PETER BROWN
Ο
ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ γΣΤΕΡΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ 1;:)0-7;:)0 μ.Χ.
Μετάφραση ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΜΓ10ΓΛΗ
Επιμέλεια ΙΔΗΣ ΜΟ Υ -ΔΗΜΟΣ ΚΟΥΒ Ρ ΣΥ ΘΙΑ ΕΥ ΑΝ
Δεύτερη έκδοση
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
ΠΗΓΕΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗΣ
ΑλμπΙ, Δημοτική Β43λιοθήκη: 4. Αντιόχεια, Μουσείο αρχαιοτήτων: 33. Ακυληία, Αρχαιολο γικό Μουσείο: 55. Archives Photographiques: 7, 65. Αθηνα. Εθνικό ΑQχαιολογικό Μουσείο: 56. Μουοείο Μπαρντό, Τυνησία: 28, 29. 34. Bargello, Φλωρεντία: 89, 92. Beny, Rolofl': 3. Bib lioteca Ambrosiana, Μιλάνο: 51. Biblίoteca Aposτolica Vaticana: 50,58,59.85, 115. Biblioteca Medicea-Laurenziana, Φλωρεντία: /24. Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι: 104, 106, f13, J19. Μάρμπουργκ, Bίldarchiv: 99.Μπρέσια, Museo Civico: J,83.Βρετανικό Μουσείο, Λονδί νο; 15.22,60, 101, 109, 114, 121. Musei Capitolini, Ρώμη: 53. Christie's, Λονδίνο: 70. CΙayton, Pe!er: 121. Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, Ρώμη: 6, /Ο,13.26,42. D.yιon, J.E.: 129,130. Dumbarton Oaks Collection, Ουάσινγκτον, D.C.: 57.68. 77. Εκδόσεις Gallίmard: 11.25.44.46. 47, 75, 76.95,97,106.107,110, J16, 1 J7. Gabiπetto Naziooale Fotografico, Ρώμη: 26,27,36.4/.82. Χάλλη, Landesmuseum: 80. Ερμιτάζ, Λένινγκραντ [Αγία ΠετρούποληΙ: 31,120. H;rmer Fotoarchiv: 32.62.63,88,93,98,100.104,111, 112.123.125. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο: 35,93,125. KunsthislOrisches Museum, Βιέννη: 24, 29. Λούβρο. Παρίσι: 7,65,69, 72. Μαδρίτη, Αρχαιολογικό Μουσείο: 122. Μαδρίτη, Academia de la Historia: 75. Mansell Collec!;on (AI;n.r;): 30, 38, 45, 53, 54, 66. 74. 78. 79. 88. 90, /02. 103. Mas: 81. 86. Masson, Georgina, Ρώμη: 6/. Metropolitan Museum of ΑΓι, Νέα Υόρκη: 128. Μόντσα, ΑQ",(ΙΕ.ιίισκοπικό Μουσείο: 87, 117. Όστια, Μουσείο: 23. Αυστριακή Εθνική Β43λιοθήχη, Βιέννη: 105. 126.127. Μουσείο Πούσκιν, Μόσχα: 73. Ρέκλινγκχαουζεν, Ikonenmuseum: 8.Ροσσάνο, Αρχιεπισκοπικό Μουσείο: 32. Scala: 2. /2. SchweizeIisches Landesmuseum, Ζυρίχη: 98. Staatliche Museen, Βε ρολίνο: 37, 62,67, 94, 96, 108. Σπάιερ, Ιστορικό Μουσείο: 9. Τεχερόνη, Αρχαιολογικό Μου σείο: f 10. Τριρ, Αρχιεπιο"/-οπικό Μουσείο: 99. Μουσεία Βατικανού: 5.40.48. 52,54, J /5. Vick (Βαρκελώνη), Επισκοπικό Μουσείο: 86. VictoIia and Alben Museum, Λονδίνο: 21,39. YaJe University Αή Gallery: 43.
Τιτλος πρωτοτύπου: The Wor/d οΙ' Late AnrίqUΊry © Thames and Hudson Ltd., Λονδίνο, 1971, ]989 © για την ελληνική γλώσσα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια Η μετάφραση έγινε από την αγγλική γλώοσα.
Πρώτη έκδοση: lανουάριος 1998 ISBN 960-221-130-Χ
Διορθώσεις: Αρετή Μπουκάλα Στοιχειοθεσία: Αγγέλα Ζαχαριάδου Σελιδοποίηση, μοντάζ: Εύη Κώτσου Αναπαραγωγή φιλμ: Βιβλιοσυνεργατική Εκτύπωση: Χ. Ζαχαρόπουλος-Δ. Σιταρός-Γ. Ζαχαρόπουλος σΕ. Βιβλιοδεσία: Κ. Δελής Κεντρική διάθεση: Σόλωνος 133. ]06 77 Αθήνα, τηλ. 3806305, 382] 8]3, [aχ 3838] 73 Β43λιοπωλείο στη Στοά του Βιβλίου: Πεσμαζόγλου 51 Σταδίου 44, 10564 Αθήνα, τηλ. 3311719
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ........
.
..................................... .................................................... ................ 9
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑΙΚΗ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ Ι ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τα όρια του κλασικού κόσμου yύQ<1> στο 200 μ.Χ. ................................................ .......... Ι5 2
Οι νέοι κυβερνήτες: 240-350 μ.Χ
3
Ένας κόσμος αποκατεστημένος: η ρωμα'ίκή κοινωνία τον 40 αιώνα ................
.
........
.
...
.
.
........
. . .. .
.......
.... . ..... . .
.....
. ... .
.
............. .... . . . . . . . . .
27
. 39
11 ΘΡΗΣΚΕΙΑ 4 5
Η νέα διάθεση: τάσεις της θρησκευτικής σκέψης, περLπoυ 170-300 μ.Χ. ....................... . 55 Η κρΙση των πόλεων; η άνοδος του χριστιανισμού, περίπου 200-300 μ.Χ. ..............................
6
............................... .................................... 66
Οι τελευταίοι Έλληνες φιλοσοφία και παγανισμός, περίπου 260-300 μ.χ . ....................................................................................
7 8
Η μεταστροφή του χριστιανισμού, 300-363 μ.Χ ...................................
................ 76
...................... 88
.
Οι νέοι άνθρωποι: ο μοναχισμός και η εξάπλωση του χριστιανισμού, 300-400 μ.Χ. ....................... ...................... ......................................... ............................. 103
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ Ι ΗΔγΣΗ 9
Η δυτική αναγέννηση, 350-450 μ.Χ. ...................................
Ο ΤΟ τίμημα της επιβίωσης: δυτική κοινωνία, 450-600 μ.Χ.
.................. .............. 123 . ............. 134
.......................
11 ΒΥΖΑΝΤΙΟ
!1
«Η Βασιλεύουσα»: η ανατολική αυτοκρατορία από τον Θεοδόσιο Β' έως τον Αναστάσιο, 408-518 μΧ.
................................... 145
(2
Τα ένδοξα χρόνια: ο Ιουστινιανός και οι διάδοχοί του, 527-603 μ.Χ
13
Οι αυτοκρατορίες της Ανατολής: 8υζάντι.ο και Περσία, 540-640 μ.Χ. ................... ... 170
(4
.
.......
..
.
............ ..
159
Ο θάνατος του κλασικού κόσμου: πολιτισμός και θοησκεία στον πρώιμο Μεσαίωνα ......
.
......................
....
. . . . .......__.
_. . .
..........
....
......
...
..
....
ΙΏ
111 ΟΙ NEOI ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ 15
Ο Μωάμεθ και η άνοδος του Ισλάμ, 610-632 μ.Χ. .........................
16
«Ένας κήπος προστατευμένος από τις λόγχες μας»:
................ 201
ο κόσμος της ύστερης αοχαιότητας υπό τη διακυβέρνηση τoυJ.σλάμ, 632-809 μ.χ. ......... .................................
....................
................................. ..... 206
XPONOΛOΓlKOΣ ΠΙΝΑΚΑΣ
........................ .... 216
χΑΡΤΗΣ .... .................................. ...................
....................... 220
.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ... ..................................... ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
..............................
..
.
................................................... ....... nl
......... ................................ . . . . . . . . .
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .......
........
233
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το βιβλίο αυτό είναι μια μελέτη κοινωνικών και πολιτιστικών μεταβολών. Ευελπιστώ ότι ο αναγνώστης, τελειώνοντάς το, θα έχει ώς ένα βαθμό κατα νοήσει πώς, και ίσως γιατί, ο κόσμος της ύστερης αρχαιότητας (στην περίοδο από το 200 μ.Χ. μέχρι το 700 περίπου) έφτασε να διακριθεί από τον «κλασι κό» πολιτισμό, και πώς οι κοσμογονικές αλλαγές αυτής της περιόδου καθό ρισαν, με τη σειρά τους, τη διαφορετική εξέλιξη της δυτικής Ευρώπης, της α νατολικής Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Για να μελετήσει κανείς μια τέτοια περίοδο, πρέπει να έχει πάντα κατά νου την ένταση ανάμεσα στην αλλαγή και τη συνέχεια στον πανάρχαιο και βαθύρριζο κόσμο γύρω από τη Μεσόγειο. Από τη μια πλευΡά, αυτή είναι κα τεξοχήν η εποχή κατά την οποία ορισμένοι αρχαίοι θεσμοί, που η απουσία τους θα φαινόταν αδιανόητη σε έναν άνθρωπο του 250 μ.Χ., χάθηκαν ανεπι στρεπτί. Το 476, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε εξαφανιστεί από τη δυτική Ευρώπη· το 655, η περσική αυτοκρατορία είχε εξαφανιστεί από την Εγγύς Ανατολή. Είναι πολύ εύκολο να γράψει κανείς για τον κόσμο της ύστερης αρχαιότητας σαν να επρόκειτο απλώς για μια μελαγχολική ιστορία «Παρακ μής και Πτώσης»: της ρωμα·ίκής αυτοκρατορίας από τη σκοπιά της Δύσης της περσικής, σασσανιδικής αυτοκρατορίας από τη σκοπιά του Ιράν. Από την άλλη πλευρά, συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο ότι πολλές νέες α παρχές σχετίζονται με αυτή την περίοδο: στρεφόμαστε σ' αυτή για να ανακα λύψουμε γιατί έγινε χριστιανική η Ευρώπη και γιατί έγινε μουσουλμανική η Εγγύς Ανατολή· διακρίνουμε τη «σύγχρονη» ποιότητα της νέας, αφαιρετικής τεχνοτροπίας αυτής της εποχής τα κείμενα ανθρώπων όπως ο Πλωτίνος και ο Αυγουστίνος μας εντυπωσιάζουν, καθώς αναγνωρίζουμε -όπως σε μια α συνήθιστη ουβερτούρα- τις πρώτες φράσεις θεμάτων που κάθε ευαίσθητος Ευρωπαίος έχει φτάσει να θεωρεί ως πιο <<μοντέρνα» και αξιόλογα στη δική του φm-roύρα. Κοιτάζοντας τον κόσμο της ύστερης αρχαιότητας, διχαζόμαστε ανάμεσα στη μελαγχολική ενατένιση αρχαίων ερεuτίων και τη θερμή επιδοκιμασία ενός νέου ξεκινήματος. Αυτό που μας διαφεύγει συχνά είναι η αίσθηση του πώς ή ταν να ζει κανείς εκείνη την εποχή. "Όπως πολλοί από τους ανθρώπους που βίωναν αυτές τις αλλαγές, για τις οποίες θα μιλήσουμε πιο κάτω, έτσι κι εμείς γινόμαστε είτε ακραίοι συντηρητικοί είτε υστερικοί ριζοσπάστες. Ένας Ρω μαίος συγκλητικός μπορούσε να γράφει σαν να ζούσε ακόμα στην εποχή του
10
Ο ΚΟΠ1ΟΣ ΊΊΕ ΥΣΤΕΙ'ΗΣ ΑΡΧΑJOΤΙΙΤΛΣ
Αυγούστου, και να ξυπνήσει ξαφνικά, όπως συνέβη σε πολλούς στα τέλη του 50υ αιώνα, συνειδητοποιώντας πως δεν υπήρχε πλέον Ρωμαίος αυτοκράτο ρας στην Ιταλία. Ή πάλι, ένας χριστιανός επίσκοπος μπορεί να καλωσόριζε τις καταστροφές των βαρβαρικών επιδρομών, μια και έστρεφαν αμετάκλητα τους ανθρώπους από τον επίγειο πολιτιομό στην επουράνια Ιερουσαλήμ, μα θα το έκανε σε ελληνικά ή λατινικά που, ανεπίγνωστα, βασίζονταν στα έργα των αρχαίων κλασικών' και οι αντιλήψεις του για τον φυσικό κόσμο, οι προ καταλήψεις του και η συμπεριφορά του θα πρόδιδαν έναν άνθρωπο γερά ρι ζωμένο σε οκτακόσια χρόνια μεσογειακής ζωής. Πώς να αντλεί κανείς από το μεγαλείο του παρελθόντος χωρίς να κατα πνίγει την εξέλιξη; Πώς να αλλάζει χωρίς να αποκόβεται από τις ρίζες του; Πάνω από όλα, τι να κάνει με τους «ξένους>, που τον περιτριγυρίζουν - με ανθρώπους αποκλεισμένους από μια παραδοσιακή αριστοκρατική κοινωνία, με σκέψεις που δεν βρίσκουν έκφραση σε μια παραδοσιακή κουλτούρα, με α νάγκες που δεν έχουν αρθρωθεί από την καθιερωμένη θρησκεία, με τους παν τελώς ξένους από την άλλη πλευρά των συνόρων; Αυτά είναι τα προβλήματα που έχει αντιμετωπίσει κάθε πολιτισμένη κοινωνία. Ήταν ιδιαίτερα έντονα κατά την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας. Δεν μπορώ να φανταστώ πως κά ποιος αναγνώστης θα μείνει τόσο ασυγκίνητος από την ιδέα της κλασικής Ελλάδας ή της Ρώμης ή τόσο αδιάφορος από την εξάπλωση του χριστιανι σμού, ώστε να μην επιθυμεί να εκφέρει κάποια κρίση για τον κόσμο της ύστε ρης αρχαιότητας που γνώρισε τη ριζική μεταμόρφωση των πρώτων και τη νί κη του δεύτερου επί του κλασικού παγανισμού. Αλλά θα ήθελα να ξεκαθαρί σω πως, παρουσιάζοντας τις μαρτυρίες μου, εκείνο που με απασχόλησε κυ ρίως ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι ίδιοι οι άνθρωποι του κόσμου της ύστε ρης αρχαιότητας αντιμετώπιζαν το πρόβλημα των αλλαγών. Η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία κάλυπτε μια απέραντη και ανομοιογενή έκταση: οι αλλαγές που υπέστη στην περίοδο αυτή ήταν πολύπλευρες και ποικίλες. Αρχίζουν από εμφανείς και τεκμηριωμένες εξελίξεις, όπως οι επιπτώσεις του πολέμου και της υψηλής φορολογίας στην κοινωνία του 30υ και του 40υ αιώ να, και φτάνουν ώς τις ανεπαίσθητες και μυστηριώδεις εκείνες μετατοπίσεις που επηρέασαν τις σχέσεις των ανθρώπων με το ίδιο τους το σώμα και με τους κοντινούς γείτονές τους. Ευελπιστώ λοιπόν ότι ο αναγνώστης θα δείξει κατανόηση αν αρχίσω στο πρώτο μέρος αυτού του βιβλίου με τρία κεφάλαια που περιγράφουν τις αλλαγές στον δημόσιο βίο της αυτοκρατορίας, από το 200 μ.Χ. έως το 400, και έπειτα ξαναβρώ τα βήματά μου για να αναλύσω εκεί
νες τις λιγότερο δημόσιες αλλά εξίσου καθοριστικές αλλαγές στις θρησκευτι κές τάσεις που συντελέστηκαν την ίδια εποχή. Προσπάθησα, όσο είναι δυνα τόν, να αναδείξω τα σημεία όπου κατά τη γνώμη μου οι κοινωνικές και οι οι-
2
λΙι«( T�'zνη μ� σωΙϊ.Γί« α(μΙ(ΡfOη;:: η :ταψιι)οοιω:η ;το.ρέλαοιl
ΤΟI'
\';τάωl' οτη I\iJ[llj. (Ι;ΤΓI�o\'ισμ{:νη (}Το νέο ωί(,ιμ(ι. Λ;τό τη ΠιωΙ;"ΙΖη τοl' Ι�H'\·ίOl' B((l)(I()I'. 40; ωω\,({;. Ρωμη.
12
Η ΙΤΓΕΡΗ Ι'ΩΜΑικl·1 ΕΓιΛΝΛΣΤΛΣΗ
κονομικές συνθήκες της αυτοκρατορίας είναι στενά συνυφασμένες με τις θρη σκευτικές εξελίξεις της εποχής. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Μεσόγειος και η Μεσοποταμία είναι τα κύρια θέατρα των αλλαγών. Ο κόσμος των βόρειων βαρβάρων παρέ μεινε στην περιφέρεια αυτών των εξελίξεων. Η Βρετανία, η βόρεια Γαλατία και οι παραδουνάβιες επαρχίες μετά τις επιδρομές των Σλάβων τον 60 αιώνα ξεφεύγουν από το πλαίσιο της ανάλυσής μου. Έτσι, το βάρος της αφήγησης γέρνει προς την ανατολική Μεσόγειο' η εξιστόρηση τελειώνει πιο φυσικά στη Βαγδάτη του Χαρούν αλ-Ρασίντ απ' ό,τι στο μακρινό Άαχεν του συγκαιρινού του Καρλομάγνου. Ελπίζω πως ο αναγνώστης (και ειδικά ο μελετητής του Με σαίωνα που είναι συνηθισμένος σε μελέτες που επικεντρώνονται στην εμφάνι ση της μεταρωμα'ίκής δυτικής κοινωνίας) θα με συγχωρέσει που περιορίστηκα στην περιοχή αυτή. Για τη δυτική Ευρώπη, έχουμε εκείνους τους σίγουρους ο δηγούς προς τους οποίους χρωστάμε και οι δυο μεγάλη ευγνωμοσύνη. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τους στενούς δεσμούς ανάμεσα στην κοινωνι κή και την πνευματική επανάσταση στην περίοδο της ύστερης άρχαιότητας. Αλλά, ακριβώς επειδή είναι τόσο στενοί, τέτοιοι δεσμοί δεν μπορούν να ανα χθούν σε μια επιφανειακή σχέση «αιτίας-αποτελέσματος». Συχνά, το μόνο που μπορεί να πει ο ιστορικός είναι πως κάποιες αλλαγές συνέπεσαν με τέτοιο τρό πο που δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές παρά μόνο μέσω της αλληλεξάρτη σής τους. Μια ιστορία του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας που μιλάει μόνο για αυτοκράτορες και βαρβάρους, στρατιώτες, γαιοκτήμονες και φοροεισπρά κτορες θα έδινε μια τόσο άχρωμη και ψεύτικη εικόνα του χαρακτήρα της επο χής όσο και μια αφήγηση που θα περιοριζόταν στους ευλαβείς, στους μονα χούς, στους μυστικούς και στους φοβερούς θεολόγους της εποχής. Αφήνω στον αναγνώστη να αποφασίσει αν η εξιστόρησή μου τον βοηθάει να κατανοήσει γιατί τόσες αλλαγές, τόσο διαφορετικού χαρακτήρα, συνέκλιναν στο να δημι ουργήσουν αυτή την ιδιαίτερη περίοδο του ευρωπα'ίκού πολιτισμού - τον κό σμο της ύστερης αρχαιότητας. Για την επιμέλεια αυτού του κειμένου είμαι ευγνώμων στον Philip Rousseau που, ως συνήθως, δεν αρκέστηκε μόνο στον αυστηρό έλεγχο των χρονολο γιών και των παραθεμάτων' για την ολοκλήρωσή του είμαι ευγνώμων στη σύ ζυγό μου, της οποίας την περιέργεια και την ευαισθησία σχετικά με περιό δους αλλαγών έχω τη χαρά να μοιράζομαι.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
3 Μια εποχή μπαQόκ. ΤολμηΡές αψίδες κα� πλούσιος γλυίττικός διάκοσμος φανερώνουν μια απομάκρυνση από την κλασική διάθεση. Το θεατρικό υφος ταίριαζε σε μια ε.ίΤΟχή που γοητευόταν από «πρω ταγωνιστές-αστέρες» και μεγαλοπρεπείς δημόσιες χειρονομίες. Ένας αντιπροσωπευτικός τυπος επιτυχημένου τοπικού μεγιστάνα,
ο
αυτοκράτορας Σε
πτίμιος Σεβήρος (Ι 93-2] Ι), κόσμησε τη γενέτειρά του, τη Μεγάλη Λέπτι (Lep[is Magna, Λιβύη) με αυτό και άλλα παρόμοια κτίρια.
Ι
J
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τα όρια του κλασικού κόσμου γύρω στο 200 μ.Χ.
«Κατοικούμε γύρω από τη θάλασσα. όπως τα βατράχια γύρω από μια λίμνη,
(ώσπερ περί τέλμα)>> είχε πει ο Σωκράτης στους Αθηναίους φίλους του. Επτακόσια χρόνια αργότερα, το 200 μ.Χ., ο κόσμος της κλασικής εποχής δια τηρούσε τα ίδια όρια, γύρω από το «τέλμα»: δεν εκτεινόταν πέρα από τις α κτές της Μεσογείου. Τα κέντρα της νεότερης Ευρώπης βρίσκονταν πολύ βο ρειότερα και δυτικότερα του κόσμου των αρχαίων. Το να ταξιδέψει κανείς μέχρι την περιοχή του Ρήνου ήταν γι' αυτούς σαν να έφτανε <<οτη μέση του δρόμσυ προς τους βαρβόρσυς»: ένας αντιπροσωπευτικός τύπος νότιου έκανε όλο το δρόμο από τους Τρεβήρους ώς την Παβία με τη νεκρή σύζυγό του για να τη θάψει εκεί, όπου θα ήταν ασφαλής, με τους προγόνους της! Ένας 'ρ'λληνας συγκλητικός από τη Μικρά Ασία, διορισμένσς διοικητής στο Δού ναβη, οίκτιρε τον εαυτό του: «Οι κάτοικοι εδώ... είναι οι πιο αξιολύπητοι στον κόσμο», έγραφε, «μιας και ούτε ελιές καλλιεργούν ούτε κρασί πίνουν». Η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία είχε επεκταθεί, όσο της φαινόταν απαραίτητο
τον καιρό της δημοκρατίας και της πρώιμης αυτοκρατορίας, προκειμένου να προστατεύσει και να εμπλουτίσει τον κλασικό κόσμο που υπήρχε ήδη επί αι ώνες γύρω από τις ακτές της Μεσογείου. Τον 20 μ.Χ, αιώνα, στο απόγειο αυ τής της αύτοκρατορίας, η επιρροή της μεσογειακής ζωής ήταν εντυπωσιακή. Έγινε αισθητή στην ενδοχώρα όσο ποτέ άλλοτε' στη βόρεια Αφρική και στην Εγγύς Ανατολή δεν θα ξανάπαιρνε ποτέ τέτοιες διαστάσεις. Για ένα σύντομο διάστημα, στη Σκωτία, μια Λέσχη Αξιωματικών κατά το πρότυπο ιταλικής ε ξοχικής βίλας αντίκριζε τα Γραμβιανά όρη. Μια πόλη σχεδιασμένη, με αμφι θέατρο, βιβλιοθήκη και αγάλματα φιλοσόφων της κλασικής εποχής -η Τα· μούγαδις (Timgad)- δέσποζε στην οροσειρά Χόντνα, στις σημερινές έρημες ε κτάσεις της νότιας Αλγερίας, Στη Δούρα-Ευρωπό, επί του Ευφράτη, μια πό λη-φρούριο τηρούσε το ίδιο εορτολόγιο με τη Ρώμη, Ο κόσμος της ύστερης αρχαιότητας κληρονόμησε αυτή την απίστευτη παράδοση. Ένα από τα κύρια προβλήματα της περιόδου από το 200 ώς το 700 μ.Χ. ήταν πώς να διατηρη θεί, στο πλαίσιο μιας απέραντης αυτοκρατορίας, ένας τρόπος ζωής και ένας πολιτισμός που εδραιώθηκε αρχικά σε μια στενή παράκτια ζώνη, διάστικτη από πόλεις-κράτη του κλασικού κόσμου.
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩr\ΙΑϊΚΗ ΕΠΛΝΑΣΊΆΣΗ
ΙΌ
4 Το «τέλμα» με τα βατράχια. Ο παΥ"ό σμιος χάρτης του Albi, του 80υ αιώνα, δεί χνει τη Μεσόγειο ως το κέντρο του κόσμου. Η Βρετανία (πάνω αριστερά) είναι ένα μικροσκοπικό σχήμα, αλλά το Δέλτα του Νείλου και ο Ευφράτης (κάτω, κέντρο και δεξιά) απεικονίζονται λεπτομερώς.
Καταρχήν, ο μεσογειακός κόσμος της κλασικής περιόδου ζούσε πάντοτε στα όρια της επιβίωσης, Γιατί η Μεσόγειος είναι μια θάλασσα περιστοιχισμέ νη από οροσειρές: οι εύφορες πεδιάδες της και οι κοιλάδες των ποταμών της
μοιάζουν με κομμάτια δαντέλας ραμμένα πάνω σε λινάτσα. Πολλές από τις μεγάλες πόλεις των κλασικών χρόνων βρίσκονταν κοντά σε απρόσιτα όρη. Κάθε χρόνο οι κάτοικοί τους λεηλατούσαν την ύπαιθρο για να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Περιγράφοντας τα συμπτώματα του εκτεταμένου υποσιτι σμού στην ύπαιθρο στα μέσα του 20υ αιώνα ο γιατρός Γαληνός παρατηρούσε: «Οι κάτοικοι των πόλεων, όπως το ουνήθιζαν, μάζευαν και αποθήκευαν δη μητριακά για όλο το χρόνο αμέσως μετά το θερισμό. Έπαιρναν όλο το στάρι, το κριθάρι, τα φασόλια και τις φακές, και άφηναν ό,τι περίσσευε στους χωρι κούς». Μέσα από αυτό το πρίσμα η ιστορία της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας εί ναι η ιστορία των τρόπων με τους οποίους το 10% του πληθυσμού, που κα τοικούσε στις πόλεις και άφησε τη σφραγίδα του στον ευρωπα'ίκό πολιτισμό, εξασφάλιζε την τροφή του -όπως περιγράφει συνοπτικά ο Γαληνός- από το μόχθο του υπόλοιπου 90% που καλλιεργούσε τη γη. Η τροφή ήταν το πιο πολύτιμο εμπόρευμα στον αρχαίο μεσογειακό κό
σμο. Τροφή σήμαινε μεταφορές. Ελάχιστες από τις μεγάλες πόλεις της ρω μα'ίκής αυτοκρατορίας μπορούσαν να ικανο οι τρόφιμα από τη γύρω περιοχή. Η Ρώμη, από πό την ετήσια άφιξη του στόλου με τα σιτ
ουν τις ανάγκες τους σε
λύ π λιά, ήταν εξαρτημένη α
ά
από την Αφρική' τον 60 μ.Χ.
αιώνα η Κωνσταντινούπολη αντλούσε 175.200 τόνους στάρι το χρόνο από την Αίγυπτο. Σε όλα τα πρωτόγονα συστήματα μεταφορών το νερό παίζει το ρόλο που έπαιξαν οι σιδηρόδρομοι στη νεότερη εποχή: είναι η μόνη, αναντικατάστατη αρτηρία για τη μεταφορά μεγάλων φορτίων. Από τη στιγμή που ένα φορτίο
ΚΟΕ'iΩ'
17
� ,-'
,."
.:� "'�.',
5 Η θάλασσα σημαίνει TQOφή. Αυτή η τοιχο γραφια (μεταξύ Ιου και 40υ μ.Χ. αιώνα) από την Όστια ωτεικονίζει το φόρτωμα σταριού πάνω σε πλοίο. Σύμφω να με έναν παρατηρητή του 50υ αιώνα, η Κων σταντινούπολη ήταν τυ χερή: «Παρά τον μεγάλο πληθυσμό της, τρόφιμα υπάρχουν πάντα σε επάΡΚΕια, γιατί προμή θειες όλων των ειδών μ...1τορούν να φtάσoυν απευθείας διά θαλάσσης από πολλές περιοχές»,
6 Η εναλλακτική λύ ση. Δύσκολη μετακίνη ση διά ξηράς. «Η πόλη μας», έγραφε τον 40 αιώνα ένας κάτοικος της Μικράς Ασίας, «όvrας μακριά από τη θάλασσα, δεν μπορεί ούτε να διαθέσει το πλεόνασμά της ούτε να ει,σαγάγει τα χρειώδη σε ΠΕΡΙοδο ελλείψεων». Ανάγλuq;o από το Adωnklissi (fropaeum Traiani, 108-109 μ.Χ.).
ε-γκατέλεlJ1:ε τα νερά της Μεσογείου ή κάποιου μεγάλου ποταμού, η ώς τότε γρήγορη και ανέξοδη πορεία του έπαιρνε καταστροφικά αργό ρυθμό. Το να μεταφερθεί ένα φορτίο στάρι από τη μια άκρη της Μεσογείου στην άλλη, κό στιζε λιγότερο απ' ό,τι να καλύψει μια απόσταση εβδομήντα πέντε μόλις μι λίων στη στεριά. Έτσι, η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία απαρτιζόταν πάντα από δύο αλληλοκα λυπτόμενους κόσμους. Έως το 700 μ.Χ. οι μεγάλες παραθαλάσσιες πόλεις δεν απείχαν πολύ μεταξύ τους: είκοσι μέρες αδιάκοπου πλου αρκούσαν για
18
Η Y:CTEPH ΡΩ"IΑϊΚΗ ΕΠΑC>ιΑΣΤΑΣΗ
να μεταφέρουν έναν ταξιδιώτη από τη μια άκρη της Μεσογείου, τον πυρήνα του ρωμα'ίκού κόσμου, στην άλλη. Στην ενδοχώρα, ωστόσο, η ρωμα'ίκή ζωή έτεινε πάντα να περιορίζεται σε μικρές οάσεις, σαν σταγόνες νερού πάνω σε μια επιφάνεια που στεγνώνει. Οι Ρωμαίοι είναι ξακουστοί για τους δρόμους που διέσχιζαν την αυτοκρατορία τους: αλλά οι δρόμοι περνούσαν μέσα από πόλεις που οι κάτοικοί τους εξασφάλιζαν τα προς το ζην από μια ακτίνα που δεν ξεπερνούσε τα τριάντα μίλια. Στην ενδοχώρα, επομένως -κατά μήκος των μεγάλων οδικών αρτηριών το υψηλό κόστος της αυτοκρατορίας ήταν ολοφάνερα αισθητό. Η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία παρουσιάζεται ανελέητη στην αέναη προσπάθειά της να διατη ρήσει τη συνοχή της: στρατιώτες, διοικητικοί, αγγελιαφόροι, μαζί με τις προ μήθειές τους, έπρεπε να βρίσκονται σε διαρκή μετακίνηση από επαρχία σε ε παρχία. Από τη σκοπιά των αυτοκρατόρων του 200 μ.Χ. ο ρωμα'ίκός κόσμος είχε γίνει ένα τεράστιο οδικό δίκτυο, πάνω στο οποίο σημειώνονταν οι σταθ μοί όπου κάθε μικρή κοινότητα έπρεπε να συγκεντρώνει όλο και μεγαλύτερες εισφορές τροφίμων, ρουχισμού, ζώων και ανθρώπινου δυναμικού για τις α νάγκες της αυλής και του στρατού. Όσο για εκείνους που υπηρετούσαν τις ανάγκες αυτής της ανάλγητης μη χανής, τέτοιου είδους δυσκολίες δεν ήταν τίποτα καινούργιο. Σε ορισμένα μέρη ήταν τόσο παλιές όσσ και ο ίδιος ο πολιτισμός. Στην Παλαιστίνη, για παράδειγμα, ο Χριστός είχε προειδοποιήσει τους ακροατές του πώς να φερ θούν όταν κάποιος αξιωματούχος τούς επιτάξει «να πορευτούν μαζί του για ένα μίλι (μεταφέροντας χωρίς αμοιβή τις αποσκευές του)>>. Η λέξη μάλιστα που χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής για το «επιτάξει» [όστις σε αΥΥαρεύσει] δεν ήταν αρχικά ελληνική: προέρχεται από τα περσικά και χρονολογείται πριν α πό το 500 π.Χ., τον καιρό που οι Αχαιμενίδες, στους περίφημους δρόμους της απέραντης αυτοκρατορίας τους, ακολουθούσαν τις ίδιες σκληρές μεθόδους. Και όμως, η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία που το 200 μ.Χ. είχε απλωθεί τόσο ε πικίνδυνα μακριά από τη Μεσόγειο, διατηρούσε τη συνοχή της μέσα από την ψευδαίσθηση ότι ήταν ακόμα ένας πολύ μικρός κόσμος. Σπανίως έχει βασι στεί η επιβίωση ενός κράτους σε μια τόσο λεπτή ταχυδακτυλουργία. Στα τέλη του 20υ αιώνα, η διοίκηση της αυτοκρατορίας ήταν στα χέρια μιας αριστο κρατίας με εντυπωσιακή ομοιομορφία στην παιδεία, στο γούστο και οτη γλώσσα. Στη Δύση η τάξη των συγκλητικών παρέμενε μια ισχυρή ελίτ, με με γάλη ικανότητα αφομοίωσης νέων στοιχείων, που είχε εδραιωθεί στην Ιτα λία, στην Αφρική, στη νότια Γαλλία και στις κοιλάδες του Ίβηρα και του Γουαδαλκιβίρ' στην Ανατολή, η κουλτούρα και η άσκηση της εξουσίας σε το πικό επίπεδο παρέμεναν στα χέρια των υπερήφανων ολιγαρχιών των ελληνι κών πόλεων. Σε ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο, καμία διαφορά στην προφο ρά ή το λεξιλόγιο δεν μαρτυρούσε τον γενέθλιο τόπο ενός μορφωμένου ομι-
ΟΙ ΕΠΑΡΧ ΙΩΤΕΣ
Tρiίc.{ΚQU / μ �
ελ7 (δεξιά) Πλούσιος Συρος. ληνικό και ρωμα'ίκό του όνρ α -Mά Ιούλιος Μάξιμος Aριστε�"ης- συνοδεύε-
ται από μια Ε%τενή Επιγραφή στα αραμα'ίκά. και ο γλύπτης τον έχει ctJϊεικονίσει σύμφωνα με την τοπική τεχνΟΤQ07rία ;του
;τροοιωνίζεται τα Βυζαντι\'ά πορτραίτα. 20ς-30ς μ.χ. αιώνας.
8 (κάτω) Αιγύπτιος. Κο;ττική EJ'ίιτυμβια στήλη από το Shech-Abade. Αίγυπτος. 40ς μ.Χ. αιώνας.
9 Αγρότες από τη Ρηνανία. ΤΟ χιτώνιο η κουκούλα των κατιlπερων τάξεων στη Δύση διατηρήθηκαν αναλλοίωτα χα και
Μ εσαίωνα επιβιώνοντας ως ράσο χοιnωύλα των μοναχών. Επιτυμβια
τα τον ,..σι
,
στήλη του 20υ αιώνα.
20
,Ι )'�TElη-1
ΓΩΛJΑϊι, Η
EΠΛΓ\λ�TA2.:1-1
10 Οι προστάτες. Ρω
μαίοι σημαιοφόροι από τοπικό μνημείο (Tropaellm Traiani) στο Adamklίssi. στα σύνορα του Δούναβη.
λητή. Στη Δύση, δίγλωσσοι αριστοκράτες περνούσαν αβίαστα από τα λατινι κά στα ελληνικά ' ένας γαιοκτήμονας από την Αφρική, για παράδειγμα, αι σθανόταν σαν στο σπLτι του σ' ένα φιλολογικό σαλόνι κάποιων εύπορων Ελλήνων στη Σμύρνη. Πάντως, αυτή η εντυπωσιακή ομοιομορφία διατηρήθηκε από ανθρώπους που διαισθάνονταν στο βάθος πως η δική τους κλασική παιδεία απέκλειε κό σμους ανταγωνιστικούς προς τον δικό τους. Όπως σε πολλές κοσμοπολίτικες αριστοκρατίες -λόγου χάρη στις δυναστείες της ύστερης φεουδαρχικής Ευρώ πης ή ης αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας-, άνθρωποι α.,τό διαφορετικά μέ
f
�
ρη της \Ρ{J)μαϊj ς αυτοκρατορίας, αλλά της ίδιας χοι νωνιχής τάξης και παιδεί
ας, ένιω
�oλύ πιο κοντά ο ένας στον άλλον a.,,' ότι με την πλειονότητα των
γειτόνων τους, την «υπ:ανάπτυκτη» αγοοτιά που βρισκόταν στην πόρτα τους.
Η ύπαρξη του «βάρ�αρoυ» ασχούσε μια σιωπηλή, αδιάκοπη πίεση στον πολι τισμό της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Ο «βάρ�ρoς» δεν ιjταν a."λώς ο πρωτό γονος πολεμιστής από την άλλη πλευρά των συνόρων: το 200 μ.Χ. «βάρβα-
:21
KOI'itJ'il.l
ρος» ήταν και ο «αμέ τοχος » εντός των συνόρων. Ο αριστοκράτης μπορούσε να περνάει από I'orum σε I'orum, όλα καθησυχαστικά όμοια, να μιλάει την ίδια γλώσσα, να τηρεί ήθη και κιΟΟιχε; συμ περιφορά ; κοινούς για όλους τους μορ
φωμένους αλλά ο δρόμος του διέσχιζε και εκτάσεις όπου κατοικούσαν άν θρωποι τόσο ξένοι γι' αυτόν όσο οι Γερμανοί ή οι Π έρσες Στη Γαλατία οι χω ,
ρικοί μιλούσαν ακόμα κελτικά' στη βόρεια Αφρική καρχηδονιακά χαι λιβυκά' στη Μικρά Ασία αρχαίες διαλέκτους όπως η λυκαονική, η φρυγική και η καπ
παδοκικιi' στη Συρία αραμα'ίχά και συριακά, Ζώντας δίπλα δίπλα μ' αυτό τον απέραντο, αναφομοίωτο «βάρβαρο» κό σμο, η άρχουσα τάξη της ρωμα'ίχής αυτοκρατορίας δεν υιοΘέτησε τις ταπει
νωτικές απαγορεύσεις που χαρακτήρισαν τα νεότερα αποικιακά καθεστώτα: φάνηκε ιδιαίτερα ανεκτική σε θέματα φυλής και τοπικής θρησκείας, Το απαι τούμενο όμως τίμημα για να ενταχθεί κανείς στον κόσμο της ήταν η ανεπιφύ λακτη αποδοχή του τρόπου ζωής της, των παραδόσεών της, της παιδείας της και άρα των δύο κλασικών γλωσσών της, των λατινικών στη Δύση και των ελ �νικών στην Ανατολή, Όσοι δεν ήταν σε θέση να συμμετάσχουν, απορρίπτο νταν: ήταν αξιοκαταφρόνητοι ως «αγροιχοι» και «ΒάΡΒαροι». Όσοι ήταν σε θέση να συμμετάσχουν και δεν το έκαναν -κατά κύριο λόγο οι Εβραίοι- αντι μετωπίζονταν με ένα συνδυασμό μίσους και περιφρόνησης που μόνο περιστα σιακά μετριαζόταν από μια σεβάσμια περιέργεια για τους εκπροσώπους ενός
αρχαίου πολιτισμού της Εγγύς Ανατολής, Όσοι είχαν συμμετάσχει κάποτε και επιδεικτικά «αποχώρησαν» - δηλαδή οι χριστιανοί- εξετίθεντο στον κίν
δυνο εκτέλεσης με συνοπτική διαδικασία, Στα τέλη του 20υ αιώνα πολλοί δι οικητές επαρχιών αλλά και ο όχλος υποστήριζαν με υστερική βεβαιότητα τα όρια του κλασικού κόσμου απέναντι στους χριστιανούς αποστάτες: όπως δή
λωνε ένας δικαστής στους χριστιανούς, «δεν ανέχομαι καν να ακούω ανθρώ πους που προσΒάλλουν τη ρωμα'ίκή θρησκεία», Η κοινωνία των χλασικ(uν χρόνων γύρω στο 200 μ.Χ. ήταν μια κοινωνία πο υ λειτουργούσε με στεγανά, Απείχε όμως πολύ από το να είναι στάσιμη, Στον ελληνικό κόσμο, η κλασική παράδοση υπήρχε ήδη εδώ χαι επτακόσια χρόνια. Η πρώτη της όημιουργική έκρηξη, στην Αθήνα, δεν πρέπει να μας εμποδίσει να δούμε τον θαυμαστό τρόπο με τον οποίο, μετά τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο πολιτιομός αυτός καταλαγιάζει και αποκτάει ρυθμό επιβίωσης τόσο αργόσυρτο, τόσο πλούσιο σε αποχρώσεις, τόσο καρτε ρικά επαναλαμβανόμενο όσο μια απλή ψαλμωδία. Μια συναρπαστική ανα
γέννηση, συνοδευόμενη από μια αναζ<ιχ)'{όνηση της οικονομικής ζωής και της πο λιτικής πρωτοΒουλίας των ανώτερων τάξεων των ελληνικιον πόλεων, έλα
βε χώρα τον 20 μ.χ. αιιΟνα.
Η
εποχή των Αντωνίνων στάθηκε το απόγειο των
Ελλήνων σοφιστών. Αυτοί οι άνθρωποι -γνωστοί Ίια την αφοσίωσή τους στη ρητορική- υπήρξαν ταυτόχρονα γίΥαντες του πνείψατος και μεγιστάνες των
22
Η
Y�TEPH I'Ω�IAϊKH ΕIIΛ:>iλΣΤΑΣΗ
πόλεων. Εχαιραν μεγάλης επιρροής και δημοτικότητας. Ο σοφιστης Πολέμων από τη Σμύρνη «αντιμετώπιζε ολόκληρες πόλεις ως υποδεέστερές του, αυτο κράτορες ως μη ανωτέρους του και τους θεούς... ως ισοτίμους του». Πίσω τους στέκονταν οι ακμάζουσες πόλεις του Αιγαίου. Τα τεράστια κλασικά ερεί πια στην Έφεσο και στη Σμύρνη (όπως άλλωστε και σε άλλες πόλεις της ίδιας περιόδου από τη Μεγάλη Λέπτι [Leptis Magna] στη Λ�ύη έως την Ηλιόπολη [Baa1bek] στον Λίβανο) μας φαίνονται σήμερα ως ενσάρκωση ενός αιώνιου αρχαίου κόσμου. Στην πραγματικότητα υπήρξαν το δημιούργημα ενός αιώνα μπαρόκ μεγαλοπρέπειας, ανάμεσα στην ε.ίτοχή του Αδριανού (117-138) και του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-21 Ι). Τότε επίσης, προς τα τέλη του 20υ και τις αρχές του 30υ αιώνα εμφανίστη καν εκείνα τα στοιχεία που θα αποτελούσαν τη βάση της κλασικής παράδοσης σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Οι εγκυκλοπαίδειες, τα εγχειρίδια της ια τρικης, των φυσικών επιστημών και της αστρονομίας, στα οποία θα στρέφα νταν όλοι οι καλλιεργημένοι άνθρωποι -Λατίνοι, Βυζαντινοί. Άραβες- στους επόμενους δεκαπέντε αιώνες, συντάχθηκαν τότε. Λογοτεχνικές προτιμήσεις και πολιτικές απόψεις που επιβίωσαν στον ελληνικό κόσμο μέχρι το τέλος του μεσαίωνα πρωτοδιατυπώθηκαν την εποχή των Αντ
ίνων: Βυζαντινοί
ευγενείς του 150υ αιώνα εξακολουθούσαν να χρησιμοπο
ύν μια απροσπέλα
στη αττική διάλεκτο που αναπτύχθηκε από τους σοφιστ·
τα χρόνια του
Αδριανού. Αυτή την εποχή, ο ελληνικός κόσμος οικειοποιήθ
η ρωμα·ίκη αυτο-
κρατορία. Μπορούμε να εκτιμήσουμε την ταύτισή του με το ρωμα"ίκό κράτος και τις λεπτές μετατοπίσεις που επέφερε, κοιτάζοντας έναν Ελληνα από τη Βιθυνία, ο οποίος είχε γίνει μέλος της ρωμα·ίκής άρχουσας τάξης ως συγχλη τιχός - τον Κάσσιο Δίωνα, συγγραφέα μιας Ρωμαϊκής Ιστορίας έως το 229 μ.Χ. Οσο θερμά κι αν αγκαλιάζει τις απόψεις της ρωμα"ίχής Συγκλήτου, ο Δίων δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι η αυτοκρατορία είχε περιέλθει σε ·Ελληνες συνηθισμένους σε αιώνες πεφωτισμένης δεσποτείας. Ο Δίων γνώριζε πως ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ήταν ένας απόλυτος μονάρχης. Το μόνο που α ναχαίτιζε τη συμπεριφορά του ήταν μια στοιχειώδης αξιοπρέπεια χαι μια αί σθηση χοινού συμφέροντος με τις ανώτερες καλλιεργημένες τάξεις - όχι οι λε πτές χαι ακριβείς ρυθμίσεις του πολιτεύματος του Αυγούστου. Και ο Δίων γνώριζε πόσο εύθραυστοι ήταν αυτοί οι αναχαιτιστικοί φραγμοί: παρευρι σκόταν σε μια σύνοδο της Συγκλήτου όταν ένας αστρολόγος κατηγόρησε κά ποιους «φαλακρούς άντρες» για συνωμοσία κατά του αυτοκράτορα... τότε το χέρι του πήγε αυτομάτως στο κεφάλι του. Αλλά ο Δίων αποδεχόταν τη στιβα ρή διακυβέρνηση ενός ανδρός, φτάνει να εξασφάλιζε την τάξη: μόνο ο αυτο κράτορας μπορούσε "α αποτρέψει τον εμφύλιο πόλεμο· μόνο αυτός μπορού σε νά επ�ληθεί στις ελληνικές πόλεις, τις διχασμένες από τις φατρίες μόνο
'23
ΚΟΙ:\Ω:\ΙΑ
11 Η σχιά της Περοίας. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βαλεριανός υποκλί νεται ως υποτελής μπροστά στον Σαπώρη Α ., που εικο νίζ εται ως διάδο χος του Δαρείου χαι του Ξέρξη επιβάλλοντας 10 δικό του δίκαιο στις ανατολικές ε.παρχίες της ρωμα'ίχής αυτοκρατορίας. Ανάγλυφος βράχος
στο Bishapur, δεύτερο ήμισυ του 30υ μ.χ. αιώνα. αυτός μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια και το σεβασμό για ολόκληρη την τάξη στην οποία ανήκε ο Δίων. Αιώνες μετά, Βυζαντινοί λόγιοι που στρέφο νταν στον Δίωνα για να γνωρίσουν τη ρωμα"ίκή ιστορία, πελάγωναν με τις διηγήσεις του για τους ήρωες της ρωμα'ίκής δημοκρατίας: αλλά κατανοούσαν στην εντέλεια τους ισχυρούς και ευσυνείδητους αυτοκράτορες της εποχής του - ήδη από τότε η ρωμα'ίκή ιστορία, ενός Έλληνα του τέλους του 20υ και των αρχών του 30υ μ.Χ. αιά>να, ήταν η δική τους ιστορία.
Η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας προς τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, η άνθηση ενός ελληνικού μανδαρινάτου
24
Il ΙΣΤΕΡΗ ΡΩlΙΑϊΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
-να! πως τα χρόνια της ακμής των Αντωνίνων προοιωνίζονται ήδη το Βυζά ντιο. Αλλά οι άνθρωποι της εποχής του Κάσσιου Δίωνα ήταν ακόμα σταθερά •
προσηλωμένοι προς την αντίθετη κατεύθυνση: ήταν πέρα για πέρα ouντηρητικοί' γι' αυτούς τα όρια του κλασικού κόσμου ήταν ακόμα ξεκάθαρα και αμετα κίνητα - το Βυζάντιο, ένας πολιτισμός που έμελλε να εδραιώσει πάνω απ' αυτή την αρχαιολατρική παράδοση τέτοιες επαναστατικές καινοτομίες όπως η καθιέ ρωση του χριστιανισμού και η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης ως «Νέας Ρώ μης», ήταν μια σύλληψη αδιανόητη για ανθρώπους σαν τον Δίωνα. (Δεν αναφέ ρεται πουθενά, για παράδειγμα, στο χριστιανισμό, αν και το πρόβλημα των χρι στιανών είχε απασχολήσει τις αρχές του τόπου του πάνω από εκατόν πενήντα χρόνια.) Ένας τέτοιος πολιτισμός μπορούσε να αναδυθεί μόνο μέσα ωτό την ύ στερη ρωμα'ίκή επανάσταση του 30υ και του 40υ μεταχριστιανικού αιώνα. Το ζήτημα που θα πραγματευθώ στον παρόντα τόμο, είναι η μετατόπιση και ο επαναπροσδιορισμός των ορίων του κλασικού κόσμου μετά το 200 μ.Χ. Αυτό ελάχιστα σχετίζεται με το συμβατικό ζήτημα της «Παρακμής και Πτώσης της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας». Η «Παρακμή και πτ σψ> επηρέα
q
σαν μόνο την πολιτική δομή των δυτικών επαρχιών της ρωμα'ίκ'ς αυτ τορίας: άφησαν ανέγγιχτη την πολιτιστική γεννήτρια της ύστερης
ρα
αιότη
τας - την ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή. Ακόμα και για τα βαρβαρικά κράτη της δυτικής Ευρώπης, τον 60 και τον 70 αιώνα, η ρωμα'ίκή αυτοκρατι ΗJία, όπως επιβίωσε στην Κωνσταντινούπολη, εξακολουθούσε να θεωρείται το μεγαλύτερο πολιτισμένο κράτος του κόσμου: και το αποκαλού σαν με την αρχαία του ονομασία, Respub/ica. Το ζήτημα που απασχολούσε πιεστικά τους ίδιους τους ανθρώπους της ύστερης αρχαιότητας ήταν η επί πονη αναδιάταξη των αρχαίων συνόρων. Από γεωγραφικής πλευράς, η επιρροή της Μεσογείου εξασθένησε. Ι:! Βρε τανία μετά το 410 εγκαταλείφθηκε ' από το 480 και εξής η Γαλατία υπέκυψε στη στιβαρή διακυβέρνηση του Βορρά. Κατά παράδοξο τρόπο, στην Ανατο λή, η αναδίπλωση της Μεσογείου είχε συντελεστεί νωρίτερα και πιο ανεπαί σθητα: αλλά αποδείχτηκε καθοριστική. Ώς τον 10 μ.Χ. αιώνα, ένα επίστρωμα ελληνικού πολιτισμού κάλυπτε μεγάλες εκτάσεις του ιρανικού οροπεδίου: μια μορφή ελληνοβουδιστικής τέχνης είχε ανθήσει στο Αφγανιστάν, ενώ έξω από την Καμπούλ ανακαλύφθηκαν τα διατάγματα ενός βουδιστή ηγεμόνα με ταφρασμένα σε άπταιστα φιλοσοφικά ελληνικά. Το 224 όμως, μια οικογένεια από την Περσίδα (Fars), τον «βαθύ Νότο» του ιρανικού σοβινισμού, κέρδισε τον έλεγχο της περσικής αυτοκρατορίας. Η αναγεννημένη περσική αυτοκρα τορία αυτής, της σασσανιδικής, δυναστείας γρήγορα απαλλάχθηκε από κάθε κατάλοιπο ελληνικής επίδρασης. Μια καλά οργανωμένη επιθετική αυτοκρα τορία, της οποίας οι ηγέτιδες τάξεις παρέμειναν ασυγκίνητες από δυτικές ε-
Ι
πιρροέ;, εδραίω\'Ε τιί)ρα τη Ηέση τη; στα ανατολαά σίlνορα της ρωμα'ίχής αυτοκρατορία;. Το
252. το
257 "οι ξανά το
260 ο Μέ'(υ; ΣαχανσΓ;.Ζ, ο �ασι
λείl; των �ασιλέω\' ΣωΤΙ;Jρη; Α . έ,)Ειξε τι <[o�ερή "αταστροφή μπορούσαν να προξι::νήσοι'ν οι ;τCι\'o;τλoι ι;τ;τεί; του: «ο Καίσαρ Βαλεριανός εξι::ση�άτευσε εναντίον μας με εΒ(�ομιiντα ;ι:ιλιάδε; άντρες, .. και δ(οσαμε μια σπουδαία μά χη, ΛΙΙΙ συλλάβαμε το\' Καίσαρα Βαλεριανό με τα ίδια μας τα χέρια", Και τι; επαρχίες τη; Συρία;. τη; Κιλι"ία; "αι τη; Κα:τ:ταδοκίας τις %άψαμε, τι; λεη λατήσcψε %αι τι; υ:τοτ(.ιξαμε, ;ταίρνο"τας. αιχμάλωτους τους κατοίκους τους», Ο (,άβο; μή:τω; ε:ταναληq:θιί μια τέτοια εμπειρία έ,/Ειρε τη ζ",/αριά των προτεραιοτήτων του αυτοκράτορα μαΚΡΙJτερα απ() τον Ρήνο και πιο κοντά στον Ευψ)άτη, Ε;ΤΙίΙλέον, η αναμέτρηση με τη σασσανιδΙΛή Περσία διέρρηξε το q:ράγμα τοι' %λασΙ%ΟΙ1 κόσμου με την
Εγγύς Ανατολή: διότι έφερε στο
ngoOXIivιo τη Μεσοποταμίu., ε%θέτοντας τον ρωμα'ίκό χόσμο στη συνεχή Ε πιρροή μια; περιοχή; με α;τέραντη. εξωτική δημιουρ'(ιΧάτητα στου; τομείς της τέχνη; "οι τη; Θρησ%εία;. Δεν είναι :;τύντα οι συμβατικέ; Ζρονολογίες:. [κείνες που έχουν τη μεγαλίJ τερη σημασία, Όλοι γνωρίζουν πι!); το
410 οι Γότθοι λεηλrnησαν τη Ρcίψη:
αλλά οι Ζαμένl.'; δυτικές ε;ταΡΖίε; τη; αυτοκρατορίας διατήρησαν έναν ανα γνωρίσιμο «υ;τορωμα'ίκό» πολιτισμό ε;τί αιιίΝες, Αντίθετα. ι)ταν χάθηκαν οι ανατολιΖές ε;ταρχιες -α;τό την ;τροέλαση ΤΟ\1 Ισλίψ μετά το
640--, πολύ λίγο
παρέμειναν «υ;τοβυζαντινές»: «E�ανατoλίστηΛαν» ταχύτατα, Γιατί το ί(')ιο το Ισλάμ τραΒήΖτηχε α\'cιτoλικότερα των αρχιχ(ί)\ι του κατακτήσεων από τις a χανείς εκτά.σεις τη; χατα%τημένη; :τεςισικής cωτοκρατορίας., Τον 80 αι(ονα η παρC.ικτια ζι\>νη της Μεσο'/ειου tq:TClaE να διοικείται από τη ΒαΊδCnη· η Μεσό γειος είΖε ,!ίνει ;τω μω θ(lλιιοσα :τερι(μςιειακής σημασίας Ίια αν()Ρ(I)Jτους συ νηΟισμένο.υ; να α;το;τλέουν α:τ6 τον Περσικό Κόλιτο' και 'l αυλή του Χαρούν αλ-Ρασίντ
(788-809). με τα :τολuτελ'i στολί()ια μια; <ωποπερσικ'iς» κουλτού
ρας υ;τενθιψιζε ;τω; η αμετrαλητη νίκη τη;
Εγγίlς Ανατολti; ε;τί των Ελλήνων
είχε αρχίσει (ψ:ά υλλά σταΟερά με την ε!;έγιρση της Περσίοας το
224 μ.λ
Όσο l1ποχωQοί'σε όμως η Μεσόγειος τόσο ερχόταν στο (Γως ένα; άλλος αρχαιότερο; %ι)σμο;, Οι τεΖνίτες στη Βρετανία ι':τέστρεψαν στην τέχνη της ε ποχή;
La Tene. ο οουλοπάροικο; τη; υσπρορωμα"ίκής Γαλατίας επανιμφανί
στφιε μΙ.' την κελτιχή του ονομασία
-
\fa5SllS, Οι κριτές της ευσέβειας στον ρω
μα'ίκό κόσμο. οι Κ(πτες [ρημίτες της AΙΊίJ]ττoυ. αναζωογόνησαν τη γλ(l}(Jσα των Φαραιο και ΟΙ υμ\'Ο'/Qσ.ιrοι της ΣΙlρία; έοωσαν στον Χριστό τίτλους Θεί ας Βασιλεία; που ϊ.ρονολο,/οl1. νταν την ίδια τη Μεσά,/ειο τα ισωτεΡΙΛά. q'ρ6γματα "ατέρρευσαν. Μια 6λλη άψη του ρωμ((ίκΟΙ) κ6σμου, ;του ε%κολαπτόταν συχνά στην αιρiναα, βγήκε στο q::ως συν το Ζ(ομα ;του το �/ι'ρνύ.H το αλέτρι, Τρεις γενεές μετά τον Κάσσιο
Η
),�TEPΙΙ PΩ�IAϊKH EΠA�ΛΣTAΣΙΙ
Δίωνα, -() οποίος τον είχε αγνοήσει- ο χριστιανισμός έγινε η θρησχεία των αυτοχρατόρων. Μ ικρά πράγματα, ορισμένες φορές, μαρτυρούν τις αλλαγές πιο πιστά, γιατί το κάνουν ανεπίγνωστα. Κοντά στη Ρώμη, σ' ένα εργαστήρι γλυπτιχής του 40υ αιώνα κατασχευάζονταν αχόμα αγάλματα ντυμένα με τη ρωμα'ίκή τήβεννο (με κοίλωμα στο σημείο του λαιμού που επέτρεπε την αλλα γή κεφαλής!)' αλλά οι αριστοκράτες που παρήγγελλαν τέτοια έργα φορούσαν ρούχα που πρόδιδαν τη μακρόχρονη έκθεσή τους στους «βαρβάρους» ενός μη μεσογειακού κόσμου -ένα μάλλινο πoιr"άμισo αjτό τον Δούναβη, μια κάπα α πό τη βόρεια Γαλατία στερεωμένη στον ώμο με μια χαρφίτσα φιλιγκρί α.1ιό τη Γερμανία-, ή ακόμα και «σαξωνιχή» περισχελίδα για να προφυλάσσουν την υ γεία τους. Και ακόμα βαθύτερα, στον πυρήνα της Μεσογείου, η παράδοση της ελληνιχής φιλοσοφίας είχε βρει τσν τρόπσ να εκφραστεί μέσα από μια διαφο ρετική θρησκευτική διάθεση. Τέτοιου είδους αλλαγές είναι οι κύριοι άξονες της εξέλιξης του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας. Στα επόμενα δύο κεφάλαια θα εξετάσσυμε το πολι τιχό και το κοινωνικό πλαίσιο της επανάστασης η οποία προκάλεσε αυτές τις αλλαγές, στο τέλος του 30υ και στις αρχές του 40υ αιώνα.
2
Οι
νέοι κυβΕρνήτες: 240-350 μ.Χ
ο KCl0aΙO; Δίων σταμc'πησε το γρc'iψιμό του το 229 Ζωρί,ς
αίσθημα. Ο Ε',",'ονό; Τ011 και ο δισΙ>,',/ονός του ίψως θα μJTΟQοί,lσαν να είχαν παραστεί. στην άνοδο του Διοχλητιανού στο Ορ6νο το 284 και στον ασπασμό του χριοτιανισμοί\ α:τι) τον ME,/CΊλO Κωνσταντίνο το 3 Ι 2. Αλλά ας ;rάρουμε ένα καλίιπρο ;ruράδειγμα: ο Cι.'/ιo; Κυ:τριανός, ε:τίοχο:τος Καρχηδόνας, μαρ τύρησε το 258. Ο γραμματέα; του Κυπριανού, υ:τέργηρος πια, ήταν οε θέση να ενημερcι)οει έναν ηλικιωμένο qΑλο του cηιί,ου θηκε γύρω στο 342) για τα IJιβλία που προτιμούσε ο με'(αλος επίσκοπο;. Δεν :τρέπει νιι :;ταψι[)λέ:τουμε αυτούς τους τα;τεινοί,lς συνδιτικοί); ΚQίχους μετα ;'ύ των γενΕιίnJ• Η παγανιστιχΙ] ρωμα"ίχή αυτοχρατιφία ενι); ΚυΠQιανοίJ στα μέσα του 3011 αιιονα ίσως μας ιrαίνεται 7ίολί1 απομακρυσμένη απ6 τη ΧΡΙ στιανική «ιΊσπρη» ρωμc:(ι:κή αυτοχρατορία εν6ς Ιερc;)νυμου στα τέλη του 40υ αιιΟνα. Αλλά η ρωμα·ίχή αυτοχρατορία ήταν μια απέραντη, αρ,/οκίνητη κοι νωνία. Σε συντριπτικ6 :ιωσοστ6 ο πλοί1τος της r)ασιζόταν στη γεωργία, και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμοι) της ζΟ(lσε απ6 χαλλιέργειες ;του ήταν ε :ταρκείς για τη συντήρηση του. Έμοιαζε agXEΊCi προστατευμένη απ6 τις επι :ττώσεις μιας περιόδου πολιτικής ασηΊ.Ηειας χαι r1aor1agLX(iN επιδρoμ(ίnι που κράτησε δίJΟ γενεές, α7ίό το 240 μ.Χ. Μετά το 240 η εκτεταμένη αυτοκρατορία αναΊ'χάστηκε να αντιμετωπίσει f..ιιδρομές Bagr1agLxci)\' φί1λων και πολιτική αστάθεια σε μια κλίμαχα για την Ο:Ίοία ηταν εντελιί)ς απροετοίμαστη. Οι όροι με τους οποίους η ρωμα"ίκή αυ ΤΟΖρατορία αντιμετ,iJ;τισε την χρίση της περιόδου 240-300 έθεσαν τη βά.ση για τη μελλοντική εξέλιξη της κοινωνίας της ύστερης αρχαιότητας.
Η κρίση έκανε ολοφάνερα αισθητή την αντίθεση ανάμεσα στον αρχαίο με σογειακό πυρήνα της αυτοχρατορίας και τον πιο πρωτόγονο κι εί1θραυστο κόσμο κατά μήκος των συνόρων. Γύρω από τη Μεσόγειο, ο πόλεμος είχε γί '1'l ένα μακρινό ενδεχίψενο.
Η α;τόλυτη κυριαρχία της παραδοσιακής αρι
στοκρατίας στην πολιτική και την πολιτιστική ζωή της αυτοκρατορίας Βασι ζόταν στη μακρόχρονη ειρήνη. Αντίθετα, στο Βορρά και κατά μΎlκος των α ,"(Ιτολικών συνόρων, που αντίκριζαν τα υψίπεδα της Αρμενίας και του Ιρ(ιν, η ειρήνη έμοιαζε να α;τοτελεί μια στιγμιαία ανάπαυλα των νόμων της φύσης. Η ριομα·ίκή αυτοκρατορία ήταν ένα από τα ελάχιστα μεγάλα κρ6τη της αρ
Ζαιότητας -μαζί με την Κίνα- που επιχείρησε να δημιουργήσει μια όαση Ει οιιηΖής πολιτικής διακυr1έρνησης ανάμεσα σε κοινωνίες ;του είχαν ζήσει πά ηα (πό τον πόλεμο. Με την ανοδο της Περσίας το 224, τη δημιουΡΎία της
")'OltJΙΖής ομοσπονδίας στη λεκexνη του Δούναβη μετex το 248, και τον πολλα :ύ.ασιασμό των πολεμικών συμμοριιον xaTex μήκος του Ρήνου μετα το 260, η cn"-ΟΖρατορία είχε να αντιμετωJΊίσει πόλεμο σε όλα τα μέτωπα.
?
.... --
12 Ο ΔΙΟΖλllτω \'0; ι28�-305) Ζαι οι συ\'ΕΡ'(Ι'ιτε; του με στολή fZ(JTc...XL
τείας.. Σ\I"άi)εi. <[οι σε μια στρα τιωτική Ζοίιντα. (Γ ,Γι'. αΊ.ιίιζΟ\ίαι α:π'Ί ΤΟΙ'; ι;ψUlις. οε F\,()t'l'.;Il αλλη
λε'{ιί,ιι;. Αυτό
ΤΩ
λιτό σΤΡΗτιωΤ ΙΖό σ1.)μ:τλε"ιμα ένιι\' τόνο Τ()ΟΟ μεσαιωνικό ;ΤΟ\1 οι μορ(ι i:; του ΗΟlτίζο"τα" '{ια
Ζαιι,.)() με Ζριστια \'οί'; ΟΤΗινοφ.)· ΡΟΙ' ; Ii (<{τασα" να ί.αη)fϊ10"Ται ως α'{άί.ματι(
το\'
Λ'/ίύι' ΓΗΟΡΊίοι'! Γλυπτό από :101,)
(r\'Qittj. λ/ιος ?-.ΙάΡΖος. Ι3ε"πία.
ΚΟΙ:\'Ω:\'Ιλ
29
Ήταν φανερό ότι της έλειπαν τα εφόδια για κάτι τέτοιο. Από το 245 έως το 270, όλα τα μέτωπα κατέρρευσαν. Το 25 Ι ο αυτοκράτορας Δέκιος χάθηκε με το στρατό του πολεμώντας τους Γότθους στα έλη της Δοβρσυτζάς. Το 260, ο Σαπώρης Α' αιχμαλώτισε τον αυτοκράτορα Βαλεριανό με το στρατό του και κυρίευσε την Αντιόχεια. Βαρβαρικά πλοιάρια από τις εκβολές του Ρήνου και την Κριμαία προανήγγειλαν τα κατορθώματα των Βίκινγκ: λεηλάτησαν τις ακτές της Βρετανίας και της Γαλατίας και ε)τέδραμαν στις αβοήθητες πό λεις του Αιγαίου. Το 27 1 , ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός αναγκάστηκε να περι βάλει την ίδια τη Ρώμη με ένα θλιβερό πολεμικό τείχος. Και η ίδια η ενότητα της αυτοκρατορίας απειλήθηκε από τοπικές «έκτακτες» αυτοκρατορίες: ο Πό στουμος κυβέρνησε τη Γαλατία, τη Βρετανία και την Ισπανία από το 260 έως το 268' η Ζηνοβία της Παλμύρας είχε υπό τον έλεγχό της τμήμα των ανατολι κών επαρχιών από το 267 έως το 270. Ο ρωμα'ίκός κόσμος διασπάστηκε. Διαφορετικές ομάδες και διαφορετικές επαρχίες ακολούθησαν χωριστούς δρόμους. Κατά μήκος των συνόρων βίλες και πόλεις αιφνιδίως εγκαταλείφθηκαν' ο στρατός ανέδειξε είκοσι πέντε αυ τοκράτορες μέσα σε σαράντα επτά χρόνια, από τους οποίους μόνο ένας πέθα νε ειρηνικά στο κρεβάτι του. Παρ' όλα αυτά, ένας πιο σθεναΡός κόσμος γύρω από τη Μεσόγειο έμενε προσκολλημένος στις συνήθειές του, προσμένοντας καλύτερες μέρες. Το νομισματοκοπείο της Αλεξάνδρειας εξακολουθούσε ευ συνείδητα να αποτυπώνει φυσιογνωμίες αυτοκρατόρων που έρχονταν και πα ρέρχονταν χιλιάδες μίλια βορειότερα. Στις μεγαλοπρεπείς επαύλεις τους, Ρω μαίοι συγκλητικοί συνέχισαν να «προστατεύουν» την ελληνική φιλοσοφία και να ποζάρουν για προτομές κατά την μπαρόκ μόδα των Αντωνίνων. Στη Ρώμη, στην Αφρική και στην ανατολική Μεσόγειο, οι χριστιανοί επίσκοποι έχαιραν μιας ηρεμίας και ελευθερίας κινήσεων που ερχόταν σε ανησυχητική αντίθεση με τις δυσχέρειες που αντιμετώπιζαν οι εθνικοί κυβερνήτες τους. Στις δεκαε τίες που διήρκεσε η κρίση, πολλοί αξιωματούχοι μεσογειακών πόλεων θα α σκούσαν ήρεμα τα καθημερινά τους καθήκοντα στη διοίκηση, ελπίζοντας, ό πως εκείνοι της Οξυρύγχου στην Άνω Αίγυπτο, πως « ... η θε"ίκή καλή τύχψ> του αυτοκράτορα θα διόρθωνε σύντομα τα πάντα. Το συμπαγές υπόβαθρο της πολιτικής ζωής άντεξε. Αλλά η κρίση είχε του λάχιστον ένα άμεσο αποτέλεσμα: ποτέ πια η διοίκηση του ρωμα'ίκού κόσμου δεν θα επαφιόταν σ' έναν προνομιακό κύκλο αδιαμφισβήτητων συντηρητι κών, όπως στις μέρες του Μάρκου Αυρηλίου. Διότι η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία σώθηκε χάρη σε μια στρατιωτική επανά σταση. Σπάνια μια κοινωνία βάλθηκε να αποκόψει με τέτοια αποφασιστικότη τα τα νεκρωμένα μέλη της άρχουσας τάξης της. Η συγκλητική αριστοκρατία αποκλείστηκε από τη στρατιωτική διοίκηση γύρω στο 260. Η ηγεσία του στρα τού πέρασε στα χέρια επαγγελματιών στρατιωτών. Και αυτοί οι επαγγελμα-
:JO
ιι ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΛ/Λϊκι Ι ΕΓιΑ:\ΛΣΤΛΣΙ'Ι
J 3 Ο κόσμος των συνό ρων. Ρωμαίοι στρατιώτες μάχονται στον Δούναβη. Ανάγλυφο από το Adamklissi. 108- 109 μ.Χ.
τίες τον αναδιοργάνωσαν. Η δυσκίνητη λεγεώνα διασπάστηκε σε μικρές μονά δες, με σκοπό να εξασφαλιστεί μια πιο ευέλικτη και σε βάθος άμυνα έναντι των βαρβάρων επιδρομέων. Οι μεθοριακές μονάδες υποστηρίχτηκαν με μια νέα εντυπωσιακή δύναμη κρούσης αποτελούμενη από βαρύ ιππικό - την «α κολουθία» του αυτοκράτορα (comitatus). Αυτές οι αλλαγές διπλασίασαν το μέγεθος του στρατού και υπερδιπλασίασαν το κόστος του. Αποτελούμενος α πό 600.000 άντρες, ήταν η μεγαλύτερη δύναμη που είχε γνωρίσει ποτέ ο αρ χαίος κόσμος. Για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες του, οι αυτοκράτορες διό γκωσαν τη γραφειοκρατία. Γύρω στο 300 μ , Χ οι πολίτες διαμαρτύρονταν ότι " ως επακόλουθο των μεταρρυθμίσεων του αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284305) « , οι φοροεισπράκτορες ήταν περισσότεροι από τους φορολογούμε νους», Όπως θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο, η πίεση της αυξανόμενης φο ρολογίας στάθηκε καθοριστική για τη συγκρότηση της ρωμα'ίκής κοινωνίας ..
τον 40 και τον 50 αιώνα. Η στρατιωτική επανάσταση του τέλους του 30υ αιώνα συνάντησε την εχθρό τητα των συντηρητικών πολιτών της εποχής οι οποίοι δεν μπόρεσαν να την κα τανοήσουν" ως ΕΚ τούτου η τύχη που της επεφύλαξαν ορισμένοι νεότεροι με λετητές της αρχαιότητας δεν ήταν πολύ καλύτερη, Και όμως, υπιiρξε ένα από
h:OI:\O:\I.\
:]1
τα πιο υψηλά επιτεύγματα της ρωμα'ίκής διακυβέρνησης. Μ' αυτό το στρατό «Νέου Τύπου», ο Γαλλιηνός αναχαίτισε τους βαρβάρους στη Γιουγκοσλαβία και στη βόρεια Ιταλία το 258 χαι το 268' ο Κλαύδιος Β' επέβαλε την ειρήνη στο σύνορο του Δούναβη το 269' ο Α υρηλιανός προήλασε στις ανατολιχές ε παρχίες το 273' χαι ο Γαλέριος τσάκισε την περσική απειλή το 296. Οι στρατιώτες και οι αξιωματιχοί εκείνων των παραδουνάβιων περιοχών, που θεωρούνταν άξεστοι από τους μεσογειακούς αριστοκράτες μιας προηγού μενης εποχής, εμφανίστηκαν ως ήρωες της αυτοκρατορικής ανάκαμψης στα τέλη του 30υ και στις αρχές του 40υ αιώνα. Όπως έλεγε ένας απ' αυτούς: «Υπηρετώ στο στρατό είκοσι επτά χρόνια: ποτέ δεν πέρασα από στρατοδικείο για λεηλασία ή για συμμετοχή σε καβγάδες. Έζησα επτά πολέμους. Ποτέ δεν δείλιασα στη μάχη κι ήμουν πάντοτε στην πρώτη γραμμή. Ο αξιωματικός μου ποτέ δεν με είδε να ταλαντεύομαι». Ο στρατός ήταν ένα φυτώριο ταλαντού χων ανδρών. Στα τέλη του 30υ αιώνα οι αξιωματικοί και οι διοικητές του εί χαν αφαιρέσε ι τον έλεγχο της αυτοκρατορίας από την παραδοσιακή αριστο-
15
Η αυΤΟΧQO.τοριχή ανόρθωση. Ο
Κωνσιάντιος XλωQός φτάνει στο Λονδίνο το 296: «Μας ξαναφέρνει το αι ώνιο φως της Ριί>μης». Στις δυτικές επαρχίες, η ασφάλεια των πόλεων βα Κωνστάντιος Χλωρό ς. ο στvατιώ της. πατέρας του Κωνσταντίνου. Χρυσό με
14
τάλλιο από το θησαυρό του Beauraills. Μουσείο του Απas.
σιζόταν σε τέτοιες αφίξεις του αυτοκράτορα, επικεφαλής ενός επΙλεκτου σώματος βαριά οπλισμένων ιππέων. Αντίγραφο χρυσού μεταλλίου από τους Τρεβήρους (Trier).
Η ΥΣΊΈΡΗ
ΡΩ,I,υι;1ι Ε Ι ΙΑλΑΣΤλC2 Ι Ι
16 «Το δολάριο του Μεσαίωνφ>: ο χρυσός solidus του
Κωνσταντίνου (306-37). Σε εσκεμ μένη αντίθεση με τον τραχύ Διοχλη τιανό, ο Κωνστα ντίνο; απεικονίζε ται ως «πολιτι χός» Ilgιoo; - με υψωμένα μάτια χαι κλασικό ΠΟΟ φ ίλο Νομισματο κοπείο της Νικο μήδειας.
κρατία. Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός, ρηξικέλευθος μεταρρυθμιστής της ε ποχής, ήταν γιος ενός aπελεύθερου από τη Δαλματία' ο διορισμένος από αυ τόν Καίσαρ, ο Γαλέριος (305-11), υπήρξε κάποτε βουκόλος στα Καρπάθια' έ νας άλλος Καίσαρας, ο Κωνστάντιος Χλωρός (305-06), ήταν άσημος γαιοκτή μονας aπό τα περίχωρα της Να'ίσσού (Nis). Η άνοδος αυτών των ανδρών στην εξουσία ήταν εξίσου άξια και θεαματική με εκείνη των στραταρχών του Να πολέσντα. Τόσο οι ίδιοι όσο και ο ι διάδοχοί τους επέλεξαν διοικητικό προσωπικό παρόμοιας καταγωγής. Ο γιος ενός χοιροσφαγέα, ενός επαρχια κού συμβολαιογράφου, ενός ιματιοφύλακα στα δημόσια λουτρά, έγιναν οι έ παρχοι του πραιτωρίου που εξασφάλιζαν τη σταθερότητα και την ευημερία στις ανατολικές περιοχές της αυτοκρατορίας την εποχή του Κωνσταντίνου και του Κωνσταντίου Β .. Στα χρόνια του Κωνσταντίνου, και ιδιαίτερα από το 324 έως το 337, Ε δραιώθηκε οριστικά η νέα «αριστοκρατία των υπηρεσιών» στην κορυφή της ρωμαϊκής κοινωνίας. Την αποτελούσαν μισθωτοί αξιωματούχοι που πληρώ νονταν με το νέο, σταθερό χρυσό νόμισμα - το soIidus. Κατά τον 40 αιώνα αυ τό το χρυσό νόμισμα, το «δολάριο του μεσαίωνα», γνώριζε την ίδια τεράστια αγοραστική δύναμη που έχει το σημερινό δολάριο, σε μια κοινωνία που μα στιζόταν aπό ιλιγγιώδη πληθωρισμό. Οι θέσεις τους στο στρατό και τη γρα-
33
ΚΟΙΝΩΝΙΛ
φειοκρατία έδιναν στους αξιωματούχους απεριόριστες ευκαιρίες για κερδο σκοπία στα τρόφιμα. Όπως έγραφε ένας συγκαιρινός τους: «ο Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτο; που έθεσε τις εjταρχίες στη διάθεση των φίλων του· ο Κωνστά ντιος Β· τις καταβρόχθισε μέχρι το μεδούλι». Μετά το 312. -όταν ο Κωνοταντίνος μετεστράφη-, οι αυτοκράτορες και η πλειονότητα των αυλικιόν τους υπήρξαν χριστιανοί. Η ευκολία με την οποία ο χριστιανισμός κέρδισε τον έλεΥ/Ο των ανώτερων τάξεων της ρωμα"ίκής αυτο κρατορίας κατά τη διάρκεια του 40υ αιώνα ήταν συνέπεια της επανάστασης που είχε φέρει την αυτοκρατορική αυλή στο κέντρο μιας κοινωνίας «νέων» αν δρών, οι οποίοι δεν δυσκολεΙΗηκαν να εγκαταλείψουν τις συντηρητικές πεποι θήσεις τους προς όφελος της νέας πίστης των αρχόντων τους. Οι νέες ανώτερες τάξεις διατήρησαν κάποια διακριτικά γνωρίσματα του ζωηρού στρατιωτικού παρελθόντος τους. Ολοι οι αξιωματούχοι φορούσαν στολή· ακόμα και οι αυτοκράτορες εγκατέλειψαν την τήβεννο για να εμφανι στούν, σε αγάλματά τους, με στολή εκστρατείας. Αυτή ήτα\' η πολύ απλή στο λή των συνόρων του Δούναβη - ένα μικρό στρογγυλό κράνος, μια κάπα με α γχράφα στον ώμο, βαρβαριχής τεχνοτροπίας, χαι μια βαριά διακοσμημένη ζώνη. Η λατινικι; αργκό των επαρχιών έγινε αναπόσπαστο μέρος του επίση μου λεξιλογίου: ένας κλασιΧός Ρωμαίος θα έπρεπε να αποκαλεί το νέο χρυσό νόμισμα aUΓeus' όλοι όμως το αποκαλούσαν soIidus το «σταθερό). ·Ετσι, ένα καινούργιο στοιχείο, πολύ διαφορετικό από τις παραδοσιακές αριστοκρατίες της αυτοκρατορίας, επέβαλε τη θέση του στις γραμμές της άρ χουσας τάξης. Ωστόσο η κοινωνική ρευστότητα που επέτρεψε την άνοδο τέ τοιων ανθρ,ίιπων δεν αγκάλιασε το σύνολο της ρωμα·ίκής κοινωνίας. Στην Ανατολή, για παράδειγμα, η Κωνσταντινούπολη ήταν μια ξεκομμένη δίνη αλλαγών, τα ρεύματα της οποίας βαθμιαία μόνο επηρέαζαν την παραδοσιακή υψηλή κοινωνία των επαρχιών. ·Ενας ·Ελληνας ρήτορας, ο Λιβάνιος (31493), χρειάστηκε να μιλήσει εκεί, το 34 1 /42, μπροστά σε λατινόφωνους στρα τιώτες που παρακολουθούσαν το λόγο του «σαν να παρακολουθούσαν πα ντομίμα», μια και δεν καταλάβαιναν τα κλασικά ελληνικά του. Αλλά μπο ρούσε να αποτραβηχτεί με πιο ταιριαστή παρέα σε μια επαρχιακή πόλη όπως η Νικομήδεια. Εδώ θα έΒρισκε ακόμα «άνδρες ευγενικής καταγωγής», «ερα στές των Μουσών». Κ ι αυτό γιατί έξω από τη ζωντάνια του κόσμου της αυλής και του στρα τού, τα αργοκίνητα παραδοσιαΧά στοιχεία του ρωμα·ίκού κόσμου είχαν επι βιώσει. Οι μεγάλοι γαιοκτήμονες συνέχιζαν να συγκεντρώνουν απέραντες ε κτάσεις και το κλασικό σύστημα εκπαίδευσης εξακολουθούσε να διαπλάθει νεαρούς κατά το συντηρητικό πρότυπο. Σαν δύο αντίθετα τόξα της ίδιας αψί δας, η «νέα» κοινωνία των αυτοκρατορικών υπαλλήλων βρήκε στήριγμα στη βαθύτερα ριζωμένη και πιο συντηρητική κοινωνία των μορφωμένων avunE-
34
Η ΓΣΤΕΡΙΙ ΡΩΜΑϊΚΗ ΕΠ'ι:\'ΑΣΤ
17, 18, 19,20 Ο νέος τύπος Ρωμαίου. Ένας αξιωματούχος του 40υ αιώνα από τις παQα� δουνάβιες επαρχίες. Ο δούλος του τού φέρνει την περισκελίδα (18), τη χλαμύδα με την καρφίτσα (19), τη δια κοσμημένη στρατιωτι κή ζώνη (20), Τοιχο γ(Xlφίες από τάφο στη Σιλίστρια (Βουλγα ρία).
ΚΟΙΝΩ'ιΙΛ
ρων τάξεων. Αυτές οι ανώτερες τάξεις επέδειξαν εντυπωσιακή αφομοιωτική δΊ'Jναμη και δημιουργικότητα. Στα τέλη του 40υ αιώνα, για παράδειγμα, πλούσιοι Ρωμαίοι, των οποίων οι παππούδες είχαν υποστηρίξει τις κακό γουστες καινοτομίες της Αψίδας του Κωνσταντίνου, χρηματοδοτούσαν υπέ ροχα νεοκλασικά έργα από ελεφαντόδοντο και γνώριζαν τη λατινική λογοτε χνία καλύτερα από τους περισσότερους προκατόχους τους. Η αρχαία κλασική παιδεία αποτέλεσε τη γέφυρα ανάμεσα στους δύο κό σμους: αφομοιωμένη επιμελώς, δημιουργούσε μια <ωφθαλμαπάτψ> που επέ τρεπε την άνοδο των νέων ανδρών. Οπως ομολογούσε ένας διοικητής επαρ χίας: «Κατάγομαι από ένα φτωχό πατέρα, επαρχιώτη. Τώρα, με την αγάπη μου για τα γράμματα, έφτασα να κάνω μια ζωή άρχοντω,. Σ' ένα μεγάλο βαθ μό η κλασική κουλτούρα του 40υ αιώνα ήταν μία «κουλτούρα επιτυχίας,,: το πιο διαβόητο προΥόν της ήταν μια απλή «σύνοψη» τριάντα σελίδων - ένα breviarium ρωμα'ίκής ιστορίας για τους νέους κυβερνήτες της αυτοκρατορίας. Ωστόσο, αυτή η συνειδητή προσπάθεια μιας πιο ρευστής ανώτερης τάξης να «ανακτήσει» τις ρίζες της στο παρελθόν και να αποκτήσει μια στέρεη βάση συνοχής γέννησε μερικά από τα πιο φίνα και χαριτωμένα δημιουργήματα του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας. Για να υπογραμμίσουν την κοινωνική τους θέση και την αλληλεγγύη τους οι νέοι συγκλητικοί έγιναν πάτρωνες ειδών πο λυτελείας υψίστης τεχνικής. Γιόρταζαν τη σύζευξη των οικογενειών τους με α σημένιες νυφικές κασετίνες (όπως η Esquiline Casket στο Βρετανικό Μου σείο) ' κοινοποιούσαν το γεγονός στους φίλους τους με ελεφάντινες νεοκλασι κές πλακέτες (όπως αυτές του διπτύχου «Nicomachi" στο Μουσείο Victoήa aηd Albert). Σε τέτοια δίπτυχα αποτύπωναν την απόκτηση του υπατικού α ξιώματος, με περίτεχνα εραλδικά εμβλήματα που περισσότερο υπογράμμιζαν τη δόξα και την αρχαιότητα του τίτλου παρά τη νεοαποκτημένη αξία του κα τόχου του. Αλλά τα πιο λεπτεπίλεπτα και αντιπροσωπευτικά χειροτεχνήματα :ι:ου αντάλλασσαν ανάμεσά τους αυτοί οι άνθρωποι ήταν, φυσικά, οι επιστο Μς τους. Ήταν τόσο επιτηδευμένες και τόσο ανιαρές όσο τα επισκεπτήρια των μανδαρίνων της αυτοκρατορικής Κίνας. Ο 40ς και ο 50ς αιιί,νας είναι η ει:οχή με τις ατελείωτες συλλογές επιστολών, οι περισσότερες από τις οποίες δεν είναι τίποτε άλλο από θαυμάσιοι πίνακες πάνω στους οποίους η άρχουσα τάξη του ρωμα'ίκού κόσμου κατέγραφε τις πολύ πραγματικές απώλειες και ε χιτυχίες ενός συνεχούς αγώνα για την απόκτηση προνομίων και επιρροής. Η νέα κυβερνητική τάξη είχε ανάγκη από λογίους οι οποίοι, με τη σειρά ΊΟυς. επάνδρωσαν τη γραφειοκρατία φτάνοντας μάλιστα, κατά διαστήματα, 110 κ υριαρχούν στην αυλή. Ο Αυσόνιος (περ. 3 1 0-περ. 395), ένας ποιητής από m Μπορντώ, έγινε ο μυστικοσύμβουλος (eminence grise) της δυτικής αυτο Χ(!<ιτορίας. Ο Αυγουστίνος, ένας νεαρός από φτωχή οικογένεια της Θαγά σιης στην Αφρική, είχε τη δυνατότητα να γίνει δάσκαλος ρητορικής στο Με-
ιι Υ:':ΊΈΡΗ ρωlΑϊκι Ι
ΕΙΙΑ:\ΑΣΤλΣΗ
διόλανο (Μιλάνο) στα τριάντα του χρόνια (τα 384), και να υπολογίζει, ως (. πόμενο βήμα στην καριέρα του, μια θέση διοικητή επαρχίας και μια συμμα χία με την τοπική αριστοκρατία. Στα ελληνικά τμήματα της αυτοκρατορίαι; αυτή η σύζευξη παραδοσιακού λογίου και νέου γραφειοκράτη στάθηκε xaecr ριστική. Άνθρωποι που μοιράζονταν μια τέτοια ομοιόμορφη, στραμμένη στην παράδοση, κουλταύρα ήταν το μόνο σταθεΡό σημείο αναφοράς σ' ένα γραφει· οκρατικό μηχανισμό που α.Jτορροφούσε ταλέντα σαν τσ σφουγγάρι. Η συρρο11 επαρχιωτών στην Κωνσταντινούπολη, πρόθυμων να αφσμοιώσουν την κλασι κή ελληνική φιλολογία, τροφοδοτούσε συνεχώς τη βυζαντινή κυβερνητική τά· ξη δίνοντας μια απατηλή εικόνα αδιατάρακτης ηρεμίας. Αυτοί αποτέλεσαν τους μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους και τους επαρχιακούς διοικητές. Και αυτοί θα έγραφαν την ιστορία του Βυζαντίου για τα επόμενα χίλια χρόνια. Τόσο ομοιόμσρφη ήταν η παιδεία. τους ώστε ο τελευταίος εκπρόσωπός τους ε· ξακσλουθούσε να γράφει, υπό την εξουσία των Οθωμανών σουλτάνων στα τέ· λη του 150υ αιώνα, μια ιστορία των καιρών του με τον τρόπο του Θουκυδίδη. Δύο χαρακτηριστικά αυτής της νέας ανώτερης τάξης αξίζει να σημειωθούν. Πρώτον, το ότι παράλληλα με αυτό τον απροκάλυπτο καριερισμό, παρουσιά· ζεται και μία γνήσια προσπάθεια για τη δημιουργία μιας ελίτ. Η κλασική κουλτούρα της ύστερης αρχαιότητας ήταν σαν μια ψηλή πυραμίδα: στόχευε στον «εξαριστσκρατισμό», στη διωτλαση ανδρών που <<μέσα από την εθελσύ· σια πειθαρχία θα υψώνονταν πάνω από την κοινή μάζα της ανθρωπότητας». Αφομοιώνοντας επιμελώς τα κλασικά πρότυπα της φιλολογίας και παίρνο· ντας ως μέτρο συμπεριφοράς τους ήρωες της αρχαιότητας οι άνθρωποι της ε· ποχής αναζητούσαν μια σταθερότητα που δεν μπορούσε πλέον να βρεθεί στην αμεριμνησία του παραδοσιακού τρόπου ζωής. Είχαν πλήρη συνείδηση ότι το δέντρο που προσπαθούσαν να μπολιάσουν ήταν άγριο. Μόνο με την ολόψυχη αφοσίωση στην τελειότητα των αρχαίων μπορούσαν να ελπίζουν σε κΜοια σωτηρία. Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης (36 1 -63) πίστευε ειλικρινά πως ο αδελφός του Γάλλος «είχε γίνει άγριος», αλλά πως ο ίδιος είχε «σωθεί» χάρη στους θε· ούς που τον αξίωσαν να αποκτήσει πανεπιστημιακή παιδεία. Δεν είναι λοιπόν άξιον απορίας ότι κατά τη διάρκεια του 40υ αιώνα εθνικοί και χριστιανοί α· ντιπάλεψαν με τέτοιο πάθος για το ποια ήταν η αληθινή παιδεία: η κλασική φιλολογία ή ο χριστιανισμός; Κ ι αυτό γιατί και οι δύο πλευρές ανέμεναν τη σωτηρία από την παιδεία. Ο άνθρωπος που είχε λαξευτεί σαν άγαλμα μέσω της αφοσίωσής του στους αρχαίους κλασικούς ήταν το ύψιστο ιδεώδες. Εμφα· νίζεται πάνω στη σαρκοφάγο του, να ατενίζει ήρεμα ένα ανοιχτό βιβλίο - ένας «άνθρωπος των Μουσών», ένας άγιος της κλασικής κουλτούρας. Σύντομα ε · ξάλλου θα γίνει άγιος: ο χριστιανός επίσκοπος μ ε την ανοιχτή του Βίβλο, ο εμπνευσμένος Ευαγγελιστής που σκύβει πάνω στη σελίδα του, είναι κατευθεί· αν απόγονοι του ανθρώπου των γραμμάτων της ύστερης αρχαιότητας.
23 Ο άνθρωπος των γραμμάτων - καθισμένος στη διδασκαλική καρέκλα του (πρότυπο της καθέ δρας του επισχόπου), με
ένα ερμάριο γεμ6το αρ χαίους κυλίνδρουςτων χλασικών συγγραφέων. Ρωμα·ίχό ανάγλυφο.
24 Από τον άνθρωπο των γραμμάτων στον ευ αγγελιστή. Ο Άγιος Ματ θαίος από τα Eυαrγέλια του ΚαρλομάγΥου, Άαχεν,
πριν από το 800.
