ΙΟΝΙΟΣΛΟΓΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - IONIO ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ
ΕΚΔΟΣΗ
Τόμος χαριστήριος στον Δημήτρη Ζ. Σοφια...
63 downloads
1164 Views
56MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
ΙΟΝΙΟΣΛΟΓΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - IONIO ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ
ΕΚΔΟΣΗ
Τόμος χαριστήριος στον Δημήτρη Ζ. Σοφιανό
ΚΕΡΚΥΡΑ
2007
- ΤΟΜΟΣ
Α'
ΙΟΝΙΟΣ Λ Ο Γ Ο Σ
L
ΙΟΝΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - ΙΟΝΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ
ΕΚΔΟΣΗ
Τόμος χαριστήριος στον Δημήτρη Ζ. Σοφιανό
ΚΕΡΚΥΡΑ 2007
ΤΟΜΟΣ
Α'
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη Νίκος Καραπιδάκης Τζελίνα Χαρλαύτη Θεοδόσης Πυλαρινός
Επιμέλεια έκδοσης Θεοδόσης Πυλαρινός Καλλιτεχνική επιμέλεια Γιώργος Δ. Ματθιόπουλος Εκτύπωση FOTOLIO + TYPICON
Α.Ε.
Βιβλιοδεσία Ροδόπουλος - Ηλιόπουλος Α.Ε. Εικόνα εξωφύλλου: De Stadt Korfu; eertyts Korcyra in't Verschiet, Dapper 1688. Χαλκογραφία της πόλης της Κέρκυρας, Scrapbooks Φ 50, ν.1, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών Αθήνας.
ISSN: 1791-289X
© 2007: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΟΝΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ Ριζοσπαστών Βουλευτών 7, 49 100 Κέρκυρα
ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΙΟΝΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ Ιωάννη Θεοτόκη 72, 491 00 Κέρκυρα Τηλ.: 26610 87 330, 87 331
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο πρώτος τόμος της περιοδικής έκδοσης του Τμήματος Ιστορίας Ιόνιος Λόγος αντικατοπτρίζει τη νέα δυναμική και συλλογικότητα του Τμήματος Ιστορίας, το οποίο διαβαίνει τον 22ο χρόνο λειτουργίας του με ανανεωμένες και ενισχυ μένες τις δυνάμεις του. Το Τμήμα Ιστορίας στο χώρο του Ιονίου υπήρξε προϊόν έμπνευσης του μεγά λου Έλληνα ιστορικού Σπύρου Ασδραχά, που έλκει την καταγωγή του από το Ιόνιο, σε μια εποχή αναγέννησης και εκσυγχρονισμού των ιστορικών σπουδών στην Ελλάδα. Στα πρώτα είκοσι χρόνια λειτουργίας του, το Τμήμα Ιστορίας, με σεμνό και εσωστρεφή τρόπο, λειτούργησε, οργανώθηκε, στελεχώθηκε και εδραιώθηκε στον πανεπιστημιακό χώρο της Ελλάδας και του εξωτερικού. Οι καθηγητές και οι απόφοιτοι του Τμήματος οι οποίοι έχουν διακριθεί σε διάφο ρους τομείς των ανθρωπιστικών σπουδών συνέβαλαν ώστε να αποκτήσει το Τμήμα τη δική του θέση στον τομέα των ιστορικών σπουδών. Είναι άλλωστε μεγάλη η κληρονομιά του τόπου, της Κέρκυρας και του ευρύτερου χώρου του Ιονίου στον οποίο ανήκει. Το Ιόνιο, για αιώνες γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, είναι γνωστό για τη μεγάλη πνευματική του παράδοση και τη σπουδαία του συνεισφορά σε όλες τις όψεις του ελληνικού πολιτισμού, τη λογοτεχνία, την τέχνη, τη μουσική, την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία της Ελλάδος.
ε'
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο Ιόνιος Λόγος, μαζί με τις άλλες πανεπιστημιακές εκδόσεις του Ιονίου Πανε πιστημίου και σε συνδυασμό με τον σημαντικό πλέον αριθμό διεθνών και ελλη νικών συνεδρίων που διοργανώνονται, είναι απότοκος μιας ευρύτερης πολιτικής εξωστρέφειας του Τμήματος και συλλογικού ανοίγματος στον επιστημονικό διάλογο. Μέσα από την περιοδική αυτή έκδοση το Τμήμα Ιστορίας φιλοδοξεί να θέσει τη δική του σφραγίδα στην επιστημονική κοινότητα των ιστορικών και ο Ιόνιος Λόγος να αποτελέσει χώρο έκφρασης και επικοινωνίας καθώς και μέσο προώθησης ιδεών και γνώσης στην Ιστορία. 0 πρώτος τόμος αντικατοπτρίζει τις επιστημονικές τάσεις και τη διεπιστημονικότητα των μελών του Τμήματος Ιστορίας. Συνδυάζει την έρευνα με τις θεωρητικές προσεγγίσεις, θεματικά και γεωγραφικά, σε όλες τις ιστορικές χρονικές περιόδους. Άλλωστε όσο και αν είναι γνωστό ότι η ιστορία έχει γίνει «σε ψίχουλα», παραμένει όμως μία και ενιαία. Ο πρώτος τόμος αφιερώνεται από τα μέλη του Τμήματος Ιστορίας στον ομότιμο καθηγητή Δημήτριο Σοφιανό για την προσφορά του στο Τμήμα και την ιστορική επιστήμη. Τζελίνα Χαρλαύτη Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας, αναπληρώτρια καθηγήτρια
ς'
Κώστας Αγγελάκος ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Ε
ίναι ευρέως γνωστό ότι για το ζήτημα της βασικής κατάρτισης και του τρόπου πρόσληψης των εκπαιδευτικών έχουν γίνει πολ λές έρευνες και επιστημονικές συζητήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.1 Στην Ελλάδα μέχρι το 1997 ο διορισμός των εκπαιδευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστη μα πραγματοποιείτο μέσω της επετηρίδας (με βάση δηλαδή την ημερομηνία λήψης του πτυχίου) η οποία, για αρκετά χρόνια, λειτουργούσε ικανοποιητικά. Το βασικό πλεονέκτημα του συστήματος αυτού ήταν το γεγονός ότι προφύλασ σε τη στελέχωση της εκπαίδευσης από τις κομματικές παρεμβάσεις και εξασφά λιζε το αδιάβλητο στο σύστημα διορισμού των εκπαιδευτικών. Ωστόσο, όταν έφθασε η στιγμή που ανατράπηκε η ισορροπία μεταξύ εγγραφών στην επετηρίδα και διορισμών και παρουσιάστηκε το φαινόμενο της ραγδαίας αύξησης του χρο νικού διαστήματος που μεσολαβούσε ανάμεσα τους,2 υπήρξε έντονη κριτική του συγκεκριμένου τρόπου πρόσληψης των εκπαιδευτικών από πολλές πλευρές. Τα μειονεκτήματα της επετηρίδας ήταν πολλά:3 α) η επετηρίδα ήταν ελλη νική ιδιαιτερότητα και δεν υπήρχε στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες β) μοναδικό κριτήριο διορισμού ήταν η χρονολογία εγγραφής στην επετηρίδα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να μην επιλέγονται οι ικανότεροι εκπαιδευτικοί γ) σε πολ λές περιπτώσεις διορίζονταν στην εκπαίδευση άτομα μεγάλης ηλικίας, πολλά από τα οποία είχαν αποκοπεί επαγγελματικά από κάθε εκπαιδευτική δραστη ριότητα δ) με το σύστημα της επετηρίδας δε διορίζονταν οι νέοι πτυχιούχοι με αποτέλεσμα να μην ανανεώνεται το εκπαιδευτικό προσωπικό. 4
1. Βλ. Α. Kazamias - Μ. Kassotakis, Teachers Education in the European Community, University of Crete Press, Ηράκλειο 1987. 2. To 1997 ο χρόνος αυτός ήταν 10 χρόνια για τους νηπιαγωγούς και τους δασκάλους και από 8 έως 14 για τους καθηγητές. Βλ. Μιχάλης Κασσωτάκης - Μανώλης Κουτούζης, «Ανά λυση των Αποτελεσμάτων του Πρώτου Διαγωνισμού Πρόσληψης Εκπαιδευτικών», Το έργο «Ερευνα» 1997-2000. Συνοπτική παρουσίαση. Α. Έρευνες στο πλαίσιο του ΕΠΕΑΕΚ. Β. Από τις δραστηριότητες τον Κέντρου, Άλκηστις Βερέβη (επιμ.), Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας, Αθήνα 2002, σ. 519-520. 3. Βλ. «Έκθεση για την εκπαιδευτική πολιτική στην Ελλάδα», ΟΟΣΑ, 1995. 4. Μιχάλης Κασσωτάκης - Μανώλης Κουτούζης, ό.π., σ. 520. Η έρευνα αυτή πραγματο-
1
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Παρά τις αντιδράσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτι κών, οι οποίες πρότειναν αύξηση των διορισμών με την κάλυψη όλων των κενών θέσεων στα σχολεία και τη δραστική μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα (σήμερα παραμένει η αναλογία 30 μαθητές ανά τμήμα), το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας έλαβε την πολιτική απόφαση για σταδιακή κατάργηση της επετηρίδας. Με το Ν. 2525/97 καθιερώθηκε μια πενταετής μεταβατική περίοδος (1998-2002), κατά τη διάρκεια της οποίας μειώθηκε σταδιακά το ποσοστό των διορισμών των εκπαιδευτικών μέσω της επετηρίδας και αυξήθη κε εκείνο μέσω ενός εθνικού διαγωνισμού υπό την εποπτεία του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) το οποίο έχει την ευθύνη των δια δικασιών πρόσληψης υπαλλήλων σ' όλον το Δημόσιο τομέα. Από το 2002 και μετά όλοι οι εκπαιδευτικοί θα διορίζονται με βάση αυτόν το διαγωνισμό, ο οποίος θα διεξάγεται κάθε δύο χρόνια και προϋπόθεση για τη συμμετοχή σ' αυτόν, σύμφωνα με το νόμο, αποτελεί η κατοχή εκ μέρους των υποψηφίων του Πιστοποιητικού Παιδαγωγικής και Διδακτικής Επάρκειας από αντίστοι χες Πανεπιστημιακές σχολές όπως σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, 5 νομοθετική ρύθμιση η οποία ως σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί. Σήμερα, η εξέταση στο διαγωνισμό πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) περιλαμβάνει δύο θεματικές ενότητες (χρόνος εξέτασης τέσσερις ώρες σε κάθε θεματική ενότητα). Η πρώτη θεματική ενότητα αφορά την εξέταση στο γνω στικό αντικείμενο κάθε ειδικότητας υποψηφίων εκπαιδευτικών (Αρχαία, Νέα Ελληνική Γλώσσα και Ιστορία για τους Φιλολόγους, Μαθηματικά για τους Μαθηματικούς κ.λπ.). Η δεύτερη χωρίζεται σε δύο μέρη από τα οποία το πρώτο καλύπτει ζητήματα γενικών παιδαγωγικών γνώσεων και το δεύτερο ειδικής διδακτικής όπου ζητείται η οργάνωση «επί χάρτου» μιας διδασκαλίας σε συγ κεκριμένη διδακτική ενότητα. Ο τρόπος εξέτασης τόσο στο γνωστικό αντικεί μενο όσο και στις γενικότερες παιδαγωγικές γνώσεις γίνεται με τη μέθοδο των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής. Η ύλη στην οποία εξετάζονται οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί προτείνεται από το [Ελληνικό] Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και ανα κοινώνεται από το [Ελληνικό] Υπουργείο Παιδείας. Περιλαμβάνει κυρίως την ύλη των αντίστοιχων σχολικών εγχειριδίων που διδάσκουν οι εκπαιδευτικοί και διδάσκονται οι μαθητές στην αντίστοιχη βαθμίδα εκπαίδευσης. Στην αξιολόγη-
ποιήθηκε με την ουσιαστική συνεργασία της Σοφίας Βασιλάκη και Κωνσταντίνος Βραδέλη, φοιτητριών του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. 5. Βλ. Dr Briggitte Mohr (επιμ.), «Η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα - Οδηγός Σπουδών», Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 1991, και τον ιστότοπο www. eurydice.org, 2005.
2
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΤΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΤΣ
ση των υποψηφίων, προστίθεται με συγκεκριμένες μονάδες ο βαθμός του πτυ χίου, οι μεταπτυχιακές σπουδές και η προϋπηρεσία, ενώ για κάθε ειδικότητα εκπαιδευτικών προκηρύσσεται καθορισμένος αριθμός θέσεων που ταυτίζεται με τον αριθμό των επιτυχόντων6 που έχουν τη μεγαλύτερη βαθμολογία. Οι απόψεις στην επιστημονική κοινότητα για την αξιοπιστία του διαγωνι σμού ως τρόπου επιλογής των καταλληλότερων εκπαιδευτικών επτά χρόνια μετά την καθιέρωση του διίστανται. Πολλοί είναι αυτοί που επέκριναν τη δια δικασία αυτή 7 και δικαιολογούν την αντίθεση τους λέγοντας ότι η επάρκεια των γνώσεων και των ικανοτήτων ενός εκπαιδευτικού δεν είναι δυνατόν να αξιολογηθούν με βάση δύο, τετράωρης διάρκειας, εξετάσεις στη συγκεκριμένη ύλη του σχολικού προγράμματος, ενώ άλλοι θεωρούν το σύστημα αυτό, παρά τις όποιες αδυναμίες του, προτιμότερο από την επετηρίδα, αφού σ' αυτό τουλάχιστον η επιλογή των εκπαιδευτικών γίνεται με βάση κάποιο αξιολογικό κριτήριο, και πιστεύουν ότι η εγκυρότητα και η αξιοπιστία του μπορούν να βελτιωθούν με τη συνεκτίμηση πρόσθετων, πέραν της επίδοσης των υποψηφί ων στις εξετάσεις, κριτηρίων.8 Το προφίλ της έρευνας Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σ' όλη την Ελλάδα σε σταθμισμένο δείγμα 319 νεοδιόριστων εκπαιδευτικών με την τεχνική του ανοιχτού ερωτηματολογίου και απευθύνθηκε σε εκπαιδευτικούς που πέτυχαν στο διαγωνισμό και διο ρίστηκαν κατά τα σχολικά έτη 2002-2003 και 2003-2004. Σκοπός της ήταν, μέσα από μία μεθοδική παρατήρηση και μελέτη των απαντήσεων των συμμε τεχόντων, να εξαχθούν συμπεράσματα για τα προβλήματα και τις τυχόν ατέ λειες του υπάρχοντος συστήματος επιλογής και διορισμού των εκπαιδευτικών στη χώρα μας και να προταθούν τρόποι βελτίωσης ή αντιμετώπισης τους. Από τους ερωτηθέντες εκπαιδευτικούς το 62,9% ήταν γυναίκες και το 37,1% άνδρες (βλ. Πίνακα 1). Το ποσοστό αυτό είναι κοντά στον εθνικό μέσο όρο της συμμετοχής των δύο φύλων στο σώμα των διορισμένων εκπαιδευτι κών και επιβεβαιώνει την αυξανόμενη επαγγελματική επιλογή του εκπαιδευ τικού χώρου από το γυναικείο πληθυσμό. 6. Επιτυχών θεωρείται όποιος υποψήφιος βαθμολογηθεί με 55/100 μονάδες μέσο όρο με την προϋπόθεση ότι σε κάθε θεματική ενότητα έχει μέσο όρο 50/100. 7. Μ. Ηλιου, «Αδιέξοδες καταστάσεις και αυταρχικές "λύσεις": παρατράγουδα της "επετη ρίδας" και της κατάργησης της», Σύγχρονη Εκπαίδευση 101 (1998), και Μ. Παπαδάκη, «Τα θέματα των εξετάσεων και ο μελλοντικός καθηγητής Μαθηματικών», Σύγχρονη Εκπαίδευση 99 (1998) κ.ά. 8. Μ. Κασσωτάκης - Μ. Κουτοΰζης, ό.π.
3
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Πίνακας 1
Τα ποσοστά των δύο φύλων Φύλο
Ποσοστό %
Γυναίκες
62,9%
Άνδρες
37,1%
Οι ηλικίες των εκπαιδευτικών της έρευνας κυμαίνονταν από 23 έως 50 ετών. Πιο συγκεκριμένα, το 4,7% είναι 23-25 ετών, το 28,6% 26-30 ετών, το 29,1% 31-35 ετών, το 24,9% 36-40 ετών, το 10,8% 41-50 ετών, ενώ το 1,9% δε δήλωσε ηλικία (Πίνακας 2). Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η διακύμανση της ηλικίας των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Είναι πολύ μικρό το ποσοστό (4,7%) των εκπαιδευτικών που επιτυγχάνουν στο διαγωνισμό και διορίζονται αμέσως μετά τη λήψη του πτυχίου. Με δεδομένο μάλιστα ότι αυτό το ποσοστό καλύπτεται κυρίως από καθηγητές της Πληροφορικής, είναι εμφανές ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των διοριζόμενων στο δείγμα είναι ηλικίας 26-35 ετών (57,7%) και συμβαδίζει με τον αντίστοιχο πανελλαδικό μέσο όρο.
Πίνακας 3 Η ηλικία των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών Ηλικία
Ποσοστό %
23—25 ετών
4,7%
26-30 ετών
28,6%
31—35 ετών
29,1%
36—40 ετών
24,9%
41—50 ετών
10,8%
Δεν απάντησαν
1,9%
Όσον αφορά την οικογενειακή τους κατάσταση, το 53,5% ήταν άγαμοι, το 44,6% έγγαμοι και το 1,9% διαζευγμένοι (Πίνακας 3), δείγμα μίας ισορροπίας των ποσοστών όσον αφορά την οικογενειακή κατάσταση των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.
4
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΑΗΨΗΣ ΤΟΥΣ
Πίνακας 3 Η οικογενειακή κατάσταση των νεοδιοριστων εκπαιδευτικών Οικογενειακή κατάσταση
Ποσοστό %
Άγαμοι
53,5%
Έγγαμοι
44,6%
Διαζευγμένοι
1,9%
Πίνακας 4 Οι ειδικότητες των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Ειδικότητα
Ποσοστό %
Καθηγητές Πληροφορικής
21,6%
Φιλόλογοι
16,0%
Φυσικοί / Χημικοί / Βιολόγοι
9,4%
Δάσκαλοι
9,0%
Καθηγητές φυσικής αγωγής
8,0%
Καθηγητές αγγλικών
6,1%
Μαθηματικοί
3,8%
Θεολόγοι
3,8%
Καθηγητές γαλλικών
2,4%
Καθηγητές οικιακής οικονομίας
2,3%
Καθηγητές καλλιτεχνικών
2,3%
Οικονομολόγοι
2,2%
Ηλεκτρονικοί
1,9%
Γεωπόνοι
1,4%
Άλλες ειδικότητες
8,4%
Δεν απάντησαν
1,4%
5
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Μεγάλη ποικιλία παρουσίασαν οι ειδικότητες των νεοδιόριστων εκπαι δευτικών, καθότι εκπροσωπήθηκαν όλες οι ειδικότητες που εργάζονται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το μεγαλύτερο ποσοστό, 21,6%, παρατηρή θηκε στους καθηγητές Πληροφορικής, γεγονός που εξηγείται από τις ανάγκες που δημιουργεί η διδασκαλία της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Στη συνέχεια, η κατάταξη δια μορφώθηκε ως εξής: 16% φιλόλογοι, 9,4% φυσικοί - χημικοί - βιολόγοι, 9% δάσκαλοι, 8% καθηγητές φυσικής αγωγής, 6,1% καθηγητές αγγλικών, 3,8% μαθηματικοί, 3,8% θεολόγοι, 2,4% καθηγητές γαλλικών, 2,3% καθηγητές οικι ακής οικονομίας, 2,3% καθηγητές καλλιτεχνικών, 2,2% οικονομολόγοι, 1,9% ηλεκτρονικοί, 1,4% γεωπόνοι και 8,4% άλλες ειδικότητες (Πίνακας 4). Από τους 319 νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς που συμπλήρωσαν το ερωτημα τολόγιο το 25,35% είχε συνεχίσει τις σπουδές του πέραν του βασικού πτυχίου. Το 8,5% είχε προχωρήσει σε μεταπτυχιακές σπουδές, το 16,7% είχε αποκτήσει και δεύτερο πτυχίο ανώτατης σχολής (Πίνακας 5). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ένας στους τέσσερις νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς του δείγματος έχει πραγματοποιήσει πρόσθετες σπουδές πέραν του βασικού πτυχίου.
Πίνακας 5 Σπουδές πέραν του βασικού πτυχίου Σπουδές
Ποσοστό %
Μεταπτυχιακές σπουδές
8, 60%
Άλλο πτυχίο ανώτατης σχολής
16,75%
Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ Η ΚΑΙ Σ Χ Ο Λ Ι Α Σ Μ Ο Σ ΤΩΝ Α Π Ο Τ Ε Λ Ε Σ Μ Α Τ Ω Ν Τ Η Σ Ε Ρ Ε Υ Ν Α Σ
Ο διαγωνισμός πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) Η βασική ερώτηση διερευνά τη γνώμη που έχουν οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτι κοί για το διαγωνισμό πρόσληψης τους (Πίνακας 6).
6
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ Τ Ο Ϊ Σ
Πίνακας 6 Η γνώμη των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών για το διαγωνισμό πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) Άποψη εκπαιδευτικών
Ποσοστό %
Συμφωνώ με το θεσμό του διαγωνισμού, αλλά χρειάζεται βελτίωση. Είναι αρκετά καλή διαδικασία Είναι καλή ως ιδέα, αλλά στα θέματα της εξέτασης υπάρχουν ασάφειες
Θετική 37,6%
Είναι καλύτερο και δικαιότερο από άλλα συστήματα, όπως η επετηρίδα Είναι αντικειμενική και αξιοκρατική διαδικασία Είναι απαράδεκτη διαδικασία που υποβαθμίζει τους εκπαιδευτικούς, κυρίως αυτούς με προϋπηρεσία (μετατρέπει τους εκπαιδευτικούς σε μαθητές) Δεν είναι καθόλου αξιοκρατική η μέθοδος των ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής, κυρίως στην εξέταση των Γενικών Παιδαγωγικών γνώσεων Είναι αναξιοκρατική διαδικασία που ευνοεί όσους αποστηθίζουν, τους «παπαγάλους» Δεν είναι αντικειμενικός, διότι επηρεάζεται από παράγοντες, όπως η τύχη και η ψυχολογική πίεση της προετοιμασίας του υποψηφίου (κούραση, άγχος)
Αρνητική 43,6%
Είναι άδικη διαδικασία γιατί δεν μπορούν να αξιολογηθούν γνώσεις και ικανότητες μέσα σε τέσσερις ώρες γραπτής εξέτασης Δεν είναι αξιόπιστος διότι δεν αξιολογεί τη μεταδοτικότητα, τη διάθεση για προσφορά προς τα παιδιά και, γενικά, την προσωπικότητα του υποψηφίου ούτε τη δυνατότητα του να διδάξει και να λειτουργήσει ως παιδαγωγός σε σχολική αίθουσα Η επιτυχία δεν εξασφαλίζει το διορισμό Δεν απάντησαν
1,4% 17,4%
7
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Πίνακας 7 0 βαθμός δυσκολίας των εξετάσεων πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) Βαθμός δυσκολίας
Ποσοστό %
Εύκολες
5,4%
Μέτριες
44,2%
Δύσκολες
22,7%
Δεν απάντησαν
27,7%
Καταρχάς αξίζει να σχολιαστεί το γεγονός ότι ένα ποσοστό 17,4% των ερω τηθέντων, δεν εξέφρασε γνώμη για το διαγωνισμό πρόσληψης των εκπαιδευ τικών (ΑΣΕΠ), που είναι δυνατό να ερμηνευτεί είτε ως έλλειψη κατασταλαγ μένης άποψης είτε ως εμφανής διστακτικότητα για έκφραση μιας μη αρεστής άποψης. Οι απόψεις των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών του δείγματος σχετικά με το διαγωνισμό διακρίνονται σε θετικές και αρνητικές και σε επίπεδο ποσο στών αποκαλύπτουν το διχασμό των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών. Πιο συγκε κριμένα, παρατηρούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό 43,6% συγκεντρώνουν οι απόψεις ότι ο διαγωνισμός πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) είναι ανα ξιόπιστος, ανεπαρκής και άδικος, ενώ αυξημένο ποσοστό (37,6%) εκφράζει γι' αυτόν θετική άποψη. Επιπλέον, παρατηρείται το γεγονός ότι εκείνοι που εκφράζουν αρνητική άποψη για το διαγωνισμό τη δικαιολογούν ισχυριζόμε νοι ότι ευνοεί τη στείρα αποστήθιση, ότι υποβαθμίζει τους εκπαιδευτικούς ως παιδαγωγούς και τους μετατρέπει σε παθητικούς εξεταζόμενους, ότι η μέθοδος ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής ιδιαίτερα στην αξιολόγηση των παι δαγωγικών γνώσεων και της διδακτικής κατάρτισης είναι προβληματική ή ότι επηρεάζεται από εξωτερικούς παράγοντες όπως η τύχη και η ψυχολογική κατάσταση του υποψηφίου. Αντίθετα αυτοί που εκφράζονται γι' αυτόν θετι κά δεν τεκμηριώνουν αναλυτικά την άποψη τους αλλά με αξιωματικό τρόπο προβάλλουν τον αδιάβλητο χαρακτήρα του διαγωνισμού. Η δεύτερη βασική ερώτηση διερευνά α) τη γνώμη των νεοδιόριστων εκπαι δευτικών για το βαθμό δυσκολίας των εξετάσεων πρόσληψης των εκπαιδευτι κών (ΑΣΕΠ, Πίνακας 7) και β) την αιτιολόγηση της (Πίνακες 8, 9). Όπως διαπιστώνεται από τη μελέτη του Πίνακα 7, οι περισσότεροι από τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς (44,2%) θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης
8
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΥΣ
Πίνακας 8 Γιατί θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) μέτριας δυσκολίας Ο λόγος για τον οποίο θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) μέτριας δυσκολίας
Ποσοστό %
Με πολύ καλό διάβασμα και σχετικά καλή ενημέρωση για τα μαθήματα που διδάσκεις μπορείς να πετύχεις - δεν απαιτείται ιδιαίτερη κριτική ικανότητα
13,1%
Οι ερωτήσεις του Γνωστικού Αντικειμένου δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολες, αλλά οι ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής στα Παιδαγωγικά αφήνουν περιθώρια για περισσότερες από μία σωστές απαντήσεις
12,0%
Η δυσκολία των θεμάτων είναι κλιμακούμενη
7,2%
Οι ερωτήσεις είναι σχετικά εύκολες, αλλά είναι λίγος ο χρόνος εξέτασης
6,6%
Οι ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής μειώνουν το βαθμό δυσκολίας
5,0%
Είναι στο επίπεδο που πρέπει - χρειάζονται γενικές γνώσεις χωρίς ιδιαίτερη επιστημονική εμβάθυνση
5,1%
Τα θέματα είναι εντός των πλαισίων των πανεπιστημιακών σπουδών Ο βαθμός δυσκολίας εξαρτάται από τη γνωστική και συναισθηματική επάρκεια του υποψηφίου καθώς και α π ό την επαγγελματική του εμπειρία Δεν απάντησαν
5,1% 4,5%
41,4%
των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) μέτριες ως προς τη δυσκολία τους. Στη συνέχεια, το 22,7% τις θεωρούν δύσκολες, ενώ ο διαγωνισμός θεωρείται εύκολος μόλις από το 5,4% των ερωτηθέντων.
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Πίνακας 9 Γιατί θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) δύσκολες Ο λόγος για τον οποίο θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) δύσκολες
Ποσοστό %
Η ύλη είναι τεράστια, οι ερωτήσεις πολλές, ο χρόνος λίγος, ο ανταγωνισμός μεγάλος και η εξέταση εξοντωτική
37,3%
Τα θέματα στα Παιδαγωγικά και τη Διδακτική είναι ασαφή (οι ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής έχουν πάνω από μία σωστές απαντήσεις) και η αξιολόγηση δεν είναι ενδεικτική της παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισης του υποψηφίου
33,3%
Χρειάζεται κανείς να είναι πολύ καλά καταρτισμένος σε εντελώς διαφορετικά αντικείμενα (π.χ. Αρχαία - Ιστορία ή Φυσική - Βιολογία) και για το διορισμό απαιτείται βαθμολογία πολύ μεγαλύτερη από τη βάση (60/100)
11,8%
Δεν απάντησαν
17,6%
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Πίνακα 8, οι περισσότεροι από τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς του δείγματος που θεωρούν τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) μέτριες ως προς το βαθμό δυσκολία τους (13,1%) τονίζουν πως η επιτυχία στο διαγωνισμό μπορεί να εξασφαλιστεί με πολύ καλή μελέτη και επαρκή ενημέρωση πάνω στον τρόπο και τη διαδικασία εξέ τασης. Με μικρή διαφορά (12%) ακολουθούν εκείνοι που διαπιστώνουν ότι τα θέματα στο Γνωστικό Αντικείμενο δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολα, αλλά οι ερω τήσεις πολλαπλής επιλογής στα Παιδαγωγικά είναι μερικές φορές ασαφείς. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι υπάρχει ένα 5% των ερωτηθέντων, που θεωρεί ότι αυτές ακριβώς οι ερωτήσεις είναι που μειώνουν το βαθμό δυσκολίας του διαγωνισμού. Από κει και πέρα, προβλήθηκαν κι άλλες από ψεις για να δικαιολογηθεί η θέση ότι οι εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευ-
10
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΤΣ
Πίνακας 10 Ποιος τρόπος πρόσληψης / διορισμού των εκπαιδευτικών θεωρείται σωστότερος από τους νεοδιόριστους Τρόπος πρόσληψης / διορισμού
Ποσοστό %
Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Επάρκειας
20,9%
Βαθμός πτυχίου
17,0%
Συνέντευξη
16,6%
Επετηρίδα
18,9%
Συνδυασμός πολλών παραγόντων: Βαθμός πτυχίου, μεταπτυχιακά, συνέντευξη κ.τ.λ.
18,6%
Δεν απάντησαν
8,0%
τικών (ΑΣΕΠ) είναι μέτριας δυσκολίας, όπως ότι τα θέματα είναι μεν βατά, χρειάζονται γενικές γνώσεις χωρίς ιδιαίτερη επιστημονική εμβάθυνση (5,1%) ή ότι η δυσκολία των θεμάτων είναι κλιμακούμενη (7,2%) ή, ακόμη, ότι ο βαθμός δυσκολίας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τη γνωστική και συναισθηματική επάρκεια καθώς και με την επαγγελματική εμπειρία του υποψηφίου (4,5%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων εκπαιδευτικών (37,3%) θεωρεί δύσκολες τις εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) λόγω της τερά στιας ύλης, του μεγάλου ανταγωνισμού και της εξαιρετικά κουραστικής διαδι κασίας που ακολουθείται κατά τη διεξαγωγή του. Εξίσου σημαντικό ποσοστό (33,3%) τονίζει την ασάφεια των θεμάτων στις Γενικές Παιδαγωγικές γνώσεις και την Ειδική Διδακτική Μεθοδολογία, διαπίστωση την οποία κάνει και η προηγούμενη ομάδα υποψηφίων (Πίνακας 9). Στη συνέχεια, αν εξαιρέσουμε το 17,6%, που άφησαν την ερώτηση αναπάντητη, το 11,8% των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών του δείγματος στηρίζουν την άποψη τους για τη δυσκολία του διαγωνισμού στο γεγονός ότι για την επιτυχία σ' αυτόν απαιτείται πολύ καλή κατάρτιση σε διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα και βαθμολογία πολύ υψηλό τερη από τη βάση. Διαδικασία πρόσληψης εκπαιδευτικών Η τρίτη ερώτηση μελετά την επιθυμητή εκ μέρους των νεοδιόριστων εκπαι δευτικών διαδικασία επιλογής-πρόσληψής τους (Πίνακας 10).
11
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία του Πίνακα 10, η πλειοψηφία των ερωτη θέντων (20,9%) θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση για το διορισμό ενός εκπαιδευ τικού την κατοχή πιστοποιητικού παιδαγωγικής επάρκειας μετά από φοίτηση σε αντίστοιχες πανεπιστημιακές σχολές, προσόν που καθορίζεται ως αναγκαίο από τη σχετική ελληνική νομοθεσία. Το 18,6% των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών που κλήθηκαν να απαντήσουν στη συγκεκριμένη ερώτηση δε θεωρούν κανέναν από τους προτεινόμενους στο ερωτηματολόγιο τρόπους διορισμού κατάλληλο και επιλέγουν έναν συνδυασμό κριτηρίων που θα περιλαμβάνει, το βαθμό πτυ χίου, τις μεταπτυχιακές σπουδές αλλά και τη συνέντευξη. Με μικρές διαφορές ακολουθούν ως τρόποι αξιολόγησης και πρόσληψης ο βαθμός του πτυχίου (17%) και η συνέντευξη (16,6%). Η επετηρίδα ως τρόπος διορισμού βρίσκεται με ποσοστό 18,9% στη δεύτερη θέση των προτιμήσεων των εκπαιδευτικών, αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας παράδοσης στον τρόπο επιλογής των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Συμπεράσματα - προτάσεις Τα σημαντικότερα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι τα εξής: 1. Όσον αφορά την ηλικία των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, οι περισσότεροι είναι μεταξύ 26 και 40 ετών. Εντυπωσιακό, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι υπήρ ξαν μεταξύ των διορισθέντων και εκπαιδευτικοί που διανύουν την τέταρτη δεκαετία της ζωής τους. Πολλοί από αυτούς προσπάθησαν δύο ή και τρεις φορές έως ότου επιτύχουν την πρόσληψη τους μέσω του διαγωνισμού πρό σληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ). Υπάρχει, δηλαδή, ένα σημαντικό ποσοστό νεοδιόριστων μεγαλύτερης ηλικίας 36-50 ετών (35,7%) στοιχείο το οποίο καταδεικνύει την ένταξη στο εκπαιδευτικό επάγγελμα ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας λόγω της αυξημένης ανεργίας αλλά και παράλληλα την περιορισμένη ηλικιακά ανανέωση του εκπαιδευτικού δυναμικού. 2. Οι παρεχόμενες παιδαγωγικές γνώσεις από τα ελληνικά τριτοβάθμια ιδρύματα, οι απόφοιτοι των οποίων διορίζονται στην εκπαίδευση, θεωρούνται από πολλούς νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς ελλιπείς για τη διδακτική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους εξέλιξη. Η θέση αυτή εκφράζεται συχνά στα ερωτηματολόγια που διανεμήθηκαν, αφού οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στην έρευνα επισημαίνουν τη δυσκολία που συνάντη σαν (κατά τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό πρόσληψης των εκπαιδευτι κών (ΑΣΕΠ) στις Γενικές Παιδαγωγικές γνώσεις και την Ειδική Διδακτική Μεθοδολογία. Βάσιμο είναι, επομένως, το συμπέρασμα ότι η σχετική προε τοιμασία στα αντίστοιχα ελληνικά πανεπιστημιακά τμήματα που καταρτίζουν εκπαιδευτικούς για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι ανεπαρκής.
12
ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΟΥΣ
3. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι απόψεις των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών για το διαγωνισμό πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) ως διαδικασία αξιολόγησης των προσόντων τους συνεχίζουν μέχρι και σήμερα να διίστανται με τα αρνητικά σχόλια να υπερέχουν των θετικών. Παρά το γεγονός ότι για τους περισσότερους από τους εξετασθέντες του δείγματος οι εξετάσεις πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) θεωρούνται μέτριας δυσκο λίας, ο σκεπτικισμός για το υφιστάμενο σύστημα αξιολόγησης-πρόσληψης των εκπαιδευτικών είναι εμφανής. Η στάση αυτή μπορεί να οφείλεται σε πολλούς λόγους, όπως στην εξοντωτική εξεταστική διαδικασία που ακολουθείται, στην απογοήτευση - δεδομένης και της ανεργίας που πλήττει πολλές ειδικότητες της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης - που προκαλεί η αποτυχία, και κυρίως στην πεποίθηση πολλών ότι ο διαγωνισμός πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) δεν είναι ο πιο σύγχρονος και αξιόπιστος τρόπος επιλογής των πιο κατάλληλων εκπαιδευτικών για ένα σύγχρονο σχολείο. Οι προτάσεις για τη στελέχωση της ελληνικής εκπαίδευσης 9 με όσο το δυ νατόν πιο υπεύθυνους και ικανούς εκπαιδευτικούς κινούνται προς τις εξής κατευθύνσεις: 1. Σχετικά με τον υπάρχοντα τρόπο διορισμού των εκπαιδευτικών, διαπιστώ νεται ότι έχει σοβαρά μειονεκτήματα. Η άμεση αναβάθμιση της βασικής κατάρτι σης των εκπαιδευτικών στις λεγόμενες καθηγητικές σχολές είναι το πρώτο βήμα. Αυτό απαιτεί ριζική αναθεώρηση των προγραμμάτων σπουδών και σύν δεση τους με την εκπαιδευτική πράξη σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. 10 Αναλυτικότερα χρειάζεται καλύτερη οργάνωση της διδασκαλίας των ψυχοπαιδα γωγικών μαθημάτων και περισσότερες ώρες πρακτικής άσκησης των φοιτητών στη διδακτική μεθοδολογία στα τμήματα που προετοιμάζουν εκπαιδευτικούς για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διότι η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι υπο ψήφιοι κατά την εξέταση των Παιδαγωγικών και της Διδακτικής αντανακλά τις ελλείψεις των βασικών σπουδών τους. 2. Μερικές επιμέρους αλλαγές που μπορεί να υλοποιήσει άμεσα το Ελλη νικό Υπουργείο Παιδείας είναι οι παρακάτω: α) να αυξηθεί ο συνολικός χρό-
9. Δ. Κλάδης, Η βασική εκπαίδευση και το σύστημα διορισμού των Ελλήνων εκπαιδευτικών. ψεις και προτάσεις για την ποιοτική αναβάθμισή τους, Αθήνα 1991. 10. Β. Κωτσίκης, Εκπαιδευτικά
Συστήματα-Οργάνωση
Σκέ
και διοίκηση, Έλλην, Αθήνα 1998.
11. Κώστας Αγγελάκος, «Κριτική προσέγγιση της φιλοσοφίας του Διαγωνισμού πρόσληψης των εκπαιδευτικών (ΑΣΕΠ) - Η εξέταση των παιδαγωγικών γνώσεων και της διδακτικής κατάρτισης», στο Ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών, Ιόνιο Πανεπι στήμιο, Μεταίχμιο, Αθήνα 2005. Βλ. επίσης και Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ό.π.
13
ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΓΕΛΑΚΟΣ
νος της εξεταστικής διαδικασίας και να κατανεμηθεί σε διαφορετικές μέρες, έτσι ώστε αυτή να μην εξοντώνει σωματικά και πνευματικά τους εξεταζόμε νους β) να γίνει πιο επιστημονικό το πλαίσιο της εξεταστέας ύλης (βασισμένο σε έγκυρη επιστημονική βιβλιογραφία) και όχι να αναφέρεται στην ύλη των αντίστοιχων σχολικών εγχειριδίων και γ) να περιοριστούν οι ερωτήσεις πολ λαπλής επιλογής στην εξέταση των Παιδαγωγικών γνώσεων (Αγγελάκος 2005) και η αξιολόγηση των υποψήφιων εκπαιδευτικών να γίνεται με ερωτήσεις ανάπτυξης και να συνεχίζεται στο πλαίσιο της σχολικής πράξης (με μία μορφή εισαγωγικής επιμόρφωσης ενδοσχολικού προσανατολισμού), για τη σαφέστε ρη και πιο ολοκληρωμένη κατανόηση της προσωπικότητας των υποψηφίων εκπαιδευτικών. 3. Παράλληλα επιβάλλεται η άμεση εφαρμογή της νομοθεσίας για καθιέρω ση του Πιστοποιητικού Παιδαγωγικής και Διδακτικής Επάρκειας - που θα χορηγείται από αντίστοιχα τμήματα των Πανεπιστημίων - ως βασικού προ σόντος για τη δυνατότητα συμμετοχής σε οποιαδήποτε διαδικασία πρόσληψης των εκπαιδευτικών και η έναρξη ενός σοβαρού επιστημονικού διαλόγου για τη διαμόρφωση ενός νέου, σύγχρονου θεσμικού πλαισίου πρόσληψης των μελ λοντικών εκπαιδευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.11
11. S. Psycharis - Α. Daflos, «Education in the framework of System Theory», The Journal of Science Education 2 (2005), τόμ. 6.
14
Ηλίας Αντωνόπουλος
ΠΑΝΤΑ ΑΤΕΛΗ, ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ. ΚΩΔΙΞ PARISINUS GRAECUS 36 (14ος-15ος αι.), ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
Έτύχε τακτικά - ή πολύ αραιότερα-, στό πέρασμα των δεδεκαετιών (1974-2005/6), νά ξαναγυρίσω καί πάλι στό κτι ριακό συγκρότημα της Bibliothèque nationale de France1, επιχειρώντας ανα γνωριστικά δρομολόγια (σε εκθέσεις, δημοσιεύματα καί συλλογές), ασύνδετα η σέ ακολουθία συναπτική, γόνιμα ή εξ ορισμού ατελέσφορα - πάντοτε απολαυ στικά- αναζητώντας ζωγραφήματα καί χαρακτικά, μελέτες καί λογοτεχνήματα, καί άρχιτεκτονώντας μιά διευρυνόμενη θέα μέσα στό άτακτο πολντοπο της σκόρ πιας ζωής. Ανάμεσα στά αντικείμενα πού κράτησα, καί πάλι, ήταν ό όψιμα υστε ροβυζαντινός (14ος-15ος αι.), χαρτώος (φφ. 229) ελληνικός κώδιξ 36 (στό εξής: Ρ36). Κινούμενος καί αυτός στό αποδημητικό ρεύμα των μαρτυριών, ποικίλης πιστότητας, ενός μακρόσυρτου πολιτισμού - π ο ύ έσβηνε στίς «πλατείες» τής Ανατολής γιά νά «αναγεννηθεί» στά σπουδαστήρια τής Δύσης- καί προερχόμε νος άπό έναν απροσδιόριστο εισέτι τόπο τής ελληνόφωνης επικράτειας (ύπό δυ τική κυριαρχία;) βρέθηκε στή Βενετία, καί άπ' έκεϊ στό Παρίσι, έχοντας προη γουμένως περάσει άπό τή βασιλική βιβλιοθήκη τού Fontainebleau3. Εκείνο πού Στίς σημειώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι συντομογραφίες που ακολουθούν. ΑΒΜΕ: Αρχείον των Βυζαντινών Μνημείων της Ελλάδος. ΑΔ: Άρχαιολογικόν Δελτίον. BCH: Bulletin de Correspondance Hellénique. CahBalk: Cahiers Balkaniques. ΔΧΑΕ: Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. LChrl: Lexikon der christlichen Ikonographie. ODB : The Oxford Dictionary of Byzantium. PG: Patrologiae cursus completus. Series graeca. RAC: Reallexikon für Antike und Christentum. RBK: Reallexikon zur byzantinischen Kunst. 1. Ανάμεσα στίς όδοός de Richelieu, des Petits-Champs, Vivienne καί Colbert· σέ μιά γειτονιά που έσφυζε (στους περασμένους δύο αιώνες) από ζωή καί θεάματα, καί τήν κατάκλυζαν οί γεύσεις. Στή γειτονιά με τίς εμπορικές στοές όπου, γύρω άπό τή Βιβλιοθήκη, «κλωθογύρισε» παλαιότερα καί ό Walter Benjamin (πρβλ. Paris capitale du XIXe siècle. Le livre des passages, Παρίσι, γ' εκδ., 2002). 2. Μνήμη Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη καί Ίάννη Ξενάκη. 3. Γιά τήν παρουσία του Ρ36 στή βασιλική συλλογή πρβλ. Η. Omont, Catalogues des manuscrits grecs de Fontainebleau sous François 1er et Henri ΙΙ, Παρίσι 1889, σ. 139, αριθ. 413- πρβλ. σ. 226, αριθ. 168. Γιά τόν προηγούμενο κάτοχο του, στή Βενετία, βλ. Α. Cataldi Palau, Gian Francesco d'Asola e la tipografia aldina. La vita, le edizioni, la biblioteca dell 'Asolano, Γένουα 1998, σ. 494-5 (κυρίως, γιά τόν Ρ36) καί σποράδην. Πρβλ., γιά τόν ίδιο κώδικα, Παρίσι (BnF) 1958, Byzance et la France
15
ΗΛΙΑΣ
ΑΝΤΩΝ0Π0ΪΛ0Σ
κυρίως μ' ενδιέφερε νά διακρίνω ήταν ή ακολουθία τών μικρογραφιών πού κο σμούν τόν έν λόγω κώδικα4, σχετιζόμενες -βέβαια, άλλ όχι πάντοτε καί απευ θείας- μέ τή γραμματειακή υλη πού θησαυρίζεται στίς σελίδες του. Όπως τό υπενθυμίζει ό Jean Darrouzès, ό κατάλογος: Παρίσι 1958 είχε αποδώσει τό έν λόγω χειρόγραφο, μέ επιφυλάξεις, στή μεσημβρινή Ιταλία. Θεωρεί ό ίδιος ότι ό Ρ36 είναι πιθανό νά προέρχεται άπό τήν Πελοπόννησο καί δτι, αν δέν κατάγεται άπό τήν Κρήτη, πέρασε τουλάχιστον άπό εκεί. Παραθέ τει στή συνέχεια ένα δυσανάγνωστο σημείωμα άπό τό φ. 3 (σύγχρονο μέ ορι σμένες άλλες γραφές, άπό διάφορα χέρια, στόν ίδιο κώδικα), οπού μνημονεύε ται (ό αναγνώστης προχωρεί προς αυτή τήν υποθετική κατεύθυνση) ό Θεόδωρος Β' Παλαιολόγος, δεσπότης τού Μορέως: τον άγ(ίου) είμών αύθέντου καί πανηψιλοτάτου δεσπότου πωρφυρογενϊτου κυροϋ θεοδώρου. Έξαλλου, μέ βάση τό ύδατόσημο τού χαρτιού ό κώδιξ είναι χρονολογήσιμος στό τελευταίο τέταρτο τού 14ου αιώνα - σημειωτέον ότι έχει ως τώρα χρονολογηθεί ανάμεσα στό λήγοντα
médiévale. Manuscrits à peintures du Ile cm XVIe siècle, σ. 40-1, αριθ. 66. Απευθύνω θερμές ευχα ριστίες στους συναδέλφους Christian Förstel, γιά τήν εγκάρδια φιλοξενία του στό οικείο Τμήμα της BnF (Manuscrits occidentaux), καί Αγαμέμνονα Τσελίκα. γιά τίς κατά καιρούς, πολύτιμες, αναγνωστικές του υποδείξεις. 4.Ό Ξυγγόπουλος είχε ήδη αναγνωρίσει τόν ζωγράφο, απευθείας άπό τά δικά του γραφόμενα σε επιγραφές πού συνοδεύουν μικρογραφίες, καί είχε προηγουμένως τήν ευκαιρία νά επανε ξετάσει τόν Ρ36 στην έκθεση της Αθήνας (1964) όταν. αργότερα, έδήλωνε οτι επρόκειτο νά δη μοσιεύσει συνολική μελέτη γιά τό εικαστικό του υλικό. Βλ., αντιστοίχως, Ά. Ευγγόπουλος, «Ό μικρογράφος μοναχός Νικόδημος». Ελληνικά 16 (1958-59). σ. 65-9 (αναγνωρίζει ό ερευνητής δυτικά χαρακτηριστικά, αλλά καί στοιχεία της βυζαντινής εικονογραφικής παράδοσης, καί θε ωρεί δτι ό Ρ36 προέρχεται άπό περιοχή ύπό δυτική κατοχή: τήν Κρήτη ή τά Επτάνησα; Χρο νολογεί στά τέλη 14ου μέ αρχές 15ου αιώνα). Αθήνα (Ζάππειο Μέγαρο) 1964. Ή βυζαντινή τίχνη, τέχνη Εύρωπαϊκη, σ. 306, 511, αριθ. 372. Α. Xyngopoulos, «Fortitudo». Zograf 10 (1979), σημ. 2 (γιά τή χρονολόγηση πρβλ. σ. 92, αυτόθι). Γιά τίς μικρογραφίες πού συνοδεύουν τά κείμενα τού παρισινού κωδικός πρβλ., Η. Bordier, Description des peintures et autres ornements contenus dans les manuscrits grecs de la Bibliothèque nationale, Παρίσι 1883, a. 264-5. 5. J. Darrouzès, «Obits et colophons», Χαριστήριον εις Άναστάσιον Κ. Όρλάνδον. Α. Αθήνα 1965, σ. 300. Μεταγράφω απευθείας: του αγι(ου) ειμ(ών) aυθ(έν)του κ(αι) πανηψιλοτάτου [και πανυψιλοτ(ά)του] δεσπότου του πωρφυρογενιτου κυρού θεοδωρου. Εξάλλου, σέ κατάλογο έκθεσης τοϋ 1982 ό Ρ36 χρονολογείται στά τέλη τού 14ου αιώνα καί εκτιμάται δτι προέρχεται άπό τήν Κα λαβρία: Παρίσι (BnF) 1982. La médecine médiévale à travers les manuscrits de la Bibliothèque nationale, σ. 43, αριθ. 21. 6. Βλ. C.-M. Briquet, Les filigranes. Dictionnaire historique des marques du papier dès leur apparition vers 1282 jusqu'en 1600, Λιψία Η923,1, σ. 209, «Cercle que traverse ou surmonte un trait étoile»: αριθ. 3052 (άπαντα στό Bergamo, 1359) - 3053 (ύστατη παρουσία στό Παλέρμο, 1383-84)· πρβλ. D. καί J. Harlfinger, Wasserzeichen aus griechischen Handschriften, Βερολίνο, Ι-ΙΙ, 1974-1980,
16
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
14ο καί τόν αρχόμενο 15ο αιώνα 6 . Επιπροσθέτως, ό Darrouzès μεταγράφει την επιγραφή, στην κυκλική σύνθεση του φ. 163β7, μέσω της όποιας φθέγγεται ό εκεί κρεμάμενος άπό τόν Τροχό τοΰ βίου μοναχός καί ζωγράφος της παράστα σης Νικόδημος, χρονολογώντας την στον 15ο αιώνα: επείρεν μ(αι) ό τροχός έξέφνης κ(ai) καλόγερον έπιησεν μ(αι) και ως vέον ηδικησεν μ(αι), καν θέλων καν μη θέλω- Νικόδημος καλούμ(αι), εγώ δε ο ταπινος τάχα εις ελπίδας ειμ(αι)8. Σκόρπια, αποσπασματικά, ιατρικά (Ιπποκράτης, Παύλος Αιγινήτης, κ.ά.), φυσιολογίας τού άνθρωπου (Είκ. 1), διαιτολογικά (Συμεών Σήθ, κ.ά.), βοτανολο γικά καί άλλα ελάσσονα κείμενα συμφύρονται μέ αποσπάσματα βιβλικών κει μένων (Παροιμίαι Σολομώντος, Σοφία Σιράχ Εκκλησιαστής, Σοφία Σολομώντος, Άσμα ασμάτων)9, συνιστώντας έναν γραμματειακό πλοχμό ό όποιος (σέ γενικές γραμμές) συνδυάζει δύο γνωστικές τάξεις: έκείνην της ίερής παράδοσης, μέ τήν εμπειρική / «επιστημονική» γνώση. Ό ίδιος χαρακτήρας άπαντα, εν μέ ρει, καί στά εικονογραφικά διάφορα πού ποικίλλουν τά κείμενα, μέ τήν παρου σία ενός αγίου (θεραπευτή, πάντως), τού μεγαλομάρτυρος καί ιαματικού Παν τελεήμονος (φ. 3β), καί δύο κοσμικών: τού Ιπποκράτους (φ. 29β), νά υψώνει έταστικά μέ τό αριστερό του χέρι ενα γυάλινο δοχείο, καί (φ. 187β) ενός ανώνυ μου, καθήμενου γιατρού (Είκ. 2), τόν όποιον επισκέπτεται ένας αστενης10. Μαρ«Cercle 5», έτος 1383/4 (πρβλ. Palau, ό.π. [σημ.3], σ. 494-5). Βλ. καί άλλα δείγματα: Briquet, αυτόθι, αριθ. 3112-8 (πρβλ. Παρίσι 1958, ό.π. [σημ. 3], αριθ. 66). 7. Γιά τη σύνθεση τοΰ φ. 163β πρβλ. Ή . Αντωνόπουλος, «Στροφάδες κέλευθοι. Εικονογραφικές όψεις του πρόσκαιρου στη μεταβυζαντινή τους σύνθεση», ΔΧΑΕ 22 (2001), σ. 63-7, είκ. 2· ό ίδιος, «Τροχών κυλίσματα: 'Ηλικίες του ανθρώπου», Μίλτος Γαρίδης (1926-1996): Αφιέρωμα, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2003, Α', σ. 20, 23-5, 42-3, είκ. 1. 8. Darrouzès, ό.π. (σημ. 5), σ. 303-4. 9. Πρβλ. Η. Omont, Inventaire sommaire des manuscrits grecs de la Bibliothèque Nationale, Ι, Παρίσι 1886, σ. 6. 10. Clichés BnF A56/30 (Παντελεήμων), Α56/31 καί Α93/958 (Ιπποκράτης), καί Α56/34 (Είκ. 2) αντιστοίχως. Πρβλ. τόν ενθρονο γιατρό, στό περιβάλλον του ιατρείου του, με επισκέπτες καί συ νεργάτες - ό ιητρός, ό άσθεν(ων), ό σπεστιάλο(ς), κ.ά.-, νά εξετάζει τό γυάλινο δοχείο μέ τά ουρά, στην κάτω ζώνη της δίπτυχης, καθ' ύψος, σύνθεσης τοΰ φ. 10β, στον γραμμένο άπό τόν Κοσμά Κάμηλο, τό 1339, κώδικα BnF gr. 2243 (Δυναμερόν, του Νικολάου Μυρεψού). Βλ. Παρίσι (Musée du Louvre) 1992, Byzance. L'art byzantin dans les collections publiques françaises, σ. 454-5, αριθ. 350 (Β. Mondrain). New York (Metropolitan Mus. of Art) 2004, Byzantium: Faith and Power (12611557), σ. 526, αριθ. 316 (R.S. Nelson). Ό κώδιξ, ανάμεσα σέ πλήθος άλλων (πάνω άπό 80), δωρήθηκε άπό τόν Αντώνιο Έ π α ρ χ ο στον βασιλέα της Γαλλίας - μέ γενναία, γιά τό σύνολο, αντα πόδοση (1000 σκοϋδα). Καί έδώ σημειώνεται ό άξονας των σχέσεων ουρανού καί γης, μέ τό θεανθρωπικό πρότυπο καί τόν επίγειο μιμητή: στην άνω ζώνη της σύνθεσης γράφεται ή εικόνα τής Δεήσεως, μέ τόν ενθρονο Χριστό ανάμεσα στην Θεοτόκο καί τόν Ιωάννη τόν Πρόδρομο. Ή
17
J Λ4»,
Εικόνα 1. Κώδιξ BnF gr. 36, φ. 162: Έκλογαί της ιατρικής τέχνης· ή τετρακτύς των στοιχείων κόσμου καί άνθρωπου.
Εικόνα 2. Κώδιξ BnF gr. 36, φ. 187β: ό γιατρός καί ό ασθενής.
ΗΛΙΑΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
τυρεϊται παράλληλα μέσω ιδιοχείρων σημειωμάτων, άλλα καί αναφορών σε άλλα πρόσωπα, ή κατοχή του χειρογράφου άπό γιατρό - ή οικείο γιατρών 11 . Προστίθενται ταυτοχρόνως, καί συνδυαστικώς, σκηνές μέ απευθείας η έμμεση φυσιολογική/ανθρωπολογική (καί, τελικώς, θεοστροφική !) σήμανση, δπως ό Τροχός του βίου/τοϋ Κόσμου (φ. 163β) ή ή καταγόμενη άπό τή μυθι στορία του Βαρλαάμ καί Ίωάσαφ αλληγορική σύνθεση (φ. 203β), πού εικονίζει τό δρομολόγιο του ανθρώπινου βίου 12 , την ήδύτητα τών καρπών τού Δένδρου Brigitte Mondrain έχει εντάξει τόν Parisinus gr. 2243 σε ομάδα Ιατρικών χειρογράφων, με ποικί λα περιεχόμενα, καί έχει επισημάνει τή σχέση της σύνθεσης του φ. 10β μέ άλλην, όμοια - κ α ί πρό τυπο της;-, μέ ελάσσονες διαφορές (κυρίως στην εκτέλεση), στό φ. 191β του κωδικός Palatinus Vat. gr. 199: «Nicolas Myrepse et une collection de manuscrits médicaux dans la première moitié du XlVe siècle. À propos d'une miniature célèbre du Parisinus gr. 2243», / Testi medici greci. Tradizione e ecdotica (Atti del III Convegno internazionale, Napoli, 15-8 ott. 1997), έπιμελ. A. Garzya - J. Jouanna, Νεάπολις 1999, σ. 403-18 (ειδ. σ. 405 κ.έξ., εικ. στίς σ. 414, 418). Γιά τόν ϊδιο κώδι κα καί τή μικρογραφία του φ. 10β, βλ. τώρα P. Géhin κ.α., Les manuscrits grecs datés des XlIIe et XTVe siècles conservés dans les bibliothèques publiques de France, II. Première moitié du XIVe siècle, Πα ρίσι - Turnhout 2005, a. (77-80) 78-9, αριθ. 34 (Β. Mondrain). Βλ. καί παρακάτω, καί σημ. 21 (ούροσκοπικά δοχεία). Γιά τόν έν μέρει πελοποννησιακής καταγωγής Κερκυραίο Αντώνιο Έ π α ρ χ ο (1491-1571), γόνο οικογένειας Ιατρών, εκπρόσωπο τής κερκυραϊκής κοινότητας στή βε νετική γερουσία (πρεσβείες 1536, 1552 καί 1570) καί εξέχοντα (τόν σημαντικότερο) παράγοντα τοϋ εμπορίου ελληνικών κωδίκων στή Βενετία (1537-1571) βλ. "Ε. Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου, Αντώνιος ό "Επαρχος. "Evas Κερκυραίος ουμανιστής τον ΙΣΤ ' αιώνα, Αθήνα 1978. Β. Mondrain, «Le commerce des manuscrits grecs à Venise au XVIe siècle: copistes et marchands», I Greci a Venezia (Atti del Convegno intern, di studio, Venezia, 5-7 nov. 1998), έπιμελ. Μ. F. Tiepolo - E. Tonetti, Βενετία 2002, σ. 473-86 (ειδ. σ. 477 κ.έξ.). Γιά τήν οικογένεια τών Έπαρχων πρβλ., ή ίδια, «Les Éparque, une famille de médecins collectionneurs de manuscrits aux XVe-XVIe siècles», The Greek Script in the 15th and Î6th Centuries, έπιμελ. Ν. Οίκονομίδης, Αθήνα 2000. σ. 145-63. 11. Πρβλ. Darrouzès, ο.π. (σημ. 5), σ. 300, 304. Γιά τά Ιατρικά βυζαντινά χειρόγραφα έν γένει βλ. Θ. Διαμαντόπουλος (έπιμελ.), Ιατρικά βυζαντινά χειρόγραφα, Αθήνα 1995· ειδ. βλ. σ. 71-168, αυτόθι: «Εικονογραφήσεις βυζαντινών ιατρικών χειρογράφων» (Θ. Διαμαντόπουλος). 12. Στά φφ. 163β: cliché BnF Α56/33 καί 203β: BnF A56/35 (Είκ. 3) αντιστοίχως. Ό άνθρωπος πού τρέχει φεύγοντας τόν μονόκερω/θάνατο (όπως, δ.χ., στό ψαλτήριο Add. 19352 τής Βρεταν. Βιβλιοθήκης [1066], φ. 182β: βλ. S. Der Nersessian, L'illustration des psautiers grecs du Moyen Age, II. Londres, Add. 19352, Παρίσι 1970, σ. 57,69-70, εΙκ. 286,332) ανακαλεί στή μνήμη τοϋ αρχαι ολόγου αρχαιότερες επιτύμβιες επιγραφές: ... Τρόχος/ος ό βίος, αλλά καί τήν προθανάτια ειδο ποίηση σέ ώδή τοϋ Μεγάλου Κανόνος : ... ό χρόνος του βίου τρέχει. Πρβλ. D. Feissel, «Notes d'épigraphie chrétienne (X)», BCH 119 (1995) σ. 386-9, εΙκ. 3-4· Αντωνόπουλος 2001, ο.π. (σημ. 7), σ. 62-3. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι τροχάει καί ό θρυλούμενος Καιρός τοϋ Λυσίππου, σύμφω να μέ τό ποσειδίππειο επίγραμμα (3ος αι. π.Χ., Ελληνική Ανθολογία 16,275) καί τά μεταγενέστε ρα γλυπτά (πρβλ. Roma [Pal. delle esposizioni] 1995, Lisippo. L'arte e la fortuna, a. 190-5 [P. Moreno]), καί ότι τροχήλατοι είναι ό Καιρός καί ό Βίος σέ μέσο- καί μεταβυζαντινά έργα. Βλ. Ή . Αντωνόπουλος, «Τό τίμημα τής τέρψης: Βίος καί αναβιώσεις τοϋ Καιρού στή βυζαντινή τέ-
20
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
της ζωής, άλλα καί τό θάνατο 13 , στό τέρμα της διαδρομής, τοϋ ενεργούμενου άπό τή βιοτική άπατη άτομου: τά τέσσερα στοιχεία πού συνιστούν (τόν κόσμο καί) τόν άνθρωπο, θηριοποιημένα, απεργάζονται τόν αφανισμό του (Είκ. 3)· ή, τέλος, ή απόπειρα κοσμογραφικής σύνθεσης (φ. 218) όπου, όμως, δηλώνεται ό ενιαύσιος κύκλος τής χυμικής τετραλογίας: ή μετατρεπόμενη σχέση χυμών καί ποιοτήτων, στην κατά καιρούς σύνθεση της (Είκ. 4) 14 . Πρίν άπό τήν εισαγωγή του (1542) στή βασιλική βιβλιοθήκη, μέσω τοϋ Guil laume Pellicier, επισκόπου Montpellier καί πρεσβευτή στή Βενετία (1539-1542)15, ό Ρ36 είχε αποτελέσει κτήμα τοϋ Gian Francesco d'Asola, γιου τοϋ Βενετού τυπο γράφου Andrea Torresani καί γυναικάδελφου τοϋ Άλδου Μανούτιου16. Μέ τό άνοιγμα τής γαλλικής του περιόδου ό κώδιξ εγγράφεται ήδη στον κα τάλογο τών ελληνικών χειρογράφων τής ανακτορικής βιβλιοθήκης τοϋ Fontaine bleau, επί βασιλείας Φραγκίσκου τοϋ Α'. Στά μέσα τοϋ 16ου αιώνα οι Κρητικοί καλλιγράφοι/επιμελητές τής βιβλιοθήκης σημειώνουν τά περιεχόμενα στην αρχή κάθε κωδικός τής βασιλικής συλλογής. Στην προμετωπίδα τοϋ φ. 1 (φ. Ιβ, πρίν άπό τό φ. 1) τά περιεχόμενα τοϋ Ρ36 σημειώνει ό Άγγελος Βεργίκιος17: χνη», ΔΧΑΕ 20 (1998-99), είκ. 3-4· ό ίδιος, «Καιρός καί Βίος: ή χριστιανική επιλογή ανάμεσα στην ευκαιρία καί τή σωτηρία», ΑΔ 48-49 (1994-95), Μελέτες, 1998, πίν. 57β, 59β, 60α, 62α (μο νή Ρεντίνας), 63α, 63β. 13. Πρβλ. παρακάτω καί σημ. 27, 44. Γιά τό παρεμφερές θέμα τής εικόνας του θανάτου καί τοϋ σκέλεθρου πρβλ. Χ. Μεράντζας, «Ή μεταβυζαντινή εικόνα του σκέλεθρου. Τό δίλημμα τής οργανικής ή πνευματικής επιλογής καί ή άποπροσωποποίηση του ανθρώπου απέναντι στό θά νατο», Δωδώνη: Ιστορία καί Αρχαιολογία, 32 (2003), σ. 353-98. Γιά τό θάνατο καί τόν τάφο βλ. R. Stichel, Studien zum Verhältnis von Text und Bild spät- und nachbyzantinischer Vergänglichkeitsdarstellungen, Βιέννη 1971, σποράδην. 14. Clichés BnF A74/53 ή Α56/36. Βλ. παρακάτω καί σημ. 19, 31-5, 51-2. 15. Omont 1889, ό.π. (σημ. 3), σ. vi. 16. Γιά τόν βίο, τίς εκδόσεις καί τή βιβλιοθήκη του βλ. Cataldi Palau, ό.π. (σημ. 3). Γιά τους ελλη νικούς κώδικες στην Εθνική Βιβλιοθήκη τής Γαλλίας πού προέρχονται από τή συλλογή του, βλ. σ. 390-1 (αριθ. 1-77)· ειδ. γιά τους ιατρικούς κώδικες βλ. σ. 393, αυτόθι (αριθ. 1-23). Ό κώδιξ έφερε πιθανώς τήν κτητορική σημείωση (τό ex libris) τοϋ Gian Francesco στό φ. 1, στην κομμέ νη τώρα ώα του κάτω μέρους (σ. 495, αυτόθι). Σημειωτέον δτι στό άνω αριστερό άκρο του φ. 3 (καί όχι τοϋ φ. 1: Cataldi Palau, σ. 403-5), κατά τι υψηλότερα άπό τήν παραπάνω, στή σημ. 5, μεταγραφόμενη επιγραφή, ό Ρ36 φέρει πάντοτε τόν ταξινομικό αριθμό (segnatura): xxxxvi +· ένώ στό φ. 16β (είχε παραμείνει λευκό) αναγράφεται συνοπτικώς (ϊσως ιδιοχείρως, λατινιστί) τό περιεχόμενο όσων έπονται, άπό τό φ. 17 κ.έξ. Ό ταξιν. αριθ. διαγράφει μερικώς τή δυσανά γνωστη καί μισοσβησμένη επιγραφή, μέσω τής όποιας δηλώνεται, ενδεχομένως, ένας προηγού μενος κάτοχος του χειρογράφου. 17. Συντάκτης, μέ τόν Ιάκωβο Διασσωρινό καί τόν Κωνσταντίνο Παλαιόκαππα, τοϋ καταλόγου τών χειρογράφων τής βασιλικής συλλογής. Ό γραφικός του χαρακτήρας στάθηκε πρότυπο γιά
21
Εικόνα 3. Κώδιξ BnF gr. 36, φ. 203β: τό Δένδρο τοϋ βίου (φυτου φεραυγούς χρωματουργίαν βλέπε !).
Εικόνα 4. Κώδιξ BnF gr. 36, φ. 218: ό κόσμος, ό χρόνος καί ό ενιαύσιος κύκλος της χυμικής τετραλογίας.
ΗΛΙΑΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
εντωδεταϋτ(α) περιέχοντ(αι), + παροιμίαιCολομώντοςατελές, Ιπποκράτους προγνωστικά, έτι τού αύτού αφορισμ τού αύτού,περίΔιαίτης, περί φλεβοτομί(ας) μικρά τις έρμην(εί)α. παύλου αίγηνίτου τίνες έκλογαι έξ ίπποκράτ(ους) κ(αί) γαληνού, περί φλεβοτομί(ας).CοφίαΊησούυιούτο ράχ. ΕκκλησιαστήςCολομώντος.ή Coφίa τού αύτού. Δίαιτα μικρά ιατρική, πώς χρή δι Cολομώντος άσματα άσμάτ(ων), ατελή.Cύνταγμαπερί τροφών συντεθ(έν) τι παρά σημ τού μάίστορος, ατελές. Διονυσίου τίνος καλουμένου απλού, περί κατασκευής τού ά τινά έτερα κατ(α)λογάδην, οί(ον) ιατρικά, γραμματικά, πάντα ατελή κ(αί) άχρηστα. Στον κατάλογο του 1550, με αύξοντα αριθμό 413, ό κώδιξ καταχωρίζεται από τόν Βεργίκιο ώς: Βιβλίον Β' μήκους παλαών, ενδεδυμένον δέρματι κροκώδει, εισι δ' εν ούτω ταύτα- ακολουθούν, με ελαφρές διαφοροποιήσεις, οσα έχουμε προηγουμέ νως μεταγράψει. Καί τό λήμμα καταλήγει σέ μιά περαιτέρω όξυμμένη διατύπω ση: ... πάντα άτελή, κ(αί) άθλια καί άχρηστα18. Οί χαρακτηρισμοί πού σημαδεύουν τήν εκτίμηση του Κρητικού βιβλιογράφου, οφειλόμενοι στην αποσπασματικότη τα καί τήν εκδοτική ποιότητα των εγγραφόμενων στον κώδικα κειμένων, μαρτυ ρούν τήν απόσταση πού χωρίζει έναν βασιλικό καλλιγράφο καί βιβλιογράφο, καί τήν άπό θέσεως ισχύος κριτική του ματιά απέναντι σέ προγενέστερους άντιγραφεϊς/συντάκτες πρακτικών, πολυθεματικών εγχειριδίων. Τό γραφόμενο στό (εμβόλιμο, ανάμεσα στά φφ. 2 καί 4) φ. 3 τού Ρ36 κείμε νο τιτλοφορείται: εκθεσης περί τ(ών) δ στιχ(είων) τού άν(θρώπ)ου. Πρόκειται γιά μιά συμπεπτυγμένη παραλλαγή αρχαίου φυσιολογικού κειμένου 19 : τά τυπογραφικά στοιχεία τά αποκαλούμενα «grecs du roi» (ελληνικά τού βασιλέως). Γιά τόν Άγγελο Βεργίκιο καί τή γραφή του βλ. Αίκ. Κουμαριανού - Λ. Δρούλια - E. Layton, Τό ελληνι κό βιβλίο, 1476-1830, Αθήνα 1986, σ. 27, 222 σημ. 22-3, 266, 328 σημ. 42, πίν. 2-6 (σ. 18-21). Ε. Gamillscheg - D . Harlfinger, Répertoriant der griechischen Kopisten 800-1600,1/A, Βιέννη 1981, σ. 25-6, αριθ. 3- I/C, 1981, πίν. 3· 2/Α, 1989, σ. 25-7, αριθ. 3. Γιά τό ϊδιο πάντοτε πρόσωπο πρβλ. É. Legrand, Bibliographie hellénique (...), 1, Παρίσι 1885, σ. CLXXV κ.έξ. Omont 1889, ό.π. (σημ. 3), σποράδην. Cataldi Palau, ό.π. (σημ. 3), σποράδην.
18. Πρβλ. Omont 1889, ό.π. (σημ. 3), σ. 139.
19. Τίτλος με καστανέρυθρο, κείμενο μέ καστανό μελάνι· στό κάτω περιθώριο γράφονται προχείρως λεξικογραφικές σημειώσεις. Γιά τήν πληρέστερη μορφή τού κειμένου βλ. τήν έκδοση Ι. Ideler, Physki et medici graeci minores, Ι, Βερολίνο 1841, σ. 303-4: Ανωνύμου,Περίτης τού κόσμου κατασκευής ·<καί τής> τού άνθρωπου. Πρβλ. R. Klibansky - E. Panofsky - F. Saxl, Saturne et la mélancolie. Études historiques et philosophiques: nature, religion, médecine et art, (Λονδίνο - Νέα κη 1964) Παρίσι 1989, σ. I l l κ.έξ. Επεκτείνοντας καί στην αντίστοιχη εποχή τή σχέση ανάμε σα σέ χυμό (αίμα), στοιχείο (αέρα) καί ηλικία (παιδική), επάνω άπό τό: αί- /μα εηκε το αέρη (έκτη αράδα τού κειμένου πού μεταγράφουμε παρακάτω), ό γραφέας σημειώνει: έστιν το έαρ. Προηγουμένως, στό φ. 1 (cliche BnF A80/849) εκκινεί τό πυκνογραμμένο κείμενο των Παροι-
24
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΤΜΕΝΑ
κόσμος ούτως συνήστατε εκ τεσσάρων στιχί(ων). έκθερμού.ψυχρού· ξηρού καί υγρούτουτέστιν έκ πυρός- ύδατος- γης. καί αέρρος- -<Ού>τως καί ό άν(θρωπ)ος ό μικρός κό σμος· έκ των αυτών δ στιχί(ων) συνίστατ(αι) τουτέστιν, έκθερμού·ύγρού- ψυχρούκαι ξηρού- τουτέστιν έξ αίματος- φλέγματος, ξανθής χολής, καί μελένης- καί τω μεν αίμα εηκε το αέρη καί εστίνθερμονύγρον και γλυκυν καί πληθύνηται έπϊ τής παιδικής ηλικίας- έως ετών ιδ. Το δε φλέγμα έηκε τώ ύδατι και πληθήνηται τον χιμόν και εστίν ψυχρον ύγρον και άλμυρον καί πληθύνηται έπΙ τής γερωντικής ήλικει(ας) άπο ετών ο' έως τέλους αύτων. Η δε ξανθή χολή, έηκε τώ πυρί και εστίνθερμή-ξηρά. καί πικρά, εστίν δε ό πλεόνασμο(ς) αυτής έν τω θέρη- και πληνθηνηταιέπιτοις νεανίσκοις- από ετών ιδ. έως ετών κη- Και ή μέλαινα χολή, έηκε τή γή· και πλεονάζει έπϊ τής τελει(ας) ήλικείας- καί εστίν ψυχρά. ξηρά. καί όξηνη. Καί το μεν αίμα εστίν έν τή κάρδια κ(αί) εν το πνέμονη- όμιως καί το πν(εϋμ)α- έκ δεξι(ών) τής καρδίας εστίν το αίμα- εξευοννμων δε αυτής εστί το πν(εύμ)α. (Ακολουθούν πέντε αράδες [17-21] γιά την κυκλοφορία του αίματος καί τό κεί μενο του φ. 3 ολοκληρώνεται, στίς δύο τελευταίες αράδες [22-3], με τή δήλωση των τόπων, στό ανθρώπινο σώμα, όπου απαντούν οι υπόλοιποι χυμοί.) το δε φλ(έ)γμα (εστίν) έν τώ ένγκεφάλω καί εν τή κύστη. Ή ξανθη χολή, είς το ήπαρ καί εις τον στόμαχον. Ή μελαινη χολή εις την σπλήνα κ(αί) εις τ(ον) στόμαχον. Στό verso του ίδιου φύλλου εγγράφεται ή ολόσωμη εικόνα τού άγιου Παν τελεήμονος (27 Ιουλίου)· εικονίζεται κατενώπιον, νά κρατεί τό νυστέρι καί τή θήκη του στό δεξί καί τό αριστερό του χέρι, μέ τό βλέμμα στραμμένο αριστερά, πλαισιούμενος άπό τόξο στηριζόμενο επί κιόνων καί στεφομενο άπό άνθέμιο, απλωμένο σέ συμμετρικά άκρα 20 . μιών Cολομώντος (κεφαλαία, στην εσοχή μεγαλόσχημου έπίτιτλου, σέ σχήμα Π, μέ πλεκτό σταυρό στην κορυφή καί άνθέμια· πρβλ. φφ. 162 [Είκ. 1] καί 163β)· inc.: Παροιμίαι σολομώντος υίού δα(υί)δ· ας έβασίλευσεν έν ι(σρα)ήλ· Γνώναι σοφίαν... (κτλ.) Μετά τό φ. 2β τό κείμενο συνε χίζεται στά φφ. 4 κ.έξ. 20. Κυριαρχούν χρώματα ρόδινα, καστανά, φαιοπράσινα. Γιά τά γνωρίσματα του ιατρικού επαγγέλματος που χαρακτηρίζουν, συνήθως, τήν εικονογραφία του Παντελεήμονος (τό χει ρουργικό εργαλείο μέ τή θήκη του, κ.α.), βλ. Μ. G. Parani, Reconstructing the Reality of Images. Byzantine Material Culture and Religius Iconography (1 lth-15th Centuries), Leiden - Βοστώνη 2003, σ. 187, 205, 215-6, 243, 278· είκ. 196 (Καστοριά, "Αγιοι Ανάργυροι: π . 1180), 219 (Κουρμπίνοβο, Άγιος Γεώργιος: 1191). Βλ. καί σ. 204-5, είκ. 218, αυτόθι: χειρουργικά εργαλεία (;). Γιά τίς τοι χογραφίες στην Καστοριά καί τό Κουρμπίνοβο πρβλ., άντιστ.: Στ. Πελεκανίδης, Καστοριά, Ι. Βυ ζαντινοί τοιχογραφίαι (Πίνακες), Θεσσαλονίκη 1953, πίν. 26β (πρβλ. πίν. 130β: Ταξιάρχης Μη τροπόλεως, μ. 14ου αι.). L. Hadermann-Misguich, Kurbinovo. Les fresques de Saint-Georges et la peinture byzantine du Xlle siècle, Βρυξέλλες 1975, σ. 243-5, είκ. 126. Πρβλ., γιά τόν Παντελεήμονα, LChrl 8 (1976), στ. 112-5 (Κ. Welker). ODB 3 (1991), σ. 1572-3 (Α. Kazhdan - Ν. P. Sevsenko).
25
ΗΛΙΑΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Μετά τόν Παντελεήμονα του φ. 3β, στό φ. 29β εμφανίζεται ολόσωμος, στραμ μένος δεξιά κατά τρία τέταρτα, ό εθνικός Ιπποκράτης (θά ακολουθήσει ό ανώνυμος του φ. 187β), νά τείνει χαλαρά τόν δείκτη του δεξιού προς τό υψω μένο αριστερό του χέρι, μέ τό όποιο φέρει γυάλινο ούροσκοπικό δοχείο: έμ βλημα ιατρικό, σέ σχήμα ποτηριού, μέ ώχροκίτρινο υγρό 21 . Υψώνει ταυτοχρό νως τή ματιά του προς τά άνω: προς τό γυάλινο δοχείο ή/καί προς τό κείμενο των Αφορισμών πού ακολουθούν (φ. 30 κ.έξ.). Ή χειρονομία, δπως καί τό βλέμ μα του, «άπηχοΰνται» στή συνοδευτική επιγραφή. Πρόκειται λοιπόν γιά την προμετωπίδα του ιπποκρατικού κειμένου. Ό Ιπποκράτης (capite velato) φέρει ενα κόκκινο μανδήλιο, δεμένο επάνω σέ βαθυπράσινο εσωτερικό κάλυμμα κε φαλής 22 , κόκκινα υποδήματα, ποδήρη χειριδωτό χιτώνα μέ κόκκινες/καστανές οριζόντιες ρίγες επάνω σέ λευκό, καί σκούρες, μολυβοπράσινες σκιές στά πε ριγράμματα, καθ' ϋψος, καί τίς πτυχώσεις. Επάνω άπό τή μορφή του αρχαίου Άσκληπιάδη επιγράφεται: + ούτος εστίν ό θαυμασιώτ(α)τ(ος) ύποκράτ(ης) ό διξας την οίατρικ(ήν) τεχνην (καί) μαθιτεύσας (καί) των θαυμασιώτ(α)τ(ον) γαλινών (καί) διδασκαλον τίς οί(α)τρικ(ή)ς τέχνης. Αντίκρυ στην εικόνα, κάτω άπό οριζόντια κοσμητική ταινία του φ. 30, σημειώ νεται ό τίτλος: Ιπποκράτους αφορισμοί, τμήμα πρώτον: Καί έρμηνία. εις το, ό βίος βρα21. Cataldi Palau, ό.π. (σημ. 3), πίν 71. Κυριαρχούν χρώματα ρόδινα/ερυθρά, γαλαζοπράσινα, καστανά. Θά μπορούσε στην εικόνα του ούροσκοπικού σκεύους νά χωρήσει, μέσω του «ποτη ριού», υπαινιγμός θανάτου; Πρβλ. σημ. 46, παρακάτω. Σέ σχέση μέ τό ούροσκοπικό δοχείο (λατιν. matula) πρβλ. Παρίσι 1982, ό.π. (σημ. 5), σ. 16. (Πρβλ. σ. 15, εγχρ. πίν. 3, αριθ. 79, αυτόθι: γαλλ. κώδιξ 9140, φ. 120β· πλάι σέ κλινήρη ασθενή ένας γιατρός εξετάζει ουρά σέ γυάλινο δο χείο.) Πρβλ. ενδεικτικώς τόν κώδικα BnF gr. 2294 (15ος αι.), μέ κείμενα ιατρικά, φαρμακολο γικά, βοτανολογικά, περί λίθων καί σκευασμάτων, κλπ.: Omont, ό.π. (σημ. 9), Π, 1888, σ. 231. Τά δύο τρίτα τού φ. 74, στή δεξιά ώα, ώς κάτω, καταλαμβάνει υποτυπωδώς σχεδιασμένη πα ράσταση ενός γιατρού (ίάτρο[ς] μέ χαρακτηριστικό ημισφαιρικό πίλο, ιστάμενου επάνω σέ υπερυψωμένο βάθρο καί στραμμένου πρός τό κείμενο (άριστ.), νά υψώνει ούροσκοπικό δοχείο προς εξέταση, μέ τό δεξί του χέρι. Προηγουμένως, στό άκρο της αριστερής ώας τού φ. 71β ό Γαληνός, μέ πλατύγυρο πίλο ανασηκωμένο στό πίσω μέρος, εικονίζεται νά εξετάζει ουρά σέ υψωμένο δοχείο μέ τό αριστερό του χέρι -δείχνοντας το μέ τό δεξιό. Έξαλλου, σέ περιορι σμένη κλίμακα, μέρος της δεξιάς ώας (ώς τήν τελευταία αράδα του κειμένου) τού φ. 70, μέ πλα τύγυρο καί πάλι πίλο καί τήν κεφαλή στραμμένη προς τά έξω (δεξ.), καταλαμβάνει ό μακρυμάλλης, μέ γένεια, ιπποκράτ(ης) (cliches BnF Α70/110, Α70/109 καί Α70/108 αντιστοίχως). Κω νικούς πίλους φέρουν οι κύριοι παράγοντες της παράστασης, στην κάτω ζώνη τού φ. 10β, στον κώδικα BnF gr. 2243 (σημ. 10, παραπάνω). 22. Πρβλ. τόν Ι π π ο κ ρ ά τ η τού παρισινού κωδικός gr. 2144 (1341-45), φ. 10β, διαλεγόμενο άναχρονιστικώς μέ τόν Μεγάλο δούκα Αλέξιο Άπόκαυκο (φ. 11): Ή . Αντωνόπουλος, «Γρυπών γρί φοι: Καιρός, Βίος καί τέχνη στην προσωπογραφία τού Αλεξίου Άποκαύκου (Paris, gr. 2144, φ. 11α)», ΔΧΑΕ 19 (1996-97), ειδ. σ. 68 κ.έξ., είκ. 3-4,8.
26
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΟΓΡΑΦΟΤΜΕΝΑ
χυς· ή δε τέχνη μακρά. Ακολουθούν τέσσερις αράδες μέ τό σχόλιο: Ώς προς την τέχνην μακράν ούσαν ό καιρός οξύς. ώς το σώμα ρέπον ταχέως και ή ϋλη· ή τέχνη μα κρά· κάθον αδύνατον πάντα διεξειέναι το σώματι προς ον φησί Ιπποκράτης. Αμέσως πιό κάτω σημειώνεται μέ ανοικτό κόκκινο μελάνι: αρχή Cην θ(ε)ώ των αφορι σμών. Καί παρακάτω, μέ μαύρο μελάνι, άρχεται το ιπποκρατικό κείμενο: Ό βίος βραχύς... (κτλ.). Στη μικρογραφία τού φ. 94β, σέ κυκλικό/σφαιρικό κάμπο εγγράφεται νέος, άγγελόμορφος πολεμιστής, μέ ζωσμένη τη μέση, καί μέ κρεμαστή άπό τόν δεξιό του βραχίονα την άμυγδαλόσχημη ασπίδα 23 . Τήν πλούσια βοστρυχωτή κόμμωση δένει ταινία, μέ τά άκρα, όρθογωνίως προς τά εξω πεπτυγμένα, νά καταλήγουν σέ δίγλωσση απόληξη. Τό άνεμιζόμενο ιμάτιο κομβώνεται μπροστά στό στέρνο. Φαίνεται ότι τό μαύρο περίγραμμα τού αριστερού του υποδήματος σχεδιάζεται μέ τόν σύγχρονο (τότε) τρόπο. Τό έν λόγω εικαστικό άτομο εικονίζεται νά δα μάζει μέ βία ένα λιοντάρι, έχοντας στηρίξει τόν αριστερό μηρό επάνω στη ράχη (μέ τήν κνήμη, ιππαστί), στό ορατό πλευρό τού θηρίου, καί ανοίγοντας άπό τά σαγόνια τό στόμα του, μέ τά δύο του χέρια. Ό Ξυγγόπουλος είχε απορρίψει τήν ταύτιση μέ τόν Σαμψών παραπέμπει ωστόσο σέ βιογραφικό επεισόδιο τού Δαυίδ {Α' Βασιλ. 17, 34 κ.έξ.)24, καί καταλήγει στή γυναικεία μορφή της Fortitudo, μέ αφετηρία τήν ομώνυμη παρουσία στό ψηφιδωτό τού τύμπανου, στον κεντρι κό τρούλλο τού Αγίου Μάρκου, προκειμένου νά ταυτίσει τό ανώνυμο αυτό άτο μο 25 . Ωστόσο, ή μορφή τού φ. 94β δέν είναι απαραιτήτως γυναικεία - ούτε είναι σίγουρο, σέ αυτή τήν περίπτωση, ότι ό ζωγράφος είχε υπόψη του λατινική πηγή. 23. Cliche BnF A56/32. Α. Xyngopoulos, ό.π. (σημ. 4), σ. 92-3. Στά φφ. 95-96, κάτω άπό έπίτιτλη ζώνη με πλεκτό κόσμημα καί άνθέμια, γράφεται κείμενο μέ τόν τίτλο: Αρχή της φλεβοτομίας (inc.: Έν πάση ήμερα τ(ε) καί νυκτη και ώρα... [BnF A80/850]). Προηγούνται τά λευκά φφ. 91-94α. Από τη μέση του φ. 96 κ.έξ. ακολουθεί τό κείμενο: Παύλου Έγινίτον Εκ των τον Ιππο κράτους και Γαλινού' Έκλογαν Περί φλεβοτομιας (ολα, έδώ, μέ κεφαλαία). Ακολουθούν ό πρόλο γος (φ. 99β) καί τό κείμενο της Σοφίας Ιησού υίού Σειράχ (φ. 100 κ.έξ., BnF A80/851). Ή εκά στοτε αναφορά σέ περιεχόμενα τού κωδικός είναι περιοριστικώς ενδεικτική. 24. Πρβλ., στό ψαλτήριο Parisinus graecus 139, φ. 2β, τόν Δαυίδ νά πατάσσει τόν λέοντα πού απει λούσε τό ποίμνιο του· στή δράση τόν συνοδεύει ή δαφνοστεφής Ισχύς. Βλ. Η. Buchthal, The Miniatures of the Paris Psalter. A Study in Middle Byzantine Painting, Λονδίνο 1938, σ. 17-8, είκ. 2. Γενικότερα γιά τη σκηνή: Ε. Antonopoulos, Contribution à l'étude des abstractions personnifiées dans l'art médiobyzantin, Πανεπιστήμιο Paris-Sorbonne / Paris IV (διδακτορ. διατρ.), 1984, σ. 102-5. 25. Xyngopoulos, ό.π. (σημ. 4), σ. 92-3. Γιά τήν παρουσία της Fortitudo, μέλους της τετρακτύος των αρετών, ανάμεσα στίς δεκαέξι γυναικείες μορφές (οί τέσσερις πολιτικές μέ τίς τέσσερις θε ολογικές αρετές, καί οί οκτώ μακαρισμοί) πού υποδύονται αρετές καί ευαγγελικούς μακαρισμούς στην κυκλική, ψηφιδογραφική σύνθεση του τύμπανου, στον κεντρικό τρούλλο του Αγίου Μάρκου, βλ. Ο. Dermis, The Mosaics of San Marco in Venice, I. The Eleventh and Twelfth Centuries,
27
ΗΛΙΑΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τό νόημα της σύνθεσης δείχνει νά είναι αλληγορικό- αν συνυπολογίσουμε δεικτικές συνιστώσες άλλων συνθέσεων στον ίδιο κώδικα: όπως ενδεχομένως εκείνη (Εικ. 2) του λιονταριού νά σπαράζει ελάφι (υγεία καί ασθένεια, ζωή καί θάνα τος;)· ή εκείνη τού φ. 163β μέ τό απειλητικό λιοντάρι -«πρόσωπο» τού θανάτουνά καταβάλλει ασθενέστερο ζώο, κάτω άπό τόν Τροχό τού Κόσμου/τού βίου· ή, τέλος, τό λιοντάρι δεξιά άπό τό Δένδρο τού βίου, αντίκρυ στον μονόκερω (Είκ. 3). Τό περιμετρικό κορδόνι πού ορίζει τήν παράσταση αναπτύσσεται σέ σφύ ζοντα, συμμετρικά φυτικά κοσμήματα, εκατέρωθεν, άνω καί κάτω - κατάγονται τά άνθέμια άπό τρόπους της δυτικής τέχνης; Άπό τά έσω τοιχώματα τής σφαί ρας (τό εσωτερικό τής περιφέρειας τού δίσκου) υψώνονται βότανα καί άνθη, μέ μικροσκοπικούς θάμνους στον κάμπο 26 . Στή μικρογραφία τού φ. 163β (π. 208 Χ 145 χιλ.), ανάμεσα στό επίπεδο, δα σωμένο τοπίο τού κάτω μέρους τής σύνθεσης, όπου κινείται απειλητικό λιο ντάρι -τό όποιο θηριοποιεΐ τό θάνατο 2 7 -, καί τήν αναφαινόμενη χλωρίδα τού άνω μέρους αιωρείται ένας ευρύτερος κύκλος πού δένει στην κορυφή του σέ πλεκτό σταυρό. Τό κυκλικό αυτό «σταυροπήγιο» δείχνει νά είναι σταθερόένώ στό εσωτερικό του εγγράφεται ένας συγκεντρικά κινούμενος «τροχός», μέ συρόμενα τριγύρω επτά πρόσωπα καί συνοδευτικές επιγραφές πού τά εκφρά ζουν - στά σημεία τής περιφέρειας όπου εκάστοτε βρίσκονται. Ή επιχειρημα τολογία τής σύνθεσης χρειάζεται τό εστεμμένο καί σκηπτροφόρο πρόσωπο τής κορυφής τού εσωτερικού τροχού -χαρακτηριζόμενο ώς ο βασιλεύς, άλλα βωβόνά εικονίζεται καθήμενο καί νά εξαιρείται άπό τήν περιστροφή, παρόλο πού ή παρουσία του συνιστά αναπόσπαστη φάση της 28 . Στό διαμετρικά αντίθετο σημείο τού τροχού εμφανίζεται ό καί ζωγράφος τής παράστασης, φθεγγόμενος
Σικάγο -Λονδίνο 1984, 1, σ. 186 κ.έξ.· 2, έγχρ. είκ. 5, είκ. 277, 293. Μέσω έπιγραφόμενου είλητού ή έν λόγω παρουσία συνδέεται μέ τόν ψαλμό 57, 7: Mo/as leonutn confringet dominus (ο ϋίος συνέτριψεν τους οδόντας αυτών εν τω στόματι αυτών, /τας μύλας τών λεόντων συνέθλασεν κύριος). Σημειωτέον ότι στό φ. 226 του κωδικός Ρ36, στην παρακείμενη ευρύχωρη στήλη τής δεξιάς ώας καί ανάμεσα σέ διάφορα περί ψυχής μνημονεύονται: αρεταί τέσσαρες- φρόνησις· δικαιοσύνη· σοφροσύνη- άνδρία. Ή λατινική Fortitude (Xyngopoulos) αντιστοιχεί στην ελληνική Ανδρεία. 26. Άπό τό σύνολο, δίνεται ή εντύπωση κατόπτρου μέ περίτεχνο πλαίσιο. Χρώματα: καστανό τό λιοντάρι, κόκκινα ή γλώσσα καί τά νύχια του, κύκκινες οΙ κάλτσες του πολεμιστή καί τά λου ριά πού συγκρατούν άπό τό βραχίονα τήν ασπίδα του, καστανά τά μαλλιά του, πρασινωπός ό χιτώνας, ελαφρά καστανέρυθρο τό ιμάτιο. 27. Πρβλ. τόν ψαλμό 7, 3 καί τήν εικονογράφηση του: Αντωνόπουλος 2001, ό.π. (σημ. 7), σ. 66-7, είκ. 4. 28. Γιά τόν κορυφαίο σέ συνθέσεις τού Τροχού καί τή βασιλική αμφίεση πρβλ. Ή . Αντωνόπου λος, «Ή δεκάδα τών ηλικιών: αμφίδρομη γενεαλογική δοκιμή», ΑΧΑΕ 26 (2005), σ. 356-8.
28
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
(μέσω της επιγραφής) μοναχός Νικόδημος. Στον κεντρικό δίσκο - σ τ η ν περιβάλ λουσα ζώνη του οποίου γράφεται επίγραμμα τ ο υ Γρηγορίου Ναζιανζηνοΰ, ό π ο υ ό ανθρώπινος βίος παρομοιάζεται με τροχό, άστάτως πεπηγμένον (PG 37, 787-8)είκονίζεται κατενώπιον ό Κόσμος, περιστοιχιζόμενος, εκατέρωθεν, ά π ό δύο π ρ ό σωπα που του μαδούν μαλλιά καί γένεια 2 9 . Ή ά π α ξ βιούμενη (αενάως, ωστόσο, επαναλαμβανόμενη), κατά στάδια περιστροφή των ηλικιών, εισέτι ανεπιβεβαίω τη στό πρώιμο δείγμα του παρισινού κωδικός π ο ύ εξετάζουμε, συμπλέκεται, πάντως, με τό νόημα τής αστάθειας καί των αλλεπάλληλων κλυδωνισμών του βί ου, ό π ω ς τούτο δηλώνεται στό επίγραμμα τού Ναζιανζηνοΰ, αλλά καί πολύ αργότερα, στά ποιήματα Περί ξενιτείας καί Περί της πλάνης του κόσμου30. Πρίν ά π ό τόν Τροχό του φ. 163β (καί ανάμεσα στά λευκά φφ. 161 β καί 163), στά φφ. 162-162β γ ρ ά φ ε τ α ι κείμενο μέ τόν τίτλο: Έκλογαι σύντομοι σοφαί της ίατρικ(ή)ς τέχνης- πε(ρί) των Δ στοιχίων κόσμου (καί) άν(θρώπ)ου (Είκ. Ι ) 3 1 . Επανέρχονται εδώ ένια έκ τών γραφομένων στό φ. 3, τ ά σχετικά μέ τ ά συστα τικά στοιχεία κόσμου καί άνθρωπου, μέσω τών οποίων μαρτυρεϊται ή έμμεση σχέση αυτών τών αντιλήψεων μέ τή μικρογραφία του φ. 163β: Cυνέστηκ(εν) ό κοσμ(ος) εκ τεσσάρ(ων) στιχει(ων)- έκ θερμού, ξηρού- ψυχρού. καί ύγρού- οι(ον) εξ αίματος καί φλεγματ(ο)ς· ξανθ(ή)ς χολ(ή)ς (και) μελ(αίνη)ς- κ(αί) το μ(εν) αίμα θερμ(ον) (και) ύγρ(όν) (εστι) τη κράσει, το (δε) φλέγμα ψυχρ(ον) (καί) υγρ(όν)· ή ξανθ(ή) χολ(ή) θερμη (και) ξηρά· ή μελαιν(α) ψυχρά (καί) ξηρά' εχουσιν δε και τέσσαρες τόπ(ους) εφών κ(ειν)ταν το μεν αίμα, εν τ(οίς) δεξι(οϊς) μέρεσι κειτ(αι) επάνω τού ήπατος- ή ξανθ(ή) χολ(ή) (καί) αυτή εν τ(οίς) δεξι(οϊς) μέρεσι ύποκατ(ω) τού ήπατος- ... (κτλ.). Σημειώνονται περαιτέρω οί περιοχές θερμών: έν τ(οϊς) δεξι(οις) μερεσι, καί ψυχρότερων στοιχείων/χυμών: έν τ(οϊς) εύωνύμ(οις), καί οί τόποι διών έκπνέουσι. Παρακάτω τό κείμενο αναφέρεται στην κ α τ ά σ τ α σ η τών σφυγμών, ανάλογα μέ 29. Γιά την παράσταση καί τίς επιγραφές πού τή συνοδεύουν βλ. Αντωνόπουλος 2003, ό.π. (σημ. 7), σ. 17, 18-9, 20, 23-5, 33, 42, 43, είκ. 1. Γιά τόν εν γένει συμβολισμό τού Τροχού βλ. Μ. Cazenave (έπιμελ. γαλλ. έκδοσης), Encyclopédie des symboles, Παρίσι 1996, σ. 588-92, λ. «roue». Γιά τους συμβολισμούς καί την εικονογραφία τών τροχών πρβλ., ενδεικτικώς, G. Heinz-Mohr, Lessico di iconografia cristiana, (Düsseldorf - Κολωνία 1971) Μιλάνο 1984, σ. 302-3, λ. «Ruota». Χ. Barrai i Altet (έπιμελ.), Dictionnaire critique d'iconographie occidentale, Rennes 2003, a. 751-4, λ. «Roue» (Β. Gallini)· πρβλ. λ. «Globe», σ. 411-3, αυτόθι. Enciclopedia dell'arte medievale VI (1995) 321-5, λ. «Fortuna» (ό Τροχός τής Τύχης [F. Pomarici]). 30. Πρβλ. Αντωνόπουλος 2003, ό .π., σημ. 43. 31. Cliché BnF A80/852.
29
ΗΛΙΑΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
τόν εκάστοτε πλεονασμό τού κάθε χυμού, καί ακολουθούν άλλα, γιά τίς φλέβες καί τίς αρτηρίες, κλπ. Μεσολαβεί στη συνέχεια ή εικόνα τού Τροχού καί έπεται τό επίσης -εμμέσως- συναφές προς τήν εικαστική σύνθεση κείμενο (φφ. 164β166β): Δυιοιησίου τού άπλου- ιατρού (καί) φιλοσόφου- περι τής κατασκευής τού άν(θρώπ)ου32. Καί τά έδώ γραφόμενα (καί πάλι οΙ συνιστώσες κόσμο καί άνθρωπο τετράδες στοιχείων καί χυμών, οι αναμεταξύ τους συνάφειες, ή τοπο λογία τους στό ανθρώπινο σώμα, οι κατά κράσεις χαρακτήρες, κτλ.) συνδέο νται με όσα έχουμε ήδη αναγνώσει στό φ. 3, καί περαιτέρω, μέ τή σχηματική καί ευσύνοπτη -αλλά καί σαφή στην τοπολογία της, καί εύληπτη- σύνθεση τού Ανωνύμου, περι της τού κόσμου κατασκευής και τού άνθρωπου33. Τό ενδιαφέρον έπί τού προκειμένου είναι οτι ή κινητικότητα τών (στοιχείων καί τών) χυμών, μέ τίς ποιότητες πού τους διακρίνουν, είχε ήδη εικονογραφη θεί σέ κατά τι αρχαιότερο (14ος αι.) κώδικα, πού άνηκε αρχικώς στον Βησσα ρίωνα 34 . Εξάλλου, μέ παρόμοια διάταξη εικονίζονται καί οι στροβιλιζόμενοι χυμοί σέ μεταβυζαντινά χειρόγραφα (17ος αι.). Τώρα, όμως, συνδυάζονται απευθείας μέ τό γνώριμο μας κείμενο τού Ανωνύμου (Είκ. 5)· χωρίς, πάντως, νά εξαντλούν τό δυναμικό του: ό κύκλος έχει πλέον κλείσει35!
32. Inc.: Περι της κατασκφης τον άν(θρ)οπίνου σοματ(ος)· πολλι τών αρχαίων ιατρών... (κτλ.). Μετά τό λευκό φ. 167 ακολουθεί στό 167β κείμενο περί ουρών inc.: εav εστίν το ουρον καθαρών... (κτλ.). 33. Παραπέμπουμε καί πάλι στην έκδοση Ideler, Ι, ό.π. (σημ. 19). 34. Στό φ. 160 τού μαρκιανού κωδ. gr. 516. Βλ. Ι. Furlan, Codici greci illustrati della Biblioteca Marciana, IV, Μιλάνο 1981, σ. 46, είκ. 51, πίν. 8. Πρβλ. Αντωνόπουλος 2003, ό.π. (σημ. 7), σ. 1720, είκ. 2. 35. Στους αγιορείτικους κώδικες Ιβήρων 218, σ. 217β-218, καί 1937. φ. 276. Βλ. Σ. Καδάς, «Τά σημειώματα τού χειρογράφου αριθ. 218 της Μονής Ιβήρων (Άγ. Όρος)». Κληρονομιά 17 (1985), σ. 320,321, είκ. στή σ. 333. Ά. Τσελίκας, «Ιατροσοφικά χειρόγραφα. Τεκμήρια επιβίωσης τής αρ χαίας ιατρικής γνώσης στους μεταβυζαντινούς χρόνους», Ή Καθημερινή. Επτά ήμερες, 12.10.1997, σ. 30 (κώδιξ 1937). Μέ τήν ευλογία τού καθηγουμένου τής Ι ε ρ ά ς μονής Ιβήρων γέροντα Βασι λείου Γοντικάκη, τή φωτογραφία καί τά συνοδευτικά στοιχεία έλαβα από τόν βιβλιοθηκάριο Ίβηρίτη μοναχό Θεολόγο. Προηγουμένως καί μέ αφορμή τή δημοσίευση του στην Καθημερινη, ό συνάδελφος Αγαμέμνων Τσελίκας στάθηκε οδηγός στή ζήτηση μου. Τους ευχαριστώ θερμά, όπως καί τήν Κα Αίκατ. Κατσαρού (Πατρ. "Ιδρυμα Πάτερ. Μελετών) γιά τή φωτοτυπία πού μού έστειλε τού κειμένου στον κώδικα 218· χωρίς νά λησμονώ καί τους συναδέλφους Σ. Καδά καί Γ. Χαριζάνη, οι όποιοι μού είχαν υποδείξει τήν παρουσία τής μικρογραφίας στον ίδιο κώδικα. Επισημαίνουμε παράλληλα δτι στό νάρθηκα τού Αγίου Βησσαρίωνος, στό Δομένικο Ελασσό νας, σέ ευρύτερη σύνθεση τού κοσμο/βιο-λογικού Τροχού (1600) περιλαμβάνονται ενεπίγραφοι δίσκοι, αναφερόμενοι στά τέσσερα στοιχεία (μέσω τών οποίων υπονοούνται καί οΙ χυμοί) καί τους συνδυασμούς ποιοτήτων π ο ύ τά χαρακτηρίζουν. Βλ. Αντωνόπουλος 2003, ό.π. (σημ. 7), σ. 25-7, είκ. 5.
30
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ
ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
Μετά τόν Παντελεήμονα τού φ. 3β καί τόν Ιπποκράτη τού φ. 29β ένας για τρός της καθημερινότητας εικονίζεται στό φ. 187β (Είκ. 2) 36 . Καθήμενος αρι στερά σε συμπαγές / εδραίο κάθισμα μέ προοπτικά προβαλλόμενο υποπόδιο, τό αριστερό πόδι επάνω στή δεξιά του κνήμη (στό γόνατο), ό γιατρός δέχεται έναν ασθενή (άστενής)37. Ακούγοντας καί βλέποντας τον, βυθίζει τή γραφίδα (τήν penna, τό φτερό) σέ μελανοδοχείο, ένώ έχει ήδη γράψει σέ φύλλο χαρτιού, επάνω στό υπερυψωμένο αριστερό του γόνατο: Γυνή ην μη λαμβάν, χωρίς νά έχει ολο κληρώσει τήν πρόταση του. Δεξιά, ό επισκέπτης, ενα ηλικιωμένο πρόσωπο μέ γερμένο τό άνω μέρος τού σώματος, στηριζόμενο σέ μακριά, λεπτή ράβδο μέ κόκκινους κόμβους, εικονίζεται νά χειρονομεί απευθυνόμενος προς τόν γιατρό. Ή απόδοση του σέ μειωμένη κλίμακα ήταν απαραίτητη προκειμένου νά χωρέ σει παρακάτω ένας οιονεί σοφράς, μέ τήν επιφάνεια ωσάν προέκταση της πα ρακείμενης, χαμηλότερα, στέγης· επάνω σέ αυτή τήν τετράπλευρη επιφάνεια, μικρογραφικά εικονιζόμενο μέσα στό πραγματικό βιβλίο, έχει τοποθετηθεί ενα κλειστό βιβλίο. Πρόκειται, βέβαια, γιά ενα βιβλίο μέ ιατρικό περιεχόμενο· αν οχι γιά τόν ίδιο τόν (μετέπειτα) παρισινό κώδικα - στην αφετηρία του! Στό αντικρινό φ. 188 γράφεται κείμενο μέ τίτλο: Έκλογαί αρρίσται. Έκ διάφορων σοφωτάτων Ιατρών, έκαστη υπόθεσης,περιέχωνπλουσίως πάσαν aσθενειαν, αρχόμενο ως έξης: Γυνή ην μη λαμβαν<ουσα> έν γαστρι βούλα δε ειδέναι ή λήψεται... (κτλ.)38.
36. Βλ. Παρίσι 1982, ό.π. (σημ. 5), αριθ. 21, είκ. στή σ. 43. 37. Εντυπωσιάζει ή προχειρότητα της στάσης, πού ανταποκρίνεται, πάντως, στις υποχρεώσεις τής εικονιζόμενης στιγμής. Σέ χαλαρό χρόνο καί πιό άνετη σημειώνεται ή ανάλογη στάση τού Ιωάννου, διδασκάλου, τού Αργυροπούλου (ή τού Αριστοτέλους;), στό φ. 33β τού κωδικός Barocci 87 τής Βοδληιανής Βιβλιοθήκης· πρβλ. I. Spatharakis, The Portrait in Byzantine Illuminated Manuscripts, Leiden 1976, σ. 258-9, είκ. 182. Ειρήσθω έν παρόδω (καί γιά τήν αποτύπωση ενός δρομολογίου σπουδών - α λ λ ά καί επιβίωσης-, ανάμεσα στην Πόλη καί τή Βενετία, μέ αφετη ρίες Πελοπόννησο καί Κέρκυρα - πρβλ. καί εκείνο τού Αγγέλου Βεργίκιου, ανταποκρινόμενο σέ συγκεκριμένη -εκείνη τή στιγμή- ζήτηση, ά π ό τήν Κρήτη στή Γαλλία - μέσω Βενετίας), δτι ό Ιωάννης Αργυρόπουλος ήταν ό διδάσκαλος, στην πρό τής άλωσης Κωνσταντινούπολη, τού ια τρού Ανδρόνικου Έπαρχου (Κέρκυρα, αρχές δεκαετίας 1480), πατέρα τού επίσης ιατρού Γε ωργίου καί π ά π π ο υ τού ήδη γνώριμου Κερκυραίου Αντωνίου Έπαρχου (σημ. 10, παραπάνω): τού «gentilhomme corfiot», όπως τόν χαρακτηρίζει ό Pellicier. Πρβλ. Mondrain 2002, ό.π. (σημ. 10), σ. 477' ή ίδια, «Jean Argyropoulos professeur à Constantinople et ses auditeurs médecins, d'Andronic Eparque à Démétrios Angelos», Πολύπλευρος νους. Miscellanea für Peter Schreiner zu seinem 60. Geburstag, έπιμελ. C. Scholz - G. Makris, Μόναχο - Λιψία 2000, σ. 223-50. 38. Πρβλ. τά αντιστοίχως γραφόμενα στό σημειωματάριο τού γιατρού, των οποίων τήν ασυμ φωνία μέ τήν παρουσία τού γέροντα «ασθενούς» θά σημειώσει ό αναγνώστης. Πρόκειται άρα γε, απλώς, γιά μιαν εσφαλμένη ταύτιση; Έ δ ώ θά εξετάζαμε τό ένδυμα, τους ρόλους, τίς ηλικίες, τό κείμενο... Γιά τήν εικόνα τού γραφέα, τίς τακτικές καί τά εργαλεία τής γραφής, πρβλ. Parani,
31
π
Εικόνα 5α. Κώδιξ Μονής Ι β ή ρ ω ν 218. σ. 217β: Περί τών τεσσάρων στοιχείων κόσμου καί ανθρώπου.
Εικόνα 5β. Κώδιξ Μονής Ιβήρων 218, σ. 218: ό στροβιλισμός των χυμών ή τετρακτύς τών χυμών στην κατά Καιρούς σύνθεση της.
ΗΛΓΑΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τό ηλικιωμένο άτομο εμμέσως παραπέμπει στον εμφανιζόμενο, άπό τόν 9ο αιώνα, σέ ψαλτήρια μέ παρασελίδια (κυρίως) εικονογράφηση, γέροντα των εβδομήντα καί ογδόντα ετών του ψαλμού 89, 9-10 39 . Στό μεσαίο καί ευρύτερο επίπεδο, αριστερά, ενα εύθυτενές κυπαρίσσι τονί ζει πλαγίως τήν κεντρική παρουσία του γιατρού καί δένει σέ ενιαίο σύνολο τίς τρεις επιμέρους εικαστικές συνιστώσες τού φ. 187β. Άπό τά ελάσσονα ανα πτύγματα, μέ ζυγισμένους όγκους, τό κάτω συνδέεται μέ τήν κεντρική σκηνή. Εικονίζεται εδώ ενα κεραμοσκεπές κτιριακό συγκρότημα, ώς υπόμνηση οϊκου (;) όπου εκτυλίσσονται τά δρώμενα ή/καί ώς παραπομπή σέ ευρύτερο άστυγραφικό σύνολο. Διακρίνουμε τό δίβηλο της εισόδου στην πρόσοψη, τό ανοικτό παράθυρο (μέ αντίστροφη προς τήν απεικονιστική κλίση οπτική, γιά νά δηλω θεί τό πάχος τού τοίχου) τού κτιρίου στό εσωτερικό μιας αυλής, ένα πύργο μέ κωνική οροφή στό βάθος... Στον σκηνογραφικό περίγυρο τού άνω μέρους, σέ βραχώδες καί επικλινές, μακρινό τοπίο, ένα ακινητοποιημένο ελάφι, μέ παγω μένη τήν κίνηση προς τά εμπρός (ή οποία, ωστόσο, τονίζεται άπό τή λοξή γραμμή τού εδαφικού υποστρώματος) καί τό αίμα νά εκτινάσσεται άπό τή ρά χη του, σπαράσσεται άπό ένα λιοντάρι. Καί εδώ, δέν αποκλείεται τό νόημα νά είναι αλληγορικό 40 . Μετά άπό τά λευκά φφ. 199β-203 ακολουθεί, στό φ. 203β (208 x 145 χιλ.), ή σύνθεση τού Δένδρου τού βίου (ΕΊκ. 3) 41 . Τίθεται καί πάλι τό ερώτημα γιά τήν εξιχνίαση της σπονδύλωσης κειμένου καί εικόνας, καί τού τί επρόκειτο νά γρα φεί στά προηγούμενα φύλλα. "Η (αναρωτιέται ό αναγνώστης), τού πώς συσχε τίζεται ή έν λόγω σύνθεση μέ τά άλλα κείμενα τού κωδικός- καί ποια είναι, στό συγκεκριμένο αυτό συνταγματικό σύνολο, ή σκοπιμότητα παρουσίας της. Ή απουσία συναφούς καί συναπτύμενου στό γραπτό πεδίο κειμένου κολάζεται, αφενός, άπό τόν Τροχό τού φ. 163β: έχει ήδη επισημανθεί ό συσχετισμός των ό.π. (σημ. 20), σ. 205 κ.έξ. Ώ ς προς τήν κατά κρόταφον απεικόνιση τού γιατρού πρβλ., στον Τρο χό του φ. 163β, τό πρόσωπο αριστερά ά π ό τόν Κόσμο (τό όποιο ό Bordier, ό.π. [σημ. 4], σ. 264, είχε θεωρήσει ώς γυναίκα), καί τό πρώτο κατερχόμενο Άτομο, δεξιά άπό τόν βασιλέα· βλ. καί εκείνο της σύνθεσης στό φ. 203β (Είκ. 3). Χρώματα της παράστασης (Είκ. 2), φαιο-γαλαζοπράσινα - ό τίτλος σημειώνεται με καστανέρυθρη γραφή, κάτω ά π ό έπίτιτλο πλοχμό. 39. Βλ. Αντωνόπουλος 2005, ό.π. (σημ. 28), σ. 358-61, είκ. 4-5. 40. Πρβλ. Αντωνόπουλος 2001, ό.π. (σημ. 7), σ. 67 σημ. 21. 41. Κάτω άπό φτενή κοσμητική ταινία καί τόν τίτλο: Cκευασια οξους σκυλλιτικου..., στά φφ. 204-205α καταγράφονται σκευάσματα / αντίδοτα· φ. 204, inc.: <Μ>ακρόβιον ποιει τον τούτο χρόμενον καί άνοσσον ό ουν τούτο χρόμενος, κεφαλήν ουκ αλγει ούτε όφθαλμούς· όξηκοείαν παρέχει' τα περι τον στόμαχον πάθη παντ(α) γινόμενα ιάτε ομοίως σπλήν φλέγμα καθερει και χολάς άνάλήcσκη- ... (κτλ.).
34
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ
ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΤΜΕΝΑ
δύο συνθέσεων μεταξύ τους καί ή συνδυαστική παρουσία τους στον ίδιο μνη μειακό χώρο (Είκ. 6) 42 · καί αφετέρου, καί κυρίως, άπό τίς επεξηγηματικές επιγραφές πού τριγυρίζουν τήν παράσταση, δηλώνοντας τά νοήματα τών συ στατικών μερών της καί συνδέοντας την απευθείας - ό π ω ς άλλωστε καί ή ευρύτερα γνώριμη εικαστική παρουσία της- μέ τήν παραβολή τού Βαρλαάμ, άπό τήν (απώτερα καταγόμενη, εμμέσως, άπό τό θρύλο τού Βούδα) μυθιστο ρία του Βαρλαάμ καί Ίωάσαφ (ΡG 96, 976-7) 43 . Στον Ρ36 τά εικαστικά στοιχεία είναι συμμετρικώς διατεταγμένα, εκατέ ρωθεν τού Δένδρου της ζωής, μέ τό αύταπατώμενο άτομο νά έχει ανέβει στον κορμό καί νά γεύεται τή γλυκύτητα τών καρπών του, έχοντας προσωρινώς
42. Γιά τή νοηματική σχέση μεταξύ τών δύο παραστάσεων καί τόν εγγύτερο ή απώτερο συν δυασμό τους στό ϊδιο μνημείο (Άρμπανάσι, Καστοριά) πρβλ. Αντωνόπουλος 1998, ό.π. (σημ. 12), σ. 261-2, πίν. 64-5· όίδιος, 2001, ό.π. (σημ. 7), σ. 64 σημ. 12, 68· όΐδιος, 2003, ό.π. (σημ. 7), σ. 20 σημ. 12· σ. 32-3, σημ. 45. Νύκτα καί Ήμερα (αντιστοιχούν στους δύο μνας, τόν λευκό καί τόν μέ λανα, της παράστασης του Δένδρου: Είκ. 3) προσωποποιούνται σέ νεότερες συνθέσεις· πρβλ. Αντωνόπουλος 2001, ό.π., είκ. 7-8 (πρβλ. είκ. 5, αυτόθι)· όίδιος, 2003, ό.π., είκ. 5-10. Γιά τήν τοι χογραφία (1727) στό ναό του Προδρόμου, στό Άπόζαρι της Καστοριάς (Είκ. 6), βλ. Ά. 'Ορλάν δος, «Τά βυζαντινά μνημεία της Καστοριάς», ΑΒΜΕ 4 (1938), 179, είκ. 122. Γιά τόν ζωγράφο πρβλ. Μ. Χατζηδάκης, "Ελληνας ζωγράφοι μετά τήν Άλωση ( 1450-1830), 1, Αθήνα 1987, σ. 107, 2357. Ευχαριστώ θερμά τόν συνάδελφο Γιάννη Σίσιου γιά τήν τεκμηριωμένη αποστολή τών φωτο γραφιών τού μνημείου. Είναι αξιομνημόνευτος ό σχολιασμός τού Didron στή γαλλική έκδοση του της Ερμηνείας (Manuel à 'iconographie chrétienne, grecqueeτlatine, μτφρ. Ρ. Durand, Παρίσι 1845, σ. 411 κ.έξ.), ό όποιος εκκινώντας άπό τή σύνθεση τού Τροχού (σ. 408-11, αυτόθι), όπως τήν πε ριγράφει ό Διονύσιος (πρβλ. Ά. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς [έκδ.], Διονυσίου τού εκ Φουρνά, Ερμηνεία της ζωγραφικής τέχνης, Πετρούπολις 1909, σ. 213-5: «Πώς ίστορίζεται ό μάταιος βίος τού κόσμου τούτου»), αναφέρεται στην παραβολή τού Βαρλαάμ (σ. 419-20), τήν οποία γνωρί ζει άπό τή Legenda aurea τού Ιακώβου τού Βοραγινου (π. 1230-1298), όπου είχε μεταφερθεί - αγνοώντας, πάντως, τήν εικονογραφία της. Ό συσχετισμός επιχειρείται έπί τή βάσει της κοινής παρουσίας τού ημερονυκτίου - μέ διαφορετικό όμως τ ρ ό π ο - καί στά δύο θέματα: στή σύνθεση τού Τροχού εμφανίζεται τό ζεύγος Ημέρας καί Νύκτας· ένώ τή ρίζα τού Δένδρου της παραβολής κατατρώγουν δύο τρωκτικά, άσπρο καί μαϋρο (βλ. παρακάτω καί Είκ. 3). 43. Πρβλ. Αντωνόπουλος 1998, ό.π. (σημ. 12), σ. 254-5,261 -2. Βλ. St. John Damascene: Barlaam and Ioasaph2, έκδ./άγγλ. μτφρ. G. R. Woodward - H. Mattingly, είσαγ. D. M. Lang, Λονδίνο Cambridge Mass. 1967, σ. 186-90. Ή έν λόγω έκδοση, όπως καί εκείνη τής PG, αναπαράγουν τό ελληνικό κείμενο της αρχικής έκδοσης τού J. F. Boissonade, Anecdota Graeca, IV, Παρίσι 1832, σ. 1 -365. Σχετικά μέ τό κείμενο της μυθιστορίας καί τήν εικονογράφηση του βλ. S. Der Nersessian, L'illustration du roman de Barlaam et Joasaph, Παρίσι 1937 (ειδ. γιά τήν εικονογραφία της παρα βολής, σ. 36, 63-8, είκ. 24-26· Album, πίν. ΧΧΙΠ/87, LXVIII/267). Η. G. Beck, Ιστορία της βυζα ντινής δημώδους λογοτεχνίας, Αθήνα 1988 (1989), σ. 78-86. RAC 1(1950), στ. 1193-1200 (Η. Bacht). RBKΙ (1966), στ. 496-507 (Κ. Wessel). LChrl I (1968), στ. 244-5 (Κ. W. Forster). ODB 1 (1991), σ. 256-7 (Ε. Μ. Jeffreys κ.α.).
35
Εικόνα 6α. Καστοριά, ναός του Προδρόμου στό Άπόζαρι: ό Τροχός του βίου.
Εικόνα 6β. Καστοριά, ναός του Προδρόμου στό Άπόζαρι: τό Δένδρο τού βίου.
ΗΛΙΑΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
αποφύγει τό θάνατο (τόν μονόκερω πού τό έδίωκε). Δύο τρωκτικά (νύκτα καί ήμερα) κατατρώγουν τόν κορμό (τή ρίζα), ενώ παρακάτω καιροφυλακτούν ισάριθμοι μέ τά συνιστώντα κόσμο καί άνθρωπο τέσσερα στοιχεία φτερωτοί δράκοντες. Στό σπήλαιο τού υπεδάφους εικονίζεται ό δράκοντας τού Άδη 44 . Χωρίς τήν έδώ συμμετρική διάταξη, καί μέ τό εικονιζόμενο άτομο σέ δύο φά σεις της περιπέτειας του, ή σύνθεση άπαντα σέ ψαλτήρια μέ παρασελίδια εικονογράφηση ήδη άπό τόν 11ο αιώνα, συσχετιζόμενη μέ τόν ψαλμό 143. Πέ ρα άπό τήν έγγραφη του σέ χειρόγραφα τού είκονογραφούμενου κειμένου, τό θέμα στή συνέχεια αυτονομήθηκε, καί αργότερα προχώρησε ως τή μνημειακή τέχνη· δέν εντάχθηκε ωστόσο στον κανόνα της Έρμηνειας^. Μεταγραφόμενες, οι επιγραφές πού συνοδεύουν τήν παράσταση έχουν ώς έξης. Αριστερά, στό μέσον: ό μ(έν) μονόκερος τ(ο) τού θανάτου εικον(ίζει) ποτη(ρι)ον. Παρακάτω, εκατέρωθεν τού κορμού: ai δε τέσαρ(ες) άσπίδες· τ(ήν) ε πί δ σφαλερον καί άστατίων στοιχίων σύστασης του άνθρωπίου σώματος ενιττετε. Άνω, δεξιά: ό δέ απηνής δράκων τ(ην) φοβεράν εικονίζει του αδου γαστέρα. Δεξιά, παρακάτω: ο δε τού μέλιτος σταλαγμός τ(ήν) γληκητ(η)τ(α) ενφαίνει τών τού κόσμου ηδαίων δι' ης έκεινο(ς) απατών τ(ούς) εαυτών φίλους ούκ εα της
44. Πρβλ. τόν λέοντα στό κάτω μέρος της μικρογραφίας τού Τροχού: παραπάνω καί σημ. 27. Αντωνόπουλος 2003, ό.π. (σημ. 7), είκ. 1. Σέ μεταγενέστερες αποδόσεις του ίδιου θέματος τόν λέοντα διαδέχεται ό δράκοντας τού Άδη: είκ. 5, 7-8, 10, αυτόθι. Βλ. καί Αντωνόπουλος 2001, ό.π. (σημ. 7), είκ. 2, 4, 7-8. Γιά τήν προσωποποίηση τού ζεύγους 'Ημέρας καί Νύκτας βλ. σημ. 42, παραπάνω. 45. Παρά τήν αναγνωστική εξάπλωση της μυθιστορίας, καί ειδικότερα, τό πλήθος τών γραμ ματειακών απηχήσεων καί τών ζωγραφικών μαρτυριών τής παραβολής. Τή σκηνή θησαυρίζει, πάντως, ό Φώτιος Κόντογλου, στό "Εκφρασις της όρθοδόξου εικονογραφίας, Α', Αθήνα 1960, σ. 366 («ό μάταιος χρόνος τού βίου»). Θέλησε ό ζωγράφος νά αναγνωρίσει τό -αλληγορικό, πάντωςδένδρο τής μικρογραφίας, παραπέμποντας σέ συγκεκριμένο στην τάξη του, γνώριμο του δέν δρο: τήν άμπελο, τή συκιά; Έδώ, θά υποθέσει ό αναγνώστης καί μία πιθανή συμβολική αντί ληψη τού δένδρου πού θά είχε, ενδεχομένως, υπόψη του ό ζωγράφος· ή θά τό αποκλείσει, ώς υπόθεση. Χρώματα ροδοκάστανα: ό κορμός καί τά κλαδιά, οΙ δύο δράκοντες καί ό βύθιος (όλων οΙ γλώσσες κόκκινες)· πράσινα τά φύλλα, κόκκινοι οΙ σφαιρικοί καρποί καί τά ράμφη τών πουλιών επάνω στό δένδρο· φαιογάλαζα: οι δύο δράκοντες καί τά πουλιά' μαύρο τό υπέ δαφος καί τό τρωκτικό, αριστερά· ελαφρά καστανέρυθρος ό μανδύας τού άπατώμενου ατό μου· ανοικτό καστανό, μέ τή γλώσσα κόκκινη, τό λιοντάρι (πρβλ. τό σύμπλεγμα τού φ. 187β). Γιά τήν παρουσία τού θέματος σέ χειρόγραφα τής μυθιστορίας άπό τόν 11ο αιώνα (σέ ενιαία σύνθεση), βλ. Der Nersessian 1937, ό.π. (σημ. 43). Γιά τό ίδιο θέμα στά ψαλτήρια, πρβλ. σημ. 12, παραπάνω. 46. Γνώριζε ό ζωγράφος τήν εικονογραφία τού ποτηριού; Πρβλ. Αντωνόπουλος 2003, ό.π. (σημ. 7), σ. 29,30,32-3, είκ. 6-7· ό ίδιος, 2005, ό.π. (σημ. 28), σ. 357,361, είκ. 2-3,6. Πρβλ. σημ. 21, παραπάνω.
38
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΑΦΟΤΜΕΝΑ
εαυτ(ών) προνοήσας θεορίας. Στό άνω μέρος, κατά πλάτος, γράφονται οί στίχοι μέσω των οποίων φθέγγεται ό ζωγράφος 47 : φυτον φεραυγουςχρωματουργίανβλέπων άπαςθεατηςζωγράφων τοντου νόει κλήν(όν) τε νικοδιμον εύκλεούς φυτλης ξενοφών εκείνου των επισήμων γένει. Στην κοσμογραφική καί -μέσω τής κυκλοτερούς, εξωτερικής περιμέτρου των επιγραφών- φυσιολογική σύνθεση του φ. 218 (Είκ. 4) 48 , οί ομόκεντροι, έκτεινόμενοι προς τά έξω δακτύλιοι τής τροχιάς των πλανητών {σελήνη, έρμης, αφροδιτης, ήλιος,άρεας,διας,κρόνος) περιβάλλουν τό δίσκο, στό εσωτερικό του οποίου χαρτο γραφούνται συνοπτικώς ό παράδεισος, η οικουμενοι, ή θάλασσα, καί ή <ε>ρημος. (Προκειμένου νά αναγνωρίσουμε τά σχηματικώς εικονιζόμενα καί γραφόμενα στό πεδίο τοό κεντρικού κύκλου, έχουμε προηγουμένως γυρίσει ανάποδα τόν πίνακα του φ. 218.) Περιλαμβάνονται περαιτέρω ή δωδεκάδα τών Ζωδίων, καί ό χορός τών κατά καιρούς καί κατευθύνσεις άνεμων, εικονιζόμενων σέ προτομή καί εγγεγραμμένων σέ οιονεί ισοσκελή τρίγωνα - μ έ καμπυλόγραμμη τήν εφα πτόμενη στον εξωτερικό δακτύλιο (εκείνον τού Κρόνου) κάτω πλευρά τους-, νά φυσούν, ό καθένας, σέ ορθωμένο προς τά έξω κέρας. Εκκινώντας άπό κάτω (στό τρίγωνο Ζυγού καί Σεπτεμβρίου) καί προχωρώντας προς αριστερά καί άνω, δε ξιά καί κάτω, τόν Ζέφυρο διαδέχονται οί ονομαζόμενοι αντιστοίχως (κατά μήκος τής εξωτερικής κυκλικής ζώνης) καί συνδυαζόμενοι μέ τά Ζώδια, τους μήνες καί τήν εκάστοτε κίνηση χυμών καί ποιοτήτων άνεμοι: ιαπικάς, θρασκίας, απαρκτι(κάς), βορεας, κεκίας, άνφηλιώτ(ης), ευράνοτος, νότος, λιβάνοτος, λίβας. Τό σύνολο «σταθεροποιείται» καί «κλειδώνει» μέ τους κίονες πού έξακτινώνονται προς τά τέσσερα σημεία τού ορίζοντα49. 47. Πρβλ. Ξυγγόπουλος, ο.π. (σημ. 4), σ. 66. 48. του φ. 218 προηγούνται, λευκά, τά φφ. 208β-215. Ακολουθούν, φ. 215β κ.έξ., διάφορα γραμ ματικά (τά μέρη τού λόγου κλπ.) καί, φ. 216β κ.έξ., λεξικογραφικά. Μεσολαβεί τό φ. 217β, όπου σημειώνονται χαρακτηριστικές φωνές άνθρωπου καί ζ ώ ω ν äδει άν(θρωπ)ος: συρίζει δράκον: τε ρετίζει τέτιξ: βρυχατ(αι) λέον: ... (κτλ.). Επεται ή κοσμογραφική σύνθεση του φ. 218 καί ακο λουθούν, λευκά, τά φφ. 218β-220α. 49. Καταγόμενος άπό αρχαιότερα πρότυπα ό κύκλος τών ζωδίων επανεμφανίζεται σέ χειρό γραφα καί άλλα έργα τής μεσοβυζαντινής καί τής δυτικής μεσαιωνικής τέχνης, καί αργότερα, σέ μνημειακές παραστάσεις κυκλικών συνθέσεων, ως ανάπτυγμα, αφενός, τού Τροχού τού βί ου: πρβλ. Αντωνόπουλος 2001, ο.π. (σημ. 7), σ. 61-76· ό Ίδιος, 2003, ο.π. (σημ. 7), σ. 17-54· καί αφετέρου, τών Αίνων: βλ. σχετικώς τίς μελέτες τού G. P. Schiemenz, CahBalk 27 (1997), σ. 38-
39
ΗΛΙΑΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ό δωδεκάμηνος δρόμος του χρόνου 50 , στον πάγιο χώρο, εκτυλίσσεται στον κύκλο τών εκάστοτε Καιρών, διατρέχοντας τά τέσσερα μετακιόνια διαστήματα - όπου καί οί ισάριθμες τριάδες τών Ζωδίων. Αντιστοίχως σημειώνεται καί ή κατά Καιρούς/έποχές (καί ηλικίες) εξέλιξη της σύνθεσης χυμών καί ποιοτήτων. Σέ αριστερόστροφη κατεύθυνση, εκκινώντας άπό κάτω, έχουμε τάμ(ε)τοποριν(ά) τρία, ψυχρά κ(αί) ξηρά κ(αί) μελαν(ής) χολής γεννητ(ικ)α Ζώδια (ζυγός σκορπιός τοξότης). Ακολουθούν, αριστερά, τά αίματος κ(αί) φλέγ<ματος> γεννητ(ικ)α, υγρά κ(αι) ψυχρά (έγόκερος υδροχόος ιχθύ(ς)· στό άνω μέρος τά εματος γεννητ(ικ)ά κ(αί) υγρά, θερμά (κριός ταύρος δίδυμος), καί στό δεξιό τά ξανθής χολής γεννιτ(ικ)ά, θερινά τρία (καρκίνος λέων παρθενος). Οί κυκλοστρεφεϊς, έπιγραφόμενες αυτές επισημάνσεις μας συνδέουν, καί πάλι, μέ γνώριμες (καί άπό τόν Ρ36) φυσιολογικές αντιλήψεις, αρχαίας γραμματειακής καταγωγής (Είκ. 1, 5) καί νεότερης, ύστερο- καί μεταβυζαντινής εικαστικής παρουσίας (Είκ. 5) 52 .
