φυλακών, Digitized by 10uk1s
αταξία στους εκλογικούς καταλόγους, απειλές στα βόρεια σύνορα, απογοήτευση από το ναυάγιο των ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων, όλα αυτά μαζί συμμάχησαν για να πείσουν κάθε πολιτικό, ότι κανένας συμβιβασμός δεν μπορούσε ν' αντικαταστήσει αποτελεσματικά αυτή την ειδική πανάκεια. Το πολιτικό παιχνίδι συνεχίσθηκε από το σημείο όπου είχε μείνει. Η πτώση της κυβερνήσεως Βούλγαρη άρχισε με την παραίτηση του υπουργού Στρατιωτικών στις 28 Σεπτεμβρίου. Ακολούθησαν νέες διαπραγματεύσεις για κυβέρνηση συνασπισμού και κατέληξαν σε ναυάγιο, στις 5 Οκτωβρίου. Την ίδια μέρα, ο Βούλγαρης ανακοίνωσε ότι οι εκλογές θα γίνονταν στις 20 Ιανουαρίου. Δεν είπε λέξη για δημοψήφισμα, κάνοντας έτσι δεκτή την πρόταση των υπουργών Εξωτερικών. Δυο μέρες αργότερα, ο Σοφούλης δήλωσε ότι οι Φιλελεύθεροι θα έκαναν αποχή από τις εκλογές, με το αιτιολογικό ότι, με τις συνθήκες που επικρατούσαν δεν θα ήταν δυνατό να διεξαχθούν με αδιάβλητο τρόπο υπό την κυβέρνηση Βούλγαρη. Την ίδια μέρα, δήλωσαν αποχή και οι Λαϊκοί, σαν διαμαρτυρία για την αναβολή του δημοψηφίσματος. Ο Βούλγαρης, παγιδευμένος ανάμεσα στο διάβολο και στα βαθιά νερά, παραιτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου. Όλο τον υπόλοιπο Οκτώβριο, διοίκηση ουσιαστικά δεν υπήρχε, ενώ οι πολιτικοί πηγαινοέρχονταν στους προθαλάμους του αντιβασιλέα και των πρεσβευτών και στην κατοικία ο ένας του αλλού. Τέσσερις απόπειρες σχηματισμού νέας κυβερνήσεως απέτυχαν, ώσπου πήρε την εντολή ο Σοφούλης, με τον ρητό όρο ότι θα συμπεριλάβανε στην κυβέρνησή του και Λαϊκούς. Στις 11 Οκτωβρίου, η ατμόσφαιρα στην Αθήνα ήταν τόσο εκρηκτική, ώστε απαγορεύθηκαν όλες οι διαδηλώσεις για την επόμενη μέρα, που είχε χαρακτηρισθεί (κατά τρεις εβδομάδες περίπου ενωρίτερα από την πραγματική, όταν έφθασαν τα βρετανικά στρατεύματα) πρώτη επέτειος της απελευθερώσεως της πρωτεύουσας, με τη φυγή των Γερμανών. Ο Βρετανός υφυπουργός Εξωτερικών Μακ Νηλ δήλωσε στη Βουλή των Κοινοτήτων, ότι τα βρετανικά στρατεύματα θα ματαίωναν κάθε απόπειρα είτε της Αριστεράς είτε της Δεξιάς να καταλάβει την εξουσία με τη βία. Η δήλωση του ερμηνεύθηκε σαν προειδοποίηση προς την Χ, για την οποία υπήρχαν πληροφορίες ότι κινητοποιούσε τις δυνάμεις της γι' αυτόν το σκοπό, στην Αθήνα. Η ένταση μεγάλωσε, όταν ο Σοφούλης δήλωσε αδυναμία να σχηματίσει κυβέρνηση και κατέθεσε την εντολή στις 13 Οκτωβρίου. Ο Τσουδερός και ένας ελάχιστα γνωστός καθηγητής με το όνομα Δημητρακόπουλος (υπουργός Δημοσίων Έργων του Βούλγαρη) δοκίμασαν με τη σειρά τους και απέτυχαν. Στις 17 Οκτωβρίου, ο αντιβασιλέας προήδρευσε προσωπικά στο υπουργικό συμβούλιο, από το οποίο απουσίαζαν μόνο ο Βούλγαρης και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ. Εξήγησε ότι η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον ίδιο ήταν μόνο προσωρινό μέτρο για τη συνέχιση του έργου της διοικήσεως, ώσπου να βρισκόταν μια μόνιμη λύση. Η ενέργειά του όμως αυτή έβλαψε την υπόληψή του και ούτε μείωσε καθόλου την ένταση88. Η επιστροφή στην Αθήνα του Εξηντάρη και του Σοφοκλή Βενιζέλου, που είχαν μείνει κι οι δυο μακριά από την πολιτική για ένα διάστημα, γέννησε νέες ελπίδες για μια λύση. Αλλά και η κάθε είδηση σχεδόν, αληθινή ή όχι, γεννούσε ελπίδες, που έσβηναν σε εικοσιτέσσερις ώρες. Ύστερα από έναν περίπου μήνα κρίσεως, η εντολή δόθηκε στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία στις 2 Νοεμβρίου, με ένα απερίγραπτο υπουργικό συμβούλιο, που δεν ήταν ούτε εντελώς "πολιτικό" ούτε εντελώς "υπηρεσιακό". Μια εβδομάδα αργότερα, ανακοινώθηκε το οικονομικό και το δημοσιονομικό πρόγραμμα της κυβερνήσεώς του. Αλλά δεν του δόθηκε ο καιρός να θέσει σ' εφαρμογή την πολιτική του (η οποία απέσπασε την επιδοκιμασία του Βρετανού οικονομικού συμβουλίου) ούτε και να προγραμματίσει, ουσιαστικά, μια πολιτική σχετικά με τα ακανθώδη προβλήματα της αμνηστίας και των εκλογών. Στις 20 Νοεμβρίου του ζητήθηκε να υποβάλει παραίτηση. Η νέα επέμβαση, που επέφερε τόσο απότομα την πτώση του Κανελλόπουλου, ήταν η άφιξη στην Αθήνα του Μακ Νηλ, υφυπουργού του Μπέβιν, με την αποστολή να εξετάσει τις συνθήκες για την παροχή δανείου. Η αποστολή αυτή δεν ήταν αποκλειστικά πολιτικού χαρακτήρα. Έγινε όμως φανερό, ότι με τις συνθήκες που επικρατούσαν, μια οικονομική βοήθεια θα σήμαινε να σπαταληθεί χρήμα που είχε αξία για χρήμα που δεν είχε. Με υπόδειξη του Μακ Νηλ, ο αντιβασιλέας συγκάλεσε σύσκεψη όλων των πρώην πρωθυπουργών και των ηγετών των Digitized by 10uk1s
κομμάτων που είχαν αναδείξει κυβέρνηση, για τις 20 Νοεμβρίου. Το σχήμα αυτό ήταν σκόπιμα μελετημένο για τον αποκλεισμό μόνο των κομμουνιστών, των σοσιαλιστών και μερικών μικρών παραφυάδων τους. Ο αποκλεισμός όμως αυτός, που ολοκλήρωνε τον εξοστρακισμό του ΚΚΕ, του έδωσε μια νέα αφορμή διαμαρτυριών, εκτός του ότι αποτελούσε και σφάλμα τακτικής, με το ότι το αποδέσμευε από κάθε ευθύνη για την ευημερία της χώρας. Η ημερησία διάταξη κάλυπτε τρία θέματα: τον σχηματισμό κυβερνήσεως ευρέως συνασπισμού· την υιοθέτηση ειδικού προγράμματος ανασυγκροτήσεως με τη βοήθεια της βρετανικής κυβερνήσεως· και την διεξαγωγή εκλογών όχι αργότερα από τον Μάρτιο του 1946 και δημοψηφίσματος για το πολιτειακό όχι αργότερα από τον Μάρτιο του 1948. Ο αντιβασιλέας ήταν εξουσιοδοτημένος να αναφερθεί στην υποστήριξη του προγράμματος αυτού από τον Μπέβιν. Το πρόγραμμα απορρίφθηκε ασυζητητί από τους Λαϊκούς και έγινε δεκτό από τον Σοφούλη, ο οποίος δέχθηκε να σχηματίσει κυβέρνηση με την ιδιότητα του γηραιότερου πολιτικού και όχι του αρχηγού του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Αλλά ο αντιβασιλέας βρέθηκε και πάλι ανάμεσα σε δυο πυρά. Για να διευρύνει τον συνασπισμό όσο ήταν δυνατό περισσότερο, ζήτησε από τον Σοφούλη μ' επιμονή να συμπεριλάβει και τον Παπανδρέου στην κυβέρνηση, παρά την αντίδραση του πρώτου και την προθυμία του δεύτερου ν' αποσυρθεί. Οι Λαϊκοί, εξαγριωμένοι ίσως από το ότι η βρετανική και η αμερικανική κυβέρνηση αναγνώρισαν υπό όρους τον Εμβέρ Χότζα στη Αλβανία και ότι η σοβιετική κυβέρνηση διόρισε τον ναύαρχο Ροντιόνωφ πρεσβευτή στην Αθήνα, αξίωσαν την παραίτηση του αντιβασιλέα, με το αιτιολογικό ότι έκανε υπέρβαση της αποστολής του με το ν' αποδεχθεί την αναβολή του δημοψηφίσματος για το 1948. Στο Λονδίνο, ο Γεώργιος Β' έδωσε στον Τύπο δήλωση, με την οποία επιφύλασσε στον εαυτό του το δικαίωμα να αναθεωρήσει τη στάση του ύστερα από τη χάραξη της νέας πολιτικής στην Ελλάδα. Στις 21 Νοεμβρίου ο αντιβασιλέας υπέβαλε παραίτηση και μεταπείσθηκε με δυσκολία να την αποσύρει ώσπου να ορκίσει την κυβέρνηση Σοφούλη χωρίς τον Παπανδρέου. Μερικές μέρες αργότερα, ο Βρετανός και ο Αμερικανός πρεσβευτής τον έπεισαν, με λιγότερη δυσκολία, να την αποσύρει οριστικά. Έτσι, από πολιτειακή άποψη, η κατάσταση έμεινε αμετάβλητη. Πολιτικά, όμως, η διακυβέρνηση από εξωπολιτικές προσωπικότητες έδωσε τη θέση της σε διακυβέρνηση από πολιτικούς. Μια σημαντική φάση στην πρόοδο της Ελλάδας είχε λήξει, με ολοκληρωτική σχεδόν αποτυχία.
2 . Η Μ Η Ε Κ ΛΕ Γ ΜΕ ΝΗ Π Ο Λ ΙΤ Ι ΚΗ ΚΥ Β Ε Ρ Ν Η Σ Η , Ν ΟΕ ΜΒ Ρ Ι ΟΣ 1 9 4 6 Παρ' όλη τη σύγχυση μέσα στην οποία τερμάτισε τη ζωή της η κυβέρνηση Βούλγαρη, η διάδοχος της είχε λόγους να ελπίζει. Ο Σοφούλης έφερε μαζί του στην κυβέρνηση τους περισσότερους από τους κατά παράδοση φιλελεύθερους του Κέντρου, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι Καφαντάρης, Ρέντης και Μυλωνάς. Σ' αυτούς πρόσθεσε τους κυριότερους από τους μη κομμουνιστές αντιστασιακούς, όπως οι Καρτάλης, Παππάς, Πελτέκης και Πετιμεζάς και έστειλε δυο άλλους της ίδιας κατηγορίας, τον Πυρομάγλου και τον Γιωργάκη, σε επίσημες αποστολές έξω από την πρωτεύουσα. Είναι τιμητικό για τους δυο τελευταίους ότι δέχθηκαν, επειδή ελάχιστοι Έλληνες πολιτικοί θεωρούσαν τον εαυτό τους ζωντανό έξω από την Αθήνα. Είναι τιμητικό και για τον Σοφούλη, το ότι σκέφθηκε να δημιουργήσει θέσεις έξω από την πρωτεύουσα αρκετά σημαντικές για ν' απασχολήσουν προσωπικότητες της πρώτης σειράς. Μεγαλύτερη ακόμα επιτυχία σημείωσε αποκλείοντας τον Παπανδρέου, ο οποίος είχε απομακρυνθεί κάπως από τον παλαιό του φιλελευθερισμό, όπως επίσης και με το να συμπεριλάβει τον Τσουδερό, ο οποίος την ίδια περίπου εποχή είχε απαρνηθεί την αφοσίωσή του στον βασιλιά, και τον Σοφιανόπουλο, που ανέλαβε και πάλι το υπουργείο Εξωτερικών. Η κυβέρνησή του λοιπόν ήταν πολιτική, χωρίς να περιορίζεται στο δικό του κόμμα μόνο. Για να τονισθεί ακόμα περισσότερο αυτός ο χαρακτήρας της, κλήθηκε ο Σοφοκλής Βενιζέλος να τον αναπληρώσει στην αρχηγία του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Έτσι, ο Σοφούλης εξασφάλισε τα πλεονεκτήματα, χωρίς τα μειονεκτήματα, της πολιτικής υποστηρίξεως στην κυβέρνησή του. Μπορούσε ακόμα να ζητήσει την υποστήριξη της Digitized by 10uk1s
βρετανικής κυβερνήσεως, που ο Μακ Νηλ είχε υποσχεθεί πριν επιστρέψει στην Αγγλία, για να διεκπεραιώσει την υπόθεση της οικονομικής βοήθειας. Και το ΕΑΜ του είχε υποσχεθεί την υποστήριξή του, με τον όρο ν' αναλάβει ο Σοφούλης ν' αποκαταστήσει το γόητρο του αντιστασιακού κινήματος και να συντρίψει τη δύναμη των πρώην συνεργατών του κατακτητή. Κι αυτές ακόμα οι εποχές του έτους τον ευνόησαν περισσότερο από τον προκάτοχό του. Ο Απρίλιος, κατά τον οποίο ανέλαβε την εξουσία ο Βούλγαρης, είναι ο πιο πεινασμένος και πιο ανήσυχος μήνας του ελληνικού έτους. Ο Νοέμβριος είναι ο πιο ολιγαρκής. Τον Απρίλιο, η προηγούμενη εσοδεία έχει καταναλωθεί και η νέα δεν έχει συγκομισθεί ακόμα· η τήξη των χιονιών ανοίγει το δρόμο προς τα βουνά στους συμμορίτες και τα σύνορα σε εισβολές· κοριοί, ψύλλοι, ψείρες και κουνούπια εξορμούν και σκορπούν τον εκνευρισμό, τον τύφο και την ελονοσία. Μαζί με όλα αυτά τα δεινά, αφυπνίζεται και η πολιτική των επαρχιακών κομματαρχών από τη χειμερία νάρκη της. Τον Νοέμβριο, όλη αυτή η αναταραχή αναστέλλεται. Το 1945, ακόμα και οι συνοριακές προστριβές είχαν την νεκρή εποχή τους. Έναν άλλο ακόμα πολιτικό ρόλο είχαν να παίξουν κι οι μετεωρολογικές συνθήκες. Είχε υποστηριχθεί, ότι η καιρική κατάσταση έκανε αδύνατη τη διενέργεια εκλογών τον Ιανουάριο. Αλλά είχε επίσης υποστηριχθεί ότι οι γνησιότερες εκλογές στη χώρα είχαν γίνει τον Ιανουάριο του 1936, ίσως γι' αυτόν ακριβώς το λόγο. Από τεχνική πλευρά, ήταν ήδη αδύνατο να διεξαχθούν οι εκλογές κατά την ημερομηνία που είχε αναγγείλει ο Βούλγαρης. Υπήρχαν όμως ακόμα αρκετοί λόγοι να ελπίζεται, ότι ο Σοφούλης θα σημείωνε μεγάλη επιτυχία, όταν θα γίνονταν, τον Μάρτιο. Τις ελπίδες αυτές ενίσχυσε η συνάντηση των Μπερνς, Μπέβιν και Molotov τον Δεκέμβριο. Η κυβέρνηση άρχισε με καλούς οιωνούς. Έχοντας ν' αντιμετωπίσει, όπως και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, τις ίδιες κατηγορίες προβλημάτων, μερικά από τα οποία είχαν οξυνθεί περισσότερο, μπορούσε να ισχυρισθεί μέσα στους τρεις πρώτους μήνες της, ότι τα είχε τουλάχιστο οδηγήσει σε μια στασιμότητα και ότι σε μερικά είχε σημειώσει κάποια πρόοδο. Στο έργο της περιθάλψεως και ανασυγκροτήσεως, η UNRRA δεν είχε γνωρίσει ποτέ καλύτερον υπουργό Ανεφοδιασμού από τον Καρτάλη. Στον τομέα των Οικονομικών ο Βρετανός οικονομικός σύμβουλος δεν είχε γνωρίσει καλύτερον υπουργό Συντονισμού από τον Τσουδερό. Οι δυο αυτοί υπουργοί πήγαν στο Λονδίνο λίγο ύστερα από τον Μακ Νηλ, συνοδευόμενοι από τον Αμερικανό επικεφαλής της UNRRA και δυο αρμοδίους του Βρετανικού Θησαυροφυλακίου. Επέστρεψαν τον Ιανουάριο με μια οικονομική συμφωνία, που υποσχόταν να τερματίσει τον ολέθριο πληθωρισμό, που είχε ανεβάσει την τιμή της αγγλικής χρυσής λίρας σε 183.000 δραχμές προς το τέλος του έτους. Η συμφωνία πρόβλεπε δάνειο 10.000.000 λιρών στερλινών· την διαγραφή του ελληνικού χρέους των 46.000.000 λιρών προς την Βρετανία, που εκκρεμούσε από το 1941· την ανατίμηση της δραχμής σε 20.000 κατά λίρα στερλίνα· και, το σπουδαιότερο απ' όλα, μια νέα Οικονομική Αποστολή, αν και χωρίς εκτελεστική αρμοδιότητα ακόμα, και τη συμμετοχή ενός Βρετανού και ενός Αμερικανού εκπροσώπου, μαζί με τρεις Έλληνες, σε μια Νομισματική Επιτροπή, που θα είχε υπό τον απόλυτο έλεγχό της την έκδοση τραπεζογραμματίων. Ενώ γίνονταν ακόμα οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία αυτή, η αμερικανική κυβέρνηση ανάγγειλε την παροχή δανείου 25.000.000 δολαρίων στην Ελλάδα, μέσω της Τράπεζας Εισαγωγών - Εξαγωγών και, δυο μήνες αργότερα, ενός άλλου δανείου 10.000.000 δολαρίων, που θα προορίζονταν αποκλειστικά για την αγορά μέρους από τα πολεμοφόδια που είχε αφήσει ο αμερικανικός στρατός στην Ευρώπη. Οι επιτυχίες αυτές εξουδετερώθηκαν μερικώς από την δυσμενή υποδοχή που βρήκαν οι ελληνικές αξιώσεις στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τις Επανορθώσεις, η οποία συνήλθε στο Παρίσι και της οποίας τις αποφάσεις είχε αρνηθεί αρχικά η ελληνική κυβέρνηση να επικυρώσει. Σε λίγο, η άρνηση αυτή αποσύρθηκε: η Ελλάδα δεν μπορούσε να είναι αλαζονική, πριν βάλει τάξη στον οίκο της. Ο Τσουδερός ανέλαβε την υπόθεση αυτή με αποφασιστικότητα που μόνο ο Βαρβαρέσος είχε δείξει, αλλά και με περισσότερο επίγνωση της πραγματικότητας. Ένα σημαντικό βήμα έγινε στον έλεγχο της κυκλοφορίας του χρυσού. Τον Δεκέμβριο του 1946, ψηφίσθηκε νόμος που κήρυττε Digitized by 10uk1s
παράνομη τη συναλλαγή με χρυσό και ξένα νομίσματα. Ένας άλλος νόμος εξασφάλιζε τον μηχανισμό για την ορθή χρήση των πιστώσεων και την τήρηση των νομισματικών κανόνων. Αλλά, απέναντι στον θανάσιμο εναγκαλισμό της ελληνικής οικονομίας από τους βιομηχάνους, μια τέτοια νομοθεσία δεν ήταν παρά μόνο έκφραση ευσεβών πόθων. Ο Καρτάλης κι ο Τσουδερός επέστρεψαν από το Παρίσι με ένα καλύτερο όπλο: ένα ποσό λιρών, αρκετά μεγάλο για να επιτρέψει στην Τράπεζα Ελλάδος να συντρίψει την μαύρη αγορά, πουλώντας λίρες στην επίσημη τιμή. Αυτό δεν ήταν παρά ένα προσωρινό μόνο μέτρο, ώσπου να επιτυγχανόταν η νομισματική σταθερότητα. Αλλά δημιούργησε τουλάχιστο ένα μεταβατικό στάδιο, που δεν είχε επιτευχθεί ως τότε, όσο υπήρχαν λίρες σε κυκλοφορία. Κι αυτό ακόμα το σαμποτάρισμα της ανασυγκροτήσεως από τα δυο αντίπαλα άκρα ανακόπηκε για ένα μικρό διάστημα. Η συνδικαλιστική αναρχία που ακολούθησε το ναυάγιο των προσπαθειών του Ζάκκα, στις 20 Σεπτεμβρίου, προκάλεσε την επέμβαση της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Συνδικάτων, της οποίας ο Γάλλος εκπρόσωπος Σαινιάν επισκέφθηκε την Αθήνα τον Δεκέμβριο. Επιτεύχθηκε μια συμφωνία, σε σύσκεψη υπό την προεδρία του, για διενέργεια νέων αρχαιρεσιών, από τις οποίες αναδείχθηκε νέα διοίκηση της Γενικής Συνομοσπονδίας, με γενικό γραμματέα τον κομμουνιστή Παπαρρήγα, στις αρχές Μαρτίου. Την πρόοδο αυτή παρακολούθησε κι ένας άλλος εκπρόσωπος της TUC, ο κ. Μπάγκναλ. Η νέα διοίκηση ήταν στη μεγάλη πλειοψηφία της αριστερή και επηρεαζόταν σε μεγάλο βαθμό από τον ΕΡΓΑΣ. Αλλά είχε τουλάχιστο στερηθεί την ηγεμονία της η όχι λιγότερο ταραχοποιός και πολύ λιγότερο αντιπροσωπευτική κλίκα Χατζηδημητρίου και Μακρή. Παρ' όλο ότι η κυβέρνηση Σοφούλη δεν απαλλάχθηκε από την απειλή των απεργιών, μπορούσε να καυχηθεί για μια αρκετά καλή ρύθμιση του συνδικαλιστικού προβλήματος. Μερικά από τα αποτελέσματά της έγιναν φανερά στην πρόοδο που σημείωσε ο νέος υπουργός Ανεφοδιασμού κατά το μικρό διάστημα που διατήρησε τη θέση του. Στις κατηγορίες 1 και 2, το αποτέλεσμα ήταν καλό. Η κυβέρνηση Σοφούλη άρχισε επίσης καλά στην αντιμετώπιση των δυο εσωτερικών προβλημάτων, των πολιτικών εγκλημάτων (3) και της δημοσίας τάξεως (5). Στη διάρκεια του 1945, η συμμετοχή στην Αντίσταση είχε καταντήσει να θεωρείται πολιτικό έγκλημα και η συνεργασία με τους Γερμανούς κατά του κομμουνισμού πολιτική αρετή. Όποια κι αν ήταν τα υπέρ και τα κατά, η ωμή πραγματικότητα ήταν, ότι ένας πρώην αντάρτης ήταν πιο πιθανό να βρίσκεται στη φυλακή και ένας πρώην ταγματασφαλίτης να υπηρετεί στις ένοπλες δυνάμεις ή στα σώματα ασφαλείας 89. Ο Σοφούλης αντιμετώπισε μερικά το πρόβλημα με μια αμνηστία, που έπρεπε να είχε δοθεί από καιρό, για όλα τα πολιτικά αδικήματα, όλα τα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί στα πλαίσια της αντιστάσεως κατά του εχθρού και όλα τα άλλα αδικήματα, εκτός από φόνους που είχαν γίνει μεταξύ 27 Απριλίου 1941 και 12 Φεβρουαρίου 1945: δηλαδή, από την ημέρα της εισόδου των Γερμανών στην Αθήνα ως την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας. Όλες οι δικαστικές διώξεις και καταδίκες για τα λεγόμενα "αντιστασιακά αδικήματα", χωρίς να εξαιρείται απ' αυτά ο φόνος μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας, ακυρώνονταν κατηγορηματικά. Ο Σοφούλης όμως δεν αισθανόταν αρκετά ισχυρός, για να λάβει περισσότερα μέτρα κατά των πρώην συνεργατών του κατακτητή, ιδιαίτερα εκείνων που είχαν εισχωρήσει και πάλι στις ένοπλες υπηρεσίες, εξαιτίας των αντιδράσεων των Βρετανικών Αποστολών σε κάθε απόπειρα εκκαθαρίσεως στις ένοπλες υπηρεσίες για πολιτικούς λόγους. Την αρχή αυτή, η Σοφούλης την τήρησε με δουλική υπακοή. Ενώ μερικοί υπουργοί του έκαναν μυστικά αντικαταστάσεις, παρά τις υποδείξεις των Βρετανικών Αποστολών, ο ίδιος είχε αρκεσθεί προς το παρόν να αποφεύγει κάθε ανάμιξη. Το χειρότερο κακό απ' όλα τουλάχιστο είχε απαλειφθεί, όταν η Εθνοφυλακή απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά της, λίγο μετά την άνοδό του στην εξουσία. Το πρόβλημα της εθνικής άμυνας (6) βρισκόταν στην ίδια κατάσταση με τη δημόσια τάξη. Αν και οι σφαίρες επιρροής του Στρατού από τη μια και της Αστυνομίας και Χωροφυλακής από την άλλη διαγράφηκαν καθαρά μετά την κατάργηση της Εθνοφυλακής, συνεχίσθηκε η ίδια διελκυστίνδα Digitized by 10uk1s
μεταξύ των πολιτικών στοιχείων μέσα στους κόλπους τους. Για τους υπουργούς του Σοφούλη, η μεροληπτικότητα σε βάρος των πρώην μελών της Αντιστάσεως και υπέρ των πρώην μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν το ίδιο πράγμα με την μεροληπτικότητα σε βάρος των φιλελευθέρων και υπέρ των μοναρχικών. Το κλίμα της εποχής ευνοούσε τον καθένα που στρεφόταν κατά των κομμουνιστών και ταύτιζε λίγο - πολύ όλες τις μορφές του φιλελευθερισμού με το ΚΚΕ. Καταπολεμώντας αυτή την τάση, ο Σοφούλης βρέθηκε και πάλι αντιμέτωπος με την επιμονή των Βρετανικών Αποστολών για πολιτική ουδετερότητα. Αλλά ο υπουργός του επί των Στρατιωτικών, ο στρατηγός Μανέτας, σημείωσε μια και μοναδική επιτυχία, κερδίζοντας τη συγκατάθεση της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής για την απομάκρυνση του στρατηγού Βεντήρη από τη θέση του υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου. Αυτό ήταν, κατά τη γνώμη της κυβερνήσεως, το σπουδαιότερο βήμα για να εξασφαλίσει την νομιμοφροσύνη της κυριότερης υπηρεσίας των ενόπλων δυνάμεων. Στο πρόβλημα των εξωτερικών σχέσεων (4), κατά τον πρώτο μήνα της εξουσίας της η κυβέρνηση Σοφούλη πλησίασε πολύ τη μακαριότητα εκείνων που δεν έχουν ιστορία. Το μόνο σημαντικό γεγονός ήταν η ευοίωνη άφιξη στην Αθήνα του σοβιετικού πρεσβευτή ναυάρχου Ροντιόνωφ. Και στις έξη κατηγορίες προβλημάτων, η κυβέρνηση Σοφούλη, από τη μια χάρη στην εύνοια των περιστάσεων, από την άλλη χάρη στις προσπάθειές του, κατόρθωσε να βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Οι αρχικές της δυσχέρειες ήταν σχετικά μικρές. Το EAM απόσυρε την υποστήριξή του στην κυβέρνηση από τις 11 Δεκεμβρίου ακόμα και αξίωσε να συμπεριληφθεί σε έναν νέο συνασπισμό. Αφαίρεσε έτσι από τον Σοφούλη κάτι που εκείνος δεν το είχε ζητήσει, δεν το χρειαζόταν και δεν περίμενε ότι θα το διατηρούσε. Στις αρχές Ιανουαρίου, ο Θέος δημοσίευσε ένα μανιφέστο απειλώντας με απεργίες, που ξέσπασαν στις περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις λίγες μέρες αργότερα. Δεν πήραν γενική μορφή, επειδή οι Έλληνες εργάτες είχαν βαρεθεί να γίνονται αντικείμενο εκμεταλλεύσεως για να εξυπηρετούν τους πολιτικούς σκοπούς του ΚΚΕ. Στις 9 Ιανουαρίου, όλοι οι εργαζόμενοι σε δημόσιες υπηρεσίες στην Αθήνα είχαν επιστρέψει στην εργασία τους, αφήνοντας άθικτη την ισχύ της κυβερνήσεως. Δεν ήταν πολύ πιο σοβαρά τα άμεσα αποτελέσματα, όταν η άκρα Δεξιά άσκησε την ίδια πίεση στην κυβέρνηση, με τον ίδιο σκοπό και από αντίθετη κατεύθυνση. Οι ταραχές στην Πελοπόννησο κορυφώθηκαν στις 19 Ιανουαρίου με την κατάληψη της Καλαμάτας (όπου το ΚΚΕ είχε συμπεριφερθεί απάνθρωπα δεκαπέντε μήνες πριν) από ένοπλους, οπαδούς της Χ υπό τον Μαγγανά. Η κυβέρνηση κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο. Οι στασιαστές αποσύρθηκαν στα βουνά παίρνοντας μαζί τους ομήρους, δεκατέσσερις από τους οποίους αναφέρθηκε ότι δολοφονήθηκαν. Μέσα σε τρεις μέρες η τάξη αποκαταστάθηκε και οι επιζώντες όμηροι ελευθερώθηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν όχι να κλονισθεί η κυβέρνηση, αλλά να ενισχυθεί το επιχείρημα που πρόβαλε ο Σοφούλης στην Βρετανική Αστυνομική Αποστολή, ότι δεν μπορούσε πια να υπολογίζει κανείς στα σώματα ασφαλείας, για την καταστολή των ταραχών, όσο θα εξακολουθούσαν να περιλαμβάνουν στους κόλπους τους αξιωματικούς που αντιτάσσονταν πολιτικά στην κυβέρνηση. Δεν πέρασε πολύς καιρός, και έφθασαν οι δυσοίωνες αναφορές ότι ανταρτικές ομάδες αριστερών συγκροτούνταν και πάλι στη Μακεδονία. Ήταν όμως απίθανο ότι θα μπορούσαν ν' αναλάβουν δράση πριν από το τέλος του χειμώνα. Η προσωπική θέση του Σοφούλη δέχθηκε ισχυρότερο πλήγμα από "τα μέσα", από τους κόλπους του κόμματός του, όταν ήρθε η ώρα να προκηρύξει επίσημα τις εκλογές. Στις αρχές Δεκεμβρίου, έφθασαν στην Αθήνα Βρετανοί, Αμερικανοί και Γάλλοι αντιπρόσωποι, που είχαν προσκληθεί ένα χρόνο περίπου ενωρίτερα, για να εποπτεύσουν στις εκλογές. Η άφιξή τους επέβαλλε να γίνει κάτι για τη διεξαγωγή τους. Ο Σοφούλης υποχρεώθηκε, από τη δέσμευση που είχε αναλάβει απέναντι στον αντιβασιλέα, να αναγγείλει ότι θα διενεργούνταν τον Μάρτιο του 1946. Επωφελήθηκε από το ότι στην Ελλάδα εκλογές είναι δυνατό να γίνουν μόνο Κυριακή, για να διαλέξει την τελευταία δυνατή ημερομηνία, τις 31 Μαρτίου. Οι αντιπρόσωποι των δυτικών Συμμάχων, που είχαν αρχίσει να συγκροτούνται σε σώμα με την επωνυμία "Συμμαχική Αποστολή Παρατηρητών των Ελληνικών Εκλογών" (AMFOGE), ζήτησαν να πληροφορηθούν το σύστημα με το οποίο θα διεξάγονταν οι εκλογές. Ο Σοφούλης προτιμούσε την αναλογική, για τον τυπικό λόγο ότι ο νόμος που την είχε καθιερώσει το 1936 ίσχυε ακόμα. Ήταν επίσης το μόνο σύστημα που θα Digitized by 10uk1s
μπορούσε να δώσει ίσες ευκαιρίες και στα μικρά κόμματα. Υποβλήθηκε στον αντιβασιλέα για υπογραφή το διάταγμα της προκηρύξεως των εκλογών, που όριζε σαν ημερομηνία τις 31 Μαρτίου, σαν εκλογικό σύστημα την αναλογική και σε 300 τον αριθμό των εδρών (που αργότερα έγιναν 354). Η απόφαση αυτή εξόργισε τους Λαϊκούς, οι οποίοι περίμεναν ήδη να νικήσουν με οποιοδήποτε σύστημα, αλλά μεγαλύτερη νίκη με το πλειοψηφικό —όπως ακριβώς εξόργισε και ένα τμήμα του Κόμματος Φιλελευθέρων υπό τον Σοφοκλή Βενιζέλο η βιαστική προκήρυξη των εκλογών, που δεν τους έδινε καιρό να αναδιοργανώσουν τον πολιτικό τους μηχανισμό. Το αποτέλεσμα ήταν διάσπαση των Φιλελευθέρων. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος (που ερωτοτροπούσε από καιρό με τη δεξιά του Κέντρου, όπου ανήκαν π.χ. ο Παπανδρέου κι ο Κανελλόπουλος) συμμάχησε με τους Λαϊκούς σε εκλογικό συνασπισμό. Ήταν μια συμφωνία, που από καιρό την θεωρούσαν επιθυμητή οι αντικειμενικοί παρατηρητές, οι οποίοι φοβούνταν, ότι η αναβίωση του παλιού πολιτικού παιχνιδιού μεταξύ Λαϊκών και Φιλελευθέρων θα διευκόλυνε μόνο την αναβίωση του κομμουνισμού. Αλλά τα ελατήρια του Βενιζέλου και των συνεργατών του ήταν λιγότερο μεγαλόψυχα. Δεν είχαν τίποτε το κοινό μεταξύ τους, παρά μόνο το ότι όλοι τους, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, αντιπαθούσαν τον Σοφούλη και όλοι τους ήταν υπέρ του πλειοψηφικού συστήματος. Επάνω σ' αυτήν τη βάση συμφώνησαν με τους Λαϊκούς να ασκήσουν κοινή πίεση για ν' αποσυρθεί το Διάταγμα των εκλογών. Για λίγο, φάνηκε ότι ο αντιβασιλέας θα αρνιόταν να το υπογράψει, για να μην αντιταχθεί στη Δεξιά. Όταν όμως τελικά το Διάταγμα δημοσιεύθηκε, ο νεοσύστατος συνασπισμός διαλύθηκε. Οι μηχανορραφίες αυτές δεν επηρέασαν καθόλου την κυβέρνηση, επειδή δεν ήταν κομματική κυβέρνηση. Απομάκρυναν όμως ακόμα περισσότερο το μικροσκοπικό εκείνο τμήμα που αποσπάσθηκε και έκαναν τη νίκη των Λαϊκών ακόμα πιο πιθανή. Στην ηλικία των ογδόντα πέντε χρόνων περίπου 90, ο Σοφούλης δεν είχε προσωπικούς λόγους ν' ανησυχεί για το μακρινό μέλλον που προοιωνίζονταν αυτές οι μηχανορραφίες. Καταδίκασε την πράξη του Βενιζέλου, αναγνωρίζοντας έτσι το σχίσμα στο Κόμμα των Φιλελευθέρων, αλλά η κυβέρνησή του ήταν αρκετά ισχυρή για να επιζήσει από τόσο μικρές τρικυμίες. Όλη του η αποστολή περιοριζόταν στο να εξασφαλίσει ελεύθερες και γνήσιες εκλογές, ώστε να παραδώσει μια σχετικά σταθερή κατάσταση στον εκλεγμένο διάδοχό του. Πριν όμως γίνει αυτό, δυο θύελλες διαφορετικού μεγέθους, η μια εξωτερική και η άλλη εσωτερική, έπληξαν την Ελλάδα και λίγο έλειψε να καταποντίσουν την κυβέρνησή του. Η πρώτη ήταν μια διαμαρτυρία της σοβιετικής κυβερνήσεως, στην πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με την οποία η παρουσία βρετανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα εγκυμονούσε κινδύνους για την παγκόσμια ειρήνη. Η δεύτερη, όχι άσχετη με την πρώτη, ήταν μια βίαιη εκστρατεία, που συγκλόνισε τη χώρα, κατά της διεξαγωγής εκλογών τον Μάρτιο. Και τις δυο θύελλες ο Σοφούλης τις αντιμετώπισε ακλόνητος, όχι βέβαια χωρίς υποστηρίγματα. Αλλά στην κυβέρνησή του σημειώθηκε μερική διάλυση, κάτω από τ' αλλεπάλληλα πλήγματα. Η απόφαση της σοβιετικής κυβερνήσεως, να φέρει την κατάσταση της Ελλάδας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, κατά το άρθρο 35 του Καταστατικού των Ηνωμένων Εθνών, προκάλεσε περισσότερη αναστάτωση στην Ελλάδα παρά στους κυρίως ενδιαφερομένους. Από τη σοβιετική σκοπιά, η απόφαση αυτή ήταν ένα πειραματικό "μετεωρολογικό μπαλόνι", που αποσκοπούσε να ισοφαρίσει παρόμοια επίκληση του άρθρου 35 εναντίον της από την κυβέρνηση του Ιράν. Κάτι περισσότερο από μια ισοφάριση επιδιώχθηκε με την προσθήκη μιας διαμαρτυρίας της Ουκρανίας κατά της βρετανικής πολιτικής στην Ινδονησία και μιας γιουγκοσλαβικής διαμαρτυρίας κατά της διατηρήσεως μιας πολυεθνικής στρατιωτικής δυνάμεως στην Ιταλία. Αυτά όμως ήταν παραλλαγές του κεντρικού θέματος, που το συνόδευσαν ώσπου να καταρρεύσουν τελικά μαζί του. Από τη βρετανική σκοπιά, η επέμβαση αυτή προκάλεσε ικανοποίηση, επειδή όχι μόνο ανάγκασε την αμερικανική κυβέρνηση να πάρει θέση, αλλά και έληξε με ήττα των εγκαλούντων. Έδωσε επίσης στη βρετανική κυβέρνηση την ευκαιρία να υποσχεθεί ότι θ' απέσυρε τα βρετανικά στρατεύματα, αλλά ύστερα από τις ελληνικές εκλογές. Από τη σκοπιά του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το επεισόδιο αποτέλεσε μια απροσδόκητη έναρξη του έργου του Συμβουλίου Ασφαλείας. Digitized by 10uk1s