21 Η Χλυσική αναγέννηση. Ανάγλυφο ελεφάντινο πλακίδιο για τους γ(φους μια; θυγατέραςτου Συμμάχου, ενός ;ταγανιστή Ρωμαίου συγχλητι:.ωύ του τέλους του 40υ αιιόνα.
_
Γάμοςαρι -Qάtl] του αιιόνα. Οι
.... em-
\1:όνυμφοι ί να ήταν !puπανoί, αλ _ .. όλη αηω αιρα ηταν 2Οθαρά,και 1Οllτευτικά, :ιιι"(ανιστ ιχή. Λεπτoμέρrι(( c:ιό το κ(οτάχι τιr; \,\χριχής 80iλαςτης Sc:a.ιnda και '_
Projecιus.
38
ΙΙ \"ΣΤΕΡΙ,Ι ρωΙΛϊκιι εΠΑΝΑΣΤΑΣΙΙ
Το δεύτερο χαρακτηριστικό ήταν πως όσο ψηλά κι αν έφτανε η κορυφή της πυραμίδας, η βάση της πάντα παρέμενε ανοιχτή, Σε όλη τη διάρκεια του 40υ αιώνα το επάγγελμα του δασκάλου διακρινόταν από εξαιρετική ρευστότητα, Έτσι, το ιδεώδες της κλασικής εκπαίδευσης τροφοδοτούνταν συνεχώς από τον ενθουσιασμό των νεοφερμένων, Η επαναστατική «μεταστροφή» του Κων σταντίνου στο χριστιανισμό δεν ήταν η μοναδική σ' αυτή την εποχή των ανα κατατάξεων: υπήρξαν πολλές άλλες, πιο σιωπηλές, αλλά εξίσου φανατικές προσχωρήσεις στην παραδοσιακή κουλτούρα και στην παλαιά θρησχεία, Ο αυ τοκράτορας Διοκλητιανός υποστήριξε τη ρωμα'ίχή παράδοση με θρησκευτιχό ζήλο, όπως άλλωστε χαι εχείνος ο εχπληχτιχός «νεόπλουτος» της ελληνικής κουλτούρας, ο Ιουλιανός ο Αποστάτης, Π ράγματι, στα ύστερα χρόνια της αυ τοκρατορίας διαισθάνεται κανείς μια αιφνίδια έξαρση ταλέντου χαι δημιουργι κότητας, όπως αυτή που ακολουθεί συχνά τους τριγμούς ενός παλαιού καθε στώτος (ancien regime), Ένα ολοένα ορμητιχότερο ρεύμα ιχανών ανθρώπων, λιγότερο επιβαρημένων από τις προχαταλήψεις της αριστοχρατίας χαι διψα σμένων για μάθηση, διατήρησε μια ρώμη και μια ανησυχία που ξεχωρίζει το πνευματικό κλίμα της ύστερης αρχαιότητας από οποιαδήποτε άλλη εποχή της αρχαίας ιστορίας. Από τους Πατέρες της Εκκλησίας, λόγου χάρη, μόνο ένας-ο Αμβρόσιος (περ. 339-9'7)- καταγόταν από οικογένεια συγκλητικών. Οι άνδρες που κατάφεραν να αφήσουν τη σφραγίδα τους στην υψηλή κοινωνία της αυ τοκρατορίας προέρχονταν από άσημες πόλεις - ο Πλωτίνος (περ. 205-70) από την Άνω Αίγυπτο, ο Αυγουστίνος (354-430) από τη Θαγάστη, ο Ιερώνυμος (περ. 342-4 1 9 ) από τη Στριδώνα, την οποία είχε εγκαταλείψει με περισσή χα ρά, και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (περ. 347-407) από μια θέση υπαλλήλου στην Αντιόχεια. Ποια θα ήταν τα όρια αυτής της ρευστότητας; Μήπως άλλοι θεσμοί, λιγότερο συντηρητιχοί από τη γραφειοκρατία χαι το εχπαιδευτιχό σύ στημα της αυτοκρατορίας, μίτορούσαν να την αξιοποιήσουν πιο αποτελεσματι κά; Και σε τι ενοχλητικές ιδέες, που από καιρό χυοφορούνταν στις πόλεις της Μεσογείου, θα άνοιγε το δρόμο μια τέτοια αναζωογόνηση; Για την ώρα πά ντως ας εξετάσουμε πώς καταλάγιασε η «αποκατεστημένη» κοινωνία της ρω μα'ίκής αυτοκρατορίας , με τη χαρακτηριστική πρόσμιξη παλαιών χαι νέων στοιχείων, για να χαρεί έναν αιώνα σχετικής ασφόλειας.
3 Ένας κόσμος αποκατεστημένος: η ρωμαϊκή κοι νωνία τον 40 αιώνα Η νεοσχηματισμένη κυβερνητική τάξη που είχε αναδυθεί σε ολόκληρη την αυ τοκρατορία μέχρι το 350, θεωρούσε πως ζούσε σε έναν κόσμο στον οποίο είχε αποκατασταθεί η τάξη: Reparario Saeculi. « Η Εποχή της Αποκατάστασης» ή ταν το αγαπημένο τους μότο σε νομίσματα και επιγραφές. Τον 40 αιώνα η ρω μα·ίκή διακυβέρνηση στη Βρετανία γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της. Μόλις οι αυτοκράτορες επέβαλαν την ειρήνη στη Ρηνανία, μια νέα αριστοκρατία ξεπή δησε στη Γαλατία, όπως τα μανιτάρια μετά τη βροχή: άνθρωποι σαν τον Αυ σόνιο, που θυμόταν πως ο παππούς του είχε πεθάνει πρόσφυγας εξαιτίας μιας βαρβαρικής ε.ι-τιδρομής το 270, απέκτησαν γαίες που θα διατηρούνταν για τους δύο επόμενους αιώνες. Στην Αφρική και τη Σικελία, μια σειρά περίφη μων ψηφιδωτών εικονογραφούν την doIce vira των μεγάλων γαιοκτημόνων, Χου συνεχίστηκε χωρίς σημαντικές διακοπές, από τον 30 έως τον 50 αιώνα. "Εχει σημασία να υπογραμμιστεί αυτή η αναγέννηση του 40υ αιώνα. Οι cιαγδαίες θρησκευτικές και πολιτισμικές αλλαγές της ύστερης αρχαιότητας δεν συντελέστηκαν σε έναν κόσμο που ζούσε υπό τη σκιά μιας επερχόμενης χαταστροφής. Ίσα ίσα, πρέπει να ιδωθούν με φόντο μια πλούσια και εντυ χωσιακά ανθεκτική κοινωνία, που είχε βρει μια ισορροπία και είχε διαμορ φώσει δομές σημαντικά διαφοροποιημένες από αυτές της κλασικής ρωμα·ί ιnjς περιόδου. Το πιο κραυγαλέο χαρακτηριστικό αυτής της κοινωνίας, τόσο για τους αν8ι.!ώπους της εποχής όσο και για τον ιστοριογράφο, ήταν η διεύρυνση του χά σματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Στην αυτοκρατορία της Δύσης, η κοι _νία και η κουλτούρα ηγεμονεύονταν από μια αριστοκρατία συγχλητιΧών 1ΙΩτά μέσο όρο πέντε φορές πλουσιότερη από εχείνη του Ιου αιώνα. Στον τά � ενός τέτοιου συγκλητικού βρέθηχε «ένας σωρός χρυσών νημάτων» - ό,τι α χΣμεινε από ένα αντιπροσωπευτιχό δείγμα Ρωμαίου μεγιστάνα του 40υ αιώ1IU: Petronius Probus, «τα αγαθά του διάσπαρτα σε όλο το μήχος της αυτοκρα1OQίας- αποχτημένα τίμια ή όχι, δεν εναπόχειται σε μένα να το πω», έγραφε nας σύγχρονός του. Ο,τι ισχύει για την αριστοκρατία αληθεύει χαι για τη ζωή των πόλεων της wστερης αυτοκρατορίας. Η σημασία των μικρών πόλεων μειώθηκε - στην Όστια, για παράδειγμα, οι πολυτελείς κατοικίες της αριστοκρατίας του 40υ αιώνα χτίστηκαν από τα υλικά εγκαταλελειμμένων φτωχιΧών οικημάτων του 2ου αιώνα. Αλλά οι μεγάλες πόλεις διατήρησαν τον πλούσιο τρόπο ζωής τους 1ΙΩΙ τον υψηλό πληθυσμό τους. Αυτό δείχνει η γοργή ανάπτυξη της Κωνστα ντινούπολης: ιδρύθηκε το 324, και τον 50 αιώνα είχε ήδη 4.388 ιδιωΤΙΧές χα wικίες. Σε γενικές γραμμές φαίνεται ότι ο πλούτος της Μεσογείου συγκε-
Ι;OJΧΩΧΙ.Ι
ντρώθηχε στην xogUΨli της XOlVWVLJ"i; πυραμίδας: το εισόδημα ενός Ρωμαίου συγκλητικού έφτανε τα 1 20.000 χρυσά νομίσματα, ενός αυλικού στην Κων σταντινούπολη τα Ι .000' αλλά ένας έμπορο; θα κέρδιζε μόνο 200 και ένας χω ρικός 5 χρυσά νομίσματα το χρόνο. Η
φορολογία ήταν ο κυριότερο; παράγοντας αυΤ1iς της αλλαγής. Το 350,
χατά τη διάρκεια του Βίου του ίδιου ανθρώπου, ο φόρος της έγγειας ιδιοκτη σίας είχε τριπλασιαστεί. Ξεπέρασε το ένα τρίτο του ακαθάριστου προ'ίόντος ενός αγρότη. Ήταν ανελαστικός και κάκιστα κατανεμημένος. Τίποτα δεν μαρτυράει πιο εύγλωττα την αναπόφευκτη νίκη των δύο αθέατων εχθρών της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας - του χρόνου και της απόστασης. Οι εκτιμήσεις των φόρων γίνονταν ευσυνείδητα- αλλά σε μια Ε.ίτικράτεια τόσο εκτεταμένη δεν μπορούσαν ποτέ να είναι ούτε πλιιρεις ούτε τακτικές. Έτσι ο μόνος τρ6;τος για να ελαφρύνει κανείς τα βάρη του ήταν να τα αποφύγει, αφήνοντας
τους λιγόΤfρΟ προνομιούχους να πληρώσουν. Οι αυτοκράτορες, αναγνωρί �oντας το γεγονός, ελάφραιναν κατά καιρούς το βάρος της φορολογίας με θεαματικές χειρονομίες - προνόμια, απαλλαγές, παραγραφή χρεών. Αλλά τα μέτρα αυτά ήταν σαν την απελευθέρωση ατμού από μια βαλβίδα ασφαλείας
.:-..;; (αιlιστερά) ι-ι νέα μεγαλΟJTρέ-iτεια. ::: '(ιΖοφάγος α.ιϊό πορφυρίτη (περ. 350 .\..) μιας κόρης του Κωνσταντίνο\), \ί.:ττομέρεια.
26 Ο άρχοντας στην πόλη του. Θριαμ βευτιχιι παρέλαση υπάτου στη Ρώμη' G..-τό τη βασιλικι) του Ιουνίου Βάσσου. !)ιόμη. 40ς μ.χ. αιώνας.
Η Y�TΙ::Ι'II ΡΩλΙΛϊκι,ι EΓlA"iA�TιI�1I
παρόλο που εντυπωσίαζαν, δεν έκαναν τίποτα για να αναδιανείμουν το ίδιο το βάρος. 'Ετσι, στις δυτικές επαρχίες, ο πλούτος που θα μπορούσε να αξιο ποιηθεί από τον αυτοκράτορα, συγκεντρώθηκε αθόρυβα στα χέρια των μεγά λων γαιοκτημόνων, αφανίζοντας το εισόδημα του μικρού καλλιεργητή που στέναζε κάτω από τις συνεχείς απαιτήσεις του φοροεισπράκτορα: δεν είναι τυχαίο πως στον χριστιανικό ύμνο «Dies lrae», η Ημέρα της Κρίσεως θυμίζει την άφιξη ενός φοροεισπράκτορα της ύστερης ρωμα'ίκής περιόδου! Όμως μια κοινωνία υπό πίεση δεν είναι κατ' ανάγκην κλειστή ή δύσκα μπτη, Όπως είδαμε, η κοινωνία των αρχών του 40υ αιώνα ήταν εξαιρετικά α νοιχτή σε ρεύματα από τη βάση -σε ανθρώπους, επαγγέλματα, ιδέες- που ο σταθερότερος κόσμος του 200 μ.χ. θα είχε απορρίψει ως « πληβείΦ>, «βάρβα ρα» ή «επαρχιωτικά). Στο μεγαλύτερο μέρος τους, οι νέοι αριστοκράτες προέρχονταν από οικο γένειες με βαθιές τοπικές ρίζες. Τον 40 αιώνα, οι περισσότεροι «συγκλητικοί» δεν είχαν δει ποτέ τους τη Ρώμη. Αντίθετα, ήταν οι ηγέτες της δικής τους κοι νωνίας. Οι απαιτήσεις του αξιώματός τους δεν τους απομάκρυναν από τον τόπο της καταγωγής τους. Διορίζονταν ως διοικητές σε εκείνες τις επαρχίες στις οποίες είχαν ήδη σημαντική γαιοκτησία. Επισκέπτονταν τις ίδιες πόλεις και έμεναν στις ίδιες επαύλεις με αυτές όπου περνούσαν το χρόνο τους ως ι διώτες. Ίσως αυτό το σύστημα παρήγε ανθρώπους με στενότερους ορίζοντες (αν και αυτή η εξέλιξη στην κοινωνική ιστορία της αυτοκρατορίας ήταν ανα μενόμενη από καιρό), αλλά διασφάλιζε την επιρροή των κυβερνώντων ώς την τελευταία βαθμίδα της επαρχιακής κοινωνίας. Οι φόροι πληρώνονταν και οι στρατεύσιμοι παρουσιάζονταν στο στρατό γιατί οι μεγάλοι γαιοκτήμονες φρόντιζαν για την υπακοή των γεωργών τους. Αυτοί εκπροσωπούσαν τον μέ σο άνθρωπο στα δικαστήρια ' αυτοί κάθονταν άνετα δίπλα στο δικαστή, ρυθ μίζοντας τα θέματα της κοινότητας μόνο αυτοί στέκονταν πια ανάμεσα στις κατώτερες τάξεις και την τρομακτική απειλή των φοροεισπρακτόρων. Οι ε ντυπωσιακές εκκλήσεις χωρικών προς την αυτοκρατορική αυλή, πολύ κοινές στον 20 και στις αρχές του 30υ αιώνα, εξαφανίζονται: στην ύστερη αυτοκρα τορία, όλες οι απόπειρες για την εξασφάλιση προστασίας και την αποκατά σταση της δικαιοσύνης έπρεπε να περάσουν από ένα μεγάλο άντρα -τον patronus- «το αφεντικό» (όπως το γαλλικό Ie patron), που θα ασκούσε την ε πιρροή του στην αυλή. Η μεσαιωνική εικόνα του «προστάτη αγίου», ο οποίος παρεμβαίνει για λογαριασμό εκείνων που τον υπηρετούν σε ένα απόμακρο και υποβλητικό Ουράνιο Δικαστήριο, είναι η προβολή προς τα άνω μιας θε μελιώδους πραγματικότητας της ύστερης ρωμα'ίκής ζωής. Αυτοί οι κάθετοι δεσμοί δεν ήταν πάντα καταπιεστικοί. Ελάχιστοι, αν υ πήρχαν, ήταν εκείνοι οι Ρωμαίοι που πίστευαν πως η κοινωνία τους μπορού σε να λειτουργήσει με οποιονδήποτε άλλο τρόπο: μόνο η ζεστασιά της συνε-
ΚΟI:'-iΩ:\IΑ
-43
χούς ανθρώπινης επαφής και η αφοσίωση σε συγκεκριμένα άτομα μπορούσε να καλύψει τις α1τέραντες αποστάσεις της αυτσκρατσρίας. Γύρω από τους με γάλους άνδρες αναπτύσσονταν ισχυροί προσωπικοί δεσμοί. Στη Ρώμη, για παράδειγμα, οι τοπικοί άρχοντες επανέκτησαν την επιρροή που είχαν χάσει α πό τον καιρό της δημοκρατίας: αυτοί τώρα, και όχι ο αυτοκράτορας, μερι μνούσαν για την πόλη. Στα χρόνια της ύστερης αυτσκρατορίας, οι απεικονί σεις τσυ αριστοκράτη -που διοργανώνει αγώνες, εμφανίζεται δημόσια ως δι οικητής ή περνάει τον ελεύθερο χρόνο του στα κτήματά του- περιλαμβάνουν τώρα κι ένα πολυπληθές κοινό το οποίο τον παρακολουθεί με θαυμασμό. Τα ρεύματα επιρροής στην ύστερη ρωμα'ίκή κοινωνία δεν είχαν μόνο μία κατεύθυνση, από την κορυφή προς τη βάση. Οι νέες ελίτ ήταν εξαιρετικά α νοιχτές. Η περίφημη νέα τέχνη της εότοχής, για παράδειγμα, είναι δημιούργη μα καλλιτεχνών και πατρώνων που έχουν απελευθερωθεί από τις δεσμεύσεις των προηγούμενων γενεών. Στα τέλη του 30υ αιώνα, η μαζική παραγωγή τυ ποποιημένων κλασικότροπων αντικειμένων -σαρκοφάγων, ψηφιδωτών με σταθερα μοτίβα, κεραμικών- σταμάτησε. Οι άνθρωποι αντλούσαν τώρα από το οικείο περιβάλλον. Τοπικοί τεχνίτες ένιωσαν ελεύθεροι να εισαγάγουν στις κατοικίες των ισχυρών νέες παραδόσεις που είχαν κά\'Ει ήδη την εμφά νισή τους στις επαρχίες. Η δύναμη και η εκφραστικότητα των ψηφιδωτών χαι των αγαλμάτων του 40υ αιώνα δείχνουν πόσα χρωστούσε η ύστερη ρω μα"ίκή τέχνη στην ευεργετική χαλάρωση του κέντρου και στο συνακόλουθο μέστωμα των τοπικών παραδόσεων. Στο σύνολό της, η κοινωνία του 40υ αιώνα παρουσιάζει μια διπλή κίνη ση. Στην κορυφή ο πλούτος συγκεντρώνεται σε λιγότερα χέρια, το ύψος της ιιοινωνικής πυραμίδας μεγαλώνει. Αυτό εξηγεί και την πιο οφθαλμοφανή 6uιφορά ανάμεσα στην ύστερη ρωμα'ίκή και την κοινωνία των κλασικών lI!C>ναΝ - τη διαφορά στην ποιότητα ζωής των πόλεων. Η εντυπωσιακή ζωτι .nTTll·CΙ των αστικών κέντρων του 20υ αιώνα αντανακλούσε ένα συγκεκριμέ -και μεταβατικό- στάδιο στην εξέλιξη της ανώτερης τάξης της ρωμα"ίκής IDIlνα)νι'�ς. Εκείνη την εποχή, μία ομάδα πλουσίων, λίγο-πολύ κοινής κοινω θέσης, γνωστοί ο ένας στον άλλον, ανταγωνίζονταν για το γόητρό τους iD/)εύ,)νι:ας απλόχερα στις γενέτειρές τους, σε κτίρια, αγάλματα και άλλα .-ιιεμ.φερή δαπανηρά κολοσσιαία κατασκευάσματα. Τον 40 αιώνα πλέον, η για την κατοχύρωση της κοινωνικής θέσης είχε δοθεί και κερδηθεί: τώ οι άνθρωποι διακρίνονταν χάρη στα αξιώματα και στους τίτλους που α..τέδιδε ο αυτοκράτορας κι όχι από τα δημόσια έργα που επιδαψίλευαν πόλη τους έτσι, μειώνονται οι μεγαλεπήβολες πρωτοβουλίες ιδιωτών την ανέγερση κτιρίων. Για να κατανοήσουμε τη ζωή μιας πόλης του 40υ πρέπει να αφήσουμε την αγορά και τους δημόσιους χώρους και να με ιιιEQΙJoι)με στα προάστια και στη γειτονική ύπαιθρο. Εκεί θα συναντήσουμε
ΤΑ ΠΛΗΘΗ 2 7 Ο Κωνσταντίνος μοιράζοντας δώιΧΙ. Το" 40 attuva. προσωπικές «ευεργείες» από τον αυτοκρότορα και τους αξιωμαΤOίr,ι:oυς του αντικατέστησαν σε μεγάλο βαΟμό τα δημόσια έργα των ιδιωτών (βλ. εικόνα 3). Λεπτομέvεια από την αψίδα του Κωνσταντίνου. Ρώμη.
28 Παρακολουθώντας αγώνα στον Ιππόδρομο. Τέτοιες πoλιnτληθείς <Jχηνές, αν και καταδικάζονταν από τους χΡΙ στιανούς επισκόπους. δείχνουν πως η αστιχή ζω)l της Μεσογείου επιl1ίωσε έως τον 60 αιώνα. Ψηφιδωτό από την Gafsa. Τυνησία. 50ς μ.Χ. αιώνας
29 Εξοχικιι έπαυλη στην Αφριχιί. ΔιαφοΡΕΤΙΚIΙ α.ίό η εκτεταμένη μονιόΡΟ([ll βίλα του κλασικού :ταρελθόντος, κλειστό ισόγειο χαι πύργουι μπορούσε να Ζρησιμευει κα ως IfΡOiJQlo σε καιρό εισΒο λών. Οι καλλΙΕργητές της γι ανέμεναν από του; μεγάλοι γαιοκτιίμονες να τους παρέ χουν ΠQO<ίTασία. Ψηq; ιδωτι α:τό την Tabarka. Τυνησία. 40; αιώνας.
30 Το Παλάτιο\'. επιμελώς προστατευμένο από τον έξω
γ,όσμο. Ψηφιδωτό α;τό τον Άγιο Απολλινάριο το Νέο, Ραβέννα. 60ς μ.Χ. αιωνας.
ψηφιδωτά, υπέροχα σαν τα χαλιά της ανατολής, με τα οποία οι εξέχοντες πο λίτες της υστερορωμα'ίκής πόλης έδειχναν την αμείωτη ευμάρειά τους. Τα τυ πικά δημιουργήματα της εποχής είναι το παλάτι και η εξοχική έπαυλη. Κάθε παλάτι στην Όστια, για παράδειγμα, είναι κι ένας ξεχωριστός κόσμος: καμά ρες ντυμένες με κουρτίνες, τοίχοι επενδυμένοι με πολύχρωμα μάρμαρα, μω σα'ίκά δάπεδα στα χρώματα του ουράνιου τόξου, δημιουργούσαν μια ατμό σφαιρα οικειότητας μέσα στη χλιδή. Ακόμα και υδραυλικές καινοτομίες χρη σιμοποιήθηκαν, για να προσφέρουν τη νέα πολυτέλεια του ιδιωτικο ύ λου τρού. Στο σύνολό του, επρόκειτο για έναν πιο ιδιωτικό ή, μάλλον, λιγότερο επιδεικτικά δημόσιο κόσμο. Σε αυτά τα παλάτια, φαντάζεται κανείς ότι η καλλιέργεια της φιλίας, η αφοσίωση στη μελέτη, η ανάπτυξη του ταλέντου και της θρησκευτικής ιδιορρυθμίας στα διαμερίσματα των γυναικών ήταν πολύ σημαντικότερα από τη ματαιόδοξη επίδειξη δημόσιων έργων μιας προηγούμενης εποχής. Από την άλλη μεριά, ένας πιο τοπικός τρόπος ζωής επέτρεψε σε ορισμένα στοιχεία του ρωμα'ίκού πολιτισμού να εξαπλωθούν ευρύτερα από ό,τι προη γουμένως. Από το Μπορντώ ώς την Αντιόχεια, οι τοπικές αριστοκρατίες συμ μετείχαν εξίσου στη διοίκηση της αυτοκρατορίας τα ψηφιδωτά του Ρότσεστερ και του Ντόρσετ απεικονίζουν έναν τρόπο ζωής οικείο στους κτηματίες της Αντιόχειας και της Παλαιστίνης. Στα χαμηλότερα στρώματα, οι ταπεινοί ε παρχιώτες έφτασαν επιτέλους να θεωρούν τους εαυτούς τους «Ρωμαίους». Η ανάπτυξη των ρωμανικών γλωσσών, και η συνακόλουθη υποχώρηση των κελ τικών στη Γαλατία και στην Ισπανία, δεν οφείλει τίποτα στην κλασική ρωμα'ί κή αυτοκρατορία: ήρθε ως συνέπεια της συνεχούς επιρροής του λατινόφωνου γαιοκτήμονα, φοροεισπράκτορα και επισΧόπου του 40υ και του 50υ αιώνα. Πολλές επαρχίες ενσωματώθηχαν πλήρως στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία για πρώτη φορά μετά τον 30 αιώνα. Οι παραδουνάβιες επαρχίεζ, οι οποίες προ σέφεραν τους στρατιώτες και τους αυτοκράτορες στην «Εποχή της Αποκατά στασης» , έχαναν δυναμικά την είσοδό τους στον ρωμα'ίκό κόσμο: ανέδειξαν φανατικούς οπαδούς της ρωμα'ίκής παράδοσης, ικανότατους διοιχητές, πεί σμονες και θαρραλέους αιρετικούς επισκόπους. Ακόμα και ο κόσμος των βαρβάρων επηρεάστηχε από την εξέλιξη αυτή. Διότι το οικονομικό και πολιτιστικό φράγμα ανάμεσα στον κόσμο της Μεσο γείου χαι τα στρατιωτικά σύνορα της αυτοκρατορίας έπαψε να υπάρχει. Κατά μήχος του Ρήνου χαι του Δούναβη, πολυτελείς επαύλεις και χοσμοπολίτικες αυτοκρατορικές κατοικίες στέκονταν τώρα σε προκλητικά βραχεία απόσταση από τις υπανάπτυκτες χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Σε ορισμένες περιοχές, η εξάλειψη του φράγματος ενίσχυσε τη ρωμα'ίχή αίσθηση ταυτότητας απένα ντι στους ξένους. Οι μέσοι Ρωμαίοι αισθάνονταν τώρα περισσότερο από πο τέ μόνοι και ενωμένοι ενάντια σ' έναν απειλητικό εξωτερικό κόσμο. Όλοι μέ-
ΚΟΙ"Ω"ΙΑ
!ι ί
σα στο πλαίσιο της αυτοκρατορίας θεωρούνταν Romani και η ίδια η αυτο κρατορία αι,οκαλείται τώρα Romania. Κατά μήκος του μέσου Ρήνου όμως, η εξάπλωση του πολιτισμού των επαρχιών μέχρι τα σύνορα υπέθαλψε μια επι κίνδυνη συμβίωση του ρωμα'ίκού και του βαρβαρικού στοιχείου: οι Αλαμαν νοί που απειλούσαν τη Γαλατία από τον Μέλανα Δρυμό ήταν ήδη κατά κάποι ον τρόπο μια «υπορωμα'ίκή» κοινωνία ' οι πολεμιστές τους ζούσαν σε επαύλεις κατά τα ρωμα'ίκά πρότυπα και φορούσαν τις ίδιες βαριές ζώνες και τις ίδιες λεπτοδουλεμένες καρφίτσες με τους Ρωμαίους αξιωματούχους που τους πα ρακολουθούσαν από την Κολωνία, τη Μαγεντία και το Στρασβούργο. 'Ο ρωμα'ίκός πολιτισμός τον 40 αιώνα αντλούσε τώρα από ευρύτερα στρώματα. Στην Ανατολή, επαρχίες που είχαν σιωπήσει από τα πρώτα χρό νια της ελληνιστικής περιόδου, έγιναν έξαφνα φυτώρια ταλέντων. Η Καππα δοκία, μια περιοχή ιδιαίτερα υπανάπτυκτη, ανέδειξε τον ένα φωτισμένο επί σκοπο μετά τον άλλο -με πιο γνωστούς τους "Καππαδόκες Πατέρες» , τον Βασίλειο Καισαρείας (περ. 330-79), τον Γρηγόριο Νύσσης (περ. 33 1 -96) και τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (329-89)- και πλημμύρισε τις αίθουσες διδα σκαλίας των κλασικών γραμμάτων στην Αντιόχεια με αφοσιωμένους νεα ρούς. Η Αίγυπτος, που είχε υποβαθμιστεί σκοπίμως, σύντομα έδειξε ξανά τη ζωτικότητά της οι αγρότες της Άνω Αιγύπτου δημιούργησαν ένα εντελώς νέο μοναστικό κίνημα την ίδια ώρα που οι πόλεις αναδείκνυαν μια σειρά προικισμένους ελληνόφωνους ποιητές. Φυσικά, το πιο αποφασιστικό στοιχείο αυτής της διεύρυνσης ήταν το ότι για τους νέους Romani, η ίδια η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία σήμαινε πλέον κάτι διαφορετικό. 'Οι παλαιές εστίες αφοσίωσης φάνταζαν τώρα είτε πολύ αόρι στες είτε πολύ μακρινές. Έξω από έναν περιορισμένο, μολονότι εύγλωττο, κύκλο, η νοσταλγία για τη Σύγκλητο σήμαινε λίγα πράγματα ' και έξω από τον λατινικό κόσμο δεν υπήρχε κανένας σεβασμός για τη Ρώμη. Λατίνοι αυ τοκράτορες, όπως ο Διοκλητιανός και οι συνάδελφοί του, έδειξαν πως μπο ρούσε κανείς κάλλιστα να είναι φανατικός Romanus αλλά να επισκέπτεται τη Ρώμη μονάχα μια φορά σε όλη του τη ζωή. Στην ελληνική Ανατολή ήταν φα νερό πως αυτοκρατορία σήμαινε αυτοκράτορας. L 't;tat c 'est moi: αυτή είναι η επικρατούσα ιδέα πίσω από την αυθόρμητη εξύψωση του προσΙiJπου του αυτοκράτορα στην περίοδο της ύστερης αρχαιότητας. 'Οι κάτοικοι των ανα τολικών επαρχιών της αυτοκρατορίας ήταν ενθουσιώδεις Ρωμαίοι. Έτσι θα αποκαλούσαν τους εαυτούς τους τα επόμενα χίλια χρόνια ' και στη μεσαιωνι κή Εγγύς Ανατολή η βυζαντινή αυτοκρατορία λεγόταν πάντα Rum, "Ρώμη», και οι χριστιανοί Rumi. δηλαδή Ρωμαίοι. Όμως η αφοσίωση των επαρχιωτών δεν εκφραζόταν με το σεβασμό ενός εύθραυστου πρωτοκόλλου συγκλητικών ή πολιτειακών θεσμών, αλλά πιο άμεσα -με γονυκλισίες μπροστά σε αγάλματα και εικόνες του αυτοκράτορα που η μεγαλοπρεπής στάση του και το ερευνητι-
1,8
ι ι '·�l'εl'ΙΙ ρωι.\ϊκιι En.\ :'iA�l'A�11
Η Α Υ Τ Ο ΚΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΗ Π Α ΡΟΥ Σ Ι Α
3 1 Ο αυΤΟΥ..ρ(ιτορας xata
32 (δεξιά) Σε ένα υστερορω μα'ίχό Δικαστήριο, οι αυτοκρα τορικές εικόνες χρέμονται δLίλα στο διοικητή που κάθεται στην έδρα του, και το πλιίθο; τις χαιρετίζει καθώς προβάλλει τα αιηίματά του. Η δίκη του Χριστοιί στο Εl)αΥΥέλιο του Rass"na (KαλαIJρία). 6ος αιώνα;. κό του βλέμμα έκαναν οικείο στον καθένα τον μόνο άνδρα που με την «αστεί ρευτη, πολύπλευρη φροντίδα του» αγκάλιαζε όλους τους κατοίκους της Ρω
μανίας. Αυτή η διαφορετική μορφή αφοσίωσης προδίδει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο δυτικό και το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας. Στην Ανα τολή, οι μετέχοντες στην αυτοκρατορία ήταν περισσότεροι και πλουσιότεροι από εκείνους στη Δύση. Γ ι ' αυτό, στο ανατολικό τμήμα, η πίστη στον αυτο κράτορα ρίζωσε βαθύτερα και πήρε
auni την ανεπιτήδευτα λα·ίκή
μΟΡΨli.
Στη Δύση, από τον καιρό των κατακτήσεων της ρωμα"ίκής δημοκρατίας, ο λόκληρες περιοχές είχαν παραμείνει εντελώς αγρατικές και σε μεγάλο βαθμό υπανάπτυκτες. Μια τόσο πρωτόγονη οικονομία δεν μπόρεσε να αντέξει τις συνέπειες ενός αιώνα πρωτοφανούς φορολογίας. Τον
50 αιώνα, ο πλούτος
της Δύσης είχε συγκεντρωθε ί στα χέρια λίγων μεγάλων οικογενειών: μια ολι γαρχία συγκλητικών έστεκε τώρα ανάμεσα στον μέσο άνθρωπο και την αυτο
xgaTOQLXlj
εξουσία σε κάθε επαρχία. Στην Ανατολή, το πιο ανεπτυγμένο ε
μπόριο και ο πολλαπλασιασμός των μικρών αλλά ανθηρών αστικών κέντρων στη μεσογειακή ενδοχώρα διασφάλισε μια ευρύτερη ισορροπία, μετριάζοντας κάπως τις κοινωνικές ανισότητες. Μπορεί οι ντόπιοι γαΙΟΥ.τήμονες μιας ελ ληνικής πόλης να titav πολύ πλούσιοι και πολύ συντηρητικοί αλλά, ενώ η
ΚΟΙ\Π\ΙΑ
40
•
Γαλατία και η Ιταλία έπεσαν στα χέρια πέντε-έξι φατριών, τουλάχιστον δέκα οικογένειες συναΊωνίζοvταν για τη διεύρυνση της επιρροής τους μόνο στην :n ριοχή της Αντιόχειας. Τα έσοδα των Ελλήνων τοπικών αρχόντων δεν ξε :τερνούσαν τα όρια της πεΡΙΟΧ11ς τους και η ίδια η πόλη παρέμενε το κέντρο των δραστηριοτήτων τους. Η ελληνική ιδέα της ευεργείας, ο συναγωνισμός των μεγάλων οιχογενειιυν σε έργα για το καλό της κοινότητας, έδειξε να έχει βαθιές ρίζες. Στα μέσα του 50υ αιώνα, αν κάποιος επίσκοπος κατηγορούνταν ως αιρετικός, μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του επικαλούμενος αυτή την παράδοση: τι μπορούσαν να του προσάψουν οι τοπικοί άρχοντες; δεν εί χε ευα,)Ύπήσει την π()λη τους χτίζοντας το υδραγωγείο και τις δημόσιες οτο
έ;: Μια τέτοια εξισορροπημένη ανώτερη τάξη ποτέ δεν έζησε υπό τη σκιά ή υ :τό την απειλή πανίσχυρων γαιοκτημόνων: αποτελούσε αστείρευτη πηγή μορ
q-ωμένων και ευσυνείδητων δημοσίων υπαλλήλων για τις ανάγκες της διοί κησης στην Κωνσταντινούπολη, και σε όλη τη διάρκεια της ύστερης ρωμα"ί κη; περιόδου συνέχισε να διακοσμεί τις πόλεις της με αγάλματα, επιγραφές :If.fiL εκκλησίες, ο πλούτος των οποίων μόλις τώρα αρχίζει να διαφαίνεται α
:ιό τις ανασκαφές στην Τουρκία. Επιπλέον, οι αγρότες της Μικρ6ς Ασίας, της Συρίας και της Αιγύπτου έ
Η Ι-ΣΤΕΡΗ ΡΩΛΙΑϊΚΗ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΙΙ
καλλιεργητές της γης των δυτικών επαρχιών. Τα έσοδα από την πώληση των σιτηρών τους στις πόλεις τούς επέτρεπαν να πληρώνουν το ενοίκιο και τους φόρους τους. Μπορούσαν συνεπώς να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της διοίκησης χωρίς να καταφεύγουν στην προστασία των μεγάλων γαιοκτημό νων. Στα μέσα του 50υ αιώνα, η διαφορετική ατμόσφαιρα των δύο τμημάτων της αυτοκρατορίας ήταν κατά κύριο λόγο αποτέλεσμα του διαφορετικού ρό λου των κατώτερων στρωμάτων. Ενόσω η Γαλατία μαστιζόταν από τις εξε γέρσεις των αγροτών, που πυροδοτούνταν από τη φορολογία και τα υπέρο γκα ενοίκια, οι αγρότες της βόρειας Συρίας είχαν τη δυνατότητα να χτίζουν αξιόλογα πέτρινα σπίτια σε χωριά που σήμερα στεγάζουν λίγσυς μόνο νομά δες οι μικροκαλλιεργητές στην Παλαιστίνη συντηρούσαν ένα υδραυλικό σύ στημα που μεταμόρφωσε τη λίμνη της Γαλιλαίας και τη Νεγκέβ σ' έναν κήπο σπαρμένο με χαρούμενα μωσα'ίκά ' οι αγρότες της Αιγύπτου εξέφραζαν το έ ντονο πνεύμα ανεξαρτησίας και δημιουργικότητάς τους στις μεγάλες μονα στικές κοινότητες της Θηβαϊδας. Η διαφοροποίηση της δυτικής Ευρώπης α πό την ανατολική Μεσόγειο, που αποτελεί και το σημαντικότερο άμεσο κλη ροδότημα του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας, μπορεί να ανιχνευθεί σε τέ τοιες ταπεινές, απτές αντιθέσεις. Σε δύο πόλεις του 40υ και του 50υ αιώνα έγιναν πρόσφατα ανασκαφές στην Όστια (κοντά στη Ρώμη) και στην Έφεσο (στην Τουρκία). Και στις δύο περιπτώσεις μας εντυπωσιάζει η επίμονη παρουσία του αρχαίου κόσμου στην αρχιτεκτονική τους και σε άλλα ίχνη του αστικού τους βίου. Μπορεί τα ψηφι δωτά της Όστιας να δείχνουν το δρόμο προς την τέχνη του μεσαίωνα ' αλλά είναι εξίσου έντονα συνδεδεμένα με την πολύχρωμη παράδοση της Πομπηίας και του Ηρακλείου (Herculaneum) του lου αιώνα. Όπως και για πολλά άλλα φαινόμενα της υστερορωμα"ίκής αυτοκρατορίας, μόνο μια αλλαγή στην οπτι κή γωνία τα κάνει να παρουσιάζονται εντελώς ξεκομμένα από τον κλασικό κόσμο. Οι μελετητές της αρχαιότητας έχουν τόσο πολύ επικεντρώσει το εν διαφέρον τους στον 1 0 αιώνα της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας ώστε, κατά κα νόνα, λησμονούν τη μακρόχρονη, σιωπηλή μεταμόρφωση της κλασικής τέ χνης και των κλασικών μορφών του δημόσιου βίου, που συντελέστηκε στους δύο αιώνες ανάμεσα στον Τρα"ίανό και τον Κωνσταντίνο. Δύο στοιχεία ήρθαν στο φως που δεν θα ήταν δυνατόν να έχουν εμφανι στεί νωρίτερα. Και στις δύο πόλεις βρέθηκε μια σειρά σχηματοποιημένων α γαλμάτων των οποίων τα ασάλευτα χαρακτηριστικά και τα υψωμένα μάτια μαρτυρούν μια νέα ενασχόληση με τον εσωτερικό κόσμο και το υπερφυσικό. Και οι δύο πόλεις έχουν μεγάλες χριστιανικές βασιλικές. Τα στοιχεία αυτά μας υπενθυμίζουν πως, όσο καλά κι αν προσαρμόστηκαν οι άνθρωποι της «Εποχής της Αποκατάστασης» του 40υ αιώνα σε μια νέα πολιτική και κοινω-
ΚΟΙ'(Ω:\Ι\
νική πραγματικότητα, οι κοσμογονικές αλλαγές που έχουν συντελεστε ί στα θέματα θρησκείας και πολιτισμού τους ξεχωρίζουν ριζικά από τον κλασικό κόσμο του 200. Για να κατανοήσουμε αυτές τις αλλαγές, πρέπει να πάμε πί σω στην εποχή του Μάρκου Αυρηλίου ' πρέπει να αγκαλιάσουμε διαφορετι κές περιοχές εμπειρίας πρέπει ακόμα να εξετάσουμε διαφορετικούς τομείς της ρωμα"ίκής κοινωνίας, για να ανιχνεύσουμε τις θρησκευτικές αλλαγές του 20υ, του 30υ και του 40υ αιιονα στους ανθρώπους των γραμμάτων και του; θρησκευτικούς ηγέτες, αλλά και στις ελπίδες και τις ανησυχίες του μέσου αν θρώπου των μεγαλουπόλεων της Μεσογείου.
33 Μια υστερορωμα'ίχή πόλη: η Αντιόχεια τον 40 αιώνα. Λεπτομέρεια από ψηφιδωτό, «Το κυνήγι της Μεγαλοψυχίαρ>
34, 35 ΤΟ νέο ιδίωμα. O� ντόπ�oι τεχνίτες χαι οι πά· τρωνές τους αποδεσμεύθη. καν από τους κλασικούς κανόνες του ωραίου. Προτί· μησαν μια ζωηρότερη. πιο αφαιρετική προσέγγιση της ανθQώπινης μορφής (όπως στα επιτύμβια ψηφιδωτά από την Τabarka, στη βόρεια Αφρική, αριστερά) και εισή γαγαν ένα παραμυθένιο στo�xείo στα γνωστά θέματα της κλασικής μυθολογίας (όπως στο ψηφιδωτό του Ορφέα με τα θηρία,
36 Η νέα Οιάθεση. «-Ηρα τοί); οφθαλμΟύ; μου εί; τά Ορη. 6θεν ii�n i1 βΟΙ1θειά μου».
ΝεχΟΙΥ.ό ποοτοαίτο του 40υ αι(;)να από την ΖαταΥ.όμΒη τη;
VigIla rvIassimo. Ρ(ίψη.
ΙΙ
4
f
ΘΡ Η Σ Κ Ε Ι Α
Η νέα διάθεση: τάσεις της θρησκευτικής σκέψης, περίπου 1 70-300 μ , Χ.
Ο ιστορικός διατρέχει τον κίνδυνο να ξεχάσει ότι οι άνθρωποι τους οποίους εξετάζει περνούν μεγάλο μέρος της ζωής τους κοιμώμενοι ' και ότι όταν κοι μούνται, ονειρεύονται. Πάντως, ένας Έλληνας ρήτορας, ο Αίλιος Αριστείδης ( 1 1 8-80), μας άφησε μια πλήρη περιγραφή των ονείρων του. Τα κατέγραψε με τον τίτλο Ιεροί Λόγοι, μια και κύριο θέμα τους είναι οι εμφανίσεις του θεού Ασκληπιού. Περιλαμβάνουν όνειρα θρησκευτικού τρόμου και έκστασης. Ο Αριστείδης ήταν πεπεισμένος πως είναι ο εκλεκτός του θεού και πως ο εν ε γρηγόρσει βίος του ήταν ένα "θείο δράμα>' που εκτυλισσόταν βήμα βήμα χά ρη στη στοργική φροντίδα του Ασκληπιού. Η περίπτωση του Αριστείδη μάς υπενθυμίζει, αν αυτό είναι απαραίτητο, πως κατά τη μεγάλη άνθηση της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας υπήρχε χώρος για πολλούς τέτοιους εκκεντρικούς: πραγματευόμαστε μια κοινωνία όπου για να τα βγάλει πέρα με τα προβλήματα της ζωής, η πλειονότητα των μορφωμένων ανθρώπων στρεφόταν κατά κανόνα στα μέσα που παρείχε η παραδοσιακή θρησκεία, και όχι στη φιλοσοφία ή την επιστήμη, Θα πρέπει ωστόσο να τονίσουμε ότι η έντονη ονειρική ζωή του Αριστείδη δεν άλλαξε σε τίποτα την απόφασή του να ζήσει τη ζωή ενός επιτυχημένου συντηρητικού, μορφωμένου ανθρώπου: ο Ασκληπιός τον βοηθούσε απλώς να l;επ:ειιάσΗ τις «κρίσεις» που θα μπορούσαν να ανακόψουν την επιτυχή καριέρα Μας είναι γνωστός ως συγγραφέας ενός κλασικού πανηγυρικού για τα IrOΟτεΟήΙλOl:α της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας, και ως δριμύς πολέμιος των χρι IJ[UlV"" "κατοίκων στην Παλαιστίνη που δείχνουν έλλειψη ευλάβειας, όπως περίμενε κανείς, αφού δεν τρέφουν κανένα σεβασμό για όσους είναι καλύαπό τους ίδιους ... Ο Αριστείδης αισθανόταν ριζωμένος σ' έναν παραδοσιακό παγανιστικό ζωής. Τον επόμενο όμως αιώνα έμελλε να επέλθει μια σημαντική αλλα Η πλούσια θρησκευτική ζωή της Μεσογείου, που είχε επιδείξει μια αστεί ικανότητα να αντλεί από το εξωτικό και το εκκεντρικό, αιφνιδίως εγκα τις παραδοσιακές φόρμες στις οποίες ένιωθαν άνετα άνθρωποι σαν Αριστείδη. Ορισμένοι αποπειράθηκαν να επανερμηνεύσουν την πατρογο θρησκεία τους άλλοι πήραν "διαζύγιο από τις πρακτικές του παρελθό-
" 1"ΣΤΕΡΙ·Ι ΡΩ,Ι(Ι Κ Ι Ι
E n A "iA:C:iAl:II
ντος» βαπτιζόμενοι χριστιανοΙ Τα χρόνια από το 170 περίπου έως τον ασπα σμό του χριστιανισμού από τον Κωνσταντίνο το 3 1 2 είναι μια περίοδος έντο νων θρησκευτικών ζυμώσεων. Εμφανίζονται οι πρώτες φιλολογικές μονομα χίες ανάμεσα σε χριστιανούς και μορφωμένους εθνικούς: γύρω στο 168, ο Ε θνικός Κέλσος έγραψε το έργο του Αληθής Λόγος στο οποίο απάντησε αναλυ τικά ο Ωριγένης από την Αλεξάνδρεια το 248. Στα διδασκαλεία τους, γνωστι κοί δάσκαλοι επιχειρούσαν να ψηλαφήσουν τα βάθη της γνώσεως που ενυπήρ χαν στο χριοτιανισμό. ( Γραπτά των γνωστικών, από την περίοδο γύρω στο 170 βρέθηκαν πρόσφατα σε κοπτική μετάφραση στο Nag-Hammadi της Αιγύ πτου.) Οι εθνικοί διοχέτευσαν τις ανησυχίες τους σε μικρές διδακτικές μελέ τες, όπως οι αποκαλύψεις του Αιγυπτίου Ερμή του Τρισμέγιστου. Θα ήταν αφελές να θεωρήσει κανείς τις αλλαγές που μαρτυρούν αυτά τα γραπτά ως δείγμα παρακμής του κλασικού διαφωτισμού και άνθησης της δεισι δαιμονίας. Το στοιχείο που δεσπόζει στην ",,-ιοχή των Αντωνίνων δεν είναι τόσο ο διαφωτισμός όσο η διάχυτη και δραστική δεισιδαιμονία μέσω της οποίας μια εδραιωμένη και επιτυχημένη άρχουσα τάξη πείθει τον εαυτό της πως ζει στον καλύτερο δυνατό κόσμο. Η στάση αυτή αποτυπώνεται στο μότο που εμφανίζε ται συχνά στα νομίσματα του 20υ και του 30υ αιώνα: Providentia deorum - «Οι θεοί προνοούν για μας». «Οι θεοί είναι πάντα εκεί για να φανερώνουν τη δύνα μή τους", έγραφε ο Μάρκος Αυρήλιος. «Μας βοηθούν με τον θαυμαστό τους τρόπο. Μας στέλνουν όνειρα, μας αποκαλύπτουν μυστήρια' μας παρέχουν φάρ μακα που προστατεύουν την υγεία μας και χρησμούς για τις αμφιβολίες μας». Οι καλλιεργημένοι εθνικοί ένιωθαν ακόμα συμφιλιωμένοι με τον κόσμο τους. Σύμφωνα με τους φιλοσόφους, το σύμπαν το κυβερνούσε Ένας Ύψι στος Θεός, άφατος, ανέκφραστος, επομένως «υπεράνω» όλων. Αλλά αυτός ο ένας Θεός είχε πλήρη εκπροσώπηση πάνω στη γη με τη μεσίτευση πλήθους πα ραδοσιακών θεών που θεωρούνταν διακονούντα «πνεύματά Του»: τους διοι κητές των επαρχιών της απέραντης αυτοκρατορίας Του. Ο μέσος άνθρωπος ήταν απόλυτα ευχαριστημένος με αυτές τις οικείες μορφές η περιβολή των κλασικών Ολυμπίων εξακολουθούσε να τους ταιριάζει. Σε καμιά άλλη περίο δο της αρχαιότητας δεν υπήρξε ο μέσος άνθρωπος τόσο σίγουρος για την όψη των κλασικών θεών: τους έβλεπε κανείς παντού τον 20 αιώνα, στην πιο στερε ότυπη και παραδοσιακή τους μορφή - σε αγάλματα μαζικής παραγωγής, σε νομίσματα και σε αγγεία. Υπήρχε διάχυτη η αντίληψη πως αυτοί οι θεοί μεριμνούσαν γενικά για την ανθρωπότητα, και ειδικότερα για συγκεκριμένες πόλεις και ανθρώπους. Η πε ρίπτωση του Αριστείδη είναι ενδεικτική για το πόσο σοβορά ανέμεναν οι άν θρωποι τη θε'ίκή παρέμβαση σε προσωπικό επίπεδο. Σε όλη την έκταση της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας, πόλεις και μεμονωμένα άτομα έδιναν στους παλι ούς θεούς την ευκαιρία να φροντίσουν τους πιστούς τους: ο 20ς αιώνας υ-
ΘΡΙ-ΙΣκει\
Jί
πήρξε μάρτυρας μιας εντυπωσιακής αναβίωσης των παραδοσιακών μαντείων του ελληνικού κόσμου. Οι άνθρωποι εξασφάλιζαν αυτή τη φροντίδα σεβόμενοι ορισμένες τελετές που πίστευαν πως υπήρχαν από καταβολής κόσμου. Η εγκατάλειψη αυτών των τελετών προκαλούσε ανησυχία και μίσος. Οι χριστιανοί γίνονταν στό χος βάναυσων επιθέσεων ε." ειδή τις παραμελούσαν όποτε κάποιος σεισμός, λιμός ή βαρβαρική επιδρομή πρόδιδε την οργή των θεών. Σε γενικές γραμμές, ένα τέτοιο σύστημα πίστης, επέτρεπε στον άνθρωπο να αισθανθεί μέρος ενός σφιχτοδεμένου κόσμου για τον οποίο προνοούσαν οι πανάρχαιοι θεοί. Μπορούσε να είναι σίγουρος ότι αυτό που πάντοτε έκαναν οι γονείς και οι συμπατριώτες του ταίριαζε χωρίς τριβές στον απέραντο πε ριβάλλοντα όγκο ενός τέλειου σύμπαντος. Η παραδοσιακή πίστη στις ενέργει ες τών θεών στον κόσμο παρουσίαζε μια ενιαία και αρραγή ε.,-τιφάνεια. Οι σκέψεις και οι αναζητήσεις της «νέας διάθεσης», μετά το 170 μΧ., της δημι ούργησε ρωγμές. Θα εκτιμήσουμε καλύτερα τη φύση της πνευματικής επανά στασης που καθιστά την ύστερη αρχαιότητα τόσο ξεχωριστή και γόνιμη πε ρίοδο στην ιστορία της αρχαίας Μεσογείου, εξετάζοντας κάποια νέα ζητήμα τα που ευαισθητοποιούσαν τους ανθρώπους της εποχής. Πρώτα απ' όλα, το άτομο άρχισε όλο και πιο έντονα να αισθάνεται πως υπήρχε κάτι μέσα του, που είχε απεριόριστη αξία, αλλά είχε αποκοπεί οδυνη ρά από τον έξω κόσμο. Μετά από γενεές φαινομενικά ικανοποιητικής δημό σιας δραστηριότητας, ήταν σαν να είχε διακοπεί το ρεύμα που συνέδεε τις ε σωτερικές εμπειρίες των ανθρώπων με τον έξω κόσμο. Η θαλπωρή του οικεί ου περιβάλλοντος εξατμίστηκε. Οι παραδοσιακές μέριμνες φαίνονταν τώρα ασήμαντες, αν όχι καταπιεστικές. Ήδη ο Μάρκος Α υρήλιος κοιτάζει τον κό σμο από απόσταση: οι εκστρατείες στον Δούναβη με τις οποίες είχε σώσει την αυτοκρατορία το 1 72-75 και το 1 78-80 του φαίνονται τώρα σαν «κουτά βια που μαλώνουν για ένα κόκαλο». Ο φιλόσοφος Πλωτίνος αναρωτιέται: «"Οταν αποκτώ συνείδηση του εαυτού μου, διερωτώμαι πώς έγινε και έχω σώμα ... από ποια επιδείνωση συνέβη αυτό;» Ο γνωστικός «αφυπνίζεται» για να ανακαλύψει πως η ζωή είναι ένας εφιάλτης «στον οποίο τρέχουμε χωρίς κανείς να ξέρει προς τα πού, ή αλλιώς στεκόμαστε άπραγοι ψάχνοντας ποιος ξέρει ποιον». Ο βαπτισμένος χριστιανός, ως «υιός του Θεού», �ρίσκεται α ντιμέτωπος με έναν κόσμο που τον κυβερνάει ο πρίγκιπας του κακού. Αυτή η αιφνίδια ανακάλυψη αποθεμάτων τελειότητας ή έμπνευσης μέσα στο ίδιο το άτομο συμβάδιζε με την ανάγκη για ένα θεό με τον οποίο μπορούσε κανείς να μείνει μόνος: ένα θεό του οποίου η «αποστολή» παρέμενε επικε ντρωμένη και προσωπική και όχι διασπασμένη σε καλοκάγαθες αλλά βαθύτατα απρόσωπες φροντίδες για όλο το σύμπαν. "Οσοι εξακολουθούσαν να αισθάνο νται ότι απλώς και μόνο οι συμβατικές τους δραστηριότητες χρειάζονταν τη
. ;) 8
Η Υ"ΣΤΕΡΗ PΩ�IAΪKH εΠA"AΣTA�H
θε'ίκή ευλογία ή παρακίνηση δεν συμμερίζονταν τη νέα αυτή ανάγχη: ο Αρι στείδης ένιωθε εντελώς εξαρτημένος από τον Ασχληπιό, αλλά, συμβατιχά σχε πτόμενος, θεωρούσε τον Δία ως τον απόμακρο κυβερνήτη ενός ελληνικότατου πανθέου. Αντίθετα, η νέα διάθεση στόχευε στο κέντρο, μακριά από τις υποδεέ στερες θεότητες της λα'ίχής πίστης - στον Ένα Θεό, ως μορφή κρυφής, ανέκ φραστης δύναμης. Για τους γνωστικούς, λόγου χάρη, ο αγαθός θεός είχε υπάρ ξει πάντοτε εντελώς κρυμμένος, άγνωστος έκανε τώρα μια αναπάντεχη «εμ φάνισψ> για να αποκαλυφθεί, επιτέλους, στον πιστό πίσω από τα δόλια τεχνά σματα ενός διαβολικού κόσμου. Η χαθησυχαστική αρχαία εικονογραφία των μικρότερων θεών, που είχε επικαλύψει τον Ένα Θεό, παραμερίστηκε. Ο χρι στιανός βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με την καταλυτική απλότητα του ενός «Θεού του Σύμπαντος» ' ακόμα χαι για τον σκεπτόμενο παγανιστή οι Ολύμπι οι άρχισαν να φαίνονται κάπως διαφανείς. Το κλασικό προσωπείο δεν ταίρια ζε πια στον σχοτεινό και ανεξιχνίαστο πυρήνα του σύμπαντος. Θα ήταν αφελές να περιγράψει κανείς αυτή την εξέλιξη απλώς ως διεύ ρυνση της ενασχόλησης με τα «υπερχόσμιω>. Κάθε άλλο: η πίστη πως μπο ρούσε κανείς να βρίσχεται σε άμεση επαφή με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον εαυτό του εναρμονιζόταν πλήρως με μια εποχή πολιτικών ζυμώσεων και ε παναστατιχών αλλαγών. Ο παραδοσιακός παγανισμός είχε εκφραστεί μέσα από φόρμες τόσο απρόσωπες όσο το ίδιο το σύμπαν: κινητοποιούσε αισθή ματα για ιερά πράγματα - για αρχαίες τελετές, αγάλματα, μαντεία, μεγάλους προσφιλείς ναούς. Αντιθέτως, η «νέα διάθεση» κινητοποιούσε ανθρώπους απλά άτομα που πίστευαν πως ήταν οι φορείς τεράστιων δυνάμεων. Όλοι ε κείνοι που πράγματι σημάδεψαν τον ρωμα'ίκό κόσμο κατά τη διάρχεια του 30υ και του 40υ αιώνα, πίστευαν πως δρούσαν ως «υπηρέτες» του Θεού ή των θεών, χαι αντλούσαν συνεχώς από το «υπερφυσιχό» την καθοδήγηση για τις ενέργειές τους: εκχλησιαστιχοί οργανωτές όπως ο Κυπριανός, επίσκοπος Καρχηδόνας (248-58) ' μεταρρυθμιστές αυτοχράτορες - όπως ο Αυρηλιανός (270-75) ο εθνιχός, ο Κωνσταντίνος ο χριστιανός, ο Ιουλιανός ο Αποστάτης (36 1 -63) ' ισχυρογνώμονες, μεγαλοφυείς άνδρες όπως ο άγιος Αθανάσιος (περ. 296-373) ΜΙ ο άγιος Αυγουστίνος. Αυτή η αίσθηση μιας επιχείμενης «εμφάνισης» θείας ενέργειας στον εσωτε ριχό χόσμο του ατόμου είχε επαναστατικά αποτελέσματα. Για χιλιάδες ταπει νούς ανθρώπους, άντρες χαι γυναίκες, τα πρότυπα της χλασικής κουλτούρας και οι καθιερωμένοι κανόνες συμπεριφοράς χαλάρωσαν. Το χοινό χαρακτηρι στικό παγανιστικών και χριστιανικών γραπτών της «νέας διάθεσης» είναι το ενδιαφέρον τους για τη «μεταστροφή» στην αχριβέστερη έννοιά της - Θεωρού σαν δηλαδή πως ήταν δυνατό να εμφανιστεί αιφνίδια ο «πραγματιχός», θείος ε αυτός εις βάρος της συνήθους κοινωνιχής ταυτότητας του ατόμου. Ο «αναγεν νημένος» μαθητι)ς του Ερμή του Τρισμέγιστου, ο «πνευματιχός» άνθρωπος των
θΡJ-ΙΣΚΕΙΑ
γνωστικών, ο βαπτισμένος χριστιανός, όλοι αισθάνονταν την ύπαρξη ενός γυά λινου τείχους ανάμεσα στη νέα τους ζωή και το παρελθόν: η νέα τους συμπερι φορά χρωστούσε τα πάντα στον Θεό και τίποτα στην κοινωνία. Η ιδέα της «μεταστροφής» ήταν στενά συνδεδεμένη με την ιδέα της «απο κάλυψης». Α.,τό κοινού, αυτές οι δύο ιδέες προκάλεσαν ρωγμές στο υψηλό τεί χος της κλασικής κουλταύρας. 'Ο μέσος άνθρωπος, με τη «μεταστροφή» του, κέρδιζε τώρα μια ηθική υπεροχή που παλαιότερα ήταν προνόμιο των Ελλή νων και των Ρωμαίων αρχόντων, απότοκο της προσεγμένης αγωγής τους και της σχολαστικής συμμόρφωσής τους προς τα αρχαία πρότυπα. Με την «απο κάλυψψ> ο αμόρφωτος μπορούσε αβίαστα να φτάσει στην καρδιά ζωτικών θε μάτων, χωρίς υψηλό τίμημα, αποφεύγοντας τις επαγγελματικές έχθρες και το βόρος της φιλοσοφικής παράδοσης του 20υ αιώνα. Παγανιστές φιλόσοφοι, που από πολλές απόψεις συμμερίζονταν τις νέες αναζητήσεις, αντιτάχθηκαν με πάθος στους χριστιανούς και στους παγανιστές γνωστικούς που έκαναν χρήση τέτοιων μέσων. Για ένα φιλόσοφο σαν τον Πλωτίνο, η «αποκάλυψη» δεν ήταν απλώς παράλογη: άνοιγε το δρόμο για δεύτερης ποιότητας απομιμή σεις μιας παραδοσιακής ακαδημα'ίκής φιλοσοφικής παιδείας. Ήταν σαν να προσπαθούσαν οι κάτοικοι μιας υπανάπτυκτης χώρας να κατακτήσουν την τεχνολογία ταυ δυτικού πολιτισμού διατεινόμενοι πως έμαθαν πυρηνική φυ σική από τα όνειρα και τους χρησμούς. Για ανθρώπους που ανακάλυψαν εντός τους μια ορισμένη τελειότητα και ένιωθαν ικανοί για μια προσωπική επαφή με τον Ένα Θεό, το πρόβλημα του κακού έπαιρνε τώρα έναν πιο προσωπικό, πιο ριζικό χαρακτήρα. Το να «α τενίζει κανείς τα πράγματα στα σύνολό τους», να αποστασιοποιείται από τις ανθρώπινες δυστυχίες --{Jav να επρόκειτο για λυπηρά τροχαία ατυχήματα στο καλορυθμισμένο οδικό δίκτυο του σύμπαντος- κρινόταν πια ανεπαρκές. Γιατί έτσι έχανε το νόημά της η ένταση των εσωτερικών συναισθηματικών συγκρούσεων. Εξ ου και η σημαντικότερη εξέλιξη αυτών των αιώνων: η ορι στική αναγόρευση των «δαιμόνων» σε ενεργούς δυνάμεις του κακού, ενάντια στις οποίες οι άνθρωποι όφειλαν να παλέψουν. Στη θρησκευτική και πνευμα τική ζωή του ανθρώπου της ύστερης αρχαιότητας διακρίνεται η φορτισμένη ατμόσφαιρα μιας αόρατης μάχης. Το να αμαρτάνεις δεν είναι πια απλώς το να πλανάσαι: είναι το να επιτρέπεις να σε υπερνικήσουν αόρατες δυνάμεις. Το να πλανάσαι δεν είναι το να κάνεις λάθος: είναι το να χειραγωγείσαι ανε πίγνωστα από αόρατες κακοποιούς δυνάμεις. Όσο πιο ένθερμα πίστευαν οι άνθρωποι στις ιδέες τους τόσο πιο ισχυροί τους φαί\'ονταν οι δαίμονες. Για τους χριστιανούς ο παραδοσιακός παγανισμός δεν ήταν έργο ανθρώπων: ή ταν το «όπιο του λαού», που το διοχέτευαν στην ανθρωπότητα οι μη ανθρώ πινοι δαίμονες ένας μάλιστα λόγιος απέδωσε τις κακές κριτικές για το βιβλίο του σε δαιμόνια έμπνευση !
1 1 }·�ΊEPΙl l)Ω.\ΙΛΪKΙ-Ι EΠAXΛ�ΊΛ�IJ
()ο
37 ΤΟ Μεγάλο Ακέφαλο Ον: ένας ισχυρός δαίμονας σε μαγικό πάπυρο.
Π ολλοί μορφωμένοι ήλπιζαν ότι θα έλεγχαν τους δαίμονες μέσα από βιβλία μαγείας. Η κατοχή τέτοιων βιβλίων
ε.ίτέσυρε την ποινή του θανάτου.
Berlin
Papyτus 5026, 40ς αιώνας.
38 Εκδιώκοντας το δαίμονα. Υπακούοντας στην αιφνΙδια δια ταγή ενός αγίου, ο δαίμονας φαί νεται ξεκάθαρα να εΥι<.αταλείπει το θύμα. Ανάγλυφο α.ι-τό την μπρούντζινη πόρτα της εκκλησίας του Αγίου Ζήνωνος, Βερόνα, 120ς αιώνας.
Αλλά αν οι δαίμονες ήταν οι «αστέρες» του θρησκευτικού δράματος της ύ στερης αρχαιότητας, είχαν ανάγκη από έναν ιμπρεσάριο. Και αυτόν τον βρή καν στη χριστιανική εκκλησία. Έξω από το πλαίσιο του χριστ ιανισμού, οι δαίμονες παρέμεναν αμφιλεγόμενοι (κάπως σαν τα φαντάσματα). Τους επικα λούνταν προκειμένου να εξηγηθούν αναπάντεχες και άλογες δυστυχίες ή απο-
ΘΙ'IΙ�KEΙΛ
κλίσεις από συνηθισμένες συμπεριφορές όπως στάσεις, επιδημίες και ανάρμο στες ερωτικές σχέσεις. Η μνεία τους τjταν τόσο συχνή και προξενούσε τόση α νησυχία όσο τα μικρόβια στις μέρες μας. Ο χριστιανισμός, όμως, έφερε τους δαίμονες στο κέντρο της κοσμοθεωρίας του. Η χριστιανική εκκλησία είχε κληρονομήσει, μέσω του ύστερου ιουδαϊσμού, αυτή τη μοιραία προσφορά της ζωροαστρικής Π ερσίας στον κόσμο της Δύσης: την πίστη στον απόλυτο δια χωρισμό του πνευματικού κόσμου σε αγαθές και πονηρές δυνάμεις, σε αγγέ λους και δαίμονες. Για ανθρώπους που ολοένα ανησυχούσαν για το πρόβλη μα του κακού, η χριστιανική στάση απέναντι στους δαίμονες έδινε μια απά ντηση που ανακούφιζε την ανείπωτη ένταση: εστίαζε το άγχος τους στους δαί μονες, προσφέροντας ταυτόχρονα και γιατρικό. Στον Διάβολο αποδίδονταν τεράστιες αλλά αυστηρά χαρτογραφημένες εξουσίες. Ήταν ο καθολικός φορέ ας του κακού στην ανθρωπότητα' αλλά είχε ηττηΘεί από τον Χριστό και μπο ρούσε να διατηρείται υπό έλεγχο από τους εκπροσώπους του στη γη. Οι χρι στιανοί ήταν πεπεισμένοι ότι στη γη απλώς «καθάριζαν» τα υπολείμματα μιας μάχης που είχε ήδη κερδηθεί για λογαριασμό τους στον Ουρανό. Οι μο ναχοί αντιμετώπιζαν του; δαίμονες με τη χαρούμενη ανησυχία των μικρών παιδιών που ε.ι-τισκέ.J-ττoνται λιοντάρια στον ζωολογικό κήπο· και οι χριστια νοί επίσκοποι στρώΘηκαν στη δουλειά με την ορμητική έξαψη πολλών επανα στατών - Βρίσκονταν αντιμέτωποι με μια διαβολικά οργανωμένη κοινωνία που ήταν βεβαίως φοΒερή και Βλαβερή, αλλά και κούφια, καταδικασμένη να καταστραφεί. Έτσι παρ' όλους τους αξιόπιστους κοινωνικούς και πολιτιστι κούς λόγους που μπορεί να προβάλει ο ιστορικός για την εξάπλωση της χρι στιανικής εκκλησίας, το γεγονός παραμένει πως σε ολόκληρη τη χριστιανική φιλολογία από την Καινή Διαθήκη και εξής η πρόοδος των χριστιανών ιερα ποστόλων οφείλεται κυρίως στην ικανότητά τους να αποκαλύπτουν τη χρεο κοπία των αόρατων εχθρών του ανθρώπου, των δαιμόνων, μέσα από εξορκι σμούς και θαύματα ίασης. Τίποτα δεν είναι πιο αποκαλυπτικό για το ζωηρό, πολεμικό κλίμα που διαμορφώθηκε τον 30 αιώνα, από το ρόλο που ανατέθηκε στους δαίμονες. Ταυτίζονταν σε κάθε περίπτωση αρρώστιας και δυστυχίας με παρείσακτα κακοποιά στοιχεία. Αλλά η παρουσία τους δεν βάραινε τον άνθρωπο της ύ στερης αρχαιότητας όσο πιστεύουμε συνήθως κι αυτό γιατί μπορούσαν με α κρίβεια να «απομονωθούν» και να εκδιωχθούν. Σε αρρώστιες, για παράδειγ μα, ο άγιος άνθρωπος μπορούσε να «δει» το δαίμονα στο ανθρώπινο κορμί και να τον αποδιώξει, συχνά μάλιστα με τη συγκεκριμένη μορφή κάποιου ζώ ου - ενός ποντικού, φιδιού ή πτηνού. Έτσι συντελέστηκε μια από τις πιο βα Οιές και μυστηριιΙ,δεις αλλαγές στη στάση των ανθρώπων απέναντι στον εαυ τό τους. Την εποχή των Αντωνίνων βρίσκουμε πολλούς ανθηρούς φιλάσΘε νου;: ο Αίλιος ΑQιστείδης διαρκώς επωφελούνταν από την κακή Ίου υγεία ·
·
(',2
Η \'ΣΤΕΡΗ ΡΩΜΛϊκlι ΕΠΛΧΑΣΤΛΣlΙ
και ο γιατρός Γαληνός (περ. 12 9-99) ήταν ο πνευματικός ηγέτης της ρωμα'ί κής κοινωνίας. Η υποχονδρία τους είναι ένα περίεργο και ανησυχητικό σύ μπτωμα ' αλλά εκφραζόταν σύμφωνα με τις παραδοσιακές απόψεις της ελλη νικής ιατρικής - οι άνθρωποι εστίαζαν τα άγχη τους στην ανισορροπία των «χυμών» μέσα στο ίδιο τους το σώμα. Οι άνθρωποι των επόμενων γενεών θα αρνούνταν ότι η αρρώστια προερχόταν από τους ίδιους: η άμυνα απέναντι στις επιθέσεις των δαιμόνων τους απασχολούσε πολύ περισσότερο από τις διαταραχές της σωματικής τους υγείας. Σε γενικές γραμμές η «νέα διάθεσψ> ενίσχυσε στον κόσμο την ανάγκη να προασπίσει την ταυτότητά του ορίζοντας επακριβώς τα όριά της. Οι άνθρω ποι δεν βολεύονταν στο πλαίσιο των κοινοτήτων τους και ένιωθαν εκτός τό που στον φυσικό κόσμο. Στέκονταν απόμακροι, μόνοι με τον Ένα Θεό τους. Με τη μεταστροφή τους, με την αποδοχή της αποκάλυψης, αποδεσμεύτηκαν από το ίδιο τους το παρελθόν και από τα πιστεύω της μεγάλης πλειοψηφίας των συνανθρώπων τους. Επάνδρωναν τα οδοφράγματα σε μια αόρατη μάχη με τους δαίμονες. Το αποτέλεσμα ήταν πως το άτομο έφτασε να αισθάνεται περισσότερο από ποτέ ότι έπρεπε να επιβιώσει σε έναν άλλο, καλύτερο κό σμο. Ο 30ς αιώνας γνώρισε την εξάπλωση θρησκευτικών ομάδων που ισχυρί ζονταν ότι τα μέλη τους, τα οποία υπεράσπιζαν με πάθος τη νεοαποκτηθείσα αίσθηση της μοναδικότητάς τους σ' αυτό τον κόσμο, θα απολάμβαναν τη νί κη και την ηρεμία στον επόμενο. Ο μύστης του Μίθρα, για παράδειγμα, ήταν οπλισμένος κατά των δαιμόνων οι οποίοι ενδέχετο να προσβάλουν την ψυχή του καθώς θα ανέβαινε προς τον Παράδεισο μετά το θάνατο, μέσω της ήρε μης λάμψης του Γαλαξία. Οι τοιχογραφίες στις χριστιανικές κατακόμβες εκ φράζουν παρόμοιες ιδέες. Με το βάπτισμα ο πιστός αποσοβούσε τους κινδύ νους αυτού του κόσμου: ταυτιζόταν με τον Δανιήλ, που στέκεται ειρηνεμέ νος, με ανοιχτά τα χέρια σε προσευχή, στο μέσο του λάκκου των λεόντων. Μετά το θάνατο έχαιρε μιας θείας «αναψύξεως» r efriger i u m με τον ίδιο τρόπο που ο Ιωνάς είχε αναπαυθεί κάποτε από την οδυνηρή ζέστη της ημέ ρας στη δροσιά μιας κληματαριάς. Το πιο κρίσιμο όριο στον κόσμο της ύστερης αρχαιότητας ήταν εκείνο που ετίθετο μετά το θάνατο. Το αόρατο χάσμα ανάμεσα στους « λυτρωμένους» και τους «καταραμένους» έστεκε σαν βαθιά τάφρος γύρω από τις μικρές ομάδες παγανιστών και χριστιανών που κατάφεραν να δημιουργήσουν μια θέση για τον εαυτό τους εις βάρος της καθιερωμένης δημόσιας λατρείας. Η εποχή των Αντωνίνων γνώρισε τη σύγκλιση αυτών των σχέψεων. Εκεί ο φείλεται άλλωστε και η παράδοξη μορφή της. Διαβάζοντας τη φιλολογία της παραδοσιακής ανώτερης τάξης μπορούμε να συμφωνήσουμε με τον Gibbon: «αν καλούνταν κάποιος να κατονομάσει εκείνη την περίοδο στην ιστορία του κόσμου κατά την οποία το ανθρώπινο γένος υπήρξε πιο ευτυχισμένο και ευη-
-
03
ΘΡΗΣΚΕΙΛ
3 9 Θαύματα ίασης. Γ ια τον μέσο άνθρωπο. ο Χ ριστός ήταν θαυματουργός. Ακόμα και οι παγανιστές τον σέβο
νταν ως φοβερό μάγο. Λεπτομέρεια από ιταλιχό ελεφάντινο δίπτυχο,
450-60 μΧ
μερούσε, θα μπσρσύσε χωρίς δισταγμό να επιλέξει τα χρόνια ανάμεσα στο θά νατο του Δομιτιανού και την άνοδο του Κομμόδου» - διότι εδώ ο Gibbon υιο θετούσε την κρίση που πρόβαλλε μια ομάδα αυτής της εποχής για τον εαυτό της. Ποτέ δεν είχε εξαπλωθεί τόσο μακριά στη δυτική Ευρώπη η παραδοσιακή αστική ζωή. Στον ελληνικό κόσμο μια νέα αυτοπεποίθηση έβρισκε έκφραση σε μια ρομαντική αναγέννηση της κλασικής παιδείας και θρησκείας. Οι άνθρωποι αισθάνονταν ακόμα άνετα στις πόλεις τους. Οι ήρωες της εποχής δεν ήταν άγι οι: ήταν οι «σοφιστές» - ρήτορες που έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη ζωή των πό λεων. Ο πλέον επιφανής καθηγητής ρητορικής στη Ρώμη έπαιρνε 100.000 ση στερτίους το χρόνο. Την ίδια ακριβώς εποχή, ένας χριστιανός επίσκοπος στη Ρώμη έπαιρνε μόνο 7.000 σηστερτίους το χρόνο. Η μικρή ομάδα του έμοιαζε ασήμαντη κά τω από το επιβλητικό οικοδόμημα του κλασικού δημόσιου βίου· ο επίσκοπος ήταν ένας ακατανόητος πρόσφυγας σε μια μεγάλη πόλη, σαν τον Καρλ Μαρξ στο βικτωριανό Λονδίνο. Αλλά ήδη μπορεί κανείς να διακρίνει για ποιο λό γο, τον επόμενο αιώνα, ο χριστιανός επίσκοπος θα αναδυθεί από τη λήθη: γιατί απέναντι σε έναν παραδοσιακό αστέρα της ρητορικής είχε ξεπηδήσει τώρα στη Ρώμη μια ντουζίνα διδασκαλείων από αμφισβητίες. Υπήρχε η κα θαυτό χριστιανική Εκκλησία· οι πυρήνες του γνωστικού Βαλεντίνου, «τα παιδιά της κατανόησης της καρδιάς,, · η κατανυκτική ατμόσφαιρα της αίθου σας διδασκαλίας των μαθητών του Ερμή του Τρισμέγιστου. Στο επόμενο κε φάλαιο θα δούμε για ποιους λόγους ένας κόσμος ταπεινών ανθρώπων, που
Η }'�ΊΈPll
Ι>Ω�ΙΛΪ KH ι,;nA"Λ�TA�ll
προετοιμαζόταν στα κρυφά σε τέτοιες μικρές κυψέλες, μπόρεσε να βγει στο κέντρο της σκηνής με τη μορφή της οργανωμένης χριστιανικής Εκκλησίας, ό ταν ο φανταχτερός δημόσιος βίος των πόλεων χτυπήθηκε από την παγωνιά των έχταχτων συνθηΧών μετά το 240.
40 Η εικονογραφία της μετά θάνατον
ζωής. Η ανάπαυση
του Ιωνά στη σκιά της κολοκυθιάς (πρβλ. το μοιρολόι στον
Κυμβελίνο του
Σαίξπηρ [ιν, ίί. 259
χ.ε.) «Μη φοβάσαι πια τη ζέστη του
ήλιου»). Φύλλο χρυ σού πάνω σε γυαλί, 40ς αιώνας.
4 1 Ο θάνατος δεν
ήταν μόνο ανάJίαυ ση. Ήταν επίσης ευτυχής απόδραση από τους χινδύνου αυτού του κόσμου αλλά χαι του επό
μενου' εδώ η Vibia οδηγείται από έναν χαλό άγγελο σε ουράνιο συμπόσιο . Τοιχογραφία του 40υ aιιίJvα από τον
παγανιστικό τάφο της Vibia, Ρ
43 Οι θρησκευτικοί ηγέτες. Αυτή η τοιχογραφία του 20υ αιώνα από τη Δούρα-Ευρωπό απεικονίζει τη γοητεία της Ανατολής στο πρόσωπο κάποιου Πέρση ιερέα. Ο Ζωροάστρης εθεωρείτο ένας (l}-τό τους σοφούς του κλασικού κόσμου. και η «περσική φιλοσοφία» συνέχισε να ελκύει ακόμα και ακραιφνείς Έλληνες στοχαστές όπως ο Πλωτίνος.
42 (επάνω) Ο φι λόσοφος και ο προσευχόμενος προσήλυτός του. Ως πνευματικός οδηγός, ο «άνθρω πος των γραμμά των» μπορούσε ακόμα να σώζει ψυχές. Από σαρκο φάγο στη Santa Maria Anriqua.
Ρώμη.
44 Το διδασκαλεί
ον. Εδώ ο δάσκα λος είναι μόνος με τη μικρή ομάδα των μαθητών του. Τοιχογραφία του 40υ αιώνα, από την κατακόμβη της Via Latiηa, Ρώμη.
5 Η κρίση των πόλεων: η άνοδος του χριστιανισμού, περίπου 200-300 μ . χ . Λίγες φορές έχει επιδείξει το ένα μιοό του κόσμου τέτοια παγερή αδιαφορία για τη ζωή του άλλου μιοού όσο στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία τον 20 αιώνα. Η Ρώμη, όπως θα έλεγε κάποτε και ο Disraeli για τη βικτωριανή Αγγλία. απαρ τιζόταν από «δύο έθνψ>. Οι παραδοσιακές κυρίαρχες τάξεις ήταν υπερήφα νες που είχαν διατηρήσει τις αρχαίες ιδιαιτερότητες των πόλεών τους. Οι Αθηναίοι, για παράδειγμα, ολοκλήρωσαν το ναό του Ολυμπίου Διός με την προτροπή του αυτοκράτορα Αδριανού, με μια καθυοτέρηση μόλις 638 χρό νων! Χρησιμοποίησαν πολυδάπανους, περιττούς συνδέσμους αρμογής για να αντιγράψουν με ακρίβεια τα κτίσματα του Sου αιώνα. Οι αριστοκρατίες των ελληνικών πόλεων διατηρούσαν επιμελώς τις τοπικές τελετές τους και το ιερατείο τους ως εχέγγυα της πολιτιστικής ταυτότητάς τους. Θεωρούσαν τον ρωμα'ίκό κόσμο ένα μωσα'ίκό ξεχωριστών πόλεων και φυλών. Το γενικό τερο κλίμα της εποχής υπογράμμιζε την εύθραυστη γειτνίαση τοπικών πα τριωτισμών: οι ελληνικές πόλεις έκοψαν σειρές από νομίσματα, τιμώντας η καθεμιά τον δικό της θεό' και μια πόλη της Αφρικής απέδωσε συνοπτικά αυ τή τη διάθεση σε μια επιγραφή - «Περισσότερη εξουσία στη γενέτειρα! » Από την άλλη μεριά, την ίδια ακριβώς εποχή, ένας νεαρός σπουδαστής, ο Τατιανός, μπορούσε να διασχίσει τη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία από το ανατολι κό, συριακό άκρο της μέχρι τη Ρώμη μιλώντας συνεχώς ελληνικά και συμμετέ χοντας σε μια ομοιόμορφη, ελληνική φιλοσοφική κουλτούρα. Επέστρεψε στην πόλη του δυσαρεστημένος - και χριστιανός. Ο έντονος τοπικισμός των πόλε ων της αυτοκρατορίας τον είχε καταπλήξει. Η καθεμιά είχε τους δικούς της νόμους και τη δική της κλειστή ολιγαρχία. « Θα έπρεπε να υπάρχει ενιαίος νο μοθετικός κώδικας για ολόκληρη την ανθρωπότητα», έγραφε, <<και ενιαία πο λιτική οργάνωσψ>. Ο Τατιανός εξέφραζε την εμπειρία χιλιάδων κατοίκων της αυτοκρατο ρίας - μια εμπειρία εκ διαμέτρου αντίθετη με εκείνη των κυρίαρχων τάξεων. Για τους καλλιεργημένους Ρωμαίους και Έλληνες άρχοντες η ειρήνη της αυτο κρατορίας σήμανε μια ευκαιρία ενδυνάμωσης των τοπικών, πατρώων εθίμων. Για τους ταπεινότερους σήμανε ευρύτερους ορίζοντες και πρωτόγνωρες ευ καιρίες για ταξίδια ' σήμανε την εξάλειψη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων μέσα από το εμπόριο και τη μετανάστευση και την εξασθένηση των παλαιών δια χωριστικών γραμμών μπροστά στον νέο πλούτο και τα νέα κριτήρια κοινω νικής διάκρισης. Στη ρωμα'ίκή αυτοκρατσρία, βαθμιαία, οι κατώτερες τάξεις έχασαν εκείνη την αίσθηση παράδοσης και τοπικής αφοσίωσης στην οποία στηριζόταν η άρχουσα τάξη τους. Ενώ οι ελληνικές πόλεις στα παράλια της Μικράς Ασίας υπερηφανεύονταν
45 Ο χριστιανισμός μέσα από τα μάτια κάποιου παγανιστή, Ένα σταυρωμένο γα'ίδoiιρι με την επιγραφή «[Ο] Αλεξάμενος σέβετε Θεό», Graffiιo (χάραγμα) του 20υ αιώνα,
(;8
Ι-Ι )'ΣΊΈΡΙ-Ι ΡΩΜΑϊκl-ι ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
για τη διατήρηση των τοπικών χαρακτηριστικών τους (ακόμα και των τοπι κών ερίδων τους!) από τον 50 αιώνα π.χ., οι κάτοικοι της ενδοχώρας - στη Φρυγία, στη Βιθυνία, στην Καππαδοκία- είχαν εισέλθει σ' ένα νέο κόσμο. Οι έμποροί τους βρίσκονταν διαρκώς σε κίνηση αναζητώντας ευκαιρίες στις υπα νάπτυκτες περιοχές της δυτικής Ευρώπης, μένοντας μάλιστα, συχνά, μακριά από τις γενέτειρές τους. Ένας έμJτορος από τη Φρυγία, για παράδειγμα, είχε ε πισκεφθεί τη Ρώμη εβδομήντα δύο φορές στη ζωή του. Σ ' αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους που αποκόπηκαν από τις ρίζες τους και την παλιά τους ζωή έβρισκαν ανταπόκριση οι ανήσυχες σκέψεις των θρη σκευτικών ηγετών στα τέλη του 20υ αιώνα. Ο επιτυχημένος επιχειρηματίας, ο απελεύθερος διοικητής, η γυναίκα, της οποίας η κοινωνική θέση και η παιδεία είχαν βελτιωθεί σταδιακά, δεν αισθάνονταν πια πολίτες της οικείας τους πό λης αλλά «πολίτες του κόσμου» ' και απ' ό,τι φαίνεται, πολλοί έβρισκαν αυτό τον κόσμο μοναχικό και απρόσωπο. Ανάμεσα σε τέτοιους ανθρώπους βρί σκουμε τους χριστιανούς. Το 200 οι χριστιανικές κοινότητες δεν ήταν πλέον ομάδες «ταπεινών και καταφρονεμένων» ' στρατολογούσαν από τα μικρομε σαία στρώματα και από τους ευυπόληπτους τεχνίτες των αστικών κέντρων. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν στερημένοι. Είχαν αδράξει νέες ευκαιρίες και α πολάμβαναν μια σχετική ευμάρεια: έπρεπε όμως να επινοήσουν τρόπους για να αντιμετωπίσουν την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα της νέας θέσης τους.
46, 4 7 Η ομάδα. Μικρά, σεμνά δείπνα ήταν συνηθισμένο χαρακτηριστικό της ζωής στην αρχαιότητα. Οι οικογένειες ανέκαθεν έτρωγαν κοντά στους τάφους των νεκρών 0U"ιΎενών" έτσι, τρώγοντας μαζί, παγανιστές ή χριστια νοί πιστοί επιβεβαίωναν τους δεσμούς τους ως μέλη της ίδιας θρησΚΕυτικής οικογένειας. Τοιχογραφίες του 30υ αιώνα από την κατακόμβη των Αγίων nέτροu και Μαρκελλίνου και την κατακόμβη της
Pιiscil1a, Ρώμη.
θΡΗΣΚΕΙΑ
69
Ένα από τα στσιχεία πσυ γοητεύουν το μελετητή της ρωμα"ίκής αυτοκρα τορίας είναι ότι διακρίνει καθαρά ορισμένους τρόπους με τους οποίους α πλοί, έντιμοι άνθρωποι προσπάθησαν να ρυθμίσουν τη συμπεριφορά τους, να επιλέξουν τα αντικείμενα της λατρείας τους, να δημιουργήσουν ανθρώπι νες σχέσεις σε πόλεις που είχαν γίνει πιο κοσμοπολίτικες, πιο απρόσωπες, ε κεί όπου τα παλαιά ορόσημα είχαν πια ξεθωριάσει. Η εξάπλωση των ανατολικών θρησκευτικών ομάδων στη δυτική Ευρώπη, λόγου χάρη, είναι ένα από τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά του lου και του 20υ αιώνα. Αυτές οι ομάδες αναπτύχθηκαν γιατί έδιναν στο μετανάστη, και αργότερα στους κατά τόπους πιστούς, μια αίσθηση συμμετοχής και αφοσίω σης που δεν του της παρείχαν οι δημόσιες λειτουργίες της πόλης του. Είναι συγκινητικές οι μαρτυρίες για την αυθόρμητη άνθηση μικρών λεσχών από εύ πορους-φτωχούς. Όσο ζούσε, συνέτρωγε κανείς με τα άλλα μέλη και όταν πέ θαινε τον ενταφίαζαν και τον θυμούνταν. Και με έναν άλλο, πιο αδέξιο τρό πο, ο πολλαπλασιασμός εγχειριδίων αστρολογίας ή βιβλίων για τα όνειρα και τη μαγεία μαρτυρεί την εναγώνια ανάγκη ενός νέου κοινού μισομορφωμένων
ίΟ
Ι-Ι Υ'ΣΊΈI'I-1 I'Ω�lιlϊ K I -l ε ΠΙΙΝΙΙΣΤΙΙΣI-l
ανθρώπων να ασκήσει κάποιον έλεγχο σε μια ζωή της οποίας ο ρυθμός είχε επιταχυνθεί. Από την άλλη μεριά, οι αντιλήψεις των ανώτερων τάξεων του ρωμα-ίκού κόσμου έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με την εμπειρία των πιο εύπορων πληβεί ων των πόλεων_ Η φιλοσοφική παιδεία του ελληνικού κόσμου είχε διαδοθεί ευρύτατα- αλλά ακρ4Jώς την ίδια εποχή, οι ελληνικές ανώτερες τάξεις ε'Γ,ιατέ λειπαν μια ευέλικτη, ζωντανή γλώσσα, την κοινή, που υπήρξε η lingua franca ολόκληρης της Ανατολής, για χάρη ενός αρχα"ίκού αττικού ιδιώματος που μπορούσε να μιληθεί μόνο από μια υποδειγματικά μορφωμένη ελίτ. Ένας ρή τορας της εποχής, όταν ρωτήθηκε πώς έπρεπε να τιμωρηθεί ένας κακοποιός, απάντησε: « Κάντε τον να μάθει απέξω τους αρχαίους κλασικούς, όπως πρέ πει να κάνω εγώ». Η ελίτ λοιπόν όρθωνε γύρω από την κουλτούρα της ένα ψηλό τείχος, αποκλείοντας έτσι συνειδητά ένα πνευματικά ανήσυχο προλετα ριάτο. Η γνωστική και ερμητική φιλολογία δείχνει πόσο έντονη ήταν η επιθυ μία του μέσου ανθρώπου να οικειοποιηθεί την ελληνική φιλοσοφική παιδεία, για να επιλύσει τα πιεστικά του προβλήματα: και, όταν αδυνατούσε να την πάρει από τους δασκάλους, απευθυνόταν στους θρησκευτικούς ηγέτες, στο στόμα των οποίων οι κοινοί τόποι των διδασκαλείων λάμβαναν την εντυπω σιακή μορφή μιας άμεσης και αυθόρμητης «αποκάλυψης»_ Ήδη ορισμένοι συγγραφείς ατένιζαν από το ύψΟς της κλασικής παιδείας τους αυτό τον κό σμο που συνωθούνταν γύρω τους. Ο Γαληνός (που, ενδεικτικά, διαπίστωνε πως ο επαγγελματικός του χώρος είχε κατακλυστεί από ενθουσιώδεις αμα θείς) παρατηρούσε ότι οι χριστιανοί κατάφερναν με τον δικό τους τρόπο, μέ σα από απλο'ίκές παραβολές και εντολές, να ζουν σύμφωνα με τις υψηλότερες αρχές της αρχαίας ηθικής. Οι χριστιανοί Απολογητές επαίρονταν γι' αυτό α κριβώς το επίτευγμα. Ο Πλάτων, έλεγαν, είχε σερβίρει καλό φαγητό με περίτε χνα καρυκεύματα, αλλά οι Απόστολοι μαγείρευαν για τα πλήθη στα οποία πα ρείχαν ένα θρεπτικό συσσίτιο. Το κοινωνικό ρεύμα των μισομορφωμένων στον ρωμα'ίκό κόσμο ευνοούσε τους Απολογητές, όχι τον Γαληνό. Το νέο κοι νό είχε απομακρυνθεί από τους υψηλούς πλατωνικούς διαλόγους και είχε στραφεί σε πιο εύληπτα πράγματα που του προμήθευαν απλο'ί>ωί φιλόσοφοι όπως ο Ε.Jτίκτητος και τα εγχειρίδια με πυθαγόρεια αποφθέγματα. Οι εύποροι πληβείοι έγιναν μάλιστα και πάτρωνες μιας νέας τέχνης, απε λευΘερωμένης από τους περιορισμούς των κλασικών προτύπων της αγοράς και των ναών. Ήταν μια τέχνη που μετέδιδε μηνύματα: σχηματικά, με αδρές γραμμές, με τυποποιημένες στάσεις γεμάτες νόημα, τα πρόσωπα των εικονι ζόμενων μορφών στρέφονταν προς το θεατή ώστε να είναι πλήρως αναγνω ρίσιμα. Όπως τόσα άλλα στοιχεία από τη θρησκεία και τον πολιτισμό της ύ στερης αρχαιότητας, έτσι και η ξεχωριστή τεχνοτροπία της τέχνης του 40υ αιώνα δεν συνιστούσε ένα εντελώς νέο ξεκίνημα: είχε τις ρίζες της σε μια
7Ι
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
κουλτούρα που επωαζόταν στην αφάνεια τους δύο προηγούμενους αιώνες α πό ταπεινούς ανθρώπους που ζούσαν ακόμα στη σκιά κλειστών αριστοκρα τιών. Η άνοδος του χριστιανισμού δεν μπορεί να απομονωθεί από τις κοινωνι κές αλλαγές που περιγράψαμε ώς εδώ. Η εξάπλωσή του δεν ήταν μια σταδια κή, αναπότρεπτη διαδικασία που άρχισε με τον άγισ Παύλο και τερματίστηκε με τη μεταστροφή του Κωνσταντίνου το 3 12 Η εξάπλωση του χριστιανισμού κατά τον 30 αιώνα ήταν εντυπωσιακή επειδή ήταν εντελώς αναπάντεχη. Αιφ νιδίως η χριστιανική εκκλησία έγινε μια υπολογίσιμη δύναμη στις πόλεις της Μεσογείου. Η σοβαρότητα των μέτρων που ελήφθησαν εναντίον της εκκλη σίας ως σώματος και όχι απλώς εναντίον μεμονωμένων χριστιανών, στους διωγμούς του 257 και μετά το 303, δείχνει πως κάτι έλειπε από τη ζωή της ρω μα"ίκής πόλης και πως αυτό το κενό απειλούσε να το καλύψει ο χριστιανι σμός. Το σημείο στο οποίο η χριστιανική εκκλησία διέφερε από τις άλλες ανατο λικές λατρείες -γιατί σε πολλά άλλα τούς έμοιαζε- ήταν η έλλειψη ανοχής για τον έξω κόσμο. Οι λατρείες αυτές ήταν αποκλειστικές και συχνά αποτελού σαν το αυστηρό προνόμιο των ξένων· αλλά ποτέ δεν ήρθαν σε ρήξη με τις πα ραδοσιακές λατρευτικές συνήθειες της κοινωνίας γύρω τους. Ποτέ δεν ωφελή θηκαν από τη δημοσιότητα των περιοδικών διωγμών. Παρόλο που παρείχαν ειδικά μέσα για τη σωτηρία στον άλλο κόσμο, τη θέση των πιστών τους σε αυ τόν εδώ τη θεωρούσαν δεδομένη. Αντιθέτως, η χριστιανική εκκλησία προσέφε ρε έναν τρόπο ζωής για τον εδώ κόσμο. Η περίπλοκη διάρθρωση της εκκλη σιαστικής ιεραρχίας, η αίσθηση ότι ανήκεις σε μια ξεχωριστή ομάδα με αυστη ρά καθορισμένες συνήθειες και αυξανόμενους πόρους προξενούσαν ιδιαίτερη αίσθηση στις γεμάτες αβεβαιότητα γενιές του 30υ αιώνα. Σπάνια έχει καταφέ .