81 · καί κυρίως, βλ. Χ. Μεράντζας, Ή εικονογράφηση τών Αίνων στη μεταβυζαντινή μνημειακή ζω γραφική τού ελλαδικού χώρου (16ος-18ος αι.). Ή συμβολική θεώρηση της έννοιας τού χρόνου στην Οικουμένη καί στό Σύμπαν, Ιωάννινα 2005. Γιά τίς εφαρμογές τού θέματος τών ζωδίων (μέ δυ τικά πρότυπα) βλ., ενδεικτικώς, καί τήν κυκλική / υμνογραφική σύνθεση τού « Έ π ί σοί χαίρει», σέ εικόνα (Γεώργιος Κλόντζας) τού Ελληνικού Ινστιτούτου, στη Βενετία: Ν. Χατζηδάκη, Άπό τόν Χάνδακα στη Βενετία. Ελληνικές εικόνες στην Ιταλία. 15ος-16ος αιώνας (κατάλογος έκθεσης στό Μουσείο Correr, Βενετία 1993), Αθήνα 1993, σ. 166-73, αριθ. 41. 50. Πρβλ. τό πρόσωπο τού γέροντα Χρόνου στον κεντρικό δίσκο τού περιστρεφόμενου, ροϊκοΰ χρόνου, σέ μικρογραφία τού έλλην. κωδικός 516 της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, φ. 159β (14ος αι.): E. Mioni, «Le tavole aggiunte alla Geografia di Tolomeo nel cod. Marc. gr. 516», Studi bizantini e neogreci, Galatina 1983, σ. 66, πίν. III (είκ. 4). Σέ συγκεντρικούς δακτυλίους εγγράφονται οί δώ δεκα μήνες, καί σημειώνονται οΙ φάσεις τού ήλιου καί της σελήνης, καί οί εβδομάδες· μέ τίς Ε π ο χ έ ς (τους Καιρούς) νά ορίζουν καί νά κινούν τύν νοούμενο τροχό, μέ απλωμένα τά χέρια στην περιφέρεια του, έχοντας προβάλει, κατενώπιον, στά τέσσερα άκρα της κυκλικής σύνθε σης. Ό εμβληματικός Χρόνος φθέγγεται μέσω της επιγραφής, εντός κυκλικού πλαισίου, στό κάτω μέρος της παράστασης : ό χρόνος θρηνεί ους άδικων κατάγει και ταίς συμφοραίς ένας έκαστου στένει, άστατος ων, βέβαιον μη έχων όλως· ό χρόνος χαίρει ους άνυψών ανάγει, γέλει γελών άπασι τοις εύδρομούσιν ού γαρ έχει τι το στάσιμον τού βίου (Mioni, αυτόθι). Ό Χρόνος -άστατος ων, όπως καί ό «τροχός» τού βίου (παραπάνω, καί σημ. 2 9 ) - εμφανίζεται έδώ νά συγχαίρει καί νά συ μπάσχει μέ τόν άνθρωπο. Στον ίδιο κώδικα, σέ άλλη μικρογραφία, παραπέμπουμε προηγου μένως καί στη σημ. 34· καί παρακάτω, σημ. 52. 51. Αρχικώς, φλέγματος
γεννητ(ικ)α.
52. Βλ., παραπάνω, τό κείμενο τών Εκλογών του φ. 162 (Είκ. 1), καί τά προηγουμένως γραφόμενα στό φ. 3 όπου καί σημειώνεται ό κατά τήν εκάστοτε ηλικία (καί εποχή) πλεονασμός τού καθενός άπό τους τέσσερις χυμούς. Πρβλ. Ανώνυμο, ό.π. (σημ. 19), σ. 303 Ideler· βλ. καί σ. 304.28-32, αυτόθι: Μερίζονται δε οί χυμοί δια τού δ'. Έν τη α' ηλικία κυριεύει το αίμα έως ετών ιδ', έν τη β' ή ξανθή χολή έως ετών κη'. έν τη γ' ή μέλαινα έως ετών μβ', έν τή δ' το φλέγμα έως ετών π'
40
ΠΑΝΤΑ
ΑΤΕΛΗ
ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ
ΚΑΙ
ΑΧΡΗΣΤΑ.
ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ
ΚΑΙ
ΖΩΓΡΛΦΟΥΜΕΝΑ
Είναι χαρακτηριστικά γιά τήν κειμενική σύνθεση του κωδικός όσα, ελάσσονα, γράφονται στή συνέχεια. Μετά τά σημειώματα των φφ. 220β κ.έξ. ακολουθούν εκτενή βοτανολογικά λήμματα στά φφ. 222β: βοτάνη ή λεγωμενη βριονίαν (inc.: Ή μεν πρώτη άμπελος, λευκή εστίν ην τίνες βριονίαν καλούσι...)· 222β-223: βοτάνην ή παιώνία- 223-223β: βοτάνην το χαμεδριον 223β: πε(ρί) μανδραγούρας της βοτάνης. Ακολουθούν, στά φφ. 224-224β, βοτανολογικό λεξικό (ubi voces Indorimi explicantur: Omont I, 1886)· 225-229α, ιατρικό ημερολόγιο (Calendarium mediami: Omont, αυτόθι), άπό τόν Φεβρουάριο ώς τό Δεκέμβριο. Στην παρακειμένως έκτυλισσόμενη στήλη σημειώσεων, καί στά γραφόμενα της κάτω ώας, απαντούν διάφορα λεξικολογικά, ερμηνευτικά, καί άλλα, όπως, δ.χ., στό φ. 225: αριστερά, την καινοδοξί(αν) νόει /δεξιά την ελεημοσύν(ην). Παρακάτω: Βαβυλών νόει την συγχνσιν θηγατερα αυτής, τήν αμαρτίαν. Πιό κάτω, στό φ. 226β, σημειώνονται οί κα θαρτικοί τρόποι πού χρησιμοποιεί ό θεός, ό των ψυχών κ(αι) σωματ(ων) ιατρός. Ακολουθούν, στά φφ. 229-229β, τά περί εκλείψεων ηλίου καί σελήνης. * * * Μέ τή σύνθεση του φ. 218 ολοκληρώνεται ό ειρμός των επτά πινάκων πού συ νοδεύουν τά κείμενα τού Ρ36. Άπό τίς προσωπογραφικές εμφανίσεις των φφ. 3β (Παντελεήμων) καί 29β (Ιπποκράτης), όπου συνδυάζονται ή χριστιανική μέ τήν κλασική (τήν ελληνική) παράδοση καί παρουσία, τίς βιβλικές (;) απηχήσεις του εικονιζόμενου στό φ. 94β -καί οπωσδήποτε αλληγορικού- αγώνα, καί περνώντας άπό τό «καθημερινό» στιγμιότυπο μέ τόν γιατρό καί τόν ασθενή τού φ. 187β, βαίνουμε, χωρίς γραμμική συνέπεια (οπισθοδρομώντας, καί πάλι προχωρώντας, στό εικαστικό πεδίο τού κωδικός), προς ευρύτερα περιεκτικές συνθέσεις, στά φφ. 163β καί 218, όπου μαρτυρούνται οί κυκλικά επαναλαμβα νόμενες κινήσεις κόσμου καί ανθρώπου. Έξαλλου, ή σύνθεση τού φ. 203β συν δυάζεται ξέχωρα μέ έκείνην τού φ. 163β σέ νοητό δίπτυχο, αναφερόμενο στό πρόσκαιρο καί ασταθές τού βίου: μέ τήν εικόνα της αύξομειωτικής περι στροφής γύρω άπό τό κεντρικό πρόσωπο τού απατηλού Κόσμου αφενός, καί αφετέρου μέ τό Δένδρο τού βίου, τό φυτρωμένο επάνω άπό τό σπήλαιο τού Άδη. Σημειωτέον ότι καί στίς δύο αυτές μεταφορικές/συμβολικές (καί κοινού δεικτικού στόχου) παραστάσεις εισάγεται, Ιδιοχείρως, τό αναφερόμενο στον Νικόδημο αυτοβιογραφικό στοιχείο: μέ τή φθεγγόμενη μορφή τού μονάχου ζωγράφου στον πυθμένα της βιοτικής περιστροφής, στή σύνθεση τού Τροχού (φ. 163β)· καί μέσω τού επιγράμματος πού στέφει τή σύνθεση τού Δένδρου (φ. καί έως γήρως. Πρβλ. τήν αρχαιότερη μικρογραφία τού κωδικός gr. 516 (14ος αι.) της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης· βλ. Αντωνόπουλος 2003, ο.π. (σημ. 7), σ. 17-20, είκ. 2.
41
ΗΛΙΑΣ
ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
203β). Επισημαίνουμε παράλληλα την πρωτοτυπία της εμφάνισης του Τροχού σε ελληνικό χειρόγραφο- συνδυαζόμενου, μάλιστα, με τό σταθερά παραδιδόμενο αρχαίο χριστιανικό επίγραμμα του Γρηγορίου, τό όποιο έπανεγγράφεται σέ πα ρόμοια καί πάλι, μεταγενέστερη σύνθεση (18ος/19ος αι.), σέ πίνακα του Βυζα ντινού Μουσείου Αθηνών53. Μνημονεύουμε τέλος την παρουσία, στον κώδικα πού εξετάζουμε, αρχαίων ύστερογενών κειμένων, σέ υποτιθέμενη σχέση μέ τά όποια είχε ήδη διατυπωθεί (14ος αι.), σέ κώδικα της Μαρκιανής (μετέπειτα) βι βλιοθήκης, ενα εικαστικό ανάλογο- γιά νά συνδεθεί αργότερα, καί απευθείας, μέ τό κείμενο μέ τό όποιο σχετίζεται, σέ αγιορείτικους κώδικες (17ος αι.) 54 . Ό ζω γράφος έχει συγκρατήσει καί αναπτύξει συνθέσεις οπού αναδεικνύονται δύο επώνυμα καί ενα ανώνυμο πρόσωπο μέ κοινό προορισμό (φφ. 3β, 29β, 187β), βι βλικές αναμετρήσεις, μυθογραφικές έξ ανατολών παραβολές καί, τέλος, κυκλικές συνθέσεις μέ απώτερη καταγωγή, πού οδηγεί άπό τά σκαμπανεβάσματα τής τύ χης στον αναπόδραστο κύκλο τού βίου, καί σέ συνδυασμούς κοσμογραφικών καί βιολογικών αντιλήψεων. Ή διαδρομή αυτή τού εικαστικού λόγου δείχνει νά είναι πιό συνεκτική άπό εκείνη τών κειμένων. Ή αρχικώς δύσβατη selva oscura τής ύλης τού Ρ36, μέ τά ξέφωτα τών κατά τόπους λευκών φύλλων, παρουσιάζει μιαν εν διαφέρουσα, έν προόδω, σύνθεση γραμματειακών αποσπασμάτων καί εικόνων: αμφότερα, όπως τό έχουμε ήδη επισημάνει, καταγόμενα άπό δύο συμπληρωμα τικές τάξεις δεδομένων. Ό Parisinus graecus 36 δίνει περισσότερο τήν εντύπωση τού χρηστικού σημειωματάριου παρά έκείνην τού εκδοτικού εγχειρήματος- όθεν καί οί πικρές διαπιστώσεις τού -πάντως, αναρμόδιου γιά (καί αδιάφορου προς;) τίς εικόνες- Αγγέλου Βεργίκιου... Έκ πρώτης όψεως! Διότι, ούτε αδιάφο ρος ήταν -όπως εμμέσως εμφανίζεται στό βιβλιογραφικό του σημείωμα 55 -, ούτε αναρμόδιος, αν λάβουμε υπόψη τή θέση καί τίς δεξιότητες του 5 6 ! Παρίσι - Κέρκυρα 2005/6 53. Βλ. παραπάνω καί σημ. 29. Αντωνόπουλος 2001. ο.π. (σημ. 7), σ. 73-4, είκ. 8. 54. Βλ. παραπάνω καί σημ. 19. 32-5. 55. Βλ. παραπάνω καί σημ. 17. 56. Πρβλ., έν προκειμένω, ένια χειρόγραφα τού Αγγέλου Βεργίκιου καί τό διάκοσμο τους, στον κατάλογο: Παρίσι 1958, ό.π. (σημ. 3), αριθ. 93, 95-8. Βλ. καί τήν εκτίμηση τού Bordier (1883), ό.π. (σημ. 4), σ. 264, γιά τήν εικονογραφική συνιστώσα του Ρ36: L'ornementation générale ...en est insignifiante. Mais il renferme de remarquables représentations de personnages. Γιά ένα σύντομο ιστορι κό τής συλλογής τών ελληνικών κωδίκων στην Εθνική Βιβλιοθήκη τής Γαλλίας βλ. Παρίσι 1958, ό.π., σ. XXV-XXXII (Ch. Astrae). Γιά τόν Κρήτηθεν άφικομενον Άγγελο Βεργίκιο, επιμελητήν τών Ελληνικών βιβλίων στην έγγιστα τού βασιλικού κοιτώνας βιβλιοθήκην του Fontainebleau, πρβλ. τή μαρτυρία τού Νικάνδρου Νουκίου, Αποδημιών Γ ' 95,1 : Nicandre de Corcyre, Voyages, εκδ. J.-A. de Foucault, Παρίσι 1962, σ. 184-5.
42
Βάιος Βαίόπουλος
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ TOT ΠΡΩΙΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ: ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ 1
Η μεταφραστική δραστηριότητα στη Δόση αναφορικά με τα κείκειμένα τών αρχαίων Ελλήνων κλασικών δέχεται Ισχυρή ώθηση, όταν συνδέεται με τις πρώτες προσπάθειες έ'κδοσης τών κλασικών κειμένων. Στίς αρχές τού Ανθρωπισμού και της τυπογραφίας ή συγκέντρωση στην Ιταλία (ιδιαίτερα στή Βενετία, άλλα και λίγο νωρίτερα στή Φλωρεντία και το Μιλάνο) ελληνικών χειρογράφων, Ελλήνων αντιγραφέων, εκδοτών, τυπο γράφων άλλα καί πλούσιων κοινωνικών στρωμάτων, που θα μπορούσαν νά αντέξουν το οικονομικό βάρος της έ'κδοσης ελληνικών καί λατινικών κειμένων καί θα διέθεταν, επιπλέον, και ελεύθερο χρόνο για ανάγνωση,2 ή συνάντηση όλων των προύποθέσεων δηλαδή που θα καθιστούσαν τήν έκδοση τών κλα σικών κειμένων προσοδοφόρο καί επωφελή επιχείρηση, οδήγησε ήδη άπο το τέλος τού 15ου αιώνα σέ μιά έκρηξη ενδιαφέροντος περί τά κλασικά κείμενα. Οι δραστηριότητες μιας ευάριθμης ομάδας Ελλήνων literati, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν ό Δημήτριος Χαλκο(κο)νδύλης, ό Κωνσταντίνος καί ό Ιανός Λάσκαρις, ό Μάρκος Μουσοΰρος, συνδέονται με τήν πρώτη απόπειρα έκδοσης ακέραιων ελληνικών κειμένων λίγο πριν ή λίγο μετά το έτος 1475. Στα 1473 (ή στά 1474) εκδίδεται σέ τέταρτο (quarto) ή Βατραχομυομαχία, χωρίς αναφορά στον τόπο έ'κδοσης, το πρώτο βιβλίο πού περιέχει ακέραιο ελληνικό κείμενο.3 Μιά πεζή λατινική μετάφραση παρεμβάλλεται μεταξύ των γραμμών τού ελληνικού κειμένου στή δεξιά σελίδα, ενώ μιά έμμετρη λατινική μετάφραση είναι τυπωμένη στην αριστερή σελίδα κάθε φύλλου, εγκαινιάζοντας
1. Ευχαριστώ τον καθηγητή Νίκο Καραπιδάκη για τή βοήθεια του. 2. Πβ. Donald Μ. Nicol, Byzantium and Venice, A study in diplomatic and cultural relations, Cambridge University Press, Καίμπριτζ - Νέα 'ΐόρκη - Νιου Ροσέλ - Μελβούρνη - Σίδνεϊ 1988, σ. 420. 3. Βλ. Dennis Ε. Rhodes, «Paving the way for Aldus Manutius: Greek books printed in Italy before 1495», στο David R. Jordan (έπιμ.), Ρωμαίος καί Φιλέλλην, Romanus et Graecorum Studiosus, A celebration of Aldus Manutius 500 years after his first dated publication, Τροχαλία, Αθήνα 1995, σ. 24.
43
ΒαίΟΣ
ΒαίΟΠΟΪΛΟΣ
έτσι τήν πρακτική της περίληψης στην ίδια έκδοση περισσότερων άπο μια λατι νικών εκδοχών για τήν απόδοση τών ελληνικών κειμένων.4 Ακολούθησε μια βασική ελληνική γραμματική, τα Ερωτήματα της ελληνικής γλώσσης του Μανουήλ Χρυσολωρά, τού πιο διακεκριμένου ϊσως Έλληνα λογίου της Ιταλίας, που στα 1397 είχε αρχίσει να διδάσκει ελληνικά στή Φλωρεντία. Στην ανώνυμη και άχρονολόγητη αυτή έκδοση (Vicenza 1476;), που αποδίδεται με επιφύλαξη στον Giovanni da Reno, το ελληνικό πρωτότυπο και ή λατινική μετάφραση τοποθετήθηκαν σε παράλληλες στήλες, καί άπο τήν άποψη της τυ πογραφίας πρόκειται γιά τήν πρώτη απόπειρα νά αναπαραχθεί ή συνηθισμένη ελληνική καλλιγραφία της εποχής.5 Τά Ερωτήματα του Χρυσολωρά, έργο πού γέννησε ή διδακτική ανάγκη, υπήρξαν το πρώτο ουσιαστικά διδακτικό βοήθημα γιά τήν εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στή λατινική Δύση· γράφτηκαν έξ ολοκλήρου στά ελληνικά,6 παρέχοντας μιά εικόνα όχι μόνο αναφορικά με τήν αποτελεσματικότητα του συγγραφέα καί της διδασκαλίας του απέναντι στους μαθητές του στή Φλωρεντία, άλλα επίσης και γιά τά προβλήματα που οί studiosi σε άλλα μέρη ήταν αναγκασμένοι νά αντιμετωπίζουν μόνοι τους.7 Ή επεξεργασία που δέχθηκε το έργο στά λατινικά, ώστε νά μπορεί νά χρησιμοποιείται καί χωρίς τή μεσολάβηση Έλληνα δασκάλου, πραγματοποιήθηκε άπο τον Guarino da Verona, που εκπόνησε καί περιληπτική του μορφή,8 δίνοντας το έναυσμα γιά μιά πραγματική άνθηση τών ελληνικών σπουδών στή Δύση, και οδήγησε στην ανακάλυψη τών Ελλήνων συγγραφέων καί τή μετάφραση τους σε ευρεία πλέον κλίμακα. 9
4. Σήμερα βρίσκεται στή βιβλιοθήκη John Rylands στο Μάντσεστερ. Βλ. Victor Schulderer, Greek Printing Types 1465-1927. Fascimiles from an Exhibition of Books illustrating the Development of Greek Printing shown in the British Museum 1927, (εΙσαγ. Martin Davies. έπιμ. George D. Matthiopoulos), Typophilia, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 3. 5. Βλ. Schulderer, ό.π., σ. 3. 6. Βλ. Walter Berschin, Ελληνικά Γράμματα καί Λατινικός Μεσαίωνας, Άπο τον Ίερώνυμο ως τον Νικόλαο Κουσανό, μτφρ. Δ.Ζ. Νικήτας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 63. 7. Πρβλ. N.G. Wilson, Άπο το Βυζάντιο στην Αναγέννηση, Ελληνικές Σπουδές κατά τήν Ιταλική Αναγέννηση, μτφρ. Φωτεινή Πρεβεδούρου-Γεωργίνη, «Νέα Σύνορα» Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 1994, σ. 276-277. 8. Ο Wilson, ό.π., σ. 29, συμφωνώντας με τον Proctor, χρονολογεί τήν έκδοση γύρω στο 1471. Πρβλ. Heinz-Gunther Nesselrath, Εισαγωγή στην Αρχαιογνωσία, τ. Α', Αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Ιωάννης Αναστασίου - Ιωάννης Βάσσης - Σοφία Κοτζαμπάση - Θεόκριτος Κουρεμένος - Πουλχερία Κυριάκου, (έπιμ. Δανιήλ Ι α κ ώ β - Αντώνης Ρεγκάκος), Έ κ δ . Δημ. Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 2001, σ. 122-123. 9. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 414-415.
44
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Σέ μεγάλη εκτίμηση επίσης βρίσκεται τήν ίδια εποχή ένα παρόμοιου χα ρακτήρα πόνημα, ή Γραμματική Εισαγωγή του Θεοδώρου Γαζή, που εκδόθηκε άπα τον Άλδο Μανούτιο στα 1495 (πρόκειται δηλαδή για μια άπο τίς πρώτες εκδόσεις της Ακαδημίας του Άλδου) μετά το θάνατο τού συγγραφέα της καί είχε επηρεάσει τήν Επίτομη των οκτώ του λόγου μερών του Κωνσταντίνου Λάσκαρι, που εκδόθηκε το 1476 στο Μιλάνο.10 Οί ευτυχείς συνέπειες των προτάσεων τού Χρυσολωρά και τής έκδοσης τών Ερωτημάτων δεν περιορίζονταν στο πεδίο τής διδασκαλίας και τής εκμάθησης τής ελληνικής, άλλα αφορούσαν και τήν εμφάνιση ενός ενδιαφέροντος περί τή λατινική μετάφραση ελληνικών κειμένων καί μάλιστα με νέα πνοή, καθώς οί νέες αποδόσεις λάμβαναν υπόψη τους τους νόμους και τήν αισθητική τής λατινικής γλώσσας, ενώ οί μεσαιωνικές αποδόσεις κρίνονταν άπο τήν άποψη αυτή αποτυχημένες, ακόμη και στις περιπτώσεις που ό μεταφραστής ήταν σέ θέση νά κατανοεί ικανοποιητικά το πρωτότυπο. 11 Ή επιμονή του Χρυσολωρά καί του ανθρωπιστή Bruni στην άποψη ότι επιβαλλόταν ή εγκατάλειψη τής παλιάς πρακτικής τής de verbo ad verbum απόδοσης 12 συνδυαζόταν με τή με ταφορά τής προσοχής τού μεταφραστή στο υφός, ώστε το μετάφρασμα νά αποκτά κάποια λογοτεχνική ποιότητα, 13 και συμφωνούσε με τήν πρόθεση νά μεταφέρεται με τρόπο συνολικό καί ολοκληρωμένο το νόημα προβληματικών ή ιδιωματικών χωρίων.14
10. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 63. 11. Πβ. Wilson, ό.π., σ. 277-278. 12. Για έναν προβληματισμό σχετικά με τή μετάφραση λατινικών κειμένων βλ. εντελώς εν δεικτικά M. le Doyen Cogny - Mme Denise Cogny, «Rhétorique et pédagogie, Étude de traductions latines comme approche du latin pour les étudiants d'initiation», Influence de la Grece et de Rome sur l'occident moderne, Actes du Colloque des 14, 15, 19 Décembre 1975, Paris E.N.S., Tours, (έπιμ. R. Chevalier), Les Belles Lettres, Παρίσι 1977, σ. 319-327. 13. Πβ. L.D. Reynolds - N.G. Wilson, Άντιγραφείς καί Φιλόλογοι, Το ιστορικό της παράδοσης των κλασικών καμένων, μτφρ. Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1989 2 , σ. 175. 14. Ή θεωρητική στάση του Χρυσολωρά απέναντι στο πρόβλημα της μετάφρασης απεικονίζεται στα λόγια του μαθητή του Cencio de Rustici: «θα ήθελα να πώ κάτι για το χαρακτήρα του μεταφραστή: ό Μανουήλ, άνθρωπος με θεϊκές αναμφίβολα ιδιότητες, συνήθιζε να λέει πώς ή κατά λέξη απόδοση στα λατινικά είναι άκρως ανεπαρκής. Ισχυρίστηκε πώς όχι μονάχα ήταν παράλογη, άλλα πώς κάποιες φορές παραποιούσε εντελώς το νόημα στα ελληνικά. Αντίθετα, υποστήριζε πώς έπρεπε κανείς να μεταφράζει κατά νόημα, υπό τήν προύπόθεση ότι αυτοί που έκαναν τή μετάφραση θα αναλάμβαναν οπωσδήποτε τήν υποχρέωση να μήν αλλάξουν έπ' ούδενί το ελληνικό ιδίωμα. Γιατί αν κάποιος άλλαζε το ελληνικό ιδίωμα για νά γίνει σαφέστερος ή πιο ανοιχτός στο κοινό του, θα επιτελούσε έργο σχολιαστή, οχι μεταφραστή». Βλ. Wilson, S.u., α. 31-32.
45
ΒαίΟΣ ΒΑΙΟΠΟΤΛΟΣ
Μέσα σε αυτό το κλίμα του ενδιαφέροντος περί τήν εκμάθηση της ελληνικής καί στο πλαίσιο της ανάπτυξης μιας περί τη μετάφραση προβληματικής, 0 Άλδος Μανούτιος κατέστη ό θεμελιωτής τής πρώτης στέρεας καί διαρκούς παράδοσης στην ελληνική τυπογραφία, 15 πετυχαίνοντας να αποκτήσει τήν αποκλειστικότητα στην έκδοση των κλασικών μετά τήν έκδοση τής Επιτομής του Λάσκαρι.16 Ό πρωτοπόρος εκδότης επιδίωξε νά καλύψει τήν ανάγκη για δσο το δυνατό πιο αξιόπιστα κείμενα σε σχήμα εύχρηστο και αισθητικά ευχάριστο, ώστε νά καταστούν διαθέσιμα, παρά νά εξασφαλίσει φιλολογική ευρυμάθεια στον αναγνώστη.17 Άπο τήν άφιξη του στή Βενετία το 1491 ώς το θάνατο του το 1516 ό ουμανισμός στον τόπο αυτόν κινήθηκε γύρω άπο το πρόσωπο του και τον κύκλο πού δημιούργησε.18 Ή ίδρυση γύρω στά 1501 τής Νεακαδημίας, ένας συλλόγου Ελλήνων καί Δυτικών19 studiosi, στο πλαίσιο του οποίου οί τε λευταίοι θά μπορούσαν, μιλώντας μάλιστα υποχρεωτικά τήν ελληνική, - όπως φαίνεται και άπο τή Lex Neucademiae, συνταγμένη άπο τον Σκιπίωνα Κρατερομάχο (Scipione Foiteguerri) -, νά ανταλλάσσουν ιδέες γιά δημοσιεύσεις καί, συζητώντας τήν αντιπαραβολή των χειρογράφων, νά γνωρίσουν το ελληνικό πνεύμα σε ενα ευρύτερο κοινό,20 υπήρξε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο του Άλδου, 15. Ό Άλδος ξεκίνησε τήν επαγγελματική του σταδιοδρομία ώς γραμματικός, ώς δάσκαλος και οχι ώς εκδότης, και τήν ιδιότητα του αυτή φαίνεται πώς δεν τή λησμόνησε ποτέ. Διέθετε, συνεπώς, προσωπική ευαισθησία και ενδιαφέρον να καταστήσει γνωστά τά έργα των κλασικών Ελλήνων καί Λατίνων συγγραφέων που θεωρούσε πώς βρίσκονταν ή όφειλαν νά βρίσκονται στο κέντρο τών ανθρωπιστικών ενδιαφερόντων. Ό ίδιος εκπόνησε αρκετές μεταφράσεις ελληνικών έργων, ενώ ήδη άπο το 1487 εργαζόταν στην εκπόνηση μιας λατινικής γραμματικής, τήν οποία επεξεργαζόταν ώς το τέλος τής ζωής του γιά πάνω άπο δύο δεκαετίες καί τήν οποία ανατύπωσε δύο φορές. Βλ. Kristian Jensen, «The Latin Grammar of Aldus Manutius and its Fortune», στο S. Zeidberg (έπιμ.) καί Kiorella Gioffradi Superbi (βοηθ. έπιμ.), Aldus Manutius and Renaissance Culture, Essays in Memory of Franklin D. Murphy, Acts of an International Conference, Venice and Florence, 14-17 fune 1994, Leo S. Olschki, Φλωρεντία, σ. 277. Καί οί τρεις γενιές του οϊκου του, έκτος άπο τή συνέχιση της συμβολής τους στή διάδοση καί τή φήμη της τυπογραφίας, καθώς καί στην υψηλή ποιότητα τής εκτυπωτικής τέχνης, πέρα, ακόμα, άπο τή δημοσίευση έργων άλλων λογίων, συνέβαλλαν καί με τήν έκδοση πρωτότυπων μελετών. 16. Σύμφωνα με νοταριακή πράξη του 1542 το αυθεντικό συμβόλαιο χρονολογείται στα 1495, λίγο μετά τήν 1η Μαρτίου. Βλ. Martin Lowry, The World of Aldus Manutius, Business and Scholarship in Renaissance Venice, Basil Blackwell, Οξφόρδη 1979, σ. 82. 17. Βλ. Oliver Logan, Culture and Society in Venice 1470-1790, B.T. Batsfold, Λονδίνο 1972, σ. 75.
The Renaissance and its Heritage,
18. Βλ. ενδεικτικά Margaret L. King, Venetian Humanism in an Age of Patrician Dominance, Princeton University Press, Πρίνστον 1986, σ. 238 καί 275. 19. Βλ. ενδεικτικά Nicol, ό.π., σ. 420, Wilson, ό.π., σ. 229 κ.έ., Reynolds - Wilson, ό.π., α. 185. 20. Πρβλ. Nicol, ό.π., σ. 421.
46
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
αντιπροσωπευτικό τού ενθουσιασμού περί τα ελληνικά που τον διακατείχε. Οι πιο διακεκριμένοι άπο τους μορφωμένους Βένετους τών άρχων του 16ου αιώνα αφιερώθηκαν στην προώθηση τών ελληνικών σπουδών και μαζί τους συστρατεύθηκε μια ομάδα διορθωτών, μεταφραστών και εκδοτών, ξεχωριστών λογίων στους οποίους περιλαμβάνονταν ό Alberto Pio, ό Desiderius Erasmus, ό Pietro Bembo, ó Egnazio, ό Marcantonio Sbellico, ó Marino Sanudo, ó Andrea Navagero κ.ά.,21 και βέβαια, ό Μάρκος Μουσούρος, υπεύθυνος για πολλές άπο τις πρώτες εκδόσεις ελληνικών κειμένων και φιλόλογος με ιδιαίτερο εκδοτικό χάρισμα. 22 Ή πρακτική της συνοδείας του ελληνικού κειμένου άπο λατινική μετάφραση εντάσσεται στην υπηρέτηση τού παραπάνω στόχου, της διάδοσης δηλαδή της ελληνικής σκέψης και της ελληνικής λογοτεχνίας σε ευρύτερα στρώματα· μαζί με τους indices, τα λεξιλόγια, τά λεξικά, τα υπομνήματα παραλλήλων, ή πε ρίληψη τής λατινικής απόδοσης στην έκδοση ενός κλασικού κειμένου ανήκει στις πρακτικές πού καθιστούσαν το βιβλίο ενα χρήσιμο εργαλείο μελέτης καί σκέψης. Τα παράλληλα αυτά «εργαλεία» πού συνόδευαν τα κλασικά κείμενα είναι στοιχεία πού προύπήρχαν τού Άλδου, άλλα πριν άπο αυτόν δεν είχαν δοκιμαστεί με τόσο μεγάλη συστηματικότητα στο τυπωμένο βιβλίο. 23 Πριν ό Άλδος ξεκινήσει τήν εκδοτική του δραστηριότητα τύ 1494-1495 (με τή δημοσίευση ως δειγμάτων ή δοκιμαστικών κομματιών τού Μουσαίου 24 ενδεχομένως - καί τής Γαλεομυομαχίας), λίγα μόνο ελληνικά κείμενα ήταν δια θέσιμα τυπωμένα: μερικά βιβλία Ελλήνων κλασικών, ό Όμηρος, ό Αίσωπος, ό Ισοκράτης, ό Θεόκριτος, ενώ τήν ίδια περίπου εποχή μέ τό ποίημα Τα καθ' Ήρώ καί Λέανδρον τού Μουσαίου τυπωνόταν ή Παλατινή Ανθολογία στή Φλωρεντία
21. Βλ. ενδεικτικά Logan, ό.π., σ. 71, Paul Oskar Kristeller (επιμ.) καί F. Edward Cranz (βοηθ. επιμ.), Catalogue translationum et commentariorum: mediaeval and renaissance Latin translations and commentaries, annotated lists and guides, τόμ. II, The Catholic University of America Press, Ουάσινγκτον 1971, σ. 68. 22. Τήν ίδια εποχή με τις Editiones Aldinae ιδιαίτερη σημασία στή Φλωρεντία αποκτούν οι Editiones Iuntinae, δημιούργημα τού Filippo Giunti, παρόλο που υστερούσαν σε ποιότητα έναντι τών άλδινών. Βλ. εντελώς ενδεικτικά Nesselrath, ό.π., σ. 123, καί για τις σχέσεις Editiones Aldinae καί Iuntinae βλ. Lilian Armstrong, «Benedetto Bordon, Aldus Manutius and Lucantonio Giunta», στο Aldus Manutius and Renaissance Culture, ό.π., σ. 161-183. 23. Βλ. Carlo Vecce, «Aldo e l'invenzione dell'indice», στο Aldus Manutius and Renaissance Culture, O.K., a. 109, πρβλ. Carol Everhart Quillen, Rereading the Renaissance, Petrarch, Augustine, and the Language of Humanism, The University of Michigan Press, χ.τ. 1998, σ. 69. 24. Βλ. Martin Sicherl, Griechische Erstansgaben des Aldus Manutius, Ferdinad Schoningh, Pader born -Μόναχο -Βιέννη - Ζ υ ρ ί χ η 1997, σ. 4 και 31.
47
ΒΑΙΟΣ ΒΑΙΟΠΟΥΛΟΣ
άπο τον Laurentius de Alopa τον Αύγουστο του 1494,25 ό Καλλίμαχος καί λίγο αργότερα τέσσερεις τραγωδίες του Ευριπίδη. 26 Στο τέλος τού εγχειρήματος του Άλδου, και πάντως στα μέσα πια τού 16ου αιώνα, σχεδόν όλοι οι δόκιμοι Έλληνες συγγραφείς ήταν στή διάθεση των studiosi, ενισχύοντας και παρέχοντας το έναυσμα για μελέτη σε έναν προοδευτικά αυξανόμενο αριθμό φίλων τών κλασικών κειμένων.27 Ή βιβλιοθήκη τού Βησσαρίωνος, πού τώρα είναι γνωστή με το όνομα Μαρκιανή Βιβλιοθήκη,28 παρά την καθυστέρηση πού παρουσίασε ή αξιοποίηση του άπο την Ενετική Δημοκρατία, περιείχε το πρωτογενές για τους έκδοτες υλικό τών ελληνικών χειρογράφων, πού θα μπορούσαν να χρησιμο ποιήσουν Έλληνες λόγιοι της διασποράς. 29 Ή μετάφραση τών αρχαιοελληνικών κειμένων καί συνολικά ή εκδοτική δρα στηριότητα τού Άλδου αποσκοπούσε στή δημιουργία τού συγκεκριμένου κύκλου λογίων, τών studiosi, όπως σημειώθηκε παραπάνω, τους οποίους ό έκδοτης είναι ό πρώτος πού αποκαλεί έτσι στους προλόγους τών εκδόσεων του (τοις σπουδαίοις).30 Οί χαιρετισμοί του προς αυτούς (ευ πράττειν) αναγνωρίζουν τήν ύπαρξη τους ως ενός εργαζόμενου δικτύου καί ή σημασία αύτης της στάσης δεν υποβαθμίζεται ιδιαίτερα ούτε άπο τήν πιθανότητα νά κρύβεται πίσω άπο τήν εγκαρδιότητα ή άπο τήν πρόθεση της διαμόρφωσης ομάδας μιά εμπορική υστεροβουλία τού Άλδου. 31 Οί λατινιστι συνταγμένες εισαγωγές τών πρώτων αυτών εκδόσεων, καθώς και ό ελληνικός πρόλογος τού Μουσαίου, διακρίνονται άπο εξομολογητική τάση, μεταφέροντας τον ειλικρινή προβληματισμό τού εκ δότη μπροστά στο εγχείρημα πού προτίθεται νά αναλάβει· απευθύνονται στον αναγνώστη μέ αμεσότητα 32 πού εκπλήσσει, περιλαμβάνουν τις διακηρύξεις
25. Βλ. Fine Books from the Aldine Press, Venice: 1495-1566, Christies, Λονδίνο 1995, σ. 75. 26. Βλ. Richard C. Christie, The Chronology of the Early Aldines, χ.τ. χ.χ.. σ. 194. Πρβλ. Rhodes, ό.π., σ. 19. 27. Πρβλ. Ralph Hexter, «Aldus, Greek, and the shape of the "Classical Corpus"» στο Aldus Manutius and Renaissance Culture, ό.π., σ. 143. 28. Βλ. ενδεικτικά Frederic C. Lane, Venice, A Maritime Republic, The John Hopkins University Press, Λονδίνο 1973, σ. 219. 29. Πρβλ. Lane, ό.π., σ. 311. Ή χρήση της όμως άπο τον Άλδο είναι αμφισβητήσιμη. Πρβλ. Ioanna Phoca, «Aldus Manutius, philhellène», στο David R. Jordan (έπιμ.). Ρωμαίος και Φιλέλλην, Romanus et Graecorum Studiosus, A celebration of Aldus Manutius 500 years after his first dated publication, Τροχαλία, Αθήνα 1995, σ. 7. 30. Βλ. τον πρόλογο της πρώτης άλδινης έκδοσης τού Μουσαίου. Πρβλ. Hexter, ό.π., σ. 158. 31. Πρβλ. Hexter, ό.π., σ. 159. 32. Πρβλ. Angela Dillon Bussi, «Le Aldine Miniate della Biblioteca Medicea Laurenziana», στο Aldus Manutius and Renaissance Culture, ό.π., σ. 211.
48
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
για τους σκοπούς της εκδοτικής προσπάθειας του Άλδου και καταλήγουν στην υπόσχεση πώς, αν αυτές οι εκδόσεις αγοραστούν, θα ακολουθήσουν πε ρισσότερες και καλύτερες. 33 Στην έκδοση, για παράδειγμα, του Thesaurus Cornucopiae του 1496 περιλαμβάνεται έπιστολή-πρόλογος του Μανουτίου στην οποία αναφορικά μέ το Θησαυρό επισημαίνεται πώς το βιβλίο περιέχει στην πράξη οτιδήποτε θα επιθυμούσε κανένας, για να λάβει τέλεια γνώση της ελληνικής λογοτεχνίας, και επιπρόσθετα ό Άλδος αναγγέλλει τα σχέδια του να προχωρήσει στις πρώτες εκδόσεις του έργου τού Αριστοτέλη.34 Ή πληθώρα τών εκδόσεων τών Ελλήνων κλασικών και ή καθιέρωση να περιλαμβάνεται σε αυτές ή λατινική απόδοση τών ελληνικών κειμένων προ σέφερε τα μέσα, για να φωτιστεί ή μελέτη της μίμησης τών Ελλήνων άπο τους Ρωμαίους, να μελετηθούν τα έργα τών τελευταίων σέ σχέση μέ τα ελληνικά πρότυπα τους. 35 Ή παραπάνω οπτική, μέ την οποία πλέον αντιμετωπίζονταν τα κλασικά γράμματα, οδήγησε στην αναγνώριση πώς τά λατινικά και τα ελληνικά συνιστούν ένα σώμα μέ διττή υπόσταση. Καί δέν είναι παράλογο νά υποστηριχτεί πώς ή εξέλιξη αυτή, πού μπορεί νά αναγνωριστεί ώς συνέπεια της εκδοτικής δραστηριότητας τού Άλδου, 36 ή αντίληψη δηλαδή ότι τά ελληνικά καί τά ρωμαίκά γράμματα αποτελούν αδιαχώριστο ζεύγος πού αξίζει καί είναι πρό»«ρορο και αναγκαίο νά εξετάζεται ώς τέτοιο, εμπεδώνεται οχι μόνο μέ την έκδοση τών ελληνικών ώς προτύπων των Λατίνων, άλλα, επιπλέον, καί μέ την καθιέρωση ώς απαραίτητης τής συνοδευτικής γιά τά ελληνικά κείμενα λατινικής μετάφρασης. 37 Ή συνοδεία τών κλασικών κειμένων άπο λατινικές μεταφράσεις αποτελεί μια πτυχή τής προσπάθειας άπο τον Άλδο καί τους πρωτοπόρους εκδότες του 15ου αίώνα νά δημιουργηθεί ένας νέος χώρος γιά τους κλασικούς, πού θά αποτελούσε πεδίο αλληλεπίδρασης τών δύο συνιστωσών τής κλασικής
33. Πρβλ. Martin Davies, Aldus Manutius, Printer and Publisher of Renaissance Venice, Arizona Center for Medieval and Renaissance Studies, Tempe, Αριζόνα 1999, σ. 18. 34. Βλ. μτφρ. Antje Lemke, είσαγ. Donald P. Bean, Aldus Manutius and his Thesaurus Cornucopia of 1496, Syracuse University Press, Νέα Τόρκη 1958, σ. 11-14. 35. Πρβλ. Hexter, ό.π., σ. 144. 36. Πρβλ. Hexter, ό.π., σ. 146. 37. Αξίζει να σημειωθεί ότι ή καθιέρωση τών λατινικών καί τών ελληνικών ώς τών δύο σκελών της κλασικής παιδείας δεν ήταν εξέλιξη αυτονόητη στην ίστορία τών γραμμάτων. Ρεύματα του 12ου αίώνα ϊσως θα είχαν οδηγήσει σέ μια τετραγλωσσική σύνθεση μέ λατινική, ελληνική, εβραίκή καί αραβική συνιστώσα ή τριγλωσσική (μέ την εξαίρεση τών εβραίκών), συνεπώς ήταν πράγματι ό ιταλικός 15ος αιώνας που στερέωσε τίς βάσεις της ελληνορωμαίκής παιδείας καί εγγυήθηκε την ακεραιότητα της δομής αυτής. Βλ. Hexter, ό.π., σ. 146, σημ. 13.
49
ΒαίΟΣ ΒΑΙΟΠΟΤΛΟΣ
παιδείας. Πέρα άπο το φωτισμό των έργων των Λατίνων μέσα άπο την άποκάλυψη-έκδοση των ελληνικών προτύπων τους, ή ενίσχυση της κατανόησης των ελληνικών κειμένων διαμέσου της λατινικής μετάφρασης ήταν ένας τρόπος για την ενίσχυση της ίδιας της ελληνομάθειας, δημιουργούσε στην πράξη ενα ολοένα διευρυνόμενο κοινό, στο όποιο θά μπορούσε να απευθύνεται ή έκδοση τών αρχαίων Ελλήνων κλασικών.38 Άπο τη στιγμή που πολλοί, ακόμη και μορφωμένοι άνθρωποι, αντιμετώπιζαν σοβαρές δυσχέρειες κατανόησης τών ελληνικών κειμένων, ήταν λογικό να αποκτήσουν και νά διατηρήσουν ιδιαίτερη βαρύτητα καί ρόλο οί λατινικές μεταφράσεις αναφορικά τόσο μέ την εκμάθηση της ελληνικής, δσο καί μέ τήν ανάγνωση καί τη μελέτη τών κλασικών. Ό Άλδος ήταν σε θέση νά διαβλέπει ότι, ανεξάρτητα άπο τήν αγάπη του γιά τά κλασικά
38. "Οπως τα δίγλωσσα χειρόγραφα στην περίοδο του Μεσαίωνα, έτσι καί κατά τον Ανθρω πισμό οί δίγλωσσες εκδόσεις υπήρξαν τα κυριότερα, καί ϊσως τα προσφορότερα, μέσα για τήν εκμάθηση τής ελληνικής στή Δύση. Άλλωστε, το θέμα τής μετάφρασης τών αρχαίων ελληνικών κειμένων ώς πνευματικής δραστηριότητας μέ τήν οποία επιδιώκεται ή κατανόηση και ή αξιο ποίηση τής κλασικής κληρονομιάς έχει άπο αρκετά παλιά διττή υπόσταση: σχετίζεται μέ τον πολιτισμό καί τήν παιδεία τών ανθρώπων γενικά, άλλα αποτελεί και θέμα τής παιδείας μέ τή στενότερη έννοια, ζήτημα τής εκπαίδευσης. Ή άντιβολή τών βιβλίων τής Αγίας Γραφής ήταν το σημαντικότερο βοηθητικό μέσο γιά τή μελέτη τής γλώσσας· ιδιαίτερα, μάλιστα, στή διάρκεια του Μεσαίωνα οί τρεις μεταφορές του Ψαλτηρίου αποτέλεσαν εκπαιδευτικά εγ χειρίδια άντιβαλλόμενα γραμμή προς γραμμή σέ τρεις στήλες (Psalterium triplex, Psalterium tripartitum). Βλ. ενδεικτικά Louis G. Kelly, «Medieval Psalm Translation and Laterality», στο Jeanette Beer (έπιμ.), Translation Theory and Practice in the Middle Ages, Studies in Medieval Culture, XXXVIII, Medieval Institute Publications, Kalamazoo, Μίσιγκαν 1997, σ. 161-172 αναφορικά μέ το βαθμό τής πιστότητας που διέκρινε τις λατινικές αποδόσεις τού Ψαλτηρίου άπο τον Ιερώνυμο. Τό δίγλωσσο Ψαλτήριο τής Βιβλιοθήκης τού Kues άρ. 9, δέν είχε κατά το Μεσαίωνα χρησιμοποιηθεί απλώς ώς εισαγωγή στα ελληνικά, άλλα κατασκευάστηκε εξαρχής γιά τον σκοπό αυτό, όπως δείχνει καί ή τριπλή παράθεση τού κειμένου (σαφής ένδειξη γιά «σχολική» χρήση). Μέ τον ίδιο ακριβώς τρόπο είχε αξιοποιηθεί καί ό Βιργίλιος στην ύστερη Αρχαιότητα ώς μέσο εκμάθησης τής λατινικής ά π ο τους ελληνόγλωσσους μαθητές. Βλ. Berschin, d.w., σ. 68, 90, 260, 299 καί σημ. 56 καί 57 τής σ. 313. Τά νέα γραμματικά βοηθήματα τής εποχής του ουμανισμού δέν στάθηκαν Ικανά νά εκτοπίσουν τή μεσαιωνική αυτή μέθοδο εκμάθησης τής ελληνικής, όπως φανερώνει μέ χαρακτηριστικό τρόπο ή περί πτωση τού Traversari, που συστήνει ανεπιφύλακτα το δίγλωσσο Ψαλτήριο γιά τό σκοπό αυτό [βλ. Berschin, ό.π., σ. 63-64 καί σημ. 64 τής σ. 75, καί Wilson, ό.π., σ. 70, P. Sabbadini, // metodo degli umanisti, Le Monnier, Φλωρεντία 1922, σ. 18-20], ένώ στον πρόλογο τού τρίτου τόμου τού Αριστοτέλη (τής έκδοσης τού 1497) σέ επιστολή τού Άλδου προς τον Alberto Pio περιλαμβάνεται ή ενδιαφέρουσα διαβεβαίωση πώς δέν υπάρχει ελληνικό βιβλίο ά π ό τό οποίο οί Δυτικοί θά μπορούσαν νά μάθουν ελληνικά καλύτερα, καί πώς έτσι ό Ermolao Barbaro, ό Giovanni Pico della Mirandola, ό Hieronymus Donatus, ό Angelo Poliziano έμαθαν ελληνικά. Ό Άλδος επαναλαμβάνει ότι ή μέθοδος πού χρησιμοποιήθηκε άπό τους ουμανιστές ήταν ή σύγκριση ελληνικού κειμένου καί λατινικής μετάφρασης, καί ότι οΙ μεταφράσεις τού Γαζή για τά περί ζώων βιβλία τού Αριστοτέλη ήταν τά έργα πού χρησιμοποιούσαν γιά το σκοπό αυτό. Βλ. Wilson, ό.π., σ. 30 καί 201, Reynolds -Wilson, ό.π., σ. 175.
50
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
κείμενα, θα έπρεπε πρώτα να καταστήσει δυνατή τήν ανάγνωση των ελληνικών κειμένων σέ ένα κάπως ευρύτερο κοινό, πριν αποπειραθεί να αναπαράγει και να εμπορευτεί τα κείμενα αυτά. Πριν να αναληφθεί ένα μεγαλεπήβολο εκδοτικό σχέδιο που θα αφορούσε το σύνολο της ελληνικής γραμματείας (πρώτο τολμηρό βήμα θά ήταν ή πεντάτομη έκδοση του Αριστοτέλη), ήταν αναγκαίο δηλαδή νά γεννηθεί και να εμπεδωθεί ένα στοιχειώδες ενδιαφέρον περί τα κλασικά, καί ό σκοπός αυτός μπορούσε νά επιτευχθεί μέ τη μετάφραση καί έπειτα μέ τή διασπορά καί διάδοση αναγνωστικών, εγχειριδίων γραμματικής, καί λεξικών. Όπως σημειώνει ό Davies, ή πρώτη χρονολογημένη έκδοση τού Άλδου (το 1495)39 καί τής εταιρείας του είναι το εγχειρίδιο τού Κωνσταντίνου Λάσκαρι, ή εισαγωγή στην ελληνική γραμματική πού συνοδευόταν καί αυτή, όπως καί ό άχρονολόγητος Μουσαίος, άπο λατινική μετάφραση αντικριστά στο ελληνικό κείμενο,40 έργο τού Giovanni Crastono.41 Tò έργο αυτό, τό πρώτο βιβλίο που τυπώθηκε εξ ολοκλήρου στά ελληνικά το 1476 στο Μιλάνο καί έκτοτε γνώρισε πολλές ανατυπώσεις, εκδόθηκε άπό τον Μανουτιο μέ βελτιώσεις καί μέ τήν προσθήκη μιας δομημένης εισαγωγής γιά το ελληνικό αλφάβητο, καθώς καί μερικά άπλα καί οικεία κείμενα ανάγνωσης, όπως ή Κυριακή Προσευχή καί ή αρχή τού Κατά Ίωάννην Ευαγγελίου. Ή γραμματική αυτή προσφέρθηκε ώς υπόδειγμα σπουδαιότερων μελλοντικών εκδόσεων άλλα καί ανταποκρινόμενη στην ανάγκη εκμάθησης τής ελληνικής. Τρείς ήμερες πριν άπό τήν έκδοση της ό Άλδος είχε ζητήσει νά αποκτήσει άπό τή βενετική σύγκλητο τό προνόμιο καί τήν αποκλειστικότητα νά εκτυπώνει στή βενετική επικράτεια μόνο αυτός τά κείμενα τών Ελλήνων, 42 που σχεδίαζε νά εκδώσει. Σέ κάθε επανέκδοση τών εγχειριδίων αυτών λαμβανόταν μέριμνα νά κα θίστανται όλο καί περισσότερο φιλικά στο χρήστη τους. Τό κύριο χαρακτηρι στικό τών καινοτομιών τους ήταν ότι οικοδομούσαν μιά δημιουργική σχέση (ενίοτε, μάλιστα, σχέση αλληλεπίδρασης) ανάμεσα στο αρχαίο κείμενο καί τά βοηθήματα του, καί δέν περιορίζονταν στά λεξικά καί τις γραμματικές μέ τους προφανείς καί διάφανους παιδαγωγικούς τους στόχους, Γιά τή χρήση τών indices πού συνόδευαν τις εκδόσεις τών κειμένων, σέ μερικές περιπτώσεις
39. Βλ. Paolo Eleuteri, Storia della tradizione manoscritta di Museo, Giardini editori e stampatori. Πίζα 1981, σ. 34. Πολλοί, βέβαια, θεωρούν πώς ή άχρονολόγητη έκδοση του Μουσαίου καί ή Γαλεομυομαχία είναι ακόμα παλαιότερες (πώς πραγματοποιήθηκαν το 1494, όπως θα σημειωθεί παρακάτω). Βλ. Lowry, ο.π., σ. 82 καί 112. 40. Βλ. Davies, ο.π., σ. 14. 41. Βλ. Rhodes, β.π., σ. 20. 42. Βλ. Davies, ο.π., ο. 18, πρβλ. Phoca, ο.π., σ. 8.
51
ΒαίΟΣ
ΒαίΟΠΟΐΛΟΣ
προύπόθεση ήταν να αριθμήσει όϊδιος ό αναγνώστης τις σελίδες. 43 Ή εκτύπωση, μάλιστα, του λατινικού κειμένου γινόταν με τέτοιο τρόπο, όταν συνόδευε το ελληνικό, ώστε να επιτρέπει στον αναγνώστη με τον επιδέξιο χειρισμό των συλλογών να έχει στη διάθεση του εϊτε μιά μετάφραση αντικριστά στο κείμενο ή, αν έκρινε ότι ήταν επαρκής ή ελληνομάθεια του, μόνο το ελληνικό κείμενο. 44 Τέτοια είναι ή περίπτωση, για παράδειγμα, της πρώτης έκδοσης του ποιήματος τού Μουσαίου, για τήν οποία στον κατάλογο των άλδινών εκδόσεων πιθανολογείται το έτος 149445 (αναφορικά με τά 10 φύλλα του ελληνικού κειμένου), ενώ φέρει τή χρονολογική ένδειξη 1495 ή λατινική μετάφραση πού καταλαμβάνει 12 φύλλα 46 καί φαίνεται πώς προστέθηκε αργότερα. 47 Στην έκδοση τού Αισώπου τού 1505 ή πρακτική είναι ή ίδια με τήν πρώτη έκδοση τού ποιηματίου Τα καθ' Ήρώ καί Λέανδρον: ή λατινική μετάφραση τυπώθηκε σε φύλλα χωρίς αρίθμηση και παρεμβαλλόταν μεταξύ εκείνων τού ελληνικού κειμένου, ώστε νά λαμβάνεται χωριστά και νά αποτελεί ενα χωριστό τόμο.48 Στον κατάλογο των άλδινών εκδόσεων τού 1498, ό αρχάριος στή μελέτη τών ελληνικών διαβεβαιώνεται ότι ή γραμματική του Λάσκαρι συνοδεύεται άπό λατινική μετάφραση αντικριστά με το ελληνικό κείμενο, 49 καί μάλιστα πώς τά φύλλα της μπορούσαν νά παρεμβληθούν στα ελληνικά, άν χρειαζόταν. 50
43. Αντίθετα, ό ίδιος ό Άλδος διαφημίζει στον πρόλογο τού λεξιλογίου τού Pollux τήν πρακτική της αρίθμησης τών σελίδων που εγκαινιάζει στην έκδοση αυτή τού 1508. Βλ. Hexter, ό.π., 157, σημ. 44. 44. «[...] posse te pro arbitrio tuo Latinam Graeco insertare et ex duobus quinternionibus unum et ex uno duos facere, si prius tamen adverteris, ut Latine [...] pagina Graecae oponatur». 01 οδηγίες αυτές επανεμφανίζονται στις δυο εκτυπώσεις α π ό τον Άλδο της Γραμματικής του Λάσκαρι. Βλ. καί Hexter, ό.π., σ. 157, σημ. 45. 45. Πρβλ. Ant. Aug. Renouard, Annales de l'imprimerie des Aide, ou Histoire des trois Manouce, Jules Renouard - Librairie, Παρίσι M.DCCC.XXXIV (γ έκδοση), σ. 81, 256-258. 46. Πρβλ. Lowry, ό.π., σ. 112. 47. Στον Μουσαίο, όπως καί τον Αριστοτέλη, στον Θεόκριτο, τον Θεόδωρο Γαζή καί τή Γαλεομυομαχία, χρησιμοποιήθηκε ή πειραματική γραμματοσειρά, που έμεινε γνωστή ώς σειρά τού Αριστοτέλη, γιατί χρησιμοποιήθηκε στην πανηγυρική αυτή έκδοση. Βλ. Lowry, ό.π., σ. 131. Για ένα σύντομο σχόλιο αναφορικά μέ τά τυπογραφικά στοιχεία που εισήγαγε ό Άλδος βλ. ενδεικτικά Phoca, ό.π., σ. 11-13. 48. Βλ. Bibliotheca Aldina, A collection of one hundred publications of Aldus Pius Manutius and the Aldine Press, including some valuable aldine conterfeits, Fiametta soave, Ρώμη MCMXCI. σ. 25. 49. Ό πιο επαρκής αναγνώστης δέχεται τή συμβουλή ότι ό Thesaurus Cornucopiae θά τού ήταν ιδιαίτερα επωφελής, άν ήθελε νά κατανοήσει τις πιο δύσκολες λέξεις άπό το ομηρικό λεξι λόγιο. 50. Πρβλ. Wilson, ό.π., σ. 247.
Γ> 2
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΊΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Στον κατάλογο του 1513 ή εισαγωγή του εγχειριδίου αύτού προσδιορίζει τους Graecarum litterarum rudes ώς δυνητικούς αγοραστές καί επαναλαμβάνεται πώς υπάρχει ή ίδια δυνατότητα ή μετάφραση να συνάπτεται (όπως συνέβαινε καί στην έκδοση του Μουσαίου) ή οχι ανάλογα μέ τις προσωπικές ανάγκες κάθε αγοραστή. 51 Ή μέθοδος αυτή θυμίζει τή δημιουργική άνάγνωση-έπαφή μέ το κείμενο στην οποία προβαίνει καί ό αρχαίος αναγνώστης, καθιστάμενος πολλές φορές καί πρόχειρος «κριτικός» του κειμένου 52 που διαβάζει, προσθέτοντας ό ίδιος τή στίξη. Μεταξύ των ετών 1495 καί 1515 δημοσιεύονται άπο τον Άλδο Μανούτιο περίπου 130 εκδόσεις Ελλήνων κυρίως καί Λατίνων κλασικών, άπο τίς όποιες οί 27, μάλιστα, είναι editiones principes. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ασφαλώς ή πεντάτομη τού Αριστοτέλη (1495-1498) καί του Αριστοφάνη (1498) αλλά ή πρώτη πιθανότατα είναι, όπως σημειώθηκε, αυτή τού Μουσαίου, 53 καθώς ό Άλδος, όπως φαίνεται, σφάλλοντας ώς προς τήν αρχαιότητα τού συγκεκριμένου ποιητή, τον κατέτασσε στους κλασικούς καί σημαντικούς συγγραφείς πού παρουσίαζαν ζωηρό ενδιαφέρον για το εκδοτικό του εγχείρημα συνολικά. Ακολούθησαν έργα τού Δημοσθένη, τού Πλάτωνα, τού Ξενοφώντα, τού Κοΐντου Σμυρναίου, ό Σοφοκλής, ό Ηρόδοτος, ό Θουκυδίδης, τα Ήθικά τού Πλουτάρχου, ό Πίνδαρος, ό Αισχύλος κ.ά. 54 Ή στροφή, λοιπόν, στα κλασικά γράμματα πού συντελέστηκε μέ τήν πρω τοβουλία των λογίων της Αναγέννησης, πέρα άπο τή μελέτη τών Λατίνων, πού δέν είχε, βέβαια, πάψει ποτέ, αφορούσε πλέον καί τή μελέτη τής ελληνικής γλώσσας καί τού συνόλου τής λογοτεχνίας της, διευρύνοντας μάλιστα τά δρια τού ενδιαφέροντος πέρα άπο τον Αριστοτέλη καί τά επιστημονικά κείμενα, πού κυριαρχούσαν στή μεσαιωνική περίοδο, εντάσσοντας στο πεδίο τής ενα σχόλησης τών literati καί πολλούς ύστερους ή μικρούς συγγραφείς καί κάνοντας αποδεκτή καί τή γνησιότητα καί πολλών απόκρυφων έργων. 55 Μέ τή σταδιακή μετάφραση στά λατινικά σχεδόν τού συνολικού corpus τών ελληνικών έργων
51. Βλ. Martin Lowry, «The Manutius publicity campaign», στο Aldus Manutius and Renaissance Culture, ό.π., a. 36. 52. Ομοίως ή άλδινή έκδοση του Κατουλλου του 1502 επέτρεπε στους studiosi να επιλέγουν οί ί'διοι τήν ανάγνωση του κειμένου που θεωρούσαν καλύτερη. Πρβλ. Hexter, ό.π., σ. 158. 53. Πρβλ. Reynolds - Wilson, ό.π., σ. 185. 54. Βλ. Kristeller καί Cranz, ό.π., τόμ. II, σ. 68. 55. Πρβλ. Paul Oskar Kristeller, The Classics and Renaissance Thought, Martin Classical Lectures, τ. XV, έκδοση του Oberlin College από το Harvard University Press, Καίμπριτζ, Μασαχουσέτη 1955, σ. 7.
53
ΒαίΟΣ ΒΑΙΟΠΟΥΛΟΣ
πραγματοποιήθηκε και ή εισαγωγή και καθιέρωση τους ως κύριας πηγής της δυ τικής σκέψης. Βέβαια, κάποια κείμενα είχαν μεταφραστεί άπο τα ελληνικά στα λατινικά ήδη στην Αρχαιότητα, ένώ στο Μεσαίωνα ή - σαφώς πλουσιότερη μεταφραστική παραγωγή αφορούσε, έκτος βέβαια άπο τα θεολογικά κείμενα, κυρίως το αριστοτελικό corpus καί «επιστημονικά» έργα, μαθηματικά, αστρονομία, ιατρική. Συνεπώς, πέρα άπο τη σύνθεση πολλών νέων εκδοχών γιά έργα ήδη στο Μεσαίωνα μεταφρασμένα, ή σημαντικότερη συμβολή τών λογίων της Αναγέννησης εντοπίζεται στο ότι μετέφρασαν έργα τής Αρχαιότητας γιά πρώτη φορά χωρίς περιορισμούς θεματικούς και μέ σαφώς ευρύτερο πεδίο λογοτεχνικών ενδια φερόντων. Στο πεδίο τόσο τών ελληνικών όσο και τών λατινικών γραμμάτων ό Μεσαίωνας ασφαλώς είχε προχωρήσει σε κάποιον βαθμό στην πρόσληψη τής κλασικής λογοτεχνίας, 56 άλλα ό ουμανισμός τής Αναγέννησης έπεξέτεινε τή γνώση σε όλο σχεδόν το φάσμα τών σωζόμενων έργων. 57 Ή άρση τών περιορισμών δέν άφορα μόνο τή θεματική των μεταφραζόμενων έργων, άλλα επεκτείνεται καί στην απαλλαγή άπύ τή δουλική προσκόλληση στο πρωτότυπο. Στην περίοδο τού Ανθρωπισμού εγκαταλείπεται ή πρακτική
56. Το σχετικό μέ τα ελληνικά κείμενα ενδιαφέρον τοο Μεσαίωνα είναι σχεδόν αποκλειστικά στραμμένο στή θεολογία, ιδιαίτερα στον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, τον Ιωάννη τον Δαμασκη νό, η στον Αριστοτέλη. Και όταν ακόμη στο πλαίσιο της μεταφραστικής εργασίας, όπως παρατηρείται στην Αγγλία του 13ου αιώνα, χρησιμοποιούνται μέσα ή βοηθήματα που κανείς τα συναντάει κατά κανόνα αργότερα κατά την ουμανιστική προσέγγιση τών ελληνικών (ελληνικά χειρόγραφα, λεξικά, γραμματικές και γλωσσομαθείς διερμηνείς), ή υλη που ενδιαφέρει τους Άγγλους παραμένει αποκλειστικά ή συνήθης μεσαιωνική, καθώς οί αρχαίοι Έλληνες τραγικοί, οί ποιητές και οί Ιστορικοί μένουν σε μεγάλο βαθμό εξω άπο το οπτικό πεδίο τής Δύσης. Ή εμφαντική προτίμηση στην Αρχαιότητα είναι διακριτικό στοιχείο τού Ανθρωπισμού, αφού σπάνιες είναι οί περιπτώσεις πού (κυρίως) ά π ο τον 9ο αιώνα και έπειτα επιχειρήθηκε να διευρυνθεί ή γνώση τής γλώσσας καί να μεταφραστεί μια μεγαλύτερη ποικιλία άπό αρχαία κείμενα· έκτος άπο τα θεολογικά, συνήθως στο επίκεντρο τού ενδιαφέροντος βρισκόταν στα θερά ό Αριστοτέλης, ό Γαληνός καί έν γένει ιατρικά κείμενα, και ίσως έργα που θα μπο ρούσαν νά αποφέρουν κάποιο όφελος στο ηθικό πεδίο. Βλ. Berschin, ο.π., σ. 394, Wilson, δ.χ., σ. 15, πρβλ. Marjorie Rowling, Ή καθημερινή ζωή στο Μεσαίωνα, μτφρ. Έ λ λ η Ί . Αγγέλου, Έ κ δ . Δημ. Ν. Παπαδήμα, Αθήνα 1992, σ. 28-30 καί 172-180, Glending Olson, Literature as Recreation in the Later Middle Ages, Cornell University Press, Ithaca - Λονδίνο 1982, σ. 19-38, ιδιαίτερα τις σ. 19-20, καί γιά ειδικότερα θέματα βλ. εντελώς ενδεικτικά Marie-Thérèse d'Alverny, «Translations and Translators», στο R.L. Benson - G. Constable (έπιμ.), Renaissance and Renewal in the Twelfth Century, Harvard University Press, Καίμπριτζ, Μασαχουσέτη 1982, σ. 421-462 (ιδιαίτερα γιά τήν κατάσταση στον 12ο αιώνα), Marie-Thérèse d'Alverny, «Les traductions à deux interprètes, d'arabe en langue vernaculaire et de langue vernaculaire en latin», στο Traduction et traducteurs au Moyen Age, Colloques internationaux du CNRS, IRHT 26-28 Μαίου 1986, Editions du CNRS, Παρίσι 1989, σ. 193-206 (για τις μεταφράσεις άπό τα αραβικά). 57. Πρβλ. Kristeller, ό.π., σ. 16-17.
54
ΑΛΔΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
της πιστής, τής κατά λέξη απόδοσης, τής κύριας μεταφραστικής τάσης κατά το Μεσαίωνα, που είχε εκκινήσει από τήν ευλάβεια με τήν οποία προσέγγιζαν οι μεταφραστές κείμενα δογματικού περιεχομένου, αφού άλλωστε «για τα ιερά κείμενα ακόμη και ή σειρά τών λέξεων», όπως υποστηρίζει ό Ιερώνυμος, «αποτελεί μυστήριο». 58 Άπο αυτή τήν άποψη ό περί τή μετάφραση προβλη ματισμός ήδη κατά τον πρώιμο Ανθρωπισμό οδηγεί τή μεταφραστική πράξη στην κατεύθυνση τής ελευθεριότητας πού διέκρινε τήν πλειονότητα τών προ χριστιανικών μεταφράσεων σε τέτοιον βαθμό, ώστε ϊσως ορθότερο θα ήταν να μιλήσει κάποτε κανείς για παράφραση, 59 όπως είναι οι περιπτώσεις του Κατούλλου ή τών Λατίνων δραματικών ποιητών. Ή συνεξέταση τών σχετικών με τή μετάφραση θέσεων τού Κικέρωνα, 60 του Οράτιου, 61 τού Ιερωνύμου 62 αναδεικνύει τή μετάφραση κατά τήν εποχή πρίν άπο το Μεσαίωνα ώς μια πράξη «πατριωτική», με τήν έννοια πώς ό μεταφραστής «αιχμαλωτίζει» τίς σκέψεις τού προς μετάφραση κειμένου και τις οδηγεί victoris iure υποταγμένες στη δική του γλώσσα. 63 Ή στάση αύτη, πού χαρακτηρίζει εν γένει τήν προ χριστιανική παραγωγή, θέτει σε προτεραιότητα τή μέριμνα για τή μητρική γλώσσα τού μεταφραστή και τήν αισθητική ποιότητα τού μεταφράσματος έναντι τής πίστης προς το πρωτότυπο. 64
58. Βλ. Hier., Epist. 57.5.2. 59. Ή περίπτωση του Κικέρωνα ώς μεταφραστή συνιστά εξαίρεση στη γενική πρακτική της παράφρασης, που διέπει εν γένει τίς αρχαίες μεταφράσεις. Βλ. G. Cuendet, «Ciceron et Saint Jerome traducteurs». REL 11 (1933) 381. 60. Βλ. Cic, De finibus 3.15: nee tarnen exprimi verbum e verbo necesse est, ut interprètes indiserti soient, και De optimo genere dicendi 14: non verba adnumerare lectori pittavi oportere, sed tamquam adpendere. 61. Βλ. Hör., Ars Poet. 133: nec verbo verbum curabis reddere fidus interpres. Για ένα σύντομο σχολιασμό της επιρροής τής παραπάνω θέσης στη μεσαιωνική μεταφραστική παραγωγή, βλ. εντελώς ενδεικτικά Douglas Kelly, «The Fidus interpres: Aid or Impediment to Medieval Translation and Translatio?», στο Jeanette Beer (έπιμ.), Translation Theory and Practice in the Middle Ages, Studies in Medieval Culture, XXXVIII, Medieval Institute Publications, Kalamazoo, Μίσιγκαν 1997, σ. 48, πρβλ. Susan Bassnett-McGuire, Translation Studies, άναθεωρ. εκδ., Routledge, Λονδίνο - Ν έ α Τόρκη 1991 (έπανέκδ. 1992), σ. 43-45. 62. Βλ. Hier., Epist. 57.4: de syllàbis calumniaris (μομφή προς εκείνους πού του προσάπτουν κατηγορίες για ελεύθερη απόδοση), 57.6: olii syllabas aucupentur, et litteras, tu quaere sententias (φέροντας ώς παράδειγμα το μεταφραστή του Βίου του Αγίου Αντωνίου Εύάγριο τής Αντιοχείας). 63. Βλ. Hier., Epist. 57.6: nec adsedit litterae dormitanti et putida rusticorum interpretatione se torsit, sed quasi captivos sensus in suam linguam victoris iure transposuit. 64. Βλ. Franz Blatt, «Remarques sur l'histoire des traductions latines», Classica et Medisevalia I (1938) 217-220.
55
ΒαίΟΣ
ΒαίΟΠΟΥΛΟΣ
Μέ τον Ανθρωπισμό καί τους λογίους της Αναγέννησης επανέρχεται στο προσκήνιο ή αρχαιότερη μεταφραστική τάση της προχριστιανικής ελευθεριότη τας μέ τρόπο πιο συστηματικό, ενισχυμένη μέ απόπειρες και για θεωρητική θεμελίωση, σέ συνδυασμό επίσης μέ τή συνολική δυσφήμηση και άπαξιωτική θεώρηση τών καρπών της μεταφραστικής παραγωγής τής μεσαιωνικής περιόδου (ακόμη καί αυτών τής ύστερης Αρχαιότητας). Ή προοδευτική αναγωγή της μετάφρασης σέ υπόθεση αισθητικής, καθώς προβάλλεται έντονη πλέον ή απαί τηση για λαμπρότητα και κομψότητα στο υφός, οδηγεί τον ουμανιστή μετα φραστή στή συνεπή αναζήτηση μιας υφολογικής αντιστοιχίας ανάμεσα στο ελληνικό πρωτότυπο και τή λατινική μετάφραση, στην προσπάθεια ρητορικής εξομοίωσης του μεταφράσματος μέ το επίπεδο του πρωτοτύπου. 65 Δείγμα της αυστηρότητας μέ τήν οποία το νέο πνεύμα αντιμετωπίζει τις μεσαιωνικές με ταφράσεις τών ελληνικών κειμένων είναι, για παράδειγμα, ό χαρακτηρισμός άπο τον Salutati τής μετάφρασης του Πλουτάρχου άπο τον Σίμωνα Άταμανο ώς semigreca translation εξαιτίας τής δουλικής εξάρτησης της άπο το πρωτότυπο ή ή περιφρόνηση του Πετράρχη και του Ιωάννη Αργυρόπουλου για τις με σαιωνικές μεταφράσεις του Αριστοτέλη. Ή τάση μεταφοράς τής ελληνικής γραμματείας σέ κομψά λατινικά έγινε τόσο ισχυρή, ώστε θεωρήθηκε αναγκαία καί ή αισθητική αναβάθμιση τού λόγου του Σταγειρίτη, όταν μεταφερόταν στή λατινική, και προεξοφλήθηκε μάλιστα ή σχετική μέ αυτό σύμφωνη γνώμη του αρχαίου φιλοσόφου.67 Ή χρήση άπο τους ανθρωπιστές (πρώτα άπο τον Bruni) του όρου traducere, άντι τών μέχρι τότε επικρατούντων transferre, transvertere, interpretari, είναι αντιπροσωπευτική τών νέων, κυρίαρχων πιά στή μεταφραστική πρακτική, ιδεών και τάσεων, τής εξαγγελλόμενης μεταφραστικής ελευθερίας, τού εξωραίσμού, τών επεμβάσεων, τών μεταβολών και τών απαλείψεων στις όποιες οι μεταφραστές του νέου πνεύματος προέβαιναν γιά αισθητικούς σκο πούς, τής μέριμνας γιά καλλωπισμό, καθώς το transferre είχε ταυτιστεί μέ τή
65. Οί λατινικές μεταφράσεις του Όμηρου, μέ αυτήν τήν οπτική, θα ήταν πετυχημένες, αν κατάφερναν να αναπαράγουν κάτι άπο τον ήχο τού βιργιλιανού έπους. Ο Bruni στο έργο του De interpretatione recta υποστηρίζει ότι τα υφολογικά στοιχεία τού πρωτοτύπου μπορούν να άποδοθούν αρκετά καλά, ώστε να επιτρέπουν στον αναγνώστη της μετάφρασης να σχηματίσει μια σωστή ιδέα γι' αυτά. Πιστεύει ότι τα καλά στοιχεία τού ύφους ενός συγγραφέα μπορούν νά επιβιώσουν κατά τή μεταφορά άπο τή μια γλώσσα στην άλλη, και φέρει ώς παράδειγμα τή δική του απόδοση τού πλατωνικού Φαίδρου, στην οποία επιχειρεί να καταδείξει τήν ομορφιά τού πλατωνικού λόγου, επισημαίνοντας τη χρήση τής μεταφοράς καί τής αντίθεσης, τήν ισόρροπη κατανομή τών ιδεών μέσα σέ μια πρόταση καί τήν αντίθεση τών μακροσκελών καί σύντομων προτάσεων. Βλ. Wilson, ό.π., σ. 50. 66. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 407 καί σημ. 116 στή σ. 432, επίσης Wilson, ό.π., σ. 25. 67. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 417-418 και σημ. 165-168 στή σ. 435, Wilson, ό.π., σ. 160-161.
56
ΑΛΛΙΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
μεσαιωνική μεταφραστική δουλικότητα, 68 τήν τυφλή υποταγή στο γράμμα, σήμαινε αντίθεση με το πνεύμα τής κλασικής λατινικής γλώσσας. 69 Οι πρώτες λοιπόν εκδόσεις που γέννησε ή επανάσταση τής τυπογραφίας, ιδιαίτερα μάλιστα αυτές του Άλδου, λειτούργησαν ώς σημεία συνάντησης για τους ανθρωπιστές όλων των εθνών και αποτέλεσαν ταυτόχρονα το πεδίο έκφρασης ένας έντονου και ώριμου πια προβληματισμού τόσο γιά τήν αξία τής κλασικής παιδείας, τίς πτυχές της καί τις συνιστώσες της, οσο και για τους τρόπους πρόσληψης της άπο ενα διαρκώς διευρυνόμενο κοινό. Ζητήματα όπως ή λατινική semulatio καί imitano απέναντι στα ελληνικά πρότυπα, ό βαθμός τής επιρροής που δέχθηκαν οί Ρωμαίοι άπο τους Έλληνες, άλλα καί ό τρόπος που ή ελληνική κληρονομιά θά μεταφερόταν Minis verbis απέκτησαν νέο περιεχόμενο, και ή σχετική προβληματική προσέλαβε μιά νέα δυναμική που οί απολήξεις της παραμένουν καί σήμερα ακόμη ορατές στις συζητήσεις περί του νοήματος καί τού ύφους που διακρίνουν τή μεταφραστική διαδικασία.
68. Βλ εντελώς ενδεικτικά Charles Homer Haskins, Studies in the History of Mediaeval Science, Harvard University Pres, Humphrey Milford - Oxford University Press, Καίμπριτζ - Λονδίνο 19272, σ. 149-151 για έναν αυστηρό χαρακτηρισμό της μεσαιωνικής μεταφραστικής πιστότητας. 69. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 418 και σημ. 171 στη σ. 436. Ό παραπάνω διαχωρισμός δεν ση μαίνει, βέβαια, ότι άπο τις μεσαιωνικές μεταφραστικές απόπειρες απουσίαζε πάντοτε ή εντελώς κάθε μέριμνα για αισθητική ποιότητα, γιατί δεν είναι μοναδική ή περίπτωση τού Άγγλου λογίου του 13ου αιώνα Grosseteste, πού, μεταφράζοντας Διονύσιο Αρεοπαγίτη, δέν έκρυβε το στόχο του να μεταφέρει όχι μόνο τή mens scriptoris άλλα καί τή venustas sermonis, επιδεικνύοντας ευαισθησία στην ωραία έκφραση. Βλ. Berschin, ό.π., σ. 388 καί σημ. 45 στή σ. 427. Και ό Άγιος Ιερώνυμος, άλλωστε, ενθάρρυνε τήν ελευθεριότητα στην απόδοση σχετικά με τά φιλολογικού ενδιαφέροντος κείμενα, επιμένοντας στην πιστή απόδοση τών δογματικών κειμένων. Εντελώς ενδεικτικά, για τις μεταφραστικές θέσεις τού τελευταίου, πού αποδοκιμάζουν τήν άκριτη de verbo ad verbum απόδοση, βλ. Valery Larbaud, Sous l'invocation de saint Jérôme, Éditions Gallimard, χ.τ. 1946 (άναθεωρ. εκδ. 1973), σ. 9-56, ιδιαίτερα τις σ. 48-50, πρβλ. Bassnett-McGuire, ό.π., σ. 45-46.
57
Ηλίας Γιαρένης
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΑΡ. 20 ΤΗΣ ΖΩΣΙΜΑΙΑΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ. ΕΝΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ*
Κ
ατά την διάρκεια μιας επίσκεψης του στα Ιωάννινα στίς αρχές της δεκαετίας του 1970, ό αείμνηστος λαμπρός παλαιογράφος Αίνος Πολίτης εξέτασε το χειρόγραφο άρ. 20 της Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης Ιωαν νίνων. Ή σύντομη περιγραφή του χειρογράφου δημοσιεύθηκε το 1973, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης - καί πολυτιμότατης - παλαιογραφικής συμβολής.1 Κατά την πορεία ενός ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου Ιωαν νίνων γιά τά Χρονολογημένα Μεσαιωνικά Ηπειρωτικά Χειρόγραφα, με επιστημο νικό υπεύθυνο τον Καθηγητή Κ.Ν. Κωνσταντινίδη, είχαμε τή δυνατότητα να εξετάσουμε συστηματικά τον κώδικα το 2003. Ή επιτόπια έρευνα τού κώδικα επαναλήφθηκε - και ολοκληρώθηκε - στο τέλος τού 2005. Με ευφρόσυνα σεβάσματα προσφέρουμε αυτό το μικρό άρθρο στον πρώτο τόμο τής Επετηρίδας τού Τμήματος Ιστορίας τού Ιονίου Πανεπιστημίου, προς τιμήν τού Καθηγητή Δημητρίου Ζ. Σοφιανού, αφοσιωμένου διδασκάλου καί ακάματου ερευνητή, πού έχει αφιερώσει πολύ κόπο στην μελέτη χειρογράφων καί έγγραφων τού ελλαδικού χώρου, μέ εντυπωσιακούς - σε μέγεθος και ποιότητα - εύχυμους καρπούς. Το παρόν άρθρο αποτελεί σμικρόν άντίδωρον, καί συνοδεύεται άπο τήν έκθυμη ευχή: Πολυχρόνιος. Στην συνέχεια επιχειρούμε μία νέα παλαιογραφική καί κωδικολογική2 περιγραφή τού χειρογράφου.
* Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στον Καθηγητή Βυζαντινής Ιστορίας Κ.Ν. Κωνσταντινίδη, δεινό μελετητή των μεσαιωνικών ηπειρωτικών χειρογράφων, καί οδηγό στην σχετική έρευνα. Ευχαριστίες εκφράζονται επίσης στην κυρία Αικατερίνη Τζάννου, Διευθύντρια τής Ζωσιμαίας Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ιωαννίνων, για τήν πρόθυμη ανταπόκριση της στο αίτημα επιτόπιας μελέτης τού χειρογράφου, και λήψης φωτογραφιών για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου. 1. Λ. Πολίτης, «Παλαιογραφικά από τήν Ή π ε ι ρ ο » , Έπετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης 12 (1973) 368. 2. Για τήν περιγραφή μας αξιοποιήσαμε το υποδειγματικό σύστημα περιγραφής τού έργου: C.N. Constantinides και R. Browning, Dated Greek Manuscripts from Cyprus to the Year 1570, Λευκωσία 1993, σ. V-VI.
59
ΗΛΙΑΣ
ΓΙΑΡΕΝΗΣ
Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης Ιωαννίνων, άρ. 20. 1. Εύαγγελιστάριο (τρία τμήματα
Εύαγγελισταρίων)
2. Χαρτί δυτικό, ποικίλλης όφής καί απόχρωσης κατά τμήματα, κατάστικτο άπο άγιοκέρι. 3. Φύλλα 109, 295 x 212. Γραφόμενη επιφάνεια 238 χ 160. Ύδατόσημο σχήματος άγκυρας στο τρίτο Εύαγγελιστάριο (Είκ. 5). Κείμενο σε δύο κάθετες στήλες. 4. Περιεχόμενα α. (φφ. 1r -43v) Εύαγγελιστάριο (Ακέφαλο και κολοβό) Inc. (Ακέφαλο) και ειπεν αύτοίς. εν έρΙγων επίησα και πάντ(ες) θαυμάζεται. δια τού/τω μωσής. Des. (43 ν): καί άλε πωλαι αί συν άνά/βάσε αύτώ εις ίερω/σώλειμα. β. (φφ. 44r-101v) Εύαγγελιστάριο (Ακέφαλο) Inc. (Ακέφαλο) [...]μων καί οι μετ' αύτού· και εύΐρώντες αυτών λέγουσιν Des. (φ. 101ν) χωρίσαι Ι τά γραφώμενα βή/βλήα. αμήν. γ. (φφ. 102r-109v) Εύαγγελιστάριο (Ακέφαλο και κολοβό) Inc. (Ακέφαλο) κτήσασθε χρυσσον /μηδέ άργυρον· μηδέ χαλκούν είς/τάς ζώνας ύμ(ών) Des. (109ν) (Κολοβό) Τη δ' τ(ή)ς γ άδ(ε) τού ματθ(αίου) / Ειπεν ό κ(ύριο)ς την πα[...] 5. Γραφείς και γραφές Ό κώδικας έχει αντιγραφεί άπο πέντε γραφείς (Α-Ε). Ό γραφέας Α, δηλαδή ό ιερέας Γεώργιος Άνδριτζώπουλος, μπορεί νά θεωρηθεί ό βασικός γραφέας τού χειρογράφου, τού οποίου διαθέτουμε και το βιβλιογραφικό σημείωμα. Στο χειρόγραφο εντοπίζονται άλλοι τέσσερις ανώνυμοι γραφείς (Β, Γ, Δ, Ε). Οι ανώνυμοι γραφείς Β, Γ καί Δ πιθανότατα εργάστηκαν σε συνεννόηση με τον Άνδριτζώπουλο γιά τήν γραφή τού κώδικα, καί ανέλαβαν μικρά τμήματα αυτού. Ό γραφέας Ε εργάστηκε αυτόνομα - άγνωστο πότε ακριβώς - καί έγραψε το αντίστοιχο τμήμα Εύαγγελισταρίου, το όποιο έκ των υστέρων συσταχώθηκε στον κώδικα. Ό γραφέας Α (Άνδριτζώπουλος) έγραψε τά φφ. lr-lv (εως τον 14ο στίχο τής αριστερής στήλης), 3r-20v (έως τον 7ο στίχο της αριστερής στήλης), 22r (δεξιά στήλη)-43ν (τέλος), και το Εύαγγελιστάριο πού φέρει στο τέλος το βιβλιογραφικό σημείωμα (71r-101v). Ή γραφή του είναι όρθια, ευμεγέθης, δεξιοκλινής, με λίγες συνδέσεις (Είκ. 1, 3, και HE στο έγχρωμο παράρτημα).
60
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ Α Ρ . 2 0
ΤΗΣ ΖΩΣΙΜΑΙΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
Ό ανώνυμος γραφέας Β έγραψε τα φφ. 1ν (άπα τον 14ο στίχο της αριστερής στήλης)-2ν (τέλος). Ή γραφή του είναι επιμελημένη, μικρού μεγέθους, με δια κοσμητικές τάσεις. Ό ανώνυμος γραφέας Γ έγραψε τα φφ. 20 ν (άπο τον 7ο στίχο της αριστερής στήλης)-22Γ (τέλος αριστερής στήλης). Ή γραφή του είναι όρθια, επιμελημένη, οξυκόρυφη και τετραγωνισμένη. Ό ανώνυμος γραφέας Δ έγραψε τα φφ. 44r-70v. Ή γραφή του είναι όρθια, επιμελημένη, ελαφρώς δεξιοκλινής, με διακοσμητικές τάσεις και με λίγες συν δέσεις (Είκ. 2). Ό ανώνυμος γραφέας Ε έγραψε τά φφ. 102r-109v. Ή γραφή του είναι ευμε γέθης, τετραγωνισμένη, δεξιοκλινής, με διακοσμητικές τάσεις (Είκ. 9Ε). 6. Βιβλιογραφικό σημείωμα Στο τέλος του Εύαγγελισταρίου (φφ. 44r-101v) που αποτελεί το δεύτερο - και κύριο - τμήμα τού χειρογράφου, στο φ. 101ν υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλιογραφικό σημείωμα, που μας πληροφορεί γιά την χρονολόγηση της γραφής του Εύαγγελισταρίου και τον γραφέα του (Είκ. 11Ε). Το σημείωμα έχει ως έξης: t Έπι έτ(ους) ,ς^νθ' ίνδ. ιε'. Έτεληώθ(η) ή παρούσα δέλτος δια χειρός εμοΰ του αμαρτολού Γεωργίου τάχα και ιερέ (ως) τού Ανδριτζωπούλ(ου) εν μιν(ί) φευ(ρουαρίω) ι' κα δ ιγ' ώρ(α) ç τ(ή)ς ημέρ(ας). Άπο το παραπάνω βιβλιογραφικό σημείωμα, μας παρέχεται ή χρονολόγηση του δεύτερου (και κυρίου) μέρους τού κώδικα. Μας παραδίδεται ό Φεβρουάριος του έτους άπο κτίσεως κόσμου 6959, ήτοι τού έτους 1451 άπο Χρίστου. Ωστόσο, ή ίνδικτιών που μας παρέχεται στο σημείωμα (ιε') δεν συμφωνεί μέ το έτος αυτό. Πιθανότατα πρόκειται γιά εσφαλμένη απόδοση τής ίνδικτιώνος. Ό γραφέας τού μεγαλύτερου μέρους αύτού τού τμήματος τού χειρογράφου είναι ό ιερέας Γεώργιος Άνδριτζώπουλος 3. Το πρόσωπο αυτό μας είναι γνωστό αποκλειστικά άπο την συγκεκριμένη αναφορά τού χειρογράφου. Έτσι, δεν γνωρίζουμε τίποτε άλλο για την δραστηριότητα του, ώς ιερέα η ώς γραφέα. Ό Γ. Άνδριτζώπουλος έχει πάντως συμπεριληφθεί, ακριβώς λόγω τής ιδιότητας του ως γραφέα αύτού του χειρογράφου, στο Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit, έπιμ. Ε. Trapp, Ι/1, Βιέννη 1976, σ. 88 [άρ. 939].
61
Εικόνα 1. Το φ. 71r του κώδικα, άρχη του Εύαγγελισταρίου με γραφέα τον Γεώργιο Άνδριτζώπουλο (Α).
εικόνα 2. Tò φ. 53r τού κώδικα, άπο το χέρι τού ανωνύμου γραφέα Δ.
Εικόνα 3. Tò φ. 20r του κώδικα, με γραφέα τον Γεώργιο Άνδριτζώπουλο (Α).
i
Εικόνα 4. Εμπρόσθια οψη της στάχωσης του κώδικα.
ΗΛΙΑΣ Π Α Ρ Ε Ν Η Σ
Tό βιβλιογραφικό σημείωμα μας ενημερώνει με ακρίβεια για τον χρόνο ολοκλήρωσης τού έργου του. Το χειρόγραφο ολοκληρώθηκε, σύμφωνα με την αναφορά αύτη, κατά την 6η ώρα της 10ης Φεβρουαρίου τού 1451. Δυστυχώς δέν υπάρχει στο σημείωμα αναφορά τού τόπου στον όποιο γράφτηκε το Εύαγγελιστάριο. Το στοιχείο αυτό θά ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον για την ευρύτερη ένταξη αύτού τού τμήματος (άλλα και τού κώδικα συνολικά) στην σχετική παραγωγή της εποχής. Πρόβλημα υπομνηματισμού παρουσιάζει έξαλλου και ή συντομογραφία κα δ , πού υπάρχει στο σημείωμα, ώς αναφορά στο πλαίσιο τού χρονικού προσ διορισμού της καλλιγράφησής του. Ο Λ. Πολίτης σε σχετική σημείωση του έπεσήμαινε το πρόβλημα αυτής τής ασυνήθιστης συντομογραφίας, καί είκαζε ότι θά μπορούσε ίσως νά νοηθεί ώς συντομογραφία τού «καλένδαι». Ωστόσο, ό ίδιος ορθότατα σημείωνε ότι ή 13η ήμερα των καλένδων δέν συμπίπτει με τήν 10η Φεβρουαρίου.4 Ό π ω ς όμως προαναφέραμε, και ή ινδικτιών πού μας δίνεται στο βιβλιο γραφικό σημείωμα δέν συμπίπτει μέ το σημειούμενο έτος γραφής τού χειρο γράφου. Άν λοιπόν ή συγκεκριμένη συντομογραφία μπορεί πράγματι νά μετα γραφεί ώς «καλένδαι», είναι πιθανόν νά βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ακόμη λάθος τού γραφέα. Πάντως, το ζήτημα τής ερμηνείας τής συντομογραφίας παραμένει ανοικτό. 7. Ή διακόσμηση τού χειρογράφου Α. Αρχικά γράμματα καί επίτιτλα: Σέ ολα τα τμήματα τού κώδικα εμφανίζεται μία τάση γιά διακόσμηση.5 Στο σύνολο τού κώδικα υπάρχουν σποράδην αρκετά ποικιλμένα έρυθρόγραφα πρωτογράμματα. Τα πρωτογράμματα αυτά είναι άπλα, συχνά αδέξια, μέ μαύρο «γέμισμα» καί σχεδόν πάντοτε σχηματισμένα στο περιθώριο τού φύλλου. Συχνότερα άπαντώμενα πρωτογράμματα, λόγω τής φύσεως τού κειμένου, είναι: Ε, Τ. Πρωτογράμματα πιο σύνθετα (Ε ώς ευλογούσα χειρ) απαντώνται στά φφ. 53r (Είκ. 2) και 56r. Σποράδην υπάρχουν καί απλοί έρυθρόγραφοι τίτλοι. Τά έπίτιτλα (μέ μαύρο καί κόκκινο μελάνι) απαντώνται σπανιότερα στον κώδικα: π.χ. φφ. 71Γ (Είκ. 1), 79ν, 93ν, 96ν. 4. Βλ. Λ. Πολίτης, «Παλαιογραφικά», ο.π., 368, σημ. 1. 5. Γενικότερα, στα Εύαγγελιστάρια εμφανίζεται πληθώρα αρχικών γραμμάτων. Βλ. ενδεικτικά Λ. Πολίτης, Οδηγός Καταλόγου Χειρογράφων, [Γενικον Συμβούλων Βιβλιοθηκών τής Ελλάδος, 17] Αθήνα 1961, σ. 45-46. Βλ. καί τήν ειδική μελέτη της Axinia Dzurova, Ή διακόσμησις τού υπ' αριθμόν 17 ελληνικού Εύαγγελισταρίου της εν Ίωαννίνοις Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης. Περι των διπλών και τριπλών αρχικών γραμμάτων στα βυζαντινά χειρόγραφα, έκδ. Ζωσιμαίας Κεντρικής Ιστορικής Βιβλιοθήκης, Ιωάννινα 2005.
66
Εικόνα 5. Ύδατόσημο των φύλλων 102 (επάνω) καί 103 (κάτω).
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΡΕΝΗΣ
Β. Ή μικρογραφία: Στο φ. 12ν τού χφ. βρίσκεται ολοσέλιδη μικρογραφία με πορ τραίτο του Εύαγγελιστού Ματθαίου (ΕΊκ. 10Ε). Ό ευαγγελιστής απεικονίζεται σε μία παραλλαγή του γνωστού τύπου τού σκεπτόμενου. 6 Ή μικρογραφία τοποθετείται στον κώδικα απέναντι άπο το κείμενο (13r): Τη β του αγίου πν(εύματος) κατ(ά) Ι ματθέ(ον). Ακολουθούν άλλα 5 χωρία άπο το Κατά Ματ θαίον Εύαγγέλιον. Στην παράσταση χρησιμοποιείται το σκούρο μπλε χρώμα για τήν απόδοση του βάθους, αντί τού συνήθως χρησιμοποιουμένου για τον σκοπό αυτό χρυσού χρώματος. Πιθανότατα καθοριστικό ρόλο γιά αυτή τήν επιλογή έπαιξε και ή μάλλον περιορισμένη οικονομική δυνατότητα τού χρηματοδότη της διακό σμησης του συγκεκριμένου κώδικα. Ή περιορισμένη αυτή δυνατότητα επη ρέασε γενικότερα τις επιλογές τού μικρογράφου. Ό ευαγγελιστής Ματθαίος εμφανίζεται καθισμένος σε μία καρέκλα με έρεισίνωτο, σε καφέ χρώμα καί με απόδοση γεωμετρικής διακόσμησης. Ό ευαγγελιστής εικονίζεται με ήρεμη οψη, στραμμένος προς τα δεξιά, ώς προς τον θεατή. Επιγραφή: Ο ΑΓ(ΙΟΣ) ΜΑΤΘΑΙ(Ο)Σ. Μπροστά άπο τον σκεπτόμενο ευαγγελιστή, έχει αποδοθεί με αδρές γραμμές και εντελώς υποτυπώδη τρόπο, ενα αναλόγιο, στο όποιο έχει γραφεί: ΒΙΒΛΟΣ ΓΕ (ΕΣΤΙΝ). Κάτω άπο το αναλόγιο, αποδίδονται υποτυπωδώς τά όργανα γραφής τού εύαγγελιστήγραφέα: μαχαιρίδιο καί μελανοδοχεϊο. Ή σύνθεση τού πορτραίτου μπορεί νά χαρακτηρισθεί ώς εξαιρετικά απλή. Χα ρακτηριστική είναι ή απουσία πού παρατηρείται στο πλαίσιο της μικρογραφίας κάποιων συμπληρωματικών στοιχείων, πού απαντώνται σέ πολλές αντίστοιχες μικρογραφίες.7 Έτσι, δέν αποδίδεται κάποιο έπιπλο στο όποιο νά περιέχονται τά εργαλεία της γραφής τού ευαγγελιστή, ούτε κάποιο οικοδόμημα στο βάθος. Έτσι, ή συγκεκριμένη μικρογραφία περιλαμβάνει μόνο τα απολύτως απαραίτητα στοιχεία, ένώ και αυτά αποδίδονται συχνά με τρόπο υποτυπώδη. Ό χιτώνας και το ιμάτιο, τά όποια φέρει στο πορτραίτο ό Ματθαίος, δέν έχει καταβληθεί κάποια προσπάθεια ώστε νά διακριθούν μέ σαφή τρόπο μεταξύ τους. Και τά δύο αότά στοιχεία της ένδυσης τού ευαγγελιστή έχουν αποδοθεί σέ ένα μάλλον ενιαίο σχήμα, σέ χρώμα βαθύ πράσινο (λαδί). Ό Ματθαίος φέρει ενα κυκλικό φωτοστέφανο, πού έχει αποδοθεί μέ κίτρινο χρώμα. 6. Σχετικά με τον εικονογραφικό τύπο, βλ. A.M. Friend, «The Portraits of the Evangelists in Greek and Latin Manuscripts», Art Studies 12 (1927) κυρίως σ. 95-129. 7. Βλ. ενδεικτικά, P. Buberl, Die Miniaturenhandschriften der Nazionalbibìiothek in Athen, Βιέννη 1917, σ. 13-14 και A.M. Friend, ό.π., σ. 98-109. Πρβ. Α. Ξυγγόπουλος, Το Εύαγγέλιον του Μελε νικού εις την Έθνικήν Βιβλιοθήκην Άθηνών, [Δημοσιεύματα Εταιρείας Μακεδόνικων Σπουδών, 47] Θεσσαλονίκη 1975, σ. 17-23.
68
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ Α Ρ . 2 0
Τ Η Σ ΖΩΣΙΜΑΙΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
Στο άνω δεξιό τμήμα της μικρογραφίας εικονίζεται το σύμβολο του ευαγγε λιστή Ματθαίου. Πρόκειται για τον ανθρωπο-αγγελο, πού άλλωστε αποτελεί το σύμβολο του συγκεκριμένου ευαγγελιστή σύμφωνα καί με τις τρεις βασι κές σειρές αντιστοιχίας των συμβόλων μέ τους ευαγγελιστές, πού είχαν δια μορφωθεί στους κόλπους τής χριστιανικής Εκκλησίας, τόσο στην Ανατολή, όσο και στη Δύση (την σειρά τού Ειρηναίου καί των συνεχιστών του, 8 τήν σειρά τού Έπιφανίου 9 καί αυτήν τού Ψευδο-Άθανασίου). 10 Όσον άφορα στην αντιστοιχία τού ευαγγελιστή Ματθαίου μέ το σύμβολο τού αγγέλου, ενδιαφέρον παρουσιάζει μια τάση ομοιομορφίας πού παρατηρείται κατά τους Παλαιολόγειους χρόνους, περίοδο σύνθεσης καί τού εξεταζόμενου κώδικα. Στο πλαίσιο ενός σχετικού πίνακα πού κατάρτισε ό R.S. Nelson για τήν περίοδο αυτή, σε κάθε έναν άπο τους 19 εικονογραφημένους χειρόγραφους κώδικες πού εξετάστηκαν ενδεικτικά, ό Ματθαίος παρουσιάζεται να αντιστοι χείται μέ το σύμβολο τού αγγέλου. 11 Ό άγγελος-σύμβολο τού Ματθαίου εικονίζεται στο χειρόγραφο ενταγμένος στην σύνθεση τού πορτραίτου τού ευαγγελιστή. Παρουσιάζεται όμως να άντικρύζει τον Ματθαίο, εμφανιζόμενος άνω δεξιά σέ σχέση μέ αυτόν, καί φέρνοντας του τήν γραφίδα μέ το αριστερό χέρι, ένω μέ τό δεξί τον ευλογεί. Ενδιαφέρον παρουσιάζει καί ό τύπος τού φωτοστέφανου τό όποιο φέρει ό άγγελος. Το φωτοστέφανο έχει σχήμα πεντάλφας. πού αποτελεί ένα ιδιότυπο γιά τά δεδομένα τής βυζαντινής τέχνης στοιχείο. Γιά την χρωματική απόδοση τού φωτοστέφανου έχει χρησιμοποιηθεί έντονο κόκκινο χρώμα, στοιχείο επίσης ασύνηθες. Το πλαίσιο τού φωτοστέφανου έχει αποδοθεί μέ λευκό χρώμα. Ή κατάσταση τής μικρογραφίας είναι καλή. Μικρές φθορές εντοπίζονται στά σημεία απόδοσης τών χεριών τού Ευαγγελιστή, καί τού δεξιού χεριού τού αγγέλου. Στο κάτω πλαίσιο (στο κέντρο) καί στο άνω πλαίσιο (δεξιά) της μικρογραφίας, εντοπίζονται σταξίματα άπό κερί. γ. Ή μικρογραφία καί ό κώδικας: Τό πορτραίτο τού Ματθαίου έχει φιλοτεχνηθεί σέ ανεξάρτητο φύλλο (φ. 12, διαστάσεων 277 Χ 190) τό όποιο έχει τοποθετηθεί μεταξύ δύο τετραδίων τού χειρογράφου (μεταξύ τών φφ. 11 καί 13). Ή χρο-
8. Βλ. σχετικά, G. Galavaris, The Illustrations of the Prefaces in Byzantine Gospels, Βιέννη 1979. σ· 36-37. Επίσης, R.S. Nelson. The Iconography of Preface and Miniature in the Byzantine Gospel Book, Νέα Υόρκη 1980, σ. 25-27. 9. Βλ. σχετικά, Galavaris, ό.π., σ. 39-40 καί Nelson, ό.π.. σ. 18-19. 10.Βλ. G. Galavaris, ό.π., σ. 42-43. 11• Βλ. R.S. Nelson, ό.π., σ. 112: Πίν. C, «Evangelist Symbols in the Palaeologan Period».
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΡΕΝΗΣ
νολόγηση της μικρογραφίας παρουσιάζεται έτσι εξαιρετικά δύσκολη, αν όχι αδύνατη. Σημαντικό ζήτημα πού έχει άμεση σύνδεση με την απόπειρα χρονικής τοποθέτησης τής μικρογραφίας είναι εάν αύτη προέρχεται άπο άλλο - παλαιότερο, σύγχρονο ή μεταγενέστερο χειρόγραφο - σε σχέση με το Εύαγγελιστάριο του 1451. Δυστυχώς, ό κώδικας δεν προσφέρει κάποια ένδειξη πού νά μάς διαφωτίζει σχετικά. Παραμένει ώς πιθανό ενδεχόμενο ή ένθεση τής μικρογραφίας νά συν δέεται μέ την διαδικασία συνένωσης σε ενιαίο σώμα τών διαφορετικών τμη μάτων τού χειρογράφου, πού το συναποτελούν σήμερα. Ή μικρογραφία παρουσιάζει αρκετά λαίκότροπα στοιχεία, τα όποϊα μπορούν νά εντοπισθούν κυρίως στην υποτυπώδη δομή, στην απόδοση τών μορφών και στην επιλογή τών χρωμάτων, στην οποία καταλήγει ό μικρογράφος. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν χρησιμοποιήθηκε ώς πρότυπο γιά την δη μιουργία αυτής τής μικρογραφίας κάποιο παλαιότερο πορτραίτο τού Ματ θαίου, το όποιο νά διέθετε μνημειακή εμφάνιση και κλασικό χαρακτήρα. Ακόμη όμως καί έάν κάτι τέτοιο συνέβη, ή αδεξιότητα πού εντοπίζεται σε αρκετά ση μεία τής μικρογραφίας και οι περιορισμένοι ορίζοντες τού μικρογράφου, πού ίσως αντλούσε άπο ενα τέτοιο πρότυπο, αφαίρεσαν τά στοιχεία πού προσδιόρι ζαν τεχνοτροπικά το πρότυπο του καί κατέστησαν μάλλον απαγορευτική την ταύτιση του. Ωστόσο, μπορούν κατά τήν άποψη μας νά ανιχνευθούν κάποια παράλληλα, όσον άφορα κυρίως στην δόμηση τής σύνθεσης. Έ ν α άπο τά βασικά κριτήρια γιά τήν ανίχνευση αυτών τών παραλλήλων θά πρέπει νά αποτελέσει και ό τρόπος πού ακολουθήθηκε γιά τήν ένταξη στο πορτραίτο τού συμβόλου του ευαγγελιστή Ματθαίου, δηλαδή τού αγγέλου. Σε αυτό το επίπεδο, το πορτραίτο παρουσιάζει αναλογίες ώς προς τήν σύνθεση μέ συγκεκριμένες μικρογραφίες άλλων χειρογράφων, πολλά άπο τα όποια έχουν ήδη μελετηθεί. Έτσι, αναλογίες μπορούν νά ανιχνευθούν μέ το πορτραίτο τού Ματθαίου πού υπάρχει στο φ. 17 ν. τού χφ. 548 τής Μονής Ιβήρων, πού χρονολογείται στά 1433. 12 Επίσης, παρόμοια δομή παρατηρείται καί στο αντίστοιχο πορτραίτο ευαγγελιστή, πού υπάρχει στο χφ. 61 τής Μονής Κουτλουμουσίου στο Άγιο Όρος. 1 3 έ ν α ακόμη χειρόγραφο, στά πορτραίτα
12. Για το συγκεκριμένο πορτραίτο του ευαγγελιστή Ματθαίου, βλ. I. Spatharakis, The Lefthanded Evangelist. A Contribution to Palaeologan Iconography, Λονδίνο 1988, σ. 70-71, eu. 25. Nelson, ο.π., a. 112. Βλ. καί Γ. Γαλάβαρης, Ιερά Μονή Ιβήρων. Εικονογραφημένα χειρόγραφα, Άγιον Όρος 2000, σ. 87, 90 και Είκ. 60, μέ μικρογραφία τού ευαγγελιστή Ιωάννη. 13. G. Galavaris, ό.π., είκ. 27.
70
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΑΡ. 2 0
ΤΗΣ ΖΩΣΙΜΑΙΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
ευαγγελιστών, τού οποίου παρατηρούνται αναλογίες με το πορτραίτο που εξετά ζουμε, είναι το χφ. Α 6 0 της Μονής Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Ό ρ ο υ ς . 1 4 Μεγαλύτερες όμως φαίνονται οι αναλογίες που παρουσιάζει το πορτραίτο που) εξετάζουμε, με α υ τ ά τού τετραευαγγελίου London, Add. 11.838, π ο υ χρονολογείται στα 1326, 1 5 άλλα και τ ο υ Tbilisi, MSS Institute of the Academy of Sciences, A 484. Στην περίπτωση αύτη, ό ίδιος ό Χριστός εμφανίζεται στο άνω δεξιό τμήμα τού πορτραίτου νά ευλογεί το συγγραφικό έργο τού ε υ α γ γ ε λιστή. 16 8. Στάχωση 1 7 Δερματόδετη στάχωση με τραχύ σκούρο καφέ χρώμα. Οί πινακίδες είναι ξύλινες, πάχους 12 χιλιοστών, με αύλακα («καναλάκι») στην ακμή τους. Οί πινακίδες έχουν ακριβώς το ίδιο μήκος καί πλάτος με τα φύλλα τού κώδικα, τυπικό στοιχείο τής στάχωσης βυζαντινού τ ύ π ο υ . Στην ακμή τής εμπρόσθιας πινακίδας διακρίνονται τ α σταθερά μέρη τών κλείστρων, ενώ τ ά κινούμενα μέρη έχουν εκπέσει. Σημαντική ιδιαιτερότητα τής στάχωσης αποτελεί το γεγονός ότι το δέρμα δεν επικολλήθηκε στίς πινακίδες με τήν συνήθη στο Βυζάντιο πρακτική (χρήση ζωικής ή φυτικής κόλλας). Το δέρμα είχε υγρανθεί καί τεντωθεί γύρω ά π ο τίς πινακίδες. Στο εσωτερικό, οί γωνίες του ράφτηκαν καί τά υπόλοιπα γυρίσματα στερεώθηκαν με σπάγκους πού συνδέονται μεταξύ τους χιαστί. Ή Ιδιαίτερη αυτή τεχνική αποδεικνύεται ανθεκτικότατη, καθώς ακόμη και σήμερα το δέρμα δεν έχει υποστεί μετακίνηση ή φθορά. Πιθανότατα έξ αρχής ή στάχωση δεν συνδυάστηκε με έσώφυλλα. Στην εμπρόσθια οψη (Είκ. 4) διακρίνονται οί οπές καί το παραλληλόγραμμο αποτύπωμα τής πλάκας - πιθανότατα μεταλλικής - πού κοσμούσε άλλοτε τον κώδικα. Το μεταλλικό στοιχείο στερεωνόταν με δύο καρφιά στην άνω
14. G. Galavaris, ο.π., είκ. 30. 15. Βλ. I. Spatharakis, Corpus of Dated Illuminated Greek Mnauscripts: to the Year 1453, Λέυντεν 1981, τόμ. I, a. 60 καί τόμ. II, είκ. 431. 16. Βλ. R.S. Nelson, ο.π., είκ. 66. 17. Για τήν στάχωση του κώδικα, πρβλ. τήν αναλυτική πραγμάτευση στο Ν. Τσιρώνη καί Μπ. Λέγγας, Ή Τεχνη της Βιβλιοδεσίας. Οί θησαυροι της πόλης τών Ιωαννίνων, Αθήνα 2003, σ. 17-18. Πρβλ. συνοπτικότερα. Μορφίς τον αρχαίου καί βυζαντινού βιβλίου. Βυζαντινή και μίταβυζαντινή βιβλιοδεσία, Έκθεση τής Ελληνικής Έταιρειας Βιβλιοδεσίας (Αρχαιολογικό Μουσειο Δράμας, 15 Σεπ.-17 '0κτ. 2003), [Αθήνα] 2003, χωρίς σελιδαρίθμηση (σ. 13). Για τα τεχνικά στοιχεία της βυζαντινής στάχωσης, βλ. γενικότερα Κ. Χουλης, «Ή Βυζαντινή βιβλιοδεσία. Ιστορία, τέχνη και τεχνική», Βιβλιοαμφιάστης 1 (1999) 13-51.
71
ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΡΕΝΗΣ
του πλευρά, και με ενα καρφί στην κάτω. Σήμερα διακρίνονται τα ϊχνη των αντίστοιχων σημείων προσήλωσης. Στην άνω δεξιά γωνία σώζεται γομφοειδής διάκοσμος, που αποτελείται άπο 4 κεφαλόκαρφα (οχι ακριβώς του ιδίου με γέθους). Όπως έχει εύστοχα προταθεί, ή απουσία ανάλογου διακόσμου - η ίχνών αυτού - στις υπόλοιπες γωνίες φανερώνει πιθανότατα οτι τά καρφιά τοποθετήθηκαν γιά πρακτικούς, και οχι διακοσμητικούς λόγους. 18 Τήν οπίσθια οψη της στάχωσης κοσμούν 4 γόμφοι κυκλικού σχήματος με ανάγλυφο διά στικτο σχέδιο καί εξογκωμένο στέλεχος στο κέντρο. Φθορά εντοπίζεται στον τοποθετημένο κάτω αριστερά γόμφο. Στο εσωτερικό τής εμπρόσθιας πινακίδας της στάχωσης, στο άνω μέρος έχει μεταγενέστερα σημειωθεί με μπλε μελάνι ό αριθμός 20 (αριθμός του χειρογράφου στην ταξινόμηση τής Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης). Επίσης, στο εσω τερικό της οπίσθιας πινακίδας τής στάχωσης, στο κάτω μέρος, έχει σημειωθεί δίς με μαύρο μελάνι ό αριθμός 12 (αριθμός του χειρογράφου σύμφωνα με πα λαιότερη ταξινόμηση). Ή κατάσταση τής στάχωσης είναι καλή. Ή στάχωση τού κώδικα μαρτυρεί έλλειψη μέσων, ένδεια, άλλα ταυτόχρονα καί συσσωρευμένη γνώση, καθώς καί δυνατότητα επινόησης εναλλακτικών λύσεων γιά τήν υπέρβαση αυτής τής ένδειας. 9. Σύνθεση - Τεύχη 1 x 8 = 4 (αποκοπή 4 φύλλων), 1 Χ 8 = 11, 1 Χ 1 = 12, 10 Χ 8 = 92, 1 x 10 = 101 (αποκοπή 1 φύλλου), 1 x 8 = 109. Στο (δυτικό) χαρτί τών φύλλων 102-109 εντοπίζεται ύδατόσημο, στο οποίο εικονίζεται άγκυρα. Ό συγκεκριμένος τύπος όμως δεν περιλαμβάνεται στο έργο τού Briquet.19 Άπο τον κώδικα έχει αποκοπεί στην αρχή του ενα ολόκληρο τετράδιο (8 φύλλα). Άπο το πρώτο υφιστάμενο τετράδιο έχουν αποκοπεί τέσσερα φύλλα, με απώλεια κειμένου. Άπο τά συνολικά 12 έκπεσόντα πρώτα φύλλα τού κώ δικα διακρίνονται μικρά μόνο τμήματα. Έχει εκπέσει 1 φύλλο μετά το φ. 9 (διακρίνεται μικρό μόνο τμήμα του), μέ απώλεια κειμένου. Μετά το προαναφερθέν έκπεσον φύλλο, έχουν άποκοπεί 2 φύλλα. Σέ όλο του το σώμα, το χειρόγραφο είναι κατάστικτο άπο σταξίματα άγιοκεριού, στοιχείο πού φανερώνει ευρεία λειτουργική χρήση τού κώδικα. Το 18. Βλ. Ν. Τσιρώνη - Μπ. Λέγγας, ό.π., σ. 18. 19. CM. Briquet, Les filigranes. Dictionnaire historique des marques du papier, Ι, Γενεύη 1907, σ. 36-44.
TI
ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΑΡ. 2 0
ΤΗΣ ΖΩΣΙΜΑΙΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
φαινόμενο εντοπίζεται σε μεγαλύτερη ακόμη ένταση ιδιαίτερα στά φφ. 9 6 101, οπού τα έωθινά. Εντοπίζεται εκτεταμένο σκίσιμο στην γραφόμενη επιφάνεια του φ. 37. Τα φφ. 102, 103 και 108, 109 έχουν αποκοπεί άπό τήν στάχωση. Στα φφ. 105 καί 107 έχει αποκοπεί ή κάτω ώα (χωρίς απώλεια κειμένου). Στά φφ. 108 καί 109 εντοπίζεται σκίσιμο (χαρακιά) στην κάτω ώα (εντονότερο στο φ. 108). Φθορές μελανιού: Έξίτηλο το κόκκινο μελάνι των τίτλων κατά σημεία (π.χ. 93ν, 94r). Λευκά έχουν παραμείνει το φ. 12Γ, το κάτω τμήμα τής αριστερής στήλης καί το άνω τμήμα τής δεξιάς στήλης στο φ. 34r, το κάτω τμήμα τής αριστερής στήλης στά φφ. 35r καί 36r, το κάτω τμήμα τής δεξιάς στήλης στο φ. 38r, καθώς καί ή αριστερή στήλη τού φ. 38ν. 10. Ιστορία του χειρογράφου Το μεγαλύτερο μέρος του χειρογράφου (φφ. 1-101) διαμορφώθηκε άπο τον Γεώργιο Άνδριτζώπουλο (Α) καί άλλους τρεις γραφείς (Β, Γ και Δ). Ό γραφέας Ε εργάστηκε αυτόνομα - άγνωστο πότε ακριβώς - και έγραψε το αντίστοιχο τμήμα Εύαγγελισταρίου, το όποιο συσταχώθηκε στον κώδικα. Το 1973 δημοσιεύεται ή πρώτη περιγραφή τού χειρογράφου άπο τον Λίνο Πολίτη. Κατά το διάστημα Όκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2002 ό κώδικας παρουσιάστηκε σε έκθεση τής Ελληνικής Εταιρείας Βιβλιοδεσίας στο Μεσολόγγι (Πολιτιστικό Κέντρο «Διέξοδος»). Κατά το διάστημα Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2003 συμπεριλήφθηκε σε έκθεση τής Ελληνικής Εταιρείας Βιβλιοδεσίας στά Ιωάννινα μέ τίτλο «Ή Τέχνη τής Βι βλιοδεσίας. Θησαυροί τής πόλης τών Ιωαννίνων» (Πνευματικό Κέντρο «Δήμου Ίωαννιτών). [Βλ. και έντυπο κατάλογο τής έκθεσης: Ν. Τσιρώνη - Μπ. Λέγγας, Ή Τέχνη της Βιβλιοδεσίας. Οί θησαυροι τής πόλης τών Ιωαννίνων, Ελληνική Εταιρεία Βιβλιοδεσίας καί Ζωσιμαία Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ιωαννίνων, Αθήνα, 2003]. Κατά το διάστημα Σεπτεμβρίου-Όκτωβρίου 2003 εντάχθηκε στην έκθεση « Οψεις του βιβλίου στην αρχαιότητα και το Βυζάντιο: Βυζαντινή και μεταβυ ζαντινή βιβλιοδεσία» τής Ελληνικής Εταιρείας Βιβλιοδεσίας στην Δράμα, στο πλαίσιο του ΣΤ' Διεθνούς Συμποσίου Ελληνικής Παλαιογραφίας (Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας).
73
Αθανάσιος Αγγ. Ευσταθίου
0 ΚΩΔΙΚΑΣ 1066 Τ Η Σ EBE (ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ι Ε Ρ Α ΜΟΝΗ ΔΟΥΣΙΚΟΥ) ΚΑΙ ΤΑ Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ι Κ Α Ε Ρ Ω Τ Η Μ Α Τ Α ΚΑΤΑ ΤΗΝ Υ Σ Τ Ε Ρ Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο 1
Σ
το άρθρο αυτό, π ο υ αφιερώνεται στον καθηγητή Δημήτριο Σο φιανό με α γ ά π η και σεβασμό, αναπτύσσεται το ζήτημα των Γραμματικών Ερωτημάτων, π ο υ έως σήμερα δεν έτυχαν συστηματικής μελέ της· συγκεκριμένα, τα Γραμματικά Ερωτήματα αποτελούν ιδιαίτερη μέθοδο ανάπτυξης γραμματικών πραγματειών, π ο υ συναντώνται σε ένα ευρύ χρονικό φάσμα, από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι το ύστερο Βυζάντιο ακόμη και μέχρι τον 19ο αιώνα· όμως, για την παρούσα μελέτη και για λόγους οικονο μίας το κύριο ενδιαφέρον συγκεντρώνουν οι γραμματικές αυτές πραγματείες του ύστερου Βυζαντίου. Μετά τη σύντομη αναφορά στην ιστορία της Ιεράς Μονής Δουσίκου καθώς και στην α π ό σ π α σ η πολλών χειρογράφων της και τη μεταφορά τους στην Εθνική Βιβλιοθήκη, παρουσιάζεται ο κώδικας 1066 της Εθνικής Βιβλιοθήκης (έως το 1882 στη συλλογή της Ιεράς Μονής Δουσίκου) ως δείγμα γραμματικής π ρ α γ μ α τ ε ί α ς συντεθειμένης με τη μορφή Γραμματικών Ερωτημάτων. Περιγράφεται λοιπόν γ ι α πρώτη φορά με λεπτομέρεια ο κώδι κας αυτός, ο οποίος δεν περιέχει στα 128 φύλλα του μόνο τη Γραμματική τον Διονυσίου του θρακός, ό π ω ς είχε αναφερθεί στον παλαιότερο κατάλογο των χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Ιωάννη Σακκελίωνα, αλλά π έ ρ α από το κείμενο του Διονυσίου ενσωματώνει πολλά ενδιαφέροντα γ ρ α μ μ α τ ι κ ά σχόλια που αναμένουν την ταύτιση και έκδοση τους. Τη μελέτη αυτή ολοκλη ρώνει παράρτημα με πίνακα αναλυτικών περιεχομένων (φύλλο προς φύλλο) του κώδικα 1066 της EBE, σε διπλωματική μεταγραφή (ΕΊκ. 7Ε και 8Ε στο έγχρωμο παράρτημα).
1. Το άρθρο αυτό οφείλει πολλά στη βοήθεια που με ιδιαίτερη διάθεση μου παρείχαν οι κκ. Αγαμέμνων Τσελίκας του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, που το Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου έχει τη χαρά και την τιμή να τον συγκαταλέγει στους διδάσκοντες του στο γνωστικό αντικείμενο της Παλαιογραφίας, και Σωκράτης Πουλής, πτυχιούχος του Τμήματος μας και νυν απόφοιτος του μεταπτυχιακού κύκλου «Κριτική και έκδοση των ιστορικών πηγών», ευδιάθετος και φέρελπις επιστήμων. Ειλικρινείς ευχαριστίες και ευχές και στους δυο.
75
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
Η στενή σχέση που ο καθηγητής Δημήτριος Σοφιανός έχει αναπτύξει με την Ιερά Μονή Δουσίκου, αφού προσφάτως δημοσίευσε σε συνεργασία με τον καθηγητή Φώτιο Δημητρακόπουλο ως προϊόν μακρόχρονης και επίπονης εργασίας τον κατάλογο των χειρογράφων της Μονής, κάνει, θέλω να πιστεύω, αυτή τη μελέτη πιο οικεία και είθε πιο ευάρεστη στον τιμώμενο. * * * Η συνήθης διαίρεση των σύγχρονων γραμματικών εγχειριδίων σε τρία μέρη, φθογγολογικό, τυπολογικό και ετυμολογικό, με ή χωρίς την ενσωμάτωση του συ ντακτικού, με τις περαιτέρω υποδιαιρέσεις τους και την παράθεση κανόνων που καλύπτουν τα ζητήματα αυτά, αποτελεί μια μορφή κατάταξης του γραμματικού υλικού που δεν συναντάται στην ύστερη αρχαιότητα,2 όταν η Γραμματική Τέχνη θεμελιώνεται, αλλά ούτε και στο Βυζάντιο, όταν το είδος αυτό αναπτύσσεται· κατά την περίοδο του Βυζαντίου, η Γραμματική τέχνη αποτελεί ένα είδος περι γραφικής παρουσίασης του γραμματικού υλικού εστιάζοντας κυρίως στη φωνο λογία και τη μορφολογία, και κατά συνέπεια κανόνες που αφορούν σε επιμέρους ζητήματα γραμματικής θεωρίας ή ακόμη γραμματικές πραγματείες περιορισμέ νων θεματικών συγγράφονται και διαδίδονται ευρύτατα. Επιπλέον, ενδιαφέρον παρουσιάζει η συστηματοποίηση των κλίσεων των ουσιαστικών που, ενώ η εργασία του Θεοδοσίου του Αλεξανδρινού, η οποία επηρέασε για μία μεγάλη περίοδο τη συγγραφή γραμματικών εγχειριδίων, εμφάνιζε 56 κλίσεις (35 αρσε νικών, 12 θηλυκών και 9 ουδετέρων), αργότερα - ίσως μετά τον 12ο-13ο αιώνα οι κλίσεις αρχίζουν και συστηματοποιούνται σε 10 ή και σε 3. 3 Παράλληλα εξε λίξεις παρουσιάζονται και όσον αφορά στη μέθοδο έκθεσης του γραμματειακού υλικού· έτσι, μικρές έμμετρες πραγματείες γραμματικού περιεχομένου καθώς και γραμματικά εγχειρίδια που συντάσσονται σε διαλογική μορφή με τη μέθοδο της ερωταπόκρισης διαμορφώνουν ένα είδος εναλλακτικής γραμματικής ύλης, που μέσω του έμμετρου λόγου ή των ερωταποκρίσεων διευκολύνουν τη διαδικασία εκμάθησης του άλλως τυποποιημένου γραμματικού υλικού, και φαίνεται να προ ορίζονται για σχολική ή εν γένει εκπαιδευτική χρήση.4
2. Για τα Γραμματικά Ερωτήματα κατά την ύστερη αρχαιότητα βλ. προσεχή δημοσίευση μου με τίτλο Αθαν. Αγγ. Ευσταθίου, Τα Γραμματικά Ερωτήματα κατά την ύστερη αρχαιότητα. 3. Είναι ενδιαφέρον ότι στη Γραμματική της Ελληνικής γλώσσης του Roger Bacon (13ος αι.) μπορεί να ανιχνεύσει κανείς, π α ρ ά τα προβλήματα της χειρόγραφης παράδοσης, την προσπά θεια του συγγραφέα να συστηματοποιήσει το κλιτικό σύστημα των ουσιαστικών σε 3 κλίσεις· πρβλ. Α. Pertusi, «Erotemata. Per la storia e le fonti delle prime grammatiche greche a stampa», Italia medioevale e umanistica 5 (1962) 321-351 και συγκεκριμένα 341-342. 4. Πέρα από τα κατ' ερωταπόκριση γραμματικά κείμενα, συναντάμε στο Βυζάντιο και παρό-
76
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
Κατά καιρούς έχουν εκφραστεί από τους μελετητές απόψεις για την όψιμη χρονική τοποθέτηση των γραμματικών ερωτημάτων κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο-5 όμως, η ανακάλυψη, στις αρχές του 20ού αιώνα, παπυρικών κειμέ νων με περιεχόμενο γραμματικές πραγματείες ή άλλα σχολικά βοηθήματα γραμματικής, που χρησιμοποιούν ως μέθοδο παρουσίασης της ύλης τους τις ερωτοαποκρίσεις, ανάγουν χρονικά στην ύστερη αρχαιότητα τη συγγραφή γραμματικών εγχειριδίων με ερωτοαποκριτική μορφή. Παρ' όλα αυτά, πριν από την ολοκλήρωση της έρευνας των παπύρων που διασώζουν αποσπάσματα γραμματικών πραγματειών ή σχολικές γραμματικές ασκήσεις δεν είναι δυνα τόν να έχουμε πλήρη εικόνα της εμφάνισης των γραμματικών ερωτημάτων κατά την περίοδο αυτή και τη χρήση τους στην εκπαίδευση. Η βυζαντινή είναι η κατεξοχήν περίοδος κατά την οποία τα σωζόμενα χει ρόγραφα δείχνουν ότι αναπτύσσονται οι ερωτοαποκρίσεις σε γραμματικά αλλά και σε άλλα κείμενα, θεολογικού κυρίως περιεχομένου. 6 Έτσι, το αρχαιότερο μοιας φύσης κείμενα γραμματικού περιεχομένου, έμμετρα ή ακόμη και κατασκευασμένες επί τούτω ιστορίες- με όλα αυτά τα κείμενα, που βέβαια αποτελούν επινοήσεις εκπαιδευτικού χαρακτήρα και εντάσσονται άμεσα ή έμμεσα στη σχεδογραφία, γινόταν προσπάθεια να διδα χθεί και να απομνημονευθεί η Γραμματική όσο το δυνατόν πιο εύκολα. Αναφέρονται ως τέτοια κείμενα τα ακόλουθα από τον Η. Hunger. Die hochsprachliche profane Literature der Byzantiner, τ. 2, Μόναχο 1978· ελληνική μετάφραση Η. Hunger. Βυζαντινή Λογοτεχνία. Η Λόγια κοσμική γραμμα τέα των Βυζαντινών, τ. 2, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992 (παραπομπή στον Β' τόμο της ελληνικής μετά φρασης του έργου από εδώ κ.ε. ως Hunger 2. αρ. σελ.): α) οι δυο ωδές του Νικήτα του Ηρακλεώτη που περιλαμβάνουν ορθογραφικούς κανόνες που αφορούν στον ιωτακισμό, παρουσια σμένες με τη μορφή εκκλησιαστικού ύμνου (κανόνα)- πρβλ Hunger 2, σ. 390, β) τα διάφορα έμμετρα μνημονικά παραγγέλματα περί ορθογραφίας (βλ., κατά την αναφορά Hunger 2, σ. 399, υποσημ. 27, την έκδοση από Α. Ludwich, Anekdota zur griechischen Orthographie, Vorlesung sverzeichnis der Univ. Königsberg 1905-1912, τόμ. 1, σ. 6 καθώς και G. Schirό, «La schedografia a Bisanzio nei sec. XI-XII e la Scuola dei SS. XL Martiri», BollGrott 3 (1949) 11-29, και συγκεκριμένα 23 κ.ε., 28, γ) την ορθογραφική μελέτη του Μάξιμου Πλανούδη περί ιωτακισμού δοσμένη με τη μορφή μικρής κατασκευασμένης ιστορίας που εμπεριέχει πολυάριθμες ομόηχες και ταυτόηχες λέξεις- πρβλ. Hunger 2, σ. 391, που παραπέμπει στον Μ. Treu, «Antistoichien», BZ 5 (1896) 337 κ.ε.· δ) ερωτοαποκρίσεις εντοπίζονται και σε ποιήματα της Παλα τινής Ανθολογίας, για παράδειγμα βλ. ποίημα του ελάσσονος ποιητή Κομητά, που υπήρξε και μελετητής του Ομήρου (περί το 900 μ.Χ.), (βλ. Παλατινή Ανθολογία, 9.586)· και ε) οι πολιτικοί στίχοι εξάλλου θεωρήθηκαν ως αποτελεσματικό μέσο διδασκαλίας της γραμματικής κατά το Βυζάντιο ειδικώς στη σχεδογραφία, κάτι που συναντάται επίσης και στη Δύση σε παρόμοια κείμενα- πρβλ. R.H. Robins, The Byzantine Grammarians, Their Place in History, Mouton De Gruyter, Βερολίνο - Νέα Υόρκη, 1993, σ. 12-15· βλ. επίσης σχετικά V. Law, «The Mnemonic Structure of Ancient Grammatical Doctrine», σ. 37-52 στον συλλογικό τόμο Ρ. Swiggers - Α. Wouters (εκδ.), Ancient Grammar: Content and Context, Λουβαίν - Παρίσι, 1996. 5 · Βλ., για παράδειγμα, Κ. Krumbacher, Geschichte der byzantinischen Literatur, σ. 581 (ελληνική μετάφρ.: σ. 347)· Α. Pertusi, ό.π., συγκεκριμένα σ. 330. • Πρβλ. Ed. Norden, «Die Komposition und Literaturgattung der horazischen Epistula ad
77
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΓΣΤΑθΙΟΤ
βυζαντινό δείγμα γραμματικής αυτού του είδους συναντάται στον κώδικα Cryptensis Ζ a II γραμμένο το 1124 μ.Χ., αλλά υπάρχουν και άλλοι κώδικες του 12ου και 13ου αιώνα που συνεχίζουν την έκθεση γραμματικοσυντακτικών θεμάτων με τη μέθοδο ερωτήσεων και απαντήσεων. 7 Σύμφωνα με τη μελέτη του Pertusi τα μεσαιωνικά χειρόγραφα που συντάσσονται με την κατ' ερωταπόκριση μέθοδο είναι τα ακόλουθα: 8 1) Cryptensis Ζ α II, φφ. 1-222, γραμμένος το 1124. 2) Vallic. Gr. F 84, a. 1158, φφ. 142-153ν (απόσπασμα) 3) Cryptensis Ζ a iv, 12ος αι. φφ. 1-77 (ακέφαλος) 4) Cryptensis Ζ a I, 13ος αι. φφ. 1-113 (ακέφαλος) 5) Guelferb. Gud. Gr. 112, 13ος αι. 9 6) Ven. Marc gr. x 41, 14ος αι. 7) Ven. Marc gr. x 6, 14ος-15ος αι. και Ven. Marc gr. x 29, 15ος αι. 8) Τα Scholia Marciana που περιέχονται στον Ven. Marc. 489, 14ου αι.10 Επιπροσθέτως, σε μία δεύτερη ομάδα κειμένων μπορεί να καταταχθούν γνωστά έργα που ανήκουν στον κλάδο της βυζαντινής φιλολογίας, τα οποία έχουν επίσης παρουσιασθεί με τη μέθοδο της ερωταπόκρισης. Έτσι, ως κεί μενα γραμματικού περιεχομένου που διατάσσονται κατά τη μέθοδο της ερωταπόκρισης είναι δυνατόν να αναφερθούν και τα εξής: i) To Συντακτικό του Γρηγορίου του Κορίνθιου (12ος αι.) 11
Pisones», Hermes 40 (1905) 481-528, ειδικώς σ. 517, υποσημ. 2, όπου συγκεκριμένα αναφέρει τα εξής: «Die Geschichte dieser Form [...] die auch in der Christlichen Litteratur sehr beliebt war, bedarf noch einer Untersuchung», δηλαδή «η ιστορία αυτού του είδους που υπήρξε πολύ αγαπητό στη χριστιανική λογοτεχνία απαιτεί περαιτέρω έρευνα». 7. Βλ. Α. Pertusi, ό.π. και συγκεκριμένα σ. 331. 8. Πρβλ. Α Pertusi, ό.π. 9. Πρβλ. Κ. Krumbacher, ό.π., σ. 581 (ελλην. έκδ. σ. 347) και Hilgard, ό.π., ο. xx-xxxvii. 10. Πρβλ. Hilgard, GG Ι 3 XXVIII κ.ε.- για τα Scholia Marciana, βλ. Hilgard, GG I 3 XXXII, 516· XLVI, 39-XLVIII, 30. 11. Πρόκειται για τον Γρηγόριο Μητροπολίτη Κορίνθου (Πάρδο), γνωστό επίσης και ως Γεώργιο, με το όνομα που είχε ως λαίκός, ο οποίος έδρασε κατά το πρώτο ήμισυ του 12ου αιώνα. Πρβλ ακόμη Hunger, 2.381 και σημ. 25, 26, 27, όπου παρατίθεται χωρίο του κειμένου (στ. 517): «Πώς οδν τούτον [δηλ. τον βαρβαρισμον] έκφύγης παρεδόθησαν σοι οι κανόνες έν τοις έρωτήμασι και έν τη κλίσει αυτών». Βλ επίσης, την έκδοση του Συντακτικού του Γεωργίου Κορίνθιου από τον D. Donnet, Le traité «Peri syntaxeos logou» de Grégoire de Corinthe, Βρυξέλλες 1967.