Δημιουργούσε ένα προηγούμενο που έδινε υποσχέσεις για το μέλλον, έστω και αν οι υποσχέσεις δεν επαληθεύθηκαν αργότερα. Από τη σκοπιά όμως της ελληνικής εσωτερικής πολιτικής, αποτέλεσε καταστροφή. Η προσέγγιση της ημερομηνίας των εκλογών, τις οποίες η σοβιετική κυβέρνηση είχε αρνηθεί να εποπτεύσει, γεννούσε την υπόνοια, ότι ένας από τους σκοπούς που κρύβονταν πίσω από τη σοβιετική διαμαρτυρία ήταν να τις ματαιώσει ή να τις επηρεάσει. Αν ήταν έτσι, η σοβιετική κυβέρνηση διέπραττε ένα σφάλμα τακτικής, ίσως όμως να σημείωνε μια στρατηγική επιτυχία: με μια αποτυχία προς το παρόν, θα εξυπηρετούσε τον πιο μακρινό αντικειμενικό σκοπό να επιδεινώνει αδιάκοπα την εσωτερική κατάσταση της Ελλάδας, για να δικαιολογήσει μελλοντική επέμβαση. Και στην μια και στην άλλη περίπτωση, το άμεσο αποτέλεσμα θα ήταν να εξασφαλίσει την πιθανή ήδη εκλογική νίκη των κομμάτων της Δεξιάς. Το αποτέλεσμα αυτό προέκυψε από το δίλημμα στο οποίο έφερε την κυβέρνηση Σοφούλη η σοβιετική επέμβαση. Διατυπώνοντας τον ισχυρισμό ότι τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα αποτελούσαν όργανο πολιτικής πιέσεως, ο Vyshinsky εξανάγκαζε την ελληνική κυβέρνηση να το παραδεχθεί ή να το αρνηθεί. Αφού τα βρετανικά στρατεύματα είχαν έρθει στην Ελλάδα με τη συγκατάθεση μιας προηγούμενης κυβερνήσεως, συγκατάθεση η οποία δεν είχε προκαλέσει αντίρρηση και πολύ περισσότερο αποδοκιμασία, ο Σοφούλης δεν μπορούσε να δώσει εντολή στον Έλληνα αντιπρόσωπο στο Συμβούλιο Ασφαλείας να συμφωνήσει με τον Vyshinsky. Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος, σε ιδιαίτερες συνομιλίες του, απέδιδε την άνοδο της Δεξιάς στην παρουσία των βρετανικών στρατευμάτων και την αδυναμία του να ελέγξει τις ένοπλες υπηρεσίες στις επεμβάσεις των Βρετανικών Αποστολών. Παρά το αδιέξοδο αυτό, έστειλε τον Σοφιανόπουλο στο Λονδίνο ν' αντικρούσει τον σοβιετικό ισχυρισμό. Ο Σοφιανόπουλος δοκίμασε την αμηχανία απ' αυτό το αδιέξοδο πιο προσωπικά, επειδή έβλεπε να διακυβεύεται η φήμη του σαν φίλου των σλαβικών δυνάμεων. Φθάνοντας στο Λονδίνο, αρνήθηκε να εκθέσει την ελληνική άποψη σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε. Ο Σοφούλης τον απέλυσε, διόρισε στη θέση του τον Ρέντη και έδωσε εντολή στον Έλληνα πρεσβευτή στο Λονδίνο να υποστηρίξει την βρετανική πλευρά, ως την άφιξη του νέου υπουργού Εξωτερικών. Στο Λονδίνο, έδωσε τέλος στην υπόθεση μια κίνηση που επιδίωξε ώστε, "μη υπαρχούσης αντιρρήσεως", να θεωρηθεί ότι έκλεισε το θέμα. Στην Αθήνα, όμως, το αποτέλεσμα ήταν ένα ακόμα βήμα προς την εξαφάνιση του μετριοπαθούς Κέντρου και προς την πτώση της κυβερνήσεως Σοφούλη. Το πιο πάνω επεισόδιο, θυμίζοντας στην Ελλάδα ότι η ΕΣΣΔ δεν είχε πάψει να ενδιαφέρεται για τα ελληνικά πράγματα, έδωσε νέα όπλα στους ταραχοποιούς της Δεξιάς. Είχε περάσει ένας χρόνος από την κομμουνιστική επανάσταση, κατά την διάρκεια του οποίου, στα μάτια της κοινής γνώμης, είχε δοθεί στους μετριοπαθείς φιλελευθέρους ολόκληρη σειρά εξαιρετικά ευνοϊκών ευκαιριών, για να δείξουν την αξία τους. Πλαστήρας, Βούλγαρης, Κανελλόπουλος και Σοφούλης (που εμφανίζονταν όλοι σαν φιλελεύθεροι) είχαν αποτύχει ο ένας μετά τον άλλο, επειδή το είχαν θελήσει και η Δεξιά και η Αριστερά ν' αποτύχουν. Το σχέδιο του ΚΚΕ ήταν να οδηγείται σε αποτυχία η κάθε κυβέρνηση, ώσπου δεν θα έμενε άλλη λύση από την εξωτερική επέμβαση προς όφελός του. Τέτοια επέμβαση δεν μπορούσε να γίνει, παρά μόνο αφού θα έφευγαν τα βρετανικά στρατεύματα. Και δεν θα έφευγαν, παρά μόνο όταν θα είχε αναδειχθεί μια εκλεγμένη κυβέρνηση. Αφού το ΚΚΕ δεν είχε ελπίδα εκλογικής επιτυχίας, έβρισκε ικανοποίηση στην πρόβλεψη ότι θα κέρδιζαν τις εκλογές οι Λαϊκοί: η νίκη τους θα δημιουργούσε αυτόματα τις προϋποθέσεις για την αποχώρηση των Βρετανών και θα εξαντλούσε και την τελευταία λύση που έμενε να δοκιμασθεί, πριν η δημοκρατία θεωρηθεί χρεοκοπημένη. Την ίδια λογική ακολουθούσε και η άκρα Δεξιά, ως το προτελευταίο στάδιο: συμφωνούσε στο ότι αυτή ήταν η τελευταία λύση πριν από τον κατακλυσμό, αλλά ήταν βέβαιη ότι θα κατόρθωνε ν' αντέξει. Ο ίδιος επομένως απελπισμένος αγώνας διεξαγόταν και τώρα, όπως κατά το καλοκαίρι του 1936. Αυτή τη φορά όμως οι εκλογείς είχαν περισσότερη επίγνωση της καταστάσεως — ή νόμιζαν ότι είχαν. Έχοντας μάθει από τον Δεκέμβριο του 1944 τι θα σήμαινε ο κομμουνισμός γι' αυτούς και έχοντας δει σε όλη τη διάρκεια του 1945 ότι Digitized by 10uk1s
ο φιλελευθερισμός δεν είχε τη δύναμη να σώσει τη χώρα, είχαν αποφασίσει πολύ πριν από τον Μάρτιο του 1946 να δώσουν την ψήφο τους στη Δεξιά. Ίσως να έφθασαν στην απόφασή τους αυτή με εσφαλμένους συλλογισμούς· ίσως να κατηγορούσαν το Κέντρο για πράγματα για τα οποία θα έπρεπε να κατηγορούν την επάνω και την κάτω μυλόπετρα. Μια κάποια τύφλωση απέναντι στις λεπτομέρειες της πραγματικότητας ήταν ενδημική κάτω από την οριζόντια διαχωριστική γραμμή, επειδή το πολιτικό παιχνίδι διεξαγόταν σε μεγάλο βαθμό από άτομα, των οποίων το δικαίωμα να μιλούν για λογαριασμό κομμάτων ήταν ένας μύθος. Για παράδειγμα, κανένας φιλελεύθερος ή λαϊκός ψηφοφόρος κάτω από την οριζόντια γραμμή δεν ρωτήθηκε για τη συμφωνία που έκαμε ο Σοφοκλής Βενιζέλος με τον Τσαλδάρη τον Ιανουάριο του 1946. Εκείνο που είχε σημασία για τους εκλογείς ήταν όχι το γεγονός, αλλά ό,τι πίστευαν σαν γεγονός. Οι πεποιθήσεις αυτές ήταν οι ίδιες τα γεγονότα που έκριναν τις εκλογές πριν ακόμα διεξαχθούν. Όταν ο Σοφιανόπουλος προτίμησε ν' αποπεμφθεί, παρά να υπακούσει στις οδηγίες, ο ελληνικός λαός είδε ταυτόχρονα το λογικά αδύνατο να επιβιώσει το Κέντρο και την κρίσιμη θέση της χώρας του μέσα στην παγκόσμια πραγματικότητα. Ο κόσμος ήταν η μεγέθυνση της χώρας του. Και αφού ο λαός το έβλεπε έτσι, έτσι ήταν. Οι συζητήσεις στο Συμβούλιο Ασφαλείας έφεραν στην επιφάνεια τη βεβαιότητα ότι, εξωτερικά, η Ελλάδα δεν είχε παρά να εκλέξει μεταξύ της ΕΣΣΔ και των δυτικών δημοκρατιών. Η αποπομπή του Σοφιανόπουλου έφερε στην επιφάνεια τη βεβαιότητα ότι, εσωτερικά, η Ελλάδα είχε να διαλέξει μεταξύ της κομμουνιστικής Αριστεράς και της μοναρχικής Δεξιάς. Καμιά από τις δυο βεβαιότητες δεν άφηνε περιθώρια εκλογής. Συνδυάζονταν και οι δυο μαζί σε μια καθαρή προοπτική, όπως οι εικόνες σε στερεοσκοπική προβολή. Δεν υπήρχε τίποτα το καινούργιο σχετικά με την αρχή που κρυβόταν πίσω από τα γεγονότα 91. Εκείνο που ήταν καινούργιο ήταν η σύμπτωση, η οποία φώτισε ταυτόχρονα την εσωτερική και την εξωτερική όψη αυτής της αρχής, λίγο μόλις πριν από τις πρώτες ελληνικές εκλογές ύστερα από μια δεκαετία. Από τη στιγμή αυτή, τα κοινωνικά και τα κρατικά προβλήματα εξαφανίσθηκαν από το οπτικό πεδίο του εκλογέα, αφήνοντας δυο ολοκάθαρες δυνατότητες εκλογής, που μπορούσαν να εκφρασθούν με διαφόρους τρόπους, χωρίς ν' αλλάξει η σημασία τους: η Δεξιά κατά της Αριστεράς, η μοναρχία κατά του κομμουνισμού, η βαλκανική σοβιετοποίηση κατά της δυτικής δημοκρατίας, η Βρετανία και οι ΗΠΑ κατά της ΕΣΣΔ. Αυτές οι λύσεις και μόνο αυτές υπήρχαν πια στον κόσμο, όταν η Ελλάδα μπήκε στον προεκλογικό της πυρετό, τον Μάρτιο του 1946. Η άκρα Αριστερά, δηλώνοντας ότι θα απόσχει από τις εκλογές, αναγνώρισε ότι δεν χωρούσε αμφιβολία για το αποτέλεσμα, κάτω από τέτοιες συνθήκες. Επέτρεψε όμως στους οπαδούς της να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους, για την περίπτωση που θα άλλαζε γνώμη την τελευταία στιγμή. Μολονότι η αποχή ήταν από νομοτεχνική άποψη παράνομη στην Ελλάδα, ο Σοφούλης δεν είπε τίποτε πάνω σ' αυτό, για το λόγο ότι κι ο ίδιος είχε προτρέψει τους οπαδούς του να διαπράξουν την ίδια παράβαση επί κυβερνήσεως Βούλγαρη. Στις 8 Φεβρουαρίου, το ΕΑΜ πρότεινε συμμετοχή του στην κυβέρνηση, σαν όρο για τη συμμετοχή του στις εκλογές. Στις 17 Φεβρουαρίου, το ΚΚΕ δημοσίευσε μια διακήρυξη, όπου κατήγγελλε όλα τα γνωστά κακώς έχοντα, με την προσθήκη μιας αξιώσεως για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, πράγμα που έδινε την εντύπωση ανακόλουθης ενέργειας, για λόγους ψηφοθηρίας. Κατόρθωσε έτσι να προκαλέσει σύγχυση στην κοινή γνώμη. Πολλά μέλη της κυβερνήσεως Σοφούλη πίστευαν ότι εκλογές χωρίς την συμμετοχή της άκρας Αριστεράς θα ήταν ανώφελες. Υποστήριζαν ότι, για να υπάρξει πολιτική σταθερότητα στο μέλλον, έπρεπε να συμπεριληφθεί και το ΚΚΕ στην νόμιμη πολιτική ζωή της χώρας, έστω και μόνο για τον φόβο των μηχανορραφιών του σε περίπτωση θέσεώς του εκτός νόμου: "Ο Στάλιν βρίσκει ακόμα κατεργαριές για ν' ασχολούνται μερικοί τεμπέληδες". Πιέζοντας τον Σοφούλη να αναβάλει τις εκλογές, για να δοθεί καιρός στο ΕΑΜ ν' αποφασίσει να συμμετάσχει, ίσως επηρεάζονταν από την ελπίδα ότι οι δικές τους πιθανότητες εκλογικής επιτυχίας θα αυξάνονταν στο μεταξύ. Αλλά και η μια και η άλλη ελπίδα τους αποδείχθηκαν απατηλές. Το ΚΚΕ ποτέ δεν θα επέτρεπε συμμετοχή του ΕΑΜ στις εκλογές που, όσο κι αν αναβάλλονταν, θα κατέληγαν σε νίκη της Δεξιάς, εκτός αν κατόρθωναν να τις κατευθύνουν. Και ούτε μπορούσαν να αυξηθούν οι πιθανότητες του Κέντρου, όσες εκκαθαρίσεις των ενόπλων Digitized by 10uk1s
υπηρεσιών και του εκλογικού μηχανισμού κι αν γίνονταν, ύστερα από τη σειρά των ενδείξεων της αδυναμίας του, που είχαν κορυφωθεί κλιμακωτά μέσα στην προηγούμενη χρονιά. Ο ελληνικός λαός είχε πάρει την απόφασή του. Ίσως προσωρινά, ίσως με όχι σωστές εκτιμήσεις. Αλλά το βέβαιο ήταν, ότι μόνο η νοθεία θα μπορούσε να αποτρέψει νίκη της Δεξιάς στις εκλογές του 1946. Ο Σοφούλης συμμεριζόταν την επιθυμία των συνεργατών του για αναβολή των εκλογών, έστω για ένα μήνα, με το αιτιολογικό ότι η απεργία των τυπογράφων είχε καθυστερήσει τη δημοσίευση των εκλογικών καταλόγων και ότι ο νόμος και η τάξη δεν είχαν ακόμα εντελώς αποκατασταθεί. Του έδεναν όμως τα χέρια η ρητή εντολή που είχε από τον αντιβασιλέα και η άφιξη, σε ένα σώμα, των Αμερικανών, Βρετανών και Γάλλων παρατηρητών που αποτελούσαν την AMFOGE. Στα άλλα επιχειρήματα κατά της αναβολής ήρθε τώρα να προστεθεί το ότι ήταν τεχνικά αδύνατο να παραμείνουν οι ξένοι παρατηρητές, στρατιωτικοί, κυρίως, που σε λίγο θα αποστρατεύονταν, πέρα από τα μέσα Απριλίου. Ήταν σχεδόν βέβαιο ότι, αν οι εκλογές αναβάλλονταν, οι συμμαχικές κυβερνήσεις δεν θα τις επέβλεπαν. Για τα διαφωνούντα μέλη της κυβερνήσεως Σοφούλη, το επιχείρημα αυτό ήταν άτοπο, όπως ήταν και η δέσμευση που είχε αναλάβει ο Σοφούλης, όταν αποδέχθηκε την εντολή. Δέκα υπουργοί και υφυπουργοί, μεταξύ των οποίων ο Καφαντάρης και όλοι σχεδόν οι εκπρόσωποι της Αντιστάσεως, παραιτήθηκαν πριν από τα μέσα Μαρτίου. Ο Σοφούλης, με το θάρρος της απελπισίας, τους αντικατέστησε και παρέτεινε την προθεσμία για υποβολή υποψηφιοτήτων ως τις 20 Μαρτίου, σε μια τελευταία προσπάθεια να προσελκύσει την Αριστερά. Ο Σβώλος και ο Σοφιανόπουλος δήλωσαν ότι συμφωνούν με το ΕΑΜ για αποχή. Το ΕΑΜ, μέσω του γηραιού καθηγητή Γεωργαλά, προέδρου της ΕΠΟΝ, και του Καρβούνη, διευθυντή της "Ελεύθερης Ελλάδας", που βρίσκονταν σε αποστολή στο Λονδίνο, ζήτησε εξάμηνη αναβολή. Ακόμα και η Χ ζήτησε αναβολή μιας εβδομάδας, δήθεν για να ετοιμάσει τον κατάλογο των υποψηφίων της, αλλά στην πραγματικότητα για να δείξει ότι δεν ήταν μόνο η Αριστερά που διαμαρτυρόταν. Η βρετανική κυβέρνηση γνωστοποίησε την απόφασή της να ταχθεί κατά της αναβολής, εκθέτοντας τους λόγους, και επανάλαβε ότι πρόθεσή της ήταν ν' αποσύρει τα βρετανικά στρατεύματα όταν οι συνθήκες θα το επέτρεπαν μετά τις εκλογές. Στη διάρκεια του ίδιου μήνα αντικαταστάθηκαν ο σερ Ρέτζιναλντ Λήπερ και ο στρατηγός Σκόμπυ. Με την αντικατάσταση αυτή, η βρετανική κυβέρνηση ήθελε να υπογραμμίσει, ότι η πολιτική της, αντίθετα με τον ισχυρισμό των επικριτών της στην Αθήνα, στο Λονδίνο και στην Ουάσιγκτον, δεν στηριζόταν σε πρόσωπα. Τα κόμματα που μετείχαν στις εκλογές, οι Λαϊκοί και οι δορυφόροι τους, η δεξιά του Κέντρου υπό τους Παπανδρέου, Κανελλόπουλο και Βενιζέλο, το επίσημο Κόμμα των Φιλελευθέρων υπό τον Σοφούλη, το Αγροτικό Κόμμα του Μυλωνά και οι εθνικιστικές ομάδες του Ζέρβα και του Γονατά, ανακοίνωσαν το εκλογικό τους πρόγραμμα. Δεν υπήρχε σχεδόν καμιά διαφορά ανάμεσα σε όλα αυτά τα προγράμματα, εκτός από μια ρητή επιφύλαξη των Λαϊκών για την αναβολή του δημοψηφίσματος ως το 1948. Έτσι, το πολιτειακό έγινε το μόνο αντικείμενο διαμάχης: οι εκλογές αυτές θα έκριναν το μέλλον της μοναρχίας, που ακριβώς η δήλωση των τριών δυνάμεων, τον Σεπτέμβριο του 1945, είχε επιδιώξει να αποτρέψει. Η αποτυχία του Κέντρου να προσφέρει μια ουσιαστική τρίτη λύση, σε συνδυασμό με τη νέα σοβιετική ανάμιξη τον Ιανουάριο, είχε εκμηδενίσει τον συμβατικό διαχωρισμό του πολιτειακού σε ζήτημα εκλογών πρώτα και δημοψηφίσματος ύστερα. Η βρετανική κυβέρνηση είχε κουρασθεί να προσπαθεί να σταματήσει το εκκρεμές στη μέση της διαδρομής του και υποκλίθηκε μπροστά στο εκπληκτικό πείσμα του ελληνικού λαού. Μια και ήταν βέβαιο ότι η Δεξιά θα κέρδιζε τις εκλογές, ήταν βέβαιο και ότι θα τις κέρδιζε με μεγάλη πλειοψηφία. Η τεράστια όμως πλειοψηφία που απέσπασε το Λαϊκό Κόμμα με τους δορυφόρους του στις 31 Μαρτίου δεν απόδειχνε, όπως ισχυρίσθηκαν οι εχθροί του, ότι οι εκλογές είχαν γίνει με βία και νοθεία.
Digitized by 10uk1s
Ούτε επίσης απόδειχνε, όπως ισχυρίσθηκαν οι οπαδοί του, ότι είχε τον ελληνικό λαό μαζί του. Ήταν μια επαλήθευση της γνωστής αρχής, ότι οι περισσότεροι Έλληνες κρίνοντας σύμφωνα με το συμφέρον τους, ψηφίζουν την πλευρά που ξέρουν ότι θα νικήσει. Αυτό επιβεβαιώθηκε με μεγάλη στατιστική ακρίβεια από τις επιστημονικές μεθόδους της AMFOGE. Μπορούσε όμως να είναι βέβαιος κανείς και πριν ακόμα ανοίξουν οι κάλπες. Η βεβαιότητα αυτή έκαμε να μειωθεί ο ενθουσιασμός για τις εκλογές αυτές. Η 31η Μαρτίου πέρασε με την ηρεμία και τη βεβαιότητα από τη μια πλευρά και την αγανάκτηση από την άλλη. Εκτός από μια συμπλοκή στη Μακεδονία, κανένα περιστατικό ένοπλης βίας δεν σημειώθηκε. Κανένας σωματικός εξαναγκασμός δεν ασκήθηκε για επηρεασμό ή παρεμπόδιση της ψηφοφορίας. Η αναμενόμενη δραστηριότητα για τον σχηματισμό νέας κυβερνήσεως άρχισε στις 2 Απριλίου. Η αναμενόμενη καταγγελία του αποτελέσματος των εκλογών από το ΕΑΜ έγινε δυο μέρες αργότερα. Τον τελευταίο όμως λόγο για τον τρόπο διεξαγωγής των εκλογών τον είχε το σώμα των ξένων παρατηρητών και η ετυμηγορία του δεν μπορεί ν' αμφισβητηθεί: 92 "Η Αποστολή διαπιστώνει, ότι η πορεία της διαδικασίας κατά την ημέραν των εκλογών υπήρξε εύτακτος και ικανοποιητική. Οι εκλογικοί κατάλογοι μεγάλων τμημάτων της χώρας περιείχαν αταξίας, αλλά δεν εσημειώθη παράνομος ψηφοφορία εις σημαντικόν βαθμόν. Εκφοβισμός υπήρξε, έως ένα σημείο, και από τα δύο άκρα και εις μερικάς μάλιστα περιπτώσεις ησκήθη από όργανα της χωροφυλακής, αλλά όχι εις τόσην έκτασιν ώστε να επηρεάσει σοβαρώς το εκλογικόν αποτέλεσμα. Η εκ προθέσεως αποχή δεν έφθασε εις μεγάλα ποσοστά. Η Αποστολή συνεπώς συμπεραίνει ότι, ανεξαρτήτως της παρούσης εξάψεως των πολιτικών παθών εις την Ελλάδα, αι συνθήκαι ήσαν τοιαύται, ώστε να επιτρέπουν την διενέργειαν εκλογών, ότι η διεξαγωγή των υπήρξε εν τω συνόλω της ελευθέρα και γνήσια και ότι το γενικόν αποτέλεσμα εκφράζει την πραγματικήν και έγκυρον ετυμηγορίαν του έλληνικού λαού". Στο συμπέρασμα αυτό έφθασε η Αποστολή στηριζόμενη σε επιστημονικές επαληθεύσεις και όχι σε προσωπικές εντυπώσεις. Τη μέθοδο που εφαρμόσθηκε την είχαν επινοήσει οι Αμερικανοί που μετείχαν σ' αυτήν και οι οποίοι για πρώτη φορά αναλάμβαναν πλήρεις ευθύνες στην Ελλάδα. Είχε επομένως πολύ μεγαλύτερη σημασία η αρχή την οποία ακολούθησε η AMFOGE, παρά το περιεχόμενο της εκθέσεως. Αναφορικά με τα βασικά δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας, η έκθεσή της ήταν ορθή από μια πλευρά και άτοπη από άλλη. Η σημασία της όμως βρίσκεται στο ότι η αντιμοναρχική Αμερική, ευθυγραμμιζόμενη με την βρετανική Αριστερά, επικρότησε τον θρίαμβο της μοναρχικής Δεξιάς στην Ελλάδα. Οι δυο κυβερνήσεις συμφώνησαν επίσης να επιβλέψουν την αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων, πριν χρησιμοποιηθούν και πάλι, για το δημοψήφισμα. Η γαλλική κυβέρνηση παραιτήθηκε από τη νέα αυτή ευθύνη, αφήνοντας την βρετανική και την αμερικανική κυβέρνηση ν' αντιμετωπίσουν, σε διμερή συνεργασία, τη σοβιετική κυβέρνηση στον στίβο της Ελλάδας. Η καθεμιά από τις δύο πλευρές είχε στην Ελλάδα το δικό της προλεταριάτο ξένων δορυφόρων, για να απηχεί τη φωνή της και να διερμηνεύει τις προθέσεις της: ο κάθε δορυφόρος περιείχε έναν σκληρό πυρήνα από το επάνω μέρος της οριζόντιας διαχωριστικής γραμμής, που κατηύθυνε αδίστακτα μια ετερόκλητη μάζα από το κάτω μέρος, συγκεντρωμένη γύρω του όπως -όπως και με ελλιπή κατανόηση και αφοσίωση για οποιαδήποτε από τις δύο πλευρές. Η ίδια σκηνή ξετυλιγόταν στο μεταξύ, εξαιτίας της συγχύσεως που ακολούθησε την απελευθέρωση, σε κάθε πρώην κατεχόμενη χώρα. Μόνο η εκτέλεση των αντιπάλων ρόλων διέφερε. Το πρότυπο της σκηνής είχε στηθεί στην Ισπανία, το 1936. Δέκα χρόνια αργότερα, δεν είχε εξελιχθεί πολύ διαφορετικά.
3 . Η Ε ΚΛ Ε Γ ΜΕ Ν Η ΠΟ Λ Ι Τ ΙΚ Η Κ ΥΒ Ε Ρ ΝΗΣ Η, Α Π Ρ Ι Λ Ι ΟΣ 1 9 4 6 Από την τελευταία παράγραφο συνάγεται, ότι τα πολιτικά γεγονότα της επόμενης δεκαετίας στην Ελλάδα έχουν μικρή ουσιαστικά σημασία, γι' αυτό και δεν χρειάζεται να επεκταθούμε πολύ σ' αυτά τα ίδια. Οι ελληνικές κυβερνήσεις έπαψαν πια να είναι αυτεξούσιες, από τη μια επειδή οι αποφάσεις τους ήταν αντανάκλαση σε μικρογραφία γεγονότων του έξω κόσμου και, από την άλλη, Digitized by 10uk1s
επειδή η εκτέλεσή τους κρεμόταν από τις ιδιοτροπίες ανεύθυνων οπαδών (επάνω, αλλά όχι πολύ επάνω από την οριζόντια γραμμή) και κατωτέρων κρατικών οργάνων, στα οποία η κυβέρνηση, με όλη την καλή θέληση του κόσμου, δεν μπορούσε παρά να ασκεί πολύ περιορισμένο έλεγχο. Η καλή θέληση και ειλικρίνεια των πολιτικών ηγετών της Δεξιάς ήταν αναμφισβήτητη, αλλά οι διαθέσεις της κοινής γνώμης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ήταν εναντίον τους. Το ότι η ραγδαία εξέλιξη της ελληνικής ιστορίας έμεινε χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα φαίνεται στους κλυδωνισμούς από τους οποίους πέρασε η εκτελεστική εξουσία, χωρίς κανένα αισθητό αποτέλεσμα για τη ζωή του απλού Έλληνα. Μέσα σε ένα χρόνο από τις εκλογές, η Ελλάδα γνώρισε τρεις πρωθυπουργούς και πέντε κυβερνήσεις (οι δύο απ' αυτές πανόμοιες). Κι αυτή ακόμα η τυχοδιωκτική εναλλαγή τριών πρωθυπουργών δεν είχε ούτε μεγαλύτερο ούτε μικρότερο αποτέλεσμα από τις πολιτικές φαντασιοπληξίες της Δεξιάς. Έως την άνοιξη του 1947, όταν το αμερικανικό δάνειο τερμάτισε την τρίτη πράξη, η Ελλάδα γνώρισε δεκατρείς αρχηγούς του κράτους (μεταξύ των οποίων ένας βασιλιάς κι ένας αρχιεπίσκοπος) στο διάστημα των έξη ετών από το θάνατο του Μεταξά — και δεν υπολογίζονται στον αριθμό αυτό οι συνεργάτες του κατακτητή και όσοι πήραν εντολή για σχηματισμό κυβερνήσεως αλλά απέτυχαν. Αφού στα τρία από τα έξη αυτά χρόνια πρωθυπουργός ήταν ο Τσουδερός, από τα υπόλοιπα τρία αναλογούν τρεις μήνες στον καθένα. Αυτό ήταν όχι μόνο σύμπτωμα αστάθειας, αλλά και απόδειξη του ότι, αναγκαστικά, η κυβέρνηση θα έχανε σιγά - σιγά τον έλεγχο των λειτουργιών της. Το 1946, η εξέλιξη αυτή πήρε τον ρυθμό καλπασμού. Λίγο ύστερα από τη θριαμβευτική μεταστροφή που παρουσίασαν οι εκλογές, η νικήτρια Δεξιά δοκίμασε την απογοήτευση που κυριεύει ένα στράτευμα, όταν προελαύνει, και διαπιστώνει ότι επιτίθεται σε εγκαταλειμμένες θέσεις. Παρ' όλο ότι το επίσημο Κόμμα των Φιλελευθέρων υπό τον Σοφούλη είχε κερδίσει σαράντα οκτώ έδρες, η αξιωματική αντιπολίτευση αποκλείσθηκε από τη Βουλή με μια πράξη πολιτικής βίας από την πλευρά της Αριστεράς, που φαινόταν σαν αυτοκτονία, αλλά θα μπορούσε ν' αποδειχθεί μάλλον έγκλημα. Το Λαϊκό Κόμμα ομολόγησε ότι είχε επίγνωση όχι μόνο της διοικητικής του αδυναμίας, αλλά και της ηθικής του ανασφάλειας, με τους αλλεπάλληλους ανασχηματισμούς της κυβερνήσεώς του. Στις 4 Απριλίου, σχημάτισε μια κυβέρνηση η οποία περιλάμβανε πολιτικούς της Δεξιάς του Κέντρου, όπως ο Βενιζέλος, ο Παπανδρέου κι ο Κανελλόπουλος, με επικεφαλής έναν ουδέτερο, τον οποίο, κάτω από ένα οποιοδήποτε άλλο σύστημα, θα ήταν άτοπο να τον αποκαλέσει κανείς πρωθυπουργό: έναν δικαστικό με το όνομα Πουλίτσας. Ο λόγος ήταν, ότι το Λαϊκό Κόμμα δεν είχε κατορθώσει ακόμα να εκλέξει τον αρχηγό του. Όταν τον απόκτησε, όχι χωρίς αντιπολίτευση, στο πρόσωπο του Τσαλδάρη, ο τελευταίος αυτός μεταπήδησε από το υπουργείο Εξωτερικών στην πρωθυπουργία, στις 17 Απριλίου. Οι κυριότεροι αντίπαλοί του, ο Θεοτόκης, ο Μαυρομιχάλης κι ο Στεφανόπουλος, ανάλαβαν θέσεις στο υπουργικό του συμβούλιο. Ο Πουλίτσας ξαναγύρισε στην αφάνεια μέσα σε δεκαπέντε μέρες. Μαζί του παραιτήθηκαν ο Βενιζέλος, ο Παπανδρέου κι ο Κανελλόπουλος και λίγο αργότερα δήλωσαν και οι τρεις ότι προτιμούσαν την αβασίλευτη δημοκρατία παρά τη μοναρχία. Ο Βενιζέλος μάλιστα επανήλθε τελικά στο επίσημο Κόμμα των Φιλελευθέρων, υπό τον Σοφούλη πάντα. Έτσι, προς το παρόν, η τριάδα αυτή είχε διαγράψει πλήρη κύκλο. Στο μεταξύ, οι Λαϊκοί συνέδεσαν την κυβέρνησή τους με το μόνο ζήτημα για το οποίο δεν είχαν αμφιβολίες. Παραμέρισαν τα διοικητικά προβλήματα, με το αιτιολογικό ότι γι' αυτούς προηγούνταν τα θεμελιακά προβλήματα. Η αρχή τους, φαινομενικά λογική αλλά μοιραία φιλόδοξη, ήταν ότι δεν έβλεπαν πως ήταν δυνατό να κυβερνηθεί η Ελλάδα, πριν σταθεροποιηθεί το πλαίσιό της, το πολιτειακό και το γεωγραφικό. Παρά την ευχή που εξέφρασε η βρετανική κυβέρνηση να μείνει το πολιτειακό σε εκκρεμότητα και να εξακολουθήσει να είναι αντιβασιλέας ο αρχιεπίσκοπος, στις 4 Απριλίου ανακοινώθηκε ότι η Βουλή θα συνερχόταν στις 29 Απριλίου (ενωρίτερα από τις καθιερωμένες έξη εβδομάδες μετά τις εκλογές) για να συζητήσει το ζήτημα της προκήρυξης δημοψηφίσματος για το πολιτειακό. Ο αρχιεπίσκοπος προσφέρθηκε να παραιτηθεί με το αιτιολογικό ότι η αποστολή του είχε λήξει, δέχθηκε όμως ν' αποσύρει την παραίτηση ως το δημοψήφισμα. Βασιλόφρονες τοποθετήθηκαν με σπουδή σε όλες τις θέσεις - κλειδιά και πριν απ' Digitized by 10uk1s
όλα στο στράτευμα (όπου ο Σπηλιωτόπουλος έγινε ο πρώτος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου και, αργότερα, γενικός επιθεωρητής των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ στο Γενικό Επιτελείο τον διαδέχθηκε ο Βεντήρης), αλλά και σ' αυτά ακόμα τα εργατικά συνδικάτα (όπου επανήλθε ο μεταξικός υπουργός Δημητράτος). Σε αντάλλαγμα για την παραμονή του αρχιεπισκόπου στην αντιβασιλεία, ο Τσαλδάρης ανέβαλε τη συνεδρίαση της Βουλής για τις 13 Μαΐου. Κατά τη συνεδρίαση, ο ίδιος ο αντιβασιλέας ανάγγειλε, ότι θα υποβαλλόταν νομοσχέδιο που θα όριζε σαν ημέρα του δημοψηφίσματος την 1 Σεπτεμβρίου. Στις 13 Ιουνίου, ο Μακ Νηλ γνωστοποίησε στη Βουλή των Κοινοτήτων τη συναίνεση της βρετανικής κυβερνήσεως στο ζήτημα της ημερομηνίας. Πέρα απ' αυτή την απόφασή της να επαναφέρει τον βασιλιά το συντομότερο (απόφαση που την υπογράμμιζε και το ότι οριζόταν σαν αντικείμενο του δημοψηφίσματος όχι το πολιτειακό γενικά, αλλά "η επάνοδος του βασιλέως Γεωργίου Β'") η κυβέρνηση δεν άσκησε καμιά δημιουργική πολιτική, αλλά περιορίσθηκε σε ωραία λόγια. Στις προγραμματικές δηλώσεις του, στην εξωτερική πολιτική, ο Τσαλδάρης περιόρισε την εξωτερική του πολιτική στην ικανοποίηση των εθνικών διεκδικήσεων της Ελλάδας, οι οποίες είχαν υποβληθεί στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, στο Παρίσι. Όσο για τα εσωτερικά προβλήματα (εκτός απ' το ζήτημα της μοναρχίας, που κατείχε την πρώτη θέση), τα κατέταξε σε προβλήματα οικονομικής σταθερότητας και εσωτερικής ασφαλείας. Η αρχική άποψή του σχετικά με την πρώτη κατηγορία ήταν ότι η Ελλάδα χρειαζόταν ένα ακόμα ξένο δάνειο. Σχετικά με τη δεύτερη, η κυβέρνησή του έκαμε στην αρχή μερικά διστακτικά βήματα, όπως το κλείσιμο των γραφείων της Χ στις επαρχίες και η σύλληψη του Μαγγανά. Και, ύστερα, ένα τολμηρό άλμα, υποβάλλοντας και επιτυγχάνοντας την ψήφιση (με πολλές αποχές στη Βουλή) ενός εξαιρετικά αυστηρού "Νόμου περί Μέτρων Τάξεως". Οι συλλήψεις χωρίς ένταλμα μπήκαν και πάλι σ' ενέργεια και ξανάρχισαν οι επ' αόριστο φυλακίσεις χωρίς δίκη. Η πρόθεση της κυβερνήσεως ήταν να εφαρμόσει το μέτρο αυτό αμερόληπτα. Το ποσοστό αριστερών και δεξιών κρατουμένων έγινε τώρα πολύ πιο δυσανάλογο από ό,τι ήταν το 1945. Η κυβέρνηση δεν ήταν σε θέση να επιβάλει τον έλεγχό της στα κρατικά όργανα, που εννοούσαν να εφαρμόσουν το νόμο μόνο κατά των πολιτικών αντιπάλων. Τις συνέπειες λοιπόν τις πλήρωσαν όχι οι υπεύθυνοι για τη διασάλευση της τάξεως, αλλά οι απλοί οπαδοί και εκείνοι που δεν είχαν κανένα συμφέρον από την αναταραχή. Τυπικά θύματα του εκδικητικού πνεύματος της εποχής ήταν ο Σαράφης κι ο Μπακιρτζής, που εξορίστηκαν σε νησιά του Αιγαίου, ο Σβώλος, ο Αγγελόπουλος κι ο Κόκκαλης, που απολύθηκαν από τις καθηγητικές έδρες τους· οι επίσκοποι Κοζάνης και Ηλείας, που καθαιρέθηκαν· και οι χιλιάδες τα ανώνυμα μέλη του ΕΛΑΣ, ενώ ο Σιάντος, ο Ζαχαριάδης και άλλοι όπως αυτοί, επειδή η κυβέρνηση δεν έβρισκε τίποτε που να δικαιολογούσε το διωγμό τους, έμειναν άθικτοι. Η θεραπεία αποδείχθηκε χειρότερη από την ασθένεια. Η δημόσια τάξη πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Ο πληθωρισμός αναχαιτιζόταν μόνο με την πώληση από την Τράπεζα Ελλάδος χρυσών λιρών, σε ποσότητες που κυμαίνονταν από πέντε έως δεκαεπτά χιλιάδες λίρες την ημέρα. Στις 7 Ιουνίου δόθηκε στη δημοσιότητα ένας εντελώς εικονικός ισολογισμός των δημοσίων οικονομικών, που παρουσίαζε σαν έλλειμμα, κατ' εκτίμηση, μόνο 175.430 δραχμές. Κανένα ζήτημα δεν φαινόταν να έχει σημασία για τον Τσαλδάρη, εκτός από την επαναφορά του βασιλιά και την προσωπική τιμή ότι ήταν ο επικεφαλής της κυβερνήσεως εκείνης, στην οποία έπρεπε να γίνει η παράδοση της Δωδεκανήσου. Την τελευταία εβδομάδα του Ιουνίου, έφυγε για το Παρίσι και το Λονδίνο, για να εξαργυρώσει τους δυο αυτούς θριάμβους του. Αλλά τα προβλήματα της Ελλάδας δεν επιδέχονταν πια διαχωρισμό. Οι έξη κατηγορίες, στις οποίες διακρίνονταν το 1944 -45, το 1946 είχαν γίνει έξη διαφορετικές ονομασίες του ίδιου προβλήματος, της επιβιώσεως του ελληνικού κράτους. Η υλική και οικονομική ανόρθωση (1, 2) δεν είχε καλά καλά αρχίσει· τα πολιτικά εγκλήματα και τα αδικήματα κατά της δημοσίας τάξεως (4 και 5) πολλαπλασιάζονταν· η κατάσταση στις εξωτερικές σχέσεις και στην εθνική άμυνα (4 και 6) είχε γίνει τρομακτική. Με το να συγκεντρωθεί όλο το ενδιαφέρον σε μια εκλογική μάχη που δεν ρύθμισε τίποτε και σε ένα δημοψήφισμα που το αποτέλεσμά του ήταν γνωστό, δεν δόθηκε καμιά σχεδόν προσοχή στην επιβίωση του ελληνικού κράτους μέσα από τους τόσους κινδύνους που το απειλούσαν. Με το να περιορίσει το ενδιαφέρον της στις εθνικές διεκδικήσεις, η κυβέρνηση έκανε Digitized by 10uk1s
φανερό ότι δεν ήταν σε θέση να διαχειρισθεί εκείνο που κατείχε. Χωρίς μια πολιτική αντιμετωπίσεως όλων μαζί των κινδύνων, η κυβέρνηση δεν ήταν δυνατό να καταπολεμήσει κανέναν χωριστά. Κι αυτό επειδή χρησιμοποιούνταν εναντίον της σαν διαφορετικά μέσα μιας και μόνης πολιτικής. Η πολιτική αυτή ακολουθούσε το ναζιστικό πρότυπο: εκμετάλλευση της εσωτερικής ανωμαλίας, εξαιτίας της αποτυχίας στη διοίκηση, για την πρόκληση εξωτερικής επεμβάσεως σε πρώτο στάδιο, η οποία θα οδηγούσε στον σφετερισμό της εξουσίας σε δεύτερο στάδιο. Η επιχείρηση είχε προγραμματισθεί, όπως και οι δυο προηγούμενες απόπειρες του ΚΚΕ, έτσι που να συμπέσει με την αποχώρηση της μόνης στρατιωτικής δυνάμεως που ήταν ικανή να την ματαιώσει. Η ημερομηνία αποχωρήσεως των βρετανικών στρατευμάτων δεν είχε ανακοινωθεί. Μπορούσε όμως να την υπολογίσει κανείς, από τις συνεχείς συγκεντρώσεις τους και τη σταθερή τους αριθμητική μείωση. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούσε και η πρόθυμη συναίνεση της βρετανικής κυβερνήσεως για την βιαστική προκήρυξη του δημοψηφίσματος. Η προσέγγιση του τελικού αυτού κενού κρατούσε το ΚΚΕ πανέτοιμο σχεδόν για δράση, κατά το καλοκαίρι του 1946. Ένα χαρακτηριστικό της δραστηριότητάς του ήταν το ότι η Αριστερά ανέλαβε ηγετικό ρόλο στην υποκίνηση ταραχών, για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Κι αυτό επειδή, αν οι Βρετανοί θα άφηναν στην Ελλάδα ένα τέτοιο κενό, ώστε να καταληφθεί από τους σοβιετικούς δορυφόρους, φυσικό θα ήταν να καταληφθεί και η Κύπρος μαζί της. Αυτό όμως ήταν κάτι το συμπτωματικό. Ο κύριος σκοπό του ΚΚΕ ήταν η προετοιμασία της ίδιας της Ελλάδας για ξενική επέμβαση. Ένας ανταρτοπόλεμος, που δεν διέφερε σχεδόν από τον προηγούμενο του 1942-44, παρά μόνο στο ότι ήταν πιο φανατικά αποφασιστικός, είχε ξεσπάσει κιόλας εδώ κι εκεί, μέσα στο καλοκαίρι του 1946. Στις 8 Ιουνίου, το υπουργείο Δημοσίας Τάξεως ανακοίνωσε, ότι περιφερόμενες κομμουνιστικές συμμορίες είχαν δημιουργήσει αφόρητη κατάσταση στη Μακεδονία. Οι ένοπλοι εξτρεμιστές της Δεξιάς, με την ανοησία που τους χαρακτήριζε, έπαιζαν το παιχνίδι του ΚΚΕ κάνοντας τα ίδια στην Πελοπόννησο, σε αντίποινα, με αποτέλεσμα ν' αποσπούν την προσοχή των αρχών από την ζωτική περιοχή, τη μόνη όπου η εσωτερική αναρχία μπορούσε να αποδοθεί σε ξένη επέμβαση. Αφού όμως τα βρετανικά στρατεύματα δεν θ' αποσύρονταν πριν από το δημοψήφισμα, το ΚΚΕ δεν είχε λόγο να επεκτείνει την αναρχία πριν από τον Σεπτέμβριο. Η κυβέρνηση θα μπορούσε να πάρει θάρρος από την εντολή του ΕΑΜ προς τους οπαδούς του να μετάσχουν στην ανανέωση των εκλογικών καταλόγων και από την αποτυχία του ΕΡΓΑΣ να οργανώσει γενική απεργία στις 19 Ιουνίου, σαν διαμαρτυρία κατά του Νόμου περί Μέτρων Τάξεως. Όταν γύρισε ο Τσαλδάρης απ' το εξωτερικό, με μια υπόσχεση για την Δωδεκάνησο, που του έδωσε η δεύτερη διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών στο Παρίσι, και με πολλές ελπίδες ύστερα από τις εμπορικές συνομιλίες με την βρετανική κυβέρνηση στο Λονδίνο, η ελληνική κυβέρνηση αισθάνθηκε αρκετά ασφαλής, ώστε να επιτρέψει μια προσωρινή χαλάρωση των μέτρων της κατά των κομμουνιστών. Η χαλάρωση αυτή χρειαζόταν για τα προσχήματα, κατά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Αλλά δυο μέρες μόλις από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, στις 5 Σεπτεμβρίου, που παρουσίαζαν μια πλειοψηφία εβδομήντα τοις εκατό σχεδόν υπέρ του βασιλιά, άρχισε και πάλι η εφαρμογή του νόμου σε όλη του την σκληρότητα. Στη Βόρειο Ελλάδα κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος για την καταστολή του αντάρτικου κινήματος. Οι ασεβείς εκφράσεις για τον βασιλιά χαρακτηρίσθηκαν προσβολή κατά του προσώπου του και επαναφέρθηκαν σε ισχύ οι νομικές κυρώσεις που προβλέπονταν για το αδίκημα αυτό. Κινήθηκε δικαστική δίωξη κατά του Ζαχαριάδη, για μια ομιλία του, που χαρακτηρίσθηκε προτροπή για διασάλευση της τάξεως. Αξιωματικοί του στρατού, που είχαν σχέση με τον ΕΛΑΣ, εκτοπίσθηκαν χωρίς δίκη. Αλλά η κατηγορία εκείνη των Ελλήνων, η οποία υπέφερε περισσότερο από την αγριότητα της κυβερνήσεως ήταν η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών. Η πρώτη ενέργεια κατά της διοικήσεως της Γενικής Συνομοσπονδίας, που ήταν στην αρχή από τον Μάρτιο, ήταν τεχνικά νόμιμη, αλλά δεν εφαρμόσθηκε με σύνεση. Μια απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας στις 26 Ιουλίου, είχε ακυρώσει αναδρομικά δυο διατάγματα του Ζάκκα, από το προηγούμενο έτος, με το αιτιολογικό ότι ο υπουργός είχε υπερβεί τα συνταγματικά του δικαιώματα, διορίζοντας αυθαίρετα επαρχιακές διοικήσεις. Το ανώτατο αυτό δικαστήριο είχε Digitized by 10uk1s