ρει μια μειονότητα να εκμεταλλευθεί τόσο επιδέξια την ανασφάλεια μιας κοι νωνίας όσο οι χριστιανοί. Παρέμεναν μια μικρή ομάδα: αλλά κατάφεραν να γίνουν ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι χριστιανοί ιεραπόστολοι σημείωσαν τις μεγαλύτερες προόδους σε ε κείνες ακριβώς τις περιοχές της ρωμα·ίκής κοινωνίας που ήταν περισσότερο ρευστές. Τα φυτώρια της Εκκλησίας ήταν οι ανέγγιχτες νέες επαρχίες στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σε επαρχίε ς όπως η Λυκαονία, η άφιξη του ελ ληνικού πολιτισμού σχεδόν συνέπεσε με την άφιξη του Αποστόλου Παύλου. Ο θρησκευτικός ηγέτης Μαρκίων, ο οποίος συνεισέφερε στη χριστιανική κοι νότητα της Ρώμη ς γύρω στους 200.000 σηστερτίους, ήταν συγκαιρινός και συμπατριώτης του εμπόρου εκείνου από τη Φρυγία που είχε κάνει αυτό το τα ξίδι εβδομήντα δύο φορές. Μέρος της γοητείας που ασκεί μια θρησκευτική κίνηση είναι το ότι μπορεί ώς ένα βαθμό να προηγείται των κοινωνικών εξελίξεων. Σε μια μικρή ομάδα,
72
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑϊΚΗ ΕΠΑ'ιΑΣΤΑΣΗ
«μεταξύ αδελφών», αναπτύσσονταν σχέσεις που στην ευρύτερη κοινωνία επι τυγχάνονταν με τίμημα τη σύγκρουση και την αβεβαιότητα. Ως μέλος μιας εκ κλησίας, ο χριστιανός ήταν σε θέση να κόψει μερικούς από τους πιο ε.,-τώδυ νους γόρδιους δεσμούς της κοινωνικής ζωής. Μπορούσε, για παράδειγμα, να γίνει ριζοσπάστης κοσμοπολίτης. Η φιλολογία του, τα πιστεύω του, η τέχνη και το λεξιλόγιό του ήταν εξαιρετικά ομοιόμορφα, είτε ζούσε στη Ρώμη είτε στο Λούγδουνο (Λυών), στην Καρχηδόνα ή στη Σμύρνη. Οι χριστιανοί ήταν πεπειομένοι μετανάστες, ιδεολογικά ξεριζωμένοι (deracines), διαζευγμένοι α πό το περιβάλλον τους από μια πίστη που ήξεραν πως τη μοιράζονταν με μι κρές τέτοιες ομάδες σε όλη την έκταση της αυτοκρατορίας. Σε μια εποχή ό που οι παραδοσιακοί τοπικοί φραγμοί κατέρρεαν, οι χριστιανοί είχαν ήδη φτάσει να αυτοαποκαλούνται <<μη έθνος» . Η εκκλησία κήρυσσε στους κόλπους της την ισότητα. Μια ομάδα στην ο ποία δεν υπήρχε «ούτε δούλος ούτε ελεύθερος» πιθανόν φάνταζε ουτοπική ή ανατρεπτική σε έναν αριστοκράτη. Αλλά σε μια εποχή που τα σύνορα ανάμε σα στον επιτυχημένο απελεύθερο και τον ξεπεσμένο (declasse) συγκλητικό δεν ήταν πλέον τόσο ευδιάκριτα, μια θρησκευτική ομάδα μπορούσε να κάνει το τελειωτικό βήμα και να τα αγνοήσει. Η χριστιανική κοινότητα της Ρώμης στις αρχές του 30υ αιώνα ήταν ένας χώρος όπου συνέβαιναν τέτοιες παρατυ πίες και ήταν μάλιστα ανεκτές: η εκκλησία της περιλάμβανε έναν ισχυρό απε λεύθερο αρχιθαλαμηπόλο του αυτοκράτορα· ο επίσκοπός της ήταν ο πρώην δούλος αυτού του απελεύθερου· προστατευόταν από την ερωμένη του αυτο κράτορα και ενισχυόταν από κυρίες της αριστοκρατίας. Για ανθρώπους των οποίων η σύγχυση απέρρεε ώς ένα βαθμό από το αί σθημα πως δεν ανήκαν πλέον στο γνώριμό τους περιβάλλον, η χριστιανική εκκλησία προσέφερε ένα δραστικό πείραμα κοινωνικής συμβίωσης που αντι στάθμιζε την ανασφάλεια και τους κινδύνους της αποκοπής από το παρελ θόν και τους γειτονικούς δεσμούς. Αυτή η έντονη αίσθηση της θρησκευτικής κοινότητας ήταν κληρονομιά του ιουδα"ίσμού. Κι αυτή ήταν που έσωσε τη χριστιανική εκκλησία. Επειδή έβλεπε τον εαυτό της ως « το αληθινό Ισραήλ», η χριστιανική κοινότητα μπόρεσε να παραμείνει ριζωμένη σε κάθε πόλη στην οποία ιδρύθηκε, σαν την πεταλίδα που μένει προσκολλημένη στο βράχο όταν υποχωρούν τα νερά. Π ρος τα τέλη του 30υ αιώνα, οι δημόσιες θρησκευτικές τελετές στις πόλεις περιορίστηκαν· η εξάρθρωση του εμπορίου στέρησε τις ανατολικές θΡΗCn{είες από τους μετα νάστες οπαδούς τους αλλά ο χριστιανός επίσκοπος παρέμεινε, με μια σταθε ρή κοινότητα κι ένα μακρόχρονο παρελθόν πίσω του, για να δρέψει τους καρ πούς του στις πόλεις. Ο πλούτος των τοπικών αρχόντων δεν μειώθηκε από την κρίση του τέλους του 30υ αιώνα. Διοχετεύτηκε όμως αλλού: χρηματικά ποσά που τον προηγού-
θΡI-IΣΚΕΙλ
73
μενο αιώνα ξοδεύονταν για δημόοια έργα στις πόλεις, τώρα επενδύονταν σε πιο ιδιωτικές ασχολίες και πιο εγωιστικές μορφές κοινωνικής αναγνώρισης. Φυσικά, επηρεάστηκαν και οι θεοί απ' αυτή την αλλαγή της κοινωνικής ζωής_ Τον 20 αιώνα ο δημόσιος συναγωνισμός τροφοδοτούσε μια πληθώρα θρη σκευτικών δραστηριοτήτων - τελετές, λιτανείες, αφιερώσεις αγαλμάτων και ναών_ Αντίθετα, ο τρόπος ζωής στην ύστερη αρχαιότητα ήταν πολύ πιο ξεκά θαρα προσωπικός και κατά συνέπεια πιο κοσμικός ένας άρχοντας μπορεί να ξόδευε απλόχερα, αλλά προσέφερε θεάματα και παρελάσεις για να υπογραμ μίσει την προσωπική του ισχύ (potentia) - δεν τον ενδιέφερε πια να υποστηρί ξει δραστηριότητες της κοινότητας, όπως οι θρησκευτικές γιορτές. Δεν είναι λοlJtόν περίεργο που οι πληθωρικές επιγραφές προς τιμήν των παραδοσια κών θεών εξέλlJtαν μετά το 250. Έξαφνα, η χριστιανική κοινότητα έγινε πόλος έλξης για όσους ένιωθαν ε γκαταλελειμμένοι. Σε μια εποχή πληθωρισμού, οι χριστιανοί έκαναν επενδύ σεις σημαντικών ποσών σε ανθρώπινο δυναμικό- σε μια εποχή αυξανόμενης σκληρότητας το θάρρος των χριστιανών μαρτύρων ήταν εντυπωσιακό ' σε δη μόσιες καταστάσεις ανάγκης, όπως μια επιδημία ή μια στάση, τα μέλη του κλήρου αποδεικνύονταν η μόνη συγκροτημένη ομάδα στην πόλη που μπο ρούσε να θάψει τους νεκρούς και να οργανώσει τον επισιτισμό. Το 250 στη Ρώμη, η εκκλησία συντηρούσε 1 .500 φτωχούς και χήρες. Οι εκκλησίες της Ρώμης και της Καρχηδόνας έστειλαν στην Αφρική και στην Καππαδοκία με γάλα ποσά για να απελευθερώσουν χριστιανούς αιχμαλώτους μετά τις βαρ βαρικές επιδρομές του 254 και του 256. Δύο γενιές πρωτύτερα, όταν αντιμε τώπιζε ανάλογα προβλήματα μετά από επιδρομή, το κράτος της Ρώμης είχε νίψει τας χείρας του για τους φτωχούς επαρχιώτες: οι δικηγόροι δήλωναν πως ακόμα και Ρωμαίοι πολίτες θα έπρεπε να παραμείνουν δούλοι εκείνων των ιδιωτών που τους αγόρασαν από τους βαρβάρους. Πολύ απλά, το να εί ναι κανείς χριστιανός το 250 σήμαινε αποτελεσματικότερη προστασία από τους συνανθρώπους του από το να είναι civis romanus. Αλλά τον πραγματικό βαθμό της κρίσης των πόλεων δεν τον δίνει η απήχη ση που βρήκαν κάποιες εντυπωσιακές δημόσιες χειρονομίες της χριστιανικής εκκλησίας. Αυτό που έκανε πράγματι την εκκλησία να ξεχωρίσει, και αύξησε τη δημοτικότητά της, ήταν η αυστηρή εσωστρέφεια του βίου της. Η εκκλησία δεν σκόρπιζε τα ελέη της σε όλους, αδιακρίτως: ό,τι συνέλεγε η χριστιανική κοινότητα, το παρουσίαζε ο επίσκοπος στον Θεό ως ειδική «θυσία» της ομά δας. (Η «θυσία» της ελεημοσύνης ήταν εξίσου σημαντικό μέρος του θυσιαστι κού αφιερώματος των χριστιανών όσο και η Ευχαριστία - πράγμα που δήλω νε μια ριζική απομάκρυνση από τα παγανιστικά έθιμα.) Ευλογημένος με αυτό τον τρόπο, ο πλούτος της κοινότητας επέστρεφε αποκλειστικά στα μέλη της ως μέρος της αγαθής φροντίδας του Θεού προς τον εκλεκτό λαό Του.
. 74
ιι ητεμΗ ρωιΑίΚΗ EΠAXAΣTA�H
Ούτε η χριστιανική προπαγάνδα απευθυνόταν σε όλους, αδιακρίτως. Οι χριστιανοί δεν υιοθέτησαν το χώρο της αγοράς για το κήρυγμά τους όπως οι κυνικοί φιλόσοφοι. Αντίθετα, τα υποψήφια μέλη εξετάζονταν εξονυχιστικά ' προετοιμάζονταν σιγά σιγά για τη μύηση ' και μετά τη μύηση ένα τρομερό σύ στημα ποινών τούς θύμιζε συνεχώς το φοβερό χάσμα που χώριζε τους ανή κοντες από τους μη ανήκοντες στη θρησκευτική ομάδα. Στα μέσα του 30υ αιώνα ένας μορφωμένος Ρωμαίος, ο Κυπριανός από την Καρχηδόνα, μπορούσε απλώς να χαθεί μέσα σ' αυτό τον εξωτικό και αυ τοδύναμο κόσμο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, από το 248 έως το 258, τα αφιέρωσε σε οργανωτικές και διπλωματικές προσπάθειες για τη διατήρη ση της χριστιανικής «φράξιας» στην Καρχηδόνα. Η έλξη του χριστιανισμού εξακολουθούσε να στηρίζεται στη ριζοσπαστική κοινοτική δραστηριότητά του: στρατολογούσε πιστούς διότι επέτρεπε στο άτομο να εγκαταλείψει έναν ευρύ, απρόσωπο κόσμο για να ενταχθεί σε μια κοινότητα σε μικρογραφία, της οποίας οι απαιτήσεις και οι σχέσεις ήταν ξεκάθαρες. Η χριστιανική εκκλησία είχε την πλήρη ανοχή των κρατικών αρχών από το 260 έως το 302. Αυτή η «Μικρή Ειρήνη της Εκκλησίας», όπως θα δούμε παρα κάτω (κεφ. νπ), στάθηκε καθοριστική για τη μελλοντική εξέλιξη του χριστια νισμού στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Όσο για τους αυτοκράτορες, ήταν υπερ βολικά απασχολημένοι με τα σύνορα ώστε να ενδιαφερθούν για τους χριστια νούς. Αυτό δείχνει πόσο μακριά από την καρδιά του κλασικού κόσμου βρί σκονταν ο Ρήνος και ο Δούναβης για μια ολόκληρη γενιά, Οι αυτοκράτορες και οι σύμβουλοί τους γύρισαν την πλάτη τους σ' αυτά που συνέβαιναν στις πόλεις της Μεσογείου. Όταν ο Διοκλητιανός εγκαταστάθηκε εντέλει στο πα λάτι του στη Νικομήδεια το 287, από το παράθυρό του μπορούσε να αγνα ντεύει μια βασιλική των χριστιανών στον απέναντι λόφο. Η ρωμα'ίκή αυτο κρατορία είχε επιβιώσει' αλλά σ' αυτή τη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία ο χριστιανι σμός είχε εγκατασταθεί για τα καλά. 48 Η τέχνη των ταπεινών. Ένα απλό
μήνυμα: μια γυναίκα προσεύι:εται, τα περιστέρια φέρουν κλάδο ελαίας. σύμβολο της ειρήνης. Χάραγμα πάνω σε τάφο, από τις κατακόμβες.
49 Ο φιλόσοφος. «Ακόμα και οι Χόρες των ματιιόν του ήταν "πτερωτές'" έφερε μακριά Υι.ρίζα γενειάδα ' με δοοχολία άντεχε κανείς το έντονο βλέμμα του». Αυτή η περιγραφή του φιλοσόφου που τό σο επηρέασε τον Ιουλιανό τον Αποστάτη ταιριάζει σ' αυτό το πορτραίτο από την Έφεσο, 50ς αιιόνας.
6 Οι τελευταίοι Έλληνες: φιλοσοφία και παγανισμός, περίπου 260-360 μ . χ. Το 268, μια πολεμική ορδή Ερούλων από το σύνορο του Δούναβη λεηλάτησε την Αθήνα. Τους απώθησαν οι ίδιοι οι κάτοικοι της Αττικής, έχοντας επικε φαλής τον ιστορικό Δέξιππο (άκμασε 253-76). Η ζωή ξαναπήρε το ρυθμό της σε μια κατεστραμμένη πόλη. Η περίφημη Αγορά έστεκε ερημωμένη ' πρόχειρα τείχη περιέβαλαν την Ακρόπολη. Και όμως ο Δέξιππος δεν αναφέρει το επει σόδιο στη δημόσια επιγραφή του: γι' αυτόν εκείνο που μετρούσε ήταν το ότι γιόρτασε σύμφωνα με την παράδοση τα Παναθήναια. Στα μέσα του 40υ αιώ να η Αθήνα ήταν και πάλι μια ανθηρή πανεπιστημιούπολη. Όταν την επισκέ φθηκε ως σπουδαστής, ο νεαρός πρίγκιπας Ιουλιανός διαπίστωσε πως η με λέτη της φιλοσοφίας είχε ξανακαλύψει όλη την Ελλάδα σαν περιοδική πλημ μύρα του Νείλου. Ενάμιση αιώνα μετά τον Ιουλιανό, όταν οι χριστιανοί διήρπασαν τα αγάλματα του Παρθενώνα, ο φιλόσοφος Πρόκλος (41 1 -85) ο νειρεύτηκε πως η θεά Αθηνά στεκόταν δίπλα του και τη ρωτούσε αν «θα ήθε λε να βρει καταφύγιο στο σπιτικό του». Η ιστορία των Αθηνών φωτίζει μια σημαντική όψη του πολιτισμού της ύ στερης αρχαιότητας. Στην περίοδο αυτή η πεισματική επιβίωση παλαιών στοιχείων, η ανασύνταξη παραδοσιακών δυνάμεων και η εκ νέου ανακάλυψη του παρελθόντος είναι στοιχεία εξίσου σημαντικά με τις ριζοσπαστικές αλ λαγές που μόλις περιγράψαμε. Οι μελλοντικές εποχές θα όφειλαν πολλά τό σο στις αναβιώσεις όσο και στις καινοτομίες της ύστερης αρχαιότητας. Τον 30 αιώνα, η ιντελιγκέντσια του ελληνικού κόσμου ζούσε μία προστα τευμένη ζωή. Κατά την όξυνση της οικονομικής κρίσης, γύρω στο 260, ο φι λόσοφος Πλωτίνος είχε εγκατασταθεί ανενόχλητος σε μια έπαυλη στην Κα μπανία, υπό την προστασία Ρωμαίων συγκλητικών' και οι μαθητές του έφτα ναν από την Αίγυπτο, τη Συρία και την Αραβία. Αργότερα, κατά τον 40 και τον 50 αιώνα, παγανιστές φιλόσοφοι και ρήτορες ευδοκιμούσαν στις παρα λιακές πόλεις του Αιγαίου που ζούσαν ακόμα με την ανάμνηση της Ελλάδας. Όπως και στην περίπτωση των αριστοκρατών γαιοκτημόνων βρίσκουμε εδώ έναν κόσμο με μακρόχρονες παραδόσεις που άλλαζε βραδύτατα και ανασυ ντασσόταν χωρίς να αποκόβεται από το παρελθόν του. Αυτοί οι άνθρωποι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους ,(Ελληνες» και τα πιστεύω τους «ελληνισμό». Είχαν ανορθώσει το απειλούμενο προπύργιο της αυθεντικής ελληνικής σοφίας. Στα τέλη του 30υ αιώνα είχαν απωθήσει για τα καλά αυτόν το βάρβαρο επιδρομέα του πνεύματος - το γνωστικισμό. Ο ζοφε ρός, πλαστός πλατωνισμός των γνωστικών είχε βρει απήχηση σε διανοούμε νους μιας προηγούμενης γενιάς αλλά αντί να γίνουν ακόμα πιο απαισιόδο ξοι και να απορρίψουν ριζικότερα τον φυσικό κόσμο, οι άνθρωποι του τέ-
50 Η επιβίωση των θεών. Ένα βυζαντινό ημερολόγιο εικονίζει το σύμπαν που κυβερνά ται από τον Θεό Ήλιο, ο οποίος φέρει διάδη μα, και κρατάει τη σφαίρα του κόσμου. Όλες οι θείες δυνάμεις εκκινούν ακτινωτά από αυτό το κέντρο, διαπερνώντας τους πλανήτες και τον ζωδιακό Χ'υκλο σε μια ευ�oλoνόητη διαδοχή, για να επηρεάσουν τις ανθρώπινες υποθέσεις. Για τΟν αστρονόμο του Μεσαίωνα, όπως και για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Αποστάτη, ο ήλιος παρέμενε ο «Βασιλεύς». Μικρογραφία από το βατικανό χειρόγραφο της ΑστΡΟΥομίας του Πτολεμαί ου [Μαθηματική Σύνταξις=ΑΙmagesι], μεταξύ 8 1 3 και 820.
ί8
Η Ι'ΣΤΕΡΙ-Ι ΡΩΜΑϊΚΗ ΕΠΑ:<λΣΤΑΣΙ-Ι
λους του 30υ αιώνα αποτίναξαν αυτή τη σκοτεινή διάθεση και δεν ξαναγύρι σαν να κοιτάξουν πίσω τους. Η ήττα του γνωστικισμού στους κύκλους της διανόησης είναι ένα εντυπωσιακό παράδειγμα της ικανότητας της αριστο κρατικής κουλτούρας κατά την ύστερη αρχαιότητα να αναχαιτίσει ένα κίνη μα που έναν αιώνα νωρίτερα φαινόταν να οδηγεί στην πλήρη «προδοοία των διανοουμένων» (!rahison des clercs). ·Εως τα τέλη του 60υ αιώνα, ένας ευρύς κύκλος «Ελλήνων» πρόβαλε αντί σταση σ' αυτή τη «βάρβαρη θεοσοφία» - το χριστιανισμό. Ενδεικτικό του γοήτρου αυτού του κύκλου είναι πως, στον ελληνικό κόσμο, «·Ελληνας» σή μαινε «παγανιστής». Εδώ υπάρχει κάτι το παράδοξο: στον ελληνικό κόσμο, ο Κωνσταντίνος είχε εκχριστιανίσει εξ ολοκλήρου τον κρατικό μηχανισμό. Τον 40 αιώνα η ανατολική αυτοκρατορία ήταν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό μια «χριστιανική αυτοκρατορία» απ' ό,ΤΙ η δυτική. Και όμως, ο παγανιομός επιβίωσε στην πολιτιστική ζωή της ανατολικής αυτοκρατορίας για πολύ με γαλύτερο διάστημα απ' ό,τι στη Δύση: «·Ελληνες» που έχαιραν μεγάλου σε βασμού συντήρηοαν την πανεπιστημιακή ζωή της Αθήνας, της Αλεξάνδρειας και αμέτρητων άλλων μικρότερων κέντρων μέχρι τα χρόνια της αραβικής κα τάκτησης. Στην περιοχή της Χαρράν (Κάρραι), έξω από την Έδεσσα (σημερι νή Ούρφα, ανατολική Τουρκία), παγανιστές γαιοκτήμονες έμειναν ανενόχλη τοι ώς τον 1 00 αιώνα. Είχαν οικειοποιηθεί τις εικασίες χαι τις ανησυχίες της ύστερης περιόδου της ελληνικής σκέψης. Αποτελούσαν μια εκπληκτική όαση «ελληνισμού», λατρεύοντας μια τριάδα Θε"ίκών Πνευμάτων που ονομάζονταν «Σωκράτης, Πλάτων και Αριστοτέλης»· πίστευαν πως ο Κωνσταντίνος ήταν ένας λεπρός, ο οποίος, με πανουργία, είχε μετατρέψει το χριστιανισμό σε μια απομίμηση του ρωμα"ίκού πολυθε"ίσμού · ήταν πεπεισμένοι ότι η άνοδος του χριστιανισμού είχε σημάνει το τέλος της ελληνικής επιστήμης. Αυτοί οι «Έλληνες» μας εντυπωσιάζουν διότι, ενώ ήταν ανοιχτοί στις πνευματικές ζυμώσεις των καιρών τους, στρέφονται στις αρχαίες μεθόδους για να αντιμετωπίσουν σύγχρονα προβλήματα. Η ήρεμη πίστη τους σε μια διαρκώς εξελισσόμενη παράδοση που ξεκινούσε από τον Πλάτωνα αποτελούσε πιθανόν την πισ καθησυχαστική όψη του πολιτισμού της ύστερης αρχαιότητας. Γιατί πολλές είναι εκείνες οι κλασικές και φωτισμένες κοινωνίες που έχουν καταρρεύσει κάτω από το βάρος της ίδιας της παράδοσής τους αφήνοντας στους άμεσους διαδόχους τους μόνο αγχώδεις και εφιαλτικές μνήμες. Το ότι αυτό δεν συνέβη στη ρωμα·ίκή αυτοκρατορία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αναγέννηση των «Ελλήνων» και στο διάλογό τους με τη νέα πνευματική ηγεσία των χριστιανών. Ο Πλωτίνος, αν και εξαιρετικός ως στοχαστής, είναι ένα τυπικό δείγμα αυτών των «Ελλήνων» . Αιγύπτιος, γεννημένος σε μια μικρή επαρχιακή πόλη γύρω στο 205, είχε ασχοληθεί σοβαρά με το γνωστικισμό. Είχε τον ίδιο δάσκα-
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ί9
λο με το χριστιανό Ωριγένη. ε,-ιιχείρησε να εξιχνιάσει την εξωτική φιλοσοφία των Περσών και των Ινδών. Μόνο αργότερα, και με αυξανόμενη ηρεμία, βυθί στηκε στην αρχαία διαλεκτική του Πλάτωνα. Τα γραπτά του έχουν τη γοητεία ενός ανήσυχου, επίμονου ανθρώπου που βρήκε το δρόμο του μέσα από σκλη ρή, λογική πειθαρχία στη γλυκύτητα και στη διαύγεια της ωριμότητάς του. Οι μαθητές του εξακολουθούσαν να του θέτουν τα αγωνιώδη ερωτήματα της προηγούμενης γενιάς: πώς και γιατί ενώθηκε η ψυχή με το σώμα; Αλλά ο Πλωτίνος δεν έδινε έτοιμες απαντήσεις: επέμενε να αναλύει το θέμα διεξοδι κά, <ψε τον ελληνικό τρόπο» - με εξαντλητικές διαλεκτικές έρευνες στηριγμέ νες στα γραπτά του Πλάτωνα. Οπως εκείνος, έτσι και οι οπαδοί του επάνδρωσαν τη θρησκευτική μεθό ριο της εποχής τους. Ο Πορφύριος από την Τύρο (περ. 232-303) επέκρινε δρι μύτατα και εμπεριστατωμένα τις χριστιανικές Γραφές: οι κριτικές του παρα τηρήσεις δεν ξεπεράστηκαν παρά από την Κριτική του Ι 90υ αιώνα. Ο νεότε ρος συνάδελφος του Πορφύριου, ο Ιάμβλιχος από την Απάμεια (πέθανε γύρω στο 330), δίδαξε μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων νέων. Οπως πολλοί καθηγητές, τότε και τώρα, εμφανιζόταν πρόθυμα ως μυσταγωγός χρησιμοποιούσε την ε ξοργιστική ευφράδεια του δημοφιλούς δασκάλου που σκορπάει φανταχτε ρούς αντιθρησκευτικούς αφορισμούς. Ομως, σε μια εποχή που ο Κωνσταντί νος συγκέντρωνε γύρω του μια χριστιανική αυλή, ο Ιάμβλιχος διαβεβαίωνε μία γενιά Ελλήνων αριστοκρατών πως οι παραδοσιακές τους πεποιθήσεις ή ταν απολύτως συμβατές με τον πιο υψηλό πλατωνισμό. Κατάφερε να εκδικη θεί τον Κωνσταντίνο. Ο τελευταίος εκπρόσωπος της οικογένειας του Κων σταντίνου, ο προικισμένος ανιψιός του Ιουλιανός, μετεστράφη από το χρι στιανισμό στον «ελληνισμό» από τους μαθητές του Ιάμβλιχου. Ο Ιουλιανός ο «Αποστάτης» , έγινε αυτοκράτορας από το 36 Ι έως το 363. Και ενάμιση αιώνα μετά την επικράτηση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρα τορίας, ο φιλόσοφος Πρόκλος έγραφε με το ύφος της ηρεμίας που ακολουθεί την καταιγίδα προσωπικούς ύμνους προς τους αρχαίους θεούς και ένα έργο (Στοιχείωσι ς θεολσΥικη') ολωσδιόλου παγανιστικό. Οι «Έλληνες» δημιούργησαν την κλασική γλώσσα της φιλοσοφίας του πρώι μου Μεσαίωνα της οποίας η χριστιανική, η εβρα·ίκή και η ισλαμική σκέψη, ώς τον 120 αιώνα, δεν είναι παρά αποδόσεις στην καθομιλουμένη. Οταν οι ουμανι στές της Αναγέννησης ανακάλυψαν και πάλι τον Πλάτωνα, εκείνο που προκάλε σε τον ενθουσιασμό τους δεν ήταν ο Πλάτων των σημερινών κλασικών φιλολό γων αλλά ο ζωντανός Πλάτων των θρησκευτικών στοχαστών της ύστερης αρχαι ότητας. Με δυο λόγια, πίστευαν πως μέσα από τον Πλάτωνα και την πνευματική πειθαρχία των ελληνικών πανεπιστημίων είχαν βρει έναν τρόπο να αποφεύ γουν τις εντάσεις, να κρατούν σταθερά ένα τεντωμένο σχοινί, εκεί που πιο
. 80
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΛIΑϊΚΗ EΠΛNΛΣTΛ�H
ριζοσπαστικοί στοχαστές και πιο επαναστατικά κινήματα γύρω τους το εί χαν τραβήξει τόσο που είχε σπάσει. Υπογράμμιζαν πως ήταν δυνατόν, μέσω της λογικής σκέψης, να αντιληφθεί κανείς τον εσώτερο σύνδεσμο ανάμεσα στα επίπεδα του ορατού κόσμου και την πηγή τους στον Ένα Θεό. Μπορού σε, δηλαδή, να «αγγίξει» κανείς με τη σκέψη το περιεκτικό κέντρο το οποίο γινόταν αισθητό μέσα από την ομορφιά όλων των ορατών πραγμάτων. Για να χρησιμοποιήσουμε μια απλή εικόνα, έβλεπαν τον κόσμο και τη σχέση του με τον Θεό σαν ένα γιο-γιο που ανεβοκατέβαινε γοργά πάνω σε μια κλωστή. Γι' αυτούς, οι γνωστικοί είχαν κόψει αυτή την κλωστή: γιατί οι γνωστικοί υ ποστήριζαν πως δεν υπήρχε κανένας σύνδεσμος ανάμεσα στο σύμπαν και τον αγαθό Θεό, ανάμεσα στον εσώτερο άνθρωπο και τον εξωτερικό του κό σμο, ανάμεσα στο σώμα του και την ψυχή του. Από την άλλη, οι χριστιανοί δεν είχαν αφήσει το γιο-γιο να ξετυλιχτεί: είχαν εστιάσει την προσοχή τους στον Ένα Θεό ' η λάμψη του ακατέργαστου μονοθε"ίσμού τους έσβηνε τις πο λύχρωμες εκφάνσεις των ορατών και των αόρατων θεοτήτων μέσα από τις ο ποίες η ομορφιά του Ενός έφτανε, κατ' ανάγκην, στα μάτια των θνητών. Η υπηρεσία που προσέφερε ο Π λωτίνος στους συγχρόνους του και στους διαδόχους του ήταν ότι υπογράμμισε το σύνδεσμο ανάμεσα στο ορατό και το αόρατο, -ανάμεσα σ' έναν άρρητο εσωτερικό κόσμο και τη συγκροτημένη έκ φρασή του στον εξωτερικό κόσμο-, καθώς επίσης και τη δυνατότητα των φυ σικών πραγμάτων να φορτιστούν με νόημα από την ψυχή. Δύο χριστιανοί των οποίων η σκέψη κυριάρχησε στο Μεσαίωνα, ο άγιος Αυγουστίνος στη Δύση και ο άγνωστος συγγραφέας του έργου Ουράνιες ιεραρχίες (μετέπειτα γνωστός ως «Ψευδο-Διονύσιος») που έγραφε στην Ανατολή γύρω στο 500, ο φείλουν ε� ίσoυ πολλά στην ιοορροπία που υποστήριξε με πάθος ο Π λωτίνος. Για έναν πλατωνιστή, η σχέση ανάμεσα στο σώμα και Τη\' ψυχή ήταν μια μικρογραφία του δύσκολου προβλήματος της σχέσης του Θεού με το σύμπαν. Η απάντηση του Πλωτίνου είναι χαρακτηριστική. Αποφάνθηκε πως το να έ χει κανείς σώμα δεν ήταν μεγαλύτερη «αμαρτία» από το να δημιουργεί σκιά. Πράγματι, το σώμα ήταν ένα όμορφο όργανο μέσα από το οποίο αναζητούσε έκφραση η ψυχή: ο άνθρωπος πρέπει να φροντίζει και να γυμνάζει το σώμα του, όπως ο μουσικός κρατάει τη λύρα του κουρδισμένη. Πρόκειται για ένα λεπτό, ευαίσθητο ιδεώδες, κάθε άλλο παρά ασκητικό. Μπορούμε να καταλά βουμε καλύτερα τι εννοούσε ο Πλωτίνος αν στραφούμε προ; την τέχνη που υποστήριζε η γενιά των ακροατών του. Η τέχνη αυτή δεν είναι του «άλλου κόσμου» ' είναι του «ένδον κόσμου» . Χωρίς να εγκαταλείπεται η χάρη και η ατομικότητα του σώματος, εκείνο που τονίζεται στα πορτραίτα της ύστερης αυτοκρατορίας είναι οι θύρες μέσω των οποίων περνάει κανείς κατευθείαν από το σώμα στο πνεύμα του ανθρώπου. Η έμφαση βρίσκεται στα μάτια. Μας καθηλώνουν με το βλέμμα τους αποκαλύπτοντας μια εσωτερική ζωή
81
(-J l'I E ΚΕΙΛ
(
---�-)
.
., ι ,.. , �" ,
5 / Η δύναμη των ματιών. Ομηρικοί ήρωες που συζητούν, OJίό εικονογράφηση της Ιλιάδας του 60υ αι(JJva μ.Χ.: μιλούν ο ένας στον άλλο με τα μάτια, τα οποία στις εικόνες αυτής της Εποχης στρέφονται προς τα «έξω)) για να μιλήσουν κατευ θείαν στον πιστό.
κρυμμένη σ ' ένα φορτισμένο σύννεφο σάρκας. Η ύστερη αρχαιότητα είναι μια εποχή συναρπαστικών πορτραίτων. Δεν είναι περίεργο ότι εκείνος που μας έδωσε την πρώτη και μία από τις σημαντικότερες «αυτοπροσωπογραφίες» είναι ένας άνθρωπος αυτής της ε ποχής: στις αυτοβιογραφικές Εξομολογήσεις ( Confessίones) του Αγίου Αυ γουστίνου, που γράφηκαν το 397, ο πιο ιδιοφυής Λατίνος αναγνώστης του Πλωτίνου μεταστοιχείωσε το απρόσωπο πνευματικό πάθος του παλαιού δι δασκάλου στην πρώτη αληθινή «αυτοπροσωπογραφία» της ευρωπα"ίκής λο· γοτεχνίας. Ο Πλωτίνος και ο Αυγουστίνος αντιπροσωπεύουν ένα ωiό τα ρεύματα της πλατωνικής αναβίωσης στην ύστερη αρχαιότητα - εκείνο που πλησιάζει περισσότερο τον νεότερο άνθρωπο. Όμως για τους συγχρόνους τους, και για τον κόσμο ώς τον 1 70 αιώνα, ένα εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό του πλα τωνισμού ήταν η στάση του σχετικά με τη θέση του ανθρώπου στο σύμ.1ταν. Στα γραπτά των «Ελλήνων», οι άνθρωποι ξανάΒρισχαν τη χαμένη αίσθηση οικειότητας με τον κόσμο που τους περιέβαλλε. Οι μαύρες εικασίες των γνωστικών, ο χριστιανικός μονοθε"ίσμός και ο ύ στερος χριστιανικός ασχητισμός απειλούσαν τον άνθρωπο με τη μοναξιά ενός
Μ Ι Α Ε Π Ο Χ Η Π ΟΡΤΡΑΙΤΩΝ
52 Το πορτραίτο εξελίχθηκε κατά τον 30
και τον 40 αιώνα ώστε να χρησιμεύει και ως προσωπικό ενθύμιο: (αριστερά) πορτραίτο ενός φίλου. Ο Ευσέβιος. «η γλυ-,(ια ψυ-ι.Ψ> (ΑΝΙΜΑ DULCΙS). Φύλλο χρυσού πάνω σε γυαλί, 40ς αιώνας.
(δεξιά) Φιλόσοφοι από την Ακηλυία και την Αθήνα: σοβαρές, ιερατικές απεικονίσεις του «πνευματικού ανθρ<οπου»,
55, 56
53, 54 Ο αυτοκράτορας Δέκιος και ο φιλόσοφος Δογμάτιος: εκφραστικη. ρεαλιστική απεικόνιση δημόσιων ανδρών κατά 10 ρωμα"ίχό πρότυπο.
ΘΡΙΕκεΙλ
83
κόσμσυ στερημένου νοήματος. Για τους φιλοσόφους της ύστερης αρχαιότητας, ο κόσμος ήταν, ομολογουμένως, μυστηριώδης. Ατένιζαν την ομορφιά του με σκέψεις θλιβερές, σαν το τελευταίο, εύθραυστο φως ενός ήλιου που έχει δύσει προ πολλού. Αλλά αυτός ο κόσμος, αν και μυστηριώδης, ήταν γεμάτος νόημα: ήταν ένα σημάδι α.Jτό τον Θεό. Τους κληρονομημένους μύθους μπορούσαν οι φιλόσοφοι να τους δεχτούν σαν σημάδια (σαν να είχαν κληρονομήσει οι σημε ρινοί πυρηνικοί φυσικοί από το παρελθόν - αντί να τα φτιάξουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους- τα α3τλο·ίκά δισδ ιάστατα σκίτσα της τροχιάς των νετρονίων και των πρωτονίων που, για τον αοτλό άνθρωπο, συνοψίζουν καίριες αλήθειες για Ίον φυσικό κόσμο). Απέναντι στην κενότητα της «πνευματικής λατρείας» των χριστιανών μέσα στις κρύες βασιλικές τους, οι παγανιστές φιλόσοφοι α ντιπαρέθεταν την «ψυχική φόρτισψ> της παραδοσιακής θυσίας, όπου ο καιόμε νος βωμός μετέτρε.JΙε το θυσιαστικό αφιέρωμα σε μια a.,-τλή, δ ιάφονη, υψού μενη φλόγα. Η λαχτάρα για οικειότητα μέσα σε ένα αχανές σύ μπαν εκφράζεται με την επανάληψη των όρων που χρησιμοποίησαν οι νεοπλατωνικοί για να αποδώ σουν τη συγγένεια του Ενός Θεού με τις άπειρες εκφάνσεις του ορατο ύ κό σμου: υπογράμμιζαν την «αλυσίδα» των όντων, τη «συνύ φανση», την «ανάμι ξψ> που συνέδεαν τον άνθρωπο μ ε την Επιj)λητικιi πηγή του. "Όλα τα πλάσ μα-
81,
Ι-Ι Y�TEI'I-I 1·'ωIΑϊκι-ι ΕΠΛΝΑ:':Τλ:':ΙΙ
τα ανταποκρίνονταν ο' αυτό το αόρατο κέντρο, όπως τα άνθη του λωτού α νοίγουν τα πέταλά τους στον ήλιο που ανεβαίνει otq στερέωμα_ Κατά τον 40 αιώνα τέτοιες ιδέες θεωρούνταν το πιο υψηλό ε,,-τίτεUΓμα και η μόνη ελπίδα όλων των πολιτισμένων στοχαστών της ρωμα"ίκής αυτοκρατο ρίας_ Τις συμμερίζσνταν χαι οι χριστιανοί στο βαθμό που θεωρούσαν τους ε αυτούς τους πολιτισμένους_ Στη Δύση, όπου η πνευματική ζωή ήταν σπασμω δική και στερημένη από τα γερά στηρίγματα ενός παγανιστικού πανε,,-τιστημια κού περιβάλλοντος, οι χριστιανοί στοχαστές έγιναν οι σχεδόν αδιαμφισβήτη τοι κληρονόμοι του Πλωτίνου: χριστιανοί, όπως ο Μάριος Βικτωρίνος στα μέσα του 40υ αιώνα, ο Αμβρόσιος, ο Αυγουστίνος, και αργότερα ο Βοήθιος (περ_ 480-524), αποτέλεσαν τις γέφυρες ανάμεσα στην ελληνική φιλοσοφία και τον λατινικό Μεσαίωνα_ Ακόμα και στην Ανατολή, παγανιστές δάσκαλοι προ σέφεραν απλόχερα τις γνώσεις τους τόσο σε χριστιανούς όσο και στους δι κούς τους: μια τυπική ήρεμη μετάβαση από τα διδασκαλεία των φιλοσόφων στη θέση του επισκόπου βρίω<ουμε στην περίπτωση του Συνεσίου, επισκόπου Πτολεμαίδος από το 4 1 0 έως το 4 14_ Ο Συνέσιος μπορούσε να παραμένει φί λος μιας επιφανούς εθνικής φιλοσόφου, της Υπατίας από την Αλεξάνδρεια_ Έγινε επίσκοπος το 4 1 0 υπό τον όρο ότι, ενώ στην εκκλησία θα «μιλούσε με μύθους», κατ' ιδίαν θα μπορούσε «να στοχάζεται ως φιλόσοφος». Α υτό ακριβώς το στοιχείο του αναβιωμένου πλατωνισμού, που έσωσε τους ανθρώπους από την ερημία και την απουσία νοήματος στη σχέση τους με τον ορατό κόσμο, κλ�ρoνόμησαν οι χριστιανοί από τους εθνικούς δασκά λους τους. Ο κόσμος που τον 20 και τον 30 αιώνα παραλίγο να χλομιάσει α πό τις μονότονες εκκλήσεις των χριστιανών Απολογητών για τη λατρεία ε νός μισοαγνώστου υψίστου Θεού, πνίγηκε και πάλι στο χρώμα_ Ο Αυγουστί νος απελευθερώθηκε από το μανιχα-ίσμό, ένα γνωστικό δόγμα παρόμοιο με ε κείνα με τα οποία ο Πλωτίνος είχε αρχίσει την πνευματική του οδύσσεια, α φού διάβασε το Περί του καλού (= περί του ωραίου) του τελευταίου_ -Ελλη νες θεολόγοι συζητούσαν το ρόλο και τη φύση του Χριστού όπως Εκείνος εμφανίστηκε στους ανθρώπους με φόντο την πλατωνική σκέψη για τη σχέση του Θεού με τον ορατό κόσμο. Η «συνύφανσψ> του ανθρώπινου και του θεί ου μέσα από ορατά σύμβολα που τόσο γοήτευε τον lάμβλιχο, είναι ε,,-τίσης έ να από τα βασικά θέματα που απασχολούν τον νεότερό του άγιο Αθανάσιο όταν γράφει για τη Σάρκωση του Χριστού_ Ο απόηχος μιας υποβλητικής θεί ας ομορφιάς που είχε καταστεί ορατή μέσω της υλικής απεικόνισης των πα γανιστικών θεών, συναντιέται αργότερα με την ίδια δύναμη στη χριστιανική εικόνα. Οι ζωγραφιές που καλύπτουν τους τοίχους μιας βυζαντινής εκκλη σίας: οι άγιοι άνθρωποι που κοιτάζουν τον πιστό στα μάτια κάτω από σκη νές του βίου του σαρκωθέντος Χριστού- οι ψηλοί Αρχάγγελοι που συνδέσυν τον Χριστό Βασιλέα του Ορατού Σύμπαντος, το απόμακρο πρόσωπο του 0-
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
, 57 Το νέο παγανιστικό ιδίωμα. «Εστία Πολύολβος», πάνω σε αιγυ� πτιαΧό υφαντό του 60υ αιώνα. Μια μεγαλοπρεπής, σχηματοποιημένη μορφή μοιράζει τις ευλογίες της Αρετής και της Προκοπής, αντικαθιστώντας τους πολύ ανθρώπινους θεούς της λα"ίκής μυθολογίας.
ποίου χάνεται στο χρυσό του υψηλότερου θόλου, με τις σκηνές που γλι στρούν χαμηλά στους τοίχους για να αναμιχθούν με το πλήθος των πιστών όλη αυτή η σύνθεση με τις μορφές που ανεβαίνουν προς τον ουρανό προκα λεί μια αίσθηση δέους για έναν αόρατο κόσμο που έγινε ορατός μέσω της τέ χνης μεταδίδει, σε ψυχές παγιδευμένες μέσα σε σώματα, την ίδια συγκίνηση που κατέκλυσε κάποτε τον αυτοκράτορα Ιουλιανό όταν στάθηκε μπροστά στο βωμό των θεών του. Αυτή η αίσθηση της προσωπικής και άυλης παρουσίας του αοράτου παρη γορούσε τους τελευταίους εθνικούς. Το να ισχυρίζεσαι, όπως θα έκανε στα τέ λη του 40υ αιώνα ο όχλος των χριστιανών, ότι έχεις καταστρέψει τους θεούς με το να καταστρέφεις τους ναούς τους ήταν εξίσου κουτό με το να ισχυρίζε-
86
Η ΥΣΤΕΡΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ
58, 59 Σε ένα χειρόγραφο του ύστερου Μεσαί ωνα, O� θεοί απεικονίζονται μέσα στους πλανήτες. καθέ νας εγγεγραμ μένος στην τροχιά του (Var. PaI. Lar.
]370).
ται κανείς σήμερα πως εξαλείφοντας όλες τις πρίζες και τους διακόπτες έχει εξαλείψει τον ηλεκτρισμό. Τα όμορφα κλασικά αγάλματα των θεών είχαν κα ταστραφεί: αλλά, όπως έλεγε ο Ιουλιανός, οι Αθηναίοι είχαν καταστρέψει από καιρό το «ζωντανό άγαλμα» του σώματος του Σωκράτη - η ψυχή του όμως ε πέζησε. Το ίδιο συνέβαινε και με τους θεούς. Στα αστέρια της νύχτας οι θεοί είχαν βρει σχήματα που άρμοζαν καλύτερα στην άφθαρτη αιωνιότητά τους απ' ό,τι τα φθαρτά ανθρώπινα αγάλματα. Γιατί στα αστέρια, τα διαθλασμένα χρώματα της γης φώτιζαν με μια σταθερή, αδιατάρακτη λάμψη. Τα αστέρια και οι πλανήτες λικνίζονταν με σιγουριά πάνω από τα κεφάλια των τελευ ταίων εθνικών, απαστράπτοντα αγάλματα των θεών απρόσβλητα από το βανδαλισμό των μοναχών. Καθ' όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα τα αστέρια πάνω από τη χριστιανική Ευρώπη αποτελούσαν μια ανησυχητική υπόμνηση της αθανασίας των θεών. Οι θεοί είχαν αφήσει τα ονόματά τους στις ημέρες της εβδομάδας. Οι ιδιότητές τους έμεναν στους πλανήτες και αυτοί οι πλα νήτες καθόριζαν τη συμπεριφορά των πολιτισμένων ανθρώπων μέχρι το τέ λος του 170υ αιώνα. Μετά από χίλια τριακόσια χρόνια οι άνθρωποι θα γεύο νταν, σε μια λίγο-πολύ χριστιανική φόρμα, αυτό το ρίγος της συγγένειας με τον τέλειο και απαραβίαστο κόσμο που είχε απομακρύνει κάποτε τον νεαρό Ιουλιανό από το χριστιανισμό. Κάθισε, Γέσικα: δες πως η ουράνια άπλα είναι με πούλιες πυκνοκέντητη από μάλαμα λαμπρό ' κι η πιο μικρή κουκκίδα που θωρείς στην κίνησή της τραγουδάει σαν άγγελος, πάντα αρμονία με τ' αγνόθωρα τα χερουβείμ τέτοια αρμονία έχουν οι αθάνατες ψυχές μα ενόσω τούτο τσ ντύμα της φθοράς το πηλινο τις περικλείνει από παντού, δεν την ακούμε. (Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ο έμπορο; της Βενετίας, πράξη Ε ', ο'l.ηνή Ι η, 58-65) ΜετάφQαση Βασ. Ρ{ίnα
60 Ο ΕQμής εξακολουθεί να προστατεύει τα ίδια επαγγέλματα και τις τέχνες που του α.ιτοδίδονταν από τη φιλολογία της ύστερης αρχαιότητας: ως «Τρισμέγιστος», ο Ερμής ήταν για τους παγανιστές ο εφεUQέ"rης όλων των επιστημών και των τεχνών. Από μια σειρά φλωρεντινών χαQ
7
Η μ ε ταστροφή του χριστιανισμ ο ύ, 300-363 μ , χ.
«Αν όλοι οι άνθρωποι ήθελαν να γίνουν χριστιανοί", έγραφε ο εθνικός Κέλ σος το 1 68, «οι χριστιανοί δεν θα τους ήθελαν πια". Αλλά το 300 μ.χ. αυτή η κατάσταση είχε αλλάξει εντελώς. Ο χριστιανισμός είχε ριζώσει για τα καλά σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μεσογείου: στην Αντιόχεια και στην Αλεξάνδρεια η εκκλησία ίσως ήταν η πολυπληθέστερη και αναμφισβήτητα η πιο καλά οργα νωμένη θρησκευτική ομάδα στην πόλη. Οι χριστιανοί είχαν κερδίσει έδαφος σε εκείνες ακριβώς τις περιοχές της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας που βγήκαν από την κρίση του 30υ αιώνα με τις λιγότερες απώλειες. Πέπλο σιωπής σχέ.;τασε τις επίμονα παγανιστικές επαρχίες της Δύσης. Αντίθετα, η Συρία και η Μικρά Ασία με τη ζωηρή παρουσία του χριστιανικού στοιχείου ξεχώριζαν ολοένα χαι πιο έντονα για την οικονομική τους ευημερία και τις πνευματικές αναζητήσεις τους. Όμως η πιο καθοριστική αλλαγή εκείνου του καιρού δεν μπορεί να περιο ριστεί στην ανάπτυξη των χριστιανικών κοινοτήτων. Πολύ σημαντικότερο για το άμεσο μέλλον του χριστιανισμού ήταν ότι οι ηγέτες της χριστιανικής εκκλησίας, ειδικά στον ελληνικό κόσμο, μπόρεσαν να ταυτιστούν με την κουλτούρα, τις βλέψεις και τις ανάγκες του μέσου εύπορου πολίτη. Έχοντας ξεκινήσει σαν μια σέκτα που αντιτασσόταν στο σύνολο ή σε ορισμένες πλευ ρές του ρωμα'ίκού πολιτισμού, ο χριστιανισμός είχε εξελιχθεί σε μια εκκλη σία έτοιμη να απορροφήσει μια ολόκληρη κοινωνία. Π ρόκειται ίσως για το σημαντικότερο aggiornamento [εκσυγχρονισμό] στην ιστορία της Εκκλησίας και αναμφίβολα για το πιο αποφασιστικό γεγονός στην πολιτιστική ζωή του 30υ αιώνα. Διότι Ο ασπασμός του χριστιανισμού από ένα Ρωμαίο αυτοκρά τορα, τον Κωνσταντίνο το 3 12, δεν θα μπορούσε να συμβεί -ή, αν συνέβαινε, θα αποκτούσε ένα τελείως διαφορετικό νόημα- αν δεν είχε προηγηθεί, επί δύο γενεές, ο ασπασμός της κουλτούρας και των ιδανικών του ρωμα'ίκού κό σμου από το χριστιανισμό. Ο Ωριγένης από την Αλεξάνδρεια (περ. 1 85-περ. 254) ήταν η εξέχουσα ι διοφυ'ία που με τα έργα της συνόψισε αυτό το εγχείρημα αφομοίωσης. Το έρ γο του, που συνεχίστηκε από μια σειρά Ελλήνων επισκόπων, κορυφώθηκε στα γραπτά ενός συμβούλου του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, του Ευσεβίου, επισκόπου Καισαρείας από το 3 1 5 περίπου έως το 340. Για τον Ωριγένη και τους μαθητές του, ο χριστιανισμός ήταν η «ιpuaLxlj", η « πρωταρχική» θρη« Μια μεγάλη ψυ.(η. που ενεργούσε κατά θεία εντολή». Τα υψωμένα μάτια σ' αυτό το κολοσσιαίο κεφάλι του Κωνσταντίνου. (τωρα έξω α;.,.ό το Palazzo dei Conservaιori στη Ρώμη) υπογραμμίζουν την εικόνα που είχε ο αυτοχρά τΟ(ΧΙς για τον εαυτό του, ως ανθρι6πσυ που βρίσκεται σε στενή ει-ιαφή με τον Θεό. 61
�o
11 ΕΊΈΡΗ Ι'ΩΜΜΚΗ EΠfI'ifI�TιI�H
σκεΙα. Τους «σπόρους» της χριστιανικής διδασκαλιας τούς ειχε σπειρει ο Χριστός σε κάθε άνθρωπο. Από τον καιρό της Δημιουργιας ειχαν δεχτει ποι κιλοτρόπως τη φροντιδα του. Ο Χριστός, λοιπόν, ειχε «φροντισει» ό,τι κα λύτερο ειχε να επιδειξει ο ελληνικός πολιτισμός -ιδιως την ελληνική φιλοσο φια και ηθική- όπως, σκοπιμως, ειχε αποκαλύψει το Νόμο στους Εβραιους η ιδρυση της οικουμενικής χριστιανικής εχκλησιας από τον Χριστό ειχε επιτη δες συμπέσει με την εδραιωση της οικουμενικής ρωμα·ίκής ειρήνης από τον Αύγουστο. Άρα ένας χριστιανός δεν μπορούσε να απορριψει ούτε την ελλη νική κουλτούρα ούτε τη ρωμα·ίχή αυτοκρατορια, χωρις να φαινεται πως στρέφει τα νώτα του στην καθορισμένη από τον Θεό πρόοδο της ανθρωπότη τας. Ο Χριστός ήταν ο «δάσκαλος» του ανθρώπινου γένους και ο χριστιανι σμός ήταν το αποκορύφωμα της διδασκαλιας Του: η «αληθής» παιδεία. Ο Ω ριγένης χαι οι διάδοχοι του διδαξαν τους εθνικούς ότι με το να γινουν χρι στιανοι εγκατέλειπαν ένα συγκεχυμένο και υπανάπτυκτο στάδιο ηθικής και πνευματικής ανάπτυξης, και προχωρούσαν στην καρδιά του πολιτισμού. Στις σαρκοφάγους και στις τοιχογραφίες του τέλους του 30υ αιώνα, ο Χρι στός εμφανιζεται ως Θείος Διδάσκαλος, ντυμένος με το απλό ιμάτιο ενός κα θηγητή φιλολογιας, να μιλάει - όπως θα ειχε κάνει ο Ωριγένης- σ' έναν ήσυ χο κύκλο ευπρεπών μαθητών. Ο χριστιανός επισκοπος ανήκε στην πνευματι κή ηγεσια πολλών ελληνικών πόλεων: καθόταν και αυτός σε μια καθηγητική «έδρα» - την καθέδρα του · και μιλούσε στο διδασκαλείον του, την ομάδα των μαθητών του, για απλά και εξυψωτικά θέματα ηθικής. Οι αρχές του 40υ αιώνα ήταν η μεγάλη εποχή των χριστιανών Απολογη τών - του Λακτάντιου (περ. 240-περ. 320), που έγραφε λατινικά, και του Ευ σέβιου από την Καιοάρεια, που έγραφε ελληνικά. Οι εκκλήσεις τους προς το μορφωμένο κοινό συνέπεσαν με τον τελευταιο, τον <,Μεγάλο Διωγμό της Εκκλησιας», από το 302 έως το 3 1 0, αλλά και με τον ασπασμό του χριστιανι σμού από τον Κωνσταντίνο και τη βασιλεια του ως χριστιανού αυτοκράτορα από το 3 1 2 έως το 337. Ο χριστιανιομός των Απολογητών δεν ήταν απλώς μια θρησκεια που ειχε βρει ένα modus vivendi με τον υπάρχοντα πολιτισμό. Τον παρουσίαζαν σαν κάτι πολύ σημαντικότερο. Υποστήριζαν ότι ο χριστια νισμός ήταν η μόνη εγγύηση αυτού του πολιτισμού - ότι οι καλύτερες παρα δόσεις της κλασικής φιλοσοφιας και τα υψηλά πρότυπα της κλασικής ηθικής μπορούσαν να διαφυλαχθούν α..-τό την απειλή των βαρβάρων μόνο αν επικυ ρώνονταν από τη χριστιανική αποκάλυψη· και ότι η πολιορκούμενη ρωμα"ίκή αυτοκρατορια ειχε σωθει από την καταστροφή μόνο χάρη στην προστασια του Θεού των χριστιανών. ·Ενα τέτοιο μήνυμα βασιζόταν στον « Μεγάλο Φόβο» των αστών του μεσο γειακού κόσμου στα τέλη του 30υ αιώνα. Δεν πρέπει να ξεχνάει κανεις πως ο πολιτισμός της κλασικής εποχής ήταν εξαιρετικά εύθραυστος: μόνο ένας
ΘΓ'ΙΙ�ΚJ...: Ι .\
91
στους δέκα ανΘρώπους ζούσε στις πολιτισμένες πόλεις. Σε καμιά άλλη εποχή δεν αισθ6νθηκε αυτό; ο αστικός φλοιός τόσο επισφαλή τον έλεγχό του πάνω σ' έναν ευρύτερο κόσμο όσο στα τέλη του 30υ αιώνα. Οι κάτοικοι των πόλεων είχαν διατηρήσει τα προνόμιά τους. Αλλ6 περιστοιχίζονταν από μια ύπαιθρο που δεν τους ήταν πια αναγνωρίσιμη. Σε πολλές αγροτι)(ές περιοχές, από τη Βρετανία ώς τη Συρία, αρχα·ίκές λαΤQείες χωρίς καμιά συγγένεια με τους Χλα σικούς Ολύμπιους ύψωναν πάλι το κεφάλι τους πιο επίμονα από ποτέ. Οι πρωτόγονες φυλές πέρα από τα σύνορα έκαναν αισθητή την παρουσία τους με τρομακτικές επιδρομές (razzias). Επιπλέον οι παραδοσια)(οί προστ6τες των πόλεων, οι αυτοκρ{Jτορες και ο στρατός τους, ποτέ δεν φάνταζαν τόσο ξένοι. Ο Qωμα·ίκός στρατός στρατοπέδευε στα σύνορα και επανδρωνόταν από τους γύρω πληθυσμούς. Ποτέ δεν ένιωσε δικό του τον κόσμο της Μεσογείου: μια γενιά πριν από την άνοδο του Διοκλητιανού, το 284, κινδύνευσε να γίνει ξένο
62 Ο Χριοτί>; hιδάοχαλος. Ελεφάντινη πυξίδα ωυ 50υ αιυ)να.
ι ι γ�T ε P Ι Ι ΙΙΩ:\IΛϊκ!-1 EΠΛNΛ�TΛ�Ι-Ι
σώμα. Οι επαρχιώτες από τον Δούναβη που έσωσαν την αυτοκρατορία χρειά στηκε να μάθουν από τους διοικητές τους ότι το είχαν κάνει για την προστα σία και όχι για την τρομοκράτηση των άμαχων πολιτών. Όταν συγκρίνουμε τις τραχιές, ένστολες μορφές του Διοκλητιανού και των συνεργατών του με τις υπέροχες κλασικές σαρκοφάγους της σύγχρονης χριστιανικής ανώτερης τάξης, αντιλαμβανόμαστε πως, μπροστά στο απειλούμενο χάσμα ανάμεσα στους νέους αφέντες της αυτοκρατορίας και τις παραδόσεις των αρχαίων πό λεων, η παλαιά διαίρεση μεταξύ παγανιστών και χριστιανών πολιτών ήταν πλέον ασήμαντη. Αν μη τι άλλο, γύρω στο 300 ο χριστιανός επίσκοπος λάμβα νε ενεργό μέρος στη ζωή των περισσότερων πόλεων: στον πολιτισμένο ελληνι κό κόσμο ο λατινόφωνος στρατιώτης ήταν τώρα ο ξένος. Στα χρόνια της ειρήνης, μετά την άνοδο του Διοκλητιανού, άρχισε να κλείνει η πληγή ανάμεσα στη νέα, στρατιωτική άρχουσα τάξη και τον αστικό πολιτισμό της Μεσογείου. Τώρα όμως υπήρχαν δύο ομάδες που διεκδικού σαν την εχ;τροσώπηση αυτού του πολιτισμού: η παραδοσιακή παγανιστική άρχουσα τάξη, της οποίας η ανθεκτικότητα και η υψηλή πνευματική στάθμη είχε εκδηλωθεί με την αναβίωση και τη διάδοση της πλατωνικής φιλοσοφίας στα τέλη του 30υ αιώνα, κινδύνευε να παραμεριστεί από τη νέα «χαμηλότε ρψ> κουλτούρα των χριστιανών επισκόπων, των οποίων η οργανωτική ικα νότητα και η ευκολία προσαρμογής είχαν αποδειχτεί αδιαμφισβήτητα τις τε λευταίες δεκαετίες. Αλλά το πρώτο μέλημα των αυτοκρατόρων ήταν η επιβίωση, όχι η κουλ τούρα. Ο Διοκλητιανός ήταν ένας ειλικρινής, στενοκέφαλος (bome) οπαδός της ρωμα'ίκής παράδοσης όμως κυβέρνησε για δεκαεννέα χρόνια χωρίς να δώσει σημασία στους χριστιανούς. Ο αναπάντεχος «Μέγας Διωγμός» που άρ χισε το 302 και συνεχίστηκε σπασμωδικά για μια δεκαετία, συγκλόνισε τους ευυπόληπτους χριστιανούς. Εξοστρακίζονταν επίσημα από μια κοινωνία με την οποία πάσχιζαν να ταυτιστούν. Ήταν μια τρομερή, μια απρόσμενα (J)'τo καρδιωτική εμπειρία. Σώθηκαν χάρη σ' ένα μυστήριο γεγονός. Το 3 12 ένας σφετεριστής αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, κέρδισε μια μάχη κατά του α ντιπάλου του στη Μουλβία γέφυρα έξω από τη Ρώμη. Απέδωσε τη νίκη του στην προστασία του χριστιανικού Θεού, που του αποκαλύφθηκε σε όραμα. Αν ο Θεός βοηΘάει αυτούς που βοηθούν τον εαυτό τους, τότε καμιά άλλη ομάδα δεν άξιζε το θαύμα της «μεταστροφής» του Κωνσταντίνου όσο οι χρι στιανοί. Γιατί οι χριστιανοί ηγέτες άδραξαν την ευκαιρία με εντυπωσιακή ε πιμονή και οξύνοια. Πολιόρκησαν τον Κωνσταντίνο με τη νέα του διάθεση: ε παρχιακοί επίσκοποι, ιδιαιτέρως ο Όσιος Κορδούης [Cordova] (περ. 257357), προσκολλήθηκαν στην αυλή του ' άλλοι επίσκοποι, από την Αφρική, τον εισήγαγαν στις τοπικές διαμάχες τους ως δικαστή ' ο Λακτάντιος έγινε δά σκαλος του γιου του ' και, όταν τελικά ο Κωνσταντίνος κατέκτησε τις ανατο-
U3
θ l'ΙΙ�KEIA
«Είναι μέγιστο έΥχλημα να επιθυμεί κανείς να καταστρέψει ό,τι έχει οριστεί και καθιερωθεί από την αρχαιότητφ): ο Διοκλητιανός και οι συνάδελφοί του τελωντας μια παγανιστι κή θυσία. Ακόμα χαι χριστιανοί αυλικοί παρευρίσχονταν σε τέτοιες εκδηλώσεις. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Διωγμού, οι χριστιανοί υποχρεώνονταν να τελούν οι ίδιοι τέτοιες θυσίες: για έναν παγανιστή αποτελούσαν μια φυσική και ευγενική χειρονομία προς τους θεούς (βλ. εικόνα 85). ΛεπτομέΡΕια αίιό την Αψίδα του Γαλερίου στη Θεσσαλονίκη. 63
λικές επαρχίες το 324, τον υποδέχτηκε ο Ευσέβιος Καισαρείας , ο οποίος ωε σε την πένα του στην υπηρεσία του αυτοκράτορα με μια τέχνη κι έναν ενθου σιασμό που κανένας παραδοσιακός Έλληνας ρήτορας δεν είχε καταφέρει να επιδείξει για τους βλοσυρούς και παλαιομοδίτες προκατόχους του - τον Διο κλητιανό και τον Γαλέριο. ΑυτΌ η αδιάκοπη έκθεση στη χριστιανική προπαγάνδα ήταν η αληθινή <ψεταστροφή" του Κωνσταντίνου. Άρχισε σε μικρή κλίμακα, όταν υπό τον έ λεγχό του βρίσκονταν μόνο οι λιγότερο εκχριστιανισμένες δυτικές επαρχίες, και κορυφώθηκε μετά το 324, όταν τα πυκνοκατοικημένα από χριστιανούς ε δάφη της Μικράς Ασίας προσαρτήθηκαν στην αυτοκρατορία του. Οι συνέ πειές της ήταν καθοριστικές. Ο Κωνσταντίνος θα μπορούσε να ήταν απλώς ένας "θεoφo�oύμενoς" αυτοκράτορας, που, για δικούς του λόγους, επεδεί κνυε ανοχή προς τους χριστιανούς: είχαν υπάρξει πολλοί τέτοιοι αυτοκρά τορες κατά τον 30 αιώνα (ένας μάλιστα, ο Φίλιππος (244-49), είχε θεωρηθεί
. 94
Η )"ΣΤΕΡΗ I'ΩΜΑϊΚΗ ΕΠΑΝΛΣΤΑΣΗ
κρυπτοχριστιανός). Δεδομένου του θρησκευτικού κλίματος της εποχής, η α πόφαση του Κωνσταντίνου να ανεχθεί την εκκλησία θα μπορούσε επίσης να έχει αποδοθεί σε κάποιο μήνυμα του χριστιανικού Θεού. Ο Κωνσταντίνος α πέρριψε αυτή την εύκολη λύση. Έγινε ο αυτοκράτορας που ξέρουμε από τους λόγους και τα διατάγματά του: ένας εστεμμένος χριστιανός Απολογητής. Έβλεπε τον εαυτό του και την αποστολή του ως χριστιανού αυτοκράτορα μέ σα από το φως της χριστιανικής ερμηνείας την οποία προσέφεραν στον μέσο μορφωμένο άνθρωπο οι χριστιανοί ΑπολΟΥητές της εποχής. Με το να γίνει χριστιανός, ο Κωνσταντίνος διακήρυττε δημόσια πως έσωζε τη ρωμαϊκή αυ τοκρατορία· επιπλέον, με το να συγχρωτίζεται με επισκόπους, αυτός ο μεσή λικος Λατίνος στρατιώτης πίστευε ειλικρινά ότι είχε προσχωρήσει στον μαγι κό κύκλο του «αληθινού» πολιτισμού, γυρίζοντας την πλάτη του στους άξε στους «φιλισταίους» που είχαν επιτεθεί προσφάτως κατά της εκκλησίας. Υποψιαζόμαστε ότι ο Κωνσταντίνος, εκτός από το χριστιανισμό, ασπά στηκε και πολλές άλλες πλευρές της μεσογειακής ζωής. Μολονότι γιος στρα τιωτικού, συνέδεσε τη ζωή του με έναν πολιτικό βίο που είχε αγνοηθεί σε με γάλο βαθμό από τους γκρίζους διοικητές της εποχής του Διοκλητιανού. Από το 3 1 Ι και εξής ο Κωνσταντίνος βοήθησε την αριστοκρατία της γης να σταθεί πάλι στα πόδια της: είναι ο «ανορθωτής της Συγκλήτου», στον οποίο η αρι στοκρατία της Δύσης όφειλε τόσο πολλά. Το 332 έδωσε σ' αυτούς τους γαιο κτήμονες ευρύτατες δικαιοδοσίες πάνω στους καλλιεργητές των γαιών τους. Μετά το 324 συσπείρωσε γύρω του, στην ελληνική Ανατολή, μια νέα διοικητι κή τάξη. Στις επαρχιακές ανώτερες τάξεις της Μικράς Ασίας έδωσε αυτό που επιθυμούσαν τόσο καιρό: μια <<νέο» Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη, σε βολική απόσταση από την αυτοκρατορική αυλή που μετακινούνταν κατά μήκος των οδών οι οποίες συνέδεαν τον Δούναβη με τη Μικρά Ασία. Για τους Έλληνες συγκλητικούς και γραφειοκράτες, δρόμοι που εδώ και καιρό είχαν πάψει να οδηγούν στη Ρώμη συνέκλιναν πολύ φυσικά σε τούτη τη νέα πρωτεύουσα. Ο Κωνσταντίνος, πολύ σοφά, σπανίως έλεγε «όχι». Ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας δέχτηκε παγανιστικές τιμές από τους πολίτες της Αθήνας. Λεη λάτησε το Αιγαίο αναζητώντας κλασικά αγάλματα για να στολίσει την Κων σταντινούπολη. Φέρθηκε σ' έναν παγανιστή φιλόσοφο σαν να ήταν συνάδελ φός του. Πλήρωσε τα ταξιδιωτικά έξοδα κάποιου παγανιστή ιερέα που επι σκέφθηκε τα παγανιστικά μνημεία της Αιγύπτου. Μετά από μια γενιά « λιτό τητας» για όλους, και «τρόμου» για τους χριστιανούς, ο Κωνσταντίνος, με μελετημένη επιδεικτικότητα, προχώρησε στο «λιώσιμο των πάγων» των αρ χών του 40υ αιώνα: ένας παλινορθωμένος αστικός κόσμος, παγανιστικός και χριστιανικός, συσπειρώθηκε γύρω από τον αυτοκράτορα. Σ' αυτό τον παλινορθωμένο κόσμο οι χριστιανοί είχαν το πλεονέκτημα να είναι η πιο ευέλικτη και ανοιχτή ομάδα. Οι επίσκοποι δεν δυσκολεύτηκαν να
Ο Κωνστάντιος 13 (337-6 Ι). γιος του Κωνστα ντίνου. Αντι.ιροσω;τευτι 64
'
%ός τυπος Βυζαντινού απόλυτου μονάρχη. επισκέφθηκε τη Ρώμη το 357, παρελαυ"οντα; α%ίνητος σαν άγαλμα. «χωρίς να κοιτάζει δεξιά
11 αριστερά. λες Ζω Ζρατούσε το κεφάλι του μέγχενφ.>. Χάλχινη Ζεφαλιi του 40υ αιώνα.
αποδεχθούν έναν ακαλλιέργητο αυτοκράτορα. Ί-Ιταν μαθημένοι στους αυτοδί δακτους, σε ανθρώπους με γνtΙ0ΙΟ εκκεντρικό ταλέντο που - όπως ισχυρίζο νταν- διδάσκονταν μόνο <1.ι-τό τον Θεό. Δεν πρέπει κανείς να ξεχνάει πως ο Κωνσταντίνος Ιlταν συγκαιρινός του πρώτου χριστιανού ερημίτη, του αγίου Αντωνίου. Ούτε ο λατινόφωνος στρατιώτης ούτε ο γόνος ενός κτηματία που μιλούσε κοπτικά θα είχαν θεωρηθεί ιδεώδες ανθρώπινο υλικό για ένα δάσκα λο των κλασικών χρόνων: κι όμως ο Ευσέβιος από την Καισάρεια έγριιψε το βίο του Κωνσταντίνου του στρατιώτη, και ο Αθανάσιος από την Αλεξάνδρεια -ένας εξίσου εκλεπτυσμένος Έλληνας- έγραψε το βίο του Αντωνίου του Αι γυπτίου. Ο Κωνσταντίνος και οι διάδοχοί του έκαναν την είσοδό τους στον πολιτισμό της Μεσογείου όχι μέσα από τη στενή πύλη μιας παγανιστικής αρι στοκρατίας των γραμμάτων αλλά πάνω από τη φ αρδιά γέφυρα της ταύτισης τοl) χριστιανισμού με τον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή της κλασΙΚ1jς παι δείας. Ι-Ι βασιλεία του γιου του. του Κωνσταντίου Β ', από το 337 έως το 36 1 ,
σφράγισε τον νέο τρόπο ζωιl;. Α υιός ο περιορισμένο; και κακολογημένος
ι ι ),�TElηι PΩ�ΙAΪ K Ι Ι E Γ l A :-ΙΛΣTA�ΙΙ
άνθρωπος μετέτρεψε την ταχυδακτυλουργία του πατέρα του σε μακροχρόνια πραγματικότητα. Οι επίσκοποι συνδέθηκαν με τους γραφειοκράτες ως μέλη της νέας κυβερνητικής τάξης με κέντρο την αυλή του αυτοκράτορα. Ο Κων σταντίνος, στη φιλική ατμόσφαιρα ενός αυτοκρατορικού δείπνου, είχε ήδη α ναγγείλει διακριτικά και αινιγματικά πως ήταν ένας επίλεκτος επίσκοπος (<<επίσκοπος των εκτός») της χριστιανικής εκκλησίας. Με τον Κωνστάντιο Β ', όμως, οι επίσκοποι έμαθαν πως εφόσον ήταν αυλικοί, όφειλαν να μοιρά ζονται την άνοδο και την πτώση των αυλικών: ο Αθανάσιος Αλεξανδρείας ε ξορίστηκε πέντε φορές (δεκαεπτάμισι χρόνια της ζωής του) ' ο επίσκοπος Αντιοχείας κατηγορήθηκε για δυσφήμηση της αυτοκράτειρας και παγιδεύτη κε δολίως με πόρνες αυτά είναι τα άσχημα συμπτώματα της δημιουργίας μιας ακόμα προνομιούχου ομάδας στις παρυφές του ισχυρού παλατιού. Η θρησκευτική πολιτική του Κωνσταντίου Β ' έδειξε την ευελιξία του στην υιοθέτηση μιας μέσης οδού. Υποστήριξε τον αρειανισμό ως την πιο αποδεκτή φιλοσοφικά έκφραση της σχέσης μεταξύ του Χριστού και του Πατρός Θεού. Αυτό το δόγμα διαμορφώθηκε από έναν Αλεξανδρινό ιερωμένο, τον Άρειο (περ. 250-336), ο οποίος αντιμετώπισε την αδιάλλακτη εχθρότητα του εκκλη σιαστικού του προ'ίσταμένου, του αυταρχικού Αθανάσιου, πατριάρχη Αλε ξανδρείας. Ο Άρειος είχε τη σιωπηλή υποστήριξη καλλιεργημένων επισκό πων όπως ο γηραιός πολιτικός Ευσέβιος από την Καισάρεια. γποστηρίζο ντας τον αρειανισμό, ο Κωνστάντιος επέλεγε τη θρησκεία των μορφωμένων χριστιανών Απολογητών μιας προηγούμενης γενιάς ενάντια στη νέα ύποπτη ευλάβεια του Αθανασίου που βασιζόταν στον αυξανόμενο ενθουσιασμό των Αιγυπτίων μοναχών. Για τον μέσο επίσκοπο της εποχής του Κωνσταντίνου, ο θρίαμβος του χριστιανισμού σήμαινε τη νίκη του αυστηρού μονοθε'ίσμού κατά της πολυθεΤας. Οι μάρτυρες είχαν πεθάνει για τον έναν, ύψιστο Θεό. Και για τον καλλιεργημένο χριστιανό του 40υ αιώνα, ο ύψιστος Θεός δεν μπορούσε να αποκαλύψει τον Εαυτό Του στον φυσικό κόσμο παρά μόνο μέ σα από κάποιο μεσάζοντα. Ο Χριστός όφειλε, τρόπον τινά, να είναι μια α πεικόνιση του Θεού' δεν μπορούσε να είναι ο Θεός: γιατί η μοναδική ουσία του Ενός Θεού έπρεπε να στέκει ακέραιη και υπερΒατική. Ο Θεός των αρεια νών ήταν ο ζηλόφθονος Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ: αλλά ο Χριστός τους ήταν ο θε'ίκός μεσάζων του σύμπαντος των νεοπλατωνικών φι λοσόφων. Ο αρειανισμός έβρισκε επίσης θετική ανταπόκριση στη φαντασία των νέων αυλικών. Γιατί ο Χριστός, ο οποίος «Εκπροσωπούσε» τον Θεό σ' αυτό τον κόσμο, έμοιαζε με ένα διοικητή που, καθισμένος κάτω από μια ει κόνα του αυτοκράτορα, «Εκπροσωπούσε» τον Kωνσrάντιo Β · σε κάποιο μα κρινό δικαστήριο. Ο Κωνστάντιος Β ' είχε την υποστήριξη των μορφωμένων και στραμμένων στην παράδοση επισκόπων της Μικράς Ασίας και των παραδουνάβιων επαρ-
ΘΡΗ2:ΚΕΙΑ
65 Ιουλιανός ο Απο στάτης (361-63). Μετά από μια σειρά καλοξυρισμένων Λατίνων αυτοκρατόρων, ο Ιουλιανός επιδείκνυε τη μακριά γενειάδα ενός Έλληνα φιλοσόφου.
χιών. Πρόκειται για μια συμμαχία ομάδων που προοιωνίζεται τα σύνορα της μεσαιωνικής βυζαντινής αυτοκρατορίας: ένας συμπαγής συνασπισμός συντη ρητικών, πιστών "Ρωμαίων», ελληνικής παιδείας κυρίως, κρατούσε ήδη την ι σορροπία ανάμεσα σε μια πρωτόγονη λατινική Δύση και μία σφύζουσα από ζωή Ανατολή. Αντίστοιχης καλλιέργειας λα"ίκοί συνέρρευσαν στην Κωνστα ντινούπολη: έφεραν τη γλώσσα και την αρχιτεκτονική της ελληνικής Μικράς Ασίας στη νέα πρωτεύουσα. Λα·ίκοί και κληρικοί είχαν μια στοιχειώδη ελλη νική μόρφωση: είχαν διαβάσει τον "Όμηρο, κάποιοι μάλιστα είχαν επισκεφθεί και την Αθήνα. Αλλά ο κλασικισμός τους ήταν η «παστεριωμένψ κουλτούρα της επιτυχίας του 40υ αιώνα· διάβαζαν ελληνική λογοτεχνία για να αποκτή σουν αρχοντικούς τρόπους, όχι για να μάθουν για τους θεούς. Τέτοιοι άν θρωποι άξιζαν τον αιφνίδιο τρόμο δεκαεννέα μηνών αυστηρής παγανιστικης διακυβέρνησης - της βασιλείας του Ιουλιανού του Αποστάτη, από το 36 Ι έως το 363. Ο Ιουλιανός, ανιψιός του Κωνσταντίνου, είχε την τύχη να αποκτησει μια
Ο8
Ι Ι 1"ΣΤΕΡΗ PΩ�IAϊKH ΕΠΑΝλΣΤΑΣIΙ
66 Η
θρησκεία του βιβλίου.
Τέσσερις κώδικες των Ευαγγε λιστών μέσα σε Ερμάριο (πολύ διαφορετικοί από τους αρχαί ους κυλίνδρους της εικόνας 23). Ψηφιδωτό του 50υ αιώνα στο Μαυσωλείο της Galla Placidia, Ραβέννα.
σωστή παιδεία. Οσο ο μεγαλύτερος εξάδελφός του, ο Κωνστάντιος Β ·, περιπο λούσε την αιποκρατορία με την «ξεριζωμένη» (deracine) αυλή του, ο Ιουλιανός συγχρωτιζόταν με τους μορφωμένους Έλληνες των πόλεων του Αιγαίου. Ανήλθε στο θρόνο από έναν απελπισμένο γαλατικό στρατό: αλλά, για έναν αι ώνα, ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας με πραγματική μόρφωση· και ως αυτοκρά τορας πιο αυστηρός και πιο ευφραδής από τον Μάρκο Αυρήλιο. Ο Ιουλιανός υποστήριξε την «κοινότητα των Ελλήνων». Εκπροσωπούσε την υποβαθμισμένη ανώτερη τάξη των αρχαίων ελληνικών πόλεων της Μικράς Ασίας - «ανθρώπους έντιμους» που είχαν παρακολουθήσει με αυξανόμενη οργή τις βλασφημίες, τον προκλητικό πλούτο και τη βαθιά ιδεολογική σύγχυ ση της αυλής του Κωνσταντίνου και του Κωνσταντίου Β ·. Με την καθιέρωση πλούσιων παγανιστικών εορτών και την εξύψωση της κοινωνικής θέσης των παγανιστών ιερέων, ο Ιουλιανός τους έδειξε πως οι θεοί υπήρχαν και η πα ρουσία τους μπορούσε να γίνει αισθητή. Επέβαλε ένα καθεστώς «λιτότητας», μετά τη ραγδαία ανάπτυξη της αυλικής ζωής από τα χρόνια του Κωνσταντί-
ΘΡΙ-ΙΣΚΕΙΛ
Ό9
νου. Ξανάφερε στη μνήμη των ανώτερων τάξεων ορόσημα που είχε συμπαρα σύρει η κοινωνική ρευστότητα των αρχών του 40υ αιώνα: τις παρότρυνε να θυμηθούν το αρχαίο κύρος του παγανιστικού ιερατείου και τις παλαιές παρα δόσεις κοινωνικής ευθύνης για τους φτωχούς. Επιχείρησε να συνενώσει, γύρω από τους αρχαίους ναούς, πόλεις που είχαν διχαστεί ανάμεσα σε νεόπλου τους και ξεπεσμένους αριστοκράτες, ανάμεσα στο συμβούλιο της πόλης και τον χριστιανό επίσκοπο. Αυτή η «παγανιστική αντίδραση» της βασιλείας του Ιουλιανού δεν ήταν μια ρομαντική απόπειρα να γυρίσουν οι δείκτες του ρολογιού πίσω στις μέ ρες του Μάρκου Αυρηλίου. Όπως τόσες άλλες «αντιδράσεις», ήταν μια οργι σμένη προσπάθεια εκκαθάρισης λογαριασμών με όσους είχαν συνεργαστεί με το προηγούμενο καθεστώς. Φυσικά, ο Ιουλιανός ανησυχούσε από τη γοργή ε ξάπλωση του χριστιανισμού στις κατώτερες τάξεις αλλά ο πραγματικός στό χος του μίσους του ήταν εκείνα τα μέλη της ελληνικής ανώτερης τάξης που εί χαν συμβιβαστεί με το χριστιανισμό του καθεστώτος του Κωνσταντίνου και του Κωνσταντίου Β . Ήταν ο νοθευμένος κλασικισμός των χριστιανών της α νώτερης τάξης που επέσυρε την μήνιν του. Η παιδεία, επέμενε, ήταν το δώρο των θεών προς τους ανθρώπους. σι χριστιανοί είχαν καταχραστεί αυτό το θε όσταλτο δώρο: οι Απολογητές τους έκαναν χρήση της ελληνικής γνώσης και των φιλοσοφικών αναζητήσεων για να βλασφημήσουν τους θεούς οι χριστια νοί αυλικοί είχαν απομυζήσει την ελληνική φιλολογία για να φανούν πολιτι σμένοι. Το 363 απαγορεύτηκε στους χριστιανούς να διδάσκουν τα ελληνικά γράμματα: «Αν τους ενδιαφέρει η λογοτεχνική παιδεία, έχουν τον Λουκά και τον Μάρκο: ας επιστρέψουν στις εκκλησίες τους κι ας τους εξηγήσουν εκεί». σ Ιουλιανός πέθανε κατά τη διάρκεια μιας εκστρατείας στην Π ερσία σε η λικία τριάντα ενός ετών, το 363. Αν ζούσε, θα επιδίωκε να εκτοπίσει το χρι στιανισμό από τις ανώτερες τάξεις - κατά τον τρόπο που ο βουδισμός περιο ρίστηκε στις κατώτερες τάξεις κάτω από την πίεση ενός αναγεννημένου κο μ φουκιανού μανδαρινάτου στην Κίνα του 1 30υ αιώνα. Όποιες και να ήταν οι «βαρβαρικές» διακλαδώσεις του χριστιανισμού στις κατώτερες τάξεις, οι <ψανδαρίνοι» της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του Ιουλιανού θα ήταν αυθεντι κοί «'Ελληνες» - άνθρωποι αναθρεμμένοι με τον Όμηρο, απρόσβλητοι από τα ευαγγέλια ψαράδων της Γαλιλαίας. Είναι ενδεικτικό της οξυδερκούς διά γνωσης του Ιουλιανού σχετικά με τα αποθέματα του ελληνισμού στην ύστερη αυτοκρατορία, το ότι τόσο πολλοί -δάσκαλοι, ποιητές, λόγιοι, διοικητικοί κατάφεραν να παραμείνουν πιστοί «Έλληνες» μέχρι το τέλος του 60υ αιώνα. Σπανίως ζητήματα μισού αιώνα έχουν συνοψιστεί τόσο ξεκάθαρα και έ χουν κριθεί τόσο αυστηρά όσο στα κείμενα και στην πολιτική του Ιουλιανού του Αποστάτη. Όμως ο Ιουλιανός έσφαλλε. Και μόνο το γεγονός ότι το έργο του επιβίωσε μαρτυρεί την επίτευξη ενός μακροχρόνιου συμβιβασμού ανάμε.
1 00
11 Y�TF.PH ρωΙλϊ κ l ι E I I Λ "Λ�Tλ�11
σα στο χριστιανισμό και τον ελληνισμό: γιατί τα γραπτά του Αποστάτη έ φτασαν σ' εμάς σε πολυτελείς εκδόσεις που τις επιμελήθηκαν με αγάπη ου μανιστές επίσκοποι και μοναχοί στο Βυζάντιο του 1 30υ αιώνα, Δεν του έλειπε ο ρεαλισμός του Ιουλιανού, 'ΕΒλεπε, με την καθαρότητα που του γεννούσε το μίσος, ένα κραυγαλέο χαρακτηριστικό των καιρών του: την άνοδο του χριστιανισμού που παραμέριζε σιγά σιγά την αγαπημένη του ελληνική παιδεία, Εκείνο που δεν μπόρεσε να δει ήταν ότι αυτός ο ίδιος χρι στιανισμός είχε την ικανότητα να μεταδώσει την κλασική κουλτούρα μιας ελίτ στον μέσο πολίτη του ρωμα'ίκού κόσμου. Οι χριστιανοί επίσκοποι ήταν οι ιε ραπόστολοι αυτής της κουλτούρας με την οποία είχαν ταυτιστεί. Γιατί ο χριστιανισμός ήταν στην ουσία μια "λα'ίκή» θρησκεία. Γαντζώθηκε στις παρυφές της αστικής ζωής σε όλη την έκταση της αυτοκρατορίας. Ήταν ε.)τίσης «λα'ίκός» στο βαθμό που προϋπέθετε μια ελάχιστη εξοικείωση με τα γράμματα: το πρώτο πράγμα που ανακάλυπτε ο Αιγύπτιος χωρικός μπαίνο ντας σε κάποιο μοναστήρι ήταν πως έπρεπε να μάθει να διαβάζει - προκειμέ νου να καταλαβαίνει τη Βίβλο. (Η εδραίωση του χριστιανισμού συνέπεσε, άλ λωστε, με μια σημαντική πρόοδο στην παραγωγή Βιβλίων - την αντικατάστα ση του δύσχρηστου κυλίνδρου από τον πιο περιεκτικό κώδικα που άνοιγε σε σελίδες σαν τα σημερινά βιβλία.) Ας πάρουμε μερικά τοπικά παραδείγματα: για τον Ιουλιανό ο «ελληνι σμός» είχε πολύ αδύναμες ρίζες σε μια καθυστερημένη επαρχία όπως η Καπ παδοκία. Οι χριστιανοί επίσκοποι στις πόλεις της Καππαδοκίας όμως, αν και προέρχονταν από την ίδια τάξη με τους παγανιστές συναδέλφους τους, απο θαρρύνονταν λιγότερο από τη δυσθεράπευτη «Βαρβαρότητα» του ντόπιου πληθυσμού. Του έκαναν επίμονα κηρύγματα στα ελληνικά ' τον στρατολογού σαν σε ελληνόφωνα μοναστήρια ' έστελναν ελληνόφωνους ιερείς στην επαρ χία, Η Καππαδοκία παρέμεινε ελληνόφωνη επαρχία ώς τον 140 αιώνα. Τα ευέλικτα, δογματικά ελληνικά των επισκόπων �ιπoρoύσαν να ταξιδέ ψουν ταχύτερα από τα εσωστρεφή, κλασικιστικά ελληνικά των ρητόρων. Μπορούσαν να μεταφραστούν και να υπερπηδήσουν τα σύνορα της αυτο κρατορίας. Από τον 40 αιώνα και εξής η Αρμενία έγινε μια υποβυζαντινή ε παρχία μέσω των Εκκλησιαστικών δεσμών της με την Καππαδοκία: ακόμα και ο ήχος των φωνηέντων σε αρμενικές μεταγραφές διατηρεί μια κλασική ελληνική προφορά που έχει χαθεί πια εδώ και καιρό στην ίδια την Ελλάδα, Η αγγλική λέξη church (εκκλησία) απηχεί την επιρροή των χριστιανών της Καπ παδοκίας στη γοτθική μετάφραση της Βίβλου: Ίιατί το γοτθικό ciric (εξ ου και church, kerk, Kirche) προέρχεται από το χvριακός οίκος ο «οίκος του Κυρίου»- της χριστιανικής ελληνικής γλώσσας. Στην Αίγυπτο, επίσης, ο χριστιανισμός ευνόησε την ανάπτυξη της κοπτι κής ως γλώσσας των γραμμάτων. Η υιοθέτηση της κοπτική; δεν είναι διόλου -
67 Η νέα χριστιανl) συμμέτοχος; Ρωδία. από την περιοχι] ΦαγΙOΙJμ της Αιγωττου. ΕπιτύμΒια oniAI] του 60υ αιώνα.