78
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
ii) Μια πραγματεία σε στίχους αποδιδόμενη στον Θεόδωρο Πρόδρομο (13ος-14ος αι.) iii) To έργο του Μανουήλ Μοσχοπούλου Ερωτήματα (περίπου 1265-1316) iv) To έργο του Νείλου Διασωρινού Ερωτήματα (δεύτερο ήμισυ του 14ου αι.) ν) Το έργο του Μανουήλ Καλέκα Ερωτήματα ( ; -1410) vi) Η Γραμματική του Γεωργίου Σχολάριου ( ; -1468) vii) Τα Ερωτήματα του Κωνσταντίνου Λασκάρεως (έκδοση στο Μιλάνο το 1476)12 viii) Ta Ερωτήματα του Μανουήλ Χρυσολωρά Όλα τα παραπάνω κείμενα (1-8 και i—viii) που είτε αποδίδονται σε κά ποιους βυζαντινούς λογίους είτε είναι αταύτιστα αποτελούν σταθμούς στη συστηματοποίηση της γραμματικής ύλης και προσφέρουν το καθένα μικρό τερες ή μεγαλύτερες καινοτομίες ως προς τη διαμόρφωση των κλίσεων, ιδι αιτέρως των ουσιαστικών. Παράλληλα, διακρίνουμε σχέσεις με βάση αυτήν την κατάταξη και στα επώνυμα κείμενα μεταξύ τους αλλά και μεταξύ των επώνυμων κειμένων με τα αταύτιστα χειρόγραφα που περιέχουν γραμματικές πραγματείες κατά την ερωταποκριτική μέθοδο. 13 Ωστόσο, ιδιαίτερης μνείας χρήζει ένα αδιαμφισβήτητα σημαντικό έργο που βασίζεται στην κατ' ερωταπόκριση μέθοδο, τα Ερωτήματα του Μανουήλ Χρυ σολωρά, που φαίνεται ότι το συγγράφει ο ίδιος κατά το αρχικό διάστημα της παραμονής του στη Φλωρεντία (2 Φεβρουαρίου 1397-1400).14 Η πρώτη επαφή των Ιταλών λογίων με την αρχαιοελληνική γραμματεία μέσω κάποιων όχι ιδιαίτερα επιτυχημένων λατινικών μεταφράσεων ελληνικών έργων δημι ούργησε την ανάγκη μιας πιο γνήσιας και ουσιαστικής γνώσης των κειμένων των αρχαίων Ελλήνων και κατά συνέπεια μιας συστηματικότερης διδασκαλίας της γλώσσας τους εκ μέρους των Ελλήνων λογίων της διασποράς. Η διδασκα λία της αρχαίας ελληνικής κατά τον 14ο αιώνα απευθυνόταν σε ένα κοινό 12. Βλ. Α. Pertusi, ο'.π., σ. 326, υποσημ. 3, όπου παρατίθενται βιβλιογραφικές αναφορές για την έκδοση του εν λόγω βιβλίου. Ως προς τις σχέσεις των διαφόρων ερωτοαποκριτικών πραγματειών μεταξύ τους, επω νύμων ή αταύτιστων, βλ. Α. Pertusi, ο'.π., σ. 328 κ.ε. 4. Για την παραμονή του Χρυσολωρά στη Φλωρεντία και τη διδασκαλία του εκεί βλ. N.G. Wilson, From Byzantium to Italy (παραπομπή στην ελλην. έκδοση: Από το Βυζάντιο στην Αναγίννηση, σ. 28, Λιβάνης, Αθήνα 1994)· βλ. επίσης Ian Thomson, «Chrysoloras and the early italian renaissance», GRBS 7 (1966) 63-82, ειδικώς 64.
79
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ.
ΕΥΣΤΑΘΙΟΪ
στη δύση το οποίο είχε μεγάλο ενδιαφέρον αλλά και παντελή έλλειψη γνώ σης του συγκεκριμένου αντικειμένου. 15 Έτσι, το σύστημα διδασκαλίας που εφάρμοσε ο Χρυσολωράς καθιστούσε απαραίτητη τη συγγραφή ενός πλήρους εγχειριδίου γραμματικής που να είναι ταυτοχρόνως και εύχρηστο διδακτικό εργαλείο. Κατά συνέπεια, ως ιδανική επιλογή μοιάζει για τον Χρυσολωρά η συγγραφή της Γραμματικής του με ερωταποκριτική μορφή, μίας μεθόδου που είχε εφαρμοστεί και κατά το παρελθόν, όπως τα βυζαντινά χειρόγραφα και οι βυζαντινές πραγματείες αυτού του είδους αποδεικνύουν. Επιπλέον, η διδακτική εμπειρία του Χρυσολωρά τον παρέπεμπε επίσης σε εγχειρίδια διδασκαλίας της λατινικής, όπου πρώτον η Γραμματική του Alessandro di Villedieu (περίπου 1170-μέσα του 13ου αι.), γνωστή ως Doctrinale,,16 δέσποζε ως εγχειρίδιο διδασκαλίας της λατινικής στη Δύση, ενώ η μεσαιωνική σύνο ψη της Γραμματικής του Donatus, 17 η επονομαζόμενη Ianua, και ιδιαιτέρως διαδεδομένη υπήρξε για τη διδασκαλία της λατινικής στο Βυζάντιο και την ερωτοαποκριτική μέθοδο κατάταξης του γραμματικού υλικού χρησιμοποιού σε. Φαίνεται όμως ότι από τα δύο αυτά κείμενα η Ianua συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες να αποτελεί το πρότυπο για τη συγγραφή των Ερωτημάτων του Χρυσολωρά, αφού προφανώς χρησιμοποιείται στο Βυζάντιο από το 1305 μ.Χ. και εξής, όταν μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Μάξιμο Πλανούδη.18 Εξάλλου, στη Δύση την εποχή αυτή συναντούμε παράλληλες προσπάθειες διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής με τη βοήθεια εγχειριδίων γραμματικής, τα οποία πιθανόν αρύονται το υλικό τους από τους αρχαίους γραμματικούς· συγκεκριμένα, η Γραμματική της αρχαίας ελληνικής του Roger Bacon (1214-1294 μ.Χ.) στην Αγγλία είναι πιθανό να χρησιμοποιεί ως πρότυ πα της τον Πρισκιανό και τον Θεοδόσιο ή κάποιο βυζαντινό εγχειρίδιο, που ακολουθεί μια παράδοση γραμματικών που εκπορεύεται από τον ίδιο τον Διονύσιο τον Θράκα. 19
15. Πρβλ. G. Cammelli, Μανουήλ Χρυσολωράς, Βιβλιοπωλείον της Εστίας - Κότινος, Αθήνα σ. 83. 16. Για το έργο Docrinale του Alessandro di Villedieu βλ. το δυσεύρετο έργο του D. Reichling, Das Doctrinale des Alexander de Vtlladei, Βερολίνο 1893, το οποίο δεν κατόρθωσα μέχρι στιγμής να δω. 17. Η αρχική έκδοση της Γραμματικής του Donatus (Ars Minor) χρονολογείται κατά τον ίο αιώνα μ.Χ. 18. Πρβλ. Α. Pertusi, ό.π., σ. 348, υποσημ. 3, όπου παραπέμπει σχετικά με τη μετάφραση την επονομαζόμενη ως Ianua- εντέλει, Ianua και Doctrinale είναι πιθανό να προέρχονται από έναν κοινό πρόγονο, που μάλλον δεν είναι άλλος από τη Γραμματική Ars minor του Donatus. 19. Για τη Γραμματική του Roger Bacon βλ. την έκδοση από Rev. Edmond Nolan και S.A. Hirsch, The Greek Grammar of Roger Bacon, and a fragment of his Hebrew Grammar, Cambridge
80
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
Το βιβλίο του Χρυσολωρά υπακούει σε μία διάταξη συστηματική και δεν προδίδει έκδηλα τον διδακτικό του χαρακτήρα- θα ήταν π ι ο εύστοχο να πούμε ότι κατά την ερωτοαποκριτική κατάταξη του υλικού επιλέχθηκαν τέτοιες ερωτήσεις που θα βοηθούσαν τον αναγνώστη να προσεγγίσει ένα βιβλίο ανα φοράς, χωρίς να απλουστεύεται κατά τα άλλα η διδασκαλία. Επιπροσθέτως, η άσκηση των φοιτητών δεν γινόταν με τη βοήθεια μακροσκελών κειμένων π ο υ περιείχαν τα σχετικά φαινόμενα, αλλά με παράθεση σύντομων προτάσεων ή φράσεων. 20 Όσον αφορά στην κατάταξη του υλικού είναι άκρως ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι ο Χρυσολωράς ό π ω ς και ο Χαλκοκονδύλης και ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις και άλλοι γραμματικοί της εποχής υιοθετούν για τ α ουσιαστικά 10 κλίσεις και όχι 56, κατά τον Θεοδόσιο, ούτε 3, κατά τον Roger Bacon. Μα η σημαντικότερη από τις καινοτομίες του Χρυσολωρά είναι ότι η συστηματοποίηση των ουσιαστικών σε 10 κλίσεις δεν βασιζόταν στην κατάληξη της ονομαστικής όπως συνέβαινε στα προηγούμενα γ ρ α μ μ α τ ι κ ά εγχειρίδια αλλά στην κατάλη ξη -της γενικής. Σχετικά με τις κλίσεις των ρημάτων ο Χρυσολωράς φαίνεται ότι υπακούει απόλυτα στο μοντέλο του Διονυσίου του Θρακός, αφού διατηρεί τις 6 συζυγίες των βαρυτόνων, τις 3 των συνηρημενων και τις 4 συζυγίες των εις -μι ρημάτων. 21 Το βιβλίο αυτό του Χρυσολωρά έγινε αποδεκτό, αντιγράφηκε πολλές φορές, 22 μεταφράστηκε στα λατινικά και πιθανότατα τυπώθηκε το 1471 στη Βενετία από τον Adam von Ambergau σε μια όμως συντετμημένη έκδοση που βασίστηκε στην ελληνολατινική αναθεωρημένη έκδοση του Guarino, η οποία δίδει έμφαση κυρίως στο λατινικό κείμενο· 2 3 η π ρ ω τ ό τ υ π η ελληνική έκδοση του έργου αυτού επιχειρείται επιτυχώς το 1496 στη Φλωρεντία. 2 4 Un. Press, Καίμπριτζ 1902 καθώς και βιβλιοκρισία από L.D. Barnett, «Roger Bacon's Greek and Hebrew Grammars», The Jewish Quarterly Review 15 (1903) 334-336 και ειδικώς 335 για τα αρχαία και βυζαντινά πρότυπα του έργου του Roger Bacon· πρβλ. επίσης J.L. Heiberg, «Die griechische Grammatik Roger Bacons», BZ 9 (1900) 479-491. 20. Πρβλ. N.G. Wilson, ό.π., σ. 29. 21. Πρβλ. A. Pertusi, ό.π., σ. 345. 22. Αναφέρεται ότι ο Uberto Decembrio αντέγραψε το βιβλίο του Χρυσολωρά και για το γιο του Pier Candido επιθυμώντας να το χρησιμοποιήσει για την εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας· φαίνεται επίσης πως και ο Guarino καθώς και ο Φίλελφος διδάχθηκαν από αυτό το βιβλίο τα βασικά περί της γραμματικής της αρχαίας ελληνικής· η ίδια γραμματική χρησι μοποιήθηκε από τον Έρασμο και τον Reuchlin κατά τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής· τέλος για περισσότερα βλ. G. Cammelli, ο.π., σ. 83, και υποσημ. 13, 14 και 17. 23. Βλ. φωτογραφία στο άρθρο του Pertusi μετά τη σ. 324. 24. Πρβλ. Hunger, 2, σ. 386· αντίθετα αναφέρεται από τον Ian Thomson (ό.π., σ. 74) ότι η πρώτη εκτύπωση έγινε το 1484 στη Βενετία. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα χφφ αρ. 59 (15ου
81
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΤ
Διακρίνουμε λοιπόν μία ευρεία διάδοση των γραμματικών πραγματειών που συγγράφονται με την κατ' ερωταπόκριση μέθοδο ιδιαιτέρως κατά τον 14ο και κυρίως τον 15ο και 16ο αιώνα. Είναι δυνατόν να υποθέσει κανείς ότι αυτή την εποχή η υιοθέτηση της εν λόγω μεθόδου κατάταξης του γραμματι κού υλικού από γνωστούς Έλληνες λογίους, όπως ο Μανουήλ Χρυσολωράς, δημιούργησε μια τάση στους φιλολογικούς κύκλους, τουλάχιστον για λόγους πιο αποτελεσματικής διδασκαλίας, να συγγράφονται γραμματικά εγχειρίδια με ερωταποκριτική μορφή, έστω και παράλληλα με τη συγγραφή άλλων γραμ ματικών εγχειριδίων που συγγράφονταν με την κλασική μέθοδο. Η Ιερά Μονή Δουσίκου και η Βιβλιοθήκη της Η Ιερά Μονή του Σωτήρος των Μεγάλων Πυλών η οποία σήμερα κοινώς ονομά ζεται Δουσίκου ή του Αγίου Βησσαρίωνος ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Η ύπαρξη της κατά τα τέλη του 14ου αιώνα τεκμαίρεται από το πατριαρχικό σιγγίλιο του οικουμενικού Πατριάρχη Αντωνίου Δ' (Μάρτιος 1393), το οποίο κατοχυρώνει την κτηματική περιουσία και τα δίκαια της μονής.25 Η μονή βρί σκεται στο όρος Κόζιακας, στα Ν.Δ. της περιφερείας των Τρικάλων, επάνω από το γνωστό χωριό της Πύλης των Τρικάλων. Κατά τα τέλη του 14ου αιώνα η μονή του Δουσίκου ενσωματώνει ως μετόχι της τη μεγαλόπρεπη Μονή της Θεοτόκου των Μεγάλων Πυλών ή της Ακαταμάχητου, την ευρέως γνωστή ως Πόρτα Παναγιά, λαμπρό μοναστήρι ιδρυθέν το 1283 από το σεβαστοκράτορα Ιωάννη Α' Άγγελο Κομνηνό Δούκα, ο οποίος ήταν νόθος γιος του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β' Δούκα που είχε περιέλθει σε παρακμή. 26 Έτσι, μαζί με την πνευματική σύνδεση των δύο μονών έχουμε κατά πάσα πιθανότητα και τη
αι.), αρ. 60 (16ου αι.) της συλλογής Γενναδίου, που φυλάσσονται σήμερα στη Γεννάδιο Βι βλιοθήκη της Αθήνας και περιέχουν τα Γραμματικά Ερωτήματα του Χρυσολωρά· για μια περιγραφή των χφφ αυτών βλ. Ελληνικής Παλαιογραφικής Εταιρείας, Ταξίδι στον κόσμο των χορογράφων. Κατάλογος Έκθεσης Χειρογράφων Γενναδίου Βιβλιοθήκης, Αθήνα 2004, σ. 59-60, καθώς και την εικόνα αρ. 21 α π ό το φ. 1 του χφ. 59. 25. Για το πατριαρχικό αυτό σιγίλιο, που το πρωτότυπο του σώζεται σε περγαμηνή στο εν λόγω μοναστήρι, βλ. περαιτέρω Φ.Α. Δημητρακόπουλου, «Το σιγγίλιο του Πατριάρχου Αντω νίου Δ' (1393) για τη Μονή του Σωτήρος των Μεγάλων Πυλών: Συμβολή στη διπλωματική και στα τοπωνυμικά της Δυτ. Θεσσαλίας», Δίπτυχα 2 (1980-1981) 106-108, στ. 6-7, 38-39, 48-49. 26. Πρβλ. Δ. Σοφιανού - Φ. Δημητρακόπουλου, Τα χειρόγραφα της μονής Δουσίκου-Αγ. Βησσαρίω νος, σ. ιθ'-κ' και για σχετική με τη μονή της Θεοτόκου των Μεγάλων Πυλών (Πόρτας Παναγιάς) βιβλιογραφία βλ. σ. κ', υποσημ. 2.
82
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
συνένωση των βιβλιοθηκών τους· είναι λογικό χειρόγραφα της μονής της Πόρτας Παναγιάς να είχαν μεταφερθεί και διατηρηθεί στο μοναστήρι του Δουσίκου. Πρόβλημα ωστόσο υπάρχει για τη διατήρηση των χειρογράφων της μονής Δουσίκου κατά τον 15ο αιώνα, αφού μαρτυρείται από την τρίτη διαθήκη του αγίου Βησσαρίωνος Β' ότι και το ίδιο το μοναστήρι του Δουσίκου είχε παρακ μάσει κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους και ιδιαιτέρως τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν η μονή «συνερήμωτο αύτοϊς και μονα(χών) καί κτημάτ(ων)» και ότι ανοικοδομήθηκε εκ θεμελίων στην ίδια θέση και ανακαινίσθηκε από τον ίδιο το Μητροπολίτη Λαρίσης (1527-1540) άγιο Βησ σαρίωνα Β' 2 7 κατά την περίοδο δηλαδή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1520-1566), οπότε και αναφέρεται μια γενικευμένη επανίδρυση μονών στον ελλαδικό χώρο.28 Νεότερες έρευνες βέβαια ανατρέπουν κάπως τα δεδομένα, αφού ο καθηγητής Ιωάννης Αλεξανδρόπουλος αποδεικνύει στηριζόμενος στα οθωμανικά τουρκικά έγγραφα της μονής Δουσίκου ότι η μονή λειτουργούσε ίσως και το 1480 έως τα έτη 1527-1534/5. 29 Εικάζουμε λοιπόν, παρά τη ζοφερή περιγραφή που προέρχεται από την τρίτη διαθήκη του αγ. Βησσαρίωνα Β', ότι βεβαίως το μοναστήρι είχε περιέλ θει σε μαρασμό κατά τον 15ο αιώνα, αλλά όχι σε τελεία ερήμωση· είναι πιθα νό εντέλει η μονή να λειτουργούσε με υποτυπώδη τρόπο με έναν-δύο μοναχούς, όπως εξάλλου συνέβαινε και στο Αγιο Όρος, κατά τη μετά τον Δεύτερο Παγ κόσμιο πόλεμο περίοδο έως και τη δεκαετία του 1970, οπότε παρατηρείται βαθμιαία άνθηση του μοναχισμού ή επίσης όπως συμβαίνει ακόμη και σήμερα σε κάποια ελλαδικά μοναστήρια που συντηρούνται από ολιγομελείς συνοδείες μοναχών.30 Τον Αύγουστο του 1882 κατόπιν εντολής του υπουργού των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Κ. Λομβαρδού οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικηφ. Καλογεράς και Σπ. Φιντικλής ανέλαβαν και διεκπεραίωσαν αποστολή μεταφοράς των χειρογράφων που φυλάσσονταν σε μοναστήρια κυρίως της Θεσσαλίας, ιδιαιτέρως των Μετεώρων και του Δουσίκου, στην 27. Δ. Σοφιανός, « 0 άγιος Βησσαρίων μητροπολίτης Λαρίσης (1527-1540) και κτίτορας της Μονής Δουσίκου. Ανέκδοτα αγιολογικά και άλλα κείμενα», Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 4 (1992) 177-282, ειδ. 217-231 τα σχετικά με την τρίτη διαθήκη του αγίου. 28. Βλ. Ι. Αλεξανδρόπουλου, «Τα οθωμανικά τουρκικά έγγραφα της ιεράς μονής Δουσίκου: η μονή ως τα μέσα του 16ου αιώνα. Πρόδρομη ανακοίνωση», Τρικαλινά 14 (1994) 101-20 και ειδικότερα 102. 29. Πρβλ. Ι. Αλεξανδρόπουλου, ο'.π., σ. 106-107. 30. Η ίδια άποψη εκφράζεται και από τους Δ. Σοφιανό και Φ. Δημητρακόπουλο, ό.π., σ. κβ'-
83
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΤ
Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. Η αποστολή ειδικώς στα Μετέωρα συνάντησε την αντίσταση των μοναχών και του απλού λαού, αλλά παρά ταύτα μεταφέρθη καν στην Αθήνα περί τα 700 χειρόγραφα και αρκετά παλαιότυπα βιβλία. Από τη μονή Αγ. Βησσαρίωνος Δουσίκου υπολογίζεται ότι αποσπάσθηκαν περίπου 532 χειρόγραφα και 65 παλαιότυπα βιβλία τα οποία δέκα χρόνια αργότερα, το 1892, συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των χειρογράφων της EBE που συντά χθηκε από τον Ιωάν. Σακκελίωνα. 31 Το σύνολο των χειρογράφων της μονής Δουσίκου περιγράφονται με λεπτο μέρεια και ακρίβεια στον προσφάτως δημοσιευθέντα περιγραφικό κατάλογο που εκπονήθηκε από τους καθηγητές Δημήτριο Σοφιανό και Φώτιο Δημητρα κόπουλο. 32 Γενική περιγραφή του κώδικα 1066 της EBE Ένας από τους χειρόγραφους κώδικες της μονής Δουσίκου που βρίσκεται σήμερα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος είναι ο κώδικας με αριθμό 1066 (EBE), ο οποίος κατά το περιγραφικό σημείωμα του Ιωάν. Σακκελίωνα χρο νολογείται κατά τον 15ο αιώνα γραμμένος σε βαμβίκινο χαρτί, συναποτελείται από 128 φύλλα και επιγράφεται: «Διονυσίου του Θρακός Γραμματική, ής προηγείται έν έπιτόμω ό βίος αύτου». 3 3 Ευλόγως οι Δημ. Σοφιανός και Φωτ. Δημητρακόπουλος στηριζόμενοι στην περιγραφή του Σακκελίωνα δίδουν ως περιεχόμενο του χειρογράφου τη Γραμματική του Διονυσίου του θρακός.34 Από την πρώτη κιόλας ματιά, όταν κανείς δει τον κώδικα και παράλληλα τον συγκρίνει με μια από τις κριτικές εκδόσεις του πολύ συνοπτικού κειμέ νου της Γραμματικής του Διονυσίου του Θρακος, θα αντιληφθεί αμέσως ότι ο αρκετά εκτενής αυτός κώδικας δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνει μόνο το κείμενο αυτό. Ας σημειωθεί ότι η Γραμματική Τέχνη στην έκδοση του Bekker καταλαμβάνει περίπου δεκαπέντε σελίδες. Το δεύτερο στοιχείο που φαίνεται να διαφεύγει της προσοχής του Ιωάννη Σακκελίωνα είναι η ερωταποκριτι-
31. Πρβλ. Δ. Σοφιανού, «Το χρονικό της Κρατικής επιχείρησης τού 1882 (Αυγ.) και της αρπά γης και μεταφοράς τους στην Αθήνα 104 χειρογράφων της μονής του Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώσεως)», Μίτίωρα (2004) 5-17. 32. Βλ. Δ. Σοφιανού - Φ. Δημητρακόπουλου, Τα χειρογράφα, της μονής Δουσίκου- Αγ. Βησσαρίωνος, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2004. 33. Ιωάν. Σακκελίων, Κατάλογος των χορογράφων της Έθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, Έν Αθήναις 1892, σ. 190, όπου αναφέρεται κατά λέξη: «Τεύχος έκ χάρτου βαμβακίνου μήκ. 0,27, πλάτ. 0,20 κατά την ΙΕ' εκατονταετηρίδα γεγραμμένον, έκ φύλλων δε συγκείμενον 128. Έπιγέγραπται: 'Διονυσίου τού Θρακος Γραμματική, ής προηγείται έν έπιτόμω ό βίος αύτού'». 34. Βλ. Δ. Σοφιανού - Φ. Δημητρακόπουλου, ο'.π., σ. 238.
Μ
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6 ΤΗΣ EBE
κη κατάταξη του υλικού που ουσιαστικά είναι - κατά τη γνώμη μου - και το ιδιάζον χαρακτηριστικό του εν λόγω κώδικα. Συγκεκριμένα, δεν έχουμε μπροστά μας ένα χειρόγραφο της Γραμματικής του Διονυσίου του θρακός, αλλά κυρίως έναν κώδικα-συμπίλημα γραμματικού περιεχομένου που αφετηρία του είναι ο πατήρ της Γραμματικής Τέχνης κατά τους Βυζαντινούς και το κύριο σύγγραμμα του, που είναι η Γραμματική του Τέχνη· για τον λόγο αυτό, ο κώδικας αρχίζει με τον βίο του Διονυσίου του Θρακός. Έτσι, πάνω στο σταθερό θεωρητικά υπόβαθρο της Γραμματικής του Διονυσίου χτίζεται μία γραμ ματική πραγματεία με την καταγραφή ποικίλων σχολίων που δίδονται με την ερωταποκριτική μέθοδο. Αναφορικά με το περιεχόμενο του κώδικα πρέπει να προσθέσουμε ότι η γραμματική ύλη που εκτίθεται ακολουθεί την κλασσική κατηγοριοποίηση της βυζαντινής περιόδου και κυρίως αυτήν του Θεοδοσίου όσον αφορά στους κανόνες των ονομάτων (αρσενικών, θηλυκών και ουδετέρων), αφού κάνει απο δεκτή τη διαίρεση των ουσιαστικών σε 56 κλίσεις (35 αρσενικών, 12 θηλυκών και 9 ουδετέρων)- η διαίρεση βασίζεται στην κατάληξη της ονομαστικής του ουσιαστικού, ενώ η τυπολογία του πρώτου κανόνα των ονομάτων επαναλαμ βάνεται σταθερά σε όλους τους κανόνες (βλ. παρακάτω παράρτημα περιεχ. του κώδικα φφ. 18v-68r). Για τα ρήματα υιοθετείται η κατάταξη του Διονυσίου του Θρακός· έτσι, παρουσιάζονται οι συνολικά 13 συζυγίες, 6 των βαρυτόνων, 3 των περισπωμένων και 4 των εις -μι ρημάτων (βλ. φ. 100ν). Επιπλέον, στα ρήματα η σειρά των χρόνων είναι σταθερή (Ενεστώτας, Παρατατικός, Παρακείμενος, Μέσος Παρακείμενος, Υπερσυντέλικος, Μέσος Τπερσυντέλικος, Αόριστος πρώτος, Αόριστος δεύτερος. Μέλλοντας πρώτος, Μέλλοντας δεύ τερος κ.λπ.), επαναλαμβάνεται ως παράδειγμα ρήματος το τύπτω, το οποίο απαντάται και σε πολλές προγενέστερες γραμματικές πραγματείες, προτι μάται η κάθετη κλίση των ρημάτων (π.χ. η οριστική σε όλους τους χρόνους διαδοχικά). 0 κανονιστικός και εκπαιδευτικός χαρακτήρας αυτής της γραμ ματικής πραγματείας εμφαίνεται επίσης από τη χρήση ρηματικών τύπων που δεν είναι σε χρήση, αλλά είναι χρήσιμοι για να διδαχθεί ο αναγνώστης τη διαμόρφωση του πλήρους κλιτικού συστήματος των ρημάτων. 0 κώδικας 1066 EBE κατά το εισαγωγικό μέρος του, όπου αρχικώς ανα φέρονται κάποια γενικά στοιχεία για τον βίο και την προσωπικότητα του Διονυσίου του Θρακός και στη συνέχεια μία σύνοψη της γραμματικής του, φαίνεται να αρύεται το υλικό του από τον κώδικα Guelferbytanus Gudianus 112 του 13ου αιώνα (αριθ. 5 της δικής μας κατάταξης). Έτσι, υπάρχουν οι παρακάτω αντιστοιχίες περιεχομένου μεταξύ Guelferbytanus Gudianus 112 και ΕΒΕ 1066, όπως ήδη έχουν προσφάτως επισημανθεί και από τον Jean
85
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΤ
Schneider μετά τον αρχικό γενικό συσχετισμό των δυο κειμένων π ο υ ήδη είχε επιχειρηθεί α π ό τον Alfredus Hilgard. Συγκεκριμένα, έχουμε 3 (φ. Ir, 1-15), 4 (φ. Ir, 16-28 in.), 6 (φ. Ir, 28 med.-v, 4), 21 editionis h a u d simile (φφ. 17r, 13 ex.l8r, 22 med.), 18 (φ. 18r, 22 ex.-v, 24). 3 5 Σε μία δειγματοληπτική π ρ ο σ π ά θ ε ι α να προσδιορισθούν οι πηγές του χφ. 1066 EBE, είναι δυνατόν κ ά π ο ι ο ς ν α εντοπίσει σαφώς τ α κείμενα αναφοράς του εν λόγω χειρογράφου. Έτσι, γ ι α π α ρ ά δ ε ι γ μ α στο φ. 6ν στο λήμμα-ερώτηση περί λέξεως π α ρ α τ η ρ ο ύ μ ε τα εξής: (6ν) περί λέξεως Τί έστι λέξις · μέρος ελάχιστον του κατά σύνταξιν λόγου και τί έστι λόγος- πεζής λέξεως σύνθεσϊς- διάνοιαν αυτοτελή δηλούσα- Δια τί πρώτον περί στοιχείου ό τεχνικός εγραψεν, είτα περί συλλαβής: και μετά ταύτα και περί λέξεως- ότι κατά τον άναλυτικον της διδασκαλίας τρόπον, την της γραμματικής έξέθετο τέχνην ό δε αναλυτικός, τα τή φύσι, πρώτα προεκτίθησϊκαι ουτως άνίησι προς τα τή φύσει υστέρα: και πόσοι τρόποι διδασκαλικοίτέσσαρες· οριστικός- διαιρετικός- αποδεικτικός, και αναλυτικός [...] -μέρος ελάχιστον του κατά σύνταξιν λόγου: πρβλ. Scholia Marciana -πεζής λέξεως σύνθεσϊς- διάνοιαν αύτοτελη δηλούσα: Dionysius Thrax- Scholia ν ω ς α Μ - Scholia Marciana -Δια τί πρώτον περί στοιχείου ό τεχνικός έγραψεν, είτα περί συλλαβής: Scholia Marciana 352, 29: Δια τί περί στοιχείου πρώτον ό τεχνικός εγραψεν, είτα περί συλλαβής (με αντιστροφή) -ότι κατά τον άναλυτικον της διδασκαλίας τρόπον, την τής γραμματικής έξέθετο τέχνην- ό δε αναλυτικός, τα τή φύσι, πρώτα προεκτίθησϊ- και οδτως άνίησι προς τα τή φύσει ύστερα: καί πόσοι τρόποι διδασκαλικοί- τέσσαρες- οριστικόςδιαιρετικός- αποδεικτικός, καί αναλυτικός [...]: Scholia Marciana 352, 31- ο κώδι κας 1066 EBE εξομαλύνει τη σειρά των λέξεων αποφεύγοντας το υπερβατό. 36
35. Πρβλ. Jean Sςhneider, «Une cοllection grammaticale de la haute époque byzantine», στο συλλογικό έργο Mario de Nonno - Paolo de Paolis - Louis Holtz (εκδ.), Manuscripts and tra dition of grammatical texts from antiquity to the renaissance. Proceedings of the Conference held at Erice, 16-23 October 1997, as the 11th course of international for the study of written records, Editioni dell' Università degli Studi di Cassino, 2000, σ. 111, υποσημ. 129. Πρβλ. επίσης, Alfredus Hilgard, Scholia in Dionysii Thracis Artem Grammaticam (= GG I 3), Λειψία 1901, σ. IX 22-23, Χ, 6-7, XLVI, 32-38. 36. Βλ. Grammatici Graeci I 3 (A. Hilgard, Λειψία 1901): 1) για τα Scholia Vaticana, σ. XIX κ.ε., 2) για τα Scholia Marciana, σ. XXVIII κ.ε., 3) Jean Lallot, La grammaire de Denys le Thrace, CNRS, Παρίσι 1998.
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
Κωδικολογική περιγραφή τον χφ. 1066 EBE Ο κώδικας αποτελείται απύ 128 αριθμημένα φύλλα των οποίων προηγούνται άλλα 2 φύλλα α και β. Στο 128Γ τελειώνει το κείμενο, ενώ στο 128ν υπάρχουν σημειώματα περί γραμματικής και σχέδια τριών παλαμών. Μετά το φύλλο 128 διακρίνονται ίχνη δύο αποκομμένων φύλλων. Οι διαστάσεις του χαρτιού είναι: ύψος 27,5-27,8 εκ., πλάτος 19,5 εκ., ενώ οι διαστάσεις του κειμένου είναι: ύψος 21 εκ., πλάτος 14 εκ. Το κείμενο διατάσσεται σε 38 αράδες ανά σελίδα· όμως, από το φύλλο 95Γ έως το τέλος, το κείμενο γράφεται σε δύο στήλες πάλι με 38 αράδες η καθεμιά, και το πλάτος της κάθε στήλης είναι περίπου 6,2-6,5 εκ. Τετράδια: σύνολο φύλλων 130 = α, β + 128 10 > α, β-8 = πεντάδιο 8 > 9-16 = τετράδιο φ. 9 αριθ. τεύχ. β' 8 > 17-24 = τετράδιο <γ> 3 7 10 > 25-34 = πεντάδιο <δ> 8 > 35-42 = τετράδιο φ. 35 αριθ. τεύχ. ε 8 > 43-50 = τετράδιο φ. 43 αριθ. τεύχ. ς' 8 > 51-58 = τετράδιο φ. 51 αριθ. τεύχ. ζ' 8 > 59-66 = τετράδιο φ. 59 αριθ. τεύχ. <η'> 8 > 67-74 = τετράδιο φ. 67 αριθ. τεύχ. θ' 8 > 75-82 = τετράδιο φ. 77 αριθ. τεύχ. ι' 8 > 83-90 = τετράδιο φ. 83 αριθ. τεύχ. ια' 8 > 91-98 = τετράδιο φ. 91 αριθ. τεύχ. ιβ' 8 > 99-106 = τετράδιο φ. 99 αριθ. τεύχ. ιγ' 8 > 107-114 = τετράδιο φ. 107 αριθ. τεύχ. ιδ' 8 > 115-122 = τετράδιο φ. 115 αριθ. τεύχ. ιε' 6 > 123-126/127-128 = εξάφυλλο φ. 123 αριθ. τεύχ. ις' Μετά το φύλλο 128 διακρίνονται ίχνη 2 αποκομμένων φύλλων. Γραφή Η γραφή του κώδικα χωρίς ιδιαίτερα καλλιγραφικά στοιχεία είναι μία τρέ χουσα συνηθισμένη γραφή του δευτέρου ημίσεως του 15ου αιώνα και ίσως των αρχών του 16ου αιώνα. 38 37. Εντός γωνιωδών αγκυλών < > σημειώνονται τα τετράδια τα οποία δεν έχουν καταγεγραμ μένο αριθμό στον κώδικα. 38
· Παρά τον μη συγκεκριμένο χαρακτήρα της, η γραφή του χφ. EBE 1066 γενικώς παρου-
87
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΑΓΓ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
Στάχωση: Ξύλο με επένδυση δέρματος· στην επιφάνεια του δέρματος υπάρ χουν έντυπα κοσμήματα, ρόμβοι που εμπεριέχουν ανθέμια. Επίσης, στη στά χωση διακρίνονται ίχνη ελασμάτων που προφανώς χρησιμοποιούνταν για να κλείνουν και να ασφαλίζουν τον κώδικα. Ειδικότερα στοιχεία περιγραφής του περιεχομένου του χειρογράφου Διακοσμητική μπορντούρα με κόκκινη μελάνη· τίθεται στην αρχή ο υπότιτλος: +άρχή συν θεω άγίω των θηλυκών κανόνων Στο 51 ν τελειώνει τους αρσενικούς κανόνες: τέλος των αρσενικών κανόνων: Στο 71 ν: υπάρχει ένα κενό αριστερά πάνω στη σελίδα χωρίς απώλεια κειμένου. Σποραδικά σχόλια στο περιθώριο marginalia, συνήθως από την ίδια μελάνηχέρι. Για τους αριθμούς των φύλλων χρησιμοποιήθηκε μπλε μελάνη μάλλον από μεταγενέστερο χέρι που αρίθμησε το χφ. Με κόκκινη μελάνη σημειώνονται κεφαλαία γράμματα αρχικά ερωτημάτωνπαραγράφων. 0 αναγνώστης συναντά πολλά παρένθετα σχόλια, πριν φθάσει στα αυθε ντικά κεφάλαια της Γραμματικής. Χρονολόγηση του κώδικα 1066 της EBE 0 κώδικας είναι, όπως έχει ήδη επισημανθεί από τον Ιωάννη Σακελλίωνα, χαρτώος, το χαρτί όμως δεν είναι ανατολικού τύπου βαμβίκινο, κατά την ορολογία που χρησιμοποιεί ο Σακελλίων, αλλά φαίνεται να είναι δυτικής προελεύσεως, πράγμα που επιβεβαιώνει και η ύπαρξη υδάτινων σημείων. Πιο συγκεκριμέ να, μετά την εξέταση του κώδικα εντοπίστηκε στα φύλλα του υδατόσημο παρόμοιο με αυτό του αριθμού 692 της εκδόσεως του Briquet, το οποίο σιάζει κάποιες αδρές ομοιότητες με τον τύπο της μοναστηριακής ιταλοελληνικής (scriptura minuscule «monasteriorum») του 14ου αιώνα, επιμέρους στοιχεία της οποίας αναβιώνει. Μπορούμε ίσως να εικάσουμε ότι το 1066 EBE ενδεχομένως εντάσσεται στη χειρόγραφη παράδοση των κωδίκων της Κάτω Ιταλίας. Έ ν α δείγμα ενός χειρογράφου που είναι γραμμένο σε αυτήν τη γραφή είναι ο κώδικας Vaticanus Grascus 1973, που γράφηκε στην Καλαβρία το έτος 1373. Σχετικά με αυτή τη γραφή βλ. R. Devreesse, Les manuscripts grecs de l'Italie méridionale (Studi e testi 183), Βατικανό 1955, σ. 41· για δείγμα αυτής της γραφής στην έκδοση της Henrica Follieri, Codices graeci Bibliothecae Vaticanse selecti, Apud Bibliothecam Vaticanam, Βατικανό 1969, κώδικας αριθ. 58 με το σχετικό υπόμνημα.
88
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ 1 θ 6 6
ΤΗΣ EBE
χρονολογείται κατά την περίοδο 1483-1509. Είναι επίσης χρήσιμο να λάβουμε υπόψη το συσχετισμό που επιχειρείται για κάποια χειρόγραφα της EBE καθώς και άλλα από την Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού που περιέχουν κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας και όλα εντάσσονται σε έναν συγκεκριμένο κύκλο κωδικογράφων. Έτσι, σύμφωνα με την άποψη του Αγαμέμνονα Τσελίκα αποδίδονται σε συγκεκριμένους Λακεδαιμόνιους κωδικογράφους της διασπο ράς, που έζησαν κατά τον 15ο αιώνα, τα χειρόγραφα EBE 1068 (Νικόλαος Μελαγχροινός), EBE 1056 και μέρος του 1097 (Δημήτριος Τριβώλης), EBE 1057 (Γεώργιος Μόσχος).39 Είναι πιθανόν το χειρόγραφο της μελέτης μας, δεδομένης και της χρονολόγησης του κατά τα τέλη του 15ου αιώνα, να εντάσσεται στον κύκλο των χειρογράφων των Λακεδαιμόνιων κωδικογράφων. Συμπεράσματα Τα Γραμματικά Ερωτήματα είναι μια παιδαγωγική μέθοδος κατάταξης της γραμματικής ύλης που δεν εντοπίζεται μόνο στο Βυζάντιο αλλά και κατά την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας· οι πάπυροι που χρονολογούνται κατά τον 3ο και 4ο αιώνα μ.Χ. και διασώζουν γραμματικά κείμενα σε τέτοια μορ φή μαρτυρούν την πρώιμη εμφάνιση ανάπτυξη του είδους. Δεδομένης της συγγραφής εγχειριδίων γραμματικής με τον κλασσικό τρόπο κατάταξης του υλικού φαίνεται ότι τα γραμματικά ερωτήματα συγγράφονται παράλληλα για να απευθυνθούν στο σχολικό περιβάλλον και να καλύψουν τις ανάγκες της εκπαίδευσης· ίσως πρόκειται για μια εκδοχή εκλαίκευτικής γραμματικής που συναντάται ακόμη και στο πρόσφατο σε εμάς παρελθόν στα χειρόγραφα των Μετεώρων (Αγ. Στεφάνου, κώδικας αριθ. 146 του 1828). Εξάλλου, δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς την ευρέως διαδεδομένη χρήση των γραμματικών ερωτημά των σε γραμματικού περιεχομένου πραγματείες της Δύσης, η οποία παρατη ρείται ήδη από την ύστερη αρχαιότητα (4ος αιώνας Donatus, Ars Minor) έως και την αναγέννηση, όταν εγχειρίδια γραμματικής γράφονται σε δίγλωσση ελλληνολατινική μορφή και χρησιμοποιούν την ερωταποκριτική μέθοδο (πρβλ. Ερωτήματα του Μανουήλ Χρυσολωρά). 0 κώδικας 1066 της EBE, μεταξύ αρκετών άλλων κωδίκων, περιέχει ένα δείγμα γραμματικής πραγματείας με γραμματικά ερωτήματα. Ανήκει στο τέλος του 15ου αιώνα και εντάσσεται, ως φαίνεται, στην αναβίωση των γραμ ματικών ερωτημάτων κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο που συνεχίζεται με επιτυχία και κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο, μετά τη συγγραφή σημαντικών |· ΠΡβλ. Αγαμ. Τσελίκα, θέματα Ελληνικής Παλαιογραφίας. Λακεδαιμόνιοι Βιβλιογράφοι του 15ουαι.(Συμβολή στηνέρευvaτου έργου τους), Αθήνα 2004, σ. 173-182.
89
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Α Γ Γ . ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
μελετών γραμματικής που υιοθετούν αυτή τη μέθοδο, όπως τα Ερωτήματα του Χρυσολωρα. Ήδη από τα εισαγωγικά στοιχεία που αφορούν στον βίο και την προσωπικότητα του Διονυσίου του Θρακός και τη σύνοψη της Γραμματικής του αντιλαμβανόμαστε ότι το εν λόγω χειρόγραφο σχετίζεται στενά και αντλεί από τον κώδικα Guelferbytanus Gudianus 112 του 13ου αιώνα. Επίσης, σε άλλα ση μεία εντοπίζουμε σχέση στενή του 1066 EBE με τα Scholia Vaticana καθώς και τα Scholia Marciana. Κατά συνέπεια, η εν λόγω γραμματική πραγματεία φαίνεται ότι, παρά τη χρονολόγηση της κατά τα τέλη του 15ου αιώνα, δεν επηρεάζεται ως προς το περιεχόμενο από την κατάταξη των ουσιαστικών σε 10 κλίσεις, που εισάγει μαζί με άλλους συγχρόνους του ο Μανουήλ Χρυσολωράς, αλλά διατηρεί την κλασσική διαίρεση των 56 κλίσεων που ανάγεται στον Θεοδόσιο τον Αλεξαν δρινό και άρα αναφέρεται στην πριν από τον Χρυσολωρα γραμματική παράδο ση. Είναι ενδεχόμενο ότι συντάσσεται κατά τα τέλη του 15ου αιώνα σε μορφή ερωταποκρίσεων εξαιτίας της αναβίωσης αυτής της μεθόδου που επιτυγχάνεται με την έκδοση των Ερωτημάτων του Χρυσολωρα, αλλά οι καινοτομίες του Χρυσολωρα στην κωδικοποίηση και την παρουσίαση του υλικού δεν γίνονται αμέσως αποδεκτές. Αν με περαιτέρω έρευνα μπορούμε να θεμελιώσουμε την άποψη ότι τα Γραμματικά Ερωτήματα όντως αποτελούν ευρέως διαδομένη μέθοδο διδασκα λίας της γραμματικής κατά την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας, εφόσον τα δείγματα ερωταποκριτικών γραμματικών πραγματειών, που ήρθαν στο φως με τους ήδη δημοσιευθέντες παπύρους αλλά και με τους παπύρους που η δημοσίευση τους θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια, δεν αποτελούν με μονωμένες περιπτώσεις αλλά παραδείγματα μιας γενικευμένης διδακτικής μεθόδου, τότε μπορούμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι η εξάρτηση από βασικά έργα της ύστερης αρχαιότητας που χαρακτηρίζει όλη την περίοδο της βυζαντινής αυτοκρατορίας ισχύει σαφώς και στην περίπτωση των σχολικών εγχειριδίων γραμματικής και εν γένει των γραμματικών πραγματειών που ήταν γραμμένες σε ερωτοαποκριτική μορφή. 40
40. Πρβλ. Hunger, 2, σ. 386.
1)0
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΩΔΙΚΑ 41 (Ir) Ίησού μου βοήθη42 μοι (in margine superiore) Γένος διονυσίου τού θρακός • τού την τέχνην σϋγγραψαμένου την γραμματικ(ήν). Διονύσιος ό θράξ · ό τ(ήν) τέχν(ην) συγγραψάμ(εν)οςτ(ήν) γραμματικ(ήν) · το μ(έν) γένοςην βυζά ντιου έκαλείτο δε θραξ τω μείζονι τής χώρ(ας) κοομούμ(εν)ος όνόμ(α)τ(ϊ)· έγένετο δε άγαν σπουδαίος και πολυμαθήο ώστε πάντ(ας) ύπερβαλέσθαι τους κατ' αυτόν · σφόδρα δε κατορθώσας τ(ήν) γραμματ(ικήν) τέχνην · ούκ ηθέλησε μόνοςτ(ήν) ταύτης έχειν άπόλαυσιν · ούτε μέχρι τής οΙκεί(ας) ψυχής έστησε τήν ώφέλειαν · άλλα φ ί λ ο ςών, και άφθονος εις ύπερβολ(ήν), έσπούδασ(εν) ευεργέτης των σπουδαζομένων γενέσθαι θεμέλϊον γαρ τοίς νέοις είσαγωγϊκ(ήν) συγγραψάμ(εν)ος τέχν(ην) · πασαν δε αυτήν ποιησάμενος δυσκολί(ας) έκτος · ϊνα μή τή δυςκολία φευκτέα τυγχάνη ποθεινή δε μάλλον τοις έντϋγχάνουσιν ύπάρχη · πεποίηκ(εν) αυτήν πολλή χρησάμενος ακολουθία, και τάξει · και πρώτον μεν ορίζεται τί έστι γραμματική · έπειτα διέξέρχετ(αι) περί τής αναγνώσεως · περί τ(ών) συλλαβ(ών) · αίτινες και αύται έκ τών στοιχεί(ων) συνίσταντ(αι) · είτα και περί αυτών διεξελθών · και πόσα τέ έστι και πόσαχ(ώς) διαιρείται, μετέρχετ(αι) διδασκαλικ(ώς) και επί τα οκτώ μέρη τού λόγου · δι ών ή πάσα κ(α)τ(α)λαμβάνεται τέχνη · και μ(ε)τ(ά) πολ<λ>ής σαφηνεί(ας) έκαστου ορον 43 εκθεμένος · καί όπ(ως) δει ταυτ(α) μαθ(είν) συνέταξεν · και γάρ πρέπον τοις είσαγωγικοϊς, και σιωπαν καί κ(α)τ(α)λιμπάν(ειν) τά δύσκολα και την αυτών δύναμϊν υπερβαίνοντα καί ούτω κατ' ολίγον οί της τέχνης άπτόμενοι. τά όδηγούντα προοίμια τ(ών) κανόνων μανθάνουσι · δεί τοίνυν πρώτον έρεϊν, περί του π(ώς) ςϋνέ-
41. Τα σύμβολα που χρησιμοποιήθηκαν για τη μεταγραφή είναι τα παρακάτω: { } γράμματα ή λέξεις που έχει διαγράψει ο γραφέας. < ) γράμματα, καταλήξεις ή συντομογραφίες που αναλύονται. [ ] γράμματα ή λέξεις που έχουν φθαρεί ή είναι αμφίβολης ανάγνωσης. < > γράμματα ή λέξεις που συμπληρώνονται για την αποκατάσταση του κειμένου. [[ ]] γράμματα ή λέξεις που πρέπει να οβελιστουν. II γράμματα που έχουν γραφεί στο διάστιχο. - lege: βοήθει. 43 · lege: όρου. 42
91
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Α Γ Γ . ΕΥΣΤΑθΙΟΤ
στι 44 ό άλφάβητοςτ(ών) παρά τοις ελλησϊ στοιχείων, ην ετυμολογία του άλφα · έβραί(ων) πρώτω στοιχείον έρμηνεύετ(αι) μάθησϊς · εντελλομένη τω είσαγομένω ται και λέγουσα, μάθε · άφ' ου το αλφε · και αυτοί μϊμησάμενοι το αλφεν κεκλήκασιν · ούνέφωνήθη ή φράσιο τήο έρμηνεί(ας) της έβράίδος τη ελληνική διαλέκτω άλλα καί ως πρώτου οντ(ως) στοιχείου του άλφα · και εκ θ(εο)ϋ δοθέντοςτώ γένει τ(ών) άν(θρώπ)ων · τού ανοίξαι το στόμα εις σύνεσιν τών γραμμ(ά)τ(ων) · μανθανόντ(ων), διά μεγάλου, ανοίγματος του στόματος εκφωνείται ούτ(ως) τά γράμματα είχον οί έλληνες · άλλα δια φοι νίκων γραμμ(ά)τ(ων), έλεγων. τά αυτών γράμματ(α) · καί γάρ αυτά τα φοινί κια τοις όνόμασιν, ώς καί τά εβραίκά κ(α)τ(ά) μίμησιν τών εβραίων (εβραίων) εύρέθ(ησαν) · παλαμήδης δε ύστερον έλθών · καί άρξάμ(εν)οςαπό τού α β, δέκα εξ μόνα τοις έλλησιν εύρε στοιχεία · α · β - γ · δ · ε · ι · κ · λ · μ · ν · ο · π · ρ · σ · τ · υ · προσέθηκε δε αύτοίσ κάδμοςό μϊλήσιος, γράμματα γ • θ · φ · χ · καί τώ γω' τώ χρόνω τοις δέκα εννέα έχρώντο · όθεν οί αρχαίοι τ(ήν) ψαλίδα σπαλίδα ελεγον διά το μή έχ(ειν) το ψ · άλλα πολλά ρήματα ούτω έξεφώνουν καί έγραφον · μετά ταϋτα δε, σιμωνίδης ό χ ϊ ο ςεύρων προ σέθηκε δύο · η καί ω μέγα · έ π ί χ α ρ μ ο ςδε ό σϋρακούσιοςτρία- ζ · ξ · ψ καί ουτ(ως) έπληρώθη(σαν) τά κδ στοιχεία · δεί δε ειπ(εϊν) καί τά ονόματα τ(ών) είκοσιτεσσάρ(ων) στοιχείων α · φωνήεν δίχρονον προτακτικον του ί καί τού ϋ· β · σύμφωνον ά[[μ]]φωνον μέσον τού π και φ · γ · σύμφωνον ά[[μ]]φωνον μέσον τού κ και χ δ σύμφωνον ά[[μ]]φωνον, μέσον τού θ και τ • ε φωνήεν βραχύ · προτακτικον τού ί καί Ο ζ σύμφωνον ήμίφωνον διπλούν η · φωνή(εν) μακρόν · προτακτικον τού ί καί ϋ- θ · σύμφωνον · αφωνον · δασύ · αντιστοιχούν τώ τ · ί φωνή(εν) δίχρονον · ύποτακτικον: κ· σύμφωνον • άφων(ον) · ψιλόν· λ σύμφωνον, ήμίφωνον. άμετάβολον, καί ύγρόν μ · σύμφωνον άμετάβολον καί ύγρόν· ν · σύμφωνον, άμετάβολον ήμίφωνον καί ύγρόν ξ σύμφωνον. ήμίφωνον διπλούν- ο, φωνή(εν) βραχύ · προτακτικον τού ί καί ϋ: π σύμφωνον αφωνον ψιλόν: ρ σύμφωνον, ήμίφωνον · άμετάβολον (1ν) σ σύμφωνον ήμίφωνον · άσημον: τ · σύμφωνον · αφωνον • ψιλόν- υ δίχρον(ον) άμετάβ(ο)λ(ον) · προτακτικον του ΐ · ύποτακτικον τού ο- φ σύμφων(ον), (άμετάβολον) αφωνον 46 δασύ · αντιστοιχούν τού π: χ σύμφων(ον) αφωνον δ(α)σ(ύ) · αντιστοιχούν τού κ- ψ σύμφων(ον) ήμίφωνον διπλούν- ω φωνήεν μακρόν · καί προτακτικον τού ΐ καί 0:44. lege: συνέστη. 45. lege: όντος. 46. Η λέξη συμπληρώνεται στο κείμενο α π ό την παραπομπή στο επάνω περιθώριο του φύλλου.
92
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(1ν)
+ άρχ(ή) συν θ(ε)ώ των έρωτημ(ά)τ(ων): τής γραμματικής ειμί τέχνης πυξίον · ευληπτον εύσύνοπτον έστενωμένον · σαφέο καθαρον ευκρινές γεγραμμένον · προς πεύσϊν ιθύνουσαν είς άποκρίσεις · ό γαρ τρόπος φέριστος είο το συνέχειν άπαν λόγου μάθημα τους λογεμπόρους (1ν) <περί προσωδιών> (αρχ.) Πόσαι προσωδίαι. δέκα · τί καί τί · οξεία • βαρεία ' · πε(ρϊ)σπωμένη " ... τί έστι συνέπεια... τί έστϊ προσωδία... τί έστϊ τόνος... τί έστιν άπόστροφος... (τελ.) ...διό και κάτωθ(εν) των λέξεων τίθεντ(αι): (2ν) περί τέχνης: (αρχ.) Τί έστϊ τέχνη, σύστημα έκ καταλήψεων έγγεγυμνασμένων, προς τι τέλος ευχρηστον των εν τω βίω... (τελ.) ...το δε είδικόν, ό γενικοςλ ό γ ο ς· το δε τελικόν, ό τεχνικοςλ ό γ ο ςκαι άσόλοικοςκαι άβάρβαρος:(3Γ) περί γραμματ(ική)ς:- (αρχ.) Τί έστι γραμματική · εμπειρία τ(ών) πάρα ποιηταίς τε και συγγραφεύσϊν ώς έπι το πολύ λεγομένων: άλλως • τέχνη διδάσκουσα ήμας τα νοούμενα, όρθώς κατά λέξιν γράφειν: άλλ(ως) · τέχνη θεωρητική, και πρακτική το ευ λέγ(ειν) καί γράφ(ειν) διδάσκουσα ήμαο... (τελ.) ...Τί έστϊν εμπειρία · ή άλογοςτριβή · ήτοι άναίτιο(ς) γνώσις: (3r) πε(ρί) άναγνώσεως (in margine sinistra) (αρχ.) Τί έστϊν άνάγνωσις · ποιημ(ά)τ(ων) ή συγγραμμ(ά)τ(ων) άδιάπτωτοςπροφορά: πώς άναγνωστέον · καθ' ύπόκρισιν · κατά προσωδίαν • ήγουν κατά τόνον, κατά δϊαστολήν · έκ μεν γάρ τής ύποκρίσε(ως) τήν άρετήν έκ δε της προσωδί(ας) τήν τέχνην · έκ δε τής διαστολής, τον περιεχόμενον νουν όρώμ(εν)... (τελ.) ...και τούς σόλοικους ην λάβωσϊ περνώσϊ τούς φρύγας είο μίλητον άλφιτεύσοντεσ: (3ν) ετι, περί άναγνώσεωο:- (αρχ.) Τί έστϊν άνάγνωσϊς · ποιημ(ά)τ(ων) ή συγγραμμ(ά)τ(ων) αδιάπτωτος προφορά· άλλ(ως) · ή τών πρώτων μαθημ(ά)τ(ων) τής ψυχήσ άναγνώρισϊς... (τελ.) ...Τί έστιν άπήχησισ · ό ήχοςκαί ή προφορά · και ή έκφώνησις(3ν) περί στϊγμής (αρχ.) Τί έστϊ στιγμή · διανοί(ας) άπηρτϊσμένης, σημεϊον... (τελ.) ...Πόθ(εν) στιγμή · παρά το στίζω στίξω στιγμή, στήσι γάρ τήν φωνήν: 4r) πε(ρί) ραψωδί(ας):- (αρχ.) Τί έστι ραψωδία · μ έ ρ ο ςπ ο ι ή μ α τ ο ς· έμπεριειληφοςτινά ύπόθεσιν... (τελ.)... διά το τήν έρμογήν αύτ(ών), τω χρόνω διασπασθήναι: w ) περί στοιχείου:- (αρχ.) Τί έστι στοιχεϊον · ή πρώτη καί άμφής του άν(θρώπ)ου φωνή... (τελ.) ...έκ δε τής άφής, το ψυχρον καί το θερμόν:-
93
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Α Γ Γ . ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
(6r)
περί σϋλλαβής (αρχ.) Τί έστι συλλαβή · σύλληψη συμφών(ων) μετά φωνήεντοςή φωνηέντ(ων), οίον... (τελ.) ...νέστορα δ' ούκ έλαθεν ίσχή πίνοντά περ εμπης (6ν) περί λέξεως: (αρχ.) Τί έστι λέξις · μ έ ρ ο ςελάχιστον του κατά σύνταξιν λόγου... (τελ.) ...τα δε περιεχόμενα, ου κλίνονται: (6ν) περί όνόμ(α)τος (αρχ.) Τί έστιν όνομα · μέροςλόγου πτωτικόν · σώμα ή πράγμα σημαίνον... (τελ.) ...τής διαθέσεως ούκ έμνημόνευσεν · ότι ού παντί ονόματι διαθέσεις λέγεται · πάνυ δε όλίγοις: (11Γ) περί ρήματος- (αρχ.) Τί έστϊν ρήμα · λέξις ά π τ ω τ ο ς · επιδεκτική χρόνων τέ και προσώπ(ων)... (τελ.) ...διαλαβείν πε(ρί) τίνος τ(ών) έπικειμ(ένων): (13Γ) περί μετοχήσ:- (αρχ.) Τί έστι μετοχή · λέξις μετέχουσα της τ(ών) ρημ(ά)τ(ων) καί τής των όνομ(ά)τ(ων) ίδιότητος.. (τελ.) ...οίον, τύπτων, τύψας(13Γ) περί άρθρου:- (αρχ.) Τί έστιν άρθρον · μ έ ρ ο ςλόγου πτωτικόν · προτασσόμενον τής κλίσεως των όνομ(ά)τ(ων) και ύποτασσόμ(εν)ον... (τελ.) ...και μήτε τά προτακτικά όνόμασι συναρτώμενα, μήτε τά υποτακτικά ρήμασι: (13ν) περί άντωνυμί(ας): (αρχ.) Τί έστιν αντωνυμία · λέξις αντί όνόματος παραλαμβανομένη · προσώπων ώρϊσμέν(ων)... (τελ.) ...του όνομα μόνως ευρισκομένου: (14Γ) περί προθέ(σεως): (αρχ.) Τί έστι πρόθεσϊς · λέξις προτιθέμενη πάντ(ων) των του λόγου μερ(ών) · εν τε συνθέσ(ει) και συντάξει... (τελ.) ...ή πρόθεσϊσ, προτέθειται του έπιρρήματος · ότι ή πρόθεσϊσ εν διαστά σει ούσα, όνομα ζητεί ω συνταγήσετ(αι) · τό δε επίρρημα, ή κ(α)τ(α) ρήματοςλέγεται, ή επιλέγεται ρήματϊ: (15ν) περί έπιρρήματος (αρχ.) Τί έστιν επίρρημα • Μέρος λόγου άκλϊτον · κ(α)τ(ά) ρήματοςλεγόμενον ή έπιλεγόμενον ρήματι... (τελ.) ...ήγουν εν αθηναίς · εις άθήνας · έξ άθηνών · ουτ(ως) καί πάντα τά όμοια: (16Γ) περί συνδέσμου: (αρχ.) Τί έστι σύνδεσμος • λέξις συνδέουσα διάνοιαν, μετ(α)τάξεως · καί το τής έρμηνεί(ας) κεχηνός δηλούσα... ποσαχ(ώς) όσύνδεσμος· όκταχώς.. ποίοι είσιν οι σύμπλεκτικοί σύνδεσμοι... μεν · δε · τε · και... ποίοι είσίν οί διαζευκτικοί... ή · ήτοι... (κολοβό) (;) φύλλο/α έκπεσόντα. Περιλαμβανόταν ασφαλώς το ύπόλοιπον της άνωθεν παραγράφου «περί συνδέσμου», δηλαδή ή ανάλυση των συναπτικών, παρασυναπτικών, αιτιολογικών, άπορρηματικών, συλλογιστικών καί παραπληρωματικών συνδέσμων, πού προαναφέρονται, όπως επίσης και ή αρχή της παραγράφου «περί μέτρου», το τέλος τής οποίας
94
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
φαίνεται στο επόμενο αριθμημένο φύλλο τού κώδικα (17Γ) ...Ταύτα έν όλίγω, περί μέτρου · και όσον ακρω δακτύλω της τούτου γνώσ(εως) τον έντυχόντα γεύσασθαι:(17Γ)
(18Γ)
(Ι8ν)
(18ν)
(19r)
περί τρόπ(ων) ποιητικών: (αρχ.) Πόσοι τρόποι ποιητικοί · είκοσϊεπτά: τί και τί · αλληγορία, κατάχρησις... (τελ.) ...οίον, ό δείνα καλώς εντεύ θεν απήλθε · καλ(ώς) βιούσ · πρώτον γ ά ρ έστϊ το βιούν, και ούτως το άποθανείν: περί όρθογραφίας (αρχ.) Πόσα σημαίνει το τήσ όρθογραφί(ας) όνομα • δυο · τ(ήν) όρθώς γεγραμμένην λέξιν, και τον επί τ ά υ τ η λεγόμενον κανόνα... (τελ.) ...ουτ(ως) αυτό βούλεται γράφεσθαι ή παράδοσισ:περί ουντάξεως • (αρχ.) κανών α: π α ν σύμφωνον · μεταξύ δυο φωνη έντων έν μια λέξει τώ δευτέρω ακολουθεί... (τελ.) ...καν(ών) η':- Τα άφωνα προ τ(ών) άμεταβόλων, έν συνθέσει είσί · τα δε άμετάβολα προ τ(ών) άφών(ων), έν παραθέσει:αρχή συν θ(ε)ώ τών αρσενικών κανόνων:- (αρχ.) Τί έστι κανών · λ ό γ ο ς έντεχνος δηλωτικός · άπευθύνων όμοιότητι π ρ ο ς το καθόλου, το διεστραμμέν(ον) των λέξεων... τί έστιν εισαγωγή... (τελ.) ...τί έστιν επιτομή · σ ύ ν τ ο μ ο ς τών κεφαλαί(ων) παράδοσ(ϊ)σ: καν(ών) αος: (in margine destra) (αρχ.) Ό αίας ποίου μέρ(ους) λόγου εστίν · ό ν ό μ ( α ) τ ο ς• καί τί έστιν όνομα... ποίου γένους... ποίου εϊδους.. ποίου εϊδους τών παραγώγων... ποίου σχήματος... ποίου αριθμού... ποίου προσώπου... ό αί(ας) ποί(ας) πτώσεως... Πόθεν αίας... Τί έστιν άρθρον... και πόσα άρθρα... σεσημείωται το μέγας, λαας.. τού αίαντος ό τόνος... ή δοτική τών ενικών: τώ αίαντι... ή αιτιατική • τον αίαντα... ή κλητική · ώ αιαν... + ή ευθεία τών δυϊκών... ή γενική και δοτική... + ή αιτιατική τ(ών) δυϊκών... + ή κλητική τ(ών) δυϊκών... + ή εύθεϊα τ(ών) πληθυντικ(ών)... + ή γενική τ(ών) πλη(θυντικών)... προσθέσει του ϊ ποιεί τ(ήν) δοτϊκ(ήν) τών πλη(θυντικών)... ή αιτιατική τών πλη(θυντικών)... ή κλιτική... παράδειγμα: πόθεν θόας... πόθεν ύας... παράδειγμα: πόθεν κάλχας... παράδειγμα: πόθεν γίγασ... παράδειγμα: πόθεν μ ά μ α ς . . παράδειγμα: πόθεν θεί(ας)... πόθεν ποίασ... πόθεν ίμάσ... π α ρ ά δ ε ι γ μ α : Πόθεν πολυδάμασ... πόθ(εν) άλέφασ... (τελ.) ...έλέφας: είς το λε οξεία
• διάτί · επάνω βραχεί(ας) πε(ρϊ)σπωμένη όυ τίθετ(αι): (25ν) κανών δεύτερος:- (αρχ.) Ό κοχλίασ · ποίου είδους τών π α ρ α γ ώ γ ω ν · ρηματικού · πόθεν κοχλίας · π α ρ ά το κόχλω το γυρίζω... 4 7 π α ρ ά δ ε ι γ όλα τα ονόματα ακολουθείται η ίδια σειρά κλίσης (ενικός, δυϊκός, πληθυντικός) όπως αι παραπάνω στον πρώτο κανόνα: «άίας».
95
ΑΘΑΝΑΣΙος ΑΓΓ.
(27ν)
(28r)
(30r)
(32ν)
(33r)
(33ν)
(36r)
(36ν)
(38r)
ΕΓΣΤΑβΙΟν
μα:- Πόθεν αίνείας... (τελ.) ...όξείαν · Διάτί · μακρά προ μακρ(άς) ού περισπάται:καν(ών) γ:- (αρχ.) Ό λ ά χ η ς · ποίου εϊδ(ους) των παραγώγων . ρηματικού: ποίου σχήματος · απλού... παράδειγμα:- Πόθεν λέβης... παράδειγμα: (in margine destra) Πόθεν κέβης... (τελ.) ...τοϊςκέβησϊ · τ(ούς) κ έ β η τ α ς· ώ κέβητεσ:καν(ών) δος':- (αρχ.) Ό χ ρ ύ σ η ς · ποίου εϊδ(ους) τών παραγώγων · παρωνύμου: πόθεν χ ρ ύ σ η ς · παρά το χρυσός... παράδειγμα: Πόθεν πέρσης... παράδειγμα: (in margine superiore) πόθεν γέτης.. παρά δειγμα: Πόθεν θύτης... παράδειγμα: Πόθεν δεσπότης... παράδειγμα:Πόθεν άκοίτης... παράδειγμα: πόθεν ϊτης... (τελ.) ...το δε μειρείτης, ό κοχλί(ας), [...] καν(ών) ε (in margine destra): (αρχ.) Ό Δημοσθένης· ποίου είδους τών παραγώγων · παρωνύμου: ποίου σχήματος · συνθέτου... Το άττικόν · και Δημοσθένην μετά του ν... παράδειγμα: Πόθεν άντισθένης... (τελ.) ...πα(ρά) δε τοϊς δωριεύσϊν, ε ί ς την ευ δίφθογγον · ως το έμέο, έμεύ: Κανών έκτος · (αρχ.) ό ή ρ α κ λ ή ς · τούτο το όνομα καί τα όμοια αύτώ, εύθεί(ας) έχει δυο · μίαν εντελή την ήρακλέης. και μίαν συνηρημένην, τήν ήρακλής... (τελ.) ...τοίςήρακλήσι · τούς ήρακλήας· ώ ήρακλήες:Κανών εβδομος· (αρχ.) ό π ά ρ ι ς · ποίου είδους τών παραγώγων · πα ρωνύμου καί ρηματικού: πόθ(εν) π ά ρ ι ς · παρά του παριέναι τον μόρον • τουτέστιν, έκφυγείν τον θάνατον... παράδειγμα: πόθεν άδωνις... (τελ.) ...ούκ έστι γάρ τάσις, προ τριών συλλα(βών) · οίον · φίλημα · φιλή ματα: · ά δ ω ν ι ς· άδώνιδος:Κανών ο γ δ ο ς· (αρχ.) ό ο φ ϊ ς · ποίου εϊδους τών ύποπεπτωκότ(ων) τω ονόματι · προσηγορικού. Τί έστϊ προσηγορϊκόν... παράδειγμα:- Πόθεν μάντις... Πόθεν ορνις... Πόθεν νήϊς... (τελ.) ...εν τή συνθέσει άναδέχετ(αι) • οίον, άλευρόμαντϊς, άλευρομάντιδος:Κανών έννατος · (αρχ.) ό χ ά ρ ί ε ι ς · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων • παρωνύμου: πόθ(εν) χαρίεις, παρά το χ ά ρ ι ς χάριτος. χαριτόεις... παράδειγμα: Πόθεν τιμήεις... (τελ.) ...τα είς ε ί ς υπέρ μί(αν) συλλαβ(ήν), δια του ντ κλίνονται:Κανών δέκατος:- (αρχ.) Ό πηλεύς · ποίου εϊδους τών παραγώγων • ρηματικού: πόθεν π η λ ε ύ ς · παρά το πάλλω... παράδειγμα:- Τί έστι βασιλεύς... παράδειγμα: πόθεν άχιλλεύς... (τελ.) ...το γάρ ήχϊ ο σημαί(νει) το όπου, δασύνετ(αι) · ότι κατ' έπέκτασϊν εστί το χί:Κανών ένδέκατος · (αρχ.) ό ήδύς · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων
96
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΙΙΔΙΚΑΙ 1066
(38ν)
(39r)
(40r)
(41r)
(42r)
(42ν)
(43ν)
(44r)
«·)
ΤΗΣ ΕΒΕ
. ρηματικού... παράδειγμα (in margine sinistra) Πόθεν ώκύς... (τελ.) ...πόθεν γ λ υ κ ύ ς · πα(ρά) το γ λ ε ϋ κ ο ς· ö σημαί(νει) τον άποστάζοντα οίνον έκ τ ή ς ληνού:κανών ιβ:- (αρχ Ο β ό τ ρ υ ς· ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων · ρημα τικού): πόθεν βότρυς... παράδειγμα: πόθεν νέκυς... παράδειγμα: πόθεν στάχυα... παράδειγμα: Πόθεν πήχυς... (τελ.) ...καί ταύτα ά τ τ ι κ ώ ς κλιθέντα, δια τού ε ψιλ(ού) και του ω μεγάλου γράφοντ(αι): κανών τρισκαιδέκατος: (αρχ.) Ό β ο ύ ς · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων . ρηματικού.... παράδειγμα:- πόθεν πούς... (τελ.) ...το πο μικρόν · διάτί • ότι κ(α)τ(ά) τ(ήν) παραλήγουσ(αν):καν(ών) · ιδ: (in margine destra) (αρχ.) Ό π λ ό ο ς· ποίου εϊδουςτών πα ραγώγων · ρηματικού... παράδειγμα: (in margine destra) Πόθεν νόος... (τελ.) ...ό καν(ών) · τα ε ί ς ο υ ς συνηρημένα, τών έντελ(ών) φυλάσσει τ(ήν) κλίσϊν:Κανών ιε: (αρχ.) Ο Ίδρώς, ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων · παρωνύμου, και ρηματικού · πόθεν ίδρώς... παράδειγμα:- Ό άγνώς... (τελ.) ...οι δε λοιποί κανόνες. όμοιοι τού ίδρώτος:Κανών ιστ: (αρχ.) Ό γέλως. ποίου ε ϊ δ ο υ ςτ(ών) παραγώγων · παρω νύμου, και ρηματικού... παράδειγμα: (in margine destra) Πόθεν ήρως... (τελ.) ...πά(σα) δοτική πλη(θυντική) · προ του ιώτα, το σ θέλει έχ(ειν) ή δυνάμει ή ένεργεία:Καν(ών) ιζ: (αρχ.) Ό μενέλαος· ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων · παρω νύμου · ποίου σχήματος· συνθέτου: ποί(ας) διαφοραςτών ονομάτων... Πόθεν νικόλαος... (τελ) ...Ή δοτική τώ νικόλεω · εϊπομεν ώς πα(σα) γενική · κατά τα λοιπά, ό μ ο ί ω ςτώ μενελάω:Κανών όκτακαιδέκατος:- (αρχ.) Ό άλς, ποίου εϊδ(ους) τών παραγώ γων · παρωνύμου καί ρηματικού: πόθ(εν) άλς... παράδειγμα:- πόθεν τίρυνς... (τελ.) ...όσα μεν έχει το α. δια τού τ ο ς κλίνετ(αι) · όσα δέ μή εχειν το α, δια τού θος:Κανών έννακαιδέκατος· (αρχ.) ό άλκαμάν. ποίου ε ί δ ο υ ςτών παρα γώγων • παρωνύμου: πόθεν άλκμάν · παρά το ακμή ή ό ξ ύ τ η ςκαί ή δύναμϊς, άκμάν · και πλεονασμώ τού λ... παράδειγμα:- Πόθεν παιάν... παράδειγμα: Πόθεν τιτάν... (τελ.) ...πά(σα) ορθή καί αΙτιατ(ική) μή ούσα άποσυναιρέσεωςόξύνετ(αι):Κανών είκοστός· (αρχ.) ό σωλήν, ποίου εϊδουςτών παραγώγων · πα ρωνύμου · πόθ(εν) σωλήν · παρά το σώον ολον είναι... παράδειγμα:Πόθεν ποιμήν... παράδειγμα:- Πόθεν λιμήν... (τελ) ...όσα μεν έχει το μ έπ' εύθεί(ας), δια τού ε κλίνετ(αι) · όσα δέ μή έχει το μ, το η φυλάσσει:-
(17
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ.
ΕΤΣΤΑθΙΟΤ
(44ν) Κανών είκοστοςπ ρ ώ τ ο ς (αρχ.) Ό Έλλην, ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παρα γώγων · παρωνύμου · πόθ(εν) ελλην · παρά το ελη ö σημαί(νει) την θερμασίαν · ή παρά το έλείν λαόν · ήγουν λαβείν στρατόν... παρά δειγμα:- Πόθεν τέρην... παράδειγμα: πόθεν γέρην... (τελ.) ...το δέ γέρας, παρά το έρώ το έπίθυμώ:(45r) Κανών κβ:- (αρχ.) Ό Δελφίν, ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων · παρω νύμου: πόθεν... παράδειγμα:- Ό άκτίν... παράδειγμα:- Ό ρίν... παρά δειγμα:- Πόθεν τελχίν... (τελ.) ...πα(σα) λ έ ξ ι ςάπο τ ή ς τε συλλα(βής) αρχομένη · ώ ς εϊρηται ε ί ς τον τέρενα: μακρόν · διάτί · το λ και το χ έκτείνουσιν αυτό · τα λοιπά, ώ ς ό δελφίν:(45ν) Καν(ών) κγ: (αρχ.) Ό φόρκυν · ποίου ε ϊ δ ο υ ς τών παραγώγων · ρηματικού: πόθεν φόρκυν · παρά το φέρ(ειν)... παράδειγμα:- Πόθεν μόσυν... παράδειγμα: Πόθεν πόλτυν... (τελ.) ...πόθεν πόλτυν · παρά το πέλω το αναστρέφομαι · σημαί(νει) δέ το ξυλόκαστρον (46r) κανών κδ: (αρχ.) Ό θέων · ποίου μ έ ρ ο υ ςλόγου εστίν • όνόματος· ποίου γ έ ν ο υ ςάρσεν(ικού): ποίου ε ϊ δ ο υ ς· παραγώγου... πα(ράδειγμα) • πόθεν λέων... παράδειγμα:- Πόθεν σώφρων... (τελ.) ...πώςκλί(νε)τ(αι) • τού σώφρονος· ό κα(νών) · τα δέ κοινά τω γένει, δια του ο μικρού κλίνοντ(αι) · γ ε ί τ ο ν ο ς· σώφρονος:(47r) κανών κε: (αρχ.) Ό κοιτών, ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων... παράδειγ μα:- Πόθεν σαρπηδών... (τελ.) παράδειγμα:- Πόθεν παρθένων · παρά το παραθέειν την παιδικήν ήλικίαν · ή παρά το {θέειν ( πύρ τών παθών θανατούν:(47r) κανών κστ: (αρχ.) Ό ξενοφών · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων... παρά δειγμα:- πόθ(εν) ποσειδών... Πόθεν άγλαοφών... παράδειγμα: Πόθεν ταών... (τελ.) ...επειδή τα λοιπά ονόματα, ε ί ς ν λήγουσι μόνον · ταύτα δέ, ε ι ςν καί ε ι ς σ:(48Γ) κανών κζ:- (αρχ.) Ό θώραξ · ποίου είδους τ(ών) παραγώγων · ρηματικού... παράδειγμα:- Πόθεν άρπαξ... παράδειγμα:- Πόθεν άναξ... (τελ.) ...ό κα(νών) · σεσημείωται το ευ γύναι · καί το ζεύ άμα · ότι αποβολή έποιήσαντο τού ξ:(48ν) κανών κη:- (αρχ.) Ό μυρμηξ · ποίου ε ϊ δ ο υ ς τών παραγώγων · ρηματικού... παράδειγμα: Πόθεν βουπλήξ... παράδειγμα:- Πόθεν σκώληξ... (τελ.) ...τά μέσον δύο άμεταβόλων · ή μέσον δύο συμφών(ων) τών αυτών · ή μέσον ψιλού καί άμεταβόλου, δια τού μεγάλου ω γρά(φον)τ(αι):(49Γ) κανών κθ: (in margine destra) (αρχ.) Ό πέρδιξ, ποίου εϊδουςτών παρα γώγων... παράδειγμα:- Πόθεν τέτιξ... (τελ.) ...διότι τά ε ί ς ξ λήγοντα •
98
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΙΙΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 THE ΕΒΕ
έχοντα ρήμα άντιπαρακείμενον ε ί ς ζων λήγον, δια τού γ κλίνετ(αι) · ώ ς έγράφη ε ι ς τον άρπαγα:(49ν) κανών τρϊακοστός:- (αρχ.) Πόθεν δοίδυξ • παρά το δαδύσσω το ταράσ σω... παράδειγμα:- Πόθεν βέβρυξ... παράδειγμα:- Πόθεν κήρυξ... (τελ.) ώ ς καί Ό μ η ρ ο ς · άκραντα γαρύουσϊ δ ϊ ό ς π ρ ο ς όρνιθα θείον:- + πώς κλίνεται • του κήρυκος:(50Γ) Κανών λα:- (αρχ.) Πόθεν βώξ · παρά το βοάζω βοάξω. υόαξ · και κράσει του α ο ε ί ςω μέγ(α), βώξ · έστι δε ε ί δ ο ςίχθύος... Πόθεν πτώξ... (τελ.) ...πά(σα) ορθή καί αιτιατική μή ούσα άπα συναιρέσεωςόξύνεται:(50r) Κανών λβ: (αρχ.) Πόθεν λουτήρ · παρά το λοόω λούσω λέλουκα λέλουμαι, λουτήρ... παράδειγμα:- Πόθεν αίθήρ... (τελ.) ...τα πνεύματα τής άρχούσης εύθείας, φυλάττεσθαι θέλουσι καί έν ταίς λοιπαίς πτώσεσϊ:(50ν) Κανών λγ: (αρχ.) Πόθεν πίηρ · παρά το πίω ρήμα · ή παρά το πΐον ö σημαί(νει) τον λίπαρόν... παράδειγμα:- Πόθεν ϊβηρ... (τελ.) ...όσα δε βραχεία παραλήγετ(αι), το η φυλάσσει και έπί γενϊκής:(50ν) Κανών λδ: (αρχ.) Πόθεν νεστωρ · παρά το τα νέα ιστορείν · ή. παρά το στερεον νουν εχ(ειν)... παράδειγμα: Πόθεν κέλλωρ... (τελ.) ...όσα δε έχει το λ, διά τού ω μεγάλου κλίνετίαι) · κέλλωρος, πέλωρος:(51Γ) Καν(ών) λε: (in margine sinistra) (αρχ.) Πόθεν κύκλωψ · παρά το κύκλοςκαι το ώψ ώ π ό ς · ö σημαί(νει) τόν όφθαλμόν... παράδειγμα: Πόθεν μώλωψ... (τελ.) ...τα ε ί ς ωψ άπαντα υπέρ μί(αν) συλλα(βήν) όντα, διά τού ο μικρού γράφοντίαι) · πλην (51ν) τού κύκλωψ · μώλωψ • μύωψ · κώνωψ · άιγίλωψ · καί νυκτάλωψ:(51ν) τέλοςτών αρσενικών κανόνων:- + αρχή cόv θ(ε)ώ άγίω. τών θηλυκών κανόνων:(51ν) <κανών α'> (αρχ.) Ή μούσα · ποίου μ έ ρ ο υ ςλόγου εστίν • όνόματος: ποίου γ έ ν ο υ ς · θηλυκού: και τί έστι θηλυκόν γένος... παράδειγμα:Πόθεν μαία... παράδειγμα:- Πόθεν σφαίρα... παράδειγμα- Πόθεν γαία... παράδειγμα:- Πόθεν μάχαιρα... (τελ.) ...τά διά τού αίρα θηλ(υκ)ά υπέρ δΰο συλλα(βών) προπαροξύτονα, διά τ ή ς αι δ(ι)φ(θόγγ)ου γράφοντ(αι) • οίον. μάχαιρα · μάκαιρα · νείαιρα. και τά όμοια:(54r) κανών β': (αρχ.) Ή τιμή, ποίου είδους τών παραγώγων · ρηματικού · πόθεν τϊμή... Πόθεν σοφή... παράδειγμα:- Πόθεν καλή... (τελ.) ...Πόθεν κακή · παρά το κακός: το δέ κακός. παρά το χάζω το υποχωρώ · τού γαρ κακού, π ά ν τ ε ς ύποχωρούμεν:' κανων γ·- (αρχ.) Ή σαπφώ · ποίου είδουςτών παραγώγων · ρηματικού: πόθεν σαπφώ... Πόθεν λητώ... (τελ.) ...τούτο γαρ διό τι έγένετο έν τω μέσω παρακειμένω πέποιθα. διά δ(ι)φ(θόγγ)ου γράφετ(αι):-
99
ΑΘΑΝΑΣΙος ΑΓΓ.
ΕΓΣΤΑΘΙΟί'
(55ν) κανών δ': (αρχ.) Ή τρύγων · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτων παραγώγων... Πόθεν αηδών... παράδειγμα:- Πόθεν χελιδών... Πόθεν τρήρων... (τελ.) ...ο κα(νών) · τα είς άμετάβολον λήγοντα βαρύτονα · άποβάλλοντα της γενϊκής την έσχάτην το ος, ποιεί την κλιτικήν:(56r) κανών ε':- (αρχ.) Πόθεν άϋλαξ · παρά το άυλός... Πόθεν κλίμαξ... παράδειγμα:- Πόθεν πίδαξ... (τελ.) ...τά γαρ ε ί ς δϊπλούν λήγοντα, ουδέποτε το φωνήεν αυτών τρέπει έν τή γενική:(56ν) κανών στ':- (αρχ.) Ή σφίγξ · ποίου είδους των παραγώγων... παρά δειγμα:- Πόθεν σάλπιγξ... παράδειγμα:- Πόθεν μάστιξ... (τελ.) ... τα γαρ εις δϊπλούν λήγοντα, ουδέποτε το φωνήεν αυτών τρέπει έν τή γενϊκή:(57r) κανών ζ (in margine destra) (αρχ.) Ή μήτηρ · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτων παρα γώγων... Πόθεν θυγάτηρ... (τελ.) ...επειδή (58r) τα ε ί ς ρ βραχυκατάληκτα, αποστρέφονται τήν όξείαν τάσιν · πλην τ ή ς ύπερ προθέσεως· καί του άτάρ, και αύτάρ συνδέσμου:(58r) κανών όγδοος · (αρχ.) ή λαμπάς · ποίου είδους των παραγώγων... πα(ράδειγμα): Πόθεν δορκάς... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν μυριάς... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν τριάς... (τελ) ... + π ώ ς κλίνετ(αι) · τ ή ς τ ρ ι ά δ ο ς· ό κα(νών) · τά ε ί ς ας θηλυκά, δια του δ ο ς κλί(νον)τ(αι):(58r) κανών εννατος · (αρχ.) ή φ ϊ λ ό τ η ς· ποίου ε ϊ δ ο υ ςτων παραγώγων... παράδειγμα:- Πόθεν κακότης... παράδειγμα:- Πόθεν όσιότης... (τελ) ...τά διά του ιος προπαροξύτονα εϊτε επίθετα · τω ι μόνω παραληγόμενα, συστέλλουσϊν αυτό · οίον, ά ν τ ώ ν ι ο ς· άγιος(59r) κανών δέκατος · (αρχ.) ή μ ή ν ι ς · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτών παραγώγων... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν νεάνις... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν έρις... (τελ.) ...πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν κ ί θ α ρ ι ς· παρά το κϊνείν ε ί ς έρωτα τούς άκούοντας• ή παρά το κινώ, κίναρις, καί κίθαρϊς:(59ν) κανών ενδέκατος: (in margine sinistra) (αρχ.) Πόθεν π ί τ υ ς · παρά το πίπτω γίνεται... παράδειγμα:- Πόθεν χλαμύς... (τελ) ... + ή κλητική · ω χλαμύ · τά ε ί ς υς, αποβολή του ς ποιεί τήν κλητικήν:(60r) κανών ιβ:- (αρχ.) Ή αιδώς · ποίου ε ϊ δ ο υ ς τών παραγώγων... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν ήώς... παράδειγμα:- Πόθεν έως... (τελ.) ...ότι ή μεν ήώς, ε ί ς ο υ ς έχει τήν γενικήν · ή δε εως, κατά άποβολήν του ς:(61ν) τέλος τών θηλυκών κανόνων:- + αρχή τών ουδετέρων κανόνων:(61ν) <κανών α'> (αρχ.) Το βήμα · ποίου μέρους λόγου έστιν · ονόματος: ποίου γένους... παράδειγμα:- Πόθεν δώμα... πα(ράδειγμα) (in margine
100
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΟΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(62r)
(63ν)
(64Γ)
(64ν)
(65r)
(66r)
(67r) (67ν)
(68r)
(68ν)
sinistra) Πόθεν στόμα... (τελ.) ...τα έχοντα το ε έγκείμενον εν τοίς ρήμασϊν, έχουσι το ο άντιπαρακείμενον έν τοίς όν(όμ)ασ(ιν):κανών β:- (αρχ.) Το μελί · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτων παραγώγων... παράδειγ μα:- Πόθεν σίνηπϊ... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν πέπερι... (τελ.) τα λοιπά όμοίωςτω σίνηπι:- [[παράδειγμα:-]] <κανών δ'> (αρχ.) Το πώϋ 4 8 · ποίου ε ϊ δ ο υ ςτ(ών) παραγώγων · ρημα τικού... παράδειγμα:- Πόθεν γόνυ... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν άστυ... (τελ.) ...ει δε βραχεία, διά τού υ ψϊλού · γόνυ, γόνυος:κανών δ:- (αρχ.) Το ξύλον · ποίου εϊδουςτων παραγώγων... παράδειγ μα) (in margine sinistra) Πόθεν άροτρον... (τελ.) ...και προσθέσει του ς, την δοτικήν τ(ών) πλη(θυντικών) ποιεί:- τα άροτρα · ω άροτρα:κανών ε:- (αρχ.) Πόθεν δέλεαρ · παρά το δέλω το δελεάζω · έξ ου και δόλιος... παράδειγμα:- Πόθεν ήπαρ... (τελ.) ...τα ήπατα · τ(ών) ηπάτων • τοϊς ήπασι · τά ήπατα · ω ήπατα:κανών στ:- (αρχ.) Πόθεν ύδωρ · παρά το υω το βρέχω, ϋωρ · και πλεονασμώ του δ, ύδωρ... παράδειγμα:- Πόθεν έλωρ... (τελ) τά ελωρα • των έλώρ(ων) · (65ν) τοίς ελωρσι · τά έλωρα · ω έλωρα:κανών ζ:- (αρχ.) Πόθεν κ ρ έ α ς· παρά το κείρω το κόπτω · κ έ ρ α ς· και έν μεταθέσει, κρέας... πα(ράδειγμα) (in margine sinistra) Πόθεν γήρας... (τελ.) ...τά γήρατα κοινώς· και γήραα ίωνικώςκαι γήρα άττικ(ώς) · ώ γήρατα κοιν(ώς) · και ώ γήραα ίωνικ(ώς) · και ώ γήρα άττικως> κανών η:- (αρχ.) Πόθεν τ ε ί χ ο ς · παρά το τεύχω το κατασκευάζω... παράδειγμα:- Πόθεν βέλος... (τελ.) ...ώ βέλεα · και βέλη:καν(ών) θ: (αρχ.) Το φ ώ ς · ποίου είδους τών παραγώγων... παράδειγ μα:- Πόθεν ώς... παράδειγμα:- Πόθεν ούς... (τελ.) ...το δε μονόπτωτον, ή ένικώ αριθμώ κλίνετίαι) μόνω διό και μονόπτωτον λέγεται, ή δυϊκώ μόνω. ή πληθυντικώ:τέλοςτών άρσενικ(ών) κανόνων · θηλυκών και ουδετέρων ονομάτων • πεντηκοστον έκτον · ποσουμένων αριθμόν · τριάκοντα και πέντε τών αρσενικών · τών θηλυκ(ών) δϋοκαίδεκα · τών δε ουδετέρων, έννέα:'Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · απλούν πρωτότυπον · παράγωγον • συζυγίας πρώτης τών βαρυτόνων:- 'Ρήμα; ποίου (εϊδουσί μέρους λόγου εστίν · όνόματος: ποίου γέν(ους) ουδετέρου: ποίου εϊδους ·
· Το όνομα «πώυ» παρουσιάζεται εσφαλμένα στον κώδικα ως ακόμα ένα παράδειγμα του δευτερού κανόνα (μέλι). Πρόκειται φυσικά για τον τρίτο κανόνα της κλίσης των ουδέτερων συμφωνα πάντα με τους κανόνες του Θεοδοσίου). Αυτό αποδεικνύεται και στη συνέχεια, όπου βλεπουμε ότι ο κανόνας που ακολουθεί είναι ο τέταρτος (ξύλον).
ΙΟΙ
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς Α Γ Γ . ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
(70r)
(72ν)
(73ν)
(74r)
(74ν)
(75r) (75r)
(75Γ)
παραγώγου: ποίου ε ϊ δ ο υ ς των παραγώγων · ρηματικού... Όριστϊκόν • πόθ(εν) γίνεται... Ένεργητϊκόν · πόθ(εν) γίνεται... Άπλούν · πόθ(εν) γίνεται... Πρωτότυπον · πόθ(εν) γίνεται... Παράγωγον · πόθ(εν) γίνε ται... Ουζυγία · πόθ(εν) γίνεται... Πρώτη · πόθ(εν) γίνεται... Των βαρυτόνων · ποί(ας) πτώσεως... αρχή συν θεώ του ρήματος:- (αρχ.) Τύπτω · ποίου μέρουςλόγου εστί • ρήματος ποίου γένους ούκ έχει: ποίου ε ϊ δ ο υ ς· πρωτοτύπου: ποίου σ χ ή μ α τ ο ς· άπλού... πόσα παρέπετ(αι) τω ρήματι · οκτώ · έγκλίσεις • διαθέσεις · είδη · σχήματα · αριθμοί · πρόσωπα · χρόνοι, και συζυγίαι... Τύπτω · το δεύτερον, τ ύ π τ ε ι ς · ό κα(νών)... Το δυϊκόν · το πρώτον, ού ποιεί... Το πληθυντϊκόν το πρώτον τύπτωμεν... Το δεύτε ρον... (τελ.) ...όμοίωςκαί ό έκολαζόμην, παρατατϊκός:π α ρ α τ α τ ι κ ό ς• ετυπτον:- (αρχ.) Τύπτω · καί ή μετοχή, ό τύπτων · του τύπτοντος · καί ό παρατατικος, ετυπτον · ό κα(νών) ή γενική τής μετοχής... + το δεύτερον ετυπτες... Το δυϊκόν... Το πληθυντϊκόν... (τελ.) ...έσται τοίνυν έτύψαμεν, έτυψαν:περί τού παρακειμένου:- (αρχ.) Δύο χρόνοι κατασκευάζουσι τον παρακείμενον · ό παρατατικος, τήν αρχουσαν · ό δε μέλλ(ων), τήν λήγουσαν καί τήν παραλήγουσαν... (τελ.) ...από δε συμφώνου, μια πλεονάζει · τύψω, τέτυφα · ποιήσω, πεποίηκα · πλην του νέμω, μενώ:παρακείμενος· τέτυφα · κανόνϊσον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων), τύψω • ό παρακείμενος, τέτυφα · ό κα(νών) · π ά ς παρακείμενος, ε ί ςα λήγει... + το δεύτερον τέτυφας... + το τρίτον τέτυφεν... Το πρώτον των δυϊκ(ών)... Το πληθυντϊκόν... (τελ.) ...πα(σα) λ έ ξ ι ς προπαροξυνομένη έχουσα έπι τ έ λ ο υ ςδίχρονον, συνεσταλμένον αυτό εχει:περί του αττικού παρακειμένου:- (αρχ.) Ότε το ρήμα αρχετ(αι) ύπο του α ή εή ο, ποιούσιν οι αττικοί... (τελ.) ...έλεύθω, ήλευθα ό κοινος • όμώμοκα ό άττικόςΠερί του μέσου παρακειμ(έν)ου:- (αρχ.) Τ ρ ε ί ςείσίν αί διαθέσειςτων ρημάτων · ενέργεια, πάθος, μεσότης... (τελ) ...φαίνω · φανώ · πέφηνα:Μ έ σ ο ςπαρακείμ(εν)ος- τέτυπα · καν(όνισον): (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενος, τέτυφα · καί ό μ έ σ ο ςτέτυπα · ό κα(νών)... (τελ.) ...πλ(ηθυντικά) τετύπαμ(εν) · τετύπατε · τετύπασιν:Ύπερσυντέλικος:- Έτετύφειν · κανόνϊσον (αρχ.) τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενος, τέτυφα · ό ύπερσυντέλϊκος, έτετύφειν · ό κα(νών)... το δεύτερον έτετύφεις... Το δυϊκόν... Το πληθυντϊκόν... (τελ.) ...πα(σα) λ έ ξ ι ςπροπαροξυνομένη · έχουσ(α) έπί τέλουςδίχρονον ούνεσταλμένον αυτό έχει:-
102
ΠΑΡΑΡΤΙΙΜΑ: Ο ΚΙΙΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(75ν) Μ έ σ ο ςύπερσυντέλικος· έτετύπειν • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω . ό μέλλων, τύψω · ό παρακείμενος, τέτυφα · ό μ έ σ ο ςτέτυπα · καί, ό μ έ σ ο ςύπερσυντέλϊκος, έτετύπει<ν> · ό κα(νών) · ώσπερ ό ένεργητϊκοςπαρακείμενος... (τελ.) ...οι δε κ α ν ό ν ε ςόμοιοι τοϊς τού ύπ(ε)ρ(συντελίκοο):(75ν) Αόριστος ά · έτυψα · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω • ό άόριστος, έτυψα · ό κα(νών) · π α ς μέλλ(ων) αμείβων το τελευταίον ω είς α... + το δεύτερον ετυψας... (τελ.) ...οι δε κανόνες, όμοιοι τοις του παρακειμένου:(76r) + αόριστος δεύτερος· έτυπον · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό αόριστα έτυψα · ό δεύτερος, έτϋπον · ό κα(νών)... (τελ) ...έτύπομεν · έτύπετε · έτυπον · οι δέ κανόνεςόμοιοι του παρακειμένου:(76r) Μέλλοντα π ρ ώ τ ο ς • τύψω · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων, τύψω · ό κα(νών) · π ά ς μέλλ(ων) ένεργητϊκος. ε ί ς ω λήγει · και ούνάρχετ(αι) τω ένεστώτι · πλην τού τρέφω, θρέψω... (τελ.) ...οί δέ κανόνες. όμοιοι τοίς τού ένεστώτος:(76ν) Μέλλων δ ε ύ τ ε ρ ο ς· τυπώ • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων), τύψω · ό άόριστος. έτυψα · ό δεύτεροςέτυπον · και ό μέλλων δεύτερος. τυπώ · ό κα(νών)... (τελ.) ...όμόφωνόν έστϊ το τρίτον πρόσωπον τ(ών) πλη(θυντικών) τή δοτική πληθυντική των ιδίων μετοχ(ών) · ό δέ λόγοςδιήκει και έπί των ε ι ς μι: (...) διατί · πάσα φύσει μακρά:(76ν) +++ Οριστικά παθητικά · χρόνου ένεστώτος. και παρατατικού: +++ (αρχ. 77r) Τύπτω · καί το παθητίκον, τύπτομαι · ό κα(νών) · πάς ένεστώςόριστικόςβαρύτονοςείς ω λήγον. αμοιβή τού ω είς ο · και προσθέσει τ ή ςμαι. παθητικοςγίνετ(αι) · λέγω · λέγομαι... Το δυϊκον... Το πλ(ηθυντικον)... (τελ.) ...πρώτα και τρίτα πρόσωπα τ(ών) ένικ(ών): βραχύ · διατί · καθόλου ή αι και ή οι δίφθογγοι:(77ν) Παρατατϊκός· έτυπτόμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · και το παθητϊκόν. τύπτομαι · και ό παρατατικος. έτυπτόμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...οί κανόνεςτούτ(ων). όμοιοι τοϊς τού παθητικού ένεστώτος('8Γ) Παθητικός παρακείμ(εν)ος· τέτυμμαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων). τύψω · ό παρακείμενος. τέτυφα · ο παθητικος. τέτυμμαι · ό κα(νών)... + το δεύτ(ε)ρ(ον) τέτυψαι · ό κα(νών) · έκ τού τρίτου γέγονε • τροπή τού τ ε ί ς ς · καί κράσει τού π και ς. ε ί ς ψ... τετυμμένοι είσί... πόθ(εν) ποιείςτο είσίν · έκ τού έω τό υπάρχω, γίνεται (78r) παράγωγον ρήμα ε ί ςμι · έμί · και έπεί τα ε ί ς μι φύσ(ει) μακρά παραλήγεται, πλεονάζει το ίώτα καί ειμί γίνεται... ου το δεύτ(ε)ρ(ον) έσσ · δια δΰο σσ. καί γίνεται έσσί · καί το τρίτον ό μ ο ί ω ςέσσίν... καί γίνετ(αι) εστί...
[03
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑθΙΟΤ
έσμέν · και έστέ... είσί... (τελ.) ...τετύφαται · το φα βραχύ · διατί · καθόλου το τοιούτον δίχρονον εν τοϊς ίωνικοίς, συστέλλετ(αι): το αι δ(ί)φ(θογγον) · διατί · τα ε ί ς μαι καί ε ί ς ται:(79Γ) παθητικός [[παρακείμενοςκαι]] ύ π ε ρ σ υ ν τ έ λ ι κ ο ς · έτετύμμην . κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων, τύψω · ό παρακείμενος τέτυφα · ό π α θ η τ ι κ ό ςτέτυμμαι · ό ύπερσυντέλϊκος, έτετύμμην · ό κα(νών)... Τό τρίτον των πλ(ηθυντικών), ού ποιεί... (τελ.) ...τετυμμένοι ήσαν · κοινή μεν γαρ άμφοίν τοίν χρόνοιν, ή μετοχή · άλλον τό ρήμα • παρακειμένω δε ο ί κ ε ϊ ο ςεστίν ό είσίν έ ν ε σ τ ώ ς· καί ύπερσυντελίκω, ό, ήσαν παρωχημένος:(79ν) περί των αορίστων:- τέσσαρας άορίστους εύρίσκομεν έν τοϊς παθητικοίς· δυο παθητικους, πρώτον καί δεύτερον καί δύο μέσ(ους) · ομοίως α'καί β' • γίνεται δε ό μεν πρώτος παθητικός, ουτως • έτύφθην • κανόνισον:(79ν) άορ(ιστ)ο(ς) α': (in margine sinistra) (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω • ό παρακείμενος, τέτυφα · ό παθητικός. τέτυμμαι · ό άόριστος, έτύφθην · ό κα(νών)... (τελ.) ...τα ε ί ς μεν πληθυντικά από των ε ί ςν φύσει μακροκαταλήκτων κεκλιμένα, ε ί ς σαν ποιεί το τρίτον:(79ν) άόριστοςδ ε ύ τ ε ρ ο ς· έτύπην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό δ ε ύ τ ε ρ ο ςέτυπον · ό παθητικόςέτύπην • ό κα(νών)... (τελ.) τα ε ί ς μεν πληθυντικά:- (???) (80r) μ έ σ ο ςάόριστοςπ ρ ώ τ ο ς · έτυψάμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων), τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό μ έ σ ο ςέτυψάμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...έτυψάμεθα · έτύψασθε · έτύψαντο:(80r) <Μ>έσοςάόριστοςδ ε ύ τ ε ρ ο ς• έτυπόμην • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων · τύψω · ό άόριστος έτυψα · ό δεύτερος έυπον · ό μέσος έτυπόμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...έτυπόμεθα · έτύπεσθα · έτύποντο:(80r) Μέλλων α π α θ η τ ϊ κ ό ς· τυφθήσομαι • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων), τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό παθητικοςτέτυμμαι · ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτύφθην · το δεύτ(ε)ρ(ον) έ τ ύ φ θ η ς · το τρίτον έτύφθη· και ό μέλλ(ων) πρώτος, τυφθήσομαι · ό μ ο ί ω ς τοίς άορίστοιςκαι τ ο υ ς μ έ λ λ ο ν τ α ς· τ έ σ σ α ρ α ςέστιν εύρείν... Τό δυϊκον... Το πληθυντϊκόν... (τελ.) ...πρώτα καί τρίτα πρόσωπα των ένϊκ(ων) · καί τρίτα των πλη(θυντικών) δια τ η ς αι δ(ι)φ(θόγγ)ου γρά(φ)οντ(αι):(80ν) Μέλλ(ων) δεύτ(ε)ρ(ος) π α θ η τ ι κ ό ς · τυπήσομαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό δεύτεροςέτυπον · ό παθητικόςέτύπην · έ τ ύ π η ς· έτύπη · καί ό μέλλ(ων) δεύτ(ε)ρ(ος), τυπή σομαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...τυπησόμεθα · τυπήσεσθαι · τυπήσονται:-
104
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο KÎJAIKAJ; 1066
ΤΗΣ ΕΒΕ
(80ν) Μέσοςμέλλ(ων) α · τύψομ(αι) · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων τύψω · ό μέσος μέλλ(ων) πρώτος, τύψομαι · ό κα(νών) · πάς μέλλ(ων)... (τελ.) ...τυψόμεθα · τύψεσθε · τύψοντ(αι):(8ir) Μέσοςμέ(λλων) u' · τυπούμαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό άόριστος έτυψα · ό δεύτερος έτυπον · ό μέλλ(ων) δεύτερος τυπώ · καί ό μ έ σ ο ςμέλλ(ων) δεύτ(ε)ρ(ος), τυπουμαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...ό κα(νών) • πάν τρίτον ένικον έχον το τ κλιτικον:(8Ir) Μετ' ολίγου μέλλ(ων) · του καί αττικού · τετύψομ(αι) · κανόνι σον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό παθητικοςτέτυμμαι · το δεύτερον τέτυψαι · καί ό μετ' ολίγου μέλλ(ων), τετύψομαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...τετυψόμεθα · τετύψεσθε · τετύψονται:(81Γ) περί απαρεμφάτων:- Ά||ά||παρέμφατα ενεργητικά · χρόνου ένεστώτος καί παρατατικού:- (αρχ.) Έδόκει τισί τα απαρέμφατα, μηδέ ρήματα είναι · δια το μη έχειν αυτά... (τελ.) ...άρθρον έχει t-υναρτώμενον · οίον, το άναγινώσκειν · ώφέλιμόν έστι:(81Γ) <Ενεστώς καί παρατατικος> τύπτειν · κανόνισον:- (αρχ. 81ν) Τύπτω • το δεύτερον τ ύ π τ ε ι ς · το τρίτ(ον) τύπτει · καί το άπαρέμφατον. τύπτειν · ό κα(νών) · π ά ς ένεστώςάπο βαρυτόνων θεμάτ(ων)... (τελ.) ...πεποιημαι · πεποίησαι · πεποίητ(αι):(82Γ) Παρακείμενοςκαί ύπερσυντέλικος· τετυφέναι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · το δεύτερον, τ έ τ υ φ α ς· το τρίτον, τέτυφε • καί το άπαρέμφατον. τετυφέναι · ό κα(νών)... (τελ.) ...αί γαρ διάλεκτοι, το φαγειν. φαγέμεναι λέγουσι · καί το πιειν. πιέμεν(αι):(82r) Μέσος παρακείμ(εν)ος · τετυπέναι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό μ έ σ ο ςτέτυπα · το δεύτ(ε)ρ(ον) τ έ τ υ π α ς· το τρίτον τέτυπε · καί το άπαρέμφατον τετυ πέναι · ό κα(νών)... (τελ.) ...το άπαρέμφατον ποιεί: {έποίει, ποιείν · έβόα, βοάν · έχρύ) (82Γ) αόριστος αος · τύψαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ο αόριστοςέτυψα · καί το άπαρέμφατον. τύψαι · ό κα(νών)... (τελ.) -πάν άπαρέμφατον · δ(ί)φίθογγον) έχει κατά την τελευταίαν:W
Δεύτεροςάόριστοςεν τ(οίσ) ά π α ρ ε μ φ ά τ ο ι ς· κανόνισον · (αρχ.) ου ποιεί: διατ(ί) · το μέντοι (82ν) άπαρέμφατον του δευτέρου αορίστου, οξυνθήναι μή δυνάμενον... (τελ.) ...ό δέ δ ε ύ τ ε ρ ο ςμέλλων, (τυψειν) τυπών περισπωμένως:-
[05
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΓΣΤΑΘΙΟί
(82ν) μέλλοντα π ρ ώ τ ο ς· τύψειν · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω • το δεύτερον τ ύ ψ ε ι ς· το τρίτον τύψει · και το άπαρέμφατον τύψειν • ό κα(νών)... (τελ.) ...και τα άπαρέμφατον νυγειν:(82ν) μέλλοντα u' • τυπείν · κανόνισον:- Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό δ ε ύ τ ε ρ ο ςέτυπον · ό μέλλων δεύτεροςτυπώ · το δεύτερον τ υ π ε ι ς · το τρίτον τυπει • και τα άπαρέμφατον τυπείν · ό κα(νών)... (τελ.) ...πάν ρήμα μακροκατάληκτον έπί της μ α κ ρ α ςέχον τον τόνον, περισπαται:(82ν) περί παθητικ(ών) άπαρ(εμφά)τ(ων) · απαρέμφατα παθητικά • χρόνου ένεστώτοςκαι παρατατικού · τύπτεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • και τα πρώτο παθητικον, τύπτομαι · το δεύτ(ε)ρ(ον) τύπτει II η II • το τρίτον τύπτετ(αι) · και το άπαρέμφατον, τύπτεσθαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...ούτω καί έν τ ο ύ τ ο ι ςή ενέργεια καί το πάθος, νοούνται αυτά καθ' έαυτά:(83Γ) παρακειμ(έν)ου και ύπ(ε)ρσυντελίκου · τετύφθαι · κανό(νισον):(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω • ό παρακείμενοςτέτυφα · ό παθητικοςτέτυμμαι · το δεύτ(ε)ρ(ον) τέτυψαι · το τρίτ(ον) τέτυπται · καί το άπαρέμφατον τετύφθαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...πάν άπαρέμφατον δ(ί)φ(θογγον) έχει κατά την τελευταίαν: βραχ(ύ) · διά τί • καν φθάσ(ει) επί τ έ λ ο υ ςή αι καί ή οι δ(ί)φ(θογγ)οι:(83r) αορίστου πρώτου · τυφθήναι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό παθητικοςτέτυμμαι · ό άόριστοςέτύφθην · τα δεύτερον έτύφθης... (τελ.) ... παν άπαρέμφατον δ(ί)φ(θογγον) έχει: βραχ(ϋ) · διά τί · καν φθάσ(ει) επί τέλ(ουσ):(83Γ) αορίστου u' · τυπήναι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω... (τελ.) ...άπο μεν βαρυτόν(ων) θεμάτ(ων), αεί βραχεία παραλήγεται ό δεύτερος άόριστος:(83r) μέσου αορίστου α' · τύψασθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων... (τελ.) ...πάν άπαρ(έμφατον) δ(ί)φ(θογγον) έχει:(83ν) Μέσου αορίστου u' · τύπτεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων... (τελ.) ... παν άπαρέ(μφατον) δ(ί)φ(θογγον) έχει κατά την τελευ ταίαν (83ν) Μέλλοντα α' · τυφθήσεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων... (τελ.) ...πάν παθητικον ή μέσον: το τυ, το φθη, ε ί ςτο φθη, το σθ Τύπτω • ό μέλλων... (τελ.) ... το σθαι:(83ν) μέλλοντα δευτέρου · τυπήσεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων... (τελ.) ...το τυ, το πη, το σθ · το σθαι: {ό κα(νών) · παν παθητικον ή μέσον:)
106
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΟΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(83ν) μέσου μέ(λλοντοσ) α' · τύψεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων... (τελ.) ... ό κα(νών) · πάν παθητικον ή μέσον: (83ν) Μέσου μέλλοντος υ.' · τυπείσθαι · κα(νόνισον):- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλ(ων)..· (τελ.) ...πα(σα) φύσ(ει) μακρά προ βραχεί(ας) ληκτική · έν ένί:(83ν) μετ' ολίγου μέλλοντος του και αττικού · τετύψεσθαι · κανόνισον: (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων)... (τελ.) ...δια το μή παρεμφαίνειν και δηλούν βούλημα (84Γ) ψυχής έν έ α υ τ ο ί ς σημαινόμενον:(84r) προστακτικά ενεργητικά · χρόνου ένεστώτος και παρατατικού:- (αρχ.) Καθόλου παντος προστακτικού το πρώτον πρόσωπον... (τελ.) ...και π ρ ο ςέτερον ποιείσθαι τον λόγον:(84r) ένεστώτοςκαι παρατατικού · τύπτε • κανόνισον:- Τύπτω · και ό παρατατικοςέτυπτον · το δεύτ(ε)ρ(ον) έ τ υ π τ ε ς · το τρίτον ετυπτε · και το πραστακτικον, τύπτε · ό κα(νών) · πάν τρίτον πρόσωπον τού ενεργητικού παρατατικού... Το δυικόν... Το πληθυντικον... (τελ.) ...πάσα λέξιςπροπαροξυνομένη • έχουσα έπί τ έ λ ο υ ςδίχρονον, συνεσταλμένον αυτό έχει:(84ν) παρακειμένου καί ύπερσυντελίκου · τέτυφε · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτύφα · το δεύτερον τ έ τ υ φ α ς· το τρίτον, τέτυφε · καί το προστακτικον. τέτυφε · ό κα(νών)... (τελ.) ...το πλ(ηθυντικόν) το πρώτον, ού ποιεί: το δεύτ(ε)ρ(ον) τετύφετε: το τρίτον τετυφέτωσαν:(84ν) μέσου παρακειμένου · τέτυπε · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα... (τελ.) ... το δεύτ(ε)ρ(ον) τετύπετε: το τρίτον τετυπέτωσαν (84ν) αορίστου α' · τύψον · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα... (τελ.) ...τα λοιπά ό μ ο ί ω ς τοίς προ τούτου:(85r) αορίστου δευτέρου και μέλλοντος· τύπε · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλ(ων) τύψω · ό άόριστοςέτυψα... (τελ.) ...πλ(ηθυντικα) τύπετε • τυπέτωσαν:vo5r) προστακτικά παθητικά · έ ν ε σ τ ώ τ ο ςκαί παρατατικού · τύπου · κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · καί το παθητικόν τύπτομαι · καί ό παρατατικοςέτυπτόμην · το δεύτ(ε)ρ(ον) έτύπτου · καί το προστακτικον. τύπτου · ό κα(νών)... Το δυικόν... Το πλη(θυντικόν)... (τελ.) ... πα(σα) λ έ ξ ι ςπροπαροξυνομένη · έχουσα έπί τέλ(ους) δίχρο νον,σύνεσταλμένοναυτό έχει:ν ) παρακειμένου καί ύπερσυντελίκου · τέτυψο · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενοε τέτυφα · ό παθητικοςτέτυμμαι · ό
107
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς Α Γ Γ . ΕΤΣΤΑθΙΟΤ
υπερσυντέλικος έτετύμμην... (τελ.) ...ό κα(νών) · προσθέσει δε τ ή ςσαν:(85ν) αορίστου πρώτ(ου) καί μέλλοντος • τύφθητι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό παθητικοσ τέτυμμαι · ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτύφθην... (τελ.) ...ό κα(νών) · καί προσθέσει τ ή ς σαν, το τρίτον ποιεί:(85ν) αορίστου δευτέρου καί μέλλοντ(ος) · τύπηθι • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό δεύτ(ε)ρ(ος) ετυπον · ό παθητικος έτύπην · ή μετοχή ό τυπείς... (τελ.) ...τα λοιπά, όμοίωςτω αω άορίστω:(85ν) μέσου αορίστου πρώτου, και μ έ λ λ ο ν τ ο ς· τύψαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτυψα · ό μ έ σ ο ςέτυψάμην • και ό μ έ σ ο ςπ ρ ο σ τ α κ τ ι κ ο ςπ ρ ώ τ ο ς άόριστος, τύψαι... (τελ.) ... + πλ(ηθυντικά) τύψασθε · τυψάσθωσαν:(86Γ) μέσου αορίστου u' καί μέ(λλοντοσ) · τυπού · κα(νόνισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτυψα • ό δεύτερος έτυπον · ό μ έ σ ο ςέτυπόμην · το δεύτ(ε)ρ(ον) έτύπου · καί το προστακτικον τυπού... (τελ.) ... + πλ(ηθυντικα) τύπεσθε · τυπέσθωσαν:(86Γ) κανόνισον έν τ ο ί ς προστακτικοις μετ' ολίγου μέλλοντα:- (αρχ.) Μετ' ολίγου μέλλ(ων) έν τ ο ί ςπροστακτικοίςούκ έστι: διατί · επειδή... (τελ.) ...τούτου χάριν ού{χυ}κ έσχον τα προστακτικά μετ' ολίγου μέλλοντα:(86Γ) εύκτικά ενεργητικά · χρ(όνου) ένεστώτοςκαί παρατατικού • τύπτοιμι • κα(νόνισον):- (αρχ.) Τύπτω · καί ή μετοχή, ό τύπτων · ή γενική, του τ ύ π τ ο ν τ ο ς · καί το εύκτικον, τύπτοιμι: ό κα(νών)... Το δυικον... Το πλη(θυντικον)... (τελ.) ...το εν ψιλον: διατί: ώ ς έκ του πρώτου τ(ών) πλη(θυντικών): καί εκείνο διατί · τα ε ί ς μεν και ε ί ς τε:(86ν) παρακείμενοςκαι ύπερσυντέλικος· τετύφοιμι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ή μετοχή ό τετυφώς, του τ ε τ υ φ ό τ ο ς· καί το εύκτικον, τετύφοιμι · ό κα(νών)... (τελ.) ... + πλ(ηθυντικον) τετύφοιτε • τετύφοιεν:(86ν) μέσου παρακειμ(έν)ου καί ύπ(ε)ρσυντελίκου · τετύποιμι · κανόνισον:(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό μέσος, τέτυπα · ή μετοχή ό (87Γ) τ ε τ υ π ώ ς · τού τ ε τ υ π ό τ ο ς· καί το εύκτικον τετύποιμι... (τελ.) ...τετλυποιμ(εν) · τετύποιτε · τετύποιεν:(87Γ) αορίστου α' · τύψαιμι · κα[νόνισον]:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω • ό άόριστοςέτυψα · [ή μετοχή ό τύψας, τύψαντος· καί το] εύκτικον, τύψαιμι · ό κα(νών)... (τελ.) ...παν εύκτικόν · διφθόγγω παραλή(γεται):(87r) αορίστου δευτέρου · τύπτοιμι 4 9 · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό 49. lege: τύποιμι.
108
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΙΙΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(87Γ)
(87Γ)
(87Γ)
(87ν)
(88ν)
(89r) (o9r)
9r
)
μέλλ(ων) τύψω · ό άόριστοςέτυψα · ό δεύτ(ε)ρ(ος) ετυπον · ή μετοχή ό τυπ(ών) · του τ υ π ό ν τ ο ς · καί το εύκτικον, τύποιμι... (τελ.) ... + πλ(ηθυντικον) τύποιμεν · τύποιτε · τύποιεν:μέλλοντοςπρώτου · τύψοιμι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ή μετοχή ό τύψων, τού τ ύ ψ ο ν τ ο ς· καί το εύκτικον τύψοιμι · ό κα(νών)... (τελ.) ...τύψοιμεν · τύψοιτε · τύψοιεν:μέλλοντοςδευτ(έ)ρ(ου) · τυποίμι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτυψα · ό δεύτερος ετυπον · καί ό μέλλ(ων) δεύτ(ε)ρ(ος) τυπώ · ή μετοχή ό τυπ(ών) · τού τ υ π ο ύ ν τ ο ς· καί το εύκτικον, τυποίμι · ό κα(νών)... (τελ.) ...τυποιμεν · τυποιτε · τυποιεν:- ή τεχνολογία, από τ ή ς τυπών μετοχής:εύκτικά παθητικά · χρόνου ένεστώτοςκαΙ παρατατικού · τυπτοίμην • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · καί το παθητικον τύπτομαι · καί το [[εύκτικον]] παθητικόν εύκτικον, τυπτοίμην · ό κα(νών)... + Το δυικον... + Το πλη(θυντικον)... (τελ) ...καί τήν παραλήγουσαν φυλλάτον του πρώτου προσώπου, το τρίτον πρόσωπον των πλη(θυντικών) ποιεί:παρακειμ(έν)ου καί ύπερσυντελίκου · τετυμμένος ειην · κανόνισον:(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενος τέτυφα · ό παθητικός τέτυμμαι · καί το εύκτικον. ού ποιεί: Διατί · ότε μεν καθαράν έχει τήν έσχάτην ό παθητικοςπαρακείμενος. τω κοινώ κανόνι το εύκτικον ποιεί... ότε δε εν έτέρω σϋμφώνω προ τού μ παραλήγοιτο, τότε δια το άσυστατείν. το εύκτικον τέ καί ύπερσυντέλικον, δια μετοχής καί ύπαρκτικού ρ ή μ α τ ο ςάναπληροί... (τελ) ...το σαν βραχύ · διατί · πά(σα) λέξις προπαροξυνομένη:αορίστου πρώτου · τυφθείην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ό π α θ η τ ι κ ο ςτέτυμμαι · ό άόριστοςέτύφθην · ή μετοχή ό τ υ φ θ ε ι ς · του τ υ φ θ έ ν τ ο ς· καί το εύκτικον τυφθείην · ό κα(νών)... (τελ.) ...ό κα(νών) · τα ε ί ς μεν (89r) πλη(θυντικα) · άπο τ(ών) ε ί ς ν φύσ(ει) μακροκαταλήκτων κεκλιμένα, ε ί ςσαν ποιεί το τρίτον:αορίστου u' · τυπείην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ) ...τα λοιπά, ό μ ο ί ω ςτω πρώτω άορίστω:μέσου αορίστου πρώτου · τυψαίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό μ έ σ ο ςέτυψάμην · καί το εύκτικον. τυψαίμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...τυψαίμεθα · τύψαισθς · τύψαιντο:μέσου αορίστου βου' · τυποίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω... (τελ.) ...το τρίτον πρόσωπον τ(ών) πλη(θυντικών) ποιεί · οίον τύποιτο · τύποιντο ( ότι τύποι )
109
ΑΘΑΛΑΣΙος ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΤ
(89ν) μέλλοντοςπρώτου · τυφθ[ησοίμην] · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · 6 μέλλων τύψω... (τελ.) ...τα λοιπά ό μ ο ί ω ςτ(οίς) π ρ ώ τ ο ι ς άορίστοις:(89ν) μέλλοντοςu' · τυπησοίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...πληθυντικά · τυπήσοισθε · τυπήσοιντο:(89ν) μέσου μέλλοντος πρώτου · τυψοίσην 50 · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ... τυψοίμεθα · τύψοισθε · τύψοιντο:(89ν) μέσου μέλλοντοςδευτέρου · τυποίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...τυποίμεθα · τυποίσθα · τυποίντο:(90Γ) μετολίγου μέλλοντος· τετυψοίμην • κα(νόνισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα • ό παθητικοςτέτυμμαι · το δεύτ(ε)ρ(ον) τέτυψαι · και ό μτ' ολίγον μέλλ(ων) τετύψομαι · και το εύκτικόν, τετυψοίμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...τετυψοίμεοα · τετύψοισθε • τετύψοιντο:(90r) Υποτακτικά ενεργητικά · χρόνου ένεστώτοςκαι παρατατικού:- (αρχ.) Αί μεν αλλαι τ(ών) έγκλίσε(ων) εξ έ α υ τ η ςέκαστη ονομάζεται · οίον, ή οριστική, άπο του μ ό ν ω ςόρίζειν · προστακτική, άπο του προστάσσειν • και αί έξής · όμοί(ως) · ή μέντοι υποτακτική, ποικίλας έχει τάς σημασί(ας)... (τελ.) ...μετεποίησαν δε αύτας, είς ω και είς μαι · αίτινες είσίν, ενεστώτων καί μελλόντων:(90r) περί τ(ών) υποτακτικών · έάν τύπτω · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • καί ή μετοχή ό τύπτων · του τ ύ π τ ο ν τ ο ς• ό παρατατικοςέτυπτον · καί το ύποτακτικον, εάν τύπτω · ό κα(νών)... Το δυικον... Το πληθυντικον... (τελ.) ...προ δύο συλλα(βών) πε(ρισπωμένη) ού τίθετ(αι):(91ν) παρακειμ(έν)ου καί ύπερσυντελίκου · εάν τετυφω · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · καί το ύποτακτικον εάν τετυφω... (τελ.) ...εάν τετύφωμεν · έάν τετύφητε · έάν τετύφωσι:(91ν) μέσου παρακειμένου καί ύπ(ερσυντελίκου) · εάν τετύπω · κανόνισον:(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενος τέτυφα · ό μέσος τέτυπα · καί το ύποτακτικον εάν τετύπω... (τελ.) ...εάν τετύπωμεν · εάν τετύπητα · εάν τετύπωσιν:(92Γ) μέλλοντοςκαί αορίστου α' · έαν τύψω · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα · καί το ύποτακτικον, εάν τύψω... (τελ.) ...έαν τύψωμεν · εάν τύψητα • έαν τύψωσι:(92Γ) μέλλοντοςκαί αορίστου u' · έαν τύπω · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τϋψω · ό άόριστοςέτυψα... (τελ.) ...έαν τύπομεν · έαν τύπητε • έαν τύπωσιν:50. lege: τυψοίμην.
110
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(92r) Υποτακτικά παθητικά · χρόνου ένεστώτοςκαι παρατατικού:- (αρχ.) Τύπτω · καί ό παρατατικέ έτυπτον · και το ύποτακτικον έάν τύπτω . {και το ύποτακτικον παθητικον, έαν τύπτω) και το ύποτακτικον παθητικον, έαν τύπτομαι 51 · ό κα(νών)... το δυικόν... το πλ(ηθυντικόν)... (τελ.) - τ α ε ί ς μαι και ε ί ς ται: πρώτα και τρίτα πρόσωπα τών ένικ(ών) καί τρίτ(α) τ(ών) πλ(ηθυντικών), δια τ ή ς αι δ(ι)φ(θόγγ)ου γράφοντ(αι):(93r) κανόνισον [...] είς τα υποτακτικά παθητικά • παρακειμ(έν)ου και ύπ(ερσυντελίκου):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενος τέτυφα... (τελ.) ...τα ε ί ς ι λήγοντα ρήματα, φύσ(ει) μακρά παραλήγονται · καί δια του ι γράφοντ(αι):(93ν) αορίστου αου και μέλλοντος· έαν τυφθώ · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα... (τελ.) ...έαν τυφθώσιν:(94r) αορίστου δευτέρου · έαν τυπώ · κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ λων τύψω · ό αόριστος έτυψα... (τελ) ...έαν τυπώσι:(94r) μέσου αορίστου πρώτου · έαν τύψωμαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω · ό αόριστος έτυψα... καί άλλ(ως) · δύναιο δ' αν καί έτέρωςκανονίσαι... (τελ.) ...έαν τύψωνται:(94r) μέσου αορίστου δευτέρου · έαν τύπωμαι · καν(όνισον):- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλ(ων) τύψω • ό αόριστος έτυψα · ό δεύτερος έτυπον... (τελ.) ...ό κα(νών) · πάν ( παθητικον ) ύποτακτικόν είς ω λήγον προςθέσει τής μαι, παθητικον γίνεται:(94r) κανόνισον μετολίγον μέλλοντα · ε ί ς τα υποτακτικά παθητικά:- (αρχ.) Ό μεν τεχνικός, έαν τύψωμαι παρέθετο είναι ύποτακτικόν του μετολίγου μέλλοντος · καί κανονίζεται ο ύ τ ω ς · τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...Δήλον ότι ούκ έχει υποτακτικόν:(94ν) μετοχαι ένεργητικαί:- (αρχ.) Τί έστι μετοχή · λ έ ξ ι ςμετέχουσα, -της τών ρημάτων καί τής τών ονομάτων ιδιότητος: τί μετέχει του ονόματος καί τί του ρήματος... (τελ.) ...ου δύνανται συγκλίνεσθ(αι) α ύ τ ο ί ςδια το μη εχειν π τ ώ σ ε ι ς· καί τούτου χάριν, έπενοήθη ή μετοχή:(94ν) <ένεστώτος καί παρατατικού · τύπτων · κανόνισον:-> (αρχ.) Τύπτω · και ή μετοχή ό τύπτων · ό κα(νών) · πάν ρήμα όριστικόν ε ί ς ω λήγον · προσθέσει του ν, ποιεί τήν μετοχήν... πώς κλίνεται · του τύπτοντος... Ή ευθεία τών δυικών... Πληθυντικά... το θηλυκον: Ή τύπτουσα... Ή ευθεία τών δυ(ικών)... πληθυντικά... Το ούδέτερον · τό τύπτον... δυικά... Πληθυντικά... (τελ.) ...+ ή κλητική • ω τύπτοντα:51
·lege:τύπτωμαι.
Ill
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ.
ΕίΣΤΑθΙΟΤ
(96ν) παρακειμένου και ύπερσυντελίκου · Ό τετυφώς· κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω • ό μέλλ(ων) τύψω · ό παρακείμενοςτέτυφα · ή μετοχή, ό τετυφώς· ό κα(νών)... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ) ...ό κα(νών) • αί μετοχαί και τα μετοχικά ονόματα, τ α ς α ύ τ α ςέχουσιν όρθάςκαι κλητικας> (97ν) μέσου παρακειμένου και ύπερσυντελίκου · τετυπ(ώς) · κανό(νισον):(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό παρακείμενος... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ.) ...Ή κλητική · ώ τετυπός:(97ν) αορίστου αου · τ ύ ψ α ς · κανόνισον:- (αρχ. 98r) Τύπτω · ό μέλλων τύψω • ό ά ό ρ ι σ τ ο ςέτυψα... (τελ.) ...παρατηρητέον · ότι παν ούδέτερον • άρσενικω παρεσχηματισμένον, του αρσενικού έχει τήν κλισιν · όποί(ας) αν ποτέ ειη καταλήξεως:(98Γ) αορίστου δευτέρου · ό τυπών • κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω · ό άόριστοςέτυψα... (τελ.) ...ό κα(νών) · πάσα γενική μετοχήσ • περιττοσυλλαβοόσα τ ή ςι δ ί α ςεύοείας, δια του ντ κλίνεται:(98r) μέλλοντοςα' · ό τύψων · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω • καί ή μετοχή, ό τύψων · ό κα(νών)... (τελ.) ...ό κα(νών) · πά(σα) γενική μετοχής:(98ν) μέλλοντοςδευτ(έ)ρ(ου) · ό τυπών · κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...ό κα(νών) · πα(σα) γενική μετοχής· περιττοσυλλαβούσα τ η ς ί δ ί α ςεύθεί(ας), δια του ντ κλίνεται:(98ν) μετοχαί παθητικαί · χρόνου ένεστώτοςκαί παρατατικού · ό τυπτόμεvoc · κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · καί το παθητικόν τύπτομαι · καί ή μετοχή ό τυπτόμενος · ό κα(νών)... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ.) ...ειπομεν ώς πάν ούδέτερον, ε ί ς α λήγει κατευθείαν των πλ(ηθυντικών):(98ν) παρακειμ(έν)ου καί ύπ(ε)ρσυντελίκου · τετυμμ(έν)ος· κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ) ...τετυμμένοι · τετυμμέναι · τετυμμένα:(99Γ) αορίστου πρώτου • ό τ υ φ θ ε ί ς · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...τυφθέντες· τυφθείσαι · τυφθέντα:(99ν) αορίστου δευτέρου · ό τ υ π ε ί ς · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...πα(σα) γενική μετοχή δια τού ντ κλί(νεται):(99ν) μέσου αορίστου πρώτου · ό τ υ ψ ά μ ε ν ο ς· κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...τα ε ί ς ον ουδέτερα, ε ι ς ου έχει τήν γενικήν:(100Γ) μέσου αορίστου δευτέρου, ό τ υ π ό μ ε ν ο ς· κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ.) ...τυπόμενοι · τυπόμεναι · τυπόμενα:(l00r) μέλλοντος α' · τυφθησόμ(εν)ον 52 · κανόνισον:- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλ52. lege: τυφθησόμενος.