ενδιαφερθεί μόνο για την νομοτυπική ορθότητα και είχε αγνοήσει αναγκαστικά τα δύσκολα ζητήματα που ο Ζάκκας είχε προσπαθήσει ευσυνείδητα να διευθετήσει. Από τη σκοπιά της κυβερνήσεως Τσαλδάρη, η απόφαση αυτή χρησίμευε για την ακύρωση όλων των ενεργειών των διορισμένων διοικήσεων, στις οποίες ο νέος υπουργός Εργασίας έδινε τέτοια έκταση, ώστε να καλύψουν και τις επόμενες ακόμα αρχαιρεσίες. Τον Αύγουστο, η Γενική Συνομοσπονδία κρίθηκε σαν συγκροτημένη παράνομα. Η εκλεγμένη διοίκησή της απομακρύνθηκε βίαια και αντικαταστάθηκε με νέα, όπου οι συνεργάτες του Μακρή ξαναπήραν τις ηγετικές θέσεις, με μια ενέργεια υπουργικής επεμβάσεως πολύ πιο ασυγχώρητη από τις ενέργειες του Ζάκκα, που είχε ακυρώσει το Συμβούλιο Επικρατείας. Τον Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση προχώρησε ακόμα πιο μακριά. Με στήριγμα τον νόμο περί μέτρων τάξεως και το γεγονός της αυθαίρετης ακυρώσεως των αρχαιρεσιών, συνέλαβε τους αριστερούς ηγέτες του συνδικαλιστικού κινήματος σε πολλά τμήματα της χώρας, σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις με την τυπικά δικαιολογία ότι αρνήθηκαν να παραχωρήσουν τη θέση τους. Στη Βόρειο Ελλάδα, όπου ο ΕΡΓΑΣ ήταν πανίσχυρος, οι διοικήσεις των Εργατικών Σωματείων φυλακίσθηκαν ομαδικά. Την ολομέτωπη αυτή επίθεση κατά της αριστεράς του συνδικαλιστικού κινήματος την δικαιολογούσαν με το απλοϊκό επιχείρημα, ότι ο ΕΡΓΑΣ ήταν παράρτημα του ΚΚΕ. Με την ίδια αυτή λογική, θα έπρεπε να διώξουν και τους οπαδούς του Μακρή, επειδή ανήκαν στην Χ. Θα μπορούσε άλλωστε να καθησυχάσει την κυβέρνηση η φανερή αδυναμία του ΕΡΓΑΣ να οργανώσει γενικές απεργίες. Αλλά ο υπουργός Εργασίας του Τσαλδάρη ήταν ανεπίδεκτος λογικής. Χρειάσθηκε η επέμβαση ενός ακόμα εκπροσώπου των Βρετανικών Συνδικάτων, του κ. Μπραίην, για να εξασφαλισθεί η απόλυση μερικών από τα συνδικαλιστικά στελέχη που είχαν συλληφθεί, καθώς και ενός άλλου ακόμα, του κ. Τιούσον, το 1947, για να ξανατεθεί ζήτημα αρχαιρεσιών. Παρ' όλα αυτά, η κατάσταση στα εργατικά συνδικάτα, κατά την περίοδο όπου κλείνει η επισκόπηση αυτή, δεν ήταν ουσιαστικά διαφορετική από εκείνη που είχε βρει ο σερ Ουώλτερ Σιτρίν δυο χρόνια ενωρίτερα. Χρειάσθηκε ο ακόμα πιο ισχυρός παράγοντας της επανόδου του Γεωργίου Β', για να μπορέσει να συνειδητοποιήσει η κυβέρνηση ποια ανοησία διέπραττε πολλαπλασιάζοντας τους εχθρούς της με τους χωρίς διάκριση διωγμούς. Ο βασιλιάς επέστρεψε στην Ελλάδα στις 27 Σεπτεμβρίου, γνωρίζοντας καλά ότι ένα σαράντα τοις εκατό περίπου ή είχε ψηφίσει εναντίον του ή είχε απόσχει από την ψηφοφορία και ότι, στον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και την Κρήτη η συντριπτική πλειοψηφία είχε ταχθεί εναντίον του. Είχε δείξει περίσκεψη ακόμα και όταν τον επανέφερε για πρώτη φορά η μεγάλη πλειοψηφία του 1935. Το 1946,η περίσκεψη ήταν δέκα φορές περισσότερο αναγκαία. Η πρώτη του ενέργεια, όταν αποδέχθηκε την τυπική παραίτηση του Τσαλδάρη, ήταν να τον καλέσει και πάλι, για να του αναθέσει εντολή σχηματισμού ευρύτερης κυβερνήσεως. Η προσπάθεια αυτή, που την επαναλάμβανε ο Γεώργιος Β' κατά καιρούς σε όλη την υπόλοιπη διάρκεια της βασιλείας του, απέτυχε, επειδή οι Φιλελεύθεροι του Σοφούλη αρνήθηκαν να υπηρετήσουν υπό τον Τσαλδάρη. Ο Βενιζέλος, ο Παπανδρέου, ο Κανελλόπουλος, ακόμα και αυτός ακόμα ο Ζέρβας, του έθεσαν σαν όρο για συμμετοχή τους να αναθέσει τα υπουργεία Εξωτερικών, Αμύνης και Οικονομικών σε μη Λαϊκούς. Αποδείχθηκε ότι δεν υπήρχε έδαφος για συνασπισμό. Έτσι, το ίδιο Υπουργικό Συμβούλιο ανέλαβε και πάλι την εξουσία, στις 2 Οκτωβρίου. Ο βασιλιάς, όμως, δεν μπορούσε ν' αποδεχθεί μια ήττα, που τον εξέθετε στην επίμονη κατηγορία ότι χρωστούσε τη θέση του σε μια κυβέρνηση ανίσχυρη και φατριαστική. Στις 21 Οκτωβρίου, η κυβέρνηση υπέβαλε και πάλι την παραίτησή της, για να γίνει μια ακόμα προσπάθεια διευρύνσεώς της. Οι διαπραγματεύσεις με τους πολιτικούς ηγέτες, αφού κράτησαν μια εβδομάδα, κατέληξαν και πάλι σε αποτυχία. Ο βασιλιάς συγκάλεσε σύσκεψη υπό την προεδρία του, η οποία επίσης κατέληξε σε αδιέξοδο, στις 2 Νοεμβρίου. Δυο μέρες αργότερα, ο Τσαλδάρης σχημάτισε και πάλι κυβέρνηση, με την ίδια περίπου σύνθεση. Στο μεταξύ, η διάλυση της εξουσίας της στις βόρειες επαρχίες, ο κυριότερος λόγος που επέβαλλε τον ανασχηματισμό σε ευρύτερη βάση, είχε φθάσει σε σημείο τέτοιο, ώστε το Foreign Office να την χαρακτηρίσει, στις 25 Σεπτεμβρίου, σαν "πολύ σοβαρή κατάσταση, που καταντά ένας μικρός εμφύλιος πόλεμος". Ήταν η εξωτερική εκδήλωση μιας εσωτερικής διαφθοράς και το ένα υπέθαλπε το άλλο. Η αποτυχία στη διοίκηση και οι πολιτικοί διωγμοί έφερναν αναστάτωση στη δημόσια τάξη και αυτή με τη σειρά της έκανε πιο θεαματική την αποτυχία και πιο εντατικούς τους διωγμούς. Η σύγχυση που επικρατούσε στα Digitized by 10uk1s
βόρεια σύνορα και οι δεσμοί των διωκομένων έδιναν στην εσωτερική αναταραχή χαρακτήρα ξενικής επεμβάσεως. Το ΚΚΕ, κάνοντας να συγκεντρωθεί η προσοχή στην πρώτη, την οποία υποβοηθούσε και η απερισκεψία της κυβερνήσεως, κατόρθωνε να καμουφλάρει τη δεύτερη και να εμφανίζει την έκρηξη του νέου ανταρτοπόλεμου σαν εσωτερική υπόθεση, όπου η Δεξιά, αν δεν ήταν με το πλευρό του, βρισκόταν τουλάχιστον στη θέση του συμπάσχοντος θύματος. Οι ταραχές στις βόρειες επαρχίες κορυφώθηκαν την εβδομάδα της αφίξεως του Γεωργίου Β', σαν να έρχονταν να τονίσουν την αγανάκτηση που επικρατούσε. Τα ανακοινωθέντα τόσο της κυβερνήσεως όσο και των ανταρτών ήταν εξ ίσου αναξιόπιστα, ήταν όμως αλήθεια, ότι η Δεσκάτη, στα σύνορα Θεσσαλίας — Μακεδονίας, είχε καταληφθεί από τους αντάρτες την τελευταία εβδομάδα του Σεπτεμβρίου. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε το σύνθημα για μια γενική ανάφλεξη, της οποίας το επίκεντρο μεταφερόταν βαθμιαία προς τα βόρεια. Τον Νοέμβριο, οι αντάρτες κατέλαβαν το Σκρα, στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα. Λίγες μέρες αργότερα, μια σιδηροδρομική αμαξοστοιχία δέχθηκε επίθεση κοντά στα τουρκικά σύνορα. Οι αντάρτες δεν επεχείρησαν να διατηρήσουν τις θέσεις που είχαν καταλάβει, όταν κινήθηκε εναντίον τους ο στρατός. Έτσι, και οι δυο πλευρές ήταν σε θέση να ισχυρίζονται ότι είχαν επιτύχει τον αντικειμενικό τους σκοπό. Τη σύγχυση που επικρατούσε στη διεθνή κοινή γνώμη μεγάλωνε ο δυαδικός χαρακτήρας της συγκρούσεως, την οποία η κυβέρνηση παρουσίαζε σαν υποκινούμενη από ξενική επέμβαση από τα βόρεια και το ΚΚΕ σαν αποτέλεσμα της αγανάκτησης των απλών Ελλήνων για τον διωγμό τους από την παράταξη που κυβερνούσε. Στις προηγούμενες παραγράφους είδαμε να δικαιώνεται ως ένα σημείο η τελευταία αυτή άποψη, αλλά η ευθύνη βαρύνει περισσότερο τα υφιστάμενα όργανα με τον υπερβάλλοντα ζήλο, παρά τους υπουργούς. Όσο για την πρώτη άποψη, το ΚΚΕ έκανε ό,τι μπορούσε για να την καταρρίψει, μεταφέροντας κατά διαστήματα τις ταραχές από τον ακραίο βορρά σε άλλες περιοχές, όπως η Πελοπόννησος, όπου δεν ήταν δυνατό να γίνει λόγος για ξενική επέμβαση, και, επίσης, με τις συνηθισμένες επινοήσεις της προπαγάνδας. Παρ' όλα αυτά, η κυβέρνηση κατόρθωσε να συγκεντρώσει μαρτυρίες επεμβάσεως από τη Γιουγκοσλαβία, την Αλβανία και τη Βουλγαρία. Δόθηκαν λοιπόν ανάλογες οδηγίες στον Έλληνα αντιπρόσωπο στα Ηνωμένα Έθνη, στις 30 Νοεμβρίου, να ζητήσει επιτόπια έρευνα από μικτή αποστολή. Την επομένη, έφυγε ο ίδιος ο Τσαλδάρης για τη Νέα Υόρκη, με το σκοπό να εκθέσει την ελληνική υπόθεση. Στις 3 Δεκεμβρίου, υποβλήθηκε υπόμνημα στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, επικαλούμενο τα άρθρα 34-35 του Καταστατικού. Το υπόμνημα ειδικότερα κατήγγειλε ότι αντάρτες εκπαιδεύονταν και εξοπλίζονταν σε ξένο έδαφος και περνούσαν τα σύνορα υπό την προστασία των γιουγκοσλαβικών, των αλβανικών και των βουλγαρικών αρχών και ότι Έλληνες φυγόδικοι έβρισκαν καταφύγιο στις χώρες αυτές, με απώτερο σκοπό ανατρεπτικές ενέργειες κατά της ελληνικής κυβερνήσεως. Στις 19 Δεκεμβρίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφάσισε ομόφωνα να στείλει μια επιτροπή από αντιπροσώπους όλων των κρατών - μελών του, με εξουσιοδότηση να ενεργήσει έρευνα σε οποιοδήποτε τμήμα της Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας και Βουλγαρίας θα έκρινε σκόπιμο. Η βιαιότητα των συζητήσεων που προηγήθηκαν από την απόφαση αυτή προοιώνιζαν τη διάσπαση τελικά της Αποστολής του ΟΗΕ σύμφωνα με τις δυο αντίθετες απόψεις, που περιείχαν και οι δυο ένα μέρος αλήθειας. Ήταν ασφαλώς αλήθεια, ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε φέρει η ίδια τη συμφορά στο κεφάλι της, με την εσωτερική της πολιτική. Ήταν επίσης αλήθεια, ότι οι κυβερνήσεις της Γιουγκοσλαβίας, της Αλβανίας και της Βουλγαρίας επιδίωκαν με επεμβάσεις και ραδιουργίες να επεκτείνουν το έδαφος των χωρών τους προς τα νότια. Ποια από τις δυο αυτές αλήθειες ήταν λογικά επικρατέστερη, δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, ακόμα και από μια αποστολή ένδεκα εθνών, όπως ακριβώς δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί η προτεραιότητα ανάμεσα στο αυγό και στην κότα. Η γέφυρα ανάμεσα στις δυο αλήθειες, που τις συνδύαζε σε μια σύνθετη πολιτική η οποία απέβλεπε στη διάλυση του ελληνικού κράτους, ήταν το ΚΚΕ. Αυτό διαφαίνεται στο γεγονός ότι το Digitized by 10uk1s
ΚΚΕ έπαιρνε το μέρος της ξένης χώρας σε κάθε διαμάχη της Ελλάδας και των γειτόνων της σε όλη τη διάρκεια του έτους. Οι προστριβές αυτές εκδηλώνονταν άλλοτε μέσα στον χώρο των Βαλκανίων, άλλοτε στον ευρύτερο χώρο των Μεγάλων Δυνάμεων. Αλλά οι δυο χώροι αποτελούσαν ομόκεντρους κύκλους. Η εθνική τοποθέτηση ήταν ταυτόσημη και στη μια και στην άλλη περίπτωση, δηλαδή από τη μια και την άλλη της γραμμής διαχωρισμού, η οποία δίχαζε πάντοτε την Ελλάδα. Η σταθερή υιοθέτηση από τον αριστερό Τύπο απόψεων αντίθετων προς τις απόψεις της ελληνικής κυβερνήσεως στις διεθνείς προστριβές δεν μπορεί να ήταν τυχαία και πρέπει να εξασθενούσε το κύρος του ταυτόχρονου ισχυρισμού του, ότι η διαμάχη, από την οποία προήλθε ο νέος ανταρτοπόλεμος, ήταν καθαρά εσωτερική. Τα γεγονότα του 1946 καθόρισαν σε γενικές γραμμές τον χαρακτήρα του χάσματος που είχε ανοιχθεί κατά μήκος των Βαλκανίων, ανάμεσα στην Ελλάδα από τη μια πλευρά, με την Τουρκία σαν μόνη φιλική γειτονική της χώρα, και τις υπόλοιπες βαλκανικές χωρίς από την άλλη. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι οι σχέσεις της Ελλάδας με τις δυτικές δημοκρατίες έγιναν αναγκαστικά όμοιες μ' εκείνες που υπήρχαν ανάμεσα στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες και στην ΕΣΣΔ. Η τελευταία απόπειρα που έδωσε κάποια ελπίδα να κλείσει το χάσμα, είχε γίνει στη Μόσχα, τον Δεκέμβριο του 1945. Καρπός εκείνης της διασκέψεως των Μπερνς, Μπέβιν και Molotov ήταν, αναφορικά με τα Βαλκάνια, η απόφαση να συστήσουν να συμπεριληφθούν στη ρουμανική και στη βουλγαρική κυβέρνηση από δυο μέλη των κομμάτων της αντιπολιτεύσεως. Καμιά νύξη όμως δεν έγινε για την Ελλάδα. Στην περίπτωση της Βουλγαρίας, όπου είχαν γίνει εκλογές σε ατμόσφαιρα αποδοκιμασίας, που την εξέφρασε επίσημα η αμερικανική κυβέρνηση, οι διαπραγματεύσεις για την ικανοποίηση της υποδείξεως κατέληξαν σε ναυάγιο, τον Ιανουάριο. Η ανακοίνωση για την αποτυχία τους έγινε στη Μόσχα, όπου τις συζητήσεις διηύθυνε ο Γκωργκίεφ, με την παρουσία του Vyshinsky. Στην περίπτωση της Ρουμανίας, όπου είχε υποδειχθεί να γίνουν οι εκλογές ύστερα από διεύρυνση της κυβερνήσεως, ο δεύτερος όρος ικανοποιήθηκε τον Ιανουάριο· ο πρώτος όμως δεν αντιμετωπίσθηκε παρά μόνο αργά το καλοκαίρι, αλλά και πάλι κάθε άλλο παρά ικανοποίησε τις δυτικές κυβερνήσεις. Στο Βουκουρέστι και στη Σόφια, οι Συμμαχικές Επιτροπές Ελέγχου παρακολουθούσαν ανίσχυρες, διασπασμένες, όπως και οι δυνάμεις που αντιπροσώπευαν, σύμφωνα με τη σοβιετική άποψη από τη μια και την αγγλοαμερικανική από την άλλη. Έτσι, οι σχέσεις της βρετανικής και της αμερικανικής κυβερνήσεως με τα Βαλκάνια μπήκαν σε νέα φάση, όπου τις σφράγιζε η ίδια απογοήτευση και δυσφορία, όπως και τις σχέσεις τους με την Ισπανία του Φράνκο. Η αναγνώριση των κυβερνήσεων Ρουμανίας και Βουλγαρίας περιοριζόταν ουσιαστικά στο ότι διατηρήθηκαν οι προϋποθέσεις για συνομιλίες, μόνο και μόνο για ανταλλαγή αυστηρών διακοινώσεων. Η Γιουγκοσλαβία και η Αλβανία κατείχαν κάπως διαφορετική σχέση μέσα στα ίδια πλαίσια, επειδή, έμμεσα, καμιά από τις δυο δεν ήταν εμπόλεμη με οποιοδήποτε από τα Ηνωμένα Έθνη. Η κυβέρνηση Τίτο, την οποία η Βρετανία και οι ΗΠΑ είχαν βοηθήσει περισσότερο από ό,τι η ΕΣΣΔ να εγκαθιδρύσει απόλυτη τυραννία, ήταν πολύ ισχυρή, για να μπορεί η Βρετανία να ασκήσει διπλωματική πίεση πάνω της, όταν άλλαξε γνώμη. Η κυβέρνηση του Εμβέρ Χότζα, που δεν είχε φθάσει ακόμα σε ωριμότητα τόση, ώστε να είναι αποτελεσματική η διπλωματική γλώσσα μαζί της, δεν ήταν δυνατό ν' αντιμετωπισθεί στην πράξη, παρά μόνο σαν ενεργούμενο του Τίτο. Η σχέση αυτή επιβεβαιώθηκε με την υπογραφή, τον Ιούλιο, ενός εικοσαετούς συμφώνου αμοιβαίας βοηθείας και μιας συμφωνίας για τελωνειακή και νομισματική ένωση, τον Νοέμβριο, καθώς και με την ίδια ακριβώς πολιτική τους στους θρησκευτικούς και πολιτικούς διωγμούς και στις δυο χώρες. Κατά της Γιουγκοσλαβίας, επομένως, οι δυτικές δυνάμεις δεν άσκησαν την ίδια κριτική για την εσωτερική της πολιτική, όπως στην περίπτωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Στην Αλβανία, αν και τυπικά αναγνώρισαν την κυβέρνησή της, δεν έστειλαν επίσημη διπλωματική εκπροσώπηση. Όλα αυτά δεν ήταν παρά επιφανειακές παραλλαγές της ίδιας σχέσεως που επικρατούσε ανάμεσα στις δυτικές και στις βαλκανικές κυβερνήσεις. Το ότι η σχέση αυτή επεκτεινόταν "ντε φάκτο" σε όλη την Ανατολική Ευρώπη το υπογράμμισαν οι επισκέψεις του Τίτο τον Μάρτιο στη Βαρσοβία και την Πράγα, όπου υπέγραψε συνθήκες συνεργασίας με την Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία, και η επίσκεψη του Ούγγρου πρωθυπουργού στη Μόσχα, με παρόμοια, αλλά λιγότερο ισότιμη αποστολή, τον Απρίλιο. Η Digitized by 10uk1s
ενοποίηση, που ήταν ο αόριστος και μακρινός σκοπός της τσεχο - πολωνικής συμφωνίας του 1941 και της ελληνο - γιουγκοσλαβικής το 1942, επιβαλλόταν τώρα στην Ανατολική Ευρώπη από διαφορετική κατεύθυνση και σε διαφορετικό πλαίσιο. Η βρετανική κυβέρνηση, που είχε αναλάβει υπό την προστασία της εκείνες τις συμφωνίες, και η ελληνική κυβέρνηση, που είχε συμμετάσχει, απουσίαζαν και οι δυο τώρα, το 1946. Το σχίσμα στον βαλκανικό χώρο γινόταν όλο και πιο αγεφύρωτο, καθώς η κάθε καινούρια πράξη εχθρότητας ή προκλήσεως ανάμεσα σε κάποιο μέλος του ανατολικού συνασπισμού (της ΕΣΣΔ, των βαλκανικών κυβερνήσεων και της αριστερής αντιπολιτεύσεως στην Ελλάδα) από τη μια πλευρά και σε κάποιο μέλος του δυτικού συνασπισμού (των ΗΠΑ και της Βρετανίας, των ετοιμοθάνατων αντιπολιτεύσεων στα Βαλκάνια και της εκλεγμένης κυβερνήσεως της Ελλάδας) από την άλλη, έφερνε σαν απάντηση τη σύσσωμη αντίδραση του ενός ή του άλλου συνασπισμού κάθε φορά. Αυτό το επιβεβαίωνε, θεωρητικά, η κάθε ετήσια διάσκεψη: του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών, στη Μόσχα τον Δεκέμβριο του 1945, στο Παρίσι σταδιακά το καλοκαίρι του 1946 και στη Νέα Υόρκη τον Νοέμβριο· της Συνδιασκέψεως Ειρήνης, τον Αύγουστο του 1946· και της Γενικής Συνελεύσεως ή του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σε κάθε τους συνεδρίαση. Αλλά ακόμα πιο δυσοίωνη ήταν η επαλήθευσή του στην πράξη. Τέτοια παραδείγματα ήταν: η δίκη και η εκτέλεση του στρατηγού Μιχαήλοβιτς, τον Ιούλιο· η κατάρριψη αμερικανικών αεροπλάνων από την Αεροπορία του Τίτο, τον Αύγουστο, η ανάκληση του Γιουγκοσλάβου πρεσβευτή στην Αθήνα, τον ίδιο μήνα· η αποτυχία της Ελλάδας στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει διευθετήσεις των βορείων συνόρων της στις συνθήκες ειρήνης· η ανακίνηση του ελληνικού προβλήματος στο Συμβούλιο Ασφαλείας από την ουκρανική αντιπροσωπεία τον Σεπτέμβριο και από την ελληνική κυβέρνηση τον Δεκέμβριο· οι σοβαρές ζημιές που προκλήθηκαν σε σκάφη του Βρετανικού Πολεμικού Ναυτικού από νάρκες, στα Στενό της Κέρκυρας, τον Οκτώβριο· η παραβίαση της διπλωματικής ασυλίας από την βουλγαρική κυβέρνηση στην εκστρατεία για συγκέντρωση του βουλγαρικού νομίσματος, τον Μάρτιο του 1947· η ανάκληση του Σοβιετικού πρεσβευτή στην Ελλάδα, ένα μήνα αργότερα· το ουγγρικό πραξικόπημα, τον Ιούνιο· και, πάνω απ' όλα, οι "δίκες προδοτών", στη διάρκεια του καλοκαιριού, σε όλη την Ανατολική Ευρώπη. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η στάση της ΕΣΣΔ ήταν σύμφωνη με τα συμφέροντα των βαλκανικών κυβερνήσεων και την απηχούσε ο Τύπος και η προπαγάνδα του ΚΚΕ στην Ελλάδα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ακριβώς το αντίθετο γινόταν από την άλλη πλευρά, έτσι που η ΕΣΣΔ είχε την ευκαιρία να επισημάνει την αλληλεγγύη του δυτικού συνασπισμού, για να δικαιολογεί και την αλληλεγγύη του δικού της. Η διάσταση συμφερόντων σε παγκόσμια κλίμακα έκανε εκ των προτέρων απίθανο το ότι ο εσωτερικός ελληνικός διχασμός, που εκδηλωνόταν στο νέο ανταρτοπόλεμο του 1946-47, θα μπορούσε να παραμείνει (όπως τον παρουσίαζε η αριστερή προπαγάνδα) εσωτερική καθαρά υπόθεση. Το επί μέρους χρονικό της δραστηριότητας της Αποστολής του ΟΗΕ, που έφθασε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1947 για να εξετάσει την κατάσταση στα σύνορα, επιβεβαίωσε αυτή την αρνητική πρόγνωση. Αν ο νέος ανταρτοπόλεμος ήταν μια τοπική αποκλειστικά διαμαρτυρία κατά της εσωτερικής τυραννίας, ήταν ασυμβίβαστο το ότι σε κάθε σχεδόν σημείο της έρευνας διαπιστωνόταν η ίδια πάντα διεθνής σύγκρουση συμφερόντων. Όταν οι Έλληνες στασιαστές, υπό την ηγεσία των Μάρκου Βαφειάδη, Λαζάνη και Κίσσαβου, διαμαρτύρονται λέγοντας ότι η ανταρσία δεν υποστηριζόταν από αλβανική, γιουγκοσλαβική ή βουλγαρική ενθάρρυνση ή βοήθεια, ήταν παράδοξο το ότι τα μόνα μέλη της Αποστολής του ΟΗΕ (εκτός από τους αντιπροσώπους της ΕΣΣΔ και της Πολωνίας) που υποστήριζαν ανεπιφύλακτα την άποψή τους ήταν ο Αλβανός, ο Γιουγκοσλάβος και ο Βούλγαρος αντιπρόσωπος. Ήταν δύσκολο ν' αποδείξει κανείς, ότι η διασάλευση της τάξεως στη Βόρεια Ελλάδα υποδαυλιζόταν απ' έξω, σε συνεργασία με το ΚΚΕ. Αλλά ήταν και σχεδόν αδύνατο ν' αμφιβάλλει κανείς γι' αυτό. Το ΚΚΕ είχε μάθει το μάθημά του από την πείρα του με την SNOF και ειδικά με τον Γκότσεφ, και δεν άφηνε τώρα να κατακλυσθούν οι δυνάμεις του από ανεύθυνες ορδές σλαβόφωνων Μακεδόνων, που δεν μπορούσε να τις ελέγξει και για τους οποίους όλοι οι Έλληνες αδιάκριτα ήταν καταραμένοι εχθροί, χωρίς η ιδεολογική ορθοδοξία να παίζει σημαντικό ρόλο. Η Digitized by 10uk1s
εξωτερική βοήθεια, αν υπήρχε, περιοριζόταν σε απρόσωπη ενίσχυση, για την οποία ήταν πιο δύσκολο να συγκεντρωθούν μαρτυρίες. Η ανικανότητα της κυβερνήσεως Τσαλδάρη είχε ενισχύσει τους αντάρτες με μιαν απρόθυμη αθρόα προσέλευση στις γραμμές τους απλών Ελλήνων, από τις τάξεις εκείνων που ήταν θύματα του έξαλλα αδιάκριτου διωγμού ύστερα από τον Δεκέμβριο του 1944. Έτσι, από μια κακοτυχία που δημιουργούσε σύγχυση, ήταν εξ ίσου εύκολο να υποστηριχθεί ότι ο διωγμός αυτός υπήρξε η αποφασιστική αιτία, την οποία η αθρόα προσέλευση συσκότιζε δημιουργώντας εσφαλμένη εντύπωση, όσο και το να υποστηριχθεί ακριβώς το αντίθετο. Μπροστά σ' αυτό το δίλημμα, οι βρετανικές αρχές βρέθηκαν σε τέτοια σύγχυση, ώστε να μην μπορούν ν' αναλάβουν αποφασιστική δράση. Η βρετανική κυβέρνηση δεν λησμονούσε, ότι η προκάτοχός της είχε προκαλέσει την παγκόσμια σχεδόν αντίθεση όταν ανάλαβε τέτοια δράση δυο χρόνια ενωρίτερα. Το αποτέλεσμα ήταν, ότι η ελληνική κυβέρνηση συνάντησε κατηγορηματική άρνηση, όταν, τον Νοέμβριο του 1946, ζήτησε από την Βρετανία να την εφοδιάσει με όπλα για την προστασία των πολιτών στη Βόρεια Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση άφησε να εξαλειφθεί σχεδόν κάθε διάκριση ανάμεσα στα επίσημα και τα ανεπίσημα μέσα καταπολεμήσεως της ανταρσίας. Επιτράπηκε στους άτακτους οπαδούς του Ζέρβα και του Τσαούς Αντόν να ξαναρχίσουν τη βεντέτα κατά των μελών του ΕΛΑΣ, κάτω από ημιεπίσημη μεταμφίεση. Αλλά οι βρετανικές αρχές δεν μπορούσαν να συγχωρήσουν τέτοια μέτρα. Η θέση τους ήταν ήδη αρκετά εκτεθειμένη σε κακόπιστες επικρίσεις, εξ αιτίας του ρόλου των Βρετανικών Αποστολών στην εκπαίδευση του τακτικού ελληνικού στρατού. Ύστερα απ' αυτό, κάτω από την επήρεια της εσωτερικής κρίσεως, κατά τον χειμώνα του 1946-47, η βρετανική κυβέρνηση βρέθηκε αναγκασμένη να ομολογήσει, ότι δεν ήταν πια σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει στην Ελλάδα. Στο μεταξύ, όμως, ένας από τους πιο αυστηρούς επικριτές του 1944 είχε αλλάξει στάση. Ο πρόεδρος Truman είχε στείλει στα Βαλκάνια έναν ειδικό παρατηρητή, τον κ. Μαρκ Ήθριτζ, λίγο πριν από τα τέλη του 1945, με αποστολή παρόμοια μ' εκείνη που είχε αναθέσει ο πρόεδρος Ρούζβελτ στον συνταγματάρχη Ντόνοβαν, το 1941. Ο Ήθριτζ είχε διορισθεί αργότερα αντιπρόσωπος των ΗΠΑ στην Αποστολή του ΟΗΕ για την έρευνα στα ελληνικά σύνορα. Αργότερα, έφθασε στην Ελλάδα ο κ. Πωλ Πόρτερ, για διακριβώσεις οικονομικής φύσεως. Οι δυο αυτές παρεμβάσεις στάθηκαν σημείο καμπής. Ευφυείς πολιτικολόγοι της Αθήνας, κάνοντας εντελώς απλές αλλά αποκαλυπτικές εκτιμήσεις, όπως η παρατήρηση του μεγέθους, του αριθμού και της ποιότητας των αυτοκινήτων που κυκλοφορούσαν στους δρόμους, είχαν κιόλας πεισθεί, ότι οι μέρες της Βρετανίας στην Ελλάδα τελείωναν και άρχιζε η εποχή της Αμερικής. Εκείνοι που από χρόνια προσπαθούσαν ν' αποδείξουν ότι ήταν ουσιαστικά πολίτες του "Κλάριτζ", έκαναν τώρα ό,τι μπορούσαν ν' αποδείξουν ότι ουσιαστικά δεν διέφεραν από τους δημοκρατικούς γερουσιαστές των Νοτίων Πολιτειών της αμερικανικής συμπολιτείας. Το καλοκαίρι του 1946, η εξαγγελία μιας πιο αποφασιστικής αμερικανικής πολιτικής ήρθε να τους επαληθεύσει. Τον Αύγουστο, όταν η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση έδειχνε προθέσεις να ματαιώσει τη διεθνοποίηση της Τεργέστης, το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ αύξησε ξαφνικά τις δυνάμεις του στη Μεσόγειο σε σημείο ν' αποκτήσει τρομερή ισχύ, και άρχισε επισκέψεις μεγάλης διάρκειας στα κυριότερα λιμάνια, μεταξύ άλλων της Ιταλίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τον Δεκέμβριο, η Αμερική έκαμε επίσης αισθητό το ενδιαφέρον της για τη Μέση Ανατολή, όταν, με τη συναίνεση των κυβερνήσεων Βρετανίας και ΗΠΑ, οι εταιρίες πετρελαίου Standard Oil Company, Σόκονυ Βάκουουμ Oil Company και Αγγλο Ιράνιαν Oil Company υπέγραψαν συμφωνία μεταξύ τους, ένας όρος της οποίας ήταν η κοινή διερεύνηση των δυνατοτήτων για εγκατάσταση πετρελαιαγωγού από τον Περσικό Κόλπο ως τη Μεσόγειο. Η ελληνική κυβέρνηση εξήγησε σωστά τη σημασία του γεγονότος. Ενώ τα εξωτερικά προβλήματα της Ελλάδας στηρίζονταν δημόσια στη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών, τα εσωτερικά της προβλήματα στηρίζονταν τώρα κρυφά στη μοναδική μεγάλη δύναμη, ύστερα από την αποτυχία της Βρετανίας, που φαινόταν να έχει και τα μέσα και τη διάθεση να σώσει τη χώρα απ' τη διάλυση. Το γεγονός της ταυτόχρονης αυτής διπλής προσφυγής αποκάλυπτε τη διπλή απώλεια του ελέγχου, και στις εσωτερικές και στις εξωτερικές υποθέσεις, από την πλευρά της ελληνικής κυβερνήσεως. Digitized by 10uk1s
Έδειχνε, επίσης, ότι η κυβέρνηση αναγνώριζε ότι οι δύο αυτές όψεις των προβλημάτων της ήταν αδιαχώριστες. Το πρόβλημα της επιβιώσεως της Ελλάδας είχε πραγματικά δυο όψεις, τόσο αδιαχώριστες μεταξύ τους όσο το βουνό με την πεδιάδα. Η μια όψη ήταν η αποτροπή του κινδύνου εσωτερικής καταρρεύσεως. Η άλλη ήταν η αποτροπή του κινδύνου συντριβής της από εξωτερική πίεση. Οι δυο αυτοί κίνδυνοι ήταν αλληλένδετοι: όταν κατανοούσε κανείς τον πρώτο, κατανοούσε και τον δεύτερο. Μόνο και οι δυο μαζί ήταν δυνατό να εξουδετερωθούν. Η κυβέρνηση, έχοντας αποτύχει να μετριάσει τον ένα ή τον άλλο, βρέθηκε αναγκασμένη, έστω και ομολογώντας την αποτυχία της, να ζητήσει βοήθεια και για τους δυο απ' το εξωτερικό. Ακολουθώντας τα δρόμο της διπλής προσφυγής ενεργούσε σωστά, αφού το πρόβλημα της μεσολαβήσεως στις εξωτερικές υποθέσεις ήταν ζήτημα της αρμοδιότητας του διεθνούς οργανισμού του Συμβουλίου Ασφαλείας και το πρόβλημα της εσωτερικής καταρρεύσεως ήταν δική της αποκλειστικά υπόθεση, για την οποία ο καλύτερος τρόπος αντιμετωπίσεως ήταν να την εμπιστευθεί ανεξάρτητα στη μόνη χώρα που ήταν ικανή να την αναλάβει. Αν και δεν υπήρχε τίποτα το αντικανονικό στον τρόπο ενεργείας της ελληνικής κυβέρνησης, έθεσε τις ΗΠΑ μπροστά σε ένα δίλημμα όχι λιγότερο δύσκολο από εκείνο που είχε αντιμετωπίσει η Βρετανία. Κατά πρώτο λόγο, το State Department δεν έτρεφε καμιά εκτίμηση προς το καθεστώς της κυβερνήσεως Τσαλδάρη. Δεύτερο, η αμερικανική κοινή γνώμη είχε δυσαρεστηθεί από την επαναφορά του Γεωργίου Β'. Τρίτο, η αναπόφευκτη σύμπτωση της ελληνικής εκκλήσεως για βοήθεια στις εσωτερικές υποθέσεις με την επιτόπια έρευνα στα σύνορα έκανε κάθε αμερικανική ανταπόκριση στην πρώτη να φαίνεται ότι προδίκαζε το αποτέλεσμα της δεύτερης. Το πρώτο εμπόδιο παραμερίσθηκε τον Ιανουάριο του 1947, με την αντικατάσταση της κυβέρνησης Τσαλδάρη από μια κάπως ευρύτερη, υπό τον γηραιό πολιτικό Μάξιμο, τον αντίποδα του Σοφούλη στο Λαϊκό Κόμμα. Το δεύτερο παραμερίσθηκε τον Μάρτιο, με το θάνατο του Γεωργίου Β', που έφερε στο θρόνο τον λιγότερο ανεπιθύμητο αδελφό του Παύλο. Οι Αμερικανοί μπορούσαν τώρα να μένουν ευχαριστημένοι με τη νέα κυβέρνηση, τουλάχιστον σαν ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση: παρ' όλο ότι ο Μάξιμος ήταν ακόμα πιο ανίσχυρος κι από τον Τσαλδάρη, ο οποίος παρέμεινε υπουργός Εξωτερικών, και παρ' όλο ότι η κυβέρνησή του συμπεριέλαβε τους πρώην κινηματίες Ζέρβα και Γονατά, υπήρχαν σημεία που δικαιολογούσαν αισιοδοξία, όπως ο αποκλεισμός από την κυβέρνηση των δυο αρχιδολοπλόκων του Λαϊκού Κόμματος Θεοτόκη και Μαυρομιχάλη και η συμμετοχή σ' αυτήν της δυναμικής κεντροδεξιάς τριάδας Κανελλόπουλου, Παπανδρέου και Σοφοκλή Βενιζέλου. Με τον νέο βασιλιά, κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορούσε να έχει παράπονα και πολύ λιγότερο με τη χαριτωμένη, τολμηρή και ευφάνταστη βασίλισσα Φρειδερίκη, αν και οι δημοκρατικοί των άκρων έβρισκαν κάπου - κάπου αφορμές για παράπονα. Αλλά το τρίτο εμπόδιο ήταν ανυπέρβλητο: τίποτε δεν μπορούσε να κάμει ένα αμερικανικό δάνειο στην Ελλάδα να φανεί σαν κάτι διαφορετικό από μια εχθρική πράξη κατά της ΕΣΣΔ και των δορυφόρων της. Η λογική που βοήθησε την αμερικανική κοινή γνώμη να ξεπεράσει τελικά και το τρίτο αυτό εμπόδιο μπορεί να εκτεθεί απλά: Με την "παρούσα" ηγεσία και τις "παρούσες" περιστάσεις, η ΕΣΣΔ δεν ήταν σε θέση ν' αναλάβει έναν πόλεμο και οι δυτικές δυνάμεις (στο στρατόπεδο των οποίων την πρωτοβουλία είχαν τώρα οι ΗΠΑ) δεν θα τον προκαλούσαν. Αυτή η "παρούσα" κατάσταση, επομένως, αυτό το "παρόν" στη διάρκεια του οποίου ο κόσμος θα ήταν απαλλαγμένος από τον κίνδυνο πολέμου, δεν μπορούσε βέβαια να προσδιορισθεί χρονικά σε συσχετισμό με την ηγεσία, αλλά, σε συσχετισμό με τις περιστάσεις, θα μπορούσε να διαρκέσει και πενήντα χρόνια. Αν και οι προγνώσεις λοιπόν ήταν αρκετά καλές, πολλά άλλα πράγματα, εκτός από πόλεμο, θα μπορούσε να συμβούν στο μεταξύ σε βάρος των Δυτικών. Το σοβιετικό δόγμα εξακολουθούσε να υποστηρίζει, ότι ο καπιταλισμός έπρεπε αναγκαστικά να οδηγήσει σε πόλεμο· ότι η σοβιετική πολιτική έπρεπε να εξακολουθήσει να επιδιώκει τη δημιουργία κρατών - ασπίδων, όπως εκείνα που η Δύση είχε δημιουργήσει άλλοτε κατά της ΕΣΣΔ, με τις ασπίδες γυρισμένες τώρα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι απαραίτητες επεμβάσεις για την εξασφάλιση αυτών των ασπίδων θα συνεχίζονταν ως τον βαθμό που θα το επέτρεπαν οι δυτικές δυνάμεις. Αφού δεν υπήρχε κίνδυνος απρόκλητης επιθέσεως από τη Δύση, οι ενέργειες των Ανατολικών μπορούσαν να περιορίζονται ανάλογα με τις αντιδράσεις των Δυτικών και ήταν εύκολο σε κάθε στιγμή να σταματούν στα Digitized by 10uk1s