102
Η )'ΣΤΕΙ'ΙΙ ΡΩΜΑϊκlι Ε I l Α :-\Α:<:ΤΛ:<:I·1
σημάδι της αναβίωσης ενός αιγυπτιακού «σεπαρατισμού», όπως έχει υποστη ριχθεί κατ' επανάληψη. Κατά τον 40 και τον 50 αιώνα, ο αιγυπτιακός «απο μονωτισμός» ήταν παγανιστικός. Είχε ως επίκεντρο την «ιερή γψ> και τους ναούς της Αιγύπτου και εκφραζόταν στα ελληνικά. Η κοπτική, αντίθετα, ήταν μια φιλολογία συμμετοχής. Έβριθε γλωσσικών δανείων' και, μέσω αυτής, οι κληρικοί και οι μοναχοί της Άνω Αιγύπτου ένιωθαν, για πρώτη φορά στη μα κραίωνη ιστορία τους, πως μπορούσαν να αγκαλιάσουν μακρινές σκέψεις και πολιτικές στρατηγικές και να δώσουν τον τόνο σε μια κοινή μοναστική κουλ τούρα, από την Κωνσταντινούπολη ώς τη Γαλατία. Όπως ακριβώς ο κάτοι κος των παραδουνάβιων επαρχιών είχε δείξει πώς, μέσω του στρατού, μπο ρούσε να συμμετάσχει στη ρωμα"ίκή αυτοκρατορία χωρίς να γνωρίζει τους κλασικούς, έτσι και ο χριστιανός της Αιγύπτου, της Συρίας ή της βόρειας Αφρικής ένιωθε τώρα να έχει λόγο στα θρησκευτικά ζητήματα που απασχο λούσαν την άρχουσα τάξη της αυτοκρατορίας.
8 Οι νέοι άνθρωποι : ο μ οναχισμός και η εξάπλωση του χριστιανισμ ο ύ, 300-400 μ . χ. Τον ίδιο καιρό που ο Πλωτίνος αποκάλυπτε τη σοφία του Πλάτωνα στην έ παυλη ενός συγκλητικού έξω από τη Ρώμη (από το 244 έως το 270), πολύ μα κριά, στην πατρίδα του την Αίγυπτο, ο γιος μιας ευκατάστατης οικογένειας χωρικών προσευχόταν στην εκκλησία του χωριού του. Αυτός ο νεαρός, ο Αντώνιος, θεώρησε πως τα λόγια του Χ ριστού «"Υπαγε πώλησόν σου τά ύπάρχοντα καί δός πτωχοΙς ... καί δευρο ακολούθει μοι» ήταν μια εντολή προς αυτόν προσωπικά. Άρχισε να ζει ως ερημίτης γύρω στο 269. Σταδιακά, απομακρύνθηκε από τα περίχωρα του χωριού του και προχωρούσε όλο και βαθύτερα στην έρημο από το 285. Όταν πέθανε το 356, στην ηλικία των εκα τόν πέντε ετών, είχε ζήσει πάνω από εβδομήντα χρόνια σε μια απαγορευτική ερημιά, σε απόσταση εβδομάδων από την πλησιέστερη πόλη. Ο Αντώνιος εί χε εγκαταλείψει τον πολιτισμό, όπως τον εννοούσαν οι αρχαίοι. Και όμως, ο Αντώνιος έγινε ο « πατέρας των μοναχών», Υπήρξε ο ήρωας μιας αριστοτε χνικής βιογραφίας που έγραψε ο Αθανάσιος, πατριάρχης Αλεξανδρείας. Ο ντροπαλός γιος Αιγύπτιων χωρικών, που α,;τέφυγε να πάει στο σχολείο, έ φτασε να επηρεάσει τη χριστιανική εκκλησία σε κάθε πόλη της ρωμα'ίκής αυ τοκρατορίας. Οι δύο αυτοί σημαντικοί Αιγύπτιοι, ο Πλωτίνος και ο Αντώνιος, ορίζουν τους δύο διαφορετικούς δρόμους της θρησκευτικής ιστορίας στην ύστερη αρ χαιότητα. Είχαν κάποια κοινά χαρακτηριστικά: ο Πλωτίνος «ζούσε σαν να ντρεπόταν που είχε γεννηθεί από ανθρώπινο σώμα» και ο Αντώνιος «κοκκίνι ζο> κάθε φορά που έπρεπε να φάει. Και οι δύο προκαλούσαν θαυμασμό, . επει δή είχαν αποκτήσει ένα σχεδόν « θε'ίκό» έλεγχο του νου πάνω στο σώμα. Αλλά τα μέσα που είχε επιλέξει ο καθένας για τον ίδιο σκοπό ήταν εκ διαμέτρου α ντίθετα. Για τον Πλωτίνο και τους παγανιστές διαδόχους του, η αίσθηση του « άλλου κόσμου» ήταν απόρροια της παραδοσιακής κουλτούρας, όπως η τε λευταία χιονισμένη κορφή μιας οροσειράς: η άσκηση στην κλασική φιλολογία και τη φιλοσοφία αποτελούσε τη βάση του ασκητισμού του ύστερου Ρωμαίου φιλοσόφου - και έμοιαζε τόσο αμετακίνητη όσο και οι πρόποδες των [μα λα'ίων. Ο «θε'ίκός» άνθρωπος του παγανισμού μπορούσε να προέλθει μόνο α πό λογίους που είχαν εκπαιδευθεί σύμφωνα με το πρότυπο ενός πολιτισμένου άρχοντα. Όπως είδαμε, ο μέσος χριστιανός επίσκοπος του τέλους του 30υ και των αρχών του 40υ αιώνα είχε πληοιάσει αρκετά αυτό το ιδεώδες - αυστηρός, πολύ μορφωμένος, με τρόπους πολιτισμένους. Αλλά η χριστιανική Εκκλησία είχε παραμείνει δεκτική και σε άλλες μορφές έμπνευσης: ακόμα και ο λόγιος Ωριγένης, για παράδειγμα, είχε αφήσει χώρο στη χριστιανική Εκκλησία για τον « απλο'ίκό» κόσμο που θα εκλάμβανε τις εντολές του Χριστού στην κυριο-
68 Ο μοναχός. με
τα
χέρια υψωμένα σε στάση προσευχή;.
Κοπτικό ανάγλυφο ιι.ι-τό ασβεστόλιθο. 60;-70; ωι\)νας.
ΘI'Ι-Ι�KEIA
10;'
λεξία τους. Μέσα σε μια γενιά, από την εποχή του Ωριγένη, ο χριστιανισμός είχε αρχίσει να α.ίτλώνεται στα χωριά της Αιγύπτου, της Συρίας και (σε μικρό τερο βαθμό) της βόρειας Αφρικής. Άνδρες όπως ο Αντώνιος θα άκουγαν προ σεκτικά τις ριζοσπαστικές χριστιανικές διδαχές και, όπως ο Αντώνιος, θα α ντιδρούσαν άμεσα ερχόμενοι σε πλήρη ρήξη με το περιβάλλον τους. Αυτή η ρήξη συνοΨίζεται σε έναν όρο που χρησιμοποιούσαν εδώ και καιρό οι χωρικοί της Αιγύπτου οι οποίοι είχαν αποσυρθεί από τον κόσμο σε στιγμές απόγνω σης ή καταπίεσης: την αναχώρηση (από όπου και η αγγλική λέξη anchorire ε ρημίτης). Για τον Πλωτίνο και πολλούς χριστιανούς επισκόπους η απομάκρυνση α πό τον κόσμο συντελέστηκε ήρεμα, χωρίς ρήξη με την περιβάλλουσα κουλ τούρα και κοινωνία. Αντίθετα, μια φυσική, ξεκάθαρη «αναχώρηση>, στάθηκε η βάση του πνευματικού βίου του Αντωνίου: η εγκατάλειψη του πολιτισμέ νου κόσμου ήταν το απαραίτητο πρώτο βήμα στο νέο ασκητικό κίνημα. Με ό πσιο τρόπο κι αν το εξωτερίκευε, ο νέος χριστιανός άγιος είχε επιλέξει την αντίθεση με τις νόρμες της πολιτισμένης ζωής στη Μεσόγειο. Αναπόφευκτα λοιπόν, ο τρόπος με τον οποίο οργανώθηκαν αυτοί οι άνθρωποι, ο πολιτι σμός που δημιούργησαν, τα ηθικά τους παραγγέλματα, ακόμα και τα μέρη που προτίμησαν για τις συνάξεις τους σηματοδοτούσαν μια ρήξη με το πα ρελθόν. Η γοητεία και η σημασία του ασκητισμού που σάρωσε τον ρωμα"ίκό κόσμο κατά τη διάρκεια του 40υ αιώνα έγκειται ακΡιΒώς σ' αυτό: ήταν ένα κίνημα αυτοκαλούμενων αναχωρητών, που υποστήριζαν πως είχαν κάνει μια καινούργια αρχή στη ζωή τους. Ο χριστιανικός αναχωρητισμός απλώθηκε σε πολλές περιοχές με εντυπω σιακή ταχύτητα. Η Μεσοποταμία ήταν το κέντρο μιας τέτοιας έκρηξης, τα κύ ματα της οποίας μεταδόθηκαν σ' όλη τη Μέση Ανατολή. Ο συριακός ασκητι σμός της περιοχής γύρω από τη Νίσιβι και την Έδεσσα, ιδίως των απρόσιτων Βουνών ΤυΓ 'Abdin (τα βουνά των «Υπηρετών του Θεού», δηλαδή των μονα χών), απλώθηκε προς βορρά στην Αρμενία, και δυτικά στους δρόμους της Αντιόχειας: πλούτισε και αναστάτωσε τη ζωιj μεσογειακών πόλεων τόσο από μακρων όσο η Κωνσταντινούπολη, το Μεδιόλανο και η Καρχηδόνα. Οι Σύροι ήταν σι «αστέρες» του ασκητικού κινήματος: πεΡι.Jίλανιoμενoι ά γριοι, ντυμένοι με προβιές, με μαλλιά λιγδιασμένα που τους έκαναν να μοιά ζουν με α"ίτούς, αυτοί Οι «φλεγόμενο ι άνθρωποι» κατέπληξαν τον ελληνορω μα"ίκό κόσμο με τους θεατρινισμούς τους. Οι πιο χαρακτηριστικοί αντιπρό σωποί τους, τον 50 αιώνα, ήταν σι «στυλίτες» άγιοι - άνθρωποι που κούρ νιαζαν σε κορυφές στύλων. Ο ιδρυτής αυτής της ιδιομορφίας, ο Συμεών (περ. 396-459), διατήρησε την αυλή των θαυμαστών του για σαράντα χρόνια από την κορυφή μιας κολόνας δεκαέξι μέτρων στην ορεινή ενδοχώρα της Αντιόχειας. =
I1 \'�TEPH l'ωl.IΊ' κ 1 1 EΠ.\.\.\�T.I�I I
lου
69 Ο {«({(π(νας» .
Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης. χαΟι
σμένο; ϊΤάνω στο
στύλο του. ΕίΖΙ:
Ζαθηλι(ισει το" Διαβολο :του ειΖΟ νίζεται υ:τό μΟQ<[ΙΙ\' ό'fεω;. Οι πελάτες τον συμI�O\lλΙ:I',o νταν ανl:[)αίνοντας τη σΖάλα (στα αρι στερά). Α"αμνηστι Ζά ό:τω; αιπά-ο ι πρώτε; Ζριστιανι χές: Ειχόης- άπλω σαν τη ιτψιη του Συμεών σε μέQIΙ τόσο μαΖ\)Ινά όσο η 11 ερο ία, 11 rιi)μ 11
χαι το Παρίσι.
Xouoli ;τλαΖέτα CL-τό f.ειψu"οθιiχη της ΣlJρίας.
60; αι(Ο\'α:;.
Στην Αίγυπτο,
αντιθέτως, ο ασκητισμό; πήρε μια οιαφορετική μορφιj. Η
ανήσυχη αλλά και επιφυλακτική αγροτική τάξη χρατήθηκε μακριά από τον Ο",ιληΡΟΤΡCJχηλο ατομικισμό των Σύρων. Οι Αιγύπτιοι αισθάνονταν πως ζού σαν σ' έναν ταραγμένο κόσμο, στρωμένο σαν ναρκοπέδιο με τις παγίδες του διαβόλου, που εύκολα θα τον αποδιοργάνωναν οι χαβγάδες των θερμόαιμων συγχωριανών τους που είχαν γίνει μοναχοί. Επέλεξαν την ταπεινοφροσύνη. την περιορισμένη αλλά αδυσώπητη ρουτίνα προσευΧ11ς και χειρωναΚΤΙί{ής ερ γασίας, την ασφάλεια της ομάδας, τη σιδερένια πειθαρχία. Ο Π αχώμιο; (περ.
290-347), ένας αγρότης που στρατολογιjθηκε διά τη; βίας στο στρατό του Κωνσταντίνου, βάλθηκε να δημιουΡΊιjσει μια οργανωμένη μοναστιχιj ζωιi. ε νώνοντας τα κελιά των ερημιτών σε μεγάλου; οικισμού; στην Άνω Αίγυπτο ξεκινώντας από την Ταr1έννησο της ΘηβαΤδας το 320. Η «αποικία» του 11ταν μια εμπνευσμένη σύλληψη. που εφαρμόστηκε μεθοδικά χαι εξαπλώθηχε με τέ-
(-)1'1 1 C: J; ι:\.ι
I Uϊ
τοια ταχύτητα και ευελιξία ώστε ξεπέρασε κατά πολύ οποιοδ,jποτε άλλο οργα νωτικό εγχείρημα του ύστερου ρωμα"ίκού κράτους: στο τέλος του 40υ αιώνα, τα μεγάλα μοναστήρια που είχε οραματιστεί ο Παχώμιος στέγαζαν επτά χιλιά δες μοναχούς. Ο μοναστικός βίος της Αιγύπτου είχε έναν εντελώς ιδιόμορφο χαρακτή ρα. Οι Αιγύπτιοι «πατέρες» - οι Άπα (Apa, εξ ου και το αγγλικό abbοι η γούμενος)- αποτέλεσαν τα πρότυπα για τις μοναστικές κοινότητες που ιδρύ Θηκαν στα τέλη του 40υ αιώνα σε περιοχές τόσο απομακρυσμένες μεταξύ τους όσο η Καισάρεια της Καππαδοκίας χαι η Ρουέν (Rouen). Τα «Αποφ0έγ ματά» τους έγιναν ένα αξιόλογο νέο λογοτεχνικό είδος, συγγενικό της παρα βολής και της λα"ίκής σοφίας, τα θέματα και τα ανέκδοτα του οποίου επέζη σαν των χρόνων του Μεσαίωνα φτάνοντας ώς την προεπαναστατική Ρωσία. Μέσα από αυτά τα «Αποφθέγματα» η αγροτική τάξη της Αιγύπτου μίλησε για πρώτη φορά στον πο Χιτισμένο κόσμο. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας άγιος της μεσαιωνικής Ευρώπης οι πειρασμοί του οποίου να μην έχουν ως πρότυ=
70 (αριστερά) Ο Apa, ο πατέρας των μοναχών. Ο πνευματικός καθοδηγητής ήταν συχνά για τους
πιστούς μια επιβλητική μορφή εξουσίας. «Το πνεύμα του Κυρίου ενυπάρχει στον άνθρωπο αυτό», έλεγε ένας μοναχός για τον άγιο Π αχώμιο �
,
πιθανόν αιίό τάφο ηγουμένου, 60ς-70ς αιώνας.
71 Νίr.η κατά των δαιμόνων. Ο άγιος Σισίννιος,
έφιππος, καθηλώνει ένα θηλυκό δαίμονα. Τοιχογραφία C1Jϊό την Αίγυπτο, 60ς-70ς αιώνας, μονιj του Αγίου Απόλλωνος, Βu\vίΙ.
108
! ! l'ό:ΊΈI'Η I'ΩlΙΑϊΚΗ EΠΛ�Λ�TΛΣII
πο αυτους που πρωτοπεριγράφηκαν σε σχέση με τον Αντώνιο στα περίχωρα ενός χωριού της Αιγυπτου. Ελάχιστα μας είναι γνωστά για την καταγωγή του ασκητικού κινήματος στο χώρο της Εγγύς Ανατολής, αρκετά όμως για να αποκλείσουμε εύκολες α παντήσεις. Έχει υποστηριχθεί πως ο μοναχισμός ήταν ένα κίνημα φυγής και διαμαρτυρίας πως οι καταπιεσμένοι αγρότες κατέφυγαν στην ασφάλεια των μεγάλων μονών, και πως η δυσαρέσκειά τους εναντίον των γαιοκτημόνων εκ δηλώθηκε στο φανατισμό που επέδειξαν κατά του κλασικού παγανισμού και του πολιτισμού των ελληνικών πόλεων. Στην πραγματικότητα, οι ιδρυτές του αναχωρητικού κινήματος και όσοι τους ακολούθησαν δεν ήταν καταπιεσμένοι αγρότες. Η δυσφορία τους ήταν πολυ πιο σύνθετη. Η Αίγυπτος της ύστερης ρωμα'ίκής εποχής ήταν μια χώρα όπου τα χωριά άκμαζαν και όπου οι εντάσεις προέρχονταν τόσο από τις ανακατατάξεις του πρόσφατου πλουτισμού και των νέων ευκαιριών όσο και από τις αιώνιες ληστρικές επεμβάσεις του φοροει σπράκτορα. Τα χωριά της Αιγύπτου και της Συρίας έβγαζαν ολοένα και περισ σότερους εύπορους εκκενrρικoύς που το ταλέντο τους ασφυκτιούσε μέσα στη συνετή και αδιατάρακτη ρουτίνα των επιτυχημένων αγροτικών κοινοτήτων: ο Αντώνιος ήταν εκπαιδευτικά «απροσάρμοστος» ' ο Μακάριος είχε διατελέσει λαθρέμπορος ο Παχώμιος είχε ξεριζωθεί λόγω της στρατιωτικής θητείας ο προσφιλής Μωυσής λήστευε κάποτε ταξιδιώτες στους δρόμους. Αν γνωρίζουμε ελάχιστα για τα αίτια του ασκητικού κινήματος, γνωρίζου με πολύ περισσότερα για το ρόλο και τη σημασία της «αναχώρησης» του μο ναχού από την κοινωνία του 40υ και του 50υ αιώνα. Υπήρχε διάχυτη η αντί ληψη πως ο άγιος άνθρωπος είχε κερδίσει την ελευθερία και μια μυστηριώδη δύναμη, έχοντας ξεπεράσει τους ορατούς φραγμούς μιας κοινωνίας που δεν ήταν τόσο καταπιεσμένη όσο άκαμπτα οργανωμένη για την επιβίωση. Σε χω ριά όπου για χιλιάδες χρόνια οι άνΘρωποι πάλευαν ενάντια στη φύση, ο άγιος είχε επιλέξει ενσυνείδητα την <<αντι-κοuλτούρα» - τη γειτονική έρημο, τα κο ντινότερα βραχώδη όρη. Σε έναν πολιτισμό ταυτισμένο απόλυτα με τη ζωή των πόλεων, οι μοναχοί είχαν διαπράξει το αδιανόητο - είχαν «ιδρύσει πόλη μέσα στην έρημο». Πάνω από όλα, σε έναν κόσμο όπου βασίλευε η ιδέα μιας ανθρωπότητας πολιορκημένης από αόρατες δαιμονικές δυνάμεις, οι μοναχοί απέκτησαν φήμη ως «πρωτοπυγμάχοι» εναντίον του Διαβόλου. Κρατούσαν μακριά τη μοχθηρία του ' και κατάφερναν -εκεί που ο μέσος άνθρωπος, με όλα τα φυλαχτά του και τα μαγικά του γιατροσόφια, δεν τα είχε καταφέρει- να τον εμπαίζουν καταπρόσωπο. Η δύναμη των αγίων εκδηλωνόταν στις σχέσεις τους με το ζωικό βασίλειο που ανέκαθεν συμβόλιζε την αγριότητα και τη μο χθηρία των δαιμόνων: έδιωχναν φίδια κι αρπαχτικά πουλιά, και συντροφευο νταν, πράοι αφέντες, από τσακάλια και λιοντάρια. Πάνω απ' όλα, ο άγιος φαινόταν να έχει κατακτήσει το πιο αξιοζήλευτο προνόμιο για έναν άνθρωπο
ΑΡΙΕΚΕΙΛ
της ύστερης αυτοκρατορίας: είχε κερδίσει την παρρησία, την ελευθερία να εκ φράζει τη γνώμη του μ.,-τροστά στη θε"ίκή μεγαλειότητα. Γιατί ο Θεός των χρι στιανών του 40υ αιώνα ήταν ένας επιβλητικός αυτοκράτορας. Μόνο Ε'"είνοι από τους υπηκόους του που είχαν περάσει τη ζωή τους χωρίς να τον αμφισβη τήσουν και υπάκουαν με δέος τις εντολές Του, είχαν δικαίωμα να Τον πλησιά σουν, σαν ευνοούμενοι αυλικοί, και να δουν τις προσευχές τους να εισακούο νται με θεαματικά αποτελέσματα. Μέσα από αυτές τις δοξασίες μπορούμε να διακρίνουμε την ποιότητα του δημόσιου βίου στην ύστερη αυτοκρατορία όπως απεικονίστηκε στη λα·ίκή φαντασία. Η ύστερη ρωμα·ίκή αυτοκρατορία ήταν ένας κόσμος απαρέγκλιτης αυστηρότητας ένας κόσμος όπου οι νόμοι του Θεού και των αυτοκρατόρων εφαρμόζονταν αμείλικτα και όπου η ελπίδα δεν βρισκόταν στις επαναστάσεις ή τις μεταρρυθμίσεις αλλά στην περιστασιακή εύνοια που εξασφάλιζε η απρό βλεπτη μεσολάΒηση των λίγων ισχυρών. Ο βίος ενός εκλlJtόντος αγίου συχνά παρέμενε στη μνήμη της περιοχής σαν μια φευγαλέα ηλιαχτίδα που είχε ζε στάνει για λίγο την παγωνιά της καθημερινής ζωής τους: γιατί η επιρροή του αγίου στην αυλή του Παραδείσου είχε εξασφαλίσει μια πρόσκαιρη αμνηστία από τους σιδερένιους νόμους που επιφύλασσε η σκληράτητα του Θεού στο χωρικό της Μεσογείου - μια ανάπαυλα στις επιδημίες, στην πείνα, στους σει σμούς, στις χαλαζοθύελλες. Και, αν ο Θεός στον Ουρανό επιδείκνυε τόση σκληρότητα, στη γη ο αυτο κράτορας και το προσωπικό του έσπερναν πράγματι τον τρόμο. Και πάλι ο άγιος εμφανίζεται ως μια από τις ελάχιστες δυνάμεις στην ανατολική ρωμα"ί κή κοινωνία που μπορούσε να μετριάσει τη δικαιοσύνη του αυτοκράτορα. Οταν οι πολίτες της Αντιόχειας ανέμεναν άγρια αντίποινα για τη στάση του 387, οι εκπρόσωποι του αυτοκράτορα που κατευθύνονταν προς την καταδι κασμένη πόλη Βρέθηκαν ξαφνικά μ.,τροστά σε μια ομάδα συρόφωνων αγίων. Οσο οι άγριες αυτές φιγούρες μεσολαβούσαν για την πόλη, και τα λόγια τους μεταφράζονταν από τα συριακά στα ελληνικά, ο κόσμος «έστεκε τριγύρω», έ γραφε ένας μάρτυρας, «και έτρεμε». Η ιδέα ενός αγίου που κρατάει τους δαίμονες σε απόσταση και κάμπτει τη θε"ίκή βούληση με τις προσευχές του κυριάρχησε στην κοινωνία της ύστερης αρχαιότητας. Από πολλές αι-τόψεις, η ιδέα είναι τόσο καινούργια όσο και η ί δια η κοινωνία. Και αυτό γιατί τοποθετεί έναν άνθρωπο, «έναν άνθρωπο με Ε ξουσία», στο κέντρο της λα"ίκής φαντασίας. Στο παρελθόν, ο κόσμος της κλα σικής αρχαιότητας, προσέγγιζε τη θρησκεία του με όρους πραγμάτων. Η αρ χαία θρησκεία στρεφόταν γύρω από μεγάλους ναούς που η μεγαλοπρέπειά τους επιοκίαζε και τον πιο επιβλητικό ιερέα. Οι θεοί μιλούσαν απρόσωπα στα μαντεία τους οι τελετές τους απηχούσαν ένα βίο στον οποίο η κοινότητα, η πόλη, προβαλλόταν εις βάρος του ατόμου. Αντίθετα, κατά τον 40 και τον 50
1 1 1Ι
ι ι )"�T.r:I)" ΓΩ�r_\ϊj\.JI L ] [.\\.\�T.\2:I]
72 Ο άγιος «(\'θρω ;ως ως φλος ΤΟ\Ι
ΧψοτωΊ. 0:1(1) ;
ο Δι.οΖλητιανό; ωπc το Ζέρι του στον (;)�ω του συναδελ<[ου τυυ
(ειΖόνα 1 2 ) . [τσ ι
() «(ΊΙΟ; 1\'1 ην(ι;
Ζω
ορίζεται ωτ() τον Χριστό ως έμ:τιστο; συνάδελ«ο; Ζω
σύμΒο υλό;
10\1.
Ε:τι
l.ρωματισμένο ,:;:-ω.σ,
60;-70; αω )\'α;. από το Β(\ψί( τη; ΑΙΊΙJΠΠιI'.
αιώνα, το άτομο, ως «άνΘρωπο; με εξουσία», επισκίασε τ ι ς παραδοσιακές κοινότητες . Το πρόσωπο ταυ αυτοκράτορα υΠlQίσχυσε της ΣυΊχλήτου (ω. Ι της
Ρώμης η άνοδος του ΡatΙΌΠUS, τ α υ JTQοστάτη, απείλησε την αλληλεγΊι)η TαιJ συμβουλίου τ ης πόλης.
Ο
IUIλrιiJV ο Στυλίτης ΠΕριφανής ε,ι-τάνω στην κολόνα ,
του διχάζοντας, ΠQοφητε ύοντας, γ ιατρεύοντας , επ ιπλ11ττοντας και συμ�oυ ,
λε ύοντας τις κυβερνητικές τάξε ις ολόχληρης της ανατολικής αυτοχρατορίας σε μικρή απόσταση από τον ερημωμένο ναό του Baalbek, σηματοδΟΤΟΙJ σε μια ανάλογη αλλCJΊl)l. Στη λα'ίκή φαντασία, η προβολή των αγίων Ης βύρο; των ναών οροθετεί το τέλος του κλασικού κόσμου. Στα τέλη του 40υ αιώνα, οι ναοί των θειον διασcοζονταν στις ΠΕρισσότε ρες με/άλες πόλεις και τη Ίι)οω ύπαιΗοο, λι[ετά τον Κωνσταντίνο, είχαν εν μέρει «εχχοσμικευθε ί-» ' αλλά οι πολιτισμένοι αστοί, π αγανιστές Υ.αι χριστια νοί, εξακολουθούσαν να τους επισκέπτονται και να τους σέβονται, (u; δημό σια μνημεία, κάπως σαν τους όμορφους καθεδρικούς ναούς ορισμένων κομ μουνιστι:ι.:ών χωρώ\!. Γ ια πολλούς επ ι ο:ι.:όπους, ωστόσο. οι αQχαίοι ναοί ήταν μια
JTT!'f1l <<μ6λυνσης» του ποιμνίου τους. Για τους μοναχούς, ήταν τα OtUQCJ
του εχθυού τους, του Διαr1όλου. Στα τέλη του 40υ αιά)\!α υπΥωχαν περ ίπου
2,000 μοναχοί σε απόσταση �oλή; από τους μεγ6λους ναοι)ς τ η ; Αλεξάνδρει-
ΘΡΗΣΚΕΙΛ
III
ας. Σε αρκετούς από αυτούς, μια ζωή σκληρής υπακοης και αέναης προσπά θειας να θέσουν υπό έλεγχο τις σκέψεις και το σώμα τους είχε καλλιεργήσει μια ατμόσφαιρα εκρηκτικής επιθετικότητας, που είχε στόχο τον Διάβολο και τους Ε.Jτιζώντες εκπροσώπους του πάνω στη γη. Από τη Μεσοποταμία ώς τη βόρεια Αφρικη, ένα κύμα θρησκευτικης βίας πλημμύρισε τις πόλεις και την ύπαιθρο: το 388 οι μοναχοί έκαψαν μια Συναγωγή οτο Καλλίνικον κοντά οτον Ευφράτη ' τον ίδιο καιρό τρομοκρατούσαν τα ιερά χωριά της Συρίας το 39 Ι , ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος τους κάλεσε να «εξαγνίσουν» την πόλη από το μεγάλο τέμενος του Σέραπη, το Σεραπείον. Ορδές φανατισμέ νων μοναχών, υπό την ηγεσία του Σενούθιου (πέθανε γύρω στο 466), περιπο λούσαν στις πόλεις της Ανω Αιγύπτου λεηλατώντας πλούσια σπίτια εθνικών για να αρπάξουν είδωλα. Στη βόρεια Αφρικη, παρόμοιες ομάδες περιφερόμε νων μοναχών, οι «CίΓcumcelΙίοnes», οπλισμένοι με ρόπαλα που τα αποκα λούσαν «Ισραηλ», καταδίωκαν τη μεγάλη γαιοκτησία κραυγάζοντας « ευλογη τός ο Θεός» - κραυγή πιο φοβερή κι από το βρυχηθμό των λιονταριών. Το 4 1 5 , οι Αιγύπτιοι μοναχοί συγκλόνισαν τους καλλιεργημένους κύκλους λυ ντσάροντας μια Αλεξανδρινή αριστοκράτισσα, τη φιλόσοφο Υπατία. Ο παγανισμός, λοιπόν, συνετρίβη βάναυσα από τη βάση. Οι εθνικοί, πτοη μένοι από αυτό το αναπάντεχο κύμα τρομοκρατίας, έβλεπαν να φτάνει το τέ λος του κόσμου. « Αν είμαστε ζωντανοί», έγραφε κάποιος, « τότε η ίδια η ζωη έχει νεκρωθεί». Ωστόσο, αυτό το φρικτό μεσοδιάστημα ήταν μέρος μιας βαθύτερης αλλα γής. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 40υ αιώνα, ο χριστιανισμός επιβληθη κε για πρώτη φορά ως θρησκεία της πλειονότητας στη ρωμα'ίκή αυτοκρατο ρία. Με την παρακίνηση των επισκόπων του ο μέσος χριστιανός είχε πετύχει αυτό που επιδίωκε. Το χριστιανικό ποίμνιο της δεκαετίας του 380 απαιτούσε μια «χριστιανική» αυτοκρατορία, απαλλαγμένη από τη βαριά κληρονομιά των θεών, με ηγέτη έναν αυτοκράτορα που θα συμμεριζόταν τις προκαταλη ψεις του εναντίον των Εβραίων, των αιρετικών και των παγανιστών. Οι αυ τοκράτορες του έδωσαν την ηγεσία που ζητούσε. Ήταν μια έξυπνη κίνηση α πό την πλευρά τους, γιατί οι πόλεις της ύστερης αυτοκρατορίας ήταν ζού γκλες, με ελλιπή αστυνόμευση και υπό τη συνεχή απειλή λιμών και στάσεων. Προς τα τέλη του 40υ αιώνα, αυτές οι πόλεις χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν ένα αιφνίδιο βάρος υψηλής φορολογίας λόγω των νέων βαρβαρικών επιδρο μών στα Βαλκάνια. Όταν οι κάτοικοι των πόλεων στασίασαν για θέματα που έθιγαν ευθέως τις οικονομικές και τις στρατιωτικές ανάγκες των αυτοκρατό ρων, η καταστολή ήταν αμείλικτη. Το 390, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α ' (379-95) κατέσφαξε τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης διότι λυντσάρισαν τον στρατιωτικό διοικητή τους λίγο έλειψε να κάνει το ίδιο με τους Αντιοχείς οι οποίοι αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους τους. Κι όμως, έδωσε συγχα-
73 (.Π)\'(,) l1ριοπρ(ί) ο Θεό<[ιλο;. :ίΤατρι(ιρ
l η; ΑλF;((νό\jι:ί<ς,
{(:Π Ι
%()"ίζετω στα ΕΡΕί:τ ια
του IfQU:HiOl'. A:H.J
αλι-'ξα\'()φ'ι'ό ΖΡΟ\,ΙΖό τοι' 50Ι' ((l(ilyu,
7-J. (.-πί\'ω ()ε:;ι(�) Ο AII[\moιo;. ε:τίιτ/.ο ;το; Μωωλά,'Οι'. Ε;τ«\)
ΖωΖ\');
όωΙΖηη'!; :ΤΟΙ'
�"(Ι"E ι':τ ίσ%ο:το;. εξ(( σφ'ι/.ιοε «:Ίό ΤOl'; ιωτο %:ι,.χJτoρε; την α:τozιj!-,ι, ξη
τη; ι:;τίσημη; :Ί«�'«
\'Ι
σΤΙΖI'!; i.uτ\jrin::: οτη !)(;) μη Ζω lI:ΊΟΖυ{ι')(}I' ΤΟ\'
Θεt)()()(JΙΟ \'(1. « μετ((\'()ιi ση» '/1« Π Ι ((μn\)τJιματ(ι ΤΟΙ'. « Eμ�'ί:: σι ιεΡΕίς». {','I)Ul(f, {<έ/Ι>Ι'!ΙΕ του; Ι)ΙΖΟΙ'; μα; τι,.κ);τοι'; -" 1 ( ( \'Η U\,fi,t)\H'IIr ιπην ε;οι'
οίωι. Ψ ψr ωωτι')
το\!
5011
ωιί)\'α (σι) το\' Α:ιο
Λμ[)ρόοω ΟΊΟ J-,.lti.r'(\,o.
75 Θι'ι)('Ι(\οιο; ο },Ιι;':((;
(379-Q:"i ). Λ:Ίό ιωημ�'\'ω ()ίΟΖΟ Ol1issori\JJ l lΙ τoI'
tf;.OII; ΗΗ' ..ιοι' ιιιιί)\'Η.
] ] :]
76 Ο ΧjJιοτός της ΔευτέI.χ:ι.; Παρουσία; οε\' είναι ;τλέον ο γε μάτο; χα!.)η αγένειο; διδά<τ/.αλο; αλλά ένα; ΕπιβλητιΧός ;ταΥι:ό σμιο; χujiερνllτης. Τοιχογυαφία των μέσων του 40υ αιώνα από την χαταΧόμβη τη;
Cοlηlηοdil1a, Ρώμη.
ρητήρια στους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας επειδή πήραν το νόμο στα χέ ρια τους και κατέστρεψαν το Σερωτείο, ένα από τα θαύματα του αρχαίου κό σμου. Η στιβαρή διακυβέρνηση δεν επαρκούσε. Έπρεπε κανείς να καλοπιCiνει τους κατοίκου; των πόλεων αν 11Αελε να μένουν 11συχοι. Η ρωμα"ίΧΙ1 αυτοκρα τορία είχε παραμείνει μια «κοινοπολιτεία αστικών κέντρων»" σ' αυn) την κοι νοπολιτεία ο χριστιανός EJ-τίσκοπος, ηγέτης τώρα ενός πολυπληθούς ποιμνίου χω
υποστηριζόμενος από τη ιΊία των μοναχών. είχε βρεθεί στο προσκήνιο. Ο
aUTOXQCiTo\)a; Θεοδόσιος αιματοκύλησε τη Θεσσαλονίκη' τα αγCiλματC1 του γκρεμίστηκαν και καταστράφηκαν από τους πολίτες της Αντιόχειας: και όμως έμεινε στην ιστορία ως Θεοοόσιος «ο Μέγας». ο υποδειγματικός Καl:)ολικός μονάρχης. ΕίΖε συμμαχιlσει με τα χινιlματα της «βάσης» των πόλεων της. αυ τοκρατορίας. Στο Μεδιόλανα υποκλίθηκε σεμνά μπροστά στον επίσκοπο Αμβρόσιο' στη Ρώμη προσευΖήΗl1κε στο ναό του Αγίου Π έτρου κω επιδότησε πλουσιοπάΡΟΖα μια μεγαλοπρεπή νέα �ασιλική, αφιερωμένη στον Άγιο Παύ λα ( 5 . Ραοlο [ΙIΟΓί le ΜΙΙΓα). Στην ΑλεξCiνόρεια παρέιΊλεψε τις ωμότl]Τες του Θεοφίλου. Σαν το δούκα της Plaza ΤΟΙΌ. ο Μέ,/ας Θεοδόσιος οδηγούσε το τάγμα του εκ των όπιοΗεν: αυτός και σι αυλικοί του ακολουθούσαν με εξαιρε-
! Ι/ι 77 Η Δευτέρα Πα ρουσία,
Ο Χριστός
καΟισμέ"ος στον διχαστικό του θρόνο (βλ. εικόνα 32) ίΤερισΤΟΙΖισμέ"ος α.ί'Τό τους Q;ιοστόλους. οι οποίοι ως :τροστά τες -ρω!"Ο1l ί- συνηγο ρούν υπέρ των πελα τών τους που στέΧο νται από Χάτω. ΊΞνα τυπιΧό υστερορωμα"ί χό bιχαστήριο: ο Χριστός και οι από στολοι ειΖονίζονται αποκομμένοι από
το
πλljUος που επευφτι μεί πίσω από ένα
Ζιγ/.λίbωμα, αχριΒιός
ό:τω; χαι στις ο%ηνές της Αψίδα; του Κων σταντίνου (ει;.:όνα27), Ρωμα'ίΧI) :τλακέτα από τερα%ότα.
40ς αιώνας.
τική ευαισθησία τις σεισμικές αλλαγές που ε ίχαν θέσει επικεφαλής της κοινι;ς γνώμης, στα νευραλγικά κέντρα της αυτοκρατορίας, τον χριστιανό επίσκοπο και τον άγιο άνθρωπο. Βέβαια, οι μοναχοί δεν υπήρξαν ποτέ τίποτε περισσότερο (lι-τό μια πολύ μι κρή μειονότητα στο σύνολο του πληθυσμού της αυτοκρατορίας. Παραδόξως, όμως, αυτοί ακριβώς οι εκκεντρικοί μετέτρεψαν το χριστιανισμό σε μαζική θρησκεία. Το επίτευγμά τους οφείλεται κυρίως στο ότι κατάφεραν να συΥΛε ντρώσουν στο πρόσωπό τους την ευλάβεια του μέσου Ρωμαίου πολίτη που εί χε γίνει χριστιανός. Και αυτή η ευλάβεια διέφερε κατά πολύ από την εσωστρε φή αφοσίωση των προηγούμενων αιώνων, Τον 30 αιώνα, η χριστιανική εκκλη σία αποτελούσε μια μικρή κοινότητα «μυημένων». Όσοι είχαν υποβληθεί στο «μυστήριο» του βαπτίσματος συγκαταλέγονταν ήδη ανάμεσα σε αυτούς που είχαν <<σωθεί». Αλλά στα τέλη του 40υ αιιόνα ι;ταν πολύ λιγότερο βέβαιο πως εκείνοι που είχαν δεχτεί ένα τυπικό βάπτισμα σε τούτο τον κόσμο θα οιοζο νταν στον άλλο. Το άγχος των ανθρώπων, λοιπόν, μετατοπίστηκε σε ένα πιο απόμακρο γεγονός: στην καθοριστική εκκαθάριση λογαριασμών κατά τη Δευ τέρα Παρουσία. Η πρώιμη εικονογραφία της μετά θάνατον ζωής, που έδειχνε μια ήσυχη ομάδα μυημένων να χαίρονται την ειδυλλιακή προστασία σ' έναν
ΘPH�KEIΛ
I IJ
άλλο κόσμο -κάτω από τον ξάστερο ουρανό ή στη σκιά ενός δέντρου- αντικα ταστάθηκε από τη φοβερή εικόνα του Χριστού ως Αυτοκράτορα και Δικαστή, μπροστά στο θρόνο Του οποίου μια μέρα θα κρινόταν ολόκληρος ο πληθυ σμός της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας. Το ασκητικό κίνημα απλώθηκε ταχύτατα ανάμεσα σε πληθυσμΟύς που δια κατέχονταν όλο και περισσότερο "",,ό αυτό το νέο, θεμελιώδες άγχος: δεν είναι συμπτωματικό το ό,τι οι πρώτοι μοναχοί στρατολογήθηκαν σε εχείνες ακριβώς τις περιοχές του ρωμα"ίκού κόσμου όπου ο χριστιανισμός είχε εδραιωθεί εδώ και καιρό. Ζώντας μια ζωή παρατεταμένης έντασης και αυταπάρνησης, ο μονα χός κέρδιζε το θαυμασμό για την ικανότητά του να προλαμβάνει τη φρίκη της Δευτέρας Παρουσίας με το να την έχει επωμιστεί σε αυτή τη ζωή. Το ακραίο παράδειγμά του παρότρυνε τον κάθε λα"ίκό να ετοιμαστεί όσο καλύτερα μπο ρούσε για τη φοβερή αναμέτρηση ανάμεσα σ' εκείνον και τον Θεό. Στη θεωρία, τουλάχιστον, η εκχριστιανισμένη ρωμα·ίκή αυτοκρατορία από τον 50 αιώνα και μετά ζούσε διαρκώς μέσα στην ένταση του προθαλάμου ενός δικαστηρίου. Από δω πηγάζει χαι το επόμενο παράδοξο, ότι δηλαδή εχείνοι ακριβώς οι επίσχοποι που επηρεάστηκαν περισσότερο από τη μέριμνα του μοναστικού κι νήματος για τον «άλλο κόσμο" ήταν αυτοί που συνέβαλαν περισσότερο στην εδραίωση της χριστιανιχής εκκλησίας στη ρωμα·ίκή χοινωνία. Η εχπληκτική γενιά των εχκλησιαστιχών ηγετών στα τέλη του 40υ χαι στις αρχές του 50υ αι ώνα -ο Αμβρόσιος στο Μεδιόλανο (374-97), ο Βασίλειος στην Καισάρεια (370-97), ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Αντιόχεια και την Κωνσταντινούπο λη (398-407), ο Αυγουστίνος στην Ιππώνα (39 1 -430)- πίστευαν αχράδαντα πως θα καλούνταν μπροστά στον Χριστό κατά τη Δευτέρα Παρουσία να δώ σουν λόγο για τις αμαρτίες ολόκληρου του πληθυσμού των πόλεών τους. Με το να γίνουν επίσκοποι είχαν επωμιστεί κάτι ανάλογο με το « Φορτίο του Λευ κού Ανθρώπου,, · και βάλθηκαν να διοικήσουν το ποίμνιό τους με τον αυστη ρό ζήλο αποικιακού κυβερνήτη σε <ωπανάπτυκτψ> χώρα. Επέμεναν πως οι χριστιανοί αυτοκράτορες όφειλαν να τους βοηθήσουν: από τη βασιλεία του Θεοδοσίου κι έπειτα, παγανιστές και αιρετικοί έβλεπαν τα αστικά δικαιώματά τους να περιορίζονται και έτσι αναγκάζονταν να συμμορφωθούν με την Καθο λική Εκκλησία. Η αίσθηση μιας αποστολής στον άλλο κόσμο επηρέασε και το ρωμα·ίκό κράτος. Ο χριστιανός αυτοκράτορας θα έπρεπε και εκείνος να δώ σει λόγο για τις ψυχές των υπηκόων του. Στη Δύση, αυτή η ιδέα έκανε τους αδύναμους ηγεμόνες ακόμα πιο ευάλωτους στις απαιτήσεις του καθολικού κλήρου · στην πιο στέρεα εδραιωμένη ανατολική αυτοκρατορία, προσέθεσε α κόμα μια νότα στην ήδη διογκωμένη αυτοκρατορική απολυταρχία. Ο πλούτος ήταν ένα μέσο για να πληρώσει κανείς το κόστος της απαλλα γής του την ημέρα της Κρίσεως. Η επιδεικτική κατανάλωση ήταν αναπόσπα στο τμήμα της ζωής στην αρχαιότητα: ο πλούτος υπήρχε για να χρησιμοποιεί-
Ι Ι (i
ται δημόσια. Κατά τον 20 αιώνα, η πλημμύρα του πλεονάζοντος εισοδήματος είχε διοχετευθεί σε δημόσια κτίρια' κατά τον 40, στην εξύμνηση του αυτοκρά τορα και των αρχόντων' από τον 50 αιώνα και εξής, αυτό το πλούσιο ποτάμι κύλησε στη χριστιανική εκκλησία <<για την άφεση των αμαρτιών». Η οικονομι κή άνοδος της χριστιανικής εκκλησίας υπήρξε απότομη και θεαματική: φού ντωσε όπως οι ασφαλιστικές εταιρείες στις μέρες μας. Τον 60 αιώνα πλέσν, τσ εισόδημα του επισκόπου της Ραβέννας ανερχόταν σε 1 2.000 χρυσά νομίσματα, ενώ ο επίσκοπος μιας μικρής επαρχιακής πόλης είχε ένα μισθό ανάλογο με αυ τόν κάποιου συγκλητικού επαρχιακού διοικητή. Τα εντυπωσιακά καλλιτεχνικά επιτεύγματα της χριστιανικής Εκκλησίας κατά τον 50 και τον 60 αιώνα προήλθαν από αυτή τη νέα κατεύθυνση του πλούτου. Οι τεράστιες βασιλικές, καλυμμένες με ψηφιδωτά, στολισμένες με υ φαντά κεντημένα με μετάξι, φωτισμένες από χιλιάδες λυχνάρια μέσα σε ογκώ δεις ασημένιους πολυελαίους, απηχούσαν στα λαμπυρίζοντα βάθη τους εκείνη την αίσθηση της αρχοντικής σπατάλης που είχε βρει κάποτε την έκφρασή της στις πληθωρικές προσόψεις της εποχής των Αντωνίνων.
Οι αλλαγές που συντελέστηκαν στη ρωμωκή αυτοκρατορία γύρω στο 400 μ.Χ. θα εμφανιστούν πιο καθαρά αν εξετάσουμε την ιδιαίτερη βαρύτητα του ασκητικού κινήματος στις διάφορες επαρχίες της. Π ρώτα απ' όλα, το ασχητικό χίνημα ξεΧίνησε και κορυφώθηκε σε περιοχές που μόλις πρόσφατα είχαν ενταχθεί στον πολιτισμό του ελληνορωμα"ίκού κό σμου. Τα μοναστήρια του Παχωμίου ιδρύθηκαν στην Άνω Αίγυπτο έναν αιώ να μόνο μετά την εμφάνιση ενός ελληνότροπου αστικού βίου στην επαρχία αυτή. Στην Αίγυπτο και τη Συρία ο μοναχισμός έγινε το προγεφύρωμα μέσω του οποίου οι ακριτικές περιοχές του κλασικού κόσμου εντάχθηκαν στον πο λιτισμό και την πολιτιΧή ζωή της ρωμωκής αυτοκρατορίας. Επαρχίες τις ο ποίες η λα'ίκή φαντασία θεωρούσε ως «τις χριστιανικότερες περιοχές» περι Χύκλωναν τώρα τον στενό πυρήνα που οι παραδοσιαχοί παγανιστές θεωρού σαν ως πολιτισμένο κόσμο: γύρω στο 400 μ.Χ. μια χριστιανή κυρία από την Ισπανία, της οποίας οι πρόγονοι θα ήταν ευτυχείς αν είχαν φτάσει ώς την Αθήνα χαι τη Σμύρνη, βρέθηκε να ταξιδεύει σε αγίους τόπους τόσο ανατολικά όσο η Έδεσσα. ΕΠLJ-τλέον, το αναχωρητιχό κίνημα επηρέασε το ανατολικό και το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Η διάκριση δύο τύπων κοινωνίας υπογραμμίστηκε ακόμη περισσότερο, στα τέλη του 40υ και στις αρχές του 50υ αιώνα, από τις διαφορετικές τύχες του μοναχισμού. Στη Δύση, η νέα ασχητική ευλάβεια έτεινε να «διαιρέσει» μια ήδη διαιρεμένη κοι νωνία. Φορέας της ήταν ένα μικρό, αλλά αρκετά εύγλωττο, τμήμα της αριστο-
Θ P I I � K EI Λ
ΙΙί
κρατίας. Ο άγιος Μαρτίνος (περ. 335-97), λόγου χάρη, ένας απόστρατος εκκε ντρικός Σύρος, έγινε ο ήρωας των Γαλατο-Ρωμαίων αριοτοκρατών, όπως και ο βιογράφος του Σουλπίκιος Σεβήρος (περ. 363-περ. 420-25), και ο Παυλίνος της Νώλης (353-43 Ι ). Αργότερα, η λατρεία του αγίου Μαρτίνου και άλλων πα ρόμοιων αγίων προσέδωσε υπερκόσμιο κύρος στην εξουσία των μεγάλων γαι οκτημόνων-επισκόπων πάνω στην κοινωνία των γαλατικών πόλεων. Με επισκόπους όπως ο Αμβρόσιος και ο Αυγουστίνος, τα μοναστήρια έ γιναν το μέσο για να οξυνθεί η αυτοσυνείδηση της Καθολικής Εκκλησίας. Τα μοναστικά ιδρύματα προσέφεραν στους επισκόπους τους πρώτους επαγγελ ματίες κληρικούς. Στο παρελθόν, ο μέσος Λατίνος κληρικός ήταν μια τοπική μορφή περιορισμένης σημασίας, ευάλωτος σε πιέσεις του περιβάλλοντος μέλος των οικογενειών που επάνδρωναν το συμβούλιο της πόλης ή αντιπρό σωπος μιας εμπορικής κοινότητας. Αντίθετα, οι άνθρωποι που ανδρώθηκαν στο μοναστήρι κάποιου επισκόπου ζούσαν αποκομμένοι από τους συναν θρώπους τους με όρκους αγνότητας και πενίας, και με ιδιαίτερη περιβολή ' ε φόσον δε, σιr,(νά, η μόρφωσή τους βασιζόταν αποκλειστικά στις Γραφές, εί χαν αποκοπεί από την κλασική παιδεία. Είχαν γίνει μια ελίτ επαγγελματιών, με τη δική τους αλληλεγγύη, το δικό τους ιδίωμα, και μια έντονη αίσθηση α νωτερότητας απέναντι στον «κόσμο». Επιπλέον, πολλοί από τους κήρυκες αυτής της μοναστικής ευλάβειας -άνδρες όπως ο Σουλπίκιος Σεβήρος και ο ιδιοφυής lερώνυμος- έδειχναν να περιφρονούν τον μέσο άνθρωπο. Μέσα α πό τις καταγγελίες του «κόσμου», της διαφθοράς του κλήρου και της ζωής στις μεγάλες πόλεις, προδίδουν τη συνεχιζόμενη περιφρόνηση ενός Λατίνου αριστοκράτη για την petite bourgeoisie, καθιός και την αρχαιότατη επιθυμία για απομόνωση ενός μεγάλου γαιοκτήμονα. Στην Ανατολή, αντίθετα, ο μοναχισμός δεν στάθηκε απόμακρος. Εισχώρησε ευθέως στη ζωή των μεγάλων πόλεων. Σε όλη την έκταση των ανατολικών ε παρχιών οι επίσχοποι συμμάχησαν με τους μοναχούς για να ενισχύσουν τη θέ ση τους στις πόλεις. Όπως είδαμε, οι μοναχοί, με τη νέα τους δημοτικότητα, έ γιναν ο δίαυλος μέσα από τον οποίο ο χριστιανισμός -μια μειονότητα περιορι σμένη στις πόλεις κατά τον 30 αιώνα- έφτασε να γίνει η θρησκεία των μαζών όλης της ανατολικής αυτοκρατορίας. Η εξάπλωση του μοναχισμού στήριξε στέρεα το στενό οικοδόμημα της χριστιανικής εκκλησίας. Οι μονές έδωσαν λύ ση στο χρόνιο πρόβλημα της ανεργίας των αστικών κέντρων και των χωριών προσφέροντας μια ακόμα υπηρεσία στην εκκλησία: το 4 1 8, ο πατριάρχης Αλε ξανδρείας είχε στη διάθεσή του πάνω από εξακόσιους αφοσιωμένους μονα χούς. Η εργασία των μοναχιόν σε νοσοκομεία, σε κέντρα διανομής τροφίμων, σε συνεταιρισμούς για την ταφή των νεκρών, έκανε γνωστή την ύπαρξη της εκ κλησίας στον μέσο αστό. Στην Ανω Αίγυπτο, οι ίδιοι μοναχοί που είχαν τρο μοκρατήσει τους παγανιστές οργάνωσαν υπηρεσία περίθαλψης μεταφέροντας
78 Η νέα Βασιλική. Ψηφιδωτό του 60υ αιώνα από τον Άγιο Απολλινάριο το Νέο, ΡαΒέννα.
79 Η ίδρυση εκκλησίας. Ο ΕκκλτΊσιος. επίσκωτος Ραβέννας, αφιερώνει στον Χριστό τον Άγιο Βιτάλιο. Ψηφιδωτό του 60υ αιώνα από την εκκλησία του Αγίου Βιταλίου, Ραβέννα.
και φροντίζοντας τους τραυματίες κατά τη διάρκεια μιας βαρβαρικής εισβολής. Μέσα από το μοναχισμό ο χριστιανισμός είχε διευρύνει το κοινό του στις ανατολικές επαρχίες. Είχε δεχθεί Κόπτες και Σύρους αναδεικνύοντάς τους σε ήρωες της πίστης και με τη βοήθεια των μεταφράσεων οι επίσκοποι των ελλη νικών πόλεων ενθάρρυναν μη 'Ελληνες να λάβουν ενεργό μέρος στις θεολογι κές τους αναζητήσεις. Η πόλη παρέμενε το θέατρο για τη δραματική κινητο ποίηση της κοινής γνώμης. Το καλύτερο παράδειγμα είναι ασφαλώς η Κων σταντινούπολη, η νέα καρδιά της ανατολικής αυτοκρατορίας. Γύρω στο 400, καμιά άλλη πόλη της Δύσης δεν μπορούσε να τη συναγωνιστεί. Βίαια ξεσπά σματα ξενοφοβίας και έλλειψης θρησκευτικής ανοχής (συνήθως σε συνδυα σμό) της έδωσαν μια ταυτότητα που έλειπε από τη Ρώμη, η οποία παρέμενε μια πόλη ημιπαγανιστική. Στρατηγοί βαρβαρικής καταγωγής, για παράδειγμα, ποτέ δεν ανήλθαν στην εξουσία στην ανατολική αυτοκρατορία κατά τον 50 αιώνα, διότι, ως ξένοι και αρειανοί αιρετικοί, αντιμετώπιζαν τον ενωμένο χριστιανικό πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης που επιδείκνυε μια τοπική υ περηφάνεια με το να υψ(Όνει την ορθοδοξία του ενάντια σε τέτοιους επιφα νείς "βαρβάρους». Η διαφορετική ποιότητα των δύο τμημάτων του ρωμα'ίκού κόσμου σύντο μα θα δοκιμαζόταν στην πράξη. Το 378, οι Βησιγότθοι, που, μερικά χρόνια πριν, είχαν αναγκαστεί να διασχίσουν τον Δούναβη λόγω της επέλασης των Ούννων, αποδεκάτισαν τις ανατολικές ταξιαρχίες του ρωμα'ίκού στρατού και
Θlηl�KEI.\
I I�
80 Μια χοινωνία πολεμιστών.
Ο αρχηγός των Αλαμαννών έφ .. ί τπος. όπως αυτό; ο Γερμανός πολέμαΡ-1.0ς. τον 40 αιώνα. «Καθισμένος πάνω CiJ-ΤΕιχονίζεται
στο άλογό του που χλιμίντριζε, υΨ(JJνεται επιf�λητιΧά πάνω ωι:ό του; συντρόφους του Ζρατώντας δόρυ εντυπιοοιαΖών διαστάσεων». Ανάγλυ{ΓΟ του Sou αι(Ι)\,α.
σΧότωσαν τον ίδιο τον αυτοκράτορα Βάλεντα στη μοιραία μάχη της Αδρια νουπόλεως. Το 406, τα γερμανικά φύλα πέρασαν τον Ρήνο και διασχορπίστη καν ταχύτατα σε ολόκληρη τη Γαλατία. Το 4 10, ο βασιλιάς των Βησιγότθων Αλάριχος λεηλάτησε τη Ρώμη. Είναι του συρμού να θεωρεί κανείς αυτές τις βαρβαρικές επιδρομές αναπόφευκτες. Οι άνθρωποι της εποχής, πάντως, δεν τις αντιμετώ:τισαν με την αποστασιοποίηση και τη γνώση των εξελίξεων που χαρακτηρίζουν τους νεότερους ιστορικούς. Η πρόκληση από το Βορρά τους κατέπληξε. Έως το 400 περίπου, η προσοχή τους εξακολουθούσε να είναι στραμμένη γύρω από τη Μεσόγειο. Ο πολιτισμένος κόσμος είχε γυρίσει την πλάτη του στο Βορρά. Ο χριστιανισμός, για παράδειγμα, είχε εξευτλωθεί στον ρωμα'ίκό κόσμο χαλαρώνοντας τα όρια ανάμεσα στους «εσωτερικούς βαρβά ρους» της αυτοκρατορίας και τον κλασικό πολιτισμό: οι χριστιανοί επίσκο ποι δεν είχαν διανοηθεί καν να στείλουν ιεραποστόλους στους «εξιιηερικούς βαρβάρους» πέρα από τα ρωμα'ίκά σύνορα. Ο χριστιανισμός, αν μη τι άλλο, είχε ωθήσει τους ανθρώπους να ταυτιστούν ακόμα περισσότερο με έναν αστι κό τρόπο ζωής: τα μεγαλύτερα κέντρα του βρίσκονταν στα παράλια της Με σογείου και η ηθική του δεν ήταν διόλου φιλοπόλεμη. Στις κομψές, αυτοκυ ριαρχούμενες φιγούρες της χριστιανικής τέχνης του 40υ αιώνα δεν υπήρχε χώρος για τη σκληρότητα μιας κοινωνίας πολεμιστών, όπως συνέβαινε πέρα από τα σύνορα. Ο χριστιανισμός ήταν "ο Νόμος της Ειρήνης». Οι χριστιανοί αξιωματούχοι και οι χριστιανοί επίσκοποι δοκίμασαν την ίδια έκπληξη: «Τι θέση θα είχε ο Θεός σε ένα βάρβαρο κόσμο;» έγραφε κάποιος «Πώς θα επι βίωναν οι χριστιανικές αρετές ανάμεσα στους βαρβάρους;» έγραφε ένας άλ λος. Η ιστορία της ύστερης αρχαιότητας μετά το 400 είναι, ώς ένα βαθμό, η ι στορία των τρόπων με τους οποίους οι διαφορετικές κοινωνίες της Ανατολής και της Δύσης, που περιγράψαμε σ' αυτό το μέρος του βιβλίου, θα προσαρμό ζονταν στη νέα πραγματικότητα αυτών των ξένων.
81 Ε'(/..ράτεια. Μια προσευϊ.όμΕ\'η μορφιi. α:τό σαρ %οφάγο το\) 50\) Qι(oνα . Taι-ragona (TaUU%tlJ\I)
της Ισ:τανίας.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
82 Αναλλοίωτος παγανισμός. Στην
ύπαιθρο, ο παγανισμός επιβίωσε ακόμα και τον 60 αιώνα· για τους μεγάλους γαιοκτήμονες, των οποίων ο πλοι)τος και οι απολαύσεις προέρχονταν από τη γη, ήταν ανCU'ίόσπαστο τμήμα της ζωής. Λεπτομέρεια ψηφιδωΤΟύ με κυνηγετική σκηνή από την Piazza Aπnerina, Σικελία.
Ι
9
Η Δγ Σ Η
Η δ υτικ ή αναγέΥΥηση, 350-450 μ . Χ.
Από την εποχή του Μάρκου Αυρηλίου έως τα μέσα του 40υ αιώνα, το κέντρο βάρους του αρχαίου πολιτισμού φαινόταν να έχει μετατοπιστεί για τα καλά στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου. Οι λατινικές επαρχίες μόλις και είχαν αισθανθεί τον απόηχο της πνευματικής και της θρησκευτικής θύελλας που εί χε σαρώσει τον ανατολικό κόσμο. Όλες οι ιδέες που περιγράψαμε στα προη γούμενα κεφάλαια πρωτοδιατυπώθηκαν στα ελληνικά. Όταν ο αυτοκράτο ρας Κωνστάντιος Β ' ήρθε το 357 από την Κωνσταντινούπολη στη Ρώμη, το έκανε σαν κατακτητής που προσαρτά μια υπανάπτυκτη περιοχή. Εισήλθε στην πόλη με τη μεγαλοπρέπεια ενός Κωνσταντινουπολίτη «βασιλέως Ηλί ου» (Γοί soIeίl) ' και ενημέρωσε τους «απλο'ίκούς» Λατίνους κληρικούς για τις θρησκευτικές εξελίξεις με τέτοιο τρόπο ώστε να τους επιβάλει τελικά το δόγ μα της επιλογής του. Ο ελληνικός κόσμος θεωρούσε πάντοτε τον εαυτό του ως «δότη». Ο Αντιοχεύς Αμμιανός Μαρκελλίνος έφτασε στη Ρώμη γύρω στο 385 για να μιλήσει στο απληροφόρητο λατινικό κοινό για τον Ιουλιανό τον Αποστάτη, τον μείζονα και ελληνικότερο από τους τελευταίους αυτοκράτο ρες φαίνεται πως τον 40 αιώνα το έργο του Τάκιτου μπορούσε να το συνεχί σει μόνο ένας Έλληνας σαν τον Αμμιανό. Ο ταξιδιι\nης που έφτανε από την Ανατολή στην Ιταλία ήταν σαν να έ μπαινε σ' έναν άλλο κόσμο, μεγαλοπρεπή αλλά και εκλεπτυσμένο. «Υπάρχει στη Ρώμη» , έγραφε κάποιος, «μια Σύγκλητος πλουσίων ανδρών ... όλοι τους είναι ικανοί για υψηλά αξιώματα. Αλλά προτιμούν να απέχουν. Στέκονται α πόμακροι, προτιμώντας να χαίρονται την περιουσία τους με άνεση». Το otium (χρόνος για πνευματική καλλιέργεια, σχόλη), και οι μεγάλες εξοχικές επαύλεις και τα παλάτια όπου απολάμβαναν αυτή τη «σχόλψ>, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της συγκλητικής αριστοκρατίας της Ρώμης και των λατινι κών επαρχιών. Στ�Iταλία, ήδη από καιρό. οι μεγάλοι γαιοκτήμονες ήταν στραμμένοι προς τον ίδιωτικό βίο, αφιερωμένο φαινομενικά στην α,τομόνωση της σπουδής, και στην πραγματικότητα στην προστασία της περιοχής τους και την προώθηση των φίλων τους. Κατά τον 40 αιώνα υπήρχαν πολλές οικογέ νειες που ζούσαν στα κτήματά τους στην Ετρουρία και στη Σικελία, για τις ο ποίες η «κρίσψ> του 30υ αιώνα σήμαινε πολύ λίγα πράγματα και η μεταστρο φή του Κωνσταντίνου τίποτε. Η αλληλογραφία ενός τέτοιου συγκλητικού,
.11 I()KAI:\01'�ε� ΚΑΙ Ι l'o:\ωIIE�
του Συμμάχου (περ. 330-περ. 402), μας δείχνει έναν αριστοκράτη που παρο τείνει επιμελώς το μακρύ καλοκαιρινό απόγευμα της ρωμα"ίκής ζωής. Αυτές οι επιστολές υπογραμμίζουν το πρωτόκολλο των συναντήσεων της Συγκλή του, την εθιμοτυπία των παγανιστικών δημόσι τελεΤών, την πομπώδη με γαλοπρέπεια των ταξιδιών στις επαρχίες, την πιδεικτική διοργάνωση των πραιτωριανών αγώνων που σηματοδότησαν το τεμπούτο του γιου τού Συμ μάχου στη Ρώμη. Αλλά στην πλειονότητά τους είναι συστατικές επιστολές: τις προσκόμιζαν επίδοξοι αξιωματούχοι, διάδικοι, θεσιθήρες, όλοι εκείνοι που υπολόγιζαν στις πολυπλόκαμες διασυνδέσεις ενός παλαιού ισχυρού Ιτα λού όπως ο Σύμμαχος. Αυτό τον τρόπο ζωής αναπαρήγαν κάι οι νεότερες αριστοκρατίες της Γαλα τίας και της Ισπανίας τον τροφοδοτούσαν ένθερμοι νεόπλουτοι (parνenus) α πό τις μικρές πόλεις της Αφρικής και της Ακουιτανίας. Στη δυτική κοινωνία του τέλους του 40υ αιώνα, η συγκλητική αριστοκρατία δέσποζε στο τοπίο ό πως ένας ουρανοξύστης ανάμεσα σε χαμόσπιτα. Στον λατινικό κόσμο, επίσης, η καθολική εκκλησία διέθετε τα γνωρίσματα μιας κλειστής αριστοκρατίας. Για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι στην Ανατολή οι Λατίνοι χριστιανοί είχαν αποτελέσει μια διωκόμενη μει ονότητα. Όπως πολλές μειονότητες, αντέδρασαν σ' αυτή την κατάσταση προ βάλλοντας τον εαυτό τους σαν μια ανώτερη ελίτ. Ως εκ τούτου, η καθολική εκ κλησία πάντα θεωρούσε τον εαυτό της μια ομάδα «χωρισμένη» ο.)τό τον κόσμο. Το μοναστικό κίνημα απλώς ενίσχυσε αυτή την αίσθηση μεταξύ των χριστια νών της Δύσης και με τον ασπασμό του χριστιανισμού από μέλη της συγκλη τικής τάξης στα τέλη του 40υ αιώνα, η αίσθηση μιας ξεχωριστής ομάδας, ανώ τερης από την υπόλοιπη ανθρωπότητα, έφτασε στο αποκορύφωμά της. Οι δυ σκολίες της λατινικής Εκκλησίας δεν προέρχονταν από μεταφυσικά προβλή ματα, όπως συνέβαινε στην περίπτωση των Ελλήνων επισκόπων, αλλά ο.Jτό το σχηματισμό μικρών ομάδων που αποκόβανταν από τον εκκλησιαστικό κορμό σαν μικροί κύκλοι εκλεκτών: η Εκκλησία των Δονατιστών στην Αφρική, ο Πρισκιλλιανισμός στην Ισπανία, οι οπαδοί του Πελαγίου στη Ρώμη. Το να ανήκει κανείς σε μια ομάδα που υπερασπίζει την ταυτότητά της ενά ντια στον έξω κόσμο είναι ένα κίνητρο δημιουργικότητας. Η συγκλητική αρι στοκρατία έπρεπε να διατηρεί πολύ υψηλό το επίπεδο της κουλτούρας της που θεωρητικά τη διαχώριζε από τις υπόλοι,,)τε ς τάξεις η καθολική εκκλησία, σε επαφή με τα συναρπαστικά κινήματα της ελληνιχής σχέψης και του ελληνι κού ασκητισμού, πάσχιζε να τα παρακολουθήσει και συνεπώς �ρισκόταν υπό τη διαρκή ανάγκη καλής φιλολογίας. Γι' αυτό, το δεύτερο ήμισυ του 40υ και η πρώτη δεκαετία του 50υ αιώνα αποτέλεσαν την τρίτη μεγάλη περίοδο της λα τινικής λογοτεχνίας. Μέσα σ' αυτή τη σύντομη περίοδο, ο Αυσόνιος από το Μπορντώ (περ. 3 Ι Ο-περ. 395) έγραψε ποιήματα που δείχνουν μια νέα, ρομα-
�
11 .H�H
10 ' .0
83 Ρωμαίοι της Ρώμης. Η οικογέ νεια των Λαμπαδίων, -πατέρας και υιοί-, παρακολουθεί τις αρματοδρομίες που χρηματοδότησε. Με τερά στιο κόστος. η μια γενιά συγκλητι κών μετά την άλλη κυριαρχούσε στη ρωμη με τέτοια μέσα. Ελεφάντινο δίπτυχο, γύρω στο 425.
ντική αίσθηση της φύσης, παρουσιάζοντας τα αμπέλια στις όχθες του Μοζέλ λα να χορεύουν στο βάθος του νερού. Ο Ιερώνυμος (περ. 342-4 19) σκιτσάρισε σατιρικές βινιέτες της χριστιανικής ρωμα'ίκής κοινωνίας - πορτραίτα κυριών φορτωμένων κοσμήματα εξίσου σκανδαλώδη με εκείνα του Aubrey BeardsIey [τέλη 1 90υ-αρχές 200ύ αιώνα], κακεντρεχείς περιγραφές του κλήρου σε ύφος
�
που συνδύαζε τις επιπλήξεις του προφήτη Hσ με την αγροίκα κωμωδία του Τερέντιου, και τρόπο τόοο ιδιότυπο ώστε να ,έρπει εξίσου εθνικούς και χριστιανούς. Αργότερα, όταν αποτραβήχτηκε Υ Βηθλεέμ, πλημμύρισε τον λατινικό κόσμο με την ελληνικιi του πολυμάθεια και τον κατέπληξε με το εγ χείρημά του να μεταφράσει τη Βίβλο απευθείας από τα εβρα·ίκά. Ο Αυσόνιος και ο Παυλίνος της Νώλη; καλλιέργησαν ένα νέο είδος ποίη-
Ι2Ι;
AΠOKι\""O !'ΣE� ΚΛΙ'Ι PO'iOλII Ι;;�
σης και υμνογραφίας. Ο Αυγουστίνος μετέφερε στο δικό του αυτοδίδακτο λα τινικό ιδίωμα το μακρινό φως της ελληνικής φιλοσοφίας: είχε πρωτοδιαβάσει Πλωτίνο στο Μεδιόλανο το 385, όταν ήταν ακόμα λα'ίκός και ενήμερος για την κοσμοπολίτικη ζωή της αυτοκρατορικής αυλ ' ς, Το 397, οι Εξομολογήσεις (Confessiones) του, μια εκ βαθέων προσωπική φήγηση, έδειξαν μια λατινική γλώσσα παλλόμενη από την ευαισθησία ενός ",θρώπου που μπορούσε να συνδυάζει με την ίδια μαεστρία τον Βιργίλιο, τον Πλωτίνο και τους ρυθμούς των Ψαλμών, Με τη μελετημένη διστακτικότητα των συγκλητικών, που δήθεν έγραφαν απλώς για να ψυχαγωγήσουν τους φίλους τους, ο Σουλπίκιος Σεβή ρος άφησε να «διαρρεύσει» ένας Βίος του αγίου Μαρτίνου, ο οποίος έγινε το πρότυπο για όλες τις μελλοντικές λατινικές αγιογραφίες. Όταν λοιπόν στα τέλη του 40υ αιώνα ένας Έλληνας από την Αλεξάνδρεια, ο Κλαυδιανός, έ φτασε στην Ιταλία για να χάνει την τύχη του, συνάντησε στη Ρώμη και στο Μεδιόλανο κύκλους όπου μπορούσε κανείς να μάθει άψογα λατινικά, και πά τρωνες που θα μετέδιδαν στον νεαρό Έλληνα έναν ιδιαίτερα λατινικό ενθου σιασμό για τον εαυτό τους και για την πόλη της Ρώμης. Τον ίδιο καιρό ο Αυ γουστίνος έγραφε ένα σπουδαίο βιβλίο, το Περί τριάδος (De Τrinirare), απο δεικνύοντας πως ένας Λατίνος συγγραφέας ήταν ικανός να παρουσιάσει μια τέτοια φιλοσοφική πρωτοτυπία που δεν μπορούσε να τη συναγωνιστεί κανείς συγκαιρινός του Έλληνας. Η λατινική Δύση είχε ενηλικιωθεί. Δύο γενιές αργότερα, η δυτική αυτοκρατορία είχε χαθεί: τα εγγόνια των α ριστοκρατών που είχαν προκαλέσει την αναγέννηση του τέλους του 40υ αιώ να υποτάχθηκαν σε βάρβαρους βασιλείς « Η Δύση», έλεγε ένας παρατηρητής από την Ανατολή, «βρίσκεται σε χάος». Η αδυναμία των αυτοκρατόρων της Δύσης να υπερασπιστούν τον εαυτό τους απέναντι στην πίεση των βαρβαρι κών επιδρομών μετά το 400, ή να ανακτήσουν τα χαμένα εδάφη, μπορεί κυ ρίως να αποδοθεί στις βασικές οικονομικές και κοινωνικές αδυναμίες της δυ τικής κοινωνίας. Για τους ανθρώπους της εποχής, όμως, η αποτυχία των Δυ τικών αυτοκρατόρων κατά τον 50 αιώνα ήταν τελείως απρόβλεπτη. Διότι οι αυτοκράτορες δεν ήταν μελετητές οικονομικής ιστορίας: ήταν στρατιώτες. Γι' αυτούς ήταν αξίωμα ότι οι βόρειες επαρχίες του λατινικού κόσμου, η βόρεια Γαλατία και ο Δούναβης, διέθεταν ανεξάντλητα αποθέματα ανθρώπινου δυ ναμικού. Σε όλη τη διάρκεια του 40υ αιώνα, οι Λατίνοι στρατιώτες είχαν κυ ριαρχήσει στον βαρβαρικό κόσμο, από τους Τρεβήρους μέχρι τους Τόμους (στη Μαύρη Θάλασσα). Για τους λατινόφωνους στρατιώτες, από τις γραμμές των οποίων στρατολογούνταν οι αυτοκράτορες, ήταν η Ανατολή, με τις διο γκωμένες πόλεις και τη μη φιλοπόλεμη αγροτική τάξη, αυτή που φάνταζε ως το πιο αδύναμο κομμάτι' της αυτοκρατσρίας, Δεν είναι εύκολο να εξιχνιαστούν οι λόγοι για τους οποίους κατέρρευσε η αυτοκρατορική εξουσία στη Δύση. Εκτός από τους κοινωνικούς και τους οι-
�
Ι ;?ί
Η .Ιnιι
84 Βαλεντινιανός Α '. Αυτός ο χάλκινος ανδριάντας του 40υ αιώνα (ανακαινισμένος κατά πολύ) ίσως απεικο νίζΕι τον τελευταίο αυτοκράτορα που συστηματικά περι πόλησε και οχύρωσε τα δυτικά σύνορα. Οι πολίτες τον φοβούνταν για την αυστηρότητά του και την προώθηση του στρατιωτικού προσωπικού του (Μπαρλέττα, Ιταλία).
κονομικούς παράγοντες σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η εξασθένηση του η θικού, Ίσως ο βασικότερος λόγος για την αποτυχία της αυτοκρατορικής δια κυβέρνησης, στα χρόνια από το 380 έως το 4 1 0, ήταν ότι οι δύο κύριες ομά δες του λατινικού κόσμου -η συγκλητική αριστοκρατία και η καθολική εκ κλησία- διαχώρισαν τη μοίρα τους από τη μοίρα του ρωμα'ίκού στρατού που τις προστάτευε, Οι δύο ομάδες, ανεπίγνωστα, υπέσκαψαν τις δυνάμεις του στρατού και της αυτοκρατορικής διοίκησης και', έχοντας επιφέρει την παρά λυση του προστάτη τους, έξαφνα ανακάλυψαν ότι μπορούσαν να επιβιώσουν / και χωρίς αυτόν, Αυτή ήταν μια απρόσμενη κληρονομιά της αναγέννησης που μόλις περιγράψαμε, Η εξαφάνιση της δυτικής αυτοκρατορίας, επομέ-
1 28
νως, ήταν το τίμημα για την επιβίωση της Συγκλήτου και της Καθολικής Εκκλησίας. 'Εως το 375, ο ρωμα"ίκός οτρατός και η ζωή της αυλής που ήταν ουνδεδε μένη με τις μεγάλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις στους Τρεβήρους, στο Με διόλανο και στο Σίρμιο, συγκρατούσαν, σαν μέγκενη, την κατακερματισμένη δυτική κοινωνία. Εκείνο τον καιρό ήταν ακόμα εφικτό για ένα στρατιωτικό ό πως ο Αμμιανός Μαρκελλίνος να διασχίσει τους μεγάλους δρόμους που συ νέδεαν τους Τρεβήρους με τον Ευφράτη, μιλιi>ντας τα απλά λατινικά των στρατοπέδων, παρακάμπτοντας όλα τα εμπόδια που είχαν μεγαλοποιηθεί στη φαντασία του αστικού πληθυσμού της Μεσογείου' αξιωματούχοι ρωμα'ίκής και γερμανικής καταγωγής, Λατίνοι και Έλληνες, παγανιστές και χριστιανοί, όλοι βρέθηκαν στο δρόμο του Αμμιανού και όλους τους αποδέχτηκε. Από το 364 έως το 375, μια βλοσυρή φυσιογνωμία από την Παννονία, ο Βαλεντινια νός Α ', κυβέρνησε με σταθερότητα τη Δύση από τα βόρεια σύνορά της. Οι ε παγγελματίες διοικητές του επέσυραν το μίσος της Συγκλήτου και ο ίδιος, μο λονότι χριστιανός, αντιτάχθηκε στην αυξανόμενη έλλειψη ανοχής των καθολι κών επισκόπων. Ήταν ο τελευταίος μεγάλος αυτοκράτορας που κυβέρνησε τη Δ ύση. Τα γεγονότα που ακολούθησαν το θάνατό του κλόνισαν το «συναδελφι κό πνεύμα» (esprit de corps) της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας. Στη διοίκη ση κυριάρχησε η συγκλητική αριστοκρατία με εντυπωσιακή ταχύτητα και επι μονή. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α ' (379-95), χαρακτήρας πιο αδύναμος και γαιοκτήμονας όπως κι εκείνοι, άνοιξε την αυλή του στους αριστοκράτες και τους καθολικούς επισκόπους: κατά τη βασιλεία του γιου του Ονωρίου (395423) -μιας προσωπικότητας ασήμαντης-, και αργότερα του Βαλεντινιανού Γ ' (425-55), τα υψηλότερα αξιιΩματα έγιναν φέουδο της ιταλικής και της γαλατι κής αριστοκρατίας. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τους συγκλητικούς του 50υ αιιi>να ότι δεν συμμετείχαν στην πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας. Το α ντίθετο μάλιστα: απλώς προσάρμοσαν τον κυβερνητικό μηχα,'ισμό στον δικό τους τρόπο ζωής, ο οποίος έβλεπε την πολιτική με δισταγμό και τη διοίκηση ως μία ευκαιρία να φροντίσει κανείς για τους φίλους του. Ο ερασιτεχνισμός, η νίκη των ιδίων συμφερόντων, οι στενοί ορίζοντες - αυτά είναι τα ενοχλητι κά γνωρίσματα της αριστοκρατική ς διακυβέρνησης της δυτικής αυτοκρατο ρίας στις αρχές του 50υ αιώνα. Ήταν, τουλάχιστον, η δική τους ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Καμιά ομάδα Ρωμαίων δεν είχε εξιδανικεύσει τη Ρώμη με τέτοιο πάθος όσο οι συγκλητικοί ποιητές και οι ρήτορες του τέλους του 40υ και των αρχιΩν του 50υ αιώνα, Ο μύθος της Ρώμης που έμελλε να στοιχειώσει τους ανθρώπους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης -η Roma aeterna, η Ρώμη ως φυσικό απόγειο του πολι τισμού, προορισμένη να ζει στους αιώνες- δεν ήταν δημιούργημα των αν θρώπων της κλασικής ρωμα"ίκής αυτοχρατορίας: ήταν άμεση κληρονομιά του
85 ΠαγανιστιΧέ; αναμνήσεις. Οι χλασι%οί συγγραφείς οεν έπαψαν να α:τοτελούν τμ 'Ίμα τη; παιδείας των ρωμαΥκιο" α"ιinεQων στρωμάτων, παγανισΤΙΖιί)\ι και ιριοnανιχών' αλλά ο παγανισηΊς ELZΌ"ΌΊράιro; του BΙΡΊιλΊUυ τονίζει αΖρIΒ(ι,; εκείνες τις Ο%llνές όπου ο ευλα(�ή; Αινεία; ΗΧ(ί τις αρμόζουσ(ς παγανιστικές θυσίες. μια Ίrνιά !ιεη'ι την απαγόρευσl] τους α:τό του; ιριστιανούς αυτοχράτορες.
Σ' αυτή τη μιχρογραφία εικονίζεται η Δι(')(ί)
σε τέλεση Ουσίας lV<ιtiC
μεθυστικού πατριωτισμού που κυρίευσε τον λατινικό κόσμο στα τέλη του 40υ αιιΟνα. Είναι όμως χαρακτηριστικό της δυτικ'Ίς κοινωνίας ότι αυτό το κύμα πα τριωτισμοί) διαίρεσε τους ανθρώπους αντί να τους ενιl)oει. Οι πιο ενθουσΙ(t>� δ ε ις πατριώτες στα τέλη του 40υ αιι(>να 11ταν πεπεισμένοι εθνιχοΙ Ο Σ ύμμ α� χος, για παράδειγμα. θεωρούσε τη Ρώμη Ιερή Πόλη. Οι παγανιστικές τελετές που είχαν εξασφαλίσει τις επιτυχίες τη; αυτοκρατορίας επέζησαν εκεί έως το 382 (όταν ο αυτοκράτορας Γυατιανός <<κατήργησε» τις Εστιάοες και (') ιέ ταξε τη μετακίνηση του βωμού της Νίκης από την αίθουσα συνεδριάσεων της Συγκλήτου). Αργότερα, ο Σύμμαχο; απευΘύνΟηκε πολλές φορές στους χρι στιανούς αυτοχράτορες ζητιίnιτας του; να διατηρήσουν τη σιωπηρή Συμφ ωνία βάσει τη; οποίας Ηα παρέμενε η Ι:>(iψη μια προνομιούΖος όαση του παγανισμού ένα ι3ατικανό των ευνικιΟν. Οι καθολικοί επίσκοποι αντέ(')jJασαν έντονα σ' αυτά τα διαβψιατα: από τ ι ς ε;τιστολές του Λμf)QοσίΟlJ, που απαντοίισαν στην �
130
ArιOKA1'iOYΣE� ΚΛΙ1ΡΟ'iΟ�IIΕΣ
έκκληση του Συμμάχου το 384, ώς τη γιγαντιαία Πολιτεία του Θεού (De Civirare Dei ) του Αυγουστίνου, την οποία άρχισε να γράφει το 4 1 3, ο <ψύθος της Ρώμης» δικαζόταν στους χριστιανικούς κύκλους. Στη δίκη αυτή, η Ρώμη α παλλάχθηκε υπό όρους. Η πλειονότητα των λα'ίκών χριστιανών δεν διαφω νούσε με τον Σύμμαχο ότι η Ρώμη ήταν πράγματι Ιερή Πόλη και ότι η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία έχαιρε ιδιαίτερης θε'ίκής προστασίας: αλλά αυτό συνέβαινε διό τι τά λείψανα των αποστόλων Π έτρου και Παύλου αναπαύονταν στο λόφο του Βατικανού. Η παπική ιδεολογία του τέλους του 40υ αιώνα και η λατρεία του αγίου Πέτρου στη δυτική Ευρώπη χρωστούν πολλά στη συνειδητή αντιδικία με τους παγανιστές υποστηρικτές του μύθου της Ρώμης. ΠαραδΟξως, λοιπόν, ο Σύμμαχος έγινε χωρίς να το θέλει ο αρχιτέκτονας του μεσαιωνικού παπισμού. Αλλά ακόμα και ο πιο ενθουσιώδης χριστιανός πατριώτης όφειλε να ομο λογήσει πως η λατρεία της Ρώμης για τον άγιο Πέτρο ήταν, ώς ένα βαθμό, μία απόπειρα εξορκισμού. Οι τελευταίοι εθνικοί της Ρώμης δεν έπαυαν να υ πενθυμίζουν στους χριστιανούς το αρχαίο, παγανιστικό παρελθόν της αυτο κρατορίας. Φόρτιζαν το μύθο της «Αιώνιας Ρώμης» με σκοτεινούς συσχετι σμούς. Σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, κάτω από την επιφάνεια της Ιερής Πόλης του αγίου Πέτρου παραμόνευε πάντα, σαν ανεξίτηλο σημάδι, η ιδέα πως η Ρώμη είχε υπάρξει η «Πόλη του Διαβόλου». Στην Κωνσταντινούπολη, η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία ήταν αδιαμφισβήτητα μια χριστιανική αυτοκρατο ρία. Στη μεσαιωνική Δύση, αντίθετα, το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι επίσκοποι ήταν να επικαλούνται το αχνό εκκλησιαστικό όραμα μιας «αγίας» ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Η κοινωνία των δυτικών ρωμα'ίκών επαρχιών ήταν κατακερματισμένη. Στα τέλη του 40υ αιώνα, επιχειρώντας να σφυρηλατήσει την ταυτότητά της, δείχνει λιγότερη ανοχή απέναντι στους ξένους. Συγκλητικοί, που είχαν συμ μετάσχει στην εντυπωσιακή αναβίωση της λατινικής φιλολογίας, ήταν απρό θυμοι να ανεχθούν τους «βαρβόρους». Επίσκοποι, που ήταν περήφανοι για συναδέλφους τους όπως ο Αμβρόσιος, ο Ιερώνυμος και ο Αυγουστίνος, ήταν εξίσου απρόθυμοι να ανεχθούν οποιονδήποτε έξω από τα όρια της καθολι κής εκκλησίας τους. Κατά συνέπεια, τα βαρβαρικά φύλα εισήλθαν σε μια κοι νωνία η οποία δεν ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να τα κρατήσει σε απόσταση αλ λά ούτε και αρκετά ευέλικτη ώστε «να κατακτήσει τους κατακτητές» ενσωμα τώνοντάς του; στον ρωμα'ίκό τρόπο ζωής. Αυτή είναι η σημασία των λεγόμενων «βαρβαρικών εισβολών» των αρχών του 50υ αιώνα. Αυτές οι εισβολές δεν ήταν διαρκείς, καταστροφικές επιδρο μές ακόμα δε λιγότερο οργανωμένες κατακτητικές εκστρατείες. Είχαν μάλ λον χαρακτήρα συρροής μεταναστών από τις υπανάπτυκτες χώρες του Βορ ρά προς τα πλούσια εδάφη της Μεσογείου. Οι βάρβαροι ήταν ευάλωτοι. Η αριθμητική υπεροχή και η στρατιωτική ικα-
Η :, )'ΣΙ-Ι
86 Ο στρατιώτης-άγιος. Κατά τον
Μεσαιωνα, ο άγιος Μαρτίνος αΠΕΙ κονίζεται ξεκάθαρα ως t..Jτ.ι-τότης. Ο βιογράφος του όμως της υστερο ρωμα'ίκής εποχής. ως τυπικός «πολίτης», προσπάθησε να απο κρύψει το γεγονός ότι ο Μαρτίνος υπήρξε κάποτε στρατιωτικός. Λε.l-ττομέρεια από antependium (πρό σθιο κάλυμμα της Αγίας Τράπεζας), Monrgonry, 120ς αιώνας.
131
8 7 Ο «αφομοιωμένος» βάρβαρος. Βανδαλι κής καταγωγής, ο Στιλίχων υπήρξε διοικητής του στρατού και αυτοδιορισμένος επίΤQOπος του αυτοκράτορα της Δύσης Ονωρίου από το 395 έως το 408. Η κοινή γνώμη της εποχής ήταν βαθιά διχασμένη σχετικά με την πολιτική του απέναντι στο Βησιγότθο Αλάριχο: είχε χάνει χρήση χρημάτων και συμμαχιών για να προστατεύσει την αυτοκρατορία ή για να «πλουτίσουν και να ενισχυθούν σι άγριοι»; Τμήμα ελεφάντινου διπτύχου, περ. 400 μ.Χ.
νότητά τους μπορεί να τους εξασφάλιζε τη νίκη στη μάχη: αλλά δεν ήταν σε θέ ση να επωφελούνται από την ειρήνη. Το 376 οι Βησιγότθοι πέρασαν τα σύνορα του Δούναβη και το 402 έστρεψαν την προσοχή τους στην Ιταλία, υπό την ηγε σία του βασιλιά τους Αλάριχου. Οι Βάνδαλοι εισέβαλαν στη Γαλατία και στην Ισπανία το 406-09. Οι Βουργούνδιοι εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα του Ροδα νού μετά το 430. Αυτές οι επιτυχίες ήταν εντυπωσιακές και εντελώς αναπάντε χες. Όμως τα φύλα των κατακτητών ήταν διαιρεμένα: καθένα είχε αναδείξει μια πολεμική αριστοκρατία που απείχε πολύ από τις επιθυμίες και τις φιλο δοξίες των απλών στρατιωτών. Αυτοί οι πολεμιστές-αριστοκράτες ήταν πρό θυμοι να εγκαταλείψουν τους «υπανάπτυκτους» συντρόφους τους και να α πορροφηθούν από την αίγλη και την πολυτέλεια της ρωμα·ίκής κοινωνίας. Ο Θευδέριχος, βασιλιάς των Οστρογότθων (493-526), συνήθιζε αργότερα να λέει: «Ένας ικανός Γότθος θέλει να μοιάζει με Ρωμαίο· μόνο ένας φτωχός Ρωμαίος θα ήθελε να μοιάζει με Γότθο». Στις περιοχές εκείνες των Βαλκανίων που ελέγχονταν από την Κωνστα-
1�2
ΑΠΟΚΛι:-.ιΟΥΣΕΣ KΛHI'ONOMIE�
ντινούπολη, το μάθημα που είχαν δεχτεί οι Ρωμαίοι στρατιωτικοί τον 40 αιώ να εφαρμόστηκε με επιτυχία. Ένας μελετημένος συνδυασμός ισχύος , προ σαρμοστικότητας και εξαγοράς με χρήμα εξουδετέρωσαν τις συνέπειες της βησιγοτθικής μετανάστευσης. Η πολεμική αριστοκρατία των Βησιγότθων <
, ανάμεσα στους ειρηνόφιλους « Αμνούς του Θεού». Ήταν επίσης αιρετικοί, μια και τα φύλα της περιοχής του Δούναβη είχαν υιοθετήσει το χριστιανισμό του Αρείου. Οι βάρβαροι που εγκαταστάθηκαν στη Δύση δεν μπόρεσαν να αφομοιω θούν. Βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα τείχος βουΒού μίσους. Ακόμα και αν το επιθυμούσαν, δεν θα κατάφερναν να αφομοιωθούν, γιατί ως « βάρβαροι» και αιρετικοί ήταν στιγματισμένοι. Έτσι, η έλλειψη ανοχής απέναντι στις βαρβα ρικές μεταναστεύσεις είχε ως άμεση συνέπεια το σχηματισμό των βαρβαρικών βασιλείων. Το να βρίσκεσαι αντιμέτωπος με τη σιωπηρή εχθρότητα του 98%
Η ..\ΥΣΗ
1 ;1:1
των συνανθρώπων σου είναι έ\'α ισχυρό κίνητρο για να διατηρήσεις την ταυ τότητά σου ως άρχουσα τάξη. Οι Βάνδαλοι στην Αφρική από το 428 έως το 533, οι Οστρογότθοι στην Ιταλία από το 496 έως το 554, οι Βησιγότθοι στην Τουλούζη (Τολώσα) από το 4 1 8 και αργότερα στην Ισπανία έως τη μεταστρο φή τους στον καθολικισμό το 589, κυβέρνησαν αποτελεσματικά ως αιρετικά βασίλεια ακριβώς επειδή μισήθηκαν τόσο. Οφειλαν να παραμείνουν μια κλει στή στρατιωτική κάστα, σε απόσταση ασφαλείας από τους υπηκόους τους. Δεν είναι τυχαίο πως η μόνη άμεση κληρονομιά δυόμισι αιώνων διακυβέρνη σης από τους Βησιγότθους στην ισπανική γλώσσα είναι η λέξη «δήμιος». Οι Φράγκοι ήταν η εξαίρεση που επιβεβαίωσε τον κανόνα. ·Ηρθαν αργά: φραγκικές πολεμικές ομάδες διακρίθηκαν μόνο στα τέλη του 50υ αιώνα, πο λύ μετά την εγκατάσταση των άλλων γερμανικών φύλων. Δεν έφτασαν ως κατακτητές: είχαν διεισδύσει κατά τμήματα, ως μισθοφόροι. Πάνω απ' όλα, κρατήθηκαν μακριά από τους πληθυσμούς των παραλίων της Μεσογείου. Η βόρεια Γαλατία παρέμεινε το κέντρο βάρους του φραγκικού κράτους. Οι επί σκοποι του νότου και οι συγκλητικοί είχαν λιγότερες δυσκολίες να αποδε χθούν τέτοιους συγκριτικά ασήμαντους ξένους. Κατά συνέπεια, οι Φράγκοι δεν δυσκολεύτηκαν να γίνουν καθολικοί. Στην αυλή των Μεροβιγγίων, τον 60 αιώνα, Ρωμαίοι και Φράγκοι αλληλοσφάζονταν και αλληλοπαντρεύονταν αδιακρίτως και οι Γαλατορωμαίοι επίσκοποι έχοντας πλήρη επίγνωση πως νοτιότερα εξακολουθούσαν να ανθούν ισχυρά αρειανικά κράτη (οι Βησιγότ θοι στην Ισπανία είχαν υπό την κατοχή τους τη Ναρβώνα, οι Οστρογότθοι της Ιταλίας είχαν επεκταΘεί στην Π ροβηγκία), χαιρέτισαν τον βρομερό πολέ μαρχο των Φράγκων Χλωδοβίκο (CJovis) (48 1 -5 1 1 ) ως «νέο Κωνσταντίνο». Η επιτυχία των μακρινών Φράγκων είναι στην πραγματικότητα μια ένδειξη του πόσο ελάχιστη ανοχή έδειχνε ο ρωμα·ίκός πληθυσμός της Μεσογείου α πέναντι στα πλησιέστερα βαρβαρικά κράτη. Αυτή η κατάσταση θεωρείται συνήθως αναπόφευκτη από τους ιστορικούς της δυτικής Ευρώπης για τον 50 και τον 60 αιώνα. Αλλά δεν είναι αυτός ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί μια μεγάλη αυτοκρατορία να αντιμετωπί σει τους βάρβαρους κατακτητές της. Η βόρεια Κίνα, για παράδειγμα, γνώρι σε τη βαρβαρική κατοχή των Μογγόλων, που ήταν πολύ πιο ολοκληρωτική α πό εκείνη των γερμανικών φύλων στις δυτικές επαρχίες της ρωμα"ίκής αυτο κρατορίας. Και όμως, στην Κίνα οι βάρβαροι «έγιναν αυτόχθονες» μέσα σε λίγες μόνο γενεές και συνέχισαν αδιάκοπα την κινεζική αυτοκρατορική πα ράδοση από δυναστεία σε δυναστεία. Το βησιγοτθικό, το οστρογοτθικό και το βανδαλικό βασίλειο της δυτικής Ευρώπης ποτέ δεν αφομοιώθηκαν με αυ τό τον τρόπο: επέζησαν ως ξένα σώματα, σκαρφαλωμένα επικίνδυνα στην κορυφή λαών που τα αγνόησαν και αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τις βολικές συνήθειές τους.
