ΔΡΟΜΟΙ
ΤΗΣ
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
Ε Ρ Γ Α Σ Ι Ε Σ
Α'
TOT
ΙΔΙΟΓ
ΒΙΒΛΙΑ
1. Etvai και Γίγνεσθαι, '1965, ^2000, Στάχυ. 2. Physique Contemporaine et Matérialisme Dialectique, Éd. Sociales, Paris 1973. Μεταφράσεις του: ιαπωνικά, ισπανικά, ιταλικά, ουγγρικά. Έ λ λ η ν . μετ.: Διαλεκτική xai Νεότερη Φυσική, '1974, ""2001, «Δαίδαλος-Ζαχαρόπουλος». 3. La Nature dans la Pensée Dialectique, L'Harmattan, Paris, 2001. 'Ελλην. μετ.: Ή φύση στη διαλεκτική φιλοσοφία, '1975, ^ΟΟ), «'Ελληνικά Γράμματα». 4. La problème du Déterminisme en physique, Thèse d'État, Paris 1976. 5. Tà εννοιολογικά θεμέλια της KSavτικής Μηχανικής, Διατριβή για Υφηγεσία, 'Αθήνα 1979. 6. Ή Δυναμική του ελάχιστου, '1979, '2003, «Δαίδαλος-Ζαχαρόπουλος». 7. θεωρία xai Πράξη, Ί 9 8 0 , ι 1998, «Gutenberg». 8. Φιλοσοφία του 'Ανθρώπου, '1980, 3 1991, «Gutenberg». 9. Physique et Matérialisme, Ed. Sociales, Paris 1983, Μετάφραση: ουγγρικά. 10. Κάρλ Μάρξ, ό θεωρητικός του προλεταριάτου, 1983, «Gutenberg». 11. Τι είναι Φιλοσοφία, '1984, Μ985, «Σύγχρονη Εποχή». 12. Ιδεολογικά, 1986, «Gutenberg». 13* Ρήξη η ενσωμάτωση;, '"'ΙΘβΘ, «Σύγχρονη Εποχή». 14. Ένα φάντασμα πλανιέται, '1992, *1993, « Σ τ ά χ υ » . 15. Το αειθαλές δέντρο της γνώσεως, Ί 9 9 5 , 1996, « Σ τ ά χ υ » . 16. Le Nouveau Réalisme Scientifique, L'Harmattan, Paris 1997. Μετάφραση: ιταλικά. 'Ελλην. μ ε τ . : Ό νέος επιστημονικός ρεαλισμός, 1999, «Gutenberg». 17. Ό δαίμων τού 'Αϊνστάιν, '2000, '2001, «Gutenberg». 18. Γονίδια του μέλλοντος, '2001, «Προσκήνιο». Β' ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ
ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ
1. Analyse, Université Paris XI, 1974. 2. Εισαγωγή στις φυσικές θεωρίες. Πανεπιστήμιο 'Αθηνών, 1985. 3. Εισαγωγή στη φιλοσοφία : τό οντολογικό ερώτημα, Πανεπιστήμιο 'Ιωαννίνων, 1993. Γ ' Σ Γ Ν Ε Ρ Γ Α Σ Ι Ε Σ Μ Ε Μ Ε Λ Ε Τ Ε Σ ΚΑΙ ΑΡΘΡΛ Στά περιοδικά: Δευκαλίων, 'Ελευθερία, 'Επιθεώρηση Φυσικής, 'Επιστημονική Σκέψη, θεμέλια των 'Επιστημών, Καινούρια 'Εποχή, Μαθηματική 'Επιθεώρηση, Οικονομά xai Κοινωνία, Πολίτης, Σύγχρονα θέματα. Τομές, Φιλοσοφία, Χημικά Χρονικά• Acta Philosophica, Annales de la Fondation Louis de Broglie, Cahiers d'Histoire et de Philosophie des Sciences (CNRS), Éludes Philosophiques, Europe, Filosofia e Sosietà, Filosofskiye Nauki, Foundations of Physics, Fundamenia Scientiae, Magyar Filozöfiai Sumte, Nouvelle Critique, la Pensée, Physics Essays, Revue des Questions Scientifiques, Science and Society, Scienlia κλπ. Ε π ί σ η ς : Δεκάδες εργασίες δημοσιευμένες σε Πρακτικά ελληνικών και διεθνών Συνεδρίων.
ΕΥΤΥΧΗΣ ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΉΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ
ISBN 9 6 0 - 3 2 5 - 501 - 7 © 2003, Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ ΑΓΡΑ - Στοώρος Πετσόπουλος Φωχιανοΰ 7 - Στά&ο, 116 3 5 'Αθήνα Τηλ. 210.7011.461 - F A X 210.7018.649 http: //www.agra.gr, e-mail :
[email protected]
xai Εντύχης Μπιτσάκης
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Πρόλογος
9
1. Κοινωνικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις για την εμφάνιση του μαρξισμού
13
2. 'Από τ ή διαλεκτική τοΰ Χ έ γ κ ε λ σ τ η διαλεκτική τοΰ Μαρξ
43
3. Ή φύση και ή διαλεκτική τ η ς φύσης
73
4. 'Από την αίσθηση σ τ η νόηση ; μια « τοπική » διαλεκτική
99
5. Ή μαρξιστική Θεωρία τ η ς γνώσης
125
6. Γνωσιολογικά προβλήματα στό Κεφάλαιο
155
7. Θρησκεία: ή αναγωγή στήν επίγεια βάση τ η ς
. . .
183
8. Μια κομμουνιστική ηθική μπορεί να είναι φιλοσοφικά νόμιμη και λειτουργική ; 9. Ή άνθρωπολογική εμβέλεια των φυσικών επιστημών
223 289
10. Ό μεταβολισμός τοΰ άνθρωπου μέ τό άνόργανο σώμα του
3!5
11. Ουτοπία: ή διαλεκτική δυνατότητας και πραγματικού
3^7
Βιβλιογραφική σημείωση
4°7
Ευρετήριο
4°9
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Δ
ΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ». Γιατί «δρόμοι»; Επειδή ή Διαλεκτική δεν είναι σύστημα κλειστό στόν ιστορικό χρόνο, δπως είναι τά θεωρησιακά συστήματα. Ή διαλεκτική αντίληψη της φύσης και της κοινωνίας αναπτύσσεται ή πρέπει νά αναπτύσσεται αξιοποιώντας τό γίγνεσθαι των επιστημών και τό σύνολο της κοινωνικής πρακτικής.
Τι σημαίνει δμως διαλεκτική ; Στην ελληνική αρχαιότητα σήμαινε κυρίως τήν τέχνη της συζήτησης. "Ομως ήδη στους Προσωκρατικούς και κυρίως στόν Ηράκλειτο, ή «αυθόρμητη διαλεκτική» (ό δρος δεν ΰττηρχε ακόμα ) αφορούσε προπαντός τό κοσμικό γίγνεσθαι. Ή οντολογική και ή γνωσιολογική συνιστώσα της διαλεκτικής ενυπάρχει «εν σπέρματι» στην αρχαία υλιστική φιλοσοφία. 'Αλλζ ή τριπλή δψη της διαλεκτικής (μέθοδος, θεωρία της γνώσης, θεωρία τοΰ είναι) υπάρχει ήδη ρητά στήν εγελιανή φιλοσοφία, δπως και στο εργο των κλασικών τοΰ μαρξισμού. Διαλεκτική σημαίνει κίνηση, τόσο της φύσης δσο και της κοινωνίας και της γνώσης. Αέναο γίγνεσθαι χάρη στις άντιθέσεις πού ενυπάρχουν «στά πράγματα και στούς θεσμούς». Σημαίνει εξέλιξη, ποιοτικούς μετασχηματισμούς, αλματα ώς «στιγμές» της συνέχειας και της ρήξης. Στη νεότερη, υλιστική διαλεκτική, ή μέθοδος, ή θεωρία της γνώσης, ή διαλεκτική λογική και ή θεωρία τοΰ είναι (ή 'Οντολογία) συνιστούν όψεις μιας οργανικής ενότητας. Ενότητα, εντούτοις, δεν σημαίνει ταυτότητα. Καθεμιά άπό τις συνιστώσες της διαλεκτικής αποτελεί ιδιαίτερο πεδίο ερευνάς σε συνάρτηση με τό δλον. Παρά ταύτα, υπάρχει μιά παράδοση στη μαρξιστική φιλοσοφία, νά χρησιμοποιείται ή λέξη Διαλεκτική άόριστα, και γιά τις τέσσερις συνιστώσες της μαρξιστικής κοσμοαντίληψης. Ή ασάφεια αυτή προκα9
10
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
λεϊ συγχύσεις και εμποδίζει τή συγκεκριμένη κατανόηση και ανάπτυξη της υλιστικής κοσμοαντίληψης ώς ενότητας μεθόδου, λογικής θεωρίας της γνώσης και θεωρίας τοϋ είναι. νίλλζ η ηγεμονία τοϋ θετικισμού, τοϋ δομισμού και των διαφόρων υποκειμενικών φιλοσοφικών ρευμάτων στην εποχή μας εχει ασκήσει μιά « ιδεολογική τρομοκρατία », με συνεπεία οι μαρξιστές νά μήν τολμούν συνήθως νά αναφέρονται στην οντολογική διάσταση τού μαρξισμού. "Έτσι διαβάζουμε συχνά οτι ή διαλεκτική είναι μέθοδος για δράση, μέθοδος της ιστορικής πρωτοβουλίας. 'Αλλά ή άπόρριφη τού οντολογικού θεμελίου της διαλεκτικής εκκενώνει από περιεχόμενο και την υλιστική θεωρία της γνώσης. "Έτσι ή διαλεκτική μένει μετέωρη. Χωρίς οντολογικό αντίκρισμα. Χωρίς αντιστοιχία με τή φυσική και την κοινωνική πραγματικότητα. Ό μαρξισμός εχει μιά ρητή οντολογική και γνωσιοθεωρητική θεμελίωση. 'Αλλά ό μαρξισμός δεν είναι σήμερα της μόδας. Ή κατάρρευση τού σοσιαλιστικού στρατοπέδου και ή καθολική κρίση (οικονομική, κοινωνική, ιδεολογική, υπαρξιακή) τών κοινωνιών τού υστέρου καπιταλισμού εκτρέφουν αλλοτριωμένες και άλλοτριωτικές μορφές συνείδησης, άπό τόν απλοϊκό εμπειρισμό και τόν χυδαίο αστικό υλισμό μέχρι τις διάφορες υποκειμενικές φιλοσοφίες και τόν θρησκευτικό ή τόν έπιστημονικοφανή μυστικισμό. Στις κοινωνίες της κρίσης και της απουσίας νοήματος, τό υπαρξιακό κενό έρχονται νά τό αναπληρώσουν 6 μυστικισμός, « δεισιδαιμονίες, ή μαγεία, οι αιρέσεις και ή πίστη στά θαύματα. Ό σύγχρονος ανορθολογισμός βλασταίνει στό άξενο έδαφος της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας. Και ομως : Τό φάντασμα τού μαρξισμού δέν επαψε νά πλανάται ώς άπειλή και ώς ελπίδα πάνω άπό τις σημερινές κοινωνίες. Μετά την πρώτη απογοήτευση και τή σύγχυση, άπό τά ερείπια τού θεσμοποιημένου, απολογητικού μαρξισμού άρχισαν νά αναδύονται οι πρώτες άπόπειρες γιά ξεπέρασμα της κρίσης μέσα άπό τή διαλεκτικήδημιουργική υπέρβαση αυτού πού υπήρχε. Τό πλήθος τών βιβλίων, τών περιοδικών, τών συνεδρίων, τών δημόσιων συζητήσεων μαρτυρεί την «έπιστροφή» της μαρξιστικής σκέψης, άπελευθερωμένης άπό τά δεσμά τού δογματικού-άπολογητικού απολιθώματος.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
'Ορισμένοι σήμερα θρηνούν γιά τή χαμένη Ιερουσαλήμ. "Αλλοι προσαρμόστηκαν, αρνούμενοι ο,τι κάποτε υποστήριξαν - αρνούμενοι μέσα άπό την προσοδοφόρα προσαρμογή τον κάποτε καλύτερο εαυτό τους. "Αλλοι, τέλος, παραμένουν αμετακίνητοι, λες και ή κοσμοϊστορική καταστροφή ήταν ενα απλό επεισόδιο της Ιστορίας. Υπάρχει δμως και μια διαφορετική αντιμετώπιση : χωρίς εύκολους μηδενισμούς, χωρ'ις την απολιθωμένη στάση πού περνιέται για Ιδεολογική συνέπεια, να επιχειρήσουμε νά εξηγήσουμε την πρακτική αποτυχία τοΰ μαρξισμού, νά ανακτήσουμε το επιστημονικό κεκτημένο του, και νά προσπαθήσουμε νά αναπτύξουμε τή θεωρία σε αντιστοιχία με τούς πλανητικούς κινδύνους και τις πρωτοφανείς θετικές δυνατότητες της εποχής μας. Το βιβλίο αυτό δεν επιχειρεί μιά —σύντομη εστω— εξιστόρηση της πορείας της διαλεκτικής κοσμοαντίληψης. Επίσης, δεν αποτελεί μιά συστηματική διαπραγμάτευση της διαλεκτικής. Μετά από ενα εισαγωγικό κεφάλαιο γιά τις προϋποθέσεις της εμφάνισης της μαρξιστικής φιλοσοφίας, και ενα δεύτερο γιά τή μαρξιστική κριτική της φιλοσοφίας τού Χέγκελ, στο βιβλίο διερευνώνται ορισμένα επίχαιρα και βασικά προβλήματα, με βάση τό εργο των κλασικών αλλά και νεότερων μαρξιστών και —προφανώς— τά δεδομένα της εποχής μας. *Έτσι, μέσα από τή μελέτη ειδικών και επίκαιρων προβλημάτων, επιχειρείται νά αναδειχτούν όψεις της διαλεκτικής-υλιστικής κοσμοαντίληψης. Ό τίτλος τοΰ βιβλίου, Δρόμοι της Διαλεκτικής, υπογραμμίζει τή διπλή, ιστορική και «συστηματική» προσέγγιση τών προβλημάτων. 'Αντιστοιχείστούς «δρόμους» προσέγγισης ορισμένων βασικών προβλημάτων τού σημερινού κόσμου. Τελειώνοντας, θά ήθελα νά ευχαριστήσω τον Σταύρο Πετσόπουλο πού δέχτηκε νά περιλάβει αύτό τό βιβλίο στη σειρά τών εκδόσεων της «"Αγρας». Επίσης νά τόν ευχαριστήσω, αύτόν και τούς συνεργάτες του, γιά την άψογη εμφάνιση τού βιβλίου. ΕΙΠΎΧΗΣ ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ Ιούλιος 2003
ΠΡΩΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Κ Ε Σ ΚΑΙ Ι Δ Ε Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ε Σ Π Ρ Ο Ϋ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι Σ ΓΙΑ Τ Η Ν ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΓ Μ Α Ρ Ξ Ι Σ Μ Ο Γ
Η
ΙΔΡΓΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ τής δημιουργίας των πρώτων στοιχείων της μαρξιστικής θεωρίας ανάγεται στα μέσα τοΰ 19ου αιώνα. Τ Ηταν τυχαία αυτή ή σύμπτωση ; Μέ αφετηρία τ ή μαρξιστική θέση οτι ή θεωρία δεν αποτελεί άμεση άντανάκλαση τής πραγματικότητας, πρέπει νά δεχτούμε οτι ή θεωρία δεν γεννιέται αυτόματα, άπό τήν ύπαρξη των αναγκαίων κοινωνικών συνθηκών. Γι'αυτό το έρώτημα: ποιες ήταν οί οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις για τήν έμφάνιση τοϋ μαρξισμού, οδηγεί στο συμπληρωματικό έρώτημα: ποιές ήταν οί επιστημονικές και φιλοσοφικές προϋποθέσεις γιά τήν έμφάνιση της μαρξιστικής θεωρίας ; Μέ τον ορο μαρξισμός, έννοοΰμε ένα σώμα άπό επιστημονικές θεωρίες, φιλοσοφικές και ιδεολογικές αντιλήψεις, που διαμορφώθηκε άπό τόν Μαρξ και τόν "Ενγκελς και στή συνέχεια άπό τους Θεωρητικούς τοϋ έργατικοϋ κινήματος. Ή πολιτική οικονομία, ή μαρξιστική κοινωνιολογία, ή Θεωρία τοϋ σοσιαλισμού και εύρύτερα ό ιστορικός υλισμός, μπορούν νά χαρακτηριστούν έπιστημονικά μέρη τοϋ μαρξισμού. Ή μαρξιστική φιλοσοφία (Θεωρία τής γνώσης, διαλεκτική τής φύσης, διαλεκτική λογική, Θεωρία της ιδεολογίας, κ λ π . ) , ένώ δεν μπορεί νά χαρακτηριστεί έπιστήμη (ειδική έπιστήμη ), άξιώνει τό χαρακτήρα τής έπιστημονικότητας : τής έπιστημονικής φιλοσοφίας. Έ δ ώ Θα άσχοληθοΰμε κυρίως μέ τήν έμφάνιση της μαρξιστικής φιλοσοφίας. Αλλά επειδή ή μαρξιστική φιλοσοφία διαμορφώθηκε μέσα άπό τ ή μελέτη και τ ή Θεωρητικοποίηση έπιμέρους δψεων της κοινωνικής ζωής, είναι άδύνατο ή εισαγωγική αύτή παρουσίαση νά περιοριστεί στό καθαρά φιλοσοφικό έπίπεδο. '3
15
1. Ή ανάπτυξη
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τοΰ χεφαλαιοχρατιχοΰ
τρόπου
παραγωγής
Ό μαρξισμός αύτοπροσδιορίζεται άπό τους ιδρυτές του ώς ή κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης, δργανο γιά τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό τών κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών. Συνεπώς ή εμφάνιση του μαρξισμού προϋποθέτει την άνάπτυξη τοΰ κεφαλαιοκρατικοΰ τρόπου παραγωγής, άρα τήν άνάπτυξη τών δύο άντίμαχων και αμοιβαία άλληλοπροϋποτιθέμενων τάξεων -^τής άστικής και τής έργατικήςκαί τών άντίστοιχων τεχνικών, επιστημονικών και ιδεολογικών εξελίξεων. Ταυτόχρονα, ή εμφάνιση τοΰ μαρξισμού προϋποθέτει τήν άνάπτυξη τών συνδικαλιστικών και πολιτικών άγώνων τής εργατικής τάξης. Κ ι αυτό, επειδή ό μαρξισμός είναι ή θεωρητικοποίηση αυτών τών άγώνων και ταυτόχρονα ή θεωρητική τους υπέρβαση. Ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής άρχισε ώς γνωστόν νά άναπτύσσεται στό έσωτερικό του φεουδαρχικού συστήματος, ώς ή ενδογενής άρνηση τής κλειστής οικονομίας του, τής ιεραρχημένης κοινωνικής του δομής και -δυνάμει- τοΰ ιδεολογικού του εποικοδομήματος. Ή διαδικασία άποσάθρωσης τοΰ φεουδαρχικού κοινωνικού σχηματισμού άρχισε —δπως είναι γνωστό— άπό τόν Μεσαίωνα, με τήν άνάπτυξη τών συντεχνιών και τοΰ εμπορίου, και επιταχύνθηκε στην 'Αναγέννηση, με τήν ευρύτερη άνάπτυξη τοΰ εμπορίου, τών πόλεων, τήν άνακάλυψη και τήν εκμετάλλευση νέων χωρών και με τήν άνάπτυξη τής προβιομηχανικής τεχνικής. Ή χρήση τής υδραυλικής δύναμης, τοΰ βαριοΰ άροτρου, νέων τρόπων καμίνευσης τών μεταλλευμάτων, ή άνάπτυξη τής εμπειρικής χημείας (άλκοόλη, βαφές, χρωματιστό γυαλί, πυρίτιδα κ λ π . ) , εφευρέσεων δπως ή πυξίδα, ή τυπογραφία, τό χαρτί κλπ., είναι μερικές άπό τις τεχνολογικές εξελίξεις πού σημαδεύουν τήν πρώτη φάση τής άνάπτυξης τών νέων, εμπορευματικών και κεφαλαιοκρατικών σχέσεων, πρός τά τέλ η τοΰ Μεσαίωνα. Στόν 16ο αιώνα, ή διαδικασία αύτη επιταχύνθηκε. Ή εμφάνιση τελειοποιημένων υφαντικών μηχανών, ρολογιών με ελατήριο, κεντρόφυγων άντλιών, άντλιών πού χρησιμοποιούσαν άτμό κλπ., σημαδεύει τήν περίοδο τοΰ περάσματος άπό τόν 17ο πρός τόν 18ο αίώ-
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
15
να. Έ ανάπτυξη νέων τεχνικών και της καθαυτό βιομηχανικής παραγωγής κατά τον 18ο αιώνα χαρακτηρίζεται άπό τ ή χρήση τοϋ άτμοϋ, τοϋ χυτοϋ χάλυβα, και τήν ανακάλυψη τού ήλεκτρικοΰ ρεύματος (σε εργαστηριακή κλίμακα). Στα τέλη τοϋ 18ου αιώνα ό άτμός χρησίμευε ήδη για τήν κίνηση πλοίων και στίς άρχές τοϋ 19ου για τήν κίνηση τρένων. Στις πρώτες δεκαετίες τοϋ 19ου αιώνα εφευρέθηκαν το ηλεκτρικό κουδούνι, ό τηλέγραφος, ό ήλεκτρομαγνήτης, και στα μέσα τού αιώνα διατυπώθηκε ή Θεωρητική τους γενίκευση : ή ήλεκτρομαγνητική Θεωρία. Παράλληλα ειχε αναπτυχθεί ή συνθετική χημεία, πού πήρε μεγάλη ώθηση άπό τ ή χρωματουργία, έπαναστατικοποιώντας τ η με τ ή σειρά της. Ή βιομηχανία αλουμινίου και ή μοντέρνα μέθοδος παραγωγής χάλυβα εμφανίστηκαν στήν πέμπτη δεκαετία τού 19ου αιώνα. Οί προηγούμενες τεχνικές εξελίξεις αποτέλεσαν προϋπόθεση ή διευκόλυναν τ ή δημιουργία τών επιστημών μετά τήν 'Αναγέννηση. ( Ή κατασκευή γυαλιού, π.χ., αποτέλεσε προϋπόθεση για τ ή διόπτρα τού Γαλιλαίου - ή έμπειρική χημεία εδωσε τό υλικό για τήν ανάπτυξη της θεωρίας και της πρακτικής της χημείας· ή ανάπτυξη της υδραυλικής οδήγησε στήν υδροστατική και στήν υδροδυναμική· ή πρακτική τών θερμικών μηχανών οδήγησε στή θερμοδυναμική, κ.ο.κ.) 'Αντίστοιχα, οί νέοι επιστημονικοί κλάδοι επέδρασαν άναδραστικά, αν και συχνά με χρονική υστέρηση, στήν έπαναστατικοποίηση της βιομηχανικής τεχνικής. "Ηδη στόν 19ο αιώνα οί νέες επιστήμες (φυσική και χ η μ ε ί α ) ένσωματώθηκαν στίς παραγωγικές δυνάμεις τοϋ ανερχόμενου καπιταλισμού. 1 Άλλα ή ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, και ιδιαίτερα τής μανιφακτούρας, ή όποια τ ή χαρακτηρίζει, προϋποθέτει τήν ύπαρξη εργατικής δύναμης συγκεντρωμένης στίς νέες πόλεις τής
1. Β λ . σ χ ε τ ι κ ά : 1) J. D. Bemal, Ή επιστήμη στήν 'Ιστορία ( 4 τόμοι), μ ε τ . Ε . Μπιτσάκη, εκδ. « I . Ζαχαρόπουλος». 2) S. Lilley, Men, Machines and History, Cobbett Press, London, 1948. 3) To συλλογικό Man, Science, Technology, Academia Prague, 1973. 4) Abbott Payson Usher, A History of Mechanical Inventions, Dover N.Y., 1988. Ή σ χ ε τ ι κ ή βιβλιογραφία είναι πρακτικά ανεξάντλητη.
17
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Εύρώπης. Σημαίνει την εμφάνιση τοΰ νεότερου προλεταριάτου. Οί νέοι προλετάριοι προέρχονταν ώς ένα βαθμό άπό παλαιότερους κατοίκους των πόλεων, και προπαντός άπό τήν ύπαιθρο. Ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής ειχε άνάγκη κατά τόν Μάρξ άπό « έ λεύθερα » άτομα, έλεύθερα άπό καθετί : άπό φεουδαρχικές προσωπικές δεσμεύσεις και άπό άτομική ιδιοκτησία, κατόχους ένός και μοναδικού έμπορεύματος : τής έργατικής τους δύναμης. Ή άθλιότητα τής υπαίθρου οδηγούσε «αύθόρμητα» τό πλεόνασμα τής έργατικής δύναμης στις πόλεις και ή έφοδος τού καπιταλισμού στήν ύπαιθρο ( π . χ . άνάγκη για μαλλί, περιφράξεις) «άπελευθέρωνε» βίαια τούς άγρότες άπό τ ή γή, μετατρέποντάς τους σέ έξαθλιωμένους προλετάριους. Ό Τόμας Μόρους και άλλοι συγγραφείς της 'Αναγέννησης περιγράφουν μέ ζωηρά χρώματα τις νέες μορφές φρίκης πού γεννούσε ό νέος τρόπος παραγωγής. 1 Είναι χαρακτηριστικό οτι οί μεγάλοι ουτοπικοί τής άνερχόμενης αστικής τάξης ( Μόρους, Καμπανέλλα, Φρ. Μπέηκον ) στιγμάτισαν τις νέες μορφές βαρβαρότητας πού συνόδευαν τήν έμφάνιση τού καπιταλισμού, και σχεδίασαν ούτοπικές πολιτείες πού ξεπερνούσαν τόν στενό ορίζοντα τής άστικής τάξης. 4 Ό φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής χαρακτηρίζεται άπό τήν κλειστή, σχετικά αυτάρκη οικονομία. Ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, άντίθετα, χαρακτηρίζεται άπό τήν καθολίκευση τής έμπορευματικής παραγωγής. 'Αλλά αν αύτό πού χαρακτηρίζει τήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία είναι τό έμπόρευμα, τό μυστικό της δέν βρίσκεται στό χώρο τής κυκλοφορίας : βρίσκεται στο χώρο της παραγωγής. Ό Μάρξ, διαλύοντας « τά σύννεφα σκόνης » τής άστικής ιδεολογίας, άπέδειξε οτι στό χώρο τής παραγωγής δημιουργείται ή υπεραξία, ή οποία έξηγεϊ τήν προέλευση τού κέρδους, τήν « αυθόρμητη » αύξηση τού κεφαλαίου, και δλα τά « θαύματα » πού δέχεται ώς αύτονόητα ή άστική πολιτική οικονομία. Ό Μάρξ, ξεπερ-
1. Thomas Monis, L'Utopie, Éditions Sociales, 1978. 2. Β λ . T. Campanella, La Cité du Soleil, Droz, Genève 1972. Φράνσις Βάκων, Νέα 'Ατλαντίδα, μ ε τ . Π . Νούτσου, « Ήρώανός » . Ε π ί σ η ς Έράσμου, Μωρίας Έγχώμιον, μ ε τ . Σ τ ρ . Τσίρκα, « 'Ηριδανός » , 1970.
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
18
νώντας τους κλασικούς της πολιτικής οικονομίας (φυσιοκράτες, Σμίθ, Ρικάρντο) ανέλυσε τήν ουσία της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και εξήγησε τις ενδογενείς αντιθέσεις της. Οί δύο βασικές τάξεις τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, ή αστική και ή εργατική, αποτελούν, καθεμιά, τήν προϋπόθεση και τήν άρνηση τής άλλης. Οί δύο μαζί συνιστούν τους πόλους μιας ολότητας που χαρακτηρίζεται άπό μια μή άναγώγιμη άντίθεση. Ή άστική τάξη δεν μπορεί νά υπάρξει χωρίς τήν εργατική, και το αντίστροφο. Αλλά ή έργατική τάξη βιώνει τήν ύπαρξη τής αστικής σάν τ ή δική της μή ύπαρξη. Οί δύο πόλοι τής άντίθεσης, συνεπώς, δεν είναι ισοδύναμοι. Ή άστική τάξη, κατά τον Μάρξ, είναι τό συντηρητικό στοιχείο, αυτή που θέλει νά διατηρήσει τήν άντίθεση, ενώ ή έργατική τάξη είναι τό « άνήσυχο » , επαναστατικό στοιχείο : αυτή που θέλει νά καταργήσει τήν άντίθεση, καταργώντας τήν άστική τάξη και μαζί μ* αυτήν και τον ίδιο τον εαυτό της ώς προλεταριάτο. Όστόσο ή ωρίμαση τών άντιθέσεων τοϋ καπιταλισμού δεν οδηγεί αυτόματα στήν ωρίμαση τής πολιτικής συνείδησης τοϋ προλεταριάτου. ( Ο ί προλετάριοι θά άλλάξουν τον κόσμο, εγραφε ό Μάρξ, όχι γιατί είναι θεοί, άλλα άκριβώς για το άντίθετο. ) Για νά γίνει ή έργατική τάξη άπο « τ ά ξ η γιά τους άλλους», τάξη « γ ι α τον εαυτό τ η ς » , χρειάζεται μια μακριά ιστορική περίοδος «αυθόρμητων» έξεγέρσεων, συνδικαλιστικών άγώνων, βαθμιαίας ωρίμασης τής ταξικής συνείδησης, διαμόρφωση τής θεωρίας, δημιουργία κόμματος τής εργατικής τάξης, ωρίμαση μέσα άπο τις επιτυχίες και τις άποτυχίες τής ταξικής πάλης. Ή διαμόρφωση τής μαρξιστικής θεωρίας σημαδεύει μια άποφασιστική στιγμή τών άγώνων τοϋ νεότερου προλεταριάτου. 'Αλλά ή θεωρία αυτή δεν προέκυψε άπο κάποια παρθενογένεση. 'Ηταν ή θεωρητική έκφραση τών άγώνων τοϋ νεότερου προλεταριάτου καί, ταυτόχρονα, ή υπέρβαση, στό χώρο τής θεωρίας, τών καλύτερων έπιτευγμάτων τής άστικής σκέψης : τής άστικής πολιτικής οικονομίας, τής γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας και τοϋ ουτοπικού σοσιαλισμού.
19
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
2 . Ό μαρξισμός,
του νεότερου
καρπός της επαναστατικής
παράδοσης
προλεταριάτου
Κατά τον Λένιν, ή θεωρία τών Μαρξ και "Ενγκελς «γεννήθηκε σαν ή άμεση και απευθείας συνέχεια τών θεωριών τών διαπρεπέστερων εκπροσώπων τής φιλοσοφίας, τής πολιτικής οικονομίας και τοΰ σοσιαλισμού». " Ε τ σ ι δ μαρξισμός «είναι ό νόμιμος διάδοχος δ,τι καλύτερου δημιούργησε ή άνθρωπότητα κατά τόν 19ο αιώνα : τής γερμανικής φιλοσοφίας, τής άγγλικής πολιτικής οικονομίας και τοΰ γαλλικού σοσιαλισμού. Πρόκειται γιά τις " τ ρ ε ι ς π η γ έ ς " και τά " τρία συστατικά μέρη τοΰ μαρξισμού " » . 1 Άλλα πώς περνά κάνεις άπό τά εμπειρικά δεδομένα στη θεωρία; Μέσα άπό ποιούς δρόμους δημιουργεί εννοιες, διατυπώνει νόμους, καταλήγει στό θεωρητικό σχήμα ; Κάθε θεωρία, και ό μαρξισμός ειδικότερα, δέν εχει ώς άφετηρία τό άγραφο χαρτί. Ό Μάρξ άντλησε εννοιες, ιδέες και υλικό άπό τις « πηγές » πού άναφέρει ό Λένιν. Εντούτοις ή θεωρία του δέν ήταν άπλή συνέχεια τών θεωρητικών της προϋποθέσεων : ήταν συνέχεια και ταυτόχρονα άρνηση, διαλεκτική υπέρβαση και ρήξη. Ό Μάρξ πήρε έννοιες άπό τούς προκατόχους του, άλλα μετάλλαξε τό περιεχόμενο τους. "Εννοιες δπως τό εμπόρευμα, ή άξία, ή άλλοτρίωση, ό σοσιαλισμός, ή ιδεολογία κλπ., μεταμορφώθηκαν στό θεωρητικό εργο τοΰ Μάρξ. Ταυτόχρονα 6 Μάρξ δημιούργησε νέες έννοιες, δπως ή έννοια του τρόπου παραγωγής, τοΰ φετιχισμού τοΰ εμπορεύματος, τής βάσης και τοΰ εποικοδομήματος, τής άλλοτρίωσης, τής πραγμοποίησης, τής υλιστικής διαλεκτικής, κλπ., ξεκινώντας άπό προηγούμενες θεωρητικές επεξεργασίες και ύπερβαίνοντάς τες. Άλλα μόνη ή γνώση τών επιτευγμάτων τής άστικής διανόησης δέν θά επέτρεπε στόν Μάρξ και στόν "Ενγκελς νά γίνουν οί θεωρητικοί τοΰ προλεταριάτου. Αναγκαίος δρος ήταν ή γνωριμία τους μέ τούς άγώνες τής έργατικής τάξης, δηλαδή ή ενταξή τους στό έπαναστατικό κίνημα τής εποχής τους. Και αύτή ή πολιτική τους
1. Β λ . V. Lénine, Les trois sources et les parties constitutives du marxisme, Moscou 1954.
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
20
τοποθέτηση προϋπέθετε και συνεπαγόταν τήν αλλαγή τής ταξικής θεώρησης τών φαινομένων και τ ή μετατόπιση τοϋ πεδίου τής φιλοσοφίας : άπό τόν ουρανό στή γη. Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς ξεκίνησαν σαν άστοί διανοούμενοι. Ω σ τόσο, αν και μαθητές τού Χ έ γ κ ε λ (ίσως και γ ι ' α υ τ ό ) , είχαν άπό τά νεανικά τους χρόνια εναν δημοκρατικό-ριζοσπαστικό προσανατολισμό. Δεν είναι τυχαίο δτι ή διδακτορική διατριβή τού Μαρξ είχε ώς θέμα τ ή φιλοσοφία τών δημιουργών τού αρχαίου άτομισμοϋ, πού πέρασαν στήν ιστορία τής φιλοσοφίας ώς οί αυθεντικότεροι έκπρόσωποι τής άρχαίας υλιστικής σκέψης. Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς άνήκαν στους άριστερούς έγελιανούς, οί όποιοι, πριν άπό τό μαρξισμό, επιχείρησαν νά διαμορφώσουν μιά φιλοσοφία τής πράξης μέ φιλελεύθερους και ριζοσπαστικούς προσανατολισμούς, εναντίον τής « καθαρής θεωρίας » και τής πραγματοποίησης τού « απόλυτου ιδεώδους » . Εντούτοις τό ρεύμα τών νεοεγελιανών δεν ξεπέρασε τά όρια τής μικροαστικής διαμαρτυρίας εναντίον τής τότε γερμανικής αθλιότητας. Οί δημιουργοί τού μαρξισμού, άντίθετα, πέρασαν άπό νωρίς στήν πολιτική πράξη και συνδέθηκαν με τό εργατικό κίνημα. Ό νεαρός Μάρξ, ώς συντάκτης τής 'Εφημερίδας τού Ρήνου, άπέκτησε πολιτική πείρα και άσχολήθηκε με δημοσιονομικά και οικονομικά προβλήματα. Άπό τό 1843, αλλά και πρίν, άσχολήθηκε με τήν οικονομία και τό 1844 εγραψε τά Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα. Στό Παρίσι ήρθε σέ επαφή με τους άγώνες τοϋ γαλλικού προλεταριάτου, ενώ τήν Γδια περίοδο ό "Ενγκελς εγραψε τήν εργασία Ή κατάσταση τής εργατικής τάξης της 'Αγγλίας. Βαθμιαία ό Μάρξ και ό "Ενγκελς προσανατολίστηκαν πρός τό σοσιαλισμό. " Ε τ σ ι συνδέθηκαν πρακτικά και θεωρητικά με μιά μακρά έπαναστατική παράδοση, πού άρχίζει άπό τις πρώτες, ουτοπικές και ατελέσφορες εξεγέρσεις τού ευρωπαϊκού προλεταριάτου. Οί θεμελιωτές τού μαρξισμού μελέτησαν αυτή τήν παράδοση. "Εγραψαν γιά τόν πόλεμο τών χωρικών στή Γερμανία (1524-1525) και ιδιαίτερα για τό κίνημα τών άναβαπτιστών και τοϋ ιδρυτή του Τόμας Μύντσερ ( ό όποιος άποκεφαλίστηκε τό 1525). Μελέτησαν τό συνδικαλιστικό κίνημα τής Αγγλίας και άναφέρονται στούς «ίσοπε-
21
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
δωτές » τής περιόδου τής αγγλικής επανάστασης. Ε π ί σ η ς τό γαλλικό κίνημα και τόν ισοπεδωτικό κομμουνισμό τοϋ Μπαμπέφ, ό όποιος ζητούσε τήν κατάργηση τής ατομικής ιδιοκτησίας και τήν οικονομική και πολιτική ισότητα. ( Ό Μπαμπέφ αυτοκτόνησε τό 1797, προλαβαίνοντας τήν έκτέλεσή του μέ τήν γκιλοτίνα, σέ ήλικία 37 έτών, ένώ έτοίμαζε ένοπλη έξέγερση έναντίον τής θερμιδωριανής αντίδρασης. ) Ε π ί σ η ς ό Μάρξ και ό "Ενγκελς μελέτησαν τήν παράδοση τού ουτοπικού σοσιαλισμού ( τού Σαίν Σιμόν και τού Φουριέ στή Γαλλία, και τού "Οουεν στήν Αγγλία). Τέλος, μελέτησαν τήν έπαναστατική πείρα τού 1830 και τού 1848, δπου τό ευρωπαϊκό προλεταριάτο πρόβαλε στήν πολιτική σκηνή μέ δικά του συνθήματα, « μ έ τις κόκκινες σημαίες τ ο υ » . Στήν περίοδο 1843-44 ό Μαρξ ήταν ήδη προσανατολισμένος στόν κομμουνισμό, έστω κι αν ή σκέψη του δέν είχε άκόμα απαλλαγεί άπό τά κατάλοιπα και τις συνήθειες της θεωρησιακής φιλοσοφίας. Στήν περίοδο αύτή ό Μάρξ είχε συλλάβει μέ τρόπο υλιστικό και διαλεκτικό τις σχέσεις θεωρίας και έπαναστατικής πρακτικής. Ή θεωρία, έγραφε στήν Κριτική τής φιλοσοφίας τού Δικαίου τού Χεγκελ ( 1843 ), γίνεται έπίσης υλική δύναμη, δταν εισδύει στις μάζες. Κ ι άκόμα: « " Ο π ω ς ή φιλοσοφία βρίσκει στό προλεταριάτο τά υλικά δπλα της, έτσι και τό προλεταριάτο βρίσκει στή φιλοσοφία τά πνευματικά του οπλα. [ . . . ] Ή κεφαλή αύτής τής χειραφέτησης είναι ή φιλοσοφία, ή καρδιά της είναι τό προλεταριάτο » . 1 Ή "Ενωση των Κομμουνιστών στο Συνέδριο τού Λονδίνου ( Νοέμβριος 1847) άνέθεσε στόν Μάρξ και στόν "Ενγκελς νά συντάξουν έ'να διεξοδικό θεωρητικό και πρακτικό πρόγραμμα τού κόμματος. " Ε τ σ ι γεννήθηκε τό Κομμουνιστικό Μανιφέστο ( 1 8 4 8 ) . Οί συγγραφείς του είχαν άπό καιρό ξεπεράσει τήν ούτοπική άντίληψη για τό σοσιαλισμό. « Ό κομμουνισμός » , έγραφαν στή Γερμανική Ιδεολογία, « δέν είναι γιά μας ούτε μια κατάσταση πραγμάτων πού πρέπει νά δημιουργηθεί ούτε ένα ιδεώδες πάνω στό όποιο πρέπει νά προσαρμοστεί ή πραγματικότητα. 'Ονομάζουμε κομμουνισμό τό πραγμα1. Κ. M a n , F. Engels, Collected Works, Progress Publ., Moscow 1975, a. 187.
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
21
τικό κίνημα πού καταργεί τ η σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οί δροι αυτού τοΰ κινήματος προκύπτουν άπο προϋποθέσεις πού ήδη υπάρχουν » . 1 Κατά τους θεμελιωτές τοϋ μαρξισμού ό κομμουνισμός δέν ήταν ένα άφηρημένο ηθικό ιδεώδες, στο όποιο θά επρεπε νά προσαρμοστεί ή πραγματικότητα. Δέν ήταν μιά ιδανική πολιτεία σχεδιασμένη στό χώρο τής ούτοπίας. 'Αλλά για νά φτάσουν στή θεωρία τοϋ επιστημονικού σοσιαλισμού, ό Μάρξ και ό "Ενγκελς επρεπε νά αφομοιώσουν κριτικά δχι μόνο τίς κοινωνικές, άλλα και τις θεωρητικές προϋποθέσεις της. 3 . 'Από τον Χέγκελ
στην υλιστική
και τον Φόυερμπαχ διαλεκτική
Μετά τον Πλάτωνα, ό Χ έ γ κ ε λ ήταν ό επιφανέστερος εκπρόσωπος τοϋ άντικειμενικού ιδεαλισμού. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ ή φύση είναι μιά πραγματικότητα άνεξάρτητη άπό τήν άνθρώπινη συνείδηση. Αλλά ή φύση, άντίθετα άπό τ ή φύση τών ύλιστών, δέν είναι αυθύπαρκτη, αιτία τοϋ εαυτού της. Είναι μεταμόρφωση τοϋ Απόλυτου Πνεύματος πού υπάρχει άπό τήν αιωνιότητα, πριν άπό τ ή φύση, και πού άλλοτριώνεται στήν πορεία τοϋ άέναου γίγνεσθαι πού τό χαρακτηρίζει. Ή φύση είναι άλλοτριωμένο πνεύμα. Αντίστοιχα, τό φυσικό γίγνεσθαι δέν είναι ή αύτοεξέλιξη τής υλης, άλλά ή αύτοανάπτυξη τοϋ πνεύματος σε μιά άπό τις στιγμές τής ιστορικής του πορείας. " Ε τ σ ι ή έγελιανή διαλεκτική δέν είναι ή διαλεκτική τής υλης άλλά ή διαλεκτική τής 'Ιδέας, πού άναπτύσσει τις μορφές της στό χώρο και τό χρόνο. Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς άντιμετώπισαν άπό τά νεανικά τους χρόνια με σκεπτικισμό τόν ιδεαλισμό τοϋ δασκάλου τους, πού, δπως θά έγραφαν άργότερα, δέν ήταν παρά μορφή θεολογίας, εστω και αν άπέρριπτε τήν έξωτερικότητα τοϋ θεοϋ ώς πρός τ ή φύση. Ή άποφασιστική στιγμή για τήν υπέρβαση τοϋ έγελιανοϋ ιδεαλισμού ήταν 1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales, 1971, σ. 64.
22
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ή δημοσίευση τοΰ βιβλίου τοΰ Φόυερμπαχ Ή ουσία τοΰ Χριστιανισμού ( 1841 ). Ίο βιβλίο αυτό, οπως γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , «έκανε μεμιάς σκόνη τήν αντίθεση, ξανατοποθετώντας χωρίς περιστροφές τόν υλισμό στό θρόνο τ ο υ » . Ό ένθουσιασμός, συνεχίζει, ήταν γενικός: γίναμε πρός στιγμήν οΚοι « φοϋερμπαχικοί » . Ή αποκοπή άπό τήν έγελιανή φιλοσοφία πραγματοποιήθηκε με τήν επιστροφή στην υλιστική σκέψη. 1 Οι θεωρητικοί τοΰ σοσιαλισμού είναι σαφείς δσον άφορα τόν απελευθερωτικό ρόλο τής φιλοσοφίας τοΰ Φόυερμπαχ : « Πρώτος ό Φόυερμπαχ άποτέλειωσε και κριτικάρισε τόν Χ έ γ κ ε λ άπό έγελιανή άποψη, διαλύοντας τό άπόλυτο, μεταφυσικό πνεύμα, σέ πραγματικό άνθρωπο μέ βάση τ ή φύση. Πρώτος αύτός πραγματοποίησε τήν κριτική τής θρησκείας, σκιαγραφώντας ταυτόχρονα μέ δεξιοτεχνία τις μεγάλες άρχές της εγελιανής θεωρησιακής φιλοσοφίας, καί, συνακόλουθα, ολόκληρης τής μεταφυσικής».' 'Ανάμεσα στό 1841 και τό 1843 ό Μάρξ ξεκαθάρισε τούς λογαριασμούς του μέ τόν Χέγκελ. Ταυτόχρονα έπρεπε νά ξεπεράσει τόν έποπτικό υλισμό τοΰ Φόυερμπαχ. Στήν περίοδο 1844-45 ό Μάρξ και ό "Ενγκελς ξεκαθάρισαν τούς λογαριασμούς τους με τήν προηγούμενη, θεωρησιακή τους συνείδηση, γράφοντας τ ή Γερμανική 'Ιδεολογία. Τήν Γδια εποχή ό Μάρξ έγραψε τις θέσεις γιά τόν Φόυερμπαχ. θ ά μπορούσαμε νά ποΰμε δτι στήν περίοδο αυτή ό Μάρξ διαμόρφωσε τις βάσεις γιά μιά ύλιστική-διαλεκτική άντίληψη γιά τ ή φύση καί τήν κοινωνία, ξεπερνώντας τόσο τόν ιδεαλισμό τοΰ Χ έ γ κ ε λ οσο καί τόν έποπτικό υλισμό τοΰ Φόυερμπαχ. 3
1. F. Engeis, L Feuerbach..., Éd. Sociales, 1966, σ. 22. 2. Marx-Engels, La Sainte Famille, Éd. Sociales, 1969, a. 167. 3. Διαβάζουμε σχετικά στα Φιλοσοφικά Τετράδια τοΰ Λένιν: Ό Μαρξ πραγματοποίησε « μια κίνηση προς τά εμπρός, ή οποία ξεκινάει άπό τόν Χ έ γ κ ε λ καί τόν Φόυερμπαχ και τους ξεπερνά, ή οποία πηγαίνει άπό τήν ιδεαλιστική διαλεκ τ ι κ ή τζρός τήν υλιστική δ ι α λ ε κ τ ι κ ή » . Καί παρακάτω: « Ό Μάρξ, τό 1844-47 ξεκίνησε άπό τόν Χ έ γ κ ε λ για νά φτάσει στόν Φόυερμπαχ καί πέρα από τόν Φόυερμπαχ, πρός τόν ιστορικό ( κ α ι διαλεκτικό) υ λ ι σ μ ό » .
IIPOΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
24
Άλλα τί σημαίνει υλιστική υπέρβαση τής έγελιανής διαλεκτικής ; Και τί σημαίνει υλιστική διαλεκτική ; Σ έ ένα είδος « προγραμματικής διακήρυξης » ό Μαρξ και ό "Ενγκελς τόνιζαν ( σ τ ή Γερμανική Ιδεολογία) δτι «αντίθετα με τ ή γερμανική φιλοσοφία που κατεβαίνει άπό τόν ουρανό στή γη, εδώ ανεβαίνουμε άπό τ ή γή στόν ουρανό». 1 Οί φαντασμαγορίες τοΰ ιδεαλισμού -ιόνιζαν- προκύπτουν άπό τήν υλική βάση τής κοινωνίας. Ή ιδεολογία, αν άναλυθεΐ υλιστικά, χάνει άμέσως τ ή φαινομενική αυτονομία της. Ό Μάρξ και ό " Ενγκελς άπέρριψαν τις οντολογικές άφετηρίες τοΰ έγελιανοϋ ιδεαλισμού. Εντούτοις στό πλαίσιο τοϋ ιδεαλιστικού συστήματος τοϋ Χ έ γ κ ε λ άναζήτησαν τόν « ορθολογικό πυρήνα » του, τ ή διαλεκτική, ή όποια βρισκόταν μέ « τ ό κεφάλι κ ά τ ω » και τήν «ξανάστησαν στά πόδια τ η ς » . Ή ρήξη με τήν έγελιανή φιλοσοφία έγινε « μέ τήν έπιστροφή στήν υλιστική άποψη » ( ν Ενγκελς ). Ωστόσο ή σχέση Μάρξ-Χέγκελ δέν περιορίζεται διόλου στήν έπιστροφή στόν υλισμό και στήν υλιστική «άναστροφή» τής διαλεκτικής. Ε π ε ι δ ή τόσο στόν Χ έ γ κ ε λ δσο και στόν Μάρξ ή διαλεκτική δέν είναι άπλώς μέθοδος, άλλα μέθοδος οργανικά δεμένη μέ μιά συνολική κοσμοαντίληψη, μέθοδος πού προσδιορίζεται άπό τις φιλοσοφικές άφετηρίες και τ ή δόμηση τής κοσμοαντίληψης, ένώ ταυτόχρονα τις προσδιορίζει μέσα άπό μιά διαλεκτική άλληλεπίδραση. Ό Μάρξ πραγματοποίησε, πριν άπ'δλα, μιά άναστροφή τών σχέσεων ύλης και νόησης, άπό υλιστική θέση. " Ε τ σ ι ό Μάρξ δέν άναζήτησε τό πνεϋμα στήν άφετηρία τοϋ Είναι, άλλά σέ κάποιο στάδιο τής αύτοεξέλιξής του. Ταυτόχρονα συνέλαβε τήν έξέλιξη ώς εξέλιξη τής υλικής πραγματικότητας πού πραγματοποιείται χάρη στίς ένδογενεΐς άντιθέσεις της — άρχή πού ισχύει τόσο στή φύση δσο και στήν κοινωνία. Ειδικότερα ό Μάρξ άναζήτησε τήν ερμηνεία τών κοινωνικών φαινομένων άναλύοντας τήν υλική βάση τής κοινωνίας —τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής και τό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων τού δεδομένου κοινωνικού σχηματισμού- και διερευνώντας τις 1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.-.,
φ. 5 1 .
24
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
άμεσες και έμμεσες -συχνά διαμεσολαβημένες και αδιόρατες σε μια έπιφανειακή θεώρηση— σχέσεις της υλικής βάσης μέ τό θεσμικό και τό ιδεολογικό έποικοδόμημα. Τό ιστορικό γίγνεσθαι δέν ταυτίζεται, κατά τόν Μάρξ, μέ τό γίγνεσθαι τής Ιδέας, ουτε καθορίζεται άπό τήν κίνηση τών ιδεών : καθορίζεται, σέ τελευταία άνάλυση, άπό τήν πάλη τών τάξεων, έκφραση τών ένδογενών άντιθέσεων τής υλικής βάσης τής κοινωνίας. Ό ρόλος τής ιδεολογίας είναι ουσιαστικός παράγων τής κοινωνικής έξέλιξης. Συνεπώς, ή σχέση τής υλιστικής διαλεκτικής μέ τ ή διαλεκτική τοΰ Χ έ γ κ ε λ δέν περιορίζεται στήν «άναστροφή». 'Ανάμεσα στις δύο διαλεκτικές υπάρχει άντίθεση άρχής. Ταυτόχρονα, ή ιδεαλιστική διαλεκτική δέν μπορεί νά άξιοποιηθεΐ υλιστικά, άν απλώς «στηθεί στά πόδια της » . Για νά άναδειχθει ή μεθοδολογική και ή φιλοσοφική άξία της χρειάστηκε ή γνώση τής « λογικής » τοϋ έγελιανοϋ συστήματος και ταυτόχρονα ή ύπέρβασή του, που σήμαινε ανάδειξη τών έξωπραγματικών του προϋποθέσεων, τών τεχνητών συσχετισμών, τών φανταστικών κατασκευών. Όριακά, έξάρθρωση τοϋ συστήματος και ανάκτηση δ,τι βιώσιμου περιείχε: πριν άπ'δλα της διαλεκτικής, και ταυτόχρονα πλήθους συγκεκριμένων άληθειών και βαθυστόχαστων σκέψεων πού ήταν έγκλειστες στή θεωρησιακή κατασκευή. « Ή διαλεκτική μου μέθοδος», έγραφε ό Μάρξ στό Κεφάλαιο, « δχι μόνο διαφέρει βασικά άπό τήν έγελιανή μέθοδο, άλλα είναι και τό άκριβές άντίθετό της. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , ή κίνηση τής νόησης, τήν οποία προσωποποιεί μέ τό όνομα της ιδέας, είναι ό δημιουργός τής πραγματικότητας, ή όποια δέν είναι παρά ή φαινομενική μορφή τής ιδέας. Γιά μένα, άντίθετα, ή κίνηση τής νόησης δέν είναι παρά ή άντανάκλαση τής πραγματικής κίνησης, μεταφερμένης και μετατεθειμένης στόν άνθρώπινο έγκέφαλο » . 1 Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς έγραφαν δτι δέν είναι ή συνείδηση πού καθορίζει τ ή ζωή. Άντίθετα, ή ζωή καθορίζει τ ή συνείδηση. Ή πρώτ η θέση είναι ή θέση τοϋ ιδεαλισμού. " Ε τ σ ι , « ή έγελιανή άντίλη1. Κ. Marx, Le Capital, Éd. Sociales, 1 9 7 5 , I, σ. 2 9 .
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
26
ψη τής ιστορίας υποθέτει ενα αφηρημένο ή απόλυτο Πνεύμα, το όποιο αναπτύσσεται μέ τέτοιο τρόπο, ώστε ή ανθρωπότητα δεν είναι παρά μια Μάζα πού τού χρησιμεύει, λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά, σάν φορέας». Μ'αυτό τόν τρόπο ή ιστορία τής ανθρωπότητας μεταμορφώνεται σε ιστορία τού Πνεύματος και οί μάζες γίνονται τό υλικό, παθητικό στοιχείο της ιστορίας, στοιχείο χωρίς πνεύμα, χωρίς ιστορία. 1 Κατά τόν Μάρξ, αντίθετα, οί μάζες είναι 6 δημιουργός της ιστορίας μέσα άπό τήν παραγωγή και τήν ταξική πάλη. Ή άντίθεση άνάμεσα στόν Μάρξ και τόν Χ έ γ κ ε λ είναι άντίθεση άρχής : μή άναγώγιμη. Ή άντίθεση αυτή τροφοδοτεί άλλες μερικότερες και οδηγεί σε ριζικά άντίθετες ερμηνείες. Εντούτοις ή κριτική τού έγελιανισμού άπό τόν Μάρξ και τόν ν Ενγκελς δέν ήταν ή απλοϊκή, δήθεν υλιστική κριτική, πού απλώς άπορρίπτει. Τ Ηταν ή κριτική πού άναδεικνύει λανθασμένες άφετηρίες, τεχνητά σχήματα κλπ., πού άναλύει τό σύστημα και τό υπερβαίνει, ενώ ταυτόχρονα άξιοποιεΐ τά επιστημονικά στοιχεία του. « Ή έγελιανή μέθοδος», γράφει ό "Ενγκελς, « ή τ α ν άχρηστη στήν έγελιανή της μορφή. Ω σ τόσο δέν περιοριστήκαμε νά θέσουμε άπλώς στήν άκρη τόν Χ έ γ κ ε λ » . Οί θεμελιωτές τού μαρξισμού ξεκίνησαν άπό « τ ή ν έπαναστατική όψη της » καί άξιοποίησαν τις μεγάλες αλήθειες πού είχε άνακαλύψει ό Χέγκελ. « Ή μυστικοποίηση πού υφίσταται ή διαλεκτική στά χέρια τοϋ Χ έ γ κ ε λ » , εγραφε ό Μάρξ, «δεν εμπόδισε διόλου τό νά είναι ό πρώτος πού εξέθεσε τις γενικές μορφές τής κίνησης με σφαιρικό καί συνειδητό τρόπο » . s ( Ό Λένιν θά εγραφε αργότερα δτι στό ιδεαλιστικό εργο τοϋ Χ έ γ κ ε λ υπάρχει λιγότερος ιδεαλισμός καί περισσότερος υλισμός καί δτι ό ευφυής ιδεαλισμός είναι πιό κοντά στόν ευφυή υλισμό άπ'δ,τι ο ηλίθιος υλισμός. 3 ) Μαζί μέ τόν ιδεαλισμό, ό Μάρξ έπρεπε νά ξεπεράσει καί τόν εποπτικό, θεωρησιακό υλισμό τοϋ Φόυερμπαχ. Γενικότερα, τόν παρα1. Marx-Engels, La Sainte Famille, ο.π., σσ. 105-108. 2. Κ. Marx, Le Capital, ο.π. ( Ε π ί λ ο γ ο ι ; σ τ η 2 η γερμ. έκδοση). 3. Lénine, Cahiers Philosophiques, Éd. Sociales, Paris 1955, σ. 229.
27
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
δοσιακό μηχανιστικό υλισμέ. Στις θέσεις γιά τόν Φόυερμπαχ, ό Μάρξ επέκρινε τον υλισμό τοΰ δασκάλου του και γενικότερα τόν προηγούμενο υλισμό, επειδή βλέπει « τ ό αντικείμενο, τήν πραγματικότητα, τόν αισθητό κόσμο » μόνο «σάν αντικείμενο έποπτείας, καί δχι ώς συγκεκριμένη ανθρώπινη δραστηριότητα, σαν πράξη, μέ τρόπο υποκειμενικό». " Ε τ σ ι ή ένεργητική πλευρά αναπτύχθηκε άπό τόν ιδεαλισμό « άλλα μόνο άφηρημένα, επειδή ό ιδεαλισμός δέν γνωρίζει τήν πραγματική, συγκεκριμένη δραστηριότητα». 1 Κατά τόν Μάρξ, ό Φόυερμπαχ είναι ύλιστής δταν άσχολεΐται μέ τ ή φύση, άλλά δχι δταν μελετά τήν άνθρώπινη ιστορία. Ό Μάρξ έκτιμούσε ιδιαίτερα τήν κριτική τοΰ Φόυερμπαχ γιά τ ή θρησκεία, πού άνήγαγε τόν κόσμο τής θρησκείας στήν εγκόσμια βάση του. Ωστόσο, ή άναγωγή αύτή δέν άρκεΐ. Κατά τόν Μάρξ πρέπει νά κατανοήσουμε τις άντιθέσεις τής έγκόσμιας βάσης τής θρησκείας καί νά τήν έπαναστατικοποιήσουμε πρακτικά. } Ό Μάρξ ξεπέρασε τόν άπλό άντιθρησκευτισμό τοΰ άστικοϋ υλισμού, ερμηνεύοντας καί κατανοώντας τό θρησκευτικό φαινόμενο ώς φαινόμενο κοινωνικό. Αντικείμενο τής διαλεκτικής γιά τό μαρξισμό είναι, συνεπώς, οί γενικοί νόμοι τής κίνησης, τόσο τοΰ έξωτερικοΰ κόσμου δσο καί τής νόησης ( Έ ν γ κ ε λ ς ). ( θ ά συζητήσουμε σέ άλλο σημείο τό καθεστώς τών «γενικών ν ό μ ω ν » . ) Ή μελέτη τών άντιθέσεων πού λειτουργούν στά ίδια τά πράγματα είναι τό κύριο χαρακτηριστικό τής διαλεκτικής. ( Ό Λένιν έφτασε νά ορίσει τ ή διαλεκτική ώς τ ή μελέτη τής άντίθεσης στήν ουσία τών πραγμάτων. ) "Ετσι ό Μάρξ άξιοποίησε καί μεταμόρφωσε τ ή διαλεκτική πού πρωτοδιατυπώθηκε άπό τούς προσωκρατικούς καί πού πρώτος τήν έπεξεργάστηκε ό Χέγκελ. Ό διαλεκτικός υλισμός είναι, καί άπ'αύτή τήν άποψη, κληρονόμος τών βιώσιμων στοιχείων τής προηγούμενης φιλοσοφίας. Γιά τό μαρξισμό, υπέρβαση δέν σημαίνει μηχανική άπόρριψη ή άρνηση. Οί θεμελιωτές τοΰ μαρξισμού « πήραν » τήν ιδεαλιστική διαλε1. Κ. Marx, « 1 η θ έ σ η γιά τον Φόυερμπαχ», στό Maix-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales, Paris 1971, σ. 3 1 . 2. Σ τ ό ίδιο, « 4 η θ έ σ η » , σ. 32.
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
27
κτική τοϋ Χ έ γ κ ε λ και τον εποπτικό υλισμό τοϋ Φόυερμπαχ και με μιά διαλεκτική υπέρβαση διαμόρφωσαν τήν ύλιστική-διαλεκτική αντίληψη τής φύσης και τής κοινωνίας. Άλλα ή φιλοσοφική σκέψη, μόνη της, δέν μπορούσε νά οδηγήσει στό μαρξισμό. Ε π ε ι δ ή ή υλιστική αντίληψη τής ιστορίας προϋποθέτει τήν επιστημονική γνώση τής δομής και της λειτουργίας τών ανθρώπινων κοινωνιών. Ή οικονομική επιστήμη ήταν συνεπώς μιά δεύτερη γνωσιολογική προϋπόθεση τού μαρξισμού. 4 . Ή κλασική
και ή μαρξική
πολιτική
οικονομία
Ό Μαρξ θεμελίωσε τήν έπιστήμη τής ιστορίας. Άλλα για νά ερμηνεύσει τό ιστορικό γίγνεσθαι, επρεπε νά ερευνήσει τήν υλική βάση τών ανθρώπινων κοινωνιών : τόν τρόπο παραγωγής τών υλικών άγαθών. Ειδικότερα ό Μάρξ μελέτησε τόν κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής : τ ή διαμόρφωση, τ ή λειτουργία, τις αντιθέσεις και τό άναπόφευκτο τέλος του. Τό Κεφάλαιο είναι τό μνημειώδες αποτέλεσμα τών πολύχρονων οικονομικών μελετών τοϋ Μάρξ. Άλλα ό Μάρξ δέν ήταν έμπειριστής οικονομολόγος. Στό Κεφάλαιο ένυπάρχει ρητά, ή μέ τρόπο λειτουργικό, ολόκληρη ή φιλοσοφία τού μαρξισμού : ή υλιστική διαλεκτική και ή διαλεκτική λογική ιδιαίτερα, ή γνωσιοθεωρία τοϋ μαρξισμού, ή ουσία τοϋ ιστορικού υλισμού και στοιχεία τής μαρξιστικής ανθρωπολογίας. Ό Μάρξ συνέλαβε τ ή σημασία τής οικονομίας για τήν κατανόηση τής ιστορίας, και στράφηκε νωρ'ις στή μελέτη τών οικονομικών φαινομένων. "Οπως εχουμε σημειώσει, ήδη άπό τό 1842-43 είχε άσχοληθεΐ μέ προβλήματα οικονομίας. Τά Χειρόγραφα τού 1844, οπου, άνάμεσα στά άλλα, επιχειρεί νά ερμηνεύσει τό φαινόμενο τής άλλοτρίωσης μέ άφετηρία τις οικονομικές συνθήκες, φανερώνουν ουσιαστική γνώση τής οικονομίας. Τήν ιδια περίοδο ό "Ενγκελς εγραψε τήν Κατάσταση της εργατικής τάξης τής 'Αγγλίας. Σ τ ή Γερμανική Ιδεολογία ( 1 8 4 5 - 4 6 ) και στήν 'Αθλιότητα της Φιλοσοφίας ( 1 8 4 6 - 4 7 ) τά ιδεολογικά φαινόμενα μελετώνται σέ συνάρτηση μέ τήν οικονομική βάση τους. Τό 1847 ό Μάρξ έγραψε τό εργο Μι-
28
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σϋωτή εργασία και Κεφάλαιο. Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο ( 1848) προϋποθέτει τήν κατανόηση τής λειτουργίας τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής. Τό ίδιο και Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία ( 1850 ). Τά Grundrisse συντάχθηκαν ανάμεσα στο 1851 και τό 1858. Τό 1859 γράφτηκε τό ώριμο έργο Συμβολή στήν Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας. Ή Πολιτική Οικονομία δέν είχε συγκροτηθεί σέ έπιστήμη στήν έποχή τοϋ Μάρξ. 'Ωστόσο ό συγγραφέας τοϋ Κεφαλαίου δέν ξεκίνησε άπό τό μηδέν. Ό Μάρξ γνώριζε τις έργασίες τών φυσιοκρατών και προπαντός τούς κλασικούς τής άστικής πολιτικής οικονομίας : τόν Α. Σ μ ΐ θ (1823-1790) και τόν Ν τ . Ρικάρντο (1772-1823). Δέν είναι τυχαίο οτι και οί δύο προέρχονταν άπό τήν 'Αγγλία, «κλασικό τόπο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής » ( Μάρξ ). Και οί δύο είχαν μελετήσει τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή, και ειδικότερα τό πρόβλημα τής άξίας, τής υπεραξίας και της προέλευσης τής γαιοπροσόδου. Κατά τόν Σμίθ, πηγή κάθε άξίας είναι ή εργασία, και ή άξία τών έμπορευμάτων καθορίζεται άπό τό χρόνο πού άπαιτεΐται γιά τήν παραγωγή τους. Ε π ί σ η ς ό Ρικάρντο επεξεργάστηκε τήν έργασιακή θεωρία τής άξίας, και υποστήριξε οτι ή άξία τού έμπορεύματος καθορίζεται άπό τήν εργασία πού δαπανάται γιά τήν παραγωγή του. Άπό τήν έργασία προκύπτει, κατά τόν Ρικάρντο, τό κέρδος και ή γαιοπρόσοδος. Ό Ρικάρντο, τέλος, θεωρούσε τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή φυσική μορφή της παραγωγής. Ό Μάρξ άναγνώριζε τ ή συνεισφορά τών κλασικών τής οικονομίας, τούς οποίους άντιπαρέθετε στή χυδαία οικονομία, πού «περιορίζεται νά βλέπει μόνο τά σύννεφα σκόνης τής επιφάνειας και νά άποδίδει σ' αυτή τ ή σκόνη μυστηριακό χαρακτήρα » . Ή χυδαία πολιτική οικονομία βλέπει μόνο έκεΐνο πού φαίνεται, και προσκολλάται τόσο περισσότερο σ* αύτή τ ή φαινομενικότητα δσο αύτή φαίνεται νά παρέχει τήν άπόδειξη οτι τό κεφάλαιο μπορεί νά αύξάνει αύθόρμητα, άνεξάρτητα άπό τήν έκμετάλλευση της έργασίας. Ή φαινομενικότητα ταυτίζεται άπό τήν άστική σκέψη μέ τήν αιωνιότητα, έπειδή ή φενακισμένη συνείδηση τοϋ άστού περιορίζεται « ν ά διακηρύσσει σάν αιώνιες άλήθειες τις πλάνες μέ τις όποιες ό άστός άγαπά
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
29
νά οίκεϊ τον κόσμο του, τόν καλύτερο άπό τούς δυνατούς κόσμιους » . Ή μυστικοποίηση τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, ή «πραγμοποίηση τών κοινωνικών σχέσεων», ή άναστροφή καί ή « μ α γ ι κ ή εικόνα τού κόσμιου» συντελούνται, κατά τόν Μάρξ, «στόν τύπο κεφάλαιο-κέρδος, ή καλύτερα κεφάλαιο-κέρδος, γή-έγγεια πρόσοδος, έργασία-μισθός » . Οί άστοί αισθάνονται άνετα σ'αυτές τις άλλοτριωμένες καί άνορθολογικές μορφές, «έπειδή ακριβώς πρόκειται γιά τις άπατηλές μορφές πού μέσα τους κινούνται καθημερινά καί μέ τις όποιες σχετίζονται». 1 Ή κλασική άστική οικονομία άντίθετα, έπιχειρεΐ, δπως γράφει ό Μάρξ, « ν ά εισδύσει στό πραγματικό καί εσωτερικό σύνολο τών σχέσεων παραγωγής » . 'Ωστόσο καί ή κλασική οικονομία βλέπει τήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία άπό τήν άποψη τού άστοϋ. Ή ταξική αυτή θεώρηση προσδιορίζει καί τά οριά της. Κατά τόν Μάρξ, ή πολιτική οικονομία δέν θά μετατραπεί σέ έπιστήμη, παρά μόνο μέ τήν προϋπόθεση δτι « θά άπαλλαγεϊ άπό τό παλαιό, άστικό δέρμα της » . Ή ταξική θεώρηση, συνεπώς, καθορίζει τό χαρακτήρα τής πολιτικής οικονομίας ώς έπιστήμης ή μή έπιστήμης. Ό Μάρξ θέτει έδώ ένα σπουδαίο έπιστημολογικό πρόβλημα : τ ή δυνατότητα μιας έπιστήμης νά ξεπεράσει τό «ιδεολογικό» της καθεστώς καί νά μετατραπεί σέ πραγματική έπιστήμη : νά έκφράσει ορθά σχέσεις πού λειτουργούν μέσα στά πράγματα. Ό Μάρξ έβλεπε μιά τέτοια δυνατότητα, έπειδή γι* αυτόν τό προεπιστημονικό στάδιο δέν ταυτίζεται μέ τήν πλάνη, οπως καί τό έπιστημονικό δεν σημαίνει τήν κατάκτηση τής άπόλυτης άλήθειας. « Οί κατηγορίες τής άστικής πολιτικής οικονομίας είναι μορφές τής διάνοιας πού έχουν αντικειμενική άλήθεια, στό βαθμώ πού άντανακλούν πραγματικές κοινωνικές σχέσεις » . "Ωστε ή άστική πολιτική οικονομία δέν ταυτίζεται μέ τήν άπατηλή συνείδηση. Οί κατηγορίες της έκφράζουν μιά ιστορική φάση, δπου δεσπόζει ή έμπορευματική παραγωγή. "Αν δμως άποβλέψουμε σέ άλλους τρόπους παραγωγής, τότε μπορεί νά έξαφανιστεΐ ή μυστικοποίηση τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραI. Κ. Marx, Le Capital, O.K., IV, σ. 1 1 6 , I , σ . 8 3 , VIII,
30
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γωγής. 1 Ή μετατροπή της πολιτικής οικονομίας σέ επιστήμη, ή εμφάνιση μιας « νέας έπιστημονικής ήπείρου » δέν σημαδεύεται συνεπώς άπό κάποια « τ ο μ ή » . Δέν σημαδεύει το πέρασμα άπό τήν πλάνη στήν άλήθεια. Είναι μιά ιστορική διαδικασία διαμόρφωσης μιας έπιστήμης ή οποία υπερβαίνει τό προεπιστημονικό της στάδιο, μέ τήν προϋπόθεση δτι θά « άπαλλαγεΐ άπό τό προηγούμενο άστικό δέρμα της » : δτι θά δεϊ τήν πραγματικότητα άπό τήν άποψη τού προλεταριάτου. Άν θεωρήσουμε τό Κεφάλαιο ώς τό ώριμο έργο τής μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, τότε ή διαδικασία διαμόρφωσης τής νέας έπιστήμης κράτησε περίπου εικοσιπέντε χρόνια. Τό 1859 δημοσιεύτηκε, δπως σημειώσαμε, ή Κριτική τής Πολιτικής Οικονομίας. Ό πρώτος τόμος τοΰ Κεφαλαίου δημοσιεύτηκε τό 1867. Στόν πρόλογο τού τόμου αύτοϋ διαβάζουμε : « Τό έργο τοΰ οποίου τόν πρώτο τόμο παραδίδω στό κοινό, άποτελεϊ τ ή συνέχεια ενός κειμένου πού δημοσιεύτηκε τό 1859 μέ τόν τίτλο Κριτική τής Πολιτικής Οικονομίας. Τό μακρύ αύτό διάστημα άνάμεσα στις δύο δημοσιεύσεις μοΰ έπιβλήθηκε άπό μιά άσθένεια πολλών έτών » . 'Αλλά, προφανώς, δέν ήταν μόνο ή άσθένεια. Έ μακρά προπαρασκευαστική περίοδος τών Grundrisse (εφτά χρόνια), τά οχτώ χρόνια άνάμεσα στήν Κριτική και τό Κεφάλαιο και τό γεγονός δτι ό Μάρξ δέν πρόλαβε νά δημοσιεύσει τό μνημειακό έργο του, φανερώνουν πόσο μακρά καί έπίμονη ήταν ή διαμόρφωση τής μαρξικής οικονομικής έπιστήμης. "Οπως γράφει ό Γδιος ό Μάρξ στόν πρόλογο τής πρώτης γερμανικής έκδοσης ( 1 8 6 7 ) , στό έργο αύτό μελετά « τ ό ν κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής καί τις σχέσεις παραγωγής καί άνταλλαγής πού τοΰ άντιστοιχοΰν». Πρόκειται, κατά τόν Μάρξ, γιά νόμους άντικειμενικούς, γιά «τάσεις πού έκδηλώνονται καί πραγματώνονται μέ μιά σιδερένια άναγκαιότητα » . Ό Μάρξ στηρίχθηκε σέ δεδομένα άπό τήν πιό άναπτυγμένη καπιταλιστική χώρα, τήν Αγγλία. 'Ωστόσο οί άναλύσεις του είχαν καθολική ισχύ, έπειδή « ή πιό άναπτυγμένη βιομηχανικά χώρα δέν κάνει άλλο άπό τό νά δείχνει σ'αυτούς πού τήν 1. Β λ . Κ. Marx, στό ISio, I , <τ. 8 8 .
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
32
ακολουθούν στή βιομηχανική κλίμακα, τήν εικόνα τοϋ δικού τους μέλλοντος». Γι'αυτό επίσης ό Μάρξ κραύγαζε στούς Γερμανούς πού θα σήκωναν αδιάφορα τους ώμους, πιστεύοντας πώς τά πράγματα είναι καλύτερα στή Γερμανία : De te fabula narrator [ για σένα μιλάει αύτή ή ιστορία]. 1 Σ έ άντίθεση μέ τ ή χυδαία πολιτική οικονομία πού αρκείται στή φαινομενικότητα, ό Μάρξ άποκάλυψε τήν ουσία τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Προσδιόρισε έπιστημονικά τις έννοιες τής άξιας και τής υπεραξίας, άποκάλυψε τήν πηγή τής « αύθόρμητης » αύξησης τού κεφαλαίου, τοϋ τόκου και τής γαιοπροσόδου, διέλυσε τά ιδεολογήματα πού προκύπτουν άπό τό φετιχισμό τού έμπορεύματος, εφερε στό φώς τόν εκμεταλλευτικό χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και τις άντιθέσεις πού γεννά νομοτελειακά, και προσδιόρισε τ ή μοναδική λύση αυτών τών άντιθέσεων : τό τέλος τού καπιταλισμού και τ ή δημιουργία ενός άνώτερου τρόπου παραγωγής, τού σοσιαλιστικού.
5. Άπό τον ουτοπικό
στόν επιστημονικό
σοσιαλισμό
Ή ιδέα τού κομμουνισμού δέν ήταν νέα στά μέσα τοϋ 19ου αιώνα. Νοσταλγία κάποιου χαμένου παραδείσου ή ουτοπικό σχεδίασμα τού μέλλοντος, συναντιέται στις ούτοπίες τής 'Αρχαιότητας και της 'Αναγέννησης, στις ούτοπίες τών ίσοπεδωτών, τού Μπαμπέφ, τών Morely και Mably και άλλων άγωνιστών οραματιστών. Στίς άρχές τού 19ου αιώνα έμφανίστηκαν οί τρεις κλασικοί τοϋ ουτοπικού σοσιαλισμού : ό Σαίν Σιμόν, ό Φουριέ και ό "Οουεν. Είναι χαρακτηριστικό δτι ή δράση και τών τριών προδρόμων τού σοσιαλισμού τοποθετείται γύρω στό 1800: τό 1802 τά Γράμματα άπό τη Γενεύη τού Σαίν Σιμόν, τό 1808 τό πρώτο βιβλίο τού Φουριέ και άπό τό 1800 ώς τό 1820 ή άπόπειρα τού "Οουεν νά έφαρμόσει ένα είδος σοσιαλιστικού συνεταιρισμού στό New Lamak τής Σκωτίας. Ή χρονική αύτή σύμπτωση δέν είναι τυχαία. Στίς άρχές τού 1. Κ. Marx, Πρόλογος στήν 1η γερμ. έκδοση τοϋ Κεφαλαίου.
32
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
19ου αιώνα ή εργατική τάξη ήταν άρκετά αναπτυγμένη και ή καπιταλιστική έκμετάλλευση τόσο ώμή, ώστε νά τίθεται τό αΓτημα τής επαναστατικής ανατροπής τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Ταυτόχρονα, ή έργατική τάξη ήταν άρκετά αδύνατη ώστε νά μήν μπορεί νά διεκδικήσει στήν πράξη τήν πολιτική ήγεμονία και τήν κατάργηση τής άτομικής κατοχής τών μέσων παραγωγής. Οί ούτοπικοί ήταν ουτοπικοί, έγραφε ό "Ενγκελς, έπειδή δέν μπορούσαν νά είναι τίποτα διαφορετικό, σέ μια έποχή δπου ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή ήταν πολύ λίγο άναπτυγμένη. " Ε τ σ ι «όφειλαν άναγκαστικά νά φτιάξουν τό περίγραμμα τής νέας κοινωνίας στό κεφάλι τους, έπειδή δέν διακρίνονταν άκόμα γενικά τά στοιχεία τής νέας κοινωνίας, στό πλαίσιο τής παλαιάς. Γιά τό βασικό σχέδιο τού νέου οικοδομήματος έπρεπε νά καταφεύγουν στή λογική, έπειδή δέν μπορούσαν άκόμα νά προσφύγουν στήν ιστορία τού καιρού τους » . 1 Τά καθαυτό σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά συστήματα, έγραφαν ό Μάρξ και ό "Ενγκελς στό Κομμουνιστικό Μανιφέστο, δηλαδή τά συστήματα τού Σαίν Σιμόν, τού Φουριέ και τοϋ "Οουεν, κλπ., εμφανίστηκαν στήν πρώτη άνεξέλικτη περίοδο τής πάλης άνάμεσα στό προλεταριάτο και τήν άστική τάξη. Τόσο οι αντικειμενικές δσο και οί υποκειμενικές συνθήκες γιά τό σοσιαλισμό ήταν άκόμα άνώριμες. " Ε τ σ ι ή φανταστική περιγραφή τής μελλοντικής κοινωνίας « γεννιέται σέ μια έποχή πού τό προλεταριάτο είναι άκόμα στόν ανώτατο βαθμό άνεξέλικτο, πού και τό Γδιο άντιλαμβάνεται άκόμη μέ φανταστικό τρόπο τ ή θέση τ ο υ » . ' Ή πραγματική άδυναμία αντισταθμιζόταν άπό τ ή φαντασία. Άπό τ ή λεπτομερειακή περιγραφή τής μελλοντικής κοινωνίας, πού, δσο πιό λεπτομερειακή ήταν, τόσο περισσότερο άπεϊχε άπό τ ή ρεαλιστική πρόβλεψη. Οί ουτοπικοί σοσιαλιστές συνέχιζαν, δπως σημειώσαμε, μια μακρά παράδοση ιδεών γιά τόν κομμουνισμό. Σ έ πολλές περιοχές τής Δυτικής Ευρώπης έπεβίωναν άκόμα άναμνήσεις άπό τό πρωτόγονο 1. F. Engels, Anti-Dühring, Éditions Sociales, Paris, σ. 3 0 2 . 2. Μάρξ-"Ενγκελς, Μανιφέστο τοϋ Κομμουνιστικού Κόμματος, ν ό ς » , σσ. 87-89.
«Ηριδα-
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
33
κοινοτικό σύστημα, δπου δεν υπήρχε κράτος. Οί τρεις ούτοπικοί βρήκαν τίς ιδέες τοϋ κομμουνισμού σέ ορισμένους αγωνιστές τής άντιφεουδαρχικής έπανάστασης, δπως ό Τόμας Μύντσερ, καί στούς ουτοπικούς τής γαλλικής έπανάστασης, δπως ό Μπαμπέφ. Οί ιδέες τών τριών κλασικών τού ούτοπικού σοσιαλισμού ήταν ανεφάρμοστες στήν έποχή τους. Αυτό δέν σημαίνει δτι δέν βρήκαν απήχηση στίς προλεταριακές μάζες καί δέν δημιούργησαν κινήματα προδρομικά τού έπιστημονικοϋ σοσιαλισμού. Ό Φουριέ, π.χ., πρότεινε ένα σχέδιο αναμόρφωσης τής κοινωνίας μέσα άπό τήν οργάνωση τής έργασίας, σέ άντίθεση μέ τήν καπιταλιστική άναρχία. Ή ιδέα αυτή δέν ξεπερνούσε τά δρια ενός μικροαστικού ρεφορμισμοϋ. 'Ωστόσο ό Γδιος, δπως καί ό Σαίν Σιμόν, ζητούσαν τήν κατάργηση τοϋ κράτους (άλλο ούτοπικό αίτημα, πού ωστόσο θά γινόταν ρεαλιστικό μέ τόν καιρό) καί τήν κοινωνική καί πολιτική ισότητα. Ό ν Οουεν στή θέση τού άτομικοϋ έπιχειρηματία έβαζε τ ή διαχείριση τών συνεταιρισμένων έργατών, φυσικά μέσα στό σύστημα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής καί άνταλλαγης. Τό έγχείρημά του άπέτυχε. Καί δμως b Μάρξ τό χαρακτήρισε πρώτη νίκη τής έργατικής πολιτικής οικονομίας πάνω στήν άστική τάξη. Ή πρώτη άπόπειρα έφαρμογής μιας πρώτης μορφής «σοσιαλισμού» έγινε άπό έναν βιομήχανο. Ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς έγραφαν γιά τόν "Οουεν, στή Νέα 'Εφημερίδα τοϋ Ρήνου, δτι τά δελτία έργασίας τού "Οουεν ήταν μιά μορφή μετάβασης πρός τήν τέλεια κοινότητα καί τήν έλεύθερη χρήση τών κοινωνικών πόρων. Ε π ί σ η ς ό Μάρξ θά έγραφε στό Κεφάλαιο δτι ό "Οουεν υπέθετε έξαρχής μιά άμεσα κοινωνικοποιημένη έργασία, δηλαδή μιά μορφή παραγωγής διαμετρικά άντίθετης άπό τήν εμπορευματική παραγωγή. 1 'Αντίστοιχα ό "Ενγκελς έγραφε στό Άντι-Ντύρινγκ δτι « δ λ α τά κοινωνικά κινήματα, δλες οί πραγματικές πρόοδοι πού έγιναν στήν Αγγλία πρός τό συμφέρον τής έργατικής τάξης, συνδέονταν μέ τό όνομα τοϋ "Οουεν » . Οί ούτοπικοί, κατά τόν "Ενγκελς, ήταν, γιά τόν σύγχρονο κομμουνισμό, δ,τι ήταν οί φιλόσοφοι τής φύσης γιά τίς φυσικές έπι1. Κ. Mara, Le Capital ö.r.„
1, σ. 104.
34
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στή μες. Ή κριτική τών ουτοπικών και τά άφελή, άλλα συχνά μεγαλοφυή σχεδιάσματα τους, άνοιξαν το δρόμο πρός τόν έπιστημονικό σοσιαλισμό. Άλλα χρειαζόταν άκόμα καιρός. Γιατί, δπως γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , «δταν ό έν λόγω τρόπος παραγωγής έχει ήδη πίσω του ενα σημαντικό μέρος άπό τ ή φάση τής παρακμής του, δταν εχει ζήσει τ ή μισή του ζωή, δταν οί δροι τής ύπαρξης του έχουν σέ μεγάλο βαθμό έξαφανιστεΐ καί ό διάδοχος του χτυπάει ήδη τήν πόρτα — μόνο στή φάση αυτή ή σταθερά αυξανόμενη άνισότητα στήν κατανομή έμφανίζεται σάν άδικη » , μόνο τότε μπορεί νά τεθεί στό έπίπεδο τής θεωρίας καί τής πρακτικής τό πρόβλημα τής έπανάστασης. Μετά τους ουτοπικούς σοσιαλιστές έμφανίστηκε ό «έπιστημονικός σοσιαλισμός » , στή φάση τής ωριμότητας τοΰ κεφαλαιοκρατικοΰ τρόπου παραγωγής. Όστόσο οί ούτοπίες δέν έξαφανίστηκαν ώς δια μαγείας. Αντίστοιχα, μετά τό 1830 καί τό 1848 ήρθε η επανασταση της Κομμούνας, πού έθεσε πρακτικά τό ζήτημα τής άνατροπής τοΰ καπιταλισμού σέ μιά άναπτυγμένη χώρα. Ή Κομμούνα, έγραφε ό Έ ν γ κ ε λ ς στόν Μπέμπελ τό 1884, ήταν ταυτόχρονα ό τάφος τοΰ παλαιού, ειδικά γαλλικού σοσιαλισμού καί τό λίκνο τοΰ νέου, διεθνούς κομμουνισμού, γιά τ ή Γαλλία. Άλλα καί μετά τήν Κομμούνα, οί ούτοπικές ιδέες δέν έλειψαν καί ό επιστημονικός σοσιαλισμός δέν είχε πεϊ τήν τελευταία του λέξη στή θεωρία. Κ ι άκόμα : ή πρακτική ανατροπή τοΰ άναπτυγμένου καπιταλισμού άποδείχτηκε πολύ πιό δύσκολη άπ'δ,τι θά μπορούσε νά φανταστεί άκόμα καί ένας διανοητής τής εμβέλειας τοΰ Μάρξ. Ό ουτοπικός σοσιαλισμός, γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , ήταν ή έκφραση τής άπόλυτης άλήθειας, τοΰ άπόλυτου λόγου καί τής άπόλυτης δικαιοσύνης, καί θά άρκοΰσε νά τόν άνακαλύψουμε γιά νά κατακτήσει τόν κόσμο. Μέ τόν Μάρξ -σύμφωνα μέ τήν τρέχουσα άποψηό σοσιαλισμός πέρασε άπό τό χώρο τής ουτοπίας στό χώρο τής έπιστήμης. Καί φυσικά δέν ήταν πρόβλημα προσωπικής μεγαλοφυίας, άλλα πρόβλημα συνθηκών. « Ένας κοινωνικός σχηματισμός » , έγραφε ό Μάρξ, «δέν έξαφανίζεται ποτέ πριν άναπτυχθοΰν δλες οί παραγωγικές δυνάμεις πού μπορεί νά περιλάβει καί ποτέ δέν άντικα-
I IPO ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
35
θίσταται άπό νέες και άνώτερες σχέσεις παραγωγής, προτού δημιουργηθούν στο εσωτερικό τής παλαιάς κοινωνίας οί υλικές συνθήκες αυτών τών σχέσεων. Γι'αυτά το λόγο ή ανθρωπότητα δέν θέτει ποτέ παρά μόνο προβλήματα που μπορεί νά λύσει, έπειδή, αν κοιτάξουμε άπό πιό κοντά, θά δοΰμε οτι τό Γδιο τό πρόβλημα δέν άνακύπτει παρά μόνο έκεϊ όπου οί υλικοί οροι γιά τήν έπίλυσή του υπάρχουν ήδη, ή τουλάχιστον βρίσκονται στήν πορεία τής πραγμάτωσης τ ο υ ς » . 1 Ή «άνθρωπότητα» εθεσε επιστημονικά τό πρόβλημα τοϋ σοσιαλισμού στά μέσα τού περασμένου αιώνα. 'Αλλά οί κοινωνικοί σχηματισμοί είναι ιδιαίτερα περίπλοκοι, ώστε τό καθαρό σχήμα: άνάπτυξη τών παραγωγικών σχέσεων, σύγκρουση τών παραγωγικών σχέσεων με τις παραγωγικές δυνάμεις, έπανάσταση, νά μήν εχει λειτουργήσει άκόμα σέ καμιά άναπτυγμένη κεφαλαιοκρατική χώρα. Ό Λένιν, άναλύοντας συγκεκριμένα τήν ολότητα τών άντιθέσεων ενός κοινωνικού σχηματισμού και συλλαμβάνοντας τ ή δυναμική του, προώθησε τήν επαναστατική θεωρία και τήν έπαναστατική πράξη, υπερβαίνοντας τ ή γραμμική αιτιότητα τού προηγούμενου σχήματος. Τέλος, θά πρέπει νά σημειωθεί οτι ή «άνθρωπότητα» θέτει προβλήματα εστω και αν οί δροι γιά τ ή λύση τους δέν υπάρχουν. Τό αίτημα τής κομμουνιστικής κοινωνίας είχε τεθεί άπό τήν 'Αρχαιότητα και οχι μόνο στό επίπεδο της φιλοσοφίας άλλά και πρακτικά (έπανάσταση στή Μικρά 'Ασία, δημιουργία τής πρόσκαιρης Πολιτείας τού "Ηλιου). 'Αλλά γι'αυτά στό τελευταίο κεφάλαιο. Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς είχαν άπό τό 1845 έπίγνωση τής διαφοράς τους άπό τούς ουτοπικούς σοσιαλιστές. "Οπως σημειώσαμε ήδη, στή Γερμανική 'Ιδεολογία τόνιζαν οτι γι'αύτούς ό κομμουνισμός δέν ήταν ήθικό ιδεώδες, άλλά πραγματικό κίνημα πού γεννιόταν άπό τήν υπάρχουσα πραγματικότητα. Γι'αυτούς, ό ρόλος τής θεωρίας τοϋ σοσιαλισμού δέν ήταν νά κατασκευάσει τό τέλειο μοντέλο τής μελλοντικής σοσιαλιστικής κοινωνίας, άλλά νά άναλύσει τή φύση, τις άντιθέσεις, τό άδιέξοδο τοϋ καπιταλισμού : τούς άντικειμενικούς δρους πού κάνουν άναγκαΐο τό πέρασμα στό σοσιαλισμό. 1. Κ. Mam, Contribution à la critique de l'économie politique, Éd. Sociales, 1957. σ. 5 .
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
36
Γι'αυτό δέν περιέγραψαν τά χαρακτηριστικά τής μελλοντικής κοινωνίας. Προσδιόρισαν μόνο τις γενικές νομοτέλειες τής έπανάστασης και τις βάσεις τής σοσιαλιστικής κοινωνίας : τήν άνάγκη γιά άνατροπή τοϋ κράτους τών άστών και γιά δημιουργία τοϋ κράτους τής έργατικής τάξης, τήν κοινωνικοποίηση τών μέσων παραγωγής, τή φύση τού νέου κράτους και τόν μελλοντικό μαρασμό του, τ ή σχέση παρεχόμενης έργασίας και άμοιβής στή φάση τού σοσιαλιστικού σταδίου πρός τόν κομμουνισμό, κλπ. « Ή άνθρωπότητα δέν θέτει ποτέ παρά μόνο προβλήματα πού μπορεί νά λύσει». Οί κλασικοί τού μαρξισμού έμειναν πιστοί σ'αύτή τ ή θέση, άλλα ή ιστορία είναι πολύ πιό σύνθετη και άπρόβλεπτη άπό ό,τι προϋποθέτει αύτή ή θέση. 6 . Ή νέα
κοσμοαντίληψη
'Ανακεφαλαιώνοντας : Ποιά είναι τά βασικά χαρακτηριστικά τής διαδικασίας γένεσης τής μαρξικής φιλοσοφίας ; Και ποιά είναι τά γενικά χαρακτηριστικά τής νέας κοσμοαντίληψης ; Μπορούμε, οπως ισχυρίζονται πολλοί, νά διακρίνουμε μιά άνθρωπολογική, προεπιστημονική ( και ιδεολογική ) και μιά καθαυτό έπιστημονική περίοδο στό έργο τοϋ Μάρξ; Στό έργο αύτό υπάρχει κάποια τομή, πού χωρίζει τυπικά τις δύο αυτές περιόδους ; 'Αντίστροφα, μπορούμε νά ισχυριστούμε οτι ό αυθεντικός Μάρξ είναι ό « ούμανιστής » τής πρώτης περιόδου, και ότι ό Μάρξ τοϋ Κεφαλαίου είναι ό θετικιστής πού άρνεΐται τό φιλόσοφο-όραματιστή τής έποχής τών Χειρογράφων ; Ή προηγούμενη άνάλυση πιστεύω νά έδειξε οτι ένα έργο τόσο πολύμορφο όπως τό έργο τού Μάρξ, ένα έργο πού χαρακτηρίζεται άπό ένα γίγνεσθαι οργανικά δεμένο μέ τ ή σύντομη, πυκνή και δραματική ζωή τού δημιουργού του, δέν χωρεί στά σχήματα τοϋ κλασικού ορθολογισμού και τοϋ δομισμού. Ό "Ενγκελς μιλάει γιά « ρ ή ξ η » μέ τ ή φιλοσοφία τού Χ έ γ κ ε λ και έπιστροφή στήν υλιστική άποψη. 1 Ή ρήξη αύτή πραγματοποι1. Β λ . F. Engels. L Feuerbach, 5~„
σσ. 5 8 - 5 9 .
I IPOΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
37
ήθηκε το 1841 με τ ή δημοσίευση τοΰ έργου τοΰ Φόυερμπαχ. Άλλα ό Μάρξ ήταν ήδη «αυθόρμητα» καί ουσιαστικά ύλιστής, δπως φανερώνει ή διδακτορική του διατριβή, που τήν υποστήριξε τήν Γδια χρονιά, θ ά μπορούσαμε νά ισχυριστούμε δτι ό Μάρξ ήταν μαθητής τοΰ Χ έ γ κ ε λ κυρίως δσον άφορα τή διαλεκτική καί δχι τόν ιδεαλισμό του. Ό υλισμός τού Μάρξ συνδέεται οργανικά μέ τήν πορεία του πρός τήν έργατική τάξη καί τό σοσιαλισμό. Καί τά κείμενα τού νεαρού Μάρξ μας πείθουν δτι πολύ πριν άπό τήν υποτιθέμενη « τομή » , ό Μάρξ ειχε συλλάβει ορθά τις σχέσεις φιλοσοφίας καί πολιτικής : "Οπως ή φιλοσοφία, καθώς έχουμε σημειώσει, βρίσκει στό προλεταριάτο τά υλικά της δπλα, τό προλεταριάτο βρίσκει τά πνευματικά του δπλα στή φιλοσοφία. Κεφαλή αυτής τής χειραφέτησης είναι ή φιλοσοφία, καρδιά της τό προλεταριάτο. Ε π ί σ η ς στήν 'Αγία Οικογένεια ( 1844 ) ό Μάρξ έκανε μιά άνελέητη κριτική τού ιδεαλισμού καί τής πρακτικής τής θεωρησιακής φιλοσοφίας. Ή επανάσταση, κατά τόν Μάρξ, δέν θά πραγματοποιηθεί στή νόηση, άλλά στήν πραγματική, αισθητή ζωή. Οί εργάτες γνωρίζουν δτι « ή ιδιοκτησία, τό κεφάλαιο, τό χρήμα, ή μισθωτή έργασία, κλπ., δέν είναι διόλου απλή δημιουργία τής φαντασίας τους » καί δέν διαπράττουν τό σφάλμα νά πιστεύουν δτι ή καθαρή σκέψη θά τούς άπαλλάξει άπό τά άφεντικά τους. 1 Στό Γδιο έργο ό Μάρξ έγραφε σχετικά μέ τήν έργατική τάξη : Τό προλεταριάτο καί ό πλούτος είναι αντίθετα' σάν τέτοια συνιστούν μιά ολότητα. Ή άτομική ιδιοκτησία είναι ή αύτοϊκανοποιημένη πλευρά, ή θετική πλευρά τής άντίθεσης. « Τ ό προλεταριάτο, άντίθετα, είναι υποχρεωμένο, σάν προλεταριάτο, νά καταργήσει τόν έαυτό του καί συνεπώς τό άντίθετό του, τήν άτομική ιδιοκτησία, πού τό κάνει προλεταριάτο. Είναι ή αρνητική πλευρά τής άντίθεσης, τό άνήσυχο στοιχείο στό έσωτερικό της. [ . . . ] Στό έσωτερικό αυτής τής άντίθεσης, ή άτομική ιδιοκτησία είναι συνεπώς ή συντηρητική πλευρά, καί τό προλεταριάτο ή καταλυτική. Άπό τήν πρώτη πηγάζει ή δράση γιά διατήρηση τής άντίθεσης, άπό τό δεύI. Marx-Engels, La Sainte Famille, ο.π., σ. 6 6 .
38
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τερο ή δράση γιά τήν εκμηδένιση της » . 1 Κατά τον Μάρξ, μιά απλή αύξηση, άκόμα και έξίσωση τών μισθών, δέν σημαίνει σοσιαλισμό, άλλά καλύτερη άμοιβή τών δούλων. Ό μισθός είναι ή άμεση συνέπεια τής άλλοτριωμένης έργασίας καί ή άλλοτριωμένη έργασία είναι ή άμεση αιτία τής ατομικής ιδιοκτησίας. « Κατά συνέπεια, ή έξαφάνιση τής μιας συνεπάγεται καί τήν εξαφάνιση τής ά λ λ η ς » . 4 Στό τμήμα αυτό τών Χειρογράφων ( 1 8 4 4 ) ό Μάρξ έκανε κριτική τών άπόψεων τοϋ Προυντόν καί άλλων ρεφορμιστικών, ουτοπικών άντιλήψεων. Συνεπώς, στήν περίοδο 1843-44, ό Μάρξ: ΐ ) Γίνεται συνειδητά ύλιστής. 2) Είναι οριστικά άπό τήν πλευρά τής έργατικής τάξης. 3) Είναι συνεπώς σταθερά προσανατολισμένος πρός τό σοσιαλισμό. 4) " Ε χ ε ι βασικά κατακτήσει τήν υλιστική διαλεκτική, όργανο γιά τήν άνάλυση τών κοινωνικών φαινομένων. Τά έργα αυτής τής περιόδου προαναγγέλλουν τά έργα της ωριμότητας, οπου διαμορφώνεται ή έπιστήμη τού ιστορικού υλισμού. Στά δύο επόμενα χρόνια, μέ τ ή Γερμανική Ιδεολογία ( 1 8 4 5 - 4 6 ) καί τίς θέσεις γιά τον Φόυερμπαχ ( 1 8 4 5 ) , ή σκέψη τού Μάρξ άποκαθαίρεται άπό τίς έννοιες καί τ ή μεθοδολογία τής θεωρησιακής φιλοσοφίας. Γίνεται ουσιαστικά υλιστική καί διαλεκτική. Ό Μάρξ καί ο ν Ενγκελς, άντίθετα μέ τ ή γερμανική φιλοσοφία πού κατεβαίνει άπό τόν ουρανό στή γη, θέλουν νά άνέβουν άπό τ ή γή στόν ουρανό. Ή αλλοτρίωση άναλύεται μέ βάση τούς οικονομικούς καί κοινωνικούς καθορισμούς της, καί τονίζεται δτι δέν μπορεί νά καταργηθεί παρά μόνο στήν πράξη. Στό έργο αυτό άναλύεται ό χαρακτήρας, ή γένεση καί ό κοινωνικοπρακτικός ρόλος τής ιδεολογίας, καί προσδιορίζονται οί γενετικές σχέσεις είναι καί νόησης, υλικής βάσης καί έποικοδομήματος. Τό 1847-48, μέ τό Κομμουνιστικό Μανιφέστο καί άλλες έργασίες του, ό Μάρξ είναι πλέον ώριμος «μαρξιστής». Μετά τό 1850, 1. Marx-Engels, The Holy Family, στό Marx-Engels, On Littérature and An, Moscow 1976, σσ. 157-158. 2. Κ. Marx, Manuscrits de 1844, Éd. Sociales, 1962, σ. 68.
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
39
ό Μάρξ έχει εισέλθει στήν περίοδο τής ωριμότητας. Οί Ταξικοί αγώνες στή Γαλλία ( 1850), Ή 18η Μπρυμαίρ ( 1 8 5 1 - 5 2 ) , είναι ώριμα έργα τής ιστορικής έπιστήμης, κατακτήσεις τοΰ ιστορικού υλισμού και ταυτόχρονα έργα μιας συγκεκριμένης φιλοσοφικής αντίληψης : μιας υλιστικής διαλεκτικής που λειτουργεί στό συγκεκριμένο και αναδύεται μέσα άπό τό συγκεκριμένο. Πρός τό τέλος τής δεκαετίας τού 1850 άρχίζουν τά μεγάλα έργα τής ώριμότητας, μέ άποκορύφωμα τό Κεφάλαιο. Είναι γεγονός οτι ή πρώτη περίοδος τού Μάρξ είναι κυρίως άνθρωπολογική. Άλλά : Πρώτον, τά οικονομικά προβλήματα άπασχολοΰν συστηματικά τ ή σκέψη τού νεαρού Μάρξ. Δεύτερον, τό άνθρωπολογικό πρόβλημα διερευνάται στή βάση τών οικονομικών και κοινωνικών ορων του, άντίθετα μέ τις συνήθειες τής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας. Τρίτον, παρά τις άσάφειες στήν ορολογία, ή διαμορφωνόμενη κοσμοθεωρία τού Μάρξ είναι υλιστική. Μέ τ ή Γερμανική Ιδεολογία, ή διαλεκτική-ύλιστική φιλοσοφία κάνει μιά έπιστημική μεταλλαγή. Εντούτοις δέν μπορούμε νά μιλήσουμε γιά τομή σ'αύτή τήν περίοδο, πρώτον, έπειδή ή ύλιστικήδιαλεκτική άντίληψη διαμορφώνεται βαθμιαία μέσα άπό τά προηγούμενα έργα και τήν πολιτική έμπειρία τού Μάρξ και τού ν Ενγκελς, και δεύτερον, έπειδή ή νέα κοσμοαντίληψη ούτε ολοκληρώνεται ούτε άποκρυσταλλώνεται σ'αύτό τό έργο, ούτε άποκαθαίρεται ολοκληρωτικά άπό τις έπιδράσεις τής θεωρησιακής φιλοσοφίας. Άλλά θά μπορούσε νά πεϊ κανείς οτι ό Μάρξ άπό τήν περίοδο αύτή φαίνεται νά έγκαταλείπει τ ή φιλοσοφία και νά ασχολείται κυρία*; μέ τήν οικονομική θεωρία και τήν ιστορία. Μιά τέτοια διαπίστωση είναι βασικά ορθή. Αύτό δμως δέν σημαίνει δτι ό Μάρξ έγκατέλειψε τ ή φιλοσοφία, άλλά δτι ειχε ήδη κατακτήσει τις άρχές και τ ή μέθοδο τής διαλεκτικής, τ ή διαλεκτική λογική και τ ή γνωσιοθεωρία τού διαλεκτικού υλισμού. Ό Μάρξ δέν έγραψε κάποιο έργο Λογικής ή Διαλεκτικής ή Διαλεκτικού 'Γλισμοΰ. 'Αντίθετα, στήν περίοδο τής ώριμότητας αγωνίστηκε νά ολοκληρώσει τό μεγάλο έργο του, τό Κεφάλαιο : τ ή γενεαλογία, τήν άνδρωση, τ ή σήψη και τόν έπερχόμενο θάνατο τοϋ
41
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
καπιταλισμού. Γ ι α τ ί ; Πριν άπ'δλα γιά λόγους πρακτικούς, άλλά και γιά λόγους θεωρητικούς. "Αν ή άλήθεια είναι πάντοτε συγκεκριμένη, τό καλύτερο σχολείο της διαλεκτικής είναι τό συγκεκριμένο. ΙΊροτοϋ καταπιαστεί μέ τό Κεφάλαιο, ο Μάρξ είχε ήδη κατακτήσει τήν υλιστική διαλεκτική, « τ ό πιό άκονισμένο οπλο» τής τάξης πού ανέβαινε στό προσκήνιο. Ταυτόχρονα τελειοποιούσε και άνέπτυσσε τό νέο θεωρητικό οργανο, μέσα άπό τ ή μελέτη τής συγκεκριμένης πραγματικότητας. Γι'αύτό ορθά παρατηρούσε ό Λένιν οτι στό Κεφάλαιο περιέχεται ολόκληρη ή Λογική και ή Γνωσιολογία τού μαρξισμού, θ ά μπορούσε νά προσθέσει κανείς οτι στό έργο αύτό περιέχεται έπίσης ή θεωρία τοϋ ιστορικού υλισμού και οί βάσεις τής μαρξιστικής άνθρωπολογίας. Οί άναλύσεις τοϋ Μάρξ άφορούν συγκεκριμένες πραγματικότητες : συγκεκριμένους κοινωνικούς σχηματισμούς, τ ή δομή, τις άντιθέσεις και τά έποικοδομήματά τους. Τά γενικά χαρακτηριστικά έξάγονται συνήθως άπό τήν άνάλυση ενός τεράστιου υλικού. Ή « ουσία » άναζητεϊται και άναδεικνύεται μέσα άπό τά φαινόμενα. Ή άφαίρεση είναι ούσιαστική στό έργο τού Μάρξ. Ε π ε ι δ ή , άν οί αναλύσεις του στηρίζονται στά φαινόμενα, ό μαρξισμός είναι ή υπέρβαση τής έποπτικής αλήθειας. Άν τά πράγματα ήταν τέτοια πού φαίνονται, έγραφε ό Μάρξ, τότε ή έπιστήμη θά ήταν άχρηστη. Τό Κεφάλαιο είναι ή λαμπρότερη πραγμάτωση αύτής τής άλήθειας, οπου ή ούσία τού καπιταλισμού άναζητεϊται κάτω άπό τήν άπατηλή φαινομενικότητα, ένάντια στήν προφάνεια τών δεδομένων και τήν άλήθεια τού κοινού νού. Ό Μάρξ ξεκινούσε άπό τήν έμπειρία, άλλά δέν ήταν έμπειριστής. Γνώριζε οτι ή ρήση τοΰ 'Ηράκλειτου, «φύσις κρύπτεσϋαι φιλεϊ», ισχύει κατά μείζονα λόγο γιά τά φαινόμενα τής κοινωνίας. Έπίσης ό μαρξισμός στηρίχτηκε σέ δλες τις κατακτήσεις τοΰ παραδοσιακού ορθολογισμού, χωρίς νά είναι ό ίδιος ένας ρασιοναλισμός μέ τήν παραδοσιακή έννοια τού δρου. Ό μαρξισμός ξεπέρασε τήν άνιστορικότητα, τις άπόλυτες άλήθειες και τις άπόλυτες άξίες τού άστικού ούμανισμού, όπως ξεπέρασε και τά όρια τής παραδοσιακής, τυπικής λογικής. Οί λογικές και οί γνωσιολογικές κατηγορίες μεταμορφώθηκαν στό έργο τού Μάρξ σέ ιστορικές, διαλε-
IIPOΥ Π Ο Θ Ε Σ Ε Ι ΣΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
κτικές κατηγορίες. Έ ίδια ή φιλοσοφία τοϋ Μαρξ δέν ήταν κάποιο σύστημα, κλειστό στήν ιστορία: είναι μιά κοσμοαντίληψη σέ αδιάκοπη μεταμόρφωση καί άνάπτυξη, μέσα άπό τά δεδομένα καί τις άνάγκες τής άνθρώπινης ιστορίας. 1
1. Γιά τήν εξέλιξη τής φιλοσοφικής σκέψης τού Μάρξ καί τοϋ ν Ε ν γ κ ε λ ς , βλ. Ε. Bilsakis, La Nature dans la Pensée Dialectique, L'Harmattan, Paris 2001 ( ε λ λ . μ ε τ . « ' Ε λ λ η ν ι κ ά Γράμματα » , 2003 ).
41
Δ Ε Π Ε Ρ Ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΑΠΟ ΤΗ Δ Ι Α Λ Ε Κ Τ Ι Κ Η TOT Χ Ε Γ Κ Ε Λ Σ Τ Η Δ Ι Α Λ Ε Κ Τ Ι Κ Η TOT ΜΑΡΞ
Σ
ΤΟ ΠΡΟΗΓΟΓΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ επιχείρησα νά σκιαγραφήσω τις κοινωνικές καί ιδεολογικές προϋποθέσεις γιά τ ή διατύπωση τής μαρξιστικής θεωρίας. Καθοριστικό ρόλο στή διαμόρφωση τής σκέψης τού Μάρξ καί τού Έ ν γ κ ε λ ς έπαιξε ή φιλοσοφία τού Χέγκελ, καί βασικά ή διαλεκτική του μέθοδος. Ενδιαφέρει συνεπώς νά δούμε τ ή σχέση Χέγκελ-Μάρξ, ή οποία είναι σχέση άρνησης τού ιδεαλισμού, ανάκτησης τής διαλεκτικής, καί υλιστικής ανάπτυξης της σέ ένα συνεκτικό δλον ( μέθοδος, θεωρία τής γνώσης, θεωρία τοΰ Είναι).
Οί σχέσεις άνάμεσα στή διαλεκτική τοΰ Χ έ γ κ ε λ ( 1770-1831 ) καί στή διαλεκτική τοΰ Μάρξ ( 1818-1883 ) άποτελοΰν ένα τεράστιο, πολυσυζητούμενο καί δύσκολο θέμα. Πρόκειται γιά τ ή σχέση δύο μεγάλων φιλοσόφων, τών μεγαλύτερων, μαζί μέ τόν Κάντ, έκπροσώπων τής μακράς καί λαμπρής γερμανικής φιλοσοφικής παράδοσης. Προφανώς έδώ δέν είναι δυνατόν νά γίνει μιά διεξοδική διαπραγμάτευση τοΰ θέματος. Γι'αύτό θά προσπαθήσω νά δώσω μιά συγκριτική σκιαγραφία τών βασικών θέσεων τών δύο φιλοσόφων, θ ά άπομονώσω δηλαδή ορισμένα βασικά προβλήματα δπου υπάρχει γενετική σχέση, ταυτότητα ή άντίθεση, άνάμεσα στή σκέψη τοΰ Χ έ γκελ καί τ ή σκέψη τοΰ Μάρξ. Στήν ουσία, θά προσπαθήσω νά ορίσω τήν ιδεαλιστική καί τήν υλιστική διαλεκτική μέσα άπό τ ή διαδικασία τής υπέρβασης τοΰ ιδεαλισμού καί τής γένεσης τής υλιστικής-διαλεκτικής κοσμοαντίληψης.
I. Δύο φιλόσοφοι - Sôo
εποχες
Φαίνεται ίσως άντιφατικό νά μιλάμε γιά ενότητα ( ή καί ταυτότητ α ) καί τήν ίδια στιγμή γιά άντίθεση. Εντούτοις μιά τέτοια σύν43
44
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
θετή σχέση φαίνεται παράδοξη μόνο στο πλαίσιο της τυπικής λογικής. Τό παράδοξο έξαφανίζεται στό πλαίσιο τής διαλεκτικής λογικής, που γενάρχης της, στα νεότερα χρόνια, είναι ό Χέγκελ. Πράγματι, ή γενική, αφοριστική διαλεκτική τοϋ Έφέσιου έγινε συγκεκριμένη διαλεκτική τής ιστορικής κίνησης καί τής πορείας τοϋ πνεύματος, στό πλαίσιο τού θεωρησιακού - ιδεαλιστικού συστήματος τού Χέγκελ. Ό Μάρξ « άνέστρεψε » τό ιδεαλιστικό σχήμα τού Χ έ γκελ καί διαμόρφωσε τήν υλιστική διαλεκτική (θά μιλήσουμε παρακάτω γιά τό νόημα τής αναστροφής ). Ή διαλεκτική μέ τόν Μάρξ έγινε, κατά τούς κλασικούς τού μαρξισμού, ή έπιστήμη τών γενικών νόμων τής κίνησης τής πραγματικότητας : τής φύσης, τής κοινωνίας καί τής ανθρώπινης συνείδησης. Στό πλαίσιο λοιπόν τής διαλεκτικής μπορούμε νά μιλάμε γιά ενότητα καί άντίθεση, χωρίς νά παραβιάζουμε τούς κανόνες τής εύρύτερης καί ευλύγιστης λογικής τού Χ έ γ κ ε λ καί τοϋ Μάρξ. Στους δύο φιλοσόφους θά συναντήσει κανείς ουσιαστικές ομοιότητες καί διαφορές. Καί φυσικά δέν πρόκειται άπλώς γιά πρόβλημα προσωπικών ιδιαιτεροτήτων. Οί δύο φιλόσοφοι έζησαν σέ διαφορετικές έποχές, άντιμετώπισαν διαφορετικά προβλήματα, καί έξέφρασαν διαφορετικούς κόσμους. Μέ τόν Χ έ γ κ ε λ ολοκληρώθηκε ή μακρά ιδεαλιστική γερμανική παράδοση. Ό Μάρξ δημιούργησε μιά νέα φιλοσοφία καί μιά νέα έπιστήμη, τόν διαλεκτικό καί τόν ιστορικό υλισμό, πού άντιπροσώπευαν τήν κοσμοθεωρία μιας νέας τάξης : τής έργατικής. Ό Χ έ γ κ ε λ γεννήθηκε τό 1770. Ηταν δεκαεννιά χρονών δταν ξέσπασε ή γαλλική έπανάσταση. Τ Ηταν λοιπόν φυσικό νά επηρεαστεί άπό τίς έπαναστατικές ιδέες. Άπό αυτό πού εύρύτερα άποκαλοϋμε ιδέες τοϋ άστικοϋ διαφωτισμού καί ορθολογισμού (άλλωστε ό άστικός διαφωτισμός είχε ήδη καί τ ή δική του παράδοση στή Γερμανία ). Άλλά ό Χ έ γ κ ε λ έζησε στή Γερμανία, σέ μιά χώρα διαιρεμένη καί σχετικά υπανάπτυκτη, μέ ισχυρή φεουδαρχία καί μέ μιά άστική τάξη λιγότερο ή περισσότερο συμβιβασμένη μέ τήν πανίσχυρη γαιοκτημονική άριστοκρατία. Ό Χ έ γ κ ε λ έζησε καί διαμορφώθηκε ώς φιλόσοφος σέ μιά χώρα μέ ισχυρή ιδεαλιστική παράδο-
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
45
ση. Ό ιδεαλισμός του μπορεί νά ερμηνευθεί με βάση τ ή θρησκευτική και ιδεαλιστική παιδεία του και γενικότερα τό πνευματικό κλίμα τής εποχής του, οπου στό χώρο τής φιλοσοφίας δέσποζε ό ιδεαλισμός και στό χώρο τής κοινωνικής ζωής κυριαρχούσε ό συντηρητισμός, ό δεσποτισμός και ό κοινωνικός κομφορμισμός. Σ τ ή Γερμανία τής έποχής τοϋ Χ έ γ κ ε λ ήταν δύσκολο, γιά ολους αυτούς τούς λόγους, νά εμφανιστεί ένας ύλιστής-ριζοσπάστης γαλλικού τύπου. 'Αντίθετα ήταν φυσικό νά εμφανιστεί κάποιος πού θα συνέχιζε τ ή μεγάλη παράδοση τού Κάντ (1724-1804) και τοϋ Φίχτε (17621814) ή πού θά συμβάδιζε μέ τόν ιδεαλισμό τού Σέλλινγκ (17751854). Ή διαλεκτική ήταν τό έπαναστατικό και βιώσιμο στοιχείο τής φιλοσοφίας τού Χέγκελ. Ό ιδεαλισμός και τό « σύστημα » ήταν τά συντηρητικά στοιχεία του. Πολιτικά ό Χ έ γ κ ε λ άνήκε στή φιλελεύθερη ριζοσπαστική παράταξη. Ό Μάρξ γεννήθηκε τό 1818, δηλαδή σαρανταοχτώ χρόνια μετά τόν Χέγκελ. Ή γαλλική επανάσταση άνήκε ήδη στήν ιστορία, άλλά οί ιδέες και τά ρεύματα πού δημιούργησε «δούλευαν» στό έδαφος τής καθυστερημένης Γερμανίας. Άλλά πρός τά μέσα τού 19ου αιώνα ή έργατική τάξη τής Ευρώπης είχε ήδη άναπτυχθεϊ, μαζί μέ τόν νέο, βιομηχανικό καπιταλισμό. Μετά τά οδοφράγματα τού 1789 άκολούθησε ή έπανάσταση τοϋ 1830-1831, μέ τις πρώτες έργατικές έξεγέρσεις στή Γαλλία, και μετά οί έπαναστάσεις τοϋ 1848, μέ πρωταγωνιστή τώρα τό εύρωπαϊκό προλεταριάτο. Γενικότερα, οί συνδικαλιστικοί και πολιτικοί άγώνες στήν 'Αγγλία, στή Γαλλία και στή Γερμανία φανέρωναν οτι στήν ιστορική σκηνή εμφανιζόταν τώρα μιά νέα, έπαναστατική τάξη, ή οποία άμφισβητοΰσε τήν αιωνιότητα τοϋ άστικού καθεστώτος. Ή νέα κοινωνική πραγματικότητα ζητούσε τ ή θεωρητική της έκφραση. Ό Μάρξ θά γινόταν ό πιό λαμπρός θεωρητικός τού προλεταριάτου. Ό θεμελιωτής τού έπιστημονικού σοσιαλισμού. Ό Μάρξ υπήρξε μαθητής τοϋ Χέγκελ. Άπό αύτόν πήρε τ ή διαλεκτική. Αργότερα, οπως έχουμε σημειώσει, άνακάλυψε, μαζί μέ τόν "Ενγκελς, τόν υλισμό τού Φόυερμπαχ, πού ήταν ό σημαντικότερος εκπρόσωπος τοϋ προδιαλεκτικού υλισμού στή Γερμανία. Ή όρ-
46
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γανική συγχώνευση της διαλεκτικής με τον υλισμό θά εδινε τ ή φιλοσοφική βάση τής νέας κοσμοαντίληψης : τον διαλεκτικό υλισμό. Άλλα δέν ήταν μόνον αυτό. Τό βλέμμα τοϋ νεαρού Μάρξ ήταν στραμμένο κυρίως στήν οικονομική και τήν κοινωνική πραγματικότητα της έποχής του. Ή δημοσιογραφική δουλειά τόν έφερε, ιδιαίτερα, κοντά στά προβλήματα τής εργατικής τάξης και κοντά στό έργατικό κίνημα. Ό ουτοπικός σοσιαλισμός τοϋ Σαίν Σιμόν, τού Φουριέ, τού "Οουεν, κ.ά. και ή κλασική πολιτική οικονομία θά άποτελούσαν πρόσθετες άφετηρίες γιά τ ή συγκρότηση τής μαρξιστικής κοινωνικής θεωρίας. Ε π ε ι δ ή ή μαρξιστική θεωρία περιλαμβάνει τήν επιστημονική πολιτική οικονομία, τόν ιστορικό υλισμό και τ ή θεωρία τού σοσιαλισμού, μαζί μέ μιά συνολική ϋλιστική-διαλεκτική άντίληψη τών φαινομένων. Τά προηγούμενα δέν σημαίνουν οτι τό έργο τοϋ Μάρξ αποτελεί συγκόλληση ή έστω σύνθεση προϋπαρχόντων στοιχείων. Ή κλασική (κυρίως α γ γ λ ι κ ή ) πολιτική οικονομία συνιστά μιά άπό τις πήγες τοϋ μαρξισμού. Άλλά ό Μάρξ διαμόρφωσε τήν έργασιακή θεωρία τής άξιας και τής υπεραξίας. Γενικότερα, μπόρεσε ν'άποκαλύψει τούς νόμους τής κεφαλαιοκρατικής έμπορευματικής παραγωγής και νά θεμελιώσει τήν έπιστήμη τής πολιτικής οικονομίας. Ό Μάρξ άντλησε άπό τούς προοδευτικούς άστούς ιστορικούς, άλλά είναι αυτός πού διαμόρφωσε τήν έπιστήμη τής ιστορίας. Πρόδρομοι του είναι οί μεγάλοι ουτοπικοί πού άναφέραμε, καθώς και άλλοι ούτοπικοί και έπαναστάτες. Άλλά μέ μιά θεωρητική υπέρβαση τών προδρομικών άντιλήψεων, ό Μάρξ δημιούργησε τ ή θεωρία τοϋ έπιστημονικού σοσιαλισμού. Ανακάλυψε τ ή διαλεκτική στό έργο τοϋ Χ έ γκελ. Άλλά μέ τήν «άναστροφή» πού πραγματοποίησε, ή διαλεκτική άπέκτησε υλιστικό περιεχόμενο, και μπόρεσε νά βρει ολη τ ή μεθοδολογική και γνωσιολογική της έμβέλεια, εξω άπό τούς περιορισμούς τής θεωρησιακής κατασκευής. Τέλος, ό υλισμός τού Μάρξ άποτέλεσε τ ή διαλεκτική υπέρβαση τού προηγούμενου υλισμού. Συνολικά ό μαρξισμός άποτελεϊ μιά νέα κοσμοαντίληψη, πού προκύπτει άπό τ ή θεωρητική υπέρβαση τών πηγών της. Τά στοιχεία πού ένσωμάτωσε άπό τις πηγές του ό μαρξισμός τά άνέπλασε, και τούς
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
47
έδωσε νέο περιεχόμενο και λειτουργικότητα. Ό μαρξισμός συνεπώς αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης φιλοσοφικής παράδοσης ένώ ταυτόχρονα σημαδεύει μιά ρήξη στήν ιστορία τής φιλοσοφίας (νέα ταξική όραση, μετατόπιση τού οπτικού πεδίου, υλισμός).
2. "Υλη ή
Πνεϋμα
θ ά έπιχειρήσουμε τώρα μιά συγκριτική αντιπαράθεση ορισμένων βασικών φιλοσοφικών παραδοχών τού Χ έ γ κ ε λ και τού Μάρξ. θ ' α ρ χ ί σουμε άπό τό βασικό έρώτημα : 'Ύλη ή Πνεϋμα ; 1 Ό Χ έ γ κ ε λ είναι ιδεαλιστής. Κατά τ ή θεωρία του, ή υλη, ή φύση, προκύπτει άπό τήν άλλοτρίωση τού πνεύματος. Τό πρωταρχικό λοιπόν δέν είναι ή υλη. Είναι ή νόηση. Ή υλη, ή φύση, είναι τό παράγωγο. Ή έγελιανή παραδοχή έρχεται σέ άντίθεση μέ τις προδρομικές μορφές τής διαλεκτικής παράδοσης, οπως είναι ή φιλοσοφία τού Ηράκλειτου ή ό πανθέισμός τού Σπινόζα, καθώς καί μέ τό σύνολο τής υλιστικής φιλοσοφίας, άπό τούς προσωκρατικούς και τούς άτομικούς, μέχρι τούς Γάλλους ύλιστές. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , τό πάν είναι ή έννοια. Ή 'Απόλυτη 'Ιδέα είναι τό "Ον. Μέσα στήν πορεία τής αύτοεξέλιξής του, τό άπόλυτο πνεύμα άλλοτριώνεται, υποβαθμίζεται, μεταπίπτει στήν κατάσταση τής άσυνείδητης φύσης. Ή φύση είναι τό τελευταίο γίγνεσθαι τού πνεύματος. Είναι παράγωγο πού υπάρχει μόνο χάρη στή συγκατάθεση τής 'Ιδέας. Ό Χ έ γ κ ε λ γράφει χαρακτηριστικά: «Τιθέμενη πράγματι ώς άπόλυτη ενότητα τής καθαρής έννοιας καί τής πραγματικότητάς της, συνενώνοντάς τες μ'αύτό τόν τρόπο στήν άμεσότητα τού είναι, ή ιδέα, μ ' αυτή τή μορφή καί ώς ολότητα, είναι ή φύση » . 'Υλική ουσία αυθύπαρκτη, άνεξάρτητη άπό τ ή νόηση δέν 1. Κατά τούς θετικίζοντες, εμπειριστές, μεταμοντέρνους διανοητές μας, το ερώτημα αυτό στερείται νοήματος. 'Ανήκει στήν άρχαιολογία της γνώσης. 'Αποτελεί κενό κατάλοιπο της ιστορικά ξεπερασμένης μορφής τών «μεγάλων αφηγήσεων » . Εντούτοις τό έρώτημα αύτό θά άποτελεΐ κεντρικό φιλοσοφικό πρόβλημα όσο οί κοινωνικές συνθήκες Θά άναπαράγουν ιδεαλιστικές, μυστικιστικές και Θρησκευτικές κοσμοθεωρήσεις, φενακισμένες μορφές αντίληψης ενός άλλοτριωμένου κόσμου.
48
ΔΡΟΜΟΙ ΤΉΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΙ
υπάρχει : « Ή καθαρή άπόλυτη ουσία βρίσκεται μόνο στήν καθαρή νόηση ή μάλλον είναι ή ίδια ή καθαρή νόηση » . 1 Τό πνεϋμα, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , είναι άπειρα πλουσιότερο άπό τ ή φύση. Ή φύση είναι άλλοτριωμένο πνεϋμα. 'Αποτελεί άρνηση τής ουσιαστικότερης λειτουργίας τού πνεύματος : τής αυτοσυνείδησης. Ή άλλοτρίωση συνεπώς σημαίνει υποβάθμιση, πτώση, μετατροπή τού πνεύματος στό έ'τερόν του. Αλλά τό πνεύμα δέν είναι δημιουργός τής ϋλης άπό τό μή ον. Ή ΰλη είναι τό ίδιο τό πνεύμα άλλοτριωμένο. Ή φύση, άσυνείδητη κατάσταση τοϋ πνεύματος, είναι δέσμια τής άναγκαιότητας. Στερείται τής έλευθερίας μέ τήν οποία λειτουργεί τό πνεύμα. Ή οντολογική-ιστορική σχέση ΰλης καί πνεύματος έχει άνατραπεϊ στή φιλοσοφία τοϋ Χέγκελ. "Οταν ένα πράγμα είναι αληθινό, γράφει ό Χέγκελ, είναι άληθινό μόνο χάρη στήν ιδέα του, ή άκόμα δέν είναι άληθινό παρά μόνο στό βαθμό πού είναι ιδέα. * Ή άλλοτρίωση είναι μιά διαδικασία υποβάθμισης, πού διατηρεί τήν οντολογική σχέση τού πρωταρχικού μέ τό παράγωγο. Ή έννοια τής άλλοτρίωσης ( υποβάθμιση, πτώση ) έχει, δπως είναι γνωστό, θρησκευτική προέλευση. Στό χριστιανισμό ή πτώση έχει βασικά άνθρωπολογικό χαρακτήρα. Στόν Χ έ γ κ ε λ ή άλλοτρίωση έχει τήν οντολογική δψη της (παραγωγή τής φύσης μέ τήν άλλοτρίωση ), τ ή γνωσιολογική ( άπώλεια αύτοσυνειδησίας ) καί τήν άνθρωπολογική. Ό Χ έ γ κ ε λ είχε βαθιά θρησκευτική παιδεία. Καί παρόλο πού δέν δέχεται τή δημιουργία τής φύσης άπό ένα έξωφυσικό δν (τόν θεό), ή διαλεκτική του έχει ούσιαστικά θρησκευτικό χαρακτήρα. Τό άπόλυτο πνεύμα είναι ή άλλη έκφραση τού θεού, καί ή άλλοτρίωση μιά άλλη άντίληψη τής δημιουργίας : « Στόν ίδιο τόν θεό ή ποιότητα, ή δημιουργία, ή δραστηριότητα, ή ισχύς περιέχουν
1. Hegel, Logique, Aubier, 1949, II, σσ. 549, 5 5 0 , 5 5 2 , 572-3. Β λ . επίσης Hegel, Phénoménologie de l'Esprit, Aubier, 1977, II, σ. 311. Τοϋ ίοιου : Philosophy of Naturt ( 2o μέρος τής Εγκυκλοπαίδειας τών Φυσικών Ε π ι σ τ η μ ώ ν ), Garendon Press, 1970, § 247, 248, 261. 2. Hegel, Logique, II, σσ. 461-465.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
49
ουσιαστικά τον αρνητικά προσδιορισμό. "Ολες αυτές οί ποιότητες εξωτερικεύονται μέ τήν παραγωγή τοϋ έτερου». 1 Κατά τούς ύλιστές, ή φύση είναι αυθύπαρκτη, πρωταρχική οντότητα, θεμέλιο τής νόησης. Κατά τόν Σπινόζα, ή φύση είναι αιτία τού εαυτού της και ταυτίζεται μέ τόν θεό. Ή νόηση, καθαρά ανθρώπινη, έχει υλικό υπόβαθρο τόν έγκέφαλο. Τό «σκεπτόμενο σώμα». Άπό τά προηγούμενα φαίνεται ή διαφορά τής έγελιανής οντολογίας άπό τόν υλισμό, τόν προοδευτικό πανθεϊσμό τοϋ Σπινόζα, άλλά και άπό τή χριστιανική άποψη γιά τ ή δημιουργία. "Ας δούμε τώρα τήν άποψη τού Μάρξ, οπως είναι διατυπωμένη στό κλασικό έργο του, 7ο Κεφάλαιο : « Ή διαλεκτική μου μέθοδος όχι μόνο διαφέρει ούσιαστικά άπό τήν έγελιανή, άλλά και είναι τό άκριβές άντίθετό της. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , ή κίνηση της νόησης, τήν οποία προσωποποιεί μέ τό όνομα τής ιδέας, είναι ό δημιουργός τής πραγματικότητας, ή όποία δέν είναι παρά ή φαινομενική μορφή τής ιδέας. Γιά μένα, άντίθετα, ή κίνηση της νόησης δέν είναι παρά άντανάκλαση τής πραγματικής κίνησης μεταφερμένη και μετατεθειμένη στόν άνθρώπινο έγκέφαλο».* Σ ' α ύ τ ό τό σύντομο χωρίο άπό τόν Πρόλογο τοϋ Κεφαλαίου ό Μάρξ θέτει και λύνει τό βασικό πρόβλημα τής φιλοσοφίας, πού στή γλώσσα τών φιλοσόφων λέγεται πρόβλημα γιά τ ή σχέση άνάμεσα στό είναι και τ ή νόηση. Στόν Χ έ γ κ ε λ ή φύση είναι παράγωγο τής ιδέας. Στόν Μάρξ ή νόηση είναι παράγωγο τού είναι. Αύτό πού υπάρχει άντικειμενικά είναι ή φύση, αιτία τοϋ εαυτού της, σέ έξέλιξη στό χώρο και στό χρόνο (και όχι υπάρχουσα μέ αμετάβλητη δομή στό χώρο). Μέ τήν άναστροφή τής οντολογικής θέσης τοϋ ιδεαλισμού, ό Μάρξ θεμελιώνει έναν συνεπή υλισμό. Ε π ε ι δ ή ή διαλεκτική γιά τόν Μάρξ δέν είναι άπλή μέθοδος. Είναι οντολογική και ταυτόχρονα γνωσιοθεωρητική και μεθοδολογική άρχή. Είναι θεωρία τής γνώσης και θεωρία τοϋ είναι. Ή θέση γιά τ ή χρονική και τ ή λειτουργική προτεραιότητα τής ϋλης σέ σχέση μέ τό πνεύμα έχει έπίσης άξια εύρετικής1. Hegel, στό ίδιο. I , σ. 7 6 . •2. Κ. Marx, Le Capital, Éd. Sociales, Paris 1 9 7 5 , I, a. 2 9 .
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
50
επιστημολογικής αρχής. Γιά ν'άποκαλύψει τους νόμους της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας π.χ., ό Μάρξ δεν ξεκινά άπό τ ή σφαίρα τής άνταλλαγής, άλλά άπό τ ή σφαίρα τής παραγωγής. Ή συγχώνευση τοϋ υλισμού και τής διαλεκτικής προσδιόρισε τό χαρακτήρα τού νέου υλισμού. Ό Μάρξ ειχε συλλάβει άπό τά νεανικά του χρόνια τ ή στενότητα τοϋ έποπτικοϋ και μηχανιστικού υλισμού : « Τό κύριο μειονέκτημα όλου τού προηγούμενου υλισμού —περιλαμβανομένου και τού υλισμού τού Φόυερμπαχ- είναι οτι έβλεπε τήν πραγματικότητα, τόν αισθητό κόσμο, μόνο μέ τ ή μορφή τού αντικειμένου ή τής εποπτείας και όχι σάν πράξη, μέ τρόπο μή υποκειμενικό. Αύτό έξηγεΐ γιατί ή ενεργητική πλειφά άναπτύχθηκε άπό τόν ιδεαλισμό, σέ άντίθεση μέ τόν υλισμό - άλλά μόνον άφηρημένα, έπειδή ό ιδεαλισμός δέν γνωρίζει τήν πραγματική, συγκεκριμένη δραστηριότητα σάν τέτοια » . 1 Ό Κάντ, ό Φίχτε, ό Χέγκελ, ό Σέλλινγκ, άντιπροσώπευαν τό ιδεαλιστικό ρεύμα στή γερμανική φιλοσοφία. Καθένας μέ τόν τρόπο του υπερτόνισε τό ρόλο τού υποκειμένου στή γνωστική διαδικασία. Άλλά τό υποκείμενο τους ήταν άφηρημένο, έξωιστορικό, πλάσμα τής Θεωρησιακής φιλοσοφίας. Αντίστοιχα, ό υλισμός τοϋ Φόυερμπαχ δέν μπόρεσε νά συλλάβει τις κινητήριες δυνάμεις τής ιστορίας. Ε π έ μεινε σέ μιά άφηρημένη «ουσία» τοϋ άνθρώπου, κατά τ ή μέθοδο τής θεωρησιακής φιλοσοφίας.
3. Ή διαλεκτική
της
γνώσης
Ή άντίθεση Χέγκελ-Μάρξ στό οντολογικό έρώτημα συνεπάγεται μιά άντίστοιχη άντίθεση στις άντιλήψεις τους γιά τις σχέσεις γνώσης και πραγματικότητας. Ή γνώση, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , συνδέεται μέ τήν αύτοανάπτυξη τής ιδέας : Είναι ένα είδος έπιστροφής τοϋ πνεύματος στόν έαυτό του. Άλλά ή γνώση, κατά τόν Μάρξ, είναι άντανάκλαση τής πραγματικότητας στή νόηση (στόν άνθρώπινο
1. Κ. Mara, « 1η θ έ σ η γιά τον Φόυερμπαχ», στό Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales. Paris 1971. σ. 31.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
51
εγκέφαλο). Ή έννοια της αντανάκλασης δέν είναι, οπως λέγεται συχνά, λενινιστική. Πριν άπο τον Λένιν τήν έννοια τ ή χρησιμοποίησαν ό Μάρξ, ο ν Ενγκελς καί ό Χ έ γ κ ε λ - δσο καί νά φαίνεται παράξενο το τελευταίο. Κατά τ ή μαρξιστική γνωσιοθεωρία ή έννοια τής άντανάκλασης δέν σημαίνει κάποια μηχανική διαδικασία άντιστοίχισης ή άποτύπωσης τοϋ άντικειμένου στή νόηση. Μέ τήν έννοια αυτή ό Μάρξ έννοεΐ μιά άπεικόνιση πραγματικών σχέσεων καί δομών στήν άνθρώπινη νόηση, άπεικόνιση που διαμεσολαβεϊται όχι μόνο άπό νευροφυσιολογικές διεργασίες, άλλά καί άπό τό σύνολο τών έννοιακών σχέσεων καί τής ιδεολογίας τής οποίας είναι φορέας τό υποκείμενο. Ή έννοια αυτή προϋποθέτει τήν οντική προτεραιότητα τής υλης, τής φύσης σέ σχέση μέ τό πνεύμα, δηλαδή σέ σχέση μέ τήν άνθρώπινη νόηση. Ό μαρξισμός, άντίθετα μέ τόν έποπτικό υλισμό, προχωρεί πέρα άπό τίς υλικές διεργασίες πού προσδιορίζουν τό νοητικό φαινόμενο. Γι'αυτό μπορεί νά έρμηνεύσει όχι μόνο τήν ύπαρξη τής αντικειμενικής άλήθειας, άλλά καί τής πλάνης, τοϋ σφάλματος καί τής κάθε μορφής φαντασίωσης. Ή θέση : ή υλη είναι τό πρωτεύον καί ή νόηση τό παράγωγο, δέν συνεπάγεται κάποια απλή γραμμική σχέση αιτίας καί άποτελέσματος. Πράγματι, τί θά πει παράγωγο; Ή υλη δέν « π α ρ ά γ ε ι » τό πνεϋμα, σάν κάποια υλική ουσία. Τό περιεχόμενο τής νόησης δέν υπάρχει σάν τέτοιο. Ή ικανότητα γιά νοητική λειτουργία προϋποθέτει τήν ύπαρξη τών αισθητηρίων, τοϋ νευρικού συστήματος καί τοϋ έγκεφάλου, δηλαδή τήν ύπαρξη τοϋ υλικού υποστρώματος, τοϋ « σκεπτόμενου σώματος » . Άλλά ή ύπαρξη τοϋ υλικού υπόβαθρου, ένώ είναι άναγκαία, δέν είναι έπαρκής συνθήκη γιά τό νοητικό φαινόμενο. Ή νόηση είναι κοινωνικό δημιούργημα. Προϋποθέτει τήν κοινωνική ζωή καί δράση, τήν εργασία, τήν τεχνική, άργότερα τήν πολιτική ζωή καί τήν έπιστημονική έρευνα. Ταυτόχρονα άποτελεϊ κινητήρια δύναμη τοϋ κοινωνικού γίγνεσθαι. Ή σκέψη δέν υπάρχει ώς « ο υ σ ί α » , έστω καί παράγωγη τής υλης. Ά ς πάρουμε ένα παράδειγμα άπό τό χώρο τής ήλεκτρονικής. "Οταν μιά φωνή έγγράφεται στή μαγνητοταινία, ή φωνή παύει νά υπάρχει σάν τέτοια. Αυτό πού υπάρχει είναι μιά αλλοίωση τής εύαί-
52
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σθητης έπάλειψης τής ταινίας, μιά εγγραφή πού περικλείνει τ ή δυνατότητα για αναπαραγωγή τής φωνής μέσα άπό μιά διαδικασία ανάγνωσης. 'Αντίστοιχα (ας μή λησμονούμε, παρ'δλη τήν άναλογία, τήν « άπειρη » περιπλοκότητα τού εγκεφάλου, τών βιοχημικών διεργασιών του καί τ ή βιολογική φύση τού νοητικού οργάνου ), ή σκέψη δέν υπάρχει σάν τέτοια, σάν υλική πραγματικότητα στόν έγκέφαλο. Υπάρχουν οί φυσικοχημικές-βιολογικές άλλοιώσεις στήν ύλη τού έγκεφάλου, ή εγγραφή πού άντιστοιχεϊ στήν παράσταση, καί τό σύνολο τών επεξεργασιών καί τών δομών (λογικών, μαθηματικών, έννοιακών) κλπ., οί όποιες άποτελούν προϋπόθεση τής έννοιακής σκέψης. 1 Ή διαφορά λοιπόν είναι ριζική άνάμεσα στήν έγελιανή οντολογία, οπου τό πνεύμα βρίσκεται στήν άφετηρία τού φυσικού γίγνεσθαι, καί στή μαρξιστική, οπου τό « πνεύμα » , δηλαδή ή άνθρώπινη νόηση, έμφανίζεται σέ μιά ιστορική φάση τής άνάπτυξης τής ύλης, άποτέλεσμα ειδικών δομών καί λειτουργιών στό πλαίσιο τής άνθρώπινης κοινότητας. Ή μαρξιστική άναστροφή συνιστά μιά διαλεκτική υπέρβαση τού θεωρησιακοϋ ιδεαλισμού καί μια ταυτόχρονη ένταξη στό υλιστικό ρεύμα τής φιλοσοφίας. Τήν Γδια στιγμή, χάρη στή διαλεκτική, ό Μάρξ υπερβαίνει τόν έποπτικό χαρακτήρα τού προηγούμενου υλισμού. Αλλά τί σημαίνει έποπτικός ή μηχανιστικός υλισμός ; Μέ τόν δρο αύτό δηλώνεται ή προμαρξιστική μορφή τού υλισμού, πού κύριο χαρακτηριστικό της είναι ή άνιστορικότητα. Βασική άντίληψη τού έποπτικού υλισμού είναι δτι ή πραγματικότητα άποτελεΐται άπό άναλλοίωτες οντότητες καί δτι οί άλλαγές στή φύση είναι ουσιαστικά ποσοτικές. Οί έννοιες τής ποιότητας, τής ποιοτικής άλλαγής καί τής έξέλιξης δέν έντάσσονται οργανικά στό έννοιολογικό πλαίσιο τού προδιαλεκτικού υλισμού. Αντίστοιχα, τό γνωσιακό φαινόμενο νοείται ώς απλή καταγραφή καί έπεξεργασία δεδομένων, δπου άπουσιάζουν οι κοινωνικοί καθορισμοί. Ό έποπτικός υλισμός ήταν άναπόφευκτος στήν έποχή τού Δημόκριτου, τού Ντιντερό ή I. Β λ . σχετικά Ε . Μπιτσάκη, Θε<ορία χα! ΓΙράξτ^ «Gutenberg», 1986.
ΑΙΙΟΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
53
τοϋ Λαπλάς, και άσκησε μιά προοδευτική κοινωνική λειτουργία (άλλωστε οι διαλεκτικές διαισθήσεις δέν έλειψαν ποτέ, και ειδικά άπό τ ή σκέψη τοϋ Ντιντερό). Ό υλισμός αυτός άντιστοιχοϋσε στήν κοινωνική πραγματικότητα έκείνης τής περιόδου και ειδικά στήν τότε κατάσταση τών έπιστημών. Ή διαμόρφωση τής υλιστικής διαλεκτικής άπό τόν Μάρξ (και τόν " Ε ν γ κ ε λ ς ) δέν είναι, προπαντός, πρόβλημα μεγαλοφυίας. Στά μέσα τού περασμένου αιώνα οί φυσικές έπιστήμες είχαν φτάσει σέ ένα έπίπεδο άνάπτυξης (Θερμοδυναμική, βιολογία, γενετική, κοσμολογία, μαθηματική άνάλυση) όπου ή έννοια τής έξέλιξης και γενικότερα ή διαλεκτική άναδυόταν άπό τήν περιοχή τους. 'Αντίστοιχα, οί κοινωνικές έπιστήμες, ή κοινωνική πρακτική, οί κοινωνικές άντιθέσεις και οί άγώνες τής έργατικής τάξης δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις γιά τ ή διαμόρφωση τής έπιστήμης τής ιστορίας ( τοϋ ιστορικού υλισμού) πού είναι ή συγκεκριμένη πραγμάτωση τής διαλεκτικής στό χώρο τής ιστορίας. Ή μαρξιστική άναστροφή τής έγελιανής διαλεκτικής άφορα τόσο τις γενικές νομοτέλειες τής φύσης όσο και τήν άντίληψη τών κοινωνικών φαινομένων. Ό όρος ιδεαλιστική ή θεωρησιακή διαλεκτική δέν έχει μειωτικό νόημα. Είναι φιλοσοφικός δρος. "Αλλωστε ή έκτίμηση τών μαρξιστών γιά τό έργο τού Χ έ γ κ ε λ είναι γνωστή. Ό Χ έ γ κ ε λ ήταν ό μεγαλύτερος φιλόσοφος πού ολοκλήρωσε αύτό πού υπάρχει σέ μερική, άφοριστική ή ιδεαλιστική μορφή στόν 'Ηράκλειτο, στόν Πλάτωνα, στόν Σπινόζα, στόν Κάντ και σέ όλους έκείνους πού θεωρούνται πρόδρομοι τής διαλεκτικής. Ό Μάρξ, δημιουργός τής υλιστικής διαλεκτικής, ολοκλήρωσε τ ή μακρά παράδοση πού άρχίζει άπό τούς προσωκρατικούς και τούς άτομικούς, και άνανεώνεται μέ τούς νομιναλιστές και τόν νεότερο άστικό υλισμό. 1 Χρησιμοποίησα ώς τώρα άντιθετικά τις έννοιες υλισμός και ιδεαλισμός. Ή άντίθεση είναι δεδομένη και μή άναγώγιμη. "Ομως αύτό δέν σημαίνει δτι είναι έξωτερική άντίθεση δύο συστημάτων πού 1. Γιά τήν εξέλιξη τ ή ; διαλεκτικής, βλ. μεταξύ άλλων, Ε. V. Ilyenkov, Dialectical Logic, Progress Publ., Moscow 1977 ( έ λ λ η ν . μ ε τ . έκδ. «Gutenberg», 1983).
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
54
υπάρχουν σε αμοιβαία άνεξαρτησία. Ή αντίθεση ύλισμού-ίδεαλισμοϋ είναι ενδογενής. Γ ι ' α υ τ ό περιλαμβάνει άμοιβαΐες επιδράσεις και καθορισμούς. Ό φιλοσοφικός ιδεαλισμός, έλεγε ό Λένιν, είναι ανοησία μόνο άπό τήν άποψη τοϋ χονδροειδοϋς υλισμού. Έπίσης στόν Λένιν άνήκουν τά άκόλουθα χωρία άπό τά Φιλοσοφικά Τετράδια: « Σ τ ό πιο ιδεαλιστικό έργο τοϋ Χ έ γ κ ε λ υπάρχει λιγότερος ιδεαλισμός και περισσότερος υλισμός». 'Ακόμα: « Ό εύφυής ιδεαλισμός είναι πιό κοντά στόν εύφυή υλισμό άπ' ο,τι ό βλακώδης υλισμός » . Ειδικά γιά τ ή Λογική τού Χ έ γ κ ε λ , ό Λένιν είχε τ ή γνώμη ότι όποιος δέν έχει διαβάσει αυτό τό έργο, δέν μπορεί νά κατανοήσει τό Κεφάλαιο. "Αρα, συμπέραινε, πενήντα χρόνια μετά τό θάνατο τοϋ Μάρξ, κανείς μαρξιστής δέν είχε καταλάβει τό Κεφάλαιο. Τόσο ό Μάρξ και ό Έ ν γκελς όσο και ό Λένιν θεωρούσαν τόν Χ έ γ κ ε λ δάσκαλο τής διαλεκτικής και τ ή φιλοσοφία του μιά άπό τις πηγές τού μαρξισμού.1 4 . Ή διαλεκτική
της
ιστορίας
Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , ή φύση είναι άλλοτριωμένο πνεύμα. 'Ωστόσο τό φυσικό γίγνεσθαι συνιστά μιά αναβάθμιση δομών. Μιά άνοδική πορεία τοϋ πνεύματος πού πραγματώνει νέες, άνώτερες μορφές. Σ έ μιά φάση τής άνοδικής πορείας του, έμφανίζεται ένα νέο στοιχείο : ό άνθρωπος. Μέ τόν άνθρωπο τό πνεύμα άρχίζει νά έπιστρέφει στόν εαυτό του, μέσα άπό μιά διαδικασία αύτοσυνείδησης πού συνιστά τήν άρση της άλλοτρίωσης. Στό έργο τού Χ έ γ κ ε λ μπορούμε νά παρακολουθήσουμε μιά μεγαλειώδη άνασύσταση τής άνοδικής «πορείας τοϋ πνεύματος » , μέσα άπό τήν 'Ιστορία, τήν Τέχνη και τ ή Φιλοσοφία. Ό Χ έ γ κ ε λ ηταν καθολικό πνεύμα. Στό πλαίσιο τού φανταστικού-θεωρησιακοϋ του σχήματος υπάρχουν βαθυστόχαστες άλήθειες γιά τήν άνθρώπινη ιστορία, ειδικά γιά τήν άστική κοινωνία, και τόν
I. Γιά τις αντιλήψεις τοϋ Λένιν γιά τ ή φιλοσοφία τοϋ Χ έ γ κ ε λ , βλ. μεταξύ άλλων, διάφορες κρίσεις στα Φιλοσοφικά Τετράδια ( Cahiers Philosophiques, Œuvres, Éd. Sociales, τ . 3 8 , σσ. 222, 267, 347 και άλλες ).
Α ΙΙΟΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
55
πολιτισμό. Οί ανθρώπινες πραγματώσεις εμφανίζονται εδώ σάν οί διαδοχικές πραγματώσεις τοϋ πνεύματος. Μέ τ ή φιλοσοφία πραγματοποιείται ό τελικός στόχος, πού είναι ή έπιστροφή τού πνεύματος στόν εαυτό του : ή απόλυτη γνώση. Τό ιστορικό γίγνεσθαι, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , παρουσιάζει μιά βραδεία κίνηση καί μιά διαδοχή πνευμάτων. Ό στόχος, ή απόλυτη γνώση, δπου τό πνεύμα αύτοαναγνωρίζεται ώς πνεύμα, έχει ως δρόμο προσπέλασης τήν άνασυλλογή πνευμάτων, τέτοια πού είναι καθεαυτά, καί δπως πραγματώνουν τήν οργάνωση τού πνευματικού βασιλείου τους. 1 Τό πνεϋμα ολοκληρώνει τήν έπιστροφή στόν έαυτό του μέ τήν Επιστήμη της Λογικής, « πού είναι ή καθαρή καί αυτοσυντηρούμενη έπιστήμη τής έννοιας » . Έ δ ώ ή ιστορία τής φύσης, τής κοινωνίας καί τών πολιτισμικών μορφών είναι τό άνεστραμμένο είδωλο τής πραγματικής ιστορίας. Τό πνεύμα ολοκληρώνει τήν ιστορική του ανέλιξη μέ τ ή διαλεκτική φιλοσοφία. Ή Έπιστήμη της Λογικής, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , γράφτηκε βέβαια άπό τόν Γδιο. Εντούτοις μέσα άπό τά κείμενά του έκφράστηκε τό άπόλυτο πνεϋμα. Ό Γδιος δέν ήταν παρά ένα είδος διαμοσολαβητή, ή έκφραστή τοϋ άντικειμενικοϋ, άπόλυτου πνεύματος. ( Ά ς θυμηθούμε τόν ευαγγελιστή Ιωάννη, καί τόν άντίστοιχο ρόλο του. ) Πέρα άπό τό φανταστικό σχήμα, έδώ χρειάζεται μιά πρόσθετη παρατήρηση : Ή ιστορική πορεία τοϋ πνεύματος δέν προϋποθέτει κάποια έναρξη, άρα κάποια στιγμή άκινησίας ; Μιά θετική άπάντηση θά άποτελοϋσε άρνηση τής διαλεκτικής. 'Αντίστοιχα, ή ολοκλήρωση τής πορείας μέ τήν κατάκτηση τής άπόλυτης γνώσης, τής « αύτοαναγνώρισης » , τοϋ πνεύματος, δέν σημαίνει τελείωση καί νέα άκινησία ; Δύσκολα θά βρει κανείς μ*ά σαφή άπάντηση στό έργο τοϋ Χέγκελ.1 Ή κίνηση τής ιστορίας είναι ή πραγμάτωση τής ανέλιξης τού πνεύματος. Ή πορεία αύτή είναι άντιθετική. Πραγματώνεται μέσα 1. Hegel, Phénoménologie de l'Esprit, ο.π., II, σσ. 3 1 1 - 3 1 2 . 2. Β λ . σχετικά, Ε. Bitsakis, La Nature dans la Pensée Dialectique, O.K., κεφ. 3.
56
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
άπό συγκρούσεις και επαναστατικά άλματα. Ό Χ έ γ κ ε λ γνώριζε τήν άντιφατικότητα τής πραγματικής ιστορίας. Ό ίδιος είχε δημοκρατικές και ριζοσπαστικές άντιλήψεις, συνδεόταν μέ τούς ριζοσπάστες τής έποχής του καί βοηθούσε διωκόμενους και φυλακισμένους γιά τά πολιτικά τους φρονήματα.1 Ή έννοια τής ταξικής πάλης υπάρχει στήν έγελιανή φιλοσοφία τής ιστορίας. Ή μυστικοποίηση συνίσταται άκριβώς στό γεγονός ότι, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , μέσα άπό τις άντιθέσεις καί τις συγκρούσεις, τις έπαναστάσεις καί τήν υπέρβαση τών ιστορικά ξεπερασμένων μορφών τό πνεύμα είναι αύτό πού πραγματώνει τούς σκοπούς του. "Ετσι τό ιστορικό γίγνεσθαι άνάγεται, όπως σημειώσαμε, στή βραδεία κίνηση καί στήν άνασυλλογή πνευμάτων πού οργανώνουν τό πνευματικό τους βασίλειο. Δηλαδή δέν είναι οί πραγματικοί άνθρωποι, πού μέσα άπό τήν παραγωγή, τήν τεχνική, τήν ταξική πάλη καί τήν πολιτική πραγματώνουν τήν ιστορία. Είναι τό πλάσμα τής θεωρησιακής άφαίρεσης : τό άπόλυτο πνεύμα. " Ε τ σ ι στόν αύτοδυναμισμό τού ιστορικού γίγνεσθαι προστίθεται ένα άκόμα ξένο, τελεολογικό στοιχείο. "Ενας άλλος στοχαστής, ό παλαιοντολόγος Τεγιάρ ντέ Σαρντέν, θά διαμόρφωνε στήν έποχή μας μιά διαλεκτική τού κοσμικού καί τού άνθρώπινου γίγνεσθαι, πολύ συγγενική μέ τόν ιδεαλιστικό έξελικτισμό τού Χέγκελ. Κατά τόν πατέρα Τεγιάρ, ή άνοδική κίνηση τοϋ σύμπαντος δέν είναι ή κίνηση τής ύλης, ή όποια φθίνει, άλλά ή κίνηση τής ένέργειας, τής πραγματικής ουσίας τού σύμπαντος, τοϋ νέου πνεύματος, κατά τό φιλόσοφο, ή όποια άναβαθμίζεται. Καί ή πορεία αύτή είναι μιά πορεία πρός τό σημείο Ω μ έ γα, πού άντιπροσωπεύει τήν τελείωση καί τήν ένωση μέ τόν θεό.* Μέ βάση τά προηγούμενα, κατανοείται τό γεγονός οτι ή έννοια λογική δέν έχει γιά τόν Χ έ γ κ ε λ τό στενό νόημα τής έπιστήμης τοϋ ορθού συλλογισμού. Ή έπιστήμη τής λογικής είναι ή έπιστήμη τής
1. Γιά τις πολιτικές αντιλήψεις καί τ ή σχετική δραστηριότητα τοϋ Χ έ γ κ ε λ , βλ. Jacques D'Hondt, Hegel Biographie, Calman-Lévy, Paris 1998. 2. Β λ . Teilhard de Chardin, L'Avenir de l'Homme, Seuil, Paris 1962. Τοϋ ίδιου, Le Phénomène Humain, Seuil, Paris 1955.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
57
εννοίας, δηλαδή τοΰ όντος. Άπό τήν άποψη αυτή ή λογική είναι ταυτόχρονα καί θεωρία τής γνώσης καί οντολογία. Ή οντολογία τοΰ Χ έ γ κ ε λ δέν είναι απλώς ιδεαλιστική. Είναι ουσιαστικά φιλοσοφική μορφή θεολογίας. Ε π ε ι δ ή , σύμφωνα μέ τήν άντίληψή του, « ή φιλοσοφία έχει τό Γδιο άντικείμενο καί αποβλέπει στόν Γδιο στόχο μέ τήν τέχνη καί τ ή θρησκεία. Ωστόσο είναι τό υψηλότερο μέσον γιά νά συλλάβουμε τήν Απόλυτη Ιδέα, έπειδή τό μέσον αύτό τό συνιστά ή έννοια » . 1 Γιά τόν παραδοσιακό χριστιανισμό, ή φιλοσοφία είναι θεραπαινίς τής θεολογίας. "Εργο της είναι νά σχολιάσει καί νά θεμελιώσει, μέ τ ή βοήθεια τοΰ φιλοσοφικού λόγου, τήν υπέρτατη θεολογική άλήθεια. Γιά τόν Χ έ γ κ ε λ , άντίθετα, ή φιλοσοφία τοποθετείται πάνω άπό τ ή θρησκεία, έπειδή συνιστά τή μελέτη τής έννοιας : έπειδή είναι ή μελέτη τοΰ άπόλυτου πνεύματος. Ή φιλοσοφία μπορεί συνεπώς νά θεμελιώσει τ ή θρησκεία. Ή άντίθεση μέ τις άντιλήψεις τού Μάρξ είναι καί έδώ προφανής. Κατά τόν Μάρξ ή άνθρώπινη ιστορία είναι ή ιστορία τής πάλης τών τάξεων. ( Ή θέση αυτή άντιστοιχεΐ ειδικά στή βάρβαρη φάση τοΰ σημερινού καπιταλισμού τών πολυεθνικών. ) Οί ταξικές συγκρούσεις γεννιούνται άπό τις άντιθέσεις τού συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής, είναι συγκρούσεις διαμεσολαβημένες άπό τήν ιδεολογία καί διεξάγονται μέσα άπό τήν πολιτική. Συνεπώς ή έξέλιξη τού έποικοδομήματος ( ή πολιτισμική, πνευματική έξέλιξη) δέν είναι μιά αύτόνομη ιστορική διαδικασία. Δέν είναι ή πορεία τού « Πνεύματος » πρός τήν αύτοσυνειδησία. Είναι μιά διαλεκτική διαδικασία σχέσεων καί άμοιβαίων καθορισμών άνάμεσα στή θεωρία, τήν τέχνη καί τήν πράξη. Ή έξέλιξη τής νόησης πραγματοποιείται μέσα άπό τήν πράξη καί ιδιαίτερα τήν τεχνική καί τήν παραγωγή, καί μέ τ ή σειρά της ένσωματώνεται στήν πράξη έπαναστατικοποιώντας τη. Φυσικά ή νόηση στήν έξέλιξή της άποκτά μιά σχετική αύτονομία, υπακούει στήν έσωτερική λογική της, άλλά ή έσωτερική δυναμική πραγματώνεται σέ συγκεκριμένες συνθήκες. Ή άνθρώπινη ιστορία είναι ιστορία τής ανάπτυξης τών παραγωγικών 1. Hegel, Logique, ο.π., II, σ. 5 5 0 .
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
58
δυνάμεων και ιστορία της αλλαγής τών κοινωνικών σχηματισμών με τήν πάλη τών τάξεων. Ταυτόχρονα είναι ιστορία τών επιστημών, τής φιλοσοφίας και τής τέχνης. Τό έποικοδόμημα άποτελεϊ ένεργό στοιχείο τής ιστορικής κίνησης. "Ολοι αυτοί οί παράγοντες καθορίζονται αμοιβαία μέσα άπό άμεσες ή διαμεσολαβημένες σχέσεις, μέ πρωταρχικό τό ρόλο τής υλικής βάσης τής κοινωνίας και τών άντινομιών της. Πολλοί κατηγόρησαν τόν Μάρξ ότι υποτίμησε τό ρόλο τοϋ έποικοδομήματος και ότι άνήγαγε τό σύνολο τών κοινωνικών φαινομένων σέ οικονομικά αίτια. Άλλά ό μαρξισμός δέν είναι οικονομισμός. Γιά νά δείξει τήν περιφρόνησή του σ'αυτές τις παραποιήσεις, ό Μάρξ είπε κάποτε ότι δέν είναι μαρξιστής. Τί σημαίνει αυτή ή ιστορία ; "Οτι ό οικονομισμός, ή απλοϊκή αύτή άντίληψη γιά τήν άνθρώπινη ιστορία, είναι ξένος μέ τ ή σκέψη τοϋ Μάρξ και τοϋ "Ενγκελς. Κατά τούς θεμελιωτές τοϋ μαρξισμού, τό έποικοδόμημα άποτελεϊ ένεργό στοιχείο τής κοινωνικής ζωής. Ή λειτουργία του είναι είτε άνασταλτική είτε προοδευτική, δημιουργός γεγονότων και έξελίξεων. Ό "Ενγκελς π.χ. είχε άναλύσει μέ ποιό τρόπο τό θεοκρατικό συντηρητικό έποικοδόμημα τών άρχαίων αυτοκρατοριών τής Αιγύπτου, τής Μεσοποταμίας και της Κίνας είχε παρεμποδίσει τήν άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων και συνολικά τήν έξέλιξη αύτών τών κοινωνιών. Αντίστροφα, μιά έπαναστατικοποίηση τοϋ πολιτικού έποικοδομήματος και τοϋ δικαίου μπορεί νά έπαναστατικοποιήσει τήν έπιστήμη και τήν τεχνική. Ευρύτερα, τις παραγωγικές δυνάμεις. Παράδειγμα, ή άνθηση τών έπιστημών, τής τεχνικής και τής βιομηχανίας στή μετεπαναστατική Γαλλία. Οί πολιτικοί θεσμοί μπορεί ν'άποτελέσουν κινητήρα ή έμπόδιο στήν ιστορία. Αντίστοιχα, ό μαρξισμός προσδιόρισε τόν κοινωνικοπρακτικό χαρακτήρα τής τέχνης, τής φιλοσοφίας και γενικότερα τής ιδεολογίας.