112
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΙΙΛΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
λον τύψω... (τελ.) ...τυφθησόμεναι · τυφθησόμεναι · τυφθησόμενα:(l00r) μέλλοντοςδευτ(έ)ρ(ου) · τυπησόμενος· κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω... (τελ.) ...τυπησόμενοι · τϋπησόμεναι · τυπησόμενα:(100r) μέσου μέλλοντοςα' · τυψόμενος • κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω... (τελ.) ...ή τήν ίσην παραλήγουσαν έχει τω ένεστώτι, ή έλάττονα. ουδέποτε δε μείζονα:(100ν) μέσου μέλλοντοςu' · τ υ π ο ύ μ ε ν ο ς· κανό(νισον):- (αρχ.) Τύπτω · ό μέλλ(ων) τύψω... (τελ.) ...τυπούμενοι · τυπούμεναι · τυπούμενα:(100ν)μετ' ολίγου μέλλοντος του και αττικού · τετυψόμενος· κανόνισον:(αρχ.) Τύπτω · ό μέλλων τύψω... (τελ) ...τετυψόμενοι · τετυψόμεναι · τετυψόμενα:(100ν) Περί συζυγί(ας) · τί έστι συζυγία · συζυγία εστίν, ακόλουθος βημάτων κλίσις... πόσαι συζυγίαι είσί · δ ε κ α τ ρ ε ί ς· βαρυτόνων μεν ρημάτ(ων), ς'... Περισπωμένων δέ ρημάτίων) συζυγίαι, είσί τρείς... Τών δε ε ί ς μι ληγόντ(ων) ρημάτων, συζυγίαι είσί τέσσαρες... (τελ.) ...ή δέ τετάρτ(η). άπο της έκτηςτών βαρυτόν(ων) · ώ ς από τού πηγνύω · γέγονε. πήγνυμι:(100ν)Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · σ υ ζ υ γ ί α ςπ ρ ώ τ η ςτών βαρυτόνων:(αρχ.) Λείβω · ποίας σ υ ζ υ γ ί α ς · π ρ ώ τ η ςτών βαρυτόν(ων) · πόθεν δήλον · έκ του μέλλοντος· ή γαρ πρώτη τ(ών) βαρυτόνων, δια (lOlr) του ψ έχει τον μέλλοντα... ή γαρ πρώτη τ(ών) βαρυτόν(ων). δια τού β • ή π · ή φ · ή πτ έκφέρετ(αι)... Ό μέλλων λείψω... Ό παρακείμενος λέλειφα... Ό μέσος παρακείμενος λέλοιβα... Ό δεύτ(ε)ρ(ος) αόριστος • έλιβον... Στρέφω... Ό μέλλ(ων στρέψω... Ό π α θ η τ ι κ ο ς παρακείμενος, έστραμμαι:ό αόριστος, έστράφην... Γλύφω... Αμείβω... Νήφω... Κλέπτω... (τελ) ...τα δια του έπω βήματα, δια του ε ψιλού γρ(άφονται) • οίον. χαλέπω · κλέπτω · σκέπτω • και τα ομοια:(ΙΟΙν) Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · συζυγί(ας) δ ε υ τ έ ρ α ςτών βαρυτό νων:- (αρχ.) Πλέκω... π ο ί α ςσ υ ζ υ γ ί α ς· δευτ(έ)ρ(ας) τ(ών) βαρυτόνων ·: πόθ(εν) δηλον · ή δέ δευτ(έ)ρ(α) δια τού γ· ή κ · ή χ ή κτ... Ό μέλλ(ων). πλέξω... Ό παρακείμ(εν)ος... Ό μ έ σ ο ς παρακείμενος... Ό αόριστος... Ό δεύτ(ε)ρ(ος) αόριστος... Ό παθητικοςπαρακείμενος... Ό παθητικός αόριστος... Το λέγω. πόσα ση(μαίνει) · εξ... Τίκτω... Τήκω... Το δείκω... Πόθεν το αγήοχα... Το αγω πό(σ)α ση(μαίνει)... Πόθεν γί(νεται), το ένήνοχα... (τελ.) ...ό άττικος. ένήνεχα · και τροπή τού ε, (1n εις ο και εκβολή τουγ ένήνοχα:ν) Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · συζυγια(ας) τρίτηςτών βαρυτόνων:- (αρχ.) Ελεύθω · ποί(ας) συζυγίας... Ό παρατατικοςήλευθον... ό παρακείμενοσ
113
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΤ
• ήλευκα... και το άττικόν, έλήλυκα... Ό μ έ σ ο ςπαρακείμενος... Ό ύπερουντέλικος... Ό δεύτερος αόριστος... καί το ύποτακτικον... Ό μέλλ(ων)... Ό παθητικος παρακείμ(εν)ος..Και το ίωνικόν, ήλεύθαται... Πλήθω... Σπένδω... (τελ) ...ουτοςγαρ δια του ι έχει την τρίτην συλλαβήν:(104r) Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · συζυγίαςτετάρτηςτών βαρυτόνων:- (αρχ.) Όρύσσω · π ο ί α ςσυζυγί(ας)... Ό παρατατικος... Ό παρακείμενος... Και ό άττικος... Ό μ έ σ ο ςπαρακείμενος... Ό κ ο ι ν ο ςύπερσυντέλικος... Ό μέσος... ό αόριστος... Ό δεύτερος... Ό μέλλων... ό παθητικός παρακείμενος... Ό ύπερσυντέλικος... παρακείμενοςκαι ύπερσυντέλικος... Πόθεν ποιείς το φράζω... Αθροίζω... Ό μ έ σ ο ς παρακείμενος... (τελ.) ...καί δια το καθαριεύειν τον μέσον παρακείμενον, ίωνικόν ού ποιει:(106r) Ρημα όριστικον ένεργητικόν · σ υ ζ υ γ ί α ςπ έ μ π τ η ς τών βαρυτόνων:(αρχ.) Σπείρω · π ο ί α ς συζυγί(ας)... Ό μ έ σ ο ςπαρακείμενος... Ό δευτ ε ρ ο ς αόριστος... Ό μέλλων πρώτος... Ό π α θ η τ ι κ ο ς παρακείμενος... (τελ.) ...το γαρ ρ μετά τών δασέων, δασύ έστι • καί μετά τ(ών) ψιλών, ψιλόν έστί:(107r) Ρημα όριστικόν · ένεργητικόν · σ υ ζ υ γ ί α ςε κ τ η ςτ(ών) βαρυτόν(ων):(αρχ.) Ακούω · ποί(ας) συζυγί(ας)... Ό παρατατικός... Ό κοινος παρακείμενος... Ό μέλλων... ό π α θ η τ ι κ ο ςπαρακείμενος... Πλέω... Ό μέλλ(ων)... ό παρακείμενος... Κλαίω... (τελ.) ...είώθασι γαρ οι κλαίοντες, άνακαλείσθαι τους τεθνεώτας:(107ν) Ρημα άπλούν · παράγωγον · συζυγί(ας) πρώτης τών περισπωμένων:Πόσαι συζυγίαι τών περισπωμένων όημ(ά)τ(ων) · τ ρ ε ι ς · γίνωνται δε κατά σύναίρεσιν άπο της έκτης συζυγίας τών βαρυτόνων... Ποιέω · ποίας συζυγίας · εκτης τών βαρυτόνων... Ποιώ · ποίας συζυγίας · πρώτης τών περισπωμένων... Ό παρατατικός... Ό παρακείμενος... Ό μέλλων... Ό πρώτος αόριστος... Ό δεύτερος αόριστος... ό παθητικόςένεστώς... Ό παθητικοςπαρακείμενος... Και το ίωνικόν... Ό ύπερσυντέλικος... Ή μετοχή... Φιλώ... (τελ.) ...τα δε μηδέν έκ τούτ(ων) έχοντα παραληγόμενον μόνον δε το η ή το ε, δια τού ε έχει τον μέλλοντα:(109ν) ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · άπλούν · παράγωγον · συζυγίας δευτ έ ρ α ςτών περισπωμένων:- (αρχ.) Βοάω · π ο ί α ςσυζυγίας... ό παρατατικός... ό μ έ σ ο ςπαρακείμενος... Το άπαρέμφατον... Γελώ... (τελ.) ...Δια μακρού τού α εκφέρεται · οίον, άνιώ · άνιάσω · κοπιάσω:(11 Ir) Ρήμα όριστικόν · ένεργητικόν · άπλούν · παρά<γω>γον · συζυγίας τρίτηςτών περισπωμένων:- (αρχ.) Χρυσόω, χρυσώ · π ο ί α ςσυζυγί(ας)... Ό παρατατικός... (τελ.) ...εί δε υπέρ τ ρ ε ι ς συλλαβάς, ό μ ο ί ω ς πάλιν συστέλλουσιν · οίον, ήρωδιανός· Ίουστινιανος• πλην τού ώκεανός:-
114
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο Κ Ω Δ Ι Κ α ς 1 θ 6 6 Τ η ς EBE
(112r) αρχή του τίθημι:- Ρήμα όριστικόν ένεργητικόν · άπλούν · παράγωγον • συζυγίαςπ ρ ώ τ η ςτ(ών) εις μί ρημάτων... Τίθημι... πόσαι συζυγίαι τών ε ί ςμι... τέσσαρες... Το δυικον... Το πληθυντικον... (τελ.) ...επειδή ούκ έχει καθαρον το ε ώσπερ το ίεασιν · άλλ' έχει προ του ε, σύμφωνον το θ:(113ν) περί του παρατατικού · έτίθην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · και ό παρατατικος, έτίθην... (τελ.) ...τούτου ό παρατατικος, ην · το βον , ήσ • το τρίτον, ή:(114ν) περί του παρακειμένου:- (αρχ.) Τέθεικα · ει θέματα τών παρακειμένων οι μέλλοντες · μέλλων δε του τίθημι, θήσω; δικαίως ό παρακείμενος τέθεικα... (τελ.) ...ει δε δια του ς ό μέλλ(ων), ό παρακείμενοςδια του κάππα · και γί(νεται) τέτυφα και τέθηκα:(115Γ) περί του μέσου παρακειμένου:- (αρχ.) Μέσος παρακείμενος εν τοίς ε ί ς μι ούκ έστι, δ ί αιτίαν τοιαύτην... (τελ.) ...επειδή έκ τού μέσου παρακειμένου κανονίζεται ό μέσος ύπερσυντέλικος:(115r) περί ύπερσυντελίκου · έτεθείκειν · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλ λων θήσω · ό παρακείμενοςτέθεικα · ό ύπερσυντέλικος. έτεθείκειν · ό κανών · πάς... (τελ.) ...είςαν ποιεί το τρίτον:(115ν) περί του αορίστου πρώτου · έθηκα · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω • ό αόριστος έθηκα · ό κα(νών)... (τελ.) ...έθήκαμεν · έθήκατε · έθηκαν:(115ν) περί του αορίστου δευτέρου έθην · κανό(νισον):- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλ λων θήσω · ό αόριστος έθηκα · ό δεύτερος αόριστος έθην ό κα(νών)... (τελ.) ...ότι μι είς θί ποιούσι το προστακτικόν · έχον όξυτόνους τάς μετοχάς • άλλα θές · δός · ές:(116Γ) περί του πρώτου μέλλοντος· θήσω · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω · ό κα(νών)... (τελ.) ...ή πρώτη μεν και δευτέρα συζυγία τω η παραλήγεται:(116ν) περί του μέλλοντοςδευτέρου:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλον θήσω · ό δεύτερος αόριστοο, έθην · καί ό μέλλων δεύτεροο, ού ποιεί: Δεύτερος μέλλων, ούκ έστιν έν τ ο ί ς ε ι ς μι... (τελ.) ...ούκ έστι δ ε ύ τ ε ρ ο ς μέλλων ένεργητικος όριστικός:(116ν) οριστικά παθητικά · χρόνου έ ν ε σ τ ώ τ ο ςκαί παρατατικού:- (αρχ.) Τίθημι · καί το παθητικον, τίθεμαι · ό κα(νών)... Το δυικόν... Το πληθυντικον... (τελ.) ...καί την παραλήγουσαν φυλάττον του πρώτου προσώπου, το τρίτον πρόσωπον τών πλη(θυντικών) ποιεί:(U7r) περί του παρατατικού, έτιθέμην: κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · καί το παθητικον, τίθεμαι · καί ό παρατατικος, έτιθέμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...έτιθέμεθα · έτίθεσθε · έτίθεντο:-
II Γ.
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΓ
(117r) περί του παρακειμένου · τέθειμαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω · ό παρακείμενοςτέθεικα · ό παθητικος, τέθειμαι • ό κα(νών)... (τελ.) ...τεθείμεθα · τέθεισθε · τέθειντ(αι):(117r) περί του ύπ(ε)ρσ(υντελίκου) συντ(ά)ξ(εως) · έτεθείμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω · ό παρακείμενος, τέθεικα · ό παθητικος, τέθειμαι · ό ύπερσϋντέλικοςέτεθείμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...έτεθείμεθα · έτέθεισθε · έτέθειντο:(117Γ) περί του πρώτου αορίστου • έτέθην · κανόνισον:- Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω · ό παρακείμ(εν)οςτέθεικα · ό παθητικοςτέθειμαι · ό αόριστος, έτέθην · ό μ ο ί ω ςτοίς... (τελ.) ...έτέθημεν · έτέθητε • έτέθησαν:(117ν) περί του δευτέρου αορίστου:- (αρχ.) Δ ε ύ τ ε ρ ο ς αόριστος έν τοις παθητικοίςτ(ών) ε ί ς μι, ούκ έστι... (τελ.) ...ώςγαρ έστάθην υπό σου, ο υ τ ω ςέστην ύπο σου:(117ν) περί του μέσου αορίστου πρώτου • έθηκάμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω · ό αόριστος. έθηκα · ό μέσος, έθηκάμην · ό κα(νών)... (τελ.) ...έθηκάμεθα · έθήκασθε · έθήκαντο:(117ν) περί του μέσου αορίστου δευτέρου · έθέμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω · ό δεύτεροςαόριστος, έθην · ό μέσος, έθέμην • ό κα(νών)... Το συνηρημένον · και έθου... (τελ.) ...όμοίωςτω έδοτο, έδου:(117ν) περί του πρώτου μέλλοντος· τεθήσομαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω · ό παρακείμ(εν)ος(118r) τέθεικα · ό παθητικος, τέθει μαι · ό αόριστος έτέθην... (τελ.) ...θησόμεθα · θήσεσθ(ε) · θήσονται:(118Γ) περί του μετολίγου μέλλοντοςτεθείσομαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι • ό μέλλων, θήσω · ό παρακείμενος, τέθεικα · ό παθητικός. τέθειμαι • το δεύτ(ε)ρ(ον), τέθεισαι · και ό μετολίγου μέλλων, τεθείσομαι · ό κα(νών)... (τελ.) ...τεθεισόμεθα · τεθείσεσθε · τεθείσονται:(118r) περί απαρεμφάτων ένεργητικ(ών) · χρόνου ένεστώτοςκαι παρατατικού • τιθέναι · κανόνισον:- (αρχ.) Είπομεν ώς πά(σα) μετοχή είς ς όξύτονος δια του ντ κλινομένη, ε ί ς μαι ποιεί το άπαρέμφατον · ην ουν, τιθείς, τιθέναι... (τελ.) ...τήν παραλήγουσαν θέλουσι φυλάττειν τού ιδίου οριστικού πρώτ(ου) πρόσωπα των πλ(ηθυντικών):(118r) περί του παρακειμένου · και ύπερσυντελίκου · τεθεικέναι · κανόνι σον:- (αρχ.) Ειπομεν · ώς π ά ς παρακείμενος, κ(α)τ(α) το το τρίτον αύτού πρόσωπον τήν ναι προσλαμβάνων · το άπαρέμφατον ποιεί... (τελ.) ...ούτε ή του παρακειμένου ούτε ή τού ύπερσυντελίκου παραλή γουσα, πεφύλακται:(118ν) περί τού αορίστου πρώτου: (αρχ.) Ό πρώτος αόριστος, ου ποιεί:
116
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο Κ«ΔΙΚΛΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
διάτί... (τελ.) ...όμοίως τοίς ε ί ς ω ποιούσι · στήσαι · φήσαι · το άπαρέμφατον:(118ν) περί του αορίστου δευτέρου · θείναι · κανόνισον:- (αρχ.) Άναλόγως τή ε ί ς σ όξυτόνω μετοχή, ε ί ς μαι εστί το άπαρέμφατον... (τελ.) ...και έγένετο το θείναι · δούναι • είναι:(118ν) περί τ(ού) μ(έλλον)τ(ος) πρώτου · θήσειν · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω το δεύτ(ε)ρ(ον), θήσεις... (τελ.) ...καί το άπαρέμφατον, λέξειν:(118ν) απαρέμφατα παθητικά · χρόνου ένεστώτος · τίθεσθαι · (αρχ.) Είπομεν · ώ ς πάν παθητικόν ή μέσον • έχον έν τω τρίτω προσώπω το τ κλιτικόν... (τελ.) ...πάν άπαρέμφατον δ(ί)φ(θογγον) έχει κ(α)τ(ά) την τελευταίαν:(118ν) περί του παρακειμένου · καί ύπερσυντελίκου · ην ουν, τέθειμαι· τέθεισαι · τέθειται (119r) καί το άπρέμφατον. τεθεισθαι · κανόνισον:(αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων) θήσω... (τελ.) ...τροπή τής έσχάτηςε ί ς θαι, το άπαρέμφατον ποιεί:(119r) περί του αορίστου α':- Έτέθην, το ρήμα · τεθείς, ή μετοχή · τεθήναι το άπαρέμφατον: τεθήναι · κανόνισον · (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων) θήσω... (τελ.) ...την. μαι προσλαβών. το άπαρέμφατον ποιει:(119r) περί του μέσου αορίστου πρώτου:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων θήσω... (τελ.) ...ό κα(νών) · ώ ς το τύψασθαι • έστι δε άχρηστον:(119r) περί του μέσου [[μέλλοντοσ]] αορίστου δευτέρου · θέσθαι · κανόνισον:(αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων θήσω... (τελ.) ...καί συστολή τής άρχούσης. θέσθαι:(119r) περί του μέ(λλον)τ(ος) πρώτου • τεθήσεσθαι · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι • ό μέλλων θήσω... (τελ.) ...ό κα(νών) · πάν παθητικόν ή μέσον:(119Γ) περί του μέσου μέλλοντοςπρώτ(ου) · θήσεσθαι · κανό(νισον):- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων) θήσω... (τελ.) ...ό κα(νών) · πάν παθητικόν ή μέσον:(119Γ) περί του μετολίγου μέλλοντος· τεθείσεσθαι · κανό(νισον):- Τίθημι · ό μέλλ(ων) θήσω... (τελ.) ... πάν παθητικόν ή μέσον · έχον έν τώ τρίτω προσώπω:(119r) προστακτικά ενεργητικά · χρόνου ένεστώτος · καί παρατατικού · τίθετι · κανόνισον:- Τίθημι · καί ό παρατατικός, έτίθην · ή μετοχή, ό τιθείς, τού τιθέντος · καί το προστακτικόν, τίθετι · ό κα(νών)... Το πρώτον πρόσωπον ού ποιεί... <Τ>ό δυίκόν... πληθυντικά... (τελ.) ...πά(σα) λ έ ξ ι ςπροπαροξυνομένη · επί τ έ λ ο υ ςδίχρονον, συνεσταλμένον αυτό έχει:-
117
ΑΘΑΝΑΣΙος ΑΓΓ. ΕΤΣΤΑΘΙΟΤ
(119ν) περί του παρακειμένου καί ύπερσυντελίκου · τέθεικε · κανόνισον: (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω · ό παρακείμενοςτέθεικα... (τελ.) ...ό κα(νών) · και προσθέσει τ η ς σαν, τρίτον ποιει:(119ν) περί του πρώτου αορίστου καί μέλλοντος· ού ποιεί:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...στήσατε · στησάτωσαν · καί προσθέσει τής σαν, το τρίτον ποιει:(119ν) περί του δευτέρου αορίστου καί μέλλοντος· θές, θέστω:- Έδει μεν τ ή ς μ ε τ ο χ ή ςο υ σ η ς θ έ ς θέντος, θέτι είναι το προστακτικόν · άλλ' ειπομεν, ώ ς ήμάρτηται αυτό τέ καί το δοσ; καί το ές: θ έ ς · κανόνισον • (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω... (τελ.) ...θέτε · θέτωσαν:(120r) προστακτικά παθητικά, χρόνου ένεστώτος- Τίθεσο · τιθέσθω · άπο του δευτέρου προσώπου του παθητικού παρατατικού γίνεται... (τελ.) ...τίθεσθε · τιθέσθωσαν:(120r) περί τού παρακειμένου καί ύπερσυντελίκου · τέθεισο, τεθείσθω:(αρχ.) Καί ουτος, άπο τού δευτέρου προσώπου τού παθητικού ύπερσυντελίκου γίνεται... (τελ.) ...τέθεισθε, τεθείσθωσαν:(120Γ) περί τού πρώτου αορίστου · τέθητι · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...τέθητε, τεθήτωσ(αν):(120r) περί τού μέσου αορίστου δευτέρου · θού:- (αρχ. 120ν) Είπομεν · ώς άπο τού έθέμην... (τελ.) ...θέσθε, θέσθωσαν:(120ν) Εύκτικά ενεργητικά · χρόνου ένεστώτος καί παρατατικού · τιθείην:- (αρχ.) Ειπομεν · ώς ή ε ί ςς όξύτονοςμετοχή · δια τού ντ κλινομένη · τρέπουσα το τ έ λ ο ςτ ή ς γενικής ε ί ς ην · καί προ αυτού το ι δεχόμενη, εύκτικον ποιεί... δυικά... πληθυντικά... (τελ.) ...τιθείημεν · τιθείητε · τιθείησαν:(120ν) περί τού παρακειμένου καί ύπερσυντελίκου · τεθείκοιμι · κανόνισον:(αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...τεθείκοιμεν · τεθείκοιτε · τεθείκοιεν:(120ν) Κανόνισον αόριστον πρώτον εις τα εύκτικά ενεργητικά · (αρχ.) ού ποιεί: διατί... (τελ.) ...κλίνομεν άντ' αυτού, το, στήσαιμι:(120ν) περί τού δευτέρου αορίστου · θείην · κανόνισον:- Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...θείημεν · θείητε • θείησαν:(120ν)περί τού πρώτου μέλλοντος · θήσοιμι · κανόνισον:- (αρχ. 121r) Τίθημι • ό μέλλ(ων), θήσω... (τελ.) ...θήσοιμεν · θήσοιτε, θήσοιεν:(121Γ) εύκτικά (ενεργητικά) παθητικά · χρόνουένεστώτοςκαί καί παρατατικού • τιθείμην · κανό(νισον):- (αρχ.) Τίθημι · καί το παθητικον, τίθεμαι · καί το εύκτικον παθητικον ή μέσον... Δυικά... (τελ.) ...πληθυντικά τιθείμεθα · τίθεισθε, τίθειντο:(121Γ) περί τού πρώτ(ου) αορίστου · τεθείην · κανό(νισον):- (αρχ.) Το ρήμα,
118
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
έτέθην · ή μετοχή, τ ε θ ε ί ςτεθέντος... (τελ.) ...τεθείημεν · τεθείητε, τεθείησαν:(121Γ) περί του μέσου αορίστου δευτέρου · θείμην · θειο, θειτο:- (αρχ.) Το ρήμα, έθέμην · καί προσθέσει του ι και συστολή τής άρχούσης... (τελ.) ...θείμεθα • θείσθε, θειντο:(121r) περί του μέλλοντοςπρώτου · τεθησοίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω... (τελ.) ...τεθησοίμεθα · τεθήσοισθε, τεθήσοιντο:(121r) περί του μέσου μέλλοντοςπρώτου (121ν) θησοίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...θήθοι<σ>θε, θήσοιντο:(121ν) περί του μετολίγου μέλλοντος· τεθεισοίμην · κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι • ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...τεθεισοίμεθα • τεθείσοισθε, τεθείσοιντο:(121ν) Υποτακτικά ενεργητικά · χρόνου ένεστώτοςκαί παρατατικού · έάν τιθώ · τιθής, τιθή:- (αρχ.) Είπομεν · ώς, ό παρατατικος • παρακείμενος • αόριστος · την τελευταίαν τρέποντες... Δυικά... (τελ.) ...Πληθυντικά · έαν τιθώμεν · έάν τιθήτε · εάν τιθώσι:(121ν) περί του παρακειμένου · καί ύπερσυντελίκου · έάν τεθείκω · κανό νισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...έάν τεθείκημεν · έάν τεθείκητε, έάν τεθήκασι:(121ν) περί του πρώτου αορίστου καί μέλλοντος:- (αρχ.) Έδει μεν, έάν θήκω • άλλ' άρρητοςέμεινεν... (τελ.) ...έάν στήσωμεν · στήσητε · στήσωσι:(122r) περί του δευτέρου αορίστου · έάν θώ · έάν θής, έάν θή:- (αρχ.) Ό μ ο ί ω ςκαί έπί του δευτέρου αορίστου · όλα τά δεύτερα καί τρία πρόσωπα... (τελ.) ...έάν θώμεν · έάν θήτε, έάν θώσιν:(122r) Υποτακτικά [[ποτακτικά]] παθητικά · χρόνου έ ν ε σ τ ώ τ ο ς καί παρατατικού · έάν τιθώμαι · τιθή, τιθήται:- (αρχ.) Είπομεν ώ ς παν παθητικόν · ή μέσον έχον έπί τ έ λ ο υ ςτο μ κ<λ>ιτικον · φυλάττον την έσχάτην μαι... Δυικά... πληθυντικά... (τελ.) ...έάν τιθώμεθα · έάν τιθήσθε, έάν τιθώνται:(122r) περί του παρακειμένου καί ύπερ<:υντελίκου · έάν τεθώμαι · τεθή, τεθήται:- Τέθειμαι το όριστικόν · καί τροπή τής παραληγούσης είς ω, έάν τιθώμαι · άπολλώνιοςδε, έάν τεθείκωμαι φησίν αυτό είναι · ά μ α ρ τ ύ ρ ω ς· ώ ς φησίν ήρωδιανός: έάν τεθώμαι • κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι • ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...έάν τεθώμεθα · έάν έάν τεθήσθε, έάν τεθώνται:(122r) περί του α' αορίστου · έάν τεθώ · τεθής, τεθή:- (αρχ. 122ν) Είπομεν · ώς, ών ή μετοχή ε ί ς ς όξύτονος... (τελ.) έάν τεθώμεν · έάν τεθήτε, έάν τεθώσι:(122ν) περί του μέσου αορίστου δευτέρου · έάν θώμαι · θή · θήται:- (αρχ.)
Ili)
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ
Είπομεν • ώ ς παν παθητικον. ή μέσον · έχον το μ κλιτικόν... (τελ.) ...εάν θώμεθα · έαν θήσθε, έαν θώνται:(122ν) περί μετοχών:- μετοχαί ένεργητικαί · χρόνου ένεστώτος · και παρα τατικού · ό τ ι θ ε ί ς· ή τιθεισα ; το τιθέν:- (αρχ.) παν ρήμα ε ί ς ν λήγον • μετά φυσικής μ α κ ρ α ς· μη έχον το μ κλιτικόν, ε ί ς ς όξύτονον ποιεί την μετοχήν · έτετύφειν, τ ε τ υ φ ώ ς· έτύφθην, τ υ φ θ ε ί ς• έτίθην, τιθείς... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... Δυικά... Πληθυντικά... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ.) ...τα επί ουδετέρων διχρονοκατάληκτα, επί παντος αριθμού και πάσης πτώσεως, συστέλλονται:(123r) περί τού παρακειμένου και ύπ(ε)ρσυντελίκου · ό τ ε θ ε ι κ ώ ς· ή τεθεικυια · το τεθεικός: ό τ ε θ ε ι κ ώ ς· κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ.) ...οι τεθεικότες· αί τεθεικυιαι, τα τεθεικότα:(123Γ) περί τού αορίστου:- κανόνισον αόριστον πρώτον, είς τάς ένεργητικάς μετοχάς · ού ποιεί: διατί · έδει μεν είναι, θήκας... (τελ.) ...οί στήσοντες • αί στήσασαι, τα στήσαντα:(123ν) περί του βου αορίστου · ό θ ε ί ς · ή θείσα, το θέν:- (αρχ.) Καί αυτή ό μ ο ί ω ςτη τού παρακειμένου άπό τού έθην γέγονεν... (τελ.) ...οί θέντεσ • αί θεισαι · τα θέντα:(123ν) περί τού α' μέλλοντος· ό θήσων · κανό(νισον):- Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω · και ή μετοχή, ό θήσων · ό κα(νών)... (τελ.) ...οί θήσοντες· αί θήσουσαι · τα θήσοντα:(123ν) Μετοχαί παθητικαί · χρόνου ένεστώτοςκαι παρατατικού · ό τιθέμενοσ • ή τιθεμένη · το τιθέμενον:- (αρχ. 124r) Ειπομεν · ώς, πάν παθητικόν, ή μέσον · έχον το τ κλιτικον · τρέπον τήν έσχάτην ε ί ς μενοο, τήν με τοχήν ποιεί... Το θηλυκόν... Το ούδέτερον... (τελ.) ...οί τιθέμενοι · αί τιθέμεναι · τα τιθέμενα:( 1 2 4 Γ ) περί τού παρακειμένου · καί ύπερσυντελίκου · ό τεθειμένος · κανό(νισον):- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλων, θήσω... (τελ.) ...παρατηρητέον · ότι παν (124ν) ούδέτερον · άρσενικώ παρεσχηματις:(124ν) περί τού α' αορίστου · ό τ ε θ ε ί ς· ή τεθείσα · το τεθέν:- (αρχ.) Ειπομεν ώ ς παν ρήμα ε ί ς ν λήγον μετά φ υ σ ι κ ή ςμακράς... (τελ.) ...τεθέντες· {τεθεν} τεθείσαι · τεθέντα:(124ν) περί τού μέσου αορίστου δευτέρου · ό θ έ μ ε ν ο ς· κανό(νισον):- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω... (τελ.) ...θέμενοι · θέμεναι · θέμενα:(124ν) περί τού α' μέλλοντοςπρώτ(ου) · ό τεθησόμενος: κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων), θήσω... (τελ.) ...οί τεθησόμενοι · αί τεθησόμεναι · τα τεθησόμενα:-
120
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
(125r) περί του μέσου μέλλοντοςα' · ό θησόμενος· κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων) , θήσω... (τελ.) ...οί θησόμενοι · αί θησόμεναι, τα θησόμενα:(125Γ) Μετολίγου μέλλοντα: · ό τεθεισόμενος· κανόνισον:- (αρχ.) Τίθημι · ό μέλλ(ων) , θήσω... (τελ.) ...οί τεθεισόμενοι • αί τεθεισόμεναι, τα τεθεισόμενα:(125Γ) Ουζυγίαςδ ε υ τ έ ρ α ςτών ε ί ς μι · ιστημι:- (αρχ.) <Ί>στημι · π ο ί α ς· συζυγίας· δευτέραςτών ε ί ς μι: πόθ(εν) δήλον · ή δε δευτέρα τών είσ μι, άπο τ ή ς δευτέραςτών περισπωμέν(ων) • ώ ς άπο του ίστάω ίστώ • γέγονεν ιστημι... Το δυικόν... Το πλ(ηθυντικον) ... (τελ.) ...έπί δε τήσ δευτέρας, τούτο ου ποιούσί δια την κακοφωνίαν του ίστα[...]:(125ν) παρακειμένου · ενικά:- (αρχ.) έ σ τ α κ α κανόνισον · (αρχ.) ιστημι · ό μέλ λων, στήσω · ό παρακείμενος, εστακα • ό κα(νών) · π ά ς παρακείμενος... (125ν) ό δεύτ(ε) ρ(ος) αό(ριστοσ) :- (αρχ.) Έστην · ό κα(νών) · π ά ς μέλλ(ων) τών ε ί ς μι · την τελευταίαν τρέπων ε ί ς ν · και την άρχουσαν εκτείνων. δεύτερον αόριστον ποιεί... (τελ.) ... και συστολή τ ή ς άρχούσης, το άπαρέμφατον ποιεί: (125ν) Ό δεύτ(ε) ρ(ος) αόριστος τών προστακτικών:- (αρχ.) στήθι · ό καν(νών) ... (τελ.) στήτε · στήτωσαν:(125ν) το ύποτακτικον:- (αρχ.) Έάν ίστώ · ό κα(νών) ... (τελ.) . . . ε ί ςω μετά περισπωμένης. το ύποτακτικον ποιεί:(125ν) ή μετοχή:- (αρχ.) ί σ τ ά ς· ό κα(νών) ... (τελ.) ...τούτου χάριν ε ί ς ας ποιεί τήν μετοχήν:(126r) Ό δεύτερος αόριστος:- (αρχ.) σ τ ά ς · ό κα(νών) ... (τελ.) ...αί ε ί ς οσ δισύλλαβοι γενικαί. οξύνονται · β ά ν τ ο ς· φ θ ά ν τ ο ς· στάντος:(126r) συζυγί(ας) τρίτηςτών ε ί ς μι:- (αρχ.) Δίδωμι · ποίας συζυγί(ας) τρίτησ τ(ών) ε ι ς μι · πόθ(εν) δήλον · ή δέ τρίτ(η) τών ε ί ς μι. άπο τ ή ς τρίτησ τών περισπωμένων... (τελ.) ...όμόφωνόν έστι το τρίτον πρόσωπον τών πλ(ηθυντικών) :(126r) παρατατικόν · κανόνισον:- (αρχ.) δίδωμι · και ό παρατατικος, έδίδ(ων) · ό κα(νών) ... (τελ.) ... τα ε ί ς μι έπί τ(ών) πλη(θυντικών) και παθητικ(ών) , συστέλλουσιν:(126Γ) ό παρακείμενος:- (αρχ.) έδωκα: + τα πλ(ηθυντικά) δεδώκαμεν... (τελ.) ...ώςκαι έπί άλλων πολλ(ών) γί(νεται) :(126r) β ο ς αό(ριστος) (in margine destra) (αρχ.) Εδων · ό κα(νών) ... (τελ.) ...έδων, έδομεν · και ην. εμεν:(126ν) Ό παθητικοςπαρακείμ(εν) ος · (αρχ.) δέδομαι · ό κα(νών) ... (τελ.) ...άλλα σεσημείωτ(αι) το, θ έ ς · δ ό ς · ές:(126ν) το ύποτακτικόν · (αρχ.) εάν διδώ · ό κα(νών) ... (τελ.) ...καθόλου τά είσ ω υποτακτικά, ε ί ς ης το δεύτ(ε) ρ(ον) ποιεί:-
121
Α Θ Α Ν Α Σ Ι ο ς ΑΓΓ. ΕΓΣΤΑβΙΟΓ
(126ν) ή μετοχή, (αρχ.) ό διδούς · ό κα(νών) ... (τελ.) ...αλλ' οί ένεστώτες αυτών, ούχ ευρηντ(αι) εν χρήσει:(126ν) συζυγία τετάρτη τ(ών) ε ί ς μι:- (αρχ.) Ζεύγνυμι · π ο ί α ς σ υ ζ υ γ ί α ς· τετάρτηςτ(ών) ε ί ςμι: πόθ(εν) δήλον... (τελ.) οίον, κλύμι · κλύσω, έκλυν · κλυς, κλϋντος, κλϋθι · φύμι · φύσω, έφυν · φύς, φύντος, {φθη} φύθι:(127Γ) (αρχ.) ζεύγνυμι · και ό παρατατικός, έζεύγνυν · ό κα(νών) ... (τελ.) ...έκτάσει της άρχούσης, τον παρατατικον ποιει:(127r) ό παρακείμενος; (αρχ.) ούκ έχει: διατί · το ζεύγνυμι... (τελ.) ...εν τε τ α ί ς ένεργητικαίςέγκλίσεσι, καί εν τ α ί ς παθητικαίς:(127r) ένεργητικοςέ ν ε σ τ ώ ς· καί παρατατικοςά π α ρ έ μ φ α τ ο ς· ζευγνύναι · ώ ς τιθέναι... (τελ.) ...βραχεία εστίν ή παραλή(γουσ) α:(127Γ) παθητικοςένεστώς, καί παρατατικοςάπαρέμφατος· ζεύγνυσθαι · ώς ένεργητικοςέ ν ε σ τ ώ ςκαι π α ρ α τ α τ ι κ ο ς<προστακτικος> · ζεύγνυθι · ζευγνύτω · ώ ς τίθετι, τιθέτω:(127r) <π>αθητικοςέ ν ε σ τ ώ ς· καί ό π α ρ α τ α τ ι κ ο ς· ζεύγνυσο · ώ ς τίθεσο:(127Γ) εύκτικοςένεστώςκαί παρατατικο(ς) έν τώ ζεύγνυμι, (αρχ.) ούκ εστίν • ούτε έν τοίς ένεργητικοίς· ούτε έν τοις παθητικοις... (τελ.) ...και ώσπερ τίθεμαι, τιθείμην; ούτω και ζεύγνειμι, ζευγνείμην:(127ν) Ένεργητικός· ή παθητικος· ύποτακτικοςέ ν ε σ τ ώ ς· καί παρατατικος, τού ζεύγνυμι, (αρχ.) ούκ έστι: και διατί ούκ έστι... (τελ.) ...και του μεν έ ν ο ς άπαιτούντοςπερίσπασιν · τού δε έτερου βαρυτόνησιν, έπέλιπε τα υποτακτικά τ ή ς τ ε τ ά ρ τ η ςσυζυγίαςτ(ών) ε ί ς μι:(127ν) μετοχή ενεργητικού ένεστώτος, καί παρατατικού · (αρχ.) ό ζευγνύς· ώ ς ό τ ι θ ε ί ς· καί ό ί σ τ ά ς · καί ό διδούς:(127ν) μετοχή παθητ(ικ) ή (αρχ.) ό ζ ε υ γ ν ύ μ ε ν ο ς · ώ ς ό τ ι θ έ μ ε ν ο ς· καί ό ί σ τ ά μ ε ν ο ς· καί ό διδόμενος:(127ν) ώδ' ή παρούσα, τερματούταί μοι βίβλος:-:- δόξα σοι ό θ(εο) ς ήμών:(128Γ1) + χριστιαν(ον)5 3 ομνύοντα το τού θ(ε) ού όνομα • ή της θ(εοτόκ)ου · ή άλλον προσφέροντ(α) ορκον · οι(ον) μ ά ρ τ υ ςμου ό θ(εο)ς · ή μα τήν κεφαλήν σου · ή μα τήν εύχήν σου · ή μα τήν άγάπην σου, ουτ(ως) νηστεία ούκ αγρυπνία όνίνησί · ουτ(ως) άλλη τ ί ς κακοπάθ(εια) · ην δοκει.... (τελ.) ινα μή ομνύει ολως · μή δε [...] όλως έν αρχή, της όμίλί(ας) το μά(...) : (128Γ1) <Π>ιστεύω 54 θ(εο)ν είς ενα · καί π(ατέ)ρα αυτογέν<ε>θλον παγκρατεί (127Γ)
53. Από δεύτερο χέρι. 54. Από τρίτο χέρι.
122
ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ: Ο ΚΏΔΙΚΑΣ Ι Ο 6 6 ΤΗΣ ΕΒΕ
ού(ρα)νί(ω) χθώνι · των ορα[ι..] αφα(...) των άπαντ(ων) οντά πόκτύν · καί εν... (τελ.) ...άνθρωπήσαντα [...] 2 (128r ) Πιστεύω θ(εο)ν είς ενα... (τελ.) ...περαιώνος άμην: ιστεύω θ(εο)ν είς (128ν) Γραμματικ(ή)5 5 του μαίστρ(ου)5 6 · Γραμματικ(ήν) του μαίστρου:- ποι ητικά: + άριστοφάν(ην) · εύριππίδην · σοφοκλήν· έσχείλον · θεόκριττον · πήνδαρον · όπιανόν · ίσίοδον · ομηρον · δημοσθένην · λιβάνιον • άριστοτέλ(ην) · τας πέν(τε) φωνας . και τ ά ς δέκα κατηγορί(ας) • πλάτονα · όργανον · γεομετρίαν · άστρονομίαν:(1282) ποιητικά57 · τω πρωί · το πρωτοαύτ[.]
55. Ίσως πάλι από το πρώτο χέρι. 56. lege: μαίστρου, passim. 57. Ίσως πάλι από το τρίτο χέρι.
123
Σοφία
Λαΐου
ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΥΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 15ος-16ος ΑΙΩΝΑΣ
Ο
ρόλος των μουσουλμανικών ευαγών ιδρυμάτων - βακουφιών στην ανάπτυξη των αστικών κέντρων της Οθωμανικής Αυτοκρα τορίας έχει υπάρξει αντικείμενο εκτεταμένων μελετών. Σ ' αυτές κατεδείχθη εν πρώτοις ο ρόλος τους στην πολεοδομική ανασυγκρότηση πόλεων ή στην εξαρχής ανάπτυξη οικισμών π ο υ κατέληξαν να γίνουν κωμοπόλεις ή πόλεις, και σε δεύτερη φάση - και σημαντικότερη - στην οικονομική ανάπτυξη τους. Το βακούφι για τους μεν μουσουλμάνους αποτέλεσε αφενός τρόπο έκφρασης της επιβεβλημένης α π ό το Κοράνι φιλανθρωπίας και αφετέρου τρόπο εξασφά λισης της περιουσίας σ' ένα ρευστό περιβάλλον όσον αφορά στην άσκηση των ιδιοκτησιακών δ ι κ α ι ω μ ά τ ω ν γ ι α τη δε κρατική εξουσία το βακούφι συμπλήρω νε το κενό της μη ενασχόλησης της με τα δημόσια έργα. Αμφότεροι επομένως επωφελήθηκαν α π ό τον θεσμό, σε πνευματικό-θρησκευτικό. οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, κυρίως όμως επωφελήθηκαν α π ό τον κοινωνικό χαρακτήρα των βακουφιών οι υπήκοοι του σουλτάνου, μουσουλμάνοι και μη. 1 Το βακούφι αποτελεί το αντικείμενο εκείνο, η κυριότητα του οποίου ανή κει στον Θεό και τα έσοδα που προκύπτουν α π ό τη χρήση και την εκμετάλλευ ση του διατίθενται σε κοινωφελείς σκοπούς, ό π ω ς την ίδρυση τεμενών (carni, mescici) , ιεροδιδασκαλείων (medrese) , μουσουλμανικών μοναστηριών (zaviye) , σχολείων αλλά και κατασκευή γεφυρών, βιβλιοθηκών κ.ά. Το βακούφι ε π ο μένως είναι αντικείμενο που έχει αφιερωθεί α π ό φυσικό πρόσωπο και α π ό 1. Για το βακούφι γενικά βλ. J.R. Barnes. An Introduction to Religious Foundations in the Ottoman Empire, Leiden 1987. B. Yediyildiz, Institution du vaqf au XVIIIe siècle en Turquie, Αγκυρα 1990. V. Moutaftchieva, Le Vakif - Un aspect de la structure socio-économique de l 'empire ottoman (Xve-XVIIe s.J, Σόφια 1981. Β. Μουταφτσίεβα. Αγροτικές σχέσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (15ος-16ος αι.), Αθήνα 1990. E. Balta, Les Vakifi de Serrés et de sa région (XVe et XVIe s.), Αθήνα 1995. G. Baer, «The Waqf as a Prop for the Social System (Sixteenth - Twentieth Centuries) », Islamic Law and Society 4 (1997) 264-297. M. Çizakça, A History of Philanthropic Foundations: The Islamic World from the 7th Century to the Present, Κωνσταντινούπολη 2000. A. Singer. Constructing Ottoman Bene ficence. An Imperial Soup-Kitchen in Jerusalem, Νέα Υόρκη 2002. ς. 15—37. Για την προσαρμογή της χριστιανικής αφιερωματικής πρακτικής στο νομικό πλαίσιο τ ο ς μουσουλμανικού βακουφίου βλ J.C. Alexander, «The Lord Giveth and the Lord Taketh Away: Athos and the Confiscation Affair of 1558-1569», Mount Athos in the 14th and 16th Centuries: Athonica Symeikta 4 (1997) 149-200.
125
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
την χρήση του ωφελούνται φυσικά πρόσωπα. Για τον σκοπό αυτό μπορούσε να αφιερωθεί ακίνητη και κινητή περιουσία, ζώα, αλλά και χρήματα. Απαραίτητη προύπόθεση για τη μετατροπή περιουσίας σε βακούφι ήταν ο αφιερωτής να είναι ενήλικας, πνευματικά υγιής, νομικά ελεύθερος και κύριος (malik) της περιουσίας. Ο τελευταίος όρος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ιστορική εξέλιξη του θεσμού του βακουφίου στο οθωμανικό κράτος, καθώς μεγάλο μέρος των βακουφικών γαιών προέρχονταν από δημόσιες γαίες, αφή νοντας περιθώρια στην κεντρική εξουσία να ελέγχει - άλλοτε πολύ και άλλοτε λιγότερο - την οικονομική τους διαχείριση.2 Όσον αφορά πάντως τα βακουφικά κτίσματα εντός των αστικών κέντρων, δεν ετίθετο θέμα εγκυρότητας ή μη της αφιέρωσης, καθώς οποιασδήποτε μορφής και χρήσης κτίσμα (αστικό και μη) αποτελούσε πλήρη ιδιοκτησία (mülk) . Άλλωστε, με το σκεπτικό ότι και τα χρήματα αποτελούν mülk του κατόχου τους, έγιναν δεκτά από τους Οθωμανούς νομομαθείς τα χρηματικά βακούφια. Η βακουφική περιουσία, θεωρητικά, ήταν αιώνια, αναπαλλοτρίωτη και μη ανακλητή, οι δε όροι του αφιερωτηρίου εγγράφου (vakfiye) δεν μπορούσαν να αλλάξουν. Υπήρχαν όμως περιπτώσεις που ο ιδρυτής μπορούσε να μεταβάλλει όρους που περιέχονταν στο αφιερωτήριο έγγραφο ή ακόμα να ανταλλάξει τμήμα ή ολόκληρη την αφιερωθείσα περιουσία (istibdal) . εάν αυτό κρινόταν αναγκαίο για την επιβίωση του βακουφίου. Την ανταλλαγή της βακουφικής περιουσίας επέτρεπε η χανεφίτικη σχολή δικαίου (που ίσχυε στο οθωμανικό κράτος) , ακόμα κι αν δεν υπήρχε σχετικός όρος στο αφιερωτήριο έγγραφο, με την έγκριση του σουλτάνου ή του εκπροσώπου του, καδή. 3 Τη διοίκηση του ευαγούς ιδρύματος αναλάμβανε ο διαχειριστής (mütevelli) , τα καθήκοντα του οποίου ήταν η τήρηση των όρων που έθεσε ο αφιερωτής στο vakfiye, η διατήρηση και επαύξηση της βακουφικής περιουσίας, η επι στασία όσων απασχολούνταν στο βακούφι και η μισθοδοσία τους, η μίσθωση βακουφικής περιουσίας, η εποπτεία των συναλλαγών που αφορούσαν την τελευταία και η παροχή δανείων. Το έργο του διαχειριστή ελεγχόταν από τον επόπτη (nazir) , ο οποίος συχνά ήταν ο τοπικός καδής. Αναλόγως με το μέγε θος του βακουφίου, υπήρχαν και άλλοι υπάλληλοι, όπως ο εισπράκτορας των εσόδων (cabi) και ο γραμματέας του βακουφίου (kâtib) . Όλοι οι παραπάνω λάμβαναν ως μισθό ένα προσδιορισμένο στο αφιερωτήριο έγγραφο ποσοστό επί των εσόδων.4 2. Barnes, ο'.π., ς. 40-43. 3. Çizakça, ο'.π., ς. 16-21. 4. Yediyildiz, ο'.π., ς. 148-155
126
ΔΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 1 5 0 Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
Τα βακούφια, τέλος, διακρίνονται σε φιλανθρωπικά (hayri) και σε οικογε νειακά (ehlî) . Στα φιλανθρωπικά, το σύνολο των εσύδων διατίθεται σε κοινω φελείς σκοπούς. Στην κατηγορία των οικογενειακών βακουφιών ο άμεσα ευεργετούμενος είναι ο ίδιος ο αφιερωτής, μετά το θάνατο του οποίου ευερ γετούμενοι είναι οι απόγονοι του μέχρι την εξάλειψη της γενιάς και στη συνέχεια όσα άτομα προσδιορίσει ο ίδιος στο αφιερωτήριο έγγραφο (π.χ. οι απελεύθεροι δούλοι του) . Όπως αναφέρεται παρακάτω, υπήρχαν περιπτώσεις όπου ο δικαιούχος των προσόδων ήταν αποκλειστικά ο ιδρυτής του βακουφίου, οπότε γίνεται λόγος για προσωπικό βακούφι. Επίσης ορισμένοι ερευνητές προσθέτουν και μία επιμέρους κατηγορία, τα ημι-οικογενειακά βακούφια, στα οποία ο ιδρυτής όριζε τον ίδιο και τους απογόνους του ως διοικητικούς ή θρησκευτικούς αξιωματούχους του βακουφίου, εξασφαλίζοντας έτσι μία τακτική μισθοδοσία, ενώ και το πλεόνασμα των εσόδων διανέμονταν μεταξύ των μελών της οικογενείας του αφιερωτή. 5 Τόσο στα οικογενειακά/προσωπικά όσο και στα ημιοικογενειακά βακούφια, μετά την εξάλειψη της γενιάς των απογόνων ή/και αυτών που προσδιόρισε ο ιδρυτής ως άμεσα ευεργετούμε νους, το βακούφι μετατρεπόταν σε φιλανθρωπικό. Οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για τα μελέτη των βακουφιών των Τρι κάλων είναι τα λεπτομερή απογραφικά κατάστιχα TT 36 και TT 695. Και τα δύο καταγράφουν φορολογούμενες εστίες και έσοδα από το σαντζάκι των Τρικάλων, συμπεριλαμβανομένων των ευαγών ιδρυμάτων και της περιουσίας τους. Το πρώτο χρονολογείται το 1506, ενώ το δεύτερο αποτελεί κακογραμ μένο αντίγραφο του κατάστιχου του 1569/70, το οποίο συντάχθηκε το 1602.6 Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκε το απογραφικό κατάστιχο του 1454/5, εκδιδό μενο από τους M. Delilbaçi και M. Arikan,7 και περιλήψεις αποφάσεων που βρέθηκαν στα Κατάστιχα Σημαντικών Διαταγμάτων (Mühimme Defterleri) . 8 Ας σημειωθεί ότι τα κατάστιχα καταγράφουν τα ευαγή ιδρύματα και την πε ριουσία τους και όχι τον χρόνο ίδρυσης τους. Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις καταγράφουν τον τρόπο οικονομικής διαχείρισης, έτσι όπως ορίστηκε από τον 5. Yediyildiz, ο'.π.,σ.2 1 - 2 5 . Barnes, ό.π.. α. 42. Βλ. επίσης και Singer,ό.π.,σ.31, όπου απορρίπτεται ως «παραπλανητικός» ο διαχωρισμός των βακουφιών σε φιλανθρωπικά και οικογενειακά. 6· Μ. Kiel, «Das Türkische Thessalien Etabliertes Geschichtsbild versus Osmanischen Quellen», στο Die Kultur Griechenlands in Mittelalter und Neuzeit, εκδ. R Lauer P. Schreiner, Γκότινγκεν 1996,σ.1 2 3 . 7. M. Delilbasi και M. Arikan. Hicrî 859 tarihli Sûret-i defter-i sancak-i Tirhala, τ. 1-2, Άγκυρα 2001. 8· BOA (Basbakanlik Osmanli Arsivi) , TT 36, BOA TT 695, MD 19, 21.
VII
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΥ
ίδιο τον αφιερωτή, παραθέτοντας, στην ουσία, περιληπτικά τους όρους του αφιερωτηρίου. Τέλος, χρησιμοποιήθηκαν τρία μεταφρασμένα και επικυρωμέ να αφιερωτήρια έ γ γ ρ α φ α των σημαντικότερων βακουφιών των Τρικάλων, τα οποία εντοπίστηκαν στο συμβολαιογραφικό αρχείο του Αγαθάγγελου Ιωαννίδη στην Λάρισα και δημοσιεύθηκαν αρχικά α π ό τον Επ. Φαρμακίδη και πιο π ρ ό σ φ α τ α α π ό τον Στ. Γουλούλη. Στο άρθρο χρησιμοποιείται η έκδοση του Στ. Γουλούλη. 9 Μία τυπική περίπτωση πόλης της οθωμανικής επικράτειας στην ανάπτυξη της οποίας σημαντικό ρόλο έπαιξε ο θεσμός του βακουφίου είναι τα Τρίκαλα. Κατακτήθηκαν επί Bayezid Α', π ι θ α ν ό τ α τ α το 1395-1396, 1 0 όταν η Θεσσαλία είχε περάσει α π ό την κυριαρχία των Σέρβων σ' αυτήν των Βυζαντινών μέσω της οικογενείας του Αλέξιου Αγγέλου και στη συνέχεια του αδελφού του Μανουήλ. Μετά την κατάκτηση αποτέλεσαν έδρα του ομώνυμου σαντζακιού, καθεστώς π ο υ διατήρησαν έως το 1770. Με βάση το λεπτομερές απογραφικό κατάστιχο του 1454/5 τα Τρίκαλα είχαν 545 φορολογούμενες εστίες, εκ των οποίων οι 285 ήταν χριστιανικές και οι 260 μουσουλμανικές 1 1 καθώς και οκτώ μουσουλμανικές συνοικίες, μία κοινότητα απελεύθερων δούλων και 5 εστίες μουσουλμάνων στο χωριό Πετρόπορο. Οι χριστιανικές συνοικίες ήταν έξι, εκ των οποίων η μία κατοικούνταν α π ό Αρβανίτες (mahalle-i Amavudan) . 12 Περίπου μισό αιώνα αργότερα, το 1506, τα Τρίκαλα είχαν συνολικά 675 φο ρολογούμενες εστίες (286 εστίες μουσουλμάνων και 370 χριστιανικές καθώς και 19 εστίες Εβραίων) , σημειώνοντας αύξηση 25,7%. Στη δεκαετία του 1520-1530 τ α Τρίκαλα είχαν 825 εστίες (301 μουσουλμανικές εστίες, 343 9. Στ. Γουλούλης, εκδ., Τα αφιερωτήρια των Τουραχανιδών (η ελληνική μετάφραση) . Λάρισα 2003. Βλ. και Επ. Φαρμακίδης, Η Λάρισα από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής ας την Ελλάδα (1881) , Βόλος 1926,σ.2 8 0 - 3 2 0 . 10. «Tirhala», Encyclopaedia of Islam, 2η έκδοση, τ. Χ.,σ.5 3 9 . «Tirhala», Islam Ansiklopedisi, τχ. 123, Αγκυρα 1972,σ.2 4 9 . Α. Σαββίδης, «Τα προβλήματα για την οθωμανική κατάληψη και την εξάπλωση των κατακτητών στο θεσσαλικό χώρο», θεσσαλικό Ημερολόγιο 28 (1995) 40. Δ.Κ. Τσοποτός, Γη και γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατίαν, (ανατ.) Αθήνα 1974,σ.3 7 . Β. Σπανός, Οι οικισμοί της βορειοδυτικής Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατία (από τον ΙΔ έως τον Ιθ αιώνα) , Θεσσαλονίκη 2004,σ.3 3 - 3 4 . Θ. Παλιούγκας, Η Θεσσαλία στο οδοιπορικό του περιηγητή Εβλιγιά Τσελεμπή (1668), Λάρισα 2001.σ.5 9 σημ. 227. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η κατάκτηση έγινε το 1393-1394, D. Nicol, Meteora. The Rock Monasteries of Thessaly, London 1975,σ.6 8 . Για τα Τρίκαλα πριν την οθωμανική κατάκτηση βλ. J. Köder και F. Hild, Tabula Imperii Byzantini 1. Hellas und Thessalia, τ. Ι, Βιέννη 1976,σ.2 7 7 - 2 7 8 .
11. Στους υπολογισμούς των εστιών, μουσουλμανικών και χριστιανικών, συνυπολογίζονται και οι εστίες των χηρών και οι άγαμοι (mücerred) . 12. Delilbaçi - Arikan, ο.π., τ. 1,σ.1 - 8 . Ν. Beldiceanu - P. S. Nästurel, «La Thessalie entre 1454/55 et 1506», Byzantion 53/1 (1983) 121.
128
ΔΙΚΤΥΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΟΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 0 Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
0 φορολογούμενος πληθυσμός των Τρικάλων, 15ος-16ος αιώνας Αριθμός εστιών
1454-1455
1506
1520-1530
1569-1570
Χριστιανοί
285
37013
343
522 I 4
Μουσουλμάνοι
260
286
301
456 I 5
19
181
162 I 6
675
825
Εβραίοι σύνολο εστιών και αγάμων
545
1.140
Πηγές: Ν. Beldiceanu - P.C. Nästurel, 121-122, Ö.L. Barkan, "Essai sur les données statistiques des registres des recensement dans l'empire ottoman aux Xve et XVIe siècles", Journal of the Economie and Social History of the Orient 1 (1958) 35, TT 695, 160-173.
χριστιανικές και 181 εβραίκές) (αύξηση 20,4% από το 1506) , ενώ το 1569/70 ο αριθμός των εστιών ανερχόταν σε 1.140 (334 μουσουλμανικές εστίες και 122 άγαμοι μουσουλμάνοι, 353 χριστιανικές εστίες, 122 άγαμοι χριστιανοί και 57 χήρες, και 111 εστίες Εβραίων, 18 άγαμοι και 33 χήρες) (αύξηση 36,8% σε διάσΡημαπερίπου τεσσάρων δεκαετιών) . Στο ίδιο κατάστιχο καταγράφηκαν 26 μουσουλμανικές συνοικίες, 8 χριστιανικές και 2 εβραίκές.17 Η πρώτη μαρτυρία για την ίδρυση βακουφίου στα Τρίκαλα αποτελεί το αφιερωτήριο έγγραφο του Turahan, θ. 1456) , Οθωμανού στρατηγού που, από τα λίγα που είναι γνωστά γ ί αυτόν, γνωρίζουμε ότι συνέδεσε τ' όνομα του με την κατάκτηση της Θεσσαλίας και τμήματος του Μοριά.18 Το έγγραφο 13. 0ι Beldiceanu και Nästurel μετρούν 318 χριστιανικές ε σ τ ί ε σ . 2 4 αγάμους και 28 χήρες, που το άθροισμα τους κάνει 370 και άρα το σύνολο των εστιών είναι 675 και όχι 685, όπως αναφέρουν. 14. Εχουν προστεθεί 10 χριστιανικές φορολογικές εστίες που καταγράφηκαν σε μουσουλμανι κές συνοικίες καθώς και 2 εστίες χηρών επίσης σε μουσουλμανικές συνοικίες. Ο απογραφέας όμως, ενώ υπολογίζει στο συνολικό άθροισμα τις εστίες των χηρών, δεν κάνει το ίδιο με τις υπόλοιπες χριστιανικές εστίες που βρίσκονται σε μουσουλμανικές συνοικίες. 15. Δεν έχει υπολογιστεί ο αριθμός των ενηλίκων αγάμων στη συνοικία του τζαμιού του Hamza bey λόγω φθοράς του εγγράφου. 16. Προστέθηκαν 3 εστίες Εβραίων σε μουσουλμανική συνοικία. 17. TT 695,σ.1 6 0 - 1 7 3 . Ενδεχομένως να υπάρχει μικρή διαφοροποίηση στον αριθμό των μουσουλμανικών εστιών εξαιτίας της διάβρωσης των σελίδων του κατάστιχου. Ενίοτε και ot υπολογισμοί στο κατάστιχο είναι λανθασμένοι. 18. Βλ. «Turakhan beg», Encyclopaedia of Islam, τ. Χ,σ.6 7 0 . Σύμφωνα με τον Kiel, ο πατέρας
129
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
χρονολογείται το 1446 και σώζεται σε επικυρωμένη ελληνική μετάφραση του 1883 από το τουρκικό πρωτότυπο. 19 Σ' αυτό αναφέρεται ότι ο Turahan ίδρυσε ένα συνοικιακό τέμενος «έξωθεν της πόλεως Τρικκάλων», μαζί με άλλα ευαγή ιδρύματα στη Λάρισα (ένα συνοικιακό τέμενος [mescid], ένα ιεροδιδασκαλείο και ένα ζαβιγιέ) . Για τη συντήρηση των ιδρυμάτων αυτών αφιέρωσε μία σειρά από εργαστήρια, μύλους, αμπέλια, οικόπεδα και οικίες που βρίσκονταν και στις δύο πόλεις 20 και παράλληλα καθόρισε τους όρους εκμετάλλευσης τους. Στο τέλος του εγγράφου προσδιορίζονται οι αρμοδιότητες των απασχολουμένων και οι υποχρεώσεις τους, ενώ το έγγραφο κλείνει με την παράδοση των βακουφιών στο διαχειριστή και με την τυπική φόρμουλα της εικονικής ανάκλησης της αφι έρωσης, για να επικυρωθεί αμέσως παρακάτω. 21 Στο έγγραφο γίνεται λόγος και για άλλα αφιερώματα του Turahan bey στα Τρίκαλα, η αφιέρωση των οποίων είχε προηγηθεί. Πρόκειται για ένα συ νοικιακό τέμενος εντός του φρουρίου της πόλης και ένα δεύτερο στη συνοικία «Γιουκδή», 22 ενώ αναφέρονται και δύο ζαβιγιέδες («κελλία») . 2 3 Η δομή του vakfiye του Turahan είναι η ίδια με τα υπόλοιπα αφιερωτήρια έγγραφα για τα οποία θα γίνει λόγος παρακάτω. Το έγγραφο αυτό αποτελεί την πρώτη αποτύπωση του πολεοδομικού ιστού, σχεδόν 50 χρόνια μετά την κατάκτηση των Τρικάλων. Γύρω από το τέμενος που βρισκόταν την εποχή εκείνη έξω από την πόλη, διαμορφώθηκε στη συνέχεια το οικονομικό κέντρο των Τρικάλων και γ ί αυτόν το λόγο τον 17ο αιώνα το τέμενος αποκαλούνταν και «Παζάρ τζαμί». 2,4 Η μορφή που πήρε ο χώρος οφειλόταν στην κατασκευή του Turahan, Yigit Bey, ήταν ο αρχηγός των Γιουρούκων που ήρθαν από τη δυτική Μ. Ασία και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Θράκης. 0 ίδιος ο Turahan αναδείχτηκε σε σημαντικό bey της μεθορίου, ενώ φαίνεται ότι η Θεσσαλία του παραχωρήθηκε ως τιμάριο. Στο κατάστιχο του 1454-1455 ο γιος του Orner αναφέρεται ως εξουσιαστής χασίου στο βιλαέτι των Τρικάλων, ενώ ο άλλος γιος του Mehmed εξουσίαζε χάσι στο βιλαέτι της Καρδίτσας (Fenar) . Βλ. Kiel, ό.π.,σ.1 4 5 - 1 4 6 , Τσοποτός, ό.π.,σ.4 2 , Delilbasi-Ankan, ό.π..σ.1 8 4 . 19. Γουλούλης, ό.π.,σ.5 3 - 6 1 . 20. Η διατύπωση του εγγράφου δεν επιτρέπει το διαχωρισμό της αφιερωμένης αστικής περιουσίας των Τρικάλων από αυτήν της Λάρισας. 21. Για τη φόρμουλα βλ. Alexander, «The Lord Giveth and the Lord Taketh Away», Mount Athos in the 14th and 16th Centuries. Athonika Symmeikta 4 (1997) 173 και 0. Säbev, «Ottoman Waqf and Muslim Education in Rumeli: Theory, Tradition, Practice», Etudes Balkaniques 3-4 (1998) 140-142. 22. Πρόκειται για τη συνοικία των Εβραίων, Ν. Κατσόγιαννος, Γα Τρίκαλα και οι συνοικισμοί τους, Λάρισα 1992,σ.1 3 , 225. 23. Γουλούλης, ό.π.,σ.5 9 - 6 0 . 24. Γουλούλης, ό.π.,σ.6 6 , Παλιούγκας, ό.π.,σ.6 7 .
130
ΔΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦ1ΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΗΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 1 5 0 Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
εργαστηρίων-καταστημάτων που αποτέλεσαν αφιερώματα του βακουφίου του Turahan ή ανήκαν σε άλλα βακούφια.'25 Στην απογραφή του 1454-1455, το τζαμί αυτό αποτελούσε το κέντρο μιας μουσουλμανικής συνοικίας, ενώ κα μία από τις υπόλοιπες συνοικίες που αναφέρονται στην απογραφή δεν είχε ως κέντρο της κάποιο τέμενος. 26 Από το 1474 έως το 1484 τα Τρίκαλα απο κτούν 1 ακόμα τζαμί, άλλα 3 συνοικιακά τεμένη, 1 ζαβιγιέ, 1 ιεροδιδασκαλείο, 1 σχολείο για την εκπαίδευση των καθηγητών (muallimhane) και 1 κελλί για τον εγκλεισμό υποψηφίων δερβίσηδων (çilehane) . Όλα αυτά αποτέλεσαν ευαγή ιδρύματα που ίδρυσε ο γιος του Turahan, Ömer bey, τα αφιερωτήρια έγγραφα των οποίων επίσης σώζονται σε ελληνική μετάφραση.27 Στην απογραφή του 1506 (TT 36) είναι σαφής πλέον τόσο η αύξηση των ευαγών ιδρυμάτων στην πόλη όσο και ο σχηματισμός συνοικισμών γύρω από ένα τέμενος-βακούφι. Στο κατάστιχο αναφέρεται ότι από τα έσοδα του βακουφίου του Turahan θα επιδιορθώνονταν τα καλντερίμια της πόλης, 28 ενώ στο σύνολο των βακουφιών του Ömer προστίθεται απροσδιόριστος αριθμός ησυχαστηρίων για δερβίσηδες (halvethane) καθώς και η υποχρέωση συντήρησης γεφυρών και καλντεριμιών, χωρίς να προσδιορίζεται η τοποθεσία τους. 29 Κατά τ' άλλα. 25. Στο αφιερωτήριο έγγραφο του βακοι,κρίου του εγγονού του Turahan, Hasan bey, που χρο νολογείται το 1531. μεταξύ των αφιερωμάτων συγκαταλέγονται 42 εργαστήρια που βρίσκονται στη συνοικία «καλούμενη Τζαμί του Τουρχάν-Βέη». Γουλούλης, ό.π.,σ.1 3 0 . 26. Delilbasi - Arikan. ό.π., σ. 1 - 2 27. Γουλούλης. ό.π..σ.7 1 - 7 9 . 89-107. Το πρώτο αφιερωτήριο έγγραφο δεν φέρει ημερομηνία, χρονολογείται όμως από τον εκδότη μετά το 1474 (έτος ίδρυσης του τεμένους του Ömer στη Λάρισα) . Επίσης δεν φέρει την απαραίτητη επικύρωση από καδή. γεγονός που κατά τον εκδότη αποδίδεται στην αντι-βακουφική πολιτική που ακολουθούσε την εποχή εκείνη ο Mehmed Β'. Γουλούλης, ό.π., α 85-86. Για την πολιτική του Mehmed Β' βλ. ενδεικτικά Β. Μουταφτσίεβα. ό.π..σ.2 0 6 - 2 1 3 . 28. Στην καταχώρηση του βακουφίου του Turahan αναφέρονται όλα τα ευαγή ιδρύματα του ιδίου σε διάφορες περιοχές του οθωμανικού κράτους, στα οποία θα διετίθεντο οι καταχωριζόμενες πηγές εσόδων. Πέραν αυτών των Τρικάλων, αυτά βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ, στην Λάρισα, στα Μάλγαρα, στο Kirk Kavak. στο χωριό Turahan bey (αποκαλούμενο και Pagh) . Επίσης με έσοδα του βακουφίου επισκευάζονταν μία γέφυρα στη Λάρισα, μία γέφυρα στο χωριό Πετρόπορο, ένα καραβάν-σεράι στον Πλαταμώνα και ένα καραβάν-σεράι στο Κίτρος. TT 36, σ. 1291 και Kiel, ό.π.. σ. 150. 29. Κατ' ανάλογο τρόπο καταγράφονται όλα τα ευαγή ιδρύματα, υπέρ των οποίων θα διατίθονταν τα έσοδα του βακουφίου του ömer. Εκτός από αυτά των Τρικάλων, βρίσκονταν άλλα στη Λάρισα, στο χωριό Tatarlar (σημ. Φαλάνη) . στον Πλαταμώνα, στο «δερβένι του Πηνειού» (Τέμπη) , στο διαμέρισμα (nahiye) των Φαρσάλων (Çatalca) . στο διαμέρισμα της Καρδίτσας (Fenar) , στο χωριό Çaputlu (Παζαράκι) , στη Λαμία, στη Λιβαδειά, στον καζά των Σερρών, στον καζά της Δράμας, στα Μάλγαρα. στον καζά του Διδυμότειχου και στη σερβική πόλη Smederevo.Σ' αυτά προστίθεται και η αναφορά σε βακουφικό πλοιάριο που πλέει στον Πηνειό. ΤΤ36,σ.1 2 9 9 και Kiel, ό.π.,σ.1 5 0 .
131
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟί
προστέθηκαν άλλα 7 ευαγή ιδρύματα, τα οποία αποτελούνταν από 1 τέμενος της Παρασκευής (carni) και 7 συνοικιακά τεμένη, 1 εκπαιδευτήριο διδασκό ντων, κελλιά (hücerat) για τους ενάρετους μουσουλμάνους και μία οικία (ως κατοικία ιμάμη) , ενώ γίνεται πάλι λόγος για τη συντήρηση γεφυρών μέσα και έξω από την πόλη των Τρικάλων και των καλντεριμιών. Για παράδειγμα, στην καταγραφή του βακουφίου του Ayas, πρώην δοκιμαστή τροφίμων (çasnigir) του Ömer bey, αναφέρεται η επισκευή με έξοδα του βακουφίου γέφυρας στον Πηνειό30 και της πέτρινης γέφυρας στο χωριό Μέρτζι καθώς και η συντήρηση των καλντεριμιών στη συνοικία Cevher aga των Τρικάλων.31 Τα ευαγή ιδρύματα της πόλης συνεχώς αυξάνονταν. Έτσι, το 1521 η πόλη διέθετε συνολικά 3 τζαμιά της Παρασκευής, 17 συνοικιακά τεμένη, 4 σχολεία, 4 ζαβιγιέδες, 3 καραβάν-σεράγια, 2 λουτρά, 1 ιεροδιδασκαλείο, 1 πτωχοκο μείο και 4 γέφυρες χτισμένες πάνω στον ποταμό Τρικαλινό.32 Το 1531 προστί θεται ένα συνοικιακό τέμενος, τμήμα του βακουφίου του Hasan bey, γιου του Ömer,33 ενώ λίγο πριν το 1570 ιδρύθηκε το βακούφι του διοικητή του σαντζακιού της Θεσσαλίας και εγγονού του Selim A' (1512-1517) , Osman Çah. Εκτός από το τέμενος, που ήταν έργο του γνωστού αρχιτέκτονα Sinan, περιλάμβανε ένα ιεροδιδασκαλείο, ένα πτωχοκομείο, ένα καραβάν-σεράι και ένα σχολείο.34 Στο έργο του Evliya Gelebi υπάρχει εκτενής περιγραφή του τεμένους, το οποίο ο συγγραφέας θεώρησε ως το ομορφότερο της πόλης. 35 Στην απογραφή του 1569-1570, η πόλη εμφανίζεται να διαθέτει - πέραν των όσων αναφέρθηκαν - 2 τζαμιά της Παρασκευής, 6 συνοικιακά τεμένη, 1 πτωχοκομείο (imaret) , 1 εκπαιδευτήριο διδασκόντων και 2 σχολεία (mektebhane) . Τέλος, με βάση την περιγραφή του Evliya, το 1668 τα Τρίκαλα έχουν 7 τζαμιά της Παρασκευής, 8 συνοικιακά τεμένη, 6 ιεροδιδασκαλεία, 9 «γραμματοδιδασκαλεία», 3 λουτρά, 5 χάνια και 3 πτωχοκομεία. Σημειώνει όμως ότι δεν υπάρχει μπεζεστένι, ενώ στο κατάστιχο του 1506, στην αστική περιουσία του βακουφίου του Ömer bey συγκαταλέγεται το ενοίκιο από το μπεζεστένι της πόλης μαζί με αυτό των καταστημάτων, μέσα και έξω από αυτό. 36 Πολύ πιθα30. Στο έγγραφο, Likostim. Για το τοπωνύμιο βλ. Παλιούγκας, ό.π.,σ.3 8 , σημ. 116. 31. TT 36,σ.1 3 1 4 . Για παρόμοιες αναφορές βλ. TT 36,σ.1 3 1 2 , 1313. 32. Kiel, ό.π.,σ.1 5 1 33. Γουλούλης, ό.π.,σ.1 3 3 34. Kiel, ο.π.,σ.1 5 2 35. Παλιούγκας, ό.π.,σ.6 3 - 6 5 36. Παλιούγκας, ό.π.,σ.6 5 - 6 8 , TT 36,σ.1 3 0 6 . Βλ. και TT 36,σ.1 2 9 1 , όπου στην περιουσία του βακουφίου του Turahan συγκαταλέγεται το ενοίκιο από τα καταστήματα-τσαρδάκια που εντάχθηκαν (ilhak) στο μπεζεστένι του Ömer.
132
ΤΟ ΔΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
νό να πρόκειται για το κτήριο που καταστράφηκε στις αρχές του 20ού αιώνα· παρ' όλα αυτά προκαλεί εντύπωση πώς δεν κατέγραψε ο Evliya ένα από τα σημαντικότερα κτήρια μίας οθωμανικής πόλης.37 Τα τεμένη που καταγράφηκαν το 1506 και το 1569-1570 αποτέλεσαν το κέ ντρο συνοικισμών, που πήραν τ' όνομα τους από τον ιδρυτή του βακουφίου. Έτσι, το 1569-1570 καταγράφονται, μεταξύ άλλων, οι συνοικίες Cevher, Ayas, Haci Umur, Hoskadem, Hizir Siyah και Mehmed γιου του Lala, ονόματα που ανα φέρονται στο κατάστιχο του 1506 ως ιδρυτές των βακουφιών, ενώ οι συνοικίες Kara Togan, Hizir bey, Hasan bey, îskender bey, Ibrahim bey και Mustafa bey, που αναφέρονται στο ίδιο κατάστιχο, είχαν ως κέντρο τα τεμένη-βακούφια που ίδρυσαν οι προαναφερθέντες μετά το 1506. 38 Από την περιγραφή του Evliya προκύπτει επίσης ότι στα Τρίκαλα υπήρχε διαχωρισμός του στρατιωτικού-διοικητικού κέντρου, που σ' αυτή την περίπτωση ταυτίζεται με το κάστρο της πόλης, και του οικονομικού κέντρου που συμπίπτει με τον οικισμένο χώρο. Στη δεύτερη περίπτωση ο Evliya μιλά για την «κάτω πόλη των Τρικάλων». 39 Για τη διαμόρφωση της «κάτω πόλης» είναι χαρακτηριστικό ότι οι μουσουλ μανικές συνοικίες, έτσι όπως καταγράφονται στο TT 695, είναι 26 έναντι 8 χριστιανικών και 2 εβραίκών, παρά το γεγονός ότι υπερτερούν οι χριστιανικές φορολογούμενες εστίες. Αυτό συμβαίνει γιατί παρατηρείται πολυδιάσπαση του μουσουλμανικού στοιχείου σε μικρές συνοικίες, που σχετίζεται με τον ικανό αριθμό των τεμενών. Έτσι. η μεγαλύτερη μουσουλμανική συνοικία είναι του Bolayir με 35 εστίες, ενώ η αντίστοιχη χριστιανική είναι της Αγίας Παρασκευής με συνολικό αριθμό 135 εστιών. 40 Ας σημειωθεί επίσης ότι στο TT 695, σε 4 μουσουλμανικές συνοικίες καταγράφεται - έστω και με μικρό αριθμό εστιών - η ύπαρξη μη μουσουλμανικών εστιών, καταδεικνύοντας μια περιορισμένη αλλά ορατή συμβίωση. Στο TT 36 και TT 695 ο συνολικός αριθμός των βακουφιών είναι 44. Αν προσπαθήσει κανείς να κατατάξει σε κατηγορίες τα βακούφια ανάλογα με το μέγεθος της περιουσίας τους, συναντά τις παρακάτω δυσκολίες: α) δεν κατα γράφονται και στα δύο κατάστιχα τα ετήσια έσοδα για όλα τα βακούφια ή καταχωρίζονται μόνο για τμήμα της αφιερωμένης ακίνητης περιουσίας. Από 37. «Tirhala», ο'.π., Ε.Ι. 38. TT 695,σ.1 6 0 - 1 6 6 . 39. Παλιούγκας. Ο'.ΤΓ..σ.6 1 . 62.
40. Σύμφωνα με τον Evliya, το 1668 τα Τρίκαλα είχαν 16 μουσουλμανικές συνοικίες, 8 χρι στιανικές και καμία εβραίκή, Παλιούγκας, ό.π., 62. Αν ευσταθεί η πληροφορία, είτε υπήρξε μεγάλη μείωση του μουσουλμανικού και εβραίκού πληθυσμού είτε συνενώθηκαν κάποιες από τις συνοικίες.
L33
ΣΟΦΙΑ ΛαίΟΤ
την άλλη, 6 βακούφια συναντώνται και στα δύο κατάστιχα με διαφορετικά οικονομικά δεδομένα, χωρίς παράλληλα να καταγράφονται τα έσοδα τους· β) η σταδιακή μείωση της αξίας του ά σ π ρ ο υ λόγω του πληθωρισμού. Για παρά δειγμα, στο κατάστιχο του 1506, α π ό το ενοίκιο μίας οικίας-τσαρδάκι που ανήκε στη βακουφική περιουσία του Ayas το βακούφι εισέπραττε 60 άσπρα ετησίως. Το ίδιο ποσό εισέπραττε και το 1569-1570· γ ) στο TT 695 υπάρχουν έξι καταχωρήσεις βακουφιών στις οποίες είναι αδύνατη η ανάγνωση του ονό ματος του ιδρυτή και των οικονομικών δεδομένων λόγω διάβρωσης ή σχισίμα τος του χαρτιού. Αυτές οι καταχωρήσεις δεν συμπεριλήφθησαν στις παρακάτω αναλύσεις, κατεβάζοντας τον αριθμό των υ π ό ανάλυση βακουφιών σε 38, στα οποία όμως θα προστεθεί και το βακούφι του Ömer bey, που καταχωρίζεται μόνο στο ΤΤ36, ανεβάζοντας έτσι τον αριθμό σε 39. Επομένως εξαιτίας του ελλιπούς και ανομοιογενούς υλικού θα ήταν αρκετά παρακινδυνευμένη μια κατάταξη των βακουφιών σε μικρά, μεσαία και μεγάλα. 4 1 Μπορούν, ωστόσο, να προσδιορισθούν τα δύο άκρα, τ α μεγαλύτερα και τα μικρότερα βακού φια: με βάση τ α υπάρχοντα δεδομένα, το μεγαλύτερο βακούφι για το 1506 είναι του Ömer bey, του οποίου τ α έσοδα γ ι α τα ευαγή ιδρύματα μόνο των Τρικάλων ανέρχονταν σε 56.918 ά σ π ρ α ετησίως, σε σύνολο 232.554 άσπρων. Το πρόβλημα είναι ότι το βακούφι δεν κ α τ α γ ρ ά φ ε τ α ι το 1569-1570. Ακολουθεί αυτό του π α τ έ ρ α του, Turahan, π ο υ το 1506 τ α ευαγή ιδρύματα των Τρικάλων είχαν έσοδα 31.740 ά σ π ρ α (σε σύνολο 64.680 άσπρων) και το 1569/70 33.000 ά σ π ρ α ετησίως. Έ ν α επίσης μεγάλο βακούφι ήταν αυτό του Mustafa bey, γιου του Ömer, το οποίο εμφανίζεται στο κατάστιχο του 1569-1570 και περιλάμβανε ένα τέμενος της Παρασκευής και ένα πτωχοκομείο, ενώ τα έσοδα του έφθαναν τουλάχιστον τα 15.474 άσπρα. 4 2 Στην κατηγορία των μεγάλων βακουφιών για τα δεδομένα των Τρικάλων μπορούν να συγκαταλεχθούν τα βακούφια των έτερων γιων του Ömer, Hasan bey43 και Ibrahim bey44 του γιου του δασκάλου
41. Βλ. π.χ. Η. Gerber, «The Waqf Institution in Early Ottoman Edirne», Studies in the Social History of the Middle East. In Memory of Professor Gabriel Baer. Asian and African Studies 17/1-3 (1983) 31-32. 42. TT 695,σ.8 9 9 . Τα 15.474 άσπρα των εσόδων ήταν τόκοι που θα προέρχονταν από το δανεισμό του αφιερωμένου κεφαΛαΐου (154.740 άσπρα) . Για τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία δεν καταγράφονται έσοδα. 43. Για την ελληνική μετάφραση του αφιερωτηρίου εγγράφου βλ. Γουλούλης, ό.π.,σ.1 2 9 - 1 4 1 . Μέσα στα Τρίκαλα το βακούφι περιλάμβανε 1 συνοικιακό τέμενος. Πιστεύω ότι το βακούφι καταγράφεται στο TT 695,σ.8 9 6 , παρά το γεγονός ότι δεν διακρίνεται το όνομα του ιδρυτή του βακουφίου, καθώς συμπίπτει σε μεγάλο βαθμό η αφιερωθείσα περιουσία. 44. TT 695,σ.9 0 5
134
ΔΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΥΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
γιων του Ömer, Mehmed,45 του Cevher aga, σούμπαση του Ömer,46 του των Ali çelebi γιου του molla Bayezid47 και του Hamza bey.48 Στην κατηγορία των μεγάλων βακουφιών συγκαταλέγεται και ένα που καταγράφεται στο TT 695 και δεν διαβάζεται το όνομα του ιδρυτή. Περιλαμβάνει 42 εργαστήρια, 10 οικίες και ρευστό που ανέρχεται σε 99.659 άσπρα. 49 Στον αντίποδα, στο TT 36 ως μικρά βακούφια μπορεί να θεωρηθούν αυτά των Haci Umur, το οποίο περιλάμβανε 1 συνοικιακό τέμενος και είχε ως αφι ερωμένη περιουσία 6 εργαστήρια, εκ των οποίων τα 2 ήταν ερειπωμένα και 1 μύλο με δύο μυλόπετρες, 50 και του Hizir Siyah, με έσοδα 1.100 άσπρα/έτος. 51 Αντίστοιχα, στο ΤΤ695 μικρό ήταν το βακούφι της Ayçe που αποτελούταν από ένα σπίτι και ένα αμπέλι, απροσδιόριστης έκτασης, προσαρτημένο στο σπίτι. Παράλληλα, μικρά μπορεί να θεωρηθούν τα βακούφια των Kara Togan (ετήσια έσοδα 330 άσπρα + 40 kile σίτου, δηλαδή 2.052, 48 χγρ.) , 52 Hizir bey Turahan bey (έσοδα 820 άσπρα/έτος)5 3 και Ibrahim aga (έσοδα: 50 kile σιτάρι/έτος) . 54 Μέχρι στιγμής τα μεγάλα βακούφια αποτελούν το 25,6% και τα θεωρού μενα μικρά το 15.4%, σύνολο 41%. Το υπόλοιπο 59% αποτελείται από τα «μεσαία» βακούφια, όπως είναι αυτό του πρώην δοκιμαστή φαγητών του Ömer bey, Ayas, το οποίο το 1506 περιλάμβανε 4 εργαστήρια, 1 σαπωνοποιείο. 4 οντάδες, 1 οικία-τσαρδάκι, 55 1 οικία και 1 μύλο με τέσσερις μυλόπετρες στο χωριό Tavlalar (αλλιώς Kolokota, σημ. Κλωκοτός) . Τα ετήσια έσοδα του 45. Kiel. ο.π..σ.1 5 2 . Βλ. και TT 36.σ.1316-1317. TT 695.σ.8 9 8 . 46. TT 36,σ.1312-1313. TT 695.σ.8 9 7 . Το 1506 το βακούφι είχε ετήσια έσοδα 10.070 άσπρα (TT 36,σ.1 3 1 2 ) . Για το 1569/70 δεν καταγράφονται έσοδα. 47. TT 695,σ.9 0 7 . 48. TT 695,σ.9 0 0 . Το όνομα προκύπτει από σημείωση στο αριστερό άκρο της προηγούμενης σελίδας. Κατά τ' άλλα. δεν σώζεται η αρχή της καταχώρισης του βακουφίου. 49. TT 695,σ.9 0 5 - 9 0 6 . 50. TT 36.σ.1 3 1 4 . 51. TT 36,σ.1 3 1 3 . Στο κατάστιχο λανθασμένα γράφεται το ποσό των 1.080 άσπρων. 52. Στο TT 36 το kile Τρικάλων αντιστοιχεί με 2 kile Κωνσταντινούπολης (δηλ. με 51.312 χιλιόγραμμα) . Βλ. J.C. Alexander. Toward a History of Post-Byzantine Greece: The Ottoman Kanunnamesfor the Greek Lands, circa 1500 - circa 1600. Αθήνα 1985.σ.2 6 8 . 53. TT 695,σ.9 0 2 . 54. TT 695,σ.9 0 3 . Προέρχονται από τη λειτουργία ενός «δικέφαλου» μύλου στο χωριό Φλαμούλι. Τα 50 kile είναι κατ' αποκοπή. ο· Πρόκειται για πάγκους πώλησης προιόντων. Στην περιουσία του βακουφίου του Ömer bey συμπεριλαμβάνεται το ενοίκιο από 64 τσαρδάκια. τα οποία λειτουργούσαν τις Κυριακές, TT • σ· 1306. Βλ. και αφιερωτήριο του Turahan.σ.5 5 . Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μπροστινή πλευράτουοικήματος πιθανόν να είχε έναν πάγκο πώλησης προιόντων. Βλ. και σημ. 36.
135
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
ήταν 1.666 άσπρα. 56 Το ίδιο βακούφι, το 1569/70, καταγράφεται με συνολι κά 15 εργαστήρια και επιπρόσθετα 10.000 άσπρα και παράλληλα διατηρεί την περιουσία που καταγράφηκε το 1506, χωρίς όμως να καταχωρίζονται τα συνολικά ετήσια έσοδα. 57 Άλλα βακούφια αυτής της κατηγορίας είναι αυτά του διαχειριστή βακουφίου Süleyman γιου του Abdullah, το οποίο το 1569/70 είχε ετήσια έσοδα 4.080 άσπρα, 58 του Haci Hüsrev γιου του Abdullah, του οποίου η βακουφική περιουσία συνίστατο σε 44.000 άσπρα, ή της Hadice, κόρης του Haci Ali και συζύγου του Mehmed γιου του Lala Hamza, που απο τελείτο από 30.000 άσπρα. Συμπεράσματα από τη σχετική κατηγοριοποίηση των ευαγών ιδρυμάτων σε «μεγάλα», «μεσαία» και «μικρά» μπορούν να εξαχθούν μόνο σε σχέση με τους ιδρυτές τους. Έτσι, τα 9 από τα 10 «μεγάλα» βακούφια ιδρύθηκαν από μέλη της τοπικής στρατιωτικής και θρησκευτικής ελίτ ή συγγενείς αυτών.59 Η πρακτική ίδρυσης βακουφιών περνούσε από τον ανώτερο στην ιεραρχία προς τους υφιστάμενους του, όπως στην περίπτωση των γενίτσαρων Haci Umur και Hoçkadem. 60 Μάλιστα, ο Haci Umur ήταν στην υπηρεσία του ίδιου του Turahan bey (Turhan bey kulu Haci Umur) . Η αποδοχή της πρακτικής αυτής από τους κατώτερους στην ιεραρχία υποδηλώνει στην ουσία την υιοθέτη ση προτύπων συμπεριφοράς που καταξιώνουν στην κοινή συνείδηση έναν Οθωμανό ανώτερο αξιωματούχο, όπως η ίδρυση βακουφιών. Έχει σημασία δε ότι αυτή η πρακτική στη συγκεκριμένη περίπτωση ακολουθήθηκε από «παι διά του παιδομαζώματος». 61 Επίσης τα 14 από τα 23 «μεσαία» βακούφια 62 ιδρύθηκαν από μέλη της ελίτ και το ίδιο ισχύει για 2 από τα 6 «μικρά» βακούφια». Είναι χαρακτηριστικό επομένως ότι η ελίτ ταυτίζεται με τα «μεγάλα» βακούφια και όσο η κλίμακα
56. TT 36,σ.1 3 1 4 . Από λάθος γράφεται το ποσό 1.660 άσπρα. 57. TT 695,σ.9 0 0 . 58. TT 695,σ.9 0 2 . 59. Όπου δεν ήταν από πριν γνωστή η ταυτότητα του ιδρυτή, η κατηγοριοποίηση έγινε με βάση τους συνοδευτικούς τίτλους, aga, bey, sipahi, çelebi, haci, kadi, baba, hatun κ.ά. Η δέκατη περίπτωση είναι αυτή στην οποία είναι αδύνατη η ανάγνωση του ονόματος του ιδρυτή. Βλ. σημ. 48. 60. Delilbasi - Arikan, ο.π.,σ.1 0 2 , 167. 61. Για τα βακούφια των Haci Umur και Hoskadem βλ. TT 36,σ.1 3 1 4 , 1315 και TT 695, 62. Στα 23 βακούφια ανήκει και αυτό του οποίου το όνομα του ιδρυτή δεν είναι ευδιάκριτο. Αυτό προσμετράται μόνο ως «μεσαίο» και όχι όσον αφορά την κοινωνική θέση του ιδρυτή.
136
ΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦ1ΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 1 5 θ Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
οδεύει προς τα «μικρά», ο βαθμός συμμετοχής της μειώνεται. 63 Αντίστοιχα, για τα 8 «μεσαία» βακούφια που ιδρύθηκαν από reaya, μόνο για ένα έχουμε στοιχεία για την ταυτότητα του ιδρυτή. Πρόκειται για το χρηματικό βακούφι του Mustafa γιου του «καταστηματάρχη» (dükkandar) Hizir, με αφιερωμένο κεφάλαιο 18.000 άσπρα. 64 Ωστόσο, σε τρεις περιπτώσεις οι ιδρυτές φέρουν το προσωνύμιο haci, που δηλώνει ότι διαφοροποιούνταν ως προς την οικονομική τους κατάσταση από τους υπόλοιπους reaya. 65 Για τα «μικρά» βακούφια, πέραν αυτών που ιδρύθηκαν από την τοπική ελίτ, δεν υπάρχουν ενδείξεις για την ταυτότητα των ιδρυτών τους. Συνολικά, σε διάσΡημαπερίπου ενός αιώνα η οθωμανική ελίτ των Τρικάλων επενδύει κατά κόρον στην ίδρυση ευαγών ιδρυμάτων στην πόλη, σε ποσοστό 64% του συνόλου των βακουφιών. Τέλος, 7 από τα 39 βακούφια ιδρύθηκαν από γυναίκες (18%) , τέσσερις από τις οποίες ήταν συγγενείς αξιωματούχοι. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι τα βακούφια των γυναικών ήταν χρηματικά - το μεγαλύτερο εξ αυτών συνίστατο σε αφιερωμένο κεφάλαιο 30.000 άσπρων - 6 6 ή περιλάμβαναν κεφάλαιο και κάποιο άλλο περιουσιακό στοιχείο. Εξαίρεση αποτελούσε το προαναφερθέν βακούφι της Ayse. Εξυπακούεται ότι τα μεγαλύτερα βακούφια ήταν των γυναι κών μελών της ελίτ, ενώ η κατοχή ρευστού εκ μέρους τους ενδεχομένως να προήρχετο από ρευστοποίηση της προίκας τους ολόκληρης ή τμηματικά ή από κληρονομιά. Π ά ν τ ω σ . 5 στα 6 βακούφια γυναικών ανήκουν στην κατηγορία των «μεσαίων» βακουφιών, αν και σε μία μόνο περίπτωση κατασκευάστηκε ευαγές ίδρυμα. Πρόκειται για το συνοικιακό τέμενος που κατασκεύασε η Fatma, κόρη του Mustafa bey. γιου του Ömer bey. Η αφιερωμένη περιου σία συνίστατο σε 12.000 άσπρα και 1 μύλο με μία μυλόπετρα στο χωριό Φλαμούλι. που απέδιδε ετησίως 40 kile σιτάρι και 10 kile σιμιγάδι (mahlut) . 67 Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η αφιερωμένη περιουσία ξοδευόταν κυρίως για την πληρωμή όσων αναλάμβαναν την ανάγνωση προσευχών υπέρ της ψυχής
63. Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξε και ο Gerber, ό.π.,σ.32, 64. TT 695,σ.9 0 4 .
36.
65. Πρόκειται για τους Haci Saruca γιο του Abdullah. Haci Hüsrev γιο του Abdullah και Haci Zekeriya, τα βακούφια των οποίων καταγράφονται στο TT 695. σ σ . 9 0 2 . 903. 905. αντίστοιχα. Βλ. και την επισήμανση της Roded. η οποία αναφερόμενη στα βακούφια του Χαλεπιού τον 18ο αιώνα και για τους μη αναγνωρίσιμους ιδρυτές των μικρών βακουφιών, κάνει λόγο για ανθρώπους που - με σύγχρονους όρους - ανηκαν στη μεσαία ή μικρομεσαία τάξη. R. Roded. «The waqf and the Social Elite of Aleppo in the Eighteenth and Nineteenth Centuries», Turcica 20 (1988) 76. 66. Ιδρυτής ήταν η Hadice. σύζυγος του Mehmed γιου του Lala Hamza, TT 695.σ.9 0 4 . 67. TT 695,σ.9 0 1 .
137
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
της αφιερώτριας. Αυτό που προκαλεί ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι 9 από τα 26 βακούφια που ίδρυσαν μέλη της τοπικής ελίτ ήταν (ημι) οικογενειακά, με κύριο χαρακτηριστικό τον κληρονομικό χαρακτήρα του αξιώματος του δια χειριστή, από τον ιδρυτή στους απογόνους/συγγενείς του και όταν θα εξέλειπαν αυτοί, είτε το αξίωμα μεταβιβαζόταν στους απελεύθερους δούλους του ιδρυτή μέχρι την εξάλειψη της δικής τους γενιάς, είτε απευθείας στον τοπικό καδή, ο οποίος όριζε το διαχειριστή. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν τα βακού φια του Tbrahan, του γιου του Ömer και του γιου του τελευταίου Hasan, στα αφιερωτήρια έγγραφα των οποίων ορίζεται η κληρονομικότητα του αξιώματος και επίσης το ποσό που θα λάμβανε ετησίως ο διαχειριστής. Στο αφιερωτήριο του Turahan το ποσό ανέρχεται στο 1/5 των ετήσιων εσόδων, αφού πρώτα διατίθενταν χρήματα για τις επισκευές των ευαγών ιδρυμάτων. Έτσι, με βάση τα έσοδα που καταγράφηκαν το 1506, ο διαχειριστής θα λάμβανε 12.936 άσπρα. Η αναλογία αυτή, πάντως, είναι υψηλότερη από το επιτρεπτό, που ήταν έως 1/10.68 Ο ιδρυτής όριζε ως διαχειριστή μετά το θάνατο του ίδιου, όποιον επιθυμούσε. Έτσι, ο Mehmed γιος του Lala Hamza όρισε τη σύζυγο του Hadice (επίσης ιδρύτρια βακουφίου) , ενώ ο Cafer, γιος του καδή baba Mahmud, όρισε την κόρη του. 69 Η δυνατότητα να κληροδοτηθεί η διαχείριση του βακουφίου σ' έναν από τους (άμεσους) συγγενείς αντέβαινε μεν προς τη βασική αρχή ισλαμικού ιερού νόμου περί διανομής της περιουσίας σε όλους τους άμεσους απογόνους, επέ τρεπε όμως στον ιδρυτή να εξασφαλίσει για το βακούφι του αυτόν που έκρινε ως τον καλύτερο διαχειριστή και να μεταβιβάσει στην ουσία τη διαχείριση της περιουσίας του σε έναν από τους συγγενείς του. 70 Υπάρχουν, τέλος, δύο προσωπικά βακούφια: αυτό του Cevher, πρώην σούμπαση του Ömer bey, ο οποίος κράτησε για τον εαυτό το αξίωμα του διαχειρι στή με μισθό 3 άσπρα την ημέρα (1.062 άσπρα/έτος, όπου το μουσουλμανικό έτος έχει 354 ημέρες) και μηνιαίως 3 kile σιτάρι. Παράλληλα, μετέτρεψε σε βακούφι υπέρ των απελεύθερων δούλων και των απογόνων τους οικίες με αποθήκη, κήπο και αμπέλι 20 στρεμμάτων (dönüm) , που βρίσκονταν εντός των Τρικάλων.71 Προσωπικό ήταν και το βακούφι του Mehmed çelebi, το οποίο συνίστατο σε κεφάλαιο 4.000 άσπρων. 72 Η ερώτηση γιατί κανείς ίδρυε ένα οκογενειακό/προσωπικό βακούφι έχει 68. Μουταφτσίεβα, ό.π.,σ.1 5 8 69. Βλ. και Gerber, ό.π., σ. 3 3 70. Çizakça, ό.π., σ. 7 71. TT 36,σ.1 3 1 3 . 72. TT 695,σ.9 0 7 .
138
ΛΙΚΤίΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΓΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
απαντηθεί εδώ και καιρό: ήταν ο αποτελεσματικότερος τρόπος εξασφάλισης της περιουσίας εντός της οικογενείας.73 Η διαπίστωση αυτή ενισχύεται από το ότι τα μεγαλύτερα βακούφια των υπό μελέτη πηγών ήταν οικογενειακά/ προσωπικά.74 Πέρα όμως από τα οικογενειακά/προσωπικά ευαγή ιδρύματα που ίδρυσε η ελίτ, έχουμε και 14 φιλανθρωπικά. Ως τέτοια θεωρώ τα βακούφια για τα οποία δεν αναφέρεται ότι ο ιδρυτής ή άλλος συγγενής του είναι διαχειρι στής. Τα έσοδα τους διατίθενταν για τη συντήρηση των ευαγών ιδρυμάτων και την καταβολή των μισθών των υπαλλήλων (ιμάμης, μουεζίνης κ.ά.) που απασχολούνταν σε αυτά, για την επισκευή των καλντεριμιών της πόλης αλλά και γεφυρών, των καραβάν-σεράι, χανιών, λουτρών και κρηνών, μέσα και έξω από αυτήν, ή για την κατασκευή και τη συντήρηση απλών οικημάτων για τη φιλοξενία των διερχομένων. Σε όλα τα παραπάνω προστίθετο πάντα η κατα βολή μισθού για όσους διάβαζαν ευχές για τη ψυχή του αφιερωτή και των συγγενών του. Υπάρχει επίσης η περίπτωση ο ιδρυτής να ορίσει ότι τμήμα μόνο της αφιε ρωμένης περιουσίας αποτελεί οικογενειακό βακούφι, όπως στην περίπτωση του φρουράρχου Hoçkadem, ο οποίος όρισε από τα πέντε περιουσιακά στοι χεία μόνο ένα ως οικογενειακό βακούφι, που θα το εκμεταλλεύονταν τα παι διά του. Η καταγραφή αυτή υπάρχει στο κατάστιχο του 1506, ενώ σ' αυτό του 1569-1570 δεν υπάρχει καμία τέτοια αναφορά. Προφανώς δεν υπήρχαν πλέον απόγονοι και το βακούφι θα μετατράπηκε σε απολύτως φιλανθρωπικό. 75 Ανάλογη ρύθμιση καταγράφεται και στο βακούφι του Ibrahim bey.76 Ας σημειωθεί ότι από τα 14 φιλανθρωπικά βακούφια που ίδρυσε η ελίτ. τα 9 ανήκουν στα «μεσαία» βακούφια. 2 στα «μικρά» και 3 στα «μεγάλα». Επομένως, στο μικρό δείγμα των βακουφιών των Τρικάλων τα φιλανθρωπικά υπερτερούν ελαφρώς από τα οικογενειακά-προσωπικά, όμως στο μεγαλύτε ρο ποσοστό τους τα οκογενειακά ήταν «μεγάλα» βακούφια, ενώ τα φιλαν θρωπικά ήταν «μεσαία». Φαίνεται ότι όπου η περιουσία του αφιερωτή ήταν αρκετά μεγάλη, η επιλογή ήταν η διασφάλιση - στο μέτρο του δυνατού - των απογόνων του ή/και του ίδιου μέσω ενός ετήσιου μισθού από τα έσοδα του βακουφίου. Η εμπλοκή των απογόνων με τον τρόπο αυτό εξασφάλιζε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον τους για τη βιωσιμότητα και ανάπτυξη του ευαγούς 7
3. Μουταφτσίεβα. ό.π.,σ.1 5 9 - 1 6 0 .
« · Πα ανάλογα συμπεράσματα βλ. Roded, ό.π.. α 85 και Α. Singer, ό.π., σ. 35. 7 5· TT 36,σ.1 3 1 5 . TT 695.σ.9 0 1 . Για ανάλογη περίπτωση βλ. Gerber, ό.π..σ.3 5 . 776 TT 695., σ. 906 6· TT 695,σ.9 0 6 .
1.Ί9
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
ιδρύματος, άφηνε όμως και περιθώρια για κακοδιαχείριση και καταχρήσεις, όπως θα φανεί παρακάτω. Όσον αφορά τους reaya των Τρικάλων, η εικόνα είναι η εξής: από τα 12 βακούφια, τα 8 ανήκουν στα «μεσαία» και 4 στα «μικρά». Από αυτά, 9 είναι φιλανθρωπικά, 2 οικογενειακά και 1 προσωπικό. Η απουσία των «μεγάλων» βακουφιών είναι αναμενόμενη, προκαλεί όμως εντύπωση η υπεροχή των φιλανθρωπικών βακουφιών. Σε μία περίπτωση γίνεται φανερή η κοινωνική ευαισθησία του αφιερωτή· πρόκειται για τον Haci Hüsrev, ο οποίος ίδρυσε ένα χρηματικό βακούφι με κεφάλαιο 44.000 άσπρα και μέσα στους όρους που έθεσε ήταν η βοήθεια στην πληρωμή των φόρων avariz που βάρυναν τους κατοίκους της συνοικίας όπου βρισκόταν το τέμενος του Hasan bey.77 Παραπάνω έγινε λόγος για τη συμβολή των βακουφιών στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Από τα κατάστιχα αποδεικνύεται ότι τα Τρίκαλα επι βεβαιώνουν τον κανόνα που θέλει τα βακούφια να είναι οι μεγαλύτεροι ιδιο κτήτες αστικών ακινήτων, και δη κτισμάτων που σχετίζονται με τη λειτουργία της αγοράς. Το 1506, 474 εργαστήρια-καταστήματα 78 και αδιευκρίνιστος αριθμός από «τσαρδάκια» ανήκαν σε βακούφια, μαζί με 2 καραβανσεράγια, 1 μπεζεστένι, 17 οικίες και 4 «οντάδες» (μικρά σπίτια με ένα μόνο δωμάτιο που χρησιμοποιούνταν είτε για μόνιμη διαμονή είτε για τη φιλοξενία των διερχομένων ταξιδιωτών ή δωμάτια σε χάνια)79 και πάνω από 20 «ξενοδο χεία» (χάνια) . Τα τελευταία καταγράφονται στα αφιερωτήρια έγγραφα και δεν συμπεριλαμβάνονται στα κατάστιχα. Το 1569/70, 476 εργαστήρια-κατα στήματα καταγράφονται ως βακουφικές ιδιοκτησίες, αριθμός σχεδόν ίδιος με αυτόν του 1506. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι: α) στο TT 695 δεν κατα γράφεται το βακούφι του Ömer, που ήταν από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες καταστημάτων στα Τρίκαλα 80 και β) στο ίδιο κατάστιχο, στην αφιερωμένη 77. TT 695,σ.9 0 4 . Ανάλογη ρύθμιση υπάρχει και σε βακούφι για το οποίο δεν γνωρίζουμε τον/την αφιερώτρια ούτε την περιουσία, TT 695,σ.9 0 7 . Για τη συμμετοχή των βακουφιών στην πληρωμή φύρων βλ. Yediyildiz, ό.π., 205, Baer, ό.π.,σ.2 8 3 και R. Jennings, «Pious Founda tions in the Society and Economy of Ottoman Trabzon, 1565-1640», Journal of the Economic and Social History of the Orient XXXIII (1990) 275. 78. Ο όρος που χρησιμοποιείται είναι «dükkan» και αποδίδει τόσο τα καταστήματα πώλησης όσο και τα εργαστήρια κατασκευής προιόντων. Αλλωστε, πολλά από αυτά συνδύαζαν και τις δύο λειτουργίες. Balta, ό.π., 77, ό.π., Yediyildiz, 95. Για τα βακουφικά καταστήματα σε πόλεις της Ανατολίας βλ. S. Faroqhi, Towns and Townsmen of Ottoman Anatolia, Cambridge 1984, a. 31-32. 79. Yediyildiz, ό.π.,σ.9 2 , 203 80. Ενδεχομένως το πρωτότυπο του κατάστιχου που βρίσκεται στην Άγκυρα να είναι σε καλύτερη κατάσταση και σ' αυτό να φαίνεται η καταχώριση του βακουφίου.
140
ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦ1ΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
περιουσία συμπεριλαμβάνεται συχνά κάποιο χρηματικό κεφάλαιο, γεγονός που υποδηλώνει την προτίμηση των αφιερωτών σε πιστωτικές συναλλαγές παρά στην εκμετάλλευση καταστημάτων. Στη στροφή αυτή των αφιερωτών συνηγορεί επίσης η καταχώριση 14 αμιγώς χρηματικών βακουφιών έναντι κανενός το 1506. Επιπλέον, σε αρκετές περιπτώσεις τα αφιερωμένα καταστή ματα καταγράφονται ως ερειπωμένα. Όπως και να έχει πάντως, τα βακουφικά καταστήματα των Τρικάλων δεν πρέπει να ξεπερνούσαν τα 500-520, αριθμός που περιλαμβάνει και τα μη βακουφικά καταστήματα. Οι επαγγελματίες που στεγάζονταν στα καταστήματα αυτά ήταν κρεοπώλες, πωλητές πατσά, βυρσοδέψες, κατασκευαστές τσόχας, σχοινιών, σαπουνοποιοί, υποδηματοποιοί, μυροπώλες, οπωροπώλες, παντοπώλες, παραγωγοί βαμβακερών υφασμάτων και πωλητές μποζά. Τα βακούφια ενοικίαζαν τα καταστήματα-εργαστήρια. Έως τα τέλη του 16ου αιώνα (ίσως και νωρίτερα) το σύσΡημαενοικίασης ήταν αυτό του «μονού ενοικίου» (icare-i vahide) . σύμφωνα με το οποίο ο ενοικιαστής πλήρωνε ετη σίως το ενοίκιο στο ευαγές ίδρυμα. Επειδή όμως το χανεφιτικό δόγμα δεν επέτρεπε την ενοικίαση για περισσότερο από τρία χρόνια και δεδομένου ότι συχνά τα βακουφικά κτήρια καταστρέφονταν από πυρκαγιές, δεν συνέφερε τους ιδιώτες να τα ενοικιάσουν για μικρό χρονικό διάστημα. Το πρόβλημα λύθηκε με την υιοθέτηση του συστήματος του «διπλού ενοικίου» (icareteyn) , το οποίο επέτρεπε την ενοικίαση διά βίου και ο ενοικιαστής κατέβαλλε στο βακούφι ένα εφάπαξ ποσό και ετησίως ένα πολύ μικρό ενοίκιο.81 Το 1506, τα ενοίκια από τα καταστήματα-εργαστήρια κυμαίνονταν από 50 άσπρα ετησίως έως 1.500 ή 4.000, ενώ τα πλέον προσοδοφόρα ήταν τα baghane (πατσατζίδικα)8 2 και τα λουτρά. Η μεγάλη αυτή διακύμανση των ενοικίων οφειλόταν σε διάφορους παράγοντες, όπως το μέγεθος και η κατάσταση του κτίσματος και η τοποθεσία του (σε κεντρικό σημείο της αγοράς, σε κάποια συνοικία, στα περίχωρα της πόλης κ.λπ.) . 8 3 Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το κατάστιχο του 1569/70 δεν καταγράφει τα ετήσια έσοδα για όλα τα βακουφικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ όπου ανα φέρεται δεν καταγράφεται το είδος των εσόδων. Όπου όμως γίνεται, μπορεί 81. Βλ. Barnes, ό.π..σ.5 1 - 5 2 . Yediyildiz. ό.π..σ.1 1 3 . Ο Κ. Kreiser. «Icareteyn: Zur Dopperlten Miete im Osmanischen Stiftungen». Journal of Turkish Studies (1986) 221 σημ. 7. παραθέτει φετβά που δείχνει ότι η πρακτική του διπλού ενοικίου ήταν γνωστή από τα τέλη του 15ου αιώνα. 82. Το ενοίκιο ενός bashane έφθανε τα 4.000 άσπρα ετησίως. Βλ. TT 36,σ.1 2 9 1 . Βλ. επίσης και Balta, ό.π.,σ.7 3 - 7 4 . 78, όπου τα bashane των Σερρών ήταν από τις πλέον προσοδοφόρες βακουφικές αστικές κτήσεις. "Αναλογεςδιακυμάνσεις παρατηρούνται και στις Σέρρες τον 16ο αιώνα. Balta, ό.π.,σ.7 7 .
141
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
κανείς να διαπιστώσει μια ελάχιστη αύξηση των ενοικίων. Για παράδειγμα, τα 12 καταστήματα του βακουφίου του Hoskadem το 1506 απέδιδαν 720 άσπρα ετησίως, κατά μέσο όρο 60 ά σ π ρ α τ ο ένα, ενώ το 1569/70 τα 14 καταστήματα απέφεραν 1.248 άσπρα, δηλαδή 89 άσπρα το ένα. 8 4 Η αύξηση αυτή δεν είναι μεγάλη, δεδομένης της αύξησης των τιμών των προιόντων και του πληθωρισμού, ενώ και στις δύο περιπτώσεις τ α ενοίκια ήταν χαμηλά. 8 5 Κατά τ ' άλλα, στο TT 695 τ α ενοίκια κυμαίνονταν μεταξύ 48-144 άσπρα το έτος. Υποθέτοντας ότι το 1569-1570 εφαρμοζόταν το σ ύ σ Ρ η μ ατων διπλών ενοικίων, τ α ποσά που κατα γράφονται αποτελούσαν το ετήσιο ενοίκιο, ενώ δεν ξέρουμε το εφάπαξ ποσό που καταβλήθηκε. Η μεγαλύτερη αλλαγή όσον α φ ο ρ ά τον τρόπο εκμετάλλευσης που εμφα νίζεται στο TT 695 αναφέρεται στο βακούφι του Turahan, καθώς αυτό ενοι κίαζε την είσπραξη των εσόδων τόσο α π ό τ α καταστήματα όσο και α π ό το λουτρό, εφόσον σ' αυτές τις π ε ρ ι π τ ώ σ ε ι ς γίνεται λόγος γ ι α mukataa. 8 6 Με τον τ ρ ό π ο αυτό το ευαγές ίδρυμα αφενός επιτύγχανε αύξηση των εσόδων 8 7 και αφετέρου απαλλασσόταν α π ό την είσπραξη των ενοικίων, εφόσον λάμβανε α π ό τον πλειοδότη το ποσό. Πάντως, η μέθοδος της φοροενοικίασης αφορά μόνο το συγκεκριμένο βακούφι. Φαίνεται ότι γ ι α τους ιδρυτές και διαχειριστές των βακουφιών οι επεν δύσεις σε καταστηματα-εργαστήρια αποτελούσε προτεραιότητα τουλάχιστον γ ι α την πρώιμη περίοδο, μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα Σ τ α αφιερωτήρια των Τουραχανιδών, η αφιερωθείσα περιουσία μέσα στην πόλη αποτελείτο ως επί το πλείστον α π ό καταστήματα, ενώ μόνο στο αφιερωτήριο έγγραφο του Hasan bey το 1531 γίνεται λόγος και γ ι α αφιέρωση χρηματικού ποσού. Είναι επίσης χαρακτηριστική η π ε ρ ί π τ ω σ η του Mehmed γιου του Lala Hamza, o οποίος, ό π ω ς αναφέρεται στο T T 36, κατασκεύασε τ α καταστηματα-εργα στήρια, τ α οποία στη συνέχεια τ α αφιέρωσε στο ευαγές ίδρυμα του. 8 8 Για
84. TT 36, ο. 1315. TT 695,σ.9 0 1 . Yediyildiz, Ό.ΤΓ.,σ.1 1 8 .
85. Βλ. Ö.L. Barkan, «The Price Revolution of the Sixteenth Century: A Turning Point in the Economic History of the Near East», International Journal of Middle East Studies 6 (1975) , 9-12 και S. Pamuk, «Money in the Ottoman Empire, 1326-1914», An Economic and Social History of the Ottoman Empire, τόμ. 2, Καίμπριτζ 1999,σ.9 5 9 - 9 6 0 . 86. Για ανάλογη περίπτωση βλ. Jennings, ό.π.,σ.3 1 8 . 87. Τα ενοίκια από το χαμάμ έφθαναν το 1506 τα 5.000 άσπρα ετησίως και το 1569-1570 τα 7.000 άσπρα. Επίσης, τα ενοίκια από 121 καταστηματα-εργαστήρια το 1501 ανέρχονταν σε 15.700 άσπρα και το 1569-1570, από 123 εργαστηρια-καταστήματα τα 20.000 άσπρα ετησίως. 88. TT 36,σ.1 3 1 6 .
142
ΛΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟίΦ1ΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
αγορές καταστημάτων και στη συνέχεια αφιέρωση τους γίνεται λόγος και σε καταχωρήσεις άλλων βακουφιών και στα δύο κατάστιχα, όπως επίσης και στα παραπάνω αφιερωτήρια. Υπήρχε επίσης η τάση τα καταστήματα αυτά να βρίσκονται στο οικονομικό κέντρο της πόλης, κοντά στο τζαμί του Turahan, 89 στην ευρύτερη αγορά (bazar) της πόλης, μέσα και έξω από το μπεζεστένι 90 παράμετρος που ανέβαζε την αξία του καταστήματος. Ωστόσο, υπήρχαν καταστήματα και σε συνοικίες ή σε άλλα σημεία της πόλης (κοντά σε ζαβιγιέ, σε γέφυρα κ.α.) . Επομένως ο στόχος των πρώτων αφιερωτών ήταν η οικο νομική ανάπτυξη των Τρικάλων. Στην πραγματικότητα το οικονομικό κέντρο της πόλης δημιουργήθηκε μέσα από το θεσμό του βακουφίου, τόσο ως προς τα κτίσματα όσο και ως προς τη χρηματοδότηση του. Πέρα από τα βακούφια των πρώτων Τουραχανιδών, που είναι οι πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις ως προς το θέμα αυτό, ενδεικτική είναι και η περίπτωση του βακουφίου του Mustafa bey γιου του Ömer bey, δίπλα στο τζαμί του οποίου υπήρχαν 37 εργαστήρια που ανήκαν στο βακούφι. 91 Η οικονομική ανάπτυξη των Τρικάλων συνέφερε τόσο τους Τουραχανίδες, οι οποίοι ως διοικητές του σαντζακίου των Τρικάλων είχαν έσοδα από την επαρχία, όσο και τους υπόλοιπους αφιερωτές, η αφιερωμένη περιουσία των οποίων ήταν εκμεταλλεύσιμη και απέδιδε όσο η πόλη αναπτυσσόταν οικονομικά. Το 1569-1570 οι επενδύσεις των αφιερωτών επεκτείνονταν και στη διά θεση κεφαλαίων για τον εξοπλισμό του καταστήματος και την προμήθεια υλικών και πρώτων υλών (sermaya) , ενώ οι ενοικιαστές ήταν ιδιοκτήτες μόνο των δικών τους εργαλείων.92 Παρόλα αυτά, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αρκετά από τα βακουφικά καταστήματα που καταγράφονται το 1569/70 είναι ερειπωμένα, παρά το γε γονός ότι υπήρχαν όροι στα αφιερωτήρια έγγραφα περί διάθεσης χρημάτων για αναγκαίες επισκευές. Για παράδειγμα, το βακούφι του Cevher aga το 1506 είχε 44 καταστήματα και το 1569/70 46, εκ των οποίων τα 2 ερειπωμέ να.93 Το ίδιο συνέβη με το βακούφι του Mehmed γιου του Lala Hamza 94 και με το βακούφι του Haci Umur το 1506. 95 89. TT 695, α 902, 905. 9 0· TT 36,σ.1 3 0 6 . 91. TT 695, α 899. 92. TT 695, α. 898, 901, 902. Moutafchieva. Le Vakif. a. 211. 93. TT 36,σ.1 3 1 2 . TT 695,σ.8 9 7 . 94. TT 695,σ.8 9 8 . 95- TT 36,σ.1 3 1 4 .
143
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
Τέλος, ενοικιαστές των καταστημάτων δεν ήταν μόνο οι μουσουλμάνοι κάτοικοι των Τρικάλων αλλά και οι εβραίοι 9 6 και οι χριστιανοί. Έ ν α ς τεσκερές του 1751 α π ό το αρχείο της Ι.Μ. Βαρλαάμ των Μετεώρων αναφέρεται στην αγορά με τ α π ο ύ των μεριδίων α π ό βακουφικά εργαστήρια που βρίσκο νταν στην αγορά των Τρικάλων α π ό τα αδέλφια του αποθανόντος χριστιανού π ο υ τ α κατείχε. Οι α γ ο ρ α σ τ έ ς μπορούσαν να κληροδοτήσουν τ α εργαστήρια μόνο στους γιους τους και επίσης δεν μπορούσαν να τα βάλουν ως ενέχυρο. Οι όροι αυτοί, π ο υ θυμίζουν εκμετάλλευση δημόσιας και βακουφικής γης, στην πραγματικότητα π α ρ α π έ μ π ο υ ν στο σ ύ σ Ρ η μ ατων «διπλών ενοικίων», όπου το αρχικό ποσό ήταν το ε φ ά π α ξ π ο υ λάμβανε το βακούφι. 9 7 Η δεύτερη σε σημασία επένδυση των βακουφιών ήταν οι υδρόμυλοι, οι οποίοι είτε βρίσκονταν μέσα στην πόλη των Τρικάλων είτε στην αγροτική ενδοχώρα, ακόμα και στην π ε ρ ι φ έ ρ ε ι α της Ελασσόνας, της Καρδίτσας και των Φαρσάλων. 9 8 Τα έσοδα α π ό τη λειτουργία τους, στο βαθμό που αναφέρονται, κυμαίνονταν α π ό 30 έως 6.300 ά σ π ρ α ετησίως ή αποδίδονται σε kile σιτάρι, και εξαρτιόνταν α π ό πόσες μυλόπετρες είχε ο μύλος. Το 1506 το 33.2% των εσόδων του βακουφίου του T u r a h a n α π ό την περιουσία εντός της πόλης προ ερχόταν α π ό 2 μύλους με 6 μυλόπετρες ο καθένας. Αντίστοιχα, στο βακούφι του Orner οι 10 μύλοι συνεισέφεραν το 47,3% των εσόδων, 9 9 ενώ στο βακούφι του Cevher aga οι 7 μύλοι α π έ δ ι δ α ν το 67,7% των εσόδων. Στο κατάστιχο του 1569-1570 καταγράφονται 41 μύλοι ως βακουφική ιδιοκτησία (έναντι 28 το 1506) και τα έσοδα καταγράφονται ως επί το πλείστον σε είδος. Έτσι, οι δύο μύλοι του βακουφίου του Turahan αποδίδουν 140 και 190 kile σιτάρι αντίστοιχα, δηλαδή 7.183 χγρ. και 9.749,3 χγρ. Αντίθετα με τους μύλους, οι υπόλοιπες αγροτικές βακουφικές κτήσεις στην περιοχή της Θεσσαλίας, τα έσοδα των οποίων διατίθενταν στα ευαγή ιδρύματα των Τρικάλων, ήταν περιορισμένες, συγκρίνοντας τες με τις αστι κές. Εξαίρεση αποτελούν τ α χωριά Τύρναβος και Tatarlar (σημ. Φαλάνη) ,
96. TT 695,σ.9 0 2 . TT 36,σ.1 3 1 2 . Για τους Εβραίους των Τρικάλων στην πρώιμη οθωμανική περίοδο βλ. Ν. Beldiceanu, «Un acte sur le statut de la communauté juive de Trikkala», La Revue des Etudes Islamiques XL /l (1972) 129-138. 97. Ι.Μ.Β. Δέσμη 4, Φιλμ 9, # 14. Τα εργαστήρια ανήκαν στο βακούφι των Turahan και Ömer. 98. Σε μία περίπτωση αναφέρεται και μία νεροτριβή («μανδάνι») , Γουλούλης. ο.π.,σ.1 3 0 . 99. Στην ιδιοκτησία του βακουφίου υπήρχε ένας μύλος με 12 μυλόπετρες, ο οποίος βρισκόταν πάνω στον ποταμό που ξεκινούσε από την Καλαμπάκα και έφθανε στα Τρίκαλα. Τα ετήσια έσοδα έφθαναν τα 6.260 άσπρα. TT 36,σ.1 3 0 6 .
144
ΛΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 1 5 θ Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
οποία ανήκαν στο βακούφι του Ömer bey.100 Κατά τ' άλλα, μόνο δύο βακούφια λάμβαναν τη σοδειά από τη καλλιέργεια χωραφιών συνολικά 6 cift101 και τα έσοδα των βακουφιών ήταν επίσης σε είδος, ενώ καταγράφεται και η είσπραξη του φόρου γης από χωράφια 100 στρεμμάτων που ανερχόταν 102 Εξίσου περιορισμένα είναι και τα αμπέλια, όπως σ ε 290 άσπρα ετησίως. περιορισμένα είναι τα έσοδα από αυτά. Έτσι, αμπέλι 1 στρέμματος που ανήκε στο βακούφι του Haci Umur απέδιδε το 1569-1570 μόλις 20 άσπρα ετησίως, ενώ αμπέλι 2 στρεμμάτων του βακουφίου του Cevher aga απέδιδε 80 άσπρα, με τη σημείωση ότι ήταν ερειπωμένο. 103 Αντίθετα, περισσότερα ήταν τα αφιερωμένα βοσκοτόπια 104 και λιβάδια μαζί με τα χειμαδιά, που συνοδεύονταν και από αφιερώσεις ζώων (βουβαλιών και προβάτων) , και πάλι όμως αποτελούσαν μικρό μέρος της βακουφικής περιουσίας. Τέλος, τα βακού φια διέθεταν κενές εκτάσεις εντός των Τρικάλων, τις οποίες ενοικίαζαν, ή αμπέλια. Για παράδειγμα, το 1506 το βακούφι του Ömer bey ενοικίαζε έναντι 1.000 άσπρων ετησίως 10 στρέμματα γης, κοντά στο παζάρι της πόλης, όπου κάθε Κυριακή γίνονταν αγοραπωλησίες ζώων. 105 Στο TT 695 το βακούφι του Turahan πλήρωνε στο δημόσιο κατ αποκοπή 80 άσπρα ως δεκάτη για τους λαχανόκηπους που βρίσκονταν μέσα στην πόλη. 106 τα
Επανερχόμενη στο θέμα των υδρόμυλων, φαίνεται ότι η κατοχή τους συνέ φερε για δύο λόγους: δεδομένης της έκτασης της αγροτικής εκμετάλλευσης των αρόσιμων γαιών η κατοχή μύλων ήταν αρκετά προσοδοφόρα. Προκύπτει δε ότι το βακούφι εισέπραττε ένα ποσοστό από το σιτάρι που έφθανε στο μύλο, πριν την επεξεργασία του ή ένα ποσοστό των κερδών που προέκυπταν από τη λειτουργία του. Με τα έσοδα αυτά (σε χρήμα ή σε είδος) το ευαγές ίδρυμα κατέβαλλε ένα τμήμα των μισθών των αξιωματούχων του βακουφίου, οι οποίοι πολύ συχνά λάμβαναν επιπρόσθετα του μισθού κάποια kile σιταριού ετησίως. Παράλληλα, καλύπτονταν οι ανάγκες σε τροφοδοσία των ζαβιγιέδων. 100. TT 36,σ.1299-1305. Kiel. d.rr..σ.1 2 6 - 1 3 2 . 101. Πα τον όρο βλ. «Çiftlik». E.I. Στη μία περίπτωση γίνεται λόγος για βακουφικό τσιφλίκι (TT 695, α 898) και στην άλλη για σοδειά (mahsul) από «χωράφια δύο çiftlik» (TT 695, σ. 897) . Στη δεύτερη περίπτωση το βακούφι είχε μόνο το δικαίωμα είσπραξης της σοδειάς και όχι και την κυριότητα, βλ. και Kiel, ό.π., σ. 124 102. TT 695,σ.9 0 2 . 103. TT 695, α 897. 104. Στο αφιερωτηριο του Hasan bey (1531) γίνεται λόγος για βοσκοτόπι 1.000 στρεμμάτων "το χωριό Γληνός, Γουλούλης, ό.π., α. 132. Ì05. TT 36,σ.1 3 0 6 . Βλ. και TT 36.σ.1 2 9 1 . 106. TT 695,σ.1 7 4 .
145
ΣΟΦΙΑ ΛαίΟΤ
των πτωχοκομείων, ακόμα και των σπιτιών όπου φιλοξενούνταν οι διερχόμενοι ταξιδιώτες. Για παράδειγμα, στο αφιερωτήριο έγγραφο του Turahan αναφέ ρεται ότι ένας - απροσδιόριστος - αριθμός kile σιταριού θα χρησιμοποιούνταν γ ι α την αγορά κρέατος για τα ζαβιγιέ των Τρικάλων. 1 0 7 Είναι σαφές επομένως ότι το βακούφι διοχέτευε στην α γ ο ρ ά σιτάρι ή και άλλα γεννήματα, είτε για να καλύψει τις ανάγκες είτε για να κερδίσει α π ό το εμπόριο σιτηρών. 108 Στο κατάστιχο του 1569-1570 αναφέρεται γ ι α το βακούφι του Mehmed γιου του Lala Hamza ότι την περίοδο της α π ο γ ρ α φ ή ς υπήρχαν αποθηκευμένα 1.000 kile δημητριακών (galle, 51.312 χγρ.) . Από την άλλη μεριά, στο κατάστιχο του 1506 αναφέρεται ότι οι ανάγκες του ίδιου βακουφίου σε σιτάρι ανέρχονταν σε 144 kile Τρικάλων ετησίως (7.389 χγρ.) , ενώ υπήρχε ο όρος ότι τα έσοδα του βακου φίου θα διοχετεύονταν εν πρώτοις στο πτωχοκομείο του τζαμιού και στην επι σκευή των κτηρίων. 1 0 9 Είναι προφανές ότι το υπόλοιπο θα διοχετευόταν στην αγορά προς όφελος του βακουφίου. Εάν σκεφθεί κανείς ότι το εμπόριο των δημητριακών ήταν α π ό τα πιο προσοδοφόρα, ειδικά όσο μειωνόταν η αγοραστι κή αξία του άσπρου και ανέβαιναν οι τιμές των βασικών ειδών, καταλαβαίνει κανείς την προτίμηση των ευαγών ιδρυμάτων στην απόκτηση υδρόμυλων. 110 Επιπρόσθετα, οι φόροι που βάρυναν τα βακούφια για τους υδρόμυλους ήταν χαμηλοί: στο TT 695, πέντε βακουφικοί και ένας ιδιόκτητος μύλος εντός των Τρικάλων, με σύνολο 18 μυλόπετρες, βαρύνονταν με 510 άσπρα ετησίως. 0 μεγαλύτερος ήταν του βακουφίου του Turahan (6 μυλόπετρες) και του βακου φίου του Mehmed γιου του Lala Hamza (4 μυλόπετρες) . 111 Στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα χρηματικά βακούφια, τα οποία γνώρισαν μεγάλη διάδοση στην οθωμανική επικράτεια, π α ρ ά τις όποιες νομικές επιφυλάξεις. Τα βακούφια αυτά αποτε λούνταν α π ό ένα αφιερωμένο χρηματικό κεφάλαιο, μέρη του οποίου δίνονταν 107. Γουλούλης, ό.π.,σ.6 0 . Στην έκδοση της ελληνικής μετάφρασης δεν αναγράφεται ο αριθμός των kile. Στο TT 695,σ.9 0 3 , αναφέρεται ότι το βακούφι του Ibrahim aga, που αποτελείτο από ένα σπίτι για τη φιλοξενία ταξιδιωτών, συντηρούνταν από τα έσοδα ενός μύλου με μία μυλόπετρα, στο χωριό Φλαμούλι. 108. Για προώθηση στην αγορά της σοδειάς σε σιτάρι από τους δερβίσηδες του ζαβιγιέ των Μεβλεβηδων στο Ικόνιο βλ. S. Faroqhi, «Agricultural Crisis and the An of Flute-Playing: the Worldly Affairs of the Mevlevî Dervishes (1595-1652) ». Making a Living in the Ottoman Lands, 1480 to 1820, Κωνσταντινούπολη 1995,σ.2 5 5 . Βλ. και Α. Singer, ό.π.,σ.1 2 1 - 1 2 4 . 109. TT 36,σ.1316-1317. Οι ανάγκες αυτές συνίσταντο στην πληρωμή αξιωματούχων του βακουφίου και σε είδος. TT 695,σ.8 9 8 . 110. Βλ. και S. Faroqhi, «Vakif administration in 16th century Konya. The zaviye of Sadreddin Konevî», JESHO XVII/2 (1974) 149. 111. TT 695,σ.1 7 4 .
146
ΛΙΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΗΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, Ι 5 Ο Σ - 1 6 0 ς ΑΙΩΝΑΣ
ως δάνειο με τόκο που οριζόταν στο αφιερωτήριο έγγραφο (vakfiye) από τον ίδιο τον αφιερωτη και συνήθως ήταν χαμηλός για τα δεδομένα της αγοράς. Τα έσοδα από τους τόκους διετίθεντο για κοινωφελείς σκοπούς ή για τη συντή ρηση τεμενών ή την κάλυψη εξόδων από τη λειτουργία τους. Ας σημειωθεί ότι, επειδή ο έντοκος δανεισμός απαγορευόταν από τον ισλαμικό ιερό νόμο, ο τόκος δινόταν συγκεκαλυμμένα, μέσω του νομικού τεχνάσματος istiglal, που στην ουσία αποτελούσε εικονική πώληση.112 Όπως ήδη αναφέρθηκε, στο κατάστιχο του 1569/70 υπάρχουν 14 χρηματι κά βακούφια, με αφιερωμένο κεφάλαιο που κυμαίνεται από 3.000 έως 51.000 άσπρα, ενώ σε άλλα 10 βακούφια μεταξύ της αφιερωθείσης περιουσίας συγκαταλέγεται και χρηματικό ποσό. το οποίο στις περισσότερες περιπτώσεις (7 στα 10) αναφέρεται ότι θα δινόταν ως δάνειο. Παρά το γεγονός ότι - θεω ρητικά - έπρεπε να αποφεύγεται ο όρος ribh («τόκος») , αυτός χρησιμοποιεί ται ευρύτατα στο TT 695. 113 Ο τόκος ήταν 10%, εκτός από το βακούφι του baba Memieddin, ο οποίος είχε αφιερώσει - μεταξύ άλλων - 9.000 άσπρα, με τόκο 1.200 άσπρα, δηλαδή 13,3%. 114 Συχνά επίσης οι διαχειριστές των βακου φιών δάνειζαν με μεγαλύτερο τόκο από αυτόν που όριζε το αφιερωτήριο έγγρα φο, καθώς ήταν ασύμφορος ο δανεισμός χρημάτων με τον ίδιο - χαμηλό - τόκο που είχε προσδιοριστεί δεκαετίες ή και αιώνες πριν. 115 Αλλωστε, το μεγαλύ τερο πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα βακούφια αυτά ήταν η απώλεια της αξίας του χρήματος λόγω του πληθωρισμού ή/και η μη ανταπό κριση των δανειοληπτών στις υποχρεώσεις τους. Από την άλλη πλευρά η ύπαρ ξη αφιερωμένου κεφαΛαΐου άφηνε περιθώρια στον όποιο διαχειριστή για κατα χρήσεις.116 Ας σημειωθεί ότι οι έλεγχοι του απογραφέα στο TT 695 αφορού σαν την τύχη του αφιερωμένου κεφαΛαΐου, ενώ δεν γίνονταν έλεγχοι για τους λόγους που τα βακουφικά χτίσματα είχαν αφεθεί να ερημώσουν.117 112. Çizakça, ό.π.,σ.4 6 - 4 7 . και γενικά για τα χρηματικά βακούφια,σ.4 2 - 5 6 . 113. Yediyildiz, d.rr.,σ.1 1 9 . 114. TT 695,σ.9 0 1 . Στην αφιερωμένη περιουσία προστέθηκαν και άλλα 500 άσπρα, που δόθηκαν από τη σύζυγο του αφιερωτη. με τον όρο ότι από τον τόκο θα πληρώνονταν τα έξοδα για την προμήθεια λαδιού για το τέμενος που ίδρυσε ο σύζυγος της. Ο τόκος στην περίπτωση αυτή δεν αναφέρεται. 115. Η Μουταφτσίεβα αναφέρει ότι σε ορισμένα αφιερωτήρια έγγραφα ο τόκος έφθανε το 15%. Βλ. Moutafchieva. Le Vakif.σ.2 0 1 . Κατά τον Yediyildiz. ο τόκος δεν υπερέβαινε το 15%. Yediyildiz, ό.π..σ.1 1 9 . Βλ. επίσης Çizakça, ό.π..σ.4 9 , Balta, ό.π.,σ.8 3 , Jennings, ό.π.,σ.2 8 5 , Sabey ό.π..σ.1 3 8 - 1 3 9 . Τον 16ο αιώνα στα βακούφια της Αδριανούπολης ο τόκος ήταν 10%, Gerber, ό.π.,σ.3 8 . 116.Βλ. και Ο. Säbev, ό.π.,σ.1 4 2 - 1 4 3 . Î17. TT 695,σ.8 9 8 , 903, 904, 905-906.
147
ΣΟΦΙΑ ΛΑΪΟΥ
Ανεξάρτητα, πάντως, από το ύψος του τόκου και την εξέλιξη τους, είναι γεγο νός ότι τα βακούφια αυτά έπαιζαν το ρόλο των πιστωτικών ιδρυμάτων σε μια οικονομία που τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα είχε ανάγκη από ρευστό. Με τον τρόπο αυτό τα βακούφια τόνωναν τη λειτουργία της αγοράς και συνέβαλαν στην καλύτερη κυκλοφορία του χρήματος. Ας σημειωθεί ότι στο αφιερωτήριο έγγραφο του Hasan bey, το 1531, αναφέρεται η αφιέρωση 155.000 άσπρων που θα δίνονταν στους εμπόρους του μπεζεστενιού της Λάρισας με τόκο 10%. 118 Άλλωστε, «πελάτες» των βακουφιών ήταν και τα μοναστήρια, όπως η Ι.Μ. Βαρλαάμ, η οποία σε χοτζέτι του 1603 καταγράφεται ότι εξόφλη σε το δάνειο των 2.000 άσπρων που είχε λάβει από το βακούφι του Mustafa çavus. 119 Η συμμετοχή των βακουφιών στην κίνηση της τοπικής (και όχι μόνο) αγοράς είτε με την πώληση προιόντων ή την παροχή δανείων είτε μέσω των βακουφικών καταστημάτων-εργαστηρίων καταδεικνύει την επιχειρηματική διάσταση της δραστηριότητας τους. η οποία συνυπήρχε με τη φιλανθρωπική. Το ερώτημα είναι κατά πόσο η δραστηριότητα αυτή είχε συνέχεια και μετά το θάνατο του αφιερωτή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το βακούφι του Turahan bey. To 1454-1455 τα έσοδα της αφιερωμένης περιουσίας εντός Τρικάλων ανέρχονταν σε 13.000 άσπρα, 120 ενώ το 1506 εκτινάχθηκαν σε 31.740 άσπρα. Σημειώνεται ότι το 1454 ζούσε ο ιδρυτής του βακουφίου, ενώ στη μετέπειτα αύξηση των εσόδων συνέβαλε ο γιος του Ömer, διαχειριστής του βακουφίου μετά το θάνατο του πατέρα του. Αντίθετα, από το 1506 έως το 1569-1570 η περιουσία του βακουφίου εντός Τρικάλων δεν αυξήθηκε ιδιαίτερα και τα έσοδα ανήλθαν σε 33.000 άσπρα και 330 kile σιταριού (16.933 χγρ.) . Ενδεικτική της οικονομικής στρατηγικής που ακολούθησε ο Ömer bey αποτελούν τα δύο αφιερωτήρια έγγραφα των βακουφιών του. Στο πρώτο έγγραφο του 1474 η βακουφική περιουσία του δικού του ευαγούς ιδρύματος αποτελούνταν από τουλάχιστον 10 «ξενοδοχεία» (χάνια) , 121 44 καταστήματα-εργαστήρια (dükkan) , 17 οικίες, απροσδιόριστο αριθμό παντοπωλείων και κρεοπωλείων, 7 βυρσοδεψεία, 1 χαμάμ και 3 μύλους. Σ' αυτά προστίθενται άλλοι 9 μύλοι που βρίσκονται στην αγροτική ενδοχώρα της πόλης. Στο δεύτε ρο αφιερωτήριο, του 1484, η βακουφική περιουσία αυξήθηκε: αναφέρονται 85 118. Γουλούλης, ο.π., 132. 119. Ι.Μ. Βαρλαάμ, Δέσμη 4, φιλμ 9, # 4. 120. Delilbaçi και Ankan, ο.π.,σ.3 4 - 3 5 121. Δεν είναι ακριβής ο αριθμός γιατί σε μία περίπτωση το έγγραφο κάνει λόγο για «αύνολο ξενοδοχείων», Γουλούλης, ό.π.,σ.7 5 .