πρόθυρα του πολέμου. Έργο λοιπόν της αμερικανικής διπλωματίας ήταν να καθορίσει αυτά τα όρια πριν να είναι πολύ αργά· πριν ο Στάλιν επαναλάβει την τραγική περιπέτεια του Χίτλερ. Το έργο αυτό φαινόταν πιο εύκολο από ό,τι ήταν πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, επειδή η ΕΣΣΔ ήταν αδιανόητο να θέλει πόλεμο, ενώ η Γερμανία ήταν ολοφάνερο ότι τον ήθελε. Ενώ στο Βερολίνο κυβερνούσαν μανιακοί δολοφόνοι του ανθρώπινου γένους, στη Μόσχα κυβερνούσαν όπως φαινόταν ψύχραιμοι και ισορροπημένοι άνδρες, με επίγνωση των κινδύνων και των ευθυνών τους. Αν αυτός ο υπολογισμός ήταν ορθός, το μόνο που χρειαζόταν ήταν να καταδειχθεί από πριν που έπρεπε να σταματήσει η σοβιετική ασπίδα, πριν η ΕΣΣΔ και οι δορυφόροι της επιχειρήσουν να το εξακριβώσουν μόνοι τους, βυθομετρώντας στο κενό. Το κενό που είχαν αφήσει οι Γερμανοί στο μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Ευρώπης είχε ήδη καλυφθεί και δεν μπορούσε πια να θεωρείται κατάλληλο πεδίο επιχειρήσεων για μια νέα διπλωματία. Η Ελλάδα, που μαζί με την Τουρκία είχε μείνει η μόνη προσφερόμενη σε πειράματα περιοχή, θα μεταβαλλόταν σύντομα σε ένα κενό, που θα άφηνε πίσω της η επικείμενη υποχώρηση της Βρετανίας και στα δύο μέτωπα, το οικονομικό και το στρατιωτικό. Η βρετανική κυβέρνηση ενημέρωσε την αμερικανική, σχετικά με το ότι οι οικονομικές της δεσμεύσεις στην Ελλάδα τερματίζονταν στις 31 Μαρτίου. Τα βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα ελαττώνονταν συνεχώς αριθμητικά, σε σημείο ώστε είχαν περιορισθεί τώρα σε δύναμη μικρότερη από ταξιαρχία, η οποία παρέμεινε ακόμα σαν αντίρροπο στην συνεχή παρουσία σοβιετικών στρατευμάτων στη Βουλγαρία. Η ένταση του ανταρτοπολέμου φαινόταν ν' αποσκοπεί σε αποφασιστική δράση, ίσως σε συνδυασμό με την επανεγκαθίδρυση κυβερνήσεως των βουνών, που θα συνέπιπτε με την αποχώρηση των βρετανών. Ο πρόεδρος Truman αποφάσισε τότε, όπως είχε αποφασίσει κι ο Churchill τρία χρόνια πριν, ότι, αν η Αμερική δεν πατούσε το πόδι της στα βόρεια ελληνικά σύνορα αμέσως, χωρίς αναβολή, ίσως δεν θα κατόρθωνε να το πατήσει ποτέ, σε οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας. Στις 28 Φεβρουαρίου 1947, ανακοινώθηκε ότι στην Ουάσιγκτον είχαν αρχίσει διαπραγματεύσεις για παροχή αμερικανικού δανείου 100.000.000 λιρών στερλινών στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Τρεις μήνες αργότερα, το δάνειο ήταν γεγονός. Το ότι προσφέρθηκε συμμετοχή στο δάνειο και στην Τουρκία (κατά το εικοσιπέντε τοις εκατό) ταυτόχρονα με την Ελλάδα, συνέβαλε στο να μπορέσει να χαρακτηρισθεί η πολιτική αυτή με έναν γενικότερο όρο, σαν "Δόγμα Truman", υπόμνηση ότι η Ανατολική Μεσόγειος ανήκε στην αμερικανική σφαίρα επιρροής. Στην περίπτωση της Τουρκίας, που είχε πολύ λίγη ανάγκη από δάνειο, ο σκοπός του φαινόταν ότι ήταν πολιτικός, πολύ πιο καθαρά από ό,τι στην περίπτωση της Ελλάδας, που είχε μεγάλη ανάγκη. Η αμερικανική κυβέρνηση έκαμε δυο καθυστερημένες απόπειρες να απαλύνει την εντύπωση ότι ασκούσε πολιτική ισχύος. Η πρώτη ήταν ότι ανέφερε το σχεδιαζόμενο δάνειο (αφού ανακοινώθηκε αλλά πριν πραγματοποιηθεί) στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Το ότι δεν το έκαμε ενωρίτερα ήταν λυπηρό, όχι μόνο επειδή η Γραμματεία του ΟΗΕ θεώρησε προσβολή σε βάρος της το ότι αγνοήθηκε, αλλά και επειδή τα ελληνικά εσωτερικά και εξωτερικά προβλήματα χρειάζονταν την συντονισμένη δραστηριοποίηση ενός κοινού οργάνου. Το δάνειο, όπως ακριβώς και το συνοριακό πρόβλημα, είχε ανάγκη του ενδιαφέροντος του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η λύση, όπως και το πρόβλημα, έπρεπε να είναι έγκυρη και για τις δυο πλευρές. Η συναίνεση των Ηνωμένων Εθνών δόθηκε παρά την σοβιετική αντίθεση. Η σοβιετική αντίθεση όμως αποδείχθηκε πιο αποτελεσματική, όταν ματαίωσε τη δεύτερη απόπειρα των ΗΠΑ να αποκρύψουν την αληθινή σημασία του Δόγματος Truman. Όταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ επιχείρησε, τον Ιούνιο, να το διευρύνει, εμφανίζοντάς το με την ονομασία "Σχέδιο Marshall", σαν πρόγραμμα βοηθείας στην ευρωπαϊκή ήπειρο στο σύνολό της, η ΕΣΣΔ και οι δορυφόροι της κήρυξαν μποϋκοτάζ και ανάγκασαν να επανέλθει το σχέδιο στο ίδιο, αντικομουνιστικό σχήμα, από το οποίο είχε γεννηθεί το Δόγμα Truman. Η οριστική ρήξη μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ άφησε την παγκόσμια κοινή γνώμη σύμφωνη σε ένα μόνο σημείο: ότι, δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα, οι ΗΠΑ είχαν κληρονομήσει τον ρόλο που είχε διαδραματίσει η Βρετανία στην ιστορία, ειδικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο. Digitized by 10uk1s
Η άμεση συνέπεια στην Ελλάδα, ήταν να αποτραπεί το κενό, στο οποίο υπολόγιζε το ΚΚΕ. Η επόμενη φάση του ανταρτοπολέμου αντανακλούσε τη σύγχυσή του ως προς τα κίνητρα. Όσο η Αποστολή του ΟΗΕ διερευνούσε τα επεισόδια στην Ελλάδα, η δράση των ανταρτών περιοριζόταν σε ένα επίπεδο, που ανταποκρινόταν στην επιδίωξη να νομιμοποιήσουν τον χαρακτήρα της διαμαρτυρίας. Στο διάστημα που ακολούθησε, ως την επικύρωση του αμερικανικού δανείου, η ανταρσία επεκτάθηκε φθάνοντας σε νέο επίπεδο βιαιοτήτων, καθώς οι αντάρτες πολλαπλασίαζαν τις δραστηριότητες τους και η κυβέρνηση εξαπέλυε μια σειρά εκκαθαριστικών επιχειρήσεων για να τους εξοντώσει. Παρ' όλο ότι μια νέα παροχή αμνηστίας δεν απέφερε καμιά σχεδόν παράδοση ανταρτών, τα κυβερνητικά στρατεύματα σημείωσαν στην αρχή κάποιες επιτυχίες. Αλλά το ίδιο περίπου αποτέλεσμα θα είχε επιτευχθεί οπωσδήποτε, χάρη στην αμερικανική επέμβαση και μόνο. Τα Δόγμα Truman, κηρύσσοντας την Ελλάδα σφαίρα αμερικανικής επιρροής, παρότρυνε τους απλούς αντάρτες να λιποτακτήσουν και έδωσε στους πολιτικούς τους ηγέτες ν' αντιληφθούν, ότι η επιμονή τους δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει λογικά σε πόλεμο μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ. Η βεβαιότητα, ότι η σοβιετική κυβέρνηση δεν ήταν ακόμα έτοιμη για μια τέτοια γενική αναμέτρηση, γέννησε μια τάση, τόσο κάτω από την οριζόντια διαχωριστική γραμμή όσο και πάνω απ' αυτήν, να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια, προς το παρόν τουλάχιστον 93. Ορισμένοι από όσους βρίσκονταν πάνω από την οριζόντια γραμμή (ανάμεσά τους κι ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης), πέρασαν στην παρανομία. Μερικοί από όσους βρίσκονταν κάτω από τη γραμμή βρήκαν την ευκαιρία να λιποτακτήσουν ή να παραδοθούν. Οι φανατικοί όμως επέμειναν ριψοκίνδυνα στο σχέδιο να συγκροτήσουν "ελεύθερη κυβέρνηση" στα βουνά της Μακεδονίας και έτσι η αναταραχή συνεχίσθηκε τόσο αυθόρμητα όσο και σκόπιμα. Συνεχίσθηκε αυθόρμητα, επειδή είναι φυσικό να συνεχίζονται η ανταρσία και η βεντέτα στα βαλκανικά βουνά, και μάλιστα από νέους ανθρώπους, που είχαν διδαχθεί από τους ίδιους τους Δυτικούς Συμμάχους ότι ήταν ηρωικό να προβάλλουν αντίσταση κατά της εξουσίας. Και ανανεωνόταν κατά διαστήματα από τους εμπνευστές της, για να δοκιμασθεί η αμερικανική αντίδραση και να εκπαιδευθούν οι οπαδοί τους στον ανταρτοπόλεμο. Εκείνο όμως που έλειπε ήταν η βεβαιότητα ότι υπήρχε επείγουσα, άμεση, ιστορική σκοπιμότητα. Όλα αυτά ήταν ανασχετικοί και αρνητικοί παράγοντες. Αντιδράσεις περισσότερο θετικές πρέπει να αναζητηθούν μόνο σε υψηλότερα επίπεδα. Με τη σειρά τους οι Αμερικανοί, ακολουθώντας τα ίχνη του βρετανικού Εργατικού Κόμματος και όλων των άλλων επικριτών του Churchill (έκτος βέβαια των κομμουνιστών και των συνοδοιπόρων τους), κατάλαβαν ότι τα πράγματα ήταν όπως εκείνος τους τα έλεγε. Αλλά ακολούθησαν επίσης τα ίχνη των άλλων, στο να μην το παραδεχθούν φανερά. Όπως όλοι όσοι επέκριναν τη βρετανική πολιτική του 1944 - 45, για να την υιοθετήσουν ύστερα οι ίδιοι, υποστήριζαν ότι η άποψη τους ήταν πάντοτε ορθή και ότι είχε αλλάξει μόνο επειδή τα πράγματα είχαν αλλάξει. Αλλά, αντικειμενικοποιώντας μ' αυτό τον τρόπο την υποκειμενική τους μεταστροφή, εξαπατούσαν τον εαυτό τους. Είχαν καταλάβει επιτέλους, ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν υπόθεση ανάμεσα στους φιλελεύθερους και τους μοναρχικούς, όπου η αποστολή τους ήταν να αντισταθμίζουν την υποστήριξη της μοναρχίας από τους Βρετανούς, αλλά μεταξύ κομμουνισμού και δυτικής δημοκρατίας, όπου η αποστολή τους ήταν να αντισταθμίσουν την υποστήριξη του κομμουνισμού από τους Σοβιετικούς. Εκείνο που έμενε ακόμα να καταλάβουν ήταν ότι τώρα ακριβώς ήταν η στιγμή, από το 1941· ότι το δεύτερο από τα δυο αυτά προβλήματα της Ελλάδας ήταν πάντοτε το πρώτο κατά προτεραιότητα και ότι το ΚΚΕ έκρυβε τον δευτερεύοντα χαρακτήρα του πρώτου, με τη δεξιοτεχνία του και με τη βοήθεια της μωρίας των αντιπάλων του. Τη σημασία της μεταστροφής των ΗΠΑ την ερμήνευσε σωστά ο Churchill 94. Αν και κανείς Αμερικανός επίσημος δεν το ομολόγησε ποτέ, η αλήθεια ήταν ότι, αν η βρετανική κυβέρνηση δεν ενεργούσε όπως είχε ενεργήσει τον Δεκέμβριο του 1944, δεν θα υπήρχε Ελλάδα να σώσουν οι ΗΠΑ το 1947. Και μάλιστα, ως το βαθμό που οι πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα μπορούν ν' αποδοθούν στην προστάτιδά της δύναμη, η αμερικανική πολιτική προχώρησε πολύ πιο μακριά προς την ίδια κατεύθυνση, μέσα σε έξη μήνες, από όσο είχε προχωρήσει η βρετανική πολιτική σε έξη χρόνια. Κάτω από την αιγίδα των ΗΠΑ, άρχισαν να συμβαίνουν στην Ελλάδα πράγματα που οι βρετανικές αρχές τα είχαν ονειρευτεί ίσως, αλλά ποτέ δεν τα είχαν επιχειρήσει. Για παράδειγμα, οι εκλεγμένες κυβερνήσεις του Μάξιμου και Digitized by 10uk1s
του Τσαλδάρη απομακρύνθηκαν διαδοχικά, για ν' αντικατασταθούν, τον Σεπτέμβριο του 1947, με μια κυβέρνηση ευρέως συνασπισμού των Φιλελευθέρων υπό τον Σοφούλη, του οποίου η κοινοβουλευτική δύναμη ήταν μια μικρή μειοψηφία. Σε συνέχεια, έκλεισε ο κομμουνιστικός Τύπος, τον Οκτώβριο. Συγκροτήθηκε κοινό ελληνοαμερικανικό επιτελείο για την καταπολέμηση των ανταρτών, τον Νοέμβριο. Το δικαίωμα της απεργίας καταργήθηκε, τον Δεκέμβριο. Και, τελικά, ύστερα από την ανακήρυξη "ελεύθερης κυβερνήσεως" υπό τον Μάρκο Βαφειάδη στα βουνά, την παραμονή των Χριστουγέννων, το ΚΚΕ κηρύχθηκε εκτός νόμου, με τη λήξη του έτους. Η κάθε μια απ' αυτές τις ενέργειες ξεπερνούσε κατά πολύ κάθε αντίστοιχη επέμβαση που είχαν άλλοτε επιχειρήσει οι Βρετανοί. Πραγματικά, οι Αμερικανοί έφεραν σε ένα λογικό αποτέλεσμα την αρχή ότι, επειδή η ελληνική κοινή γνώμη ήταν τόσο άστατη ώστε να μην είναι δυνατό να εξακριβωθεί, εκείνο που είχε σημασία ήταν να ικανοποιήσουν την κοινή γνώμη της δικής τους χώρας. Για την πολιτική αυτή, που την αποκαλούν "ιμπεριαλισμό" όσοι για την ώρα δεν την εφαρμόζουν, η στάση των ΗΠΑ ήταν σιωπηρά απολογητική απέναντι στη Βρετανία. Αλλά ποτέ δεν προχώρησε σε φανερή ομολογία. Όπως διαπιστώνεται ως το σημείο αυτό, ο ίδιος ο τρόπος σκέψεως των Αμερικανών ήταν αρνητικός. Το θετικό αποτέλεσμα της αμερικανικής επεμβάσεως ήταν μια αποκρυστάλλωση, μια οριστικοποίηση των πραγμάτων, όπως είχε συμβεί τελικά στα Βαλκάνια το 1941. Έτσι, ο Μάιος του 1947 τερμάτισε την τρίτη πράξη, το ίδιο οριστικά, όσο κι ο Απρίλιος του 1941 είχε ανοίξει την πρώτη. Σε σύγκριση μ' αυτό, η έκθεση της Αποστολής του ΟΗΕ (εξ ίσου προκαταβολικό συμπέρασμα, ή μάλλον δυο αντιφατικά προκαταβολικά συμπεράσματα, όσο και η έκθεση της AMFOGE) ήταν απλώς μια συμπληρωματική επιβεβαίωση. Την αληθινή σημασία της αμερικανικής επεμβάσεως μπορεί να την δει κανείς στον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε η ΕΣΣΔ, ο οποίος ήταν να αξιοποιήσει τα κεκτημένα της πλεονεκτήματα και να σταθεροποιήσει όσα δεν ήταν αρκετά σταθεροποιημένα. Η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία περισφίχθηκαν σ' ένα στενότερο εναγκαλισμό από την ΕΣΣΔ. Από την Τσεχοσλοβακία ως την Μαλαϊκή Χερσόνησο η περιφέρεια της σοβιετικής ισχύος επεκτάθηκε. Η Ελλάδα όμως έπρεπε προς το παρόν να αφεθεί στην τύχη της, ώσπου να φαινόταν καθαρά αν η αμερικανική επέμβαση ήταν τόσο αποφασιστική όσο δειχνόταν. Η ελληνική Μακεδονία μπορούσε ν' αποτελέσει εξαίρεση, αφού η ΕΣΣΔ δεν την θεωρούσε τμήμα της Ελλάδας, αλλά μέρος των κερδών της στα Βαλκάνια, που έπρεπε να σταθεροποιηθούν και αξιοποιηθούν. Ήταν μια χρήσιμη αδέσποτη γη, ανάλογη με την Ισπανία του 1936. Η απροκάλυπτη όμως απόπειρα κατά της κυρίως Ελλάδας έπρεπε να κατασταλεί. Το πόσο καιρό θα χρειαζόταν αυτό θα κρινόταν από έναν μόνο παράγοντα: τον φόβο μήπως το πείσμα της Αμερικής μετέτρεπε τελικά μια περιορισμένη βαλκανική διένεξη σε έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, πριν η ΕΣΣΔ κρίνει ώριμη τη στιγμή. Ήταν ήδη φανερό το 1947, ότι, όταν θα έπαυε να υπάρχει ο φόβος αυτός ή θα ωρίμαζε η στιγμή, οι δισταγμοί θα εγκαταλείπονταν. Πόσος καιρός θα χρειαζόταν ώσπου να συμβεί αυτό, ο καθένας μπορούσε να το υποθέσει. Το Δόγμα Truman, λοιπόν, σε συνδυασμό με το σχέδιο Marshall, σύμφωνα με την ερμηνεία που του έδινε η Μόσχα, έκλεισε ένα κεφάλαιο —όχι με την έννοια ότι έκανε πόλεμο αναπόφευκτο ούτε με την έννοια ότι εξασφάλιζε αναντίρρητα την επιβίωση της Ελλάδας— αν και έκανε και το ένα και το άλλο πολύ πιθανά— αλλά με την έννοια ότι, επιτέλους, προσδιόριζε με απόλυτη σαφήνεια, ότι το πρόβλημα της Ανατολικής Ευρώπης ήταν υπόθεση ανταγωνισμού ανάμεσα στο δυτικό σύστημα, που είχε επικεφαλής τις ΗΠΑ, και στο σοβιετικό σύστημα, που είχε επικεφαλής την ΕΣΣΔ. Το γενικό αυτό σχίσμα το αντανακλούσε ακριβέστερα από ο,τιδήποτε άλλο, σε μικρογραφία, ο ευαίσθητος καθρέφτης των ελληνικών πραγμάτων. Ένας φυσικός συμβολισμός του ήταν η διάσπαση της Αποστολής του ΟΗΕ, ύστερα από την αποπεράτωση του έργου της, στα μέλη εκείνα που επιβεβαίωναν και σ' εκείνα που διέψευσαν ότι είχαν διαπραχθεί παραβιάσεις στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Στο σύνολό του όμως το ζήτημα, από ελληνική πλευρά, δεν βρισκόταν σε τέτοια λόγια και σε τέτοιους συμβολισμούς. Βρισκόταν στο απλό γεγονός, ότι οι ΗΠΑ είχαν αντικαταστήσει τη Βρετανία. Μπορούσε επομένως να πει κανείς, ότι η τρίτη πράξη τέλειωσε όπως ακριβώς και οι δυο προηγούμενες: με την πλήρωση του προσδοκώμενου κενού από έναν Digitized by 10uk1s
τρίτο, τη στιγμή ακριβώς που η κομμουνιστική πολιτική ετοιμαζόταν να το κληρονομήσει από τους προηγούμενους στόχους του. Έτσι, το ΚΚΕ είχε αναχαιτισθεί διαδοχικά από τους Γερμανούς, τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς. Αλλά ο κομμουνισμός είναι ικανός να δείξει υπομονή, και σπουδή. Και δεν έμενε κανένας άλλος πια για να τον αναχαιτίσει.
Digitized by 10uk1s
8. Αυλαία ".. . αν τα γω νίζο ν ται με τ αξ ύ το υ ς μ έ σα σ ' έ ν α ε ρμ η τικά κ λει σ τό ό χη μ α. Ο αν τα γω νι σμ ό ς για μ ι α κα λύ τε ρη θέ σ η , για μ ι α ευ ρύ τε ρη θ έα, γι α λ ίγο π ερι σ σό τ ερη ά νε ση , εί ν αι εν τε λώ ς α σή μ αν το ς, α φ ο ύ ο δη γ ο ύ ντ αι αδ υ σώπη τα απ ' α υτό το ό χη μ α ." ΕΜΕΡΥ ΡΗΒΣ, "Η Ανατομία της Ειρήνης".
Ολόκληρο το κεφάλαιο αυτό είναι μια εικασία, αλλά ένα μέρος της είναι πιθανό να επαληθευθεί. Αρχίζω με τη θέση ότι, αν πρέπει να δει κανείς ιστορικά το Αμερικανικό Δάνειο σαν ένα ακόμα ιντερλούδιο, όπως εκείνα που χρησιμοποίησα ως εδώ σ' αυτή την επισκόπηση, τότε, πρέπει να το δει σαν το τελευταίο με την έννοια αυτή. Δεν υπάρχει άλλος υποψήφιος εκτός από την ΕΣΣΔ και τους δορυφόρους της για να κληρονομήσει το κενό που θ' ακολουθούσε, αν αναγκαζόταν η Αμερική ν' αποσυρθεί ηττημένη, από την αποστολή της στην Ελλάδα. Εκτός από την επίγνωση αυτής της αλήθειας, η κυβέρνηση των ΗΠΑ, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες της, είχε πίσω της τα προηγούμενα σφάλματα για να την οδηγούν. Ανάμεσα στα λάθη που θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί με απόφαση απ' έξω, η μελέτη της προηγούμενης περιόδου μπορούσε να της υποδείξει τα ακόλουθα: την αποδοχή από τις βρετανικές αρχές της ευθύνης για τη λήψη αποφάσεων, που θα έπρεπε να τις είχαν λάβει οι ελληνικές κυβερνήσεις Τσουδερού και Παπανδρέου· τη συναίνεση στον διωγμό της Αντιστάσεως από τις ελληνικές αρχές όλων διαδοχικά των κυβερνήσεων· την υποτίμηση του ελληνικού νομίσματος με την ανεξέλεγκτη εισαγωγή χρυσού κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής· την απόκρυψη της αλήθειας από τον παγκόσμιο Τύπο και την παγκόσμια κοινή γνώμη γύρω από τα ελληνικά πράγματα κατά τη διάρκεια του πολέμου· την ανειρήνευτη σύγκρουση πολιτικής ανάμεσα στην βραχυπρόθεσμη διπλωματία. Τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν δυνατό να αποδοθεί σε κακή πρόθεση. Έπρεπε να είχε γίνει φανερό τώρα πια, ότι οι βρετανικές προθέσεις ήταν αγαθές από την αρχή ως το τέλος, ακόμα και όταν η καλή προαίρεση χρειαζόταν να συνδυασθεί με την αποτελεσματική δράση. Από τα ατυχήματα που δεν ήταν δυνατό να είχαν προληφθεί με αποφάσεις απ' έξω θα μπορούσε κανείς ν' αναφέρει τις διάφορες εκδηλώσεις κοντοθωρισμού των κατά σειρά ελληνικών κυβερνήσεων, που ζούσαν πνευματικά σε ένα νεκρό παρελθόν: τη μωρία τους ν' αφήσουν το ΚΚΕ να μονοπωλήσει τις περισσότερες άξιες λόγου υποθέσεις, οι οποίες δεν θα έπρεπε ποτέ να είχαν γίνει αντικείμενο του πολιτικού διχασμού, όπως η γυναικεία ψήφος και η επίσημη αντικατάσταση της απαρχαιωμένης καθαρεύουσας με την ζωντανή δημοτική 95· η ανόητη προσπάθεια να καταπνιγούν τα πολιτικά προβλήματα με στρατιωτικά μέσα (προσπάθεια που είχε ήδη χρεοκοπήσει επί γερμανικής κατοχής)· η διαιώνιση του φαύλου κύκλου στην εσωτερική πολιτική ζωή: πολιτική νίκη... διωγμοί... επανάσταση... ήττα... αντεκδικήσεις... αντεπανάσταση... πολιτική νίκη κ.ο.κ., πράγματα καθιερωμένα στην ελληνική ιστορία από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο κι εδώ· η έλλειψη ευελιξίας, που τύφλωνε τις ελληνικές κυβερνήσεις σε σημείο ώστε ν' αφήνουν να εκτεθούν ηθικά, όπως εκτέθηκε η κυβέρνηση με την πράξη της αστυνομίας στην πλατεία Συντάγματος, τον Δεκέμβριο του 1944, και η κυβέρνηση Τσαλδάρη με την πράξη του δικαστηρίου της Θεσσαλονίκης, που καταδίκασε σε θάνατο ένα δεκαπεντάχρονο παιδί, το 1947. Αρκεί μόνο ν' αναφερθούν τέτοια περιστατικά, για ν' αναγνωρίσει κανείς ότι βρίσκονται πολύ μακριά από την καρδιά του προβλήματος. Αλλά η επιδεξιότητα του ΚΚΕ στο να εκμεταλλεύεται τέτοια μικροπράγματα έκανε φανερό ότι ήταν ανάγκη ν' αποφεύγονται. Παρ' όλο ότι οι Αμερικανοί ήταν λιγότερο προδιατεθειμένοι από τους Βρετανούς να δουν με Digitized by 10uk1s
συμπάθεια τις περίπλοκες ψυχολογικές αντιδράσεις των Ελλήνων, που οφείλονταν στα δεινά που υπέφεραν, στην τρομοκρατία και στην ανασφάλεια, άρχισαν και με περισσότερα πλεονεκτήματα, εκτός απ' το ότι είχαν να επωφεληθούν και από τα σφάλματα και τις ατυχίες των άλλων. Τρία από τα πιο πολύτιμα αυτά πλεονεκτήματα ήταν: ότι περίμενε κανείς απ' αυτούς να φέρουν επί σκηνής μια νέα κατηγορία Ελλήνων· ότι η Ελλάδα ένοιωσε βέβαιη ότι θα γνώριζε τώρα μεγαλύτερη περίοδο ανάπαυλας από κάθε άλλη φορά πριν· και η πεποίθηση ότι ο τρόπος αντιμετωπίσεως των βαλκανικών πραγμάτων από τους Αμερικανούς θα ήταν λιγότερο κοντόφθαλμος σε σύγκριση με τις αντιλήψεις των προκατόχων τους. Τα δυο πρώτα δεν πλησιάζουν την καρδιά του προβλήματος περισσότερο από ό,τι τα περιστατικά που αναφέραμε πιο πάνω. Στο τρίτο, όμως, ίσως μπορούμε να δούμε το σπέρμα από όπου θα προέλθει το μέλλον, θα ήταν αισιόδοξο, όχι όμως και οπωσδήποτε εσφαλμένο, να προβλέψουμε ότι το μέλλον αυτό θα είναι μια λύση του ελληνικού προβλήματος, όπως ακριβώς την επιθυμούν οι φίλοι της Ελλάδας. Αλλά, μια διερεύνηση των πραγμάτων, με αφετηρία το τρίτο αυτό σημείο, θα μπορούσε ίσως ν' αποκαλύψει τα κριτήρια για μια ιστορική πρόγνωση, ενώ τα δυο πρώτα σημεία θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν οδηγός για τους βραχυπρόθεσμους στόχους. Τα δυο πρώτα πλεονεκτήματα της αμερικανικής επεμβάσεως αντιστοιχούν σε δυο αθεράπευτες αδυναμίες που χαρακτήριζαν την προηγούμενη φάση: την έλλειψη Ελλήνων ικανών ν' αποτελέσουν μιαν άρχουσα τάξη και το ότι δεν δόθηκε ο χρόνος στο ελληνικό κράτος να αναδιοργανωθεί από τα θεμέλια. Και τα δυο αυτά είναι επανάληψη των δυο θεμάτων που εκτέθηκαν στην εισαγωγή. Η απουσία μιας τάξεως ανεγνωρισμένα προορισμένης να κυβερνά ήταν αποτέλεσμα του ότι μεσολάβησαν διαδοχικά η δικτατορία, ο πόλεμος, η κατοχή και η επανάσταση, που εκφύλισαν τη δημιουργική αντιπολίτευση, στην οποία βασίζεται η δημοκρατία, σε έναν αδιάλλακτο ανταγωνισμό. Η αγχώδης συναίσθηση ενός αγώνα δρόμου για την ανόρθωση της Ελλάδας ήταν επίσης καρπός της επαναστάσεως και του φόβου, αποτέλεσμα, σε τελευταία ανάλυση, του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων, που θα μπορούσε να επαναληφθεί. Κάτω από την πίεση των παραγόντων αυτών, η βρετανική επιρροή δεν κατόρθωσε να δώσει δημιουργική πνοή στην ελληνική πολιτική ζωή και ούτε βρήκε τον καιρό ν' αντιληφθεί τις δυνατότητες που υπήρχαν. Η κεντροαριστερή πτέρυγα του αντιστασιακού κινήματος, το καλύτερο ίσως νέο αίμα, βρήκε το δρόμο της στο ζωντανό πολιτικό ρεύμα, τέσσερις μόλις μήνες πριν από τις εκλογές, για τις οποίες η άποψη ότι θα είχαν ανασταλτική επίδραση στην αναγέννηση της Ελλάδας φαινόταν τότε προκατάληψη. Στα δυο πρώτα χρόνια από την απελευθέρωση, η Ελλάδα κατόρθωσε και επιβίωσε με τα στοιχειώδη μόλις μέσα διατροφής και με καθημερινή αγωνία. Η αμερικανική επέμβαση όμως του 1947, αν ήταν τόσο αποφασιστική όσο φαινόταν, υποσχόταν ένα περιθώριο ασφάλειας, που θα μπορούσε τουλάχιστο να υπολογίζεται σε χρόνια και όχι σε εβδομάδες. Δεν έδωσε μόνο στον μέσο Έλληνα μια πλατύτερη προοπτική για το μέλλον· πλάτυνε επίσης τον τρόπο σκέψεώς του στον τομέα της πολιτικής. Οι Έλληνες είχαν πολλές και διάφορες εικόνες στο νου τους για τις ΗΠΑ. Για μερικούς, οι Αμερικανοί ήταν ακριβώς ό,τι ήταν κι οι Άγγλοι· για άλλους, ήταν όλοι τους Lincoln και Roosevelt· για άλλους, ήταν όλοι τους Ford και Rockefeller. Στα ανώτερα στρώματα των Ελλήνων αρμοδίων, η πρώτη μόνο από τις αντιλήψεις αυτές είχε παίξει κάποιον σημαντικό ρόλο κατά την περίοδο της βρετανικής επιρροής. Τώρα όμως ήταν βέβαιο ότι θα έρχονταν στην επιφάνεια κι άλλες αντιλήψεις, όλες δυναμικές και όχι στατικές, όπως η ιδέα που είχαν για την Αγγλία. Η μεγάλη ελπίδα της αμερικανικής επεμβάσεως ήταν ότι μια νέα μαγιά δημιουργικής πνοής, που δεν είχε υπάρξει ύστερα από τον νεανικό πυρετό του Ελευθερίου Βενιζέλου, θα έμπαινε στην άτονη ζύμωση της ελληνικής πολιτικής ζωής. Και πάλι όμως η Ελλάδα δεν θα επιζούσε, αν η επιτυχία έμενε σ' αυτά τα στενά σχετικά όρια. Αλλά είναι πολύ δύσκολο να γίνει μια ανάλυση επάνω σ' αυτό, όπως θα φανεί με μια μεταφορά. Αν υποθέσουμε ότι ένα αεροπλάνο μείνει χωρίς έλεγχο και αρχίσει να πέφτει στο έδαφος, η τύχη του δεν θα βελτιωθεί με το να ελαττωθεί η ταχύτητα στις μηχανές του ή με το να αλλάξουν τα καθίσματα μερικοί επιβάτες με μερικά μέλη του πληρώματος. Αυτές, με αλλά λόγια, ήταν οι άμεσες συνέπειες της αμερικανικής επεμβάσεως. Και η σύμπτωση του θανάτου του Γεωργίου Β' Digitized by 10uk1s
είχε τόση περίπου σημασία όση θα είχε αν μια προσωπικότητα έπεφτε έξω απ' το αεροπλάνο κατά την πτώση του. Το έργο που είχε μπροστά της η αμερικανική πολιτική ήταν να πάρει στα χέρια της τον έλεγχο του αεροπλάνου και να το μεταστρέψει από την πορεία της πτώσεως. Με το έργο αυτό ήταν άσχετα τα προβλήματα και οι προσδοκίες που εκθέσαμε ως τώρα. Η ιστορία δεν θα έκρινε τα ασήμαντα επεισόδια μέσα στο αεροπλάνο: θα ανέφερε αν το αεροπλάνο συντρίφτηκε ή δεν συντρίφτηκε τελικά. Αυτό θα έκρινε αν το τρίτο στοιχείο της αμερικανικής επέμβασης θα έδινε τη μοναδική ελπίδα επιβίωσης στην Ελλάδα ή τουλάχιστο το κλειδί των ιστορικών λόγων της αποτυχίας της. Παρουσιάστηκε σαν αδυναμία της βρετανικής πολιτικής στην Ελλάδα το ότι δεν ήταν βαλκανική πολιτική, αν και αυτό δεν αποτελεί επίκριση, αφού οι περιστάσεις δεν το επέτρεπαν. Αυτή την κοινή βάση είχαν όλα τα κεφάλαια αυτού του βιβλίου. Τα σφάλματα και οι επιτυχίες που εκτέθηκαν βρίσκονται μέσα στα καθοριστικά όρια ενός κλειστού κύκλου από πράγματα που ήταν αδύνατα, τον οποίο δεν μπορούσε να σπάσει η βρετανική πολιτική. Η Ελλάδα, από τότε που δημιουργήθηκε, το 1832, ανήκε σε μια απαρχαιωμένη τάξη μεγεθών η οποία δεν έχει ακόμη αντικατασταθεί από ένα υψηλότερο και περισσότερο βιώσιμο επίπεδο εθνικής κυριαρχίας. Ο δέκατος ένατος αιώνας ανασύνταξε τον χάρτη της Ευρώπης επάνω στις αρχές του φιλελεύθερου εθνικισμού, τις οποίες οι ειρηνοποιοί του 1919 και του 1946 τήρησαν σαν ιερές και απαραβίαστες. Η Ελλάδα υπήρξε δημιούργημα εκείνων των αρχών, μολονότι τα σύνορά της θα παραμείνουν ακόμα αμετακίνητα για μία οποιαδήποτε πεντηκονταετία θα ακολουθήσει. Είναι αδύνατο να μελετήσει κανείς αυτά τα σύνορα ή οποιαδήποτε σύνορα της Ελλάδας μπορεί να διανοηθεί, από γεωγραφική ή από στρατηγική ή από εθνογραφική άποψη ή έστω και από την άποψη της άνετης ανθρώπινης διαβιώσεως, και να νοιώσει κάποια ικανοποίηση. Είναι αδύνατο να συμμερισθεί κανείς τη ζωή του ελληνικού λαού, χωρίς ένα συναίσθημα ότι συμβαίνει κάτι το ριζικά τερατώδες. Η αποπνικτική εκ των άνω διοίκηση, η αντίθεση ανάμεσα στην πρωτεύουσα και στις επαρχίες, το χάσμα ανάμεσα στους δυο διαφορετικούς πληθυσμούς που τις κατοικούν και αναρίθμητα άλλα άτοπα αποκαλύπτουν ότι η όλη δομή στηρίζεται σε μια εσφαλμένη αρχή. Το σφάλμα βρίσκεται στο ότι ακόμα και αυτή η περιορισμένη οργάνωσή της σαν κράτος, που ήταν ο τελικός σκοπός των δημιουργών της Ελλάδας και την οποία το δημιούργημά τους είχε μόλις αρχίσει να πλησιάζει, ακόμα και υπό την ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου και υπό τον καταναγκασμό του καθεστώτος του Μεταξά, ήταν μια ιστορικά απαρχαιωμένη ιδέα όταν μπήκε σ' εφαρμογή για πρώτη φορά. Προϋπέθετε το αμετάκλητο του βαλκανικού χωριστικισμού, που υπήρξε η κατάρα των Βαλκανίων από τότε. Η επίκριση του βαλκανικού χωριστικισμού φέρνει στο νου ενός φιλέλληνα την αντίστροφη ιδέα της βαλκανικής ομοσπονδίας, η οποία συνδέεται με ακόμα πιο φοβερά πράγματα. Ένα παράδειγμα αντιδράσεως στην ιδέα από ελληνική πλευρά ήταν η απάντηση της ελληνικής εφημερίδας "Ελλάς" του Λονδίνου στην άποψη που είχαν διατυπώσει οι "Sunday Times" του Λονδίνου στις αρχές του 1944, ότι μια ομοσπονδιακή λύση ήταν αναγκαία για το μακεδονικό πρόβλημα: "Τ Τι είδους ομοσπονδία μπορεί να ευνοηθεί, για τη διανομή μιας αναμφισβήτητα νόμιμης ιδιοκτησίας μεταξύ του ιδιοκτήτη και του εισβολέως ληστή;". Ο υπαινιγμός για τη Βουλγαρία ήταν δικαιολογημένος. Αλλά το πάθος που περιέχει είναι κάτι που κάνει αδύνατη οποιαδήποτε λύση. Το ίδιο αυτό πάθος εμποδίζει τη λύση και των εσωτερικών προβλημάτων, θέτοντας σαν αρχή ότι κάθε ενέργεια της μιας πλευράς σε βάρος της άλλης πρέπει να τιμωρείται, όταν αντιστρέφονται οι όροι. Ούτε και τα προβλήματα που εκτέθηκαν στην εισαγωγή είναι δυνατό να λυθούν κάτω από τέτοιες συνθήκες. Η πρόκληση της Βουλγαρίας ήταν ασυγχώρητη. Εξ ίσου ασυγχώρητες ήταν και όλες οι προκλήσεις του ΕΛΑΣ. Αν όμως πρέπει να σπάσει ο φαύλος κύκλος, το ασυγχώρητο πρέπει κάποτε να συγχωρηθεί. Εκείνο που ενδιαφέρει την ιστορία είναι όχι ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο, αλλά ποιος θα παραιτηθεί πρώτος από τις δίκαιες αιτιάσεις του. Σε εσωτερικό επίπεδο, η αρχή που έχει κυρίως σημασία είναι ότι αξίζει περισσότερο να επιτύχει κανείς τη γαλήνη παρά να δικαιωθεί. Σε διεθνές επίπεδο, η αρχή που έχει κυρίως σημασία εκφράσθηκε με την ευγενέστερη συμβολή στην πολιτική φιλοσοφία που έγινε στον αιώνα μας, Digitized by 10uk1s