5. Τό αφηρημένο
και τό
συγκεκριμένο
Αντικείμενο τής έγελιανής φιλοσοφίας είναι τό κατεξοχήν άφηρημένο. Ό Μάρξ, άντίθετα, ξεκινά άπό τ ή συγκεκριμένη πραγματικό-
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
59
τητα. Άλλά ή άντίθεση άνάμεσα στους δύο στοχαστές δέν είναι τόσο άπόλυτη δσο φαίνεται. Ό Μάρξ θεωρούσε δτι ή φιλοσοφία γίνεται υλική δύναμη δταν εισχωρήσει στις μάζες. "Αρα ό Μάρξ πίστευε στή χρησιμότητα (στήν κοινωνική λειτουργία) τής φιλοσοφίας. Ή κοινωνική λειτουργία τής φιλοσοφίας, δπως καί τής θρησκείας καί τής τέχνης, θεωρείται ουσιαστική άπό τό μαρξισμό. "Ολες οί περιοχές τού έποικοδομήματος συνδέονται γενετικά μέ τήν οικονομική βάση, συνδέονται μεταξύ τους καί συνιστούν αυτό πού ο Χ έ γ κ ε λ καί ό Μάρξ άποκαλούν διαφοροποιημένη ολότητα. Αλλά γιά τ ή διαλεκτική, ή ολότητα δέν έχει τήν έννοια ενός συστήματος μέ στατική, άναλλοίωτη δομή, πού είναι μηχανική συνάρθρωση τών συστατικών μερών του. Πρόκειται γιά ένα άντιθετικό δλον τού οποίου τά μέρη προσδιορίζονται άμοιβαΐα, τό όποιο έμπεριέχει τ ή διαφορά καί τήν άντίθεση στό έσωτερικό τής φαινομενικής ταυτότητας, δπου ή ισορροπία άποτελεϊ στιγμή τής κίνησης καί δπου ή ολότητα μπορεί νά άρνηθεΐ, νά υπερβεί τόν εαυτό της, χάρη στις ένδογενεΐς άντιθέσεις της. Αυτή ή έννοια τής έσωτερικής, ένδογενούς άντίθεσης, πού υπάρχει στά πράγματα καί άποτελεϊ τήν « ψ υ χ ή » της κίνησης, είναι κοινή στόν Χ έ γ κ ε λ , τόν Μάρξ καί τόν Λένιν. Πριν δμως έπιχειρήσω μιά συγκριτική παρουσίαση ορισμένων προβλημάτων τής διαλεκτικής στόν Χ έ γ κ ε λ καί στόν Μάρξ, θά ξεκινήσω άπό μιά βασική όψη τοϋ γνωσιοθεωρητικοϋ προβλήματος πού άφορα τ ή σχέση συγκεκριμένου-άφηρημένου. Ό Χ έ γ κ ε λ έχει ώς άφετηρία τό άφηρημένο ( τ ό άπόλυτο πνεϋμα) άπό τό όποιο παράγει τό συγκεκριμένο ( τ ή φύση). Τό άντίθετο άκριβώς συμβαίνει μέ τόν Μάρξ. Ά ς δούμε ένα σχετικό άπόσπασμα άπό τ ή Συμβολή στήν κριτική τής πολιτικής οικονομίας, δηλαδή άπό ένα έργο τοϋ Μάρξ πού γράφτηκε πριν άπό τό Κεφάλαιο : « Τ ό συγκεκριμένο είναι συγκεκριμένο, έπειδή είναι σύνθεση πολλαπλών καθορισμών, άρα ένότητα μέσα στή διαφορότητα. Γι'αυτό τό λόγο έμφανίζεται στή νόηση ώς προϊόν σύνθεσης, άποτέλεσμα καί δχι άφετηριακό σημείο, παρόλο πού είναι τό άφετηριακό σημείο τής άμεσης δράσης καί τής παράστασης. Ή πρώτη διαδικασία άνά-
61
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γει τήν πολλαπλότητα τής παράστασης σέ έναν αφηρημένο καθορισμό. Μέ τή δεύτερη, οί αφηρημένοι καθορισμοί οδηγούν στήν αναπαραγωγή τού συγκεκριμένου άπό τό δρόμο τής νόησης. Γι'αύτό τό λόγο ό Χ έ γ κ ε λ έπεσε στήν πλάνη νά δει τό πραγματικό ώς άποτέλεσμα τής νόησης πού συγκεντρώνεται στόν εαυτό της, εμβαθύνει στόν εαυτό της, τίθεται σέ κίνηση άπό τόν έαυτό της, ένώ ή μέθοδος πού συνίσταται στήν άνοδο άπό τό άφηρημένο στό συγκεκριμένο, άποτελεΐ γιά τ ή νόηση τόν τρόπο γιά τήν ιδιοποίηση τού συγκεκριμένου, γιά τήν άναπαραγωγή του μέ τ ή μορφή τού νοημένου συγκεκριμένου. 'Ωστόσο έδώ δέν βρίσκεται διόλου ή διαδικασία γένεσης τοϋ ίδιου τού συγκεκριμένου » . 1 Στόν Χ έ γ κ ε λ τό συγκεκριμένο παράγεται άπό τό άφηρημένο. Κατά τόν Μάρξ, αύτό πού υπάρχει είναι τό άτομικό ( τό τάδε τι τού 'Αριστοτέλη ), τό συγκεκριμένο. Τό άφηρημένο είναι προϊόν νοητικής διαδικασίας ή όποια, μέ άφετηρία τ ή συγκεκριμένη πραγματικότητα, άνακαλύπτει κοινά στοιχεία, ομοιότητες, κλπ. καί μέσω τοϋ ειδικού άνάγεται στό γενικό - άπό τό συγκεκριμένο άνάγεται στό άφηρημένο. Ή θεωρία άφορα τό άφηρημένο. Άλλά ή νόηση έπιστρέφει στό συγκεκριμένο, άναπαράγοντάς το μέ τ ή βοήθεια τής θεωρίας, μετατρέποντάς το σέ «νοημένο συγκεκριμένο». Ά ς πάρουμε ένα παράδειγμα άπό τό χώρο τής φυσικής. "Εχουμε τήν κλασική άντίληψη γιά τήν κίνηση. Ή παλαιά θεωρία έρχεται πρός τά τέλη τού 19ου αιώνα σέ σύγκρουση μέ τά παρατηρησιακά δεδομένα. Ε π ί σ η ς υπάρχουν άντιφάσεις καί στήν τυπική-μαθηματική δομή (άντιφάσεις μέ τό παλαιό χωροχρονικό πλαίσιο). Λύση τής κρίσης πού προκλήθηκε ήταν ή θεωρία της σχετικότητας. Ή θεωρία τού Αϊνστάιν είναι κατεξοχήν άντιεποπτική ( αρνείται τις συνήθεις έποπτικές έννοιες τού χώρου, τού χρόνου, τής μάζας, κλπ. ). Συνεπώς, γιά τόν απλοϊκό υλισμό, ή θεωρία τής σχετικότητας είναι μιά υποκειμενική ιδεαλιστική θεωρία. Γιά τόν διαλεκτικό υλισμό, άντίθετα, είναι μιά θεωρία πού υπερβαίνει τήν απλή 1. Κ. Marx, Contribution à la Critique de l'Économie Politique, Éd. Sociales, Paris 1957, a . 165.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
6ΐ
( και συχνά άπατηλή ) εποπτική άλήθεια και άποκαλύπτει γενικές σχέσεις άνάμεσα στο χώρο, το χρόνο, τήν υλη και τήν κίνηση. Άλλά τό άφηρημένο τής θεωρίας τής σχετικότητας άποτελεϊ τώρα άφετηριακό σημείο γιά τήν άναπαραγωγή τοϋ συγκεκριμένου άπό τό δρόμο τής νόησης. " Ε τ σ ι , ή ειδική θεωρία τής σχετικότητας άποκάλυψε νέες σχέσεις άνάμεσα στήν ϋλη, τ ή μάζα και τήν ένέργεια και άποτέλεσε ένα άπό τά θεμέλια τής μικροφυσικής και τής κοσμολογίας, ένώ ή γενική θεωρία περιγράφει μέ καταπληκτική άκρίβεια και έξηγεϊ τήν κίνηση τών ουρανίων σωμάτων ( πλανητών, γαλαξιών, κλπ. ). Αυτό τό νοημένο συγκεκριμένο βρίσκεται πιό κοντά στό πραγματικό, άπ'ό,τι τό άντίστοιχο τής -σχετικά έποπ τ ι κ ή ς - θεωρίας τοϋ Νεύτωνα. Πράγματι, έκεΐ όπου ή θεωρία τού Νεύτωνα δέν έδινε ικανοποιητικές άπαντήσεις, ή θεωρία τοϋ 'Αϊνστάιν όχι μόνο έδωσε άποτελέσματα πολύ κοντά στήν πραγματικότητα, άλλά και έξήγησε τά ούράνια φαινόμενα μέ περισσότερο φυσικό τρόπο. 'Αντίστοιχα παραδείγματα θά μπορούσε νά φέρει κανείς και άπό τό χώρο τών κοινωνικών έπιστημών ( π . χ . ή έργασιακή θεωρία τής άξιας τοϋ Μάρξ, ή άνάλυση τοϋ έμπορεύματος άπό τόν Γδιο, κ.ο.κ. ), όπου μέσα άπό τό χάος τών έπιμέρους δεδομένων έξάγεται ό βαθύτερος κοινωνικός νόμος, και όπου μέ τ ή διπλή κίνηση τής νόησης πού περιγράφει ό Μάρξ, τό άφηρημένο χρησιμεύει ώς άφετηρία γιά τ ή θεωρητική ιδιοποίηση τού συγκεκριμένου. Παρά τήν ιδεαλιστική άφετηρία του, και ό Χ έ γ κ ε λ άκολούθησε συχνά αύτή τ ή διπλή κίνηση : άπό τό συγκεκριμένο στό άφηρημένο και ξανά στό συγκεκριμένο άπό τό δρόμο τής νόησης. Βεβαίως ή ιδεαλιστική άφετηρία και ή δομή τοϋ συστήματος υποχρεώνει τόν Χ έ γ κ ε λ νά κάνει συχνά αύθαίρετες γενικεύσεις ή νά « άνακαλύπτει » φανταστικές σχέσεις στήν πραγματικότητα. Άλλά αύτό δέν άναιρεί τό γεγονός ότι ό πατέρας τής νεότερης διαλεκτικής άποκάλυψε πλήθος πραγματικές συνδέσεις άνάμεσα στό συγκεκριμένο και στήν έννοιακή του άναπαράσταση. Ειδικά ή θεωρία τών έπιστημών τού Χ έ γ κ ε λ περιέχει πλήθος αύθαίρετες, τεχνητές και συχνά παράδοξες διασυνδέσεις άνάμεσα στά
1 10
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
φαινόμενα. Ό κύριος λόγος δέν βρίσκεται στήν άγνοια τών έπιστημών τής έποχής του, άλλά στις άνάγκες τού συστήματος. Στό γεγονός δτι ό έπιστημολογικός του λόγος είναι άπαγωγικός, δηλαδή θέλει νά ένσωματώσει τά φαινόμενα σ'ένα δεδομένο άπαγωγικό σχήμα, πού άντιπροσωπεύει τήν άνέλιξη τού πνεύματος. Κατά τά άλλα ό Χ έ γ κ ε λ δέν υποτιμά ούτε τήν έπιστήμη ( τ ό άντίθετο) ούτε τήν παρατήρηση και τό πείραμα. Και ό μεγαλοφάνταστος πατέρας τού νεότερου άντικειμενικού ιδεαλισμού είχε πάντοτε στραμμένο τό κριτικό βλέμμα του στήν κοινωνική πραγματικότητα τής έποχής του. Κατά τόν Χέγκελ, ή λογική δέν είναι τό καθολικό άφηρημένο, άλλά τό καθολικό πού περιέχει δλο τόν πλούτο τού ειδικού. "Οπως έγραφε ό Λένιν, ό Χ έ γ κ ε λ άπαιτεϊ μιά λογική μέ μορφές πλήρεις άπό ζωντανό περιεχόμενο, άναπόσπαστα συνδεδεμένες μέ τό περιεχόμενο τους. Γενικότερα, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , ή φιλοσοφία είναι στό έπακρο έχθρική στό άφηρημένο και έπιστρέφει στό συγκεκριμένο. Μπορεί γιά τόν Χ έ γ κ ε λ ή φύση νά είναι προϊόν τής άλλοτρίωσης τού κατεξοχήν άφηρημένου καί άπροσδιόριστου : τού άπόλυτου πνεύματος, τό όποιο « παρήγαγε » τό κατεξοχήν συγκεκριμένο : τ ή φύση. Άλλά αύτό δέν σημαίνει δτι ό Χ έ γ κ ε λ παρέμενε στή σφαίρα τού άφηρημένου. Τά κείμενά του δέν είναι μόνο πλούσια σέ συγκεκριμένο υλικό. Είναι επίσης πηγή συγκεκριμένων άναλύσεων καί χώρος δπου άναδεικνύονται συγκεκριμένες, άντικειμενικές καί διαλεκτικές σχέσεις, παρά τό φόρο πού πλήρωσε ό μεγάλος διαλεκτικός στό σύστημα καί στόν ιδεαλισμό του. Άλλά πώς σχετίζονται μεταξύ τους οί συγκεκριμένες πραγματικότητες ; 6 . 'Αλληλεξάρτηση
καί
άντίθεση
Ή διαλεκτική ( τόσο ή έγελιανή δσο καί ή μαρξιστική ) είναι, άπό μιά άποψη, ή θεωρία τής άλληλεπίδρασης, τής άλληλεξάρτησης καί τού αμοιβαίου καθορισμού τών φαινομένων. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ : « "Ενα όν καθορισμένο, ένα δν πεπερασμένο, είναι ένα δν πού σχε-
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
63
τίζεται με κάτι άλλο. Είναι ένα περιεχόμενο πού βρίσκεται σέ αναγκαίες σχέσεις μέ άλλα περιεχόμενα, μέ ολόκληρο τόν κόσμο » . 1 Ή ιδέα της καθολικής αλληλεπίδρασης και άλληλεξάρτησης ανάγεται στόν 'Ηράκλειτο ( ε ν τό πάν). Έπίσης τ ή συναντά κανείς στόν Σπινόζα και στόν Λάιμπνιτς και σέ άλλους στοχαστές. Ε ν τ ο ύ τοις οί πρώτοι πού τήν έπεξεργάστηκαν συστηματικά ήταν ό Χ έ γκελ καί οί θεμελιωτές τοΰ διαλεκτικού υλισμού. "Οταν παραμένει στό χώρο τής άφαίρεσης, ή άρχή αύτή φαίνεται διακήρυξη χωρίς γνωστική άξία. "Οταν όμως χρησιμοποιηθεί ώς εύρετική-μεθοδολογική άρχή γιά τ ή μελέτη τών φυσικών ή τών κοινωνικών φαινομένων, τότε άποκαλύπτει όλη τ ή δύναμη και τόν πλούτο τού περιεχομένου της. Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς άξιοποίησαν συστηματικά και άνέπτυξαν αύτή τήν άρχή. Καί δέν είναι τυχαίο ότι ό Λένιν άντιγράφει τό προηγούμενο χωρίο στά Φιλοσοφικά Τετράδια καί μιλάει γιά άλληλεπίδραση καί γιά άλληλεξάρτηση, γιά ολότητα σάν μιά δυναμική, ένδογενώς άντιφατική πραγματικότητα, ικανή νά υπερβεί τόν εαυτό της χάρη στίς άντιθέσεις της, γιά κίνηση πού δέν είναι άπλώς μετατόπιση άλλά εξέλιξη καί ποιοτική μεταλλαγή, γιά ποιοτικά άλματα πού άποτελούν ρήξη τής συνέχειας ένώ ταυτόχρονα ένσωματώνουν ό,τι βιώσιμο υπήρχε στήν προηγούμενη κατάσταση άνεβάζοντάς το σέ μιά νέα ποιότητα, γιά γίγνεσθαι τής φύσης καί τών άνθρώπινων κοινωνιών. "Ολες οί προηγούμενες κατηγορίες είναι έγελιανές. 'Ωστόσο μέ τήν υλιστική άναστροφή πού πραγματοποίησε ό μαρξισμός, έγιναν λειτουργικές γιά τ ή μελέτη της κίνησης τής φύσης, τής κοινωνίας καί τής άνθρώπινης νόησης. Βλέπουμε καί έδώ συγκεκριμένα τ ή γενετική σχέση τού μαρξισμού μέ τήν έγελιανή διαλεκτική, καί ταυτόχρονα τ ή διαφορά του μέ τό θεωρησιακό σύστημα τού Χέγκελ. Ή άντίθεση είναι ένδογενής, άντίθεση τού πράγματος μέ τόν εαυτό του. Ή διαφορά καί ή άντίθεση είναι έσωτερικά κατηγορήματα τής υλης. Τό γίγνεσθαι, άντίστοιχα, είναι μία κίνηση άντιθε1. Hegel, Logique, ô . r . , σ. 7 7 .
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
τική, με επαναστατικές στιγμές και ρήξεις : « μιά διαδικασία άπόσχισης » . 1 Τά πράγματα είναι άντιθετικά άπό τ ή φύση τους. Μιά άπό τίς κύριες προκαταλήψεις τής συνηθισμένης Λογικής, γράφει ο Χ έ γ κ ε λ , είναι δτι θεωρεί τήν άντίθεση λιγότερο ούσιαστικό και ένδογενή καθορισμό άπό τήν ταυτότητα. 'Ωστόσο, αν θά θέλαμε νά χωρίσουμε τις δύο έννοιες καί νά κάνουμε κάποια ιεράρχηση, τότε ή άντίθεση θά ήταν ό πιό βαθύς καί ουσιαστικός καθορισμός. Ή ταυτότητα, άντίθετα, είναι ό απλός, άμεσος προσδιορισμός τού «νεκρού όντος » . Ή άντίθεση είναι « ή ρίζα κάθε κίνησης καί ζωτικής έκδήλωσης » . "Ενα πράγμα, κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , είναι ικανό γιά κίνηση, ίκανό νά έκδηλώσει τάσεις καί παρορμήσεις, στό βαθμό πού έμπεριέχει κάποια άντίθεση. Ή άντίθεση λειτουργεί στά πράγματα καί στούς θεσμούς. Δέν είναι λοιπόν « ά π λ ή ανωμαλία· είναι ούσιαστικός προσδιορισμός, άρχή κάθε αυθόρμητης κίνησης » . "Ενα πράγμα είναι ζωντανό, ικανό γιά μεταβολή, στό βαθμό πού έμπεριέχει κάποια άντίθεση. Καί δταν δέν μπορεί νά υποφέρει τήν έσωτερική του άντίθεση, τότε δέν είναι ζωντανή ένότητα. s Ή άντίληψη τών πραγμάτων ώς ένότητας καί πάλης ένδογενών άντιθέσεων είναι κύριο χαρακτηριστικό τής έγελιανής διαλεκτικής. Ή διαλεκτική «συνίσταται στό άν άντιλαμβανόμαστε τά άντίθετα συγχωνευμένα σέ μιά ένότητα». Ή διαλεκτική καί άντίστοιχα ή Λογική δέν άποτελούν άφηρημένες κατασκευές : « Ή Λογική δέν είναι τό γενικό άφηρημένο, άλλά τό γενικό πού περιλαμβάνει ολόκληρο τόν πλούτο τού ειδικού». 'Ωστόσο ή θεωρησιακή άντιληψη άντιστρέφει τίς σχέσεις συγκεκριμένου καί άφηρημένου : « Τό σύστημα τής Λογικής είναι τό βασίλειο τών σκιών, ό κόσμος τών απλών ούσιαστικοτήτων, πού δέν έχει τίποτα τό συγκεκριμένο καί τό αισθητό». Μέσα άπό τήν εξέλιξη ή Λογική άφομοιώνει τήν πραγματικότητα, ξεπερνά τίς ιδιομορφίες καί συνιστά τήν ουσία, τήν άπό1. Hegel. Phénoménologie, ô.~. II, σσ. 135-137. 2. Hegel, Logique, II. σα. 67-69.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
65
λυτη αλήθεια τών έπιμέρους. Ή Λογική, κατά τον Χ έ γ κ ε λ , είναι ή επιστήμη τής καθαρής νόησης και έχει τήν άρχή της στήν καθαρή γνώση. Ή Λογική χαρακτηρίζεται άπό μιά συγκεκριμένη ένότητα, έπειδή συλλαμβάνει το είναι σάν καθαρή έννοια καί τήν έννοια σάν τό πραγματικό όν. Ή Λογική είναι ή έπιστήμη τής έξέλιξης τοΰ Απόλυτου Πνεύματος. Δέν είναι λοιπόν απλώς « Λ ο γ ι κ ή » : « Ι Ι α ί ρ νει τ ή θέση τής 'Οντολογίας » . 1 Ή οντολογική αναστροφή στήν έγελιανή φιλοσοφία γίνεται φανερή, αν ορίσουμε τ ή λογική σάν τήν έπιστήμη τών νόμων τής νόησης καί τ ή νόηση σάν «αντανάκλαση» τής πραγματικότητας. Ωστόσο, παρά τήν αναστροφή αύτή, ή « διαλεκτική πνοή » ζωογονεί τό έργο τού Χ έ γ κ ε λ : « Ε ν ά ν τ ι α στήν ξηρότητα τών καθαρά τυπικών κατηγοριών», γράφει, « τ ό ένστικτο τού υγιούς λόγου καταλήγει νά σκληρυνθεί καί νά τις απαρνηθεί μέ περιφρόνηση, έγκαταλείποντάς τες στήν αρμοδιότητα μιας σχολικής λογικής καί μεταφυσικής » . * Άν οί λογικές μορφές στερούνται περιεχομένου, αύτό οφείλεται στόν τρόπο πού τις μεταχειρίζονται, άπομονώνοντάς τες μεταξύ τους άντί νά τις βλέπουν στήν οργανική τους ένότητα. 'Ωστόσο ή λογική είναι μορφή μέ συγκεκριμένο περιεχόμενο. 'Αντίστοιχα, κάθε περιεχόμενο ένέχει τ ή μορφή του. Χάρη σ'αύτή καί μόνο σ'αύτή είναι ένα ζωντανό καί ψυχωμένο περιεχόμενο. Ή οργανική ένότητα τών λογικών μορφών βρίσκεται σέ άντιστοιχία μέ τήν αλληλεξάρτηση καί τόν άλληλοκαθορισμό τών πραγμάτων έξαιτίας τών αμοιβαίων αλληλεπιδράσεων καί καθορισμών. Εξαιτίας τής αέναης μεταβολής, κανένα πράγμα δέν ταυτίζεται μέ κάτι άλλο. Αύτό βέβαια θυμίζει τό ρεαλισμό τοΰ 'Αριστοτέλη. Αλλά τά πράγματα είναι άπό τ ή φύση τους άντιθετικά. Έ δ ώ ο Χ έ γ κ ε λ ξεπερνά τόν 'Αριστοτέλη, πού δέχεται τήν άντίθεση μόνο στό δυνάμει, όχι στό ένεργεία. Ή άντίθεση, κατά τόν Χέγκελ, δέν άποτελεΐ άνωμαλία. 'Αποτελεί ουσιαστικό, ενδογενές στοιχείο, τήν κινητήρια δύναμη τοΰ πνεύματος. Ή άντίθεση, γράφει, είναι ή πιό βαθιά, ή 1. Hegel, στό ίδιο, σσ. 4 3 , 4 4 , 5 5 . 2 . Hegel, στό ίδιο, σ. 2 0 .
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
πιο εσωτερική, ή πιο αντικειμενική στιγμή τής ζωής τοϋ πνεύματος. "Ενα δν χωρίς άντιθέσεις είναι νεκρό, ανίκανο γιά αυτοδύναμη εξέλιξη καί αλλαγή. 1 Μέ τ ή σειρά του ό Λένιν θά δριζε τήν άντίθεση ώς τήν ούσία τής διαλεκτικής. Άν θέλουμε ν'άναζητήσουμε τά έσωτερικά κατηγορήματα τοϋ είναι, ένα πρώτο καί ούσιαστικό κατηγόρημα είναι ή άντίθεση. Κατά τήν έγελιανή διαλεκτική, δπως καί κατά τό μαρξισμό, ή άντίθεση δέν είναι άπλώς γνωσιολογική κατηγορία : είναι οντολογική κατηγορία, δηλαδή υπάρχει στά πράγματα καί στους θεσμούς. Ώ ς γνωσιολογική κατηγορία, ή άντίθεση έχει ένα όντικό άντίκρισμα. Άλλά έδώ θά πρέπει νά κάνουμε μιά διάκριση άνάμεσα στήν άντίθεση καί τήν αντίφαση. "Ενας συλλογισμός μπορεί νά είναι άντιφατικός. Ή διαλεκτική λογική δέχεται τήν άντίθεση, άλλά δέν είναι άντιφατική : δέν παραβιάζει τούς κανόνες τής νόησης. 'Ωστόσο ή ευρύτερη αυτή λογική οριοθετεί τήν περιοχή ισχύος τής τυπικής λογικής. Ή τυπική λογική διατηρεί τήν έγκυρότητά της σέ στάσιμες καταστάσεις, σέ μικρά χρονικά διαστήματα δπου τό σύστημα δέν μεταβάλλεται ουσιαστικά, παντού δπου ισχύει ή άρχή τής ταυτότητας. Ή διαλεκτική λογική είναι ή λογική τής άντίθεσης, τής κίνησης, καί τής ποιοτικής άλλαγής. Άφορα εύμετάβλητα συστήματα, δυναμικές, έξελισσόμενες καταστάσεις, φαινόμενα δπου παραβιάζεται ή άρχή τής ταυτότητας μέ τήν έμφάνιση τοϋ νέου. Ή διαλεκτική λογική ένσωματώνει τήν άντίθεση καί τήν κίνηση, χωρίς νά είναι άντιφατική. "Ετσι ή έννοια τής άντίφασης περιορίζεται στις λογικές άντιφάσεις. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , λοιπόν, ένα πράγμα είναι ικανό γιά κίνηση καί μεταβολή μόνο άν περιέχει άντιθέσεις. "Οπως άναφέραμε παραπάνω, ή άντίθεση, κατά τόν Χέγκελ, είναι ή πιό βαθιά, ή πιό έσωτερική καί ή πιό άντικειμενική στιγμή τής ζωής τοϋ πνεύματος. 'Ωστόσο τά άντίθετα δέν είναι άμοιβαΐα έξωτερικά. Συνιστούν τούς πόλους μιας ένότητας. Άλλά οί δύο πόλοι δέν υπάρχουν ό ένας δίπλα στόν άλλο. Κάτι τέτοιο θά σήμαινε κατάργηση τής άντίθεσης καί έπιστροφή στήν τυπική λογική. Τό καθετί υπάρχει χάρη στό 1. Hegel, στό läto, σσ. 67-69.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
67
άντίθετό του. Ή άντίθεση μπορεί νά είναι άπλή ένότητα άντιθέσεως ( opposition ). Μπορεί όμως νά είναι ένότητα άντιθέσεων, όπου ό ένας πόλος δέν μπορεί νά υπάρξει χωρίς τόν άλλο, ένώ ταυτόχρονα ή άντίθεση είναι άνταγωνιστική ( contradiction ), δηλαδή ή μιά πλευρά τής άντίθεσης θά έκμηδενίσει τήν άλλη, καταργώντας ταυτόχρονα καί τόν Γδιο τόν εαυτό της. Ή ένότητα π.χ. τοΰ άτομικοΰ πυρήνα μέ τά περιφερειακά ήλεκτρόνια είναι άπλή άντίθεση. 'Αλλά ή άντίθεση άστικής τάξης καί προλεταριάτου είναι άνταγωνιστική. Ή έπαναστατική πλευρά, τό προλεταριάτο, θά καταργήσει, κατά τόν Μάρξ, τήν άστική τάξη, καταργώντας ταυτόχρονα τόν έαυτό του ώς προλεταριάτο. Τέλος, κατά τήν έξελικτική διαδικασία, μιά άπλή άντίθεση (opposition) μπορεί νά μετατραπεί σέ άνταγωνιστική. 1 "Οταν ή άνταγωνιστική άντίθεση φτάσει στό άποκορΰφωμά της, ή κρίση μπορεί νά λυθεί με τήν κατάργηση τής παλαιάς κατάστασης καί τ ή δημιουργία μιας νέας. Ή σοσιαλιστική έπανάσταση π.χ. θά λύσει τήν άντίθεση άστικής τάξης-προλεταριάτου, καταργώντας καί τούς δύο πόλους της καί δημιουργώντας μιά νέα ποιότητα. Ή άστική τάξη είναι ή θέση, τό προλεταριάτο ή άρνηση. Ή έπανάσταση θά είναι ή άρνηση τής άρνησης : μιά νέα κατάφαση. Οι άντιλήψεις τών κλασικών τοΰ μαρξισμού γιά τήν άντίθεση έχουν ώς άφετηρία τους τό έργο τοΰ Χέγκελ. Έ κ ε ΐ όπου οι μαρξιστές διαφέρουν άπό τόν Χ έ γ κ ε λ είναι ότι στή φιλοσοφία του ή άντίθεση είναι συστατικό στοιχείο τής πορείας τού πνεύματος, ένώ γιά τούς μαρξιστές ή άντίθεση χαρακτηρίζει τόσο τήν έξέλιξη τής υλικής, αυθύπαρκτης φύσης, όσο καί τήν έξέλιξη τών άνθρώπινων κοινωνιών, τού άνθρώπινου ψυχισμού καί τής άνθρώπινης νόησης. 7.
ΤΗ
διαλεκτική
λογική
'Αναφέραμε ήδη ότι κατά τόν Χ έ γ κ ε λ ή λογική δέν είναι τό γενικό άφηρημένο, άλλά τό γενικό πού περιέχει όλο τόν πλούτο τοΰ ειδικού. Μέ τόν όρο λογική, ό Χ έ γ κ ε λ έννοεΐ τ ή διαλεκτική λογική. Ό 1. Β λ . Ε. Bitsakis, La Nature dans la Pensée Dialectique, ο.π.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
Χ έ γ κ ε λ δέν συνέταξε βέβαια κάποιο « εγχειρίδιο » . Μέσα άπό το έργο του περνά ολόκληρη ή άνθρώπινη ιστορία καί ή ιστορία της φύσης, έστω καί άν συχνά τίς βλέπει μέσα άπό τόν παραμορφωτικό καθρέφτη τού συστήματος. Καί άκριβώς στις άναλύσεις τού Χ έ γκελ άναδεικνύεται « ό πλούτος τοϋ ειδικού». Ό Χ έ γ κ ε λ διαφέρει καί ώς πρός αύτό άπό μιά ολόκληρη σχολή σημερινών λογικών καί έπιστημολόγων, πού φαντάζονται ότι ή λογική μπορεί νά χωρέσει στό άκαμπτο πλαίσιο τής τυπικής λογικής, έστω καί μέ τή μαθηματικοποιημένη μορφή της. (Βεβαίως θά ήταν άστεϊο νά ύποτιμήσει κανείς τήν τυπική λογική, τ ή μαθηματική λογική, τόν προτασιακό λογισμό, κλπ., πού άποτελοϋν ισχυρά έργαλεΐα άκόμα καί στόν τομέα τών φυσικών έπιστημών. ) Ή διαλεκτική νόηση δέν άρνεϊται τήν άξία τής τυπικής λογικής. Εύρύτερο νοητικό σχήμα, είναι σέ θέση νά κατανοήσει όχι μόνο τά όρια άλλά καί τήν άξία της - τήν άξία τόσο τής παραδοσιακής όσο καί τής σύγχρονης τυπικής λογικής. Άλλά ή λογική αύτή είναι άνεπαρκής έκεΐ όπου υπάρχει άλλαγή, έξέλιξη, ποιοτική μεταβολή, έκεΐ όπου συμπλέκονται διαλεκτικά τό όν καί τό μή όν. Έ κ ε ΐ όπου τό νέο άναδύεται άπό τό έσωτερικό τού παλαιού ώς ή διαλεκτική άρνησή του. Ό Χ έ γ κ ε λ δέν έκρυβε τήν περιφρόνηση του γιά τ ή σχολαστική άντίληψη τής έποχής του γιά τ ή λογική, άντίληψη πού δεσπόζει άκόμα καί σήμερα. Ωστόσο ποτέ δέν άρνήθηκε τ ή νομιμότητα της τυπικής λογικής στό πεδίο όπου ισχύει, όπως δέν τήν άρνήθηκε καί ό Μάρξ. Άλλά καί οί δύο έπισήμαναν τήν περιορισμένη της εμβέλεια. Οί μετασχηματισμοί π.χ. στή φύση ή στήν κοινωνία δέν μπορούν νά περιγραφούν μέ τούς όρους τής τυπικής λογικής. Τό ρολόι στό χέρι μου, π.χ., είναι ρολόι. Ή ταυτότητά του είναι δεδομένη. "Αν έλεγα ότι είναι καί δέν είναι ρολόι, θά διατύπωνα μιά άνόητη πρόταση. Άν παρακολουθήσουμε όμως έναν σπόρο πού βλασταίνει, δυό μικροσωμάτια πού συγκρούονται, έναν κοινωνικό σχηματισμό στήν έπαναστατική του φάση, τότε έχουμε άνάγκη άπό τίς ευλύγιστες κατηγορίες της διαλεκτικής λογικής γιά νά περιγράψουμε τήν έξελικτική διαδικασία καί τόν ποιοτικό μετασχηματισμό.
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
69
Οί κοινωνικοί σχηματισμοί, π.χ., είναι ενδογενώς αντιθετικοί. Περιέχουν, έστω δυνάμει, τήν άρνησή τους, το στοιχείο τής ιστορικής άρνησης καί τοΰ περάσματος σέ άλλη μορφή. Μπορούμε νά μιλάμε γιά ένα καθεστώς γιά μιά ορισμένη ιστορική περίοδο. Άλλά μέ μιά μακρύτερη προοπτική θά συλλάβουμε δχι μόνο τήν ύπαρξη καί τήν ταυτότητα, άλλά καί τήν ιστορική υπέρβαση. Ό Χ έ γ κ ε λ είχε συλλάβει τόν ιστορικό χαρακτήρα τών κοινωνικών σχηματισμών, τήν αντιθετική φύση τους, τήν ιστορική έξέλιξη στό χρόνο. 'Ηταν υπέρ τού νέου. Τού ιστορικά δικαιωμένου. Άλλά γιά τόν Χ έ γ κ ε λ ή ιστορία αντιπροσωπεύει τούς άναβαθμούς τού άπόλυτου πνεύματος. Ό Μάρξ, αντίθετα, θά μελετούσε τις ενδογενείς αντιθέσεις τών ανθρώπινων κοινωνιών, ανατρέχοντας στό καθοριστικό στοιχείο : στή σύγκρουση τών παραγωγικών δυνάμεων μέ τις σχέσεις παραγωγής. Ό Μάρξ, δπως καί ό Χέγκελ, είχε άσχοληθεΐ συστηματικά καί μέ τις φυσικές έπιστήμες τής έποχής του. Άλλά αύτός πού δούλεψε κυρίως σέ θέματα ιστορίας καί φιλοσοφίας τών έπιστημών καί γενικότερα στό πρόβλημα τής διαλεκτικής τής φύσης, ήταν ό Έ ν γκελς. Συμπληρώθηκαν περισσότερα άπό έκατό χρόνια άπό τότε πού γράφτηκε χωρίς νά ολοκληρωθεί ή Διαλεκτική τής Φύσης. Τό έργο αύτό τού Έ ν γ κ ε λ ς διατηρεί δλη του τήν επικαιρότητα. Μέσα άπό τις σελίδες του άναδεικνύεται δχι μόνο ή διαλεκτική πορεία τής έπιστημονικής γνώσης άλλά καί ή Γδια ή διαλεκτική τής φύσης, πού προκύπτει άπό τ ή φιλοσοφική γενίκευση τών πορισμάτων τών φυσικών έπιστημών. Ό Μάρξ μελέτησε κυρίως τις άνθρώπινες κοινωνίες, καί ιδιαίτερα τήν κεφαλαιοκρατική. Ξεπερνώντας τήν άστική άντίληψη, διαμόρφωσε τήν έπιστήμη τής πολιτικής οικονομίας, ή οποία λύνει τά « μ υ σ τ ή ρ ι α » τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Ό Μάρξ ξεκίνησε άπό τό έργο τών κλασικών τής πολιτικής οικονομίας, καί κυρίως τού "Ανταμ Σμίθ καί τού Ρικάρντο, άλλά ξεπέρασε τούς ταξικούς περιορισμούς αύτών τών στοχαστών. Ή διαλεκτική τού Χ έ γκελ υπήρξε τό πολύτιμο δργανο γιά τήν άνάλυση τών αντινομιών τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Σ έ σχέση μέ αύτό τό πρόβλημα, άς δούμε ένα παράδειγμα ένό-
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
τητας τών αντιθέσεων κατά τ ή μαρξική αντίληψη τής ιστορίας. Ή άστική ( τυπική ) σκέψη αποσυνδέει τίς παραγωγικές σχέσεις άπο τίς παραγωγικές δυνάμεις. Ό Μάρξ, άντίθετα, βλέπει τίς δύο έννοιες στή διαλεκτική-άντιθετική τους σχέση. Οί παραγωγικές δυνάμεις δέν υπάρχουν άνεξάρτητα άπο τίς σχέσεις παραγωγής, καί το άντίστροφο. Ή άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων καθορίζει συνεπώς τίς σχέσεις παραγωγής, άλλά καί οί σχέσεις παραγωγής καθορίζουν τήν άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων. Ή άντιθετική αυτή σχέση έκφράζεται μέ τήν έννοια τού τρόπου παραγωγής. Ό τρόπος παραγωγής είναι ή έκφραση τής ενότητας καί τής άντίθεσης τών παραγωγικών δυνάμεων μέ τίς σχέσεις παραγωγής καί ή θεμελιακή του άντίθεση είναι άντίθεση πού καθορίζει τήν έξέλιξη τού κοινωνικού σχηματισμού. Τόσο ή οικονομική θεωρία τού Μάρξ δσο καί ευρύτερα ή κοινωνιολογία του, έχουν ώς άφετηρία τίς κατηγορίες τής έγελιανής λογικής, τίς όποιες ό Μάρξ μεταμόρφωσε, μέ μιά πράξη ριζικής άναστροφής, σέ υλιστικές κατηγορίες. Κατά τόν Μάρξ, ή διαλεκτική τού Χ έ γ κ ε λ , στήν υπάρχουσα μίΛρφή, δέν μπορούσε νά χρησιμοποιηθεί. "Επρεπε νά υποστεί μιά υλιστική άναστροφή, γιά νά άποκαλυφθεϊ ό έπαναστατικός πυρήνας μέσα στό μυστικιστικό περίβλημα. Ή διαλεκτική στεκόταν μέ τό κεφάλι κάτω. "Επρεπε νά στηθεί στά πόδια της. Άλλά βέβαια οί προηγούμενες · μεταφορές δέν πρέπει νά ληφθούν κυριολεκτικά, έπειδή τότε τό πρόβλημα τής άναστροφής περιορίζεται σέ άπλή μηχανική πράξη. Στήν ουσία ή έννοια τής άναστροφής έκφράζει μιά διαδικασία ύλιστικής-όντολογικής άναστροφής καί ταυτόχρονα μιά ταξική όραση καί μετατόπιση : Τό πέρασμα στήν υλιστική άντίληψη καί τ ή μετατόπιση στήν ταξική σκοπιά τού νεότερου προλεταριάτου. " Ε τ σ ι ή άναστροφή συνιστά μιά πράξη ρήξης με τό ιδεαλιστικό σύστημα καί ταυτόχρονα μιά πράξη διαλεκτικής υπέρβασης πού μεταμορφώνει τήν ιδεαλιστική διαλεκτική σέ υλιστική. Παραπέρα, τό σύστημα τού Χ έ γ κ ε λ έπρεπε νά άναλυθεΐ μέ τό έργαλεΐο πού ό ίδιος δημιούργησε, νά έξαρθρωθει καί ν' άνακτηθούν ολες οί έπιμέρους άλήθειες πού περιείχε. Ή δουλειά αυτή δέν έχει
ΑΙ ΙΟ ΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ ΣΤΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞ
71
άκόμα τελειώσει. 1 Ό Μάρξ και ό "Ενγκελς, καί άργότερα ό Λένιν, όχι μόνο έλυσαν τό πρόβλημα τών σχέσεων της υλιστικής διαλεκτικής μέ τή διαλεκτική τοϋ Χέγκελ, άλλά καί τ ή χρησιμοποίησαν σάν « τ ό πιό άκονισμένο όπλο» τους γιά τήν άνάλυση τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας καί τόν έπαναστατικό μετασχηματισμό της. Ό Μάρξ διέλυσε τ ή φενακισμένη άντίληψη τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας που στή βάση της βρίσκονται οί άστικές σχέσεις παραγωγής καί ιδιαίτερα ό φετιχισμός τού έμπορεύματος. « Ό χαρακτήρας τής ισότητας τών άνθρώπινων έργασιών » , γράφει ό Μάρξ στό Κεφάλαιο, «άποκτά τ ή μορφή άξίας τών προϊόντων τής εργασίας. Τό μέτρο τών ατομικών έργασιών άπό τ ή διάρκειά τους άποκτά τ ή μορφή άξιακού μεγέθους τών προϊόντων τής έργασίας. [ . . . ] Ή μορφή άξία καί ή άξιακή σχέση τών προϊόντων τής έργασίας δέν έχουν άπολύτως καμιά σχέση μέ τ ή φυσική φύση τους. Μιά καθορισμένη κοινωνική σχέση μεταξύ άνθρώπων παίρνει έδώ γι'αύτούς τ ή φανταστική σχέση άνάμεσα σέ πράγματα. Γιά νά βρούμε μιά αναλογία σ'αύτό τό φαινόμενο, θά πρέπει νά έρευνήσουμε στή νεφελώδη περιοχή τού κόσμου τής θρησκείας. Έ κ ε ΐ τά προϊόντα τού άνθρώπινου έγκεφάλου έχουν τήν όψη άνεξάρτητων όντων, προικισμένων μέ ιδιαίτερα σώματα, σέ έπικοινωνία μέ τούς άνθρώπους καί μεταξύ τους. Τό Γδιο συμβαίνει μέ τά προϊόντα τοϋ χεριού στόν κόσμο τών έμπορευμάτων. Πρόκειται γι'αύτό πού μπορούμε νά ονομάσουμε φετιχισμό, πού συνδέεται μέ τά προϊόντα τής έργασίας, φετιχισμό άξεχώριστο άπό τόν τρόπο παραγωγής.' Άλλα ή « διάλυση τών σύννεφων σκόνης » πού καλύπτουν τήν κεφαλαιοκρατική-έμπορευματική κοινωνία δέν άρκεΐ. Τό όπλο τής κριτικής άποτελεΐ ωστόσο προϋπόθεση γιά τόν σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της.
1. Β λ . Ε. Bitsakis, στό ίδιο, κεφ. 3 καί 4 . 2. Κ. Marx, Le Capital, O.K., I, σ. 8 5 .
ΤΡΙΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η Φ Γ Σ Η ΚΑΙ Η Δ Ι Α Λ Ε Κ Τ Ι Κ Η Τ Η Σ Φ Γ Σ Η Σ
Μ
ΕΧΡΙ
ΤΩΡΛ Θ Ε Ω Ρ Η Σ Α
ΔΕΔΟΜΕΝΟ
ότι ο μαρξισμός
θεμε-
λιώνεται στήν παραδοχή μιας αντικειμενικής πραγματικότητας, αιτίας τοΰ εαυτού της, ή όποία βρίσκεται σέ αέναη μεταβολή χάρη στίς ένδογενεΐς άντιθέσεις της. Δηλαδή θεώρησα αυτονόητη τή νομιμότητα μιας διαλεκτικής τής φύσης. "Ομως έκτός άπό τις άντιρρήσεις πού άφοροΰν τ ή νομιμότητα ή καί τήν ύπαρξη της μαρξιστικής φιλοσοφίας συνολικά, ή διαλεκτική τής φύσης υπήρξε άνέκαθεν τό πλέον αμφισβητήσιμο συστατικό μέρος τοϋ μαρξισμού καί συχνά στό όνομα τής κάθαρσης του άπό δογματικά, μεταφυσικά, άν όχι καί θεολογικά στοιχεία. Άλλά, όπως γράφει ό Λούκατς, ή άπόρριψη τής διαλεκτικής τής φύσης στερεί άπό τό μαρξισμό τό οντολογικό του θεμέλιο. Εντούτοις, κατά τόν Ούγγρο φιλόσοφο, ή υλιστική άντίληψη τής φύσης είναι αύτή πού χωρίζει τ ή μαρξιστική άπό τήν άστική άντίληψη τοϋ κόσμου. 1 Ή Διαλεκτική της Φύσης τοϋ "Ενγκελς είναι λοιπόν τό πιό αμφιλεγόμενο κείμενο τών κλασικών τοϋ μαρξισμού. Τό έργο αυτό θεωρείται άπό πολλούς ύστερη, δογματική προσθήκη στό έπιστημονικό έργο τοϋ Μάρξ. Άπό άλλους, άντίθετα, χρησιμοποιήθηκε ώς «ιερό κείμενο», πηγή αιώνιων άληθειών. Τέλος, υποστηρίχθηκε οτι ή Θέση του Θά ήταν στήν πυρά. Ποιά είναι ωστόσο σήμερα ή άξία τού έργου αύτοϋ τοϋ "Ενγκελς ; Πολλά έπιμέρους προβλήματα άπό τις περιοχές τής χημείας, τού ήλεκτρισμού, τής βιολογίας κλπ., τά όποια διαπραγματεύεται δια μακρών ό ν Ενγκελς, έχουν σήμερα λυθεί. Συνεπώς τά μέρη αυτά τοϋ βιβλίου παρουσιάζουν βασικά ιστορικό καί μόνο ένδιαφέρον. Ωστόσο I. Β λ . G. Lu kicks, Histoire et Conscience de Classe, Minuit, Paris 1960, Postface. 73
1 10
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
στα καθαυτό φιλοσοφικά και έπιστημονικά μέρη τοΰ βιβλίου υπάρχουν θεμελιώδεις ιδέες οί όποιες ξεπερνούσαν τήν έποχή τους καί οί όποιες διατηρούν και σήμερα αμείωτο τό ένδιαφέρον τους. Τί θά προσπαθήσω λοιπόν νά κάνω; θ ά αντιπαραθέσω ορισμένες θέσεις τής Διαλεκτικής τής Φύσης μέ σημερινά έπιστημονικά δεδομένα, γιά νά καταλήξω στό έρώτημα : Ή Διαλεκτική τής Φύσης είναι δογματικό παραπροϊόν τοΰ μαρξισμού ή μιά ιστορικά καθορισμένη, συνολική αντίληψη γιά τ ή φύση, ή όποία διαμορφώθηκε μέ βάση τίς έπιστήμες τής έποχής, θεωρημένη άπό μιά ορισμένη φιλοσοφική καί ταξική άποψη ; Πριν άπ'αυτό θά υπενθυμίσω, έντελώς έπιγραμματικά, τά κυριότερα έπιχειρήματα έναντίον τής νομιμότητας τής Διαλεκτικής της Φύσης. α ) Σύμφωνα μέ μιά πολύ διαδεδομένη άποψη, ό διαλεκτικός υλισμός, καί ή διαλεκτική τής φύσης ειδικότερα, άποτελούν όψιμη, δογματική προσθήκη τού Έ ν γ κ ε λ ς καί τού Λένιν στό έπιστημονικά έργο τού Μάρξ. Αύτή, π.χ., είναι ή άποψη, μεταξύ άλλων, τοΰ Ζ. Π. Σαρτρ καί τοΰ Ζ. Μονώ. Ό ισχυρισμός αυτός διαψεύδεται άπό τά γεγονότα. Πράγματι, ό ίδιος ό Μάρξ χαρακτήριζε τ ή φιλοσοφία του υλιστική καί διαλεκτική. Στό έργο τοΰ Μάρξ καί ειδικά στό Κεφάλαιο υπάρχουν Θέσεις καί άναπτύξεις οί όποιες συνιστούν τόν πυρήνα τού διαλεκτικού υλισμού. Καί τό κυριότερο, τό Κεφάλαιο είναι ή συγκεκριμένη πραγμάτωση τής υλιστικής διαλεκτικής στήν έρευνα τών οικονομικών καί κοινωνικών σχέσεων τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Τέλος, ό Μάρξ είχε διαβάσει ολόκληρο τό ΆντιΝτύρινγκ καί συζητούσε μέ τόν ν Ενγκελς τά προβλήματα τής Διαλεκτικής τής Φύσης. Άν λοιπόν ή Διαλεκτική της Φύσης είναι νόθο προϊόν τής φιλοσοφικής σκέψης, τότε ένα μέρος τής ευθύνης άνήκει καί στόν Κάρολο Μάρξ. Ώ ς πρός τόν Λένιν : Ό ίδιος τονίζει δτι στηρίχτηκε καί άνέπτυξε τό φιλοσοφικό έργο τοΰ Μάρξ καί τοΰ Έ ν γκελς. Δικαιούμαστε γενικότερα νά υποστηρίξουμε δτι υπάρχει συνέχεια καί φιλοσοφική ένότητα στό έργο τών τριών κλασικών, ένότητα ή όποία θεμελιώνεται στήν ύλιστική-διαλεκτική τους άντίληψη καί στήν κοινή ταξική οπτική τους.
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
75
β ) Κατά μιά άλλη άποψη, ώς γνωστόν, υπάρχουν «δύο Μάρξ». Ό νεαρός, ούμανιστής και όραματιστής-φιλόσοφος και ό οικονομολόγος, με τήν « ξ η ρ ή » επιστημονική λογική του. Ό πρώτος γοητεύει μιά κατηγορία μαρξιστών. Άλλά γι'αύτούς ό μαρξισμός περιορίζεται συνήθως στά κοινωνικά φαινόμενα. Κατά συνέπεια οί οπαδοί αυτής τής άντίληψης στερούν άπό τό μαρξισμό τό οντολογικό του θεμέλιο καί τόν υποβαθμίζουν σέ κοινωνιολογική θεωρία ή σέ « μεθοδολογία τής ιστορικής πρωτοβουλίας » ( Σάρτρ ). Ή προώθηση τών κοινωνιολογικών κατηγοριών έχει άρνητικές συνέπειες στήν πραγματική γνωστική λειτουργία τους. 'ί^στόσο μιά άνάγνωση τού έργου τού Μάρξ πείθει δτι οί «δύο Μάρξ» είναι δημιούργημα τής σκέψης ορισμένων φιλοσόφων. 'Ανάμεσα στόν « ν ε α ρ ό » καί στόν « ώ ρ ι μ ο » Μάρξ υπάρχουν διαφορές ποιότητας, άλλά δέν υπάρχει τομή. Τά θεμέλια μιας οντολογίας υλιστικής καί διαλεκτικής υπάρχουν ήδη, άν καί συχνά μέ άσυνέπειες, στά νεανικά έργα τού Μάρξ. γ ) Κατά μιά τρίτη άποψη, ή οποία πάλι όφε'ίλεται στόν Ζ. Π . Σάρτρ, ή θεμελιώδης κατηγορία τού κοινωνικού είναι καί τής κατανόησής του είναι ή κατηγορία τής ολότητας. Ή ιστορία, κατά τόν Σάρτρ, έμφανίζεται ώς διαλεκτική διαδικασία καί ή νόηση συλλαμβάνει τήν ιστορική πραγματικότητα ώς ολότητα. Ή άρνηση της άρνησης δέν καταφάσκει παρά στό έσωτερικό μιας ολοκλήρωσης. Αλλά, διερωτάται ό Σάρτρ, υπάρχουν ολότητες καί ολοκληρώσεις στό φυσικό γίγνεσθαι; Γιά νά υπάρχει διαλεκτική τής φύσης, πρέπει ή φύση νά άποτελεϊ ολότητα. Άλλά, ένώ υπάρχουν διάλεχτιχες στή φύση, άγνοούμε άν υπάρχει μία διαλεκτική. Συνεπώς τό νά μιλάμε γιά διαλεκτική τής φύσης σημαίνει δτι έπανεισάγουμε τόν θεολογικό δογματισμό, πράγμα πού δέν θά τό ήθελαν οί μαρξιστές, θ ά συζητήσουμε στή συνέχεια αύτή τήν άποψη. Πράγματι, μπορούμε νά έντοπίσουμε τοπικές (περιφερειακές) διαλεκτικές. "Οπως θά προσπαθήσω δμως νά υποστηρίξω, ή ύπαρξη τοπικών διαλεκτικών, δχι μόνο δέν άντιφάσκει μέ τήν άντίληψη τής φύσης ώς ένιαίας διαλεκτικής ολότητας, άλλά καί άποτελεϊ τήν προϋπόθεση της. δ ) Τέλος, μιά κριτική, έως άπορριπτική άποψη, έχει διατυπωθεί άπό στοχαστές τής σχολής τοϋ Άλτουσέρ. Κατά τόν Ε . Μπαλί-
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
μπάρ, π.χ., υπάρχει μιά « άντικειμενίστικη » άπόκλιση τοϋ μαρξισμού, τής οποίας μείζων μορφή είναι ή συγκρότηση μιας φιλοσοφίας τής φύσης, μιας γενικής οντολογίας. Μείζων μορφή αντικειμενισμού κατά τόν Μπαλιμπάρ είναι ίσως ή ιδέα τής διαλεκτικής τής φύσης όπως διαμορφώθηκε κυρίως άπό τόν ν Ενγκελς καί κυρίως μετά άπ'αύτόν, καί στή βάση τοϋ κειμένου του. Ή τάση αύτή έπιχειρεΐ, κατά τόν Μπαλιμπάρ, νά συγκροτήσει τ ή διαλεκτική ώς έπιστήμη μέ αυστηρά διατυπωμένους νόμους. Μιά τέτοια άντίληψη τείνει νά λειτουργήσει στήν πράξη ώς ιδεολογική μήτρα μιας φιλοσοφίας ή μιας μεταφυσικής τής φύσης. 1 Είναι γεγονός ότι στις χώρες τοϋ «υπαρκτού σοσιαλισμού», ή Διαλεκτική τής Φύσης χρησιμοποιήθηκε γιά νά στηρίξει μιά έπιστημονίστικη, «οντολογική» άπόκλιση στό πλαίσιο τού κρατικού, άπολογητικού μαρξισμού. Άλλά οί ιστορικές περιπέτειες τής διαλεκτικής μπορούν νά ερμηνευτούν, καί δέν συνεπάγονται τήν άπόρριψη τής διαλεκτικής καί ειδικότερα τής Διαλεκτικής τής Φύσης. Καί ό ίδιος ό Μπαλιμπάρ, άλλωστε, μάλλον προχωρεί πρός αύτή τήν κατεύθυνση. Άλλά θά έπανέλθω σ'αύτά τά ζητήματα. "Ας περάσουμε λοιπόν στό έρώτημα : Τί είναι ή Διαλεκτική της Φύσης τού ν Ενγκελς ; "Ενα άνολοκλήρωτο έργο, όπου μέ βάση τίς έπιστήμες τής εποχής του καί στό εύρύτερο πλαίσιο τής υλιστικής διαλεκτικής, ό "Ενγκελς έπεχείρησε νά άναδείξει τίς γενικές νομοτέλειες τής έξέλιξης τής φύσης, καί ταυτόχρονα νά διερευνήσει τά οντολογικά θεμέλια τών έπιστημών τής έποχής του καθώς καί τά έπιστημολογικά έρωτήματα πού έθετε ή νέα περίοδος τής έξέλιξης τών έπιστημών κατά τόν 19ο αιώνα. Οί έπιστημονικές έπαναστάσεις τοϋ 19ου αιώνα θεμελίωναν ήδη τή θέση ότι ή φύση βρίσκεται σέ άέναη έξέλιξη. Ειδικότερα, τ ή θέση ότι ή κίνηση είναι ένδογενές, άναπαλλοτρίωτο κατηγόρημα τής
1. Γιά τίς κριτικές καί τήν απορριπτική στάση απέναντι στή φΰση, β λ . Ε. Bitsakis. La Nature dans la Pensée Dialectique, L'Harmattan, Paris 2001, δπου παρατίθενται καί οί σχετικές πρωτότυπες εργασίες. Τοΰ Γδιου, Τό αειθαλές δέντρο της γνώσεως, « Σ τ ά χ υ » , 1995.
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
77
ϋλης. Οί επιστήμες έκείνης τής εποχής είχαν ήδη υπονομεύσει τό κύριο μηχανιστικό « παράδειγμα » . Άλλά μπορούσε νά θεμελιωθεί ή θέση ότι ή φύση άποτελεϊ ολότητα ; Καί άν ναι, ποιά θά ήταν τά κύρια χαρακτηριστικά καί οί γενικές νομοτέλειες τοϋ φυσικού γίγνεσθαι ; "Ας θυμηθούμε πρώτα τά κύρια χαρακτηριστικά τού κλασικούμηχανιστικού κοσμοειδώλου ή « παραδείγματος » . Ή ΰλη άποτελεϊται άπό άτομα : συμπαγή, άφθαρτα, άδημιούργητα κατά τόν Δ η μόκριτο, δημιουργημένα άπό τόν θ ε ό κατά τήν πρώτη στιγμή τής δημιουργίας σύμφωνα μέ τόν Νεύτωνα. Τά άτομα είναι άπό τό φύση τους άδρανή : κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ή μάζα, μέτρο τής άδράνειας. Τά άτομα άλληλεπιδροϋν μέ δυνάμεις πού μεταδίδονται μέ άπειρη ταχύτητα. Τά μακροσκοπικά σώματα, συνολικά οί κοσμικοί σχηματισμοί, άποτελούνται άπό άτομα πού είναι διάσπαρτα σέ έναν άπειρο, εύκλείδειο χώρο, δηλαδή σέ έναν χώρο τοϋ οποίου ή μορφή ( ή μετρική) είναι άνεξάρτητη άπό τήν παρουσία τής ϋλης. Έπίσης χαρακτηριστικό τοϋ μηχανιστικού παραδείγματος είναι ή ύπαρξη ένός άπόλυτου, παγκόσμιου χρόνου, άνεξάρτητου άπό τό σύστημα άναφοράς, δηλαδή άνεξάρτητου άπό τήν κίνηση. Τά μακροσκοπικά σώματα άποτελοϋν μηχανική συνάρθρωση τών ατόμων πού τά συγκροτούν. Οι ίδιότητές τους, συνεπώς, θά μπορούσαν, κατ'άρχήν, νά συναχθούν άπό τις μηχανικές ιδιότητες τών ατόμων πού τά συνθέτουν. Οί έννοιες τής ποιότητας καί τού ποιοτικού μετασχηματισμού άπουσιάζουν άπό τ ή μηχανιστική φιλοσοφία. Ό άκραϊος αυτός άναγωγισμός, δηλαδή ή άμεση άναγωγή τοϋ άνώτερου στό κατώτερο, διατυπώθηκε μέ χαρακτηριστική σαφήνεια άπό τόν μεγάλο μαθηματικό, φυσικό καί κοσμολόγο Λαπλάς. Κατά τόν Γάλλο ύλιστή, άν θά μπορούσαμε κάποια στιγμή νά γνωρίζουμε τις θέσεις καί τις ταχύτητες όλων τών άτόμων τοϋ σύμπαντος, καθώς καί τις δυνάμεις μέ τις όποιες άλληλεπιδροϋν, τότε θά μπορούσαμε όχι μόνο νά προβλέψουμε τό μέλλον του, άλλά καί νά άνασυστήσουμε τό παρελθόν του. Τά πάντα, άπό τήν πτώση ένός φύλλου πάνω στή γή ή σέ άλλο πλανήτη μέχρι τά φαινόμενα τής ζωής καί τής σκέψης καί τά άνθρώπινα συναισθήματα, Θά μπορούσαν
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
νά ερμηνευτούν με βάση τίς αλληλεπιδράσεις καί τίς κινήσεις τών ατόμων. 1 Ό άκραΐος αυτός άναγωγισμός δεν ανταποκρινόταν, προφανώς, στήν ποιοτική πολυμορφία τής φύσης. Εντούτοις, καί σέ άντίθεση μέ ορισμένα σημερινά φιλοσοφικά ρεύματα δεχόταν : πρώτον, τήν άντικειμενικότητα τής ύλης' δεύτερον, τόν νομοτελειακό χαρακτήρα τών φαινομένων τρίτον, τήν παγκοσμιότητα τών φυσικών νόμων τέταρτον, τ ή γνωσιμότητα τής φύσης. Ό έπιστημονικός ρεαλισμός ήταν ένα άπό τά θετικά χαρακτηριστικά τής προδιαλεκτικής φιλοσοφίας τής φύσης. Συνεκτική μέ τήν προηγούμενη άντίληψη γιά τήν υλη καί τό σύμπαν ήταν ή άντίληψη γιά τήν αιωνιότητα τού πλανητικού συστήματος καί τών κοσμικών σχηματισμών. 'Αλλά ή υποτιθέμενη αιωνιότητα τού κοσμικού σχηματισμού παρέπεμπε, φυσιολογικά, στόν Μεγάλο 'Αρχιτέκτονα. Ή μηχανιστική κοσμοαντίληψη ήταν ή άχίλλειος πτέρνα τού προδιαλεκτικού υλισμού. Ειδικότερα ή άντίληψη τής ύλης ώς αδρανούς ουσίας, δηλαδή ό διαχωρισμός τής υλης άπό τήν κίνηση, καθιστούσε άκατανόητη τ ή δεδομένη κίνηση τών υλικών σχηματισμών. Δέν είναι συνεπώς τυχαίο δτι τόσο ό Καρτέσιος δσο καί ό Νεύτων άναγκάστηκαν νά καταφύγουν στόν θ ε ό , ό όποιος θά μπορούσε νά προικίσει τήν ύλη μέ τήν άπαιτούμενη ποσότητα κίνησης (ένέργειας, δπως θά λέγαμε σήμερα). Στό πλαίσιο τού μηχανιστικού παραδείγματος, στήν αιωνιότητα τών άτόμων καί τών κοσμικών σχηματισμών άντιστοιχούσε καί ή αιωνιότητα τών φυτικών καί τών ζωικών ειδών, καθώς καί ή παγκοσμιότητα καί τό άναλλοίωτο τών φυσικών νόμων. Στό πλαίσιο τού μηχανιστικού παραδείγματος ή φύση εμφανιζόταν ώς ολότητα, όχι δμως ώς διαλεκτική ολότητα, άλλά ώς μηχανισμός. Ή έξέλιξη τών φυσικών έπιστημών τού 19ου αιώνα έξάρθρωσε, ώς γνωστόν, αυτό τό πλάσμα τής « κακής άφαίρεσης » , άναγκαΐο στάδιο στήν έξέλιξη τής έπιστημονικής γνώσης.
1. Laplace, « Essai philosophique sur les probabilités », Œuvres Complètes, Gauthier Villars, Paris, τ. 7.
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
79
"Ενα πρώτο ρήγμα στήν άπολιθωμένη αντίληψη γιά τ ή φύση, δπως σημειώνει ό Έ ν γ κ ε λ ς , το δημιούργησε ή θεωρία τών πλανητικών συστημάτων. Μιά τέτοια υπόθεση, περισσότερο φιλοσοφική, διατυπώθηκε γιά πρώτη φορά άπό τόν Κάντ. 1 Ή πρώτη έπιστημονική διατύπωση οφείλεται στόν Λαπλάς. Εντούτοις τό πρόβλημα τών σχέσεων υλης καί κίνησης παρέμενε άλυτο στό πλαίσιο τού μηχανιστικού κοσμοειδώλου. Άλλά πρός τά μέσα τού 19ου αιώνα ορίστηκε κατά κάποιον τρόπο ή έννοια τής ένέργειας. Ή διατύπωση τού πρώτου θερμοδυναμικού αξιώματος άφορούσε τήν άφθαρσία τής ενέργειας ή τ ή σταθερότητα τής ενέργειας ενός κλειστού συστήματος. Άλλά τό άξίωμα τής σταθερότητας είχε ήδη παραπέμψει στόν Δημιουργό, άπό τήν έποχή τού Καρτέσιου. Διαλεκτικό χαρακτήρα άντίθετα, δπως έπισημαίνει ό Έ ν γκελς, είχε τό δεύτερο θερμοδυναμικό άξίωμα, δηλαδή τό άξίωμα πού καθορίζει τούς νόμους μετασχηματισμού τών διαφόρων μορφών τής ένέργειας. Άλλά ούτε ή διατύπωση αυτού τού άξιώματος έλυσε τό πρόβλημα τών σχέσεων υλης καί κίνησης. Πράγματι, οί φυσικοί έκείνης τής έποχής, δέσμιοι τής μηχανιστικής αντίληψης, θεώρησαν τήν ένέργεια ουσία, άβαρές ρευστό, θεώρησαν συνεπώς τό σύμπαν ώς άποτελούμενο άπό υλη καί άπό άυλη ένέργεια. Ή διχοτομία αύτη παρασιτεί άκόμα στή σκέψη φυσικών καί φιλοσόφων, παρά τήν έπανάσταση τής σχετικότητας καί τών κβάντων, πού άπέδειξε τήν ένότητα τής ύλης καί τής κίνησης ( ή , μέ φυσικούς δρους, τής μάζας καί τής ένέργειας ). Ό Έ ν γ κ ε λ ς , άντίθετα, ξεπερνώντας τόν ορίζοντα τής έποχής του, διατύπωσε τήν έπαναστατική (γιά τότε καί γιά σήμερα) άποψη δτι ή ένέργεια είναι, δπως θά λέγαμε σήμερα, μέτρο τής κίνησης. Ή άντίληψη αύτή θά έπιβεβαιωνόταν άπό τις σύγχρονες σχετικιστικές θεωρίες, οί όποιες έντάσσουν στήν κατηγορία τής υλης καί τούς δήθεν άυλους φορείς τής ενέργειας — τά φωτόνια καί τά κβάντα τής βαρυτικής άλληλεπίδρασης. Ό δρόμος γιά μιά μονιστική άντίληψη είχε ήδη άνοίξει. 'Ωστόσο τά έπιστημονικά-ίδεολογικά έμπόδια δυσκόλευαν τήν 1. Β λ . Kant's Cosmogony, W. Hastie transi., Jonson Reprint Corpor., London 1970.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
κατανόηση τοϋ επαναστατικού χαρακτήρα τής θερμοδυναμικής και τής σχετικότητας. Τέλος, ανάμεσα στις μεγάλες άνακαλύψεις που έκαναν δυνατή τ ή διαλεκτική άντίληψη τής φύσης, ό "Ενγκελς σημειώνει τήν άνακάλυψη τού κυττάρου ώς θεμελιώδους δομικής μονάδας τών έμβιων όντων, καί προπαντός τ ή θεωρία τής έξέλιξης τών ειδών τού Δαρβίνου. "Οπως γράφει ό "Ενγκελς, ή νεότερη έπιστήμη, έπαναστατική στό ξεκίνημα της, ειχε διαμορφώσει πρός τά τέλη τού 18ου αιώνα μιά στατική άντίληψη γιά τ ή φύση : αιωνιότητα τών άτόμων, αιωνιότητα τοϋ πλανητικού συστήματος, σταθερότητα τών ειδών άπό τ ή στιγμή τής δημιουργίας ή καί άπό τήν τελευταία καταστροφή. Στήν έπιστήμη κυριαρχούσαν οί στατικοί νόμοι, οί όποιοι άντιστοιχοϋσαν σέ ένα άναλλοίωτο σύμπαν. ΙΊρός τά τέλη τού 19ου αιώνα ή εικόνα αύτή ειχε άποσαθρωθεΐ. "Ομως μιά αύθεντική διαλεκτική εικόνα δέν άναδυόταν άκόμα άπό τό χώρο τών έπιστημών. "Επρεπε νά διαμορφωθούν στόν 20ό αιώνα οί νέες θεωρίες γιά τήν ύλη, ή άστροφυσική, έπρεπε νά άναπτυχθούν παραπέρα οί έπιστήμες τής ζωής, γιά νά είναι δυνατή μιά διαλεκτική τής φύσης, γενίκευση καί υπέρβαση τών τοπικών διαλεκτικών. 1 Παρά ταΰτα ό "Ενγκελς, με τά δεδομένα τής έποχής του, συνέλαβε ουσιαστικές όψεις τής διαλεκτικής τής φύσης. Άλλά οί δυσκολίες γιά μιά διαλεκτική τοϋ φυσικού κόσμου δέν οφείλονταν μόνο, ούτε κυρίως, στό τότε έπίπεδο τών έπιστημών. Προέρχονταν κυρίως άπό τή μακρά μεταφυσικήίδεαλιστική παράδοση, ή όποία δέσποζε στό χώρο τών έπιστημών καί τής φιλοσοφίας. Τό ιστορικό έπίτευγμα τοϋ "Ενγκελς δέν ήταν, συνεπώς, απλώς καρπός μεγαλοφυίας. Προϋπέθετε τ ή διαλεκτική λογική, τ ή συνεπή υλιστική έρμηνεία τών φαινομένων καί, προπαντός, τ ή νέα ταξική όραση τής κοινωνίας, άρα καί τών έπιστημών. Πώς μας φαίνονται λοιπόν ολα αύτά σήμερα, έναν αιώνα μετά I. Γιά τήν ΰ-αρξη « Διαλεκτικών » , βλ. L. Sève. Sciences et Dialectiques de la Nature, La Dispute, Paris 1998. Γιά τά επιχειρήματα υπέρ τής νομιμότητας της « διαλεκτικής τής φύσης » , βλ. Ε. Bitsakis, La Nature dans la Pensée Dialectique, ο.π.
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
82
τ ή Διαλεκτική τής Φύσης τοΰ ν Ενγκελς ; Τί αξία μπορεί νά έχουν μπροστά στα επαναστατικά δεδομένα τών σημερινών έπιστημών; Ά ς αρχίσουμε άπό τήν υλη. (Χρησιμοποιώ έδώ αύτή τ ή λέξη γιά νά δηλώσω το άντικείμενο τής έρευνας τών φυσικών έπιστημών. ) Ή έπικράτηση τής ατομικής θεωρίας άποτέλεσε ένα έπαναστατικό βήμα στήν ιστορία τών φυσικών έπιστημών. "Ομως ή μεταφυσική άντίληψη τοΰ άμετάβλητου άτομου, έστω και στήν υλιστική έκδοχή της, συνιστούσε έμπόδιο γιά μιά συνεπή έξελικτικήδιαλεκτική άντίληψη γιά τ ή φύση. Ή άνακάλυψη τής ραδιενέργειας άκύρωσε καί αυτό το πλάσμα τής μεταφυσικής, έγκαινιάζοντας τήν έποχή τών μεταστοιχειώσεων. Εντούτοις οί φυσικοί αναγνώρισαν στά ύποατομικά σωματίδια - σ τ ο πρωτόνιο, στό νετρόνιο καί στό ήλεκτρόνιο- τούς νέους «δομικούς λίθους» τού σύμπαντος. Έπίσης ή παράδοση τής θερμοδυναμικής, καθώς καί οί νέες θεωρίες γιά τό φώς ( Μάξγουελ, Κβαντική Μηχανική ) κατανοήθηκαν στό πλαίσιο τής διχοτομίας τής ΰλης καί τής ένέργειας. Ακόμα καί ή περίφημη σχέση τού Αϊνστάιν, ή όποια άποκαθιστοΰσε μιά ποσοτική σχέση άνάμεσα στή μάζα καί τήν ένέργεια, έρμηνεύθηκε στό πλαίσιο τού μηχανιστικού παραδείγματος ώς σχέση ϋλης καί ένέργειας, άνοίγοντας τό δρόμο γιά έναν σύγχρονο ένεργητισμό. Μέ τ ή σχετικότητα, τήν άτομική καί τήν πυρηνική φυσική, τό πρόβλημα τέθηκε σέ νέες φυσικές βάσεις, άλλά δέν λύθηκε. 1 'Ωστόσο, άκολουθώντας τις άντιλήψεις τοΰ "Ενγκελς καί ειδικά τ ή θέση ότι ή ένέργεια δέν είναι ουσία, θά μπορούσαμε νά έρμηνεύσουμε τ ή σχέση τού 'Αϊνστάιν ώς ποσοτική σχέση δύο άντίθετων καί άλληλένδετων κατηγορημάτων τής ϋλης : τής μάζας, μέτρου τής άδράνειας, καί τής ένέργειας, μέτρου τής κίνησης. Μιά πρώτη « τοπική » διαλεκτική άναδεικνύεται έτσι στό τετραδιάστατο χωροχρονικό πλαίσιο τής σχετικότητας. 'Αλλά καί ή φυσική τών μικροσωματίων άνέτρεψε στή συνέχεια τήν άντίληψη γιά τήν ύπαρξη «έσχατων δομικών λίθων», έστω καί άν αύτοί είχαν τώρα άναζη1. Β λ . σχετικά Ε. Bitsakis. Physique et Matérialisme, Éd. Sociales, Paris 1983 καί Τό αειθαλές δέντρο της γνώσεως, ο.τζ.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
τηθεΐ στο ύποατομικό επίπεδο. Πράγματι, τά σωμάτια της μικροφυσικής δέν είναι ούτε λίθοι (αμετάβλητα) ούτε έσχατα. Ή έννοια της σταθερότητας έχει πλέον σχετικοποιηθεϊ. "Ενα σωμάτιο σταθερό σέ μιά ένεργειακή κλίμακα μετασχηματίζεται σέ άλλα μικροσωμάτια, σέ άλλο έπίπεδο ένέργειας. Τά σωμάτια δέν είναι όντολογικώς ξένα μεταξύ τους. Μετασχηματίζονται άμοιβαΐά, άκολουθώντας καλώς ορισμένους νόμους διατήρησης καί μετασχηματισμού. Τά σωμάτια χωρίζονται σέ δύο μεγάλες κατηγορίες : τά φερμιόνια καί τά μποζόνια. Άνάμεσά τους δέν υπάρχει ωστόσο σινικό τείχος. "Ενα μποζόνιο, π.χ. ένα κβάντο φωτός, μπορεί νά μετατραπεί σέ δύο φερμιόνια (ένα θετικό καί ένα άρνητικό ήλεκτρόνιο) καί άντίστροφα. Ε π ί σ η ς , άνάμεσα στά σωμάτια καί τά άντισωμάτια υπάρχουν διαδικασίες μετασχηματισμών οι όποιες σέβονται καλώς ορισμένους νόμους διατήρησης. Συνεπώς, καί ή διχοτομία ύλης καί άντιύλης, δηλαδή σωματίων καί άντισωματίων, έχει πλέον ξεπεραστεί : Δέν πρόκειται γιά διχοτομία άλλά γιά διαλεκτική άντιθετική σχέση — σχέση ενότητας καί άντίθεσης. Ή παλαιά άντίθεση ύλης καί πεδίου, δηλαδή ή άντίληψη δτι τό πεδίο δέν είναι ύλη, έχει έπίσης τελεσίδικα ξεπεραστεί. Ή άντίθεση αυτή άναδεικνύεται ώς διαλεκτική άντίθεση στό πλαίσιο τών σχετικιστικών καί τών κβαντικών θεωριών: αύτό πού έθεωρεΐτο άπό τ ή μηχανιστική σκέψη « υ λ η » ( π . χ . τά μικροσωμάτια) μετατρέπεται σέ πεδίο ( π . χ . φωτόνια) ή, άκόμα περισσότερο, δέν είναι παρά έκδήλωση, ιδιομορφία τού πεδίου, τό όποιο μπορεί νά θεωρηθεί ώς ένιαία, διαφοροποιημένη, δυναμική πραγματικότητα. Άπό τήν άποψη τών σχετικιστικών θεωριών ή ύλη έμφανίζεται ώς δυναμική διαφοροποιημένη ολότητα : σωμάτια-άντισωμάτια, « υλ η »-πεδίο, φερμιόνια-μποζόνια, κλπ. Οί άμοιβαΐοι μετασχηματισμοί τών σωματίων άποτελούν τ ή συγκεκριμένη έκφραση τής όντικής τους ένότητας. Ή άλλαγή τών μορφών, άλληλένδετη μέ τ ή διατήρηση στοιχείων πραγματικότητας τής προηγούμενης κατάστασης, άποτελεΐ τ ή συγκεκριμένη άπόδειξη τής ήρακλείτειας ρήσης : τά πάντα ρεί. Άλλά στό έσωτερικό τής κίνησης άντιτίθεται διαλεκτικά ή σταθερότητα : Υπάρχουν άπόλυτοι νόμοι διατήρησης, άλλά καί
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
84
αυτοί έχουν αντιθετικό χαρακτήρα. 'Αφορούν το αλγεβρικό άθροισμα άντίθετων οντοτήτων ( π . χ . διατήρηση τοϋ βαρυονικοϋ καί τοϋ λ ε πτονικοϋ αριθμού ). Άλλα καί αυτοί οί νόμοι ίσως αποδειχτούν σχετικοί στό πλαίσιο τής « μεγάλης ένοποίησης » τήν όποια επιδιώκουν οί φυσικοί. Άλλά ή « μ ε γ ά λ η ενοποίηση» δέν θά άρει τ ή διαφορά στό έσωτερικό τής ταυτότητας. 1 Ένότητα ή όποια συνυπάρχει διαλεκτικά μέ τ ή διαφοροποίηση τών μορφών. Άλλά άπό τήν έποχή τοϋ Δημόκριτου καί μέχρι τ ή δεκαετία τοϋ 1920, τόσο στή φυσική όσο καί στή φιλοσοφία δέσποσε μια άντίθεση : ή ύλη θεωρήθηκε τό "Ον, τό κενό τό μή "Ον. ( Έτεη Sé άτομα και κενόν — Δημόκριτος.) 'Ολόκληρη ή κλασική φυσική είναι θεμελιωμένη σ'αύτή τήν άντίθεση. Άλλά ήδη άπό τίς πρωτοπόρες θεωρίες τοϋ Ντιράκ τής δεκαετίας τού 1920 φάνηκε ότι τό κενό δέν άποτελεΐ τήν άρνηση τοϋ όντος. Σήμερα είναι πλέον έπιστημονικό δεδομένο ότι τό κενό άποτελεΐ ένα μέσον : ότι είναι φορέας ένέργειας καί μετέχει στούς μετασχηματισμούς τών μικροσωματίων. Οί φασματικές γραμμές τού υδρογόνου π.χ. είναι ελαφρά μετατοπισμένες άπό τήν «κανονική» θέση τους. Τό φαινόμενο αύτό έξηγήθηκε μέ τ ή συμμετοχή τοϋ κενού. Ε π ί σ η ς , «αυθόρμητες » διασπάσεις μικροσωματίων στό « κενό » προκαλούνται άπό τήν άλληλεπίδραση τού μικροσωματίου μέ τό κενό. Επιπλέον, σύμφωνα μέ ορισμένες άπόψεις, τό κενό άποτελεΐ δεξαμενή τεράστιων ποσοτήτων ένέργειας, άπρόσιτης στά σημερινά μέσα έρευνας. Άκόμα, κατά τούς άστροφυσικούς, έκτός άπό τίς μορφές ύλης πού είναι προσιτές στις παρατηρήσεις μας, υπάρχει καί ή «σκοτεινή ύ λ η » ή όποία πληροί τό « κενό » καί μπροστά στήν όποια, όπως υποστηρίζεται, ή προσιτή ύλη είναι ποσοτικά μηδαμινή. Τέλος, ό Αϊνστάιν, ό όποιος άπέρριψε τόν αιθέρα ώς προνομιούχο σύστημα αναφοράς, κατά τήν τελευταία περίοδο τής ζωής του υποστήριξε τήν ύπαρξη ένός παγκόσμιου αιθέρα, ό όποιος δέν θά ήταν τό άπόλυτο σύστημα άναφοράς τής κλασικής φυσικής, άλλά ένα μέσον, φορέας φυσικών ιδιοτήτων. i
1. Ε. Bitsakis, στο ίδιο. 2. Ε. Bitsakis, στο tSto.
84
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
Τά προηγούμενα τεκμηριώνουν τ ή γενικότερη διαλεκτική άντίληψη γιά τήν ενότητα μορφής και περιεχομένου. Ειδικά τεκμηριώνουν τήν άντίληψη γιά τήν ενότητα τής ύλης και τών μορφών τής ύπαρξής της. Ή ενότητα αύτή άποτέλεσε ένα άπό τά βασικά αξιώματα τής Γενικής θεωρίας τής Σχετικότητας ( 1 9 1 6 ) . Πράγματι, ή Ειδική θεωρία ειχε άποκαλύψει τήν ένότητα τού χώρου, τοϋ χρόνου καί τής κίνησης. Ή Γενική θεωρία προϋποθέτει τήν ένότητα τοϋ χώρου, τοϋ χρόνου, τής ύλης καί τής κίνησης. Κατά τή νευτώνεια φυσική, ό χώρος καί ό χρόνος είναι άνεξάρτητοι άπό τήν ύλη. Ή μετρική τού χώρου τής Γενικής θεωρίας, άντίθετα, δηλαδή ή μορφή ( ή καμπυλότητα) τού χώρου καθορίζεται άπό τήν κατανομή τής ύλης στήν έξεταζόμενη περιοχή. Ή μορφή αύτή μεταβάλλεται όχι μόνο άπό σημείο σέ σημείο, άλλά καί μέ τό χρόνο, λόγω τής μεταβολής τής κατανομής τής ύλης στήν πορεία τοϋ χρόνου. Άπό τά προηγούμενα άναδύονται συγκεκριμένες τοπικές διαλεκτικές καί ταυτόχρονα μιιά γενική διαλεκτική τής ένότητας τής ύλης, ή οποία συνυπάρχει με τ ή διαφορότητα τών μορφών, καί τής ένότητας τής ύλης καί τών μορφών της ϋπαρξής της (χώρου καί χρόνου). Τό προσιτό μέρος τού σύμπαντος εμφανίζεται ώς ολότητα σέ κίνηση καί μετασχηματισμό, ολότητα ή όποία έγκλείει τ ή διαφορά καί τήν άντίθεση καί ή όποία κινείται άκριβώς χάρη στήν ύπαρξη ένδογενών άντιθέσεων (θά έπανέλθουμε στό πρόβλημα τής άντίθεσης ). Τό οτι ή φύση συνιστά διαλεκτική ολότητα τεκμηριώνεται καί άπό τούς νόμους διατήρησης καί μετασχηματισμού τών μικροφυσικών σωματίων. Άλλά έστω καί άν ή ύλη, ή φύση, συνιστά μιά διαλεκτική ολότητα, ή διαλεκτική δέν άκυρώνεται άν ή ύλη δέν έχει μιά ιστορία στό χώρο καί στό χρόνο ; Ή σύγχρονη κοσμολογία καί ή άστροφυσική ήρθαν νά καταρρίψουν καί τό μύθο τής αιωνιότητας τών μορφών : νά άποδείξουν τήν ιστορικότητα τών μορφών τής ύλης. Πράγματι, όπως είναι γνωστό, τό κυρίαρχο κοσμολογικό πρότυπο σήμερα είναι τό πρότυπο τού διαστελλόμενου σύμπαντος. Κατά τό πρότυπο αύτό, τό « σ ύ μ π α ν » γεννήθηκε πριν άπό 10-15 δισεκατομμύρια χρόνια άπό τήν « έκρηξη » μιας σημειακής ιδιομορφίας
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
85
(μηδενικού δγκου). Ή γέννηση του σημάδεψε τήν άρχή τοΰ χώρου καί τοΰ χρόνου. Δέν θά συζητήσουμε έδώ τις μεταφυσικές παραδοχές τοΰ προτύπου (άρχή τοΰ χώρου καί τού χρόνου, γένεση έκ τοΰ μή όντος ή άπό προϋπάρχουσα στάσιμη ύλη κλπ. ), τις μαθηματικές δυσκολίες του (οί έξισώσεις τοΰ 'Αϊνστάιν δέν λειτουργούν στό μηδέν), τις άντιφάσεις του μέ φυσικά δεδομένα (άνομοιογένεια τοΰ σύμπαντος, μή σταθερότητα τής σταθεράς τού Χάμπλ κλπ. ) ή τις αυθαίρετες βεβαιώσεις του ( πεπερασμένος όγκος τού σύμπαντος, πεπερασμένη ποσότητα υλης — 10 Μ γραμμάρια, κ λ π . ) . Αλλά στό έσωτερικό τής μεταφυσικής κατασκευής υπάρχει ή κατεξοχήν διαλεκτική έννοια τής κοσμογένεσης. Πράγματι, άν άγνοήσουμε τις μεταφυσικές καί άλλες παραδοχές τού προτύπου καί τό θεωρήσουμε ώς μή άποκλειόμενη, προσεγγιστική περιγραφή ενός τμήματος τού σύμπαντος σέ μιά συγκεκριμένη περίοδο τής έξέλιξής του, άν δηλαδή άπορρίψουμε τήν άξίωση τής κοσμολογίας νά άποφανθεΐ γιά τό σύμπαν καί τ ή θεωρήσουμε αύτό πού είναι, δηλαδή τοπική έπιστήμη, τότε είναι δυνατόν νά άναδείξουμε τήν ιστορικότητα τών μορφών τής υλης στήν πορεία τής κοσμογένεσης. 1 Ή ύλη, πράγματι, δέν υπήρχε άνέκαθεν μέ τ ή μορφή πού τή γνωρίζουμε σήμερα : μέ τ ή μορφή ατόμων καί φορέων τών φυσικών άλληλεπιδράσεων, ή, σέ ένα άλλο έπίπεδο, μέ τ ή μορφή κουάρκς, λεπτονίων καί κβάντων τών φυσικών άλληλεπιδράσεων. Στήν πορεία τής κοσμικής έξέλιξης ή ύλη άποτελοΰνταν σχεδόν μόνο άπό βαρυόνια, άπό λεπτόνια ή άπό φωτόνια (φωτονική περίοδος ). Οί σημερινές μορφές είναι ή κατάληξη μιας μακριάς πορείας μετασχηματισμών τών μορφών. Μιας πορείας κοσμογένεσης. Ή ιστορικότητα τών μορφών τής ύλης άντιφάσκει μέ τήν άναζήτηση «έσχατων δομικών λίθων». Αντίθετα άναδεικνύει τό γίγνεσθαι ώς θεμελιώδη οντολογική κατηγορία.
1. Β λ . σχετικά : 1 ) κείμενα τών Alfven, Pecker, Σταυρουλάκη και άλλων στο Ούτο-ία, τ . 40 ( 2 0 0 0 ) . 2) Το συλλογικό. Κοσμολογία χαί Υποθέσεις, «Τροχαλ ί α » , 1994. 3 ) Ε. Lamer, The Big Bang Never Happened, Vintage Books, N.Y. 1991 4) Ε . Μπιτσάκη, Ό δαίμων τοΰ 'Αϊνστάιν, «Gutenberg», 2000.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
'Αλλά δέν είναι μόνο οί μορφές τής ΰλης πού μεταβάλλονται στήν πορεία τοϋ χρόνου, ή που είναι διαφορετικές σέ διαφορετικές περιοχές τοϋ σύμπαντος. Ή κοσμογένεση, δηλαδή ή άλλαγή μορφών, συνεχίζεται μπροστά στα μάτια μας. "Ηλιοι, γαλαξίες, γαλαξιακά συστήματα γεννιούνται, γηράσκουν καί πεθαίνουν. Ή κατανομή τής ύλης στό σύμπαν χαρακτηρίζεται άπό έξαιρετική έτερογένεια. Υπάρχουν περιοχές όπου ή πυκνότητα τής ϋλης είναι άσύλληπτη καί άλλες πού πλησιάζει τό μηδέν. Σύγχρονα παρατηρησιακά δεδομένα αναπαριστούν τό «σύμπαν» σέ τρισδιάστατη άπεικόνιση, σάν μιά τεράστια « π ί τ α » ή οποία περιβάλλεται άπό άχανεΐς έκτάσεις « κενού » , πού διαρρέεται άπό « κλωστές » , « σύρματα » , δηλαδή μιά εικόνα ή όποία άντιφάσκει μέ τό κυρίαρχο πρότυπο, ένώ βρίσκεται σέ αρμονία μέ τήν άρχή τής άπειρότητας, τής έτερογενειας, τής ενότητας τών μορφών και τού άεναου γίγνεσθαι. Στό έπίκεντρο τοϋ αύτοδημιουργούμενου σύμπαντος υπάρχουν νεαρά άστρα καί νεαροί γαλαξίες, άστρα πού γηράσκουν, πεθαίνουν καί καταρρέουν, γιά νά φεγγοβολήσουν στή συνέχεια μέ εκτυφλωτική λαμπρότητα, διαψεύδοντας γιά άλλη μιά φορά τά σενάρια τοϋ θερμικού θανάτου τού σύμπαντος. Κατά τήν άρχή τού Κοπέρνικου, τό σύμπαν παρουσιάζει τήν ίδια μορφή άπ'όπου καί άν τό παρατηρήσουμε καί διέπεται παντού άπό τούς ίδιους νόμους. Ή άρχή αύτή ήταν έπαναστατική στήν έποχή της, καθώς άπελευθέρωνε τ ή σκέψη άπό τις άριστοτελικές, τις τελεολογικές καί τις μεσαιωνικές δοξασίες. Σήμερα άποτελεϊ άνασχετικό παράγοντα στήν πρόοδο τής κοσμολογίας. Πράγματι, δέν είναι μόνο ή έτερογένεια τής κατανομής τής ϋλης. Σήμερα είναι νόμιμη ή υπόθεση ότι μπορεί νά υπάρχουν περιοχές τού σύμπαντος όπου θά δεσπόζει ή λεγόμενη άντιύλη, δηλαδή όπου ή ϋλη θά άποτελεϊται άπό άντισωμάτια (άρνητικά πρωτόνια, θετικά ήλεκτρόνια, κλπ.). Σήμερα γνωρίζουμε φαινόμενα πού πραγματοποιούνται σέ άποστάσεις τής τάξης τών ΙΟ"13 έκατοστών καί διάρκειας 10" η δευτερολέπτων. Ή φύση, άπό τό πρακτικά άπειροστό ώς τό πρακτικά άπειρο, έμφανίζεται ώς διαφοροποιημένη, άντιθετική καί έξελισσόμενη ολότητα. 1 1. Ό . - .
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ Τ Η Σ ΦΥΣΗΣ
87
Πώς όμως πραγματοποιείται ή αλληλεπίδραση, άρα ή δυναμική ένότητα καί ό αμοιβαίος καθορισμός τών υλικών σχηματισμών; Ή έννοια τής « α υ λ ή ς » δύναμης, ή όποία δήθεν μεταδίδεται μέ άπειρη ταχύτητα, άνήκει πλέον στό μουσείο τών έπιστημονικών έννοιών. Οί φυσικές αλληλεπιδράσεις πού γνωρίζουμε σήμερα είναι μορφές ύλης. 'Αναδύονται άπό τά βάθη τού πραγματικού, μεταδίδονται μέ πεπερασμένη ταχύτητα (τοπικότητα) καί συνδέουν διαφορετικά σημεία τού χωροχρόνου, όχι άκαριαΐα, άλλά μέ χρονική υστέρηση. Ή άλληλεπίδραση, θεμελιώδης οντολογική κατηγορία τόσο τής έγελιανής όσο καί τής υλιστικής διαλεκτικής, δέν είναι έξωτερική ώς πρός τήν ύλη. Είναι υλική μορφή ή όποία δ ι α μ ε σ ο λ α β ε ί τήν ένότητα καί τόν άμοιβαϊο καθορισμό τών πραγμάτων. Σήμερα γνωρίζουμε τέσσερα ειδη άλληλεπιδράσεων. Τ ή βαρυτική, μέ άπειρη άκτίνα δράσης, υπεύθυνη γιά τήν άλληλεπίδραση τών κοσμικών σχηματισμών άλλά καί γιά αντίστοιχα γήινα φαινόμενα. Τήν ήλεκτρομαγνητική, υπεύθυνη γιά φυσικά, χημικά καί βιολογικά φαινόμενα. Τέλος, τίς άλληλεπιδράσεις πού έχουν μικρή άκτίνα δράσης : τήν ισχυρή καί τήν άσθενή, οί όποιες είναι υπεύθυνες γιά τά φαινόμενα τού πυρήνα, γιά τίς άλληλεπιδράσεις τών άδρονίων ή πρώτη, καί γιά όρισμένα φαινόμενα μετασχηματισμού μικροσωματίων ή δεύτερη. Οί φορείς αύτών τών άλληλεπιδράσεων είναι υλικές μορφές : τό βαρυτικό καί τό ήλεκτρομαγνητικό πεδίο, τά γλοιόνια καί τά ένδιάμεσα μποζόνια. Τέσσερις μορφές άλληλεπίδρασης. 'Ωστόσο καί έδώ άνιχνεύεται ή ένότητα μέσα στή διαφορά τών μορφών. Ό Αϊνστάιν είχε άγωνιστεΐ νά ένοποιήσει τ ή βαρύτητα καί τόν ήλεκτρομαγνητισμό. Σ ή μερα έχει ένοποιηθεΐ ή ήλεκτρομαγνητική μέ τήν άσθενή άλληλεπίδραση. Φιλοδοξία τών φυσικών είναι νά ένοποιήσουν καί τίς τέσσερις άλληλεπιδράσεις : νά έπιτύχουν τ ή « μεγάλη ενοποίηση » . Πολλοί φυσικοί φαντάζονται ότι άν ένοποιήσουν καί τίς τέσσερις άλληλεπιδράσεις, θά φτάσουν σέ ένα είδος τέλους τής φυσικής ! Μιά τελική έξίσωση θά μπορούσε νά περιγράψει ολόκληρο τό σύμπαν ! Αλλά, πρώτον, ένότητα δέν σημαίνει ταυτότητα. Ή ένότητα σέ ένα έπίπεδο άφαίρεσης προϋποθέτει τή διαφορά σέ ένα χαμηλότερο έπί-
88
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
πεδο. Τό λεγόμενο «σπάσιμο τών συμμετριών» είναι ή συγκεκριμένη εκδήλωση τής διαφοράς ή όποία λειτουργεί κάτω άπό τήν ένότητα. Δεύτερον : Κανείς δέν μπορεί νά ισχυριστεί ότι οί γνωστές σήμερα αλληλεπιδράσεις είναι οί μόνες πού λειτουργούν στή φύση. Καί τρίτον: Ή «θεωρία τοϋ παντός» είναι αδύνατη. Καμιά « εξίσωση » δέν μπορεί νά περιλάβει τήν πολυμορφία τής φύσης : τά ποιοτικά διαφορετικά έπίπεδα οργάνωσης καί τίς αντίστοιχες διαφορετικές νομοτέλειες. Ή έλπίδα γιά τ ή «θεωρία τού παντός» είναι προϊόν τής άναγωγικής-μηχανιστικής σκέψης. 1 Ή αλληλεπίδραση συνεπάγεται τόν αμοιβαίο καθορισμό τών υλικών σχηματισμών. Βρίσκεται συνεπώς στή βάση τών αίτιακών καί αιτιοκρατικών σχέσεων πού διέπουν τά φαινόμενα. Ή κλασική φυσική καί οί κλασικές έπιστήμες γενικότερα, ήταν ρεαλιστικές καί αιτιοκρατικές. Ό διαλεκτικός υλισμός καί ειδικότερα ή διαλεκτική τής φύσης, σέ συμφωνία μέ τίς έπιστήμες τής έποχής τους, δέχονταν τήν αίτιακή καί αιτιοκρατική φύση τών φαινομένων. Γενικότερα, τήν αιτιοκρατική λειτουργία τού σύμπαντος. Αιτιοκρατία ώστόσο σήμαινε, μέχρι τά μέσα τού 19ου αιώνα, γενικά, τ ή μηχανιστική σχέση μεταξύ αίτιας καί αποτελέσματος. Βέβαια στό μεταξύ υπήρξε ή διαλεκτική άντίληψη τού Χ έ γ κ ε λ καί ή άπόπειρα τών κλασικών τού μαρξισμού νά διευρύνουν τήν έννοια τής αιτιότητας καί νά άναλύσουν τ ή διαλεκτική τυχαίου καί άναγκαίου. Εντούτοις χρειάστηκε ή διατύπωση τής ήλεκτρομαγνητικής θεωρίας άπό τόν Μάξγουελ πρός τά μέσα τοϋ περασμένου αιώνα καί οί νεότερες σχετικιστικές θεωρίες, γιά νά φανεί ή άνεπάρκεια τής μηχανιστικής άντίληψης στό χώρο τής φυσικής. Αντίστοιχα, οί έπιστήμες τής ζωής, μελετώντας φαινόμενα άνώτερης ποιότητας, συνέβαλαν στήν υπέρβαση τής μηχανιστικής άντίληψης καί τής άπολυτοποιημένης άντίθεσης άνάμεσα στό άναγκαϊο καί τό τυχαίο. Ό "Ενγκελς, έχοντας μιά εύρεία, συνολική άντίληψη τών φυσικών έπιστημών τής έποχής του καί προπαντός μέ βάση τήν ύλι1. Β λ . σχετικά μ ' αυτό το θέμα, Ε . Μζιτσάκη. Αιαλεχτιχή σιχή. 5 η έκδοση, « I. Ζαχαρόπουλος » , 2001.
xai Νεότερη Φν-
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ Τ Η Σ ΦΥΣΗΣ
89
στική-διαλεκτική του δράση, μπόρεσε νά δει κριτικά τ ή μηχανιστική έννοια τής δύναμης, τ ή στενότητα τής κυρίαρχης αντίληψης για τήν αιτιότητα, νά αναδείξει τόν θεμελιώδη ρόλο τής αλληλεπίδρασης και νά διατυπώσει, έστω συνοπτικά, τ ή διαλεκτική τής άναγκαιότητας καί τού τυχαίου. Άλλά ας έπιστρέψουμε στή φυσική τής οποίας ή φιλοσοφική έμβέλεια άναστάτωσε τίς παραδοσιακές αντιλήψεις γιά τήν αιτιοκρατία. Ή ήλεκτρομαγνητική θεωρία εισήγαγε τήν έννοια τής ποιότητας στή φυσική καί ανέδειξε νέες δυναμικές αίτιακές σχέσεις, οί όποιες υπερέβαιναν τ ή λαπλασιανή άντίληψη τής αιτιότητας. Β έ βαια αύτό δέν έγινε έν γένει άντιληπτό άπό τούς φυσικούς. Στις άρχές τού 20ού αιώνα οί σχετικιστικές θεωρίες έκαναν πιό συγκεκριμένη τ ή σχέση αίτίας-άποτελέσματος, έντάσσοντας τίς αίτιακές σχέσεις στό νέο τετραδιάστατο χωροχρονικό πλαίσιο. Ή Ειδική καί ή Γενική θεωρία τής Σχετικότητας, θεωρίες αιτιοκρατικές, οί όποιες είχαν ώς φυσικό περιεχόμενο, ή πρώτη τόν ήλεκτρομαγνητισμό καί ή δεύτερη τ ή βαρύτητα, άνέδειξαν τ ή στενότητα τού μηχανιστικού ντετερμινισμού. Εισάγοντας τήν ποιότητα, διαδικασίες γένεσης καί καταστροφής, θεωρώντας τά φαινόμενα ώς έξελικτικές διαδικασίες μέ χρονικό πάχος, πρόσφεραν τά άναγκαΐά φυσικά δεδομένα γιά τ ή διεύρυνση τών κατηγοριών τής αιτιότητας καί τής αιτιοκρατίας. Εντούτοις φυσικοί καί φιλόσοφοι, έγκλειστοι συνήθως στό πλαίσιο τοϋ μηχανιστικού παραδείγματος, δέν συνέλαβαν τ ή φιλοσοφική σημασία τών νέων θεωριών, σέ σχέση μέ τό πρόβλημα τής αιτιότητας. " Ε τ σ ι , όταν στή δεκαετία τοϋ 1920 διατυπώθηκε ή κβαντομηχανική ( τ ό γενικό πλαίσιο τών μικροφυσικών θεωριών), δηλαδή ένας κλάδος τής φυσικής μέ πιθανοκρατικό χαρακτήρα, έρμήνευσαν τήν άνεπάρκεια τού λαπλασιανοϋ ντετερμινισμού ώς κατάρρευση τής αιτιοκρατίας. "Ενα νέο κύμα φυσικού ιδεαλισμού άναπτύχθηκε στή βάση τής άντιαιτιοκρατικής έρμηνείας τής κβαντομηχανικής. Εντούτοις ό "Ενγκελς στήν έποχή του καί άργότερα ό Λένιν, είχαν άναλύσει τ ή στενότητα τών κυρίαρχων άντιλήψεων γιά τήν αιτιότητα καί τήν αιτιοκρατία. Ειδικά ό "Ενγκελς, σκιαγραφώντας
91
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
μιά διαλεκτική άντίληψη γιά τις σχέσεις άναγκαίου καί τυχαίου, τόνιζε ότι έκεΐ όπου κυριαρχεί τό τυχαίο πρέπει νά άναζητήσουμε τίς βαθύτερες αιτιοκρατικές σχέσεις τών όποιων είναι τό συνολικό, τελικό άποτέλεσμα. Αντίστροφα, οί δυναμικοί-αίτιοκρατικοί νόμοι μπορεί νά είναι τό συνολικό άποτέλεσμα βαθύτερων τυχαίων διαδικασιών. Τό τυχαίο, κατά τόν ν Ενγκελς, δέν άντιφάσκει μέ τήν αιτιότητα. Βρίσκεται σέ διαλεκτική άντίθεση μέ τήν άναγκαιότητα. Ή σημερινή φυσική άναδεικνύει συγκεκριμένα τ ή διαλεκτική τοϋ άναγκαίου καί τού τυχαίου. Πράγματι, κάτω άπό τούς αίτιοκρατικούς-δυναμικούς νόμους τοϋ ήλεκτρο μαγνητισμού, ένδεχομένως καί τής βαρύτητας, λειτουργούν οί πιθανοκρατικοί νόμοι τής εκπομπής τών φωτονίων (καί ένδεχομένως τών βαρυτονίων). Τό ήλεκτρομαγνητικό κύμα, τό όποιο διέπεται άπό αιτιοκρατικούς νόμους, είναι τό συνολικό άποτέλεσμα ένός στατιστικού συνόλου φωτονίων. Τό τυχαίο, όπως θά έλεγε ό "Ενγκελς, ένσωματώνεται στό άναγκαΐο, τό όποιο άποτελεϊ τ ή διαλεκτική του άρνηση. 'Αντίστροφα, οί πιθανοκρατικοί νόμοι τής κβαντομηχανικής θά μπορούσαν νά έρμηνευτούν ώς τό τελικό άποτέλεσμα βαθύτερων, αίτιοκρατημένων διαδικασιών. "Ηδη άπό τό 1927 ό Λουί ντέ Μπρέιγ ειχε διατυπώσει μιά αιτιοκρατική θεωρία «λανθανουσών παραμέτρων » . Τ ή δεκαετία τοϋ 1950 ό Ντ. Μπώμ, ό Ζ. Π . Βιζιέ καί άλλοι διαπρεπείς φυσικοί μαρξιστές, προχώρησαν παραπέρα τήν προσπάθεια γιά μιά αιτιοκρατική διατύπωση της κβαντικής μηχανικής. Ή μάχη άνάμεσα στή ρεαλιστική-αίτιοκρατική σχολή ('Αϊνστάιν, ντέ Μπρέιγ, Σραίντινγκερ καί άλλοι) καί τ ή θετικιστική-άντιαιτιοκρατική συνεχίζεται έκτοτε χωρίς οριστική νίκη τής μιας άπό τίς δύο σχολές. Μέ βάση τά σημερινά δεδομένα θά μπορούσαμε νά ισχυριστούμε ότι στά κβαντικά φαινόμενα λειτουργεί μιά εύρύτερη μορφή καθορισμού, ό κβαντικός στατιστικός καθορισμός, έκφραση τών πολλαπλών δυνατοτήτων τών κβαντικών στατιστικών συνόλων.1 Οί άριστοτελικές κατηγορίες τής δυνατότητας καί τής πραγματικότητας (τού δυνάμει καί τού ένεργεία), κατηγορίες έπίσης τής διαλεκτικής, 1. Β λ . Ε. Bitsakis, Le Problème de Déterminisme en Physique, Thèse d'État, Paris 1976.
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
92
μπορούν νά αποτελέσουν τήν αφετηρία γιά μιά ρεαλιστική καί αιτιοκρατική έρμηνεία τής κβαντικής μηχανικής. Γενικότερα βοηθούν νά κατανοήσουμε τις έπιστημολογικές καί οντολογικές διαφορές άνάμεσα στή μηχανική ( λαπλασιανή ), τ ή δυναμική και τήν κβαντικήστατιστική μορφή καθορισμού. Οί άναλύσεις του Έ ν γ κ ε λ ς μας βοηθούν νά κάνουμε αυτή τ ή διάκριση, δηλαδή νά υπερβούμε τόσο τ ή μηχανική όσο καί τ ή θετικιστική μονομέρεια. Άν δεχτούμε ότι υπάρχει μιά άντικειμενική διαλεκτική, ότι ή φύση λειτουργεί διαλεκτικά, τότε ή «υποκειμενική διαλεκτική», δηλαδή ή φιλοσοφική μεταγραφή της, οφείλει νά άνταποκρίνεται στήν εύλυγισία τού πραγματικού. Νά υπερβεί τήν ξηρότητα τής τυπικής λογικής, όπως θά έλεγε ό Χ έ γ κ ε λ . 1 Ή φυσική καί ή κοσμολογία, έπιστήμες τής άνόργανης φύσης, θεμελιώνουν έναν σύγχρονο, άνοιχτό επιστημονικό ρεαλισμό. Ή οντολογική τους έμβέλεια συνηγορεί έπίσης υπέρ μιας διαλεκτικής καί υλιστικής άντίληψης γιά τ ή φύση. Άλλά γιά μιά ολοκληρωμένη υλιστική κοσμοαντίληψη είναι άνάγκη νά άπαντήσουμε συγκεκριμένα στό έρώτημα γιά τις σχέσεις ύλης καί πνεύματος. Έ δ ώ είναι άναγκαΐα τά δεδομένα τών έπιστημών τής ζωής. Δέν είναι συνεπώς τυχαίο δτι ό Έ ν γ κ ε λ ς , άλλά καί δ Μάρξ, άσχολήθηκαν μέ τις έπιστήμες τής ζωής. Ειδικότερα άνέλυσαν τ ή φιλοσοφική σημασία τής δαρβινικής θεωρίας. Φυσικά δέν είναι δυνατόν νά έπεκταθοΰμε έδώ σ'αύτά τά ζητήματα. θ ά ήθελα ωστόσο νά διατυπώσω ορισμένα συμπεράσματα φιλοσοφικού χαρακτήρα, τά όποια θεμελιώνονται στά δεδομένα τών έπιστημών τής ζωής καί τής ψυχολογίας. 1. Σήμερα είναι πλέον γνωστό δτι οι πρώτες οργανικές ενώσεις, άναγκαιες γιά τ ή σύσταση τού κυττάρου, σχηματίστηκαν άβιογενώς, μέ τήν άλληλεπίδραση απλούστερων χημικών μορίων στις συνθήκες τής άρχέγονης άτμόσφαιρας καί τών τότε ώκεανών. 1. Β λ . Ε. Bilsakis, Le Nouveau Réalisme Scientifique, L'Harmattan, Paris ( ε λ λ . μ ε τ . Ό νέος επιστημονικός ρεαλισμός, Gutenberg). Τοΰ ίδιου, Science and Society, 57, τ . 2, 1993, σσ. 160-193.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
2. Οι ουσίες αυτές (υδατάνθρακες, αμινοξέα, κ λ π . ) αποτέλεσαν την πρώτη υλη γιά το σχηματισμό ένδιάμεσων μορφών μέ υποτυπώδη μεταβολισμό, που οδήγησαν στήν έμφάνιση μονοκύτταρων οργανισμών. Έ δ ώ φυσικά υπάρχουν κενά σέ σχέση μέ τίς ένδιάμεσες βαθμίδες. 'Ωστόσο ή συμπλήρωση τών κενών τής διαδικασίας συγκρότησης κυτταρικών μορφών είναι ζήτημα χρόνου. 3. Κατά συνέπεια, ανάμεσα στήν άνόργανη φύση καί τά έμβια όντα δέν ύπάρχει τομή. Ή ζωή ήταν τό προϊόν μακράς έξελικτικής διαδικασίας σέ εύνοϊκές συνθήκες, πρίν άπό τέσσερα περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. 4. Οί πολυκύτταροι οργανισμοί καί τά περισσότερο έξελιγμένα είδη προέκυψαν στήν πορεία τής άλληλεπίδρασης τών ειδών μέ τό περιβάλλον : χάρη στις μεταλλαγές τού γονότυπου καί τ ή φυσική έπιλογή. Οί σχέσεις όργανισμού-περιβάλλοντος είναι σχέσεις ένότητας καί άντίθεσης, δηλαδή σχέσεις διαλεκτικές : άφομοίωση, άφετερίωση, μεταλλαγές, προσαρμογή καί έξέλιξη, ή έλλειψη προσαρμογής καί οπισθοδρόμηση ή έξαφάνιση κλπ. Ή πορεία τών έμβιων όντων, καί ειδικά τού ζωικού βασιλείου, ήταν συνολικά άνοδική. Άλλά ή έξελικτική-άνοδική πορεία συνυπήρχε μέ τήν ύπαρξη παρασιτικών μορφών, κατερχόμενων κλάδων, έξαφάνισης ειδών, κλπ. 5. Τά άνώτερα θηλαστικά καί τελικά τά άνθρωποειδή καί ό άνθρωπος, έμφανίστηκαν στήν πορεία τής φυλογένεσης ώς άνώτερες μορφές τής έξέλιξης τού ζωικού βασιλείου. Ή άνατομία, ή φυσιολογία, ή βιοχημεία, ή νευρολογία καί ή γενετική θεμελιώνουν σήμερα τήν ένότητα τού άνθρώπου μέ τό υπόλοιπο ζωικό βασίλειο : τή φιλοσοφική θέση δτι δέν υπάρχει τομή ανάμεσα στό ζωικό βασίλειο καί τόν άνθρωπο. 6. Αντίστοιχα, ή ψυχολογία θεμελιώνει τ ή θέση δτι ή νόηση, τό πνεύμα, δέν είναι ούσία (άυλη, κλπ. ). Είναι τό άποτέλεσμα τής λειτουργίας τών αισθητηρίων, τού νευρικού συστήματος καί τού έγκεφάλου, πού άποτέλεσαν τίς ύλικές προϋποθέσεις τής υπέρβασης τής αισθητηριακής γνώσης μέσα άπό μιά μακρά διαδικασία άφομοίωσης τών δρων τού περιβάλλοντος χάρη στήν πρακτική δραστηριότητα τού άνθρώπου καί μέσα άπό μιά σειρά έξελικτικές βαθμίδες : αίσθη-
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
93
σιοκινητικά ενεργήματα, προέννοιες, δυνάμει έννοιες κλπ. που κατέληξαν στήν έννοιακή σκέψη. 7. Ή ψυχή, έπίσης, δέν είναι ουσία (άυλη, κ λ π . ) . Ή ψυχή θά μπορούσε νά οριστεί ώς το σύνολο τών έσωτερικευμένων σχέσεων τοϋ ανθρώπου μέ τον κόσμο καί τών αντίστοιχων δυνατοτήτων πού πραγματώνονται σέ συγκεκριμένες συνθήκες. Ή « ψ υ χ ή » δέν ταυτίζεται μέ τό « π ν ε ύ μ α » , θ ά μπορούσαμε νά υποστηρίξουμε ότι ή έννοια τζνεϋμα αντιστοιχεί βασικά στή νόηση καί στις νοητικές δυνατότητες, ένώ ή ψυχή αντιστοιχεί κυρίως στις συναισθηματικές καταστάσεις, τά « έ ν σ τ ι κ τ α » κλπ. Εντούτοις οί δύο σφαίρες δέν χωρίζονται τυπικά, ούτε άνατομικά, έστω καί αν φορέας τής νόησης είναι ό φλοιός, ένώ οί ψυχικές καταστάσεις έχουν ώς φορέα τά φυλογενετικά προγενέστερα, βαθύτερα στρώματα τοϋ έγκεφάλου. 8. Ό ψυχισμός καί ή νόηση δέν είναι άποκλειστικό προνόμιο τοϋ ανθρώπου. Καί τά ζώα διαθέτουν έναν, απλούστερο έστω, ψυχισμό, καί κάποια υποτυπώδη νοημοσύνη. Άλλά μόνο ό άνθρωπος διαθέτει έννοιακή σκέψη. Εντούτοις καί ή έννοιακή σκέψη έχει τήν προϊστορία της καί δέν σηματοδοτεί κάποια διχοτομία άνάμεσα στόν άνθρωπο καί τό ζωικό βασίλειο. Τό άλμα πρός τήν έννοιακή σκέψη, ή υπέρβαση δηλαδή τής αίσθαντικότητας καί τής στοιχειώδους νοημοσύνης τών ζώων, πραγματοποιήθηκε χάρη στήν ομαδική καί στή συνέχεια τήν κοινωνική ζωή, καί μέσα άπό τίς πρακτικές σχέσεις τοϋ άνθρώπου μέ τ ή φύση. 1 Άπό τά προηγούμενα προκύπτει ότι οί έπιστήμες συνηγορούν υπέρ τής διαλεκτικής καί υπέρ τής Διαλεκτικής τής Φύσης ειδικότερα. "Ας θυμηθούμε τόν " Ενγκελς : Ή διαλεκτική είναι ή μελέτη τών γενικών νόμων τής φύσης, τής κοινωνίας καί τής άνθρώπινης
1. Β λ . σχετικά Fr. Jacob, Le logique du vivant, Gallimard, Paris 1970. A. Leontiev, Le développement du phychisme, Éd. Sociales, Paris 1976. J. Piaget, Psychologie et Épistémologie, Denoël, Paris 1970. Y. Quiniou, Problimes du matérialisme, Meridiens Klincksieck, Paris 1987. L. Vygolski, Pensée et Langage, Éd. Sociales, Paris 1985. H. Wallon, La vie mentale. Éd. Sociales, Paris, 1982. Έ π ί σ η ς τά άρθρα στο σχετικό αφιέρωμα της Ουτοπίας, τ . 50 ( 2 0 0 2 ) .
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
συνείδησης. Κατά τον ν Ε ν γ κ ε λ ς υπάρχει ή άντικειμενική διαλεκτική, δηλαδή οί διαλεκτικές σχέσεις που λειτουργούν στά Γδια τά πράγματα, καί ή υποκειμενική διαλεκτική, ή οποία άποτελεϊ « άντανάκλαση » τής πρώτης. Ή Διαλεκτική τής Φύσης συνεπώς έχει οντολογικό αντίκρισμα. Αποφαίνεται γιά το Είναι καί γιά τούς τρόπους τοϋ Είναι. Άλλά άν υπάρχει μιά άντιστοιχία, μιά « ά π ε ι κόνιση» τοϋ άντικειμενικοϋ στήν άνθρώπινη συνείδηση, άν υπάρχει ένας « μορφισμός » άνάμεσα σέ αύτό πού υπάρχει αντικειμενικά καί τ ή νοητική του άναπαράσταση, ό « μορφισμός » αυτός δέν είναι ίσομορφισμός. Δέν είναι ένα πρός ένα άπεικόνιση τών στοιχείων τής πραγματικότητας καί τών σχέσεών της στήν άνθρώπινη συνείδηση. Πράγματι, ή φύση έμφανίζεται ώς άπειρη ολότητα, αιτία τού έαυτοϋ της, αύτοδημιουργημενη, άπειρη στό χώρο καί στό χρόνο, με άπειρα κατηγορήματα καί τρόπους. Ό άνθρωπος άποτελ ε ϊ « στιγμή » μιας τοπικής « στιγμής » στό άέναο γίγνεσθαι τής φύσης. Μέ τόν άνθρωπο ή φύση άρχίζει νά άποκτά συνείδηση τού έαυτού της. Προφανώς δέν πρόκειται γιά άρση τής άλλοτρίωσης κάποιου 'Απόλυτου Πνεύματος, γιά 'Ανάμνηση ή γιά ίκανότητα-δώρο κάποιου Δημιουργού. Ή άνθρώπινη νόηση άποτελ ε ϊ τήν πραγμάτωση μιας άπό τίς δυνατότητες τής υλης, ή όποια έξελίχτηκε σέ όλο καί περισσότερο σύνθετες μορφές. Ή άνθρώπινη νόηση είναι περιορισμένη. 'Αντίστοιχα, ή όποια κοσμοαντίλ η ψ η , ή όποια « Δ ι α λ ε κ τ ι κ ή τής Φύσης » είναι ιστορικά ( κ α ί κοινωνικά ) καθορισμένη : προσδιορίζεται άπό τό έπίπεδο τών έπιστημών τής έποχής άλλά καί άπό τήν ιδεολογία τών κοινωνικών δυνάμεων τίς όποιες έκφράζει, όντας ταυτόχρονα στοιχείο αυτής τής ιδεολογίας. 'Ανάγκη συνεπώς νά υπερβούμε « δ ι α λ ε κ τ ι κ ά » , δηλαδή δημιουργικά, τόν άφελή δογματισμό, τ ή « θρησκευτική » πίστη σέ κάποια Διαλεκτική της Φύσης (τοϋ "Ενγκελς στήν προκειμένη περίπτωσ η ) , ή όποια θά μας έδιδε μιά όμάδα « ν ό μ ω ν » , μιά πλήρη καί οριστική άντίληψη γιά τόν κόσμο στόν όποϊο ζούμε. Ή φύση άποτελεϊ ολότητα : Είναι ενιαία μέσα στή διαφορά τών
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ Τ Η Σ ΦΥΣΗΣ
95
μορφών, αυτοδύναμη, κινείται, έξελίσσεται προς ανώτερες μορφές ή υποβαθμίζεται χάρη στις ένδογενεϊς της αντιθέσεις. Οί αντιθέσεις αύτές μπορεί νά είναι απλές oppositions ( άντιθέσεις ) οί όποιες μπορεί νά συγκροτούν μιά κατάσταση δυναμικής-άντιθετικής ισορροπίας, ή contradictions οί όποιες μπορεί νά γίνουν ανταγωνιστικές : νά οδηγήσουν στήν καταστροφή τής υπάρχουσας μορφής καί στήν άνάδυση άλλων μορφών. Ή φυσική, ή χημεία, ή άστροφυσική καί ή βιολογία άναδεικνύουν πλήθος καταστάσεις όπου λ ε ι τουργούν άνταγωνιστικές άντιθέσεις καί όπου, άντίθετα μέ ό,τι φανταζόταν ό Σάρτρ, ισχύει ό « ν ό μ ο ς » τής άρνησης τής άρνησης. " Ε τ σ ι , στήν αύτοδύναμη πορεία της ή φύση οργανώνεται σέ έπίπεδα : ύποκβαντικό, κβαντικό, άτομικό, μοριακό, βιολογικό, κοσμολογικό. Κάθε έπίπεδο προϋποθέτει τίς νομοτέλειες τών κατώτερων, ένώ ταυτόχρονα τίς υπερβαίνει, καθώς περιλαμβάνει τώρα νέες ποιότητες. Ό άναγωγισμός, τονίστηκε ήδη, φαντάζεται δτι μπορεί νά άναγάγει τό άνώτερο στό κατώτερο, άγνοώντας τίς ποιοτικές διαφορές καί κατά συνέπεια τούς ειδικούς νόμους τοϋ ανώτερου έπιπέδου. Υπάρχει μιά ιεραρχία σχέσεων πού άντιστοιχοϋν στό έπίπεδο θεωρητικής προσέγγισης τής πραγματικότητας : νόμοι τών ειδικών έπιστημών. Εύρύτερα, μπορούμε νά άνιχνεύσουμε τοπικές διαλεκτικές. Μέ ένα αλμα γενίκευσης καί υπέρβασης, μπορούμε νά διατυπώσουμε τούς « νόμους » τής Διαλεκτικής της Φύσης. Άλλά ποιό είναι τό καθεστώς αύτών τών νόμων; Προφανώς δέν πρόκειται γιά νόμους μέ τήν ειδική έννοια τής λέξης, δηλαδή γιά νόμους πού έκφράζουν μέ μαθηματική μορφή ή καί μέ τ ή συνήθη γλώσσα σχέσεις μιας ειδικής περιοχής τής φύσης ( νόμοι τής φυσικής, τής χημείας, κλπ. ). Άπό τήν άλλη πλευρά έκφράζουν, στό έπίπεδο καί μέ τ ή γλώσσα τής φιλοσοφίας, γενικά χαρακτηριστικά ή νομοτέλειες τής πραγματικότητα«;. Άν δεχτούμε τήν ένότητα τών έπιστημών καί τής φιλοσοφίας παρά τήν καταστατική τους διαφορά, άν δεχτούμε τήν ύπαρξη διαμεσολαβητών ανάμεσα στά δύο αύτά γνωσιακά έπίπεδα, τότε θά μπορούσαμε νά άποφύγουμε δύο υφάλους : τήν άπορριπτική θέση τού θετικισμού καί τών
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
νεότερων μορφών του, καθώς και τήν άφελή μαρξίζουσα άποψη, ή όποία θεωρεί δεδομένη τήν ένότητα καί, συγχέοντας τά δύο έπίπεδα, οδηγείται σέ έναν βερμπαλισμό χωρίς έπιστημολογική καί φιλοσοφική αύστηρότητα. Ό Άλτουσέρ έπεσήμανε τήν ύπαρξη προβλήματος. Υποστηρίζοντας οτι ή φιλοσοφία διατυπώνει θέσεις, έκανε ένα βήμα πρός τήν έπιστημολογικά ορθή άντιμετώπιση τού προβλήματος. 'Ωστόσο ή άνιστορική άντίληψή του γιά τ ή φιλοσοφία καί ή ρασιοναλιστική ταύτιση τής έπιστήμης μέ τήν άλήθεια, τόν έμπόδισαν νά συλλάβει τήν ιστορικότητα καί τών έπιστημών καί τής φιλοσοφίας καί στή συνέχεια νά ορίσει ορθά τήν καταστατική τους διαφορά, άναζητώντας ταυτόχρονα τήν ένότητα μέσα στή διαφορά. Οί νόμοι τής διαλεκτικής δέν είναι νόμοι, μέ τήν ειδική έννοια τού όρου : δέν έχουν τό καθεστώς τών νόμων τών ειδικών έπιστημών. Μέ τήν έννοια αύτη, ή φιλοσοφία δέν είναι επιστήμη. Εντούτοις οί θέσεις τής φιλοσοφίας δέν έχουν τόν άνιστορικό ή τόν αύθαίρετο χαρακτήρα πού τούς άποδίδεται άπό τις φορμαλιστικές σχολές. Διατυπώνονται ώς γενίκευση καί υπέρβαση τών δεδομένων τών έπιστημών καί τής κοινωνικής πρακτικής, άρα είναι ιστορικά καθορισμένες, έκφράζουν μιά ορισμένη ταξική οπτική, συνιστούν στοιχείο τής ιδεολογίας καί ταυτόχρονα άποφαίνονται γιά τό Είναι μέσα άπό τ ή γνώση μας γιά τό Είναι. Ή ύπαρξη ορισμένων λέξεων, οί όποιες λειτουργούν ώς κατηγορίες στό έπίπεδο τής φιλοσοφίας καί ταυτόχρονα ώς οιονεί φιλοσοφικές εννοιες στό έπίπεδο τών έπιστημών (χώρος, χρόνος, ύλη, άλληλεπίδραση, αιτιότητα), δηλαδή ή ύπαρξη διαμεσολαβητών άνάμεσα στα δύο γνωσιακά επίπεδα, είναι ή συγκεκριμένη έκφραση τής ένότητας μέσα στήν καταστατική διαφορά. Φυσικά αύτή ή ένότητα δέν λειτουργεί πάντα θετικά : Σ τ ι ς θεωρησιακές φιλοσοφίες τά δεδομένα τών έπιστημών προσαρμόζονται συχνά στήν κλίνη τού Προκρούστη, προκειμένου νά ένταχθούν στό σύστημα καί νά τό νομιμοποιήσουν. 1 1. Γιά το επιστημολογικό καθεστώς τών « νόμων » , της διαλεκτικής τής φύσης
Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
97
Ή Διαλεχτιχή της Φύσης εντάσσεται στή μακρά παράδοση τής δημιουργικής άλληλεπίδρασης τών έπιστημών καί της φιλοσοφίας. Μπορεί συνεπώς νά νομιμοποιηθεί καί νά άξιώσει το καθεστώς έπιστημονικής φιλοσοφίας. Άλλά «έπιστημονική φιλοσοφ ί α » δέν σημαίνει άλήθεια έξ άποκαλύψεως. Τό έργατικό κίνημα έχει πληρώσει άκριβά τ ή δογματοποίηση τοϋ μαρξισμού. Καιρός νά άναζητήσουμε τόν έπιστημονικό πυρήνα του, άπορρίπτοντας καί τόν άπολογητικό δογματισμό καί τόν έπιπόλαιο «έκμοντερνισ μ ό » του.
βλ. Ε. Bitsakis, La Nature dans la Pensée Dialectique, ο.π. τοΰ ίδιου, Τό αειθάλες τρο της γνώσεως, δ.π.
δέν-
Τ ΚΤΛ
Ι'Τ Ο Κ ΚΦ Α Λ Λ IΟ
ΛΙΙΟ ΤΙΙΝ ΑΙΣΘΗΣΗ Σ'ΓΙΙ Ν Ο Η Σ Η : ΜΙΑ « Τ Ο Π Ι Κ Η » ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
Θ
Λ ΚΙΙΙΧΚΙΡΙΙΣΟηΐΙ·: ΤΩΡΛ νά προσεγγίσουμε ορισμένα ζητήματα διαλεκτικής, iji αφετηρία τή θεμελιώδη παραδοχή για τήν ύπαρξη τής φύσης ώς αυθύπαρκτης πραγματικότητας σέ άεναο γίγνεσθαι, καί οργανωμένης σέ ποιοτικά διαφορετικά επίπεδα. Τό πρώτο πρόβλημα πού θά εξετάσουμε, είναι ή διαλεκτική άνάμεσα στήν αίσθηση καί τή νόηση, μέ βάση κυρίως τά δεδομένα τών σημερινών έπιστημών τά οποία αποδεικνύουν τό αβάσιμο τού καρτεσιανού δυϊσμού καί κάθε δυϊσμού καί θεμελιώνουν τ ή μονιστική αντίληψη κατά τήν όποία ή ψυχή. τό πνεύμα, κλπ. δέν είναι οντότητες, άλλά δυνατότητες πού πραγματώθηκαν στήν πορεία τής φυλογένεσης.
Ό Αϊνστάιν είχε πει πώς τό πιό ακατανόητο είναι ότι ό κόσμος εινα; κατανοητός. Νομίζω πώς τό πιό ακατανόητο πράγμα είναι τό γεγονός ότι ό κόσμος υπάρχει. Τό κατανοήσιμο θα μπορούσε νά κατανοηθεί, μέ αφετηρία τή θέση γιά τήν όντική συγγένεια τού ανθρώπου μέ τή φύση. Άλλά τό κατανοήσιμο ή μή τού κόσμου συνδέεται ενδογενώς μέ τό γενικότερο έρώτημα γιά τις σχέσεις ύλης καί πνεύματος. Σ τ ή γλώσσα τών φιλοσόφων τό πρόβλημα αύτό ορίζεται συχνά ως body-mind problem (πρόβλημα σώματος-πνεύματος ). 1 Οί κύριες απαντήσεις πού δόθηκαν σ'αύτό τό έρώτημα είναι: ΐ ) Ή δυϊστική, ή όποία θεωρεί τό πνεϋμα, τήν ψυχή, άυλη οντότητα. ανεξάρτητη άπό τό υλικό καί φθαρτό σώμα. Ί Ι δυϊστική παράδοση. πού οί ρίζες της ανάγονται στό αιγυπτιακό ιερατείο, συνεχίστηκε μέ τούς πυθαγορείους καί τόν Πλάτωνα καί ενσωματώθηκε στή χριστιανική θεολογία. Κλασικός εκφραστής της στα νεότεI. ΙΟ,. V. Α. Lektorsky. Subject. Object. Cognition. Progress Publ.. Moscow 1!)80. <W
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
ρα χρόνια ήταν ό Καρτέσιος, ό όποιος διέκρινε ανάμεσα στά ύλικάέκτατά σώματα ( τά res extensa ) και τό πνεϋμα, τήν ψυχή ( τά res cogitans). 2) Ή υλιστική παράδοση, πού έγκαινιάζεται άπό τούς Προσωκρατικούς και διατρέχει ολόκληρη τήν ιστορία τής φιλοσοφίας, δέχεται τήν ψυχοσωματική ένότητα τού άνθρώπου. 'Ακόμα καί οταν δέχεται τήν ύπαρξη θεών (Θαλής, Δημόκριτος, Επίκουρος), τούς θεωρεί γεννήματα καί όχι δημιουργούς τής φύσης. 3) Τό ρεύμα τοϋ νεότερου εμπειρισμού ( Χ ι ο ύ μ , Μάχ, θετικισμός κ λ π . ) δέχεται μόνο τήν ύπαρξη τών αισθητηριακών (γενικότερα: τών έμπειρικών) δεδομένων καί Θεωρεί ώς στερούμενη νοήματος τ ή διαμάχη υλισμού καί ιδεαλισμού. Τέλος, πρέπει νά σημειωθεί οτι τά σύνορα άνάμεσα στόν ιδεαλιστικό δυϊσμό καί τόν ύποτιθέμενο ούδέτερο εμπειρισμό δέν είναι αδιάβατα. Ό νεότερος άστικός « ορθολογισμός » έξάλλου ειχε πάντοτε ώς άφετηρία τήν έμπειρία τών αισθήσεων. 1. !Άπό τόν κλασικό
δυϊσμό στόν νεότερο
εμπειρισμό
Ό Καρτέσιος ( 1596-1650), γενάρχης τού νεότερου (άστικοϋ) ορθολογισμού, μαθηματικός, φυσικός καί φιλόσοφος, έζησε στήν έποχή τής δημιουργίας τών έπιστημών καί τής κυριαρχίας τής μηχανιστικής κοσμοαντίληψης. Εκφραστής « τ ή ς νέας έποχής», Θέλησε νά άποκαθάρει τ ή φιλοσοφία άπό τ ή μεσαιωνική μεταφυσική. " Ε θ ε σε συνεπώς τό ύποκείμενο στό κέντρο τού διαλογισμού του. Τό «σκέπτομαι, άρα υπάρχω» άποτελούσε τ ή βάση μιας οντολογικής καί ταυτόχρονα γνωσιολογικής βεβαιότητας. Φυσικά καί ό Καρτέσιος δέν υποτιμούσε τήν αισθητηριακή έμπειρία. Πιστός στό πνεύμα τής έποχής, Θεωρούσε τόν κόσμο, τά έμβια όντα καί τόν άνθρωπο μηχανικά συστήματα, πού θά μπορούσαν νά περιγραφούν μέ τούς νόμους τής Μηχανικής ( τ ή ν όποία έπεχείρησε νά θεμελιώσει, χωρίς έπιτυχία). 'Εντούτοις ό εμπειρισμός τού Καρτέσιου ήταν ύποταγμένος σέ μιά δυϊστική-ίδεαλιστική οντολογία : « Σκέπτομαι, άρα υπάρχω » . Ό Γάλλος σοφός χώρισε τόν κόσμο σε ύλικά-έκτατά σώ-
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ-ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
102
ματα καί στή σκεπτόμενη ουσία. Ό άνθρωπος, ώς φυσικό δν, είναι μηχανή. Ταυτόχρονα, είναι φορέας μιας άυλης ψυχής, δωρεάς τοϋ δημιουργού. 1 ΙΊώς έπεχείρησε λοιπόν ό Καρτέσιος νά άπαντήσει στό γνωσιολογικό έρώτημα; « Σ κ έ π τ ο μ α ι , άρα υπάρχω». ΙΙώς μπορώ δμως νά είμαι βέβαιος γιά τήν άξιοπιστία τών γνώσεών μου ; Ή αληθής γνώση, κατά τόν Καρτέσιο, είναι προφανής, διαυγής, σέ άντίθεση μέ τίς συγκεχυμένες γνώσεις. Άλλά ή προφάνεια, ή ένάργεια, ή περίφημη clarté, άποτελοϋν κριτήριο άντικειμενικότητας ; Έ δ ώ ό « όρθολογιστής » Καρτέσιος υποχρεώνεται νά καταφύγει στή Μεταφυσική, τής όποιας, υποτίθεται, ήταν ό άμείλικτος έχθρός : Μπορούμε νά είμαστε βέβαιοι γιά τήν άξιοπιστία τής νόησης, έπειδή ό θεός μας έχει προικίσει μέ τό φυσικό φώς τού Λόγου. Τελικά, ό Καρτέσιος θεμελιώνει τ ή γνωσιμότητα τού κόσμου στό κατεξοχήν άκατανόητο : στόν θεό. "Ας δεχτούμε λοιπόν δτι ό κόσμος μας είναι γνώσιμος, χάρη στό φυσικό φώς τοϋ Λόγου. Αλλά ποιος μάς βεβαιώνει δτι δ κόσμος ύπάρχει ; "Οτι δέν είναι μιά αύταπάτη ; Ό Καρτέσιος έθεσε χωρίς περιστροφές τό έρώτημα : Υπάρχει άραγε κάποια υλική ουσία ή μήπως κάποιος κακεντρεχής δαίμων μέ έξαπατά ; Ό « όρθολογιστής » φιλόσοφος δέν διέθετε τά μέσα γιά νά άπαλλαγεΐ άπό τήν οντολογική άβεβαιότητα. " Ε τ σ ι κατέφυγε, γιά άλλη μιά φορά, στόν θ ε ό : « Α λ λ ά ίσως ό θεός δέν θά έπέτρεπε νά έξαπατώμαι μέ αύτό τόν τρόπο έπειδή, λέγεται, είναι έξαιρετικά άγαθός » . Καί φυσικά, ό
1. Κατά τόν Καρτέσιο, « ή ψυχή είναι ουσία ολοκληρωτικά ξεχωριστή από τό σώμα » ( Principes, Vrin, Paris 1971, σ. 28 ). Αντίστοιχα : « Τό σώμα δέν είναι άλλο άπό άγαλμα ή γήινη μηχανή, τήν όποία επίτηδες δημιούργησε ό θ ε ό ς γιά νά τήν κάνει όσο πιό όμοια γίνεται με μας, έτσι ώστε όχι μόνο της έδωσε έξωτερικά τό χρώμα καί τ ή μορφή δλων τών μελών μας, άλλά καί τής έβαλε καί όλα τά κομμάτια που απαιτούνται γιά νά βαδίζει, νά τ ρ ώ γ ε ι » κλπ. (Discours de la Méthode, Gantier, Paris I960, σ. 231 ). Φαντάζει πράγματι θλιβερή ή άπλοϊκότητα της σκέψης τοϋ πατέρα του άστικοΰ ορθολογισμού, αν τ ή συγκρίνουμε με τίς μεγαλοφυείς γνωσιοθεωρητικες διαισθήσεις τοϋ Δημόκριτου καί συνολικά τοϋ άρχαίου ΰλισμοϋ.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
αγαθός θεός «δέν υπάρχει αμφιβολία οτι είναι ικανός νά δημιουργήσει οτιδήποτε είμαι ικανός νά άντιληφθώ μ ' αυτό τον τρόπο » . 1 Ό λογικός φαύλος κύκλος είναι προφανής : άπό τήν άβεβαιότητα περνάει στή « β ε β α ι ό τ η τ α » μέσω τής άποδοχής τοΰ κατεξοχήν άβέβαιου : τής πίστης. Ό μηχανιστικός έμπειρισμός, μέσω τοΰ παραδοσιακού δυϊσμού, καταλήγει στήν κλασική λύση της μεταφυσικής. Άλλά ό Καρτέσιος δέν είναι ό μόνος πού ξεκινά άπό τήν αισθητηριακή εμπειρία γιά νά καταλήξει στή θεολογία. Ό κ τ ώ χρόνια χωρίζουν τό θάνατο τού Καρτέσιου άπό τ ή γέννηση τοΰ 'Ιρλανδού φιλοσόφου καί έπισκόπου Τζώρτζ Μπέρκλεϋ (1658-1735). Καί ό Μπέρκλεϋ έχει ώς άφετηρία τήν αισθητηριακή έμπειρία. Ποιός μάς βεβαιώνει έντούτοις ότι στά υποκειμενικά μας αισθήματα άντιστοιχεϊ κάποια άντικειμενική πραγματικότητα ; Γράφει λοιπόν ό 'Ιρλανδός φιλόσοφος : « 'Ανάμεσα στούς άνθρώπους κυριαρχεί ή παράδοξη γνώμη ότι τά σπίτια, τά βουνά, οί ποταμοί, μέ μία λέξη όλα τά αισθητά άντικείμενα, έχουν μιά φυσική ή πραγματική ύπαρξη, διαφορετική άπό τό νά γίνονται άντιληπτά άπό τ ή νόηση » . Ή άμφιβολία θά μπορούσε νά οδηγήσει στό σολιψισμό. 'Αλλά ό εύσεβής έπίσκοπος δέν θά δεχόταν μιά τέτοια κατάληξη πού άντιφάσκει στήν πίστη. Πρώτο βήμα, λοιπόν : Έ ταύτιση τών πραγμάτων μέ τίς « ιδέες » , δηλαδή μέ τά αισθητηριακά δεδομένα. 'Αλλά οί ιδέες, τά «αισθήματα», είναι υποκειμενικές. Χωρίς φυσικό άντίκρισμα. Δεύτερο βήμα, λοιπόν : Ή άναγωγή τών ιδεών στόν Θεό : « Οί ιδέες πού έντυπώνονται στά αισθητήρια άπό τό Δημιουργό τής φύσης, ονομάζονται πραγματικά άντικείμενα». Τά πράγματα πού γίνονται άντιληπτά άπό τά αισθητήρια «μπορώ νά τά ονομάσω έξωτερικά σέ σχέση μέ τήν προέλευση τους, μέ τήν έννοια ότι δέν γεννιούνται στό ίδιο τό μυαλό, άλλά άποτυπώνονται άπό ένα πνεύμα διαφορετικό άπό έκεΐνο πού τά άντιλαμβάνεται». Π η γ ή τών « ι δ ε ώ ν » είναι ό Θεός καί οι ιδέες ( τά πράγματα ) υπάρχουν στήν άπειρη νόηση του, έστω καί άν δέν υπάρχει κάποια πεπερασμένη, άνθρώπινη νόηση νά τά
1. Descartes, Meditations on the First Philosophy, Cambridge Univ. Press, 1986, σσ. 2 1 , 7 2 , 88 χαι άλλοΰ.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
103
άντιληφθεϊ. Καί στήν περίπτωση τοϋ Μπέρκλεϋ, παρόμοιος κύκλος : άπό τόν εμπειρισμό στόν ύποκειμενικό ιδεαλισμό καί άπό έκεΐ στόν άντικειμενικό ιδεαλισμό. 1 ( Κακώς ό Μπέρκλεϋ θεωρείται υποκειμενικός ιδεαλιστής. Ακόμα καί ό Λένιν έπεσε στήν παγίδα. ) Ό θεός απάλλαξε άπό τήν άγωνία τής αβεβαιότητας τούς πιστούς δούλους του : τόν Καρτέσιο καί τόν Μπέρκλεϋ. Ποιός θά σώσει όμως τούς νεότερους έμπειριστές, τόν Χιούμ καί τούς διαδόχους του, άπό τό σολιψισμό ; Ά ς σημειώσουμε, έπιγραμματικά κατ' άνάγκην, τίς άντιφάσεις τού νεότερου εμπειρισμού, πού θέλει, καί αύτός, μέ τ ή σειρά του, νά άποκαθάρει τ ή φιλοσοφία άπό τ ή μεταφυσική. Ό Ντέηβιντ Χιούμ ( 1 7 1 1 - 1 7 7 6 ) μπορεί νά θεωρηθεί γενάρχης τοϋ νεότερου έμπειρισμού. Καί αύτός, μέ τ ή σειρά του, θέλησε νά άποκαθάρει τ ή φιλοσοφία άπό τ ή μεταφυσική. Νά στηριχθεί στά έμπειρικά δεδομένα καί στά γεγονότα. "Εγραφε λοιπόν : « Ά ς πάρουμε έναν τόμο σχολικής μεταφυσικής. Περιέχει μήπως άφηρημένους συλλογισμούς πού νά άφοροϋν γεγονότα καί υπαρκτά άντικείμενα ; "Οχι ! Ρίξτε τον τότε στις φλόγες έπειδή δέν περιέχει άλλο άπό σοφιστείες καί πλάνες » . * Τί άντιστοιχεΐ λοιπόν στά υποκειμενικά μας αισθήματα; Είναι νόμιμο νά δεχτούμε τήν ύπαρξη μιας άντικειμενικής πραγματικότητας, πηγής τών αισθητηριακών δεδομένων ; Ή άρνητική άπάντηση τοϋ Χιούμ είναι σαφής : « Μέ ποιό έπιχείρημα μπορεί νά άποδειχτεϊ ότι οί αισθητηριακές προσλήψεις τοϋ νοϋ πρέπει νά προκαλούνται άπό έξωτερικά άντικείμενα ολοκληρωτικά διαφορετικά άπ'αυτές, παρόλο πού είναι όμοια μέ αυτές ; [ . . . ] Ή έμπειρία είναι καί πρέπει νά παραμείνει ολοκληρωτικά σιωπηλή. Στό νού μας δέν υπάρχει τίποτε διαφορετικό άπό αισθητηριακές προσλήψεις καί πιθανόν ό νοϋς μας δέν μπορεί νά έχει οποιαδήποτε έμπειρία τής σύνδεσης του μέ τά άντικείμενα. Ή υπόθεση δτι υπάρχει μιά τέτοια σύνδε-
1. Β λ . G. Berkeley, Three Dialogues Concerning Hylas and Philonous. Id, A Treatise Concerning the Principles of Human Knowledge, Open Court Publ. 1950, passim. 2. D. Hume, Enquiries Concerning Human Understanding, Oxford, Clarendon Press, 1962, a . 131.
ιθ4
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ση είναι, συνεπώς, χωρίς θ ε μ έ λ ι ο » . 1 Ή ομοιότητα της θέσης του Χιούμ μέ τήν άποψη τοϋ Μπέρκλεϋ είναι προφανής. Εντούτοις ό Μπέρκλεϋ μπορούσε νά καταφύγει στόν θεό, προκειμένου νά άποφύγει τό σολιψισμό. Ό σκεπτικισμός, άντίθετα, τού Χιούμ δέν τού έπέτρεπε τήν καταφυγή στόν θεό. " Ε τ σ ι , χωρίς νά ικανοποιείται άπό τό σκεπτικισμό πού οδηγούσε στό σολιψισμό, ό Χιούμ έβρισκε ικανοποίηση στήν καθημερινή ζωή. ( Ό Χιούμ δέν δεχόταν τίς λογικές άποδείξεις γιά τήν ύπαρξη τού θεού. Κατ'αυτόν, τό καλύτερο καί τό σταθερότερο θεμέλιο τής θεολογίας είναι ή πίστη καί ή θεία άποκάλυψη. ) Ό νεότερος έμπειρισμός άποτελεΐ, ούσιαστικά, τ ή συνέχεια τού έμπειρισμού τοϋ Χιούμ, παρά τ ή χρησιμοποίηση μιας περισσότερο έκλεπτυσμένης καί αύστηρής γλώσσας καί τήν αυστηρή λογική άνάλυση. " Ε τ σ ι ό γενάρχης τού εμπειρισμού τοϋ 20οϋ αιώνα, ό διαπρεπής Αύστριακός φυσικός καί φιλόσοφος "Ερνστ Μάχ ( 18381916), δήλωνε ρητά ότι θεωρούσε τόν Χιούμ πολύ πιό συνεπή φιλόσοφο άπό τόν Κάντ. ( Ό Κάντ, ώς γνωστόν, δεχόταν τήν ύπαρξη τών πραγμάτων καθεαυτά, δηλαδή τήν ύπαρξη μιας πραγματικότητας άνεξάρτητης άπό τ ή συνείδηση. ) Κατά τόν Μάχ, λοιπόν, «αύτό πού άποκαλούμε ύλη είναι ένας συνδυασμός στοιχείων τής αίσθησης, σύμφωνα μέ ορισμένους νόμους » . Κατά συνέπεια ή έπιστήμη δέν χάνει άν ή « ύ λ η » , ή όποία είναι ένα άπόλυτο, στείρο, σταθερό κάτι, άντικατασταθεΐ άπό έναν σταθερό νόμο. * Ό έμπειριστής δέν θέλει νά καταλήξει στό σολιψισμό. "Αλλοτε λοιπόν καταφεύγει στόν θ ε ό ( Καρτέσιος, Μπέρκλεϋ κ.ά. ) καί άλλοτε ταλαντεύεται άνάμεσα στήν ολοκληρωτική άρνηση τής πραγματικότητας καί σέ λογικά τεχνάσματα μέ τά όποια έπιχειρεΐ νά θεμελιώσει κάποια θέση. Ό Λένιν στήν έποχή του άνέλυσε αύτή τήν άντιφατική στάση τοϋ εμπειρισμού. Σήμερα τά τεχνάσματα τοϋ λογικού θετικισμού, τής αναλυτικής φιλοσοφίας, τής φιλοσοφίας τής γλώσσας κλπ., είναι περισσότερο περίτεχνα, σκοτεινά, λογικο-φιλο1. D. Hume, σ τ ό ι'άο, § 119 καί 123. 2 . Ε. Mach, The Analysis of Sensations, Dover, N.Y. 1959, σ
331.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
105
σοφικές κατασκευές χωρίς θεμέλιο στήν υπαρκτή πραγματικότητα. Οί έμπειριστές, οποιασδήποτε σχολής ή τάσης, είναι έγκλειστοι στό δίλημμα : σολιψισμός ή κάποια μορφή ρεαλισμού. Μπροστά στό αδιέξοδο, καταργούν τόν έναν πόλο τής αντίφασης : Γιά τους νεότερους θετικιστές οί φιλοσοφικές προτάσεις είναι ψευδοπροτάσεις : στερούνται νοήματος. (Τό περίφημο κριτήριο έπαληθευσιμότητας είναι, κατ'αυτούς, όχι μόνο κριτήριο οριοθέτησης, άλλά καί κριτήριο νοήματος. ) " Ε τ σ ι φαντάζονται ότι μπορούν νά άρθούν πάνω άπό τήν προαιώνια διαμάχη ύλισμού-ιδεαλισμού. Κατά τόν Χιούμ, ή έμπειρία θά παραμείνει πάντοτε σιωπηλή άπέναντι στό έρώτημα γιά τήν ύπαρξη μιάς άντικειμενικής πραγματικότητας. Πράγματι, ή θεωρησιακή φιλοσοφία άδυνατεϊ νά δώσει μιά καθαρή άπάντηση. Εντούτοις, άντίθετα μέ τόν Χιούμ, οί σημερινές έπιστήμες μάς δίνουν τ ή δυνατότητα νά άπαντήσουμε στό έρώτημα γιά τήν πηγή τής έμπειρίας καί γενικότερα γιά τίς σχέσεις ϋλης καί πνεύματος. 'Αντίθετα μέ τίς θεωρησιακές έπιστημολογίες (έμπειρισμός, θετικισμός, Τόμος Κούν κλπ. ), δέν είμαστε σάν τούς φυλακισμένους στή σπηλιά τοϋ Πλάτωνα. Οί σημερινές έπιστήμες μάς δίνουν τό κλειδί τής έξόδου πρός τόν κόσμο τών πραγμάτων. "Ας έπιχειρήσουμε συνεπώς μιά άπάντηση στό πρόβλημα τής γνωσιμότητας τοϋ κόσμου, μέ βάση τό κεκτημένο τών σημερινών έπιστημών. 1 2. Άπό
το αντικείμενο στην αίσθηση καί στην
παράσταση
'Ακόμα καί οί κατεξοχήν ρασιοναλιστές δέχονται ότι ή πρώτη ΰλη τής νόησης είναι τά δεδομένα τών αισθήσεων. Σημειώσαμε τήν άποψη τοΰ Καρτέσιου. Ό Κάντ, μέ τ ή σειρά του, έγραφε ότι ή νόηση χωρίς τήν αίσθηση είναι κενή (άλλά ότι καί ή αίσθηση χωρίς τ ή
1. Γιά μιά λεπτομερειακή κριτική τοϋ έμπειρισμοϋ, βλ. Ε . Μπιτσάκης, Τό αειθαλές δέντρο της γνώσεως, O.K. Σ ε σχέση μέ τ ή νεότερη Φυσική, βλ. τοϋ Κιου, Διαλεχτιχή χαί Νεότερη Φυσική, δη έκδοση, « Δαίδαλος-1. Ζαχαρόπουλ ο ς » , 2001.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
νόηση είναι τυφλή). "Ομως τό βασικό ερώτημα πού μας απασχολ ε ί είναι τό ερώτημα γιά τήν πηγή τών αισθητηριακών δεδομένων. Τό ερώτημα έχει τήν ίδια ήλικία με τ ή φιλοσοφία. Στήν εποχή του ό Δημόκριτος είχε υποστηρίξει ότι τά αντικείμενα εκπέμπουν ένα είδος ομοιωμάτων άπό λεπτεπίλεπτη ύλη, τά όποια εισέρχονται στό μάτι καί προκαλούν τήν παράσταση τών άντικειμένων. Ή ιδέα αύτη είναι αφελής άπό τήν άποψη τής φυσικής καί τής φυσιολογίας, είναι όμως μεγαλοφυής άπό φιλοσοφική άποψη. Πράγματι, σήμερα γνωρίζουμε τούς μηχανισμούς μέσω τών όποιων προκαλείται ή αίσθηση καί ή παράσταση τών έξωτερικών άντικειμένων στήν άνθρώπινη συνείδηση. Άλλά προτού άναφερθούμε στήν άνθρώπινη αίσθηση, άς δούμε ένα παράδειγμα άπό τ ή σύγχρονη τεχνολογία. "Εστω ότι κάποιος Θέλει νά γράψει στό μαγνητόφωνο μιά ομιλία. Τά ήχητικά κύματα - ή φωνή- εισέρχονται στό μικρόφωνο καί τό διεγείρουν. Συνέπεια: Άπό τό μικρόφωνο έξέρχεται πρός τό μαγνητόφωνο ένα διαμορφωμένο ήλεκτρικό ρεύμα, μιά άκολουθία σημάτων, τά όποια έγγραφονται στή μαγνητοταινία. Τό ήλεκτρικό σήμα προκλήθηκε άπό τ ή φωνή, άλλά ή φωνή ώς τέτοια δέν υπάρχει πλέον. Μέσω ένός ποιοτικού μετασχηματισμού προκάλεσε ένα ήλεκτρικό σήμα. Τό ήλεκτρικό σήμα, με τ ή σειρά του, προκάλεσε μία άλλοίωση, μία « έ γ γ ρ α φ ή » στήν εύαίσθητη έπιφάνεια τής μαγνητοταινίας. Τό ήλεκτρικό σήμα δέν ύπάρχει πλέον. "Εχουμε συνεπώς δυό ποιοτικούς μετασχηματισμούς, αίτιακά καθορισμένους, οπου τό άποτέλεσμα βρίσκεται σέ σχέση άντιστοιχίας, μορφισμού, μέ τήν αίτια του. Μπορούμε τώρα νά άναπαραγάγουμε τό πρωταρχικό σήμα, ( τ ή φωνή ), με μία άντίστροφη διαδικασία. Τό γεγονός ότι μπορούμε νά άναπαραγάγουμε μέ ύψηλή πιστότητα τ ή φωνή τού όμιιλητή άποτελεϊ άπόδειξη: ΐ ) τού άντικειμενικού, αίτιοκρατημένου χαρακτήρα τών ποιοτικών μετασχηματισμών, καί 2) τής σχέσης μορφισμού άνάμεσα στήν αιτία καί τό άποτέλεσμα. Φυσικά ή άντιστοιχία δέν είναι μία πρός μία άπεικόνιση, μία άμφιμονοσήμαντη άντιστοιχία τού συνόλου τών στοιχείων πραγματικότητας τού σήματος καί τού άποτελέσματος. Αύτό όμως είναι δευτερεύον ώς πρός τό θέμα μας. Ά ς πάρουμε τώρα τήν περίπτωση μιας αίσθησης, π.χ. τής ορα-
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
107
σης. Προφανώς πρόκειται για ποιοτικά διαφορετικό παράδειγμα άπό τό προηγούμενο. "Ομως άνάμεσα στά δύο υπάρχει μιά σαφής άναλογία, ή όποία μας διευκολύνει στήν κατανόηση τοϋ πολύ πιό περίπλοκου καί ποιοτικά διαφορετικού φαινομένου τής όρασης. " Ε σ τ ω ότι ένας άνθρωπος ( ή ένα ζώο) παρατηρεί ένα έξωτερικό άντικείμενο: ένα δέντρο. Άπό τό δέντρο δέν έκπέμπονται «όμοιώματα » . Έκπέμπονται φωτόνια, τά όποια εισέρχονται στό μάτι άπό τήν κόρη καί προσπίπτουν στόν άμφιβληστροειδή. Τά φωτόνια προσπίπτουν στά οπτικά κύτταρα ( στά κωνία καί στά ραβδία ), τά όποια συνιστούν τό όργανο υποδοχής. Ή ένέργεια τών φωτονίων μετασχηματίζεται τώρα σέ ήλεκτρικές ώσεις (πρώτος ποιοτικός μετασχηματισμός, πρώτη κωδικοποίηση), οί όποιες, μέσω τού οπτικού νεύρου, μεταφέρονται στόν έγκέφαλο ( στόν όπτικό φλοιό ). Άπό έκεΐ μέσω ένός νέου ποιοτικού μετασχηματισμού προκαλούν μιά έγγραφή, ή όποία βιώνεται ώς αίσθηση, παράσταση, χρώμα κλπ. Ή άναλογία μέ τό προηγούμενο παράδειγμα είναι πλήρης, παρά τήν ποιοτική διαφορά τών διαδοχικών μετασχηματισμών. Καί στήν περίπτωση τής όρασης, οί μετασχηματισμοί είναι αίτιοκρατημένοι καί πραγματοποιούν σύμμορφες «άπεικονίσεις». Απόδειξη: ή « ε ι κ ό ν α » τού δέντρου άντιστοιχεΐ στό σχήμα του, στό χρώμα τών φύλλων του κλπ. 1 θ ά μπορούσαμε νά εφαρμόσουμε τήν προηγούμενη άνάλυση στήν κατανόηση καί τών άλλων αισθήσεων (άκοής, γεύσης κ λ π . ) . Δέν θά κερδίζαμε τίποτε άπό φιλοσοφική άποψη. Έ δ ώ όμως άνακύπτει ένα θεμελιώδες γνωσιοθεωρητικό έρώτημα. Τό χρώμα, ή γεύση, ή οσμή κλπ., υπάρχουν σάν τέτοια στό άντικείμενο ; Κατά τούς έμπειριστές, πρόκειται γιά συμβάσεις, γιά δευτερεύουσες ιδιότητες πού δέν υπάρχουν στά πράγματα, άντίθετα μέ τίς πρωτεύουσες (όγκο, βάρος, στερεότητα κλπ. ). Οί έμπειριστές μάλιστα έπικαλούνται καί τ ή σχετική ρήση τού Δημόκριτου : « Νόμω γλυκύ καί νόμω πικρόν, νόμω θερμόν, νόμω χροιή, ετετη δε άτομα και κενόν». Τά χρώματα, 1. Γιά μιά λεπτομερειακή ανάλυση, βλ. Ε . Μπιτσάκης, θεωρία χαί Πράξη, «Gutenberg», 1986.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
π.χ., δέν είναι « φύσει » , είναι « νόμω και θέσει τη προς ημάς εχει τό είναι » . 1 Ή θέση αυτή θεωρήθηκε σύμφωνη μέ το συμβατισμό τοϋ έμπειρισμού. Ε ν τ ο ύ τ ο ι ς : 0 τά άτομα κατά τον Δημόκριτο είναι πραγματικά καί όχι προϊόν τής συνείδησης, καί 2) οί υποκειμενικές ιδιότητες (χρώμα κ λ π . ) δέν είναι απλώς υποκειμενικές. "Εχουν ένα όντικό άντίκρισμα : είναι υποκειμενικές « μεταγραφές » άντικειμενικών ιδιοτήτων τών άτόμων. Πράγματι, κατά τόν Δημόκριτο, στά διάφορα χρώματα άντιστοιχοϋν διαφορετικές άντικειμενικές ιδιότητες τών άτόμων. Στό λευκό, π.χ., άντιστοιχεΐ μία λεία δομή, ένώ τό μαύρο άντιστοιχεΐ σέ άνώμαλες καί άνόμοιες μορφές. 'Αντίστοιχα, ή όξινη γεύση άντιστοιχεΐ σέ αιχμηρές άτομικές δομές καί μικρά άτομα, ένώ τό γλυκύ άντιστοιχεΐ σέ στρογγυλά άτομα μέσου μεγέθους. Ή άποψη τοϋ Δημόκριτου έπαληθεύτηκε άπό τ ή φυσική, τ ή χημεία καί τ ή φυσιολογία. Οί έπιστήμες αύτές άποκάλυψαν τίς συγκεκριμένες δομές πού άντιστοιχοϋν στά διάφορα αισθήματα, καθώς καί τίς νευροφυσιολογικές λειτουργίες πού διαμεσολαβούν άνάμεσα στό άντικείμενο καί τό υποκειμενικό αίσθημα. Επιπλέον, τά νεότερα έπιστημονικά δεδομένα άποκάλυψαν τό αβάσιμο τής διαφοράς άνάμεσα στίς λεγόμενες πρωτεύουσες καί δευτερεύουσες ιδιότητες. ( Ή σχετική συζήτηση ταλαιπώρησε καί ταλαιπωρεί τούς έμπειριστές άπό τήν έποχή τού Καρτέσιου, τού Γαλιλαίου, τού Λόκ καί μέχρι σήμερα. Ή άποψή τους είναι άπλόική σέ σύγκριση μέ τήν υλιστική γνωσιοθεωρία τού Δημόκριτου. ) Σήμερα συνεπώς γνωρίζουμε σέ μεγάλο βαθμό τίς διαδικασίες μεσω τών όποιων τό άντικείμενο γίνεται δεδομένο τής συνείδησης. Ό έγκέφαλος καί τά αισθητήρια, προϊόν τής μακράς πορείας τής φυλογένεσης, όργανα προσαρμογής καί έπιβίωσης, άποτελούν τό υλικό υπόβαθρο, τό φορέα τής αίσθησης (καί τής νόησης ). "Ομως ή άντιληπτική ικανότητα τών αισθητηρίων είναι περιορισμένη : δέν συλλαμβάνουν παρά ένα έλάχιστο μέρος τών στοιχείων πραγματικότητας καί τών σχέσεών τους. Τό θαυμαστό 1. Diels-Kranz, Die Fragmente..., 2Α, 4 1 .
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
109
όργανο, τό μάτι μας, είναι τυφλό σε ολόκληρο σχεδόν τό ή λ ε κτρομαγνητικό φάσμα. (Τό όρατό μέρος είναι μιά στενή λωρίδα τοϋ ολου φάσματος. ) 'Αντίστοιχα, τό αυτί μας συλλαμβάνει ήχους μέ συχνότητες άπό 16.000 μέχρι 20.000 περίπου. Είναι κουφό στό σύνολο σχεδόν τών ήχητικών κυμάτων. Τό Γδιο ισχύει καί γιά τ ή γεύση σέ σχέση μέ τό πλήθος τών χημικών μορίων κλπ. ' Ε π ι πλέον, άπό τό πλήθος τών δυνατών προσλήψεων, τά αισθητήρια « έπιλέγουν » έκεϊνες πού συμβάλλουν στήν έπιβίωση τοϋ άτομου ( ή εικόνα μιάς άκίνητης μύγας, π.χ., δέν μεταβιβάζεται στόν εγκέφαλο τοϋ βατράχου). Ό άνθρώπινος έγκέφαλος, παρά τούς περιορισμούς του, είναι ένα θαυμαστό προϊόν τής μακράς πορείας τής φυλογένεσης. Σύμφωνα μέ τήν καθηγήτρια Κούκκου-Lehmann: « Ό έγκέφαλος είναι τό όργανο τό όποιο γεννάει καί συντονίζει ολες τίς διαστάσεις καί όψεις τής άνθρώπινης έμπειρίας. [ . . . ] Ό άνθρώπινος έγκέφαλος είναι σύστημα παραγωγής γνώσης καί ή γνώση αύτή παράγεται μέ τ ή συνεργατική, συνθετική καί ολιστική λειτουργία τών νευρώνων καί τοϋ νεοφλοιοϋ. Αυτές είναι οί λειτουργίες μέ τίς όποιες τά άνθρώπινα όντα παράγουν στόν έγκέφαλό τους άνακτήσιμες συμβολικές παραστάσεις τών άποτελεσμάτων τής άλληλεπίδρασης μέ τό φυσικό καί τό κοινωνικό περιβάλλον». 1 Ά ς έπιχειρήσουμε λοιπόν μιά λεπτομερέστερη διαπραγμάτευση τών σχετικών διαδικασιών, προκειμένου νά θεμελιώσουμε μιά μονιστική άντίληψη γιά τίς σχέσεις σώματος καί πνεύματος. "Εχουμε —λέγεται— τρεις έγκεφάλους. 'Ορθότερο είναι νά λέμε ότι ό έγκέφαλός μας άποτελεΐται άπό τρία διαδοχικά στρώματα, τά όποια άναπτύχθηκαν στήν πορεία τής φυλογένεσης καί τά όποια, παρά τήν εξειδίκευση τών λειτουργιών τους, συνιστούν μιιά διαφοροποιημένη ολότητα. Τό πιό πρόσφατο στρώμα είναι ό φλοιός, έδρα τής νόησης, προϊόν τής καθαυτό άνθρώπινης έξέλιξης τοϋ είδους χάρη στήν έργασία καί συνολικά τήν κοινωνική ζωή. Τό όργανο αύτό 1. Β λ . Ε. Bitsakis, "On Human Nature", στό The Human Predicament, D. Rezis ( É d . ) , Prometheus Books, 1996.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
αναπτύχθηκε, δημιουργήθηκαν νέα πεδία κλπ. Ό φλοιός είναι προϊόν καί προϋπόθεση τής άνθρωπογένεσης. Μέσω τών αισθητηρίων προσλαμβάνουμε μέρος έστω τής άπειρης πολυμορφίας τής φυσικής καί τής κοινωνικής πραγματικότητας. Ή παράσταση δέν είναι άπλό σύμβολο. Είναι ή σύμμορφη άπεικόνιση στοιχείων τής πραγματικότητας, προϊόν τής γενετικής σχέσης άντικειμένου-ύποκειμένου. Ή αίσθηση, σημειώνει ό Λεόντιεφ, είναι διαδικασία ή όποία, ώς διαμεσολαβητής τών σχέσεων μέ τό περιβάλλον, έκπληρώνει τις λειτουργίες τού προσανατολισμού, τής σήμανσης καί τής άντανάκλασης. 1 Ό φλοιός έλέγχει τις διαδικασίες άνάλυσης, σύνθεσης, κατάταξης τών αισθητηριακών δεδομένων, δηλαδή τ ή διαδικασία άναγνώρισης τού άντικειμένου. Ό έγκέφαλος, συνεπώς, δέν είναι ούτε μαλακό κερί ούτε άγραφο χαρτί στό όποιο άποτυπώνονται παθητικά τά αισθητηριακά δεδομένα. Ό Ζάκ Μονό συγκεφαλαιώνει ώς έξής τις βασικές λειτουργίες τού έγκεφάλου, πού περιλαμβάνει 1 0 1 0 1 3 νευρώνες, οί όποιοι συνδέονται μεταξύ τους μέ ΙΟ 1 1 -10 1 5 συνάψεις: 1. Εξασφαλίζει τ ή διεύθυνση καί τόν κεντρικό συντονισμό τών νευροκινητικών λειτουργιών σέ συνάρτηση, κυρίως, μέ τά αισθητηριακά έρεθίσματα. 2. Περιέχει, μέ τ ή μορφή γενετικά καθορισμένων κυκλωμάτων, προγράμματα δράσης, λιγότερο ή περισσότερο περίπλοκα. Τά θέτει σέ κίνηση, σέ συνάρτηση μέ ειδικά έρεθίσματα. 3. 'Αναλύει, φιλτράρει καί ολοκληρώνει αισθητηριακά έρεθίσματα, ώστε νά συγκροτήσει μιά παράσταση τού έξωτερικού κόσμιου, προσαρμοσμένη στις ειδικές έπιδόσεις τού ζώου. 4. Καταγράφει τά σημαντικά συμβάντα, τά ομαδοποιεί σέ τάξεις σύμφωνα μέ τις άναλογίες τους καί συσχετίζει αύτές τις τάξεις. Ε κ λεπτύνει, έμπλουτίζει καί διαφοροποιεί τά έμφυτα προγράμματα, περιλαμβάνοντας αύτές τις έμπειρίες. 5. Φαντάζεται, δηλαδή άναπαριστά καί έξομοιώνει, έξωτερικά γεγονότα ή προγράμματα δράσης. Οί λειτουργίες 1, 2 καί 3 είναι λει1. Α. Leontiev, Le développement du phychisme, Éd. Sociales, Paris 1976, σσ. 2 2 0 - 2 2 1 .