148
ΚΤΤΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΤΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ς ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 1 5 0 Σ - ί 6 θ ς ΑΙΩΝΑΣ
εργαστήρια, 29 βυρσοδεψεία, 10 εργαστήρια κατασκευής τσόχας, απροσδιόρι στος αριθμός «ναλμπάνικων» (πεταλωτικών εργαστηρίων) , ενώ προστίθενται άλλα 2 «ξενοδοχεία», 3 λουτρά και γαίες εντός της πόλης. Προστίθενται επίσης και 52 μύλοι, βοσκοτόπια και απροσδιόριστος αριθμός βουβαλιών, που βρίσκονται στο χωριό Πετρόπουλο. Και στις δύο περιπτώσεις μεγάλο μέρος της βακουφικής περιουσίας αποκτήθηκε με αγορά, ενώ αντικείμενα της αγο ράς είτε ήταν τα ίδια τα κτίσματα είτε η γη πάνω στην οποία κατασκευάστη καν τα εργαστήρια.12'2 Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το σύνολο των εξόδων του βακουφίου (συμπεριλαμβανομένων και των ιδρυμάτων της Λάρισας) , στο έγγραφο του 1474 ανέρχεται σε 33.860 άσπρα και 488 kile σίτου ετησίως, ενώ το 1484 εκτοξεύθηκαν στα 80.129 άσπρα και 947 kile σίτου ετησίως. Από τα υπόλοιπα συγκρίσιμα βακούφια, 3 (των Mehmed, γιου του Lala Hamza, Cevher aga και Ayas) παρουσιάζουν αύξηση της περιουσίας τους, η οποία συνίσταται στην αφιέρωση ρευστού μετά το 1506, παρά το γεγονός ότι η ακίνητη αστική και αγροτική περιουσία παρέμενε περίπου η ίδια και για ορισμένα από τα περιουσιακά στοιχεία αναφέρεται ως ερειπωμένη. Ένα βακούφι δεν παρουσίασε μεταβολές στην περιουσία του (το βακούφι του Hoskadem) και σε ένα η αφιερωμένη περιουσία είναι σε μεγάλο βαθμό ερει πωμένη ( στο βακούφι του Haci Umur) . Η τύχη του βακουφίου μετά το θάνατο του αφιερωτή εξαρτιόταν από τις κινήσεις των διαχειριστών. Δύο διατάγματα του 1572, που απευθύνονται στους καδήδες της Θεσσαλονίκης και της Λάρισας, κάνουν λόγο για ατασθα λίες των διαχειριστών των βακουφιών του Turahan και του Orner. Στην πρώτη περίπτωση αναφέρεται ότι τα βακουφικά κτήρια σε Αδριανούπολη, Ergene (Uzunköprü) . Μάλγαρα, Τρίκαλα. Λάρισα και Σέρρες έχουν ερειπωθεί και ο διαχειριστής του βακουφίου Ali, bey του Μυστρά. έχει καταχραστεί τις προ σόδους των βακουφικών χωριών (Kirk Kavak-Paglu) και έχει πουλήσει τα ζώα που ανήκαν στο βακούφι. Για όλα αυτά διατάσσονται οι καδήδες να ελέγξουν τους λογαριασμούς του βακουφίου.' 23 Το δεύτερο διάταγμα αφορά το βακού φι του Omer bey και είναι περισσότερο λεπτομερές. Αναφέρεται σε επιστολή που απέστειλε ο bey των Ιωαννίνων Mustafa, συγγενής του Ömer και επόπτης του βακουφίου, ότι ο διαχειριστής, ζαίμης Hizir, καταχράστηκε την περιουσία του βακουφίου, άφησε να ερειπωθούν τα ευαγή ιδρύματα στους καζάδες της Λάρισας, Τρικάλων, Λαμίας και Φαναριού, δεν απέδωσε τους μισθούς στους δικαιούχους, καταχράστηκε τις προμήθειες του πτωχοκομείου, κρατούσε για 122. Γουλούλης, ό.π.,σ.7 4 - 7 6 , 91-98, 110. 123. MD 19,σ.8 7 , # 192. 28 Muharrem 980 (10.6.1572) .
149
ΣΟΦΙΑ ΛΑΙΟΤ
τον εαυτό του ή έδινε σε γνωστούς του χωρίς ταπού βακουφικές γαίες και χρωστούσε στο βακούφι 3.000-4.000 άσπρα. Για όλα αυτά απεστάλη από την Υψηλή Πύλη ο τσαούσης Îskender, και διατάσσονται οι καδήδες να ερευνήσουν τους λογαριασμούς και τα κατάστιχα του βακουφίου. Αν αποδεικνύονταν τα παραπάνω, ο διαχειριστής όφειλε να αποδώσει τα οφειλόμενα και να επιστρέ ψει στο βακούφι τις γαίες που καταπάτησε. 124 Σχεδόν ένα χρόνο αργότερα δώδεκα κάτοικοι του σαντζακιού των Τρικάλων διαμαρτυρήθηκαν στην ιψηλή Πύλη για τον Hizir, ότι τους είχε κατηγορήσει αδίκως ως κακοποιούς (ehli fesad) , με αποτέλεσμα να καταδικαστούν σε υποχρεωτική υπηρεσία στις γαλέρες και οι μισοί να πεθάνουν. Οι υπόλοιποι ζητούσαν την απαλλαγή τους, λέγοντας ότι είναι αθώοι, την οποία και πέτυχαν. 125 Τα παραπάνω καταδεικνύουν αφενός τον ενίοτε αρνητικό ρόλο των διαχειρι στών των βακουφιών και αφετέρου την παρέμβαση του κράτους στον έλεγχο των οικονομικών των ευαγών ιδρυμάτων. Ο έλεγχος αυτός ασκούταν ad hoc, όπως στις παραπάνω περιπτώσεις, αλλά και σε τακτική βάση, με τον ετήσιο έλεγχο των βακουφικών λογαριασμών ή με αφορμή τη σύνταξη απογραφικών κατάστι χων, όπως στο TT 695 όπου ο απογραφέας ήλεγχε την τύχη των αφιερωμένων χρηματικών κεφαλαίων. Ας σημειωθεί ότι από τα τέλη του 18ου αιώνα τα βακού φια των Turahan, Ömer και Hasan εμφανίζονται να ανήκουν στα ευαγή ιδρύματα τα έσοδα των οποίων διατιθενταν υπέρ της Μέκκας και της Μεδίνας, αν και το αξίωμα του διαχειριστή παρέμενε εντός της οικογενείας των Τουραχανιδών, ενώ η εποπτεία ανήκε στον Darüssade aga.126 Η εξέλιξη αυτή πιθανότατα να οφείλε ται σε παρέμβαση του κράτους με αφορμή συμβάντα κακοδιαχείρισης. Συμπερασματικά, η σύνδεση της αστικής ανάπτυξης και του θεσμού του βακουφίου επιβεβαιώνεται και στην περίπτωση των Τρικάλων. Η ώθηση που δόθηκε στην οικονομία, η κατασκευή των απαραίτητων δημοσίων έργων και ο πολεοδομικός ιστός οφείλονται εν πολλοίς στα ευαγή ιδρύματα. Πάνω απ' όλα όμως, η ίδρυση των βακουφιών αποτελούσε μια πρακτική κοινωνικά και πολιτισμικά επιβεβλημένη για τον μουσουλμανικό πληθυσμό, με ευρύτερες όμως συνέπειες. Τέλος, το δίκτυο των βακουφικών ιδρυμάτων στα αστικά κέντρα ήταν αρκετά εκτεταμένο, ώστε να συμπεριλαμβάνει και τους μη μου σουλμάνους υπηκόους του σουλτάνου.
124. MD 19,σ.8 6 , # 190. 28 Muharrem 980 (10.6.1572) . 125. MD 21,σ.2 8 5 , # 676. 8 Zilhicce 980 (11.4.1573) . Το διάταγμα απευθύνεται στον bey της Ναυπάκτου. 126. Βλ. ενδεικτικά D.HMH. GTRH.ÖMRB, dosya 93, gömlek 16 και Γουλούλης, ό.π..σ.4 6 - 4 7 , όπου φιρμάνι του 1862.
150
Ευδοκία Ολυμπίτου
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ Παρατηρήσεις για τη διαμόρφωση μιας νησιώτικης πόλης*
Μ
ετά από πέντε αιώνες λατινικής κυριαρχίας, το νησί της Τήνου περνά το 1715 στους Οθωμανούς. Η μακραίωνη παρουσία των Βενετών επέδρασε ευνοικά στην αναζωογόνηση της τέχνης του μαρμάρου, 1 ενώ κατά τον 18ο και 19ο αιώνα η δραστηριότητα και η φήμη των Τηνίων μαρμαρογλυπτών απλώθηκε σε μία ιδιαίτερα εκτεταμένη γεωγραφική περιοχή. 2 Τότε δημιουργήθηκαν στο νησί εργαστήρια επεξεργασίας και μορφοποίησης μαρμάρου, κυρίως στα Ιστέρνια και τον Πύργο, όπου βρίσκονται και τα λατο μεία. Από τα λιμάνια της Τήνου τα μαρμάρινα έργα φορτώνονταν σε πλοία
* Το κείμενο αποτελεί πρόδρομη μορφή εκτενέστερης εργασίας με θέμα τη σπογγαλιευτική δραστηριότητα και τις ποικίλες επιδράσεις της στην κοινωνία της Καλύμνου. Θα ήθελα, και από τη θέση αυτή, να ευχαριστήσω όσους με διευκόλυναν τα τελευταία χρόνια στη μελέτη του Αρχείου της Καλύμνου και ιδιαίτερα την κυρία Φανή Καπελλά-Κουτούζη για την εξαιρετική συνεργασία και την πολύτιμη βοήθεια της. 1. Στις κατοικίες των Ενετών, στις εκκλησίες, στα φρούρια, στα νεκροταφεία, αλλά και στα οικόσημά τους βρήκε ποικίλες εφαρμογές η μαρμαρογλυπτική. Επιπλέον, η δημιουργία μιας ισχυρής καθολικής κοινότητας που ενθάρρυνε και δημιούργησε πολλαπλές χρήσεις της γλυπτικής -κοσμικής και θρησκευτικής- συνέβαλλε στην ανάπτυξη της. Για τα αίτια που οδή γησαν στην ανάπτυξη της μαρμαρογλυπτικής στο νησί της Τήνου. βλ. Δημήτρης Σοφιανός. Ο τηνιακός μαρμαράς και η προσφορά του στη νεοελληνική τεχνη. Αθήνα 1995,σ.5 - 1 0 . Για το ίδιο θέμα Αλέκος Φλωράκης. Η λαίκή λιύογλυπτική της Τήνου. Αθήνα 1979.σ.9 6 - 9 8 . 0 Αλέκος Φλωράκης τοποθετεί το χρυσό αιώνα της τηνιακής μαρμαρογλυπτικής στην περίοδο 17301830. Βλ. Αλ. Φλωράκης. «Μαρμάρινα αλτάρια και βαπτιστήρια των καθολικών εκκλησιών της Τήνου», Τηνιακά Ανάλεκτα. 3 (1998) 58-59. 2. Από τον 18ο αιώνα πολλοί Τήνιοι τεχνίτες (μαρμαροτεχνίτες. μαραγκοί, κουντουράδες και παπουτσήδες) εργάζονταν στη Σμύρνη όπου είχαν συγκροτήσει επαγγελματικές συντεχνίες. Βασίλης Βλ. Σφυρόερας, «Μεταναστεύσεις και εποικισμοί Κυκλαδιτών εις Σμύρνην κατά την Τουρκοκρατίαν». Μικρασιατικά Χρονικά 10 (1962) 168. Για τον 19ο αιώνα, Παναγιώτης Ι. Καμηλάκης, «Συντεχνίες και επαγγέλματα της Σμύρνης πριν από τα μέσα του 19ου αι. μέσα από αρχειακές κυρίως πηγές». Μικρασιατικά Χρονικά 20 (1998) 191-192. Ειδικότερα για τους τεχνίτες του μαρμάρου, βλ. Αλέκος Φλωράκης, «Τηνιακοί μαρμαρογλύπτες στη Σμύρνη», Μικρασιατικά Χρονικά 20 (1998) 261-310. όπου και η σχετική με το θέμα βιβλιογραφία. Ακόμη, πολλοί Τηνιακοί είχαν εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη και εργάζονταν εκεί ως μαρμαράδες ή μαραγκοί. Κ. Δανούσης. «Τουρκοκρατούμενη Τήνος: συμβολή στη μελέτη δομών της οικονομίας της», Τηνιακά Ανάλααα 1 (1979) 120-121. Βλ. ακόμη Αλ. Φλωράκης, Τήνος. H παράδοση του μαρμάρου. Αθήνα χ.χ..σ.1 4 - 2 0 .
151
ΕΓΔΟΚΙΑ ΟΛΤΜΠΙΤΟΤ
και ταξίδευαν σε διάφορες περιοχές του ελληνικού χώρου, των Βαλκανίων και της Μεσογείου. 3 Η μεγαλύτερη ζήτηση έργων μαρμαρογλυπτικής, κυρίως όμως έμπειρων τεχνιτών στην εξόρυξη και την κατεργασία μαρμάρου, προήλθε α π ό την Αθήνα, την πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Στα νεόδμητα δημόσια κτίρια, τις ιδιωτικές οικοδομές, στις εκκλησίες, στις ανα στηλώσεις αρχαίων μνημείων αλλά και στους πολυάριθμους ανδριάντες και τα γ λ υ π τ ά έργα π ο υ κοσμούν τους ελεύθερους χώρους, τις πλατείες και το νεκροταφείο της πόλης, το μάρμαρο βρίσκει περίοπτη θέση και ποικίλες εφαρμογές, καθώς αποδίδει τη μνημειακότητα και την αίγλη που προσιδιάζει σε μια ευρωπαίκή πρωτεύουσα. Τότε όμως η προσωρινή και εποχική μετανάστευση Τηνίων τεχνιτών θα οδηγήσει σε ομαδική τους αποδημία α π ό το νησί αλλά και στη μεταφορά των εργαστηρίων τους στην πρωτεύουσα. 4 Με πρώτους τους Ιστερνιώτες αδελφούς Ιάκωβο και Φραγκίσκο Μαλακατέ, 5 δημιουργείται ένας πυρήνας εργαστηρίων μαρμαρογλυπτικής καταρχήν στο κέντρο της πόλης, γ ύ ρ ω α π ό την Ακαδημία και α ρ γ ό τ ε ρ α στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. 6 Πολύ σύντομα οι Τήνιοι γλύπτες και μαρμαροτεχνίτες θα γίνουν γνωστοί στα σημαντικότερα αστικά κέντρα του ελληνικού κράτους και του εξωτερι κού, όπου θα επεκτείνουν εκτός α π ό τις δραστηριότητες και τα εργαστήρια ή τις επιχειρήσεις τους. 7
3. Για τους τρόπους μεταφοράς των μαρμάρων προς τα λιμάνια του νησιού και το κόστος των θαλάσσιων μεταφορών, βλ. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. «Τηνιακό μάρμαρο και θαλάσσιες μεταφορές», Τήνος και θάλασσα. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης 5 & 6 Σεπτεμβρίου 1996, Αθήνα 1997,σ.1 0 9 - 1 1 5 . Στα μέσα του 19ου αιώνα, επεξεργασμένο συνήθως μάρμαρο εξαγόταν από την Τήνο προοριζόμενο για οικοδομήματα, ναούς και ταφικά μνημεία. Βλ. Κώστας Δανούσης, «Λιμάνια, ναυτιλία και εμπόριο της Τήνου». Τήνος και θάλασσα, ό.π.,σ.9 1 . 4. Το φαινόμενο αποτυπώνεται και στα πληθυσμιακά μεγέθη του νησιού. Από 21.873 κα τοίκους που είχε η Τήνος το 1856, μειώθηκαν σε 10.718 το 1861. Βλ. Γ. Δώριζας, Η vέa Τήνος, Αθήνα 1981,σ.1 3 3 - 1 3 5 . 5. Αυτοί ιδρύουν το 1835 το «Ερμογλυφείον» τους στη συμβολή των οδών Σταδίου και Κοραή. Η Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά αμφισβητεί εν μέρει αυτή την πληροφορία που προέρχεται από τον Ξενοφώντα Σώχο. Βλ. σχετικά το άρθρο της «Τηνιακοί Μαρμαράδες στην Αθήνα του Όθωνα», Τηνιακά 1 (1996) 261-281. 6. Γύρω στο 1860 οι αδελφοί Φυτάλη από τα Ιστέρνια ανοίγουν το δικό τους «Αδριαντοποιείον» στην οδό Ακαδημίας, στο ύψος της Ζωοδόχου Πηγής. Το 1930 οι αδελφοί Λυρίτη από τον Πύργο επιστρέφουν από την Κωνσταντινούπολη και ιδρύουν το εργαστήριο τους στην Αθήνα, στη συμβολή της Λεωφόρου Αλεξάνδρας με την οδό Χαριλάου Τρικούπη. Αλέκος Φλωράκης, Σχέ8ια Τηνιακής..., ό.π.,σ.1 5 , 18 και σημείωση 11, όπου και σχετική βιβλιογραφία. 7. Από τα μέσα του 19ου αιώνα Τηνιακοί τεχνίτες εγκαθίστανται στην Αρκαδία και εργα-
152
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
0 Τήνιος γλύπτης Ιωάννης Χαλεπάς Ο Ιωάννης Χαλεπάς (Πύργος Τήνου 1834 - Αλατσάτα Μικράς Ασίας 1900) 8 διατηρούσε μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις μαρμαρογλυπτικής κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Επρόκειτο για οικογενειακή επιχείρηση, στην οποία συμμετείχαν ως συνεργάτες και συνεταίροι οι αδελφοί του Ζαφείριος και Νικόλαος, οι κουνιάδοι του Μάρκος και Δημήτριος Λαμπαδίτης αλλά και οι έξι γιοι του. Με αφετηρία και κέντρο των εργασιών του τον Πύργο της Τήνου, το εργαστήριο επεκτείνει τη δραστηριότητα του ιδρύοντας υποκαταστήματα στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Σύρο, το Βουκουρέστι και τη Σμύρνη.9 Το 1877 φαίνεται ότι ήταν μια δύσκολη χρονιά για την οικογένεια, καθώς ο γιος του Ιωάννη, ο γλύπτης Γιαννούλης Χαλεπάς που εκείνη την εποχή έφτιαχνε στην Αθήνα την περίφημη «Κοιμωμένη» του, παρουσίασε τα πρώτα συμπτώμα τα της ασθένειας η οποία επρόκειτο να τον ταλαιπωρήσει σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. 0 Ιωάννης βρισκόταν τότε στα Αλατσάτα, οικισμό στα περίχωρα της Σμύρνης, όπου κατασκεύαζε το μαρμάρινο τέμπλο του ναού της Αγίας Τριάδας.10 Είναι πιθανόν να επέβλεπε τις εργασίες ο γιος του Νικόλαος, αφού ο ίδιος είχε αναλάβει την ίδια χρονιά ανάλογα έργα μαρμαρογλυπτικής στην Κάλυμνο.41 Πράγματι, στο κατάστιχο αρ. 2 του Δημοτικού Αρχείου Καλύμνου σώζε-
ζονται κυρίως σε διάφορα οικοδομήματα της Τρίπολης. Χρ. Κωνσταντινόπουλος, «Τηνιακοί μαρμαράδες στην Αρκαδία», στο Ν. Κεφαλληνιάδης - Δ. Σοφιανός - Στρ. Φιλιππότης (επιμ.) . Κυκλαδικό Ημερολόγιο 1998. Αθήνα 1998.σ.1 3 4 - 1 3 5 . Για τα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά στο Λεωνίδιο, βλ. Μαρία Σάλτα. «Αγνωστα έργα του Γιαννούλη Χαλεπά και άλλων Τηνίων καλ λιτεχνών. Το νεοκλασικό νεκροταφείο των Αγίων Πάντων στο Λεωνίδιο». Τηνιακά 1 (1996) 283-20. Για τα έργα των Τηνιακών μαρμαράδων στην Ερμούπολη της Σύρου. βλ. τη μελέτη των Ι. Τραυλού και Α. Κόκκου. Ερμούπολη. Αθήνα 1980. σ. 95-99. 8. Βλ. σχετικά Αλέκος Φλωράκης. «Τηνιακοί μαρμαρογλύπτες...», ό.π.,σ.2 7 2 και Αλέκος Φλωράκης, Σχέδια Τηνιακής.... ό.π..σ.2 9 8 - 2 9 9 . 9. Οι πληροφορίες για την οικογένεια Χαλεπά και τη δραστηριότητα της προέρχονται α π ό την Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. Τοεργαστήριομαρμαρογλυπτικής του Ιωάννη Χαλεπά. Θεσσα λονίκη 1989. Βλ. ακόμη Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. «Τηνιακοί...», ό.π.,σ.2 7 0 και Αλέκος Φλωράκης, «Τηνιακοί μαρμαρογλύπτες...». ό.π..σ.2 7 2 - 2 7 8 . σύντομη βιογραφία του και στο Αλέκος Φλωράκης. Σχέδια Τηνιακής.... ό.π..σ.2 9 7 - 2 9 8 . 10. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής.... ό.π.σ.5 1 - 5 2 . Βλ. και όσα σημειώνει για το τέμπλο του ναού ο Κων. Βλάμος. Τ' Αλατσάτα. Θεσσαλονίκη 1946, σ. 45-47. Εκτός από την κατασκευή του μαρμάρινου τέμπλου στο ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στην Πόθια. ο Ιω. Χαλεπάς είχε ακόμη αναλάβει την κατασκευή του τέμπλου του Αγιου Χαραλάμπους και του άμβωνα της Κοίμησης της Θεοτόκου στον οικισμό της Χώρας. Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Το εργαστήριο.... ό.π.,σ.5 3 - 5 4 .
153
ΕΤΔΟΚΙΑ Ο Λ ί Μ Π Ι Τ Ο ί
τ α ι έ ν α σ υ μ β ό λ α ι ο τ ο υ 1877 π ο υ υ π ε γ ρ ά φ η μ ε τ α ξ ύ τ η ς Κ ο ι ν ό τ η τ α ς και του γλύπτη Ιωάννη Χαλεπά.12 Εν Καλύμνω σήμερον την δεκάτην εννάτην Φεβρουαρίου του χιλιοστού οκτακοσιοστού εβδομηκοστού εβδόμου έτους, ημέρα της εβδομάδος Τετάρτη και ώραν δεκάτην π ρ ο ς μεσημβρίας η Κοινότης Καλύμνου εκπροσωπούμενη υπό των Δημογερόντων Καλύμνου Ιωάννου Ν. Τηλιακού και Σακελλαρίου Ζερβού ε φ ' ενός και ο κύριος Ιωάννης Χ α λ ε π ά ς Αρχιτέκτων Τήνιος α φ ' ετέρου, εποιήσαντο τήνδε την σύμβασιν δ ί ης συμβάλλονται ως εφεξής. 1) Ο Αρχιτέκτων Ιωάννης Χ α λ ε π ά ς αναλαμβάνει να κατασκευάση εκ λευκού μαρμάρου άπαν το τέμπλον του κατά παραλίαν της νήσου μας Ιερού Ναού του Σωτήρος Χριστού κατά το οποίον υπέδειξεν ημίν σχεδιογράφημα, εκτός των στη λών και των δια τ α ς εικόνας πινάκων αίτινες θα είναι εκ μαρμάρου Πεντελικού, και ακόμη ότι θα έχη δ ώ δ ε κ α εορτάς και όχι εξ κ α τ ά το σχεδιογράφημα. Απαν το υλικόν ότι θεωρείται εις βάρος του εις μάρμαρον λευκόν της Τήνου, εκτός των στηλών ως ερρήθη και των πέντε διά τ α ς εικόνας πινάκων, και ότι θα είνε κάλλιστα κατειργασμένον το Τέμπλον (λουστραρισμένον) υποχρεωμένος έπειτα να σύνδεση και εφαρμόση τ α ς βαθμίδας τ α ς οποίας να λουστράρη και εάν τυχόν διαρραγή π έ τ ρ α τις να την αντικαταστήση. 2) Η Κοινότης Καλύμνου δ ί άπαν το υλικόν του τέμπλου και δια την επεξεργασίαν αυτού υπόσχεται να πλήρωση τω Αρχιτέκτονι Ιωάννη Χαλεπά χίλια επτακόσια πενήντα μετζήτια αργυρά ήτοι 1750. εκ των οποίων να τ ω μέτρηση τα διακόσια πενήντα ήτοι 250. όταν επιστρέψη ενταύθα μετά του υλικού πεντακόσια ήτοι 500, τα δε άλλα να λαμβάνη κατά διαφόρους δόσεις διαρκούσης της εργασίας της εντελούς εξοφλήσεως επιφυλαττομένης άμα τη αποπερατώσει του όλου έργου κατά το τέλος του προσεχούς Οκτωβρίου ε.ε. 13 Τα υλικά και η οικοδομή του θεμελίου του τέμπλου επιβαρύνουν την Κοινό τητα Καλύμνου, καθώς και τα υλικά του όπισθεν του τέμπλου υποστηρίγματος καθώς και τα αναγκαιούντα ξύλα δια ταις σκαλωσιαίς. 3) Τα διακόσια πενήντα μετζήτια τ α ο π ο ί α τ ώ ρ α θα τω μετρηθώσι τίθενται προς την εγγύησιν του κυρίου Σακελλαρίου Αντ. Μαγκλή. Τα συμβαλλόμενα μέρη υπόσχονται να τηρήσωσιν αυστηρώς τα ανωτέρω συμπεφωνημένα. 12. Οι παραπομπές στα κατάστιχα του Αρχείου, το οποίο φυλάσσεται στο Δημαρχείο Καλύ μνου, γίνονται εδώ κατά την αρίθμηση που δόθηκε μετά την ταξινόμηση και καταλογογράφησή τους το 2005, από ομάδα τελειόφοιτων φοιτητών του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με την επίβλεψη της υπογράφουσας. 13. Ενεστώτος έτους.
154
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
0 εγγυητής Σακελλ. Μαγκλής ο Αρχιτέκτων Ιω. Χαλεπάς Οι Δημογέροντες Ιωάννης Ν. Τηλιακός Σακελλάρης Ζερβός Έλαβε ο αρχιτέκτων τα ανωτέρω αναφερόμενα ως προπληρωμήν μετζήτια 250 διακόσια πενήντα Im. Χαλεπάς Και αμέσως π ι ο κάτω Η εν τω ανωτέρω συμβολαίω διαλαμβανομένη εργασία επερατώθη καθ' ολοκληρίαν από μέρους των συμβαλλομένων αρχιτεκτόνων και τεκτόνων, η δε αντιμισθία επληρώθη εις τον αρχιτέκτονα κ. Ιωάννην Χαλεπάν παρά της Κοινότητος και εξωφλήθη πάντη καθ' όλα αυτού τα άρθρα το συμβόλαιον. Εν Καλύμνω τη 12 Δεκεμβρίου 1877 0 αρχιτέκτων Ιω. Χαλεπάς Οι Δημογέροντες Γεώργιος Μάγκος Το συμβόλαιο αυτό επιβεβαιώνει από την πλευρά της Κοινότητας τη σχετική σημείωση για το συγκεκριμένο έργο που διασώζεται στο αρχείο του Ιωάννη Χαλεπά: «1877 Αθήναι Μεταμόρφωσις του Ιερού Ναού της Καλύμνου Ιανουαρ. 18. Εσυμφώνησα εις Κάλυμνον το Τέμπλεον του άνω Ναού μετζίτια 1750 ως το Συμφωνητικόν μας. Ιανουαρίου 20 Έλαβα από την Κοινότητα εις Κάλυμνον απέναντι άνω εργασίας προκαταβολήν μετζίτια 750 προς 5 δρχ». 14 Αδιαμφισβήτητη επιβεβαίωση όσων αναφέρονται στα παραπάνω έγγραφα απο-
4. Κατ. Π 42. Η σχετική σημείωση έχει δημοσιευτεί από την Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Τοεργαστήριο μαρμαρογλυπτικής.... ό.π..σ.5 3 .
155
ΕΥΔΟΚΙΑ ΟΛΤΜΠΙΤΟΓ
τελεί εξάλλου η υπογραφή του καλλιτέχνη που διασώζεται χαραγμένη στο δεξί κάτω μέρος της ωραίας πύλης του ναού: «Ιωάννης Χαλεπάς εποίει 1877».15 Όταν, στις 19 Ιανουαρίου του 1877, οι Δημογέροντες της Καλύμνου ανέ θεσαν στον Ιωάννη Χαλεπά, την κατασκευή του τέμπλου στο ναό της Μετα μορφώσεως του Σωτήρος στην Πύθια, η εκκλησία αυτή δεν είχε ακόμη ανακη ρυχθεί σε Μητρύπολη του νησιού. Κτισμένη στο μέσο της παραλίας γύρω στο 1860, 16 αποτελεί μία από τις τέσσερις εκκλησίες που αναφέρεται ότι υπήρχαν την εποχή εκείνη στον οικισμό.17 0 Άγιος Νικόλαος, η άλλη μεγάλη παραλιακή εκκλησία ήταν νεώτερη, αφού το μικρό εκκλησάκι που υπήρχε στο ίδιο σημείο είχε κατεδαφισθεί και στη θέση του οικοδομούνταν μεγαλύτερος ναός.18 Ο Χριστός όμως επρόκειτο να γίνει «η ωραιότερα πασών [...] μετά θό λου μολυβδοσκεπάστου, άμβωνος, αρχιερατικού θρόνου, μαρμάρινων και αξιοσημάντων εικόνων του Σακελλαρίου Μαγκλή και του Γεωργίου Οικονόμου Καλυμνίων», όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο Ρώσος καθηγητής κλασικών
15. Είναι φανερό ότι η άγνοια της δραστηριότητας του. αλλά και η συνωνυμία πατέρα και γιου, οδήγησε την Αθηνά Ταρσούλη (Αθηνά Ταρσούλη, Δωδεκάνησα, τ. Β', Αθήνα 1947, σ. 200-201) . αλλά και όσους αναφέρθηκαν αργότερα στο τέμπλο του συγκεκριμένου ναού, να αποδώσουν λανθασμένα την κατασκευή του στον Γιαννούλη Χαλεπά και όχι στον πατέρα του Ιωάννη. Το λάθος αυτό έχει ήδη επισημανθεί από την Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής..., ό.π.. Θεσσαλονίκη 1989,σ.1 0 0 , σημ. 46. Σωστά αποδίδουν την κατασκευή του τέμπλου στον Ιωάννη Χαλεπά η Αναστασία Κορκόλη και η Παρασκευή Βέργου, «Οι τρεις Καλύμνιοι ζωγράφοι και η αγιογράφηση της Μητρόπολης Καλύμνου», Καλυμνιακα Χρονικά 1 (1988) 349. 16. Στις περισσότερες πηγές αναφέρεται ότι ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στην Πόθια κτίστηκε το 1866. Φαίνεται ότι ήταν παλιότερος, αφού στο Αρχείο Καλύμνου σώζεται έγγραφο με το οποίο διορίζεται ο Νικόλαος Χατζηθέμελης ως άμισθος επίτροπος του ναού, τη 12η Νοεμβρίου του 1863. Το έγγραφο δημοσιεύεται από τον Ιωάννη Χαλκίτη, «Συμβολή στην ιστορία της Εκκλησίας της Καλύμνου». Καλυμνιακα Χρονικά 6 (1986) 130. Αναφέρεται επίσης η ύπαρξη της εκκλησίας του «Κάτω Χριστού» στην Πόθια. Ίσως στη θέση της να κτίστηκε ο μεγαλύτερος ναός, όπως συνέβη και με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Κυριάκος Χατζηδάκης. «Κάλυμνος, 1851», Καλυμνιακα Χρονικά 12 (1997) 40. 17. Αναφέρονται η Παναγία του Κουβούση. η Παναγία η Καλαμιώτισσα. η Μεταμόρφωση και ο Άγιος Νικόλαος. Κάρολος Φλέγελ, Η νήσος Κάλυμνος. Κωνσταντινούπολη 1896.σ.2 5 και Κάρολος Φλέγελ, Η Α.θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος ο Ζ' εν Καλύμνω, Σάμος 1896,σ.1 1 - 1 2 . 18. Έτσι αναφέρεται σε επιστολή που απευθύνεται στον Μητροπολίτη Λέρου και Καλύμνου, Χρύσανθο με ημερομηνία 21 Ιανουαρίου 1892. Το έγγραφο έχει δημοσιευθεί από τον Κυριάκο Χατζηδάκη, «Από την έρευνα των αρχείων της Δημογεροντίας Καλύμνου» Καλυμνιακα Χρονικά 5 (1985) 275-282. Όπως σημειώνει ο Κ. Χατζηδάκης, ο καίμακάμης Χασάν Βέης είχε προβάλει εμπόδια στην αποπεράτωση του ναού, ο οποίος χρησίμευε και ως νεκροταφείο μέχρι το 1898, οπότε απαγορεύτηκε η ταφή των νεκρών στον περίβολο της εκκλησίας. Στο ίδιο,σ.2 7 7 .
156
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΗΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
γλωσσών Κάρολος Φλέγελ σε μελέτη του που δημοσιεύθηκε το 1896. 19 Βρι σκόμαστε, άλλωστε, στην εποχή κατά την οποία το μάρμαρο κυριαρχεί στον νεοκλασικισμό και επιβάλλει σταδιακά την παρουσία του στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική και τις κατασκευές στο εσωτερικό των ναών. Ο επίσης Τήνιος γλύπτης Φίλιππος Ρήγος είχε μάλλον φιλοτεχνήσει τον άμ βωνα το 1875,20 ενώ το 1879 ο Καλύμνιος ζωγράφος-αγιογράφος Σακελλάριος Μαγκλής ανέλαβε την αγιογράφηση του ναού. Στο σχετικό συμβόλαιο που υπέγραψε με τη Δημογεροντία του νησιού,'·21 δεσμεύτηκε να ζωγραφίσει σε δύο χρόνια, έναντι 450 οθωμανικών λιρών, 31 εικόνες στο τέμπλο, 5 στον άμ βωνα, 5 στον μαρμάρινο θρόνο, 15 στον θόλο και στον Νάρθηκα και να χρυ σώσει το τέμπλο.2'·2 Παρότι φιλοτέχνησε 24 εικόνες, ο πρόωρος θάνατος του το 1878 δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει το έργο. 23 Η εικονογράφηση του ναού ολοκληρώθηκε από τον Γεώργιο Οικονόμο 24 και τον Μιχαήλ Αλαχούζο,25 δύο ακόμη Καλύμνιους ζωγράφους. Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι επρόκειτο για ένα ιδιαίτερα
19. Κάρολος Φλέγελ. Η νήσος.... ό.π..σ.2 5 . Ο Κάρολος Φλέγελ εγκαταστάθηκε στην Κάλυμνο το 1892 και αφιέρωσε τη δραστηριότητα του στην προστασία των δικαιωμάτων των σπογγαλιεων και την κατάργηση των σκάφανδρων. Η εγκατάσταση του στην Κάλυμνο και η δράση του περιγράφεται και από τον ίδιο στο Charles Flegel. La question des pécheurs d'éponges de la Méditerranée. Κάιρο 1902.σ.1 2 - 2 0 . Για τον Κάρολο Φλέγελ βλ. το σχετικό αφιέρωμα στα Καλυμνιακά Χρονικά 3 (1982) 25-54. 20. Ένας ακόμη Τήνιος. ο Γιάννης Φιλιππότης, επισκεύασε το κωδωνοστάσιο μετά τους σεισμούς του 1955. Βλ. σχετικά Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. Το εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής.... ό.π,σ.1 0 2 . σημ. 52. Αναλυτική περιγραφή του τέμπλου δίδεται στο ίδιο.σ.1 0 0 - 1 0 4 . 21. Με ημερομηνία 8 Ιουνίου 1879. Γιάννης Κλ. Ζερβός. Ιστορικά Σημειώματα. Αθήνα 1961. σ. 1 9 4 . 22. Ίσως έτσι εξηγείται η κοινή χρύσωση και ο κοινός χρωματισμός του άμβωνα και του τέμπλου, που θα πρέπει να έγιναν δύο χρόνια αργότερα από τον Σακελλάριο Μαγκλή. 23. Αναφορά σε ορισμένα από τα έργα του σε διάφορες εκκλησίες του νησιού κάνει ο Κάρολος Φλέγελ, Η νήσος.... ό.π..σ.2 5 - 2 6 . Αναλυτικό κατάλογο των έργων του βλ. στο Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς, «Σακελλάριος Αντ. Μαγκλής (1844-1886) ». Καλυμνιακά Σύμμεικτα. τ. 2. Αθήνα 1995,σ.3 0 . Βλ. ακόμη του ιδίου. Χώρα. η πρωτεύουσα της νήσου Καλύμνου, Αθήνα 2000,σ.5 7 - 5 9 . Για τον ζωγράφο και το έργο του στην εκκλησία του Χριστού και σε άλλους ναούς της Καλύμνου, βλ. ακόμη Αθανάσιος Παπάς. «Μια προσωπογραφία του Σακελλάρη Μαγκλή», Καλυμνιακά Χρονικά 6 (1986) 278 και Γιάννης Κλ. Ζερβός, «Σακελλάρης Μαγκλής», Καλυμνιακά Σύμμακτα. τ. 2. Αθήνα 1995,σ.1 8 - 1 9 . Αναστασία Κορκόλη - Παρακευή Βέργου, «Οι τρεις Καλύμνιοι ζωγράφοι...», ό.π.σ.3 5 0 - 3 5 8 . 24. Για το έργο του βλ. Κάρολος Φλέγελ. Η νήσος.... ό.π..σ.2 6 . Αναστασία Κορκόλη Παρασκευή Βέργου. «Οι τρεις Καλύμνιοι ζωγράφοι...», ό.π.σ.3 5 9 - 3 6 1 . 5. Αναστασία Κορκόλη - Παρακευή Βέργου. «Οι τρεις Καλύμνιοι ζωγράφοι...», Ό.7Γ.. ς. «ο 1-363.
157
•
είΔΟΚΙΑ
ΟΛΠΜΠΙΤΟΤ
δαπανηρό και φιλόδοξο έργο. Παρά τις περιορισμένες δυνατότητες της, η τοπική δημογεροντία ανέλαβε τη χρηματοδότηση, αν και συνήθης πρακτική των Καλυμνίων ήταν να συνδράμουν οι ίδιοι στην ανέγερση και εικονογρά φηση των ναών του νησιού με διάφορα μέσα, κυρίως με την προσφορά του αλιεύματος της τελευταίας κατάδυσης κάθε σπογγαλιευτικού ταξιδιού - της «βουτιάς του Αγίου», όπως την έλεγαν. 2 6
.. και η Κάλυμνος Μία π ρ ώ τ η προσέγγιση του θέματος γεννά εύλογα ερωτήματα, όπως το ακόλουθο: Γιατί κτίστηκε τόσο π ρ ώ ι μ α ένας μεγαλοπρεπής ναός στην παραλία της Καλύμνου, και, επιπλέον, γιατί η κοινότητα ανέθεσε την κατασκευή του μαρμάρινου τέμπλου σε έναν γνωστό Τηνιακό γλύπτη έναντι υψηλής για την εποχή αμοιβής, επιθυμώντας μάλιστα να χρησιμοποιηθούν πεντελικό και τηνια κό μάρμαρο, π ρ ά γ μ α που θα ανέβαζε σημαντικά το κόστος του έργου; Τρία χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το 1880, επιχειρείται από κάποιους η διαίρεση του ενιαίου δήμου Καλυμνίων σε δύο δήμους, το δήμο ΠαραλίαςΛιμένος και το δήμο Χώρας. Το εγχείρημα φαίνεται ότι εκφράζει τη μειοψηφία των κατοίκων και αντιμετωπίζεται ως ανταρσία απέναντι στη νόμιμη εξουσία των ήδη εκλεγμένων δημογερόντων του νησιού. Παρ' όλα αυτά η υπόθεση ταλανίζει για δύο τουλάχιστον χρόνια τον πληθυσμό, προκαλεί την επέμβαση της οθωμανικής διοίκησης υπέρ «της ενώσεως των δημογεροντιών εν Καλύμνω» και καταλήγει σε λαίκή συνέλευση στον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και στην εκλογή ενιαίου «δημογεροντικού σωματείου» τον Δεκέμβριο του 1882. 27 Σ τ α επιχειρήματα της Δημογεροντίας υ π έ ρ της διατήρησης ενιαίου δήμου,
26. Το έθιμο των δωρεών υπέρ της ανέγερσης, επισκευής και συντήρησης ναών ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο σε όλους τους τόπους όπου υπήρχαν ναυτικοί. Ειδικότερα όμως η προσφορά των κερδών από την πώληση των σπόγγων της τελευταίας βουτιάς μνημονεύεται και σε άλλα σπογγαλιευτικά νησιά. Βλ. ενδεικτικά Μαρία Μαγκλή - Θεμελίνα Καπελλά, Λαογραφικά Καλύμνου, εκδ. Λυκείου των Ελληνίδων, χ.χ..σ.1 7 - 6 3 ή ακόμη Σωτήριος Αλ. Καρανικόλας, Τα σφάσματα της λατρείας των Συμαίων, τ. Α', Πειραιάς 1962,σ.1 0 - 1 1 . 27. Τα σχετικά έγγραφα δημοσιεύονται από τον Ιωάννη Π. Χαλκίτη, «Συμβολή στην ιστορία του Δήμου Καλυμνίων», Καλυμνιακά Χρονικά 5 (1985) 236-242 και του Ιδίου. «Συμβολή στην ιστορία του Δήμου Καλυμνίων. Συμπλήρωμα στο χρονικό της διαιρέσεως του ενιαίου Δήμου της Καλύμνου σε δύο Δήμους: τον Δήμο Παραλίας - Λιμένος και τον Δήμο Χώρας», Καλυμνιακά Χρονικά 6 (1986) 145-158. Για το ίδιο θέμα βλ. Κυριάκος Χατζηδάκης, «Η Κάλυμνος στα τέλη της Τουρκοκρατίας», Καλυμνιακά Χρονικά 8 (1989) 66-67.
158
^
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
αναφέρεται ότι, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε μόνιμα εγκατεστημένος πληθυσμός στο λιμάνι το 1880: ουδέποτε έσχε ιδίαν ποτέ ουδ" ελαχίστην πρόσοδον, αλλά πάσας κοινάς μετά του λιμένος. Διότι μία ήτο αείποτε κοινότης, και μία κοινότης είναι υπαρκτή και βιώσι μος. Ουδέποτε οι κάτοικοι του Λιμένος και Χώρας έχουν τι το κεχωρισμένον, διότι πάντοτε ήσαν οι ίδιοι, ή τα αυτά πρόσωπα εν Χώρα, κατοικούντα μέχρι τινός και είτα χάριν ευκολιών των καταβάντα εις την παραλίαν, ή πατήρ και υιοί, ή αδελφοί και οικείοι. Τα κτήματα των τα μικρά δεν είναι εις ιδίας θέσεις, αλλ' εις τας αυτάς πάντων. Ομοό πάντες βιούμεν, ομού εργαζόμεθα, ομού υπάρχομεν. Ο εν Χώρα έχει λίαν συνήθως και οίκον εν λιμένι, εις ον ενδιαμένει κατ' εποχάς, ή αν δεν έχει, όλην την ημέραν διημερεύων εν τη παραλία χάριν των εργασιών του, την εσπέραν αναβαίνει και διανυκτερεύει μόνο εν τη οικία του.^8 Καθώς το έγγραφο διασώζει την άποψη της μίας πλευράς, δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν το επιχείρημα των δημογερόντων είναι απολύτως αληθές, αν δηλαδή το 1880 η Πόθια ήταν χώρος προσωρινής - ημερήσιας - διαμονής όσων κατοίκων της Χώρας είχαν εργασίες στο λιμάνι. Ό σ α πάντως τεκμήρια εντοπί σαμε - ορισμένα α π ό τα οποία εξετάζονται πιο κάτω - δεν συνηγορούν υπέρ της συγκεκριμένης άποψης. Οι πηγές που αναφέρονται στην οικιστική οργάνωση της Καλύμνου στα μέσα του 19ου αιώνα είναι λίγες και ελάχιστα διαφωτιστικές. 2 9 Ωστόσο, το πιθανότερο είναι ότι η Πόθια δεν είχε προσλάβει ακόμη τα χαρακτηριστικά εκείνα και τις λειτουργίες που θα έκαναν τους επισκέπτες αλλά και τους κατοίκους να την χαρακτηρίσουν ως « π ό λ η » ή πολύ περισσότερο ως « π ρ ω τεύουσα» του νησιού. 3 0 Ο Ιάκωβος Ρ. Ραγκαβής αναφέρει την Πόθια ως λιμάνι της Χώρας, της μοναδικής κωμόπολης του νησιού. Οι δε 2.000 κάτοικοι της Καλύμνου ζούσαν στη Χώρα και το λιμάνι. 3 1 Ανάλογη είναι και η λίγο
28. Πρόκειται για επιστολή της Δημογεροντίας. δημοσιευμένη από τον Ιωάννη Π. Χαλκίτη. «Συμβολή...», ό.π..σ.2 3 6 - 2 4 2 . 29. Το παλαιότερο σωζόμενο κατάστιχο του Δημοτικού Αρχείου έχει λίγες εγγραφές από το έτος 1863. Στην πραγματικότητα σώζεται αρχειακό υλικό μετά το 1880. Εξάλλου η Κάλυμνος ελάχιστα προσέλκυσε το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών της εποχής. >>0. Για τη δυσχέρεια διασαφήνισης των χαρακτηριστικών που ορίζουν την πόλη, βλ. Νίκος Σβορώνος, «Κοινωνικές δομές και πολιτιστική ανάπτυξη των πόλεων στον ελληνικό χώρο κατά την Τουρκοκρατία» στο Αμητός ας μνήμην Φώτη Αποστολόπουλου. Αθήνα 1984,σ.3 3 0 31. Ιάκωβος Ρ. Ραγκαβής. Γα Ελληνικά, τ. 3, Αθήνα 1854,σ.3 9 2 και 395.
159
ΕΤΔΟΚΙΑ ΟΛΥΜΠΙΤΟΤ
προγενέστερη εντύπωση του Λουδοβίκου Ρος, που έγραφε το 1841 ότι στην παραλία υπήρχαν 50-60 σπίτια. 0 ίδιος, όταν έφτασε στο νησί, κατευθύνθη κε προς την πόλη που απείχε περί τα τρία τέταρτα της ώρας από το λιμάνι. Εκεί παρευρέθηκε σε συνέλευση των κατοίκων που γινόταν στην εκκλησία της Παναγίας. 32 Η συγκέντρωση πληθυσμού στην παράλια περιοχή ήταν οπωσδήποτε μια διαδικασία που χρειάστηκε αρκετές δεκαετίες για να ολοκληρωθεί. Το 1864, ο πληθυσμός της Καλύμνου υπολογιζόταν από τον CT. Newton, σε 10.000 κατοίκους, που ζούσαν στην πόλη κάτω από την πλαγιά του βουνού. «Αυτή η πόλη», έγραφε χαρακτηριστικά, «ιδρύθηκε στο λαιμό της ξηράς, στη μέση του δρόμου ανάμεσα στα Λινάρια και το λιμάνι της Πόθιας. Σε αυτή τη νεώ τερη θέση μια δεύτερη πόλη αναπτύχθηκε, που πιθανόν θα γίνει μια μέρα πρωτεύουσα». 33 Αυτή η πιθανότητα ισχυροποιείται στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο Κά ρολος Φλέγελ σημείωνε ότι «πάσα ενέργεια και πάσα ζωή τείνει προς την κάτω πόλιν, την παρά τον λιμένα Ποθαίαν, όπου προ εξηκονταετίας μόλις ευρίσκετο καλύβη τις ή αποθήκη ανά μέσον βούρλων και ροδοδάφνης».34 Επιχειρώντας μια σύντομη αναδρομή στην οικιστική ιστορία της Καλύμνου, διαπιστώνουμε ότι η μετακίνηση την οποία επιχειρούμε να περιγράψουμε εδώ δεν ήταν η μοναδική. Ο βυζαντινός οικισμός της Καλύμνου, το «Πέρα Κάστρο», βρισκόταν σε φυσική οχυρή θέση, στην κορυφή ενός βραχώδους απότομου λόφου στο κέντρο της μεγαλύτερης πεδιάδας του νησιού, και σε ίση περίπου απόσταση από τις ακτές της Πόθιας και των Λιναρίων, όπως σημείωνε και ο Newton.35 H μετακίνηση του πληθυσμού στις υπώρειες του ίδιου λόφου και η δημιουργία ενός νέου οικιστικού πυρήνα, αυτού της Χώρας, δεν μπορεί να χρο νολογηθεί με ακρίβεια, πιθανόν όμως να συμπίπτει με τη σχετική σταθερότητα που έφερε στο Αιγαίο η ολοκλήρωση της οθωμανικής κατάκτησης. Ωστόσο, η Χώρα παρέμεινε ο μοναδικός οικισμός μέχρι τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, οπότε διαμορφώθηκε ένα δεύτερο οικιστικό κέντρο στη
32. Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς (επιμ.) , Loudvig Ross, «Νησιωτικά ταξίδια. Κάλυμνος - Τέλενδος», Καλυμνιακά Σύμμεικτα (Αθήνα 1993) 72. 33. CT. Newton, Μ.Α. - Travels and Discoveries in the Levant, Λονδίνο 1865. Μετάφραση του κειμένου έχει εκδοθεί στον 6ο τόμο των Καλυμνιακών Χρονικών (1986) 201-206. 34. Κάρολος Φλέγελ Η νήσος..., ό.π.,σ.1 1 . 35. CT. Newton, Μ.Α. - Travels..., ό.π.. Βλ. ακόμη Ζαχαρίας Ν. Τσιρπανλής, Η Ρόδος και οι Νότίες Σποράδες..., ό.π.,σ.1 8 0 .
160
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ Χ1ΙΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
νοτιοανατολική παραλία του νησιού.36 Η Πόθαια - Πόθια όπως ονομάζεται σήμερα - έλαβε το όνομα της σε ανάμνηση του αρχαίου Δήμου Ποθαίων.37 Είναι κτισμένη στην επίπεδη κατάληξη της πεδινής περιοχής που προαναφέρ θηκε, σε όλο το μήκος της ακτής και στις δύο απότομες αντικριστές πλαγιές που την περιβάλλουν. Στους λόφους αυτούς αναπτύχθηκαν πυκνοδομημένες συνοικίες - τα «Μαράσια» όπως λέγονται - με μικρές ιδιοκτησίες κτισμέ νες αμφιθεατρικά.38 Σε αυτούς τους «σφουγγαρομαχαλάδες» κατοικούσαν κυρίως όσοι εργάζονταν σε σπογγαλιευτικά σκάφη ως δύτες ή βοηθητικό προσωπικό. Η μαρτυρία του Ιπποκράτη Ταυλάριου, 39 ίσως να μην είναι αντικειμενική, αποδίδει όμως την εικόνα που έδινε ο οικισμός της Χώρας κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα σε εξέχοντα μέλη της καλυμνιακής κοινωνίας: «Η πόλις, είπομεν, κείται εν μέσω κοιλάδος και κάτωθεν του βράχου του φρουρίου, έχουσα οικίας σχεδόν 2.500 και επάνωθεν κατά τον ήδη υπολογισμόν. Είναι δε αθλία και ρυπαρά, έχουσα στενούς οδούς, ως είναι πάσαι αι τουρκικαί πόλεις, οικοδομάς ολιγίστας έχει αξίας λόγου». 40 0 δε Κάρολος Φλέγελ αντι διαστέλλει την εικόνα των δύο οικισμών «νέαι οικίαι εν τη Χώρα νυν κτίζονται ολίγισται, αι δε μάλλον δυσπρόσιτοι εις τας υπώρειας του Κάστρου και εις
36. Η Μαρία Μαγκλή και η Θεμελίνα Καπελλά χρονολογούν την ίδρυση της Πόθιας γύρω στο 1850 και θεωρούν τους «προύχοντες μεγαλέμπορους» ως τους πρώτους οικιστές της. Αναφέρουν ότι, στις αρχές του αιώνα, όταν η Πόθια θεωρούνταν πια η πρωτεύουσα του νησιού, μεταφέρθηκε και η Μητρόπολη στο Χριστό. Μαρία Μαγκλή και Θεμελίνα Καπελλά. Λαογραφικά Καλύμνου, εκδ. Λυκείου των Ελληνίδων, χ.χ..σ.1 7 - 1 9 . Βλ. ακόμη Αθηνά Ταρσούλη. Δωδεκάνησα. τ. 1. Αθήνα 1948.σ.2 0 0 . Η Α. Ταρσούλη υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη της πα ραλιακής Πόθιας θα πρέπει να τοποθετηθεί τουλάχιστον μετά τα μέσα του 19ου αιώνα. Αντίθετα, ο Κάρολος Φλέγελ αναφέρει ότι ο παραλιακός οικισμός άρχισε να κατοικείται από το 1836. Κάρολος Φλέγελ Η Α.θ. Παναγιότης.... ό.π..σ.1 1 . 37. Για το δήμο Ποθαίων και της επιγραφές της αρχαιότητας που τον αναφέρουν βλ. Γ. Κουκουλης, Η Κάλυμνα των Επιγραφών. Αθήνα 1980. 38. Η Μαρία Μπογδάνου-Ηλιοπούλου και η Αγγελική Φετοκάκη-Σαραντίδη υποστηρίζουν ότι κατά τον σταδιακό σχηματισμό της Πόθιας. οι περιοχές αυτές είναι παλιότερες χρονολογικά από την περιοχή πίσω από το λιμάνι με τις μεγαλύτερες ιδιοκτησίες, όπου κατοικούσαν και τα ανωτέρα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού. Βλ. σχετικά Μαρία Μπογδάνου-Ηλιοπούλου. Αγγελική Φετοκάκη-Σαραντίδη. Κάλυμνος, εκδ. Μέλισσα, σειρά: Ελληνική Παραδοσιακή Αρχι τεκτονική, Αθήνα 1984.σ.1 0 - 1 1 . 39. Βιογραφικά στοιχεία βλ. στο Γιάννης Κλ. Ζερβός, Ιστορικά Σημαώματα. Αθήνα 1961,σ.1 8 3 . Ιπποκράτης Ταυλάριος υπήρξε πληρεξούσιος των Καλυμνίων στην Κωνσταντινούπολη για την επίλυση του «σπογγαλιευτικού ζητήματος», του αιτήματος, δηλαδή, των Δωδεκανησίων ρος την οθωμανική διοίκηση για την κατάργηση των σκάφανδρων. 4
°· Ιπποκράτης Ταυλάριος, «Περί της νήσου Καλύμνου». Πανδώρα 12 (1861-1862) 518-522.
161
ΕΥΔΟΚΙΑ ΟΛίΜΠΙΤΟΤ
τα στόμια των δύο χαραδρών, της Λαγκάδας και της όπισθεν Λαγκάδας καταρρέουσι, διότι πάσα ενέργεια και ζωή τείνει εις την παρά τον λιμένα Ποθαίαν όπου ένεκα τούτου τα γήπεδα εκτιμώνται κατά τιμάς υπέρογκους, υπενθυμιζούσας εκείνας του Άστεως του Λονδίνου» ή αλλού «αι οικίαι της Ποθαίας είναι επιδεικτικώτεραι των της Χώρας, τινές εξ αυτών έχουσι στέγας εξ ερυθρών κεραμίδων αντί των εξ αργιλλώδους δωμίτιδος γης, άλλαι δε είναι κεκανονισμέναι διά μαρμάρινων εξωστών μετά σιδηρών κιγκλίδων». 41 Ίσως δεν ήταν μόνο τα μάτια του Ρώσου λόγιου που ταύτιζαν την παλιά Χώρα με την οθωμανική κυριαρχία του νησιού, η οποία, άλλωστε, εξακολου θούσε να υφίσταται. «Εν τω λιμένι όμως υπάρχουσιν οικοδομαί επί το ευρωπαίκώτερον, και φιλοτιμούνται ήδη να καθωραΐσωσιν αυτόν. Η νήσος έχει κατοίκους υπέρ 15.000 οικούντας ως επί το πολύ εν τη πόλει, καλούμενη Χώρα και τω λιμένι», σημείωνε και ο Ιπποκράτης Ταυλάριος. 42 Η αντιπαράθεση, επομένως, ανάμεσα στον παλιό και το νέο χώρο κατοί κησης που φαινόταν να κλίνει υπέρ του πρώτου λίγες δεκαετίες πριν, τεί νει να ανατραπεί καθώς ο 19ος αι. βαδίζει στη δύση του. Η Χώρα θυμίζει «τουρκική» πόλη, ενώ το λιμάνι διαμορφώνεται σε «ευρωπαίκή». Το λιμάνι συνδέεται με την οικονομική ζωή του νησιού, γίνεται ο χώρος που φιλοξενεί τις παραγωγικές δραστηριότητες που πλαισιώνουν τη σπογγαλιεία. Ναυπηγεία, βιοτεχνίες, αποθήκες φύλαξης και επεξεργασίας σπόγγων, μηχανουργεία, αλλά και καφενεία, ταβέρνες και διάφορα εμπορικά καταστήματα εξυπηρετούν τη θεαματική αύξηση της δραστηριότητας, που σημειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 1870, όταν με το σκάφανδρο κυριαρχεί η σπογγαλιεία του μεγάλου βάθους, των πολυπρόσωπων πληρωμάτων, των πολύμηνων ταξιδιών και των μακρινών αποστάσεων. Πάντως ορισμένες φορές η ίδια η Δημογεροντία φαίνεται να αντιμετωπίζει με συμβιβαστική διάθεση τα πράγματα: «η πόλις της νήσου μας σύγκειται από δύο συνοικίας, Πόθαιαν και Χώραν». 43 Είναι άραγε τυχαία η καθιέρωση της ονομασίας «Πόθαια» αντί της αρχικής «λιμήν» και η ανάκληση του αρχαιοελληνικού παρελθόντος στην ονομασία της παράλιας πόλης; Όπως επίσης έχει ενδιαφέρον, πιστεύω, η λαίκή ετυμολόγηση
41. Κάρολος Φλέγελ, Η νήσος.... ό.π..σ.2 2 , 24. 42. Ιπποκράτης Ταυλάριος, «Περί της νήσου...», ό.π. και Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς (επιμ.) , Ιπποκράτη Δ. Ταυλάριου, «Περί της νήσου Καλύμνου», Καλυμνιακά Σείμμεικτα, Αθήνα 1993,σ.7 7 . 43. Πρόκειται για επιστολή προς τον Καίμακάμη Καλύμνου σχετικά με την εμφάνιση κρου σμάτων ευλογιάς στο νησί. Αρχείο Καλύμνου (στο εξής ΑΚ) , Αλληλογραφία 1896-1898, φ. 45, 3.1.1897.
162
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧίιΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
της ονομασίας της, αφού το «Πόθια» παραπέμπει στο «Ποθητή» και το αίσθημα του νόστου που διακατέχει όσους ασκούν το επικίνδυνο επάγγελμα του δύτη. Η μελέτη της οργάνωσης και της εξέλιξης του οικισμένου χώρου πολύ συχνά οδηγεί σε ερωτήματα που αφορούν την αφετηρία ενός οικισμού, τους λόγους επιλογής μιας συγκεκριμένης θέσης, την τυχαία ή σχεδιασμένη οργά νωση και επέκταση της δόμησης και των λειτουργιών του αστικού χώρου. Η διαμόρφωση των ηπειρωτικών αλλά και των νησιωτικών οικισμών έχει συχνά απασχολήσει την ιστορική έρευνα, κυρίως ως προς την επιλογή ορεινών και δυσπρόσιτων περιοχών ως τόπων κατοίκησης κατά την περίοδο της οθωμανι κής κυριαρχίας. Η εγκατάσταση ή η απόσυρση στο βουνό προβάλλει, για κάθε αντιπαρατιθέμενη άποψη, άλλα επιχειρήματα ως κυρίαρχα. Αν τα διαθέσιμα τεκμήρια δεν είναι ικανά να μας οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα για την αφετηρία των ορεινών οικιστικών θέσεων, η μελέτη, ωστόσο, νεότερων οικισμών του ελληνικού χώρου - αυτών που κυρίως έχουν προκύψει από μετακίνηση πληθυσμών - είναι ένα φαινόμενο που απαιτεί ειδική, ίσως, εξέταση κάθε περί πτωσης, επιτρέπει όμως τη διατύπωση γενικότερων παρατηρήσεων. Εξάλλου, η περίπτωση που μελετάμε εδώ δεν είναι μοναδική. Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα θα συμβούν σημαντικές ανακατατάξεις στον οικιστικό ιστό του νησιωτικού χώρου, καθώς αξιοποιούνται συστηματικότερα και σταδι ακά κατοικούνται οι παραθαλάσσιες περιοχές. Το άλλοτε ακατοίκητο επίνειο της ορεινής Χώρας μετατρέπεται σε δυναμικό οικισμό, γίνεται το επίκεντρο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Σε μερικές περιπτώσεις οι πληθυσμοί εγκατα λείπουν το βουνό και εγκαθίστανται στη θάλασσα. Οι κάτοικοι συγκεντρωμένοι επί αιώνες σε έναν ασφυκτικά στενό χώρο, συνήθως έναν μοναδικό οικισμό στα μικρά νησιά,44 επεκτείνονται σταδιακά έξω από τα όρια του οχυρού πυρήνα όταν οι παλιοί κίνδυνοι εκλείπουν, ενώ νέες ασχολίες και επικοινωνίες θα βελ τιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης τους. Οι παραδοσιακοί πυρήνες, όπως αυτός της Χώρας στην Κάλυμνο, με τον φρουριακό χαρακτήρα και τη χαρακτηριστική στενότητα χώρου, δεν χωρούν τον πληθυσμό, κυρίως όμως δεν εξυπηρετούν τις νέες δραστηριότητες που στρέφονται προς τη θάλασσα και εξαρτώνται άμεσα από τις θαλάσσιες επικοινωνίες.
• Εκ των πραγμάτων οι νησιωτικές Χώρες συγκέντρωναν χαρακτηριστικά και λειτουργίες αστικών κέντρων. Σε μερικές περιπτώσεις η δημιουργία ενός δευτέρου συγκροτημένου οικι στικού πυρήνα οδήγησε τον πρώτο σε μαρασμό. Βλ. σχετικά Δημήτρης Δημητρόπουλος. «Αστικές λειτουργίες στις νησιωτικές κοινωνίες των Κυκλάδων (17ος - αρχές 19ου αιώνα) », Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου Ελληνικός Αστικός Χώρος. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 2004,σ.1 0 1 - 1 1 8 .
163
ΕΓΔΟΚΙΑ ΟΛίΜΠΙΤΟΓ
Για ανάλογους λόγους, στη Σύμη και τη Χάλκη, τα δύο άλλα σημαντικά σπογγαλιευτικά νησιά των Δωδεκανήσων, οι οικισμοί «μετακινούνται» από τις αρχές του 19ου αιώνα στην παραλία. Κατά την ίδια χρονική περίοδο, σε όλο το ανατολικό Αιγαίο που τελεί ακόμα υπό οθωμανική κυριαρχία, η ενί σχυση διαφόρων παραθαλάσσιων οικιστικών θέσεων συνδέεται άμεσα με τις τοπικές μεταποιητικές δραστηριότητες που διοχετεύουν την παραγωγή τους σε μικρασιατικές, αιγυπτιακές και ευρωπαίκές αγορές.
Οι άνθρωποι και οι δραστηριότητες τους Α. Ο πληθυσμός της Καλύμνου Οι διάσπαρτες πληροφορίες για τον αριθμό των κατοίκων του νησιού κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα δεν συμπίπτουν, ενώ είναι δύσκολο να ελεγχθεί η αξιοπιστία τους. Σύμφωνα με το υπόμνημα του Ιωάννου Καποδίστρια, η Κάλυμνος είχε πριν από το 1821 6.000 κατοίκους, οι οποίοι το 1828 μειώθηκαν σε 4.800,45 πράγμα που δεν απέχει πολύ από τους 5.000 κατοίκους που ανα φέρει ο Σωτήριος Αγαπητίδης. 46 Στην απογραφή όμως που πραγματοποιήθηκε από τις κοινοτικές αρχές με προτροπή του Ιωάννη Καποδίστρια το 1828-1830, ο αριθμός των κατοίκων είναι μικρότερος διότι αναφέρονται 3.853 κάτοικοι (1.853 άνδρες και 2000 γυναίκες) , μοιρασμένοι σε 850 σπίτια.47 Το 1850 ο πληθυσμός του νησιού ανερχόταν σε 7.600 κατοίκους κατά τον ς. Αγαπητίδη48 ή 9.500 ψυχές, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση του Άγγλου προξένου στη Ρόδο Niven Kerr, που συντάχθηκε τον Ιούνιο του 1851.49 Κατά το 1888 αναφέρονται 9.000 κάτοικοι, ενώ το 1900 ο αριθμός τους αυξήθηκε
45. Βλ. σχετικά Δημήτρης Δημητρόπουλος. Μαρτυράς για τον πληθυσμό των νησιών του Αιγαίου, 15ος - αρχές 19ου αιώνα. Τετράδια Εργασίας ΚΝΕ/ΕΙΕ. Αθήνα 2004,σ.3 0 3 , όπου αναφέρονται και οι σχετικές πηγές. 46. Σωτήριος Αγαπητίδης, «Ο πληθυσμός της Δωδεκανήσου». Δωδεκανησιακή Επιθεώρησις τχ. 2-4 (1948) 88. Του ιδίου, «Ο πληθυσμός της Δωδεκανήσου». Νισυριακά 3 (1969) 7. Του ιδίου, «Πληθυσμιακές εξελίξεις στα Δωδεκάνησα», Δωδεκανησιακά Χρονικά 11 (1986) 12. 47. Κώστας Δαφνής (επιμ.) , Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Η', Εταιρεία Κερκυραίκών Σπουδών, Κέρκυρα 1987,σ.3 0 5 . 48. Σωτήριος Αγαπητίδης, ό.π. 49. Πρόκειται για συνοπτική περιγραφή της Καλύμνου, της διοικητικής οργάνωσης του νησιού και των δραστηριοτήτων των κατοίκων του. Η έκθεση απευθύνεται στον Στράτφορντ Κάνιγκ. πρεσβευτή της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη. Κυριάκος Χατζηδάκης, «Κάλυμνος, 1851», Καλυμνιακά Χρονικά 12 (1997) 38-44.
164
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ Χ11ΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
σε 19.400. 50 Στο «Ημερολόγιο της Νομαρχίας Αρχιπελάγους» του έτους 1 8 8 6 1887 ο πληθυσμός και οι εγκαταστάσεις του νησιού σημειώνονται συνολικά: Η χώρα Καλύμνου έχει 1950 οικίας, πληθυσμόν 10.400 ατόμων, 45 καταστήματα, 13 καφενεία, 1 ξενοδοχείου 1 διοικητήριον, 2 φαρμακεία, 15 εκκλησίας, 2 βυρσοδεψεία, 1 λωβοκομείον έχον 10 δωμάτια, 116 σπογγαλιευτικά πλοιάρια δυτών, 19 όμοια πλοιάρια εκ του είδους του κοινώς καλουμένου ζηπκήν, 4 αρρεναγωγεία και 2 παρ θεναγωγεία μετά μαθητών 400 και μαθητριών 120. 51 Στα τέλη πια του 19ου αιώνα η Πόθια συγκέντρωνε, κατά τον Κάρολο Φλέγελ, τους 9.500 από τους 16.000 κατοίκους ολόκληρου του νησιού. 5 2 Το 1912, όταν τα Δωδεκάνησα κατελήφθησαν α π ό τους Ιταλούς, η Κά λυμνος είχε 18.000 κατοίκους ή 23.200 ή κ α τ ' άλλη πηγή 25.000 κατοίκους με 7 δημοτικά σχολεία, 1 ελληνικό σχολείο και 4 ιδιωτικά σχολεία στην Πό θια. 53 Καθώς βρισκόμαστε σε εποχές γ ι α τις οποίες τα επίσημα α π ο γ ρ α φ ι κ ά στοιχεία είναι ελάχιστα, στηριζόμαστε σε εκτιμήσεις του πληθυσμού π ο υ προέρχονται από κοινοτικές αναφορές, μαρτυρίες λογίων, προξένων και ταξι διωτικά κείμενα. Παρά τις αντιφάσεις και τα προβλήματα αξιοπιστίας π ο υ ενέχουν αυτού του τύπου οι πηγές, αποτυπώνουν εντούτοις μία εντυπωσιακή δημογραφική αύξηση, η οποία θα μπορούσε να αποδοθεί σε μετακινήσεις εργατικού δυναμικού, α π ό τη γ ύ ρ ω νησιωτική περιοχή και τα μικρασιατικά παράλια, απασχολούμενου στα σπογγαλιευτικά σκάφη με σκάφανδρο που απαιτούσαν μεγάλο αριθμό πληρωμάτων. Ερωτήματα π ο υ αφορούν τον ακρι βή αριθμό των ετεροχθόνων, τους τόπους προέλευσης τους. τον χρόνο και τον τρόπο παραμονής τους στο νησί της Καλύμνου, δεν είναι δυνατόν να απαντη θούν από τις διαθέσιμες πηγές.
50. Ε. Kolodny, La population des îles de la Grèce. Essai de géographie insulaire en Méditerranée orientale, τ. 1, Aix en Provence 1974.σ.3 1 2 . H πληροφορία προέρχεται μάλλον από τα δημο σιεύματα του Σωτηρίου Αγαπητίδη. 51. Ημερολόγιον της Νομαρχίας Αρχιπελάγους, Έτος Εγείρας 1304,σ.1 1 5 . Θεωρείται ότι η συ γκεκριμένη απογραφή υπολείπεται της πραγματικότητας, διότι οι Δωδεκανήσιοι αντέδρασαν στην αναγκαστική επιβολή της από τον διοικητή της Ρόδου Κεμάλ Βέη. και ότι ο πληθυσμός θα πρέπει να κυμαίνεται σε σχετικά υψηλότερα μεγέθη. Βλ. σχετικά Μιλτ. Ιακ. Λογοθέτης, «Πληροφορίες για την οικονομία και κοινωνία της Δωδεκανήσου στα τέλη του 19ου αιώνα από TO ημερολόγια της Νομαρχίας Αρχιπελάγους». Δωδεκανησιακά Χρονικά 11 (1986) 111-112. 52. Ενώ την ίδια εποχή στη Χώρα κατοικούν 5.500. Κάρολος Φλέγελ, Η Α.θ. Παναγιότης..., °·π.,σ.1 0 . 3· Κυριάκος Χατζηδάκης. «Η Κάλυμνος στα τέλη της Τουρκοκρατίας», Καλυμνιακά Χρονικά (1989) 59-90. Βλ. ακόμη. Διονύσιος Ν. Ρείσης, περιγραφή της νήσου Καλύμνου, 1913,σ.1 0 .
165
ΕΤΔΟΚΙΑ ΟΛΤΜΠΙΤΟΤ
Ανάλογη εξάλλου πληθυσμιακή αύξηση αναφέρεται για τη Σύμη και τη Χάλκη κατά την ακμή της σπογγαλιείας ή στο Καστελόριζο, όπου αναπτύ χθηκε σημαντική ναυτιλιακή δραστηριότητα. 5 4 Β. Η σπογγαλιεία με σκάφανδρο « Η νήσος Κάλυμνος άγονος, βραχώδης, αιχμηρά και κατάξηρος ούσα, ουδέν π α ρ ά γ ε ι π ρ ο ς διατροφήν των δυστυχών κατοίκων, οίτινες κ α τ ' ανάγκην επεδόθησαν ανέκαθεν εις την κινδυνωδεστάτην αλιείαν των σπόγγων προς διατροφήν των ενδεών οικογενειών τ ω ν » . 5 5 Παρόλο που είναι προφανείς οι λόγοι για τους οποίους η γλαφυρή αυτή περιγραφή αποτελεί π ά γ ι α εισαγωγή των επιστολών π ο υ απευθύνουν οι Δημογέροντες της Καλύμνου προς την οθωμανική διοίκηση, εντούτοις δεν απέχει πολύ α π ό την πραγματικότητα. Στο βραχώδες και άγονο νησί της Καλύμνου, η ενασχόληση με τη σπογγαλιεία και το σπογγεμπόριο αποτελούν τον μοναδικό - εξαιρετικά όμως προσοδοφόρο - παραγωγικό πόρο του πληθυσμού, τουλάχιστον α π ό τη δεκαετία του 1870 και μετά. Στη σπογγαλιεία, μέχρι τ α μέσα π ε ρ ί π ο υ του 19ου αιώνα, τα τεχνικά μέσα π ο υ χρησιμοποιούνταν ήταν ελάχιστα και, κυρίως, στοιχειώδη. Η εισαγωγή του καταδυτικού σκάφανδρου, κατά τη δεκαετία του 1860, θα ανατρέψει τις π α ρ α δ ο σ ι α κ έ ς δομές της δραστηριότητας και θα επηρεάσει σημαντικά τη φυσιογνωμία των σπογγαλιευτικών νησιών της Δωδεκανήσου. Η «γυμνή κατάδυση» και η αλιεία α π ό το σκάφος με καμάκι δεν μπορούν πλέον να ανταγωνιστούν τις π α ρ α γ ω γ ι κ έ ς δυνατότητες της νέας μεθόδου, ούτε να ικα νοποιήσουν την αυξημένη ζήτηση σπόγγων α π ό τις βιομηχανίες της Δύσης. Η βελτίωση όμως της απόδοσης συνοδευόταν και α π ό υψηλές επενδύσεις, διότι τ α π λ η ρ ώ μ α τ α των σκαφών που έφταναν πλέον τ α 3 0 - 5 0 άτομα και ο εξοπλισμός τους απαιτούσαν σημαντικά γ ι α την εποχή κεφάλαια κίνησης. Η «εκμηχάνιση» της μοναδικής π α ρ α γ ω γ ι κ ή ς δραστηριότητας της Καλύμνου θα προκαλέσει ποικίλες εσωτερικές διεργασίες και ανακατατάξεις στον παρα γωγικό ιστό. Οι αλλαγές στη σύνθεση του πληθυσμού, η διαμόρφωση μίας τοπικής ελίτ και ενός εργατικού δυναμικού με έντονες εσωτερικές ιεραρχήσεις
54. Από τα μέσα του 18ου αιώνα αρχίζει να αναπτύσσεται σταθερά ο πληθυσμός του νησιού. Αναφέρεται ότι από 1.500 κατοίκους που είχε την εποχή εκείνη, έφτασε στους 8.000 έν«ν αιώνα αργότερα και στους 20.000 στις αρχές του 20ου. Βλ. τα σχετικά δημοσιεύματα του Σωτηρίου Αγαπητίδη που προαναφέρθηκαν. 55. Πρόκειται για απόσπασμα αναφοράς προς τον Ναζήφ Πασά, Γενικό Διοικητή του Οθω μανικού Αρχιπελάγους, που έδρευε στη Χίο, με ημερομηνία 20.2.1884. ΑΚ, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885.σ.1 7 - 2 0 .
166
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ Χ11ΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που αποτυπώνονται στην καλύμνικη κοινωνία της εποχής. Παράλληλα, οι νέες συνθήκες στην οργάνωση της σπογγοπαραγωγής και της διενέργειας του διεθνούς σπογγεμπορίου άλλαξαν τη δομή των εξαγωγών και οδήγησαν στη δημιουργία εύρωστων επιχειρήσεων Καλυμνίων με έδρα τα σημαντικότερα ευρωπαίκά εμπορικά κέντρα. Η λειτουργία εμπορικών κατα στημάτων στο εξωτερικό, τους έφερε αφενός σε επαφή με την κουλτούρα της ελληνικής διασποράς, αφετέρου προύπέθετε την αποτελεσματική οργάνωση της δραστηριότητας στον γενέθλιο τόπο. Τα λιμενικά έργα, η βελτίωση των θαλάσσιων συγκοινωνιών, οι αστικές υποδομές ήταν απαραίτητες συνιστώσες για την εύρυθμη λειτουργία μιας σπογγαλιευτικής επιχείρησης. Δανειστές, επενδυτές, καπετάνιοι και σπογγέμποροι είναι κυρίως όσοι συγκροτούν μια δυναμική κοινωνική ομάδα που διευρύνει τα όρια των δραστηριοτήτων της, βελτιώνει τους υλικούς όρους της ζωής της, ενώ παράλληλα υιοθετεί «νεωτερικές» συμπεριφορές, νοοτροπίες και καταναλωτικά ήθη. Διαμορφώνεται, έτσι, στα τέλη του 19ου αιώνα ένας νέος κοινωνικός συσχε τισμός, που, όπως και αλλού, αναδύεται μέσα από την αξιοποίηση μιας ευνοικής οικονομικής συγκυρίας, η οποία, ωστόσο, δεν διαμορφώνει τις προύποθέσεις εκείνες που θα της εξασφάλιζαν σταθερότητα και διάρκεια. Επιπλέον στη σπογγαλιεία, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα είναι εντονότερες, διότι οι επενδύσεις γίνονται σε έναν παραγωγικό τομέα με αρκετά υψηλό επιχειρηματικό ρίσκο. Η «εκκίνηση» σπογγαλιευτικών συγκροτημάτων ήταν μια ιδιόμορφη επένδυση στην ανθρώπινη δεξιότητα αλλά και στην τύχη. με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται. Όλοι οι εμπλεκόμενοι στη σπογγαλιεία ήταν. εκ των πραγμάτων, ευάλωτοι και έκθετοι σε μια σειρά από αστάθμητους παράγοντες και συγκυρίες, όπως η εξάντληση των σπογγοφόρων πυθμένων διαφόρων περιοχών, οι συχνές πραγματικές ή τεχνητές κρίσεις της αγοράς, ο ανταγωνισμός, και τα ατυχήματα. Η έλλειψη πηγών δεν επιτρέπει να σχηματίσουμε σαφή εικόνα για τη σύνθεση του πληθυσμού και τον αριθμό όσων δραστηριοποιούνταν άμεσα ή έμμεσα σε αυτό τον επαγγελματικό χώρο. Σε μία απόφαση της Δημογεροντίας Καλύμνου αναφέρονται οι κατηγορίες πολιτών που οφείλουν να πληρώνουν δημοτικούς φόρους ώστε να συντηρούνται τα σχολεία, τα ιατρεία και τα φαρμακεία του νησιού. Επρόκειτο για «εμπόρους μεταπράτας, πλοιάρχους σπογγαλιευτικών πλοίων, πλοιάρχους σπογγαλιευτικών υποβρυχίων μηχανών, σπογγαλιείς, μηχανικούς, καφφεπώλας. υποδηματοποιούς, ξυλουργούς, γεωργους, κηπουρούς, αχθοφόρους και παρεπιδημούντας ξένους». 56 6
· ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 5, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885.σ.1 5 .
167
ΕΤΔΟΚΙΑ ΟΛίΜΠΙΤΟΤ
Τα κατάστιχα όμως των σπογγαλιευτικών αδειών και σκαφών μας δίνουν τουλάχιστον μία εικόνα του αριθμού των εργαζομένων στα σπογγαλιευτικά σκάφη. Σε έκθεση του Robert Campbell. Άγγλου προξένου στη Ρόδο, αναφέρε ται ότι τ α σπογγαλιευτικά σκάφη της Καλύμνου ήταν 120 και οι σπογγαλιείς 840 π ρ ο του 1854, ενώ το 1858 τα σκάφη αυξήθηκαν σε 254 και οι σπογγαλιείς σε 2000. 5 7 Το 1865, όταν ακόμη επικρατούσε η σπογγαλιεία με γυμνή κατάδυ ση, τα σπογγαλιευτικά σκάφη ήταν 352, ενώ το 1884, χρονιά κατά την οποία συντάχθηκε ο «Ναυτικός Σπογγαλιευτικός Κανονισμός», ο αριθμός των εργα ζομένων στα σπογγαλιευτικά σκάφη ανήλθε σε 6.201 άτομα, εκ των οποίων τα περισσότερα συγκεντρώνονταν στα σκάφη που εργάζονταν με σκάφανδρα. 58 Αν, πάντως, η εισαγωγή του σκάφανδρου σηματοδοτεί το πέρασμα από την προβιομηχανική εποχή στην «εκβιομηχάνιση» της σπογγαλιείας, τότε αντίστοιχα η περίπτωση του οικισμού της Πόθιας εκφράζει την εγκατάλειψη της παραδοσιακής εσωστρέφειας και συνοχής που χαρακτήριζαν, επί αιώνες, αρκετούς α π ό τους νησιωτικούς πληθυσμούς του Αιγαίου. Μήπως, εντέλει, η κίνηση εκείνης της ο μ ά δ α ς πολιτών που διεκδικούσε το χωρισμό του ενιαίου δήμου σε δήμο Πόθαιας και δήμο Χώρας, ήταν πρωτο βουλία όσων συνέδεαν τις δραστηριότητες και την κοινωνική τους παρουσία με μια νέα πόλη και το λιμάνι της;
Η διαμόρφωση
της νέας πόλης
Η «κατάκτηση» του χώρου και η απόδοση σε αυτόν μιας «σύγχρονης» φυσιο γνωμίας, προύποθέτει σχεδιασμό, οργάνωση και κατανομή των διαφόρων θεσμών και λειτουργιών, αλλά και τη δημιουργία των συμβόλων εκείνων που θα υπογραμμίσουν την κυρίαρχη παρουσία της νέας δραστηριότητας και όσων την υποστηρίζουν. 5 9 Οι εμπορικές πόλεις-λιμάνια του 19ου αιώνα είναι αυτές
57. Η έκθεση, με ημερομηνία 24 Φεβρουαρίου 1859. απευθύνεται στον Στράτφορντ Κάνιγκ, πρεσβευτή της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη. Κυριάκος Χατζηδάκης. «Η σπογγαλιεία στις Νότιες Σποράδες στα μέσα του 19ου αιώνα». Καλυμνιακά Χρονικά 13 (1999) 229-240. 58. ΑΚ, κατάστιχο 2971881-7.8.1884. Βλ. αναλυτικότερα στοιχεία σε Ευδοκία Ολυμπίτου, «Η εισαγωγή του καταδυτικού σκάφανδρου στη σπογγαλιεία της Καλύμνου», Τα Ιστορικά 38 (2003) 163-186. 59. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σχεδιασμένων επεμβάσεων στον δομημένο χώρο αποτελεί η περίπτωση του Ναυπλίου, ως πρωτεύουσας του νέου ελληνικού κράτους. Βλ. σχετικά Ελένη Καλαφάτη, «Η πολεοδομία της Επανάστασης: Ναύπλιο 1822-1830», Τα Ιστορικά 2 (1984)
168
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧβΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
που κυριαρχούν στην οικονομική ζωή του νέου ελληνικού κράτους, καθώς το κέντρο βάρους μετατίθεται από την ύπαιθρο και τις χερσαίες μεταφορές στη θάλασσα και τις θαλάσσιες επικοινωνίες. Αν και πολλές από τις δραστηριό τητες στηρίζονται σε αγροτικά προιόντα, οι πόλεις εγκαταλείπουν την αγρο τική ενδοχώρα και στρέφονται προς τα λιμάνια τους. Η Ερμούπολη, ο Πειραιάς, η Πάτρα, ο Βόλος, αλλά και η Σμύρνη αναπτύσσονται κατά μήκος της παράλιας ζώνης, όπου βρίσκεται η καρδιά της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής. Είναι, νομίζω, χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι απεικονίσεις των πόλεων της εποχής αναπαριστούν τα λιμάνια τους. 60 Αλλά και οι μικρού μεγέθους παρά λιες πόλεις του νησιωτικού χώρου διαμορφώνονται ως μικρογραφίες των μεγά λων λιμανιών: υιοθετούν στοιχεία νεοκλασικά στις οικοδομές τους διαμορφώ νουν τις προκυμαίες τους ενώ συγκεντρώνουν τις διοικητικές, κοινωνικές και πολιτιστικές τους δραστηριότητες στην παράλια ζώνη. Ανάμεσα τους κυριαρχεί, συνήθως, ένας αξιοσημείωτου μεγέθους ναός, εκ φραστής, σε υλικό και συμβολικό επίπεδο, της θρησκευτικότητας αλλά και της σημασίας της πόλης και της ευμάρειας των κατοίκων της.61 Στην Κάλυμνο, η μετοίκηση αρκετών κατοίκων από τη Χώρα και η συγκέντρωση πληθυσμού στην παραλιακή περιοχή απαιτούσε την ανέγερση ενός μεγαλύτερου ναού, δεδομένου ότι τα υπάρχοντα ξωκλήσια δεν επαρκούσαν για να καλύψουν τις θρησκευτικές ανάγκες των επηλύδων. Ανάλογα, στη Σύμη. το άλλο σημαντικό σπογγαλιευτικό νησί. η ανοικοδόμηση του μικρού ναού του Αγίου Ιωάννη, από το 1836 ως το 1838. έγινε μετά τη συγκέντρωση του πληθυσμού στο Γιαλό.62 Η ανέγερση και η διακόσμηση ενός νέου μεγάλου ναού φαίνεται ότι ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού. Μέχρι τα τέλη του 19ου αι μια σειρά από αρχιτεκτονικές πρωτοβουλίες, έργα κοινής ωφελείας και πολεοδομικές παρεμ βάσεις θα προσδώσουν στην Πόθια τη φυσιογνωμία ενός μικρού μεγέθους αστικού κέντρου. Κτίζονται στην περιοχή δημόσια και ιδιωτικά κτίρια για εκ παιδευτική και κοινωνική χρήση, κοινωφελή ιδρύματα, δικαστήριο, διοικητήριο, φυλακή, τελωνείο, ορίζεται ως χώρος αγοράς η περιοχή γύρω από την προκυ μαία και γίνονται διάφορα δημόσια έργα. κυρίως λιμενικά.63 Παράλληλα, οικο60. Είναι χαρακτηριστικά όσα γράφει ο Ν. Μπακουνάκης για διάφορες απεικονίσεις της πόλης της Πάτρας πριν και μετά το 1830. Βλ. Νίκος Μπακουνάκης. Πάτρα. 1828-1860. Μια ελληνική πρωτεύουσα στον 19ο αιώνα. Αθήνα 1988,σ.2 7 - 2 9 . 61. Βλ. ενδεικτικά Κώστας Τριαντάφυλλου. «0 νέος μεγάλος ναός στην Πάτρα του Πολιούχου της Αγίου Ανδρέα», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά (1962) 306-309. 62. Σωτήριος Αλ. Καρανικόλας, Γα σίβάσματα της λατρείαςτων Συμαίων. τ. Α', Πειραιάς 1962, Φαίνεται όμως ότι τα παραπήγματα διαφόρων επαγγελματιών και εμπόρων θα απο-
169
ΕΤΔΟΚΙΑ ΟΛΓΜΠΙΤΟΓ
δομούνται συνεχώς κατοικίες, των οποίων οι οριοθετήσεις απασχολούν συχνά τους Δημογέροντες της εποχής. Ή δ η α π ό τα μέσα της δεκαετίας του 1860, σημαντικό μέρος από τα δημοτι κά έσοδα απορροφάται στο σχεδιασμό και την οργάνωση του νέου αστικού χώρου. Η Δημογεροντία κατανέμει κ α τ α ρ χ ά ς τις διάφορες δημοτικές και διοικητικές υπηρεσίες στους δ ύ ο οικισμούς, ενώ παράλληλα θεσμοθετεί και χρηματοδοτεί την ίδρυση διαφόρων κοινωνικών υπηρεσιών στο λιμάνι. Για π α ρ ά δ ε ι γ μ α , το 1864 διορίζονται έξι στρατιώτες γ ι α την αστυνόμευση του νησιού, α π ό τρεις σε κάθε οικισμό. 64 Ανάλογα ιδρύονται δύο σχολεία, 65 δύο δη μοτικά φαρμακεία (τουλάχιστον α π ό το 1884) , 6 6 ενώ οι τρεις από τους τέσσερις δημοτικούς γιατρούς - οι οποίοι, σύμφωνα με το Καταστικό της Δημογεροντίας του 1894, εκλέγονται ετησίως με καθολική ψηφοφορία - 6 7 έχουν από το 1896 την έδρα τους στην Πόθια. 6 8 Στη νέα πόλη εκδηλώνεται σχετικά νωρίς η επέμβαση των τοπικών αρχών στο αστικό τοπίο. Στα κατάστιχα της δημογεροντίας παρακολουθούμε μια σειρά α π ό θεσμικές παρεμβάσεις π ο υ αφορούν την οργάνωση και διαχείριση του χώρου και την επιβολή σε αυτόν οικοδομικών και πολεοδομικών κανονι σμών. Έ ν α θέμα το οποίο απασχολεί τη Δημογεροντία τουλάχιστον α π ό το 1879 είναι οι συνεχείς προσχώσεις π ο υ επιχειρούνται από ιδιώτες στην παραλία με σκοπό την οικοδόμηση κατοικιών. Παρόλο που το 1884 ανανεώνεται η απόφαση π ο υ χαρακτηρίζει αυτή τη νέα λωρίδα γης ως δημόσια έκταση, 6 9 το θέμα θα απασχολήσει ξανά το Δ ς λίγους μήνες αργότερα, προκειμένου να διευθετηθεί οριστικά το ζήτημα. Έτσι. ορίζεται ως π α ρ ά λ ι α περιοχή η ζώνη α π ό τη «νοτιο ανατολική γωνία της προκυμαίας του ναού της Μεταμορφώσεως του Χριστού,
τελέσουν σύντομα απειλή για τη δημόσια υγεία διότι, από τα τέλη του 19ου αιώνα η δη μογεροντία επιχειρεί συνεχώς να επιβάλλει τον καθαρισμό της περιοχής, ενώ το 1902 κατα λήγει στην απόφαση της απομάκρυνσης τους. ΑΚ, Αλληλογραφία 1902. απόφαση αρ. 69, με ημερομηνία 18.4.1902. 64. ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 1, Πρακτικά της Δημογεροντίας Καλύμνου 1863-1884. φ. 2. 65. Για τα σχολεία της Πόθιας και της Χώρας βλ. Κυριάκος Χατζηδάκης, «Η Κάλυμνος...», ό.π.,σ.8 0 - 8 1 . 66. ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 5, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885,σ.1 0 . 67. Βλ. σχετικά Κανονισμός της Δημογεροντίας της νήσου Καλύμνου 1894, Αναγνωστήριον Καλύμνου «Αι Μούσαι», Κάλυμνος 2000,σ.5 3 . 68 ΑΚ. Πρακτικά Δ . σ . 1 0 , Ψηφίσματα λαίκών συνελεύσεων 8.1.1893-4.1.1907, φ. ε. 69 Απόφαση της 29ης Μαρτίου 1884. ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 5. Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885.σ.1 0 3 .
170
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ίΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
παρά τους δημοσίους αποπάτους κατ' ευθείαν γραμμήν μέχρι της προς την θάλασσαν γωνίας του τοίχου της οικίας του Μιχαήλ Καμπουράκη».™ Στην ίδια απόφαση προσδιορίζονται και τα τμήματα είκοσι συγκεκριμένων ιδιοκτη σιών που καταπατούν τον δημόσιο χώρο και αποφασίζεται η απαλλοτρίωση τους. Φαίνεται ότι όχι μόνο επιχειρείται ένας πολεοδομικός σχεδιασμός που περιλαμβάνει τη διαμόρφωση μιας ελεύθερης παράλιας ζώνης - μιας προκυ μαίας - αλλά προωθείται και η αντιμετώπιση της γης ως αγαθού εμπορεύ σιμου, με τον περιορισμό της αυθαίρετης δόμησης και της καταπάτησης. Η εύρυθμη όμως οργάνωση του χώρου, η κατανομή και η οριοθέτηση της οικιστι κής ζώνης από την περιοχή των εμπορικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων θα συναντήσει στα επόμενα χρόνια τη σθεναρή αντίδραση των κατοίκων. Όπως διαπιστώνουμε από το αρχείο οι ίδιες αποφάσεις επαναλαμβάνονται συχνά, ενώ οι Δημογέροντες απευθύνουν εκκλήσεις στον Καίμακάμη να τους προστατεύσει από τις εξυβρίσεις και τις απειλές των θιγομένων πολιτών. Ένα τεκμήριο του 1885 αποδίδει χαρακτηριστικά αυτή τη στρατηγική, ενώ παράλληλα δίνει μια εικόνα της επέκτασης της νέας πόλης. Αναφερόμαστε στην απογραφή των κατοίκων και των περιουσιών που επέβαλε η οθωμανική διοίκηση στα νησιά του νοτιοανατολικού Αιγαίου. Με αφορμή τη συνεχή αντι παράθεση για το θέμα αυτό ανάμεσα στις τουρκικές αρχές και την τοπική Δημογεροντία προέκυψαν ποικίλες αντιδικίες για ζητήματα διοικητικών αρ μοδιοτήτων. Σημείο συνεχούς τριβής υπήρξε η αποξήρανση της ελώδους πε ριοχής, της «Λίμνης», που βρισκόταν στο ΝΔ τμήμα της Πόθιας. Εκεί είχε αρχίσει η οικοδόμηση οικιών, γεγονός που οδήγησε τον τοπικό Καίμακάμη να διατάξει την κατεδάφιση τους, με το επιχείρημα ότι τα αποξηραμένα έλη και οι προσχώσεις στην παραλία αποτελούν κρατική και όχι ιδιωτική γη. 71 Είναι η εποχή κατά την οποία οι διοικητικές μεταρρυθμίσεις και οι θεσμικές αλλαγές που καθιέρωσε το οθωμανικό κράτος με το Τανζιμάτ, προώθησαν την επιβολή οικοδομικών και πολεοδομικών ρυθμίσεων όχι μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και στους μικρότερους οικισμούς του κατακτημένου χώρου. 72 Παρόλο που η ελληνική διοίκηση δυσανασχετούσε με τις επεμβάσεις της τουρκικής
7
0 ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 5, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885,σ.2 0 0 -
202 7
1 Βλ. σχετικά Γιώργης Ν. Κουκουλης. «Η Κάλυμνος στους αγώνες κατά της απογραφής του πληθυσμού (1885-1888) , Καλυμνιακά Χρονιά 7 (1988) 39-62. 2 Σχετικά με τις θεσμικές αλλαγές που εισάγονται σε θέματα διοίκησης και οργάνωσης του Χώρου, βλ. Αλέκα Καραδήμου-Γερόλυμπου. ΜεταξυΑνατολής και Δύσης. Βορειοελλαδικες πόλεις στηνπερίοδοτων οθωμανικών μεταρρυθμίσεων. Αθήνα 1997,σ.2 9 - 7 9 .
171
είΔΟΚΙΑ
ΟΛΓΜΠΙΤΟΓ
εξουσίας, η οπτική ήταν παρόμοια: η εύρυθμη οργάνωση του πολεοδομικού ιστού και ο περιορισμός των αυθαιρεσιών εκ μέρους των οικιστών. Για μια ακόμη φ ο ρ ά ο Κάρολος Φλέγελ, αυτόπτης μάρτυρας των εξελίξεων, περιγράφει την π α ρ ά λ ι α περιοχή αλλά και την κοινωνική διαφοροποίηση των συνοικιών της πόλης: Από πολλού η πεδιάς καίπερ έχουσα πλάτος σχεδόν ενός χιλιομέτρου, δεν αρκεί ταις οικίαις, αίτινες ανερριχήθησαν ένεκα τούτου μέχρι σημαντικού ύψους ανά τα στρώματα της κισήρεως και δη ανά τας βραχώδεις κλιτύας της μέσης και νοτίου οροσειράς [...] Μόνον το νότιον ήμισυ της πόλεως έχει ευρείαν προκυμαίαν, το δε βόρειον στενοχωρείται υπό οικιών και αποθηκών εκτός αμμώδους τινός πλατείας όπου ευρίσκεται το ναυπηγείον των λέμβων και σκαφών. Ενιαχού της προκυμαίας, ην ήρχισαν να στρώνωσι διά τετραγωνικών λίθων, ιδίως παρά την εκκλησίαν του Χριστού, καθημερινώς γίνεται αγορά. Ανά το πλατύ δε αυτής μέρος εκτείνεται πυκνή σειρά δημοσίων κτιρίων, εμπορικών καταστημάτων και καφενείων.73 Φαίνεται όμως ότι τ α προβλήματα στην παράλια περιοχή ήταν πολλά. Η ελώδης έκταση, ο χείμαρρος π ο υ συχνά πλημμύριζε τον χειμώνα, οι δυνατοί άνεμοι π ο υ δυσχέραιναν την πρόσβαση στην ακτή και προκαλούσαν ζημιές στα ξύλινα σκάφη α π α ι τ ο ύ σ α ν σημαντικά βελτιωτικά έργα. Οι πηγές δεν είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές γ ι α τ α λιμενικά έργα και την κίνηση του λιμανιού της Καλύμνου σε αυτή την περίοδο που εξετάζουμε. 7 4 Σε τεκμήρια της εποχής αναφέρεται συχνά ότι δεν ήταν όλη η παράλια περιοχή κατάλληλη γ ι α τον ελλιμενισμό των σκαφών, καθώς ένα τμήμα της ήταν αβα θές, ενώ μεγάλο μέρος της προκυμαίας ήταν έκθετο στους ισχυρούς ανέμους. Με την αύξηση όμως της σπογγαλιευτικής δραστηριότητας α π ό τη δεκαετία του 1860, αυξάνει και ο αριθμός των σκαφών που παρέμενε στο νησί κατά τους χειμερινούς μήνες. Για π α ρ ά δ ε ι γ μ α , το 1865 θα πρέπει να ελλιμενίζονταν
73. Κάρολος Φλέγελ Η νήσος..., ό.π.,σ.2 4 - 2 5 . 74. Για τα λιμενικά έργα που πραγματοποιούνται κυρίως από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στα μεγάλα λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου, βλ. ενδεικτικά Μαρία Συναρέλλη, Δρόμοι και λιμάνια στην Ελλάδα. 1830-1880, Αθήνα 1989. Βλ. ακόμη Βίλμα Χαστάογλου, «Από τις "Σκάλες" του Λεβάντε στις σύγχρονες εμπορικές προκυμαίες», στα Πρακτικά του Β' αίίϋνούς Συνίδρίου: Η πόλη στους νεότερους χρόνους, Αθήνα 2000,σ.5 1 - 6 8 . Για τους λό γους που επιβάλλουν την κατασκευή λιμανιού στη Νίσυρο και τα λιμενικά έργα που πραγ ματοποιούνται στο Μανδράκι την ίδια περίπου περίοδο με την Κάλυμνο, βλ. Μιλτιάδης Λογοθέτης, Οι πρωτεργάτες του λιμανιού της Νισύρου στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας (1885-1912), Αθήνα 1981.
172
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ίΚΑΛΑ
στην Πόθια 352 σπογγαλιευτικά σκάφη 7 5 και άγνωστος αριθμός ντεπόζιτων 7 6 και αλιευτικών. Η οικονομική δυσπραγία της κοινότητας αλλά και η διοικητική της εξάρ τηση από την οθωμανική διοίκηση επέβαλε τη σταδιακή πραγματοποίηση σχε τικών έργων. Έμμεσες αναφορές σε εργασίες για τη βελτίωση του λιμανιού εντοπίζουμε σε έγγραφα του 1863, στο παλαιότερο σωζόμενο κατάστιχο της Δημογεροντίας. 77 Το 1884, σε επιστολή π ο υ απευθύνουν οι Δημογέροντες Κα λύμνου προς τον Καίμακάμη, ζητούν α π ό αυτόν την προμήθεια πετρών γ ι α την εκτέλεση μικρών λιμενικών έργων και αναφέρουν χαρακτηριστικά: Η ζωή του τόπου μας εξαρτάται από τον λιμένα ίνα προφυλλάττωνται τα πλοία των πτωχών σπογγαλιέων. οίτινες καταφεύγουσιν εις τα βάθη της θαλάσσης των παραλίων της Αφρικής προς πορισμόν των προς το ζην αναγκαιούντων, εαυτών τε και των πτωχών οικογενειών των. Αλλ' επειδή επί του παρόντος η οικονομική δυσχερής θέσις του Δημοτικού ημών Ταμείου δεν μας επιτρέπει να επιληφθώμεν του καθαρισμού του λιμένος της νήσου μας, καθ' όσον απαιτού νται ποσά ασυγκρίτω τω λόγω υπέρτερα των υλικών δυνάμεων μας, ενεκρίναμεν να κάμωμεν μικράν τινά επισκευήν του προ πολλών χρόνων υφισταμένου μολώματος του όρμου, όστις ευρίσκεται εις την αρκτικήν πλευράν της πόλεως παρά το Λεπροκομείον. Το μόλωμα τούτο άλλοτε πεπαλαιωμένον ον, υπέστη σπουδαίαν βλάβην εκ τε της πολυκαιρίας. εκ τε της ορμής των κυμάτων του νοτίου ανέμου. Ολιγοδάπανος δε επισκευή θα καταστήση μέρος αυτού επιτήδειον και να σύρωνται επί της παραλίας εν τη ξηρά και να προφυλλάττωνται εν τη θαλασσή τα μικρά πλοία [...].78 75. 0 ετήσιος αριθμός των σκαφών που επιδίδονταν στη σπογγαλιεία δεν είναι σταθερός. Σχετικά στοιχεία προκύπτουν από τον αριθμό των σπογγαλιευτικών αδειών που εκδίδονταν κάθε χρόνο, στις οποίες ήδη αναφερθήκαμε, αλλά και από συγκεντρωτικό πίνακα που πε ριέχεται σε αναφορά της τοπικής δημογεροντίας προς την οθωμανική διοίκηση. Βλ. σχετικά Ευδοκία Ολυμπίτου. «Η εισαγωγή του καταδυτικού σκάφανδρου...», ό.π.,σ.1 7 4 - 1 7 5 . 76. Πρόκειται για τα βοηθητικά σκάφη που συνόδευαν τα σπογγαλιευτικά συγκροτήματα στα πολύμηνα ταξίδια τους. Ήταν μεγαλύτερα σκαριά και χρησίμευαν για τη φύλαξη των προμηθειών, τη διαβίωση των πληρωμάτων, το στέγνωμα, τη στοιχειώδη κατεργασία και τη συσκευασία του αλιεύματος. 0 αριθμός τους είναι δύσχολο να προσδιοριστεί διότι ήταν δυνατόν ένα ντεπόζιτο να συνοδεύει ένα σπογγαλιευτικό όταν εργαζόταν μεμονωμένα ή δύο και τρία ακόμη σπογγαλιευτικά σκάφη που το χρησιμοποιούσαν από κοινού. ' Για παράδειγμα, σε έγγραφο που αναφέρεται στην καταβολή τελωνειακού φόρου εκ μέρους των πλοιάρχων και των εμπόρων, με ημερομηνία 18.2.1864 ΑΚ, Πρακτικά και Αλλη λογραφία της Δημογεροντίας 1863-1884. 78 · ΑΚ, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1863-1884, έγγρ. 636, με ημερομηνι « 15.6.1884.
17.'!
ΕΤΔΟΚΙΑ ΟΛΤΜΠΙΤΟΤ
Σε επόμενη επιστολή της ιδίας ημέρας ζητούν την απομάκρυνση από το νησί των «ενταύθα παρεπιδημούντων Πατμίων αχθοφόρων, ημιονηλατών και των πετροκομιστών Καρπαθίων» γιατί αρνούνται να μεταφέρουν πέτρες και να εργασθούν στο συγκεκριμένο έργο, παρόλο που θα πληρωθούν α π ό την κοινότητα. 79 Κατά τη δεκαετία του 1890 οι κάτοικοι καταβάλλουν τακτική εισφορά στη Δημογεροντία για την αποπεράτωση των εργασιών στο «λιμάνι της Σκάλας», όπως το αποκαλούσαν. 8 0 Πράγματι, το 1902 αποφασίζεται η κατασκευή α π ο β ά θ ρ α ς για τη φόρτωση και εκφόρτωση των εμπορευμάτων 8 1 αλλά και η περαιτέρω εκβάθυνση τ ο υ λιμανιού, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση ατμοκίνητων πλοίων. 8 2 Την ίδια εποχή όλη η ή περιοχή διέθετε φωτισμό, ενώ εκτελούνταν ακόμη έ ρ γ α γ ι α τη βελτίωση του λιμανιού, την επιχωμάτωση διαφόρων σημείων και τη χ ά ρ α ξ η δρόμων. 8 3 Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στα τέλη του 19ου α ι ώ ν α εκφράζεται η επιθυμία της Δημογεροντίας για τη μεταφορά του ν α υ π η γ ε ί ο υ α π ό την κεντρική π α ρ α λ ί α στη βορειοανατολική άκρη της, διότι ο μεγάλος αριθμός πλοιαρίων και σπογγαλιευτικών σκαφών π ο υ τραβιούνταν έξω γ ι α συντήρηση κατά τους χειμερινούς μήνες ενοχλούσε άλλες δραστηριότητες στην πόλη. 8 4 Αναμφισβήτητα, οι αυξημένες εξαγωγές σπόγγων εκείνης της εποχής ενι σχύουν την ανάπτυξη της ακτοπλοίας και συμβάλλουν στη διεύρυνση των εμπορικών σχέσεων και τ ω ν εισαγωγών διαφόρων αγαθών. Ή δ η τον Ιανουάριο του 1884 η Δημογεροντία Καλύμνου, σε επιστολή της προς τον Εμ. Μαγκλή, τοπικό π ρ ά κ τ ο ρ α της ακτοπλοικής εταιρείας «Asia Minor», τον παρακαλεί να μην εκδίδει εισιτήρια χωρίς την άδεια της, διότι έτσι δεν καταβάλλεται ο σχετικός δημοτικός φ ό ρ ο ς . 8 5 Στις αρχές του 20ού αιώνα η Κάλυμνος συνδέ εται με τακτικά δρομολόγια με τον Πειραιά, τα νησιά του Αιγαίου αλλά και
79. Στο ίδιο, έγγρ. 637. με ημερομηνία 15.6.1884. 80. Βλ. ενδεικτικά έναν κατάλογο οφειλετών της σχετικής εισφοράς σε επιστολή, με ημερομη νία 12 Ιουνίου 1896, στο ΑΚ, Αλληλογραφία 1895-1896. επιστολή 135. 81. ΑΚ, Αλληλογραφία 1902. επιστολή αρ. 128 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 18.6.1902. 82. Για τον σκοπό αυτό οι Δημογέροντες φέρνουν κάποιο ειδικό μηχάνημα από τη Σύμη· Η πληροφορία προέρχεται από επιστολή των Δημογερόντων με την οποία διαμαρτύρονται προς τον τοπική διοικητή για την επιβολή τελωνειακού φόρου σε αυτό το μηχάνημα σαν να ήταν καινούριο. ΑΚ, Αλληλογραφία 1902, επιστολή αρ. 156 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 16.8.1902. 83. ΑΚ, Πρακτικά Δ.ς. αρ. 39, φ. 20 84. ΑΚ, Αλληλογραφία 1896-1898, φ. 102-103, 8.8.1897. 85. ΑΚ, Πρακτικά Δ ς 5, Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885, α. 13.
174
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ X1ÌPA ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
την Κύπρο, τη Βηρυτό, τη Σμύρνη. 86 Η συγκέντρωση πληθυσμού, ποικίλων δρα στηριοτήτων αλλά και η ανθυγιεινή ελώδης περιοχή φαίνεται ότι προκαλού σαν δυσεπίλυτα προβλήματα. Παρόλο που οι διαθέσιμες πληροφορίες για την υγειονομική οργάνωση στη νέα πόλη είναι ελάχιστες, εντούτοις διασώζονται διάσπαρτοι κανονισμοί και αποφάσεις που δείχνουν ότι το θέμα απασχολούσε έντονα τις τοπικές αρχές. Για παράδειγμα, είναι συνεχείς οι συστάσεις και οι οδηγίες των δημοτικών γιατρών προς όλους τους πολίτες και η λήψη προλη πτικών μέτρων για την αποφυγή επιδημιών. Γνωρίζουμε επίσης ότι επιβάλλο νταν πρόστιμα σε όσους κρεοπώλες έσφαζαν ζώα στο δρόμο ή δεν καθάριζαν το χώρο γύρω από τα καταστήματα τους που βρίσκονταν στην προκυμαία κοντά στην εκκλησία του Χριστού. 87 Την ίδια αντιμετώπιση είχαν και όσοι κάτοικοι άφηναν τους χοίρους να περιφέρονται ελεύθερα στους δρόμους. 88 Η μετακίνηση του Λεπροκομείου από τη βορειοανατολική άκρη της πόλης σε ακατοίκητη περιοχή ήταν μία ακόμη απόφαση της Δημογεροντίας, προκειμέ νου να διασφαλισθεί η υγεία των κατοίκων. 89 Η απομάκρυνση πιθανών εστιών μόλυνσης ήταν ένα από τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην παράλια περιοχή όπου συγκεντρώνονταν κυρίως εμπο ρικές και διοικητικές δραστηριότητες. Πράγματι, εκεί εγκαταστάθηκαν η μία μετά την άλλη οι διοικητικές αρχές του νησιού - αρχικά η τουρκική Καίμακαμία, στη συνέχεια η Μητρόπολη και η Δημογεροντία. Τον Οκτώβριο του 1888 η Δημογεροντία Καλύμνου υπέβαλε αίτηση προς την Ιερά σύνοδο του Οικουμενικοί) Πατριαρχείου ζητώντας την ανύψωση της Επισκοπής Λέρνης σε Μητρόπολη, με το επιχείρημα ότι «η πατρίς ημών Κάλυμνος επ' εσχάτων εκτήσατο σημαντική αύξησιν και σπουδαιότητα».90 Το 1889 ο πρώτος
86. 0 Γιάννης Γεράκης. Σφουγγαράδικα ιστορία από την Κάλυμνο του 1900. Αθήνα 1999, μπία», που μετέφεραν ανήλικους, κυρίως Καλύμνιους. στη Σμύρνη και από εκεί στη Ρωσία, προκειμένου να εργασθούν σε διάφορες βιοτεχνίες. Βλ. ακόμη σχετικές ανακοινώσεις όπως δημοσιεύονται σε εφημερίδες της εποχής, π.χ. Σκριπ. 23.8.1908.σ.2 . Σκριπ. 9.11.1908.σ.6 , Σκριπ, 15.10.1909. α 2 κ.ά. 87, Οι καταγγελίες είναι συνεχείς για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ενδεικτικά μόνο ανα φέρουμε ΑΚ. Αλληλογραφία 1895-1986. επιστολή αρ. 129. 26.6.1895. ή ακόμη ΑΚ, Αλλη λογραφία 1902. επιστολές αρ. 30 και 31 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 21.2.1902 ή την επιστολή αρ. 145. 10.7.1902. 88 · ΑΚ, Αλληλογραφία 1902, επιστολή αρ. 44 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 89
· ΑΚ, Αλληλογραφία 1896-1898, φ. 57, 12.2.1897. · Με ανάλογο τρόπο είναι διατυπωμένη και η σχετική απόφαση του Διονυσίου έ . Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως: «Η πατρίς αυτών αποτελούμενη εκ των νήσων Λέρου, Καλύμνου και
175
σ.
ΕΓΔΟΚΙΑ ΟΛΤΜΠΙΤΟΤ
Μητροπολίτης Λέρου και Καλύμνου Χρύσανθος Βυζάντιος (1888-1894) μετέφερε την έδρα της Μητρόπολης από τη Χώρα, στη νέα πρωτεύουσα του νησιού την Πόθια, και μάλιστα στο ναό του Σωτήρος Χριστού.91 Παράλληλα καθιέρωσε τον θεσμό δύο αρχιερατικών επιτρόπων για ένα χρόνο, προφανώς για να είναι περισ σότερο ομαλή και αποδεκτή η αλλαγή αυτή. 92 Όταν ο πρώην Μητροπολίτης Λέρου και Καλύμνου, Άνθιμος, εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης έγινε επίσημη δοξο λογία στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, ενώ την ίδια μέρα (25.1.1895) εγκαινιάστηκε ένα ακόμη δημοτικό σχολείο αρρένων στην Πόθια.93 Στα τέλη του αιώνα η έδρα της Δημογεροντίας έχει πλέον μεταφερθεί στο λιμάνι,94 ενώ το 1902 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος για την ανέγερση νέου κτιρίου της Δημογεροντίας κοντά στην εκκλησία του Χριστού. 95 Στο ίδιο σημείο απο φασίστηκε να κτιστεί πύργος για να τοποθετηθεί το ρολόι της πόλης. Για το σκοπό αυτό επελέγη η ημέρα του εορτασμού της 2 δετούς παραμονής του σουλ τάνου Αβδούλ Χαμίτ Χαν Β' στο θρόνο, ενώ στην επίσημη τελετή παρευρέθηκαν ο Καίμακάμης Καλύμνου Μαχίρ Βέης και άλλοι εκπρόσωποι της οθωμανικής διοίκησης της περιοχής. Φαίνεται όμως ότι οικονομικοί λόγοι δυσχέραιναν την ανέγερση του κτιρίου, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη συνδρομή του σπογγέμπορου Νικόλαου Βουβάλη.96
Αστυπάλαιας, δ ί ην ε π ' εσχάτων εκτήσαντο ένεκα της εμπορικής αυτών θέσεως σημαντικήν αύξησιν και σπουδαιότητα». Βλ. ολόκληρο το κείμενο της απόφασης στον Πατριαρχικό Συνοδικό Τόμο του 1888. από όπου το δημοσιεύει ο Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς. Επισκοπική Ιστορία της Εκκλησίας της Καλύμνου. Κάλυμνος 1983,σ.2 2 - 2 4 . 91. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς. Επισκοπική Ιστορία.... ό.π.,σ.5 1 . Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς, Χώρα. η πρωτεύουσα της νήσου Καλύμνου. Αθήνα 2000.σ.4 6 . Την ίδια πληροφορία παραδίδει και η Χριστίνα Κομπιτσάκη. «Ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου Χώρας Καλύμνου», Καλυμνιακά Χρονικά 9 (1990) 196-203. Για την ανύψωση της Επισκοπής Λέρνης σε Μητρόπολη Λέρου και Καλύμνου το 1888. βλ. Μανουήλ Γεδεών, «Η Μητρόπολις Λέρου και Καλύμνου», Εκκλησιαστική Αλήθεια 8 (1888-1889) 106. Ιωάννης Π. Χαλκίτης. «Συμβολή στην ιστορία της Εκκλησίας της Καλύμνου». Καλυμνιακά Χρονικά 7 (1988) 106-111. 92. Πρ. Γεώργιος Δρ. Χαραμαντάς. Επισκοπική Ιστορία.... ό.π.,σ.5 1 . 93. Στο ίδιο,σ.8 0 . 94. Γιάννης Πατέλλης, «Η δημόσια υγεία στην Κάλυμνο την εποχή της Δημογεροντίας», Καλυμνιακά Χρονικά 13 (1999) 159. 95. ΑΚ, Αλληλογραφία 1902. επιστολή αρ. 48 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 16.3.1902. Δυστυχώς δεν σώζεται στο αρχείο το σχέδιο του κτίσματος, αντίγραφο του οποίου αναφέρεται ότι εστάλη προς έγκριση στην τοπική Καίμακαμία (έγγρ. 71, 22.4.1902) . 96. ΑΚ, Αλληλογραφία 1902, επιστολή αρ. 93 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερο μηνία 13.5.1902. Ήταν συνήθης πρακτική στην Κάλυμνο - όπως εξάλλου και αλλού - η υπο στήριξη κοινωφελών έργων από τοπικούς ή εθνικούς ευεργέτες. Έναν διαφορετικό τρόπο χρηματοδότησης δημοσίων έργων παρουσιάζει η Αγγελική Φενερλή. «Ο καλλωπισμός της πόλης·
176
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ Χ11ΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
Το ίδιο έτος αποφασίστηκε η ανέγερση κτιρίου για τη στέγαση του Διοικη τηρίου και πάλι στην παράλια ζώνη.97 Αυτή τη φορά η Δημογεροντία κατόρθω σε να αντιμετωπίσει τη δαπάνη και έτσι μέσα σε έναν μήνα ολοκληρώθηκε η κατασκευή του και απέμεναν μόνο οι ξυλουργικές εργασίες, οι οποίες πραγ ματοποιήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. 98 Ως διοικητικό και οικονομικό κέντρο, η Πόθια φιλοξενούσε την πολιτική και κοινωνική ζωή του νησιού, ενώ στο προαύλιο του ναού της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος -γίνονταν εκλογές για την ανάδειξη των τοπικών αρχών και λαίκές συνε λεύσεις.99 Τον Ιανουάριο του 1884, όπως φαίνεται από τις διαθέσιμες πηγές, στην εκλογή των δημογερόντων του νησιού συμμετείχαν εκλογείς από την Πόθια και τη Χώρα, χωρίς όμως να σημειώνεται πόσοι αντιστοιχούσαν σε κάθε οικισμό.100 Από τις πηγές αναδεικνύεται επίσης ότι το λιμάνι της Πόθιας υπήρξε ο τόπος διαφόρων συγκεντρώσεων, συνελεύσεων, αναταραχών και αντιπαραθέσεων του πληθυσμού με τις τοπικές αρχές, οθωμανικές και ελληνικές.101 Όταν, για παράδειγμα, με το τέλος της Κρητικής Επανάστασης, η οθωμανική διοίκηση επιχειρούσε να περιορίσει τα προνόμια της Τετρανήσου102 ή όταν το «σπογ γαλιευτικό ζήτημα» αναστάτωνε τον πληθυσμό της Καλύμνου. Έτσι, στις 29 Μαίου του 1895. οι Δημογέροντες έστειλαν επιστολή στον Καίμακάμη Χιλμή Μπέη με την οποία ζητούσαν να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τη διαφύλαξη της τάξης, αφού - καθώς ανέφεραν - ήταν γνωστοί οι δράστες των επεισοδίων: Ένας πρωτότυπος συμμετοχικός τρόπος χρηματοδότησης δημοσίων κτιρίων στην Ερμούπολη (19ος αι.) ». στα Πρακτικά του Β' Διεθνούς Συνεδρίου: Η πόλη στους νεότερους χρόνους. Αθήνα 2000. σ. 1 7 3 - 1 8 2 , ο οποίος όμως δεν φαίνεται να εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Καλύμνου. 97. ΑΚ. Αλληλογραφία 1902. επιστολή αρ. 126 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομη νία 17.6.1902. 98. Στο ίδιο, επιστολή αρ. 148 προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 29.7.1902. 99. Για τον τρόπο σύγκλισης και πραγματοποίησης των «γενικών συνεδριάσεων του λαού», τουλάχιστον αυτών που διοργανώνονταν από τη Δημογεροντία. βλ. Κανονισμός της Δημογεροντίας. ό.π.,σ.5 5 . Ανάλογο τιμητικό προνόμιο διατηρούσε και ο καθεδρικός ναός του Αγίου Ιωάννη στο Γιαλό της Σύμης. Βλ. σχετικά Σωτήριος Αλ. Καρανικόλας. Τα σφάσματα m λατρ(ίας των Συμαίων. τ. Α'. Πειραιάς 1962.σ.2 2 . !00. ΑΚ, Πρακτικά ας 5. Πρακτικά και Αλληλογραφία της Δημογεροντίας 1884-1885. σ. 1-2. 101. Βλ. για παράδειγμα τις αποφάσεις των λαίκών συνελεύσεων που περιέχονται στο ΑΚ, Πρακτικά Δ . σ . 1 0 , Ψηφίσματα λαίκών συνελεύσεων 8.1.1893-4.1.1907. 10
2. Η Τετράνησος απετελείτο από την Κάλυμνο, τη Λέρο. την Πάτμο και την Ικαρία. Για το βηματισμό της και το καθεστώς που την διείπε βλ. ενδεικτικά Ε. Πρωτοψάλτης. «Η τύχη των Νοτίων Σποράδων κατα την Επανάστασιν και μετ' αυτήν». Καρπαθιακαί Μελεται. τ. 2 1981)306-307. Παναγιώτης Σαβοριανάκης. Νησιωτικές κοινωνύς στο Αιγαίο. Η περίπτωση των Ελλήνων της Ρόδου και της Κω (18ος-19ος αι.). Αθήνα χ.χ..σ.1 1 5 - 1 2 5 .
177
ΕΓΔΟΚΙΑ ΟΛΓΜΠΙΤΟΤ
Χθες Κυριακήν ευάριθμοι τινές ενταύθα, ους και η ενταύθα Διοικητική αστυνομία και η Σεβ. Καίμακαμία καλώς γιγνώσκει, μεταβάντες εις Χώρας και κρούσαντες τους κώδωνας του εκεί Μητροπολιτικού ναού της Παναγίας, εσύναξαν τινός των εκεί κατοίκων, και αφού εξηπάτησαν αυτούς και τους εξηρεθησαν εις το έπακρον με διάφορα ψεύδη και συκοφαντίας, ότι δήθεν η Δημογεροντια δεν θέλει την κατάργησιν των σπογγαλιευτικών μηχανών και αρνείται να ενεργή™ τα δέοντα υπέρ της επιτυχίας του ζητήματος τούτου και πολλά άλλα ψεύδη και συκοφαντίας, ενώ τουναντίον η Δημογεροντια είναι εις θέσιν να απόδειξη εις πάσαν περίστασιν δια του επισημότερου τρόπου ότι ενεργεί μεθ' όλης της απαιτουμένης ζέσεως και δραστηριότητος παν ό,τι χρειάζεται υπέρ της επιτυχίας του πόθου τούτου των κατοίκων, εκίνησαν ομού μετά γυναικών και παίδων εις Πόθαιαν. Αφού δε καθ' όλην την από Χώρας εις Πόθαιαν οδόν, έστησαν πολλούς σωρούς λίθων εις σημείον αναθέματος δήθεν καθ' ημών ως φοβερών εχθρών του τόπου και εκτόξευον αδιακόπτως τας χυδαιοτάτας ύβρεις καθ' ημών και απειλάς. εισήλθον και εις την Πόθαιαν με λίθους εις τας χείρας. Αφού δε. χωρίς να έχωσιν καμμίαν γνώσιν ούτε η Δημογεροντια ούτε η Σεβ. Καίμακαμία, συνήλθον εις τον ναόν του Χριστού και κρούσαντες τον κώδωνα της εκκλησίας εσύναξαν και άλλους τινάς ολίγους και των διοργανωτών επαναλαβόντων τας καθ' ημών συκοφαντίας εξηκολούθησαν τας καθ' ημών ύβρεις και απειλάς. μετέβησαν εις το Διοικητήριον. Επειδή δε αθρόους δεν τους εδέχετο η υμ. Ενδοξότης. εμάθομεν ότι έστειλον πρεσβείαν. και εκείθεν πάλιν αποχωρήσαντες περιήλθον την πόλιν, εξακολουθούντες να συκοφαντώσιν, υβρίζωσι και απειλώσιν ημάς [...]·'°3 Παράλληλα, οι δημοπρατήσεις «του τοπικού δικαιώματος των σπόγγων» και του «δικαιώματος της Σκάλας» των δημοτικών φόρων με τους οποίους η Δημο γεροντια αντιμετώπιζε τ α κοινοτικά χρέη, τη συντήρηση των σχολείων και την περίθαλψη των κατοίκων, διεξάγονταν σε παραλιακό καφενείο. 1 0 4 Η ίδρυση «Αναγνωστηρίου», νομίζω ότι αποτελεί ενδιαφέρουσα ένδειξη των πολιτιστικών επιλογών στη νέα πόλη. Το ζ ή Ρ η μ ααπασχολεί τη Δημογεροντια Καλύμνου α π ό το 1877. 105 Όταν το 1904, ιδρύεται το Αναγνωστήριο Καλύμνου
103. ΑΚ, Αλληλογραφία 1895-1896, επιστολή 117. με ημερομηνία 29.5.1895. Το έγγραφο δη μοσιεύεται ολόκληρο από τον Κυριάκο Χατζηδάκη, «Η Κάλυμνος στο τέλος της Τουρκοκρα τίας», Καλυμνιακά Χρονικά 8 (1989) 86-87. 104. ΑΚ, Πρακτικά Δ.ς. αρ. 39, Πρακτικά και αλληλογραφία Οικονομικής Επιτροπής Καλύ μνου 4.2.1902-23.6.1904, φ. 4 105. Βλ. σχετικά Θεμελίνα Καπελλά, «Η ιστορία του Αναγνωστηρίου», Καλυμνιακά Χρονικά 1 (1980) 26-28. Κυριάκος Χατζηδάκης, «Η Κάλυμνος...», ό.π.,σ.8 2 .
178
ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΏΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ
«Αι Μούσαι», στεγάζεται σε κτίσμα της παραλίας, στη θέση Λίμνη, που νοι κιάζεται γ ί αυτόν το σκοπό.Ι" 0 Θα παρουσίαζε ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε την αξία της ακίνητης περιουσίας στην Πόθια και να την συγκρίνουμε με την αντίστοιχη στη Χώρα, αν διαθέταμε σχετικά τεκμήρια. Ό π ω ς σημείωνε και ο Κ. Φλέγελ, Προ 60 ετών έτι ηδύνατό τις να αγοράση το έδαφος ολοκλήρου της Ποθαίας αντί ευτελέστατης τιμής, ενώ σήμερον τιμάται εκατομμυρίων τινών χωρίς των κτιρίων. Πλησίον της θαλάσσης παρά τον λιμένα τα γήπεδα φυσικώ τω λόγω είναι ακριβώτερα και μάλλον περιζήτητα, ούτω εκείνο, εφ ου ο κ. Νομικός Χριστοδουλάκης έκτισε την καλλιμάρμαρον οικίαν αυτού, τιμάται 1.000 λιρών οθωμανικών ή 24.000 φράγκων χρυσών. 107 Ξαναγυρνώντας στα αρχικά μας ερωτήματα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα τεκμήρια μας επιτρέπουν να υποστηρίξουμε ότι η συνεργασία του Ιωάννη Χαλεπά με τη Δημογεροντια Καλύμνου δεν ήταν τυχαία. Όταν στα τέλη της δεκαετίας του 1870. ο Τήνιος γλύπτης κατασκεύαζε το τέμπλο στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, η Πόθια ίσως δεν είχε γίνει ακόμη ο σημαντικό τερος οικισμός του νησιού. Από τις διαθέσιμες πηγές. όμως. γίνεται αντιληπτό ότι στις αμέσως επόμενες δεκαετίες οδηγούνταν με ταχείς ρυθμούς προς αυτή την κατεύθυνση. Η συνεργασία, επομένως, με μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις μαρμαρογλυπτικής της εποχής και η πρόσκληση ενός καταξιω μένου μαρμαρογλύπτη θα πρέπει να ήταν συνειδητή επιλογή. Εξάλλου και η οργάνωση του νέου οικισμού έγινε με σχετικό σχεδιασμό και πρόβλεψη των μελλοντικών αναγκών. Η εκκλησία του Σωτήρος ήταν ένα α π ό τα έργα. ή μάλλον το προοίμιο των έργων εκείνων που θα ανεδείκνυαν αυτή τη νέα συνείδηση περί αστικού χώρου.
106. Πρόκειται για το σπίτι του γιατρού Σπ. Καραβοκυρού. Βλ. τη σχετική επιστολή διαμαρ τυρίας της Δημογεροντίας προς τον Καίμακάμη Καλύμνου, με ημερομηνία 9.12.1904, όπως δημοσιεύεται στον 6ο τόμο των Καλυμνιακών Χρονικών (1986) 14-18. Στη Σύμη υπήρχε το «Αναγνωστήριον Η Αίγλη», από το 1872. ένα μορφωτικό σωματείο με ποικίλες δραστήριο . Γεώργιος Θ. Βεργωτής. «Περί την ιστορίαν του Αναγνωστηρίου Σύμης Ή Αίγλη"», Συμαϊκά 1 (1972) 123-138. 07 Κ
· άρολος Φλέγελ. Η νήσος.... ό.π..σ.2 4 . Το οικόπεδο, στο οποίο αναφέρεται, τυχαίνει να βρίσκεται πίσω ακριβώς από την εκκλησία της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. R
17!»
Θεοδόσης Πυλαρινός
MULTUM IN PARVO: ΑΠΟ ΤΟ «ΠΙΣΤΟΜΑ!» ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ TOT ΚΩΝΣΤ. ΘΕΟΤΟΚΗ ΣΤΗΝ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΛΗΨΗ ΤΟΥ «ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟΥ» ΤΟΥ Ι.Μ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Δ
εν γνωρίζω αν και πόσο λειτούργησε η συγκυρία, πόσο η πρό τερη γνώση των θεματικών, πόσο η άντληση των θεμάτων από κοινές κοινωνικές πηγές και πόσο όλα ή ορισμένα από αυτά στο διήγημα του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου « 0 Ασπροπόταμος», που περιλαμβάνεται στον τόμο των διηγημάτων του με τίτλο Ανθρώπινη δίψα και δίνει την εντύπωση ότι αποτελεί επιτυχή και προσφυή «συγκόλληση» δύο γνωστών, αυτοτελών έργων του Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Θα πραγματευθώ. ωστόσο, το θέμα μου. λογαριάζοντας ως ελάχιστα πιθανή τη συγκυρία, εφόσον ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος υπήρξε βαθύτατος γνώστης των λογοτεχνικών πραγμάτων μας και εμβριθής ιστορικός της λογοτεχνίας μας· επι πλέον, είναι γνωστό ότι είχε εντρυφήσει στο έργο του Κ. Θεοτόκη.2 Οι στενές, μάλιστα, σχέσεις του με το κερκυραίκό λογοτεχνικό περιβάλλον και η γνωριμία του με εκπρόσωπους της κερκυραίκής παράδοσης, όπως η Ειρήνη Α. Δεντρινού, 1. Βλ. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. Ανθρώπινη δίφα. Διηγήματα, Θεοδόσης Πυλαρινός (φιλ. επιμ.) , εκδ. Σχολής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. Αθήνα 2003. α 87-105, «Ο Ασπροπόταμος». 2. Βλ. Επιστολές Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου και Εμμ. και Αικ. Κριαρά. Εμμ. Κριαράς (επιμ.) . έκδ. Σχολής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. Αθήνα 2004.σ.2 5 . όπου αναφέρεται κριτικά στην από 28.3.1947 επιστολή του προς τον Εμμ. Κριαρά σε κείμενα του Κ. Θεοτόκη. Ωστόσο, στα Πρόσωπα και τα κ(ίμ(να δεν αναφέρεται στον Κ. Θεοτόκη, ενώ μερικές σελίδες μόνο (κι αυτές ιστορικοανεκδοτολογικού χαρακτήρα) του αφιερώνει στο βιβλίο του Τα γράμματα και η τέχνη. Μελετήματα και προσωπογραφία. Αστήρ. Αλ. και Ε. Παπαδημητρίου. Αθήναι 1967.σ.7 0 - 8 0 . «Καρουσάδες. Μνήμη Κωνσταντίνου Θεοτόκη». Αναφορές όμως στα εξεταζόμενα εδώ έργα του δεν υπάρχουν. Το ίδιο κείμενο συμπεριλήφθηκε και στο βιβλίο του Κέρκυρα, το νησί της λυρικής φαντασίας. Κ. Δαφνής (προλεγ.λ Κερκυραίκά Χρονικά. Κέρκυρα 1975.σ.7 8 - 8 5 . ρόκειται για τόμο στον οποίο συγκεντρώθηκαν και εκδόθηκαν παλαιές (και εκδεδομένες ηδη) εργασίες του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου από το φίλο του εκδότη των Κερκυραϊκών Νέων Κ. Δαφνή. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι τα Προλεγόμενα του Κ. Δαφνή, με τίτλο «Ι.Μ. αναγιωτόπουλος. Η πορεία μιας ζωής κι ενός έργου», αν και δεν έχει να προσθέσει τίποτα στη δική μας έρευνα.