1 0 Το τίμημα της επιβίωσης: δ υτική κοινωνία, 450-600 μ , χ . Ο ι βαρβαρικές εισβολές δεν κατέστρεψαν τ η δυτική ρωμα'ίκή κοινωνία, άλ λαξαν όμως δραστικά την κλίμακα της ζωής στις δυτικές επαρχίες , Η αυτο κρατσρική κυβέρνηση, που είχε εγκατασταθεί τώρα στη Ραβέννα, έχασε τόσες εκτάσεις και φόρους ώστε παρέμεινε χρεοκοπημένη ώς την οριστική κατάλυ σή της το 476, Οι συγκλητικοί έχασαν τα εισοδήματα από τις διασκορπισμέ νες γαίες τους. Κατάφεραν να ανακτήσουν μέρος των απωλειών τους με την επιβολή εξωφρενικών ενοικίων και με τα μέσα της στρεψοδικίας στις περιο χές εκείνες όπου ήταν πιο ισχυροί. Οι γαιοκτήμονες της Ιταλίας και της Γα λατίας, των οποίων η δύναμη βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στην αγροτική τά ξη, έμοιαζαν με τη σκιά των πλούσιων απόντων-γαιοκτημόνων του προηγού μενου αιώνα. Οι επικοινωνίες υπέφεραν. Στα τέλη του 40υ αιώνα, πλούσιες κυρίες συγκλητικών ταξίδευαν άνετα από τη βόρεια Ισπανία σε όλο το μήκος της ανατολικής αυτοκρατορίας τον 50 αιώνα, ένας επίσκοπος που έγραφε στην Αστουρία δεν γνώριζε καλά καλά τι γινόταν έξω από τη δική του επαρ χία. Στη δυτική Ευρώπη, ο 50ς αιώνας ήταν μια εποχή κατά την οποία στένε ψαν οι ορίζοντε ς, ενισχύθηκε ο τοπικισμός και σταθεροποιήθηκαν οι παλαιές σχέσεις αφοσίωσης. Ευθύς μετά την άλωση της Ρώμης, η καθολική εκκλησία επιβεβαίωσε την ενότητά της: τα σχίσματα κατα..-τνίγηκαν βίαια στην Αφρική μετά το 4 1 1 ' το 4 1 7 η αίρεση του Π ελαγίου ξεριζώθηκε από τη Ρώμη. Οι άνθρωποι είχαν την αίσθηση πως δεν υπήρχαν πλέον περιθώρια για τις έντονες θρησκευτικές α ντιδικίες μιας άλλη ς, ασφαλέστερης εποχής. Έτσι , οι τελευταίοι παγανιστές συσπειρώθηκαν γύρω από την Εκκλησία. Η παιδεία και ο πατριωτισμός τους συνέβαλαν τώρα στη σχλήρυνση των ορίων του καθολικισμού: στα ψηφιδωτά που τοποθετήθηκαν στη Sallta Maria Maggiore το 43 1 , λόγου χάρη, ο Ναός, ο οποίος εικονίζεται στη σκηνή της Υπαπαντής του Χριστού, είναι ο παλαιός Templum Urbis. Ο Λέων Α ' (440-6 1 ), ο πρώτος πάπας που προήλθε α..-τό τα παραδοσιακά περίχωρα της Ρώμης, ύμνησε την πόλη ως επισκοπική έδρα του αγίου Π έτρου σε μια γλώσσα που απηχεί κατά γράμμα την τυπική ευλάβεια του Συμμάχου προς τους θεούς του Καπιτωλίου. Σε έναν κόσμο που συνειδη τοποιούσε όλο και περισσότερο την παρουσία μη Ρωμαίων, ο καθολικισμός έ γινε η μοναδική «ρωμα'ίκή» θρησκεία. Με τη νέα θρησκευτική αλληλεγγύη ισχυροποιήθηκαν και οι τοπικοί δε σμοί. Αυτό φαίνεται καθαρότερα στη Γαλατία. Οι αριστοκράτες της Γαλα τίας υπήρξαν ανέκαθεν πιστοί στα πάτρια εδάφη αλλά και επιτυχημένοι ακό λουθοι στην αυλή. Η παράδοση που είχε ξεκινήσει στους Τρεβήρους τον 40
88 Ι-Ι αιώνια ρισμη_
ο ιππόδρομος παραμέ
νει αναλλοίωτος (Βλ- εικόνα 83), αλλά η Ρώμη έχει γίνει μία μεγαλοπρεπής αλληγΟQι;ι.ή μορφή, που αγγίζει με το χέρι της τον ώμο του υπάτου_ Από ελεφάντινο δίπτυχο του υπάτου Βασιλείου, 6ος αιισνας.
ΛΠOKΛΙ�OY�E� KΛHPo�o �lιεΣ
136
89 Ο νέος ηγεμόνας των βαρ
βόρων. Αν και βαρβαρικής τεχνοτροπίας, αυτή η πλακέτα απεικονίζει τον βασιλιά ΑΥιλούλφο των Λομβαρδών, με τρόπο που μιμεΙται ακριβώς το τελετουργικό ενός υστερορω μα'ίκσύ θριάμβου: πτερωτές Νί κες κρατούν λάβαρα (βλ. τους Αρχαγγέλους στην εικόνα 1 1 1), άλλοι βάρβαρα ι φέρνουν δώρα (βλ. εικόνα 100). οι κάτοικοι χαιρετίζουν το βασιλιά ως απε λευθερωτή των πόλεων - πρόγ μα που συμβολίζεται από τους λεπτούς πύργους στις δύο άκρες (βλ. εικόνα 15). Από την περικεφαλαία του βασιλιά Αγιλούλφου, ίσως από το Τορίνο, αρχές του Ίου αιώνα.
αιώνα συνεχίστηκε με τον ίδιο ζήλο στις πιο εξωτικές βαρβαρικές αυλές του 50υ αιώνα. Ο Σιδώνιος Απολλινάρης (περ. 431 -89), εκτός των άλλων προσό ντων του, κατείχε τη λεπτή τέχνη να χάνει,. μια παρτίδα τάβλι κάθε φορά που έπαιζε με τον Βησιγότθο βασιλιά Θευδέριχο στην Τουλούζη, προκειμένου να επιτύχει την ευνο'ίκή αντιμετώπιση κάποιου αιτήματος που είχε υποβάλει. Τα νεο'ίδρυθέντα βασίλεια παρείχαν ευρύ πεδίο δράσης για όποιον γνώ ριζε την τέχνη του αυλικού. Παρ' όλες τις προκαταλήψεις τους, οι τοπικοί συγκλητικοί σύντομα αντιλήφθηκαν πως το να βρίσκεται κανείς κοντά σε έ ναν ισχυρό άντρα με σημαντική στρατιωτική δύναμη μπορεί να έχει και τις θετικές πλευρές του. Οι Ρωμαίοι εκμεταλλεύθηκαν τη διχαστική επίπτωση του νέου πλούτου πάνω στη βαρβαρική αριστοκρατία. γποστήριζαν τους βασιλείς εναντίον των απείθαρχων ακολούθων τους, ενθαρρύνοντάς τους να εδραιώ σουν ισχυρές δυναστείες κατά το αυτοκρατορικό πρότυπο. Ένα τυπικό παρά δειγμα επιβίωσης του λόγιου-γραφειοκράτη σε βαρβαρική αυλή είναι ο Κασ σιόδωρος (περ. 490-περ. 583) που διετέλεσε σύμβουλος του Οστρογότθου Θευ δερίχου και των διαδόχων του στην Ιταλία. Ο Κασσιόδωρος συνέτασσε τα βα σιλικά διατάγματα σε παραδοσιακό ύφος παρουσίαζε έντεχνα τον Θευδέριχο και την οικογένειά του ως «φιλοσόφους βασιλείς» (μια και δύσκολα θα μπο-
Η -'1"ΣΗ
13ί
ρούσε να τους ονομάσει νόμιμους Ρωμαίους κυβερνήτες) ' έγραψε μάλιστα μια Ιστορία των Γότθων (Hisrorίa Gorhoγum) η οποία παρουσίαζε το γοτθικό φύ λο γενικά, και την οικογένεια του Θευδερίχου ειδικότερα, ως ενεργούς μετό χους στην ιστορία της Μεσογείου, από την εποχή τσυ Μεγάλου Αλεξάνδρου και εξής. Με άλλα λόγια, οι Ρωμαίοι αντιλήφθηκαν πως ήταν προτιμότερο να γνω ρίζουν τον εχθρό παρά να τον αγνοούν. Στην Ακουιτανία, η παρουσία των Βησιγότθων προστάτευσε τις επαύλεις τσυ Σιδωνίου και των φίλων του από φύλα όπως οι Σάξονες οι οποίοι είχαν τρομοκρατήσει τη Βρετανία. Το 45 1 , οι τοπικοί συγκλητικοί έπεισαν τους Βησιγότθους να συμπράξουν με τον ρω μα'ίκό στρατό για να αναχαιτίσουν την επέλαση των Ούννων του Αττίλα. Στη Γαλατία, χάρη στις βαρβαρικές φρουρές, τα χωριά του ποταμού Γαρούνα (GaΓOnne) και των Αρβερνών (Auvergne) φέρουν ώς τις μέρες μας τα ονόματα των οικογενειών που τα κατείχαν τον 50 αιώνα, ενώ στη Βοετανία ούτε ένα ρωμα'ίκό όνομα γαιοκτήμονα δεν €.ι,έζησε μετά την εισβολή των Σαξόνων. Οι Ρωμαίοι αυλικοί στις νέες βαρβαρικές αυλές ασκούσαν μία πολιτική τοπικής κλίμακας. Δείχνοντας γνήσιο ενδιαφέρον για τον μικρότερο κόσμο της δικής τους επαρχίας, αγνοούσαν ολοένα περισσότερο την ιδέα μιας ενω-
1:!8
AΓ IOKΛI"OY�E� ΚΑΙ Ι l'OXOMIE�
μένης δυτικής αυτοκρατορίας. Στις επιστολές του Σ ιδωνίου βλέπουμε να ξε προβάλλουν, πίσω από το προσωπείο του συγκλητικού otium, τα ριζωμένα πάθη του τοπικού γαιοκτήμονα. Στις επιστολές του Συμμάχου βλέπουμε μο νάχα έναν τρόπο ζωής στον Σ ιδώνιο περιδιαβάζουμε ένα συγκεκριμένο το πίο - το αγαπημένο του Cleπnont-Ferrand: «Οπου λιβάδια στέφουν τις κορ φές των λόφων και αμπέλια ντύνουν τις πλαγιές, βίλες υψώνονται στα πεδινά και κάστρα πάνω στους βράχους, δάση εδώ και ξέφωτα πιο κάτω, κοιλάδες που τις βρέχουν ποταμοί. .. » Ο Σιδώνιος έγινε επίσκοπος Cιeπnοnt-Feπand το 47 1 . Διότι για να ηγηθεί κανείς της τοπικής κοινότητάς του, στα τέλη του 50υ αιώνα, έπρεπε να γίνει ο επίσκοπός της: μόνο η αλληλεγγύη της καθολικής κοινότητας συνέδεε την ντόπια αριστοκρατία με τους υποτελείς της οι νεόκτιστες βασιλικές και τα ιερά των μαρτύρων διατηρούσαν υψηλό το ηθικό των μικρών πόλεων της νό τιας Γαλατίας. Το παράδοξο είναι πως η εξάπλωση του μοναστικού κινήματος διευκόλυ νε τη λεπτή μετάβαση από τη θέση του συγκλητικού σ' αυτήν του επισκόπου. Οι μοναστικές κοινότητες στις Λερίνες νήσους (Lerins), στη Μασσαλία και αλλού γέμισαν αριστοκράτες πρόσφυγες από τη σπαρασσόμενη από τον πόλε μο Ρηνανία. Αυτές οι κοινότητες επάνδρωσαν τον κλήρο της νότιας Γαλατίας με ανθρώπους ευγενούς καταγωγής και υψηλής παιδείας. Η συγκινητική ιδέα πως ο άγιος μεσολαβούσε για λογαριασμό του μέσου αμαρτωλού είχε επιτρέ ψει στον Σιδώνιο να ζήσει συμφιλιωμένος με τα ελαττώματά του κατά τη διάρκεια της κοσμικής ζωής του· και η ιδέα της μοναστικής αποστολής, στο βαθμό που δεν του επέβαλλε μια ριζική άρνηση του κόσμου, απλώς είχε εν σταλάξει στον Σιδώνιο και τον κύκλο του την αίσθηση πως υπάρχει η ώρα για το καθετί και πως με τα γεράματα ο άνθρωπος οφείλει να ε.ι-τωμιστεί πνευμα τικές ευθύνες. Αφού γλέντησαν τα νιάτα τους κι έκαναν τις οικογένειές τους, ο Σιδώνιος και οι φίλοι του πέρασαν στη σεβάσμια γεροντοκρατία της καθο λικής εκκλησίας. Διατηρούσαν τις μνήμες από πλούσια δείπνα, από αγρυ πνίες για μάρτυρες οι οποίες κορυφώνονταν, με την πρωινή δροσιά, σε αγρο τική γιορτή (f"ete champetre), από ευρύχωρες ιδιωτικές rJιβλιοθήκες γεμάτες κλασικούς, όπου οι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν τοποθετηθεί διακριτικά στη γωνία των γυναικείων αναγνωσμάτων. Και όμως ως επίσκοποι, γαιοκτήμονες όπως ο Σ ιδώνιος ολοκλήρωσαν τη σιωπηλή επανάσταση που έκανε την ύπαιθρο της Γαλατίας χριστιανική και λατινόφωνη. Ο αργός προσηλυτισμός της αγροτικής τάξης έγειρε τελικά τη ζυγαριά από τα κελτικά προς ένα «απλό» λατινικό ιδίωμα. Εξ ου και μια διπλή κίνηση ορατή σε όλη τη Δύση. Η κλασική παιδεία περιορίστηκε και α πέκτησε μια έντονη εσωτερικότητα. Οι πόλεις της Γαλατίας δεν προσέφεραν εκτεταμένες σπουδές: έναν αιώνα αφότου ο Αυσόνιος και οι συνάδελφοί του
139
1·1 .1)"ΣΗ
είχαν εφοδιάσει χιλιάδες νεαρούς με κλασική μόρφωση στην ακμάζουσα πα νεπιστημιούπολη του Μπορντώ, η μελέτη της λατινικής φιλολογίας είχε συρ ρικνωθεί στις ιδιωτικές βιβλιοθήκες λίγων μεγάλων συγκλητικών επαύλεων. Εκεί που η κλασική παιδεία ήταν κτήμα οποιουδήποτε ευκατάστατου ανθρώ που, έφτασε να γίνει το διακριτικό μιας μικρής ολιγαρχίας. Καθώς αυτή η κλειστή αριστοκρατία των γραμμάτων εντασσόταν στην Εκκλησία, στα τέλη του 50υ και τον 60 αιώνα, η κλασική ρητορεία έφτανε σε ανεπανάληπτη με γαλοπρέπεια. Στις επίσημες συναντήσεις τους και στις επιστολές που αντάλ λασσαν, οι επίσκοποι έκαναν χρήση ενός <<μεγαλειώδους» ύφους: φράσεις επί φράσεων, «γυαλισμένες σαν όνυχας», τόσο απροσπέλαστες για τον αμύητο της εποχής όσο και τώρα για τον σημερινό αναγνώστη. Οι επιστολές και τα ευφυολογήματα επισκόπων όπως ο Άβιτος της Βιέννης [Viennel (περ. 4905 1 8) και ο Εννόδιος της Παβίας (5 1 3-2 1 ) , και η ρητορική των διαταγμάτων που συνέταξε ο Κασσιόδωρος είναι αντιπροσωπευτικά δείγματα αυτής της κί νησης: στερημένοι από τα προνόμιά τους, με την περιουσία τους ψαλιδισμένη από τις κατασχέσεις, υπό τη διακυβέρνηση ξένων, οι συγκλητικοί της Δύσης έ δειχναν, μέσω της ροκοκό λατινικής τους ρητορείας, πως ήταν αποφασισμέ νοι να επιζήσουν και να το δείξουν ότι επιζούν. Πάντως, ως επίσκοποι, όφειλαν να διατηρούν υψηλό το φρόνημα του λιγό τερο μορφωμένου ποιμνίου τους. Για το λόγο αυτό υιοθέτησαν ένα πιο «ταπει νό» ύφος. Στη Γαλατία, για παράδειγμα, ο 6ος αιώνας είναι μια εποχή κατά την οποία γράφηκαν πολλοί βίοι αγίων σε απλά λατινικά. Μνημονεύουμε συ νήθως τον Γρηγόριο, τον επίσκοπο Τουρώνων (Tours) (538-94), ως συγγραφέα μιας Ιστορίας των ΦράΥκων (HiS[Olia Francol1Im ) γνωστής για τις ζωντανές περιγραφές των δολοπλοκιών στην αυλή των Μεροβιγγίων τόσο από την πλευ ρά των Φράγκων όσο και από την πλευρά των Ι'ωμαίων. Ερχόμαστε όμως κο ντύτερα στον Γρηγόριο διαβάζοντας τους βίους που συνέγραψε για τους με γάλους προστάτες-άγιους της Γαλατίας. Εδώ βρίσκονται οι αγαπημένες του μορφές: μια ε)τουράνια αριστοκρατία που εμπνέει δέος -όπως ο ίδιος-, άτε γκτη στην απονομή δικαιοσύνης -και πάλι όπως ο ίδιος-, που ασχολείται επι μελώς με την παραμικρή λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής του μέσου αν θρώπου της πόλης και του χωριού. Με την ισχυροποίηση των τοπικών δεσμών, που εκδηλώθηκε σε όλες τις επαρχίες, η Ιταλία απέκτησε τη «γεωγραφική έκφρασψ> την οποία έμελλε να διατηρήσει. Ήδη υπήρχε μια έντονη διαίρεση μεταξύ Βορρά και Νότου. Οι ε πίσκοποι και οι γαιοκτήμονες του Βορρά είχαν συνηθίσει από καιρό στην παρουσία μιας στρατιωτικής, βαρβαρικής κυβέρνησης. ·Ενιωθαν άνετα στην αυλή του Οδόακρου (476-93) και, αργότερα, σ' εκείνη του Θευδέριχου στη ΡαΒέννα. Μόλις όμως περνούσε κανείς τα Απέννινα, έμπαινε σ' έναν άλλο κόσμο, όπου η αυλή ήταν πολύ απόμακρη και όπου παντού βασίλευε το πα,
11ιΟ
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥ'ΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
ρελθόν. Στη Ρώμη, πελώριες καθολικές βασιλικές και αρχαίες μνήμες είχαν ε ξαφανίσει το παρόν. Μια διπλή ολιγαρχία συγκλητικών και κληρικών -τώρα στενά συνδεδεμένες- διατηρούσε την πόλη στη θαυμαστή απομόνωσή της. Χαρακτηριστικά, η Σύγκλητος επανέκτησε το δικαίωμα να κόβει νομίσματα ένα δικαίωμα που το είχε στερηθεί από τα τέλη του 30υ αιώνα. Μόλις απο μακρύνθηκαν οι Δυτικοί αυτοκράτορες, το 476, η εικόνα του αυτοκράτορα α ντικαταστάθηκε διακριτικά από μια εικόνα του Ρώμου και του Ρωμύλου που Θηλάζουν τη λύκαινα και το επίγραμμα Roma invicta (<<ανίκητη Ρώμψ» . Με τον τρόπο αυτό, η ρομαντική ιδεολογία της Roma aeterna κάλυψε το κενό ε ξουσίας που είχε δημιουργηθεί από το τέλος της νόμιμης ρωμα'ίκής διακυ βέρνησης στην Ιταλία. Βλέπουμε τους «Ρωμαίους της Ρώμης» του τέλους του 50υ και των αρχών του 60υ αιώνα στα ελεφάντινα υπατικά ανάγλυφά τους: φιγούρες όλο ένταση, ασήμαντες κάτω από την τεράστια σκιά της Ρώμης. Στη μεγάλη οικογενειακή του βιβλιοθήκη, ο συγκλητικός Βοήθιος (περ. 480-524) μπορούσε να αντλεί από τους πνευματικούς θησαυρούς που πρωτο συνελέγησαν κατά τη διάρκεια της λατινικής αναγέννησης του 40υ αιώνα. Έθεσε τα θεμέλια της μεσαιωνικής λογικής με τη συνδρομή βιβλίων τα οποία ανήκαν στους προπάππους του. Στο έργο του Περί παραμυθίας της φιλοσο φίας (De consoJatione phi/osophiae) εξακολουθεί να μας εκπλήσσει η ηρεμία με την οποία, μπροστά στο θάνατο, ένας αγέρωχος χριστιανός Ρωμαίος αρι στοκράτης μπορεί να ανατρέχει στην προχριστιανική σοφία των αρχαίων για να βρει παρηγοριά. Ο Βοήθιος εκτελέστηκε από τον Θευδέριχο για υποτιθέ μενη προδοσία το 524. Με αυτή την πράξη του ο Θευδέριχος χτυπούσε εύ στοχα το πισ επιφανές και άρα το πιο απομονωμένο μέλος μιας ασυμφιλίω της ομάδας. Ο υπερήφανος και μοναχικός Βοήθιος βρήκε το θάνατο γιατί έ ζησε στην εντέλεια ένα βίο που είχε διατηρήσει το καθετί στη Ρώμη - το καθε τί εκτός από έναν αυτοκράτορα. Μετά το 533, ένας Ρωμαίος αυτοκράτορας επέστρεψε στη δυτική Μεσό γειο. Οι στρατιές του Ιουστινιανού κατέκτησαν την Αφρική διαμιάς, το 533. Το 540, ο στρατηγός Βελισάριος εισήλθε στη Ραβέννα. Οι εκστρατείες του Ιου στινιανού αναχαιτίστηκαν από την αναβίωση της περσικής απειλής (το 540), από τα αλλεπάλληλα κύματα της φοβερής πανούκλας (από το 542 και εξής) και από την κατάρρευση του συνόρου του Δούναβη με τις πρώτες σλαβικές ε πιδρομές του 548. Παρ' όλα αυτά, η ανατολική ρωμα'ίκή κυριαρχία διατηρή θηκε στη Ραβέννα, στη Ρώμη, στη Σικελία και στην Αφρική για αιώνες ακόμα. Η απρόσμενη παρέμβαση των αυτοκρατορικών στρατιών υπήρξε η καθο ριστική δοκιμασία για την αντοχή των διαφόρων ομάδων της ρωμαϊκής κοι νωνίας στην Ιταλία και στην Αφρική. Για τη συγκλητική αριστοκρατία, η α νακατάκτηση του Ιουστινιανού υπήρξε καταστροφική. Ένας Ανατολικός μο νάρχης με ικανούς φοροεισπράκτορες δεν ήταν ο αυτοκράτορας που ε,,-τιζη-
90 Μία δυναστεία χληΡΙί'.ών. Αντι;τροσωπευτιχό δείγμα τη; δυτιχιίς χοινωνίας: Ο Ευφράσιος. Ο E.i-τίσχο:το;. έχτισι: την εχ%λησία. ο αQχtΟιάχονος. ο ΚλαΙ)ι)ιος. προσέ
142
ΛΓlOKΛIKO\'�εΣ KΛHPo:-
τούσαν, Γι' αυτή την εύθραυστη ολιγαρχία, οι πόλεμοι του Ιουστινιανού στην Ιταλία σήμαναν το τέλος ενός τρόπου ζωής. Οι πικρές κατηγορίες των Ιταλών συγκλητικών έγιναν δεκτές με χαρά από τη φοβισμένη αριστοκρατία της Κωνσταντινούπολης: διαποτίζουν την κλασική περιγραφή των Γοτθικών Πολέμων του Προκοπίου από την Καισάρεια, και υποδαυλίζουν την ανίσχυ ρη οργή του εναντίον του Ιουστινιανού στην Απόκρυφη ιστορία του, Δεν θα έπρεπε όμως να κρίνει κανείς την επιτυχία του Ιουστινιανού στη Δύση απλώς από τη μοίρα αυτής της πολύ εύγλωττης ομάδας, Ο καθολικός κλήρος δεν συμμεριζόταν τα παράπονα της ρωμα'ίκής Συγκλήτου, Η ρωμα'ίκή εκκλησία απαλλάχθηκε από την κυριαρχία των Αρειανών και ιδιοποιήθηκε τις απέραντες εκτάσεις των αρειανικών εκκλησιών, Στο πρόσωπο του Γρηγορίου Α ' (589-603) η Ρώμη απέκτησε τον πάπα της, Μέσα από αυτή την πολυσύνθετη προσωπικότητα η εκκλησιαστική μερίδα της ρωμα'ίκής αριστοκρατίας, που την είχαν προαναγγείλει οι κληρικοί και οι πάπες της οικογένειας του Γρηγο ρίου, έφτασε στην κορυφή, Από την πλουσιότατη προσωπική βιβλιοθήκη του συγγενή του, πάπα Αγαπητού (535-36), ο Γρηγόριος απέκτησε μια οικειότητα με τον Αυγουστίνο, εφικτή μόνο σε έναν αριστοκράτη, Η φλόγα του πλατωνι κού μυστικισμού, που είχε περάσει από τον Πλωτίνο στον Αυγουστίνο, θέριε ψε πάλι στα κηρύγματα του Γρηγορίου. Έχοντας γνώση των συνηθειών της τάξης του κατά το παρελθόν, ο Γρηγόριος κράτησε τις πόρτες ανοιχτές για το λαό της Ρώμης ξόδεψε τα υπό αυστηρή διαχείριση έσοδα της εκκλησίας σε σι τηρά για τους φτωχούς και επιδόματα για τους συγκλητικούς που αντιμετώπι ζαν δυσκολίες, Στο επιτύμβιό του αποκαλείται « Υπατος του Θεού». Και όμως ο Γρηγόριος δεν ήταν απλώς ένα τελευταίο δείγμα του αριστοκρατικού παρελ θόντος της Ρώμης. Έζησε σε μια εποχή όπου, για περισσότερο από μια γενιά, η Ρώμη είχε ενσωματωθεί στην ανατολική ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Η ασκητικό τητά του, η ευαισθησία του στη λα'ίκή πίστη (όπως φανερώνεται μέσα από τις ιστορίες θαυμάτων στις Ομιλίες [Homi/iae ίπ evange/ia]), η αυστηρή αίσθηση του επισκοπικού καθήκοντος (όπως φανερώνεται στον Ποιμενικό Κανόνα [RegLI/a pasrora/is]), τον καθιστούν μια λατινική εκδοχή των αυστηρών αγίων οι οποίοι, ως πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Αντιοχείας, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, κρατούσαν τις μεγάλες πόλεις της Ανατολής στο πλευρό των Βυ ζαντινών αυτοκρατόρων. Από τη σκοπιά της Ρώμης όμως, η θέση και οι στόχοι των Ρωμαίων αυτο κρατόρων της Ανατολής εντάσσονταν σε μια χαρακτηριστικά λατινική ατμό σφαιρα. Τα μόνα σωζόμενα πορτραίτα του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας οι αυλικές σκηνές στα ψηφιδωτά του Αγίου Βιταλίου (5, Vitale) στη Ραβέννα πλαισιώνουν την Αγία Τράπεζα μιας καθολικής εκκλησίας διότι, για τους κα θολικούς επισκόπους της Ιταλίας, η αυτοκρατορία υπήρχε για να εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα, Αυτοί οι επίσκοποι ήταν οι άμεσοι κληρονόμοι της
Η ,H�ΙΙ
ρωμα'ίκής Συγκλήτου, Η Iibenas -η προνομιακή θέση- της ρωμα'ίκής ΣυΥ'"λή του α.Jτοτελούσε ένα από τα ιδεώδη της ρωμα'ίκής αριστοκρατίας στις αρχές του 6ου αιώνα: το ιδεώδες αυτό τσ οικειοποιήθηκε με τον καιρό ο ρωμα'ίκός κλήρος και η παρουσία του παρέμεινε αισθητή καθ' όλη τη διάρκεια του Με σαίωνα, Αυτό είναι το πιο μακροχρόνιο και παράδοξο αποτέλεσμα των κα τακτήσεων του Ιουστινιανού, Διότι ο Ιουστινιανός ήρθε στη δυτική Μεσόγειο, με ένα μεγαλόστομο και ροσκοπισμό, για να ανακτήσει αυτά που εκείνος θεωρούσε χαμένες επαρχίες της
δικής
του αυτοκρατορίας: δεν έτρεφε συμπάθεια για τη libenas της ρω,
μα'ίκής Συγκλήτου και ήταν πρόθυμος να εκφοβίσει οποιονδήποτε πάπα αρ νούνταν να συμπορευτεί με τα εκκλησιαστικά του σχέδια, Παρ' όλα αυτά, οι βυζαντινές στρατιές παρέμειναν για αιώνες στην Ιταλία, για να υπερασπί ζουν τα προνόμια της ρωμα'ίκής εκκλησίας, Στα μάτια των Δυτικών, η ανα τολική ρωμα'ίκή αυτοκρατορία υπήρχε για να παρέχει στρατιωτική προστα, σία στους πάπες, Οι επιφυλακτικοί ανατολίτες που έφταναν στη Ραβέννα ως
έξαρχοι (αντιπρόσωποι του αυτοκράτορα) χαιρετίζονταν στη Ρώμη ως εγ γυητές της Sanctissima RespubIica - της Αγιότατης Κοινοπολιτείας, Η ανατο λική αυτοκρατορία, λοιπόν, περιβλήθηκε το φωτοστέφανο μιας «αγίας» ρω μα'ίκής αυτοκρατορίας: όχι ο Αύγουστος, αλλά ο Ιουστινιανός, ο ευσεβής κα θολικός των ψηφιδωτών του Αγίου Βιταλίου, έγινε το πρότυπο της ανανεω μένης ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου, Ο Ιουστινιανός ήταν ο ά μεσος, αν και ακούσιος, πρόγονος της ιδέας πως μία <<χριστιανική κοινοπο λιτεία», μία Αγία Ρωμα'ίκή Αυτοκρατορία, όφειλε πάντα να υπάρχει στη δυ τική Ευρώπη για να υπηρετεί τα συμφέροντα της παπικής εξουσίας και να διασφαλίζει τη libenas της καθολικής εκκλησίας, Οι συνήθειες και ο ρυθμός της ζωής μιας πόλης αλλάζουν αργά, Στη Ρώ μη του Ίου αιώνα, τα μέλη της ολιγαρχίας του κλήρου βάδιζαν προς τις εκ κλησίες τους όπως βάδιζαν οι ύπατοι στις αρχές του 60υ αιώνα - γίνονταν δεκτοί με κεριά, σκόρπιζαν δώρα στον κόσμο, φαρούσαν τα μεταξένια υπο δήματα των συγκλητικών, Πολλοί πίστευαν πως το Λατερανό Ανάκτορο ό φειλε την ονομασία του στο ότι ακόμα εκεί μέσα μιλούσαν «καλά λατινικά», Στις μεγάλες βασιλικές τους οι πά.Jτες εξακολουθούσαν να προσεύχονται υ πέρ της Romana Iibenas, Π ίσω αl(ό τη ρητορική και το τελετουργικό της με σαιωνικής παπικής εξουσίας πρόβαλλε το αξίωμα πως η δυτική κοινωνία ό φειλε να αναγνωρίζει την υπεροχή μιας εκκλησιαστικής ελίτ, με τον ίδιο τρό, πο που ΟΙ αυτοκράτορες αναγνώριζαν κάποτε την ειδική θέση των μελών της ρωμα'ίκής Συγκλήτου: σαν την τελευταία θερμή λάμψη του απογεύματος, η α γάπη των συγκλητικών της ύστερης αρχαιότητας για τη RoIna aeterna ήρθε να γείρει στη σεβάσμια πρόσοψη της παπικής Ρώμης,
91
Η Βασιλεύοοοα. Τα τείχη της Κιuνοταντινού;rο
λης: χτισμένα C1J-τό τον Θεοδόσιο Β '. Ώς: το
800. αυτά
τα τείχη είχαν ήδη C1Jϊοχρuύοει πληθιοQCt επιΟέσεων.
II
Β γ ΖΑ Ν Τ Ι Ο
1 1 "Η Βασιλεύουσα»: η ανατο λική α υτοκρατορία από τον Θεοδόσιο Β ' έως τον Α ναστάσιο, 408-5 1 8 μ . Χ . Όταν λεηλατήθηκε η Ρώμη το 4 Ι Ο, στην Κωνσταντινούπολη κηρύχθηκε τριή μερο δημόσιο πένθος. Ο αυτοκράτορας του ανατολικού τμήματος, ο Θεοδό σιος Β ', δεν έκανε κάτι περισσότερο για να βοηθήσει την πρωτεύουσα της Δύσης, αλλά οι σύμβουλοί του σύντομα φρόντισαν να περιτειχιστεί η Κων σταντινούπολη με μέγα τείχος. Σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, τα Θεοδο σιανά τείχη, που διακρίνονται ακόμα και σήμερα στα περίχωρα της Ιστα μπούλ, συνόψιζαν την απόρθητη θέση της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύ ουσας της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Δεν παραβιάστηκαν από εχθρό έως το 1453. Υπό τον Θεοδόσιο Β ' η Κωνσταντινούπολη έγινε η «Βασιλεύουσα». Οι αυτοκράτορες εγκαταστάθηκαν μονίμως στο Ιερόν Παλάτιον πάνω στον Βό σπορο. Το τελετουργικό της αυλής έγινε μέρος του ρυθμού της καθημερινής ζωής της πόλης. Τα μεγάλα θέματα της πολιτικής -ο πόλεμος και η ειρήνη, η αίρεση και η ορθοδοξία, η ένδεια και η αφθονία- που συζητιούνταν διεξοδι κά από τον αυτοκράτορα και τους συμβούλους του στη μεγάλη "Αίθουσα της Σιωπή;>, (το silenrion), ξεχύνονταν στις αγορές της πόλης: όταν ο αυτοκρά τορας εμφανιζόταν στο «κάΘισμά» του στον Ιππόδρομο, οι οπαδοί των αντί παλων δήμων -{)ι Π ράσινοι και οι Βένετοι- επιδοκίμαζαν ή αποδοκίμαζαν τις αποφάσεις του φωνάζοντας ρυθμικά. Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπο λης, υπερόπτες και εριστικοί, είχαν συχνά την ευκαιρία να διαπιστώσουν πως η πολιτική δεν είναι παιχνίδι. Η Κωνσταντινούπολη απλωνόταν στη βαλκανικη ακτη των Στενών του Μαρμαρά, μόνο διακόσια εβδομηντα μίλια μακριά από την ταραχώδη περιοχή των εκβολών του Δούναβη. Πολύ συχνά, οι κάτοικοι της πόλης, κοιτάζοντας πάνω από τα μεγαλοπρεπη τείχη τους, έ βλεπαν μια αλυσίδα από χωριά που κάπνιζαν μαρτυρώντας το πέρασμα βαρ βαρικών πολεμικών συμμοριών. Κατά τον 50 και τον 60 αιώνα. η Κωνστα ντινούπολη συνδύαζε την περηφάνια μιας πόλης-κράτους με το υψηλό ηθικό μιας προφυλακής που την τροφοδοτούσε μια απέραντη αυτοκρατορία της Εγγύς Ανατολης. Και όμως στις αρχές αυτης της περιόδου, η Κωνσταντινούπολη ήταν σε μεγάλο βαθμό μια άγνωστη πρωτεύουσα του Βορρά. Όπως είδαμε, η βαθύτε-
I lι(i
ΛΓΙ()Κ.ΙΙ " O l·�E� ΚΛΙΙ P()'io\l l E�
ρη διαίρεση στην κοινωνία του 40υ αιώνα ήταν εκείνη μεταξύ Βορρά και Νό του και όχι μεταξύ Ανατολής και Δύσης: οι πολίτες της Μεσογείου ήταν όλοι εξίσου απομακρυσμένοι από τη στρατιωτική αυλή που περιδιάβαζε τις αρτη ρίες του βόρειου τμήματος. Ο ίδιος ο Θεοδόσιος Β . καταγόταν από μια οικο γένεια Λατίνων στρατηγών· και το 438 παρουσίασε τη μεγάλη λατινική συλ λογή των αυτοκρατορικών νόμων, γνωστή ως "Θεοδοσιανός Κώδιξ» ( Codex Theodosianus). Οσο διατηρούσε τους δεσμούς της με 10 στρατό, η γλώσσα της αυλής ήταν τα λατινικά. Ακόμα και για έναν ·Ελληνα, τα λατινικά ήταν ανέκαθεν η γλώσ σα που εξέφραζε το μεγαλείο του κράτους - όπως τα «νομικά γαλλικά» στην ύστερη μεσαιωνική Αγγλία, τα λατινικά ήταν η επιβλητική ιδιόλεκτος της δι οίκησης. Τα λατινικά αυτά τα μάθαιναν οι κάτοικοι του ανατολικού ρωμα·ί κού κράτους σε σχολεία, αν και δεν είχαν καμιά σχέση με τη ζωντανή γλώσσα - σώζονται πάπυροι που δείχνουν παιδιά από την Αίγυπτο να κάνουν ανε κτές μεταφράσεις του Βιργιλίου, όπως κάνουμε κι εμείς στα σημερινά σχο λεία. Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης είχε μεταφέρει τη μεγαλοπρέπεια του ρωμα·ίκού κράτους στην καρδιά του ελληνικού κόσμου · αλλά οι ·Ελληνες που, όλο και περισσότερο, μάθαιναν τα λατινικά κατά τον 40 και τον 50 αιώνα δεν το έκαναν για να επισκεφθούν την παλαιά Ρώμη στη Δύση, αλλά για να αυξή σουν το μεγαλείο της Κωνσταντινούπολης, της "Νέα;» τους "Ρώμης». Οπως οι αιγυπτιακοί οβελίσκοι στον Ιππόδρομο και τα ελληνικά κλασικά αγάλματα στους δημόσιους χώρους, έτσι και τα λατινικά επιβίωσαν πολύ φυσικά στην Κωνσταντινούπολη ως τμήμα της επιβλητικής πρόσοψης μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας. Οι ίδιοι όμως οι Λατίνοι, εξαφανίστηκαν αργά αργά κατά τον 50 αιώνα. Στην Κωνοταντινούπολη, η γενική τάση για τη δη μιουργία μιας στρατιωτικής ρωμα·ίκής απολυταρχίας, η οποία είχε εκδηλω θεί από τις αρχές του 30υ αιώνα, αντιστράφηκε σιωπηλά. Στα τέλη του 50υ αιώνα, ο ρωμα"ίκός στρατός ως πολιτική δύναμη είχε υποσκελιστεί από μια δράκα ανώτερων διοικητικών, αξιωματούχων του παλατιού και αποστρατευ μένων γραφειοκρατών που διέμεναν στην Κωνσταντινούπολη. Οι δύο σημα ντικότεροι αυτοκράτορες της περιόδου, ο Αναστάσιος (49 1 -5 1 8) και ο Ιου στινιανός (527-65 ), ήταν πολιτικοί νέου τύπου: ο Αναστάσιος είχε διατελέσει αξιωματούχος του παλατιού για πολλά χρόνια και ο Ιουστινιανός, αν και α νιψιός Λατίνου στρατιώτη από τα Βαλκάνια, είχε "αποστρατικοποιηθεί». Τα υψηλότατα επιτεύγματα της πολιτικής και του πολιτισμού κατά τη διακυβέρ νηση αυτών των δύο αξιόλογων ανδρών συνοψίζουν την αργή ωρίμανση της πολιτικής κυβερνητικής τάξης. Κατά τη διάρκεια του 50υ αιώνα, η ρωμα·ίκή αυτοκρατορία διαμόρφωσε μια νέα ταυτότητα ως αυτοκρατορία της Κων σταντινούπολης. Τα μορφωμένα, ανώτερα οτρώματα των ελληνικών πόλεων ήταν οι αρχιτέ-
I Ιιί
κτονες αυτής της σιωπηλής επανάστασης. Επάνδρωσαν τις οικονομικές και τις νομικές υπηρεσίες. 'Ενας από αυτούς, ο Ιωάννης Λαυρέντιος Λυδός, κέρ δισε χίλια χρυσά νομίσματα τον πρώτο χρόνο της σταδιοδρομίας του επί Ανα στασίου - «και κερδήθηκαν τίμια», προσθέτει! Έμαθε λατινικά' έγραψε ποιή ματα που εγκωμίαζαν τον προ'ίστάμενό του ' αποσύρθηκε για να συγγράψε ι μια αρχαιοδιφική πραγματεία, Περί αρχών της Ρωμαίων πολιτείας (= για τα αξιώματα του ρωμα'ίκού κράτους). Ο επίμονος συντηρητισμός ενός αριστο κράτη με κλασική παιδεία. ο οποίος, στις δυτικές επαρχίες, είχε προσηλωθεί μάταια στην ψευδαίσθηση μια; Roma aeterna προσέφερε στην ανατολική αυ τοκρατορία την απαραίτητη πατίνα των παλαιών παραδόσεων και της ήρε μης υπερηφάνειας. Στην Κωνσταντινούπολη, η παιδεία και τα γράμματα ή ταν συμπλήρωμα της πολιτικής, όχι αντίπαλός της. Για παράδειγμα, κάποιοι πολίτες που θέλησαν να διαμαρτυρηθούν εναντίον ενός ανεπιθύμητου φό ρου, παρουσίασαν ένα θεατρικό έργο σχετικά με το αίτημά τους, «κατά τον τρόπο του Ευριπίδη». Ακόμα και η πλατωνική παράδοση, που στη Δύση είχε κληροδοτήσει μόνο τις μεταφυσικές και μυστικιστικές πλευρές της, στην Κωνσταντινούπολη διατήρησε το ενδιαφέρον της για τα τρέχοντα πολιτικά ζητήματα. Η πολιτική αποτελούσε θέμα έντονων συζητήσεων: το 399 στο λόγο του Περί Βασιλείας, ο -μελλοντικός επίσκοπος- Συνέσιος Κ υρήνης πρότεινε μια πολιτική αποκλεισμού των βαρβάρων' στην Απόκρυφη ιστορία του, το 550 περίπου, ο Προκόπιος από την Καισάρεια συνέτασσε για λογαριασμό μιας πολιτικά δραστήριας φατρίας μια παροιμιώδη «Μαύρη βίβλο» της βασι λείας του Ιουστινιανού. Αυτοί οι άνθρωποι συνέχισαν την παράδοση του δα σκάλου τους Θουκυδίδη καταγράφοντας την ιστορία των καιρών τους. Οι ποικίλες σταδιοδρομίες τους τούς έδιναν πληθώρα ευκαιριών: ο Πρίσκος από το Πάνιο άφησε μια λεπτομερή περιγραφή της αποστολής του στην αυλή του Αττίλα στην Ουγγαρία ' ο Προκόπιος (πέθανε το 562), ως σύμβουλος του νικη φόρου στρατηγού Βελισαρίου, έγραψε μια αισθαντική Ιστορία των πολέμων της εποχής του. Η κυβερνητική τάξη της ανατολικής ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας έμαθε την τέχνη της επιβίωσης σε ένα σκληρό σχολείο. Η άνοδος της μεγάλης νομαδικής αυτοκρατορίας του Αττίλα (434-53), η εξουσία της οποίας εκτεινόταν από τις πεδιάδες της Ουγγαρίας ώς την Ολλανδία και τον Καύκασο, αποτέλεσε σημείο καμπής για τη ρωμα'ίκή ιστορία. Για πρώτη φορά εμφανιζόταν στον κόσμο του Βορρά μια βαρβαρική αυτοκρατορία ισάξια με εκείνη της Ρώμης. Η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία του 40υ αιώνα θεωρούσε ακόμα πως αγκάλιαζε όλο τον τότε γνωστό πολιτισμένο κόσμο. Η σασσανιδική αυτοκρατορία ήταν το μόνο άλλο οργανωμένο κράτος που γνώριζε. Δρώντας σαν αστυνομικός, επιτηρούσε τους μικροαπατεώνες στις παρυφές του πολιτισμένου κόσμου. Τον 50 αιώνα, αυτός ο μύθος του «μέσου βασιλείου» κλονίστηκε. Οι Ρωμαίοι του ανατολικού τμή-
I/ι8
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥ"ΣΕΣ ΚΛI-lΓΟ:\f()λIJΕ�
92 Η αυτοκρατο ρική μεγαλωιρέ πεια. Η αυτοκρά τειρα Αριάί')νη, σύζυγος του Αναστασίου (4915 18). Ελεφάντινο δίπτυχο, γύρω στο.500.μ.Χ.
ματος συνειδητοποίησαν πως το κράτος τους ήταν ένα ανάμεσα σε πολλά, σ' έναν κόσμο που έπρεπε να ανιχνεύεται διαρκώς και να αντιμετωπίζεται με ε πιδέξια διπλωματία. Στα μέσα του 50υ αιώνα, ο Ολυμπιόδωρος από τη Θήβα (της Αιγύπτου) είναι ο πρώτος ζωηρός εκπρόσωπος μιας μακράς παρ6δοσης Βυζαντινών διπλωματών: ανέλαβε αποστολές σε διάφορα μακριν6 μέρη όπως η Ρώμη, η Νουβία και ο Δνείπερος, συνοδευόμενος από έναν παπαγ6λο που μιλούσε όπταιστα την αττική διάλεκτο. Οι αυτοκρ6τορες επέμεναν πως η διπλωματία, η οποία ήταν εξίσου σημα ντική με τον πόλεμο, όφειλε να έχει και ανάλογο κόστος. Την ίδια ώρα που οι Δυτικοί συγκλητικοί έκαιγαν με την 6δεια του ηγεμόνα τους τα σημειώματα των οφειλόμενων φόρων τους, οι συγκλητικοί της Κωνσταντινούπολης υπο χρεώνονταν να πουλήσουν τα κοσμήματα των συζύγων τους για πληρωμές που θα επέφεραν μια μέρα την πτώση της αυτοκρατορίας του Αττίλα. Διότι οι γραφειοκρ6τες ελέγχονταν συχν6 από αμείλικτους ξένους που υπολόγιζαν μονάχα στην αυτοκρατορική εύνοια. Ο Μαρίνος από τη Συρία, ύπαρχος της Ανατολής επί Αναστασίου, είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα των ειδικών για
ΒΥΖ.\:\ΊΊ ()
I /ι9
9.1 Ο γραφειοκράτης του
ανατολιχορωμα'ίκού κράτους. Ανδριάντας από τη γενέτειρά του στη Μικρά Ασία, 50ς αιωνας.
οικονομικά θέματα που έσωσαν το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, όταν το δυτικό είχε καταρρεύσει: «Ακόμα και τη νύχτα είχε πένα και μελανοδοχείο κοντά στο κρεβάτι του και μια λάμπα να καίει δίπλα στο προσκεφάλι του, για να μπορεί να καταγράφει τις σκέψεις του ' και την ημέρα τις γνωστοποιούσε στον αυτοκράτορα συμβουλεύοντάς τον τι πρέπει να κάνει» (Ζαχαρίας [επί· σκοπος] της Μυτιλήνης, Ιστορία). Οι παλατιανοί αξιωματούχοι του αυτοκράτορα -κυρίως Οι ευνούχοι·θα· λαμηπόλοι- στρατολογούνταν από στρώματα που δεν ανήκαν στην παραδο· σιακή κυβερνητική τάξη. Έτσι, το πολιτικό παρασκήνιο του παλατιΟύ δεν α· πέκοπτε τον αυτοκράτορα από τους υπηκόους του. Κάθε άλλο: ήταν μέρος του μυστικού της βυζαντινής διακυβέρνησης το ότι αυτή η σκιώδης αλλά ση· μαντική ομάδα συχνά βρισκόταν σε στενότερη επαφή με τα αισθήματα των ε· παρχιωτών απ' ό,ΤΙ οι εκλεπτυσμένοι μανδαρίνοι της γραφειοκρατίας. Η Κωνσταντινούπολη έγινε ο στόχος πολλών φιλόδοξων επαρχιωτών οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με τον ελληνικό πυρήνα της αυτοκρατορίας που επάνδρωνε κατά παράδοση τη γραφειοκρατία. Στα τέλη του 50υ αιώνα, ο Δα·
94 Ο πατέρας της πίστης; εικόνα του Apa AβQαάμ. Οι Ιf/ούμενοι των μονών έγιναν ισzUQές εστίες τοπιχής αq:οσίωσης χαι CLίοτελούσαν τους πραγματιχού; «κριτέ;�� των Οεολογιχιί)ν διενέξεων του 6ου και του 70υ αιώνα. ως πνευματικοί χαθoδ.-rιητές του κΟΟμου χαι θεματoq'ύλαχε:;: των ;ταρα� δόσεων τη; πίστης. Ζωγραφική σε ξύλο από το Ba\vit της Αιγύπτου. 60;�70ς αιώνας.
ΜΗΤΗΙ' ΘΕΟΥ 95 Παγανιστική; η Ίσις θηλάζει τον Ώρο. Κοπτικό διάζωμα, 30ς αιώνα;.
96
Χριστιανική: η Μαρία θηλάζει τον Ιησού. Επιτάφια πλάκα, Φαγιούμ. Αίγυπτος. 50:;:�60:;: αιιί)νας.
ΒΠΛ:\ΊΊΟ
97 Το ουριαχό Επί-
τευγμα. ΤΟ κέντρο Πρ<XJxύνll0ης στο μο
ναστήρι ;του ιδρύθη κε γύι",>ω από την κο λόνα όπου είχε ασχη τεύσει ο Άγιος Συμε ών ο Στυλίτης. Η αρ χιτεr..τονΙΥ.ιj ακολου θεί τον φανταχτερό ρυθμό του 20υ αιώνα (Βλ. εικόνα 3), αλλά ο αυτοκράτορας εκ φράζει την αφοσίωσή του, όχι στη γενέτει \.Χι του, αλλά στον τοπικό άγιο. ΚεντΡΙ κή είσοδος της νότιας πρόσοψης του Qalaι Sem"an. περ. 480.
νιήλ, ένας νεαρός Σύρος αJτό τη Μεσοποταμία, κατευθυνόμενος προς την Ιε ρουσαλήμ με σκοπό να μονάσει, ειδοποιήθηκε από όραμα πως έπρεπε να πάει στην Κωνσταντινούπολη. Με τις μεγάλες εκκλησίες και με το πλήθος των λει ψάνων της, η « Βασιλεύουσα» είχε μετατραπεί σε «Ιερή Πόλψ>. Νεαροί με λι γότερο έντονες πνευματικές ανησυχίες θα έπαιρναν την ίδια απόφαση: ο Δα νιήλ, πριν καλά καλά εγκατασταθεί στην κορυφή κάποιας κολόνας -μιμούμε νος τη συριακή πρακτική του Συμεών του Στυλίτη-, βρέθηκε να κουβεντιάζει στα συριακά με ένα συμπατριώτη του που είχε προσληφθεί ως αρχισερ[\ιτό ρος του αυτοκράτορα! Η ιστορία της Κωνσταντινούπολης στα τέλη του 50υ αιώνα σημαδεύτηκε από τέτοιους προικισμένους μετανάστες, Για τους αυτο κράτορες, η ευημερία και η ανάδειξη ταλέντων στις παρυφές του κλασικού κόσμου ψαν απαραίτητη. Δεν αρκούσε να είναι ελληνική η αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης: έπρεπε επίσης να αναζητήσει μια ταυτότητα ως αυτο κρατορία της Ανατολής με την πραγματική έννοια του όρου. Οι πολιτισμικές και οι θεολογικές συγκρούσεις που κατέχουν τόσο σημαντική θέση στην εκ κλησιαστική ιστορία του 50υ και του 60υ αιώνα εκφρόζουν σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια της κοσμοπολίτικης κοινωνίας της ανατολικής αυτοκρατο ρίας να επιτύχει μια νέα ισορροπία. «Το κύριο αξίωμα μιας εκτεταμένης αυτοκρατορίας, μια σοφή και σωτή ρια εγκατάλειψη» (Burke), απλώς δεν μπορούσε να ισχύσει για τους επαρχιώ τες της αυτοκρατορίας του 50υ αιώνα. Η Αίγυπτος, λόγου χάρη, συμμετείχε
ΑΠΟΚΛJ:\ΙΟΥΣΕΣ ΚΛΙ ΙΡΟΨ) ) Ι Ι Ε);
ήδη στσ κύριο ρεύμα της πολιτιστικής ζωής. Οι πιο ευκατάστατοι χωρικοί και οι προύχοντες των μικρών της πόλεων αποτελούσαν αντιπροσωπευτικά δείγ ματα ε,ταρχιωτών μιας νέας ανατολικής ρωμα'ίκής κοινωνίας. Είχαν δημιουρ γήσει από το μηδέν μια σφριγηλή και ιδιότυπη υποκλασική τέχνη - την κοπτι κή. Το πιο χαρακτηριστικό δημιούργημα των Αιγύπτιων χριστιανών αυτών των αιώνων ήταν η εικόνα: μια αφαιρετική απλοποιημένη παράσταση στην ο ποία μπορούσε ο πιστός να συγκεντρωθεί, προσηλώνοντας το βλέμμα στα φορτισμένα μάτια του πνευματικού του πατέρα - του Μηνά, του Αντωνίου ή κάποιου άλλου ήρωα της αιγυπτιακής χριστιανοσύνης. Οι Αιγύπτιοι πα τριάρχες Θεόφιλος και Κύριλλος έγιναν ηγέτες του ελληνικού κόσμου. Η Σύ νοδος της Εφέσου, το 4 3 1 , διακηρύσσοντας πως η Μαρία ήταν η Θεοτόκος ε πικύρωνε το πάθος των Κοπτών οι οποίοι τη λάτρευαν έτσι, να θηλάζει τον νεογέννητο Χριστό. Το πρότυπο αυτής της πιο τρυφερής σκηνής της μεσαιω νικής τέχνης ήταν μια κοπτική παραλλαγή της Ίσιδος που θηλάζει τον Ώρο. Το απόγειο της ακμής για τους συρόφωνους ε.,-ταρχιώτες ήρθε λίγο αργότε ρα. Επί Αναστασίου, Σύροι έμποροι συναλλάσσονταν σε μέρη τόσο μακρινά όσο η Γαλατία και η κεντρική Ασία. Ο οικονομικός μάγος της αυλής, ο Μαρί νος, ήταν Σύρος. Σύροι τεχνίτες ανέπτυξαν μια λεπτότατη τεχνοτροπία στο σκάλισμα της πέτρας. Μα πάνω απ' όλα οι Σύροι ήταν εκείνοι που πλημμύρι σαν τον ελληνικό κόσμο με μουσική. Ο Ρωμανός ο Μελωδός έφτασε στην Κωνσταντινούπολη από την Έδεσσα: εμπλούτισε τους ύμνους της βυζαντινής εκκλησίας με μια εικονοποιία και μια δραματική αίσθηση που είχαν τις ρίζες τους στην αρχαιότατη σημιτική Ανατολή. Στην Αγία Σοφία, ομάδες Σύρων μοναχών παρεμβάλλονταν στη λειτουργία της Κυριακής Ψάλλοντας τις αργό συρτες μελωδίες των δικών τους λατρευτικών λιτανειών για τον Εσταυρωμέ νο. Σύροι αγρότες γέμισαν τις πλαγιές του Αντιλιβάνου με λιόδεντρα. Ο αυ τοκράτορας ίδρυσε ένα τεράστιο λατρευτικό κέντρο στο σημείο όπου είχε μο νάσει ο Συμεών πάνω στο στύλο του. Το τεράστιο συγκρότημα του Qalar Sem'an, μεγαλύτερο από εκείνο του BaaIbek, και εξίσου πληθωρικό, ήταν μια έκφραση αναγνώρισης από την πλευρά της « Βασιλεύουσας» προς τους ε.,-ταρ χιώτες, στην εργατικότητα των οποίων βασιζόταν η οικονομία του ανατολι κού ρωμα'ίκού κράτους. Σε σύγκριση με αυτά τα παλαιά χριστιανικά κέντρα, η Κωνσταντινούπολη που μόλις πρόσφατα είχε αποκοπεί από το στρατιωτικό, λατινικό παρελθόν της φάνταζε άχρωμος νεοφερμένος. Για να γίνει μια πραγματική «Βασιλεύου σα» έπρεπε να καθοδηγεί την αυτοκρατορία και σε θέματα δόγματος. Οι αυτο κράτορες την έσπρωξαν βιαστικά στο προσκήνιο. Στη Σύνοδο της Χαλκηδό νας το 45 1 , ο αυτοκράτορας Μαρκιανός επωφελήθηκε από ένα ρεύμα της ελ ληνικής κοινής γνώμης και από την υποστήριξη του Λέοντος, επισκόπου Ρώ μης, για να ταπεινώσει τον πατριάρχη Αλεξανδρείας και να διασφαλίσει έτσι
UIΊιlYIΊO
τη θέση της Κωνσταντινούπολης ως ηγέτιδας χριστιανικής πόλης στην αυτο κρατορία. Ο τελικός συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στη Χαλκηδόνα συγκλόνι σε μερικά από τα βαθύτερα ρεύματα της ελληνοχριστιανικής σκέψης της επο χής. Η ισορροπία της ανατολικής χριστιανοσύνης διαταράχθηκε βίαια. Τους δύο επόμενους αιώνες οι αυτοκράτορες βρέθηκαν μπροστά στο δύσκολο έργο να αποκαταστήσουν την ισορροπία, άλλοτε παρακάμπτοντας «την καταραμέ νη Σύνοδο», άλλοτε μετριάζοντας τη σημασία της, μένοντας ωστόσο ανυποχώ ρητοι στην πρωτοβαυλία που είχε κερδίσει η «Βασιλεύουσα» στη Χαλκηδόνα. Τα θέματα που εθίγησαν στη Χαλκηδόνα δεν ήταν επουσιώδη, καθώς η Σύ νοδος φαινόταν να διαχωρίζει το θε"ίκό από το ανθρώπινο στοιχείο στο πρό σωπο του Χριστού. Ο ρόλος του αυτοκράτορα στη Σύνοδο ήταν εν μέρει πο λιτικός αλλά η αντίσταση στο δόγμα της ήταν γνήσια και όχι μια «καλυμμέ νψ> κοινωνική διαμαρτυρία, ακόμα λιγότερο δε μια έκφραση εθνικής αυτονό μησης εκ μέρους των ανατολικών επαρχιών. Αιώνες χριστιανικής εμπειρίας περιφρονήθηκαν από τη νεοφώτιστη πρωτεύουσα. Για τον ευσεβή 'Ελληνα, Κόπτη και Σύρο, ο Χριστός ήταν το πρότυπο του λυτρωμένου ανθρώπου. Για ποιο λόγο, θα ρωτούσαν αυτοί οι άνθρωποι, καταδέχθηκε ο Θεός να αναλάβει τη μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης, να την υψώσει πάνω από τις αδυνα μίες της στο πρόσωπο του Χριστού; Αν η ανθρώπινη φύση είχε μεταμορφωθεί εντελώς και είχε γίνει μία με τη θε"ίκή φύση στο πρόσωπο του Χριστού -εξ ου και ο βολικός θεολογικός όρος «μονοφυσιτισμός»-, τότε ο μέσος άνθρωπος θα μπορούσε να ελπίζει στη σωτηρία με τον ανάλογο τρόπο: θα μεταμορφω νόταν δηλαδή κι εκείνος. Ο μέσος άνθρωπος κοίταζε γύρω του. Έβλε.,-τε τους αγίους: αν η αδύναμη ανθρώπινη φύση μπΟΡΟ\Jσε να προικιστεί με τέτοιες υ περφυσικές δυνάμεις σε αυτή τη ζωή, τότε σίγουρα η θε"ίκή φύση του Χριστού είχε υπάρξει ακόμα πιο απόλυτη και αδιαίρετη. Τι άλλο παρά ένα εντελώς θε 'ίκό Ον μπορούσε να σταθεί ανάμεσα στην ανθρωπότητα και τον πελώριο ε χθρό της, τον Διάβαλο; Η έμφαση που έδινε η ε.,-τιστολή του πάπα Λέοντος Α ' -γνωστή ως «Τόμος Λέοντος>>- στο ταπεινό, ανθρώπινο στοιχείο της φύσης του Χριστού, συγκλόνισε τον Έλληνα αναγνώστη. Διότι αυτή η στάση απει λούσε να αφήσει το θε"ίκό έργο της λύτρωσης ημιτελές να καταδικάσει την αν θρώπινη φύση σε μια κατάσταση αμετάπλαστου υπολείμματος, σε πικρό κατα κάθι στην απέραντη θάλασσα της θε"ίκής δύναμης. Έχει ειπωθεί πως η Σύνοδος της Χαλκηδόνας δίχασε την αυτοκρατορία ανεπανόρθωτα ' πως κατέστησε αναπόφευκτη την απώλεια των ανατολικών επαρχιών προς όφελος του Ισλάμ τον 70 αιώνα. Αυτή η άποψη αγνοεί εντε λώς την ποιότητα της ζωής στην ανατολική αυτοκρατορία του 60υ αιώνα. Το ακριβώς αντίθετο αληθεύει. Παρά την εκρηκτική φύση των ζητημάτων που ε θίγησαν, παρά το γεγονός πως κινητοποιήθηκαν οι εκκλησιαστικές παραδό σεις ολόκληρων επαρχιών και από τις δύο πλευρές, η αυτοκρατορία παρέμει-
ΛΠOKΛI:-
Δ Η ΜΟΣΙΟΣ ΒΙΟΣ
98 Κοσμικός: θηριομαχία στον Ιππόδρομο της Κων. σταντινούπολης. Λεπτομέρεια από ελεφάντινο δΙΙττιrι.o του Αρεοβίνδου. 506 μ.Χ.
νε ενωμένη. Μαθαίνει κανείς πολλά για τα αποθέματα του ανατολικού ρω μα'ίκού κράτους, βλέποντας πώς διατήρηοε την ενότητά της. Πρώτα απ' όλα, η αυτοκρατορική διοίκηση είχε δημιουργήσει ένα ενοποιη μένο κράτος: οι άνθρωποι πλήρωναν τους φόρους τους και προοεύχονταν για την επιτυχία του αυτοκράτορα όποιες κι αν ήταν οι θεολογικές διαφορές τους. Ένας έμπορος από την Αλεξάνδρεια μπορούοε να εξαργυρώσει μια επιταγιι σε κάποια τράπεζα της Κωνσταντινούπολης -μια υπηρεσία που κανένα μεοαιω νικό κράτος δεν την προσέφερε μέχρι την Κ ινα του 1 30υ αιώνα. Στον πολιτι ομό της αυτοκρατορίας δεν παρατηρούνται βαθιά χάσματα. Οι άνθρωποι έ νιωθαν ελεύθεροι να κινούνται από τις επαρχίες στην πρωτεύουσα χωρίς να
U )'Z.\:\TI()
99 Θρησ%ευτιχός περιφορά λειψάνων. Ο πατριάρχης πάνω στην υψηλή του Δμαξα χρατάει τη ΟήΖη με τα λείψανα, χαθώς ΠΕρνάει μπροστά από το αυτοκρατορικό παλάτι (παρατηρήστε fJϊάνω αριστερά την εικόνα του Χριστού πάνω από την κεντρική πύλη). Προπορεύονται, ωτό άριοτερά προ; τα δεξι6, η σύγκλητος, ο αυτοχράτορας χαι η αυτοχράπιρα, ενιο οι θεατές, από ψηλά, θυμιατίζουν. Ελεφάντινο πλαχίδιο, 50; αιώνας.
χάνουν την επαφή με τις ρίζες τους. Αν ψάξει κανείς λίγο κάτω από την επι φάνεια βρίσκει πίσω από έναν Έλληνα ποιητή, σαν τον Κύρο τον Πανοπολί τη, έναν Αιγύπτιο αφοσιωμένο στο μάρτυρα-6γιο της γενέτειράς του' ακόμα και ο Π ροχόπιος, ο Βυζαντινός Θουκυδίδης, μιλούσε συριακά και πίστευε ότι οι προσευχές των Σύρων αγίων έπαιζαν τον δικό τους ρόλο στη διατήρηση των ανατολικών συνόρων της αυτοκρατορίας. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου παρατηρούνται έντονες πιέσεις προς την κατεΙJθυνση του συγκε ντρωτισμού, της ομογενοποίησης, της οικονομικής και της πολιτικής αλληλεγ γύης. Η μέριμνα των αυτοκρατόρων του τέλους του 50υ και του 60υ αιώνα για την «ειρήνη της εκκλησίας» δεν πρέπει να ιδωθεί οαν μια απελπισμένη
1ijϋ
ΛIIΟΚΛI'iΟΥΣΕ� ΚΛΗ I'O'iO�IIE�
προσπάθεια να επουλωθούν οι πληγές μιας διαιρεμένης αυτοκρατορίας αυτό που προσδοκούσαν οι αυτσκράτορες ήταν πως οι ισχυρσγνώμονες επίσκοποι και το πσίμνιό τους θα υιοθετούσαν ένα μέτρο ενότητας και υπακοής που είχε ήδη επιτευχθεί σε όλους τους τομείς εκτός από τσν θρησκευτικό. Το γόητρο του αυτοκράτορα αυξήθηκε μάλιστα λόγω των θρησκευτικών αβεβαιοτήτων, μια και όλες οι προσπάθειες να επιτευχθεί η ενότητα περνού σαν από την αυλή. Ο αυτοκράτορας απέκτησε μια θέση που θα τη διατηρούσε σε όλη τη βυζαντινή και την πρώιμη ρωσική ιστορία: ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος στην αψίδα της «ειρήνης της εκκλησίας». Τη θέση αυτή την κέρδισε με την εργατικότητά του. Όταν κάποιοι συνωμότες θέλησαν να δολοφονήσουν τον Ιουστινιανό, ήξεραν πού θα τον βρουν: κάθε βράδυ καθόταν σε μια κόγχη του Μεγάλου Παλατιού, συζητώντας με μοναχούς και επισκόπους τις λεπτο μέρειες της θρησκευτικής πίστης των υπηκόων τσυ. Η διακυβέρνηση του αυτοκράτορα Αναστασίου (49 1 -5 1 8) συνοψίζει το χαρακτήρα της ανατολικής ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας αυτό τον καιρό. Ο Αναστάσιος ήταν ένας ευσεβής λα"ίκός που συνήθιζε να δίνει διαλέξεις θεο λογικού περιεχομένου. Ήταν ο μόνος αυτοκράτορας της ύστερης ρωμα'ίκής περιόδου που κατάργησε κάποιο φόρο - το «χρυσάργυρον» που πλήρωναν ο ι πόλεις. Χάρη στον αυστηρό επαγγελματισμό του άφησε πλεόνασμα 320.000 λίτρες χρυσού. Τον βλέπσυμε στο τοπικό χρονικό της Έδεσσας: σ' αυτή τη μακρινή ακριτική πόλη ο αυτοκράτορας ήταν σε μεγάλο βαθμό ο «πατερούλης» του λαού τσυ. Ακόμα και για τους θρησκευτικούς αντιπάλους του ήταν <ω Αναστάσιος, ο καλός αυτοκράτορας, ο φίλος των μοναχών και ο προστάτης των φτωχών και των δυστυχισμένων" . Στη θρησκευτική του πολι τική ήταν αναμφισβήτητα προ'ίόν της ανατολικής ρωμα'ίκής κοινωνίας. Αν και ειλικρινής «μονοφυσίτη;» , εργάστηκε, πάνω απ' όλα, για τη θρησκευτική ειρήνη. Αποκήρυξε τους εξτρεμιστές κάθε είδους. Το 5 1 7, ο Αναστάσιος δέχτηκε μια αντι.1τροσωπεία κληρικών από τη Ρώμη που έδειξε πόσο είχαν απομακρυνθεί αναμεταξύ τους το ανατολικό και το δυ τικό τμήμα της χριστιανοσύνης. Η καθολική εκκλησία στη Δύση είχε γίνει μια κλειστή ελίτ - όπως μια αποικιακή δύναμη σε υπανάπτυκτες χώρες, θεωρούσε τον εαυτό της υποχρεωμένο να επιβάλει τις απόψεις της, έστω και με τη βία, στον «καθυστερημένο κόσμο». Στηριγμένοι στο αριστοκρατικό τους υπόβα θρο, οι συγκλητικοί-επίσκοποι υψώνονταν όλο και περισσότερο πάνω από τις παθητικές, ακαλλιέργητες μάζες. Συνήθιζαν να υπαγορεύουν στους κοσμικούς άρχοντες τι να πράξουν. Οι Ρωμαίοι πρέσβεις διαμήνυσαν στον Αναστάσιο πως όφειλε να επιβάλει την καθολική πίστη στις επαρχίες του με την επιμονή ενός σταυροφόρου. Στον αυτοκράτορα του ανατολικού τμήματος τέτοιες συμ βουλές έρχονταν από έναν άλλο πιο βάρβαρο κόσμο. Με επιστολή του ο Ανα στάσιος απάντησε πως δεν επρόκειτο να βάψει τους δρόμους των πόλεων με
ΒΥΖΛ:,\ΤΙ()
Ιϋί
αίμα για να επιβάλει τις απόψεις μιας φατρίας πάνω σε όλες τις άλλες. Καθή κον του δεν ήταν να βγάλει στην παρανομία τη μισή του αυτοκρατορία αλλά να βρει έναν τρόπο μέσα από τον οποίο οι ποικίλες απόψεις των υπηκόων του θα μπορούσαν να συγκεραστούν: «Ειρήνη σας αφήνω», έγραψε στον Πά πα, « τη δική μου ειρήνη σας δίνω ». Εδώ οι δρόμοι χωρίζουν: στη δυτική Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα κυριάρχη σε η ιδέα της στρατευμένης εκκλησίας στο Βυζάντιο, μια σταθερή και ενωμένη αυτοκρατορία με μακρά παράδοση στην πολιτική της συναίνεσης (consensus), παρά τις φαινομενικές της διαφωνίες, προσηλώθηκε στο ιδεώδες της «ειρήνης της εκκλησίας». Η τελευταία πρόταση που απηύθυνε ο Αναστάσιος στον πά πα προαναγγέλλει το μεγαλείο του Ιουστινιανού: «Μπορούμε να ανεχόμαστε να μας παρεμποδίζουν, μπορούμε να ανεχόμαστε να μας προσβάλλουν· δεν μπορούμε να ανεχθούμε να μας διατάσσουν».
ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ Κ Α Ι ΒΑΡΒΑΡΟΙ 100 Το ιδεώδες. Ανάγλυφο από τον οβελίοχο ταυ Θεοδοσίου Α . στον Ιππόδρομο
της Κωνσταντινούπολης, περ. 390 μ.Χ .
.
101 Η πραγματιχότητα: ένα αuτoxρατoριχό νόμισμα, που ίσως κάποτε είχε προσφερθεί ως δώρο, ενσωματωμένο σε IXιQ(kιριxό χόσμημα. Χρυσό μετάλλιο, με νόμισμα του Βαλεντινιανού Β " που βρέθηΧΕ στο StaITord<;hire, 70; αι(Ονας.
J 2 Τα ένδοξα χρόνια: ο Ιουστινιανός και οι δ ιάδοχοί του, 52 7-603 μ . χ . Ο Αναστάσιος, όπως είδαμε, ανήλθε στο αυτοκρατορικό αξίωμα μετά από μια ολόκληρη ζωή υπηρεσίας στο παλάτι. Αντίθετα, ο Ιουστινιανός ήταν ένας νε όπλουτος της ανατολικορωμα'ίκής κουλτούρας. Με το θείο του Ιουστίνο, είχε χοταφθάσει στη « Βασιλεύουσα» από ένα χωριό των Βαλκανίων: η μητρική του γλώσσα ήταν τα λατινικά. Όταν ο Ιουστίνος, ως επικεφαλής της ανακτο ρική; φρουράς, έγινε συμπτωματικά αυτοκράτορας, ο Ιουστινιανός, ως διά δοχος, βυθίστηκε στη ζωή της Κωνσταντινούπολης. Υποθέτει κανείς πως στην Κωνσταντινούπολη, και όχι στο χωριό του, έμαθε ο Ιουστινιανός να ε κτιμάει την αξία της λατινικής ως αυτοκρατορικής γλώσσας. Στην Κωνστα ντινούπολη απέκτησε μια βαθιά γνώση της ελληνικής θεολογικής φιλολογίας και συμπαρατάχθηκε με την αντιμονοφυσιτική μερίδα. Στην Κωνσταντινού, πολη επίσης συγχρωτίστηκε με τον «ύποπτο κόσμο» (demi-monde) ' μαθήτευσε στις πολιτικές δολοπλοκίες φατριών και πήρε σύζυγο τη Θεοδώρα, από μια οικογένεια αρκτοτρόφων του Ιπποδρόμου. Στη νεαρή του ηλικία προσπάθησε να ευθυγραμμιστεί με τα συντηρητικά ήθη της τοπικής αριστοκρατίας κολά κευσε τους συγκλητικούς της Κωνσταντινούπολης και, όταν έγινε ύπατος, τους αφιέρωσε με ταπεινότητα τα ελεφάντινα δίπτυχά του επιγράφοντάς τα στα λατινικά - «μικρά δώρα σε αξία, αλλά βορύτιμα σε σεβοσμό». Η πρώτη του ενέργεια μόλις αναγορεύθηκε αυτοκράτορας ήταν να σχηματίσει μια επι τροπή για την αναδιοργάνωση της ρωμα'ίκής νομοθεσίας. Όταν ο Ιουστινια νός διαδέχθηκε τον ακαλλιέργητο θείο του το 527, φαινόταν σαν να είχε α πορροφήσει η «Βασιλεύουσα» έναν ακόμα ενθουσιιοδη νεοφερμένο. Η μεγάλη Στάση του Νίκα τον Ιανουάριο του 532 -που πήρε το όνομά της από το σύνθημα των στασιαστών- άλλαξε το ρυθμό της βασιλείας με δραμα τικό τρόπο. Επρόκειτο για τη χειρότερη έκρηξη βίας στην ανατολικορωμα'ί"ή ιστορία. Αγανακτισμένοι από τους συνεργάτες του Ιουστινιανού, ο λαός και η Σύγκλητος ενώθηκαν ενάντια στον αυτοκράτορα. Η μισή πόλη κάηκε. Κα θώς οι φλόγες έζωναν το Μεγάλο Παλάτι, μόνο η Θεοδώρα είχε την ψυχραι μία να φωνάξει στον πανικόβλητο άντρα της « ... ώς καλόν εντάφιον ή βασι λεία εστί». Τα λόγια της Θεοδώρας έδωσαν τον τόνο στη βασιλεία του Ιουστινιανού. Όπως οι «φιλελεύθεροι» τσάροι στη Ρωσία του Ι90υ αιώνα που είχαν γίνει στόχος δολοφονικών επιθέσεων, έτσι και ο Ιουστινιανός έστρεψε τα νώτα του στα παραδοσιακά στοιχεία της Κωνσταντινούπολης. Κανείς Ρωμαίος αυτοκράτορας του ανατολικού τμήματος δεν εκμεταλλεύθηκε με τέτοιο ζήλο τα αποθέματα αυταρχισμού που του προσφέρονταν. Το σκηνικό των παραδοσιακών τελετών που είχε κληρονομηθεί από το ρω-
/ 02
Ο ΙΟΙJοτινιαv6; Ζω οι συνεΡΊάτε; του. ΨIl«ιι)ωτι) στην ΕΧ;..:λησία του Αγίου Βιταλίο\).
103 ΘεoαίJυα. Ψηφιbωτό στο" Λγιο Βιτάλιο.
ΡαΒέ""α.
!Jl'ZANTIO
1(; 1
μα'ίκό παρελθόν εγκαταλείφθηκε και ο αυτοκράτορας έμεινε μόνος, σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια: η υπατεία, για την οποία έτρεφε μεγάλη εκτίμηση ως νεαρός πρίγκιπας, καταργήθηκε το 54 1 . Η ζωή της αυλής επεκτάθηκε, το τελε τουργικό έγινε πιο εντυπωσιακό: η Θεοδώρα ταξίδευε συνοδευόμενη από 4"000 ακολούθους, διπλάσιους δηλαδή από εχείνους που χρησιμοποιούσαν οι Οθωμανοί σουλτάνοι τον 190 αιώνα. Ο Ιουστινιανός απευθύνθηκε στους χρι στιανούς υπηκόους των επαρχιών. Παρουσίαζε τον εαυτό του ως τον «χρι στιανικότερο αυτοκράτορω>. Ο φανατισμός του ήταν ολοχληρωτιχός και τον εκδήλωνε, φρονίμως, εναντίον απομονωμένων μειονοτήτων, όπως οι εναπο μείναντες εθνικοί. Μετά το 533, η κοινή γνώμη χινητοποιήθηκε σε μια σταυρο φορία κατά των αιρετικών αρειανικών βασιλείων της Δύσης. Η δημόσια αι δώς προφυλάχθηκε με λεπτομερέστατη νομοθεσία κατά της βλασφημίας και των τυχερών παιχνιδιών. Η Θεοδώρα φρόντισε για τις παλιές της συναδέλ φους ιδρύοντας ένα οικοτροφείο για μετανοημένες εταίρες. Σε όλη την έκταση της αυτοκρατορίας, ο Ιουστινιανός έχτισε εκκλησίες που ο ρυθμός τους -στο πρότυπο των βασιλικών της πρωτεύουσας- ήταν κοινός από το Σέπτο (Ceuta) στην ατλαντική ακτή του Μαρόκου μέχρι τον Ευφράτη. Σε μια εποχή πρωτό γονων επικοινωνιών, ο Ιουστινιανός με εντυπωσιακές χειρονομίες χριστιανι κής ευλάβειας και χριστιανική έλλειψη ανοχής, αλλά χυρίως με χρήμα, πέτρα και ψηφιδωτά, κατάφερε να κάνει αισθητή την παρουσία του στον μέσο άν θρωπο της αυτοκρατορίας. Το επιστέγασμα αυτών των πρωτοβουλιών ήταν η ανοικοδόμηση της Αγίας Σοφίας που είχε καεί κατά τη Στάση του Νίχα. Ο Ιουστινιανός θα μπορούσε να είχε αναστηλώσει την παλιά εκκλησία, όπως είχε συμβεί και στο παρελθόν' αλλά δεν του αρκούσε ένα τόσο περιορισμένο σχέδιο. Αντίθετα, α πευθύνθηκε στον Ανθέμιο από τις Τράλλεις και στον Ισίδωρο από τη Μίλητο για να χτίσουν μια νέα, επαναστατική εκκλησία. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν α ντιπροσωπευτικά μέλη της τεχνολογικής ελίτ του ελληνικού κόσμου: ως μα θηματικός, ο Ανθέμιος είχε προχωρήσει πέρα από τον Ευκλείδη στην έρευνα της παραβολής και ο Ισίδωρος είχε μελετήσει τα μεγάλα μνημεία της Ρώμης. Η Αγία Σοφία συνδύασε και τις δύο παραδόσεις: τη ρωμα'ίκή αυτοκρατοριχή μεγαλοπρέπεια αλλά και την παράδοση της ελληνικής αφηρημένης σκέψης, στέρεα αποτυπωμένης σε πέτρα, με τους αιωρούμενους θόλους. n άντως, ό ταν ο Ιουστινιανός μπήκε στην εκκλησία, έδωσε την πιο λα'ίκή νότα του μέ σου Βυζαντινού ανθρώπου αναφωνώντας: «Νενίκηκά σε, Σολομών!» Η δεκαετία του 530 ήταν ένα ιδιαίτερα ευνο'ίκό μεσοδιάστημα για το ανα τολικό ρωμα'ίκό κράτος. Ο Ιουστινιανός εχμεταλλεύθηκε στο έπακρο τη διε θνή συγκυρία. Ο έκπλους του αυτοκρατορικού στόλου, το 533, από τον Βό σπορο για την Αφρική παρουσιάστηκε σαν σταυροφορία για τη σωτηρία των χαμένων επαρχιών της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας από τους αιρετικούς τους ε-
.\ΓI()KΛ I\()Y�E� KΛHP()\ωIIE�
/04 «Η σωτηρία και η δόξα των Ρωμαίων»: μετάλλιο που εξυμνεί την «ανάκτηση»
του lουσηνιανού. Ο αυτο
κράτορας απεικονίζεται έφιππος, όπως συνέβαινε στις ένδοξες ημέρες τιις αυτοκρατορικής ανόρθωσης τον 30 αιώνα (βλ. εικόνα 15). Μετάλλιο του Ιουστινιανού, 534-38 (αντίγραφο).
πικυρίαρχους. Η α;τροσδόκητα γοργή κατάρρευση του βανδαλικού βασιλε ίου στην Αφρική δικαίωσε την πολιτική του Ιουστινιανού: ο βασιλιάς των Βανδά λων παρήλασε στσν Ιππόδρομο σε τελετή θριάμβου. Αναγγέλλοντας τη δεύτε ρη έκδοση των Πανδεχτών ( Digesta συλλογή νομικής ύλης), το 534, ο Ιουστι νιανός ξαναχρησιμοποιεί τα πομπώδη λόγια ενός Ρωμαίου κατακτητή: «Ιου στινιανός ... κατακτητής των Βανδάλων, των Γότθων κ.λ.;τ.». Η επιτροπή που επιτέλεσε αυτό το σπουδαίο έργο περιλάμβανε τους ίδιους ανθρώπους -τον Τριβωνιανό και τον έπαρχο του πραιτωρίου Ιωάννη Καππαδόκη- που μόλις δύο χρόνια πριν, στη Στάση του ίκα, ο όχλος ζητούσε να θανατωθούν. Η θέ ση του Ιουστινιανού και των συνεργατών του ήταν πιο στέρεη από ποτέ. Το 539, οι Οστρογότθοι αναγχάστηκαν να λύσουν την πολιορχία της Ρώμης χαι να ζητήσουν ειρήνη ' και στην Κωνσταντινούπολη ο Ιουστινιανός απειχονί στηκε σε ψηφιδωτό, περιτριγυρισμένος από τους πιστούς συμβούλους του, «με χαρούμενη χαι yιognVli έχφραση». Ελάχιστοι αυτοκράτορες χατόρθωσαν να εδραιώσουν την απειλούμενη θέ ση τους με τέτοιο εμπνευσμένο καιροσχοπισμό. Αλλά με αυτό τον τρόπο ο Ιουστινιανός, μόνος του, επισκίασε το υπόλΟΙjΤΟ διάστημα της βασιλείας του. Συγκρινόμενα με τη μεγαλόστομη ε υφορία της δεκαετίας του 5 30. τα υπόλοι πα είκοσι πέντε χρόνια της βασιλείας του μοιάζουν άχρωμα χαι θλιβερά. Για τους νεότερους μελετητές, ο Ιουστινιανός είναι παγιδευμένος στην ίδια του την ε ιΧόνα. Οι επιδέξιοι προπαγανδιστιχοί μηχανισμοί του λειτούργησαν α ποτελεσματιΧά. Κέρδισε έτσι τη φήμη του ρομαντιχού ιδεαλισni, που διακατέ χεται από το όραμα αναβίωσης της ρωμα'ίχής αυτοκρατορίας και οι δυσχο=
Β \Ί λ !\ ΊΊ Ο
ι (;:]
λίες των μεταγενέστερων χρόνων παρουσιάζονται συνήθως ως η νέμεση μιας μεγαλειώδους πολιτικής. Ο Ιουστινιανός όμως είναι μια σύνθετη φυσιογνω μία. Αναζήτησε τη δόξα όσο η σιrρωρία ήταν ευνο·ίκή, όσο ήταν αναγχαίο για να διατηρήσει τη θέση του· και είχε την οξυδέρκεια να αξιοποιήσει τους ανε ξάντλητους πόρους που διέθετε ένας αυτοκράτορας του ανατολιχού ρωμα"ί κού χράτους στις αρχές του 60υ αιώνα - ένα ένδοξο παρελθόν, γεμάτα τα μεία, και απαράμιλλα αποθέματα ανθρώπινου ταλέντου σε όλους τους τομείς. Αλλά η ιστορία της βασιλείας του γράφηκε - όπως σε τόσες άλλες περιπτώ σεις στη ρωμα"ίχή ιστορία- από τους αποξενωμένους και τους πικραμένους. Ο Ιουστινιανός είχε προδώσει την παραδοσιακή άρχουσα τάξη της αυτοκρα τορίας την είχε υπερφαλαγγίσει με τη φανταχτερή του δόξα· αλλά αυτοί έμελ λαν να καταγράψουν, με πικρή επιμέλεια, όλες τις λεπτομέρειες των ναυαγι σμένων ελπίδων του νεαρού αυτοκράτορα. Η δεκαετία του 540 ήταν καταστροφική. Το 540, ο Χοσρόης Α . Ανοσιρβάν, σάχης της Π ερσίας, διέρρηξε την ανακωχή με το Βυζάντιο. Οι ανατολικές φρσυρές είχαν παρσμεληθεί λόγω των πολέμων στη Δύση. Ο σάχης πολιόρκησε την Αντιόχεια, τη δεύτερη πόλη της αυτοκρατορίας, και, αφού πρσσφέρθηχε με κυνισμό να την πουλήσει στον Ιουστινιανό, τη λεηλάτησε και επέστρεψε χωρίς βιασύνη στην πατρίδα του ερημώνοντας τις πόλεις της βόρειας Συρίας. Με την αντίδρασή του στην αναβίωση της περσιχής απειλής ο Ιουστινια νός έδειξε πως δεν ονειροβατούσε. Ο πόλεμος στην Ιταλία πέρασε αμέσως σε δεύτερο πλάνο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Ιουστινιανός ήταν πρόθυ μος να ξοδέψει περισσότερα χρήματα για να εντυπωσιάσει έναν Πέρση πρέ σβη στην Κωνσταντινούπολη απ' ό,τι ξόδευε για όλες τις στρατιές στις ανα κτημένες δυτιΧές επαρχίες. Από τη Μαύρη Θάλασσα ώς τη Δαμασκό, η προ νοητικότητα του αυτοκράτορα αποκρυσταλλώθηκε σε πέτρα. Τα οχυρωματι κά έργα του Ιουστινιανού κατά μήκος των ανατολικών συνόρων είναι το πιο φίνο δείγμα ρωμα·ίκής στρατιωτιχής αρχιτεκτονικής. Στέκουν ακόμα στο μέ σο της ερήμου, απτά ενθύμια της απόλυτης προτεραιότητας που είχε η Εγγύς Ανατολή στην πολιτική του ανατολικού ρωμα·ίχού κράτους. Ενώ σι κάτοικοι των ανατολικών επαρχιών ήταν προστατευμένοι από τις συνέ.ι-ΤΕιες των δυτικών επιχειρήσεων του [ουστινιανού, οι συμπατριώτες του στα Βαλκάνια τις υπέστησαν άμεσα. Οι βαλκανικές φρουρές εξασθένησαν για να επανδρωθούν οι στρατιές της Δύσης. Τα σύνορα κατά μήκος του Δούναβη έγιναν πάλι ευάλωτα. Τη δεκαετία του 540, οι Σλάβοι εισχώρησαν βαθιά στο ρωμα"ίκό έδαφος. Από το 559 και εξής, η ίδια η Κωνσταντινούπολη βρέθηκε συχνά να απειλείται από ισχυρές ομοσπονδίες τουρκικών νομαδικών φύλων διαδόχων της αυτοκρατορίας του Αττίλα: πρώτα από τους Βουλγάρους, έπει τα από τους Αβάρους. Για να αναχτήσει την απόμακρη « λατινικότηΤΟ» της Ιταλίας και της Αφρικής, ο Ιουστινιανός αποδυνάμωσε τον ζωντανό λατινιΧό
164
ΛΠΟΚι\ΙΝOl'ΣΕΣ ΚΛΗrΟΝΟ"ΙΙΕΣ
πυρήνα του ανατολικού ρωμα'ίκού κράτους στα Βαλκάνια, Η εγκατάσταση των Σλάβων στα Βαλκάνια ήταν το άμεσο αποτέλεσμα των δυτικών επιχειρή σεων του Ιουστινιανού, Και ενώ το πορτραίτο του σώζεται ακόμα στη Ραβέν να, η Ιουστινιανή Πρώτη (Justiniana Pιima), η πρωτεύουσα των ανασυγκροτη μένων Βαλκανίων την οποία είχε ιδρύσει ο ίδιος δίνοντάς της το όνομά του (πιθανόν κάπου στη νότια Σερβία), εξαφανίστηκε ολοσχερώς μετά τις επιδρο μές του 60υ αιώνα, έτσι που κανένας δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τη θέση της , Η ολέθρια εξάπλωση του Μεγάλου Λοιμού αποτέλεσε το φόντο αυτής της κρίσης, Η επιδημία άρχισε με μια βίαιη έκρηξη ανάμεσα στο 54 1 και to 543, και παρέμεινε ενδημική σε όλη τη Μεσόγειο ώς τη δεκαετία του 570, Ήταν το χειρότερο ξέσπασμα πανούκλας μέχρι τον Μαύρο Θάνατο του 1 348' και κα τέστρεψε το μεγαλείο της δεκαετίας του 530. Από το 540 και εξής, ο Ιουστινιανός αποδύθηκε σ' έναν καθημερινό αγώνα επιβίωσης , Το πραγματικό ανάστημα του ανδρός αλλά και του ανατολικού ρωμα'ίκού κράτους δεν το αποκαλύπτει η belle epoque από το 533 έως το 540, αλλά τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν, Ο Ιουστινιανός της βυζαντινής παράδοσης δεν είναι ο νεαρός τυχοδιώκτης του 530, του οποίου το πορτραίτο όλοι γνωρίζουμε από τα ψηφιδωτά της ανακατακτημένης πρωτεύουσάς του, της Ραβέννας: είναι ο ελαφρώς μυστηριώδης γέρων, που αγρυπνούσε κάθε βράδυ ώς την αυγή στην απομόνωση του Μεγάλου Παλατιού - ο « πολυόμμα τος», <<ακοίμητος» αυτοκράτορας, Σε όλη τη διάρκεια των πολέμων και της πανούκλας, οι οικονομικοί διευ θύνοντες εξασφάλιζαν τη συνεχή εισροή χρημάτων - όχι αυξάνοντας τους φό ρους, αλλά αναγκάζοντας τους πλούσιους να πληρώνουν στην ώρα τους. Το χρήμα έγινε τώρα ο μηχανισμός για τη διασφάλιση της επιβίωσης, Τα οχυρά αντικατέστησαν τους ανθρώπους κατά μήκος των συνόρων, Οι διπλωματικές προσπάθειες εντάθηκαν ώστε να καλυφθούν οι ελλείψεις σε στρατιωτικό δυ ναμικό, Τότε άρχισαν και οι χριστιανοί ιεραπόστολοι να χρησιμοποιούνται ως πράκτορες του βυζαντινού «πολιτιστικού ιμπεριαλισμού» στον κόσμο του Βορρά: η βάπτιση και η άφιξη εκκλησιαστικών συμβούλων α,;;οτελούσε τώρα τυπικό επακόλουθο μιας συμμαχίας με τον αυτοκράτορα, Και ο πόλεμος, επίσης, έγινε πιο εξειδικευμένος. Στα τέλη του 60υ αιώνα, Βυζαντινοί στρατηγοί έγραψαν εγχειρίδια που δείχνουν πόσο προσεκτικά εί χαν παρατηρήσει και αντιγράψει τις νέες τακτικές του ιππικού των νομάδων, Ο πόλεμος, για τους ανθρώπους αυτούς, ήταν όπως το κυνήγι - μια λεπτή τέ χνη στην οποία η αιματοχυσία δεν υποκαθιστούσε την επιδεξιότητα, Οι αλλε πάλληλες κρίσεις από το 540 και εξής γεννούσαν την ανάγκη διαρκών επινοή σεων οι οποίες κορυφώθηκαν στα μέσα του 70υ αιώνα με την ανακάλυψη του «υγρού πυρός» στο βυζαντινό ναυτικό - της πιο ολέθριας εφαρμογής της τε χνολογίας στον πόλεμο κατά την πρώιμη μεσαιωνική περίοδο,
IΗΖΛ\'ΤιΟ
I Li;)
Στα εσωτερικά προβλήματα της αυτοκρατορίας, ο Ιουστινιανός αναζη τούσε αδιάκοπα λύσεις. Π ειραματίστηκε με νέες μορφές εσόδων: μετά το 54 1 , η μεταξουργία έγινε κρατικό μονοπώλιο. Οι περιττές δαπάνες περικόπηκαν δραστικά. Ένα πολυέξοδο σύστημα δωρεάν μεταφοράς κρατικών υπαλλή λων, κληροδότημα της εποχής του Αυγούστου, καταργήθηκε. Μόνο ένας δρό μος διατηρήθηκε - η μεγάλη αρτηρία που, μέσω της Μικράς Ασίας, οδηγούσε στα ανατολικά σύνορα. Προς τα τέλη της βασιλείας του Ιουστινιανού, η φα νταχτερή, πολυσύνθετη πρόσοψη του ύστερου ρωμα'ίκού κράτους, της οποί ας τα πλούσια αποθέματα είχε εκμεταλλευθεί ο Ιουστινιανός πριν από το 540, είχε απογυμνωθεί αποκαλύπτοντας τον ατσάλινο σκελετό της. Χάρη σε αυτή τη ριζική αναδιοργάνωση η διακυβέρνηση του Ιουστινιανού δεν κατέληξε σε αποτυχία. Το αντίθετο μάλιστα: το 552, με μια καλοσχεδια σμένη επιχείρηση, η αντίσταση των Οστρογότθων συνετρίβη' το 554, μεγάλες εκτάσεις της νότιας Ισπανίας περιήλθαν κάτω α..-τό βυζαντινή κυριαρχία' μετά το 560 επικράτησε ειρήνη στην Αφρική και βυζαντινά φυλάκια υπεράσπιζαν έ να σύνορο πιο φιλόδοξο κι από εκείνο της εποχής του Τρα·ίανού. Η μεθοριακή γραμμή του Δούναβη προστατευόταν από ένα πλέγμα συμμαχιών. Ο επιθετι κός Χοσρόης Α ' είχε περιέλθει σε αδιέξοδο. Στο εσωτερικό της αυτοκρατο ρίας, τα χωριά της Παλαιστίνης και της Συρίας ευημερούσαν όσο ποτέ άλλοτε. Το διεθνές εμπόριο προσέφερε ευκαιρίες για κέρδος: στις αρχές του Ίου αιώ να, οι στόλοι των πατριαρχών της Αλεξάνδρειας έπλεαν προς την Κορνουάλη' τα όμορφα χρυσά νομίσματα του Ιουστινιανού και των διαδόχων του έφτασαν ώς τη Σουηδία, το Πεκίνο και τη Ζανζιβάρη. Το πιο μοιραίο κληροδότημα του Ιουστινιανού για τις επόμενες γενεές ή ταν το μέγεθος της επιτυχίας του. Είχε αποδείξει πως η απολυταρχία βραχυ πρόθεσμα έδινε λύσεις στις δυσκολίες του βυζαντινού κράτους. Όπως ο Φί λιππος ο Β " που εργαζόταν ασταμάτητα στο Εσκοριάλ, αυτή η «ακοίμητη» μορφή δημιούργησε την ψευδαίσθηση πως ένας και μόνο άνθρωπος μπορού σε να επιλύσει τα προβλήματα μιας αυτοκρατορίας. Η προσωπική διακυβέρνηση αλλοίωσε τη σύνθεση της αυτοκρατορικής γραφειοκρατίας. Οι λόγιοι-διοικητικοί των αρχών του 60υ αιώνα ήταν κατά κανόνα συντηρητικοί και είχαν αντιταχθεί στην υψηλή φορολογία. Αλλά εξα σφάλιζαν ένα βαθμό συνέχειας και ενθάρρυναν τη συμμετοχή της μορφωμένης άρχουσας τάξης του ελληνικού κόσμου στη διοίκηση. Με την άνοδο των χαρι σματικών επαγγελματιών του Ιουστινιανού κόπηκαν οι δεσμοί ανάμεσα σε έ να γραφειοκρατικό μηχανισμό, που τον επάνδρωναν αυτοκρατορικοί ευνοού μενοι, και τα ανατολικορωμα'ίκά ανώτερο στρώματα. Οι επαγγελματίες αυτοί εξασφάλιζαν την είσπραξη των φόρων ' αλλά η συρροή ταλαντούχων νεαρών ευγενικής καταγωγής προς την Κωνσταντινούπολη έφτασε στο τέλος της - η αυτοκρατορική υπηρεσία ήταν πολύ τραχύ επάγγελμα.