όταν η Έντιθ Κάβελ είπε λακωνικά, λίγο πριν από τη δικαστική δολοφονία της, ότι "ο ο πατριωτισμός δεν είναι αρκετός". Η αρχή αυτή δεν θα γίνει κατανοητή στα Βαλκάνια, όσο της αποδίδει κανείς το νόημα ότι ο πατριωτισμός είναι κάτι άτοπο. Δεν σημαίνει τίποτα τέτοιο. Σημαίνει μόνο, ότι ο σημερινός θεσμός της εθνικής κυριαρχίας είναι υπερβολικά αποκλειστικός. Πολλοί επεξεργάσθηκαν αυτή την αρχή, από τότε μάλιστα οι περισσότεροι ήταν Αμερικανοί. Η επιχειρηματολογία τους στηρίζεται στην ιστορική πορεία των κοινωνιών προς ανώτερα διαρκώς επίπεδα οργανώσεως, με την μερική παραίτηση (θεληματικά ή με εξαναγκασμό) από κατώτερες μορφές κυριαρχίας. Η υπαγωγή των κατωτέρων μορφών κυριαρχίας σε μια ανώτερη, που λέγεται ομοσπονδία, δεν συνεπάγεται την κατάργηση του πατριωτισμού, αλλά μόνο του εθνικισμού. Είναι, ειδικότερα, όχι ολοκληρωτική υποταγή όλων των δυνάμεων, αλλά μόνο εκείνων που θέτουν σε κίνδυνο τις σχέσεις γειτονικών κοινοτήτων, οι οποίες διατηρούν την εθνική κυριαρχία τους. Αυτό δεν αποτελεί θεωρία, αλλά γεγονός που παρατηρείται στην πράξη. Ένας πολίτης του Τέξας και ένας Σκωτσέζος είναι σήμερα εξ ίσου πατριώτες —αλλά όχι εθνικιστές— όσο θα ήταν και αν το Τέξας ή η Σκοτία είχαν δικαίωμα να διατηρούν δικό τους στρατό και να εκδίδουν δικό τους νόμισμα. Εκείνο που διδάχτηκαν, με το να παραιτηθούν από ένα μέρος της κυριαρχίας τους, ήταν ότι ο πατριωτισμός δεν είναι αρκετός. Το μάθημα αυτό μένει ακόμα να εφαρμοσθεί καθολικά, στο υψηλότερο εκείνο επίπεδο όπου έχουν φθάσει. Τα διάφορα έθνη του κόσμου βρίσκονται σήμερα σε διάφορα επίπεδα, γι' αυτό και το καθένα κατανοεί αυτό το μάθημα σε διαφορετικό βαθμό. Ποσοτικά, το υψηλότερο ως τώρα επίπεδο έχουν φθάσει οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ, οι οποίες είναι ήδη δυνάμεις όχι μόνο διαφορετικής εδαφικής εκτάσεως και ισχύος, αλλά και μεγέθους διαφορετικής τάξης σε σύγκριση με τη Βρετανία ή τη Γαλλία ή την Ελλάδα. Τα έθνη ανησυχούν, έχοντας επίγνωση του ότι δεν θα κατορθώσουν να μιλούν με ίσους όρους, πριν φθάσουν το ίδιο επίπεδο. Το εμπόδιο, όπως επίσης παρατηρείται στην πράξη, είναι ότι οι μεταβάσεις αυτές από χαμηλότερα σε υψηλότερα επίπεδα κοινωνικής οργανώσεως συναντούν πάντοτε αντίσταση: ακόμα και όταν δεν επιβάλλονται με τη βία, μπορεί να χρειασθούν βία για ν' αποτραπεί το ναυάγιό τους. Χρειάσθηκε αιματοχυσία, για να δημιουργηθούν οι ομοσπονδιακές ενώσεις της Ελβετίας και της Νότιας Αφρικής, καθώς και για να διατηρηθούν εκείνες των ΗΠΑ και του Καναδά. Η περίπτωση της προσφοράς του Churchill προς τη Γαλλία, το 1940, ήταν ένα παράδειγμα του ότι ακόμα και η επικείμενη καταστροφή δεν είναι αρκετή για να επιτύχει την εκούσια παραίτηση από το δικαίωμα της κυριαρχίας και μείωσε την προσπάθειά του να ξαναδώσει ζωή σ' αυτή την αρχή, το 1947. Η μοίρα που είχε μια τόσο μεγαλόπνευστη πολιτική ανάμεσα σε ώριμες πολιτικά κοινωνίες είναι κακός οιωνός για τη μοίρα της στη Νοτιανατολική Ευρώπη. Δεν έχει θέση εδώ να υποστηριχθούν οι αρετές αυτής της αρχής και πολύ περισσότερο να την συστήσει κανείς στον ελληνικό λαό που είναι πολύ ευαίσθητος στην καχυποψία του. Τόσο για τη γενική όσο και για την επί μέρους υπόθεση έχουν συνηγορήσει ειδικοί96. Εκείνο που έχει σημασία εδώ δεν είναι κάτι το καλό ή το κακό, αλλά ότι, είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι κάτι που επίκειται. Η Ένωση των Νοτίων Σλάβων ήταν σχεδόν τετελεσμένο γεγονός το 1947, με έννοια διαφορετική από εκείνη της ηγεμονίας της Σερβίας κατά τον Μεσοπόλεμο. Ο ένας λόγος είναι ότι αποτελούσε ομοσπονδία και όχι ηγεμονία μιας επικρατέστερης φυλής· ο άλλος είναι ότι απορροφούσε ήδη την Αλβανία και ίσως και τη Βουλγαρία. Ο Έλληνας εθνικιστής έχει δυο λόγους να βλέπει με φρίκη την περίπτωση να συμπεριληφθεί σαν μια προσθήκη: ότι δεν είναι Σλάβος και ότι το αναμφισβήτητο πεπρωμένο της χώρας του δεν είναι δεμένο μ' ένα ποτάμι, όπως των παραδουνάβιων κρατών, αλλά με τη θάλασσα. Έχει δίκιο και στα δύο σημεία (τα οποία θα μπορούσε επίσης να επικαλεσθεί ένας Αλβανός), αλλά φαίνεται απίθανο ότι θα του επιτρέψει η ιστορία να τα αποφύγει. Το εθνολογικό επιχείρημα είναι χαμένη υπόθεση, η οποία, κάτω από το πρίσμα του ανθρωπολογικού χρόνου, ίσως πολύ γρήγορα να έχει σβήσει. Όσο για το γεωγραφικό επιχείρημα, μπορεί να αντιστραφεί και να πάρει τη σημασία, ότι τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας και των άλλων βαλκανικών χωρών αλληλοσυμπληρώνονται —άποψη που βρήκε πλατύτερη απήχηση στους υπόλοιπους Βαλκάνιους, οι οποίοι έχουν επείγουσα ανάγκη εξόδου προς τη θάλασσα, όταν ο Τίτο Digitized by 10uk1s
δεν κατόρθωσε να κερδίσει την Τεργέστη, το 1945 - 46. Η ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΕΣΣΔ. όσο κι αν φαίνεται κάτι το φοβερό στους φιλέλληνες, δεν θα ήταν λιγότερο παράλογη από την ενσωμάτωση της Φιλανδίας ή της Ρουμανίας. Όσο κι αν είναι δίκαιη η υπόθεση του Έλληνα εθνικιστή, έχει πάρει τη θέση της στην πορεία της ιστορίας. Το αξίωμα, στο οποίο τα διαδοχικά βαλκανικά σύμφωνα στήριζαν την αμφίβολη ισορροπία τους, ότι, δηλαδή, τα κράτη της Νοτιανατολικής Ευρώπης δεν μπορούν να ζήσουν μόνα τους, έχει ήδη αποδειχθεί ορθό σε βάρος όλων των χωρών της εκτός από την Ελλάδα και ένα τμήμα της Τουρκίας. Η γνωριμία των γεωγραφικών, οικονομικών και εθνογραφικών δεδομένων της περιοχής αφήνει την εντύπωση ότι η απόδειξη δεν είναι δυνατό να σταματά εκεί. Το συμπέρασμα αυτό θα το αποδοκιμάσουν οι περισσότεροι Έλληνες, όπως και οι περισσότεροι Άγγλοι φιλέλληνες. Το σημαντικό είναι όχι η αποδοκιμασία, αλλά η σύμπτωση της αποδοκιμασίας από τις δύο αυτές πλευρές. Υπήρξαν στα τελευταία χρόνια πάρα πολλοί φίλοι της Ελλάδας στην Αγγλία, όπως και της Αγγλίας στην Ελλάδα. Και δεν άκουσα ούτε έναν Άγγλο να εκφράζει αποδοκιμασία (όχι επικρίσεις, που είναι κάτι διαφορετικό) για τους Έλληνες, χωρίς να αισθάνεται ότι το φταίξιμο είναι δικό του. Αλλά πρέπει να προσθέσω, με κίνδυνο να καταχραστώ το δικαίωμα να λέγομαι φιλέλληνας, ότι ο παράλογος συναισθηματισμός της αγγλοελληνικής φιλίας έβλαψε συχνά την Ελλάδα. Άλλο είναι να έλκεται κανείς προς την Ελλάδα από τον θαυμασμό του για το απαράμιλλο αρχαίο της παρελθόν, από τη φυσική συμπάθεια ενός ναυτικού λαού για έναν άλλο, από τα κοινά ηρωικά βιώματα σε τόσους διαδοχικά πολέμους επί έναν αιώνα· και άλλο να επιτρέψει στα αισθήματα αυτά να καθαγιάσουν έναν στενοκέφαλο εθνικισμό, που ισχυρίζεται ότι οι Έλληνες είναι μια εκλεκτή φυλή, που, επειδή έχει το προνόμιο της βρετανικής συμπάθειας, εξαιρείται από την ανάγκη να διαπραγματευθεί με τους γείτονές της ισότιμα. Επειδή ο Έλληνας αγρότης είναι συμπαθής και ο Βούλγαρος πολιτικός αντιπαθής, δεν έπεται ότι η Ελλάδα έχει οπωσδήποτε πάντοτε δίκιο και η Βουλγαρία πάντοτε άδικο. Ούτε και το αντίθετο θα αλήθευε, αν αντιστρέφονταν οι όροι. Αλλά ο Άγγλος, που έχει μεγαλώσει με τον θρύλο του Δαβίδ του γιγαντοκτόνου, τρέφει έναν φυσικό θαυμασμό για τον Έλληνα, που τόσες φορές έπαιξε το ρόλο του Δαβίδ, κατά του τουρκικού γίγαντα, κατά του τευτονικού γίγαντα και κατά του σλαβικού γίγαντα διαδοχικά. Η ίδια συμπάθεια, που ώθησε τους Άγγλους στο να υποστηρίξουν τον ελληνικό εθνικισμό, τους ώθησε επίσης στο να υποταχθούν στον νεαρό εθνικισμό της Αιγύπτου, της Ινδίας, της Παλαιστίνης, των αραβικών κρατών και της Εγγύς, της Μέσης και της Άπω Ανατολής γενικά, αμέσως μόλις ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος σήμανε το επερχόμενο τέλος του έθνους - κράτους. Ακριβώς επειδή τα αισθήματα αυτά είναι δεύτερη φύση του Άγγλου βρήκε η Ελλάδα ενθάρρυνση, κατά την περίοδο της προστασίας της από την Αγγλία, ν' ακολουθήσει το δρόμο της ιστορίας. Ακριβώς επειδή η κυριαρχία της Βρετανίας, όταν την απομονώσουμε από τις χώρες που είναι εξαρτημένες απ' αυτήν, ανήκει στο ίδιο μέγεθος αστερισμού με την Ελλάδα και επειδή η πολιτική ζωή της Βρετανίας σπαράζεται από τον ίδιο διχασμό που σπαράζει και την Ελλάδα, ήταν αδύνατο στην πρώτη να βοηθήσει τη δεύτερη να πάρει τη θέση της σ' αυτό το νέο είδος κοινωνίας που δημιουργείται στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Έχομε δω μια ακόμα πιστοποίηση του ότι η Βρετανία δεν είχε καμιά βαλκανική πολιτική. Στη διάρκεια του πολέμου, η Βρετανία δεν μπορούσε να έχει βαλκανική πολιτική, επειδή οι διαφορετικές συνθήκες στην κάθε βαλκανική χώρα δεν επέτρεπαν την ομοιομορφία, παρά μόνο με τις προκρούστειες μεθόδους της ΕΣΣΔ. Δεν μπορούσε η Βρετανία να έχει βαλκανική πολιτική, από τη μια επειδή το 1942 ήταν απόλυτη ανάγκη να μην προκαλέσει την ΕΣΣΔ, από την άλλη επειδή, ύστερα από τον πόλεμο, αποδείχθηκε αδύνατο να παραμένει δύναμη πρώτης κλάσεως με εισόδημα τρίτης κλάσεως. Οπωσδήποτε, όμως, η ιδιοσυγκρασία και η παράδοση δεν επέτρεπαν στους Βρετανούς αρμόδιους να επιμείνουν σε μια τέτοια ομοσπονδιακή λύση, με τον ενθουσιασμό που τους υπαγόρευαν οι πεποιθήσεις τους και αντίθετα στο ρεύμα των περιστάσεων. Η ιδέα βέβαια πέρασε απ' το νου των Βρετανών: αυτό έγινε φανερό τον Ιανουάριο του 1942, κατά την πιο αισιόδοξη στιγμή που αναφέρεται σε όλη αυτή την επισκόπηση. Αλλά ξεχάστηκε γρήγορα, για να υπομνησθεί και πάλι αργότερα από αναρμόδιους. Γενικά, η Βρετανία Digitized by 10uk1s
έδειξε συναισθηματική αδυναμία, πολιτική αδυναμία και οικονομική αδυναμία προς όφελος του βαλκανικού χωριστικισμού. Η ΕΣΣΔ δεν είχε καμιά απ' αυτές τις αδυναμίες. Να γιατί, στο τέλος, η ΕΣΣΔ θα νικούσε την Βρετανία στην Ελλάδα. Σημασία όμως είχε το 1947, ότι ούτε οι ΗΠΑ είχαν καμιά απ' αυτές τις αδυναμίες. Η φωνή του προέδρου τους, η φωνή του υπουργού Εξωτερικών και η φωνή της αμερικανικής κοινής γνώμης έδειχναν καθαρά απαλλαγμένες από τέτοιες αδυναμίες. Η πρώτη και η τρίτη φωνή μιλούσαν μερικές φορές, το 1947, σε τόνους που απηχούσαν την ειδωλολατρία του δολαρίου και τον εξορκισμό του κομμουνισμού. Ακόμα και όταν ύψωναν τον τόνο, εννοούσαν ότι, κατά την άποψη των ΗΠΑ, η Βρετανία δεν απείχε πολύ από τα Βαλκάνια ούτε ποσοτικά ή ποιοτικά, ούτε γεωγραφικά ή πολιτιστικά ή οικονομικά. Η μελλοντική σχέση μεταξύ Βρετανίας και ΗΠΑ, που μπορούσε κανείς να συμπεράνει απ' αυτό, θα ήταν όμοια με τη σχέση της Αυστρίας και του γερμανικού Γ' Ράιχ. Υπήρχε όμως και μια άλλη άποψη στις ΗΠΑ: η φωνή του υπουργού Εξωτερικών. Ο Marshall μιλούσε σε τόνους που ήταν περισσότερο χαρακτηριστικοί της Αμερικής. Στον πρώτο του δημόσιο λόγο από την ανάληψη των καθηκόντων του, στο Πρίνστον, τον Μάρτιο του 1947, είπε: "Αμφιβάλλω σοβαρά ότι είναι δυνατό να σκεφθεί κανείς με απόλυτη σύνεση και με βαθιά πεποίθηση γύρω από ορισμένα θεμελιώδη διεθνή προβλήματα σήμερα, αν δεν ξαναφέρει τουλάχιστο στο νου του την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου και την κατάρρευση της Αθήνας". Στενεύοντας έτσι την όρασή του για να την προσηλώσει σε μια συγκεκριμένη στιγμή του μακρινού παρελθόντος, την πλάτυνε σε μια παγκόσμια εποπτεία. Η σημασία αυτού του παραλληλισμού, στα χείλη ενός υπουργού των Εξωτερικών των ΗΠΑ, είναι ότι ο αιώνας που κάλυψαν εκείνα τα ιστορικά γεγονότα, όπως ακριβώς και ο εικοστός αιώνας, τερμάτισε μια κατώτερη τάξη μεγέθους στην γνωστή ιεραρχία της κυριαρχίας, υποτάσσοντάς την αναγκαστικά σε έναν ανώτερο βαθμό. Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος υπήρξε θανάσιμο πλήγμα κατά της πόλεως - κράτους της αρχαίας Ελλάδας, όπως ακριβώς υπήρξε και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος για πολλά, αν όχι για όλα, από τα έθνη - κράτη της Ευρώπης. Οι ανεξάρτητες κυριαρχίες των πόλεων - κρατών υποτάχθηκαν στην ανώτερη τάξη κυριαρχίας της Μακεδονίας και, αργότερα, της Ρώμης. Μπροστά στην επικείμενη μεταμόρφωση του έθνους - κράτους, δεν υπήρχαν, κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, παρά μόνο δύο κυριαρχίες του ανώτερου βαθμού, που θα το αντικαθιστούσαν: οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ. Αλλά δεν υπάρχει λόγος ν' απελπισθεί κανείς, ότι θα δημιουργηθούν κι άλλες. Εκείνο που θα δικαιολογούσε απελπισία θα ήταν το να μην αναγνωρίζει κανείς αυτό που συντελείται, όπως συνέβαινε με την τύχη της Ελλάδας κάτω από την βρετανική καθοδήγηση κατά τα πρώτα χρόνια του 1940. Δεν είναι ενθαρρυντικός εδώ ο παραλληλισμός από την αρχαία Ελλάδα. Κι αυτό επειδή τα δύο μεγαλύτερα πνεύματα του αρχαίου κόσμου, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης, όχι μόνο δεν διέκριναν την επερχόμενη εξαφάνιση της πόλεως - κράτους, αλλά και την υμνούσαν σαν ιερή και απαραβίαστη πολιτεία, που θα επιζούσε αιώνια και που ήταν ανώτερη, κατ' αρχήν, από κάθε βελτίωση. Ο Marshall υπαινίχθηκε, χωρίς όμως να το πει καθαρά, ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν την ίδια ψευδαίσθηση σχετικά με το έθνος - κράτος, όταν, σε ένα λόγο του στο Χάρβαρντ, στις 5 Ιουνίου 1947, πλάτυνε την έννοια του "Δόγματος Truman" σε ένα σχέδιο "βοήθειας προς την ευρωπαϊκή ήπειρο", σύμφωνα με αρχές παρόμοιες μ' εκείνες του "Νόμου περί δανεισμού και εκμισθώσεως", που αφορούσε την Ευρώπη στο σύνολό της. Έχει ιδιαίτερη σημασία το ότι και οι δυο αυτοί μνημειώδεις λόγοι εκφωνήθηκαν σε πανεπιστήμια. Η αμερικανική σκέψη, πραγματικά, δεν πάσχει από τη στενότητα αντιλήψεως της ευρωπαϊκής, στα ζητήματα αυτά. Έχει αναπτυχθεί μέσα από νέες ιδέες και θεωρεί την νέα μορφή κυριαρχίας σαν δεδομένη, σαν μέρος της κληρονομιάς της, ακόμα και χωρίς την αναφορά του υπουργού Εξωτερικών στην κατάρρευση της πόλεως - κράτους. Όταν ψηφίσθηκε το αμερικανικό δάνειο, τον Μάιο του 1947, η αμερικανική κοινή γνώμη δυνητικά μόνο ήταν έτοιμη για τις ευθύνες του και μόνο μερικά ενήμερη για την έκτασή του. Είχε όμως την επίγνωση μιας ιστορικής αποστολής. Δεν ήταν λιγότερο παράδοξο το να ενθαρρυνθεί η ηρωική μικρή Ελλάδα να υψώσει το ανάστημά της απέναντι στη μεγάλη και φοβερή Βουλγαρία, από το να ενθαρρυνόταν η μικρή και ηρωική Ουαλία να υψώσει το ανάστημά της απέναντι στη μεγάλη και φοβερή Αγγλία. Θα ήταν το ίδιο σαν να ενθαρρυνόταν η Μερκία να σηκώσει κεφάλι στο Έσσεξ ή η Οκλαχόμα στο Τέξας. Αλλά οι έγκυρες Digitized by 10uk1s
αξίες δεν συμβιβάζονται πάντοτε με το αδιέξοδο των πραγμάτων· και τα πράγματα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη το 1947 είχαν φθάσει σε πολύ σοβαρό αδιέξοδο. Η πιθανότητα ότι η διαίσθηση, η πείρα και η ιδιοσυγκρασία θα οδηγούσαν τους Αμερικανούς να φέρουν στην επιφάνεια τις θεμελιώδεις αρχές της ενοποιήσεως, που βρίσκονταν σε λανθάνουσα κατάσταση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αντί να μεταχειρισθούν την Ελλάδα σαν ένα περιθωριακό και μεμονωμένο πρόβλημα, έκανε μόνο πιο ανάγλυφο το αντιφατικό γεγονός, ότι, στα εννέα δέκατα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η λανθάνουσα αυτή ιδέα της ενοποιήσεως είχε ανασυρθεί στην επιφάνεια και είχε σφυρηλατηθεί σε ένα ομοιόμορφο σχήμα, αλλά επάνω σε άλλο αμόνι. Αφού η εφαρμογή των σοβιετικών αρχών είχε προλάβει την εφαρμογή των δυτικών αρχών για τον σκοπό αυτό, ήταν δύσκολο για την κυβέρνηση των ΗΠΑ να επινοήσει μια μέθοδο που δεν θα κινδύνευε να δημιουργήσει παρεξηγήσεις. Με πιο καθαρά λόγια, οι ΗΠΑ αναλάμβαναν να διασώσουν το τελευταίο "ελεύθερο" υπόλειμμα της Νοτιανατολικής Ευρώπης (την Ελλάδα και τμήμα της Τουρκίας) για να το χρησιμοποιήσουν σαν προγεφύρωμα για την επέκταση του οικονομικού ιμπεριαλισμού προς τα βόρεια —γιατί η αμερικανική πολιτική δεν είχε λόγο ν' αρχίσει αν δεν ήταν να επεκταθεί. Όσοι Αμερικανοί σκέφτονταν ρεαλιστικά δεν το αρνιούνταν αυτό, αν και απέρριπταν αυτή την ορολογία. Αφού ήταν η μόνη διέξοδος από τη σοβιετοποίηση της Νοτιανατολικής Ευρώπης, όταν αποχώρησαν τα βρετανικά συμφέροντα, μπορούσαν να ισχυρισθούν ότι ήταν δικαιωμένη ιστορικά, έφθανε να μην περιοριζόταν μόνο σε παρακωλυματική ενέργεια: έφθανε, δηλαδή, να ήταν μια πολιτική θετικά βαλκανική και εποικοδομητική και όχι αρνητικά ελληνική και περιθωριακή. Η δικαιολόγηση όμως αυτή έφερνε μαζί της τον κίνδυνο πολέμου, ακριβώς επειδή η ουσία μιας τέτοιας πολιτικής κάθε άλλο ήταν παρά περιθωριακή και περιορισμένη. Το ζήτημα ήταν αν μόνη της η Αμερική ήταν ικανή να πραγματώσει μια πολιτική, την οποία η Βρετανία μόνη της δεν μπόρεσε όχι μόνο να θέσει σ' εφαρμογή, αλλά ούτε και να διανοηθεί. Μια αγγλοαμερικανική πολιτική θα ήταν προτιμότερη από μια αποκλειστικά αμερικανική πολιτική το 1947, όπως ακριβώς θα ήταν προτιμότερη από μια αποκλειστικά βρετανική πολιτική το 1942. Όλοι σχεδόν οι Έλληνες θα αποδέχονταν σιωπηρά μια τέτοια κοινή πολιτική και κανένας δεν θα ήταν σε θέση να στρέψει την Αμερική κατά της Βρετανίας ή το αντίστροφο. Η αρχή αυτή διαφαινόταν στο λόγο του Churchill στο Φούλτον του Μισούρι, στις 5 Μαρτίου 1946, αλλά, όπως και η ιδέα του για μια εκούσια ομοσπονδοποίηση της Ευρώπης, ήρθε πολύ αργά. Υπήρχε ο κίνδυνος, ότι μια μονόπλευρη πολιτική θα αποτύγχανε και πάλι, για τους ίδιους λόγους όπως πριν —ένας κίνδυνος μεγαλύτερος τουλάχιστο από ό,τι θα ήταν, αν η αμερικανική πολιτική εμφανιζόταν στη σκηνή ενωρίτερα, συμμετέχοντας σε μια κοινή ανάληψη ευθυνών, αντί για την αποκλειστική ανάληψή τους. Το ότι υπήρχε πρόθεση για κοινή ανάληψη ευθυνών, ακόμα και το 1947, συνάγεται από το γεγονός ότι ζητήθηκε να μην αποσυρθούν ακόμα οι περισσότερες από τις Βρετανικές Αποστολές. Ήταν όμως φανερό, όταν η υλική ευθύνη πέρασε σε άλλα χέρια, ότι θα έπρεπε αναγκαστικά να την ακολουθήσει και η ηθική ευθύνη, έστω και μόνο για ν' απαλλαγεί η αμερικανική επέμβαση από την γνωστή κατηγορία, ότι "η Αμερική βγάζει τα κάστανα της Αγγλίας απ' τη φωτιά". Δεν θα μετριαζόταν λοιπόν ο κίνδυνος, αν το συνηθισμένο σύνθημα της Βρετανίας "πολύ λίγο και πολύ αργά" το αντικαθιστούσε απλώς το αμερικανικό σύνθημα "πολύ αργά και πάρα πολύ". Μια ενιαία βαλκανική πολιτική, που δεν κατορθώθηκε να εφαρμοσθεί το 1942, ήταν ίσως αδύνατο να πραγματοποιηθεί πέντε χρόνια αργότερα, όταν οι περισσότερες βαλκανικές χώρες είχαν ήδη χαθεί και ακόμα και αυτή η αρχή της αγγλοαμερικανικής ενότητας ήταν ουσιαστικά διασπαστική. Αν αλήθευε αυτό, το ζήτημα τότε ήταν μήπως το 1947 ήταν κιόλας πολύ αργά για οποιαδήποτε άλλη βαλκανική πολιτική εκτός από την προετοιμασία για πόλεμο. Όσο κι αν ήταν πραγματικός ο κίνδυνος, μπορούσε να παρακαμφθεί σε ό,τι αφορούσε την Ελλάδα. Κανένας πόλεμος δεν θα ξεσπούσε μόνο και μόνο εξ αιτίας της αμερικανικής πολιτικής στην Ελλάδα, ακόμα και αν άρχιζε ένας πόλεμος στην ίδια την Ελλάδα. Ένας τρίτος παγκόσμιος πόλεμος σε καμιά περίπτωση δεν θα περιοριζόταν στην αρχική του εστία στα Βαλκάνια ούτε σε κανενός είδους τοπική σύρραξη. Ο χαρακτήρας ενός τέτοιου πολέμου, αν ποτέ επερχόταν, ήταν φανερός ήδη το 1947. Θα ήταν ένας "θρησκευτικός" πόλεμος. Σημεία επικείμενου υποτροπιασμού των Digitized by 10uk1s
θρησκευτικών πολέμων υπήρχαν, χωρίς βέβαια να σημαίνουν ότι ήταν οπωσδήποτε αναπόφευκτοι. Ο βαλκανικός κομμουνισμός προετοιμαζόταν κιόλας για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, χωρίς να παίρνει τίποτα σαν δεδομένο. Η πρωτεύουσα των πρωτευουσών του διεθνούς κομμουνισμού προετοιμαζόταν επίσης, αλλά με πιο ήρεμα και πιο μελετημένα βήματα παρά οι δορυφόροι της. Η επιρροή της Μόσχας, αν είχε κάποιο αποτέλεσμα, ήταν ανασχετική, επειδή ο κομμουνισμός της Μόσχας είχε ήδη περάσει από μια μεταμόρφωση σαν συνέπεια ωριμότητας, ενώ ο κομμουνισμός της Σόφιας και του Βελιγραδίου είχε μόλις φθάσει, το 1947, στο στάδιο του μαχητικού πυρετού, που χαρακτήριζε την μπολσεβίκικη επανάσταση του 1917. Το Κρεμλίνο, μάλιστα, όπως και το Βατικανό κατά τους τελευταίους θρησκευτικούς πολέμους της Ευρώπης, έχει δείξει ως τώρα ότι είναι διατεθειμένο να υπηρετήσει μακροπρόθεσμες συμμαχίες με ιδεολογικούς εχθρούς. Και, επίσης όπως το Βατικανό, έχει υποστεί εσωτερικό σχίσμα, σαν αποτέλεσμα, θα μπορούσε μάλιστα να φθάσει και ως τα πρόθυρα πολέμου κατά των ομοϊδεατών του. Αλλά η αντιφατική αυτή τακτική θα εξυπηρετούσε σε οποιαδήποτε περίπτωση τον ένα και μοναδικό στρατηγικό σκοπό. Με μεθόδους περισσότερο άμεσες, ο κομμουνισμός in partibus infidelium 97 επιδίωξε τους ίδιους αντικειμενικούς σκοπούς, με σεβασμό γενικά προς τις υπαγορεύσεις της Μόσχας, σε συνδυασμό με τον πιο φλογερό φανατισμό των πιστών του. Οι διάδοχοι της Γ' Διεθνούς στα Βαλκάνια, έχοντας σαν στήριγμα τη φλογερή υπερ - ρασιοναλιστική πίστη, ότι μόνοι αυτοί είχαν συγχρονίσει τα βήματά τους με τα βήματα της ιστορίας, εργάζονταν εντατικά για να δημιουργήσουν έναν μυστικιστικό φωτοστέφανο σταυροφορίας γύρω από τις εκρήξεις βίας που χαρακτήριζαν τις ενέργειές τους· να υπονομεύσουν εγκόσμιες αρχές με πνευματικού χαρακτήρα επικλήσεις σε ανώτερες αξίες· και, ειδικότερα, να δημιουργήσουν το δικό τους μαρτυρολόγιο και τους δικούς τους αγίους. (Η αγιοποίηση του Άρη Βελουχιώτη θα φαινόταν τουλάχιστο, για τον ιστορικό, όχι περισσότερο εκπληκτική από την περιγραφή του Γίβωνα σχετικά με τη μεταμόρφωση του Γεωργίου της Καππαδοκίας σε Άγιο Γεώργιο της Ευδαίμονος Αγγλίας). Είναι όμως ζήτημα αν υπάρχει η απαραίτητη θερμή πίστη και στην αντίθετη πλευρά —γιατί χρειάζονται δυο θρησκείες για να γίνει ένας θρησκευτικός πόλεμος. Σε αντιστάθμισμα οι αμέθοδες απόπειρες αγιοποιήσεως, προσώπων όπως ο Göring και ο Μιχαήλοβιτς, ακόμα ίσως κι ο Ουίλλιαμ Τζόυς, για συντροφιά του Χορστ Βέσσελ, καθώς και η δημαγωγική προπαγάνδα του φανατικού αντικομουνισμού σε όλο τον κόσμο, δεν έχουν καμιά σπίθα που να πηγάζει από μια θερμή πίστη. Η λατρεία του αμερικανικού τρόπου ζωής δεν έχει αποκτήσει ακόμα το απαραίτητο πνευματικό βάθος. Οι ΗΠΑ έχουν θέσει στον εαυτό τους το καθήκον ν' αποτελέσουν την ηγέτιδα δύναμη του κόσμου. Ο αρνητικός όμως χαρακτήρας του αμερικανικού τρόπου αντιδράσεως στην ιδεολογική σύγκρουση βρίσκει την τυπική του έκφραση, ακόμα και σήμερα, στο ανέκδοτο που αναφέρεται σχετικά με την απάντηση του Χιούυ Λονγκ όταν τον ρώτησαν αν πίστευε ότι η Αμερική θα γινόταν ποτέ φασιστική: "Ναι, βεβαίως, αλλά θα την αποκαλούμε αντιφασιστική". Με αλλά λόγια, η αμερικανική κοινή γνώμη πρέπει να ξεκαθαρίσει στο νου της υπέρ ποιών αντιλήψεων είναι στις εξωτερικές υποθέσεις, αντί να περιορίζεται μόνο στο να δείχνει εναντίον ποιών είναι. Ο αντικαμμουνισμός, γυμνός από κάθε θετικό χαρακτήρα, υπήρξε ένας από τους καλύτερους συμμάχους της Γ' Διεθνούς στο εξωτερικό. Ατενίζοντας την προοπτική μιας συγκρούσεως μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ, ο Στάλιν θα μπορούσε να είναι ήσυχος στην πεποίθησή του, ότι οι ΗΠΑ θα μείνουν χωρίς δολάρια πριν η ΕΣΣΔ μείνει χωρίς ιδεολογία. Αυτά τα σημεία αβεβαιότητας θα μπορούσε να μεταφερθούν σε ένα πεδίο ευρύτερο από τη σκηνή της Ελλάδας ή και των Βαλκανίων. Τότε, τα διαδραματιζόμενα στις σκηνές αυτές γεγονότα θα εμφανίζονταν σαν συμπτώματα -και όχι αίτια- μιας συγκρούσεως σε ανώτερο επίπεδο. Οπωσδήποτε, πάντως, ο πόλεμος είναι το τελευταίο και το πιο ακατάλληλο μέσο για την εξαγωγή του κομμουνισμού. Ο ασφαλέστερος τρόπος για να φθάσει η αμερικανική πολιτική στην Ελλάδα τους ευρύτερους και τολμηρότερους στόχους της θα ήταν να εξασφαλίσει τη βεβαιότητα ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος, αν ποτέ εκραγεί, δεν θα εκραγεί μόνο και μόνο εξ αιτίας αυτής της πολιτικής· και ότι, αν εκραγεί, θα συμπεριλάβει και τη Μέση Ανατολή, με όση ακριβώς βεβαιότητα θα συσχετισθεί με ό,τι πραγματοποιήθηκε ή έμεινε απραγματοποίητο στα Βαλκάνια. Η μεγάλη δυσκολία των Αμερικανών αρμοδίων στην ακραία αυτή περιοχή, αν την πάρουμε μεμονωμένα, Digitized by 10uk1s
δεν ήταν η εκλογή μεταξύ κατευνασμού ή επιθετικότητας, αλλά το τεχνικό πρόβλημα της προβολής του αμερικανικού τρόπου ζωής από το ελληνοτουρκικό προγεφύρωμα στα σοβιετοποιημένα Βαλκάνια. Υπήρξαν ορισμένες έκδηλες ευκαιρίες, των οποίων θα μπορούσε να γίνει εκμετάλλευση μόνον σε αμερικανική κλίμακα, με αμερικανικούς πόρους και από αμερικανικούς εγκεφάλους. Για παράδειγμα, η αναδιοργάνωση της ζωής των παραδουνάβιων χωρών σύμφωνα με αμερικανικά πρότυπα και η εξάλειψη των κοινωνικών και υλικών προϋποθέσεων του συμμοριτισμού και του ανταρτοπόλεμου με γενναία χρηματοδότηση για σχολεία και αυτοκινητόδρομους. Το παράδειγμα όμως της UNRRA δεν ήταν ενθαρρυντικό για τέτοιου είδους επιχειρήσεις: θα χρειαζόταν φροντίδα, ώστε να μην επιτραπεί σε αδίστακτες και επιδέξιες κυβερνήσεις να εκμεταλλευθούν την αμερικανική βοήθεια, όπως πριν, για δικό τους έλεγχο. Το μόνο που φαινόταν καθαρά, με το πρίσμα του 1947, ήταν ότι οι ΗΠΑ είχαν μια ιστορική ευκαιρία και ασφαλώς τα μέσα ίσως και την ευφυία για να την αξιοποιήσουν. Αν όμως θα χρησιμοποιούσαν αυτήν την ευκαιρία μόνο και μόνο για να στηρίξουν την Ελλάδα και την Τουρκία με μια επιχορήγηση σε δολάρια, τότε, το αποτέλεσμα της αμερικανικής επεμβάσεως θα διαρκούσε τόσο μόνο όσο και τα δολάρια. Αμέσως μόλις η αμερικανική κοινή γνώμη θα κουραζόταν από μια τόσο ευτελή συναλλαγή ή κάποια σοβαρή κρίση θα έπληττε τις ΗΠΑ, η Ελλάδα θα γύριζε πίσω, στο σημείο όπου βρισκόταν κατά την έναρξη της επιχειρήσεως: ώριμος καρπός, άλλη μια φορά, για να τον δρέψει η ΕΣΣΔ. Αυτή ήταν ίσως η μελλοντική ευκαιρία στην οποία υπολόγιζε η σοβιετική κυβέρνηση, γι' αυτό και δεν ανησύχησε πολύ από την εξαγγελία του Δόγματος Truman. Αν το πλατύτερο όραμα του Marshall ναυαγούσε μ' αυτό τον τρόπο, εύκολα θα μπορούσε να προβλέψει κανείς, ότι η μελλοντική πορεία της ιστορίας των Βαλκανίων θα έπαιρνε άλλο δρόμο. Τα γεγονότα του 1947 μαρτυρούσαν ότι, αν η αμερικανική πολιτική θα περιοριζόταν μόνο σε μια προσωρινή σταθεροποίηση, αντί να εξασφαλίσει μια μόνιμη δημιουργία, η επιστροφή τότε του αυταρχισμού στην Ελλάδα θα ήταν αναπότρεπτη. Στην αρχή, θα ήταν πολύ πιθανή μια δικτατορία της Δεξιάς. Σαν επακόλουθο, θα ήταν πιθανή μια δικτατορία της Αριστεράς. Ενδείξεις για την πρώτη υπήρχαν αρκετές, πριν από την εξαγγελία του αμερικανικού δανείου. Μια απ' αυτές ήταν ο διορισμός του Ζέρβα, ειδικού στην τεχνική του παρακρατικού στρατού, σαν υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Άλλη ένδειξη ήταν η απόλυτη πλειοψηφία των Λαϊκών και των συμμάχων τους στη Βουλή, πράγμα που έδινε τη δυνατότητα στη Δεξιά να κινηθεί προς την επιβολή δικτατορίας με την προσωπίδα των δημοκρατικών διαδικασιών, χωρίς τη δυσάρεστη ανάγκη που ώθησε τον Μεταξά στη διάλυση της Βουλής πριν σταθεροποιήσει την εξουσία του. Για τον ίδιο λόγο, η άκρα Αριστερά θα ελευθερωνόταν από κάθε κοινοβουλευτική δέσμευση, για να αντιτάξει ανατρεπτική δράση, αντί για νόμιμη αντιπολίτευση. Δεδομένου ότι μια δικτατορία της Δεξιάς θα μπορούσε να επιβιώσει μόνο με αμερικανική συγκατάθεση, το επακόλουθο φαινόταν ότι θα ήταν η ένταξη της Ελλάδας σε μια Σοβιετική Ομοσπονδία των Βαλκανίων κάτω από κομμουνιστική δικτατορία, αμέσως μόλις το επόμενο και τελευταίο κενό στην Ελλάδα θ' ακολουθούσε τον τερματισμό της αμερικανικής βοήθειας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του βαλκανικού κομμουνισμού, θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί σαν δεδομένο, ότι η αμερικανική βοήθεια, όσο μεγάλης κλίμακας και αν ήταν, θα είχε πρόσκαιρη μόνο διάρκεια. Αφού ο βαλκανικός κομμουνισμός ήταν προετοιμασμένος να περιμένει απεριόριστα, με την υπομονή που του έδινε η αληθινή πίστη, θα έπρεπε, σύμφωνα με όσα εξηγήσαμε εδώ, να επαληθευθεί το συμπέρασμα τελικά. Έτσι, ενώ η άμεση προοπτική για την Ελλάδα θα ήταν ίσως μια επανάληψη του 1936, η τελική προοπτική σε οποιαδήποτε περίπτωση, θα ήταν μια επανάληψη του 1453. Μέσα σ' αυτή την "παγκόσμια τρικυμία", η ελληνική πολιτική δεν θα κατόρθωνε τίποτα. Σε καμιά στιγμή της διαδικασίας το φιλελεύθερο Κέντρο δεν θα ήταν σε θέση να παίξει κάποιον σχετικό ρόλο, εκτός από τον ρόλο του βοηθητικού οργάνου. Ούτε επίσης η μοναρχία θα ήταν σε θέση για τίποτε περισσότερο, εκτός από το να προσφέρει στη Δεξιά, με τον γνωστό τεχνητό τρόπο, ένα βολικά σύμβολο και, στην Αριστερά, έναν βολικό στόχο. Να γιατί κανένας από τους θανάτους πολιτικών προσώπων κατά την περίοδο 1945-48 —των δυο Ράλληδων, του Καφαντάρη, του Ζεύγου, του Μπακιρτζή, του Γεωργίου Β' και του Σιάντου— δεν είχε την ελάχιστη επίδραση στην πορεία της ελληνικής ιστορίας —όπως ακριβώς και κανένας Digitized by 10uk1s