181
ΘΕΟΔΟΣΗΣ
ΠΊΓΛΑΡΙΝΟΣ
ο Νίκος Λευθεριώτης3 - άτομα του στενού θεοτοκικού κύκλου -, καθώς και ο Κώστας Δαφνής - ο πλέον ίσως ενημερωμένος, στα ρητά και τα άρρητα, μελε τητής της Κερκυραίκής Σχολής - ενισχύουν την άποψη της ενδελεχούς γνώσης των θεοτοκικών, εν προκειμένω, πραγμάτων σε συνδυασμό με τα ήθη της κερ κυραίκής ζωής,4 την οποία γνώρισε και εξ αυτοψίας ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, όντας, εκτός των άλλων, και τακτικός επισκέπτης της Κέρκυρας.5 Γιατί παρα θέριζε συστηματικά και για μεγάλα διαστήματα στον Τψο της Κέρκυρας, λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο και σχεδόν μέχρι το θάνατο του. 6 Δεν αποκλείεται, βέβαια, ίσα ίσα είναι πολύ πιθανή, και η κοινή πηγή - δεν εννοούμε λογοτεχνική - , που μάλλον πρέπει να την αναζητήσουμε στην κοι νωνική κατάσταση της εποχής τους, την οποία διακρίνουν κοινά χαρακτηρι στικά, κοινές βάσεις για τις σχέσεις των φύλων, όμοια κοινωνικά προβλήματα και, για την περίπτωση μας, παρεμφερής παρουσίαση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η γυναίκα περί τα τέλη του 19ου και για μεγάλο διάσΡηματου 20ού αιώνα.7
3. Εύγλωττη απόδειξη αποτελεί το βιβλίο του Κέρκυρα, το νησί της λυρικής φαντασία;. Κέρκυρα 1975, αποτελούμενο από. κατά διάφορους καιρούς, γραμμένα κείμενα του σχετικά με την πνευματική ιστορία του νησιού και τους εκπρόσωπους της επιχώριας Σχολής. 4. Μνεία της Κέρκυρας κάνει όχι μόνο σε δημοσιογραφικά κείμενα του, από τα οποία και προέκυψε το βιβλίο που του εξέδωσε ο Κ. Δαφνής, ο εκδότης των Κερκυραϊκών Χρονικών. στη σειρά των εκτός περιοδικού κερκυραίκού ή επτανησιακού ενδιαφέροντος έργων, και εννοούμε το βιβλίο Κέρκυρα, το νησί της λυρικής φαντασίας. Κέρκυρα 1975. αλλά και σε λο γοτεχνικά έργα του, όπως στην Αλληλογραφία. Θεοδόσης Πυλαρινός (φιλ. επιμ.) , εκδ. Σχο λής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Αθήνα 2003. και στα διηγήματα «Pyrgi - Village» (στον τόμο διηγημάτων Ασφυξία. Οι Εκδόσεις των Φίλων. Αθήνα 1978.σ.8 0 - 9 9 ) και «Ο Ζακχαίος» (στον τόμο διηγημάτων Ανθρώπινη δίψα. Θεοδόσης Πυλαρινός [φιλ. επιμ.]. εκδ. Σχολής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Αθήνα 2003.σ.1 0 7 - 1 3 3 ) . 5. Η πρώτη έκδοση της Ανθρώπινης δίψας έγινε το 1959 (βλ. ό.π..σ.2 2 3 ) . 0 συγγραφέας α π ό το θέρος του 1950 και εξής. κάθε καλοκαίρι, παραθέριζε στον Ύψο της Κέρκυρας και είχε αναπτύξει σχέσεις με τους Κερκυραίους λόγιους και λογοτέχνες. Για τις σχέσεις του με το νησί και τους λογίους του βλ. Θεοδόσης Πυλαρινός, «Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος και η Κέρκυρα», Πόρφυρας97 (2000) 503-518. και το βιβλίο Κέρκυρα, το νησί της λυρικής φαντασίας. Κ. Δαφνής (προλεγ.Χ Κερκυραϊκά Χρονικά, Κέρκυρα 1975. 6. Βλ. Κερκυραϊκά Χρονικά, τόμ. Α' (2003) , ιδίως τα κείμενα του Θεοδόση Πυλαρινού, «Η εκδοτική, η δημοσιογραφική και η προσωπική συνεισφορά του Κώστα Δαφνή στην ανάδειξη της επτανησιακής λογοτεχνικής παράδοσης»,σ.4 5 - 1 0 2 , και της Κωνσταντίνας Χρυσικοπούλου, « 0 εκδότης Κώστας Δαφνής: Από την επικαιρότητα των Κερκυραϊκών Νέων και τον πειραματισμό των Φιλολογικών Νέων στην ωριμότητα των Κερκυραϊκών Χρονικών»,σ.1 0 3 - 1 2 6 . 7. Υπενθυμίζουμε ότι η Ανθρώπινη δίψα κυκλοφόρησε το 1959 (βλ. ό.π.,σ.2 2 3 - 2 2 8 . το εκδοτικό ιστορικό του εν λόγω βιβλίου) .
ίΚ>
MULTUM IN PARVO
Πιο συγκεκριμένα, το τελευταίο μέρος του «Ασπροπόταμου» του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου,8 το τμήμα της τίσης και της τραγικής συνάμα λύσης, με τη φρικαλέα καταστροφή της ηρωίδας και την εξόντωση του καρπού του άνο μου έρωτα της, ανακαλεί αναπόφευκτα στη μνήμη μας ολόκληρο το, κλασικό πλέον, διήγημα-μινιατούρα του Κ. Θεοτόκη «Πίστομα!» 9 και το βδελυρό τέ λος του μικρού βλαστού της ανώνυμης ηρωίδας του.· 0 Η κοινή θεματική, τα ίδια ήθη, η θέση της γυναίκας και το άγραφο οικογε νειακό δίκαιο στην όχι απόμακρη από τα Ιόνια περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, δεν αποκλείουν τη σύμπτωση και αξιοποίηση από τους δύο πεζογράφους μας ενός συνήθους γεγονότος αυτοδικίας, ενός εγκλήματος για λόγους τιμής. Ο Κ. Θεοτόκης, βέβαια, στο διήγημα του περιορίζεται με εξαιρετική πυκνότητα στο έγκλημα και την τιμωρία, αναφερόμενος στις συνθήκες των χωρικών της Κέρκυρας στα τέλη του 19ου αιώνα, προβάλλοντας τη σύγκρουση φυσικού και κοινωνικού νόμου, την αμείλικτη ακόμη θέση της κοινωνίας έναντι της παρανομούσας γυναίκας και ακόμη, προετοιμάζει, χάρη ακριβώς στη δυνατότητα που δίνεται στη γυναίκα να διαπράξει την παράβαση, την επόμενη φάση της πεζογραφίας του, όπου με την Τιμή και το χρήμα, η κάθαρση δεν θα προέλθει έξωθεν, αλλά θα έχει τη μορφή της αυτοκάθαρσης-απελευθέρωσης. Η Ρήνη δηλαδή στη νουβέλα αυτή του Κ. Θεοτόκη δεν θα υποταγεί, αλλά θα αναλάβει την ευθύνη και την κοινωνία να αντιμετωπίσει και το παιδί να αναθρέψει. Τα σημεία που συντελούν στη θέση αυτή είναι, από την αρνητική πλευρά, η ανυπαρξία ικανού ανδρός για να εκδικηθεί προασπίζοντας την τιμή της οικο γένειας του σκόπιμα ανίσχυρου Τρίνκουλου, και. θετικά, η προβολή ενός νέου
8. Βλ ό.π.. τελευταία αράδα τηςσ.1 0 2 έωςσ.1 0 5 . Ολόκληρο το «Πίστομα!» έχει την ίδια περίπου έκταση, γεγονός που ενδιαφέρει για την απόδειξη ότι το τμήμα αυτό αποτελεί δημιουργική μίμηση του θεοτοκικοό προτύπου. Το εκτενές, πάλι. πρώτο μέρος του «Ασπρο πόταμου» αντιστοιχεί με ολόκληρη τη νουβέλα του Κ. Θεοτόκη, που αριθμεί 90 περίπου σελίδες. Έτσι, ποσοτικά κατ' αρχάς υπάρχει εμφανής σχέση. 9· Βλ. Κωνσταντίνου Μ. Θεοτόκη. Κορφιάτικες ιστορίες. Ειρήνη Α. Δεντρινού (προλεγ.) . εκδ. Εταιρείας προς Ενίσχυσιν των Επτανησιακών Μελετών, αρ. 2. Κέρκυρα 1935.σ.1 5 8 - 1 6 0 . 10. Σημειώνουμε ότι και στο έργο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου και στην Τιμή και το χρήμα του Κ. Θεοτόκη υπάρχει σκόπιμος συσκοτισμός στο τέλος τους. που επιτείνει την τραγικότητα τους. Ετσι, στο πρώτο αφήνεται να νοηθεί ότι μητέρα και παιδί πέφτουν στο ποτάμι, χωρίς να λέγεται ρητά. αλλά να υπονοείται σαφώς, ότι χτυπήθηκαν από τον τιμωρό αδελφό με το τσεκούρι που εμφατικά αναφέρεται από το συγγραφέα ως το όργανο του διπλού φονικού. Παράλληλα, όμως υπάρχει και η φράση ( σ . 1 0 4 ) του αδελφού: «Ατιμη [...] Να πας να πέσεις να πνιγείς στο ποτάμι [...]». 0 Ι.Μ. παρουσιάζει με έντεχνο τρόπο το αποτρόπαιο έγκλημα. Κ· Θεοτόκης, ασαφώς κι αυτός, ενώ με το «πίστομα!» μας δηλώνει τον επικείμενο θάνατο του παιδιού δεν κάνει λόγο. αφήνει ανοιχτό, το θέμα για την τύχη της γυναίκας.
[83
ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΙΛΑΡΙΝΟΣ
όπλου π ο υ συνέτεινε στη χειραφέτηση της γυναίκας, και αυτό είναι η εργασία, είναι το χρήμα υ π ό ανεστραμμένη, δηλαδή απελευθερωτική, χρήση· δεν είναι, με άλλα λόγια, το εργαλείο π ο υ οδηγεί στην προικοθηρία, την εκμετάλλευση, την υποτέλεια, αλλά στο αντίθετο τους, στην αξιοπρέπεια και την ελευθερία της γυναίκας. Όσο όμως κι αν συμπίπτουν οι κοινωνικοί όροι, είναι πρόδηλο ότι ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος χρησιμοποιεί έντεχνα ως αφανές διακείμενο τα έργα του Κερκυραίου συγγραφέα. Θα καταδείξουμε τα κοινά σημεία, τις διαφοροποιήσεις, αλλά και τις παρα τηρούμενες διαφορές ανάμεσα στο ζεύγος των κειμένων του Κ. Θεοτόκη και του « Α σ π ρ ο π ό τ α μ ο υ » , που αποτέλεσε ενιαίο εκτενές διήγημα, πιστεύοντας ότι ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος π έ ρ α α π ό τη θεματική σύμπτωση, γνωρίζοντας το έργο του Κ. Θεοτόκη, αξιοποίησε με εξαιρετικό τρόπο, συνάπτοντας σε ένα αδιαίρετο όλο στον δικό του « Α σ π ρ ο π ό τ α μ ο » (ακολουθώντας τις κοινωνικές συνθήκες της δικής του περιοχής) τη θεματική της νουβέλας του Κ. Θεοτόκη Η τιμή και το χρήμα και το περιεχόμενο του διηγήματος «Πίστομα!» από τις λεγόμενες Κορφιάτικες ιστοριες του Κερκυραίου πεζογράφου. 1 2 1) Υπάρχει σχεδόν απόλυτη αντιστοιχία στην έκταση των κειμένων. Η εκτενής νουβέλα Η τιμή και το χρήμα αντιστοιχεί στο επίσης εκτενές και ομόθεμο με αυτήν π ρ ώ τ ο τμήμα του « Α σ π ρ ο π ό τ α μ ο υ » . Σ ' α υ τ ά τα κείμενα (το πλήρες του Κ. Θεοτόκη και το μεγάλο μέρος του « Α σ π ρ ο π ό τ α μ ο υ » του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου) καταγράφεται ο ιστορικός και μυθιστορηματικός χωροχρόνος, οι κοινωνικές συνθήκες και περιγράφονται οι χαρακτήρες. Το λιλιπούτειο θεοτοκικό διήγημα «Πίστομα!» συμπίπτει με το ολιγοσέλιδο ακροτελεύτιο μέρος του διηγήματος του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, στο οποίο ολοκληρώνεται η τραγωδία, γεγονός στο οποίο επικουρεί η πυκνή και ελαφρώς υπαινικτική διήγηση. Το τραγικό δηλαδή τέλος των δύο νηπίων δίνεται με λίγα αλλά δρα ματικά λόγια. 2) Οι χρονικές περίοδοι π ο υ εκτυλίσσονται οι υποθέσεις των τριών κειμέ νων εν πολλοίς συμπίπτουν. Αμφότερα τα εκτενή εκτυλίσσονται στην πρώτη εικοσαετία του 20ού αιώνα. Θα μπορούσαν, ωστόσο, να τοποθετηθούν λίγα 11. Βλ. Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Η τιμή και το χρήμα (με εξη εικονογραφιες χαραγμενες από τον Μάρκο Ζαβιτζιάνο) , Τυπογραφείο Κείμενα. Αθήνα 1984. 0 Πρόλογος του συγγραφέα, στην α έκδοση, φέρει χρονολογία 15.9.1914. 0 Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. καίτοι αισθητά νεότερος του Κ. Θεοτόκη, παιδί το 1914, ωστόσο δεν απέχει πολύ χρονικά, εφόσον τοποθετεί τον «Ασπροπόταμο» του στην ίδια περίπου εποχή. 12. Βλ. Κωνσταντίνου Μ. Θεοτόκη, Κορφιάτικες ιστορίες. Ειρήνη Α. Δεντρινου (προλεγ.) έκδ. Εταιρείας προς Ενίσχυσιν των Επτανησιακών Μελετών, αρ. 2, Κέρκυρα 1935,σ.1 5 8 - 1 6 0 .
W,
MULTUM IN PARVO
χρόνια ενωρίτερα ή αργότερα, λόγω των αργών κοινωνικών αλλαγών της επο χής. Το «Πίστομα!» μάλλον πρέπει να τοποθετηθεί λίγο πιο πίσω. Γεγονός πάντως είναι ότι αποτυπώνουν αυθιστορικά εποχές που οι συγγραφείς ζού σαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους και ενέχουν στοιχεία εντοπιότητας, για τον Κ. Θεοτόκη13 επισημασμένης και καταγεγραμμένης στα χαρακτηριστικά γνω ρίσματα της τέχνης του, για δε τον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο αρκετά ευδιάκριτης αλλά ασαφούς, απροσδιόριστης και ακατάγραφης. 14 3) Είναι κοινή η θεματική του άνομου και κοινωνικά τιμωρητέου έρωτα, που συνοδεύεται και από την επιδείνωση της παρανομίας λόγω της εμπλοκής της εξώγαμης κύησης, η οποία στην περίπτωση του Κ. Θεοτόκη διχοτομείται, περνάει σε δύο διαφορετικά κείμενα του και δίνει διαφορετικό τέλος στο καθένα εξ αυτών (στην Τιμή και το χρήμα θα οδηγήσει στη γέννηση νόθου παιδιού σε εξωαφηγηματικό χρόνο, ενώ στο «Πίστομα!» 15 ο άνομος καρπός είναι ήδη συντελεσμένος και αποτελεί ανεπίστροφο γεγονός και κρίσιμο μέ ρος της πλοκής και της λύσης) . Στην περίπτωση του «Ασπροπόταμου» ο συγγραφέας συρράπτει τρόπον τινά τη νουβέλα και το «Πίστομα!» του Κ. Θεοτόκη και δίνει ένα τέλος ενδοαφηγηματικό που αναπόφευκτα ταυτίζεται με το «Πίστομα!» και το τραγικό γεγονός του φόνου του αθώου βρέφους.16
13. Βλ. Γιάννης Δάλλας. Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Κριτική σπουδή μιας πεζογραφικής πορείας, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 2001,σ.8 9 - 1 1 9 . Η αναζήτηση της εντοπιότητας - και το είδος της - στο έργο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου δεν έχει ερευνηθεί από όσα γνωρίζουμε ούτε από την Αννίτα Παναρέτου στο έργο της Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. Συνολική θεώρηση του έργου του. (Επικαιρότητα, Αθήνα 1990) , ούτε σε κάποια ειδική μελέτη ή διδακτορική διατριβή. Κι όμως και έντονη είναι και ιδιότυπα δοσμένη, τουλάχιστον στη γνωστή τριλογία του. όπου και ο ίδιος δίνει μαρτυρίες για το συνεχές του έργου του, κατονομάζοντας τη Χαμοζωή. την Αστροφεγγιά και τους Αιχμαλώτους «τριλογία». Αλλά και η εξέλιξη της εντοπιότητας αυτής και η μετατροπήμεταλλαγή της σε εγκλιματισμό στα δεδομένα του νέου χώρου εγκατοίκησής του έχουν το ενδιαφέρον τους, εφόσον παρακολουθείται η σημασία του περιγεγραμμένου χώρου ή του γεωγραφικά σηματοδοτούμενου τόπου για το είδος της μυθιστορίας. 14. Βλ. την «τριλογία» του Χαμοζωή. Αστροφεγγιά. Αιχμάλωτοι, που κάθε μυθιστόρημα εκτυ λίσσεται σε διαφορετικό χώρο και εποχή, αλλά όλα υποκρύπτουν τόπους, χρονικά διαστήματα και σκηνές που σχετίζονται στενά με τη ζωή του συγγραφέα τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους τόμους των διηγημάτων του Ανθρώπινη δίψα και Το δαχτυλίδι με τα παραμύθια, όπου δια χέεται μυθοποιημένο αυτοβιογραφικό υλικό. Βλ. τα σύντομα αλλά περιεκτικά εισαγωγικά σημειώματα μας στους προαναφερθέντες τόμους, ατις εκδ. Σχολής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Αθήνα 2002-2003. Για το θεολογικό και κοινωνικό πλαίσιο του έργου αυτού βλ. Ειρήνη Α. Δεντρινού, Η Κερκυραίκή Σχολή. «Ο Κ. Θεοτόκης - διηγηματογράφος». Κέρκυρα 21971,σ.1 0 1 - 5 , Προλεγόμενα Κ. Δαφνή (^Κερκυραϊκά Χρονικά) , τόμ. 3ος. Ακ υρώνει δηλαδή το τέλος που δίνει η επαναστατημένη Ρήνη του Κ. Θεοτόκη, προσφυώς,
185
ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΤΛΑΡΙΙΝΟΣ
4) Ο γάμος ως αποκατάσταση της γυναίκας και συνακόλουθα ως εξάρτηση της από τον άνδρα, άρα ως θεσμικό καθεστώς, αποτελεί κοινό θέμα των δυο συγγραφέων και αίτιο της κοινωνικής παθογένειας. Η διαφορά έγκειται στο ότι ο Κ. Θεοτόκης παρουσιάζει δύο διαφορετικές εκδοχές (του γάμου στο χώρο της υπαίθρου και στα μικροαστικά-εργατικά στρώματα του προαστίου, με έκδηλες τις διαφορές και κοινό χώρο τη δυτικότροπη Κέρκυρα) , ενώ ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος το γάμο στην ηπειρωτική Ελλάδα με τα άκαμπτα και αυστηρά ήθη. Σε κάθε περίπτωση όμως η εμμονή στο καίριο σπονδυλωτό ζήΡηματης κοινωνίας, γάμος - προίκα - σεξουαλικές σχέσεις, με θύμα της εξάρτησης αυτής τη γυναίκα, αποτελεί σοβαρή καταγραφή που προοιωνίζεται κοινωνικές αλλαγές. 5) Η προίκα αποτελεί κοινό παρονομαστή, εφόσον οι δύο ηρωίδες (οι συνονόματες Ρήνες) προέρχονται από ασθενείς οικονομικά τάξεις, ασθενέ στερες σε κάθε περίπτωση των ανδρών ηρώων. Άρα το χρήμα λειτουργεί ως κινητήριος μοχλός, η δε αξία του νομιμοποιείται με το ηθικό περίβλημα του γάμου και της ευλογίας του από την οικογένεια και την Εκκλησία. 6) Το ερωτικό στοιχείο και η γενετήσια ορμή επεμβαίνουν φυσιολογικά και (απο) ρυθμίζουν τις κοινωνικές δομές και την κοινωνιογενή ισορροπία των φύλων. Παρατηρητέα η σπερματική εμφάνιση μιας πρωτογενούς-ενστικτώδους μορφής και, εξελικτικά, μιας εμφανούς χειραφέτησης στο «Πίστομα!» και στην Τιμή και το χρήμα, αντίστοιχα, του Κ. Θεοτόκη. Στον «Ασπροπόταμο» η γυναίκα κινείται ενστικτωδώς και φυσικά, άρα μόνο προς την παρανομία, και υφίσταται παθητικά τις συνέπειες, τις οποίες επιτείνει η (υπαρκτή σε όλες τις περιπτώσεις) μητρότητα. Αντίθετα, στον Κ. Θεοτόκη και προς την παρανομία αλλά και στην απενοχοποίηση του προγαμιαίου έρωτα και της «ένοχης» γυναίκας. 7) Η μητρότητα αποτελεί βασικό κέντρο των έργων και κλειδί για την τραγική φόρτιση (τόσο των δύο κειμένων του Κ. Θεοτόκη, όσο και του «Ασπροπόταμου») . Η διαφοροποίηση έγκειται στην ποιοτική αντιμετώπιση της, αποτέλεσμα της προαναφερθείσας χειραφέτησης με την εμπλοκή της εργασίας και της συνακόλουθης οικονομικής και προσωπικής ανεξαρτησίας. 8) Η ποινή είναι ανελέητη. Στο «Πίστομα!», όπου καταγράφονται ήθη της αγροτικής Κέρκυρας και είναι χρονικά πρότερη η παρουσιαζόμενη κοινωνική δομή, ο θάνατος επέρχεται ως αναπότρεπτη τιμωρία από τον θιγέντα άνδρα, μια και η ποιμενική και υπανάπτυκτη περιοχή του Αιτωλικού είχε τραχιά ήθη και δεν μπορούσε να δεχτεί τη χειραφέτηση της γυναίκας, αντίθετα φαίνεται πολύ λογική για τα ήθη του χώροι) της Δυτικής Ελλάδας η θανατική ποινή και το ξέπλυμα της οικογενειακής ντροπής.
186
MULTUM IN PARVO
σύζυγο ή αδελφό. Πρόκειται για αποκατάσταση της οικογενειακής τιμής και της διασαλευθείσας κοινωνικής τάξης. Στην Τιμή και το χρήμα, όπου η γυναί κα αρχίζει να ανεξαρτητοποιείται οικονομικά και το όλο σκηνικό ρέπει προς το μεσοαστικό (η υπόθεση εκτυλίσσεται στην πόλη της Κέρκυρας, σε λαίκή συνοικία της)17 η σιόρα Επιστήμη αποκτά αυτονομία με το χρήμα που κερ δίζει, η δε κόρη της σε πρώτα στάδια χειραφέτησης, όπως είπαμε, και υπο λογίζοντας στην προσωπική εργασία της, αντιστέκεται και αποτελεί πρότυπο αλλαγών και ανατροπής του κρατούντος άγραφου δικαίου. 18 Αναμενόμενα σκληρή είναι η τιμωρία στον «Ασπροπόταμο», που συμπίπτει κοινωνικά και ταξικά με αυτήν στο «Πίστομα!». Ωστόσο, εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι η σεξουαλική ζωή χάρη στην προσωπική εργασία της γυναίκας αποδεσμεύεται και η γυναίκα σταδιακά απελευθερώνεται από την υποταγή στον άνδρα, που της επιβάλλει η πατριαρχική κοινωνία. 9) Τεχνική ομοιότητα, αλλά σημαντική και δηλωτική ίσως εκ μέρους του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου ότι εμπνεύστηκε, δημιουργικά πάντοτε, από το μοντέλο τού κοινωνικής σημασίας έργου τού Κ. Θεοτόκη, αποτελεί η κοινή ονομασία των γυναικών-κεντρικών και τραγικών ηρωίδων του. Ρήνα είναι η ηρωίδα στον «Ασπροπόταμο» και Ρήνη του Κ. Θεοτόκη στην Τιμή και το χρήμα.^ Έτσι, ο πρώτος συγγραφέας έχει την άνεση να επιλέγει ό.τι του είναι λειτουργικό για την οικονομία του δικού του έργου, παραπέμποντας παράλληλα στην πηγή του.
17. Το κερκυραίκό προάστιο, εν προκειμένω το Μαντούκι. το οποίο αποτελεί πύλη διόδου των αστικών συνηθειών στα λαίκά στρώματα του νησιού. Στον κερκυραίκό χώρο παρακολουθεί κανείς και την ετυμολογική περιπέτεια της λέξης (προ του άστεως) και την κοινωνική, εφόσον η κατοίκηση των υπό ανέλιξη στρωμάτων προ της πόλεως λειτούργησε διττά, και ως οιονεί κλοιός που περιέσφιγγε σταδιακά το άστυ. και ως προκεχωρημένο φυλάκιο που αντλεί δυνάμεις από τον κυρίως αστικό χώρο. 18. Αποτελεί επαναστατική ενέργεια το γεγονός ότι θα κρατήσει το παιδί που κυοφορεί, καίτοι αστεφανωτη, κι αυτό με δική της επιλογή. Επίσης, παρατηρητέα είναι η μνεία της εργασίας ως απελευθερωτικού παράγοντα και απεξάρτησης από τις υπάρχουσες κοινωνικές δομές. Βλ τη στερεότυπη φράση: «Δουλευτάδες και ot δυο, ποιόνε έχουμε ανάγκη;» υπό διάφορες φραστικές παραλλαγές και εκφωνούμενο α π ό στόμα γυναίκας. Ασφαλώς δεν πρόκειται για τη μη αμειβόμενη σκληρή εργασία της -γυναίκας στο χωριό, αλλά για τις νέες εργασιακές συνθήκες της βιομηχανικής πόλης και της εισόδου της γυναίκας στην παραγωγή. Στοιχεία υι« τα προαναφερθέντα βλ. στην ανακοίνωση μας «Ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις και ταξικές μεταβολές στο έργο Η τιμή και το χρήμα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη», που θα ημοσιευθεί προσεχώς στον τόμο των Πρακτικών του 7ου Συνεδρίου Ελλήνων Ιστορικών της Οικονομικής Σκέψης (που διεξήχθη στις 27-28.5.2005 στην Αθήνα, με διοργανωτή το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τμήμα Οικονομικών Επιστημών) , Δεν κατονομάζεται η ηρωίδα του διηγήματος «Πίστομα!».
187
ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΤΛΑΡΙΝΟΣ
Αυτή η διακειμενική υποσήμανση πρέπει να έχει κάποια σχέση και με το ιστο ρικό των έργων αλλά και με το βαπτιστικό όνομα «Ειρήνη». Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, δεινός περί τα φιλολογικά και την ιστορία της λογοτεχνίας μας, πρέπει να γνωρίζει ότι και στην Τιμή και το χρήμα το όνομα Ρήνη δεν είναι τυ χαίο. Πρόκειται για τιμητική ονοματοθεσία της ηρωίδας, ορμώμενη από το θαυ μασμό του συγγραφέα προς τη φίλη του ποιήτρια Ειρήνη Α. Δεντρινού, στην οποία και είναι αφιερωμένο το βιβλίο και η εισαγωγή του, γυναίκα που είχε προωθημένες θέσεις για το γυναικείο ζ ή Ρ η μ ακαι για τη θέση της γυναίκας στη μεταβαλλόμενη αστική νεοελληνική κοινωνία των αρχών του 20ού αιώνα. 20 Πιθανότατα, λοιπόν, στον « Α σ π ρ ο π ό τ α μ ο » αναπαράγει τη λογοτεχνική ιστορία του ονόματος, δίνοντας και στη δική του ηρωίδα, ομοιοπαθή κατά κάποιο τρόπο της Ρήνης του Κ. Θεοτόκη, το ίδιο όνομα, ως δηλωτικό λογοτεχνικού προτύπου και πρόδρομου φεμινιστικού συμβόλου. 2 1
*** Πέρα όμως α π ό τις βασικές ομοιότητες και τις διαφοροποιήσεις υπάρχουν χαρακτηριστικές ομοιότητες και σε επιμέρους σημεία, π ο υ έρχονται να προσεπιβεβαιώσουν την υπόθεση μας ότι ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος προέβη σε μια π ρ ω τ ό τ υ π η δημιουργία, αξιοποιώντας συρραπτικά ένα διπλό μοντέλο αφηγη μάτων του Κ. Θεοτόκη: 1) Η σκηνή με το μελλοθάνατο παιδί στην αγκαλιά της Ρήνας δίπλα στον Ασπρο π ό τ α μ ο ανακαλεί ως εικόνα στη μνήμη την ίδια σκηνή α π ό το «Πίστομα!». 2) Οι δολοφόνοι στα έργα α υ τ ά εμφανίζονται α π ρ ό ο π τ α και βράδυ. 3) Η τραγικότητα των γυναικών στηρίζεται στον αγώνα τους να υπερασπί20. Βλ. τη λογοτεχνική ιστορία και τη φιλολογία που καλλιεργήθηκε λόγω του βαπτιστικού ονόματος της Ειρ. Δεντρινού και την αξιοποίηση του αφηρημένου ουσιαστικού «ειρήνη» από σύγχρονους της συγγραφείς που έγραψαν ποιήματα, κυρίως, γ ί αυτήν. 21. Σημειώνουμε ότι ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος είχε προσωπική φιλία με την Ειρ. Δεντρινού και συζητούσαν τα περί την Κερκυραίκή Σχολή και προφανώς τα σχετικά με τον Κ. Θεοτόχη στις φιλολογικές συναντήσεις τους. Εξάλλου, και λαλίστατη ήταν η Κερκυραία λογοτέχνις και αυτάρεσκα εδιηγείτο τα περί ιδιαίτερου θαυμασμού του Κ. Θεοτόκη στο πρόσωπο της. Βλ. Ειρήνης Α. Δεντρινού. Η Κερκυραίκή Σχολή. ό.π..σ.1 0 6 - 1 3 . «Ο Κ. Θεοτόκης - ποιητής», όπου φαίνεται από μαρτυρίες της ποιήτριας η στενή προσωπική τους σχέση. Ακόμη, για τ0 όνομα Ειρήνη τα δίδυμα ποιήματα «Ρηνούλα». του Αλ. Πάλλη και του Δ. Ταγκόπουλου στο: Θεοδόσης Πυλαρινός, Το λεύκωμα της Ειρήνης Α. Δεντρινού. Εκδόσεις Ειρμός, Αθήνα 1989, ο. 119 και 121. Επίσης, Θεοδόσης Πυλαρινός, Ειρήνη Α. Δεντρινού (1879-1974) . Από τη μεγάλη ακμήέωςτην αναπόφευκτη πτώση της ΚερκυραϊκήςΣχολής, ανέκδ. διδακτ. διατριβή, Αθήνα 1997, και Κέρκυρα, το νησί της λυρικής φαντασίας, ό.π.
188
MULTUM IN PARVO
σουν την αθωότητα των παιδιών τους και διαπερνάται από ενοχές, οδηγώντας σε κοινά ανθρωπολογικά πρότυπα, σύμφωνα με τα οποία το παιδί ως προερ χόμενο από την κοιλιά της μάνας ενοχοποιείται για το αμάρΡηματης. Έτσι, το όργανο της κυοφορίας, η σχετιζόμενη με αυτό γενετήσια λειτουργία και η ανθρώπινη φύση υποτάσσονται στις κοινωνικές επιταγές. 22 Η αποκατάσταση της κοινωνικής ισορροπίας εξαρτάται από τον άνδρα εκδικητή-τιμωρό. 4) Η άγαμη έγκυος γυναίκα οδηγείται στην καταστροφή, υφιστάμενη εν είδει αδυσώπητης μοίρας την κάθαρση. 5) Άνδρας, όμαιμος ή εξ αγχιστείας, συγγενής της θιγείσας, καλείται να ξεπλύνει την ντροπή με αίμα και να αποκαταστήσει τη διασαλευθείσα κοινω νική λειτουργία. Ο ρόλος αυτός επιφυλάσσεται ιεραρχικά, πρώτα στο σύζυγο και ελλείψει αυτού στον αδελφό. Προφανώς, επειδή ο άνδρας είναι αυτός που κοινωνικά υφίσταται την ντροπή και την ατιμία. 23 Παρατηρητέον, όμως, ότι η ντροπή είναι ζήΡημαευρέως οικογενειακό, εξ ου και η εμπλοκή του αδελφού. 6) Το παιδί που φονεύεται και θυσιάζεται, ουσιαστικά, για την αποκα τάσταση της τιμής είναι αγόρι στον «Ασπροποταμο» και μάλλον αγόρι στο «Πίστομα!», γεγονός όχι τυχαίο. Επίσης, λειτουργεί ως εξιλαστήριο θύμα και πρώτο και απαραίτητο βήμα της κάθαρσης. 7) 0 ένοχος εραστής πρέπει κι αυτός να τιμωρηθεί. Ωστόσο, στην περίπτω ση του παρεκτραπέντος ανδρός παρατηρείται κάποια χαλαρότητα, εφόσον η ποινή του περιέρχεται σε δεύτερη μοίρα και πρωτεύει η εξαφάνιση του άνομου καρπού που θα διαιωνίζει την τέλεση του ανοσιουργήματος κατά της κοινωνίας. Στο «Πίστομα!», λοιπόν, η μοιχαλίδα δεν τιμωρείται, σε αντίθεση με τον «Ασπροποταμο», που ακολουθεί την τραγική μοίρα του παιδιού της. Αντίθετα, η Ρήνη στην Τιμή και το χρήμα, έργο σαφούς μαρτυρίας των αστικών αλλα γών και της αναβάθμισης της θέσης της γυναίκας, όχι μόνο δεν τιμωρείται αλλά αναλαμβάνει στα χέρια της την τύχη τη δική της και του παιδιού που θα γεννηθεί. Έτσι, η τιμή λειτουργεί στη μια περίπτωση σε συνδυασμό με το ρυθμιστικό ρόλο του χρήματος που συντελεί στην εξασφάλιση της, ενώ στον «Ασπροποταμο», σε σχέση με την υπόληψη μόνο.24 22· Εξαιρετικού ενδιαφέροντος εν προκειμένω είναι το βιβλίο του Ζωρζ Ντεβερέ, Γυναίκα και βύθος, Εκδόσεις Σχολής Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. Αθήνα 2005. 23. Βλ. «Ασπροπόταμος». ό.π..σ.1 0 1 . το διάλογο μάνας και Ρήνας: «Και τ' αδέρφια σου δεν τ « στοχάζεσαι;» (τα αδέρφια είναι άνδρες) . 0 Κ. Θεοτόκης θεωρεί συντελεστή της διατήρησης J-Ίς γυναικείας τιμής και τον άνδρα, εφόσον τον μειώνει όταν δεν τηρεί τις υποσχέσεις του. °Λ. Η τιμή και το χρήμαπ 4, 42 gg χ α • β λ «Ασπροπόταμος», ό.π..σ.1 0 1 . τη συζήτηση περί τιμής ανάμεσα στη μάνα και την
IS!)
ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΙΛΑΡΙΝΟΣ
8) Η τιμή αποτελεί την κοινωνική ε π ι τ α γ ή π ο υ ως συλλογική νοοτροπία και ηθική αναδύεται α π ό όλα τ α κείμενα π ο υ προαναφέραμε. Ωστόσο, παρα τηρούμε π ώ ς διαφοροποιείται σ τ α δ ι α κ ά και π ώ ς η ταύτιση της με την ηθική μ ε τ α π ί π τ ε ι σε ταύτιση της με την υπόληψη και την αξιοπρέπεια. 9) Ο ρόλος της μάνας των τραγικών πρωταγωνιστριών (όπου αυτή υπάρ χει) είναι ρυθμιστικός: 2 5 Η σιόρα Επιστήμη του Κ. Θεοτόκη με την ανάμιξη της σε εργασίες με χρηματιστικό ενδιαφέρον και κυρίως με τη διαχείριση του χρήματος, γεγονός που οφείλεται στην απουσία, φυσική ή κοινωνική, του προ στάτη π α τ έ ρ α (ο Τρίνκουλος είναι μέθυσος) , αποτελεί πρότυπο και σκαπανέα της χειραφέτησης που θα εμφανισθεί αμέσως στην πρώτη επόμενη γενιά. Άρα πρόκειται για συμπεριφορά προκριματική την οποία θα αναδείξει η κόρη της. Αντίθετα, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος ακολουθεί τις συντηρητικές θέσεις της δυτι κής ηπειρωτικής Ελλάδας, όπου η μάνα αναπαράγει την κρατούσα νοοτροπία, π α ρ ά κάποιες υποφαινόμενες διαθέσεις για σύμπραξη, σύμπραξη όμως από μητρική στοργή και λανθάνουσα γυναικεία συμπάθεια προς την κόρη. 10) Η γειτνίαση του χώρου π ο υ τελούνται τα γεγονότα του « Ασπροπόταμου» με τ α Επτάνησα και δευτερευόντως η μνεία της Κεφαλονιάς δηλώνουν έμμε σα τη συνάφεια των γ ε ω γ ρ α φ ι κ ώ ν διαμερισμάτων και τη διακίνηση των ιδεών στους πλησιόχωρους τόπους. Έτσι, όσα αχνά στοιχεία των κοινωνικών αλλαγών ανιχνεύονται στο έργο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου αποτελούν και συζευκτικό υλικό των συνθέσεων π ο υ θα συντελεσθούν πανελληνίως. Ακόμη, αφήνουν να διαφανεί η πρόδρομη χειραφέτηση στην αστική Επτάνησο, και μάλιστα στην Κέρκυρα. Οι γυναικείοι, εξάλλου, ρόλοι σχεδόν μονοπωλούν το ενδιαφέρον των συγγραφέων, π ρ ά γ μ α π ο υ δείχνει ότι έχουν κατανοήσει και προβάλλουν το α ί Ρ η μ ατων α λ λ α γ ώ ν αυτών. κόρη. όπου στο βάθος της διαφαίνεται πολύ αχνά η επικείμενη κοινωνική αλλαγή στη θέση της γυναίκας και ο «Ασπροπόταμος» οδηγεί στη σύγκριση και την έμπνευση από την Τιμή και το χρήμα: «-Έκαμες παιδιά και ξέρεις τον πόνο τους. -Τα έκαμα με τιμή και υπόληψη. Με πήγαν νύφη στην εκκλησιά να με παραδώσουν στον άντρα, που μου είχε ορίσει η μοίρα. Δεν τάκαμα τα παιδιά μεθυσμένη και πλανεμένη από κούφια λόγια, στην ακροποταμιά. -Μοίρα δική σου η τιμή κ' η υπόληψη. Μοίρα δική μου η ντροπή. Μάνα. και την ντροπή θα την υπομείνω και τον κατατρεγμό θα τον βαστάξω. [...]». Σημειωτέα α) η ισχύς του γάμου, β) η εμπλοκή της Εκκλησίας για την καθοσίωσή του. γ) η μοιρολατρική θέση της γυναίκας, στην οποία αποκλείεται το δικαίωμα της όποιας επιλογής, δ) η ανάμιξη των γονικών, ε) η αδιαφορία για τη σεξουαλική ζωή της γυναίκας. Έτσι, η τιμή και η υπόληψη επεξηγούνται από το σχήμα που τις καθορίζει, το οποίο σχηματικά είναι: γονείς-θρησκεία-άνδρας-μοίρα = τιμή και υπόληψη. Η διαφαινόμενη αλλαγή στη νοοτροπία, παρότι στον «Ασπροπόταμο» η εργασία και η ανάμειξη της γυναίκας στην παραγωγή δεν υπάρχει, φαίνεται στην τελευταία φράση της Ρήνασ. 25. Δεν εμφανίζεται τέτοιο πρόσωπο στο «Πίστομα!».
190
MULTUM IN HAKVO
Από όσα λέχθηκαν γίνεται φανερό ότι ο «Ασπροπόταμος» αποτελεί έναν ιδιότυπο απόγονο, ένα αφήγημα δεύτερης γενιάς, απότοκο της συζυγίας δύο πρότερων αφηγημάτων του Κ. Θεοτόκη. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος αξιοποίησε, μεταφέροντας στα ήθη και τη νοοτροπία του δικού του χώρου, το υλικό δύο κειμένων, αντιπροσωπευτικών των τάσεων μιας άλλης ελληνικής περιοχής και προερχόμενων από την πένα ενός σπουδαίου συγγραφέα. Με τη δημιουργική σύναψη αυτή έδωσε ένα άλλο αισθητικό αποτέλεσμα, ενδεικτικό των απαιτή σεων του δικού του χώρου. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, μας ενδιαφέρει και σαν ειδολογικό αποτέλε σμα ο «Ασπροπόταμος», διότι είναι μια πρωτότυπη και μοναδική, από όσα γνωρίζουμε, περίπτωση τόσο αρμονικής σύνδεσης δύο αυτόνομων έργων σε ένα νέο δημιούργημα, έργων που πολύ ευδιάκριτα δηλώνουν τη θεοτοκική προέλευση τους και άλλο τόσο ευδιάκριτα αφέθηκε από τον μεταγενέστερο δημιουργό να την διατηρήσουν και στη νέα επεξεργασία και μορφή τους. Μας θυμίζει η προσπάθεια αυτή τις μουσικές μεταγραφές των έργων μεγάλων μου σουργών από μεταγενέστερους θαυμαστές τους· επίσης σπουδαίους συνθέτες. Και, για να το πούμε και διαφορετικά, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος με το διήγη μα του αυτό τιμά την πρότερη πεζογραφική παραγωγή μας. αξιοποιώντας την ως θεματικό διακείμενο και δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό τη φιλοδοξία του να προσγραφεί στους συνεχιστές της ευδόκιμης διαδρομής της. 26
26. Για παπαδιαμαντικές επιδράσεις στο διηγηματικό έργο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου κάνει σύντομο λόγο η Αννίτα Π. Παναρέτου στο βιβλίο της Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. Συνολική ϋίώρηση του έργου του. Επικαιρότητα. Αθήνα 1990.σ.1 4 7 . Ωστόσο, θεωρούμε επισφαλή την άποψη της ότι «Τα διηγήματα του Παναγιωτόπουλου δεν έχουν τίποτα το αξιοσημείωτο να επιδείξουν, ως προς τη δομή πάντα, γιατί από πλευράς περιεχομένου και εκφραστικών μέσων παρουσιάζουν ευρηματικότητα»(ό.π.,σ.1 4 6 - 1 4 7 ) . Από την παρούσα μελέτη και μόνο παίρνει μια ιδέα κανείς γι« τις δομικές πρωτοτυπίες του συγγραφέα. Από την Αλληλογραφία του, έργο που δεν θα το περίμενε κανείς στην έσχατη φάση της σταδιοδρομίας του, διακρίνει τις αναζητήσεις τουστο μυθιστόρημα. Νομίζω ότι η προσεκτική ανάγνωση του έργου του, διηγηματογραφικού και μυθιστορηματικού, θα φέρει στην επιφάνεια αξιόλογα στοιχεία για τον τρόπο γραφής του, τις αναζητήσεις του. τις σχέσεις του με την παράδοση και την υπέρβαση των παραδοσιακών ειδών.
I'll
Ηλίας Κ. Σβέρκος
ΑΡΠΑΛΟΣΚΥΤΑ?* [ούνο]μα μέν τόμόν καί εμο πατρός ήδε άγορεύ[ει] [στή]λη και πάτραν Peek, GV, 1786
Σ
τα επιτάφια μνημεία από τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας, που δημοσίευσε το 1984 ή Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη,1 ανήκει καί μία επιτύμβια στήλη από λευκό χονδρόκοκκο μάρμαρο, ή ανάγνωση της επιγραφής τής οποίας επανειλημμένα προσείλκυσε το ενδιαφέρον τών ερευ νητών.2 Πρόκειται για τη μοναδική επιτύμβια στήλη που σώζεται ακέραιη, με ελάχιστες αποκρούσεις στις ακμές τής κύριας όψης.3 Με βάση τη διακόσμηση της εντάσσεται στίς «στήλες με γραπτή ταινία», χαρακτηριστικό τών οποίων είναι ή γραπτή (σε χρώμα κόκκινο-κεραμιδί στή συγκεκριμένη στήλη) ταινία που τυλίγει τον κορμό τους, σχηματίζοντας κόμπο στην κύρια όψη του μνημείου. Οί διαστάσεις τής στήλης είναι οι έξης: ύψος 0.87 μ., πλάτος 0.37 μ. (κάτω) καί 0,33 μ. (άνω) , πάχος 0.06 μ. (Είκ. ΙΕ καί 2Ε στο έγχρωμο παράρτημα) . 4 * Ευχαριστώ θερμά την καθηγήτρια Χρυσούλα Σαατσόγλου-Παλιαδέλη για την παραχώρηση της φωτογραφίας καί την ενθάρρυνση να ασχοληθώ μέ την επιγραφή, καθώς καί τον καθηγητή Άγγελο Χανιώτη καί την αναπληρώτρια καθηγήτρια Ευγενία Βικέλα για τις χρήσιμες υπο δείξεις. Στην παρούσα εργασία ακολουθούνται οί συντομογραφίες που χρησιμοποιούνται στο Suppkmentum Epigraphicum Graecum (SEG). 1. Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Τα επιτάφια μνημεία άπο τη Μεγάλη Τούμπα τής Βεργίνας. ΕΕΦΣΑΠΘ Παράρτημα αρ. 50. θεσσαλονίκη 1984 (στο έξης: Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεία) . Βλ καί SEC XXXV 771-808. Bull.epigr. 1987. 653. 2. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεία. 192-194. Βλ π.χ. καί Μ.Β. Hatzopoulos, «ΒΙΛΑΡΡΑ ΤΕΛΛΟΥ?». ΖΡΕ 68 (1987) 237. όπου δηλώνεται καί ή πρόθεση του γνωστού γλωσσολόγου 0. Masson να ασχοληθεί μέ τή στήλη. Για το προσωπογραφικό ενδιαφέρον τών στηλών άπο τη Βεργίνα βλ. Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεια.σ.2 6 5 - 2 8 9 καί τις μελέτες της Ιδίας. «Ονόματα άπο τή Βεργίνα», στό: Μελετες για την ελληνική γλώσσα. Πρακτικά της 8ης ετήσιας Συνάντησηςτουτομέα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής ΣχολήςτουΑριστοτελειου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης. 27-29 Απριλίου 1987. Θεσσαλονίκη 1987. 161-165. «ΒΙΛΑΡΡΑΤΕΛΛΟΥ». ΖΡΕ , (1988) 111-112 και «In the Shadow of History: The Emergence of Archaeology». ABSA 94 (1999) 365-366 (= SEC XLIX 657) . 3
· Η περιγραφή τού μνημείου βασίζεται στα στοιχεία τής Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεία. ο. 192-194. 271 άρ. 11 (για το ονομα Άρπαλος) 278-279 άρ. 45 (για το όνομα ΚΥΤΑΣ) , 281 α Ρ· 57 (για το ο\ομα Παγκάστα) καί πίν. 50. 4 - Για ανάλογες στήλες βλ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη.Μνημεία.σ.191-203. Φωτογραφία τής
193
Η Λ Ι α ς Κ. ΣΒΕΡΚΟΣ
Παρά την εξαιρετική διατήρηση τού μνημείου και τον ιδιαίτερα επιμελημένο χαρακτήρα της γραφής, βάσει της όποιας ή εγχάρακτη στο πάνω μέρος τού κορμού τής στήλης δίστιχη επιγραφή χρονολογείται στο δεύτερο μισό τού 4ου αιώνα π.Χ.,5 ιδιαίτερα προβληματική υπήρξε εξαρχής ή άνάγνωση-έρμηνεία τού πρώτου στίχου, και ειδικότερα τού πρώτου τμήματος, όπου το όνομα τού νεκρού. 'Ύψος γραμμάτων 0,01-0,014 (τα στρογγυλά γράμματα 0,08 μ.) : Α Ρ Π Α Λ Ο Σ Κ Υ Τ α ς αδελφή με ανέ βηκε Παγκάστα v a c a t Αποκρούσεις παρουσιάζει μόνο το τελευταίο έψιλον, από το οποίο λείπει τμήμα των δεξιών απολήξεων των οριζόντιων κεραιών.
Ή ορθή από συντακτική και νοηματική άποψη ανάγνωση τής επιγραφής (ειδι κότερα τής αρχής τού πρώτου στίχου) προβλημάτισε τήν εκδότρια της στήλης, ή οποία, με δεδομένη τήν παρουσία τού ονόματος Άρπαλος, θεώρησε ώς πιθανές τρεις σχετικά με τον ονοματικό τύπο ΚΥΤΑΣ λύσεις: α) το άγνωστο μέχρι τούδε αρσενικό όνομα ΚΥΤΑΣ κατέχει τή θέση παρωνυμίου, β) κατέχει τή θέση μητρωνυμικού ενός επίσης άγνωστου θηλυκού ονόματος Κότα ή Κύτη,6 γ) ή λέξη συναποτελεί με το προηγούμενο Άρπαλος ενα όνομα. 'Ωστόσο, δεν απέκλεισε και τήν πιθανότητα άπλογραφίας (Άρπαλος <Σ>κυτας) . Στο πλαίσιο αυτό τα σχετικά με τήν ταυτότητα τού/τής νεκρού/ής στοιχεία παρέμειναν άγνωστα.' Σε νεότερη μελέτη της ή ίδια ερευνήτρια επανήλθε στό πρόβλημα τής ανά γνωσης τού ονόματος.8 Σύμφωνα με τήν άποψη πού διατυπώνεται εκεί η συντακτική ορθότητα τού κειμένου επιτρέπει δύο λύσεις: κατά τήν πρώτη το
στήλης βλ. και στο Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μακεδονία. Ιστορία καί τέχνη στην αρχαία Μακεδονία. Θεσσαλονίκη 2003. 106, πίν. 98. 5. Τα σκέλη του μυ είναι λοξά- το όμικρον είναι ελαφρώς μικρότερο από τα υπόλοιπα γράμματα· το δεξιό σκέλος του πι είναι πολύ κοντό· οι εξωτερικές κεραίες του σίγμα δέν είναι παράλληλες, άλλα κλείνουν προς τα έξω· πρβλ. το σχήμα τών γραμμάτων της επιγραφής με αυτό του καταλόγου ιερέων του Ασκληπιού από τα Καλίνδοια· βλ. σχετικά Μ.Β. Hatzopoulos, Macedonian Institutions under the Kings II. Epigraphic Appendix. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 11. Αθήνα 1 σ. 8 4 - 8 5 άρ. 62, πίν. LVII (335/4-306/5 π.Χ.) . 6. Ώς μητρωνυμικο θεωρείται το όνομαΚΥΤΑΣάπο τήν Α. Tataki. «From the Prosopography of Ancient Macedonia: the Metronymics». Αρχαία Μακεδονία5 (1989) [1993] 1458 καί 1463, άρ. 10. Για τα μητρωνύμια βλ. καί D. Ogden. Greek Bastardy in the Classical and Hellenis Periods, Οξφόρδη 1996, καί τις σχετικές παρατηρήσεις στο SEG XLV1 2287. 7. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη,Μνημεία,σ.2 7 8 - 2 7 9 άρ. 45. 8. Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, «Με αφορμή δύο ονόματα άπο τή Βεργίνα», Hόρος 10
Ι 94
ΑΡΠΑΛΟΣΚΓΤΑ?
όνομα του νεκρού (Άρπαλος) εκφέρεται σε γενική, αντί ονομαστικής, και ό ονοματικός τύπος Σκύτας ερμηνεύεται ως γενική μητρωνυμικού (Άρπάλο Σκύτας) · επισημαίνεται ωστόσο οτι ή ανάγνωση αυτή προσκρούει αφενός μεν στην ανυπαρξία άρθρου μεταξύ των δύο ονομάτων,9 αφετέρου δέ στο γεγονός οτι ή χρονολόγηση τής επιγραφής αποκλείει τήν πιθανότητα απόδοσης τής γενικής μέ τήν κατάληξη ο αντί ου. Σύμφωνα με τή δεύτερη - πιθανότερη - εκδοχή ό προβληματικός ονοματικός τύπος ΚΥΤΑΣ αποκαθίσταται με τήν ανάγνωση του μοναδικού γυναικείου ονόματος Αρπαλοσκύτας (γενική) . Πρόκειται δη λαδή για ένα μοναδικό γυναικείο άνθρωπωνύμιο - * Άρπαλοσκύτα - που δηλώνει τή γυναίκα με τή θελκτική κεφαλή.10 Σ' αυτό το πλαίσιο και μέ δεδο μένα τήν απουσία πατρώνυμου και κυρίως το σημασιολογικό περιεχόμενο του ονόματος, αναγνωρίζεται το παρωνύμιο κάποιας εταίρας πού έδρασε στή Μακεδονία στο β' μισό τού 4ου αιώνα.11 Ή ανάγνωση πού προτείνεται φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική.12 καθώς πράγματι ανταποκρίνεται στην ορθή άπό συντακτική καί νοηματική άποψη αποκατάσταση του κειμένου. 'Ωστόσο το μνημείο φαίνεται νά «κρύβει μέ επιμονή τα κρυφά του νοήματα».13 Μέ αφορμή τή δημοσίευση τής Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, ό Ηλίας Καπετανόπουλος, σέ επιστολή του στους εκδότες τού Supplementum Epi-
12 (1992-1998) 369-380 [SEG XLVIII 873]. Βλ. καί το κείμενο τής μελέτης σέ αγγλική μετάφραση, τής ιδίας. «Females at Vergina-Aegae. The epigraphic Evidence», Εγνατία 5 (1995-2000) [2001] 92-99 [SEG L 653]. 9. Βλ. π.χ. SEG XLVI 1102- Τρυφέρας τάς Ι Κλαιοστράτου Ι και Αρίστωνος Ι τον Τρυφέρα[ς] (Κως, 2ος/1ος αι. π.Χ.;) . Πρβλ καί SEG XLVI 1121: Έρωτίου Μαρκίας. ζή-1 Διονυσίου τού Ίσιγενου (Κως, αύτοκρ. εποχή) . 10. Σχετικά μέ ονόματα γυναικών δηλωτικά φυσικών χαρακτηριστικών βλ. 0. Masson. «Noms grecs de femmes formés sur des participes (Type Θάλλουσα) », Tyche 2 (1987) 107-112 (= OGS 11. 587-592) και A. Tataki. «Observations of Greek Feminine Names attested in Macedonia», Tyche 8 (1993) 189-196 (= SEG XLIII 358 καί Buìl.épigr. 1994. 312]. 11. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. ό.π. (σημ. 8) . 373-376. Γιά ονόματα που προσιδιάζουν σέ εταίρες βλ και L. Robert. «Discours d'ouverture». Actes du Vile congrès international d'épigraphie grecque et latine, Constantza, 9-15 sept. 1977. Βουκουρέστι - Παρίσι 1979, 36/37, (= SEG XXIX 1757) , 0. Masson, «Nouvelles notes d'antrhoponymie grecque. XV. Les quatre hétaïres d'Euphronions», ZPß 119 (1997) 57-59 καί Έμ. Βουτυράς. «Εικάζειν». θρακική Έπετηρίδα 7 (1987-1990) 35-48 (= SEG XLV 729 (480/470 π.Χ.. Άκανθος) . 12. Τήν ανάγνωση αύτη φαίνεται να υποθέτει ό διακεκριμένος γλωσσολόγος Ο. Masson (σέ άρθρο, το όποιο δυστυχώς, λόγω τού πρόωρου θανάτου του. δέ δημοσιεύθηκε- βλ. σχετικά Bull.épigr. 1999, 336) . Μέ επιφύλαξη δέχονται την ανάγνωση οί P. M. Fraser καί Ε. Matthews, A Lexicon of Greek Personal Names IV Macedonia. Thrace, Northern Regions of the Black Sea, Οξφόρδη 2005 (= LGPN IV) , λ. Αρπαλοσκύτα? 13· Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. ό.π. (σημ. 8) , 377.
195
Η Λ Ι α ς Κ. ΣΒΕΡΚΟΣ
graphicum Graecum προτείνει την ανάγνωση Άρπαλος κύτας, ερμηνεύοντας τη λέξη κύτας ώς τύπο του γνωστού από τη Μακεδονία αξιώματος σκοίδος Για μια πιθανή λύση του προβλήματος πρέπει να ληφθούν ύπόψιν τα έξης στοιχεία: α) ή εξαιρετική διατήρηση τού μνημείου και τής ίδιας τής επιγραφής ή οποία δύσκολα επιτρέπει επεμβάσεις στο κείμενο·15 β) το γεγονός ότι το όνομα Άρπαλοσκύτα δεν άπαντα στή φιλολογική καί επιγραφική παράδοση (αμάρτυρη είναι επίσης ή παρουσία προσηγορικών καί κύριων ονομάτων μέ πρώτο συνθετικό το ομηρικό επίθετο αρπαλέος16) · γ) σε αντίθεση μέ το προη γούμενο, ή ιδιαίτερα συχνή παρουσία τού ονόματος Άρπαλος: το όνομα, το όποιο ανήκει στην κατηγορία τών Ιστορικών μακεδόνικων ονομάτων,17 από ντα μέ ιδιαίτερη συχνότητα τόσο στή Μακεδονία,18 όσο καί στον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο κατά τήν κλασσική καί ελληνιστική εποχή,19 όπως καί τα προ ερχόμενα άπο το ίδιο θέμα Άρπαλέα. 20 Άρπαλεύς, 21 Άρπάλη, 22 Άρπάλης,23 Άρπαλινος.2,4 Άρπαλίς,'25 Άρπαλις,' 26 Άρπαλίων 27 δ) ή παρουσία τού ονόματος Σκύτας: το όνομα άπαντα, έξ όσων γνωρίζω, σέ επιγραφές τής κλασσικής καί ελληνιστικής εποχής άπο τή Θάσο (ώς πατρώνυμο κάποιου Λύκωνος μέ το εθνικό Αιτωλός) ,28 τους Δελφούς (επίσης ώς πατρώνυμο κάποιου πολίτη κα-
14. Βλ. σχετικά κατ. σημ. 54-55. 15. Βλ. σχετικά καί Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. ο.π. (σημ. 8) . 372 (ιδιαίτερα σημ. 15) . 16. LSJ9 s.v. 17. Γιά το θησαυροφυλακα του Μ. Αλεξάνδρου Άρπαλο βλ. κατ. σημ. 55. 18. Γιά την παρουσία του ονόματος στην ίδια τή Βεργίνα βλ. SEG XXXV 781: Άρπαλος Πευκολάου.Γιά παραδείγματα άπο τήν υπόλοιπη Μακεδονία βλ. LGPN IV s.v. (18) και Μ.Β. Hatzopoulos. «"L'histoire par les noms" in Macedonia», στό Greek Personal Names. Their Value as Evidence. S. Hornblower - E. Matthews (έκδ.) , Οξφόρδη 2000.σ.1 0 5 . 107. 19. LGPN I, s.v. (Εϋβοια, Θάσος. Σάμος 4) , LGPN II, s.v. (Αθήνα: 4) . LGPN IV s.v. (Θράκη: Ι) . 20. LGPN I, s.v. (Κυρηναϊκή: 2) . LGPN II. s.v. (Αθήνα: 1) . 21. LGPN IV. s.v. (Θράκη: 1) . 22. LGPN I. s.v. (Πάρος: 3) , LGPN IV. s.v. (Θράκη: 1) . 23. LGPN IV S.D. (Μακεδονία/Θράκη: 2) . 24. LGPN I, s.v. (Σύρος, Τήνος: 2) . 25. LGPN III.A, s.t>. (Κέρκυρα: 1) , LGPN IV, s.v. (Θράκη: 1) . 26. LGPN I, s.v. (Δήλος: 4) . 27. LGPN III.2, s.v. (Βοιωτία: 3) . Βλ. καί τα ονόματα Αρπάλιν (μέ το πατρώνυμο Μακεδών) καί Αρπάλιον σέ επιγραφές τής Κυρηναίκής τών αυτοκρατορικών χρόνων LGPN I, s.v. 28. J. Pouilloux. Recherches sur l'histoire et les cultes de Thasos. I. De la fondation de la cité 196 avant J.-C.. Études Thasienes III.2. Παρίσι 1954, 136 αρ. 17 (πίν. ΧΙΙΙ.5) · Λύκων Ι Σκύτα Αί[τω]λός (4ος αί. π.Χ.) - βλ. καί LGPN III.1, s.v.
196
ΑΡΠΑΛΟΣΚίΓΑ?
ταγόμενου άπο την Άμφισσα) , το Θέρμον (με το εθνικό Ναυπάκτιος) ,™ την Καμάρινα και τη Γέλα· 32 Σύμφωνα μάλιστα με τον έκδοτη των διαλεκτικών έπιγραφών της Σικελίας L. Dubois33 το όνομα είναι έπιχώριο και έτυμολογειται άπο τη γνωστή άπο τον Ησύχιο λέξη σκύτα (λ. σκύτα- τον τράχηλον, Σικελοί>34 ε) ήχρήσηγενικής δευτερόκλιτων ονομάτων με κατάληξη ο άντι ου απαντάται τόσο στή Μακεδονία35 όσο και στον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο στο γ' τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ. 36 Ενδεικτικά να αναφερθεί μια επιτύμβια στήλη πιθανόν άπο τήν Αίανή (σήμερα στο Μουσείο τής Γενεύης) με τήν επιγραφή: Σωτηρις Ι Άριστίων Ι Αριστόβουλο (350-325 π.Χ.) , 3 7 καθώς και μια επιτύμβια στήλη άπο τους Φιλίππους, στην οποία διατηρείται ή κατάληξη ο στή γενική του πατρώνυμου, ένώ στην περίπτωση τού ονόματος του συζύγου χρησιμοποιείται γενική με τήν κατάληξη ου: Κλεομοιρίς Ι Έρμίππο Ι γυνή Ι Ήγησιδίκου (πρώιμη ελληνιστική εποχή) . 3 8
29. CDI II 120 B+C 21: / / Σκύτα ΑμφισΙσ(ύς] (324-315 π.Χ.) , μέ τη σημείωση τού έκδοτη «Σκύθας et Σκότας coexistent en Locride occidentale». Βλ και LGPN III.2. s.v. 30. IG IX2 1 1, 25, 10/11: Σκύτας Ι Ναυπάκτιος (245-236 π.Χ.) . Βλ. και LGPN III.2, s.v. 31. IGDS 118 και SEG XXXVIII 936 app.cr. (κατάδεσμοσ. 5 ο ς αι. π Χ ). Ή συμπλήρωση <Σ>κύτα τού έκδοτη. 32. IGDS 148· Σκυτά ίμί- μίύίγις (5ος αι. π.Χ.) . Πρβλ καΙ IGDS 143b- [Λοιπός ho Σκν[τα]. 33. L. Dubois. Inscriptions grecques dialectales de Sicile (Coll. Éc. Fr. de Rome, vol. 119) . Παρίσι/ Ρώμη 1989 (= IGDS) 165. άρ. 143b app.cr. 34. Για προσωπικά ονόματα πού προέρχονται άπο μέλη του ανθρωπίνου σώματος βλ. και Η. Solin, «Varia Onomastica XIII. Drei griechische Namen in römischer Überlieferung», ZPE 118 (1997) 231-233 (= Ann.épigr. 1997. 60) . 35. Βλ. ενδεικτικά Μ.Β. Hatzopoulos, Actes de vente de la Chalcidique Centrale. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 6. Αθήνα 1988. 42. Cl. Brixhe - A. Panayotou. «L'atticisation de la Macédoine: l'une des sources de la koiné», Verbum 11 (1988) 248. A. Panayotou. La langue des inscriptions grecques de Macédoine (IVe s. a.C.-VIIe s. p.C.) Phonétique, phonologie et morphologie. Νανσυ 1990.σ.1 4 0 - 1 4 2 , τής ιδίας, «Des dialectes à la koiné: L'exemple de la Chalcidique», ΠΟΙΚΙΛΑ. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 10, Αθήνα 1990, 208. Χρήσιμες στο σημείο αυτό ήταν οί υποδείξεις τής καθηγήτριας Άννας Παναγιώτου. τήν οποία ευχαριστώ θερμά. 36. Για παραδείγματα άπο τήν Αττική μετά το 403 π.Χ. και κυρίως μετά τά μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. βλ. L. Threatte. The Grammar of Attic Inscriptions I. Phonology. Βερολίνο - Νέα Υόρκη 1980.σ.2 4 3 - 2 5 9 και Μ. Πωλσγιώργη. «Ή στήλη τού Εύβούλου (Μουσείο Βραυρώνας BE 87+Museo Nazionale Romano 125589+Μουσείο Βραυρώνας BE 2676) ». στό Αφιέρωμα "ή μνήμητουΓλύπτη Στέλιου Τριάντη. Αθήνα 2002.σ.1 9 9 . 37 · J· Chamay - J.-L. Maier, Art Grec. Sculptures en pierre du Musée de Genève. Mainz 1990,σ.7 9 «Ρ· 88 και πίν. 85 (= SEG XL 519) . 38. Χ. Κουκούλη και Χρυσανθάκη. ΑΔ 34 (1979) [1987] Χρον. Β2. 331. πίν. 144δ (= SEG ΛΛΧνΠΙ 660 και SEG XLIII 450· δεν αποκλείεται πάντως μία πρωιμότερη χρονολόγηση τής επιγραφής στό γ' τέταρτο τού 4ου αιώνα π.Χ.) · Βλ. επίσης Cl. Brixhe - Α. Panayoutou. «Une
197
Η Λ Ι α ς Κ. ΣΒΕΡΚΟΣ
Σύμφωνα με τα παραπάνω, ώς αρκετά πιθανή, φαίνεται ή ανάγνωση Άρπάλο Σκύτας, όπου ό ονοματικός τύπος Σκύτας κατέχει τή θέση ονομαστικής και άφορα στον φορέα του μνημείου, ένώ ή γενική Αρπάλο αποτελεί το πα τρώνυμο του νεκρού. Το σύσΡημααυτό ονοματοθεσίας στο όποιο προηγείται το πατρώνυμο έκφεύγει βέβαια άπο το συνηθισμένο τύπο (όνομα + πατρώνυμο) . Δεν είναι ωστόσο άγνωστο τόσο στις γραμματειακές πηγές, 39 όσο και στις επιγραφές, κυρίως τις έμμετρες. 40 Μια ναόσχημη επιτύμβια στήλη άπο την Πέλλα, ή οποία χρονολογείται στο β' μισό του 4ου αιώνα π.Χ. φέρει τήν έξης έμμετρη επιγραφή: Ένθάδε έγώ κειμαι πατρίς δε μοί εσσΙΙτε Φαλάννα.· Ίφεκράτους Λυσικράτης.^ Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και σε τρεις επιτύμβιες επιγρα φές τών ελληνιστικών χρόνων άπο τήν Κέρκυρα.42 Στο πλαίσιο αυτό, άν δηλαδή ή αναγνωστική δυνατότητα πού προτείνεται είναι ορθή. ή φωνή του λαλοόντος σήματος4'1 δεν αποκλείεται νά είναι αύτη του νεκρού Σκύτα 44 και το κείμενο της επιγραφής αποκαθίσταται ώς έξης: Άρπάλο Σκύτας· αδελφή με άνέθηκε Παγκάστα inscription très courtisée: SEG 24. 548 (Pella) ». ZPE 91 (1992) 129-135 (πίν. Ill) (= SEG XLI 575: Καλλίας Δημήτριο Ι Δημήτριος Καλλίου. Ι Όαδίστη Δημητρίου, 350-250 π.Χ.) . SEG XXX 547: [Μν]ησαγόρης Ήγησίππο (Άμφίπολις, α' μισό 4ου αι. π.Χ.) και Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, Μνημεια, 131 πίν. 31/32 (= SEG XXXV, 780: Πάτων Λαάνδρο ) και Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, ό.π. (σημ. 8) . 372 σημ. 19 (όπου δεν αποκλείει το ενδεχόμενο φθοράς του τελικού Γ) και Μ.Β. Hatzopoulos. Actes de vente d'Amphipolis. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 14. Αθήνα 1991. 14-19. 33. Πρβλ. και Threatte. ό.π. (σημ. 36) . 256 κέ. (για παραδείγματα άπο τήν Αθήνα) . 39. Βλ. ενδεικτικά FGrH 115 F 27 (θεόπομπος = Πολύβιος. VIII.9.1) και Κλήμης, IV. 54.5. 40. Βλ π.χ. Peek, GV 215, 326, 334, 340, 348 (: Σωσάρχου θυγάτηρ Πασιμνάστα) . 362, 387 (:παις Ασκληπιάδου ούνομα Προσδόκιμος) . 451 (: μνήμα Πολυνίκο Ηρακλείδης έπεστησεν τόδε μήτηρ Εότυχις άεναον κόσμον άποφθιμένου) , 561. 611 (: [είμι] Λύκου Ίέρων) 744. 747. 776. 832. 900. 918. 1026, 1126. 1252, 1298, 1552, 1822 και Merkelbach - Stauber. SCO I. 05/01/31. 05/01/37, 05/03/05. SG0 III, 16/32/05, SEG XXVIII. 541 και XLII 596 (\ Αριστομένοιο Φιλώτας. Καλίνδοια) . 41. Μ. Λιλιμπάκη-Άκαμάτη. «Νέες επιγραφές της Πέλλας». Μακίδονικά 26 (1987-1988) [1988] 55-57 αρ. 3 [= SEG XXXVIII 649]. Βλ και Μ.Β. Hatzopoulos, Bull.épigr. 1990. 464 (όπου προτείνεται μια υψηλότερη χρονολόγηση) . 42. IG 1X2 1.4. 894. στ. 1/2: [Α]ντάλλου Ι Τατταρινος (3ος αι. π.Χ.) . 984: Φιλαίνου Διονύσιος (ελληνιστική εποχή) . 1005: Λυσιστράτου Πειθίας (1ος αί. π.Χ.) . 43. Βλ. σχετικά Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, ό.π. (σημ. 8) , 371 και J. Svenbro, Phrasikleia. Antrhopologie de la lecture en grèce ancien, Παρίσι 1988,σ.3 3 - 5 2 (ιδιαίτερα 37 σημ. 16 με τή σχετική βιβλιογραφία) . 44. Πρβλ. και το επίγραμμα Peek, GV70 (= G. Pfohl, Greek Poems on Stones vol. 1. Epitaphs from the Seventh to the Fifth Century B.C., Λέυντεν 1976. αρ. 164) : Προκλείδας τόδε σάμα κεκλ/εσεται ενγυς όδοιο, Ι /hos περί τάς αύτδ γάς I θανε μα<ρ>νάμενος. Σχετικά και Svenbro, ο\π., 44-45.
Ιί) 8
ΑΡΠΑΛΟΣΚΓΓΑ?
Ή σημασία της επιγραφής έγκειται επιπρόσθετα και στο προσωπογραφικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει. Μέ αφορμή την παρουσία του ονόματος Παγκάστα/ 45 στη στήλη άπο τη Βεργίνα καί γνωρίζοντας τήν απουσία παραλλήλου στην έπιγραφική παράδοση τόσο της Μακεδονίας, οσο και του υπόλοιπου ελληνικού κόσμου, ή Χρ· Σαατσόγλου-Παλιαδέλη αναγνώρισε εξαρχής στο πρόσωπο της αδελφής τού/τής νεκρού/ής που ανήγειρε (άνεθηκε) τή στήλη,46 τη γνωστή εταίρα του περιβάλλοντος τού Μ. Αλεξάνδρου, Παγκάστη.47 Ή πρόταση φαί νεται ιδιαίτερα ελκυστική, αν λάβει κανείς υπόψη τή χρονολόγηση τής επι γραφής (περ. 350-325 π.Χ.) · είναι μολαταύτα αμφίβολη. 48 Οί πληροφορίες που διαθέτουμε για την Παγκάστη, δηλαδή οι αναφορές στους αρχαίους συγγραφείς, είναι ελάχιστες και αφορούν ενα συγκεκριμένο περιστατικό - τήν παραχώρηση της δηλαδή άπο το Μακεδόνα βασιλιά στο ζωγράφο Απελλή - το όποιο δε μπορεί να χρονολογηθεί μέ ακρίβεια καί ώς προς τις λεπτομέρειες του μπορεί να αμφισβητηθεί.49 Αλλά κι αν ακόμα γίνει δεκτή ή σύνδεση τής εταίρας μέ τον Απελλή, ή τύχη της κοντά στο νέο της κύριο παραμένει σκοτεινή.50 Εξάλλου, στις επιγραφές άπο τή Βεργίνα, μέ εξαίρεση αυτές που έχουν δημόσιο χαρακτήρα/'1 δέν μαρτυρείται κάποιο γνωστό άπο
45. Για τή χρήση του à στή θέση του η στίς επιγραφές από τή Μακεδονία βλ. Ά. Παναγιώτου. «Γλωσσικές παρατηρήσεις σέ μακεδόνικες επιγραφές». Αρχαία Μακεδονία 4 (1983) [1986] 420-422 και Brixhe-Panayotou. ό.π.. (σημ. 35) . 249-250. 46. Σχετικά μέ τή χρήση τού ρήματος άνατιθημι σέ επιτύμβιες επιγραφές βλ. Ά. Ριζάκης - 1 . Τουράτσογλου, «Mors macedonica. Ό θάνατος στα επιτάφια μνημεία τής Άνω Μακεδονίας». ΑΕ (2000) 255 καί I. Mendikarova. «The Accusative of the Name of the Deceased in Latin and Greek Epitaphs», ZPE 143 (2003) 127-129. 47. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεία. a. 259 xa\ (σημ. 716) . 281 καί της ίδιας ό.π. (σημ. 8) . 375-376. Για τήν Παγκάστη βλ. Η. Berve. Das Alexanderreich auf prosopographischer Grundlage. Μόναχο 1926.σ.2 9 7 αρ. 600 καί J. Schmidt. RE XVIII 3 (1949) 611 s.v. Βλ. καί τον κατάλογο TOO Κ. Scheider. RE VIII.2 (1913) 1362-1371 (όπου αναφέρεται καί ή Παγκάστη) . Για το όνομα βλ. W. Pape - G. Benseier. Wörterbuch der griechischen Eigennamen. Brunwick 19113, s.v. 48. Βλ. το σχόλιο του Η. Pieket errό SEG XXXV 790. 49. Βλ. κατ. σημ. 50. Ό Η. Berve. ο".π. (σημ. 47) . 297. θεωρεί ώς ορθή τήν εκδοχή ή Παγκάστη να βρισκόταν στο περιβάλλον του Μακεδόνα βασιλιά στο διάσΡημα336-334 π.Χ.. ό όποιος και επέτρεψε στον Απελλή νά απεικονίσει τή μορφή της. 50. Για τις σχετικές μέ τον Απελλή πηγές βλ Berve, ό.π. (σημ. 47) . 53-55. αρ. 99. καί Α. Keinach, Torfes grecs et latins relatifs à l'histoire de la peinture ancienne, ανατ. Σικάγο 1981. passim. 51. Βλ. π.χ. την επιγραφή τής Ευρυδίκης, κόρης του Σίρρα καί μητέρας του Φιλίππου Β' και το ανάθημα τής βασίλισσας Λαοδίκης. συζύγου του Περσέως· σχετικά Chr. SaatsoglouPaliadeli. «Queenly Appearances at Vergina-Aegae. Old and new Epigraphic and Literacy Evidence», AA (2000) 386-403 (= SEG XL. 649-650. 652. μέ αναφορές στην προηγούμενη βιβλιογραφία) Πρβλ. και SEG XLVI 829 (αφιέρωση στον Ηρακλή Πατρώο) .
199
Η Λ Ι α ς Κ. ΣΒΕΡΚΟΣ
τις γραμματειακές πηγές πρόσωπο, γεγονός που πιθανότατα οφείλεται και στή σύμπτωση της παράδοσης52 στην οποία οφείλεται οπωσδήποτε και ή μοναδική αναφορά του ονόματος Παγκάστη. Άν μάλιστα ή ανάγνωση που προτείνεται παραπάνω είναι ορθή, προκύπτει μια εντελώς διαφορετική εικόνα σχετική μέ το οικογενειακό περιβάλλον του προσώπου που ανήγειρε το μνημείο.53 Εξίσου ελκυστική, αν και λιγότερο πιθανή, φαίνεται ή αναγνώριση στον ονο ματικό τύπο ΚΥΤΑΣ τύπου τού μακεδόνικου αξιώματος σκοιδος (πιθανότατα οικονομικός αξιωματούχος) ,54 και ή σύνδεση τού Αρπάλου με το γνωστό θησαυροφύλακα του Μ. Αλεξάνδρου:55 τα τελευταία γεγονότα τής ζωής τού Αρπάλου ελάχιστα συνδέονται μέ τή Μακεδονία καί, όπως προκύπτει από τις πηγές, δολοφονήθηκε στην Κρήτη.56 Έξαλλου, το όνομα Αρπαλος άπαντα μέ ιδιαίτερη συχνότητα στή Μακεδονία, γεγονός πού καθίστα οποιαδήποτε ταύτιση επισφαλή,57 ένώ δύσκολα δικαιολογείται καί ή απουσία τού πατρώνυμου (Μαχάτας) . 58 Ανεξάρτητα άπο την αποδοχή τής μιας ή τής άλλης άποψης, όπως ορθά επιση μαίνει ή Χρ. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη,59 ή αναφορά τού ονόματος Παγκάστα/η στην επιγραφή άπο τή Βεργίνα αποκαθιστά πιθανότατα τή συγκεχυμένη χειρόγραφη πα ράδοση, σχετικά μέ το όνομα τής γνωστής εταίρας Παγκάστης. Το όνομα, στή μορφή πού μας παραδίδει ή στήλη, άπαντα στον Αιλιανό (Ποικ. Ιστορία, ΧΙΙ.34) .60 Τον 52. Βλ. σχετικά Σαατσόγλου-Παλιαδέλη. Μνημεία. ο. 289. 53. Βλ. σχετικά Scheider. ό.π. (σημ. 47) , 1372. Για την ανέγερση στηλών στή μνήμη αδελφών βλ. ενδεικτικά /. Beroia, 299. 316 καί SEG XLIX 676 ( Ά μ φ ί π ο λ ι σ . 1 6 5 / 1 6 6 μ.Χ.) . 54. Το αξίωμα άπαντα σε μια επιγραφή α π ό τήν Τυμφαία (Άγιος Γ ε ώ ρ γ ι ο σ . π.Χ.) · βλ. ΕΑΜ 74 καί SEG XLVHI 702-703 (όπου ή σχετική βιβλιογραφία) .
3ος/2ος α
55. Ε. Kapetanopoulos, SEG XLV1II 873 (per. ep.) . Για τον Άρπαλο βλ Berve, ό.π. (σημ. 47) , α 75-80 αρ. 143 καί Α. Tataki. Macedonians Abroad. A Contribution to the Prosopography of Ancient Macedonia. ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ 26. Αθήνα 1988,σ.1 9 4 αρ. 3 (μέ τή σχετική βιβλιογραφία) . 56. Berve, ό.π. (σημ. 47) , 79 (μέ τις σχετικές για τή δολοφονία του στην Κρήτη πηγές) . 57. Βλ. σχετικά αν. σημ. 18. 58. Αρριναός, Ανάβασις, ΙΙΙ.6.4. Πρβλ καί τήν περίπτωση του αδελφού του Αρπάλου, Ταύρωνα, ό όποιος σέ προξενικό ψήφισμα άπο τήν Ερέτρια αναφέρεται ως Ταύρων Μαχάτα, Μακεδών βλ. σχετικά Α. Tataki, ό.π. (σημ. 55) . 197 αρ. 20 και D. Knoepfler. Décrets éretriens de proxénie et de citoyenneté. Λωζάννη 2001. αρ. VI. Στην περίπτωση μάλιστα που ισχύει ή ταύτιση του Αρπάλου μέ το γνωστό γιο τού Μαχάτα. και αυτή της Παγκάστας μέ τή γνωσττ] εταίρα, θα πρέπει να δεχτούμε τήν κ α τ α γ ω γ η τής Παγκάστας άπο τή Μακεδονία, γεγονός που προσκρούει στή μαρτυρία τού Αιλιανού (βλ. κατ. σημ. 60) περί τής καταγωγής της άπο τή Θεσσαλία καί ειδικότερα άπο τή Λάρισα (το γένος Λαρισαία ήν) . 59. Σαατσόγλου-Παλιαδέλη, ό.π. (σημ. 8) , 375. 60. Απελλής δέ (sc. ήΡα) τής Αλεξάνδρου παλλακης. ήπερ όνομα ήν Παγκάστη. το δέ γένος Λαρισαία ήν. ταύτη καί πρώτη, φασίν. ό Αλέξανδρος ώμιληοεν. Βλ. τις εκδόσεις τών Μ.Ρ. Dilts (Teubner, 1974) , N.G. Wilson (Loeb, 1997) χωρίς app.cr.
200
ΑΡΠΑΛΟΣΚΤΤΑ?
τυπο Πακάτη παραδίδει ό Λουκιανός (Είκόνες, 7) 61 ενω οί τύποι Pancafpen Pampaspen. Pampaspem απαντούν στη χειρόγραφη παράδοση τού Πλίνιου του Πρεσβύτερου (Ν.Η. XXXV, 86) .6'2 Στην έκδοση τού Πλίνιου ό I. Sillig _ βασιζόμενος στην έκδοση τού Αιλιανού άπο τον J. Perizonius 63 - πρότεινε τήν ανάγνωση Pancasten.64 Ή πρόταση ωστόσο τού Sillig δεν φαίνεται να έγινε γενικά δεκτή, με αποτέλεσμα είτε να παραλείπεται στις κριτικές εκδόσεις, 65 ειτε σε σχετικές μέ τον Πλίνιο μελέτες το όνομα να παραδίδεται στη μιά ή τήν άλλη μορφή του, 66 ή καί στίς δύο. 67 Ή στήλη της Βεργίνας είναι όλιγόλογη καί αινιγματική. Ωστόσο, παρά τα οποιαδήποτε προβλήματα ερμηνείας πού παρουσιάζει ή επιγραφή, φαίνεται τουλάχιστον να προσφέρει μια λύση στο γρίφο γύρω άπο τον πραγματικό τύπο τού ονόματος τής Θεσσαλής εταίρας πού έζησε στη μακεδόνικη αυλή στην εποχή τού Μ. Αλέξανδροι) . 6 8
61. Tόδεάλλο σώμα ό Απελλής δειξάτωκατά τήν Πακάτην μάλιστα, μη άγαν λευκον άλλα εναιμον απλώς. Βλ. καί app.cr. στις εκδόσεις τών A.M. Harmon (Loeb. 1961) . M.D. Macleod (Οξφόρδη 1974) . Χρήσιμες στο σημείο αυτό ήταν οί σχετικές μέ τη χειρόγραφη παράδοση του Λουκιανού υποδείξεις τού καθηγητή Δ. Χρηστίδη. τον οποίο ευχαριστώ θερμά. 62. «quamquam Alexander honorem ei (sc. Apelli) clarissimo perhibuit exemple. Namque cum dilectam sibi e pallacis suis praecipue. nomine Pancaspen. nudam pingi ob admirationem formae ab Apelle iussisset eumque. dum paret. captum amore sensisset. dono dedit ei, magnus animo, maior imperio sui nee minor hoc facto quam victoria alia [...) ». 63. J. Perizonius. Claudii Aeliani Sophislae varia historia. Lugduni Batavorum 1701. 64.1. Sillig, C. Plini Secundi Naturalis Historiae. Libri XXXVIÌ (vol. V) . Hambourg-Gotha 1851. Βλ. και app.cr. στις εκδόσεις τών Η. Rackham (Loeb. 1952) καί C. Mayhoff (Teubner. 1967) . 65. Βλ. π.χ. τήν έκδοση τού J.-M. Croisille (Bude. 1985) . 66. 0. Jahn, «Variarum lectionum fasciculus alter». Philologus 28 (1869) 9. αρ. 82: Pancasten. 0. Schneider. In f. Pini Secundi Naturalis Historiae Libros Indices. II. M-Z. ανατ. Hildesheim 1967. 134 s.v. Pancasten. P. Rosumek - D. Najock. Concordane in C. Plinii Secundi Naturalem Historiam. I. Eigenammen A-Antipathes. Hildesheim - Ζυρίχη - Νέα Τόρκη 1996.σ.3 6 6 . s.v. Ptmcaspe. J. Vons. L'image de la femme dans l'oeuvre de Pline l'Ancien. Collection Latomus 256, Βρυξέλλες 2000.σ.4 5 0 : Pancasp,1. 6J· Βλ. π.χ. τα σχόλια στην έκδοση τού R. König (Tusculum. 1978) . Βλ. καί Κ. Jex-Blake - Ε. «Hers, The Elder Pliny's Chapters on the History of Art. ανατ. Σικάγο 1982.σ.1 2 4 καί σημ.: «Pancaspen: όνομα ήν Παγκάσπη (sic!) , το δέ γένος Λαρισσαία (sic!) . AU. Ποικ. Ιστορία, xii, « · Lucian, (Εικόνα. 7) calls her Πακάτη». 68. Για παραδείγματα άπο τή Μακεδονία, όπου ή φιλολογική παράδοση διορθώνεται μέ βάση τις επιγραφές, βλ. καί Δ. Παντερμαλής. «Δίον 1997. Ό επιστάτης, οί πελειγάνες καί οί λοιποί πολίτες», ΑΕΜΘ11(1997) [)1999] 233-235 (= SEC XLVIII 785-786) και Μ.Β. Hatzopoulos. ΙEpigraphie et Philologie: résentes découvertes épigraphiques et gloses macédoniennes d'Hésychius». CRAI (1998) 1189-1218 (= SEC XLVIII 702) . Πρβλ. καί SEC XLVIII 703.
201
Κώστας Σμπόνιας
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT ΙΟΝΙΟΥ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΙΩΝ
Τ
ο 1972 δημοσιεύτηκε το βιβλίο The Emergence of Civilization, ενα σημαντικό έργο του Colin Renfrew που αποτέλεσε σταθμό στή μελέτη τής αίγαιακής προιστορίας. Στόχος του ήταν ή ερμηνεία τής εμφάνισης ανεπτυγμένου πολιτισμού στο προιστορικό Αιγαίο τής Εποχής τού Χαλκού, μέσα άπο τήν πρόταση μιας σειράς ερμηνευτικών μοντέλων πού έδιναν έμφαση στη διαδικασία τού πολιτισμού καί τις εσωτερικές εξελίξεις μιας κοινωνίας. Άπο τότε πολλές θεωρίες τού Renfrew έχουν αμφισβητηθεί ή τροποποιηθεί,1 ωστόσο το βιβλίο αυτό έφερε τήν αίγαιακή αρχαιολογία για πρώτη φορά στο κέντρο τού θεωρητικού προβληματισμού. Στή μελέτη τού Renfrew ό χώρος του Ιονίου αναφέρεται αποσπασματικά και μόνο στο βαθμό πού συμπλέκεται μέ τις πολιτισμικές εξελίξεις στον αίγαιακο χώρο.'·2 Η αρχαιολογία τών Ιονίων Νήσων παρέμεινε αντίθετα εγκλωβισμένη στις αναζητήσεις τής ηρωικής εποχής της αρχαιολογίας τού 19ου αιώνα. Ή μή επίτευξη τών αρχικών στόχων πού αφορούσαν στον εντοπισμό και την ταύτιση τών ομηρικών θέσεων καθήλωσε σε μεγάλο βαθμό τήν αρχαιολογική οπτική σέ ένα άντιεπιστημονικο επίπεδο, σε αντίθεση μέ τήν αίγαιακή αρχαιολογία πού σταδιακά βρήκε το βηματισμό της στις δεκαετίες πού ακολούθησαν τή δημοσίευση τής μελέτης τού Renfrew. Ό χώρος τού Ιονίου παρέμεινε περιφερειακός στην ανάπτυξη τής προιστορικής αρχαιολογίας μέχρι σήμερα. Στόχος τού άρθρου αυτού είναι να συζητήσει μέσα άπο μιά Ιστοριογραφική οπτική τήν αρχαιολογική εξερεύνηση τών Ιόνιων Νήσων κατά τον 19ο καΙ 20ο αιώνα καί να καταγράψει τις κύριες προσεγγίσεις καΙ τήν ερμηνευτική τους που κατηυθυναν τήν αρχαιολογική έρευνα. Εντάσσοντας τήν αρχαιολογία τού Ιονίου στο ευρύτερο πλαίσιο μελέτης τής προιστορίας τού ελλαδικού χώρου
J.C.Barrett - P. Halstead (έπιμ.) . The Emergence of Civilisation Revisited. Oxbow Books. Οξφόρδη 2004. Π.χ. οί αναφορές στή Λευκάδα της Πρώιμης Εποχής τ ο ς Χαλκού, στο C. Renfrew, The emergence of Civilisation. The Cyclada and the Aegean in the Third Millennium B.C.. Methuen. Λονδίνο1972,σ.3 7 8 - 3 8 1 , 43<M3flL
WA
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
θα εξετάσουμε τις διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη μελέτη της προιστορίας άλλων περιοχών. 3 Στόχος είναι ν α αναδυθούν τ α στερεότυπα και οι δεσμεύσεις που περιόρισαν την έρευνα σε συγκεκριμένα πλαίσια παραμορφώνοντας την αρχαιολογική οπτική καί τ α ερωτήματα π ο ύ τέθηκαν. Θα υποστηρίξουμε π ώ ς ένα μεγάλο μέρος τών αποκλίσεων οφείλεται στον εγκλωβισμό της αρχαιολογίας του Ι ο ν ί ο υ στις αναζητήσεις της αρχαιολογίας τού 19ου αιώνα Παράλληλα, ή διαφορετικότητα και περιφερειακή θέση τού Ιόνιου χώρου καί τών πολιτισμών του και ή αδυναμία ένταξης του στα σχήματα τών αΙγαιακών πολιτισμών οχι μόνο δεν οδήγησε στή διερεύνηση νέων κατευθύνσεων ή τή δια τύπωση νέων ερωτημάτων, άλλα σε μεγάλο βαθμό συνέβαλε στην παραμέληση τής ί δ ι α ς της αρχαιολογικής έρευνας. Ή αναζήτηση τών ομηρικών τοπίων Ή μελέτη τής προιστορίας στον Ελλαδικό χώρο έχει κοινή αρχή στην ηρωική εποχή τής αρχαιολογίας τού 18ου καί τών αρχών τού 19ου αιώνα. 4 Το γενικότερο ενδιαφέρον για ελληνικές αρχαιότητες καί μνημεία κατά τον 18ο αιώνα, έκφραση τού ρομαντικού πνεύματος καί τών αναζητήσεων τής εποχής, διαμόρφωσε το πλαίσιο μέσα στο όποιο έγιναν τά π ρ ώ τ α βήματα γιά τήν ανακάλυψη τών προι στορικών πολιτισμών τού Αιγαίου. Τά Ομηρικά Έ π η ήταν αυτά που ενέπνευσαν τους περιηγητές και άρχαιοδιφες στις αναζητήσεις τους γιά το ηρωικό παρελθόν τού αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, ενταγμένα στο ερώτημα τής Ιστορικότητας τους πού απασχόλησε τους λόγιους τού 19ου αιώνα.*' Στο πλαίσιο αυτό τά Ι ό ν ι α νησιά τράβηξαν τήν προσοχή τών περιηγητών πού εστίασαν το ενδιαφέρον τους στην αναζήτηση τής ομηρικής Ιθάκης. 6 Τις
3. Βλ. Κ. Kotsakis, «The Powerful Past: Theoretical Trends in Greek Archaeology», στο I. Hodder (έπιμ.) . Archaeological Tlteory in Europe: 65-90. Routledge. Λονδίνο - Νέα Υόρκη 1991. M. Fotiadis, «Imagining Macedonia in Prehistory, ca 1900-1930». Journal of Mediterranean Archaeology 14 (2001) 115-135. T. Cullen (έπιμ.) . Aegean Prehistory: A Review. American Jour nal of Archaeology Supp. 1, Archaeological Institute of America. Βοστώνη 2001. J. Cherry - L. Tallalay - D. Margomenou (έπιμ.) Prehistorians around the pond: Reflections on Aegean Prehistory as a Discipline, Μίσιγκαν. Kelsey Museum of Archaeology, Ann Arbor, 2005. 0. Πολυχρονοπούλου. «Ίστοριογραφώντας την Προιστορία τού Αιγαίου». Αρχαιολογία καί Τέχνες 86 (Μάρ. 2003) 6-7.
4. P.G. Bahn, The Cambridge Illustrated History of Archaeology, Cambridge University Press, Καίμπριτζ 1996. M. Shanks, Classical Archaeology of Greece. Experiences of the discipline. Routled Λονδίνο 1996.
5. Βλ. J.L. Fitton, The Discovery of the Greek Bronze Age. British Museum Press. Αονδίνο 1995, σ. 4 1 - 4 6 . Ο. Πολυχρονοπούλου. «Oi βασικές αναφορές τών πρώτων αρχαιολόγων. Ό μϋθος θεμελιωτής της επιστήμης», Αρχαιολογία καί Τέχνες 86 (Μάρ. 2003) 19-23. 6. Για σύνοψη τών ερευνών βλ. D. Leekley και R. Noyes, Archaeological Excavations in Southern
204
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕ! ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις TUN ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΟΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT IONI
πρώτες επισκέψεις για εντοπισμό θέσεων, που λόγω τοπογραφίας μπορούσαν να συσχετιστούν με ομηρικές αναφορές, διαδέχθηκαν ανασκαφές χωρίς μέθοδο καί τεχνική στο πλαίσιο θησαυροθηρικών ανασκαφών της εποχής. Ή Ιθάκη προσέλκυσε πρώτη το ενδιαφέρον, με τις επισκέψεις τών Dodwel καί Gell, οί όποιοι αποσκοπούσαν στη σύγκριση ορατών μνημείων μέ τις αρχαίες πηγές καί κυρίως τα Ομηρικά Έπη. Ή δημοσίευση τού έργου τού Gell για τή Γεωγραφία καί Αρχαιότητες της Ίθάκης το 1807 θα αποτελέσει πρότυπο καί 5δηγο μεταγενέστερων επισκεπτών στην αναζήτηση ομηρικών θέσεων στο νησί.7 0 Gell αναζήτησε το ανάκτορο τού Οδυσσέα στον Αετό τής Ιθάκης, όπου στή συνέχεια, το 1806, ό Leake διεξήγε τις πρώτες ανασκαφές.8 Άπο το 1809 ή αγγλική κατοχή τών Έπτανήσων σήμανε μέ τη συστηματοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας την αρχή μιας νέας εποχής αρχαιολογικών εξερευ νήσεων στα νησιά.9 Το 1812-1813 ομάδα άρχαιοφίλων και φιλελλήνων (Lee, von Stackeiberg, Linckh) επισκέφθηκε καί έσκαψε στην Κεφαλονιά καί την Ιθάκη τεκμηριώνοντας υποδειγματικά για τήν εποχή τα ευρήματα τους.10 Το 1814 ο Carl Haller von Hallerstein διεξήγε τις πρώτες ανασκαφές μέ επιστη μονικά πρότυπα στην Ιθάκη και επισκέφθηκε επίσης τήν Κεφαλονιά.11 Στην Κεφαλονιά ό Philippe de Bosset. διοικητής τού νησιού άπο το 1809-1814, διεξήγε ανασκαφές σέ διάφορα σημεία τού νησιού καί έφερε γιά πρώτη φορά ιχνη της μυκηναίκής παρουσίας στά Μαζαρακάτα. ένώ διενήργησε ανασκαφές καί στον Αετό τής "Ιθάκης.12 Ή Βρετανική κυριαρχία σήμανε έτσι καί τήν αρχή
Greece, Noyes Press. New Jersey 1976.σ.4 . Gì. Souyoudzoglou-Haywood. 77«? Ionian Islands in the Bronze Age and Early Iron Age. 3000-800 BC. Liverpool 1999. a. 9. M. Steinhart - E. Wirbelauer. Aus der Heimal des Odysseus. Reisende. Grabungen und Funde auf Ithaka und Kephallenia bis zum ausgehenden 19. Jalirhundert. Zabern Verlag. Μαγεντία 2002. 7. E. Dodwell. Classical and topographical tour through Greece, during the years 1801. 1805. and 1806. Λονδίνο 1819. W. Gell, 77w Geography and Antiquities of Ithaca. Λονδίνο 1807. 8. W.M. Leake. Travels in Northern Greece, τόμ. 3. Λονδίνο 1835. α 31 κ.εξ. Βλ. επίσης Μ. Steinhart καί Ε. Wirbelauer. Aus der Heimat des Odysseus,ό.π.,σ.5 3 - 6 4 . Ch. SouyoudzoglouHaywood. 77if Ionian islands in the Bronze Age and Early Iron Age. ό.π.. σ. 9 . 9· Βλ. M. Steinhart - E. Wirbelauer. Aus der Heimat des Odysseus,ό.π..σ.6 5 - 1 7 9 . Για την άγγλική παρουσία στα νησιά καί τήν πρόσληψη του πολιτισμού τους βλ. Th. Gallant. Experiencing Dominion: Culture, identity, and power in British Mediterranean. University of Notre Dame Press, Notre Dame. Indiana 2002. W. M. Steinhart xai E. Wirbelauer. Aus der Heimat des Odysseus,ό.π..σ.6 7 - 1 0 6 . ί!· Στο ίδιο.σ.1 0 6 - 1 4 6 . 2. S. Brodbeck-Jucker. Mykemsche Funde am Kephallenia im archäologischen Museum Neuchâtel. Bretschneider, Ρώμη 1986.σ.1 6 - 2 1 . M. Steinhart καί Ε. Wirbelauer. Aus der Heimat des Odysseus, 12.ό.π..σ.1 0 4 - 1 0 6
205
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
της πραγματικής αρχαιολογικής έρευνας στα Ιόνια νησιά, εντασσόμενη όμως σέ ενα σύσΡηματαύτισης τής ομηρικής τοπογραφίας. Οι αρχές αυτές θα κατευθύνουν την αρχαιολογική έρευνα σέ όλο τον ύστερο 19ο καί τις αρχές του 20ου αιώνα. Άς δούμε λεπτομερέστερα τους μηχανισμούς καί τα στερεότυπα παραγωγής αρχαιολογικού έργου την περίοδο αύτη. Στο Ιόνιο πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισαν ό Σλήμαν, ό Dörpfeld, ό Ολλανδός μαικήνας Goekoop καθώς καί ή δραστηριοποίηση Ελλήνων αρχαιομαθών καί τής Αρχαιολογικής Εταιρείας μετά τήν ένωση τών Έπτανήσων μέ την Ελλάδα το 1864. Τα πρώτα ταξίδια τού Σλήμαν στην Ελλάδα, το 1868, τον έφεραν στην Κέρκυρα, την Κεφαλονιά καί την Ιθάκη. Στην Κέρκυρα οΙ αναζητήσεις του επικεντρώθηκαν στην ταύτιση τού νησιού μέ την Ομηρική Σχερία καί τήν ανάγνωση του τοπίου μέσα άπο τίς ομηρικές αναφορές. Αναγνώρισε στα δυο λιμάνια τής αρχαίας πόλης (Υλαίκος λιμένας καί λιμένας τής Αγοράς) τα δύο άπο τον Όμηρο αναφερόμενα λιμάνια καί ταύτισε τήν μεταξύ τους περιοχή, όπου απλώνεται ή αρχαία πόλη. μέ τή «λεπτή είσίθμη» τού Ομήρου. 13 Στο ψη λότερο σημείο τής Παλαιόπολης, το επιφανέστερο σημείο, τοποθέτησε το πα λάτι τού Αλκίνοος, ενώ σέ ποτάμι πού έκβάλλει από τα Δυτικά στη λιμνοθά λασσα τού Χαλικιόπουλου αναζήτησε το σημείο συνάντησης τής Ναυσικάς μέ τον Οδυσσέα. Στίς ταυτίσεις αυτές δέν στηρίχθηκε σέ αρχαιολογικά ευρήματα άλλα στή δημιουργία ενός Ιδεατού προτύπου ομηρικής τοπογραφίας μέσα άπο τήν ανάγνωση τής σύγχρονης τοπογραφίας, όπως ήταν ή παράδοση καί τών προηγούμενων περιηγητών. Μέ τον ίδιο τρόπο ταύτισε τήν Κεφαλονιά μέ τήν ομηρική Σάμη καί στά ερείπια τής αρχαίας πόλης τής Σάμης τοποθέτησε τήν πρωτεύουσα τού νησιού, άπ' όπου. όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, «κα τάγονταν εικοσι τέσσερις άπο τους μνηστήρες τής Πηνελόπης».14 Στην Ιθάκη αποδέχτηκε επίσης χωρίς δισταγμό όλες τίς υπάρχουσες Ιστορίες ταύτισης θέ σεων μέ ομηρικές τοποθεσίες. Έδώ όμως γιά πρώτη φορά κατέφυγε άμεσα σέ ανασκαφικές τομές, γιά νά δώσει απάντηση σέ ένα αρχαιολογικό πρόβλημα, τις οποίες συνέχισε σέ μια δεύτερη επίσκεψη του το 1878. έχοντας πια τή σιγουριά τών ανακαλύψεων του στην Τροία.15 ΟΙ έρευνες αυτές, αρκετά ερασιτεχνικού
13. Η. Schliemann. Ithaka, der Peloponnes und Troja. Archäologische Forschungen, (α εκδ. Λειψί 1869) , Darmstadt 1963,σ.6 . 14. Στο ίδιο.σ.1 2 . 15. Στοίδιο,σ.1 4 - 7 8 . Η. Schliemann. /Kos. Ville et Pays des Troyens. Paris 1885. ς 47-53. Ή εφαρμογή πρώιμων ανασκαφικών τεχνικών πού υίοθετούσαν το παράδειγμα της Πομπηίας ήταν ενα άπο τα στοιχεία της έποχης και εφαρμόζονταν καί άπο αλλους, όπως τον Conze στή Σαμοθράκη τή δεκαετία τού 1870 και άπο τον Curtius στην Ολυμπία.
206
ΙΟΓΡΑΦΙΚΕς ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΤΟΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT IONIOT
χαρακτηρα λόγω τής ταχύτητας των ανασκαφών και της ελλιπούς τεκμηρίω σης, στην κορυφή του Αετού, οπού τοποθετούσε το ανάκτορο τού Οδυσσέα, στή Δεξιά («Φόρκυνος λιμήν») , τα Πηλικάτα, και τον Άγιο Άθανάσιο/Σχολή •Ομήρου, αν και δεν είχαν αποτέλεσμα, σήμαναν τήν αρχή των ερευνών του πού θα τον οδηγούσαν στις επιτυχείς ανασκαφές τής Τροίας, τών Μυκηνών, του Ορχομενού και τής Τίρυνθας.16 Σε όλες αυτές τις έρευνες, όπως καί σέ αλλες πού ακολούθησαν, δέν υπάρ χει αμφιβολία πώς ή ανάγνωση καί ερμηνεία γίνονταν μέσα από τήν ομηρική σημασία τών προιστορικών ευρημάτων, με στόχο το συσχετισμό μέ τις ομη ρικές αναφορές. Ή επιτυχής ταύτιση θέσεων όπως ή Τροία, οι Μυκήνες καί ή Τίρυνθα, βαθμιαία αποδέσμευσε το διάλογο άπο τήν επιχειρηματολογία τής επαλήθευσης τής ταύτισης και τον έστρεψε σέ πραγματικά αρχαιολογικά προβλήματα πού έθετε ή ίδια ή έρευνα. Στην Τροία, γιά παράδειγμα, ό Σλήμαν είχε να επιλύσει το πρόβλημα τής ασυμφωνίας τών ευρημάτων τής Τροίας II, πού ταύτιζε μέ τήν πόλη τού Πριάμου, μέ τα μυκηναίκά ευρήματα τών Μυκηνών, κάτι πού θα έπέλυε αργότερα ό Dörpfeld μέ τον επανακαθορισμό τών στρωμάτων τής Τροίας καί τήν ταύτιση τής πόλης τής 'Ύστερης Εποχής τού Χαλκού μέ τήν Τροία VI. Ό Τσούντας. πού συνέχισε το έργο τού Σλήμαν στις Μυκήνες, απέφυγε τήν ευθύγραμμη εξίσωση Ομηρικών Επών και μυκηναίκού κόσμου και, αναγνωρίζοντας πώς καί άλλοι παράγοντες μπορεί νά συντέλεσαν στην μορφή τών Επών. βασίστηκε περισσότερο στή σημασία τών ίδιων των αρχαιολογικών δεδομένων γιά τήν ανασύνθεση τού μυκηναίκού πολιτισμού.17 Μέ τις ανασκαφές του στή συνέχεια στις Κυκλάδες έφερε στο φώς καί ταξι νόμησε έναν πολιτισμό τής Πρώιμης Εποχής τού Χαλκού, τον Κυκλαδικό, ό όποιος δέν είχε συμφραζόμενα στα Ομηρικά Έπη.18 Δημιουργούνται έτσι προύποθέσεις αποδέσμευσης τής αίγαιακής αρχαιολογίας άπο τήν ομηρική αρχαιολογία καί μεταφέρεται βαθμιαία το κέντρο βάρους στή μελέτη τών ίδιων των χαρακτηριστικών του υλικού πολιτισμού, στους συσχετισμούς καί συγκρίσεις τού αρχαιολογικού υλικού καί τών προβλημάτων πού έθετε. Στο Ιόνιο οί ανεπιτυχείς προσπάθειες, τού Σλήμαν αρχικά καί τού Wilhelm Dórpfeld στή συνέχεια γιά την ταύτιση τής ομηρικής Ιθάκης, όχι μόνο δέν επέτρεψαν το βήμα αυτό. άλλα εγκλώβισαν τήν αρχαιολογία καί τών υπόλοιπων
16. J.L. Fitton. The Discovery of the Creek Bronze Age,ό.π.,a. 61-103. M. Steinhart - E. Wirbelauer, Aus der Heimat des Odysseus,ό.π..σ.1 8 2 - 1 8 4 . u C Tsountas. The Mycenaean Ave. A Study of the Monuments and Culture of Pre-Homeric Greece. Macmillan, Λονδίνο 1897. 18· Χ- Τσούντας. «Κυκλαδικά». ΑρχαιολογικήΕφημερις(1898-1899) 137-212.
•207
Κ11ΣΤας ΣΜΠΟΝΙΑΣ
νησιών σε μια ομηρική αρχαιολογία. 1 9 0 Dörpfeld, ό Γερμανός αρχιτέκτονας και βοηθός τού Σλήμαν στην τελευταία ανασκαφική περίοδο της Τροίας, μετά το θάνατο τού Σλήμαν και την ολοκλήρωση των ανασκαφών τής Τροίας VI θα στραφεί οριστικά στο Ιόνιο. 0 Dörpfeld επισκέφθηκε τήν Ι θ ά κ η το 1897 με σκοπό τήν ανάληψη α ν α σ κ α φ ώ ν στο βόρειο τμήμα τού νησιού, όπου σύμφωνα με παλαιότερη θεωρία τού Leake θα έπρεπε νά αναζητηθεί ή ομηρική πόλη.20 Το 1900 με χορηγία τ ο ύ Goekoop διενήργησε ανασκαφικές τομές στα Πηλικάτα, στις π λ α γ ι έ ς π ά ν ω ά π ο τήν Πόλη, στο Κάστρο Μάλο και τον Ά γ ι ο Αθανάσιο, χωρίς, όμως, συγκεκριμένα αποτελέσματα. 2 1 Μερικά χρόνια αργότερα, το 1904, οι εκτεταμένες έρευνες τού Vollgraff στο νησί (Αετός, Πόλις, Πηλικάτα, Σχολή Όμηρου) , επίσης με χρηματοδότηση τού Goekoop, εντόπισαν τα πρώτα λιγοστά ιχνη μυκηναίκής π α ρ ο υ σ ί α ς στο σπήλαιο τών Νυμφών στην Πόλη, τα όποια όμως δεν θεωρήθηκαν αντάξια της ομηρικής Ιθάκης.' 2 2 Οί αποτυχίες αυτές θα οδηγούσαν στην ενσωμάτωση δύο άλλων νησιών τού Ιονίου, της Κεφαλονιάς και της Λευκάδας, στις κατασκευές συστημάτων ταύτισης της ομηρικής τ ο π ο γ ρ α φ ί α ς . Ο Goekoop θα στρεφόταν στο έξης στην Κεφαλονιά και ό Dörpfeld στή Λ ε υ κ ά δ α γ ι α τήν αναζήτηση τής Ι θ ά κ η ς τού Οδυσσέα. Ο Dörpfeld στράφηκε στή Λευκάδα διατυπώνοντας τη θεωρία πώς ή ομηρική Ι θ ά κ η ταυτίζεται με τή σύγχρονη Λευκάδα, ή σημερινή Ιθάκη μέ τήν ομηρική Σάμη και το ομηρικό Δουλίχιον μέ τήν Κεφαλονιά. 2 3 Είναι χαρακτηριστικό για τή μεθοδολογία τής εποχής π ώ ς είναι ή ανάγνωση τής τοπογραφίας μέ βάση τα ομηρικά κείμενα π ο ύ πρωταρχικά οδηγούσε στην ταύτιση καΙ στή συνέχεια ή ανασκαφική έρευνα καλούνταν νά επιβεβαιώσει τήν κατασκευή. Οι ανασκαφές τού Dörpfeld στή Λ ε υ κ ά δ α τ ά επόμενα δέκα χρόνια, παρότι απέτυχαν νά εντο πίσουν ιχνη μυκηναίκής παρουσίας, έφεραν στο φώς στην π ε δ ι ά δ α τού Νυδρίου σημαντικά ιχνη τής Πρώιμης και Μέσης Ε π ο χ ή ς τού Χαλκού, μέ σημαντικότερο εύρημα τους πλούσια κτερισμένους τύμβους στο Στενό, τους επονομαζόμενους
19. Για ταυτίσεις διαφόρων νησιών του Ιονίου μέ τήν ομηρική Ιθάκη βλ. R. Herscher. «Homer und das Ithaka der Wirklichkeit». Hermes 1. 1866. 263-280. W.G. Manly. Ithaca or Leucas?. University of Missouri. Columbia. Mo 1903. P. Goessler. Uukas-Ithaka. Die Heimat des Odysseus. Stuttgart 1904. Ι. Θωμόπουλου, Ίθάκη και Όμηρος. Αθήνα 1908. Victor Berard. Ithaca et la Grèce des Achéens, 1927. W. Vollgraff. «Dulichion-Leukas». Neue JahrbücherfirPhilol. 1907. 617. W. Dörpfeld, Alt-Ithaka. Ein Beitrag zur Homer-Frage, Μόναχο 1927. A.E.H. Goekoop, Ithaque la grande, Beck & Barth. Αθήνα 1908. 20. W.M. Leake. Travels in Northern Greece, τόμ. III. Λονδίνο 1835.σ.2 4 - 5 4 . 21. W. Dörpfeld. Alt-Ithaka,ό.π..σ.1 4 4 - 1 5 1 . 22. W. Vollgraff, «Fouilles d'Ithaque», BCH 29 (1905) 145-168. 23. W. Dörpfeld, Alt-Ithaka, ό.π.
208
,ίΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΚί ΠΑΡΑΤΗΙΊίνκίν TUN ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΙΙΙΝ ΤΟΠΙ11Ν ΤΟΓ ΙΟΝ
«βασιλικούς τάφους», σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής. 0 Dörpfeld και ταύτισε λανθασμένα αυτά τα ευρήματα τής Πρώιμης Εποχής τού Χαλκού μέ την ομηρική Ιθάκη, θεωρώντας πώς είχε ανακαλύψει το βασιλικό ανάκτορο (μεγάλο κτίριο Ρ) καί τους βασιλικούς τάφους (τύμβοι R) τών Αχαιών τής 2ης χιλιετίας. Τις διαφορές τού υλικού πολιτισμού μεταξύ Λευκάδας (τής 3ης χιλιετίας) και τών ευρημάτων άπο τις Μυκήνες καί Τίρυνθα (τής ύστερης 2ης χιλιετίας) τις απέδωσε σέ δύο διαφορετικές κατευθύνσεις τής αχαίκής τέχνης που μνημονεύονταν στον Όμηρο, μιας απλής τοπικής τεχνοτροπίας, πού ό Dörpfeld ταύτισε μέ τα ευρήματα άπο το Στενό της Λευκάδας (άλλα καί μέ ευρήματα άπο το Διμήνι καί Σέσκλο πού είχαν πρόσφατα ανακαλυφθεί στη Θεσσαλία) καί μιας τεχνοτροπίας ανατολικών επιρροών, την οποία ταύτισε μέ τήν τέχνη τών Μυκηνών, τού Ορχομενού καί τής Κρήτης.24 Παρά τήν αποτυχία τού Dörpfeld να εντάξει τα ευρήματα τών ανασκαφών του στους πραγματικούς τους συσχετισμούς θα πρέπει να αναφέρουμε τή ση μαντική του συνεισφορά άπο πλευράς τεχνικής των ανασκαφών, μέ την στρωματογραφική τεκμηρίωση τών βαθιών έπιχώσεων στην πεδιάδα τού Νυδρίου. Εντύπωση προκαλούν επίσης στή δημοσίευση αύτη ol μελέτες τού W. Von Seidlitz για τή γεωλογία τού νησιού καί τού Ernst van Hille για τήν ιστορία τής Λευκάδας από το τέλος τής Εποχής τού Χαλκού ώς τους Ρωμαίκούς χρόνους. Ανιχνεύει κάνεις έδώ την επίδραση τής γερμανικής παράδοσης Ιστορικής γεωγραφίας πού εγκαθιδρύεται τήν τελευταία δεκαετία τού 19ου αίώνα. μέ χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις μελέτες τού Partsch το 1890. τού Philippson το 1892 καΙ άλλων.25 01 μελετητές αύτοι έδωσαν έμφαση στή φυσική καί πολιτισμική γεωγραφία τών περιοχών και την κατανομή τών οικισμών τους σέ διάφορες Ιστορικές περιόδους, εξετάζοντας τους παράγοντες πού 24. Στοίδιο.σ.3 9 3 - 3 9 4 . 25. Α. Phillippson. Die Griechischen Landschaften. Eine Landeskunde. Bd. II. 2: Das westliche Mittelgriechenland und die westgriecMschen Inseln, (έπιμ. Κ. Kirsten) . Φραγκφούρτη 1958 (μαζί με παράρΡημα του Ε. Kirsten. «Beitrage zur historischen Landeskunde des westlichen Mittel griechenland und der vorgelagerten Inseln») . J. Partsch. Kephallonia und Ithaka. Eine Geogra phische Monographie, (μτφρ. Λ. Παπανδρέου) . Γκότα 1890 - Αθήνα 1892) . J. Partsch. Die Insel Corfu. Eine geographische Monographie, (μτφρ. Π. Μπέγιας) . Γκοτα 1887 - Αθήνα 1892. J. Partsch. Die Insel Leukas. Eine geographische Monographie. Γκοτα 1889. G. Biedermann. «Kephalonia und Ithaka".Jahresbericht der Geographischen Gesellschaft München II (1886) 21-53. Βλ. επίσης το εργο του Γάλλου 0. Riemann. Recherches archéogiqucs sur les Iles Ioniennes: I. Corfu. Παρίσι 1879. II Cephalonie. Παρί σι 1879. III. Znate. IV. Cérigo. V. Appendice. Παρίσι. 1880 (Bibliothèque des Ecoles Française d'Athènes et de Rome. 11. \Ì 18) . Βλ. επίσης M. Steinhart καί Ε. Wirbelauer. Aus der Heimat des Odysseus, ο.π..σ.1 9 2 - 2 0 1 . Βλ. επίσης το έργο τού σύγχρονου τού Partsch Αθήνα1890γεωγράφουΆ· Μηλιαράκη. Γεωγραφία πολιτική νέα καί αρχαία του νομού Κεφαλληνίας.
209
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
οδηγούν σέ σημαντικές αλλαγές στη γεωγραφική τους θέση στην πάροδο του χρόνου. Ή ανθρωπογεωγραφική αύτη παράδοση πού συνεχίστηκε σποραδικά σέ μελέτες συνεχιστών τους, 26 ουσιαστικά δέν κατάφερε να επηρεάσει τις κατευθύνσεις της προιστορικής αρχαιολογίας προς μια συνδυασμένη μελέτη γεωγραφικού και ιστορικού χώρου. Ή αρχαιολογία θα στραφεί ξανά σέ μια ανθρωπογεωγραφική οπτική μόλις από τή δεκαετία του 1970 μέσω τής αγ γλοσαξονικής πλέον έρευνας. 27 Στην Κεφαλονιά οι κατευθύνσεις τής έρευνας σφραγίστηκαν από τον Ολλανδό μαικήνα Goekoop.28 ό όποιος μετά τις αρχικές χρηματοδοτήσεις των ανασκαφών Vollgraff στην Ιθάκη και üörpfeld σέ Ιθάκη και Λευκάδα, στρά φηκε στην Κεφαλονιά γιά τήν αναζήτηση τής πατρίδας τού Οδυσσέα. Μετά τά πρώτα μυκηναίκά ευρήματα σέ διάφορες θέσεις διατύπωσε τή θεωρία πώς ή ομηρική Ιθάκη, τό Δουλίχιον και ή Σάμη αντιπροσώπευαν διαφορετικές περιοχές τής Κεφαλονιάς. 29 Ή χρηματοδότηση ανασκαφών σήμανε τήν αρχή μιας μακράς περιόδου, πού φτάνει μέχρι τό 1930, κατά τήν οποία το όραμα του Goekoop κατηύθυνε τό αρχαιολογικό έργο στο νησί. Ε δ ώ διεξήχθησαν με χρηματοδότηση του οι πρώτες ανασκαφές Ελλήνων στά Ιόνια νησιά, μετά τήν ενωσή τους μέ τό Βασίλειο της Ελλάδας τό 1864. Τό ερμηνευτικό σχήμα του Goekoop ενταγμένο στό ομηρικό πρότυπο καθόρισε τήν αρχαιολογική πρακτική καί μέθοδο. 30 Ο Goekoop ερμήνευσε τό σύγχρονο τοπίο αντιπαραβάλλοντας το
26. Πρβλ. μελέτες του Lehmann για τήν πεδιάδα του Άργούς και τήν ανατολική Κρήτη ή του Kirsten για τήν κλασική πόλη. Η. Lehmann. Argolis. Erster Band. Deutsches Archäologisches Institut, Αθήνα 1937. Η. Lehmann. «Die Siedlungsräume Ostkretas». Geogr. Zeitschrift 45 (1939) 212-228. E. Kirsten. «Die griechische Polis als historisch-geographisches Problem des Mittelmeerraumes». Colloquium Geographicum 5 (1956) . 27. W.A. McDonald και G.R. Rapp. Jnr. (έπιμ.) . Tlie Minnesota Messenia Expedition. Reconstructing a Bronze Age regional environment. University of Minnesota Press. Minneapolis 1972. C. Renfrew και M. Wagstaff (έπιμ.) . An Island Polity. The Archaeology of exploitation in Melos. Cambridge University Press, Καίμπριτζ 1982. J.M. Wagstaff (έπιμ.) . Landscape and Culture. Geographical and Archaeologic Perspectives. Basil Blackwell. Οξφόρδη 1987. J.F. Cherry - J.L. Davis - E. Mantzourani (έπιμ.), Landscape Archaeology as Long-Term History. Northern Keos in the Cycladic Islands from Earl Settlement until Modern Times. Monumenta Archaeologica τόμ. 16. UCLA Institute of Archaeology. Λος Άντζελες 1991. P.N. Kardulias (έπιμ.) . Beyond the Site: Regional Studies in the Aegean Area, University Press of America. Lanham - Νέα Υόρκη - Λονδίνο. 1994. J.F. Cherry - S.E. Alcock (έπιμ.) , Side-by-Side Survey: Comparative Regional Studies in the Mediterranean World. Oxbow Οξφόρδη 2004. 28. C.H. Goekoop, Op zoek naar Ithaka. Een speurtochi naar het vaderland van Odysseus, Weesp 1990. 29. A.E.H. Goekoop, Ithaque la grande. Beck & Barth. Αθήνα 1908. 30. Ν. Κυπαρίσσης. «Κεφαλληνιακά», ΑρχαιολογικόΔελτίο5 (1919) 83-122.
210
ΡΙΟΓΡΑΦΙΚΚΙ Ι1ΑΙΆΤΗΡΗΣΕΙΙ ΤΟΝ ΠΡΟίΕΤΟΡΙΚΟΝ ΤΟΠΙΟΝ T o r lONlOr
μέ το ομηρικό και ταύτισε υποθετικά μέσα από αύτη τη σύγκριση θέσεις, όπως xό λιμάνι του Οδυσσέα, την κρήνη, το λόφο του ανακτόρου. Οί ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας έρχονται στη συνέχεια να εξυπηρετήσουν την επαλήθευση του οράματος αύτού καθώς ό Goekoop μέ όχημα τις χορηγίες του υποδείκνυε συγκεκριμένες τοποθεσίες για ανασκαφή. Σημειώνει ό Κυπαρίσσης, έφορος αρχαιοτήτων:31 Ούτος έπιθυμών να έπιχύση πλί^ρες φως επί του ζητήματος τού άφορώντος εις την πατρίδα του ήμωος τής Οδύσσειας, (...) και προς τούτο περιηγηθείς τήν νήσον ταυτην, καθώρισε σημεία τινά, συμφωνούντα κατ' αυτόν προς τάς τού Όμηρου περιγραφάς. εντός των οποίων ζητεί και το τού Οδυσσέως άνάκτορον, παρεκάλεσε δέ τήν Έταιρείαν, όπως και κατά το λήξαν έτον ένεργηθώσιν αυτόθι ανασκαφές. Ίνα δί αυτών επιβεβαιώσει τας εαυτού δοξασίας. Στο πλαίσιο αυτό μέ τις ανασκαφές τού Κεφαλλονίτη Καββαδία από το 1899, ύπο τή χορηγία του Goekoop άπο το 1908, έρχονται στο φώς τα μυκηναίκά νεκροταφεία στα Μαζαρακάτα, Ρίζες καΙ Κοκκολάτα-Καγκέλισες.3'2 Μετά το 1912 τις ανασκαφές Goekoop στην Κεφαλονιά συνέχισε ό Κυπαρίσσης στην Κράνη και τα Διακατα καθώς και ό Οικονόμος.33 Τέλος ό Μαρινάτος μέ τήν υποστήριξη τής χήρας Goekoop θα αναλάβει το 1930-1932 ανασκαφές στη Λιβαθώ και τήν Πολική (Κοντογενάδα) . 34 Σέ ένα πρώτο επίπεδο έτσι είναι τα ιδεολογήματα τού 19ου που αφορούν στην παλαιότερη συζήτηση τού ομηρικού ζητήματος και ή πρόσληψη του άπο άρχαιοφίλους και αρχαιομαθείς πού δια μορφώνουν το σχεδιασμό τής αρχαιολογικής έρευνας, ή οποία αποτυγχάνει ώς προ το βασικό στόχο πού είναι ή ταύτιση τής ομηρικής Ιθάκης. Σέ ένα δεύ τερο επίπεδο, όμως. ή μελέτη τών χαρακτηριστικών του αρχαιολογικού υλικού πού γίνεται άπο τους αρχαιολόγους μέ τις προδιαγραφές τής εποχής προάγει τη γνώση τού υλικού πολιτισμού μέσα άπο την εξέταση τής τυπολογίας τής
31. Ν. Κυπαρίσσης - Α. Φιλαδέλφειας. «Ανασκαφαί έν Κεφαλληνία». ΠΑΕ (1912) 100. 32. P. Kavvadias. .-Fouilles a «phalonie». Compie* Rendu* (1909) 382-391. Π. Καββαδίας. Προιστορική Αρχαιολογία. Αθήνα 1909. ο. 352-373. Π. Καββαδίας. «Περί τών έν Κεφαλληνία ανασκαφών», ΠΑΕ (1911) 247-268. 33- Ν. Κυπαρίσσης - Α. Φιλαδελφεύς. «Ανασκαφαί έν Κεφαλληνία». ΠΑΕ (1912) 100-118. Ν. Κυπαρίσσης. «Κεφαλληνιακά». Αρχαιολογικό ά(λτ(ο 5 (1919) 83-122. («Μη! Μαρινάτος· «Αρχαιολογικαι έρευναι άνα τήν Κεφαλληνίαν». Αρχαιολογικό Δελτίο 6 1920-192|1) 172-177. Ι . Μαρινάτος «αί ανασκαφαί Goekoop έν Κεφαλληνία». •Αρχαιολογική Εφημερις (1932) 1-47. καί (1933) 68 100. Y Giannopoulos. « Antiquités de Cephalonie». BCH 52 (1928) 66-73.
211
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
κεραμικής καί των τάφων, τις παρατηρήσεις για τα ταφικά έθιμα καί τις συγκρίσεις με αρχαιολογικό υλικό αλλων μυκηναίκών θέσεων της ηπειρωτικής Ελλάδας, θέτοντας τις βάσεις για τη γνώση της Μέσης και "Υστερης εποχής του Χαλκού στο νησί. Στο ίδιο πλαίσιο αναζήτησης της ομηρικής Σχερίας άρχισε ή αρχαιολογική έρευνα και στην Κέρκυρα. Αναφερθήκαμε παραπάνω στην επίσκεψη Σλήμαν στην Κέρκυρα το 1868 καί την κατασκευή μιας ομηρικής τοπογραφίας πού περιελάμβανε το παλάτι του Αλκίνοος στην Παλαιόπολη, τά λιμάνια τής πόλης, το σημείο συνάντησης της Ναυσικάς και του Οδυσσέα, ταυτίσεις οι όποιες ήταν καθαρά ιδεολογήματα καθώς δεν στηρίζονταν καθόλου σέ αρ χαιολογικά ευρήματα. Άπο τον ίδιο στόχο εντοπισμού τής ομηρικής Σχερίας εμφορούνται επίσης οι προσπάθειες τού Dörpfeld στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, όπου ήδη από το 1901 ό Berard τοποθετούσε στην Παλαιοκαστρίτσα τήν πρωτεύουσα τών Φαιάκων στή βάση φιλολογικών καί τοπογραφικών εν δείξεων. 35 Οί πρώτες ανασκαφές στο νησί διενεργήθηκαν το 1910 άπο τους εφόρους Βερσάκη καί Ρωμαίο σέ συνεργασία με τό Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο ύπό τή διεύθυνση τού W. Dörpfeld καί οδήγησαν στην ανακάλυψη τού ναού τής Αρτέμιδος καί τήν ανασκαφή τού αρχαίκού ναού στο Mon Repos τό 1911.36 Στο βορειοδυτικό τμήμα τού νησιού στα πλαίσια τής αναζήτησης ομηρικών θέσεων ήρθε στο φώς άπό τον Dörpfeld ό προιστορικός οικισμός στο Κεφάλι, όπου σύμφωνα με ισχυρισμούς του εντοπίστηκαν μυκηναίκά όστρακα αναμεμειγμένα με τοπική μονόχρωμη κεραμική, ένώ αργότερα άνασκάφθηκαν στον Άφιώνα άπό τον Bulle προιστορικά κατάλοιπα. 37 Οί πρώτες αυτές έρευ νες έφεραν στο φώς τήν τοπική προιστορική κεραμική του νησιού πού θα τα ξινομηθεί σέ ενα χρονολογικό σχήμα αρκετά αργότερα, τή δεκαετία τού 1960, άπό τον Αύγουστο Σορδίνα. 38
35. V. Bérard. Les Navigations d'Ulisse. W. IV Nausicaa et le retour d'Ulisse. Librairie Armand Colin, Παρίσι 1929.σ.4 5 - 6 1 36. Η. Schleif - Κ. Rhomaios κ.ά.. Korkura. archaische Bauten and Bildwerke. Band I: Der Artemis-tempel. Archäeologisches Institut des Deutschen Reiches. Βερολίνο 1940. Βλ. επίσης θ. Καλπαξής. Αρχαιολογία καί Πολιτική. II. Ή Ανασκαφή τού ναού τής Αρτέμιδος. Κέρκορα 1911. ΠΕΚ, Ρέθυμνο 1993. 37. W. Dörpfeld. «Ausgrabungen auf Korfu». Archäologischer Anzeiger 28 (1913) 106-108. W. Dörpfeld. «Ausgrabungen auf Korfu», Archäologischer Anzeiger 29 (1914) 130-32. W. Dörpfeld, «Die Ausgrabungen auf Korfu im Frühjahr 1914». Athenische Mitteilungen 39 (1914) 161-76. H. Bulle. «Ausgrabungen bei Aphiona auf Korfu». Athenische Mitteilungen 59 (1934) 147-240. 38. A. Sordinas, «Investigations of the Prehistory of Corfu». Balkan Studies 10 (1969) 393424.