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
111
τουργίες συντονισμού και παράστασης. Οί 4 καί 5 είναι γνωστικές λειτουργίες. Ή 5 είναι δημιουργός υποκειμενικών έμπειριών. 1 Υπάρχει μία αναλογία ανάμεσα στον άνθρώπινο έγκέφαλο καί τον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ό ηλεκτρονικός υπολογιστής μπορεί νά πραγματοποιήσει προσομοιώσεις τής νοητικής λειτουργίας, όπως αναγνώριση δομών, μεταφράσεις, παιχνίδια, ανακαλύψεις μαθηματικών Θεωρημάτων κλπ. Άλλά πέρα άπό τήν ποιοτική διαφορά ήλεκτρονικής μηχανής-έμβιου οργάνου, πέρα άπό τήν ικανότητα άναπαραγωγής καί έξέλιξης, ή μηχανή δέν σκέφτεται, δέν έχει τ ή δυνατότητα νά παίρνει πρωτοβουλίες, δέν έχει αισθήματα, φαντασία, δημιουργική σκέψη. 4 Ή έμβια ύλη, σέ άντίθεση μέ τά ήλεκτρονικά μηχανήματα, έχει τήν ικανότητα τής έξέλιξης, τών μορφογενετικών παιχνιδιών, διαθέτει άνοιχτά προγράμματα πού άνοίγουν στούς οργανισμούς ένα πλούσιο πεδίο δυνατοτήτων. Πώς όμως διαμορφώθηκε αύτό τό θαυμαστό όργανο πού λέγεται άνθρώπινος έγκέφαλος ; "Αν δέν άναζητήσουμε τήν προϊστορία του στή μακρά διαδρομή τής φυλαγένεσης, τότε δέν μένει άλλη άπάντηση άπό τό Θαύμα. Ή άλληλεπίδραση είναι καθολική φιλοσοφική κατηγορία: Είναι τό γενικό πού άντιστοιχεΐ στό πλήθος τών ειδικών μορφών πού λειτουργούν στή φύση. "Ας πάρουμε γιά άλλη μιά φορά τήν περίπτωση τής ήλεκτρομαγνητικής άκτινοβολίας. Άκόμα καί οί μονοκύτταροι όργανισμοί άντιδρούν στά έρεθίσματα τού περιβάλλοντος. Ειδικά ώς πρός τό φώς, είναι εύαίσθητοι σέ μιά περιοχή τοϋ ήλεκτρομαγνητικοϋ φάσματος. Πολυκύτταροι οργανισμοί έχουν φωτοευαίσθητα κύτταρα διασπαρμένα σέ ολόκληρη τήν έπιφάνεια τού σώματος τους. Οί σκώληκες είναι οί πρώτοι οργανισμοί πού άπέκτησαν φωτοευαίσθητα κύτταρα στό άκρο τής κεφαλικής χώρας. Στήν πορεία τής έξέλιξης, τά φωτοευαίσθητα κύτταρα συγκεντρώνονταν καί σχημάτιζαν ένα είδος « πλάκας » , ή όποία έπέτρεπε τόν προσανατολισμό
1. J. Monod, στό Recherche en Biologie Moléculaire, Seuil, Paris 1975. 2. Β λ . Ε . Μπιτσάκης, Τό αειθαλές δέντρο της γνώσεως, ο.π., σα. 2 3 5 - 2 3 6 . Ε π ί σ η ς , Ν . Ταμπάκης, Ουτοπία, 5 0 ( 2 0 0 2 ) .
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
στο φως. Μιά αυστηρότερα οργανωμένη φωτοευαίσθητη κοιλότητα μπορεί νά θεωρηθεί πρόδρομος τοϋ ματιού, τό όποιο, μέσω τού οπτικού νεύρου, συνδέεται μέ τόν έγκέφαλο. 1 Ό έγκέφαλος είναι προϊόν έξέλιξης. Αντίστοιχα, τό πέρασμα άπό τό άπλό αισθητηριακό έρέθισμα στήν παράσταση καί στή συνείδηση εξαρτάται τόσο άπό τό είδος τοϋ οργανισμού όσο καί άπό τήν ή λικία του. Ή συμπεριφορά τών πρωτίστων καθορίζεται άπό τό παιχνίδι τών φυσιολογικών διαδικασιών. Περισσότερο σύνθετη άντίδραση, σύσπαση, παρατηρείται στούς σπόγγους, οί όποιοι δέν διαθέτουν νευρικό σύστημα. Σ έ άνώτερους οργανισμούς πού διαθέτουν νευρικό σύστημα, ή αισθητηριακή άποτύπωση ( sense impression ), στοιχειακή μορφή βιωμένης έμπειρίας, είναι άκόμα μία « κ ρ ο ύ σ η » (shock), χωρίς διάρκεια. Κάτι πού δέν μετατρέπεται σέ αισθητηριακό δεδομένο. Ή αίσθηση, άντίθετα, έχει τό στοιχείο τής διάρκειας. Προϋποθέτει τ ή σταθεροποίηση τών αισθητηριακών άποτυπώσεων στό νευροαισθητικό κύτταρο. Τό άτομο άντιλαμβάνεται μ'αυτό τόν τρόπο τήν ύπαρξη τών έξωτερικών άντικειμένων. 4 'Αντίστοιχα, παρατηρείται μιά έξέλιξη τών δυνατοτήτων τής αίσθησης καί τής παράστασης σέ συνάρτηση μέ τήν ήλικία. Κατά τούς πρώτους μήνες τής ύπαρξης τοϋ βρέφους, τό σύμπαν του είναι κενό άπό άντικείμενα. 'Αποτελείται άπό άντιληπτικούς πίνακες πού εμφανίζονται καί έξαφανίζονται. Σύμφωνα με τίς έρευνες τού Πιαζέ 3 , τό βρέφος άνακαλύπτει τά έξωτερικά άντικείμενα στήν ήλικία τών πέντε έως έννέα μηνών, χωρίς νά τούς άποδίδει ούσιαστική σταθερότητα. Μετά τόν ένατο μήνα, τό βρέφος άντιλαμβάνεται τά έξωτερικά άντικείμενα ώς σταθερά πράγματα. Τά άντικείμενα συνεπώς εντοπίζονται στό χώρο καί ό έντοπισμός έξαρτάται άπό τ ή δόμηση «ομάδας μετατοπίσεων». Κάθε έξωτερικό έρέθισμα συνεπώς δέν μετατρέπεται άναγκα-
1. Α. Leontiev, Le développement du phychisme, ό.π., σα. 18 καί 22. 2. Trann Duc Thao, Phenomenology and Dialectical Materialism. Reidel, Dordrecht 1986, σσ. 145 καί έπ. 3. J. Piaget, Phychologie et Épistémobgie, Gontliier, Paris 1976, σ. 25.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
114
στικά σέ δεδομένο τής συνείδησης. Υπάρχουν αντανακλαστικές διαδικασίες οί όποιες διέρχονται μέσω τοϋ έγκεφάλου καί παρά ταύτα δέν υποπίπτουν στό πεδίο τής συνείδησης. "Οπως γράφει ό Σραίντινγκερ, υπάρχουν ένδιάμεσοι βαθμοί άνάμεσα στό πλήρως συνειδητό καί στό ολοκληρωτικά μή συνειδητό. 1 Συνεπώς : 'Ιστορικότητα τής διαμόρφωσης τών οργάνων τής αίσθησης καί τού έγκεφάλου. Στάδια στήν άνάπτυξη τής άντιληπτικής ικανότητας τού βρέφους. 'Απουσία έμφυτων παραστάσεων ή ιδεών, άλλά ύπαρξη δυνατοτήτων οί όποιες πραγματοποιούνται στήν πορεία τής άνάπτυξης τού οργανισμού. 3. 'Απο την παράσταση
στην έννοια και στην εννοιακή σκέψη
"Ως έδώ σκιαγραφήσαμε τό πέρασμα άπό τίς στοιχειακές μορφές άντανάκλασης στήν αίσθηση καί στήν παράσταση. Πώς θά μπορούσαμε τώρα νά κατανοήσουμε τό πέρασμα άπό τήν παράσταση στήν έννοια, άποφεύγοντας τόσο τήν άπλόικότητα τού εμπειρισμού όσο καί τήν αύθαιρεσία τού δυϊσμού ; "Εδρα τής νόησης είναι ό έγκέφαλος - τό υλικό της υπόβαθρο, ό φορέας της. Άρκεΐ όμως ή γνώση τής δομής καί τής λειτουργίας τού έγκεφάλου γιά νά έξηγήσουμε τ ή δυνατότητα τής νόησης ; Τό έρώτημα τό ειχε θέσει, μεταξύ άλλων, καί ό "Ενγκελς, στήν έποχή του : « Άν διερωτηθούμε τί είναι ή νόηση καί ή συνείδηση καί άπό πού προέρχονται, θά βρούμε ότι είναι προϊόντα τού άνθρώπινου έγκεφάλου καί ότι ό άνθρωπος είναι ό ίδιος γέννημα τής φύσης πού άναπτύχθηκε μέσα καί μαζί μέ τό περιβάλλον του. Άπό αύτό προκύπτει φυσιολογικά ότι τά προϊόντα τού άνθρώπινου έγκεφάλου, πού σέ τελευταία άνάλυση είναι προϊόντα τής φύσης, δέν βρίσκονται σέ άντίθεση, άλλά σέ συμφωνία μέ τό σύνολο τής φύσης » . * Κάποτε, γράφει ό "Ενγκελς, θά άναγάγουμε τ ή διαδικασία τής νόησης σέ μοριακές καί χημικές κινήσεις στόν έγκέφαλα. 'Εξηγήσαμε 1. Ε. Schrodinger, L'esprit et la matière. Seuil, Paris 1990, σ. 156. 2. F. Engels, Anti-DUhring, ο.π., σ. 66.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
δμως μ ' αύτό τ ή φύση τής νόησης ; Ή νόηση προϋποθέτει τις σχετικές νευροφυσιολογικές διαδικασίες καί ταυτόχρονα τίς ύπερβαίνει. "Εναν αιώνα μετά τόν Έ ν γ κ ε λ ς , ό Φρανσουά Ζακόμπ θά κατέληγε στό Γδιο συμπέρασμα, μέ βάση έναν τεράστιο πλούτο δεδομένων, ανύπαρκτων στα τέλη τού 19ου αιώνα. Κατά τόν Ζακόμπ : « Οι διαδικασίες οι όποιες χαρακτηρίζουν τ ή δραστηριότητα τού έγκεφάλου, θά φανούν στόν χημικό τό Γδιο κοινότοπες μέ τίς διαδικασίες τής πέψης. Εντούτοις τό νά περιγράψουμε μέ ορούς φυσικής καί χημείας τήν κίνηση τής συνείδησης, ένα αίσθημα, μία απόφαση, μία ανάμνηση, είναι άλλη ιστορία. Τίποτα δέν μας λέγει ότι κάποτε Θά φτάσουμε σ' αύτό » . 1 'Απορρίπτοντας τόν μηχανιστικό μπηχεϊβιορισμό καί κάθε μορφή άναγωγισμού, ας έπιχειρήσουμε συνεπώς νά κατανοήσουμε τό φαινόμενο τής νόησης, λαμβάνοντας υπόψη τό κύριο χαρακτηριστικό τού άνθρώπινου είδους : τό δτι είναι κοινωνικό δν, δημιουργός έργαλείων, καί δτι μέσω τής έργασίας δημιουργεί τόν έαυτό του, αναδημιουργώντας τ ή φύση. Ή οντολογική ένότητα τού ανθρώπου μέ τή φύση αποτελεί πλέον έπιστημονικό δεδομένο. Δέν θά ήταν συνεπώς ακατανόητο τό γεγονός δτι ή φύση είναι, κατ* αρχήν, γνώσιμη. "Ομως ή όντική συγγένεια άνθρώπου-φύσης δέν άρκεΐ γιά νά έξηγήσει τό φαινόμενο τής νόησης. Καί ή άντίθεση ύλης-πνεύματος ( ή σώματος-νού) δέν λύνεται στό πλαίσιο τών θεωρησιακών φιλοσοφιών. "Οπως τονίστηκε ήδη, πρέπει νά άντιμετωπίσουμε τόν άνθρωπο στό πλαίσιο τών συνθηκών καί τών σχέσεων τής ύπαρξης του : φυσικών καί κοινωνικών. Ό άνθρωπος μέσω τής έργασίας μεταμορφώνει τ ή φύση. Τροποποιώντας τ ή φύση καί τίς συνθήκες τής ύπαρξης του, τροποποιεί, δημιουργεί τόν έαυτό του. Στό βαθμό πού άναπτύσσει τίς παραγωγικές δυνάμεις του, άναπτύσσει καί τ ή νόησή του καί ή άνάπτυξη τής νόησης έπαναστατικοποιεΐ τίς συνθήκες τής ύπαρξης. Μέσω τής κοινωνικής ζωής καί τής πρακτικής δραστηριότητας, ή έπικοινωνία τών άνθρώπων περνάει άπό τίς άναρθρες κραυγές καί τίς χειρονο1. F. Jacob, La Logique du Vivant, Gallimard, Paris 1970, σ. 3 3 7 .
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
115
μίες στήν ανάπτυξη τής γλώσσας και τής νοητικής σκέψης. Και ό κάστορας καί ή μέλισσα κλπ. κατασκευάζουν φράγματα, φωλιές, κερήθρες. Καί ορισμένα ανώτερα θηλαστικά μαθαίνουν καί διαθέτουν κάποια νοημοσύνη. "Ομως μόνο ό άνθρωπος σχεδιάζει, προβλέπει, θέτει σκοπούς, υπερβαίνει τό στάδιο τής πρακτικής δραστηριότητας πού άποβλέπει στήν άπλή έπιβίωση. 1 Ό φλοιός (καί ό νεοφλοιός), κύρια έδρα τής νόησης, άναπτύχθηκε στήν περίοδο πού ό άνθρωπος είχε ήδη μετατραπεί σέ κοινωνικό, άπό άγελαΐο ζώο, μέσω τής έργασίας καί τών κοινωνικών σχέσεων. "Ομως καί στό σημείο αύτό είμαστε άναγκασμένοι νά έξηγήσουμε ένα δεύτερο « θ α ύ μ α » . "Αν άνάμεσα στόν άνθρωπο καί στά υπόλοιπα έμβια δέν υπάρχει κάποια τομή σχετικά μέ τ ή συνείδηση καί τ ή νόηση, τότε πώς έξηγεΐται τό «προνόμιο» ( ή ή κατάρα) τού άνθρώπου ; Φαίνεται όμως ότι όσοι άρέσκονται σέ ρήξεις καί σέ τομές θά άπογοητευτούν καί στήν προκειμένη περίπτωση. Πράγματι, είναι γνωστό ότι καί τά ζώα έχουν έναν αισθητηριακό ψυχισμό. Πέρα άπ' αύτό, τά άνθρωποειδή καί τά άνώτερα θηλαστικά διαθέτουν στοιχειώδη νοημοσύνη. Κατά τόν Λεόντιεφ, τά ζώα διαθέτουν στοιχειώδη αισθητηριακό ψυχισμό. Ό Γδιος δέχεται ένα δεύτερο στάδιο ψυχισμού : τό άντιληπτικό στάδιο, κατά τό όποιο ή πραγματικότητα αντανακλάται όχι μέ τ ή μορφή μεμονωμένων αισθημάτων, άλλά μέ τή μορφή άντανάκλασης πραγμάτων. Στήν πλειονότητα τών θηλαστικών, ό ψυχισμός παραμένει, κατά τόν Λεόντιεφ, στό διανοητικό στάδιο: στήν ύπαρξη νοημοσύνης (intellect) πού δέν ταυτίζεται μέ τήν άνθρώπινη νόηση (raison).* Καί ό Πιαζέ υποστηρίζει ότι γιά νά υπάρξει έπιστημονική θεωρία τής γνώσης χρειάζεται νά βρούμε τίς διαδικασίες διαμόρφωσης,
1. Γιά τ η δημιουργική άλληλεπίδραση χεριοϋ καί μυαλού βλ. τό σχετικό κεφάλαιο της Αιαλεχτιχης της Φύσης του " Ε ν γ κ ε λ ς . Ε π ί σ η ς βλ. τίς αναλύσεις τοΰ Μάρξ στό Κεφάλαιο γιά τήν ανάπτυξη τής ανθρώπινης νόησης μέσω τής έργασίας καί της κοινωνικής ζωής. 2. Α. Leontiev, Le développement du phychisme, ο.π., σσ. 62-63.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
περάσματος άπό μιά κατώτερη σέ μιά άνώτερη μορφή γνώσης. 1 Ό ίδιος διακρίνει στο ζωικό βασίλειο τήν προβαθμίδα τής νόησης : τόν έγκέφαλο, τά αισθητήρια, τό νευρικό σύστημα, τήν αίσθηση, τήν παράσταση, τόν ψυχισμό. Πρίν άπό τ ή γλώσσα, ό Πιαζέ διαπιστώνει τήν ύπαρξη αίσθησιοκινητικής νόησης. Κατά τόν Πιαζέ, τά αίσθησιοκινητικά ένεργήματα είναι σειρά διαμεσολαβητών άνάμεσα στά υποκείμενα καί τό άντικείμενο, πού παραμένει καθαρά παρόν. Έ έννοιακή σκέψη έλευθερώνεται τώρα άπό τούς δεσμούς της μέ τήν υπάρχουσα κατάσταση, καί έχει τ ή δυνατότητα νά ταξινομεί, νά κατατάσσει σέ σειρές, νά βάζει σέ άντιστοιχία, με πολύ περισσότερη κινητικότητα καί ελευθερία. * 'Ανάμεσα στήν παράσταση καί τήν έννοια, ό Πιαζέ τοποθετεί τήν προέννοια. Πρίν άπό τ ή γλώσσα, τήν αίσθησιοκινητική νόηση. Ό Βιγκότσκι, μέ τ ή σειρά του χρησιμοποιεί τόν όρο δυνάμει έννοια. Κατά τόν Γδιο συγγραφέα, οί ψευδοέννοιες δέν άποτελοϋν προνόμιο τοϋ παιδιού. Στήν καθημερινή ζωή πολύ συχνά χρησιμοποιούμε ψευδοέννοιες : « 'Από τήν άποψη τής διαλεκτικής λογικής, έννοιες τής καθημερινής γλώσσας μας δέν είναι κυριολεκτικά έννοιες. Είναι μάλλον γενικές παραστάσεις τών πραγμάτων. Άπό τίς δυνάμει έννοιες, μέ τ ή χρήση τών λέξεων ώς πυρήνα σχηματισμού τής έννοιας, έμφανίζεται ή ειδική δομή πού μπορούμε νά ονομάσουμε έννοια μέ τό πραγματικό νόημα τής λ έ ξ η ς » . 3 Πρίν άπό τ ή νόηση, πρίν άπό τ ή διατύπωση τών σχέσεων με τ ή μορφή έννοιών, μαθηματικών τύπων ή γεωμετρικών σχέσεων, ό άνθρωπος, μέσω τών ένεργητικών σχέσεων με τό περιβάλλον, βιώνει υπαρκτές σχέσεις, π.χ. τοπολογικές σχέσεις (γειτονίας, περιβλήματος, έγκλεισμού, όρίου, διάταξης, διαχωρισμού, κλίσης κλπ. ). Οί σχέσεις αυτές βιώνονται. Δέν υψώνονται στό έπίπεδο τής έννοιας. Έπίσης οί τοπολογικές σχέσεις (μήκος, όγκος, κ λ π . ) προηγούνται άπό τίς μετρικές, οί όποιες άπαιτούν υψηλότερο έπίπεδο κοι1. J. Piaget, Epistémologie Génétique, P.U.F., Paris 1979, aa. 238-239. 2. J. Piaget, στό iSto, passim. 3. L. S. Vygotski, Pensée et Langage, Éd. Sociales, Paris 1985, σσ. 191 και 206.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
117
νωνικής οργάνωσης και γνώσης. Ε π ί σ η ς το παιδί πραγματοποιεί αλγεβρικές σχέσεις χωρίς νά το γνωρίζει. Ό συντονισμός, π.χ., τών κινήσεων AB, BC, CD μπορεί νά αποκτήσει στό αίσθησιοκινητικό έπίπεδο τ ή δομή ομάδας μετατοπίσεων. Άπό τήν αίσθηση στήν παράσταση. Άπό τήν παράσταση, μέσα άπό τήν ιστορική, διαλεκτική άλληλεπίδραση πράξης καί νόησης, μέσα άπό προέννοιες, ψευδοέννοιες κλπ., ό άνθρωπος κατακτά τό έπίπεδο τής νόησης. Ή νόηση τροφοδοτείται άπό τήν έποπτεία, ένώ ταυτόχρονα άπελευθερώνεται άπό τους περιορισμούς της. Μπορεί νά έπαληθεύσει τίς έποπτικές άλήθειες, άλλά καί νά διαψεύσει τήν έποπτεία. (Τό γεωκεντρικό σύστημα, π.χ., είναι σύμφωνο μέ τήν έποπτεία, άλλά διαψεύστηκε άπό τήν άστρονομία. ) Μέ τ ή διαμεσολάβηση τών έπιστημονικών οργάνων, ή νόηση κατακτά άλήθειες άπρόσιτες στήν άμεση έποπτεία. (Τό « μ ά τι » τών ραδιοτηλεσκόπιων φτάνει σέ άποστάσεις τής τάξεως τών 10 δισ. έτών φωτός, ένώ στό μικρόκοσμο φτάνει στό μήκος Πλάνκ. ) Πέρα άπό έκεΐ, ή νόηση άπελευθερωμένη άπό τήν έποπτεία δημιουργεί σχέσεις, διατυπώνει νόμους πού άφορούν πραγματικότητες άπρόσιτες σέ οποιαδήποτε μορφή έποπτείας ( π . χ . οί θεωρίες τού Αϊνστάιν μέ τίς νέες χωροχρονικές σχέσεις ). Τέλος, ή νόηση, υψωμένη στό έπίπεδο τής φιλοσοφίας, διατυπώνει προτάσεις καθολικού κύρους καί κατηγορίες πού συνιστούν τ ή διαλεκτική ύπέρβαση τών έννοιών. Ή πραγματικότητα συγκροτείται άπό έξατομικευόμενα άντικείμενα. Οί έννοιες άντιστοιχούν σέ ένα σύνολο ομοίων άντικειμένων (νομιναλισμός ), σχέσεων, καταστάσεων κλπ. Ή νόηση, στήν πορεία τής γνώσης τού κόσμου, υψώνεται άπό τό άτομικό στό ειδικό καί άπό έκεΐ στό γενικό. Μέ μιά άντίστροφη κίνηση, κατά τόν Μάρξ, ή νόηση έπιστρέφει στό συγκεκριμένο, κατακτώντας το ώς νοημένο συγκεκριμένο. Ώ ς πρός τ ή φιλοσοφία: κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , είναι στό έπακρο έχθρική στό άφηρημένο καί έπιστρέφει στό συγκεκριμένο. Ή νόηση, ύπερβαίνοντας τό ψευδοσυγκεκριμένο τής έποπτείας, άποκαλύπτει τ ή διαφορά μέσα στήν ταυτότητα, τήν ένότητα στό έσωτερικό τής διαφοράς, τήν όντική ένότητα τών πραγμάτων ή
118
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
οποία αποκαλύπτει το αβάσιμο τής άναζήτησης κάποιου "Οντος, πέρα άπο το σύνολο τών όντων. Ή ύλιστική, μαρξιστική σκέψη χαρακτηρίζεται άπο μιά έγγενή αισιοδοξία. "Ομως δέν πρόκειται γιά τήν απλοϊκή αισιοδοξία τού μηχανιστικού υλισμού. « Φύσις κρύπτεσθαι φιλεϊ», κατά τόν σοφό τής Εφέσου. Ό Μάρξ θά διατύπωνε τήν ϊδια άποψη γιά τήν άλήθεια μέ διαφορετικά λόγια : Άν τά πράγματα ήταν όπως φαίνονται, τότε ή έπιστήμη θά ήταν περιττή. Ή νόηση προχωρεί πέρα άπό τήν άπατηλή φαινομενικότητα, πρός τήν άποκάλυψη ουσιαστικών σχέσεων άπρόσιτων στήν έποπτεία. Μιλώντας γιά τ ή διπλή φύση τού εμπορεύματος καί τήν άνταλλακτική άξια, ό Μάρξ έγραφε στό Κεφάλαιο: « Έ άξια δέν έχει γραμμένο στό μέτωπο της αύτό πού είναι. Άπό κάθε προϊόν τής έργασίας δημιουργεί μάλλον ένα ιερογλυφικό. Μόνο μέ τόν καιρό άναζητεΐ ό άνθρωπος νά άποκαλύψει τό νόημα τού ιερογλυφικού, νά εισδύσει στά μυστικά τού κοινωνικού έργου στό όποιο συμβάλλει » . 1 Άπό τ ή φαινομενικότητα τής άστικής ιδεολογίας, στήν άποκάλυψη τής ουσίας τού εμπορεύματος. "Ο,τι ισχύει γιά τίς κοινωνικές σχέσεις ισχύει, μέ όλες τίς ιδιαιτερότητες, καί γιά τά φυσικά φαινόμενα : τό φαινόμενο είναι έπικάλυψη καί ταυτόχρονα άποκάλυψη τής ούσίας. Ή νόηση εισδύει, μέ τ ή διαδικασία τής έμβάθυνσης, στις έσωτερικές σχέσεις, ύπερβαίνοντας τήν άπατηλή προφάνεια τών πραγμάτων. Ή μαρξιστική άντίληψη γιά τήν άλήθεια δέν είναι δογματική. Στήν άπλοϊκότητα τού μηχανιστικού άναγωγισμού άντιπαρατάσσει τ ή διαλεκτική-ίστορική άντίληψη τής γνωστικής περιπέτειας, πού περιλαμβάνει έπίσης τ ή θεωρία τοϋ σφάλματος καί τής ιδεολογικής άποπλάνησης. Δέν είναι συνεπώς τυχαίο ότι ή θεωρία τών ιδεολογιών άποτελεϊ συστατικό στοιχείο τής μαρξιστικής γνωσιοθεωρίας. Παρά ταύτα είναι πάντοτε τής μόδας νά άποδίδεται στόν ύλισμό μία άφελής άντίληψη γιά τήν άλήθεια, τήν όποία μόνο ένας άκραιος άναγωγισμός θά μπορούσε νά υιοθετήσει. " Ε τ σ ι , κατά τόν Χίλαρι ΙΙάτναμ π.χ., « ο ί ύλιστές φαντάζονται όλόκληρο τό σύμπαν σάν κλει1. Κ. Marx, Le Capital, Éd. Sociales, Paris, I, σ. 86.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
119
στο σύστημα πού περιγράφεται δπως θά το περιέγραφε ό θεός » . 1 Άλλά τό « μάτι τού θεού » ( God's Eye View ) μόνο ώς υπόθεση είχε διατυπωθεί άπό τόν Λαπλάς. Καί είναι νά άπορεΐ κανείς πώς ό ΙΙάτναμ δεν διαπίστωσε κατά τ ή μαοϊκή του περίοδο τήν κατεδαφιστική κριτική τού μαρξισμού σέ κάθε μορφή άναγωγισμού. Ά ς υποθέσουμε δτι μπορούμε νά άπαλλαγοΰμε άπό τόν μοχθηρό δαίμονα τού Καρτέσιου, τό «μυαλό πού είναι σέ κάδο» τού Πάτναμ κλπ., καί νά δεχτούμε τήν άντικειμενικότητα τής φύσης καί τήν ιστορικά καθορισμένη άντικειμενικότητα τής γνώσης τής φύσης. Άλλά θά μάς άντιτείνουν ό Ντιέμ, ό Πόππερ, όπως καί πλήθος νεοσσοί τής φιλοσοφίας, δτι ή παρατήρηση καθοδηγείται άπό τήν έμπειρία, δτι είναι « θεωρητικά φορτισμένη » ( Ντιέμ ), « θεωρητικά προσανατολισμένη » ( theory guided, ΓΙόππερ ). Οί προηγούμενοι ισχυρισμοί είναι ορθοί. Εντούτοις δέν θέτουν κάποιο γνωσιολογικό έμπόδιο στή γνώση τού φυσικού κόσμου. Ό έρευνητής δέν είναι σάν τόν αλυσοδεμένο στή σπηλιά τού Πλάτωνα. Ή σύγκρουση τής ύπάρχουσας θεωρίας μέ τά έμπειρικά δεδομένα θά οδηγήσει άργά ή γρήγορα στήν επιστημονική έπανάσταση. Καί τό νέο «παράδειγμα» θά είναι άληθέστερο άπό τό προηγούμενο, άντίθετα μέ δ,τι ισχυρίζεται ό Τόμας Κούν. Ή γνωσιολογική αισιοδοξία τής διαλεκτικής σκέψης θεμελιώνεται δχι μόνο στήν αύστηρή γνωσιολογική άνάλυση, άλλά καί στήν ιδια τ ή φύση τού ύλικού φορέα τής νόησης, θ ά παραθέσω γιά άλλη μιά φορά τήν άποψη τού Φρανσουά Ζακόμπ : « Αύτό πού χαρακτηρίζει Γσως τήν έξέλιξη είναι ή τάση εύλυγισίας στήν έκτέλεση τού γενετικού προγράμματος. Είναι ό άνοιχτός χαρακτήρας του, μέ τήν έννοια δτι έπιτρέπει στόν οργανισμό νά αύξάνει όλο καί περισσότερο τίς σχέσεις του μέ τό περιβάλλον. Σ τ ό μακροσκοπικό έπίπεδο ή έξέλιξη θεμελιώνεται στή συγκρότηση νέων συστημάτων έπικοινωνίας, τόσο στό έσωτερικό τού οργανισμού δσο καί άνάμεσα σ'αύτόν καί έκεΐνο πού τόν περιβάλλει. Στό μικροσκοπικό έπίπεδο, αύτό μεταφράζεται στήν τροποποίηση τών γενετικών προγραμμάτων, σέ ποι1. Η. PuUiam, Realism with a Human Face, Harvard Univ. Press, 1990, σσ. 2 3 - 5 0 .
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
ότητα καί σέ ποσότητα». Ε π ί σ η ς : « Ή έξέλιξη είναι τό αποτέλεσμα ένός άγώνα ανάμεσα σ' έκεΐνο πού ήταν καί έκεϊνο που θά είναι, άνάμεσα στό συντηρητικό καί τό έπαναστατικό, άνάμεσα στήν ταυτότητα τής αναπαραγωγής καί τό νεοτερικό τής μεταβολής » . 1 "Ο,τι ισχύει γιά τ ή φύση, γιά τόν ύλικό φορέα τής νόησης, ισχύει καί γιά τήν πορεία τής γνώσης. Άπό τά προηγούμενα συνάγεται ότι στήν ανθρώπινη νόηση δέν υπάρχουν έμφυτες ιδέες. "Εννοιες, νόμοι κλπ. προκύπτουν άπό τ ή γενίκευση καί συχνά τήν ύπέρβαση ή καί τ ή δέσμευση τής έμπειρίας. Ή έννοια τής αιτιότητας, π.χ., προκύπτει άπό τ ή γνώση τών φυσικών κυρίως φαινομένων καί τών πρακτικών έφαρμογών. Ή νόησή μας ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται άπό ορισμένες δυνατότητες, οί όποιες δέν είναι προϊόν τής κοινωνικής ζωής, άλλά τής μακράς πορείας τής φυλογένεσης. Δέν μπορούμε, π.χ., νά άναπαραστήσουμε νοητικά άλλον άπό τόν ευκλείδειο χώρο. Αντίστοιχα, ή εύκλείδεια γεωμετρία θεωρήθηκε έπί μακρόν ώς ή μόνη δυνατή έπιστήμη τών χωρικών σχέσεων. Τά προηγούμενα έντούτοις δέν σημαίνουν ότι έχουμε στή νόησή μας τήν έμφυτη ιδέα τού εύκλείδειου χώρου. Ή σχετική δυνατότητα έξηγεΐται άπό τό γεγονός ότι τά αισθητήρια καί ό έγκέφαλός μας διαμορφώθηκαν σ' έναν τοπικά ευκλείδειο χώρο καί μέ τ ή διαμεσολάβηση φυσικών άλληλεπιδράσεων στό πλαίσιο αυτού τού χώρου. Καί όμως ή άποψη ότι ό νούς μας κατέχει έμφυτες ιδέες ταλανίζει άκόμα τ ή φιλοσοφία. Ή γνώση τού πραγματικού κόσμου τών ιδεών άπό τήν ψυχή Θά ήταν, κατά τόν Πλάτωνα, άνάμνηση. Κατά τόν Καρτέσιο, στό νού μας υπάρχουν έμφυτες ιδέες. Γνωρίζουμε, π.χ., τό τρίγωνο, έπειδή έχουμε έντός μας τήν ιδέα τού τριγώνου. Άπό πού προέρχονται όμως οί έναργεΐς ιδέες ; Κατά τό γενάρχη τού άστικού «ορθολογισμού», οί έναργεΐς ιδέες πηγάζουν άπό τόν θ ε ό καί έτσι διαθέτουμε κριτήριο άλήθειας. ( Προσέξτε τόν φαύλο κύκλο : ή ύπαρξη τού θεού θεμελιώνεται στήν αύτοσυνείδηση καί ή αυτοσυνειδησία στήν ύπαρξη τού θ ε ο ύ ) . Πρέπει ωστόσο νά σημειωθεί ότι 1. F. Jacob, La Logique du Vivant, ο.π., <s. 3 2 9 .
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
122
δέν είναι έντελώς σαφές άν ό Καρτέσιος έννοοΰσε οτι οί έμφυτες ιδέες υπάρχουν στο νοΰ ή είναι άπλώς δυνατότητες ή προδιαθέσεις. Π ι θανότερο είναι τό πρώτο : Τό 1643 π.χ. ό Καρτέσιος έγραφε στήν πριγκίπισσα Ε λ ι σ ά β ε τ : « θεωρώ ότι υπάρχουν έντός μας ορισμένες πρωταρχικές έννοιες, οί όποιες είναι κάτι σάν άρχέτυπα καί μέ τίς όποιες ώς πρότυπα διαμορφώνουμε ολόκληρη τ ή γνώση μας » . Καί κατά τόν Λάιμπνιτς (1646-1716) έχουμε ιδέες ( π . χ . τήν ιδέα τοΰ θ ε ο ύ ) που δέν προέρχονται άπό τίς αισθήσεις. Όλόκληρη ή άριθμητική καί ή γεωμετρία είναι έμφυτες, βρίσκονται μέσα μας δυνάμει. Δοθέντος ότι κατά τόν Λάιμπνιτς άληθινός κόσμος είναι ό νοούμενος, δέν θά ήταν αύθαίρετο νά διακρίνουμε στίς άπόψεις του τήν έπίδραση τοΰ Πλάτωνα, καθώς καί τήν έπίδραση τών ιδεών του στόν Κάντ (1724-1804). Και ή συζήτηση συνεχίζεται. Κατά τόν Νόαμ Τσόμσκι, π.χ., τό άνθρώπινο είδος διαθέτει μιά ειδική ικανότητα μέ μία ευρέως έμφυτ η συνιστώσα. Ή έμπειρία ένεργοποιεΐ τό έμφυτο σχήμα κλπ. Άλλά στήν περίπτωση αύτή θά μπορούσαμε νά ισχυριστούμε ότι πρόκειται όχι γιά έμφυτες ιδέες, άλλά γιά δυνατότητες διαμορφωμένες στήν περίοδο τής φυλογένεσης καί τής άνθρωπογένεσης. Τό Γδιο θά μπορούσε νά ειπωθεί γιά τίς περίφημες « βαθιές δομές τής γλώσσας » : νά τίς θεωρήσουμε δηλαδή ώς δυνατότητες διαμορφωμένες στήν περίοδο τής βιολογικής έξέλιξης καί τής κοινωνικής ζωής. 1 4. Πέρα άπό τό δυϊσμό φοχής xai
σώματος
Οί ρίζες τού φιλοσοφικού δυϊσμού άνάγονται στούς πυθαγορείους καί στόν Πλάτωνα. "Ομως οί γνωσιολογικές του ρίζες άνάγονται στίς άνιμιστικές άντιλήψεις τών πρωτόγονων λαών. Ή λέξη πνεύμα, π.χ., θυμίζει τό ρήμα πνέω, καί άπό έκεΐ τόν άέρα. Τό Γδιο ισχύει γιά τό spiritus καί τό anima. Ό πρωτόγονος άνιμισμός δέν ήταν ιδεαλιστικός : ήταν άπλοϊκά 1. Β λ . τ ή σ χ ε τ ι κ ή συζήτηση στο A Portrait of Twenty Five Years, R. S. Cohen και M. W. Wartofsky ( E d s ) , Reidel, Dordrecht 1985.
1 10
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
υλιστικός. Μιά υλιστική ερμηνεία του οδηγεί στήν υλιστική άντίληψη τοϋ πνεύματος καί τής ψυχής. Μιά ιδεαλιστική μετατόπιση οδηγεί στούς πυθαγορείους καί τόν φιλοσοφικό δυϊσμό. Ή έννοια τής ψυχής καί τού πνεύματος, όπως γράφει ό Παναγής Λεκατσάς, σχετίζεται μέ τά όνειρα καί τίς φαντασιώσεις τών πρωτογόνων. Ή ιδέα τής εύδαιμονιστικής έπιβίωσης, γράφει ό Λεκατσάς, φαίνεται νά παραδίδεται άπό τούς προϊστορικούς ακόμα αιώνες, άπ'όπου παραδίδεται καί ή ιδέα τού νεκρού σάν δαίμονα καί ή άναπτυγμένη κιόλας νεκρολατρία. 1 Άλλά, όπως σημειώσαμε, τό οντολογικό καθεστώς τής ψυχής στούς πρωτόγονους ήταν άκόμα διφορούμενο. Εντούτοις τά δεδομένα τής νευροφυσιολογίας, τής ψυχολογίας, τής ιστορίας, καί ή φιλοσοφική τους γενίκευση, έπιτρέπουν σήμερα νά θεμελιώσουμε έναν συνεπή ύλιστικό μονισμό, στή βάση τής ψυχοσωματικής ένότητας τοϋ άνθρώπου. " Ε τ σ ι , όπως σημειώσαμε, θά μπορούσαμε νά ορίσουμε τήν ψυχή ώς τό σύνολο τών έσωτερικευμένων σχέσεων μέ τόν κόσμο (φύση καί κοινωνία) καί τών δυνατοτήτων πού υπάρχουν στή δεδομένη κοινωνική πραγματικότητα. Φυσικά, ή λέξη ψυχή δέν καλύπτει τό σύνολο τών νοητικών καί συναισθηματικών καταστάσεων καί δυνατοτήτων. Σήμερα δέν δεχόμαστε τόν πλατωνικό χωρισμό σέ τρία μέρη (λογικό, Θυμικό, βουλητικό ). Εντούτοις δ χωρισμός δέν είναι έντελώς αυθαίρετος : άντιστοιχεΐ σέ τρεις όψεις μιας διαφοροποιημένης ολότητας. Κατά συνέπεια, ή έννοια τής ψυχής ή τού πνεύματος δέν ορίζεται άνεξάρτητα άπό τίς συγκεκριμένες συνθήκες, καθώς συναρτάται μέ τήν άνθρώπινη φύση, τήν άνθρώπινη ούσία, τό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων καί τού πολιτισμού. Όρθά συνεπώς παρατηρούσε ό Γκράμσι: «Αύτό πού οί ιδεαλιστές άποκαλοϋν πνεύμα, δέν είναι τό άφετηριακό σημείο, άλλά ή κατάληξη, τό σύνολο τών υπερδομών πού βρίσκονται σέ ένα γίγνεσθαι πρός τ ή συγκεκριμένη καί άντικειμενικά καθολική ένοποίηση » . * Ή συνείδηση, τό πνεύμα κλπ. δέν είναι ουσίες. Είναι έντούτοις 1. Π. Λεκατσάς, Ή Ψυχή, Έ κ ο . Ίνστ. 'Αθηνών, σ. 472. 2. Gramsci, Cramsci dans le texte. Éd. Sociales, Paris 1975, a. 340.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΣΗ ΣΤΗ ΝΟΗΣΗ: ΜΙΑ - ΤΟΠΙΚΗ - ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ
123
το «προϊόν» ενός ύλικοΰ φορέα. Καί θά τελειώσω αυτή τήν εισήγηση μέ τήν άποψη ενός βιολόγου, τοΰ Szent Gyorgyi (βραβείο Νόμ π ε λ ) . Ά ς υποθέσουμε, γράφει ό διαπρεπής βιολόγος, ότι διακόπτουμε τήν παροχή οξυγόνου στόν έγκέφαλο. Αυτό συνεπάγεται σταμάτημα τής λειτουργίας τής συνείδησης. Καί έπειδή ή συνείδηση είναι τό κύριο προϊόν τού έγκεφάλου, αύτό σημαίνει σταμάτημα τής βιολογικής δραστηριότητας. Τό έμβιο σύστημα ήταν σέ μετασταθή κατάσταση καί άπαιτοΰσε άδιάκοπη παροχή ένέργειας γιά τ ή διατήρησή του. 1 Ή διακοπή τοΰ οξυγόνου συνεπάγεται τ ή διακοπή τής ζωής καί τήν έξαφάνιση τής συνείδησης.
1. Szent Gyorgyi, An Introduction to Submolecular Biology, Acad. Press, 1960.
ΠΕΜΠΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η Μ Α Ρ Ξ Ι Σ Τ Ι Κ Η ΘΕΩΡΙΑ Τ Η Σ Γ Ν Ω Σ Η Σ
Μ
ΕΤΑ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ τοϋ γνωσιακού φαινομένου κυρίως άπό τήν πλευρά τοϋ ύλικοϋ φορέα του, δηλαδή κυρίως άπό τήν άποψη τής νευροφυσιολογίας καί τής ψυχολογίας, θά έπιχειρήσουμε στή συνέχεια μιά γενικότερη σκιαγραφία τής μαρξιστικής θεωρίας τής γνώσης. Ή μαρξιστική άντίληψη άπέκτησε ένα πιό συγκεκριμένο θεμέλιο καί περιεχόμενο μέ τήν άνάπτυξη τών βιολογικών άλλά καί τών κοινωνικών έπιστημών. 1. Ό μαρξισμός : νέα αντίληψη
και άσκηση
της φιλοσοφίας
Ό μαρξισμός αύτοπροσδιορίζεται ώς κοσμοαντίληψη. ('Ορισμένοι, καί μάλιστα θεωρούμενοι μαρξιστές, όπως είδαμε, άρνοϋνται αυτό τό χαρακτήρα, περιορίζοντάς τον σέ πολιτική θεωρία, μέθοδο δράσης, μέθοδο τής ιστορικής πρωτοβουλίας κλπ. ). Άπό αυτό συνάγεται ότι ό μαρξισμός θέτει έξ ύπαρχής τό θεμελιώδες πρόβλημα τής φιλοσοφίας : Τί είναι πραγματικότητα ; Μπορούμε νά γνωρίσουμε τήν πραγματικότητα ; Οί παραδοσιακές φιλοσοφίες χώριζαν συχνά αυτά τά δύο έρωτήματα σέ οντολογικό καί σέ γνωσιοθεωρητικό. Ό μαρξισμός τά θεωρεί δύο όψεις τού Γδιου έρωτήματος. Κ ι αύτό, έπειδή άν ρωτήσουμε τί είναι πραγματικότητα, άμέσως τίθεται τό έρώτημα : Μπορούμε νά γνωρίσουμε τήν πραγματικότητα, ώστε νά μιλήσουμε μέ βεβαιότητα γι'αύτό πού υπάρχει ( τ ό είναι); Ό μαρξισμός διαμορφώθηκε στά μέσα τού 19ου αιώνα. Δηλαδή είχε πίσω του, έκτός άπό τήν άρχαία καί τ ή μεσαιωνική φιλοσοφία, τόν άγγλικό εμπειρισμό, τόν γαλλικό ύλισμό, τ ή φιλοσοφία τού Κάντ καί τ ή διαλεκτική κοσμοαντίληψη τοϋ Χέγκελ. Ό μαρξισμός συνιστά μιά υπέρβαση τών προηγούμενων φιλοσοφιών, άρα δέν μπο'25
126
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
ρεϊ νά είναι προκριτική, μή κριτική ή δογματική φ ι λ ο σ ο φ ι κ ή κατασκευή. Πολλοί τοΰ προσάπτουν τήν κατηγορία οτι δεν είναι κριτική φιλοσοφία. 'Ωστόσο ό μαρξισμός δεν είναι μόνο κριτική, άλλά καί επαναστατική φιλοσοφία- τό δεύτερο χαρακτηριστικό προϋποθέτει τό πρώτο. Είναι γνωστή ή θέση τοΰ Μάρξ γιά τόν Φόυερμπαχ: Μέχρι τώρα οί φιλόσοφοι δέν έκαναν άλλο άπό τό νά ερμηνεύουν μέ διάφορους τρόπους τόν κόσμο, άλλά τό πρόβλημα είναι νά τόν άλλάξουμε. Πώς όμως άλλάζουμε τόν κόσμο; Γνωρίζοντάς τον. "Αν δέν γνωρίζουμε τήν πραγματικότητα, άν οι νομοτέλειές της μάς είναι άγνωστες, πώς μπορούμε νά τήν άλλάξουμε : Αντίστοιχα, μετασχηματίζοντας τόν κόσμο τόν γνωρίζουμε μέσα άπό τήν πράξη. Είναι ή κλασική άντίληψη τοΰ μαρξισμού γιά τήν ένότητα θεωρίας καί πράξης. Ό μαρξισμός συνιστά μιά νέα άντίληψη καί άσκηση τής φιλοσοφίας : είναι συνειδητά προσανατολισμός στήν έπαναστατική άλλαγή τής κοινωνικής πραγματικότητας, άρα έχει συνείδηση τοΰ ταξικού χαρακτήρα του καί τής κοινωνικής του λειτουργίας. Οι φιλόσοφοι παλαιόθεν, άπό τόν Πλάτωνα καί πρίν καί μέχρι σήμερα, φαντάζονταν συνήθως ότι νομοθετούν γιά τήν αιωνιότητα, πάνω άπό τίς τάξεις καί τίς ταξικές συγκρούσεις, ότι νομοθετούν γιά τόν "Ανθρωπο, ότι είναι οί διαμεσολαβητές τού Όρθοΰ Λόγου, τοϋ 'Απόλυτου Πνεύματος, κλπ. Τ Ηταν καί είναι αύτή μιά άπό τίς αυταπάτες τής φιλοσοφίας. Ό μαρξισμός διέλυσε καί αύτή τήν αυταπάτη, προσδιορίζοντας τ ή φιλοσοφία ώς όπλο της πάλης τών τάξεων, άποκαλύπτοντας δηλαδή, κάτω άπό τ ή φαινομενική παγκοσμιότητα καί ουδετερότητα, τόν ιστορικό καί ταξικό της χαρακτήρα. Ό μαρξισμός αύτοπροσδιορίζεται, με τ ή σειρά του, ώς ή φιλοσοφία τής έπαναστατικής τάξης τής έποχής μας : τού προλεταριάτου.
2 . Αίσθηση
και νόηση
Ό μαρξισμός, υλιστική φιλοσοφία, δέν μπορεί παρά νά ξεκινήσει άπό τήν αίσθηση. Π η γ ή τής γνώσης είναι οι αισθήσεις. Αυτές προμηθεύουν τήν πρώτη ϋλη στή νόηση - τά αισθητηριακά δεδομένα. 'Από
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
127
τήν άποψη αύτή ό μαρξισμός συνεχίζει τήν πανάρχαιη φιλοσοφική παράδοση, πού άρχίζει άπο τούς προσωκρατικούς καί τον Δημόκριτο, συνεχίζεται στά νεότερα χρόνια με τόν εμπειρισμό καί τόν προδιαλεκτικό υλισμό, καί φτάνει μέχρι τίς μέρες μας. 'Αλλά ταυτόχρονα ό μαρξισμός δέν είναι έμπειρισμός : ή διαλεκτική του όραση τού έπιτρέπει νά υπερβεί τίς μονομέρειες καί τ ή στατικότητα, τόσο τού παραδοσιακού καί σύγχρονου έμπειρισμού, όσο καί τού μηχανιστικού υλισμού. Ό μαρξισμός ύποστηρίζει ότι ή γνώση δέν είναι φωτογραφική άντανάκλαση τής πραγματικότητας : ή πλάνη, τό σφάλμα, οί φαντασιώσεις, θά ήταν σ'αύτή τήν περίπτωση άδύνατες. Ή γνώση άρχίζει άπό τήν έποπτική έμπειρία άλλά τήν υπερβαίνει καί συχνά τ ή διαψεύδει. Οί έπιστήμες θά ήταν άχρηστες, τόνιζε ό Μάρξ, άν τά πράγματα είναι τέτοια πού φαίνονται. Ή πιό λαμπρή πραγμάτωση αύτής τής θέσης τού Μάρξ είναι τό Κεφάλαιο, όπου πίσω άπό τ ή φαινομενικότητα τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, ό Μάρξ άποκάλυψε τίς πραγματικές νομοτέλειες τού καπιταλισμού. Ό μαρξισμός λαμβάνει υπ'όψιν του τόσο τίς νευροφυσιολογικές διεργασίες όσο καί τούς κοινωνικούς καθορισμούς τής γνώσης. Ξ ε κινάει άπό τήν έμπειρία, άλλά υπερβαίνει τόν άπλοϊκό έμπειρισμό καί συνδέεται μέ τήν υλιστική παράδοση, υπερβαίνοντας ταυτόχρονα τόν προδιαλεκτικό υλισμό. Σήμερα δέν μπορούμε νά μείνουμε στά αισθητηριακά δεδομένα. Άν άγνοήσουμε τούς νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς τής αίσθησης, περνάμε στόν άγνωστικισμό τού Χιούμ. Άν άγνοήσουμε τόν ένεργητικό ρόλο τής συνείδησης καί τούς κοινωνικούς καθορισμούς τής νόησης, μένουμε στό έπίπεδο τοϋ άπλοϊκού έμπειρισμού. Τό « μηδέν εν τή νοήσει δ μή πρότερον έν τη αίσθήσει» άντιφάσκει μέ τ ή σημερινή έπιστημονική γνώση. Καί πρώτα ώς πρός τήν άντικειμενική πηγή τών αισθητηριακών δεδομένων. Ό Μπέρκλεϋ καί ό Χιούμ δέν γνώριζαν τούς μηχανισμούς έκπομπής τών φυσικών σημάτων, δέν γνώριζαν τούς νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς τής αίσθησης καί έτσι στέκονταν άναπόφευκτα στά «αισθήματα» σάν τ ή μοναδική νόμιμη πραγματικότητα. Σήμερα γνωρίζουμε αύτούς τούς μηχανισμούς. "Εχουμε ήδη σημειώσει : "Οταν βλέπω άπέναντί μου ένα δέντρο, ξέρω ότι άπό τό
128
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
αντικείμενο αύτό διαχέεται ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία (φωτόνια), τά όποια εισέρχονται στό μάτι, προσβάλλουν τόν αμφιβληστροειδή, ή ένέργειά τους προκαλεί μιά φωτοχημική αντίδραση πού γεννά μιά ήλεκτρική ώση, ή όποία, μέσω τού οπτικού νεύρου, μεταφέρεται στήν κατάλληλη περιοχή τού έγκεφάλου, προκαλώντας μιά « έ γ γ ρ α φ ή » μέσω άλλων φυσικοχημικών άλλοιώσεων. Τό άποτέλεσμα είναι ή αίσθηση τού άντικειμένου, ή παράσταση. Γνωρίζουμε συνεπώς δτι τό αίσθημα καί ή παράσταση δέν είναι τό δριο τού κόσμου άλλά προϊόντα τής άλληλεπίδρασης δύο υλικών οντοτήτων : τού δέντρου καί τού αισθητήριου οργάνου, άλληλεπίδρασης πού διαμεσολαβεΐται άπό τό ήλεκτρομαγνητικό σήμα κλπ. Τό Γδιο Θά μπορούσαμε νά πούμε γιά τούς ήχους, τίς γεύσεις, τίς οσμές, κλπ. "Ωστε τά χρώματα, οί γεύσεις, οί οσμές, κλπ., δέν είναι άπλά νόμω : είναι οί υποκειμενικές άντιλήψεις αντικειμενικών οντοτήτων καί ιδιοτήτων. Βέβαια στόν έγκέφαλο δέν ύπάρχει ή παράσταση σάν τέτοια. Υπάρχει μιά ηλεκτροχημική άλλοίωση πού άντιστοιχεϊ στήν παράσταση, καί χάρη στήν όποία μπορούμε νά έπαναφέρουμε στή συνείδησή μας τήν παράσταση αύτή. Άλλά δ έγκέφαλος δέν είναι παθητικό δργανο τής αίσθησης καί τής νόησης, δπως π.χ. μιά μαγνητοταινία. Τά αισθητηριακά δεδομένα δέν έγγράφονται άπλώς καί δέν ταξινομούνται μόνο. Φιλτράρονται, άπορρίπτονται, μετασχηματίζονται, συσχετίζονται λογικά, τοπολογικά κλπ. Ό έγκέφαλος είναι ένα δργανο έπεξεργασίας τών δεδομένων άπειρα πιό περίπλοκο καί τέλειο άπό οποιονδήποτε ήλεκτρονικό υπολογιστή, έξελίξιμο, καί προπαντός ένα δργανο πού διαθέτει φαντασία καί πρωτοβουλία. Σ ή μερα λοιπόν γνωρίζουμε ώς ένα βαθμό τούς μηχανισμούς τής αίσθησης. "Αρα δέν μπορούμε νά πούμε : «δέν ξέρω άν υπάρχει κάτι άντικειμενικά» ( Χ ι ο ύ μ ) ή νά πώ δτι ή πραγματικότητα είναι τό σύνολο τών αισθητηριακών δεδομένων ( Μπέρκλεϋ, Θετικισμός ). Σ ή μ ε ρα γνωρίζουμε τήν πηγή τών δεδομένων καί τούς νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς πού μετασχηματίζουν τό άρχικό, έξωτερικό σήμα, σέ δεδομένο τής συνείδησης. Μέ βάση τά προηγούμενα, ό μαρξισμός άπορρίπτει καί τόν καν-
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Τ Η Σ ΓΝΩΣΗΣ
129
τιανό αγνωστικισμό, δηλαδή τ ή θέση ότι δέν μπορούμε νά γνωρίσουμε τά πράγματα καθεαυτά, τά νοούμενα, άλλά μόνο τά φαινόμενα, έπειδή τά γνωρίζουμε μέσω τών προεμπειρικών τύπων τής έποπτείας (τού χώρου καί τού χρόνου) καί τών προεμπειρικών κατηγοριών τής νόησης (αιτιότητας, κ λ π . ) . Τό φαινόμενο, κατά τό μαρξισμό, δέν μπορεί νά άποκοπεϊ άπό τό «πράγμα καθεαυτό». Είναι άποκάλυψη καί ταυτόχρονα έπικάλυψη τής ούσίας του. Γ ι ' αύτό ή γνώση προχωρεί άπό τά φαινόμενα στήν ούσία, άρα δέν είναι άπλώς γνώση τών φαινομένων. Ό μαρξισμός, στηριγμένος στήν ψυχολογία καί στις σύγχρονες έπιστήμες, υποστηρίζει ότι δέν υπάρχουν προεμπειρικοί τύποι τής αίσθησης καί προεμπειρικές κατηγορίες τής νόησης. Κατατάσσουμε τά δεδομένα τής καθημερινής έμπειρίας στόν τρισδιάστατο ευκλείδειο χώρο καί στόν μοναδικό, παγκόσμιο χρόνο, έπειδή τά αίσθητήριά μας άναπτύχθηκαν μέσα στή φύση, καί σέ άλληλεπίδραση μέ τ ή φύση, μέσω φυσικών καί χημικών διεργασιών, καί έτσι άντιλαμβάνονται σήματα πού διαδίδονται πράγματι μέσα άπό τόν κατά προσέγγιση τρισδιάστατο ευκλείδειο χώρο. Ό έγκέφαλός μας είναι προϊόν όλόκληρης τής φυλογένεσης καί εύρύτερα τής έξέλιξης τού ζωικού βασιλείου. Τί ήταν κάποτε τό μάτι : Μιά φωτοευαίσθητη κοιλότητα, χωρίς οπτικό νεύρο καί χωρίς σύνδεση μέ τόν, άνύπαρκτο τότε, έγκέφαλο. Μέσα άπό εκατομμύρια χρόνια, μέσα άπό τήν έξέλιξη ολόκληρου τού ζωικού βασιλείου, διαμορφώθηκαν τό μάτι, τό αύτί, συνολικά ό έγκέφαλος καί τό σύστημα τών αισθητηρίων. Άν σήμερα βλέπουμε καί άκούμε στόν τρισδιάστατο χώρο, είναι γιατί ό φυσικός χώρος είναι προσεγγιστικά δ τρισδιάστατος ευκλείδειος χώρος. 'Επίσης ό χρόνος είναι προσεγγιστικά δ μονοδιάστατος παγκόσμιος χρόνος. Ό Κάντ δέν έχει δίκιο, συνεπώς, δταν Θεωρεί τό χώρο καί τό χρόνο αιώνιους τύπους τής αίσθησης, άνεξάρτητους άπό τ ή βιολογική ιστορία τού είδους. Όστόσο, άπό μιά άλλη άποψη έχει δίκιο, έπειδή ό έγκέφαλός μας χαρακτηρίζεται άπό κληρονομήσιμες δομές καί λειτουργίες πού συνιστούν τή δυνατότητα τού νεογέννητου νά βλέπει, νά άκούει, κλπ. στό πλαίσιο τού εύκλείδειου χώρου καί τού προσεγγιστικά παγκόσμιου χρόνου. "Αρα ό χώρος καί ό χρόνος είναι,
131
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
άπό μιά άποψη, προεμπειρικοί τύποι, άλλά όχι μέ την καντιανή έννοια. 'Αντίστοιχα, κατά το μαρξισμό, ό Κάντ έχει άδικο νά θεωρεί τίς κατηγορίες προεμπειρικές. Οί κατηγορίες είναι προϊόν της θεωρητικής γενίκευσης τής άνθρώπινης έμπειρίας. Είναι συνεπώς α posteriori καί όχι a priori. 'Αντίστοιχα, στήν έπιστήμη ( μαθηματικά, φυσική, κλπ. ) δέν υπάρχουν συνθετικές κρίσεις a priori. "Ολες οί συνθετικές κρίσεις είναι a posteriori. Ή καθολική ισχύς τους δίνει τήν έντύπωση ότι είναι άνεξάρτητες άπό τήν έμπειρία καί τήν πράξη. Στήν πραγματικότητα οι κατηγορίες είναι ιστορικά δημιουργήματα — διαμορφώνονται έκ τών υστέρων, μέσα άπό τήν πράξη, καί ένσωματώνονται στήν πράξη σάν όδηγητικά στοιχεία της. 1 'Αναδεικνύοντας τήν ιστορικότητα τών κατηγοριών καί τήν έμπειρική τους προέλευση, ό μαρξισμός ξεπέρασε τόν θεωρησιακό χαρακτήρα καί τήν άνιστορικότητα, τόσο τοϋ εμπειρισμού, δσο καί τοϋ καντιανισμοϋ. Ά ς πάρουμε τήν κατηγορία τής αιτιότητας. Ή άντίληψη ότι κάθε φαινόμενο είναι προϊόν κάποιας αιτίας άρχίζει νά διαμορφώνεται άπό τ ή « θεωρητικοποίηση » τής πράξης, ήδη στήν παλαιολιθική έποχή, άπό τίς πρώτες περιόδους πού τό άνθρώπινο είδος άρχισε νά άναπτύσσει έννοιακή σκέψη. Βεβαίως ή ερμηνεία τών φαινομένων ήταν τότε μυθική-άνθρωπομορφική. 'Ηταν όμως, παρά ταϋτα, αιτιοκρατική. Κατά τό μαρξισμό, συνεπώς, δέν υπάρχουν δέκα κατηγορίες ( 'Αριστοτέλης ) ή δώδεκα ( Κάντ ). Ό άριθμός τών κατηγοριών είναι πρακτικά άπεριόριστος καί αύξάνει μέ τήν άνάπτυξη τής κοινωνικής ζωής. 3. Οι κοινωνικοί καθορισμοί τής
γνώσης
Άλλά άν ό μαρξισμός περιοριζόταν νά άναδείξει τήν άντικειμενική πηγή τής έποπτείας καί τούς νευροφυσιολογικούς μηχανισμούς της, τότε ουσιαστικά δέν θά διέφερε άπό τόν προδιαλεκτικό υλισμό. Τό 1. Γιά τ ή σχέση εννοιών καί κατηγοριών βλ. Ε . Μπιτσάκη, Τό αειθαλές δέντρο της γνώσεως, « Σ τ ά χ υ » , 1995. Τοϋ Ιδιου, Le Nature dans la Pensée Dialectique, L'Harmattan, Paris 2001. Τοϋ Γδιου, στο Open Questions in Relativistic Physics, F. Sellen ( E d . ) , Apeiron, Montreal 1998.
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
132
νέο, χαρακτηριστικό στοιχείο τοϋ μαρξισμού είναι ότι αναζητεί τούς κοινωνικούς καθορισμούς τοϋ γνωστικού φαινομένου. " Ε τ σ ι αναδεικνύει την αντικειμενικότητα, ταυτόχρονα μέ τήν ιστορικότητα και τ ή σχετικότητα τής γνώσης. Ε π ί σ η ς μπορεί νά κατανοήσει τό φαινόμενο τοϋ σφάλματος καί τής πλάνης. Ή γνώση, κατά τόν Λένιν, διαθέτει μιά σχετική αύτονομία. Μέ τήν αφαίρεση, μέ τό σχηματισμό τής έννοιας, ή νόηση αυτονομείται άπό τό άντικείμενο, υπακούει στούς έσωτερικούς της κανόνες καί μπορεί νά άποπλανηθεΐ πρός τ ή φαντασίωση καί τό μυστικισμό. Ή συνείδηση είναι ατομική - δέν υπάρχει συνείδηση γενικά. Άλλά ή άτομική συνείδηση είναι ταυτόχρονα κοινωνική. Ή αίσθηση είναι άναγκαία άλλά όχι έπαρκής συνθήκη γιά τ ή νόηση. Ή έννοιακή σκέψη άναπτύχθηκε στήν πρωτόγονη ορδή, ώς άποτέλεσμα τού ομαδικού άγώνα γιά τήν έπιβίωση. Τό πρώτο σύστημα έπικοινωνίας ήταν οί χειρονομίες, οί κραυγές κλπ. όπως καί στά ζώα. Έπειδή καί τά ζώα έχουν τήν ικανότητα τής αίσθησης, διαθέτουν μνήμη, αισθήματα καί κάποια υποτυπώδη προεννοιακή νοημοσύνη. Καί τά ζώα συνεννοούνται με κραυγές, κινήσεις τών φτερών, κλπ., δηλαδή μέ σήματα πού έχουν καθορισμένο νόημα καί συνιστούν μιά προεννοιακή « γ λ ώ σ σ α » . Μέ τόν Γδιο τρόπο έπικοινωνούσαν στήν άρχή τά μέλη τών πρωτόγονων άνθρώπινων ομάδων. 'Ωστόσο τά πρώτα άνθρωποειδή είχαν κάποια βιολογικά πλεονεκτήματα, πού τούς έδωσαν τ ή δυνατότητα νά χρησιμοποιήσουν κάποτε ένα φυσικό άντικείμενο ( πέτρα ή ξύλο ) σάν έργαλεϊο. Άπό τότε άρχισε ή μακρά άλληλεπίδραση χεριού καί νόησης, πράξης καί έννοιας, πού κατέληξε, μέσα άπό έκατομμύρια χρόνια κοινωνικής ζωής, στήν έννοιακή καί, βαθμιαία, στήν έπιστημονική σκέψη. 1 Στις πρώτες φάσεις ό άνθρωπος άπλώς άναγνώριζε τά άντικείμενα, τά κατέτασσε στό χώρο καί άντίστοιχα κατέτασσε τά συμβάντα στό χρόνο. Ή πρώτη άντίληψη τοϋ χώρου ήταν τοπολογιχή xai όχι μετρική. Χρειάστηκαν έκατοντάδες χιλιάδες χρόνια γιά νά 1. Β λ . το σχετικό κεφάλαιο τ η ς Διαλεκτικής Ε . Μπιτσάκη, « Σ ύ γ χ ρ ο ν η Ε π ο χ ή » , 1984.
της Φύσης τοϋ Έ ν γ κ ε λ ς , μ ε τ .
132
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
φτάσει ό άνθρωπος στήν άφηρημένη έννοια, π.χ. τοΰ προβάτου, και στήν έννοια τοΰ φυσικοϋ άριθμοΰ - στο νά άρχίσει νά μετράει τά άντικείμενα, μέ μιά άμφιμονοσήμαντη άντιστοίχισή τους μέ προϊόντα τής δικής του νόησης : ένα, δύο, τ ρ ί α . . . Αλλά τό ουσιαστικό, τό ρήμα, τό έπίθετο, ό άριθμός, είναι κοινωνικά δημιουργήματα, κατακτήσεις καί προϋποθέσεις τής άναπτυσσόμενης κοινωνικής ζωής. 'Αντίστοιχα, ό συλλογισμός, ή κρίση, ή κοσμοαντίληψη καί ή ήθική, όχι μόνο είναι κοινωνικά δημιουργήματα, άλλά καί ταυτόχρονα είναι αντανακλάσεις τοΰ κοινωνικού είναι. Ή ένότητα τού πρωτόγονου εποικοδομήματος, π.χ., είναι έκφραση τής ένότητας τής πρωτόγονης κοινοκτημονικής κοινωνικής οργάνωσης, όπως καί ή ταξικότητα τοΰ εποικοδομήματος τής δουλοκτητικής κοινωνίας είναι έκφραση τής ταξικής φύσης τής κοινωνίας αυτής, καί τών άντινομιών της. Σ τ ι ς ταξικές κοινωνίες ή όραση τών άτόμων είναι ταξική. Τό κοινωνικό είναι καθορίζει τ ή συνείδηση, κατά τόν Μάρξ, όχι ομως μέ μηχανικό καί μονοσήμαντο τρόπο, άλλά μέσα άπό μιά διαδικασία άλληλεπίδρασης, όπου έμπλέκονται οί κοινωνικές σχέσεις, ή διαυγής ή μυστικοποιημένη κατανόησή τους καί τό σύνολο τής ιδεολογίας καί τής κοινωνικής ζωής. Γ ι ' α ύ τ ό ό μαρξισμός είναι σέ θέση νά προσδιορίσει τόν ταξικό χαρακτήρα τής θρησκείας, τής φιλοσοφίας, άργότερα τών κοινωνικών έπιστημών καί τής ήθικής, καί νά προσδιορίσει τήν ταξική-κοινωνική λ ε ι τουργία τους. Ό κοινωνικός χαρακτήρας τής γνώσης είναι ιδιαίτερα έκδηλος σήμερα, στήν έποχή τής χωρίς προηγούμενο έκρηξης τής έπιστημονικής γνώσης. Ή έπιστήμη ποτέ δέν ήταν άτομικό έπίτευγμα, όσο καί άν ξεχωριστοί έπιστήμονες έπαιξαν πάντα άποφασιστικό ρόλο στις έπιστημονικές έπαναστάσεις ( Γαλιλαίος, Νεύτων, Δαρβίνος, Μάρξ, 'Αϊνστάιν, κ.ά. ). Σήμερα, ωστόσο, ή έπιστήμη έχει γίνει κατεξοχήν κοινωνική πρακτική. Έ έπιστημονική γνώση είναι πλέον άδιανόητη έξω άπό τ ή συλλογική έργασία στά σημερινά, συχνά τεράστια έργαστήρια, καί στά πανεπιστημιακά κέντρα.
134
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
4. 'Επιστημονική
γνώση καί
εποπτεία
Τό νέο συνεπώς μέ το μαρξισμό δέν είναι ή έρευνα τών νευροφυσιολογικών προϋποθέσεων τής αίσθησης καί τής νόησης. Τό πρόβλημα αυτό άλλωστε ανήκει, κατ'αρχήν, στή δικαιοδοσία τών φυσικών έπιστημών. Καί ό προδιαλεκτικός υλισμός υποστήριζε τ ή Θέση για τήν αντικειμενική πηγή τής γνώσης, άλλά δέν γνώριζε τίς συγκεκριμένες διαδικασίες που όδηγοϋν άπό τό άντικείμενο στήν παράσταση. Επιπλέον ήταν άνίκανος νά άναλύσει τους κοινωνικούς καθορισμούς τής γνώσης, τόν ταξικό (άπό μιά άποψη) χαρακτήρα της, καί νά συλλάβει τ ή διαλεκτική άντίθεση άλήθειας-πλάνης. Ειδικά ό προδιαλεκτικός υλισμός είχε μιά απλοϊκή, « φυσιοκρατική » άντίληψη γιά τ ή θρησκεία καί τόν ιδεαλισμό. Ό μαρξισμός δέχεται ότι ή γνώση είναι αντανάκλαση τής πραγματικότητας, αντιστοιχεί στο είναι, άποτελεΐ « μορφισμό » , άπεικόνιση τού είναι στη συνείδηση. Ό θεός τών Εβραίων, π.χ., είναι ή ουράνια μεταγραφή τού Εβραίου πατριάρχη καί ό χριστιανικός θεός τού Μεσαίωνα είναι ή μεταγραφή, στο χώρο τής ιδεολογίας, τής πραγματικότητας τής φεουδαρχικής κοινωνίας καί ειδικά τής μορφής τοϋ κυρίαρχου χωροδεσπότη. Άλλά ή άπεικόνιση αύτή δέν είναι ούτε μηχανική ούτε άμεση : διαμεσολαβέϊται άπό τίς κοινωνικές σχέσεις καί τό σύνολο τής ιδεολογίας ή όποία έπιβιώνει άπό παλαιότερους κοινωνικούς σχηματισμούς, καί άναπαράγεται διαφοροποιούμενη στις νέες ιστορικές συνθήκες. Μέ τήν έπιστημονική άφαίρεση, ή έπιστήμη όχι μόνο υπερβαίνει, άλλά καί συχνά διαψεύδει τήν έμπειρία. Κλασικό παραμένει τό παράδειγμα πού ήδη άναφέραμε : Ή έποπτική έμπειρία μας διδάσκει ότι ή γή είναι τό κέντρο, όχι μόνο τοϋ ήλιακοϋ συστήματος άλλά καί τοϋ σύμπαντος. Στήν έποπτική αύτή άλήθεια θεμελιώθηκε τό άριστοτελικό-πτολεμαϊκό κοσμολογικό πρότυπο, καί τό πρότυπο αύτό άποτέλεσε ένα άπό τά βάθρα τής μεσαιωνικής-θεολογικής κοσμοαντίληψης. Τό άντιεποπτικό πρότυπο Άρίσταρχου-Κοπέρνικου διέψευσε τήν προηγούμενη προφανή άλήθεια. Βέβαια καί τό πρότυπο αύτό θεμελιώθηκε σέ παρατηρησιακά δεδομένα, άλλά :
34
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
πρώτον, τά δεδομένα αυτά ήταν πληρέστερα και δεύτερον, ή θεωρητική τους έπεξεργασία έγινε μέ βάση τήν άντιεποπτική ήλιοκεντρική παραδοχή (προς τήν οποία είχαν ήδη ώθήσει τά ίδια τά δεδομένα). Άλλά μέ τήν άνάπτυξη τών έπιστημονικών οργάνων, τών μαθηματικών φορμαλισμών καί τών αφηρημένων φυσικών θεωριών, ή γνώση γίνεται δλο καί περισσότερο διάμεση, άφηρημένη καί χωρίς αντίκρισμα στίς έποπτικές έννοιες. Οί έννοιες, π.χ., τόσο τής μικροφυσικής όσο και τής φυσικής του μεγάκοσμου ( τ ή ς θεωρίας της βαρύτητας τοΰ Αϊνστάιν) δέν έχουν τό άντίστοιχό τους στήν εποπτεία. Εντούτοις αντανακλούν βαθύτερα καί συνολικότερα τ ή φυσική πραγματικότητα άπ'ό,τι οί « έ π ο π τ ι κ έ ς » έννοιες τής νευτώνειας φυσικής. Ό μαρξισμός έμπεριέχει τ ή θεωρητική γενίκευση τών γενικών νομοτελειών ανάπτυξης τής έπιστημονικής γνώσης. Δέχεται ότι ή γνώση είναι άντανάκλαση τής πραγματικότητας, τοΰ « ε ί ν α ι » . Ταυτόχρονα κατανοεί τό γιατί ή γνώση, πού δέν είναι άμεση άντανάκλαση τής πραγματικότητας (τουλάχιστον στά υψηλότερα έπίπεδα άφαίρεσης καί γενίκευσης ), μπορεί νά υπερβαίνει καί συχνά νά διαψεύδει τήν έμπειρία. Σήμερα ή γνώση στήν περιοχή τής φυσικής, τής βιολογίας, κλπ., υπερβαίνει οποιαδήποτε δυνατότητα της έποπτικής φαντασίας. Τί σημαίνει γιά τ ή φαντασία μας λ.χ. άπόσταση 10 δισ. έτών φωτός ; Περίπου τίποτα, έπειδή ή άπόσταση αύτή είναι πράγματι άσύλληπτη. Καί όμως, γνωρίζουμε ούράνια σώματα πού βρίσκονται σ'αυτές τίς άκραΐες περιοχές τοΰ σήμερα προσιτού σύμπαντος (προσιτού μέ τ ή μεσολάβηση τών σημερινών οργάνων παρατήρησης ) καί μελετούμε τίς ίδιότητές τους. Τί θά πει, στήν άντίστροφη κλίμακα, ΙΟ"14 εκατοστά; Πρόκειται γιά τό περίπου μηδέν. Καί όμως, έχουμε θεωρητικά πρότυπα καί πειραματικά δεδομένα γιά οντότητες καί διεργασίες πού πραγματοποιούνται σ'αύτή τήν κλίμακα. Τί θά πει χρόνος ζωής 10" a δευτερόλεπτα; Πρόκειται γιά τό πρακτικά άπειροστό. Καί όμως, τά έπιστημονικά όργανα άποτυπώνουν διεργασίες πού διαρκούν 10"® δευτερόλεπτα, καί ή θεωρία προβλέπει, περιγράφει καί έξηγεΐ αύτές τίς διεργασίες. Ή έπιστημονική γνώση είναι ιστορικά άντικειμενική, έμπειρικά βεβαι-
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Τ Η Σ ΓΝΩΣΗΣ
135
ωμένη, και αποτελεί τήν πιο λαμπρή έκφραση τών δυνατοτήτων τής νόησης νά προχωρεί πέρα άπό τά εμπειρικά ή τά εποπτικά δεδομένα, πρός μιά συχνά άντιεποπτική θεωρητική ιδιοποίηση καί άναπαράσταση τής πραγματικότητας. Ό χαρακτήρας αυτός τής θεωρητικής γνώσης όχι μόνο δέν άντιφάσκει μέ τ ή μαρξιστική άντίληψη γιά τήν άλήθεια, άλλά άποτελ ε ϊ τ ή συγκεκριμένη έπιβεβαίωσή της. Ό μαρξισμός δέν είναι απλοϊκός έμπειρισμός, οπως συχνά τοΰ καταμαρτυρούν. Δέν είναι δογματική κατασκευή, οπως συχνότερα τοΰ καταμαρτυρούν. Είναι μιά κοσμοαντίληψη που γίνεται μέσα στήν ιστορία, θεωρητική γενίκευση τής άνθρώπινης πράξης καί οδηγός της. Πράξη σημαίνει τεχνική, παραγωγή, έπιστήμη, τέχνη, πολιτική. Οί φιλόσοφοι συχνά φαντάζονται ότι βρίσκονται έξω άπό τήν πολιτική, ένώ άκόμα καί τότε είναι βυθισμένοι μέσα της — καί μάλιστα τότε στή χειρότερη μορφή πολιτικής : στή δήθεν ουδετερότητα. 'Αλλά ποιός φιλόσοφος, άξιος τοΰ όνόματός του, ήταν έξω άπό τήν πολιτική ; Ό Δημόκριτος, ό Σωκράτης, ό Πλάτων, ό Αριστοτέλης, ό Σπινόζα, ό Κάντ, ό Χέγκελ, ό Μάρξ ; Ή φιλοσοφία έξέφραζε πάντα, έπιστημονικά ή μυστικοποιημένα, τίς άνάγκες καί τίς δυνατότητες τής κοινωνικής πραγματικότητας, έστω καί άν οί Γδιοι οί φιλόσοφοι φαντάζονταν τόν έαυτό τους νομοθέτη τοΰ Αιώνιου. Ό Μάρξ, ό κατεξοχήν πολιτικός, δέν έτρεφε τέτοιες αυταπάτες.
5 . Ή έννοια της
αντανάκλασης
Ή γνώση αντανάκλαση τής πραγματικότητας ! Άλλά ή έννοια αυτή δέν χαρακτηρίζει τό μαρξισμό σάν μηχανιστική φιλοσοφία; Ή κατηγορία αυτή έκτοξεύεται άπό μή μαρξιστές, καί άπό «άνανεωτικούς», έναντίον τοΰ μαρξισμού. Κατά τόν διαπρεπή βιολόγο Ζάκ Μονό, π.χ., « γ ι ά τόν διαλεκτικό υλισμό είναι άπαραίτητο, " τ ό πράγμα καθεαυτό", ή τό φαινόμενο καθεαυτό, νά φτάνει μέχρι τό έπίπεδο τής συνείδησης χωρίς άλλοίωση ή φτώχεμα, χωρίς καμιά έπιλογή άνάμεσα στις ίδιότητές του. Ό έξωτερικός κόσμος πρέπει νά είναι κυριολεκτικά παρών στή συνείδηση, μέ τήν όλοκληρωτική
136
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
ακεραιότητα τών δομών και της κίνησής τους » . Καί παρακάτω : « Ή ριζική αξίωση τοϋ τέλειου καθρέφτη έξηγεΐ τ ή λύσσα τών διαλεκτικών ύλιστών νά αποποιηθούν κάθε είδος κριτικής έπιστημολογίας, ή όποία θά χαρακτηριστεί αμέσως " ιδεαλιστική ή καντιανή " » . 1 Άπ'όσα ειπώθηκαν προηγουμένως, βλέπει κανείς όχι τήν άπλόικότητα τού μαρξισμού, άλλά τήν άπλόικότητα τής γνώμης ένός διαπρεπούς βιολόγου γιά τό μαρξισμό. Τήν έννοια τής άντανάκλασης δέν τήν έφερε βέβαια στή φιλοσοφία ούτε ό "Ενγκελς ούτε ό Μάρξ. Υπάρχει ούσιαστικά στόν Δ η μόκριτο, θά τ ή συναντήσουμε σέ μεταγενέστερους φιλοσόφους, ρητά στόν μεγάλο ιδεαλιστή Χ έ γ κ ε λ , και στή συνέχεια στό μαρξισμό : όχι μόνο στόν ν Ενγκελς καί στόν Λένιν, άλλά πρίν άπ'όλα στόν Μάρξ. Βέβαια άνάμεσα στόν Δημόκριτο καί τόν Μάρξ ή Γδια ή φιλοσοφική θέση άπέκτησε ριζικά νέο περιεχόμενο. Σ τ ή συνέχεια ό Λένιν έπεξεργάστηκε τήν έννοια τής άντανάκλασης, χωρίς αύτό νά σημαίνει ότι πρόκειται γιά άποκλειστικά λενινιστική έννοια, όπως συχνά λέγεται. Ή μαρξιστική άντίληψη τής άντανάκλασης δέν είναι διόλου μηχανιστική : άντίθετα, άποτελεϊ τήν άρνηση τόσο τού μηχανιστικού έμπειρισμού όσο καί τού μηχανιστικού υλισμού, θ ά προσπαθήσω νά τεκμηριώσω αύτό τόν ισχυρισμό. Άπό τήν αίσθηση στή νόηση. Άλλά ό δρόμιος άπό τήν πρώτη στή δεύτερη δέν άποτελεϊ εύθεία. "Εχουμε πρώτα τίς φυσικοχημικές καί νευροφυσιολογικές διαμεσολαβήσεις : μιά σειρά ποιοτικούς μετασχηματισμούς τού άρχικού σήματος, πού καταλήγουν σέ μιά σύμμορφη άπεικόνιση (παράσταση) τού άντικειμένου στή συνείδηση. Άλλά αύτό άφορα μόνο τήν έποπτική γνώση καί μάλιστα τό πρώτο της στάδιο καί διόλου τ ή μή έποπτική, τ ή θεωρητική. Αύτή άκριβώς τήν άδυναμία έκμεταλλεύτηκαν καί έκμεταλλεύονται, όπως είδαμε, οί έπικριτές τού μαρξισμού. Άλλά αύτό πού έχει σημασία σέ μιά φιλοσοφική κατηγορία δέν είναι ή καταγωγή καί τό καθημερινό της νόημα, άλλά τό φιλοσοφικό της περιεχόμενο καί ή γνωσιολογική της έμβέλεια. " Ε τ σ ι ή μαρξιστική κατηγορία τής άντανάκλασης προϋ1. J. Monod, Le hasard et la nécessité. Seuil, Paris 1970, σσ. 48-49.
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
138
ποθέτει όχι μόνο τις νευροφυσιολογικές άλλά και τίς κοινωνικές καί τίς ιδεολογικές διαμεσολαβήσεις, καί ή γνωσιολογική της έμβέλεια έκτείνεται άπό τίς άπλές έννοιες, που άντιστοιχοϋν στήν άμεση έποπτεία, μέχρις τίς πιό άφηρημένες, μή έποπτικές έννοιες τών κοινωνικών καί τών φυσικών έπιστημών. Γ ι ' αυτό ό μαρξισμός μπορεί νά έρμηνεύσει όχι μόνο τ ή δυνατότητα γιά άντικειμενική καί έπιστημονική γνώση, άλλά καί τό σφάλμα, τό μυστικισμό, τ ή θρησκεία, μέ δυό λόγια τ ή στρεβλή, « ιδεολογική » άντανάκλαση τής πραγματικότητας στή νόηση.
6. Ή έννοια της
ιδεολογίας
Άλλά τί σημαίνει ιδεολογία; Κατά τόν Άλτουσέρ ή ιδεολογία άντιπροσωπεύει μιά φανταστική σχέση τοϋ άνθρώπου μέ τόν κόσμο. Ό ίδιος ό Άλτουσέρ ορίζει τόν άνθρωπο ώς «ζώον ιδεολογικό». Πράγματι, άπό τήν έποχή τής βαρβαρότητας μέχρι τ ή δήθεν έπιστημονική έποχή μας, αυτό που κυριαρχεί στις άνθρώπινες σχέσεις είναι οί φαντασιώσεις, οί αυταπάτες, οί πλάνες, τά άνέφικτα ιδεώδη, συνολικά ή πλαστή, φενακισμένη συνείδηση. Αυτό τό γεγονός έξηγεΐται άπό τόν Γδιο τό χαρακτήρα τών άνθρώπινων κοινωνιών. Έ στρεβλή άντανάκλαση τής πραγματικότητας οφείλεται σέ δύο βασικούς παράγοντες. Ή έλλειψη συγκεκριμένης γνώσης, ή άγνοια τών πραγματικών σχέσεων στή φύση καί στήν κοινωνία, είχε ώς συνέπεια τ ή δημιουργία φανταστικών σχέσεων στήν άνθρώπινη νόηση. Σ τ ή συνέχεια, ό ταξικός χαρακτήρας τών άνθρώπινων κοινωνιών έγινε δεύτερη πηγή στρεβλής άντίληψης τής κοινωνίας καί τής φυσικής πραγματικότητας. Ό άνιμισμός καί ό άνθρωπομορφισμός τών πρωτόγονων έποικοδομημάτων θά μετασχηματιζόταν σέ θρησκευτικό μυστικισμό καί στή συνέχεια σέ φιλοσοφικό ιδεαλισμό. Στις ταξικές κοινωνίες ή πραγματικότητα, προπαντός ή κοινωνική, προσεγγίζεται άπό συγκεκριμένη ταξική σκοπιά. Ή ταξική όραση τών κυρίαρχων τάξεων ήταν κατά κανόνα πηγή φενακισμένης συνείδησης, ένώ ή ταξική όραση τών λαϊκών μαζών καί τών καταπιεζόμενων τάξεων ήταν σέ όλη σχεδόν τήν ιστορία παραγωγός ούτοπιών, συ-
ι38
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
χνά επαναστατικών. Ή θρησκεία έπαιξε συχνά το ρόλο έπαναστατικής ουτοπίας. Πώς έξηγεΐται γνωσιολογικά ή δυνατότητα γιά φανταστική απεικόνιση τής πραγματικότητας ; Κατά τόν Λένιν, όπως ανέφερα προηγουμένως, μέ τ ή διαμόρφωση τών έννοιών ή νόηση αυτονομείται - σ χ ε τ ι κ ά - άπό τήν πραγματικότητα τήν όποια έκφράζει καί ή όποία τήν καθορίζει. Οί έννοιες ζοϋν τώρα τ ή δική τους ζωή καί συσχετίζονται μέ μιά έσωτερική λογική. " Ε τ σ ι γίνεται δυνατή ή φανταστική πτήση, τό μυστήριο, ή ιδεολογία (νοούμενη ώς πλαστή συνείδηση). Άλλά καί τό πιό φανταστικό νοητικό σχήμα έχει τίς ρίζες του στήν κοινωνική ή στή φυσική πραγματικότητα καί οί γενετικές του σχέσεις μέ τήν πραγματικότητα αύτή, έστω καί ανεστραμμένες, είναι δυνατόν, κατ'άρχήν, νά ανιχνευθούν. Έ θέση γιά τ ή σχετική αυτονομία τής νόησης δίνει στό μαρξισμό, αντίθετα μέ τίς μηχανιστικές γνωσιοθεωρίες, τ ή δυνατότητα νά έρμηνεύσει τ ή φανταστική απεικόνιση τής πραγματικότητας. Τί σημαίνει όμως ιδεολογία; Οι μαρξιστές ορίζουν τήν ιδεολογία ώς τ ή συνολική κοσμοαντίληψη μιας κοινωνικής ομάδας ή τάξης. Ή ιδεολογία άσκεΐ μιά γνωστική καί ταυτόχρονα μιά κοινωνικοπρακτική λειτουργία. Στό πλαίσιο μιας συνολικής αντίληψης γιά τήν πραγματικότητα διαμορφώνει ιδεώδη, πλαίσια, θέτει σκοπούς, συνενώνει, έμψυχώνει καί κινητοποιεί τά μέλη τής κοινωνικής ομάδας. Οί σκοποί αύτοί μπορεί νά είναι ουτοπικοί ή ρεαλιστικοί, νά τίθενται κάτω άπό τό σύμβολο τής θρησκείας ή νά άποβλέπουν σέ μιά ορθολογική οργάνωση τής κοινωνίας. "Οποια μορφή καί άν έχει ή ιδεολογία, είναι πάντα ή ιδεολογία μιας τάξης ή ομάδας, καί έξυπηρετει τά συμφέροντα καί τίς έπιδιώξεις της μέσα άπό ουτοπικά ή ρεαλιστικά πρότυπα γιά τό μέλλον. Ή ιδεολογία, συνεπώς, δέν είναι άναγκαστικά πλαστή συνείδηση. Παρά ταϋτα ένα ολόκληρο ρεΰμα στοχαστών ταυτίζει τήν ιδεολογία μέ τήν πλάνη. Μέ τ ή φανταστική άπεικόνιση τής πραγματικότητας. Άπό τούς πιό γνωστούς φιλοσόφους αυτής τής τάσης είναι, ώς γνωστόν, ό Άλτουσέρ. Άλλά, όπως άναγνώρισε άργότερα ό ίδιος στήν Αυτοκριτική του, στό θέμα αύτό άναπαρήγαγε τήν
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
140
άστική άντίληψη γιά τήν τυπική άντίθεση άλήθειας-πλάνης, ταυτίζοντας τήν έπιστήμη μέ τήν άλήθεια καί τήν ιδεολογία μέ τήν πλάνη - μέ τ ή φανταστική σχέση τοΰ άνθρωπου μέ τον κόσμο. Στήν πραγματικότητα ουτε ή ιδεολογία ταυτίζεται άναγκαστικά μέ τήν πλαστή συνείδηση, ουτε ή έπιστημονική άλήθεια είναι άπαλλαγμένη άπό φιλοσοφικές προκείμενες καί ιδεολογικά στοιχεία. Τό ιδεολογικό έποικοδόμημα είναι ενιαίο μέσα στή διαφορότητά του, καί οί περιοχές του δέν χωρίζονται άπό τίς « τ ο μ έ ς » τής τυπικής λογικής. Ή άστική ιδεολογία, π.χ., μπορεί νά οριστεί ώς ή ιδεολογία που βλέπει τόν άνθρωπο σάν άνθρωπο-άστό. ( Ή ιδεολογία έχει βασικά άνθρωποκεντρικό χαρακτήρα. ) Άλλά ή άστική ιδεολογία στήν εποχή τής άνόδου τής άστικής τάξης, όχι μόνο ήταν προοδευτική, έξέφραζε τίς δυνατότητες τής τότε κοινωνικής πραγματικότητας, άλλά ήταν καί βασικά ορθολογική. Ή μονομέρειά της βρίσκεται στό οτι άπολυτοποίησε τίς άξίες της ( έλευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη, ορθός λόγος, κράτος δικαίου, κ λ π . ) , τίς είδε άνιστορικά καί άταξικά, ένώ έπρόκειτο γιά ιδεολογικές κατηγορίες μιας ορισμένης τάξης καί μιας καθορισμένης ιστορικής περιόδου. Ή μαρξιστική ιδεολογία, πέρα άπό οποιαδήποτε κενά, στρεβλώσεις καί πλάνες, είναι, κατ'άρχήν, έπιστημονική. Συνιστά τό γενικό πλαίσιο τής θεωρητικής πρακτικής καί τής πολιτικής πράξης μιας τάξης που έπιδιώκει νά γνωρίσει τόν κόσμο, γιά νά τόν μετασχηματίσει επαναστατικά. Συνεπώς τό διαχωριστικό κριτήριο στις ιδεολογίες δέν είναι τό ρασιοναλιστικό κριτήριο άλήθειας-πλάνης, άλλά τό κριτήριο τής τοξικότητας : τό άν μιά ιδεολογία είναι προοδευτική ή συντηρητική. 1 Σύμφωνα μέ μιά άντίληψη που υποστηρίζεται άπό πολλούς μαρξιστική, άλλά που προέκυψε άπό τό μπόλιασμα τοΰ στρουκτουραλισμού στό μαρξισμό, ή ιδεολογία δέν έχει ιστορία. Οι ιδεολογίες έχουν τήν ιστορία τους, ή ιδεολογία γενικά δέν έχει ιστορία. Είναι αιώνια, δηλαδή πανταχού παρούσα μέ τήν άμετάβλητη μορφή της μέσα στήν ιστορία (Άλτουσέρ). 1. Β λ . Ε . Μπιτσάκη, θεωρία χαί Πράξη, «Gutenberg», 1986. Τοΰ ίδιου, Φιλοσοφία τοΰ 'Ανθρώπου, «Gutenberg», 1991.
140
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
Ό Άλτουσέρ ε χει, άπο μιά άποψη, δίκιο. Πράγματι, σέ ορισμένες ιδεολογίες βρίσκουμε νά διατηρείται μέσα άπό τήν ιστορία καί άπό τήν αλλαγή τών μορφών ένας πάγιος άνορθολογικός πυρήνας, είτε θρησκευτικού είτε ιδεαλιστικού χαρακτήρα. Άλλά, πρώτον, όλες οί ιδεολογίες δέν είναι άνορθολογικές - φανταστικές άπεικονίσεις τής πραγματικότητας. Καί δεύτερον, πέρα άπό τήν ύπαρξη σταθερών στοιχείων, στοιχείων πού έπιβιώνουν ή άναβιώνουν στήν πορεία τού ιστορικού γίγνεσθαι, ή άντίληψη τής πραγματικότητας καί ειδικά ή άντίληψη γιά τόν άνθρωπο μεταβάλλεται άπό έποχή σέ έποχή. Μπορούμε συνεπώς νά μιλήσουμε γιά ιστορικότητα τών ιδεολογιών, ώς τό κύριο χαρακτηριστικό τους, καί ταυτόχρονα νά άναζητήσουμε τά τυχόν στοιχεία πού έπιβιώνουν ή στοιχειά πού άναβιώνουν σέ μιά συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Ή ιδεολογία υπηρετεί πάντα συγκεκριμένους κοινωνικοπολιτικούς σκοπούς. Ώ ς ιδεολογία συγκροτείται όχι μόνο άπό στοιχεία τού καιρού της άλλά καί άπό στοιχεία πού τά δανείζεται άπό τό παρελθόν καί τά όποια έντάσσει στή δική της κοσμοθεώρηση, γιά νά υπηρετήσουν νέους σκοπούς. "Ας θυμηθούμε τόν Κάρλ Μάρξ: « Ή παράδοση όλων τών νεκρών βαραίνει σάν βραχνάς στό μυαλό τών ζωντανών. Καί όταν άκόμα οί ζωντανοί φαίνεται σάν νά άσχολούνται ν'άνατρέψουν τόν εαυτό τους καί τά πράγματα καί νά δημιουργήσουν κάτι πού δέν έχει προϋπάρξει, σ* αύτές άκριβώς τίς έποχές τής έπαναστατικής κρίσης έπικαλούνται φοβισμένοι τά πνεύματα τοϋ παρελθόντος στήν υπηρεσία τους, δανείζονται τά όνόματά τους, τά μαχητικά τους συνθήματα, τίς στολές τους, γιά νά παραστήσουν μέ τήν αρχαιοπρεπή αύτή σεβάσμια μεταμφίεση καί μέ αύτή τ ή δανεισμένη γλώσσα τ ή νέα σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας. " Ε τ σ ι ό Λούθηρος φόρεσε τ ή μάσκα τού αποστόλου Παύλου, ή έπανάσταση τού 1789-1814 ντύθηκε διαδοχικά τ ή στολή τής Ρωμαϊκής Δημοκρατίας καί τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καί ή έπανάσταση τού 1848 δέν βρήκε νά κάνει τίποτα καλύτερο άπό τό νά παρωδήσει πότε τό 1789 καί πότε τήν έπαναστατική παράδοση τοϋ 1793-1795. [ . . . ] Ό Κάμιλλος Ντεμουλέν, ό Δαντών, ό Ροβεσπιέρος, ό ΣαίνΖύστ, ό Ναπολέοντας, οί ήρωες όπως καί τά κόμματα καί οί μά-
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
141
ζες τής παλιάς γαλλικής επανάστασης, έκπληρώσανε με τ ή ρωμαϊκή στολή και p i τ ή ρωμαϊκή φρασεολογία το καθήκον τής εποχής τους, δηλαδή το καθήκον τής απελευθέρωσης άπό τά δεσμά της καί τής έγκαθίδρυσης τής σύγχρονης άστικής κοινωνίας. [ . . . ] Ό Κρόμβελ καί ό αγγλικός λαός δανείστηκαν άπό τήν Παλαιά Διαθήκη τ ή γλώσσα, τά πάθη καί τίς αύταπάτες γιά τήν άστική τους έπανάσταση. "Οταν έπιτεύχθηκε ό πραγματικός σκοπός, όταν πραγματοποιήθηκε δ άστικός μετασχηματισμός τής άγγλικής κοινωνίας, δ Λόκ έκτόπισε τόν προφήτη Άββακούμ. [ . . . ] Σ ' αύτές λοιπόν τίς έπαναστάσεις, ή άνάσταση τών νεκρών χρησίμευε γιά νά λαμπρύνει τούς καινούργιους άγώνες κι όχι γιά νά παρωδήσει τούς παλιούς, γιά νά υποβάλει στή φαντασία τό καθήκον πού είχε τεθεί καί όχι γιά νά άποφύγει τήν έκπλήρωσή του στήν πράξη, γιά νά ξαναβρεί τό πνεύμα τής έπανάστασης καί όχι γιά νά κάνει νά πλανιέται τό φάντασμά της » . 1 Στό κείμενο αύτό ό Μάρξ άντιμετωπίζει τό ζήτημα τής ιστορικότητας τών ιδεολογιών, τής άναβίωσης ιδεολογικών στοιχείων, καί τό πρόβλημα τού συνειδητού ή μή χαρακτήρα της. Καί γιά νά έρθουμε πιό κοντά στό χώρο καί τό χρόνο: Ή έπίκληση τών άρχαίων προγόνων καί τών ήρώων τού '21 στήν Κατοχή άπό τό ΕΑΜ είναι άσχετη μέ τό χαρακτήρα καί τ ή λειτουργία τών ιδεολογιών; Καί ή ύπαρξη τέτοιων έτερόκλητων στοιχείων στήν ιδεολογία καί στήν προπαγάνδα ήταν άσχετη μέ τήν ήττα τού άντιστασιακού-προοδευτικού κινήματος ; 7. Ή έννοια της
αλήθειας
Οί σχέσεις άλήθειας-πλάνης στό χώρο τής ιδεολογίας δέν έξαντλούνται στήν τυπική τους άντιπαράθεση. Άλλά ποιά είναι ή μαρξιστική άντίληψη γιά τήν άλήθεια; θεωρείται αύτονόητο άπό τούς άστούς έπιστημολόγους ότι δέν ύπάρχει μαρξιστική επιστημολογία. Μπορούμε νά μιλήσουμε γιά έπι-
1. Κ . Μάρξ, Ή
1977, σα. 11-13.
18η Μτζρυμαφ
τοΰ AouSoëtxov
Βοναπάρτη,
«Ηριδανός»,
ι143
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
στημολογία τοϋ Κάντ, τοϋ Κάρλ Πόππερ, τοϋ Τόμος Κουν, τοϋ "Ιμρε Λάκατος, γιά θετικιστική επιστημολογία, γιά κύκλο τής Βιέννης ή γιά έπιστημολογία τοϋ Ράσσελ, άλλά ποϋ άκούστηκε νά υπάρχει καί μαρξιστική έπιστημολογία; Στό χώρο της τρέχουσας έπιστημολογίας έχει κανείς τήν έντύπωση ότι τά πράγματα έγιναν καί προχωρούν σαν νά μήν υπήρξε ό "Ενγκελς, σάν νά μή γράφτηκε τό Κεφάλαιο τοϋ Μάρξ, σάν νά μήν υπήρξε ό f Υλισμός και εμπειριοκριτισμός καί τά Φιλοσοφικά Τετράδια τοϋ Λένιν. Γιά τά ακαδημαϊκά μυαλά τών φιλοσόφων, μέ ποιό δικαίωμα ό "Ενγκελς καί ό Λένιν διεκδικούν τόν τίτλο τού φιλοσόφου; Ακόμα περισσότερο : Τά πάντα συμβαίνουν σάν νά μήν υπήρξαν έκτοτε σχολές μαρξιστών φιλοσόφων καί έπιστημολόγων, τόσο στίς σοσιαλιστικές δσο καί στίς κεφαλαιοκρατικές χώρες. Αντίστροφα, άπό καιρό σέ καιρό εμφανίζεται κάποια σχολή-μόδα σάν ή μεγάλη έπανάσταση στό χώρο τής έπιστημολογίας. Γιατί λοιπόν αύτή ή θορυβώδης προβολή άπό τ ή μιά καί ή έπιλεκτική σιωπή άπό τήν άλλη ; Ή άπάντηση δέν είναι δύσκολη. Ή φιλοσοφία είναι έπίσης πεδίο τής ταξικής πάλης. Ό καθένας έπιλέγει τό χώρο του καί τά δπλα του, έστω καί άν παρουσιάζεται μέ τό ύψηλόφρον ϋφος τής ούδετερότητας, τής άναζήτησης τής άλήθειας πάνω άπό συμφέροντα καί σκοπιμότητες. Άλλά άς δούμε πρώτα τό γενικό πρόβλημα της άλήθειας. Κατά τ ή μαρξιστική άποψη, ή άλήθεια είναι έπίσης έννοια ιστορική. Ό μαρξισμός άπορρίπτει τήν τυπική, άνιστορική άντίθεση άλήθειας καί πλάνης πού δεσπόζει στίς άστικές επιστημολογίες καί άναζητεϊ τ ή διαλεκτική ιστορική σχέση τους, σέ συνάρτηση με τήν κοινωνική πρακτική. Κατά τό μαρξισμό ή άλήθεια δέν είναι προϊόν τής σχέσης τής νόησης μέ τόν έαυτό της, άλλά τής σχέσης τής νόησης με τόν κόσμο. " Ε τ σ ι κατά τό μαρξισμό ή άλήθεια δέν είναι άνάμνηση τού κόσμου τών ιδεών, δέν είναι άποκάλυψη, δωρεά τού Υπέρτατου Νού, δέν έξαρτάται άπό έμφυτες ιδέες, δέν έπιβάλλεται άπό τ ή νόηση χάρη σέ προεμπειρικούς τύπους καί κατηγορίες, δέν είναι πορεία πρός τήν αύτοσυνείδηση. Ή άλήθεια είναι συμφωνία της νόησης με τήν πραγματικότητα, καί κατακτιέται μέσα
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
143
άπό τήν κοινωνική πράξη ώς ή θεωρητική της γενίκευση καί ώς οδηγός της. Γ ι ' α υ τ ό ή άλήθεια είναι ιστορικά καθορισμένη, δηλαδή σχετική, καί ταυτόχρονα ιστορικά αντικειμενική. Τό σχετικό, κατά τό μαρξισμό, είναι στιγμή τοΰ άπόλυτου. "Αρα ή σχετικότητα δέν άντιφάσκει μέ τήν άντικειμενικότητα, άν καί τίς δύο τίς δοΰμε ιστορικά. 'Ακολουθώντας μιά μακρά ρεαλιστική παράδοση, που άρχιζε ι τουλάχιστον άπό τόν 'Αριστοτέλη, ό μαρξισμός διακρίνει βαθμίδες άλήθειας ή επίπεδα ιδιοποίησης τής πραγματικότητας. Ή έποπτική άλήθεια άντιστοιχεϊ στήν πρώτη βαθμίδα τής γνώσης, καί μάς δίνει τά πρώτα στοιχεία τής ταυτότητας τών άντικειμένων (ύπαρξη, άριθμό, σχήμα, όγκο, χρώμα, θερμοκρασία, κατάσταση κλπ. ). Ή έποπτική άλήθεια είναι προϊόν φυσικών άλληλεπιδράσεων άνάμεσα στό υποκείμενο καί στόν γύρω κόσμο. Πολλοί φιλόσοφοι άμφισβήτησαν τήν άξιοπιστία τών αισθήσεων καί άλλοι, νεότεροι, περιόρισαν τήν πραγματικότητα στό σύνολο τών αισθητηριακών δεδομένων. Κατά τό μαρξισμό τό πρόβλημα τής άξιοπιστίας κρίνεται συγκεκριμένα μέσα στήν πράξη (παραγωγική, έπιστημονική). "Οσο γιά τ ή δεύτερη τάση, μιλήσαμε γιά τό πώς οί επιστήμες καί ό μαρξισμός άπορρίπτουν τόν Θετικιστικό υποκειμενισμό, άναζητώντας τίς άντικειμενικές δομές, πραγματικότητες καί σχέσεις πού άντιστοιχοΰν στά αισθητηριακά δεδομένα. Μιά άνώτερη μορφή γνώσης είναι ή έμπειρική, πού προκύπτει όχι άπλώς άπό τ ή Θέαση, κλπ., άλλά άπό τήν πρακτική σχέση τού άνθρώπου μέ τόν κόσμο. Ό έμπειρικός γνωρίζει τίς ιδιότητες τών άντικειμένων, άλλά δέν μπορεί νά τίς έρμηνεύσει. Ή έμπειρία, γράφει ό 'Αριστοτέλης, μάς μαθαίνει ότι ή φωτιά καίει, άλλά δέν μάς μαθαίνει γιατί καίει. Ό έμπειρικός συχνά μπορεί νά πετύχει έκεΐ όπου άποτυγχάνει ό θεωρητικός, έπειδή αυτός γνωρίζει τίς συγκεκριμένες ιδιότητες τών έπιμέρους πραγμάτων. Ή έμπειρική γνώση είναι προβαθμίδα τής έπιστημονικής, πού σημαίνει γνώση τών αιτίων ένός φαινομένου, τών δομών καί τών βαθύτερων λειτουργιών καί ιδιοτήτων ένός πράγματος. Ή φυσική καί ή χημεία μας μαθαίνουν, π.χ., γιατί καίει ή φωτιά, γιατί τό μο-
44
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νοξίδιο τοϋ άνθρακα είναι θανατηφόρο, γιατί ή γ η στρέφεται γύρω άπό τόν ήλιο κ.ο.κ. Βέβαια ή προηγούμενη κατάταξη είναι σχηματική, έπειδή στήν πραγματικότητα ύπάρχει αλληλεπίδραση άνάμεσα στίς τρεις βαθμίδες. Ε π ί σ η ς , έπιστημονική άλήθεια δέν σημαίνει ολοκληρωτική, άπόλυτη γνώση ένός φαινομένου ή ένός πράγματος, άλλά ένα συγκεκριμένο, ιστορικά καθορισμένο έπίπεδο θεωρητικής ιδιοποίησης. Τόσο τό έπίπεδο προσέγγισης όσο καί τά κριτήρια άλήθειας είναι ιστορικά καθορισμένα : έξαρτώνται άπό ιδεολογικούς καί άλλους παράγοντες, άλλά πριν άπό όλα άπό τό έπίπεδο άνάπτυξης τής τεχνολογίας, άρα άπό τίς δυνατότητες πειραματισμού καί πειραματικού έλέγχου (τουλάχιστον γιά τίς φυσικές έπιστήμες). Γιά τίς κοινωνικές έπιστήμες τό πρόβλημα τής άλήθειας είναι περισσότερο περίπλοκο, καθώς στήν περιοχή τους καθοριστικός παράγων είναι ή ταξική όραση τού έρευνητή.
8 . Επιστήμες
και ιδεολογία
Άλλά σέ ποιές συνθήκες έμφανίστηκε ό έπιστημονικός λόγος ; Σ έ ποιά περίοδο τής άνθρώπινης ιστορίας μπορούμε νά πούμε ότι έχουμε έπιστήμη ; Ποιά είναι ή διαλεκτική τών σχέσεων τών έπιστημών μέ τήν ιδεολογία; Ή γνώση στίς πρωτόγονες κοινωνίες είναι έμπειρική, άλλά ή ερμηνεία τοϋ κόσμου είναι μυθική, άνθρωπομορφική. Τό μυθικό έποικοδόμημα τής φυλετικής κοινωνίας διατηρήθηκε καί στίς πρώιμες δουλοκτητικές κοινωνίες μέ τά βασιλικά ή ολιγαρχικά καθεστώτα. Ε π ί σ η ς διατηρήθηκε, μεταλλαγμένο σέ Θεοκρατική ιδεολογία τής κυρίαρχης τάξης, στήν Αίγυπτο καί στίς αυτοκρατορίες τής Ανατολής. Αλλά μέ τήν εγκαθίδρυση δημοκρατικών πολιτευμάτων στίς έλληνικές πόλεις τής Μικρός Ασίας, έμφανίζεται ένα νέο είδος κοσμοθεώρησης πού βασίζεται στόν ορθό λόγο: ή φιλοσοφία. ( Ά ς μήν άπολυτοποιούμε τίς άντιθέσεις : στό πρωτόγονο έποικοδόμημα υπάρχουν ορθολογικά στοιχεία καί ή φιλοσοφία τών Ιώνων δέν ήταν άπαλλαγμένη άπό μυθικά στοιχεία τού έποικοδομήματος τής φυλετικής κοινωνίας.)
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
146
Στήν πρώτη αυτή περίοδο τά όρια τών επιστημών καί τής φιλοσοφίας δεν είναι καθορισμένα μέ σαφήνεια. Οί πρώτοι πυρήνες τών έπιστημών ( τ ή ς αριθμητικής, τής γεωμετρίας, τής αστρονομίας) διαμορφώθηκαν στήν Αίγυπτο καί στις αυτοκρατορίες τής Ανατολής. Αλλά οί « έπιστήμες » στις χώρες αυτές είχαν πρακτικό χαρακτήρα, υποταγμένες καθώς ήταν στήν έξυπηρέτηση τοϋ κρατικοϋ-θεοκρατικοϋ μηχανισμού. Ταυτόχρονα, οί έπιστήμες έπικαλύπτονταν άπό μιά θεοκρατική-μυστικιστική ιδεολογία, ή όποία συνιστούσε τό γενικό πλαίσιο τής « π ο λ ι τ ι κ ή ς » καί πνευματικής ζωής. Στις πόλεις τής 'Ιωνίας, άντίστροφα, καί άργότερα στόν έλλαδικό χώρο καί λιγότερο στήν Κάτω 'Ιταλία, μέ τήν άνάπτυξη τού έμπορίου, τής βιοτεχνίας καί προπαντός τής πολιτικής ζωής καί τοϋ πολιτικού λόγου, ή φιλοσοφία έγινε στοιχείο τής πολιτικής ζωής στήν πόλη. Ε π ί σ η ς αύτονομήθηκε σχετικά άπό τίς « έπιστήμες » πού συνδέονταν βασικά μέ τίς άνάγκες τής παραγωγής, τού έμπορίου καί τού στρατού. Άλλά σέ ποιά φάση μπορούμε νά μιλήσουμε γιά επιστήμη ; Σ τ ι ς θεοκρατικές αύτοκρατορίες μπορούμε νά μιλήσουμε γιά έπιστημονικούς πυρήνες ένσωματωμένους στόν παραγωγικό μηχανισμό καί ταυτόχρονα στό μυθικό ιδεολογικό έποικοδόμημα. Στήν πραγματικότητα αύτή, θά ταίριαζε ίσως δ όρος πρωτοεπιστήμη. Στόν έλληνικό χώρο οί πυρήνες αύτοί άναπτύχθηκαν, διαφοροποιήθηκαν καί άποκαθάρθηκαν -σχετικά— άπό τά μυθικά στοιχεία τού παλαιού έποικοδομήματος. 'Ωστόσο πρός τό τέλος τής κλασικής περιόδου, καί προπαντός στήν άλεξανδρινή έποχή, μπορούμε πιά νά μιλάμε όχι γιά πρωτοεπιστήμη, άλλά γιά όλόκληρους έπιστημονικούς κλάδους, κυρίως στήν περιοχή τών μαθηματικών, τής φυσικής καί τής άστρονομίας ( 'Απολλώνιος, Ευκλείδης, 'Αρχιμήδης, "Ηρων, Εύδοξος, "Ιππαρχος, Πτολεμαίος κ.ά. ). Μπορούμε όμως νά ισχυριστούμε ότι στήν περίοδο αύτή οι έπιστήμες αποκόπηκαν ριζικά άπό τήν ιδεολογία; Μπορούμε νά μιλήσουμε γιά κάποια τομή, άνάμεσα στό προεπιστημονικό-ίδεολογικό καί τό έπιστημονικό στάδιο τής γνώσης ; Μιά καταφατική άπάντηση θά ήταν λάθος. Πρώτον, έπειδή οί έπιστήμες πού διαμορφώθη-
146
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
καν σ'αύτή τήν περίοδο ενσωμάτωσαν πλήθος προγενέστερα εμπειρικά καί ορθολογικά στοιχεία (παρατηρήσεις, λογισμούς, έπιστημονικές υποθέσεις ) καί δεύτερον, έπειδή οί αναπτυσσόμενες έπιστήμες ένσωμάτωσαν έπίσης καί διατήρησαν μυθικά καί ανορθολογικά στοιχεία. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί τό έργο τών Ε λ λ ή ν ω ν αστρονομιών, πού όλοκληρώθηκε μέ τή Μέγιστη Σύνταξη τού Πτολεμαίου : Τό έργο αύτό είναι ένα καταπληκτικό-λογικό-μαθηματικόγεωμετρικό οικοδόμημα, πού «έσωζε τά φαινόμενα» καί ταυτόχρονα ειχε θεμελιωθεί στήν άνθρωποκεντρική-γεωκεντρική άντίληψη, δηλαδή σέ μιά λανθασμένη φιλοσοφικο-επιστημονική παραδοχή. Τό πέρασμα άπό τήν προεπιστημιονική στήν επιστημονική γνώση, άπό τήν «ιδεολογία» στήν έπιστήμη, δέν χαρακτηρίζεται άπό κάποια τομή ούτε συνιστά κάποιο πέρασμα άπό τό « μ ύ θ ο » στό « λ ό γ ο » . Πρόκειται γιά μιά μακρά ιστορική διαδικασία άναπόσπαστη άπό τήν έξέλιξη καί τίς άνάγκες τών δουλοκτητικών δημοκρατιών, όπου συνυπάρχουν άνταγωνιστικά τά στοιχειά τού φυλετικού έποικοδομήματος καί τής νέας, βασικά ορθολογικής έπιστήμης καί κοσμοαντίληψης. "Αλλωστε μοναδικό στοιχείο πού καθόρισε τήν άνάπτυξη τών έπιστημών έκείνη τήν περίοδο δέν ήταν οί άνάγκες καί οι δυνατότητες τής τεχνικής καί τής πολιτικής ζωής. Ό ρόλος τής ιδεολογίας ήταν έπίσης καθοριστικός καί θετικά καί άρνητικά. Ό Άρίσταρχος π.χ. κατηγορήθηκε γιά άθεος, έπειδή ή ήλιοκεντρική του ύπόθεση συγκρουόταν μέ τίς λαϊκές δοξασίες γιά τ ή θέση τής γής καί γιά τόν ήλιο. Ή κυριαρχία τού πτολεμαικού συστήματος δέν οφειλόταν μόνο στά άτελή παρατηρησιακά δεδομένα, άλλά καί στήν έπιρροή τής κυρίαρχης ιδεολογίας τής έποχής. 'Αντίστοιχα οί ιδεολογικοί παράγοντες δέν θά εύνοούσαν κατά τόν Μεσαίωνα τήν έκτέλεση οποιωνδήποτε παρατηρήσεων υπέρ τού ήλιοκεντρικού συστήματος. Ό Κοπέρνικος τόλμησε νά διατυπώσει ξανά τήν ήλιοκεντρική ύπόθεση, όχι έπειδή διέθετε πολύ περισσότερα παρατηρησιακά δεδομένα, όσο γιατί τό ιδεολογικό κλίμα τής 'Αναγέννησης μπορούσε νά άνεχθεΐ (καί ύπέθαλψε) τήν επανάσταση ένάντια στή δεσποτεία τής έκκλησίας καί στά «έπιστημονικά» της έρείσματα. 'Αντίστοιχα ό Γαλιλαίος έστρεψε τ ή διόπτρα του στόν
148
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
ουρανό αναζητώντας αποδείξεις τοΰ ήλιοκεντρισμού, ώθούμενος καί άπό τ ή δύναμη τών ιδεών τής εποχής του. Ή άνάπτυξη συνεπώς μιας έπιστήμης δέν είναι μόνο πρόβλημα έσωτερικών όρων (έμπειρικών δεδομένων, τεχνικών δυνατοτήτων, μαθηματικού λογισμού κλπ. ). Είναι ταυτόχρονα καί πρόβλημα ιδεολογίας καί ένός συνόλου κοινωνικών « έξωτερικών » παραγόντων. Ή θεωρία π.χ. τοϋ Δαρβίνου προετοιμάστηκε υλικά καί ιδεολογικά άπό τήν άνοδο τού άγγλικού καπιταλισμού. Ή ιδια όμως ή άστική κοινωνία άντέδρασε στό κήρυγμα τοϋ Δαρβίνου, έπειδή οί ανθρωπολογικές του συνέπειες άντιστρατεύονταν τήν υποκριτική ήθική τής συμβιβασμένης ήδη άστικής τάξης. 1 9. Τό επιστημονικό
γίγνεσθαι
Κατά τό μαρξισμό, ή άνάδυση μιας « επιστημονικής ήπείρου» δέν σημαδεύει κάποια τομή μέ τό σύνολο τών προεπιστημονικών - ιδεολογικών στοιχείων, τών όποιων άποτελεϊ τ ή διαλεκτική υπέρβαση. Κι αύτό έπειδή, όπως τόνισα, ή ιδεολογία δέν ταυτίζεται μέ τήν πλαστή συνείδηση, ουτε ή έπιστήμη με τήν « κ α θ α ρ ή » άλήθεια. Διαλεκτική υπέρβαση, ή γνωσιακή μεταλλαγή, ή έπιστημική μεταλλαγή, σημαίνει υπέρβαση τού προεπιστημονικοΰ καθεστώτος, διαμόρφωση τοϋ κεντρικού έννοιολογικοϋ πυρήνα τής έπιστήμης, ένός πρώτου φορμαλισμού καί ταυτόχρονα ένσωμάτωση, στό νέο έννοιολογικό πλαίσιο, στοιχείων άπό τήν προηγούμενη προεπιστημονική φάση. Ή γένεση μιας έπιστήμης είναι μιά πράξη υπέρβασης, ρήξης καί συνέχειας. "Αλλωστε ή διαμόρφωση μιας έπιστήμης καί ή είσοδος της στήν « ό μ α λ ή » ή κανονική περίοδο δέν σημαίνει έκκένωση τής ιστορικότητας, όπως φαντάζονται ορισμένοι μαρξιστές έπηρεασμένοι άπό τίς τυπικές επιστημολογίες, ούτε ότι ή έπιστήμη θά άσχολεϊται έφεξής μέ τήν «έπίλυση γρίφων» κατά τό άποτυχημενο έξελικτικό σχήμα τού Τόμος Κούν. Στήν « όμαλή » περίοδο μπορούν νά γίνουν ουσιαστικές μεταμορφώσεις της θεωρίας, νά άνα-
1. Β λ . σ χ ε τ ι κ ά , Ε . Μ π ι τ σ ά κ η , θεωρία
xai Πράξη,
ο.π.
148
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
πτυχθοΰν νέοι κλάδοι καί νέοι φορμαλισμοί. Ή ιστορία τών έπιστημών μαρτυρεί γιά τήν ανεπάρκεια τών τυπικών έπιστημολογιών νά άντιμετωπίσουν το επιστημονικό γίγνεσθαι. Κατά τό μαρξισμό, έξάλλου, ή έπιστημονική έπανάσταση καί ή « ά λ λ α γ ή παραδείγματος » δέν είναι απλά προβλήματα έπιλογής τής « έπιστημονικής κοινότητας » ( Κουν ) άλλά μιά σύνθετη διαδικασία, όπου τόν αποφασιστικό ρόλο τόν παίζει ή σύγκρουση τοϋ παλιού έννοιολογικοϋ σχήματος μέ τά καινούργια έμπειρικά δεδομένα. Στόν αιώνα μας κυριάρχησε ή θετικιστική έπιστημολογία, μορφή όψιμου άστικοΰ έπιστημονισμοϋ, πού έχει κλείσει ήδη τόν ιστορικό του κύκλο. Μπροστά στό ιστορικό άδιέξοδο τοϋ θετικισμού, πολλοί σύγχρονοι έπιστημολόγοι έπιχείρησαν νά ξεπεράσουν τήν άνιστορικότητα αυτής τής σχολής καί νά συλλάβουν τήν έξέλιξη τών έπιστημών στήν ιστορία. "Ενας άπό τούς πιό σημαντικούς έκπροσώπους αύτής τής τάσης είναι ό Τόμας Κούν, στόν όποιο ήδη άναφέρθηκα. Ό Κούν θέλησε νά δει έξελικτικά τήν έπιστήμη. 'Αγνόησε όμως τ ή μαρξιστική διαλεκτική, καί πλήρωσε γι'αύτό. 'Επειδή τό σχήμα του, όσο λαμπρές ιδέες καί άν περιέχει, δέν μπορεί νά συλλάβει τήν πραγματική κίνηση τών έπιστημών καί τίς κινητήριες δυνάμεις τους. Οί έννοιες τής « έπιστημονικής κοινότητα » τοϋ « παραδείγματος » κλπ. είναι άνάπηρες, καθώς δέν ένσωματώνουν τό σύνολο τών ένδογενών καί έξωγενών όρων τής γένεσης μιας έπιστήμης ή τής έπιστημονικής έπανάστασης. Πράγματι, πότε διαμορφώθηκε τό « π α ράδειγμα » τής μηχανικής ; Στήν έποχή τοϋ Γαλιλαίου, τοϋ Νεύτωνα, τοϋ Λαγκράνζ ή τοϋ Χάμιλτον; Καί τό κβαντικό «παράδειγμα» διαμορφώθηκε τό 1905, τό 1924, τό 1926 ή διαμορφώνεται έξελικτικά καί μέ διαδοχικές έπαναστάσεις ολόκληρο τόν 20ό αιώνα (κβαντική μηχανική, κβαντική σχετικιστική μηχανική, θεωρίες στοιχειωδών σωματίων, ένοποιητικές θεωρίες, κβαντική θεωρία τής βαρύτητας, κ λ π . ) ; Καί πότε διαμορφώθηκε τό «παράδειγμα» τής έπιστήμης τής βιολογίας ; Καί είναι ένα ή δύο ( δαρβινικό-έξελικτικό καί μεντελικό-στατικό ) ; Καί πότε κυριάρχησε τό ένα ; Καί ή κυριαρχία του είναι οριστική ; Καί τί γίνεται μέ τά δύο « παραδείγματα» στήν οπτική ( τ ό νευτώνειο-σωματιδιακό καί τό κυματι-
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
149
κό ) ; Τρεις αιώνες, καί ή σύγκρουση τών δύο, με τίς έναλλασσόμενες φάσεις της, δεν έχει άκόμα λυθεί. Ή έννοια τού παραδείγματος είναι σχετική καί οριακά υποκειμενική ( ή έπιστημονική κοινότητα -κατά τόν Κούν- έπιλέγει ένα άπό τά δυνατά παραδείγματα καί τό έπόμενο παράδειγμα δέν είναι περισσότερο άληθινό άπό τό προηγούμενο). Γι'αύτό, παρά τά προβλήματα πού έθεσε, δέν μπορεί νά άνταποκριθεΐ μέ έπάρκεια στήν πραγματική δυναμική τού έπιστημονικού γίγνεσθαι. 'Αντίστοιχα, ή έννοια τής κρίσης καί τής έπανάστασης στόν Κούν μοιάζουν περισσότερο μέ συνειδησιακές κρίσεις παρά μέ ιστορικά γεγονότα πού προσδιορίζονται άπό άντικειμενικούς όρους.1 Ή σύγχρονη άστική έπιστημολογία δέν μπόρεσε νά δώσει ένα ικανοποιητικό σχήμα τής έξέλιξης τών έπιστημών. 'Αντίθετα, ή μαρξιστική επιστημολογία, άπό τήν έποχή τού "Ενγκελς καί μετά, έδωσε ένα ικανοποιητικό διαλεκτικό σχήμα όπου λαμβάνονται υπόψη τόσο οί ένδογενεΐς όσο καί οί έξωγενεΐς παράγοντες, καί όπου ή έξέλιξη δέν νοείται ούτε σωρευτικά, κατά τό ρασιοναλιστικό καί θετικιστικό πρότυπο, ούτε σάν διαδικασία τομών καί ριζικής άσυνέχειας ( Μπασελάρ, Άλτουσέρ ) ούτε, τέλος, σάν φαινόμενο πού καθορίζεται άπό τίς προτιμήσεις κάποιας, άπλόικά θεωρούμενης, « έ π ι στημονικής κοινότητας».* 10. Επιστήμες
και φιλοσοφία
Ποιά είναι, τέλος, ή άντίληψη τού μαρξισμού γιά τίς σχέσεις έπιστημών καί φιλοσοφίας ; Είναι γνωστή ή διαμάχη γύρω άπό αύτό
1. Β λ . Tb. Kuhn, The Structure of Scientifique Revolutions, The Univ. of Chicago Press, 1970. Μιά κριτική τής επιστημολογίας τοΰ Κουν άπό τον Λάκατος, τον Watkins καί άλλους στο Criticism of the Growth of Knowledge, Cambridge Univ. Press, 1974. 2. Γιά τήν εξέλιξη τών έπιστημών σέ συνάρτηση μέ τήν κοινωνική έξέλιξη, βλ. J. D. Bemal, Ή επιστήμη στήν Ιστορία, 4 τόμοι, « I. Ζαχαρόπουλος » . Γιά τό πρόβλημα τής άλήθειας, βλ. Ε . Μπιτσάκη, θεωρία χαι Πράξη, ο.π. Τοΰ Βίου : Το αειθαλές $έντρο της γνώσεως, ο.π.
>5= ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
το θέμα, πού στήν έποχή μας τέθηκε μέ νέους ορούς κυρίως άπό το θετικισμό. Είναι γνωστή ή άντιμεταφυσική θέση τοΰ Χιούμ και ή άπόδειξη τοΰ Κάντ ότι είναι άδύνατο νά θεμελιωθεί έπιστημονικά ή « μεταφυσική » , έπειδή ή νόηση μπορεί νά γνωρίσει μόνο τά φαινόμενα, άλλά όχι τά νοούμενα ( τ ά πράγματα καθεαυτά). Στήν έποχή μας ό θετικισμός, συνεχίζοντας καί άναπτύσσοντάς πρός τήν κατεύθυνση τοΰ ύποκειμενισμοΰ τήν έμπειρική παράδοση, θεωρεί ότι έπιστημονικές είναι μόνο οί προτάσεις πού μπορούν νά έλεγχθοΰν έμπειρικά. Οί προτάσεις αύτές είναι καί οί μόνες πού έχουν νόημα. Οί φιλοσοφικές προτάσεις άντίθετα, καθώς είναι άδύνατο, κατά τό θετικισμό, νά υποστούν έμπειρικό έλεγχο, ασχολούνται μέ ψευδοπροβλήματα, καί στερούνται νοήματος. " Ε τ σ ι ό θετικισμός πιστεύει ότι αίρεται πάνω άπό τόν υλισμό καί τόν ιδεαλισμό, άπορρίπτοντας ολόκληρη τ ή φιλοσοφική προβληματική, σάν ψευδοπρόβλημα. Ή άντιφιλοσοφική αύτή στάση επηρέασε σημαντικά τ ή φιλοσοφική σκέψη τής έποχής μας. Άκόμα καί φιλόσοφοι, δηλωμένοι εχθροί τού θετικισμού, έπηρεάστηκαν άπό τά τυπικά καί έξωιστορικά του κριτήρια, σέ ό,τι άφορα τίς σχέσεις τών έπιστημών μέ τ ή φιλοσοφία. Κατά τόν Πόππερ, π.χ., οπως είναι γνωστό, έπιστημονικές είναι μόνο οί διαψεύσιμες προτάσεις. "Αρα οί φιλοσοφικές προτάσεις δέν είναι έπιστημονικές. Άλλά ό Πόππερ, σέ άντίθεση μέ τούς θετικιστές, θεωρεί τό κριτήριο τής διαψευσιμότητας ώς κριτήριο οριοθέτησης. "Οχι νοήματος. Συνεπώς, κατά τόν Πόππερ, οί προτάσεις τής φιλοσοφίας δέν στερούνται νοήματος. Ή φιλοσοφία έχει νόημα, άσχολεΐται μέ πραγματικά προβλήματα, άσκεϊ μιά γνωστική λειτουργία καί είναι χρήσιμη στις έπιστήμες. " Ε τ σ ι π.χ. ό Πόππερ, ένώ δέν δέχεται τ ή « μ ε τ α φ υ σ ι κ ή » άρχή τής αιτιότητας, δέχεται ότι έργο τών έπιστημών είναι ή άνακάλυψη τών πραγματικών αίτιακών σχέσεων πού λειτουργούν στή φύση. 1
1. Β λ . Κ. Popper, The Logic of Scientific Discovery, Hutchinson of London, 1952. Τοΰ ίδιου : Conjectures and Refutations, Routledge, London 1972. Τοΰ ίδιου : Realism and the Aim of Science, Rowman and Littlefield, 1983.
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ
152
Ό μαρξισμός απορρίπτει τις τυπικές αντιλήψεις γιά τίς σχέσεις τών έπιστημών μέ τ ή φιλοσοφία. Κατ'άρχήν δέχεται τήν καταστατική διαφορά της φιλοσοφίας καί τών έπιστημών. Οί γενικές φιλοσοφικές προτάσεις ή θέσεις ( π . χ . ή θέση: ό κόσμος είναι άπειρος ) δέν μπορούν νά έλεγχθοΰν πειραματικά, όπως οί προτάσεις τών έπιμέρους έπιστημών. Ωστόσο οί φιλοσοφικές προτάσεις που άφορούν τά γενικά προβλήματα γιά τό είναι, τ ή γνώση καί τήν άνθρώπινη ύπαρξη, άνταποκρίνονται σέ ουσιαστικές άνάγκες τών άνθρώπων, άρα έχουν νόημα καί έπιπλέον μπορούν νά έχουν, άνάλογα μέ τ ή φύση τους, έναν ορισμένο βαθμό άλήθειας : μπορεί νά είναι ορθές ( π . χ . ή άρχή τής αιτιότητας), νά είναι σύμφωνες μέ τά δεδομένα τών έπιστημών ( π . χ . ή άρχή τής άπειρότητας), ή νά είναι έξω άπό κάθε δυνατότητα λογικού ή πειραματικού έλεγχου ( π . χ . τό αίτημα τής δημιουργίας τοϋ κόσμου άπό τόν θ ε ό ) . 1 Ό μαρξισμός δέχεται τήν ένότητα τών έπιστημών καί τής φιλοσοφίας, ένότητα ιστορικά καθορισμένη, τής οποίας, συνεπώς, τό περιεχόμενο άλλάζει στόν ιστορικό χρόνο. Κάποτε ή φιλοσοφία περιλάμβανε τούς πρώτους πυρήνες της πρωτοεπιστήμης. Βαθμιαία τό σύνολο τών έπιστημών άποκόπηκε άπό τό σώμα τής φιλοσοφίας. Ωστόσο, ή άντιθετική-ίστορική ένότητα τών δύο γνωστικών πεδίων διατηρήθηκε. Οί επιστημονικές έπαναστάσεις έπαναστατικοποιούσαν τόν φιλοσοφικό λόγο (φιλοσοφική έμβέλεια τών έπιστημών). 'Αντίστροφα, ή φιλοσοφία άσκησε πάντα μιά επιστημολογική λειτουργία. Παράδειγμα, ή έξέλιξη τού ίδιου τού μαρξισμού με βάση τίς νεότερες έπιστήμες. Ή ένότητα τών έπιστημών μέ τ ή φιλοσοφία καθιστά συχνά δυνατό τόν έμπειρικό έλεγχο τών φιλοσοφικών προτάσεων, άποδεικνύοντας τήν άλήθεια ή τό ψεύδος τους, όχι στό πεδίο τής φιλοσοφίας, άλλά στό πεδίο έξωφιλοσοφικών περιοχών (στήν περιοχή τών φυσικών ή τών κοινωνικών έπιστημών). Κατά τόν Κάρναπ, π.χ., ή
1. Β λ . Ε. Bitsakis, Physique et Matérialisme, Éd. Sociales, Paris 1983. Τοΰ ίδιου, La Nature dans la Pensée Dialectique, δ.π., κυρίως το πρώτο καί τελευταίο κεφάλαιο.
>5=
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
πρόταση τοϋ Θαλή ότι άρχή τοϋ κόσμου είναι τό νερό, στερείται νοήματος : είναι ψευδοπρόταση. Άλλά ή πρόταση αυτή διαψεύστηκε ρητά άπό τήν πρόοδο τής χημείας. Αντίστροφα, ή πρόταση τοϋ Δ η μόκριτου ότι ή υλη άποτελεϊται άπό άτομα, επαληθεύτηκε στό χώρο τής Φυσικής, φυσικά με 2.500 χρόνια καθυστέρηση. Οί τυπικοί διαχωρισμοί τοϋ θετικισμού δέν άντέχουν μπροστά στά δεδομένα τής ανάπτυξης τών έπιστημών καί τής φιλοσοφίας. Μίλησα ήδη γιά τ ή μαρξιστική άντίληψη, κατά τήν όποία ή ιδεολογία δέν ταυτίζεται μέ τό σφάλμα καί ή έπιστήμη μέ κάποια ουδέτερη άλήθεια, άπαλλαγμένη άπό κάθε ιδεολογικό στοιχείο. Ή θέση αύτή επιβεβαιώνεται άπό ολόκληρη τήν ιστορία τών έπιστημών. Καμιά έπιστήμη δέν θεμελιώθηκε χωρίς φιλοσοφικές καί επιστημολογικές προκείμενες. 'Αντίστροφα, τά δεδομένα τών έπιστημών τροφοδότησαν πάντα τίς φιλοσοφικές καί ιδεολογικές διαμάχες. Ά ς πάρουμε, γιά συγκεκριμενοποίηση, τήν περίπτωση τής θεμελίωσης τής Φυσικής άπό τόν Νεύτωνα. Κατά τ ή νευτώνεια Φυσική, ή ύλη άποτελεϊται άπό συμπαγή καί άφθαρτα σωμάτια, τέτοια πού τά έκανε ό θεός στήν πρώτη στιγμή τής δημιουργίας. Ό φυσικός χώρος είναι άνεξάρτητος άπό τήν υλη καί τήν κίνηση (άπόλυτος χώρος) καί άποτελεϊ τό αισθητήριο τού θεού. 'Αντίστοιχα, ό άπόλυτος χρόνος καί οί άλληλεπιδράσεις μέ άπειρη ταχύτητα θυμίζουν ρητά τήν πανταχού παρουσία τού θεού. Βεβαίως, πρόκειται γιά ιδεολογικές προκείμενες ( ή έπικαλύψεις) ένός έργου αύστηρά επιστημονικού. Αλλά πώς θά χωρίσουμε τό ένα άπό τό άλλο ; Καί ή ιδεολογική ταύτιση τής μάζας μέ τήν υλη δημιούργησε όχι μόνο φιλοσοφικά άλλά καί φυσικά προβλήματα, άπό τά όποια δέν άπαλλάχθηκε άκόμα ούτε ή φυσική ούτε ή φιλοσοφία. 'Αντίστοιχα ή νεότερη μικροφυσική θεμελιώθηκε σέ ιδεολογικές προκείμενες καί έξέθρεψε μιά ισχυρή θετικιστική ιδεολογία, καθώς καί ένα άντίπαλο ρεαλιστικό-ύλιστικό ρεύμα. Τά παραδείγματα θά μπορούσαν νά συνεχιστούν, άλλά τό συμπέρασμα δέν θά άλλαζε. Τόσο ή έπιστήμη όσο καί ή φιλοσοφία είναι κοινωνικές πρακτικές καί συγκροτούν μορφές κοινωνικής συνείδησης. Μέ τήν έννοια αύτή είναι έπιστημολογικά διάφορες καί ταυτό-
Η ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ Τ Η Σ ΓΝΩΣΗΣ
153
χρονα ιστορικά άξεχώριστες. Ή μαρξιστική θεωρία τής γνώσης διαμορφώνεται μέσα άπό τ ή γενίκευση καί υπέρβαση τών δεδομένων τών έπιστημών. Μέ μιά άναδραστική διαδικασία, άσκεϊ τ ή μεθοδολογική καί ευρύτερα τήν επιστημολογική λειτουργία της στο χώρο τών έπιστημών, χωρίς νά έπιβάλλει άπ'έξω σχήματα στήν έπιστημονική πρακτική. Χωρίς νά διεκδικεί κάποια κανονιστική λειτουργία.
ΕΚΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Γ Ν Ω Σ Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Α ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ
Σ
ΤΑ Π Ρ Ο Η Γ Ο Γ Μ Ε Ν Α
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Α ε π ι χ ε ί ρ η σ α νά
σκιαγραφήσω
τά κύρια χαρακτηριστικά μιας υλιστικής - διαλεκτικής θεωρίας τής γνώσης. Ή διαμόρφωση τής μαρξιστικής γνωσιοθεωρίας προέκυψε μέσα άπό τήν άνάλυση καί τ ή φιλοσοφική γενίκευση τής κατακτημένης γνώσης καί τής κοινωνικής πρακτικής. Μέ μιά άμφίδρομη κίνηση, ή φιλοσοφία έπιστρέφει στό συγκεκριμένο καί τό κατακτά ώς νοημένο συγκεκριμένο. Ά ς δούμε λοιπόν πώς λειτουργεί αύτή ή άμφίδρομη κίνηση τής νόησης σέ ένα συγκεκριμένο γνωστικό πεδίο : στή μελέτη τής δομής, τής λειτουργίας καί τών ένδογενών άντινομιών τού κεφαλαίου. Συνολικά τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Γνωσιολογικά προβλήματα στό Κεφάλαιο. Αλλά, σύμφωνα μέ μιά διαδεδομένη άποψη, τό Κεφάλαιο είναι έργο έπιστημονικό. Αφορά τήν οικονομία καί σημαδεύει τό πέρασμα τού Μάρξ άπό τήν ούμανιστική-ίδεολογική στήν έπιστημονική περίοδο. 'Εδώ θά προσπαθήσω νά άποδείξω, έναντίον αύτής τής φορμαλιστικής άντίληψης, ότι στό Κεφάλαιο υπάρχουν τά βασικά στοιχεία όχι μόνο τής μαρξικής γνωσιοθεωρίας, άλλά καί τής μαρξικής άνθρωπολογίας. Ό Γδιος δ Μάρξ είχε ορίσει σάν τελικό σκοπό τοϋ Κεφαλαίου, στόν Πρόλογο τής πρώτης γερμανικής έκδοσης, τήν άνακάλυψη τών οικονομικών νόμων κίνησης τής νεότερης κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Τό Κεφάλαιο συνεπώς είναι, κατ'άρχήν, οικονομολογικό έργο. Άλλά ή διαπραγμάτευση τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας προϋποθέτει τήν κατάκτηση τής υλιστικής γνωσιολογίας. 'Αντίστροφα, τό Κεφαλαίο θέτει γνωσιολογικά προβλήματα, καί άναπτύσσει παραπέρα τήν ύλιστική-διαλεκτική γνωσιοθεωρία. θ ά έπιχειρήσω νά τεκμηριώσω αύτούς τούς ισχυρισμούς. '55
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
156
1. Εισαγωγικές
παρατηρήσεις
Ή μελέτη τοΰ έργου του Μάρξ αποδεικνύει ότι πριν άπό τ ή συγγραφή τοΰ Κεφαλαίου, ο δημιουργός του είχε λύσει τά βασικά γνωσιοθεωρητικά προβλήματα που άποτέλεσαν τις φιλοσοφικές προϋποθέσεις αυτού τού έργου. "Εχουμε ήδη άναφερθεΐ στή γενεαλογία τής μαρξικής θεωρίας. 'Ωστόσο ορισμένες συμπληρωματικές παρατηρήσεις χρειάζονται σ'αύτό τό σημείο. Σημειώσαμε τίς θέσεις τής ύλιστικής διαλεκτικής πού υπάρχουν στά πρώιμα έργα τού Μάρξ (πριν άπό τό 1845). Στις θέσεις γιά τόν Φόυερμπαχ ( 1 8 4 5 ) , ό Μάρξ διατύπωσε τίς βασικές θέσεις γιά μιά ύλιστική-διαλεκτική άντίληψη τής ιστορίας καί τής γνωστικής διαδικασίας, καί επεσήμανε τίς άδυναμίες τόσο τού ιδεαλισμού όσο καί τού έποπτικού υλισμού. Σ τ ή Γερμανική Ιδεολογία, ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς έπιχείρησαν ένα «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» μέ τήν προηγούμενη φιλοσοφική τους συνείδηση. Ή Γερμανική Ιδεολογία, έκτός άπό θεωρία τής ιδεολογίας, θεμελιώνει τ ή νέα μαρξιστική άντίληψη τής ιστορίας καί τ ή μαρξιστική θεωρία τής γνώσης. Τά έργα τού Μάρξ πριν άπό τό 1847 είναι βασικά έργα φιλοσοφικάγνωσιοθεωρητικά, παρά τό ότι περιέχουν άναλύσεις καί υλικό άπό τό χώρο τής οικονομίας. Άκόμα, στήν ιδια περίοδο ό Μάρξ έγραψε τά Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα ( 1 8 4 4 ) , όπου διαπιστώνεται ή συστηματική προσπάθεια γιά ένδογενή συσχέτιση τής οικονομίας μέ τ ή φιλοσοφία. 'Ωστόσο στήν περίοδο αυτή δέν έχουμε ολοκληρωμένη μαρξιστική οικονομική θεωρία. "Οπως έγραφε στό Λεσκέ ( 1 8 4 6 ) , ό Μάρξ θεωρούσε σημαντικό, προτού άναπτύξει τίς άπόψεις του γιά τήν πολιτική οικονομία, νά γράψει ένα πολεμικό κείμενο έναντίον τής γερμανικής ιδεολογίας. Αύτό σημαίνει ότι ό Μάρξ άγωνιζόταν σέ κείνη τήν περίοδο νά διαμορφώσει μιά ύλιστική-διαλεκτική γνωσιοθεωρία, προτού καταπιαστεί συστηματικά μέ τήν πολιτική οικονομία. Ή 'Αθλιότητα τής Φιλοσοφίας, έργο πολεμικής έναντίον τού ΙΊρουντόν, ένα άπό τά πρώτα έργα τού περίπου ώριμου μαρξισμού, είναι κυρίως έργο ιστορικού υλισμού, ένώ ταυτόχρονα περιέχει βα-
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
σικές ιδέες τών οικονομικών θεωριών τοϋ Μάρξ. Μετά το έργο αύτό, ό Μάρξ ασχολήθηκε μέ ιστορικές και κυρίως μέ οικονομικές έργασίες ( Ταξικοί αγώνες στή Γαλλία, 18η Μπρυμαίρ, Grundrisse, κ λ π . ) . Μελέτησε συστηματικά τήν κλασική ( ά σ τ ι κ ή ) πολιτική οικονομία, καί άνέπτυξε τήν έργασιακή θεωρία τής άξίας. Σ τ ή μακρά περίοδο άπό τήν ' Αθλιότητα της Φιλοσοφίας, τά Grundrisse ( 1 8 5 1 1858), τ ή Συμβολή στήν Κριτική τής Πολιτικής Οικονομίας ( 1 8 5 9 ) ώς τίς θεωρίες για τήν Υπεραξία (1861-1863), ή οικονομική θεωρία τοϋ Μάρξ άναπτύχθηκε καί ώρίμασε, γιά νά έκτεθεΐ ολοκληρωμένα στό Κεφάλαιο ( 1867). Άπό τό 1858 ώς τό 1867 μπορούμε νά πούμε ότι έχουμε τήν περίοδο τής ώρίμασης τής οικονομολογικής σκέψης τού Μάρξ καί τής συγγραφής τών ώριμων έργων του. Άλλά ήταν δυνατόν νά γραφούν τά έργα αυτά πριν διαμορφωθούν οί γενικές φιλοσοφικές άντιλήψεις τοϋ Μάρξ, καί συγκεκριμένα ή υλιστική γνωσιοθεωρία καί ή θεωρία τοϋ ιστορικού υλισμού; θ ά προσπαθήσουμε νά δείξουμε ότι τό Κεφάλαιο προϋποθέτει τ ή μαρξιστική θεωρία τής γνώσης καί ιδιαίτερα τήν ύλιστική-διαλεκτική άντίληψη τών φαινομένων. Άλλά ή μαρξιστική θεωρία τής γνώσης δέν χρησιμοποιείται απλώς ώς οργανο στο Κεφάλαιο, δηλαδή σάν ένα ολοκληρωμένο καί έξωτερικό έργαλεΐο γιά τήν οικονομική έρευνα. Ή υλιστική γνωσιοθεωρία προϋποτίθεται στό Κεφάλαιο. Ταυτόχρονα, μέσα άπό τ ή διαπραγμάτευση ειδικών προβλημάτων γίνεται συγκεκριμένη, άναδεικνύεται καί αναπτύσσεται. Στό Κεφάλαιο δέν προϋποτίθεται άπλώς ή μαρξιστική φιλοσοφία. Στό έργο αύτό τίθενται νέα φιλοσοφικά προβλήματα καί προωθείται ή έρευνα άλλων. " Ε τ σ ι , άν ή φιλοσοφία προηγήθηκε άπό τήν οικονομία, τό Κεφάλαιο άνέπτυξε τ ή μαρξιστική γνωσιοθεωρία καί λογική, άλλά καί τ ή μαρξιστική άνθρωπολογία. ( Ο ι θεωρητικοί τού μαρξιστικού « άντιανθρωπισμοϋ » μπορούν νά βροΰν μιά διάψευση τοϋ φορμαλιστικού τους σχήματος στό Κεφάλαιο : στό κατεξοχήν ώριμο έργο τοϋ « ώριμου » Μάρξ. ) Ή ολοκλήρωση τής οικονομικής θεωρίας τοϋ Μάρξ άποτελεϊ ταυτόχρονα έπιβεβαίωση τών βασικών γνωσιολογικών του παρα-
•5«
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΛΛΕΚΊΠΚΗΣ
δοχών. Συνοπτικά μπορούμε νά ποϋμε οτι το Κεφάλαιο, ιδρυτικό έργο τής μαρξιστικής έπιστήμης τής οικονομίας, είναι ταυτόχρονα έργο συγκεκριμένης υλιστικής γνωσιοθεωρίας καί φιλοσοφίας τοϋ άνθρωπου. Ά ς προχωρήσουμε λοιπόν σέ μιά περισσότερο συγκεκριμένη διαπραγμάτευση. 2 . Ή υλιστική
διαλεκτική
στο Κεφάλαιο
Στόχος τοϋ Κεφαλαίου ήταν νά άποκαλύψει τό « μυστικό » , δηλαδή τήν ουσία τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, πίσω άπό τήν άπατηλή φαινομενικότητα της άστικής κοινωνίας. Άλλά ό στόχος αυτός θέτει ήδη ένα γνωσιολογικό πρόβλημα : Ποιά είναι ή σχέση ουσίας καί φαινομένου ; Πώς μποροϋμε -άν μπορούμε - νά άποκαλύψουμε τις πραγματικές, ουσιαστικές σχέσεις, μέσα άπό τήν άνάλυση τών φαινομένων; Ό Μάρξ δέν άναζήτησε τήν ουσία τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής στήν περιοχή τού έποικοδομήματος : στούς θεσμούς ή στό χώρο τής ιδεολογίας. Έπίσης δέν θεώρησε δεδομένες άλήθειες τά άστικά ιδεολογήματα γιά τό κράτος ώς κοινωνικό συμβόλαιο, γιά τό κράτος δικαίου, γιά τήν άφηρημενη έλευθερία, γιά τόν έξωιστορικό «ορθό λόγο». Ό Μάρξ δέν άναζήτησε τήν «ουσία» της έμπορευματικής κοινωνίας στή σφαίρα τής άνταλλαγής, άλλά στή σφαίρα τής υλικής παραγωγής. Καί βέβαια ή επιλογή αύτή δέν είναι άπλώς μεθοδολογική. Συνιστά μιά ριζική « άναστροφή » τής θείυρησιακής -ιδεαλιστικής φιλοσοφικής άντίληψης. Ταυτόχρονα προϋποθέτει τήν υλιστική θεωρία τής γνώσης καί εύρύτερα τήν υλιστική άντίληψη τής πραγματικότητας : τ ή θέση γιά τήν πρωταρχικότητα τοϋ είναι σέ σχέση μέ τ ή νόηση, ή όποία έκφράζεται στή συγκεκριμένη άποψη γιά τόν καθοριστικό ρόλο τής οικονομικής βάσης. Δέν είναι τυχαίο ότι ήδη στόν Πρόλογο της πρώτης γερμανικής έκδοσης τού Κεφαλαίου, ό Μάρξ ένιωσε τήν άνάγκη νά προσδιορίζει τό χαρακτήρα τών ιστορικών νόμων καί τήν ουσία τών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής. Έπίσης στόν 'Επίλογο τής δεύ-
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
τερης γερμανικής έκδοσης θεώρησε αναγκαίο νά υπενθυμίσει τ ή σχέση τής υλιστικής διαλεκτικής μέ τ ή διαλεκτική τοΰ Χέγκελ, προσδιορίζοντας, γιά μιά άκόμα φορά καί μέ τρόπο έπιγραμματικό, τήν υλιστική άπάντηση στό βασικό πρόβλημα τής φιλοσοφίας : « Ή διαλεκτική μου μέθοδος όχι μόνο διαφέρει βασικά άπό τήν έγελιανή, άλλά είναι καί τό άκριβές άντίθετό της. Κατά τόν Χ έ γ κ ε λ , ή κίνηση τής νόησης, τήν όποία προσωποποιεί μέ τό όνομα τής ιδέας, είναι ό δημιουργός τής πραγματικότητας, ή όποία δέν είναι παρά ή φαινομενική μορφή τής ιδέας. Γιά μένα, άντίθετα, ή κίνηση τής νόησης δέν είναι παρά ή άντανάκλαση τής πραγματικής κίνησης, μεταφερμένης καί μετατεθειμένης στόν άνθρώπινο εγκέφαλο». 1 Ή χυδαία πολιτική οικονομία βλέπει, κατά τόν Μάρξ, « μόνο τά σύννεφα σκόνης τής έπιφάνειας» καί άποδίδει σ'αύτή τ ή σκόνη «μυστηριακό χαρακτήρα». Ή άστική πολιτική οικονομία βλέπει μόνο αύτό πού φαίνεται. Ή ταξική όραση τών άστών άρκεϊται στή βολική φαινομενικότητα. Άλλά τό προλεταριάτο είναι τό θύμα τοΰ κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Δέν έχει συνεπώς συμφέρον καί δέν μπορεί νά άρκεστεϊ στις άνορθολογικές μορφές τής άστικής οικονομίας, « σ τ ή μαγική εικόνα τού κόσμου», στις «πραγμοποιημένες μορφές » τής φενακισμένης συνείδησης τοΰ άστοΰ. " Ε χ ε ι ανάγκη νά άποκαλύψεις τίς ρίζες τής ταξικής έκμετάλλευσης, νά κατανοήσει τήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία τέτοια πού είναι, καί όχι τέτοια πού φαίνεται. Ό Μάρξ άγωνίστηκε νά προσδώσει στήν πολιτική οικονομία τό έπιστημονικό της καθεστώς. Γιά τό σκοπό αύτό χρειαζόταν μιά μέθοδο. Χρειάστηκε λοιπόν, πριν άπ'ολα, νά άναδείξει τόν ορθολογικό πυρήνα τής έγελιανής διαλεκτικής, νά τήν άπαλλάξει άπό τίς ιδεαλιστικές έπικαλύψεις της καί νά τ ή χρησιμοποιήσει σάν βάση γιά τήν κριτική τής πολιτικής οικονομίας. Ή μέθοδος αύτή, όπως γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς μιλώντας γιά τό οικονομικό έργο τού Μάρξ, «δέν έχει άνάγκη νά διατηρηθεί στήν περιοχή τής καθαρής άφαίρεσης » . Άντίθετα, έχει άνάγκη άπό τήν ιστορική συγκεκριμενοποίηση. Άπό 1. Β λ . Πρόλογο
και Έ-ίλογο,
Le Capital, Éd. Sociales, Paris 1975, I, <τσ. 17-30.
ι161
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
τήν αδιάκοπη επαφή με τήν πραγματικότητα. 1 Άλλά ή μέθοδος αυτή δέν είναι άλλη άπό τήν υλιστική διαλεκτική, που είναι ταυτόχρονα, άπό μιά άλλη άποψη, ή υλιστική θεωρία τής γνώσης. Ή υλιστική διαλεκτική άποτέλεσε συνεπώς τό ιδεολογικό « έ ρ γαλεΐο » τοΰ Μάρξ γιά τήν άνάλυση τής « ουσίας » τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Άλλά ή υλιστική διαλεκτική δέν υπερβαίνει μόνο τήν ίδεαλιστική-θεωρησιακή φιλοσοφία. Υπερβαίνει ταυτόχρονα καί τόν θεωρησιακό υλισμό : άποτελεΐ τ ή διαλεκτική του άρνηση, δηλαδή είναι μιά υπέρβαση που υψώνει τόν υλισμό σέ έπιστημονική θεωρία τής γνώσης. Ό έποπτικός υλισμός, έγραφε ό Μάρξ στήν πρώτ η θέση γιά τόν Φόυερμπαχ, είχε ώς κύριο μειονέκτημα ότι έβλεπε τόν αισθητό κόσμο μόνο μέ τ ή μορφή τού άντικειμένου ή τής έποπτείας « καί όχι σάν συγκεκριμένη άνθρώπινη δραστηριότητα, μέ τρόπο ύποκειμενικό » . Ή ένεργητική πλευρά, κατά τόν Μάρξ, άναπτύχθηκε μόνο άπό τόν ιδεαλισμό, άλλά μόνο άφηρημένα. Τό Κεφάλαιο είναι ή συγκεκριμένη πραγμάτωση τής νέας θεώρησης τής πραγματικότητας : τής μεθοδικής προσπάθειας νά άποκαλυφθούν οί ούσιαστικές σχέσεις πίσω άπό τά φαινόμενα, τής μελέτης τών φετιχοποιημένων, άπατηλών μορφών τής συνείδησης, τής διαμόρφωσης καί τής κοινωνικής λειτουργίας τής ιδεολογίας, άρα τού ένεργητικού ρόλου τής συνείδησης καί εύρύτερα τού εποικοδομήματος. * Π η γ ή τής άνθρώπινης γνώσης είναι τά δεδομένα τών αισθητηρίων, προϊόντα τής διαλεκτικής άλληλεπίδρασης ύποκειμένου-άντικειμένου : « Ή φωτεινή άποτύπωση -^γράφει ό Μάρξ στό Κεφάλαιοένός άντικειμένου στό οπτικό νεύρο δέν έμφανίζεται σάν ύποκειμενική διέγερση τού Γδιου τού νεύρου, άλλά σαν η αισθητη μορφή κάποιου πράγματος πού ύπάρχει έξω άπό τό μάτι. Θά πρέπει νά προσθέσουμε ότι κατά τήν πράξη τής όρασης τό φώς πραγματικά έκπέμπεται άπό κάποιο έξωτερικό άντικείμενο πρός ένα άλλο άντικείμε-
1. F. Engels, στό Marx-Engels, Éludes Philosophiques, Éd. Sociales, 1961, σσ. 110113. 2. Βλ. Κ. Mara, θέσεις γιά τόν Φόυερμτζαχ, στό Mare-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales, Paris 1971, σσ. 31-34.
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
νο, το μάτι : είναι μιά φυσική σχέση ανάμεσα σέ φυσικά αντικείμενα » . 1 Βέβαια τά προηγούμενα μπορούσε νά τά ειχε γράψει ό Φόυερμπαχ ή δ Ν τ ' Άλαμπέρ. Ακόμα καί ό Δημόκριτος δέν ειχε μία ούσιαστικά διαφορετική άντίληψη γιά τήν όραση. Άν ό Μάρξ παρέμενε σ'αύτή τ ή θέση, δέν θά ειχε ξεπεράσει τήν άποψη τού έποπτικού υλισμού. Τό νέο καί ούσιαστικό στόν Μάρξ συνίσταται στό ότι άναζήτησε καί άποκάλυψε τούς κοινωνικούς καθορισμούς τής γνωστικής διαδικασίας, άρα τίς αιτίες τής φενακισμένης συνείδησης καί τούς όρους γιά τήν υπέρβαση τής ιδεολογικής άλλοτρίωσης. Άπό τά Χειρόγραφα τού 1844 ώς τ ή Γερμανική Ιδεολογία καί τό Κεφάλαιο, παρακολουθούμε τό δρομολόγιο τού Μάρξ πού ξεπερνά τόσο τόν έποπτικό υλισμό όσο καί τόν άγνωστικισμό (τύπου Χιούμ, Κάντ, κτλ. ). Τά αισθητήρια τού άνθρώπου είναι, πριν άπ'δλα, προϊόντα τής βιολογικής έξέλιξης τής φύσης καί ειδικά τού άνθρώπινου είδους. Άλλά δέν είναι μόνον αύτό. Οί άνθρώπινες αισθήσεις, κατά τόν Μάρξ, είναι προϊόν τής «έξανθρωπισμενης φύσης», δηλαδή τής άνθρώπινης ιστορίας : « Ή διαμόρφωση τών πέντε αισθήσεων είναι τό έργο ολόκληρης τής προηγούμενης ιστορίας. Ή αίσθηση πού είναι ακόμα δέσμια τής πρωτόγονης πρακτικής άνάγκης, δέν έχει παρά περιορισμένη σημασία. Γιά τόν άνθρωπο πού πεθαίνει άπό τήν πείνα, ή άνθρώπινη μορφή τής τροφής δέν υπάρχει : υπάρχει μόνο ή άφηρημένη ύπαρξή της ώς τροφής... Ό άνθρωπος πού βρίσκεται στή μέριμνα καί τήν άνάγκη, δέν έχει αισθητήρια γιά τό πιό ώραΐο θέαμα».* Αύτά έγραφε ό Μάρξ στά Χειρόγραφα. Στό πρώτο αύτό έργο, καί στά έπόμενα, άνέλυσε τ ή διαλεκτική σχέση γνώσης καί πράξης καί πώς ό άνθρωπος υπερβαίνει τήν τυφλή άναγκαιότητα καί κατακτά ιστορικά τούς όρους τής δικής του έλευθερίας. Αύτό πού ξεχωρίζει, κατά τόν Μάρξ, τόν άνθρωπο άπό τό υπόλοιπο ζωικό βασίλειο είναι ή παραγωγική δραστηριότητα. Ή έργασία, γράφει στό Κεφάλαιο, είναι πριν άπ'δλα μιά διαδικασία πού 1. Κ. Marx, Le Capital, O.K. I, σ. 85. •2. Κ. Marx, Les Manuscrits de 1844. Éd. Sociales, 1962, σσ. 93-94.
>5=
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
πραγματοποιείται άνάμεσα στον άνθρωπο και τ ή φύση. Άλλά ή νόηση άναπτύσσεται μέσα άπό τήν έργασία. 'Αντίστοιχα, ή εργασία προϋποθέτει κάποιες ειδικές βιολογικές νευροφυσιολογικές δομές καί δυνατότητες διαμορφωμένες στήν περίοδο τής φυλογένεσης. Ή έργασία, στήν πιό στοιχειακή μορφή της, είναι μιά άμεση άντίδραση στό περιβάλλον, συχνά ένστικτώδης : δέν είναι προϊόν νοητικής διεργασίας, άφηρημένης σκέψης καί σχεδιασμού. 'Αλλά μέσα άπό τ ή διαλεκτική σχέση έργασίας-νόησης, ό άνθρωπος φτάνει νά πραγματοποιεί έργασίες που τίς έχει προηγουμένως συλλάβει νοητικά. Ό άνθρωπος φτάνει νά προβλέπει, νά σχεδιάζει καί νά υπερβαίνει αυτό πού υπάρχει (νά δημιουργεί τόν κόσμο του). Κατά τόν Μάρξ : « Μιά άράχνη έκτελεΐ λειτουργίες πού μοιάζουν μέ αύτές τοϋ υφαντουργού καί ή μέλισσα συναγωνίζεται μέ τ ή δομή τών κέρινων κυψελίδων της τ ή δεξιοτεχνία τού άρχιτέκτονα. 'Αλλά αυτό πού πρίν άπ'όλα διακρίνει τόν πιό κακό άρχιτέκτονα άπό τήν πιό έμπειρη μέλισσα, είναι ότι ό πρώτος κατασκευάζει τήν κυψελίδα στό κεφάλι του, προτού τήν κατασκευάσει στήν κυψέλη. Τό άποτέλεσμα τής έργασίας προϋπάρχει ιδεατά στή φαντασία τοϋ έργαζομένου » . 1 Ή άφαίρεση είναι άναγκαΐος όρος γιά τ ή γνώση. Άλλά μέ τήν πρώτη πράξη τής άφαίρεσης δημιουργείται ήδη ή προϋπόθεση γιά τ ή φανταστική σύλληψη τής πραγματικότητας. Έ άφαίρεση είναι ταυτόχρονα άναγκαϊος όρος γιά τήν επιστημονική γνώση τοϋ κόσμου. Οί κατηγορίες τής μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, κατηγορίες κατεξοχήν άντιεποπτικές, διαμορφώθηκαν μέσα άπό μιά λ ε πτομερειακή καί αύστηρή διαδικασία άνάλυσης καί άφαίρεσης. « Τ ό συγκεκριμένο είναι συγκεκριμένο», έγραφε ό Μάρξ στήν Κριτική τής Πολιτικής Οικονομίας, «έπειδή είναι σύνθεση πολλαπλών καθορισμών, άρα ένότητα μέσα στή διαφορότητα. Γι'αύτό τό-λόγο έμφανίζεται στή νόηση ώς προϊόν σύνθεσης, ώς άποτέλεσμα, καί όχι ώς άφετηριακό σημείο, παρόλο πού είναι τό πραγματικό σημείο έκκίνησης καί έπίσης, κατά συνέπεια, τό άφετηριακό σημείο τής άμε1. Κ. Man, Le Capital, ο.π., I, σσ. 180-181.