άλλος, ύστερα απ' το θάνατο του Βενιζέλου και του Μεταξά. Τα γεγονότα είχαν προχωρήσει πολύ μπροστά και δεν περίμεναν τις προσωπικότητες. Το συμπέρασμα αυτό, όπως φαινόταν, θα μπορούσε να διαψευσθεί μόνο από μια εσωτερική κατάρρευση του κομμουνισμού. Μια τέτοια κατάρρευση δεν είναι αδύνατη, αν και πιθανότερο είναι να συμβεί αφού η θριαμβευτική σταδιοδρομία του διεθνισμού θα έχει φθάσει στη μεγαλύτερη της έκταση, στην Ευρώπη τουλάχιστο. Αν ο κομμουνισμός κατακτήσει την Ευρώπη, όχι με πόλεμο αλλά με ιδεολογική εξάπλωση, θα υπάρξει κάποιο σχίσμα στους κόλπους του. Η συμπτωματική πρωτοκαθεδρία της Ρωσίας στην πρακτική εφαρμογή του κομμουνισμού ζήτημα είναι αν θα επιζούσε της ολοκληρωτικής σοβιετοποιήσεως της Ευρώπης. Οι δυτικές δημοκρατίες δεν θα υπάκουαν για πολύ στις δογματικές υπαγορεύσεις των Σλάβων της Μόσχας μια και θα είχαν αφομοιώσει την αληθινή πίστη, όπως ακριβώς, κατά το παρελθόν, η Κωνσταντινούπολη ή η Γενεύη δεν υποτάχθηκαν στις υπαγορεύσεις της Ρώμης. Έτσι, η Δυτική Ευρώπη, αφού πρώτα θα είχε υποκύψει στον κομμουνισμό, θα ήταν δυνατό να αναδυθεί θριαμβεύτρια, με κέρδος μιας ομοσπονδιακής ενότητας, την οποία είναι λιγότερο πιθανό να επιτύχει με οποιοδήποτε άλλο απ' τα γνωστά μέσα· και, επίσης, με μια γηγενή ποικιλία της πίστεως, την οποία θα μπορούσε να υψώσει κατά του δόγματος της Μόσχας, όπως περίπου η ηθική δύναμη του λουθηρανισμού αναμετρήθηκε με τον ρωμαιοκαθολικισμό, αντί να συμπεριφέρεται (όπως τώρα) με την ηθική αδυναμία της ειδωλολατρίας απέναντι στον χριστιανισμό. Η ανάδειξη τοπικών ποικιλιών κομμουνισμού, ύστερα από την επικράτησή του, έχει ήδη αποδειχθεί δυνατή στην Κίνα και θα μπορούσε ασφαλώς να είναι δυνατή και στη Δυτική Ευρώπη. Έτσι, ό,τι καλό υπάρχει στον κομμουνισμό θα μπορούσε να επιζήσει από το αστυνομικό κράτος, που έχει σφετερισθεί το όνομά του. Αλλά είναι ζήτημα αν μια τέτοια προοπτική θα μπορούσε να καθησυχάσει την Ελλάδα, της οποίας το μέλλον αντιμετωπίζει μια απειλή με δυο αιχμές: η μια αιχμή είναι ο κομμουνισμός· η άλλη είναι οι γειτονικές της σλαβικές φυλές. Η κυριαρχία κάτω από την οποία θα υπαγόταν η Ελλάδα σε μια ολοκληρωτική σοβιετοποίηση της Ευρώπης θα ήταν σλαβική στον χαρακτήρα. Σε ένα οποιοδήποτε μεταγενέστερο ευρωπαϊκό σχίσμα, η γεωγραφική της θέση και μόνο θα καταδίκαζε την Ελλάδα να παραμείνει στην άλλη πλευρά του. Αυτές είναι οι δυνατότητες. Από τις δυο μελλοντικές προοπτικές, να ενσωματώσει δηλαδή η σοβιετοποίηση την Ελλάδα στην Νοτιανατολική Ευρώπη ή να επεκταθεί η αμερικανοποίηση από την πρώτη στη δεύτερη, τα δεδομένα της εξαγγελίας του αμερικανικού δανείου έλεγαν ότι το πρώτο ήταν ίσως το πιθανότερο. Αλλά θα ήταν παράλογο να αρνηθούμε κάποιες πιθανότητες και στο δεύτερο, αφού η αμερικανική κυβέρνηση έχει αναλάβει την αποστολή αυτή με ανοιχτά τα μάτια. Από τις άλλες δυνατότητες, που εκτέθηκαν σ' αυτό το κεφάλαιο, τόσο εκείνη που αφορά έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, όσο και εκείνη που αφορά μια δικτατορία της Δεξιάς στην Ελλάδα είναι, από ιστορική άποψη, παροδικού χαρακτήρα και δευτερεύουσας σημασίας, αφού ούτε το ένα ούτε το άλλο δεν θα χρησίμευε σαν βήμα προς τη μια από τις δυο μακρινές προοπτικές. Γι' αυτό, μια βραχυπρόθεσμη προοπτική πρέπει να υπολογίζεται σε έτη ή το πολύ σε δεκαετίες και μια μακροπρόθεσμη προοπτική σε δεκαετίες το λιγότερο ή ίσως και σε αιώνες. Το φανερό αδιέξοδο που χαρακτηρίζει τα δυο σχίσματα ή, καλύτερα, την εντατική και την εκτατική πλευρά του ίδιου σχίσματος, όπως αναπτύχθηκε σ' αυτήν την επισκόπηση και όπως το συμβολίζει ο τίτλος της, φαίνεται να βεβαιώνει, ότι η μια ή η άλλη από τις δυο αυτές μακροπρόθεσμες προοπτικές θα γίνει πραγματικότητα μάλλον γρήγορα παρά αργά. Αλλά, και αν ακόμα θα ήταν δυνατό να αρθούν τα δυο σχίσματα, ένα παρόμοιο αποτέλεσμα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη φαίνεται και πάλι πιθανό. Η μακροπρόθεσμη προοπτική, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, είναι ευκολότερο να υπολογισθεί χρονικά, παρά η βραχυπρόθεσμη. Εξαρτάται, όπως ακριβώς η ανάγνωση ενός εξαιρετικά περίπλοκου σχεδιαγράμματος σε φιλμ, από την οπτική θέση του ματιού και από τη δύναμη των φακών. Η γενική καμπύλη που ακολουθεί η μέση κλίση του μπορεί να παρατηρηθεί από απόσταση, αλλά οι ακανόνιστες διακυμάνσεις της μπορεί να μας παραπλανήσουν και μάλιστα, σε μεγένθυση, να μας κάνουν να υποθέσουμε μια εντελώς αντίθετη πορεία. Υπάρχουν πολλές τέτοιες διακυμάνσεις, πριν φανεί καθαρά η τελική πορεία: μπορεί να υπάρξουν Digitized by 10uk1s
προσωρινές χαλαρώσεις και εντάσεις της σοβιετικής απροθυμίας για συνεργασία στο ορατό επίπεδο, καθώς επίσης και ανοδικές και καθοδικές διακυμάνσεις της αμερικανικής πολιτικής και της εφαρμογής της. Η ιστορία θα κρίνει την αμερικανική επέμβαση στη Μέση Ανατολή όχι με την εύκολη οριστικότητα των σημερινών παρατηρητών, που παρερμηνεύουν τις στιγμιαίες ανωμαλίες στην πορεία του σχεδιαγράμματος, αλλά σύμφωνα με τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, τα οποία θα εμφανισθούν στην μέση απόκλισή του. Όταν η ιστορία θα μελετά αυτά τα σχεδιαγράμματα, θα ιδεί ίσως τα χρόνια που αποτελούν το θέμα αυτού του βιβλίου σαν ένα κόμβο μόλις στις καμπύλες που θ' αντιπροσωπεύουν τις κατά καιρούς επεμβάσεις στην ιστορία της Ανατολικής Μεσογείου. Είναι πολύ ενωρίς να προβλέψουμε που θα εμφανισθεί αυτός ο κόμβος: στο τέλος μιας βρετανικής καμπύλης· στην αρχή μιας σοβιετικής καμπύλης· στο μέσο μιας δυτικής καμπύλης· η σε κάποιο σημείο χαμένο σχεδόν στην τεράστια καμπύλη του ίδιου κόσμου της Ανατολικής Μεσογείου. Ακόμα και κατά το έτος της εξαγγελίας του αμερικανικού δανείου ήταν πολύ ενωρίς για να παρακολουθούσε κανείς την κατεύθυνση που θα έπαιρνε η μέση απόκλισή του. Αλλά η αβεβαιότητα αυτή ήταν τουλάχιστο καλύτερη από την μακροπρόθεσμη βεβαιότητα που αντικατέστησε. Αν και ελάχιστα συνέβαλε στο να ελαττωθεί η περίπλοκη ποικιλία των άμεσων πιθανοτήτων, πρόσφερε στην Ευρώπη την υπηρεσία, ότι αύξησε τις τελικές δυνατότητες από μια σε δυο.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α'. ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ Οι πηγές αυτού του βιβλίου είναι αποκλειστικά σχεδόν βρετανικές και ούτε μια απ' αυτές δεν είναι δυνατό να αναφερθεί βιβλιογραφικά. Πολλές είναι προφορικές, μερικές άλλες ανέκδοτα ημερολόγια και αναφορές και ένα μεγάλο μέρος τους είναι καταγραμμένο μόνο στη μνήμη μου. Σχετικά με τις τελευταίες αυτές, ζητώ συγγνώμη για κάθε λάθος που τυχόν θα επισημανθεί. Το πλαίσιο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, που το παίρνω σαν αυτονόητο, αποτέλεσε το θέμα μιας διεξοδικής περιγραφής από τον ταξίαρχο Ε. C. Myers, τιμημένο με τα παράσημα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και των Διακεκριμένων Υπηρεσιών, που είχα την ευτυχία να το διαβάσω. Αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμα, όπως δεν έχει εκδοθεί και κανένα άλλο βιβλίο στην αγγλική, με χρήσιμο υλικό αυτής της περιόδου. Απόφυγα όλες τις ελληνικές πηγές, επειδή τόσο οι προφορικές όσο και οι γραπτές μαρτυρίες στην Ελλάδα παρουσιάζουν μειονεκτήματα. Οι προφορικές μαρτυρίες πάσχουν όχι μόνο από υπερβολές (περίπτωση άλλωστε καθόλου μοναδική), αλλά και από την επιθυμία να ευχαριστήσουν τον ερευνητή, λέγοντάς του εκείνο που θέλει ν' ακούσει. Ένα παράδειγμα θα δείξει ανάγλυφες και τις δυο αυτές αλήθειες. Την άνοιξη του 1943, όλη η Ελλάδα γνώριζε, ότι οι σχέσεις της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν ήταν καθόλου καλές. Όπως ήταν φυσικό, λοιπόν, η ΒΣΑ βομβαρδιζόταν με καταγγελίες για κομμουνιστικές ωμότητες. Για μια ειδικά περίπτωση, που θα χρησίμευε σαν δείγμα, τον φόνο δηλαδή ενός ιερέα στην επαρχία Τριχωνίδας, αποφασίσθηκε να γίνει έρευνα από Βρετανό αξιωματικό. Ο τελευταίος συγκρότησε μια ανακριτική επιτροπή, στην οποία ο ένας μετά τον άλλο οι μάρτυρες περίγραφαν με όλο και πιο φρικαλέες λεπτομέρειες τις συνθήκες του θανάτου του ιερέα. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τέλος ειδοποίησε ότι είχε να παρουσιάσει έναν καινούριο μάρτυρα, από την πλευρά του. Ο μάρτυρας αυτός ήταν ο ιερέας, του οποίου το θάνατο διερευνούσε η επιτροπή. Και οι γραπτές επίσης μαρτυρίες από ελληνικές πηγές πάσχουν από την ίδια έλλειψη κριτικού πνεύματος. Για τη χρησιμοποίηση πλαστών ντοκουμέντων, με σκοπό τη δυσφήμιση πολιτικών αντιπάλων, έγινε πολλές φορές λόγος σ' αυτό το βιβλίο. Ένα μόνο τέτοιο έγγραφο μπορεί να θεωρηθεί γνήσιο, αφού το έφεραν στο φως κατά σύμπτωση οι ίδιοι άνθρωποι τους οποίους ενοχοποιούσε (βλ. σελ. 78). Άλλα παραδείγματα, διαφόρων βαθμών αξιοπιστίας, θα δείξουν με ποιους τρόπους χρησιμοποιούνταν αυτού του είδους οι μαρτυρίες. α) Η παλαιότερη αξιοσημείωτη περίπτωση ήταν η μαρτυρία που παρουσίασε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ τον Μάρτιο του 1943, για ν' αποδείξει ότι ο Σαράφης (που μόλις είχε εγκαταλείψει τότε τις τάξεις του στρατού) είχε μυστικές επαφές με τους Ιταλούς. Τα σχετικά έγγραφα διαφημίστηκαν πλατιά και κρίθηκαν σαν ενοχοποιητικά. Αλλά ποτέ δεν δημοσιεύθηκαν και κανείς ποτέ δεν τα είδε. Ο διοικητής της ΒΣΑ ζήτησε επανειλημμένα από διαφόρους ηγέτες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να του δείξουν τα ενοχοποιητικά έγγραφα. Αν και ένας απ' αυτούς του είπε ότι είχε στην τσέπη του τα έγγραφα τη στιγμή που του τα ζητούσε, δεν του τα έδειξαν ποτέ. Ο λόγος ήταν, η προσδοκία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ότι ο Σαράφης θα μεταστρεφόταν και θα δεχόταν την αρχιστρατηγία του ΕΛΑΣ, πράγμα που θα γινόταν αδύνατο αν δίνονταν στη δημοσιότητα τα έγγραφα. Η είδηση του προσηλυτισμού του διαδόθηκε με τόση βραδύτητα στην υπόλοιπη Ελλάδα, ώστε στην Ήπειρο εξακολουθούσαν ακόμα να τον κατηγορούν για συνεργασία με τον εχθρό, ενώ αυτός είχε ήδη εγκατασταθεί στη Ρούμελη. Τα πράγματα θα ήταν ακόμα χειρότερα, αν τα έγγραφα είχαν δοθεί στη δημοσιότητα. Κρίνοντας από την προσωπική μου γνωριμία με τον Σαράφη, θα έλεγα ότι τα έγγραφα αυτά ή ήταν ενοχοποιητικά και πλαστά ή ήταν γνήσια και αθώα. Είναι όμως επίσης πιθανό να μην υπήρχαν καθόλου. Οπωσδήποτε, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είχε δημιουργήσει ένα επικίνδυνο προηγούμενο, που γρήγορα θα το χρησιμοποιούσαν οι αντίπαλοί του εναντίον του. β) Αργότερα, τον Μάρτιο επίσης του 1943, ο Ζέρβας παρουσίασε στην ΒΣΑ ένα έγγραφο, που ήταν Digitized by 10uk1s
υποτίθεται απόφαση του ΚΚΕ να "ανακηρύξει δικτατορία του προλεταριάτου και να εξαπολύσει πόλεμο κατά του ελληνικού λαού" μέσα σε ένα μήνα. Παρ' όλο ότι ήταν ένα αναξιόπιστο και απίθανο κείμενο και παρ' όλο ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ το αποκήρυξε με αρκετά πειστικό τρόπο, ο Ζέρβας επέτρεψε να δημοσιευθεί στον παράνομο Τύπο του. Ήταν "ντοκουμέντο" που κανέναν άλλο δεν μπορούσε να πείσει, εκτός από εκείνους που είχαν ήδη την αμετάκλητη γνώμη τους για το ΕΑΜΕΛΑΣ. γ) Το ΚΚΕ ανταπόδωσε αυτή την καταγγελία, αφού άφησε να περάσει ένα λογικό διάστημα, δημοσιεύοντας μια επιστολή, που είχε υπεξαιρεθεί υποτίθεται από την αλληλογραφία του Ζέρβα, όπου ένας πράκτορας του ΕΔΕΣ στην Αθήνα του έγραφε εκφράζοντας τη λύπη του για τη συνεργασία μερικών μελών του ΕΔΕΣ με τους Γερμανούς, στην Αθήνα. Η επιστολή αυτή χρησιμοποιήθηκε σαν απόδειξη του ότι ο Ζέρβας βρισκόταν σε μυστική συνεννόηση με τους Γερμανούς. Είναι όμως φανερό, ότι τίποτα δεν απόδειχνε, αφού, αν ο Ζέρβας συνεργαζόταν πραγματικά με τους Γερμανούς, δεν θα είχε καμιά θέση το να του καταγγείλει κάποιος τη συνεργασία άλλων μελών. Αφού αργότερα ομολογήθηκε, ότι μέλη του ΕΔΕΣ στην Αθήνα είχαν συνεργασθεί με τους Γερμανούς και αφού το έγγραφο αυτό καθαυτό δεν εξυπηρετούσε το σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε, υπάρχει κάποια πιθανότητα να ήταν γνήσιο. Ένα πλαστό έγγραφο θα ήταν σαφέστερα ενοχοποιητικό, όπως δείχνουν άλλα παραδείγματα, αργότερα. δ) Το ίδιο μέσο χρησιμοποιήθηκε από το ΚΚΕ σε βάρος μελών της ΒΣΑ, σε δυο αξιοσημείωτες περιπτώσεις. Η πρώτη αφορούσε μια επιστολή, που υποτίθεται έγραψα εγώ, τον Απρίλιο του 1943, προτρέποντας τον Ζέρβα να επιτεθεί κατά του ΕΛΑΣ. Η δεύτερη αφορούσε άλλη επιστολή, που υποτίθεται ότι έγραψε ο ταξίαρχος Ε. C. Myers, τον Αύγουστο του 1943, εισηγούμενος στις βρετανικές αρχές τρόπους καταπολεμήσεως του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Η πρώτη ποτέ δεν είδε το φως και ο ισχυρισμός αποσύρθηκε σιωπηρά ύστερα από μερικές εβδομάδες. Η δεύτερη, όμως, δημοσιεύθηκε στην κομμουνιστική εφημερίδα "Ριζοσπάστης", τον Νοέμβριο του 1945. Όταν την διάβασα, ησύχασα και για την πρώτη. Η αναφορά που αποδιδόταν στον ταξίαρχο Ε. C. Myers εξέθετε τον κλάδο εκείνο του ΚΚΕ που ήταν υπεύθυνος για την κατασκευή της. Όχι μόνο ήταν γεμάτη από ολοφάνερες ανακρίβειες, αλλά και ήταν γραμμένη με το ύφος ενός δημαγωγού, που προτρέπει έναν όχλο σε βιαιότητες. Το ύφος αυτό δεν χρησιμοποιείται κατά κανόνα από αξιωματικούς, που υποβάλλουν εισηγήσεις στους ανωτέρους τους. ε) Τα παραδείγματα αυτά δείχνουν πόσο επικίνδυνο είναι να φωνάζει κανείς "Λύκοι!" πολύ συχνά. Όταν ο Ζέρβας έβγαλε φωτοστατικά αντίγραφα επιστολών που υποτίθεται ότι είχε γράψει ο Ψαρός, η τάση προς την αμφιβολία ήταν τόσο ισχυρή ώστε κάλυπτε σχεδόν τη φυσική ευλογοφάνεια. Οι επιστολές δεν ήταν σε μεγάλο βαθμό ενοχοποιητικές, πράγμα που ευνοούσε την άποψη ότι ήταν γνήσιες. Παρουσίαζαν απλώς τον Ψαρό να καυχάται ότι με την αριστοτεχνική του διπλωματικότητα, είχε αποσπάσει την αφοσίωση ανθρώπων όλων των πολιτικών πεποιθήσεων, από μεταξικούς μέχρι αριστερούς. Αναφερόταν επίσης στους αξιωματικούς της ΒΣΑ, χαρακτηρίζοντάς τους "μπεκρόμουτρα". Αν ήταν πλαστές, ο κατασκευαστής τους ήταν πιο έξυπνος από το συνηθισμένο, επειδή εκμεταλλεύθηκε το ότι ο Ψαρός χρησιμοποιούσε δυο είδη ύφους γραφής και δυο τύπους υπογραφής. Γενικά, το πιθανότερο είναι ότι ήταν γνήσιες. Αλλά δεν έχει και μεγάλη σημασία. ζ) Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τα περισσότερα από τα έγγραφα που εμφανίσθηκαν με το σκοπό να δυσφημήσουν το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Μερικές όμως εξαιρέσεις πρέπει να γίνουν. Εκείνα που παρουσιάζουν τις περισσότερες πιθανότητες να είναι γνήσια, εκτός από την περίπτωση που ανέφερα στην αρχή, είναι μια σειρά επιστολών, που κατασχέθηκαν υποτίθεται από τον Ζέρβα στα χέρια ενός ταχυδρόμου του ΕΛΑΣ, κατά τον εμφύλιο πόλεμο του 1943. Μια από τις επιστολές αυτές έδινε οδηγίες σε μονάδες του ΕΛΑΣ να κατασκευάσουν μυστικές κρύπτες όπλων "για τους μελλοντικούς σκοπούς του αγώνα μας". Μια άλλη τόνιζε τη σημασία της διείσδυσης στις ένοπλες Digitized by 10uk1s
δυνάμεις της Μέσης Ανατολής. Άλλη ανέπτυσσε διάφορα τεχνάσματα για την απόσπαση λιρών από την Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή. Οι τρεις αυτές ανήκουν στις ελάχιστες πρωτότυπες από τις πιο πάνω επιστολές, που εξέτασα προσωπικά. Οι υπογραφές φαίνονταν γνήσιες, αλλά το γεγονός ότι ήρθαν στα χέρια μου από την ενδιαφερόμενη πλευρά τις κάνουν ύποπτες για τον ιστορικό. η) Περισσότερο σοβαρές μαρτυρίες είναι τα έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τους εχθρούς του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ύστερα από τον τερματισμό της γερμανικής κατοχής. Τα σπουδαιότερα απ' όλα είναι δυο έγγραφα που είδαν το φως το 1945 και τα οποία αφήνουν να εννοηθεί ότι υπήρχε μυστική επαφή μεταξύ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και Βουλγάρων, καθώς και ένα άλλο, που παραδόθηκε το 1937 στην Αποστολή του ΟΗΕ για την έρευνα στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Τα δυο πρώτα αφορούν τη συμφωνία που υποτίθεται ότι είχε γίνει μεταξύ Ελλήνων κομμουνιστών και βουλγαρικών αρχών κατοχής, κατά την οποία συμφωνία η διοίκηση της Μακεδονίας θα έμενε στα χέρια του ΕΑΜ και της SNOF όταν θ' αποχωρούσαν οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί. Σε αντάλλαγμα, το ΚΚΕ δεχόταν υποτίθεται να διευκολύνει την αυτονόμηση της Μακεδονίας μέσα στα πλαίσια της σλαβικής ομοσπονδίας. Το τελευταίο έγγραφο αφορά συμφωνία που υποτίθεται ότι υπέγραψαν κατώτεροι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ στη Μακεδονία και με την οποία επέτρεπαν στους Γερμανούς ν' αποσυρθούν ανενόχλητοι από τη Μακεδονία και, σε αντάλλαγμα, οι Γερμανοί θα άφηναν στα χέρια τους όπλα και πυρομαχικά. Η πρώτη εντύπωση, την οποία σχηματίζει κανείς από τα έγγραφα αυτά είναι ότι, για τους εχθρούς του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είναι πάρα πολύ καλά για να είναι αληθινά. Είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς, ότι το ΚΚΕ θα επέτρεπε να γραφεί ένα κείμενο του οποίου όχι μόνο το γενικό πνεύμα αλλά και η κάθε λέξη, η κάθε σειρά, η κάθε παράγραφος είναι απόλυτα ενοχοποιητική. Δύο πράγματα πρέπει να έχει κανείς κατά νου για παρόμοιες περιπτώσεις. Πρώτο, ότι είναι συνήθεια των κομμουνιστών ν' αποφεύγουν να γράφουν κάτι, που κάποιος άλλος, εκτός. απ' τους ίδιους, θα μπορούσε αργότερα να το φέρει στη δημοσιότητα: απ' τους Ρώσους επαναστάτες εξ άλλου δόθηκε στον κόσμο το δίδαγμα για το πόσο επικίνδυνο είναι αυτό, όταν άνοιξαν τα αρχεία του Τσάρου στη Μόσχα. Δεύτερο, ότι ο σκοπός αυτών των δήθεν συμφωνιών ήταν να πετύχουν πράγματα που θα συνέβαιναν οπωσδήποτε, είτε υπήρχαν τέτοιες συμφωνίες είτε όχι. Οι Βούλγαροι γνώριζαν, ότι ο καλύτερος τρόπος για να φέρουν σε δύσκολη θέση τους δυτικούς Συμμάχους ήταν να παραδώσουν την εξουσία στο ΕΑΜ, όταν θα έφευγαν, όπως ακριβώς και το ΕΑΜ γνώριζε, ότι η σοβιετική πολιτική στα Βαλκάνια ήταν η δημιουργία αυτόνομης Μακεδονίας. Οι Γερμανοί γνώριζαν, ότι όσα όπλα θα άφηναν πίσω τους, σε σημεία προσιτά στον ΕΛΑΣ, θα χρησιμοποιούνταν κατά των Βρετανών, όπως ακριβώς και ο ΕΛΑΣ γνώριζε, ότι οι Γερμανοί έφευγαν και ότι η φυγή τους θα καθυστερούσε περισσότερο αν παρενοχλούνταν. Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η κάθε πλευρά γνώριζε πως σκεφτόταν η άλλη, χωρίς να χρειάζονται γραπτές συμφωνίες. Η πορεία της πολιτικής που ακολουθούσαν και οι δυο θα ήταν η ίδια, είτε υπήρχαν τέτοιες συμφωνίες είτε όχι. Εκείνο που ενδιαφέρει βασικά, σχετικά με την πολιτική του ΚΚΕ, είναι όχι τι συμφώνησε να πράξει, αλλά τι έπραξε. Όταν συμβαίνει κάποια έγγραφα, σχετικά με το πρώτο, να συμπίπτουν με το δεύτερο εκ των υστέρων, είναι εξ ίσου πιθανό κατ' αρχήν να είναι πλαστά όσο και να είναι γνήσια. Υπάρχουν όμως και μερικά δεδομένα περιστατικά που ενισχύουν τις υπόνοιες σχετικά με την πρώτη από τις υποτιθέμενες συμφωνίες με τους Βουλγάρους. Εμφανίζεται ότι την υπέγραψαν ένας Έλληνας κομμουνιστής και ένας Βούλγαρος αξιωματικός του τακτικού στρατού, σε ένα χωριό στο βουνό Καϊμακσιλλάρ (στα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα), τον Ιανουάριο του 1944. Έτυχε, την εποχή εκείνη, να επισκεφθεί την περιοχή Αμερικανός αξιωματικός της ΣΣΑ, συνοδευόμενος από έναν Έλληνα κομμουνιστή (τον Αντρέα Τζήμα). Στην αναφορά του, για την επίσκεψη αυτή, παρατηρούσε με έκπληξη, ότι ένας αξιωματικός με "κάποια ξενική" στολή τους συνάντησε σε ένα χωριό, στο βουνό Καϊμακσιλλάρ, τον Ιανουάριο του 1944. Η αναφορά αυτή ήταν γνωστή σε πολύ λίγα πρόσωπα, ανάμεσα στα οποία κι εγώ·' και είναι σχεδόν βέβαιο, ότι δεν ήταν γνωστή σε κανέναν, ο οποίος θα ενδιαφερόταν να κατασκευάσει μια σκευωρία. Η σύμπτωση είναι τουλάχιστο αξιοσημείωτη. Αλλά η γνησιότητα των άλλων κειμένων, που αναφέρονται σ' αυτή την παράγραφο, είναι απίθανη. Digitized by 10uk1s
Επειδή οι περισσότεροι Έλληνες υπεύθυνοι χρησιμοποιούν πηγές σαν αυτές, και από τις δυο πλευρές, προτίμησα να μην αναφερθώ καθόλου σ' αυτές (με μόνη εξαίρεση έναν υπαινιγμό στο απόσπασμα από τον Καρλάυλ, στην επικεφαλίδα του Κεφαλαίου 2) Τα παραρτήματα που ακολουθούν, όμως, αν και πολλά απ' αυτά είναι μεταφρασμένα στην αγγλική από το ελληνικό πρωτότυπο, δεν επιδέχονται τέτοια κριτική.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β'. ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ "ΕΘΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ" Το κείμ εν ο α υτ ά, π ρο ε τ ο ιμ α σμέ νο από τη ν Β ΣΑ το ν Μ ά ρτι ο το υ 1 94 3 , τ ο επ εξε ρ γά σ θη κε στη μ ο ρ φή μ ε τη ν ο πο ία π αρ α τί θε ται ε δ ώ η S OE Κ αΐρ ο υ. Ε πικ ρά τη σε τ ελ ικά η τρο πο πο ιη μ έ νη από το Ε AM -Ε Λ ΑΣ δ ια τύπ ωσ η , π ο υ π αρ ατ ίθ ετ αι στο επό μ ενο πα ρά ρ τη μ α.
1. Όλες οι ανταρτικές ομάδες θα αποκαλούνται στο εξής Εθνικές Ομάδες Ελλάδος, που είναι και ο μόνος τίτλος τον οποίο θα χρησιμοποιεί το Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. 2. Η Ελλάδα θα χωρίζεται σε στρατιωτικές περιοχές. Σε περιοχές όπου υπάρχουν ομάδες μιας μόνο οργάνωσης, όλες οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τον στρατιωτικό διοικητή της περιοχής. Σε περιοχές όπου υπάρχουν περισσότερες από μια οργανώσεις, οι αντάρτικες ομάδες θα συνεργάζονται υπό τις διαταγές ενός ικανού ανωτέρου αξιωματικού στρατιωτικού διοικητή, αναγνωρισμένου, από τον ανώτερο αξιωματικό της ΒΣΑ και τις ενδιαφερόμενες αντάρτικες ομάδες. Σε περίπτωση διαφωνίας, θα συνεργάζονται με την μεσολάβηση του ανώτερου αξιωματικού της ΒΣΑ της περιοχής. 3. Οι ομάδες μιας περιοχής δεν θα εισέρχονται σε άλλη περιοχή, εκτός μόνο με αμοιβαία συμφωνία των ενδιαφερομένων στρατιωτικών διοικητών ή αξιωματικών της ΒΣΑ. 4. Όλοι οι αντάρτες μιας οργάνωσης θα αναγνωρίζουν τους αντάρτες των άλλων οργανώσεων. Ο κάθε αντάρτης είναι ελεύθερος να εκφράζει τη γνώμη του δημόσια, αρκεί να μην καταφέρεται ή να εκφράζεται οπωσδήποτε εναντίον άλλων αντάρτικων ομάδων, εναντίον των αρχών τους ή των ιδανικών τους ή εναντίον οποιουδήποτε μέλους άλλης ανταρτικής οργανώσεως. 5. Κάθε οργάνωση ή πρόσωπο έχει δικαίωμα να συγκροτήσει αντάρτικες ομάδες σε οποιαδήποτε περιοχή. Όλοι οι αντάρτες στην ίδια περιοχή θα έχουν ίσα δικαιώματα και, σε περίπτωση διαφωνίας για τον διορισμό ικανού ανωτέρου αξιωματικού σαν στρατιωτικού αρχηγού, όλες οι διαφορές θα διευθετούνται με την μεσολάβηση του πλησιέστερου αξιωματικού της ΒΣΑ. 6. Οι αντάρτικες ομάδες μιας περιοχής θα προσφέρουν την μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια στις ομάδες άλλης περιοχής, όταν τους ζητηθεί από τον στρατιωτικό διοικητή της άλλης αυτής περιοχής μέσω του αξιωματικού - μέλους της ΒΣΑ. 7. Όλες οι ανταρτικές ομάδες των πεδινών περιοχών θα σέβονται το δικαίωμα ομάδων των ορεινών περιοχών να συγκεντρώνουν και να εξασφαλίζουν τρόφιμα από τις πεδινές περιοχές. 8. Δεν πρέπει να υπάρξει βάρβαρη μεταχείριση κανενός, από οποιοδήποτε μέλος οποιασδήποτε ανταρτικής ομάδας. Κανένας δεν πρέπει να κρατείται επ' αόριστο ή να εκτελεσθεί χωρίς κανονική δίκη, ή χωρίς πλήρη ενημέρωση του πλησιέστερου αξιωματικού της ΒΣΑ. 9. Κάθε Έλληνας αντάρτης, ο οποίος, έως την ημέρα της υπογραφής του συμφώνου αυτού από τους προηγούμενους αναγνωρισμένους ηγέτες του, θα έχει μεταπηδήσει σε άλλη οργάνωση, θα λάβει πλήρη αμνηστία. 10. Όλοι οι Έλληνες, που θα προσέλθουν στο μέλλον, θα είναι ελεύθεροι να προσχωρήσουν σε όποια οργάνωση θέλουν. 11. Αν, κατά την γνώμη των αξιωματικών της ΒΣΑ, αποτύχει η εφαρμογή της πιο πάνω συμφωνίας, το Γενικό Στρατηγείο θα διατάξει αμέσως την διακοπή παροχής πολεμοφοδίων, ώσπου να πραγματοποιηθεί η εφαρμογή της. 12. Οι όροι αυτοί να δημοσιευθούν στον Τύπο, να αναγνωσθούν στους αντάρτες και να επικυρωθούν από το Γενικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής. Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ. ΤΟ ΣΥΜΦΩΝΟ "ΕΘΝΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ" Το κ είμ ε νο πο υ ακο λο υ θεί εί ναι, το αγ γ λικό κε ίμ εν ο τη ς τε λική ς μ ο ρ φ ή ς, μ ε τη ν ο πο ία υπο γ ρ άφ η κε α υτό το σύ μ φω νο α πό το υς α ντ ιπ ρ ο σώ πο υ ς το υ Ε A M - Ε Λ ΑΣ, τ ο ν Ε ΔΕ Σ, τη ς Ε ΚΚ Α κα ι τη ς ΒΣ Α, σ ε δι άφ ο ρ ες η μ ερο μ η νίε ς, το ν Ια νο υ ά ριο τ ο υ 19 43 . Α ργό τε ρα το υπέ γρ αψε επ ίση ς ο α ν τιπ ρό σωπ ο ς τη ς Π Α Ο. Το α ρχ ικό σ χέ διο εί χε υπο γ ρ άψει κα ι ο Άθ ως Ρο υμ ελ ιώ τη ς . Κ α μ ιά ό μ ω ς από τι ς δ υο τε λευ τα ίες υπο γρ α φέ ς δε ν β ρή κε τη ν αν αγ νώ ρι ση ό λω ν τω ν ά λ λω ν από το υ ς υπο γρ ά φ ο ντ ες .
1. Όλες οι ανταρτικές ομάδες θα αποκαλούνται, για στρατιωτικούς λόγους, Εθνικές Ανταρτικές Ομάδες Ελλάδος, τίτλος τον οποίο και μόνο θα χρησιμοποιεί η Μέση Ανατολή. Εννοείται, βέβαια, ότι η κάθε οργάνωση θα μπορεί να χρησιμοποιεί τις δικές της ονομασίες μέσα στην Ελλάδα, καθώς και το δικό της σύστημα διοίκησης. 2. Η Ελλάδα θα χωρίζεται σε στρατιωτικές περιοχές, που θα ανακηρυχθούν σε ανεξάρτητα εδαφικά διαμερίσματα. Σε μια περιοχή, όπου υπάρχουν ανταρτικές ομάδες μιας μόνο οργάνωσης, όλες οι στρατιωτικές αποφάσεις θα λαμβάνονται από το στρατηγείο της, σε συμφωνία με τις διαταγές του Κοινού Γενικού Στρατηγείου. Σε περιοχή όπου υπάρχουν περισσότερες από μια οργανώσεις, οι διάφορες αντάρτικες ομάδες θα συνεργάζονται στενά σε όλες τις στρατιωτικές ενέργειες, είτε υπό τις διαταγές του κοινού στρατηγείου της περιοχής, που θα έχουν διορίσει οι συνεργαζόμενες ομάδες, είτε υπό τις διαταγές ενός διοικητή, που θα έχει διορίσει το Κοινό Γενικό Στρατηγείο, ύστερα από σύμφωνη γνώμη των αντιστοίχων διοικητών και του Βρετανού αξιωματικού συνδέσμου της περιοχής αυτής. Σε ειδικές περιπτώσεις, μπορεί το ίδιο το Κοινό Γενικό Στρατηγείο να διορίσει έναν διοικητή, για να εκτελέσει μια επιχείρηση που θα έχει διατάξει η Μέση Ανατολή. 3. Οι ανταρτικές ομάδες μιας περιοχής δεν θα εισέρχονται σε άλλη περιοχή, παρά μόνο σε περιπτώσεις ανάγκης ή ύστερα από κοινή συμφωνία των αντιστοίχων ηγετικών οργάνων ή ύστερα από διαταγή του Κοινού Γενικού Στρατηγείου, σύμφωνη με τις στρατιωτικές ανάγκες της Μέσης Ανατολής. Ο όρος αυτός αποσκοπεί στην κατάλληλη κατανομή δυνάμεων, σύμφωνα με τις τοπικές στρατιωτικές ανάγκες. 4. Όλοι οι αντάρτες μιας οργανώσεως αναγνωρίζουν τους αντάρτες άλλης οργανώσεως. Κάθε αντάρτης είναι ελεύθερος να εκφράζει τη γνώμη του για οποιοδήποτε ζήτημα δημόσια, αρκεί να μην καταφέρεται ή να εκφράζεται οπωσδήποτε εναντίον άλλων αντάρτικων ομάδων, εναντίον των αρχών τους ή των ιδανικών τους ή εναντίον οποιουδήποτε μέλους άλλης ανταρτικής οργανώσεως. 5. Κάθε οργάνωση ή πρόσωπο έχει δικαίωμα να συγκροτήσει αντάρτικες ομάδες σε οποιαδήποτε περιοχή, εφ' όσον αποδεχθούν τους όρους αυτού του συμφώνου και υπαχθούν στις διαταγές του Κοινού Γενικού Στρατηγείου. Όλοι οι αντάρτες στην ίδια περιοχή έχουν ίσα δικαιώματα. Κάθε διαφωνία θα διευθετείται με κοινή συμφωνία των στρατηγείων των αντιστοίχων ομάδων ή, αν υπάρξει ανάγκη, από το Κοινό Γενικό Στρατηγείο. 6. Όλες οι αντάρτικες ομάδες των πεδινών περιοχών θα βοηθούν τις αντάρτικες ομάδες και τον άμαχο πληθυσμό των ορεινών περιοχών στην προμήθεια τροφίμων. Το Κοινό Γενικό Στρατηγείο επιφυλάσσει στον εαυτό του το δικαίωμα να ρυθμίζει, με κοινή συμφωνία μεταξύ των διαφόρων οργανώσεων, την διανομή τροφίμων σε περιπτώσεις που θα υπάρξει έλλειψη τροφίμων. 7. Οι ανταρτικές ομάδες των διαφορών περιοχών θα προσφέρουν η μια στην άλλη την μεγαλύτερη δυνατή βοήθεια σε περιπτώσεις στρατιωτικής δράσεως κατά του εχθρού, είτε όταν τους ζητηθεί από τον ενδιαφερόμενο διοικητή είτε από δικές τους πρωτοβουλίες, αν η κατάσταση το απαιτεί. Digitized by 10uk1s
Σε περιπτώσεις γενικής δράσεως, οι διαταγές του Κοινού Γενικού Στρατηγείου θα πρέπει να προσδιορίζουν την έκταση βοήθειας που θα δοθεί. 8. Δεν πρέπει να υπάρξει βάρβαρη μεταχείριση κανενός, από οποιοδήποτε μέλος οποιασδήποτε αντάρτικης ομάδας. Κανένας δεν πρέπει να κρατείται επ' αόριστο ή να εκτελεσθεί χωρίς κανονική δίκη και πλήρη απόδειξη των γεγονότων. 9. Κάθε Έλληνας αντάρτης ο οποίος, στο παρελθόν ή μέχρι την ημέρα της υπογραφής του συμφώνου αυτού, θα έχει μεταπηδήσει σε άλλη οργάνωση, θα λάβει πλήρη αμνηστία. 10. Όλες οι αποστολές πολεμοφοδίων, που γίνονται τώρα προς την Ελλάδα, πρέπει να γίνουν δεκτές σαν χειρονομία που εκφράζει την εκτίμηση των Ηνωμένων Εθνών για την μεγάλη και ηρωική προσπάθεια των Ελλήνων συμμάχων τους ν' αντισταθούν κατά του Άξονα και να τον εκδιώξουν. Την διανομή των πολεμοφοδίων θα αναλάβει το Κοινό Γενικό Στρατηγείο. Σε κάθε περιοχή, που θα παραβεί τους όρους αυτού του συμφώνου, θα διακοπεί η αποστολή εφοδίων. 11. Για την καλύτερη διεύθυνση του αγώνα και για τον συντονισμό όλων των στρατιωτικών ενεργειών, θα συγκροτηθεί Κοινό Γενικό Στρατηγείο, αποτελούμενο από αντιπροσώπους όλων των αναγνωρισμένων ανταρτικών ομάδων σε όλη την Ελλάδα ή σε μεγάλες κατεχόμενες περιοχές, καθώς και από έναν αντιπρόσωπο της Μέσης Ανατολής. Παρόμοια κοινά στρατηγεία μπορούν να συγκροτηθούν κατά περιοχές και μικρότερα διαμερίσματα, ανάλογα με την δύναμη των διαφόρων ανταρτικών ομάδων. Όλες οι μικρότερες ανεξάρτητες ομάδες μπορούν ν' αντιπροσωπεύονται στο Κοινό Γενικό Στρατηγείο από αξιωματικούς συνδέσμους. 12. Ο ρόλος των Βρετανών αξιωματικών των αποσπασμένων στα κοινά στρατηγεία θα είναι εκείνος των αξιωματικών - συνδέσμων με την Μέση Ανατολή. Σε περιπτώσεις διαφωνίας των συνεργαζομένων ομάδων, που θα επηρεάζει τις ανάγκες της Μέσης Ανατολής, θα ενημερώνεται αμέσως ο πλησιέστερος Βρετανός αξιωματικός - σύνδεσμος. Σημείωση: —Οι όροι αυτοί πρέπει να δημοσιευθούν στον Τύπο, να αναγνωσθούν σε όλους τους αντάρτες και να μεταδοθούν από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς του Καΐρου και του Λονδίνου.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ'. Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΑΝΑΚΩΧΗ Το υς ό ρο υς πο υ α κο λο υθο ύ ν υ πέ γρ αψ αν ο στ ρα τη γό ς Ιν φ άν τε, γ εν ικ ό ς διο ι κη τ ή ς τη ς Με ρα ρ χία ς Π ι νε ρό λο , π ο υ απο τε λο ύσ ε το ν στ ρ ατό κ ατο χή ς τη ς Θ εσ σα λί ας, κ αι α πό τ ο Κο ι νό Γε νικό Στ ρα τη γείο , πο υ α ν τιπ ρο σώ πευ ε τ ο υς Έ λ λη νε ς α ντ άρ τε ς κ αι τη ν Σ υμ μ α χική Στ ρα τιω τικ ή Α πο σ το λή , στι ς 11 Σε πτ εμβ ρίο υ 1 9 43 .