212
ΙΣΤ0ΡΙ0ΓΡΑΦ1Κει ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΤΟΝ ΠΡΟίΣΤΟΡ1ΚΟΝ ΤΟΠΙΟΝ TOT lONIOr
Συνοψίζοντας, σέ αύτη τήν πρώιμη περίοδο τού τέλους τού 19ου και αρχών τού 20ού αιώνα ή έρευνα στο χώρο του Ιονίου ήταν ενταγμένη στο πλαίσιο του όμηρικου ζητήματος συμβαδίζοντας με τις ομηρικές αναζητήσεις και επιδιώξεις στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Το ομηρικό πρότυπο έχοντας ώς αφετηρία τήν αποδοχή της Ιστορικότητας τών Ομηρικών Επών και μύθων αποσκοπούσε να φέρει στο φώς και να ταυτίσει τις ομηρικές πόλεις. Ή κατασκευή ενός συστήματος ομηρικής τοπογραφίας κυμαινόταν από τήν απλή ανάγνωση και ερμηνεία τού τοπίου μέσα άπο τήν αντιπαραβολή μέ τα ομηρικά κείμενα ώς τήν οργάνωση συστηματικών ανασκαφών για τήν απόδειξη τών ταυτίσεων αυτών. Στην περίπτωση τού Ιονίου ή γοητεία τών ομηρικών αναφορών τράβηξε στην Ιθάκη και στα άλλα νησιά ένα μεγάλο αριθμό περιηγητών, άρχαιοφίλων, αρχαιολόγων και γεωγράφων καΙ σήμανε μια εντατική περίοδο εξερεύνησης. Ή αποτυχία τής αναζήτησης τής πατρίδας τού Οδυσσέα στην Ιθάκη, εγκλώβισε την Κεφαλονιά και τή Λευκάδα στην κατασκευή συστημάτων ταύτισης τής ομηρικής τοπογραφίας ένώ και ή Κέρκυρα εντάχθηκε στο ίδιο ρομαντικό κλίμα. Στο πλαίσιο αυτής τής αναζήτησης οι έρευνες έφεραν συμπτωματικά για πρώτη φορά στο φώς στοιχεία τού προιστορικού πολιτισμού τών νησιών (Πρώιμη καΙ Μέση Εποχή τού Χαλκού στη Λευκάδα. Μέση Εποχή τού Χαλκού και Μυκηναίκή παρουσία στην Κεφαλονιά καΙ Ιθάκη, τοπικοί πολι τισμοί Κέρκυρας) . Έχοντας ομως ώς σημείο εκκίνησης ένα ιδεολόγημα τά στοιχεία αυτά ερμηνεύθηκαν αποσπασματικά καΙ πολλές φορές λανθασμένα. Ή μή ανεύρεση τού ανακτόρου τού Όδυσσέα στην Ιθάκη, τή Λευκάδα, τήν Κεφαλονιά, ή τού ανάκτορου τού Αλκίνοος στην Κέρκυρα θα σήμαινε τον πε ραιτέρω εγκλωβισμό τής αρχαιολογικής έρευνας και ερμηνείας στο ομηρικό ερμηνευτικό σχήμα και κατά τον 20ο αίώνα. Σέ επίπεδο αρχαιολογικής πρακτικής, ωστόσο, το πέρασμα άπο τή δραστηριοποίηση άρχαιοφίλων και ερασιτεχνών στή ανάληψη τού αρχαιολογικού έργου άπο επίσημους αρ χαιολογικούς φορείς (ξένες αρχαιολογικές σχολές. Αρχαιολογική Εταιρεία. Αρχαιολογική Υπηρεσία) οδήγησε βαθμιαία στή μελέτη τών χαρακτηριστικών του υλικού πολιτισμού και στην ένταξη τους σέ χρονολογικά καΙ τυπολογικά οχήματα μέσα άπο συσχετισμούς και συγκρίσεις. ταξινόμηση τών αρχαιολογικών πολιτισμών Είναι ωστόσο ό 20ος αιώνας αυτός πού θά σημάνει τήν επιτυχή ταξινόμηση τών προιστορικών πολιτισμών τής Ευρώπης καί μέχρι τή δεκαετία τού 1950 μέσα απο τον αυξανόμενο αριθμό τών ανασκαφών θά θέσει το βασικό περίγραμμα τηςσημερίνήςμας γνώσης. Ή «πολιτισμική Ιστορική αρχαιολογία», όπως έχει επικρατήσει νά ονομάζεται ή αρχαιολογία τής περιόδου αυτής άπο τήν αρχή
213
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
τού αιώνα ώς καί τα τέλη της δεκαετίας τού 1950, επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην αναγνώριση πολιτισμών, τη σχετική χρονολόγηση τους μέσα από την τυπολογική κατάταξη των ευρημάτων τους και τη διασαφήνιση τής ιστορικής εξέλιξης τού πολιτισμού σε μια περιοχή. 39 Ή αρχαιολογία τήν εποχή αυτή είναι περιγραφική και Ιστορική, εστιάζει δηλαδή το ενδιαφέρον της στον ορισμό αρχαιολογικών πολιτισμών πού τους συνδέει με συγκεκριμένους λαούς στην προιστορία. Δίνεται έτσι έμφαση στην αναγνώριση καί μελέτη συγκεντρώσεων αρχαιολογικού υλικού με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά πού εμφανίζονται επανα λαμβανόμενα μαζί σε περιορισμένο γεωγραφικό χώρο καί χρόνο, στή βάση των οποίων ορίζονται «αρχαιολογικοί πολιτισμοί». 40 Τό ενδιαφέρον εστιάζεται έτσι στην ταξινόμηση καί σύγκριση τών ευρημάτων, τή μελέτη τής γεωγραφικής τους διασποράς καί στή δημιουργία τοπικών χρονολογιών μέ βάση τους ρυθμούς κε ραμικής πού χαρακτήριζαν τους πολιτισμούς μιας περιοχής. Ή κατανόηση τών κεραμικών ακολουθιών θα δώσει νέα διάσταση στίς τοπογραφικές μελέτες γεωγραφικών περιοχών καί θά επεκτείνει τις γνώσεις γιά τήν προιστορία τους. Αναφέρω, για παράδειγμα, τίς τοπικές μελέτες τής Βρετανικής Σχολής στή Λακωνία καί τή Μήλο, πού αν καί μή συστηματικές σύμφωνα μέ τά σημερινά πρότυπα επιδεικνύουν ένα ενδιαφέρον γιά τή γεω γραφία τών περιοχών καί τή μελέτη όλων τών περιόδων. ΟΊ έρευνες επίσης τών Wace (1912) και Heurtley (1939) στή Βόρεια Ελλάδα ή τού Pendlebury στην Κρήτη (1939) θά συγκεντρώσουν μεγάλο αριθμό δεδομένων γιά τήν κα τανομή καί χρονολόγηση τών προιστορικών θέσεων. Παράλληλα ή Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία δραστηριοποιείται στην προστασία και ανασκαφή το πικών μνημείων καί θέσεων.41 Στο πλαίσιο αυτό μελέτης καί γνώσης τών στοι χείων τού υλικού πολιτισμού εντάσσονται και τά ευρήματα τού Ιονίου τά όποια ήρθαν στο φώς μέσα άπο τίς ανασκαφές πού περιγράψαμε παραπάνω, Dörpfeld στή Λευκάδα, Dörpfeld και Bulle στην Κέρκυρα. Καββαδία, Κυπαρίσση και Οικονόμου στην Κεφαλονιά. Πέρα άπο το στόχο τών πρώτων αυτών ανασκαφών, πού ήταν ή επίλυση προβλημάτων τής όδυσσειακής τοπογραφίας, τά στοιχεία τού προιστορικού πολιτισμού μελετώνται σύμφωνα μέ τή μεθοδολογία τής 39. B.C. Trigger. A History of Archaeological Thought. Cambridge University Press, Καίμπριτζ 1989,σ.1 1 0 - 2 0 6 . 40. Ό συστηματικός ορισμός της έννοιας του αρχαιολογικού πολιτισμού οφείλεται στον Γερμανό Rossina Wie Herkunft der Germanen. 1991) καί στον Άγγλο αρχαιολόγο Gordon Childe (The Dawn of the European Civilization. 1925. The Danube in Prehistory. 1929) . 41. A.J.B. Wace - M.S. Thompson, Prehistoric Thessaly. Cambridge University Press. Καίμπpιτζ 1912. W. Heurtley, Prehistoric Macedonia. Cambridge University Press.Καίμμπpιτζ1939. J.D.S. Pendlebury, The Archaeology of Crete. An Introduction. Methuen, Λονδίνο 1939.
'2K.
, ι Τ 0 Ρ Ι 0 Γ Ρ Α · Ι Κ Ε ς ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΤΟΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΗΝ ΤΟΠΙ11Ν TOT lONlOr
εποχής που στοχεύει στην περιγραφή και ταξινόμηση των υλικών κατάλοιπων σέ ενότητες μέσα σε ένα χωρικό και χρονικό πλαίσιο αναφοράς καθώς και στην είίρεση συγχρονισμών μεταξύ των πολιτισμών μέσα άπο πολιτισμικές συγκρίσεις, έτσι ώστε οί διάφοροι πολιτισμοί να τοποθετηθούν χρονολογικά ό ένας δίπλα στον άλλο ή σέ μιά χρονολογική ακολουθία. Τους ίδιους στόχους επεδίωκαν στή δεκαετία τού 1930 και όί έρευνες του Μαρινάτου στην Κεφαλονιά (βλ παραπάνω) , οι όποιες αν και χρηματο δοτήθηκαν άπο τή χήρα Goekoop στο πλαίσιο μιας συνεχιζόμενης ομηρικής ιδεοληψίας έφεραν στο φώς μεγάλο αριθμό μυκηναίκών θέσεων στο νησί. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οί έρευνες τών Άγγλων στην Ιθάκη, ύπο τήν διεύθυνση τού W.A. Heurtley. Οί αποστολές αυτές χρηματοδοτήθηκαν και πάλι από έναν όμηριστή, τον Lord Rennel of Rodd, ό οποίος πιστεύοντας πώς ή σημερινή Ιθάκη ήταν ή ομηρική (ενάντια στις θεωρίες Dörpfeld για Λευκάδα) άρχισε έρευνες στο νησί.4·2 Οί παλαιότερες έρευνες του Vollgraff και κυρίως ή εύρεση προιστορικής κεραμικής στά βόρεια του νησιού (βλ. παραπάνω) κατηύθυναν τήν επιλογή τών θέσεων προς ανασκαφή. Στή δημοσίευση ωστό σο άπο τον Heurtley γίνεται φανερό πώς ή αρχαιολογική συζήτηση και επι χειρηματολογία χειραφετείται όλο και περισσότερο άπό τήν επιρροή τών φιλολόγων και τό ενδιαφέρον στρέφεται στο ίδιο το αρχαιολογικό υλικό. Σέ επί πεδο ερμηνείας είναι τό πλαίσιο τής ιστορικής πολιτισμικής αρχαιολογίας που κατευθύνει τήν επιχειρηματολογία. Ο Heurtley στις έπί μέρους ανασκαφικές εκθέσεις συνέδεσε σέ μικρό μόνο βαθμό τα αποτελέσματα τών ανασκαφών στον Αετό. τα Πηλικάτα, τό Σταυρό και τήν Πόλη μέ τήν ομηρική συζήτηση, αν και μέ βάση τή σημασία τών αρχαιολογικών ευρημάτων υποστήριξε τήν ταύτιση τής σημερινής μέ τήν ομηρική Ιθάκη και υπέδειξε και αυτός πιθανές ομηρικές θέσεις.43 Στην σύνοψη τών αποτελεσμάτων τών ανασκαφών συζητά επίσης την ομηρική τοπογραφία μέ βάση τά αποτελέσματα τής έρευνας.44 42. Lord Rennell of Rodd. ..The Ithaca of the Odyssey». BSA 33 (1932-1933) 1-21. *3. W.A. Heurtley. »Excavations in Ithara. I. I.HIIl-Protogeometric cairns at Aetos». BSA 33 (1932-1933) 22-65. Heurtlev. «Excavations in Ithaca. II. The Early Helladic Settlement at Pehkata». BSA 35 ( 1934 1935) 1-44. S. Benton. «Excavations at Ithaca. III. The Cave at polis. <1938A 35 (1934-'935> 45-73, xel «Excavations at Ithaca. III. The Cave at polis. II». BSA 39 1938-1939) 1-51. M. Robertson. «Excavations in Ithaca. V - The Geometric and Later Finds rom Aetos». BSA 43 (1948) 1-124. S. Benton. «Second thoughts on 'Mycenaean' Pottery in naca». BSA 44 (1949) 307-312. H. Waterhouse. «Excavations at Stavros. Ithaca, in 1937». BSA (1952) 227-242. S. Menton. ..Further Excavations at Aetoe», BSA 48 (1953) 255-361. • «Benton καί Η. Waterhouse. «Excavadons m Ithaca: Tris Langades». BSA 68 (1973) 1-24 ανασκαφή 1937-1938) . ' Σημειώνει ό Heurtley: «To resume: we have discovered in Ithaca evidence for people
215
ΚΩΣΤας ΣΜΠΟΝΙΑΣ
Ό μ ω ς τ ο ομηρικό ζήτημα διαχωρίζεται ά π ο την παρουσίαση των ίδιων των ανασκαφών, στίς όποιες κυριαρχεί ή υποδειγματική ανασκαφική μεθοδολογία, ή τεκμηρίωση και μελέτη τού ίδιου του αρχαιολογικού υλικού. Εκτεταμένοι κατάλογοι ευρημάτων, σχεδιαστική και φωτογραφική τεκμηρίωση, σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και υιοθέτηση επιστημονικών μεθόδων χημικής ανάλυσης του υλικού χαρακτηρίζουν τΙς εκθέσεις αυτές. Τ α κύρια ερωτήματα που έθεσε ή αγγλική αποστολή στην Ι θ ά κ η αφορούσαν στή χρονολόγηση και τους συσχετισμούς της κεραμικής μέσω συγκρίσεων με υλικό γειτονικών περιοχών ή άλλων περιόδων, ώστε νά καθοριστούν οι συγχρονισμό! μεταξύ των πολιτισμών. Παράλληλα σε ερμηνευτικό επίπεδο είναι εμφανής ό συσχετισμός τού αρχαιολογικού υλικού ή τού αρχαιολογικού πολιτισμού με κοινωνικές ομάδες ή λαούς και ή υιοθέτηση της άποψης πώς οί αρχαιολογικοί πολιτισμοί αντανακλούν πραγματικές οντότητες (φυλετικές ή γλωσσικές ομάδες) . Ή αλλαγή στοιχείων τών πολιτισμού ερμηνεύτηκε ώς απόρροια εξωγενών παραγόντων, ό π ω ς ή μετανάστευση και ή εισβολή, άφου ό αρχαιολογικός πολιτισμός εξισώνεται σύμφωνα μέ τήν π α ρ α π ά ν ω προσέγγιση με ομάδες ανθρώπων. Η επιχειρηματολογία κα! τά σ υ μ π ε ρ ά σ μ α τ α τού Heurtley αποτελούν χαρακτηριστικό π α ρ ά δ ε ι γ μ α ιστορικής ανασύνθεσης στά πλαίσια τής ίστορικής-πολιτισμικής αρχαιολογίας: Somewhere about 2200 B.C., refugees or colonists, whichever they were, from the Corinthia occupied the top of Pelikata hill. They surrounded it with a rough wall of large stone blocks. Their houses were simple affairs with rubble walls and thatched with reeds plastered with mud [...] Their custom in burying was to place some of the bones, not the complete skeleton, in pithoi....The 'Minyan' pottery may mean the arrival of new people, the same who introduced new burial customs into Lefkas, but the local pottery was scarcely affected by their arrival and not at all by the later introduction of Mycenaean pottery.45 Ή έμφαση αυτή στή π ε ρ ι γ ρ α φ ή της κεραμικής γ ι α τή διασαφήνιση πιθανών σχέσεων μέ γειτονικές περιοχές, ή χρήση στοιχείων τού υλικού πολιτισμού, with Mycenaean contacts living in the north of the island at the time when the Trojan War 11 reasonably believed to have taken place, both in the very place where we should expect th< palace of the Mycenaean chieftain to have stood, and in the place where we should expect th< city to be, and which bears the name of Polis to this day.», βλ. W.A. Heurtley, «Excavations ir Ithaca, 1930-1935; summary of the Work», BSA 40 (1939-1940) 12. 45. W.A. Heurtley, «Excavations in Ithaca, I. LH III-Protogeometric cairns at Aetos», BSA 3; (1932-1933) 43.
216
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕς Π Α Ρ Α Τ Η Ρ Η Σ Ε ι ς ΤΩΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟί
Οπως οί τύποι οικιών και τάφων για τον ορισμό μιας πολιτισμικής ενότητας καί ή σύνδεση της με μια πληθυσμιακή ομάδα, καθώς καί ή ερμηνεία τής αλλαγής στοιχείων του υλικού πολιτισμού μέσα από τήν πληθυσμιακή μετακίνηση (εισβολή, αποικισμός) είναι χαρακτηριστικές προτάσεις τού ερμηνευτικού πλαι σίου τής εποχής, που ταυτίζει αντικείμενα με λαούς κα! αναζητά σέ εξωτερικούς παράγοντες τήν ερμηνεία τού πολιτισμού. Ή ερμηνευτική αυτή ανεπάρκεια είναι εμφανής στην αδυναμία τού Heurtley να εξηγήσει γιατί διατηρείται ή τοπική κεραμική παρά τήν υιοθέτηση μινυακών ή αργότερα μυκηναίκών κερα μικών τύπων. Ή συνειδητοποίηση πώς ή μορφή και ή κατανομή τού υλικού πο λιτισμού στο χώρο δέν αντανακλά απλώς τίς ιδιαίτερες πρακτικές ενός λαού, άλλα μπορεί να οφείλεται σέ πολλαπλούς παράγοντες όπως π.χ. κοινωνικούς, στην τεχνολογία καί οργάνωση τής παραγωγής, στην ύπαρξη διαφοροποιήσεων που δέν αντανακλούν τη φυλή άλλα τήν κοινωνική θέση, ιεραρχία, ιδεολογία κ.λπ. θα γινόταν κατανοητό αρκετές δεκαετίες αργότερα. 46 Η Sylvia Benton, βοηθός στις ανασκαφές τού Heurtley, έθετε λίγα χρόνια νωρίτερα έναν παρόμοιο μέ τον Heurtley στόχο για τίς εκτεταμένες περιηγήσεις της στα Ιόνια νησιά.47 Σέ ένα «αρχιπέλαγος κατοικούμενο από όμηριστές», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, ή ίδια ξεφεύγει άπο τήν παράδοση αυτή και ακολουθώντας τους Chadwick καί Childe τονίζει το ενδιαφέρον της για τή σημασία τής μελέτης τής Βορειοδυτικής Ελλάδας για τήν καλύτερη κατανόηση τής έλευσης τών Ελλήνων. Διακρίνεται καί πάλι έδώ το ενδιαφέρον τής ίστορικής-πολιτισμικής αρχαιολογίας για αρχαιολογικούς πολιτισμούς καί τή σύνδεση μέ εθνικές ομάδες στις όποιες ανήκαν τα διάφορα υλικά κατάλοιπα καί μάλιστα μέ στόχο τή συλλογή περισσότερων στοιχείων για λαούς πού θεω ρούνταν πρόγονοι σημερινών ευρωπαίκών λαών. 48 'Ωστόσο στα ταξίδια αυτά, πού προηγούνται τής αποστολής του Heurtley στην Ιθάκη, ή Benton ανέπτυξε ένα αληθινό τοπογραφικό ενδιαφέρον για το χώρο τού Ιονίου πέ ρα άπο τήν ομηρική τοπογραφία ή το ερμηνευτικό πλαίσιο τής ίστορικής-πολιτισμικής αρχαιολογίας καί μέ μια σειρά επισκέψεων, εξερευνήσεων μέ βάση τοπικές πληροφορίες καί περιορισμένες ανασκαφές, συνέβαλε στην ουσιαστική 46. Βλ. συζήτηση σέ S. Shennan. «Introduction: archaeological approaches to cultural identity», στο S. Shennan (έπιμ.), Archaeological Approaches to Cultural Identity,σ.1 - 3 2 . Routledge, Λονδίνο - Νέα Υόρκη 1989. I. Hodder. Διαβάζοντας το Παρελθόν, μτφρ. Κ. Κωτσάκης, Έκδ. του Εικοστού Πρώτου. Αθήνα 2002. '· S- Benton, «The Ionian Islands ». BSA 32 (1934) 213—246. • Για τή σχέση αρχαιολογίας καί ταυτότητας τών σύγχρονων εθνικών κρατών βλ. μεταξύ «Μων Μ. Diaz-Andreu - Τ. Champion (έπιμ.) , Nationalism and Archaeology in Europe, Uni versity College London Press, Λονδίνο 1996.
217
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
εξερεύνηση και γνώση των νησιών. Στο πλαίσιο τών ταξιδιών της επισκέφθηκε τη Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά, την Ιθάκη, τη Λευκάδα, το Μεγανίσι, το Αρκούδι και την Άτοκο, τον Κάλαμο, τα Κύθηρα καθώς και τον Αστακό στις απέναντι ακτές της Αιτωλοακαρνανίας καί πραγματοποίησε ανασκαφές σέ μυκηναίκές θέσεις της Ζακύνθου (Καλόγερος, Ακρωτήρι) . 4 9 Τά ταξίδια της διακρίνονται ά π ο ένα αληθινό ενδιαφέρον για την τοπογραφία καί την κατανόηση της κα τανομής και τών συσχετισμών του αρχαιολογικού υλικού, ενώ ακόμα καί σή μερα ή γνώση μας γ ι α τ ά Ιόνια Νησιά βασίζεται σέ μεγάλο βαθμό στις πε ριηγήσεις αυτές. 5 0 Ή εργασία αύτη εντάσσεται στην παράδοση τοπογραφικής έρευνας μέ ενδιαφέρον γ ι α τη γεωγραφία τής κάθε περιοχής και τον εντοπισμό προιστορικών θέσεων, οικισμών και νεκροταφείων π ο ύ συνεχίστηκε σέ διάφορες περιοχές τού ελλαδικού χώρου μέχρι καί τά τέλη τής δεκαετίας τού 1950 ή καί τις αρχές τής δεκαετίας τού I960. 5 1 Α ν καί μή συστηματικές οι έρευνες αυτές, εστιάζοντας μέ γρήγορες επισκέψεις για έλεγχο σέ πιθανές προιστορικές θέσεις, κατέγραψαν ένα μεγάλο αριθμό προιστορικών θέσεων καί έθεσαν τη βάση για τις πιο συστηματικές τοπογραφικές έρευνες πού θα ακολουθούσαν τις επόμενες δεκαετίες σέ διάφορες περιοχές τού ελλαδικού χώρου. Η σύγχρονη έρευνα Στις δεκαετίες τ ο ύ 1960 καί 1970 οΙ τοπογραφικές έρευνες εισέρχονται σέ μία εποχή λεπτομερέστερης καί π ι ο ενδελεχούς εξέτασης γεωγραφικών πε ριοχών π ο ύ κ α λ ύ π τ ο ν τ α ι έκτατικά μέσα ά π ο τήν εξερεύνηση πιθανών προι στορικών θέσεων μέ στόχο τον προσδιορισμό τής άνά περίοδο έκτασης τής προιστορικής κατοίκησης καί τη δημιουργία χαρτών μέ τά οικιστικά σχήματα καί σχέδια τών θέσεων μιας περιοχής. Αποκορύφωμα αυτής τής παράδοσης θα αποτελέσει το π ρ ό γ ρ α μ μ α τής εκτεταμένης έρευνας επιφανείας τής Μεσσηνίας τού πανεπιστημίου τής Μινεσότα το όποιο θά θέσει ώς στόχο τη μελέτη τών οικισμών, τής οικονομίας καί τής πολιτικής οργάνωσης τού μυκηναίκού βασι λείου τής Πύλου μέσα ά π ο μ ί α εκτεταμένη κάλυψη τής περιοχής γ ι ά εντοπισμό προιστορικών θέσεων καί παράλληλη διεπιστημονική συνεργασία σέ μια ευρύτερη γ ε ω γ ρ α φ ι κ ή ο π τ ι κ ή . 5 2
49. S. Benton, «The Ionian Islands», BSA 32 (1934) 213-246. 50. Βλ. για παράδειγμα τη συνεισφορά της Benton στη γνώση ενός μεγάλου ποσοστού τών γνωστών θέσεων άπο τα Ιόνια νησιά στον κατάλογο τών προιστορικών θέσεων τού Αιγαίου των R. Hope Simpson - Ο.Τ.Ρ.Κ. Dickinson, A Gazetteer of Aegean Civilisation in the Bronze Age, τόμ. I, The Mainland and Islands, Göteborg 1979 (SIMA τόμ. LH) . 51. Στο ίδιο. 52. W.A. McDonald καί G.R. Rapp, Jnr. (έπιμ.) , The Minnesota Messenia Expedition. Reconstructing
218
ΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕς ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΤΩΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT IONIOT
Στο χωρο τού Ιονίου οί έρευνες του Αυγούστου Σορδίνα στην Κέρκυρα άπο το 1964-1968, παρά το γεγονός ότι αποτελούν προιόν των περιηγήσεων ένας άνθρωπου και όχι μιας ομάδας πού συστηματικά, έστω και μέ εκτεταμένο τρόπο, καλύπτει μια γεωγραφική περιοχή, φέρνουν τον απόηχο αυτών τών νέων ερευνητικών προσεγγίσεων τού γεωγραφικού χώρου. Ή διδακτορική διατριβή τού Σορδίνα στο πανεπιστήμιο τού Harvard αφορούσε κυρίως στή Νεολιθική και τήν Εποχή τού Χαλκού στην Κέρκυρα, ό ίδιος ωστόσο προ χώρησε σε εκτεταμένη επιφανειακή επισκόπηση τού νησιού για τον εντο πισμό θέσεων και της Παλαιολιθικής και Μεσολιθικής Εποχής καθώς καί σέ δοκιμαστικές τομές στή συνέχεια σέ δύο θέσεις, τή βραχοσκεπή της Γκράβας τής Τστερης Παλαιολιθικής καί τής μεσολιθικής καί νεολιθικής υπαίθριας θέσης στο Σιδάρι.53 ΟΊ έρευνες του αν καί συνεχίζουν ώς ενα βαθμό τα πα λαιότερα τοπογραφικά ταξίδια πρωτοπόρων όπως ή Benton, που έθεσαν τις γνώσεις για τήν κατανομή τών θέσεων μιας μερικές φορές παντελώς άγνωστης περιοχής, υιοθετούν διεπιστημονικές προσεγγίσεις καί μιά παλαιογεωγραφική καί παλα100ικονομική οπτική στην εξέταση μιας ευρύτερης περιοχής. Στή δημοσίευση τών ερευνών του στην Κέρκυρα κατά τά έτη 1964-1966,54 που αποτελούν βάση καί τής σημερινής μας γνώσης γιά τήν προιστορική κατοίκηση του νησιού,55 είναι χαρακτηριστικό πώς αρχίζει μέ μία γεωμορφολογική πα ρουσίαση τών τμημάτων τής Κέρκυρας, τά όποια ορίζουν ζώνες στις όποιες αναζητά προιστορικά κατάλοιπα, ένώ πέρα άπο τις λιθοτεχνίες καί τήν
a Bronze Age regional environment. University of Minnesota Press. Minneapolis 1972. Ό σχεδιασμός τοςπρογράμματος ακολουθεί τα μεγάλα προγράμματα μελέτης γεωγραφικών περιοχών στή Μεσοποταμία και Αμερική. 53. Α. Sordinas. «Investigations of the Prehistory of Corfu during 1964-1966». Balkan Studies 10 (1969) 393-424. Α. Σορδίνας. «Προιστορική έρευνα στην Κέρκυρα κατά το 1965», Κερκυραϊκά χρονικάΧΙ (1965) 141-149. Α. Σορδίνας. «Προιστορική έρευνα στην Κέρκυρα κατά το 1966». Κερκυραϊκά χρονικά XIV (1968) 77-83. Βλ. επίσης τις έρευνες του στή Ζάκυνθο τήν ίδια περίοδο στο Ά. Σορδίνας. «Λίθινα εργαλεία άπο τήν προιστορική Ζάκυνθο», Κερκυραϊκά Χρονικά 15 (1970) 122-130. Α. Σορδίνας, «Λίθινα εργαλεία πρωιμότατης τυπολογίας στή Ζάκυνθο», Πρακτικά Α' Συνεδρίου: Οί Οικισμοί της Ζακύνθου άπο την αρχαιότητα μέχρι το 1953, Εταιρεία Ζακυνθιακών Σπουδών. Αθήνα 1993.σ.2 3 - 3 2 . 54· Α. Sordinas. «Investigations of the Prehistory of Corfu during 1964-66», Balkan Studies 10 (1969) 393-424. 55·Γιανεοτέρεςέρευνες στην Κέρκυρα βλ. Κ. Σουέρεφ. «Σχετικά μέ τήν προελληνική Κέρxupa», Δελτιον Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας 13 (1976) 87-114. Γ. Αρβανίτου-Μεταλληνου, (ΟικισμόςτηςΈποχης του χαλκού στους Έρμονες Κέρκυρας». Αρχαιολογικό Δελτίο 44-46 ν1989-1991)Α'. Μελέτεσ. 2 0 9 - 2 2 1 . G. Metallinou. «Hermones: A Bronze Age settlement in W. Corfu», στο P. Cabanes - J.L. Lamboley (έπιμ.Χ L'lllyrie méridionale et l'Épire dans l'Antiquité, °μ· IV, De Boccard. Παρίσι 2003.σ.4 5 - 5 4 .
219
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠΟΝΙΑΣ
κεραμική συζητά και τ α περιβαλλοντικά κατάλοιπα. Οί έρευνες αυτές θα πρέ πει νά ιδωθούν και μέσα ά π ο το πρίσμα της ανάπτυξης της παλαιολιθικής αρ χαιολογίας τή δεκαετία 1960-70 καί ιδιαίτερα των ερευνών του E.S. Higgs στην Ή π ε ι ρ ο , ό όποιος υιοθετώντας τήν οπτική τής παλα100ικονομικής σχολής τ ο ύ Καίμπριτζ εντόπισε μια σειρά σπηλαίων καί βραχοσκεπών καθώς καί υπαίθριων θέσεων καί προχώρησε σέ ανασκαφές στον Κοκκινόπηλο καί στο Άσπροχάλικο.56 Ή μελέτη τής Παλαιολιθικής αλλά καί Νεολιθικής, 57 έχοντας διαφορετική αφετηρία και α π ο δ ε σ μ ε υ μ έ ν η ά π ο το ομηρικό ζήτημα θά μπορέσει νά θέσει ουσιαστικά ερωτήματα, ό π ω ς γιά π α ρ ά δ ε ι γ μ α τά επιχειρήματα Σορδίνα για τήν ιθαγενή προέλευση τής Νεολιθικής στο χώρο του Ιονίου μέσα άπο τοπικούς πειραματισμούς κ α τ ά τή Μεσολιθική. Σ τ ο σύνολο τους ωστόσο οί έρευνες των εποχών αυτών στά Ι ό ν ι α νησιά είναι εξαιρετικά περιορισμένες, ακολουθώντας τις γενικότερες τάσεις ύ π ο α ν ά π τ υ ξ η ς τής έρευνας στά Ι ό ν ι α Νησιά. 58 Ό μ ω ς π α ρ ά τις εξελίξεις αυτές ή σύγχρονη έρευνα στο χώρο του Ιονίου δεν έχει απαλλαγεί ά π ο το ευρύτερο πλαίσιο αναζήτησης τής ομηρικής τοπο γραφίας. Το θέμα τής ταύτισης τής ομηρικής Ιθάκης εξακολουθεί νά παραμένει βασικό γιά το σχεδιασμό της αρχαιολογικής έρευνας καί νά έχει πρωταρχική σημασία γιά τήν πρόσληψη της προιστορίας ά π ο τις τοπικές κοινωνίες. 59 56. S.I. Dakaris - E.S. Higgs - R.W. Hey, «The Climate, Environment and Industries of Stone Age Greece. Part I», Proceedings of Prehistoric Society 30 (1964) 199-244. E.S. Higgs - C. Vita Finzi, «The Climate, Environment and Industries of Stone Age Greece. Part II», Proceedings of Prehistoric Society 32 (1966) 1-29. E.S. Higgs κ.ά., «The Climate, Environment and Industries of Stone Age Greece. Part III», Proceedings of Prehistoric Society 33 (1967) 1-29.
57. Για το επίπεδο της έρευνας των εποχών αυτών στον Ελλαδικό χώρο βλ. συνόψεις σέ C. Runnels, «Review of Aegean Prehistory Γ/: The Stone Age of Greece from the Palaeolithic to the Advent of the Neolithic», AJA 99 (1995) 699-728. G.N. Bailey - E. Adam - E. Panagopoulou - C. Perles - Κ. Zachos (επιμ.) , The Palaeolithic Archaeology of Greece and Adjacent Areas, Briti School at Athens Studies 3, Λονδίνο 1999. S. Andreou - M. Fotiadis - Κ. Kotsakis, «Review of Aegean Prehistory V: The Neolithic and Bronze Age of Northern Greece», AJA 100 (1996) 537-597. N. Galanidou - C. Perles (επιμ.) . The Greek Mesolithik: problems and perspectives, Britis School at Athens Studies, τόμ. 10, Λονδίνο 2003. 58. Για μελέτες τής Παλαιολιθικής στα Ιόνια νησιά πέρα άπο τΙς έρευνες Σορδίνα βλ. Γ. Καββαδίας, Παλαιολιθικη Κεφαλονιά, εκδ. Φυτράκη, Αθήνα 1984. G. Kourtessi-Phlippakis, «The Lower and Middle Palaeolithic in the Ionian islands: new finds», στο G.N. Bailey κ.α., The Palaeolithic: Archaeology of Greece and Adjacent Areas,ό.π.,σ.2 8 2 - 2 8 7 . A. Dousougli, «Palaeoli Leukas», στο G.N. Bailey κ.α„ The Palaeolithic Archaeology of Greece and Adjacent Areas, ό σ. 2 8 8 - 2 9 2 . Για τη Νεολιθική βλ. Ε.Μ. Χατζιώτου - Γ. Στρατούλη - Ε. Κοτζαμποπούλου, «Ή σπηλιά τής Δράκαινας. Πρόσφατη έρευνα στον Πόρο Κεφαλονιάς (1992-1993) », AAA™ (1989) 31-60. Ε. Stratouli, «Use of minerals in building the social environment: The case of Unie plasters and flint artifacts from the Late Neolithic "Drakaina Cave" in Poros, Kephalonia, W. Creece», Abstracts of the 8th EAA Annual Meeting, 24-29 September 2002, Thessaloniki, α 48. 59. Βλ. για παράδειγμα Ά. Φιλίππας, Λευκάδα, Ή Ομηρική Ίθάκη, Νεφέλη, Αθήνα 1995· Η.
220
ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕς
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΤΩΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT ΙΟΝΙΟΥ
Έτσι ό Σαράντης Συμεώνογλου άπο το πανεπιστήμιο St. Louis άρχισε στη δεκαετία τού 1980 το «Odyssey Project» αναζητώντας στον Αετό της Ιθάκης το οδυσσειακο άστυ 60 ένώ σε παράλληλη κατεύθυνση κινήθηκαν και οι έρευνες του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων στα βόρεια του νησιού.61 Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ή 6η εφορεία Κλασικών και Προιστορικών Αρχαιοτήτων φέρνει στο φώς ένα σημαντικό μυκηναίκό θολωτό τάφο στον Πόρο Κεφαλονιας και ό ελληνικός τύπος διαδίδει την εύρεση τού τάφου του Οδυσσέα. 62 Ή δημόσια αντίληψη της προιστορίας τών νησιών είναι ένα περαιτέρω εμπόδιο για την ανάπτυξη της προιστορικής έρευνας. Το 1987 στο πρώτο αναπτυξιακό συνέδριο Κεφαλονιας τίθεται ώς έξης ή ανάγκη ανάληψης νέων ερευνών: Τα δυο νησιά, ή Κεφαλληνία καί ή Ι θ ά κ η , βρίσκονται στην π ρ ώ τ η βαθμίδα πολιτιστικής υπανάπτυξης. Ό Οδυσσέας, ό βασιλιάς της Ιθάκης, ό βασικότερος ήρωας τών Ομηρικών Ε π ώ ν . δέν εκτιμήθηκε στον βαθμό π ο ύ θα έ π ρ ε π ε για την πολιτιστική ανάπτυξη του Νομού. Ό εντοπισμός τών ανακτόρων του Ο δ υ σ σ έ α βρίσκεται ακόμα στο στάδιο της αναζήτησης. Συστηματική π ρ ο σ π ά θ ε ι α ευρείας κλίμακας για τήν ανακάλυψη τους ακόμα δεν έγινε και επομένως ένας χώρος που θα αποτελούσε το σημαντικότερο ελκυστικό πόλο επισκεπτών σ τ α νησιά παραμένει ακόμα αγνωστος. 6 ^
Ό ένας πόλος λοιπόν πού εξακολουθεί να καθορίζει τήν έρευνα τού Ιονίου είναι
Putman Cramer - Γ. Μεταξάς. Ομηρική Ίθάκη. Ένα άταύτιστο μυκηναίκό κέντρο στα νησιά τών Κεφαλλήνων, Κάκτος, Αθήνα 2000. R. Bittlestone - ]. Diggle - ]. Underhill. Odysseus Unbound: The Search for Homer's Ithaca. Cambridge University Press, Καίμπριτζ 2005. 60. ς. Συμεώνογλου, «Ανασκαφή Ιθάκης», ΠΑΕ (1984) 108-121. ΠΑΕ (1985) 201-215. ΠΑΕ (1986) 234-240. ΠΑΕ (1989) 292-295. ΠΑΕ (1990) 271-278. ΠΑΕ (1992) 200-210. ΠΑΕ (1995) 211-215. 61. Λ. Κοντορλή-Παπαδοπούλου. «Αναζητώντας τήν ομηρική Ιθάκη. Πρόσφατες ανασκαφές στην Ιθάκη», στο Έρανος. Πρακτικά θ Συνεδρίου για την Όδύσσεια. 2-7 Σίπτεμβρίου 2000: 3 0 5 316, Ιθάκη 2000. Θ. Παπαδόπουλος καί Λ. Κοντορλή-Παπαδοποόλοο. Προιστορική Αρχαιο λογία Δυτικής Ελλάδας Ιόνιων Νησιών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2003,σ.1 9 5 - 2 0 2 . 62. Λ. Κολώνας. «Ανασκαφικές εργασίες Τζαννάτα Πόρου», Αρχαιολογικό Δελτίο 47 (1992) , μέρος Β - Χρονικά, 154-157. Λ. Κολώνας. «Τζαννάτα», Αρχαιολογικό Δελτίο 48 (1993) μέρος Χρονικά· 149~150. Λ. Κολώνας. Πόρος. Ή σύγχρονη πολίχνη και τά αξιοθέατα της. Πάτρα iyy4. ; Λ· Κολώνας, «Προβλήματα της προχριστιανικής μνημειακής κληρονομιάς Κεφαλονιάς α Ιθάκης», Πρακτικά Α' Αναπτυξιακού Συνίδρίου 1987. παραπομπή τής ανακοίνωσης στο Η. Putman Cramer - Γ. Μεταξάς, Ομηρική Ίθάκη. ό.π.. σ. 2 5 - 2 6 .
•221
Κ Ω Σ Τ α ς ΣΜΠ0ΝΙΑΣ
ή ομηρική αναζήτηση. Ό άλλος πόλος είναι ή διαφορετικότητα του Ιονίου. Το Ιόνιο, και ή δυτική Ε λ λ ά δ α , ευρύτερα αποτελεί χώρο συνόρων καί περιφέρειας, με διαφορετικές επιδράσεις α π ό ποικίλους πολιτισμούς άλλα καί τοπικές πορείες. Ή διαφορετικότητα αυτή σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται για τήν υπανάπτυξη της προιστορικής έρευνας σέ ενα χώρο που εκλαμβάνεται ώς περιφερειακός σε σχέση μέ τους αίγαιακούς πολιτισμούς. 6 4 Στή διαφορετικότητα αυτή θα πρέπει νά αποδοθεί και ή περιορισμένη έρευνα τής προιστορίας τών νησιών, κατάλοιπα της οποίας έρχονται στο φώς α π ο σ π α σ μ α τ ι κ ά μέσα ά π ο το σωστικό έργο τών εφορειών τής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. 6 5 Ό διερεύνηση τής τοπικής δυναμικής μέσα ά π ο τήν κατανόηση τών χαρακτηριστικών των τοπικών πολιτισμών τέθηκε ήδη στά τέλη τής δεκαετίας τού 1970 μέσα ά π ο τή διατριβή του Wardle, καί σποραδικά, στις δεκαετίες πού ακολούθησαν. 6 6 Οι νέες επιφανειακές έρευνες που έκ τών πραγμάτων υιοθετούν μία τοπική οπτική μπορούν επίσης νά συμβάλλουν στην εξερεύνηση τών τοπικών μικροπεριβαλλόντων τών νησιών τού Ιονίου. 67
64. Βλ. ανάλογες παρατηρήσεις Φωτιάδη για Μακεδονία στο Μ. Fotiadis. «Imagining Ma cedonia in Prehistory, ca 1900-1930», JMA 14 (2001) 115-135. 'Ωστόσο ακόμα και όταν το Ιόνιο εντάσσεται στην πολιτισμική σφαίρα τών Ελλαδικών πολιτισμών, όπως κατά τήν Πρωτοελλαδική II εποχή, δεν ενσωματώνεται στα ανάλογα ερμηνευτικά σχήματα, βλ. πα ρατηρήσεις Ζάχου στο Κ. Ζάχος, «Οι Οικισμοί ώς σύσΡημαελέγχου του χώρου», στο Ζ' Πανιόνιο Συνέδριο, Λευκάδα, 26-30 Μαίου 2002, Πρακτικά, τόμ. Β'. Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών, Αθήνα 2004,σ.2 3 - 2 4 , . 65. Για νέες ανασκαφές τών αρμόδιων εφορειών βλ. Ι.Π. Αγαλλοπούλου. «Μυκηναίκόν Νεκροταφείον παρά το ΚαμπΊ Ζακύνθου». ΑΔ 28 (Α-, 1973) 198-214. Λ. Κολώνας. «Αρχαίες εγκαταστάσεις νοτιοανατολικής Κεφαλονιάς. θέσεις στρατηγικού έλεγχου τού χερσαίου και θαλάσσιου χώρου τής περιοχής», στο Ζ' Πανιόνιο Συνέδριο, ο.π..σ.3 7 - 4 5 . Α. Καραμάνου, «0Ί οικισμοί τής Αρχαίας Κέρκυρας. Το έσχατο βορειοδυτικό σημείο ελέγχου στο πέρασμα απο την Ανατολή στή Δύση», στο Ζ' Πανιόνιο Συνέδριο, ό.π..σ.9 5 - 9 7 . Γ. Αρβανίτου-Μεταλληνού, «Οικισμός τής Εποχής τού Χαλκού στους Έρμονες Κέρκυρας». ΑρχαιολογικόΔελτίο,44-46, (1989-1991) Α'. Μελέτες, 209-221.
66. Κ.Α. Wardle, The Greek Bronze Age west of Pindus: a study of the period ca. 3000-1000 BC in Epirus, Aetoloakarnania, the Ionian Islands and Albania, with reference to the Aegean, Adriati Balkan Regions, άδημος. διατρ., University of London, 1977. K.A. Wardle, «Cultural Groups of the Late Bronze and Early Iron Age in North West Greece». Godisnjak (Akademija Nauka I Umjetnosti Bosne i Hercegovine) 15 (1977) 153-199. K.A. Wardle, «The Prehistory of Northern Greece: A Geographical perspective from the Ionian sea to the Drama plain». Μακεδονικα (Αφιέρωμα στον N.G.L. Hammond) 7 (1997) 509-540. Ch. Souyoudzoglou-Haywood, The Ionian Islands in the Bronze Age and Early Iron Age. 3000-800 BC. Λίβερπουλ 1999.
67. Th.W Gallant, An examination of two island polities in antiquity: the Leukas-Pronnoi surve διδακτ. διατριβή, University of Cambridge, 1982. Broodbank. C, «Kythera Survey: Preliminary Report on the 1998 season», BSA 94 (1999) 191-214. K. Randsborg. Kephallenia. Archaeology and history. The ancient Greek cities, Κοπεγχάγη 2002. J. Wiseman - K. Zachos (έπιμ.) , Landscap Archaeology in Southern Epirus, Greece I, Hesperia Suppl. 32, American School of Classical Studies,
222
ΙΣΤ0ΡΙ0ΓΡΑΦΙΚΕς
Π Α Ρ Α Τ Η Ρ Η Σ Ε ι ς ΤΩΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ TOT ΙΟΝΙΟΥ
Ή υιοθέτηση θεωρητικών προτύπων πού εξετάζουν τοπικούς πολιτισμούς μέ σα άπό τις σχέσεις κέντρου-περιφέρειας,6« ή περαιτέρω διερεύνηση των χα ρακτηριστικών της περιφέρειας τού Μυκηναϊκού κόσμου 69 η ή συζήτηση της ιδιαίτερης δυναμικής των νησιωτικών κοινωνιών70 αποτελούν μαζί με τήν εντα τικοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας νέες κατευθύνσεις πάνω στις όποιες μπορεί να δρομολογηθεί μία αρχαιολογία τών Ιόνιων Νησιών, πέρα άπό τις ιδεοληψίες καί τα στερεότυπα τού παρελθόντος.
Αθήνα 2003. Ch. Souyoudzouglou-Haywood. Classics Ireland 10 (2003) 64-73 (για τήν έρευνα στη Λιβαθώ Κεφαλονιας) . Το 2005 άρχισε επίσης έρευνα του Ολλανδικού Ινστιτούτου στη Νότια Ζάκυνθο, ενώ άπό το 2006 καί έρευνα τού Ιονίου Πανεπιστημίου στην Παλική Κεφαλονιας (σε συνεργασία με τήν Λ έ Ε.Π.Κ.Α. καΙ τήν 20ή Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων) και στην Κέρκυρα (σέ συνεργασία με τήν Η' Ε.Π.Κ.Α) . 68. Βλ. π.χ. Th.D. Hall. «Frontiers. Ethnogeriesis. and World-Systems: Rethinking the Theories», στο Th.D. Hall (έπιμ.) . A World-Systems Reader: New Perspectives on Gender, Urbanism, Cultures, Indigeneous Peoples, and Ecology, Rowman & Littlefield, Lanham, Maryland 2000, a. 237-270. T.J. Winnifrith, Badlands-Borderlands: A History of Southern Albania/Northern Epirus, Duckworth, Λονδίνο 2003. 69. Βλ. π.χ. Ή περιφέρεια τού Μυκηναϊκού κόσμου. Πρακτικά Α' Διεθνούς Διεπιστημονικού Συμποσιου,Λαμία 25~29.9.1994. ΙΔ Έφορία Προιστορικών καί Κλασικών Αρχαιοτήτων, Λαμία 1999. Κ· Kilian, «Il confine settenzionale della civiltà micenea nella tarda età del Bronzo», στο Traffici Micenei nel Mediterraneo, Atti Convegno di Palermo. 1984.σ.2 8 3 - 3 0 1 , 1986. S. Andreou - M. Fotiadis - Κ. Kotsakis, «Review of Aegean Prehistory V: The Neolithic and Bronze Age of Northern Greece», στο Τ. Cullen (έπιμ.) . Aegean Prehistory. A Review, American Journal of Archaeology PP1- Archaeological Institute of America. Βοστώνη 2001 a. 317-318,. · JF. Cherry, «The First Colonization of the Mediterranean Islands: A Review of Recent «search», Journal of Mediterranean Archaeology 3 (1990) 145-221. Βλ. επίσης C. Broodbank, » Island Archaeology of the Early Cyclades, Cambridge University Press, Καίμπριτζ 2000. M. Patton Islands in Time. Island sociogeography and Mediterranean prehistory, Routledge, Αονδίνο - Νέα Υόρκη
223
Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΥ
1965 «Οι Νεόφυτοι Λαρίσης του 16ου αιώνος. Συμβολή εις την έκκλησιαστικήν ίστορίαν της μεταβυζαντινής Θεσσαλίας», Έπετηρις του Μεσαιωνικού Αρχείου της ΑκαδημίαςΑθηνών15 (1965) 86-124. 1970 «Συμβολαιογραφική πράξη του 1550», Επτανησιακά Φύλλα 7 (1970) 133-134. 1971 «Ό Βίος του Αγίου Ευθυμίου (Vita Euthymii) , πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (ί 917) και ό χρόνος συγγραφής αύτού », Έπετηρις Εταιρείας Βυζαντινών Σπου δών 38 (1971) 289-296. «Ιστορική αναδρομή εις τήν βενετοκρατουμένην και τουρκοκρατουμένην Τήνον», Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 9 (1971) 114-136. 1972 Διορθώσεις στο βιβλίο του J. Darrouzès, Georges et Démétrios Tornikès, Lettres et discours, Paris 1988, Ελληνικά 5 (1972) 237-240. Άγιος Νικόλαος ό εv Βουναίνη: Ανέκδοτα αγιολογικά κείμενα, ιστορικοί ειδήσεις περί της μεσαιωνικής Θεσσαλίας(Ι΄αιών). Εθνικό και Καποδιστριακο Πανεπιστήμιο Αθηνών - Φιλοσοφική Σχολή, Αθήνα 1972, (Βιβλιοθήκη Σοφίας Ν. Σαριπόλου 22) ,σ.1 - 2 1 1 + Πίν. Α'-ΙΔ'. 1973 «Ανέκδοτος κανών του μάρτυρος Αρμοδίου, συνταχθείς υπό του Αρσενίου Κρυπτοφέρρης (ΙΑ' αίών) », Έπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 39-40 (1973) 96-109. «Ο νεομάρτυς Μιχαήλ εξ Αγράφων (|1544, Θεσσαλονίκη) καί ό συντάκτης του Βίου του», Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher 21 (1973) 233-247. «Βιβλιογραφικά Ίερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου», στο Ήμερολόγιον της Μεγαλόχαρης Τήνου 1973, Αθήνα 1973,σ.2 0 1 - 2 1 2 .
•m
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
1979-1981 «Ή αρχική Ακολουθία και ό ανέκδοτος Βίος τού νεομάρτυρος Μιχαήλ του έξ Αγράφων (1Ί544, Θεσσαλονίκη) », Έπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 44 (1979-1980) 231-281. «Ή οικογένεια Παξιμάδη άπο τήν Τήνο (18ος-19ος αί.) », Έπετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 11 (1979-1981) 275-427. 1983-1984 «Ό Νεομάρτυρας Μιχαήλ Μαυροειδής ό Αδριανουπολίτης (t 1490 Άδριανούπολη) - Ανέκδοτα αγιολογικά κείμενα του Μεγάλου Ρήτορος Μανουήλ Κορινθίου κ.ά.», βιολογία 54 (1983) 779-846 και 55 (1984) 237-256, 435458, 739-771. Και ως αυτοτελές βιβλίο με τον ίδιο τίτλο καί με δική του σελιδαρίθμηση, Αθήνα 1984,σ.1 - 1 2 4 . Γα χειρόγραφα τών Μετεώρων: Κατάλογος περιγραφικός τών χειρογράφων κωδίκων τών άποκειμενων εις τάς μονάς τών Μετεώρων. Τόμ. Β'. Τα χειρόγραφα της Μο νής Βαρλαάμ. Έκ τών καταλοίπων τού Ν.Α. Βέη, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. Αθήνα 1984. «Ό Μητροπολίτης Λαρίσης Θωμάς Γοριανίτης (β' μισό τού ΙΓ' αιώνα) », θεσ σαλικά Χρονικά 15 (1984) (περιέχον το 2ο Διεθνές Συνέδριο Θεσσαλικών Σπουδών, 1980) 147-161. «Ιστορικά σχόλια σε επιγραφές, επιγράμματα, χαράγματα και ενθυμήσεις της Μονής Δουσίκου. Συμβολή στην Ιστορία της Μονής», Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 1 (1984) 9-70, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιω νικού καί Νέου Ελληνισμού. 1985 «Χατζή-Γερασίμου, ιερομόναχου τής Μονής Δουσίκου, ανέκδοτα στιχουργήματα (1826) », Τρικαλινά 5 (1985) 7-27. 1986 «Ό άγιος Νικόλαος ό Νέος τής Βουναίνης (Γ αι.) . Συμπληρωματικά στοιχεία. Ανέκδοτα αγιολογικά κείμενα Μαξίμου (1620) κ.ά.», Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 2 (1986) 71-148. «Ιερομόναχου Γαβριήλ Άγιαμονίτη, ανέκδοτο προσκυνητάριο τών μονών τών Μετεώρων (1786) », Τρικαλινά 6 (1986) 7-26. Γα χειρόγραφα τών Μετεώρων: Κατάλογος περιγραφικός τών χειρογράφων κωδίκων τών άποκειμενων είς τάς μονάς τών Μετεώρων. Τόμος Γ'. Τα χειρόγραφα τής Μονής Αγίου Στεφάνου, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και
226
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 1986, ς. α'-λθ' + 1-485 + πίν. Α'-ΞΔ', 1-208. 1987 «Χατζη-Γερασίμου Ιερομόναχου Δουσικιώτη, ανέκδοτο εγκώμιο (1826) του αγίου Βησσαρίωνος, μητροπολίτη Λαρίσης (Μάρτ. 1527 - Σεπτ. 1540) , και κτίτορα της Μονής Δουσίκου. Προσωπογραφικά καί χρονολογικά άγιου Βησ σαρίωνος», Τρικαλινά 7 (1987) 7-40. 1988 «Τα χειρόγραφα των Μετεώρων. Ιστορική επισκόπηση - Γενική θεώρηση», Τρικαλινά 8 (1988) 35-87, Πρακτικά Α Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών, 6-8 Νοεμβρίου 1987. 1989 Όσιος Λουκάς: Ό Βίος τού οσίου Λουκά τού Στειριώτη: προλεγόμενα, μετάφραση, κριτική έκδοση τού καμένου. Αγιολογική Βιβλιοθήκη 1, Ακρίτας, Αθήνα 1989, 21993,σ.1 - 2 4 4 . «Το χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ Παλαιολόγου (1336) υπέρ της Μονής τής Θεοτόκου των Μεγάλων Πυλών (Πόρτα - Παναγιάς) », Τρικαλινά 9 (1989) 7-27. 1990 Γό Μεγάλο Μετέωρο: Ιστορία και τέχνη, (σε συνεργασία με τον Ακαδημαίκό Μα νόλη Χατζηδάκη) , εκδ. άσφαλ εταιρείας Interamerican, Αθήνα 1990,σ.1 - 2 2 2 . Μετέωρα - Οδοιπορικό, έκδοση Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώ σεως) , Μετέωρα 1990,σ.1 - 1 6 7 . Οι θησαυροί τού Μεγάλου Μετεώρου, έκδοση τής Κτηματικής Τράπεζας. Αθήνα 1990. 0 όσιοςΑθανάσιοςό Μετεωρίτης - Βίος. Άκολουθία. Συναξάρια: Προλεγόμενα, μετά φραση τού Βίου, κριτική έκδοση. Ί . Μονή Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώ σεως) , Μετέωρα 1990.σ.1 - 2 4 8 . «Ό Αγιος Αχίλλιος Λαρίσης: ό αρχικός ανέκδοτος Βίος (Θ αί.) καί ή μετα γενέστερη διασκευή του (ΙΓ αι.) . Ανέκδοτα ύμνογραφικά κείμενα (Ιωσήφ Υμνογράφου, Μανουήλ Κορινθίου, Αναστασίου Γορδίου) », Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά 3 (1990) 96-213, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού. «Το συνοδικό γράμμα (1381, Νοέμ.) τού μητροπολίτη Λαρίσης Νείλου υπέρ τής Μονής τής Θεοτόκου των Μεγάλων Πυλών (Πόρτα - Παναγιάς) », Τρικαλινά 10 (1990) 7-31.
227
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΓΓΚΑΡΑΚΗ
«Δύο Μετεωρικά χειρόγραφα Πελοποννησιακής προελεύσεως», Λακωνική Σπουδές (Θησαύρισμα-Άριστείον πνευματικόν εις τον Δίκαιον Βαγιακάκον) 10 (1990) 89-110. «Μετέωρα: σύντομο ιστορικό χρονικό της Μετεωρίτικης μοναστικής πολιτείας», Νέα Εστία 128 (1990) 1332-1337. 1991 «Ό μητροπολίτης Λαρίσης άγιος Διονύσιος ό Ελεήμων (|1510) και οι εικονο γραφικές παραστάσεις του», στο Οικοδομή και Μαρτυρία, τόμος προς τιμήν του μητροπολίτη Κοζάνης και Σερβίων Διονυσίου Ψαριανού, Κοζάνη 1991 Β',σ.3 8 9 - 4 0 3 . «Συλλογή φαναριώτικων στιχουργημάτων σε κώδικα τών μέσων τού IH' αιώ να», Ο Ερανιστής 21 (1991) 43-71. «Εξακόσια χρόνια οργανωμένης μοναστικής παρουσίας στα Μετέωρα: Ιστο ρική τεκμηρίωση», Τρικαλινά 11 (1991) 101-134, Πρακτικά Β' Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών, 9-12 Νοεμ. 1990. 1992 «Ή μονή τού Όσίου Λουκά. Έλεγχος και κριτική τής αξιοπιστίας και ερμηνείας τών πηγών», Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 4 (1992) 23-80, Ακαδημία Αθη νών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. Ελληνικές Κληρονομιές, Αθήνα 1992. (Πολυτελές λεύκωμα μεγάλου σχήματος σε λυτά φύλλα με τα έξης περιεχόμενα: 1. Πελοπόννησος: Αγία Λαύρα, Μυστράς, Βάθεια - Μάνη, Κότρωνας - Μάνη, Μονεμβασιά. Ολυμπία - Έπικούριος Απόλλωνας, Μυκήνες - Τίρυνθα - Επίδαυρος - Ναύπλιο. 2. Μακεδονία: Δίον, Μονή Σουμελά, Άγιον Όρος, Πέλλα, Έδεσσα, Θεσσαλονίκη, Καστοριά, Καβάλα - Φίλιπποι, Βεργίνα - Βέροια) . «Ό Άγιος Βησσαρίων Μητροπολίτης Λαρίσης (1527-1540) και κτίτορας τής Μονής Δουσίκου. Ανέκδοτα αγιολογικά και άλλα κείμενα», Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 4 (1992) 177-228, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. Τήνος - Tinos. σύντομο ιστορικό διάγραμμα. Ελληνικά - Αγγλικά - Γαλλικά - Ιταλικά λικά, έκδ. Έρίννη, Αθήνα 1992,σ.1 - 7 1 . «Ή διαθήκη (έτους 1545) τών κτιτόρων της Μονής Ρουσάνου, ιερομόναχων Ίωάσαφ και Μαξίμου. Συμβολή στην ιστορία τής μονής», Τρικαλινά 12 (1992) 7-38. 1993 Τά χειρόγραφα τών Μετεώρων: Κατάλογος περιγραφικός τών χειρογράφων κωδίκων
228
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΓ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΓ
των αποκειμένων εις τάς μονάς των Μετεώρων, τόμ. Δ', μέρος Α'-Β', Τά χειρό γραφατήςΜονής Άγιας Τριάδος, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Με σαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 1993, ς. α'-μ', 1-866 + πίν. Α'-ΠΑ', Ι-VIII, 1-214 . Οί Βυζαντινοί άγιοι του Ελλαδικού χώρου μέσα από τις πήγες και τα κείμενα, Όψεις τής Βυζαντινής Κοινωνίας 7, "Ιδρυμα Γουλανδρή - Χορν, Αθήνα 1993,σ.1 - 4 7 . «Acta Stagorum. Τα υπέρ τής θεσσαλικής επισκοπής Σταγών παλαιά βυζαντινά έγγραφα (τών ετών 1163,1336, και 1393) . Συμβολή στην ιστορία τής επισκο πής», Τρικαλινά 13 (1993) 7-67. «Ό ελληνοδιδάσκαλος καί σχολάρχης Τήνου (1824-1841) Ευστράτιος Πέτρου ό Κυδωνιεύς. Νέα στοιχεία για τη ζωή καί την εκπαιδευτική του δράση από ανέκδοτα έγγραφα τών Γενικών Αρχείων του Κράτους», Πρακτικά Α' Κυκλαδολογικού Συνεδρίου ΓΑνδροσ. 5-9 Σεπτ. 1991), Έπετηρίς Εταιρείας Κυκλα δικών Μελετών 14 (1991-1993) 70-122. «Τα ξυλόγλυπτα τέμπλα τών μετεωρικών μονών Μεγάλου Μετεώρου (1791) καί Αγίου Στεφάνου (1814) , έργα Μετσοβιτών μαστόρων», στο Πρακτικά Α' Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπονδών (Μέτσοβο 28-30 Ίουν. 1991), Αθήνα 1993, σ. 173-215. «Τήνος - Το νησί τής Μεγαλόχαρης. Ή Ιστορία τού νησιού. Ή Τήνος από την Αρχαιότητα και τη Βενετική κατοχή έως καί την Επανάσταση τού 1821», Ή Καθημερινή - Επτά Ήμερες (15 Αύγ. 1993) 8-10 [-Νησιά τού Αιγαίου, Ή Καθημερινή, τόμ. Δ', Αθήνα 1996.σ.7 2 - 7 7 ] . «Τήνος - Το νησί τής Μεγαλόχαρης. Ή ιστορία τού νησιού. Ή Τήνος άπο την Αρχαιότητα καί τή Βενετική κατοχή έως καί την Επανάσταση τού 1821», Ή Καθημερινή - Επτά Ημέρες (15 Αύγ. 1993) 8-10 [=Νησιά τού Αιγαίου, Ή Καθημερινή, τόμ. Δ', Αθήνα 1996.σ.8 1 - 8 5 ] . 1994 «Ανέκδοτη συνοδική πράξη τού Οικουμενικού Πατριάρχη Κυρίλλου Α' Λουκάρεως. 1 6 2 3 , Μάιος, ίνδ. ς-'», στο Ροδωνιά. Τιμή στον Μ.Ι. Μανούσακα, Πανε πιστήμιο Κρήτης. Ρέθυμνο 1994. Β',σ.4 9 3 - 5 0 5 . «Δύο κώδικες τής Μονής Αγίου Στεφάνου τών Μετεώρων καί ή μαρτυρία τους για τεσσάρων αιώνων ζωή καί δράση τής ιστορικής Μονής τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Καταφυγίου Αγράφων, τής επιλεγόμενης Πέτρας», στο Πρακτικά του Συνεδρίου: Τά 400 χρόνια τής Ί. Μονής Πέτρας Καταφυγίου Καρδίτσας 15931993,7 Αύγ. 1993, Καταφύγιο Καρδίτσας 1994,σ.1 0 - 1 6 . «Ανέκδοτα ύμνογραφικά κείμενα αναφερόμενα στον μητροπολίτη Λαρίσης κ«ι κτίτορα τής Μονής Δουσίκου Άγιο Βησσαρίωνα», Τρικαλινά 14 (1994)
229
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
37-68. Πρακτικά Γ' Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών, 1993. «Ή ανέκδοτη διαθήκη του Μανουήλ Ίωαννάκη (μέσα ΙΔ' αι.) και άλλα κείμενα σχετικά με τη Μονή τής Θεοτόκου στον Στύλο τών Σταγών», Σύμμεικτα Μνήμη A.A. Ζακυϋηνού 9 (1994) 279-288. Ν.Γ. Σακκελίωνος (tl926) , Συλλογή βιογραφιών διαφόρων Τηνίων. Προλεγόμενα, σημειώσεις, ευρετήρια, εκδοτική επιμέλεια Δημ. Ζ. Σοφιανού, Αδελφότης τών Τηνίων έν Αθήναις, Αθήνα 1994, ς. α-μ' καί 1-230. «Μέτσοβο. Το "Φιλογράμματον Μέτσοβον". Ή παιδεία και οί επιφανείς λόγιοι και πνευματικοί άνδρες», Ή Καθημερινή - Επτά Ήμερες (20 Νοεμ. 1994) 5. «Μετσοβίτες ευεργέτες. Με δωρεές τους κτίσθηκαν σπουδαία κοινωφελή έρ γα», Μέτσοβο, Ή Καθημερινή - Επτά Ήμερες (20 Νοεμ. 1994) 6-7. «Ή Αθήνα το 1842», κείμενο στο ομώνυμο καλλιτεχνικό λεύκωμα, έκδ. άσφαλ. εταιρείας «Αγροτική Ζωής», Αθήνα, Δεκ. 1994. «Μετέωρα, ή ίσάγγελη πολιτεία. Τα Άγια Μετέωρα. Ιστορικό χρονικό της μετεωρίτικης μοναχοπολιτείας», Ή Καθημερινή - Επτά Ήμερες (6 Φεβρ. 1994) 2-6 [=θεσσαλία, τόμ. Θ', Ή Καθημερινή. Αθήνα 1996,σ.1 3 0 - 1 3 2 ] . «Μετέωρα, ή ίσάγγελη πολιτεία. Βιβλιοθήκες και αρχεία. Χειρόγραφα, έγγραφα, παλαιά έντυπα βιβλία τών μετεωρικών μονών», Ή Καθημερινή - Επτά Ήμερες (6 Φεβρ. 1994) 12-14 [=θεσσαλία τόμ. Θ', Ή Καθημερινή, Αθήνα 1996,σ.1 3 3 - 1 3 9 ] . «Αφιέρωμα στα Άγια Μετέωρα. Τα χειρόγραφα τών Μετεώρων, κειμήλια πο λύτιμα τής πνευματικής καί καλλιτεχνικής μας κληρονομιάς», Παράδοση 10-12 (Άπρ.-Δεκ. 1994) 286-300. 1995 Ό Τηνιακός μαρμαράς καί ή προσφορά του στην Νεοελληνική τέχνη, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1995,σ.1 - 3 9 . «Ή πρώτη προσπάθεια για την ίδρυση Γυμνασίου στην Τήνο. Ανέκδοτα έγ γραφα (Αυγ. 1836) τών Γενικών Αρχείων του Κράτους», Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 12 (1995) , Εις μνήμην καθηγ. Στυλ. Κορρε,σ.4 1 - 5 9 . 1996 Εισαγωγή στο καλλιτεχνικό Λαογραφικό Λεύκωμα - Ήθη και έθιμα τής Ελλάδος, εκδ. άσφαλ. εταιρείας «Αγροτική Ζωής», Αθήνα 1995. «Οί απαρχές του οργανωμένου μετεωρίτικου μοναχισμού καί το Άγιον Όρος», στο Διεθνες Συμπόσιο το Άγιον Όρος. Χθες - Σήμερα - Αύριο (θεσσαλονίκη 29 Όκτ.-l Νοεμ. 1993) , Εταιρεία Μακεδόνικων Σπουδών. Θεσσαλονίκη 1996, σ. 2 7 7 - 2 8 9 .
230
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΛ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
«Ανωνύμου, Ανέκδοτο ήθικοδιδακτικο στιχούργημα (ΙΓ'-ΙΔ' αί.) », θησαυρίσματα 26 (1996) 43-57. «Ό συντάκτης του Βίου του οσίου Αθανασίου του Μετεωρίτη γνωστός γραφέας μετεωρικών χειρογράφων (τέλη ΙΔ'-άρχες Ι έ αι.) », Τρικαλινά 16 (1996) 7-56. «Το "όρκομωτικον γράμμα" (Ιούνιος 1342) τού Μιχαήλ Γαβριηλόπουλου προς τους Φαναριώτες της Καρδίτσας. Οι εκ των παραναγνώσεων και παραδιορθώσεων παρανοήσεις ενός ιστορικού ντοκουμέντου», στο Πρακτικά Α' Συνεδρίου για την Καρδίτσα και την περιοχή της (Καρδίτσα, 15-17 Άπρ. 1994), έκδοση Λαίκής Βιβλιοθήκης Καρδίτσας «Ή Αθηνά», Καρδίτσα 1996,σ.2 9 - 4 6 . «Ό Νεομάρτυρας Μιχαήλ Μαυροειδής ό Άδριανουπολίτης. Νέα χρονολογικά και άλλα στοιχεία (t μετά το 1493, Άδριανούπολη) », Ή Καθ' Ήμας Ανατολή 3 (1996) 49-54. «Αναστασίου Παπαβασιλοπούλου, Ανέκδοτο έμμετρο Προσκυνητάριο της Μονής Βατοπεδίου Αγίου Όρους (1772) », Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 5 (1996) , Μνήμη Λέανδρου Βρανούση,σ.4 5 - 9 5 , Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού. «Παιδιόφραστος Διήγησις τών ζώων τών τετραπόδων. Ό Πρόλογος της (στίχοι 1-9) είναι νόθος καί όβελιστέος;». Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 5 (1996) , Μνήμη Λέανδρου Βρανούση. 381-186, Ακαδημία Αθηνών. Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού. «Οί Σέρβοι ηγεμόνες τών Τρικάλων καί οί μονές της περιοχής (ΙΔ' αιώνας) », στο Βυζάντιο και Σερβία κατά τον ΙΔ' αιώνα. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών. Διεθνή Συμπόσια 3, Αθήνα 1996.σ.1 8 0 - 1 9 4 . Δρόσου Ν. Δρόσου (1870) . Ιστορία της νήσου Τήνου άπο της πέμπτης [γρ. Δ'] Σταυροφορίας μέχρι της Ενετικής κυριαρχίας και εκειθεν μέχρι τού 1821 [α' έκδ. Έν Αθήναις 1870]. Επανέκδοση με εκτενή εισαγωγή και σημειώσεις ( σ . 13*-40*) , ευρετήρια, γλωσσάριο καί πίνακες ( σ . 5 6 3 * - 6 2 0 * ) , Εκδοτική και τυπογραφική Επιμέλεια Δημ. Ζ. Σοφιανού, Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου - Αδελφότης τών Τηνίων έν Αθήναις, Αθήνα 1996. «Ανέκδοτο γράμμα τού Οικουμενικού Πατριάρχη Γαβριήλ Δ', συγχωρητικο τών αμαρτιών τών κατοίκων της Τήνου, 1782 Σεπτέμβριος», Τηνιακά, Επι στημονική περιοδική έκδοση της Εταιρείας Τηνιακών Μελετών 1 (1996) 23-32. «Προλογικό σημείωμα». Τηνιακά 1 (1996) 11-12. Ο Τήνιος βιβλιοεκδότης Ιωάννης Δ. Κολλάρος (1870-1956) », στο Κυκλαδικό Ημερολόγιο 1996 - Χρόνος Α' (έκδοτες: Ν.Α. Κεφαλληνιάδης - ς.Γ. Φιλιππότης, Αθήνα 1996,σ.6 4 - 7 2 .
231
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ
Εισαγωγικό σημείωμα, στο Σύγχρονοι Τήνιοι καλλιτέχνη, Κοινότητα Πανόρμου Τήνου, Αδελφότητα των Τηνίων έν Αθήναις, Τήνος 1996,σ.7 - 8 . 1997 «Το άγνωστο αυτόγραφο σημειωματάριο τού Léon Heuzey από την επίσκεψη καί παραμονή του στις Μονές Δουσίκου καί Μετεώρων (Ίούλιος-Αύγουστος 1858) », Πρακτικά Δ' Συμποσίου Τρικαλινών Σπονδών, Τρίκαλα, 8-10 Νοεμ. 1996, Τρικαλινά 17 (1997) 157-191. «Συλλογή Φαναριώτικων στιχουργημάτων σε κώδικα των μέσων του IH' αιώνα», στο Ό Ερανιστής ΛΔ'-Λέ (1997) , Μνήμη Λέανδρου Βρανούση,σ.4 3 - 7 1 . «Ό ιερομόναχος Τρύφων Βαρδάκας, ό εκ Μετσόβου διδάσκαλος και κωδικογράφος (IH' αι.) », Πρακτικά Β' Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών (Μέτσοβο, 9-11 Σεπτ. 1994), Αθήνα 1997,σ.4 0 3 - 4 3 4 . «Ανέκδοτη αλληλογραφία Δροσίνη καί Πολυλά (Ίανουάριος-Άπρίλιος 1894) », στο Άθηνάϊκο Ημερολόγιο 1997, Έτος 8ο (εκδότες Γ.Κ. Καιροφύλας - ς.Γ. Φιλιππότης) , Αθήνα 1997,σ.1 0 1 - 1 1 1 . «Ζαχαρίας Γ. Φιλιππότης (1868-πρίν άπο το 1905) . Ή τραγική μοίρα ενός νέου Τήνιου μαρμαρογλύπτη», στο Κυκλαδικό Ημερολόγιο 1997 - Χρόνος Β' (εκδότες: Ν.Α. Κεφαλληνιάδης - Δ.Ζ. Σοφιανός - ς.Γ. Φιλιππότης) , Αθήνα 1997,σ.1 8 6 - 1 9 6 . Κώστα Καιροφύλα, Ιστορικοί σελίδες Τήνου. Φραγκοκρατία - Βενετοκρατία Τουρκοκρατία 1207-1821, Αθήνα 1997. Εισαγωγή - σημειώσεις Δ.Ζ. Σοφιανός. «Το Προπαρασκευαστικό και Επαγγελματικό Σχολείο Καλών Τεχνών Πανόρ μου Τήνου. Μια γόνιμη καί πλούσια σε καρπούς τεσσαρακονταετία», στο Προπαρασκευαστικον Έπαγγελματικον Σχολειον Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου 1955-1997, Έκϋεση Έργων Καθηγητών τού Σχολείου, Πνευματικό Κέντρο Πα νόρμου Τήνου 20 Ιουλίου-20 Σεπτεμβρίου 1997, Κοινότητα Πανόρμου Τήνου, Τήνος 1997,σ.2 0 - 2 8 . «Πρόλογος προέδρου της Εταιρείας Τηνιακών μελετών Δ.Ζ. Σοφιανού», στο Τήνος καί θάλασσα, Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης 5 καί 6 Σεπτεμβρίου 1996, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 1, Αθήνα 1997,σ.9 - 1 1 . Εισαγωγικό σημείωμα γιά τή νέα έκδοση στο Μάρκος-Φίλιππος Ζαλλώνης, Ιστορία της Τήνου. Μεταφρασθείσα εκ τού γαλλικού μετά τίνων παρατηρήσεων υπο τού διδασκάλου Δημητρίου Μ. Μαυρομαρά, έκδ. Έρίννη, Αθήνα 1997, ς. ιγ'-ιστ. 1998 Τά χειρόγραφα τών Μετεώρων: Κατάλογος περιγραφικός τών χειρογράφων κωδίκων των άποκειμένων εις τάς μονάς τών Μετεώρων, εκδιδόμενος έκ τών κατάλοιπων
232
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΓ
Νίκου Α. Βέη, τόμ. Α', Τα χείρόγραφα της μονής Μεταμορφώσεως, Προλεγόμενα _ Προσθήκαι Λ. Βρανούση, Δ.Ζ. Σοφιανού, 2η έκδοση, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 1998. «Οί κτίτορες τού Μεγάλου Μετεώρου όσιος Αθανάσιος καί όσιος Ίωάσαφ και οι μετακινήσεις τους από καί προς το Άγιον Όρος ώς συνέπεια τών τουρ κικών επιδρομών καί κατακτήσεων (ΙΔ' αί.) », Τρικαλινά 18 (1998) 145-157. «Ό βίος της όσίας θεοκτίστης της Λεσβίας ώς πηγή Ιστορική, φιλολογική καί αρχαιολογική», στο Ή Έκατονταπυλιανή και ή χριστιανική Πάρος. Πρακτικά Επιστη μονικού Συνεδρίου (Πάρος, 15-19 Σεπταμβρίου 1996), Πάρος 1998,σ.2 5 3 - 2 6 8 . «Αβιβλιογράφητα μονόφυλλα τών ετών 1858-1880», Ακαδημία Αθηνών, Δελτίο τού Κέντρον Έρεύνης της Ιστορίας τού Νεωτέρου Ελληνισμού. Μνήμη Έλευθερίου Πρεβελάκη 1 (1998) 285-302. «Ανέκδοτα έγγραφα τών ετών 1814-1830 περί της ίερας μονής Ταξιαρχών Επι δαύρου», Ναυτιλιακά Άνάλεκτα 3 (1998) 288-309. Περικλής Γ. Ζερλέντης, Ιστορικοί έρευναι περι τάς Εκκλησίας τών νήσων της Ανατολικής Μεσογείου θαλάσσης 1. Έρμούπολις 1913, άνατύπ. Αθήνα 1998. Εισαγωγικό σημείωμα, αναγραφή δημοσιευμάτων Π.Γ. Ζερλέντη, Ευρετήριο Δ.Ζ. Σοφιανός, ς. IV-XVIII καί Ι-ΧΧΧΙ. «Ιωάννης Βίβας (β' μισό ΙΘ' αι.) . Ένας άγνωστος Ανδριώτης μονόχειρ ζω γράφος», στο Κυκλαδιτίκο Ήμερολόγιο 1998 - Χρόνος Γ (έκδοτες: Ν. Α. Κεφαλληνιάδης - Δ.Ζ. Σοφιανός - ς.Γ. Φιλιππότης) , Αθήνα 1998,σ.9 9 - 1 0 1 . «Ανέκδοτη αυτόγραφη επιστολή (7.7.1934) τού Κωστή Παλαμά για τήν έκδοση τών Απάντων τού Ί . Βηλαρά από τον Γ. Βαβαρέτο». στο Άθηναίκο Ήμερολογιο 1998, (έκδοτες: Γ.Κ. Καιροφύλας - ς.Γ. Φιλιππότης) , έτος 9ο, Αθήνα 1998,σ.1 7 3 - 1 7 7 . 1999 «Τιμοθέου μοναχού Σερραίου, ανέκδοτο στιχούργημα για τή Μονή Βαρλαάμ τών Μετεώρων (β' μισό IH' αί.) ». Τρικαλινά 19 (1999) 7-18. «Πρόλογος τού προέδρου Εταιρείας Τηνιακών Μελετών [Δ.Ζ. Σοφιανού]», στο Τήνος Έώα και Έσπερία. Πάνω Μέρη Τήνου. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης4,5, και 6 Σεπτεμβρίου 1997, Αθήνα 1999.σ.7 - 8 . « Ιερά Μονή Κεχροβουνίου. Ιστορική προσέγγιση», στο Τήνος Έώα και Εσπερία. Πάνω Μέρη Τήνου. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης 4. 5 και 6 Σεπτεμβρίου 1997, Αθήνα 1999.σ.9 - 3 8 . «Είσαγωγικο σημείωμα» - «Μνήμη Γιαννούλη Χαλεπά. Εξήντα χρόνια (1938-1998) απο το θάνατο ενός μεγάλου», στο Χαλεπάς. Ό κοσμοκαλόγερος καλλιτέχνης άπο τονΠϋργο τής Τήνου. Επιλογή καί επιμέλεια κειμένων: Στρατής Γ. Φιλιππότης, είσαγωγικο σημείωμα; Δ.Ζ. Σοφιανός έκδ. Έρίννη, Αθήνα 1999,σ.15-18,114-136.
233
EAEIVH ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΓΚΑΡΑΚΗ
2000 «Διήγησις Βεφα και Μιχρής. Ανωνύμου ανέκδοτο στιχούργημα ΙΖ' αι.», Με σαιωνικά και Νέα Ελληνικά 6 (2000) 37-110, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. «Ανέκδοτο συνοδικό γράμμα (Ίούλ. 1826) τού Οικουμενικού Πατριάρχη Χρύ σανθου Α' υπέρ της πατριαρχικής Κοινής του Γένους Σχολής των Ελληνικών Μαθημάτων», στο Όρθοδοξία και Οικουμένη. Χαριστήριος τόμος προς τιμήν τού Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου Α', Αθήνα 2000,σ.5 1 9 - 5 2 7 . «Το καλλιγραφικό εργαστήρι τής Ιεράς Μονής Βαρλαάμ των Μετεώρων κατά τον ΙΣΤ' και ΙΖ' αιώνα». Πρακτικά έ Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών, Τρίκαλα. 5-7 Νοεμ. 1999, Τρικαλινά 20 (2000) 25-51. «Γραφείς και βιβλιογραφικά εργαστήρια τών μονών τών Μετεώρων (15ος16ος αι.) », στο Έθνικο Ίδρυμα Ερευνών. Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών. Διεθνη Συμπόσια 7. Ή ελληνική γραφή κατά τους 15ο και 16ο αιώνες, Αθήνα 2000,σ.3 2 3 - 3 4 7 . «Μετέωρα. σύντομο Ιστορικό διάγραμμα τής μοναχοπολιτείας τών Σταγών», στο Ό θησαυρος της Ορθοδοξίασ. 2000 χρόνια. Ιστορία - Μνημεία - Τέχνη, Α' τόμος, δόξα και το μεγαλείο της Όρθοδοξίας. Εκδοτική Αθηνών. [Αθήνα 2000],σ.318-337. «Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Άσσου (β' μισό IB' αιώνα) . Ή σχέση τών αγιο λογικών κειμένων (βίων) στον κώδ. Πάτμου 448 (φφ. 31ν-58) και στον κωδ. Μεγίστης Λαύρας 1824/Ω14 (φφ. 144ν-157ν) », στο Ένθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, Ηράκλειο 2000.σ.6 4 1 - 6 5 1 . «Ό Ιερομόναχος Χριστόφορος ό Βαρλααμίτης (ca. 1740—^1814) , ό Μετσοβίτης επιμελητής-συνδρομητής χειρογράφων και χρονικογράφος», στο Πρακτικά Γ' Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών. Μέτσοβο 29-31 Αύγουστου 1997, Αθήνα 2000,σ.4 6 1 - 4 8 4 . «Ό νεομάρτυς Θεόδωρος ό Βυζάντιος πολιούχος Μυτιλήνης», στο Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου 17-19 Φεβρ. 1998: Εξισλαμισμοί, κρυπτοχριστιανοι και νεομάρτυρες, Μυτιλήνη 2000,σ.1 2 1 - 1 3 4 . «Τά υπέρ τής μονής τής Λυκουσάδας τού Φαναριού Καρδίτσας βυζαντινά έγ γραφα (ΙΓ'-ΙΔ' αι.) και τά προβλήματα χρονολόγησης και ταύτισης τους», Βυζαντινά, Αφιέρωμα στη Μνήμη τού καθηγητή Ιωάννη Ε. Καραγιαννόπουλου 21(2000) 123-135. «Ανέκδοτο συνοδικό γράμμα (Αύγ. 1795) τού Οικουμενικού Πατριάρχη Γεράσι μου Γ περί εκλογής του Ιερομόναχου Νικηφόρου Αρχιεπισκόπου Προικοννήσου», Ή Καθ' Ημάς Ανατολή 5 (2000) 111-118. «Κτηματολογικό και φορολογικό κατάστιχο τής Τήνου τού α' μισού τού ΙΘ αιώνα (κώδ. Ε.Β.Ε. 1361) . Ή σημασία του ώς πηγής ιστορικών και άλλων
234
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ âHMHTPIOr Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
πληροφοριών», Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 17 (2000) 30-108. «Εγκύκλιοι (Αυγ. 1821-Ίαν. 1822) του Οικουμενικού Πατριάρχη Ευγενίου Β' περί δουλικής υποταγής τών Ελλήνων στον Οθωμανό κατακτητή», Δελτίο χού Κέντρου Έρεύνης τής Ιστορίας τού Νεωτέρου Ελληνισμού 2 (2000) 19-43. «Προλογικό σημείωμα του τ. προέδρου της Εταιρείας Τηνιακών Μελετών [Δημητρίου Ζ. Σοφιανού]» στο Αντώνιος Μοσχάτος, Περί νήσου Τήνου πραγ ματεία ιστορική, Γοτίγγη 1855. Μετάφραση άπο το λατινικό Ν.Ι. Λούβαρις, Τήνος 1905, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Ή Τήνος μέσα άπο τα κείμενα 2, Αθήνα 2000, ς. ζ'-ιέ. 2001 Μανουήλ Χρυσολωρά Λόγος προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ 5 ' Παλαιολόγο, εισαγωγή καΙ έκδοση Χ.Γ. Πατρινέλη και Δ.Ζ. Σοφιανού, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2001, σ. 1-134 + πίν. Α'-Κ". «Ό ναός του Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης και ή μετατροπή του σε τουρκικό τέμενος», στο ΑΓ Δημήτρια. Πρακτικά IΒ΄ Έπιστημονικού Συμποσίου, Χριστια νική θεσσαλονίκη. Ό ιερός ναός τού Αγίου Δημητρίου προσκύνημα Ανατολής και Δύ σεως. Ί. Μονή Βλατάδων, 1-3Οκτωβρίου 1998, Θεσσαλονίκη 2001,σ.1 0 3 - 1 1 9 . «Το αρχείο τών ελληνικών εγγράφων», στο Παρουσία Ίεράς Μονής Δοχειαρίου, Αγιον Όρος 2001,σ.2 4 5 - 2 5 1 . «Ό χειρόγραφος πλούτος του Αγίου Όρους πηγή ανεξάντλητη τής εκκλησιαστι κής και θύραθεν γραμματείας και τέχνης», στο Άγων Όρος. Φύση - Λατρεία -Τέχνη, Α', Θεσσαλονίκη 2001.σ.3 5 3 - 3 6 3 . «Τα αγιολογικά και ύμνογραφικά κείμενα του αγίου Οίκουμενίου Τρικκης (α Αντωνίου Λαρίσης Έγκώμιον, β' Άκολουθία) και ή χειρόγραφη παράδοση τους», Τρικαλινά 21 (2001) 7-78. «Οι μονές τών Μετεώρων και ή Μεσαιωνική Ήπειρος», στο Μεσαιωνική Ήπει ρος. Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλο σοφική Σχολή, Διατμηματικο Πρόγραμμα Μεσαιωνικών Σπουδών, Ιωάννινα 2001,σ.2 5 7 - 2 7 5 . «σύντομο ιστορικό διάγραμμα τής Επισκοπής Σταγών», στο Πρακτικά τού Α' Ίστορικού Συνεδρίου Καλαμπάκας. Καλαμπάκα 2001,σ.9 3 - 1 2 4 . «Ιστορική αναδρομή στην Εκκλησία και στο τοπικό αγιολόγιο τής Ύπατης», ανάτυπο άπο το 42ο-45ο τεύχος τού περιοδικού Ύπατη 42 -45 (Αθήνα 2001) ,σ.3 3 - 4 1 . «Προλογικό σημείωμα τού προέδρου Εταιρείας Τηνιακών Μελετών Δημητρίου Ζ· Σοφιανού», στο Τήνος. Κάτω Μέρη. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης
235
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΓΚΑΡΑΚΗ
25-27 Αυγούστου 1998, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 3, Αθήνα 2001,σ.7 - 8 .
2002 «Εισαγωγικό σημείωμα», στο Ίήνος. Έξω Μέρη. Πρακτικά Επιστημονικής Συ νάντησης, 18-20 Αύγουστου 1999, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 4, Αθήνα 2002,σ.9 - 1 0 . «Ή Τήνος πηγή και έκφραση τής νεοελληνικής καλλιτεχνικής παράδοσης», στο Τήνος. Έξω Μέρη. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης, 18-20 Αύγουστου 1999, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 4, Αθήνα 2002,σ.11-4 «Τα πρώτα σχολειά τής Τήνου και οί δάσκαλοι τους μετά τήν Επανάσταση του 1821», στο Τήνος. Ή Χώρα. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης, 20, 23, 25 Αυγούστου 2000, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 5, Αθήνα 2002,σ.9 3 - 1 1 0 . «Ό Νίκος Α. Βέης (1883-1958) καί οί παλαιογραφικές καί άλλες εργασίες του στις Μονές τών Μετεώρων», στο Μετέωρα. Εκδρομικός και Μορφωτικός Όμιλος Τρικάλων - Ε.Μ.Ο.Τ., 55-56, Τρίκαλα 2002,σ.1 1 - 1 8 . «Ό κώδικας 664 τής Μονής Μεταμορφώσεως Μετεώρων (Μεγάλου Μετεώρου) », Τρικαλινά 22 (2002) 7-16.
2003 «Χατζη-Γεράσιμος Δουσικιώτης (1790-1866) . Άνθη ευλάβειας στον αυτοδί δακτο καί ακαταπόνητο μελετητή καί ερευνητή τής Βιβλιοθήκης καί τών Αρχείων τής Μονής του Αγίου Βησσαρίωνος - Δουσίκου», στο Πρακτικά στ Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών, Τρίκαλα. 8-10 Νοεμ. 2002, Τρικαλινά 23 (2003) 57-76. Άγια Μετέωρα. Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Ανάπαυσα. Ιστορία - Τέχνη. Holy Meteora. The Holy Monastery of St. Nikolaos Anapafsas. History -Art, (σε συνερ γασία με τον Ευθύμιο Ν. Τσιγαρίδα) , Τρίκαλα 2003,σ.1 - 3 4 5 . «Αντωνίου Μανούσου επιστολή (19 Αύγ. 1856) προς τον Ιάκωβο Πολυλά. Δοκίμιο γιά τήν γλώσσα καί αντιγραφή πεζών έργων του Ιωάννη Βηλαρά· Έρανος στα Κερκυραϊκά Γράμματα τού ΙΘ' αιώνα», Δελτίον τού Κέντρου Έρεύνης τής Ιστορίας τού Νεωτέρου Ελληνισμού 3 (2003) 117-139. «Πρόλογος Δημητρίου Ζ. Σοφιανού» στο Θεοτέκνης [Μητσικώστα], Μονάχης Άγιοστεφανίτισσας, Ή θέση τής μοναχής στην Όρθόδοξη Εκκλησία, Γυναικείος Μοναχισμός 1, έκδ. Ί . Μονής Αγ. Στεφάνου, Άγια Μετέωρα 2003,σ.9 - 1 1 · «Βιβλιοκρισίες. (Μάχη Πάίζη-Άποστολοπούλου - Δ.Γ. Άποστολόπουλος, Άφιερωμα
236
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦΙΑΛΟΤ
ρώματα και δωρεές τον 16ο ai. στη Μ. Εκκλησία, θεσμικές όψεις της ευσέβειας, Αθήνα 2002) », Ελληνικά 53 (2003) 422-424. 2004 Ή Επισκοπή Σταγών. σύντομο ιστορικό διάγραμμα, Καλαμπάκα 2004, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων,σ.1 - 1 5 8 . «Ό άγιος Γρηγόριος επίσκοπος Άσσου (β' μισό του IB' αιώνα) και τα αγιο λογικά του κείμενα (κριτική έκδοση) », Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 7 (2004) 293-365, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. Γα χειρόγραφα της Μονής Δουσίκου - Αγίου Βησσαρίωνος. Κατάλογος περιγραφικός (σε συνεργασία με τον Φώτιο Αρ. Δημητρακόπουλο) , Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2004, ς. α'-οδ' + 1-486. «Οι κώδικες 665-668 της Μονής Μεταμορφώσεως Μετεώρων (Μεγάλου Με τεώρου», Τρικαλινά 24 (2004) 7-30. «Το χρονικό τής Κρατικής επιχείρησης τού 1882 (Αύγ.) και τής αρπαγής καί μεταφοράς στην Αθήνα 104 χειρογράφων τής Μονής τού Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώσεως) », στο Μετέωρα. Ε.Μ.Ο.Τ. 57-58 (2004) 5-16. «Ό επίσκοπος Σταγών Παρθένιος (Μάρτιος 1751-26 Μαρτίου 1784) , αδελφός της Ί . Μονής Βαρλαάμ τών Μετεώρων, δωρητής καί κτήτορας κωδίκων», στο Β' Ιστορικό Συνέδριο Καλαμπάκας. Ή Καλαμπάκα μέσα άπο την Ιστορία της (Εισηγήσεις. Πρακτικά τού Συνεδρίου. [10-12 Μαίου 2002]), Οργάνωση: Πολιτιστικός Σύλλογος Δήμου Καλαμπάκας, έπιμ. Γρηγόρης Σταγέας, Καλαμπάκα 2004,σ.2 1 5 - 2 2 9 . Γό σπίτι-μουσείο Γιαννούλη Χαλεπά στον Πύργο τής Τήνου καί ή ζωή τού καλλιτέ χνη, (δίγλωσσο, καί στην αγγλική) . Αθήνα 2004,σ.1 - 1 7 4 . «Ό άγιος Νικόλαος ό εν Βουναίνη καί ή τιμή αυτού στην Άγια», στο σύναξις Άγιωτών Αγίων. Πρακτικά Ημερίδας. Άγια, Κυριακή 18 Μάιου 2003, Άγια 2004,σ.3 6 - 4 7 . «Το μοναστήρι τών Αρχαγγέλων στην Καππαδοκία (κώδ. 665 Μονής Μεγάλου Μετεώρου) , Δελτίο Εταιρείας Μελέτης τής Καθ' Ημάς Ανατολής 1 (2004) 43-65. «Ή Εκκλησία τών Κυκλάδων και ιδίως τής Τήνου. σύντομη ιστορική θεώρηση», στο Τήνος - Κεχροβούνι - Μεγαλόχαρη. Πρακτικά Ημερίδας «Ή Τήνος, το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας, ή Ιερά Μονή Κεχροβουνίου τής Κυρίας τών Αγγέλων». 22 Ιουλίου 2000, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας, Τήνος 2004,σ.1 1 - 2 8 . «Το "Έλληνικον Σχολείον" Πανόρμου Τήνου κατά τά έτη 1835-1848 καί
237
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΓΓΚΑΡΑΚΗ
τα προβλήματα λειτουργίας του (Ανέκδοτα έγγραφα Γ.Α.Κ.) », Τηνιακά 2 (2004) 471-518. «Εκείνοι πού έφυγαν ...», Τηνιακά 2 (2004) 521-537. (Νεκρολογίες, μέ βιογρα φικά, πέντε επιφανών Τηνίων, όπως του καθηγητή-άκαδημαίκού Μάρκου Α. Σιώτη, της γλύπτριας Κατερίνας Χαλεπα-Κατσάτου, ανεψιάς τού Γιαννούλη Χαλεπά κ.ά.) . «Ή Αδελφότης των Τηνίων έν Αθήναις στήριγμα και συμπαραστάτης της καλ λιτεχνικής παράδοσης της Τήνου», Τηνιακά Σύμμεικτα, περίοδος Β', τχ. 3ο Όκτ.-Δεκ. 2004,σ.3 - 6 . «Πρόλογος Δημητρίου Σοφιανού», στο Άρχιμ. Γερμανός Κ. Δημάκος (Πάτερ Ανυπόμονος) , Στο Βουνό με τον Σταυρό, κοντά στον Άρη. Στρατιωτικός Ίερευς στο Γενικό Στρατηγειο τού ΕΛΑΣ, Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις, Αθήνα - Τρίκαλα 2004.σ.2 1 - 2 6 . «Προλεγόμενα Δημητρίου Ζ. Σοφιανού», στο Κωνσταντίνος Ν. Καρδαμίτσης, Λαογραφικά Έξωμεριάς Τήνου. Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Ή Τήνος μέσα άπό τά κείμενα 2, [Αθήνα 2004]σ.7 - 9 . 2004/2005 «Ή Ιερά Μητρόπολις Λαρίσης διά μέσου τών αιώνων - 1680 χρόνια άπό την ίδρυσή της. Ιστορικά - Αγιολογικά», Το Τάλαντο, γραφείο Νεότητας Ί. Μη τροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου, 46 (Νοέμ.-Δεκ. 2004) 10-11, 47 (Ίαν.Φεβρ. 2005) 10-12 και 48 (Μάρτ.-Άπρ. 2005) 10-12. 2005 Δουσικιώτικα Σύμμικτα, Αθήνα 2005,σ.1 - 5 4 6 . (Φωτομηχανική αναπαραγωγή, σε ενιαίο τόμο δώδεκα μελετών, πού έχουν γραφεί κατά τά ετη 1966-2005 και αφορούν τη Μονή Δουσίκου - Αγίου Βησσαρίωνος) . Ή Ιστορική κοινότητα Πανόρμου Τήνου. σύντομη αναδρομή στο Παρελθον και στο σήμερα, Κοινότητα Πανόρμου Τήνου 2005,σ.1 - 2 2 7 . «Προλογικό Σημείωμα», Τηνιακά 3 (2005) 9-10. «Χατζη-Άντώνης Λύτρας ό Τήνιος και τά μαρμαρόγλυπτά του στη Μονή Ξενο φώντος του Αγίου Όρους», Τηνιακά 3 (2005) 117-141. «Ή Ιερά Μονή τής Κυρίας τών Αγγέλων Κεχροβουνίου Τήνου και ή αγία Πελαγία ή Τηνία», στο Ή άγια Πελαγία της Ί. Μονής Κεχροβουνίου Τήνου. 250 χρόνια άπό τη γέννηση της (1752-2002) . Πρακτικά ήμερίδας (5 Όκτ. 2002), Αθήνα 2005,σ.3 1 - 5 2 . «Ό Παχώμιος Ρουσάνος συντάκτης τών ύμνογραφικών καί αγιολογικών κει-
238
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
μένων του αγίου Βησσαρίωνος, Μητροπολίτου Λαρίσης και κτίτορος της Ί. Μονής Δουσίκου», στο Πρακτικά τον Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου «Έτος Παχωμίου Ρουσάνου. Παχώμιος Ρουσάνος, 450 χρόνια από την κοίμηση του (fl553) », Ίερά Μητρόπολις Ζακύνθου, Ζάκυνθος 9-12 Όκτ. 2003, Αθήνα 2005,σ.4 2 1 - 4 3 6 . «Ό Αναστάσιος Γόρδιος και οί σχέσεις του με τη Μονή Δουσίκου - Αγίου Βησ σαρίωνος», στο Ό Αναστάσιος Γόρδιος και ή περιοχη των Αγράφων. Πρακτικά της Ήμερίδας, Μεγάλα Βραγγιανά, 25 Ιουλίου 2004. Πολιτιστικός Σύλλογος Βραγγιανιτών «Αναστάσιος Γόρδιος», Κωνσταντίνος Π. Τσιώλης (έπιμ.) , Αθήνα 2005.σ.3 3 - 4 6 . Επαμ. Γεωργαντοπούλου (fl885) . Τηνιακά ήτοι αρχαία και νεωτέρα Γεωγραφία και ιστορία της νήσου Τήνου. Εισαγωγικό σημείωμα (σ. 9*-25*) ευρετήριο (σ. 263*-288*Χ πίνακες έκτος κειμένου ( σ . 2 8 9 * - 3 1 4 * ) , έκδ. έπιμ. Δημήτριος Ζ. Σοφιανός, Αθήνα 2005. Γα σχολείο Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου. Πενήντα χρόνια (1955-2005) παρουσίας και προσφοράς. Επιμέλεια Δημήτρης Ζ. Σοφιανός, Αθήνα 2005, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών,σ.1 - 2 2 3 (κείμενα Δ.Ζ. Σοφιανού:σ.2 1 - 2 2 , 27-30, 115-118) . «Ή πρώτη άπόδειξις ύπαρξης της Μονής [Κεχροβουνίου Τήνου], Πώς καΙ γιατί το Μοναστήρι ανακηρύχθηκε "Σταυροπηγιακό"», Ιερά Μονή Κεχροβουνίου Τήνου. Το ταπεινο κελί που φιλοξένησε τη χαρά τών Αγγέλων. [Αθήνα 2005], σ. 39-58. «Προλεγόμενα Δημητρίου Ζ. Σοφιανού» στο Κ. Δανούσης, Παράδοση και Μνή μη. Με το δοξάρι και την πένα τού Κώστα Πανώριου, Εταιρεία Τηνιακών Με λετών, [Αθήνα 2005],σ.5 - 6 . «Ή Μεγαλόχαρη της Τήνου παγχριστιανικο προσκύνημα. Ιστορία και δράση», στο Τήνος. Ιστορία και πολιτισμός. Δήμος Έξωβούργου Τήνου, Αναπτυξιακή Δημοτική Επιχείρηση. Τήνος 2005.σ.4 4 7 - 4 6 0 . Η εμφάνειατουΑφανούς ή άλλως το Συναξάρι τού Αγίου Αλεξίου τού Ανθρώπου του θεού. Εισαγωγή, συναξάρι, ύμνογραφικά. παράρΡημααρχαίων πηγών, έκδ. Ί· Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μπούρα Αρκαδίας 2005. Δ. Σοφιανού: Προλεγόμενα,σ.9 - 1 6 ' Βίος Συμεών Μεταφραστού,σ.2 4 1 - 2 5 7 . «Ο Π.Β. Πάσχος άγιολογών. Θεολογία και Λογοτεχνία», στο Αφιέρωμα στον Καθηγητή Παντελή Β. Πάσχο, Ακρίτας, Αθήνα 2005,σ.2 5 3 - 2 5 8 . «Διήγησις τής αγίας Θεοδώρας της Μυροδοτούσας (Κωδ. Μονής Μεταμορ φώσεως 470, φφ. 249ν-257ν) », IΣT Επιστημονικό Συμπόσιο. Χριστιανική Θεσ σαλονίκη. Άγιοι Θεσσαλονίκης, 7-9 Νο(μ. 2002. Τρικαλινά 25 (2005) 7-24. Τηνιακά Μελετήματα, Τήνος 2005.
239
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗ
Τόμος Α' (σ.1 - 7 9 0 ) : 1. «Ιστορική αναδρομή εις τήν βενετοκρατουμενην και τουρκοκρατουμένην Τήνον», Έπετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 9 (1971) 114-136. 2. «Βι βλιογραφικά Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου», Ήμερολόγιον τής Με γαλόχαρης Τήνον 1973, Αθήνα 1973,σ.2 0 1 - 2 1 2 . 3. «Ή οικογένεια Παξιμάδη άπο τήν Τήνο (18ος-19ος αι.) », Έπετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 11 (1979-1981) 275-427. 4. Τήνος- Tinos. σύντομο Ιστορικό διάγραμμα. Ελληνικά Αγγλικά-Γαλλικά-Ιταλικά, έκδ. Έρίννη, Αθήνα 1992. 5. «Ό ελληνοδιδάσκαλος καί σχολάρχης Τήνου (1824-1841) Ευστράτιος Πέτρου ό Κυδωνιεύς. Νέα στοιχεία για τή ζωή καί τήν εκπαιδευτική του δράση άπο ανέκδοτα έγγραφα των Γενικών Αρχείων του Κράτους», Πρακτικά Α' Κυκλαδολογικού Συνεδρίου (Ανδρος, 5-9 Σεπτεμ. 1991), Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 14 (19911993) 70-122. 6. «Ή πρώτη προσπάθεια για τήν ίδρυση Γυμνασίου στην Τήνο. Ανέκδοτα έγγραφα (Αυγ. 1836) τών Γενικών Αρχείων του Κράτους», Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 12 (1995) , τόμ. Εις μνήμην καθηγ. Στυλ. Κορρε, σ. 4 1 - 5 9 . 7. Ό Τηνιακός μαρμαράς και ή προσφορά του στην Νεοελληνική τέχνη, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1995. 8. «Ανέκδοτο γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Γαβριήλ Δ', συγχωρητικο τών αμαρτιών τών κατοίκων τής Τήνου, 1782 Σεπτέμβριος», Τηνιακά, Επιστημονική περιοδική έκδοση τής Εταιρείας Τηνιακών Μελετών 1 (1996) 23-32. 9. «Ό Τήνιος βιβλιοεκδότης Ιωάννης Δ. Κολλάρος (1870-1956) », στο Κυκλαδικό Ημερολόγιο 1996 - Χρόνος Α' (έκδοτες: Ν.Α. Κεφαλληνιάδης - ς.Γ. Φιλιππότης) , Αθήνα 1996,σ.6 4 - 7 2 . 10. «Ζαχαρίας Γ. Φιλιππότης (1868-πρίν άπο το 1905) . Ή τραγική μοίρα ενός νέου Τήνιου μαρμαρογλύπτη», στο Κυκλαδικό Ημερολόγιο 1997 - Χρόνος Β' (έκδοτες: Ν.Α. Κεφαλληνιάδης - Δ.Ζ. Σοφιανός - ς.Γ. Φιλιππότης) , Αθήνα 1997,σ.1 8 6 196. 11. «Ιερά Μονή Κεχροβουνίου. Ιστορική προσέγγιση», στο Τήνος Έώα και Εσπερία. Πάνω Μέρη Τήνου, Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης 4, 5, καί 6 Σεπτεμβρίου 1997, Αθήνα 1999,σ.9 - 3 8 . 12. «Χαλεπάς. Ό κοσμοκαλόγερος καλλιτέχνης άπο τον Πύργο τής Τήνου», στο Μνήμη Γιαννούλη Χαλεπά. Εξήντα χρόνια (1938-1998) άπο το θάνατο ενός μεγάλου, επιλογή και επιμέλεια κειμένων Στρατής Γ. Φιλιππότης, εισαγωγικό σημείωμα Δ.Ζ. Σοφιανός, έκδ. Έρίννη, Αθήνα 1999,σ.1 1 5 - 1 3 6 . 13. «Κτηματολογικό καί φορολογικό κατάστιχο της Τήνου του Α' μισού τού ΙΘ' αιώνα (κωδ. Ε.Β.Ε. 1361) . Ή σημασία του ώς πηγής ιστορικών και άλλων πληροφοριών», στο Έπετηρις Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 17 (2000) 30-108. 14. «Ή Τήνος πηγή καί έκφραση τής νεοελληνικής καλλιτεχνικής παράδοσης», στο Τήνος Έξω Μέρη. Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης, 18-20 Αύγουστου 1999, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 4, Αθήνα 2002, α 11-42. 15. «Τά πρώτα σχολειά τής Τήνου καί
240
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΓ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
οί δάσκαλοι τους μετά τήν Επανάσταση του 1821», στο Τήνος. Ή Χώρα. Πρα κτικά Επιστημονικής Συνάντησης 20, 23, 25 Αύγουστου 2000, Εταιρεία Τηνιακών Μελετών, Πρακτικά Συνεδρίων 5, Αθήνα 2002,σ.9 3 - 1 1 0 . 16. «Ή Εκκλησία τών Κυκλάδων και ιδίως της Τήνου. σύντομη ιστορική θεώρηση», στο Τήνος - Κεχροβούνι - Μεγαλόχαρη. Πρακτικά Ημερίδας «Ή Τήνος, το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας, ή Ιερά Μονή Κεχροβουνίου τής Κυρίας των Αγγέλων», 22 Ιουλίου 2000, Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας, Τήνος 2004,σ.1 1 - 2 8 . 17. «Ή Αδελφότης των Τηνίων έν Αθήναις στήριγμα και συμπαραστάτης τής καλλιτεχνικής παράδοσης τής Τήνου», Τηνιακά Σύμμεικτα, περίοδος Β', τχ. 3ο (Όκτ.-Δεκ. 2004) 3-6. 18. «Το "Έλληνικον Σχολειον" Πανόρμου Τήνου κατά τα έτη 1835-1848 και τα προβλήματα λειτουργίας του (Ανέκδοτα έγγραφα Γ. Α.Κ.) », Τηνιακά 2 (2004) 471-518. 19. «Εκείνοι πού έφυγαν ...», Τηνιακά 2 (2004) 521-537. 20. «Ή Ιερά Μονή τής Κυρίας τών Αγγέλων Κεχροβουνίου Τήνου και ή αγία Πελαγία ή Τηνία», στο Ή αγία Πελαγία τής Ί. Μονής Κεχροβουνίου Τήνου, 250 χρόνια από τη γέννηση της (1752-2002) . Πρακτικά ημερίδας (5 Οκτ. 2002). Αθήνα 2005,σ.3 1 - 5 2 . 22. «Οί Παξιμάδηδες τής Τήνου (18ος-19ος αι.). Μια ιστορική οικογένεια με πολλαπλή τοπική καί εθνική δράση. (Ανέκδοτη ομιλία που εκφωνήθηκε στις 6.2.1983 στην Αδελφότητα τών Τηνίων έν Αθήναις) ». 23. «Φραγκίσκος Γεωργαντόπουλος ό Τήνιος. Αποκατάσταση της μνήμης ένας αδικημένου από τήν Ιστορία ήρωα. (Ανέκδοτη ομιλία πού εκφωνήθηκε στις 5.2.1995 στην Αδελφότητα τών Τηνίων έν Αθήναις) ». 24. «Ή Μεγαλόχαρη τής Τήνου παγχριστιανικύς φάρος ακτινοβολίας. σύντομο διάγραμμα τής ιστορίας καί τής δράσης της». (Ανέκδοτη ομιλία πού εκφωνήθηκε στις 6.2.2005 στην Αδελφότητα τών Τηνίων έν Αθήναις) . Τόμος Β': Ή Παιδεία στην Τήνο κατά τήν Οθωνική περίοδο (1833-1847) . Ανέκ δοτα έγγραφα τών Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.Α.Κ.) : 1. «Έκδοση τών εγγράφων τών Γ.Α.Κ., τών ετών 1833-1847. Ή Παιδεία στην Τήνο. Πίνακες έκτος κειμένου»σ.1 - 3 6 2 . 2. «Οί Μηλιώτες Διδάσκαλοι του Γένους καί ή Παιδεία στην Τήνο»σ.3 6 3 - 3 7 5 . 3. «Ανέκδοτο σιγιλλιώδες συνοδικό γράμμα (1749, Μαίου 27) τού Οικουμενικού Πατριάρχη Κυρίλλου έ υπέρ της Μονής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου Κεχροβουνίου Τήνου. Νέα στοιχεία για την ιστορία τής Μονής»,σ.3 7 7 - 3 9 0 . 4. «Ή Αδελφότης τών Τηνίων έν Άθήναις· 130 χρόνια (1876-2006) ζωής καί δράσης»σ.3 9 1 - 4 1 4 . 5. Ευρετήριο κυρίων ονομάτων,σ.4 1 5 - 4 2 9 . «Αγίου Νεοφύτου τού Εγκλείστου, Το Βιβλίον τής θεοσημείας», Δημ. Ζ. Σοφιανος (κριτική έκδ. - έπιμ.) , στο Αγίου Νεοφύτου τού Εγκλείστου Συγγράμματα, Ε· έκδ. Ιεράς Βασιλικής καί Σταυροπηγιακής Μονής Αγίου Νεοφύτου, Πάφος 2005,σ.3 3 9 - 3 8 7 .
241
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
2006 «Ό Ναός των Άγιων Θεοδώρων. Ανέκδοτος εγκύκλιος («άπανταχούσα», 25 Σεπτεμ. 1852) του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου τού Ναού των Αγίων Θεο δώρων Αθηνών για την εξασφάλιση συνδρομητών, με σκοπό την επισκευή και ανακαίνιση τού Ναού», Γ.Κ. Καιροφύλα - ς.Γ. Φιλιππότη, Άθηναϊκο Ημερολόγιο 2006, έτος 17ο, Αθήνα 2006,σ.1 0 2 - 1 0 7 . «Βυζάντιο: ρωμαίκή, ελληνική και χριστιανική κληρονομιά και παράδοση», Φιλογενεια 8 (2006) , τχ. 1,σ.1 5 - 2 0 . Βυζάντιο. Ρωμαίκή και ελληνική παράδοση. Χριστιανισμός και Ορυοδοξία, [Ί. Μονή Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώσεως) ], Αθήνα 2006,σ.1 - 1 3 6 . «Ή αρχαία ελληνική καί βυζαντινή παράδοση στή νεοελληνική επιστολογραφία: μια επισκόπηση ». Πρακτικά τού Επιστημονικού Συμποσίου Νεοελληνική Επιστο λογραφία (16ος-19ος αι.), Άθήνα 20-21 Μαρτίου 2003. Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού, Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά 8 (2006) 17-28. «Προλεγόμενα Δ.Ζ. Σοφιανού» στο Γεωργίου Ί . Δώριζα (|1988) , Ή Μεσαιωνική Τήνος, Αθήνα 2 2006, ς. έ-ιγ'. «Ή Μονή Δουσίκου καί ό χειρόγραφος πλούτος της». Πρακτικά Ζ' Συμποσίου Τρικαλινών Σπουδών (Τρίκαλα, 11-13 Νοεμ. 2005), Τρικαλινά 26 (2006) 15-36. «ΟΙ τρεις "Βίοι" του αγίου Γρηγορίου επισκόπου Άσσου, κατά τους κώδικες Λαύρας 5214 καί Πάτμου 448», στο Ό άγιος Γρηγόριος επίσκοπος Άσσου ό θαυματουργός, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου (7-12 Ιουλίου 2006), Ιερά Μητρόπολις Μυτιλήνης, Μυτιλήνη 2006,σ.1 4 9 - 1 6 4 . «Τα αγιολογικά κείμενα του αγίου Γρηγορίου Άσσου, Εισαγωγή - Σχόλια Κριτική έκδοση ύπο Δ.Ζ. Σοφιανού», στο Ό άγιος Γρηγόριος επίσκοπος Άσσου ό θαυματουργός, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου (7-12 Ιουλίου 2006), Ιερά Μητρόπολις Μυτιλήνης, Μυτιλήνη 2006,σ.3 8 1 - 4 3 8 . «Τά υπέρ της Μονής της Παναγίας της Λυκουσάδος του Φαναριού Καρδίτσας παλαιά βυζαντινά (ΙΓκαί ΙΔ' αί.) έγγραφα (χρυσόβουλλα κ.ά.) . Διπλωματική έκδοση», Έπετηρις Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 52 (2004-2006) 479-528. «Πνευματικές σχέσεις Αγίου Όρους καί τών θεσσαλικών μονών Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώσεως) καί Δουσίκου - Αγίου Βησσαρίωνος. Πρότυπα τών Τυπικών τους τά αγιορείτικα Τυπικά Βατοπεδίου καί Μεγίστης Λαύ ρας», στο Άγιον'Όρος. Πνευματικότητα και Ορθοδοξία - Τέχνη, Εταιρεία Μακε δόνικων Σπουδών, Μακεδόνικη Βιβλιοθήκη άρ. 102, Β' Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη, 11-13 Νοεμ. 2005, Θεσσαλονίκη 2006,σ.3 9 1 - 4 0 2 .
242
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦ1ΑΝΟΤ
2007 «Οι παλαιογραφικές έρευνες του Μ. Μανούσακα», στο Μνήμη Μανούσου Ί. Μανουσακα. Πρακτικά Ήμερίδας. Άθήνα 15 Ιαν. 2005, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού. Ελληνικό Ινστι τούτο Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, Αθήνα 2007, ς. 49-61. Σοφιανός Δημήτριος Ζ. - |Γαλάβαρης Γεώργιος, Γα είκονογραφημένα χειρόγραφα των μονών τών Μετεώρων Α'-Β' ( σ . 1 - 3 7 4 , 1 - 3 7 8 ) , Δημοσιεύματα τού Κέντρου Έρεύνης του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 2007. «Οι Μονές των Μετεώρων και οι βιβλιοθήκες τους», Έν Βόλω 24 (Ίαν.-Μάρτ. 2007) , εκδ. Δήμου Βόλου,σ.1 6 - 1 9 . «Ό μετεωρικός κώδικας Βαρλαάμ 127 πολυτίμητο κτητορικο και ιστορικό κειμήλιο της Μονής», Μετέωρα 59 (2007) , Ε.Μ.Ο.Τ. Ιωάννου Καντακουζηνού Ιστοριών Βιβλία Δ' - loannis Cantacouzeni Eximperatoris Historiarum libri IV. Εισαγωγή Δημήτριος Ζ. Σοφιανός, ς. α'-ογ'. Ανατύπωσις εκδόσεως Βόννης, τόμ. 1-Ι1Ι, 1828-1832, Επικαιρότητα, Αθήνα 2007. Χειρόγραφοι κώδικες - Manuscript codices. Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου Με ταμορφώσεως τού Σωτήρος - Άγια Μετέωρα. Holy Monastery of Great Meteoron, Τρίκαλα 2007,σ.1 - 7 2 . Όρθοδοξία και Ελληνισμός. Σταθερή πορεία και αγώνας αιώνων. Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος) , Άγια Μετέωρα 2007, σ. 1 - 4 8 . «Τα επαναστατικά κινήματα τού μητροπολίτη Λαρίσης Διονυσίου Φιλοσόφου κάι οί επιπτώσεις τους στή βυζαντινή Μονή Παναγίας τής Λυκουσάδας τού Φαναριού Καρδίτσας», στο Πρακτικά του Συμποσίου: Παιδαγωγικό Ιστορικό Συμπόσιο: Διονύσιος ό Φιλόσοφος και ή εποχή του. Πανεπιστήμιο θεσσαλίας. Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Άθλητισμού. Τρίκαλα 12-13 Μαίου 2006. [Τρίκαλα 2007],σ.8 7 - 9 4 .
Υπο έκδοση «Σέργιος Μυστάκης. ό Μετσοβίτης Διδάσκαλος τών Ελληνικών Γραμμάτων (α μισό ΙΘ' αι.) », στο Δ' Συνέδριο Μετσοβίτικων Σπουδών. Μέτσοβο. 1-3 Σεπτ. 2000, Οργάνωση: Εξωραίστικός Σύλλογος Μετσόβου. «Οι Βίοι τών Νεομαρτύρων σημαντικον κεφάλαιον της Βυζαντινής καί Μεταβυ ζαντινής γραμματείας», στο Πρακτικά τού Συνεδρίου: Ίωβηλαίον 200 ετών άπο του μαρτυρίου τού Αγίου Κωνσταντίνου του Υδραίου (14.11.1800-14.11.2000) .
243
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
ΔιορθόδοξονΈπιστημονικον Συνέδριον «Κωνσταντίνος ό Υδραίος - Νεομάρτυρες προάγγελοι της αναστάσεως τού Γένους», "Ύδρα, 10-14 Νοεμ. 2000. Ιερά Μητρό πολις "Υδρας, Σπετσών, ΑΊγίνης, Έρμιονίδος καί Τροιζηνίας. «Οι βιβλιοθήκες και τα Αρχεία (χειρόγραφοι κώδικες, έγγραφα) τών Μονών τών Μετεώρων και τού Δουσίκου (Αγίου Βησσαρίωνος) », στο Vie Colloque International de Paléographie Grecque, Drama - Conservatoire municipal 21-27 Septembre 2003, Comité International de Paléographie Grecque. «Τα ύμνογραφικά κείμενα του Νικολάου Μαλαξού (16ος αί.) στον Άγιο Νικό λαο, επίσκοπο Μύρων της Λυκίας τον Θαυματουργό», στο Πρακτικά της Β' Επιστημονικής Ημερίδας Ιστορικού Αρχείου τής Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος (αφιερωμένης στον Άγιο Νικόλαο) , Βόλος 10 Μαίου 2003. «Οί επτά "άγιοι αρχιεπίσκοποι Λαρίσης" (ΙΓ'-ΙΤ' αι.) . Βιογραφικά και χρο νολογικά ζητήματα», στο Πρακτικά τού ΣΤ' Συνεδρίου Λαρισαϊκών Σπουδών, Λάρισα 8-9 Μαίου 2004. «Ή έτοιμαζόμενη έκδοση μεταβυζαντινού καί νεότερου αρχειακού υλικού τών Μονών τών Μετεώρων και Δουσίκου. Εμπειρίες και προβληματισμοί», Πρα κτικά τού Σεμιναρίου: Méthologie d'édition, état et perspectives de la recherche des archives post-byzantines. Originaux, copies conformes, documents traduits, authentiques et faux: Nouveaux exemples, Βενετία 28 Μάιου 2004. Ελληνικό Ιν στιτούτο Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας. Άγνωστη συλλογή 174 φαναριώτικων στιχουργημάτων (κώδ. 666 Μονής Μεγάλου Μετεώρου) , έκδοση με εισαγωγή καί σχόλια. Δημοσιεύματα τού Κέντρου Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού τής Ακαδημίας Αθηνών. Τά αρχεία εγγράφων των μονών τών Μετεώρων, Α'-Β'. Δημοσιεύματα τού Κέντρου Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού τής Ακαδημίας Αθηνών. Το αρχείο εγγράφων τής Μονής Δουσίκου - Αγίου Βησσαρίωνος. Δημοσιεύματα τού Κέ ντρου Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού τής Ακαδημίας Αθηνών. «Χατζη-Γερασίμου ιερομόναχου Δουσικιώτη. Τα χρέη τού έκκλησιάρχου τής Μονής Δουσίκου (Κώδ. Δουσίκου 76, έτος 1846) », στο Τόμος τιμητικός στον Καθηγητή Ιωάννη Μ. Φουντούλη, Θεσσαλονίκη. Γ. Πανταζής - Ε. Λάμπρου - Δ.Ζ. Σοφιανός, «Χρονολόγηση τού Ναού τής Υπα παντής στα Μετέωρα», στο Πρακτικά τού Συνεδρίου: Αρχαιολογικό έργο Θεσ σαλίας καί Στερεάς Ελλάδας 2003-2005. Από τους προιστορικούς στους νεότερους χρόνους, Βόλος 16-19 Μαρτίου 2006. «Γράμμα τού Οικουμενικού Πατριάρχη Καλλινίκου Δ' προς τον Αρχιεπίσκοπο Ελάσσονος Ίωαννίκιο (1806, Ίουλ. 8) για την πιστή τήρηση άπο τους Χρι στιανούς τής επαρχίας του τών δρων τού "ραγιαλικίου" τους», Δελτίο Εται ρείας Μελέτης τής Καθ' Ημάς Ανατολής 2 (2006) .
244
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΤ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΤ
Ανωνύμου, Ανέκδοτο δημώδες στιχούργημα (τέλη IT' ai.) περί τού βενετο-τουρκικου πολέμου των ετών 1570-1573 (Άλωσις Κύπρου υπό τών Τούρκων, ναυμαχία Ναυπάκτου - Κώδικες Ακαδημίας Αθηνών και Σινά) . Δημοσιεύματα τού Κέντρου Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού της Ακαδημίας Αθηνών. Ταχειρόγραφα της Μονής Ρουσάνου τών Μετεώρων. Κατάλογος περιγραφικός, Σύλ λογος προς διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων, Αθήνα 2007. Ή Μονή Υπαπαντής τών Μετεώρων. Ιστορία - Τέχνη, (σέ συνεργασία με τον Λάζ. Δεριζιώτη) . Δημοσιεύματα τού Κέντρου Έρεύνης τού Μεσαιωνικού και Νέου Πολιτισμού της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 2007. «Ανέκδοτα φαναριώτικα στιχουργήματα (κώδ. 666 Μονής Μεγάλου Μετεώρου - αριθ. στιχουργημάτων 1-14) », Τόμος τιμητικός στην Έλευθερία Γιακουμάκη, Αθήνα 2007. «Τα αρχέτυπα καί παλέτυπα τών Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων στίς βιβλιο θήκες τών μετεωρικών Μονών. Ή γενικότερη προσφορά της Εκκλησίας καί τού Ορθόδοξου μοναχισμού στη συντήρηση καί διάσωση της αρχαιοελληνικής γραμματείας και πολιτιστικής κληρονομιάς», Πρακτικά Γ" Ιστορικού Συνε δρίου Καλαμπάκας (Καλαμπάκα, 7-9 Σεπτ. 2007. «Ό κώδικας 591 της Μονής Μεταμορφώσεως τών Μετεώρων (Μεγάλου Με τεώρου) , άπο τους αρχαιότερους (έτ. 861/862) χρονολογημένους χρυσοστομικους κώδικες», Διεθνες Επιστημονικό Συνέδριο «Άγιος Ιωάννης Χρυσό στομος», ΑΠΘ, Θεολογική Σχολή, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεο λογίας (Θεσσαλονίκη 22-25 Νοεμ. 2007) .
245
Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΤΗΣΖΗΤΕΙΑΣΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
Ο
ί ζητείες αποτελούσαν ενα εξαιρετικά διαδεδομένο φαινόμε νο μετά την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εντός τού όθωμανοκρατούμενου χώρου άλλα και πολύ πέρα άπό αυτόν. Ζητείες εκτε λούνταν άπό τα Πατριαρχεία, τα μοναστήρια καί τις εκκλησίες για τήν κάλυ ψη τακτικών καί έκτακτων αναγκών τους άλλα καί άπό απλούς ανθρώπους που αντιμετώπιζαν ποικίλα δεινά και προβλήματα. Ή λέξη «ζητεία» ειδικά αναφερόμενη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο δήλωνε καταρχήν όλα τά συνήθη δοσίματα που αυτό λάμβανε άπό τό ποίμνιο καί τους κληρικούς πού βρί σκονταν στή δικαιοδοσία του καί αποτελούσαν μέρος τών εκκλησιαστικών εισοδημάτων. Τά πρώτα χρόνια μετά τήν Άλωση, ή δυσκολία συλλογής τών πατριαρχικών φόρων λόγω τής απροθυμίας καταβολής τους άπό τους μητροπολίτες, τον κατώτερο κλήρο άλλα καί τό ορθόδοξο ποίμνιο είχε αναγκάσει τους Πατριάρχες νά αναχωρούν προσωπικά σε περιοδεία γιά τήν είσπραξη τών φόρων. Πριν άπό τήν αναχώρηση του ό Πατριάρχης έπρεπε νά εφοδιαστεί με σχετικό διάταγμα τού σουλτάνου τό όποιο θά επέτρεπε τήν περιοδεία καί θά εξασφάλιζε τήν ασφάλεια τή δική του καί τής συνοδείας του πού συχνά τήν αποτελούσαν μέλη αρχοντικών οικογενειών. Τό διάταγμα εξασφάλιζε επίσης διευκολύνσεις άπό τις τοπικές αρχές καί τους καδήδες γιά τον πειθαναγκασμό τών δυστροπούντων χριστιανών νά καταβάλουν τους φόρους.1 Ή «πατριαρχική ζητεία» καί ή «το πική ζητεία» ήταν επομένως αναγνωρισμένες άπό τό οθωμανικό κράτος άπό ενωρίς, κατά τον 18ο αιώνα μάλιστα αναγράφονταν στο βεράτιο πού εξέδιδε ο σουλτάνος γιά τήν ανάληψη τού αξιώματος τού Πατριάρχη. 2 Στά κείμενα όμως τής Τουρκοκρατίας ή λέξη «ζητεία», ή σε μερικές περι πτώσεις «ζήτη», χρησιμοποιείται συνηθέστατα γιά νά χαρακτηρίσει μιά κοινο ί· Ελισάβετ Α. Ζαχαριάδου. Αέκα τουρκικά έγγραφα για την Μεγάλη Εκκλησία (1483-1567) , Εθνι κό Ίδρυμα Ερευνών, Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Πηγές 2, Αθήνα 1996,σ.1 0 2 - 1 0 3 , 165, 171-172. 2· Παρασκευας Κονόρτας, Οθωμανικες θεωρήσεις για τό Οίκουμενικο Πατριαρχειο, Αθήνα 1998, ο. 386, 475. Βλ. καί Μάχη Παίζη-Άποστολοπούλου, Ό θεσμος της πατριαρχικής εξαρχίας 14ος -19ος αιώνας, Αθήνα 1995,σ.9 4 .
247
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
τατη πρακτική πού δεν άνηκε στη θεσμοθετημένη κατηγορία π ο υ αφορούσε ειδικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο, άλλα αποτελούσε ουσιαστικά μια μορφή εράνου, συλλογής ελεών, που πραγματοποιούσαν μέσω εκπροσώπων τους τά Πατριαρχεία, τά μοναστήρια, καί οί μητροπόλεις. Συχνότερα ά π ο τή λέξη ζητεία χρησιμοποιείται ή λέξη «ταξίδιον», προκειμένου νά χαρακτηρίσει τήν περιοδεία γ ι ά τή συλλογή ελεών, ίσως γιά νά μήν δημιουργείται σύγχυση με τ ά συνήθη δοσίματα προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έ τ σ ι , το «ταξίδιον» αποτέλεσε έναν άλλον τρόπο δή λωσης της ζητείας ή του εράνου που τον απαντούμε συχνά σε συστατικές επι στολές και «άπανταχούσες». Αυτοί που διεξήγαν τις περιοδείες ζητείας συχνά αποκαλούνται στά σύγχρονα κείμενα «ταξιδιάρηδες» ή «ταξιδευτές». Ή διάκριση ανάμεσα στή ζητεία γιά τή συλλογή τών υποχρεωτικών δοσιμάτων προς το Πατριαρχείο και τον προαιρετικό έρανο που αποσκοπούσε στην κάλυψη έκτακτων αναγκών δέν είναι πάντα σαφής Ιδίως κατά τους πρώτους αιώνες μετά τήν Άλωση. Από πράξη τού Πατριάρχη Ματθαίου Α' (1397-1410) , π ο υ δέν φέρει χρονολογία, βλέπουμε π ώ ς συνιστά στους αρχιερείς τον ηγούμενο τής μονής τών Μαγγάνων Λουκά, ό όποιος περιόδευε γ ι ά τή συνάθροιση βοήθειας για το Πατριαρχείο, τήν περιποίηση καί λυχνοκάίΑ της Αγίας Σ ο φ ί α ς καί γιά τή συντήρηση τών πενόμενων κληρικών. 3 Πιθανότατα ή π ρ ά ξ η αυτή ταυτίζεται μέ τήν πληροφορία ά π ο άλλη πηγή ότι το 1401, κ α τ ά τή διάρκεια τής πολιορκίας τής Κωνσταντινούπολης ά π ο τους Τούρκους, ό Πατριάρχης Ματθαίος Α' έστειλε ενα μοναχό νά περιοδεύσει σε δ ι ά φ ο ρ α μέρη, ανάμεσα τους καί στή Σταυρούπολη, γιά τή συγκέντρωση έκτακτης οικονομικής βοήθειας. 4 Κατά τον Μανουήλ Γεδεών 5 ή π ρ ώ τ η γνωστή έξοδος γ ι ά ζητεία πραγματοποιήθηκε κατά τή δεύτερη πατριαρχία τού Συμεών Α' τού Τραπεζουντίου (1482-1486) . Στή συνέχεια το φαινόμενο γενικεύτηκε τ α χ ύ τ α τ α καί ά π ο τ ά μέσα τού 16ου αιώνα καί μετά οί σχετικές πληροφορίες είναι π ο λ υ ά ρ ι θ μ ε ς καί συχνά λεπτομερείς.
3. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες. Ειδήσεις ιστορικοί βιογραφικοί περί τών Πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως άπο Ανδρέου του Πρωτοκλήτου μέχρις Ιωακείμ Γ' τού από θεσσαλονίκησ. 36-1884, Έκδοσις Δευτέρα έπηυξημένη καί βελτιωμένη βάσει τών ιδιοχείρων σημειωμάτων τού συγγραφέως, ανασύνταξη κειμένου, φιλολογική επιμέλεια, πίνακες, ευρετήρια Νικόλαος Λύκ. Φορόπουλος, Αθήνα 1996, σ. 344. 4. Ελισάβετ Α. Ζαχαριάδου, ο.π.,σ.1 0 3 . J. Kabrda, Le systèmefiscalde l'église orthodoxe dans l'empire Ottoman (d'après les documents turcs). Opera Universitatis Purkynianae Brunensis, facultas Philosophica, Brno 1969,σ.7 2 - 7 3 . P. Konortas, «Les contributions ecclésiastiques 'Patriarchiké Zéteia' et 'Basilikon Charatzion'. Contribution à l'histoire économique du Patriarcat Oecuménique aux XVe et XVIe siècles», Actes du lie Colloque International d'Histoire, Economies Méditerranéenn Equilibres et Intercommunications XHIe-XIXe siècles, Αθήνα 1986, τ. Ill,σ.2 1 9 - 2 3 4 . 5. Ιστορία τών τού Χριστού πενήτων 1453-1913, Αθήνα 1939,σ.3 1 5 - 3 1 6 .
248
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
Τα χρήματα ή άλλα ποικίλα αφιερώματα που συλλέγονταν με τίς ζητειες ανακούφιζαν την Εκκλησία και τα καθιδρύματά της από δυσβάστακτα χρέη η άλλες έκτακτες ανάγκες που προέκυπταν κατά διαστήματα στους χαλεπούς εκείνους χρόνους. Ακόμα και πάγιες ανάγκες έπρεπε συχνά να καλυφθούν από Εκκλησίας. Έκτος από τα Πατριαρχεία, τά μοναστήρια καί οι ναοί χρειάζονταν επίσης χρήματα για να πληρώσουν συσσωρευμένα χρέη, έκτακτα δοσίματα, ή για να εξασφαλίσουν άδεια για την επιδιόρθωση ή την ανακαίνιση τους είτε άπο τη φθορά του χρόνου, είτε άπο τις ποικίλου είδους φυσικές ή άλλες καταστροφές πού προκαλούνταν άπο πολεμικές ή ληστρικές επιχειρήσεις. Είναι εύλογο πώς ή σημασία τών ζητειών ήταν μεγάλη ειτε επρόκειτο γιά τά συνήθη δοσίματα προς το Πατριαρχείο ειτε γιά τη συλλογή ελεημοσύνης γιά τήν ανακούφιση τών προβλημάτων της Εκκλησίας. Ή επίσημη πατριαρχική ζητεία ήταν ζωτικής σημασίας γιά τά οικονομικά τού Πατριαρχείου καί ή μη καταβολή της, όπως καί τών άλλων δοσιμάτων, αποτελούσε συχνά λόγο καθαίρεσης όσων αρχιερέων αρνούνταν νά τήν καταβάλουν ή και αφορισμού. Τήν ίδια σπουδαιότητα είχε καί ή κατακράτηση τών προσφορών τών χριστιανών πού προορίζονταν γιά εκκλησιαστικά ιδρύματα ή τών ελεών πού δίνονταν υπέρ τού Παναγίου Τάφου. Γιά τον λόγο αυτό είχαν εκδοθεί πατριαρχικές αποφάσεις πού κατέτασσαν τίς υπεξαιρέσεις αυτές ανάμεσα στίς πράξεις πού αφορίζονταν άπο τήν Εκκλησία.6 Παράλληλα, συχνότατες ήταν οι ζητείες πού πραγματοποιούσαν γιά ιδιω τικούς λόγους κάθε είδους κληρικοί καί λαίκοί. Το φαινόμενο τής διεξαγωγής ζητείας άπο τους πένητες ιδιώτες, ίσως μέ κάποια άλλη μορφή άπο αυτήν πού το γνωρίζουμε κατά τήν Τουρκοκρατία, δέν ήταν άγνωστο καί κατά τή βυζαντινή περίοδο. Ή δ η στον ΙΑ' Κανόνα τής έν Χαλκηδόνι Δ' Οικουμενικής Συνόδου προβλέπεται νά δίνονται άπο τους αρχιερείς επιστολές καλούμενες «ειρηνικές» καί όχι συστατικές «προς τους πένητας καί δεομένους επικουρίας», προφανώς γιά νά έχουν τή δυνατότητα νά έπαιτήσουν γιά τή συλλογή ελεών. Αργότερα, ό Ζωναράς σχολιάζοντας τον Κανόνα αυτό γράφει: Τοις γούν καθ' οίονδήτινα τρόπον επικουρίας δεομένοις ένεχείριζον έπιστολάς οι επίσκοποι, βοηθούσας αύτοίς, έφ' οις έδέοντο κάκείναι δε είρηνικαί εκαλούντο, ώς είρήνην βραβεύουσαι τοις δί όργήν αρχόντων, ή δυναστευόντων, αδικον γνώμην πάσχουσι. 6. Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης, Αφορισμός. Ή προσαρμογή μιας ποινής στις άναγκαιότητες τής Τουρκοκρατίας, Λθήνα 1997,σ.2 6 6 .