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ >57
σης δράσης καί της παράστασης. Ή πρώτη διαδικασία ανάγει τήν πολλαπλότητα τής παράστασης σέ έναν άφηρημένο καθορισμό. Μέ τή δεύτερη, οί άφηρημένοι καθορισμοί οδηγούν στήν άναπαραγωγή τού συγκεκριμένου άπό τό δρόμο τής νόησης. Γι'αύτό τό λόγο ό Χ έ γ κ ε λ έπεσε στήν πλάνη νά δει τό πραγματικό σάν άποτέλεσμα τής νόησης πού συγκεντρώνεται στόν έαυτό της, εμβαθύνει στόν έαυτό της, τίθεται σέ κίνηση άπό τόν έαυτό της, ένώ ή μέθοδος πού συνίσταται στήν άνοδο άπό τό άφηρημένο στό συγκεκριμένο, άποτελεΐ γιά τ ή νόηση τόν τρόπο γιά τήν ιδιοποίηση τού συγκεκριμένου, γιά τήν άναπαραγωγή του μέ τ ή μορφή τού νοημένου συγκεκριμένου. 'Ωστόσο έδώ δέν βρίσκεται διόλου ή διαδικασία γένεσης τού Γδιου τού συγκεκριμένου » . 1 Ή Συμβολή στήν Κριτική τής Πολιτικής Οικονομίας, έργο πού προοιωνίζεται τό Κεφάλαιο, άποτελεΐ μιά πρώτη έμπράγματη μαρτυρία γιά τόν δημιουργικό ρόλο τής άφαίρεσης στή γνωστική διαδικασία. Ή διπλή κίνηση τής νόησης : άπό τό συγκεκριμένο στό άφηρημένο, καί σέ συνέχεια, θεωρητική ιδιοποίηση τού συγκεκριμένου μέ τ ή βοήθεια τών έννοιών καί τών νόμων πού διατυπώθηκαν στό χώρο τού άφηρημένου, θά έβρισκε τήν πιό λαμπρή της έκφραση στις άναλύσεις τού Κεφαλαίου.
3. Γνωσιολογικά
προβλήματα
στήν ανάλυση τοΰ
εμπορεύματος
Ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή είναι ή κατεξοχήν έμπορευματική παραγωγή. Γενικευμένη έμπορευματική παραγωγή. Είναι λοιπόν εύλογο δτι ή άνάλυση τού έμπορεύματος άποτελεΐ κεντρικό πρόβλημα τών άναλύσεων τού Κεφαλαίου. Μέσα άπό τήν άνάλυση αυτού τού «σήματος κατατεθέντος» τής άστικής κοινωνίας, ό Μάρξ εισδύει στήν ουσία τών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής : ή άνάλυση τού έμπορεύματος όδηγεΐ στήν έννοια τής άνταλλακτικής άξιας, άρα στις έννοιες τής άξιας τής έργατικής δύναμης καί τής ύπεραξίας καί άπό έκεΐ στήν « καρδιά » τού συστήματος : στό χώρο 1. Κ. Mam, Contribution à la Critique..., Éd. Sociales, 1 9 5 7 , σ. 165.
164
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
της παραγωγής εμπορευμάτων, τής δημιουργίας καί τής ιδιοποίησης τής υπεραξίας. Δέν είναι λοιπόν τυχαίο δτι τό πρώτο τμήμα τοϋ Κεφαλαίου έχει σάν τίτλο : Τό εμπόρευμα και τό χρήμα. Τό Κεφάλαιο άρχίζει ώς εξής : « Ό πλοϋτος τών κοινωνιών στις όποιες κυριαρχεί ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής ορίζεται σάν μιά τεράστια συσσώρευση έμπορευμάτων » . 1 Ή ανάλυση τοΰ έμπορεύματος, στοιχειακής μορφής αυτού τού πλούτου, θά είναι, κατά συνέπεια, ή άφετηρία τών έρευνών τού Μάρξ. Άλλά, δπως σημειώσαμε, οί άναλύσεις τοϋ Μάρξ δέν περιορίζονται στή σφαίρα τής κυκλοφορίας. Προχωρούν στό χώρο τής παραγωγής, ή όποία άποτελ ε ΐ τ ή βάση τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Τό έμπόρευμα είναι, πριν άπ' δλα, άξία χρήσης. Ή χρησιμότητα ένός πράγματος τό κάνει, κατά τόν Μάρξ, άξία χρήσης. Ή άξία χρήσης προσδιορίζεται άπό τίς ιδιότητες τοΰ σώματος τού έμπορεύματος. Άλλά δ Μάρξ δέν άρκέστηκε στις προφανείς « αλήθειες » , ούτε στή λογική τού κοινού νοϋ : « Γιά νά γίνει άξία χρήσης, τό έμπόρευμα πρέπει νά άνταποκρίνεται στήν ιδιαίτερη άνάγκη τήν όποία ικανοποιεί. Οί άξιες χρήσης τών έμπορευμάτων γίνονται συνεπώς άξιες χρήσης μέ μιά καθολική άντιμετάθεση, περνώντας άπό τά χέρια όπου είναι μέσα άνταλλαγής στά χέρια όπου είναι άντικείμενο χρήσης. Μόνο χάρη σ'αύτή τήν καθολική άλλοτρίωση τών έμπορευμάτων, ή έργασία τήν όποία περικλείουν γίνεται χρήσιμη έργασία».* Ή άξία χρήσης συνδέεται κατά συνέπεια ένδογενώς μέ τήν άνταλλακτική άξία. Τό έμπόρευμα παρουσιάζει μ ' αύτό τόν τρόπο δύο άλληλένδετες καί άντίθετες όψεις : είναι ένότητα άντιθέσεων. Άλλά στή σφαίρα τής κυκλοφορίας έκδηλώνεται έπίσης « ή καθολική άλλοτρίωση» τής έργασίας. " Ε τ σ ι στις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες ή μυστικοποίηση τής κοινωνικής ζωής συνδέεται μέ τόν Γδιο χαρακτήρα τοϋ έμπορεύματος. Ή άνάλυση τού έμπορεύματος προϋποθέτει συνεπώς τ ή λογική τής άντίθεσης ( τ ή διαλεκτική λογική ) καί τήν άναζήτηση τής 1. Κ. Marx, Le Capital, ο.π. I, a. 51. 2. Κ. Marx, Contribution à la Critique..., ο.π., σα. 20-21.
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
ουσίας μέσα άπο τήν ανάλυση τών φαινομένων : τίς προϋποθέτει καί τίς άναπτύσσει, οδηγώντας ταυτόχρονα σέ μιά νέα, καθολική φιλοσοφική κατηγορία : στήν κατηγορία τής άλλοτρίωσης. Άλλά πώς ορίζεται ή άνταλλακτική άξια; Καί πάλι ή τυπική λογική δέν μπορεΐ νά συλλάβει τήν ουσία τοϋ φαινομένου. Ή άνταλλακτική άξία εμφανίζεται κατ'άρχήν ώς ποσοτική σχέση, σάν κάτι αυθαίρετο καί σχετικό. Μιά ένδογενής άνταλλακτική άξία τοϋ έμπορεύματος, γράφει ό Μάρξ, έμφανίζεται σάν « contratictio in adjecto» ( άντίφαση στους όρους ) 1 : Άλλά, συνεχίζει, άς δοϋμε τά πράγματα άπό πιό κοντά. Ή τυπική άντίφαση έπικαλύπτει μιά ουσιαστική, ένδογενή άντίθεση. Ή άνακάλυψη τοϋ ένδογενοϋς προσδιορισμού τής άνταλλακτικής άξίας ή όποία συνδέεται μέ τήν έργασιακή θεωρία τής άξίας, οδηγεί κατευθείαν στήν άποκάλυψη τής θεμελιακής άντίθεσης τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. "Ενα έμπόρευμα, γράφει δ Μάρξ, έμφανίζεται σέ πρώτη ματιά σάν κάτι τετριμψιένο καί αυτονόητο. Ό μυστικός χαρακτήρας τού έμπορεύματος δέν προέρχεται άπό τό γεγονός δτι είναι άξία χρήσης, άλλά άπό τήν ιδια του τ ή φύση ώς έμπορεύματος : άπό τό ότι έχει άνταλλακτική άξία. Έπειδή ή άνταλλακτική άξία «δέν έχει γραμμένο στό μέτωπο της αύτό πού είναι. Μάλλον μετατρέπει κάθε προϊόν τής έργασίας σέ ιερογλυφικό. Μόνο με τόν καιρό ό άνθρωπος άναζητεϊ νά άποκαλύψει τό νόημα τού ιερογλυφικού, νά εισδύσει στά μυστικά τού κοινωνικού έργου στό όποιο σ υ μ β ά λ λ ε ι » . ' Ή γνωσιολογική φύση —καί άξία- αύτής τής φράσης είναι προφανής. Ό Μάρξ άπέδειξε ότι ή άνταλλακτική άξία προσδιορίζεται άπό τήν ποσότητα έργασίας πού σέ μιά δεδομένη κοινωνία άπαιτεϊται γιά τήν παραγωγή ένός προϊόντος.3 Άπό πού προέρχεται λοιπόν, διερωτάται, ό αινιγματικός χαρακτήρας τοϋ προϊόντος τής έργασίας, μόλις αύτό πάρει τ ή μορφή έμπορεύματος ; « Ιΐροφανώς άπό αύτή τήν Γδια τ ή μορφή». Άλλά γιά νά λυθεΐ τό αίνιγμα, χρειάζεται ή 1. Κ. Mare, Le Capital, ο.π. I. σ. 52. 2. Στο ίδιο, I, σ. 86. 3. Στο ίδιο, I, σ. 55.
66
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
επιστημονική άφαίρεση : ή άνάδειξη τοϋ καθολικού μέσα άπό τίς έπιμέρους μορφές. Τής ουσιαστικής σχέσης που έπικαλύπτεται άπό τήν άπατηλή φαινομενικότητα : « Ό χαρακτήρας ισότητας τών ανθρώπινων έργασιών άποκτά τ ή μορφή άξιας τών προϊόντων τής έργασίας. Τό μέτρο τών άτομικών έργασιών άπό τ ή διάρκεια τους άποκτά τ ή μορφή τού άξιακοϋ μεγέθους τών προϊόντων τής έργασίας. [ . . . ] Ή μορφή άξία καί ή άξιακή σχέση τών προϊόντων τής έργασίας δέν έχουν άπολύτως καμιά σχέση μέ τ ή φυσική φύση τους. Μιά καθορισμένη κοινωνική σχέση μεταξύ άνθρώπων παίρνει έδώ γι* αυτούς τ ή φανταστική μορφή σχέσης άνάμεσα σέ πράγματα. Γιά νά βρούμε μιά άναλογία σ'αύτό τό φαινόμενο, θά πρέπει νά έρευνήσουμε στή νεφελώδη περιοχή τού κόσμου τής θρησκείας. Έ κ ε ΐ τά προϊόντα τού άνθρώπινου έγκέφαλου έχουν τήν όψη άνεξάρτητων όντων, προικισμένων μέ ιδιαίτερα σώματα, σέ έπικοινωνία μέ τούς άνθρώπους καί μεταξύ τους. Τό Γδιο συμβαίνει με τά προϊόντα τού χεριού στόν κόσμο τών έμπορευμάτων. Πρόκειται γι'αύτό τό όποιο μπορούμε νά ονομάσουμε φετιχισμό πού συνδέεται με τά προϊόντα τής έργασίας, φετιχισμό άξεχώριστο άπό αύτό τόν τρόπο παραγωγής » . 1 Ή άνάλυση συνεπώς τού έμπορεύματος άπό τόν Μάρξ : 1 ) άποκάλυψε τ ή διπλή, άντιθετική φύση του* 2) προσδιόρισε τόν ένδογενή χαρακτήρα τής άνταλλακτικής άξιας, ξεπερνώντας τούς προ επιστημονικούς ορισμούς της· 3) άνακάλυψε καί έρμήνευσε τ ή διαδικασία σχηματισμού τής πλαστής συνείδησης τής άστικής πολιτικής οικονομίας· 4) προσδιόρισε τό φαινόμενο τού φετιχισμού τού έμπορεύματος, δηλαδή μιά μορφή φενακισμένης συνείδησης, όπου μιά πραγματική κοινωνική σχέση παίρνει τ ή φανταστική μορφή σχέσεων άνάμεσα σέ πράγματα. "Αρα ή διαδικασία αύτή, έκτός άπό τόν καθαυτό οικονομικό καί κοινωνιολογικό χαρακτήρα της, είναι καί μιά διαδικασία γνωσιολογικής έρευνας : οδηγεί στό κέντρο τού βασικού γνωσιολογικού προβλήματος, πού άφορά τ ή διαμόρφωση της πλαστής συνείδησης. Παραπέρα, ή άνάλυση αύτή όδηγεΐ άπευθείας στή 1. Στο
tSto, I , σσ. 8 3 - 8 5 .
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
θεωρία τής υπεραξίας, άρα στήν κατανόηση τής ουσίας τοΰ καπιταλισμού, που συνίσταται στήν άτομική ιδιοποίηση τής κοινωνικά παραγόμενης υπεραξίας. Ό Μαρξ είχε σαφή συνείδηση τόσο τής επιστημονικής όσο καί τής φιλοσοφικής εμβέλειας τής έργασιακής θεωρίας τής αξίας. Ή έπιστημονική ανακάλυψη, γράφει, ότι ή άξία είναι έκφραση τής ανθρώπινης έργασίας που δαπανήθηκε κατά τήν παραγωγή « σ η μ α δεύει μιά έποχή στήν ιστορία τής έξέλιξης τής ανθρωπότητας » . 'Ωστόσο ή ανακάλυψη αυτή «δέν διαλύει διόλου τ ή φαντασμαγορία πού κάνει ώστε ό κοινωνικός χαρακτήρας τής έργασίας νά φαίνεται σαν χαρακτήρας τών πραγμάτων, τών Γδιων τών προϊόντων » . 1 Ό Μάρξ γνώριζε ότι οί ιδέες αποτελούν έκφραση τών όρων (και τών αντιθέσεων ) τής υλικής ζωής καί δέν έξαφανίζονται μέ μόνη τ ή λειτουργία τών ιδεών, άλλά μέ τήν ανατροπή τής ύλικής βάσης τους. Καί ώς πρός αύτό ό Μαρξ βρισκόταν σέ άντίθεση μέ τήν προοδευτική-μικροαστική ιδεολογία τής έποχής του, πού ήθελε νά άλλάξει τόν κόσμο —όταν τό ήθελε— με μόνη τ ή δύναμη τών ιδεών. Ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή προϋποθέτει ιστορικά μιά ορισμένη άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων. Μέ τ ή σειρά της έπαναστατικοποιεϊ τήν τεχνική καί συνεπώς τίς παραγωγικές δυνάμεις καί τό σύνολο τής κοινωνικής ζωής. "Ενα άπό τά σφάλματα τής άστικής οικονομίας ( καί κοινωνιολογίας ) είναι ότι άποκόπτει τίς παραγωγικές δυνάμεις άπό τίς σχέσεις παραγωγής : στόν κόσμο τών φανταστικών σχέσεων όπου ζεϊ ό άστός, οί κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής άποτελοΰν τ ή βάση τοΰ καλύτερου τών δυνατών κόσμων. Άλλά μ'αύτό τόν τρόπο ό άστός - κ α ί ό άστός ιδεολόγος ιδιαίτερα— μπορεί νά φαντάζεται ότι μόνη ή άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων (γι'αυτόν : τής τεχνικής ) θά οδηγήσει στήν κοινωνία τής άφθονίας καί τής καθολικευμενης ευημερίας. Ό άστικός έπιστημονισμός καί ό άστικός άνθρωπισμός στηρίζονται βασικά σ' αύτό τό ιδεολόγημα. Ό Μάρξ, άντίθετα, δέν χώριζε τίς παραγωγικές δυνάμεις άπό τίς σχέσεις παραγωγής. Συνέλαβε τ ή διαλεκτική I. Στό ίδιο, I, σ. 86.
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
68
τους ένότητα (ένότητα καί άντίθεση) μέσα στήν ιστορία καί διατύπωσε τήν έννοια τού τρόπου παραγωγής. Τ Ι έννοια αύτή εκφράζει τή διαλεκτική ένότητα, άρα τήν ένότητα, τήν άντίθεση καί τόν άμοιβαΐο καθορισμό τών παραγωγικών δυνάμεων καί τών σχέσεων παραγωγής : τό γεγονός ότι οί άναπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις μπορούν νά έπαναστατικοποιήσουν τίς σχέσεις παραγωγής καί άντίστροφα, ότι οί σχέσεις παραγωγής μπορούν νά άποτελέσουν καταλύτη άλλά καί έμπόδιο στήν άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων. Ή έννοια τού τρόπου παραγωγής, έννοια διαλεκτική, άποτελεΐ άφετηριακή έννοια γιά τ ή μελέτη της έξέλιξης ένός κοινωνικού σχηματισμού, γιά τήν έρμηνεία τών κρίσεών του καί γιά τόν προσδιορισμό τού ιστορικού του τέλους. Ταυτόχρονα καταρρίπτει τήν άντίληψη γιά τήν ούδετερότητα τής τεχνικής, ή όποία δέν έξετάζεται καθεαυτή, άλλά στό έσωτερικό τού συνόλου τών άντιθέσεων τού κοινωνικού σχηματισμού. Ή άνάλυση τού έμπορεύματος άπό τόν Μάρξ δέν πλούτισε μόνο τήν οικονομία μέ νέες κατηγορίες καί νόμους. "Εθεσε καί έλυσε βασικά γνωσιολογικά προβλήματα, συμβάλλοντας στήν άνάπτυξη τής φιλοσοφικής σκέψης.
4. Πολιτική
οικονομία:
στήν επιστημονική
άπό τήν
ιδεολογία
γνώση
Ή πολιτική οικονομώ* είναι ταξική έπιστήμη. Δέν μπορούμε συνεπώς νά θέτουμε άφηρημένα τό έρώτημα γιά τό επιστημολογικό καθεστώς της. Τό έρώτημα αύτό άφορά τόσο τήν άστική όσο καί τ ή μαρξιστική πολιτική οικονομία. Ό Μάρξ κάνει μέ σαφήνεια αύτή τ ή διάκριση. Εντούτοις δέν ταυτίζει άκριτα όλα τά φανερώματα τής άστικής πολιτικής οικονομίας, τήν όποία διακρίνει σέ κλασική καί σέ χυδαία : « Μέ τόν όρο κλασική πολιτική οικονομία έννοώ τήν οικονομία πού έπιχειρεΐ νά εισδύσει στό πραγματικό καί έσωτερικό σύνολο τών σχέσεων παραγωγής τής άστικής κοινωνίας, σέ άντίθεση μέ τή χυδαία οικονομία, ή όποία περιορίζεται στή φαινομενικότητα, μηρυκάζει γιά τίς δικές της άνάγκες καί γιά τήν έκλαΐκευ-
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
ση τών χονδροειδέστερων φαινομένων τά υλικά που έχουν ήδη έπεξεργαστεΐ οι προκάτοχοι της, και περιορίζεται νά υψώνει σχολαστικά σέ σύστημα καί νά διακηρύσσει σάν αιώνιες άλήθειες τίς πλάνες μέ τίς όποιες ό αστός άγαπά νά γεμίζει τόν κόσμο του, τόν καλύτερο τών δυνατών κόσμων». 1 Ή κλασική άστική οικονομική έπιστήμη, παρά τούς ταξικούς περιορισμούς της, μπορούσε συνεπώς νά συλλάβει πραγματικές σχέσεις τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Ό Μάρξ δέν θεωρούσε λοιπόν πλάνη ολόκληρη τήν άστική πολιτική οικονομία, έστω καί άν στίς πιό χυδαίες μορφές της άποτελεϊ πρότυπο πλαστής, φενακισμένης συνείδησης. Ή άστική πολιτική οικονομία δέν μπορεί νά ξεπεράσει « τά όρια τής κεφαλαιοκρατικής λογικής » . 'Ωστόσο στήν κλασική μορφή της «άγγίζει άπό κοντά τήν πραγματική κατάσταση πραγμάτων, χωρίς ποτέ νά τ ή διατυπώνει συνειδητά». Ή άστική πολιτική οικονομία, συνολικά, παραμένει έγκλειστη στόν κόσμο της άστικής ιδεολογίας: « Σ τ ή μορφή κεφάλαιο-κέρδος, ή καλύτερα, κεφάλαιο-τόκος, γή-έγγεια πρόσοδος, έργασία-μισθός, σ'αύτή τήν οικονομική τριάδα πού θέλει νά άποκαταστήσει τήν έσωτερική σύνδεση άνάμεσα στά στοιχεία της άξιας καί τού πλούτου καί τίς πηγές τους, ή μυστικοποίηση τού κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, ή πραγμοποίηση τών κοινωνικών σχέσεων, ή άμεση έπαλληλία τών υλικών σχέσεων παραγωγής μέ τόν ίστορικόκοινωνικό καθορισμό τους, βρίσκουν τήν ολοκλήρωση τους. Πρόκειται γιά τόν μαγεμένο καί άνεστραμμένο κόσμο όπου monsieur le Capital et madame la Terre ( ό Κύριος Κεφάλαιο καί ή Κυρία Γ ή , γαλλικά στό κείμενο ), κοινωνικοί χαρακτήρες καί ταυτόχρονα απλά πράγματα, χορεύουν τόν φαντασματικό χορό τους. Ή μεγάλη άρετή τής κλασικής πολιτικής οικονομίας είναι ότι διέλυσε τίς ψευδείς φαινομενικότητες καί τίς πλάνες».* Εντούτοις, συνεχίζει ό Μάρξ, άκόμα καί οί καλύτεροι εκπρόσωποι τής άστικής οικονομικής έπιστήμης παρέμειναν δέσμιοι τής φαι1. Στό
B i o , I , σ. 8 3 .
2 . Στο
ίSio. VIII, α. 2 0 7 .
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
170
νομενικότητας αύτοϋ τοϋ σύμπαντος πού είχαν άνατάμει, καί χαρακτηρίζονται άπο άσυνέπεια, μισές άλήθειες καί άλυτες άντιθέσεις. Άπο τήν άλλη πλευρά, « ο ί πραγματικοί παράγοντες τής παραγωγής νιώθουν τέλεια, σάν στό σπίτι τους, μέσα σ' αύτές τίς άλλοτριωμένες μορφές » , έπειδή πρόκειται γιά τίς άπατηλές μορφές μέσα στίς όποιες κινούνται καθημερινά. Συνολικά, ή άστική πολιτική οικονομία βλέπει έκεΐνο πού φαίνεται, δηλαδή τά άποτελέσματα τής περιόδου κυκλοφορίας στή διαδικασία άξιοποίησης τού κεφαλαίου γενικά. " Ε τ σ ι ή άστική οικονομία « άντιλαμβάνεται αύτό τό άποτέλεσμα σάν Θετικό, έπειδή οί συνέπειές του είναι Θετικές. Καί προσκολλάται τόσο περισσότερο σ'αύτή τ ή φαινομενικότητα όσο αύτή φαίνεται νά δίνει τήν άπόδειξη ότι τό κεφάλαιο κατέχει μιά πηγή αυθόρμητης παραγωγής άξίας, πηγή μυστική, άνεξάρτητη άπό τ ή διαδικασία παραγωγής καί κατά συνέπεια άπό τήν έκμετάλλευση τής έργασίας » . 1 Κατά τήν άστική οικονομία, τό κεφάλαιο παράγει κέρδος, γεννάει τόκο άπό μόνο του, άνεξάρτητα άπό τήν έκμετάλλευση τής έργασίας. Πρόκειται γιά τόν πυρήνα τής φενακισμένης αντίληψης τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Άλλά, κατά τόν Μάρξ, ή πραγματική έπιστήμη τής οικονομίας άρχίζει έκεΐ όπου ή θεωρητική έρευνα περνά άπό τ ή διαδικασία τής κυκλοφορίας στη διαδικασία της παραγωγής. Ή άπατηλή εικόνα τής πραγματικότητας πού δίνει ή χυδαία οικονομία, προκύπτει συνεπώς άπό τήν ταξική θεώρηση τών οικονομικών φαινομένων. 'Ωστόσο ή ιδεολογική άντίληψη δέν είναι συνήθως προϊόν συνειδητής έξαπάτησης. " Ε χ ε ι τίς ταξικές άλλά καί τίς γνωσιολογικές αιτίες της καί είναι, συνολικά, προϊόν μιας άσυνείδητης διεργασίας. " Ε τ σ ι , έκτός άπό τά ταξικά, ό Μάρξ άναζήτησε καί τά γνωσιολογικά αίτια τής πλαστής συνείδησης (άλλωστε τά δύο συνδέονται οργανικά ). "Ενα άπό τά κύρια μειονεκτήματα τής κλασικής πολιτικής οικονομίας, όπως γράφει, είναι ότι δέν μπόρεσε νά συναγάγει άπό τήν άνάλυση τού έμπορεύματος, καί ειδικά τής άξίας του, τ ή μορφή μέ τήν όποία αύτό γίνεται άνταλλακτική άξία. 1. Στό
ϊδιο, IV, σ . 1 1 6 .
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
Ή βαθύτερη αιτία τού γεγονότος, κατά τόν Μάρξ, είναι ότι « ή άξιακή μορφή τού προϊόντος τής έργασίας είναι ή πιό αφηρημένη καί ή πιό γενική μορφή τού τωρινού τρόπου παραγωγής » . Ό αστικός τρόπος παραγωγής είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος κοινωνικής παραγωγής. "Αν όμως διαπράξει κανείς τό σφάλμα νά θεωρήσει τ ή μορφή αύτή «φυσική, αιώνια μορφή κάθε παραγωγής σέ οποιαδήποτε κοινωνία», τότε άναπόφευκτα θά τού διαφύγει « ή ειδική πλευρά τής άξιακής μορφής, κατόπιν τής μορφής έμπόρευμα καί σέ ένα πιό αναπτυγμένο βαθμό, ή μορφή χρήμα, ή μορφή κεφάλαιο κλπ. » . ' Ή ιδεολογική άντίληψη τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής είναι ή συνέπεια τών προηγούμενων θεωρητικών κενών ή σφαλμάτων. "Ενα άπλό πράγμα πού διέφυγε άπό τούς οικονομολόγους, γράφει ό Μάρξ, είναι ότι αν τό έμπόρευμα έχει τόν διπλό χαρακτήρα τής άξίας χρήσης καί τής άνταλλακτικής άξίας, τότε καί ή έργασία πού έχει ένσωματωθεϊ στό έμπόρευμα θά πρέπει νά έχει διπλό, αντιφατικό χαρακτήρα. Ή έργασία είναι έργασία χρήσιμη, καί ταυτόχρονα έμπόρευμα πού έχει ανταλλακτική άξία. Έ αντιφατικότητα καί ή ένδογενής διάσπαση πού χαρακτηρίζουν τό έμπόρευμα χαρακτηρίζουν συνεπώς καί τήν έργασία. Ό φετιχισμός καί ή μυστικοποίηση πού έπικαλύπτουν τήν πραγματική φύση τού έμπορεύματος, έπικαλύπτουν άντίστοιχα καί τό ειδικό έμπόρευμα πού λέγεται έργατική δύναμη. Ώ ς έμπόρευμα, ή έργατική δύναμη «δέν έχει γραμμένο στό μέτωπο της αύτό πού είναι». Οί άντιθέσεις τού έμπορεύματος (άξία χρήσης καί άνταλλακτική άξία) καί οί άντιθέσεις τής έργασίας (ιδιωτική καί ταυτόχρονα κοινωνική, συγκεκριμένη καί ταυτόχρονα άφηρημένη) είναι, κατά τόν Μάρξ, «ένδογενεΐς άντιθέσ ε ι ς » . Αλλά τήν ούσία αύτή τών άντιθέσεων δέν μπόρεσε νά τ ή συλλάβει ή άστική πολιτική οικονομία. " Ε τ σ ι δ άστός μιλάει γιά « τιμή τής έργασίας » , καί γιά πληρωμή τής έργασίας πού προσφέρει ό προλετάριος. Αλλά, κατά τόν Μάρξ, « τ ό νά μιλάμε γιά τιμή τής έργασίας είναι τόσο παράλογο δσο τό νά μιλάμε γιά κίτρινο λογάριθμο». Ό χυδαίος οικονομολόγος «καταλήγει στή βαθιά άντί1. Στό tSto, I, σ. 83.
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ Δ1ΑΛΕΚΤΊΚΗΙ
172
ληψη τοΰ αστού, που φαντάζεται δτι πληρώνει τήν εργασία μέ χρήμα καί δτι ή αντίφαση πού υπάρχει άνάμεσα στή διατύπωση καί τήν έννοια τής άξιας τον άπαλλάσσει άπό το νά κατανοήσει τήν άξια τήν ίδια». 1 Μέ τήν άνάπτυξη τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, ή διαδικασία μυστικοποίησης τών κοινωνικών σχέσεων φτάνει στο άπόγειό της. Μιά άπό τίς όψεις τής φενακισμένης συνείδησης είναι ή άντίληψη του κεφαλαιοκράτη -καί τής άστικής πολιτικής οικονομίας— γιά τό Γδιο τό κεφάλαιο. Κατά τούς άστούς, τό κεφάλαιο είναι πράγμα, δηλαδή μέσα παραγωγής καί χρήμα. Κατά τόν Μάρξ, τό κεφάλαιο είναι, φυσικά, άπό μιά άποψη, συσσωρευμένη υπεραξία. Άλλά υπεραξία έξω άπό τ ή διαδικασία τής παραγωγής δέν είναι κεφάλαιο. Τό κεφάλαιο είναι μέσα παραγωγής ένταγμένα σέ έναν συγκεκριμένο τρόπο παραγωγής. Τό κεφάλαιο είναι τά μέσα παραγωγής, μονοπωλημένα άπό ένα τμήμα τής κοινωνίας. Τό κεφάλαιο, θεωρούμενο έξω άπό τ ή συγκεκριμένη κοινωνική σχέση, γίνεται φετίχ. Τό κεφάλαιο άποδίδει κέρδος. Τό χρήμα άποδίδει τόκο. Πού βρίσκεται ή μυστική πηγή αύτού τού αύτοπολλαπλασιασμού ; Ό άστός τ ή βλέπει έξω άπό τήν κοινωνική σχέση πού προϋποθέτει ή παραγωγή καί ή ιδιοποίηση τής υπεραξίας. Είναι άνίκανος νά δεΐ τήν πραγματική πηγή τού κέρδους. Μέ τό κεφάλαιο πού άποδίδει τόκο, έγραφε ό Μάρξ στήν Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, ή κεφαλαιοκρατική σχέση φτάνει στήν πιό έξωτερική καί φετιχοποιημένη μορφή της. Ή έκφραση : ό τόκος είναι τιμή τού κεφαλαίου, είναι, κατά τόν Μάρξ, παράλογη. Ό τόκος παρουσιάζεται ώς προϊόν μιας άμεσης σχέσης μέ έναν άλλο καπιταλιστή, άρα, «σάν έξωτερικός προσδιορισμός άδιάφορος ώς πρός τή σχέση κεφαλαίου-έργασίας » . 'Ωστόσο ή ύπαρξη τόκου καί κέρδους καί ή συσσώρευση τού κεφαλαίου προϋποθέτουν τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή, δηλαδή τ ή δημιουργία καί τήν ιδιοποίηση υπεραξίας. Αύτό δέν τό κατανοεί ό άστός, άλλά άκόμη καί ό προλετάριος πού δέν έχει άποκτήσει ταξική συνείδηση. Σχετικά διαβάζουμε στό Κεφάλαιο : « Λαϊκό σφάλμα : ότι ό κε1. Στό
Î3 ιο, I, α. 7 4 .
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
φαλαιοκράτης πληρώνει τήν έργασία και όχι τήν έργατική δύναμη » . Κατά τον Μάρξ, ό χρόνος έκμετάλλευσης διαιρείται σέ δύο περιόδους. Σ τ ή διάρκεια τής μιας, ή λειτουργία τής έργατικής δύναμης παράγει τό ισοδύναμο τής τιμής της. Σ τ ή διάρκεια τής δεύτερης, παρέχει στόν καπιταλιστή άξίες πού δέν τίς πληρώνει. Ή ύπερεργασία αύτή είναι ή πηγή τής υπεραξίας καί κατά συνέπεια τοϋ κέρδους, τού τόκου, τής καπιταλιστικής συσσώρευσης κλπ. 1 Στήν άστική οικονομία, ή λειτουργία αύτή δέν κατανοείται καί ή πραγματική σχέση έπικαλύπτεται. Ή δυνατότητα γιά άπόδοση τόκου έμφανίζεται έτσι σάν μυστηριακή ιδιότητα τού Γδιου τοϋ χρήματος. Τό κεφάλαιο αύξάνει μόνο του. Τό χρήμα παράγει χρήμα. ν Ε τ σ ι , « τό κεφάλαιο μοιάζει νά είναι ή μυστηριακή πηγή πού παράγει άπό μόνη της τόν τόκο, τήν ίδια τ ή δική της αύξηση » . 'Αντίστοιχα, τό χρήμα φαίνεται νά άποκτά τήν ικανότητα νά παράγει άξια, νά άποδίδει τόκο «τόσο φυσικά όσο καί μιά άχλαδιά παράγει άχλάδια » . Ό τόκος δέν είναι ωστόσο παρά μέρος τής υπεραξίας πού ό καπιταλιστής άποσπά άπό τόν έργάτη. 'Εντούτοις έδώ παρουσιάζεται, άντίστροφα, σάν προϊόν τού κεφαλαίου. Έ δ ώ , γράφει ό Μάρξ, ή φετιχοποιημένη μορφή τοϋ κεφαλαίου καί ή παράσταση τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ φετίχ φτάνουν τήν ολοκλήρωση τους. Ή ικανότητα τοϋ χρήματος ή τοϋ έμπορεύματος νά καρποφορεί άνεξάρτητα άπό τήν παραγωγή, είναι ή κεφαλαιοκρατική μυστικοποίηση στήν πιό ώμή μορφή της.* Άλλά γιατί ή άστική πολιτική οικονομία δέν μπορεί νά εισδύσει στό έσωτερικό τών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής ; Οί αιτίες τής άδυναμίας είναι κοινωνικές ( ή ταξική θεώρηση τών φαινομένων) καί ταυτόχρονα γνωσιολογικές, μέ καθοριστικό παράγοντα τήν ταξική όραση. Τό ότι ό καθοριστικός όρος είναι ή ταξική θεώρηση άποδεικνύεται άπό τό γεγονός ότι στήν ίδια έποχή ό Μάρξ μπόρεσε νά διαλύσει τά ιδεολογήματα τής άστικής πολιτικής οικονομίας, μεταμορφώνοντάς την σέ έπιστήμη. I. Στό •->. Στό
ίδιο, I I , σ. 2 0 5 . ίδιο, VII, σσ. 2 2 - 5 6 .
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚηΚΗΕ
174
Ποιά ήταν συνεπώς ή βασική προϋπόθεση γιά νά περάσει ή πολιτική οικονομία άπό τό προεπιστημονικό-ίδεολογικό στό επιστημονικό της στάδιο; Γιά νά αναδυθεί ή «νέα έπιστημονική ήπειρος», μέσα άπό τό έργο τοϋ Μάρξ ; Ό Μάρξ θέτει έδώ ένα κεφαλαιώδες έπιστημολογικό έρώτημα, τό όποϊο άφορα βέβαια τήν πολιτική οικονομία, άλλά έχει γενικότερη επιστημολογική έμβέλεια. Ή γνωσιακή αυτή μεταλλαγή « θ ά είναι άδύνατη, όσο [ ή πολιτική οικονομία] δέν θά έχει άπαλλαγεΐ άπό τό άστικό δέρμα της » . 1 Ή ταξική θεώρηση είναι συνεπώς άναγκαΐος καί πρωταρχικός όρος γιά τήν καταστατική μεταλλαγή τής πολιτικής οικονομίας. Ή μεταλλαγή αυτή δέν μποροϋσε νά πραγματοποιηθεί παρά άπό τήν ταξική σκοπιά τού προλεταριάτου. Ή μεταλλαγή τής πολιτικής οικονομίας σέ έπιστήμη προϋπέθετε —καί συνεπαγόταν- τ ή ριζική ανατροπή τών φιλοσοφικών προϋποθέσεων, τών κριτηρίων καί τής μεθοδολογίας τής άστικής οικονομίας. « Ή πραγματική έπιστήμη τής σύγχρονης οικονομίας», έγραφε ό Μάρξ, «άρχίζει μόνο έκεΐ όπου ή θεωρητική έρευνα περνά άπό τ ή διαδικασία τής κυκλοφορίας στή διαδικασία τής παραγωγής » . * Ή υλιστική «άναστροφή» στό χώρο τής οικονομίας θυμίζει τήν άντίστοιχη υλιστική άναστροφή στό χώρο τής θεωρίας τής γνώσης. Άλλά, δπως τονίστηκε ήδη, ό Μάρξ δέν μηδένιζε τήν προσφορά τής άστικής οικονομίας. Ό Μάρξ άποκάλυψε τόν ιδεολογικό χαρακτήρα, άρα τά όρια, τ ή σχετικότητα τής άστικής οικονομίας, καί ταυτόχρονα άξιοποίησε τά έπιστημονικά στοιχεία τοϋ έργου τών κλασικών, μεταμορφωνοντάς τα καί έντάσσοντάς τα σέ μιά νέα, έπιστημονική δομή. Μιά άπό τίς πλάνες τών άστών είναι τό δτι, έγκλειστοι στήν « κεφαλαιοκρατική λογική » , βλέποντας τά πράγματα άπό τήν άποψη τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, δέν μπορούσαν νά συλλάβουν τά όρια καί τήν ιστορική της σχετικότητα. Ή νέα θεώρηση, άντίθετα, τήν όποία άπλώς διαισθάνθηκε ό Ρι1. Στό
«Sie, I , σ. 8 3 .
2 . Στό
îSto, VI, σ. 3 4 5 .
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
κάρντο, βλέπει δτι δέν πρόκειται « γ ι ά απόλυτο σύστημα παραγωγής, άλλα γιά έναν απλό ιστορικό τρόπο παραγωγής, πού αντιστοιχεί σέ μιά ορισμένη έποχή περιορισμένης ανάπτυξης τών υλικών όρων τής παραγωγής » . 1 'Αντίστοιχα, ό Μάρξ έγραφε στόν πρώτο τόμο τού Κεφαλαίου ότι « ο ί κατηγορίες τής άστικής οικονομίας είναι μορφές τής διάνοιας πού έχουν μιά άντικειμενική άλήθεια, στό βαθμό πού άντανακλούν πραγματικές κοινωνικές σχέσεις » . Άλλά οί σχέσεις αύτές άντιστοιχούν στήν ιστορική περίοδο τής έμπορευματικής παραγωγής. « Ά ν λοιπόν άποβλέψουμε σέ άλλες μορφές παραγωγής, θά δούμε νά έξαφανίζεται άμέσως όλος αύτός ό μυστικισμός, πού καλύπτει τά προϊόντα τής έργασίας στή σημερινή περίοδο».' Τά προηγούμενα άποτελούν μιά συγκεκριμένη ύλοποίηση τής μαρξιστικής θέσης γιά τήν ταξική θεώρηση τών κοινωνικών φαινομένων καί τόν ταξικό χαρακτήρα τών κοινωνικών έπιστημών. Ταυτόχρονα συγκεκριμενοποιούν τ ή θέση γιά τήν ιστορικότητα τής έπιστημονικής γνώσης, τήν ιστορικότητα τών κατηγοριών, καί τούς κοινωνικούς καθορισμούς τής γνώσης. Άλλά έδώ φαίνεται νά άνακύπτει ένα γνωσιολογικό παράδοξο : τά οικονομικά φαινόμενα, θεωρούμενα άπό τήν άποψη τής άστικής τάξης, παρουσιάζονται σάν σέ «μαγικό καθρέφτη»: ή άστική θεώρηση είναι ιδεολογική. Τά Γδια φαινόμενα, θεωρούμενα άπό τήν άποψη μιας άλλης τάξης, τής έργατικής, παρουσιάζονται διαφανή στήν άνθρώπινη νόηση: μπορούν νά άποτελέσουν τό υλικό άπ'όπου θά άναδυθεϊ μιά έπιστήμη. 'Ωστόσο τό παράδοξο είναι φαινομενικό. Ή άστική δράση είναι άντιεπιστημονική, έπειδή μυστικοποιεΐται άπό τήν παρεμβολή συμφερόντων, έπιθυμιών, τής προηγούμενης ιδεολογίας, τού τρόπου ζωής καί τής σχέσης τών άστών μέ τά μέσα παραγωγής. Ή έργατική τάξη, άντίθετα, επιθυμεί νά έξαφανίσει έναν κόσμο πού τ ή μετατρέπει σέ άπλό έργαλεΐο παραγωγής. Ταυτόχρονα, άνατρέποντας τόν καπιταλισμό, ή τάξη αύτή δέν μετατρέπεται 1. Στό
ίδιο, VI, α. 2 7 1 .
2 . Στό
ίδιο, I , σ. 8 8 .
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
176
σέ νέα έκμεταλλεύτρια τάξη : αυτοκαταργείται ώς τάξη, καταργώντας τούς έκμεταλλευτές της. Τέλος, οί θεωρητικοί της έργατικής τάξης, κάτοχοι τών καλύτερων έπιτευγμάτων της αστικής έπιστήμης, μπορούν, μέσα άπό τήν ταξική σκοπιά τής νέας, άνερχόμενης τάξης, νά τά άξιοποιήσουν γιά νά διαμορφώσουν νέες έννοιες, νά διατυπώσουν νόμους, νέα έννοιολογικά έργαλεΐά, συνολικά νά οικοδομήσουν μιά νέα κοσμοαντίληψη πού δέν θά άποβλέπει μόνο στήν κατανόηση, άλλά ταυτόχρονα στήν άλλαγή τής πραγματικότητας. 5 . Ή έννοια της ιστορικής
νομοτέλειας
στο
Κεφάλαιο
Βέβαια οί ιδεολόγοι τής άστικής τάξης γνώριζαν ιστορία. 'Ωστόσο γενικά φαντάζονταν ότι ή άνθρώπινη ιστορία φτάνει σέ ένα είδος τελείωσης μέ τήν άστική κοινωνία, ή όποία πραγματώνει τό βασίλειο τής έλευθερίας, τού ορθού λόγου καί τό κράτος δικαίου. « Ή άστική οικονομική σκέψη, ιδιαίτερα», γράφει ό Μάρξ, «φαντάζεται ότι ή παραγωγή, άντίθετα άπό τήν κατανομή, κλπ., ύπακούει σέ φυσικούς, αιώνιους νόμους, άνεξάρτητους άπό τήν ιστορία», φαντάζεται ότι οί άστικές σχέσεις παραγωγής «είναι φυσικοί, άμετάβλητοι νόμοι τής κοινωνίας, τήν όποία συλλαμβάνει in abstracto».1 Άκόμα καί ό ΙΙρουντόν, πού δέν δεχόταν τήν αιωνιότητα τής άστικής κοινωνίας, τ ή δεχόταν έμμεσα, «θεοποιώντας τίς κατηγορίες πού έκφράζουν τίς άστικές σχέσεις μέ τ ή μορφή τής νόησης » . * Κατά τόν Μάρξ, άντίθετα, ή κεφαλαιοκρατική ιδιοποίηση συνιστά τήν πρώτη άρνηση έκείνης τής μορφής άτομικής ιδιοκτησίας, ή όποία προκύπτει άπό τήν άνεξάρτητη καί άτομική έργασία. Άλλά ή καπιταλιστική παραγωγή γεννά ή Γδια τήν άρνησή της, με τόν μοιραίο τρόπο πού δεσπόζει στούς φυσικούς νόμους. « Πρόκειται γιά τήν άρνηση τής άρνησης». 3
1. Κ. 2. Κ. 1961, σ. 3. Κ.
Marx, Contribution..., S.Z.. σ. 152. Marx, γράμμα στο P. Annenkov ( 1846), Ét. Philosophiques, Éd. Sociales, 149. Marx. Le Capital, III, σ. 205.
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
Ό Μάρξ απέδειξε τήν ιστορικότητα τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής και τή νομοτελειακή του έξαφάνιση. 'Αναπόφευκτα λοιπόν, στό Κεφάλαιο καί σέ άλλα έργα του, πραγματεύθηκε τό πρόβλημα τής ιστορικής νομοτέλειας. Στόν Πρόλογο τής πρώτης γερμανικής έκδοσης τοϋ Κεφαλαίου, ό Μάρξ έξομοιώνει τήν ανάπτυξη ένός οικονομικού σχηματισμού « μέ τήν πορεία τής φύσης καί τήν ιστορία της » . Κινητήρια δύναμη τών κοινωνιών είναι οί ένδογενεΐς άντιθέσεις τους. Ή ιστορία χαρακτηρίζεται άπό τόν Μάρξ ώς ή ιστορία τής πάλης τών τάξεων, προϊόν, σέ τελευταία άνάλυση, τών άντιθέσεων πού γεννιούνται στήν οικονομική βάση τής κοινωνίας : τής σύγκρουσης τών παραγωγικών δυνάμεων μέ τίς σχέσεις παραγωγής. Ή διαδοχή τών τρόπων παραγωγής στήν ιστορία είναι ή συγκεκριμένη άπόδειξη αύτής τής άντίληψης. « "Ενας κοινωνικός σχηματισμός » , έγραφε ό Μάρξ, « δέν έξαφανίζεται ποτέ πρίν άναπτυχθοϋν όλες οί παραγωγικές δυνάμεις πού μπορεί νά περιλάβει καί δέν αντικαθίσταται άπό νέες καί άνώτερες σχέσεις παραγωγής, προτού δημιουργηθούν στό έσωτερικό τής παλαιάς κοινωνίας οί υλικές συνθήκες αυτών τών σχέσεων. Γι'αύτό ή άνθρωπότητα δέν Θέτει ποτέ παρά μόνο προβλήματα πού μπορεί νά λύσει, γιατί, άν κοιτάξουμε άπό πιό κοντά, Θά δούμε ότι τό Γδιο τό πρόβλημα δέν άνακύπτει παρά μόνο έκεΐ όπου οί υλικοί όροι γιά τήν έπίλυσή του υπάρχουν ήδη, ή τουλάχιστον βρίσκονται στήν πορεία τής πραγμάτωσης τους » . 1 Στό παραπάνω άπόσπασμα ό Μάρξ, κινούμενος σέ ένα υψηλό έπίπεδο άφαίρεσης, άναδεικνύει τόν βασικό νόμο κίνησης τών άνθρώπινων κοινωνιών. 'Αλλά οί κοινωνικοί σχηματισμοί χαρακτηρίζονται στήν κάθε ιστορική στιγμή άπό ένα σύνολο άντιθέσεων. " Ε τ σ ι ή ωρίμαση ένός τρόπου παραγωγής καί ή όξυνση τών άντιθέσεών του δέν οδηγεί άναπόφευκτα στήν έπανάσταση, τουλάχιστον γιά μιά ιστορική περίοδο, πού, όπως γράφει ό Λένιν, μπορεί νά είναι \uà περίοδος παρατεινόμενης κρίσης καί σήψης. 'Αντίθετα, ή όξυνση τού πλέγματος τών άντιθέσεων ένός σχηματισμού μπορεί νά οδηγήσει 1. Κ. Mara, Contribution...,
S.Z.,
σ. 5 .
7
8
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στήν επαναστατική αλλαγή προτού ωριμάσουν οί παραγωγικές του δυνάμεις, δπως θά άπαιτοϋσε το καθαρό θεωρητικό σχήμα. Αυτό π.χ. συνέβη μέ τήν 'Οκτωβριανή Έπανάσταση καί τήν Έπανάσταση στήν Κίνα καί σέ άλλες έξαρτημένες καί υπανάπτυκτες χώρες. Τέλος, ή ανθρωπότητα θέτει συχνά σκοπούς, προτού υπάρξουν οί συνθήκες γιά τήν πραγματοποίηση τους. Τά ούτοπικά σχεδιάσματα κομμουνιστικών κοινωνιών σημαδεύουν τήν ιστορία, άπό τήν άρχαιότητα μέχρι τίς μέρες μας. 'Αλλά γΓαύτό στό οικείο μέρος. Ή άνατροπή τής οικονομικής βάσης άνατρέπει άργά ή γρήγορα τό έποικοδόμημα τού κοινωνικού σχηματισμού. Κατά τόν Μάρξ, « όταν μελετούμε τέτοιες άνατροπές, θά πρέπει πάντα νά διακρίνουμε άνάμεσα στήν υλική άνατροπή τών οικονομικών όρων παραγωγής -^τήν όποία μπορούμε νά διαπιστώσουμε μέ έπιστημονική αύστηρότ η τ α - καί στίς νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές, μέ δυό λόγια, τίς ιδεολογικές μορφές μέ τίς όποιες οί άνθρωποι συνειδητοποιούν αύτή τ ή σύγκρουση καί τ ή φέρνουν σέ πέρας » . 1 Ή άνατροπή τού έποικοδομήματος είναι μιά μακρόχρονη διαδικασία, πού βρίσκεται γενικά σέ υστέρηση ώς πρός τήν άνατροπή τής οικονομικής βάσης. Άπό τά προηγούμενα συνάγεται ότι ή νομοτελειακή κίνηση τών άνθρώπινων κοινωνιών δέν έχει τόν γραμμικό χαρακτήρα τών δυναμικών ή μηχανικών φυσικών νόμων. Είναι μιά άσύγκριτα πιό περίπλοκη διαδικασία, όπου τό τυχαίο καί ό υποκειμενικός παράγων παίζουν ουσιαστικό ρόλο. Οί κοινωνικοί νόμοι έκδηλώνονται μέ τ ή μορφή τάσεων πού προσδιορίζουν τίς κύριες γραμμές άνάπτυξης, χωρίς νά προκαθορίζουν τά δευτερεύοντα συμβάντα καί τίς άποκλίσεις. Τό σύνολο τών άντιθέσεων τού κοινωνικού σχηματισμού προσδιορίζει ένα σύνολο δυνατοτήτων, άπό τίς όποιες μία είναι ή δεσπόζουσα στή συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. 'Ωστόσο καί ή δεσπόζουσα δυνατότητα μπορεί νά μήν πραγματοποιηθεί, άκριβώς εξαιτίας δευτερευόντων, άπρόβλεπτων, συμπτωματικών ή καί υποκειμενικών παραγόντων. Ή κοινωνική άναγκαιότητα πραγματώνεται μέσα άπό ένα 2 . Κ. Mara, στο ïSto, σ. 4 .
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
πλήθος τυχαίων καί συμπτωματικών γεγονοτων. Γι* αυτά στις επιμέρους νομοτέλειες λειτουργούν συνήθως νόμοι στατιστικού χαρακτήρα. 'Αντίστοιχα, ή νομοτελειακή, συνολική έπαναστατική αλλαγή δέν πραγματώνεται κατά κανόνα σέ χρόνο καί μέ τρόπο που νά μπορεί νά προβλεφθεί μέ τήν ακρίβεια τοΰ δυναμικού νόμου. Στις ανθρώπινες κοινωνίες τό τυχαίο δεσπόζει στά έπιμέρους γεγονότα. Τό τυχαίο είναι ή έκφραση τοϋ ανταγωνιστικού χαρακτήρα τής άστικής κοινωνίας. Σ τ ή σφαίρα τού ανταγωνισμού, γράφει ό Μάρξ στό Κεφάλαιο, κάθε ξεχωριστή περίπτωση κυριαρχείται άπό τό τυχαίο. Ή έσωτερική νομοτέλεια έκδηλώνεται μέσα άπό ένα τεράστιο πλήθος τυχαίων συμβάντων, άλλά οί διάφοροι παράγοντες τής παραγωγής ούτε τήν αντιλαμβάνονται ούτε τήν κατανοούν. Ό έλεύθερος άνταγωνισμός « έπιβάλλει στούς κεφαλαιοκράτες τούς ένδογενεΐς νόμους τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής μέ τ ή μορφή τής έξωτερικής άναγκαιότητας » . Ειδικά δ ρυθμιστικός ρόλος τής άξίας στήν άγορά έμφανίζεται κατά τόν Μάρξ σάν τυφλή καί κρυμμένη, βουβή άναγκαιότητα, ή όποία συλλαμβάνεται μόνο στις βαρομετρικές διακυμάνσεις τών τιμών. " Ε τ σ ι ή άναρχία στό χώρο τής παραγωγής καί ό καθολικευμένος άνταγωνισμός έκδηλώνονται μέσα άπό τό τυχαίο, τίς κρίσεις καί τίς καταστροφές, προσδιορίζουν τό σύνολο τών άντιθέσεων τού κοινωνικού σχηματισμού καί τήν ιστορική πορεία του. Μέσα άπό τίς συγκρούσεις τών ατόμων, τών συμφερόντων καί τών θελήσεων, συχνά προκύπτει κάτι πού, δπως γράφει ό "Ενγκελς, δέν άντιστοιχεΐ στούς έπιδιωκόμενους σκοπούς καί πού κανείς δέν τό θέλησε. Οί συνέπειες τελικά είναι έντελώς διαφορετικές άπό τίς έπιδιωκόμενες. " Ε τ σ ι τά ιστορικά γεγονότα φαίνεται νά κυριαρχούνται άπό τό τυχαίο. « Ά λ λ ά παντού όπου τό τυχαίο μοιάζει νά λειτουργεί στήν έπιφάνεια, βρίσκεται πάντα κάτω άπό τό κράτος έσωτερικών, κρυμμένων νόμων » . 1 Οί κλασικοί τού μαρξισμού, παρά τά δευτερεύοντα στοιχειά οικονομισμού καί ιστορικού ντετερμινισμού πού ύπάρχουν στό έργο τους, είχαν συλλάβει τό πολυδύναμο τών άνθρώπινων κοινωνιών, άρα τόν 1. F. Engels, L Feuerbach..., Éd. Sociales, Paris 1970, a. 6 6 .
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ουσιαστικό ρόλο τοΰ τυχαίου. Δέν είναι λοιπόν παράξενο ότι ό Λένιν γράφει στά Φιλοσοφικά Τετράδια : « Οί κατηγορίες τοΰ τυχαίου καί τοΰ δυνατού, versus στήν πραγματικότητα καί τήν έπιβεβαίωση στήν ιστορία » . 1 'Αντίστοιχα, ό Γκράμσι, ανασκευάζοντας τ ή μηχανιστική άντίληψη τοΰ ιστορικού φαταλισμοϋ, έγραφε ότι θά πρέπει νά άποδεικνύουμε τήν ευτέλεια του μηχανιστικού ντετερμινισμού που είναι πηγή παθητικότητας. Ό φαταλισμός, κατά τόν Γκράμσι, δέν χρησιμεύει παρά γιά νά έπικαλύπτει τήν αδυναμία μιάς ένεργητικής καί πραγματικής βούλησης.' Τά άτομα, γράφει ό Μάρξ, συγκρούονται ώς ιδιοκτήτες άνταλλακτικών άξιών. Οί άνθρωποι δέν υπάρχουν άμοιβαΐά παρά σάν πράγματα. Ή ιδια ή κοινωνία είναι εξωτερική ώς πρός τά άτομα, καί οί κοινωνικές σχέσεις έμφανίζονται ώς άντικειμενική άναγκαιότητα, καί ταυτόχρονα ώς έξωτερικός δεσμός. Μέσα στό χάος τών τυχαίων, άντικειμενοποιημενων καί πραγμοποιημένων σχέσεων, τό άτομο βρίσκεται στό έλεος δυνάμεων πού τό υπερβαίνουν καί πού τού έπιβάλλονται μέ τ ή μορφή νόμων : με τ ή μορφή τής άναγκαιότητας. Αλλά ή μή κατανοημένη άναγκαιότητα παίρνει τ ή μορφή τής μοίρας : τού έξωκοινωνικού καί έξωπραγματικού καθορισμού. Έ πειδή « ή κεφαλαιοκρατική σχέση κρύβει τήν έσωτερική δομή της μέσα στήν όλική άδιαφορία, τήν έξωτερίκευση καί τήν άλλοτρίωση, μέσα στις όποιες τοποθετεί τόν έργάτη, σέ σχέση μέ τούς όρους πραγματοποίησης τής ίδιας τής έργασίας τ ο υ » . 3 Ή μυστικοποίηση τών κοινωνικών σχέσεων βρίσκει έπίσης τήν έκφραση της στή μυστικοποίηση τών σχέσεων τού άνθρώπου μέ τ ή φύση. Πώς μπορεί συνεπώς νά τεθεί τό πρόβλημα τής άτομικής ευθύνης στό πλαίσιο τής άντίληψης τού Μάρξ γιά τήν ιστορία ; Στό Κεφάλαιο διαβάζουμε σχετικά : « Δέν ζωγράφισα ρόδινα τόν κεφαλαιοκράτη καί τόν κάτοχο έγγειας ιδιοκτησίας. Άλλά έδώ δέν πρόκειται γιά πρόσωπα, παρά στό βαθμό πού είναι ή προσωποποίηση οίκοι , Lénine, Cahiers Philosophiques, Éd. Sociales, Paris 1955, σ. 259. 2. Gramsi, Gramsi dans le texte. Éd. Sociales, Paris 1975,
ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
>57
νομιχών κατηγοριών, οί φορείς καθορισμένων ταξικών συμφερόντων και σχέσεων. Ή άποψη μου, κατά τήν οποία ή ανάπτυξη τοΰ οίκονομιχοϋ σχηματισμού της κοινωνίας μπορεί νά εξομοιωθεί μέ τήν πορεία τής φύσης και τήν ιστορία της, μπορεί, λιγότερο άπό οποιαδήποτε άλλη, νά καταστήσει τό άτομο υπεύθυνο σχέσεων τών όποιων παραμένει κοινωνικό δημιούργημα». 1 Στό παραπάνω χωρίο, τό άτομο, δημιούργημα τών κοινωνικών συνθηκών, μοιάζει νά άπαλλάσσεται άπό τίς εύθύνες τής κοινωνικής του συμπεριφοράς. 'Ωστόσο ή συνολική άντίληψη του Μάρξ είναι ότι ό άνθρωπος είναι δημιούργημα καί ταυτόχρονα δημιουργός τής ιστορίας, άρα δέν είναι παθητικός φορέας άντικειμενικών σχέσεων, άποπροσωποποιημένο « ύπερκαθοριζόμενο » στοιχείο μιάς τυφλής κοινωνικής μηχανής. Ή γνώση καί ή δυνατότητα άνάδρασης καί πρωτοβουλίας συνιστούν τ ή βάση γιά τήν προσωπική εύθύνη. Ή ιστορία δέν είναι μιά διαδικασία χωρίς υποκείμενο. Είναι ή πραγμάτωση τής άναγκαιότητας μέσα άπό τ ή δράση τών άτόμων πού κινούνται στό χώρο τής άπατηλής ιδεολογίας, άλλά συχνά καί μέ έπίγνωση τών κοινωνικών συνεπειών της δράσης τους. Μ ' α ύ τ ή τήν έννοια οί μαρξίζουσες δομικές άντιλήψεις πού θέλουν τήν ιστορία χωρίς υποκείμενο, τόν επιστημολογικό λόγο χωρίς υποκείμενο, τ ή γνώση χωρίς υποκείμενο ή χωρίς ταυτότητα, κλπ., άπολυτοποιούν τόν έναν άπό τούς πόλους μιάς άντίθεσης στήν οποία έμπλέκονται τά άτομα κατά τ ή διαδικασία τής πράξης. Ή σφαίρα κυκλοφορίας, γράφει ό Μάρξ στό Κεφάλαιο, 'όπου πραγματοποιείται ή πώληση καί ή άγορά τής έργατικής δύναμης είναι ή πραγματική 'Εδέμ τών φυσικών δικαιωμάτων τού άνθρώπου καί τού πολίτη. 4 Αύτή ή ειδυλλιακή 'Εδέμ άντιστοιχεΐ στήν προνομιούχα θέση τών άστών στό σύστημα παραγωγής καί άνταλλαγής. Άλλά « τ ό βασίλειο τής έλευθερίας άρχίζει μόνο έκεϊ όπου σταματά κανείς νά έργάζεται άπό άνάγκη καί έξωτερική τυχαιότητα. Τοποθετείται, άπό τ ή φύση του, πέρα άπό τ ή σφαίρα τής καί . Κ. Marx, στο ίδιο, I , σ. 2 0 . 2 . Κ. Marx, στο ίδιο, I , α.
178.
>5=
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
θαυτό υλικής παραγωγής » . 1 Δυο ριζικά διαφορετικές άντιλήψεις γιά τήν έλευθερία, προϊόντα τής διαφορετικής θέσης στό σύστημα τών σχέσεων παραγωγής. Ή μιά θεωρεί φυσική τήν κατάσταση τής έργατικής τάξης. Ή άλλη έπιδιώκει νά άντικαταστήσει τό « κ ο μ ματιασμένο άτομο» τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής μέ τό «όλοκληρωμένο άτομο» τής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Διαφορετική σχέση μέ τά μέσα παραγωγής, διαφορετική εικόνα γιά τήν κοινωνική πραγματικότητα. Άλλά τό άτομο δέν είναι παθητικός θεατής. Άπό αύτού ή πρωτοβουλία γιά τό ξεπέρασμα τής άντικειμενοποίησης, καί ή θεμελίωση τής προσωπικής εύθύνης.
1. Κ. Mara, στο ïSto, VIII, σα. 188-189.
ΕΒΔΟΜΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Θ Ρ Η Σ Κ Ε Ι Α : Η Α Ν Α Γ Ω Γ Η Σ Τ Η Ν Ε Π Ι Γ Ε Ι Α ΒΑΣΗ Τ Η Σ
Η
ΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, συνεπώς, εκκρίνει ώς φυσιολογικό προϊόν τή φενακισμένη άντίληψη τής πραγματικότητας. Οί άλλοτριωμένες, πραγμοποιημένες μορφές προκύπτουν άπό τόν άλλοτριωτικό χαρακτήρα τού τρόπου παραγωγής. Άπό μιά άποψη, ή ιδεολογία θά μπορούσε νά οριστεί ώς ή φανταστική άντίληψη τών σχέσεων τού άνθρώπου μέ τίς πραγματικές συνθήκες τής ύπαρξης του. Ή Θρησκεία συνιστά βασική συνιστώσα τού ιδεολογικού έποικοδομήματος τών κοινωνιών, άπό τήν προϊστορία μέχρι σήμερα, παρά τό θάνατο τών Θεών πού κήρυξαν ορισμένοι άστοί διανοούμενοι. Ειδικά ή κοινωνία τού ύστερου καπιταλισμού άναπαράγει καί πολλαπλασιάζει φενακισμένες μορφές δπως δ μυστικισμός, ή μαγεία, οί δεισιδαιμονίες καί ή Θρησκεία. Τό πρόβλημα τής Θρησκείας έχει συνεπώς τ ή Θέση του έδώ, δπου επιχειρούμε νά σκιαγραφήσουμε δρισμένες όψεις καί δρόμους τής διαλεκτικής. Πώς γεννιέται τό Θρησκευτικό φαινόμενο ; Ποιές είναι οί κοινωνικές καί οι γνωσιολογικές ρίζες του ; Πώς έκφράζονται οί άντινομίες τής πραγματικότητας στή Θρησκευτική συνείδηση ; Ποιός είναι δ γνωσιακός καί ποιός ό κοινωνικοπρακτικός ρόλος τής Θρησκείας ; Άκόμα : Ό άθεϊσμός ταυτίζεται μέ τόν υλισμό ; Ποιά ήταν ή θέση τής άστικής τάξης άπέναντι στή θρησκεία; Σ έ τί διαφέρει δ προλεταριακός άπό τόν άστικό άθέισμό; Πρόκειται γιά μερικά άπό τά ερωτήματα πού άφορούν τ ή μαρξιστική άντίληψη τού θρησκευτικού φαινομένου. 1. Ή άστικτη κριτική
τής
θρησκείας
Ή θρησκεία άποτέλεσε -καί άποτελεΐ, σέ σημαντικό βαθμό- τ ή λαϊκή κοσμοαντίληψη. Μέ τ ή γένεση τής φιλοσοφίας έμφανίστηκε •83
184
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
καί ή φιλοσοφική κριτική τής θρησκείας. Ό Ξενοφάνης, ό 'Ηράκλειτος, ό Δημόκριτος, οί Σοφιστές, ήταν άπό τούς πρώτους πού έπιχείρησαν νά κατανοήσουν τό θρησκευτικό φαινόμενο. "Οπως υπάρχουν άρχαΐες θρησκείες, ύπάρχει καί ό άρχαΐος αθεϊσμός : ένα ολιγάριθμο κίνημα διανοητών πού προέρχονταν κατά κανόνα άπό τήν κυρίαρχη τάξη. Ό άθεϊσμός, ώς εύρύτερο κίνημα πού συνδέεται, άλλά δέν ταυτίζεται, μέ τόν φιλοσοφικό ύλισμό, άναπτύχθηκε κυρίως ώς πνευματικό κίνημα τής άνερχόμενης άστικής τάξης. Ό ευρωπαϊκός Μεσαίωνας, όπως γράφει ό "Ενγκελς, σάρωσε τούς παλαιότερους πολιτισμούς καί μαζί τους τά έπιτεύγματα τής άρχαίας φιλοσοφίας. Ή θρησκεία έγινε τό υπερβατικό θεμέλιο τής κυρίαρχης, φεουδαρχικής ιδεολογίας. Αντίστοιχα, ό κλήρος ιδιοποιήθηκε τό μονοπώλιο τής παιδείας, πού ήταν βασικά θεολογική. Τό δίκαιο, ή πολιτική καί οί άλλες πνευματικές δραστηριότητες προσδιορίζονταν άπό τά κανονιστικά δόγματα τής θεολογίας. Τά χωρία τής Βίβλου είχαν ισχύ νόμου. Ή έκκλησία, έπίσης, πανίσχυρος φεουδάρχης, είχε τό προνόμιο τής πνευματικής ήγεμονίας, άρα τού καθαγιασμού τής ιδιοκτησίας καί τής έξουσίας τής έγκόσμιας φεουδαρχίας.1 Τό διεθνές κέντρο τής φεουδαρχίας ήταν ή Ρωμαϊκή Καθολική Έκκλησία. Άλλά μέ τήν άνάπτυξη τών πόλεων πρόβαλε στό ιστορικό προσκήνιο ό ιδεολογικός άντίπαλος τής θεολογίας : ή έπιστήμη. "Οπως γράφει πάλι ό "Ενγκελς, ή έπιστήμη έπαναστάτησε έναντίον τής θρησκείας, καί ή άστική τάξη, πού δέν μπορούσε νά ύπάρξει χωρίς τίς έπιστήμες, άναγκάστηκε νά συμμετάσχει στήν έξέγερση. Ή άστική τάξη άγωνίστηκε έναντίον τών άξιώσεων τής ρωμαϊκής έκκλησίας. Άλλά ή θρησκευτική ιδεολογία είχε στήν περίοδο αύτή τέτοια καθολικότητα, ώστε κάθε μάχη έναντίον τής φεουδαρχίας έπρεπε νά δοθεί στό πεδίο τής θρησκείας : νά πάρει θρησκευτική μορφή.* Τό μεγάλο κίνημα τής Μεταρρύθμισης είναι τό
1. Β λ . F. Engels, The Peasant War in Germany, στό Marx-Engels, On Religion, Moscow 1957. 2. Β λ . F. Engels, Socialism: Utopian and Scientific, στό Marx-Engels, On Religion, ο.π.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
ι»5
κλασικό παράδειγμα ταξικών άγώνων με θρησκευτική μορφή, άγώνων οπου ή τάξη που εκπροσωπεί τον « ορθό λόγο » δίνει τ ή μάχη της στό χώρο τής δεσπόζουσας άνορθολογικής ιδεολογίας. Στις άρχες τοΰ 16ου αιώνα, « ό λ α τά κοινωνικά καί πολιτικά επαναστατικά δόγματα ήταν κατ'άνάγκη, ταυτόχρονα, καί κυρίους, θεολογικές αιρέσεις » ( Έ ν γ κ ε λ ς ). Άλλά δέν ήταν μόνον ή Μεταρρύθμιση καί οί πρώτες δειλές διεκδικήσεις τής άστικής τάξης. Μέ τήν έξάπλωση τών θρησκευτικών πολέμων, ορισμένα τμήματα τών άστών καί τοΰ προλεταριάτου άρχισαν νά διατυπώνουν διεκδικήσεις ισότητας, πού ξεπερνούσαν τόν καθεαυτό ορίζοντα τής άστικής ιδεολογίας. Οί έξισωτικές αύτές διεκδικήσεις, πού είχαν πάλι θρησκευτική μορφή, έκφράστηκαν γιά πρώτη φορά στόν Πόλεμιο τών Χωρικών. Ό Τόμος Μύντσερ, πριν άπ'όλα θεολόγος, ζητοΰσε τήν άμεση άποκατάσταση τής βασιλείας τοΰ θεού, μέ τήν άποκατάσταση τής έκκλησίας στήν άρχική της κατάσταση. Μέ τόν όρο «βασιλεία τοΰ θ ε ο ύ » , ό Τόμας Μύντσερ εννοούσε μιά κοινωνία χωρίς ταξικές διαφορές ούτε άτομική ιδιοκτησία. " Ε τ σ ι , ένώ ό Λούθηρος εξέφρασε τά συμφέροντα τών μετριοπαθών άστών, άκόμα καί τών κατώτερων ευγενών, ό Τόμας Μύντσερ, όργανώνοντας τά έπαναστατικά στοιχεία τών πληβείων τών πόλεων καί τών χωρικών, διεκδίκησε μέ τήν έπαναστατική βία τά συμφέροντα τών τάξεων πού δυνάμει ήταν ήδη άντίπαλοι τής άστικής τάξης. 1 Άλλά ήταν άκόμα πολύ νωρίς. Ό άποκεφαλισμός τού Μύντσερ καί οί σφαγές τών έξεγερμένων πληβείων καί χωρικών μέ τίς εύλογίες τού Λούθηρου ήταν ή κατάληξη τοΰ πρώιμου αύτού λαϊκού κινήματος, όπου μέ τ ή γλώσσα τής θρησκείας τέθηκε γιά πρώτη φορά τό αίτημα τοΰ κομμουνισμού. Ή άνάπτυξη τής άστικής τάξης συνδέθηκε οργανικά μέ τήν άνάπτυξη τών έπιστημών, άρα μέ τήν άνάπτυξη τού «ορθού λόγου». Μετά τήν Αναγέννηση οί έπιστήμες άπελευθερώθηκαν κατ'άρχήν άπό τ ή δεσποτεία τής θεολογίας καί ή φιλοσοφία συγκροτήθηκε σέ 1. Β λ . F. Engels, The Peasant War in Germany, S.TZ. Τοΰ ÏStou, Anti-Diihring, Éd. Sociales. 1971.
ι187 ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
κλάδο ανεξάρτητο άπό τ ή θεολογία, με το έργο τών "Αγγλων εμπειριστών, τοΰ Καρτέσιου, και άλλων φιλοσόφων. Ό νέος, αστικός ορθολογισμός διαμορφώθηκε μέσα άπό τήν άντίθεση τού έμπειρισμοΰ και τής λογοκρατίας, ώς άρνηση τών ακραίων μορφών τους, καί, οριακά, ώς άρνηση τοϋ θρησκευτικού δόγματος. Ό άστικός ορθολογισμός περιελάμβανε ώς ουσιαστικές εκφράσεις του τόν άστικό άθέιίτμό καί τόν άστικό, προμαρξιστικό υλισμό. Ό υλισμός, έγραφε ό νεαρός Μάρξ στήν Άγια Οικογένεια, είναι τό φυσικό τέκνο τής Μεγάλης Βρετανίας. Ακόμα καί ό Σχολαστικός Ντάνς Σκότ έθετε τό έρώτημα : « Μπορεί ή ϋλη νά σκέφτεται ; » Ό νομιναλισμός ήταν, κατά τόν Μάρξ, ή κύρια συνιστώσα τοϋ άγγλικοϋ υλισμού καί γενικά ή πρώτη έκφραση τοϋ υλισμού. Είναι γνωστό ότι θεμελιωτής τού άγγλικού υλισμού καί τής πειραματικής μεθόδου ήταν ό Φράνσις Μπέηκον. Ό Χόμπς, κατά τόν Μάρξ, συστηματοποίησε τόν Μπέηκον, άλλά δέν έδωσε μιά άκριβέστερη άπόδειξη τοΰ βασικοΰ του άξιώματος, ότι δηλαδή ή γνώση καί οί ιδέες μας έχουν τήν πηγή τους στόν κόσμο τών αισθητηρίων. Ό Λόκ, στή συνέχεια, άπέδειξε τήν άρχή τοΰ Φράνσις Μπέηκον καί τοΰ Χόμπς στό δοκίμιο του γιά τήν προέλευση τής άνθρώπινης νόησης. 1 Ό άγγλικός έμπειρισμός ήταν καρπός τής άνάπτυξης τοΰ άγγλικοϋ καπιταλισμού, καί τών γενικότερων πολιτικών καί κοινωνικών συνθηκών τής Αγγλίας έκείνης τής περιόδου. [ Είναι χαρακτηριστικό ότι ό Μόρους γεννήθηκε τό 1480, καί ό Μπέηκον τό 1561. Μετά τους δυό μεγάλους ουτοπικούς, άκολουθούν ό Χόμπς ( 1 5 8 8 ) καί δ Λόκ ( 1 6 3 2 ) ] . Αλλά τήν ίδια έποχή, μέσα σέ παρόμοιες καί ταυτόχρονα διαφορετικές συνθήκες, άναπτύχθηκε τό υλιστικό ρεύμα στή Γαλλία. Άν ό άγγλικός υλισμός ταυτίζεται μέ τόν εμπειρισμό καί τόν άγνωστικισμό, ό γαλλικός κυριαρχείται άπό τήν τάση τού ορθολογισμού. Ό Γκασαντί ( 1 5 9 2 ) συνέβαλε, όπως γράφει δ Μάρξ, στήν παλινόρθωση τού υλισμού (καί τού άτομισμού) τού Επίκουρου. Μισό 1. Β λ . Κ. Marx, The Holy Familly, στο Marx-Engels, On Religion, o.r..
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>87
αιώνα αργότερα ό Πιέρ Μπάυλ ( 1647) « ό χ ι μόνο προετοίμασε τήν αποδοχή τοϋ υλισμού και τής φιλοσοφίας τού κοινού νοϋ στή Γαλλία, αποτινάσσοντας τ ή μεταφυσική με τό σκεπτικισμό του, άλλά καί έγινε κήρυκας τής άθειστικής κοινωνίας, πού επρόκειτο σύντομα νά ύπάρξει, αποδεικνύοντας ότι μιά κοινωνία πού θά άποτελεΐται μόνο άπό άθεους είναι δυνατή, ότι ένας άθεος μπορεί νά είναι άξιότιμος άνθρωπος καί ότι ό άνθρωπος υποβαθμίζεται όχι μέ τήν αθεΐα, άλλά μέ τίς δεισιδαιμονίες καί τήν ειδωλολατρία » . 1 Ή Γαλλία θά ζούσε άργότερα τήν έποχή « τ ώ ν φώτων». Ό Κοντιγιάκ ( 1 7 1 4 ) ήταν άπευθείας οπαδός τού Λόκ. Ό Έλβέτιος στηρίχτηκε έπίσης στόν Λόκ. Μέ τόν Λαμετρί, τόν "Ολμπαχ καί τόν Ντιντερό, ό υλισμός άπέκτησε τήν πιό όλοκληρωμένη μορφή του. Άλλά ό γαλλικός υλισμός ήταν διαφορετικός άπό τόν άγγλικό. Ή διαφορά αύτή, κατά τόν Μάρξ, οφείλεται στις διαφορές τών δύο έθνών. « Οί Γάλλοι μετέδωσαν στόν άγγλικό ύλισμό πνεύμα, σάρκα, αίμα καί εύγλωττία. Τοϋ έδωσαν τό ταμπεραμέντο καί τ ή χάρη πού τοϋ έλειπε. Τόν εκπολίτισαν » . * 'Εδώ θά μπορούσε νά προσθέσει κανείς : τόν άπάλλαξαν άπό τ ή μονομέρεια τοϋ έμπειρισμοϋ καί άπό τό σχετικισμό τοϋ άγνωστικισμού. Έ Αγγλία δέν ήταν μόνο ή πατρίδα τών τριών μεγάλων έμπειρικών. Σαράντα χρόνια μετά τόν Λόκ, στήν ίδια χώρα γεννήθηκε δ Ντέηβιντ Χιούμ ( l 7 1 l ) , ό πατέρας τού άγνωστικισμού. Τί είναι άγνωστικισμός, ή δ «ντροπαλός υ λ ι σ μ ό ς » ; — διερωτάται δ "Ενγκελς. Ή άγνωστικιστική άντίληψη γιά τ ή φύση είναι, κατά τόν συναγωνιστή τοϋ Μάρξ, δλοκληρωτικά υλιστική. Ό φυσικός κόσμος διέπεται άπό νόμους πού άποκλείουν οποιαδήποτε έξωτερική παρέμβαση. Άλλά ό άγνωστικισμός προσθέτει δτι δέν έχουμε τά μέσα γιά νά βεβαιώσουμε ή νά άπορρίψουμε τήν ύπαρξη κάποιου 'Ανώτατου "Οντος, πέρα άπό τό γνωστό σύμπαν. 3 Ό αγνωστικισμός ήταν προοδευτικό φαινόμενο γιά τόν 18ο αιώνα : υπέσκαπτε τ ή μεταφυ-
1. Κ. Marx, στο Ιδιο, σ. 6 3 . 2. Κ. Marx, στο ίδιο, σ. 6 6 . 3 . F. Engels, Socialism, Utopian and Scientific, O.K., σσ.
292-293.
ι88
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σική άντίληψη γιά τ ή φύση, καί οδηγούσε προς τον υλισμό καί τον αθεϊσμό. Άλλά οί ιδιομορφίες τής Γαλλίας δέν έδωσαν μόνο αίμα καί πνεύμα στόν άγγλικό υλισμό. Ό κ τ ώ χρόνια μετά τόν Χόμπς γεννήθηκε στή Γαλλία δ Ντεκάρτ, δ θεμελιωτής τού λογοκρατικού ρεύματος τής νεότερης φιλοσοφίας. Ό Ντεκάρτ, κατά τόν Μάρξ, χώρισε τ ή φυσική άπό τ ή μεταφυσική. Ή ύλη κινείται χωρίς θεϊκή έπέμβαση, σύμφωνα μέ τούς νόμους τής φύσης. ( Ά λ λ ά τήν άναγκαία ποσότητα κίνησης τήν είχε δώσει ό θεός. ) Αντίστοιχα ό Ν τ ε κάρτ συνέβαλε άποφασιστικά στό χωρισμό τής φιλοσοφίας άπό τ ή θεολογία. 'Ωστόσο ό Ντεκάρτ, πού θεωρούσε τά ζώα, άκόμα καί τόν άνθρωπο, μηχανές -σύμφωνα μέ τό μηχανιστικό-ύλιστικό πνεύμα τής έποχής-, δίδασκε δτι ή ψυχή είναι «ολοκληρωτικά χωριστή άπό τό σ ώ μ α » . Ή έλλογη ψυχή είναι δημιούργημα τοϋ θεού, ό όποιος τ ή συνδέει με τό σώμα. Ό κόσμος, ή κίνηση, ή αληθινή γνώση, προκύπτουν άπό ένα « τέλειο καί άπειρο όν » . 1 Ό δυϊσμός τοϋ Ντεκάρτ είναι χαρακτηριστικός τών ένδογενών άντιφάσεων τού άστικού ορθολογισμού, καί γενικότερα τής άστικής φιλοσοφίας : Άπό τ ή μιά πλευρά ή μηχανιστική άντίληψη γιά τ ή φύση, καί άπό τήν άλλη ή θεωρία τών έμφυτων ιδεών, τού χωρισμού, τής ψυχής άπό τό σώμα, τού θεού, χορηγού τής μηχανιστικής κίνησης καί δημιουργού τού σύμπαντος. Αντίστοιχα, ό άγγλικός έμπεφισμός δέν έδωσε μόνο τόν Λόκ. Μισό αιώνα μετά τόν Λόκ γεννήθηκε ό Μπέρκλεϋ, ό όποιος, μέ άφετηρία τό άξίωμα τού έμπειρισμού καταπολέμησε τίς άντιλήψεις γιά τήν ύπαρξη τής ύλης : τής μή σκεπτόμενης ουσίας. Κατά τόν Μπέρκλεϋ, τά πράγμιατα, οί πρωτεύουσες καί οί δευτερεύουσες ιδιότητες τους, δέν ύπάρχουν «παρά σέ κάποιο Πνεϋμα ή Νού ό όποιος τά αντιλαμβάνεται » . * Αργότερα ό Κάντ θά προσπαθούσε νά συμφιλιώσει τόν έμπειρισμό μέ τόν ορθολογισμό, καί « θ ά υποβίβαζε τήν έπιστήμη, γιά νά ανοίξει τό δρόμο πρός τήν π ί σ τ η » . Αντίστροφα, ό Χ έ γ κ ε λ « θ ά άνύψω1. Descartes, Discours de la Méthode, Gamier, σσ. 67-85. 2. Β λ . G. Berkeley, Principles of Human Knowledge, The Open Court Publ., 1950.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>189
νε τήν έπιστήμη, βεβαιώνοντας οτι ή γνώση είναι ή γνώση τοϋ θ ε ο ύ » . 1 Μέ τον Χέγκελ, ό αστικός ορθολογισμός έφτασε στο αποκορύφωμα του, έξαντλώντας ταυτόχρονα και τά λογικά του όρια: ή φύση υποβαθμίζεται σέ άλλοτριωμένο πνεύμα, ό θεός ταυτίζεται μέ τό άπόλυτο ΓΙνεΰμα, καί ή φιλοσοφία ξαναγίνεται, άπό μιά άποψη, θεολογία. Κατά τόν Μάρξ, ή Φαινομενολογία τοϋ Πνεύματος, «αύτό τό καταλυτικό έργο, κατέληξε στήν πιό συντηρητική φιλοσοφία, επειδή φαντάζεται ότι ξεμπέρδεψε μέ τόν αντικειμενικό κόσμο, τόν κόσμο της αισθητής πραγματικότητας, άπό τ ή στιγμή πού τόν μεταμόρφωσε σέ " άντικείμενο τής νόησης " , σέ άπλό προσδιορισμό της αυτοσυνείδησης, καί ότι μπορεί συνεπώς νά διαλύσει έπίσης στόν " αιθέρα τής καθαρής νόησης " τόν άντίπαλο πού έγινε έπίσης αιθέριος » . * Άλλά ή άντίφαση τοϋ έγελιανού συστήματος ήταν τό άποκορύφωμα τών άντιφάσεων τοϋ άστικοϋ ορθολογισμού, πού ήταν γενικά ορθολογισμός καί υλισμός υποθηκευμένος στήν πνευματοκρατία.
'2. Ή ασυνέπεια
της άστικής
ιδεολογίας
Ό άστικός υλισμός καί ό άθέισμός είναι έσωτερικά άντιφατικοί : στό έπίπεδο της φιλοσοφίας τής φύσης έμειναν συχνά δέσμιοι τής μηχανιστικής άντίληψης, καθώς καί κάποιας μορφής θέισμοϋ· στό έπίπεδο τής άνθρωπολογίας, ειτε δέν μπόρεσαν νά ξεπεράσουν τ ή μηχανιστική άντίληψη ειτε άπλώς έμειναν υποτελείς τού ιδεαλισμού. Ή άστική φιλοσοφία, γενικότερα, παρά τά έπαναστατικά καί υλιστικά της έπιτεύγματα, ήταν σχεδόν πάντα υποθηκευμένη, καί έτεινε πρός τόν ιδεαλισμό. Ή ιστορική της άντιφατικότητα στό έπίπεδο τής θεωρίας συμβάδιζε μέ τήν ιστορική της άσυνέπεια στό κοινωνικοπρακτικό έπίπεδο. Τά κινήματα τοϋ Λούθηρου καί τού Καλβίνου, π.χ., ήταν άπό τά πρώτα κινήματα τής άστικής τάξης μέ θρησκευτική μορφή. ΆλI. Β λ . Lénine, Cahiers Philosophiques, Éd. Sociales, 1 9 5 5 , a . •i. K. Marx, La Sainte Famille, Éd. Sociales, 1969, a . 2 2 6 .
142.
ao191 ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
λά ό Λούθηρος δέν ευλόγησε μόνο τ ή σφαγή τών έξεγερμένων πληβείων καί χωρικών. "Οπως γράφει ό Μάρξ, ό Λούθηρος «έξουδετέρωσε τ ή δουλεία άπό ευλάβεια, άντικαθιστώντας τ η μέ τ ή δουλεία άπό πεποίθηση. Τσάκισε τήν πίστη στήν έξουσία, άποκαθιστώντας τήν έξουσία τής π ί σ τ η ς . . . 'Απελευθέρωσε τόν άνθρωπο άπό τήν έξωτερική θρησκευτικότητα κάνοντας τ ή θρησκευτικότητα συνείδηση του άνθρώπου » . 1 Αντίστοιχα, τό καλβινικό δόγμα τοΰ προκαθορισμού -έκφραση τοΰ γεγονότος ότι στόν άνταγωνιστικό κόσμο τοΰ έμπορίου ό άνθρωπος βρίσκεται « σ τ ό έλεος άγνωστων άνώτερων οικονομικών δυνάμεων » ( Έ ν γ κ ε λ ς ) - καί ό άντίστοιχος ιστορικός φαταλισμός, στήριξαν τήν άνελέητη δικτατορία τοΰ Καλβίνου καί τήν έχθρότητά του στήν άνερχόμενη έπιστήμη. ( Είναι γνωστό ότι ό Καλβίνος « σ ι γ ό ψ η σ ε » ζωντανό τόν Μιχαήλ Σερβέ τό 1553, στήν περίοδο πού ήταν έτοιμος νά άνακαλύψει τήν κυκλοφορία τοΰ αίματος. ) Παρά τίς έπαναστατικές έξάρσεις της, ή άστική τάξη έγκατέλειψε σύντομα, λιγότερο ή περισσότερο, τόν υλισμό καί τόν άθέισμό της. "Οπως παλαιότερα ό Σωκράτης, ό Πλάτων ή ό Αλκιβιάδης, έτσι καί τώρα οί άστοί μπορεί νά ήταν έναντίον τής λαϊκής θρησκείας. 'Ιδιωτικά μπορεί νά ήταν άθεοι. 'Ωστόσο τώρα είχαν άνάγκη τ ή θρησκεία γιά νά κρατούν υποταγμένο τό λαό. Ό Μάρξ γράφει χαρακτηριστικά : « Στόν δέκατο όγδοο αιώνα, ή γαλλική άριστοκρατία λ έ ε ι : Γιά μας ό Βολταφος. Γιά τό λαό ή λειτουργία καί ή δεκάτη. Στόν δέκατο ένατο αιώνα ή άγγλική άριστοκρατία λέει : Γιά μάς, οί εύλαβικές φράσεις. Γιά τό λαό, ή χριστιανική πρακτική. Ό κλασικός άγιος τής Χριστιανοσύνης θανάτωνε τό σώμα του, γιά τ ή σωτηρία τής ψυχής τών μαζών. Ό σύγχρονος μορφωμένος άγιος θανατώνει τά σώματα τών μαζών, γιά τ ή σωτηρία τής δικής του ψυχής » . * Μέ τήν άλλαγή τών κοινωνικών συνθηκών, άλλάζουν καί οί σχέ1. Κ. Mara, Κριτική της έγελιανης φιλοσοφίας του Κράτονς xai τού Διχαίου, εκδ. « Παπαζήσης » , σ. 25. 2. Κ. Mara, Anii-Church Movement, στο Marx-Engels, On Religion, ο.π., σ. 127.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>192
σεις της άστικής τάξης και τής άριστοκρατίας με τ ή θρησκεία. Τώρα οί νέες κυρίαρχες τάξεις έχουν άνάγκη άπό τ ή θρησκεία. Ό Μάρξ άποκαλεΐ τήν έκκλησία «δίδυμη άδελφή » τής άγγλικής ολιγαρχίας. Ε π ί σ η ς μιλάει γιά συνωμοσία τής έκκλησίας μέ το μονοπωλιακά κεφάλαιο καί γιά θρησκευτικές ποινές έναντίον τών κατώτερων τάξεων, « γιά νά είναι ήσυχες οί συνειδήσεις τών προνομιούχων τάξεων » . 1 Ή άνάπτυξη τοϋ έργατικού κινήματος καί ή έξάπλωση τών σοσιαλιστικών ιδεών φανέρωσαν τά ιστορικά δρια τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Οί άστοί έγκαταλείπουν τώρα τήν έπικίνδυνη έλευθεροφροσύνη, καί γίνονται συντηρητικοί. "Οπως γράφει δ "Ενγκελς στον Επιστημονικό και Ουτοπικό Σοσιαλισμό, όσοι χλεύαζαν τή θρησκεία, άρχισαν νά μιλούν μέ σεβασμό γιά τήν έκκλησία. « Ή θρησκεία πρέπει νά διατηρηθεί γιά τό λαό » . Τό άτύχημά τους, προσθέτει ό "Ενγκελς, είναι δτι τό άνακάλυψαν μόνο άφού είχαν κάνει δ,τι ηταν άνθρώπινα δυνατό γιά νά καταστρέψουν τ ή θρησκεία. Βαθμιαϊά ή άστική τάξη, φιλελεύθερη, ορθολογική, άντίπαλη τής θρησκείας, έπιστρέφει στις προεπιστημονικές, θρησκευτικές άντιλήψεις, καί στηρίζεται στήν κρατική ή μή θρησκεία γιά νά άντιμετωπίσει τό άνερχόμενο έργατικό κίνημα. 'Αντίστοιχα, οί έκκλησίες εύλαγοϋν τήν ιδιοκτησία καί τά δπλα τών άστών, δπως εύλόγησαν τ ή φεουδαρχική ιδιοκτησία καί τούς πολέμους καί δπως άνέχτηκαν τ ή δουλοκτησία στή ρωμαϊκή άρχαιότητα καί στό Βυζάντιο. Ή άστική τάξη συνέδεσε τό όνομα καί τήν ύπαρξή της μέ τήν άνάπτυξη τών έπιστημών. 'Ωστόσο, στή φάση τής άντιδραστικοποίησής της, συμμάχησε μέ τήν έκκλησία έναντίον τών «άνατρεπ τ ι κ ώ ν » ιδεών τοϋ Δαρβίνου, π.χ., ή τών κοινωνικών έπιστημών. « Στό χώρο τής πολιτικής οικονομίας » , γράφει δ Μάρξ, « ή ελεύθερη επιστημονική ερευνά συναντά πολύ περισσότερους έχθρούς άπ' ό,τι στά άλλα πεδία έρευνας. Ή ιδιαίτερη φύση τοϋ άντικειμένου της ξεσηκώνει έναντίον της καί φέρνει στό πεδίο τής μάχης τά πιό έντονα, τά πιό μικρόψυχα καί τά πιό μισητά πάθη τής άνθρώπινης ψυχής, όλες τίς παραφορές τοϋ ιδιωτικού συμφέροντος. Ή Ανώτε1. Κ. Mara, στο tSto, σσ.
126-127.
ι192
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ρη Ε κ κ λ η σ ί α της 'Αγγλίας, π.χ., θά συγχωρήσει πολύ πιο εύκολα μιά προσβολή έναντίον τών τριανταοκτώ άπο τά τριανταεννέα άρθρα πίστεως, παρά έναντίον τοϋ τριακοστού ένάτου, πού άφορα τά είσοδήματά της. Συγκρινόμενος μέ τήν κριτική τής παλαιάς ιδιοκτησίας, ό Γδιος ό αθεϊσμός είναι σήμερα μιά culpa levis». 1 Μετά τόν άρχαϊο άθεϊσμό καί τούς άθεους τού Μεσαίωνα, ή νέα μορφή άθεϊσμού ήταν ό άστικός άθεϊσμός. Οί άθεοι άστοί ήταν άπλώς άθεοι, έλεύθεροι στοχαστές, έλευθερόφρονες, σκεπτικιστές, άγνωστικιστές, εχθροί τής θρησκείας στό όνομα τής έπιστήμης, κλπ. Γιά τούς άθεους αύτής τής περιόδου ή θρησκεία ήταν πλάνη, άρνηση τού ορθού λόγου, άμάθεια, παραλογισμός, κλπ. Αύτό εξηγεί καί τ ή φανατική τους πίστη στήν έπιστήμη καί τόν άντίστοιχο άντιθρησκευτικό φανατισμό τους. Αλλά αύτού τού είδους ό άθέισμός ειχε τά ιστορικά του όρια. Δέσμιος τού άστικού ορθολογισμού, άπολυτοποίησε τήν άντίθεση έπιστήμης-πίστης καί φανταζόταν ότι ή άνθρωπότητα θά άπαλλαγεΐ άπό τ ή θρησκευτική πλάνη άπλώς καί μόνο μέ τήν άνάπτυξη τής έπιστήμης. Αλλά ή θέση αύτή άποδεικνύει τήν άδυναμία τοϋ άστικού άθεϊσμού νά κατανοήσει τίς γνωσιολογικές καί τίς κοινωνικές ρίζες τού θρησκευτικού φαινομένου καί νά ολοκληρωθεί σέ συνεπή υλισμό, σέ δ,τι άφορά τόσο τ ή φύση όσο καί τήν ερμηνεία τών κοινωνικών φαινομένων. Γ ι ' α ύ τ ό συχνά οί άστοί άθεοι ήταν πολιτικά προοδευτικοί, άλλά καί συχνά πολιτικά άντιδραστικοί. Ή παιδεία καί ή άριστοκρατική τους νοοτροπία τούς έδινε τ ή δυνατότητα νά ξεπεράσουν τήν απλοϊκή άντίληψη τής λαϊκής θρησκείας. Όστόσο, μαζί μέ τ ή θρησκεία περιφρονούσαν συχνά καί τό φορέα της : τό λαό, καί ήταν άντίθετοι στήν πνευματική, στήν πολιτική καί στήν οικονομική του χειραφέτηση. Συμπερασματικά : Ούτε ό άστικός ύλισμός ούτε ό άστικός άθεϊσμός μπόρεσαν νά κατανοήσουν τό θρησκευτικό φαινόμενο. Καί οί δύο χαρακτηρίζονται άπό τίς μονομέρειες τής μηχανιστικής σκέψης. Καί οί δύο ύποχωροΰν μέ τήν άντιδραστικοποίηση τής άστικής τά1. Κ. Mara, Le Capital, Éd. Sociales, 1975, 1, er. 20.
>194
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
ξης, πού μπροστά στήν άνοδο τοϋ έργατικοϋ κινήματος είχε πλέον άνάγκη άπό τά όπλα τής θρησκείας. 3. Κριτική
τοΰ αφηρημένου ανθρωπισμού τοϋ
Φόυερμπαχ
Ό Μάρξ κατανόησε τήν άνάγκη νά έρμηνευθεΐ τό θρησκευτικό φαινόμενο που σημαίνει: ΐ ) Νά μήν άπορρίπτεται μέ περιφρόνηση σάν πλάνη. 2) Νά θεωρηθεί φαινόμενο που χαρακτηρίζει μιά ιστορική φάση τών άνθρώπινων κοινωνιών. 3) Νά προσδιοριστούν οί γνωσιολογικές και κοινωνικές προϋποθέσεις του, καί οι όροι γιά τήν έξαφάνισή του. Άλλά ή κατανόηση τοϋ θρησκευτικού φαινομένου προϋποθέτει μιά ϋλιστική-διαλεκτική άντίληψη τών άνθρώπινων κοινωνιών, ένώ ταυτόχρονα άποτελεϊ συστατικό στοιχείο τής μαρξιστικής άνθρωπολογίας καί γνωσιοθεωρίας. Ό Μάρξ άνακάλυψε τήν υλιστική άντίληψη της φύσης στό έργο τοϋ Φόυερμπαχ. Στό Γδιο έργο βρήκε καί μιά μορφή άνθρωπολογίας πού θέλει νά είναι υλιστική καί άθεη, άλλά δέν τό κατορθώνει, έπειδή στηρίζεται στόν έποπτικό-θεωρησιακό υλισμό. " Ε τ σ ι , ή μαρξιστική κριτική τοϋ υλισμού τού Φόυερμπαχ ήταν ταυτόχρονα κριτική τής άνθρωπολογίας του καί τού άφηρημένου άθεϊσμού του. Ό Φόυερμπαχ έπιχείρησε νά διαμορφώσει μιά υλιστική άνθρωπολογία, τής οποίας στοιχείο θά ήταν ή ερμηνεία τής δημιουργίας τής έννοιας τοϋ θεού άπό τόν άνθρωπο. Άλλά πώς ορίζει τήν ιδιαιτερότητα τού άνθρώπινου όντος ό Φόυερμπαχ; « Ή ούσιαστική διαφορά», γράφει, «πού διακρίνει τόν άνθρωπο άπό τό ζώο, είναι ή συνείδηση » . Ή διαφορά μέ τήν άντίληψη τοϋ Μάρξ είναι διαμετρική : « Ή πρώτη ιστορική πράξη αύτών τών άτόμων, μέ τήν οποία διακρίνονται άπό τά ζώα, δέν είναι τό ότι σκέφτονται, άλλά τό ότι παράγουν τά μεσα γιά τήν υπαρξή τους». 1 Άπό τήν άνθρώπινη συνείδηση ό Φόυερμπαχ καταλήγει στή συνείδηση τού θεοϋ. Έ π ε ι δ ή ή συνείδηση, μέ τήν αύστηρή έννοια, καί ή συνείδηση τοϋ άπειρου, είναι άξεχώριστες. « Μιά περιορισμένη συν1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales, Paris 1 9 7 1 , σ. 4 5 .
194
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΛΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
είδηση», γράφει, «δέν είναι συνείδηση. Ή συνείδηση είναι άπό τήν ουσία της καθολική καί άπειρη. " Ε τ σ ι ό άνθρωπος συλλαμβάνει τήν έννοια τοΰ άπόλυτου δντος, τοΰ Θεοΰ, που είναι ή ίδια ή δικιά του ουσία » . Ή συνείδηση είναι, κατά τον Φόυερμπαχ, τό χαρακτηριστικό σημάδι ένός τέλειου όντος. 'Αλλά άν τό αίσθημα είναι τό ουσιαστικό όργανο τής Θρησκείας, τότε ή ουσία τοΰ Θεοΰ δέν έκφράζει άλλο άπό τήν ουσία τοΰ αισθήματος. Τό αίσθημα είναι ό,τι πιό ευγενικό υπάρχει, δηλαδή τό Θείο μέσα στόν άνθρωπο. Ό Φόυερμπαχ έπιχειρεΐ μ'αυτό τόν τρόπο νά άπόιεροποιήσει τόν θ ε ό , άλλά στήν προσπάθειά του μυστικοποιεϊ καί τ ή συνείδηση καί τό αίσθημα: « Ό Θεός είναι τό καθαρό αίσθημα, τό άπεριόριστο καί ελεύθερο». Κάθε άλλος θεός θά ήταν ένας θεός πού θά επιβαλλόταν άπ' έξω στό αίσθημα. Τό αίσθημα είναι « ή πιό έσωτερική δύναμη τοΰ άνθρωπου » · ό θεός του. Ό θεός, κατά τόν Φόυερμπαχ, είναι δημιούργημα τής νόησης, καί έξαρτάται άπό τ ή νόηση, άρα άπό τόν άνθρωπο. "Οσο άξίζει ό άνθρωπος, τόσο άξίζει καί ό θεός του. Ή συνείδηση τοΰ θεοΰ είναι ή αυτοσυνείδηση τοΰ άνθρωπου. Ή γνώση τοΰ θεοΰ είναι ή αυτογνωσία τοΰ άνθρώπου. " Ε τ σ ι οί σχέσεις άνθρώπου-θεοΰ άντιστρέφονται: Ό θεός είναι τό έσωτερικό τοΰ άνθρώπου πού άποκαλύπτεται. Ή θρησκεία, άντίστοιχα, είναι ή έπίσημη άποκάλυψη τών κρυμμένων θησαυρών τοΰ άνθρώπου. Είναι, συνεπώς, ή σχέση τοΰ άνθρώπου μέ τόν έαυτό του, άλλά μιά σχέση μέ τό είναι του, που έμφανίζεται σάν ένα όν άλλο άπ'αυτόν τόν Γδιο. Μέ τήν άναστροφή τής σχέσης θεοΰ-άνθρώπου, ό θεός έμφανίζεται συνεπώς σάν τό άντικειμενσποιημένο είναι τοΰ άνθρώπου. Γ ι ' αύτό όλοι οί προσδιορισμοί τοΰ θείου είναι προσδιορισμοί τοΰ άνθρώπινου όντος. Ή ουσία τής θρησκείας είναι, συνεπώς, ή ουσία τοΰ άνθρώπου: « Δ έ ν υπάρχει τίποτα στήν ουσία καί στή συνείδηση τής θρησκείας πού νά μήν υπάρχει, γενικά, στήν ούσία καί στή συνείδηση τού άνθρώπου γιά τόν έαυτό του καί τόν κόσμο». 'Αλλά τί είναι ή ούσία τού άνθρώπου ; Είναι -γράφει ό Φόυερμπαχ— ένα άπειρο πλήθος διαφορετικών κατηγορημάτων, άρα ένα άπειρο πλήθος διαφορετικών άτόμων. 'Αντίστοιχα, τά κατηγορήματα τοΰ θεού —πρό-
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>195
σωπο, αγαθός, δίκαιος...- είναι εικόνες ή παραστάσεις τοϋ άνθρώπου γιά τόν θεό. " Ε τ σ ι , γιά νά πλουτίσει τόν θεό, ό άνθρωπος φτωχαίνει τόν εαυτό του. « Γ ι ά νά είναι ό θεός τό πάν, δ άνθρωπος πρέπει νά μήν είναι τίποτα». Τό πάν διατηρείται γιά τόν θεό. Ό άνθρωπος άποθέτει την ουσία του στόν θεό. Βεβαιώνει στόν θ ε ό αυτό που άρνειται άπό τόν εαυτό του. Κατά τ ή διαμόρφωση τής θρησκείας έχουμε συνεπώς ένα είδος άντικειμενοποίησης, ή άλλοτρίωσης τής ουσίας τοϋ άνθρώπου : « Ό άνθρωπος - κ α ί έκεϊ βρίσκεται τό μυστήριο τής θρησκείας- άντικειμενοποιεΐ τήν ουσία του, κατόπιν αύτοσυνιστάται σέ άντικείμενο αυτού τού άντικειμενοποιημένου όντος, πού έχει μετασχηματιστεί σέ ύποκείμενο καί πρόσωπο. Ό άνθρωπος διανοείται αύτό τό όν, είναι τό άντικείμενο του, άλλά ώς άντικείμενο ένός άντικειμένου, ένός όντος άλλου άπό αυτόν τόν ιδιο... Ό άνθρωπος είναι άντικείμενο τού Θεού». Ό Θεός είναι ή ουσία τού άνθρώπου πού εξάγεται καί άφαιρεΐται άπό τόν άνθρωπο. 'Αντίστοιχα, ή φιλοσοφία τού μέλλοντος θά έχει, κατά τόν Φόυερμπαχ, γιά έργο τήν άνθρωποποίηση τού θεού — τό μετασχηματισμό της θεολογίας σέ άνθρωπολογία.1 Αλλά τί σημαίνει « άνθρωπος » ; Καί ποιοί είναι οί προσδιορισμοί τού άνθρώπου; Καί ποιά ή ουσία του; Καί μέσα άπό ποιες άφαιρέσεις ό άνθρωπος οδηγείται στήν έννοια τού Θεού ; Καί τί σημαίνει άνθρωποποίηση τοϋ θεού καί άνάκτηση της ούσίας τοϋ άνθρώπου; "Οπως γράφει ό Μάρξ, δταν ό Φόυερμπαχ μιλάει γιά τ ή φύση, είναι ύλιστής. "Οταν περνάει στήν ιστορία, είναι ιδεαλιστής. Στά έρωτήματα αυτά θά απαντούσε ό Μάρξ. Αλλά χρειαζόταν, πριν άπ'αύτό, ή κριτική υπέρβαση της θεωρησιακής-άφηρημένης άνθρωπολογίας τού δασκάλου του. Ό υλισμός τοϋ Φόυερμπαχ είναι εποπτικός. Βλέπει τόν κόσμο, κατά τόν Μάρξ, σάν αντικείμενο ή έποπτεία, « άλλά όχι σάν αισθητή άνθρώπινη δραστηριότητα, σαν πραχτιχή, μέ τρόπο υποκειμενικό » . * 1. Β λ . L. Feuerbach, Manifestes Philosophiques (trad. L. Althusser), P.U.F., 1960, σσ. 5 7 - 1 3 1 . 2. Κ. Mar* - F. Engels, L'Idéologie Allemande, O.K., 4 η θ έ σ η .
ι196
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Άλλά αν ό εποπτικός υλισμός αδυνατεί νά συλλάβει τήν ενδογενή δυναμική τής φύσης, δέν μπορεί, κατά μείζονα λόγο, νά συλλάβει ύλιστικά τό κοινωνικό-άνθρώπινο γίγνεσθαι. Ό Φόυερμπαχ θέλησε νά άπόιεροποιήσει τόν θ ε ό : νά άναγάγει τόν κόσμο τής θρησκείας στήν έγκόσμια βάση του. Νά διαλύσει τό διπλασιασμό τού κόσμου σέ κόσμο τής θρησκείας καί σέ έγκόσμια ύπαρξη. Άλλά πώς μπορεί νά εξηγηθεί αύτός δ διπλασιασμός ; « Τό γεγονός » , γράφει ό Μάρξ, « ό τ ι ή έγκόσμια βάση άποσπάται άπό τόν έαυτό της γιά νά συσταθεί στά σύννεφα σέ αύτόνομο βασίλειο, δέν μπορεί νά έρμηνευθεϊ παρά μόνο άπό τήν ένδογενή διάσπαση καί τήν έσωτερική άντίφαση αυτής τής έγκόσμιας βάσης. Πρέπει λοιπόν νά κατανοήσουμε αύτή τ ή βάση στήν άντιφατικότητά της, καί ταυτόχρονα νά τήν έπαναστατικοποιήσουμε πρακτικά. ν Ε τ σ ι , άπό τ ή στιγμή πού άνακαλύψαμε, π.χ., ότι ή γήινη οικογένεια είναι τό μυστικό τής άγιας οικογένειας, τότε θά πρέπει νά άναλύσουμε κριτικά τήν πρώτ η καί νά τήν έπαναστατικοποιήσουμε πρακτικά » . 1 Ό Μάρξ συνεπώς άναζήτησε τήν έρμηνεία τού ιδεολογικού φαινομένου, καί ειδικότερα τού θρησκευτικού, όχι σέ κάποια άπροσδιόριστη ουσία τού άνθρώπου, άλλά στις ένδογενεΐς άντιθέσεις τής επίγειας οικογένειας : τής άνθρώπινης κοινωνίας. Μέσα άπό τό σύνολο τών κοινωνικών προσδιορισμών ό Μάρξ έπιχείρησε έπίσης νά άναδείξει τήν άνθρώπινη « ούσία » , πού δέν άντιστοιχεϊ σέ κάποια έξωιστορική κατηγορία, δέν είναι κάποια άφαίρεση ένδογενής στό ξεχωριστό άτομο, άλλά « τό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων » . i Κάνοντας άφαίρεση τού ιστορικού γίγνεσθαι, ό Φόυερμπαχ « αντιμετωπίζει τό θρησκευτικό συναίσθημα ώς αύθύπαρκτη πραγματικότητα, πού προϋποθέτει ένα άφηρημένο, απομονωμένο άνθρώπινο άτομο». 3 Άλλά ή ούσία τοϋ θρησκευτικού φαινομένου δέν βρίσκεται στό ξεχωριστό άτομο, έπειδή ή θρησκεία είναι κοινωνικό προϊόν. Γ Γ α ύ τ ό τό λόγο « ό Φόυερμπαχ δέν βλέπει ότι τό "θρησκευτικό συναίσθη-
1. Στό ίδιο, 4 η θ έ σ η . 2. Στό ίδιο, 6 η θ έ σ η . 3 . Στό ίδιο, 6 η θ έ σ η .
>198
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
μ α " είναι κοινωνικό προϊόν και οτι το άφηρημένο άτομο που άναλύει, άνήκει σέ μιά καθορισμένη κοινωνική μορφή». 1 Ή μαρξιστική άντίληψη γιά τ ή θρησκεία προϋποθέτει τ ή μαρξιστική θεωρία τής γνώσης καί τ ή μαρξιστική κοινωνιολογία, ένώ ταυτόχρονα άποτελεϊ συστατικό στοιχείο τους. " Ε τ σ ι τό πρόβλημα τής θρησκείας συναρτάται οργανικά μέ τό πρόβλημα τοϋ σοσιαλισμού. "Ηδη στήν Κριτική τής Έγελιανης Φιλοσοφίας τοϋ Δικαίου ( 1 8 4 3 ) ό Μάρξ έγραφε ότι « ή κριτική τής θρησκείας οδηγεί στή διδαχή ότι ό άνθρωπος είναι το υπέρτατο δν γιά τόν άνθρωπο, δηλαδή στήν κατηγορική επιταγή τής άνατροπής όλων τών σχέσεων που κάνουν τόν άνθρωπο ένα δν ταπεινωμένο, υποδουλωμένο, έγκαταλελειμμένο, περιφρονημένο».' Ή γλώσσα τοϋ Μάρξ είναι άκόμα έδώ ή γλώσσα τής θεωρησιακής φιλοσοφίας. 'Ωστόσο, σέ άντίθεση μέ τους θεωρησιακους φιλοσόφους, ό Μάρξ θέτει τό αίτημα τής « άνατροπής » τών όρων τής κοινωνικής ( καί τής θρησκευτικής ) άλλοτρίωσης. Τόν έπόμενο χρόνο θά συνέδεε άμεσα τό σοσιαλισμό μέ τήν υπέρβαση τής θρησκευτικής κοσμοαντίληψης : « Ό κομμουνισμός άρχίζει άμεσα ( "Οουεν ) μέ τόν άθεϊσμό. Ό άθέισμός στό ξεκίνημά του βρίσκεται μακριά άπό τόν κομμουνισμό, τό ίδιο όπως αυτός ό αθεϊσμός είναι άκόμα μάλλον μιά άφαίρεση. Ή φιλανθρωπία τοϋ άθέισμοϋ δέν είναι λοιπόν άρχικά παρά μιά άφηρημένη φιλοσοφική άνθρωπολογία, ενώ ή φιλανθρωπία τού κομμουνισμού είναι άμεσα πραγματική, στραμμένη πρός τ ή δράση». 3 Ή γλώσσα τοϋ Μάρξ είναι καί πάλι θεωρησιακή, άλλά τό κοινωνικό περιεχόμενο είναι σαφές. Στά επόμενα έργα, καί προπαντός στό Κεφάλαιο, ό Μάρξ θά ξεπερνούσε ριζικά τ ή γλώσσα, τ ή συλλογιστική καί τά φιλοσοφικά θεμέλια τής θεωρησιακής άντιμετώπισης τών κοινωνικών φαινομένων. Ή μέθοδος μου, γράφει στό Κεφάλαιο, δέν έχει ώς άφετηρία τόν άνθρωπο, άλλά τήν οικονομικά δεδομένη κοινωνική περίοδο. Ό μαρξικός άνθρωπισμός είναι συγκε-
1. Στό
ίδιο, 7 η θ έ σ η .
2 . Κ. Mam, Κριτική
της έγελιανης
φιλοσοφίας...,
O.K., α. 2 5 .
3 . Κ. M a n , Manuscrits de 1844, Éd. Sociales, 1 9 6 2 , σ. 8 8 .
ΔΡΟΜΟΙΤΗΣΛΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
198
κριμένος, δηλαδή ταξικός ανθρωπισμός. "Οπως γράφει ό Άλτουσέρ, ένας τέτοιος ανθρωπισμός είναι « προλεταριακός άνθρωπισμός » , έπειδή προϋποθέτει τό τέλος τής έκμετάλλευσης άνθρώπου άπό άνθρωπο, δηλαδή τό τέλος τής ταξικής έκμετάλλευσης. 'Αντίστοιχα, άπελευθέρωση τοΰ άνθρώπου σημαίνει άπελευθέρωση τής εργατικής τάξης.'
(
f
^
_
Τό θρησκευτικό φαινόμενο ερευνάται άπό τόν Μάρξ μέ βάση τό σύνολο τών κοινωνικών καί γνωσιοθεωρητικών προσδιορισμών του στό πλαίσιο τής μαρξικής άνθρωπολογίας, μιας άνθρωπολογίας που δέν άποβλέπει μόνο στήν κατανόηση τοΰ άνθρώπου ώς κοινωνικού όντος, άλλά καί στόν προσδιορισμό τών άντικειμενικών όρων γιά τήν υπέρβαση τών ταξικών άλλοτριώσεων.
4. Ή μαρξιστική
κριτική
της
θρησκείας
Ό άστικός ορθολογισμός ταύτιζε τ ή θρησκεία με τήν πλάνη. Ό Μάρξ ξεπέρασε , αύτό τό απλοϊκό σχήμα. 'Επίσης ό Μάρξ δέν ταύτιζε τ ή θρησκεία στήν κεφαλαιοκρατική περίοδο μέ τήν άστική ιδεολογία. Κ ι αύτό, όχι μόνο έπειδή υπάρχει καί άθεη, όπως καί θρησκευόμενη άστική ιδεολογία, άλλά κυρίως έπειδή τό καθεστώς τής άστικής ιδεολογίας δέν προσδιορίζεται άπό τ ή σχέση της μέ τ ή θρησκεία, άλλά άπό τ ή συνολική της άντίληψη γιά τόν άνθρωπο, ώς άνθρωπο αστό. - 'Αντίστοιχα ό Μάρξ δέν ταύτισε τ ή σοσιαλιστική ιδεολογία μέ κάποια μορφή άθέισμού. Ή σοσιαλιστική ιδεολογία είναι μιά συνολ ι κ ή κοσμοαντίληψη, άπό τήν άποψη τής εργατικής τάξης. Ή μαρξιστική κριτική τής θρησκείας ώς κοινωνικού φαινομένου γίνεται συνεπώς σέ συνάρτηση με τήν κατάσταση τοΰ άνθρώπου στις ταξικές κοινωνίες, καί στό γενικό πλαίσιο τής σοσιαλιστικής προοπτικής. 'Γλισμός, κριτική τής θρησκείας καί'σοσιαλιστική προοπτική συνδέονται μέ τρόπο ένδογενή στό έργο τού Μάρξ. Ό Μάρξ άναζήτησε ήδη στήν ιστορία τού προδιαλεκτικού ύλι1. L. Alttusser, Pour Marx, Maspero, 1966, ο. 227.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>199
σμού τις πρώτες συσχετίσεις ανάμεσα στον υλισμό καί το σοσιαλισμό. "Οπως ό καρτεσιανός υλισμός, γράφει, συγχωνεύεται με τίς φυσικές επιστήμες, έτσι ό άλλος κλάδος τού γαλλικού υλισμού οδηγεί άπευθείας στό σοσιαλισμό. 1 'Αντίστοιχα ό "Οουεν προχώρησε άπό τό σύστημα τού Μπένθαμ πρός τόν άγγλικό κομμουνισμό. Καί όπως ό "Οουεν, έτσι καί οί επιστημονικότεροι Γάλλοι κομμουνιστές, Dezamy, Gay καί άλλοι, ανέπτυξαν τήν υλιστική διδασκαλία σάν τ ή διδασκαλία τού πραγματικού άνθρωπισμού καί σάν τ ή λογική βάση τοϋ κομμουνισμού.* Κριτική τής θρησκείας καί κριτική τής έγκόσμιας βάσης της είναι δύο διαδικασίες πού συνδέονται άρρηκτα στό έργο τοϋ Μάρξ. « Ή κριτική τοϋ ουρανού μετατρέπεται σέ κριτική τής γης, ή κριτική τής θρησκείας σε κριτική τοϋ δικαίου, ή κριτική τής θεολογίας σε κριτική τής πολιτικής», λυτά τά εγραφε ό νεαρός Μάρξ τό 1843. Εκατόν σαράντα χρόνια μετά, η μαρξική στροφή στήν άντίληψη τού θρησκευτικού φαινομένου δέν έχει κατανοηθεί όχι μόνον άπό τούς άστούς ύλιστές, άλλά καί άπό ένα μέρος «μαρξιστών» πού είναι άκόμα δέσμιοι τής λογοκρατικής άντίθεσης άλήθειας-πλάνης, καί συνεπώς βρίσκονται άκόμα στά σύννεφα της προμαρξιστικής φιλοσοφίας. Πιό συγκεκριμένα τοϋ άστικού αντικληρικαλισμού. Ή κριτική της θρησκείας, γράφει ό Μάρξ, είναι ή προϋπόθεση γιά κάθε κριτική : « Ή βάση τής άντιθρησκευτικής κριτικής είναι: 6 άνθρωπος κάνει τή θρησκεία, όχι ή θρησκεία τον άνθρωπ ο » . Αύτό ομως τό είχε ήδη πει ό Φόυερμπαχ. Ό Μάρξ, αντίθετα, προχωρεί πέρα άπό τήν άφηρημένη ανθρωπολογία: « Ό άνθρωπος δέν είναι μιά άφηρημένη ουσία, κουρνιασμένη κάπου έξω άπό τόν κόσμο. Ό άνθρωπος είναι ο κόσμος τοϋ άνθρώπου, τό Κράτος, ή κοινωνία. Τό Κράτος αύτό, ή κοινωνία
1. Ό χαρακτηρισμός τοϋ Καρτέσιου ώς ύλιστή είναι συζητήσιμος. Φυσικά και ό Καρτέσιος δεχόταν τήν αντικειμενική ύπαρξη της ΰλης,όχι όμως και τήν αυθυπαρξία της. Ά λ λ ά το αξίωμα τής αυθυπαρξίας είναι αύτό πού διακρίνει τόν υλισμό άπό τίς διάφορες μορφές τοϋ ρεαλισμού. 2. Κ. Mara, The Holy Family, στό Mara-Engels, On Religion, ό.π., σσ. 67-68.
200
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΉΣ;
αυτή, παράγουν τ ή θρησκεία, μιά ανεστραμμένη συνείδηση τοϋ κόσμου, γιατί αυτά τά ίδια είναι ένας κόσμος άνεστραμμένος. Ή θρησκεία είναι ή καθολική θεωρία τοϋ κόσμου τούτου, ή έγκυκλοπαιδική του συνόψιση, ή έκλάικευμένη λογική του, τό σπφιτουαλιστικό του point d'honneur, ό ένθουσιασμός του, ή ήθική του κύρωση, τό μεγαλόπρεπο συμπλήρωμά του, τό καθολικό θεμέλιο τής παραμυθίας του καί τής δικαίωσης του. Είναι ή φαντασμαγορική πραγμάτωση τής άνθρώπινης ούσίας, έπειδή ή ανθρώπινη ουσία δέν έχει πραγματωθεί άληθινά. Πάλη λοιπόν ένάντια στή θρησκεία σημαίνει πάλη ένάντια στόν κόσμο πού πνευματικό του άρωμα είναι ή θρησκεία. » Ή θρησκευτική καχεξία είναι, κατά ένα μέρος, ή έκφραση τής πραγματικής καχεξίας καί, κατά ένα άλλο, ή διαμαρτυρία ένάντια στήν πραγματική καχεξία. Ή θρησκεία είναι ό στεναγμός τοϋ καταπιεζόμενου πλάσματος, ή θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, τό πνεύμα ένός κόσμου άπ'όπου τό πνεύμα έχει λείψει. Ή θρησκεία είναι τό όπιο τού λαού » . 1 Ή θρησκεία συνιστά τ ή φανταστική λύση πραγματικών άντιθέσεων. Γι'αύτό τό ξεπέρασμα τής θρησκείας, ώς άπατηλής ευτυχίας τού λαού, σημαίνει, κατά τόν Μάρξ, τήν άπαίτηση τής πραγματικής του ευτυχίας. " Ε τ σ ι τό ξεπέρασμα τής θρησκευτικής κοσμοαντίληψης συνδέεται μέ τ ή σοσιαλιστική προοπτική. Άλλά ποιός θά είναι ό φορέας τής ριζικής αύτής άναμόρφωσης τής κοινωνίας, καί τής μεταλλαγής τοϋ άνθρώπινου όντος ; Φορέας, κατά τόν Μάρξ, δέν θά είναι άόριστα ό άνθρωπος, άλλά τό προλεταριάτο, πού έχει άνάγκη νά καταργήσει τήν ύπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων γιά νά καταργήσει τόν ίδιο τόν έαυτό του : « Α ναγγέλλοντας τή διάλυση τής προγενέστερης τάξης τοϋ κόσμου, τό προλεταριάτο δέν κάνει τίποτε άλλο παρά νά έκφράζει τό μυστικό της ίδιας του τής ύπαρξης, έπειδή είναι ντε φάκτο ή διάλυση τής τάξης αύτής » . Άλλά ό σοσιαλιστικός μετασχηματισμός δέν είναι μιά έμπειρική έπιχείρηση. " Ε χ ε ι άνάγκη άπό τ ή θεωρία, όδηγό τής έπαναστατικής πράξης : « Ή φιλοσοφία βρίσκει στό προλεταριάτο τά 1. Κ. Marx, Κριτική
της εγελιανης
φιλοσοφίας...,
ο.π., α. 17.
>202
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
ίιλικά της όπλα, όπως τό προλεταριάτο βρίσκει στή φιλοσοφία τά ττνευματικά του όπλα». Κ ι άκόμα: « Κ ε φ α λ ή τής χειραφέτησης αυτής θά είναι ή φιλοσοφία, καρδιά της το προλεταριάτο. Ή φιλοσοφία δέν μπορεί νά πραγματωθεί χωρίς νά έξαλείψει τό προλεταριάτο, τό προλεταριάτο δέν μπορεί νά έξαλειφθεϊ χωρίς τήν πραγμάτωση της φιλοσοφίας » . 1 'Αλλά ή φιλοσοφία είναι ή άρνηση τής θεολογίας, τό ξεπέρασμα καί ή ερμηνεία της. "Ετσι τό προλεταριάτο πραγματοποιεί τήν κατάργηση τής φενακισμένης, καί ιδιαίτερα τής θρησκευτικής συνείδησης, μέσα άπό τ ή θεωρητική καί τήν πρακτική υπέρβαση τοϋ παρόντος καί τ ή δημιουργία τοϋ σοσιαλισμού.4 Ή μαρξιστική φιλοσοφία αύτοπροσδιορίζεται κριτική καί έπαναστατική. 'Αλλά ή μαρξιστική κριτική δέν είναι άπλή άρνηση. Δέν είναι κριτική γιά τήν κριτική. « Δ έ ν είναι πάθος τής κεφαλής, είναι ή κεφαλή τοϋ πάθους». Ή μαρξιστική κριτική «δέν είναι νυστέρι, είναι όπλο » . . . Άλλά ό νεαρός Μάρξ δέν πίστευε στήν προτεραιότητα τών ιδεών : « Τό όπλο τής κριτικής δέν θά άντικαταστήσει τήν κριτική τών όπλων, ή υλική δύναμη δέν μπορεί νά νικηθεί παρά μόνο άπό τήν υλική δύναμη, άλλά καί ή θεωρία γίνεται υλική δύναμη άφότου κατακτήσει τίς μ ά ζ ε ς » . 3 "Οπως ό άθέισμός είναι ή κατάργηση τού θεού, έτσι καί ό κομμουνισμός, κατά τόν Μάρξ, είναι ή κατάργηση τής άτομικής ιδιοκτησίας καί ή διεκδίκηση τής πραγματικής ζωής τοϋ άνθρώπου ώς ιδιοκτησία του. « Ό άθέισμός είναι ό άνθρωπισμός πού έπιστρέφει στόν έαυτό του μέ τήν κατάργηση τής θρησκείας, ό κομμουνισμός είναι ό άνθρωπισμός πού έπιστρέφει στόν έαυτό του μέ τήν κατάργηση της άτομικής ιδιοκτησίας » . 4 Ό Μάρξ, όπως άργότερα καί ό 1. Κ. Mara, στό ίδιο, σσ. 3 0 - 3 1 . 2. Γιά τον μαρξιστικό ορισμό τής φιλοσοφίας και γιά τόν ορισμό τ ή ς μαρξιστικής φιλοσοφίας, βλ. Ε . Μπιτσάκη, Διαλεχτιχή xad Νεότερη Φυσική, « I. Ζαχαρόπουλος » . Τοϋ Ιδιου, Physique et Matérialisme, Éd. Sociales, 1983. Γιά τις σχέσεις θεωρίας και κοινωνικής πρακτικής, τοΰ Ιδιου: θεωρία xal Πράξη, «Gutenberg», 1986. 3. Κ. Mara, Κριτική της έγελιανης φιλοσοφίας..., 4. Κ. Mara, Manuscrits de 1844, δ.π., σ. 143.
δ.π., σ. 19 και 24.
ι203
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Λένιν, δέν έκρυβαν δτι σκοπός τοϋ κόμματος τής εργατικής τάξης είναι νά απελευθερώσει τό προλεταριάτο άπό τήν πλαστή θρησκευτική συνείδηση. Αύτό ωστόσο δέν σημαίνει άστυνόμευση τής συνείδησης, άλλά πραγματική άπελευθέρωσή της. Γιά τούς άστούς, γράφει ό Μάρξ, « έλευθερία τής συνείδησης » σημαίνει απλώς άνοχή όλων τών μορφών θρησκευτικής έλευθερίας τής συνείδησης. Τό έργατικό κόμμα, άντίθετα, έπιδιώκει νά άπελευθερώσει τίς συνειδήσεις άπό τά φαντάσματα τής θρησκείας. 1 Ό μαρξισμός βλέπει πίσω άπό τ ή θρησκεία τήν ταξική πάλη, τήν όποία ή θρησκεία άποκρύπτει. Γι'αύτό, δπως έγραφε ό Λένιν, γιά τό κόμμα τής έργατικής τάξης ή θρησκεία δέν είναι άτομική ύπόθεση. Τό κόμμα, πρωτοπορία τής έργατικής τάξης, δέν μπορεί καί δέν πρέπει νά μείνει άδιάφορο στό σκοταδισμό πού παίρνει τ ή μορφή τών θρησκευτικών πεποιθήσεων. « Ζ η τ ά μ ε » , έγραφε ό Λένιν, « τ ό ν πλήρη χωρισμό τής Εκκλησίας άπό τό Κράτος, γιά νά καταπολεμήσουμε τήν ομίχλη τής Θρησκείας μέ καθαρά καί αποκλειστικά ιδεολογικά δπλα : μέ τόν τύπο καί τήν προπαγάνδα μ α ς . . . Γιά μάς, ή πάλη τών ιδεών δέν είναι ιδιωτική ύπόθεση. Άφορα ολόκληρο τό κόμμα, ολόκληρο τό προλεταριάτο». 5 Ή μαρξιστική θέση είναι συνεπώς σαφής : Ή θρησκεία δέν είναι άπλώς ιδιωτική ύπόθεση, κι ωστόσο δέν είναι ύπόθεση τής άστυνομίας ή κρατικών παρεμβάσεων.
5. Γένεση
και ουσία τοΰ θρησκευτικού
φαινομένου
Ή θρησκεία άνήκει στό έποικοδόμημα. Συνεπώς, κατά τ ή μαρξιστική άντίληψη, δέν μπορεί νά θεωρηθεί άνεξάρτητη άπό τήν ύλική βάση τής κοινωνίας. Άντίθετα, πρέπει νά ερμηνευθεί, σέ τελευταία άνάλυση, μέσα άπό τίς γενετικές σχέσεις καί τούς άμοιβαίους καθορισμούς βάσης καί έποικοδομήματος. Άντίθετα μέ τ ή γερμανική φιλοσοφία, έγραφαν ό Μάρξ καί ό Έ ν γ κ ε λ ς , πού κατεβαίνει άπό τόν
1. Κ. Maix, Critique of the Gotha Programme, στο Maix-Engels, On religion, ο.π., σ. 143. 2. Β λ . Philosophie et Religion, Éd. Sociales, 1974, σ. 273.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΗΣ
>204
ουρανό στή γή, αυτοί θέλησαν νά ανέβουν άπό τ ή γή στόν ουρανό. Γιά νά ερμηνεύσουν τό ιδεολογικό φαινόμενο δέν ξεκινούσαν άπό τίς ιδέες, άλλά άπό τήν πραγματική ζωή τών άνθρώπων. Οι φαντασμαγορίες τού άνθρώπινου έγκεφάλου -έγραφαν- είναι εξιδανικεύσεις πού προκύπτουν άπό τ ή διαδικασία τής υλικής ζωής. "Ετσι, ή ηθική, ή θρησκεία, καί τό σύνολο τής ιδεολογίας χάνουν τ ή φαινομενική αύτονομία τους. 1 Έ θρησκεία, ώς θρησκεία, γράφουν ό Μάρξ καί ό Έ ν γ κ ε λ ς , δέν έχει, ούτε είναι, βασίλειο. Οί άνθρωποι μεταμορφώνουν στή θρησκεία τό έμπειρικό σύμπαν τους σέ καθαρό προϊόν τής νόησης, τό όποιο εμφανίζεται σάν κάποια ξένη πραγματικότητα. Άλλά ούτε έδώ οί ιδέες μπορούν νά εξηγήσουν τό θρησκευτικό γεγονός, πού είναι δυνατόν νά έρμηνευθεΐ μόνο άπό τό σύνολο τών όρων τού τρόπου παραγωγής καί ανταλλαγής. « Ά ν μπορούμε νά μιλάμε γιά " ε ί ν α ι " της θρησκείας, δηλαδή γιά τό υλικό θεμέλιο αύτοΰ τού μή είναι, τότε δέν πρέπει νά άναζητούμε στό " είναι τού άνθρωπου " ούτε στά κατηγορήματα τού θεού, άλλά στόν υλικό κόσμο, τέτοιον πού προηγείται άπό κάθε στάδιο τής έξέλιξης τής θρησκείας». 4 Κάθε ιστορία τής θρησκείας, γράφει ό Μάρξ στό Κεφάλαιο, πού δέν λαμβάνει υπόψη της τήν υλική βάση, είναι μή κριτική. « Σ τ ή ν πραγματικότητα είναι πολύ πιό εύκολο νά άνακαλύψουμε μέ τήν άνάλυση τόν γήινο πυρήνα τών ομιχλωδών δημιουργημάτων τής θρησκείας, παρά, άντίθετα, νά άναπτύξουμε άπό τις πραγματικές σχέσεις τής ζωής τις άντίστοιχες ουράνιες μορφές αύτών τών σχέσεων. Ή τελευταία μέθοδος είναι ή μόνη υλιστική, καί συνεπώς ή μόνη επιστημονική. Τά άδύνατα σημεία τοϋ άφηρημένου υλισμού τών φυσικών έπιστημών, ένός υλισμού πού άποκλείει τήν ιστορία καί τό γίγνεσθαι της, γίνονται άμέσως φανερά άπό τίς άφηρημένες καί ιδεολογικές άντιλήψεις τών έκπροσώπων του, όταν αυτοί διακινδυνεύουν πέρα άπό τά όρια τής είδικότητάς τ ο υ ς » . 3
1. Β λ . Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.-., σ. 5 1 . 2. Marx-Engels, στό tS
ι204
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Ούτε ή άφηρημένη Ιδεαλιστική φιλοσοφία ούτε ό αφηρημένος υλισμός τών φυσικών έπιστημών μπορούν, συνεπώς, νά έρμηνεύσουν τ ή γένεση καί τήν ουσία τής θρησκείας, έπειδή δέν μπορούν νά τ ή συσχετίσουν μέ τήν κοινωνική της βάση. Στο χώρο τής θρησκείας έκφράζονται οί άνταγωνισμοί τής υλικής βάσης, οί δυνατότητες καί οί ιδιομορφίες της. Οί αυτόνομες πνευματικές δυνάμεις τοϋ θρησκευτικού σύμπαντος είναι διαμεσολαβημένες άντανακλάσεις τής έπίγειας κοινωνικής πραγματικότητας. Ή νόηση προχωρεί, όπως γράφει ό Μάρξ, άπό τό συγκεκριμένο στό άφηρημενο. Σ έ συνέχεια, μέ μιά αντίστροφη διαδικασία, ιδιοποιείται τό συγκεκριμένο μέ τά έννοιολογικά έργαλεΐα της, « τ ό άναπαράγει μέ τ ή μορφή τού νοημένου συγκεκριμένου». 'Αλλά οί έννοιες τού θεού, τών πνευμάτων, κλπ., δέν προκύπτουν μέ τ ή διαδικασία τής έπιστημονικής άφαίρεσης. Είναι προϊόντα τής άνθρώπινης φαντασίας, στρεβλή ή άνεστραμμένη εικόνα, σέ τελευταία άνάλυση, τής κοινωνικής πραγματικότητας. Ή έπιστημονική νόηση ιδιοποιείται τόν κόσμο μέ τρόπο διαφορετικό άπό τ ή θρησκεία. 1 Ή θρησκεία, δπως καί ή ιδεαλιστική φιλοσοφία, αντίθετα, παράγουν τό συγκεκριμένο μέ άφετηρία τό άφηρημενο. Οί πρώτες θρησκευτικές άντιλήψεις γεννήθηκαν άπό τ ή σύζευγη τής άγνοιας, τής φαντασίας καί τού φόβου. Οί φυσικές δυνάμεις, γράφει ό "Ενγκελς, ήταν κάτι ξένο, μυστηριακό καί άνώτερο γιά τόν πρωτόγονο άνθρωπο. Σ έ ένα ορισμένο στάδιο άνάπτυξης, ό πρωτόγονος τίς άφομοιώνει προσωποποιώντας τες. Αύτό τό ένστικτο προσωποποίησης δημιούργησε παντού θεούς. Αλλά άπό τ ή στιγμή πού άρχίζει νά διαμορφώνεται ώς μορφή ιδεολογίας, ή θρησκεία άποκτά μιά σχετική αύτονομία, καί έξελίσσεται μέ βάση τό δεδομένο υλικό τών παραστάσεων, πού τό συντηρεί καί τό αναπτύσσει. Οί πρωτόγονες θρησκευτικές παραστάσεις ήταν συνήθως, κατά τόν "Ενγκελς, κοινές σέ κάθε όμάδα συγγενικών λαών. Αλλά μέ τό χωρισμό τών άρχικών ομάδων, άναπτύχθηκαν ιδιόμορφα σέ κάθε λαό, άνάλογα μέ τίς συνθήκες. Κάθε λαός άπέκτησε τούς δικούς του, 1. Κ. Mam, Introduction à la Critique de l'Économie Politique, Éd. Sociales, Paris 1957, σσ. 155-156.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
205
εθνικούς Θεούς, πού το βασίλειο τους δέν απλωνόταν πέρα άπό τήν περιοχή πού είχαν νά προστατεύσουν.1 'Αντίστοιχα, άπό άγνοια καί παρακινούμενοι άπό τά όνειρα, οί άνθρωποι κατέληξαν στήν άποψη ότι ή νόηση καί ή αίσθηση δέν είναι προϊόν σωματικής λειτουργίας, άλλά μιάς αύτόνομης ψυχής πού κατοικεί στό σώμα καί πού τό έγκαταλείπει μέ τό Θάνατο. Ή άθανασία τής ψυχής ήταν ή άλλη όψη αύτής τής αυταπάτης.* Ωστόσο οί πρωτόγονοι φαντάζονταν αρχικά τήν ψυχή καί τούς θεούς μέ άφελή υλιστικό τρόπο : ώς ένδοκοσμικά όντα άποτελούμενα άπό λεπτεπίλεπτη ΰλη. Στήν πορεία τής ιστορίας, καί σέ ένα υψηλότερο έπίπεδο άφαίρεσης, διαμορφώθηκε βαθμιαία ή άντίληψη τής άυλης άθάνατης ψυχής καί τοϋ θεού, δημιουργού τοϋ σύμπαντος. 3 Ή θρησκεία είναι λοιπόν στήν άρχή ή φανταστική άπεικόνιση έξωτερικών δυνάμεων πού δεσπόζουν στή ζωή τών άνθρώπων. Οί γήινες δυνάμεις παίρνουν, κατά τόν "Ενγκελς, τ ή μορφή ύπεργήινων δυνάμεων. 'Αλλά μέ τήν άνάπτυξη τής κοινωνίας τό θρησκευτικό φαινόμενο γίνεται πιό περίπλοκο : άποκτά νέους, περισσότερο έμμεσους προσδιορισμούς : « Σύντομα, δίπλα στίς φυσικές δυνάμεις αρχίζουν νά δροϋν καί οί κοινωνικές, δυνάμεις πού υψώνονται άπέναντι στούς άνθρώπους τό Γδιο ξένες καί άνεξήγητες, καί πού τούς έξουσιάζουν μέ τήν Γδια φαινομενική άναγκαιότητα πού τούς έξουσιάζουν οί δυνάμεις τής φύσης. Οί φανταστικές προσωπικότητες στίς όποιες αντανακλώνται άρχικά μόνο οί μυστηριακές δυνάμεις τής φύσης, άποκτοϋν μ'αύτό τόν τρόπο κοινωνικά κατηγορήματα, γίνονται έκπρόσωποι ιστορικών δυνάμεων». 4 Οί κοινωνικοί καθορισμοί τής θρησκείας είναι συγκεκριμένοι καί προσδιορίζονται άμοιβάϊά. « Οί διάφορες λανθασμένες άντιλήψεις γιά τή φύση, γιά τό είναι τοϋ άνθρώπου, γιά τά πνεύματα, τίς μαγικές
1. 1951, 2. 3. 4.
Β λ . F. Engels, L Feuerbach... στο Μ ά ρ ξ - Έ ν γ κ ε λ ς , Διαλεχτά "Εργα, II, σ. 461. F. Engels, στό ίδιο, σ. 427. Β λ . Παναγή Λεκατσά, Ή Ψυχή, Ε κ δ ο τ ι κ ό 'Ινστιτούτο 'Αθηνών, 1957. F. Engels, Anti-Diihring, ο.π., σ. 3 5 3 .
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛ£ΚΊΊΚΗΣ
δυνάμεις, κλπ. » , γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , «έχουν ώς επί το πλείστον μόνο έναν αρνητικό οικονομικό παράγοντα στη βάση τους. Ή χαμηλή οικονομική άνάπτυξη τής προϊστορικής περιόδου συμπληρώνεται και έν μέρει καθορίζεται, καί άκόμα προκαλείται, άπό τίς λανθασμένες άντιλήψεις γιά τ ή φύση. Καί άκόμα, άν καί ή οικονομική άναγκαιότητα ήταν ή κύρια κινητήρια δύναμη γιά τήν αύξηση τής γνώσης τής φύσης καί γινόταν κυριαρχική όλο καί περισσότερο, έντούτοις θά ήταν σχολαστικό νά έπιχειρήσουμε νά βροΰμε οικονομικές αιτίες γιά όλες αύτές τίς πρωτόγονες ανοησίες. Έ ιστορία τών έπιστημών είναι ή ιστορία τής βαθμιαίας άποκάθαρσης άπ'αύτές τίς άνοησίες, ή μάλλον τής άντικατάστασής τους άπό φρέσκες άλλά λιγότερο παράλογες άνοησίες». 1 "Αρα ή θρησκεία δέν είναι ούτε άμεση άντανάκλαση τής κοινωνικής πραγματικότητας ούτε παθητικό φαινόμενο πού προσδιορίζεται άπό τούς άντικειμενικούς όρους. Χάρη στή σχετική αυτονομία της καί στήν έσωτερική « λογική » της, ή θρησκεία δημιουργεί μορφές πού δέν άνταποκρίνοντα» άμεσα στις οικονομικές συνθήκες. Έπίσης, ώς συνιστώσα τού εποικοδομήματος, άντενεργεΐ στή βάση μέ τρόπο θετικό ή άρνητικό. Μέ τήν άνάπτυξη τής θρησκείας, τής τέχνης καί τών άλλων μορφών τού έποικοδομήματος, μεγάλωσε ή έξουσία τών προϊόντων τού έγκεφάλου. Τό πνεύμα φαινόταν τώρα νά δεσπόζει πάνω στά χέρια, καί οί άνθρωποι συνήθισαν βαθμιαία νά έξηγούν τ ή δραστηριότητά τους μέ τ ή δραστηριότητα τής νόησης, άντί νά τήν εξηγούν μέ βάση τίς άνάγκες τους, πού γίνονται συνειδητές. Μέ τήν ταξική διάσπαση τής κοινωνίας καί τό χωρισμό τής χειρωνακτικής άπό τήν πνευματική-διευθυντική έργασία, δημιουργήθηκαν οί προϋποθέσεις γιά τήν εμφάνιση τής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας, ή όποία είχε πάντα στή βάση της διάφορες θρησκευτικές άντιλήψεις καί δόγματα. ' Άπό τ ή στιγμή, γράφουν ό Μάρξ καί ό ν Ενγκελς, πού έμφανί1. F. Engels, Γράμμα στόν C. Schmidt, στο Marx-Engels, On Literature and Art, Moscow 1976, a . 58. 2. Β λ . F. Engels, Dialectique de la Nature, Éd. Sociales, 1952, σ. 178.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
207
ζεται ό καταμερισμός έργασίας, ή διάκριση ανάμεσα στη χειρωνακτική καί τήν πνευματική έργασία, ή συνείδηση μπορεί νά φανταστεί δτι είναι άλλο πράγμα άπο τ ή συνείδηση τής υπάρχουσας πρακτικής, δτι άντιπροσωπεΰει κάτι, χωρίς νά άντιπροσωπεύει κάτι πραγματικό. Άπό τ ή στιγμή αυτή ή συνείδηση μπορεί νά χειραφετηθεί άπό τόν κόσμο και νά περάσει στή διαμόρφωση τής « καθαρής θεωρίας » τής θεολογίας, κλπ. Ή συνείδηση προσδιορίζεται, σέ τελευταία άνάλυση, άπό τήν υλική βάση τής κοινωνίας. 'Ωστόσο άπό τ ή στιγμή που άρχίζει νά διαμορφώνεται, άποκτά μιά σχετική αυτονομία, μιά έσωτερική δυναμική μέσα άπό τήν όποία δρουν οί έξωτερικοί παράγοντες. " Ε τ σ ι μπορεί νά άναπαράγει μέ τρόπο ρεαλιστικό ή φανταστικό, στό χώρο τών έννοιών ή τοΰ μύθου, τίς σχέσεις καί τίς πραγματικότητες τοϋ κόσμου, Ή θέση γιά τ ή σχετική αυτονομία καί τόν άσυνείδητο χαρακτήρα τής ιδεολογίας άποτελεϊ τ ή βάση τής μαρξιστικής ερμηνείας τής πλάνης, τής φενακισμένης συνείδησης, τής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας καί τής θρησκείας. Κ ι αυτό έπειδή άν ή συνείδηση ήταν άμεση άντανάκλαση τής πραγματικότητας, δπως ένίοτε υποστηρίζουν άπλοικοί, δήθεν έκλαϊκευτές τού μαρξισμού, τότε τό σφάλμα, ό ιδεαλισμός, κλπ., θά ήταν άπλώς άδύνατα. « Ή ιδεολογία», έγραφε ό "Ενγκελς τό 1893, «είναι μιά διαδικασία πού ό λεγόμενος διανοητής πραγματοποιεί άναμφιβόλως συνειδητά, άλλά μέ πλαστή (λανθασμένη) συνείδηση. Οί πραγματικές κινητήριες δυνάμεις πού τόν θέτουν σέ κίνηση παραμένουν άγνωστες σ'αύτόν, άλλιώς δέν θά έπρόκειτο γιά ιδεολογική διαδικασία». 1 ν Η δ η στή Γερμανική Ιδεολογία ό Μάρξ καί δ "Ενγκελς είχαν ανασκευάσει τήν «άστυνομική» άντίληψη τής ιδεολογίας (.καί τής Ιστορίας). Ή . συνείδηση, κατά τόν Μάρξ καί τόν "Ενγκελς, είναι έξαρχής κοινωνικό προϊόν. Στήν άρχή άποτελεϊ συνείδηση τής φύσης, ή όποία στέκεται άπέναντι στούς άνθρώπους σάν μιά έγγεια ξένη δύναμη, πανίσχυρη, πρός τήν όποία οί άνθρωποι συμπεριφέρονται μέ καθαρά 1. F. Engels, Γράμμα στόν F. Mehring, σ τ ο Études Philosophiques, Éd. Sociales, σ. 1 6 5 .
ao8
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ζωώδη τρόπο. " Ε τ σ ι δημιουργείται μιά καθαρά ζωώδης συνείδηση της φύσης, ή θρησκεία της φύσης. 1 Βέβαια ή θρησκεία της φύσης καθορίζεται άπό τό χαμηλό επίπεδο άνάπτυξης της κοινωνίας. Στό βαθμό όμως πού άναπτύσσονται οί παραγωγικές δυνάμεις καί διαμορφώνονται νέες σχέσεις παραγωγής, οι σχέσεις αύτές έκφράζονται μέ τ ή μορφή πολιτικών σχέσεων καί σχέσεων δικαίου. « Σ τ ό πλαίσιο τού καταμερισμού έργασίας, οί σχέσεις αύτές δέν μπορούν παρά νά αύτονομηθούν σέ σχέση μέ τά άτομα. Σ τ ή γλώσσα αύτή, κάθε σχέση δέν μπορεί νά έκφραστεΐ παρά μέ έννοιακή μορφή. Καί άν οί γενικές αύτές έννοιες παίρνουν τήν άξία μυστηριακών δυνάμεων, αύτό οφείλεται άναγκαστικά στό ότι οί πραγματικές σχέσεις, τών όποιων άποτελούν τήν έκφραση, έχουν γίνει αυτόνομες » . 1 Οί παραγωγικές σχέσεις, τό κράτος, τό δίκαιο, κλπ., είναι ένεργά στοιχεία τής κοινωνίας καί ταυτόχρονα αύτονομούνται άπ'αύτήν. " Ε τ σ ι τό Κράτος, γράφει ό "Ενγκελς, άπό τ ή στιγμή πού γίνεται άνεξάρτητο άπό τήν κοινωνία, δημιουργεί μέ τ ή σειρά του μιά νέα ιδεολογία. 'Αντίστοιχα, « ο ί υψηλότερες μορφές ιδεολογίας, δηλαδή οί πιό άπομακρυσμένες άπό τήν ύλική οικονομική βάση, παίρνουν τ ή μορφή τής φιλοσοφίας καί τής θρησκείας. 'Εδώ ή συσχέτιση άνάμεσα στις παραστάσεις καί τίς υλικές συνθήκες τής ύπαρξής τους γίνεται όλο καί πιό περίπλοκη, καί συσκοτίζεται όλο καί περισσότερο άπό τούς ένδιάμεσους κρίκους » . 3 Ή θρησκεία είναι λοιπόν κοινωνικό δημιούργημα. Ό θρησκευτικός κόσμος είναι, κατά τόν Μάρξ, άντανάκλαση τού πραγματικού κόσμου. Ωστόσο ή άντανάκλαση αύτή, πού καθορίζεται άπό τό επίπεδο άνάπτυξης τής κοινωνίας καί πού τό έκφράζει, δέν είναι άμεση άντανάκλαση, άλλά διαδικασία διαμεσολαβημένη, πού τό τελικό της άποτέλεσμα είναι ένας φανταστικός κόσμος, άνεστραμμένη εικόνα τού κόσμου τών άνθρώπων. Ό κύριος διαμεσολαβητικός παρά1. Mare-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., σ. 59. 2. Mare-Engels, στό tSto, σ. 3 9 9 . 3 . F. Engels, L Feuerbach..., Éd. Sociales, 1970, σ. 77.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
209
γων είναι οί σχέσεις παραγωγής. Στήν πρωτόγονη κοινωνία διαμορφώθηκε ή Θρησκεία τής φύσης. Σ έ πιό αναπτυγμένες κοινωνίες, οί κοινωνικοί προσδιορισμοί γίνονται όλο καί περισσότερο κυριαρχικοί. Στήν κεφαλαιοκρατική-έμπορευματική παραγωγή, οί κοινωνικές σχέσεις μυστικοποιοΰνται. Εμφανίζονται μέ ανεστραμμένη, αλλοτριωμένη μορφή. Ό Μάρξ μιλάει στό Κεφάλαιο γιά μυστικοποίηση τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, πραγμοποίηση τών κοινωνικών σχέσεων, μαγικό καί ανεστραμμένο κόσμο, άλλοτριωμένες καί ανορθολογικές μορφές, μορφές άπατηλές στίς όποιες κινούνται καί συναλλάσσονται οί παράγοντες τής παραγωγής. 1 Ρίζα τής μυστικοποίησης τών κοινωνικών σχέσεων είναι ό Γδιος ό χαρακτήρας τοϋ έμπορεύματος. Στό πλαίσιο τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας, μιά καθορισμένη κοινωνική σχέση παίρνει τ ή φανταστική μορφή σχέσεων άνάμεσα σέ πράγματα. « Γιά νά βρούμε μιά άναλογία σ'αύτό τό φαινόμενο», συνεχίζει ό Μάρξ, « θ ά πρέπει νά τήν άναζητήσουμε στή νεφελώδη περιοχή τού κόσμου τής θρησκείας. Έ κ ε ΐ τά προϊόντα τοϋ άνθρώπινου έγκεφάλου έχουν τήν όψη άνεξάρτητων όντων, προικισμένων μέ ιδιαίτερα σώματα, πού έπικοινωνούν μέ τούς άνθρώπους καί μεταξύ τους. Τό Γδιο συμβαίνει μέ τά προϊόντα τοϋ χεριού στόν κόσμο τών έμπορευμάτων » . 4 Στόν κόσμο τής θρησκείας ό άνθρωπος, κατά τόν Μάρξ, κυριαρχείται άπό τό έργο τοϋ έγκεφάλου του. Στόν κόσμο τοϋ κεφαλαίου, κυριαρχείται άπό τό έργο τών χειρών του. Ή συσχέτιση άνάμεσα στόν κόσμο τών έμπορευμάτων καί τόν κόσμο τής θρησκείας δέν είναι τυχαία. Τόσο ή θρησκευτική συνείδηση όσο καί ή « αύθόρμητη » συνείδηση τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας άντιστοιχοϋν σέ πλαστές μορφές συνείδησης. Ή ιδεολογική αλλοτρίωση στήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία έχει τίς ρίζες της στόν ιδιο τόν κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, πού παράγει άπατηλες μορφές κοινωνικής συνείδησης. 'Αλλά ό άλλοτριωτικός χαρακτήρας τού καπιταλισμού αναπαράγει, συντηρεί καί μεταμορφώνει (μέσα 1. Β λ . Κ. Marx, Le Capital, ο.π., VIII, σσ. Κ. Marx, στό ίδιο, I , α. 8 5 .
207-208.
ι210
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στή συνέχεια) και τ ή θρησκευτική μορφή αλλοτρίωσης. « Ό κόσμος τής θρησκείας», γράφει ό Μάρξ, «δεν είναι παρά ή αντανάκλαση τοΰ πραγματικού κόσμου. Μιά κοινωνία όπου τό προϊόν τής έργασίας παίρνει γενικά τ ή μορφή εμπορεύματος καί όπου, κατά συνέπεια, ή πιό γενική σχέση άνάμεσα στούς παραγωγούς συνίσταται στή σύγκριση τών τιμών τών προϊόντων τους, καί κάτω άπό αύτό τό περιτύλιγμα τών πραγμάτων, στό νά συγκρίνουν μεταξύ τους τίς ιδιωτικές έργασίες τους σάν ιση άνθρώπινη έργασία, μιά τέτοια κοινωνία βρίσκει στό χριστιανισμό μέ τ ή λατρεία τού άφηρημένου άνθρώπου, καί προπαντός στόν άστικό, προτεσταντικό, θεϊστικό, κλπ., τύπο του, τό πιό βολικό θρησκευτικό συμπλήρωμα » . 1 Ό χαμηλός βαθμός άνάπτυξης πού διαποτίζει ολόκληρο τόν κύκλο τής υλικής ζωής, έκφράζεται ιδεατά, όπως γράφει ό Μάρξ, στις παλαιές έθνικές θρησκείες. 'Αλλά ή άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων, τής τεχνολογίας καί τής έπιστήμης δέν άρκεΐ γιά τήν άρση τής θρησκευτικής άλλοτρίωσης. Ή θρησκευτική κοσμοαντίληψη διατηρείται καί άναπαράγεται, αλλάζει μορφή χωρίς νά μεταβάλλεται ό άνορθολογικός πυρήνας της, έπειδή οί άλλοτριωμένες κοινωνικές σχέσεις «εκκρίνουν» τ ή φενακισμένη συνείδηση τής πραγματικότητας. "Ενα άπό τά σφάλματα τού άστικού ορθολογισμού καί τού έπιστημονισμού ήταν ή άντίληψη ότι ή πρόοδος τής γνώσης καί τής έπιστήμης οδηγεί κατά κάποιο αύτόματο τρόπο στή βασιλεία τοΰ «ορθού λόγου». Οί άκραΐες μορφές άνορθολογισμοΰ πού παράγει ή « έπιστημονική » έποχή μας, ή έξάπλωση τών δεισιδαιμονιών, τής μαντείας, τών αιρέσεων καί τών διαφόρων θρησκευτικών δογμάτων, είναι έκφραση τής κρίσης τών κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών, τής άνασφάλειας, τοΰ άδιεξόδου καί τής έλλειψης νοήματος, πού χαρακτηρίζουν τ ή ζωή τών άνθρώπων στις άναπτυγμένες κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. 'Αντίθετα μέ τόν άστικό ορθολογισμό, ό Μάρξ είδε τ ή θρησκεία όχι σάν απλή πλάνη, άλλά ώς ιδεολογικό προϊόν τής ολότητας τών κοινωνικών συνθηκών. Αντίστοιχα δέν φαντάστηκε ότι μόνη ή πρό1. Κ. Mara, στο ίδιο. I . σσ. 9 0 - 9 1 .
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
211
οδος τών έπιστημών θά αποτελούσε έπαρκή δρο γιά τήν έξάλειψη τής θρησκευτικής κοσμοαντίληψης. "Ηδη στά Χειρόγραφα τοϋ 1844 ειχε προσδιορίσει τον βασικό δρο γιά τήν άρση τής θρησκευτικής αλλοτρίωσης : « Ή θετική κατάργηση τής ατομικής ιδιοκτησίας, ή ανάκτηση της άνθρώπινης ζωής, σημαίνει συνεπώς τ ή θετική κατάργηση κάθε αλλοτρίωσης » . 1 Πολύ αργότερα, στό Κεφάλαιο, ό Μάρξ θά προσδιόριζε συγκεκριμένα τόν θεμελιώδη δρο γιά τήν έξαφάνιση τής « θρησκευτικής άντανάκλασης » τοϋ κόσμου : « Γενικά, ή θρησκευτική άντανάκλαση τοϋ πραγματικού κόσμου δέν θά μπορέσει νά έξαφανιστεϊ, παρά μόνον όταν οί συνθήκες τής έργασίας καί τής πρακτικής ζωής θά παρουσιάζουν στόν άνθρωπο διαφανείς καί ορθολογικές σχέσεις μέ τούς όμοιούς του καί μέ τ ή φύση. Ή κοινωνική ζωή, τής όποιας τ ή βάση άποτελοϋν ή υλική παραγωγή καί οί σχέσεις πού αύτή συνεπάγεται, δέν θά άπαλλαγεΐ άπό τό μυστικό σύννεφο πού τής κρύβει τήν όψη, παρά μόνο όταν θά έκδηλωθεΐ έκεϊ τό έργο έλεύθερα συνεταιρισμένων άνθρώπων, πού δροϋν συνειδητά καί πού είναι κύριοι τής κοινωνικής τους κίνησης. 'Αλλά αύτό άπαιτεί ένα σύνολο δρων ύπαρξης στήν κοινωνία, πού δέν μπορούν νά είναι παρά τό άποτέλεσμα μιας μακράς καί έπίπονης άνάπτυξης » . * Ή θρησκευτική κοσμοαντίληψη τοποθετεί τό πνεύμα στήν αφετηρία τού κοσμικού γίγνεσθαι. 'Ωστόσο τό « πνεύμα » συναντιέται σέ μιά στιγμή τής φυσικής-κοινωνικής έξέλιξης, όχι ώς ό δημιουργός, άλλά ώς «παράγωγο» τής ύλης. Τό πνεϋμα, κατά τόν Γκράμσι, είναι « τ ό σύνολο τών υπερδομών στήν πορεία πρός τ ή συγκεκριμένη καί άντικειμενικά καθολική ένοποίηση». 3 Ή νόηση αναπτύσσεται μέσα στήν ιστορία, μέσα άπό τήν παραγωγική καί ευρύτερα τήν κοινωνική δραστηριότητα, προϊόν τής κοινωνικής ζωής καί ένεργό δημιουργικό στοιχείο της. Μέ τό ιστορικό ξεπέρασμα τών ταξικών συγκρούσεων, τό πνεύμα, «σύνολο τών υπερδομών», θά τείνει νά ολοκληρώνεται καί ταυτόχρονα νά υπερβαίνει τόν έαυτό του,
1. Κ. Marx, Manuscrits de 1844, S.π., a. 8 8 . 2. Κ. Mara, Le Capital, ο.π., a. 9 0 . 3 . Gramsci, Gramsci dans le texte. Éd. Sociales, 1 9 7 5 , σ. 3 4 0 .
213
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΛΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στο πλαίσιο ενός παγκόσμιου πολιτισμού. Ή θρησκεία θά ανήκει τότε στήν προϊστορία τής ανθρωπότητας. 6 . Προέλευση
και κοινωνική λειτουργία
τού
χριστιανισμού
Οι γνωσιολογικές ρίζες του χριστιανισμού χάνονται στις λαϊκές προφιλοσοφικές δοξασίες. Ή αρχαία φιλοσοφία, όπως διαμορφώθηκε γιά πρώτη φορά στήν Ιωνία, ήταν ένας είδος φυσιοκρατικού, άπλόϊκοΰ υλισμού. 'Ωστόσο, στήν Γδια σχεδόν έποχή, έμφανίστηκε καί ή πρώτ η μορφή ιδεαλισμού μέ τήν πυθαγόρεια φιλοσοφία. Ή ιδέα τής αθάνατης ψυχής καί τής πτώσης, τοΰ έγκλεισμοΰ της στό φθαρτό σώμα καί τοΰ ένδεχόμενου έξαγνισμοϋ, αποτελεί βασικό στοιχείο αυτής τής φιλοσοφίας. Μέ τόν Πλάτωνα καί τους νεοπλατωνικούς ολοκληρώθηκε ή άντίθεση 'Ιδέας καί 'Ύλης, Ψυχής καί Σώματος, Ε π ί γ ε ι α ς καί Ουράνιας ζωής. Έ ν ώ γιά τόν πρωτόγονο, άφελή υλισμό, ή άθανασία τής ψυχής ήταν μάλλον μιά άβολη καί θλιβερή ιστορία, στις ιδεαλιστικές φιλοσοφίες ή ψυχή γίνεται, άξιολογικά, ή υπέρτατη πραγματικότητα. 1 Ό εξαγνισμός καί ή σωτηρία της γίνονται σκοπός τής ζωής στις σωτηριακές θρησκείες. " Ε τ σ ι ό χριστιανισμός ειχε πίσω του μιά μακρά παράδοση, σχετικά μέ τήν άυλη, άθάνατη ψυχή, τήν τιμωρία καί τ ή σωτηρία της, που ξεκινούσε άπό τήν Αίγυπτο καί άλλες χώρες τής 'Ανατολής. Ε π ί σ η ς ό χριστιανισμός βρήκε στήν ιουδαϊκή παράδοση καθώς καί στους νεοπλατωνικούς (στόν Φίλωνα τής 'Αλεξανδρείας καί στόν Πλωτίνο, στό μαθητή του Πορφύριο, καί σέ άλλους ) τήν ιδέα τού ένός θεού, δημιουργού τοΰ σύμπαντος καί τού άνθρώπου. Δέν είναι τυχαίο ότι οί πρώτοι πατέρες τής έκκλησίας ήταν νεοπλατωνικοί. Μέ τό χριστιανισμό καθολικεύτηκε καί έκλάίκεύτηκε ή πνευματοκρατική άντίληψη γιά τόν κόσμο. Ή ύλη έπαψε νά θεωρείται «αιτία τοΰ εαυτού της » . 'Αντίστοιχα ή ψυχή, έσωτερίκευση καί έκφραση τών κοινωνικών σχέσεων καί τών σχέσεων τοΰ άνθρώπου μέ τ ή φύση, μεταμορφώθηκε σέ άυλη οντότητα πού χορηγείται άπό τό Δημιουργό,
1. Β λ . Π α ν α γ ή Λ ε κ α τ σ ά , Ή
Ψυχή,
ο.π.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ 214
έγκλείεται στο φθαρτό σκήνωμα, καί άνταμείβεται ή τιμωρείται ανάλογα με τά επίγεια έργα της. "Οπως έγραφε ό "Ενγκελς, ή κλασική έλληνική φιλοσοφία, καί ιδιαίτερα ή έπικούρεια, οδηγούσε στον άθέιστικό υλισμό. Άλλά ή απλοϊκή, λαϊκή « φιλοσοφία » όδήγησε στό δόγμα τοΰ ένός θεοΰ καί τής άθανασίας τής ψυχής. Αντίστοιχα, ό ιουδαϊσμός μεταμόρφωσε τόν αρχικά έθνικό Ίεχωβά σέ μοναδικό άληθινό θεό. Ό χριστιανισμός, κατά τόν "Ενγκελς, προήλθε άπό τήν ένωση τής απλοϊκής μονοθεϊστικής φιλοσοφίας καί τής μονοθεϊστικής θρησκείας. "Οπως γράφει στόν Λουδοβίκο Φόυερμπαχ, ό χριστιανικός θεός είναι προϊόν μακράς αφαιρετικής διαδικασίας, ή συμπυκνωμένη πεμπτουσία τών προηγούμενων πολλών θεών τών φυλών καί τών έθνών. « 'Αντίστοιχα, ό άνθρωπος, που εΓδωλό του είναι έκεΐνος ό Θεός, δέν είναι ό πραγματικός άνθρωπος, άλλά έπίσης ή πεμπτουσία πολλών πραγματικών άνθρώπων, έπομένως καί ό Γδιος πάλι μιά ιδεατή εικόνα » . Ή νεοπλατωνική φιλοσοφία πρόσφερε τά έννοιολογικά έργαλεΐα γιά τ ή θεολογική-φιλοσοφική διατύπωση τών δοξασιών πού ενσωματώθηκαν στή χριστιανική θεολογία. Ό χριστιανισμός άναπτύχθηκε σέ μιά περίοδο κρίσης τοΰ αρχαίου κόσμου. Ή Pax Romana ειχε φτάσει στό άπόγειό της. Στό άπόγειο είχαν φτάσει καί ή βαρβαρότητα, ή σήψη καί ή κρίση της. Άλλά, όπως γράφει ό "Ενγκελς στήν Ιστορία τοϋ πρωτόγονου χριστιανισμού, μέ τίς τότε ιστορικές συνθήκες, ό κοινωνικός μετασχηματισμός ήταν άδύνατος. " Ε τ σ ι ή έλπίδα γιά μιά πραγματική ζωή μεταφερόταν στό έπέκεινα, στόν ούρανό, στό έπερχόμενο χιλιόχρονο βασίλειο. 1 Ή δουλεία, οί διωγμοί, οί πόλεμοι, ή άνελευθερία, ή έξαχρείωση, ή αύθαιρεσία, τό δίκαιο τοΰ ίσχυροΰ, χαρακτήριζαν τόν κόσμο τής Ρωμαϊκής Αύτοκρατορίας. Τέτοια ήταν, γράφει ό "Ενγκελς, ή υλική καί ήθική κατάσταση. Τό παρόν ήταν άνυπόφορο, τό μέλλον, άν θά υπήρχε, άκόμα πιό άπειλητικό. Δέν υπήρχε διέξοδος. Μόνον 1. Β λ . F. Engels, On the History of Early Christianity, στο Marx-Engels, On Religion, o. - .