Ιϋϋ
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ KAII 1)O\fO�IIE2:
Αποτέλεσμα του αυξανόμενου επαγγελματισμού κατά τον 60 αιώνα ήταν να εξαφανιστούν οι παλαιές δομές της επαρχιακής ζωής. Το πανάρχαιο δι καίωμα των ελληνικών πόλεων να επιβάλλουν φόρους στην περιοχή τους χά θηκε. Στα τέλη του 60υ αιώνα οι σύμβουλοι της πόλης με την επίσημη ενδυ μασία τους δεν ήταν πια παρά παιδική ανάμνηση. Στερημένες από τις παλιές εστίες αφοσίωσης, οι πόλεις της ανατολικής αυτοκρατορίας έπεσαν στα χέ ρια των επισκόπων και των μεγάλων γαιοκτημόνων. Ο κόσμος στράφηκε προς τη θεολογία και τον γκανγκστερισμό. Οι άγριες συγκρούσεις φατριών του Ιπποδρόμου σε όλες τις πόλεις της αυτοκρατορίας συγκλόνισαν και προ βλημάτισαν τους ανθρώπους της εποχής, με τον ίδιο τρόπο που προβληματί ζουν ακόμα τους οημερινούς ιστορικούς. Ο Ιουστινιανός είχε υπερβάλει στη διάλυση του παραδοσιακού ιστού της ανατολικορωμα'ίκής κοινωνίας. Μόνο η επιλογή ικανών συνεργατών και η α στείρευτη περιέργειά του τον έσωσαν από την απομόνωση. Και στα γεράματά του, ο Ιουστινιανός έχασε τον απόλυτο έλεγχο των πραγμάτων, με ολέθρια α ποτελέσματα. Οι διάδοχοί του δεν βρήκαν άλλο στήριγμα πέρα από την παρά δοση της παλατιανής διακυβέρνησης ο Μαυρίκιος (582-602) και ο Ηράκλειος (610-4 1 ) ήταν ικανότατοι αυτοκράτορες αλλά υποχρεώθηκαν να κυβερνήσουν την αυτοκρατορία στηριζόμενοι σε μια καμαρίλα μισητών και διαιρεμένων αυλικών και στους συγγενείς τους. Όμως, η αδυναμία της ανατολικής ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας ήταν ότι εί χε χάσει τον στρατιωτικό της χαρακτήρα. Τη δύναμή της την αντλούσε από τους φορολογούμενους. Σε όλη τη διάρκεια του 60υ αιώνα, η γεωργία είχε διατηρηθεί σε ένα υψηλό επίπεδο ' και είχαν ανοίξει νέες δυνατότητες για το εμπόριο. Μέχρι την άνοδο του Ηρακλείου, οι αυτοκράτορες διέθεταν επαρ κείς πόρους που τους επέτρεπαν να καταφεύγουν σε υποκατάστατα της στρα τιωτικής ισχύος - αμυντικά έργα και διπλωματία. Αλλά τα χρήματα δεν έ φτιαχναν στρατιώτες. Με τον Μαυρίκιο και τον Ηράκλειο αναβίωσαν οι πα λαιότερες, μιλιταριστικές τάσεις της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας. Ανέλαβαν και οι δύο, προσωπικά, την ηγεσία του στρατού. Αλλά ανακάλυψαν πως δεν εί χαν αρκετούς άνδρες να οδηγήσουν στη μάχη. Εξ ου και ο περίεργος συνδυα σμός ευπάθειας και μεγαλείου που χαρακτηρίζει τη βυζαντινή αυτοκρατορία μετά Ίον Ιουστινιανό: μία απέραντη χώρα εύφορης υπαίθρου και ακμαίων πόλεων βρέθηκε παγιδευμένη ανάμεσα στη σφύρα και τον άκμονα δύο αυτο κρατοριών με καθαρά στρατιωτικό χαρακτήρα - τη στρατιωτική ηγεμονία των Αβάρων στο Βορρά και τη φοβερή περσική αυτοκρατορία στα ανατολικά. Πώς μπορούσε η παράδοση μιας «πολιτικής» απολυταρχίας, την οποία κλη ρονόμησε και ενίσχυσε ο Ιουστινιανός, να αντισταθεί στη συνεχή πίεση της Περσίας, της οποίας η τέχνη, όπως παρατήρησε κάποτε ένας Ρωμαίος, «δεν δείχνει τίποτε άλλο από σκηνές κυνηγιού, αιματοχυσίας και πολέμου»;
IJYZA.YlΊO
Ι ϋϊ
Η πρόκληση της Π ερσίας δέσποσε στα τέλη του 60υ και στις αρχές του Ίου αιώνα στο Βυζάντιο. Κατά τον 60 αιώνα η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία είχε γίνει ένα κράτος της Εγγύς Ανατολής. Η Ρώμη ήταν ένα προκεχωρημένο φυ λάκιο: «Αν Ο Θεός δεν συγκινήσει τον αυτοκράτορα να μας στείλει κάποιο στρατηγό ή διοικητή», έγραφε ο πάπας στα τέλη του 60υ αιώνα, «είμαστε χα μένοι». Ακόμα και για τις μακρινές ακτές της δυτικής Μεσογείου, βυζαντινή κυριαρχία Ο1jμαινε ενσωμάτωση σε μια αυτοκρατορία της Ανατολής. Τα βυ ζαντινά φυλάκια στη Δύση έμοιαζαν με καθρέφτες που αντανακλούσαν το φως της ανατολικής Μεσογείου στα σκοτάδια της βόρειας Ευρώπης του πρώιμου Μεσαίωνα. Απομονωμένο και πομπώδες, το βασίλειο της βησιγοτ θικής Ισπανίας κινούνταν στο ρυθμό της βυζαντινής ζωής: οι ηγεμόνες του παρατηρούσαν από κοντά την αυτοκρατορία της ανατολής ως πρότυπο και ως πιθανή απειλή. Στη βόρεια Ευρώπη, κάθε μεγάλη εκκλησία ήταν ντυμένη με βυζαντινά μεταξωτά ' λειτουργικά βιβλία γράφονταν πάνω σε βυζαντινούς παπύρους λείψανα φυλάσσονταν σε θήκες βυζαντινής αργυροτεχνίας μυθο λογία και λειτουργία είχαν ανατολικές ρίζες άγιοι ενταφιάζονταν, κάπως α νάρμοστα, σε σάβανα από περσικό μετάξι όπου εικονίζονταν οι γρύπες της ζωροαστρικής μυθολογίας και τα κυνηγετικά συμπόσια των παγανιστών βα σιλέων του ιρανικού οροπεδίου. Το κέντρο βάρους του χριστιανικού κόσμου παρέμενε στην ανατολική Μεσόγειο. Ένας από τους πρώτους αρχιεπισκόπους του Καντέρμπουρυ, ο Θεόδωρος (669-90), ήταν Βυζαντινός υπήκοος από την Ταρσό. Στις ακτές της Νορθουμβρίας, ο Βέδας (Bede) ο αιδέσιμο; (περ. 672-Ί35) άντλησε τη βι βλική του πολυμάθεια από τα έργα Αφρικανών επισκόπων που είχαν γράψει για να πείσουν τον Ιουστινιανό στη μακρινή Κωνσταντινούπολη. Όταν ο Γρηγόριος Α . θέλησε να παγιώσει μια συμμαχία με τους Λομβαρδούς, έστειλε στη βασίλισσά τους μια φιάλη με λάδι από το ιερό του Τιμίου Σταυρού στην Ιερουσαλ1jμ. Στην ισπανική ακτή του Ατλαντικού, μια άγνωστη κυρία εντα φιάστηκε με μια παρόμοια φιάλη. Για τους βαρβάρους της Ευρώπης, η Ιερου σαλήμ εξακολουθούσε να είναι το κέντρο του κόσμου: και η Ιερουσαλήμ ήταν μια βυζαντινή πόλη. Όσο τρωτά κι αν ήταν αυτά τα βυζαντινά φυλάκια, διασφάλιζαν την έντα ξη των νότιων ακτών της Μεσογείου σε μια αυτοκρατορία της οποίας η καρ διά χτυπούσε στην Εγγύς Ανατολή. Αυτή είναι η μακροπρόθεσμη σημασία των ανακτήσεων του Ιουστινιανού στη Δύση. Από το Γιβραλτάρ ώς τη Γάζα, οι κά τοικοι μοιράζονταν από κοινού με τις ανατολικές επαρχίες την ίδια πίστη στους Ρωμαίους αυτοκράτορες, την ίδια ευλάβεια, το ίδιο καλλιτεχνικό ιδίω μα, το ίδιο σταθερό νόμισμα. Ήδη είχαν διαχωρίσει αυστηρά τον εαυτό τους από τις υπανάπτυκτες χά>ρες του Βορρά - τη βόρεια Ισπανία, τη Γαλατία και τη βόρεια Ιταλία. Η διαγώνια διαίρεση της Μεσογείου σε Μο κοινωνίες, που
ΛΠΟΚΛι :-ιω·ΣΕΣ ΚΛιιρο:-ιωΙΙΕΣ
105 ΕυμάΡΕια: σκηνή συμποσίου από χειρόγραφο της Γενέσεως (Vienna GefJesis), 60ς αιώνας, (Cod. theol. graec. 3 Ι ) .
είχε ως αποτέλεσμα μια αυτοκρατορία της Εγγύς Ανατολής να προεκτείνεται λοξά σαν σφήνα από την Αντιόχεια ώς την κοιλάδα του Γουαδαλκιβίρ, ήταν το πιο έντονο χαρακτηριστικό του δυτικού Μεσαίωνα. Η διαίρεση είχε αρχί σει με τις κατακτήσεις του Ιουστινιανού. Με εξαίρεση τη Ρώμη και τη Ραβέν να, οι μουσουλμάνοι βάδισαν στα χνάρια των Βυζαντινών εξάρχων. Ακόμα και η μοιραία είσοδος των Μαυριτανών του αλ-Ταρίκ στην Ισπανία το 7 Ι Ι -η περίφημη «προδοσία του Οοη Julίaπ>>- ήταν μια ύστατη διπλωματική κίνηση ε νός απομονωμένου Βυζαντινού διοικητή στο Σέπτο, του Ιουλιανού (Julianos): η κακοζυγισμένη απόφασή του να χρησιμοποιήσει μουσουλμάνους ως βαρβά ρους μισθοφόρους εντασσόταν στις καλύτερες παραδόσεις της βυζαντινής ε ξωτερικής πολιτικής, τις βάσεις της οποίας είχε θέσει ο Ιουστινιανός. Στην Εγγύς Ανατολή, ο Ιουστινιανός δεν ιiταν μόνος. Τα επιτεύγματά του τα ανταγωνιζόταν η αναγεννημένη Περσία του Χοσρόη Α · Ανοσιρβάν - «του
ΒΥΊΑΝΤιΟ
169
Χοσρόη με την αθάνατη ψυχή». ·Ενας ιστοριογράφος της εποχής, ο Ζαχαρίας α πό τη Μυτιλήνη, το είδε καθαρά όταν παρακολούθησε τους εορτασμούς στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης το 534. Ο βασιλιάς των Βανδάλων συρό ταν μπρσστά στον Ιουστινιανό σε έναν ανεπανάληπτο θρίαμβο: «Αλλά οι πρέ σβεις τσυ Χοσρόη, του βασιλιά των Περσών, ήταν εκεί, και κάθονταν εκεί, και έβλεπαν αυτά τα πράγματα... » Είναι ώρα και για μας να κοιτάξουμε τον 60 αιώνα μέσα από τα μάτια της Ανατολής.
1 3 Οι αυτοκρατορίες της Α νατολής: Βυζάντιο και Περσία, 540-640 μ , Χ, Στο παλάτι του Χοσρόη Α ' στην Κ τησιφώντα (επί του Ευφράτη, τριάντα πέ ντε μίλια νοτιότερα από τη σημερινή Βαγδάτη), τρεις άδειοι θρόνοι έστεκαν κάτω από τον βασιλικό θρόνο, Π ροορίζονταν για τον αυτοκράτορα της Κί νας, για τον μεγάλο Χαγάνο (τον ηγεμόνα των νομάδων της κεντρικής Ασίας) και για τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, στην περίπτωση που οι ηγεμόνες αυτοί έφθαναν, ως υποτελείς, στην αυλή του βασιλέως των βασιλέων, σι τρεις αυτοί θρόνοι συνόψιζαν τον απέραντο ορίζοντα της σασσανιδικής αυ τοκρατορίας, Η Περσία ήταν ο σύνδεσμος μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Από την Κτησιφώντα του 60υ αιώνα πέρασαν στη Μεσόγειο η ινδική επιστήμη και μυθολογία - ιδιαίτερα η ιστορία του Βούδα (γνωστή στη Δύση ως ιστο ρία του Βαρλαάμ και Ιωάσαφ), Κινέζοι ταξιδιώτες γνώριζαν καλά την Περ σία, ενώ η γνώση τους για τον ρωμα'ίκό κόσμο σταματούσε στην Αντιόχεια, Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, Πέρσες μισθοφόροι προστάτευαν τα βόρεια σύνο ρα της Κ ίνας, Αυτοί εισήγαγαν στην Άπω Ανατολή την τέχνη του έφιππου πο λέμου, η οποία είχε αναπτυχθεί κατά τις συνεχείς συγκρούσεις τους με τους νομάδες της κεντρικής Ασίας, Διότι η Περσία ήταν πάνω απ όλα μια κεντροασιατική δύναμη, Η σταθε ρή, αγροτική ζωή των Ιρανών, ειδικά στις εύφορες γαίες του [κουργκάν (κλασική Υρκανία) στις ακτές της Κασπίας, βρισκόταν πάντα υπό την απει λή νομάδων από τις στέπες του Τουρκεστάν, σι Πέρσες θυμούνταν ακόμα, τον 60 αιώνα, πως ο θρησκευτικός ηγέτης τους, ο Ζωροάστρης, και ο ενδοξό τερος βασιλιάς τους, ο Δαρείος, είχαν πεθάνει πολεμώντας τους επιδρομείς από την κεντρική Ασία, Όπως η ρωμα'ίκή, έτσι και η περσική κοινωνία είχε μια ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στους «βαρβάρους» , σ Χοσρόης Α ' ποτέ δεν γιόρτασε την κατάληψη της Αντιόχειας με την κοπή νομίσματος: αλλά ό ταν, το 568, συνέθλιψε τη μεγάλη νομαδική αυτοκρατορία των Εφθαλιτών 'Ούννων στα βόρεια σύνορα, ένα νέο νόμισμα ανήγγειλε «το Ιράν απελευθε ρωμένο από το φόβο» , Η κεντροασιατική μεθόριος ήταν το στρατιωτικό ερ γαστήρι του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας, Εναντίον των νομάδων η περ σική αριστοκρατία παρέταξε τον «κατάφρακτο» (θωρακοφόρο ιππέα), πρό γονο του μεσαιωνικού ιππότη. Είναι χαρακτηριστικό πως αυτή η νέα τεχνική έγινε γνωστή στους Ρωμαίου; από την ονομασία που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στη συριακή αργκό της Μεσοποταμίας: η λέξη cIibanarius είναι μια λατινική μετάφραση της συριακής λέξης που είχαν πλάσει οι κάτοικοι των ανατολι κών επαρχιών του Βυζαντίου για τους θωρακοφόρους πολεμιστές από την Υπερωξειανή, Στην κεντρική Ασία, επίσης, ο περσικός πολιτισμός κυριαρχούσε στην '
106 Χοσρόης Α ' Ανοσιρβάν (53 ]-79). Αντίθετα α,τό τον Ιουστινιανό τον πολίτη, ο σάχη; εικονίζεται ως πολεμιστής. Κάθεται στο θρόνο του, χρατώντας το σπαθί του. Λεπτομέρεια cιn:ό το λεγόμενο Κύπελλο του ΧοσΡΙ1η, 60ς αιώνας.
172
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΚΛΗΡΟ)JΟ�ΙΙΕΣ
/07 Ο clibanarίus,
ο σιδηρόφρακτος ιππέας. Χάραγμα στη Δούρα-Ευρωπό, 20ς-30ς αιώνας.
108 Ο Μάνης, -θρησκευτικός ηγέ της, γεννημένος στη νότια Μεσοποτα μία- όπως aπεικονί στηκε aπό τους οπα δους του, στην όαση Turfan. ΤΟ μήνυμά του ωτλώθηκε μέσω της Συρίας στη ρω μα·ίχή αυτοκρατορία και από την χεvrρική Ασία έφτασε μέχρι την Κίνα. Τοιχογρα φία ωτό το Khocho (Turfan), Κίνα, 80ς-90ς αιώνας.
πρώιμη μεσαιωνική Μπουχάρα και τη Σαμαρκάνδη. Η υπο'ίρανική κοινωνία της Σογδιανής, που περιλάμβανε αυτές τις μεγάλες πόλεις, συνέδεε την Ανα τολή με τη Δύση. Τον 60 αιώνα, μεσάζοντες από τη Σογδιανή πούλησαν στον αυτοκράτορα Ιουστινιανό τη γνώση του μεταξοσκώληκα, με τον ίδιο τρόπο που έναν αιώνα νωρίτερα είχαν πουλήσει τα μυστικά της ρωμα'ίκής υαλουρ γίας στον αυτοκράτορα της Κίνας. Σ' αυτή τη νησίδα του περσικού πολιτι σμού άνθησαν μέχρι την εισβολή των Μογγόλων τον Ι 30 αιώνα οι δύο μορφές του χριστιανισμού που είχαν ανα.;ττυχθεί στην περσοκρατούμενη Μεσοποτα μία - ο ριζοσπαστικός ασκητισμός των μανιχαίων (των οπαδών του Μάνη) και ο ανθρωπιστικός χριστιανισμός των νεστοριανών. Στην όαση Τουρφάν, νοτιοδυτικά της ερήμου Γκόμπι, οι λειτουργίες των μανιχαίων τον Ι 00 αιώνα εξακολουθούσαν να παρουσιάζουν τον Παράδεισο σαν μια αυλή που την κυ βερνούσε το ίδιο πρωτόκολλο το οποίο είχε επιβάλει ο Χοσρόης Α ' στο παλά τι της μακρινής Κτησιφώντος. Οι Δυτικοί, μεγαλωμένοι με τα έργα του Ηροδότου. θεωρούν πως η σύ γκρουση ανάμεσα στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία και την Π ερσία ήταν κάτι φυ-
ΒΥΖΑΝΤΙΟ
173
σικό. Και όμως, με δεδομένη την αρχαιότατη προσήλωση της ιρανικής άρ χουσας τάξης στην κεντρική Ασία, η συνεχής πίεση της περσικής αυτοκρατο ρίας επί των βυζαντινών συνόρων, κατά τη διάρκεια του 60υ αιώνα, δεν ήταν διόλου αναμενόμενη. Στο παρελθόν, η ρωμα"ίκή αυτοκρατορία είχε σωθεί χά ρη στην απέραντη έκταση του αντιπάλου της. Η περσική αυτοκρατορία ξεδι πλωνόταν, σαν την ουρά ενός δράκου, πάνω από τα «τραχιά και άγρια» εδά φη ανατολικά της οροσειράς του Ζάγρου μέχρι τον Ωξο, το Αφγανιστάν και την κοιλάδα του ποταμού Ινδού. Το ασκητικό, άνυδρο οροπέδιο του Ιράν -η Καοτίλλη της Εγγύς Ανατολής- ήταν η παραδοσιακή καρδιά της περσικής αυτοκρατορίας. Εδώ, μια αυστηρή ζωροαστρική ορθοδοξία κυριαρχούσε α κόμα τον 60 αιώνα. Εδώ, πάλι, οι μεγάλες παραδοσιακές οικογένειες συνέχι ζαν να ασκούν τη δεσποτική τους ηγεμονία. Στις ιερές πόλεις Ιστάκρ και Περσέπολη, και στις βραχώδεις περιοχές του Νακς-ι-Ρουστάμ, ο οασσανίδης βασιλεύς των βασιλέων μπορούσε να αντλεί από παραδόσεις που έφταναν πίσω στην εποχή των Αχαιμενιδών: ο Σαπώρης Α · τοποθετούσε τον εαυτό του δίπλα στον Κ ύρο και τον Δαρείο. Στη Μεσοποταμία, αντίθετα, η ιρανική
AΠO KιIIi\01":E� KΛIIPo",ωIIE�
άρχουσα τάξη βρισκόταν σε ξένο έδαφος. Στην αυλή της Κτησιφώντος, οι α· ριστοκράτες ζούσαν σε ξεχωριστό τμήμα της πόλης, σε παλάτια εφοδιασμένα (σύμφωνα με έναν Κ ινέζο περιηγητή) με πλούσια αποθέματα πάγου: λαχτα· ρούσαν την καλοκαιρινή τους απομόνωση στα μεγάλα κυνηγετικά περίπτερα της Χολουάν, στα βουνά της Μηδίας. Έξω από την Κτησιφώντα ο πληθυ· σμός μιλούσε συριακά. Ήταν κυρίως νεστοριανοί που ζούσαν δίπλα σε ση· μαντικές εβρα'ίκές κοινότητες. Στη Μεσοποταμία, προς τα τέλη του 60υ αιώ· να, πολλοί Πέρσες αριστοκράτες έγιναν «αυτόχθονες», ασπαζόμενοι τον νε· στοριανό χριστιανισμό· έτσι έμαθαν και τα συριακά, για να διαβάζουν τους ψαλμούς. Η Μεσοποταμία, ωστόσο, ήταν η οικονομική καρδιά της περσικής αυτο· κρατορίας. Οι βασιλείς αντλούσαν τα δύο πέμπτα των εσόδων τους από αυ· τήν. Εδώ υπήρχαν οι αρχαίες πόλεις που προμήθευαν τις τέχνες στις οποίες στηριζόταν η αυλή. Από την εποχή των επιδρομών του Σαπώρη Α ' εναντίον της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας το 250, η περσοκρατούμενη Μεσοποταμία -κυ· ρίως το Χουζιστάν στο νότιο Ιράκ- υποδέχθηκε κύματα προσφύγων από την ανατολική Μεσόγειο. Οι πόλεις της τροφοδοτούσαν το σάχη με αρχιτέκτονες και μηχανικούς. Εδώ ζούσαν οι υφαντές στους οποίους οφείλεται η δόξα των σασσανιδικών μεταξωτών του 60υ αιώνα. Εδώ ζούσαν και οι οικονομολόγοι. Ο όρος για τον έγγειο φόρο, που προέρχεται α.Jτό τα αραμα'ίκά του 50υ αιώνα Π.Χ., εξακολούθησε να χρησιμοποιείται και επί Σασσανιδών (όπως μπορούμε να διαπιστώσουμε από το εβρα'ίκό Ταλμούδ) ' αναδύθηκε ξανά ως επίσημη α· ραβική ονομασία του εγγείου φόρου -χαράτσι (kharaj)- στον οποίο βασίζο· νταν η οικονομία της αραβικής αυτοκρατορίας. Η Μεσοποταμία ήταν μια περιοχή αστείρευτης δημιουργικότητας. Από τον 30 μ.Χ. αιώνα, οι θρησκευτικοί ηγέτες της ήρθαν σε ρήξη με τους συντη· ρητικούς της ρωμα'ίκής και της περσικής αυτοκρατορίας. Ο Μάνης, ιδρυτής του μανιχα'ίσμού (2 1 6·77), ήταν τυπικό δείγμα αυτού του περιβάλλοντος. Ζώ· ντας στο σταυροδρόμι της Ασίας, ανέλαβε μια αποστολή που κανείς άλλος θρησκευτικός στοχαστής γύρω από το «τέλμα» της Μεσογείου δεν είχε αναλά· βει: να δημιουργήσει μια συνειδητά οικουμενική θρησκεία. Είχε επίγνωση της σύγκρουσης μεταξύ των παγκόσμιων θρησκειών Ανατολής και Δύσης: το κή· ρυγμά του είναι ένα μείγμα βουδισμού, ζωροαστρισμού και χριστιανισμού. Μανιχαίοι ιεραπόστολοι έφτασαν στη βόρεια Ισπανία κατά τον 50 αιώνα" τον 70 είχαν φτάσει ώς το Π εκίνο. Στο ίδιο γόνιμο περιβάλλον, ο νεστοριανός χριστιανισμός εδραιώθηκε ως η μόνη αληθινά ανατολική εκκλησία. Αποκλει· σμένοι από την ορθόδοξη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία, οι νεστοριανοί κατάφεραν με λεπτούς χειρισμούς να συνυπάρξουν με την περσική άρχουσα τάξη. Νεστο· ριανοί κληρικοί ακολουθώντας τους περσοκρατούμενους εμπορικούς δρό· μους έφτασαν μέχρι την επαρχία Φoιn"έν (νότια Κίνα) και την Κεϋλάνη: οι
Β1'ΖΛΧΤιΟ
Σύροι χριστιανοί της Κεράλα (νότια Ινδία) είχαν την Κτησιφώντα ως σημείο αναφοράς. Το 638, οι νεστοριανοί παρουσίασαν μια δήλωση της πίστης τους στον αυτοκράτορα της Κίνας: ξαναδιατύπωναν, σε ένα παράξενο περιβάλλον, τις θέσεις που είχαν πρωτοδιακηρύξει οι χριστιανοί Απολογητές στην Αντιό χεια και στην Αλεξάνδρεια. Σε όλη τη διάρκεια του πρώιμου Μεσαίωνα, ο συ ρόφωνος κλήρος της περσικής Μεσοποταμίας διακινούσε πολλά αξιόλογα πολιτισμικά στοιχεία ανάμεσα στην Άπω Ανατολή και τη Μεσόγειο. Στη Μεσοποταμία επίσης έλαβε χώρα μια σημαντική εξέλιξη για τη μεσαι ωνική και τη νεότερη Ευρώπη: η τελική αποκρυστάλλωση του ραβινικού ιου δα'ίσμού. Με τους βασιλείς της Περσίας να τους προστατεύουν από τον κα τατρεγμό των χριστιανών, οι ραβίνοι της Μεσοποταμίας κέρδισαν την πνευ ματική ηγεμονία από τους φοβισμένους αδελφούς τους της Παλαιστίνης. Συ νέταξαν το βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Την ίδια εποχή που ο αυτοκράτορας Ιου στινιανός όριζε ποια έκδοση των Γραφών επιτρεπόταν να διαβάζουν ο ι Εβραίοι στις συναγωγές της αυτοκρατορίας του, οι ραβίνοι της Κτησιφώ ντος είχαν την ελευθερία να ασκούν έντονη πολεμική κατά του χριστιανικού δόγματος της Τριάδος και της «Ασπόρου" Συλλήψεως (της Γεννήσεως του Χριστού από την Π αρθένο). Ενδελεχείς κριτικές που κυκλοφορούσαν στις πόλεις της περσικής Μεσοποταμίας γρήγορα πέρασαν στην Αραβία και επη ρέασαν αποφασιστικά το μονοθε'ίσμό του Μωάμεθ. Η Μεσοποταμία, λοιπόν, δεν ήταν πλήρως αφομοιωμένη στην περσική αυτοκρατορία. Οι πόλεις της, οι ε.1ταφές της με τη Μεσόγειο, το υψηλό ποσο στό εποίκων από τη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία, την έκαναν να ξεχωρίζει από τον άγονο, αποκομμένο και αυστηρά παραδοσιακό κόσμο του ιρανικού ορο πεδίου. Ο σάχης αποκαλούσε τον εαυτό του «Βασιλέα των Βασιλέων του Ιράν και των μη ιρανικών εδαφών». Τους πρώτους αιώνες οι διαφορές των δύο αυτών περιοχών ήταν έντονες. Ο Ισδιγέρδης Α [Yazdkar!] (399-42 1 ), για παράδειγμα, ήταν δημοφιλής στους υπηκόους του της Μεσοποταμίας τον α πεχθάνονταν όμως οι Ιρανοί συντηρητικοί, στους οποίους ήταν γνωστός ως «Ισδιγέρδης ο Αμαρτωλός». Ο διάδοχός του Βαχράμ ο Όναγρος [Vahram Gur] (42 1 -39) ήταν γνωστός στους Βυζαντινούς ως δριμύς διώκτης των χριστια νών' στην Περσία όμως τον λάτρευαν σε όλη τη διάρκεια του μεσαίωνα ως τον βασιλέα-υπόδειγμα της περσικής ιστορίας - ένας τέλειος Ιρανός άρχο ντας, παθιασμένος κυνηγός, γενναιόδωρος προς τους ευγενείς, υπέρμαχος της ζωροαστρικής ορθοδοξίας. Παρ' όλα αυτά, στα τέλη του 50υ αιώνα, ο παραδοσιακός κόσμος του ιρα νικού οροπεδίου κατέρρευσε - και η Μεσοποταμία πέρασε στο προσκήνιο. Με τά από επτά χρόνια λιμού, ο σάχης Περόζης [Firυz] (459-84) σκοτώθηκε μαζί με ολόκληρο το στρατό του σε μια απερίσκεπτη επιχείρηση εναντίον των Εφθαλιτών Ούννων. «Οι ημέρες του λιμού του Περόζψ> και η ολοσχερής ήττα .
17Ι
ΑΠΟΚΛΙ,ΙΟΥΣΕ" ΚΙΙΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
της Περσίας από τους νομάδες της κεντρικής Ασίας έμειναν στη μνήμη των αν θρώπων ως η χειρότερη τραγωδία στην περσική ιστορία πριν από την αραβική ειαβολή. Σήμαναν το τέλος του ιρανικού παλαιού καθεστώτος. Εξασθενημένοι από την ήττα, απειλούμενο ι από το ξέσπασμα ενός �-τoκαλυπτικoύ ριζοσπα στισμού -το κίνημα του Μαζντάκ, ενός θρησκευτικού ηγέτη του οποίου τα κη ρύγματα είχαν υποδαυλίσει εξεγέρσεις τον καιρό του λιμού-, οι εναπομείνα ντες συντηρητικοί αριστοκράτες συσπειρώθηκαν γύρω από τον νεαρό σάχη Χοσρόη Α ': του έδωσαν τον τίτλο Ανοσιρβάν (<<Αθάνατη Ψυχή» ) όταν, ως διά δοχος του θρόνου, αποδεκάτισε τους οπαδούς του Μαζντάκ το 528. Ο Χοσ ρόης προστάτευσε τους ευγενείς, αλλά με τους δικούς του όρους. Προσέδεσε τον ζωροαστρικό κλήρο και τις μεγάλες οικογένειες στην αυλή του. Μια νέα τάξη επαγγελματιών ανέλαβε βαθμιαία τη διοίκηση. Πολλοί από αυτούς ήταν χριστιανοί: κατάγονταν από τη Μεσοποταμία, όχι από το Ιράν. Στην Εγγύς Ανατολή, ο Χοσρόης έμεινε στη μνήμη των κατοίκων ως ο κα τεξοχήν δίκαιος βασιλιάς. Είχε τις δικές του απόψεις για τη δικαιοσύνη: « Η μοναρχία βασίζεται στο στρατό, ο στρατός στα χρήματα. Τα χρήματα προέρ χονται από τη φορολογία της γης, η φορολογία της γης από τη γεωργία. Η γε ωργία βασίζεται στη δικαιοσύνη, η δικαιοσύνη στην ακεραιότητα των αξιω ματούχων, η ακεραιότητα και η αξιοπιστία των αξιωματούχων σε έναν άγρυ πνο βασιλέα». Ενώ ο σύγχρονός του Ιουστινιανός, που έμεινε κι αυτός στην ι στορία ως «δίκαιος», κέρδισε αυτό τον τίτλο χάρη στην κωδικοποίηση των νόμων, ο Χοσρόης ενσάρκωσε το ιδεώδες της Εγγύς Ανατολής - του τρομε ρού πάνοπλου βασιλέως. «Γράψε τους», είπε στον νεστοριανό πατριάρχη ό ταν πληροφορήθηκε για μια εξέγερση στο Χουζιστάν, «πως αν οι στασιαστές δεν έχουν την καλοσύνη να ησυχάσουν, θα επιτεθώ εναντίον τους, με σπαθιά, τόξα και βέλη, και θα σκοτώσω οποιονδήποτε επιμένει στην ανυπακοή του προς εμένα - είτε είναι οπαδός του Ζωροάστρη είτε εβραίος είτε χριστιανός». Τα σαράντα οκτώ χρόνια σκληρής διακυβέρνησης από τον Χοσρόη Α ' και τα τριάντα επτά χρόνια εύθραυστου μεγαλείου του εγγονού του Χοσρόη Β ' Απαρβέζ (του «Νικηφόρου», 59 ι -628) σηματοδοτούν την πραγματική γένεση του Μεσαίωνα στην Εγγύς Ανατολή. Μία γενιά τουλάχιστον πριν από την ά φιξη των Αράβων, η περσική κοινωνία είχε αποκοπεί από το παρελθόν της και είχε λάβει τη μορφή που θα διατηρούσε ώς τα βάθη του Μεσαίωνα. Όπως ο Αύγουστος, στη Δύση, έμεινε στη μνήμη των ανθρώπων σαν μια άυλη οκιά δίπλα στις επιβλητικές, απτές μορφές του Κωνσταντίνου και του Ιουστινια νού, έτσι και στην Εγγύς Ανατολή, οι βασιλιάδες πριν �-τό τον Χοσρόη είναι παραμυθένιες μορφές ενός μακρινού παρελθόντος. Η ιστορία της μεσαιωνι κής Εγγύς Ανατολής άρχισε με τον Χοσρόη - τον Κεσρά για τους Άραβες, τον Χουσρό για τους σημερινούς Πέρσες. Η κλειστή, αριστοκρατική δομή του κόσμου του 50υ αιώνα χαλάρωσε. Οι
ΙΗΖΑΧΓΙΟ
17ί
αυλικοί-άρχοντες, οι ντεκάν, έγιναν τώρα η ραχοκοκαλιά της περσικής κοι νωνίας. Οι ντεκάν αντιπροσώπευαν τον νέο τρόπο ζωής. 'Ήταν σημαντικοί γαιοκτήμονες, στρατιώτες και αυλικοί. "Όπως η αντίστοιχη βυζαντινή, έτσι και η νέα περσική διοικητική ελίτ δημιούργησε ένα νέο πολιτισμό - μείγμα ε πιτήδευσης και ε,,-ιαγγελματισμού. Οι ντεκάν ήταν εκλεκτικοί: ο Χοσρόης Α ' χρηματοδότησε μεταφράσεις έργων της ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και πα ραμυθιών της αυλής της βόρειας Ινδίας. Ενώ οι προκάτοχοί τους τον 40 και τον 50 αιώνα απεικονίζονταν σε τεράστιους σκαλισμένους βράχους, σε επι κές μάχες με εχθρούς ή άγρια θηρία, αυτοί οι νέοι αυλικοί έπαιρναν μέρος σε παιχνίδια: σκάκι, πόλο και κυνήγι, όπου η λεπτή τέχνη των γυμνασμένων γε ρακιών είχε αντικαταστήσει το κυνήγι μεγάλων ζώων των προηγούμενων αι ώνων. Οι μεγάλες αρχετυπικές μορφές των βασιλέων εξαφανίστηκαν. Υπέ ροχα, κεντητά μεταξωτά ταίριαζαν καλύτερα στο γούστο των Περσών του τέ λους του 60υ αιώνα. Πάνω απ' όλα, στην αυλή του Χοσρόη Α ' Ανοσιρβάν ε γκαταλείπουμε την εποχή των θεών για την εποχή των ανθρώπων. Ο ζωροα στρισμός εκφράζει πια απλώς και μόνο ένα συντηρητικό αίσθημα. Οι βασιλείς δεν εικονίζονται πλέον να αντλούν τη δύναμή τους, πρόσωπο με πρόσωπο, α πό το θεό τους Ωρομάσδη (Άχουρα Μαζντά): ο Χοσρόης εμφανίζεται μόνο με τους αυλικούς του. Εστία μυστηριακής ευλάβειας, τον 60 αιώνα, ήταν το φαρ ι-παντσαχάν - το φωτοστέφανο του βασιλέως των βασιλέων. Πολύ καιρό αφό του η Π ερσία έπαψε να είναι ζωροαστρική, οι ντεκάν διατήρησαν αυτή τη μυ στηριακή ευλάβεια για το μονάρχη τους. Αυτές οι εξελίξεις καθόρισαν την ιστορική πορεία της Εγγύς Ανατολής για τα επόμενα πεντακόσια χρόνια. Αδιόρατα, η αυλική κοινωνία που δημιούργη σε στην Π ερσία ο Χοσρόης Α ' Ανοσιρβάν και τελειοποίησε ο Χοσρόης Β ' Απαρβέζ, θα επέφερε την εκτροπή της αραβικής αυτοκρατορίας. «Η περσική κατάκτηση του Ισλάμ» τον 80 και τον 90 αιώνα εκφράστηκε με την ίδρυση του αββασιδικού χαλιφάτου στη Βαγδάτη, σε ορατή απόσταση από τα ερημωμένα κτίσματα της Κτησιφώντος. Ήταν η τελευταία άνθηση μορφών ζωής της ύστε ρης αρχαιότητας στην Εγγύς Ανατολή. Από πολλές απόψεις, η αναγεννημένη περσική κοινωνία στα τέλη του 60υ αιώνα αντλούσε από μια υποβυζαντινή αυλή το κέντρο της οποίας βρισκόταν στη Μεσοποταμία. Βυζαντινοί αρχιτέκτονες συνέβαλαν στην οικοδόμηση του ανακτόρου της Κ τησιφώντος η βυζαντινή φορολογία της γης ήταν το πρότυ πο για τις μεταρρυΘμίσεις του Χοσρόη Α " αυτή την ε,,-ιοχή υιοθετήθηκε το έρ γο του Αριστοτέλη για να επαναπροσδιοριστούν σημεία της ζωροαστρικής η θικής χριστιανοί της Μεσοποταμίας, που μιλούσαν την ίδια συριακή γλώσ σα με τους γείτονές τους στην άλλη πλευρά των συνόρων, μετέφεραν στοι χεία της βυζαντινής ιατρικής, φιλοσοφίας και παλατιανής εθιμοτυπίας στη σασσανιδική πρωτεύουσα. Συχνά, τα σύνορα παρέμεναν τελείως ανοιχτά. Το
178
cιπσι;.\1 "ΟΙC:ΕC: ΚΛΗ ro"OλII E:C
109 Ο περσΙΖό:; α:τόηΖΟ:; στην zEVTglxli Ασία: μια ινδουιστική θεότητα ζωγραφισμένη κατά την Jrερσι%ή τεχνοτροπία, στο Kho(an. Ζω'{ραφιχιj σε ξύλο ωω το μονασηjρι του Hu-Kuo στο χινεζικό Τουρκεστάν (αρχαίο Kholan). Ίος-} 00:; αιιΟνας:.
527, νεστοριανοί χριστιανοί καθηγητές από την περσική πόλη Νίσιβι έγιναν δεκτοί στην Κωνσταντινούπολη' το 5 32 , πλατωνικοί φιλόσοφοι από την Αθήνα φιλοξενήθηκαν στην Κτησιφώντα από τον Χοσρόη. Το Βυζάντιο χαι η Περσία ήρθαν ακόμη πλησιέστερα λόγω του πλούτου χαι της δημιουργικό τητας του πληΘυσμού της Εύφορης Ημισελήνου. Οι αλλεπάλληλοι εΙ:οντωτι κοί πόλεμοι στους οποίους ενεπλάκησαν από το 540 έως το 5 6 1 , από το 572 έως το 59 J και από το 602 έως το 629, ήταν συνέπεια της αναγκαστικής, στε νής γιιτνίασής τους. Ο Χοσρόης Α ' άθελά του κατέστρεψε την ισορροπία της περσιχής αυτο κρατορίας. Εγκατέλειψε σιωπηρά το Ιράν και την κεντρική Ασία προς όφελος της Μεσοποταμίας. Στερημένοι αι-τό τους παλιούς τους ορίζοντες, οι σασσανί δες βασιλεί.ς του τέλους του 60υ και των αρχών του Ίου αιώνα, αναγκάστηκαν να ανταγωνιστούν το Βυζάντιο -ένα κράτος ισχυρότερο οικονομικά, αν όχι στρατιωτικά, από το δικό τους- για την ηγεμονία της Εγγύς Ανατολής. Το εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του 60υ αιώνα ήταν η ραγδαία άνοδος της Περσίας στα ανατολικά σύνορα του Βυζαντίου. Από «Μεγάλος Ασθενής» της Εγγύς Ανατολής στα τέλη του 50υ αιώνα, η Περσία κάλυπτε τώρα την α-
ΒΠΑ:\'ΤιΟ
179
πόσταση που τ η χώριζε από τον αντίπαλό της. Στις αρχές της βασιλείας του Χοσρόη Α ', η Περσία ήταν ένα παράσιτο του Βυζαντίου: ο σάχης χρησιμοποι ούσε εκβιαστικά τη φοβερή πολεμική μηχανή του για να αποσπά χρήματα από τον πλουσιότερο γείτονά του. Η λεηλασία των βυζαντινών επαρχιών από τον Χοσρόη Α ' είχε σώσει την Περσία από τη χρεοκοπία. Υπό τον Χοσρόη Β ', η Περσία έγινε ο οικονομικός γίγαντας της Εγγύς Ανατολής και ο σάχης το ε πίκεντρο μιας παραμυθένιας αυλής. Ο Χοσρόης Β ' υπήρξε ο μοιραίος κληρονόμος της πολιτικής του Χοσρόη Α .. Είχε τη στόφα ενός αυτοκράτορα μιας ενωμένης Εγγύς Ανατολής. Απο ξενωμένος από την αριστοκρατία της καθαυτό Περσίας, επανήλθε στο θρόνο, το 59 Ι , με τη βοήθεια Βυζαντινών μισθοφόρων. Περιστοιχιζόταν από χρι στιανούς. Η γυναίκα του, η όμορφη Σιρίν, και ο οικονομικός του εγκέφαλος, ο Γιαζντέν από το Κ ιρκούκ, ήταν νεστοριανοί. Έστρεψε έξυπνα την προπα γάνδα του προς τους χριστιανικούς πληθυσμούς και στις δύο πλευρές των συνόρων: απέδωσε τις επιτυχίες του στην προστασία του Αγίου Σεργίου, του προστάτη αγίου των Συρόφωνων και των Αράβων της Εύφορης Ημισελήνου. Μέσα από αυτή την ημιχριστιανική μορφή, η σκιά του βασιλέως των βασιλέ ων απλώθηκε πάνω από το δυτικό τμήμα της Εγγύς Ανατολής. Το 603 ο Χοσρόης Β ' άδραξε την ευκαιρία που του δόθηκε. Εισέβαλε στη βυζαντινή αυτοκρατορία, στο όνομα δήθεν του δολοφονημένου αυτοκράτορα Μαυρικίου, για να υποστηρίξει τη νομιμότητα ενάντια στον σφετεριστή Φω κά. Το όνειρο μιας νέας αυλής στη Μεσοποταμία, που θα επανένωνε την Εύ φορη Η μισέληνο όπως τον καιρό του Κ ύρου, του Ξέρξη και του Δαρείου, έδει χνε να πραγματοποιείται. Η Αντιόχεια έπεσε το 6 1 3, η Ιερουσαλήμ το 6 1 4, η Αίγυπτος το 6 1 9' το 620, από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης οι πυρές από τις περσικές βίγλες στην απέναντι όχθη του Βοσπόρου ήταν ορατές. Και ο Χοσρόης Β ' είχε έρθει με σκοπό να παραμείνει: Πέρσες διοικητές στην Αίγυ πτο έχουν αφήσει φορολογικά έγγραφα στη ζωροαστρική γλώσσα (Pehlevί) που συνεχίζουν παραδόσεις της περσικής κατοχής της Αιγύπτου -μετά από ένα διάλειμμα μόλις εννιακοσίων ετών!- από τον καιρό των Αχαιμενιδών. Το Βυζάντιο σώθηκε χάρη στις ικανότητες που είχε αναπτύξει από τα χρό νια του Ιουστινιανού. Ο Ηράκλειος κινητοποίησε το λα"ίκό αίσθημα στην Κων σταντινούπολη. Πραγματοποίησε λαμ.;τρές εκστρατείες με ένα μικρό, απίστευ τα πειθαρχημένο στρατό. Έφθασε ώς τον Καύκασο με όσα χρήματα μπόρεσε να εξασφαλίσει - ακόμα και οι θησαυροί της Αγίας Σοφίας μετατράπηκαν σε χρυσά νομίσματα- για να διευθύνει μια διπλωματία χορηγήσεων, κατά το πρότυπο του Ιουστινιανού, στο βόρειο σύνορο της Περσίας. Συμμαχώντας με τους Χαζάρους, ο Ηράκλειος χτύπησε νότια, το 627, στην καρδιά της αυτο κρατορίας του Χοσρόη. Το μεγάλο ανάκτορο του βασιλέως των βασιλέων στη Δασταγέρδ (Dasrgerd) πυρπολήθηκε και ο Χοσρόης, ατιμασμένος από αυτή
Ι�O
AΠOKΛI:\ΩY�EΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
την αστραπιαία επιδρομή κατά των αφύλακτων εδαφών και των ιερών πόλε ων της ζωροαστρικής αριστοκρατίας και του κλήρου, δολοφονήθηκε από τους συμβούλους του το 628. Ο πόλεμος είχε ολέθριες συνέπειες για τους κατοίκους της Εγγύς Ανατο λής. Η ευμάρεια των χωριών έξω από την Αντιόχεια τερματίστηκε απότομα μετά το 61 3 ' η Αλεξάνδρεια έμεινε μισοερημωμένη' οι κατακτημένες περιοχές φορολογήθηκαν ανηλεώς και απογυμνώθηκαν από τους τεχνίτες τους. Όσο για την Π ερσία, το ρίσκο της κυριαρχίας στην Εγγύς Ανατολή δεν είχε αποδώσει. Τίποτε δεν έμεινε για να αναπληρώσει το κενό. Η Π ερσία ήταν ανίκανη να επι βιώσει μετά τη στρατιωτική ήττα της από τους Άραβες το 64 1 . Η καρδιά της εί χε πάψει να χτυπάει. Όταν οι μουσουλμανικές στρατιές έφτασαν στο οροπέδιο του Ιράν, συνάντησαν μονάχα αναρχία. Αλλά η πιο μοιραία αδυναμία από όλες, ήταν πως καμιά από τις δύο με γάλες αυτοκρατορίες δεν ήταν προετοιμασμένη γι' αυτό που επρόκειτο να α κολουθήσει - για την έκρηξη που θα λάμβανε χώρα στον υπανάπτυκτο νότο της Εύφορης Ημισελήνου και σχετιζόταν με την άνοδο του Ισλάμ. Οι θεαματικοί πόλεμοι ανάμεσα στην Π ερσία και το Βυζάντιο είχαν διεξα χθεί στο βόρειο άκρο της Εύφορης Ημισελήνου: από τον Καύκασο ώς τη βό ρεια Μεσοποταμία, η ύπαιθρος ήταν καλυμμένη με πολυδάπανα οχυρωματικά έργα ' στρατιές και από τα δύο στρατόπεδα διέσχιζαν πολλές φορές αυτό το γνώριμο τοπίο. Αντίθετα, το μαλακό υπογάστριο της Εύφορης Ημισελήνου το υπεράσπιζε ένα εύθραυστο πλέγμα συμμαχιών ανάμεσα σε γειτονικές αραβι κές φυλές: ανατολικά της Δαμασκού, στην Τζαμ;τίγια, οι Γασανίδες περιπο λούσαν τα σύνορα ως υποτελείς του Βυζαντίου ' στη Χίρα, το κράτος των Λαχμιδών αποτελούσε ένα είδος ασπίδας -κράτος «πώμω>- για την Κ τησι φώντα, προστατεύοντάς την από την έρημο που απλωνόταν εκατό μόλις μί λια από τα τείχη της. Στον τελευταίο τους μεγάλο πόλεμο και οι δύο πλευρές είχαν λησμονήσει τους Άραβες. Εκεί που προστατεύονταν επιμελώς από τις μεγάλες δυνάμεις, οι Άραβες της μεθορίου λίγο έλειψε να γίνουν οι παρίες της Εγγύς Ανατολής. Το ευάλωτο αμυντικό σύστημα, που διατηρούσε μια ισορροπία ανάμεσα στις καλλιεργημένες γαίες και την έρημο από το νότιο Ιράκ ώς το Σινά, κατέρρευ σε. Τα ρωμα'ίκά φρούρια ερημώθηκαν. Οι σε'ίχηδες δεν ένιωθαν πια την ανά γκη να συγκρατήσουν τους οπαδούς τους. Ήδη στα χρόνια της περσικής κατο χής οι Βεδουίνοι έκαναν ανενόχλητοι επιδρομές ώς τις πύλες της Ιερουσαλήμ. Αν οι δύο μεγάλες δυνάμεις είχαν λησμονήσει τους Άραβες, οι ίδιοι οι Άραβες αισθάνθηκαν, όσο ποτέ προηγουμένως, να έλκονται από τις πλούσιες πόλεις και τις παράξενες ιδέες των χωρών στα βορεινά τους. Στη Μέκκα μια ολιγαρχία εμπόρων είχε αρχίσει, από το 600 περίπου, να επενδύει μεγάλα πο σά στο εμπόριο με τη νότια Συρία και τη Χίρα. Τα καραβάνια της Μέκκας συ-
1 ;-; 1
ι ιυ Η ι:!:Ιιμοτt)J1ία τη;
αυλιi;. Η αυλή τσυ
Χοσv6η Ι3 ' ΑJ1αιJΒέζ
(59 Ι -628) έ(Γτασε σε ανε
:-τανάληJ1τη εΖλέπτυνση Ζω joic de νίvre, Ral.XJ.-
μένοντα; 10 J1QόTuJto για τ ην ΖοινωνΙιΩΙ ζωή αυλΙΖ(\)ν χω αριστozρατιJηι σε όλη τη ()ιάυΖεια του jνΙεσαίωνα. Σασσ((νιδΙΖή Ζανάτα τσυ 60υ αιώνα με ClU'!l'U1i διαΖόσμηση. λε;nομέρε ια.
νέΒαλαν σ ε μια απρίJσμενη άνθηση της ο ικονο μικής ζωής στη Δαμασκό, στα Βόστρα, στα Γέρασα και στη Γάζα. Αυτές οι νότιες πόλεις ήκμαζαν ενώ η Βό
ρεια Συρία ερημωνόταν. Έ μποροι από τη Μέκκα (ένας από αυτούς, ελάχιστα ε.ιτιτυχημένος, ονομαζόταν Μωάμεθ) είχαν εγκατασταθεί για τα καλά στα πε ρίχωρα της Δαμασκού. Η σταθε ρή πίεση που ασκούσαν οι Άραβες έμποροι τυΖοδι<ί>χτες πάνω στα αφύλωnα νότια σύνορα αποτελούσε μια προειδοποίη
ση πως ή δη όλοι οι δρόμοι μπορούσαν να οδηΊούν στη Μέκκα . Για όλα αυτά, οι τροπαιούχοι l3υζαντινοί δεν ήξεραν τίποτα. Έφθαναν α πό τον απόμακρο ΠΟQρά σε επαρχίες που είχαν ξεφ ύΊε ι από τον έλεγχό τους εδιί> %αι είκοσι χρόνια . Τους απαΟΖολοίJοαν πιο σημαντικά πράγματα. «Ένας
ευνούχος 'iλθε στη Δαμασκό με χρήματα. και οι ΆραΒες που φύλαΊαν τα σύ VOQa τον πλησίασαν %αι του ζtιτησαν τη συνηθισμένη τους αμοιβή. Ο ευνού χος τούς έκανε πέρα ΟΡΊιομένος, λέγοντας: ''Ο α υτοκράτορας καλά καλά δεν έ/ει αρχετά χρήματα να πληριοσει τον δικό του στρατό
Χι
εμείς θα σπαταλή
σουμε τα χρήματά του για τοίπα [(')ώ τα σχυλιά;"» (Θωφάνης, Χρονογραφία).
14 Ο θάνατος του κλασικού κόσμ ο υ: πολιτισμός κ αι θρησκεία στον πρώ ιμο Μεσαίωνα Η αναμέτρηση του αυτοκράτορα Ηρακλείου με τον Χοσρόη Β ' Απαρβέζ έμει νε για πολύ καιρό στη μνήμη των ανθρώπων ως ο Μεγάλος Πόλεμος της βυ ζαντινής ιστορίας. Τον 160 αιώνα ένας Ρώσος πατριάρχης έγραφε ακόμα πως η Κωνσταντινούπολη είχε σωθεί, αν και είχε πιαστεί ανάμεσα στους Π έρσες και τους Αβάρους <<σαν ψάρι μες στα δίχτυα», Η άνοδος του Ηρα κλείου στην εξουσία και η νίκη του επί της Π ερσίας έλαβαν χώρα σε μια α τμόσφαιρα σταυροφορίας: ο Ηράκλειος είχε επιστρέψει στην Κωνσταντινού πολη με την εικόνα της Παναγίας στο κεντρικό ιστίο' είχε ξεκινήσει τις εκ στρατείες του στην Περσία ως σταυροφόρος για να ανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό, τον οποίο είχαν αρπάξει οι Πέρσες μετά τη λεηλασία της Ιερουσα λήμ το 6 14, Από αυτές τις θεαματικές χειρονομίες ορισμένοι παρουσιάζουν τον Ηρά κλειο ως τον πρώτο «μεσαιωνικό» ηγεμόνα του Βυζαντίου. Ως προς την πραγματική πολιτική του Ηρακλείου, όμως, μια τέτοια θέση είναι παραπλα νητική. Ο Ηράκλειος δεν ήταν νεωτεριστής - ήταν κατά βάση ένας συντηρητι κός αυτοκράτορας, κληρονόμος της α1τολυταρχικής παράδοσης του Ιουστι νιανού, ο οποίος κατόρθωσε να χειριστεί όσο καλύτερα γινόταν μια δύσκολη κατάσταση. Ούτε ο Χοσρόης Β ' ήταν ο «άπιστος» που παρουσίαζε η βυζαντι νή προπαγάνδα. Κ υβέρνησε με τη βοήθεια μιας καμαρίλας από χριστιανούς συμβούλους. Αυτοί ΟΙ νεστοριανοί χριστιανοί διόλου δεν παραμέλησαν τον πολύτιμο Τίμιο Σταυρό: η αρπαγή και η μεταφορά του στην Περσία ήταν η νί κη μιας μερίδας χριστιανών της Εγγύς Ανατολής επί των Δυτικών αδελφών τους. Ο Μεγάλος Πόλεμος ανάμεσα στο Βυζάντιο και την Περσία δεν επέφερε κάποια συνειδητή αλλαγή πολιτικής αποκάλυψε απλώς μία κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στις προηγούμενες γενεές. Η ατμόσφαιρα του μεσογειακού κόσμου είχε αλλάξει από τα μέσα του 60υ αιώνα. Παρατηρώντας το Βυζάντιο, αλλά και την Ιταλία, τη βησιγοτθική lσπανία ή τη Γαλατία, αποκομίζουμε την ίδια εντύπωση: όπως κάποιος που ταξιδεύει με το τραίνο συνειδητοποιεί στο τέλος ενός αργού, μακρινού ταξιδιού πως το τοπίο έξω έχει αλλάξει, έτσι και στο κρίσιμο διάστημα ανάμεσα στη βασιλεία του lουστινιανού και σ' εκείνη του Ηρακλείου διακρίνουμε με βεβαιότητα την εμφάνιση ενός μεσαιωνικού κόσμου. Τα όρια σκλήρυναν. Η βυζαντινή αυτοκρατορία απέκτησε τη σύμ1τνοια και τη λαμπρή απομόνωση που θα τη χαρακτήριζαν σε όλη τη διάρκεια του Με σαίωνα. Στη δεκαετία του 550, ο Προκόπιος ακόμα διερευνούσε τον γνωστό πολιτισμένο κόσμο ' ο διάδοχός του Αγαθίας, γράφοντας στα 580, αγνοεί τη
I I I Ένα σταθερό συμπαν. ΑΡΖάγγελοι ντυμένοι με τη στολή αξιωματούχων της αυλψ :. με λάβαρα ρωμα"ίχtj; στρατιωτικής προέλευσης (βλ. ει;ι.όνα 89). Ψηφδωτό α;τό την €κ;ι.λIl0ία τη; Αναλιjψεως, Νίκαια, Τουρκία.
184
ΑΠΟΚΛΙ"ΙΟι-ΣΕΣ ΚΛΗμο"lωllΕ:Σ
δυτική Μεσόγειο, αλλά ασχολείται λεπτομερώς με την ιστορία και τη θρη σκεία της σασσανιδικής Περσίας. Στο έργο του Αγαθία, επίσης, η διαίρεση με ταξύ «Ρωμαίων» και «βαρβάρων» δίνει τη θέση της στο χάσμα που χωρίζει τους χριστιανούς από τους απίστους. 'Ο Προκόπιος έβλεπε την Π ερσία με την αποστασιοποίηση ενός Ηροδότου ' αλλά για τον Αγαθία, ο Πέρσης είναι ο πα γανιστής... «και πώς μπορεί κανείς να συνάπτει συνθήκες με έναν άνθρωπο διαφορετικής πίστης;». Μια γενιά πριν από τον Ηράκλειο, ο οποίος αξιοποί ησε αυτό το αίσθημα χριστιανικού σοβινισμού, το Βυζάντιο θεωρούσε ήδη ΤΟΥ εαυτό του ως το χριστιανικό προπύργιο της Εγγύς Ανατολής: ο Τίμιος Σταυ ρός στην Ιερουσαλήμ ήταν η Κιβωτός της Διαθήκης, και οι Βυζαντινοί δεν θε ωρούσαν πια τους εαυτούς τους πολίτες μιας παγκόσμιας αυτοκρατορίας, αλλά Εκλεκτό Λαό, περικυκλωμένο από εχθρικά, παγανιστικά έθνη. Στην άλ λη άκρη της Μεσογείου λάμβανε χώρα μια παρόμοια εξέλιξη, αν και υπό δια φορετική μορφή: οι Καθολικοί βασιλείς της βησιγοτθικής Ισπανίας συγχώνευ αν εκκλησία και κρότος κυβερνούσαν τις μακρινές πόλεις της Ιβηρικής Χερ σονήσου μέσω των επισκόπων τους. Σε μια τέτοια κλειστή κοινωνία, η προδο σία ισοδυναμούσε με την απιστία. Η σκλήρυνση των εξωτερικών ορίων αντανακλά μια εσώτερη ακαμψία. Μετά τον Ιουστινιανό, ο μεσογειακός κόσμος δεν θεωρεί πλέον τον εαυτό του μια κοινωνία όπου ο χριστιανισμός είναι απλώς η κρατούσα θρησκεία, αλλά ως μια εντελώς χριστιανική κοινωνία. 'Οι παγανιστές εξαφανίστηκαν, όχι μόνο από τις ανώτερες τάξεις αλλά και από την ύπαιθρο ' και όσοι δεν ή ταν χριστιανοί βρέθηκαν εξόριστοι σε ένα ομοιογενές κράτος. 'Οι Εβραίοι έ νιωσαν αμέσως αυτή την αλλαγή: στην Ισπανία, στο Βυζάντιο, στη βόρεια Αφρική, για πρώτη φορά υπέστησαν μαζικούς επίσημους διωγμούς εξανα γκάζονταν να βαπτιστούν για να «αφομοιωθούν» στη χριστιανική κοινωνία. Η μεσαιωνική ιδέα της «χριστιανικής κοινωνίας» και η λιγότερο γοητευτική της όψη, το γκέτο, χρονολογούνται από αυτή την περίοδο. Αυτή η αλλαγή ήταν το σύμπτωμα μιας ταχύτατης πολιτιστικής «απλοποί ησης». Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του αρχαίου κόσμου, ιδίως κατά την ύστερη αρχαιότητα, ήταν ο έντονος διαχωρισμός μεταξύ αριστοκρατικής και λα'ίκής κουλτούρας. Π ρος τα τέλη του 60υ αιώνα, ο διαχωρισμός αυτός σχεδόν εξέλιπε: για πρώτη φορά, η κουλτούρα του μέσου χριστιανού ταυτί στηκε με εκείνη των επισκόπων και των κυβερνώντων. Στη Δύση, η κοσμική ελίτ απλώς εξαφανίστηκε. Όσες συγκλητικές δυνα στείες κατάφεραν να επιβιώσουν, αν δεν μετεξελίχθηκαν σε Γερμανορωμαί ους αυλικούς, στράφηκαν σε επισκοπικές θέσεις. 'Οι επίσκοποι, παρά τους ι σχυρισμούς τους, δεν ήταν τόσο αδιάλλακτοι cu-τέναντι στην κλασική παι δεία' αλλά ήταν άνθρωπσι πολυάσχολοι. Το αρχαίο πολιτισμικό ιδεώδες ή ταν άρρηκτα συνδεδεμένο με έναν τρόπο ζωής για τον οπσίο το otium και έ-
D )"Z.I:\TIO
18;;
Ι 12 Οι νέοι ηγέτες
των �UΖαντινών πό λεων. Ο Ε.ιϊί()',{οπος και ο διοικητής της Θεσσαλον Ικης. προστατευόμενοι αίτό τον Άγιο Δημήτριο. Ψηφιδωτό των αρ Α(ον του Ίου αιώνα. C1Jϊό την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίχη.
νας βαθμός αποξένωσης από την πολιτική ήταν οτοιχεία ουσιώδη. Για μια σύντομη περίοδο, από το 540 έως περίπου το 580, ο λόγιος-γραφειοκράτης Κασσιόδωρος καλλιέργησε το αριστοκρατικό παιδευτικό ιδεώδες στο μονα στήρι που ίδρυσε στο κτήμα του, στο Vivarium της νότιας Ιταλίας. Αλλά στην επόμενη γενιά, κανένας Ιταλός δεν είχε ελεύθερο χρόνο: «Αν μέλημά μας ήταν η κοσμική λογιότητο», έγραφε ένας Ρωμαίος κληρικός, «κανείς δεν θα μπορούσε σήμερα να καυχηθεί γι' αυτήν. Εδώ η αγριότητα των βαρβάρων καταστρέφει καθημερινά, πότε οξύνεται, πότε καταλαγιάζει. Όλη μας η ζωή αναλώνεται σε φροντίδες και όλες μας οι προσπάθειες έχουν ένα σκοπό: να απωθήσουν τις πολεμικές ορδές που μας περιστοιχίζουν». Ακόμα και σε πιο προστατευμένες επαρχίες όπως η Ισπανία και η Γαλα τία, ένα νέο, πιο αυστηρά ωφελιμιστικό ιδεώδες αντικατέστησε τα παλαιότερα πρότυπα. Οι στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις και όχι η καλλιέργεια του ε λεύθερου χρόνου ήταν τώρα η επείγουσα ανάγκη των επισκόπων της εποχής.
186
ΑΠΟΚΛΙΝΟΥΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΛ[ΙΕΣ
] J3 Ο Ισίδωρος της Σεβίλλης. Από χειρόγραφο του Contra Jυdaeos (Ms. lat. Ι 3396), πιθανόν από τη βορειοανατολική Γαλλία, περ. 800 μ.Χ.
Τον 40 αιώνα, σ' έναν εφιάλτη ο Ιερώνυμος είχε δει τον ίδιο τον Χριστό να του προσάπτει ότι διάβαζε πολύ Κικέρωνα' τον 60 αιώνα σε ένα παρόμοιο ό νειρο, ο επίσκοπος Τουρώνων Γρηγόριος τον είδε απλώς να του προσάπτε ι ό τι έχανε πάρα πολύ χρόνο μαθαίνοντας στενογραφία. Η στενογραφία, όχι η γνώση των κλασικών, ήταν η τέχνη που χρειάζονταν κυρίως οι μεγάλοι διοι κητές-επίσκοποι της Γαλατίας. Ο καλλιεργημένος άνθρωπος βρισκόταν πλέον εκτός του αρχαίου κόσμου. Για τον Ισίδωρο της Σεβίλλης (570-636), η κλασι κή παιδεία έμοιαζε με μια σειρά από μαβιά βουνά στο βάθος του ορίζοντα: δεν υπήρχε τρόπος να ξεχωρίσει κανείς πόσο απείχε η μία κορυφή από την άλλη - Κικέρων και Αυγουστίνος, Βιργίλιος και Ιερώνυμος, παγανιστές και χριστιανοί, ενέπνεαν τον ίδιο σεβασμό για τον επίσκοπο του 70υ αιώνα, ως «δάσκαλοι» ενός νεκρού παρελθόντος. Στη Δύση λοιπόν, η κλασική παιδεία χάθηκε λόγω έλλειψης υποστηρικτών. Το περιβάλλον που υπέθαλπε την κλασική παράδοση κατά τον 60 αιώνα εξα φανίστηκε γοργά κατά τον 70. Ακόμα και στη Ρώμη, όπου η ολιγαρχία του κλήρου συντηρούσε μακρινές αναμνήσεις, έγινε αποδεκτό ότι το κέντρο βά ρους του πολιτισμού είχε μετατεθεί για μια ακόμα φορά στην ανατολική Με σόγειο. Τον 70 αιώνα, ταξιδιώτες από το Βορρά, ανακάλυπταν πως οι πάπες και το περιβάλλον τους σιγοψιθυριζαν ο ένας στον άλλο στα ελληνικά. Πάντως οι μεγάλες λατινικές βιβλιοθήκες επιβίωσαν παρά την εξαφάνιση των αριστοκρατών θαμώνων τους. Σε όλη τη διάρκεια του 70υ και του 80υ αιώνα, η Ρώμη ήταν η Μέκκα για τους βιβλιόφιλους των φτωχότερων στα γράμματα επαρχιών' όμως, κάποιος επίσκοπος από την Ισπανία χρειάστηκε τη συνδρομή ενός αγγέλου για να βρει το κείμενο που έψαχνε στα βάθη της παπικής βιβλιοθήκης. Τίποτα δεν αποδίδει την αλλαγή του κλίματος πιο καθαρά όσο η τύχη του ίδιου του βιβλίου. Ο πρώιμος Μεσαίωνας ήταν μια εποχή βιβλίων με πλούσια εικονογράφηση - μια και ο γραπτός λόγος είχε πάψει να θεωρείται δεδομένος στη δυτική Ευρώπη. Το βιβλίο έγινε ιερό αντικείμενο ' το κοσμουσαν με ιδιαί τερη φροντίδα' και η ανάγνωσή του διευκολυνθηκε για τους αμύητους με την εισαγωγή σημείων στίξεως και την προσθήκη τίτλων για κάθε κεφάλαιο
B nA'iTIO
18ί
(πράγματα άγνωστα για τη συνήθη παραγωγή βιβλίων του αρχαίου κόσμου). Τα μεγάλα Ευαγγέλια, τα κείμενα της λειτουργίας, οι επιμελημένες ανθολο γίες με τα κηρύγματα των Πατέρων είχαν ξεχωριστή θέση, μαζί με άλλα ιερά κειμήλια, στις μεγάλες βασιλικές που συνέδεαν τους ανθρώπους του Ίου και του 80υ αιώνα με το επιβλητικό, κάπως ακατανόητο, παρελθόν τους. Εκείνοι που συνέβαλαν τα μέγιστα στην παραγωγή των βιβλίων και άντλη σαν με ενθουσιασμό από τα αποθέματα των βιβλιοθηκών του Νότου δεν είχαν καν δεσμούς με τη Μεσόγειο. Ο Ίος αιώνας είναι η εποχή της μεγάλης πολιτι σμικής άνθησης της Νορθουμβρίας και της Ιρλανδίας. Στο νέο αυτό περιβάλ λον, η κληρονομιά της ύστερης αρχαιότητας μεταμορφώνεται. Η στοιχειώδης διακόσμηοη των κοπτικών ευαγγελίων έξαφνα διασταυρώνεται με την εκλε πτυσμένη κελτική μικροτεχνία, οι ρίζες της οποίας βρίσκονταν στην προ'ίστο ρική τέχνη της περιόδου La Tene. Ό,τι συνέβη στην κουλτούρα της δυτικής Ευρώπης, κατά τον Ίο και τον 80 αιώνα έχει ξεχωριστή σημασία: δεν αποτε λεί όμως πια τμήμα της ιστορίας του κόσμου που εξετάζουμε. Στο Βυζάντιο, το ενδιαφέρον για τους κλασικούς δεν χάθηκε. Παρέμεινε α μείωτο καθ' όλο το Μεσαίωνα. Τα πιο εξαίσια σωζόμενα χειρόγραφα των κλα σικών έργων προέρχονται, κατά κανόνα, από τη μεσαιωνική Κωνσταντινού πολη. Πράγματι, αν δεν υπήρχαν οι Βυζαντινοί αυλικοί και επίσκοποι του 90υ και του Ι00υ αιώνα δεν θα γνωρίζαμε τίποτε -εκτός από ορισμένα παπυρικά αποσπάσματα- για το έργο του Π λάτωνα, του Ευκλείδη, του Σοφοκλή και του Θουκυδίδη. Η ελληνική κουλτούρα που γνωρίζουμε είναι η ελληνική κουλτού ρα που δεν σταμάτησε να κεντρίζει το ενδιαφέρον της ανώτερης τάξης της Κωνσταντινούπολης σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν στο κλασικό παρελθόν τους με τέτοια φυσικότητα ώστε το μεσαιωνικό Βυζάντιο ποτέ δεν γνώρισε μια «Αναγέννηση»: οι Βυζαντινοί ποτέ δεν θεώρη σαν ότι το κλασικό τους παρελθόν είχε πεθάνει, γι' αυτό και σπάνια επιχείρη σαν συνειδητά να το «αναστήσουν». Το συντηρούσαν κάθε τόσο με μιαν ανα κάθαρση: κάπως σαν τα δημόσια μνημεία που, όντας διαρκώς παρόντα, ανα καινίζονται κατά καιρούς σε εξάρσεις ζήλου. Επί Ιουστινιανού υπήρχαν ακόμα περιοχές στις οποίες δεν είχε εισχωρή
σει η XgcanaVLxJj κουλτούρα. Ώς τη δεκαετία του 560, οι παγανιστές δάσκα λοι στην Αθήνα κυριαρχούσαν στην πνευματική ζωή των καλλιεργημένων τά ξεων. Οι χριστιανοί αντίπαλοί τους δεν κατάφεραν παρά να επιστρώσουν με ένα λούστρο ορθοδοξίας έναν πλατωνισμό που παρέμενε γερά σε παγανιστι κά χέρια. Οι φιλοσοφικές παραδόσεις που πέρασαν στους Άραβες από Έλλη νες και Σύρους δάσκαλους φιλοσοφίας τον Ίο και τον 80 αιώνα διατηρού σαν μια σαφή παγανιστική χροιά ' και οι πνευματικές αναζητήσεις πολλών ορθόδοξων μουσουλμάνων και καθολικών λογίων κατά το Μεσαίωνα, ομο-
Ι88
ΛΠΟΚΛΙΝΟΤΣΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
Η Ε Ξ Ε Λ Ι Ξ Η ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ι 14 Χειρόγραφη Βίβλος της ύστερης αρχαιότητας: μια απλή. επαγγελματι κή παραγωγή, χωρις στίξη, Φύλλο από τον Σιναϊτικό Κώ δικα του 40υ αιώνα.
1 15 Η σελίδα έχει
γίνει ένας ξεχωρι στός κόομος, με αλ λόκοτη, αλληγορική διακόσμηση, Λεπτομέρεια από το Sacramentarium Gelasianum (Yar. reg, ι.ι, 3 1 6),
γραμμένο στη βόρεια Γαλλία, περ, 750 μ,Χ,
λογούν την οφε ιλή τους στον ανθεκτικό παγανισμό της αθηνα'ίκής πλατωνι κής Ακαδημίας των χρόνων του Ιουστινιανού, Ως αποτέλεσμα, η ακαδημα'ίκή ζωή τη ς εποχή ς χαρακτηρίστηκε από ζωη ρές αντ ιδικίες, Ο Ιωάννη ς Φιλόπονος , ο εκκεντρικός χριστιανός καθηγητής στην Αλεξάνδρεια, επιτέθηκε εναντίον των τελευταίων εθνικών επειδή πί στευαν πως ο Ουρανός ήταν θε'ίκός και άφθαρτος - προβάλλοντας έτσι επι χειρήματα, πριν από τον Γαλιλαίο, σχετικά μ ε τη φθαρτή , υλική φύση των α στέρων' και υπερασπίστηκε τον εαυτό του απέναντι στους «φονταμενταλι-
ΙΠΖΛ:\ΊΊΟ
στές» χριστιανούς αποδεικνύοντας ότι η γη είναι στρογγυλή και ότι οι σει σμοί προκαλούνται από πίεση ατμού. Η κουλτούρα των χοσμιχών ανώτερων στρωμάτων εξακολουθούσε. επί σης. να βασίζεται στους κλασικούς συγγραφείς. Τα ποιήματα που γράφηκαν στο κλασικό ιδίωμα κατά τον 60 αιώνα. ήταν από τα καλύτερα που γράφη καν ποτέ από 'Ελληνες της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας - και ήταν μιας διάθε σης ολωσδιόλου παγανιστικής. Στα έργα του Π ροκοπίου διακρίνουμε το χρι στιανισμό μόνο μέσα από το θσλό γυαλί μιας κλασικής ιστορίας γραμμένης κατά το πρότυπο του Ηροδότου και του Θουκυδίδη. Εκεί όπου υπήρχαν πλούσιοι πάτρωνες, οι θεοί επέζησαν στην τέχνη - σε κοπτικά υφάσματα, σε χαρακτικά ' και ο Σειληνός δεν έπαψε να κυνηγάει τις νύμφες πάνω στα αση μικά πλούσιων Κωνσταντινουπολιτών της εποχής του Ηρακλείου. Το αριστοκρατικό υπόβαθρο του πολιτισμού της ύστερης αρχαιότητας δέ χθηκε ένα μοιραίο πλήγμα από την απολυταρχία του Ιουστινιανού: η παραδο σιακή γραφειοκρατία εξασθένησε εξαιτίας της προσωπικής διακυβέρνησης και
Ι 16 Τα ιερά
::ι\'τιχείμενα. Θαυ
μιΊοιε; λειψανο-
811%ες. οι οποίες ΠΕριέχουν την υπευφυοιχή δύ ναμη ;του aJroQ ί)έει ωτό τις ΕΙΚΟνιζόμενες μΟί)([ές ψαν τα ;τιο πολύ τιμα α;τοκτιιματα των η,!εμόνων Ζαι των ετισ%όπων του :τρ
COIlCjlles.
ΤΟ Β Ι ΒΛΙΟ ΩΣ ΙΕΡΟ ΑΝΤιΚΕI ΜΕΝΟ 1 1 7 Το ξύλινο σκαλιστό αναλόγιο τη; Αγίας ΡαbεΥούνδης, από το μοναστήρι της στο Πουατιέ. ;τεl). 587 μ.Χ . .
1 18 Χρυσό κάλυμμα ευαηελίου ;τοιχιλμένο με πολύτιμους λίθους. δώρο του π(u-τα Γρηγορίου Α ' στη βασίλισσα των Λoμ[kιρδών Θεοδολίνδη. :τεQ. 600 μ.Χ.
ΗΥΖΑ:\ΤιΟ
19 Ι
Η ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ι 19 Στον δημόσιο βίο: παράσταση ελληνικής τραγω δίας στην Κωνσταντινούπολη τον 60 αιωνα. ΛεπτομέΡΕια ελεφάντινου διπτύχου του Αναστασίου.
120 Στο προσωπικό γούστο:
ασημένιο σκεύος εύπορου Κωνσταντινουπολίτη με μυθο λογικές Ο'ι.ηνές. Η κλασική μυ θολογία δεν έπαψε να εμπνέει τους ποιητές if.ατά την εποχή του Ιουστινιανού και των διαδόχων του. Ασημένιο πιάτο των αρχών του Ίου αιώνα με τον Σειληνό και μια μαινάδα.
η ανεξάρτητη ζωή των επαρχιακών πόλεων, που είχαν αποτελέσει για αιώνες το φυτώριο της ελληνικής λόγιας αριστοκρατίας, υπονομεύτηκε από το συγκε ντρωτισμό. Η κατάρρευση της ανεξάρτητης, κλασικής ελίτ ακολούθησε σύIrιo μα: στα τέλη του 60υ αιώνα, η κουλτούρα της άρχουσας τάξης της αυτοκρατο ρίας δεν ξεχώριζε πλέον από τη χριστιανική κουλτούρα του μέσου ανθρώπου. Οι εκδηλώσεις μισαλλοδοξίας κατά των Εβραίων και των λιγοστών παγανι στών που είχαν αι'τομείνει μαρτυρούν την κάμψη των κανόνων του ρωμα'ίκού δικαίου μπροοτά στη θύελλα της κοινής γνώμης. Αυτή η περίοδος είναι επίσης η χρυσή ,,-ιοχή για τους βυζαντινούς Βίους Αγίων. Γραμμένες σε απλά αλλά α νεχτά ελληνικά, αυτές οι Βιογραφίες εξέφραζαν το θρίαμβο της «μεσαίας κουλτούρας». Διαβάζονταν τώρα από όλους τους Βυζαντινούς, από τον αυτο χράτορα ώς τους τελευταίους υπηκόους του. Οι ιστορίες θαυμάτων στις Ομι λίες του Γρηγορίου του Μεγάλου είναι μια λατινική εκδοχή του ίδιου φαινο-
192
ΛΠΟΚΛαΟΕΕΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΕΣ
μένου: σε αυτές, ρίχνουμε μια τελευταία ματιά στη Ρωμα"ίκή Σύγκλητο, που ε ρευνά με περιέργεια τις θαυματουργές ιδιότητες μιας σαρκοφάγου. Η νέα, λα"ίκή κουλτούρα του τέλους του 60υ αιώνα ήταν «μεσαιωνική>, με την πραγματική έννοια του όρου: άνοιγε νέες κατευθύνσεις, εκμεταλλευόταν νέες πηγές δημιουργικότητας, σηματοδοτούσε την άνοδο μιας νέας, μη κλασι κής, αισθητικής. Η υψηλή κουλτούρα της ύστερης αρχαιότητας ήταν α.,τοκλει στικά φιλολογική. Το βιβλίο κι ο γρcυττός λόγος συνιστούσαν τις μόνες πολι τιστικές εκδηλώσεις που ενδιέφεραν τον μορφωμένο άνθρωπο: για παράδειγ μα, κανένας επίσκοπος της ύστερης αρχαιότητας δεν κάνει κάποια νύξη για τα επαναστατικά ψηφιδωτά που κοσμούσαν τις εκκλησίες στις οποίες κήρυτ τε. Τον 60 αιώνα πλέον, η οωρευμένη φιλολογική παράδοση αποτελούσε μια βαρειά κληρονομιά από το παρελθόν. Από τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας επιλέγονταν χωρία για το σχηματισμό <<αλύσεων» [carenae: σειρές ερμηνευτικών σχολίων στα βιβλία της Γραφής]. Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα άν θησαν οι πλαστογραφίες - αλάνθαστο σημάδι πως το παρελθόν είχε αποκοπεί από το παρόν και είχε μετατραπεί σε ένα επίπεδο σκηνικό εκτός χρόνου. Μυ στικά κείμενα του 60υ αιώνα αποδίδονταν στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη, ένα μαθητή του αγίου Παύλου' και φιλόσοφοι διάβαζαν τις επιστολές του Σωκρά τη - προς τον Π λωτίνο! 'Ο γραπτός λόγος παραχώρησε τη θέση του στη μουσική, το νέο ιδίωμα του 60υ αιώνα. Θεολογικοί διαξιφισμοί κρέμονταν (υτό τα ρεφραίν λατρευτικών ψαλμών. Η βυζαντινή λειτουργία ανέπτυξε τη δραματική της φόρμα. Προη γουμένως, στην τέχνη της ύστερης αρχαιότητας, ο Σταυρός εμφανιζόταν ως α πόμακρο σύμβολο - ρωμα'ίκό τρόπαιο νίκης ή μακρινό, αστροστόλιστο σημά δι στον ουρανό ενός ψηφιδωτού θόλου ' τώρα φορτιζόταν με το σώμα του Εσταυρωμένου μέσα από το πάθος των συριακών θρήνων της Μεγάλης Πα ρασκευής. Και εκτός από τη μουσική - η εικόνα. Η οπτική παράσταση, το στυλιζαρι σμένο πορτραίτο, ήταν ένα απτό, ισχυρό σύμβολο που μιλούσε απευθείας στον μέσο άνθρωπο. Διότι ο μέσος άνθρωπος είχε χάσει την επαφή του με τον λόγιο, φιλολογικό συμβολισμό που ήταν κάποτε αναγνωρίσιμος στον δημόσιο βίο της αυτοκρατορίας. Όταν ένας αυτοκράτορας αποτύπωσε το κλασικό φτερωτό «genius» [προστάτιδα θε'ίκή δύναμη] της Κωνσταντινούπολης πάνω στα νομίσματά του το 5 ΊΟ, οι κάτοικοι των επαρχιών εξεπλάγησαν: φοβήθη καν πως είχε γίνει ειδωλολάτρης εκείνο που ήθελαν πάνω στα νομίσματά τους ήταν το απλό, φορτισμένο έμβλημα του Σταυρού. Σε σύγκριση με τα ποι κίλα μισοπαγανιστικά εμβλήματα της αυτοκρατορικής εξουσίας στην ύστερη ρωμα"ίκή τέχνη -την υπατική τήβεννο, το ιερατικό διάδημα, τη σφαίρα με την κλασική φτερωτή Νίκη-, τα μεγάλα χρυσά αναθηματικά στέμματα των καθο λικών βασιλέων της βησιγοτθικής Ισπανίας του Ίου αιώνα είναι περιεκτικά
ΙΗΖ.\λ Ι Ι ( )
12 J Ο Χvιστι'>; ως «I-κωιλΕί,; των Ι1αoιλι'ιuν" . X()υυ�) ν(Ίμιομυ (soli{llls) του αυΤΟ%t...Jάτοvα lοllοτι\'ια\'οIΊ Η .
122 Τα \'ι;α σl)μΙ10λα τιl; ιiι:ωι Ιχία;. ΤΟ αναΗηματι%() στΙμμα τοι!
(χωιλι(! τω\' Βησιγι)τ(-)ων l{ecces\v illrIl . 65 3-72 .
και συγ%.ι νητιχύ σύμΙ)ολα μιας αντίληψη; τη; Ι1ασιλείας. (1αΗιά ριζωμίνη; στη λα"ίΧιl CΓαντασία. χωρί ς αναCΓοgά στο αρχαίο ρωμα"ίχό παQrλθόν. ΜΕ τον ί,διο
τρόπο. οι Β υζαντινοί αυτοκράτορες του Ίου αιιίnrα πτιχαλΟΙJνται ευΗέως την lJπιι}zl:ισμια επιχύQwση τη; βασιλείας τους - τον ΠανΤUiιηάτοva Ιησού της λα'ι:χιl ς λατρείας. Στα νομίσματα του Ιουστιν ιανού Β '
(685-95 xc{L 705 - 1 1 ). η
μΟQcrιι του auTOXUltroQa σ�1Ί\'ει πίσω απ() την E.Jιι�λητ ιΧιi
γε νε ωφ όvο
μοοψή
του Χριστού, του «Ιiαοιλίως των (1αοιλίων) ' r1VL<Jκόμαστε ο' ίναν κόσμυ
bLa
CΓοοπιχό από εχείνο\' του χορδωμι\ιου. παλι ομο δίτικο υ Ρωμαίου ιππέα των νομισμάτων του Ιουστι νιανού Α ' Οι ειχ()\,ε; πλημμι'Υvιοuν το\' μ εσΟ'ιαακό χόσμο. Ειχόνε; ΑΊω
Π ρόσωπυ
και
λείψανα -το
τυυ ΧQιοτσίJ στην Έbεσσα. ο Τίμιο; Σταυρό; στην Ιερουσα
λ ψ l , η ΕιΧόνα τη; ΠαQΗένοu στην ΚωνστανΤΙ\'ΟΙ'Ηολη- έγιναν τα (Γ υ λαχτ<Ί της
191.