"Σήμερα, στις 11 Σεπτεμβρίου 1943, ύστερα από την υπογραφή ανακωχής μεταξύ Ηνωμένων Εθνών και ιταλικής κυβερνήσεως και ύστερα από την διαταγή του αρχιστρατήγου Μέσης Ανατολής στρατηγού σερ Χένρυ Μαίτλαντ ΟΥΪΛΣΟΝ, αναφορικά με την συνεργασία των ιταλικών δυνάμεων οι οποίες επιθυμούν να αναλάβουν αγώνα κατά των Γερμανών στο πλευρό μας, το ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΗΓΕΙΟ των Ελληνικών Δυνάμεων και ο στρατηγός διοικητής της Μεραρχίας ΠΙΝΕΡΟΛΟ αποφασίζουν τα ακόλουθα: 1. Όλες οι ιταλικές δυνάμεις της αναφερομένης μεραρχίας θα αποσυρθούν από τις θέσεις τους και θα συγκεντρωθούν σε θέσεις που θα τους υποδειχθούν από τις ελληνικές δυνάμεις της ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ, με την κάλυψη ελληνικών δυνάμεων. 2. Οι ιταλικές μονάδες, αμέσως μόλις συγκεντρωθούν, θα αναλάβουν, κατά μικρές μονάδες λόχων με τις διοικήσεις τους, το καθήκον να εξασφαλίζουν τον έλεγχο της περιοχής, ενσωματωμένες σε ελληνικούς σχηματισμούς. Ιταλικές διοικήσεις ανώτερες λόχου θα διατηρήσουν την διοικητική τους αρμοδιότητα, συνεργαζόμενες με τις αντίστοιχές τους διοικήσεις των ελληνικών δυνάμεων. Όλοι οι αξιωματικοί και άνδρες που επιθυμούν να αναλάβουν αγώνα κατά των Γερμανών θα διατηρήσουν τον οπλισμό τους. 3. Όλος ο εξοπλισμός, τον οποίο δεν φέρουν επάνω τους οι Ιταλοί, θα μεταφερθεί αμέσως έξω από τις φρουρές, σε ασφαλισμένο μέρος. Το πλεόνασμα θα χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές μονάδες. 4. Όσοι Ιταλοί δεν επιθυμούν ν' αγωνιστούν θα παραδώσουν τα όπλα τους και όλον τον τεχνικό εξοπλισμό τους (σέλλες κλπ.),εκτός από τον ρουχισμό και τα υποδήματα τους, που θα τα κρατήσουν για δική τους χρήση. Ο εξοπλισμός αυτός θα χρησιμοποιηθεί από τις ελληνικές δυνάμεις. 5. Η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή αναλαμβάνει να χρηματοδοτεί την διατροφή των Ιταλών, με τον ίδιο τρόπο όπως και για τους Έλληνες αντάρτες. Οι αρμόδιες υπηρεσίες θα ορίσουν τις λεπτομέρειες. 6. Το Κοινό Γενικό Στρατηγείο αναλαμβάνει την υποχρέωση να στείλει στην Ιταλία εκείνους τους αξιωματικούς και άνδρες που το επιθυμούν, όταν η στρατιωτική κατάσταση θα το επιτρέψει. 7. Όταν θα το επιτρέψει η στρατιωτική κατάσταση και όταν οι ιταλικές μονάδες θα έχουν προσαρμοσθεί στην ιδιαίτερη μορφή πολέμου που διεξάγεται στην Ελλάδα, θα είναι δυνατό να ανατεθεί χωριστός τομέας επιχειρήσεων σε μονάδες των ιταλικών δυνάμεων". Υπογραφές: Π. ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΥΝΤ/ΧΗΣ ΚΡΙΣ 98
Digitized by 10uk1s
Σ. ΣΑΡΑΦΗΣ Α. ΙΝΦΑΝΤΕ Κοινό Γενικό Στρατηγείο των Ελληνικών Δυνάμεων 12 Σεπτεμβρίου 1943.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε'. ΑΠΟΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΤΑΓΜΑΤΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Το υς ό ρο υ ς πο υ ακο λο υ θο ύ ν υπ έγ ραψ α ν, στο Μ υ ρό φυ λ λο τη ς Θ εσ σα λί ας , ο ι εξο υσιο δ ο τη μ έν ο ι α ν τιπ ρό σ ωπο ι το υ Ε ΑΜ -Ε Λ ΑΣ , το υ Ε ΔΕ Σ, τ η ς Ε Κ ΚΑ, τη ς Σ ΣΑ κ αι τη ς Ε λ λη νική ς Αν ωτ άτη ς Δ ιο ική σε ως Μέ ση ς Αν ατο λή ς, στι ς 19 Φε βρο υα ρίο υ 19 44
"Αι υπογεγραμμέναι οργανώσεις του Ε.Α.Μ. — Ε.Λ.Α.Σ.. του Ε.Δ.Ε.Σ. της Ε.Κ.Κ.Α., η ελληνική στρατιωτική διοίκησις Αιγύπτου, η συμμαχική αποστολή εν Ελλάδι, δια των εντεταλμένων αντιπροσώπων των δηλούν και διακηρύσσουν τα κάτωθι: 1)
2)
3)
Θεωρούν την κυβέρνησιν Ράλλη και όλους όσοι την απαρτίζουν, ως όργανα εξυπηρετήσεως των κατακτητών της Ελλάδος, υποβοηθούντα εις την παντοειδή κατατυράννησιν και εξόντωσιν του ελληνικού λαού και καταπολέμησιν του εθνικού αγώνος ως και του αγώνος των συμμάχων εθνών. Θεωρούν όλους όσοι κατετάγησαν εις τα οργανωθέντα υπό της κυβερνήσεως Ράλλη, εξοπλισθέντα και καθοδηγούμενα υπό των κατακτητών σώματα ειδικής ασφαλείας, τάγματα ευζώνων και χωροφυλακήν και παν άλλο παρόμοιον δημιούργημα των κατακτητών και του Ράλλη ως εχθρούς του έθνους εγκληματίας πολέμου υπολόγους εις αυτό δια πράξεις προδοσίας. Καλούν τους ανήκοντας εις τα άνω σώματα ν' αποχωρήσουν αμέσως από αυτά. Ουδεμία δικαιολογία οιασδήποτε φύσεως, μετά την παρούσαν ειδοποίησιν ισχύει.
Κάπου στα βουνά της Ελλάδος 19.2.44. E.A.M.—Ε.Λ.Α.Σ.: Αντιπροσωπεία Ε.Δ.Ε.Σ.: Αντιπροσωπεία Ε.Κ.Κ.Α.: Αντιπροσωπεία Ελληνικής διοικήσεως Αιγύπτου: Συμμαχική αποστολή εν Ελλάδι:
Σ. Σαράφης — Π. Ρούσος. Π. Νικολόπουλος — Κ. Πυρομάγλου. Δ. Ψαρρός — Γ. Καρτάλης. Συντ. Κρις. Συντ. Κρις".
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ζ'. Η ΑΝΑΚΩΧΗ ΤΗΣ ΠΛΑΚΑΣ Τη ν σ υμ φω νία αυ τή υπέ γρ αψ αν στη Γέ φ υρ α τη ς Π λ άκα ς, στη ν Ήπει ρο , στι ς 2 9 Φεβ ρο υα ρίο υ 19 4 4, ο ι αν τά ρ τες κ αι η Σ ΣΑ, για να τ ε ρμ α τί σο υ ν τη ν κα τ άσ τα ση εμ φυ λί ο υ πο λ έμ ο υ μ ε τα ξύ Ε Λ Α Σ κ αι Ε ΔΕ Σ.
Π ΡΩ Τ ΟΚ Ο Λ Λ ΟΝ Σ Υ Μ Φ Ω ΝΙ Α Σ Σ ΥΣ ΚΕ Ψ Ε Ω Σ Π ΛΑ ΚΑ Σ Δια την ολοκληρωτικήν και απερίσπαστον διεξαγωγήν του Εθνικού Αγώνος εναντίον των κατακτητών και των οργάνων των, την συμβολήν εις την επιτυχίαν του Συμμαχικού αγώνος, την απελευθέρωσιν της Ελλάδος και την κατοχύρωσιν των λαϊκών ελευθεριών, τέλος, δια την δημιουργίαν όρων διευκολυνόντων την προσπάθειαν ενοποιήσεως του ανταρτικού στρατού της Ελλάδος, οι κάτωθι εντεταλμένοι αντιπρόσωποι εις τας διαπραγματεύσεις δια την Ελληνικήν ενότητα αποφασίζουν: 1) 2) 3)
4)
5)
6)
7)
8)
9)
10)
Δέχονται την πρότασιν του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ περί τελειωτικής καταπαύσεως των εχθροπραξιών μεταξύ των δυνάμεων ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ. Τα τμήματα ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ θα διατηρήσουν τας σήμερον κατεχομένας θέσεις. Αι Οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ αναλαμβάνουν την υποχρέωσιν να δράσουν δι' όλων των δυνάμεών των εναντίον των κατακτητών και των συνεργαζομένων με αυτούς είτε αυτοτελώς εκάστη εν τη περιοχή της, είτε από κοινού κατόπιν προηγουμένης συνεννοήσεως. Δια την καλλιτέραν αντιμετώπισιν του κατακτητού αι ανώτεραι Διοικήσεις των εν Ηπείρω δυνάμεων των δύο Οργανώσεων (ΕΑΜ και ΕΔΕΣ) θέλουν το ταχύτερον εκπονήσει κοινόν σχέδιον ενεργείας επιθετικής ή αμυντικής, καθορίζον και τον τρόπον ενδεχομένου ελιγμού των Μονάδων εκάστης Οργανώσεως υφισταμένης πίεσιν του εχθρού εις την περιοχήν της ετέρας, εφ' όσον τούτο επιβάλλεται υπό λόγων στρατιωτικής ανάγκης. Εάν τμήματα μιας Οργανώσεως αποσυρθούν εκ θέσεών τινων, λόγω εισβολής των Γερμανών ή των συμπραττόντων με αυτούς, ταύτα θέλουσιν επανέλθει εις τας θέσεις των άμα τη εκδιώξει ή αποχωρήσει τούτων. Μικτή στρατιωτική Επιτροπή εξ αντιπροσώπων του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ θέλει εποπτεύει την τήρησιν της παρούσης συμφωνίας και λύει τας τυχόν αναφυομένας διαφοράς. Η Επιτροπή θα λειτουργήση με τα δύο μέλη της μέχρι της αφίξεως αντιπροσώπου της ΕΚΚΑ. Η Συμμαχική Στρατιωτική Αποστολή παρακαλείται να μεριμνήση όπως το Στρατηγείον Μέσης Ανατολής εξασφαλίση τον μεγαλύτερον δυνατόν εφοδιασμόν των εν Ελλάδι δυνάμεων όλων των Οργανώσεων, βάσει της συμμετοχής των εις τας επιχειρήσεις κατά των Γερμανών και αναλόγως των πραγματικών αναγκών του πολέμου. Εκφράζεται η ευχή όπως οι παθόντες τόσον εκ της εισβολής των Γερμανών, όσον και εκ της συγκρούσεως των Οργανώσεων, τύχουν της αμερίστου ενισχύσεως όλων των Οργανώσεων. Ιδιαιτέρως παρακαλείται το Συμμαχικόν Στρατηγείον όπως έλθη εις άμεσον επικουρίαν προς αυτούς. Από της υπογραφής του παρόντος αφίενται ελεύθεροι αμοιβαίως όλοι οι κρατούμενοι ως αιχμάλωτοι ή όμηροι δια λόγους πολιτικών διαφορών, διευκολυνόμενοι να μεταβούν εις τον τόπον της προτιμήσεώς των. Εξαιρούνται οι βαρυνόμενοι με πράξεις Εθνικής προδοσίας ή βαρείας πράξεις κοινού δικαίου, οίτινες και θα κατονομασθούν εις την ενδιαφερομένην οργάνωσιν θα δικασθούν δε υπό των υφισταμένων στρατοδικείων εις α θα μετέχη και αντιπρόσωπος της ενδιαφερόμενης οργανώσεως. Εκφράζεται η ευχή όπως αι υποθέσεις εκδικάσεως περατωθούν το ταχύτερον. Η απόλυσις των ομήρων και αιχμαλώτων θα γίνη το βραδύτερον εντός δεκαπενθημέρου. Η ισχύς του παρόντος άρχεται αμέσως. Digitized by 10uk1s
Κάπου εις την Ελλάδα 29-2-44.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ:
Στέφ. Σαράφης στρατηγός,
Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΕΔΕΣ:
Νικόλας. Κομν. Πυρομάγλου,
Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΕΚΚΑ: Η ΣΥΜΜΑΧΙΚΗ ΣΤΡΑΤ. ΑΠΟΣΤΟΛΗ:
Π. Νικολόπούλος (αντ/ρχης). Γ. Καρτάλης. Κρις συν/ρχης Βρετανός,
Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΚΑΪΡΟΥ:
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
Wines ταγ/ρχης Ην. Πολ. Αμερικής. ΣΤΡΑΤ/ΚΗΣ Κρις συνταγματάρχης.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Η'. Ο ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ ΛΙΒΑΝΟΥ Το κε ίμ ε νο πο υ ακο λο υθ εί απ ο τε λ είτ αι α πό τα Οχ τώ Ση με ία το υ τ ελι κο ύ λό γ ο υ το υ Π απα ν δ ρέο υ σ τη Δι άσ κεψη το υ Λ ιβ άν ο υ, στ ις 2 0 Μ αΐο υ 19 44 , τα ο πο ία μ ε τά τη ν υπο γ ρ αφ ή το υς από ό λο υ ς το υ ς ά λ λο υς α ντι προ σώ πο υ ς, α πο τέ λε σα ν τ ο ν Χά ρ τη το υ Λ ιβά νο υ . Τα ση μ εία αυτ ά ή τα ν ό μο ια πε ρ ίπο υ μ ε ό σα ε ί χε ή δ η δι ακη ρύ ξε ι ο Π απα ν δ ρέο υ ό τα ν α νέ λ α βε τ η ν εξ ο υ σία, σ τι ς 2 7 Απ ρι λίο υ.
1. Η ανασύνταξις και πειθάρχησις των ενόπλων Ελληνικών δυνάμεων της Μέσης Ανατολής υπό την σημαίαν της Ελληνικής Πατρίδος. Όλοι επίσης εμείναμε σύμφωνοι ότι η ανάκρισις πρέπει να συνεχισθή και ότι οι υποκινηταί της στάσεως πρέπει να τιμωρηθούν αναλόγως προς τας ευθύνας των. Το επιχείρημα ότι εκινήθησαν από το αίτημα της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος δεν είναι δυνατόν να τους απαλλάξη της ευθύνης διότι, εάν εις καιρόν πολέμου η διαφωνία περί την Κυβέρνησιν νομιμοποιή την στάσιν, τότε το Αλβανικόν Έπος θα έπρεπε να μην είχε υπάρξει. Ποίον θα είναι το πνεύμα με το οποίον θα γίνει η ανασύνταξις; Διεπιστώθη ομοφώνως ότι δεν ημπορούν να ισχύσουν πολιτικά κριτήρια, θα ισχύσουν μόνον εθνικά και στρατιωτικά κριτήρια και μόνον μ' αυτά θα γίνει ή ανασύνταξις των ενόπλων δυνάμεων. Εμείναμε επίσης σύμφωνοι ότι ακριβώς από την ημέραν της συστάσεως της Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος θα εκπορευθή προς όλας τας ενόπλους δυνάμεις και της Μ. Ανατολής και της υποδούλου Ελλάδος το σύνθημα ότι η στρατιωτική πειθαρχία θα είναι αμείλικτος και ότι πολιτικαί απόψεις δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν εις τον στρατόν, διότι ο στρατός δεν βουλεύεται. Ο στρατός εκτελεί τας διαταγάς της Κυβερνήσεως. 2. Η ενοποίησις και πειθάρχησις υπό τας διαταγάς της Ενιαίας Κυβερνήσεως όλων των ανταρτικών σωμάτων της Ελευθέρας Ελλάδος καθώς και η κινητοποίησις όλων των μαχητικών δυνάμεων του Έθνους εναντίον των κατακτητών. Και εις αυτό το κεφάλαιο νομίζω ότι η σύμπτωσις είναι απόλυτος. Διότι όλοι δεχόμεθα ότι είναι αδύνατον εις το διηνεκές ν' αποτελέση μόνιμον κατάστασιν η ανταρτική σύνθεσις και ότι πρέπει να βαδίσωμεν το ταχύτερον προς την δημιουργίαν του Εθνικού μας Στρατού, ο οποίος θα είναι απηλλαγμένος πάσης επιρροής κομμάτων και οργανώσεων, θα ανήκη μόνον εις την πατρίδα και θα υπακούη εις τας διαταγάς της Κυβερνήσεως. Αλλά όλοι επίσης δεχόμεθα, ιδίως μετά την επιστολήν του Συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, το οποίον υπενθυμίζει ότι πάσα μεταβολή δεν πρέπει να οδήγηση εις ελάτωσιν της αντιστάσεως, ότι η άμεσος επιδίωξις της αντιστάσεως δεν θα αντεπεκρίνετο εις τας ανάγκας του αγώνος. Και η μια πλευρά αποδέχεται ότι είναι αδύνατον να αποτελέση μόνιμον κατάστασιν η ανταρτική σύνθεσις και η άλλη επίσης ότι είναι αδύνατον να είναι τούτο άμεσος επιδίωξις. Επομένως η σημερινή κατάστασις θεωρείται μεταβατική, η δε ρύθμισις θα ανήκη εις την πλήρη πρωτοβουλίαν της Κυβερνήσεως και του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής. 3. Η κατάργησις της τρομοκρατίας εις την ελληνικήν ύπαιθρον και η παγίωσις της προσωπικής ασφαλείας και της πολιτικής ελευθερίας του λαού, όταν και όπου ο κατακτητής αποσύρεται. Ο όρος "τρομοκρατία" επεβεβαιώθη από την μίαν πλευράν, ημφισβητήθη από την άλλην. Δεν μας είναι απαραίτητος δια την αποκρυστάλλωσιν. Μας αρκεί η κοινή διαπίστωσις ότι εις την ύπαιθρον θα διασφαλισθή η τάξις, η προσωπική ασφάλεια και η πολιτική ελευθερία. Και εις τας πόλεις επίσης θα καταβληθούν προσπάθειαι όπως εκλείψουν τρομοκρατικαί εκδηλώσεις. Digitized by 10uk1s
Υπουργοί της Ενιαίας Κυβερνήσεως θα ευρίσκωνται εις την ελευθέραν Ελλάδα ασκούντες την διοίκησιν και των στρατιωτικών δυνάμεων και των απελευθερωμένων ελληνικών πληθυσμών. Διεπιστώθη τελικώς η απόλυτος ομοφωνία ότι η αποστολή της κυβερνήσεως είναι η επαφή και η καθοδήγησις του Ελληνικού Λαού. Κανείς από ημάς δεν έχει την φιλοδοξίαν να μεταβληθή εις ομογενή και μετανάστην, όλοι φιλοδοξούμεν να είμεθα συναγωνισταί και οδηγοί του λαού μας. Εκεί είναι η θέσις μας. Το μόνον θέμα που ετέθη είναι ο χρόνος. Όλοι εμείναμε σύμφωνοι ότι, διαπιστουμένης μιας πραγματικής καταστάσεως, η οποία θα καθίστα δυνατήν την παρουσίαν μας εις την Ελλάδα, δεν θα υπάρξη απώλεια ουδέ του ελαχίστου χρόνου δια την ταχυτάτην μετάβασίν μας. Ήτο σφάλμα το γεγονός ότι ο πολιτικός κόσμος προτίμησε αντί της θέσεως την άρνησιν, αντί της παρουσίας την απουσίαν. Το πνεύμα της νέας Κυβερνήσεως θα είναι όχι άρνησις, αλλά θέσις, όχι η απουσία, αλλά η παρουσία. Η συνεχής μέριμνα δια την επαρκή αποστολήν τροφίμων και φαρμάκων εις την υπόδουλον Ελλάδα, επίσης και την ορεινήν. Η εξασφάλισις, κατά την προσεχή από κοινού μετά των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωσιν της Πατρίδος, της τάξεως και ελευθερίας του Ελληνικού Λαού, εις τρόπον ώστε, απηλλαγμένος και υλικής και ψυχολογικής βίας, να αποφασίση κιυριάρχως και δια το Πολίτευμα και δια το Κοινωνικόν καθεστώς και δια την κυβέρνησιν της αρεσκείας του. Θέμα Πρώτον. Εφ' όσον θα υφίσταται Κυβέρνησις Εθνικής Ενότητος, η εξασφάλισις και της τάξεως και της ελευθερίας του Ελληνικού λαού, κατά την από κοινού μετά των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωσιν της πατρίδος, θα είναι έργον ιδικόν της. Και ασφαλώς θα είναι εις θέσιν να εγγυηθή τα μεγάλα αγαθά εις τον Ελληνικόν λαόν. Θέμα Δεύτερον. Εγεννήθη έπειτα το ζήτημα πότε ο λαός θα πρέπη να αποφασίση δια το Πολίτευμα και την Κυβέρνησιν. Όλοι είμεθα σύμφωνοι ότι πρέπει να αποφασίση εις τον συντομώτερον δυνατόν χρόνον, αλλά και κατά τον γνησιώτερον τρόπον υπό συνθήκας πλήρους ελευθερίας. Η λαϊκή ετυμηγορία επείγει δια την Ελλάδα, διότι δεν έχομεν ούτε λαοπρόβλητον Κυβέρνησιν, ούτε οριστικόν Πολίτευμα. Θέμα τρίτον. Επί του ζητήματος του ανωτάτου άρχοντος ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος της χώρας έχει δεδηλωμένην γνώμην, την οποίαν βεβαίως διατηρεί και συμμετέχων εις την Κυβέρνησιν Εθνικής Ενότητος. Ανήκει επομένως εις τους σκοπούς της Εθνικής Κυβερνήσεως η αποσαφήνισις. Αλλά επιθυμώ να προσθέσω ότι, ενώ αποδίδω μεγάλην σημασίαν εις την υφισταμένην δήλωσιν, αποδίδω πολύ μικράν εις την νέαν η οποία ζητείται. 6. Η επιβολή σκληρών κυρώσεων κατά των προδοτών της πατρίδος και κατά των εκμεταλευτών της δυστυχίας του λαού μας. Είμεθα σύμφωνοι και επί του θέματος αυτού. Το έκτον όμως αυτό Κεφάλαιον οδηγεί εις την Digitized by 10uk1s
εξέτασιν άλλου θέματος, διότι είναι Κεφάλαιον "μεταπελευθερωτικόν" και τίθεται επομένως το θέμα εάν δύναται να υπάρχη επ' αυτού επαγγελία της Εθνικής Κυβερνήσεως. Το γεγονός τούτο πείθει πόσον είναι απαραίτητον να μη δηλωθή, ότι η Κυβέρνησις της Εθνικής Ενότητας θα διαρκέση μόνον μέχρι της απελευθερώσεως. Διότι εν τοιαύτη περιπτώσει, δεν θα ηδύνατο να παράσχη την υπόσχεσιν της τάξεως και της ελευθερίας κατά την κρίσιμον μετάβασιν από της δουλείας εις την απελευθέρωσιν, την οποίαν ακριβώς με τόσην αγωνίαν αναμένει ο Ελληνικός λαός. Υπάρχουν βεβαίως και άλλαι απόψεις που πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν. Και δια τούτο φρονούμεν ότι το καλύτερον θα ήτο να εμπιστευθώμεν εις την εθνικήν συνείδησιν και την πολιτικήν της νέας Κυβερνήσεως τον χρόνον της διαρκείας της. 7. Η πρόνοια δια την άμεσον ικανοποίησιν μετά την απελευθέρωσιν, των υλικών αναγκών του Ελληνικού Λαού. Ελέχθη ότι πρέπει να εργασθώμεν δια την προετοιμασίαν του σχεδίου της μεταπολεμικής μας οικονομικής ανορθώσεως. Απόλυτος ομοφωνία. Ελέχθη ότι πρέπει να κινητοποιηθούν όλαι αι ηθικαί μας δυνάμεις προς διαφώτισιν των συμμάχων μας, εις τρόπον ώστε να εξασφαλίσωμεν προτεραιότητα ανοικοδομήσεως. Απόλυτος ομοφωνία. Ελέχθη ότι η ανοικοδόμησις θα έπρεπε να ζητηθή ως προσφορά και όχι ως δανεισμός. Η Ελλάς δια του Αλβανικού έπους ή έσωσε τον πόλεμο ή τον εσυντόμευσε κατά ένα έτος τουλάχιστον. Εάν απέναντι της υπηρεσίας αυτής εζήτη ως αντάλλαγμα τας συμμαχικάς πολεμικάς δαπανάς έστω και μιας ημέρας δια την ανοικοδόμησιν των ερειπίων της θα ήτο υπερβολή; Ελέχθη ότι η ανοικοδόμησις πρέπει να αναζητηθή εις την ασφαλή τοποθέτησιν των πολυτίμων προϊόντων μας. Και ελέχθη ακόμη ότι η οικονομική ανόρθωσις του έθνους πρέπει να αναζητηθή εις την ελευθέραν μετάβασιν των Ελλήνων ουχί εις μακρυνούς τόπους, όπου η δευτέρα γενεά εξαφανίζει τας αναμνήσεις αλλά εις τόπους γειτονικούς οι οποίοι τους είναι γνώριμοι από αιώνων και όπου η παρουσία των τους μεταβάλει εις δεξαμενάς του έθνους από τας οποίας αντλούνται αι δυνάμεις του Κράτους. Απόλυτος ομοφωνία. 8. Η πλήρης ικανοποίησις των εθνικών μας δικαίων. Αι μεγάλαι υπηρεσίαι και αι μεγάλαι θυσίαι μας, τα ολοκαυτώματα της πατρίδος μας δεν ημπορούν να έχουν άλλην δικαίωσιν ειμή την δημιουργίαν μιας νέας ελευθέρας και μεγάλης Ελλάδος. Υποθέτω ότι η δευτέρα περικοπή του Κεφαλαίου τούτου αποσαφηνίζει την πρώτην. Θα είναι δυνατόν επομένως να θεωρηθή από όλους ως η συγκεκριμένη διατύπωσις των εθνικών μας αιτημάτων. Η πλήρης εθνική μας αποκατάστασις και η πλήρης ασφάλεια των νέων μας συνόρων αποτελεί το Πανελλήνιον αίτημα. Κύριοι Αντιπρόσωποι, Αποκομίζω την εντύπωσιν ότι επήλθε πλήρης σύμπτωσις απόψεων επί του Εθνικού προγράμματος της μελλούσης να σχηματισθή Κυβερνήσεως Εθνικής Ενώσεως. Εάν ούτως έχη προτείνω όπως το κείμενον του Εθνικού προγράμματος καθώς επεξηγήθη, θεωρηθή ως Εθνικόν μας συμβόλαιον και υπογραφή υπό πάντων των αντιπροσώπων. 20 Μαΐου 1944 (Έπονται αι υπογραφαί των 25 αντιπροσώπων). Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Θ'. Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΖΕΡΤΑΣ Οι ό ρο ι πο υ ακο λο υ θ ο ύν υπο γρ ά φτη κα ν σ τ η ν έ δ ρα το υ Σ τρ ατη γ είο υ Συμ μ α χικώ ν Δυ νάμ ε ω ν, στη ν Καζ έ ρτ α τη ς Ι τα λ ίας , σ τι ς 26 Σε πτεμ β ρίο υ 1 94 4.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΑΠΟΡΡΗΤΟ Πρακτικά αποφάσεων ληφθεισών κατά σύσκεψιν λαβούσαν χώραν εις A.F.H.Q κατά την 26ην Σεπτεμβρίου 1944. Κατά σύσκεψιν προεδρευθείσαν παρά του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου του Θεάτρου Μεσογείου, εις A.F.H.Q., καθ' ην παρευρέθησαν ο Έλλην Πρωθυπουργός μετ' άλλων μελών της Ελληνικής Κυβερνήσεως καθώς και οι αρχηγοί των Ελλήνων Ανταρτών Στρατηγοί Σαράφης και Ζέρβας. Αι κάτωθι απoφάσεις κατεχωρήθησαν εις τα Πρακτικά, ως γενόμεναι παρά πάντων αποδεκταί. 1) Όλαι αι ανταρτικαί ομάδες αι δρώσαι εν Ελλάδι τ ίθενται υπό τας διαταγάς της Ελληνικής Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητος. 2) Η Ελληνική Κυβέρνησις θέτει τας δυνάμεις ταύτας υπό τας διαταγάς του Στρατηγού Σκόμπυ, όστις ωνομάσθη υπό του ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου, ως Στρατηγός Διοικών τας Δυνάμεις εν Ελλάδι. 3) Συμφώνως προς την προκήρυξιν, εκδοθείσαν παρά της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ότι οι Αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών θα απαγορεύσουν πάσαν απόπειραν των υπ' αυτούς μονάδων να αναλάβουν την αρχήν ανά χείρας. Τοιαύτη πράξις θα χαρακτηρισθή ως έγκλημα και θα τιμωρηθή αναλόγως. 4) Όσον αφορά τας Αθήνας, ουδεμία ενέργεια θα αναληφθή εκτός υπό τας αμέσους διαταγάς του Στρατηγού Σκόμπυ, Στρατηγού Διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις. 5) Τα Τάγματα Ασφαλείας θεωρούνται ως όργανα του εχθρού. Θα χαρακτηρισθούν ως εχθρικοί σχηματισμοί, εκτός εάν παραδοθούν συμφώνως προς διαταγάς εκδοθησομένας παρά του Στρατηγού Διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις. 6) Όλαι αι Ανταρτικαί Ελληνικαί Δυνάμεις, προς τον σκοπόν όπως τεθή τέρμα εις τας διαμάχας του παρελθόντος, δηλούν ότι θα σχηματίσουν Εθνικήν Ένωσιν ίνα συντονίσουν την δράσιν των δια το καλύτερον συμφέρον του κοινού αγώνος. 7) Κατόπιν της αυτώ παραχωρηθείσης υπό του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου εξουσίας και από συμφώνου μετά της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ο στρατηγός Σκόμπυ εξέδωσε τας συνημμένας διαταγάς επιχειρήσεων: Σύντομοι διαταγαί επιχειρήσεων εκδοθείσαι παρά του Στρατηγού Διοικούντος τας εν Ελλάδι δυνάμεις. 1) Ο Στρατηγός Διοικών τας εν Ελλάδι δυνάμεις εξήγησε ότι σκοπός του ήτο η ανασυγκρότησις της χώρας να δυνηθεί να αναληφθή υπό την καθοδήγησιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως, καθ' ον χρόνον υλικόν περιθάλψεως θα διενέμετο εις τον λαόν. 2) Όσον αφορά τας εν Ελλάδι δρώσας σήμερον δυνάμεις, η στρατιωτική των οργάνωσις θέλει είναι η κάτωθι: α) Ο Στρατηγός Ζέρβας θα συνέχιση να δρα εντός των εδαφικών ορίων της συμφωνίας της Πλάκας και θα συνεργάζεται μετά του Στρατηγού Σαράφη δια την παρενόχλησιν της γερμανικής υποχωρήσεως εντός της περιοχής μεταξύ των βορείων ορίων της συμφωνίας Πλάκας και της Digitized by 10uk1s
Αλβανίας. β) Ο Στρατηγός Σαράφης θα συνέχιση να δρα εις την υπόλοιπον Ελλάδα εξαιρέσει: Ι. Περιφέρεια Αττικής. Όλα τα στρατεύματα εις την περιφέρειαν ταύτην θα διοικώνται υπό του Στρατηγού Σπηλιωτόπουλου, δρώντος εν στενή συνεργασία μετά των εν Αθήναις μελών της Κυβερνήσεως και βοηθούμενου υπό τινος Αξιωματικού Συνδέσμου, ονομασθησομένου παρά του Στρατηγού Σαράφη. Θα είναι υπό τας διαταγάς της Δυνάμεως 140. II. Πελοποννήσου. Τα στρατεύματα εις την περιφέρειαν ταύτην θα διοικώνται παρά τίνος αξιωματικού υποδειχθησομένου υπό του στρατηγού Σαράφη τη εγκρίσει της Ελληνικής Κυβερνήσεως και όστις θα βοηθήται υπό Αγγλικής Αποστολής Συνδέσμου. Θα είναι υπό τας διαταγάς της Δυνάμεως 140. III. Βραδύτερον η Θράκη (συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης) θα είναι υπό την διοίκησιν ενός αξιωματικού υποδειχθησομένου υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως. 3. Σκοποί. α) Αμφότεροι οι Δοικηταί θα παρενοχλούν την γερμανικήν υποχώρησιν και θα εξουδετερώνουν τας γερμανικάς φρουράς. β) Καθ' ον χρόνον θα απελευθερούται το έδαφος, αμφότεροι οι Διοικηταί θα είναι υπεύθυνοι προσωπικώς εις τον Διοικητήν της Δυνάμεως 140 δια: Ι. Την τήρησιν του Νόμου και της τάξεως εις τα εδάφη όπου δρουν αι δυνάμεις των. II. Την αποφυγήν εμφυλίου πολέμου και των φόνων Ελλήνων παρ' Ελλήνων. ΙΙΙ. Την παράλειψιν επιβολής οιασδήποτε ποινής και αδικαιολογήτων συλλήψεων. IV. Την συνδρομήν των εις την αποκατάστασιν της νομίμου πολιτικής εξουσίας και την διανομήν περιθάλψεως. 4. Χάρτης δεικνύων τα όρια των επιχειρήσεων εδόθη εις αμφοτέρους τους Διοικητάς. Ανακοινωθέν Σύσκεψις έλαβε χώραν τελευταίως εις το A.F.H.Q. υπό την προεδρίαν του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου, καθ' ην παρέστησαν ο Στρατηγός Σκόμπυ, Στρατηγός Διοικών τας εν Ελλάδι δυνάμεις, ο Έλλην Πρωθυπουργός Παπανδρέου μετ' άλλων μελών της Ελληνικής Κυβερνήσεως και οι δυο Έλληνες Αρχηγοί των ανταρτών, Στρατηγοί Σαράφης και Ζέρβας. Οι δύο Στρατηγοί διοικούντες τας δυνάμεις των Ελλήνων ανταρτών εδήλωσαν ότι αποδέχονται πλήρως τας διαταγάς της Ελληνικής Κυβερνήσεως και τας του Ανωτάτου Συμμαχικού Αρχιστρατήγου, υπό τας διαταγάς του οποίου η Ελληνική Κυβέρνησης έθεσεν όλας τας εν Ελλάδι δρώσας Ελληνικάς δυνάμεις. Ελήφθησαν αποφάσεις, συμφωνούντων απάντων, δια τον συντονισμόν του αγώνος και δια την ταχυτέραν δυνατήν απελευθέρωσιν της Ελλάδος.
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι'. Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΚΙΖΑΣ. 12 Φεβρουαρίου 1945 Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, αφ' ενός οι κ.κ. Ιωάννης Σοφιανόπουλος υπουργός επί των Εξωτερικών, Περικλής Θ. Ράλλης υπουργός επί των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος υπουργός επί της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένη Αντιπροσωπεία, και αφ' ετέρου οι κ.κ. Γεώργιος Σιάντος Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, Δημήτριος Παρτσαλίδης Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. και Ηλίας Τσιριμώκος Γενικός Γραμματεύς της Ενώσεως Λαϊκής Δημοκρατίας (Ε.Λ.Δ.), αποτελούντες την υπό της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ. προσηκόντως εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν, συνήλθαμεν εις διάσκεψιν εις Βάρκιζαν και από κοινού εξητάσαμεν τα μέσα και τον τρόπον της καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως του Ελληνικού Λαού και κατελήξαμεν εις την κατωτέρω συνομολογηθείσαν συμφωνίαν. Η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εξεδήλωσε κατά την σύσκεψιν ταύτην την σταθεράν θέλησιν της Κυβερνήσεως όπως άνευ νέας αιματοχυσίας τερματίση την θλιβεράν εσωτερικήν κρίσιν, αποκαταστήση την ενότητα του Κράτους και επαναφέρη την εσωτερικήν ειρήνην και την πολιτικήν ομαλότητα. Ούτω μόνον θα δυνηθεί ο Ελληνικός Λαός να αναλάβη την δημιουργικήν προσπάθειαν δια την ανοικοδόμησιν της Χώρας εκ των ερειπίων, τα οποία σκληροί αγώνες προς τους εξωτερικούς εχθρούς και ο αδελφοκτόνος πόλεμος επεσώρευσαν. Ίνα δε η επελθούσα συμφωνία προσλάβη τον χαρακτήρα ενός ακαταλύτου ηθικού συμφώνου, εκφράζοντος τας επιταγάς της πολιτικής συνειδήσεως του Ελληνικού Λαού, η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εζήτησεν όπως δι' αυτού διακηρυχθή η σταθερά θέλησις του Ελληνικού Λαού δια την ανάπτυξιν ελευθέρου και ομαλού πολιτικού βίου, του οποίου κύριον χαρακτηριστικόν θα είναι ο σεβασμός της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών, η ειρηνική διαφώτισις και διάδοσις πολιτικών ιδεών και ο σεβασμός προς τας ελευθερίας, τας οποίας ο Καταστατικός Χάρτης του Ατλαντικού και αι αποφάσεις της Τεχεράνης διεκήρυξαν και η συνείδησις των δι' αυτάς αγωνιζομένων ελευθέρων λαών απεδέχθη. Κατά την διάσκεψιν διεπιστώθη πλήρης συμφωνία αντιλήψεων της Αντιπροσωπείας του Ε.Α.Μ. επί των αρχών τούτων.
Ά ρ θ ρ ο ν 1ο ν: Ε λε υ θ ερ ία ι Η Κυβέρνησις θα εξασφάλιση σύμφωνα προς το Σύνταγμα και τας απανταχού καθιερομένας Δημοκρατικάς Αρχάς, την ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών, καταργούσα πάντα τυχόν προηγούμενον ανελεύθερον Νόμον. Θα εξασφαλίση επίσης την απρόσκοπτον λειτουργίαν των ατομικών ελευθεριών, ως του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και της δια του Τύπου εκφράσεως των στοχασμών. Ειδικώτερον η Κυβέρνησις θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας.
Ά ρ θ ρ ο ν 2ο ν: Ά ρ σ ι ς Σ τ ρ α τ ι ω τι κο ύ ν ό μ ο υ Ο Στρατιωτικός Νόμος θα αρθή ευθύς μετά την υπογραφήν της παρούσης συμφωνίας. Άμα τη άρσει ταύτη, θα τεθή εις εφαρμογήν συντακτική πράξις πανομοιότυπος προς την ΚΔ', δια της οποίας θα επιτρέπεται η αναστολή των εν τη ΚΔ' πράξει αναφερομένων άρθρων του Συντάγματος.
Digitized by 10uk1s
Δια Διατάγματος θα ανασταλή αμέσως καθ' όλην την χώραν η ισχύς των άρθρων 5, 10, 20 και 95 του Συντάγματος. Η αναστολή αυτή θα εξακολουθήση μέχρι συμπληρώσεως του αφοπλισμού και της εγκαταστάσεως Διοικητικών, Δικαστικών και Στρατιωτικών Αρχών καθ' άπασαν την Χώραν. Όσον αφορά ειδικώτερον το άρθρον 5, τούτο δεν θα ανασταλή εις τας πόλεις Αθηνών και Πειραιώς μετά των προαστίων και συνοικισμών. Ειδικώς όμως δια τους μέχρι σήμερον συλληφθέντας, συνομολογείται ότι δεν ισχύει το άρθρον 5 του Συντάγματος και ότι ούτοι θα απολυθούν εντός του συντομωτέρου δυνατού χρόνου, διδομένων των προς τούτω αναγκαίων διαταγών προς τας αρμοδίους αρχάς. Οπαδοί του Ε.Α.Μ., ενδεχομένως συλληφθέντες και κρατούμενοι υπό άλλων οργανώσεων, θα αφεθούν ως τάχιστα ελεύθεροι.
Ά ρ θ ρ ο ν 3ο ν: Α μ ν η στί α Αμνηστεύονται τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από της 3ης Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία δια την επιτυχίαν του πολιτικού αδικήματος. Ο σχετικός Νόμος θα δημοσιευθή άμα τη υπογραφή της παρούσης συμφωνίας. Εξαιρούνται της αμνηστίας όσοι, υπόχρεοι εις παράδοσιν όπλων άτε ανήκοντες εις τας Οργανώσεις του Ε.Λ.Α.Σ., της Εθνικής Πολιτοφυλακής και Ε.Λ.Α.Ν., δεν παραδώσουν ταύτα μέχρι της 15 Μαρτίου 1945. Η τελευταία αυτή διάταξις περί εξαιρέσεως εκ της αμνηστίας μετά την διαπίστωσιν ότι ο αφοπλισμός του Ε.Λ.Α.Σ. επραγματοποιήθη, μη έχουσα πλέον δικαιολογητικον λόγον θα καταργηθή. Εγγυήσεις και λεπτομέρειαι της παρεχομένης αμνηστίας αναγράφονται εις το προσηρτημένον τω παρόντι σχέδιον Νόμου.