ι314
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
απελπισία, ή καταφύγιο στήν πιο κοινή απόλαυση τών αισθήσεων, τουλάχιστον γιά εκείνους πού μπορούσαν νά τήν αποκτήσουν. Άλλά αύτοί ήταν μιά μικρή μειονότητα. Κατά τά άλλα, μόνο φυγή μπροστά στό άναπόφευκτο. Σ έ όλες τίς τάξεις όμως ύπήρχε αναγκαστικά ένας αριθμός ανθρώπων πού, μή έλπίζοντας σέ ύλική, αναζητούσαν τήν πνευματική σωτηρία, παρηγορία τής συνείδησης πού θά τούς έσωζε άπό τήν έσχατη άπελπισία. Ή παρηγορία αύτή δέν μπορούσε νά δοθεί άπό τούς στωικούς, όπως καί άπό τούς έπικούρειους, γιά τό λόγο ότι οί φιλοσοφίες αύτές δέν άπευθύνονταν στήν κοινή συνείδηση, καί δεύτερον, έπειδή ή διαγωγή τών μαθητών τών σχολών ειχε δυσφημίσει τά δόγματά τους. Ή παρηγορία θά ήταν ένα υποκατάστατο όχι τής χαμένης φιλοσοφίας, άλλά τής χαμένης θρησκείας, θ ά έπρεπε νά πάρει θρησκευτική μορφή, όπως τό καθετί πού θά άγγιζε τίς μάζες, τότε καί μέχρι τόν δέκατο έβδομο αιώνα. 1 Ή έποχή συνεπώς δέν άναζητοΰσε τήν έρμητική φιλοσοφία τών ολίγων. 'Αναζητούσε μιά λαϊκή θρησκεία πού θά άνταποκρινόταν στήν ψυχική κατάσταση καί στις ούτοπικές έλπίδες τών λαϊκών μαζών τής Ρωμαϊκής Αύτοκρατορίας. Στις αύθόρμητες θρησκείες τών πρωτογόνων, τό άπατηλό δέν έπαιξε ρόλο, κατά τήν άποψη τού Έ ν γ κ ε λ ς . Οί τεχνητές θρησκείες, άντίθετα, δέν μπορούν νά υπάρξουν χωρίς τό άπατηλό καί τήν παραποίηση τής ιστορίας. Ώ ς πρός αύτό ό χριστιανισμός, κατά τόν Έ ν γ κ ε λ ς , μπορεί νά καυχάται γιά τά έπιτεύγματά του, ήδη άπό τήν άρχή. Κατά τό χριστιανισμό, ό λόγος ένσαρκώθηκε σέ ένα καθορισμένο πρόσωπο, πού σταυρώθηκε γιά τ ή σωτηρία τής αμαρτωλής άνθρωπότητας. Ό χριστιανισμός έξέφρασε τ ή γενική αίσθηση ότι οί άνθρωποι ήταν ένοχοι γιά τήν καθολική διαφθορά, άρα τήν άνάγκη γιά καθολική σωτηρία άπό τόν διεφθαρμένο κόσμο. Ό χριστιανισμός, παρηγορία τής συνείδησης καί χορηγός μιας, έστω μεταθανάτιας έλπίδας, μπόρεσε νά γίνει παγκόσμια θρησκεία.* 1. F. Engels, Bruno Bauer and Early Christianity, ο.π., σ. 201. 2. Β λ . F. Engels, ο.-., σσ. 193-203.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
216
Άπό ποιά στρώματα λοιπόν προέρχονταν οί πιστοί της νέας θρησκείας ; Κυρίως -άπαντά ό " Ε ν γ κ ε λ ς - άπό τους « κοπιώντας χαι πεφορτισμενους». Άπό τά κατώτερα στρώματα. Γιά όλα αυτά τά στοιχεία δέν υπήρχε κοινός δρόμος χειραφέτησης. Γιά όλους ό παράδεισος ειχε χαθεί στό παρελθόν. Γιά τους ξεπεσμένους έλεύθερους ήταν ή πόλη, που μέλη της, ελεύθεροι πολίτες, ηταν οί πρόγονοι τους. Γιά τούς δούλους ήταν ή έποχή τής έλευθερίας, πριν άπό τήν αιχμαλωσία καί τ ή δουλεία. Γιά τούς φτωχούς χωρικούς, τό κατεστραμμένο σύστημα τής άριστοκρατίας καί ή κοινοτική ιδιοκτησία τής γής. "Ολοι αύτοί είχαν έκμηδενιστεΐ άπό τ ή σιδερένια γροθιά τής κατακτήτριας Ρώμης. Γιά όλους αύτούς, καταπιεσμένους καί υποδουλωμένους, δέν υπήρχε έπαναστατική διέξοδος. Τελικά ή διέξοδος βρέθηκε, άλλά δέν ήταν αύτού τού κόσμου. 1 Καί τώρα τίθεται τό έρώτημα : Ό χριστιανισμός μπορεί νά χαρακτηριστεί έπαναστατικό κίνημα, ή, έστω, περιείχε έπαναστατικά στοιχεία ; Στήν ιστορία τού πρωτόγονου χριστιανισμού υπάρχουν, κατά τόν Ένγκελς, άξιοσημείωτα στοιχεία ομοιότητας μέ τό νεότερο έργατικό κίνημα. "Οπως καί αύτό, ό χριστιανισμός ήταν άρχικά κίνημα τών καταπιεσμένων. 'Ηταν θρησκεία τών δούλων, τών άπελεύθερων, τών φτωχών καί τών ύποδουλωμένων λαών. Καί ό χριστιανισμός καί τό έργατικό κίνημα άποβλέπουν στή σωτηρία άπό τ ή δουλεία καί τήν άθλιότητα. Άλλά ό χριστιανισμός μεταθέτει τ ή σωτηρία στή μεταθανάτια ζωή, ένώ ό σοσιαλισμός τήν τοποθετεί στόν παρόντα κόσμο. Οί οπαδοί καί τών δύο κινημάτων διώχτηκαν σάν εχθροί τής άνθρωπότητας, τού κράτους, τής οικογένειας, τής κοινωνικής τάξης.* 'Ωστόσο, παρά τις ομοιότητες, τό βασικό είναι ή διαφορά. Ό χριστιανισμός ήταν - κ α ί δέν μπορούσε παρά νά είναι- ένα ουτοπικό κίνημα, πού μετέθετε τ ή λύση τού κοινωνικού προβλήματος στήν ατομική μεταθανάτια σωτηρία. Τό έργατικό κίνημα, άντίθετα, είναι I
Β λ . F. Engels, On the History of Early Christianity, ο.π., σσ. 3 3 0 - 3 3 2 .
2. Β λ . F. Engels, στό «Si©, σ. 3 1 3 .
2ΐ6
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ένα κίνημα πού προτείνει λύσεις τών άντιθέσεων της αναπτυγμένης κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Το πρώτο οδηγεί στούς απροσδιόριστους χώρους τής μεταφυσικής, συχνά στήν αύταπάρνηση καί στόν άσκητισμό, ένώ τό δεύτερο βεβαιώνει τήν άξία τής ζωής καί οδηγεί στήν έπαναστατική πράξη. Βέβαια τό άσκητικό πνεύμα δέν έσβησε κάποια ρεαλιστικά ρεύματα μέ κοινωνικό περιεχόμενο, καί μέ καταξίωση τής ζωής. "Οπως γράφει πάλι ό "Ενγκελς, στούς πρώτους αιώνες τού χριστιανισμού, πλάι στόν άσκητισμό πού νέκρωνε τ ή σάρκα, έμφανίστηκε συχνά ή τάση νά έπεκταθεΐ ή χριστιανική έλευθερία σέ μιά λιγότερο ή περισσότερο άπεριόριστη έπικοινωνία μεταξύ τού άντρα καί τής γυναίκας. 1 Σήμερα είναι περισσότερο ισχυρή ή θετική άντίληψη τής ζωής καί ή άναβάθμιση τής υλης, ώς δημιουργήματος τού θεού. Παρά τίς διακηρύξεις του έναντίον τών πλουσίων καί τών ισχυρών, ό χριστιανισμός δέν ήταν έπαναστατικό κίνημα. Κατά καιρούς υπήρξαν έπαναστατικά κινήματα μέ θρησκευτική έκφραση, άλλά είτε έπρόκειτο γιά ούτοπικά κινήματα στήν άρχαιότητα είτε γιά λαϊκά κινήματα πού ή κινητήρια δύναμή τους δέν ήταν ό χριστιανισμός, όπως τά νεότερα χρόνια. Υπάρχει σήμερα ή τάση νά έξιδανικεύεται δ πρωτόγονος χριστιανισμός ώς έπαναστατικό κίνημα, ώς κίνημα κοινοκτημονικό ή άκτημονικό, πρόδρομος τών σοσιαλιστικών ιδεών. "Ομως, άν καί κίνημα τών δούλων καί τών φτωχών, ό χριστιανισμός δέν έθεσε ποτέ ζήτημα άλλαγής τού κοινωνικού συστήματος, κοινωνικοποίησης τού κοινωνικού πλούτου. Ή θέση του ήταν βασικά άρνητική : καταδίκη τού πλούτου, τών άπολαύσεων τής ζωής, ύπόσχεση άνταμοιβής στόν ούρανό, σύσταση γιά υπομονή, άνοχή, έγκαρτέρηση, προετοιμασία γιά τό θάνατο. Είναι βέβαια γνωστό άπό τίς Πράξεις τών 'Αποστόλων δτι οί πιστοί συχνά μοιράζονταν άπό κοινού τά άγαθά κατά τίς άνάγκες τους. 'Ωστόσο έπρόκειτο άπλώς γιά μοίρασμα άγαθών, καί όχι γιά κοινωνική κοινοκτημοσύνη. Στά Ευαγγέλια καί στίς Πράξεις δέν βρίσκεται κάποια συγκεκριμένη καταδίκη τής άτομικής ιδιοκτησίας, άλλά μόνο ήθική 1. F. Engels, στό Γίιο, σσ. 329-330.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
217
καταδίκη τοΰ πλούτου καί υπόσχεση γιά αποκλεισμό τών πλούσιων άπό τήν ούράνια βασιλεία. Παρά τήν ήθική διαμαρτυρία, τά χριστιανικά κείμενα είναι κομφορμιιστικά. Στήν Πρός Κορινθίους επιστολή, π.χ., ό Παύλος κηρύσσει τό συμβιβασμό καί τήν υποταγή : Καθένας νά μένει στήν κατάσταση πού βρίσκεται, νά υπομένει τ ή δυστυχία, τά χτυπήματα, τίς φυλακές, τήν υποδούλωση. Ό Παύλος ζητάει τήν τιμωρία τής άνυπακοής. Τονίζει ότι οί χριστιανοί άγωνίζονται όχι μέ υλικά όπλα, άλλά μέ τ ή χάρη τού θεού. Έπίσης στήν Πρός Τίτον έπιστολή, ό Παύλος τού υποδεικνύει νά συνιστά στούς χριστιανούς νά υποτάσσονται στή δικαιοσύνη καί στήν έξουσία, νά είναι έτοιμοι γιά κάθε άγαθοεργία, νά μήν άντιλεγουν σέ κανέναν, νά είναι ειρηνικοί, μετριοπαθείς, ήπιοι άπέναντι στούς πάντες, νά άποφεύγουν τίς άνόητες συζητήσεις καί τίς διαμάχες σχετικά μέ τό νόμο. 'Αργότερα ό Αύγουστίνος θά τόνιζε ότι άποστολή τής έκκλησίας δέν είναι νά άπελευθερώσει τούς δούλους, άλλά νά τούς κάνει άγαθούς. 'Ακόμα καί ό 'Ιωάννης ό Χρυσόστομος, ό πιό βίαιος άπό τούς πατέρες έναντίον τού πλούτου, τόνιζε ότι οί δούλοι δέν πρέπει νά ζητούν τήν άπελευθέρωσή τους. Τέλος, ό Κλήμης ό 'Αλεξανδρινός δίδασκε ότι ό πλούτος, άν χρησιμοποιείται ορθά, είναι όργανο δικαιοσύνης. 'Αντίστροφα, άν δέν χρησιμοποιείται ορθά, είναι όργανο άδικίας. Ό πλούτος, καθεαυτόν, δέν είναι ούτε καλός ουτε κακός. "Οπως παρατηρεί ό Hainchelin, « ό πρωτόγονος χριστιανισμός δέν γέννησε κανέναν Σπάρτακο. 'Αντίθετα, παρηγορώντας τό σκλάβο γιά τήν ήθική καί τήν υλική του άθλιότητα, τόν κρατούσε σέ υπακοή, χάρη στήν άντίληψη ότι μόνο μιά υπερφυσική καταστροφή θά μπορούσε νά έξαφανίσει μιά άνυπόφορη κοινωνική τάξη » . 1 Ό χριστιανισμός δέν γνώρισε, κατά τόν "Ενγκελς, παρά ένα είδος ισότητας μεταξύ τών άνθρώπων : τήν ισότητα τού προπατορικού αμαρτήματος. Τά ίχνη κοινότητας τών άγαθών πού συναντιούνται στήν άρχή τής νέας θρησκείας άνάγονται μάλλον σέ ένα είδος άλληλεγγύης καταδιωκόμενων παρά σέ πραγματικές έξισωτικές ιδέες. Καί αύτά, φυI. Ch. Hainchelin, Us Origines de la Religion, Éd. Sociales, 1950, σ. 2 0 4 .
ι218
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σικά, εξαφανίστηκαν με τ ή μετατροπή τοΰ χριστιανισμού σέ έπίσημη, κρατική θρησκεία. 1 Τον Σεπτέμβριο τού 1847, ο Μάρξ έγραφε γιά τον Παρατηρητή τής Ρηνανίας : « Οί κοινωνικές αρχές τού χριστιανισμού έπιδοκίμασαν τ ή δουλεία στήν 'Αρχαιότητα, δόξασαν τ ή δουλοπαροικία τού Μεσαίωνα, καί γνωρίζουν έπίσης, όταν χρειάζεται, αν καί μέ άξιολύπητη όψη, νά υποστηρίζουν τίς διώξεις έναντίον τού προλεταριάτου. » Ο ί κοινωνικές άρχές τού χριστιανισμού κηρύσσουν τήν άνάγκη γιά μιά κυρίαρχη καί μιά καταπιεζόμενη τάξη, καί άπλώς εκφράζουν τήν εύχή νά είναι ή πρώτη φιλάνθρωπη πρός τ ή δεύτερη. » Οί κοινωνικές άρχές τού χριστιανισμού μεταφέρουν στόν ούρανό τήν υπόσχεση άνταμοιβής πού δόθηκε άπό τά μέλη τού συμβουλίου τών καρδιναλίων γιά όλες τίς έπίγειες άθλιότητες, καί έτσι δικαιολογούν τήν ύπαρξη αύτών τών άθλιοτήτων στή γή. » Ο ί κοινωνικές άρχές τού χριστιανισμού διακηρύσσουν ότι όλες οί ποταπότητες τών καταπιεστών έναντίον τών καταπιεζομένων είναι είτε δίκαιη τιμωρία γιά τό προπατορικό αμάρτημα καί άλλες αμαρτίες ειτε δοκιμασία πού ό Κύριος, " έ ν τ ή άπείρω σοφία" του, έπιβάλλει σέ όσους άπολυτρώνει. » Ο ί κοινωνικές άρχές τού χριστιανισμού δοξάζουν τ ή δειλία, τήν αύτοπεριφρόνηση, τήν ύποταγή, τήν ταπείνωση, μέ δυό λόγια όλες τίς ιδιότητες τού άχρείου. Άλλά τό προλεταριάτο, πού δέν θέλει νά τό μεταχειρίζονται σάν άπόρριμμα τού άνθρώπινου γένους, χρειάζεται τό θάρρος του, τ ή συνείδησή του, τήν περηφάνια του καί τό αίσθημα τής άνεξαρτησίας, σάν περισσότερο άναγκάία καί άπό τόν έπιούσιο. » Ο ί κοινωνικές άρχές τού χριστιανισμού είναι δουλικές, ένώ τό προλεταριάτο είναι έπαναστατικό » . 1 Πολλοί σήμιερα άντιπαραθέτουν τόν πρωτόγονο, δήθεν έπανα1. F. Engels, Anti-Dühring, Éd. Sociales. 1971, σ. 132. 2. Κ. M a n , The Communism of the Paper Rheinischer Beobachter, στο Marx-Engels, On Religion, ο.-., σσ. 82-83.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
219
στατικό χριστιανισμό στή μετέπειτα, θεσμοποιημένη μορφή του. Είναι γεγονός οτι ό χριστιανισμός, ώς θεσμοποιημένη, κρατική θρησκεία, στήριξε ιδεολογικά τίς διαδοχικές κυρίαρχες τάξεις. 'Εντούτοις άνάμεσα στίς δύο περιόδους τού χριστιανισμού δέν υπάρχει οποιαδήποτε τομή, κάποια άντίθεση άρχών. Οί οντολογικές καί άξιολογικές παραδοχές είναι οί ίδιες, καί ή κοινωνικοπρακτική λειτουργία τής νέας θρησκείας γίνεται στή δεύτερη περίοδο βασικά συντηρητική, χωρίς αύτό νά σημαίνει ότι ή περίοδος αύτή άποτελεΐ τήν άρνηση κάποιας έπαναστατικής φάσης. Ό χριστιανισμός δέν έθεσε ποτέ, ούτε θεωρητικά ούτε πρακτικά, ζήτημα άλλαγής τού τρόπου παραγωγής. Στό κοινωνικό έπίπεδο κήρυξε σχεδόν κατά κανόνα τήν υποταγή καί τήν έγκαρτέρηση. Στό ιδεολογικό, πέρα άπό τό δόγμα τής δημιουργίας, ένσωμάτωσε πλήθος τελετουργικά στοιχεία, άντιλήψεις γιά θαύματα, κλπ., πού προέρχονταν άπό παλαιότερες, λιγότερο εξελιγμένες κοινωνίες, διαμορφώνοντας έτσι μιά κοσμοαντίληψη πού έμπόδιζε τήν όρθή κατανόηση τών κοινωνικών προβλημάτων. Ό χριστιανισμός ονομάστηκε θρησκεία τής άγάπης. Άλλά ή χριστιανική άγάπη στάθηκε άδύνατη όχι νά έκτοπίσει, άλλά ούτε κάν νά μειώσει τήν άγριότητα τών κοινωνικών σχέσεων πού ή έπίσημη έκκλησία είχε εύλογήσει. Καί όσοι προτείνουν αύτή τ ή θεραπεία γιά τίς σημερινές κοινωνικές συγκρούσεις, είτε άπό άφέλεια διάλεξαν ένα ατελέσφορο φάρμακο είτε χρησιμοποιούν αύτή τ ή λέξη σάν «όπιο τού λαού». Πολλοί σήμερα θέλουν νά συνδυάζουν τό χριστιανισμό μέ τό σοσιαλισμό. Κανείς δέν άρνεΐται ότι ένας χριστιανός μπορεί νά άγωνιστεΐ όχι μόνο γιά τήν ειρήνη, άλλά καί γιά τό σοσιαλισμό. Ωστόσο τά χριστιανοσοσιαλιστικά κόμματα μέχρι σήμερα δέν οδήγησαν σέ κανέναν σοσιαλισμό. 'Αντίθετα, άποδείχτηκαν άποτελεσματικοί διαχειριστές τού καπιταλισμού. Σ έ σχέση μ'αύτό άξίζει νά θυμηθούμε τά λόγια τού Κομμουνιστικού Μανιφέστου : « Δέν ύπάρχει πιό εύκολο πράγμα άπό τό νά δώσεις ένα σοσιαλιστικό έπίχρισμα στόν χριστιανικό άσκητισμό. Μήπως ό χριστιανισμός δέν καταφέρθηκε ενάντια στήν άτομική ιδιοκτησία, ένάντια στό γάμο, ένάντια στό Κράτος ; Μήπως στή θέση τους δέν κήρυττε τήν άγαθοεργία καί
ι220
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τ ή ζητιανιά, τήν αγαμία καί τ ή θανάτωση τής σάρκας, τον μοναχικό βίο καί τήν έκκλησία; Ό χριστιανικός σοσιαλισμός δέν είναι παρά ό αγιασμός πού μ ' αυτόν ό παπάς εύλογεΐ τ ή φούρκα τού άριστοκράτη » . 1 Οί κλασικοί τού μαρξισμού, χωρίς νά μηδενίζουν ό,τι θετικό πρόσφερε ό χριστιανισμός, καί χα>ρίς νά άρνούνται οποιεσδήποτε δυνατότητες κοινωνικής δράσης άπό τήν πλευρά τών χριστιανών, ήταν σαφείς στήν έκτίμηση τής συνολικής κοινωνικής λειτουργίας τού χριστιανισμού καί τής στάσης τών μαρξιστών άπέναντί του : « Ό μαρξιστής οφείλει νά είναι ύλιστής, δηλαδή έχθρός τής θρησκείας, άλλά ύλιστής διαλεκτικός, δηλαδή νά βλέπει τόν άγώνα έναντίον τής θρησκείας όχι θεωρητικά, όχι στό άφηρημενο καί καθαρά θεωρητικό πεδίο μιάς προπαγάνδας πού μένει πάντα άναλλοίωτη, άλλά συγκεκριμένα, στό πεδίο τής πραγματικής ταξικής πάλης, ή όποία έκπαιδεύει τίς μάζες περισσότερο άπό τό καθετί, καλύτερα άπό τό καθετ ί » 4 (Λένιν). Σήμερα ή γενικευμένη κρίση τού ιμπεριαλισμού τόν ώθεΐ σέ μορφές έκμετάλλευσης καί σέ γενοκτονίες πού έξεγείρουν τ ή συνείδηση ένός τμήματος τών πιστών τοϋ χριστιανισμού. " Ε τ σ ι σήμερα υπάρχουν κοινωνικά καί φιλειρηνικά κινήματα πού έμπνέονται άπό τίς άνθρωπιστικές όψεις τής χριστιανικής παράδοσης. Σ έ « ύπανάπτυκτες » χώρες υπάρχουν άκόμα καί ένοπλα χριστιανικάλάικά κινήματα. Οί μαρξιστές όχι μόνο δέν άρνούνται τόν θετικό ρόλο αύτών τών κινημάτων, άλλά έπιδιώκουν τ ή συνεργασία σέ κοινούς στόχους. Όστόσο ό μόνος τρόπος γιά νά έρμηνεύσουν αύτά τά φαινόμενα καί νά έκτιμήσουν τήν έμ^έλειά τους, θά πρέπει νά είναι ή μαρξιστική άντίληψη γιά τ ή θρησκεία καί εύρύτερα ή μαρξιστική θεωρία. Ό Μάρξ παραθέτει (έλληνικά) στό τέλος τής Εισαγωγής στή Διατριβή του, τά λόγια τού Προμηθέα στόν Έ ρ μ ή , άπεσταλμένο τών θεών :
1. Marx-Engels, Μανιφέστο τού Κομμουνιστικού Κόμματος, « Ηριδανός » , χ.χ., σ. 77. 2. Lénine, De l'attitude du parti ouvrier, *Εργα, τ. 15, σ. 4 3 8 ( γ α λ λ ι κ ή έκδοση).
ΘΡΗΣΚΕΙΑ : Η ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΓΕΙΑ ΒΑΣΗ ΤΉΣ
221
της σης λατρείας, την εμήν δυσπραζιαν σαφούς επίστασ', ουκ αν άλλάζαιμ' εγώ. κρεϊσσον γαρ οιμαι τηδε λατρεύειν πέτρα ή πατρ'ι φϋναι Ζηνί πιστον άγγελον. Καί ό Μάρξ προσθέτει: Ό Προμηθέας είναι ό ευγενέστερος τών αγίων καί τών μαρτύρων στο ημερολόγιο της φιλοσοφίας.1 Ό νεαρός Μαρξ χρησιμοποιεί έδώ τίς λέξεις άγιος καί μάρτυρας. Άλλά ό μαρτυράς του δέν είναι κάποιος άσκητικός άναχωρητής ή κάποιος πού παραδίδεται στό θάνατο. Είναι αύτός πού δίδαξε στούς ανθρώπους τίς τέχνες, καί τούς βοήθησε νά κάνουν λιγότερο μαρτυρική τήν επίγεια ζωή τους.
1. Κ. Mari, Πρόλογος στή Διατριβή : The Difference between the Natural Philosophy... στό Marx-Engels, On Religion, O.K., σ. 15.
ΟΓΔΟΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΜΙΑ Κ Ο Μ Μ Ο Υ Ν Ι Σ Τ Ι Κ Η Η Θ Ι Κ Η Μ Π Ο Ρ Ε Ι ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΝΟΜΙΜΗ ΚΑΙ Λ Ε Ι Τ Ο Γ Ρ Γ Ι Κ Η ;
Η
Θ Ρ Η Σ Κ Ε Ι Α Π Ε Ρ Ι Λ Α Μ Β Α Ν Ε Ι ΤΑ Σ Τ Ο Ι Χ Ε Ι Α Μ Ι Α Σ Η Θ Ι Κ Η Σ :
Αλλά ή ηθική αυτή θεμελιώνεται υπερβατικά καί παραπέμπει στο υπερβατικό. Ή άστική φιλοσοφία διαμόρφωσε δύο κύρια ρεύματα έγκόσμιας ήθικής : τό χυδαίο ύλιστικό-ώφελιμιστικό καί τό ίδεαλιστικό-θεωρησιακό. Αλλά ουτε ή χριστιανική ουτε οί διάφορες μορφές τής άστικής ήθικής μπόρεσαν νά έκδιώξουν τό « κακό » άπό τόν κόσμο. Ή προλεταριακή ή έπαναστατική ήθική, άντίθετα, ώς άγωνιστική ήθική, συμβάλλει στή θετική υπέρβαση τής κεφαλαιοκρατικής βαρβαρότητας. "Ομως ποιό είναι τό καθεστώς μιας τέτοιας ήθικής ; Καί ποιά ή πρακτική της άξια ; Πιό συγκεκριμένα : Είναι δυνατόν νά διατυπωθεί μιά κομμουνιστική ήθική, ή όποία θά είναι φιλοσοφικά νόμιμη καί ταυτόχρονα λειτουργική, σέ άντίθεση με τά θεωρησιακά-ίδεαλιστικά συστήματα ; Αλλά πριν προσπαθήσει κανείς νά άπαντήσει σ'αύτό τό έρώτημα, θά πρέπει νά έπιχεφήσει έναν ορισμό τής ήθικής, παρ'όλες τίς δυσκολίες πού συνεπάγεται κάθε τέτοια άπόπειρα. θ ά μπορούσαμε νά πούμε ότι ή ήθική συνιστά ένα σύστημα άντιλήψεων γιά τήν κοινωνική ζωή καί τούς κανόνες πού θά πρέπει νά τ ή διέπουν. "Ενα σύστημα άντιλήψεων γιά τόν άνθρωπο ώς βιολογικό καί κοινωνικό όν, γιά τήν ούσία του, γιά τό νόημα τής ζωής, καθώς καί γιά τούς κανόνες πού πρέπει νά ρυθμίζουν τήν κοινωνική συμβίωση καί τήν καθημερινή πράξη. Άπό τά προηγούμενα συνάγεται ότι ή ήθική σχετίζεται μέ τά ήθη, τά έθιμα, τό δίκαιο, τ ή θρησκεία κλπ., τά διαποτίζει, ένώ ταυτόχρονα τά υπερβαίνει. Ή ήθική συνιστά στοιχείο τής ιδεολογίας καί ώς έκ τούτου άσκεΐ μιά βασικά κοινωνικοπρακτική λειτουργία. Τά συστήματα ήθικής, άπό τήν έποχή τού Σωκράτη μέχρι τόν ι »3
ι234
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Κάντ καί άλλους ιδεολόγους της άστικής νεωτερικότητας, είχαν έναν έξωιστορικό χαρακτήρα. Υποτίθεται ότι ίσχυαν γιά όλες τίς έποχές καί γιά όλους τούς άνθρώπους. Ή κομμουνιστική ήθική, άντίθετα, έχει σαφή έπίγνωση τού ταξικού χαρακτήρα της. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν νά άρθεΐ ή άντίφαση ταξικότητας/καθολικότητας, νά διαμορφωθεί μιά κομμουνιστική ήθική ή όποία θά είναι έγκόσμια, ιστορική, πρακτική καί ταυτόχρονα θά περιλαμβάνει κανονιστικές άρχές ; Οί θεωρησιακές φιλοσοφίες, έπιδιώκοντας νά θεμελιώσουν τήν ήθική σέ καθολικές, άμετάβλητες καί ύπερβατικές άρχές, διαχωρίζουν συνήθως τήν κανονιστική ήθική (κανονιστικές άρχές, κατηγορική προσταγή τού Κάντ κ λ π . ) άπό τήν πρακτική ήθική. Ή άνιστορική θεμελίωση, καθώς καί ό τυπικός διαχωρισμός τής κανονιστικής άπό τήν πρακτική ήθική άντιφάσκουν μέ τήν ιστορική κίνηση. Γιά τό λόγο αύτό άπορρίπτονται άπό τ ή μαρξιστική παράδοση. Εντούτοις, θά ήταν δύσκολο νά άρνηθεϊ κανείς τήν άνάγκη γενικών, καθολικών ήθικών άξιωμάτων. Τό où φονεύσεις, π.χ., φαίνεται νά έχει τό καθεστώς τέτοιας άρχής. Τέτοιο καθεστώς άξιώνει, όπως θά δούμε, καί ή ύπερβατική θεμελίωση τής ήθικής άπό τόν Κάντ, γιά νά μήν άναφερθούμε στόν Σωκράτη, στόν Πλάτωνα, στόν Καρτέσιο, στόν Λάιμπνιτς, στόν Μπέρκλεϋ, καί σέ άλλους έκπροσώπους τής θεωρησιακής παράδοσης. 'Εδώ όμως άναδεικνύεται μιά άντίφαση. Ή άντίφαση άνάμεσα στούς άπόλυτους, αιώνιους καί πανανθρώπινους κανόνες τής χριστιανικής, τής καντιανής κλπ. ήθικής καί στήν πραγματικότητα τής ιστορίας : τήν έκμετάλλευση, τούς πολέμους, τίς έκτελέσεις κλπ., κλπ. Έ έκτη άπό τίς δέκα έντολές, π.χ., έντέλλεται: Ού φονεύσεις. Εντούτοις, ή Έκκλησία δέν δικαιολόγησε μόνο τ ή δουλεία, τήν ταξική έκμετάλλευση καί τίς έκτελέσεις. Εύλόγησε πάντοτε τούς πολέμους, συχνά καί τών δύο άντιμαχόμενων στρατοπέδων, στό όνομα τών ίδιων άρχών καί τής ίδιας θεότητας. "Οσο γιά τήν καντιανή ήθική, παρά τίς αύταπάτες της καί μέ όλες τίς ιδιομορφίες της, άποτελεΐ μιά ήθική θεμελιωμένη στήν άντίληψη τού άνθρώπου ώς άνθρώπου-άστοϋ, καί παρά ταύτα άξιώνει τό κύρος μιάς άπόλυτης, κανονιστικής ήθικής.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
Στο γνωσιοθεωρητικό έπίπεδο ό ιδεολογικός χαρακτήρας τής θεωρησιακής καί ειδικά τής άστικής ήθικής μπορεί νά ερμηνευτεί ώς άποτέλεσμα τών σχέσεων ιδιοκτησίας, τοϋ άντίστοιχου τρόπου παραγωγής, τοϋ καταμερισμού έργασίας (διανοητικής καί πρακτικής) καί τής άντίστοιχης ταξικής θεώρησης τής κοινωνικής πραγματικότητας. "Οπως έγραφαν ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς στή Γερμανική Ιδεολογία, ό καταμερισμός έργασίας γίνεται πραγματικός άπό τ ή στιγμή πού καθιερώνεται ό διαχωρισμός πνευματικής καί « υλικής » έργασίας : « Άπό τή στιγμή αύτή, πράγματι, ή συνείδηση είναι δυνατόν νά φαντάζεται ότι είναι κάτι διαφορετικό άπό τ ή συνείδηση τής υπάρχουσας πρακτικής, ότι πράγματι αντιπροσωπεύει κάτι, χωρίς νά άντιπροσωπεύει κάτι τό πραγματικό. Άπό τ ή στιγμή αύτή ή συνείδηση μπορεί νά χειραφετηθεί άπό τόν κόσμο καί νά περάσει στή διαμόρφωση τής " κ α θαρής " θεωρίας, τής θεολογίας, τής φιλοσοφίας, τής ήθικής κλπ. » 1 Ή θεωρησιακή κατασκευή έρχεται τότε σέ σύγκρουση μέ τήν υπαρκτή πραγματικότητα. Ώ ς θεωρία, ή χριστιανική, ή άστική κλπ. ήθική, άποτελεϊ μιά άπατηλή ιδιοποίηση τής πραγματικότητας. Είναι, έντούτοις, λειτουργική, μέ τήν έννοια ότι συνιστά μιά δύναμη ένσωμάτωσης τού άτομου στίς υπάρχουσες συνθήκες. Ειδικά ή άστική ήθική άποτελεϊ έκφραση τών σχέσεων τοϋ άστοϋ μέ τίς συνθήκες ϋπαρξής του. Συνεπώς, ίσως δέν είχε άδικο ό Μάρξ όταν χαρακτήριζε τόν «άξιοσέβαστο» τραπεζίτη «έντιμο λ η σ τ ή » , άποτελεσματικότερο άπό τόν παπά. 4 Ώ ς πρός τ ή χριστιανική ήθική, ό Μάρξ πάλι έγραφε στήν Άγια Οικογένεια ότι δέν είναι παρά ένα όπλο γιά τόν πλούσιο. "Οτι μεταφράζει τήν πραγματική διαφορά πλούσιου-φτωχοϋ σέ ιδεατή άντίθεση τού καλού καί τοϋ κακού.
1. Μιά απόπειρα οντολογικής
θεμελίωσης
Ή χριστιανική ήθική, κυρίαρχη στόν δυτικό κόσμο έπί είκοσι αιώνες, θεμελιώνεται στό δόγμα τής δημιουργίας γενικά καί στήν ειδική
1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, Éd. Sociales, Paris 1971, a. 60. 2. Κ. Marx, Le Capital, Éditions Sociales, Paris 1975, VU, σ. 2 0 6 .
ι226
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
πρόταση ότι ό θεός έδημιούργησε τόν άνθρωπο κατ' εικόνα και ομοίωση του. Τό όποιο ριζοσπαστικό στοιχείο τοϋ άρχέγονου χριστιανισμού είχε ήδη υπονομευτεί άπό τόν 'Απόστολο Παϋλο. Σ τ ή συνεχεία, ή πρακτική τής Εκκλησίας ώς Θεσμού υπηρέτησε τίς έπιδιώξεις τών έκάστοτε κυρίαρχων τάξεων. Ή χριστιανική ήθική έχει παρά ταύτα άξιώσεις καθολικότητας καί αιωνιότητας, καί συχνά άποτέλεσε τό θεμέλιο άστικών συστημάτων ήθικής. Στήν άστική ήθική μπορούμε νά διακρίνουμε δυό τάσεις : τ ή χυδαία, ώφελιμιστική ήθική, ή όποία άναγορεύει τό ατομικό συμφέρον σέ ύπέρτατη άρχή ( Χόμπς, Τζών-Στιούαρτ Μίλλ, Μπένθαμ κλπ. ), καί τά θεωρησιακά συστήματα (Καρτέσιος, Μπέρκλεϋ, Κάντ, Χ έ γκελ κλπ.), τά όποια έπιχειροϋν νά συγκροτήσουν μιά κανονιστική ήθική, θεμελιωμένη σέ υπερβατικές άρχές. Βεβαίως οί δύο τάσεις κάνουν συχνά άμοιβοΰα δάνεια. Ε π ί σ η ς καί οί δύο τάσεις άντιμετωπίζουν τό πρόβλημα τής ήθικής άπό τ ή σκοπιά τής άστικής τάξης. Ό ς πρός τό θέμα μας, ένδιαφέρει ιδιαίτερα τό έγχείρημα τού Κάντ (1724-1804). Ό Γερμανός φιλόσοφος, ώς γνωστόν, άπολυτοποίησε τήν άντίθεση άνάμεσα στά «πράγματα καθαυτά» (νοούμενα ) καί τά φαινόμενα. Ό άνθρωπος μπορεί νά γνωρίσει μόνο τά φαινόμενα. Τά νοούμενα μπορεί νά τά φωτίζει μέ τό φώς τού Λόγου, άλλά άδυνατεΐ νά τά γνωρίσει. Ό θεός, ή άθανασία τής ψυχής, ή έλευθερία τής βούλησης κλπ. άνήκουν στόν κόσμο τών νοουμένων. Ό άνθρωπος, άντίστοιχα, ώς έμπειρικό όν, ύπόκειται στήν αιτιότητα. Ώ ς «νοούμενο», άντίθετα, είναι έλεύθερος. Δέν είναι δυνατόν νά άποδείξουμε τήν ύπαρξη τοϋ θεού. Αλλά ό ήθικός νόμος έχει άνάγκη άπό τήν πίστη. Δίχως τήν πίστη στόν θ ε ό , ισχυρίζεται ό Κάντ, δέν υπάρχει βεβαιότητα ότι στόν κόσμο έπικρατεΐ ήθική τάξη. Ή παραδοσιακή ήθική θεμελιωνόταν στήν άποδοχή τής ύπαρξης τού θεού. Μέ μιά « κοπερνίκεια άναστροφή » , ό Κάντ έπιχείρησε νά θεμελιώσει τήν ύπαρξη τοϋ θεού στήν ύπαρξη τού ήθικού νόμου. Αλλά μ'αύτόν τόν τρόπο, τό μή γνώσιμο ( θ ε ό ς ) θεμελιώνεται σέ μιά υποκειμενική καί αμφισβητήσιμη θέση. Ή ήθική, κατά τόν Κάντ, θεμελιώνεται σέ a priori (προεμπειρικές) άρχές. Είναι ή έπιστήμη τού δέοντος, όχι τού αίτιακά κα-
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
Οορισμένου. Το ορθολογικό μέρος βασίζεται σέ a priori άρχές. Το έμπειρικό, ή πρακτική άνθρωπολογία, θεμελιώνεται στή μεταφυσική τών ήθών. Ή ήθική, συνεπώς, θεμελιώνεται σέ κανόνες που έχουν καθολική, δεσμευτική καί άχρονική άξια. "Ενας τέτοιος κανόνας, π.χ., είναι ό άκόλουθος : « Νά ένεργοϋμε έτσι ώστε ή διαγωγή μας νά γίνει κανόνας γιά όλους τους άνθρώπους που βρίσκονται σέ παρόμοιες συνθήκες » . « Νά ένεργεΐς ώστε νά έχεις φερθεί στήν άνθρωπότητα σάν σέ σκοπό καί όχι σάν μέσο » . Ή κατηγορική προσταγή τοΰ Κάντ θεμελιώνεται σέ άπόλυτες, άχρονικές παραδοχές. Μιά ενέργεια, κατά τόν Γερμανό φιλόσοφο, θά είναι ήθική μόνο όταν γίνεται άποκλειστικά άπό σεβασμό πρός τόν ήθικό κανόνα. 'Αλλά ή κατηγορική προσταγή, μέ τόν άπόλυτο, άχρονικό χαρακτήρα της, καταλήγει νά γίνεται απάνθρωπη. "Αν, π.χ., μιά πόλη πρόκειται νά καταστραφεί άπό κάποιον εισβολέα, τότε, κατά τήν καντιανή ήθική, οί άρχές οφείλουν νά θανατώσουν τους έγκληματίες, έπειδή είχαν παραβιάσει τόν άπόλυτο ήθικό νόμο ! Αλλά ποΰ θεμελιώνεται καί τί θεμελιώνει ό υποτιθέμενος άπόλυτος ήθικός νόμος ; Κατά τόν Γκράμσι, πρόκειται άπλώς γιά κοινοτοπία (truism). Έ π ε ι δ ή υποτίθεται ότι ισχύει παντού, πάντοτε καί γιά τά πάντα, καταλήγει είτε στήν άπλόίκή ήθικολογία είτε στήν ψυχρή βαρβαρότητα. Ποιά είναι παρά ταύτα ή φιλοσοφική θεμελίωση τής καντιανής ήθικής, τήν όποία ό Κάντ θεωρεί προφανή ; Δυό πράγματα, γράφει, γεμίζουν θαυμασμό τήν ψυχή μου : ό έναστρος ούρανός πάνω μου καί ό ήθικός κόσμος μέσα μου. Ώ ς πρός τόν έναστρο ούρανό, ό θαυμασμός, άν καί κίνητρο γιά τ ή φιλοσοφική σκέψη, δέν θεμελιώνει άφ'εαυτού κάποια κοσμοαντίληψη. Πολύ περισσότερο: κάποια ήθική. Ώ ς πρός τόν ήθικό νόμο, αύτός είναι τό ζητούμενο. Καί στό ζητούμενο, άλλά όχι αύταπόδεικτο, ό Κάντ θεμελιώνει τήν ύπαρξη τού θεοΰ, ή όποία δέν μπορεί νά άποδειχτεϊ μέ τ ή βοήθεια τού Λόγου. Αλλά ό Κάντ θά ύποστηρίξει ότι ό ήθικός νόμος εκδηλώνει μιά ζωή άνεξάρτητη άπό τ ή ζωικότητα, άκόμα καί άπό τόν αισθητό κόσμο, έπειδή ό νόμος αύτός δίνει έναν σκοπό στήν ύπαρξη πού έκτείνεται πέρα άπό τά όρια τής ζωής, στό άπειρο. « "Απειρος » μόχθος
ι228
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στήν Κριτική τού Καθαρού Λόγου καί στή συνέχεια στήν Κριτική τού Πρακτικού Λόγου, που κατέληξε σέ μιά απλή χριστιανική ήθικολογία έξίσου άθεμελίωτη μ ' έ κ ε ί ν η τής θεολογίας. Ό Κάντ φανταζόταν ότι νομοθετούσε για τήν αιωνιότητα. Στήν πραγματικότητα έξέφρασε, μέ συντηρητικό τρόπο, τήν ήθική τής ανερχόμενης άστικής τάξης. Μιά ήθική οντολογικά άντίθετη μέ τόν ορθολογισμό τοϋ Διαφωτισμού. 1 Εντούτοις, τό έρώτημα γιά τ ή δυνατότητα νά ύπάρξει μιά ένδοκοσμική κομμουνιστική ήθική, ή όποία θά θεμελιώνεται σέ καθολικές-κανονιστικές άρχές ένώ ταυτόχρονα θά άποφεύγει τόν υπερβατικό καί άνιστορικό χαρακτήρα τής καντιανής ήθικής, δέν έχει άπαντηθεΐ. θ ά έπιχειρήσω νά τό άντιμετωπίσω στό οικείο μέρος αύτοΰ τοϋ κειμένου. Ά ς κατέλθουμε άπό τόν άφηρημένο κόσμο τών ήθικών κατηγοριών στόν συγκεκριμένο τής βιολογίας. Ό άνθρωπος είναι φυσικόβιολογικό όν. Δέν δημιουργήθηκε άπό κάποιο έξωφυσικό "Ον. Είναι προϊόν τής μακράς διαδικασίας τής φυλογένεσης, ή όποία ξεκίνησε μέ τίς πρώτες μορφές έμβιων όντων πρίν άπό τριάμισι περίπου δισεκατομμύρια χρόνια καί άποκορυφώθηκε μέ τά σπονδυλωτά, τά θηλαστικά, τά άνώτερα θηλαστικά καί τόν άνθρωπο. Ό άνθρωπος διαφέρει άπό τά υπόλοιπα θηλαστικά. Εντούτοις, ή ανατομία, ή φυσιολογία, ή γενετική καί ή μοριακή βιολογία θεμελιώνουν τ ή συνέχεια, ή όποία δέν άντιφάσκει μέ τ ή διαφορά. 'Ανάμεσα στά ζώα καί τόν άνθρωπο δέν ύπάρχει τομή. Δέν υπάρχει οντολογική άντίθεση, άλλά ένότητα στό έσωτερικό τής διαφοράς. "Ολα αύτά άποτελοϋν σήμερα κεκτημένο τής έπιστήμης καί προϋπόθεση γιά τήν άρση τοϋ πανάρχαιου δυϊσμού ψυχής καί σώματος, πού διατυπώθηκε ώς γνωστόν άπό τούς πυθαγόρειους, τόν Πλάτωνα, τή χριστιανική δογματική, καί ό όποιος συνεχίζει νά άποτελεΐ κυρίαρχ η άντίληψη γιά τήν άνθρώπινη φύση. Τό άνθρώπινο είδος άναδύθηκε μέσα άπό τό ζωικό βασίλειο. Αντίστοιχα, τό πνεύμα ή ή ψυχή κλπ. δέν είναι δωρεά, καί δέν μπο1. Kant, La Raison Pratique, P.U.F., Paris 1963.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
οεΐ νά υπάρξει ώς αυτόνομη όντότητα, άνεξάρτητη άπό τό σώμα. Ή ψυχοσωματική ένότητα τοΰ άνθρώπου άποτελεϊ επίσης κεκτημένο τής έπιστήμης. Πράγματι, ό άνθρώπινος ψυχισμός άναπτύχθηκε στήν πορεία τής φυλογένεσης καί τής κοινωνικής ζωής ώς υπέρβαση του ψυχισμού τών ζώων. Άπό τους τροπισμούς τών μονοκύτταρων οργανισμών καί τά άντανακλαστικά άνώτερων μορφών μέχρι τήν άνάπτυξη τοϋ έγκεφάλου καί τοϋ νευρικού συστήματος, τής έννοιακής σκέψης, τής φαντασίας καί τοϋ συνόλου τών συναισθηματικών δυνατοτήτων τοϋ άνθρώπινου δντος, ύπάρχουν ποιοτικά άλματα, υπερβάσεις, άλλά δέν υπάρχει τομή. Ή όντική ένότητα τοϋ άνθρώπου μέ τό σύνολο τών έμβιων όντων συνιστά σήμερα έπιστημονική άλήθεια. Ή άνθρωπογένεση δέν ήταν στιγμιαίο συμβάν. Τ Ηταν ιστορική διαδικασία. "Οπως γράφει ό Μάρξ, ήδη άπό τήν περίοδο τής βαρβαρότητας διαμορφώθηκαν ορισμένα χαρακτηριστικά τής άνθρώπινης προσωπικότητας, δπως ή προσωπική άξιοπρέπεια, ή εύγλωττία, ή θρησκευτική εύαισθησία, ή έντιμότητα, ή άνδρεία καί τό θάρρος, άλλά καί ή σκληρότητα, ή πανουργία καί ό φανατισμός. 1 'Από τήν αυγή τής προϊστορίας, 6 άνθρωπος έμφανίζεται ώς πεδίο αντιφατικών δυνατοτήτων. Άλλά ή πνευματικότητα συνδέεται με σχέσεις άμοιβαίου καθορισμού, μέ τήν άλλη, θεμελιώδη όψη τοϋ άνθρώπου. Κατά τόν Μάρξ καί τόν Έ ν γ κ ε λ ς : « Μπορούμε νά διακρίνουμε τούς άνθρώπους άπό τά ζώα άπό τ ή συνείδηση, τ ή θρησκεία καί οτιδήποτε άλλο. Οί ίδιοι αρχίζουν νά διακρίνονται άπό τά ζώα άπό τ ή στιγμή πού άρχίζουν νά παράγουν τά μέσα τής ύπαρξής τους, βήμα πρός τά έμπρός τό όποϊο είναι συνέπεια τής σωματικής τους οργάνωσης. Παράγοντας τά μέσα τής ύπαρξής τους, οί άνθρωποι παράγουν έμμεσα τήν ίδια τήν υλική τους ζ ω ή » . 5 Ό άνθρωπος κατασκευαστής έργαλείων ( Φραγκλίνος ). Ό άνθρωπος ζώον πολιτικόν ( Αριστοτέλης ). Ό άνθρωπος ζώον κοινωνικό ( Μάρξ ). Οί τρεις αύτές όψεις είναι άλληλέν1. Κ. Marx, στο Marx-Engels, On Littérature and Art, Moscow 1976, σ. 189. 2. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., σ. 7 1 .
ι230
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
δετες και ή ήθική συγκροτείται ώς ή ιδεολογική έκφραση τής κοινωνικής πραγματικότητας : ενιαία ήθική τής πρωτόγονης κοινότητας, αντιθετικά συστήματα στίς ταξικές κοινωνίες. Ή έμφάνιση τοϋ ήθικοΰ φαινομένου ώς γεγονός τής έξέλιξης συνιστά ένα ποιοτικό αλμα, μιά νέα πραγματικότητα, στό πλαίσιο μιας οντολογικής συνέχειας άπό τόν ψυχισμό τών ζώων στόν κόσμο τοΰ νοήμονος άνθρώπου. Ή δαρβινική θεωρία τής έξέλιξης, τά σημερινά δεδομένα της, τό σύνολο τών έπιστημών τής ζωής, έχουν μιά ρητή οντολογική σημασία: έπιβεβαιώνουν καί έπιβάλλουν τόν υλισμό εις βάρος τοΰ παραδοσιακού δυϊσμού. Ό υλισμός αύτός, όπως γράφει ό Y. Quiniou, δέν έπιβάλλεται άπό τά πάνω ώς ιδεολογική έπιλογή άλλά ώς συνέπεια τής έπιστήμης. 1 Πώς θά μπορούσαμε λοιπόν νά θεμελιώσουμε, σ ' α ύ τ ή τήν έπιστημονική, οντολογική βάση, μιά ήθική ή όποία θά έχει τήν άξίωση καθολικότητας, πού θά είναι κανονιστική καί ταυτόχρονα υλιστική ; Επιστρέφουμε στήν άρχική μας παραδοχή, ή όποία έχει τό καθεστώς έπιστημονικής άλήθειας : Ό άνθρωπος είναι φυσικό-βιολογικό όν. Ή άνθρωποποίηση, προϊόν ιστορικής έξέλιξης, πραγματοποιήθηκε στή συνέχεια χάρη στήν κοινωνική ζωή. Ή άνθρώπινη κοινότητα άποτελεΐται άπό άτομα — όχι άπό τά άφηρημένα άτομα τής θεωρησιακής άνθρωπολογίας, άλλά άπό άτομα πού ύπάρχουν στό έσωτερικό ένός πλέγματος κοινωνικών σχέσεων. 'Αλλά ένώ ή άνθρώπινη κοινότητα έχει μιά ιστορία στό χρόνο, τό άτομο έχει έναν περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Είναι θνητό, έξαρτημένο άπό τό περιβάλλον του, έρμαιο φόβων και φορέας έλπίδων. Είναι μιά προσωρινή ύπαρξη πού έπιθυμεΐ καί έλπίζει στήν πραγμάτωση τών δυνατοτήτων του καί στή σύντομη έπίγεια εύτυχία. Τό κοινωνικό άτομο είναι μιά άνεπανάληπτη οντότητα. Μέ τήν έννοια αύτή συνιστά μιά απόλυτη άξια. Μιά κανονιστική ήθική οφείλει, συνεπώς, νά συγκροτεί τό γενικό πλαίσιο γιά τ ή δικαίωση τής 1. Β λ . Yvon Quiniou, « L a morale comme fait d'évolution», ελλ. μ ε τ . Ουτοπία, τ . 22, Σ ε π τ . - Ό κ τ . 1996.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
ανθρώπινης ύπαρξης. Μιά τέτοια ήθική φαίνεται ατομικιστική. Ε ν τούτοις, μιά τέτοια έντύπωση θά ήταν έσφαλμένη. Έ δ ώ τό άτομο είναι οργανικό στοιχείο τοΰ κοινωνικού συνόλου. Μιά ήθική θεμελιωμένη στήν άπόλυτη άξία τοΰ κοινωνικού άτομου, θά είναι μιά ήθική ένδοκοσμική. θ ά άπορρίπτει τήν όποια υπερβατική θεμελίωση καί τίς φανταστικές υπερβατικές άξίες. θ ά έχει συνείδηση της ιστορικότητας τών κοινωνικών σχέσεων καί τής ίστορικότητας-σχετικότητας τών προγενέστερων ήθικών συστημάτων. Ή ιστορία δέν έχει σκοπό. Δέν κατευθύνεται σέ κάποιο υψηλό Τέλος ( Χ έ γ κ ε λ ) ή στό άθλιο, χθαμαλό άστικο-υλιστικό Τέλος τοΰ Φουκουγιάμα. Ή ιστορία, όπως γράφει ό Λούκατς, είναι μιά μή άντιστρεπτή διαδικασία καί, συνεπώς, φαίνεται φυσικό νά άρχίσουμε τήν οντολογική έρευνα τής ιστορίας εισάγοντας τ ή χρονική μή άντιστρεψιμότητα. Πρόκειται, κατά τόν Λούκατς, γιά μιά αυθεντική οντολογική σχέση. 1 Ή ιστορική θεώρηση τού άνθρώπου, άντίστοιχα, αίρει τήν αντίφαση άνάμεσα στήν κατάσταση τοΰ ζώου καί τήν ήθικότητα. Ή όντική συνέχεια στό πλαίσιο τοΰ υλισμού έπιτρέπει ίσως τ ή συγκρότηση μιας ύλιστικής-κομμουνιστικής ήθικής. Άλλά βρισκόμαστε άπλώς στήν άρχή. "Ενας παρόμοιος ισχυρισμός χρειάζεται περαιτέρω θεμελίωση. Εντούτοις, πρίν άπ'αύτό, είναι άνάγκη νά σκιαγραφήσουμε τά θεμέλια καί τήν ούσία τής άστικής ήθικής. 2. Ή τονικότητα
και τό αδιέξοδο της άστικής
ήθικής
Ή μαρξική (καί γενικότερα ή μαρξιστική) ήθική άπογυμνώνει τό άτομο άπό τό άπατηλό φωτοστέφανο τοΰ ιδεαλισμού. Ειδικότερα τοΰ στερεί τήν έλπίδα τής υπέρβασης καί τής μετά θάνατον « ζ ω ή ς » . Εντούτοις, ή χρονικά περιορισμένη άνθρώπινη ύπαρξη, ή θνητότητα τοΰ άτομου, δέν υποβαθμίζει τήν άξία του. "Οπως σημειώσαμε, καί γι'αύτόν άκριβώς τό λόγο, ή μαρξιστική-ύλιστική ήθική οφείλει νά άναγορεύσει τό άτομο σέ άπόλυτη άξία. Άπό μέσον τ ή ς άστικής κοινωνίας νά τό υψώσει σέ σκοπό. 1. G. Lukâcks, The Ontology of Social Being, 2, Mara, Merlin Press, London 1978, σ. 7 0 .
ao233
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Άλλά ποιά είναι τά βασικά χαρακτηριστικά τών πολυάριθμων ρευμάτων τής άστικής ήθικής ; Αφετηριακή θέση τους είναι ή ψευδαίσθηση γιά τήν αιωνιότητα τής άστικής κοινωνίας καί, άντίστοιχα, ή άντίληψη τοϋ άνθρώπου ώς άνθρώπου-άστού. Σχηματοποιώντας, θά μπορούσαμε νά διακρίνουμε, όπως έχουμε σημειώσει, δύο κύρια ρεύματα τής άστικής ήθικής : τό χυδαϊο-ώφελιμιστικό καί τό θεωρησιακό-ίδεαλιστικό. Τό πρώτο, γιά τόν έξωράισμό του, έχει άνάγκη άπό ένα «συμπλήρωμα ψ υ χ ή ς » . Άλλά τόσο τό πρώτο όσο καί τό δεύτερο προϋποθέτουν, ρητά ή μή, έναν χυδαίο, άστικό, ώφελιμιστικό ύλισμό, έπειδή καί τά δύο προϋποθέτουν τήν πρώτη καί έσχατη άξία τής άστικής κοινωνίας : τήν ιδιωτική ιδιοκτησία. Οί ιδεολόγοι τής άστικής τάξης είδαν τήν άστική κοινωνία ώς τήν κατάληξη τής ιστορικής κίνησης. Ώ ς τήν πραγμάτωση τής 'Ελευθερίας, τοϋ Κράτους Δικαίου καί τού 'Ορθού Λόγου. "Οπως γράφει ό Μάρξ, είδαν τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή ώς υποκείμενη σέ φυσικούς, αιώνιους νόμους, άνεξάρτητους άπό τήν ιστορία. Είδαν, κατά συνέπεια, τίς άστικές σχέσεις ώς φυσικούς, άμετάβλητους νόμους τής κοινωνίας, θεωρούμενης in abstracto.1 'Αντίστοιχα ή ήθική θεωρήθηκε ότι Θεμελιώνεται σέ οικουμενικές άξιες. Ό " Ε ν γκελς, π.χ., άναφερόμενος στόν κατά τά άλλα ύλιστή Φόυερμπαχ, έγραφε σχετικά ότι ή ήθική του «είναι προσαρμοσμένη σέ όλους τούς καιρούς, σέ όλους τούς λαούς, σέ όλες τίς συνθήκες καί γι'αύτό άκριβώς δέν είναι εφαρμόσιμη πουθενά καί παραμένει άδύνατη μπροστά στόν πραγματικό κόσμο, όσο καί ή κατηγορική προσταγή τού Κ ά ν τ » . ' Ποιά είναι λοιπόν ή κρυμμένη (γιά τήν άστική ιδεολογία) αίτια τής άντίφασης τής κυρίαρχης σήμερα ήθικής μέ τήν ύπαρκτή κοινωνική πραγματικότητα; Οί κεφαλαιοκρατικές παραγωγικές σχέσεις ώρίμασαν ( σ χ ε τ ι κ ά )
1. Κ. Marx, Contribution à Ut critique de l'économie politique, Éd. Sociales, Paris 1957, σ. 152. 2. F. Engels, L Feuerbach et la fin de la philosophie classique allemande, Éd. Sociales, Paris 1966, σ. 55.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
στό πλαίσιο τής φεουδαρχικής κοινωνίας. Οί άστοί ιδεολόγοι είχαν υπονομεύσει τό φεουδαρχικό εποικοδόμημα καί οί άστικές επαναστάσεις οδήγησαν στήν άρση τών φεουδαρχικών προνομίων — μεοική έστω, εξαιτίας τών γνωστών ιστορικών συμβιβασμών. Άπό τ ή Διακήρυξη τής Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, τό κίνημα τού Διαφωτισμού καί τ ή Γαλλική Έπανάσταση, μέχρι τήν Κοινωνία τών Εθνών καί τόν OHE, όλοι μιλούσαν γιά άνθρώπινα δικαιώματα, γιά σεβασμό τού άνθρώπινου προσώπου καί γιά αύτοδιάθεση τών λαών. Τό τί έγινε, τό γνωρίζουμε. Γ ι α τ ί ; Ή άστική τάξη έγραφε στίς σημαίες της : Ελευθερία, Ι σ ό τ η τα, Αδελφοσύνη. Υποσχόταν τήν πραγμάτωση τοϋ Κράτους Δικαίου καί τοϋ Όρθοϋ Λόγου. Ποιό ήταν όμως καί ποιό παραμένει τό θεμέλιο τών κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών; Ή ιδιωτική ιδιοκτησία. Ή ιδιωτική ιδιοκτησία στίς πρώτες της μορφές δέν ήταν προϊόν άλλοτριωμένης έργασίας. "Ομως ή πηγή τής μεγάλης άστικής ιδιοκτησίας καί τού κεφαλαίου γενικότερα (πού δέν είναι άπλώς σχέση, δπως ύποστηρίζουν πολλοί έπικαλούμενοι τόν Μάρξ) είναι ή ύπεραξία, ή όποία δημιουργείται στό χώρο τής παραγωγής καί τήν όποία ιδιοποιείται ό κάτοχος τών μέσων παραγωγής. Ή κεφαλαιοκρατική είναι γενικευμένη έμπορευματική παραγωγή. Τά μέσα παραγωγής, ή γη, ή έργατική δύναμη έχουν μετατραπεί στίς σύγχρονες κοινωνίες σέ έμπόρευμα. Άλλά ή έμπορευματική παραγωγή είναι ένδογενώς άνταγωνιστική. Οί πλανητικοί άνταγωνισμοί τού σημερινού κόσμου τροφοδοτούνται άπό τό βασικό αύτό χαρακτηριστικό τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής καί έκμηδενίζουν τ ή λειτουργικότητα τών ήθικολογιών τής άστικής τάξης. θεμέλιο τής κοινωνίας μας είναι ή ιδιωτική ιδιοκτησία. Μέσο γιά τήν άπόκτηση καί τήν έπέκταση τοϋ πλούτου είναι ή έκμετάλλευση τής μισθωτής έργασίας. Συνέπειες: ή φτώχεια μέσα στόν πλούτο ( Μάρξ ), ή άνεργία, ή έξάντληση τών φυσικών άποθεμάτων, οί κρίσεις ύπερσυσσώρευσης, οί τοπικοί (έπί τού παρόντος) πόλεμοι, ό γενικευμένος άνταγωνισμός, ή άποξένωση, ή φθορά τών άνθρώπων καί τών πραγμάτων. Ή
σύγχρονη κεφαλαιοκρατική βαρβαρότητα κονιορτοποιεί τά
ι34
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ιδεολογήματα της άστικής ήθικής : Ή ελευθερία είναι ή άρνητική, άνταγωνιστική ελευθερία τών κατόχων τοΰ κεφαλαίου καί ή αντίστοιχη « ελευθερία » τοΰ προλετάριου νά πουλήσει τό μόνο εμπόρευμα που διαθέτει : τήν εργατική του δύναμη. Ή ισότητα μπροστά στό νόμο είναι τυπική. Αύτό πού δεσπόζει είναι ή οικονομική άν ισότητα καί όσα αυτή συνεπάγεται γιά τήν κοινωνική θέση, τήν παιδεία καί τόν πολιτισμό. Τό κράτος δικαίου, στηριγμένο στό άστικό δίκαιο, είναι, σε τελευταία άνάλυση, δ εγγυητής τής σταθερότητας καί τής άναπαραγωγής τών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής. Ή υπαρκτή πραγματικότητα κονιορτοποιεί τά άξιώματα τής άστικής ήθικής. Ή κοινωνία μετατρέπεται όλο καί περισσότερο σε σύνολο άνταγωνιζόμενων άτόμων. Τά δικαιώματα συρρικνώνονται, σέ τελευταία άνάλυση, στό δικαίωμα τής ιδιοτέλειας. Ή έλευθερία ορίζεται άρνητικά, μέ βάση τό θεμέλιο τής κοινωνίας τών ιδιωτών : νά μήν έπιτρέπεται νά σέ βλάπτουν, νά μή βλάπτεις τόν άλλο. Στήν κοινωνία αυτή τό άτομο, θεοποιημένο άπό τήν άστική ατομιστική ήθική, μετατρέπεται σέ ένα όν έγωιστικό, μετέωρο, σ'έναν κόσμο όπου « άνθρωπος πρός άνθρωπο λύκος » , άποξενωμένο άπό τούς συνανθρώπους του, έκκενωμένο άπό τά θετικά στοιχειά τής ιστορικά διαμορφωμένης ούσίας του. Άπό τ ή μιά ό άστός-ίδιοκτήτης. Άπό τήν άλλη ό προλετάριος, τού όποιου ή αξία άποτιμάται μέ βάση τήν έργατική του δύναμη - ό άνθρωπος πού έχει έκπέσει στήν κατάσταση τοΰ έμπορεύματος. 1 Μέ τήν άνάπτυξη τών έπιστημών καί τής τεχνολογίας, οί ιδεολόγοι τής πρώιμης άστικής τάξης (Φρ. Μπέηκον, Καρτέσιος κ.ά. ) διέβλεψαν τ ή δυνατότητα νά υπάρξει μιά κοινωνία άφθονίας. Μιά τέτοια κοινωνία θά άποτελούσε -μαζί μέ τήν έλευθερία, τό Κράτος Δικαίου καί τόν 'Ορθό Λόγο— τό θεμέλιο τοΰ άστικοΰ ούμανισμοΰ. Άλλά ήδη άπό τήν αυγή τοΰ καπιταλισμού, ή άνθρωπότητα -ειδικά ή Δυτική Ευρώπη— γνώρισε νέες μορφές, μοντέρνας πλέον βαρβαρότητας. Ό Τόμας Μόρους (1480-1535) μάς δίνει μιά 1. Β λ . σχετικά τό άρθρο τοΰ Β . Α. Βαζιοΰλιν, Ουτοπία, τ . 3 0 , Μάιος-Ίούνιος 1998, σ. 143.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
εναργή περιγραφή τής φρίκης τής υπό διαμόρφωση άστικής κοινωνίας. 1 Ά ς έρθουμε όμως στόν πιό κοντινό σε μάς Κάρολο Μάρξ. Ή έπιστήμη καί οί τεχνολογικές καινοτομίες πολλαπλασιάζουν τήν παραγωγικότητα τής έργασίας. "Ομως, « σ τ ό κεφαλαιοκρατικό σύστημα όλες οί μέθοδοι πολλαπλασιασμού τής δύναμης τής συλλογικής έργασίας», γράφει ό Μάρξ, «έκτελοϋνται εις βάρος τοϋ βιομηχανικού έργάτη. "Ολα τά μέσα γιά τήν άνάπτυξη τής παραγωγής μεταμορφώνονται σέ μέσα γιά τόν έξουσιασμό καί τήν έκμετάλλευση τού παραγωγού : τόν μετατρέπουν σέ άνάπηρο, άποσπασματικό άνθρωπο ή σέ έξάρτημα τής μηχανής. Τού άντιπαραθέτουν σάν έχθρικές δυνάμεις τίς δυνάμεις τής παραγωγής » . « Σ τ ή γεωργία, όπως καί στό έργοστάσιο», γράφει ό Μάρξ, « ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής γίνεται τό μαρτυρολόγιο τού παραγωγού». Ό αστικός καταμερισμός έργασίας « χ τ υ π ά τό άτομο στήν ίδια τ ή ρίζα τής υπαρξής τ ο υ » , τό μέσο τής έργασίας πού έχει μετατραπεί σέ αύτόματο ορθώνεται μπροστά στόν έργάτη με τ ή μορφή κεφαλαίου, νεκρής έργασίας, πού δεσπόζει καί έξαντλεΐ τ ή ζωντανή του δύναμη.* Σ έ διάφορα σημεία τοϋ Κεφαλαίου, ό Μάρξ άναλύει τόν έξ ύπαρχής άνταγωνιστικό χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, ή όποια οδηγεί στήν ξέφρενη κατασπατάληση τής έργατικής δύναμης. Γυναίκες καί παιδιά πέντε, έ'ξι, άκόμα καί τεσσάρων έτών δούλευαν άπό τό πρωί ώς τό βράδυ σε άφόρητες συνθήκες, πού κατέστρεφαν τήν υγεία τους καί τούς έξαθλίωναν ήθικά. « Πρίν άπό τήν άπαγόρευση τής έργασίας τών γυναικών καί τών παιδιών (κάτω τών δέκα έ τ ώ ν ) στά ορυχεία, τό κεφάλαιο έβρισκε τόν τρόπο νά κατεβάζει στά πηγάδια γυναίκες, κοπέλες καί άντρες γυμνούς, δεμένους μαζί, σέ θαυμαστή συμφωνία μέ τόν ήθικό του κώδικα». 3 Σ έ
1. Β λ . Τόμας Μ όρους, Ή Ουτοπία, « Κ ά λ β ο ς » , 'Αθήνα 1984. 2. Κ. Mara, Le Capital, ο.π., II, σα. 105, 108, 180-181 καί αλλού. 3. Κ. Mara, στο iSto, Π, α. 77.
ι236
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
θαυμαστή συμφωνία, θά πρόσθετε κανείς, με τήν ήθική τοΰ καθολικισμού, τού καλβινισμού, τού πουριτανισμού ή τού Κάντ. Βέβαια, στόν σημερινό κόσμο δέν κυριαρχεί αύτή ή ωμή φρίκη. Εντούτοις, ή «μεταμοντέρνα» βαρβαρότητα, μέ τίς νέες πιό ύπουλες καί δυσανάγνωστες μορφές, τροφοδοτείται άπό τίς ίδιες αιτίες. Καί τό κράτος ; Καί ή λειτουργία τών πολιτικών θεσμών ; Κατά τόν Μάρξ καί τόν " Ε ν γ κ ε λ ς : « Τ ό κράτος είναι ή μορφή διά της όποιας τά άτομα μιάς κυρίαρχης τάξης άξιοποιούν τά κοινά τους συμφέροντα καί στό όποιο συμπυκνώνεται ολόκληρη ή πολιτική κοινωνία μιάς έποχής. Κατά συνέπεια όλοι οί κοινοί θεσμοί διαμεσολαβοΰνται άπό τό κράτος καί παίρνουν πολιτική μορφή. Άπό αύτού ή πλάνη ότι ό νόμος θεμελιώνεται στή θέληση καί, άκόμα καλύτερα, σέ μιά ελεύθερη βούληση, άποσπασμένη άπό τ ή συγκεκριμένη βάση της. Ή διάλυση τής φυσικής κοινότητας γεννάει τό ιδιωτικό δίκαιο, καθώς καί τήν ιδιωτική ιδιοκτησία, πού άναπτύσσονται ταυτόχρονα » . 1 Ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή, οί άνταγωνισμοί καί οί συνέπειές τους έπιβάλλονται ώς έξωτερική, άδυσώπητη μοίρα στά άτομα. Σ τ ή βάση αύτή τό κοινό συμφέρον άποτελεΐ αύταπάτη, καί κάθε σύστημα ήθικής είναι έκ τών προτέρων ύπονομευμένο. Ή άδυναμία τής άστικής ήθικής, όπως γράφει ό I. Mészéros, «άποδεικνύει ότι οί κοινωνικές άνάγκες δέν έχουν γίνει έσωτερικές ώς πρός τό άτομο, άλλά έξωτερικές άνάγκες τής κοινωνίας. Τό δίκαιο δέν μπορεί νά μετατρέψει τήν έξωτερική άνάγκη σέ έσωτερική άνάγκη τού άτομου. Ή έννοια τού ήθικού καθήκοντος είναι μιά άφηρημένη καί άλλοτριωμένη έκφραση αύτής τής άντίφασης » . * "Ας συνοψίσουμε μέ ένα γνωστό απόσπασμα από τό Κομμουνιστικό Μανιφέστο : « Παντού όπου ή άστική τάξη ήρθε στήν έξουσία, κατέστρεψε όλες τίς φεουδαρχικές, πατριαρχικές καί ειδυλλιακές σχέσεις. "Εσπασε χωρίς οίκτο όλους τούς πολυποίκιλους φε1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., σ. 71. 2. I. Mésziros, Ή θεωρία τοϋ Μάρξ γιά τήν αλλοτρίωση, 1973, σσ. 2 0 0 - 2 0 3 .
« Ράππας » , 'Αθήνα
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
ουδαρχικούς δεσμούς πού συνέδεαν τον άνθρωπο μέ τούς φυσικούς άνώτερούς του και δέν άφησε κανέναν άλλο δεσμό άνάμεσα σέ άνθρωπο και σέ άνθρωπο έκτος άπό τό γυμνό συμφέρον, άπό τήν αναίσθητη "πληρωμή τοις μετρητοίς". Έ π ν ι ξ ε στά παγωμένα νερά τού έγωιστικού ύπολογισμού τά ίερά ρίγη τού εύλαβικού ρεμβασμού, τού ιπποτικού ένθουσιασμού, τής μικροαστικής μελαγχολίας. Μετέτρεψε τήν προσωπική άξιοπρέπεια σέ άνταλλακτική άξία καί στή θέση τών άπειράριθμων γραφτών καί τών έντιμα άποκτημένων έλευΟεριών έβαλε τ ή μοναδική άσυνείδητη έλευθερία τού έμπορίου. Μέ μιά λέξη, στή θέση τής σκεπασμένης μέ θρησκευτικές καί πολιτικές αύταπάτες έκμετάλλευσης, έβαλε τήν άνοιχτή, ξεδιάντροπη, άμεση, σκληρή έκμετάλλευση. » Ή άστική τάξη άφαίρεσε τό φωτοστέφανο άπ'δλα τά, ώς τά τότε, άξιοσέβαστα έπαγγέλματα πού τά άντίκριζαν μέ θρησκευτική εύλάβεια. Τό γιατρό, τό νομικό, τόν παπά, τόν ποιητή, τόν άνθρωπο τής έπιστήμης, τούς μετέτρεψε σέ μισθωτούς έργάτες της » . 1 Σήμερα βιώνουμε νέες μορφές «μεταμοντέρνας» βαρβαρότητας. Στίς κοινωνίες τού ύστερου καπιταλισμού οί κοινωνικές σχέσεις έξαρθρώνονται. Μένουν οί άνταγωνιστικές σχέσεις παραγωγής καί άνταλλαγής. Οί άνθρωποι, ένσωματωμένοι σέ ένα πλέγμα ανελέητων άνταγωνισμών, έπιστρέφουν στήν κατάσταση τού θηρίου. Ε ν τούτοις, δέν πρόκειται γιά τ ή θηριωδία τού άγριου ζώου, άλλά, δπως έγραφε ό νεαρός Μάρξ, γιά τ ή θηριωδία τού ζώου μέ τ ή μολυσμένη άνάσα τού πολιτισμού. Τό έγωιστικό άτομο, άγωνιζόμενο νά σώσει τ ή «μοναδικότητα» (καί τήν ιδιοκτησία) του, τ ή χάνει μέσα στήν άνασφάλεια καί τό άγχος. Συρρικνώνεται σέ μιά ύπαρξη άποξενωμένη άπό τίς ύψηλότερες πνευματικές, καλλιτεχνικές καί ψυχικές δυνατότητες πού ή άνθρωπότητα κατέκτησε στήν πορεία χιλιετιών ταξικής πάλης άλλά καί δημιουργίας. Γιά ποιά ήθική καί μέ ποιά αισιοδοξία νά μιλήσουν οί ιδεολόγοι τής άστικής τάξης ; Δέν είναι τυχαίο δτι ό βιομηχανικός καπιταλισμός γέννησε, ώς άντίδραση στήν κεφαλαιοκρατική βαρβαρότητα, I. Μανιφέστο
τού Κομμουνιστικού
Κόμματος,
« Η ρ ι δ α ν ό ς » , χ . χ . , σ. 4 2 .
ι38
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
το κίνημα τοΰ ρομαντισμού. 1 Καί δεν είναι έπίσης τυχαίο δτι, άπό τά μέσα τοΰ 19ου αιώνα, ή αίσθηση τής κρίσης, τοΰ αδιεξόδου καί τοΰ πεσιμισμοϋ κυριαρχεί στήν άστική άνθρωπολογική παράδοση. Ό γενάρχης τοΰ χριστιανικού υπαρξισμού, ό Δανός Κίρκεγκωρ ( 18131855), θεωρούσε κεντρική έννοια στις άνθρώπινες σχέσεις τήν έννοια τής παρεξήγησης, ένώ ό Νίτσε ( 1844-1900), περιφρονώντας τ ή μετριότητα τών άστών, κήρυσσε έναν ήρωικό μηδενισμό. Ό Γιάσπερς, στήν έποχή μας, θεωρούσε τήν έπικοινωνία σχεδόν άκατόρθωτη, ένώ κατά τόν Σάρτρ τό βλέμμα τοΰ άλλου άκινητοποιεΐ, άπογυμνώνει. Αυτός πού μέ βλέπει, θά γράψει ό Σάρτρ, μοΰ άρνεΐται τήν ύποκειμενικότητά μου. Από « δ ι ' ε α υ τ ό ν » μέ μετατρέπει σέ «καθαυτόν » . Ή κόλαση, κατά τόν Γάλλο ύπαρξιστή, είναι ό άλλος καί ή ούσία τών άνθρώπινων σχέσεων είναι ή σύγκρουση. Ή άστική ήθική έχει πρό πολλού άπολέσει τήν δποια άρχική αισιοδοξία της.* Τό μόνο πού είναι πλέον ικανή νά προβλέψει είναι τό τέλος τής 'Ιστορίας, όχι τό ύψηλόφρον « τέλος » τής έγελιανής ολοκλήρωσης τής πορείας τού Πνεύματος, ούτε τήν άνοδική πορεία πρός τό σημείο 'Ωμέγα - τήν ένωση μέ τόν θ ε ό πού οραματίζεται ή χριστιανική διαλεκτική τού Τεγιάρ ντέ Σαρντέν. Αύτό πού μπορεί νά προβλέψει είναι ένα άθλιο ύλιστικό « τέλος » , κατά τόν έπίσης άθλιο Φουκουγιάμα, όπου τά δίποδα τής παγκοσμιοποιημενης καπιταλιστικής κοινωνίας θά παράγουν, θά καταναλώνουν καί θά ψηφίζουν, προτού περάσουν άπό τήν πρώτη στή δεύτερη άνυπαρξία. Ή κεφαλαιοκρατική-βιομηχανική κοινωνία, παρά τίς τεράστιες δυνατότητες πού δημιούργησε στόν τομέα τής τεχνολογικής προόδου, άρα καί τίς δυνατότητες οικονομικού πλούτου, άπέτυχε. Αύτό άποτελεΐ πλέον διαπίστωση καί μελετητών πού δέν έχουν σχέση μέ τό μαρξισμό καί τό έργατικό κίνημα. Αλλά ή άποτυχία τού καπιταλισμού είναι ^uôt άποτυχία τής άνθρωπότητας συνολικά, ή όποία δέν κατόρθωσε νά έλέγξει τό ιστορικό γίγνεσθαι; "Ενα τέτοιο συμ1. Β λ . σχετικές μελετες στήν Ούτοτζία, τ . 17, Σ ε π τ . - Ό κ τ . 1995. 2. Γιά τήν κρίση της άστικής φιλοσοφίας, βλ. Λ. Γ κ έ ν τ ε , Ή φιλοσοφία της χρίσης. « Σ ύ γ χ ρ ο ν η Έ π ο χ ή » , 1994.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
πέρασμα θά ήταν λανθασμένο. Ή αποτυχία τοΰ καπιταλισμού είναι ή αποτυχία ενός τρόπου παραγωγής στηριγμένου στήν ιδιωτική κατοχή τών μεγάλων μέσων παραγωγής καί στήν έκμετάλλευση τής έργατικής δύναμης. Ό άνταγωνισμός καί οι συνέπειές του είναι ένδογενές στοιχείο αύτοΰ τού τρόπου παραγωγής. Μπορούμε, συνεπώς, νά ύποστηρίξουμε τ ή δυνατότητα ένός άνώτερου τρόπου παραγωγής, τού κομμουνιστικού, στηριγμένου στήν κοινή κατοχή τών μέσων παραγωγής καί τοΰ κοινωνικού πλούτου ; Μετά τήν αποτυχία τοΰ πρώτου σοσιαλιστικού πειράματος, μήπως -ρέπει νά έγκαταλείψουμε καί αύτή τήν έλπίδα; Είναι εύκολο νά παραιτηθεί κανείς. Τό πιό δύσκολο καί άναγκαΐο είναι νά άπαντήσει στό έρώτημα μέ βάση τίς δυνατότητες τού σημερινού κόσμου. Καί πρώτα μέ βάση τίς αντικειμενικές δυνατότητες. 3. Κομμουνισμός:
ή ιστορική
αναγκαιότητα,
ουτοπία
δυνατότητα ;
Ή σημερινή πραγματικότητα τού καπιταλισμού, ή όποία μπορεί νά καταλήξει στήν αύτοκαταστροφή τού άνθρώπινου είδους, συγκεκριμενοποιεί τήν τραγική άποτυχία αύτοΰ τού συστήματος, καθώς καί τών συστημάτων ήθικής πού δέν ύπερβαίνουν τόν στενό του ορίζοντα. Σήμερα τίθεται έναγώνια τό έρώτημα άν μιά άταξική κοινωνία είναι δυνατή. 'Αντίστοιχα, άν είναι δυνατόν νά υπάρξει μιά κομμουνιστική ήθική μέ θεμέλιο τήν άνθρώπινη χειραφέτηση, τήν έλευθερία, τό συλλογικό έργο καί τήν άνθρώπινη άλληλεγγύη. Άλλά, προφανώς, προτού άντιμετωπίσουμε τό πρόβλημα τής ήθικής, θά πρέπει νά άνιχνεύσουμε καί νά τεκμηριώσουμε τ ή δυνατότητα γιά μ*ά κομμουνιστική κοινωνία. Τά παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα, δέσμια τοΰ οικονομισμού καί τής ντετερμινιστικής άντίληψης τής ιστορίας, θεωρούσαν συνήθως άναπόφευκτη τήν έλευση τού κομμουνισμού, ώς άναγκαία κατάληξη τών «ορειχάλκινων νόμων τής 'Ιστορίας». "Αλλο, όμως, αναγκαίος γιά τήν ίδια τήν έπιβίωση τής άνθρωπότητας, αρα πε~ ρισσότερο επίκαιρος άπο ποτέ, και άλλο δτι θά είναι προϊόν μιας
ι340
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
αναπόδραστης ιστορικής νομοτέλειας. Ή φαταλιστική άντίληψη τής ιστορίας είχε τίς γνωστές συνέπειες γιά τ ή ζωή καί τ ή δράση τών κομμουνιστικών κομμάτων. "Ας έπιχειρήσουμε, συνεπώς, νά συλλάβουμε τ ή σχέση δυνατότητας καί πραγματικότητας ώς πρός τό θέμα που μάς άπασχολεΐ. Ό κομμουνισμός δέν είναι, όπως έχουμε σημειώσει, ιδεώδες. Ε ί ναι δυνατότητα ή όποια ωριμάζει μαζί μέ τίς αντινομίες τοϋ καπιταλισμού καί ή όποία θά καταργήσει αυτή τήν απάνθρωπη πραγματικότητα. Καί πρώτα οί υλικές προϋποθέσεις. Ή σημερινή έπιστήμη καί οί συνακόλουθες τεχνολογικές εξελίξεις κάνουν ρεαλιστική τήν πανάρχαιη ουτοπία γιά έξαφάνιση τής πείνας άπό τόν πλανήτη μας. Κ ι όμως, ή μεγάλη μάζα τών άνθρώπων ζει άκόμα μέσα στή φτώχεια, ένώ τά φυσικά άποθέματα κατασπαταλούνται έξαιτίας τών άνταγωνισμών, τών πολεμικών προετοιμασιών καί τών πολέμων. Ή άντίφαση φτώχειας καί πλούτου, ή άπέραντη ένδεια μέσα στόν άφάνταστο κοινωνικό πλούτο, είναι ή άμεση συνέπεια τοϋ έκμεταλλευτικού-άνταγωνιστικού χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. "Οπως γράφει ό Λούκατς, ή ιδιομορφία τοϋ καπιταλισμού συνίσταται στό ότι παράγει αυθόρμητα, με τήν κυριολεκτική έννοια τού όρου. Ό σοσιαλισμός θά μετατρέψει αύτό τό αύθόρμητο σέ συνειδητή ρύθμιση. 1 Οί υλικές προϋποθέσεις γιά μιά παγκόσμια σοσιαλιστική κοινωνία έχουν ήδη δημιουργηθεί μέσα άπό τήν έκμετάλλευση, τούς πολέμους καί τ ή θυσία γενεών καί λαών. "Ως έδώ πρόκειται γιά μιά προϋπόθεση, άλλά τόσο καταφανή, ώστε δέν θεωρώ άναγκαϊο νά παραθέσω τά σχετικά δεδομένα. * Φαίνεται, συνεπώς, νά έχει ωριμάσει ή προϋπόθεση τήν όποία έθετε ό Μάρξ : « "Ενας κοινωνικός σχηματισμός δέν έξαφανίζεται προτού άναπτυχθοϋν οί παραγωγικές δυνάμεις τίς όποιες μπορεί νά περιλάβει. Νέες καί άνώτερες σχέσεις παραγωγής δέν θά τόν άντικατα1. G. Lukécks, The Ontology of Social Being, ο.π., 2, Marx, σ. 160. 2. Πολλά στοιχεία θά βρεϊ ό αναγνώστης στο αφιέρωμα γιά τήν τοϋ περιοδικού Où-οπία, τ. 26, Σεπτέμβριος-Όκτώβριος 1997.
Οίχολογία,
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
στήσουν, προτοΰ οι υλικές συνθήκες ύπαρξης αυτών τών σχέσεων έκκολαφθοϋν στο εσωτερικό τής παλαιάς κοινωνίας. Γιά το λόγο αυτό ή ανθρωπότητα δέν Θέτει παρά μόνο προβλήματα τά όποια μπορεί νά λύσει, έπειδή, αν δοϋμε άπό πιό κοντά, Θά διαπιστώσουμε πάντοτε ότι τό πρόβλημα τό Γδιο δέν άναδύεται παρά μόνο έκεϊ όπου οί υλικές συνθήκες γιά τ ή λύση του υπάρχουν ήδη, ή, τουλάχιστον, βρίσκονται στήν πορεία τής πραγματοποίησης » . 1 Τό προηγούμενο περίφημο καί πασίγνωστο χωρίο παίρνει συζήτηση. "Οπως σημειώσαμε ήδη, ή άνθρωπότητα έθετε καί θέτει προβλήματα συνήθως προτού νά είναι σέ θέση νά τά λύσει. Ή θεωρία προηγείται όταν δέν είναι άπολογητική, άνιχνεύει καί προδιαγράφει τίς δυνατότητες τού πραγματικού. Ό κομμουνισμός, π.χ., ώς αίτημα, είναι γνωστό ότι έχει τεθεί ήδη άπό τήν 'Αρχαιότητα, άπό τούς έπαναστάτες τής 'Αναγέννησης ( ύλιστές καί χριστιανούς ), άπό τούς ούτοπικούς σοσιαλιστές καί, τέλος, σέ μιά έποχή δπου οί ύλικές προϋποθέσεις του είχαν άρχίσει νά ώριμάζουν, άπό τόν Μάρξ καί τόν Έ ν γ κ ε λ ς . Δεύτερον, τό προηγούμενο χωρίο φαίνεται νά πάσχει άπό ιστορικό ντετερμινισμό. Άλλά άς μή βιαστούμε νά άποδώσουμε αύτή τήν κατηγορία στόν Μάρξ. Ποιες είναι λοιπόν οι προϋποθέσεις καί ποιός ό στόχος ; Κατά τόν Μάρξ καί τόν "Ενγκελς : « Τά υλικά στοιχεία μιας ολικής άνατροπής είναι, άπό τ ή μιά, οί υπάρχουσες παραγωγικές δυνάμεις καί, άπό τήν άλλη, ή διαμόρφωση μιας έπαναστατικής μάζας ή όποία θά πραγματοποιήσει τήν έπανάσταση όχι μόνον έναντίον τών ειδικών συνθηκών τής προηγούμενης κοινωνίας, άλλά καί έναντίον τής ίδιας τής προηγούμενης "παραγωγής τής ζ ω ή ς " , έναντίον τού "συνόλου τής δραστηριότητας" πού άποτελεϊ τό θεμέλιο της. 'Εάν οί συνθήκες αύτές δέν υπάρχουν, είναι έντελώς άδιάφορο γιά τήν πράξη τό δτι ή 'Ιδέα αύτής τής άνατροπής έχει ήδη έκφραστεΐ χίλιες φορές » . } "Ηδη ό Μάρξ εισάγει ένα δεύτερο στοιχείο, τό ύποκειμενικό, υπονομεύοντας τήν άτεγκτη νομοτέλεια. 1. Κ. Marx, Contribution à la critique...,
ο.π., σ. 5 .
2 . Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., σ. 7 0 .
ι242
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
'Αντικειμενικές προϋποθέσεις και έπαναστατικές δυνάμεις. Και στόχος όχι απλώς ή κοινωνικοποίηση τών μέσων παραγωγής, άλλά ή ολική άνατροπή τών προηγούμενων συνθηκών. "Ενα σύνολο « άντικειμενικών » καί « υποκειμενικών » συνθηκών, στόν αμοιβαίο καθορισμό τους, συνιστούν τ ή δυνατότητα τής έπαναστατικής άνατροπής. Αλλά ή υπάρχουσα ιστορική μαρτυρία καθιστά άναγκαϊο τό έξής έρώτημα : " Ε σ τ ω ότι πραγματοποιείται ή έπανάσταση καί άρχίζει ή οικοδόμηση τής νέας κοινωνίας, θά μπορέσει δμως ή κοινωνία νά ελέγξει τό ιστορικό γίγνεσθαι ; Ή μέσα άπό νέες άντιθέσεις καί δυσκολίες θά άναδυθεϊ έκ νέου μιά νέα κυρίαρχη τάξη, άρνηση τής έπανάστασης ; Ό Μάρξ καί δ Έ ν γ κ ε λ ς έκαναν ρητή διάκριση άνάμεσα στις προηγούμενες έπαναστάσεις καί τήν προλεταριακή, ή όποία θά σήμαινε τήν έξάλειψη τών τάξεων. Άλλά ή ιστορία άπέδειξε δτι σχεδόν παντού ή δποια έργατική έξουσία έκφυλίστηκε, καί δτι μιά νέα, ιστορικά άνέκδοτη κυρίαρχη τάξη ιδιοποιήθηκε τήν έξουσία καί τόν κοινωνικό πλούτο. Εντούτοις, ή τραγική αύτή κατάληξη μπορεί νά εξηγηθεί μέ βάση τ ή συνέργεια ένός πλήθους άντικειμενικών καί υποκειμενικών παραγόντων. Ή διαμόρφωση κοινωνιών «σοβιετικού τύπου » δέν άποτελεΐ τήν άναπόφευκτη κατάληξη κάθε προλεταριακής έπανάστασης. 1 Συνεπώς, ή άποτυχία τού πρώτου σοσιαλιστικού πειράματος δέν προδικάζει τήν άποτυχία καί κάθε μελλοντικής προσπάθειας. Καιρός νά άπορρίψουμε τ ή φαταλιστική άντίληψη τού ιστορικού γίγνεσθαι. Τών «σιδερένιων, ορειχάλκινων» κλπ. νόμκυν, πού οδηγούν στή «φωτεινή λεωφόρο τού κομμουνισμού». Οί ιστορικοί νόμοι, κατά τόν Μάρξ, έκδηλώνονται ώς τάσεις (αύτή είναι ή κυρίαρχη μαρξική άντίληψη, άντίθετη μέ ορισμένες ντετερμιινιστικές θέσεις τού ίδιου τού Μάρξ). Άλλά οί τάσεις πραγματοποιούνται, κατά τόν Μάρξ, « μ έ μιά σιδερένια άναγκαιότητα». Πράγματι, οί δυνατότητες μιας κοινωνίας καθορίζονται άπό τίς άντικειμενικές συνθήκες. Εντούτοις, ή πραγμάτωση μιας δυνατότητας έξαρτάται 1. Β λ . σχετικά, Ε . Μπιτσάκη, "Ενα φάντασμα πλανιέται, « Σ τ ά χ υ » , 'Αθήνα 1992.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
καί άπό τον υποκειμενικό παράγοντα, άρα ή δυνατότητα δεν γίνεται πραγματικότητα χάρη σέ κάποια «σιδερένια αναγκαιότητα». "Ομως, άπό τ ή στιγμή που μιά κοινωνία θά βρει τ ή διαδρομή τοϋ φυσικού νόμου που καθορίζει τήν κίνησή της, δέν μπορεί, κατά τόν Μάρξ, ούτε νά ξεπεράσει μέ ένα άλμα ούτε νά καταργήσει μέ διατάγματα τίς φάσεις τής φυσικής της άνάπτυξης. Μπορεί, ωστόσο, νά μειώσει τήν περίοδο τής κυοφορίας καί νά απαλύνει τούς πόνους τοϋ τοκετού. 1 Ούτε άπροσδιοριστία ούτε αιτιοκρατικός φαταλισμός, παρόλο πού τό προηγούμενο χωρίο υπερτονίζει τό στοιχείο τής άναγκαιότητας. Αλλά άξίζει νά τονιστεί έκ νέου ότι στόχος τής έπανάστασης δέν είναι άπλώς ή κοινωνικοποίηση τών μέσων παραγωγής, άλλά ή ριζική μεταμόρφωση τής κοινωνίας. Καί σ'αύτό ούσιώδη ρόλο παίζει ή « κομμουνιστική συνείδηση » . "Ας άκούσουμε γιά άλλη μιά φορά τούς ιδρυτές τής θεωρίας τού κομμουνισμού : Κατά τόν Μάρξ καί τόν "Ενγκελς, « μία μαζική μεταμόρφωση τών άνθρώπων είναι άναγκαία γιά τ ή μαζική δημιουργία αύτής τής κομμουνιστικής συνείδησης, καθώς καί γιά τήν έπιτυχία τής υπόθεσης. Αλλά μιά τέτοια μεταμόρφωση δέν είναι δυνατόν νά πραγματοποιηθεί, παρά μόνο άπό μιά πρακτική κίνηση, άπό μιά επανάσταση. Ή έπανάσταση αύτή δέν είναι συνεπώς άναγκαία έπειδή είναι τό μόνο μέσον γιά τήν άνατροπή τής κυρίαρχης τάξης. Είναι έπίσης άναγκαία έπειδή μόνο μιά έπανάσταση θά έπιτρέψει στήν τάξη που ανατρέπει τήν άλλη νά σαρώσει όλη τ ή σαπίλα τού παλαιού συστήματος καί νά θεμελιώσει τήν κοινωνία σέ νέες βάσεις » . 4 Ή ήθική συνιστώσα τής προηγούμενης θέσης είναι έμφανής. Σύμφωνα μέ μιά περίφημη φράση τής Γερμανικής Ιδεολογίας, δέν είναι ή κριτική, άλλά ή έπανάσταση έκείνη πού είναι ή κινητήρια δύναμη τής ιστορίας, τής θρησκείας, τής φιλοσοφίας καί ολόκληρης τής θεωρίας. 'Εδώ θά προσθέταμε : καί τής ήθικής. Ή άνάπτυξη τής τεχνολογίας καί συνολικά τών παραγωγικών 1. Κ. Marx, Le Capital, ο.π., I, ασ. 18-19. 2. Mara-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., σ. 68.
ι244
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
δυνάμεων δημιουργεί στις μέρες μας τούς άντικειμενικούς δρους γιά τ ή σοσιαλιστική έπανάσταση. Άλλά ειδικά στίς μέρες μας δέν έπιτρέπεται νά περιμένουμε τήν έπανάσταση σάν τον άναγκαΐο καρπό τής άνάπτυξης τών παραγωγικών δυνάμεων καί τής όξυνσης τών άντιθέσεων τοϋ παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Το κομμουνιστικό κίνημα ζει σήμερα τ ή χειρότερη άπό τίς τραγωδίες πού γνώρισε στήν ιστορική του διαδρομή. Ή υλική δύναμη τοϋ καπιταλισμού είναι συντριπτική. 'Εξίσου συντριπτική είναι καί ή έπιβολή τής κυρίαρχης ιδεολογίας. Πώς λοιπόν θά υπάρξει ό δεύτερος όρος γιά τ ή σοσιαλιστική έπανάσταση : ή κομμουνιστική συνείδηση και ή κομμουνιστική οργάνωση. Ό Λένιν, μέσα στόν πυρετό τής ταξικής πάλης καί τίς φλόγες τής έπανάστασης, έθετε τό έρώτημα : πώς ή εργατική τάξη θά αποκτήσει ταξική συνείδηση ; "Εγραφε λοιπόν στό Τί νά κάνουμε : « Λένε συχνά: ή έργατική τάξη τείνει αύθόρμητα πρός τό σοσιαλισμό. Αύτό είναι άπόλυτα σωστό, μέ τήν έννοια ότι ή σοσιαλιστική θεωρία καθορίζει πιό βαθιά καί πιό σωστά άπό κάθε άλλη θεωρία τίς αιτίες τών συμφορών τής έργατικής τάξης, καί γι'αύτό οί έργάτες τήν άφομοιώνουν τόσο εύκολα, αρκεί μόνο ή θεωρία νά μήν τά διπλώνει μπροστά στό αυθόρμητο. [ . . . ] Ή έργατική τάξη τείνει αύθόρμητα πρός τό σοσιαλισμό, παρ'όλα αύτά όμως ή άστική ιδεολογία, πού είναι πολύ πιό διαδεδομένη (καί συνεπώς ξαναγεννιέται μέ τίς πιό ποικίλες μορφές ), έπιβάλλεται αύθόρμητα πολύ περισσότερο στούς έργάτες » . 1 Ή ιστορία έχει άποδείξει ότι ή έργατική τάξη, ή έστω τά πρωτοπόρο της τμήματα, μπορούν νά ξεπεράσουν τήν ιδεολογική καί τήν ήθική άλλοτρίωση. Σήμερα ή έργατική τάξη τών « άναπτυγμένων » χωρών μοιάζει νά κοιμάται. Νά είναι ένσωματωμένη στό σύστημα. Άλλά τά συχνά ξεσπάσματά της προαναγγέλλουν ίσως μελλοντικές έκπλήξεις καί έξεγέρσεις. "Ομως μέχρι τήν έπανάσταση χρειάζεται θεωρία, οργάνωση, πράξη, καί πάλι πράξη, οργάνωση, θεωρία. Ά ς διδασκόμαστε άπό τά λάθη καί τίς τραγωδίες μας. Δέν θά 1. Β . I. Λένιν, Τίνα χάνουμε; « θ ε μ έ λ ι ο » , 'Αθήνα 1964, σ. 53.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
καθίσουμε « κάτω άπο τίς ιτιές » νά κλάψουμε τ ή χαμένη 'Ιερουσαλήμ. Δέν θά περάσουμε στον εύκολο, άνεύθυνο καί ανέντιμο σχετικισμό. Καιρός όμως νά άπαλλαγοΰμε άπό τ ή φαταλιστική άντίληψη τής ιστορίας αναδεικνύοντας τόν καταστροφικό της ρόλο, άλλά καί άποδίδοντάς της δ,τι θετικό τής άξίζει. Τόν καλύτερο « έ π ι κ ή όειο» τόν έχει γράψει ό Γκράμσι: « Σ χ ε τ ι κ ά μέ τήν ιστορική λειτουργία πού άσκησε ή φαταλιστική άντίληψη τής φιλοσοφίας τής πράξης, θά μπορούσαμε νά άπαγγείλουμε τόν έπικήδειό της, ζητώντας νά άναγνωριστεΐ ή χρησιμότητα της γιά μιά ορισμένη ιστορική περίοδο, άλλά υποστηρίζοντας, άκριβώς γ ι ' αύτό τό λόγο, τήν άνάγκη νά τ ή θάψουμε μέ όλες τίς οφειλόμενες τιμές. Στήν πραγματικότητα θά μπορούσαμε νά συγκρίνουμε τό ρόλο της μέ τό ρόλο τής θεωρίας τής χάριτος καί τοϋ προκαθορισμού γιά τίς άρχές τού νεότερου κόσμου, θεωρία πού έν πάση περιπτώσει έφτασε στό άπόγειό της μέ τήν κλασική γερμανική φιλοσοφία καί τήν άντίληψή της γιά τήν έλευθερία, ώς συνείδηση τής άναγκαιότητας » . 1 Ό κομμουνισμός, περισσότερο άναγκαΐος καί έπίκαιρος άπό ποτέ, άποτελεϊ δυνατότητα. Είναι «ένα δυνάμενον νά έ λ θ ε ι » , ένα « μή-είσέτι παρόν » , τό όποιο μπορεί νά ύπάρξει. Δικαιούμαστε, συνεπώς, νά θέσουμε τό έρώτημα γιά τό καθεστώς καί τό περιεχόμενο μιάς ένδοκοσμικής-κομμουνιστικής ήθικής. Άλλά πριν άπ'αύτό είναι άνάγκη νά άπαντήσουμε σέ άλλο ένα έξαιρετικά έπίκαιρο έρώτημα : Είναι δυνατόν νά ξεπεραστεί ή ιδεολογική άλλοτρίωση, νά ήγεμονεύσει στίς σημερινές κοινωνίες ή θεωρία τού μαρξισμού ;
\. Άποζενοχτη καί αλλοτρίωση : αιώνια κατάσταση τοϋ άνθρώπου ; Ά ς δεχτούμε ότι οί άντικειμενικές-ύλικές προϋποθέσεις γιά τήν κομμουνιστική κοινωνία ύπάρχουν ήδη. 'Αλλά ό ύποκειμενικός παράγων; Η παρούσα κατάσταση τού έργατικοϋ καί τού κομμουνιστικού κινήματος ; Είναι δυνατόν νά ξεπεραστεί ή ιδεολογική καί ή πολιτική άλλοτρίωση καί ό άντίστοιχος έκφυλισμός, οργανωτικός καί πολι1. Α. Gramsci, Gramsci dans le texte, Éd. Sociales, Paris 1975, σ. 162.
ι246
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τικός ; Καί εχει νόημα νά μιλάμε γιά κομμουνιστική ήθική, αν ό κομμουνισμός πρόκειται νά παραμείνει μιά ευγενική ουτοπία — ή ευγενέστερη έστω που γέννησε ή άνθρώπινη φαντασία; Άνάγκη λοιπόν νά έρμηνεύσουμε τό φαινόμενο τής άποξένωσης καί τής άλλοτρίωσης (θά υποστηρίξω ότι οί δύο όροι δέν είναι ταυτόσημοι ) 1 καί τ ή δυνατότητα ή μέν ιδεολογική, πολιτική καί ήθική άλλοτρίωση νά αρθεί στό πλαίσιο τής σημερινής κοινωνίας, ή δέ άποξένωση μέ τήν οικοδόμηση τής νέας κοινωνίας. Ή προβληματική γιά τήν άστική ήθική, τήν κοινωνικοπρακτική λειτουργία της καί τήν άντίφασή της μέ τήν πραγματικότητα, μπορεί νά ένταχθεΐ στό εύρύτερο άνθρωπολογικό πλαίσιο τών κατηγοριών τής άποξένωσης καί τής άλλοτρίωσης (οί δύο αυτοί όροι άντιστοιχούν στή λέξη alienation). Ή κατηγορία τής άλλοτρίωσης κατάγεται, δπως είναι γνωστό, άπό τήν έγελιανή φιλοσοφία, ένώ οί ρίζες της φτάνουν στό μύθο τών πρωτόπλαστων καί τού προπατορικού αμαρτήματος. Ή άλλοτρίωση στήν έγελιανή φιλοσοφία άφορά τήν πορεία τού άπόλυτου πνεύματος. Ή 'Ιδέα « άποφασίζει » νά μετατραπεί σέ φύση. Αλλοτριώνεται σέ άσυνείδητη φύση, δηλαδή μεταπίπτει στό έτερον της, καί άνακτά τήν αύτοσυνειδησία της μέσω τής άρσης τής άλλοτρίωσης (άρνηση τής άρνησης) στήν πορεία τής άνθρώπινης ιστορίας. Ή άλλοτρίωση στόν Χ έ γ κ ε λ έχει προφανώς τήν οντολογική, τ ή γνωσιοθεωρητική καί τήν ήθική της διάσταση. Ό Μάρξ, μέ μιά ριζική άναστροφή, μετατόπισε τήν κατηγορία τής άλλοτρίωσης άπό τόν ούρανό τών 'Ιδεών στό έδαφος τής κοινωνικής πραγματικότητας. Πριν άπ'όλα, στό έπίπεδο τής παραγωγής καί τών οικονομικών σχέσεων. Μετατόπιση καί άλλαγή οπτικής άπό τή σκοπιά τής έργατικής τάξης καί τής κομμουνιστικής προοπτικής, συνιστούν μιά ριζική άλλαγή στήν όλη προβληματική πού άφορα τά φαινόμενα τής άποξένωσης καί τής άλλοτρίωσης. 1. Ε. Bitsakis, στό The Human Predicament, D. Razis (ed.), Promitheus Books, N.Y. 1996. σ. 149.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
Ό άνθρωπος παράγει άξιες χρήσης : άντικείμενα γιά τήν ικανοποίηση τών άναγκών του. Άλλά το άντικείμενο-άξία χρήσης, το όποιο εισέρχεται στόν κύκλο τής κυκλοφορίας ώς έμπόρευμα, άποκτά καί μιά δεύτερη όψη· άποκτά άνταλλακτική άξία, μέτρο τής όποιας, κατά τή μαρξική θεωρία, είναι ό κοινωνικά άναγκαϊος χρόνος γιά τήν άναπαραγωγή του. Στις πρωτόγονες κοινωνίες ή άτομική ιδιοκτησία δέν ήταν προϊόν άλλοτριωμένης έργασίας. 'Αντίστοιχα, τό έμπόρευμα δέν ήταν μιά άλλοτριωμένη καί άλλοτριωτική μορφή. Ή πραγματικότητα είναι διαφορετική στις ταξικές κοινωνίες, όπου κυριαρχεί ή ιδιωτική ιδιοκτησία καί ή έκμετάλλευση άνθρώπου άπό άνθρωπο. Ό Μάρξ μιλάει γιά τρίπτυχο τής άλλοτρίωσης : ιδιωτική ιδιοκτησία, καταμερισμός έργασίας, έμπόρευμα-χρήμα. Συγκεκριμένα: Στίς ταξικές, καί ειδικά στήν άστική κοινωνία μέ τή γενικευμένη-έμπορευματική παραγωγή, ό παραγωγός δημιουργεί έμπορεύματα. Ό δημιουργός όμως, στή γενική περίπτωση, δέν είναι ιδιοκτήτης τών μέσων παραγωγής καί, κατά συνέπεια, ούτε τού προϊόντος τής έργασίας του. 1 Εργάτης-δημιουργός, είναι άποξενωμένος στό χώρο τής παραγωγής τόσο άπό τά μέσα παραγωγής όσο καί άπό τό προϊόν τής έργασίας του. Είναι δημιουργός καί όμως υπάρχει ύπό καθεστώς έτερονομίας, υποδουλωμένος καί άποξενωμένος. Τό προϊόν τής έργασίας του —τό έμπόρευμα— στέκεται άπέναντί του σάν πραγματικότητα ξένη καί άκατανόητη. Ή άποξένωση στό χώρο τής παραγωγής συνεπάγεται τήν άλλοτρίωση τής «ουσίας » τοϋ έργάτη, τή μή πραγματοποίηση τών δυνατοτήτων του. Αλλά ή « ύ λ ι κ ή » άλλοτρίωση είναι άλληλένδετη μέ τήν ιδεολογική : Τό προϊόν-έμπόρευμα είναι ξένο άπό τό δημιουργό του. 'Αντιπροσωπεύει μιά άνταλλακτική άξία ή όποία, σέ άντίθεση μέ τήν άξία χρήσης, « δέν έχει γραμμένο στό μέτωπο της αύτό πού είναι » ( Μάρξ ). Είναι ένα ιερογλυφικό πού πρέπει νά άποκρυπτογραφηθεΐ. Αλλά οί κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής είναι αδιαφανείς. Σχέσεις μεταξύ άνθρώπων έμφανίζονται ανεστραμμένες, ώς σχέσεις μεταξύ πραγμάτων. Πρόκειται γιά τόν περίφημο φετιχισμό τοϋ έμπορεύματος, πυρήνα τής πλαστής συνείδησης, τόσο τοϋ άστού όσο καί τού προλετάριου.
ι248
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Πράγματι, ό χώρος τής παραγωγής εμφανίζεται ώς ό χώρος μιάς ελεύθερης άνταλλαγής. Ό ιδιοκτήτης τών μέσων παραγωγής πιστεύει οτι πληρώνει τήν έργασία τοϋ προλετάριου. Το Γδιο πιστεύει καί ό έργάτης. Συνολικά, ή αποξένωση στο χώρο τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής συνεπάγεται τήν ίδεολογική-πλαστή κατανόηση τοϋ κόσμου : τίς φενακισμένες μορφές τής πολιτικής, τής θρησκείας, τής ήθικής καί τής ιδεολογίας συνολικά. Πιό αναλυτικά : Σύμφωνα με τόν Μάρξ : « Κατά τήν κοινωνική παραγωγή τής ϋπαρξής τους, οί άνθρωποι έρχονται μεταξύ τους σέ καθορισμένες, άναγκαΐες σχέσεις, άνεξάρτητες άπό τ ή θέλησή τους, σχέσεις παραγωγής οί όποιες άντιστοιχοϋν σέ έναν καθορισμένο βαθμό άνάπτυξης τών υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Τό σύνολο αύτών τών σχέσεων παραγωγής συνιστά τήν οικονομική δομή τής κοινωνίας, τ ή συγκεκριμένη βάση πάνω στήν όποία υψώνεται ένα νομικό καί πολιτικό έποικοδόμημα, καί στό όποιο άντιστοιχοϋν καθορισμένες μορφές συνείδησης. Ό τρόπος παραγωγής τής υλικής ζωής προσδιορίζει τ ή διαδικασία τής κοινωνικής, τής πολιτικής καί τής πνευματικής ζωής γενικά » . 1 Προφανώς, όπως γράφει πάλι ό Γδιος ό Μάρξ, δέν πρόκειται γιά μονόδρομη σχέση καθορισμού, άλλά γιά άμφίδρομη, διαλεκτική διαδικασία, όπου « οί ιδέες γίνονται υλική δύναμη όταν εισχωρήσουν στίς μάζες » . Άλλά πώς οί ιδέες, δηλαδή μιά διαυγής συνείδηση τής πραγματικότητας, είναι δυνατή στήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία; Οί νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές άντιλήψεις είναι οί ιδεολογικές μορφές με τίς όποιες οί άνθρωποι συνειδητοποιούν τίς συγκρούσεις στίς όποιες μετέχουν. Άλλά ιδεολογικές μορφές δέν σημαίνει πάντοτε πλαστές, άπατηλές μορφές συνείδησης. Ή ιδεολογία, ώς συνολική άντίληψη μιάς τάξης, μπορεί νά είναι έπιστημονική. Ή τυπική άντίθεση ιδεολογίας καί άλήθειας δέν άντιστοιχεΐ στήν περίπλοκη πραγματική κίνηση τών ιδεών, στή σχέση ιδεών καί πραγματικότητας. 5 "Οπως γράφει ό I. Mészâros, « ή πραγματική δυ1. Κ. Mara, Contribution à la CirtlQUt...« 0.77., (S. 4. 2. Β λ . Ε . Μπιτσάκη, Θεωρία χαί Πράξη, 4 η έκδοση, «Gutenberg», 'Αθήνα 1998.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
ναμική και ζωτικότητα τών πολυδιάστατων διαλεκτικών καθορισμών εξαφανίζεται χωρίς νά άφήνει κάποιο ίχνος, άν κανείς επιλέξει τ ή δελεαστική απλότητα μιάς " αναμφισβήτητα " άρνητικής άντίληψης γιά τήν ιδεολογία » . 1 Πώς κατανοείται όμως ή πραγματικότητα τοϋ καπιταλισμού; Τά έμπορεύματα, γράφει ό Μάρξ, δέν είναι έμπορεύματα παρά μόνο έπειδή είναι δύο πράγματα τήν Γδια στιγμή, άντικείμενα χρησιμότητας καί φορείς άξίας, καί εισέρχονται στήν κυκλοφορία μόνο εφόσον έχουν τ ή διπλή αύτή μορφή, τ ή φυσική καί τήν άξιακή. Τό έμπόρευμα άντιπροσωπεύει μιά ένότητα στήν όποία συγχωνεύονται τά άντίθετα. 'Αλλά, διερωτάται ό Μάρξ, άπό πού προέρχεται ό αινιγματικός χαρακτήρας τού προϊόντος τής έργασίας, άπό τ ή στιγμή πού παίρνει τ ή μορφή τού έμπορεύματος ; Ό Γδιος άπαντα : προφανώς άπό τήν ίδια τ ή μορφή. Ή άξιακή μορφή είναι άσχετη μέ τήν ύλική φύση τού προϊόντος τής έργασίας. « Μιά καθορισμένη κοινωνική σχέση τών άνθρώπων μεταξύ τους παίρνει έδώ τ ή φανταστική μορφή σχέσης μεταξύ πραγμάτων. Γιά νά βρούμε μαά άναλογία μ'αύτό τό φαινόμενο, θά πρέπει νά τήν άναζητήσουμε στή νεφελώδη περιοχή τού κόσμου τής θρησκείας. Έ κ ε ΐ τά πρόόντα τού άνθρώπινου έγκεφάλου έμιφανίζονται ώς άνεξάρτητα, προικισμένα μέ ειδικά σώματα, σέ έπικοινωνία μέ τούς άνθρώπους καί μεταξύ τους. Τό ιδιο συμβαίνει καί μέ τά προϊόντα τού χεριού στόν κόσμο τών εμπορευμάτων. Είναι αύτό πού μπορούμιε νά ονομάσουμε φετιχισμό, ό όποιος συνδέεται μέ τά προϊόντα τής έργασίας άπό τ ή στιγμή πού έμφανίζονται ώς έμπόρευμα, φετιχισμό άναπόσπαστο άπό αύτό τόν τρόπο παραγωγής » . * Έ άνθρώπινη συνείδηση, έγραφαν ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς στή Γερμανική Ιδεολογία, δέν μπορεί παρά νά είναι ή συνείδηση τού άνθρώπινου είναι : « Άν όμως σέ κάθε ιδεολογία, οί άνθρωποι καί οί σχέσεις τους έμφανίζονται μέ τό κεφάλι κάτω, δπως σέ σκοτεινό θάλαμο, τό φαινόμενο αύτό προκύπτει άπό τήν ιστορική διαδικασία 1. I. Mésziros, Science and Society, 62, No 3 , 1998, σ. 418. 2. Κ. Mara, Le Capital, O.K., I, σσ. 62-85.
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ι250
της ζωής τους, ακριβώς δπως ή αναστροφή τών αντικειμένων στόν αμφιβληστροειδή προκύπτει άπό τήν άμεση ζωική διαδικασία » . 1 Οί σχέσεις παραγωγής, γράφουν ό Μάρξ καί ό ν Ενγκελς, εκφράζονται μέ τ ή μορφή πολιτικών καί δικαιακών σχέσεων. Άλλά οί σχέσεις αύτές, στό πλαίσιο τού καταμερισμού τής έργασίας, αύτονομούνται. Οί σχέσεις έκφράζονται μέ έννοιες. « Καί άν αύτές οί γενικές έννοιες άποκτούν τήν άξια μυστηριακών δυνάμεων, αύτό είναι ή άναγκαία συνέπεια τού γεγονότος ότι οί πραγματικές σχέσεις τών όποιων είναι έκφραση έχουν γίνει αύτόνομες».* Πώς είναι λοιπόν δυνατόν στήν κοινωνία τής άποξένωσης καί τής ιδεολογικής άλλοτρίωσης, ή όποία « έ κ κ ρ ί ν ε ι » ώς φυσιολογικό προϊόν τήν πλαστή συνείδηση, νά υπάρξει μιά διαυγής σύλληψη τής πραγματικότητας ; Ή κυρίαρχη όραση είναι ή άστική καί αύτή καθορίζει τόν τρόπο άντίληψης τών οικονομικών σχέσεων, τής πολιτικής, τής ήθικής καί συνολικά τής κοινωνικής ζωής. Ό Μάρξ έκτιμούσε τήν κλασική άστική πολιτική οικονομία, ή όποία έπιχείρησε νά συλλάβει τίς πραγματικές κοινωνικές σχέσεις τής έποχής της. Ε ν τ ο ύ τοις, καί αύτή δέν μπορούσε « ν ά άπαλλαγεϊ άπό τό άστικό δέρμα της » . 'Αλλά ό άνταγωνιστικός χαρακτήρας τής κοινωνίας καί ή όξυνση τών κοινωνικών άντιθέσεων συνεπάγονται τήν κρίση τής ιδεολογίας, τής θρησκείας, τής ήθικής κλπ. Ή κρίση έκμηδενίζει παλαιές μορφές, οξύνει τ ή στρεβλή άντίληψη τής πραγματικότητας καί δημιουργεί νέες, περισσότερο άπατηλες μορφές συνείδησης. Τά όποια στοιχεία άλήθειας τής κυρίαρχης ιδεολογίας άντικαθίστανται μέ «κραυγαλέα ψεύδη». Τό φαινόμενο τής άντιδραστικοποίησης τής ιδεολογίας καί τών άξιών έντείνεται άπό τ ή στιγμή πού ή άστική τάξη καταλαμβάνει τήν έξουσία. 'Αναφερόμενος στή Γαλλία καί τήν Αγγλία, ό Μάρξ έγραφε στό Κεφάλαιο: « Σ τ ή Γαλλία καί στήν 'Αγγλία, ή άστική τάξη κατέλαβε τήν πολιτική έξουσία. "Εκτοτε, τόσο στή θεωρία όσο καί στήν πράξη, ή πάλη τών τάξεων παίρνει όλο καί οξύτερες, όλο 1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.-., σ. 5 0 . 2. Στό
ίδιο, σσ. 3 9 9 - 4 0 0 .
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
καί πιο άπειλητικές μορφές. Χτυπάει τήν (νεκρική) καμπάνα τής επιστημονικής άστικής οικονομίας. Δέν πρόκειται τώρα πιά νά ξέρουμε άν τοΰτο ή έκεΐνο τό θεώρημα είναι άληθινό, άλλά άν ήχεΐ ώραϊα ή άσχημα, άν είναι ευχάριστο ή όχι στήν άστυνομία, χρήσιμο ή βλαβερό γιά τό κεφάλαιο. Ή ανιδιοτελής έρευνα δίνει τ ή θέση της στίς πληρωμένες μάχες, ή ευσυνείδητη έρευνα στήν κακή συνείδηση, στις άθλιες υπεκφυγές τής άπολογητικής » . 1 Ή κοινωνική κρίση έκτρέφει τόν ανορθολογισμό, τήν κρίση τών άξιών, τήν κρίση τής ιδεολογίας συνολικά. Δέν είναι τυχαίο, π.χ., ότι στή « μεταμοντέρνα » έποχή μας οξύνεται ή κοινωνική σήψη καί αντίστοιχα ή κρίση τής πολιτικής καί τών άξιών. Στό άλλοτε αισιόδοξο τοπίο τής άστικής ιδεολογίας δεσπόζει σήμερα ό χυδαίος ευδαιμονισμός, ό άκραϊος ατομισμός καί άντίστοιχα οί μεταμοντέρνες φλυαρίες, ή άποδόμηση, οί θεωρίες γιά τό τέλος τών «μεγάλων άφηγήσεων», τό τέλος τών ιδεολογιών, τό τέλος τής Γδιας τής ιστορίας. Άλλά, άπό ήθική άποψη, οί φενακισμένες μορφές τής άστικής ιδεολογίας συνιστούν μιά συνειδητή άπάτη ; Αύτή θά ήταν ( καί υπήρξε ) μιά άστυνομική άντίληψη γιά τήν ιστορία καί γιά τήν ιδεολογία ειδικότερα. Ή ιδεολογία, κατά τούς κλασικούς τού μαρξισμού, είναι άσυνείδητη. Αλλιώς θά έπρόκειτο γιά συνειδητή έξαπάτηση. Ό άστός βιώνει άπό τήν προνομιούχα θέση του ώς κανονική τήν παρούσα κατάσταση τής κοινωνίας. Μιά καθορισμένη μορφή κοινωνικών σχέσεων εμφανίζεται, όπως σημειώνει ό Μάρξ, σάν άμετάβλητοι φυσικοί νόμοι τής κοινωνίας. Δέν ήταν λοιπόν τυχαίο τό ότι ό Μάρξ, όπως σημειώσαμε, δέν έκρινε τούς κεφαλαιοκράτες μέ ήθικολογικά κριτήρια, άλλά μέ βάση τό κοινωνικό τους είναι. " Ε τ σ ι έγραφε στό Κεφάλαιο : « Δέν ζωγράφισα μέ ρόζ χρώμα τόν κεφαλαιοκράτη καί τόν κάτοχο έγγειας ιδιοκτησίας. Αλλά έδώ δέν πρόκειται γιά πρόσωπα, παρά στό βαθμό πού είναι ή προσωποποίηση οικονομικών κατηγοριών, οί φορείς καθορισμένων συμφερόντων και ταξικών σχέσεων. Ή άποψή μου, κατά τήν όποία η ανάπτυξη τού οικονομικού σχηματισμού τής κοι1. Κ. Marx, Le Capital, O.K., σ. 2 5 .
ι252
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νωνίας μπορεί νά εξομοιωθεί με τήν πορεία τής φύσης καί τήν ιστορία της, ή άποψη μου λοιπόν μπορεί λιγότερο άπό οποιαδήποτε άλλη νά καταστήσει τό άτομο υπεύθυνο τών σχέσεων τών οποίων είναι κοινωνικά τό δημιούργημα μ'οτιδήποτε κι άν θά μπορούσε νά κάνει γιά νά άπαλλαγεΐ ά π ' α ύ τ ό » . 1 Τό προηγούμενο χωρίο θυμίζει τ ή θέση τού δομισμού, κατά τήν όποία ή ιστορία είναι ιστορία χωρίς υποκείμενο. Άλλά οί τελευταίες λέξεις άνοίγουν μιά άλλη προοπτική. Δέν θά έπιμείνουμε όμως έδώ σ'αύτό τό πρόβλημα, στό όποιο θά έπανέλθουμε. Ή άλλοτριωμένη συνείδηση τού άστού θεωρεί συνεπώς φυσική καί αιώνια τήν παρούσα τάξη πραγμάτων. Καί ό προλετάριος ; Οί κυρίαρχες ιδέες μιάς έποχής, κατά τόν Μάρξ, είναι οί ιδέες τής κυρίαρχης τάξης. Ό προλετάριος, έστω καί άν είναι τό θύμα τών άντινομιών τού καπιταλισμού, έστω καί άν συναισθηματικά έξανίσταται, ζει καί αύτός στόν κόσμο τής άλλοτρίωσης. Ό προλετάριος είναι έπίσης άλλοτριωμενος, έφόσον δέν κατανοεί τίς αιτίες τής πραγματικής του κατάστασης, έξαιτίας τών όποιων άδυνατεϊ νά πραγματώσει τίς όποιες δυνατότητές του καί παραμένει στήν κατάσταση τού έμπορεύματος. Τό άλλοτριωμένο άτομο, γράφει ό Quiniou, είναι ένα άτομο πού είναι διαφορετικό άπ'αύτό πού Θά μπορούσε νά είναι σέ άλλες συνθήκες, άλλά πού δέν μπορεί νά έξηγήσει τ ή « μοίρα » του, δέν γνωρίζει αύτό πού είναι, καί πού δέν διαβλέπει άλλη δυνατότητα άπό έκεϊνο πού ήδη υπάρχει. Έξαιτίας τών ιδεολογικών καθορισμών του, άντιλαμβάνεται τόν τρόπο τής ζωής του ώς τό μόνο πού τού ταιριάζει καί, κατά συνέπεια, βιώνει τήν άλλοτρίωση ώς αύτοπραγμάτωση. Ή δυστυχία καί ή οδύνη προϋποθέτουν τήν ύπαρξη ένός συνειδητού στοιχείου, τ ή σύγκριση τής άνάγκης καί τής μή ικανοποίησης, τήν αίσθηση ότι οί δυνατότητές του δέν έχουν πραγματωθεί.* Ό προλετάριος βιώνει τήν άθλιότητα τών συνθηκών ζωής του. Αύτό, έντούτοις, δέν τόν οδηγεί αύτόματα σέ μιά συνειδητοποίηση τών αίτιων, στήν υπέρβαση τής ιδεολογικής άλλοτρίωσης, στήν ά1. Κ. Marx, στό ίδιο, I, σ. 7 5 . 2. Β λ . Υ. Quiniou, La Pensée, τεύχος 3 0 3 .
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
πόκτηση ταξικής συνείδησης. Ή αυθόρμητη επιθυμία τοϋ προλετάριου, κατά τόν Λένιν, είναι νά περάσει στήν τάξη τοϋ μικροαστού — πράγμα που ένίοτε τό κατορθώνει. Ή ήθική του συνείδηση κατ' αρχήν δέν υπερβαίνει τόν ορίζοντα τοϋ καπιταλισμού. 'Εντούτοις, ό προλετάριος δέν είναι ό έγκλειστος στη σπήλια του ΙΙλάτωνα ή στό «παράδειγμα» τού Τόμας Κούν. Ή ιδια ή πραγματικότητα τόν ώθεϊ νά κατανοήσει τήν κατάστασή του. Άπό τήν αγανάκτηση μπορεί νά περάσει στήν ήθική έξέγερση καί άπό έκεϊ στή διαυγή ταξική συνείδηση. Ή έργατική τάξη άπό « τ ά ξ η γιά τούς άλλους » μπορεί νά γίνει « τάξη γιά τόν έαυτό της » . "Οπως γράφει ό Μάρξ, « μόνο μέ τόν καιρό ό άνθρωπος άναζητεΐ νά άποκρυπτογραφήσει τό νόημα τού ιερογλυφικού, νά εισδύσει στά μυστικά τού κοινωνικού έργου στό όποιο συνεισφέρει». Καί άπό τ ή στιγμή πού ή έργατική τάξη « θ ά άποβλέψει σέ άλλες μορφές παραγωγής, τότε θά έξαφανιστεϊ ό μυστικισμός πού συσκοτίζει τά προϊόντα τής έργασίας στήν παρούσα περίοδο». Καί τότε, « ή ήθική, ή θρησκεία, ή μεταφυσική καί ολόκληρη ή υπόλοιπη ιδεολογία, χάνουν άμέσως κάθε επίφαση αυτονομίας». Μπορεί οί έργάτες νά « τείνουν αύθόρμητα » πρός τό σοσιαλισμό, άλλά γιά νά άποκτήσουν ταξική συνείδηση χρειάζονται τ ή θεωρία. Καί ή θεωρία, δπως υποστήριζε ό Λένιν, έρχεται « ά π ' έ ξ ω » . Άλλά ή θεωρία, γιά νά υπάρξει, προϋποθέτει όχι μόνο τήν ύπαρξη τής έργατικής τάξης, άλλά καί τίς πρώτες μορφές οργάνωσης καί τούς πρώτους άγώνες τής τάξης. Ή θεωρία είναι ή γενίκευση καί ταυτόχρονα ή ύπέρβαση τής ύπαρκτής πραγματικότητας. Μέσα άπό τήν ένότητα θεωρίας καί πράξης καθίσταται δυνατή ή ύπέρβαση τής αλλοτριωμένης συνείδησης καί τής άντίστοιχης ήθικής. 'Ωστόσο, άπό ορισμένους πού θεωρούν τόν έαυτό τους μαρξιστή, ύποστηρίζεται ότι ή άλλοτρίωση είναι έγγενής σέ κάθε μορφή παραγωγής. Οί στοχαστές αύτοί καταλήγουν σ'αύτό τό άπαισιόδοξο συμπέρασμα έπειδή ταυτίζουν τήν άντικειμενοποίηση ( objectivation ) με τήν άλλοτρίωση ( alienation ). Άλλά ή άντικειμενοποίηση τής έργατικής δύναμης, ή ύλοποίησή της σέ χρήσιμα άντικείμενα, είναι έκφραση καί μέτρο τών δυνατοτήτων τού παραγωγού. Ή άντικει-
ι54
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
μενοποίηση είναι σύμφυτη με κάθε τρόπο παραγωγής και μέ κάθε μορφή προϊόντος — υλική είτε πνευματική. Ή άλλοτρίωση, άντίθετα, είναι συνέπεια τής άποξένωσης τοΰ έργάτη άπό τά μέσα παραγωγής καί άπό τό προϊόν τής έργασίας του. Σ έ μιά κοινωνία όπου τά μέσα παραγωγής θά έχουν κοινωνικοποιηθεί, σέ μιά κοινωνία «έλεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών», ή άντικειμενοποίηση δέν θά συνεπάγεται τήν άλλοτρίωση. θ ά είναι μιά μή άλλοτριωμένη μορφή άντικειμενοποίησης. Σ έ μιά τέτοια κοινωνία, ή συνακόλουθη υπέρβαση τής ιδεολογικής άλλοτρίωσης θά άποτελεΐ τήν προϋπόθεση γιά μιά νέα άνθρωπολογία καί μιά νέα θετική ήθική. Άλλά γι'αύτό, σέ έπόμενο σημείο. θ ά κλείσουμε αύτή τήν ένότητα μέ ένα σχετικό χωρίο τού Μάρξ καί τού Έ ν γ κ ε λ ς άπό τ ή Γερμανική Ιδεολογία: « Α ύ τ ή ή αλλοτρίωση (γιά νά χρησιμοποιήσουμε έναν όρο πού θά είναι κατανοητός στούς φιλοσόφους ) μπορεί βέβαια νά καταργηθεί μονάχα άν είναι δεδομένες δυό πρακτικές προϋποθέσεις. Γιά νά γίνει αύτή μαά "άφόρητη " δύναμη, δηλαδή μιά δύναμη πού νά έπαναστατήσουν έναντίον της οί άνθρωποι, πρέπει άναγκαστικά νά έχει κάνει τ ή μεγάλη μάζα τής άνθρωπότητας "χωρίς ιδιοκτησία", καί νά βρίσκεται ή μεγάλη αύτή μάζα σέ άντίφαση μέ έναν κόσμο πλούτου καί πολιτισμού πού υπάρχει πραγματικά. Καί οί δυό αύτοί όροι προϋποθέτουν μιά μεγάλη αύξηση τής παραγωγικής δύναμης, έναν ύψηλό βαθμό άνάπτυξής της. Καί, άπό τήν άλλη μεριά, αύτή ή άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων (πού ή ίδια συνεπάγεται τήν πραγματική έμπειρική ύπαρξη τών άνθρώπων στό έπίπεδο τής παγκόσμιας ιστορίας, καί όχι σέ τοπικό επίπεδο ) είναι μιά άπόλυτα άναγκαία πραγματική προϋπόθεση, γιατί χωρίς αύτήν ή στέρηση θά γινόταν απλώς γενική, καί μέ τ ή φτώχεια θά ξανάρχιζε ό αγώνας γιά τά άναγκαία καί θά αναπαράγονταν άναγκαστικά όλες οί παλιές βρομιές. Καί είναι έπιπλέον άναγκαία προϋπόθεση, έπειδή μονάχα μ ' αύτη τήν καθολική άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων έγκαθιδρύεται μιά παγκόσμια έπικοινωνία άνάμεσα στούς άνθρώπους, πού παράγει σε όλα τά έθνη ταυτόχρονα τό φαινόμενο τής μάζας "χωρίς ιδιοκτησία " ( παγκόσμιος συναγωνισμός ), κάνει κάθε έθνος νά έξαρτιέται
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
άπό τίς έπαναστάσεις τών άλλων, καί τελικά έχει βάλει τά παγκόσμια-ίστορικά, με έμπειρικό τρόπο παγκόσμια άτομα, στή θέση τών τοπικών άτόμων. Δίχως αύτό, ΐ ) ό κομμουνισμός δέ θά μπορούσε νά υπάρξει παρά μόνο σάν ένα τοπικό γεγονός, 2) οί ίδιες οί δυνάμεις επικοινωνίας δέ θά μπορούσαν νά άναπτυχθούν σάν παγκόσμιες, έπομένως σάν άφόρητες δυνάμεις : θά παραμένανε τοπικές "περιστάσεις " περιτριγυρισμένες άπό δεισιδαιμονία, καί 3) κάθε έπέκταση τής έπικοινωνίας θά καταργούσε τόν τοπικό κομμουνισμό. 'Εμπειρικά, ό κομμουνισμός είναι δυνατός μονάχα σάν πράξη τών κυρίαρχων λαών μονομιάς καί ταυτόχρονα, πράγμα πού προϋποθέτει τήν παγκόσμια άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων καί τήν παγκόσμια έπικοινωνία πού συνδέεται μέ τόν κομμουνισμό. » Ό κομμουνισμός δέν είναι γιά μας μιά κατάσταση πραγμάτων πού πρέπει νά έγκαθιδρυθεΐ, ένα ιδεώδες πού σ'αύτό θά πρέπει νά προσαρμοστεί ή πραγματικότητα. 'Ονομάζουμε κομμουνισμό τήν πραγματική κίνηση πού καταργεί τ ή σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οί όροι αύτής τής κίνησης προκύπτουν άπό τίς προϋποθέσεις πού τώρα υπάρχουν » . 1 Μετά τήν κατάρρευση τών κοινωνιών πού είχαν άποκληθεϊ κοινωνίες τού «ύπαρκτού σοσιαλισμού», τά προηγούμενα μπορεί νά φαίνονται ρομαντικά καί ούτοπικά. Άλλά ή ιστορία δέν έχει τελειώσει καί αύτό πού σήμερα φαίνεται ούτοπικό, μπορεί νά είναι ή πραγματικότητα τής αύριον. Ό σοσιαλισμός, δπως θά προσπαθήσω νά δείξω, είναι, παρ'όλα όσα έγιναν, μιά δυνατότητα πού κυοφορείται στά σπλάχνα τής σημερινής κοινωνίας. Είναι μιά μή εισέτι πραγματικότητα. Άλλά πριν άπ'αύτό πρέπει νά άπαντηθεΐ ένα άκόμα έρώτημα : ή άνθρώπινη φύση είναι συμβατή μέ τό σοσιαλισμό ; Διαφορετικά : ύπάρχει μήπως κάποιο άνθρωπολογικό έμπόδιο πού καθιστά τήν κομμουνιστική προοπτική ούτοπική ;
1. Μάρξ-'Ένγκελί;, Ή Γερμανική Ιδεολογία,
«Gutenberg», I, σ. 8 1 .
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ι256
5. Ή άνθρώπινη φύση είναι συμβατή με το σοσιαλισμό ; Ά ς δεχτούμε ότι ή ιδεολογική αλλοτρίωση είναι δυνατόν νά ξεπεραστεί. "Οτι θά αναγεννηθεί τό εργατικό κίνημα καί ότι, κατά συνέπεια, θά υπάρξουν οί συνθήκες γιά τ ή σοσιαλιστική έπανάσταση. Άλλά καί πάλι ποιός μας έγγυάται ότι μιά νέα κυρίαρχη τάξη δέν θά άναδυθεΐ μέσα άπό τήν έπανάσταση, άκυρώνοντας γιά άλλη μιά φορά τίς έλπίδες τών έπαναστατημένων μαζών ; Ή άποψη τοϋ Μάρξ ότι ή κομμουνιστική έπανάσταση θά όδηγοϋσε στή διάλυση τών τάξεων φαίνεται νά έχει διαψευσθεί. Είναι έντούτοις δυνατόν νά έξηγήσουμε, όπως έχω υποστηρίξει ήδη, τήν άποτυχία τού πρώτου σοσιαλιστικού πειράματος χωρίς νά προσφύγουμε σέ κάποια άναλλοίωτη, έγωιστική άνθρώπινη φύση, άσύμβατη μέ τό σοσιαλισμό. θ ά έπιχειρήσω στή συνέχεια νά άπαντήσω στό έρώτημα πού θέτει ό τίτλος αύτής τής ένότητας. Ή ιστορία τής άνθρωπότητας είναι ή ιστορία τής πάλης τών τάξεων. Ό άφορισμός άνήκει ώς γνωστόν στόν Μάρξ, άλλά καί πρίν άπό τόν Μάρξ καί μετά τόν Μάρξ ή ιστορία βοά μέ τό αίμα καί τ ή βαρβαρότητα πού τ ή συνοδεύει γιά τήν άλήθεια τού αφορισμού. Ε ν τούτοις, ή άνθρώπινη ιστορία δέν είναι μιά άτέλειωτη ιστορία δουλείας, βαρβαρότητας, πολέμων, βασανιστηρίων καί έκτελέσεων. Δέν είναι άπλώς μιά ιστορία παράνοιας καί φρίκης. Είναι ταυτόχρονα μιά ιστορία άνθρώπινης νοημοσύνης, έφευρετικότητας, τέχνης, έπιστήμης, άνθρώπινης άλληλεγγύης καί αύτοθυσίας. Ή άνθρώπινη ιστορία είναι μιά ιστορία τραγικών άντιφάσεων. Τό Γδιο καί ό άνθρωπος. "Ηδη ό 'Αριστοτέλης έγραφε στά Πολιτικά: « "Ωσπερ γάρ και τελειωθεν βελτιστον ζώον ό άνθρωπος εστίν, ούτω και χωρισθείς νόμου και δίκης χείριστον πάντων, άνοσιώτατον και άγριώτατον άνευ αρετής » ( όπως ό άνθρωπος είναι τό κάλλιστο τών ζώων όταν τελειοποιηθεί, τό Γδιο είναι τό χειρότερο όλων όταν αποκοπεί άπό τό νόμο καί τ ή δικαιοσύνη, άνοσιότατο καί άγριότατο, χωρίς άρετή). 1 Ό άνθρωπος, ζώο βιολογικό, κοινωνικό καί πολιτι-
1. 'Αριστοτέλους, Πολιτικά,
1253α, σσ. 3 1 - 3 6 .
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
κό, συνιστά πεδίο αντιφατικών δυνατοτήτων, οί όποιες πραγματοποιούνται ή παραμένουν λανθάνουσες, άνάλογα μέ τίς συνθήκες. Ό άνθρωπος, όπως μαρτυρεί ή ιστορία, είναι ικανός καί γιά τά βέλτιστα καί γιά τά χείριστα. Μπορούμε νά υποστηρίξουμε ότι υπάρχει μιά ιστορικά διαμορφωμένη άνθρώπινη φύση, ή όποία χαρακτηρίζεται άπό ένα σύνολο δυναμικοτήτων, κοινών σέ όλα τά άτομα, τά όποια ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται άπό προσωπικές ιδιομορφίες. Άλλά γιά νά δεχτούμε τή νομιμότητα τής έννοιας, όφείλουμε νά άναδείξουμε τήν ιστορικότητα της. Πριν άπ'δλα ύπάρχει ή βιολογική φύση τού άνθρώπου. Τά βασικά βιολογικά χαρακτηριστικά τού άνθρώπινου είδους (γενετικό υλικό, όργανα, αισθήσεις, βασικές βιολογικές λειτουργίες) παρέμειναν κατ'άρχήν άμετάβλητα. Εντούτοις, καί ή βιολογική φύση τού άνθρώπου δέν βρίσκεται έξω άπό τήν ιστορία. Ή μορφή καί ή σωματική διάπλαση, φυσιολογικές λειτουργίες, εύαισθησία τών αισθητηρίων κλπ. τροποποιήθηκαν σέ συνάρτηση μέ τίς συνθήκες διαβίωσης καί τήν κοινωνική ζωή. Καί προπαντός τό άνώτερο όργανο τής νόησης, ό φλοιός, είναι σέ μεγάλο βαθμό δημιούργημα (καί ταυτόχρονα δημιουργικός παράγων) τής ιστορίας. Οί δυνατότητες τού άνθρώπου, σωματικές-βιολογικές, νοητικές καί ψυχικές, μεταβλήθηκαν στήν πορεία τής ιστορίας. Οί βιολογικές ιδιομορφίες τού άνθρώπινου είδους προσδιόρισαν τά πρώτα στάδια τής ιστορίας. Στήν πορεία, ή έξέλιξη ήταν βασικά κοινωνική καί ό ρόλος τής νόησης έγινε καθοριστικός. Ό Μάρξ παραθέτει τόν ορισμό τού Φραγκλίνου : ό άνθρωπος ζώον κατασκευαστής έργαλείων. Ό άνθρωπος είναι τό μόνο άπό τά ζώα πού παράγει, άναδημιουργώντας τ ή φύση καί τροποποιώντας τήν ίδια τ ή φύση του. Τήν άλήθεια αύτή τήν είχε ήδη συλλάβει ό Χ έ γ κ ε λ καί τήν άνέπτυξαν συστηματικά ό Μάρξ καί ό Έ ν γ κ ε λ ς . Μέ τήν άνάπτυξη τών δεξιοτήτων καί τής νόησής του, ό άνθρωπος άπό άγελαΐο γίνεται κοινωνικό ζώο καί στή συνέχεια «ζώον πολιτικόν» ( Αριστοτέλης). Σύμφωνα μέ τόν Μάρξ, « δ άνθρωπος είναι κυριολεκτικά ζώον πολιτικό, όχι μόνο ζώο κοινωνικοποιήσιμο, άλλά ζώο
ι58
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
πού δέν μπορεί νά συσταθεί ώς ξεχωριστό άτομο παρά μόνο μέσα στήν κοινωνία » . Ή εργασία, σημειώνει μέ τ ή σειρά του ό Λούκατς, είναι το άφετηριακό σημείο γιά τήν άνθρωποποίηση τοΰ άνθρώπου, γιά τήν επέκταση τών δεξιοτήτων καί τοΰ αυτοελέγχου του. Γιά μιά μακρά περίοδο ή εργασία είναι το μόνο πεδίο αυτής τής ανάπτυξης. "Ολες οί άλλες μορφές δραστηριότητας πού συνδέονται μέ άξίες έμφανίζονται ώς ανεξάρτητες, μόνο όταν ή εργασία έχει φτάσει σε ενα σχετικά υψηλό έπίπεδο. 1 Ή βιολογική φύση τού άνθρώπου, μέ τίς ιδιομορφίες της, άποτέλεσε τήν προϋπόθεση καί τήν πρώτη « στιγμή » τής άνθρωποποίησης. Ωστόσο μέσα άπό τήν κοινωνική ζωή όχι μόνον αναπτύχθηκαν οί δεξιότητες καί ή νόηση τού άνθρώπου άλλά, όπως σημειώσαμε, τροποποιήθηκε καί ή ίδια ή βιολογική του φύση. Ό άνθρωπος, ζώο κοινωνικό, υπερβαίνει τήν έμβια φύση. Οί καθορισμοί τής φύσης καί προπαντός τής ουσίας του είναι πλέον κυρίως κοινωνικοί, έξ ου ή άδυναμία τοΰ άναγωγισμοΰ καί τοΰ κοινωνικού 8αρβινισμοΰ νά συλλάβουν τήν πραγματική φύση τού άνθρώπου. Καί ή άνθρώπινη βαρβαρότητα ; Τονίστηκε ήδη : Ή ιστορία χαρακτηρίζεται άπό δύο όψεις, δπως και ή άνθρώπινη προσωπικότητα : βαρβαρότητα, δίψα γιά πλουτισμό, παράνοια, άλλά καί στοργή, άλληλεγγύη καί πνευματικότητα. Έ δ ώ δέν είναι ό τόπος γιά νά περιγράψουμε τήν άντιφατική πραγματικότητα τής φυλετικής κοινωνίας, τό πέρασμα στή δουλοκτησία καί συνολικά τήν πραγματικότητα τών ταξικών κοινωνιών. Μιά μόνο παρατήρηση : Ό πρωτόγονος ήταν κατεξοχήν πεδίο άντιφατικών δυνατοτήτων. Μέ τήν άνάπτυξη τής παραγωγικότητας, ό λανθάνων ατομισμός τού πρωτόγονου είχε ώς συνέπεια δχι τήν ενίσχυση τών δεσμών τοΰ γένους, άλλά τήν αποσάθρωση τής κοινότητας. Τήν έμφάνιση τής δουλείας καί τής άκόρεστης δίψας γιά άγαθά, χρήμα καί επίδειξη. Μέ τ ή διάλυση τής πρωτόγονης κοινότητας ή άνθρωπότητα εισήλθε στόν κύκλο τής ταξικής κόλασης. Άλλά στις άνταγωνιστικές ταξικές κοινωνίες 1. G. Lukäcks, The Ontology..., δ.π., 2, Marx, σ. 80. Β λ έπίσης Φ. "Ενγχελς, Διαλεχτιχή της Φύσης, μτφρ. Ευτΰχη Μπιτσάκη, « Σ ύ γ χ ρ ο ν η Έ π ο χ η » , Άθηνα 1983.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
ατροφούν οί πλέον θετικές δυνατότητες τοΰ άνθρώπινου όντος καί εκδηλώνονται οί πλέον άρνητικές καί βάρβαρες. Ή άνθρώπινη φύση καί ή άνθρώπινη « ο ύ σ ί α » δέν είναι άνιστορικές κατηγορίες. Μεταβλήθηκαν καί μεταβάλλονται στήν πορεία τής ιστορίας. Καί άν στίς κοινωνίες τού άναπτυγμένου καπιταλισμού κυριαρχεί ό ψυχρός ατομισμός, ή κρατική βαρβαρότητα καί, άπό τήν άλλη, ή κενότητα τής καθημερινής ζωής, ό μυστικισμός καί άνορθολογισμός, τά φαινόμενα αύτά δέν εξηγούνται μέ τήν προσφυγή σέ κάποια άναλλοίωτη άνθρώπινη φύση άλλά, πριν άπ'όλα, άπό τό πλέγμα τών ανταγωνιστικών σχέσεων πού έπιβάλλονται στά άτομα ώς δυνάμεις ΰ~ερατομικές, ξένες καί άκατανόητες. Σάν τήν άδυσώπητη μοίρα τών αρχαίων. Εντούτοις, τά διάφορα ρεύματα τού βιολογικού άναγωγισμού θέλουν νά έξηγήσουν τήν άνθρώπινη φύση καί τήν άνθρώπινη ιστορία μέ βάση τά γονίδια, τίς ιδιότητες καί τίς βλάβες τους. Κατά τόν μηχανιστικό άναγωγισμό, ή άνθρώπινη βαρβαρότητα οφείλεται σέ βάρβαρα, παρανοϊκά χαρακτηριστικά, έγγεγραμμένα στόν γενετικό μας κώδικα. Άλλά άν είναι ετσι, τότε τό πανάρχαιο καί άλυτο φιλοσοφικό έρώτημα « έτερονομία ή έλεύθερη βούληση » λύνεται μέ τόν άπλούστερο τών δυνατών τρόπων : ή βούληση, ή συμπεριφορά, οί ένέργειές μας είναι βιολογικά καθορισμένες. Είμαστε δούλοι όχι της Μοίρας, στήν όποία ύπάκουαν ώς καί οί θεοί τών αρχαίων, άλλά τών γονιδίων μας ! Και τότε μπορούμε νά έξηγήσουμε τόν άτομισμό, τήν έκμετάλλευση, τούς πολέμους, τά χίλια πρόσωπα τής άνΟρώπινης πραγματικότητας μέ όρους τής βιολογίας. Δέσμιοι μιας άμετάβλητης άλυσίδας άπό γονίδια, είμαστε καταδικασμένοι νά ζούμε στόν χειρότερο τών δυνατών κόσμων. Αλλά ή παράνοια κλπ. έγκαταβιώνει στόν έγκέφαλο ή είναι προϊόν τών άνταγωνιστικών κοινωνικών σχέσεων ; Ό έγκέφαλος είναι προϊόν τής βιολογικής έξέλιξης. 'Αναπτύχθηκε μέσα άπό τούς αγώνες για έπιβίωση στό έσωτερικό τής φύσης καί στή συνέχεια τής κοινωνικής ζωής. Είναι όργανο προσαρμογής πού έξασφαλίζει τήν επιβίωση τού άτομου. Ειδικότερα συντονίζει τίς διάφορες όψεις τής άνθρώπινης έμπειρίας. Είναι σύστημα παραγωγής γνώσης « μ έ τ ή
a6o
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
συνεργατική, συνθετική καί ολιστική λειτουργία τοϋ νεοφλοιοϋ». Μέσω τών λειτουργιών αυτών οί άνθρωποι παράγουν στον έγκέφαλο τους συμβολικές παραστάσεις τών σχέσεων τους μέ τό φυσικό καί τό κοινωνικό περιβάλλον. Συνολικά, ό εγκέφαλος είναι όργανο καλώς προσαρμοσμένο γιά τ ή διατήρηση τοϋ είδους. « Ή καταστροφική συμπεριφορά δέν οφείλεται σέ κάποιο κληρονομημένο κακό. "Αρα δέν είναι ή αναπόφευκτη καί άναλλοίωτη μοίρα μας » . 1 Ή καθηγήτρια Κούκκου είναι νευροφυσιολόγος. Πριν άπό μερικά χρόνια ( 1 9 8 6 ) ένα συνέδριο διαπρεπών ψυχολόγων κλπ., στή Σ ε βίλλη, έξέδωσε μιά διακήρυξη στήν όποία μεταξύ άλλων τονίζει : Είναι έπιστημονικά έσφαλμένο νά ισχυριζόμαστε ότι ό πόλεμος ή οποιαδήποτε άλλη βίαιη συμπεριφορά είναι γενετικά προγραμματισμένη. Είναι έπιστημονικά έσφαλμένο νά ισχυριζόμαστε ότι τά άνθρώπινα όντα έχουν βίαιο έγκέφαλο. Έ ν ώ διαθέτουμε νευρικό σύστημα γιά νά δρούμε βίαια, οι ανώτερες διεργασίες μας διηθούν τά ερεθίσματα. Τό πώς θά ενεργήσουμε διαμορφώνεται άπό τό πώς καθοριστήκαμε καί κοινωνικοποιηθήκαμε. 2 'Αλλά έστω κι άν δέν υπάρχει μοιραίος γενετικός καθορισμός, τό πρόβλημα τής άνθρώπινης συμπεριφοράς, τής έλεύθερης βούλησης καί συνακόλουθα τής ήθικής καί τής δυνατότητας νά υπάρξει μίΐά κοινωνία «έλεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών» δέν έχει άπαντηθεΐ. " Ε σ τ ω λοιπόν ότι δεχόμαστε, ένάντια στόν δεσπόζοντα άναγωγισμό, ότι ή άνθρώπινη συμπεριφορά δέν είναι γενετικά καθορισμένη. "Οτι οί άντιδράσεις μας έλέγχονται καί τά έρεθίσματα διηθούνται μέ τήν έπέμβαση τών κοινωνικά διαμορφωμένων μηχανισμών τού εγκεφάλου. Εντούτοις, puà άλλη μηχανιστική καί φαταλιστική άντίληψη υποστηρίζει ότι ό άνθρωπος καθορίζεται μηχανικά άπό τίς συνθήκες. "Ομως τό άνθρώπινο όν έχει πρό πολλού υπερβεί τό στάδιο τών 1. Β λ . Μ. Kouldtou-Lehmann, "Models of Human Brain Functions and Paranoid Elements in Human History", Delphi Conference Report, Ιούν. 1996. 2. American Psychologist, Όκτ. 1990, σ. 1167.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
αντανακλαστικών. Ά ς παραμείνουμε λοιπόν για λίγο άκόμα στό χώρο τής βιολογίας. Οί οργανισμοί εξελίχθηκαν, όπως καί τά προγράμματα του γενετικού υλικού, προσαρμοζόμενοι στό περιβάλλον, τροποποιώντας τό περιβάλλον καί τροποποιούμενοι άπό τό περιβάλλον. Τό άτομο άντιίρά στούς εξωτερικούς παράγοντες στά όρια πού επιτρέπουν οί οδηγίες πού περιέχονται στό πρόγραμμα. Άλλά σέ πληθυσμιακή κλίμακα συμβαίνουν τροποποιήσεις, δηλαδή άλλαγές τοΰ ίδιου τού προγράμματος, υπό τήν έπίδραση τοΰ έξωτερικού περιβάλλοντος. Τα «προγράμματα» δέν είναι άπλώς κλειστά. Κατά τόν F. Jacob (βραβείο Ν ό μ π ε λ ) : « Ή αύξουσα σπουδαιότητα τοΰ άνοιχτοΰ μέρους τοΰ προγράμματος είναι αύτό πού δίδει μιά κατεύθυνση στήν έξέλιξη. Μέ τήν ικανότητα άπάντησης στά έρεθίσματα αύξάνονται οί βαθμοί έλευθερίας πού άφήνονται στόν οργανισμό άναφορικά μέ τίς έπιλογές τών άπαντήσεων. Στόν άνθρωπο, ό άριθμός τών δυνατών άπαντήσεων γίνεται τόσο μεγάλος, ώστε μπορούμε νά μιλάμε γιά " έ λ ε ύ θ ε ρ η βούληση" πού είναι τόσο άγαπητή στούς φιλοσόφους » . 1 Τά προηγούμενα άποτελοΰν τήν άφετηρία γιά νά κατανοήσουμε τήν άνθρώπινη συμπεριφορά. Ό έγκέφαλος διηθεί τά έρεθίσματα καί παρεμποδίζει τίς αυτόματες άντιδράσεις. Μέ τήν έξέλιξη αύξάνονται οί βαθμοί έλευθερίας άναφορικά με τίς έπιλογές τών άπαντήσεων. Παραπέρα: ή παιδεία, ή οικογένεια, ή κοινωνία συνολικά διαμορφώνουν άξιες, στάσεις ζωής, συμβάλλουν στή διαμόρφωση τού χαρακτήρα. Ό άνθρωπος έπιλέγει με βάση άξιες, χάρη καί στό βιολογικό του υπόστρωμα. Συνοπτικά. Δέν υπάρχει αναλλοίωτη άνθρώπινη φύση ούτε στό βιολογικό ούτε στό ψυχικό καί στό νοητικό έπίπεδο. Ή άνθρώπινη φύση τροποποιήθηκε στήν πορεία τής ιστορίας καί ή συμπεριφορά τού άνθρώπου έξαρτάται πλέον κυρίως άπό κοινωνικούς καί όχι άπό βιολογικούς καθορισμούς. Στίς ταξικές κοινωνίες έκδηλώνονται οί πλέον άρνητικές δυνατότητες τού άνθρώπινου όντος. Σ έ μιά κοινω1. F. Jacob, La Logique du Vivant, Gallimard, Paris 1970, a. 3 3 8 .
a6o
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
via αλληλεγγύης, άντίθετα, θά αναπτυχθούν οί πιο θετικές δυνατότητες : νοημοσύνη, ευαισθησία, στοργή, άλληλεγγύη. Ή σημερινή βαρβαρότητα δέν είναι έγγεγραμμένη στή βιολογική φύση μας, ουτε « κείται γούνασιν θεών». Συνεπώς, δεν υπάρχει ανθρωπολογικό εμπόδιο γιά μιά κοινωνία που θά θεμελιώνεται στην άνθρώπινη συνεργασία καί άλληλεγγύη. 1 Καί ή άνθρώπινη ουσία ; Συνήθως ή άνθρώπινη φύση ταυτίζεται μέ τήν άνθρώπινη ούσία. Εντούτοις, παρά τ ή διαλεκτική, ένδογενή τους ένότητα, ύποστηρίζω ότι δέν ταυτίζονται. Ή άνθρώπινη φύση αντιστοιχεί στά ιστορικά διαμορφωμένα βιολογικά, ψυχολογικά καί νοητικά χαρακτηριστικά τού άνθρώπου. Ή άνθρώπινη ούσία αντιστοιχεί στό περιεχόμενο : πνευματικότητα, ψυχισμό, παιδεία, ενδιαφέροντα, άξιες, πρακτική σχέση μέ τόν κόσμο κλπ. Καί ό Μάρξ φαίνεται νά ταυτίζει τήν άνθρώπινη φύση μέ τήν άνθρώπινη ουσία. Στην περίφημη, π.χ., "Εκτη θέση γιά τόν Φόυερμπαχ, γράφει : « Ή ουσία τού άνθρώπου δέν είναι μιά αφαίρεση πού ένυπάρχει στό μεμονωμένο άτομο. Στήν πραγματικότητα είναι τό σύνολο τών κοινωνικών του σχέσεων». Έ δ ώ ή ούσία φαίνεται νά ταυτίζεται μέ τίς κοινωνικές σχέσεις. Στήν πραγματικότητα, ή ούσία καθορίζεται άπό τό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων καί έπίσης δέν καθορίζεται ντετερμινιστικά. Άλλά ήδη ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς είχαν έκλεπτύνει αύτή τ ή θέση : « Τό άθροισμα τών παραγωγικών δυνάμεων, τών κεφαλαίων, τών μορφών τών κοινωνικών σχέσεων —πού κάθε άτομο καί κάθε γενεά βρίσκουν ώς ύπάρχοντα δεδομέναείναι ή συγκεκριμένη βάση αύτού πού οί φιλόσοφοι φαντάστηκαν σάν "ούσία τού ά ν θ ρ ώ π ο υ " » . ' Καί παραπέρα: « Τ ό υλιστικό δόγμα πού θέλει τούς άνθρώπους προϊόντα τών περιστάσεων καί τής παιδείας, καί πού κατά συνέπειαν θεωρεί ότι οί μεταμορφωμένοι άνθρωποι θά είναι προϊόντα άλλων περιστάσεων καί διαφορετικής έκπαίδευσης, λησμιονεϊ ότι άκριβώς οί άνθρωποι μεταμορφώνουν τίς περιστάσεις
1. Γιά μιά κριτική τοΰ βιολογικού άναγωγισμοϋ, βλ. R.-C. Lewontin, Biology as Ideology, Harper, N.Y. 1991. 2. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, δ.π., σ. 70.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
καί ότι ό ίδιος ό εκπαιδευτής έχει άνάγκη νά εκπαιδευτεί » ( Τρίτη θέση γιά τον Φόυερμπαχ). Ενάντια στόν μεταφυσικό ουσιολογισμό ( ή ουσία προϋπάρχει τής ύπαρξης, ή ύπαρξη προϋπάρχει τής ουσίας ), ενάντια σε ιδεαλιστικές κενότητες ( ή ούσία τοϋ άνθρώπου φανερώνεται ώς ή σχέση ή όποία —τό πρώτον- διανοίγει τόν άνθρωπο στό Είναι - Χάιντεγκερ ) κλπ., ή ιστορικά μεταβαλλόμενη ούσία τού άνθρώπου σχετίζεται καί έξαρταται, μέσω πολλαπλών διαμεσολαβήσεων, άπό τό σύνολο τών κοινωνικών του σχέσεων. Ό πραγματικός πνευματικός πλούτος τού άνθρώπου έξαρτάται άπό τόν πλούτο τών πραγματικών του σχέσεων ( Μάρξ καί ν Ενγκελς ). Στό βαθμό πού ό άνθρωπος μετέχει ένεργά στό κοινωνικό γίγνεσθαι, πραγματοποιεί τίς λανθάνουσες δυνατότητές του καί έμπλουτίζει τήν ούσία του. Ή άνθρώπινη ούσία έχει ιστορικό περιεχόμενο. Ό άλλοτριωμενος άνθρωπος δέν πραγματοποιεί τίς τυχόν δυνατότητές του. Ή ούσία του είναι ένα δυνάμει πού δέν γίνεται ενεργεία. Ό άνθρωπος-άγωνιστής, άντίθετα, έμπλουτίζει τήν υπαρξή του μέσα άπό τούς άγώνες γιά τήν άνθρώπινη χειραφέτηση. Ό άνθρωπος τής κομμουνιστικής κοινωνίας, μιας δυνατότητας πού δέν έχει άκόμα πραγματοποιηθεί, ένός «εισέτι μή υπάρχοντος», άλλά τό όποιο μπορεί νά υπάρξει, θά άναπτύσσει τίς άνθρώπινες δυνατότητές του στό πλαίσιο μιας κοινωνίας άπαλλαγμένης άπό τούς ταξικούς άνταγωνισμούς. 1 Καί τώρα μπορούμε νά προσεγγίσουμε τό πρόβλημα τής κομμουνιστικής ήθικής.
6. Σοσιαλιστικός
ανθρωπισμός
Καί πρώτα ή άποδοχή τού όρου : Σ τ ή μαρξιστική βιβλιογραφία θά συναντήσει κανείς πολλούς όρους πού άφοροϋν τό ίδιο γνωστικό άντι-
I. Γιά τήν ανθρώπινη φύση και ουσία, βλ. Ε. Bitsakis, στό The Human Predicament, ο.7Γ., σ. 149. Γενικότερα βλ. Ε . Μπιτσάκη, Φιλοσοφία τοϋ Άνθρώπου, « Gutenberg » , 'Αθήνα 1991' τοϋ ιδίου. Γονίδια τοϋ μέλλοντος, « Π ρ ο σ κ ή ν ι ο » , 2001.