'\Π()Kι\I.'(()EE� KιIB PO:'iO�IIE);
αυτοκρατορίας, καθώς προικίζονταν με θαυματουργές ιδιότητες. Το υπερφυ σικό «εστιαζόταν» τώρα στη φυσική τους παρουοία, μέσα στην καρδιά των χριστιανικών πόλεων. Η τέχνη της εικόνας ακολούθησε αυτή την τάση «εστιά ζοντας» σε ένα μοναδικό ιερό αντικείμενο. Η χαρούμενη, φανταχτερή διακό σμηση του SOu και των αρχών του 60υ αιώνα, τα βουνά και τα παλάτια που έ , μοιαζαν πιο ελαφρά κι aπ τον αέρα πάνω στα πολύχρωμα ψηφιδωτά, εξαφα νίστηκαν. Μένουμε πρόσωπο με πρόσωπο με μια aπoμoνωμένη φιγούρα μέσα στη λάμψη του χρυσού ψηφιδωτού. Ένας γυάλινος τοίχος υψώνεται ανάμεσα στη νέα αυτή τέχνη και τις πλούσιες κουρτίνες και τα σιντριβάνια των παλα τιανών σκηνών του Ιουστινιανού στον Άγιο Βιτάλιο. Ο κόσμος του 60υ και του Ίου αιώνα είχε αποκτήσει αυτή την «επικε ντρωμένη», σταθερή ποιότητα - τουλάχιστον στη φαντασία των ανθρώπων. Όπως οι μεγάλοι ναοί της αρχαιότητας, έτσι και τα κέντρα λατρείας των Σκοτεινών Αιώνων καθαγιάστηκαν aπό μακρινές μνήμες που επιβίωσαν της δράσης των μεμονωμένων ανθρώπων. Αυτά παρέμεναν, ενώ οι άνθρωποι έρ χονταν και παρέρχονταν. Η νέα λατρεία ήταν μια έξαρση της πίστης προς ιε ρά πράγματα, ενώ ο ενθουσιασμός των προηγούμενων αιώνων είχε επικε ντρωθεί σε αγίους ανθρώπους. Στη Ρώμη και τη Γαλατία, το λείψανο και ο τάφος του μάρτυρα παραμέρισε εντελώς τον ζωντανό άγιο στη λα'ίκή φαντα σία. Κανένας ερημίτης δεν έζησε στους Τούρωνες (Tours) κατά τον 60 αιώνα' αλλά ο επίσκοπος και οι κάτοικοι της πόλης ζούσαν κάτω aπό τη σκιά της μεγάλης βασιλικής του Αγίου Μαρτίνου, η οποία τους υπενθύμιζε διαρκώς την παρουσία ενός ανθρώπου που είχε πεθάνει εδώ και δύο αιώνες. Υπό την προστασία αυτών των αγίων λειψάνων επανέκτησαν οι πόλεις της Μεσογεί ου τον αρχαίο τους πατριωτισμό κατά την κρίση του Ίου αιώνα. Η ιστορία της Θεσσαλονίκης, σε συνεχή πολιορκία aπό τους εγκατεστημένους στη Μα κεδονία Σλάβους, είναι η ιστορία των θαυμάτων του Αγίου Δημητρίου ' η ι στορία της Ρώμης είναι η ιστορία του Αγίου Πέτρου ' η ιστορία της Κωνστα ντινούπολης είναι η ιστορία της Θεομήτορος. Από μια άποψη εδώ φαίνεται να κλείνει ο κύκλος και να επανερχόμαστε στις ήσυχες μέρες του παγανιστικού συντηρητισμού της ε..-ιοχής των Αντωνί νων. Ο ουρανός και η γη έχουν κατασταλάξει σε μια καλορυθμισμένη αρμο νία. Ο χριστιανισμός είναι τώρα η προγονική θρησκεία. Οι τακτικές, δημόσιες τελετές του aπoτρέπoυν τη δυστυχία και εξασφαλίζουν την εύνοια της υπερ κόσμιας δύναμης. Ο Θεός είναι ο aπόμακρoς αυτοκράτορας: αλλά οι επιβλη τικές μορφές των αγγέλων, μαζί με τους ήρωες της χριστιανικής πίστης που έ χουν aπoδημήσει aπό καιρό, σκύβουν με φροντίδα πάνω στη γη. Οι άνθρωποι του πρώιμου Μεσαίωνα τρέφουν την ίδια ήρεμη βεβαιότητα που έτρεφε κάπο τε ο Μάρκος Αυρήλιος: όσοι ακολουθούν με σεβασμό το δρόμο των προγό-
JJ1'ZA:\TIO
123 Ο σταυρός χωρίς τον εσταυρωμένο. Ψηφιδωτό του 60υ αιώνα, από τον SanτΆΡοΙΙinare ίπ Classe, ραβέννα.
IΗ::Ί
124 Ο Χριστός εσταυρωμένος.
Λεπτομέρεια μικρογραφίας αι-ιό τα συριακά ΕυαΥΥέλια του [καλλιγρόφου] Rabula, 586 μ.Χ.
νων τους, μπορούν να είναι ή συχοι ότι θα προστατεύονται από αόρατους προστάτες. 'Οι αλλαγές αυτές επηρέασαν με διαφορετικό τρόπο τη διάρθρωση της κοι νωνίας (13,ό περιοχή σε περιοχή. Στη βυζαντινή αυτοκρατορία, κα ι ιδιαίτερα στη Μικρά Ασία, πρόβαλε ένα νέο αίσθημα αλληλεγγύης, Σαν έκρηξη αερίου υ πό πίεση, η λα'ίκή οργή των κατοίκων της Κωνσταντινούπολης, ε'Γ,ιλωβισμένη για μια δεκαετία από τους Π έρσες και τους Αβάρους, ώθησε το στρατό του Ηρακλείου «στην καρδιά της άθεης Περσίας», Το υψηλό φρόνημα της μεσαι ωνικής Κωνσταντινούπολης, που το τροφοδοτούσε η πίστη πως η πρωτεύου σα της αυτοκρατορίας είχε ιδρυθεί από τον Θεό για να ζήσει αιώνια, χρονο λογείται από αυτή την εποχή - μια εποχή , όπως και πολλές άλλες στο μέλ λον, κατά την οποία η ρωμα'ίκή αυτοκρατορία είχε συρρικνωθεί εντός των τειχών τη ς πόλης. Όμως έξω από την Κωνσταντινούπολη και τη Μ ικρά Ασία, ο Ηράκλειος δεν κατόρθωσε να εμπνεύσει μια νέα αίσθηση αφοσίωσης προς το βυζαντινό κράτος, Καταπονημένος και οικονομικά χρεοκοπημένος, επέστρεφε σε επαρχίες που δεν είχαν γνωρίσει χριστιανό αυτοκράτορα εδώ και είκοσι χρόνια. Για πρώτη φορά, η λα'ίκή χριστιανική λατρεία ξέφευγε α πό τα πλοκάμια του ανατολικού ρωμα'ίκού κράτους, Η αποτυχία του Ηρακλείου σφράγισε την τύχη της ρωμα'ίκής αυτοκρατο ρίας, αλλά και εκείνη της κλασικής παράδοσης στην Εγγύς Ανατολή. Από τον
1%
Α Ι 10 Ι\: ι\ Ι �O),2:[� Κ.\]-I ΡΟ:'\ΟλΙ JF.�
125 eQIloXEunr.ll
ευλάβεια: η θεία Κοινωνία. Από
συριακό πινάχιο του 60υ αιώνα.
Θεοδόσιο Α ' έως τον Ιουστινιανό, οι αυτοκράτορες είχαν κερδίσει επιδέξια την υποστήριξη της κοινής γνώμης: καλοπιάνοντας τους αγίους, συμβιβαζό μενοι σε θέματα δόγματος, δημιοuργιίΝτας έργα από πέτρα και ψηφιδωτά, εί χαν καταφέρει, ανεξάρτητα από τη γλώσσα, το μορφωτικό επίπεδο και τις θε ολογικές προτιμήσεις του μέσου κατοίκου της επαρχίας, να τον κάνουν να νιώσει «πολίτης» μιας ενιαίας χριστιανικής αυτοκρατορίας. Αυτό ιΊταν το σπουδαιότερο πολιτικό επίτευγμα του κόσμου της ύστερης αρχαιότητας. Ήταν ένα δύσκολο επίτευγμα. Για τον μέσο άνθρωπο, το να γίνει « πολί της» σήμαινε ότι εμπλέκεται σε ένα δίχτυ αντικρουόμενων ιπroχρειοσεων' 6φει λε να αφοσιιί)νεται ο' έναν αυτοκράτορα που ήταν τυπικ6 πανίσχυρος αλλά στην πιιαγματικίnητα απλησίαστος να κυβερνάται από μια άρχουσα τάξη της οποίας η κουλτοι,ρα είχε παραμείνει εν μέρει ανε.ι-τηρέαστη από το χριστιανι σμό· να ενθουσιάζεται για μια χριστιανική αυτοκρατορία της οποίας ο ηγέτης ήταν τις περισσότερες φορές αιρετικός, κάποτε μάλιστα και διώκτης του. Στα τέλη του 60υ αιώνα, η νέα έξαρση της λα"ίκής ευλάβειας όξυνε ακόμη περισσότερο αυτή την αίσθηση αντικρουόμενων υποχρεώσεων. Καταρχήν, από τα μέσα του 60υ αωJνα οι τοπικές χριστιανικές κοινότητες είχαν αυξήσει τη (� ύναμή τους. Με τις μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού οι ε πίσκοποι αντικατέστησαν τα τοπικά συμ�oύλια, αναλαμβάνοντας την ηγεσία των πόλεων: ξανάχτισαν τα τείχη · διαπραγματε\,θηκαν με τους φοροεισπρά κτορες και τους βαρβάρους " Στα χρόνια της κρίσης, στο γύριομα του 60υ αιώ να, οι πατριάρχες ήταν εκείνοι που έσωσαν τις μεγάλες πόλεις για λογαρια σμό της αυτοκρατορίας. Στη Ρώμη, ο Γρηγόριος ρευστοποίησε την ακίνητη
Η γΖΛΥlϊ ( J
Ι!)'ί
περιουσία της Εκκλησίας σε μια ιυτελπισμένη προσπάθεια να διατηρήσει τη ζωή της πόλης. σ Ιωάννης ο Ελεήμων έκανε ακριβώς το ίδιο στην Αλεξάν δρεια από το 6 1 0 ώς 10 6 1 7: επί πατριαρχίας του, η πόλη μετατράπηκε σ' ένα βυζαντινό κράτος πρόνοιας σε μικρογραφία, με μαιευτήρια, ιατρική περίθαλ ψη και διανομές τροφίμων, που χρηματοδοτούνταν από τα τεράστια εισοδή ματα του πατριάρχη. Α υτοί οι άνθρωποι, έστω προσωρινά, έσωσαν τις μεγά λες πόλεις της Μεσογείου ' αλλά αυτοί, τώρα, και όχι οι διοικητές που έστελνε η Κωνσταντινούπολη, έγιναν οι εκπρόσωποι των πόλεων. Υπό την εξουσία των Αράβων. οι πατριάρχες της Αλεξάνδρειας διατήρησαν τη ζωή της πόλης εξίσου αποτελεσματικά με τον Ιωάννη τον Ελεήμονα στα χρόνια του Ηρα κλείου ' οι ενέργειές τους έδειχναν καθαρά πως ο μέσος χριστιανός είχε βρει η γεσία και προστασία κοντά στον τόπο διαμονής του, ανεξάρτητα από το ποι ος ήταν ο ηγεμόνας του. Η νέα λα'ίκή ευλάβεια ξανάφερε στην επιφάνεια ένα αρχαίο θέμα - το ιδεώ δες μιας ολοκληρωτικά θρησκευτικής κουλτούρας. Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί νωρίτερα. Το ανατολικό ρωμα'ίκό κράτος είχε διατηρήσει μια υποπαγα νιστική πρόσοψη στις περισσότερες εκφάνσεις της δημόσιας ζωής πολλές πλευρές της παιδείας και του δημόσιου βίου ήταν ξεκάθαρα <<κοσμικέ;». σι δι οικητές του ήταν γαλουχημένοι με τη φιλολογία των παλαιών θεών: για παρά δειγμα, ένα ελληνικού τύπου θέατρο από τον 60 αιώνα ανακαλύφθηκε προ σφάτως στην Αλεξάνδρεια. Η χριστιανική κοινή γνώμη έδειχνε όλο και λιγότε ρα ανεκτική απέναντι σ' αυτά τα εξωτικά σύμβολα. Δεν θα χρειαζόταν για πο λύ ακόμα. Παραδόξως, η άφιξη των αραβικών στρατιών ολοκλήρωσε τον εκ χριστιανισμό του δημόσιου βίου στις πόλεις της Εγγύς Ανατολής. Τα τελευ ταία ίχνη μιας κοσμικής κουλτούρας βασισμένης στους Έλληνες κλασικούς ε ξαφανίστηκαν. σ Αριστοτέλης, ο Πλάτων και ο Γαληνός πέρασαν στους Άρα βες από τους χριστιανούς κληρικούς αλλά στη μεσαιωνική Εγγύς Ανατολή, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, επέλεξαν να αγνοήσουν τον Όμηρο, τον θουκυ δίδη και τον Σοφοκλή. Σήμανε το τέλος μιας χιλιετίας φιλολογικής κουλτού ρας. Όπως ανήγγειλε ένας νέο; ύμνος προς τη Θεοτόκο: "Ρήτορας πολυφθόγ γους ώς ίχθύας αφώνους όρώμεν» - σε όλο το πλάτος της Εγγύς Ανατολής. Υπό την εξουσία των μουσουλμάνων, η καινούργια μορφή της χριστιανι κής κουλτούρας, που ωρίμαζε στα τέλη του 60υ αιώνα, κρυσταλλώθηκε ορι στικά ' αποτέλεσε συνδετικό ιστό για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Εγγύς Ανατολής και τους διαφύλαξε ώς τη νεότερη εn:Oχή. Σ ' αυτή τη νέα κουλτούρα, ο άνθρωπος προσδιοριζόταν μόνο σε αναφορά με τη θρησκεία του. Δεν όφειλε υπακοή σε κάποιο κράτος ανήκε σε μια θρη σκευτική κοινότητα. Την κουλτούρα του τη συντηρούσαν γι' αυτόν οι θρη σκευτικοί του ηγέτες έτσι, τα κοπτικά και τα συριακά επιΒίωσαν μέχρι τις μέρες μας αλλά μόνο ως «ιερές» γλώσσες. Μια τέτοια εξέλιξη είχε ήδη δια-
198
λ I I O KλI'\OY�E� KιIlIl'O'iOλIIE�
126 Το νέο πάθος ο θάνατος
του Ιακώβ. Η τονισμένη έκφραση
της θλίψης ήταν χαραχτηριστιχό της βυζαντινής ασκητικής ευλάΒειας. Μικρογραφία από τη Γένεσι της Βιέννης, (βλ. εικόνα 105).
φανεί στην περσοκρατούμενη Μεσοποταμία: εκεί, οι Εβραίοι και οι νεστο ριανοί χριστιανοί αποτελούσαν πάντοτε ξεχωριστές ομάδες, υπόλογες στη διοίκηση μέσα από τους θρησκευτικούς τους ηγέτες. Ανάμεσα στους ραβί νους, αλλά και ανάμεσα στους νεστοριανούς λογίους στη Νίσιβι, δεν υπήρχε χώρος για μια ανεξάρτητη «κοσμική>, κουλτούρα: ολόκληρη η παιδεία ήταν υποταγμένη στην καλλιέργεια μιας θρησκευτικής παράδοσης. Αλλά και στη βυζαντινή αυτοκρατορία, στα τέλη του 60υ αιώνα οι επαρχιακοί επίσκοποι κινούνταν προς την ίδια κατεύθυνση. Ο Ιωάννη; ο Ελεήμων, καθισμένος έξω από το παλάτι του, ρυθμίζοντας τις διαφορές των πολιτών της Αλεξάνδρει ας σύμφωνα με το Νόμο του Θεού, είναι ένας άμεσος πρόγονος του μουσουλ μάνου καδή (cadi). Η άφιξη των Αράβων έκοψε απλώς τα τελευταία νήματα που έδεναν τους κατοίκους των επαρχιών της Εγγύς Ανατολής με τη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία.
199
IJYZA:\TIO
Στην αραβική αυτοκρατορία κανένας δεν ήταν «πολίτης» με την κλασική έν νοια του όρου. Αυτή ήταν η τελική νίκη της ιδέας της θρησκευτικής κοινότη τας επί της κλασικής ιδέας του κράτους. Οι μουσουλμάνοι ήταν δούλοι του Αλλάχ και όλοι οι άλλοι ήταν διμμή (dhimmi) [κατακτημένοι μη μωαμεθανοί], - προστατευόμενες ομάδες που προσδιορίζονταν με όρους θρησκευτικής πί στης: χριστιανοί, εβραίοι, οπαδοί του ζωροαστρισμού. Οι επίσκοποι που δια πραγματεύθηκαν με τους μουσουλμάνους στρατηγούς για λογαριασμό των πό λεών τους, στο διάστημα των αστραπιαίων κατακτήσεων του 640 και του 650, κατοχύρωναν για τα επόμενα χίλια χρόνια μια θέση την οποία είχαν κερδίσει αθόρυβα από την εποχή του Ιουστινιανού. Στη φαντασία των κατοίκων της ανατολικής Μεσογείου ο αρχαίος κό σμος είχε πια πεθάνει. Σύμφωνα μ' ένα λα'ίκό μύθο, όταν ο Ιωάννης ο Ελεή μων απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια για να ζητήσει τη βοήθεια του αυτοκρά τορα, ένα όνειρο τον ορμήνεψε να μη χάνει τον καιρό του: «ο Θεός είναι πά ντα εδώ κοντά ' αλλά ο αυτοκράτορας είναι μακριά, πολύ μακριά » ...
127 Άραβας ιππέας σε σκίτσο του ΙΟου αιώνα.
ΙΙΙ
15
Ο Ι Ν Ε Ο Ι Σ γ ΝΤ Ε Λ Ε Σ Τ Ε Σ
Ο Μωάμεθ κ αι η άνοδος το υ Ισλ άμ , 6 1 0-632 μ . Χ.
Οκτακόσια μίλια νοτιότερα από τα βυζαντινά σύνορα. στη Μέκκα, μια πόλη της Χετζάζης, ένας μεσόκοπος άνδρας -μετά από μια μέτρια εμπορική καριέ ρα- περιδιάβαζε απαρηγόρητος τους άγριους λόφους έξω από την πόλη. Το 6 Ι Ο, αυτός ο άνδρας, ο Μωάμεθ, άρχισε να βλέπει οράματα. Η έμμετρη απαγ γελία αυτών των οραμάτων αποτέλεσε το Κοράνι του, την «απαγγελία» του. Με βάση αυτές τις εμπειρίες συσπείρωσε γύρω του μια κοινότητα - την Οιίμ μα, το « λαό του Αλλάχ». Μέσα σε είκοσι χρόνια, ο Μωάμεθ και η Ούμμα του εδραίωσαν τη θέση τους ως κυβερνήτες της Μέκκας και της γειτονικής Μεδί νας, και ως κυρίαρχη ομάδα στην Αραβική Χερσόνησο. Το κήρυγμα του Μωάμεθ και η κατοπινή άνοδος μιας νέας θρησκευτικής κοινότητας στον αραβικό κόσμο -της θρησκείας τσυ Ισλάμ- αποτέλεσε το τε λευταίο, και πιο κρίσιμο, επεισόδιο στη θρησκευτική ιστορία της ύστερης αρ χαιότητας. Ξέρουμε αρκετά για τη Χετζάζη των αρχών του Ίου αιώνα για να κατα νοήσουμε πως αυτή η ξαφνική εκπυρσοκρότηση δεν ήταν αταίριαστη με την κουλτούρα της Εγγύς Ανατολής. Οι κάτοικοι της Μέκκας και της Μεδίνας δεν ήταν διόλου πρωτόγονοι Βεδουίνοι. Οι πόλεις είχαν γνωρίσει μια ρα γδαία ανάπτυξη μέσα από το εμπόριο και υποστηρίζονταν από συστηματικές γεωργικές καλλιέργειες. Διοικούνταν από ολιγαρχίες που ανακάλυψαν αιφνί δια πως είχαν γίνει Οι μεγιστάνες του εμπορίου στην Εγγύς Ανατολή του Ίου αιώνα. Όπως είδαμε, τα καραβάνια με εμπόρους-τυχοδιώκτες από τη Μέκκα είχαν διεισδύσει στο Βυζάντιο και την Π ερσία: ο ίδιος ο Μωάμεθ είχε φτάσει κάποτε ώς τη Συρία. Οι γυναίκες των ανδρών αυτιον καλλωπίζονταν όπως οι Περσίδες μπροστά σε μπρούντζινους καθρέφτες που εισάγονταν από την Κί να. Στη Μεδίνα, εβρα'ίκοί οικισμοί συνέδεαν τους Άραβες με τη θρησκευτική ζωή της Ιερουσαλήμ και της Νισίβεως. Στο Νότο, στην πιο εκλεπτυσμένη Υε μένη, ο ιμπεριαλισμός του negus (βασιλιά) της Αιθιοπίας είχε φέρει ένα είδος υποκοπτικού χριστιανισμού σε μια απόσταση διακοσίων μιλίων από τη Μέκ κα. Ακόμα και η Κάαβα (Ka'aba) ανοικοδομήθηκε, γύρω στο 600, κατά το πρότυπο μιας εκκλησίας της Αιθιοπίας ίσως περιλάμβανε και εικόνες της Παναγίας στη διακόσμησή της.
::!Ο.2
AnOKAI :'iOYΣE� KΛHPO"OMΙE�
Και όμως, παρ' όλες τις ξένες επαφές, η Μέκκα έμεινε έξω απ ό τον πολιτι στικό στρόβιλο της Εγγύς Ανατολής. Οι γηραιοί πολιτικοί της τήρησαν μια μελετημένα συδέτερη στάση. Οι κάτοικοί της κρατήθηκαν μακριά από χρι στιανούς, εβραίους και Π έρσες. · Ηταν ακόμα προσκολλημένοι σε έναν ανε πτυγμένο τρόπο ζωής που τον μοιράζονταν με τους νομάδες Βεδουίνους. Ήταν περήφανοι για τη ζωή αυτή όπως και για τον πλούτο της γλώσσας τους - μια γλώσσα διαμορφωμένη από την επική ποίηση, που ταίριαζε απόλυτα σε μία κοινωνία οργανωμένη σε φυλές ήταν ένας τρόπος ζωής καθιερωμένος α πό τη συνήθεια και την έλλειψη βιώσιμης εναλλακτικής λύσης σε ένα τοπίο τόσο σκληρό. Ο Μωάμεθ έκοψε τους δεσμούς των κατοίκων της Χετζάζης με τις συνή θειες των φυλών σπρώχνοντάς τους στην Εύφορη Ημισέληνο. Το μήνυμά του εξελίχθηκε σε μια διαμαρτυρία κατά του τρόπου ζωής των Βεδουίνων. Σπα νίως θρησκεία έχει ορίσει τόσο καθαρά τους κανόνες σύμφωνα με τους οποί ους οφείλει ο άνθρωπος να οργανώσει τη ζωή του όσο το Ισλάμ· σπανίως, ε πίσης, έχει έρθει σε τόσο άμεση και μακρόχρονη ρήξη με έναν άλλο, εξίσου συγκροτημένο τρόπο ζωής, όπως έκανε το Ισλάμ με τις φυλετικές αξίες του α ραβικού κόσμου. Το αραβικό φυλετικό ιδεώδες ήταν εξ ολοκλήρου εξωστρεφές. Κάθε άν θρωπος ήταν αυστηρά προσηλωμένος στις υποχρεώσεις του προς τη φυλή. Η συμπεριφορά του ρυθμιζόταν από το φόβο μήπως ατιμαστεί για κάποια δημό σια παράλειψη, από την επιθυμία να κερδίσει τον έπαινο των συντρόφων του, από την ανάγκη να διαιωνίσει την ευγένεια της πατριάς του μέσα από εντυ πωσιακές πράξεις γενναιοδωρίας, θάρρους, άμεσης εκδίκησης και γενικότερα από την αυστηρή τήρηση ενός πυκνού δικτύου υποχρεώσεων. «Το να είσαι ά ντρα; » σήμαινε ότι ακολουθείς αυτό τον τρόπο ζωής. Σε άκρα αντίθεση με αυτό το κοινοτικό ιδεώδες, ο μουσουλμάνος ήταν ά τομο. Όλοι οι δεσμοί της ανθρώπινης κοινωνίας, πίστευε ο Μωάμεθ, θα χάνο νταν σαν σκόνη κατά την Τελική Κρίση. Τότε οι άνθρωποι θα βρεθούν σε μια φοβερή μοναξιά, μακριά από τους συντρόφους της φυλής τους, χωρίς προστά τες, ακόμα και χωρίς συγγενείς. Σε αυτήν εδώ τη ζωή ο μουσουλμάνος όφειλε να αυτοκυριαρχείται, όχι συντηρώντας ένα εύθραυστο «πρόσωπο» απέναντι στα υπόλοιπα μέλη της φυλής, αλλά οδηγούμενος από έναν ενδόμυχο, εσώτε ρο «φόβο», που θα ρίζωνε στην καρδιά του με τη σκέψη της Κρίσεως του Αλλάχ. Η « καταισχύνψ> δεν είναι πλέον μια οδυνηρή πληγή που δέχεται κα νείς από την κοινή γνώμη της φυλής είναι η προσωπική αγωνία της αποκάλυ ψης την Τελευταία Ημέρα. Ακόμα και το μουσουλμανικό ταμπού σχετικά με το αλκοόλ δεν ήταν τόσο συνδεδεμένο με την επ ιθυμία να αποφευχθεί η μέθη όσο με την έντονη μέριμνα να απαλειφθεί ένα παραδοσιακό κίνητρο δράσης. Γ ιατί ήταν διάχυτη η πίστη πως, στα ποτήρια τους, οι Άραβες άρχοντες άκου-
ΟΙ ΝΕΟΙ Σ1'''Ι'ΙΈΙΙΕΣΤΕΣ
γαν «ΤΟ αίμα να μιλάει». Μέσα από το κρασί, αναθυμούνταν τα κατορθώματα των προγόνων τους και αισθάνονταν πως ήταν ικανοί να διαιωνίσουν έναν αρχαίο τρόπο ζωής - πλούσιο, ευγενή και μεγαλοπρεπή (όμοιο με εκείνο των ομηρικών ηρώων ή της cortezia ενός μεσαιωνικού Προβηγκιανού βαρόνου). 'Ο μουσουλμάνος δεν μπορούσε να ανεχθεί ένα τέτοιο «εύκολο» κίνητρο δράσης: όχι το κρασί και οι θερμές αναμνήσεις, αλλά ο ψυχρός τρόμος της Τελικής Κρίσεως έπρεπε να παρακινεί τον άνθρωπο. 'Οι άμεσες πηγές των κυριότερων ιδεών του Μωάμεθ δεν είναι δύσκολο να εντοπιστούν. Οποια άποψη κι αν είχε για τη χριστιανική εκκλησία, ο μου σουλμάνος ρύθμιζε τη συμπεριφορά του βασιζόμενος στις ίδιες αρχές με εκεί νες του χριστιανού ή του εβραίου της Εύφορης Ημισελήνου. Και αυτός φοβό ταν την οργή του Θεού. Και αυτός αντιμετώπιζε τη φοβερή επιλογή της Η μέ ρας της Κρίσεως, όπως την αποκάλυπτε αλάνθαστα, μια Ιερή Βίβλος. Και αυ τός, επίσης, όφειλε να τη συλλογίζεται μέρα χαι νύχτα. 'Ο Σύρος ερημίτης που «έκλαιγε σαν πατέρας που θρηνεί το νεκρό παιδί του» στη σκέψη της Δευτέ ρας Παρουσίας, ενέπνεε το σεβασμό γιατί συνόψιζε ένα ιδεώδες συμπεριφο ράς το οποίο οι λαοί της Εγγύς Ανατολής προσυπέγραφαν ασυζητητί - ακόμα κι αν η πλειονότητα δεν επιδείκνυε, φρονίμως, τέτοιο ζήλο. 'Ο Μωάμεθ επέβα λε αυτό το ιδεώδες σε όλους τους Άραβες οπαδούς του. Με τον τρόπο αυτό εισήγαγε τους Άραβες στον πολιτισμό, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί στην Εγγύς Ανατολή του Ίου αιώνα. ·Ηταν χαρακτηριστικό της ιδιοφυϊας του Μωάμεθ το ότι κατάφερε να μετα τρέψει αυτό το κατ' ουσίαν ξένο μήνυμα σε μια ρυθμιστική αρχή για την ανα διοργάνωση της διασπασμένης κοινωνίας της Χετζάζης. Στις πόλεις, ο παρα δοσιακός τρόπος ζωής των φυλών δεν συγκινούσε πια τους νεόπλουτους των εμπορικών δυναστειών. Τα ιδιωτικά αλλά και τα δημόσια πρότυπα συμπερι φοράς κλονίζονταν κάτω από την πίεση του νέου πλουτισμού, των νέων ευ καιριών και των νέων ιδεών. Αντιμέτωπος με μια τέτοια κατάσταση, ο Μωά μεθ έθεσε τέρμα στη σύγκρουση των αξιών. Κατέστησε τους οπαδούς του «ά τομα», πλάσματα μόνα αντίκρυ στον Αλλάχ: έτσι τους ένωνε σε έναν και νούργιο «λαό» - την 'Ούμμα. Μέσα στους κόλπους της 'Ούμμα οι άγριες εντά σεις της φυλετικής ζωής τερματίστηκαν. Υπό τη θρησκευτική ηγεσία του Μω άμεθ, οι πόλεις, στις οποίες ο πλούσιος τρόπος ζωής απειλούσε με εξαφάνιση τα σκληρά ήθη της ερήμου, ειρήνευσαν. Οπως θα έλεγαν και οι κάτοικοι της Μεδίνας: «'Ο Αλλάχ μάς έστειλε έναν προφήτη που θα φέρει την ειρήνη ανά μεσά μας». Στηριζόμενος σε έναν πυρήνα αφοσιωμένων οπαδών ο Μωάμεθ α νήλθε στην εξουσία ως ειρηνοποιός. Διωγμένος το 622 από τη Μέ',ικα, αυτός και η 'Ούμμα του επέβαλαν την ειρήνη στις αντιμαχόμενες παρατάξεις της Με δίνας. Όταν επέστρεψε θριαμβευτής στη Μέκκα το 630, ο Μωάμεθ βάλθηκε να μετατρέψει την εμπορική επιρροή της πόλης, που βασιζόταν στην εμποροπα-
: lU'j
.\Γ!()ΚΛΙ \Ώ)'�E� ΚΛΙΙ Ρ()�()ί\11 E�
νήγυρη γύρω από το ιερό της Κάαβα, σε μια θρησκευτική αυτοκρατορία. Οργάνωσε συμμαχίες ανάμεσα στις φυλές των Βεδουίνων και τη νέα «υπερ φυλή>, του, την ουμμα. Όταν πέθανε, το 632, ολόκληρη η Αραβική χερσόνη σος είχε γίνει μια ζώνη ανακωχής το Ισλάμ, έλεγαν, είχε έρθει για «να κάνει μία τις καρδιές τους». Για τους Άραβες, ο Μωάμεθ είχε φέρει την ειρήνη, αλλά για την υπόλοιπη Εγγύς Ανατολή, το σπαθί. Το Ισλάμ είχε αναστείλει τις παλιές διαμάχες ανά μεσα στις φυλές των Βεδουίνων, που ήταν τώρα κατ' όνομα μουσουλμανι κές. Η επιθετικότητά τους έπρεπε να βρει άλλη διέξοδο: οι εσωτερικές αψι μαχίες συντομα έδωσαν τη θέση τους στον διαρκή αγώνα της Ούμμα κατά των απίστων. Ένα χρόνο αφότου οι τελευταίοι απειθάρχητοι Βεδουίνοι υπο χρεώθηκαν να συμμετάσχουν στην ισλαμική ομοσπονδία, οι μουσουλμάνοι στρατηγοί κήρυξαν Ιερό Πόλεμο εναντίον της βυζαντινής Συρίας. «Δεν ήταν από αγάπη για τον Παράδεισο που πολεμήσατε εκεί", έγραφε ένας Βεδουίνος ποιητής, «αλλά από αγάπη για το ψωμί και τους χουρμάδες". Η κατάκτηση της βυζαντινής και της περσικής αυτοκρατορίας ήταν το τίμημα που έπρεπε να καταβάλουν άλλοι για την επιτυχία της pax islamica μεταξύ των Αράβων. Έτσι, την ώρα ακριβώς που κατά μήκος των βυζαντινών και των περσι κών συνόρων. οι αραβικές φυλές αντιμετώπιζαν την απειλή του οστρακι σμού και κατά συνέπεια την προλεταριοποίησή τους, το μήνυμα του Μωάμεθ γεφύρωνε το χάσμα μεταξύ των Αράβων και των περιφρονητικών γειτόνων τους, των πολιτισμένων λαών της Ευφορης Η μισελήνου. Το ηθικό κήρυγμα του Ισλάμ έκανε τους Άραβες μουσουλμάνους ισάξιους των «θεοφοβούμε νων" εβραίων και χριστιανών. Το Κοράνι προσέφερε στους αναλφάβητους ανθρώπους των αραβικών φυλών τη βάση μιας λογοτεχνικής κουλτούρας, που συντομα θα συναγωνιζόταν τα μεγάλα πρότυπά της - τη Βίβλο των χρι στιανιi,ν μοναχών και την Τόρα των ραβίνων. Πιο άμεσα, η ίδρυση της ισλαμικής κοινότητας ανέδειξε μια εκπληκτική γε νιά νέων ανδρών στην ηγεσία του κόσμου των Βεδουίνων - ιδίως τους πρώ τους χαλίφες Αβουβάχαρο [Αμπού-Μπακρ] (632-34) και ουμαρο [Ομάρ ] (634-44). Αυτός ο πυρήνας αφοσιωμένων «αληθινών πιστών" προσέφερε στις υπο-εξισλαμισμένες ορδές των Βεδουίνων ένα ασύγκριτο επιτελείο. Ο ριζο σπαστισμός των πρώτων μουσουλμάνων επεκτάθηκε στην τέχνη του πολέ μου. Οι μουσουλμάνοι υποστηρικτές του Μωάμεθ είχαν εισαγάγει την τεχνο λογία των οχυρωματικών έργων και της πολιορκίας στη Χετζάζη. Μετά το θάνατο του Μωάμεθ, ο μουσουλμανικός πυρήνας των στρατιών των Βεδουί νων αντιμετώπιζε Βυζαντινούς και Π έρσες ως ισάξιός τους στην τέχνη του έ φιππου πολέμου. Αξιοποίησε την παραδοσιακή κινητικότητα των Βεδουίνων που βασιζόταν στην καμήλα ' η καμήλα μετέφερε μια μικρη ομάδα πληρως ε ξοπλισμένων στρατιωτών, με φοβερή ταχύτητα, σε οποιοδηποτε σημείο των
ΟΙ "[ΟΙ 2:1'''TEΛE�TE�
128 ΤΟ Ισλάμ, περισσότερο
και από το χριστιανισμό, ήταν μια θρησκεία του (�ιBλίoυ' ο καλός μουσουλμάνος (όπως ο μο ναχός του Μεσαίωνα) ήταν ένΘερμος αναγνώστης χαι αντιγραφέας των ιερών γρα φών. Το Κοράνι (::: απαγγε λία) προέρχεται από τη λατρευτική απαγγελία των ιερών χειμένων από τους Σι;ρους μοναχούς. Φύλλο αιγυπτοαραβικού Κορανίου: κουφική γραφή σε περγα μηνή, 80ς-90ς αιιiινας.
�υζαντινών συνόρων, όπως μεταφέρουν σήμερα τα αεροπλάνα τους αλεξι1πωτιστές. Πάνω απ' όλα, οι μουσουλμάνοι στρατηγοί έφτασαν ως κατακτητές, όχι ως νομάδες επιδρομείς. Η σταδιοδρομία του Μωάμεθ, ο οποίος είχε δημι ουργήσει μια θρησκευτική αυτοκρατορία στην Αραβία σχεδόν εξ ολοκλήρου μέσω διαπραγματεύσεων, προσέφερε στους πρώτους χαλίφες το προηγούμε νο μιας επιδέξιας διπλωματίας. Στις πρώτες δεκαετίες των κατακτήσεών τους, οι Άραβες σημείωσαν επιτυχίες τόσο με τη σύναψη συνθηκ(ί,ν όσο και με τις νίκες τους στο πεδίο της μάχης: πόλεις-κλειδιά, όπως η Δαμασκός και η Αλεξάνδρεια, έπεσαν γιατί το μουσουλμανικό επιτελείο ήταν διατεθειμένο να προσφέρει αμέσως πολύ γενναιόδωρους όρους - προστασία και ανοχή έ ναντι μιας ορισμένης αμοιβής. Εξ ου και ο φόβος αλλά και η αμηχανία από την άφιξη των πρ(ίnων μου σουλμανικών στρατιών στις επαρχίες της βυζαντινής αυτοκρατορίας - ήταν κά τι διαφορετικό από τους συνηθισμένους Βεδουίνους. Οταν ο πατριάρχης ]ερο σολύμων βγήκε το 638 να συναντήσει τους κατακτητές του, βρέθηΚΕ αντιμέτω πος με μια μικρή ομάδα ανθρώπων που έμοιαζαν με έφιππους μοναχούς: οι μουσουλμάνοι στρατηγοί τού είπαν πως είχαν έQθει ως προσκυνητές των Αγίων Τόπων. Αυτό έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει: «Τοϋτο έστί τό βδέλυγμα της έρημ(iJσεως ... [στός εν τόπψ Άγίψ ... ». Με αυτή την υπο-χριστιανική αμ φίεση οι Άραβες βρήκαν μια Θέση στον ήλιο. Οπως είπε και ένας Άραβας απε σταλμένος στο σάχη της Π ερσίας: «Κάποτε οι Άραβες ήταν ένας κακόμοιρος λαός, που μπορούσατε να τον πατάΤΕ ατιμωρητί. Είχαμε καταντήσει να τρώμε σκύλους και σαύρες. Αλλά, για τη δόξα μας, ο Θεός έφερε έναν προφήτη ανάμεσά μας ... »
1 6 «Ένας κήπος προστατευμένος από τις λόγχες μας»: ο κόσμος της ύστερης αρχαιότητας υπό τη δ ι α κ υβέρνηση το υ Ισλάμ, 632-809 μ . χ . Οι νίκες των αραβικών στρατιών δημιούργησαν ένα πολιτικό κενό στην Εγγύς Ανατολή. Οι Βυζαντινοί κατατροπώθηκαν στη μάχη του Ιερμουχά (Yaπηuk) το 636 ' η Αντιόχεια έπεσε το 642 ' η Καρχηδόνα το 698. Ο περσικός στρατός προέβαλε πιο σθεναρή αντίσταση, αλλά μετά τη μάχη της Καδεσίας, το 637, το σασσανιδικό κράτος κατέρρευσε. Καμιά από τις παραδοσιακές δυνάμεις δεν ήταν σε θέση να ανακτήσει ό,τι είχε χάσει σ' αυτές τις αστραπιαίες επιδρομές. Μόνο το Βυζάντιο επιβίωσε με άθικτη την πρωτεύουσα και τον διοικητικό μη. χανισμό του. Αλλά δεύτερος Ηράκλειος δεν υπήρξε. Μια παράξενη ηρεμία κά λυψε την ανατολική Μεσόγειο. Ακόμα και υπό αραβική διακυβέρνηση, η Συρία και η Αίγυπτος παρέμειναν σε στενή επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο σε όλη τη διάρκεια του 70υ αιώνα: Ιταλοί προσκυνητές ταξίδευαν άνετα στην Ιερουσα λήμ και η καγκελαρία του πάπα εξακολουθούσε να προμηθεύεται αλεξανδρι νούς παπύρους. Κανένας όμως χριστιανικός στρατός δεν επέστρεψε σε αυτές τις ανατολικές ακτές ώς την εποχή των Σταυροφοριών. Έχοντας αJτοκλείσει όλους τους πιθανούς αντιπάλους, οι Άραβες βάλθη καν να κυβερνήσουν μια παγκόσμια αυτοκρατορία με εντυπωσιακή οξύνοια ' επέδειξαν μεγάλη ανοχή που βασιζόταν στην αδιάσειστη αίσθηση της υπερο χής τους: "ο πιο τέλειος λαός είναι οι Άραβες, και μεταξύ των Αράβων η φυ λή του Μουντάρ, κι από τη φυλή αυτή η πατριά του Γιασούρ, κι από την πα τριά αυτή, η οικογένεια των Γκανί. .. κι από τους Γκανί εγώ είμαι ο πιο τέλει ος. Άρα είμαι ο πιο τέλειος άνθρωπος όλου του κόσμου». Π εριττό να πούμε πως τέτοια αισθήματα λείπουν από το Κοράνι. Αποτέ λεσαν όμως τη ραχοκοκαλιά της αραβικής αυτοκρατορίας κατά τον πρώτο της αιώνα - τον αιώνα των Ομεϋαδών, χαλιφών της Δαμασκού. Γιατί η αυτο κρατορία των Ομεϋαδών ήταν μια απροκάλυπτα αραβική αυτοκρατορία, βα σισμένη στη μερικώς εξισλαμισμένη πολεμική αριστοκρατία των αραβικών φυλών. Ο τρόπος ζωής των Βεδουίνων, αν και είχε επικριθεί (υτό τον Μωά μεθ, έσωσε το Ισλάμ. Οι αρχηγοί των φυλών των Βεδουίνων ήταν εκείνοι που δημιούργησαν την αραβική πολεμική μηχανή, με τους άγριους οπαδούς τους ο τρόπος ζωής της πολεμικής αριστοκρατίας ήταν εκείνος που διατήρη σε τη συνοχή της αυτοκρατορίας - όχι η ευλαβής αφοσίωση του πυρήνα των πιστών μουσουλμάνων. Πρώτα απ' όλα επέτρεψε στους Άραβες κατακτητές να μη χάσουν την ταυτότητά τους μέσα στον τεράστιο όγκο των κατακτημένων λαών. Αδιατά ρακτος, όλος αυτοπεποίθηση, ελαφρώς εξισλαμισμένος, αυτός ο βεδου'ίνικός τρόπος τού «να ζεις σαν άντρας» επιβλήθηκε στις καλλιεργημένες τάξεις της
129 Η
επιj)ίωση της ύστερης αρχαιότητα;. Ψηφιδωτό από το τζαμί των Ομεϋαδών στη ΔαμασΧό, 10 οποίο χτίστηκε το 706-715 για να επιοχιάσει τα βυζαντινά μνημεία στους Αγίους Τόπους.
�(}8
Εγγύς Ανατολής του πρώιμου Μεσαίωνα. Ο τρόπος ζωής των Αράβων κατα κτητών, και πάνω απ' όλα η περίτεχνη ποιητική φιλολογία που έφεραν οι Άραβες από την έρημο αποδείχθηκαν μεταδοτικά. Ακόμα και μη μουσουλμά νοι σύντομα αφομοίωσαν την αραβική κουλτούρα. Οι χριστιανοί της νότιας Ισπανίας, για παράδειγμα, ονομάζονταν «Μοζάραβες» διότι, αν και χριστια νοί, «ήθελαν να είναι σαν τους Άραβες». «Π ολλοί ομόθρησκοί μου», έγραφε ένας επίσχοπος της ΚόρδοΒας τον 90 αιώνα, «διαβάζουν στίχους και παρα μύθια των Αράβων, και μελετούν τα έργα μωαμεθανών φιλοσόφων και θεο λόγων όχι για να τα ανασκευάσουν, αλλά για να μάθουν να εκφράζονται πιο σωστά και πιο κομψά στην αραβική γλώσσα». Κατά τον πρώτο αιώνα της αυτοκρατορίας τους, οι ΆραΒες κυβέρνησαν α πό την άκρη της ερήμου. Γύρισαν τον πολιτικό χάρτη της Εγγύς Ανατολής το μέσα έξω. Η Δαμασκός, το προπύργιο της ανατολικορωμα'ίκής αμυντιχής γραμμής προς την έρημο, έγινε η πρωτεύουσα των Αράβων χαλιφών, από την οποία παρακολουθούσαν τώρα τους Ρωμαίους της Ανατολής. Τα εγκαταλε λειμμένα κάστρα του Διοκλητιανού μετατράπηκαν σε χυνηγετικά περίπτερα Αράβων ηγεμόνων' και η ειρηνική Αντιόχεια, τις επαύλεις της οποίας κάποτε προστάτευαν αυτά τα κάστρα, έγινε στρατόπεδο από όπου εξορμούσαν χάθε χρόνο οι αραβικές στρατιές για να σκορπίσουν τον όλεθρο στις αχτές και στις κοιλάδες της Μικράς Ασίας. Για τους Άραβες, οι πληθυσμοί που έμεναν στα μετόπισθεν του νικηφόρου στρατού τους, δεν αποτελούσαν κατακτημένες περιοχές με τη στενή έννοια του όρου. Γιατί καλά καλά δεν κατακτούνταν. Αντιμετωπίζονταν ως πλούσιοι γεί τονες που κατέβαλαν την εισφορά τους στην Ούμμα, ως αντάλλαγμα για τη μουσουλμανική στρατιωτική προστασία και ως ένα είδος μόνιμου προστίμου για την άρνηση τους να ασπαστούν το Ισλάμ. Εξ ου και το σχεδόν ολοκληρω τικό Iaissez-I'aire των Αράβων του Ίου αιώνα. Οι φορολογικοί μηχανισμοί της Συρίας, της Αιγύπτου και της Π ερσίας αφέθηκαν στην ομαλή λειτουργία τους προκειμένου να καταβάλλονται οι εισφορές στους μουσουλμάνους. Μέσα σε απαράμιλλο πλούτο, η αραβικη άρχουσα τάξη διεξήγαγε τις σκληρές μάχες της για την εξουσία σύμφωνα με τους κανόνες συμπεριφοράς των Βεδουίνων στο ερμητικά κλειστό περιβάλλον των μεγάλων πόλεων-στρατοπέδων - στην Κού φα και στη Βασόρα, στην άκρη της ερημου προς την περσικη Μεσοποταμία, και στην αλ-Φοστάτ, στην Αίγυπτο. Για τους Άραβες, οι κατακτημένες επαρ χίες ήταν «ένας κήπος προστατευμένος από τις λόγχες μας». Αυτη η φράση περιγράφει με ακρίβεια την Εγγύς Ανατολή κατά τον Ίο και τον 80 αιώνα. Λαοί που είχαν διαμορφωθεί από τις εξελίξεις του ύστερου αρ χαίου κόσμου Βρήκαν πως η ζωη τους συνεχιζόταν, εν κενώ, με μεγαλύτερη ά νεση και αυτοπεποίθηση. Οι εισφορές σιτηρών από την Αίγυπτο στην Κων σταντινούπολη καταργηθηκαν. Δημιουργήθηκε μια απέραντη Κοινη Αγορά
Ο Ι :\1::0 Ι ΣΙ'ΧΙΈΛ E�ΊΈΣ
209
στο εμπόριο και στη βιοτεχνία: για πρώτη φορά, Κόπτες και Πέρσες μπορού σαν να εργαστούν ο ένας δίπλα στον άλλο για την κατασκευή ενός θαυμαστού κτίσματος όπως το ανάκτορο στη M'Sharιa. Μετά την πτώση του Χοσρόη Β ' Απαρβέζ, η σταθερή διακυβέρνηση και η ανανέωση των αρδευτικών έργων επέ στρεψαν στη Μεσοποταμία, ιδίως κατά τη θητεία του αλ-Χατζάτζ (692-724), πρώην δάσχαλου και εξέχοντος διοιχητή της μεσαιωνικής ιστορίας. Καθώς οι αραΒικές στρατιές ξεχύνονταν στον ορίζοντα, οι πληθυσμοί της Εγγύς Ανατο λής απολάμβαναν ήρεμα τη λιαχάδα. Τον ίδιο καιρό που ο αραβικός στόλος πολιορχούσε την Κωνσταντινού πολη, ντόπιοι χτίστες και ψηφιδογράφοι δημιουργούσαν, στο Ιερό του Βρά χου στην Ιερουσαλήμ και στο Μεγάλο Τζαμί της Δαμασκού, κτίσματα τόσο υπέροχα που ούτε κι αυτός ο Ιουστινιανός δεν είχε προσφέρει στην επαρχία. Στο Κουσε'ϊρ-Άμρα, Σύροι ζωγράφοι των αρχών του 80υ αιώνα διακόσμη σαν το παλάτι κάποιου Άραβα άρχοντα με τοιχογραφίες που αποτελούν την τελευταία γνήσια και ήρεμη έκφραση της ελληνιστικής χάρης. Μακριά από τις έγνοιες του κόσμου της βόρειας Μεσογείου, Σύροι διάβαζαν με την ησυ χία τους Π λάτωνα και Αριοτοτέλη. Και ο τελευταίος Πατέρας της βυζαντι νής εκκλησίας, ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνόψισε την ορθόδοξη πα ράδοση των περασμένων αιώνων στο ασφαλές περιβάλλον της αυλής των χα λιφών - όπου ανέλαβε τα οικονομικά καθήκοντα που είχε πρωτοαναλάβει ο προπάππος του κατά τη βασιλεία του Ηρακλείου. Στο τέλος του Ίου αιώνα, οι διαφορετικές παραδόσεις που είχαν σχηματι στεί κατά την ύστερη αρχαιότητα στις χώρες της Μεσογείου, είχαν πια ξεχω ρίσει καθαρά. Το Βυζάντιο βγήκε από την κρίση των αραβικών κατακτήσεων για να ανακαλύψει πως η κλασική του κληρονομιά είχε συρρικνωθεί εντός των τειχών της Κωνσταντινούπολης. Η ιδέα της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας ή ταν ακόμα ζωντανή στους δρόμους της πόλης, στο μεγαλοπρεπές τελετουργι κό των αυτοκρατορικών παρελάσεων ' κι ένας στενός κύκλος κληρικών και αυλικών διατηρούσε, στην Κωνσταντινούπολη, ένα πολιτιστικό επίπεδο που κάποτε ήταν προσιτό για τους κατοίκους όλων των σημαντικών πόλεων της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στη Ρώμη, το αρχαίο κλέος στοίχειωνε α κόμα την πόλη σε μια αδυνατισμένη, εχκλησιαστική μορφή. Πέρα στο Βορρά, στην αυλή του Καρλομάγνου, ένας κύχλος κοσμοπολιτών κληρικών -πολλοί από τους οποίους ήταν Ιρλανδοί ή Άγγλοι από το Βορρά με ιρλανδική παι δεία και δεν είχαν γνωρίσει ποτέ ρωμα'ίκή διακυβέρνηση- προσέφεραν ένα α νεκτό αντίγραφο των αυλικών λογίων των ημερών του Αυσονίου και του Σι δωνίου Απολλινάρη. Στο Βυζάντιο και στη Δύση λοιπόν, οι βάσεις του πολιτισμού είτε είχαν ε ξασθενήσει είτε χρειάστηκε να αναστηθούν με κόπο από μια μικρή ελίτ σε έ να ξένο περιβάλλον. Αντίθετα, σε όλη την έκταση της αραβικής αυτοκρατο-
2ΙΩ
AΠOKΛΙ:-ΙOY�EΣ ΚΛι ι ρο:-ιωΙ Ι ΕΣ
ρίας, οι πολιτιστικές μορφές της ύστερη; αρχαιότητας συνέχισαν να ακμά ζουν. Στην Εγγύς Ανατολή του 80υ και του 90υ αιώνα, αυτή η πλούσια ζωή δεν άφησε ανεπηρέαστες τις αραβικές ανώτερες τάξεις. Ομως την ίδια εποχή, οι παραδόσεις της Ελλάδας, της Ρώμης και των μεσογειακών παραλίων έ πρεπε να ανταγωνιστούν τις παραδόσεις της σασσανιδικής αυτοκρατορίας, της ανατολικής Μεσοποταμίας και των aπέραντων γαιών του ιρανικού ορο πεδίου, οι ανατολικές εκτάσεις του οποίου ήταν γνωστές στους Άραβες ως Χορασάν. Η αραβική αριστοκρατία δεν μπορούσε να διατηρεί επ' άπειρον τον έλεγ χό της στην κυβέρνηση. Υπονομεύθηκε από το ίδιο το Ισλάμ. Το Ισλάμ έκανε ίσους όλους τους οπαδούς του, ανεξάρτητα από τη φυλετική τους καταγωγή. Άνοιξε τις πόρτες στους χαρισματικούς ή τους φιλόδοξους μη Άραβες. Με αυτό τον τρόπο, Σύροι και Πέρσες έγιναν οι στυλοβάτες του ισλαμικού πολι τισμού: διοικητές, δικηγόροι, θεολόγοι, ακόμα και, -μέσα σε ένα μόλις αιώ να-, δάσκαλοι της αραβικής ποίησης. Το μεσαιωνικό Ισλάμ ήταν σε μεγάλο βαθμό το δημιούργημα μη Αράβων μουσουλμάνων. "Ετσι, η αραβική αυτοκρατορία του 80υ και του 90υ αιώνα αντιμετώπισε έ να πρόβλημα παρόμοιο με εκείνο της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας τον 30 αιώνα: την ξαφνι;' ,·ι διάβρωση μιας υπερήφανης παραδοσιακής ολιγαρχίας ως αντίτι μο μιας σταθερότερης διακυβέρνησης. Με τον ίδιο τρόπο που οι στενές αντι λήψεις της παραδοσιακής ελληνορωμα·ίΚljς αριστοκρατίας υπερκεράστηκαν α πό τον διόχυτο. ένθερμο πατριωτισμό των Ρωμαίων επαρχιωτιον τον 40 αιω να, έτσι και οι μη Άραβες μουσουλμάνοι, τον 80 αιώνα, ήρθαν να σώσουν την αραβική αυτοκρατορία. Κατά συνέπεια η κουλτούρα της άρχουσας τάξης διεύ ρυνε τη βάση της: όπως το άνοιγμα νέων δρόμων προς την εξουσία, τον 40 και τον 50 αιώνα, είχε επιτρέψει τη διάδοση της λατινικής και της ελληνικής παι δείας, έτσι -και σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα- η αφομοίωση της αραβικής γλώσσας και του αραβικού τρόπου ζωής άνοιξε την αυλή στους επαρχιώτες της Εγγύς Ανατολής. Με τον ίδιο τρόπο που, στην περίοδο της ύστερης αρχαι ότητας, Σύροι, Αιγύπτιοι και Καππαδόκες, διαβάζοντας Ομηρο, έθεταν στη ζωή τους ιδανικά βασισμένα στις εξωτικές πεΡlJIέτειες Μυκηναίων πολεμάρ χων, έτσι, από την Κόρδοβα ώς τη Σαμαρκάνδη, καλλιεργημένοι άνθρωποι διαφορετικής καταγωγής και aπoλύτως αστικού γούστου, μιλούσαν κλασικά αραβικά και ισχυρίζονταν πως ενεργούσαν σαν γνήσια τέκνα των Ο'Ληνών. Αλλά ενώ στη ρωμα·ίκή αυτοκρατορία του 40υ και του 50υ αιώνα, η παραδο σιακή κουλτούρα των κυβερνητικών τάξεων παρέμεινε κυρίαρχη, παρέμεινε δηλαδή ο «δότης» από τον οποίο αντλούσαν οι υπανάπτυκτες επαρχίες, στην αραβική αυτοκρατορία του 80υ αιώνα η άνοδος των μη Αράβων μουσουλμά νων επέτρεψε σε έναν πολιτισμό χιλίων χρόνων να ξαναβρεί και πάλι τη φωνή του, μετά από την παρένθεση της διακυβέρνησης των Βεδουίνων.
130 Ο θρίαμβος T11; Ανατολι1ζ. Κεφαλές ύστερης κλασικt'ις τε/:νοτροπίας μόλις που διακρίνονται. μέσα στην πληθωρΙ%11 διαi<όσμηΟIl η οποία αντλεΙ απευθείας από τα περσικά πρό
τυπα. Η αναβίωση της περσικής καλλι-
τεχνικής παράδοσης ήταν εκείνη που επισκίασε τις παραστατικές μορφές της
τέχνης της ύστερης αρχαιότητας και όχι
κάιίοια αντιπάθεια των μουσουλμάνων για αυτές. Ι'όδακας από ΟQOq'ή στο
Κ 11irbill al-MaFjl1r.
212
ΛΠΟΚΛΙ )iO)'�E� KΛΙ-ΙΙ)()�()�IIE�
Έτσι τα τέλη του 70υ και οι αρχές του 80υ αιώνα, και όχι η περίοδος των πρώτων αραβικών κατακτήσεων, αποτελούν την κρίσιμη καμπή στην ιστορία της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Στις τελευταίες δεκαετίες του 70υ αιώ να, τα όρια μεταξύ του χριστιανικού και του μουσουλμανικού κόσμου σχλή ρυναν αισθητά. Το 680/ 1 , η έκτη Οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινού πολη αντιμετώπισε τα πατριαρχεία Αντιοχείας, lεροσολύμων και Αλεξαν δρείας ως μη ανήκοντα πλέον στον βυζαντινό χριστιανικό κόσμο. Το 695 κό πηκαν τα πρώτα αμιγώς αραβικά νομίσματα. Το 699, η ελληνική γλώσσα αντι καταστάθηκε από τα αραβικά στην καγκελαρία της Δαμασκού. Ανάμεσα στο 706 και το 71 4 χτίστηκε το Μεγάλο Τζαμί της Δαμασκού για να επισκιάσει την προκλητική μεγαλοπρέπεια των αυτοκρατορικών ναών της Συρίας και της Π αλαιστίνης. Η ανατολική Μεσόγειος άρχισε να παίρνει το ισλαμικό της πρόσωπο. Οι χαλίφες της Δαμασκού στοιχημάτισαν την εξουσία τους πάνω σ' αυτή την αναμέτρηση με το Βυζάντιο - το Ρουμ. Αλλά η Κωνσταντινούπολη αντι στάθηκε: οι μεγάλες ναυτικές ΕΠιχειρήσεις του 677 και του 7 1 7 αποκρούστη καν έξω από τα τείχη της πόλεως. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως εκείνη τη στιγ μή το Βυζάντιο έσωσε την Ευρώπη: αλλά νικώντας τους μουσουλμάνους της Συρίας, οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες, άθελά τους, έχασαν για πάντα την Εγγύς Ανατολή. Διότι, έχοντας χάσει το στοίχημα στη Μεσόγειο, το ομεϋαδικό χαλιφάτο της Δαμασκού δεν μπορούσε πλέον να συΥ"ρατήσει τους δυσαρεστημένους μουσουλμάνους της Μεσοποταμίας και της κυρίως Π ερσίας (Χορασάν). Τους Ομεϋάδες αντικατέστησε μια δυναστεία που υποστηριζόταν από εξι σλαμισμένους Πέρσες - η δυναστεία των Αββασιδών. Η εξέγερση άρχισε στο Ιράν το 750' το τέλος της σφραγίστηκε από την ίδρυση της Βαγδάτης το 762. Αυτό ήταν και το τέλος της αραβικής κυριαρχίας. Όπως θα έγραφε ένας Άραβας τον επόμενο αιώνα: «Η δυναστεία των Ομεϋαδών ήταν μια αραβική αυτοκρατορία ' η δυναστεία των Αββασιδών, μια περσική αυτοκρατορίω>. Έτσι, εν τέλει, οι παραδόσεις του Χοσρόη Α ' Ανοσιρβάν ήταν εκείνες που ΕΠικράτησαν πάνω στις παραδόσεις του Ιουστινιανού Α '. Οι χαλίφες της Δα μασκού είχαν εδραιώσει την αραβική αυτοκρατορία σε λιγότερο εύφορα εδά φη από ό,τι νόμιζαν. Δεν υπολόγισαν το χριστιανικό κοινοτικό αίσθημα που ενισχυόταν ολοένα περισσότερο στην Αίγυπτο και στη Συρία από την ΕΠοχή του Ιουστινιανού. Οι Σύροι και οι Κόπτες είχαν μάθει να διατηρούν την ταυ τότητά τους ακόμα και υπό εχθρική διακυβέρνηση. Ως υπήκοοι των Ομεϋα δών στάθηκαν απόμακροι. Το ισλαμικό κράτο; των Ομεϋαδών παρέλυσε κά τω από το βάρος της ΕΠιβλητικής, μη αφομοιώσιμης παράδοσης των ανατολι κών ακτών της Μεσογείου. Στα ανατολικά όμως, η εξουσία των Αράβων υπήρξε πάντοτε πιο στέρεη.
ΟΙ :\,E()J �), YIΈΛE�TE�
:? 1 3
Πόλεις-στρατόπεδα όπως η Κούφα και η Βασόρα ήταν νεοσύστατες, απαλ λαγμένες από το βάρος ενός ξένου παρελθόντος. Στη Μεσοποταμία και στην Π ερσία, η μουσουλμανική άρχουσα τάξη αντλούσε από τεράστια αποθέματα ανθρώπινου δυναμικού. Διότι οι Άραβες είχαν καταβροχθίσει ολόκληρη τη σασσανιδική αυτοκρατορία. Δεν υπήρχε κάποιο κράτος που να έχει επιβιώσει προς το οποίο θα ��τoρoύσαν να προσβλέπουν οι Π έρσες, όπως προσέβλεπαν οι χριστιανοί των μεσογειακών πόλεων στο Βυζάντιο. Σε ορισμένα μέρη του ιρανικού οροπεδίου ο ζωροαστρισμός ήταν ακόμα ζωντανός. Η ζωροαστρική πολεμική κατά τον 90 αιώνα, για παράδειγμα, γέννησε έναν πικρό μύΘο που ανησύχησε τη μεσαιωνική και την αναγεννησιακή χριστιανοσύνη: το μύθο των τριών απατεώνων - του Μωυσή, του Χριστού και του Μωάμεθ (ένα ειρωνικό σχόλιο από τη μακρινή Περσία για τις τρεις δυνάμεις που απασχόλησαν κυ ρίως τους ανθρώπους της περιόδου μας!). Αλλά η γενική κατεύθυνση της ύ στερης σασσανιδικής αυτοκρατορίας ήταν η ταύτιση θρησκείας και κοινω νίας: ήταν δύο «δίδυμοι αδελφοί». Οι Π έρσες λοιπόν ποτέ δεν είχαν αναπτύ ξει αυτή την ισχυρή αίσθηση θρησκευτικής ταυτότητας που είχε κρατήσει τους Ομεϋάδες σε απόσταση από τους χριστιανούς των μεσογειακών παρα λίων. Ο Χοσρόης Α ' είχε διδάξει τους ντεκάν, να προσβλέπουν σε έναν ισχυ ρό κυβερνήτη στη Μεσοποταμία. Υπό την εξουσία των Αράβων, οι ντεκάν πρόθυμα έκαναν τους εαυτούς τους απαραίτητους. Βάλθηκαν σιωπηλά να α λισσουν την κυβερνητική τάξη της αραβικής αυτοκρατορίας. Στα μέσα του 80υ αιώνα είχαν αναδειχθεί σε ραχοκοκαλιά του νέου ισλαμικού κράτους. Ήταν και πάλι η δική τους αυτοκρατορία: χαι τώρα, σε τέλεια αραβικά, έλουζαν με περιφρόνηση τους σκληροτράχηλους Βεδουίνους που είχαν τολμήσει να υψώ σουν τις συνήθειες της ερήμου πάνω από τη μεγαλοπρεπή εθιμοτυπία του θρόνου του Χοσρόη. Έτσι, στον αιώνα που ακολούθησε την ίδρυση της Βαγδάτης, και ιδιαίτε ρα κατά τη βασιλεία του Χαραύν αλ-Ρασίντ (788-809) και των διαδόχων του, ένας κόσμος που δεν είχε χάσει ποτέ την επαφή του με τις αρχαίες ρίζες του γνώρισε μια τελευταία άνθηση, στην ύστατη, μουσουλμανική και αραβόφωνη μετάπλασή του. Η Βαγδάτη απείχε μόλις τριάντα πέντε μίλια από τα άδεια ανάκτορα της Κτησιφώντος. Ο χαλίφης υψώθηκε πάνω από τους Άραβες πολεμιστές επανα φέροντας το τελετουργικό της σασσανιδικής αυλής. Οι γραφειοκράτες του πά σ)(ιζαν να επανακτήσουν την παραμυθένια ευμάρεια των ημερών του Χοσρόη Β : Οι τρόποι τους ξαναζωντάνευαν μία αυλική ζωή που είχε πρωτοδιαμορφω θεί γύρω από τον Χοσρόη Α ': ένας Άραβας άρχοντας του 90υ αιώνα όφειλε α κόμα να γνωρίζει ,<οε ποιον από τους υποτελείς του είχε δώσει ο Αρντασίρ [ο ιδρυτής της οασσανιδικής αυτοκρατορίας] το όνο μα του βασιλέως». Η πρώτη, καθοριστική επαφή των Αράβων με την ελληνική φιλοσοφία α-
ΛIJ()ΚΛI:νΟΩ:ε� Kιll'IPO:νOM!E�
κολούθησε δρόμους που είχαν χαραχθεί πρώτη φορά κατά τον 60 αιώνα. Δεν ήταν η άμεση επαφή με το Βυζάντιο, αλλά ο ελληνισμός του συρόφωνου κλή ρου της Μεσοποταμίας εκείνος που τροφοδότησε τους αυλικούς του Χαρούν αλ-Ρασίντ με μεταφράσεις του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και του Γαληνού, με τον ίδιο τρόπο που παλαιότερα είχε ανταποκριθεί στην περιέργεια του Χοσρόη Α ' Ανοσιρβάν. Η Μεσοποταμία ξανακέρδισε την κεντρική θέση, την οποία είχε χάσει από τις ημέρες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η Βαγδάτη, με το κυκλικό της τείχος, δεν χρωστούσε τίποτα στις μεγάλες πόλεις της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας: ή ταν η μετενσάρκωση των κυκλικών πόλεων της Ασσυρίας και της κεντρικής Ασίας. Οι μεσογειακές πόλεις παρήκμασαν διότι τα μεγάλα καραβάνια τις πα ρέκαμπταν, μεταφέροντας τα εμπορεύματα με καμήλες πάνω από ωκεανούς άμμου που απλώνονταν από τη Σαχάρα ώς την [έρημο] Γκόμπι. Στη βόρεια Αφρική και τη Συρία, τα χωριά που έστελναν το λάδι και το στάρι τους διά θαλάσσης στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη χάθηκαν μέσα στην άμμο. Τα μεσογειακά παράλια, εκεί που κάποτε χτυπούσε η καρδιά του πολιτισμένου κόσμου, έγιναν βαθμιαία η μουδιασμένη απόληξη μιας μεγάλης ευρασιατικής αυτοκρατορίας. Διότι οι νέες εμπορικές ευκαιρίες βρίσκονταν σε περσικά χέρια. Και στα χέρια των Περσών η παλαιά γοητεία της Άπω Ασίας ύψωσε πάλι το κεφάλι όπως στην πρώιμη σασσανιδική περίοδο. Το τζαμί και ο ζωροαστρικός ναός έστεκαν δίπλα δίπλα στις αγορές της Λοχάνγκ και της Καντόνας. Κινέζοι αιχμάλωτοι πολέμου από την κεντρική Ασία έφεραν την τέχνη της κατασκευ ής χαρτιού στη Βαγδάτη το 75 1 . Ο Σεβάχ ο Θαλασσινός δεν θα έβρισκε πως η Μεσόγειος άξιζε πια τον κόπο: γιατί ο πλούτος και τα συμφέροντα της αββα σιδικής αυτοκρατορίας απλώνονταν προς τα ανατολικά, κατά μήκος του τί γρη και του Ευφράτη, στον θαλάσσιο δρόμο που συνέδεε τη Βασόρα με την Καντόνα. Ο ανατολικός προσανατολισμός της ισλαμικής αυτοκρατορίας ήταν σω τήριος για την Ευρώπη. Ούτε το υγρό πυρ του βυζαντινού ναυτικού έξω 0.11:ό την Κωνσταντινούπολη το 7 1 7, ούτε το ιππικό των Φράγκων υπό τον Κάρο λο Μαρτέλο στο Πουατιέ το 732 ήταν εκείνα που αναχαίτισαν την αραβική πολεμική μηχανή. Αυτό το κατάφερε η ίδρυση της Βαγδάτης. Με την εδραίω ση του αββασιδικού χαλιφάτου, μία βραδυκίνητη, οργανωμένη και πολυδά πανη αυτοκρατορική διοίκηση αντικατέστησε τη φοβερή κινητικότητα των στρατιών των Βεδουίνων. Στον νέο πολιτικό κόσμο, ο στρατιώτης ήταν εξί σου εκτός τόπου όσο και ανάμεσα στους ράθυμους αριστοκράτες της Δύσης του 40υ αιώνα. Η αγριότητα του Ιερού Πολέμου, με τον οποίο οι πρώτοι Άραβες είχαν εμφανιστεί στον έξω κόσμο, υποχώρησε μπροστά σε μια λεπτή διπλωματία βασισμένη στο πρωτόκολλο του περσικού παλαιού καθεστώτος.
()Ι ΝΕΟΙ ΣΩIΊΈιιr::ΣΊΈ�
Στην Αυλή των χαλιφών, ο κόσμος φαινόταν να στρέφεται με ωρολογιακή α κρίβεια γύρω από τη Βαγδάτη, όπως οτο παραμυθένιο τελετουργικό του βασι λέως των βασιλέων. Λίγο προτού στεφθεί Ρωμαίος αυτοκράτορας της Δύσης, το 800, ο Καρλομάγνος λάμβανε από τον Χαρούν αλ-Ρασίντ ένα μεγάλο μαν δύα και ένα μικρό ελεφαντάκι που το έλεγαν Αμπούλ Αμπάζ. Μπορεί ο Φρά γκος βασιλιάς να μην το γνώριζε, αλλά με το δώρο αυτό ο χαλίφης απλώς ε παναλάμβανε την καθιερωμένη χειρονομία του Χοσρόη Α ' Ανοσιρβάν, που, κατά τη μεγάλη Γιορτή της Ανοιξης, δώριζε ζώα και άχρηστα ενδύματα στους ταπεινούς του υπηρέτες. Στη φαντασία των Δυτικών, η ισλαμική αυτοκρατορία αποτελεί την πεμπτουσία μιας ανατολικής δύναμης. Το Ισλάμ δεν οφείλει αυτό τον κρίσι μο προσανατολισμό ούτε στον Μωάμεθ ούτε στους ευπροσάρμοστους κατα κτητές του Ίου αιώνα, αλλά στη μαζική αναβίωση των ανατολικών, περσικών παραδόσεων του 80υ και του 90υ αιώνα. Η διαίρεση Ανατολής και Δύσης, η οποία είχε επισκιαστεί κατά την ύστερη αρχαιότητα από την αναμέτρηση του Βυζαντίου και της Περσίας γύρω από την Εύφορη Ημισέληνο, ήρθε να εντοπιστεί οριστικά στα παράλια της ίδιας της Μεσογείου. Ο μουσουλμανικός κόσμος γύρισε την πλάτη στους φτωχούς χρι στιανούς γείτονες της απέναντι πλευράς. Ο καλλιεργημένος άνθρωπος α ντλούσε τη γλώσσα του από την έρημο και το ύφος του πολιτισμού του α.;τό την ανατολική Μεσοποταμία. Στον πιο σταθερό κόσμο που δημιουργηθηκε α πό αυτή την τεράστια μετατόπιση της πολιτιστικής ισορροπίας, η δυτική Ευ ρώπη μπόρεσε να διαμορφώσει μια δική της ταυτότητα. Αλλά ο μελετητής της ύστερης αρχαιότητας που συνειδητοποιεί πόσα χρωστάει ο ευρωπα'ίκός πολι τισμός σ' αυτή τη γόνιμη ανταλλαγή μεταξύ των πληθυσμών της Εύφορης Ημι σελήνου -ανοικτής από τη μια άκρη της σε μια αυτοκρατορία που βασιζόταν στη θάλασσα και, από την άλλη, στο ιρανικό οροπέδιο- μπορεί να εκτιμήσει το κόστος του χάσματος, το οποίο χώρισε στα δύο τη Μεσόγειο, καθ' όλη τη διάρ κεια του Μεσαίωνα.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ "ο ,
,,, ,
ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ 161 _ 180
150 - 325 μ.χ. "ο ,
ΣΕΠΤιΜIΟΣ ΣΕΒΗΡΟΣ 193---'"
'00 ,
,,, ,
ΑΥΡΗΛJΑΝΟΣ ΔΙΟΚΛΗΤιΑΝΟΣ 27ο.-η} 260-268 ο ΠΟΣΤΟΥΜΟΣ στη Γαλατία
ΒΡΕΤΑΝΙΑ ΓΑΛΛΤΙΑ και ΙΣΠΑΝΙΑ
258-268 ο ΓΑΛΛΙΗΝΟΣ υπεριωπίζnuι την Ιταλία ". ----- ,,0 ο ΠΛΩΤΙΝΟΣ *27' ο ΑγΡΗΛΙΑΝΟΣ διδάσκει στη Ρώμη περιτειχίζει τη Ρώμη
ΙΤΑΛΙΑ και ΑΦΡΙΚΗ
2.48-25�
)( 312
Τ()\,
ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ Επίσκοπο; Καρχηδ6νος
Χρ,σ,,", ; ,..
ΛΑΚΤΑΝΤιΟΣ "O _ _ _ _ _ _ _ � � � � � =_ _ _ _ _ _ _ 'w
2SΙ Ήττα
ΒΑΛΚΑΝΙΑ, ΕΛΛΑΔΑ και ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ
χω
θάν(Πος ΔΕΚΤΟΥ 260} 0 ΚΛΑγΔΙΟΣ \'ικά τους Γότθους
lj7 Διάταη.ια κατά Xρισtια"ών
"168 ΚΕΛΣΟΣ Αληθή; Λόγυς κατά ΧριστlQΙ'ών ΓΑΛΗΝΌ!
"')02 Μέγας Διωγμός
ΔΕΞΙΠΠΟΣ ΑθΗΝΩΝ
"σ------- '9σ
ΑJΛΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ
υκμ'ί 253_____ ""
ΚΑΣΣΙΟΣ ΔΙΩΝ
, , '------ ,"
γράφrι 2ι9* Ρωμαϊκή Iστoρfα
"268 Επιδρομή Ερουλων (Πην Αθήνα
'" ϊδρυση
ΖΗΝΟΒΙΑ τη; ΠΑΛΜΥΡΑΣ �67-;!.70 η) ΑΥΡΗΛΙΑΝΟΣ στην Ανατολιί ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ Ο
ΣΥΡΙΑ
και
ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ
Ο
_ _ _ _ =: � :.:::.::: � --.: _ _ _ _ ΣΑΠΩΡΗΣ Α' κυριεύει τηl' Αντιόχεια *2(>O _ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕJΑΣ - .:::.:::= = --=,6) ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ,ο,
_
ΑΓ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ Σ� Λ: Ω P� Δ� --A P� � � E � Έ : '� HΣ� � � E': =-� N� AN� " A: : I� .. 26< �'� '� '� 'O � _ � � _ � � � (. 1 85_ t � )� γ όΗΤΙΙ Ι ερημίτης � ΑΓ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ � � 1.54� � � ��� yρι:iφ�ι *�4� Ka�ι:i Κέλ"""" O Ic... N:::: _ _ _ _ IC ___ '''' ,ο, _ _ _ -' C nC A::.: Q TC . _ ΑΡΕΙΟΣ " 0' -------:.::: .::: : :.:::=: -----Ο
ΑθΑΝΑΣΙΟΣ ,,. ο ΠΑΧΩΜJΟΣ ,�,,cιδρύει μονιj στην ""310 Ταβiννησο
_ _ _ _ _
ΑΙΓΥΠΤΟΣ, ΠΕΡΣΙΑ και ΑΡΑΒΙΑ
ΜΑΝΗΣ ,,6 -
_ _
*Η+ ΕξfΥεροη Πεlj.ΚJίδOς (Fars)
ΣΑΠΩΡΗΣ
240;>'------ 1.72
".,
�OO 0 ΓAΛEPΙOΣ νικι:i τους Πέρσες
325 - 500 μ.χ.
Τα αημαvrικά γεγον6τα σημειώνονται με αστερίσκο 1�0
?\
Ψ
4�
4;5
ΚΩΝΠΑΝΤΙΝΟΣ ΚΩΝΠΑ1'\'ΤΙΟΣ ΙΟΥι\ΙλλΟΣ ΒΑΑΗΠΙΝΙΑΝΟΣ Α" θΕΟΔΟΣΙΟΣ Α' ΟΝΩΡΙΟΣ -;;7_____ 161_363 3<4-175 _______
ΑΥΣΟΝIΟΣ
"4το
[(ΛΟΒΙΣ
_ ,..,. ,_ '"
Π9-395_ - -, �4η 425 -:- .". .Uιώ\' *406 ΜrΥιiλη rισ�σλ� Γαί Ι95
500 ,
'"
4�0
ΒΑι\ΕΝΊ1ΝIΑΝΟΣ 11'
Τέλι); PωμαlO>.eαιίαςστη Bρπανiα
*451
,,,-Ο
ΑΤΤιΛΑΣ
εισβάλλε ι οτη Γαλατία
ΒΗΣΙΓΟΤθΙΚΟ ΒΑΣΙΑΕΙΟ ΠΑΥΛΙΝΟΣ ΝΩΛΗΣ ----- 41 ι ΣΤΗ Ν Ο Τ Ι Α Γ A � A Τ Ι A * Ey�ατάoταoη Bηoιγότθων
Ι53
Η 5 _ΑΓ, ΜΑΡΤιΝΟΣ ΤΟΥΡΩΝΩΝ--_ 397
"' --- ΣΟΥΑΠΙΚΙΟΣ ΣΕΒΗΡΟΣ --425
4ΙΙ ---ΣιΔΩΝΙΟΣ ΑΠΟΛΙΝΑΡΗΣ --- ,89 ΠΑΠΑΣ ΑΕΩΝ
ΣΥΜΜΑΧΟΣ
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΜΕΔIΟΑΑΝΟΥ
339 ------- '97
*476Εκθρόνιση πλευταίου (,υI0κράτορα (Ηη Δύση
* 417 Καταδίκη Πιλαγιανωμσιi
ΒΟΗθΙΟΣ
'80 _ _ _ _
JMz* Αντι;lαΥανιοτιι.ή Νομοθεσία
ΟΔΟΑΚΡΟΣ ηΥεμό\'ας Ιlαλίας
"3δ4 Έκκληοη ΣΥΜΜΑΧΟΥ υ:ιέρ παγανιoμoιJ
ι\ΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣΙΠΠΩΝΟΣ
" ,-- " __cc c-c ίφι ι * 197 ΕξομΟ).ΟΥήΟΈι ς Γρ(
ΒΑΝΔΑΛΙΚΟ
*41 5 Π,ρι Τρ,όilος
στη Ρώμη 385-395
ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ στη Ρώμη 395-404
μR_jj3
ΒΑΣΙΑΕΙΟ
Αυτοκρατορία ΑΤΤιΑΑ
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ
φ _______ 419 Jf)6
�
"ό __ '"
o
ΠOA'rιΙo θωύ
*4 13
ΑΜΜΙΑΝΟΣ ΜΑΡΚΕΛΙΝΟΣ
.193 _
θΕΥΔΕΡΙΧΟΣ
"0 ____ '6'
330------- 402
_
4120 ΑΛΑΡΙΧΟΣ
*402 ειοβ( ίλλΙI στην ΙταΙίr,
37 Λδρια\'ούπιιι.η
434 --- '"
β«cιιλεύς των ΒησΙΥότθση'
*408 ιιοβάί./.ιι στην lταλία
*390 Σ<Υαγή θιοσαλονίκη;
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ
θΕΟΔΟΣΙΟΣ Β' Α\,ΙΙI0),ή
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ
"0 ______ ;»
491-
45"
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ
t· 33' -----
ΠΡΟΚΛΟΣ
" ' ______ '8'
'9<
*45 1 Σύνοδο; Χαί.κηδό\'σς
ΓΡΗΙΌΡΙΟΣ ΝΛΖΙΑΝΖΗΝΟΣ
*43 1 Σιίνοδο; Εφiιιοu
J,,------- ,89
�418 θειιδοοιανό; Κώδιξ
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ
�HO
ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΕΥΣΕΒΙΟΣ 140
''' -------� '''' ΛΙΒΑΝΙΟΣ ΑΝΤιΟΧΕΙΑΣ
ΣΥΜΕΩΝ ΣΤΥΛΙΤΗΣ
" '-------------- -- - 393 1Q6 -------------�459 -C CC ί :τι'ρ:τολού\' ΣοναγωΊ'ή οΤο ΚαJ.i.ίνlκο\' *388 Μο α
ν χο
ΑΓ ΑΝΤΏΝΙΟΣ
------- ",
* 3\Η
*415 Λυl'τσάρ ισμα ΥΠΑΤιΛΣ ιιτη" Αι'fξ(ίνbρειu ΚιιτασΤΡΙΙ!f'ί Σε ρωΗίσυ οτην Aί,ί;(ί"δριl (ι
θΕΟΦΙΑΟΣ,ΠαΤρIι'iρχης Αλιξα,'δρεία; ΆΡΕΙΟΣ
ΑθΑΝΑΣΙΟΣ
-ΙΙΑΧΩΜΙΟΣ
412
)85
___ ,,6
-- n'
ΣΕΝΟΥθΙΟΣ α;ιό την ΛΤΡΙΠΗ
J', ------ 'M
----- ,,, ΣΥΝΕΣιΟΣ ΚΥΡΗΝΗΣ
'"
γράφει * 399 Π,ρ" Rαο,λ,ίιις
ΙΣΔΙΓΕΡΔΗΣ Α'
,,., ------
ΒΑΧΡΑΜ [ΚΟΥΡ
,,, -- '"
ΙΙΕΡΟΖΗ Σ
''' ---- ,"'
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ '50 •
Μ
ΚΛΟΒΙΣ
-- , , ,
600
'" •
Ε
ο
Ρ
Β
-
675 μΧ
".
", •
•
Γ
Γ
Ε
ο
Β'-- ΓΡΗΓΟΡ!ΟΣ ΤΟΥΡΩΝΩΝ --",
$07 Bo�yιΙ
*jj4 Βυζανηνή κατάκτηση Ν. lσ�αν(o;:
σι Βηοιγ6τtlω εΧδlώ>.ΟΥΗΙΙ ωtG τη Γιιλατία
Β
500
S70
Σ
Η
r
Ο
Τ
θ
--113"
ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΣΕΒΙΛΛΗΣ
·S89 ΟΙ ΒηΟIΥ6τθ(Η uootdtovTUI το'- Krιθoλικισμό
Κ
Ο
Β
Σ
Α
ο
Ε
Β Α Σ
Λ Ο Μ Β Α Ρ Δ Ι Κ Ο θΕ'ι'ΔΕΡIΧΟΙ
Λ
Λ Ε Ι
Ο
Τ
Ν
*}611 Eισβoλ� "ομβΟQδwν στην [ταλία
----- ". ΚΑΣΣΙΟΔΟΡΟΣ
...:. ...:.:..:.. S�1 ->-
- :..:. {. •90 -
ΠΑΠΑ! ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ {.
S90-δ04
* �''0 ο ΒΕΛΙΣΑΡΙΟ! οτη ΡαβΙννα . *SS1 Τελ,κή ήηα των Οστρογότθων
ΒΟΗθΤΟΣ
----:-- ,,,
*5Η
(Ι
ΒΕΛΙΣΑΡΙΟΙ χιιριενει την Αφι,ηκή
*}60 Ειρήνnοη Αφριχή;
4�8
ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ
γ
Α
τ
�SJ)
Ο
Κ
Ρ
Α
Τ
Ο
Ρ
Α
Α
Α
Ω
Ρ
Ν
ο
Ν
l:::yxut{iotaOI) Χ!..άβων στα l:ΙαΑΧάνια
*559 Εισβολή Βουλγάρων
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΙ 518
Β
Α
Ζ
Υ
Β
μ7 _ ΙΟΥΙΤΙΝΙΑΝΟΣ_ 56}
___Slij τάση τοιι Νίκα
soo_nPOKOnlOI KAIIAPEIAI
ΜΑΥΡΙΚΙΟΙ
Η:Ι Σ
ΗΡλΚΛΕIΟΣ
581 --- 60,
}34 Πανδίιιτοι (2η lr.lIoOΊlJ
610
641
5)7 Alftl{'IιIOΊI ΑΥία; IIIlfiu;
JjO Α,1ό",ρ,,'Ι"'1 Ισrσρία
',ω
Oυ"ά�lις Ιερα ρχίι;. "Ψευδo·Διoν�oιo;··
οι ΠΙροις xυριε�oυν *61] την Αnιόχεια
ΗI--- λ οιμό;-\70
*όι" . τα [ ιροοό.
*$40 ο χΟΣΡΟΗΣ Α' χυριιύfι lην Αντιόχεια
ί.υμα
(ί3(ί Mάx� Ιερμο"χά (Για"μουχ)
*6]7 οι Μοuσοu�μάvcι χνρ,ενουν την Αν
*6]g .ΟΙ Μουοcuλμάvι;ιι χυριεύουν τα IrQooιIJ.VIIQ
*(\19 οι Π{{'οι; χυριεΙίουν τ�ν ΑλtξάνδΡΗα
ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΙλΟΠΟΝΟΣ
,;.σσ�----_ι }65
·64� οι MO\'OO\'�μάνol χυιιιεύουν Πειισο·Βυζανηνοί Πόλιl,Ο\
$,,0_,i61
:\12_59'
την Αλιξάνδριια
." _ _ _ _ 0."
617 Τιλευιαία Ι",ΙllραΗία
ICU
ΗΡΑΚλΕΙΟΥ οτην Πιροία
*610 Πρώτο όραμα του ΜΟΑΜΕθ
ΧΟΣΡΟΗΣ Α' 510 *518 Καταοιολή ο;ιαδών 10\' Μαζντά1.
ΧΟΣΡΟΗΣ Β"
S79
59' -------+. 62g
ΗΙ ι;ι ΧΟΣΡΟΗΣ δέχεται την ΠλαΤ(!)I'ιχή Αχαbημία τ\ι!ν Αθηνών
*6]1 θάνατο; ,ου ΜΩΑΜΕθ .6 � ΝεΟl0ριανι;ιί στην Κίνα J )( 6j7 Καδεσία
675 - 825 μ.χ. "'" •
6"
•
'" .
π,
,," •
8lj
•
•
ΒΕΔΑΣ ο Α!ΔΕΣ!ΜΟΣ 67'.�------_Ι 735 "' 711 Οι Μοvσουλμανω εισβάλλουν στην Ισπανία
:ιι:
ΙΣΠΑΝΙΑΣ
*800 Στέψη
732 Π()υotιέ: ήnα Μουσουλμάνων από τους ΦράΎ1l.ους
ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΥ
5°7-71 !
*6gR ΟΙ Μουσουλμάνοι Iι1JQIfUOUV την Καρχηδόνα
Ε
Α
Ρ
χ
Α
ο
Τ
*"77 Μουσουλμα\·Ι1Ι.ή :'\ολιορχία Κωνσταντινου"ό"εως *680 ΣΤ ΟικουμενlΥ.ή Σuνοδο; 7'7 Ηnα Μουσουλμαl'ων στην Κω\·οΤΟVtινοulιοt.η
*-,06/14 Μεγάλο Τζαμί στη ΔαμΜχ6 *ό9s Κοπή "ρώτων μιlιισΙI1..λμανικών νομισμάτων *6Q9 H αραβική γλώσσα ανωr.αθιστα την ιΗηνική στη διοίκηση
_ _ _ _ _ d 74 ",, _
ο ΑΛ-ΧΑΤΙΑΙ 1Ι.υβερνήτη; τη; ΜεσΟJlΟ1ιιμίας
ΟΜΕΥΑΔΙΚΟ
ΧΑΛΙΦΑΤΟ
*750 Εξέ-Υερση Αββασιδώl'
660-750
*76�
Ιδρυση
Βαγδάτη;
ΧΑΡΟΥΝ ΑΛ-ΡΑΣΙΝΤ 788_ 809
ΣΟΓΔΙλΝΗ •
'Ω'"
0 ·
Κ«μπον)."
r_OltQ1116. (ΥΙ'ΚΑΝΙΑ}
"ltIίν _. '\1 11 "4.''' '''
T.lιl.�ς"
tr ·
IIANN tJ,,,I,,\
M ,),i..
'ι..
r
> �ιι, �ιί. . r"\�C"c ,.. 111I ,r.--"1 ....'· .,1t ...ιI ,...... I �Ι
�� ",, ",\
'Ω
..,";.0111 ".../";,l;ΙΙΙΦ,,,IΙ""
18
Ν,ΤIι1ι6, Abt
",",,-'ΙΙΙ..ι'f,Ι �, ,,
ν..a
Νι" ....
•
<ο'" Ι:τ:ιrιίν θlτ··',,· •
"lIflodY'/lIi
Α Φ Ι' ! Κ Η
"I,lllllll"
'\IΛ E
'!7. 0 r
E\O
"i:.
"'''''''xl••
� 11,01',,1ι1ς
Μι" },η λtlllns
•
λtrb/YII
)
ν ε Μ ΕΝΗ
iVόι"·�\
ΣγΡΙλ ο
11.111�.1I Μιιl!οι.Iι"ΙIl
. "",\.μ.'"οχ"" Τάμς � tιιοlεμαΤς •• κ., ,'Ι. . . �::;:: Γ, JI'.� Μ' ε••, ••
αλ'ήμ Ιιοοιιιι
Ι
ΓΙΙ.