Ά ρ θ ρ ο ν 4ο ν: Ό μ ηρ οι Άπαντες οι πολίται οι συλληφθέντες παρά του Ε.Λ.Α.Σ. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής ή του Ε.Λ.Α.Ν. ανεξαρτήτως ημερομηνίας συλλήψεως, θα αφεθούν αμέσως ελεύθεροι. Όσοι τυχόν κρατούνται με την κατηγορίαν ότι είναι δοσίλογοι ή ένοχοι αδικημάτων, θα παραδοθούν εις την Δικαιοσύνην του Κράτους ίνα δικασθούν υπό των αρμοδίων κατά Νόμον Δικαστηρίων.
Ά ρ θ ρ ο ν 5ο ν: Ε θ νι κό ς Σ τ ρ α τό ς Ο Εθνικός Στρατός, πλην των κατ' επάγγελμα αξιωματικών και υπαξιωματικών, θα αποτελήται από οπλίτας των εκάστοτε στρατολογουμένων κλάσεων. Οι ειδικώς εκπαιδευθέντες εις τα νέα όπλα έφεδροι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίται υπαρχόντων σχηματισμών θα παραμείνουν εν υπηρεσία. Ο Ιερός Λόχος θα παραμείνη ως έχει, εφ' όσον ευρίσκεται υπό τας αμέσους διαταγάς του Συμμαχικού Στρατηγείου, συγχωνευόμενος ευθύς κατόπιν εις τον Ενιαίον Εθνικόν Στρατόν, συμφώνως προς την ανωτέρω τεθείσαν βάσιν. Θα καταβληθή προσπάθεια ίνα επεκταθή η τακτική στρατολογία καθ' άπασαν την Ελλάδα, συμφώνως και προς την τεχνικήν ευχέρειαν και τας παρουσιασθησομένας ανάγκας. Εις τας ήδη υπάρχουσας μονάδας θα προσέλθουν προς κατάταξιν μετά την αποστράτευσιν του Ε.Λ.Α.Σ., οι ανήκοντες εις κληθείσας κλάσεις συμφώνως με το προσηρτημένον πρωτόκολλον. Θα απολυθώσι δε των τάξεων πάντες όσοι κατετάγησαν εις τας υπάρχουσας μονάδας, χωρίς να ανήκωσιν εις τας κληθείσας κλάσεις. Άπαντα τα μόνιμα στελέχη του Εθνικού Στρατού θα κριθώσιν υπό των Συμβουλίων, περί ων υπ' αριθ. 7 Συντακτική Πράξις. Τα πολιτικά και κοινωνικά φρονήματα των στρατευομένων πολιτών θα είναι σεβαστά.
Digitized by 10uk1s
Ά ρ θ ρ ο ν 6ο ν: Α π ο σ τρ ά τ ευ σ ις Άμα τη δημοσιεύσει του παρόντος, αποστρατεύονται αι ένοπλοι δυνάμεις Αντιστάσεως και συγκεκριμένως ο Ε.Λ.Α.Σ, τακτικός και εφεδρικός, το Ε.Λ.Α.Ν. και η Εθνική Πολιτοφυλακή. Η αποστράτευσις και η παράδοσις των όπλων θέλουσι συντελεσθή κατά τα ειδικώτερον διαλαμβανόμενα εις το πρωτόκολλον το συνταχθέν υπό της Τεχνικής Επιτροπής, όπερ προσαρτάται εις το παρόν δεόντως μονογραφημένον. Το Κράτος θέλει ρυθμίσει τα των επιτάξεων των γενομένων υπό του Ε.Λ.Α.Σ. Τα παρά του Ε.Λ.Α.Σ. επιταχθέντα πράγματα, ζώα, αυτοκίνητα κλπ. άτινα θέλουσι παραδοθή εις το Κράτος, κατά λεπτομερέστερον εκτιθέμενα εις το συνταχθέν πρωτόκολλον, όπερ προσαρτάται τω παρόντι, θέλουσι θεωρηθή ως επιταχθέντα παρά του Ελληνικού Δημοσίου.
Ά ρ θ ρ ο ν 7ο ν: Ε κ κα θ άρ ι σι ς Υπ α λ λή λ ω ν Η Κυβέρνησις θα προβή δι' Επιτροπών ή Συμβουλίων τα οποία ειδικός Νόμος θέλει ορίση, εις την εκκαθάρισιν των Δημοσίων Υπαλλήλων, Υπαλλήλων Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Δημοτικών και Κοινοτικών τοιούτων και λοιπών υπηρεσιών εξηρτημένων εκ του Κράτους, ή επιχορηγουμένων υπ' αυτού. Κριτήρια της εκκαθαρίσεως θα είναι η επαγγελματική επάρκεια, ο χαρακτήρας και το ήθος, η συνεργασία μετά του εχθρού και η χρησιμοποίησις του υπαλλήλου ως οργάνου της δικτατορίας. Υπάλληλοι εκ των ανωτέρω προσχωρήσαντες κατά τον χρόνον της κατοχής εις τας δυνάμεις αντιστάσεως επανέρχονται εις τας θέσεις των και θα κριθούν καθ' ον τρόπον και οι άλλοι υπάλληλοι. Τα αυτά ως άνω Συμβούλια θα κρίνωσι τους υπαλλήλους, οι οποίοι συμμετέσχον ή συνείργησαν εις την εκδήλωσιν των γεγονότων από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Τους εκ των τελευταίων τούτων ενεχομένους δύνανται να θέσουν εις διαθεσιμότητα επί τη βάσει των Νόμων, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης υπό της κυβερνήσεως ήτις θα προέλθη από τας εκλογάς της Συντακτικής Συνελεύσεως. Οι μέχρι τούδε τεθέντες εις διαθεσιμότητα δυνάμει αποφάσεως των Υπουργών θα υποβληθούν υπό την κρίσιν των εν αρχή του παρόντος αναφερομένων Συμβουλίων. Ουδείς υπάλληλος θα διωχθή μόνον δια τα πολιτικά του φρονήματα.
Ά ρ θ ρ ο ν 8ο ν: Ε κ κα θ άρ ι σι ς Σ ωμ ά τ ων Α σ φ α λ ε ία ς Η εκκαθάρισις των Σωμάτων Ασφαλείας, Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων, θα συντελεσθή το ταχύτερον παρ' Ειδικών εκκαθαριστικών Συμβουλίων με τα αυτά ως και οι Δημόσιοι υπάλληλοι κριτήρια. Άπαντες οι αξιωματικοί και οπλίται των εν λόγω Σωμάτων οι εμπίπτοντες εις τας διατάξεις του Νόμου περί αμνηστίας, οίτινες κατά την διάρκειαν της κατοχής προσεχώρησαν εις τας τάξεις του Ε.Λ.Α.Σ., του Ε.Λ.Α.Ν. ή της Εθνικής Πολιτοφυλακής, θα επανέλθουν εις τας θέσεις των και θα υποβληθούν εις την κρίσιν των εκκαθαριστικών Συμβουλίων, καθ' ον τρόπον και οι λοιποί συνάδελφοι των. Άπαντες οι αξιωματικοί και οι οπλίται των εν λόγω Σωμάτων, οι εγκαταλείψαντες τας θέσεις των από της 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος, τίθενται εις διαθεσιμότητα, της οριστικής αυτών θέσεως καθορισθησομένης παρά Συμβουλίων περί ων θα αποφασίση η μέλλουσα να προέλθη εκ των εκλογών κυβέρνησις.
Ά ρ θ ρ ο ν 9ο ν: Δ η μ ο ψή φ ι σμ α κ αι Ε κλ ο γα ί Το ταχύτερον δυνατόν, πάντως δε εντός του τρέχοντος έτους θα διεξαχθή εν πάση ελευθερία και γνησιότητι δημοψήφισμα, το οποίον θα τερματίση οριστικώς το πολιτειακόν ζήτημα, υποτασσομένων πάντων εις την απόφασιν του Λαού. Θα επακολουθήσουν δε ως τάχιστα και εκλογαί Συντακτικής Συνελεύσεως δια την κατάρτισιν του νέου Συντάγματος της Χώρας. Και αι δύο αντιπροσωπείας συμφωνούν, όπως προς έλεγχον της γνησιότητος της εκφράσεως της Λαϊκής Digitized by 10uk1s
θελήσεως παρακληθούν αι Μεγάλαι Σύμμαχοι δυνάμεις και αποστείλουν παρατηρητάς. Του παρόντος εγένοντο δύο όμοια, ων το εν έλαβεν η Κυβερνητική αντιπροσωπεία και το έτερον η Αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ.
Εν Αθήναις, εν τω Υπουργείω των Εξωτερικών τη 12 Φεβρουαρίου 1945.
Η αντιπροσωπεία της Ελληνικής Κυβερνήσεως: Ι. ΣΟΦΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Π. ΡΑΛΛΗΣ, Ι. ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΣ.
Η αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Α.Μ.: Γ. ΣΙΑΝΤΟΣ, Δ. ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗΣ, ΗΛ. ΤΣΙΡΙΜΩΚΟΣ.
Ο Γραμματεύς της Διασκέψεως: Γ. ΒΑΡΣΑΜΗΣ
Digitized by 10uk1s
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κ'. ΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Το κ είμ ε νο αυ τό συ νέ τα ξα ν ο ι υπ ο υ ργο ί Ε ξ ωτ ερ ικώ ν Μ . Βρ ετ αν ία ς, Γα λ λί ας και ΗΠΑ και το δη μ ο σίε υσ α ν σ τι ς 20 Σεπ τεμ β ρίο υ 1 94 5. Το ιστ ο ρι κό το υ εν δι α φέ ρο ν β ρί σκε τα ι σ το ό τι ε ίν αι η πρ ώτη δια σ υμ μα χι κή δή λω ση το υ ε ίδο υς, σ χε τικ ά με τη ν Ε λ λά δ α, πο υ έ γι νε δη μ ό σι α κ αι στ ο ό τι είχ ε σα ν απο τέ λε σμα να α να τρ έψε ι τ ο ν τ ελ ευτ αίο ό ρο τη ς Συμ φω νί ας τη ς Βά ρκιζ ας .
"Κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο, ο αντιβασιλεύς της Ελλάδος είχε διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των κυβερνήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας, οι οποίες έχουν συμφωνήσει για την αποστολή παρατηρητών στην Ελλάδα κατά την διεξαγωγή των εκλογών που πρόκειται να γίνουν εκεί. Οι τρεις κυβερνήσεις έχουν τη σταθερή γνώμη, ότι οι εκλογές Αναθεωρητικής Βουλής πρέπει να διεξαχθούν το συντομώτερο δυνατό. Ελπίζουν ότι θα καταστή δυνατή η προκήρυξη εκλογών πριν από το τέλος του έτους. Έτσι, θα σχηματισθή κυβέρνηση, η οποία θα στηρίζεται στη θέληση του λαού και της Βουλής. Ο σχηματισμός μιας τέτοιας κυβερνήσεως θα διευκολύνη την αποκατάσταση συνθηκών σταθερής γαλήνης στην Ελλάδα. Μόνο όταν με τον καιρό θα έχουν σταθεροποιηθή αυτές οι συνθήκες, θα γίνη δυνατή η διενέργεια ενός ελεύθερου και αδιάβλητου δημοψηφίσματος, το οποίο θ' αποφασίση για το μελλοντικό καθεστώς της Ελλάδος. Οι τρεις κυβερνήσεις, σε πλήρη ομοφωνία, εκφράζουν την ελπίδα και συνιστούν σε όλα τα κόμματα στην Ελλάδα, έχοντας ενώπιόν τους τα συμφέροντα της χώρας, να συνεργασθούν με ειλικρίνεια και προθυμία για την εκπλήρωση αυτού του προγράμματος που, κατά την κρίση τους, ενσαρκώνει τις καλύτερες ελπίδες για τάξη και δημοκρατική εξέλιξη".
Digitized by 10uk1s
Σημειώσεις Θρ. Τσακαλώτος, 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος, Αθήνα, 1960, II, σ. 11· Α. S. Gould Lee, The royal house of Greece, Λονδίνο, 1948, σ. 167. 1
Κ. Τσουκαλάς, The Greek tragedy, Λονδίνο 1969, σ. 61. Δ. Ν. Δημητρίου - Νικηφόρος, Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης, Αθήνα 1965, II, σ. 19. 2
Η. Richter, Griechenland: zwischen Revolution und Konter-revolution, 1936 - 1946, Φραγκφούρτη 1973, σ. 258. 3
Κ. Τσουκαλάς, στο ίδιο, σ. 82· H. Macmillan, Memoirs, Λονδίνο 1967, II, σ. 600· W. H. McNeil, The Greek Dilemma, Λονδίνο 1947, σ. 140· Γ. Παπανδρέου, Η απελευθέρωσις της Ελλάδος, Αθήνα 1949, σ. 221. 4
5
Γ. Γιάνναρος, Μίκης Θεοδωράκης, Λονδίνο 1973, σ. 39.
6
Ι. Ο. Ιατρίδης, Revolt in Athens, Princeton, 1972, σ. 189-94.
7
R. Jenkins, The Dilessi Murders, Λονδίνο 1961, σ. 99.
8
D. Eudes, Οι Καπετάνιοι, Αθήνα 1974, σ. 236-7.
9
Ε. Ο' Ballance, The Greek Civil War, Λονδίνο 1966, σ. 122.
10
Δ. Γ. Κούσουλα, Revolution and Defeat, Λονδίνο 1965, σ. 230.
Ο όρος "αναλογική αντιπροσώπευση", όπως χρησιμοποιείται εδώ, αναφέρεται σε κάθε σύστημα, όπου η κάθε ψήφος είναι μια μονάδα και καμιά δεν πηγαίνει χαμένη. Το σύστημα κατά το οποίο ο υποψήφιος εκείνος, που συγκεντρώνει περισσότερες ψήφους σε μια και μόνο περιφέρεια από κάθε αντίπαλό του χωριστά, εκλέγεται, ακόμα και αν το σύνολο των εναντίον του ψήφων είναι μεγαλύτερο από τον αριθμό των ψήφων υπέρ αυτού, θα αναφέρεται με τον όρο "πλειοψηφικό". Τα μικρά κόμματα, φυσικά, προτιμούν συνήθως το πρώτο, και τα μεγάλα το δεύτερο. Η Ελλάδα, αφού δοκίμασε πολλές παραλλαγές και των δυο συστημάτων, εφάρμοσε την αναλογική στις γενικές εκλογές του 1936 και του 1946. 11
12
"Η γερμανική επίθεσις κατά της Ελλάδας" (Λονδίνο 1946, σ. 12).
Έχω πραγματευθεί εκτεταμένα αυτό το σημείο (που εξακολουθεί να προκαλεί διαφωνίες) στο "The Nineteenth Century and After", Ιανουάριος 1948. Βλ. και στρατηγού de Guingand, "Operation Victory", σελ. 78-80. 13
Οι "αμέτοχοι", λέξη που χρησιμοποιούσαν οι Γάλλοι για όσους είχαν διαλέξει τη στάση: ούτε αντίσταση ούτε συνεργασία με τον κατακτητή, αλλά "ας περιμένουμε να δούμε". 14
15
στο υποκεφάλαιο 4 αυτού του κεφαλαίου
Κάτι παρόμοιο είχε γίνει στη Θεσσαλονίκη, κάτω από την καθοδήγηση ενός βενιζελικού φιλελεύθερου της παλιάς σχολής, του Αλέκου Ζάννα, ανθρώπου με μεγάλη υπόληψη σ' όλη τη χώρα. Επειδή όμως η οργάνωσή του διέκοψε κάθε αντιστασιακή δράση από το 1941 ακόμα και επειδή για την Θεσσαλονίκη χρειάζεται χωριστή εξέταση σε συσχετισμό με την υπόλοιπη Μακεδονία, θα περιορισθώ μόνο στην Αθήνα. 16
17
Πρόκειται για μένα τον ίδιο· έφθασα τον Ιανουάριο του 1943.
18
Για το απίστευτο σχεδόν αυτό περιστατικό, βλ. "We Fell Among Greeks" του Denys Hamson, σελ. 49.
Digitized by 10uk1s
Για να δώσω δυο μόνο παραδείγματα από την προσωπική μου πείρα: η πρώτη μου διείσδυση στην Κρήτη, μαζί με δυο μέλη των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, έγινε χωρίς να ειδοποιηθούν καθόλου οι ελληνικές αρχές· η πρώτη μου διείσδυση στην ηπειρωτική Ελλάδα έγινε γνωστή μόνο στον αντιπρόεδρο της ελληνικής κυβερνήσεως (τον Κανελλόπουλο) την ίδια μέρα για την οποία είχε ορισθεί η πραγματοποίησή της. 19
Αλεξάνδρα, κόρη του πρώην βασιλιά Αλεξάνδρου (αδελφού του Γεωργίου Β') από μοργανατικό γάμο· έγινε η βασίλισσα, στην εξορία, του βασιλιά της Γιουγκοσλαβίας Πέτρου. 20
Αναφέρομαι αποκλειστικά στην πολιτική σημασία του κινήματος αντιστάσεως. Η στρατιωτική σημασία, που έχει από τη φύση του, σαν συμβολική στην πολεμική προσπάθεια, πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη· ευτυχώς, είναι ζήτημα αρμοδιότητας ανώτερης από τη δική μου: βλ. π.χ., τα μηνύματα του στρατάρχη Wilson, με την ιδιότητα του αρχιστρατήγου Μέσης Ανατολής. 21
Κάθε αμφιβολία θα παραμερισθεί, όταν διαβάσει ο αναγνώστης το Παράρτημα ΣΤ', όπου οι όροι ΕΑΜ, ΕΛΑΣ και ΕΑΜ-ΕΛΑΣ χρησιμοποιούνται, χωρίς διάκριση, σε ένα κείμενο που έχει συνταχθεί από τις ίδιες τις οργανώσεις αυτές. 22
Π.χ. από τον λοχαγό Francis Noel-Baker, στο "Greece: the Whole Story", σελ. 43· και επίσης σε ένα γράμμα στους "Times" της 28 Φεβρουαρίου 1946. 23
24
Στον παράνομο τύπο και με προκηρύξεις, Μάρτιος 1943.
25
Πρόκειται για μένα. Ιανουάριος 1943.
26
Από μένα. Τώρα εκ των υστέρων, κλίνω προς τη γνώμη ότι αυτό ήταν σφάλμα.
Τον Νοέμβριο του 1942, ο Ζέρβας μου έδειξε ένα γράμμα (στα γαλλικά) από τον Μιχαήλοβιτς, που περιείχε χαιρετισμούς και μια αόριστη πρόταση συνεργασίας τους. Τον Ιούνιο του 1944, δύο αξιωματικοί, απεσταλμένοι του Μιχαήλοβιτς, έφθασαν στο αρχηγείο του Ζέρβα, αλλά διώχθηκαν με υπόδειξη Βρετανών. 27
Οι κρίσιμες λέξεις στα ελληνικά ήταν: εδώσαμεν παρομοίαν υπόσχεσιν. Αυτό το κείμενο το έδειξαν μόνο σ' εμένα, στις 12 Οκτωβρίου 1943, στο Περτούλι (Θεσσαλία). Κανένας άλλος έκτος απ' το ΕΑΜΕΛΑΣ δεν το ξαναείδε ποτέ, γι' αυτό και σε κάθε συζήτηση για το περιεχόμενό του το ΕAM-ΕΛΑΣ λέει τα αντίθετα απ' αυτά που λέω εγώ. Είναι το μόνο ενοχοποιητικό ντοκουμέντο που παρουσίασε ποτέ ελληνικό κόμμα και για το οποίο γνωρίζω με βεβαιότητα ότι είναι γνήσιο. Οι Έλληνες, προκειμένου να εκθέσουν πολιτικούς αντιπάλους, δεν διστάζουν να παρουσιάσουν, ή τουλάχιστο ν' αποδεχθούν, πλαστές μαρτυρίες· αυτό όμως δεν μπορεί να αληθεύει σ' αυτή την περίπτωση, αφού εκείνοι που ενοχοποιούνται απ' το έγγραφο αυτό μου το έδειξαν τυχαία μόνοι τους. Για περισσότερη μελέτη γενικού χαρακτήρα τέτοιων μαρτυριών, βλ. Παράρτημα Α. 28
29
Στην αναφορά μου για την τελική φάση της Κατοχής, Ιανουάριος 1945.
Πρόκειται για μια θέση που συζητήθηκε πλατειά. Επειδή όμως τότε, τον Σεπτέμβριο του 1945, ανακινήθηκε σε ιδιαίτερη συνομιλία, θα ήταν άτοπο να κατονομάσω την πηγή. 30
31
Μυστική Έκθεση της 12ης γερμανικής ορεινής στρατιάς, με τις ενδείξεις: Ιωάννινα, 7 Αυγούστου 1944.
32
Σ' εφαρμογή της "Συμφωνίας της Caserta"· βλ. Παράρτημα Θ'.
Ένα μέρος αυτού του οπλισμού χρησιμοποιήθηκε εναντίον εκείνων που τον είχαν προμηθεύσει, τον Δεκέμβριο του 1944, και ένα άλλο μέρος κρύφτηκε απ' τον ΕΛΑΣ για να χρησιμοποιηθεί αργότερα· το 1947, υποβλήθηκε στη βρετανική Κυβέρνηση ο λογαριασμός του κόστους μεταφοράς του από τον Ζέρβα στον ΕΛΑΣ. 33
Digitized by 10uk1s
Θα ήθελα να προσθέσω, με κίνδυνο να φανώ ότι μεροληπτώ, ότι υπήρξα ένας από τους υποστηρικτές του. Οι μαρτυρίες όπου στηρίζεται η παράγραφος που ακολουθεί δεν είναι δυνατό, δυστυχώς, να δοθούν στη δημοσιότητα, επειδή η αναφορά για τις τελευταίες επιχειρήσεις του Ζέρβα που χρησιμοποίησα, εξακολουθεί να παραμένει μυστικό έγγραφο. 34
35
Για τους όρους της συμφωνίας βλ. Παράρτημα Γ.
Ο κατάλογος που ακολουθεί δεν εξαντλεί τον αριθμό τους, αλλά περιορίζεται στις οργανώσεις εκείνες που παρουσιάζουν πολιτικό ενδιαφέρον, οσοδήποτε μικρό. 36
37
Βλ. Παράρτημα Α.
38
Βλ. Παράρτημα Ε.
Οι δύο τελευταίοι ήταν ο εαυτός μου και ο ταγματάρχης G. Κ. Wines, αντίστοιχα. Το έγγραφο θα το βρει ο αναγνώστης στο Παράρτημα Ε. 39
40
Βλ. Παράρτημα Η, παραγρ. 1, ε'.
Εγώ προσωπικά ήμουν η μόνη εξαίρεση, σαν ο μόνος Βρετανός αξιωματικός, που είχε από πριν την αποστολή να παραμείνει στην Ελλάδα. Το 1944, η δύναμη της Συμμαχικης Στρατιωτικής Αποστολής αριθμούσε 400 αξιωματικούς και άνδρες διαφόρων εθνικοτήτων. 41
42
Ανακοινώθηκε όχι αμέσως, αλλά στις 22 Μαίου.
Την πρόταση αυτή υπέβαλα εγώ, τον Μάιο του 1943, συσχετίζοντάς την ειδικά με το ΕAM. Από μιαν άποψη, μπορεί να λεχθεί ότι η πολιτική αυτή εφαρμόσθηκε συμπτωματικά το 1944 - 45. 43
44
Πρόκειται ακριβώς για την περίπτωση, όπου ο στρατηγός Ζέρβας έκαμε τη στροφή στη δημοκρατική πολιτική
του, για την οποία μιλήσαμε στα προηγούμενα. 45
Ότι ήταν αλήθεια επιβεβαιώνεται από τον Denys Hamson στο βιβλίο του "We Fell Among Greeks".
Το ΚΚΕ έδωσε διαφορετικά την περιγραφή των γεγονότων στο "Πράκτορες του Churchill", του Θ Βώκου. Στην περιγραφή αυτή, ο μεγάλος αχρείος είμαι εγώ. Οι ιστορικοί του μέλλοντος μπορεί πολύ καλά να βρουν ευλογοφανή και τη δική τους εκδοχή όσο και τη δική μου. Αλλά η δική μου τουλάχιστο απαντά στο παράδοξο από κάθε άλλη άποψη γεγονός, ότι η επιχείρηση του Γοργοπόταμου ενσωματώθηκε από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στους θρύλους του γύρω από την Αντίσταση, όπου η όχι λιγότερο λαμπρή επιτυχία της γέφυρας του Ασωπού αγνοείται εντελώς. 46
47
Ο βασικός ήρωας ήταν ο Νεοζηλανδός λοχαγός Στοτ, για τον όποιο βλέπε επίσης στη σελ. 68.
48
Κείμενα του πρώτου και του τελευταίου σχεδίου θα βρει ο αναγνώστης στα Παραρτήματα Β και Γ.
Επειδή το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ προσπαθούσε να δημιουργήσει, αντίθετα με τον Ζέρβα, τη φήμη ότι αδιαφορούσε για τον χρυσό, αξίζει να σημειωθεί, ότι η πρώτη καταβολή λιρών και στους δυο από την ΒΣΑ έγινε με διαφορά μιας η δυο ήμερων, τον Νοέμβριο του 1942. Και αυτό, εκτός από ό,τι εισέπραττε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από βρετανικές (και πιθανόν και από άλλες) πηγές στην Αθήνα. 49
Τα τεχνικά εμπόδια που προκάλεσαν την παρεξήγηση αυτή μπορούν να συνοψισθούν σε δυο: ένα τηλεγράφημα παρερμηνεύτηκε (ίσως σκόπιμα) από το ΚΚΕ και πολλών άλλων καθυστέρησε μοιραία η αποκρυπτογράφηση. 50
51
Ο επικεφαλής του βαλκανικού τομέα της SOE Καΐρου ήταν ειδικός στα ζητήματα της Βαλτικής. Digitized by 10uk1s
52
Βλ. σελ. 204.
Πρόκειται για τον εαυτό μου που θα αναφέρεται στο εξής με τους τίτλους "αρχηγεύων" της ΒΣΑ και αρχηγός της ΣΣΑ. Αν τώρα αυτό παρουσιάζει κάτι περισσότερο από ένα απλό αυτοβιογραφικό ενδιαφέρον, αξίζει να προστεθεί, ότι τόσο σ' αυτή όσο και σε τρεις άλλες περιπτώσεις αργότερα, ζήτησα επίσημα (αλλά χωρίς επιτυχία) ν' απαλλαγώ απ' αυτή την ευθύνη. 53
Οι αξιωματικοί αυτοί ήταν: ο αντισυνταγματάρχης Γκικόπουλος, ο συνταγματάρχης Μαυρομάτης και ο συνταγματάρχης Ραυτόπουλος διαδοχικά για τον ΕΔΕΣ· ο ταγματάρχης Παπαθανασίου για την ΕΚΚΑ· και εγώ, σαν αρχηγεύων της ΒΣΑ. 54
55
Για το κείμενο βλ. Παράρτημα Δ.
Τα επιχειρήματα αυτά δεν αναφέρονται εδώ με ειρωνική διάθεση. Είναι ένα πιστό δείγμα των επιχειρημάτων που χρησιμοποιούσε το ΚΚΕ, αν και το ΚΚΕ φρόντιζε να μην τα διατυπώνει και τα δυο το ίδιο πρόσωπο, την ίδια στιγμή και με το ίδιο νόημα. Η κομμουνιστική λογική είναι γεμάτη από τέτοια ζεύγη ασυμβίβαστων μεταξύ τους επιχειρημάτων αλλά το ασυμβίβαστο, από την άποψη της τυπικής λογικής, είναι μόνο επιφανειακό, όταν συνεκφέρονται. Όσοι έχουν συνηθίσει στην κομμουνιστική λογική είναι πολύ πονηροί και όσοι έχουν συνηθίσει στην τυπική λογική είναι συχνά πολύ ευγενικοί ή βρίσκονται σε μεγάλη σύγχυση, ώστε να το κάνουν αυτό στην κατάλληλη στιγμή. 56
Πέρα από τις γενικές κατηγορίες για "συνεργασία", οι θερμοκέφαλοι της Π.Α.Ο. έδωσαν καινούρια αφορμή σ' αυτό, τον Αύγουστο του 1943, επιχειρώντας να απαγάγουν έναν αξιωματικό της ΒΣΑ που υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ. 57
Το ότι αυτό ήταν άγνωστο στην SOE Καΐρου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ατελούς συνεννόησης μεταξύ του επιτελείου της και της ΒΣΑ, από υπαιτιότητα της δεύτερης. 58
Βλ. σελ. 68. Σ' αυτό φαίνεται να οφείλεται η φανταστική ιστορία που δημοσίευσε η "Πράβδα" τον Ιανουάριο του 1944, ότι ο Ρίμπεντροπ είχε συναντηθεί με Βρετανό εκπρόσωπο σε πρωτεύουσα ουδέτερης χώρας, για 59
να διαπραγματευθεί σύναψη χωριστής ειρήνης.
Δέκα μέρες αργότερα, όταν ο εμφύλιος πόλεμος είχε λήξει, ο ιδιαίτερος γραμματεύς ενός Έλληνα υπουργού με ρώτησε αν υπήρχε τρόπος να τον ξαναρχίσουμε. 60
61
Βλ. το κείμενο στο Παράρτημα Β. Για το έγγραφο αυτό δεν έγινε ποτέ πια λόγος. (Βλ. και σελ. 154).
Ο Καρτάλης και ο Πυρομάγλου σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Ο Ψαρός κι ο Ζέρβας για λίγες μέρες ο καθένας. 62
63
Ο Πέτρος Ρούσος κι ο Σαράφης.
64
Εγώ κι ο ταγματάρχης Wines.
65
Το κείμενο στο παράρτημα Ζ.
66
Βλ. Παράρτημα Α, παρ. η'.
67
Βλ. σελ. 327
68
Βλ. Παράρτημα Η.
69
Δίνεται συνοπτικά στο παράρτημα Η.
70
Βλ. σελ. 267 - 8 και Παράρτημα Ε.
71
Το κείμενο στο Παράρτημα Θ.
Digitized by 10uk1s
Βλ. Παράρτημα Λ (στ'). Το ΕΑΜ όμως είναι βέβαιο ότι επιχείρησε να διαπραγματευθεί χωριστή παράδοση των Γερμανών σ' αυτό το ίδιο, έστω και αν δεν συνωμότησε για τη διευκόλυνση της διαφυγής τους. 72
Πριν ακόμα εγκαταλείψουν οι Γερμανοί την Αθήνα, μπήκαν διαδοχικά ο αντισυνταγματάρχης Σέππαρντ, ο αντισυνταγματάρχης Μακάσκι και ο συνταγματάρχης Τζέλλικο με μια φούχτα άνδρες. Οι τρεις αυτοί, αν και αξιόλογοι αξιωματικοί, δεν αποτελούσαν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την άμεση κατάληψη της Αθήνας από τον ΕΛΑΣ. 73
74
Μια απ' τις πηγές ήμουν εγώ. Ύστερα από δυο χρόνων γνωριμία με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, έπεσα εντελώς έξω.
Αποχαιρετώντας έτσι απότομα την ΣΣΑ, αισθάνομαι την υποχρέωση να προσθέσω μια συνοπτική εκτίμηση του έργου της. Επειδή όμως η μεροληπτικότητα είναι αναπόφευκτη, δεν μπορώ να συμπεριλάβω την εκτίμηση αυτή στο κείμενο. Η στρατηγική αξία της ΣΣΑ πιστοποιήθηκε από τους αρχιστράτηγους, υπό τις διαταγές των οποίων υπηρέτησε. Αυτό δεν είμαι εγώ που θα το κρίνω, αλλά ούτε και έχει θέση εδώ. Για τη διπλωματική της όμως αξία, πιστεύω ότι είναι βέβαιη αυτή η απλή αναγνώριση: ότι, αν δεν ήταν η ΣΣΑ, ο ελληνικός λαός δεν θα είχε εκλογή για το μέλλον του, όσο κι αν θα του ήταν αρεστό αυτό το μέλλον. Αν δεν υπήρχε ΣΣΑ στην Ελλάδα από το 1942, οι κομμουνιστές θ' αποκτούσαν τον απόλυτο έλεγχο μόλις θα έφευγαν οι Γερμανοί. Τότε, οι Δυτικοί Σύμμαχοι θα έπρεπε ή ν' αφήσουν να ενσωματωθεί η Ελλάδα βίαια στην Ε ΣΣΔ, ή να δώσουν μάχη για να επιστρέψουν στην Ελλάδα και ν' αποκαταστήσουν βίαια το παλιό καθεστώς. Η ΣΣΑ παράδωσε την Ελλάδα σχετικά άθικτη τον Οκτώβριο του 1944, για να ρυθμίσει μόνη της το μέλλον της, με μια κυβέρνηση που είχε τη γενική δοκιμασία και με τη βοήθεια των Συμμάχων, που έγιναν ομόφωνα ευπρόσδεκτοι: στις 19 Οκτωβρίου 1944, κανένας λογικός παρατηρητής δεν θ' αμφισβητούσε αυτό το συμπέρασμα. Όσο για τις ευθύνες σχετικά με τις αποφάσεις που ακολούθησαν ύστερα απ' αυτή την ημερομηνία και για τις συνέπειές τους, η ΣΣΑ είναι η μόνη εντελής αθώα, για το λόγο ότι είχε εντελώς απομακρυνθεί. Από την άλλη πλευρά, όμως, αν και αυτό δεν έχει ιστορική σημασία, δεν μπορώ ν' αποφύγω να εκφράσω το αίσθημα της ανεκπλήρωτης υποχρέωσης απέναντι στον ελληνικό λαό, με το οποίο παράδωσα τη διοίκηση της ΣΣΑ. 75
Το χρονικό που αναφέρεται σ' αυτήν τη φάση δίνεται με περισσότερες λεπτομέρειες στα βιβλία "Simiomata" του Richard Capell και "The Greek Trilogy" του Byford - Jones. Αλλά και οι αφηγήσεις αυτές εμφανίζονται παρά μόνο σαν προσωπικές εντυπώσεις. Ένας Αμερικανός, ο W. Η. Mcneil, δίνει μια επιμελώς αμερόληπτη έκθεση στο βιβλίο του The Greek Dilemma. Σχετικά με τα γεγονότα που προηγήθηκαν, όμως, δεν είναι καλά πληροφορημένος, όπως κι ο Byford Jones. Η ιστορία του Δεκεμβρίου 1944 δεν είναι ακόμα δυνατό να γραφεί. Εγώ δεν επιχειρώ παρά μόνο μια συνοπτική και πειραματική παρουσίαση των κινήτρων. 76
77
Οι ανταμοιβές δεν δόθηκαν ποτέ, ακόμα και στους αντάρτες που υπάκουαν στις διαταγές της κυβέρνησης.
Επειδή, κατά τη γνώμη μου, η άφιξη της Ταξιαρχίας του Ρίμινι στην Αθήνα ήταν ο πιο σοβαρός λόγος που γέννησε τη δυσπιστία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είναι δίκαιο να προσθέσω, ότι είχα υποδείξει με τρόπο κατηγορηματικό, από τρεις μήνες πριν, να αποτραπεί η μεταφορά της στην Ελλάδα. 78
79
Νίκη με κανονικό αγώνα. Σ.τ.Μ.
80
Ναι στην ψήφο, όχι στις σφαίρες. Σ.τ.Μ.
81
Για παράδειγμα, στο έντυπο μιας μονάδας που πολεμούσε κατά των στασιαστών στην Αθήνα, διάβασα ότι ο
"εμφύλιος πόλεμος" γινόταν μεταξύ ΕΛΑΣ και ΕΑΜ. 82
"Έγγραφα αφορώντα την κατάσταση στην Ελλάδα", Cmd. 6592, Ιανουάριος 1945.
"Τι είδαμε στην Ελλάδα": Έκθεση της αντιπροσωπείας της TUC, Φεβρουάριος 1945. Η αντιπροσωπεία αυτή συγκέντρωσε πληροφορίες ευσυνείδητα από πηγές που έκρινε ότι κυριαρχούνταν κατά το δυνατό λιγότερο από ενστικτώδη εχθρότητα κατά της Αριστεράς. Για παράδειγμα, προτίμησε να ρωτήσει τους απλούς Βρετανούς στρατιώτες, παρά τους επιτελικούς αξιωματικούς του στρατηγού Σκόμπυ. Υπήρξε ατύχημα για τον ευγενικό σκοπό αυτής της αποστολής, το ότι αυτοί ακριβώς οι στρατιώτες, που λίγο πριν μόλις είχαν πολεμήσει από πολύ κοντά το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, διαπνέονταν από πολύ περισσότερη προκατάληψη εναντίον του, παρά οι επιτελικοί αξιωματικοί, που δεν το είχαν αντιμετωπίσει. 83
84
Συμφωνία της Βάρκιζας
Βλέπε στα προηγούμενα (σελ. 67) την προηγούμενη δράση του Μακάσκι στην Ελλάδα και τις σχέσεις του με τον αντιβασιλέα. Το 1947 έγινε ανταποκριτής των "Times" στην Αθήνα—διορισμός που επανόρθωσε την 85
Digitized by 10uk1s
ανάμνηση από την στάση των " Times" κατά τον χειμώνα του 1944-45. Τη φράση "Είμαι φανατικός βενιζελικός, γι' αυτό θα ψηφίσω βασιλιά, για να μην έρθει ο κομμουνισμός", που έγινε πολύ συνηθισμένη στα χρόνια 1945-46, την άκουσα πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1944, όταν το ΚΚΕ βρισκόταν στον Κολοφώνα της ανόδου του. 86
87
Βλ. Παράρτημα Κ.
Η πιο πνευματώδης από τις πολυάριθμες εβδομαδιαίες σατιρικές εφημερίδες της Αθήνας, ο "Λαουτζίκος", δημοσίευσε έναν διάλογο, που απηχούσε υποτίθεται τις διαπραγματεύσεις του αντιβασιλέα για τη συγκρότηση του υπουργικού του συμβουλίου. Κατά την εφημερίδα, αποφασίσθηκε να μοιρασθούν τις κυριότερες κυβερνητικές θέσεις ο Αντιβασιλέας, ο Αρχιεπίσκοπος και ο Πρωθυπουργός. Οι υπόλοιπες θα δίνονταν στον Παπανδρέου, όνομα που συνέβαινε να είναι και το επώνυμο του αρχιεπισκόπου, και στον πρώην πρωθυπουργό. Η Αθήνα θα είχε σκανδαλισθεί, αν η ασέβεια αυτή είχε διαπραχθεί πριν από τον Οκτώβριο. 88
Ένας μακροσκελής κατάλογος πρώην αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας που υπηρετούσαν στον Στρατό και στη Χωροφυλακή, υποβλήθηκε (από μένα) στις αρμόδιες Βρετανικές Αποστολές τον Ιούλιο του 1945. Αλλά αποδείχθηκε αδύνατο να επιβεβαιωθούν οι κατηγορίες, αφού τα δικαστήρια είχαν ήδη κηρύξει άκυρες τέτοιες κατηγορίες κατά των δοσίλογων υπουργών. Ούτε και η διενέργεια ανακρίσεων ακόμη ήταν δυνατή, αφού οι μαρτυρικές καταθέσεις δεν μπορούσαν να ληφθούν παρά μόνο από τις ένοπλες υπηρεσίες, όπου οι κατηγορούμενοι είχαν ήδη περιχαρακωθεί. 89
Γεννήθηκε στη Σάμο επί Τουρκοκρατίας και οι Τουρκικές αρχές δεν τηρούσαν με ακρίβεια ληξιαρχικά στοιχεία. 90
Την προσοχή μου επέσυρε σ' αυτό το σημείο πρώτος ο Πυρομάγλου, το 1942, ακριβώς σχεδόν με τον τρόπο που το διατυπώνω εδώ. 91
Το κείμενο είναι από την έκθεση της "Συμμαχικής Αποστολής για την επόπτευση των ελληνικών εκλογών" (AMFOGE), σελ. 23: (Cmd 6812, 10 Απριλίου 1946). 92
Ο Μάρκος Βαφειάδης έθεσε όρους με "τη μορφή επιστολής στους "Times", που δημοσιεύθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1947, υπό τους οποίους ήταν "έτοιμος για μια συνεννόηση". Αλλά η παράδοξη αυτή απομίμηση μιας τόσο αποκλειστικά αγγλικής εθιμοτυπίας δεν έφερε κανένα απολύτως αποτέλεσμα. 93
94
Άρθρα στο Daily Telegraph, 12 και 14 Απριλίου 1947.
Παρατηρείται μεγάλη ασυνέπεια σ' αυτά τα ζητήματα. Οι Λαϊκοί, π. χ., είναι επίσημα υπέρ της γυναικείας ψήφου, αλλά δεν κάνουν τίποτε για να την εφαρμόσουν. Το ΚΚΕ ευνοεί τη δημοτική, αλλά συχνά χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα. 95
Από γενική άποψη, ο Έμμερυ Ρηβς στο "Ανατομία της Ειρήνης". Σε σχέση με την επί μέρους εφαρμογή της στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ο Χιού Σήτον— Ουάτσον στο "Ανατολική Ευρώπη, 1918-41". Και πολλοί άλλοι. 96
97
Στις χώρες των απίστων.
98
Το συνηθισμένο μου ψευδώνυμο.
Digitized by 10uk1s