ι264
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
κείμενο : σοσιαλιστικός ανθρωπισμός, μαρξικός άνθρωπισμός, προλεταριακός ανθρωπισμός, πρακτικός ανθρωπισμός (Μάρξ), επαναστατικός άνθρωπισμός (Φιντέλ Κάστρο), έπιστημονικός άνθρωπισμός ( S è v e ) , ταξικός ουμανισμός (Άλτουσέρ) κλπ. "Ας μήν επιμείνουμε στόν όρο. Ά ς προσπαθήσουμε νά δούμε τ ή νομιμότητα καί τό περιεχόμενο μιας μορφής άνθρωπισμοΰ που θά άναφέρεται στή σοσιαλιστική καί, προοπτικά, στήν κομμουνιστική κοινωνία. Ποιά είναι όμως ή φιλοσοφική-έπιστημονική νομιμότητα τής έννοιας ; "Οπως είναι γνωστό, μιά κατηγορία μαρξιστών δέν θεωρούν φιλοσοφικά-μαρξιστικά νόμιμη τήν έννοια τοϋ άνθρωπισμοΰ. "Ενας άπό τους πιό γνωστούς, π.χ., ό Άλτουσέρ, γράφει: «Λέγοντας ότι ή έννοια τοϋ άνθρωπισμοΰ είναι ιδεολογική, καί όχι έπιστημονική, υποστηρίζουμε ταυτόχρονα ότι άντιστοιχεΐ σέ ένα σύνολο άπό υπαρκτές πραγματικότητες, άλλά ότι, διαφορετικά άπ'ό,τι συμβαίνει μέ μ*ά έπιστημονική έννοια, δέν δίνει τά μέσα γιά νά γνωρίσουμε αύτές τίς πραγματικότητες. Επισημαίνει μέ ειδικό (ιδεολογικό) τρόπο υπάρξεις, άλλά δέν δίνει τήν ούσία τους » . 1 Ό μαρξισμός, κατά τόν Άλτουσέρ, είναι ένας θεωρητικός άντιουμανισμός. Ακολουθώντας τόν Λένιν, ό Άλτουσέρ διακρίνει τόν ταξικό ούμανισμό στήν περίοδο πού άσκεΐται ή δικτατορία τοϋ προλεταριάτου καί τόν ούμανισμό τοϋ σοσιαλιστικού προσώπου, όταν ή δικτατορία τοϋ προλεταριάτου θά έχει ξεπεραστεί. Στό πλαίσιο τοϋ μαρξισμού, ή έννοια τοϋ σοσιαλισμού, κατά τόν Άλτουσέρ, είναι έπιστημονική, ένώ ή έννοια τοϋ άνθρωπισμοΰ δέν είναι παρά ιδεολογική. Ή άντίληψη τοϋ Άλτουσέρ προϋποθέτει τ ή ριζική άντίθεση έπιστήμης (άλήθειας) καί ιδεολογίας (πλάνης). Τ ή δομική αύτή άντίληψη ό Άλτουσέρ προσπάθησε νά τήν ξεπεράσει άργότερα 1 , χωρίς, κατά τ ή γνώμη μου, νά φτάσει σέ μιά σαφή άπάντηση στό θέμα τών σχέσεων έπιστήμης-θεωρίας-φιλοσοφίας-ιδεολογίας. Είναι γεγονός ότι ή έννοια τού άνθρωπισμοΰ έχει συνδεθεί με τήν άστική ούμανιστική παράδοση καί προφανώς ό μαρξισμός άπορρίπτει τήν 1. L. Althusser, Pour Marx, Maspero, Paris 1975, σσ. 227 και έπ. 2. Β λ . L. Althusser, Éléments d'Autocritique, Hachette, Paris 1974.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
αφηρημένη, θεωρησιακή άντίληψη τοϋ άνθρώπου. Αύτό όμως δεν συνεπάγεται καί τήν άπόρριψη τής έννοιας συνολικά, εφόσον ό μαρξικός ( καί μαρξιστικός ) άνθρωπισμός προϋποθέτει μιά ριζική άλλαγή ταξικής όπτικής καί, συνεπώς, μιά υλιστική άναστροφή στό πλαίσιο τής κομμουνιστικής προοπτικής. Ό Άλτουσέρ, δπως ομολογεί ό ίδιος, επηρεάστηκε άπό τόν κυρίαρχο τότε στή Γαλλία δομισμό (στρουκτουραλισμό). Κατά τ ή δομική άντίληψη, ό άνθρωπος είναι έγκλειστος, έπικαθορίζεται άπό τίς δομές. Όριακά άναιρεΐται ό ρόλος τοϋ υποκειμένου ώς ένεργοϋ, συνειδητού παράγοντα τού ιστορικού γίγνεσθαι. Ή ιστορία νοείται τότε ώς ιστορία χωρίς υποκείμενο. Ό άνθρωπος τού δομισμού είναι μιά άφαίρεση, δπως καί δ άνθρωπος τού άστικού άνθρωπισμού συνολικά. Ό μαρξισμός, άντίθετα, άπορρίπτει τόσο τήν άπολυτοποίηση τού υποκειμένου άπό τήν ιδεαλιστική φιλοσοφία δσο καί τόν στατικό, μηχανιστικό έπικαθορισμό τοϋ άνθρώπου. Τά άτομα, άντίθετα μέ τή δομική άντίληψη, δέν είναι άπλοί φορείς τών κοινωνικών σχέσεων. Καθορίζονται άπό τίς κοινωνικές σχέσεις. Ταυτόχρονα καί άναδραστικά είναι τά ένεργά ύποκείμενα τού ιστορικού γίγνεσθαι, μέσα άπό ιδεολογικές αύταπάτες, πλάνες άλλά καί ορθολογικές συλλήψεις τής κοινωνικής πραγματικότητας. ' Μιά φιλοσοφικά-άνθρωπολογικά θεμελιωμένη ήθική θά έντασσόταν δύσκολα στό πλαίσιο τής φαταλιστικής άντίληψης τοϋ δομισμού. Ό ιδεαλισμός, άντίθετα, άπολυτοποιεΐ τό υποκείμενο ένώ ταυτόχρονα υπονομεύει τήν έπίγεια ζωή μέ τήν ιδεολογία τής υπέρβασης. Ό πραγματικός άνθρωπος έξαφανίζεται καί υποτάσσεται σ'έ'να φανταστικό ιδεώδες. Δέν είναι συνεπώς τυχαίο δτι ή ιδεαλιστική άνθρωπολογία ήταν συνήθως άντιδραστική καί υπηρέτησε τά συμφέροντα τών έκάστοτε κυρίαρχων τάξεων. Άλλά, ώς γνωστόν, υπήρξαν καί προοδευτικά ιδεαλιστικά κινήματα, δπως διάφορες ούτοπίες, ό άρχέγονος χριστιανισμός, ή έπαναστατικά κινήματα
1. Γιά μιά κριτική τής δομική; ιδεολογίας, βλ. 1) Henri Lefebvre, L'Idéologie Structuraliste, Éd. Anthropos, Paris 1971. 2) Lucien Sève, Structuralisme et Dialectique, Éd. Sociales, Paris 1984.
a6o
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
κατά και μετά τήν 'Αναγέννηση, κινήματα υπό τό έμβλημα τοΰ χριστιανισμού. Ό σοσιαλιστικός ανθρωπισμός, έστω και άν μέρος τής προβληματικής του άνάγεται στόν άστικό ουμανισμό, έστω καί άν δανείστηκε άπ'αυτόν πολλές έννοιες, συνιστά μιά ριζική άρνησή του. Πρώτον, μέ τόν Μάρξ έχουμε μιά ριζική άλλαγή οπτικής, άπό τ ή σκοπιά τοΰ προλεταριάτου καί τής κομμουνιστικής προοπτικής. Δεύτερον, έχουμε μιά υλιστική άντίληψη, ή όποία βρίσκεται σέ ριζική άντίφαση μέ τά ιδεαλιστικά θεμέλια τής άστικής ήθικής άλλά καί μέ τόν χυδαίο, ωφελιμιστικό υλισμό της. Τρίτον (κατά συνέπεια ), ή όλη προβληματική μεταφέρεται άπό τους αιθέρες τής άφηρημένης άνθρωπολογίας στό έδαφος τής κοινωνικής πραγματικότητας. Ό μαρξιστικός άνθρωπισμός (δέν έχουμε άκόμα προσδιορίσει με άκρίβεια τήν έννοια) είναι έγκόσμιος. 'Απορρίπτει τό άπατηλό φως τής υπέρβασης καί θέτει τόν υπαρκτό άνθρωπο στό κέντρο τής φιλοσοφικής διαπραγμάτευσης. Ό μαρξιστικός-σοσιαλιστικός ανθρωπισμός, ρητά υλιστικός, προϋποθέτει μιά κοινωνία στήν όποία θά ικανοποιούνται οί υλικές άνάγκες όλων τών μελών της. Άλλά ό μαρξισμός δέν είναι οικονομισμός. Ή οικονομική ισότητα είναι μία καί μόνο προϋπόθεση. Κατά τόν νεαρό Μάρξ, μιά αύξηση τών μισθών δέν θά ήταν άλλο άπό « μ ι ά καλύτερη άμοιβή τών δούλων». Ή άποψη αύτή δέν είναι απλώς συναισθηματική-ήθικολογική. Εντάσσεται στή συνολικότερη επαναστατική θεώρηση τού Μάρξ : « Ό μισθός είναι άμεση συνέπεια τής άλλοτριωμένης έργασίας καί ή άλλοτριωμένη έργασία είναι ή άμεση ιδιοκτησία. Ή έξαφάνιση κατά συνέπεια τού ένός όρου συνεπάγεται τήν έξαφάνιση τού άλλου » . 1 Ό σοσιαλιστικός άνθρωπισμός δέν περιορίζεται στήν ισοκατανομή τού κοινωνικού πλούτου. Προϋποθέτει τ ή ριζική ανατροπή τών σχέσεων τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας καί ένα σύνολο νέων σχέσεων οί όποιες θά κάνουν έφικτή τήν πραγμάτωση τών θετικών δυνατοτήτων τού άνθρώπινου όντος. 1. Β λ . Κ. Marx, Manuscrits de 1844, Éd. Sociales, Paris 1962, a. 68.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
Ή άνθρώπινη προσωπικότητα μπορεί νά « ά ν θ ή σ ε ι » μόνο στό πλαίσιο της κοινότητας. "Οπως γράφουν ό Μάρξ καί ό Έ ν γ κ ε λ ς , μόνο μέσα στήν κοινότητα τό άτομο έχει τ ή δυνατότητα νά άναπτύξει τίς ίκανότητές του πρός κάθε κατεύθυνση. Μόνο στό πλαίσιο τής κοινότητας είναι έφικτή ή προσωπική έλευθερία, ταυτόχρονα μέ τ ή συλλογικότητα καί χάρη στή συλλογικότητα. 1 Στό πλαίσιο τής κοινότητας, « ή έλεύθερη άνάπτυξη τού καθενός είναι προϋπόθεση γιά τήν έλεύθερη άνάπτυξη τού άλλου». Ή άτομιστική-άστική έλευθερία έχει ούσιαστικά άρνητικό περιεχόμενο. Στό πλέγμα τών κυρίαρχων άνταγωνιστικών σχέσεων, τό άτομο γίνεται δούλος τής οικονομικής άναγκαιότητας. Αντίστοιχα οί πολιτικές έλευθερίες έχουν στενό περιεχόμενο, καθώς υπονομεύονται άπό τίς σχέσεις έξάρτησης καί υποταγής καί άπό τήν πλαστή συνείδηση πού οί σχέσεις αύτές συνεπάγονται. Ή έλευθερία στό πλαίσιο τής άστικής κοινωνίας έχει ούσιαστικά άρνητικό περιεχόμενο. ( Δ έ ν είναι τυχαίο ότι ό ορισμός τής κατηγορικής προσταγής άπό τόν Κάντ είναι κυρίαρχα άρνητικός. ) Ή έλευθερία νοείται ώς ή άρνηση τής βίας καί τού έξωτερικού καταναγκασμού. 'Αλλά τό αίτημα αύτό έκμηδενίζεται άπό τίς έξουσιαστικές σχέσεις στό χώρο τής παραγωγής καί όχι μόνο σ'αύτόν. Τά λεγόμενα δικαιώματα στήν άνταγωνιστική κοινωνία ορίζονται ώς κάτι πού συνιστά τήν έμπράγματη άρνησή τους. Τά διάφορα «δικαιώματ α » άρνούνται τήν εξωτερική άνάγκη καί τ ή στέρηση. Βεβαιώνουν μ'αύτόν τόν τρόπο τ ή θετική άξία τών υλικών άγαθών, άλλά δέν φτάνουν στή ρίζα τών σχέσεων πού συνεπάγονται τ ή στέρηση καί τήν ένδεια γιά τό μεγαλύτερο μέρος τού πληθυσμού τής γής. Τά διάφορα συντάγματα έγγυώνται τό άπαραβίαστο τής άνθρώπινης συνείδησης, τού άνθρώπινου προσώπου συνολικά. Δέχονται συνεπώς τή μοναδικότητα του. 'Αλλά στήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία τά δικαιώματα αύτά έκμηδενίζονται άπό τίς έξουσιαστικές σχέσεις, τήν κρατική βία, τήν ένδεια καί τήν άμάθεια. Οί άντιφάσεις τών ταξικών κοινωνιών μεταθέτουν τήν άνθρώπι1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.-., ασ. 9 4 - 9 6 .
ι268
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νη ευτυχία στο μέλλον, στήν επόμενη γενεά, ή άκόμα έξορίζουν τήν ελπίδα στό υπερπέραν, έπειδή τό παρόν δέν είναι ό τόπος όπου θά μπορούσε νά έγκατασταθεΐ. " Ε τ σ ι , συχνά, οί διάφορες ήθικές υποβαθμίζουν τήν καθημερινότητα, στό όνομα κάποιας άνέφικτης άξιας. Άλλά τό νά εγκαταλείψουμε τό καθημερινό στήν άσημαντότητα, τονίζει ό Άνρί Λεφέβρ, μέ τό πρόσχημα ότι είναι κοινότοπο, μοιάζει θεμελιακό σφάλμα. Τί πιό τετριμμένο καί κοινότοπο άπό τήν έργασία ; Καί ωστόσο, τό νά άνυψώσουμε τήν έργασία στή γλώσσα, στήν έννοια καί, άπό τήν άλλη, νά τήν κρίνουμε, νά τήν υπερβούμε, ήταν ένα σοβαρό έργο : τό έργο τοϋ Μάρξ. 1 Ή κοινωνικοποιημένη έργασία καί συνολικά ή κοινωνική ζωή στό πλαίσιο τοϋ σοσιαλισμού άποτελοϋν τ ή βάση τοϋ μαρξιστικού άνθρωπισμοΰ. Ή ζωή δέν άποκτά θετικό νόημα μέ τήν όποια «ένατένιση τοϋ "Οντος » , μέ τήν προσδοκία κάποιας μελλοντικής ευτυχίας ή μέ τήν άπατηλή έλπίδα τής μέλλουσας ζωής, άλλά μέ τ ή δημιουργική πράξη. Μέ τήν πληρότητα τής κάθε στιγμής χάρη στήν καθημερινή πράξη. Ό παρών ( και μοναδικός ) χρόνος μπορεί νά συντίθεται άπό ουσιαστικές στιγμές χάρη στήν ένθουσιαστική βίωση τής καθημερινότητας. Συνεπώς, τό « βασίλειο τής έλευθερίας » δέν θεμελιώνεται σέ κάποια μεταφυσική έλεύθερη βούληση, ούτε κατακτάται μέσω τής φανταστικής αυτοσυνειδησίας κάποιου «Απόλυτου Πνεύματος». Τό βασίλειο τής έλευθερίας προϋποθέτει τήν κοινωνική ζωή καί τήν έργασία. Ό ήθικολογικός μαρξισμός τών πρώην «σοσιαλιστικών» χωρών άνύψωσε σέ ύψιστες άρετές τήν έργατικότητα, τήν πειθαρχία, τ ή σεμνότητα, ένα σύνολο άστικών καί χριστιανικών άρετών. Άλλά ή έργασία, κατά τόν Μάρξ, άν καί προϋπόθεση έλευθερίας, άνήκει στό βασίλειο τής άναγκαιότητας. Ά ς άκούσουμε τόν « ώ ρ ι μο » Μάρξ τοϋ Κεφαλαίου : « Τό βασίλειο τής έλευθερίας άρχιζε ι μόνον έκεΐ όπου σταματά ή έργασία άπό άνάγκη καί άπό έξωτερική έπιβολή. Άπό τ ή φύση της συνεπώς τοποθετείται πέρα άπό τ ή σφαίρα τής καθαυτό υλικής παραγωγής. [ . . . ] Ή μόνη δυνατή έλευθε1. Η. Lefebvre, Le Temps de Méprises, Stock, Paris 1975, a. 20.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
3 9
ρία είναι : ό κοινωνικός άνθρωπος, οί συνεταιρισμένοι παραγωγοί, νά ρυθμίζουν ορθολογικά τίς άνταλλαγές τους μέ τ ή φύση, νά τήν έλέγχουν άπό κοινοϋ καί άντί νά κυριαρχούνται άπό τήν τυφλή της δύναμη, νά πραγματώνουν αύτές τίς άνταλλαγές δαπανώντας το έλάχιστο τής δύναμης καί μέσα σέ συνθήκες δσο τό δυνατόν άντάξιες μέ τήν άνθρώπινη φύση τους. [ . . . ] Πέρα άπό έκεΐ άρχίζει ή άνάπτυξη τών άνθρώπινων δυνάμεων ώς σκοπός καθεαυτόν, τό πραγματικό βασίλειο τής έλευθερίας πού δέν μπορεί νά άνθήσει παρά στηριζόμενο σέ ένα άλλο βασίλειο, σέ μιάν άλλη βάση : στό βασίλειο τής άναγκαιότητας. Ούσιαστική συνθήκη αύτής τής άνθησης είναι ό περιορισμός τής έργάσιμης ήμέρας » . 1 Ή εργασία συνεπάγεται τήν έξωτερίκευση καί πραγμάτωση τών άνθρώπινων δυνατοτήτων. Άπό τήν άποψη αύτή είναι δημιουργία καί έκφραση έλευθερίας. Ταυτόχρονα, ή έργασία είναι άνάγκη. Μέ τό σοσιαλισμό ή έργασία θά άπαλλαγεΐ άπό τήν οικονομική έκμετάλλευση, τόν καταναγκασμό καί τό χάος τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, άπό τήν άναρχία, τήν άνασφάλεια καί τήν ένδεια. Χωρίς νά πάψει νά άνήκει στό χώρο τής άναγκαιότητας, θά είναι συνθήκη αύτοπραγμάτωσης καί έλευθερίας. Ή πολιτισμική άναμόρφωση τής κοινωνίας προϋποθέτει αύτή τ ή συγκεκριμένη υλική βάση. Κατά τόν Γκράμσι : « Είναι δυνατόν νά υπάρξει πολιτισμική άναμόρφωση, δηλαδή " π ο λ ι τ ι κ ή " άνύψωση τών κατώτερων στρωμάτων τής κοινωνίας, χωρίς τήν προηγούμενη οικονομική άναμόρφωση καί μ*ά άλλαγή στήν κατάσταση τής οικονομίας ; Μιά πνευματική καί ήθική άναμόρφωση συνδέεται άναγκαστικά μέ ένα πρόγραμμα οικονομικής αναμόρφωσης » . * Ή άστική ήθική πάσχει άπό μιά έσωτερική άντίφαση : ούσιαστικά θεμελιώνεται σέ μιά χυδαία υλιστική βάση, ένώ ταυτόχρονα συγκροτεί μή λειτουργικά συστήματα ήθικής, συνήθως ιδεαλιστικά. Αλλά σέ καμιά περίπτωση ή άστική ήθική δέν μπορεί νά συγκρο1. Κ. Mara, Le Capital, ο.π., VIII, σσ. 198-199. 2. Α. Gramsci, Gramsci dans le texte, ο.π., σ. 403. Γιά τό ρόλο τών διανοουμένων, βλ. Α. Χρύσης, Φιλοσοφία χαί χειραφέτηση, « ΊδεοκίνηβΎ) » , 'Αθήνα 1996.
ι270
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τήσει μιά συνεκτικά αισιόδοξη άντίληψη γιά τ ή ζωή. Ή μαρξιστική, έγκόσμια ήθική, θετική καί άγωνιστική, χαρακτηρίζεται άπό μιά έλλογη αισιοδοξία. Αυτό τό άναγνωρίζουν καί στοχαστές που δεν είναι διόλου μαρξιστές. Ό Γάλλος χριστιανο-περσοναλιστής Lacroix, π.χ., γράφει: « Τ ό νά άγωνίζεσαι γιά τό προλεταριάτο καί μαζί μέ τό προλεταριάτο σημαίνει ότι προωθείς άξιες. Πολύ μακριά άπό τό νά είναι άπάνθρωπος, ό ολοκληρωτικός άγώνας έναντίον τοΰ καπιταλισμού είναι, στά μάτια τοΰ μαρξιστή, άγώνας γιά τόν άνθρωπο » . Ή ήθικότητα «ταυτίζεται μέ τήν προοδευτικότητα καί στό μαρξισμό δεσπόζει μιά παράξενη αισιοδοξία, ένα κλίμα βεβαίωσης » . 1 Παρόμοια καί ό M. Merleau-Ponty έπεσήμαινε τήν έπαναστατική αισιοδοξία τοΰ μαρξισμού. Αλλά ή πρόσφατη ιστορία άποκάλυψε με τόν πιό τραγικό τρόπο ότι οί άρχές ένός σοσιαλιστικού άνθρωπισμοΰ καί άντίστοιχα μιας σοσιαλιστικής ήθικής δέν βρήκαν έδαφος γιά νά ριζώσουν στή Σοβιετική "Ενωση καί στις άλλες χώρες τοΰ «υπαρκτού σοσιαλισμού». Τά συστήματα αύτά κατέρρευσαν άπό τίς έσωτερικές άντινομίες τους. Ή πολιτική άνωριμότητα τών πολιτών τής Σοβιετικής "Ενωσης κλπ. άπέδειξε ότι ό μαρξισμός δέν είχε γίνει οργανική ιδεολογία. Δέν είχε κατακτήσει τίς « μάζες » . Έπίσης ή σήψη, ό ή θικός βόρβορος τής κυρίαρχης τάξης αύτών τών χωρών πού βγήκε στήν επιφάνεια, σύν όλη τ ή βαρβαρότητα αύτών τών καθεστώτων, άπέδειξε ότι ό «σοσιαλιστικός άνθρωπισμός» καί ή σοσιαλιστική ήθική ήταν λόγια κενά σ'αύτές τίς χώρες. Έ δ ώ δέν είναι ό χώρος γιά νά άναζητήσουμε τό γιατί.' θ ά μπορούσαμε, ώστόσο, μέ όλους τούς κινδύνους γιά σχηματικότητα πού αύτό συνεπάγεται, νά συνοψίσουμε ώς έξής τίς βασικές θέσεις γιά έναν λειτουργικό σοσιαλιστικό άνθρωπισμό : - Σκοπός τής πολιτικής καί εύρύτερα τής κοινωνικής πρακτικής τού έργατικού κινήματος είναι ή δημιουργία μιας άταξικής κοινω1. J. Lacroix, Marxisme, Existentialisme, Personnatisme, PUF, Paris 1962. 2. Γιά μιά απόπειρα ερμηνείας της φύσης αυτών τών καθεστώτων καί τών αιτίων της κατάρρευσης, βλ. Ε . Μπιτσάκη, "Ενα φάντασμα πλανάται, δ.π.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
νίας πού θά αποβλέπει στήν πραγμάτωση τής μεγαλύτερης δυνατής ευδαιμονίας γιά τήν ολότητα τών μελών της. - Ή προοπτική αύτή θεμελιώνεται στήν ύπαρξη τής φυσικής καί τής κοινωνικής νομοτέλειας, άπ'όπου καί ή σταθερή έπιδίωξη τού μαρξισμού νά γνωρίσει τόν κόσμο γιά νά τόν άλλάξει καί άλλάζοντάς τον νά τόν γνωρίζει. - Ή έργασία είναι κοινωνική λειτουργία πού έξασφαλίζει τίς υλικές προϋποθέσεις τής άνθρώπινης εύδαιμονίας. Οί έλεύθεροι συνεταιρισμένοι παραγωγοί πρέπει νά άποφασίζουν άπευθείας ή μέσω τών έργατικών συμβουλίων γιά τίς κατευθύνσεις τής οικονομίας, τήν προτεραιότητα τών άναγκών καί γενικά γιά ό,τι σχετίζεται μέ τήν παραγωγή καί τήν κατανομή τοϋ κοινωνικού πλούτου. - Ή κοινωνική οργάνωση καί ό κοινωνικός έλεγχος τής παραγωγής καί συνολικά τής συλλογικής ζωής άποτελεϊ τ ή βάση γιά τήν ουσιαστική δημοκρατικότητα πού στό έπίπεδο τών θεσμών υλοποιείται ώς έργατική δημοκρατία. - Ή «δικτατορία τοϋ προλεταριάτου» μεταμορφώθηκε σχεδόν παντού σέ δικτατορία έπί τού προλεταριάτου. Καιρός νά έγκαταλείψουμε αύτή τήν έννοια, διατηρώντας τό θετικό της περιεχόμενο, όπως τό προσδιόρισαν οί κλασικοί, άλλά καί με τήν άναθεώρηση σύμφωνα μέ τ ή «μαρτυρία τής 'Ιστορίας». - Σ τ ή βάση τής κοινής έργασίας πραγματοποιείται καί ούσιαστικοποιεΐται ή ένότητα τού άτομου μέ τό σύνολο. ( Ή ένότητα αύτή ύπήρχε ώς προϊόν άνάγκης στίς πρωτόγονες κοινότητες. Τώρα πρόκειται γιά ένότητα σέ υψηλότερο έπίπεδο, ένότητα συνειδητή καί όχι προϊόν τυφλής άναγκαιότητας. ) Τό άτομικό καί τό γενικό συμφέρον δέν άντιφάσκουν στό πλαίσιο τής έργατικής δημοκρατίας, όπως δέν άντιφάσκει ό κοινωνικός χαρακτήρας τού άτομου μέ τίς προσωπικές του ιδιαιτερότητες. Άλλά, δπως τονίστηκε, δέν πρόκειται γιά ταύτιση. Καί προπαντός, αύτή ή ένότητα δέν διαμορφώνεται αύτόματα ούτε θεσμοθετείται, άλλά συγκροτείται στή διάρκεια μιας μακράς περιόδου ένοποίησης τής κοινωνίας. - Ή συλλογική ζωή, έξάλλου, δέν άντιφάσκει μέ τήν ύπαρξη ένός άναπαλλοτρίωτου προσωπικού χώρου. Μιάς προσωπικής ζωής
ι272
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
που πρέπει νά γίνεται σεβαστή μέ όλες τίς ιδιομορφίες της. Ή ζωή, έξαλλου, δέν είναι καί δέν θά είναι ποτέ μιά αδιάκοπη χαρά. Τά προβλήματα, οί άσθένειες, οί προσωπικές τραγωδίες, ό θάνατος θά συνοδεύουν πάντα το άνθρώπινο δν στο έφήμερο πέρασμά του πάνω στή γή· - Ή έργατική-σοσιαλιστική δημοκρατία πρέπει νά βασίζεται στο σεβασμό τοϋ ανθρώπινου προσώπου καί νά άποβλέπει στήν ολοκληρωτική έξάλειψη τής βίας μέ τή βαθμιαία άπονέκρωση τοϋ Κράτους, πού είναι άναγκαΐο κακό στά πρώτα στάδια τής οικοδόμησης τού σοσιαλισμού. - Ή πνευματική άνάπτυξη τοϋ άτομου στό πλαίσιο τής κοινότητας έξασφαλίζεται μέ τήν ένεργητική συμμετοχή του στήν παιδεία, στήν τέχνη καί γενικότερα στήν κοινωνική ζωή. Ό πνευματικός καί ψυχικός πλούτος τού άτομου καθορίζεται άπό τό σύνολο τών κοινωνικών του σχέσεων. - Σ έ μιά κοινωνία χωρίς ίεραρχικές-έξουσιαστικές σχέσεις, έξαφανίζεται προοδευτικά καί ή έξουσιαστική άρνητική ήθική. Μέσα άπό τίς νέες κοινωνικές σχέσεις θά διαμορφώνεται μιά θετική άντίληψη γιά τ ή ζωή, πού έναρμονίζεται μέ τ ή δημιουργική καί ένθουσιαστική βίωση καί πράξη. - Ή έπικράτηση τοϋ σοσιαλισμού σέ παγκόσμια κλίμακα άποτελεϊ προϋπόθεση γιά τήν έξάλειψη τών έθνικών άνταγωνισμών καί τήν κατάργηση τών έξοπλισμών καί τής βίας στίς διεθνείς σχέσεις. - Ή παραγωγή στό σοσιαλισμό δέν θά υπηρετεί τό κέρδος, άλλά τίς άνάγκες τής κοινότητας. Αύτό θά έπιτρέψει τήν άποκατάσταση ορθολογικών σχέσεων άνάμεσα στόν άνθρωπο καί τό άνόργανο σώμα του ( τ ή φύση). Ή διαδικασία αύτή προϋποθέτει τήν έπανεκτίμηση τών κοινωνικών άναγκών, τήν έξοικονόμηση τών πρώτων υλών, τήν προστασία τοϋ περιβάλλοντος καί τήν άνακοπή τής λεηλασίας τής φύσης πού έγκαινίασε ό καπιταλισμός". Τά προηγούμενα δέν άποτελούν συνταγή. Επισημαίνουν άνάγκες 1. Β λ . Ε . Μπιτσάκη, Φιλοσοφία τοϋ Άνθρωπου, ο-., Ουτοπία, τ. 26, 1997.
σσ. 21-4-215. Έ π ί σ η ς
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
και δυνατότητες. Άλλά πώς ή εργατική δημοκρατία δεν θά εκφυλιστεί για άλλη μιά φορά σε ένα έκμεταλλευτικό καί βάρβαρο καθεστώς ; θ έ μ α θεσμών. Καί προπαντός θέμα συσχετισμού δυνάμεων. Άλλά τό τελευταίο προϋποθέτει διαυγή συνείδηση τών δυνατοτήτων τής πραγματικότητας, άρα θεωρία. Ό κομμουνισμός, περισσότερο άπόμακρος άλλά καί έπίκαιρος άπό ποτέ, δέν θά σημάνει, παρ' όλα όσα έχουν γραφτεί, τό τέλος τής 'Ιστορίας. Ά ς άκούσουμε γιά άλλη μιά φορά έναν μή μαρξιστή: Μετά άπ'αυτή τήν προϊστορία, έγραφε ό M. Merleau-Ponty, όπου ό άνθρωπος στάθηκε έχθρός γιά τόν άνθρωπο, Θά έρθει ή άπεριόριστη ιστορία, όπου ό άνθρωπος θά είναι φίλος γιά τόν άνθρωπο. Καί ή ιστορία αυτή θά είναι πάντοτε νέα, ένώ ή προϊστορία θά είναι πάντοτε γερασμένη. Ό Μάρξ, σημειώνει δ Γάλλος φιλόσοφος, δέν μίλησε γιά τέλος τής ιστορίας, άλλά γιά τέλος τής προϊστορίας. Μέσα σ'αύτή τήν προοπτική έντάσσεται καί ή αισιοδοξία τής μαρξιστικής κοσμοαντίληψης. 1 7 . Τό πρόβλημα
της κομμουνιστικής
ήθικής
Χρησιμοποιήσαμε τίς έννοιες σοσιαλιστικός ( ή μαρξιστικός) άνθρωπισμός καί τίς έννοιες τής σοσιαλιστικής καί τής κομμουνιστικής ήθικής. Έ δ ώ όμως προκύπτει ένα πρόβλημα έννοιολογικής σαφήνειας. Άν δεχτούμε δτι οί έννοιες αύτές είναι φιλοσοφικά-έπιστημολογικά νόμιμες, τότε ποιά είναι ή σχέση τους ; Οί σχετικές μαρξιστικές μελέτες δέν είναι πάντοτε σαφείς ώς πρός τό περιεχόμενο τών έννοιών. Πάντως οί δύο έννοιες, ένδογενώς συσχετισμένες, δέν ταυτίζονται, θ ά μπορούσαμε ίσως νά πούμε ότι ό άνθρωπισμός αντιμετωπίζει τά σχετικά προβλήματα κυρίως στό μακροκοινωνικό έπίπεδο, ένώ ή ήθική άφορα κυρίως τούς κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης, τό πρόβλημα τών άξιών, τού νοήματος τής ζωής, καί έστιάζεται κυρίως στό άτομικό έπίπεδο, θεωρούμενο ώς οργανικό κύτταρο τοϋ συλλογικού. 1. M. Merleau-Ponty, Les aventures de b Dialectique, Gallimard, Paris 1955, passim.
ι274
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Σημειώθηκε ήδη δτι ή βασική λειτουργία τής ήθικής είναι κοινωνικοπρακτική. Αυτό το είχε ήδη επισημάνει ό Αριστοτέλης, δ όποιος στά Ηθικά Νικομάχεια υποστήριζε ότι ή ήθική δέν έχει ώς στόχο τ ή γνώση άλλά τ ή δράση. Ή κυρίαρχη ήθική τών ταξικών κοινωνιών, παρά τήν (συνήθως) υπερβατική θεμελίαχτη, άλλά άκριβώς καί μέ βάση αυτή τ ή θεμελίωση, ήταν πάντοτε βάρβαρη. Ό Αριστοτέλης, π.χ., άπαιτοϋσε τόν αποκλεισμό τών άτόμων πού δέν μπορούσαν νά πραγματοποιήσουν τίς δυναμικότητες τους, όπως οί διεστραμμένοι, οί δούλοι καί οί γυναίκες. Ό Πλάτων, έξάλλου, θεωρούσε δίκαιο νά έκτελεΐται μέ βασανιστήρια ό δούλος πού θά σκότωνε τόν άφέντη του, ένώ γιά τό δουλοκτήτη πού θά σκότωνε τό δούλο του θά χρειαζόταν ένας ανώδυνος έξαγνισμός. Σημειώσαμε, έξάλλου, τ ή βάρβαρη κατάληξη τής καντιανής ήθικής, ώς συνέπεια τής δήθεν παγκοσμιότητας τού ήθικού νόμου. Ή χριστιανική ήθική έπίσης στήριξε τ ή δουλοκτησία δια γραφίδος Αποστόλου Παύλου 1 καί άλλων θεωρητικών της, ένώ ώς θεσμός ή έκκλησία εύλόγησε τούς πολέμους, άνέχτηκε καί στήριξε τ ή δουλεία, τ ή δουλοπαροικία, τίς έκτελέσεις καί τά βασανιστήρια. Ή κομμουνιστική ήθική θά είναι, συνεπώς, ή ιστορική άρνηση τών προηγούμενων συστημάτων. Αλλά ύπάρχει ομοφωνία ώς πρός τήν κομμουνιστική ήθική ; Οί κλασικοί, έστω, διαπραγματεύτηκαν συστηματικά τό πρόβλημα; Στόν Μάρξ καί στόν Έ ν γ κ ε λ ς βρίσκουμε πλήθος ήθικών κρίσεων καί άντιλήψεων. Τά Χειρόγραφα τού 1844, ή Γερμανική Ιδεολογία, τό Κεφάλαιο, Ή καταγωγή τής οικογένειας κλπ. είναι διάσπαρτα άπό άναφορές στό πρόβλημα τής ήθικής. Δέν νομίζω δμως ότι υπήρξε συστηματική διαπραγμάτευση. Έπίσης δέν υπάρχει καί σήμερα ομοφωνία ώς πρός τό θέμα. Στό Κομμουνιστικό Μανιφέστο, π.χ., ύπάρχει ή θέση ότι μέ τόν κομμουνισμό, οί ιδεολογικές μορφές ήθική, θρησκεία, οικογένεια κλπ., συνέπειες τής πάλης τών τάξεων, θά έξαφανιστούν ολοκληρωτικά. 1. Β λ . , π.χ., 'Αποστόλου Παύλου, Επιστολές πρός 'Εφεσίους xai πρός Κορινθίους, οπου ό απόστολος εντέλλεται τούς δούλους « δέσποτας ί/ποτάσσεσθαχ, εν πάσγί περιπτώσει εύαρεστους είναι, μή άντιλεγοντες ».
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
Αύτό όμως σημαίνει τήν « ολοκληρωτική εξαφάνιση τής ήθικής » ( Labica ) ή τήν ιστορική υπέρβαση τής ταξικής ήθικής ; Τά σοβιετικά εγχειρίδια έβριθαν άπο ήθικολογία. 'Αλλά τά θνησιγενή αυτά προϊόντα περισσότερο εξέφραζαν μιά μικροαστική άπολογητική ήθική παρά συγκροτούσαν μια συνεκτική « έπιστημονική » άντίληψη. Προλεταριακή ήθική ώς ό άντίποδας τής άστικής ήθικής ; Στό Άντι-Ντύρινγχ υπάρχει ή έννοια τής προλεταριακής ήθικής καί στό Κεφάλαιο ό Μάρξ έπανέρχεται συχνά σέ θέματα ήθικής. Κατά τόν Λένιν, ήθικό είναι δ,τι συνεισφέρει στήν καταστροφή τής παλαιάς κοινωνίας, ένώ κατά τόν Τρότσκι τά θέματα τής έπαναστατικής ήθικής συγχωνεύονται μέ τά θέματα τής έπαναστατικής στρατηγικής καί τακτικής. Μπορούμε δμως νά ταυτίσουμε τήν κομμουνιστική ήθική μέ μιά « ή θ ι κ ή » τόσο περιορισμένου χρονικού ορίζοντα; Καί άν δεχτούμε τ ή νομιμότητα μιάς χρονικά περιορισμένης έπαναστατικής ήθικής, τότε μπορούμε νά δεχτούμε τό « ό σκοπός αγιάζει τά μ έ σ α » , πού υπολανθάνει στήν άποψη καί τού Αένιν καί τού Τρότσκι; Ό άνθρωπος, κατά τόν Κάντ, πρέπει νά είναι σκοπός, όχι μέσον. Σύμφωνοι ! Άλλά ποιός άνθρωπος ; Μπορούμε νά ύποστηρίξουμε ότι ό σοσιαλιστικός άνθρωπισμός καί ή σοσιαλιστική ήθική ( ; ) -σωστότερα, ή κομμουνιστική ήθική— άποτελούν συνέχεια τού διαφωτιστικού προγράμματος ; Κατά τ ή γνώμη μου ή άπάντηση πρέπει νά είναι ριζικά άρνητική, έστω καί άν οί έννοιες άνθρωπισμός, ήθική, έλευθερία, δίκαιο κλπ. άνευρίσκονται καί στά κείμενα τών Διαφωτιστών καί στά κείμενα τού μαρξισμού. Πράγματι, μιά θεωρητικά θεμελιωμένη κομμουνιστική ήθική, ένώ δανείζεται προβλήματα άπό τήν παράδοση τού Διαφωτισμού, άποκόπτεται ριζικά άπό τίς ποικίλες μορφές τής άστικής ήθικής. Μιά τέτοια ή θ ι κ ή : ΐ ) Απαιτεί μιά άλλαγή οπτικής στή θεώρηση τής κοινωνίας. Δηλαδή άπαιτεΐ μιά οπτική άπό τ ή σκοπιά τών επαναστατικών δυνάμεων καί τής κομμουνιστικής προοπτικής. 2) Ώ ς υλιστική καί κομμουνιστική, μετατοπίζει τό έρευνητικό πεδίο άπό τό βασίλειο τών έννοιών στίς πραγματικές κοινωνικές σχέσεις. 3) Ώ ς συνέπεια, άπορρίπτει τό φάντασμα τού Άνθρώπου (στήν πραγ-
ι276
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ματικότητα, εξιδανίκευση τοϋ άνθρώπου-άστοϋ ). 4) " Ε χ ε ι συνείδηση τοϋ ιδεολογικού χαρακτήρα τής άχρονικής ήθικής. Τής άντιμετώπισης τών ήθικών προβλημάτων sub speciae aetemitatis. 5) Κατά συνέπεια, έχοντας ίστορικοποιήσει τίς κατηγορίες τής άνθρώπινης φύσης καί τής άνθρώπινης ούσίας, μπορεί νά είναι αισιόδοξη. Νά άποβλέπει ρεαλιστικά σέ μιά θετική άντίληψη τής ζωής. Έ δ ώ όμως άνακύπτει άναπόφευκτα ένα πρόβλημα : Πώς μιά ταξική ήθική μπορεί νά άξιώνει τό χαρακτήρα τής καθολικότητας ; Καί πώς ή καθολικότητα καί ό κανονιστικός χαρακτήρας δέν άντιφάσκουν μέ τήν ιστορικότητα τής ήθικής ; Ή συνήθης άπάντηση είναι ότι τό προλεταριάτο, ώς καθολική τάξη, άντιπροσωπεύει τά συμφέροντα τής κοινωνίας συνολικά. Τό έπιχείρημα δέν πείθει. Περισσότερο τίμιο θά ήταν νά αναγνωρίσουμε τήν ύπαρξη τής αντίφασης καί τήν άρση της στήν κομμουνιστική κοινωνία. Ή καθολικότητα είναι «δυνάμει» στήν έπαναστατική φάση, καθώς καί στήν πορεία τής έξαφάνισης τών τάξεων. Κατά τήν περίοδο αύτή ή ύπαρξη άνταγωνιστικών τάξεων καθιστά προσωρινά άναγκαία τήν « έπαναστατική ή θ ι κ ή » , χωρίς νά συνεπάγεται ότι ό σκοπός αγιάζει τά μέσα. "Ενα άπό τά πρώτα διατάγματα μιάς κομμουνιστικής κυβέρνησης πρέπει νά είναι ή κατάργηση τής θανατικής ποινής. Ή άρνητική ήθική, ώς σύνολο άπαγορευτικών κανόνων, έκφραση τών άνταγωνιστικών κοινωνικών σχέσεων, θά πάψει στήν πορεία τής οικοδόμησης τής κομμουνιστικής κοινωνίας νά έχει λόγο ύπαρξης. Μ ' α ύ τ ή τήν έννοια καί γενικότερα σέ δ,τι άφορά τήν άστική ήθική, ή « ή θ ι κ ή » (θεωρησιακή, άπολογητική, κατασταλτ ι κ ή ) θά έχει ξεπεραστεί. Στό κομμουνιστικό στάδιο θά έχει ξεπεραστεί ή άγωνιστική ήθική, ή όποία πρωτίστως πρέπει νά συμβάλει στήν άνατροπή τής ταξικής κοινωνίας καί τής σύμφυτης μ ' αύτήν άνηθικότητας. Ή ήθική τότε, άν άκόμα πρέπει νά χρησιμοποιείται αύτή ή έννοια, θά έχει άποκτήσει θετιχό περιεχόμενο, θ ά είναι ήθική τής κατάφασης τής άνθρώπινης ύπαρξης. Ήθική τής δημιουργίας, τής χαράς καί τής άνάτασης. Ήθική τοϋ ολοκληρωμένου άνθρώπου. Μιά τέτοια ήθική προϋποθέτει κοινωνικές σχέσεις πού θά έξασφαλίζουν
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
2
39
σέ όλα τά άτομα τις συνθήκες που Θά τους έπιτρέπουν νά πραγματώνουν όλες τις δυνάμει δυναμικότητες τους. Ή κομμουνιστική κοινωνία Θά πρέπει νά έξασφαλίζει τήν ελεύθερη συμμετοχή στό κοινό έργο. Ή κοινότητα τών συμφερόντων και ή συλλογικότητα Θά άρουν τήν άντίθεση άνάμεσα στό ιδιωτικό καί τό γενικό ή όποία χαρακτηρίζει τίς ταξικές κοινωνίες. Ό καταμερισμός τής έργασίας, τονίζουν δ Μάρξ καί δ "Ενγκελς ( ό όποιος προϋποθέτει τήν ιδιωτική ιδιοκτησία), γεννά τήν άντίθεση άνάμεσα στό άτομικό ή τό οικογενειακό καί τό συλλογικό συμφέρον. « Ή άντίθεση αύτή οδηγεί τό συλλογικό συμφέρον νά άποκτήσει, υπό τήν ιδιότητα τοϋ Κράτους, μιά άνεξάρτητη μορφή, άποκομμένη άπό τά πραγματικά συμφέροντα τοϋ άτομου καί τού συνόλου, καί ταυτόχρονα νά δίνει τήν έντύπωση μιας φανταστικής κοινότητας. [ . . . ] Τά άτομα δέν άναζητοϋν παρά τό έπιμέρους συμφέρον, ένώ ή καθολικότητα είναι έν τέλει μιά άπατηλή μορφή τής συλλογικότητας. Τό συμφέρον αύτό έμφανίζεται σάν ένα συμφέρον πού τούς είναι " ξ έ νο", "άνεξάρτητο" άπό αύτούς». 1 Ή άντίφαση αύτή υπονομεύει συνολικά τήν άστική ήθική καί τροφοδοτεί τήν πάγια σύγκρουση άνάμεσα στήν ιδεολογία, πλαστή συνείδηση τής πραγματικότητας, στά μεγάλα λόγια τής « ή θ ι κ ή ς » καί στήν καθημερινή πράξη. Σ έ μιά κοινωνία κοινής προσπάθειας καί αλληλεγγύης, άντίθετα, ή σύγκρουση αύτή θά χάσει τό έδαφος πού τή στηρίζει καί τήν τροφοδοτεί. Καί τότε τό ιδιωτικό θά διαχέεται στό δημόσιο, χωρίς νά χάνει έναν πυρήνα προσωπικής ιδιαιτερότητας. Τά προηγούμενα δέν σημαίνουν προφανώς μιά άδιατάρακτη γαλήνη άνάμεσα στό άτομο καί τήν κοινωνία. Τόσο στό κομμουνιστικό στάδιο δσο καί, περισσότερο, κατά τήν έπαναστατική περίοδο καί στήν περίοδο τής οικοδόμησης τοϋ σοσιαλισμού, θά γεννιούνται άντιθέσεις καί συγκρουσιακές καταστάσεις. Καί έπειδή τό κόμμα, τό κράτος ή ή οποιαδήποτε συλλογικότητα δέν θά υποστηρίζουν κατ* ανάγκην τό ήθικά δέον, γι'αύτό τό άτομο θά πρέπει νά έχει τήν αναπαλλοτρίωτη εύθύνη νά λύσει τ ή σύγκρουση σύμφωνα μέ τούς 1. Marx-Engels, L'Idéologie Allemande, ο.π., η. 6 1 .
ι278
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ισχύοντες ηθικούς κανόνες, ενάντια στή θέληση τής πλειοψηφίας ή τού οποιουδήποτε οργάνου. "Οσοι έχουν ζήσει τήν ιστορία τής 'Αριστεράς στή χώρα μας γνωρίζουν τ ή συχνότητα τέτοιων συγκρουσιακών καταστάσεων καί τήν άνέντιμη καί άπάνθρωπη άντιμετώπισή τους άπό τίς έκάστοτε μικροαστικές καθοδηγήσεις. Αλλά τά «οικεία κ α κ ά » δέν ήταν παρά μικρογραφία τής γενικότερης άπόκλισης τού παγκόσμιου έπαναστατικού κινήματος. Ή κυριαρχία τού οικονομισμού καί ή άπονέκρωση τής έσωκομματικής ή τής έργατικής δημοκρατίας υποβάθμισαν τήν έπαναστατική ήθική σέ μικροαστική ήθικολογία. Ό κομφορμισμός, ή ύποκρισία καί ό άτομισμός άναγεννήθηκαν ύπό τό έμβλημα τής «οικοδόμησης τού κομμουνισμού». Ό έξοστρακισμός τής θεωρίας καί τής πολιτικής συμβάδισε μέ τόν έξοστρακισμό τών προβλημάτων τής ήθικής καί τ ή μετατροπή τους σέ θέματα ένός φτωχού ύλισμού, συμπληρωνόμενου άπό έναν χυδαίο ιστορικό έξελικτισμό. Πρόσφατο παράδειγμα σέ μάς ήταν τό ήθικοπλαστικό « έγχειρίδιο τού καλού Κνίτη » , τού μακαρία τ ή λήξει συνασπισθέντος άλλοτε άρχηγού τού σταλινικού ιερατείου, Γρηγόρη Φαράκου. Ά ς τελειώσουμε μέ ένα αισιόδοξο άνοιγμα τού ιστορικού ορίζοντα άπό τόν Μάρξ : « Οί προηγούμενες έπαναστάσεις, όπως π.χ. οί έπαναστάσεις τού 18ου αιώνα, ζούνε λίγο καιρό. Αντίθετα οί προλεταριακές έπαναστάσεις, όπως οί έπαναστάσεις τού 19ου αιώνα, κάνουν άδιάκοπη κριτική στόν Γδιο τόν έαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο τήν ίδια τους τήν πορεία, ξαναγυρίζουν σέ κείνο πού φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί γιά νά ξαναρχίσουν άπό τήν άρχή, περιγελάνε μέ ώμή ακρίβεια τίς μισοτελειωμένες δουλειές, τίς άδυναμίες καί τίς έλεεινότητες τών πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται νά ξαπλώνουν χάμω τόν άντίπαλό τους μόνο καί μόνο γιά νά τού δώσουν τήν εύκαιρία νά άντλήσει καινούργιες δυνάμεις άπό τ ή γή καί νά ορθωθεί πάλι πιό γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στήν άκαθόριστη άπεραντοσύνη τών σκοπών τους, ώσπου νά δημιουργηθεί ή κατάσταση πού κάνει άδύνατο κάθε ξαναγύρισμα » . 1 1. Κ . Μάρξ. Ή 18η Μπρυμαίρ...,
« Η ρ ι δ α ν ό ; » , 'Αθήνα 1977, α. 15.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
Μιά τέτοια, μή αντιστρεπτή πορεία φαινόταν νά παρουσιάζει μετά τόν Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο τό «σοσιαλιστικό στρατόπεδο». Ή τότε αισιοδοξία διαψεύστηκε. Άλλά τώρα δέν ξαναρχίζουμε άπό τήν άρχή. Εκατόν πενήντα χρόνια έργατικοΰ κινήματος καί ογδόντα «σοσιαλισμού», μπορούν πολλά νά μάς διδάξουν γιά τό μέλλον. Άν θέλουμε νά διδασκόμαστε άπό τά λάθη μας. Καί τότε θά πρέπει νά έπαγρυπνοΰμε ώστε νά γίνει πράγματι άδύνατο τό « ξαναγύρισμα».
8 . Ό υλισμός είναι συμβατός με την
ήθική;
Ό υλισμός θεωρείται συνήθως άσύμβατος μέ μιά ήθική στάση στή ζωή. Ή πλάνη αύτή, πού θεωρείται αυταπόδεικτη άλήθεια, προκύπτει άπό τό ότι ό ήθικός ιδεαλισμός θεωρείται ώς ή μόνη ήθική στάση, ένώ ό ύλισμός ταυτίζεται με έναν χυδαίο υλιστικό ευδαιμονισμό, χαρακτηριστικό τών κυρίαρχων τάξεων καί ιδιαίτερα τής άστικής. Ό φιλοσοφικός υλισμός, άντίθετα, όπως έχει άποδείξει ή ιστορία, άρχίζοντας άπό τόν Επίκουρο καί φτάνοντας μέχρι τούς σημερινούς μαρξιστές, είναι άπόλυτα συμβατός μέ μιά ήθική στάση καί πράξη. Εντούτοις, οί ύλιστές κατηγορήθηκαν πάντοτε ότι ένδιαφέρονται μόνο γιά τίς σωματικές-ύλικές άπολαύσεις. Άπό τόν Πλάτωνα μέχρι τόν Μπέρκλεϋ, τόν Κάντ καί τό αιώνιο 'Ιερατείο, βλέπουμε νά έπαναλαμβάνεται ή ίδια κατηγορία τής άνηθικότητας στήν πάντοτε μειοψηφική μερίδα τών ύλιστών. Ό Επίσκοπος Μπέρκλεϋ επιχείρησε νά έξαφανίσει (στό φιλοσοφικό έπίπεδο) τήν έπάρατη ύλη, πηγή καί θεμέλιο τής άνηθικότητας. "Οσο γιά τόν Κάντ, πίστευε ότι ή κριτική μπορεί νά κόψει τίς ρίζες τού υλισμού, τού φαταλισμού καί τού άθέισμού. Χωρίς τήν πίστη στόν θεό, έχει γραφτεί καί ειπωθεί έκατομμύρια φορές, δέν μπορεί νά υπάρξει ήθικότητα. Άλλά ό θεοσεβής Κάντ είχε τήν όξύνοια νά παρατηρήσει ότι άκόμα καί άν δέν υπάρχει θεός, άκόμα καί τότε τά πάντα δέν έπιτρέπονται. Ό άθεος, κατά τόν Κάντ, δέν έλπίζει σέ κανενός είδους άν-
a6o
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ταμοιβή γιά τήν ήθική στάση του, ούτε σ'αυτόν τον κόσμο ούτε σε κάποιον άλλο. 'Ανιδιοτελής, πράττει τό καλό πρός τό όποιο ό ήθικός νόμος προσανατολίζει τίς δυνάμεις του. "Ενας άθεος υλιστής μπορεί νά είναι ήθικός, καί ό Κάντ άναφέρεται στό παράδειγμα τοΰ Σπινόζα. 1 Ή ιστορία μάς πείθει έμπρακτα γιά τό πόσο άθεΐα καί υλισμός μπορούν κάλλιστα νά εναρμονίζονται σέ μιά ήθική στάση άπέναντι στή ζωή. Στήν έποχή μας έκατομμύρια κομμουνιστές έδωσαν τή ζωή τους γιά νά άπαλλαγεΐ ή άνθρωπότητα άπό τήν ταξική βαρβαρότητα. Οί άγωνιστές αυτοί δέν ήλπιζαν ουτε σέ έπίγεια ουτε σέ ουράνια άνταπόδοση. θυσιάστηκαν φτάνοντας στά άκραϊα της όρια τήν άλληλεγγύη με τους συνανθρώπους, έλπίζοντας στήν ευτυχία τών έπόμενων γενεών. Ό φιλοσοφικός υλισμός θεμελιώνεται στά άξιώματα τής άντικειμενικότητας καί τής αυθυπαρξία«; τής ύλης. Σ έ συμφωνία μέ τίς σύγχρονες έπιστήμες, υποστηρίζει ότι δέν υπάρχει νόηση χωρίς υλικό υπόβαθρο. Υποστηρίζει, κατά συνέπεια, τήν ψυχοσωματική ένότητα τοϋ άνθρώπου καί θεωρεί τ ή νόηση « προϊόν » τής λειτουργίας τοϋ έγκεφάλου, ή όποία άναπτύχθηκε στό πλαίσιο τής κοινωνικής ζωής. Βασική θέση τού υλισμού είναι, κατά συνέπεια, ή πρωταρχικότητα τής υλης έναντι τού πνεύματος, τό όποιο δέν είναι « ο ύ σ ί α » υλική ή μή, άρα δέν έχει αύτοτελή ύπαρξη. Τά προηγούμενα συνιστούν τίς βασικές όντολογικές θέσεις τού υλισμού. 'Αλλά ή ήθικότητα δέν σχετίζεται άπευθείας μέ τόν υλισμό. Δέν είναι άναγκαΐο νά είναι κανείς ύλιστής γιά νά είναι ή νά μήν είναι ήθικός. "Ενας οπαδός τού φιλοσοφικού ιδεαλισμού (πρωταρχικότητα τού πνεύματος-θεού, 'Απόλυτου Πνεύματος, 'Ιδέας κλπ. ) μπορεί νά είναι ήθικός άλλά έξίσου καλά μπορεί νά είναι άνήθικος. "Ενα μεγάλο μέρος τών άστών είναι φιλοσοφικά ιδεαλιστές (στό βαθμό πού καταλαβαίνουν άπό φιλοσοφία), ή έν πάση περιπτώσει θεα>ρούν τόν έαυτό τους ιδεαλιστή. Στήν καθημερινή τους ζωή, άντίθετα, είναι ώφελιμιστές, ήθικά χυδαίοι ύλιστές. "Ενα μέ1. Βλ. Kant, La Raison Pratique, O.K., <S. 130.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ239
ρος άπό τά πιο μορφωμένα μέλη τών κυρίαρχων τάξεων, άπό τήν άριστοκρατία τής 'Αρχαίας Ε λ λ ά δ α ς μέχρι τ ή γαλλική καί τήν άγγλική άριστοκρατία, ήταν καί άθεοι καί ήθικά χυδαίοι ύλιστές. Δέν είναι, συνεπώς, τυχαίο δτι δ Ροβεσπιέρος καί οί οπαδοί του κατέτασσαν τους άθεους καί τους υλιστές στήν άριστοκρατία καί στούς άντεπαναστάτες. 1 "Ενας ύλιστής μπορεί νά είναι ήθικός, γενναιόδωρος καί νά φτάσει μέχρι τήν αύτοθυσία. Τό Γδιο καί ένας ιδεαλιστής. Αλλά στήν έποχή μας δεσπόζει, όπως σημειώθηκε ήδη, ένας χυδαίος άστικός υλισμός, ό όποιος συνυπάρχει άντιθετικά καί αρμονικά μέ τίς κυρίαρχες θρησκευτικές, μυστικιστικές καί ιδεαλιστικές άντιλήψεις. Βάση τού άστικού ύλισμού είναι ή ιδιοκτησία καί τό χρήμα. Στό επίπεδο τών ιδεών δ άστός, κατά τό μακαρίτη Πομπιντού, πρωθυπουργό τής Γαλλίας, άναζητεϊ ένα «συμπλήρωμα ψ υ χ ή ς » . 'Εντούτοις, οί δυό ήθικές κατευθύνσεις, υλιστική καί ιδεαλιστική, δέν είναι φιλοσοφικά ισοδύναμες. Ή θεωρία τής έξέλιξης τών ειδών άπέδειξε ότι δ άνθρωπος δέν είναι δημιούργημα κάποιας έξωκοσμικής δύναμης. Ή Γδια καί ή σύγχρονη νευροφυσιολογία καί ή ψυχολογία Θεμελιώνουν τήν ύλιστική άντίληψη γιά τό πνεύμα, τήν ψυχή κλπ. Τό σύνολο τών φυσικών έπιστημών έναρμονίζεται μέ τήν υλιστική Θέση γιά τήν άντικειμενικότητα καί τήν αύθυπαρξία τής ύλης. Τό σύνολο τής άνθρώπινης γνώσης συνηγορεί ύπέρ τού ύλισμού, άρα ύπέρ μιάς ένδοκοσμικής ήθικής. Άλλά ή άνθρώπινη συνείδηση δέν είναι βιολογικό έπιφαινόμενο. Ή ήθική, άντίστοιχα, δέν έξάγεται άπευθείας, χωρίς διαμεσολαβήσεις, άπό τό βασικό άξίωμα τοϋ ύλισμού. "Οπως γράφει ό Λούκατς, ή νέα ιδιότητα τής άνθρώπινης συνείδησης είναι ότι παύει νά άποτελεΐ ένα βιολογικό επιφαινόμενο καί συνιστά τήν ούσιαστική καί ένεργητική στιγμή τοϋ άναπτυσσόμενου κοινωνικού είναι, ώς άντικειμενικό καί οντολογικό γεγονός. Στά απλά βιολογικά είδη ή συνείδηση είναι κάτι άντικειμενικό καί άμετάβλητο άπό τήν άποψη τού ξεχωριστού οργανισμού. Ό άνθρωπος, I. J. D'Hondt, La morale du matérialisme ( δημοσίευμα τοϋ Πανεπιστημίου της Ρουέν ).
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ι282
αντίθετα, διαμορφώνει τ ή συνείδηση του μέσω περίπλοκων κοινωνικών σχέσεων. Γιά το λόγο αυτό ή αίσθηση ότι τό άτομο άνήκει σέ μιά συγκεκριμένη κοινότητα ή τουλάχιστον κατοικεί σ'αυτή, άποτελεϊ άναγκαία προϋπόθεση γιά τό είδος μέ τήν κοινωνική έννοια. 1 Ή ήθική δέν άνάγεται άμεσα στή βιολογική φύση τού άνθρώπου, δπως δέν καθορίζεται μονοσήμαντα άπό τ ή βασική φιλοσοφική του τοποθέτηση, ύλιστική ή ιδεαλιστική. Οί ηθικοί κανόνες συγκροτούνται στό πλαίσιο τής κοινωνικής ζωής. "Οπως έπιχείρησα νά υποστηρίξω, μιά υλιστική ήθική είναι φιλοσοφικά νόμιμη. Ή ιστορία έξάλλου άποτελεϊ τό μάρτυρα γιά τήν άλήθεια αύτής τής θέσης. Αλλά ποιό είναι τό φιλοσοφικό-έπιστημολογικό καθεστώς μιας ύλιστικής-κομμουνιστικής ήθικής ; 9. Γιά τό φιλοσοφικό
καθεστώς
της κομμουνιστικης-ΰλ
ιστικής
ήθικής
Ά ς τό έπαναλάβουμε : Ό άνθρωπος είναι προϊόν της βιολογικής έξέλιξης. Ανάμεσα στόν άνθρωπο καί τά ζώα υπάρχει διαφορά βαθμού καί ποιότητας. 'Υπάρχει όντολογική συνέχεια. "Οχι μεταφυσική άσυνέχεια. Ό άνθρωπος είναι τό μόνο αύθεντικά κοινωνικό δν καί ή ήθική του, άν καί άνάγεται στά « κοινωνικά ένστικτα » , κληρονομιά τής ζωικής κατάστασης, προϋποθέτει τήν άναπτυγμένη κοινωνική ζωή. Ή ήθική, κοινωνική κατηγορία, είναι γεγονός τής βιολογικής καί τής κοινωνικής έξέλιξης, χαρακτηριζόμενη άπό ποιοτική ρήξη καί όντολογική συνέχεια. Ό πολιτισμός, δπως σημειώνει ό Quiniou, προέρχεται άπό τ ή βαρβαρότητα, ή όποία ένέχει τ ή δυνατότητα τοϋ πολιτισμού. * Ποιό είναι όμως τό φιλοσοφικό-έπιστημολογικό καθεστώς τής μαρξιστικής ήθικής ; Καί έδώ δέν υπάρχει συμφωνία άνάμεσα στούς 1. G. Lukâcks, The Ontology..., ο.π., 2, Mara, σσ. 103 καί 142. 2. Βλ. Υ. Quiniou, Ουτοπία, ο.π.
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
39
μαρξιστές. Είναι δυνατό, στό πλαίσιο τοΰ μαρξισμού, νά δεχτούμε τή δυνατότητα μιας κανονιστικής ήθικής, απαλλάσσοντας την ωστόσο καί άπό τήν άνιστορικότητα καί άπό τήν ιδεαλιστική φύση τής καντιανής ήθικής ; * Η μήπως ή μαρξιστική ήθική περιορίζεται στό έμπειρικό μέρος τής διευθέτησης πρακτικών ζητημάτων; θίξαμε ήδη αύτό τό πρόβλημα, θ ά έπιχειρήσουμε τώρα μιά πιό διεξοδική διαπραγμάτευση. Ή κομμουνιστική ήθική θά θεμελιώνει τό αγαθόν ( μέ τήν άρχαιοελληνική έννοια τού όρου) καί τό δέον ή άπλώς αύτό πού είναι χρήσιμο (άρα καί ήθικό) άπό τήν πλευρά τών λαϊκών συμφερόντων; Ό μαρξισμός είναι ένας συνεπής ύλιστικός μονισμός. Στόχος του είναι ή κομμουνιστική κοινωνία. Άλλά μπροστά στόν υψηλό αύτό στόχο, ή ήθική συχνά σχετικοποιήθηκε, ύποταγμένη σέ άμεσους πολιτικούς στόχους. 1 Σ τ ή λεγόμενη μάλιστα «σταλινική περίοδο», ή ήθικολογική έξουσιαστική ήθική συμβίωσε μέ έναν άκραϊο κυνισμό καί άμοραλισμό. Άνάγκη λοιπόν νά θέσουμε έκ νέου τό πρόβλημα, μέ βάση καί τήν κατακτημένη έμπειρία. s Ό μαρξισμός συνιστά τήν άρνηση τής θεωρησιακής άνθρωπολογίας. Είναι, συνεπώς, άσύμβατος μέ οποιαδήποτε άνιστορική καί μεταφυσική ήθική. Άλλά ό μαρξισμός θέτει ώς στόχο τ ή ριζική άναδόμηση τής κοινωνίας καί τ ή δημιουργία συνθηκών πού θά έπιτρέπουν στό άτομο νά άναπτύσσει τήν ολότητα τών λανθανουσών δυνατοτήτων του. Ό μαρξισμός, συνεπώς, έμπεριέχει οργανικά καί έξ ύπαρχής ένα ήθικό αίτημα. "Ηδη άπό τά νεανικά του έργα ό Μάρξ επέμενε ότι ό άνθρωπος είναι τό άνώτατο όν γιά τόν άνθρωπο. Καί άν στά μεταγενέστερα έργα του οί ήθικοί τόνοι μειώνονται, έντούτοις τό άνθρωπολογικό πρόβλημα συνυπάρχει μέχρι τέλους στό έργο του μέ τό γνωσιοθεωρητικό (άλλοτρίωση, πλαστή συνείδηση) καί τό πολιτικό. Δικαιούμαστε, συνεπώς, νά ισχυριστούμε ότι τό έπι-
1. Γιά τις σχέσεις πολιτικής και ήθικής, βλ. Γ . Μανιάτης, Πολιτική και ΊΙΟιχή, « Σ τ ά χ υ » , 'Λθήνα 1995. 2. Βλ. σχετικά, Ε . Μπιτσάκη, "Ενα φάντασμα πλανιέται, δ.π. Τοΰ ίδιου, Φιλοσοφία τού άνθρωπου, δ.π.
a6o
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στημονικό και το ηθικό στοιχείο συνυπάρχουν στο μαρξισμό καί δέν άλληλοαποκλείονται, οπως υποστηρίζουν ο 'Αλτουσέρ, ό Ρυμπέλ και άλλοι. Ό μαρξισμός άνέπτυξε ιδιαίτερα το στοιχείο της κριτικής. 'Αλλά στήν κριτική του ένυπάρχει το άξιακό στοιχείο. 'Αφετηριακό αίτημα τοϋ μαρξισμοϋ είναι ή έπανάσταση. Άλλά ή έπανάσταση δέν είναι αυτοσκοπός. 'Αποβλέπει στή δημιουργία μιας κοινωνίας όπου τό κομματιασμένο, άκρωτηριασμένο άτομο τής κεφαλαιοκρατικής πραγματικότητας θά άνήκει πλέον στήν ιστορία, ένώ μέσα στίς συνθήκες τοϋ κομμουνισμού θά διαπλάθεται ένας νέος, ολοκληρωμένος άνθρωπος. Τό κοινωνικό καί ή άτομικότητα συνυπάρχουν ώς ένότητα άντιθέσεων, ώς διαλεκτική ένότητα στή μαρξιστική θεωρία. Μιά κοινωνία, κατά τους κλασικούς, δέν μπορεί νά είναι έλεύθερη άν κάθε άτομό της δέν είναι έλεύθερο. Ό υλιστικός μονισμός θεμελιώνει, όπως ισχυρίστηκα στήν άρχή αύτοϋ τοϋ κείμενου, τη μοναδικότητα τοϋ άτομου, άρα την άπόλυτη άξία του. Μιά κανονιστική ήθική χωρίς μεταφυσικές προϋποθέσεις θά άπαιτοϋσε τ ή δημιουργία συνθηκών πού θά έπέτρεπαν τήν πραγμάτωση τών δυνατοτήτων κάθε ξεχωριστού κοινωνικού άτομου. Μιά τέτοια κανονιστική ήθική είναι ιστορικά καθορισμένη καί προϋποθέτει εναν ένδιάμεσο στόχο : τήν άνατροπή τού καπιταλισμού καί ένα « τέλος » : τήν κομμουνιστική κοινωνία. ( Ή ιστορία δέν διέπεται άπό κάποια τελεολογία. Οί άνθρωποι θέτουν σκοπούς καί δίνουν νόημα στήν ιστορία.) Έ κανονιστική αύτή άρχή περιέχει, συνεπώς, μιά άντίφαση, ή όποία λύνεται μέ τήν οικοδόμηση τής νέας κοινωνίας. Ή άντίφαση αύτή συγκεκριμενοποιείται μέ τήν άνάγκη τής έπαναστατικής βίας. 'Αλλά όταν τό ιστορικά άναγκαΐο υποτάσσεται στόν τελικό στόχο, τότε ή άπόλυτη άξία τοϋ άτομου, στή συγκρουσιακή σχέση της μέ τήν έπαναστατική πράξη, θά περιορίσει στό έλάχιστο άναπόφευκτο τήν παραβίαση τής καθολικής κατηγορικής προσταγής γιά σεβασμό τής άνθρώπινης προσωπικότητας καί τής ζωής. Ή βία δέν είναι αύτοσκοπός γιά τό έπαναστατικό κίνημα. Είναι σκληρή άναγκαιότητα, άλλά προσωρινή. Άναγκαιότητα πού προετοιμάζει τήν κατάργηση τής βίας.
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ239
'Ορισμένοι μαρξιστές, ακολουθώντας τήν καντιανή ορολογία, ένώ ταυτόχρονα απορρίπτουν τόν θεωρησιακό, μεταφυσικό καί αστικό χαρακτήρα τής καντιανής φιλοσοφίας, διακρίνουν τήν ήθική ( m o r a l e ) ώς κανονιστική ήθική άπό τήν πρακτική ήθική (éthique). Στή γλώσσα μας δέν μπορούμε νά κάνουμε αυτή τ ή διάκριση. "Αν όμως τ ή δεχτούμε, τότε οφείλουμε νά μήν τίς άντιπαραθέσουμε μέ τυπικά κριτήρια (δπως δ Κ ά ν τ ) , άλλά νά άναδείξουμε τήν ένότητα, τήν άλληλοδιαπλοκή τους καί τήν άντιθετική ιστορική τους σχέση στό κομμουνιστικό κίνημα. Ό θετικισμός ( καί όχι (χόνο ) άντιπαραθέτει τό έπιστημονικό στό άξιακό (οί άξιολογικές κρίσεις, κατά τό θετικισμό, δέν είναι έπιστημονικές - στερούνται, συνεπώς, θεωρητικού περιεχομένου). Ό μαρξισμός είναι κατ'άρχήν έπιστημονική κοσμοθεωρία. Ταυτόχρονα θεμελιώνει μιά άνθρωπολογία, μιά πολιτική θεωρία καί τήν έπαναστατική πράξη, θεωρητικές προτάσεις τοϋ μαρξισμού που άναφέρονται στήν έκμετάλλευση άνθρώπου άπό άνθρωπο, στήν άλλοτρίωση, στήν ήθική έξαχρείωση, στήν καταστροφή τών δύο παραγωγικών δυνάμεων κλπ., έμπεριέχουν ή συνεπάγονται ηθικές κρίσεις. Καί οί κρίσεις αυτές έχουν καί θεωρητικό καί ήθικό περιεχόμενο. Ό μαρξισμός είναι, άπό μ*ά άποψη, ένας μαχόμενος άνθρωπισμός. Τό πάθος πού διακρίνει ιδιαίτερα τά κείμενα τοϋ Μάρξ δέν είναι άπλώς συναισθηματικό πάθος. Είναι άξιακό. Στό μαρξισμό ύπάρχει μ*ά ήθική κανονιστικότητα, θεμελιωμένη στήν άπόλυτη άξία τού άτομου ( ή , αν προτιμάτε, τού άνθρώπινου προσώπου). Μέ βάση αύτή τήν κανονιστικότητα είναι δυνατόν νά έπιλέγονται πρακτικές πού Θά έναρμονίζονται μέ τ ή βασική άρχή. "Ετσι, ή ήθική μέ τήν κανονιστική έννοια (morale) θά έναρμονίζεται μέ τήν πρακτική ήθική — μέ τήν έπίλυση τών συγκεκριμένων πρακτικών προβλημάτων. Ή ήθική μέ τήν κανονιστική έννοια (morale) καί ή πρακτική ήθική (éthique) πρέπει νά υπηρετούν τόν τελικό σκοπό : τήν κομμουνιστική κοινωνία. Ή κομιμουνιστική ήθική δέν άντλεΐ τά άξιώματά της άπό προεμπειρικές άρχές. Τά άντλεϊ άπό τ ή γνώση τής κοινωνίας καί άπό τη γνώση τής δυναμικής τής ιστορίας. Δέν χωρίζεται, συνεπώς, σέ
ι286
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ορθολογικό και εμπειρικά μέρος, δπως ή καντιανή. Άν στήν κομμουνιστική ήθική υπάρχει μιά κατηγορική προσταγή, αυτή δέν είναι ούτε a priori ούτε συνεπάγεται τήν ύπαρξη τοϋ θεοϋ καί τήν αθανασία τής ψυχής. Άλλά καί γΓαύτό το λόγο ή κομμουνιστική ήθική είναι άνώτερη άπό τήν καντιανή : θεμελιώνεται στόν συγκεκριμένο άνθρωπο καί δχι στό πλάσμα τής θεωρησιακής άνθρωπολογίας, τόν όποιο καί άνάγει σέ άπόλυτη άξία. 1 Άλλά άν άπορρίψουμε τόν θ ε ό καί τ ή μεταφυσική έλευθερία τής βούλησης, τότε πώς θεμελιώνεται ή άνθρώπινη έλευθερία καί ή άτομική ευθύνη ; "Εχουμε ούσιαστικά άπαντήσει σ'αύτό τό έρώτημα. Ή άποψη πού θεωρεί τόν άνθρωπο δημιούργημα τών συνθηκών, άρα ούσιαστικά άνελεύθερο καί συνεπώς καί άνεύθυνο, έστω καί άν άποδίδεται ένίοτε στό μαρξισμό, δέν είναι μαρξιστική. Γιά τό μαρξισμό ό άνθρωπος είναι δημιούργημα καί ταυτόχρονα δημιουργός τής ιστορίας. Τό υποκείμενο τοϋ μαρξισμού δέν είναι ουτε τό φανταστικό υποκείμενο τής ιδεαλιστικής άνθρωπολογίας ούτε τό έτεροκαθοριζόμενο υποκείμενο τοϋ χυδαίου-μηχανιστικοϋ υλισμού καί τοϋ δομισμού. Ό άνθρωπος καθορίζεται άπό τίς συνθήκες, ένώ ταυτόχρονα τίς κατανοεί (στό βαθμό πού τίς κατανοεί) καί έπιλέγει. Ή έλευθερία τής βούλησης άποκτά έτσι συγκεκριμένο καθεστώς ώς δυνατότητα έπιλογης άνάμεσα σέ διαφορετικές δυνατότητες καί άποδεσμεύεται άπό τ ή μακρά ιδεαλιστική παράδοση πού άλλοτε ήθελε τόν άνθρωπο δούλο καί άλλοτε άπροσδιόριστα έλεύθερο. Ούτε ή χριστιανική δογματική ούτε τό άστικό δίκαιο μπόρεσαν νά λύσουν τήν άντίφαση άναγκαιότητας καί έλευθερίας. Όρθά λοιπόν παρατηρούσε ό Μάρξ δτι, άν ό άνθρωπος δέν είναι ελεύθερος, τότε δέν πρέπει νά τιμωρείται τό έγκλημα τού άτομου, άλλά νά καταστραφούν οί αντικοινωνικές αιτίες τοϋ έγκλήματος. Καί άπό τήν πλευρά του ό Νίτσε δίκαια χαρακτήριζε τήν « έλεύθερη βούληση » , « μεταφυσική τού δημίου » . 1. Γιά τά προβλήματα αυτά, βλ. Y. Quiniou, ο.π. Τοϋ ίδιου, La question morale dans le marxisme (δακτυλογραφημένο). Τοϋ ίδιου, La question du progrès à partir du parti communiste (δακτυλογραφημένο).
2
Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ
10. Γιά τό νόημα της
39
ζωής
Ό θάνατος, κατά τον 'Αριστοτέλη, είναι το τέρμα πέρα άπό το όποιο δέν υπάρχει πλέον ουτε άγαθό ουτε κακό. Ό ήθικολογικός-άπολογητικός μαρξισμός προσπαθούσε νά άποφύγει τό έρώτημα, ξεπερνώτας το μέ μιά άγοραία αισιοδοξία ( τό πολύ πολύ θυμόταν τό έπικούρειο, όταν είμαστε έμεΐς δέν είναι ό θάνατος, καί όταν είναι ό θάνατος δέν είμαστε έμεΐς). Άλλά ή αποφυγή δέν άποτελεϊ λύση και ό,τι δέν συζητιόταν στήν « ά γ ο ρ ά » ύπέβοσκε καί άπασχολοϋσε τίς συνειδήσεις, ιδιαίτερα στίς οριακές καταστάσεις που όλοι οί άνθρωποι άντιμετωπίζουν. Ποιό θά είναι, συνεπώς, τό νόημα τής ζωής άν άρνηθοϋμε τήν υπέρβαση ; Ό κόσμος, έγραφε ό Γιάσπερς, στερημένος άπό κάθε συμβολική καί υπερβατική σκέψη, άφήνει τήν ψυχή κενή. Ό άνθρωπος πρέπει νά προσανατολίζει τό στοχασμό του στήν υπέρβαση. Φιλοσοφία σημαίνει μάθηση ζωής καί μάθηση θανάτου.1 Ό Λακρουά, άπό τήν πλευρά του, άναφερόμενος στή μαρξιστική διαλεκτική γράφει : « Μόνο μιά πληρέστερη διαλεκτική, μιά διαλεκτική τής έσωτερικότητας καί τής υπέρβασης, τοΰ χρόνου καί τής αιωνιότητας, θά έπέτρεπε νά σωθεί ή άκέραιη ιστορικότητα τοΰ άνθρώπου, δίνοντας ταυτόχρονα στή γήινη ίστορικότητά του ένα τέρμα, που δέν θά ήταν ό θάνατος, άλλά ή άνάσταση » . * Ή υπέρβαση ήταν πάντοτε ένα φώς έλπίδας σέ έναν κόσμο βαρβαρότητας καί φθοράς ένώ, ταυτόχρονα με τ ή χριστιανική κόλαση, ήταν πηγή τρόμου καί άγχους. Άλλά άν θέλουμε νά είμαστε συνεπείς μέ όσα κατακτήσαμε με τ ή βοήθεια τής νόησης, τότε πρέπει νά έχουμε τό θάρρος νά δεχτούμε τ ή χρονικότητα τής άνθρώπινης ύπαρξης, απορρίπτοντας τίς όποιες άπατηλές παρηγοριές. 'Εξάλλου, ό άρχαΐος υλισμός άπάλλασσε τους οπαδούς του άπό τό φόβο τοΰ θανάτου. 'Αλλά ή έπιλογή μας είναι έπιλογή μιάς έλλογης στάσης μπροστά σέ ένα άλυτο αίνιγμα : μπροστά στήν ίδια τήν ύπαρξη τοΰ σύμπαντος.
1. Κ. Jaspers, Introduction à la philosophie, 10-18, Pion, 1965. 2. J. Lacroix, Marxisme, Existentialisme, Personnalisme, δ.π., σ. 47.
a6o
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Ή αποδοχή τής υλιστικής θέσης καί ή ανάδειξη τής μοναδικότητας τοΰ θνητού άτομου μπορεί νά άποτελέσει, όπως υποστηρίχτηκε άπό τήν άρχή αυτού τοΰ κειμένου, τό θεμέλιο μιας κανονιστικής θετικής ήθικής που θά άντιμετωπίζει τ ή ζωή ώς άξια καθαυτή, ώς « μ έ γ α καλό καί πρώτο». Μιά τέτοια κομμουνιστική ήθική μπορεί νά άποτελέσει τό θεμέλιο τής πρακτικής τής οικοδόμησης τής σοσιαλιστικής κοινωνίας καί τό θεμέλιο τών άνθρώπινων σχέσεων στόν κομμουνισμό. Τό άξίωμα « ό σκοπός άγιάζει τά μέσ α » είναι άπαράδεκτο άπό τήν άποψη τής κομμουνιστικής ήθικής. Ή τυφλή βία, ό δήθεν έπαναστατικός κυνισμός, ή ποδοπάτηση τής άνθρώπινης άξιοπρέπειας, οί έκτελέσεις, τά στρατόπεδα συγκέντρωσης, όλη ή δήθεν έπαναστατική τρομοκρατία τής λεγόμενης σταλινικής περιόδου, άποτέλεσαν μιά τραγική άπόκλιση άπό τίς ήθικές άρχές τοΰ μαρξισμού. Πρώτη πράξη μ ά ς οποιασδήποτε μελλοντικής σοσιαλιστικής κυβέρνησης πρέπει νά είναι, δπως τονίστηκε ήδη, ή κατάργηση τής θανατικής ποινής. Ζοΰμε μιά άπό τίς πιό έπικίνδυνες στιγμές τής άνθρώπινης ιστορίας. Ό κομμουνισμός, παρ' δλα όσα διαπράχθηκαν στό όνομά του καί παρά τήν κατάρρευση τοΰ υπαρκτού κακέκτυπου, άποτελεΐ μιά ιστορική δυνατότητα. Άλλά τά σημερινά φοβερά μέσα καταστροφής έχουν ήδη φέρει τήν άνθρωπότητα στό χείλος τής άβύσσου. "Οπα>ς γράφει ό διαπρεπής Ούγγρος φιλόσοφος Istvân Mészàros, δέν υπάρχει έγγύηση γιά μιά θετική λΰση τών σημερινών κοινωνικών άνταγωνισμών. "Οπως ρητά άναγνωρίζει τό σύνθημα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα » , ή σημερινή διαπάλη μπορεί νά οδηγήσει στήν κοινή καταστροφή τών άντίπαλων τάξεων. 1 Ή σκοτεινή αυτή πρόβλεψη τοΰ Μανιφέστου άποτελεΐ έπίσης μιά δυνατότητα. Τό ποιά άπό τίς δύο θά πραγματοποιηθεί, θά έξαρτηθεΐ άπό τήν οργάνωση καί τήν πάλη τού νεότερου προλεταριάτου, πού άποτελεΐ ήδη τήν πλειονότητα τού πληθυσμού τουλάχιστον στις άναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες.
I. I. Mészàros, Science and Society, 62, Φθιν. 1998, er. 419.
ΕΝΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ Ε Μ Β Ε Λ Ε Ι Α ΤΩΝ Φ Γ Σ Ι Κ Ω Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ω Ν
Η
ΗΘΙΚΗ, συστατικό στοιχείο της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας, θεμελιώνεται στο κοινωνικό επίπεδο, έκφραση τών αντιθέσεων καί τών δυνατοτήτων τής κοινωνικής πραγματικότητας. Ή μεταφορά τών έρωτημάτων τής ήθικής στό φυσικό καί στό κοσμολογικό επίπεδο, οί προσπάθειες νά απαντηθούν αυτά τά έρωτήματα μέ βάση τά δεδομένα τών φυσικών έπιστημών, άποτελοϋν μορφή άναγωγισμοΰ συνήθη στις μέρες μας. Εντούτοις, κάθε φιλοσοφική ανθρωπολογία άπαιτεΐ ένα οντολογικό υπόβαθρο, χωρίς νά άνάγεται άμεσα σ'αύτό. Δέν είναι τυχαίο, π.χ., ότι ή άνθρωπολογία τού Δημόκριτου καί τού Επίκουρου προϋποθέτει τόν αρχαίο άτομισμό, όπως, άντίστοιχα, ή πλατωνική άνθρωπολογία προϋποθέτει τή θεωρία τών Ιδεών. Ε π ί σ η ς ή χριστιανική άνθρωπολογία θεμελιώνεται στή θέση γιά τ ή δημιουργία τής ύλης καί τού άνθρώπου άπό ένα έξωκοσμικό "Ον. Δέν θά έπιμείνω σέ άλλα παραδείγματα, έπειδή στόχος αύτοΰ τού κεφαλαίου δέν είναι ή ιστορική επισκόπηση τής οντολογικής θεμελίωσης τόσο τών υλιστικών δσο καί τών ιδεαλιστικών άνθρωπολογιών. Στό κεφάλαιο αύτό θά έπιχειρήσω μιά κριτική άνασκευή άνθρωπολογικών άπόψεων οί όποιες υποτίθεται ότι θεμελιώνονται στά δεδομένα τών σημερινών έπιστημών. Δηλαδή Οά έπιχειρήσω νά άναλύσω κριτικά μιά πολύ διαδεδομένη μορφή σύγχρονου άναγωγισμοΰ, ό όποιος, καταργώντας κάθε διαμεσολάβηση, επιχειρεί νά θεμελιώσει μιά άντίληψη γιά τόν άνθρωπο σέ δεδομένα τών φυσικών έπιστημών, συχνά αμφισβητήσιμα, ή έρμηνευόμενα μέ τρόπο ό όποιος άντιφάσκει μέ τό φυσικό τους περιεχόμενο. Αύτονόητο είναι ότι ταυτόχρονα θά έπιχειρήσω νά συναγάγω ορισμένα συμπεράσματα άπό τίς φυσικές έπιστήμες μέ προφανή φιλοσοφική σημασία. 289
291 ΔΡΟΜΟΤ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
1. Εισαγωγικές
παρατηρήσεις
Τά προβλήματα τής ήθικής καί ευρύτερα τά προβλήματα τής φιλοσοφικής άνθρωπολογίας τίθενται με ιδιαίτερα οξύ τρόπο σέ περιόδους κοινωνικών άναστατώσεων καί κρίσεων. Δέν είναι, π.χ., τυχαία ή άνθρωπολογική στροφή τού Σωκράτη στήν έποχή τής κρίσης τής 'Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ή έξάπλωση τών σωτηριακών θρησκειών κατά τήν περίοδο τής ρωμαϊκής βαρβαρότητας, όπως καί ή άνάπτυξη τού ύπαρξισμού καί τού περσοναλισμού, έκφραση τής κρίσης τών βιομηχανικών-κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών, ιδιαίτερα μετά τόν Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Ή κρίση τών άναπτυγμένων κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών σήμερα καί ή κατάρρευση τού σοσιαλιστικού στρατοπέδου έπέτειναν τίς καταστάσεις καί τά αισθήματα άνασφάλειας, μοναξιάς, έλλειψης νοήματος - τήν αίσθηση ότι ό άνθρωπος είναι ένα όν μετέωρο, μπλεγμένο σέ συγκρουσιακές καταστάσεις, ανίκανο νά έλέγξει τίς συνθήκες τής προσωπικής του ζωής καί συνολικά τό ιστορικό γίγνεσθαι. Ή ενίσχυση τού θρησκευτικού συναισθήματος καί ή άνθηση τών αιρέσεων, τού μυστικισμού, τής παραψυχολογίας, τής μαντείας κλπ., ό σύγχρονος άνορθολογισμός συνολικά, τροφοδοτείται κατά κύριο λόγο άπό τίς συνθήκες ζωής στίς σύγχρονες κοινωνίες. Σύμφωνα μέ τόν άστικό έπιστημονισμό, ό όποιος εισχώρησε, άν καί ξένος στήν ούσία του, στό σώμα τού μαρξισμού, ή έπιστήμη θά διέλυε τά «σκοτάδια» τού μυστικισμού. 'Αλλά ή θρησκεία, ό μυστικισμός, ό άνορθολογισμός, μέ μιά λέξη, ή φενακισμένη άντίληψη τής πραγματικότητας, είναι οί ιδεολογικές συνέπειες τής γενικευμένης άποξένωσης πού χαρακτηρίζει τίς σύγχρονες βιομηχανικές-κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Είναι οί φυσιολογικές μορφές μέ τίς όποιες οί άνθρωποι συλλαμβάνουν τήν κεφαλαιοκρατική πραγματικότητα. Ή έπιστήμη, συνεπώς, μόνη, άδυνατεΐ νά διαλύσει τά « σκοτάδια» τού άνορθολογισμού. 'Αντίθετα, ώς μορφή κοινωνικής συνείδησης, ή έπιστήμη δέν είναι άποκομμένη άπό τό σύνολο τών μορφών τού ιδεολογικού έποικοδομήματος. Οί έπιστήμονες καί τό δημιούργημα τους διαποτίζονται άπό τά ιδεολογικά ρεύματα τής έποχής καί
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
ειδικά άπό τήν κυρίαρχη άστική ιδεολογία. Συγκεκριμένα: Οί μεγάλες έπιστημονικές θεωρίες θεμελιώθηκαν πάντα σέ φιλοσοφικές (οντολογικές καί γνωσιοθεωρητικές) προκείμενες. Παραδείγματα: Ή δαρβινική θεωρία, ή νευτώνεια μηχανική, οί σχετικιστικές καί οί κβαντικές θεωρίες. Ταυτόχρονα, οί έπιστημονικές θεωρίες ερμηνεύτηκαν πάντοτε άπό κάποια φιλοσοφική σκοπιά - ιδεαλιστική είτε υλιστική. Τέλος, οι έπιστημονικές θεωρίες χρησιμοποιήθηκαν πάντα γιά νά στηρίξουν γενικότερες φιλοσοφικές άντιλήψεις. "Αν ύπάρχει ένότητα τών έπιστημών μέ τ ή φιλοσοφία, ή σχέση αύτή είναι άντιφατική. 1 Σήμερα χρησιμοποιούνται εύρύτατα θεωρίες καί δεδομένα, κυρίως τής φυσικής, τής κοσμολογίας καί τής βιολογίας, γιά νά στηρίξουν άπόψεις πού έκτείνονται άπό τ ή θρησκευτική άντίληψη τού κόσμου μέχρι τόν φιλοσοφικό ιδεαλισμό, τό μυστικισμό, τήν παραψυχολογία κλπ. Οί άντιλήψεις αύτές, μέ τ ή σειρά τους, ένσωματώνονται σέ άντίστοιχες άντιλήψεις γιά τόν άνθρωπο - γιά τ ή φύση του, τήν ήθική, τό νόημα τής ζωής. θ ά έπιχειρήσω στή συνέχεια μιά σύντομη κριτική έπισκόπηση τών κυριότερων άντιλήψεων γιά τόν άνθρωπο (έλευθερία τής βουλήσεως, πνευματική φύση, άθανασία ψυχής, μυστικισμός ) πού θεμελιώνονται σέ μιά στρεβλή-ίδεολογική έρμηνεία σύγχρονων έπιστημονικών θεωριών. 5 2 . Τό μηχανιστικό
σύμπαν: προκαθορισμός ή ελεύθερη βούληση;
Ή Τύχη καί ή Άνάγκη είναι δύο ύποστασιοποιημένες έννοιες, οί όποιες άπό τήν άρχαιότητα έξέφρασαν τό παιχνίδι τής άναγκαιότητας καί τού τυχαίου πού διέπει τόσο τ ή φύση δσο καί τ ή ζωή τών ανθρώπων. Βέβαια οί δύο άρχαΐες θεές έχουν έγκαταλείψει πρό πολ-
1. Βλ. σχετικά Ε. Bitsakis, Science et Philosophie, « Δωδώνη » , ΚΛ 1992. 2. Γιά μιά ευρύτερη κριτική θεώρηση τοϋ σύγχρονου φυσικού ιδεαλισμού, βλ. Ε. Μπιτσάκη, 7ο αειθαλές δέντρο της γνώσεως, « Στάχυ » , 1995. Τοϋ ίδιου, Ή φύση στή διαλεκτική φιλοσοφία, « ' Ε λ λ η ν ι κ ά Γράμματα», 2003.
ι292
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
λοϋ τον τεχνοκρατούμενο κόσμο μας. Σήμερα ή έπιστήμη έπιχειρεΐ νά συμβιβάσει τις δύο Αντίπαλες, οί όποιες μεταλλάχθηκαν σέ έπιστημονικές έννοιες. "Οπως είναι γνωστό, ό Νεύτων θεωρήθηκε ό έπιστήμων πού έδωσε μαθηματική μορφή στό άξίωμα τοΰ Δημόκριτου « Ούδεν χρήμα μάτην γίνεται, άλλά πάντα εκ λόγου τε καί υπ'ανάγκης » . Πράγματι, άς υποθέσουμε ότι σέ μιά δεδομένη στιγμή γνωρίζουμίε τίς θέσεις καί τίς ταχύτητες όλων τών σωματίων τοΰ σύμπαντος, καθώς καί τίς δυνάμεις μέ τίς όποιες άλληλεπιδρούν. Τότε, μέ βάση τίς έξισώσεις του Νεύτωνα, θά μπορούσαμε, κατά τήν περίφημη διατύπωση τοΰ Λαπλάς, όχι μόνο νά προβλέψουμε τό μέλλον τοΰ σύμπαντος, άλλά καί νά άνασυστήσουμε τό παρελθόν του. Τά πάντα θά υποτάσσονταν, σύμφωνα μέ τόν κλασικό μηχανιστικό άναγωγισμό, στις αιτιοκρατικές έξισώσεις τής Μηχανικής : άπό τήν περιδίνηση τών πλανητών καί τών γαλαξιών μέχρι τήν πτώση ένός φθινοπωρινού φύλλου, μέχρι τά άνθρώπινα αισθήματα καί τ ή σκέψη. Οί άνθρωπολογικές συνέπειες τοΰ μηχανιστικού άναγωγισμοΰ ( άντιμετώπιση τών ανθρώπινων προβλημάτων στό κοσμολογικό έπίπεδο ) είναι προφανείς : Ά ν ό άνθρωπος ( τά αισθήματα, οί σκέψεις καί οί άποφάσεις του) είναι προκαθορισμένα μέ βάση τούς νόμους τής κίνησης τών άτόμων, τότε πώς μπορεί νά θεμελιωθεί ή άνθρώπινη έλευθερία καί ή εύθύνη γιά τίς πράξεις τοΰ άτομου ; Ή χριστιανική άνθρωπολογία έπινόησε, ώς γνωστόν, μιά έλάχιστα πειστική όδό διαφυγής : ό θεός προίκισε τόν άνθρωπο μέ ελεύθερη βούληση. Ή έλευθερία τής έπιλογής θεμελιώνει τήν προσωπική εύθύνη (άρα δικαιολογεί τήν κόλαση τοΰ έπέκεινα καί τίς ποινές τής έπίγειας κόλασης). Φυσικά τό πρόβλημα δέν λύθηκε, ουτε ή ειρήνη βασίλεψε στούς κόλπους τής έκκλησίας (θυμηθείτε, π.χ., τίς άντιλήψεις τού Καλβίνου γιά τόν προκαθορισμό καί τό πλήθος τών σχετικών « αιρέσ ε ω ν » ) , Ή ιδεαλιστική-μίεταφυσική σκέψη έξάλλου μπλέχτηκε σέ άξεδιάλυτες άντιφάσεις, ένώ ό Κάντ ύποστήριξε ότι ή φύση τής άντίθεσης αναγκαιότητας καί έλευθερίας βρίσκεται πέρα άπό τίς δυνατότητες τού Λόγου. Καί οί ύλιστές ; Γ Η αιτιοκρατική τους άντίληψη γιά τό σύνολο τής πραγματικότητας (φύση καί άνθρωπος)
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
οδηγούσε στον μηχανιστικό φαταλισμό, ένώ ταυτόχρονα άφηνε άνοιχτό τό δρόμο γιά τόν μεγάλο Νομοθέτη. Είναι όμως δυνατό νά συλλάβουμε τήν κίνηση τοϋ άπειρου κοσμικού μηχανισμού ; Ό Λαπλζς (δημιουργός, μεταξύ τών άλλων, και τής θεωρίας τών πιθανοτήτων ) φαντάστηκε κάποιον υποθετικό δαίμονα που Οά μπορούσε νά έκτελέσει αυτό τό έργο. ( Ώ ς γνωστόν ό Λαπλάς « δέν είχε άνάγκη » άπό τήν έννοια τοϋ θεοϋ. ) 1 'Αλλά ποϋ θά έβρισκε κάποιο άρχιμήδειο σημείο (ένα σημείο άκίνητο ώς πρός τόν άπόλυτο χώρο) ό παντογνώστης Δαίμων, ώστε νά εποπτεύει τήν πορεία τοϋ σύμπαντος ; Ό Νεύτων ειχε ορίσει τόν άπόλυτο χώρο ώς ανεξάρτητο άπό τήν ΰλη καί ώς αισθητήριο τοϋ Θεοϋ ( sensorium Dei ) στόν όποιο Θά πραγματοποιούνταν οί άπόλυτες κινήσεις. 'Αλλά ποϋ μπορούσε νά βρεθεί τό άρχιμήδειο σημείο στό οποίο θά εδραζόταν ολόκληρη ή μηχανική καί ή Ούράνια μηχανική ; Ό Νεύτων έλπιζε ότι θά μπορούσε νά βρεθεί ένα τέτοιο προνομιούχο σημείο στήν άπώτατη περιοχή τών 'Απλανών, ή μακρύτερα άπ'αυτήν. 8 'Αλλά ή έλπίδα νά βρεθεί τό άπόλυτο σύστημα αναφοράς διαψευδόταν συνεχώς. Τά πειράματα τών Μάικελσσν-Μορλύ καί άλλων, πρός τά τέλη τού 19ου αιώνα, άπέδειξαν τό μάταιο της άναζήτησης. Ή φυσική τοϋ Νεύτωνα κρεμόταν άπό μιά κλωστή καί ή κλωστή αύτή φάνηκε οτι δέν υπήρχε. Τό 1905 ό 'Αϊνστάιν θά άπέρριπτε τίς άπόλυτες έννοιες (μάζα, χώρος, χρόνος κλπ.) καί θά οικοδομούσε σέ δυο φάσεις τή σχετικιστική φυσική. 'Αλλά προτού δούμε τίς συνέπειες τής σχετικότητας καί τών κβαντικών θεωριών στό πρόβλημα τής αιτιοκρατίας καί τής έλευθερίας, θά σημειώσουμε μιά άλλη, κεφαλαιώδη συνέπεια τής ειδικής σχετικότητας γιά τή φιλοσοφία καί γιά τή φιλοσοφική ά^ρωπολογία ειδικότερα. 3. "Υλη ή
Πνεύμα;
Ή σχετικότητα, ώς γνωστόν, έδειξε τά όρια τής μηχανιστικής-νευτώνειας άντίληψης γιά τήν ύλη. Ό Νεύτων ειχε ταυτίσει τ ή μάζα 1. Β λ . P. S. Laplace, « Essai philosophique sur les probabilités » , Œuvres, GauthierVillars, Paris, τ . 7. 2. Β λ . Newton, Principia, Univ. of California Press, 1947, σσ. 8 - 9 .
a94
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛ£ΚΤΙΚΗΣ
με τήν υλη : « Ποσότητα υλης : την ποσότητα αυτή θά εννοώ εφεξής μέ τό όνομα σώμα ή μάζα».1 Ά λ λ ά ή μάζα είναι μέτρο τής αδράνειας ένός σώματος. Πώς είναι συνεπώς δυνατόν νά ταυτιστεί μιά έπιστημονική έννοια μέ μιά φιλοσοφική κατηγορία; "Αν ή ταύτιση ήταν νόμιμη, τότε θά είχαμε στή διάθεσή μας ένα μέτρο τής ύλης καί θά είχαμε αποδείξει τό αξίωμα τού Δημόκριτου γιά τήν άφθαρσία της. ( Ό Λαβουαζιέ μέ τά πειράματά του Θά είχε άποδείξει τήν άφθαρσία τής ύλης ! ) Ά λ λ ά ή ταύτιση ήταν επιστημολογικά νόμιμη ; Ά ς συζητήσουμε τό έρώτημα. Στά μέσα τού 19ου αιώνα καθιερώθηκε καί ή έννοια τής ενέργειας. Ά λ λ ά , σύμφωνα μέ τήν εύαισθησία τού πειράματος έκείνης τής έποχής, ή ένέργεια ήταν άβαρής : είχε μηδενική μάζα. " Ε τ σ ι τό σύμπαν χωρίστηκε σέ δύο βασικές οντότητες : τήν- ΰλη-μάζα καί τήν αυλή ένέργεια. Ά λ λ ά τί σημαίνει αυλή οντότητα ; Καί ή ένέργεια είναι οντότητα; Είναι ουσία·, Οί άντιρρήσεις τού "Ενγκελς δέν έπηρέασαν τούς φυσικούς τής έποχής του, ούτε τής δικής μας. 8 Ό δυϊσμός τής ύλης-μάζας καί τής ενέργειας κυριάρχησε στη φυσική τού 19ου αιώνα. 'Ορισμένοι επιστήμονες καί φιλόσοφοι τού περασμένου αιώνα ( δ "Οστβαλντ είναι ό πιό γνωστός) έπεχείρησαν νά άρουν τό δυϊσμό τής υλης καί τής ένέργειας πρός όφελος τής δεύτερης. Σύμφωνα μέ τόν κλασικό ένεργητισμό, η ύλη Θά μπορούσε νά άναχθεΐ στήν ένέργεια. Ά λ λ ά ή άναγωγή αύτή δέν μπορούσε νά θεμελιωθεί στό πλαίσιο τοϋ κλασικού « παραδείγματος » . Ή θεωρία τής σχετικότητας έθεσε σέ νέα βάση τό πρόβλημα. Πράγματι, ή περίφημη έξίσωση τού 'Αϊνστάιν άποκάλυψε μιά σχέση ποσοτικής αναλογίας άνάμεσα σέ δύο αντίθετα κατηγορήματα τής υλης : στή μάζα, μέτρο τής άδράνειας, καί στήν ενέργεια, μέτρο τής κίνησης. Πώς έρμηνεύθηκε όμως αύτή ή σχέση ; Φυσικοί καί φιλόσοφοι, δέσμιοι τού προσχετικιστικοϋ « παραδείγματος » , είδαν σ'αύτή τ ή σχέση τήν ταύτιση τής μάζας-ϋλης μέ τήν ένέργεια. Ή επιστημολογικά λανθασμένη « ύπέρβαση » τού κλασικού 1. Newton, Principia, ο.π., σ. 1. 2. Φ. " Ε ν γ κ ε λ ς , Διαλεκτική τής Φύσης, « Σ ύ γ χ ρ ο ν η Έ π ο χ ή » ,
1986.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
δυϊσμού θά οδηγούσε σε έναν νέο ένεργητισμό καί σπιριτουαλισμό. 1 Κατά τους οπαδούς τού νέου ένεργητισμού, ή ταύτιση τής μάζας μέ τήν ύλη και τής μάζας-ύλης μέ τήν ένέργεια οδηγούσε στο έρώτημα γιά τ ή βασική ( ή έσχατη) ουσία τού σύμπαντος. Κατά τούς ένεργητιστές, εφόσον ή ύλη μετατρέπεται σέ ένέργεια, μπορούμε νά θεωρήσουμε τήν ένέργεια ώς τ ή βασική ούσία τοϋ σύμπαντος. Ά λ λ ά σύμφωνα μέ τήν προσχετικιστική, πάντοτε, άντίληψη, ή ένέργεια είναι αυλή οντότητα. Συνεπώς : Ή ύλη έξαφανίστηκε. Τό σύμπαν είναι ένα σύμπαν ενεργείας. Ά λ λ ά ή « ά υ λ η ένέργεια» εύκολα μπορούσε νά θεωρηθεί πνευματικής υφής. " Ε τ σ ι ή ύλη αναγόταν στό Πνεύμα καί ό υλισμός φαινόταν νά έχει έπιτέλους άναιρεθεΐ. "Εντιγκτον, Τζήνς, Χάιζενμπεργκ, πλήθος φυσικών καί φιλοσόφων χαιρέτισαν τό νέο βασίλειο τής άυλης ένέργειας : τό βασίλειο τού Πνεύματος, θ ά παραθέσουμε εδώ ένα καί μόνο, άλλά χαρακτηριστικό χωρίο τού διάσημου άνθρωπολόγου καί φιλοσόφου, πατρός Τεγιάρ ντέ Σαρντέν. Κατά τόν Γάλλο ιερωμένο, ή ένέργεια είναι ή μοναδική ούσία τού σύμπαντος : « Ή ένέργεια, κυμαινόμενη παγκόσμια οντότητα, δπου τό πάν αναδύεται και οπου επιστρέφει σάν σέ ωκεανό. Ή Ενέργεια, τό νέο Πνεύμα. Ή 'Ενέργεια, ό νέος θεός, Στό 'Ωμέγα τού Κόσμου, δπως και στό "Αλφα του, τό Απρόσωπο». Τό σύμπαν άποτελεΐται άπό ένέργεια. Ά λ λ ά ή ένέργεια είναι Πνεύμα. Ή έξέλιξη, συνεπώς, είναι μιά άνοδος τής Συνείδησης « καί οφείλει νά άποκορυφωθεΐ σέ μιά άνώτατη Συνείδηση » . 'Ιδού λοιπόν ό θεός, Άνώτατη Συνείδηση, Δημιουργός τοϋ κόσμου : « Μέ αφετηρία σπέρματα Νόησης τά όποια αποτελούν τα πραγματικά και άφθαρτα άτομα της ουσίας του, τό Σύμπαν -ενα σύμπαν καλώς ορισμένο στη συνισταμένη του— συγκροτείται πάνω άπό τις κεφαλές μας προς μιά κατεύθυνση αντίθετη με αύτη της "Υλης, ή όποία φθίνει: Σύμπαν συλλέκτης και συντηρητής όχι μηχανικής ένέργει1. Β λ . την πρωτότυπη ανακοίνωση του Αϊνστάιν, στό Einstein et al., The Principle of Relativity, Dover Publ. Γιά μιά ανάλυση τοϋ προβλήματος, βλ. Ε . Μπιτσάκη, Διαλεχτιχή xai Νεότερη Φνσιχή, « I . Ζαχαρόπουλος», 5 η εκδ., 2 0 0 1 .
ι296
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ας, οπως νομίζαμε, άλλά προσώπων. Μία μία, γύρω μας, σαν συνεχής ροή, αναδύονται οί "ψυχές", συναποκομίζοντας πρός τά άνω τό άμετάδοτο φορτίο τής συνείδησης » . ' Κατά τόν πατέρα Τεγιάρ, ή άντίθεση άνάμεσα στήν υλη καί τό πνεϋμα « ξεπερνιέται » μέ τήν άναγωγή τής ϋλης στό πνεϋμα : « Τό πιό επαναστατικό καί στό βάθος τό πιό γόνιμο στή νέα Έποχή μας, είναι ή σχέση πού εμφανίζεται άνάμεσα στήν "Τλη καί τό Πνεϋμα : τό Πνεύμα δέν είναι πλέον ανεξάρτητο άπό τήν υλη, ούτε αντίθετο της, άλλά άναδύεται έπίμοχθα άπ'αύτήν κάτω άπό την έλξη τού θεού καί μέσα άπό τή σύνθεση καί τή συγκέντρωση».* Οί άνθρωπολογικές συνέπειες τής προηγούμενης έρμηνείας είναι προφανείς : 'Ανυπαρξία τής 'Ύλης. Σύμπαν άποτελούμενο άπό ένέργεια. Ταύτιση τής ένέργειας μέ τό Πνεϋμα καί· μέ τήν κλασική έννοια τοΰ θεοΰ. Δημιουργία τοΰ κόσμου καί τοΰ Άνθρώπου. Ή χριστιανική άνθρωπολογία μέ νέα μορφή καί νέο ένδυμα, κατασκευασμένο άπό τό υλικό τής έπαναστατικής θεωρίας τοΰ Αϊνστάιν. Ποιά είναι όμως ή πραγματική φυσική σημασία τής έξίσωσης τοΰ Αϊνστάιν καί γενικότερα τών σχέσεων μάζας καί ένέργειας, στό πλαίσιο τών σχετικιστικών θεωριών; Ή υλη δέν ταυτίζεται μέ τ ή μάζα. Ή μάζα είναι μέτρο ένός κατηγορήματος τής ϋλης. Ή ένέργεια ένός διαφορετικού (καί άντίθετου) κατηγορήματος. Τά μέτρα αυτά συνδέονται ποσοτικά μέ τήν έξίσωση τοΰ Αϊνστάιν. 'Υπάρχουν μαζικά σωμάτια (δπως τά συστατικά τών άτόμων) καί μή μαζικά (δπως τό φωτόνιο καί τό βαρυτόνιο). Καί τά μέν καί τά δέ είναι μορφές ύλης. Μετατροπή μαζικών σωματίων σέ μή μαζικά δέν σημαίνει μετατροπή τής ϋλης σέ ενέργεια καί έξαΰλωση τής ϋλης. Αντίστροφα, μετατροπή μή μαζικών σωματίων σέ μαζικά ( π . χ . ένός φωτονίου σέ θετικό καί άρνητικό ήλεκτρόνιο) δέν σημαίνει υλοποίηση τής ένέργειας. Γενικότερα : Ή ύλη δέν είναι επιστημονική έννοια. Είναι φιλοσοφική κατηγορία. Συνεπώς : Δέν υπάρχει μέτρο τής υλης. Τό άξίωμα τής 1. Ρ. Teilhaid de Chardin, Le Phénomène humain, Seuil, Paris 1962, σσ. 2 6 8 και 3 0 2 . 2. P. Teilhaid de Chardin, L'avenir de l'homme, Seuil, Paris 1962, σ. 122.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
αφθαρσίας της υλης δέν μπορεί ουτε νά άναφεθεΐ ουτε νά αποδειχτεί. 'Απλώς είναι σύμφωνο μέ τά δεδομένα της φυσικής. Τά πειράματα τού Λαβουαζιέ δέν απέδειξαν τίποτα ώς προς αύτό. Τέλος : Ή μάζα δέν είναι άναγκαϊο κατηγόρημα τής υλης καί ή «μάζα τού σύμπαντος» ( τ ί σημαίνει ό όρος) δέν είναι κατ'άνάγκην σταθερή. Κατά τό πρότυπο, π.χ., τοϋ Σύμπαντος Σταθεράς Καταστάσεως ( Steady State Universe), στό σύμπαν έχουμε διαρκή δημιουργία μάζας. 'Αλλά ή μάζα αύτή δέν δημιουργείται ex nihilo ή με θεϊκή έπέμβαση, άλλά μέ τ ή μετατροπή απρόσιτων σήμερα μορφών υλης σέ συνήθη σωμάτια. Τό μόνο τό όποιο μπορούμε νά θέσουμε ώς άξίωμα σήμερα, είναι τό δημοκρίτειο, «μηδέν τι έχ τού μή δντος γίγνεσθαι μηδέ εις το μή δν φθείρεσϋαι». Τό άξίωμα αύτό εναρμονίζεται μέ τίς σχετικιστικές θεωρίες. Ή « υ π έ ρ β α σ η » τού κλασικού δυϊσμού άπό τό νεοενεργητισμό είναι επιστημολογικά λανθασμένη καί άντιφάσκει μέ τό φυσικό περιεχόμενο τής Σχετικότητας. Κατά συνέπεια, τά φιλοσοφικά συμπεράσματα καί κατ' έπέκτασιν καί τά άνθρωπολογικά, τά όποια προκύπτουν άπό τήν έσφαλμένη αύτή έρμηνεία, είναι άκυρα. 1 4. Αιτιοκρατία,
απροσδιοριστία
καί ελεύθερη
βούληση
"Ας έπιστρέψουμε στό πρόβλημα τής αιτιοκρατίας, τοϋ καθορισμού καί τής έλεύθερης βούλησης. Ή νευτώνεια φυσική είναι αιτιοκρατική : Οί αύτές αιτίες οδηγούν πάντοτε στά Γδια άποτελέσματα. Διαφορετικά: Οί αιτίες καθορίζουν τό άποτέλεσμα μέ πιθανότητα ίση μέ τ ή μονάδα. Οί σχετικιστικές θεωρίες, μέ τ ή σειρά τους, ένίσχυσαν τήν πεποίθηση γιά τήν αιτιοκρατική λειτουργία τού σύμπαντος. Ό ήλεκτρομαγνητισμός καί άργότερα ή Σχετικότητα έδωσαν πράγματι συγκεκριμένο φυσικό περιεχόμενο στήν άρχή τής αιτιότητας,
1. Ό χώρος δεν επιτρέπει μιά διεξοδική συζήτηση. Γιά μιά τέτοια άνάλυση, βλ. Ε . Bitsakis, Physique et Matérialisme, Éd. Sociales, Paris 1983. Τοΰ ίδιου, Foundations of Physics, 21, 63 ( 1991 ), To αειθαλές δέντρο της γνώσεως, δ.π., καί Ό δαίμων τοϋ Αϊνστάιν, «Gutenberg», 2000.
ι398
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
εισάγοντας διαδικασίες γένεσης καί καταστροφής στή Φυσική καί συνδέοντας ένδογενώς τίς ποιοτικές μέ τίς ποσοτικές σχέσεις. (Τό κλασικό σωμάτιο, π.χ., στερείται ιδιοτήτων - έκτός άπό τ ή μάζα. Τό ήλεκτρομαγνητικό κύμα ή τό φωτόνιο άντίθετα, χαρακτηρίζεται άπό συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. ) Ή θ ε ά Άνάγκη ειχε έξέλθει νικήτρια άπό τίς έπιστημονικές έπαναστάσεις τού 1905 ( Ε ι δική Σ χ ε τ ι κ ό τ η τ α ) καί τού 1916 ( Γ ε ν ι κ ή Σχετικότητα). Ά λ λ ά πίσω άπ'αύτήν παραμόνευε, συνομήλικο με τ ή Σχετικότητα, τό άτακτο μωρό τών Κβάντων (1905, 1924-26). Τί σημαίνει ή βάρβαρη λέξη « κβάντα » ; Σημαίνει - ώ ς γνωστόνότι, άντίθετα μέ μιά βασική παραδοχή, τόσο τής μηχανιστικής όσο καί τής σχετικιστικής φυσικής, ή ένέργεια $έν έκπέμπεται καί δέν μεταδίδεται μέ συνεχή τρόπο, άλλά κατά ελάχιστες, άσυνεχεΐς ποσότητες, « κ ο κ κ ί α » , τά όποια ονομάστηκαν κβάντα. Ά ς έπιχειρήσουμε λοιπόν νά ορίσουμε τ ή θέση καί τήν όρμή ένός σωματίου, ώστε νά προσδιορίσουμε τήν κατάσταση του. Σύμφωνα μέ τίς άνισότητες τού Χάιζενμπεργκ, άν μετρήσουμε μέ άκρίβεια τ ή θέση, τότε χάνουμε κάθε πληροφορία σχετικά μέ τήν όρμή, καί άντίστροφα. Πώς θά έπιβεβαιώσουμε λοιπόν τήν άρχή τής αιτιοκρατίας ; 'Επιπλέον : "Ενα κβαντικό σωμάτιο μπορεί άπό μιά άρχική κατάσταση Ψ νά μεταπέσει σέ έναν μικρό ή καί μεγάλο άριθμό τελικών καταστάσεων { Ψ ϊ } αύθόρμητα στή φύση ή κατά τήν άλληλεπίδρασή του μέ τό όργανο τής μέτρησης. Ά π ό μία αρχική κατάσταση παίρνουμε συνεπώς περισσότερες άπό μία τελικές καταστάσεις. Ή άρχή τής αιτιοκρατίας φαινόταν νά καταρρέει στή μακροφυσική. Τό γεγονός δέν έμεινε άπαρατήρητο άπό φυσικούς καί φιλοσόφους. Φυσικοί όπως ό Μπόρ, δ Τζόρνταν, ό Ντιράκ στή δεκαετία τού 1930 (άργότερα υποστήριξε τίς αιτιοκρατικές άπόψεις τού Α ϊ ν στάιν), ό Χάιζενμπεργκ καί άλλοι, υποστήριξαν δτι τά μικροσωμάτια επιλεγούν έλεύθερα μιά άπό τίς δυνατές καταστάσεις, θ ρ η σκευόμενοι φυσικοί μίλησαν γιά έλεύθερη βούληση τών μικροσωματίων, άντίστοιχη τής έλεύθερης βούλησης τών άνθρώπων. Κατ* άλλους ή έλεύθερη βούληση τοϋ άνθρώπου ένοικεΐ στίς βαθύτερες δομές τής ύλης. Συνολικά : Ή μακροφυσική θεωρήθηκε άσύμβατη μέ τήν
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
αιτιοκρατία καί υποστηρίχθηκε ότι ή ελεύθερη βούληση τών μικροσωματίων θεμελιώνει τήν ελεύθερη βούληση τοΰ άνθρώπου καί άποδεικνύει τήν ύπαρξη τοΰ θεοΰ. 1 Γιά άλλη μιά φορά ό μηχανιστικός ντετερμινισμός «άναιρέθηκε» άπό τήν εξίσου μηχανιστική-άναγωγική σκέψη τοΰ ιδεαλισμού. Το πρόβλημα γιά άλλη μιά φορά είχε μετατεθεί άπό τό άνθρώπινο στό μικροσκοπικό ή στό κοσμολογικό έπίπεδο, άλλά δέν είχε λυθεί. "Ας δούμιε πιό συγκεκριμένα τήν περίπτωση τής μικροφυσικής. Γράφεται συχνά, άπό ειδικούς και μή, ότι έξαιτίας τών άνισοτήτων τού Χάιζενμπεργκ ( άρχή τής « άπροσδιοριστίας » ) τίποτα πλέον δέν μπορεί νά προσδιοριστεί μέ βεβαιότητα στή μικροφυσική. Ό ισχυρισμός είναι λανθασμένος. Σύμφωνα μέ τίς άνισότητες τού Χάιζενμπεργκ, μπορούμε νά προσδιορίσουμε είτε τ ή θέση είτε τήν όρμή ένός σωματίου ( στή γλώσσα τών φυσικών : ένα άπό τά δύο συζυγή μεγέθη τών όποιων οί τελεστές δέν άντιμιετατίθενται ), τήν ενέργεια ή τό χρόνο μιας μετάπτωσης, μπορούμε νά έπιτύχουμε μιάν αίτιακή ή μιά χωροχρονική περιγραφή τής κίνησης τού μικροσωματίου, κλπ. Συνεπώς οί άνισότητες τού Χάιζενμπεργκ ( ή έννοια αύτή είναι πιό κοντά στό νόημα τής άρχής, άπ'ό,τι οί έννοιες αβεβαιότητα καί απροσδιοριστία) δέν συνεπάγονται κάποιον σαρωτικό άγνωστικισμό, όπως συνήθως νομίζεται. 'Αλλά ή βαθύτερη ούσία τού προβλήματος βρίσκεται άλλοΰ, καί τό πρόβλημα αύτό τό έχουν έπίσης μυστικοποιήσει οί οπαδοί τής όρθόδοξης Σχολής, καθώς καί οί έκλάϊκευτές. Κατ'άρχήν, οί φυσικοί δέν σέβονται στην πράξη τίς άνισότητες τού Χάιζενμπεργκ. Στό έργαστήριο π.χ. (θάλαμοι φυσαλίδων), μέ βάση τά γεωμετρικά δεδομένα, ύπολογίζουν δυναμικά χαρακτηριστικά, οί φασματογράφοι μάζας προϋποθέτουν τήν ύπαρξη ταχύτητας
1. Β λ . σ χ ε τ ι κ ά : Ν. Bohr, Atomic Physics and Human Knowledge, Wiley, London, 1958, Τοΰ ιδίου, Atomic Theory and the Description of Nature, Cambridge Univ. Press, London 1961. P.A.M. Dirac, Directions in Physics, Wiley, London 1976. P. Teilhard de Chardin, Le Phénomène Humain, S.Π. Τοΰ ιδίου, L'Avenir de l'Homme, S.Π. Ε. Mounier, Personnalisme, P.U.F., Paris 1962.
300
ΔΡΟΜΟΤ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
καί τροχιάς σε κάθε δεδομένη στιγμή κλπ. Έ ν πάση περιπτώσει, ας υποθέσουμε δτι, άντίθετα μέ τίς προβλέψεις τών άνισοτήτων, ό Δαίμων μας κατόρθωσε νά μετρήσει τ ή θέση καί τήν δρμή ένός σωματίου σέ μιά δεδομένη στιγμή, θ ά μπορέσει τότε νά προβλέψει μέ βεβαιότητα τ ή συμπεριφορά του κατά τ ή μέτρηση ; ΟΧΙ ! Γιατί ; Έπειδή δ μετασχηματισμός τών μικροσωματίων ( ή λεγόμενη άναγωγή τής κυματοδέσμης ) δέν είναι μηχανικό φαινόμενο. Είναι ένας μή γραμμικός μετασχηματισμός, δ όποιος δέν περιγράφεται άπό τόν σημερινό μαθηματικό φορμαλισμό τής κβαντικής μηχανικής. Συνεπώς τό όλο πρόβλημα τίθεται λανθασμένα άπό τους όπαδούς τής άπροσδιοριστίας καί τής «έλεύθερης βούλησης» τών ήλεκτρονίων (καί τού άνθρώπου). Ή αιτιότητα (ύπαρξη αιτίων) καί κάποια μορφή αίτοκρατίας (οί αιτίες καθορίζουν μέ ειδικό τρόπο τό άποτέλεσμα ) ισχύουν καί στήν περίπτωση τής μικροφυσικής. Συγκεκριμένα: "Αν γνωρίζουμε τίς άρχικές συνθήκες, μπορούμε νά προβλέψουμε τό σύνολο τών δυνατών καταστάσεων καί τίς άντίστοιχες πιθανότητες. Τί σημαίνει αύτό; "Οτι γνωρίζουμε ορισμένες τουλάχιστον άπό τίς αιτίες τού φαινομένου καί ότι οί αιτίες τό καθορίζουν, έστω καί άν οί βαθύτερες διαδικασίες τού μετασχηματισμού μας είναι άγνωστες. "Αν στή συνέχεια μεταβάλουμε τίς συνθήκες, μεταβάλλεται καί ή πιθανοτική κατανομή. Τό γεγονός αύτό είναι ένα πρόσθετο έπιχείρημα ύπέρ τού καθορισμού (ντετερμινισμού, αιτιοκρατίας). "Αρα, καί στήν περίπτωση αύτή ισχύει ή αιτιοκρατία άλλά μέ νέα μορφή, ή όποία υπερβαίνει τόσο τ ή μηχανιστική-λαπλασιανή δσο καί τή δυναμική μορφή. θ ά μπορούσαμε νά ονομάσουμε αύτή τ ή μορφή κβαντικό στατιστικό καθορισμό. 1 Στό μικρόκοσμο είμαστε συνεπώς άντιμέτωποι μέ μιά νέα μορφή αιτιοκρατίας, ή όποία υπερβαίνει τό πλαίσιο τών κλασικών μορφών. Πράγματι, οί μετασχηματισμοί τών κβαντικών συστημάτων είναι μετατροπή δυνάμει καταστάσεων σε ενεργεία καταστάσεις. Είναι πραγμάτωση τών δυνατοτήτων τών κβαντικών στατιστικών 1. Β λ . Ε. Bitsakis, Foundations of Physics, 188, 331 ( 1 9 8 8 ) .
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
συνόλων. ( Ο ί έννοιες τής δυνάμει καί ενεργεία καταστάσεως έχουν ήδη εισαχθεί στήν κβαντική μηχανική. ) Τά κβαντικά συστήματα έκδηλώνουν συνήθως περισσότερες άπό μία δυνατότητες. Ή έννοια τής πολλαπλής δυνατότητας είναι άσυμβίβαστη μέ τ ή μηχανιστική καί τή δυναμική μορφή αιτιοκρατίας. Ά λ λ ά στήν περιοχή αυτή, όπως φαίνεται, συμφιλιώνονται ή 'Ανάγκη μέ τήν Τύχη. "Οπως έγραφε ό "Ενγκελς, παντού όπου φαίνεται νά κυριαρχεί τό τυχαίο, άναζητήστε βαθύτερες αίτιακές διεργασίες, καί τό άντίστροφο. Οί αιτιοκρατικοί νόμοι, π.χ., τοϋ ήλεκτρομαγνητισμού καί τής βαρύτητας είναι, όπως σημειώσαμε, τό συνολικό άποτέλεσμα ένός τεράστιου άριθμού τυχαίων συμβάντων ( έκπομπής φωτονίων καί βαρυονίων, άντίστοιχα). Μέ τ ή σειρά τους οί τυχαίες έκπομπές είναι τό άποτέλεσμα βαθύτερων, άγνωστων αίτιακών διεργασιών. Ό πιθανοκρατικός χαρακτήρας τής κβαντικής μηχανικής, άντίστροφα, θεωρήθηκε « μή άναγώγιμος » άπό τήν όρθόδοξη Σχολή. 'Αλλά κατά τ ή ρεαλιστική Σχολή ( 'Αϊνστάιν καί άλλοι ), ή εισαγωγή συμπληρωματικών παραμέτρων στήν καταστατική έξίσωση τού συστήματος θά μπορούσε νά οδηγήσει σέ μιά πληρέστερη, δυναμική περιγραφή τών κβαντικών συστημάτων. 1 Ή σχετική διαμάχη έχει σήμερα μεταφερθεί άπό τό έπιστημολογικό στό φυσικό, λογικό, μαθηματικό καί πειραματικό έπίπεδο. Σύμφωνα μέ τίς άντιλήψεις τοϋ 'Αϊνστάιν, μιά πλήρης θεωρία τού μικρόκοσμου πρέπει νά είναι αιτιοκρατική καί τοπική. ( Τοπικότητα : Ή παραδοχή ότι στή φύση όλες οί άλληλεπιδράσεις έχουν πεπερασμένη ταχύτητα, άρα ότι τά φαινόμενα είναι έξελικτικές διαδικασίες.) "Εκτοτε διατυπώθηκαν αιτιοκρατικά πρότυπα, τά όποια είχαν όμως περισσότερο θεωρητικό χαρακτήρα. 'Αλλά ή διατύπωση τών περίφημων άνισοτήτων τοϋ Bell ( 1964 ) έδωσε τ ή δυνατότητα νά έλεγχθεϊ πειραματικά ή υπόθεση τής αιτιότητας καί τής τοπικότητας. Τό πείραμα φαίνεται νά άποφαίνεται έναντίον τής τοπικο-
ί. Ε. Bitsakis, στό Microphysical Reality and Quantum Formalism (vol. I), A. van der Merwe et al. ( E d s . ) , Kluwer Academic Publishers, 1988. Τοϋ ιδίου, Le Nouveau Réalisme Scientifique, L'Harmattan, Paris, 1997.
302
ΔΡΟΜΟΤ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
τητας, αφήνοντας ανοιχτό τό θέμα τής αιτιότητας. Καί ή σχετική διαμάχη συνεχίζεται. 1 Ά λ λ ά ή αμφισβήτηση τοϋ τοπικοϋ χαρακτήρα τών φαινομένων ό όποιος προκύπτει άπό τίς σχετικιστικές θεωρίες οδήγησε σέ μιά νέα έξαρση τού ιδεαλισμού, τού μυστικισμού καί τής παραψυχολογίας. 'Αντίπαλοι τής τοπικότητας ισχυρίζονται ότι ή αιτιοκρατική λειτουργία τού σύμπαντος άποτελεϊ μακροσκοπική πλάνη. "Οτι μπορεί συνεπώς νά άντιστραφεΐ, άρα νά επηρεάσουμε τό παρόν άπό τό μέλλον ή νά έπηρεάσουμε τό παρελθόν. "Οτι ή παραψυχολογία είναι πλέον γεγονός. "Οτι μπορούμε νά προκαλέσουμε φυσικά φαινόμενα (νά λυγίσουμε, π.χ., μιά μεταλλική ράβδο) μέ μόνη τ ή δύναμη τής σκέψης μας. "Οτι ή μαντεία καί τά θαύματα είναι δυνατά καί έξηγήσιμα. "Ηδη στή δεκαετία τοϋ 1930 ή ορθόδοξη Σχολή είχε θεωρήσει τ ή συνείδηση τοϋ παρατηρητή ώς αίτιο τοϋ μετασχηματισμού τών κβαντικών συστημάτων ( von Neumann ). 'Αντίστοιχα, κατά τόν καθηγητή R. Mattuck, ή « κατάρρευση τής κυματοδέσμης » είναι μή τοπικό φαινόμενο καί προκαλείται άπό τήν άλληλεπίδραση τοϋ συστήματος μέ τ ή συνείδηση. 'Αλλά ή συνείδηση είναι « μ ή υλική οντότητα » , μή τοπική, διαχέεται στό χώρο καί στό χρόνο καί χρησιμοποιεί τήν ένέργεια πού υπάρχει στήν ύλη γιά νά προκαλεί φαινόμενα. "Αλλος φυσικός, δ Β. D. Josephson (βραβείο Νόμπελ), δηλώνει ότι άντλεϊ τίς ιδέες του άπό τ ή βεδική παράδοση τών 'Ινδών καί ειδικά άπό τόν Maharishi Mahesh Yogi. Κατά τόν Josephson, ή «καθαρή συνείδηση» βρίσκεται στή βάση τής πραγματικότητας. Ό Γδιος υποστηρίζει δτι έκτός άπό τό φυσικό σώμα μας, έχουμε καί σειρά ολόκληρη άπό άλλα σώματα σε διαφορετικό επίπεδο. Με τ ή βοήθεια τού άστρικοϋ σώματος, πού λειτουργεί στόν τετραδιάστατο χώρο, έκτείνεται στό χώρο καί στό χρόνο καί είναι ύπεύθυνο γιά τήν τηλεπάθεια, μπορούμε νά έξηγήσουμε χωρίς άντίφαση τά ψυχολο-
1. Γιά τό πρόβλημα τής τοπικότητας, βλ. Ε. Bitsakis, στό Greek Studies in the History and Philosophy of Science, P. Nicolacopoulos ( Ed. ), Kluwer Acad. Publ., Dordrecht 1990.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
γικά φαινόμενα. Κατά τόν καθηγητή Κάπρα, τέλος, άπό τ ή σημερινή φυσική άναδύεται μιά Θεώρηση τοΰ κόσμου κοντινή μέ τις μυστικιστικές παραδόσεις τής "Απω 'Ανατολής. Κατά τόν Κάπρα τά άντικείμενα δέν είναι πράγματα, άλλά σχέσεις. Ό κόσμος είναι ολότητα ζωντανή. Έ μ ε ΐ ς άδυνατοΰμε νά συλλάβουμε τό τετραδιάστατο σύμπαν. Οί οπαδοί τοΰ άνατολικοΰ μυστικισμού, άντίθετα, μπορούν νά ζήσουν μιά πολυδιάστατη, υψηλότερη πραγματικότητα. 1 Ή νεότερη φυσική μετέβαλε έπαναστατικά τίς άντιλήψεις μας γιά τήν υλη, τήν κίνηση, τό χώρο, τό χρόνο, τήν αιτιότητα κλπ. Διαμόρφωσε μιά νέα κοσμοεικόνα, διαλεκτική άρνηση τής μηχανιστικής κοσμοαντίληψης. Επανάσταση σέ μιά άπό τίς πιό «φιλοσοφικές έπιστήμες » , έθεσε νέα γνωσιοθεωρητικά καί οντολογικά προβλήματα σέ φυσικούς καί φιλοσόφους. Πρώτη, άντικειμενική δυσκολία, γιά μιά ορθολογική έρμηνεία τών νέων φυσικών θεωριών, ήταν τό γεγονός ότι οί θεωρίες αύτές δέν ήταν συμβατές μέ τήν κυρίαρχ η μηχανιστική φιλοσοφία. Έ άποψη π.χ. ότι « ή ύλη έξαφανίστηκε » άπεικονίζει τήν άδυναμία τής μηχανιστικής σκέψης νά άντιληφθεΐ τήν υλη έξω άπό τό πλαίσιο τής δημοκρίτειας οντολογίας. 'Αλλά τά νέα προβλήματα άντιμετωπίστηκαν άπό τήν «επιστημονική κοινότητα » σέ μιά περίοδο ήγεμονίας τού θετικισμοιύ ( τουλάχιστον στήν περιοχή τών έπιστημών ) καθώς καί διαφόρων ιδεαλιστικών φιλοσοφιών. Ό Μπόρ π.χ. δέν είχε έπηρεαστεΐ μόνο άπό τό θετικισμό άλλά καί άπό τήν υπαρξιακή φιλοσοφία. Στόν Χάιζενμπεργκ συμβιώνει ό θετικισμός μέ μαά μορφή νεοπυθαγορισμού καί νεοπλα-
1. Γιά τήν έρμηνεία τής κβαντικής μηχανικής, βλ. Ν . Κ ι τ σ ί κ η , Ή φιλοσοφία της Νεότερης Φυσικής, « Gutenberg», 1989. Ε . Μπιτσάκη, Ή δυναμική τοΰ ελάχιστου, I, II, « I. Ζαχαρόπουλος » . F. Sellen, Ή διαμάχη στήν κβαντική Μηχανική, «Gutenberg». Τοΰ ιδίου, Παράδοξα και Πραγματικότητα (υπό έκδοση). Ν . Ταμπάκη, Άπό τή Φυσική στή Μεταφυσική, « I. Ζαχαρόπουλος » , 1984. Β λ . έπίσης τά συλλογικά έργα 1) Determinism in Physics, Ε. Bitsakis, Ν. Tambakis ( E d s ) , «Gutenberg», 1985. Toü ιδίου, Le Problème du Déterminisme en Physique, Thèse d'État, Paris 1976. 2) The Concept of Probability, Ε. Bitsakis, C. A. Nicolaides ( E d s ) , Kluwer Acad. Publ., Doordrecht 1989. Μία συλλογή μυστικιστικών κειμένων θά βρει ό άναγνώστης στό Science et Consience, Stock, Paris 1980.
3°4
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ!
τωνισμού, κ.ο.κ. Δέν είναι λοιπόν τυχαίο δτι ή σχετικότητα χρησιμοποιήθηκε ώς βάση γιά έναν σύγχρονο σχετικισμό καί ότι τροφοδότησε τόν νεότερο ένεργητισμό. Ή κβαντική μηχανική στις πρώτες δεκαετίες τροφοδότησε τόν άντιρεαλισμό, τόν ίντετερμινισμό καί διάφορες χριστιανικές καί ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Τά τελευταία χρόνια, ύπό τήν έπίδραση τού άνατολικού μυστικισμού, τροφοδότησε καθαρά άνορθολογικές ιδέες. Στήν περίπτωση αύτή δέν πρόκειται γιά ερμηνείες οί όποιες είναι δυνατόν νά άνασκευαστούν μέ βάση τό φορμαλισμό κ α ί / ή τά έμπειρικά στοιχεία τής θεωρίας. Πρόκειται γιά έναν ανορθολογισμό πέρα άπό κάθε δυνατότητα θεωρητικής άνασκευής. Τηλεπάθεια, μαγεία, ψυχοκίνηση, άστρικό σώμα κλπ. είναι προεπιστημονικές ψευδοέννοιες, στοιχειά μυστικιστικών κοσμοθεωρήσεων πού στερούνται οποιουδήποτε επιστημονικού περιεχομένου καί τά όποια, συνεπώς, είναι άδύνατο νά άνασκευαστούν Θεωρητικά. Καί τά άνθρωπολογικά συμπεράσματα τά όποια θεμελιώνονται σ'αύτές τίς έννοιες, στερούνται οποιουδήποτε έπιστημονικού περιεχομένου. 5 . Μή άντιστρεφιμότητα
: τό φυσικό
γίγνεσθαι
"Ως έδώ κινηθήκαμε σέ ένα γενικό, άφηρημένο έπίπεδο. Θεωρήσαμε ιδεατές καταστάσεις οί όποιες προβλέπονται είτε μέ βεβαιότητα είτε πιθανοκρατικά. Καί στή μιά καί στήν άλλη περίπτωση, στή φύση φαίνεται νά κυριαρχεί κάποιας μορφής τάξη. Ά λ λ ά τά πραγματικά φαινόμενα πού πραγματοποιούνται σέ μεταβαλλόμενες συνθήκες, φαίνεται νά υπακούουν περισσότερο στό Χάος παρά στήν αιτιοκρατική τάξη. Πάλι λοιπόν δύο τυπικά άντίθετες έννοιες : Τάξη ή Χάος; Γράφεται συχνά ότι ή Φυσική τοϋ Χάους σαρώνει τίς παλαιές βεβαιότητες, ότι πλέον δέν μπορούμε νά προβλέψουμε τό μέλλον, κλπ. κλπ. Ά λ λ ά ήδη θά σημειώσατε μιά άντίφαση : «Τά φαινόμενα υπακούουν στό χάος » . Υπακούουν, όμως, δέν σημαίνει ύπαρξη κάποιας μορφής νομοτέλειας ; Περί τίνος πρόκειται λοιπόν ; Κατ'άρχήν, τά φυσικά φαινόμενα είναι μή αντιστρεπτά. Βεβαίως οί έξισώσεις τής μηχανικής, όπως καί οί έξισώσεις τής σχετι-
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
κότητας και τής κβαντικής μηχανικής, είναι αντιστρεπτές ώς προς το χρόνο. Αυτό έντούτοις δέν σημαίνει πραγματική συμμετρία ανάμεσα στό παρελθόν καί τό μέλλον. "Ενα ήλεκτρομαγνητικό κύμα, π.χ., έκπέμπεται άπό μιά κεραία καί συλλαμβάνεται άπό ένα ραδιόφωνο. Τυπικά τό φαινόμενο είναι άντιστρεπτό. Στήν πραγματικότητα, ή άντιστρεψιμότητα είναι άνέφικτη. Τό Γδιο ισχύει γιά ένα μικροσωμάτιο πού διασπάται, π.χ., σέ δύο σωμάτια. Τά δύο νέα σωμάτια δέν θά συγχωνευθούν γιά νά έπιστρέψουν στήν άρχική κατάσταση. Σ τ ή φύση τά φαινόμενα είναι μή άντιστρεπτά καί καθορίζουν τό βέλος τοΰ χρόνου, τό όποιο, σύμφωνα μέ τήν άριστοτελική φιλοσοφία καί τ ή σχετικιστική φυσική, έχει μοναδική κατεύθυνση : άπό τό παρελθόν πρός τό μέλλον. Ή άριστοτελική διαίσθηση συγκεκριμενοποιήθηκε μέ τ ή γεωμετρική δομή τού σύμπαντος τής ειδικής σχετικότητας ( χώρος Μινκόφσκι ), στήν όποία ή τέταρτη διάσταση (χρόνος) ρέει μονοσήμαντα άπό τό παρελθόν πρός τό μέλλον, ένώ ή « παρούσα στιγμή » είναι, σύμφωνα πάντοτε μέ τόν ορισμό τοϋ 'Αριστοτέλη, τέλος τοϋ παρελθόντος καί άρχή τού μέλλοντος χρόνου. 'Εντούτοις ή μή άντιστρεψιμότητα τών γεγονότων δέν προϋποθέτει, ούτε συνεπάγεται, κάποια μηχανική άναγκαιότητα. 'Αντίστοιχα, οί θεωρίες τοϋ χάους δέν είναι έκφραση χάους. Οί άρχικές συνθήκες καθορίζουν καί έδώ τό μέλλον τοϋ συστήματος. 'Ωστόσο οί τυχαίες διακυμάνσεις ή κάποια άπότομη αλλαγή μεταβάλλουν, καί ένίοτε μέ τρόπο δραματικό, τήν πορεία τοϋ συστήματος. Οί θεωρίες τού χάους νομοθετούν τό χάος : 'Αναδεικνύουν κατευθύνσεις, κανονικότητες, αιτιατές σχέσεις, προβλέπουν τίς δυνατότητες τοϋ χαοτικού συστήματος. 1 'Αντίστοιχα, ή «θεωρία τών καταστροφών» δέν είναι μιά θεωρία καταστροφών μέ τήν απλοϊκή έννοια τού όρου. Ή θεωρία έπιχειρεΐ νά περιγράψει μέ μαθηματικά μοντέλα ποιοτι-
1. Γιά το αιτιοκρατικό χάος, βλ. H.-G. Schuster, Deterministic Chaos, VHC, 1989. Ε π ί σ η ς το τ χ . 33 (Ίαν.-Φεβρ. 1 9 9 9 ) της Ουτοπίας, με άρθρα τών Β . Γκέκα, Α. Μπούντη, Σ Γ . Ευαγγέλου, Ν . Ταμπάκη, I. Σ . Νίκολη, Ε . Μπιτσάκη και Ε . Κακναβάτου.
a6o
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
κούς μετασχηματισμούς, ρήξεις, αλλαγές φάσεως, κλπ. Και ή θεωρία τών καταστροφών άναζητεΐ τίς αιτίες τής « καταστροφής » , ή όποία είναι αίτιοκρατημένη, έστω καί άν, λόγω τής περιπλοκότητας τών σχετικών φαινομένων, δέν υπακούει σέ κάποια αύστηρή αιτιοκρατία, δυναμική ειτε στατιστική. 1 Ή μή άντιστρεψιμότητα τών φυσικών φαινομένων θεμελιώνει μιά έξελικτική άντίληψη τού σύμπαντος, τό όποιο άλλοτε άνελίσσεται πρός άνώτερες μορφές οργάνωσης ( μείωση τής εντροπίας ) καί άλλοτε, μέσω κατερχόμενων κλάδων, ύποβαθμίζεται πρός μείωση τής οργάνωσης (καί αύξηση τής έντροπίας). Ά λ λ ά κάθε αύξηση τής οργάνωσης συνεπάγεται αύξηση τής έντροπίας τού περιβάλλοντος. 'Αντίστροφα, κάθε άποικοδόμηση συνεπάγεται μιά άνάδυση νέων μοφών. Συνολικά, ή μή άντιστρεψιμότητα βρίσκεται στή βάση τής κοσμογένεσης. Ή θεωρία τής «μεγάλης έκρηξης», παρά τίς αύθαίρετες (άν όχι μυστικιστικές) προκείμενες, περιγράφει ένα σύμπαν όπου τά « πάντα ρεϊ » , άκόμα καί οί « θεμελιώδεις λίθοι » : τά άτομα καί τά μικροσωμάτια. ( Ό ς γνωστόν, ή ύλη, όπως τ ή γνωρίζουμε σήμερα, δέν υπήρχε « έ ξ άπειρου χρόνου». Είναι προϊόν τής έξέλιξης τού προσιτού μέρους τού σύμπαντος. 'Αντίστοιχα, άλλες περιοχές τού σύμπαντος είναι δυνατόν νά συγκροτούνται άπό ύλη μέ διαφορετικές μορφές, π.χ. μέ τ ή μορφή άντισωματίων. ) Τό πλανητικό μας σύστημα είναι « στιγμή » , μορφή ιστορικά παροδική τού κοσμικού γίγνεσθαι. Ό πλανήτης Γ ή σχηματίστηκε ώς άποτέλεσμα τού παιχνιδιού τής Τύχης καί τής 'Ανάγκης. Οί ειδικές συνθήκες τής Γ η ς έπέτρεψαν τήν έμφάνιση μιας άνώτερης μορφής οργάνωσης : τής έμβιας ύλης. Ή βιογένεση μέ τ ή σειρά της οδήγησε στήν άνθρωπογένεση, στή νοογένεση, στή διαμόρφωση τοϋ άνθρώπινου όντος. Ό άνθρωπος είναι φυσικο-βιολογικό όν, προϊόν τής έξέλιξης τής ύλης στίς ειδικές συνθήκες τής Γής. Ή πρώτη φάση τής έξέλιξης 1. Γιά ·τή θεωρία τών καταστροφών, βλ. 1) V. I. Arnold, θεωρία Καταστροφών, «Gutenberg», 1993. 2) Α. Woodcock και Μ. Davis, θεωρία τών Καταστροφών, « I . Ζαχαρόπουλος», 1988.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
τοΰ ανθρώπινου είδους ήταν βασικά βιολογική. Μέ τήν έμφάνιση τών κατώτερων μορφών νοημοσύνης, ή όποία προϋποθέτει καί άναδραστικά ένισχύει τή συλλογική καί άργότερα τήν κοινωνική ζωή, έμφανίζεται αύτό πού ονομάστηκε πνεύμα ή ψυχή. "Εκτοτε ή έξέλιξη είναι βασικά κοινωνική. Ό ιδεαλισμός άντιστρέφει τίς σχέσεις ύλης καί πνεύματος, πραγμάτων καί έννοιών. Ά λ λ ά τό « π ν ε ύ μ α » , ή έννοιακή σκέψη, δέν βρίσκεται στήν άφετηρία τής βιογένεσης ή τής κοσμογένεσης. Αναδύεται ώς δυνατότητα πού πραγματοποιείται σέ καθορισμένες συνθήκες : βιολογικές ιδιομορφίες πρώτα καί συλλογική ζωή καί πράξη στή συνέχεια. Ή μελέτη τής ιστορικότητας τών δομών τής ύλης, ή μελέτη τής κοσμογένεσης, τής βιογένεσης, τής άνθρωπογένεσης καί τής νοογένεσης, άνασκευάζει τίς ιδεαλιστικές άνθρωπολογίες στό Γδιο τό όντολογικό τους υπόβαθρο. Ή φυσική προσφέρει μιά στέρεη βάση γιά έναν σύγχρονο έπιστημονικό ρεαλισμό. 'Αλλά οί έπιστήμες τής ζωής καί ή 'Ιστορία άποτελούν τό κύριο έδαφος όπου μπορεί νά άναιρεθοΰν οί ιδεαλιστικές άνθρωπολογίες καί νά διαμορφωθεί μιά σύγχρονη φιλοσοφική άνθρωπολογία, ή όποία θά άπορρίπτει τόν ιδεαλισμό χωρίς νά υποβαθμίζεται σέ μιά φυσιοκρατική, άναγωγική άντίληψη γιά τόν άνθρωπο.
6. Κοσμολογία
και
Τελεολογία
Τονίστηκε ήδη : Τά άνθρωπολογικά έρωτήματα δέν θά τεθούν καί δέν θά άπαντηθοΰν στό κοσμικό έπίπεδο. Εντούτοις, καθώς κάθε άνθρωπολογία έχει μιά ορισμένη οντολογική θεμελίωση, ή έξέλιξη τών φυσικών έπιστημών έπηρέασε πάντα, καί συχνά μέ τρόπο δραματικό, τήν άνθρωπολογική προβληματική. Ά π ό τίς φυσικές έπιστήμες, ή κοσμολογία καί ή βιολογία ήταν άνέκαθεν τά πεδία τών πιό έντονων συγκρούσεων άνάμεσα στήν υλιστική καί τίς διάφορες ιδεαλιστικές άντιλήψεις γιά τόν άνθρωπο. Ή σύγκρουση άρχισε ήδη άπό τήν κλασική άρχαιότητα. "Οπως είναι γνωστό, τόσο ό Άρίσταρχος όσο καί ό Πρωταγόρας κατηγορήθηκαν γιά αθεΐα. Ε π ί σ η ς δέν είναι τυχαίο ότι κανένα άπό τά συγ-
a6o
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γράμματα τοΰ Δημόκριτου δέν έφτασε ώς έμάς. Στήν άρχαιότητα κυριάρχησε το γεωκεντρικό, άριστοτελικό-πτολεμαϊκό κοσμολογικό πρότυπο. Ή κυριαρχία του δέν οφείλεται μόνο στό ότι ή άλήθεια του ήταν «προφανής». Τό πρότυπο, έπιπλεον, έναρμονιζόταν μέ τίς λαϊκές δοξασίες καί τήν έπίσημη θρησκεία. Κατά τό Μεσαίωνα, τό γεωκεντρικό πρότυπο άποτέλεσε ένα άπό τά βασικά θεμέλια τής χριστιανικής άντίληψης γιά τόν άνθρωπο : Ό θεός είχε τοποθετήσει τ ή Γ ή , προνομιούχο τόπο γιά τόν άνθρωπο, στό κέντρο τής Δ η μιουργίας. Στήν ιεραρχική δομή τής μεσαιωνικής κοινωνίας, άντιστοιχούσε ή ιεραρχία τών δομών τού άριστοτελικοΰ προτύπου. Ή θέση γιά τ ή δημιουργία τού άνθρώπου άπό τόν θεό και ή κοινωνική ιεραρχία έπέβαλαν μιά έγκόσμια ήθική μέ υπερβατική θεμελίωση. Τό άνοιχτό Σύμπαν τών Κοπέρνικου-Γαλιλαίου-Νεύτωνα συγκρούστηκε ώς γνωστόν μέ τό Δόγμα. Εντούτοις ή Ε κ κ λ η σ ί α μπόρεσε νά ένσωματώσει τό νέο πρότυπο στό πλαίσιο τού Δόγματος. Πράγματι, τό μηχανιστικό καί άνιστοριχό νευτώνειο πρότυπο παρέπεμπε εύθέως στόν Μεγάλο Άρχιτέκτονα. 'Αλλά καί τά κλασικά κοσμολογικά πρότυπα, όπως τών Κάντ-Λαπλάς, δέν ήταν άσυμβίβαστα, σέ τελευταία άνάλυση, μέ τό δόγμα τής Δημιουργίας : Μπορεί τό πλανητικό μας σύστημα νά ήταν τό προϊόν μιάς έξελικτικής διαδικασίας, άλλά ή ύλη, τά άτομα, άφθαρτα καί αιώνια, παρέπεμπαν στόν Δημιουργό. Ό Νεύτων έξάλλου υποστήριξε ρητά τ ή δημιουργία τών υλικών σωματίων άπό τόν θ ε ό . 1 Μ'αύτό τόν τρόπο ή χριστιανική άνθρωπολογία μπορούσε νά θεωρηθεί συμβατή με τό άνοιχτό, άπειρο σύμπαν τής νευτώνειας κοσμολογίας. Εντούτοις κάποιο συννεφάκι φαινόταν νά ένοχλεϊ τ ή μακαριότητα τών πιστών. Ό Κοπέρνικος, πού κατά τόν Λούθηρο ήταν « ό τρελός πού θέλησε νά άνατρέψει όλη τήν τέχνη τής άστρονομίας » , είχε άνοίξει τό δρόμο γιά τήν έπιστροφή τού απείρου. Σύμφωνα μέ τό κοπερνίκειο πρότυπο, ή Γ ή δέν είναι τό κέντρο τοΰ Σύμπαντος. Είναι ένας μέτριος πλανήτης πού στρέφεται γύρω άπό ένα μέτριο άστρο : τόν "Ηλιο. Άκόμα περισσότερο : Γιά ποιό λόγο τόση σπα1. Β λ . Newton, Opiicks, Dover, σα. 3 8 9 και 4 0 0 .
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
τάλη υλης γιά νά υπάρξει ή ζωή στον πλανήτη Γ ή ; Το άπειρο φαινόταν άσύμβατο με τ ή μοναδικότητα τής Γ ή ς καί τών έμβιων όντων της. Ή άντίφαση άποτέλεσε ισχυρό έπιχείρημα υπέρ τοΰ ύλισμοΰ και πεδίο περίπλοκων σοφιστειών άπό τήν πλευρά τής χριστιανικής απολογητικής. " Ε τ σ ι π.χ. ό μεγάλος άστρονόμος καί χριστιανός ΐ ζ έ η μ ς Τζήνς έγραφε : « Φαίνεται άπίστευτο ότι τό Σύμπαν έχει σχεδιαστεί άρχικά γιά νά δημιουργήσει ζωή σάν τ ή δική μας. Γιατί άν πραγματικά ήταν έτσι, θά περίμενε κανείς νά βρει μιά καλύτερη αναλογία συγκριτικά μέ τό μέγεθος τοΰ μηχανισμού καί τό ποσόν τού προϊόντος » . Καί στή συνέχεια : « Ά ν τό έξετάσουμε άπό έντελώς υλική άποψη, ή μεγάλη άσημαντότητα τής ζωής φαίνεται νά οδηγεί σέ πλήρη άποκλεισμό τής ιδέας ότι προκαλεί ή ζωή τό ιδιαίτερο ενδιαφέρον τού Μεγάλου Άρχιτέκτονος τού Σύμπαντος». 1 Ό Τζήνς δέν έγκατέλειψε τήν ιδέα τού Θεού, στόν όποιο απέδιδε άλλες, άπροσδιόριστες προθέσεις, άνανεώνοντας τήν προβληματική τής θεοδικίας. Έξάλλου, ή πεδιακή άντίληψη τής νεότερης φυσικής, δηλαδή ή ανάδειξη τών όρίων τού κλασικού άτομισμού, τόν οδήγησε στήν άποψη ότι τό σύμπαν δέν είναι άλλο άπό ρυτιδώσεις τού χώρου, ένα άυλο σύμπαν σχεδιασμένο άπό έναν τέλειο Μαθηματικό. Έ ύπόθεση τής Μεγάλης "Εκρηξης ( B i g Bang) ήρθε στή συνέχεια νά προσφέρει νέα δεδομένα καί έπιχειρήματα στήν άνθρωπολογική προβληματική. Έ άπαρχή τής έξωγαλαξιακής άστρονομίας, δηλαδή ή επέκταση τών παρατηρήσεων έξω άπό τά όρια τού δικού μας γαλαξία, τοποθετείται στήν τρίτη δεκαετία τού 20ού αιώνα ( Χάμπλ, 1924 ). Ή άνακάλυψη τής μετατόπισης τοΰ φάσματος τών γαλαξιών πρός τό ερυθρό ( Χ ά μ π λ , 1929), πού οδήγησε στήν ύπόθεση τής φυγής τών γαλαξιών, έναρμονιζόταν μέ τήν ύπόθεση τού Βέλγου ιερωμένου Λεμαίτρ, κατά τήν όποία τό σύμπαν είχε γεννηθεί άπό τήν έκρηξη ένός πρωταρχικού άτομου καί ότι έκτοτε διαστέλλεται. Ό "Αρθουρ "Εντιγκτον, μεγάλος άστρονόμος καί χριστιανός, συσχέτισε τίς παρατηρήσεις τού Χάμπλ μέ τήν ύπόθεση τοΰ Λεμαίτρ. Οί έξισώ1. Βλ. J. Jeans, Tô μυστηριώδες
Σύμπαν, έκδ. « "Ικαρος » , σα. 15 καί 20.
ι310
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σεις της Γενικής θεωρίας της Σχετικότητας επέτρεψαν τ ή μαθηματική διατύπωση τής υπόθεσης τής αρχικής έκρηξης. Ε κ ε ί ν η τήν έποχή τό πρότυπο τής διαστολής δέν μπορούσε νά δώσει συγκεκριμένη περιγραφή τής έξέλιξης τοϋ « σύμπαντος » . Ά λ λα ή έξέλιξη τής πυρηνικής φυσικής καί τής θεωρίας τών μικροσωματίων έπέτρεψε νά διατυπωθούν «σενάρια» τής έξέλιξης τού « σύμπαντος » , τό όποιο ύποτίθεται ότι προέκυψε άπό τήν έκρηξη μιας ιδιομορφίας μηδενικού όγκου καί άπειρης πυκνότητας υλης. Ή άνακάλυψη τής ακτινοβολίας τών 2,7 άπόλυτων βαθμών (Penzias καί Wilson, 1964) καθώς καί άλλα παρατηρησιακά δεδομένα, άποτέλεσαν ισχυρά έπιχειρήματα ύπέρ τής « Μεγάλης "Εκρηξης » . Εντούτοις βασικές προϋποθέσεις τοϋ μοντέλου δέν ήταν εύκολο να θεμελιωθούν άπό μαθηματική καί φυσική άποψη. Οί έξισώσεις τού Αϊνστάιν, π.χ., δέν μπορούν νά προεκταθούν ώς τό σημείο Ο καί στό χρόνο 0. Ή σταθερά τοϋ Χάμπλ δέν φαίνεται νά είναι σταθερά, δπως καί ή « ή λ ι κ ί α » τού σύμπαντος C10, 15 ή 20 δισ. χρόνια ) κλπ. Οί έννοιες τής άπειρης πυκνότητας καί θερμοκρασίας δέν είναι εύκολο νά γίνουν άποδεκτές άπό φυσική καί φιλοσοφική άποψη. Τέλος : Ποιό είναι τό νόημα μιάς άπόλυτα πρώτης στιγμής ; Καί τί υπήρχε πριν άπ'αύτήν; Καί ή ύλη υπήρχε άπό τήν αιωνιότητα σέ κατάσταση άκινησίας καί « εξερράγη » στό χρόνο Μηδέν; Οί ύποθέσεις αύτές είχαν έντονο μεταφυσικό χαρακτήρα καί άποτέλεσαν σημεία σφοδρής πολεμικής άνάμεσα στούς οπαδούς καί τούς άντιπάλους τού προτύπου. 1 Οί άδυναμίες τού « σ κ λ η ρ ο ύ » προτύπου οδήγησαν στή διατύπωση άλλων έκδοχών πού άπέφευγαν τ ή σημειακή ιδιομορφία, τών πληθωριστικών προτύπων κλπ. Τό βασικό μεθοδολογικό καί φυσικό σφάλμα αύτών τών προτύπων είναι ότι άξιώνουν νά άποφανθοϋν γιά τό Σύμπαν (γιά τήν όλότητα τών ύπαρκτών κοσμικών σχηματισμών).
1. Έ δ ώ δέν είναι ό χώρος για νά σκιαγραφήσουμε εστω τ ή σ χ ε τ ι κ ή διαμάχ η . Σ χ ε τ ι κ ά βλ. τό άρθρο του J. C. Pecker, Ουτοπία, 6, 1993. Ε π ί σ η ς , Ε . Μπιτσάκη, Ή δυναμική του ελάχιστου, « I . Ζαχαρόπουλος», 2 0 0 3 , τ . II, κεφ. 4. Ε π ί σ η ς τά κείμενα τών Alfven καί Pecker, Ουτοπία, 40, Μάιος-Ίούνιος, 2000.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ293
"Ετσι ανάγουν μιά επιστήμη ή όποία αξιοποιεί δεδομένα τοϋ προσιτού μέρους τού σύμπαντος, σέ έπιστήμη τού παντός. Ά ν όριζαν τήν κοσμολογία ώς τήν έπιστήμη τού προσιτού μέρους τού σύμπαντος, δηλαδή ώς τοπική επιστήμη, τότε θά άπέφευγαν τίς μεταφυσικές βεβαιώσεις. Καί τότε τά διάφορα σενάρια θά μπορούσαν νά ανταποκρίνονται σέ φάσεις τής κοσμογένεσης, δηλαδή τού σχηματισμού ( καί τής καταστροφής ) ύλικών μορφών όχι μόνο σέ κοσμική κλίμακα άλλά καί σέ σενάρια τής ιστορικότητας τών μορφών τής ύλης (άτόμων, μικροσωματίων ), οί όποΐές έχουν μεταβληθεί στήν πορεία της κοσμικής έξέλιξης. Οί μεταφυσικές βεβαιώσεις τού προτύπου είχαν ένα έντονο θρησκευτικό άρωμα. Δέν είναι λοιπόν τυχαίο ότι χριστιανοί άστρονόμοι ταύτισαν τήν « άρχική στιγμή » μέ τήν πράξη τής Δημιουργίας καί τ ή θεώρησαν άπόδειξη γιά τήν ύπαρξη τού θεού. Ό άνθρωπος συνδεόταν γιά άλλη μιά φορά μέ τόν θεό. Οί φιλοσοφικές συνέπειες αύτού τού ισχυρισμού είναι προφανείς. Ά π ό τό πλήθος τών σχετικών άπόψεων, θά παραθέσω μόνο μία, τήν πλέον έπίσημη : τήν άποψη τού Πάπα Πίου τού 12ου. «"Αν λοιπόν ό άνθρωπος τής επιστήμης, αποσπώντας τό βλέμμα του άπό τήν παρούσα κατάσταση τού σύμπαντος, τό στρέφει προς τό μέλλον, άκόμα και τό πιό μακρινό, θά υποχρεωθεί νά αναγνωρίσει, στό μακρόκοσμο δπως καί στό μικρόκοσμο, τή γήρανση τού κόσμου. "Ετσι, άκόμα και οι ποσότητες τών άτομικών πυρήνων, φαινομενικά άνεξάντλητες, χάνουν, κατά τή διάρκεια δισεκατομμυρίων ετών, χρησιμοποιήσιμη ενέργεια. Γιά νά μιλήσουμε παραστατικά, ή υλη οδεύει πρός τήν κατάσταση σβησμένου και γεμάτου σκουριές ήφαιστείου. [. . . ]
» "Ας στρέφουμε τώρα τό βλέμμα πρός τό παρελθόν. Στό βαθμό πού προχωρούμε πρός τά πίσω, ή ΰλη εμφανίζεται συνεχώς πλουσιότερη σέ ελεύθερη ενέργεια καί θέατρο μεγαλύτερων άτομικών ανατροπών. "Ετσι ολα μοιάζει νά υποδηλώνουν δτι τό υλικό σύμπαν ελαβε πριν άπό πεπερασμένο χρόνο μιά ισχυρή άρχική όρμή, φορτισμένο καθώς ήταν άπό μιά άπίστευτη υπεραφθονία ενεργειακών αποθεμάτων χάρη στά όποια, γρήγορα στήν άρχή, και μέ αύξουσα
ι313
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
βραδύτητα κατόπιν, εξελίχθηκε πρός την παρούσα κατάσταση». Και το συμπέρασμα: « Έ τ σ ι , ή δημιουργία μέσα στό χρόνο. Και πρός τούτο. Δημιουργός ! Ιδού λοιπόν —εστω άκόμα και έμμεση καί άτελής— ή λέξη την όποία Ημείς επιζητούμε άπό την επιστήμη και τήν όποία ή παρούσα γενεά απαιτεί απ 'αυτήν » . 1 Ό Ποντίφηξ έδώ συσχετίζει ιδέες ξεπερασμένες, δπως ή αρχική ώθηση (Καρτέσιος ) καί ό Θερμικός Θάνατος τοϋ σύμπαντος ( Λόρδος Κέλβιν ) μέ νέα δεδομένα τά όποια άπομονώνει άπό ένα σύνθετο όλον, γιά νά υποστηρίξει τ ή δημιουργία τοΰ κόσμιου, άρα και τοΰ άνθρώπου, άπό τόν θεό. Ή χριστιανική άνθρωπολογία και ήθική, άφοΰ καταπολέμησαν τή νεότερη έπιστήμη στά πρώτα της βήματα, δανείζονται τώρα έπιχειρήματα άπό τήν περιοχή της, τά όποια προσπαθοΰν νά έντάξουν στό μεταφυσικό θεολογικό δόγμα. Ή κοπερνίκεια «άναστροφή», προϋπόθεση γιά τ ή δημιουργία τής νευτώνειας κοσμολογίας, νομιμοποίησε τήν έννοια τοϋ άπειρου στήν έπιστημονική καί στή φιλοσοφική σκέψη. Τό άπειρο βρίσκεται σέ άντίφαση με τ ή μεσαιωνική τελεολογία. Εντούτοις ή γνώση ιδιοτήτων καί σταθερών τοΰ προσιτού μέρους τοΰ σύμπαντος στήν έποχ ή μας όδήγησε στή διατύπωση μιάς νέας μορφής άνθρωποκεντρισμοϋ. Πρόκειται γιά τ ή λεγόμενη άνθρωπική άρχή, κατά τήν όποία τά χαρακτηριστικά τού σύμπαντος είναι αύτά πού είναι, γιά νά υπάρξει ζωή. Γιατί τό σύμπαν είναι αύτό πού είναι; — διερωτάται ό Hawking. Άπάντηση : "Αν δέν ήταν αύτό πού είναι, έμεις δέν θά ή μασταν αύτοί πού είμαστε. "Αν ήταν διαφορετικό, δέν θά υπήρχαμε. Ό συλλογισμός είναι ορθός. Ά λ λ ά οί οπαδοί τής σύγχρονης, έπιστημονικοφανοϋς τελεολογίας άντιστρέφουν τίς σχέσεις αιτίας καί άποτελέσματος. Άντί γιά τό ορθό: Ή ζωή ήταν μιά δυνατότητα στίς συνθήκες οί όποιες έπικράτησαν στή Γ ή , ώς άποτέλεσμα τών ιδιοτήτων τής ϋλης καί τοϋ συνακόλουθου φυσικού γίγνεσθαι, οί οπαδοί τής άνθρωπικής άρχής υποστηρίζουν ότι οί συνθήκες δημιουρ1. Τά άπόσπασμα άπό τήν ομιλία τοϋ Ποντίφηκα, στήν ΙΙοντκρική Α κ α δ η μία τών Έ π ι σ τ η μ ώ ν ( 2 2 . 1 1 . 1 9 5 1 ) τό μετέφρασα άπό τό βιβλίο τοϋ Paul Laberenne, L'Origine des Mondes, Éd. Français Reunis, Paris 1953.
Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
2
93
γήθηκαν γιά νά υπάρξει ζωή. Φυσικά έχουμε τ ή σκληρή καί τήν ήπια διατύπωση τής άνθρωπικής άρχής καί όλοι οί οπαδοί της δεν καταλήγουν στήν έσχατη Ά ρ χ ή : το Δημιουργό. Εντούτοις, μέ οποιαδήποτε μορφή, ή άνθρωπική άρχή, υποστηρίζοντας τήν ύπαρξη κάποιου τέλους (σκοπού) στήν έξέλιξη τής ύλης, παραπέμπει αναπόφευκτα στο Νομοθέτη. Σκοπούς θέτει ό άνθρωπος. Καί δέν είναι άνάγκη νά καταφύγουμε σέ κάποιο άνώτερο όν, έξωφυσικό ή μή, γιά νά άποκτήσουν νόημα οί άνθρώπινες ένέργειες καί έπιδιώξεις. Μιά εγκόσμια ήθική μπορεί νά άποδειχθεΐ λειτουργική, σέ άντίθεση μέ τίς ιδεαλιστικές, οί όποιες στήν καλύτερη περίπτωση άπέτυχαν καί στή χειρότερη υπηρέτησαν τούς πλέον άθλιους σκοπούς - τήν έκμετάλλευση, τ ή βία και τούς πολέμους. Τελικές
παρατηρήσεις
Ή έπιστήμη, έργο άνθρώπων, μορφή κοινωνικής πρακτικής καί μορφή κοινωνικής συνείδησης, άναφέρεται στό πεπερασμένο. Τό « θαυ/χάζείν» ωθεί τ ή νόηση νά άποκρυπτογραφήσει τό Άπειρο. Ε ν τ ο ύ τοις ό άνθρωπος θά στέκεται πάντοτε άπορος μπροστά στά μεγάλα έρωτήματα τής ύπαρξης, τής αιωνιότητας καί τού άπειρου. Ά λ λά ή άδυναμία μας νά άπαντήσουμε στά οριακά έρωτήματα, δέν θεμελιώνει κάποιον γνωσιολογικό σχετικισμό. Μέ βάση τό σημερινό επιστημονικό κεκτημένο, μπορούμε νά προσεγγίσουμε ή καί νά άπαντήσουμε σέ όρισμένα θεμελιώδη έρωτήματα. Τό πρόβλημα τής αύθυπαρξίας τής φύσης άπαντάται μέ τρόπο άξιωματικό, άλλά όχι αύθαίρετα : μέ βάση τό άπόκτημα τόσο τών φυσικών όσο καί τών κοινωνικών έπιστημών. Ή θέση γιά τήν άπειρότητα τού σύμπαντος στό χώρο καί στό χρόνο έναρμονίζεται με τά δεδομένα τής κοσμολογίας καί τής μικροφυσικής. Ή κοσμογένεση δέν είναι πλέον μόνο φιλοσοφική έννοια. Αποτελεί έπιστημονικά δεδομένο καί άντίστοιχα επιστημονική έννοια. Τό Γδιο ισχύει γιά τίς έννοιες τής φυλογένεσης καί τής άνθρωπογένεσης. Οί έπιστήμες τής ζωής θεμελιώνουν τ ή θέση ότι δέν υπάρχει κάποια μεταφυσική διχοτομία άνά-
3'4
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΑΛΕΙαΊΚΗΣ
μεσα στον άνθρωπο καί στο υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Ή άνατομία, ή φυσιολογία, ή βιοχημεία καί ή μοριακή βιολογία άποδεικνύουν τήν ένότητα του ζωικού βασιλείου : τό γεγονός ότι τό άνθρώπινο είδος είναι προϊόν τής βιολογικής έξέλιξης. 'Αντίστοιχα, ή νευρολογία, ή ψυχολογία καί ή θεωρία τής γνώσης γενικότερα, θεμελιώνουν τ ή θέση ότι τό « πνεϋμα » καί ή « ψυχή » δέν άνευρίσκονται στήν άφετηρία τής ζωικής έξέλιξης ( καί κατά μείζονα λόγο τής κοσμικής ), άλλά ότι ώς καθαρά άνθρώπινες ιδιότητες άποτελοϋν « στιγμές » στήν έξέλιξη τής έμβιας ύλης. Ή έννοιακή σκέψη, προϋπόθεση καί προϊόν τής κοινωνικής ζωής, συνιστά τ ή διαλεκτική υπέρβαση τής αισθητηριακής γνώσης. 'Αλλά τώρα ή σκέψη αυτονομείται άπό τό άντικείμενο καί ή σχετική αυτή αυτονομία οδήγησε, μέσα στίς συγκεκριμένες συνθήκες τής προϊστορίας, στόν άνιμισμό, στή δημιουργία τής έννοιας τοϋ θεοϋ καί στό σύνολο τών μυστικιστικών καί ιδεαλιστικών κοσμοαντιλήψεων. Ή ιστορία άπέδειξε ότι μόνη ή έπιστήμη δέν άρκεϊ γιά τ ή συγκρότηση μιας ορθολογικής κοσμοαντίληψης καί, άντίστοιχα, μιας ορθολογικής καί λειτουργικής φιλοσοφικής άνθρωπολογίας. Ό Ξ ε νοφάνης καί ό Μάρξ μας βοηθούν νά κατανοήσουμε τό « μυστήριο » τής θεϊκής οικογένειας, μέ άφετηρία τήν άνθρώπινη οικογένεια. Καί μιά άνθρωπολογία άπαλλαγμένη άπό τήν άπατηλή έλπίδα τής υπέρβασης θά συμβάλει στή δημιουργία κοινωνικών σχέσεων δπου ό άνθρωπος θά είναι ό σκοπός κάθε δραστηριότητας, άντί νά γίνεται μέσον γιά τ ή συσσώρευση υπεραξίας. Καί τότε τό άτομο θά άναχθεϊ σέ άπόλυτη άξία — όχι τό μοναχικό, έγωιστικό άτομο τών άστικών άνθρωπολογιών, άλλά τό άτομο τοϋ όποιου ή δραστηριότητα καί οί άξιες θά είναι άναπόσπαστες άπό τό κοινωνικό σύνολο. 'Αλλά οί σημερινές κοινωνίες «έκκρίνουν» τ ή φανταστική κοσμοαντίληψη ώς φυσιολογικό προϊόν. Καί όσο οί κοινωνικές σχέσεις θά είναι άδιαφανεϊς, ή φιλοσοφία θά είναι, ώς πρός τ ή δεσπόζουσα συνιστώσα της, «Τ; αλλοτριωμένη συνείδηση ένός κόσμου αλλοτριωμένου».
ΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΓ ΑΝΘΡΩΠΟΓ Μ Ε ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΓ
Μ
ΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΗΘΙΚΗ, γιά τό μέλλον της ανθρωπότητας, γιά τ ή μελλοντική αταξική κοινωνία. "Ομως σήμερα ή ανθρωπότητα κινδυνεύει νά αυτοκαταστραφεί. Πράγματι, ή άντίθεση άνθρώπου-φύσης έχει οξυνθεί στό έπακρο, συνεπείς τής δυναμικής τοϋ σημερινού καπιταλισμού. Ή άντίθεση αυτή είναι παράγωγη τής βασικής άντίθεσης τοΰ καπιταλισμού, πού είναι ή άντίθεση κεφαλαίου καί έργασίας. Ή άντίθεση άνθρώπου-φύσης μπορεί νά λυθεί είτε μέ τήν αύτοκαταστροφή τού άνθρώπινου είδους, είτε μέ τ ή δημιουργία μιάς παγκόσμιας σοσιαλιστικής οικογένειας λαών. Ή σχέση άνθρώπου-φύσης είναι σχέση ένότητας καί άντίθεσης. Σήμερα δεσπόζει ό δεύτερος πόλος, θ ά έπιχειρήσουμε στή συνέχεια νά άναδείξουμε αύτή τήν « τοπική » διαλεκτική : τ ή σημερινή δυναμική καί τίς ένδεχόμενες λύσεις της. Τά οικολογικά κινήματα γεννήθηκαν άπό τήν άνάγκη νά άντιμετωπιστούν οι έπιπτώσεις τής βιομηχανικής άνάπτυξης στις σχέσεις άνθρώπου-φύσης. Στό πλήθος τών οικολογικών κινημάτων άντιστοιχεΐ ένα πλήθος θεωρητικών προσεγγίσεων τοϋ προβλήματος. 1 Ά λ λ ά τό πρόβλημα αύτό είναι δυνατόν νά λυθεί στό πλαίσιο τής έμπορευματικής-κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας ; Καί τό οικολογικό πρόβλημα άφορά μόνο τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης ; 'Αλλά οί σχέσεις άνθρώπου-φύσης, έστω καί άν στό τεχνικό έπίπεδο φαίνεται νά είναι άμεσες, στήν πραγματικότητα διαμεσολαβοϋνται άπό τίς σχέσεις παραγωγής. "Αν αύτό είναι σωστό, τότε τό οικολογικό πρόβλημα δέν είναι απλώς πρόβλημα τεχνολογίας καί δέν άφορά μόνο
1. Β λ . σχετικά Ε . Παπαδημητρίου, « Γ ι ά μιά νέα φιλοσοφία της Φ ύ σ η ς » , Πολίτης, 1995. 3'5
ι317
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης. Είναι πρόβλημα, σέ τελευταία ανάλυση, κοινωνικό καί πολιτικό. Μιά ουσιαστική πλευρά του άφορα τίς συνέπειες τής θυελλώδους βιομηχανικής άνάπτυξης στίς κοινωνικές σχέσεις, στήν καθημερινή ζωή τών άνθρώπων, στήν ποιότητα καί στό νόημα τής ζωής. Σ έ μιά μακροπρόθεσμη προοπτική, δέν μπορεί πλέον νά άποκλειστεί ή πιθανότητα αυτοκαταστροφής τοϋ άνθρώπινου είδους.
1. θεμελιώδεις
και παράγωγες
αντιθέσεις
'Ανάγκη λοιπόν νά άναδείξουμε τίς άντιθέσεις που καθορίζουν τήν κίνηση τών σημερινών έμπορευματικών-κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών. Ό James O'Connor «θεωρητικοποίησε» τ ή λεγόμενη «δεύτερη άντίθεση » τού καπιταλισμού, ανάμεσα στίς δυνάμεις/σχέσεις καί τίς συνθήκες παραγωγής — πάνω άπ' όλα τ ή φύση, άλλά καί τό τεχνητό περιβάλλον τό όποιο περιλαμβάνει τούς έργασιακούς χώρους καί τίς άστικές κοινότητες. Οί συνέπειες αύτής τής άντίθεσης, κατά τόν συγγραφέα, είναι σήμερα πλανητικές. 1 Ά λ λ ά τί σημαίνει «δεύτερη άντίθεση»; ΙΙώς θά κατανοήσουμε τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης όπως διαμεσολαβοϋνται καί καθορίζονται άπό τίς σχέσεις παραγωγής καί πώς οί σχέσεις αύτές άντεπιδρούν στίς σχέσεις παραγωγής καί στό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων; Ή φύση δημιουργεί άφ'έαυτής άξίες χρήσης: νερό, φυτικές καί ζωικές τροφές, πρώτες ύλες κλπ. "Αλλες άξιες χρήσης, άντίθετα, είναι καρπός τής άνθρώπινης έργασίας, ή όποία μετασχηματίζει τήν ύλη καί συνολικά άναδημιουργεΐ τ ή φύση. Ά λ λ ά στίς σημερινές κυρίως κοινωνίες ( τ ί ς λεγόμενες άναπτυγμένες), τόσο τά προϊόντα τής φύσης όσο καί οί άξιες χρήσης πού δημιουργούν οί άνθρωποι άποκτούν μιά δεύτερη ιδιότητα : γίνονται έμπορεύματα καί έχουν, συνεπώς, άνταλλακτική άξία. Οί σημερινές κοινωνίες δέν είναι άπλώς βιομηχανικές ( ή μετα-βιομηχανικές, δπως έπιπόλαια χαρακτηρίζονται σύμφωνα μέ τήν ορολογία τού συρμού). Είναι έμπορευ-
I. Β λ . D. Schwartzman, Science and Society, 60, 307 ( 1996).
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
ματικές-κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες. Στόχος, συνεπώς, τής παραγωγής δέν είναι ή δημιουργία άξιών χρήσης, άλλά εμπορευμάτων ( φυσικά κάθε εμπόρευμα άντιστοιχεΐ σέ κάποια αξία χρήσης, σέ κάποια άνάγκη, φυσική ή τ ε χ ν η τ ή ) , δηλαδή άνταλλακτικών άξιών. Γιατί ; Έπειδή, έκμεταλλευόμενος τό ιδιόμορφο έμπόρευμα που είναι ή έργατική δύναμη, ό κάτοχος μέσων παραγωγής ιδιοποιείται τήν ύπεραξία ή όποία παράγεται κατά τήν έργασιακή διαδικασία. Στόχος, συνεπώς, τής παραγωγής δέν είναι ή ικανοποίηση τών κοινωνικών άναγκών άλλά τό κέρδος : ή ιδιοποίηση τής υπεραξίας. Ό κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής είναι έγγενώς άνταγωνιστικός. 'Ανταγωνιστικός, τόσο στό χώρο τής παραγωγής όσο καί στή σφαίρα τής κυκλοφορίας. Τόν άνταγωνιστικό χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας τόν συνέλαβαν, ήδη άπό τήν αύγή τού καπιταλισμού, στοχαστές όπως ό Μόρους, ό Χόμπς, ό Λόκ κ.ά. Αύτό, έξάλλου, πού καλυπτόταν κάτω άπό τό ιδεολόγημα τού φιλελευθερισμού, διατυπώνεται μέ τόν πλέον ρητό καί κυνικό τρόπο σήμερα άπό τούς ιδεολόγους τού « νεοφιλελευθερισμού » καί άποτελ ε ΐ τήν κεντρική έννοια ( άνταγωνιστικότητα ) πού διαπερνά τ ή συνθήκη τού Μάαστριχτ, τ ή βάση τής πολιτικής τής Εύρωπάικής "Ενωσης καί τών σημερινών κυβερνήσεων — νεοσυντηρητικών ή σοσιαλδημοκρατικών. Τό « άνθρωπος πρός άνθρωπον λύκος » άποτελεΐ πλέον τό θεμέλιο τόσο τού κεφαλαίου όσο καί τής πολιτικής τών κυβερνήσεων. Ή θεμελιώδης άντίθεση τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής είναι ή άντίθεση κεφαλαίου καί έργασίας. Ή άντίθεση αύτή είναι άπό τ ή φύση της άνταγωνιστική καί μπορεί νά άρθεΐ μόνο μέ τήν άνατροπή τών σχέσεων ιδιοκτησίας καί τών σχέσεων παραγωγής, οί όποιες συνεπάγονται τήν αύξουσα κοινωνικοποίηση τής παραγωγής καί τήν άντίστοιχη ιδιωτική ιδιοποίηση τής παραγόμενης ύπεραξίας. Σ τ ή βάση τής θεμελιώδους καί μή άναγώγιμης αυτής άντίθεσης γεννιούνται μιά σειρά παράγωγες ή δευτερεύουσες άντιθέσεις. Μιά παράγωγη καί κάποτε δευτερεύουσα άντίθεση μπορεί, έντούτοις, νά μετατραπεί σέ δεσπόζουσα. Σ έ κυρίαρχη άντίθεση. Αύτό έγινε στις μέρες μας μέ τήν άντίθεση άνθρώπου-φύσης. Ή
ι318
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
άντίθεση αυτή άναπτύχθηκε στή βάση τής θεμελιώδους καί τείνει νά τήν επικαλύψει. Πράγματι, ό ανταγωνιστικός χαρακτήρας τών κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών δέν άφορα μόνο τις σχέσεις που διαμορφώνονται στό χώρο τής παραγωγής και στή σφαίρα τής κυκλοφορίας. Ή τεχνολογική άνάπτυξη, ή άνάγκη γιά παραγωγή όλο καί περισσότερων έμπορευμάτων, συνολικά ή διαρκώς διευρυνόμενη παραγωγή συνεπάγεται μιά ληστρική-άνταγωνιστική σχέση άνθρώπου-φύσης. Ή καταλήστευση τών φυσικών άποθεμάτων καί ή υποβάθμιση τοϋ φυσικοϋ καί τοϋ άστικοϋ περιβάλλοντος προϋποθέτουν καί συνεπάγονται τήν καταλήστευση της έργατικής δύναμης : τήν έκμετάλλευση, τήν άρπαγή κατά τόν Μάρξ, καί τήν καταστροφή τών δύο πηγών τοϋ κοινωνικού πλούτου : τής γής καί τοϋ άνθρώπου. Τό πρόβλημα, συνεπώς, δέν είναι άπλώς ή έξοικονόμηση πρώτων υλών καί φυσικών άποθεμάτων. Δέν είναι άπλώς ή συντήρηση καί ή άναπαραγωγή τής βιόσφαιρας. Είναι, ταυτόχρονα, ή άνάγκη γιά μιά νέα σχέση, μή άνταγωνιστική, θεμέλιο τών άνθρώπινων κοινωνιών. Μιά τέτοια σχέση προϋποθέτει τήν άρση τής θεμελιώδους άνταγωνιστικής άντίθεσης τού καπιταλισμού. Ό σεβασμός τής φύσης καί τών άνθρώπων προϋποθέτει έναν τρόπο παραγωγής πού θά υπηρετεί τίς κοινωνικές άνάγκες, πού δέν θά στηρίζεται στήν έκμετάλλευση τής έργατικής δύναμης καί δέν θά δημιουργεί άνταλλακτικές άξιες άλλά άγαθά γιά τήν άνθρώπινη κοινότητα. « Ή γνώση είναι δύναμη » . Οί θεωρητικοί τού πρώιμου καπιταλισμού, σέ μιά περίοδο άνάπτυξης τής μηχανικής παραγωγής καί γενικότερα καινοφανών τεχνολογικών έξελίξεων, φαντάστηκαν ότι ό άνθρωπος μπορεί, με τ ή βοήθεια τής έπιστήμης, « ν ά γίνει κύριος, άφέντης τής φύσης » ( Καρτέσιος ). Ό " Ενγκελς θά προειδοποιούσε άργότερα γιά τούς κινδύνους πού συνεπάγεται ή ληστρική σχέση άνθρώπου-φύσης πού έγκαινίασε ό καπιταλισμός. Ά λ λ ά ούτε οί άστοί θεωρητικοί ούτε ό "Ενγκελς μπορούσαν νά φανταστούν ότι ή άνάπτυξη πού καθορίστηκε άπό τ ή λειτουργία τών τυφλών νόμων τού καπιταλισμού, θά οδηγούσε σέ μιά κατάσταση όπου αύτό πού διακυβεύεται δέν είναι πλέον ή σωτηρία τού περιβάλλοντος, ή κα-
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
θαρότητα τής ατμόσφαιρας ή ή διατήρηση τοϋ στρώματος τού όζοντος κλπ., άλλά ή ίδια ή επιβίωση τοϋ άνθρώπινου είδους. Στό πλαίσιο τοϋ άνταγωνιστικοϋ κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, ή επιστημονική καί τεχνολογική έπανάσταση άνοιξε ένα νέο καί απρόβλεπτο πεδίο δυνατοτήτων. Μιά άπό αύτές είναι ή αύτοκαταστροφή τής άνθρωπότητας. Ή κατάργηση τής κεφαλαιοκρατικής έκμετάλλευσης δέν θά άποβλέπει, συνεπώς, μόνο στήν ποιότητα άλλά στήν ίδια τ ή σωτηρία τής ζωής. Άπό τά προηγούμενα συνάγεται ότι ή κατανόηση τού οικολογικού προβλήματος δέν είναι δυνατή μέ άταξικούς όρους, στό πλαίσιο τής άστικής άντίληψης γιά τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης. Α ν τ ί στοιχα, τό πρόβλημα δέν λύνεται μέ τήν ύποταγή τής πράξης στόν πολιτικό ρεφορμισμό : μέ έπιμέρους βελτιώσεις, όσο χρήσιμες καί άν είναι αύτές. Τό πρόβλημα δέν άντιμετωπίζεται μέ τήν ύποταγή στήν άφηρημένη άντίληψη τής παγκοσμιότητας τών προβλημάτων - ή παγκοσμιότητα είναι, σέ τελευταία άνάλυση, προϊόν συγκεκριμένων ταξικών σχέσεων. Καί ούτε φυσικά λύνεται τό πρόβλημα μέ τίς ήθικολογικές διδαχές γιά άλλαγή τής καταναλωτικής νοοτροπίας, είτε μέ τίς τεχνολογικές ούτοπίες πού άγνοοΰν τίς κοινωνικές-παραγωγικές σχέσεις. Ό καπιταλισμός, μαζί μέ τήν καταστροφή τοϋ περιβάλλοντος καί τών θετικών άξιών τής ζωής, σαρώνει τόσο τίς ούμανιστικές διδαχές δσο καί τίς άναπτυξιακές-τεχνοκρατικές ούτοπίες. Ή άρση τής άνταγωνιστικής πλέον άντίθεσης άνθρώπου-φύσης προϋποθέτει τήν άρση τής θεμελιώδους άντίθεσης τοϋ κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Ά λ λ ά άς δούμε συγκεκριμένα τό πρόβλημα.
2.
Άπό τούς αστούς ιδεολόγους
στόν Κάρολο
Μάρξ
Σημειώσαμε ήδη τήν αισιοδοξία τών ιδεολόγων τής αύγής τού καπιταλισμού ώς πρός τό ρόλο τής έπιστήμης καί τής τεχνολογίας στήν κοινωνική πρόοδο. "Ας δούμε, π.χ., τήν άποψη τού Φράνσις Μπέηκον (1561-1626): « Ο ί δυνάμεις τής φύσης μπορούν νά χρησιμοποιηθούν γιά τήν παραγωγή θερμότητας, τήν κίνηση μηχανών
ι321
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
κλπ., καί ό άνθρωπος Θά Θερίσει άφθονους καρπούς δταν, με τ ή βοήθεια τής έπιστήμης, άνακαλύψει τήν ουσία τών πραγμάτων». Κατά τον Μπέηκον, ή έπιστήμη βρίσκεται στήν υπηρεσία τοΰ κράτους, που φάρος του είναι το Κολέγιο (Οίκος τοΰ Σολομώντος ή Κολέγιο τών έξι ήμερών — φανταστικό ερευνητικό ίδρυμα που άντιστοιχούσε πάντως σέ υπαρκτά έρευνητικά ιδρύματα τής έποχής ). Υ π έ ρ μαχος τών τεχνολογικών έφαρμογών τής έπιστήμης, ό Μπέηκον υποστήριζε ότι άκόμα καί ή έπιστημονική κατασκοπεία έπιτρέπεται, μπροστά στό κρατικό συμφέρον.1 Έ ούτοπία τού Μπέηκον ήταν μιά τεχνοκρατική ούτοπία, ή όποία εξέφραζε τήν πολιτική τοΰ άναπτυσσόμενου, ληστρικού καπιταλισμού. 'Αλλά καί στήν προγενέστερη ούτοπία τού Τόμος Μόρους (1480-1535) βρίσκει κανείς στοιχειά επιστημονισμού καί άστικών άντιλήψεων γιά τήν πρόοδο. Εντούτοις, ό Μόρους, καγκελάριος τού Ερρίκου τού 8ου, γνώριζε τήν κατάσταση τών λαϊκών στρωμάτων τής 'Αγγλίας. Γνώριζε τ ή φρίκη τών συνθηκών ζωής τοΰ νεότερου προλεταριάτου, καθώς καί τών προλεταριοποιημένων άγροτών πού είχαν έκδιωχθεΐ άπό τά χωριά τους προκειμένου οί γαίες νά χρησιμοποιηθούν γιά τήν έκτροφή προβάτων - τά πρόβατα θά έδιναν τό άναγκαϊο μαλλί γιά τήν άναπτυσσόμενη υφαντουργική βιομηχανία. Γράφει, λοιπόν, ό Μόρους : «'Αποσπούν τεράστιες έκτάσεις άπό τήν καλλιέργεια, τίς μετατρέπουν σέ βοσκοτόπια, γκρεμίζουν τά σπίτια, καί τά χωριά, καί δέν άφήνουν παρά τήν έκκλησία νά χρησιμεύει σάν στάβλος γιά τά πρόβατά τους. [ . . . ] Τά ζώα αύτά, πού παντού άλλοΰ είναι τόσο ήμερα, άρχισαν σ'έμάς νά είναι τόσο λαίμαργα καί άχόρταγα πού καταβροχθίζουν τούς ίδιους τούς άνθρώπους καί έρημώνουν τά χωράφια, τά σπίτια καί τά χωριά».* Ό Μόρους περιγράφει τήν άπληστία, τ ή χλιδή, τ ή διαφθορά τών κυρίαρχων τάξεων καί τήν άπανθρωπία τού κράτους, καί συνεχίζει : « Έ διαφθορά σφραγίζει κάτω άπό τά μάτια σας αύτά τά δέντρα (άναφέρεται στά παιδιά, Ε.Μ.) πού θά μπορούσαν ν'άνθήσουν γιά τήν άρετή καί τά 1. F. Bacon, Νέα 'Ατλαντίδα ( μετ. Π . Νούτσου), « Η ρ ι δ α ν ό ς » , χ . χ . 2. Th. Monis, L'Utopie, Éd. Sociales, 1978, σσ. 81-82.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
χτυπάτε μέχρι θανάτου, δταν, άντρες πιά, διαπράττουν τά έγκλήματα που βλάσταιναν άπο το λίκνο στίς ψυχές τους. Τί δημιουργείτε λοιπόν; Κλέφτες, γιά νά έχετε τήν ευχαρίστηση νά τους κρεμάτε » . 1 Πράγματι, πώς πραγματοποιήθηκε ή πρωταρχική συσσώρευση τοϋ καπιταλισμού; Μέ τήν έκμετάλλευση τοϋ προλεταριάτου καί τών άγροτών. Μέ τους πολέμους πού ήταν θεομηνία γιά τούς λαούς καί πηγή πλούτου γιά τούς έμπορους. [ Ό Εκατονταετής πόλεμος ( 1337-1453) ξέσπασε πρός τό τέλος τοϋ Μεσαίωνα καί συνεχίστηκε ώς τ ή συμβατική έποχή τής 'Αναγέννησης, ένώ ό Τριακονταετής διήρκεσε άπό τό 1618 ώς τό 1648. ] Μέ τήν έκμετάλλευση τοϋ « Ν έ ο υ Κόσμιου» καί τών άποικιών. Οί λαοί τής Ευρώπης πλήρωσαν μέ τόν ξεριζωμό καί τήν προλεταριοποίηση τήν άνάπτυξη τού νέου τρόπου παραγωγής. Ό Μάρξ, π.χ., στό Κεφάλαιο άναφέρεται στά Χρονικά τοϋ Holinshed ( 1557), δπου ό Χάρισον περιγράφει τήν καταστροφή τών άγροτικών κοινοτήτων : « Τά σπίτια τών χωρικών καί οί καλύβες τών έργατών γκρεμίστηκαν βίαια ή καταδικάστηκαν νά πέσουν σέ έρείπια. Ά ν θελήσει κανείς νά συγκρίνει τά παλαιά κτηματολόγια κάθε ιπποτικής κατοικίας, θά δει δτι άναρίθμητα σπίτια έξαφανίστηκαν μαζί μέ τούς μικροκαλλιεργητές πού τά κατοικούσαν, δτι ή ύπαιθρος διατρέφει πολύ λιγότερους άνθρώπους, δτι πολλές πόλεις καταστράφηκαν, ένώ ορισμένες νέες πλουτίζουν, θ ά είχα πολλά νά πώ γιά τίς πόλεις καί τά χωριά πού καταστράφηκαν γιά νά γίνουν βοσκότοποι γιά πρόβατα, καί δπου δέν βλέπει πιά κανείς τίποτα όρθιο, έκτός άπό τούς πύργους τών χωροδεσποτών». 5 Κατά τόν Μάρξ, μιά άβυσσος χωρίζει τόν 15ο άπό τόν 16ο αιώνα. Ή έργατική τάξη στήν 'Αγγλία, γράφει, πέρασε «άπό τ ή χρυσή έποχή στήν έποχή τού σιδήρου». 3 Οί άστοί, καί πολλοί «μαρξιστές», βλέπουν μόνο τό « θ α ύ μ α » τής Αναγέννησης καί μόνο τ ή θετική όψη τής προόδου. Ό Μάρξ, άντί-
1. Στό
ιδιο, σ. 8 4 .
2 . Κ. Marx, Le Capital, Éd. Sociales, 1973, τ . I I I , σ. 3 . Στό
ίδιο, τ . I I I . σ. 159.
159.
ι322
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
θετα, δέν έπεσε σ'αύτή τήν πλάνη. Είδε τον αντιφατικό χαρακτήρα τής «προόδου» και τά αίτια αυτής τής άντίφασης. ' Κίνητρο γιά τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή δέν είναι οί κοινωνικές άνάγκες, άλλά οί άνάγκες καί οί έπιδιώξεις τοΰ κεφαλαίου γιά μέγιστη κερδοφορία. Αυτό συνεπάγεται τ ή ληστρική, χωρίς προοπτική, έκμετάλλευση τής φύσης, τών φυσικών άποθεμάτων καί τής έργατικής δύναμης. Τό κεφάλαιο είναι τυφλό μπροστά στις μακροχρόνιες συνέπειες τής έμπορευματικής παραγωγής. 'Αδιαφορεί γιά τήν άναπαραγωγή τών υλικών όρων τής παραγωγής. "Ετσι διαταράσσει τό μεταβολισμό κοινωνίας/φύσης καί υποθηκεύει τό ίδιο του τό μέλλον καί τό μέλλον τής ανθρωπότητας. Ή συσσώρευση κεφαλαίου, έξάλλου, τό όποιο δέν μπορεί νά μπει στόν κύκλο τής παραγωγής καί τής κυκλοφορίας, συνεπάγεται τίς κρίσεις ύπερσυσσώρευσης, τήν άνεργία, τ ή φθορά τής έργατικής δύναμης καί τούς πολέμους. Στήν έποχή πού ό Μάρξ έγραφε τό Κεφάλαιο δέν είχαν φανεί άκόμα οί συνέπειες τής ληστρικής έκμετάλλευσης τής φύσης, στήν έκταση πού τίς γνωρίζουμε σήμερα, δπως καί οί κίνδυνοι πού σήμερα μάς άπειλούν. 'Εντούτοις, τόσο ό Έ ν γ κ ε λ ς (στό έργο του γιά τήν Κατάσταση της εργατικής τάξης στήν 'Αγγλία) όσο καί ό Μάρξ, ήδη άπό τά νεανικά Χειρόγραφα τοΰ 1844 καί άργότερα στό Κεφάλαιο, άνέλυσαν τό χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής καί τίς συνέπειές της τόσο γιά τ ή φύση όσο καί γιά τούς έργαζομένους — έργατική τάξη καί άγροτιά. Στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, ή κοινότητα δέν είχε άκόμα αύτονομηθεΐ άπό τούς φυσικούς όρους τής παραγωγής καί τής άναπαραγωγής της. Βεβαίως καί έδώ ή σχέση άνθρώπων-φύσης διαμεσολαβεΐται άπό τίς σχέσεις πού διέπουν τήν όργάνωση τής κοινότητας. 'Αλλά οί σχέσεις άνθρώπου-φύσης σ'αύτό τό στάδιο καθιστούν δυνατή τ ή διατήρηση τού φυσικού περιβάλλοντος, άρα τήν άναπαραγωγή τών όρων τής παραγωγής καί τών κοινωνικών σχέσεων. Οι σχέσεις αύτές είναι σχέσεις συνεργασίας άνάμεσα στά μέ1. « Γ ι ά τήν έννοια τής προόδου», βλ. Ε . Μπιτσάκης, Ρήζη ση;, « Σύγχρονη Έ π ο χ ή » , 1989, κεφ. 10.
ή
ενσωμάτω-
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3«3
λ η τοΰ γένους καί της φυλής. Κατά τον Μάρξ: « Ή συνεργασία, δπως τ ή συναντάμε στις άπαρχές τοΰ άνθρώπινου πολιτισμού, στούς κυνηγετικούς λαούς, στή γεωργία τών Ινδιάνων κλπ., στηρίζεται στήν κοινή ιδιοκτησία τών δρων παραγωγής καί στο γεγονός δτι το άτομο προσκολλάται άκόμα στή φυλή του ή στήν κοινότητα, τόσο ισχυρά, δσο ή μέλισσα στό σμήνος της. Τά δύο αύτά χαρακτηριστικά τ ή διακρίνουν άπό τήν κεφαλαιοκρατική παραγωγή » . 1 Τ ή θέση τής συνεργασίας έχει πάρει σήμερα ό ανταγωνισμός. Στόν καπιταλισμό, ή παραγωγική διαδικασία άποκτά μαά σχετική αύτονομία άπό τούς φυσικούς όρους τής άναπαραγωγής της. 'Αντίστοιχα, ή άγορά άποδεσμεύεται άπό τίς πραγματικές, ούσιαστικές άνάγκες τής κοινωνίας. Ή παραγωγή, ή φύση καί ή εργατική δύναμη υποτάσσονται στό κεφάλαιο - ή νεκρή έργασία κυριαρχεί πάνω στή ζωντανή. Σκοπός τώρα τής παραγωγής είναι ή δημιουργία έμπορευμάτων, άνταλλακτικών άξιών καί, μέσω αύτής τής διαδικασίας, ή ιδιοποίηση τής παραγόμενης υπεραξίας. Ή άνταλλακτική άξία, έξάλλου, είναι άνεξάρτητη άπό τ ή φύση τού έμπορεύματος ( μέτρο της είναι ή άφηρημένη έργασία). Ή άντίθεση, συνεπώς, άνάμεσα στήν άξία χρήσης καί τήν άνταλλακτική άξία οξύνεται : κυρίαρχη είναι πλέον ή άνταλλακτική άξία — τό έμπόρευμα. Ή άποδέσμευση άπό τίς ούσιαστικές άνάγκες τής κοινωνίας, ή υπερπαραγωγή, καί ό συνακόλουθος άνταγωνισμός, οξύνουν τήν άντίθεση άνθρώπου-φύσης, καθώς καί τών άνθρώπων μεταξύ τους καί μέ τίς μηχανές. Ή ληστρική έκμετάλλευση τής φύσης συμβαδίζει μέ τήν έξίσου άπάνθρωπη έκμετάλλευση τής έργατικής δύναμης. 'Αποτέλεσμα : ή εντεινόμενη διαδικασία καταστροφής τών δύο μόνιμων πηγών τού πλούτου. Σ τ ι ς προκαπιταλιστικές κοινωνίες οί ήπιες μορφές καί ή έναλλαγή τών καλλιεργειών συντηρούσαν τ ή γονιμότητα τών έδαφών. Ή μηχανοποίηση τής γεωργίας, ή έντατική χρήση λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων, εντομοκτόνων, παρασιτοκτόνων κλπ., οδηγούν στήν καταστροφή τής ισορροπίας τών έδαφών ( χ η μ ι κ ή ς σύνθεσης, μακροί . Κ. Marx, Le Capital, ο.π., τ . I I , σ. 2 6 .
324
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
οργανισμών κ λ π . ) . Συνολικά, της ισορροπίας του μεταβολισμού με τ η φυση. Οί μονοκαλλιέργειες έπίσης έξαντλούν όχι μόνο τά θρεπτικά στοιχεία τοϋ εδάφους (άζωτο, φώσφορο, κάλιο κ λ π . ) , άλλά διαταράσσουν καί τ η βιολογική ισορροπία του, καθώς καί τίς εύθραυστες σχέσεις άνάμεσα στή χλωρίδα, τήν πανίδα, τά έντομα καί τά πουλιά. Οί διακυμάνσεις τής παγκόσμιας άγοράς, έξάλλου, έπιβάλλουν συχνές άλλαγές καλλιεργειών μέ ό,τι αυτό συνεπάγεται, ένώ οί άνάγκες σέ γεωργικά προϊόντα καί σέ ξυλεία έχουν ώς συνέπεια τ ή μείωση τών δασών, τ ή μείωση καί τ ή μόλυνση τών υδάτων καί τήν καταστροφή τών βιοτόπων. Σ τ ή ν έποχή τοϋ Μάρξ οί καταστροφές αυτές δέν είχαν πάρει τ ή σημερινή έκταση και βαρύτητα. Εντούτοις, ήταν ήδη έμφανεΐς στήν Ευρώπη. Ά κ ό μ α πιό έντονες ήταν στίς άποικίες, όπου οί Εύρωπαϊοι είχαν έπιβάλει μονοκαλλιέργειες (ζάχαρη, ρύζι, καφέ, τσάι, μπανάνες, καουτσούκ, έξωτικά φρούτα κ λ π . ) , τήν έκχέρσωση δασικών έκτάσεων καί συνολικά τ ή χρήση τής γής μέ βάση τά δικά τους άρπακτικά συμφέροντα. Οί Ινδίες, τό Πακιστάν, ή Αφρική, ή Λατινική Α μ ε ρ ι κ ή , πλήρωσαν μέ αίμα, ιδρώτα καί μέ φυσικές καταστροφές τήν οικονομική ( κ α ί έπιστημονική καί πολιτισμική ! ) άνάπτυξη τής Εύρώπης. Ά λ λά στίς μέρες μας άκόμα καί οί εύφορες γαίες τής Εύρώπης υποβαθμίζονται άπό τ ή ληστρική μεταχείριση τών γεωργικών-καπιταλιστικών έκμεταλλεύσεων. " Η δ η ό Μάρξ είχε έπισημάνει τήν άντίφαση άνάμεσα στήν έπιστημονική-τεχνολογική πρόοδο καί στίς συνέπειές της γιά τ ή φύση : « Κάθε πρόοδος στήν κεφαλαιοκρατική γ ε ωργία είναι πρόοδος όχι μόνο στήν τέχνη τής έκμετάλλευσης τοϋ παραγωγού, άλλά καί στήν τέχνη τής άπογύμνωσης τού έδάφους. Κάθε πρόοδος στήν τέχνη τής αύξησης τής πρόσκαιρης γονιμότητας είναι μιά πρόοδος πρός τήν καταστροφή τών μόνιμων πηγών τής γονιμότητας. [ . . . ] " Ε τ σ ι ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή δέν άναπτύσσει τήν τεχνική παρά μόνο μέ τήν ταυτόχρονη έξάντληση τών δύο πηγών άπ' όπου προέρχεται κάθε πλούτος : τής γής καί τού άνθρώπου». 1 Αντίθετα μέ τόν Μπέηκον, τόν Καρτέσιο καί γ ε 1. Στό ϊόιο, τ. II, σσ. 181-182.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
νικά με τους ιδεολόγους τής πρώιμης άστικής τάξης, ό Έ ν γ κ ε λ ς , με τή σειρά του, επισήμανε τό αβάσιμο τής άστικής άντίληψης γιά τήν πρόοδο καί ειδικά γιά τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης : « Τά γεγονότα λοιπόν μάς Θυμίζουν στό κάθε βήμα ότι δέν κυριαρχούμε διόλου στή φύση, όπως ένας κατακτητής σ'έναν ξένο λαό, σάν κάποιος πού θά ήταν έξω άπό τή φύση, άλλά ότι άνήκουμε στή φύση, μέ τ ή σάρκα, τό αιμα καί τόν έγκέφαλό μας, ότι βρισκόμαστε μέσα στή φύση καί ότι όποιαδήποτε κυριαρχία πάνω της βρίσκεται στό πλεονέκτημα πού διαθέτουμε, σέ σχέση μέ τά άλλα πλάσματα , νά γνωρίζουμε τούς νόμους της καί νά μπορούμε νά τούς χρησιμοποιούμε με σωφροσύνη » . 1 Ε π ί σ η ς , δπως σημειώσαμε, ένα άπό τά νεανικά έργα τού Έ ν γ κ ε λ ς άφοροΰσε τήν κατάσταση τής έργατικής τάξης τής Αγγλίας, τής περισσότερο βιομηχανικά άναπτυγμένης χώρας στήν έποχή του. Οί περιγραφές τής άθλιότητας τού άγγλικού προλεταριάτου θά έβρισκαν τό άντίστοιχό τους στά λογοτεχνικά έργα τού σύγχρονού του Ντίκενς (1812-1870). "Ηδη άπό τίς άπαρχές τής άστικής κοινωνίας ή κεφαλαιοκρατική άνάπτυξη άποδείχθηκε άσύμβατη μέ τ ή διατήρηση τής φύσης καί τού άνθρωπογενούς περιβάλλοντος, καθώς καί μέ τήν άξιοποίηση τής έπιστήμης καί τών άνθρώπινων δεξιοτήτων ύπέρ τού κοινωνικού συνόλου. Ή φθορά τής φύσης καί ή φθορά τών άνθρώπων ήταν, έξάλλου, δύο συζυγείς καί άλληλοεξαρτώμενες διαδικασίες. Πράγματι, οί άνάγκες τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής είχαν ώς συνέπεια τό ξερίζωμα, τ ή μετακίνηση καί τήν άβεβαιότητα τού έργατικού δυναμικού. Έ έποχική άνεργία ήταν μιά άλλη πηγή έξαθλίωσης. Ή έκδίωξη τού πλεονάζοντος δυναμικού τής ύπαίθρου, συνέπεια τών νέων μέσων καλλιέργειας καί τών νέων χρήσεων τής γής, είχε ώς άποτέλεσμα τ ή συσσώρευση έξαθλιωμένων μαζών στίς πόλεις, δπου άντιμετώπιζαν τήν άνεργία καί τήν πείνα. Οί συνθήκες ζωής έτρεφαν τό έγκλημα καί τήν πορνεία καί τίς άντίστοιχες « τ ι μωρίες » . "Οπως γράφει ό Μόρους, οί έκτελέσεις έκείνη τήν περίοδο ήταν περισσότερες άπό οποιαδήποτε άλλη έποχή. Καί, δπως ση1. Ε. Engels, Dialectique de la Nature, Éd. Sociales, 1 9 5 2 , σσ.
181-183.
ι327
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
μειώνει ένας σύγχρονος μας, ό J . M . Catheron, «οί παλαιοί κοινοτικοί χωρικοί, οί όποιοι βαθμιαία έχασαν τ ή γή τους, κατέληξαν στίς συνθήκες τού αστικού προλεταριάτου πρός όφελος τού βιομηχανικού καπιταλισμού καί οί συνθήκες ζωής τους ήταν έπί αιώνες κατώτερες άπό αύτές τών προγόνων τους, πού ήταν ελεύθεροι στίς κοινές γαίες τους » . 1 Στίς νέες συνθήκες ολοκληρώνεται ή διαδικασία διαχωρισμού τών παραγωγών άπό τά μέσα παραγωγής καί άπό τά προϊόντα τής έργασίας τους. Τό προϊόν γίνεται τώρα έμπόρευμα, αύτονομεΐται άπό τόν παραγωγό καί στέκεται άπέναντί του, όπως γράφει ό Μάρξ, σάν δύναμη ξένη καί άκατανόητη. Ό παραγωγός είναι τώρα άποξενωμένος άπό τά μέσα παραγωγής, άπό τό προϊόν τής έργασίας καί άπό τούς συναδέλφους του. Ζει μέ τό άγχος τής άνεργίας καί κάθε στιγμή κινδυνεύει νά μείνει άστεγος, άν δέν πληρώσει τό νοίκι.* Ή άποξένωση άπό τά μέσα παραγωγής, ή άποσάθρωση τού κοινωνικού ιστού, τών άγροτικών προσωπικών σχέσεων καί τού άγροτικού πολιτισμού, ολοκληρώνουν τ ή μοναξιά τού προλετάριου καί τήν έκκένωση τής « ούσίας » του άπό θετικά στοιχεία δημιουργημένα στήν πορεία τής ιστορίας. Ό έργάτης ζει σ' έναν κόσμο τόν όποιο ό ίδιος δημιουργεί, άλλά πού τού είναι ξένος καί άδυνατεΐ νά τόν κατανοήσει καί νά τόν έλέγξει. Ό φετιχισμός τού έμπορεύματος βρίσκεται στή ρίζα τής πλαστής συνείδησης καί τού προλετάριου καί τού άστοΰ (πλαστής συνείδησης τής κοινωνίας, βιωμένης άπό άντίθετες θέσεις καί οπτικές). Ή πραγμοποίηση τών άνθρώπινων σχέσεων άποτελεΐ μέτρο τής άνθρωπολογικής έκπτωσης στίς βιομηχανικές κοινωνίες. Οί άντιφάσεις τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής άναλύθηκαν άπό τόν Μάρξ ήδη στά νεανικά του έργα καί προπαντός στό Κεφάλαιο. "Ας ύπομνήσουμε, συνεπώς, ορισμένες άπό τίς κριτικές παρατηρήσεις του, διατυπωμένες σ' αύτό τό έργο, παρατηρήσεις πού σχετίζονται μέ τό θέμα μας. 1. J. Μ. Catheron, στό Alimentation et Faim, FMTS ( J . Castro Éd.). 2. Γιά τήν αθλιότητα τοϋ νεότερου προλεταριάτου, εκτός άπό τό βλέπε καί τά Χεφάγραφα τοΰ 1844.
Κεφάλαιο,
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3»7
Στον καπιταλισμό ή άτομική, απομονωμένη εργασία, μετατρέπεται σέ κοινωνική. Ά λ λ α ό κοινωνικός χαρακτήρας έμπεριέχει ήδη τήν άρνησή του : « Σ τ α χέρια τοΰ κεφαλαίου, ή κοινωνικοποίηση αυτή δέν αυξάνει τίς παραγωγικές δυνάμεις παρά γιά νά τίς έκμεταλλευτεΐ μέ μεγαλύτερο κέρδος » . Ή έπιδίωξη τού κέρδους συνεπάγεται τον ανταγωνισμό, τόν υψηλό καταμερισμό έργασίας, τίς κρίσεις καί τήν ανεργία. " Ε τ σ ι ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή « χτυπά τό άτομο στή ρίζα τής ζωής του καί πρώτη αύτή παρέχει τήν ιδέα καί τό ύλικό μιας βιομηχανικής παθολογίας » . Ό καταμερισμός έργασίας είναι, κατά τόν Μάρξ, ή δολοφονία τού λαού στά « έ ρ γ ο στάσια-κάτεργα » . Ό καταμερισμός έργασίας θεωρήθηκε άπό τόν Μάρξ ώς μιά άπό τίς πηγές τής άλλοτρίωσης (οί δύο άλλες είναι ή άτομική ιδιοκτησία καί τό έμπόρευμα-χρήμα). Γιά νά λειτουργήσει ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή χρειάζεται ένα μέσον: τό έργοστάσιο. « Κ α ί δπως ό περιούσιος λαός » , γράφει ό Μάρξ, « είχε γραμμένο στό μ έ τωπο του ότι ήταν ιδιοκτησία τού Ίεχωβά, τό Γδιο καί ό βιομηχανικός έργάτης είναι σημαδεμένος μέ τό κόκκινο σίδερο τού καταμερισμού τής έργασίας πού τόν διεκδικεί ώς ιδιοκτησία τού κεφαλαίο υ » . Καταμερισμός έργασίας, έμπόρευμα, άποξένωση : « Ό έργοστασιακός καταμερισμός άντιπαρατάσσει [στούς έργάτες] τίς διανοητικές δυνάμεις τής παραγωγής ώς ιδιοκτησία τού άλλου καί ώς δυνάμεις πού τούς έξουσιάζουν » . 1 Έ έπιστημονική καί ή τεχνολογική πρόοδος στήν υπηρεσία τού κεφαλαίου γίνονται δυνάμεις άλλοτριωτικές. Λειτουργούν εις βάρος τού παραγωγού καί τόν έξουθενώνουν. Ά ς υπενθυμίσουμε γιά άλλη μιά φορά τά λόγια τού Μάρξ: « " Ο λ ε ς οί μέθοδοι γιά τόν πολλαπλασιασμό τών δυνάμεων τής συλλογικής έργασίας έκτελούνται εις βάρος τού άτομικού έργάτη. "Ολα τά μέσα γιά τήν άνάπτυξη τής παραγωγής μετασχηματίζονται σέ μέσον έπιβολής καί έκμετάλλευσης τού παραγωγού. Τόν μετατρέπουν σέ άκρωτηριασμένο, άποσπασματικό άνθρωπο ή σέ έξάρτημα κάποιας μηχανής. Τού άντι1. Κ. M a r a , Le Capital, ο.π., τ . Π, σσ. 2 7 , 5 0 , 5 2 .
328
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
παραθέτουν σαν έχθρικές δυνάμεις τις δυνάμεις τής παραγωγής. 'Αντικαθιστούν τήν ελκυστική έργασία μέ τήν άναγκαστική έργασία. [ . . . ] Το μέσον έχει μετατραπεί σέ αυτόματο. Υ ψ ώ ν ε τ α ι μπροστά στόν έργάτη κατά τ ή διάρκεια τής ίδιας τής έργασίας μέ τ ή μορφή κεφαλαίου, νεκρής έργασίας, ή όποία έξουσιάζει καί έξαντλεΐ τίς δυνάμεις του. " Ε τ σ ι , στή γεωργία όπως καί στό έργοστάσιο, ό κεφαλαιοκρατικός μετασχηματισμός τής παραγωγής " γ ί ν ε τ α ι τό μαρτυρολόγιο τοΰ παραγωγού " » . ' Στόν καπιταλισμό ή άντικειμενοποίηση τής έργατικής δύναμης ταυτίζεται μέ τήν άλλοτρίωση. 'Από τίς σύντομες αύτές άναφορές τεκμηριώνεται ή άποψη πού υποστηρίξαμε, ότι, άντίθετα μέ πολλά σημερινά οικολογικά κινήματα, ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς συνέλαβαν καί τίς δύο όψεις του προβλήματος, θ ά μπορούσαμε, συνεπώς, νά χαρακτηρίσουμε τόν Μάρξ καί τόν "Ενγκελς ώς προδρόμους τού οικολογικού κινήματος. Μέ δύο, ώστόσο, ούσιώδεις διαφορές άπό πολλά σημερινά οικολογικά κινήματα: " Ο τ ι είδαν όχι μόνο τ ή φύση, άλλά καί τόν άνθρωπο. Καί μελετώντας τίς έπιπτώσεις τού κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής στό πεδίο τών άνθρώπινων σχέσεων καί στήν καθημερινή ζωή, δέν διαμόρφωσαν μόνο τ ή βάση γιά τ ή μελέτη τής βιομηχανικής παθολογίας, άλλά καί μιάς συνολικότερης άνθρωπολογίας. 2) Δέν πρότειναν ώς λύση έπιμέρους μέτρα στό πλαίσιο τής κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. 'Αντίθετα, συσχέτισαν τό οικολογικό πρόβλημα (φύση καί άνθρωποι) με τ ή σοσιαλιστική προοπτική. Πέρασαν περισσότερα άπό έκατό χρόνια άπό τήν έποχή τού Κεφαλαίου ( 1 3 6 χρόνια άπό τόν Πρόλογο στήν πρώτη γερμανική έκδοσ η ) , 120 χρόνια άπό τό θάνατο τού Μάρξ ( 1 8 1 8 - 1 8 8 3 ) καί 108 άπό τό θάνατο τού "Ενγκελς ( 1 8 2 0 - 1 8 9 5 ) . Σ τ ό μεταξύ ή άνθρωπότητα « μ ε τ α μ ο ρ φ ώ θ η κ ε » . 'Από τόν άτμό πέρασε στόν ήλεκτρισμό, στή συνθετική χημεία, στήν πυρηνική ένέργεια, στήν πληροφορική καί στά διαπλανητικά ταξίδια. Πολλοί μακροί πόλεμοι καί δύο παγκόσμιοι, μέ όσα αύτοί προκάλεσαν σέ άνθρώπινη δυστυχία 1. Στό ίδιο, τ. II, ασ. 87-88, 105, 180-183.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
καί σε καταστροφή τής φύσης. Καί σήμερα ζούμε τ ή δήθεν μεταβιομηχανική, μετα-καπιταλιστική κλπ. έποχή τού διεθνοποιημένου καπιταλισμού, μέ τίς έντεινόμενες κοινωνικές άνισότητες, τήν αύξανόμενη άνεργία, τήν « έλαστικοποίηση » καί τήν έξατομίκευση τών έργασιακών σχέσεων, τ ή συνεχιζόμενη έκμετάλλευση τού Τρίτου Κόσμου άπό τίς ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Πώς μεταμορφώθηκε, λοιπόν, ό κόσμιος μας, « ό καλύτερος τών δυνατών κόσμων» άπό τήν άποψη πού μάς άπασχολεΐ έδώ ; "Οπως είναι γνωστό, άκόμα καί τόν 19ο αιώνα, ή έργάσιμη ήμερα άνερχόταν στίς 12, 14 ή καί 16 ώρες. Σ τ ή βιομηχανία καί στά ορυχεία δούλευαν παιδιά έφτά, άκόμα καί τριών έτών. Σήμερα στίς « άναπτυγμένες » χώρες ή φρίκη αύτή τείνει νά εκλείψει, άλλά ύπάρχει πάντα στίς 'Ινδίες, στό Πακιστάν, στή Λατινική 'Αμερική. Ή πείνα μαστίζει άκόμα τό μεγαλύτερο μέρος τού πληθυσμού τού πλανήτη. Ή βιολογική φθορά τού μεγαλύτερου μέρους τού έργατικού δυναμικού συνεχίζεται, μέ παλαιές καί μέ νέες μορφές. Ά ς έπιστρέψουμε στόν 19ο αιώνα. "Οπως γράφει ό Γάλλος ψυχίατρος Chr. Dejours: « Ή σωματική καταστροφή τών έργατών ήταν τέτοια, ώστε, ένώ άπό τίς εύπορες τάξεις στήν Άμιένη τό 1830 χρειάζονταν 153 νεοσύλλεκτοι γιά νά έπιλεγούν 100 γιά τό στρατό, άπό τίς φτωχές τάξεις χρειάζονταν 383 . Ό άγώνας γιά τήν υγεία ταυτιζόταν έκείνη τήν έποχή μέ τήν έπιβίωση. " Τό νά ζεϊς, γιά τόν εργάτη, σήμαινε νά μήν πεθάνεις " » . 1 Έ ν τω μεταξύ, μέ τήν άνάπτυξη τών έργοστασίων μεγάλης κλίμακας, εισήχθη ή έργασία έν σειρά, ό αύτοματισμός, ή τυποποιημένη έργασία κατά τό σύστημα τού Taylor. Ά ς άκούσουμε τόν διάσημο οργανωτή τής τυποποιημένης έργασίας πού μετατρέπει τόν έργάτη σέ αύτόματο : « Ή ιδέα νά κάνουμε τούς έργάτες, τόν έναν μετά τόν άλλο, κάτω άπό τήν καθοδήγηση ένός ικανού έπιστάτη, νά έκτελούν τήν έργασία τους σύμφωνα μέ τίς νέες μεθόδους μέχρις ότου εφαρμόσουν μέ συνεχή τρόπο καί άπό συνήθεια έναν έπιστημονικό τρόπο έργασίας (μέθοδος πού διαμορφώθηκε άπό κάποιον 1. Chr. Dejours, Travail, usure mentale, L e Centurion, Paris 1 9 5 0 .
3'4
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΙαΊΚΗΣ
άλλον), ή ιδέα αυτή, λέγω, είναι άμεσα άντίθετη μέ τήν παλαιά ιδέα, κατά τήν όποία κάθε εργάτης είναι τό πιό κατάλληλο πρόσωπο γιά νά καθορίσει τόν προσωπικό τρόπο μέ τόν όποιο έργάζεται » . 1 Ό έργάτης αυτόματο. "Οργανο στήν υπηρεσία τοϋ κέρδους. Ά κ ό μα χειρότερα : "Οταν δ Taylor παραπέμφθηκε στό δικαστήριο έπειδή ή μέθοδος του θεωρήθηκε απάνθρωπη, αυτός παρομοίωσε τό πρότυπο τοϋ «νέου έργάτη» μέ τόν χιμπαντζή. Ά λ λ ά φυσικά ή μέθοδος του επιβλήθηκε καί γενικεύτηκε. "Εκτοτε ή αύτοματοποίηση καί ό καταμερισμός έργασίας έντάθηκαν. Ε π ί σ η ς έπιστρατεύτηκαν ή ψυχολογία καί οί ψυχολόγοι γιά νά έπιτευχθεϊ ή άποτελεσματικότερη προσαρμογή τού έργάτη στίς συνθήκες τής μισθωτής δουλείας. Αύτοματοποίηση, έξατομίκευση, άπομόνωση, μηχανικά έπαναλαμβανόμενη κίνηση, πειθαρχία, άπόδοση. "Οπως γράφει πάλι ό Dejours: «Αύτό είναι τό παράδοξο ένός συστήματος πού ισοπεδώνει τίς διαφορές, δημιουργεί τήν άνωνυμία, τήν έναλλακτικότητα, ένώ εξατομικεύει τίς όδύνες. [ . . . ] Ό έργάτης αισθάνεται ντροπή πού μετατρέπεται σέ ρομπότ, πού δέν είναι παρά έξάρτημα τής μηχανής, πού ενίοτε είναι βρόμικος, πού δέν διαθέτει φαντασία καί εύφύία, πού άποπροσωποποιεΐται. Ό έργάτης έχει τό αίσθημα δτι είναι άχρηστος, δτι καταβροχθίζεται άπό τά μέσα, ότι υποβαθμίζεται, φθείρεται, δηλητηριάζεται».* Σήμερα ζούμε μιά έποχή άκραίας φτώχειας μέσα στόν πλούτο, πρωτοφανούς φθοράς τής φύσης καί τών άνθρώπων. Οί δύο όψεις τού προβλήματος είναι άλληλένδετες καί ή αιτία τους είναι κοινή. "Ας δούμε, στή συνέχεια, ορισμένα δεδομένα άπό τ ή σημερινή κατάσταση, όπως διαμορφώθηκε μέ τήν τεχνολογική έπανάσταση, ή όποία υπηρετεί δύο κυρίους : τό κεφάλαιο καί τόν πόλεμο. "Ας σκιαγραφήσουμε τίς συνέπειες τής « άνάπτυξης » στήν έποχή τού διεθνοποιημένου καπιταλισμού.
1. F. W. Taylor, La direction scientifique du travail, Dunod 1957. Παρατίθεται από τόν Dejours. 2. Chr. Dejours, ο.π., σσ. 3 6 - 4 7 .
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
3. Ή άποτυχία χαι τό αδιέξοδο τοΰ άστιχοΰ-βιομηχανιχοΰ πολιτισμού "Ας αρχίσουμε άπό τά «οικεία κακά». Μετά τον πόλεμο καί τόν εμφύλιο, κυριαρχούσε ή ιδεολογία τής « άνασυγκρότησης » . Ή άνασυγκρότηση ήταν άναγκαία μετά τίς καταστροφές τού πολέμου καί μέσα στή γενικότερη τάση άνασυγκρότησης τού εύρωπαϊκού καπιταλισμού. 'Αλλά ή άνασυγκρότηση-άνάπτυξη τής ελληνικής οικονομίας δέν ήταν, φυσικά, κάποια ούδέτερη διαδικασία. Υποτάχθηκε στή δυναμική άνάπτυξης τού έλληνικοΰ καπιταλισμού, δυναμική πού διαμορφωνόταν σέ συνθήκες οικονομικής, πολιτικής καί στρατιωτικής έξάρτησης καί πού άγνόησε τόσο τά άμεσα όσο καί τά μακροπρόθεσμα συμφέροντα τών έργαζομένων. Ε κ μ ε τ α λ λ ε ύ τ η κ ε ληστρικά, χωρίς σχέδιο καί χωρίς προοπτική, τήν έλληνική φύση, τήν άγροτιά καί τήν έργατική τάξη. Έ δ ώ δέν είναι ό χώρος γιά νά σκιαγραφήσουμε τήν πορεία καί τά χαρακτηριστικά, καθώς καί τίς έπιπτώσεις τής άνασυγκρότησης-άνάπτυξης τού ελληνικού καπιταλισμού στήν έποχή τής καραμανλικής « δημιουργίας » , τής χούντας καί τής «σοσιαλιστικής» διακυβέρνησης, θ ά σημειώσουμε μόνο μερικά χαρακτηριστικά - κ α ί γνωστά άλλωστε— στοιχεία, τά όποια άφορούν τήν 'Αθήνα καί τό Λεκανοπέδιο τής 'Αττικής. Ή 'Αθήνα έχει τό Θλιβερό παγκόσμιο ρεκόρ νά «φιλοξενεί» σχεδόν τόν μισό πληθυσμό τής Ελλάδας. Συνέπειες : παρασιτική οικονομώ, άγχος μπροστά στήν οικονομική άβεβαιότητα, νέφος, συνολική υποβάθμιση τού άστικού περιβάλλοντος, μοναξιά, άφύσικη ζωή στά διαμερίσματα-θήκες, άποκοπή άπό τ ή φύση. Συνολικά: συνθήκες φθοράς τής βιολογικής καί ψυχικής ζωής τών κατοίκων τού Λεκανοπεδίου. Μερικοί χαρακτηριστικοί άριθμοί πού συγκεκριμενοποιούν τίς συνέ π ε ε ς τής άναρχικής αύτής άνάπτυξης, έπικαθοριζόμενης άπό τά συμφέροντα τού κεφαλαίου : νέφος καί κυκλοφοριακό χάος με συνέπειες τήν αύξηση τών πνευμονικών νοσημάτων, τού καρκίνου καί τών καρδιοπαθειών. Καταστροφή τών δασών τής 'Αττικής, νόμιμη καί παράνομη, γιά οικοπεδοποιήσεις. Σκουπίδια (δεκάδες χιλιάδες
ι332
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τόνοι καθημερινά) πού βρομίζουν τήν ατμόσφαιρα, μολύνουν τό υπέδαφος καί δέν βρίσκουν τόπο γιά νά « ταφοϋν » ( ταφή : καταστροφή έδαφών καί μόλυνση τής λιθόσφαιρας καί τοϋ υδροφόρου ορίζοντα). Κάθε μέρα ό Σαρωνικός δέχεται 650.000.000 κιλά άκάθαρτων λυμάτων καί μετατρέπεται, άργά άλλά σταθερά, σέ μολυσμένη θάλασσα. Τά δαπανηρά έργα τής Ψυττάλειας θά βελτιώσουν τήν κατάσταση, άλλά δέν θά λύσουν τό πρόβλημα. "Αλλωστε, τί θά γίνουν οι τεράστιες ποσότητες τής λάσπης πού μαζεύονται καθημερινά στό νησάκι ; Ώ ς πρός τόν Σαρωνικό : "Ηδη διαπιστώθηκε στό βυθό του λάσπη πάχους 1,5 έως 2 μέτρων. Τά βαρέα μέταλλα, τά χημικά άπόβλητα καί οί υδρογονάνθρακες δέν μολύνουν άπλώς τή θάλασσα- απειλούν καί τήν υγεία τών καταναλωτών τών ψαριών. Τέλος, ή οικολογική καταστροφή τού θριάσιου Πεδίου άπό τήν αναρχική συγκέντρωση ρυπογόνων βιομηχανιών θά έπρεπε νά ειχε αποτελέσει σήμα κινδύνου γιά κόμματα, κυβερνήσεις καί τεχνοκράτες. Τί θά έπρεπε νά γίνει μπροστά σ' αύτές τίς πραγματικότητες ; "Ενα μακρόπνοο πρόγραμμα περιφερειακής άνάπτυξης, πού θά είχε ώς συνέπεια τήν άναγέννηση τής υπαίθρου καί τ ή μείωση τού πληθυσμού τού Λεκανοπεδίου. "Ενα τέτοιο πρόγραμμα θά ένίσχυε, έξάλλου, τόν παραγωγικό χαρακτήρα τής οικονομίας, μειώνοντας άντίστοιχα τόν παρασιτισμό. Τί γίνεται άντί γ ι ' α ύ τ ό ; Στό όνομα τής άνάπτυξης (δηλαδή τής κεφαλαιοκρατικής άνάπτυξης στήν έποχή τών πολυεθνικών καί υπό τίς δρακόντειες έπιταγές τού Μάαστριχτ ), ό προϋπολογισμός διασπαθίζεται σέ έργα πού θά έντείνουν τό άθηνάι'κό χάος καί τήν έξάρτηση άπό τίς μητροπόλεις τοϋ καπιταλισμού. Συγκεκριμένα: Τό άεροδρόμιο τών Σπάτων προβλεπόταν νά λειτουργήσει τό 2000. Προβλεπόμενο κόστος υψηλότερο άπό 600 δισ. (στήν πραγματικότητα ξεπέρασε τό 1 τρισ.). Συνέπειες: καταστροφή τής Μεσογαίας καί ολοκληρωτική τσιμεντοποίηση 16.500 στρεμμάτων στά Σπάτα. "Ενταση τοϋ κυκλοφοριακού χάους. Στόχος : Τό άεροδρόμιο (άπό τά πιό σύγχρονα στόν κόσμο κ λ π . ) θά έξυπηρετήσει άρχικά 16 εκατομμύρια έπιβάτες τό χρόνο καί θά φτάσει άργότερα στά 50 έκατομμύρια. Νά γίνουμε χώρα περάσματος τουριστών, «χώρα εξυπηρετήσεων » κατά τόν κ. "Εβερτ. "Αλλη συν-
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
έπεια : Ή Λεωφόρος Σταυροϋ-Έλευσίνας με κόστος 600 δισ. Συμπληρωματικά 60 οδικά εργα με προϋπολογισμό 120 δισ. Σπασμωδική άντιμετώπιση τοϋ κυκλοφοριακού με τό μετρό, κόστος πάνω άπό 700 δισ. Προσθέστε τό Ρίο-Άντίρριο, τήν Εγνατία γιά νά κυκλοφορούν οί νταλίκες τών πολυεθνικών καί τά 3 τρισ. τών έξοπλισμών. Συνολικά: περίπου 5 τρισ. γιά δρόμους καί 3 τρισ. γιά έξοπλισμούς. Μ'αύτά θά μπορούσε νά άναγεννηθεΐ ή ύπαιθρος καί νά έξυγιανθει τό Λεκανοπέδιο καί ή οικονομία. Ά λ λ ά στό όνομα τής «άνάπτυξης», δεξιά καί σοσιαλιστές ύποθηκεύουν τό μέλλον τής έλληνικής φύσης καί τού έλληνικού λαού. "Ας δούμε τώρα ορισμένα στοιχεία άπό τήν κατάσταση τοϋ πλανήτη συνολικά, δπως διαμορφώνεται έξαιτίας μιας οικονομίας πού στοχεύει στό κέρδος, εις βάρος τών λαών τών βιομηχανικών χωρών καί μέ τήν έξάρθρωση τών οικονομιών καί τών τρόπων ζωής τοϋ Τρίτου Κόσμου. Τά στοιχεία αύτά άναφέρονται στήν άνεργία, στή φτώχεια, στήν καταστροφή τού περιβάλλοντος, στούς πολέμους καί στίς παλαιές καί νέες άσθένειες. Τά στοιχεία είναι έν γένει γνωστά. "Αλλωστε θά μπορούσε κανείς νά παραθέσει πολύ περισσότερα. 'Αλλά, σέ ένα κείμενο δπως τό παρόν, μιιά τέτοια παράθεση δέν θά είχε νόημα, έφόσον στόχος του είναι άπλώς νά συγκεκριμενοποιεί τό κάθε πρόβλημα, προκειμένου νά συζητηθούν οί αιτίες, καί οί πιθανές διέξοδοι.1 Οί τεχνοκράτες καί γενικότερα οί ιδεολόγοι τής άστικής τάξης νιώθουν περήφανοι μπροστά στά έπιστημονικά καί τά τεχνολογικά έπιτεύγματα τού βιομηχανικού πολιτισμού. 'Αλλά οί γιγαντιαίες χημικές βιομηχανίες, οί βιομηχανίες αύτοκινήτων καί άεροπλάνων, ή σιδηρουργία, τά πυρηνικά έργοστάσια κλπ.: ΐ ) Καταβρόχθισαν μέσα σέ έναν αιώνα πρώτες ύλες καί ένεργειακά άποθέματα (άνθρακα καί ύδρογονάνθρακες ) πού ή φύση χρειάστηκε έκατοντάδες έκα-
1. Τά στοιχεία πού παρατίθενται σ' αύτή τήν ένότητα προέρχονται κυρίως άπό τό συλλογικό έργο Ή κατάσταση τοϋ -λανήτη, Σαββάλας, 1996, καθώς καί άπό τόν ημερήσιο καί περιοδικά Τύπο. 'Ορισμένα στοιχεία επίσης έχουν λ η φθεί άπό τό ειδικό αφιέρωμα τοϋ περιοδικού Science and Society, 60, 1996.
ι334
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τομμύρια χρόνια γιά νά τά δημιουργήσει. 2) Μόλυναν, πολλές φορές μέ μή αντιστρεπτό τρόπο, τό γήινο περιβάλλον, τήν άτμόσφαιρα και τους ωκεανούς. 3) Μέ τόν υψηλό καταμερισμό έργασίας μετέτρεψαν τούς βιομηχανικούς έργάτες σέ έμβια αύτόματα. 4) Ό γιγαντισμός καί ή πυραμιδική δομή απέκλεισαν κάθε στοιχείο δημοκρατίας καί συλλογικότητας στούς εργασιακούς χώρους. 5) Οι γιγαντιαίες βιομηχανικές έπιχειρήσεις βρίσκονται έξω άπό κάθε κοινωνικό έλεγχο. Μέ τήν οικονομική τους ισχύ, άντίθετα, καθορίζουν τήν εσωτερική πολιτική κάθε χώρας, καθώς καί τίς διεθνείς σχέσεις της. " Ε σ τ ω ! Παρ'όλα τά άρνητικά του, ό βιομηχανικός-κεφαλαιοκρατικός πολιτισμός έλυσε τουλάχιστον ορισμένα βασικά προβλήματα, έξόρκισε έστω τά φαντάσματα τής ανεργίας, τής πείνας καί τών πολέμων; "Ας δούμε τί άποδεικνύουν οί άριθμοί. Ή Εύρώπη, κοιτίδα τού άστικού πολιτισμού καί τής νεότερης έπιστήμης, μιά άπό τίς πλέον άναπτυγμένες περιοχές τοϋ πλανήτη, έχει σήμερα περισσότερα άπό 20 εκατομμύρια άνέργους, δηλαδή πάνω άπό τό 12% τοϋ ένεργού πληθυσμού της. Ό άποκλεισμός, οί νέες μορφές φτώχειας, ή πολιτισμική υποβάθμιση καί οί μοντέρνες μορφές βαρβαρότητας χαρακτηρίζουν όλο καί περισσότερο τήν ήπειρο μας. Συνολικότερα, στίς χώρες τού ΟΟΣΑ οί άνεργοι έχουν υπερβεί τά 28 εκατομμύρια καί προβλέπεται νά φτάσουν τά 36. Στίς ΗΠΑ, τήν « περισσότερο άναπτυγμένη » καί πλούσια χώρα τού πλανήτη, 30 έκατομμύρια, πού άντιπροσωπεύουν τό 10-11% τού ένεργού πληθυσμού, ζούν κάτω άπό τό όριο φτώχειας. Καί ώς γνωστόν, ή « περισσότερο άναπτυγμένη χώρα τοϋ πλανήτη » είναι ή χώρα μέ τίς οξύτερες άντιθέσεις : έκτεταμένες ζώνες άθλιότητας καί, άπό τήν άλλη, 60 οικογένειες μέ εισόδημα μεγαλύτερο άπό ένα δισ. δολάρια. 'Υψηλή έπιστήμη καί τεχνολογία, άπέραντη άμορφωσιά καί βαρβαρότητα. Τό 1993 στίς ΗΠΑ διαπράχθηκαν 24.000 φόνοι. Τό άρχιπέλαγος τών φυλακών τους έχει έναν πληθυσμό τής τάξης τού 1.150.000 ατόμων. 'Από αύτούς 2.600 είναι καταδικασμένοι σέ θάνατο καί περιμένουν νά έρθει ή σειρά τους γιά νά έκτελεστούν. Ή άνεργία είναι πλέον «νομοτελειακό» παγκόσμιο φαινόμενο στόν καπιταλισμό καί ή πορεία της είναι σταθερά άνοδική : Στήν
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
Ευρώπη καί στις ΗΠΑ το 1975 ήταν τής τάξης τοΰ 2,5%. Το 1980 έφτασε στο 5,5%. Τό 1985 ήταν ήδη 10,5% καί τό 1995 ήταν κατά μέσο όρο 12%. Έ ρ ώ τ η μ α : Ή φτώχεια καί ή υλική καί πνευματική άθλιότητα, ή φθορά τών άνθρώπων (γιά τά πράγματα θά μιλήσουμε στή συνέχεια ), είναι άναπόφευκτη ; Είναι τό άποτέλεσμα κάποιου αδυσώπητου φυσικού νόμου ; Τό έρώτημα αυτό όδηγεΐ στό άκόλουθο : Ή σημερινή Ευρώπη παράγει γεωργικά καί κτηνοτροφικά προϊόντα που θά άρκοΰσαν γιά μιά άξιοπρεπή διαβίωση τοΰ πληθυσμού της ; Ή άπάντηση είναι γνωστή : Ή Ευρώπη έχει πλεονάσματα τά όποια καταστρέφει γιά νά μήν πέσουν οί τιμές. Πώς θά μπορούσε, συνεπώς, νά μειωθεί ή άνεργία καί άντίστοιχα ή φτώχεια; Σ τ ή Γαλλία, π.χ., άπό τό 1982 ή έργάσιμη εβδομάδα άνέρχεται σέ 39 ώρες, παρά τήν αύξηση τής παραγωγικότητας τής έργασίας. Μιά έβδομάδα 35 ωρών (χωρίς μείωση τών άποδοχών) θά μείωνε τήν άνεργία καί θά αύξανε τήν κατανάλωση. Ά λ λ ά αυτό που έπιχειρεΐται είναι ή μείωση του κόστους έργασίας, όχι τών κερδών. Ή έλαστικοποίηση τών έργασιακών σχέσεων. Ή μερική καί ή προσωρινή άπασχόληση. Ή κατεδάφιση, συνολικά, τοΰ λεγόμενου κράτους πρόνοιας. 'Ιδού μερικά άπό τά χαρακτηριστικά τής « μετα-νεωτερικής » κοινωνίας μας. Οί άστικές κυβερνήσεις άπορρίπτουν τήν κεϋνσιανή πολιτική υπέρ τοΰ νεοφιλελευθερισμού. Σ τ ό όνομα τής άνάπτυξης γενικεύουν τ ή φτώχεια καί τήν άθλιότητα, χωρίς νά πετυχαίνουν διέξοδο άπό τήν κρίση. Γ ι α τ ί ; Έ π ε ι δ ή ή κρίση είναι δομική. 'Αφορά τήν ούσία τοΰ κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, ό όποιος, έπιδιώκοντας τ ή μέγιστη δυνατή υπεραξία, συνεπάγεται τήν ύπερσυσσώρευση άναξιοποίητων κεφαλαίων, τήν κυριαρχία τοΰ παρασιτικού-χρηματιστικοΰ κεφαλαίου καί, ώς συνέπεια, τ ή φθορά τής φύσης καί τής έργατικής δύναμης. Τά προηγούμενα φαινόμενα χαρακτηρίζουν, μέ διακυμάνσεις, όλες τίς « άναπτυγμένες » περιοχές τού πλανήτη. Φυσικά ή κατάσταση είναι περισσότερο τραγική στόν λεγόμενο Τρίτο Κόσμο, όπου ή νεοαποικιακή έκμετάλλευση, ή καταστροφή τών παραδοσιακών οίκο-
336
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ Δ1ΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νομιών, ή υποβάθμιση τοϋ περιβάλλοντος και οι επιδημίες, κλασικές και σύγχρονες, δημιουργούν μιά « μετα-μοντέρνα » κόλαση. Είναι γνωστό, π.χ., ότι δεκάδες εκατομμύρια παιδιά πεθαίνουν τό χρόνο στόν Τρίτο Κόσμο άπό πείνα, μολυσμένο νερό καί έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. "Ας πάρουμε ένα συγκεκριμένο καί τραγικό παράδειγμα: Περισσότερα άπό 16 εκατομμύρια νεογέννητα κοριτσάκια θανατώνονται κάθε χρόνο στίς 'Ινδίες άπό τίς μανάδες τους ή τίς μαμές τού χωριού. Αίτια : .Τά κορίτσια άποτελούν δυσβάστακτο οικονομικό βάρος γιά τούς φτωχούς. " Ε τ σ ι , ή βρεφοκτονία δικαιολογείται. Τά μικρά θάβονται ζωντανά ή τά χτυπούν στούς τοίχους ! Ή φρικιαστική αύτή τακτική είναι ή άναπόδραστη συνέπεια τής ταξικής δομής τής κοινωνίας τών 'Ινδιών καί τών άντίστοιχων « άξιών » της ; "Η έπίσης είναι καρπός καί τής μακράς άποικιακής έκμετάλλευσης πού διατήρησε φεουδαρχικές δομές, τήν οικονομική καθυστέρηση καί τήν άμορφωσιά; 'Αλλά στή φιλελεύθερη οικονομία μας όλα τά μέσα πού άποφέρουν κέρδος είναι, θεμιτά : πόλεμοι, χρηματιστικό κεφάλαιο, πορνεία, έμπόριο άνθρώπινων οργάνων, ναρκωτικά. "Ας έπιμείνουμε στά τελευταία: Είναι γνωστό ότι ή παραγωγή καί τό έμπόριο τών ναρκωτικών υποστηρίζονται άπό κυβερνήσεις, πολιτικούς, μαφίες καί πολυεθνικές καί όχι βέβαια άνευ άποχρώντος λόγου. Κατά τόν OHE, τά έτήσια κέρδη τών διεθνών έγκληματικών οργανώσεων άνέρχονται σέ ένα τρισ. δολάρια, δσο τό άκαθάριστο προϊόν τών φτωχών χωρών μέ πληθυσμό 3 δισ. κατοίκους ! Φθορά τής φύσης καί τών άνθρώπων. Πράγματι, παρά τό ύψηλό ποσοστό γεννήσεων στόν Τρίτο Κόσμο, ό πληθυσμός τού πλανήτη τείνει —κατά μιά άποψη- νά σταθεροποιηθεί. Ή αύξηση, π.χ., είναι μηδενική στήν Ε λ λ ά δ α , στήν Τσεχία, στήν 'Ιταλία, στή Λιθουανία κλπ., ό πληθυσμός μειώνεται στή Γερμανία, στήν Ούγγαρία, στήν Κροατία, στή Βουλγαρία, στήν Ούκρανία. Κάποια αύξηση υπάρχει στήν 'Ιαπωνία, στή Φινλανδία, στή Γαλλία, στή Νορβηγία καί στή Γιουγκοσλαβία. Στασιμότητα ή μικρή αύξηση στίς « άναπτυγμένες χώρες», γεννήσεις καί θάνατοι στίς «υπανάπτυκτες». 'Ιδού τό «ισοζύγιο» τής νεωτερικής βαρβαρότητας.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
Κατά το μαρξισμό, τό οικολογικό δέν περιορίζεται στή φθορά τής φύσης. "Ως εδώ αναφερθήκαμε κυρίως στή φθορά τών ανθρώπων — τής έργατικής τάξης, τών φτωχών καί τών λαϊκών στρωμάτων τού Τρίτου Κόσμου. *Ας προχωρήσουμε τώρα καί στό πρόβλημα τού φυσικού περιβάλλοντος, τού «ανόργανου σώματος τού άνθρώπου», κατά τόν Μάρξ. Μιά πλευρά τού προβλήματος άφορά τήν κατασπατάληση καί τήν έξάντληση τών φυσικών άποθεμάτων. Τού άνθρακα, τού πετρελαίου, τών μεταλλευμάτων, τού καθαρού νερού καί άπλώς τού νερού, τών έδαφών πού διαβρώνονται καί ξεπλένονται, τών δασών πού κόβονται ή καταστρέφονται άπό τήν όξινη βροχή. Ό άστικός βιομηχανικός πολιτισμός κατόρθωσε, ούσιαστικά σέ έναν αιώνα, νά κατασπαταλήσει τά φυσικά άποθέματα γιά παραγωγή έμπορευμάτων καί πολεμικών υλικών. 'Αλλά ή κατάσταση αύτή δέν θέτει μόνο τό μακροπρόθεσμο πρόβλημα τής έπιβίωσης τού πληθυσμού τού πλανήτη. Δημιουργεί έπίσης προβλήματα τά όποια έντείνουν τ ή δυαδική καταστροφή τής φύσης καί τού άνθρώπου. "Ενα παράδειγμα: Τό πετρέλαιο τών ΗΠΑ τελειώνει σέ δέκα περίπου χρόνια. Τί θά άπογίνει, λοιπόν, μιά οικονομία στηριγμένη στό πετρέλαιο; Ή άπάντηση έχει ήδη δοθεί. Ή περιοχή τής Μέσης 'Ανατολής διαθέτει τό 60% τών παγκόσμιων άποθεμάτων πετρελαίου. Ό Πόλεμος τού Κόλπου ήταν ή πρώτη πράξη τών ΗΠΑ, ύπό τήν έγκριση τού OHE, πού άποσκοπούσε στόν έλεγχο αυτών τών τεράστιων ένεργειακών άποθεμάτων. Συνέπειες : 200.000 νεκροί ( Ι ρακινοί) καί άνυπολόγιστη οικολογική καταστροφή (πετρελαϊκός, κατά τό πυρηνικός, χειμώνας ) άπό τό κάψιμο τών πετρελαιοπηγών καί άπό τ ή μόλυνση τής θάλασσας άπό πετρέλαιο, ραδιενέργεια άπό τούς πυραύλους. 'Ακολούθησε ή καταστροφή τής Γιουγκοσλαβίας, ό πόλεμος κατά τών λαών τού 'Αφγανιστάν καί ό πρόσφατος πόλεμος κατά τού 'Ιράκ, γιά τήν «καταπολέμηση τής τρομοκρατίας » , δηλαδή ύπέρ τών πετρελαίων καί τής παγκόσμιας ήγεμονίας τών ΗΠΑ. Ή Γ ή είναι ένας μικρός πλανήτης. 'Αλλά δέν πρόκειται μόνο γιά τήν έξάντληση τών περιορισμένων άποθεμάτων. Ή ήλιακή ένέρ-
ι338
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γεια ή αποθηκευμένη στον άνθρακα καί στούς υδρογονάνθρακες ( πετρέλαιο καί φυσικό αέριο ) υποβαθμίζεται μέ τήν καύση τών ορυκτών καυσίμων. Ή παρούσα μορφή οικονομικής δραστηριότητας έχει ώς συνέπεια τήν αύξηση τής « έντροπίας » τού πλανήτη μέσω μή αντιστρεπτών ένεργειακών μετασχηματισμών, τ ή μή άνανεώσιμη χρήση τών ένεργειακών άποθεμάτων. Ή άνθρωπογενής μόλυνση τού περιβάλλοντος άπό τό διοξίδιο καί τό μονοξίδιο τού άνθρακα, τά όξίδια τού άζώτου καί τού θείου, τήν άμμωνία, τά βαρέα μέταλλα, τά τοξικά καί τά ραδιενεργά άπόβλητα, τά άπόβλητα τής χημικής βιομηχανίας κλπ., κλπ., τείνει νά δημιουργήσει, μέσω μή άντιστρέψιμων διαδικασιών, ένα περιβάλλον έχθρικό πρός τίς σημερινές μορφές ζωής. Πιό συγκεκριμένα: Πριν άπό δεκαπέντε χρόνια οί βιομηχανίες (καύσεις κ λ π . ) ξαπόστελναν στήν άτμόσφαιρα περίπου 7 δισ. τόνους άνθρακα. Σ έ είκοσι χρόνια, άν συνεχιστεί ή ίδια κατάσταση, θά φτάσουμε τούς 10 δισ. τόνους. Ά λ λ ά έκτός άπό τό μονοξίδιο καί τό διοξίδιο τού άνθρακα, οί καύσεις τών ορυκτών καυσίμων δημιουργούν καί άλλα έπιβλαβή ή καί δηλητηριώδη άέρια, όπως όξίδια τού θείου καί τού άζώτου, αιθάλη, καπνό κλπ., χημικές ένώσεις βλαβερές τόσο γιά τόν άνθρωπο όσο καί γιά τά διάφορα οικοσυστήματα. Βεβαίως προγραμματίζεται ή μείωση τού ρυθμιού αύξησης τού διοξιδίου τού άνθρακα. Ά λ λ ά : Πρώτον, ή ποσότητά του συνεχίζει νά αύξάνει στίς «άναπτυγμενες χώρες», έστω καί μέ χαμηλότερους ρυθμούς, καί έπιπλέον οί ρυθμοί θά αύξάνονται στίς άναπτυσσόμενες χώρες. Φυσικά δέν είναι μόνο τά άέρια πού προκύπτουν άπό τίς καύσεις. "Οπως είναι γνωστό, ή ευρεία χρήση χλωροφθορανθράκων καταστρέφει τό στρώμα τού όζοντος μέ τίς γνωστές συνέπειες. Β ε βαίως, μετά τό συναγερμό καί τίς σχετικές συμφωνίες, ύπήρξε μαά σημαντική μείωση: άπό 1,26 εκατομμύρια τόνους τό 1988, φτάσαμε στούς 295.000 τό 1994 ( μείωση περίπου 7 7 % ) . Ά λ λ ά φυσικά τό πρόβλημα δέν έχει λυθεί. "Ομως, δπως είναι γνωστό, ή άτμόσφαιρα δέν είναι παθητικός άποδέκτης τού διοξιδίου τού άνθρακα. Τά δάση, γενικότερα τά φυτά πού έχουν χλωροφύλλη, δεσμεύουν τόν άνθρακα καί άποδίδουν τό
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
339
οξυγόνο. Έ π ί σ η ς , οί ωκεανοί άπορροφοϋν κολοσσιαίες ποσότητες άνθρακα. Τά δάση καί οί ωκεανοί τοΰ βορείου ήμισφαιρίου, π.χ., άπορροφοϋν 1,5 δισ. τόνους άνθρακα ετησίως. Ά λ λ ά , πρώτον, ή ποσότητα που μεταβολίζεται είναι πολύ μικρότερη άπό τήν «παραγόμενη » καί, δεύτερον, ή μείωση τών δασών καί ή μόλυνση τών θαλασσών μειώνουν τήν ποσότητα τοΰ μεταβολιζόμενου διοξιδίου τοΰ άνθρακα. Καί, σύμφωνα μέ τά υπάρχοντα στοιχεία, δέν πρόκειται γιά άσήμαντη άλλοίωση τής λειτουργίας τών ώκεανών. Μιά περιοχή τοΰ Ειρηνικού, π.χ., έκτασης 130.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων (όσο ή Ε λ λ ά δ α ) έχασε τό 8 0 % τού φυτοπλαγκτοΰ της άπό τήν αύξηση τής θερμοκρασίας τοΰ νεροΰ. Πράγματι, όπως είναι γνωστό, τό διοξίδιο τοΰ άνθρακα άπορροφά τήν άκτινοβολούμενη ένέργεια (μεγαλύτερου μήκους κύματος) άπό τ ή γ ή , προκαλώντας αύξηση τής θερμοκρασίας τής άτμόσφαιρας καί τό περίφημο φαινόμενο τοΰ θερμοκηπίου. Ή όμάδα τού OHE Intergovernmental Panel on Climate Change (iPCC) έκτιμά ότι μέχρι τό 2050 θά υπάρξει μιά αύξηση τής θερμοκρασίας τής τάξης τού 1,5 έως 4,5 βαθμών Κελσίου, άν ή ποσότητα τού διοξιδίου τοΰ άνθρακα διπλασιαστεί σέ σχέση μέ τήν ποσότητα τής προβιομηχανικής έποχής. Σύμφωνα μέ άλλους υπολογισμούς, τό 2100 ή αύξηση τής θερμοκρασίας θά είναι μόνο τό 5 0 - 7 0 % άπό αύτή πού υπολογίστηκε γιά τό 2050, έπειδή οί ώκεανοί μειώνουν τήν αύξηση τής άτμοσφαιρικής θερμοκρασίας. Οί προβλεπόμενες συνέπειες θά είναι ή αύξηση τής στάθμης τών ύδάτων τών ώκεανών, άλλαγή τών κ λ ι ματολογικών συνθηκών, κάλυψη άπό τ ή θάλασσα παραθαλάσσιων περιοχών καί νησιών κλπ. Γιά νά σταθεροποιηθεί τό έπίπεδο τού διοξιδίου τοΰ άνθρακα στήν άτμόσφαιρα, άπαιτεΐται μείωση τών έκπομπών κατά 6 0 % . 1 ΓΙοιός διεθνής οργανισμός θά επιβάλει αύτή τ ή μείωση, κατανικώντας τίς άντιδράσεις βιομηχανιών καί κυβερνήσεων καί κυρίως τών Η Π Α ; Ανάλογες είναι οί έπιδράσεις τής μόλυνσης τών θαλασσών καί τών ώκεανών. Κάθε χρόνο χύνονται στις θάλασσες 4 δισ. κιλά ύδρο1. Βλ.Lovejoy,Science and Society, 60, 1996.
ι341
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
γονάνθρακες και 20 δισ. κιλά απορρίμματα. Τά βαρέα μέταλλα είναι ιδιαίτερα καταστροφικά γιά τίς μορφές ζωής τής θάλασσας (καί τους καταναλωτές τους ). Βαρέα μέταλλα, λιπάσματα, χημικά άπόβλητα, έντομοκτόνα, παρασιτοκτόνα δηλητηριάζουν τίς μορφές ζωής, δημιουργούν ευτροφισμό, καταστρέφουν τό πλαγκτόν. Φυσικά δέν πρόκειται μόνο γιά τ ή μόλυνση τής θάλασσας καί τών ώκεανών. "Ηδη έχει έμφανιστεϊ τό πρόβλημα τής έπάρκειας τών υδάτινων πόρων. Πράγματι, ή χρήση νεροϋ ΰπερτριπλασιάστηκε άπό τό 1950. Τό 6 5 % καταναλώνεται τώρα άπό τ ή γεωργία, τό 2 5 % άπό τ ή βιομηχανία καί τό 10% άπό οικιακές χρήσεις. Ή διαταραχή του υδρολογικού κύκλου είναι πλέον γεγονός, θ ά ήταν μήπως δυνατόν νά μειωθούν οί ποσότητες που καταναλώνει ή γεωργία; Σήμερα οί άρδεύσιμες εκτάσεις άντιπροσωπεύουν περίπου τό 16% τής καλλιεργούμενης γής καί παράγουν τό 4 0 % τής παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων. "Αν, συνεπώς, λάβουμε υπόψη ότι στά επόμενα τριάντα χρόνια ό πληθυσμός τής γής θά αυξηθεί κατά 2,5 περίπου δισ. άτομα, τότε πώς είναι δυνατόν νά μειωθεί ή παραγωγή τροφίμων ; Σ τ ό έρώτημα αυτό θά έπανέλθουμε. Έ π ί τοϋ παρόντος, ογδόντα χώρες ή τό 4 0 % τοϋ πληθυσμού τής γής πάσχουν άπό χρόνιες έλλείψεις νεροϋ. Περιοχές όπως οί 'Ινδίες, ή Β . Κίνα, τό 'Ισραήλ, ή Νότια 'Ασία, τό Μεξικό, οί Η ΠΑ κλπ. ύπερκαταναλώνουν νερό, μέ άποτέλεσμα τ ή μείωση τών υδάτινων άποθεμάτων ή καί τήν άντληση υφάλμυρου νεροϋ, μέ δ,τι αυτό συνεπάγεται γιά τ ή γεωργία. Όρισμένα στοιχεία άπό τίς οικολογικές καταστροφές που συνεπάγεται ή υπερκατανάλωση νεροϋ σέ συνδυασμό μέ τ ή χ η μική μόλυνση : Στήν Καλιφόρνια ή υπερεκμετάλλευση έχει καταστρέψει μεγάλο μέρος τών υδατικών συστημάτων καί τών μορφών τής ζωής. Τό 9 5 % τών ϋγρότοπων έχει χαθεί. Στόν ποταμό Κολούμπια ή άλίευση σολομού καί πέστροφας τείνει στό μηδέν (άπό 19.000 τόνους τό 1880 έχει πέσει στούς 50 τόνους τό 1980), ένώ ό άσημένιος σολομός έχει σχεδόν έξαφανιστεΐ άπό τόν Ειρηνικό. Σ τ ή Βόρεια 'Αμερική τό 70% περίπου τών οστρακοειδών τού γλυκού νεροϋ έχει έξαφανιστεΐ ή τείνει νά έξαφανιστεΐ. Ά π ό τήν άλλη πλευρά, ή μανία τών μεγάλων έργων, ή άνυπαρξία κοινωνικού έλέγχου
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
και ή περιφρόνηση τών οικολογικών και φυσικών ισορροπιών έχουν προκαλέσει άνυπολόγιστες καταστροφές στήν πρώην Σοβιετική Ένωση. "Ενα μόνο παράδειγμα : Ή ροή τών ποταμών στή λίμνη Άράλη ήταν τής τάξης τών 60 δισ. κυβικών μέτρων τό χρόνο. Τό 1990 ειχε πέσει, έξαιτίας τών έκτροπών τών ποταμών, στά 5 δισ. Αποτέλεσμα : 20 άπό τά 24 είδη ψαριών τής λίμνης έχουν έξαφανιστεΐ. Είναι, έξαλλου, γνωστές οί φοβερές καταστροφές, ή άποξήρανση λιμνών καί ή έρήμωση περιοχών στήν Κεντρική 'Ασία, λόγω τών κολοσσιαίων ποσοτήτων νεροϋ που άπαιτοΰσαν οί μονοκαλλιέργειες (βαμβακιού κ λ π . ) . Τά φράγματα, τέλος -στόν πλανήτη υπάρχουν 38.000 μεγάλα φράγματα καί άναρίθμητα μικρά-, έκτός άπό τίς διαταραχές στήν ισορροπία τοΰ περιβάλλοντος, προκαλούν τ ή μείωση ή τήν έξαφάνιση ψαριών καί άλλων ποτάμιων μορφών ζωής. Πολλοί προβλέπουν ότι οί πόλεμοι στό μέλλον θά είναι πόλεμοι γιά τό νερό. 'Αλλά δέν έχουμε άνάγκη άπό μελλοντολόγους : Ή σύγκρουση 'Ισραηλινών καί Παλαιστινίων δέν άφορά μόνο τ ή γή, άλλά καί τόν 'Ιορδάνη. Καί ήδη είναι γνωστή ή ένταση άνάμεσα στήν Τουρκία, τό 'Ιράκ καί τό 'Ιράν γιά τ ή χρήση τών υδάτων τού Τίγρη καί τού Εύφράτη. Έξάντληση καί μόλυνση τών υδάτινων άποθεμάτων. 'Απώλεια γόνιμου έδάφους πού διαβρώνεται καί χάνεται έξαιτίας τής άποψίλωσης, τών καταρρακτωδών βροχών καί τών πυρκαγιών. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο χάνονται, σέ ολόκληρο τόν πλανήτη, 26 δισ. τόνοι έπιφανειακού έδάφους. Ή χώρα μας ίσως κατέχει κάποια προνομιούχα θέση καί ώς πρός αύτό. 'Αντίστοιχη είναι καί ή μείωση τών πληθυσμών ή καί ή έξαφάνιση φυτικών καί ζωικών ειδών, λόγω τής καταστροφής τών δασών, τής μόλυνσης τών έδαφών καί τών νερών καί τής άτμοσφαιρικής ρύπανσης. Σήμερα είναι γνωστά 248.000 είδη φυτών καί 1.032.000 είδη ζώων. Σύμφωνα μέ όρισμένους υπολογισμούς, μέχρι τό 2000 θά ειχε έξαφανιστεϊ τό Ά τών φυτικών ειδών. Ή καταστροφική αύτή πορεία οφείλεται σέ πολλά αίτια. Σημειώσαμε ήδη ορισμένα, θ ά προσθέσουμε κι άλλα. Ή χρήση ζιζανιοκτόνων, φυτοφαρμάκων, έν-
34»
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΛΛ£ΚΤΙΚΗΣ
τομοκτόνων, κλπ., έχει ώς άποτέλεσμα τ ή μόλυνση και τοϋ εδάφους και τοϋ νερού. Στίς ΗΠΑ, π.χ., τό 1995, διαπιστώθηκε ή παρουσία ζιζανιοκτόνων στό πόσιμο νερό στίς 28 άπό τίς 29 πόλεις που έγινε έλεγχος. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο δηλητηριάζονται 3-25 έκατομμύρια άτομα άπό φυτοφάρμακα. Στήν Κίνα πέθαναν τό 1993 10.000 άγρότες άπό τέτοιες δηλητηριάσεις. 'Αντίστροφα, υπολογίζεται ότι πάνω άπό 500 είδη έντόμων καί ποντικών έχουν γίνει άνθεκτικά στά φυτοφάρμακα. Φαϋλος κύκλος : αύξηση τών δόσεων, αύξηση τών καταστροφών, άλλά καί τής έμφάνισης άνθεκτικών βλαβερών ειδών ( τ ό Γδιο συμβαίνει καί μέ τά άντιβιοτικά). " Ε τ σ ι έπανεμφανίζονται ή έλονοσία, ή φυματίωση, ή χολέρα καί άλλες άσθένειες πού είχαν σχεδόν έξαφανιστεΐ. Λύση ; 'Ορισμένες χώρες πήραν μέτρα ώστε νά περιοριστεί ή χρήση φυτοφαρμάκων κλπ. Σ τ ή Σουηδία, π.χ., μεταξύ 1986 καί 1991 ή χρήση τους περιορίστηκε κατά 5 0 % , ένώ οί βαμβακοπαραγωγοί τοϋ Τέξας μείωσαν άπό τό 1966 τ ή χρήση τους κατά 90%. Ά λ λ ά μιά ριζική άντιμετώπιση θά άπαιτούσε έναλλαγή καλλιεργειών, ποικιλία καλλιεργειών, βιολογικές μεθόδους, «ολοκληρωμένη καταπολέμηση » . Τέτοιες μέθοδοι είναι άσύμφορες σέ έναν κόσμο πού ή πορεία του καθορίζεται άπό τήν οικονομική άνταγωνιστικότητα καί πού οί κατευθύνσεις τής γεωργίας καθορίζονται άπό υπερεθνικούς οργανισμούς, όργανα τών ΗΠΑ καί ώς ένα βαθμό τών άλλων μητροπόλεων τού καπιταλισμού. Τέλος, θά έπρεπε νά προσθέσουμε άλλον έναν παράγοντα καταστροφής δασών καί μόλυνσης : τ ή βιομηχανία χαρτιού. Υπολογίζεται ότι γιά τήν παραγωγή χαρτιού "καταστρέφονται κάθε χρόνο 4 δισ. δέντρα. "Οτι ρίχνονται στό περιβάλλον 950.000.000 λίτρα όργανοχλωριωμένων ένώσεων, 100.000.000 λίτρα διοξιδίου τού θείου καί 20.000.000 λίτρα χλωροφορμίου. Ή άνακύκλωση τοϋ χαρτιού θά μειώσει τίς καταστροφές (στίς ΗΠΑ, π.χ., ύπολογιζόταν ότι στό τέλος τής δεκαετίας τοϋ '90 θά άνακυκλωνόταν τό 5 0 % τοϋ παραγόμενου χαρτιού ), άλλά δέν θά λύσει τό πρόβλημα : Ή άδηφάγα διαφήμιση καί ή άδιάκοπη αύξηση τών σελίδων τών άποβλακωτικών έφημερίδων ύπονομεύουν αύτή τήν προσπάθεια.
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
343
Ή προηγούμενη εικόνα είναι συνολικά σκοτεινή. Παρά τήν ύπαρξη κάποιων άνασταλτικών μέτρων και τάσεων, ή πορεία τοϋ σημερινού κόσμου δέν άφήνει, έπί τού παρόντος τουλάχιστον, πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Μιά οικολογική καταστροφή, άποτέλεσμα τών παραγόντων πού σκιαγραφήσαμε, δέν μπορεί νά άποκλειστεΐ. Ε ν τούτοις, υπάρχουν όχι μόνο οικολόγοι άλλά καί μαρξιστές οί όποιοι άπορρίπτουν αύτή τήν άπαισιόδοξη προοπτική. Ό D. Boucher, π.χ., θεωρεί τήν ιδέα τής οικολογικής καταστροφής επιστημονικά μή βάσιμη καί υποστηρίζει ότι έχει άντιδραστικές καί οπισθοδρομικές πολιτικές συνέπειες. Ή ιδέα τού τέλους τού κόσμου, γράφει, έχει γίνει κοινή σέ γραπτά μαρξιστών. Ά λ λ ά , κατά τόν Boucher, ή ιδέα αύτή είναι λανθασμένη καί ό ίδιος διατυπώνει μιά σειρά άντίθετα έπιχειρήματα : Υ π ά ρ χ ε ι χάσμα άνάμεσα στίς καταστροφολογικές προβλέψεις καί τόν τρόπο μέ τόν όποιο λειτουργούν τά οικοσυστήματα. Υπάρχουν βιβλία πού υποστηρίζουν ότι ή κατάσταση τού περιβάλλοντος βελτιώθηκε - ό Γδιος υποστηρίζει ότι βελτιώθηκε καί ταυτόχρονα χειροτέρευσε. " Ο τ ι φιλελεύθεροι καί « άντιδραστικοί » χρησιμοποιούν τέτοια έπιχειρήματα έναντίον τής σοσιαλιστικής προοπτικής. "Οτι συνολικά ή καταστροφολογία είναι πολιτικά έπικίνδυνη, έμπειρικά μή άποδεδειγμένη καί φιλοσοφικά άσθενής. Τό έπιχείρημα ότι ή βιόσφαιρα ολόκληρη θά καταρρεύσει είναι έπιστημονικά άβάσιμο. 1 Είναι γεγονός ότι συντηρητικοί κύκλοι, πολιτικοί καί θρησκευτικοί, χρησιμοποιούν τό οικολογικό πρόβλημα γιά νά στηρίξουν συντηρητικές πολιτικές ή καί φιλοσοφικές άντιλήψεις. Ά λ λ ά τό γεγονός ότι ή τεχνολογική άνάπτυξη θεωρείται άρνητικός παράγων άπό τέτοιους κύκλους δέν θά πρέπει νά μάς όδηγήσει, όπως έγινε συχνά στό παρελθόν, στήν άκριτη άποδοχή τής έπιστημονικής καί τής τεχνολογικής άνάπτυξης. Τί δυνατότητα καί τί διεξόδους θά μπορούσε, συνεπώς, νά φανταστεί κανείς άπό τήν άποψη τής μαρξιστικής άντίληψης τών προβλημάτων καί με προοπτική τόν σοσιαλιστικό μετασχηματισμό τών σημερινών κοινωνιών; ( Ή κατάρ1. Βλ. Lovejoy, Science and Society, 60, 1996.
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ι344
ρεύση τοΰ « κρατικού σοσιαλισμού » δεν κάνει λιγότερο άναγκαΐο και επίκαιρο τό σοσιαλισμό. ) 4.
"Ορια καί
δυνατότητες
Σημειώσαμε ήδη τό γεγονός ότι ή γεωργική παραγωγή έχει περάσει, κατά τό μεγαλύτερο ποσοστό της, άπό τήν απλή έμπορευματική στή γενικευμένη έμπορευματική παραγωγή. Ή γενικευμένη χρήση μηχανημάτων καί χημικών, οί μονοκαλλιέργειες καί ή έξαντλητική χρήση τής γής οδήγησαν στήν κατάσταση πού σκιαγραφήσαμε. Ή κυριαρχία τού κεφαλαίου στήν ύπαιθρο, έξάλλου, συνεπάγεται τ ή συγκέντρωση τής γής καί τήν καταστροφή τών μικρών οικογενειακών καλλιεργειών. Τέλος, ή έξάρτηση τών άγροτών άπό τά πιστωτικά ιδρύματα, τίς έταιρεΐες παραγωγής σπόρων καί τούς διεθνείς οργανισμούς πού καθορίζουν τήν παραγωγή, τό διεθνές έμπόριο καί τίς τιμές ( Εύρωπάΐκή "Ενωση, ΓΚΑΤΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ λ π . ) , όλ'αύτά καθορίζουν τό είδος τών καλλιεργειών, έντείνουν τόν άνταγωνισμό καί, συνακόλουθα, τήν έξάντληση καί τήν υποβάθμιση τού φυσικού περιβάλλοντος. Ή αισιοδοξία τών ιδεολόγων τής άνερχόμενης άστικής τάξης έχει πρό πολλού έξατμιστεΐ μπροστά στις άντιφάσεις τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. "Ας έπιμείνουμε όμως στή σημερινή κατάσταση. "Οπως άναφέρει ό Λ. Μπράουν, άπό τό 1950 έχουν τριπλασιαστεί οί παγκόσμιες άνάγκες σέ δημητριακά καθώς καί σέ κτηνοτροφικά προϊόντα, ένώ ή κατανάλωση αλιευμάτων έχει τετραπλασιαστεΐ. 'Αντίστοιχα τριπλασιάστηκε ή χρήση νερού καί τετραπλασιάστηκε ή καύση ορυκτών καυσίμων καί οί έκπομπές άνθρακα.1 Έ ν τώ μεταξύ, ό πληθυσμός τής γής, άπό 5,7 δισ. πού είναι σήμερα, θά φτάσει, σύμφωνα μέ ορισμένες προβλέψεις, τά 8 δισ. τό 2020. Ό άστικός πληθυσμός θά άντιπροσωπεύει τότε περίπου τό 60% τού πληθυσμού τής γής. Ή αύξηση τροφίμων κατά τά τελευταία 25 έτη ηταν τής τά1. Βλ. το άρθρο τού Λ. Μπράουν στο Ή χατόαταση τού πλανήτη, ο.τζ.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
ξης τοϋ 64% στις «αναπτυγμένες » χώρες καί τοϋ 100% στίς αναπτυσσόμενες, άλλά ή πείνα ενδημεί στόν πλανήτη. Καί πώς θά είναι δυνατόν νά καλυφθούν οί αυξανόμενες άνάγκες στίς έπόμενες δεκαετίες ; Πράγματι, ή καμπύλη ζήτησης τροφίμων είναι άνοδική. Ή ζήτηση άρχίζει, όπως τονίζει ό Μπράουν, νά ύπερβαίνει τίς ικανότητες τών φυσικών συστημάτων ζωής, έξαιτίας τής μείωσης τών άποδόσεων τών καλλιεργειών, τής μείωσης τών δασών, τής πτώσης τού υδροφόρου ορίζοντα κλπ. "Ενα μόνο παράδειγμα : "Ηδη άπό τό 1989 όλοι οί ώκεάνιοι ίχθυότοποι ύφίστανται άλίευση τοϋ μέγιστου παραγωγικού δυναμικού τους. Οί 13 άπό τούς 15 σημαντικότερους βρίσκονται ήδη σέ ύφεση. Ή τραγική κατάσταση τής Μεσογείου μας είναι περισσότερο γνωστή, καθώς καί τό γεγονός ότι οί εύφορες γαίες τής Ευρώπης, πού έπί αιώνες διατήρησαν τ ή γονιμότητα τους χάρη στίς άπλές καί σοφές μεθόδους τής οικιακής γεωργίας, έχουν ήδη υποβαθμιστεί άπό τίς μονοκαλλιέργειες καί τήν άλόγιστη χρήση λιπασμάτων καί γεωργικών φαρμάκων. "Ας έπιμείνουμε στό πρόβλημα τών σιτηρών, τά όποια καλύπτουν περισσότερο άπό τό 50% τών άναγκών τού παγκόσμιου πληθυσμού σέ θερμίδες. Έ παγκόσμια παραγωγή σιτηρών αύξήθηκε, άπό 600 έκατ. τόνους τό 1950 σέ 1.800 έκατ. τό 1990. Εντούτοις, άπό τό 1990 δέν αύξήθηκε ή παραγωγή σιτηρών, ένώ ό παγκόσμιος πληθυσμός αύξάνεται κατά 90 έκατ. κ α τ ' έ τ ο ς , καί γιά τό λόγο αύτό άπαιτεΐται αύξηση τών δημητριακών κατά 28 έκατ. τόνους. "Ηδη ή καλλιεργήσιμη γιά δημητριακά γή έχει μειωθεί άπό 7.320 έκατ. στρέμματα τό 1981 σέ 6.690 έκατ. τό 1995, έξαιτίας τής άπώλειας καλλιεργήσιμης γής άπό διάβρωση κλπ. στίς ΗΠΑ, στήν πρώην Σοβιετική "Ενωση καί τήν 'Ασία. Ή παραγωγή σιτηρών τό 1980 πλησίαζε τά 350 κιλά κατά κεφαλήν, ένώ τό 1990 μόλις ξεπερνούσε τά 310 καί τείνει νά πέσει κάτω άπό τά 300. Έ ν τω μεταξύ, έκτός άπό τ ή μείωση τών καλλιεργούμενων έκτάσεων, άπό τό πρώτο μισό τής δεκαετίας τού '90 ή άπόδοση κατά στρέμμα είναι πρακτικά στάσιμη, ένώ ή αύξηση τής λίπανσης δίνει πενιχρά άποτελέσματα. Φαίνεται ότι ή χρήση λιπασμάτων έχει φτάσει σέ όριακό σημείο. Πράγματι, ή ποσότητα τών χρησιμοποιούμενων λιπασμάτων άπό 14 έκατ.
ι346
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τόνους τό 1950 έφτασε στούς 146 εκατ. τόνους. Ό δεκαπλασιασμός τών λιπασμάτων ειχε ώς άποτέλεσμα μόνο τόν τριπλασιασμό τής ποσότητας τών δημητριακών. "Εκτοτε ύπήρξε στασιμότητα. Τά τελευταία πενήντα χρόνια διπλασιάστηκε ό πληθυσμός τοϋ πλανήτη. Ή αύξηση τών τροφίμων ήταν περίπου άνάλογη. Ά λ λ ά οί έκτεταμένες ζώνες φτώχειας καί πείνας πού διατηρούνται άκόμα ή δημιουργήθηκαν πρόσφατα, οφείλονται κατά βάση σέ πολιτικά αίτια (νεοαποικισμός, κατάλοιπα φεουδαρχίας, πόλεμοι, δικτατορίες) καί όχι στήν έξάντληση τών δυνατοτήτων τής γεωργίας. Τό γεγονός αύτό έτρεφε τήν αισιόδοξη προοπτική γιά τό ότι μιά άπεριόριστη ( ή περίπου ) άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων θά ήταν δυνατή ! Τήν αισιοδοξία αύτή τ ή συμμερίζονταν καί οί μαρξιστές, ή προπαντός οί μαρξιστές, οί όποιοι θεμελίωναν τ ή δυνατότητα τής σοσιαλιστικής κοινωνίας άκριβώς σ'αύτή τήν άντίληψη τοϋ άστικού έπιστημονιόμού. Είναι όμως βάσιμη μιά τέτοια αισιοδοξία; Ή γη είναι ένας μικρός πλανήτης καί τά φυσικά άποθέματα (άνθρακας, ύδρογονάνθρακας, μεταλλεύματα, ξυλεία, νερό, κλπ. ) δέν είναι διόλου άπεριόριστα. Βεβαίως ή έπιστήμη θά κατορθώσει νά άξιοποιεΐ στό μέλλον πρώτες ύλες πού σήμερα θεωρούνται άχρηστες. Ά λ λ ά είναι δυνατόν νά έλπίσουμε ότι θά άνακαλύπτονται συνεχώς νέες πηγές ένέργειας καί νέες πρώτες ύλες ; Έ π ί τού παρόντος φαίνεται ότι, μετά άπό διακόσια περίπου χρόνια άλόγιστης σπατάλης τών φυσικών άποθεμάτων, ή άνθρωπότητα τείνει πρός κάποιο οριακό σημείο. Μήπως λοιπόν ό αίδεσιμότατος Μάλθους θά έκδικηθεϊ, έστω καί μετά θάνατον, τόν Κάρλ Μάρξ ; Μήπως ή ταχύτερη αύξηση τοϋ πληθυσμού σέ σχέση μέ τά τρόφιμα και τίς άναγκαΐες πρώτες ύλες θά άντιμετωπιστεΐ μέ πολέμους καί μέ λοιμούς, ή έστω μέ έναν δραστικό έλεγχο τών γεννήσεων; Είναι γεγονός ότι τά φυσικά άποθέματα δέν είναι άπεριόριστα. Ά λ λ ά ή σημερινή πείνα καί ή φτώχεια όφείλονται κυρίως σέ άλλα αίτια. Ή γή, π.χ., μέ μιά όρθολογική-έπιστημονική έκμετάλλευση μπορεί νά διαθρέψει πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό άπό τόν σημερινό. Ε π ί σ η ς τό ένεργειακό πρόβλημα θά μπορούσε νά άντιμετωπιστεϊ μέ
Ο ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
347
τήν αξιοποίηση τών ανανεώσιμων πηγών ένέργειας καί ένδεχομένως μέ τήν πυρηνική σύντηξη, ή όποία, σέ άντίθεση μέ τήν πυρηνική σχάση, ούσιαστικά δέν μολύνει τό περιβάλλον, τουλάχιστον γιά μιά πρακτικά μακρά περίοδο. Ά λ λ ά είναι δυνατόν νά έπιβιώσει ή άνθρωπότητα άν συνεχίζει νά εφαρμόζει τό σημερινό πρότυπο ζωής, πού συνεπάγεται τήν καταλήστευση καί τήν έξάντληση τών φυσικών άποθεμάτων, μαζί καί τ ή μόλυνση τοϋ φυσικού περιβάλλοντος ; Καί ό άνθρωπος, βιοψυχική οντότητα, είναι δυνατόν νά διατηρήσει τ ή βιολογική καί τήν ψυχική υγεία του σέ συνθήκες άφύσικες, όπως αύτές πού έπικρατοϋν στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις ; Δέν υπάρχει γενική συμφωνία ώς πρός τούς ρυθμούς αύξησης τοϋ πληθυσμού τής γής. Σ τ ί ς « άναπτυγμένες » χώρες, όπως σημειώσαμε ήδη, έχουμε μείωση τοϋ ρυθμού αύξησης, στασιμότητα ή καί μείωση τού πληθυσμού. Σ τ ή ν Κίνα λαμβάνονται δρακόντεια μέτρα γιά τόν περιορισμό τών γεννήσεων. Μιλήσαμε γιά τήν τραγική μοίρα τών κοριτσιών στίς Ινδίες. Σ τ ή ν Κεράλα, άντίθετα, όπου κυβερνούν οί κομμουνιστές, τό πληθυσμιακό άντιμετωπίζεται μέ τήν έκπαίδευση, τ ή δημόσια υγεία καί τήν ισότητα τών γυναικών. Έ ν πάση περιπτώσει, σύμφωνα μέ τούς υπολογισμούς τών Ηνωμένων Ε θ ν ώ ν καί τής Παγκόσμιας Τράπεζας, ό πληθυσμός τής γής στά τέλη τοϋ 21ου αιώνα θά είναι διπλάσιος ή καί τριπλάσιος άπό τό σημερινό. Σ ύ μ φωνα μέ άλλους υπολογισμούς, ό πληθυσμός τής γής τό 2050 θά έχει φτάσει τά 10 δισ. 1 Πού θά βρεθούν τρόφιμα, ένέργεια καί πρώτες ίίλες γιά μιά άξιοπρεπή διαβίωση αύτοϋ τοϋ πληθυσμού; Γ ι ά νά άντιμετωπιστοϋν οί μελλοντικές άνάγκες, πρέπει ή παραγωγή τροφίμων νά τριπλασιαστεί μέχρι τό 2050. Ά λ λ ά άπό τά προηγούμενα στοιχεία προκύπτει ότι ή παραγωγή τροφίμων, με τίς σημερινές μεθόδους, στίς σημερινές συνθήκες καί μέ τις σημερινές διεθνείς σχέσεις, τείνει νά φτάσει σέ κάποιο όριο. Τό πρόβλημα τής διατροφής άπαιτεΐ, συνεπώς, ριζικές άλλαγές όχι μόνο στό έπίπεδο τής τεχνολογίας, άλλά προπαντός στίς σχέσεις ιδιοκτησίας καί στίς διεθνείς σχέσεις. Ή γ ή μπορεί νά παράγει πολύ περισσότερα τρόφι1. Βλ. Lovejoy, Science and Society, 60, 1996.
348
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΛΛεΚΤΙΚΗΣ
μα με κατάλληλη αξιοποίηση άκαλλιέργητων γαιών, με ποικιλία καλλιεργειών, μέ βιολογικές καλλιέργειες καί μέ ορθολογική χρήση τών έπιστημονικών μεθόδων καί προϊόντων. Ή Ασία, ή 'Αφρική και ή Λατινική 'Αμερική έχουν άκόμα τεράστιες δυνατότητες γεωργικής άνάπτυξης. 'Αντίστοιχα, τό πρόβλημα τοϋ καθαροϋ νερού μπορεί νά άντιμετωπιστεΐ μέ τό σεβασμό τής φύσης ( λιγότερα χημικά, έλεγχος τών ρυπογόνων βιομηχανιών) καί μέ άνάπτυξη καλλιεργειών πού άπαιτούν λιγότερο νερό. 'Αλλά ή κατάσταση καί σέ σχέση μέ τίς υπόλοιπες πρώτες ύλες δέν είναι ρόδινη. Υπολογίζεται, π.χ., ότι τά άποθέματα τών μεταλλευμάτων έπαρκοϋν γιά έναν περίπου αιώνα. 'Αλλά ένας αιώνας είναι ένα μηδαμινό χρονικό διάστημα. Ό άνθρακας, άντίστοιχα, υπολογίζεται ότι έπαρκεϊ γιά διακόσια χρόνια, μέ τούς σημερινούς ρυθμούς έξόρυξης. ( Ή άξιοποιήσιμη ποσότητα υπολογίζεται σέ ένα τρισ. τόνους καί άντιστοιχεΐ σέ 700 δισ. τόνους πετρελαίου. ) 1 Τά άποθέματα φυσικού άερίου δέν έχουν ολοκληρωτικά ύπολογιστεΐ, άλλά δέν λύνουν τό πρόβλημα. Προφανώς, μέ τούς σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης, τά φυσικά άποθέματα θά έξαντληθοΰν σέ ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Καί εδώ συνεπώς άπαιτοΰνται ριζικές άλλαγές στόν τρόπο παραγωγής άγαθών καί στόν τρόπο ζωής, καί όχι μόνο άναζήτηση νέων πηγών. Τό πετρέλαιο, ώς γνωστόν, παίζει βασικό ρόλο στίς σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες. Υπολογίζεται ότι τά έκμεταλλεύσιμα άποθέματα είναι τής τάξης τών 130 δισ. τόνων. Μέ τόν σημερινό ρυθμό κατανάλωσης έπαρκοϋν γιά σαράντα χρόνια. Ή ποσότητα αύτή μπορεί νά αύξηθεΐ κατά 5 0 % μέ τήν άξιοποίηση κοιτασμάτων πού σήμερα είναι δύσκολο νά άντληθούν. 'Αλλά καί σ'αύτή τήν περίπτωση τά σαράντα ή τά έξήντα χρόνια είναι μιά τραγικά σύντομη ιστορική περίοδος καί ή άνθρωπότητα καί οί κυβερνήσεις δέν φαίνεται νά συνειδητοποιούν πού μπορεί νά οδηγήσει ή κατάρρευση τής ένεργειακής βάσης ένός παρά φύσιν παραγωγικού μηχανισμού καί ενός παρά φύσιν πολιτισμού συνολικά. 1. Στό
ίδιο.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
Ή ετήσια παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας άντιστοιχεΐ σήμερα περίπου σέ 8.000 έκατομμύρια τόνους πετρελαίου. Ά π ' α ύ τ ά , τό 40% καλύπτεται άπό πετρέλαιο. Τά υπόλοιπα άπό άνθρακα, φυσικό άέριο, πυρηνική ένέργεια, υδροηλεκτρική καί ήλιακή ένέργεια καί βιομάζα. Προφανώς μιά τέτοια άναλογία καί στό μέλλον, θά οδηγήσει στήν καταστροφή. Ή μόνη διέξοδος θά ήταν μιά ριζική άνασυγκρότηση τών παραγωγικών μεθόδων καί τού συνόλου τής ζωής, βασισμένη, προοπτικά τουλάχιστον, σέ άνανεώσιμες μορφές ένέργειας καί -προφανώς— σέ δραστική μείωση τής συνολικής κατανάλωσης. Οί άνανεώσιμες πηγές θά ήταν, πριν άπ'δλα, ή ήλιακή ένέργεια, ή υδροηλεκτρική ένέργεια, ή αιολική καί ή άξιοποίηση τής βιομάζας. "Οπως υποστηρίζει ό Lovejoy, « ή δυνατότητα μετάβασης, κατά τόν 21ο αιώνα, σέ μιά βιώσιμη παγκόσμια οικονομία μέ υψηλό έπίπεδο ζωής γιά τούς πάντες, υπάρχει, άλλά ή οικονομία αύτή θά έπρεπε νά βασίζεται στήν ήλιακή ένέργεια » . Οί τεχνικές δυνατότητες, προσθέτει ό Lovejoy, φαίνεται ότι υπάρχουν, άλλά τά κύρια αίτια πού μπαίνουν έμπόδιο σέ μιά τέτοια μετάβαση είναι πολιτικά. 1 Ποιά είναι αύτά τά έμπόδια ; Προφανώς τά συμφέροντα τών πολυεθνικών τού πετρελαίου, οί όποιες έλέγχουν σήμερα τήν ένεργειακή οικονομία καί, μέσω αύτής καί ώς ένα βαθμό, καθορίζουν τήν πολιτική τών κυβερνήσεων καί τίς διεθνείς σχέσεις. Τό παράδειγμα τοϋ Πολέμου τοϋ Κόλπου είναι εύγλωττο. Ά λ λ ά , προφανώς, αύτό δέν είναι τό μόνο έμπόδιο. Τό κατεστημένο βιομηχανικό κεφάλαιο, τό στρατιωτικό κατεστημένο, ή ανικανότητα καί ή άδράνεια τών κυβερνητικών γραφειοκρατιών καί τού OHE, είναι έπίσης μερικά άπό τά έμπόδια γιά μιά ριζική μετατροπή τής ένεργειακής βάσης τών σύγχρονων κοινωνιών. Ά λ λ ά άς δούμε πιό συγκεκριμένα καί συνοπτικά τίς δυνατότητες γιά άνανεώσιμες μορφές ένέργειας. "Οπως είναι γνωστό, ή ήλιακή ένέργεια είναι χρονικά άπεριόριστη άλλά καί ή ποσότητα πού φτάνει στή γη είναι άσύγκριτα μεγαλύτερη άπό τίς σημερινές ένεργειακές άνάγκες. Συγκεκριμένα, 1. Στό tSto.
ι351
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
υπολογίζεται δτι ή συνολική σημερινή κατανάλωση ενέργειας αντιστοιχεί στο 0,01% τής ένέργειας που φτάνει άπό τον ήλιο στή γή. Ή ένέργεια αυτή μπορεί νά άξιοποιηθεΐ μέ τ ή χρήση φωτοβολτάϊκών ολοκληρωμένων κυκλωμάτων καί ή σύλληψή της δέν μεταβάλλει το ένεργειακδ ισοζύγιο τοΰ πλανήτη. Επιπλέον, ή ένέργεια αύτή, έκτος άπό άνανεώσιμη, είναι καί « καθαρή » : δέν μολύνει το περιβάλλον. Φυσικά στήν ήλιακή ένέργεια οφείλεται καί ή ύδροηλεκτρική ένέργεια καί ή αιολική, καθώς καί ή ένέργεια τής βιομάζας. Ή βιομάζα είναι έπίσης άνανεώσιμη καί μπορεί νά άξιοποιηθεΐ μέ σύγχρονες τεχνολογίες. Ώ ς προς τήν υδροηλεκτρική ένέργεια, μπορεί νά αύξηθεϊ με μικρά φράγματα, τά όποια δέν διαταράσσουν τήν οικολογική ισορροπία. Σήμερα ή αιολική ένέργεια άντιπροσωπεύει μόνο τό 0,1% τής παγκόσμιας παραγωγής ήλεκτρισμού, ένώ ή παγκόσμια έγκατεστημένη φωτοβολταίκή ισχύς άνέρχεται σέ 550 μεγαβάτ. Ά λ λ ά , προφανώς, δέν πρόκειται παρά γιά τήν άρχή. "Οπως υποστηρίζει ό Lovejoy, ή ολοκληρωτική έξάρτηση άπό τήν ήλιακή ένέργεια, με ποσοστό άπόδοσης 10%, θά άπαιτοΰσε νά καλυφθεί περίπου τό 0,1% τής έπιφάνειας τής γής μέ ήλιακούς συλλέκτες, άνεμογεννήτριες καί φυτείες βιομάζας. Οί δυνατότητες τής αιολικής ενέργειας είναι, κατά τά φαινόμενα, μεγάλες. Ή έτήσια αύξηση αύτής τής ένέργειας είναι τής τάξης τοΰ 22% καί ύποστηρίζεται δτι θά μπορούσε νά καλύψει τίς άνάγκες τής εύρωπάίκής ήπείρου. Αφήσαμε τελευταία τήν πυρηνική ένέργεια καί τήν ένέργεια σύντηξης τοΰ ύδρογόνου. Ή πυρηνική ένέργεια, ή μεγάλη έλπίδα τών πρώτων δεκαετιών μετά τόν πόλεμο, άποδείχτηκε καταστροφική. Προφανώς δέν πρόκειται μόνο γιά τ ή χρησιμοποίησή της γιά τόν πόλεμο. Καταστροφική άποδείχτηκε καί ή ειρηνική χρήση της. Καί δέν είναι μόνο τά πυρηνικά ατυχήματα, μέ περισσότερο καταστροφικό καί γνωστό τό Τσερνομπίλ. Δέν είναι μόνο ή θέρμανση τών ποταμών πού παρέχουν τίς τεράστιες άναγκαϊες ποσότητες νερού γιά τούς άντιδραστήρες. Δέν είναι μόνο τά ραδιενεργά κατάλοιπα τά όποια μολύνουν τό περιβάλλον καί τά όποΐά οί πυρηνικές δυνάμεις έπιχειροΰν νά « ξεφορτωθούν » θάβοντάς τα σέ « καθυστερημένες » καί φτωχές χώρες. Επιπλέον, τά άποθέματα τοΰ ούρανίου δέν μπο-
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
ροϋν νά λύσουν το ενεργειακά πρόβλημα. Τά σημερινά εκμεταλλεύσιμα αποθέματα αντιπροσωπεύουν μόλις τό 3,1% τών παγκόσμιων ένεργειακών άποθεμάτων. Τέλος, τό κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας άπό πυρηνικούς σταθμούς είναι άρκετά υψηλό. Ά λ λ ά και πάλ ι δέν είναι μόνο αύτό. "Οπως είναι γνωστό, οί άντιδραστήρες παράγουν πλουτώνιο, τό όποιο μπορεί νά χρησιμοποιηθεί γιά κατασκευή πυρηνικών βομβών. "Ενας πυρηνικός άντιδραστήρας 1.000 μεγαβάτ, π.χ., μπορεί νά παράγει 230-400 κιλά πλουτώνιο τό χρόνο μέ τό όποιο μπορούν νά παραχθούν 50-100 βόμβες ίσης ισχύος μέ τ ή βόμβα τής Χιροσίμα. 1 Ή μεταπολεμική πείρα άπέδειξε ότι ή μόνη έπιτρεπτή χρήση τών ραδιοϊσοτόπων είναι γιά έρευνα, γιά βιομηχανικούς σκοπούς καί γιά θεραπεία. Μένει ή πυρηνική σύντηξη. Ά λ λ ά , πρώτον, ή άξιοποίησή της γιά έλεγχόμενη παραγωγή ενέργειας μετατίθεται κατά τά φαινόμενα στό άρκετά μακρινό μέλλον. Έπίσης, παρά τό ότι δέν παράγει ραδιενεργά υλικά ( τ ό τελικό προϊόν είναι τό άδρανές άέριο ήλιο), έντούτοις θά προκαλέσει προβλήματα άνύψωσης τής θερμοκρασίας τοϋ περιβάλλοντος. Συμπερασματικά: Υδρογονάνθρακες, άνθρακας, πυρηνική ένέργεια. Καί τό περιβάλλον μολύνουν καί σέ μερικές δεκαετίες θά έχουν έξαντληθεϊ. Ποιό θά είναι λοιπόν τό μέλλον τής σημερινής άνθρωπότητας πού ή οικονομική της βάση καί συνολικά ό πολιτισμός της έχει στηριχθεί σ' αύτές τίς ένεργειακές πηγές ; Ή ήλιακή, άνανεώσιμη καί μή βλαπτική στό περιβάλλον ένέργεια φαίνεται νά άποτελεϊ τ ή μόνη διέξοδο άπό τήν κρίση. Ά λ λ ά οί σχετικές έρευνες καί έφαρμογές βρίσκονται στά πρώτα στάδια καί συνεπώς ή άπόδειξη ότι ή ήλιακή ένέργεια άποτελεϊ τ ή λύση δέν έχει δοθεΤ. "Ομως τό πρόβλημα δέν είναι άπλώς τεχνικό. Γιά νά έπιζήσει ή άνθρωπότητα θά πρέπει νά πραγματοποιήσει ριζικές άλλαγές, όχι μόνο στόν παραγωγικό τομέα άλλά καί στό σύνολο τών συνθηκών τής κοινωνικής ζωής. Ά λ λ ά έτσι άγγίζουμε τήν πολιτική-κοινωνική πλευρά τοϋ προβλήματος. Τό κεντρικό έρώτημα συνεπώς είναι 1. Β λ . Α . Θεοφίλου, Μετά
το Τσερνομπίλ,
'Αθήνα
1986.
ι353
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
το ακόλουθο : Ύπό ποιες προϋποθέσεις θά μπορούσε νά υπάρξει ένας βιώσιμος μεταβολισμός άνθρώπου-φύσης ; Μία βιώσιμη καί άξιοβίωτη άνάπτυξη ; 5. Διέξοδος:
6
σοσιαλισμός
Ά π ό τά προηγούμενα φαίνεται ότι ή άποψη κατά τήν όποία ή άνθρωπότητα τείνει πρός ένα οριακό σημείο έξάντλησης τών φυσικών άποθεμάτων καί υποβάθμισης τού περιβάλλοντος, πέρα άπό τό όποιο ένυπάρχει ό κίνδυνος τής αύτοκαταστροφής (πείνα, έξεγέρσεις, άνατροπές, άσθένειες, πόλεμοι ), δέν είναι προϊόν τής φαντασίας κάποιων καταστροφολόγων. Βεβαίως δέν παραγνωρίζουμε τήν καταπληκτική άναγεννητική δύναμη τής φύσης. Ά λ λ ά ένώ ή δύναμη αύτή μπορεί νά έπανορθώνει ώς ένα βαθμό τίς άλλοιώσεις τού περιβάλλοντος, προφανώς δέν θά ξαναδημιουργήσει άνθρακα, πετρέλαιο ή μεταλλεύματα. Ε π ί σ η ς δέν παραγνωρίζουμε τόν θετικό ρόλο τών οικολογικών κινημάτων καί τών άλλων μορφών άντίστασης. Εντούτοις, ή δεσπόζουσα τάση είναι ή καταστροφική καί αύτή δέν θά αναστραφεί μέ μικρές, έπιμέρους βελτιώσεις, άλλά μέ μιά ριζική άναμόρφωση τών σημερινών κοινωνιών. Πώς θά μπορούσε νά πραγματοποιηθεί αύτή ή άναστροφή ; Πριν άπό μερικά χρόνια πιστεύαμε ότι, παρά τά προβλήματα καί τίς άντιφάσεις του, παρά τήν κρίση πού ωρίμαζε στίς χώρες τού «υπαρκτού σοσιαλισμού», ό σοσιαλισμός θά άποτελούσε τελικά τ ή λύση, μέσα άπό μιά μακρά έστω διαδικασία έπαναστατικής ρήξης, «άρνηση τής άρνησης » τής ένότητας τού άνθρώπου μέ τ ή φύση. Μετά τήν κατάρρευση τοϋ σοσιαλιστικού στρατοπέδου, οί ιδεολόγοι τού κυρίαρχου καπιταλισμού ύποστηρίζουν ότι δέν ύπάρχει έναλλακτική λύση. "Οτι ό καπιταλισμός είναι τό μέλλον τής άνθρωπότητας. Πρόκειται όμκυς γιά έπιστημονική βεβαίωση ή γιά μύθο ; Τονίστηκε ήδη : Ή άνταλλακτική άξία είναι άνεξάρτητη άπό τήν άξία χρήσης τού προϊόντος. Στόχος τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής είναι ή δημιουργία έμπορευμάτων-άνταλλακτικών άξιών. Ό άνταγωνιστικός χαρακτήρας τής κεφαλαιοκρατικής παρα-
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
γωγης, η αναρχία και ή σχετική αυτονομηση της απο τις πραγματικές κοινωνικές άνάγκες, συνεπάγονται τήν υπερπαραγωγή, τ ή συσσώρευση έμπορευμάτων και κεφαλαίων καί τίς συνακόλουθες κρίσεις υπερσυσσώρευσης. Ά λ λ ά ή κεφαλαιοκρατική συσσώρευση πραγματοποιείται μέ τήν καταλήστευση καί τήν έξάντληση τών φυσικών αποθεμάτων. Ό καπιταλισμός, συνεπώς, διαταράσσει τό μεταβολισμό φύσης-κοινωνίας. Καταστρέφει άναπόφευκτα τίς προϋποθέσεις γιά τήν ιστορική του επιβίωση. 'Αλλά ή πορεία τοΰ καπιταλισμού είναι αμετάκλητη καί ή άντίθεση άνθρώπου-φύσης θά οξύνεται άναγκαστικά, φτάνοντας τά όρια τής καταστροφής ; Μιά νέα κεϋνσιανή πολιτική δέν θά ήταν δυνατόν νά μειώσει τήν πείνα καί τίς κοινωνικές άνισότητες καί, ταυτόχρονα, με μιά ορθολογική χρήση τών φυσικών άποθεμάτων καί δυνατοτήτων, νά άποκαταστήσει τ ή διαταραγμένη ισορροπία άνθρώπου-φύσης; Μιά πρώτη άρνητική άπάντηση θά μπορούσε νά θεμελιωθεί έμπειρικά: Ή κεϋνσιανή πολιτική έχει παντοΰ έγκαταλειφθεΐ. Ό νεοσυντηρητισμός έχει εξαπολύσει έναν ιστορικά καινοφανή κοινωνικό πόλεμο πού ταυτόχρονα είναι πόλεμος ένάντια στή φύση. Ό πόλεμος αύτός, σύμφωνα με τίς υπάρχουσες ένδείξεις, θά συνεχιστεί καί θά ένταθεΐ. 'Αλλά ή έμπειρική διαπίστωση δέν άρκεΐ. Ή άρνητική άπάντηση προκύπτει άπό τήν κατανόηση τής φύσης τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Οι μηχανισμοί λειτουργίας τού κεφαλαίου ώθοϋν άναγκαστικά σέ μιά συνεχώς διευρυνόμενη παραγωγή, σέ ένταση τών άνταγωνισμών, σέ συσσώρευση κεφαλαίων καί στήν άντίστοιχη φθορά τής φύσης. Τό κεφάλαιο άδυνατεϊ νά άνακόψει αύτή τήν καταστροφική πορεία, τ ή σύμφυτη μέ τ ή φύση του. Ή παρούσα, δομική κρίση τού κεφαλαίου, σέ άντίθεση μέ τίς παλαιότερες, κυκλικές κρίσεις, διαιωνίζεται καί οξύνεται. Ή παθολογία τού κεφαλαίου φαίνεται άθεράπευτη. "Ας έπιμείνουμε στό χαρακτήρα τής κρίσης. Σύμφωνα μέ τόν I. Mészàros: « Τ ό ιστορικά νέο τής σημερινής κρίσης έκδηλώνεται μέ τέσσερις όψεις : Ο Ό χαρακτήρας της είναι καθολικός καί δέν περιορίζεται σέ μιά ειδική σφαίρα. [ . . . ]
ι354
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
2) Ή σκοπιά της είναι πράγματι σφαιρική. [ . . . ] Δέν περιορίζεται σέ μιά ομάδα χωρών, δπως συνέβαινε μέ τίς μεγάλες κρίσεις τοϋ παρελθόντος. 3) Ή χρονική της κλίμακα είναι έκτεταμένη, συνεχής - άν προτιμάτε : μόνιμη καί δχι περιορισμένη καί κυκλική, δπως όλες οί προηγούμενες κρίσεις τού κεφαλαίου. 4) Ό τρόπος μέ τόν όποιο έκτυλίσσεται θά μπορούσε νά ονομαστεί έρπων — σέ άντίθεση μέ τίς περισσότερο θεαματικές καί δραματικές εκρήξεις τού παρελθόντος, άν καί τέτοιοι βίαιοι σπασμοί δέν θά ήταν δυνατόν νά άποκλειστούν στό μ έ λ λ ο ν » . 1 Ή σημερινή κρίση άγκαλιάζει όλους τούς τομείς τής κοινωνικής ζωής καί ειδικότερα τίς σχέσεις άνθρώπου-φύσης. Ό καπιταλισμός μπορεί νά διαχειρίζεται τήν κρίση, νά άναπτύσσεται «ξεπερνώντας » τήν κρίση μέσα άπό τήν ένταση καί τ ή γενίκευση της, άλλά δέν μπορεί νά τήν υπερβεί. Νά δώσει μιά ιστορικά βιώσιμη διέξοδο. Ή μαρξιστική προσέγγιση τού οικολογικού προβλήματος θά πρέπει, συνεπώς, νά έχει ώς άφετηρία τό χαρακτήρα τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, τίς άντιθέσεις πού τήν κινούν καί τίς συνέπειές τους γιά τ ή φύση. Ή κεφαλαιοκρατική συσσώρευση πραγματοποιείται εις βάρος τής φύσης καί τής έργατικής δύναμης καί συνεπάγεται τήν ποιοτική καί ποσοτική ύποβάθμιση καί έξάντληση καί τών δύο, συνέπεια τής άντίφασης άνάμεσα στήν παραγωγή πού άποβλέπει στό κέρδος καί στήν παραγωγή πού θά καθοριζόταν άπό τίς κοινωνικές άνάγκες. "Ενα αύθεντικά οικολογικό κίνημα, τό όποϊο δέν θά άποβλέπει άπλώς στή μείωση τών καταστροφικών συνεπειών τής βιομηχανικής-έμπορευματικής παραγωγής, πρέπει, κατά συνέπεια, νά είναι θεμελιακά άντικαπιταλιστικό. Πρέπει νά έχει ώς θεωρητική άφετηρία του τ ή συνολική-σφαιρική κριτική καί κατανόηση τού κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, μιά ολιστική άντίληψη τών ούσιαστικών κοινωνικών άναγκών καί ταυτόχρονα τήν άντικειμενικά θε1. I. Mésziros, Beyond Capital, Merlin Press, London 1995, σσ. 6 8 0 - 6 8 1 . Β λ έ πε ολόκληρη τήν ανάλυση τής κρίσης, σσ. 6 8 0 - 6 9 4 .
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
μελιωμενη δυνατότητα έπιβίωσης της άνθρωπότητας, εφόσον ή επιστήμη, ή τεχνολογία καί ή παραγωγή Θά έχουν αποδεσμευτεί άπό τά δεσμά τοΰ κεφαλαίου καί Θά έχουν τεθεί στήν υπηρεσία τοϋ κοινωνικού συνόλου. Ά λ λ ά οί όροι αυτοί προϋποθέτουν τόν σοσιαλιστικό μετασχηματισμό τών σημερινών κοινωνιών. Σοσιαλισμός στήν έποχή τής χολέρας, τής πλανητικής κυριαρχίας, τοϋ καπιταλισμού ; Είναι πράγματι τραγικό : Σήμερα, που οι υλικές προϋποθέσεις τοϋ σοσιαλισμού είναι περισσότερο ώριμες άπό ποτέ, ό σοσιαλισμός έχει άπωθηθεΐ στό βάθος τοϋ ιστορικού ορίζοντα, άν δέν φαίνεται σάν άπλή άνθρωπιστική ουτοπία. Καί όμως : Ή λύση τών σημερινών άντιθέσεων δέν μπορεί νά πραγματοποιηθεί παρά μόνο σέ μιά σοσιαλιστική κοινωνία. Οί προϋποθέσεις τοϋ σοσιαλισμού ωριμάζουν στό έσωτερικό τού καπιταλισμού, ώς ή ιστορική του άρνηση. Ό σοσιαλισμός είναι άναγκαϊος. Είναι καί δυνατός, χωρίς αυτό νά σημαίνει ότι θά πραγματοποιηθεί άπό μιά άντικειμενική, αναπόφευκτη νομοτέλεια. Ό σοσιαλισμός θά είναι έργο τών άνθρώπων, καρπός τής ταξικής πάλης καί τής νίκης τών έπαναστατικών δυνάμεων. Οί δυνάμεις αυτές δέν υπάρχουν σήμερα — δέν υπάρχουν μέ τ ή μορφή συνειδητών καί όργανωμενων δυνάμεων ικανών νά άνατρέψουν τόν καπιταλισμό. "Ομως καί αυτή ή δυνατότητα υπάρχει δυνάμει καί ή μετατροπή της σέ πραγματικότητα δέν μπορεί νά άποκλειστεϊ, παρά τους άλλοτριωτικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς τοϋ καπιταλισμού καί τήν αντίστοιχη ιδεολογική ήγεμονία του. Έ δ ώ δέν είναι ό χώρος νά συζητήσουμε τό πρόβλημα τών έπαναστατικών δυνάμεων τής έποχής μας καί ειδικά τό ρόλο τής έργατικής τάξης. Ά λ λ ά , άν ή σοσιαλιστική ούτοπία είναι μιά ρεαλιστική ούτοπία, τότε, μέ ποιό τρόπο οί σοσιαλιστικές κοινωνίες θά μπορούσαν νά άντιμετωπίσουν τό οικολογικό πρόβλημα καί νά άποκαταστήσουν μιά άνώτερη καί βιώσιμη ισορροπία άνάμεσα στήν άνθρωπότητα καί τό άνόργανο σώμα της ; Ό « υπαρκτός σοσιαλισμός » , έκτός τοϋ ότι άποδείχτηκε θνησιγενής, δέν όξυνε τό οικολογικό πρόβλημα καί μάλιστα σέ όρισμένες περιπτώσεις δέν άντιμετώπισε τ ή φύση τό Γδιο βάναυσα μέ τόν καπιταλισμό ;
ι356
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Πράγματι, δέν μπορούμε νά παρακάμψουμε το προηγούμενο έρώτημα. Ά λ λ ά τί είναι σοσιαλισμός ; Ή απλή κρατικοποίηση τών μέσων παραγωγής, ή άναπαραγωγή τού άστικού καταμερισμού έργασίας, ή άντιγραφή τών κεφαλαιοκρατικών άναπτυξιακών προτύπων, ό κεντρικός γραφειοκρατικός σχεδιασμός, ή άποξένωση τών έργαζομένων άπό τά μέσα παραγωγής καί άπό τό προϊόν τής έργασίας τους, ή συσσώρευση κεφαλαίων καί ή συσσώρευση υπεραξίας, έστω καί άν αύτά δέν τά ιδιοποιούνται ιδιώτες, κάτοχοι μέσων παραγωγής ; Τό κρατικό-γραφειοκρατικό πρότυπο, δημιούργημα συγκεκριμένων κοινωνικών συνθηκών, ήταν κακέκτυπο τού σοσιαλισμού. Ή κατάρρευση του, πού σφράγισε τραγικά τήν πορεία τής άνθρωπότητας, ήταν άναπόφευκτη. Ά λ λ ά άν ό σοσιαλισμός δέν είναι άσύμβατος μέ τήν άνθρώπινη φύση 1 καί άν πράγματι μπορούμε νά έξηγήσουμε τήν κατάρρευση μέ βάση τίς άντικειμενικές συνθήκες, τόν ύποκειμενικό παράγοντα καί τήν ιστορικά διαμορφωμένη, άρα όχι άναλλοίωτη, άνθρώπινη φύση τότε σέ ποιές άρχές καί προϋποθέσεις θά ήταν δυνατόν νά θεμελιωθεί ή μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία, ώστε νά μήν άναπαραχθοϋν τά φαινόμενα κρατισμού καί άποξένωσης τά όποια θά διαιώνιζαν τ ή σισύφεια πορεία τής ιστορίας ; "Ας θυμηθούμε τόν Μάρξ. "Οπως έγραφε στήν Αθλιότητα της Φιλοσοφίας, ή άνθρωπότητα όφείλει νά αλλάξει άπό τά θεμέλια τίς συνθήκες τής βιομηχανικής καί τής πολιτικής της ύπαρξης καί, κατά συνέπεια, ολόκληρο τόν τρόπο τής ύπαρξής της. Εντούτοις, είναι ποτέ δυνατόν νά πραγματοποιηθεί τό αίτημα : « ό καθένας κατά τίς δυνάμεις του, στόν καθέναν κατά τίς άνάγκες του » ; Μήπως ό Μάρξ άναδιατυπώνει, στό πλαίσιο τής κομψουνιστικής προοπτικής, τήν ούτοπία τής κοινωνίας τής άφθονίας ; 'Ασφαλώς δ κομμουνισμός δέν μπορεί νά είναι μιά κοινωνία άπεριόριστων υλικών άγαθών. Σ ή μερα μπορούμε νά συνειδητοποιήσουμε τό πεπερασμένο τών ύλικών
1. Β λ . Ε. Bitsakis, στό Human Predicament, D. Razis ( É d . ) , Prometheus Books, N.Y. 1996, σσ. 149-166. Τοϋ ίδιου. Φιλοσοφία τοϋ Άνθρωπου, «Gutenberg», 1991 ( τ ρ ί τ η έκδοση). 2. Β λ . σχετικά Ε . Μπιτσάκη, "Ενα φάντασμα πλανιέται, « Σ τ ά χ υ » , 1992.
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
δυνατοτήτων, πεπερασμένο το όποιο καθορίζεται άπό τό πεπερασμένο καί τ ή μείωση τών φυσικών άποθεμάτων καί άπό τό πεπερασμένο τών δυνατοτήτων τής γεωργικής παραγωγής. Ά λ λ ά ή γνώση τοΰ πεπερασμένου μας άπελευθερώνει άπό τά ουτοπικά «δράματα». Μάς προσγειώνει στήν υπαρκτή πραγματικότητα καί έτσι μάς επιβάλλει νά άναζητήσουμε τήν έλευθερία στό βασίλειο τής άναγκαιότητας, καί ταυτόχρονα νά πάψουμε νά ταυτίζουμε τό σοσιαλισμό μέ τό φτωχό υλιστικό κακέκτυπο του.
Κομμουνισμός τοΰ πεπερασμένου. Πράγματι, ό κομμουνισμός προϋποθέτει τήν άνατροπή τών κεφαλαιοκρατικών σχέσεων κυριαρχίας καί συνακόλουθα τών ταξικών άνταγωνισμών πού είναι σύμφυτοι μέ τόν καπιταλισμό καί τόν κινοΰν μέχρι σήμερα στήν ιστορία, θετικά, ό κομμουνισμός σημαίνει τ ή θεμελίωση τής κοινωνικής ζωής στήν κοινή κατοχή τών μέσων παραγωγής καί στή συνακόλουθη συνεργασία μεταξύ τών άνθρώπων. Σ τ ή βάση αύτή θά είναι δυνατόν νά άναπτυχθεΐ ένας νέος έπαναστατικός άνθρωπισμός καί νά άποκτήσει ή ζωή τών άνθρώπων ένα ούσιαστικό περιεχόμενο μέ τήν άναζήτηση καί τήν κατάκτηση νέων άξιών, καθώς καί μέ τήν άρνηση τών κυρίαρχων καπιταλιστικών άξιών πού είναι ό πλούτος, ή ματαιοδοξία καί ή κενότητα. 1 Σ έ ποιά υλική βάση θά μπορούσε νά οικοδομηθεί ή νέα κοινωνία; Οί ταξικές κοινωνίες ήταν ή άρνηση τής ενότητας τού άνθρώπου μέ τούς όμοιους του καί ταυτόχρονα ή άρνηση τής ενότητας τής ανθρωπότητας μέ τ ή φύση. Ό κομμουνισμός, άρνηση τής άρνησης, πρέπει νά άποκαταστήσει, μεταξύ άλλων καί σέ ένα άνώτερο έπίπεδο, τήν ισορροπία τής κοινωνίας μέ τό φυσικό περιβάλλον : μέ τούς ύλικούς δρους τής ϋπαρξής της. Αύτό προϋποθέτει όχι τήν άπόρριψη τής έπιστήμης καί τής τεχνολογίας, άλλά τ ή χρησιμοποίησή τους μέ στόχο τήν ικανοποίηση τών ούσιαστικών κοινωνικών άναγκών. Στήν άναρχία τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής καί στόν γραφειοκρατικό-κεντρικό σχεδιασμό τού μή «υπαρκτού» πλέον σοσια1. Β λ . σ χ ε τ ι κ ά Ε . Μ π ι τ σ ά κ η , Φιλοσοφία
του
Άνθρωπου,
δ.π.
ι359
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
λισμοΰ, κάθε άπόπεφα σοσιαλιστικής οικοδόμησης πρέπει νά αντιπαρατάξει τό πρόγραμμα μιας κοινωνίας «έλεύθερων καί έλεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών» ( Μ ά ρ ξ ) . Αυτό σημαίνει, πρίν άπ' όλα, κοινωνικοποίηση (όχι κρατικοποίηση) τών μέσων παραγωγής. Ταυτόχρονα σημαίνει άποκέντρωση, μέγιστη τοπική υλική καί πολιτισμική αυτάρκεια, ή όποία θά προϋποθέτει μιά διαλεκτική σχέση ένότητας καί άντίθεσης μέ τόν κεντρικό σχεδιασμό. Ή διαλεκτική αυτή σχέση είναι σήμερα έφικτή χάρη στήν πληροφορική, τίς τηλεπικοινωνίες καί τ ή δυνατότητα μεταφοράς ήλεκτρικής ένέργειας σέ μεγάλες άποστάσεις. Στό πλαίσιο τών νέων κοινωνικών σχέσεων θά είναι δυνατόν νά οργανωθεί ή παραγωγή υλικών άγαθών σέ νέα βάση, στηριγμένη στίς νέες κοινωνικές σχέσεις καί στήν υλική βάση αυτών τών σχέσεων. Σκοπός τής παραγωγής θά είναι ή ικανοποίηση τών κοινωνικών άναγκών καί όχι τό κέρδος. Οί μονοκαλλιέργειες δέν θά είναι συνεπώς ή δεσπόζουσα μορφή — ή όποία έπιβλήθηκε άπό τίς άνάγκες τοϋ κεφαλαίου. Ή ποικιλία τών καλλιεργειών θά άπευθύνεται, πρίν άπ'δλα, στήν ποικιλία τών τοπικών άναγκών, ένώ ταυτόχρονα θά συμβάλλει στή διατήρηση τής γονιμότητας τών έδαφών, στή διατήρηση τής ισορροπίας τών μορφών τής ζωής, συνολικά στή διατήρηση καί τόν έμπλουτισμό τοϋ περιβάλλοντος. Ή άντιμετώπιση τών άσθενειών μέ βιολογικά μέσα θά άποτελεϊ παράγοντα διατήρησης τών φυσικών ισορροπιών, ένώ ταυτόχρονα θά ξαναδώσει στούς άνθρώπους τ ή δυνατότητα νά καταναλώνουν φυσικές τροφές. Ή χρησιμοποίηση, τέλος, ήπιων καί άνανεώσιμκον μορφών ένέργειας θά μειώσει τ ή ρύπανση τοϋ περιβάλλοντος. Σ έ μιά μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία, οι άνθρωποι, στό πλαίσιο τών φυσικών, άντικειμενικών περιορισμών, θά ρυθμίζουν έλεύθερα τίς σχέσεις τους μεταξύ τους καί μέ τ ή φύση — θά κατακτούν νέους βαθμούς έλευθερίας στό πλαίσιο τής άναγκαιότητας. Ή δυνατότητα αύτή προϋποθέτει τ ή δημοκρατία σέ όλους τούς χώρους τής κοινωνικής δραστηριότητας καί σέ όλα τά έπίπεδα. Ή πυραμιδική «σοσιαλιστική» κοινωνία δοκιμάστηκε καί άπέτυχε. Οί δημοκρατικοί θεσμοί καί ή συνειδητή πάλη έναντίον τής άνάπτυξης γραφειοκρατικού στρώματος θά άποτελοϋν προϋπόθεση γιά τήν άπο-
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
νέκρωση τοϋ κράτους. Γιά τ ή μετατροπή του άπό μηχανισμό διαχείρισης τών ανθρώπων σέ μηχανισμό διαχείρισης τοϋ κοινωνικού πλούτου. Ά λ λ ά καί στή μελλοντική κομμουνιστική κοινωνία θά υπάρχει βαριά βιομηχανία, έξορυκτική βιομηχανία, μεταφορές σέ τοπική καί πλανητική κλίμακα. "Ολα αύτά όμως προϋποθέτουν κρατική οργάνωση καί κεντρική διοίκηση. Ά λ λ ά τότε ό κίνδυνος τής γραφειοκρατίας καί νέων μορφών αποξένωσης θά είναι πάλι δυνατός. Τόν κίνδυνο αύτό θά τόν άντιρροπούν, άφενός, ή συνειδητή δράση τών έργαζομένων καί ή προγραμματισμένη άποκέντρωση καί, άφετέρου, ή μείωση τών σχετικών δραστηριοτήτων. Πράγματι, ό σημερινός καταστροφικός ρυθμός έξόρυξης πρώτων υλών, παραγωγής καί διακίνησης έμπορευμάτων, άποτέλεσμα τής γενικευμένης άναρχίας καί τοϋ καθολικού άνταγωνισμού, δέν είναι άναπόφευκτο νά διατηρηθεί. Ή άποκέντρωση τής οικονομίας καί ή τοπική ποικιλία τών παραγωγικών δραστηριοτήτων θά μειώσει στό έλάχιστο δυνατό τήν ανταλλαγή άγαθών. Αύτό σημαίνει έξοικονόμηση μέσων, ένέργειας καί άνθρώπινου μόχθου. Ταυτόχρονα, τό σύνολο τών άξιών τής νέας κοινωνίας θά συνεπάγεται τ ή μείωση τής κατανάλωσης πρώτων υλών καί άγαθών. Τά προηγούμενα δέν παραπέμπουν σέ κάποιον ιστορικά παρωχημένο τοπικισμό ή έθνικισμό. Τό κομμουνιστικό κίνημα, ιστορική άρνηση τού « διεθνισμού » τοϋ κεφαλαίου, θά δημιουργήσει έναν νέο διεθνισμό στηριγμένο στήν έλεύθερη συνεργασία, οικονομική καί πολιτιστική, τών έθνών. Οί άνθρώπινες άνάγκες έξελίσσονται μέσα στήν ιστορία. Οί άνάγκες άποτελούν κινητήρια δύναμη γιά τήν παραγωγή, άλλά καί ή διαφοροποιούμενη καί διευρυνόμενη παραγωγή δημιουργεί νέες άνάγκες. Οί σημερινές άνάγκες είναι σέ σημαντικό βαθμό επίπλαστες. Επιβάλλονται άπό τίς άνάγκες τού κεφαλαίου καί είναι έκφραση τών άνταγωνιστικών κοινωνικών σχέσεων. Εξυπηρετούν τ ή ματαιοδοξία, τήν έπίδειξη, τήν κοινωνική έπιβολή. Είναι άνάγκες πού έπιβάλλονται άπό τήν κυρίαρχη τάξη, έκφράζουν τήν ιδεολογία της καί υπηρετούν τά οικονομικά της συμφέροντα. 'Αλλά ή κομμουνιστική κοινωνία, άν υπάρξει, θά θεμελιωθεί στίς
ι361
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
σχέσεις συνεργασίας καί, κατά συνέπεια, θά χαρακτηρίζεται άπό μιά νέα κλίμακα άξιών καί ένα νέο σύνολο άναγκών. Ή επιδίωξη τού πλούτου, ή έπίδειξη, ή ματαιοδοξία και ή κενότητα θά έκτοπίζονται στήν πορεία, ένώ στό έσωτερικό τής κοινωνίας θά ώριμάζουν οί άξιες καί οί άνάγκες τής συντροφικότητας, τής παιδείας, τής επιστημονικής γνώσης, τής τέχνης, τής αρμονικής σχέσης μέ τό φυσικό περιβάλλον.Ή άνταγωνιστική ήθική τών ταξικών κοινωνιών, ή όποία άπαιτεϊ ώς εξωραϊστικό στοιχείο ένα μεταφυσικό συμπλήρωμα, θά έκτοπίζεται συνεχώς άπό μιά έγκόσμια ήθική, άνθρωποκεντρική, στό πλαίσιο τής όποιας τό κοινωνικοποιημένο άτομο θά συνιστά άξία « καθεαυτή ν » . Προφανώς ή κομμουνιστική κοινωνία δέν θά μπορούσε νά άναπτυχθεΐ χωρίς άντιθέσεις καί άποκομμένη άπό τό βασίλειο τής άνάγκης. Σύμφωνα μέ τόν Μάρξ, ό περιορισμός τού άναγκαίου χρόνου έργασίας στό έλάχιστο δυνατό θά δώσει τ ή δυνατότητα στά άτομα νά μετέχουν στήν καλλιτεχνική, τήν έπιστημονική καί συνολικά τήν κοινωνική ζωή καί νά άναπτύξουν λανθάνουσες δυνατότητες οί όποιες καταπιέζονται καί άτροφούν στή σημερινή άνταγωνιστική κοινωνία πού έκκενώνει τ ή ζωή άπό κάθε ούσιαστικό περιεχόμενο. Ά λ λ ά ή έπανεκτίμηση τών άναγκών, τό νέο σύνολο τών άξιών καί τών άναγκών καί ή συνακόλουθη μείωση τού έργάσιμου χρόνου συνεπάγονται καί τ ή μείωση τής κατανάλωσης τών φυσικών άποθεμάτων καί τ ή δυνατότητα νά άποκατασταθεϊ μιά νέα, άνώτερη καί βιώσιμη ένότητα τού άνθρώπου μέ τό φυσικό περιβάλλον. Ή έπιδιωκόμενη ένότητα, άναγκαία συνθήκη γιά τήν έπιβίωση τού άνθρώπινου εΓδους, προϋποθέτει τ ή ριζική άνατροπή τών σημερινών κοινωνικών σχέσεων. Ποιά είναι συνεπώς ή τυχόν θετική συνεισφορά τών σημερινών οικολογικών κινημάτων τά όποια δέν συνδέουν τήν οικολογία μέ τό σοσιαλισμό; Πράγματι, είναι δυνατόν νά έξασφαλιστεΐ μιά βιώσιμη οίκονομάα καί ταυτόχρονα ή βιόσφαιρα στό πλαίσιο τοϋ καπιταλισμού; Ά π ό τά προηγούμενα προκύπτει ότι οικολογία καί καπιταλισμός είναι άσύμβατες πραγματικότητες, καθότι ή δυναμική τής κεφαλαιοκρατικής άνάπτυξης, μέσω τοϋ άνταγωνισμοϋ καί τής έπιδίωξης τού
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ ΤΟ ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
μέγιστου κέρδους, καθιστά ουτοπική οποιαδήποτε βιώσιμη αντιμετώπιση τοΰ οικολογικού προβλήματος στο πλαίσιο τής άστικής κοινωνίας. Ή έπιβίωση τής άνθρωπότητας σ' αυτό το πλαίσιο είναι άμφίβολη, άρα, οπως τονίστηκε ήδη, ένα αυθεντικό οικολογικό κίνημα πρέπει νά είναι ένδογενώς άντικαπιταλιστικό. Ό πράσινος καπιταλισμός, ό οίκοκαπιταλισμος ή ή έναλλακτική οικολογία, το πλήθος τών θεωρητικών συλλήψεων καί τών κινημάτων πού προτείνουν βελτιώσεις, μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο τού κυρίαρχου σήμερα τρόπου παραγωγής, είναι άχρηστα καί άποπροσανατολιστικά; "Ας μήν άπολυτοποιούμε τήν άντίθεση μεταρρύθμισης καί έπανάστασης. Τά οικολογικά κινήματα άνέδειξαν προβλήματα καί κινδύνους όταν τά παραδοσιακά κομμουνιστικά κόμματα, διαποτισμένα άπό τήν άναπτυξιακή ιδεολογία καί τόν έργατισμό, ήταν ανίκανα νά συλλάβουν τίς νέες άντιθέσεις πού γεννούσε ή κεφαλαιοκρατική άνάπτυξη. Κάθε διαμαρτυρία, κάθε μελέτη, κάθε οικολογική καλλιέργεια, κάθε προστασία οικοσυστήματος, κάθε δέντρο πού φυτεύεται καί κάθε βιότοπος πού προστατεύεται, άποτελούν θετικές ένέργειες. Δέν λύνουν τό πρόβλημα, δέν οδηγούν τ ή συλλογιστική καί τ ή δράση τους στά άκρα, έντούτοις συμβάλλουν πρακτικά καί έπίσης συμβάλλουν στήν άφύπνιση τών συνειδήσεων. "Οπως γράφει δ D. Schwartzman, « ή σύγκλιση τού πράσινου καί τών σοσιαλιστικών κινημάτων μπορεί νά συμβάλει στό νά ανοίξει ό δρόμος πρός τόν κομμουνισμό, μέσω τού σοσιαλισμού » . 1 Αύτό προϋποθέτει τήν ιδεολογική καί πρακτική ήγεμονία τού «κόκκινου». 'Αλλά ή ήγεμονία δέν κατακτάται μέ τήν άγνόηση, τήν άποχή καί τόν άπομονωτισμό. Ό άνθρωπος είναι φυσικό-βιολογικό όν. Ό καρτεσιανός (καί όχι μόνο) ιδεαλισμός άπολυτοποίησε τήν άντίθεση υλης καί πνεύματος καί άντίστοιχα τής ουσίας τού άνθρώπου καί τής φύσης. 'Αλλά ό άνθρωπος είναι προϊόν τής φυσικής-βιολογικής έξέλιξης καί ταυτόχρονα «δημιουργός» τής φύσης. Ή άντίθεση τής φυσικοποιημένης φύσης ( natura naturata ) καί τής φυσικοποιούσας φύσης ( natura natu1. D. Schwartzman, Science and Society, 6 0 , 3 0 7 ( 1 9 9 6 ) .