•
•
ΒIIIΙι.ιιιι
Β Ι Β Λ Ι Ο ΓΡΑΦΙΑ
Ο ι αναγνωστες της αναθεωρημένης βιβλιογραφίας θα πρέπει να γνωρίζουν πως το βιβλίο αυτό γράφηκε, γύρω στο Ι 970, όχι ως «οριστικό» εγχειρίδιο αλλά, ξεκάθαρα, ως δοκίμιο. Ήθελα να μεταδωσω στον μέσο αναγνωστη την αίσθηση του πλούτου και της γοητείας μιας κάποτε παραμελημένης εποχής, γνωστής σήμερα ως «'Υστερη Αρχαιότητφ>, Ως δοκίμιο, το βιβλίο είχε σαφως περιορισμένα όρια: το κείμενο και η βιβλιογραφία που το συνόδευε κάλυπταν ορισμένα θέματα ενω κάποια άλλα δεν τα έθιγαν καθόλου, Αντανακλούσε, με έναν γνήσιο ενθουσιασμό, μια συγκεκριμένη στιγμή στην εξέλιξη των μελετων της ύστερης αρχαιότητας στην Ευρωπη, και την Αγγλία ειδικότερα, Επικεντρωνόταν στην πολιτιστική και τη θρησκευτική ιστορία της περιόδου και στις κοινωνικές αλλαγές που μου φαίνονταν, τον καιρό της συγ γραφής, ότι πρασέφεραν ένα πλαίσιο ερμηνείας για τις εντυπωσιακές ζυμωοεις της εποχής. Κατηύθυνε την προσοχή του αναγνωστη πέρα από τις περιοχές που είχαν, ως τότε, κυριαρχήσει στη σκηνή των περισσότερων εξιστορήσεων της «παρακμής και πτωσης» της ρωμα'ίκής αυτοκρατορίας - με άλλα λόγια, πέρα από τη δυτική Ευρωπη και τον δυτικό βαρβαρικό κόσμο ' και έδινε έμφαση, από προτίμηση, στις α νατολικές ακτές της Μεσογείου και στη Μέση Ανατολή. Αυτό που άλλαξε, και μέσα μου αλλά και στον μορφωμένο κόσμο συνολικά, δεν είναι εύκολο να εκτεθεί συνοπτικά. Αλλά πρέΠΕΙ να το έχουν υπόψη τους όσοι συμ βουλεύονται τη βιβλιογραφία. Ένα πράγμα είναι βέβαιο: τα περισσότερα βιβλία που προσέθεσα είναι όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Τα είχαμε μεγάλη ανάγκη το Ι 970, Είναι οι ενθαρρυντικές αποδειξεις για την ανάπτυξη των μελετων σχετιγ,ά με την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας τις δύσ τελευταίες δεκαετίες, Πολλά βεβαί ως ήρθαν να ανασκευάσουν τα γραπτά μου, Ορισμένα με έκαναν να αναθεωρήσω, σε κατοπινές μελέτες, απόψεις που ανέπτυξα στο δοκίμιο τούτο, Άλλα καλύπτουν τωρα θέματα που είχα παραμελήσει ή είχα θίξει ανεπαρκως, Και άλλα, ακόμη, μου φανέρωσαν πτυχές της ύστερης αρχαιότητας που δεν υποψιαζόμουν καν την ύπαρ ξή τους πριν από δεκαεπτά χρόνια. Με έκαναν να συνειδητοποιήσω, περισσότερο απ' όσο ήμουν προετοιμασμένος τότε, το σιωπηλό και αδυσωπητο βάρος που είχε έ να αυτοκρατορικό σύστημα πάνω στην κοινωνική αλλά και την ηθική ζωή της Με σογείου - και, επομένως, τις συνέπειες της εξαφάνισής του στη Δύση και της τελι κής αποδυνάμωσής του στην Ανατολή τον καιρό των αραβικων κατακτήσεων. Με οδήγησαν, προσφάτως, σε τομείς του πολιτισμού και της θρησκείας πιο «απόκρυ φους», τους οποίους αγνοούσα εκείνο τον καιρό, Μπορούμε τωρα να γνωρίσουμε τον κοινωνικό κόσμο της ύστερης αρχαιότητας, -κόσμο πολύ πιο σύνθετο απ' ό,ΤΙ τον φανταζόμουν κάποτε- μέσα από μελέτες που δίνουν φωνή σ' εκείνους που έζη σαν στο περιθωριο λαμπρων πολιτιστικων επιτευγμάτων που εξιστόρησα σ' αυτές τις σελίδες - στους φτωχούς, στους απελπισμένους και στους ασυμβίβαστους, στις γυναίκες και στους βάρβαρους μετανάστες της Δύσης, Θα ήταν ουτοπικό -και ίσως λίγο υποκριτικό- να περιμένει κανείς πως τα βιβλία
() ΚΟΠΙΟΣ ΤΗΣ l'ΣTE P Ι Ι Σ λΡΧΑΙ()ΤΗΤΑΣ
που προστέθηκαν τώρα στη βιβλιογραφία μπορούν να «εκσuyι:ρονίσουν» ένα δοκίμιο που φέρει τόσο έντονα την παράξενη γεύση των αχαδημα"ίκών συνθηκών και των εν θουσιασμών της εποχής της συγγραφής του. Δεν ωnιρξα cιι-τόλυτα συστηματικός στις προσθήκες μου, κυρίως ωιό φόβο μήπως καταστρέψω την ισορροπία του γρωιτού, ό πως την υπαινισσόταν η αρχική βιβλιογραφία. Προσπάθησα όμως, όπου ήταν δυνα τό, να αναφέρω τα πιο πρόσφατα βιβλία για κάθε θέμα (δίνοντας προτεραιότητα σε όσα έχουν γραφεί στην αγγλική γλώσσα), πιστεύοντας πως ο αναγνώστης μπορεί να κάνει χρήση της βιβλιογραφίας για να συμπληρώσει τα κενά μεταξύ της παρούσας χαι της πρώτης έκδοσης του Κ6σμου της Ύστερης Αρχαι6τητας. Τα βιβλία αυτά δεν διoρθιίJνoυν -ή συμπληρώνουν- απλώς το παρόν δοκίμιο. Φέρνουν καλά νέα. Ενθαρ ρύνουν τώρα άλλους μελετητές, να δεχθούν ξανά, μετά από εικοσι χρόνια Ο",(εδόν, την πρόκληση μιας παvτοτινιr γοητευτικής εποχής, γνωρίζοντας πολύ περισσότερα ωι' ό.τι εγώ τόΤΕ. (Π ρίνστον, 1 988) Για τους λόγους που προανέφερα, το παρόν δοκίμιο δεν είναι μια εξιστόρηση της «παρακμής και πτωσης» της ρωμα"ίκής αυτοκρατορίας. Το ζήτημα αυτό το έχουν πραγματευΘεί εκτενώς πολλές καίριες αναλύσεις των οιιωνομαών και πολιτικών α δυναμιών του ρωμα'ίκού κράτους: βλ. F.\V. \VALBANK, The AlνlίJl ReγοΙUrίοn (Λίβερ πουλ 1969), τη συλλογή ωιόψεων ωιό τον S. MAZZARLNO, TlJe End οΙ' rhe Anciel1r \Vorld (Λονδίνο 1966), και τώρα Εd,vaπ} Gibbon and the Decline and FaJl οlΊhe Roman EJnflire, υπό την επιμέλεια του G.\V. BO�'ERSOCK Χ.ά. (ΚαίμJτριτζ, Μασ. 1 977). Ούτε, βεβαίως, το παρόν δοκίμιο είναι μια επισκόπηση των διοικητικών και των κοινωνικών δομών για τις οποίες το TIJe Larer Roman Emflire. 3 τόμοι (Οξφόρδη 1 964), του Α.Η.Μ. JONES -εφεξής JONES LRE- είναι θεμελιώδες. Για τις αδυναμίες της υστερορωμα'ίκής χοινωνίας και το μετασχηματισμό της, μπορεί κανείς τώρα να μάθει πολλά α.ι"τό τους G.E.M. ΟΕ 5ΤΕ CROIX, TIJe CΙass SrnJggle in the Ancienr Greek \Vor/d (Λονδίνο 1981), [Ο ταξικός αγώνας στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, μτφρ. Γιάννης Κρητικός, Αθήνα 1 997], B.D. 5HA\v, «Bandits ίο the Roman Empire», Pasr and Presenr CV ( 1 984) και C. ,
\VICKHAM, «The Orher Transition: from rl1e Ancient \Vorld to FeudaJism», Past and
Οι μεταβολές στις σχέσεις των διαφόρων ομάδων του ρωμα'ίχού κόσμου χαι οι αλληλεπιδράσεις των πολιτιστικών τους παραδόσεων με ενδιαφέρουν άμεσα - γι' αυτό το θέμα υπάρχουν αξιόλογα στοιχεία στο So/diel" and Cjγilian ίπ the Later Romaιι Emflire (ΚαίμJlριτζ, Μασ. 1 963) του R. MACMuLLEN, καθώς επίσης και στο Enemies οΙ' rhe Roman Qrder (Οξφόρδη 1 967). Το The Fonnarion οΙ' Chrίsrendom (Πρίνστον 1 987) της JUDlTH H ERR lN εξετάζει την περίοδο που καλύπτει το δεύτερο μέ ρος του ανά χείρας βιβλιου και συνεχίζει τη διήγηση έως και τον πρώιμο Μεσαιωνα: είναι μια εξαιρετική συνθετική εργασία. Από την πλευρά μου προσπάθησα να δικαιο λογήσω, εν εκτάσει, πολλές αι-τό τις ερμηνείες που παρέθεσα στο παρόν ΟΟκίμιο, σε άρθρα που αποτελούν τώρα ένα τόμο με τον τίτλο Religion and Society in rhe Age οΙ' Saint Αugusrίne(Λονδίνο 1 97 1 ). Present CΙΙΙ ( 1 984).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
Το έργο του Ι.Μ. ROSΤOVTZEFF, Social and Economic History οΙ' the Roman Emflire, 2 τόμοι (2η έχδ., Οξφόρδη 1 957), είναι από τα βασικά εγχειρίδια, μαζί με τα Ρ . GARNSEY και R. SALLER, The Roman Emflire (Λονδίνο 1 987), Ρ . GARNSEY, Famine aιιd
ΠΙ ΒΛΙΟΓΡΑΦΙΛ
Food Supply ίπ rhe Greco-Roman \VorJd (Καίμπριτζ 1 988), Ρ. νεγΝΕ, Ιο Ριιίπ οΙ lο CΊΓηιιo (Παρίσι 1 976) [ Ο ελληνιχ6ς εuερyετισμ6ς, μτφρ. Νικ. Μ. Τσάγκας, Αθήνα,
1993] και F. M I LLAR Χ.ά., The Roman Empjre and jrs Nejghbours (Λονδίνο 1 967), κα θώς και το The Emperor ίπ ιΙιο Rornlln ινσΓω (Λονδίνο 1977). Εξαιρετικές μελέτες εί ναι επίσης τα: G. BO,VERSOCK, G/"eek Sophjsrs ίπ ιΙιο RomIIn 6πρίΓΟ (Οξφόρδη 1969) και F. ΜΙΙΙΑΚ , Α Sιudy οι" CassiLIs Οίο (Οξφόρδη 1 964), όπως άλλωστε και το S.R.F. PKΙCE, RirιraJs and Po,,,e/". The Roman JmperiaJ Cu/r ίπ Asia ΜίΠΟΓ(Καίμπριτζ 1 984).
Κ ΕΦΑΛΑ ιο 2 Οι αλλαγές κατά τον 30 αιιί>να δεν μπορούν πλέον να θεωρηθούν ως το τέλος του αρ χαίου πολιτισμού (όπως θεωρεί ο Rostovtzeft·, ορ. cir.): η έκταση της επίδρασής τους ε ξετάζεται πιο αυστηρά από τους R. RE""\ONDON, La Crί.5e de I 'ΕτπρίΓΕ ΓΟfΠlιίn (Παvίσι 1 964), F. MILI..AR, Τhe Roman Empire. R. ΜΑcΜυΙLΕΝ, RΟΠ1an Govemrnent'!; Re.ιιpol1se ro σisis (Νιου Χέηβεν, Κονν. 1 976) και Κ. HARL, CΊvic Coins and CΊvic Polirics ίπ ιlιο Roman Easr (Μπέρχλεϋ 1 987), καθώς και οτα C . ROU ECllF, «Rome, Asia and Aphrodisias ίπ the Thi I·d Cenιury», JoU!-nal οΙ" Roman SIιιdjes LΧΧΙ ( 1 98 1 ) και
S.
\VILLlAr\'IS, Dioc/etial1 (Λονδίνο 1 985). Ο Κ. HOPKINS στο «Taxes and Trade ίπ tIle
Roman Empire» , JournaJ of Roman Sιudies LΧΧ ( 1 980) δίνει το πραγματικό βάρος των
αλλαγών στη φορολογία και στη διοίκηmι. Για τη δημιουργία μιας νέας κιi3ερνητικής τάξης και τις επιπτώσεις mll θρησκεία και στον πολιτισμό, βλ. Α. Η . Μ . JONES, «The Social Back-ground 01· the Stιυggle beI\veen Paganism and Chιistiaπity». The Confiicr be[\veen Ρίιgaπίsm and Chrίstianity. επιμ. A.D.
MOMIGLlANO (Οξφόρδη 1963). Για την παωεία της υστερορωμα"ίκής ανώτερης τάξης: Η.1. MARROU, Hisιory οΙ Educacion ίn the Ancient ινΟΓω (αγγλ. έκδ. Λονδίνο 1 956) [Ιστορία
της ΕΥ,παιδεύσεως κατά την αρχαι6τητα, μτφρ. Θ. Φωτεινόπουλος, Αθήνα 1 96 1 ] και Sainr Augusrin et la fin de la cuJrure BΠIίqιιo (4η έκδ., Παρίσι 1 958), A.C. DIoNIsonI, «From Ausonius' schooldays?», Joumal of Roman Srudjes LΧΧΙΙ (1982) χοι R-A. KASΤEK, Gιιaπ!iaπs
οΙ Langlιage: ιΙιο Grammat1an and Sociery ίπ Ιιιιο AΠΓίqιιίΙy (Μπέρκλεϋ 1988).
Για τους λογίους στην πολιτική: Α. CAMERON, «\Vandering Poers: a Iίterary movement ίπ Byzantine Egypt», Hisroria xrv ( 1 965).
Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η καλύτερη επισκόπηση του 40υ αιώνα είναι του Α.
PIGANIoL, Ι 'enφίΓe chrecίen,
Histoire romaine ΙΥ, 2 (Παρίσι 1947). Για το νέο «στυλ» στην πολιτική και κοινωνική
ζωή: S. MAZZARINO, Aspetιi sociali del quarto secoJo (Ρώμη 195 1), L. HARMAND, Le Patronat (Παρίσι 1 957) και, σχετικά με μια αποκαλυπτική λεπτομέρεια, G. ΟΕ STE CROIX, "SulTragium: Irom Vote to Patronage», Brirjsh JoumaJ οΙ" SocioJogy ν ( 1 954).
Βλέπε επίσης: Ρ. VEVNE, «CIienrele et corruprion au serνice de I 'erar», Annales
χχχνι ( 1 98 1), και Socierιi romana e impero tardoantico
Ι, επιμ. Α.
Giardi na (Μπάρι
1 986) που περιέχει μερικά από τα καλύτερα νεότερα δοκίμια στα ιταλικά, ιδιαίτερα εκείνο του J.M. Carrie για τον υστερορωμα'ίκό στρατό' C R WΗΙΠΑΚΕR, «Lare Roman ,
,
Trade and Traders», στο Trade ίπ the Ancienr Economy, επιμ. Ρ. Gamsey κ.ά. (Μπέρ
χλεϋ 1 983), σημαντικό για την ύστερη ρωμα·ίκή κοινωνία γενικότερα. Για την πιο θεα τρική πλευρά της δημόσιας συμπεριφοράς και του τελετουργικού, καθώς και για τις λα'ίκές του καταβολές: R, MACMuLLEN, «50me Picτures ίπ Ammianus Marcellinus», ΑI1
Bullecin χιΥΙ ( 1 964), S.G. MACCORMACK, Απ and Ceremony ίπ Lace Anciquicy (Μπέρ κλεϋ 1 98 1 ) και Μ. MCCORMICK, Ecemal VίctoιΥ(Καίμπριτζ 1 986). Για τις τοπικές α ριστοκρατίες: Κ. STROHEKER, Der Senatorίsche Adel im spiίcanciken ΟΒlΙίοπ (Τυβίγγη
1948), Α. CHASTAGNOL, ι. Pni(ecture urbaine ;j Rome sous le Bas-Empire (Παρίσι 1 960), J.F. ΜΑΠΗΕWS, \Vestern AΓistocracies and Imperίal Courr (Οξφόρδη 1 975) και J.\V.H.G. lIEI3ΕSCHUTZ, «Synesius and Municipal Polirics», ΒΥΖΒπιίοπ ιν ( 1 985). Για τις
πόλεις και τα παλάτια: R. MEIGGS, Roman Ostia (Οξφόρδη 1960), D. ΙΕνι, AΠΙίocfι Mosaic Pavements (Πρίνστον Ι 947) και K.M.D. ΟυΝΒΑΒΙΝ, The Mosaics
ο( Roman
Norrh Afrίca (Οξφόρδη Ι 978)' για τη Σικελία -όπου ανακοινώθηκε η ανακάλυψη και άλλων μεγαλοπρεn:έστατων μωσα"ίκών- R.J.A. \VIL50N, Piazza Armerina (Λονδίνο
1982)' L. SCHNEIDER, υίο Domiine aJs \Veltbild (Βισμπάντεν Ι 983). Για τις οικονομικές αντιθέσεις Ανατολής-Δύσης: JONΕS, LRE,
11, 1 064-68. Για το δυναμισμό της αστικής
ζωής στην Ανατολή: Ρ. Ρετπ, Libanius et la vίe lnunicipaJe a Antioche (Παρίσι 1 955), D. CLAUDE, Die Byzantinische Stadt im νι Jht. (Μόναχο 1 969), J . \V . H. G. lIEBΕSCHUTZ,
Antioch (Οξφόρδη 1 972), C. Foss, ΒΥΖΒπιίπο and Turkish Sardis (Καίμπριτζ, Μασ.
1 976) και Ephesus alrer Anriquicy (Καί�mριτζ 1979), καθώς και Κ. ERIM, Aphrodisias (Νέα Υόρκη 1 986)' για την Αφρική, C. ΙΕρειΙΕΥ, Les cites de ΙΆfrίque romaine ου Bas-Empire (Παρίσι 1 979), έργο θεμελιώδες για την Ιταλία, Β. \VARD-PERKINS, From C/assical Anciquicy to the Middle Ages (Οξφόρδη 1984). Οι βαθιές ρίζες του αυτοκρα τορικού aπoλυταρxισμoύ στην Ανατολή έχουν υπογραμμιστεί aπό τον F. DVORNICK, Early Chrίstian and Byzantine Political Philos-ophy (OooocνγxTov 1 966).
ΚΕΦΛΛΑιο4
Τα έργα των A.J . FESTUGI ERE, ι. Rtivtilation dΉermes TΓismegisce, 4 τόμοι (Παρίσι
1 944-54) και E.R. Dooos, Pagan and Christian ίπ ΒΠ Age of ΑnΧίetΥ (Καί�mριτζ 1965),
[Εθνικοί και Χριστιανοί σε μια εποχή αΥωνίας, μτφρ.
Κώστας Αντύπας, Αθήνα 1 9941
σκιαγραφούν θαυμάσια τις αλλαγές στο θρησκευτικό συναίσθημα. Το βιβλίο του G. F O\VDEN , The Egypcian Hermes: a historίcai approaclI
Ιο the laιe pagan mind (Καίμπριτζ
1 986) είναι αριστούργημα. Παρά τις κάποιες τυχαίες υποθέσεις, όπως στο Orίgini deJlo Gnosticismo, Studies ίπ rhe Hisrory of Religions, ΧΙΙ (Λέιντεν 1967), γνωρίζουμε πολύ λίγα σχετικά με το κοινωνικό πλαίσιο αυτών των αλλαγών - βλ. Ρ . BRo\vN,
«Approaches ro rhe Relίgious Cήsίs 01' rhe Third Century», English HistorίcaJ Revie,,', ιχχχιιι ( 1 968)' βλ. επίσης, τώρα,
Ε.
PAGELS, The Gnostic Gospels (Λονδίνο 1979), και
Μ.Α. \VILLIAMS, The Immovable Race (Λέιντεν 1985). Ο Ρ. BRO\VN στο The Making
οΙ'
Lace Anciquίcy (Καί�mριτζ 1 978) πρότεινε Κ�-IOια ερμηνεία και ο R. lANE Fox στο Pagaπs and Chrίscians (Νέα Υόρκη Ι 987) μας προσφέρει μια λαμπρή και αξιόπιστη ε.,-τι σκόπηση' βλ. επίσης J.Z. SMITH, «Το\νΟΓαι Ιnιecpωίng Demonic Po\vers ίπ HeIIenisric
and Roman Antiquiry», στο Au(stieg und Niedergang der romischen \Velt, επιμ. Η. ΤemΡοήnί Κ.ά. ser. 2. χνι:ι (Βερολίνο 1978), μαζί με αρκετά άλλα δοκίμια που περι λαμβάνονται σ' αυτή την πολύτομη έχδοση. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο A. D. NOCK στο βιβλίο του Con version (Οξφόρδη 1933) περιγράφει την εξάπλωση και την κοινωνική σημασία των νέων λατρειών στη ρωμα'ίκή αυτοκρατορία. Τώρα, βλ. επίσης R . LANE Fox , Pagans and ChΓisrians, και R. M AC MuL LEN , Paganism ίπ the
ΒΙΒΙΙΙΟΓΡΑΦΙΛ
Roman Empire (Νιου Χέηβεν, Κονν, 1981). Για το κοινωνικό πλαίσιο του χριστιανι σμού, βλ. Α. HARNACK, The Mission IInd Expansion οΓ Chrisrianiry (Λονδίνο Ι 904/5, α ναθεωρημένο το Ι 908), το οποίο αναλύει κυρίως τις μαρτυρίες από την Εκκλησια στική Ιστορία του Ευσεβίου. Όπως ήταν αναμενόμενο, εμφανίστηκαν πολλές μελέ τες για την Καινή Διαθήκη - βλ. ιδίως \Υ. MEEKS, The Firsr Urban Chrisrians (Νιου Χέηβεν, Κονν. Ι 983) και G. THEISSEN, The SociaJ Serring ofΡιιυlίπ" Chri.5fianiry (Φιλα δέλφεια 1982). Λιγότερος χρόνος έχει αφιερωθεί σε πιο αξιόπιστες μαρτυρίες, από τον 20 και 30 αιώνα, - αλλά, τώρα, βλ. R . M . GRANT, Early ChΓίsrίanίrΥ and Sociery (Νέα Υόρκη 1 977), C.H. ROBERTS, Manuscripr, Sociery and Belief ίπ Early ChJ7srian Egypr, και G. 5CHOLLG EN , Ecclesia SΟΓdίda? (Μύνστερ, Βεστφαλία 1 984). Ο G.\Y. CLARKE στο Lerrers οΓ Sainr CypriIIn, Ancient Christian \Yti[ers 43, 44 και 46 (Νέα Υόρκη 1 984-86) μας δίνει επιτέλους το αληθινό ανάστημα ενός επισκόπου και του κόσμου του. Ο Ρ. BRO\VN στο «Lare Antiquity», το οποίο περιλαμβάνεται στο Α History οΓ Privare Life, επιμ. Ρ. Yeyne (Καίμπριτζ, Μασ. Ι 987) επιχειρεί μια σύντομη επισκόπηση' βλ. επίσης R. MACMuLLEN, Chrίsrianίzίng rhe RomaJ1 Empire (Νιου Χέη βεν, Κονν. 1 984). Ο \Y.H.C. FREND στο Marryrdom and Persecurion ίπ rhe ΕΙΙΓΙΥ Church (Οξφόρδη Ι 965), παρά τη μεροληψία του, θέτει γόνιμα ερωτήματα. Γνωρί ζουμε πολυ περισσότερα για την εναντίωση της παγανιστικής κοινωνίας προς τη χριστιανική εκκλησία (και αντιστρόφως!): βλ. ΩΡΙΓΕΝΗΣ, Κατά Κέλοου, (αγγλ. μτφρ. Η. Ch.dwick, 2η έχδ. Καίμπριτζ 1967), για τις παγανιστικές επικρίσεις, και G. οε 5τε CROIX, «Why \Vere [he E.rly Chrisrians persecured?», Pasr and Presenr ΧΧ Υ Ι ( 1 963). Το βιβλίο Οπ Pagans, Jews and C/IristiansTou A.D. MOMlGLlANO (Μίντλταουν, Κονν. 1987) περιέχει δοκίμια εξαιρετικής πολυμάθειας και σοφίας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Ο F. MlLLAR στο «Dexippus», JouιnaJ οΓ Roman Studies ΙΙΧ ( 1 969) έδειξε την αντοχή της ελληνικής αριστοκρατίας και πνευματικής ηγεσίας, που αποτελεί το φόντο για τη νεοπλατωνική αναβίωση. Το άρθρο του G. FO\VDEN, «The pagan ho1y man ίπ late antique society», JoumaJ 01' He//enic Srudίes CII ( 1 982) είναι τώρα θεμελιώδες βλ. επί σης H.D. SAFFREY, «Quelques asρects de Ia piete populaire dans ΙΆntίquίte tardive». Revue des "rudes .uglJstiniennes, ΧΧΧΙ ( 1 985). Για τον Πλωτίνο, ΕΚ DODDS, «Trddition and Person.1 Achievement ίπ the Philosophy οΓ Plotinus», JoumaJ of RonIan Studies ι ( 1 960) και Ρ. HADOT, ΡlοΙίπ (Παρίσι 1963), καθώς και Poιphyre: Lα νίο de Ρlοιίπ, επιμ. Ι. Brisson Κ.ά. (Παρίσι 1 982) που περιλαμβάνει σημαντικές μελέτες. Για τους ύστε ρους πλατωνιστές, βλ. The Cambridge History 01' Larer Greek and Early Medieval PIIίIosophy, επιμ. Α. Anηsrrong (Καίμπριτζ 1 967), R.T. \ΥΑΙΙΙ5, Neo-platonism (Λονδίνο 1972), και, ιδιαίτερα, G. 5ΗΑ\ν, «Theurgy», Tradirio ΧΙΙ ( 1 985) σχετικά με μια σημαντι κή πλευρά της παγανιστικής τελετουργίας. Για την αλληγορία: R. LAMBERTON, Homel" the Theologian ( Μπέρκλεϋ 1 986). Για το νεοπλατωνισμό: [στη Δύση] Ρ . BROWN, A ugusriJ1e οΓ Ηίρρο (Λονδίνο 1 967), Ρ. HAIJOT, Marius VίctoΓίnus (Παρίσι 1971), G. MAl)EC, Sainr Ambroise er Ι. phίIosophie (Παρίσι 1 974) και -μετάξύ πολλών μελετών R.J. O'CONNELL, Sain r Augusrine 's Platonistn ( Βιλανόβα 1 98 1 ), και G. O DA L Y AlJgusrine's Phίlosophy οΓ Mind (Λονδίνο 1987)' [στην Αλεξάνδρεια] J. MARROU, «5ynesius οΓ Cyrene», The Conf1icl benveen Paganism and Chrίstianity ' [στην Αθήνα,] Α. CAMERON, «The Last D.ys οΓ rhe Academy "ι Arhens» , Proceedings σΙ' rhe CambriιJge -
'
,
22(;
Ο KOBΙO� ΊΉ� YΣTEPII� ΛΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ
Βλ. επίσης, Ι. ΗΑΟΟΤ, ΙΕ PΓObfeme dLI n"oplaronisme (Παρίσι ι 978) και J. Bregman, SynesiLIs οΓ Cyrene (Μπέρκλεϋ Ι 982). Ο ΑΙΑΝ CAMERON στο Barbarians and Politics at the COllrt of Arcadills αναθεωρεί πoλ� λές από τις κρατούσες απόψεις για τον Συνέσιο. Για τους παγανιστές της Χαρράν, βλ. τώρα Μ. TARDIEU, «$abiens Coraniques et $abiens de Harran», JoLIrna1 AsiatiqLIe CCLXXIV ( 1 986). Για την επίδραση του παγανισμού της ύστερης αρχαιότητας στη μεσαιωνική θεώρηση του κόσμου, C.S. LE\VIS, The Discarded Image ( Καίμπριτζ PhilologicaJ Society CXLV ( Ι 969). alexandrin
1964).
Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 7 Για τον Κωνσταντίνο: Α.Η.Μ. JONES, Constancine and rhe Conversion of Ellrope (Λονδίνο 1 948)' Τ.Ο. BA.NES, Constantine and Εω'ebίus (Καίμπριτζ, Μασ. 1 98 1 ) , έρ γο νέο και θεμελιώδες. Όμως, σε σύγκριση με την προσοχή που έχει δοθεί στη θρη σκευτική πολιτική του Κωνσταντίνου, το πνευματικό κλίμα της εποχής είναι λιγό� τερο γνωστό: βλ. J. GEFFCKEN, Der A usgang des griechisch-romischen Heidentums (Χα'ίδελβέργη 1 920, αγγλ. μτφρ. S.G. MacCoπnack), The Last Days οΓ Greco-Roman Paganism (Άμστερνταμ 1 978) με ενημερωμένες σημειώσεις, και Α . PIGANΙOL, Ι 'Empereur Conscantin (Παρίσι 1932). Για την ενίσχυση της απολυταρχίας επί Κων σταντίου Β ', βλ. G. DAGRON, «L'empire romain dΌrίent au ΙV siecle et les traditions politiques de I 'hellenisme», Travaux εΙ meInoires III ( 1 968). Για τις πιθανές ΕΠιπτώ σεις του Αρειανισμού, βλ. R.C. GREGG και Ο.Ε. GROH Early Arianism (Φιλαδέλφεια 1 98 1 ). Ο Τ.ο. Barnes υπόσχεται μια σημαντική μελέτη για τη σταδιοδρομία του Αθανασίου. Για τον Ιουλιανό, J. ΒΙΟΕΖ, νίο de l 'empereur Julien (Παρίσι, ανατ. 1 956) και τα Έργα του Ιουλιανού (ελληνικό κείμενο και αγγλ. μτφρ. \Vrighr, Loeb CJassical Library, 3 τόμοι 1 953-4). Τώρα, επίσης, G.\V. BO\VERSOCK, Julian the Apostate (Καί μπριτζ, Μασ. 1 978), Ε. PACK, Stiidte und Steuern in der Politik Julians (Βρυξέλλες 1986), καθώς και M.\V. GLEASON, "Fesrive Sarire; Julian's Misopogon», Joumal οΓ Roman Studies LXXVI ( 1 986) το οποίο επανερμηνεύει ένα σημαντικό επεισόδιο. Για το χριστιανισμό και τον κλασικό πολιτισμό: Ν.Η. BAYNES, «Hellenisric Civilisation and E.sI Rome», ΒΥΖΟΩιίΩΕ Studies and Other Essays (Λονδίνο 1 95 5 ) και M.L.\V. LAISTNER, Chrίsrianity "nd Pagan Culιure ίΩ che Ι"ΙΟΓ Roman Empire (Κορνέλ 1 95 1 ). Βλ. επίσης N.G. \VILSON, St. Basίl ΟΩ the Value of Greek ΙοΠΕΠ (Λονδίνο 1 975) και Α.Ο. MOMIGLlANO, «The Life of Sainl Macrina by Gregory of Nyss"", στο On Pagans, Jews and Chrίstians για τον κλασικισμό των Πατέρων της Καππαδοκίας. Για την το πική κουλτούρα, Ρ. BRO\VN, «Chrίstianity and LocaI Culture ίπ Lare Roman North ,
Af"rica», JoumaJ ol"Roman Sιudies ιν111 ( 1 968).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 Ο. CHIny, The Desen a Ciry (Οξφόρδη 1 966), έργο αισθαντικό και αξιόπιστο. Βλ. ε πίσης Ρ. ROUSSEAU, Pachomius (Μπέρκλεϋ 1 985) και Ρ . BRo\vN, The Body and Sociery: Men, \Vomen and SexuaJ Renunciarion in Early Chιisrianjry (Νέα Υόρκη 1 988), καθώς και Α. ROUSSELLE, Porneia: de la maftn·se du corps a 1a privarion sensorielle (Παρισι 1983, αγγλ. έκδ. Οξφόρδη 1988). Βλ. επίσης Α. VOOBUS, Α Hisrory οΓ Asceticism ίΩ the Sy/"ian ΟΓίΟΩΙ, ΙΙ (Λουβαίν 1 960), ένα εντυπωσιακό πορτραίτο της συριακής εκκε ντρικότητας. Το Holy Women οΙ" rhe Syrian Orient, (αγγλ. μτφρ. 5.Ρ. Brock και S.
ΙJΙ ΒΙΙΙΟ ΓI'ΑΦΙΑ
2'27
Μπέρκλεϋ 1 987) περιέχει μια εξαιρετικη εισαγωγη, όπως και το [Θεοδώρητος ο Κύρου: Ιστορία των Σύρων Μοναχών] Theodoret ο{ Cynilus: HistolY ο{ the Monks ο{ Syria, (αγγλ. μτφρ. R.M. Ρήce, Καλαμαζού 1 985). Ο ρόλος των α γίων στη βυζαντινη κοινωνία περιγράφεται με τον καλύτερο τρόπο στις διαθέσιμες μεταφράσεις: Ε. DAIVES και Ν.Η. BAYNES, Three Byzantine Saints (Οξφόρδη 1 948) και A.J. FESTUGIERE, Les Moines d ΌΓient, 4 τόμοι (Παρίσι 196 1 -65). Βλ. επίσης Ρ. BRO'VN, «The Rise and Function οΓ rhe Holy Man ίπ Late ΑπιίηυίΙΥ», Joumal ο{ Roman Studies LΧΙ ( Ι 971), αναθεωρημένο στο Society and the Holy ίη Late AnIiquity (Μπέρ κλεϋ 1 982), και Β. FΙUSlN, Miracle et Histoire dans I'reuvre de CyΓille de Scyrhopolis (Παρίσι 1 983). Για την ελεημοσύνη και τον πλούτο της εκκλησίας: JONES, LRE, 1 1 , 92029 και 970 Κ.ε. Βλ. επίσης, Ε. PATLAGEAN, Pauvrete economique el pauvrete sociale a Byzance (Παρίσι 1 977) έργο ρηξικέλευθο από πολλές απόψεις. Το Early Chlistian Art του F. VAN ΟΕΟ MEER, (αγγλ. μτφρ. ΡΟΙΟΓ και Fήedl ΒΓΟ"Π, Λονδίνο 1 967) είναι θαυ μάσιο σχετικά με την τεχνοτροπία και τη λειτουργία της εκκλησιαστικής τέχνης, και τα βιβλία των C. PIETRl, Roma ChΓistiana (Ρώμη 1 976) και R. KRAUΤHEIMER, Three ChΓistian Capitals (Μπέρκλεϋ Ι 983) έχουν προσθέσει πάρα πολλά στις υπάρχουσες γνώσεις μας. Ashbrook Harvey,
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Το έργο του S. DlLL, RomIIn Society ίη the Last Century 01' che Westem Elnpire (Λον δίνο 1898' Μeήdίaπ Ι 958) παραμένει ένας ευχάριστος, συνοπτικός οδηγός βλ. επί σης J. MAnH"VS, \Vestem 8ristocracies and ImpeΓial Coutt (Οξφόρδη Ι 975). Για τον παγανισμό της αριστοκρατίας: Η. BLOCH, «The Pagan Reviνal ίπ the Wesr» στο The Conflicr beoveen Paganism and ChΓίscίanίCΥ, τροποποιημένο από τον Ρ. BROWN ως «Aspecrs of the Christianisarion of the Roman arisrocracy», JoulnaJ of Roman Studies Ll ( 1 96 1)' Α. CAMERON, «The ο"ιο and Identity of Macrobius», JoumaJ ο{ Roιnan Studies LΥΙ ( 1 966)' Symmaque, επιμ. F . Paschoud (Παρίσι 1 986)' S.G. MAcCORMACK, «Roma, Const.ntinopo!is», C/ιιssical Quatterly Π.5. χχν ( 1 975)' Β. CROKE και J. HARRlES, Religious ConΠicc ίη Foutth-Century Rome: a Documentary Study (Σίδνεϋ 1 982). Για τον λατινικό πολιτισμό: Ρ. COURCELLE, Les LettΓes gIuques en Occident magίot 1 948), Η.Ε. WA DECK, ΙΙΙΓο Latin \VΓiters and rheir Greek Sources (Καίμπριτζ, Μασ. 1 969), Ρ. CAMUS, Ammien Marcellin (Παρίσι Ι 967) και R.L. RIKE, Apex Omnium. Re/igion ίπ the Res Gestae ο{ Ammianus (Μπέρκλεϋ 198'7), έργο που επιχειρεί μια νέα προσέγγιση' R. SYME, Ammianlls and the HiSfOria A ugusra (Οξφόρδη 1968) ' Ρ. BRo,vN, «Pelagius and his Supporιers.. και « The P.trons of Pelagius.., JoumaJ ο{ TheologicaJ Studies, Π.5. ΧΙΧ ( 1 968) και ΧΧΙ ( 1 970) ' ALAN CAMERON, C/audian (Οξφόρδη 1 970). Καμιά μελέτη δεν έχει αναδείξει ακόμα την καλλιέργεια και την ιδιοσυγκρασία του lερώνυμου, βλ. ωστόσο, J . N . D. KELLY, Jerome (Λονδίνο 1 975). Για το ρόλο των χριστιανών γυναι κών στους αριστοκρατικούς κύκλους: Ε.Α. CLARK, Ascetic Piety and Women 's Faith (Νέα Υόρκη 1 986) και F.E. CONSOLINO, SocietIί romana e impero tardo-antico, επιμ. Α. Gi.rdina. Οι επιστολές του Αυγουστίνου που ανακαλύφθηκαν προσφάτως ρίχνουν νέο φως στις δραστηριότητες του καθολικού επισΧόπου στη δυτική κοινωνία: έκδ. J. Divjack στο CorplJs ScΓiptonlm Ecclesiιιsticorum Latinorum ΙΧΧΧΥΙΙΙ (Βιέννη 1981)' στην BiblioIheque augustinienne 46a (Παρίαι Ι 987) δημοσιεύονται οι 29 επιστολές, με
Ο K02:λlOΣ ΤΗΣ )'2:ΊΈΙ)I-ΙΣ ΑΡΧΑJΟΤΗΤΑΣ
σημειώσεις και μετάφραση. Για την κοινωνική και την πολιτική στάση της αριστο κρατίας: F. PASCHOUD, Roma aetema (Παρίσι 1 966). Εξαιρετικές μελέτες της δομής των βαρβαρικών φυλων και της προσαρμογής τους στις ρωμα·ίκές συνθήκες είναι τα έργα του Ε.Α. THOMI'.sON, The EarJy Geπnans (Οξφόρδη 1965), The Visigoths ίπ the Tίme οΙ U/fi/as (Οξφόρδη 1 966), The Goths ίπ Spaif) (Οξφόρδη 1 969) και Romans and Barbarίans' (Μάντισον, Γουισκόνσιν 1 982)' ε πίσης, το βιβλίο του Ρ. GEAKY, ΒeΙ,πe France and GeπnanΥ (Οξφόρδη 1 988) είναι μια περίφημη συνθετική εργασία. Αντίθετα με πολλους μελετητές που υπογραμμίζουν την ανεπαίσθητη ανάπτυξη μιας υπορωμα·ίκής «βαρβαρικής» κοινωνίας στη Δύση, εγώ θα τόνιζα τη συνειδητή έλλειψη ανοχής του ρωμα·ίκού πληθυσμού ως παράγοντα «συσπείρωσης» των βαρβα ρικών μειονοτήτων: βλ. Ρ. COURCELLE, Histoire /iaeraiΓe des J;r-andes invasions gennaniques (Παρίσι 1 964) και J.M. \VALLACE-HADRJLL, «Gothia and Romania», The Long Haired Kings (Λονδίνο 1962). Οι Φράγκοι, οι οποίοι "αφομοιώθηκαν», είχαν πολύ διαφορετική τύχη ως καθολική κυβερνητική τάξη όπως σωστά τονίζει ο Wallace-Hadήll, ορ. cit. Για τη βησιγοτθική Ισπανίά: Μ. REYDELLET, ΙΒ roΥΒυιι! dans la lίttι!ratιπe latίne de 5ϊdοίne Apollinaire a Isidore de SeVΊlle (Παρίσι 1981) και R. COLLlNS, EarJy Medieva/ Spain (Λονδίνο 1 983)· βλ. επίσης, F. CLOVER, «FeIix Karthago», Dumbarton Oaks Papers Χ L (1 986) -μια αποκαλυπτική πτυχή της βανδαλικής διακυβέρ νησης στην Αφρικi)-- καθώς και \V.A. GOFFART, Barbarίans and Romans A.D. 4 1 8-584: the techniqtJes o{ accomodation (Πρίνστον 1980)- μια ενδιαφέρουσα επανατοποθέτηση του προβλήματος. Βλ. τώρα [τσυ ιδίο.υ]_ The Naπators οΙ Barbarίan Ηί.storΥ (Πρίνστον 1 988). Βλ. επίσης, Early Medieval Kingship, επιμ. Ρ. 5a\νyer και Ι.Ν. Wood (Ληντς 1 977), 5 . F . WEMPLE, Women ίπ Frank ish Society (Φιλαδέλφεια 1 98 1 ) , και J . M . WALIACE-HADRJLL, The Frankish Chl1l'Ch (Οξφόρδη 1 983). ΚΕΦΑΑΑΙ Ο ΙΟ
Γενικά: J. M. \VALLACE-HADRJLL, ΤΙ,ο BarbaTian 'Vest (Οξφόρδη 1966). Ο Σιδώνιος Απολλινάρης είναι ο καλύτερος παρουσιαστής του εαυτού του: βλ. τις Επιστολές του (The letters of' Sidonius, αγγλ. μτφρ. ο.Μ. Dalton, Οξφόρδη 1 9 15), και C.E. 5TEVENS, Sϊdοnίus Apollinmjs (Οξφόρδη 196 1 ) . Η Historίa FrankonJm του Γρηγορίσυ Τσυρώ νων έχει μεταφραστεί στα αγγλικά από τον Ο.Μ. Dalton (History οΙ' the Franks, Οξφόρδη 1 927). Βλ. επίσης WALLACE-HADRJLL, "The \Vork 01' Gregory of Tαurs», The LOl1g Haired Kil1gs, Ρ. BRO\VN, The Cu/r σΙ" the S"ainlS: its rise and flll1ctiOl1 il1 Latin
(Σικάγο 1 98 1 ) και R . VAN DAM, Leadership and Community ίπ Ιοιο (Μπέρκλεϋ 1985). Για την Ιταλία: Α. MOMIGLlANO, "Cassiodorus and the Italian Culture of his Time», Proceedings οΙ' the Brίtish Acadel1JY ΧLI ( 1 955) και Μ. \VES, Das Ende des Kaistertums im 'Vesten des romischen Reichs (Χάγη 1 967), έργα εξαίρε τα. Βλ. επίσης J.J. O'DONNELL, CassiodonIs (Μπέρκλευ 1 979), Η. CHAD\VJCK, Boethius (Οξφόρδη 1 9 8 1 ) και τα δοκίμια στο Boelhius, επιμ. Μ. Gibson (Οξφόρδη 1 9 8 1 ) . Η ε πισκόπηση ταυ J. RlCHf, Education et Culture dans l'Occίdent barbare (Παρίσι 1 962), αγγλ. μτφρ. Education and Culrιιre ίπ the Barbarίan \Vest (Λονδίνο 1 977), έχει το πλε ονέκτημα ότι τονίζει την κοινωνική λειτουργία της κλασικής παιδείας στη Δύση. Οι ανακατακτήσεις του Ιουστινιανού αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία από πολλούς συγχρόνους του (βλ. κεφ. 12) αλλά και από αρκετούς μελετητές του δυτικου ΜεσαίωChristianity
Aπtίηυo Gaul
ΠΙΠΛΙΟΙΨΑΦΙΑ
να που θεωρούν την παποσύνη θεμελιώδη «δυτικό» θεσμό και τη Ρώμη πρωτεύουσα της "Δύσης" και τείνουν να περιφρονούν τους αυτοκράτορες της Ανατολής ως θλιβε ρούς παρείσακτους: ο Ρ. ΙΙΕ\νΕΙΙ ΥΝ στο Rome ίπ rhe Dark Ages (Λονδίνο 1971) πραJ φέρει στοιχεία που αντικροι)ουν αυτή την άποψη. Βλ. mίσης J. MOOR-HEAD, «Italian Loyalries during Jusrinian's Gorhic \Var», ΒΥΖΟΜίοπ UII ( 1 983) και Τ.5. BROWN, Genc/emen and OlNcers. ImperiaJ A dministration and Arisrocratic Power in Byzantine IraIy (Λονδίνο 1 984), καθώς και R. KRAUΤHEIMER, Rome: ProfίIe ο! a Ory (Πρίνστον
1 979). ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 1 Για την κοινωνική και την οικονομική ιστορία της ανατολικής αυτοκρατορίας: JONES, LRE Ι, 202-37. Για την Κωνσταντινούπολη: H . G . B EC K , ,,5enar u n d V o l k νοπ Konsranrinopel», Bayerίsche Akademie der Wissenschafren ( 1 966) και G. DO\VNEY, ConsranrinopIe in rhe Age οfΊU.>iinian (Λονδίνο 1 964). Το Le devefoppemenr urbain de Consranrinopfe του C. MANGO, (Παρίσι 1 983) είναι αναζωογονητικά ακριβές, ό πως και το Byzanrium (Λονδίνο 1 980) [Βυζάντιο, μτφρ. Δημήτριος Τσουγκαράκης, Αθήνα 1 990] του ιδίου. Για τον ιππόδρομο και τις φατρίΕς: Α. CAMERON, porphyrίus rhe Charίοreer (Οξφάρδη 1 97 1 ) και OTcιιs Facrions (Οξφάρδη 1 976). Για τα λατινικά και την ιδέα της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη: G. DAGRON, «Αυχ origines de la ciνίlisation byzantine: langue de cu!ture et langue dΈtat», Revue Hisι-oriqLIe
CCXLI ( 1 969). Το Byzanrirιe Aesrherics του G. MATHE\V (Λονδίνο 1 963) είναι μια εξαί ρετη έκθεση του γούστου των λογίων-γραφειοκρατών. Βλ. επίσης K . G . ΗοιυΜ, Theodosian Ernpresses (Μπέρκλεϋ 1982), ΑΙΑΝ CAMERON, "The Empress and rhe
P oe! » , Yale C/assical 5'rudies χχνιι ( 1 982) καθώς και Μ . HENDY, Srudies irι rlre Byzanrine Monerary ΕconοmΥ (Καίμπριτζ 1985). Για την ευμάρεια και τη δημιουργικότητα των ανατολικών επαρχιών: Ρ. ου
BOURGUET, Ι 'ΑΠ Copre (Παρίαι 1 968), G. TCHALENKO, Vίllages anriques de la Syrie du Nord, 3 τόμοι (Παρίσι 1 953-8), J.B. 5EGAL, Edessa. The Bles.,ed CΊry (Οξφόρδη 1 970) και 5.1-1. GRIFFITH, «Ephraem, the deacon 01' Edessa, and the ChUl-ch of the Empire» στο Diakonia, επιμ. Τ. Halton Κ.ά. (Ουάσινγκτον, D.C. 1986). Για τη βυζαντινή ευσέβεια αυ τών των επαρχιών: Ρ. PEETERS, Le rretonds orίenra1 de I'ha,giographie byzantine (Βρυξέλ λες 1950) και G. MATHE\V, «The Chl;srian Background», στο The Cambrίdge Medieval Hisrory IV, Ι (Καίμπριτζ 1 966)' τώρα τα κενά έχουν συμπληρωθεί, αν και μόνο για την
πρώιμη περίοδο, από τον R. MURRAY, Sjnlbols σι' Church and Kingdom (Καίμπριτζ
1 975), και τα δοκίμια του H.J.W. DRIJVERS, Easr οΙ Antioch (Λονδίνο 1 984) και Easr ο! ByzanriLIm: Syria and Annenia ίΩ rhe Fonnarive Period, επιμ. Ν. Garsoian Χ.ά. (Ουάσιν γκτον, D . C . 1 982)' για την Αίγυπτο: Graeco-Coprica, Griechen und Kopren ίπ byzanrinischerι Agypren, επιμ. Ρ. Nagel (Χάλλη 1 984). Εξ ου και η πικρή εναντίωση στην άνοδο της Κωνσταντινούπολης ως εκκλησιαστικής «πρωτεύουσας» της αυτοκρα τορίας: Ν. Η . ΒΑYNES, «Alexandria and Constantinople» , Byzantine Stlldies. Η μελέτη των επαιτώσεων της Συνόδου της Χαλκηδόνας σκιάζεται από την επιμονή των πε ρισσότερων ιστορικών να εξηγήσουν -ή να δικαιολογήσουν- τη θρησκευτική αντίθε ση των ανατολικών επαρχιών ως έκφραση κοινωνικής και πολιτικής δυσαρέσκειας: ο Α . Η . Μ . JONES, στο «\Vere the Ancient Heresies national ΟΓ social movements ίπ disguίse?», JOIJmal ο! Theological SΊιιdies, n.s. Χ ( 1 959), προσφέρει μια διορθωτική ερμη-
Ο KO�MOΣ ΊΊ Ε γ:';ΤΕΡΗΣ Λ ΡΧΛΙΟΤΗΤΑΣ
230
νεία και το Οαι Kanzil van ChaJkedan, επιμ. Α. Gήllmeίr και Η . Bacht, 2 τόμοι (Βυρ τσμπουργκ 195 1 -3), αρκετό υλικό για τον ευστΡOq:Ό αναγνώστη να διαμορφώσει την προσωπική του γνώμη. Για τον Αναστάσιο: Ρ. CHARANIS, Church and 5care in the Lacer Roman Empire (Μάντισον 1939)' βλ.
επίσης,
\Y.H.C. FREND, The Rise 01' che Mono
physice Movemenc (Οξφόρδη 1 972), μια ζωηρή αφήγηση' για μεμονωμένους λογίους,
βλ. R. CI'IESNυr, Three Monophysice Chrίscologies (Οξφόρδη 1 976) και G. LARDREAU, Discours plIilosophique ec dίSCΟUΓS spiTicuel (Παρίσι 1 985) - για τον Φιλ6ξεΥΟ της [πό
λης] Mabbug. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Ρ.Ν. URE, Juscinian and his age (ΧάρμοντσΥουερθ 195 1 ), έργο γραμμένο με ενθουσια σμό. Η ζοφερή εικόνα το" I l ροκοπίου, στην Aπ6κρVφΗ Ιστορία [ελλ. μτφρ. Αλόη Σιδέ ρη, Αθήνα 1988] (αγγλ. μτφρ. G.A. \Villiamson, ΧάρμοντσΥουερθ 1969) καθώς επίσης και στις ΙστορίΕς [των Πολέμων] Ιμτφρ. Περικλής Ροδάκης, Αθήνα 1996] (ελληνικό γ.είμενο και αγγλ. μτφρ. Dewing, Loeb CΙassical Library, Λονδίνο και Νέα
Υόρκη 1 9 14-
40), εξακολουθεί να επηρεάζει τις νεότερες απόψεις. Στο LRΕ, Ι, σελ. 266-302, ο Jones προσφέρει την πιο αξιόπιστη ανάλυση. Το Ρ/ΌCOΡίυs and ιlι" Sixch CencLlfY της ΑVERIL
CAMEI
(Λονδίνο 1978). Για τα
στρατιωτικά προβλήματα: J. ΤΕΑΙΙ, «Barbaιiaπs ίπ (he Aπηies
οΓ Justinian»
Speculum ΧΙ ( 1 965) και Ρ. ΑΙΙΕΝ, «The 'Justinianic' Plague», ΒΥΖαπιίοπ χινιιl ( 1 979).
Για την εξέλιξη της βυζαντινής διπλωματίας: D. ΟUΟΙΕΝSΚΥ, «The Empire and ίι' Northem Neighbours» στο The Cambridge MedievaJ Ηί'-ΙΟΙΥ lν, Ι ( Καίμπριτζ 1 966) -μια εξαιρετική επιΟ'ι.όπηση που περιλαμβάνει επίσης ανάλυση της εγκατάστασης των σλαβικών
φύλων- και
The ΒΥΖαπιίπ" CommonIveaJch (Λονδίνο 1971), Ι Η
Βιιζα1'fιvή
Κοινοπολ ι τεία, μτφρ. Γιάννης Τσεβρεμές, Αθήνα 1 99 1 ] ' βλ. επίσης τώρα Ι . ENGELHARDT, Mission und Policik ίπ ΒΥΖΜΖ( Μόναχο 1 974).
ΚεΦΑΛΑΙΟ 1 3
Για την I lερσία: Α. CHRIsrENSEN, L 'lran sous le.5 Sassanides (Κοπεγχάγη-Παρίσι 1 936), R. FRYE, The Herίcage οΙ' Persia (Λονδίνο 1963) και ΤΙι" Hisrσ/y οΙ' Ancienc [ran (Μό
ναχο 1984). Το Persia e ίl mondo greco-rom"no (Ρώμη 1 966) περιλαμβάνει ενδιαφέρο ντα δοκίμια. Βλ. επίσης ΤΙ," Cambridge Hisrσry οΙ' Iran 3, μέρη Ι και 2, επιμ. Ε. Yarshater (Καίμπριτζ 1983). Για την κοινωνική και τη θρησκευτική ζωή της Μεσοποταμίας: Β. SEGAL, «The Mesopotamian communi(ies flΌm Julian (Ο the Rise of IsIam», Proceedings of the Brίcish Academy XLl ( 1 955), J. NEUSNER, Α Hisrσry οΙ' rhe JeIvs in Babylonia, τόμοι 11ν (Λέιντεν 1 966-70)
και V.
PIGULEVSKAJA, Les vίlles dans I 'ecac iranien (Παρίσι 1963).
Πολλά έχει κανείς να μάθει από τον M.G. MORONY, /rι/q afief" Ihe Mllslim ConquesI (Πρίνστον 1 984). Για τις πολιτιστικές Ο'ι.έσεις με το Βυζάντιο μέσω των χριστιανικών κοινοτήτων της Μεσοποταμίας: Ρ. BRO\\'N, «The Diffusion of Manichaeism ίπ the Roman Empire», ΙΟΙΙΓΠΟI οΙ' RonIan Scudies L l X ( 1 969). Τώρα, βλ. επ ίσης S.N.C. Ι/Ευ, Μanίchaeί.,m (Μάντσεστερ 1 985). Για τη στάση των Βυζαντινών απέναντι στην Περ
σία: Ανεl
( 1 969). Για το σασσανιδικό εμπόριο, D. \νΗΠΕΗΟUSΕ και Α. \VILLL'MSON, «5assanian
3l1JΛιΟΓlΊΙΦΙΑ
2:1 Ι
l1aιitime Trade», ΙΓΜ ΧΙ ( 1 973)' βλ. επίσης Ι. SHAHID, Byz"nrium and (Ιι" Arabs ίl1 rhe FourtI! Cel1ruιy (Ουάσινγκτον, D.C 1 984) που αποτελεί την αρχή ενός μεγαλόπνοου
,στορικού έργου για τις σχέσεις μεταξύ των Αράβων και των αυτοκρατοριών της I1έσης Ανατολής. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14
Πολλοί ιστορικοί αντιμετωπίζουν την περίο&ι του Ioυmινιανoύ ως την τραγική χο ;ιύφωση του υστερορωμα"ίκού κράτους και προχωρούν αμέσως στην περίοδο ταυ Ηρακλείου, την οποία θεωρούν ως αρχή του μεσαιωνικού Βυζαντίου. Κατά συνέπεια, rα τέλη του 60υ αιώνα έχουν παραμεληθεί, βλ. όμως τώρα τα κε ίμενα των Α.Ρ.
KAZHDAN και Α. CUTLER στο «COI1tinuίty and Discontinuity ίπ Byzanline History», Byzanrίon LιI ( 1 982). J.F. HALDON, «ldeology and Social Change ίπ the Seνenth Century» , ΚΙίο L X V I I I ( 1 986) και Η . ΚΕΝΝΕΟΥ, "The I"st Century 01' Byzantine Syria: a
Reinterprerarion», Byzanrίnische Forschungen Χ ( 1 985), τα οποία τονίζουν τη σοβαρό τητα της κρίσης του Βυζαντίου κατά τον 60 αιώνα. Για την κλασική παράδοση στα τέλη του 60υ αιιονα: ΑVΕRΙΙ CAMERON, «The "Scepticism" οΓ ProcopiLIS», Historίa ΧV ( 1 966) και Agathίas (Οξφόρδη 1 970). Για τον lωάννη Φιλόπονο: S. SAMBURSKY, The PhysίcaI \Voι'/d οΓ Lace Αl1tίquίtΥ (Λονδίνο 1962). Το Phίloρonus and the Rejection οΙΆrίstoreΙί811 Scίence, επιμ. R . Sorabji (Λονδίνο 1 987) περιλαμ()άνει σημαντικά δοκίμια. Για τη διά
σωση των κλασικών κειμένων: L. REYNOLDS και Ν. \VILSON, Scribes and SchοlaΓS (Οξφόρδη 1 968) [Α ντιγραφείς και Φιλόλογοι, μτφρ. Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης, AIJljva 1 9 8 1 ] και N.G. \νΙΙSON, ScΙιοΙaΓS οΙ' Byzanrίun! (Λονδίνο 1983) [Οι Λόγιοι στο BUΖάντιo, μτφρ. Νικ. Κονομής, ΑΟήνα, 1 99 1 ] . Η
AVERIL CA M ERON και η J. HERRIN, στο
COI1scancinopIe ίπ the ΕΒΓΙΥ EigIιrh CentιιΓΥ (Λέιντεν 1 984) μας δείχνουν πόσο λίγο κα
ταλ(Ι.Ι·\ιιιναν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας τα κλασικά αγάλματά της. Για τη δυτική Ευ ρώπη: J. FOi\1'A1NE, IsidOle de Sevίlle "' ΙΒ ωΙωτο cIassίqιJe de Ι ΈSΡagne \VίsigochίqιJe, 2 τόμοι (Παρίσι 1 959). 2η έκδ., με παράρτημα (Παρίσι 1 983)' J.M. \VALLACE-HADRLLL, The Franki.5h ChUΓch και, ιδιαίτερα, Ρ.
GODMAN, Poet.Ij and ΕmΡeIΌΓS. Frdnkish PO/ίrία aπd
Cllrolίngίan Poerιy (Οξφόρδη 1 987), έργα που διορθώνουν τη ζοφερή εντύπωση που δί
νεται στο κείμενό μου' G. HENDERSON, FΙΌΠ1 υυΓ1Ό\ν to Ke1l.5. Tlle lnsular Gospe/ Books' (Λονδίνο 1 987), εξαιρετικό για το ρόλο των βιΒλίων σε μια μη ρωμα'ίκή κοινωνία. Για τη λωκή θρησκευτική κουλτούρα: Ε. KITZLNGER, «The Culr 01' Ilnages ίπ ιΙιο Age bel'ol'e lconoclasm», Dumbarron Oaks Papers ΥΙΙ] ( 1 954). Το «Images of Authoriry: Elites and Icons ίη (he lare SixtI1-cenrury Byzanrium» της Ανεκιι CAMERON, στο Ραιι and ΡΓesent LXXXIV ( 1 979) είναι μια αριστοτεχνική έκθεση κρίσιμων εξελίξεων. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 5
Ο TOR ANDRAE, στο MoIIammed (Λονδίνο 1 936), υπογραμμίζει την οφειλή της διδα σχαλίας του Μωάμεθ στην ασχητική ευλάβεια της Εγγύς Ανατολής και ο Μ. WAlT, στο Muhammed ΒΙ Μecαι και MilhamJned ΒΙ Medil1a (Οξφόρδη 1 953 και 1955), τα ά μεσα προβλήματα της αραβιχής κοινωνίας. Αλλά ο αναγνώστης πρέπει να γνωρίζει πως ο Ρ. CRONE, στο Meccal1 Trade and the Rise οΙ' lsiam (Οξφόρδη 1 987), ανασκευά ζει ριζικά τις καθιεραψένες απόψεις, χωρίς να εξαιρεί αυτές που παραΘέτω στο πα ρόν κεφάλαιο. Ο Ι. GοωΖΙΗΕR, στο MusIίln Srudίes, (αγγλ. μτφρ. S. Stem, Λονδίνο
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΙΙΣ Ι'ΣΤΕΡΗΣ ΑI'ΧΙΙΙΟΤΗΤΑΣ
J 968), διακρίνει καθαρά την ένταση ανάμεσα σ' αυτό που κήρυττε το Ισλάμ και αυτό που οι Βεδουίνοι ήταν προετοιμασμένοι να εφαρμόσουν. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 6 Ο V. MONNERET Ο Ε VILLARD,
στο Introduzione al/O $tudio dell 'archaeologia is/amica (Βε νετία 1966), δίνει μια εξαιρετική περιγραφή της συνέχειας των κοινωνικών και των καλλιτεχνικών μορφών στην Εγγύς Ανατολή. Βλ. τώρα και Ο. GRABAR, The Foπnation of Is/amic Απ (Νιου Χέηβεν, Kow. 1973) και Η. KENNEDY, «From Po/is to Medina», Pasc and Present CVI (Ι 985). Βλ. επίσης Ρ. CRONE και Μ. COOK, Hagarίsm. The Making 01' the ls/arnic \Vor/d (Καίμπριτζ 1 977), Ρ . CRONE, S/aves οπ Horses. The Evo/ution οΙ' the ls/amic PO/ity (Καίμπριτζ 1 980), Ρ . CRONE και Μ. HINDS, God's Ca/iph. Re/igion and Authorίty ίπ the First Cencury of Is/am (Καίμπριτζ 1986) καθώς και το Studies ίπ the Πι," Cencury of Is/amic Society, επιμ. G.H.A. JuynbolI (Κάρμπο ντεηλ, Ιλλ. 1 982). Για την επιβίωση του πολιτισμού της Ύστερης Αρχαιότητας, βυζα ντινού και περσικού, και την υποδοχή του αJ-τό τους Άραβες: GOLDZIHER, ορ. cit., R. \VALZER, Greek ίπιο Arabic (Λονδίνο 1962), και R . PAREf, «Contribution a I'etude des milieux cuIturels dans le Proche-Orient medievale», Revue Historique CCXXXV
( Ι 966). Τα βιβλία των J. LASSNER, The Shaping οΙ' Abbasid RuJe (Πρίνστον 1980) και Μ. 5HARON, B/ack Banner, from the East (Λέιντεν Ι 983) υποβαθμίζουν την περσική ε πιρροή' βλ. επίσης F. ROSENTHAL, The C/assica/ Herίtage ίπ lslam (Λονδίνο 1975). Η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ευμάρειας και του πολιτισμού μακριά από τις ακτές της Μεσογείου με την άνοδο του αββασιδικού χαλιφάτου -j:\λ. lslam and the Trade of Asia, επιμ. D.5. Richards (Λονδίνο 1971}- ίσως εξηγεί τις αλλαγές στην εξέ λιξη του εμπορίου και του πολιτισμού της δυτικής Ευρώπης που τόσο απασχόλησαν τον Η. PIRENNE στο MahomeI and Chmlernagne (αγγλ. μτφρ. ΜίΒII, Λονδίνο Ι 937). Η θέση του Pirenne εξακολουθεί να συζητιέται έντονα με γόνιμα αποτελέσματα: βλ. Α. RISιNG, «The Fate of Η. Pirenne's thesis σπ the consequences 01' rhe Islamic Eχpansion», C/assica οΙ Medieva1ia ΧΙΙΙ (1952), Ρ. BROWN, «Mohammed and Charlemagne», Daeda/us CIII ( 1 974), αναθεωρημένο στο 50ciery and the ΗΟ/Υ, R. \V. Βυιιιπ, The Came/ Ilnd rhe Whee/ (Καίμπριτζ, Μασ. 1975) και το εξαιρετικό συνθετικό έργο των R . HODGES και D. \VHΙΤEHOUSE, Mohan1med, Charlernagl1e and the Origin8 οΙ' Europe (Ιθάκη, Νέα γόρκη 1983).
Ε Υ Ρ ΕΤ Η Ρ Ι Ο
Οι αριθμοί με πλάΥια στοιχεία αναφέρovται στις εικόνες.
Άβαροι 163. 1 66. 182. 195 Αββασίδες, δυναστεία 177, 2 12, 2 1 4 Άβιτος, επίσκοπος Βιέν[νης] (Vienne Γαλατίας) 1 39 Αβουβάχαρος (Αμπού-Μπακρ) 2(}4
Αποφθέγματα Πατέριον 107
Αραβία, Άραβες 76, 1 75·6. 1 79·81, 187. 197·8.201 Κ.ε., 2 1 0, 2 1 3-4' 127
Αρειανισμός, Άρειος 96, 132, 142, 1 6 1 Αριστείδης, Αίλιος 55·6, 58, 6 1
Αγαθίας 182. 184
Αριστείδης, Μάρκος 7
Αγαπητός, πάπας 142
Αριστοκρατία 2 1 , 39. 42-3, 47-9,94, 132.
Αγιλούλφος, βασιλιάς Λσμβαρδών 89
134, 1 36·40, 143, 184
Adamklissi, Tropaeum Traiani 6. 13
Αριστοτέλης 78, 177. 197, 209. 2 14
Αδριανός, αυτοκράτορας 22. 66 Αδριανούπολη, μάχη της 1 1 9
Αρμενία 27, 100. 105
Αθανάσιος, άγιος 58, 84, 95-6, 103
Ασκληπιός 55
Αθήνα 76. 78, 82. 97. 1 16, 187
Αστρολογία 69' 58-ω
Ασκηησμός 8 1 : 105' 126
Αιγαίο, περιοχή του 29, 76. 94, 98
Αττίλας 137, 147-8, 163
Αίγυπτος 16. 25. 29. 3 8 . 4 7. 49,56, 76.94. 100-3, 105-8. 1 1 1 . ι 16-7, 146, 148, 1 5 1 ,
Αυγουστίνος lππώνος, άγιος 9, 35, 38,
179, 206,208, 2 1 2 ' 8
58, 80- 1 , 84, 1 1 5, 1 17, 126. 1 30, 142, 186
Αυρηλιανός, αυτοκράτορας 29, 3 1 , 58
Αιθιοπία, negus της 201
Αυσόνιος 35, 39, 124·5, 138. 209
Ακουιτανία ]24. 137
Αφγανιστάν 24. 173
Αλαμαννοί 47' 80
Αφρική 15·16, 18, 29, 35, 39.52, 73, 1 02,
Αλάριχος 1 1 9. 1 3 1-2 Αλεξάνδρεια 29. 56. 78, 88. 95·6. 103, 1 10. 1 1 3, 1 1 7. 126. 142, 154, 1 65. 175, 1 80. 1 88, 1 97-9.205, 2 1 2
Αληθής Λόγος ( Κέλσος) 56 Αλ-Φοστάτ (AI- Fosrar) 208
Αλ Χατζάζ (AI- Hajjaj) 209 Αμβρόσιος, άγιος 38. 84. 1 1 3, 1 1 5. 1 1 7, 129-30' 74
Αμμιανός Μαρκελλίνος 123, 128 Αναστάσιος, αυτοχρότορας 146, 148, 152. 1 56-7. 159' 92. 1 1 9 Αναχώρηση 105, βλ. ασκητισμός Ανθέμιος από ης Τράλλεις 1 6 1 Αντιόχεια 29. 38. 46-7. 49. 88. 109, 1 15. 142, 1 63, 1 70. 1 75, 1 79-80. 206, 208. 2 1 2 ' 33 Ανηί>νιος, άγιος 95, 103. 1 05. 1 08, 152 Apa 1 07' 70. 94 Απόκρυφη Ιστορία [Ανέκδοτα] (Προ
κόπιος [ 142. 147
105. 1 1 1 . 124, 1 33·4, 140. 1 6 1 . 163, 1 65, 184. 2 1 4' 29
Αχαιμενίδες, δυναστεία 18, 173, 179 Baalbek ( Ηλιόπολις) 22. 152 Βαγδάτη 1 2 . 2 5 . 170. 1 77, 2 12-5 Βαλεντινιανός Α ., αυτοκράΤΟίΧ!ς 12884
Βαλεντινιανός Β ' , αυτοκράτορας 158 Βαλεντινιανός r · . αυτοκράτορας IΟΙ Βαλεvrίνος 63 Βαλεριανός, αυτοκράτορας 25. 29· 1 1 Βάλης, αυτοκράτορας Ι 1 9 Βαλκάνια 1 3 1·2. 146, 159, 163-4 Βάνδαλοι 1 3 1 , 133, 1 6 1 , 169' 87 «Βάρβαροι» 20- 1 , 1 1 8. 1 30, 132, 1 36-40, 147. 170
Βασίλειος Καισαρείας, άγιος 47, 1 1 5 Βασόρα (Basra) 208. 2 12. 2 1 4 Βαχράμ ο Όναγρος (Vah ram Gur) 1 75
Απολογητές 70, 84. 90. 96. 99, 175
Ba\vit. μονή αγίου Απόλλωνος 7J-2, 94
Απολλινάρης, Σιδ,ονιος 136·8,209
Beardsley, ALlbl'ey 125
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΙΙΣ ΕΊΈΡΗΣ ΛΙ'ΧΙΙΙΟΊΊ ΙΤΛΣ
Βέδας (Bede), ο αιδέσιμος 167 Βελισάριος 140, 147 Βερόνα, 5οη Zeno 38
71
Δαμασκός 180- 1 , 205-9, 2 1 2
Βηθλεέμ 125 Βησιγότθοι 1 1 8-9, 1 3 1 -3, 137' 122 Βιθυνία 68 Βιργίλιος 186
Δασταγέρδ (Da.stgerd) 179 Δέκιος, αυτοκράτορας 29· 53 Δέξιππος 76 Διδασκαλεία 63- 44
Βοήθιος 84, 140
διμμ,j (dhίmmί) 199
Βόστρα 1 8 1 Βουδισμός 24, 1 70, 1 74 Βούλγαραι 163
Διοκλητιανός, αυτοκράτορας 27. 30, 32. 38,47, 74, 9 1 -4, 208' 12, 63
Βουργούνδιοι [ 3 ] Βρετανία 16, 24-5,29, 39, 9 1 , 137 Burke (Μπερκ), Edmund 1 5 1
Διονύσιος Αρεοπαγίτης 192 Δοβρουτζά 29 Δογμάτιος 54 Δομιτιανός. αυτοκράτορας 63 Δονατιστές ]24
Γάζα 1 8 1 Γαλατία 2 1 , 24-6, 29, 39, 46-7, 49-50, 102, 1 1 9, 124, 126, 1 3 1 , 1 33-4, 137-9, 152, 167, 182, 1 85-6, 194
Γαλέριος, αυτοκράτορας 31-2 Γαληνός 16, 62, 70, 1 97, 2 1 4 Γαλιλαία, λίμνη [ Θάλασσα] της 50 Γαλιλαίος 188
Δούναβης ποτ., επαρχίες 15. 26·7. 29, 3 1 . 33,46,57, 74,92, 94. 96, 1 1 8, 126, 1 3 1 , 140, 145. 163, 165' 13, 1 7·20
Δούρα-Ευρωπός, 1 5 ' (χάραγμα) ΙΟ7 τοιχογραφία 43 Εβραίοι, lουδα'ίσμός 2 1 . 72, 1 1 1 , 1 75-6, 184, 1 9 1 , 1 98-9. 202
Έδεσσα Μεσοποταμίας (Ούρφα) 78,
Γαλλία 1 8 , βλ. Γαλατία
1 05. 1 16. 152, 1 9 3
Γαλλιηνός, αυτοκράτορας 3 1
Ελλάδα, ελληνική παιδεία 10, 20-3, 35-6,
Γάλλος 36 Γαρούνας (Garonne), ποταμός 137 Γασανίδες, βλ. Τζαμπίγια Γένεσις της Βιέννης ( Vienna
Δαίμονες, πίστη τους 6(}.1. 108-9' 37-38,
Gene!J'ίo\")
IU5, 126
Γέρασα 1 8 1 Γερμανία ι Ι 9
38,49. 70, 99, 186-9, 1 9 1-2. 197
Ελληνισμός 76, 78-9, 8 1 , 94. 98-100. 2 14 Εννόδιος, επίσκοπος Παβίας 139 Εξομολογήσεις [ ConfessioneH] (Αuγoυ -
στίνος) 8 1 . 126 Επίκτητος 70
Γιαζντέν (Yazden) από το Kιρxoίrι. 179
Ερμής ο Τρισμέγιστος 56, 58. 63' 60 Έραυλοι 76
Gibbon, Ed\\'ard 62-3
Ετρουρία 123
Γιουγχοσλαβία 3 1
Ευαγγέλιο
Γκόμπι, έρημος 2 ] 4
Ευκλείδης 187
Γκουργχάν (Gurgan), βλ. Υρκανία
ΕυσέΒιος, επίσl.:οπος Καισαρείας 88, 90,
Γλώσσα ελληνική 70, 100 λατινική 1 38-9, 146 Γνιοοτ ικισμός 57-9. 63, 76. 78, 8 ] Γρατιανός, αυτοκράτορας 129 Γρηγόριος Α -. πάπας 142, 167, 1 9 1 , 196· ΙΙ7
του
Rossano (Καλαβρία)
93. 95-6
Ευφράτης ποτ. 15,25, ] 1 1 , 128, 1 6 1 , ] 70, 214
Έφεσος 22. 5 0 Σύνοδος της (43 1 ) 152 Εφθαλίτες [Ούννοι], αυτοκρατορία των 1 70. 1 75
Γρηγόριος Ναζιανζηνός 47
Ζάγρος, οροσειρά ι 73
Γρηγόριος Νύσσης 47
Ζανζιβάρη 165
Γρηγόριος, επίσκοπος Τουρώνων ι 39, 186
32
Ζαχαρίας, επίσκοπος Μυτιλήνης 149. 169
εnεΊΊΙ Ι'ΙΟ
Ζηνοβία της Παλμύρας 29
Ιρλανδία 1 87, 209
Ζωροαστρισμός 6 1 , 170, 174-7, 179-80,
ισδιγέρδης Α ' (Yazdkarι Ι ) 1 75
1 99, 2 1 3' 43
Ηλιόπολις, βλ. BaaIbek Ηράκλειος, αυτοκράτορας 166, 1 79, 1 8 1 , 184, 188, 195, 197, 206,209
Ηρακλειον (HercuIaneum) so Ηρόδοτος 172, 1 84, 189
Ισίδωρος από τη Μίλητο 1 6 1 Ισίδωρος, επίσχοπος Σεβίλλης [=Hispalensis] 1 86' 1 13 Ισλάμ 2S, 177, 1 80. 201-2, 204-6, 208, 2 1 0, 21S
Ισπανία 29, 46. 1 16, 124, 1 3 1 , 1 334, 165, 167-8, 1 74. 182, IΗ4-6, 192,208
Θαγάστη 38
Ιστάκρ (Istakhr) 173
Θεοδοσιανός Κώδιξ (Codex T/Jeodo
Ιστορία των Γ6τθων Ι Ηίsωria GorhonIl11j
sianu5) 146
Θεοδόσιος Α " ο Μέγας I J 1-3, 128, 196' Ζ5, IΟΟ Θεοδόσιος Β ' 145-6' 91 Θεοδώρα, σύζυγο; Ιουστινιανού 159-6 Ι · 103 Θεόδωρος, αρχιε1ιίσχοπος Καντέρμπου
ρυ 167 Θεόφιλος, πατριάρχης Αλεξανδρείας ι ι 1-3, 152' 73 Θεσσαλονίκη 1 1 ] . ι 1 3 , 194 Αψίδα Γαλερίου 63
Εκκλησία Αγίου Δημητρίου J 12
Θευδέριχος 1 3 1 . 136, 1 39-40 Θηβα"ίς 50, 106 Θουκυδίδης 187, 189, 197 Ιάμβλιχος 79, 84 Ιερμoιr,(άς, [Ιερομύαξ, Yarmuk ] μάχη του (636) 206 Ιερουσαλήμ 10, 1 5 1 , 167, 1 79-80, 182, 1 84, 1 9 3 , 2 0 1 , 206, 209, 2 1 2
IεριiJνυμoς, άγιος 27, 38. 1 1 7. 125, 1 30, 186
Ιλιciς 51 lνδία ]75. 177 Ινδός, ποταμός 173 Ιουλιανός ο Αποστάτης, αυτοκράτορας 36, 38,58, 76-7, 79, 85-6. 97- 100, 123' 49. 65
lουλιανός (Juliall0s) από το Σέπτον 168
Ιουστινιανή Πρώτη (J usti ni an a Prima) 1 64
Ιουστινιανός Α ', αυτοκράτορας 140- ] ,
(Κασσιόδωρος) 137
Ιστορία τω" Πολέμω\/ r Υπέρ τω" Πο λέμων] (Προκόπιος) 147 Ιστορία τω" ΦράΥχων JHisrOΙ1;'1 Franco rum] (Γρηγόριος) 139
Ιταλία 10, 18, 3 1 , 49, 123, 126, 1 3 1 , 1 33-4, 136. 1 39-4 1 . 143, 163, 167, 1 82, 18S
Ιωάννης Δαμασκηνός, άγιος 209 Ιωάννης Καππαδόκης 162 Ιωάννης Λαυρέντιος Λυδός 147 Ιωάννης ο Ελεήμων 197-9 Ιωάννης Φιλόπονος 188
Ιωάννης ο Χρυσόστομος 38, Ι IS Ιωνάς 62" 40 Καδεσία, μάχη της (637) 206
Καισάρεια ΙΟ7, 1 15 , 142, 147 Καλλίνικον 1 1 1 Καμπούλ 24 Καντόνα 2 1 4 Καππαδοκία 2 5 , 47. 68, 73, lUO, 107 Καρλομάγνος 12. 209, 2 1 5
Ευαγγέλια του 24 Κάρολος Μαρτέλος 2 1 4 Καρχηδόνα 72-4, 105, 206 Κασσιόδωρος 136, 139, 185 Κάσσιος Δίων 22-7 Κάστρο του Συμεών, μονασΤ11ΡΙ (Qalat Sem ' an) 152' 97
Κέλσος 56, 88 Κέλτικη τέχνη, γλώσσα, κουλτούρα 2 1 , 26,46. 138, 186, 209
143. 146-7, 156-7, 159-66. 168-9, 1 72.
Κεράλα 175
1 75-6, 179, 182, 184. 1 87-9, 1 9 1 , 193-4,
Κεϋλάνη 174
196, 199,209 , 2 12' ΙΟ2, ΙΙΜ, 121
ΚhίΓbat aI-Mafjar 130
Ιουστινιανός Β ', αυτοκράτορας 193
Khoran 109
Ιουστίνος, αυτοκράτορας 159
Κικέρων 186
Ιράκ 1 74. ] 80
Κιλικία 25
(] K(]ηlo� Ίl I Σ l'ΣTEPII"
Κίνα 27. 35. 99, 1 33. 154. 1 70. 172. 174·5. 201 , 2 14' 108·9 Κλαυδιανός 126 Κλαύδιος Β ' , αυτοκράτορας 3 1
CιίbaωΙΓίus 170'
/07
ΚλΦις (CΙoviS), βλ. Χλωδοβίκος Κόμμοδος. αυτοκράτορας 63 Κόπτες, κοπτική κουλτούρα 25, 102. 209, 2 1 2 · 8. 68. 70. 95
Κοράνι (Qu 'ran) 201, 204·6 Κορνουάλη 165 Κόρδοβα (Κορδ[ο]ύη) 208. 2 1 0 ΚουσεΤρ·Άμρα (Qusair' Amr") 2Ο9 Κούφα 208. 2 1 3 Κριμαία 2 9 Κρίσις. ημέρα της 1 14·5 Κτησιφών 1 70. 172, 1 74·5. 1 77-8. 180. 2 1 3 Κ υπριανός, επίσκοπος Καρχηδόνος, άγιος 27, 58. 74 Κύριλλος. άγιος 152 Κύρος 173. 1 79 Κύρος ο Πανοπολίτης 155 Κωνσταντίνος, αυτοκράτορας 27. 32-3, 38,50, 58. 7 1 . 78·9. 88, 90, 92·9, 1 06. 123, 1 76' 1 6, 2 7. 6 1 Αψίδα του 35' 2 7
Κωνσταντινούπολη 1 6 - 1 7 , 24, 33, 36, 39, 4 1 . 94,97, Η)2. 105. 1 15. 1 1 8. 123, 1JO.2. 142. 145·9. 1 5 14. 159. 162·3. 165. 169. 1 78·9. 182. 187. 1 9 1 ·5. 197. 208·9. 2 12. 2 14' 91. 98. 100. 1 19 Αγία Σοφία 1 6 1
Οικουμενική Σύνα'\ος. 6 η (680/ 1 ) 2 1 2 Κωνστάντιος Χλωρός, αυτοκρότσρας 32' 14·5
Κωνστάντιος Β . , αυτοκράτορας 32-3, 95·6. 98·9, 123' 31. 64 Λακτάντιος 90, 92
Λαμπάδιοι, οικογένεια 83 Λαχμίδες, βλ. Χίρα Lep1is Magna. βλ. Μεγάλη Λέπτις Λέων Α ' , πάπας 134, 152-3 «Τόμος» του 153 Λερίνες νήσοι (Lerins) 138 Λιβάνιος 33
λl'ΧΛΙΟΤΙΙΤΑΣ
Λυκαονία 7 \ Μαζντάκ 176 Μακάριος 108 Μάνης, μανιχαίοι 1 72, 1 74- /07 Μαρίνος 148, 152 Μάριος 8ικτωρίνος 84 Μαρκιανός, αυτοκράτορας 152 Μαρκίων 7 1 Μάρκος Αυρήλιος, αυτοκράτορας 29. 5 1 . 56·7. 98·9. 194
Μαρτίνος, άγιος 1 1 7. 132, 194' 86 Μασσαλία 138 Ματθαίος. άγιος 24 Μαυρίκιος, αυτοκράτορας 166. 179 Μεγάλη Λέπτις (Lep1is Magna) 22· .J Μεδίνα 201 , 203 Μεδιόλανο ( Μιλάνο) 36. 105. 1 13. 1 1 5 . 126. 128
SaπtΆmbrοgίο, ψηφιδωτό 74 Μέκκα 1 80- 1 , 186, 201-3 Μεροβίγγιοι. αυλή των 133. 139 Μεσόγειος 12, 15·18.24·5. 27.29. 38·9.44. 46, 50. 5 1 . 55 . 57. 7 1 , 74. 88. 9 1 ·2. 109. 1 1 9. 123. 128. 1 30. 1 32·3. 140. 143. 167. 1 70. 1 74·5. 184. 1 86·7. 1 94. 197. 199. 206.209. 2 1 2. 2 15 ' 4
Μεσοποταμία 1 2 , 2 5 . 1 1 1 , 1 5 1 , 170, 17280. 198, 208·\0,2 12·5
Μεταθανάτια ζωή 62. 1 14·5' 41J. I. 76· 7 Μηνάς. άγιος 152' 72 Μιθρα'ίσμός 62 Μικρό Ασία 15. 23. 49, 66. 7 1 . 88. 934. 96·8. 149, 165. 195. 208
Μοζάραβες 208 Μοζέλας, ποταμός 125 Μοναχισμός 103. 1 \Ο. 1 16·8. 138 Μονοφυσισμός 153 M'sh"lla 209 Μπορντώ (Βουρδίγαλα) 46. 124. 139 Μπουχάρα 172 Μωάμεθ 201 Χ.ε. Μωυσής 2 1 3 Μωυσής, ασκητής ΙΟΒ Nag·Hammadi 56
Λογοτεχνία, λατινική 139
Ναρβών[α] 133
Λομβαρδοί 135. 167
Νακς·ι·Ρσυστάμ (NaqsI,.i.Rusιam) 173
Λούγδουνο (Λ υών) 72
Νεγκέβ, έρημος 50
Λοχάνγκ 2 1 4
Νείλος 4
ΕΥΡΕΊΊ Ι ιηο
Νεστοριανισμός 172. 1 74-5. 178-9. 182, 198 «Νίκα», στάση του (532) ]59, 1 6 1 ·2
Νίκαια, Ε"ιαλησία της Αναλήψεως l l } Νικομήδεια 33. 74
23ί
nερσία 23, 27. 79, ]06, ]63, ]66-8. ]70. ]72, ] 75-80, ]82, ]84, ]95, 20]-2, 205,208-]0, 2 ]2-3. 2 ] 5 ' 109, 130
nέτρος, άγιος ]94
Νίσι(Jις ]05. ]78. ]98,20]
Πλανήτες, οι, χαρακτικό 60
Νορθουμβρία ]67, ]887
Πλάτων, πλατωνισμός 70, 76, 78-9, 92,
Ντεκάν (Dekkan) ]77, 2 ] 3 Οδόακρος ] 39 Ολυιc-τιόδωρος ]48 Όμηρος ]97, 2 ] 0 Ομιλίαι [ Homi/iae ίπ evange/i(i] (Γρη
γόριος Α ' ) ]42, ] 9 ] Ομευάδες, δυναστεία 206, 2 1 2 τζαμί 129 Ονώριος, αυτοκράτορας 1 3 ι OξύΡUYΧOς 29 Όσιος, επίσ,ωπος Κορδουης 92 Όστια 39,46,50 Οστρογότθοι ] 3 ] , ]33, ]62, ]65 Ούμαρο; (Ομάρ) 204 Ούμμα 20] , 203-4, 208
Ούννοι 1 1 8, ]37, 175' βλ. και Εφθαλίτες ΟυράνιΕς Ιεραρχίες ("Ψεuδo-Διoνύσιoς») 80
nαβία ] 5 nαγανισμός 37, 58-9, 64 , 73, 78-9, 86, 94, ] ] ] . ]22, ]29-30, ]84, ]86, ] 9 ] ' 45, 63, 82. 85
nαλαιστίνη ]8, 46, 50,52,55. ]65. ]75, 2 ]2 n ανούχλα, λοιμός Ι 64 n αυλίνος Νώλης ] ]7. ]25 Παύλος. άγιος 7 1 , 192 nαχώμιος, άγιος ]06-8, ] ]6· 70 Πεκίνο 165. 174 Π ελάγιος, πελαγιανισμός 124, 134 Περι aQX(iJv της Ρωμαίων πολιτείας
( Ι ωάννης Λυδός) ]47 Περί Βασιλείας (Συνέσιος Κυρήνης) ]47
Περί παραμ υθίας της φιλοσοφίας [De
ConsoIarione phίlosophiaej (Βοi/:Jιος) ]40
Περί του καλού (nλωτίνος) 84
Περί Τριάδος lDe Trinirarej (Αυγου
στίνος) ]26 n ερόζης (Firuz) ]75 Π ερσέπολις ι 73
]03. ]78, ] 87, ]97. 209, 2 ] 4
1 1 λωτίνος 9 , 38. 57, 59, 65, 76, 78-8 ] , 84. ]03. ]26, ]42, ]92
Ποιμενιχ6ς ΚαVΏν rRegιιla ρascoralίs!
( Γρηγόριος Α ' ) ]42 n ολέμων από τη Σμύρνη 22 Πολιτεία του Θεού ΙDe Civitate DeIl
(Αυγουστίνος) 130 nομπηία 50 Πορφύριος από την Τύρο 79 nόστοuμος 29 ΠOUΑτιέ 2 14 n ρισκιλλιανισμός ]24 Π ρίσκος από το Πάνιο 147 nροβηγκία ]33 n ράβος, n ετρώνιος 39 n ρόχλος 76, 79 Προκόπιος από την Καισάρεια 142, ]47, ]55, ]82. ]84, ]89 Ραβέννα ] ]6, ]34, ]3940, ]43, ]64, ]68
Μαυσωλείο της Galla Placidia 66
SantΆΡοllίπare ίπ CΙasse, ψηφι δωτό 123 Sanr' Apollinare Nuovo, ψηφιδωτό 30, 78
San Vitale 1 42-3, 1 94- 79. 1 02-3 Ρήνος, ΠΕριοχή του ]5,25, 27.29, 39, 46. 74, ]38' 9
Ροδανός, κοιλάδα του 1 3 1 Ρουέν (Rouen) ]07 Ρωμανία, (Romania, Rοιηanί) 47-8
Ρωμανός ο Μελωδός 152 Ι'ώμη, ]5-6, 25-6, 29,42-3,47,50,54, 66, 68. 7 ] -3, 92, 94-5 , ]03, ]06. ] ]8-9, ]23-6, ]28-30, ]32, ] 34-5, ]40, ]42-3, ]45-8, ]67-8, ]86, ] 94. ]96, 209- ] 0 , 2 ]4' 2, 267, 4 1-2, 83, 88
κατακόμβες 44, 46-8. 76 Σαμαρκάνδη ]72, 2 ]0 Σάξονες 137 Σαπώρης Α ' (Shapur Ι) 25, 29, ] 734' 1 1
238
Ο ΚΟΒΙΟΣ ΠΙ)' 1'ΣΤΕΡΗΣ ΑΙ'ΧΛΙΟΤΗΤΑΣ
Σασσανlδες, δυναστεία 24. 147. Ι ΊΌ. 173-4. 206,2 10, 2 1 3
Τριβωνιανός 162
ΤυΓ'Abdin, οροσειρά 105
Σαχάρα 2 1 4
Τουρφάν, όαση 1 72' 108
Σεβήρος, Σεπτίμιος 22' 3 Σε�ήρoς, Σουι",-τίκιος 1 1 7, 126, 132
Υεμένη 201
Σενούθιος (Schenudi) από τηνΑτρίπη 111 Itmo (CeUIa) 1 6 Ι , Ι68
Υπατία από την Αλεξάνδρεια 84, I l ! Υπερωξειανή 170 Υρκανία (Γκουργκάν) 1 70
Σεραπείον [ ι Ι , 1 1 3· 73
Φαγιούμ (Αρσινόη) 67, 96
Σέργιος, άγιος 179
Φίλιππος, αυτοκράτορας 93
Σικελία 39. 123, Ι40' 82
Φορολογία 30. 4 1 . 48, 50, 1 1 1 . 147, 164, 1 74
Σινά 180
Φουχιέν 1 74
Σιναϊτικός Κώδιξ (Codex Sinaifίcus) 114
Σιρίν, σύζυγος Χοσρόη Β ' Ι79 Σίρμιο Ι28
Φράγκοι 133, 139, 2 1 4 Φρυγία 68, 71 Φωκάς, αυτοκράτορας ι 79
Σισσίνως, άγιος 71
Χάζαροι 179
Σλάβοι 163-4. 194
Χαρούν αλ-Ρασίντ 12. 25, 2 1 3-5
Σκωτία I S
Χαλκηδών, σύνοδος της (45 1 ) 152-3
Σμύρνη 20, 22, 72, 1 1 6
Χαρράν (Κάρραι) 78
Σογδιανή 1 72
Χετζάζη 201-4
So/idus, χρυσό νόμισμα 32-3 " 16, 121
Χίρα 180
Σουηδία 165
Χλωδοβίκος (CΙoviS) 133
Σοφιστές 2 1-2, 63
Χοσρόης Α' Ανοσιρβάν 163, 165, 168-72,
Σοφοκλής 187, 197 Στιλίχων 87 Σταιχείωσις Θεολογική (Πρόκλος) 79 Συμεών ο Στυλίτης, άγιος 105-6, 1 1 0, 15 1 -2' 69. 97 Σύμμαχος 124, 1 29-30. 134, 138' 2 1 Συνέσιος Κυρήνης, επίσκοπος Πτολε μαίδος 84. 147 Συρία 25, 49-50, 76, 88, 91, 102, 105. 108. 1 16, 148. 163, 165, 1 72. 180- 1 , 20 1 , 206, 208, 2 12, 2 1 4 ' 97. 124-5
176-9, 2 1 2-5' 106
Χοσρόης Β ' Απαρβέζ 176-7. 179, 1 8 1 -2, 209' Ι ΙΟ
Χουζιστάν (KhuzisIan) 174, 176 Χριστιανισμός 2 1 , 27, 36-7, 57-9, 6 1 , 63, 68, 71-2, 78. 8 1 , 84, 105, 1 19, 174, 176, 184, 186, 199,201-2, 205 Χριοτός 1 8 , 25 , 6 1 , 84, 90, 96, 103, 1 15,
1 1 8, 152-3. 155. 186, 1 9 3 , 2 1 3 ' 39, 62, 72, 76-7, 121, 124
Χρονογραφία (Θεοφάνης) 1 8 Ι
Σωκρότης 15, 78,86, 192
Ψευδο-Διονύσιος 80
Tabarka, ψηφιδωτά 29. 34- 5
Vibia, τάφος της 4 /
Ταβένησσος (Tabennisi) 106 Τάκιτος 123 Ταμούγαδις (Timgad) 15 Τατιανός 66 Τζαμπίγια (Djabiya) 180 Τουλούζη (Τολώσα) 133, 136 Τουρκεστάν 178 Τούρωνες (Tours) 132, 194 Τρα"ίανός, αυτοκράτορας 50, 165 Tropaeum Traiani /0, 13 Τρέβηροι (Trier) 15, 126-7, 134
Ώξος, ποταμός 173 Ωριγένης από την Αλεξάνδρεια 56, 79, 88. 90, 103, 105 Ωρομάσδης (Άχουρο Μαζντά) 177