ι363
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
rans) μπορεί νά αρθεί μέσα στην πορεία της ιστορίας. Σήμερα ή άντίθεση αυτή οξύνεται. Ά λ λ ά ή δημιουργική πορεία γιά τήν άνάκτηση μιας ύψηλότερης ένότητας θά κατατείνει στήν ύπέρβαση τού φιλοσοφικού δυϊσμού μέσα άπό τήν πρακτική διαλεκτική τών « στιγμ ώ ν » τής σχέσης άνθρώπου-φύσης. 6 . Ό Ιανός
της
επιστήμης
Χωρίς τίς αύταπάτες τής άστικής ιδεολογίας τής προόδου, καί έχοντας άποκαθάρει τίς άντιλήψεις μας άπό τίς προσμείξεις τής ιδεολογίας αύτής στό σώμα τού μαρξισμού, καί πάλι έπιμένουμε ότι ή έπιστημονική καί ή τεχνολογική άνάπτυξη θά είναι συστατικό στοιχείο τής κομμουνιστικής κοινωνίας. Ά λ λ ά στό σημείο αύτό θά άκουστούν πολλές φωνές έναντίον τής έπιστήμης : Έ έπιστήμη καί ή τεχνολογία είναι υπεύθυνες γιά τ ή μόλυνση τού περιβάλλοντος. Γιά τ ή ραδιενέργεια πού έχει μολύνει τόν πλανήτη. Γιά τήν τρύπα τού όζοντος. Γιά τό φαινόμενο τού θερμοκηπίου. Καί πού θά πάμε μέ τ ή γενετική μηχανική, μέ τήν άλλαγή τού γονιδιώματος τών ειδών, μέ τόν κλωνισμό καί τ ή δημιουργία τεράτων; Μήν άγγίζουμε τ ή φύση ! Έπιστροφή στή φύση ! Έπιστροφή στήν παρθένα γή καί στή φυσική ζωή ! Τέρμα στήν τεχνολογική πρόοδο καί τήν άνάπτυξη ! Έπιστροφή στή φύση ; Ποιά φύση ; Έ φύση έχει άναδημιιουργηθεΐ άπό τόν άνθρωπο - παρθένα φύση Γσως ύπάρχει σέ κάποια νησιά ή στά βάθη τής ζούγκλας. Ά λ λ ά ό,τι είναι φύση είναι καλό; Τά μικρόβια, οί λοιμοί, οί φυσικές καταστροφές, είναι κάτι πού δέν πρέπει νά άντιμετωπιστεΐ ; Καί ό άνθρώπινος μόχθος δέν πρέπει νά μειωθεί μέ τ ή χρήση τών μηχανών; Ή τάση έπιστροφής σέ μιά άνύπαρκτη «παρθένα» κατάσταση, ή τάση φυγής, κατανοείται ώς άντίδραση στίς καταστροφικές συνέπειες πού είχε καί έχει ή συγκεκριμένη χρησιμοποίηση τών έπιτευγμάτων τής έπιστήμης καί τής τεχνολογίας. Φυσικά δέν είναι δυνατόν νά έπιστρέψουμε στό ήσιόδειο άροτρο, άλλά, καί άν αύτό ήταν έφικτό, θά έπιστρέφαμε σέ κάποια ειδυλλιακή κατάσταση ; Προφανώς όχι !
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
Εντούτοις, αν και ούτοπικές, οί τάσεις φυγής άναδεικνύουν ένα υπαρκτό πρόβλημα. Τό πρόβλημα τοϋ κοινωνικού ρόλου τής έπιστήμης. Δύο κυρίως άντίθετες άπαντήσεις έχουν δοθεί σ'αύτό τό πρόβλημα : Ή έπιστήμη είναι δαιμονική δύναμη. Ή έπιστήμη είναι άθώα. Υπεύθυνη είναι ή χρήση της γιά τό κέρδος καί τόν πόλεμο. "Ας δούμε λοιπόν συγκεκριμένα τό πρόβλημα, μέ δύο παραδείγματα. Ή άνακάλυψη τού άτομου καί ή άπελευθέρωση τής ένέργειας τού πυρήνα γέννησε μεγάλες έλπίδες, παρά τούς φόβους τού Κιουρί και τού 'Αϊνστάιν : καταπολέμηση άσθενειών καί φτηνή, απεριόριστη ένέργεια. Ή ούτοπία τής κοινωνίας τής άφθονίας φαινόταν νά άποκτά ένα έπιπλέον υλικό θεμέλιο. Τί έγινε όμως στήν πραγματικότητα ; Π ρ ώ τ η πράξη τής τραγωδίας, ή Χιροσίμα καί τό Ναγκασάκι. 'Ακολούθησε ή περίοδος τής ισορροπίας τού τρόμου, στή διάρκεια τής οποίας ή άνθρωπότητα έφτασε στό χείλος τ ή ς πυρηνικής καταστροφής. Καί σήμερα, παρά τίς συμφωνίες καί τίς μειώσεις, υπάρχουν άρκετές πυρηνικές κεφαλές γιά νά έξαφανίσουν μερικές φορές τό άνθρώπινο είδος. Σύμφωνα με ορισμένα στοιχειά σήμερα μόνον οί ΗΠΑ καί ή Ρωσία διαθέτουν περίπου 13.000 πυρηνικές κεφαλές καί ή διασπορά τών πυρηνικών συνεχίζεται. 'Εξάλλου, ή τ ε λευταία συμφωνία προβλέπει ότι τό 2012, δηλαδή μετά άπό μιά δεκαετία, οί ΗΠΑ καί ή Ρωσία θά διαθέτουν συνολικά 3.900 πυρηνικές κεφαλές, άρα άριθμό άρκετό γιά νά έξαφανιστεΐ τό άνθρώπινο είδος. "Ας έλπίσουμε, παρά ταύτα, ότι τά όπλα αύτά δέν θά χρησιμοποιηθούν. Λύθηκε τό πρόβλημα τών πυρηνικών ; Προφανώς όχι ! 'Από τό 1945 έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες άπό 1.900 πυρηνικές δοκιμές. Κατ*άλλους 2 . 0 0 0 ! Ά π ό τίς έκρήξεις δημιουργούνται περίπου τριακόσια ραδιοϊσότοπα, τά όποια έχουν μολύνει τόν πλανήτη : τήν άτμόσφαιρα, τ ή γ ή καί τά νερά. Καί ή μόλυνση διατηρείται χρόνια, αιώνες καί χιλιετίες. Υπολογιζόταν ότι μέχρι τό 2000 θά υπήρχαν 430.000 θάνατοι άπό καρκίνο καί 2,4 έκατομμύρια κρούσματα. Έ καταστροφή είναι δεδομένη καί άνέκκλητη. Νά άπαγορευθούν λοιπόν τά πυρηνικά όπλα καί οί δοκιμές ! Τελειώσαμε μέ τό πρόβλημα ; Προφανώς όχι ! Ή μεγάλη ελπίδα, ή πυρηνική ένέργεια,
364
ΔΡΟΜΟΙ T H E ΔΙΛΛ£ΚΤΙΚΗΣ
αποδείχτηκε καί αύτή επικίνδυνη. Καί δεν είναι μόνο τά πυρηνικά άτυχήματα. Κατά τήν καταστροφή, π.χ., τού Τσερνομπίλ, εκλύθηκε ραδιενέργεια 200 φορές περισσότερη ά π ' ό , τ ι άπό τίς βόμβες τής Χιροσίμα καί τοϋ Ναγκασάκι, μολύνθηκαν 160.000 τετρ. χιλιόμετρα έδάφους καί υπολογίζεται ότι έξαιτίας της Θά πεθάνουν 300.000 άνθρωποι στήν Ούκρανία. Ά λ λ ά δέν είναι μόνο τά άναπόφευκτα άτυχήματα. "Οπως είναι γνωστό, καί δπως σημειώσαμε προηγουμένως, τά κατάλοιπα τών πυρηνικών έργοστασίων άποτελούν ήδη έναν έφιάλτη. Όποιαδήποτε χρήση τους Θά μολύνει έπί αιώνες τ ή γ ή . Λοιπόν ; Τέλος καί στήν ειρηνική χρήση τής πυρηνικής ένέργειας ; Ά λ λ ά τόσο οί δυτικές δσο καί οί άνατολικές χώρες έχουν έγκαταστήσει δεκάδες πυρηνικούς σταθμούς καί ή οικονομία τους έξαρτάται πλέον άπό τ ή λειτουργία τους. Σ τ ή Γαλλία, π.χ., τό 7 0 % τής ή λ ε κτρικής ένέργειας προέρχεται άπό πυρηνική σχάση. Τό προηγούμενο παράδειγμα φανερώνει τήν άνεπάρκεια τής τυπικής λογικής καί σ ' α ύ τ ή τήν περίπτωση. Ή πυρηνική ένέργεια είναι θετικό μέσο γιά τήν έρευνα καί τήν ιατρική. 'Οποιαδήποτε άλλη χρήση της είναι καταστροφική. Ή πυρηνική έπιστήμη έχει συνεπώς τίς δύο όψεις τού 'Ιανού, άλλά ή χρήση της μπορεί νά άναδείξει μόνο τήν άπαίσια όψη. Τό ίδιο ισχύει γιά τ ή γενετική μηχανική, δπως καί γιά τ ή συνθετική χημεία πού παράγει φάρμακα άλλά καί χημικά δπλα. "Ενα άλλο πεδίο, όπου δοκιμάστηκε ή έπιστήμη, είναι ό πόλεμος. Σήμερα ή πολεμχκή-έπιστημονική τεχνολογία είναι σέ θέση νά προκαλέσει μαζικές καταστροφές, νά έξολοθρεύσει λαούς ή καί ολόκληρη τήν άνθρωπότητα. Στόν πόλεμο τού Βιετνάμ, π.χ., έξολοθρεύτηκαν 5.000.000 άνθρώπινες υπάρξεις. Χρησιμοποιήθηκαν 11 δισ. κιλά χημικά. Αποψιλώθηκαν πάνω άπό ένα εκατομμύριο έκτάρια. Μόνο τό 1969 καταστράφηκε τό 4 3 % τής καλλιεργήσιμης γής καί τό 4 4 % τών δασών τού Βιετνάμ. Ή χώρα αύτή ύποφέρει άκόμα καί Θά ύποφέρει άπό τίς πληγές τοϋ πολέμου. 1 Δεύτερη περίπτωση μαζικής έξολόθρευσης ηταν ό πρώτος πόλεμος γιά τά πετρέ1. Βλ. Éludes Vietnamiennes, 29 (Guerre Chimique).
Ο. ΜΕΤΑΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΕ Τ Ο ΑΝΟΡΓΑΝΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ
3'9
λαια τοϋ Κόλπου, με τους 200.000 νεκρούς Ιρακινούς. Αύτή είναι μιά πλευρά τοϋ «επιστημονικού πολέμου». Ή άλλη είναι ή οικονομική. Σ τ ή δεκαετία τού '80, μόνο οί Ηνωμένες Πολιτείες σπατάλησαν περισσότερα άπό 3 τρισ. δολάρια γιά πολεμικές προετοιμασίες. Σήμερα, μετά τό « τ έ λ ο ς » τού ψυχρού πολέμου, ξοδεύουν 3 δισ. δολάρια τό χρόνο. Μέ τό σύνολο τών πολεμικών δαπανών θά μπορούσε νά έχει άναπτυχθεΐ (ορθολογικά, μέ σεβασμό τής φύσης κλπ. ) ολόκληρος ό πλανήτης. Νά είχε έξαφανιστεΐ ή πείνα, νά είχαν μειωθεί οί άσθένειες καί τό σύνολο τών άνθρώπων νά έχει μιά αξιοπρεπή ζωή. Συμπέρασμα : Μέ τήν έπιστήμη καί τήν τεχνολογία ή άνθρωπότητα κατέκτησε ή έξαπέλυσε δυνάμεις πού μπορούν είτε νά τήν καταστρέψουν είτε νά άποτελέσουν παράγοντα εύημερίας καί πνευματικής καλλιέργειας. Τό πρόβλημα, συνεπώς, είναι ό κοινωνικός έλεγχος τής έπιστήμης. 'Επιστήμη στήν ύπηρεσία τού κεφαλαίου σημαίνει άνάδειξη καί χρήση τών άντιφατικών δυνατοτήτων της. Έ π ι στήμη στήν ύπηρεσία τοϋ κοινωνικού συνόλου σημαίνει άκύρωση τών άρνητικών δυνατοτήτων της καί χρησιμιοποίησή της γιά τήν υλική καί τήν πνευματική άνάπτυξη τής άνθρωπότητας. Ή έπιστήμη, δπως ό άρχαΐος 'Ιανός, έχει δύο ένδογενώς συσχετισμένες όψεις. Στήν άνθρωπότητα έναπόκειται νά έπιλέξει τ ή χρήση τών άγαθών δυνατοτήτων της ή νά αύτοκαταστραφεΐ.
ΕΝΔΕΚΑΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΟΓΤΟΠΙΑ : Η Δ Ι Α Λ Ε Κ Τ Ι Κ Η ΔΓΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Π Ρ Α Γ Μ Α Τ Ι Κ Ο Γ
Γ
ΠΟΣΤΗΡΙΞΑ ΣΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ότι ό σοσιαλισμός, παρ* όλα όσα έγιναν, παρά το σκοτεινό τοπίο της εποχής μας, αποτελεί τ ή μόνη διέξοδο άπό τ ή σημερινή παγκοσμιοποιούμενη κρίση. "Οτι άποτελεϊ δυνατότητα εγγεγραμμένη στά « γονίδια » τοϋ καπιταλισμού. Πολλοί όμως θά πούν : Ό σοσιαλισμός άντιφάσκει μέ τήν έγωιστική άνθρώπινη φύση, είναι, συνεπώς, μιά εύγενική έστω ούτοπία. "Αλλοι, άντίθετα, θά πούν : Ό μαρξισμός έχει υπερβεί τό ουτοπικό στάδιο. " Ε χ ε ι πρό πολλού μετατραπεί σέ έπιστήμη καί σύμφωνα μέ τίς άναλύσεις τού μαρξισμού, ό σοσιαλισμός θά είναι ή νομοτελειακή υπέρβαση τού καπιταλισμού. Έ τ σ ι ή έννοια τής ούτοπίας έμπλέκεται γιά άλλη μιά φορά στή συζήτηση γιά τό μέλλον τής άνθρωπότητας. "Ας έπιχειρήσουμε, συνεπώς, νά άναδείξουμε τήν άντιφατική φύση τής ούτοπίας. Τίς γνωσιολογικές ρίζες της. Τήν κοινωνική λειτουργία της. Τή διαλεκτική πού λειτουργεί στό ιστορικό γίγνεσθαι τό όποιο έκτρέφει τίς ούτοπίες, ειτε ώς ιδανικά σχεδιάσματα τών πολιτειών τοΰ μέλλοντος ειτε ώς έπιστροφή σέ κάποιο έξιδανικευμένο παρελθόν. Σ έ περιόδους άστάθειας, πολέμων, κοινωνικών συγκρούσεων, τότε πού ή έπίγεια ζωή γίνεται περισσότερο δύσκολη καί τό σύστημα τών άξιών κλονίζεται ή καταρρέει, τότε οί άνθρωποι άναζητοΰν καταφύγιο πέρα άπό τήν πραγματική ζωή, σ' έναν κόσμο πού θά έδινε έλπίδα καί νόημα στήν ύπαρξή τους. Δέν είναι λοιπόν τυχαίο ότι σέ τέτοιες περιόδους άνθοΰν ή μεταφυσική, ό μυστικισμός, οί σωτηριακές θρησκείες, ή, στήν καλύτερη περίπτωση, οί φιλοσοφίες τής ύπαρξης. Ή άνθρωπολογική στροφή τοΰ Σωκράτη, π.χ., συμπίπτει μέ τήν παρακμή καί τήν κρίση τής 'Αθηναϊκής Δημοκρατίας. 'Αντίστοιχα, ή στροφή τής έλληνικής φιλοσοφίας στόν ιδεαλισμό καί τό 367
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ι368
μπόλιασμά της με μυστικιστικές άνατολικές δοξασίες, ή διάδοση τοΰ μυστικισμού, οί αιρέσεις καί οί σωτηριακές θρησκείες συνδέονται μέ τήν κρίση τοΰ ρωμαϊκού Imperium καί τών άρχαίων δουλοκτητικών κοινωνιών συνολικότερα. "Ενα άπ'αύτά τά κινήματα θά έξελισσόταν στή μεγάλη καί βιώσιμη σωτηριακή θρησκεία — στό χριστιανισμό. Ό υπαρξισμός καί ό περσοναλισμός άντίστοιχα, μέ τήν άθεη ή μέ τ ή χριστιανική μορφή τους, τροφοδοτήθηκαν άπό τήν κρίση καί τ ή βαρβαρότητα τοΰ άναπτυγμένου καπιταλισμού. Οί κοινωνικές κρίσεις ώστόσο δέν έκτρέφουν μόνο τίς τάσεις φυγής άπό τήν κοινωνική πραγματικότητα καί τήν καταφυγή στόν άνορθολογισμό καί στό μυστήριο. Ταυτόχρονα γεννοΰν κινήματα άμφισβήτησης. Στήν καλύτερη περίπτωση, έπαναστατικά κινήματα. Στό χώρο τών ιδεών, άλλά καί συχνά σέ άμεση σχέση μέ κοινωνικά κινήματα, έκτρέφουν ούτοπίες-σχεδιάσματα υπέρβασης τής υπαρκτής πραγματικότητας, είτε μέ τ ή φυγή πρός κάποιο έξιδανικευμένο παρελθόν, είτε με τήν έπαναστατική άναδόμηση τοΰ παρόντος. Σήμερα ή άνθρωπότητα, καί ειδικά μετά τήν κατάρρευση αύτοΰ πού είχε άποκληθεϊ ύπαρκτός σοσιαλισμός, περνάει μιά άπό τίς βαθύτερες καί καθολικότερες κρίσεις τής ιστορίας της. Τό κύμα τού άνορθολογισμού, τού μυστικισμού καί τού ήθικοΰ σχετικισμού πού σαρώνει τόν πλανήτη στήν έποχή μιας δέν είναι τυχαίο. 'Αντίστοιχα, ή έποχή μας έκτρέφει πάλι ούτοπίες : τεχνοκρατικές, θρησκευτικές, μυστικιστικές άλλά καί ούτοπίες πού συνδέονται μέ τά σημερινά κινήματα άμφισβήτησης. Ό μαρξισμός έξάλλου γεννήθηκε ώς ή ιστορική ύπέρβαση τών ούτοπικών σοσιαλιστικών σχεδιασμάτων, χωρίς νά μετατραπεί σέ « καθαρή έπιστήμη » , καί χωρίς νά άπολέσει μιά ορισμένη, ούτοπική διάσταση, ή όποία πάλι ένισχύεται στήν έποχή μας. 1. Εισαγωγικές
παρατηρήσεις
Ή ούτοπία άποτελεΐ οργανικό στοιχείο τών άνθρώπινων κοινωνιών. Οί ούτοπίες είναι γέννημα τών άνταγωνισμών μέσα στούς όποιους έμπλέκονται καθημερινά τά άτομα καί οι κοινωνικές ομάδες. Τά άτο-
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
μα ή οί ιδεολόγοι τών κοινωνικών ομάδων, αναζητώντας διέξοδο άπ'αυτούς τούς άνταγωνισμούς, μορφώνουν συχνά μή λειτουργικά σχήματα. Τέτοια έπιμέρους σχήματα μπορούν νά ονομαστούν ούτοπικά. Οί ούτοπίες είναι καθολικότερα σχεδιάσματα πού φιλοδοξούν νά άποτελέσουν τ ή βάση ιδανικών άνθρώπινων κοινοτήτων. Ή ούτοπία, άπό τήν άποψη αύτή, είναι συστατικό στοιχείο τής ιδεολογίας. Καί δπως ή ιδεολογία, δέν είναι ούτε καί αύτή κοινωνικά ούδέτερη : μπορεί νά έκφράζει τούς πόθους άνερχόμενων κοινωνικών δυνάμεων καί νά άσκεΐ μιά θετική λειτουργία ή, άντίστροφα, νά έκφράζει μιά συντηρητική στάση άπέναντι στό νέο. Οί ούτοπικές άντιλήψεις είναι ένδογενές στοιχείο τής ιδεολογίας κάθε έποχής. 'Ακολουθώντας τόν 'Αλτουσέρ, θά έλεγε κανείς δτι ό άνθρωπος είναι ζώο ιδεολογικό καί ούτοπικό. 'Ωστόσο, μπορούμε νά διαπιστώσουμε εύκολα ότι οί ούτοπίες έμφανίζονται μέ ιδιαίτερη ένταση σέ ορισμένες ιστορικές περιόδους. Πρόκειται γιά περιόδους δπου στό έσωτερικό ένός κοινωνικού σχηματισμού άναπτύσσονται νέες κοινωνικές δυνάμεις οί όποιες συνιστούν τήν άρνηση τού κυρίαρχου τρόπου παραγωγής καί προοιωνίζονται έναν νέο κοινωνικό σχηματισμό, ή γιά περιόδους κρίσης μιας κοινωνίας, κρίσης πού παρατείνεται χωρίς διέξοδο. Ή ούτοπία έμφανίζεται τότε ώς τό φανταστικό σχεδίασμα τού μέλλοντος, ή ώς τάση γιά έπιστροφή σέ παρωχημένες κοινωνικές καταστάσεις. θ ά μπορούσαμε συνεπώς νά πούμε δτι ούτοπία είναι ένα ιδεατό σχεδίασμα άνέφικτης πολιτείας. Τό ούτοπικό σχέδιο δέν είναι πραγματοποιήσιμο. Είναι ή άπατηλή λύση υπαρκτών άντιθέσεων. 'Αλλά ή ούτοπία, ώς ιδεολογικό φαινόμενο, δέν άνάγεται στήν πλάνη. Περιέχει άπολυτοποιημένο, σ'ένα έπίπεδο άφαίρεσης καί καθολίκευσης, κάποιον όρθολογικό πυρήνα, ό όποιος μέ τήν ώρίμαση τών συνθηκών θά μπορέσει ίσως νά μεταλλαχτεί σέ θεωρία. Οί ανταγωνισμοί τού παρόντος γεννούν συχνά τ ή νοσταλγία γιά τό παρελθόν. Ή άνάμνηση κάποιου χαμένου παραδείσου είναι κοινή σέ πολλούς λαούς. Ή παράδοση άναφέρει συχνά τόν «χρυσό αιών α » , μιλά γιά τήν άρχέγονη ισότητα, γιά τ ή χαμένη άθωότητα καί άγιότητα, γιά φυσικό δίκαιο, γιά κάποια ειδυλλιακή ζωή μέσα στή
34»
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΛΛ£ΚΤΙΚΗΣ
φύση, χωρίς μόχθο, άλλά καί γιά πτώση καί γιά τιμωρία. Σ'αύτές τίς κατασκευές ώραιοποιεΐται τό παρελθόν, γιά νά προβληθεί συχνά ώς πρότυπο κάποιας μελλοντικής κοινότητας. Ά λ λ ά ή ούτοπία δέν είναι -κατά κανόνα- παθητική άναπόληση. Μέσα άπό τήν έπιστροφή έπιδιώκει συχνά τήν υπέρβαση τού παρόντος. Ή ούτοπία είναι συνεπώς άρνηση καί τήν ίδια στιγμή κατάφαση. Συχνά ώθεϊ στήν πρακτική παρέμβαση γιά τήν έκμηδένιση τής άθλιότητας τού σήμερα. « Ή ούτοπία» γ ρ ά φ ε ι ό J. D'Hondt« προδίδει μέ άλλο τρόπο τή θετικότητά της : όποια κι άν είναι ή νοσταλγία της γιά ένα άλλού, δέν άποφεύγει, παρά σπάνια, νά παρέμβει hic et nunc... Ή σύγκριση πού άποκαθιστά, άνάμεσα σ' έναν καλύτερο κόσμο τόν όποιο άντανακλά καί έναν άθλιο κόσμο πού άπορρίπτει, άφυπνίζει ήδη τήν έπιθυμία γιά δράση » . 1 Έ ούτοπία είναι μορφή κοινωνικής συνείδησης. 'Αμφισβήτηση κατεστημένων μορφών, προκάλεσε συχνά τήν έχθρα τών κυρίαρχων τάξεων. Οί ούτοπιστές συχνά διώχτηκαν, φυλακίστηκαν ή θανατώθηκαν. "Αλλοι υπήρξαν άρχηγοί έπαναστάσεων, ήγέτες έξεγερμένων πού έπιχείρησαν νά πραγματώσουν στή γ ή τήν ιδανική πολιτεία τους. Ή ούτοπία είναι παραλογισμός άπό τήν άποψη τού ρεαλισμού καί τής « λ ο γ ι κ ή ς » . 'Αλλά αύτό πού σήμερα είναι παραλογισμός περιέχει ίσως δυνάμει έκεϊνο πού αύριο θά είναι «ρεαλιστικό». Ή ούτοπία ύπερβαίνει τό « λ ο γ ι κ ό » . 'Αλλά, καθώς τό λογικό καί τό παράλογο είναι έννοιες ιστορικά σχετικές, τό « παράλογο » διέψευσε κατά κανόνα τ ή λογική τών « σ υ ν ε τ ώ ν » . Ή τάση γιά έπιστροφή σέ έξιδανικευμένες μορφές δέν είναι τό ίδιο έντονη στίς διάφορες ιστορικές φάσεις τής ούτοπίας. Κατά κανόνα δεσπόζει στά ούτοπικά σχεδιάσματα τής άρχαιότητας καί έκφράζει τήν άδυναμία τών κινημάτων έκείνης τής περιόδου νά δώσουν διέξοδο στίς άντιθέσεις τού άρχαίου κόσμου. Ή νοσταλγική έπιστροφή είναι λιγότερο έντονη στίς ούτοπίες τής 'Αναγέννησης, όπου οί δυνατότητες τού παρόντος προβάλλονται ήδη στά σχεδιάσματα τού μέλλοντος. Ή σοσιαλιστική ούτοπία, τέλος, δέν περιέ1. J. D'Hondt, L'Idéologie
de la rupture, PUF, 1 9 7 8 , a. 121.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
χει τάσεις γιά επιστροφή στο παρελθόν. Είναι ολοκληρωτικά ή ούτοπία τοΰ μέλλοντος. Συνολικά, ή ουτοπία τρέφεται άπό τίς άντιφάσεις του παρόντος. Μέσα άπό μιά νοητική-συναισθηματική διαδικασία άφαίρεσης καί έξιδανίκευσης, ό ουτοπικός στοχαστής μορφώνει ένα ιδεατό σχήμα, τό όποιο προτείνει στούς συγχρόνους του. " Ε τ σ ι , ή ούτοπία γίνεται άπόπειρα γιά υπέρβαση : φυγή πρός τό παρελθόν ή άναδόμηση τοΰ παρόντος γιά τ ή δημιουργία τής ιδανικής πολιτείας. Τό σχήμα δέν είναι πραγματοποιήσιμο : ή ούτοπία δέν βρίσκει τόπο γιά νά υπάρξει. Ωστόσο, ό ορθολογικός πυρήνας της -οί λανθάνουσες δυνατότ η τ ε ς - θά πραγματωθούν κάποτε, όταν οί καιροί θά είναι ώριμοι νά κυοφορήσουν τό νέο σχήμα. Ά λ λ ά άς δούμε συγκεκριμένα αύτά τά χαρακτηριστικά, μέσα άπό μιά σύντομη άνάλυση τών κύριων ιστορικών μορφών τής ούτοπίας. 2. Οί ούτοπίες
της αρχαιότητας
καί ή
τοϋ ιδεατού μέσα από την επιστροφή
πραγμάτωση στό παρελθόν
Οί συνθήκες ζωής στίς πρωτόγονες κοινωνίες καί άργότερα ή δουλεία, οί πόλεμοι καί ή βαρβαρότητα τών άρχαίων κοινωνιών, έθρεψαν ή συντήρησαν πολλούς ούτοπικούς μύθους. Ά λ λ ά καί στούς ποιητές καί στούς φιλοσόφους συναντάμε ούτοπικές άντιλήψεις ή καί ολόκληρα ουτοπικά σχεδιάσματα. Ό Ησίοδος (8ος αιώνας π . Χ . ) οικτίρει τόν ξεπεσμό τού άνθρώπινου γένους. Αναφέρεται στό χρυσό γένος τών άνθρώπων πού ζούσε εύτυχισμένο στήν έποχή τού Κρόνου, μακριά άπό πόνους καί άπό τό μόχθο τής έργασίας πού γερνά τόν άνθρωπο. Ή ζωοδότρα γή έδινε τότε μόνη της άφθονους καρπούς πού τούς νέμονταν οί άνθρωποι στίς εύτυχισμενες πόλεις τους. " Ε τ σ ι , μετά άπό μιά ήρεμη ζωή, χωρίς άθλια γερατειά, οί άνθρωποι πέθαιναν σάν νά βυθίζονταν σε " 1 υπνο. 1. 'Ησιόδου, "Εργα
xai 'Ημέρες,
9 0 , 1 0 9 , 115, κ λ π .
ι373
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Ή ουτοπική νοσταλγία τοΰ Ησίοδου τροφοδοτήθηκε άπό τίς συνθήκες ζωής στον ελληνικό χώρο προς τά τέλη τής γεωμετρικής έποχής, δηλαδή σέ μιά περίοδο διάλυσης τής φυλετικής κοινωνίας, δημιουργίας στρώματος φτωχών άγροτών καί γενίκευσης τής δουλείας. Ό Ησίοδος δέν διατύπωσε κάποια ουτοπία. Ή έξιδανίκευση τοΰ παρελθόντος, άντίθετα, υπήρξε ή άφετηρία γιά πολλές ούτοπίες τής άρχαιότητας. Ούτοπικές άντιλήψεις καί ούτοπικά σχεδιάσματα συναντιούνται καί στά έργα πολλών φιλοσόφων τής άρχαιότητας. Είναι, π.χ., γνωστές οί ούτοπικές θεωρίες τών στωικών. Ό Ζήνων ό Κιτιεύς, άρχηγός τής Στοάς, είχε γράψει τό έργο Περι Πολιτείας, τό όποιο άποτέλεσε μιά άπό τίς ριζοσπαστικές ούτοπίες τής άρχαιότητας. Ό Ζήνων καταργούσε τίς διακρίσεις : δούλος - έλεύθερος, "Ελληνας - βάρβαρος, φτωχός-πλούσιος. Διέκρινε μόνο άνάμεσα σέ σοφούς καί σέ άσοφους. Ό ιδρυτής τής Στοάς οραματιζόταν μιά παγκόσμια δημοκρατία όπου θά έξισώνονταν οί ελεύθεροι καί οί δούλοι, οί "Ελληνες καί οί βάρβαροι, καί όπου θά είχε καταργηθεί ή άτομική ιδιοκτησία καί τό χρήμα, καθώς καί ή οικογένεια. 1 Είναι έπίσης γνωστό ότι οί κυνικοί άπέβλεπαν στήν έπιστροφή στή φυσική άπλότητα τοΰ «χρυσού αιώνα» καί ότι οί σοφιστές τάχθηκαν συχνά κατά τού θεσμού τής δουλείας. Ό Πλάτων θεωρείται άπό πολλούς ώς ό ιδεολόγος τής δουλοκτητικής κοινωνίας. 'Ωστόσο ή Πολιτεία του δέν είναι μόνο μιά άριστοκρατική ούτοπία, άλλά καί μιά ούτοπία ή όποία, παρά τόν άριστοκρατικό χαρακτήρα της, περιέχει έξισωτικές-κοινοκτημονικές άντιλήψεις. Ό Πλάτων —στήν Πολιτεία- άπαγόρευε τά πολύτιμα μέταλλα. Έπίσης στούς Νόμους μακάριζε τήν πρωτόγονη έποχή, τότε πού δέν έλειπαν τά βοσκοτόπια, τό γάλα, τό κρέας καί τό κυνήγι, καθώς καί τά προϊόντα τών τεχνών. Σ τ ή μακάρια αύτή έποχή οί άνθρωποι δέν ήταν ούτε φτωχοί άλλά ούτε καί πλούσιοι, έφόσον δέν είχαν χρυσό καί άργυρο : « Πένητες μέν δια τό τοιούτον σφόδρα 1. Β λ . Π . Λεκατσά, Ή Πολιτεία
τοΰ "Ηλιου, έκδ. Καστανιώτη, 1975.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
ουκ ήσαν ούδ' Οπό πενίας άναγκαζόμενοι διάφοροι εαυτής έγίγνοντο' πλούσιοι δ'ουκ αν ποτε έγένετο, αχρυσοί τε καί άνάργυροι δντες». Ή έλλειψη πλούτου καί πενίας έκανε τούς ανθρώπους νά έχουν «γενναιότατα ή θ η » . Ε π ί σ η ς «άγαθοί μεν δή δια ταΰτά τε ήσαν και διά τήν λεγομένην ευήθειαν » . 1 Ε κ ε ί ν η τήν έποχή οί άνθρωποι δέν είχαν γραφή καί ζούσαν κατά τά πατροπαράδοτα έθιμα.* Ε π ί σης στόν Πρωταγόρα ό Πλάτων ( μ έ τό στόμα τοϋ Ι π π ί α ) τάσσεται υπέρ τοΰ φυσικοΰ δικαίου καί θεωρεί τό νόμο τύραννο : « 'Ηγούμαι εγώ υμάς συγγενείς τε και οικείους και πολίτας απαντας είναι φύσει, ου νόμφ- τό γαρ δμοιον τω όμοίω φύσει συγγενές έστιν, ό δέ νόμος τύραννος ών τών ανθρώπων, πολλά παρά φύσιν βιάζεται».3 Στήν άρχαιότητα τέλος ήταν γνωστή ή ούτοπία τού Ίάμβουλου, πού κατά τό μύθο βρέθηκε σ* ένα νησί γεμάτο άρώματα, μέ μιά γή πού έδινε καρπούς όλο τό χρόνο, μέ εύκρατο κλίμα, χωρίς καύματα καί ψύχος. Οι εύτυχισμένοι κάτοικοι τού νησιού ζούσαν μακάρια ζωή εκατόν πενήντα χρόνια, σέ μιά κοινοκτημονική πολιτεία πού τήν κυβερνούσε ό πιό ήλικιωμένος καί όπου οί γυναίκες καί τά παιδιά ήταν κοινά ( « παιδας ώς κοινούς τρέφοντας έπ'ισης αγαπάν»).1 Ή ούτοπία τού Ίάμβουλου, όπως γράφει ό Π . Λεκατσάς, άγαπήθηκε ιδιαίτερα άπό τά λαϊκά στρώματα, «προπαντός γιατί κατόρθωνε νά συνδυάζει τά ούσιωδέστερα στοιχεία όλων τών ούτοπιών, σέ μιά βαθύτατα έπαναστατική σύνθεση, πού κολάκευε τούς θερμότερους πόθους τών έξαθλιωμένων μαζών τού έτοιμοθάνατου άρχαίου κόσμου». 5 Οί προηγούμενες ούτοπίες έμειναν στό χώρο τής λαϊκής φαντασίας ή τής φιλοσοφικής θεωρίας. Ή ούτοπία τής Πολιτείας τοϋ "Ηλιου, άντίθετα, συνδέθηκε μέ τήν έπαναστατική πράξη.
1. 2. 3. 4. 5.
Πλάτων, Νόμων Γ, 679 Λ - Β . Στό ίδιο, 680α. Πλάτων, Πρωταγόρας, 14, 337C. Βλ. Διόδωρου Σικελιώτη, Βι6λ. Ίστ. II, 5ό-60. Π . Λεκατσά, Ή Πολιτεία τού "Ηλιου, ο.π., σ. 16.
ι374
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Ή παράδοση γιά τήν ύπαρξη τής ουτοπικής Πολιτείας τού "Ηλιου ήταν -καθώς σημειώσαμε- γνωστή στήν άρχαιότητα. Στήν πολιτεία αυτή με το ήπιο κλίμα καί τά άφθονα άγαθά δεν υπήρχαν δοϋλοι. Οί άνθρωποι ήταν ίσοι μεταξύ τους, ή άτομική ιδιοκτησία ήταν άνύπαρκτη, δέν υπήρχαν στρατοί καί δέν γίνονταν πόλεμοι. Στήν κοινοκτημονική πολιτεία άκόμα καί τά παιδιά ήταν κοινά : όλοι οί άντρες ήταν πατέρες τους καί οί γυναίκες, μανάδες τους. Ή ούτοπία αύτή άποτελούσε μιά μακρινή άνάμνηση τού «χρυσού αιώνα» τής πρωτόγονης κοινοκτημοσύνης, σέ άντίθεση μέ τ ή βαρβαρότητα τής δουλοκτητικής άρχαιότητας. Ό Άριστόνικος έπιχείρησε νά πραγματοποιήσει τήν ούτοπική Πολιτεία τοϋ "Ηλιου μέ τήν έπανάσταση τών δούλων, τών δουλοπάροικων καί τής φτωχολογιάς τής Μικράς Ασίας ( 133-128 π . Χ . ) . 1 Ή έπανάσταση αύτή, πού πνίγηκε στό αιμα άπό τίς ρωμαϊκές λεγεώνες, ήταν μιά πραγματική έπανάσταση έναντίον τής ολιγαρχίας, έπειδή δέν έπεδίωκε νά μετατρέψει τούς έλεύθερους σέ δούλους καί. τούς δούλους σέ έλεύθερους, άλλά νά άποκαταστήσει τήν κοινοκτημοσύνη καί τήν ισότητα, καί νά άντικαταστήσει τό κράτος τών δουλοκτητών μέ τ ή φυσική κοινωνία.* Ή άποτυχία αύτής τής έπανάστασης, όπως καί τής έξέγερσης τού Σπάρτακου, συγκεκριμενοποίησε τό τραγικό άδιέξοδο τών δουλοκτητικών κοινωνιών : τήν άνυπαρξία έπαναστατικής τάξης πού θά ήταν ή ήγετική δύναμη γιά τ ή δημιουργία μιάς κοινωνίας άνώτερου τύπου.
1. Στήν έπανάσταση τής Πολιτείας τοϋ "ΗλιοίΓηρθε νά προσφέρει τ ή σοφία και το κύρος του ό στωικός φιλόσοφος Βλάσσιος άπό τήν Κύμη. Ό Βλόσσιος, ακολουθώντας τις καλύτερες παραδόσεις τής Στοάς, οραματιζόταν τήν πραγματοποίηση μιάς οικουμενικής δημοκρατικής πολιτείας. Στήν αρχή συνδέθηκε με τήν οικογένεια τών Γράκχων καί εγινε δάσκαλος τού Τιβέριου. Πρός στιγμήν ελπισε πώς μέ τήν έπανάσταση τών Γράκχων θά γινόταν πραγματικότητα ή ιδανική πολιτεία του. Μετά τήν εξόντωση τού Τιβέριου μπόρεσε νά δραπετεύσει άπό τίς ρωμαϊκές φυλακές, εφτασε στή Μικρά Ασία καί εγινε σύμβουλος τού 'Αριστόνικου. 2. Γιά τήν έπανάσταση τής Πολιτείας τοϋ "Ηλιου, βλ. Π. Λεκατσά, Ή Πολιτεία τοϋ "Ηλιου, ο.π.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
Ά λ λ ά και στούς Ρωμαίους ποιητές βρίσκουμε απόηχους της πρωτόγονης, κοινοκτημονικής κοινωνίας. " Ε τ σ ι , π.χ., διαβάζουμε στά Γεωργικά τοϋ Βιργιλίου : Γεωργοί τή γης δεν όργωναν πρίν κυριαρχήσει 6 Δίας καί μήτε κάν δεν έκριναν σωστό νά σημαδεύουν τους κάμπους, ή μέ τέρμονες νά τους άποχωρίζουν. Τό χρήσιμο γιά τό κοινό καθένας ε ζητούσε, κι ένώ δέ γύρευε κανείς, ή ίδια ή γή τά πάντα, εδινε προθυμότερα.1 Ό Βιργίλιος μακάριζε τους γεωργούς που ή δικαιότατη γη τους παρέχει «εύκολη ζήση μακριά άπό διχόγνωμα όπλα». Ειρωνευόταν αυτούς πού έκαναν πολέμους, όσους θησαύριζαν πλούτη καί « κ λ ω σώντας κάθονται στό χρήμα τό θαμμένο». Ταυτόχρονα, έξιδανίκευε τήν άγροτική ζωή, όπως ήταν « πριχού νά πάρει ό βασιλιάς ό Κρητικός τό σκήπτρο», στή χρυσή έποχή τής βασιλείας τοϋ Κρόνου, τότε πού «άκόμα σάλπιγγες κανείς δέν άκουε νά σημαίνουν, καί σπάθες νά τριζοκοπούν στά σιδερένια άμόνια » . ! Ό Ρωμαίος ποιητής 'Αντίπατρος, τέλος, χαιρέτιζε τό νερόμυλο σάν τήν αύγή τής χειραφέτησης τών δούλων καί τών γυναικών καί σάν τήν άρχή τής χρυσής έποχής. (Σχολιάζοντας ό Μάρξ θά έγραφε : « "Αχ αύτοί οι ειδωλολάτρες ! Δέν είχαν ιδέα άπό πολιτική οικονομία καί Χριστιανισμό » . ) 'Αλλά ή « χρυσή έποχή » , δηλαδή ή φεουδαρχία, θά πρόβαλλε μέσα άπό τά έρείπια τοϋ ρωμαϊκού κόσμου φέρνοντας, παρ'όλους τούς νερόμυλους, νέα δεινά στούς δουλοπάροικους τής Εύρώπης. Στίς ούτοπίες τής άρχαιότητας δεσπόζει -καθώς σημειώσαμεή τάση γιά έπιστροφή σέ ιστορικά παρωχημένες ή άνύπαρκτες μορφές, οί όποιες, μέσα άπό τήν έξιδανικευτική διαδικασία τής άφαίρεσης καί τής φανταστικής άναδόμησης, μπορούσαν νά συγκροτήσουν τό ιδεατό όραμα πού θά συντηρούσε τ ή νοσταλγία ή θά ψύχωνε τήν έπαναστατική όρμή τών έξαθλιωμένων τού ρωμαϊκού Imperium. Ή 1. Βιργιλίου, Τά γεωργικά, μετ. Κ . Θεοτόκη, « Κ ε ί μ ε ν α » , 1970, σ. 12. 2. "Ο.π., σσ. 45-48.
ι376
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
τάση γιά επιστροφή στο παρελθόν δέν έκφράζει βασικά τήν υποκειμενική άδυναμία τών άρχαίων ουτοπικών νά συλλάβουν μιά ρεαλιστική έπαναστατική προοπτική. Εκφράζει τήν άντικειμενική άδυναμία γιά διέξοδο άπό μιά κοινωνία άπό τήν όποία άπουσίαζε μιά αυθεντικά έπαναστατική τάξη. Οί στοχαστές τής άρχαιότητας δέν μπορούσαν νά διακρίνουν στήν κοινωνία τους τίς δυνάμεις μιάς άλλαγής, έπειδή οί δυνάμεις αυτές ήταν άνύπαρκτες. Μπροστά στή φρίκη τής δουλοκτησίας δέν τους άπόμενε συνεπώς παρά ή έπιστροφή στις έξιδανικευμένες άναμνήσεις του κοινοκτημονικοϋ παρελθόντος. Τό συναίσθημα καί ή φαντασία μπορούσαν νά οικοδομήσουν ουτοπίες που δέν Θά ρίζωναν στό χώμα τής δουλοκτητικής κοινωνίας. Τέλος, ή χριστιανική Θρησκεία, κίνημα διαμαρτυρίας τών καταπιεζόμενων τάξεων καί λαών τής Μέσης Ανατολής καί ευρύτερα τής περιοχής τής Μεσογείου, ήταν μιά ούτοπία ή όποία δέν άμφισβήτησε πρακτικά τ ή δουλοκτητική κοινωνία, καθώς μετέφερε τά προβλήματα πού σχετίζονταν μέ τήν άξία τής ζωής στόν φανταστικό χώρο τής ύπέρβασης. 3. Οί ούτοπίες
της ανερχόμενης αστικής
τάξης
Άπό τίς άρχές τού 16ου ώς τίς άρχές τού Που αιώνα έμφανίστηκαν πάλι μιά σειρά άπό ούτοπικά συστήματα. Ή νέα άνθηση τής ουτοπίας συνέπεσε μέ τήν άνοδο τών έμπορευματικών σχέσεων, δηλαδή μέ τήν περίοδο τής άποσάθρωσης τού φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής. Ή έποχή αύτή είναι μεταβατική : τό παλιό καταρρέει, τό νέο δέν έχει άκόμα έπιβληθεΐ καί ή κατάρρευση τής παλιάς τάξης πραγμάτων γεννά νέες συγκρούσεις καί άντιθέσεις. Τήν περίοδο αύτή ή άστική τάξη δέν ήταν άκόμα άρκετά ισχυρή, ώστε νά έπιβάλει τό δίκαιο της. Τ Ηταν ώστόσο άρκετά ισχυρή γιά νά διεκδικήσει ένα μέρος τής οικονομικής, άλλά καί τής πολιτικής έξουσίας. Οί ούτοπίες αυτής τής περιόδου είναι έκφραση τών συμφερόντων, τών έπιδιώξεων καί συνολικά τού τρόπου θεώρησης τού κόσμου άπό τήν άστική τάξη, όπως είχε άρχίσει νά έκφράζε-
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
ται άπό τούς ουμανιστές τής Αναγέννησης. Ωστόσο, προ-θεωρητικές μορφές, οί ούτοπίες διατήρησαν έντονα στοιχεία προηγούμενων ιδεολογιών καί συχνά κατέφυγαν στό παρελθόν γιά νά σχεδιάσουν τό μέλλον. Ά λ λ ά ή έπιστροφή αύτή, όσο συχνή καί έντονη καί άν είναι, υπηρετούσε τό όραμα τού μέλλοντος. Καί στό όραμα αύτό διαγράφεται ήδη ή μορφή τοϋ άνθρώπου, ώς άνθρώπου-άστοϋ. 'Ωστόσο, ή έκφραση τής νέας πραγματικότητας στή συνείδηση τών ούτοπιστών δέν ήταν κάποια μηχανική άντανάκλαση Οί ούτοπιστές τής Αναγέννησης ξεπέρασαν συχνά τόν στενό ορίζοντα τής άστικής τάξης. Συχνά άρνήθηκαν τήν υποβάθμιση τοϋ άνθρώπου στό πλαίσιο τής νέας, έμπορευματικής παραγωγής. Κατήγγειλαν τό χρήμα, τόν πλούτο καί τήν άτομική ιδιοκτησία, προαναγγέλλοντας μέ τρόπο άκόμα υποτυπώδη καί άφελή τήν έμφάνιση, μετά άπό δυόμισι αιώνες, τής σοσιαλιστικής θεωρίας. Ή άστική ούτοπία έκφράζει —σέ τελευταία άνάλυση— τήν άνάπτυξη, άλλά καί τήν άνωριμότητα τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής. « Οί ούτοπικοί» -^γράφει ό Ένγκελς— « ή τ α ν ούτοπικοί, έπειδή δέν μπορούσαν νά είναι τίποτε άλλο, σέ μχά έποχή όπου ή κεφαλαιοκρατική παραγωγή ήταν άκόμα τόσο λίγο άναπτυγμένη. " Ε τ σ ι , έπρεπε αναγκαστικά νά κατασκευάσουν τά χαρακτηριστικά μιας νέας κοινωνίας στό κεφάλι τους, έπειδή τά στοιχεία τής νέας κοινωνίας δέν ήταν άκόμα γενικά προφανή στό έσωτερικό τής παλαιάς. Γιά τό βασικό σχέδιο τοϋ νέου οικοδομήματος έπρεπε νά καταφύγουν στή νόηση, άκριβώς έπειδή δέν μπορούσαν νά καταφύγουν στήν ιστορία » . 1 Ή άστική ούτοπία είναι μιά πρώτη έκφραση τοϋ πολιτικού έποικοδομήματος τό όποιο θά αντιστοιχούσε στόν κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Καί καθώς δέν υπάρχει άναπτυγμένος καπιταλισμός, δηλαδή, καθώς οί άντιθέσεις πού χαρακτηρίζουν αύτό τόν τρόπο παραγωγής δέν έχουν άκόμα έκφραστεΐ σέ όλη τους τήν πληρότητα, καί κατά συνέπεια τό άντικείμενο τής γνώσης δέν υπάρχει άκόμα στήν ολοκληρωμένη μορφή του, ή γνώση τού άντικειμένου 1. F. Engels, Anti-Dühring, Lawrence and Wishait, London, χ . χ . , σ. 2 9 2 .
ι378
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
αύτού είναι άναγκαστικά θεωρησιακή και οι λύσεις πού προτείνονται λιγότερο ή περισσότερο εξωπραγματικές. Ό πρώιμος καπιταλισμός μπορούσε νά γεννήσει τήν ούτοπία. Δέν μπορούσε νά τήν πραγματώσει. Τό Μωρίας Έγχώμιον τού "Ερασμου ( 1511 ; ) δέν είναι ούτοπικό σχεδίασμα. Είναι μιά σαρκαστική κριτική τής άμάθειας, τής υποκρισίας, τής ανοησίας, τής ματαιοδοξίας καί τού πλούτου. Ταυτόχρονα, είναι ένα έργο πού άπέβλεπε στό φωτισμό τών άνθρώπων μέσα άπό τήν άναγέννηση τών κλασικών γραμμάτων. Τό έργο τού "Ερασμου, χωρίς νά είναι ούτοπία, περιέχει στοιχειά ούτοπίας, καθώς προβάλλει στό μέλλον ορισμένες άπό τίς δυνατότητες τού καιρού του. 1 3 α ) Ή Ούτοπία τοϋ Τόμας Μόρους Τό πρώτο ούτοπικό σχεδίασμα τών νεότερων χρόνων τό οφείλουμε στό φίλο τού "Ερασμου, τόν Τόμας Μόρους ( 1480-1535), ό 'οποίος καί χρησιμοποίησε γιά πρώτη φορά τόν όρο Ουτοπία ( 1 5 1 6 ) . Ό Μόρους ήταν παιδί τής 'Αναγέννησης, ή όποία μέσα άπό τήν έπιστροφή στούς άρχαίους ξανάβρισκε τ ή χαρά τής γνώσης καί ήταν άνοιχτή στις νέες ιδέες καί στή ζωή. Ό Μόρους διαμορφώθηκε ιδιαίτερα στό περιβάλλον τών Ούμανιστών τής 'Οξφόρδης, οί όποιοι, στηριζόμενοι στή Βίβλο καί στά κείμενα τών Πατέρων, άσκούσαν έντονη κριτική τής μεσαιωνικής έκκλησίας καί ζητούσαν τ ή μεταρρύθμιση της. Ταυτόχρονα άσκούσαν κριτική στήν κοινωνία τού καιρού τους ζητώντας τήν έπιστροφή στούς φυσικούς δεσμούς άνάμεσα στούς άνθρώπους. Ό Μόρους θά ήταν άδιανόητος έξω άπό τό ιδεολογικό κλίμα τής πρώιμης άστικής τάξης. 'Ωστόσο, ώς στοχαστής ξεπέρασε τόν ιδεολογικό της ορίζοντα, προεικονίζοντας μιά άταξική κοινωνία πού θά στηριζόταν στήν κοινοκτημοσύνη. Ό Μόρους, μέγας καγκελάριος τού 'Ερρίκου τού 8ου, ειχε στραμμένο τό βλέμμα του στήν άθλιότητα τού παρόντος : στήν έξαθλίωση τών άγροτών, στή φρίκη τών πόλεων, στις κρεμάλες καί στις έκτελέσεις. 'Ως κύριο αίτιο τής δημόσιας άθλιότητας ό Μόρους έ1. "Ερασμου, Μωρίας Έγχώμιον,
μετ. Σ . Τσίρκα, 'Ηριδανός, 1970.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
βλεπε τήν ατέλειωτη στρατιά τών ευγενών και τών παράσιτων, που απομυζούσαν και τήν τελευταία σταγόνα άπό τό αίμα τών έξαθλιωμένων άγροτών γιά νά αυξήσουν τά πλούτη τους. Στήν Ούτοπία άπαριθμεϊ τά παράσιτα, τούς τεμπέληδες, « τό άπέραντο πλήθος τών άργόσχολων ιερωμένων καί καλογήρων». «Προσθέστε σ'αύτούς», συνεχίζει, « τούς πλούσιους έκείνους ιδιοκτήτες πού τούς άποκαλούν ευγενείς καί ιππότες, προσθέστε σ'αύτούς τίς στρατιές τών βαλέδων, τών άπατεώνων μέ λιβρέα, κι έκεϊνο τόν κατακλυσμό τών όλόγερων ζητιάνων πού κρύβουν τήν οκνηρία τους κάτω άπό ψεύτικες αναπηρίες » . 1 Εγκαταλείπετε —γράφει— έκατομμύρια παιδιά στήν καταστροφική επίδραση μιάς άνήθικης καί στρεβλής παιδείας. « Έ διαφθορά σφραγίζει κάτω άπό τά μάτια σας αύτά τά δέντρα πού θά μπορούσαν νά άνθήσουν γιά τήν άρετή καί τά χτυπάτε μέχρι θανάτου όταν, άντρες πιά, διαπράττουν τά έγκλήματα πού βλάσταιναν άπό τό λίκνο στίς ψυχές τους. Τί δημιουργείτε, λοιπόν; Κλέφτες, γιά νά έχετε τήν εύχαρίστηση νά τούς κρεμάτε».® Ή άνάπτυξη τού έμπορίου καί τής βιομηχανικής παραγωγής οδήγησε στό ξερίζωμα τών άγροτών τής 'Αγγλίας, γιά νά δημιουργηθούν βοσκοτόπια άπαραίτητα γιά τό μαλλί πού είχε άνάγκη ή αναπτυσσόμενη ύφαντουργία. Καί ό Μόρους παρατηρεί γιά τά πρόβατα : « Τά ζώα αύτά πού παντού άλλού είναι τόσο ήμερα άρχισαν σ' έμάς νά είναι τόσο λαίμαργα καί άχόρταγα, πού καταβροχθίζουν τούς ίδιους τούς άνθρώπους καί έρημώνουν τά χωράφια, τά σπίτια καί τά χωριά ». Οί εύγενεις καί οί ιερωμένοι δεν άρκοΰνται νά ζοϋν στήν οκνηρία καί στίς ήδονές εις βάρος τού λαού. «Καταστρέφουν τίς καλλιέργειες γιά νά κάνουν βοσκοτόπια, γκρεμίζουν σπίτια καί χωριά κι αφήνουν μόνο τίς έκκλησίες πού θά χρησιμεύσουν σάν στάβλοι γιά τά πρόβατά τους. Διώχνουν τούς χωρικούς στίς πόλεις, όπου τούς περιμένει ή άνεργία, ή φτώχεια, οί κλοπές, ή φυλακή καί ή άγχόνη». 3
1. Th. More, L'Utopie,
Éd. Sociales. 1 9 7 8 , σ. 127.
2 . Στό
ίδιο, σ. 8 4 .
3. Στό
ίδιο. σσ. 81-82.
3'4
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΙαΊΚΗΣ
Με ανάλογες εικόνες ό Μόρους περιγράφει τήν άθλια ζωή τών έργατών και τ ή μοίρα τους : μιά έργασία άκαρπη, που τους συντρίβει, κι ένα μεροκάματο που δέν άρκεΐ γιά τίς καθημερινές τους άνάγκες. 1 Ό Μόρους καταδίκαζε τήν κοινωνία τοϋ καιροϋ του, όπου τά πάντα είναι γιά τους « λεγόμενους ευγενείς » , καί που « δέν έχει καρδιά καί μέριμνα» γιά τούς έργαζόμενους, «χωρίς τούς οποίους δέν ύπάρχει κοινωνία». Στήν Ουτοπία πού προτείνει, άντίθετα, όλα άνήκουν σέ όλους, γιατί όλα κατανέμονται δίκαια. " Ε τ σ ι , εκεί δέν βλέπει κανείς ούτε φτωχούς ούτε ζητιάνους, καί παρόλο πού δέν ύπάρχει άτομική ιδιοκτησία, όλος ό κόσμος είναι πλούσιος.* Στήν ούτοπική πολιτεία τού Μόρους οί άνθρωποι πρέπει νά δουλεύουν στή γεωργία, πράγμα πού βοηθά έπίσης στήν άνάπτυξη τών φυσικών τους δυνάμεων. Παράλληλα πρέπει νά αναπτύσσονται οί τέχνες, όπως ή υφαντουργία, ή άγγειοπλαστική κλπ. Στήν Ουτοπία θά γίνονται ανταλλαγές γεωργικών προϊόντων μέ προϊόντα τών τεχνιτών τών πόλεων. "Εξι ώρες έργασία κάθε μέρα άρκούν, άν δέν ύπάρχουν τεμπέληδες πού ζούν άπό τό μόχθο τών άλλων. Τέλος, στήν Ουτοπία αντιμετωπίζεται γιά πρώτη φορά αύτό πού θά λέγαμε σήμερα πρόβλημα τού περιβάλλοντος. Ή ιδανική Πολιτεία άποτελεΐται άπό 54 πόλεις μέ 6.000 οικογένειες κατά πόλη καί γύρω τεράστιες έκτάσεις έξοχής. Ή ισότητα, κατά τόν Μόρους, είναι άδύνατη σ'ένα κράτος μέ άτομική ιδιοκτησία, δπου ή βαθμιαία συγκέντρωση τοϋ πλούτου σέ λίγα χέρια δέν άφήνει γιά τούς άλλους παρά μόνο τήν άθλιότητα. 3 Ή Ουτοπία είναι μιιά δημοκρατία πού στηρίζεται στήν οικονομική κοινότητα. Ή άτομική ιδιοκτησία είναι άνύπαρκτη. "Ολοι οί άνθρωποι έργάζονται καί τά προϊόντα κατανέμονται μέ βάση τίς άνάγκες, χωρίς τή μεσολάβηση τοϋ χρήματος. " Ε τ σ ι άποφεύγονται οί ανταγωνισμοί, ή άστυνομία καί ό στρατός. Επικεφαλής τής πολιτείας εί-
1. Στό
iSto, α. 197.
2 . Στο
ίδιο, α. 196.
3 . Στό
ϊδιο, σ.
108.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
ναι ό Πρίγκιπας, ό πιο ικανός καί ήθικός πολίτης. Πηγές τοϋ πλούτου είναι ή γεωργία καί οί τέχνες. "Εξι ώρες έργασία αρκούν —οπως σημειώσαμε- γιά τήν έξασφάλιση τών υλικών άγαθών. "Ετσι, μένει έλεύθερος χρόνος γιά τήν καλλιέργεια τοϋ πνεύματος με τ ή μελέτη τών έπιστημών καί τών γραμμάτων. Ή Ουτοπία είναι ή άρνηση τοϋ φεουδαρχικού τρόπου παραγωγής καί τών φεουδαρχικών θεσμών. Εισάγοντας τήν καλλιέργεια τών έπιστημών, τών γραμμάτων καί τών τεχνών, ό Μόρους προεικονίζει τόν έρχομό τοϋ άστικού τρόπου ζωής. Ή μορφή με τήν όποία κυβερνιέται ή ιδανική πολιτεία τής Ουτοπίας ύποσκάπτει έπίσης τά θεμέλια τής κληρονομικής βασιλείας. Βέβαια, ή ύπαρξη τού Πρίγκιπα δίνει κάποια άριστοκρατική χροιά στό πολίτευμα. Ά λ λ ά ό Πρίγκιπας έκλέγεται μέ άξιοκρατικά κριτήρια. Ή δομή καί οί θεσμοί τής Ουτοπίας προαναγγέλλουν άπ'αύτή τήν άποψη τόν κόσμο τής κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. 'Ωστόσο, ό Μόρους υπερβαίνει τά άστικά ιδανικά όταν προτείνει τήν κατάργηση τής άτομικής ιδιοκτησίας, τήν οικονομική ισότητα τών πολιτών, τόν περιορισμό τών χρηματικών συναλλαγών, καί όταν θεωρεί τόν πόλεμο κτηνώδες πράγμα καί άτιμωτική τήν άναζήτηση τής δόξας στά πεδία τών μαχών. 1 Παρ* όλα αύτά, ό Μόρους δεχόταν τήν ύπαρξη δούλων πού θά ήταν μεγάλοι έγκληματίες καταδικασμένοι σέ θάνατο στό έξωτερικό, τούς όποιους καί θά άγοράζουν. ( Μπροστά στις χιλιάδες κρεμάλες, στούς άποκεφαλισμούς καί στούς άκρωτηριασμούς πού ήταν καθημερινή πρακτική στόν 16ο αιώνα, τό μέτρο αύτό φαίνεται πράγματι ήπιο.) Κ ι άκόμα ό Μόρους, πού καταδίκαζε τόν πόλεμο, όριζε νά μαθαίνουν οί υπήκοοι τής Ουτοπίας, άκόμα καί οί γυναίκες, τήν πολεμική τέχνη γιά τήν απώθηση τών έχθρών καί τήν υπεράσπιση τών συνόρων. Ά λ λ ά καί ή άποικιοκρατική ιδεολογία έκφράστηκε στή δικαιολόγηση άπό τόν Μόρους τών άποικιακών πολέμων : « Ό πιό δίκαιος καί ό πιό λογικός πόλεμος είναι έκεΐνος πού διεξάγεται έναντίον ένός λαού πού κατέχει τεράστιες χέρσες γαίες καί πού τίς φυλάει σάν τό κενό καί 1. Στό iSio, σ. 170.
382
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ Δ1ΑΛΕΚΤ1ΚΗΣ
το τ ί π ο τ α » . 1 Άκόμα καί ό Μόρους, ό οπαδός της κοινοκτημοσύνης, δεν μπόρεσε ν'απαλλαγεί από τό αποικιοκρατικό ιδανικό. * 3 β ) Ή Πολιτεία τού "Ηλιου τού Τομάζο Καμπανέλα Ό Τομάζο Καμπανέλλα ( 1 5 6 8 - 1 6 3 9 ) εγραψε τήν Πολιτεία τού "Ηλιου τό 1602 στά ιταλικά. Τό έργο δημοσιεύτηκε στά λατινικά τό 1623. Ό Καμπανέλλα είχε μιά κυκλική θεώρηση τοϋ ιστορικού χρόνου. Μέ τόν κύκλο τών πραγμάτων ή άνθρωπότητα θά φτάσει στό πρωταρχικό στάδιο τής φυσικής άκεραιότητας τοϋ άνθρώπου. Ή άνθρωπότητα θά έπιστρέψει στή βασιλεία τοϋ Κρόνου (προστάτη τής γεωργίας ) καί οί άνθρωποι θά ξαναζήσουν σύμφωνα μέ τούς νόμους τής φύσης. Σ τ ή νέα κοινωνία θά καταργηθούν οί τάξεις καί οί ταξικές διακρίσεις. " Ε τ σ ι , θ'άποκατασταθεϊ « τ ό άρχικό στάδιο τής φυσικής άκεραιότητας » . Ή ιδιοκτησία θά είναι συλλογική καί δέν θά υπάρχει κληρονομιά. Άκόμα θά υπάρχει κοινογαμία καί τά παιδιά δέν θά γνωρίζουν τόν πατέρα τους. Ό Καμπανέλλα είχε μιά πανθεϊστική άντίληψη γιά τ ή φύση καί ταύτιζε τόν «χρυσό αιώνα» μέ τήν ύπαρξη άγροτικών κοινοτήτων καί με τήν έπικράτηση τού θείου δικαίου. Καί ό Καμπανέλλα ήταν υπέρ τής προόδου τής τεχνικής καί τών έπιστημών στό πλαίσιο τής κοινοκτημονικής πολιτείας του. 'Ωστόσο, καταδίκαζε τό έμπόριο καί τό περιόριζε στήν άνταλλαγή προϊόντων. Έπίσης, θεωρούσε τό χρήμα άναγκαΐο κακό, άπαραίτητο γιά τίς έξωτερικές συναλλαγές. Σ έ μιά τέτοια πολιτεία δέν μπορεί νά υπάρχει κληρονομική μοναρχία. Επικεφαλής τής Πολιτείας είναι ό « "Ηλιος » , πού πλαισιώνεται άπό τρεις πρίγκιπες, οί όποιοι άντιπροσωπεύουν τ ή Δύναμη, τ ή Σοφία καί τήν Αγάπη. Σ τ ή νέα δημοκρατία ή ψήφος είναι καθολική τόσο γιά τούς άντρες δσο καί γιά τίς γυναίκες. Στήν Πολιτεία τού "Ηλιου δέν θά υπάρχουν ούτε φυλακές ούτε δήμιοι, θ ά 1. Στό ίδιο, σ. 131. 2. Γιά τήν Ούτοπία, έκτος άπό το πρωτότυπο, βλ. Π . Νούτσου, χαί Ιστορία, « Κ έ δ ρ ο ς » , 1979.
Ούτοπία
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
υπάρχει όμως θανατική ποινή, που θά τήν εκτελεί ή λαϊκή συνέλευση. Ό Καμπανέλλα έκφράζει τήν έποχή του, δηλαδή τήν άνοδο τών νέων κοινωνικών δυνάμεων, δταν τάσσεται υπέρ τής έργασίας, υπέρ τών μηχανικών τεχνών καί τών έφευρέσεων, υπέρ τής αναμόρφωσης τής νομοθεσίας, όταν είναι ύπέρ τής «πανσοφικής μόρφωσης» καί όταν θεωρεί τήν έργασία βάση τής ευημερίας τού άνθρώπου. Άκόμα καί δταν έγραφε ότι τό χρήμα μόνο του δέν καρποφορεί, παρά μόνο μέ τ ή φιλοπονία έκείνου πού τό χρησιμοποιεί, εξέφραζε τήν άντίληψη μιάς μερίδας άστών πού ύπέφεραν άπό τ ή μάστιγα τής έποχής : τήν τοκογλυφία. Οί κοινοκτημονικές άντιλήψεις τού Καμπανέλλα, άπό τήν άλλη μεριά, ξεπερνούσαν κατά πολύ τήν κοσμοαντίληψη τής άστικής τάξης. Οί άπόψεις αύτές άπηχούσαν μιά ζωηρή άνάμνηση τών πρωτόγονων άταξικών κοινωνιών, δπως καί οί λαϊκές συνελεύσεις πού προέβλεπε, θύμιζαν τίς λαϊκές συνελεύσεις τής φυλετικής κοινωνίας. Ό Καμπανέλλα είναι άπό μιά άποψη πρόδρομος τών σοσιαλιστικών ούτοπιών. 'Ωστόσο, τό σύστημά του τοποθετείται στό πλαίσιο μιας μυστικιστικής άντίληψης γιά τόν κόσμο, ό όποιος έχει σκοπό καθορισμένο άπό τόν θεό. Οί κάτοικοι τής Πολιτείας του, πού ζούν σύμφωνα μέ τούς νόμους τής φύσης, βρίσκονται τόσο κοντά στό χριστιανισμό, ό όποιος δέν προσθέτει τίποτα στόν φυσικό νόμο. Ό Τ. Καμπανέλλα καταδιώχτηκε γιά τίς ιδέες του, βασανίστηκε καί πέρασε ένα μεγάλο μέρος τής ζωής του στίς φυλακές. 1 3γ ) Ό Φράνσις Μπέηχον χαι ή τεχνοκρατική ούτοπία Ό Φράνσις Μπέηκον ( 1 5 6 1 - 1 6 2 6 ) είναι δ δημιουργός ένός τρίτου ούτοπικού σχεδιάσματος, τής Νέας 'Ατλαντίδος, πού έκδόθηκε τό 1627. Ό Μπέηκον άποβλέπει στήν έπιστροφή στήν ιδανική κατάσταση, τήν πριν άπό τήν πτώση τού Αδάμ. Ά λ λ ά δέν κηρύσσει τήν 1. Β λ . Tommaso Campanella, La Cité du Soleil, Librairie, Genève 1972. Β λ . επίσης Π . Νούτσου, Ούτοπία xai Ιστορία, ο.π.
ι385
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
επιστροφή σέ κάποια πρωτόγονη κοινωνία. Προεικάζει τό regnum hominis, μιά κοινωνία —δημιούργημα τού άνθρώπου— πού θά στηρίζεται στήν έπιστήμη καί στήν τεχνική. Στήν ούτοπική πολιτεία τού Μπέηκον ύπάρχει ό Οίκος τοϋ Σολομώντα ( ή Κολέγιο τών "Έργων τών εξι ημερών), άνώτατο έπιστημονικό ίδρυμα πού άποβλέπει στή μελέτη τών νόμων τής φυσικής πραγματικότητας. Κατά τό δημιουργό τής Νέας 'Ατλαντίδος, « οί νόμοι τής φύσης είναι οί νόμοι τού θεού » καί σκοπός τού Οίκου τοϋ Σολομώντα είναι νά έξερευνηθεΐ καί νά γίνει γνωστή ή άληθινή φύση τών πραγμάτων, ώστε ό θεός νά δοξαστεί περισσότερο ώς δημιουργός τους. 'Αντίστοιχα, ή όργάνωση τού Κολεγίου, ή επισημότητα, ή μεγαλοπρέπεια τής έμφάνισης τών σοφών καί ή ιερότητα τού προσώπου τους, θυμίζουν περίπου θρησκευτικό ίδρυμα. 'Ωστόσο, ή θρησκευτική έπικάλυψη είναι άρκετά διαφανής, ώστε νά μή δυσκολευόμαστε νά δούμε τόν πραγματικό ρόλο τής έπιστήμης στή Νέα Ατλαντίδα. Ή άντίληψη τού Μπέηκον γιά τήν έπιστήμη είναι καθαρά ωφελιμιστική. Ή έπιστήμη καί ή τεχνική άποβλέπουν στήν κυριαρχία τού άνθρώπου πάνω στή φύση, καί είναι προϋπόθεση τής εύδαιμονίας του. Πουθενά στή σκέψη τού Μπέηκον δέν υπάρχει ή έννοια τής « καθαρής έπιστήμης » . Τής γνώσης γιά τ ή γνώση. Τό Κολέγιο μπορεί νά άποτελεϊ « τ ό φάρο τοϋ Κράτους » , άλλά ό φάρος αύτός φωτίζει άνθρώπους ολοκληρωτικά πρακτικούς. Στό έρευνητικό αύτό ίδρυμα γίνονται πειράματα πού άποβλέπουν στήν άνάπτυξη ένός άποτελεσματικοϋ τεχνικού πολιτισμού : στήν άνακάλυψη τών « κρυμμένων δυνάμεων τής φύσης » , στήν παραγωγή θερμότητας άπό τήν κίνηση, στή δημιουργία ύποβρυχίων, άεροπλάνων, μικροσκοπίων καί τηλεσκοπίων, κλπ. Ό άνθρωπος θά θερίσει, κατά τόν Μπέηκον, άφθονους καρπούς, όταν χρησιμοποιήσει τήν έπιστήμη γιά τήν άνακάλυψη τής «ούσίας τών πραγμάτων » ! Ό εισηγητής τής έπαγωγικής μεθόδου στήν έπιστήμη ήταν ταυτόχρονα χαρακτηριστικός έκπρόσωπος τής ώφελιμιστικής άντίληψης πού χαρακτήριζε τήν περίοδο τής πρωταρχικής κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Ή τεχνοκρατική ούτοπία τού Μπέηκον άπο-
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
βλέπει φυσικά στήν καθολική ευδαιμονία. Όστόσο, αποσυνδέοντας το πρόβλημα τών παραγωγικών δυνάμεων άπό τήν ολότητα τοϋ τρόπου παραγωγής, ό Μπέηκον γίνεται πρόδρομος τών νεότερων τεχνοκρατικών ουτοπιών. Οί ουτοπίες αυτές, παραβλέποντας τίς έγγενεΐς άντιφάσεις τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής, προφητεύουν τήν καθολική εύδαιμονία μέ βάση καί μόνο τήν τεχνική πρόοδο. 'Αντίστροφα, μπροστά στίς σημερινές δυσκολίες διαγράφουν μιά ζοφερή προοπτική γιά τήν άνθρωπότητα, άποσυνδέοντας πάντα τό πρόβλημα τών παραγωγικών δυνάμεων άπό τίς παραγωγικές σχέσεις. Ή Νέα Ατλαντίδα έχει ορισμένα στοιχεία σοσιαλιστικής ούτοπίας. Κυρίως όμως προοιωνίζεται ένα είδος κρατικού καπιταλισμού μέ μυστικιστικό-κοσμοθεωρητικό περίβλημα : « Κράτος πού ζει στήν άγκαλιά τού θ ε ο ύ » . «Ζούμε στήν άγκαλιά τοϋ θεοϋ σάν ένα κράτος σχεδόν άγνωστο » . 'Αλλά οί σοφοί αύτού τού κράτους, τό έμπόριο του, οί « κατάσκοποι » πού στέλνει σ' όλο τόν κόσμο γιά νά συλλέξουν τεχνικές πληροφορίες, ή ύπαρξη κρατικών μυστικών κλπ., τεκμηριώνουν τήν άποψη ότι παρ'όλες τίς έξιδανικεύσεις, ή ούτοπία τού Μπέηκον είναι ό πρόδρομος τής ιδεολογίας τού άναπτυγμένου καπιταλισμού. 1 Ό άναπτυγμένος καπιταλισμός παράγει καί αύτός ούτοπίες. Οι τεχνοκρατικές ούτοπίες άναπτύχθηκαν ιδιαίτερα μετά τόν Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Ή έννοια τής ανασυγκρότησης, αναγκαία τότε σ'έναν κόσμο γεμάτο έρείπια, έδωσε βαθμιαία τ ή θέση της στήν έννοια τής άνάπτυξης. 'Αλλά ή ιδεολογία τής άνάπτυξης, ένώ έκφράζει μιά τάση καί μιά άνάγκη σύμφυτη μέ τίς άνθρώπινες κοινωνίες, έχει μυστικοποιηθεϊ άπό τούς ιδεολόγους τοϋ καπιταλισμού. Πράγματι, δέν πρόκειται γιά τήν άνάπτυξη γενικά άλλά γιά τήν κεφαλαιοκρατική άνάπτυξη στήν περίοδο τοϋ μονοπωλιακού καί πολυεθνικού κεφαλαίου. Κατά συνέπεια, ή άνάπτυξη δέν ταυτίζεται μέ τό άλλο ιδεολόγημα τής άστικής σκέψης : τήν πρόοδο. Πρόκειται γιά μιά διαδικασία ή όποία όδηγεΐ στήν ύποβάθμιση καί στήν καταστροφή τών δύο μόνιμων πηγών τού πλούτου : τής γής καί τής I. F. Bacon, Νέα 'Ατλαντίδα,
με-., είσ., σχόλια Π . Νούτσου, « Η ρ ι δ α ν ό ς » , χ.χ.
ι386
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
εργατικής δύναμης. Ά λ λ ά αυτόν το χαρακτήρα τής άνάπτυξης δέν τον άντιλαμβάνονται οί προπαγανδιστές της, άκόμα κι αυτοί «πού διάβασαν Μάρξ » , ό όποιος είχε άναλύσει στήν έποχή του τίς συνέπειες τής κεφαλαιοκρατικής άνάπτυξης. Ή άνάπτυξη δέν λύνει. Βαθαίνει τίς άντιθέσεις τού καπιταλισμού, άντίθετα μέ τίς προοπτικές τών τεχνοκρατικών ουτοπιών. Ä Συγγενική είναι καί ή ούτοπία πού βλέπει τήν ιστορική κίνηση σάν διαδικασία ολοκλήρωσης τής κεφαλαιοκρατικής-έμπορευματικής κοινωνίας. Στήν κοινωνία αύτή τά πάντα θά έχουν έμπορευματοποιηθεΐ. 'Ιδεολογίες, πολιτική, φιλοσοφία θά έχουν άτονήσει ή έξαφανιστεΐ κάτω άπό τήν κυριαρχία τής οικονομικής διάστασης τού άνθρώπου. Έ άστική κοινοβουλευτική δημοκρατία θά είναι ή πολιτική έκφραση αύτού τού κόσμου, όπου θά έχουν έξαφανιστεΐ οί ταξικές άντιθέσεις, οί άντιθέσεις άναπτυγμένων καί υπανάπτυκτων χωρών καί στόν όποιο μοναδικό νόημα τής ζωής θά είναι ή παραγωγή καί ή κατανάλωση υλικών άγαθών. Ό Φουκουγιάμα διατύπωσε ολοκληρωμένα αύτή τήν πεζή, άθλια ώφελιμιστική ούτοπία. 3 δ ) Γενικές παρατηρήσεις Οί ούτοπίες τής Αναγέννησης είναι προ-θεωρητικές συλλήψεις ένός κόσμου πού άναδύεται μέσα άπό τήν άποσάθρωση τής μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Είναι οί πρώτες, άνώριμες μορφές συνείδησης τών έπιδιώξεων καί τού ρόλου τής άστικής τάξης. Ό ιστορικός τους ρόλος ήταν συνολικά θετικός : άνέλυσαν κριτικά τίς άντιφάσεις καί τά άδιέξοδα τής φεουδαρχικής κοινωνίας καί συνέβαλαν στή συνειδητοποίηση τής χρησιμότητας τής έπιστήμης, τής τεχνικής, τών γραμμάτων καί τών τεχνών, άρα καί στήν άνάπτυξη τών νέων παραγωγικών δυνάμεων. Στό πολιτικό έποικοδόμημα οί άστικές ούτοπίες άποτελούν τήν άρνηση τού θεσμού τής κληρονομικής βασιλείας. "Ασκησαν άνελέ1. Γιά μιά κριτική τών τεχνοκρατικών καί αναπτυξιακών ουτοπιών βλ. Ε . Μπιτσάκη, Φιλοσοφία τοϋ Άνθρώπου, «Gutenberg», 1991. Έπίσης του ίδιου, Ρήξη ή ενσωμάτωση, «Σύγχρονη Έ π ο χ ή » , 1989.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
η τ η κριτική στήν τάξη τών ευγενών καί τοΰ ιερατείου, έδειξαν τον παρασιτικό ρόλο τους καί τήν καταδίκη τους άπό τήν ιστορία. Συχνά άλλωστε χρησιμοποίησαν τήν ειρωνεία καί τόν πλάγιο λόγο γιά νά άποφύγουν τίς διώξεις, ή προφασίστηκαν ότι ή κριτική τους άφοροΰσε κάποια φανταστική πολιτεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ό "Ερασμος βάζει τ ή Μωρία νά σαρκάζει τά προνόμια, τήν υποκρισία, τήν άθλιότητα καί τ ή βλακεία τών συνανθρώπων του, άλλά προπαντός τών προνομιούχων τής έποχής του. Μέσα άπό τά ούτοπικά σχεδιάσματα αύτής τής περιόδου άρχίζει νά διαφαίνεται ή άστική άντίληψη τής έλευθερίας καί εύρύτερα ή άντίληψη τού άνθρώπου ώς άνθρώπου-άστοΰ. θ ά μπορούσαμε νά πούμε ότι οί άστικές ούτοπίες άποτελοΰν τόν πρόδρομο τών άστικών έπαναστατικών θεωριών, πού θά κορυφώνονταν μέ τό έργο τού γαλλικού Διαφωτισμού. Οί ούτοπίες αύτές ξεπέρασαν τό μυστικισμό (καί τό φανατισμό) τού Καλβίνου καί τού Λούθηρου. Ωστόσο, ήταν άκόμα νωρίς γιά νά φτάσουν στήν ώριμότητα τών άντιλήψεων τού Μοντεσκιέ, τού Βολταίρου, τού Ρουσσώ ή τού Ντιντερό.
4. Ή σοσιαλιστική
ούτοπία
Οί σοσιαλιστικές ούτοπίες έμφανίστηκαν τρεις αιώνες μετά τήν Ούτοπία τού Μόρους. 'Ορισμένες άπό τίς έξελίξεις πού είχαν προβλέψει οί πρώτοι ούτοπικοί είχαν στό μεταξύ πραγματοποιηθεί. Οί έμπορευματικές σχέσεις είχαν εύνοήσει τήν άνάπτυξη τών έπιστημών καί τής τέχνης καί ή άνάπτυξη τής νέας τεχνικής έπαναστατικοποιούσε συνεχώς τίς νέες παραγωγικές δυνάμεις. Παράλληλα μέ τήν άνάπτυξη τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής είχε ώριμάσει καί τό πολιτικό καί τό ιδεολογικό έποικοδόμημα τής άστικής τάξης. Ή άνάπτυξη τών άστικών-βιομηχανικών κοινωνιών συνδέθηκε οργανικά μέ τήν άνάπτυξη τής έργατικής τάξης. 'Αλλά τό νεότερο προλεταριάτο δέν ειχε προνομιούχα θέση στό νέο σύστημα τών παραγωγικών σχέσεων. Τό άντίθετο. Δέν ήταν κάτοχος μέσων παραγωγής, επιστημονικών γνώσεων καί μεθόδων διοίκησης. Άντικειμε-
ι388
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νικά λοιπόν θά επρεπε νά αποβλέπει στήν κοινωνικοποίηση τών μέσων παραγωγής. Ωστόσο, ή άνάγκη αυτή δεν ήταν δυνατόν νά γίνει συνειδητή άπό αυτή τήν τάξη μέ κάποιο αυτόματο τρόπο. Έ πρώτη μορφή θεωρητικής σύλληψης τού ιστορικού ρόλου τής έργατικής τάξης ήταν πάλι ή ούτοπία. Καί γιά άλλη μιά φορά ή νέα ούτοπία, ή σοσιαλιστική, θά ήταν ό πρόδρομος τής σοσιαλιστικής θεωρίας. Υπάρχει μιά δεσπόζουσα άστική άντίληψη γιά τήν πρόοδο. Ή άντίληψη αύτή είναι γραμμική : ή έπιστημονική-τεχνική πρόοδος οδηγεί στήν άνάπτυξη τής παραγωγικότητας καί τής παραγωγής καί ή άνάπτυξη τής παραγωγής στήν καθολική εύδαιμονία. Ή κοινωνία τής άφθονίας θά ήταν ή ούτοπική κατάληξη αύτής τής προοδευτικής διαδικασίας. Στό έπίπεδο τών θεσμών ή άστική έποχή θά πραγμάτωνε τόν Όρθό Λόγο καί τό Κράτος Δικαίου. Ή πενία τών λαϊκών στρωμάτων, ή άποικιοκρατία, οί παγκόσμιοι πόλεμοι καί οί άνταγωνισμοί τών άστικών κοινωνιών διέψευσαν τόν πρώιμο άστικό επιστημονισμό καί τίς κοινωνικές προεκτάσεις του. Οί ιδεολόγοι τής άνερχόμενης τάξης είδαν άναπόφευκτα τήν πραγματικότητα άπό τήν οπτική τής τάξης τους. Φυσιολογικά συνεπώς άποσυνέδεσαν τίς παραγωγικές δυνάμεις άπό τίς παραγωγικές σχέσεις, δηλαδή άπό τό σύνολο τών άντιθέσεων πού χαρακτηρίζουν έναν συγκεκριμένο σχηματισμό. Ό μαρξισμός, άντίθετα, θά άνέλυε τό γίγνεσθαι τών κοινωνιών λαμβάνοντας ύπόψη του τ ή διαλεκτική ένότητα παραγωγικές δυνάμεις - παραγωγικές σχέσεις. Ά λ λ ά πρίν άπό τ ή σοσιαλιστική θεωρία ύπήρξε ή σοσιαλιστική ούτοπία. Έ άστική τάξη, γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , στόν άγώνα της έναντίον τών εύγενών παρουσιάζεται ώς άντιπρόσωπος τών διαφόρων τμημάτων τών έργαζομένων. 'Ωστόσο, άπό τ ή γέννησή της ή άστική τάξη ήταν μπολιασμένη μέ τό άντίθετό της. Οί κεφαλαιοκράτες δέν μπορούν νά ύπάρξουν χωρίς τούς μισθωτούς έργάτες. Ή άντίθεση αύτή έκδηλώθηκε άκόμα καί στήν περίοδο τών άγώνων έναντίον τών εύγενών. "Ηδη, σέ κείνη τήν περίοδο έμφανίστηκαν μιά σειρά αύτόνομα ταξικά κινήματα, πρόδρομοι τών άγώνων τού νεότερου προλεταριάτου.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3«9
" Ε τ σ ι , συνεχίζει ό " Ε ν γ κ ε λ ς , κατά τ ή διάρκεια τής μεταρρύθμισης καί τού πόλεμου τών χωρικών στή Γερμανία έμφανίστηκε το κίνημα τού Τόμας Μύντσερ καί το κίνημα τών άναβαπτιστών, το κίνημα τών έξισωτικών κατά τήν ά γ γ λ ι κ ή έπανάσταση καί το κίνημα τού Μπαμπέφ κατά τ ή γαλλική. « Π α ρ ά λ λ η λ α μέ τίς ένοπλες έξεγέρσεις μιάς τάξης πού δέν ειχε άκόμα άναπτυχθεΐ, έκαναν τήν έμφάνισή τους καί οί άντίστοιχες πρώτες θεωρητικές έκδηλώσεις : τά ούτοπικά σχεδιάσματα ιδανικών κοινωνικών συνθηκών κατά τόν 16ο καί τόν 17ο αιώνα καί οί άνοιχτά κομμουνιστικές Θεωρίες τού 18ου αιώνα (Μορλύ καί Μ α λ μ π ύ ) . Ή άξίωση γιά ισότητα δέν περιοριζόταν τώρα πια στά πολιτικά δικαιώματα. Επεκτεινόταν καί στίς κοινωνικές συνθήκες τών άτόμων. Τώρα πιά δέν έπρόκειτο άπλώς γιά τήν κατάργηση τών ταξικών προνομίων, άλλά γιά τήν κατάργηση τών ίδιων τών τάξεων » . 1 Πράγματι, πριν άπό τούς ούτοπικούς σοσιαλιστές υπήρξαν κομμουνιστικές, άναρχικές, έξισωτικές ούτοπίες, οί όποιες επηρέασαν τούς μεταγενέστερους ούτοπικούς άλλά καί τόν Μάρξ καί τόν "Ενγκελς. Είναι άδύνατο νά γίνει έστω καί άπλή άναφορά σέ όλους τούς ούτοπικούς αύτής τής περιόδου, θ ά σημειώσω μόνο τρεις άπό τούς πιό γνωστούς. Ό Μαλμπύ (Gabriel Bouniot de Malby, 17091785) θεωρούσε τήν άτομική ιδιοκτησία αίτιο τής κοινωνικής άθλιότητας. Σ τ ή ν έξισωτική ούτοπία του προέβλεπε τήν κοινότητα τών άγαθών καί τήν ισότητα τών όρων τής άνθρώπινης ύπαρξης. "Αν καί ιερωμένος ( ά β ά ς ) , άπέκρουε τό χριστιανικό δόγμα. Σ τ ή ν έξισωτική πολιτεία οί άνθρωποι θά λάτρευαν τό άνώτατο "Ον. Ή Ούτοπία τού Μαλμπύ άπέβλεπε σέ μιά μελλοντική έξισωτική πολιτεία. Τό Γδιο καί ή Ούτοπία τού Μορλύ ( L a Basiliade, Le Code de la Nature ). Κατά τόν Μορλύ οι άνθρωποι άπό τ ή φύση τους είναι καλοί καί προικισμένοι μέ αισθήματα κοινωνικότητας. Ό Μορλύ πρότεινε τήν κατάργηση τής ιδιοκτησίας. Ή απουσία ιδιοκτησίας Θά έκανε τό λαό εύτυχή. Ό λαός Θά ζούσε εύτυχισμένος μέ τά άπλά άγροτικά έθιμα. Σ τ ή ν ιδανική αύτή πολιτεία τά πάντα θά ήταν κοι1. F. Engels, Anti-Dähring, ο.π., σσ. 24-25.
ι390
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
νά, άκόμα καί οί γυναίκες. Μέ τήν έξαφάνιση της ιδιοκτησίας, οί άνθρωποι Θά ξανάβρισκαν τ ή φυσική τους καλοσύνη καί άρετή. Ά λ λ ά φυσικά ό Μορλύ είχε συνείδηση ότι «Θά ήταν δύσκολο νά πραγματοποιηθεί στις μέρες μας μιά παρόμοια δημοκρατία». Τέλος, θά πρέπει νά άναφέρουμε τήν κομμουνιστική ούτοπία τού έπαναστάτη Μπαμπέφ ή Γκράκχου (1760-1797), ό όποιος συνωμότησε έναντίον τού Γαλλικού Διευθυντηρίου καί αύτοκτόνησε προτού τόν έκτελέσουν. 1 Στις άρχές τού 19ου αιώνα έμφανίστηκαν οί πρώτοι ουτοπικοί σοσιαλιστές. Πρώτος δ Σαίν Σιμόν (1760-1825), στόν όποιο χρωστάμε τ ή θέση : άπό τόν καθένα ανάλογα μέ τίς ίκανότητές του, στόν καθένα ανάλογα μέ την εργασία του. Μετά ό Ρόμπερτ "Οουεν (1771-1855) πού, άπό τό 1800 ώς τό 1829, έφάρμοσε στή βιομηχανία τού New Lanark τής Σκωτίας -πού άπασχολοΰσε 2.500 άτομα— ένα είδος σοσιαλιστικού συνεταιρισμού. Καί τέλος ό Σάρλ Φουριέ (1773-1837). Τό 1802 δημοσιεύτηκαν τά Γράμματα άπό τη Γενεύη τοϋ Σαίν Σιμόν καί τό 1808 τό πρώτο βιβλίο τοϋ Φουριέ.' Οί τρεις πρώτοι ουτοπικοί σοσιαλιστές ήταν οί πρόδρομοι τών σοσιαλιστικών ιδεών. Κατά τόν "Ενγκελς οί ούτοπιστές είναι γιά τόν νεότερο σοσιαλισμό δ,τι ήταν οί φυσικοί φιλόσοφοι γιά τίς φυσικές έπιστήμες. Ό Σαίν Σιμόν έθεσε ώς βάση τής κοινωνικής ζωής τήν άρχή ότι όλοι οί άνθρωποι πρέπει νά έργάζονται. Συλλαμβάνοντας σέ προδρομική μορφή τ ή μαρξιστική άντίληψη γιά τήν κατάργηση τοϋ κράτους, υποστήριξε δτι ή πολιτική διακυβέρνηση τών άνθρώπων πρέπει νά δώσει τ ή θέση της σέ μιά διαχείριση τών πραγμάτων καί τής διαδικασίας τής παραγωγής. Σ τ ι ς άντιλήψεις τοϋ Σαίν Σιμόν, καί ειδικά σέ ό,τι άφορα τήν κατάργηση τού κράτους, βλέπουμε τήν άνάμνηση τού πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος πού έπιβίωνε άκόμα σέ πολλές περιοχές τής Εύρώπης. 1. Β λ . J.-Chr. Petifils, Les Socialismes Utopiques, P.U.F., Paris 1977. 2. Στό ίδιο. Ε π ί σ η ς , Marx - Engels, Les Utopistes, Maspero, 1976 ( Εισαγωγ ή , σχόλια, μετάφραση R. Dangeville).
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
Ό Ρόμπερτ "Οουεν, οπως σημειώσαμε, δεν αρκέστηκε στή θεωρία. "Εβαλε σέ πράξη τις άντιλήψεις του, μέ άποτέλεσμα νά μετατρέψει μιά κοινωνία που στο μεγαλύτερο μέρος παρουσίαζε ήθικό ξεπεσμό « σέ μιά τέλεια κοινότητα-πρότυπο, στήν όποία ήταν άγνωστες ή μέθη, ή άστυνομία, οί δίκες, ή κοινωνική βοήθεια καί ή άνάγκη γιά άγαθοεργία». 1 Ό "Οουεν πρότεινε έπίσης τήν έξάλειψη τής άθλιότητας στήν Ιρλανδία, μέ τ ή βοήθεια κομμουνιστικών κοινοτήτων. Ό Φουριέ τέλος, κατά τόν "Ενγκελς, χειριζόταν τ ή διαλεκτική μέ τήν ίδια μαεστρία μέ τόν σύγχρονο του Χέγκελ. Οί ούτοπικοί σοσιαλιστές πήραν τά σπέρματα τών σοσιαλιστικών ιδεών πού υπήρχαν στούς πρώτους κομμουνιστές-μαχητές τής άντιφεουδαρχικής έπανάστασης, τά άνέπτυξαν καί άσκησαν μιά διαβρωτική κριτική τής άστικής κοινωνίας.* Οί ιδέες τους όχι μόνο άποτέλεσαν μιά άπό τίς προϋποθέσεις τής μαρξιστικής θεωρίας, άλλά καί δέσποσαν στίς σοσιαλιστικές άντιλήψεις τού 19ου αιώνα. Έπίσης, οί ιδέες καί οί άγώνες τους συνέβαλαν στή βελτίωση τών συνθηκών ζωής τής έργατικής τάξης. 'Ιδιαίτερη άξία ειχε τό πείραμα τοϋ "Οουεν, όπου ίση έργασία ήταν υποχρεωτική γιά όλους άνάλογα μέ τήν ήλικία, καί όλοι είχαν ίσα δικαιώματα στά προϊόντα. Έπίσης, τό 1819, μετά άπό προσπάθειες πέντε χρόνων, ό "Οουεν μπόρεσε νά πετύχει τόν πρώτο νόμο πού περιόριζε τήν έργασία τών γυναικών καί τών παιδιών στά έργοστάσια. 3 Οί πρώτες αύτές μορφές σοσιαλιστικής θεωρίας ήταν ούτοπικές, έπειδή δέν προέκυπταν άπό τήν έπιστημονική άνάλυση τοϋ κεφαλαιοκρατικοϋ τρόπου παραγωγής. ( Ή άνάλυση αύτή θά γινόταν ό στόχος τοϋ Κεφαλαίου. ) " Ε τ σ ι , όπως γράφει πάλι ό "Ενγκελς, « ό σοσιαλισμός γιά τούς ούτοπικούς είναι ή έκφραση τής άπόλυτης έλευθερίας, τού άπόλυτου λόγου καί τής άπόλυτης δικαιοσύνης, καί είναι άρκετό νά τόν άνακαλύψουμε, γιά νά κατακτήσει τόν κόσμο » . 4
1. Les Utopistes, δ.π., σ. 4 5 . 2 . Στό
ίδιο, « Ε ι σ α γ ω γ ή » , σ. 14.
3 . F. Engels, Anti-Diihring,
δ.π., σσ. 2 9 0 - 2 9 1 .
4 . F. Engels, σ τ ό ίδιο, σ. 3 8 6 .
ι393
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Οί σοσιαλιστικές ουτοπίες δέν ξεπερνούσαν έν τέλει τά όρια τοϋ άστικού ρασιοναλισμού, έστω καί αν ή κοινωνιολογική συνιστώσα τους ήταν άντικαπιταλιστική. "Οσο πιο λεπτομερειακά ήταν έπεξεργασμένη ή σοσιαλιστική ούτοπία τόσο περισσότερο ήταν άνεδαφική καί μή λειτουργική. 'Αντίθετα, ό ρόλος τής σοσιαλιστικής θεωρίας, κατά τόν Έ ν γ κ ε λ ς , ^δέν είναι νά δώσει ένα τέλειο πρότυπο τής μελλοντικής σοσιαλιστικής κοινωνίας, άλλά νά άναλύσει τίς άντιθέσεις καί τ ή δυναμική πού οδηγούν άπό τήν κεφαλαιοκρατική κοινωνία στή σοσιαλιστική. Γ ι ' αύτό ό Μάρξ καί ό Έ ν γ κ ε λ ς δέν περιέγραψαν τ ή μελλοντική σοσιαλιστική πολιτεία. Προσδιόρισαν μόνο τά βασικά χαρακτηριστικά, δηλαδή τούς γενικούς νόμους τής έπαναστατικής άλλαγής, τήν κοινωνικοποίηση τών μέσων παραγωγής, τό χαρακτήρα καί τήν άπονέκρωση τού κράτους κλπ. Ή ούτοπία έμφανίζεται σέ μιά φάση τής έξέλιξης ένός κοινωνικού σχηματισμού όπου οί ενδογενείς άντιθέσεις του δέν έχουν οξυνθεί στό έπακρο καί δπου δέν ύπάρχουν οί άντικειμενικές προϋποθέσεις γιά τό ξεπέρασμά τους. « " Ο σ ο αύτός ό τρόπος παραγωγής», γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , «παραμένει κανονικός γιά τήν κοινωνία, υπάρχει μιά γενική συγκατάθεση ώς πρός τήν κατανομή, καί άν άκόμα άρχίζουν νά διατυπώνονται άντιρρήσεις, αύτές προέρχονται άπό τήν ίδια τήν κυρίαρχη τάξη (Σαίν Σιμόν, Φουριέ, "Οουεν) καί στήν άρχή δέν βρίσκουν άνταπόκριση στίς ύπό έκμετάλλευση μάζες » . 'Αντίθετα, «όταν ό έν λόγω τρόπος παραγωγής έχει ήδη διανύσει ένα σημαντικό μέρος άπό τ ή φάση τής παρακμής του, όταν έχει πιά ζήσει τ ή μισή μέρα του, δταν οί δροι τής ύπαρξής του έχουν ήδη έξαφανιστεΐ σέ μεγάλο βαθμό καί ό διάδοχος του χτυπά ήδη τήν πόρτα, μόνο σ'αύτή τ ή φάση ή άδιάκοπα αύξανόμενη άνισότητα στήν κατανομή έμφανίζεται άδικη » . 1 Βέβαια, ή ιστορία τοϋ αιώνα μας 1. F. Engels, στό ίδιο, σ. 168. Ή προηγούμενη παρατήρηση τού " Ε ν γ κ ε λ ς βεβαιώνεται από τά ιστορικά γεγονότα. Πράγματι, οί Γράκχοι ήταν αριστοκράτες, ό 'Αριστόνικος ήταν νόθος γιος βασιλιά, ό Μόρους καί ό Μπέηκον ήταν πρωθυπουργοί, ό Σαιν Σιμόν, ό Φουριέ καί ό "Οουεν δέν άνηκαν στήν έργατική τάξη, δπως άλλωστε και ό Μάρξ, ό Ένγκελς καί ό Λένιν.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
έδειξε δτι σοσιαλιστικές έπαναστάσεις μπορούν νά γίνουν καί σέ υπανάπτυκτες χώρες. Ε π ί σ η ς έδειξε δτι, παρά τήν « ώρίμαση » τοϋ καπιταλισμού, το προλεταριάτο δέν « χτύπησε τήν πόρτα» του. Ή πορεία τής ιστορίας είναι πιό περίπλοκη καί άντιφατική άπ' δ,τι μπορεί νά έμφανίζεται στά ιστορικά σχεδιάσματα. Ή μαρξιστική θεωρία διατυπώθηκε σέ μιά έποχή δπου είχαν ωριμάσει οί αντιθέσεις τής κεφαλαιοκρατικής-έμπορευματικής παραγωγής. Γι'αύτό ή θεωρία τοϋ Μάρξ θεωρείται έπιστημονική καί όχι ούτοπική. "Οπως γράφει ό Ζάν Λακρουά: « Ό μαρξισμός δέν έχει τίποτα τό ούτοπικό. [ . . . ] "Αν, δπως ειπώθηκε, ό Μάρξ είναι ό μεγαλύτερος θεωρητικός τού κεφαλαιοκρατικού συστήματος, τοϋ οποίου έφεύρε τήν έννοια, ανέλυσε τ ή λειτουργία καί προέβλεψε τό τραγικό τέλος — ό Μάρξ δέν περιέγραψε ποτέ καμιά σοσιαλιστική πολιτεία. Σ έ άντίθεση μέ τό πνεύμα τής ουτοπίας πού είναι άναρχικό, έπειδή προκύπτει άπό μιά άτομιστική άντίδραση κατά τής κοινωνικής κατάστασης, καί ταυτόχρονα συντηρητικό, έπειδή κινείται άπό ένα ιδανικό πού δανείζεται τό μεγαλύτερο μέρος τών χαρακτηριστικών του άπό τήν πραγματικότητα τού καιρού του, ό κομμουνισμός είναι ορθολογικός, έπιστημονικός » . 1 Αύτά άπό έναν χριστιανό. * 'Αλλά ό μαρξισμός « δέν έχει τίποτα ούτοπικό » ; Ό μαρξισμός πράγματι ξεπέρασε τήν κατάσταση τών ούτοπικών σχεδιασμάτων. Δημιούργησε τήν έπιστήμη τής πολιτικής οικονομίας. Ό ιστορικός υλισμός έρμήνευσε γιά πρώτη φορά τό ιστορικό γίγνεσθαι. Ή θεωρία τοϋ σοσιαλισμού, δπως διατυπώθηκε άπό τούς κλασικούς, παρ' όλα τά κενά, είχε έπιστημονικό χαρακτήρα. Ε π ί σ η ς ό μαρξισμός συνέβαλε σέ μιά συνεκτική άντίληψη τού γίγνεσθαι τών έπιστημών, άνέλυσε τήν κοινωνική λειτουργία τής έπιστήμης καί έπεξεργάστηκε στοιχεία μιάς διαλεκτικής έπιστημολογίας. Τέλος, ή γνωσιοθεω-
1. J. Lacroix, Marxisme, existentialisme, personnalisme, PUF, 1962, σ. 9 . 2. Γιά τον ουτοπικό σοσιαλισμό καί γενικά γιά τούς σοσιαλιστές πριν άπό τόν Μάρξ, βλ. τό τρίτομο έργο τοϋ Gian Mario Bravo, Les Socialistes avant Marx, Maspero, Paris 1979. Β λ . επίσης, J.-Chr. Petifils, Les Socialismes Utopiques, P.U.F., Paris 1977.
ι394
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ρ ία καί ή οντολογία τοϋ μαρξισμού, χωρίς νά είναι έπιστήμη ( τ ο καθεστώς τής φιλοσοφίας είναι διαφορετικό άπό τών ειδικών έπιστημών), μποροϋν νά χαρακτηριστούν επιστημονικές. Οί σοσιαλιστικές ουτοπίες είχαν στοιχεία ρεαλιστικά καί έπιστημονικά. Ά λ λ ά ό μαρξισμός συνολικά δέν είναι άπαλλαγμένος άπό ουτοπικά στοιχεία. Κατ'άρχήν, ό μαρξισμός προέβλεψε τ ή δυνατότητα μιας μελλοντικής κοινωνίας, μιάς κοινωνίας ή όποία δέν υπήρχε άκόμα. "Οσο λοιπόν καί άν στηρίχθηκε στήν έπιστημονική άντίληψη τής κοινωνικής νομοτέλειας, δέν μπόρεσε νά άποφύγει τά κενά, τίς μονομέρειες καί τά ουτοπικά στοιχειά. Συγκεκριμένα : Σ τ ή «μαρξιστική ήπειρο» υπάρχουν κενά ή άτελώς έπεξεργασμένες περιοχές, όπως ή θεωρία τοϋ κράτους (βασικά στή μεταβατική περίοδο τοϋ σοσιαλισμού ), ή άνάλυση τών άντιθέσεων στή μεταβατική περίοδο, ή διαδικασία κοινωνικοποίησης τών μέσων παραγωγής, κλπ., καί άπό τήν άλλη διάσπαρτες μόνο σκέψεις σέ προβλήματα θεωρίας τής τέχνης, γενικές σκέψεις γιά τ ή θεωρία τών έπιστημών, κλπ. Έπίσης, υπάρχουν μηχανιστικές άντιλήψεις γιά τήν ιστορική νομοτέλεια (στοιχειά ιστορικού ντετερμινισμού), γιά τίς σχέσεις βάσης-έποικοδομήματος, στοιχειά άφηρημένου άνθρωπισμοΰ, παρά τίς άναλύσεις τού Κεφαλαίου. Τέλος, στους κλασικούς τοϋ μαρξισμού υπάρχουν καθαυτό ούτοπικά στοιχεία πού άφοροΰν κυρίως τ ή δήθεν άπεριόριστη άνάπτυξη τών παραγωγικών δυνάμεων, τήν κομμουνιστική κοινωνία πού σχεδιάζεται ώς ή άρνηση άλλά ταυτόχρονα καί ώς ή πραγμάτωση τής άστικής κοινωνίας τής άφθονίας, ούτοπικά στοιχεία γιά τό χαρακτήρα καί τό ρόλο τής έργατικής τάξης, τήν άρση τών άντιθέσεων στήν κομμουνιστική κοινωνία, κλπ. Ή μαρξιστική θεωρία συγκροτείται ώς έκφραση τής ταξικής πάλης καί τών δυνατοτήτων τών άνθρώπινων κοινωνιών. Τό ούτοπικό στοιχείο είναι άναπόφευκτο στή θεωρία, ή όποία ποτέ δέν μπορεί νά μετατραπεί σέ « καθαρή έπιστήμη » . Τό ούτοπικό στοιχείο στό μαρξισμό έχει διπλό χαρακτήρα. Αρνητικό άπό τ ή μιιά καί ταυτόχρονα θετικό, μέ τήν έννοια ότι ή μαρξιστική-έπαναστατική σκέψη προχωρεί όχι μόνο πέρα άπό τήν ύπάρ-
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
χουσα πραγματικότητα, άλλα και πέρα άπό τά όρια της θεωρίας, στόν άνοιχτό ορίζοντα τοϋ μέλλοντος, όπου ή φαντασία καί ή διαίσθηση μποροϋν νά συλλάβουν δυνατότητες άπρόσιτες στήν αυστηρά επιστημονική σκέψη.
5. Γενικές
παρατηρήσεις
Ή ουτοπία γεννιέται άπό τό άδιέξοδο μιας κοινωνίας, ή έκφράζει τήν άνωριμότητα τών όρων γιά τόν έπαναστατικό μετασχηματισμό της. Ή ουτοπία συχνά προλαμβάνει τήν ιστορία. Γι'αυτό περικλείνει -εκτός άπό τίς καθαρά φανταστικές κατασκευές- έναν πυρήνα αλήθειας, χωρίς νά άποκτά τό καθεστώς επιστημονικής θεωρίας. Πράγματι, οί έννοιες, οί κατηγορίες καί οί άναλύσεις τής ουτοπίας δέν είναι αυστηρά έπιστημονικές. Ή ουτοπία άπευθύνεται όχι μόνο στή λογική, άλλά καί στό συναίσθημα καί στή φαντασία. Γ ι ' αυτό Θά μπορούσαμε νά τ ή χαρακτηρίσουμε ιδεολογική μορφή όπου δεσπόζει, ή έστω παίζει σημαντικό ρόλο, τό φαντασιακό καί τό συγκινησιακό στοιχείο. Γι'αύτό έπίσης ό ρόλος τής ούτοπίας είναι περισσότερο κοινωνικοπρακτικός παρά γνωστικός : ό ούτοπιστής εξεγείρεται έναντίον αύτού πού υπάρχει καί ύποδεικνύει δυνατότητες υπέρβασης έκεΐ όπου ή ψυχρή λογική δέν βλέπει διέξοδο. Αύτή είναι ή δύναμη καί ή άδυναμία τής ούτοπίας. Νά ξεπερνά τ ή στενότητα τού ρασιοναλισμού καί νά σχεδιάζει έναν « μ ή τόπο», πού ώστόσο Θά γίνει κάποτε ό τόπος όπου Θά ζήσουν καί Θά δημιουργήσουν οί άνθρωποι, καί ταυτόχρονα νά είναι «καταδικασμένη» νά γεννήσει τήν άρνηση της -^τή θεωρία— πού θά είναι ή κατάφαση καί ή ιστορική της δικαίωση. Ή ούτοπία στις καλύτερες στιγμές διαγράφει προοπτικές, εισδύοντας έκεΐ όπου άδυνατεΐ νά φτάσει ή θετικίζουσα έπιστήμη : ή δημιουργική της φαντασία άποδεικνύεται άνώτερη άπό τ ή « θετική » γνώση. Ή ούτοπία, άπ'αύτή τήν άποψη, παρουσιάζει κάποιες αναλογίες μέ τήν προφητεία. Εντούτοις ή διαφορά τους είναι ούσιαστική : Ή προφητεία άντλεΐ τ ή δύναμη καί τό κύρος της άπό κάποια ύπερβατική άρχή καί προβλέπει τήν έπέμβασή της στά έγκόσμια,
ι396
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ενώ ή ουτοπία επιχειρεί νά οικοδομήσει έναν κόσμο μέ βάση τίς δυνατότητες τοϋ άνθρώπου. Παρ'όλα αυτά, ή άντίθεση δέν είναι τυπική : Συχνά ή ουτοπία προϋποθέτει τήν υπερβατική άρχή καί καταφεύγει σ'αύτήν. Αντίστροφα, ή προφητεία άφορα τόν κόσμο καί είναι γέννημα τών άντιθέσεών του. "Αλλωστε καί ή λειτουργία τής προφητείας είναι βασικά κοινωνικοπρακτική, καί οί προφήτες ήταν - μ έ τόν τρόπο τους- κοινωνικοί παράγοντες καί ήγέτες λαών. Ό πολιτικός ρεαλισμός τών προφητών είναι γνωστός, καί τό πάθος τους ήταν συνήθως έγκόσμιο καί ύποταγμένο στό όραμα τής εύτυχίας (καί τής σωτηρίας) τών λαών τους. « " Ε ν α ς κοινωνικός σχηματισμός» -^γράφει ό Μάρξ- «δέν έξαφανίζεται ποτέ, πρίν άναπτυχθοϋν όλες οί παραγωγικές δυνάμεις πού μπορεί νά περιλάβει, καί ποτέ δέν άντικαθίσταται άπό νέες καί ανώτερες σχέσεις παραγωγής, προτού δημιουργηθούν στό έσωτερικό τής παλιάς κοινωνίας οί υλικές συνθήκες αυτών τών σχέσεων. Γι* αύτό τό λόγο ή άνθρωπότητα δέν θέτει ποτέ παρά μόνο προβλήματα τά όποια μπορεί νά λύσει, έπειδή, άν κοιτάξουμε άπό πιό κοντά, θά δούμε ότι τό Γδιο πρόβλημα δέν άνακύπτει παρά μόνο έκεϊ όπου οί ύλικοί όροι γιά τήν έπίλυσή του ύπάρχουν ήδη ή, τουλάχιστον, βρίσκονται στήν πορεία τής πραγμάτωσης τους » . 1 Έ δ ώ δ Μάρξ τονίζει τ ή θεμελιακή άντίθεση· τήν άντίθεση παραγωγικών δυνάμεων παραγωγικών σχέσεων. Εντούτοις τήν άντίθεση αύτή δέν πρέπει νά τ ή δούμε γυμνή, άλλά στή λειτουργία της στό συνολικό πλέγμα τών άντιθέσεών τού κάθε συγκεκριμένου σχηματισμού. 'Ανεξάρτητα όμως άπ'αύτό, τό παραπάνω χωρίο προσδιορίζει τόσο τίς κοινωνικές όσο καί τίς γνωσιολογικές ρίζες τής ούτοπίας. Πρίν άπό τήν ώρίμαση τών άντιθέσεών τοϋ κοινωνικού σχηματισμού, τά πρωτεία κατέχει ή ούτοπία ώς όραμα μελλοντικών δυνατοτήτων. 'Αλλά ή ούτοπία είναι έκφραση συγκεκριμένων συνθηκών καί περιέχει κάποιον ορθολογικό πυρήνα. 'Αντίστοιχα, ή έπιστήμη πού θά τ ή διαδεχτεί περιέχει άναπόφευκτα ούτοπικά στοιχειά εφόσον σχεδιάζει τό μέλλον — έναν τόπο πού δέν ύπάρχει άκόμα πάνω στή γη. 1. Κ. Mara, Contribution à la critque de l'Économie Politique, Éd. Sociales, 1975, σ. 5 .
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
Ά π ό τά προηγούμενα διαφαίνεται ό φιλοσοφικός καθώς καί ό πολιτικός ρόλος της ούτοπίας. Έπειδή πράγματι, όπως γράφει ό Άντόνιο Γκράμσι, ή ούτοπία έχει φιλοσοφική άξία, έπειδή έχει πολιτική άξία και κάθε πολιτική είναι έμμεσα φιλοσοφία, έστω καί σέ κατάσταση άποσπασματική ή άπλού ξεκινήματος. 1 Ή ούτοπία διαβλέπει καί σχεδιάζει τό μέλλον. Άπό αύτή τήν πλευρά προσεγγίζει τ ή φιλοσοφία. Ταυτόχρονα ή ούτοπία άπολυτοποιει τίς δυνατότητες τοϋ μέλλοντος. Τίς άπογυμνώνει λιγότερο ή περισσότερο άπό τίς συγκεκριμένες άντιφάσεις καί τίς νομοτέλειές τους. Ά π ό αύτή τήν άποψη ή ούτοπία είναι μορφή ιδεολογίας. Ά λ λ ά καί ή ίδια ή φιλοσοφία μπορεί νά μεταπέσει σέ ούτοπία, άν θελήσει νά διαφύγει άπό τόν συγκεκριμένο χώρο τών άντιθέσεων καί νά βεβαιώσει « έναν κόσμο όπου θά έχουν έξαφανιστεΐ οί άντιθέσεις » ( Γκράμσι ) . 1 Ό ρόλος τής ούτοπίας είναι βασικά κοινωνικοπρακτικός. « Σ υ χνά ή ούτοπία», γράφει ό J.D'Hondt, «λειτουργεί σάν ηρεμιστική ιδεολογία : ένώ έμεΐς ονειρευόμαστε, τά πράγματα προχωρούν. Ω σ τόσο, δέν άντικαθιστά πάντα τό όπιο. Συμβαίνει νά είναι τονωτικ ή » . 3 Οί ιδεολογίες γιά τίς όποιες μιλήσαμε έπαιξαν γενικά τό ρόλο «τονωτικού». Κατά τόν Mannheim, ύπάρχει μιά άντίφαση άνάμεσα στήν ιδεολογία, ή όποία είναι στραμμένη πρός τό παρελθόν καί άσκεΐ μιά συντηρητική κοινωνική λειτουργία, καί στήν ούτοπία, ή όποία, όντας στραμμένη πρός τό μέλλον, άσκεΐ μιά έπαναστατική λειτουργία. 1 θ ά ήταν δύσκολο νά δεχτεί κανείς αύτή τήν άπολυτοποιημένη άντίφαση. Έπειδή υπάρχουν ιδεολογίες στραμμένες πρός τό παρελθόν καί μολαταύτα έχουν προοδευτικό χαρακτήρα, όπως καί ιδεολογίες στραμμένες στό μέλλον καί όμως συντηρητικές, όπως, π.χ., οί σημερινές τεχνοκρατικές ούτοπίες. "Αν ορίσουμε τήν ιδεολογία ώς τ ή
1. 2. 3. 4.
Gramsci dans le texte, Éd. Sociales, Paris 1975, a. 276. Στό ίδιο, σ. 275. J. D'Hondt, L'idéologie de la rupture, O.K., σ. 118. Κ . Mannheim, Ideology and Utopia, Routledge and Kegan Paul, 1954.
ι399
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
συνολική άντίληψη μιάς κοινωνικής ομάδας γιά τον κόσμο, καί άν δεχτούμε ότι ό ρόλος τής ιδεολογίας είναι βασικά κοινωνικοπρακτικός, τότε ή ουτοπία δεν είναι παρά συγκεκριμένη -καί ιστορικά καθορισμένη— μορφή ιδεολογίας. 'Αναφερόμενος στόν έξωλογικό στοχασμό που άναπτύσσεται σέ μεταβατικές έποχές, ό Αύγουστος Μπαγιόνας γράφει ότι στό στοχασμό αυτό μπορεί νά ένταχθεΐ ή ουτοπική σκέψη καί ό άναρχισμός τοϋ 19ου αιώνα. « Ό σταχασμός αυτός» -συνεχίζει- «μπορεί νά θεωρηθεί σάν μιά φανταστική ή συγκινησιακή σύλληψη μιας άντικειμενικής ιστορικής άνάγκης. Ή σύλληψη αύτή προετοιμάζει τήν ορθολογική άντίληψη πού άναπτύσσουν γιά τήν έποχή τους κοινωνικές κατηηγορίες, όταν έχουν τ ή δυνατότητα καί παίρνουν τήν ευθύνη νά πραγματοποιήσουν τίς άναπόφευκτες ιστορικές αλλαγές » . 1 'Ωστόσο, ό χαρακτηρισμός « έξωλογικός » δέν άνταποκρίνεται ίσως σέ μορφές σκέψης πού περιέχουν όχι μόνο έναν ορθολογικό πυρήνα άλλά καί πλήθος έπιμέρους συγκεκριμένες άλήθειες, καί πού άποτελούν προδρομικές μορφές τής θεωρίας. Υπάρχει μιά άμφοτερόπλευρη γενετική σχέση άνάμεσα στήν οικονομική βάση καί στό ιδεολογικό έποικοδόμημα τών κοινωνιών. Ή ιδεολογία μπορεί νά είναι ή φενακισμένη συνείδηση τής κοινωνικής πραγματικότητας. Μπορεί ωστόσο νά είναι μιά βασικά έπιστημονική σύλληψη τών κύριων χαρακτηριστικών της, όπότε μπορεί νά άσκήσει μιά προοδευτική λειτουργία. 'Αντίστοιχα, ή ούτοπία, μορφή ιδεολογίας, μπορεί νά είναι στείρα έξιδανίκευση τού παρελθόντος, ή, άκόμα χειρότερο, φανταστική κατασκευή πού άποβλέπει στή συντήρηση τοϋ παρόντος. 'Ακραία περίπτωση τέτοιας ούτοπίας υπήρξε ή ούτοπία τοϋ ναζισμού μέ τούς κοσμοκρατορικούς οραματισμούς της. Στίς μέρες μας έπίσης, δπως σημειώθηκε ήδη, είναι διαδεδομένες διάφορες τεχνοκρατικές ούτοπίες, πού έπικαλύπτουν τίς πραγματικές άντιθέσεις τοϋ καπιταλισμού. 'Αντίστροφα, ώς πρώτο μόρφωμα τών δυνατοτήτων μιας κοινωνίας, ή ούτοπία μπορεί νά άσκή1. Λ. Μπαγιόνα, Ή ιστορικότητα 309-311.
της συνείδησης...,
« ' Ο λ κ ό ς » , 1974, σσ.
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
σει μιά θετική πολιτική λειτουργία : νά γίνει καταλύτης τοϋ κοινωνικού γίγνεσθαι. Οί ουτοπικές θεωρίες δέν διείσδυσαν —τις περισσότερες φορές- στά λαϊκά στρώματα. Περιορίστηκαν στούς κύκλους τών διανοουμένων. Αυτό δέν μειώνει τόν πολιτικό ρόλο τής ούτοπίας ώς κριτικής τού παρόντος καί σχεδιάσματος τού μέλλοντος. Οί προοδευτικές ούτοπίες συνέβαλαν πάντοτε στή συνειδητοποίηση τών δυνατοτήτων μιας κοινωνίας. Ά π ' α ύ τ ή τήν άποψη άποτέλεσαν - κ α ί άποτελούν- ένεργητικό παράγοντα στή διαδικασία τής άπελευθέρωσης τού άνθρώπινου γένους άπό τίς ταξικές δουλείες. 6 . Πρέπει
νά ονειρευόμαστε
(Λένιν)
Πολλοί στοχαστές κηρύσσουν σήμερα τό θάνατο τών ιδεολογιών και φυσικά τής ούτοπίας. Ή τεχνοκριτική, θετικίζουσα σκέψη άποβλέπει σέ μιά κοινωνία κατεξοχήν ορθολογική - καί άντιιδεολογική. 'Αλλά στήν έποχή μας μέ τούς πλανητικούς άνταγωνισμούς, ή ιδεολογία είναι οργανικός παράγων τής κοινωνικής έξέλιξης. Οί άντιφάσεις τού κοινωνικού γίγνεσθαι, έξάλλου, έκτρέφουν νέες μορφές ούτοπίας. Μιά γιγαντιαία ούτοπία είναι καί ή τεχνοκρατική, άκριβώς αύτή πού φαντάζεται ότι θά έξαφανίσει τίς ιδεολογίες καί τίς ούτοπίες. Οί ιδεολογίες τοϋ «τέλους τής ιστορίας», τής έλευσης μιας παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας όπου θά έχει έκλείψει ή ιδεολογία καί όπου θά κυριαρχούν οί κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής, οί άναπτυξιακές ούτοπίες, πού δέν βλέπουν πέρα άπό τόν ορίζοντα τοϋ καπιταλισμού, όλες αύτές είναι άντιδραστικές ούτοπίες, οί όποιες βλέπουν τό μέλλον μέσα άπό τά παραμορφωτικά γυαλιά τής άστικής ιδεολογίας. Ή τεχνοκρατική ούτοπία οραματίζεται τ ή λύση τών κοινωνικών άντιθέσεων μέσα άπό μιά διαδικασία όρθολογικοποίησης τής άνάπτυξης καί « κανονικοποίησης » τής κοινωνικής ζωής. Οί τεχνοκρατικές ούτοπίες άποτελούν, άπό αύτή τήν άποψη, μιά όψιμη καί έκπτωτη μορφή τού κλασικού έπιστημονισμοΰ. Ή ιδεολογία αύτή έκφράζει τόν τρόπο θεώρησης τών κοινωνικών φαινομένων άπό τό
ι401
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
στρώμα τών τεχνοκρατών. Ά λ λ ά , παρά τ ή διάδοση της άπο τον Τύπο και τά μέσα μαζικής ένημέρωσης, δέν μπορεί νά γίνει οργανική ιδεολογία, έπειδή ή λύση τών σημερινών προβλημάτων δέν είναι τεχνολογική άλλά κοινωνική καί πολιτική : δέν βρίσκεται στο πλαίσιο ένός ύπεραναπτυγμένου καί «ορθολογικού» καπιταλισμού, ό όποιος έξάλλου είναι όρθολογικός στήν κλίμακα τής παραγωγικής μονάδας προκειμένου νά μεγιστοποιήσει τήν παραγωγή υπεραξίας, καί άνορθολογικός τόσο σέ εθνική όσο καί σέ παγκόσμια κλίμακα. Δέν Θά άσχοληθούμε έδώ μέ τίς ούτοπίες, οί όποιες παρ'όλες τίς ιδιομορφίες τους άποτελούν, σέ τελευταία άνάλυση, έκφράσεις τής άστικής ιδεολογίας. Άντίθετα, θά ήταν ένδιαφέρον νά σκιαγραφήσουμε ορισμένες όψεις τών κινημάτων αμφισβήτησης πού άναπτύχθηκαν τά τελευταία σαράντα χρόνια στόν δυτικό κόσμο. Έπειδή τά κινήματα άμφισβήτησης τού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής -καί ζωής στόν καπιταλισμό γενικότερα-, παρόλο πού συχνά διατύπωσαν ούτοπιστικές άντιλήψεις καί κατέληξαν στό άδιέξοδο καί στήν άποσύνθεση, έθεσαν πραγματικά προβλήματα καί σέ ορισμένες περιπτώσεις προπορεύτηκαν άπό τά κόμματα τής παραδοσιακής μαρξιστικής Αριστεράς. « Ν ά είστε ρεαλιστές! Ζητάτε τό άδύνατο». Πρόκειται γιά ένα άπό τά συνθήματα τού Μάη τοϋ 1968. Καί τό σύνθημα αύτό μας θυμίζει τά λόγια τοϋ Λένιν : « Πρέπει νά ονειρευόμαστε ! » Τό « όνειρ ο » τοϋ Λένιν έντασσόταν σέ μιά ρεαλιστική προοπτική. Τά κινήματα άμφισβήτησης τών τελευταίων χρόνων, άντίθετα, περιέχουν πολλά στοιχεία άναρχισμοϋ, υποκειμενισμού καί ούτοπίας. 'Ωστόσο, ιστορικά τούς άνήκει ή τιμή ότι άνέδειξαν μέ οξύτητα ορισμένες άντιφάσεις τού σύγχρονου καπιταλισμού πού σχετίζονται όχι μόνο μέ τήν άνεργία, τό άστυνομικό κράτος, τούς έξοπλισμούς καί τόν πόλεμο, άλλά καί μέ τήν καθολικευμένη σιωπηρή καταπίεση, τίς έξουσιαστικές σχέσεις, τήν παραδοσιακή άρνητική καί ύποκριτική ήθική, τήν έξουθένωση τού άτομου μέσα στούς παραγωγικούς καί τούς διοικητικούς μηχανισμούς, τήν καταστροφή τοϋ «άνόργανου σώματος » τού άνθρώπου άπό τ ή βιομηχανική άνάπτυξη καί τήν άλλοτρίωση στίς σύγχρονες πόλεις-γκέτο. Απέναντι στή ζοφερή
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
πραγματικότητα τοϋ καπιταλισμού και στις άποπροσωποποιητικές τεχνοκρατικές ούτοπίες, τά κινήματα αμφισβήτησης στράφηκαν πρός τό υποκείμενο, τόν έσωτερικό κόσμο τού άνθρώπου, διεκδίκησαν τό δικαίωμα στή ζωή, στόν έρωτα, στή χαρά καί στίς προσωπικές σχέσεις. Απορρίπτοντας τήν τυποποιημένη παραγωγή στά έργοστάσια-κάτεργα ( Μ ά ρ ξ ) καί τ ή ζωή στίς τσιμεντένιες φυλακές τών μεγαλουπόλεων, στράφηκαν πρός τ ή φύση καί προσπάθησαν νά δημιουργήσουν έστίες κοινοβιακής άγροτικής-χειροτεχνικής οικονομίας. Τά πειράματα αύτά σαρώθηκαν κατά κανόνα άπό τ ή δύναμη τής σύγχρονης καπιταλιστικής τεχνολογίας, άλλά τό πρόβλημα τής κοινωνικής ζωής, τών ήπιων μεθόδων παραγωγής καί τής έπανασύνδεσης τοϋ άνθρώπου μέ τ ή φύση ειχε τεθεί. Συνολικά, παρά τίς άφέλειες καί τίς άκρότητές του, τό κίνημα τής άμφισβήτησης έπανασυνδέθηκε μέ τήν αισιόδοξη πείρα καί τίς πιό αισιόδοξες προοπτικές τής άνθρωπότητας. Αρνούμενο τήν ισοπεδωτική άπανθρωπία τοϋ καπιταλισμού καί τήν άσκητική παραμόρφωση τού μαρξισμού, διεκδίκησε τό δικαίωμα στή χαρά καί στή ζωή μέ έναν ένθουσιασμό καί μέ μιά άφέλεια πού θυμίζει κάτι άπό τήν άντίστοιχη στάση άπέναντι στή ζωή κατά τήν περίοδο τής 'Αναγέννησης. Τά κινήματα άμφισβήτησης τών τελευταίων δεκαετιών -οικολογικό, φοιτητικό, άναρχικό-άντικαπιταλιστικό, κινήματα γυναικών, άντιρατσιστικά κινήματα, κινήματα κατά τού πολέμου τοϋ Βιετνάμ, κ λ π . - περιείχαν πολλά στοιχεία μαρξιστικών άντιλήψεων, χωρ'ις συνολικά νά είναι μαρξιστικά. Παρά ταύτα σέ πολλά ζητήματα προπορεύτηκαν άπό τά «μαρξιστικά» κόμματα (παράδειγμα, ό Μάης τού 1968) καί έθεσαν προβλήματα πού δέν τά ειχε θέσει ή παραδοσιακή 'Αριστερά. 'Από αύτοϋ καί ή δυσπιστία καί ή έχθρότητα τών «μαρξιστικών» κομμάτων άπέναντι τους, έχθρότητα ή όποία μειωνόταν στό βαθμό πού τά κόμματα αύτά άρχισαν νά έντάσσουν στήν πολιτική πρακτική τους προβλήματα πού είχαν τεθεί άπό τά κινήματα άμφισβήτησης. Άπό τά κινήματα άμφισβήτησης, έκεϊνο πού άπέκτησε συνοχή καί αύξανόμενη δύναμη, είναι τό οικολογικό. Οί πρώτοι οικολόγοι πρίν άπό τριάντα χρόνια φαίνονταν παράξενοι ονειροπόλοι. Σήμερα τό
ΔΡΟΜΟΙ THE ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
οικολογικό κίνημα αντιπροσωπεύει ένα αξιόλογο ποσοστό τοϋ έκλογικοϋ σώματος στή Γαλλία, στή Γερμανία καί παλαιότερα πρωτοστάτησε στις αντιπυρηνικές καί άντικαπιταλιστικές έκδηλώσεις στή Δυτική Γερμανία. Ή φωνή του άκούγεται έπίσης καί στήν Ε λ λ ά δα. Τά κυριότερα οικολογικά κινήματα δέν έφτασαν νά συνδέσουν όργανικά τό οικολογικό πρόβλημα μέ τ ή σοσιαλιστική προοπτική. Ωστόσο, τό οικολογικό δέν μπορεί νά λυθεί έξω άπό τ ή συνολική άνάπλαση τής κοινωνίας στό πλαίσιο τού σοσιαλισμού. Τά μαρξιστικά κόμματα άντιμετώπισαν μέ δυσπιστία τά πρώτα φανερώματα τού οικολογικού κινήματος καί έχασαν τήν εύκαιρία νά θέσουν αύτά πρώτα τό πρόβλημα καί νά τό έντάξουν στήν εύρύτερη σοσιαλιστική προοπτική. Ά λ λ ά τό ιστορικό παράδοξο είναι ότι οί πρώτοι πού έθεσαν τό οικολογικό πρόβλημα, μετά τόν Μόρους, ήταν οί ούτοπικοί σοσιαλιστές καί σέ συνέχεια οί θεμελιωτές τού μαρξισμού. Πρώτοι, όπως γράφει ό Έ ν γ κ ε λ ς , πού ζήτησαν τήν κατάργηση τής άντίθεσης άνάμεσα στήν πόλη καί στό χωριό, συνδέοντας τό πρόβλημα μέ τήν κατάργηση τού παλιού καταμερισμού τής έργασίας, ήταν ό Φουριέ καί ό "Οουεν. Καί οί δύο ζητούσαν τ ή διασπορά τού πληθυσμού στήν ύπαιθρο σέ ομάδες άπό εξακόσια μέχρι τρεις χιλιάδες πρόσωπα καί τήν άπασχόληση τόσο μέ τ ή γεωργία όσο καί μέ τ ή βιομηχανία. 1 Ό καπιταλισμός είδε τ ή φύση σάν πηγή πλουτισμού καί διαμόρφωσε μαζί της άνταγωνιστικές σχέσεις καθυπόταξης καί έκμετάλλευσης. Ό Έ ν γ κ ε λ ς στήν έποχή του είχε έπισημάνει τούς κινδύνους άπό τ ή ληστρική αύτή σχέση καί μιλούσε γιά έκδίκηση τής φύσης. Ό Μάρξ έπίσης είχε ονομάσει τ ή φύση «άνόργανο σώμα τού άνθρώπου» καί άνέλυσε, κυρίως στό Κεφάλαιο, τίς καταστροφικές έπιδράσεις τής εισόδου τοϋ καπιταλισμού στή γεωργία. Οί καπιταλιστικές μονοκαλλιέργειες καί γενικότερα οί κεφαλαιοκρατικές μέθοδοι έκμετάλλευσης τής γής διαταράσσουν τ ή φυσική ισορροπία. Ό καπιταλισμός, γράφει ό Μάρξ, έρημώνει τήν ύπαιθρο, κατα1. Β λ . F. Engels, Anii-Dühring, δ.π., σ. 3 2 1 . Β λ . έπίσης, Ε . Μπιτσάκη, Κάρλ Μάρξ, 6 θεωρητιχός
τοϋ προλεταριάτου,
έκδ. «Gutenberg», 1983, κεφ. 4ο.
ΟΥΤΟΠΙΑ: Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
4°3
στρέφοντας τόσο τους ανθρώπους όσο καί τήν ιδια τ ή γ ή μέ τ ή λ η στρική έκμετάλλευση. « Σ τ ή γεωργία, όπως καί στή βιομηχανία, ό κεφαλαιοκρατικός μετασχηματισμός τής παραγωγής μοιάζει νά είναι τό μαρτυρολόγιο τοϋ παραγωγού». 1 « Έ φαντασία στήν έξουσία». ΙΙρόκειται γιά άλλο ένα σύνθημα τοϋ Μάη τοϋ 1968. Μπορεί οί πρωταγωνιστές έκείνης τής έξέγερσης νά άπολυτοποίησαν τό ρόλο τής φαντασίας, αύτονομώντας την ώς ένα σημείο άπό τ ή γνωστική διαδικασία καί άπό τίς δυνατότητες τού πραγματικού. Ά λ λ ά ή ύπερβολή ήταν, άπό μιά άποψη, χρήσιμο άντίδοτο στήν υπνωτική κοινοτοπία τής πολιτικής ζωής. Οί υπερβολές τών έξεγερμένων τού Μάη μπόλιασαν τήν παραδοσιακή Αριστερά μέ κάποια άναγκαία δόση πολιτικής φαντασίας. Τό γνωσιολογικό καθεστώς τής φαντασίας είναι άσαφές καί άντιφατικό. Ωστόσο, έκτός άπό τήν έξωπραγματική φαντασία ύπάρχει καί ή δημιουργική, αύτή πού εισδύει βαθύτερα στήν ούσία τοϋ πραγματικού, άποκαλύπτοντας άγνωστες όψεις του καί άπροσδόκητες δυναμικότητες. Αύτοΰ τού είδους τ ή φαντασία εννοούσε ό Λένιν, δταν κεραύνωνε τούς γραφειοκράτες τής έποχής του καί τόνιζε δτι πρέπει νά ονειρευόμαστε. Οί άνθρωποι βιώνουν σήμερα, έντονότερα άπό άλλες έποχές, τήν άντίφαση άνάμεσα στήν πεζότητα, τήν κενότητα, τήν πλήξη καί τήν άδιαφορία τής καθημερινής ζωής καί στά ιδεαλιστικά καί ήθικολογικά « ι δ α ν ι κ ά » τών έπίσημων ιδεολογιών. Ά λ λ ά στόχος τού μαχόμενου σοσιαλιστικού ανθρωπισμού δέν πρέπει νά είναι τά « λ α μ π ρ ά » οράματα τού μέλλοντος, πού δέν αίρουν τήν άλλοτρίωση τής καθημερινής ζωής. Πρέπει νά είναι ή καθημερινή ζωή, μέ τίς άντιφάσεις καί τήν όλότητα τών προβλημάτων καί τών δυνατοτήτων της. Σ ' έ ν α ν αύθεντικό σοσιαλιστικό άνθρωπισμό ή καθημερινή στιγμή συνδέεται διαλεκτικά μέ τήν ιστορική προοπτική. Ή σύνδεση αύτή τού ύπαρκτοΰ μέ τό δυνατό θεμελιώνει έπιστημονικά τίς προοπτικές τοΰ μέλλοντος, άποφεύγοντας τίς συμπληγάδες τού έμπει1. Κ. Mari, Le Capital, I, 180-187 καί II, 180-181.
ι404
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
ρισμού καί τής κενής ώραιολογίας. Έ π ε ι δ ή δεν είναι ούτοπικό νά ελπίσουμε στήν κοινωνική ισότητα, στήν επανασύνδεση τού άνθρωπου με τ ή φύση, στή δημιουργία άγροτοβιομηχανικών κοινοτήτων μέ τ ή μεγαλύτερη δυνατή οικονομική καί πολιτισμική αύτονομία, σέ μιά δημοκρατία πού θά άσκεΐται με τήν άμεση συμμετοχή τών μαζών, σέ μιά γενικευμένη παιδεία καί στήν άνθηση ένός νέου, σοσιαλιστικού πολιτισμού, χωρίς τήν κενότητα τής σύγχρονης άστικής κουλτούρας καί χωρίς τούς γραβατοφορεμένους καί ύπναλέους γραφειοκράτες τών πρώην σοσιαλιστικών χωρών. Ή πάλη γιά τό σοσιαλισμό δέν είναι μόνο πάλη γιά τήν έξάλειψη τής έκμετάλλευσης, τής άνεργίας καί τών πολέμων. Είναι ταυτόχρονα πάλη γιά τ ή συνολική άναδόμηση τής κοινωνικής ζωής, γιά τήν κατάργηση τών έξουσιαστικών σχέσεων καί γιά τήν πολιτισμική άναγέννηση. Είναι συνολικά πάλη γιά τήν έπαναστατικοποίηση τής καθημερινής ζωής, πού είναι ή ζωή τών άνθρώπων. Μπορούμε νά πούμε, όσο καί άν έχει φθαρεί ή λέξη άπό τήν κενόλογη προπαγάνδα, ότι είναι ή πάλη γιά τήν άνθρώπινη εύδαιμονία. Ό Μάρξ μιλούσε γιά τήν κοινωνία τών έλεύθερων παραγωγών καί ό Έ ν γ κ ε λ ς τόνιζε ότι ή κοινωνία δέν μπορεί νά είναι έλεύθερη, παρά μόνο άν κάθε άτομο είναι έλεύθερο. Καί μπορούμε ίσως νά διατυπώσουμε, μαζί μέ τόν Χ έ γ κ ε λ , τήν έλπίδα ότι κάποτε ό άνθρωπος θά πάψει νά ζει σάν ξένος πάνω στή γ η καί νά δέχεται τίς εντολές ένός ξένου κυρίου σάν δούλος. Τέλος, ό Λένιν μιλάει γιά τίς κατηγορίες τού δυνατού καί τού συμπτωματικού, σέ άντίθεση ( versus) μέ τίς πραγματικότητες καί τήν έπιβεβαίωση τής ιστορίας. 1 Ό σοσιαλισμός, παρ'ολα όσα συνέβησαν, μπορεί νά γίνει ή πραγμάτωση τής εύγενέστερης ούτοπίας πάνω στή γή. Ή ούτοπία γεννιέται ώς ή άρνηση τής άθλιότητας τού παρόντος. Ό μαρξισμός, άρνηση τής κεφαλαιοκρατικής βαρβαρότητας, αξιώνει τό καθεστώς τής έπιστήμης. Μιλήσαμε γι'αύτό. Ά λ λ ά ό μαρξισμός, θεωρία μεταξύ άλλων τής προλεταριακής έπανάστασης καί τής κομμουνιστικής κοινωνίας, σχεδιάζει, έστω σέ αδρές γραμμές, 1. Lénine, Cahiers Philosophiques, Éd. Sociales, 1 9 5 5 , σ. 2 5 9 .
ΟΥΤΟΠΙΑ : Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ
3^9
μιά κοινωνία πού δεν εχει άκόμα υπάρξει. Τό ούτοπικό-δημιουργικό στοιχείο είναι συνεπώς εγγενές στό μαρξισμό ώς υπέρβαση θεωρητική άλλά καί συναισθηματική καί ποιητική τής άθλιότητας τοΰ παρόντος. Πρίν άπό τόν Μάρξ στή διάρκεια τής ζωής του καί μετά τόν Μάρξ υπήρξαν κομμουνιστικές, έλευθεριακές καί άναρχικές ούτοπίες. Στόν Μάρξ, στόν "Ενγκελς, άκόμα καί στόν Λένιν καί προπαντός στόν Γκράμσι θά συναντήσουμε στοιχεία δημιουργικής ούτοπίας, τά όποια βρίσκονται πέρα άπό τά όρια τής αύστηρά έπιστημονικής σκέψης. Καί στήν έποχή μας, έποχή ξηρότητας τοΰ θεσμοποιημένου μαρξισμού, ό "Ερνστ Μπλόχ άγωνίστηκε νά μπολιάσει τ ή μαρξιστική παράδοση μέ τό δημιουργικό στοιχείο τής ούτοπίας. Πρώτα μέ τό Πνεύμα τής Ουτοπίας ( 1 9 1 8 ) καί πολύ αργότερα μέ τήν 'Αρχή τής 'Ελπίδας ( 1959 ), ό Μπλόχ διερεύνησε τ ή σχέση τοΰ πραγματικού με ένα άνοιχτό πεδίο δυνατοτήτων. 'Αναζήτησε τ ή δυνατότητα τής εύτυχίας τήν όποία μόνο ό μαρξισμός καί ή σοσιαλιστική έπανάσταση μπορούν νά πραγματοποιήσουν.1
1. Β λ . Ε. Bloch, L'esprit de l'utopie, Gallimard, Paris 1977' τοϋ ίδιου, Le Principe Espérance, Gallimard, Paris 1976.
Βιβλιογραφική σημείωση Τά κεφάλαια αύτοΰ τοϋ βιβλίου αποτελούνται άπό κείμενα πού δημοσιεύτηκαν σε Πρακτικά Συνεδρίων ή σέ περιοδικά. Εντούτοις τό βιβλίο δέν είναι συλλογή κειμένων, πρώτον, έπειδή όλα τά κεφάλαια αντιστοιχούν σε όψεις καί « σ τ ι γ μ έ ς » τής διαλεκτικής κοσμοαντίληψης καί δεύτερον, έπειδή τά αρχικά κείμενα αναμορφώθηκαν ώστε νά συγκροτήσουν ένα ενιαίο όλον. Σ η μειώνονται στή συνέχεια οί πρώτες δημοσιεύσεις τών κειμένων. 1. «Κοινωνικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις γιά τήν έμφάνιση τοΰ μαρξισμού » . Εισηγηση στό Συνέδριο « Κάρλ Μάρξ καί ή Φιλοσοφία » , Τομέας Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 3-5 Νοεμβρίου 1983. Δημοσιεύτηκε στά Πρακτικά τοΰ Συνεδρίου, «Gutenberg», 1987. 2. « Ά π ό τ ή διαλεκτική τοΰ Χ έ γ κ ε λ στή διαλεκτική τοΰ Μ ά ρ ξ » . Διάλεξη στό Γερμανικό 'Ινστιτούτο 'Αθηνών, 17 Μαΐου 1984. Δημοσιεύτηκε στήν Πολιτιστική, τ . 24, Αύγουστος 1985. 3. « Ή φύση καί ή διαλεκτική τής φύσης». Εισήγηση σέ Συμπόσιο γιά τόν "Ενγκελς πού οργάνωσε ή Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση, 15-16 Μαίου 1995. Δημοσιεύτηκε στό τεύχος τοΰ περιοδικού, Νοέμβριος 1995. 4. « Ά π ό τήν αίσθηση στήν παράσταση καί στήν έννοιακή σκέψη. Μιά " π ο λ ι τ ι κ ή " δ ι α λ ε κ τ ι κ ή » . Εισήγηση στό Συμπόσιο γιά τό φαινόμενο τής ζωής που οργάνωσε τό περιοδικό Ούτοπία σέ συνεργασία μέ τό Γαλλικό 'Ινστιτούτο 'Αθηνών, τόν Μάιο τοΰ 2001. Δημοσιεύτηκε στήν Ούτοπία, Μάιος-Ίούνιος 2002. 5. « Ή μαρξιστική Θεωρία της γ ν ώ σ η ς » . Διάλεξη στήν Πανελλήνια " Ε ν ω ση Φιλολόγων, 23 Νοεμβρίου 1985. Δημοσιεύτηκε στά Ιδεολογικά, «Gutenberg», 1986. 6. «Γνωσιολογικά προβλήματα στό Κεφάλαιο». Δημοσιεύτηκε στό Κάρλ Μάρξ, ό θεωρητικός τού προλεταριάτου, «Gutenberg», 1983. 7. « Θ ρ η σ κ ε ί α : ή αναγωγή στήν έπίγεια βάση τ η ς » . Δημοσιεύτηκε στό Κάρλ Μάρξ, ό θεωρητικός τοΰ προλεταριάτου, «Gutenberg», 1983. 407
4θ8
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ
8. « Μιά κομμουνιστική ή θ ι κ ή μπορεί νά είναι φιλοσοφικά νόμιμη καί λειτουργική ; » Δ η μ ο σ ι ε ύ τ η κ ε στήν Ούτοπία, τ . 32, Νοέμβριος 1998. 9. « Ή ανθρωπολογική ε μ β έ λ ε ι α τών φυσικών ε π ι σ τ η μ ώ ν » . Δημοσιεύτ η κ ε στο περιοδικό ' Ε λ ί τ ρ ο χ ο ς , τεύχος 3 , 1994, σ. 166. 10. « Ό μεταβολισμός τοϋ άνθρωπου μ ε τό ανόργανο σώμα του » . Δ η μοσιεύτηκε στήν Ούτοπία, τ . 26, Σ ε π τ ε μ β ρ ι ο ς - Ό κ τ ώ β ρ ι ο ς 1997. 11. « Ο ύ τ ο π ί α : ή δ ι α λ ε κ τ ι κ ή δυνατότητας καί π ρ α γ μ α τ ι κ ό τ η τ α ς » . Δ η μοσιεύτηκε στήν Ούτοπία, τ . 17, Σ ε π τ έ μ β ρ ι ο ς - Ό κ τ ώ β ρ ι ο ς 1995.
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ Άββακούμ 141
Bell, J.S.301
'Αϊνστάιν, Α. 60, 61, 81, 83, 85, 87, 90, 99, 132, 293-295, 298, 301, 310 'Αλκιβιάδης 190 Άλτουσέρ, A. ( Althusser, L . ) 75, 96, 137-140, 149, 198, 264, 265, 284, 369 'Αντίπατρος 375 'Απολλώνιος 145 'Αρίσταρχος 133, 146, 307 'Αριστόνικος 374 'Αριστοτέλης 65, 130, 135, 143, 229, 256, 257, 274, 287 'Αρχιμήδης 145 Αυγουστίνος 217
Bemal, J.D. 15,149
Alfven, Η. 8 5 , 3 1 0 Arnold, V.l. 306
Cohen, R.S. 121
Βαζιούλιν, Β.Λ. 234 Βάκων/Μπέηκον, Φρ. (Bacon, Fr.) 16, 186, 234, 319, 320, 383-385 Βιγκότσκι, Λ.Σ. ( Vygotski, L.S. ) 93, 116 Βιζιέ, Ζ.Π. 90 Βιργίλιος 375 Βλάσσιος 374 Βολταϊρος 190, 387
Boncher, D. 343 Bravo, G.M. 393 Γαλιλαίος 15, 108, 132, 146, 148, 308 Γιάσπερς,Κ. (Jaspers.Κ.),238,287 Γκασαντί, Πιερ (Gassandi, Piene) 186 Γκέκα, Β . 305 Γκέντε, Α. 238 Γκράκχος 390 Γκράμσι, Α. (Gramsci, Α.) 122,180, 211,227,245,269,397,405 Catheron, J.M. 326
Δαντών 140 Δαρβίνος 80, 132, 147, 191 Δημόκριτος 52, 83, 100, 101, 108, 135, 136, 152, 161, 184, 289, 292, 294, 308 Διόδωρος Σικελιώτης 373 Davis, Μ. 306 Dejours, Chr. 329,330 Dezamy, 199
ι411
ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
D'Hondt, J. 5 6 , 2 8 1 , 3 7 0 , 3 9 7
Ilyenkov, E.V. 53
Diets, Ο. P. Η 108 Josephson, B.D. 302 ' Ε λ β έ τ ι ο ς 187 " Ε ν γ κ ε λ ς , Φρ. ( Engels, Fr. ) passim " Ε ν τ ι γ κ τ ο ν , Α. 295, 309 Ε π ί κ ο υ ρ ο ς 100, 186, 279, 289 "Ερασμος 16, 378, 387 'Ερρίκος 8ος 3 7 8 Ευαγγέλου, Σ . 305 Ευδοξος 145 Ε υ κ λ ε ί δ η ς 145 Ζ α κ ό μ π , Φρ. (Jacob, Fr.) 9 3 , 114, 119, 120, 261 Ζήνων ό Κ ι τ ι ε ΰ ς 3 7 2
Κακναβάτος, Ε . 305 Καλβίνος 189, 190, 292, 387 Κ α μ π α ν έ λ λ α , T . ( Campanella, Τ. ) 16, 382,383 Κάντ, I. ( K a n t , I . ) 4 3 , 4 5 , 5 0 , 5 3 , 7 9 , 105,121,125,129,130,135,142, 150,161,188,224,226-228,232, 236,275,279,280,285,292,308 Κάπρα 303 Κάρναπ, Ρ . ( Karnap, R . ) 151 Κ α ρ τ έ σ ι ο ς / Ν τ ε κ ά ρ τ , P . (Deskartes, R . ) Ρ. 78, 79, 100-102, 105, 108, 119-121,186, 188, 1 9 9 , 2 2 4 , 2 2 6 , 234,318
Gay, 199 Gyorgyi, S. 123
'Ηράκλειτος 9 , 40, 47, 53, 63, 184 "Ηρών 145 'Ησίοδος 371, 372
Κάστρο, Φιντέλ 264 Κ έ λ β ι ν , Ου. 3 1 2 Κ ί ρ κ ε γ κ ω ρ , Σ . 238 Κ ι τ σ ί κ η ς , Ν . 303 Κ λ ή μ η ς ό 'Αλεξανδρινός 217 Κοντιγιάκ, Ε . (Condillac, Étienne) 187 Κοπέρνικος 86, 133, 146, 3 0 8
Hainchelin, G i . 2 1 7
Κρόμβελ, Ο . 141
Hawking, S. 3 1 2
Κούκκου,
Μ.
(Koukkou-Lehmann,
M.) 109,260 Θαλής 100 Θεοφίλου, Α. 351
Κούν, Τ . (Kuhn, T . ) 105, 119, 142, 147-149,253 Λαβουαζιέ, Α .Λ. 294, 297
Ίάμβουλος 373 "Ιππαρχος 145
Λαγκράνζ, Ζ.-Λ. ( Lagrange, JosephLouis) 148
'Ιππίας 373
Λάιμπνιτς, Γ κ . 63, 121, 224
'Ιωάννης Χρυσόστομος 217
Λάκατος, I. 142, 149
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
411
Λακρουά, Ζ. (Lacroix,Georges)270, 287,393
Μάρξ, Κ . ( Marx, Κ. ) passim Μάχ, Ε . (Mach,Ε.) 100
Λαμετρί, Ζ. 187
Μ ί λ λ , Τ ζ . - Σ τ . 226
Λαπλάς, Π.-Σ. (Laplace, P.-S.) 53,
Μινκόφσκι, Ε . ( Minkowski, Η. ) 305
77-79, 119, 292, 2 9 3 , 3 0 8
Μονό, Ζ. ( Monod, Ζ.) 74, 110, 111,
Λεκατσάς, Π . 122,206,212,372-374
135,136
Λεμαίτρ, Ζ.-Α. 309
Μοντεσκιέ, Σ. 387
Λένιν, Β λ . (Lénine, VI.) 18, 25, 35,
Μορλύ ( Morally ) 3 1 , 2 9 3 , 3 8 9 , 3 9 0
40, 51, 54, 59, 62, 66, 71, 74, 103,131,
136, 138, 142,
177,
180, 189, 202, 220, 244, 253, 264, 275, 399, 400, 404 Λεόντιεφ, Α. (Leonüev, Α.) 93, 110, 112, 115 Λεσκέ, 156 Λεφέβρ, Α. ( Lefebvre, Η. ) 2 6 5 , 2 6 8
Μόρους,Τ. ( M o r a s , Τ . ) 16, 186,234, 235, 317, 320, 325, 378-382, 387, 402
Μπαγιόνας, Α. 398 Μπαλιμπάρ, Ε. 75, 76 Μπαμπέφ, Φρ.Ε. 20, 31, 33, 389, 390 Μπασελάρ, Γκαστόν 149
Λ ό κ , Τ ζ . 108, 141, 186-188,317
Μπάυλ, Π . 187
Λούθηρος, 140, 185, 189, 190, 308,
Μπέμπελ, 34
387 Λούκατς, Γ κ . ( Lukics, G. ) 73, 231, 240,258,281,282 Laberenne, Ρ. 312 Labica, G. 275 Lamer, Ε. 85 Lektorsky, V.A. 99 Lewontin, R.E. 262 Lilley, S. 15 Lovejoy, D. 3 4 7 , 3 4 9 , 3 5 0
Μπένθαμ, Τζ. ( Bentham, Jeremie ) 199, 226 Μπέρκλεϋ, Τζ. (Berkeley, George) 102-104,127,128,188,224,226, 279 Μπιτσάκης, Ε . ( Bitsakis, Ε. ) 15,41, 52,55, 6 7 , 7 1 , 7 6 , 8 0 , 8 1 , 8 3 , 8 5 , 88, 90, 91, 97, 104, 107, 109, 111, 130, 139, 147, 149, 151, 201, 242, 246, 248, 258, 263, 270, 272, 283, 291, 295, 297, 300-303,305,310,322,356,357,
Μάικελσον, A.A. 293
386,402
ΜάλΘους, T . P . 246
Μπλόχ, Ε . ( B l o c h , Ε . ) 4 0 5
Μαλμπύ ( Malby ) 3 1 , 3 8 9
Μπόρ, Ν . ( Bohr, Ν.) 298, 299, 303
Μανιάτης, Γ . 283
Μπούντης, Α. 305
Μάξγουελ, Τ ζ . Κ . (Maxwell, J.C.)
Μπράουν, Λ. 344, 345
81,88
Μπώμ, Ν τ . 90
ι412
ΔΡΟΜΟΙ Τ Η Σ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ
Μύντσερ, Ζ . 19, 3 3 , 185, 3 8 9 Mannheim, Κ. 3 9 7 Mattuck, R. 3 0 2 Merleau-Ponty, M. 2 7 0 , 2 7 3 Mésziros, I. 2 3 6 , 2 4 8 , 2 4 9 , 2 8 8 , 3 5 3 , 354 Mounier, Ε. 299
Π ά τ ν α μ , Χ . (Putnam,Η.) 118, 119 Παΰλος, απόστολος 140, 2 1 7 , 2 2 6 , 274 Π ι α ζ ε , Ζ . (Piagel, Jean) 9 3 , 112, 115, 116 Π ί ο ς 311 Π λ ά ν κ , Μ . 117 Π λ ά τ ω ν 2 1 , 5 3 , 9 9 , 105, 1 1 9 - 1 2 1 , 126, 135, 190, 2 1 2 , 2 2 4 , 2 2 8 ,
Ναπολέων 140 Ν ε ύ τ ω ν , I. ( Newton, I . ) 6 1 , 7 7 , 7 8 , 132, 148, 152, 2 9 2 - 2 9 4 , 3 0 8 Νίκολης, Ι.Σ. 305 Ν ί τ σ ε , Φρ. 2 3 8 , 2 8 6
2 7 4 , 3 7 2 , 373 Πλωτίνος 212 Πομπιντού, Ζ . 281 Π ό π π ε ρ , Κ . (Popper, Κ . ) 119, 142, 150
Νοΰτσος, Π . 16, 3 8 2 , 3 8 3 , 3 8 5
Προμηθέας 2 2 0 , 221
Ν τ ' Ά λ α μ π έ ρ , Ζ . 161
Προυντόν, Π . - Ζ . 3 8 , 156
Ν τ ε μ ο υ λ έ ν , Κ . 140
Πρωταγόρας 3 0 7
Ν τ έ Μ π ρ έ ι γ , Λ. 9 0
Π τ ο λ ε μ α ί ο ς 145, 146
Ν τ ε Σ α ρ ν τ έ ν , Π . Τ . ( D e Chardin, Ρ. Τ. > 5 6 , 2 9 5 , 2 9 6 , 2 9 9 Ν τ ι έ μ , Π . ( Duhem, Pierre ) 199 Ντίκενς, Τσ. 325 Ντιντερό, Ν τ . 5 2 , 5 3 , 187, 3 8 7
Pecker, J.C. 8 5 , 3 1 0 Penzias, Α. 3 1 0 Petifils, J. Chr. 3 9 0 , 3 9 3
Ν τ ι ρ ά κ , Π . ( D i r a c . P . ) 8 3 , 2 9 8 , 299
Quiniou, Y. 9 3 , 2 3 0 , 2 5 2 , 2 8 2 , 2 8 6
Neumann, J. von, 3 0 2 Nicolaides, C.A. 303 Nicolacopoulos, P. 3 0 2
Ρ ά σ σ ε λ , Μ π . 142
Ξενοφάνης 184 " Ο λ μ π α χ , Π.Α. ( Holbach, Ρ.Η.) 187 "Οουεν, Ρ . 2 0 , 3 1 - 3 3 , 4 6 , 197, 199,
Ρικάρντο, Ν τ . 1 7 , 2 8 , 6 9 , 175 Ροβεσπιέρος 140 Ρουσσώ, Ζ.Ζ. 3 8 7 Ρ υ μ π έ λ , 284 Razis, D. 109
390-392, 402 "Οστβαλντ, Γουλιέλμος (Oswald, Wilhelm) 294
Σαίν-Ζΰστ, Λ. 140 Σαίν Σιμόν, Κ. 20, 31-33, 46, 390, 392
Παπαδημητρίου, Ε . 3 1 5
Σάρτρ, Ζ . Π . 74, 75, 95, 238
4·3
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
Σ ε λ λ ι γ ν κ , Φρ. 4 5 , 5 0 Σ ε ρ έ έ , Μ . 190 Σ κ ό τ , Ν τ . 186 Σ μ ί θ , Α. 17, 2 8 , 69 Σπάρτακος 217
Φίλων 212 Φίχτε, Γ . 45, 50 Φόυερμπαχ, Λ. (Feuerbach, L.) 22, 25, 2 7 , 3 7 , 45, 5 0 , 161, 193-196, 199,232
Σπινόζα, Β . 4 7 , 4 9 , 5 3 , 6 3 , 1 3 5 , 2 8 0
Φουκουγιάμα, Φρ. 231, 238, 386
Σραίντινγκερ, Ε . (Schödinger,E.)90,
Φουριε, Σ . 2 0 , 3 1 - 3 3 , 4 6 , 3 9 0 - 3 9 2 ,
113
402
Σταυρουλάκης, Ν . 8 5 Σ ω κ ρ ά τ η ς 135, 190, 2 2 4 , 2 9 0 , 3 6 7 Schwartzman,D. 3 1 6 , 3 6 1 Sellen, F. 303 Sève, L. 8 0 , 2 6 4 , 2 6 5 Τ α μ π ά κ η ς , Ν . (Tambakis, Ν . ) 111, 303,305 Τζήν, Τζ. ( J e a n s , G . ) , 3 0 9 Τζόρνταν, Π . ( Jordan, P. ) 2 9 8 Τρότσκι, Λ. 2 7 5 Τσίρκας, Σ τ ρ . 16 Τσόμσκι, Ν . 121
Van der Merwe, Α. 301 Wallon, Η. 93 Wartofsky, M.W. 121 Wilson, 3 1 0 Woodcock, Α. 3 0 6
Χάιζενμπεργκ, Α. 295,298,299,303 Χάιντεγκερ, Μ. 263 Χάμιλτον, Γ. (Hamilton,William) 148 Χάμπλ, Ε. 85,309,310 Χάρισον, 321 Χ έ γ κ ε λ , Φρ. ( Hegel, Fr. ) 1 1 , 1 9 , 2 1 -
Taylor, F.W. 3 2 9 , 3 3 0
2 5 , 2 7 , 3 6 , 3 7 , 43-45, 47-51, 53-
Thao.T.D. 112
5 7 , 5 9 - 7 0 , 8 8 , 9 1 , 117, 125, 135,
Yogi, M.M. 3 0 2
231,246,391,404
136, 159, 163, 188, 189, 2 2 6 ,
Usher, A.P. 15 Φαράκος, Γρ. 2 7 8
Χιούμ, Ντ. (Hume.D.) 100, 103105, 127, 128, 150, 161, 187
Χόμπς, Τ. 186, 188, 226,317 Χρύσης, Α. 269
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ TOY ΕΥΤΥΧΗ ΜΠΓΤΣΑΚΗ .ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΔΙΛΛΕΚΤ1ΚΗΣ. ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ, ΣΕΛΙ ΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΗΘΗΚΕ ΣΤΟ «ΦΑ ΣΜΛ. ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΠΕΝΗ. ΟΙ ΤΥΠΟΓΡΛ ΦΙΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥ ΚΑΛΑ. ΤΟ ΜΟΝΤΑΖ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟ ΤΗ PAN ΙΑ ΑΜΟ ΛΟΧΓΤΟΥ ΚΑΙ Η ΕΚΤΥΠΩΣΗ ΣΤΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΗ ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΥ ΣΕ ΧΑΡΤΙ PALA TINO 100 ΓΡΑΜΜΑΡΙΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ. Η ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΣΙΑ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟΥ ΘΟΔΩΡΟΥ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΥ ΣΕ 2.000 ΑΝΤΤΤΥ ΠΑ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ ΤΟΥ 2003 ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ «ΑΓΡΑ.. ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΕ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΗΘΗΚΕ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΕΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
'Αριθμός έκδοσης
612