249
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Στη συνέχεια μάλιστα διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με τον ΙΑ' Κανόνα έπρεπε οι επιστολές αυτές να παρέχονται κατόπιν δοκιμασίας, ώστε να μην ελεείται κάποιος που είχε αδικήσει, ακόμη κι αν ήταν πτωχός. Ανάλογα ερμηνεύει τον Κανόνα και ό Βάλσαμων, ό δέ Άριστηνος προσθέτει «οι γούν δεόμενοι βοηθείας πένητες, μετά ειρηνικών επιστολών όδεύειν όφείλουσιν, ιν' έλεώνται ύπο τών δυναμένων βοηθειν αύτοίς [...]».7 Συνάγεται επομένως ότι οί ζητείες τών πενήτων καί τα απαιτούμενα ειρηνικά γράμματα έκ μέρους τών Ιεραρχών συνεχίζονταν καθ' όλην τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στή μεταβυζαντινή περίοδο τα ειρηνικά γράμματα, αποκαλούμενα πλέον «συστατικά», εκδίδονταν τόσο γιά τους πένητες Ιδιώτες όσο και για τους κληρικούς που διεξήγαν ζητεία. Αυτά μαζί με άλλου τύπου έγγραφα, όπως «άπανταχούσες», κατάστιχα τών «ταξιδιωτών», οθωμανικά διατάγματα γιά την ακώλυτη διεξαγωγή ζητείας, επιστολές, κ.λπ., άλλα δημοσιευμένα καί άλλα ακόμη ανέκδοτα, καθώς και πλείστες αναφορές στο θέμα τών ζητειών στο πλαίσιο άλλων θεμάτων, μας επιτρέπουν σήμερα νά προσεγγίσουμε σχετικά Ικανοποιητικά το φαινόμενο τής ζητείας, γιά το όποιο δεν υπάρχει ένα συνθετικό έργο.8 Μιά απόπειρα άδρομερούς παρουσίασης τού θέματος θά επιχειρηθεί πιο κάτω. Θά επικεντρωθεί στά κοινά χαρακτηριστικά τού φαινομένου καί θα εξετάσει κυρίως το γενικό πλαίσιο, μέσα άπο επιμέρους παραδείγματα και παραμέτρους του. Οί εκκλησιαστικές ζητείες διεξάγονταν, όπως είναι εύλογο, κυρίως άπο κληρικούς. Οί επίσημοι απεσταλμένοι τών Πατριαρχείων, τών μητροπόλεων η τών μονών, περιέρχονταν όχι μόνο τον χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας άλλα και άλλες χώρες έκτος αυτής επικαλούμενοι τή φιλευσπλαχνία ηγεμόνων καί απλών ανθρώπων γιά τή συναγωγή χρημάτων. Οί διεξάγοντες τή ζητεία ταξίδευαν ώς έπί το πλείστον άνά δύο ή καί περισσότεροι μαζί γιά ασφάλεια καί αλληλοβοήθεια.9 Όταν ένας Πατριάρχης αναχωρούσε προσωπικά για διεξαγωγή ζητείας, τότε ή συνοδεία του ήταν μεγαλύτερη. Το Πατριαρχείο 7. Γ.Α. Ράλλης - Μ. Ποτλής, σύνταγμα τών θείων και Ιερών κανόνων: τών τε Άγιων και πανενφήμων Αποστόλων, και τών ιερών Οικουμενικών Συνόδων, και τών κατά μέρος Άγιων Πατέρων, τ. Β', Αθήνα 1852,σ.2 4 3 - 2 4 6 . 8. Ενδεικτικά βλ Πηνελόπη Στάθη, «Το ανέκδοτο οδοιπορικό τού Χρύσανθου Νοταρά», Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά 1 (1984) 127-129. Της ίδιας, «Τα κατάστιχα συλλογής ελεών τού Παναγίου Τάφου, ή μελέτη καί ή προβληματική τους», Επιστημονικές Ανακοινώσεις (22-30 Νοεμβρίου 1979), Σύλλογος Επιστημονικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών, Αθήνα 1984,σ.1 2 5 - 1 2 9 . 9. Κατάλογος ταξιδιωτών του Παναγίου Τάφου για το 1697 δημοσιεύτηκε ά π ο τον Αθανάσιο Παπαδόπουλο-Κεραμέα στο Ανάλεκτα Ίεροσολυμιτικης Σταχυολογίας η Συλλογή ανεκδότων καί σπανίων ελληνικών συγγραφών περί τών κατά την Έώαν όροοδόξων εκκλησιών και μάλιστα της τών Παλαιστίνων, τ. Δ', Πετρούπολη 1894,σ.5 3 - 5 4 .
250
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Ιεροσολύμων φρόντιζε να στέλνει επικεφαλής τού «ταξιδιού» έναν πρωτοσύγκελλο, ενώ τα μοναστήρια, όταν υπήρχε ή δυνατότητα, έστελναν έναν προηγού μενο, διότι έτσι ή αποστολή τους αποκτούσε μεγαλύτερο κύρος. Ό αριθμός των μοναχών πού απουσίαζαν κάθε φορά για ζητεία φυσικά δεν ήταν πάντα σταθερός και προφανώς ήταν συνάρτηση τών ιδιαίτερων αναγκών, τών περιστά σεων και τού συνολικού αριθμού τών μοναχών κάθε μονής. Όπως προαναφέρθηκε, οι ταξιδεύοντες για ζητεία τής Εκκλησίας, αλλά και όλοι οί πένητες, έπρεπε νά φέρουν μαζί τους απαραιτήτως ένα ή περισσότερα συστατικά γράμματα άπο τον Πατριάρχη ή άλλον αρχιερέα, η τον ηγούμενο τού μοναστηριού στο όποιο άνηκαν. Στά γράμματα αυτά, μετά άπο μιά γενική συνήθως θεώρηση τής φιλανθρωπίας και τής ελεημοσύνης ώς χριστιανικών αρετών, δηλωνόταν ή ταυτότητα τών φερόντων. Συχνότατα ακολουθούσε ή διεκτραγώδηση τών λόγων γιά τους οποίους γινόταν ή ζητεία, π.χ. ή οικτρή θέση στην οποία είχε περιέλθει το Πατριαρχείο ή το μοναστήρι ή ό ιδιώτης. Τέλος, γινόταν επίκληση στά φιλεύσπλαχνα χριστιανικά αισθήματα κλήρου και λαού, ηγεμόνων, αρχόντων και απλών ανθρώπων γιά τήν παροχή ελέους προς τους έπαιτοόντες. Το περιεχόμενο δηλαδή τών συστατικών αυτών γραμμάτων όσον άφορα στη δομή του ήταν τυποποιημένο, διότι τά ιδιαίτερα συστατικά του δηλαδή ονόματα, τόποι, αίτια τής ζητείας, φυσικά, διαφοροποιούνταν. Έκτος άπο τά ειδικά συστατικά γράμματα πού έφεραν μαζί τους οί περιο δεύοντες, οί Πατριάρχες ειδοποιούσαν παράλληλα γιά τη διεξαγωγή τής ζητείας και τά πρόσωπα πού θά τήν πραγματοποιούσαν τους κατά τόπους μητροπολίτες τών ορθόδοξων επαρχιών καί άπαντες τους χριστιανούς τού ποιμνίου τους με τις γνωστές «άπανταχούσες», εγκύκλιες επιστολές με τις όποιες τους προέτρεπαν παράλληλα νά ενισχύσουν τους «ταξιδιώτες». 10 «Άπανταχούσες» μέ ανάλογο περιεχόμενο έξέδιδαν επίσης οί μητροπολίτες, αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, πρω τοπαπάδες και ηγούμενοι μονών. Συχνά, τά συστατικά γράμματα φαίνονται νά ταυτίζονται μέ τις «άπανταχούσες», στην πραγματικότητα όμως δεν συνέ βαινε πάντα αυτό. Ή εντύπωση δημιουργείται διότι συνήθως διασώζονται οί «άπανταχούσες» και οχι και τά συστατικά γράμματα. Βεβαίως και τά δύο πε ριείχαν λίγο ώς πολύ αντίστοιχες πληροφορίες. Όταν τη ζητεία εκτελούσαν κληρικοί, στά έγκύκλια αυτά γράμματα τού Πα τριαρχείου, ή τών κατά τόπους εκκλησιαστικών άρχων, συνηθέστατα αναφερόταν οτι αυτοί είχαν τήν άδεια νά εκτελούν διάφορες ίεροπραξίες, πράγμα πού αποτελούσε μιά άπο τις πιο σημαντικές πηγές εσόδων τους. Όταν οί έπαιτοόντες 10. Πηνελόπη Στάθη, Χρύσανθος Νοταράς, Πατριάρχης Ίφοσολύμων Διαφωτισμού, Αθήνα 1999,σ.1 3 0 , 136-137.
251
πρόδρομος τού νεοελληνικού
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
έφταναν σε περιοχή άλλης εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, χρησιμοποιώντας τις συστατικές τους επιστολές ή μια ήγουμενική ή πατριαρχική «άπανταχούσα», έπρεπε να εξασφαλίσουν και άπο έκει τήν άδεια του τοπικού ιεράρχη, πού μέ τή σειρά του μέ νέα «άπανταχούσα», τους συνιστούσε στους χριστιανούς της επαρχίας του. Ή παροχή άδειας για ζητεία άπο τις τοπικές εκκλησιαστικές αρχές συχνά γινόταν αντικείμενο συναλλαγής, καθώς ορισμένοι μητροπολίτες αρνούνταν νά τήν δώσουν ή νά εκδώσουν συστατικά γράμματα, αν δέν λάμβαναν ως αντάλλαγμα κάποιο ποσό άπο τον «ταξιδιάρη» μοναχό.11 Εντός τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας απαιτείτο επίσης ειδική οθωμανική άδεια γιά τους έπαιτουντες. Ή άδεια θά επέτρεπε τήν περιοδεία και τήν απρό σκοπτη διέλευση τους άπο περιοχή σέ περιοχή, άλλα και θά τους απάλλασσε επίσης άπο φορολογικές υποχρεώσεις προς τις τοπικές οθωμανικές αρχές, οι όποιες συχνότατα προσπαθούσαν νά αποσπάσουν αυθαίρετα άπο τους μο ναχούς μέρος των εσόδων τους, ή επιχειρούσαν νά εισπράξουν φόρους άπο τους οποίους εκείνοι ήταν νόμιμα απαλλαγμένοι. Έτσι, πριν άπο τήν αναχώ ρηση γιά ζητεία, γινόταν προσπάθεια νά εξασφαλιστούν τά απαραίτητα οθω μανικά έγγραφα πού θά απέτρεπαν τις παρενοχλήσεις των μοναχών και θά εξασφάλιζαν τήν κατοχή όσων θά συγκέντρωναν. Το 1559 π.χ. ό Πατριάρχης Ιεροσολύμων Γερμανός πέτυχε νά εξασφαλίσει άπο τήν Πύλη τήν ανενόχλητη περιοδεία γιά ζητεία των μοναχών τού Αγίου Τάφου. 12 Σωζόμενα οθωμανικά έγγραφα μας παρουσιάζουν λεπτομερέστερα τους τύ πους των οθωμανικών εγγράφων, φερμάνια ή τεσκερέδες, που έφερναν μαζί τους οί μοναχοί. Γνωρίζουμε π.χ. ένα φερμάνι τού έτους 1707 πού δόθηκε σέ Αγιορείτη μοναχό τής μονής Γρηγορίου, ό όποιος θά περιόδευε στή διοικητική περιφέρεια της Θεσσαλονίκης. Στο φερμάνι αυτό εντελλόταν επίσης ό καδής νά φροντίσει ώστε νά μήν δημιουργηθούν προσκόμματα στην παραλαβή άπο τον μοναχό τών αφιερωμένων στο μοναστήρι του κήπων, αμπελώνων, μύλων και λοιπών κτημάτων.13 Σώζεται επίσης ένας τεσκερές τού 1796 πού δόθηκε στον Δωρόθεο και τον συνταξιδιώτη του, μοναχούς τής μονής του Αγίου Παύλου τού Αγίου Όρους, πού αναχωρούσαν γιά ζητεία στην Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι, προκειμένου νά μήν εμποδιστεί ή διέλευση τους άπο τους αγάδες και τους ζαμπίτες. 14 11. Βλ. πιο κάτωσ.2 7 8 - 2 7 9 . 12. Χρυσόστομος Α. Παπαδόπουλος, Ιστορία της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, εκδοσις έπηυξημενη, Αθήνα 1970,σ.5 2 4 . 13. Βαρλαάμ Γρηγοριάτης, Έγγραφα τής εν τω Ά γ ί ω Ορει Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, τ. Α'. Ι. Έγγραφα γενικά - II. Έγγραφα τού μοναστηριακού δάσους. Θεσσαλονίκη 1929,σ.1 4 - 1 5 . 14. Φωκίων Π. Κοτζαγεώργης, Ή άθωνική μονή Άγιου Παύλου κατά τήν όθωμανική περίοδο. Θεσ σαλονίκη 2002,σ.1 9 6 , 237-238.
252
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Ή μεγαλύτερη πάντως δημοσιευμένη σειρά οθωμανικών έγγραφων, 172 συνολικά, πού άμεσα ή έμμεσα αφορούν ζητειες προέρχεται άπο τη μονή της Αγίας Αικατερίνης τού Σινά. Στά περισσότερα άπο τά σαράντα τέσσερα σωζόμενα φερμάνια πού εκτείνονται χρονικά άπο το 1667 μέχρι το 1857 γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην απαγόρευση παρενόχλησης τών Σιναίτών μοναχών κατά τίς ζητειες τους άπο τΙς τοπικές αρχές. Απαγορευόταν επίσης νά τους εκβιάζουν τά τελωνεία γιά τήν είσπραξη φόρων και δασμών άπο τους οποίους ήταν απαλλαγμένοι. Τέλος, διατάσσονταν οι διάφοροι αξιωματούχοι νά απέχουν άπο τήν παράνομη απόσπαση χρημάτων ή άλλων αγαθών πού συγκέντρωναν οι Σινάίτες άπο συνεισφορές τού κόσμου. 15 Στην ίδια σειρά οθωμανικών έγγραφων υπάρχουν και πολλοί τεσκερέδες, συστατικά έγγραφα φορολογικής απαλλαγής και προστασίας πού επέτρεπαν επίσης νά περιοδεύουν οι μοναχοί και νά παραλαμβάνουν αφορολόγητα τΙς ελεημοσύνες.16 Από τά προαναφερθέντα έγγραφα ενδεικτικά αναφέρουμε ένα φερμάνι της 11ης Οκτωβρίου τού 1754 τού Μαχμούτ Α' (1730-1754) πού απευθύνεται στους καδήδες τής Ρούμελης και τής Ανατολίας, περιοχές όπου θά περιόδευε γιά ζητεία ό Σινάίτης μοναχός Διονύσιος, ό όποιος είχε κάνει και τήν αίτηση γιά τήν έκδοση του. Έ ν α νεότερο φερμάνι τής 12ης Μαρτίου τού 1754, τού σουλτάνου Οσμάν Γ" (1754-1757) αυτή τή φορά, έπανεπιβεβαίωνε το παλαιό τερο κατόπιν νέας αίτησης τού Διονυσίου.17 Όταν το ταξίδι γινόταν σε άλλο κράτος, το συστατικό γράμμα ή ή «άπανταχούσα» τού «ταξιδιώτη» έπρεπε νά φέρει τήν επικύρωση τού γνήσιου τής υπογραφής αυτού πού είχε εκδώσει τή συστατική επιστολή. Έ π ρ ε π ε επίσης, πρίν αναχωρήσει άπο τήν Κωνσταντινούπολη, νά αποκτήσει διαβατήριο άπο τον πρεσβευτή τής ξένης χώρας στην οποία ήθελε νά μεταβεί.18 Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά τηρούνταν πάντα, ή ότι όλοι είχαν τή δυνατότητα νά τά εξασφαλίσουν, άλλα τά στοιχεία πού διαθέτουμε δείχνουν πώς αυτός τουλάχιστον ήταν ό κανονικός τρόπος τής νόμιμης αναχώρησης προκειμένου νά επιτραπεί ή άσκηση ζητείας στο ξένο κράτος. Πιθανότατα, οι νομότυπες αυτές διατυπώσεις συχνά παραβιάζονταν. Δείγμα επικυρωμένου συστατικού γράμματος σώζεται σήμερα στή Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Πρόκειται γιά ενα περγαμηνό συστατικό γράμμα του Οίκου-
|5. Παύλος Χιδίρογλου. «Κατάλογος επισήμων οθωμανικών εγγράφων της Ί. Μονής τού Ορους Σινά», Έπετηρις τού Κέντρου Επιστημονικών Έρευνών (Κύπρου) , τ. 10 (1979-1980) , σ. 328-351. 16. Στο ίδιο,σ.3 6 0 - 4 0 3 . 17. Στο ίδιο,σ.3 3 3 - 3 3 4 . !8. Πρβλ. πιο κάτω,σ.2 8 9 .
253
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ
μενικού Πατριάρχη Κυρίλλου Α' του Λουκάρεως, με το οποίο συνιστά τον Ιωακείμ, ηγούμενο της μονής Μεταμορφώσεως του Δουσίκου στη Θεσσαλία, ό οποίος θα περιόδευε σε βενετοκρατούμενες περιοχές, στην Κρήτη, τη Ζά κυνθο, τήν Κεφαλονιά καί τήν Κέρκυρα. Το γράμμα φέρει τήν επικύρωση του γνήσιου τής υπογραφής τού Πατριάρχη άπο τον βάιλο της Βενετίας στην Κωνσταντινούπολη Pieno Foscarini.19 Ή επικύρωση αυτή χρειαζόταν γιατί, όπως θα δούμε πιο κάτω, κυκλοφορούσαν πολλά πλαστά ή φαλκιδευμένα συ στατικά γράμματα ή άλλα έγγραφα πού χρησιμοποιούνταν σε ζητείες. Τόσο άπο το προαναφερθέν συστατικό γράμμα τού Κυρίλλου Λουκάρεως όσο και άπο σωζόμενες «άπανταχούσες» είναι φανερό πώς γινόταν προσπάθεια τα έγγραφα αυτά νά διαθέτουν τήν επισημότητα πού άρμοζε στο αξίωμα του εκδότη τους. Συχνά ήταν περγαμηνά καί ορισμένα έφεραν κάποιου είδους εικο νογράφηση πού θά τά καθιστούσε βεβαίως πιο εντυπωσιακά στους ανθρώπους στους οποίους θά τά επιδείκνυαν. 20 Στην ξένη επικράτεια ό «ταξιδιώτης» χρειαζόταν απαραιτήτως τήν άδεια τού ξένου ηγεμόνα καί νέα συστατικά γράμματα άπο τον ίδιο ή καί άπο άλλα σημαίνοντα πρόσωπα τής χώρας. Έχοντας δηλαδή το πρώτο συστατικό γράμμα ή τήν «άπανταχούσα», ό εξερχόμενος σε ζητεία έπρεπε κατόπιν νά αποκτά δια δοχικά, ανάλογα γράμματα καί άδειες άσκησης τής επαιτείας σε όποια περιοχή ταξίδευε. Στην πράξη όμως, όπως θά δούμε πιο κάτω, σε ορισμένες τουλάχι στον περιοχές, ό κανόνας αυτός παραβιαζόταν άπο τους έπαιτούντες πού δεν εμφανίζονταν γιά νά ζητήσουν τήν απαραίτητη άδεια άσκησης ζητείας. Ή άδεια των βενετικών άρχων ήταν επίσης απαραίτητη γιά τη διεξαγωγή
19. Αρχείο Γενναδείου Βιβλιοθήκης 79. 5. Βλ. επίσης Ταξίδι στον κόσμο των χορογράφων. Κα τάλογος Έκθεσης Χειρογράφων Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Αθήνα 2004,σ.4 7 - 4 8 , πίνακας 14. Συστατικά γράμματα καί «άπανταχούσες» της μονήςΔ ο υ σ ί κ ο υσώζονται καί στο Βυ ζαντινό Μουσείο. Βλ. Δημήτριος Ί . Πάλλας, «Κατάλογος των χειρογράφων του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών», Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher 11 (1935) ξ' (άρ. 6) , ξγ' (άρ. 18) . Του ίδιου, Κατάλογος των χειρογράφων του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών. Μέρος τρίτον μετά γενικών Ευρετηρίων, Αθήνα 1955,σ.9 4 (άρ. 40) . ΟΙ μοναχοί τής μονής Δουσίκου ταξίδευαν σχεδόν συνεχώς σε ζητειες με τα λείψανα του αγίου Βησσαρίωνα, ό όποιος εθεωρείτο ότι προστάτευε άπο τήν πανώλη, συχνά καί ώς προσκεκλημένοι ηγεμόνων τής Μολδοβλαχίας άλλα καί κοινοτήτων γιά τον φόβο τής πανώλης: Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη, «Ιερά λείψανα και οικονομικά προβλήματα. Ή διάδοση τής λατρείας του αγιου Βησσαρίωνα», Τρι καλινά 17 (1997) 193-212. 20. Βλ. καί Κωνσταντίνος Μέρτζιος, «Ό Μικρός Έλληνομνήμων», Άνάτυπον Περιοδικού Ηπει ρωτική Εστία, Ιωάννινα 1960,σ.5 3 - 5 4 . Δημήτριος Ί . Πάλλας, ό.π., Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher 11 (1934/5) ξγ' (άρ. 18) . Ημερολόγιο 2004 Calendar, Γενικά Αρχεία τού Κράτους 90 χρόνια, όπου καί φωτογραφία «άπανταχούσας» όπερ τής μονής τού Αγίου Γεωργίου στο Καστελλόριζο τού έτους 1640.Πρβλ. καί πιο κάτωσ.2 8 4 .
254
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΓΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
ζητείας στην επικράτεια της Βενετίας από υπηκόους της, όπως είναι άλλωστε αναμενόμενο. 'Ωστόσο, λόγω της έλλειψης ερευνών γύρω από τΙς ζητείες στις βενετοκρατούμενες περιοχές, δεν διαθέτουμε μέχρι στιγμής έναν ανάλογο γνω στό αριθμό παραδειγμάτων από τις περιοχές αυτές. Γνωρίζουμε μόνο την περί πτωση χορήγησης άδειας ζητείας στους μοναχούς της μονής τής Θεοτόκου των Στροφάδων.21 Θα δούμε όμως, επίσης πιο κάτω, τίς συστηματικές προσπάθειες έλεγχου και παρακολούθησης των ζητειών άπο τους Μ. Πρωτοπαπάδες τής Κέρκυρας στο νησί αυτό πού αναμφίβολα αντανακλούν και τις αντίστοιχες διαθέσεις των βενετικών άρχων. Άλλωστε και βενετικές πηγές αναφέρουν την εισροή επιτρόπων καί απεσταλμένων τών Πατριαρχών στην Κρήτη πού, με ταφέροντας έγγραφα μέ τις ευλογίες τους ή αφοριστικά, έφευγαν τελικά άπο εκεί πλούσιοι άπο τΙς ελεημοσύνες πού συγκέντρωναν.22 Ήδη παρατηρήθηκε οτι έχουν σωθεί αρκετά συστατικά γράμματα και πολλές «άπανταχούσες».23 Σέ μερικές περιπτώσεις γνωρίζουμε εμμέσως ή εικάζουμε τήν ύπαρξη πολλών περισσότερων. Ή ανάγκη συχνής συγγραφής τέτοιων συστατικών ή εγκυκλίων γραμμάτων αντανακλάται κα! στην ύπαρξη υποδειγμάτων γιά τη σωστή σύνταξη τους. Βλέπουμε π.χ. στον σέ δημώδη γλώσσα Νομοκάνονα του Μανουήλ Μαλαξού νά περιέχονται ειδικά σχετικά Κεφάλαια: Κεφάλαιον ΩΝΓ. Γράμμα, όπερ γράφουν οί αρχιερείς περί ζητείας μοναστηρίου, οπού να είναι χαλασμένον και θέλουν, οτι να το ανακαινίσουν. Κεφάλαιον ΩΝΔ'. Περί του πώς γράφωσιν οί αρχιερείς περί ζητείας, όπου να συκοφαντηθή αδίκως. Κεφάλαιον ΩΝέ. Γράμμα, όπερ γράφουν οΙ αρχιερείς περί ζητείας αιχμαλώτου.24
21. Μαριάννα Κολοβά. «Catastico delle chiese Greche. Καταστίχωση τών ορθόδοξων ναών καί μονών τής Ζακύνθου (το έτος 1637) », Μνημόσυνο Μανούσου Μανούσακα, θησαυρίσματα 34 (2004) 193. 22. Eva Tea, «Saggio sulla storia religiosa di Candia dal 1590 al 1630», Atti del Reale Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti. Anno accademico 1912-1913, τ. LXXII, μέρος δεύτερο,σ.1 3 6 9 . 23. Κατάλογος με συστατικά γράμματα καί «άπανταχούσες», πού είχε συντάξει ό Χρύσανθος Ιεροσολύμων, ανέκδοτα κατά το μεγαλύτερο μέρους τους, δίνει ή Πηνελόπη Στάθη, ό.π., σ. 1 3 5 - 1 3 7 . Πολλά επίσης περιλαμβάνονται σέ έργα στα όποια γίνονται παραπομπές στην παρούσα εργασία. 24. Νομοκάνων Μανουήλ νοταρίου του Μαλαξού τού έκ Ναυπλίου τής Πελοποννήσου μετηνεχθεις εις λεξιν άπλήν δια τήν τών πολλών ώφέλείαν. Κριτική εκδοσις ύπο t Δημητρίου Σ. Γκίνη καί Νικολάου Ί . Πανταζοπούλου, «Νόμος», Επιστημονική Έπετηρίδα τού Τμήματος Νομικής της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών 1 (1982) , Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονί κης, Θεσσαλονίκη 1985, 59, 524-525.
255
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Υ π ο δ ε ί γ μ α τ α γ ι α τις επιστολές διαφόρων τ ύ π ω ν π ο υ ήταν αναγκαίες για τη διεξαγωγή ζητείας α π α ν τ ο ύ ν και σε δύο τουλάχιστον Έπιστολάρια του 18ου αιώνα. Σ τ ο π ρ ώ τ ο ά π ο α υ τ ά απαντούν τέσσερα υποδείγματα: Πώς γράφει Ηγούμενος εις τον Οίκουμενικόν Πατριάρχην, όταν στέλλη εις ζήτην κανένα Καλόγηρον, το όποιον γράμμα λέγουσιν αυτοί Πιττάκιον. Το υ π ό δ ε ι γ μ α αυτό π α ρ έ χ ε τ α ι σέ δύο μορφές. Ακολουθούν τρία ακόμη: Γράμμα, όπου γράφει Μητροπολίτης περί ελεημοσύνης δια Μοναστήριον· Γράμ μα, όπου γράφει Επίσκοπος, ή έτερος Προεστώς Μητροπολίτης περί ελεημοσύνης δια πτωχόν ανθρωπον· Γράμμα απανταχού, όπου γράφεται άπο μέρους τού Μοναστηρίου. 25 Σ τ ο δεύτερο Έπιστολάριο
δημοσιεύεται ένα μόνο υπόδειγμα:
Πώς να γράφη Ηγούμενος εις τον ΟΙκουμενικον Πατριάρχην. όταν στέλλη εις ζητείαν κανένα Καλόγηρον, τό όποιον γράμμα λέγουσιν εκείνοι Πιττάκιον.2^ Οί περιερχόμενοι γ ι ά ζητεία μονάχοι τις περισσότερες φορές έφεραν μαζί τους διάφορα λείψανα αγίων ή κομμάτι τού Τίμιου Σταυρού, σπανιότερα εικό νες, καθώς α υ τ ά κατεξοχήν βοηθούσαν στή συγκέντρωση ελεών. Υπήρχαν, βε βαίως, και π ε ρ ι π τ ώ σ ε ι ς π ο ύ οί περιοδείες μοναχών μέ τά ιερά λείψανα γίνο νταν μετά ά π ο πρόσκληση ά π ο χωριά καί πόλεις, ακόμη και ά π ο ηγεμόνες τής Μολδαβίας και της Βλαχίας, συνήθως σέ εποχές επιδημιών καί άλλων επικίνδυνων γεγονότων ειτε προληπτικά γ ι ά τήν α π ο τ ρ ο π ή τους ειτε γιά τή θεραπεία τους. Συχνά αναλαμβάνονταν καί τών δύο τύπων οί περιοδείες, π ο ύ ούτως ή άλλως κατέληγαν στο ίδιο αποτέλεσμα, τή συλλογή δηλαδή βοή θειας γ ι ά το μοναστήρι. 2 7 Προκειμένου νά παραλάβουν τά άγια λείψανα, 25. Σπυρίδων Μηλιάς, Έπιστολάριον, ητε επιστολικός χαρακτήρ, [Βενετία 1757], φωτομηχανική ανατύπωση, προλ. Κώστας Λάππας, Ακαδημία Αθηνών, Κέντρον Έρεύνης τού Μεσαιωνικού καί Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2003,σ.2 6 1 - 2 7 0 . 26. Νέον Έπιστολάριον Περιέχον διαφόρους χαρακτήρας και υποδείγματα Επιστολών προς οποιον δήποτε πρόσωπον Άξιωματικόν, Έκκλησιαστικόν, και Κοσμικόν, με τους Τίτλους αύτου, κατά τον κοινον τρόπον, ώς τήν σήμερον συνηθίζεται [...], Βενετία 1797,σ.9 - 1 2 . 27. Άπο τή μεγάλη σχετική βιβλιογραφία ενδεικτικά αναφέρονται τά ακόλουθα: Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη, ό.π., Τρικαλινά 17 (1997) 193-212 καί Ιδιαίτερα 193-196. Εύαγγ· Ά · Σκουβαράς, Όλυμπιώτισσα. Περιγραφή και ιστορία τής μονής. Ή βιβλιοθήκη και τά χειρόγραφα κατάλογος τών κωδίκων, άναγραφαι και χρονικά σημειώματα, άκολουθίαι Παναγίας Όλυμπιωτίσσης,
256
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
οί άναχωρούντες σε ζητεία μοναχοί υπέγραφαν αποδείξεις παραλαβής των λει ψάνων, στις όποιες ύπόσχονταν ότι θα τα επέστρεφαν στη μονή όταν γύριζαν από το ταξίδι τους. Σε μια περίπτωση μάλιστα ένας μοναχός που είχε χάσει ένα άγιο λείψανο υποσχόταν ότι, αν το εύρισκε, θά το παρέδιδε στη μονή του. Στο μεταξύ πάντως άφηνε γιά ενέχυρο 100 γρόσια που θά του αποδίδονταν όταν θά το επέστρεφε.28 Σύμφωνα με μιά πληροφορία, αποτελούσε συνήθεια οί μοναχοί του Αγίου Όρους πού αναλάμβαναν μακρινά ταξίδια νά φέρουν μαζί τους και τή σφραγίδα της μονής τους. 29 Τέλος, οί Άγιοταφίτες μοναχοί φαίνεται ότι μοίραζαν αφειδώς συγχωροχάρτια, προφανώς έναντι αντιτίμου, τα όποια ζητούσαν κατά καιρούς νά τους αποσταλούν από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων.30 Σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως αυτές πού αφορούσαν τά Πατριαρχεία ή κάποια μεγάλα μοναστήρια τού Αγίου Όρους, ή ζητεία διεξαγόταν παράλ ληλα μέσω κουτιών πού οί περιοδεύοντες μοναχοί εγκαθιστούσαν ή περιέφεραν σε εκκλησίες τής Κωνσταντινούπολης, διαφόρων μητροπόλεων, και των Παρα δουνάβιων Ηγεμονιών. 31 Ή συνήθεια αύτη δέν αποτελούσε αποκλειστικά ελ ληνικό φαινόμενο. Είναι γνωστή ή περίπτωση τής συλλογής χρημάτων που πραγματοποιήθηκε στην Αγγλία μέ τή μεσολάβηση τού Πάπα προκειμένου
έγγραφα έκ τού αρχαίου της μονής (1336-1900) . Αθήνα 1967,σ.9 0 . Δημήτριος Π. Πασχάλης, «Καισάριος Δαπόντες (1714-1784) ». θεολογία 13 (1935) 234-235. Ευθύμιος Θ. Σουλογιάννης, «Καισάριος Δαπόντες (1714-1784). Ή ζωή. ή μόρφωση και οί γνωριμίες του», θησαυρίσματα 34 (2004) 453. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Άρχειον Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Κωνσταντινούπολις 1911,σ.1 1 9 - 1 2 3 . Φλοριν Μαρινέσκου, Ρουμανικά ίγγραφα τού Αγίου Όρους. Αρχείο Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου. τ. Α', Αθήνα 1997.σ.8 - 1 1 και σποραδικά. Αντώνης Πάρδος, Αρχαο τήςΙ. Μ. Πα ντοκράτορας. Επιτομές έγγραφων. 1039-1801. Αθωνικά Σύμμεικτα 5, Αθήνα 1998,σ.1 5 9 . 165-166, 176-177. Αντώνης Γιαννακόπουλος. Αρχείο τήςΙ. Μ. Σταυρονικήτα. Επιτομές έγγραφων. 1533-1800. Αθωνικά Σύμμεικτα 8. Αθήνα 2001.σ.1 6 2 - 1 6 5 . Βασίλης Ί . Άναστασιάδης. Αρχείο τής Ί. Μ. Χιλανδαρίου. Έπιτομίς μεταβυζαντινών έγγραφων. Αθωνικά Σύμμεικτα 9, Αθήνα 2002,σ.2 0 6 . 334335. Το Χρονικό τής σκλαβωμένης Αθήνας στα χρόνια της τυραννίας τού Χατζαλή γραμμένο στα 1841 απο τον αγωνιστή Παναγή Σκουζέ παληο και νέο χειρογράφο επιμελημένο και αποκαταστημένο από τον Γ. Βαλέτα. Μέ βιογραφικό σημείωμα τού Δ.Γ. Σκουζέ, Αθήνα 1948.σ.8 5 - 9 2 . 28. Βασίλης Ί . Αναστασιάδης.ό.π..σ.9 6 , 97, 99, 103, 112, 216. 29. Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, κώδικας 2124. φ. 98β. Βλ. και πιο κάτωσ.2 7 9 . 30. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους. Μνημεία τής Ιστορίας των Αθηναίων δημοσιευόμενα κώς. Τουρκοκρατία, τ. Β', Αθήνα 1890,σ.3 1 7 , 322, 329.
περιοδι
31- Πηνελόπη Στάθη,ό.π..σ.1 3 1 . Άρχιμ. Καλλίνικος Δελικάνης. Περιγραφικός κατάλογος των iv τοις κώδιξι τού Πατριαρχικού Άρχειοφυλακείου σωζόμενων επισήμων εκκλησιαστικών έγγραφων, Κωνσταντινούπολη 1902.σ.1 . Τού ίδιου, Τα έν τοις κώδιξι τού πατριαρχικού άρχειοφυλακείου σωζόμενα επίσημα εκκλησιαστικά έγγραφα, τα άφορώντα εις τάς σχέσεις τού οικουμενικού Πα τριαρχείου προς τάς Εκκλησίας Αλεξανδρείας, Αντιοχείας. Ιεροσολύμων και Κύπρου. Κωνσταντι νούπολη 1904,σ.3 6 2 , 448, 485, 486, 489, 517. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Ιστορία των τού Χριστού πενήτων 1453-1913,σ.2 2 0 , 221, 313. Αντώνης Γιαννακόπουλος, ό.π., σ. 6 7 , 79. Βασίλης Ί . Αναστασιάδης, ό.π., σ. 148-150.
257
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
να συγκεντρωθεί βοήθεια για την απειλούμενη και πολιορκούμενη άπο τους Οθωμανούς Κωνσταντινούπολη ανάμεσα στα 1399 και το 1401 έπι αύτοκράτορος Μανουήλ Παλαιολόγου. Και τότε τά χρήματα τού εράνου συγκεντρώνονταν μέσα σε κιβώτια σε εκκλησίες της Αγγλίας. 32 ΣτΙς διάφορες πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στις Παρίστριες Ηγεμονίες τα κουτιά τού Παναγίου Τάφου ήταν ίσως τά πλέον διαδεδομένα. Το 1712 είχε συσταθεί κουτί ελεημοσύνης που περιαγόταν στους ναούς της Κωνσταντινούπολης καί «εις καιρόν ανάγκης εις τα ευλογημένα χριστιανικά ρουφέτια». Κουτιά για συλλογή ελεών ήταν εγκατεστημένα σε τριανταπέντε εκκλησίες τής Πόλης και τών περιχώρων της, ένώ άλλα είχαν οι ακόλουθες συντεχνίες τής Κωνσταντινούπολης: τών γουναράδων, τών μεταξάδων, τών τζοχατζήδων, τών μπογιατζήδων, τών ταουκτζήδων, τών άμπατζήδων, τών τακιατζήδων, τών χρυσοχόων, τών ντουλγέρηδων, τών τερλικτζήδων, τών μαλοχαρακτών και τών καπήλων. 33 Οι συντεχνίες και άλλων πόλεων, επίσης, είχαν τά έσναφικά κουτιά για συλλογή βοηθείας υπέρ τών πτωχών καί ανα ξιοπαθούντων τής πόλης τους ή γιά τον Άγιο Τάφο. Από το 1653, μάλιστα, με γράμμα του Πατριάρχη Ίωαννικίου Β' είχε οριστεί «Να δίδη ό καθένας Χριστιανός πάντων τών ρουφετίων εν ασπρον τήν κάθε εβδομάδα εις τα κουτία». 34 Αρκετές πληροφορίες διαθέτουμε επίσης και γιά τήν τοποθέτηση κουτιών στην Άδριανούπολη, Μοσχόπολη, Μελένικο άλλα και γιά τήν Αθήνα, στην οποία υπήρχε Αγιοταφικο μετόχι, οί μοναχοί τού οποίου περιέρχονταν επίσης τή Βοιωτία και μέρος τής Φθιώτιδας. 35 Κουτιά γιά συλλογή έλεημοσυνών περιφέρονταν και γιά τίς μονές του Αγίου Όρους, στά τέλη τού 17ου αιώνα έπι πατριαρχίας του Καλλινίκου Β'. 36 Μάλιστα φαίνεται ότι επειδή οί επίτροποι τών ναών διέθεταν τά ελέη αυτά γιά άλλους σκοπούς, ό Πατριάρχης Ιερεμίας Γ' απέλυσε γράμμα το 1717 μέ το οποίο απαγό ρευε στους επιτρόπους νά διαθέτουν τά χρήματα αυτά όπως ήθελαν. 37
32. Donald Μ. Nicol, «A Byzantine emperor in England. Manuel II's visit to London in 14001401», Byzantium: its ecclesiastical history and relations with the western world. Variorum Reprints, Λονδίνο 1972,σ.2 0 8 , 217. 33. Μανουήλ Ί ω . Γεδεών, Έκκλησίαι βυζαντινοί Ιξακριβούμίναι (κυρίως ή Θεοτόκος τών Κύρου) . Συμπλήρωμα τού βυζαντινού εορτολογίου, Κωνσταντινούπολη 1900,σ.2 5 - 2 8 . 34. Μιχαήλ Καλινδέρης, Ai Συντεχνίαι και ή Εκκλησία επί Τουρκοκρατίας, Αθήνα 1973,σ.1 0 1 102. 35. Στο ίδιο,σ.1 0 2 , 110-111. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ο.π., δεύτερη έκδοση, Αθήνα 1891,σ.1 7 2 , τ. Β', Αθήνα 1890,σ.2 9 2 , 300, 316, 329, 347. 36. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακας, α. 486. 37. Στοίδιο,σ.5 1 4 .
258
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Το σύστημα συλλογής βοήθειας για την Εκκλησία με τον τρόπο αυτό σύ ντομα επεκτάθηκε και για άλλους σκοπούς: αρχικά για την ενίσχυση των σχολείων και αργότερα, στις αρχές τού 19ου αίώνα, για τα νοσοκομεία της Κωνσταντινούπολης. Τα κουτιά των νοσοκομείων μάλιστα κατέληξαν σχεδόν να εξοστρακίσουν τα κουτιά όλων των άλλων έπαιτούντων. Ή ενίσχυση των σχολείων μέσω των κουτιών ή τών δίσκων πού περιφέρονταν στους ναούς της Κωνσταντινούπολης φαίνεται ότι ξεκίνησε στις αρχές τού 18ου αίώνα για να συγκεντρωθεί βοήθεια για τή Σχολή της Πάτμου, καί συνεχίστηκε αργότερα για να χρηματοδοτηθεί ή ανοικοδόμηση τής Σχολής μετά την πυρκαγιά πού τήν κατέστρεψε. Στά μέσα του ίδιου αίώνα περιάγονταν επίσης κουτιά γιά τήν Άθωνιάδα Σχολή καί άπο τα τέλη τού 18ου αίώνα καί γιά μια εκατονταετία περίπου γιά τήν ιερατική σχολή της Καισαρείας πού στεγαζόταν στή μονή τού Ιωάννου τού Προδρόμου. 38 Ειδικά γιά τήν Άθωνιάδα είχε πραγματοποιηθεί καί ζητεία τού Οικουμενικού Πατριαρχείου με ειδικούς έξάρχους πού είχαν σταλεί άπο τον Κύριλλο έ έκτος Κωνσταντινούπολης με πατριαρχικά γράμματα. Έ ν α άπο τά γράμματα αυτά τού έτους 1756 προς τον ηγούμενο τής μονής τής Όλυμπιώτισσας σώζεται στο αρχείο τής μονής.39 Το 1819, ό Γρηγόριος έ σέ συνεργασία μέ τους ηγεμόνες τής Βλαχίας καί τής Μολδαβίας καί τού μεγάλου διερμηνέα Ιωάννου Καλλιμάχη συνέστησαν στην Κωνσταντινούπολη «κιβώτιον ελέους» πού θά συγκέντρωνε τις ελεημοσύνες γιά τίς ανάγκες τών φτωχών, ένώ ο,τι θά περίσσευε θά χρησίμευε γιά τήν πρόοδο τής μάθησης καί άλλων κοινωφελών έργων. 40 Ή όλη διαδικασία τής περιφοράς τών κουτιών καί τών δίσκων γιά τά Πα τριαρχεία, τον Άγιο Τάφο, μοναστήρια, σχολεία, νοσοκομεία, πτωχούς, αιχμα λώτους κ.λπ. στους ναούς τής Κωνσταντινούπολης κατά τον 18ο αίώνα κατάντησε νά αποτελεί μεγάλο βάρος γιά το εκκλησίασμα καί πηγή διχονοιών μεταξύ αυτών πού συνέλεγαν τά ελέη, οΙ όποιοι συχνά διαπληκτίζονταν κατά τήν ώρα τής λειτουργίας γιά τή σειρά πού θά τά περιέφεραν. 41 Επίσης, ή συλλογή ελεών με τά κουτιά πού τοποθετούνταν ή περιφέρονταν στίς εκκλησίες αρκετά συχνά προσέκρουε στην αντίδραση τών τοπικών ιεραρχών, ή ακόμη καί τών επιτρόπων τών εκκλησιών, σύμφωνα μέ πληροφορία τού πρωτοσυγκέλλου Ιακώβου πού ήταν το 1777 επικεφαλής τών Άγιοταφιτών οι οποίοι διενεργούσαν ζητεία στην
38. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Ιστορία τών τον Χρίστου πενήτων,σ.2 1 9 - 2 2 0 . 39. Εύάγγ. Ά. Σκουβοφάς, ό.π.,σ.108, 531-532. 40. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες,σ.5 9 9 . 41. Μανουήλ Ίω. Γεδεών. Ιστορία τών τού Χρίστου πενήτων,σ.2 2 3 .
259
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Αθήνα.42 Ή αντίδραση προερχόταν ειτε άπο τον φόβο ότι ή ζητεία επιβάρυνε το ποίμνιο των μητροπόλεων και ενδεχομένως περιόριζε τη δυνατότητα των τοπικών αρχιερέων να συγκεντρώσουν χρήματα άπο την επαρχία τους, ειτε επειδή ό μητροπολίτης ή οι προεστοί βρίσκονταν σε κακές σχέσεις με τους «ταξιδιάρηδες» μοναχούς. Φαίνεται ότι εξίσου κοινές ήταν οι περιπτώσεις που ή άδεια γιά εγκατάσταση κουτιών, όπως και ή άδεια γιά τή ζητεία, ήταν συνάρτηση της καταβολής κάποιου χρηματικού ποσού ή άλλων ανταλλαγμάτων στον αρχιερέα. Ό συνηθέστερος τρόπος ζητείας πάντως ήταν το «ταξίδιον». Άν και οι αποδημίες γιά ζητεία τών ίδιων τών Πατριαρχών ή άλλων ιεραρχών, όπως θα δούμε και πιο κάτω αναλυτικότερα, δεν ήταν κάτι το ασυνήθιστο, ωστόσο, πολύ συχνά οι ζητείες της Εκκλησίας γίνονταν με ειδικό απεσταλμένο, έξαρχο, που μετέφερε προσωπική επιστολή του Πατριάρχη, τού μητροπολίτη ή του ηγουμένου μιας μονής. Τά «ταξίδια» αυτά συχνά επεκτείνονταν και έξω άπο τά όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ακόμη και σε πολύ μακρινούς τόπους και ή επίκληση γιά βοήθεια απευθυνόταν τόσο σέ απλούς χριστιανούς όσο και μονάρχες και ιεράρχες κάθε δόγματος και όχι αποκλειστικά ορθοδόξους. Ένώ οί έπαιτουντες μοναχοί ήταν εξαιρετικά πολυάριθμοι και συνακόλουθα οί σχετικές πληροφορίες γ ί αυτούς αφθονότατες, οί πληροφορίες μας για τις ζητείες τών γυναικείων μοναστηριών είναι περιορισμένες, 43 άφού γιά τις μοναχές ήταν πολύ δυσκολότερο νά πραγματοποιήσουν παρόμοιες περιοδείες λόγω τών συνθηκών και τών ποικίλων κινδύνων πού επικρατούσαν. Είναι ευνόητο πώς οί εξερχόμενοι γιά ζητεία εκτός της Οθωμανικής Αυτο κρατορίας προτιμούσαν νά ταξιδεύουν προς περιοχές και κράτη ορθόδοξα, κυρίως στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και τή Ρωσία. Οί δωρεές μεγιστάνων, ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας και τών Τσάρων τής Ρωσίας προς τά Πατριαρχεία ή τά μεγάλα μοναστήρια ήταν πολλές φορές μεγάλες και ολόκληρα μοναστήρια, μετόχια, κτήματα καθώς και γενναίες επιχορηγήσεις πού επικυρώνονταν με χρυσόβουλλα περιέρχονταν σέ αυτά. Έτσι, το κίνητρο ήταν ισχυρό και όλοι σχεδόν αιτούσαν βοήθεια μέ επιστολές ή ταξίδευαν προς τις χώρες αυτές. Οί περιοδείες επαναλαμβάνονταν σέ τακτικά σχεδόν διαστήματα προκειμένου τα μοναστήρια και τά Πατριαρχεία νά ζητήσουν «την συνήθη έλεημοσυνην» η να εισπράξουν τά εισοδήματα πού τους είχαν παραχωρηθεί. 44
42. Στοίδιο,σ.3 1 4 - 3 1 5 . Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ο.π., τ. Β',σ.2 9 2 , 316. 43. Βλ. πιο κάτω,σ.2 7 5 - 2 7 7 . 44. Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε: Μανουήλ Ί ω . Γεδεών, Ιστορία τών του Χρίστου πενήτων, σ. 3 2 4 - 3 2 6 . Σπυρίδων Λάμπρος, « Ό Πατριαρχικός θρόνος Αλεξανδρείας άπο Σαμουηλ τού
260
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΤΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
Παράλληλα, πολλές ήταν οί περιπτώσεις «ταξιδιών» προς τις βενετοκρατού μενες περιοχές 45 άλλα και προς τη δυτική και βόρεια Ευρώπη. Ή Κέρκυρα μας παρέχει κάποια ενδεικτικά στοιχεία του αριθμού των ξένων «ταξιδιωτών» ατό βενετοκρατούμενο αυτό νησί στά μέσα του 18ο αιώνα. Σε οκτώ περίπου χρόνια, άπο τον Δεκέμβριο του 1738 μέχρι καί τον Ιούνιο του 1746, ό Μ. Πρω τοπαπάς Ιωάννης Βούλγαρης εξέδωσε ογδόντα οκτώ εγκύκλιες επιστολές γιά άτομα που θά περιόδευαν στην Κέρκυρα γιά ζητεία. Κάποιοι άπο τους έπαιτούντες προέρχονταν άπο τα άλλα Ιόνια Νησιά, άλλα υπήρχαν επίσης «ταξιδιώτες» άπο τήν Αλβανία, τήν 'Ήπειρο, το Άγιο Όρος, τήν Ξάνθη, τή Θεσσαλονίκη, τή Θεσσαλία, τή Ναύπακτο, τήν Αθήνα, τή Σκόπελο, τήν Τήνο, τήν Αμοργό, τήν Πελοπόννησο, τήν Κρήτη, τήν Κύπρο, τήν Αντιόχεια, το Όρος Σινά, τήν Άγκυρα. Πολλοί ήταν αναξιοπαθούντες ιδιώτες και οχι εκπρόσωποι ναών, μονών κλπ. Σε δύο περιπτώσεις ή ζητεία θά γινόταν γιά δεύτερη φορά μετά τήν παρέλευση μερικών χρόνων άπο τήν πρώτη. 46 'Ωστόσο, ό αριθμός των ανθρώπων που περιόδευαν στην Κέρκυρα γιά ζητεία πρέπει να ήταν μεγαλύτερος, καθώς
Καπασούλη μέχρι τού Ματθαίου κατ' ανέκδοτα έγγραφα». Δελτίον Ιστορικής καί Εθνολογικής Εταιρείας τής Ελλάδος 3 (1890-1891) 561, 568-574. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, «Σα μουήλ Καπασούλης Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας (1661-1723) », [Άνατύπωσις έκ τού Εκκλησιαστικού Φάρου Η' (1911) 241 και Θ' (1912) 330], Αλεξάνδρεια 1912,σ.2 - 3 , 4-5, 7-9,17, 35-37, 50. Φώτιος Αρ. Δημητρακόπουλος. Αρσένιος Ελάσσονος (1550-1626) . Βίος και έργο. Συμ βολή στη μελέτη των μεταβυζαντινών λογίων τής Ανατολής. Αθήνα 1984.σ.5 5 , 89. 96, 100-101. 107. Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη. ό.π.. Τρικαλινά 17 (1997) 95-212. Ό λ γ α Αλεξανδροπούλου. «Ή ελληνική μονή Αγίου Νικολάου στή Μόσχα. Στοιχεία άπο τήν ιστορία των έλληνορωσικών σχέσεων στο δεύτερο μισό τού Που αιώνα». Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά 6 (2000) 111-154. Κρ. Χρυσοχόίδης - Π. Γουναρίδης. Κατάλογοι Αρχείων. Ά Ιερά Μονή Καρακάλλου. Β' Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας. Αθωνικά Σύμμεικτα 1, Αθήνα 1985.σ.2 3 . Αντώνης Γιαννακόπουλος, Αρχείο τής Ί. Μ. Σταυρονικήτα.σ.9 0 . 148-150. Βασίλης Ί. Αναστασιάδης. Αρχείο τής Ί. Μ. Χύανδαρίου. α. 140-141. Φλορίν Μαρινέσκου. Ρουμανικά έγγραφα τού Αγίου Όρους. Αρχείο Ιεράς Μονής Ξηροττοτάμου. τ. Α',σ.2 - 2 3 καί σποραδικά. Τού ίδιου. Ρουμανικά έγγραφα τού Αγίου Όρους. Αρχείο Πρωτάτου, Αθήνα 2001,σ.2 - 2 7 και σποραδικά. Ευθύμιος Θ. Σουλογιάννης. ο.π., θησαυρίσματα 34 (2004) 453. Φωκίων Π. Κοτζαγεώργης. Ό.ΤΓ..σ.1 9 2 , 195-198, 214. 45. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, ο.π..σ.3 1 6 . Α.Χ. Τσίτσας, «Επίσκοποι έμπερίστατοι στή βενετο κρατούμενη Κέρκυρα». Κερκυραϊκά Χρονικά 20 (1976) 69. 79. Δυστυχώς, δεν μπορέσαμε να βρούμε παραδείγματα άσκησης ζητειών στή βενετοκρατούμενη Κρήτη, πλην τού προαναφερ θέντος συστατικού γράμματος τού Κυρίλλου Λουκάρεως πρέπει ό μ ω ς να γίνονταν καί εκεί, αν καί περιστασιακά τα μέτρα γιά τήν άσκηση τους μπορεί νά ήταν αυστηρότερα. 46. Αρχείο Νομού Κερκύρας (στο έξης ΑΝΚ) , Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, όποφάκ. 8, φ. 14α, 20β,· ύποφάκ. 10, φ. lr-26v. Πρβλ. Νικόλαος Τ. Βούλγαρης, «Ιωάννου Βουλγαρεως Μεγάλου Πρωτοπαπά Κερκύρας, «Γράμματα προτρεπτικά εις συνδρομήν όπερ τών Ορθοδόξων Χριστιανών, προσφευγόντων εις Κέρκυραν έκ της δούλης Ελλάδος, 1738-1746», Παρνασσός ΙΓ' (Ιούνιος 1890) 301-318. όπου τα περισσότερα κείμενα δημοσιεύονται απο σπασματικά.
261
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
πολλοί «ταξιδιώτες» ειτε δεν φρόντιζαν, ειτε απέφευγαν να παρουσιαστούν και να ζητήσουν τη σχετική άδεια από τους Μεγάλους Πρωτοπαπάδες. 47 Οί περισσότερες πληροφορίες για οργανωμένες ζητειες αφορούν κυρίως τά Πατριαρχεία και τα μεγάλα μοναστήρια. Για τις ζητειες των μικρότερων μοναστηριών, που ήταν εξίσου συχνές, απαντούν μεμονωμένα συστατικά γράμ ματα, «άπανταχούσες» ή άλλες πληροφορίες, ενώ σπάνια διαθέτουμε συνεχείς σειρές πού νά επιτρέπουν τή διαχρονική παρακολούθηση τών ζητειών των μοναχών τους. Πιο εύκολα είναι νά παρακολουθήσει κανείς τις ζητείες τών Πατριαρχείων. Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως πραγματοποίησε αρκετές ζητείες κατά τον 16ο αιώνα, ορισμένες άπο τις όποιες πραγματοποίησαν οί ίδιοι οί Πατριάρχες. Γνωστές είναι οί ζητείες έπί τών πατριαρχιών Παχωμίου Α' (1503-1504) , Θεό ληπτου Α' (1514-1520) , Ίωάσαφ Β' (1555-1565) και Μητροφάνη Γ (1565-1572) .48 Μία άπο τις σημαντικότερες υπήρξε ή αποδημία τού Πατριάρχη Ιερεμία Β' του Τρανού στή Ρωσία το 1588-1589, άπο τήν οποία επέστρεψε με πλουσιότατα δώρα. 49 Από τίς αρχές τού 17ου καί γιά έναν περίπου αιώνα θεωρείται ότι οί Οικουμενικοί Πατριάρχες δεν πραγματοποίησαν «ταξίδια» έκτος τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.50 Ωστόσο, με εγκυκλίους ζητούσαν συχνά τή συνδρομή τών χριστιανών και τών ηγεμόνων τής Βλαχίας και τής Μολδαβίας σε έκτακτες ανάγκες τού πατριαρχικού θρόνου. Αυτό συνέβη π.χ. το 1720, όταν ό Ιερεμίας Γ ζήτησε με σχετικό γράμμα του νά εξασφαλίσει βοήθεια γιά τήν ανοικοδόμηση τού πατριαρχικού ναού μετά τήν καταστροφή του άπο πυρκαγιά.51 Στά χρόνια πού ακολούθησαν γνωρίζουμε ότι το 1743 ό Πατριάρχης Παίσιος έστειλε ως έξαρχο τον μητροπολίτη Λήμνου Παρθένιο σε εξι επαρχίες γιά συλλογή συνδρομών υπέρ τής Μεγάλης Εκκλησίας. 52 Λίγα χρόνια αργότερα, ό Πατριάρχης Κύριλλος έ ό Καράκαλος, έκτος άπο τήν επίκληση πού έκανε στους χριστιανούς το 1748 γιά τήν προσφορά βοήθειας προς τή Μονή τής Πάτμου πού χρειαζόταν επισκευή, το 1749 μέ εγκύκλιο επιστολή του ζήτησε και αυτός τή συνδρομή τού ποιμνίου του γιά το πενόμενο πατριαρχικό 47. Πρβλ. πιο κάτωσ.2 8 1 - 2 8 2 . 48. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες,σ.375,
378, 391
49. Στο ίδιο,σ.4 0 8 . Κ.Ν. Σάθας, Βιογραφικον σχεδίασμα περί τον Πατριάρχου Ιερεμίου Β' (15721594), Αθήνα 1870, ς. πγ'-πη', 57, 63-64, 67, 68, 72-73, 76-81. Φώτιος Άρ. Δημητρακόπουλος, Ο.ΤΓ.,σ.5 5 ,
89, 96, 100-101, 107.
50. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Ιστορία τών τού Χρίστου πενήτων, σ. 316. 51. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Χρονικά τού πατριαρχικού οικου και τού ναού, Κωνσταντινούπολη 1884, σ. 8 7 , 152-154. Του Ίδιου, Πατριαρχικοί Πίνακες,σ.5 1 2 . 52. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικοί Πίνακες, α. 530.
262
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
ταμείο. 5 3 Στο πατριαρχικό γράμμα, έκτος ά π ο τΙς ζητείες π ο ύ θα γίνονταν στις επαρχίες, προβλεπόταν να διεξαχθεί έρανος στην ε υ ρ ύ τ ε ρ η περιοχή της Κωνσταντινούπολης «έν τή βασιλευούση ταύτη των πόλεων, και τ ω Γαλατά, καί τοις πέριξ χωρίοις όλου του Καταστένου». 5 4 Στην έν λ ό γ ω επιστολή ό Πατριάρχης, αφού εξηγούσε τή δεινή θέση της Μεγάλης Ε κ κ λ η σ ί α ς , ή οποία είχε υποπέσει «εις βαρύτατον φορτίον χρεών, δ ι α τ ά ς π ρ ο λ α β ο ύ σ α ς α κ α τ α σ τ α σ ί α ς και ανωμαλίας», ανακοίνωνε τήν κοινή α π ό φ α σ η της Συνόδου γ ι ά τή διεξαγωγή εράνου. Προκειμένου μάλιστα νά παρακινήσει το ποίμνιο τ ο υ νά συνεισφέρει στον έρανο αυτό, προσέθετε τ α ακόλουθα, τ α όποια και μ α ς φανερώνουν τον τρόπο διεξαγωγής τού εράνου και τ α κίνητρα π ο ύ π α ρ έ χ ο ν τ α ν στους χριστιανούς γιά να προθυμοποιηθούν νά δώσουν τον όβολό τ ο υ ς : έκρίναμεν εολογον να έκτελέσωμεν έν τω καθ' ημάς πανσέπτω πατριαρχικά) ναώ τεσσαρανταλείτουργον, δια τήν αφεσιν των αμαρτιών καί ψυχικήν σωτηρίαν των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, και να μνημονεύσωμεν τα ονόματα αυτών τε τών έλεούντων και τών γονέων και τών προπατόρων αυτών παρρησία έν τή τελούμενη καθ' έκάστην Ιερά και θεία λειτουργία, και τρίτον να περιέλθωμεν εις τάς ενορίας καί τα όσπήτια και τα ευλογημένα ρουφέτια, έκτελούντες άγιασμόν. Στις επαρχίες στάλθηκε το 1750 ώς έξαρχος γιά νά συγκεντρώσει βοήθεια γιά τή Μεγάλη Εκκλησία ό πρώην Πεκίου Ίωαννίκιος Καρατζάς, τήν περίοδο εκείνη πρόεδρος Χαλκηδόνος. Ό Ίωαννίκιος περιόδευσε στή Μολδοβλαχία, τή Θράκη, τή Θεσσαλία, τή Στερεά Ε λ λ ά δ α , τήν Πελοπόννησο φθάνοντας μέχρι τήν Κέρ κυρα καί τήν Κεφαλονιά και φαίνεται οτι συγκέντρωσε συνολικά αρκετή ελεη μοσύνη. Άπο τον ηγεμόνα της Μολδαβίας μόνο είχε λάβει τ έ σ σ ε ρ α πουγγιά καί χρυσούφαντα υφάσματα γιά άμφια. Ή ζητεία αυτή όμως τ ε λ ι κ ά δεν απέδωσε καρπούς γιά το Πατριαρχείο, διότι, όταν επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, είχε δαπανήσει σχεδόν τά πάντα καί ζητούσε μάλιστα νά τ ο ύ δοθούν 25 πουγ γιά πού υποτίθεται οτι είχε ξοδέψει κατά τήν περιοδεία τ ο υ . 5 5
53. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, ό.π.,σ.5 3 6 . Ό ίδιος Πατριάρχης είχε εκδώσει επίσης ενα συνο δικό εγκύκλιο γράμμα στις 5 Απριλίου τού 1749 με το όποιο συνιστούσε τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Παρθένιο, που περιόδευε για ζητεία, καί ενα συστατικό ελεημοσύνης για τον ηγούμενο της μονής Βροντά Σάμου Σεραφείμ. Βλ. Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος, «Ό Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος έ ό Καράκαλος, [α: 29 Σεπτ. 1748-Ίουν. 1751· β: 7 Σεπτ. 1752-15 Ίαν. 1757], Έπετηρις Έταιρειας Βυζαντινών Σπουδών 29 (1959) 374, 383, 384, 386. 54. Μ.Δ. Χ[αμουδόπουλος], «Μνημείων γραπτών περισυναγωγή», Αλήθεια 1 (1880) 118-119. 55. Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντης, Εκκλησιαστικών και πολιτικών τών εις δώδεκα βιβλίον Η',
263
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ
Τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, αντιθέτως, προέβαιναν σε συνεχείς ζητείες πολύ μακριά άπό την έδρα τους επειδή το ποίμνιο τους είχε συρρικνωθεί πολύ και συνεπώς τα τακτικά τους έσοδα είχαν αντιστοίχως δραματικά μειωθεί. Επομένως, έκτος άπο τα συνήθη προβλήματα πού αντιμε τώπιζε ή Ορθόδοξη Εκκλησία, αυτά είχαν έκ τών πραγμάτων πολύ μικρότερα εισοδήματα άπό το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ουδεμία δυνατότητα να βασιστούν στους πιστούς τους για περαιτέρω βοήθεια. Έτσι, οι Πατριάρχες τους αναγκάζονταν νά επιδίδονται σε ζητείες συχνότατα και οιίδιοι προσωπικά. Όπως σχολιάζει ό Μανουήλ Γεδεών, 56 «Οι Πατριάρχαι τών Ιεροσολύμων άνήγαγον το 'ζητιανεύειν' εις έπιστήμην». Στην πραγματικότητα τόιδιοισχυε και γιά τό Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Ενδεικτική ως προς τίς συνεχείς ζητείες πού διεξήγαγε τό Πατριαρχείο Αλεξανδρείας είναι ή περίπτωση τού Πατριάρχη Σαμουήλ Καπασούλη που καλύπτει τά τέλη τού 17ου καί τίς αρχές τού 18ου αιώνα. Όντας ακόμη άρχιδιάκονος τού Πατριάρχη Αλεξανδρείας Παρθενίου, ό Σαμουήλ είχε αποσταλεί σε ζητεία το 1682. Τό ταξίδι του έκτάθηκε άπύ τήν Μπογδανία έως τη Μόσχα, άπο τήν οποία επέστρεψε ύστερα άπύ ένα χρόνο στην Κωνσταντινούπολη. Μερικά χρόνια αργότερα πραγματοποίησε άλλη ζητεία μεταξύ τών ετών 1699 καί 1702, αυτή τή φορά ώς μητροπολίτης Λιβύης, προκειμένου νά εξοφλήσει το μεγάλο χρέος πού είχε συνάψει γιά τήν απελευθέρωση χριστιανών αιχμαλώτων. Τότε, πήγε άπο τήν Τρίπολη τής Λιβύης αρχικά στή Βενετία καί μετά άπο ευρεία περιοδεία κατέληξε καί πάλι στην Κωνσταντινούπολη. Τά προβλήματα πού είχε νά αντιμετωπίσει ό Σαμουήλ ώς Πατριάρχης Αλεξανδρείας πλέον ήταν ατελείωτα καί έτσι το 1712 έστειλε στή βασίλισσα τής Βρετανίας Άννα Στιούαρτ επιστολή με ειδικό απεσταλμένο τον Αρσένιο μητροπολίτη Θηβάίδος αιτώντας χρηματική βοήθεια γιά τήν ανακούφιση τής δεινής θέσης τού Πατριαρχείου. Ή βασίλισσα έστειλε τότε 500 λίρες,57 οί όποιες όμως δέν έλυσαν τά προβλήματα. Τό 1714 ό Πατριάρχης αναγκάστηκε νά δραπετεύσει σχεδόν άπύ τήν Αίγυπτο προκειμένου νά συγκεντρώσει κάποια χρήματα γιά τήν ικανοποίηση τών δανειστών τού Πατριαρχείου. Ή οικτρή κατάσταση περιγράφεται εναργέστατα σέ επιστολή τού Πατριάρχη:
Θ', καί Γ ήτοι τα μετά την Άλωσιν (1453-1789) . (Εκ χειρογράφου ανεκδότου τής Ιεράς μονής τού Σινά.) , Εκδίδοντος Άρχιμ. Γερμανού Άφθονίδου Σιναίτου, Κωνσταντινούπολη 1870,σ.3 6 5 , 368. 56. Ιστορία τών τού Χρίστου πενήτων,σ.3 1 3 . 57. Σπυρίδων Λάμπρος, ό.π., Δελτίον Ιστορικής και Έθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος 3 (18901891) 562-566. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, ό .π.,σ.2 7 - 2 8 . 36.
264
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Μή δυνάμενοι να σταθούμεν ετι εις τα ημέτερα, επειδή και οί δανεισταί (οι όποιοι είναι δυνάσται και τύραννοι) ήρξαντο με μεγάλην όργήν και άγανάκτησιν να μας φολακίζωσι ζητούντες τα ασπρα των και με πολλήν καταφρόνησιν να μας τυραννούσιν, ωσάν όπου τα χρέη ύπερπλεόνασαν, δια των κατ' έτος διαφόρων προσθηκών, έθέμεθα καί την έκκλησίαν την έν Αίγύπτω εις ενέχυρον καί τους έκεί πτωχούς χριστιανούς έγγυητάς καί μόλις εύρομεν πίστιν καί αδειαν να ευγωμεν εις τα εξω καί όπως δυνηθώμεν να προμηθεύσωμεν ποσότγμα τινά χρημάτων ικανών να στείλωμεν να θεραπευθώσι μικρόν καί να ευγωσιν άπο την άπόγνωσιν εις την οποίαν κατήντησαν, ότι δηλαδή δεν θέλει είσθαι τρόπος να λάβουν τα ασπρα των. Ό Σαμουήλ, άφού έφθασε στην Κωνσταντινούπολη μετά ά π ο περιπέτειες, ταξίδεψε στη Βλαχία, καί στη συνέχεια ά π ο το Βουκουρέστι πήγε στο Ι ά σ ι ο στη Μολδαβία, όπου ό ηγεμόνας της Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος με χρυσόβουλλο αφιέρωσε στο Πατριαρχείο το μοναστήρι του Χάγκου με τα κτήματα του επέστρεψε στην Πόλη το 1717 ά π ο όπου αργότερα π ή γ ε στη Χίο. Τον Μάιο του 1717 έγραψε στον Τσάρο τής Ρωσίας Μ. Πέτρο υπενθυμίζοντας του τίς παλαιότερες δωρεές του προς τον θρόνο Αλεξανδρείας καί ζητώντας εκ νέου τη βοήθεια του. 5 8 Ανάλογα προβλήματα με α υ τ ά του Σαμουήλ αντιμετώπισαν καί οί ζητείες πού πραγματοποίησαν τόσο οί πρίν ά π ο αυτόν όσο καί οί ε π ό μενοι Πατριάρχες Αλεξανδρείας. 5 9 Την πιο συστηματική πάντως περίπτωση άσκησης ζητειών παρουσιάζει το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στο όποιο θά αναφερθούμε διεξοδικότερα. Αυτό, έκτος άπο τά αντίστοιχα κοινά προβλήματα με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, είχε επιπλέον νά αντιμετωπίσει τίς συνεχείς προστριβές με τους Καθολικούς, καί ενίοτε με τους Αρμενίους, για τά Προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. Γιά τήν εξουδετέρωση τής δράσης των άλλων δογμάτων απαιτούνταν μεγάλα χρηματικά ποσά. Σέ μιά εγκύκλιο επιστολή τού Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δοσιθέου το 1690 αναγράφονται ολα τά προβλήματα που αντιμετώπιζε το Πατριαρχείο διαχρονικά με τά Προσκυνήματα, τά τεράστια ποσά που κατέβαλλε κάθε φορά στην Πύλη γ ί αυτά καί γιά τή συντήρηση τους, καθώς καί γ ι ά τή συντήρηση τού κλήρου του. Τά ποσά αυτά συγκεντρώνονταν κυρίως άπο την ελεημοσύνη τών πιστών, ή οποία επίσης χρηματοδοτούσε τήν αγορά λειτουργικών βιβλίων καί αμφίων καί το φιλανθρωπικό καί εκδοτικό έργο τού Πατριαρχείου. Γράφει ό Δοσίθεος:
58. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, ό.π., ο. 34, 37, 80. 59. Στο ίδιο,σ.1 6 - 1 8 . Σπυρίδων Λάμπρος, ό.π., Δελτίον Ιστορικής και Εθνολογικής Έταιράας τής Ελλάδος 3 (1890-1891) 561, 574-578.
265
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗ
οχι μόνον οί έν Ιερουσαλήμ ορφανοί και πτωχοί και χήρες κυβερνώνται άπο την έλεημοσύνην του Αγίου Τάφου, άλλα καί φυλακωμένοι ελευθερώνονται και δούλοι άπολυτρούνται καί γυμνοί καί κουρσευμένοι περιποιούνται. Στάμπαις φτιάνονται, βιβλία τυπώνουνται καί άλλα μεγάλα και θαυμαστά γίνονται [...] 6 0
Ή πρώτη γνωστή μας απόπειρα ταξιδιού ζητείας χρονολογείται το 1467. Τό τε, ό Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωακείμ έδωσε στους Μαμελούκους όλα τα εκ κλησιαστικά σκεύη του Πατριαρχείου καί 6.500 χρυσά βενετικά νομίσματα προκειμένου να επιτύχει με δυσκολία τη σωτηρία τού ναού της Αναστάσεως, ό τρούλος τού οποίου είχε υποστεί σοβαρές ζημιές καί κινδύνευε να μετατραπεί σέ τζαμί. Για την αντιμετώπιση τού τεράστιου οικονομικού προβλήματος του Πα τριαρχείου αποφάσισε να στείλει στή Ρωσία για συλλογή ελεών τον αδελφό του αρχιμανδρίτη Ιωσήφ, μετέπειτα μητροπολίτη Καισαρείας της Παλαιστίνης, είναι άγνωστο, όμως, άν αυτό το ταξίδι πραγματοποιήθηκε τελικά. Κατά μία άλλη εκδοχή αποφάσισε νά μεταβεί στή Ρωσία ό ίδιος αλλά κατά τή διάρκεια τού ταξιδιού πέθανε στο Καφφά (Θεοδοσία) .61 Το 1468, ό κόμης της Βουργουνδίας Φίλιππος ό Αγαθός έστειλε στον επόμενο Πατριάρχη Ιεροσολύμων Άβράμιο βοήθεια για νά επιδιορθωθούν τά Προσκυνήματα.62 Οί επόμενοι Πατριάρχες Ιεροσολύμων άρχισαν νά συστηματοποιούν τίς ζητείες, ιδίως άπο την εποχή της πατριαρχίας τού Γερμανού (1537-1579) , όποτε προέκυψε μέ οξύτητα τοζήτηματής διεκδίκησης των Προσκυνημάτων τών Αγίων Τόπων. Ό Γερμανός δύο φορές έστειλε μοναχούς στή Ρωσία γιά ζητεία, αρχικά το 1548 καί κατόπιν το 1569, χωρίς όμως πολλά οφέλη. Παράλληλα, εξασφάλισε, όπως είδαμε, καί την άδεια της Υψηλής Πύλης γιά τίς περιοδείες ζητείας εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.63 Ό διάδοχος του Πατριάρχης Σωφρόνιος Δ' (1579-1608) έστειλε αρχικά δύο μοναχούς γιά ζητεία, αργότερα όμως αναγκάστηκε νά ταξιδέψει καί ό Ιδιος αυτο προσώπως στην Κωνσταντινούπολη γιά εξεύρεση χρημάτων. Στη συνέχεια της πα τριαρχίας του μετέβη το 1593 άπο τήν Κωνσταντινούπολη στή Μολδοβλαχία καί
60. Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμευς, Άνάλίκτα Ίψοσολυμιτικης Σταχυολογίας, τ. Β', σ. 298-305. 61. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, Ιστορία της Εκκλησίας τών Ιεροσολύμων,σ.4 8 7 . Χρήστος Π. Λασκαρίδης, Αρσένιος ό Γραικός και ή Μόσχα τού 17ου αιώνα. Ελληνισμός καί ό κόσμος των Σλάβων 1, Θεσσαλονίκη 2002,σ.4 1 , ύποσημ. 17. 62. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, ό.π., σ. 4 9 0 . 63. Στο ίδιο,σ.5 1 2 , 513, 522, 524, 525. Δοσίθεος Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Ιστορία πφί των έν Ίεροσολύμοις πατριαρχευσάντων. Διηρημένη εν δώδεκα βιβλίοις, αλλως καλούμενη Δωδεκάβιβλος, Βιβλία ΙΑ και IB, Εκδόσεις Ρηγόπουλου, α.τ. 1983,σ.5 1 - 5 2 .
266
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
εξασφάλισε άπο τη Βλαχία τη μονή της Γρούιας, την πρώτη μεγάλη δωρεά προς το Πατριαρχείο του. Οί ανάγκες του θρόνου του όμως ήταν ανεξάντλητες, έτσι, το 1599 απηύθυνε προς όλους τους ορθόδοξους εγκύκλιο επιστολή, τήν οποία συνέταξε ό γνωστός λόγιος Μάξιμος Μαργούνιος, 6 4 ζητώντας τή βοήθεια τους. Τέλος, έστειλε γιά ζητεία στή Ρωσία τον αρχιμανδρίτη Θεοφάνη, τον μετέπειτα Πατριάρχη, με δύο μονάχους π ο υ έφτασαν στή Μόσχα το 1603. Ό Θεοφάνης επέστρεψε το 1605 κομίζοντας μόνο μικρή βοήθεια. 6 5 Ανάλογη υπήρξε ή δραστηριότητα τού διαδόχου του Θεοφάνη Γ ( 1 6 0 8 1644 ή 1607-1647) . Έ κ τ ο ς ά π ο το προαναφερθέν ταξίδι του στή Μόσχα, πριν ανέλθει στον πατριαρχικό θρόνο, ταξίδεψε και πάλι εκεί το 1617 καί παρέμεινε δύο χρόνια. Αργότερα, έστειλε πολλούς απεσταλμένους του γ ι ά ζητεία σε διάφορες περιοχές καί έκ νέου στή Ρωσία τον αρχιμανδρίτη Κύριλλο και τον Γρηγόριο, ηγούμενο τής μονής του Αγίου Σάββα. Οί τελευταίοι, λόγω τοπικών γεγονότων, αναγκάστηκαν νά επιστρέψουν μέσω τής Βόρειας Θάλασσας καί τής Αγγλίας έχοντας συστατικά γ ρ ά μ μ α τ α τού Τσάρου π ρ ο ς τον βασιλιά τής Αγγλίας καί μεταφέροντας πολλά δ ώ ρ α καί 500 ρούβλια ά π ο τή ζητεία τους. Τά ταξίδια τού ίδιου του Πατριάρχη συνεχίστηκαν καθώς καί οί επιστολές με τις όποιες ζητούσε συνδρομή κυρίως ά π ο τή Ρωσία. Το 1630 εξασφάλισε ά π ο τον βοεβόδα τής Βλαχίας Ι ω ά ν ν η Λέοντα τήν αφιέρωση τού χωριού Πογιάννη καί αργότερα ά π ο τον Βασίλειο βοεβόδα τής Μολδαβίας, π ο ύ τον επισκέφθηκε αυτοπροσώπως στο Ιάσιο, 5.000 χρυσά φλουριά καθώς καί δωρεές μονών καί κτημάτων ά π ο άλλους ηγεμόνες. Το 1638 ό Θεοφάνης βρισκόταν καί πάλι σε ζητεία, αυτή τή φορά στην Προύσα. Τέλος, έστειλε στή Μόσχα μοναχούς γιά ζητεία το 1634-1635, με πενιχρά όμως αποτελέσματα, καί έκ νέου το 1643. 6 6 Πολύ μεγάλη δραστηριότητα στις ζητείες μέ επανειλημμένα ταξίδια επέδειξε ό Πατριάρχης Πάίσιος (1645-1661) . Ταξίδεψε στή Ρωσία, τήν Κωνσταντινούπολη καί τη Μολδοβλαχία τουλάχιστον δύο φορές, όπως επίσης καί στην Ιβηρία, στον Πόντο καί στά νησιά τού Αιγαίου, όπου ασθένησε καί τελικά πέθανε στο Καστελόριζο. 67 Ό 64. Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς. «Συμβολαι εις τήν Ιστορία τής Νεολληνικής Φιλολογίας. Μέρος πρώτον περιλαμβάνον έπιστολάς λογίων ανδρών τής ις' καί ιζ' έκατονταετηρίδος». 0 εν Κωνσταντινονπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος ΙΖ' (1882-1883) , Κωνσταντινούπολη 1886, 70-71. 65. Δοσίθεος Πατριάρχης Ιεροσολύμων,ό.π.,σ.5 4 - 5 5 . Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, ό.π., σ· 530, 531, 533-534. 66. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, ό.π.,σ.5 4 0 , 543, 544, 548-549, 565-566, 568, 571. Χρή στος Λασκαρίδης, ό.π.,σ.4 1 καί έξης. 67. Λεπτομερής περιγραφή τους δίνεται άπο τον μετέπειτα Πατριάρχη Δοσίθεο, ό όποιος ώς διάκονος του τον συνόδευε στις περιοδείες του. Βλ. Δοσίθεος Πατριάρχης Ιεροσολύμων, ό.π., σ · 69-70, 104-105, 117-119, 126-140.
2(17
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
διάδοχος του Πατριάρχης Νεκτάριος (1661-1669) το 1663 περιόδευσε στη Μολδα βία και τον επόμενο χρόνο στη Βλαχία καί σε άλλες ευρωπαίκές περιοχές.68 Τεράστια υπήρξε ή δραστηριότητα του Πατριάρχη Δοσιθέου (1669-1707) για την εξασφάλιση ελεών. Ό Δοσίθεος, πού ελάχιστα παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα κατά τη διάρκεια της πατριαρχίας του, έζησε κυρίως στην Κωνσταντινούπολη καί στίς Παραδουνάβιες Ηγεμονίες μετακινούμενος κατά διαστήματα προσωπικά γιά ζητείες, αποστέλλοντας, όμως, παράλληλα καί άλλους στη Ρωσία, όπως π.χ. τον ανιψιό του Χρύσανθο, που υπήρξε καί ό διάδοχος του στον πατριαρχικό θρόνο. Ή δράση καί ή επιρροή τού λογίου αυτού Πατριάρχη εξασφάλιζε έτσι τά απαιτούμενα γιά την κάλυψη των αναγκών τού Πατριαρχείου του. 69 Οι οικονομικές ανάγκες, ωστόσο, ήταν ατελεύτητες καί ή συλλογή ελεών παρέμενε ή μόνη λύση. Έτσι, καί ό Πατριάρχης Ιεροσολύμων Χρύσανθος Νο ταράς αναγκάστηκε νά αναλάβει τρεις σχεδόν αλλεπάλληλες περιοδείες, πλην της προγενέστερης, στή Ρωσία. από το οδοιπορικό του, πού έχει διασωθεί και εκδοθεί, μπορούμε νά παρακολουθήσουμε με λεπτομέρειες τά ταξίδια του μεταξύ τών ετών 1720 καί 1726. Με αφετηρία την Κωνσταντινούπολη ταξίδεψε στην Ανατολική Ρωμυλία, στή Μ. Ασία καί τή Συρία καθ' όδον προς τήν Ιερουσαλήμ, καί κατόπιν πίσω στην Πόλη καί τέλος άπο εκεί προς Σμύρνη καί Χίο. Εξάλλου, φρόντισε νά εκδοθούν έγκύκλια γράμματα καί «άπανταχούσες» άπο τους Οικου μενικούς Πατριάρχες πού θά διευκόλυναν τίς ζητείες τών Άγιοταφιτών μοναχών ή επιτιμητικά γράμματα όταν παρεμποδιζόταν ή δραστηριότητα τους.70 Οι Πατριάρχες πού τον διαδέχθηκαν δεν είχαν, επίσης, άλλες επιλογές άπο τή συνέχιση τών ταξιδιών ζητείας. Έτσι, ό Πατριάρχης Μελέτιος (1731-1737) έστειλε το 1732, αμέσως σχεδόν μετά τήν άνοδο του στον θρόνο, τον ιερομόνα χο Φιλόθεο αρχικά στή Μακεδονία καί κατόπιν στην Κύπρο, ένώ ό διάδοχος του Παρθένιος (1737-1766) έστειλε μοναχούς γιά ζητεία στή Ρωσία. Εγκυκλίους γιά ζητείες τού Πατριαρχείου Ιεροσολύμων εξέδωσε, έκτος άπο τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κύριλλο έ το 1749 πού προαναφέρθηκε, καί ό Παίσιος Β' δύο χρόνια νωρίτερα, το 1747. Άπο αυτές τίς ζητείες συγκεντρώθηκαν μεγάλα ποσά.71 Ακολούθως ό Πατριάρχης Έφραίμ Β' (1766-1771) εξήλθε προσωπικά σε ζητεία στή Μολδοβλαχία, άλλα αναγκάστηκε νά επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη όταν 68. Στοίδιο,σ.1 4 3 και έξης. 69. Δοσίθεος,ό.π.,σ.1 4 9 καί έξης. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος,ό.π.,σ.5 9 1 - 6 6 4 . loan V. Dura, Ό Δοσίθεος Ιεροσολύμων και ή προσφορά αύτού είς τάς ρουμανικάς χώρας καί την έκκληαίαν αυτών, Αθήνα 1977,σ.2 1 , 24. 70. Πηνελόπη Στάθη, ό.π., Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά 1 (1984) 127-280. Πρβλ. και πιο κάτω σ. 2 8 0 . 71. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος,ό.π.,σ.6 9 0 , 694.
268
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
ξέσπασε ό Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Ή αίτηση για βοήθεια στη Ρωσία απέδωσε μετά άπο μερικά χρόνια. 72 Έ ν α ς εντυπωσιακός γιά τη μεγάλη αποδοτικότητα καί την ταχύτητα διεξαγωγής του έρανος, γιά την ανοικοδόμηση τού Παναγίου Τάφου μετά τήν καταστροφή του ά π ο πυρκαγιά, διεξήχθη στις αρχές του 19ου αιώνα έπί Πατριάρχη Ανθίμου (1788-1808) . 7 3 Ό λ ο υ ς αυτούς τους αιώνες, παράλληλα με τίς πατριαρχικές ζητείες, Άγιοταφίτες μοναχοί περιόδευαν α κ α τ ά π α υ σ τ α εντός καί, συχνά, έκτος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι ζητείες δέν ήταν άγνωστες ούτε καί στο Πατριαρχείο Αντιοχείας, μολονότι δεν φαίνεται νά διεξάγονταν τόσο συχνά. Γνωρίζουμε π.χ. ότι ό Πατριάρχης Ιωακείμ Γ' το 1583 άποτάθηκε στον Τσάρο Ίβάν Δ' τον Τρομερό ζητώντας τή βοήθεια του καί έλαβε ά π ο αυτόν 200 ρούβλια καί διάφορα δ ώ ρ α . Στα τέλη τού 1585 ξεκίνησε καί ό ίδιος γιά τή Ρωσία καί. αφού διέτρεξε διάφορες περιοχές τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσω Λβώφ έφθασε το 1586 στή Μόσχα. Άπο εκεί έλαβε καί πάλι βοήθεια καί πλούσια δ ώ ρ α ά π ο τον Τσάρο γιά τά Πατριαρχεία της Ανατολής, άλλα δέν είναι γνωστό πότε ακριβώς επέ στρεψε στην έδρα του. 7 4 Ό Μακάριος Γ' (1647-1672) , επίσης, στο δ ι ά σ Ρ η μ α τής π α τ ρ ι α ρ χ ί α ς του πραγματοποίησε δύο μακρά ταξίδια στή Ρωσία. Στην πρώτη α π ο δ η μ ί α του, άπο το 1652 μέχρι το 1660. ά π ο Δαμασκό μέσω Κωνσταντινούπολης, Μολ δαβίας καί Ουκρανίας πήγε στη Μόσχα, οπού παρέμεινε δύο χρόνια. Το δεύ τερο ταξίδι του, με τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Παίσιο (1657-1678) , έγινε καί πάλι μετά ά π ο πρόσκληση τού Τσάρου στή Μόσχα. Το οδοιπορικό τών δύο Πατριαρχών προς τη Μόσχα αυτή τή φορά πραγματοποιήθηκε μέσω Ιβηρίας, Κασπίας Θάλασσας, Άστραχάν, διάπλου τού Βόλγα καί Σιμπίρσκ. Επέστρεψαν το 1669 μέσω Γεωργίας. 7 5 Ό Πατριάρχης Σίλβεστρος, εκατό π ε ρ ί π ο υ χρόνια αργότερα, περιήλθε διά φορα μέρη τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γ ι ά συλλογή χρηματικών βοηθη μάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι, καί μετά τήν αναχώρηση του ά π ό τή Χίο πού τήν είχε επισκεφθεί δύο φορές, διατήρησε αλληλογραφία μέ σημαίνοντα πρό σωπα, τά όποια τον είχαν βοηθήσει, προφανώς ελπίζοντας καί σέ νέα βοήθεια άπο το νησί πού άκμαζε υλικά καί πνευματικά. 7 6 72. Στο ίδιο, α 709-711. 73. Στοίδιο,σ.7 1 8 . 74. Χρυσόστομος Ά. Παπαδόπουλος, Ιστορία της Εκκλησίας Αντιοχείας, Αλεξάνδρεια 1951, σ. 993-999. 75. Στοίδιο,σ.1015-1021, 1023-1026. Χρήστος Π. Λασκαρίδης,ό.π.,σ.3 5 8 . 76. Ηλιουπόλεως Γεννάδιος, «Έπιστολαί του Πατριάρχου Αντιοχείας Σιλβέστρου (17521753) », Ελληνικά 8 (1935) 241-245.
269
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Τα Πατριαρχεία, καί όχι μόνον αυτά, αναλάμβαναν και άλλες εκτεταμένες αποδημίες γ ι ά τη συναγωγή ελεών και π ρ ο ς μη ορθόδοξες χώρες χωρίς τ ά δια φορετικά δ ό γ μ α τ α τών ηγεμόνων ή τών κατοίκων τών χωρών αυτών νά απο τελούν ανασταλτικό εμπόδιο. Τά ταξίδια ζητείας στη Βρετανία ήταν γενικά αρκετά συνηθισμένα τόσο γιά τ ά Πατριαρχεία όσο και γιά ιδιώτες. Και άλλες όμως απομακρυσμένες ά π ο τήν Ο θ ω μ α ν ι κ ή Αυτοκρατορία χώρες της Ευρώπης δέχονταν απεσταλμένους τών Πατριαρχείων. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων π.χ. είχε διεξαγάγει ζητεία στην Πορτογαλία τον 16ο αιώνα και ό βασιλιάς της Ι ω ά ν ν η ς είχε προσφέρει στους μονάχους επιτρόπους του Πατριάρχη, πού είχαν φτάσει στην « ά κ ρ η τού κόσμου», «κροαζάδη τών αριθμών χιλιάδες ς' και ήμισι». 7 7 Ό μητροπολίτης Πελαγονίας καί Περλεάπου είχε, επίσης, φτάσει γ ι ά ζη τεία μέχρι τήν Ι σ π α ν ί α (1587-1588) , όπου μάλιστα, εξαιτίας τών συκοφαντιών κάποιου Έ λ λ η ν α , συνελήφθη ά π ό τήν Ι ε ρ ά Ε ξ έ τ α σ η της Μαδρίτης καί κατά φερε ν ά απελευθερωθεί μετά ά π ό πολλές ταλαιπωρίες. 7 8 Δεν ήταν άγνωστες καί οί εκκλήσεις γ ι ά βοήθεια προς τον Π ά π α τής Ρώμης. Γνωρίζουμε π.χ. ότι προς τον Π ά π α Γρηγόριο I F έστειλε επιστολή ό Πατριάρ χης Ιεροσολύμων Γερμανός και διάφοροι άλλοι ιεράρχες, ηγούμενοι, κ.ά. ζη τώντας βοήθεια ή ευχαριστώντας γ ί αυτήν πού είχαν ήδη λάβει. 7 9 Επίσης, ό Αρχιεπίσκοπος Άχρίδος καί Πρώτης Ίουστινιανής Γαβριήλ στο πλαίσιο τής ζητείας του, στην οποία θά αναφερθούμε καί πιο κάτω, επισκέφθηκε το 1587 στή Ρώμη τον διάδοχο τού Γρηγορίου ΙΓ', τον Π ά π α Σίξτο έ (1585-1590) καί έγινε με εύμένεια δεκτός. 8 0 Τά « τ α ξ ί δ ι α » αυτά, όπως ήταν επόμενο, συχνά διαρκούσαν πολλά χρόνια καί οί μοναχοί απουσίαζαν πολύ μεγάλα διαστήματα ά π ό τ ά μοναστήρια. Προφανώς αυτό θέλησε νά θεραπεύσει το 1774 το πατριαρχικό γ ρ ά μ μ α τού Σαμουήλ Χατζερή προς τους Αγιορείτες μοναχούς. Μέ αυτό οί μοναχοί έντέλλονταν νά επιστρέφουν στις μονές τους καί νά αποδίδουν λογαριασμό μετά τή συμπλήρωση τεσσάρων ετών περιοδείας. 8 1
77. Χ.Γ. Πατρινέλης, «Έπιστολαί Ελλήνων προς τον Πάπαν Γρηγόριον ΙΓ (1572-1585) καί τον καρδινάλιον Σιρλέτον (t 1585) », Έπετηρις τον Μεσαιωνικου Άρχειου 17 (1967) 57. 78. Βλ. Ιωάννης Δ. Ψαράς, Ό Άρχιεπίσκοπος Άχρίδος Γαβριήλ και οί περιπλανήσεις του στις ευρω παίκές χωρες, Βιογραφικό σχεδίασμα (1527-1593), μεταπτ. διπλωματική εργασία, Α.Π.Θ. 1976, σ. 4 . 79. Χ.Γ. Πατρινέλης, ο.π., Έπετηρις τού Μεσαιωνικού Άρχείον 17 (1967) σποραδικά. 80. Ιωάννης Δ. Ψαράς, ο.π.,σ.2 3 , 27. 81. Αλέξανδρος Λαυρεώτης, «Ανέκδοτα πατριαρχικά γράμματα εκ τών Αρχείων της Ιεράς Μ. Λαύρας», Εκκλησιαστική Άλήθεία ΚΓ (1903) 514-515. Βλ. και Φωκίων Π. Κοτζαγεώργης» ό.π.,σ.1 9 7 , ύποσημ. 24.
270
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Από όσα προαναφέρθηκαν δόθηκε μια γενική εικόνα των δ ι α δ ρ ο μ ώ ν π ο υ ακολουθούσαν οι «ταξιδιώτες» σε Ανατολή και Δύση. Ε ν δ ε ι κ τ ι κ ά προστίθενται ακόμη κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις προκειμένου να έ χ ο υ μ ε μια σα φέστερη γνώση του εκτεταμένου χώρου που μπορούσε να κ α λ ύ ψ ε ι μια ζητεία και τών ετών π ο ύ μπορούσε να διαρκέσει. Ό Αρχιεπίσκοπος Άχρίδος και Πρώτης Ίουστινιανής Γαβριήλ ταξίδεψε αρχι κά το 1585 άπο τήν Κωνσταντινούπολη στή Ρωσία, με συστατική επιστολή του Πατριάρχη Θεόληπτου, καί παρέμεινε έκει λιγότερο ά π ό ενα χρόνο. Κατόπιν επισκέφθηκε τον βασιλιά της Πολωνίας Στέφανο Α' Μπάτορυ (1575-1586) ά π ό τον όποιο έλαβε συστατική επιστολή για τον Πάπα Σίξτο έ . "Υστερα πέρασε στην Πράγα και άπο εκεί στο Τύμπινγκεν οπού επισκέφθηκε τον Μαρτίνο Κρούσιο. Μετά μέσω Ουλμ, Βιέννης και Ίνσμπρουκ έφτασε στή Ρώμη τον Δεκέμβριο τού 1587. Ό Γαβριήλ κατηγορήθηκε γιά τις σχέσεις του με τή Λατινική Εκκλησία καί δεν φαίνεται νά επέστρεψε ποτέ στην Κωνσταντινούπολη· το 1589 βρισκόταν στή Βενετία ά π ο όπου καί αναχώρησε γιά τή Βιέννη. Κατά μία πληροφορία πέθανε μερικά χρόνια αργότερα, το 1593, σε μιά γερμανική πόλη.82 Άλλη γνωστή μακροχρόνια ζητεία, πού είχε ώς αποτέλεσμα τή συλλογή με γάλου χρηματικού ποσού, πραγματοποίησε ό Καισάριος Δαπόντες, ό γνωστός λόγιος του 18ου αιώνα καί μοναχός της μονής Ξηροποτάμου τού Αγίου Ό ρ ο υ ς . Ή ζητεία έγινε γιά νά συλλέγουν χρήματα προκειμένου νά ανακαινιστεί τ ο ερειπωμένο μοναστήρι. Ό Δαπόντες έφερε μαζί του στο «ταξίδι» το τεμάχιο τού Τιμίου Σταυ ρού πού είχε ή μονή. Ό ίδιος έχει περιγράψει τή ζητεία, πού κράτησε οκτώ χρόνια, άπο το 1757 έως το 1765, καί επεκτάθηκε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, τήν Κωνσταντινούπολη, τή Χίο, τή Σάμο, τά Ψαρά, τήν Εύβοια. 8 3 Με τ ά χρήματα πού συγκεντρώθηκαν έγινε δυνατή ή έκ βάθρων ανακαίνιση της μονής Ξηροποτάμου 8 4 καί ό Καισάριος Δαπόντες ανακηρύχθηκε δεύτερος κτήτοράς της. Το γεγονός αναφέρεται καί σε έμμετρη επιγραφή, πού πιθανότατα είχε συνθέσει ό ίδιος, στο υπέρθυρο τών βασιλικών πυλών τού καθολικού της μονής. 85 82. Περικλής Γ. Ζερλέντης, Σημαώματα περι Ελλήνων έκ τών Μαρτίνου Κρουσίου Σουηκικών Χρονικών, Αθήνα 1922,σ.2 1 - 2 4 . Ιωάννης Δ. Ψαράς, ό.π., σποραδικά. 83. Καισάριος Δαπόντες, Κήπος χαρίτων, τουτίστι βιβλίον περιέχον τήν περίοδον τού τιμίου Ξύλου τού ζωοποιού Σταυρού, τού iv τή ίερα και βασιλική μονή τού Ξηροποτάμου, τή ούση έν τώ άγιωνύμω όρει τού Άθωνος,και άλλα διάφορα [...], Αθήνα 1880. Δ.Μ. Πολύβιος, «Ή ζητεία τού Καισαρίου Δαπόντε για τήν ανοικοδόμηση του καθολικού της μονής Ξηροποτάμου», Κληρονομιά 24 (1992) 183-203. Του Υδιου. «Ό Καισάριος Δαπόντες και οΙ απεικονίσεις νεομαρτύρων στο καθολικό της μονής Ξηροποτάμου», Ελληνικά 46 (1996) 115-125. 84. Δ.Μ. Πολύβιος, Γο καθολικό τής μονής Ξηροποτάμου. Σχεδιασμός και κατασκευή στη ναοδομία τού 18ου αιώνα, Αθήνα 1999. 85- G. Millet, J. Pargoire, L. Petit, Recueil des inscriptions chrétiennes de l'Athos, Παρίσι 1904, ς.
271
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗ
Ή περίπτωση της ζητείας τού Καισάριου Δαπόντε είναι χαρακτηριστική τών ζητειών πού διενεργούσαν τα μοναστήρια και που ήταν ευρύτατα διαδεδομένες καθώς και τού μεγάλου χρηματικού ποσού πού μπορούσαν να συγκεντρώσουν στα «ταξίδια» τους οί μοναχοί. Είναι επίσης πολύ καλά τεκμηριωμένη άπο την περιγραφή της άπο τον ίδιο και το σωζόμενο λεπτομερές αυτόγραφο κατάστιχο τών εσόδων της. 86 Στη συγκεκριμένη περίπτωση ό Δαπόντες παρέδωσε σε μετρητά στο μοναστήρι μετά την επιστροφή του 3.120 γρόσια, ένώ προηγουμένως είχε αποστείλει κατά καιρούς άλλα 22.820 γρόσια. Έάν ς αυτά συμπεριληφθούν οί δαπάνες μετακινήσεων καί διαβίωσης τών «ταξιδιωτών», ή αξία διαφόρων αντικειμένων πού τους είχαν δοθεί κ.λπ. το συνολικό ποσό άπο τη ζητεία θά πλησίαζε τά 100 πουγγιά, δηλαδή 50.000 γρόσια. 87 Τά χρήματα αυτά καί σε αυτήν όπως καί σε άλλες περιπτώσεις συλλέγονταν ώς επί το πλείστον με τους αγιασμούς καί άλλες ίεροπραξίες πού εκτελούσαν οί μοναχοί. Οί προσφορές αυξάνονταν κατά πολύ όταν ή ζητεία συνέπιπτε με επιδημία πανώλης, όποτε ό Τίμιος Σταυρός ή τά άγια λείψανα πού μετέφεραν αποτελούσαν γιά τους κα τοίκους την ελπίδα γιά την αποτροπή τού κακού. Οί σχετικές περιγραφές τού Δαπόντε στον Κήπο Χαρίτων είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές. 88 Ή δ η έγινε πιο πάνω λόγος γιά ζητείες πολλών μοναστηριών. Ή περαιτέρω διερεύνηση τών ζητειών τών πολυάριθμων μοναστηριών γιά τά όποια διαθέτουμε κάποια στοιχεία θά υπερέβαινε τά μέτρα της παρούσας εργασίας, θ ά αρκεστούμε επομένως στην εξέταση μόνον ορισμένων επιπλέον περιπτώσεων πού μπορούν νά προσθέσουν κάποια γενικότερα ενδεικτικά στοιχεία, θά αναφερθούμε στις ζητείες γυναικείων μοναστηριών, καθώς επίσης μονών καί ναών τών Ιόνιων Νη σιών καί τού Άγιου Όρους. Πρέπει, ωστόσο, νά επισημανθεί ότι πληρέστερη καί σαφέστερη εικόνα τών ζητειών τών μοναστηριών θά αποκτούσαμε μέ τήν έκδοοη τών σωζόμενων κατάστιχων πού τηρούσαν οί «έκ τών καλουμένων ζητιάνων» μοναχοί, θ ά είχαμε έτσι τη δυνατότητα νά παρακολουθήσουμε μέ λεπτομέρειες τις διαδρομές, τις εισπράξεις τους, τις ιερουργίες πού εκτελούσαν κ.λπ.89 182. Βλ. και Κ. Καλλιανός, «Καισαρίου Δαπόντε: επιγράμματα διάφορα», Πρωτάτον 27 (1991) 20. Δημήτριος Π. Πασχάλης, «Καισάριος Δαπόντες (1714-1784) », βιολογία 13 (1935) 233-235. Φλοριν Μαρινέσκου, Τά Ρουμανικά έγγραφα τού Αγίου Όρους. Αρχείο Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου, α. 6, 9-10, 23, 271. Ευθύμιος Θ. Σουλογιάννης, «Καισάριος Δαπόντες (1714-1784) . Ή ζωή, ή μόρφωση καί οί γνωριμίες του», θησαυρίσματα 34 (2004) 452-453. 86. Π. Γουναρίδης, Αρχείο Ί. Μ. Ξηροποτάμου. Σύμμεικτα 3, κωδ. 8, Αθήνα 1993,σ.1 - 2 5 1 .
Επιτομές μεταβυζαντινών έγγραφων.
Αθωνικά
87. Εϋδ. Ξηροποταμηνός, «Καισάριος Δαπόντες», Γρηγόριος Παλαμάς 6 (1922) 533-534. Δ.Μ. Πολύβιος, Το καθολικο της μονής Ξηροποτάμου, α. 46. 88. Βλ. ενδεικτικά στοίδιο,σ.1 9 2 , 201, 202, 209-211, 220, 224, 252-253, 274. 89. Βλ π.χ. Τα χειρόγραφα τών Μετεώρων. Κατάλογος περιγραφικός τών χειρογράφων κωδίκων τών
272
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΓΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Συγκριτικά με τα ανδρικά, ελάχιστα γυναικεία μοναστήρια φαίνεται ότι πραγματοποιούσαν ζητείες, αυτό τουλάχιστον συνάγεται άπο τα στοιχεία που μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε. Για ενα μόνο άπο αυτά υπάρχει μια σχετικά συνεχής σειρά πληροφοριών ώς προς τίς ζητείες του. Πρόκειται γιά τη μονή της Αγίας Φιλοθέης (αφιερωμένη στον Άγιο Ανδρέα) στην Αθήνα. Καταρχήν, ή ίδια ή ίδρυτριά της ή Φιλοθέη Μπενιζέλου βρέθηκε στην ανάγκη με επιστολή της, στις 22 Φεβρουαρίου του 1583, νά ζητήσει τή βοήθεια της Γερουσίας τών Βενετών για να αντιμετωπίσει ενα χρέος της μονής που ανερχόταν σε 60.000 άσπρατο αίτημα της Ικανοποιήθηκε άπο τους Βένετους και το 1584 ό ιερομόναχος Σεραφείμ Πάγκαλος εισέπραξε γιά λογαριασμό της 200 τσεκίνια. 90 Οι πιεστικές ανάγκες της μονής ανάγκασαν τον επόμενο αιώνα τις μοναχές να εξέλθουν οι ίδιες σέ περιοδεία ζητείας. Μιά «άπανταχούσα», πιθανότατα τών άρχων τού 17ου αιώνα (ίσως τού 1601) άδηλου μητροπολίτη Αθηνών, συνιστούσε στους απανταχού «φιλόπτωχους και ελεήμονας χριστιανούς» τήν προηγουμένη Λεοντία πού θα περιόδευε γιά τή συλλογή βοήθειας προς το μοναστήρι της.91 Ή «άπανταχούσα» αυτή δεν σχετίζεται με ένα πιθανότατα μεταγενέστερο «ταξίδιον» στη Ζάκυνθο, όπου συναντάμε τήν ίδια μοναχή Λεοντία ώς ηγουμένη τον Νοέμβριο τού 1615. Στη ζητεία συνοδευόταν άπο μία άλλη μοναχή ονόματι Μαγδαληνή. Στη Ζάκυνθο ή Λεοντία ασθένησε καί έκανε τή σύντροφο της πληρεξούσια γιά νά συγκεντρώσει καί νά μεταφέρει στο μοναστήρι τους στην Αθήνα δ,τι είχαν αποκομίσει άπο τή ζητεία τους σέ χρήματα καί ρουχισμό. Το ποσό πού είχαν συλλέξει δέν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητο, ανερχόταν σέ 2.000 ρεάλια. 92 άποκειμένων ας τάς μονάς τών Μετεώρων εκδιδόμενος έκ τών καταλοίπων Νίκου Α. Βέη. τ. Α'. Τα χει ρόγραφα τής Μονής Μεταμορφώσεως, προλ.. προσθ. Λ. Βρανούση - Δ.Ζ. Σοφιανού, β' έκδοση, Αθήνα 1998,σ.1 3 2 (κώδικας 100) .σ.3 4 8 (κώδικας 337) . Επίσης Τα χειρόγραφα τών Μετεώρων. Κατάλογος περιγραφικός τών χορογράφων κωδίκων τών άποκειμένων άς τάς μονάς τών Μετεώρων έκδιδόμενος εκ τών καταλοίπων Νίκου Α. Βέη, τ. Β'. Τα χειρόγραφα τής Μονής Βαρλαάμ. Αθήνα 1984,σ.3 6 3 (κώδικας 256) . Περικλής Γ. Ζερλέντης, Ιστορικοί έρευναι περί τάς Εκκλησίας τών Νήσων τής Ανατολικής Μεσογείου θαλάσσης, τ. Α', Ερμούπολη 1913,σ.6 5 . Ευτυχία Δ. Λιάτα, Ή Σέριφος κατά την Τουρκοκρατία (17ος19ος ai.) . Συμβολή στή μελέτη τών κοινωνικών και οικονομικών δομών καί τού κοινοτικού συστήματος. Αθήνα 1987, α 23. Βλ και υποσημείωση 76. 90. Κ.Δ. Μέρτζιος, «Ή Όσία Φιλοθέη. Ανέκδοτα έγγραφα». Ελληνικά Ι Γ (1954) 122-128. ΦιλοθέηΜπενιζέλου ή Άύηναία. έπιμ. Καλλιόπη (Κέλλυ) Ά. Μπουρδάρα, κείμενα Μαρία ΧρόνηΒακαλοπούλου καί Ναυσικά Πανσελήνου, Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, [Αθήνα 2006], σ· 36-42, 166-167. 91. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, Μνημεία τής Ιστορίας τών Άθηναίων δημοσιευόμενα περιο δικώς. Τουρκοκρατία, τ. Α'σ.1 7 4 - 1 7 6 . Ιωάννης Γεννάδιος, « Ό οιχος τών Μπενιζέλων καί ή Οσία Φιλοθέη, 1420-1920. Απόσπασμα ανεκδότου συγγραφής», άνατύπ. περιοδ. Ελληνισμός (Αθήνα, Μάρ.-Σεπτ. 1929) 41, 55-56. 92. Μανουήλ Ίω. Γεδεών, Πατριαρχικαι Εφημερίδες. Ειδήσεις έκ τής ημετέρας Εκκλησιαστικής Ιστορίας 1500-1912. Αθήνα 1936,σ.1 7 7 - 1 7 9 .
273
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Άπο επιστολή της ηγουμένης Λεοντίας προς τον ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Ιωάννη (πιθανόν και αύτη περί το 1601) εμφαίνεται οτι είχαν προηγηθεί καί άλλες ζητείες στις όποιες δεν είχαν συμμετάσχει οι μοναχές. Στον Ιωάννη είχαν σταλεί ως επίτροποι της μονής της κάποιος Ηλίας καί ένας ανώνυμος πνευματικός, οι όποιοι όμως απεβίωσαν. Ό ηγεμόνας είχε υποσχεθεί οτι θα βοηθούσε στην ανακαίνιση τής μονής τού Αγίου Ανδρέου, αλλά, καθώς το πα λάτι του καταστράφηκε άπο πυρκαγιά, ή υπόσχεση του δεν φαινόταν εύκολο νά εκπληρωθεί. Πάντως, ή ηγουμένη έστειλε στη Μολδοβλαχία τον ιερομόναχο Νεκτάριο, ό όποιος είχε αρχικά πείσει τον ηγεμόνα νά παράσχει τη βοήθεια του, ελπίζοντας οτι θά εξασφάλιζε καί πάλι τή συνδρομή του. 93 Μιά άλλη «άπανταχούσα» τού 1670, αυτή τή φορά τής ηγουμένης Χριστοδούλης καί όλων των αδελφών τής μονής, μας πληροφορεί οτι ή προηγουμένη καί δύο αδελφές θά περιόδευαν γιά νά συλλέξουν ελεημοσύνη. Τέλος, ενα συστατικό γράμμα τής ηγουμένης Ελισάβετ, σωζόμενο μερικώς, ή μή δημοσιευμένο ολόκλη ρο, εκδόθηκε στις 26 Απριλίου τού 1699 στο Ναύπλιο, τήν περίοδο τής δεύτερης Βενετοκρατίας τής Πελοποννήσου, όταν πολλοί Αθηναίοι είχαν μετοικίσει εκεί. Δεν γνωρίζουμε ποιο πρόσωπο ή πρόσωπα συνιστά, άλλα ή συλλογή ελεών γι νόταν γιά τήν ανακαίνιση τής μονής πού κινδύνευε νά ερειπωθεί. Ή ηγουμένη Ελισάβετ εξέδωσε, επίσης, «άπανταχούσα» στις 9 Νοεμβρίου τού 1701, στην οποία, αφού περιγράφει τις καταστροφές πού είχε υποστεί το μοναστήρι κατά τον προηγηθέντα πόλεμο, αναφέρει οτι τήν ελεημοσύνη γιά τήν ανακαίνιση τής μονής θά συνέλεγαν ή μοναχή Μαγδαληνή «με κάποιον γέροντα τού μοναστηρίου ημών ονόματι Χαγγί Γεωργίου».94 Προφανώς, τά γυναικεία μοναστήρια, κατά περίπτωση, άλλοτε έστελναν δύο ή τρεις μοναχές σέ ζητεία, άλλοτε ή μοναχή συνοδευόταν άπο κάποιον γέροντα, πιθανόν κληρικό, καί σέ άλλες περιπτώσεις τις ζητείες τις έκαναν άνδρες επίτροποι τής μονής. Μία άπο τις λίγες περιπτώσεις γυναικείας ζητείας πού γνωρίζουμε αναφέ ρεται σέ «άπανταχούσα» τής 9ης Μαρτίου τού 1683 τού Αρχιεπισκόπου Κε φαλληνίας καί Ζακύνθου Πάίσίου. Είχε εκδοθεί γιά τή ζητεία πού θά πραγ ματοποιούσε ή μοναχή Καλλιτρόπη άπο τή μονή τής Αναλήψεως τής Κεφαλονιάς γιά νά συγκεντρώσει βοήθεια γιά τήν ανακαίνιση τής μονής.95
93. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ό.π., τ. Α',σ.1 7 6 - 1 7 7 . Ιωάννης Γεννάδιος, ό.π., σ. 40, 53-54. Βλ. και Φιλοθέη Μπενιζέλου ή Άθηναία,σ.8 4 - 8 5 , 168-169. 94. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ό.π., τ. Α', σ. 138-139. 178. Ιωάννης Γεννάδιος, ό.π., σ. 42, 58-59. 95. Κωνσταντίνος Μέρτζιος, «Ό Μικρός Έλληνομνήμων», άνάτυπ. περιοδ. ΉπειρωτικηΈστια. (1960) 53-54.
274
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Μια άλλη «άπανταχούσα» του Μ. Πρωτοπαπά Κέρκυρας Ιωάννη Βούλγαρη, ή οποία εκδόθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου τού 1743 υπέρ κάποιας μονάχης Διο νυσίας που μόναζε στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, πιθανότατα αφο ρούσε ναό της Κέρκυρας καί επομένως δεν προύπέθετε την αποδημία της μοναχής μακριά άπο τον τόπο της. 96 Για άλλα γυναικεία μοναστήρια δεν μας είναι γνωστές ζητείες. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δέν γίνονταν, άλλα πώς διασώθηκαν λιγοστά στοιχεία καθώς ήταν πολύ πιο σπάνιες. Οι μονές των βενετοκρατούμενων περιοχών φαίνεται ότι κατέφευγαν πιο σπάνια σέ ζητείες έκτος της επικράτειας στην οποία άνηκαν, ή τουλάχιστον δέν είναι γνωστές πολλές σχετικές αναφορές. «Ταξιδιώτες» πού συγκέντρωναν ελέη γιά μονές ή ναούς τών Έπτανήσων απαντώνται πάντως στην Κέρκυρα. Βλέπουμε π.χ. άπο «άπανταχούσες» πού εξέδωσε ό Μ. Πρωτοπαπάς Ιωάννης Βούλγαρης μεταξύ τών ετών 1738 και 1746 ότι στην Κέρκυρα περιόδευαν τά χρόνια εκείνα γιά ζητεία δύο τρεις μοναχοί άπο την Κεφαλονιά, ένας δύο άπο τη Λευκάδα καί ένας άπο τά Κύθηρα, καθώς καί Κερκυραίοι πού ήθελαν νά συλλέξουν βοήθεια γιά εκκλησίες ή μοναστήρια του νησιού τους. 97 Οι ζητείες στά Επτάνησα συνεχίστηκαν και μετά το τέλος τής Βενετοκρατίας, όπως βλέπουμε άπο εγκύκλιο πατριαρχικό γράμμα τού Πατριάρχη Κυρίλλου ΣΤ πού εκδόθηκε το 1818. Μέ αυτό συνιστούσε τήν προσφορά ελεημοσύνης στον ιερομόναχο Χρύσανθο καί τή συνοδεία του, πού ταξίδευαν μέ λείψανα γιά νά συγκεντρώσουν χρήματα γιά τή μονή τής Ύπεραγίας Θεοτόκου, Κυρίας τών Αγγέλων, τής Σπηλαιώτισσας στο όρος Σκοπός τής Ζακύνθου, ή οποία «κατά τούτους τους καιρούς ήφανίσθη παρά τους διαφόρους αρχηγούς καί έξουσιαστάς τών Ε π τ ά Ιονικών Νήσων [,..]».98 Στις ζητείες τών αθωνικών μονών έγιναν ήδη αρκετές αναφορές. Πολλές ακόμη απαντούν σέ δημοσιευμένα έγγραφα ή σέ άλλες πηγές. Είναι ίσως χα ρακτηριστικό ότι οί είκοσι μονές τού Αγίου Όρους έχοντας πρόβλημα πώς νά διαχειριστούν τήν περιουσία πού συγκέντρωναν κυρίως στή Μολδοβλαχία φρόντισαν (πρίν άπό τό 1760) γιά τον άπό κοινού διορισμό επιτρόπων του Αγίου Όρους, οί όποιοι θά ήταν υπεύθυνοι γιά τή διαχείριση τών οικονομικών καί τών μετοχιών τους. Οί επίτροποι αυτοί έπρεπε νά είναι πεπειραμένοι καί δοκιμασμένοι «ταξιδευτές», όπως ήταν ό προηγούμενος τής Μεγίστης
96. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, ύποφάκελος 10, φ, 18v-19r. 97. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, ύποφάκ. 10, φ. llr-v, 17v, 18v-19r, 20v, 21ν, 21v-22r, 23ν, 26ν. Νικόλαος Βούλγαρης, ό.π., Παρνασσός ΙΓ (Ιούνιος 1890) 304, 305, 312, 314, 315, 316. 98. ΜανουήλΙω. Γεδεών, Αρχειον Εκκλησιαστικής Ιστορίας, ο. 119-121.
275
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗ
Λαύρας Σίλβεστρος. Συχνά υπήρχαν και επίτροποι πού ήταν λαίκοί, συνήθως πραγματευτές, οί οποίοι προφανώς φρόντιζαν για τα συμφέροντα του Αγίου Όρους σε διάφορα μέρη οσο δεν βρίσκονταν έκει απεσταλμένοι μοναχοί ή οσο εκείνοι βρίσκονταν σε περιοδεία. Φαίνεται οτι ανάμεσα στα καθήκοντα των επιτρόπων αυτών ήταν καί ή περιφορά τού κουτιού της ελεημοσύνης, ή συλλογή τών χρημάτων άπο αυτό και ή παράδοση τής βοήθειας στον εκάστοτε απεσταλμένο τών τεσσάρων επιστατών τού Αγίου Ό ρ ο υ ς . " Στην Κωνσταντι νούπολη ή σε άλλες μεγάλες πόλεις τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας καθεμία άπο τις μεγάλες μονές τού Αγίου Όρους διατηρούσε επιτρόπους, λαίκούς καί κληρικούς, πού φρόντιζαν γιά τά γενικότερα συμφέροντα τους έκει καί φυσικά καί γιά τις ζητειες, όπως βλέπουμε άπο τά αθωνικά έγγραφα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ή σύσταση ένας επιτρόπου, ό όποιος προειδοποιούσε τους μο ναχούς νά μήν συγκεντρώνουν νομίσματα πού ήταν ειτε φαλκιδευμένα, ειτε υποτιμημένα, τά όποια καί θά τους έπιστρέφοντανγιατι δεν μπορούσαν να πληρωθούν με αυτά τά χρέη τους. 100 Από τά έγγραφα τού Αγίου Όρους, επίσης, διακρίνεται σαφώς το ενδιαφέρον ορισμένων τουλάχιστον μοναχών να προτιμηθούν εκείνοι αντί άλλων γιά το ταξίδι τής ζητείας. 101 Ό λόγος τής προθυμίας τους θά γίνει φανερός πιο κάτω. Ή αποδοχή και ή υποδοχή τών έπαιτούντων μοναχών στους τόπους που ταξίδευαν ήταν συνήθως καλή, ωστόσο, δέν έλειπαν καί τά προβλήματα. Υπήρχαν περιπτώσεις κατά τίς όποιες οί αρχιερείς μιας επαρχίας προσπα θούσαν νά εκμεταλλευτούν τους μοναχούς και νά επωφεληθούν οί ίδιοι οικονομικά άπο τή διεξαγόμενη ζητεία. Γιά τον λόγο αυτό αρνούνταν νά τους δώσουν τήν απαραίτητη άδεια άν εκείνοι δέν τους κατέβαλλαν κάποιο ποσό, ή προσπαθούσαν με διάφορα προσχήματα νά τους αποσπάσουν χρήματα. Γνωρίζουμε π.χ. οτι είχαν υπάρξει καταγγελίες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά τού μητροπολίτη Λαρίσης Μελετίου (1750-1768) οτι είχε εξαναγκάσει κάποιον Σινάίτη μοναχό, πιθανόν ονόματι Διονύσιο, νά τού πληρώσει 131 πιάστρα, άν καί ήταν απαλλαγμένος άπο τήν καταβολή φορολογίας άπο τίς οθωμανικές αρχές. Ό Μελέτιος είχε επίσης φερθεί μέ μεγάλη άπρέπεια στον περιερχόμενο γιά ζητεία Πατριάρχη Ιεροσολύμων Παρθένιο.102 99. Βασίλης Ί . Άναστασιάδης, Άρχειο της Ί. Μ. Χιλανδαρίου. α. 65-68. 100. Αντώνης Πάρδος, Άρχειο τηςΙ. Μ. Παντοκράτορας,σ.1 9 0 - 1 9 4 . 101. Στοίδιο,σ.3 5 6 - 3 5 7 . Βασίλης Ί . Άναστασιάδης. ο.π.,σ.3 3 4 - 3 3 5 , 356-357. 102. Παναγιώτης Φ. Χριστόπουλος, Γο βιβλίο «Ή ΆλήθειαΚριτής» καί ή τυχοδιωκτική δράση τού συγγραφέα του Leandro Lombardi στον ελληνικό χώρο. Συμβολή στην εκκλησιαστική καί πολιτική ιστορία τών μέσων τού ιη' αι., διδακτ. διατριβή, Καποδιστριακο Πανεπιστήμιο Αθηνών 1984, σ. 1 1 7 , 133, 153.
276
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Ανάλογες είναι οί κατηγορίες που έγραψε για αρχιερείς ό Άγιοταφίτης πρωτοσύγκελλος Νεόφυτος στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων το 1792. Ό Νεόφυτος μόλις είχε φτάσει στην Αθήνα και επισκεπτόταν τους αρχιερείς ζητώντας τους την απαραίτητη άδεια γιά τή ζητεία. Ό άγιος Αθηνών, άφού πρώτα έλαβε το πεσκέσι πού τού πήγε και 250 γρόσια, εξέδωσε τήν άδεια. Ό Θηβών, έλαβε κι εκείνος το πεσκέσι του καί ζήτησε 300 γρόσια επιπλέον, ύστερα όμως άπό παζάρια αρκέστηκε στά 220, τά 100 ώς προκαταβολή καί τά υπόλοιπα αργότερα. Ό ίδιος πριν ένα χρόνο είχε λάβει άπό τον προηγούμενο πρωτοσύγκελλο μόνο 100 γρόσια, άλλα στο μεταξύ ανέβασε το τίμημα. Ό Ευρίπου έδωσε προσωρινά τήν άδεια χωρίς νά λάβει κάποια χρήματα, επειδή ό Νεόφυτος μόλις είχε έρθει, περίμενε όμως ότι θά τού έδινε αργότερα 300 γρόσια. Ό Νεόφυτος σχολιάζοντας τή συμπεριφορά τών ιεραρχών γράφει στον Πατριάρχη: «Επειδή καί όσα συνάζομεν άπό τάς επαρχίας των, αυτοί οί ίδιοι πάλιν μας τά παίρνουν, καθώς ίξεύρετε τά συνήθη των αρχιερέων». 103 Ό Νεόφυτος έγραψε εκ νέου το 1795 ότι ό μητροπολίτης Αθηνών τον πίεζε νά τού δώσει ώς δάνειο 1.000 γρόσια καί 30 ξέστες λάδι. 104 Ή εξαγορά δηλαδή τής άδειας ζητείας, γιά τήν οποία οί Διαφωτιστές κατηγορούσαν τον κλήρο, όπως θά δούμε καί πιο κάτω, ήταν πραγματικά διαδεδομένο φαινόμενο. Ενίοτε ή επισκοπική δίωξη, ή καί τιμωρία, κατά κάποιου ταξιδιώτη μο ναχού μπορεί νά είχε αφετηρία τήν καταγγελία ορισμένων ανθρώπων, πού ενδεχομένως θά χρησίμευε ώς πρόφαση γιά τον τοπικό αρχιερέα νά στραφεί εναντίον του. Μιά τέτοια περίπτωση υπονοείται σε ένα συστατικό γράμμα πού έγραψε ό Ευγένιος Βούλγαρης προς τον αρχιεπίσκοπο Καρλοβίτζης Παύλο, πριν άπό τό 1745, γιά λογαριασμό τού μητροπολίτη Θεσσαλονίκης γιά τον προηγούμενο τής μονής Βατοπεδίου Ίωάσαφ πού διεξήγαγε ζητεία στην περιοχή του. 105 Ό Ίωάσαφ είχε φαίνεται κατηγορηθεί ότι κατακράτησε μέρος τών συγκεντρωμένων ελεών γιά τον εαυτό του καί ότι είχε μαζί του τή σφραγίδα τής μονής. Στο συστατικό γράμμα εξαίρεται ή προσωπικότητα τού Ίωάσαφ πού είχε έπί χρόνια κάνει πολλές ζητειες γιά το μοναστήρι του. Αποδίδονται οί κατηγορίες στην κακότητα τών ανθρώπων, ένώ ταυτόχρονα δηλώνεται πώς ήταν σύνηθες οί «ταξιδιώτες» νά κρατούν ένα μέρος τών εισφορών πού συγκέντρωναν γιά τά προσωπικά τους έξοδα καί τή συνέχιση τού «ταξιδιού» τους. Τέλος, δηλώνεται πώς ήταν κοινή συνήθεια οί πατέρες τών μονών νά εγχειρίζουν τή σφραγίδα τής μονής σέ όσους αναλάμβαναν μακρινά ταξίδια. 103. Δημήτριος Γρ. Καμπουρογλους, ο.π., τ. Β',σ.3 2 5 - 3 2 6 . 104. Στο ιδιο, τ. Β',σ.3 2 8 . 105. Εθνική Βιβλιοθήκη τής Ελλάδος, κώδικας 2124, φ. 98.
277
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ
Πέραν τών εκβιαστικών απαιτήσεων των κατά τόπους εκκλησιαστικών άρχων, οι ζητειες τών μοναχών ύπόκειντο επίσης συχνότατα σέ απαιτήσεις, εκβιασμούς και αρπαγές α π ό διάφορους Οθωμανούς αξιωματούχους, π α ρ ά την ύπαρξη δια ταγμάτων που παρείχαν φορολογικές απαλλαγές, όπως έγινε ήδη σαφές από τα οθωμανικά έ γ γ ρ α φ α τής μονής του Σινά. Βεβαίως υπήρχαν καί άλλοι τρόποι για να αποσπάσουν περιουσιακά στοιχεία ά π ό τους έπαιτούντες. Π.χ. στην Αθήνα ό γνωστός Χατζή Άλή Χασεκής είχε καταφέρει νά αγοράσει πολύ φτηνά, ειτε μέ εκβιαστικό τρόπο, είτε μέ ύποπτη συμφωνία μέ τον επικεφαλής του «ταξιδιού» πρωτοσύγκελλο, ένα παλαιό μετόχι καί ένα ελαιοτριβείο, τά οποία κατόπιν οι Άγιοταφίτες προσπαθούσαν νά ανακτήσουν. 1 0 6 Μερικές φορές οι δυσκολίες πού συναντούσαν οΙ μοναχοί στίς ζητειες τους οφείλονταν στίς κακές προσωπικές σχέσεις τους μέ τους μητροπολίτες, τους προεστούς ή ακόμη καί τους επιτρόπους τών εκκλησιών ενός τόπου. Καί πάλι οί πληροφορίες πού διαθέτουμε ά π ό τήν Αθήνα μας επιτρέπουν νά παρακολου θήσουμε αρκετά καλά τέτοιες ενδεικτικές περιπτώσεις. Τό 1710, γιά παράδειγμα, ό Μελέτιος Αθηνών, ό γνωστός λόγιος καί συγγραφέας, φαίνεται ότι είχε έλθει σέ σύγκρουση μέ τους Λγιοταφίτες πού βρίσκονταν γιά ζητεία στην Αθήνα καί εκείνοι τον κατηγόρησαν στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Χρύσανθο Νοταρά καί στον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθανάσιο γιά παρακώλυση τής ζητείας. Κατόπιν αυτού, οΙ δύο Πατριάρχες έγραψαν στον Μελέτιο ζητώντας του νά μήν τους παρεμποδίζει στο έργο τους. Στην απάντηση του ό μητροπολίτης αρνήθηκε τήν κατηγορία καί απαρίθμησε τά ατοπήματα τών Άγιοταφιτών πού αγνοούσαν τήν εκκλησιαστική τάξη καί δέν επιδείκνυαν τη δέουσα συμπεριφορά. Ισχυριζόταν ότι αυτός απλώς τους έπέπληξε, επειδή χωρίς να μού δείξουν γράμμα συστατικόν. πώς είναι Ιερείς νομίμως χειροτονηθέντες, λειτουργούσι, εξομολογούσι. ποιούσιν αγιασμούς, καί ει τι άλλο έθέλουσι πράττειν, άνευ ερωτήσεως του κατά τόπον άρχιερέως καί το πλείστον, δια να δείξωσι το μεγαλειον τους καί το αύτοκέφαλον, Ίεροφορούσι παρόντος μου, χωρίς νά πάρουσι καιρόν καί νά άσπασθώσι τήν χείρα κατά το σύνηθες παραπλησίως τοις λοιποίς ίερεϋσι.1 Ή μακρά παραμονή τών έπαιτούντων σέ μιά περιοχή, ίδίως όσων διατηρούσαν μετόχια εκεί, όπως συνέβαινε μέ τους Άγιοταφίτες, τους Σιναίτες ή τους Αγιο ρείτες, συχνά δημιουργούσε ειτε δεσμούς, ειτε προστριβές μέ τους Ιεράρχες καί τους κατοίκους τού τόπου, οΙ οποίοι πολλές φορές επενέβαιναν ενεργώς 106. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ό.π., τ. Β',σ.3 0 4 , 311, 313, 317, 329. 107. Στο ίδιο, τ. Β',σ.2 8 3 - 2 8 4 , 334-336, 343-345.
278
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
ακόμη και στις προστριβές πού ενίοτε ανέκυπταν μεταξύ τών μοναχών. Όταν ό επικεφαλής της συνοδείας τους ήταν αγαπητός, τότε είχε τή συμπαράσταση τών ντόπιων πού τον ενίσχυαν στή ζητεία, διαφορετικά στρέφονταν εναντίον του καί τήν παρεμπόδιζαν με κάποιο τρόπο. Σειρά επιστολών του 18ου αιώνα σχετικά με τους Άγιοταφίτες πρωτοσύγκελλους πού διενεργούσαν ζητεία καί διαχειρίζονταν τά μετόχια της Αθήνας αποκαλύπτει τον βαθμό ανάμειξης του τοπικού στοιχείου στά θέματα τής ζητείας. Μεγάλος αριθμός κατοίκων της πόλης π.χ. προσυπέγραψε επιστολή προς τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων υποστηρίζοντας τον νέο πρωτοσύγκελλο Αγάπιο και κατηγορώντας τον παλαιό, τον Ιάκωβο, άπο τον όποιο ήθελαν νά απαλλαγούν. Οι κάτοικοι δήλωναν καθαρά οτι θά βοηθούσαν στή ζητεία μονάχα αν παρέμενε ό Αγάπιος καί αναχωρούσε ό προκάτοχος του. Αντιθέτως, ό μητροπολίτης Αθηνών έγραφε με τή σειρά του επιστολές προς τον Πατριάρχη υποστηρίζοντας τον Ιάκωβο καί δηλώνοντας ότι δεν θά προωθούσε τή ζητεία στην επαρχία του άν ό προστατευόμενος του ανακαλούνταν άπο τήν Αθήνα.108 Φαίνεται ότι ήταν κοινό φαινόμενο οι πολυάριθμοι επαίτες νά μήν τηρούν τις απαιτούμενες προύποθέσεις γιά τή διεξαγωγή ζητείας, όπως ήταν ή έγκριση της άπο τον τοπικό Ιεράρχη, ή κατοχή έγκυρων συστατικών γραμμάτων, ή ή επίδειξη τής δέουσας καί κόσμιας συμπεριφοράς. Μιά προσπάθεια έλεγχου τών ποικίλων ιερωμένων, άλλα και άλλων ατόμων πού περιέρχονταν γιά ζητεία σε μιά εκκλησιαστική επαρχία μας γίνεται γνωστή άπο τήν Κέρκυρα. Στις 18 Ιανουαρίου 1694 με πρόσταγμα τού Μ. Πρωτοπαπά Αναστασίου Αυλωνίτη έντέλλονταν οί Πρωτοπαπάδες τής υπαίθρου, οι ιερείς καί οί λαίκοί νά μή δίνουν ελεημοσύνη σε διάφορους ιερείς, έάν αυτοί δέν ήταν εφοδιασμένοι μέ δικό του εγκύκλιο γράμμα. Ό Μ. Πρωτοπαπάς αιτιολογεί τή διαταγή του εκθέτοντας τά ατοπήματα πού διαπράττονταν άπο τους ανθρώπους αυτούς: μέ πρόφαση τή συλλογή ελεών γιά τήν αποπληρωμή τών χρεών κάποιων μονών ή τήν ανακαίνιση εκκλησιών, οί μοναχοί συγκέντρωναν χρήματα προς ίδιον όφελος. Μάλιστα, όταν τους έδιναν οι πιστοί χρήματα, αυτοί τά επέστρεφαν ζητώντας διπλάσια καί τριπλάσια. Όσα μάζευαν, τά δαπανούσαν σε ακόλαστες πράξεις, παίζοντας χαρτιά, μεθώντας, κάνοντας σαρκικές αμαρτίες, τρώγοντας καί πίνοντας. Επιπλέον, αντί νά κατοικούν στά μοναστήρια, όπως όφειλαν, αυτοί έμεναν σε οικογένειες χριστιανών.109 Το πρόσταγμα, πού χρησιμοποιεί βαρύτατες εκφράσεις κατά τών «εις όνομα ιερωμένων» πού διενεργούσαν τις ζητείες, παραδόθηκε στους αρμόδιους γιά νά κηρυχθεί καί στά χωριά τής υπαίθρου. Ì08. Στοίδιο,τ. Β',σ.293-294, 299-300, 303-307, 308, 310-312, 318-320, 323. 10 9- Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 14, ύποφάκ. 3, φ. 171, 173, 186.
279
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
Ανάλογο π ε ρ ί π ο υ ήταν και το π ρ ό σ τ α γ μ α της 24ης Μαίου το 1744 του Μ. Πρωτοπαπά Ι ω ά ν ν η Βούλγαρη που εκδόθηκε επειδή διάφοροι ιερωμένοι, και Μοναχοί περιπατούν όλούθεν προφασιζόμενοι πτωχείαν χωρίς να έχουν άπο τούτην την άξίαν εγγραφον αδειαν, ή καί άπο πολλούς χρόνους πεπαλαιωμένην. Δια τούτο διορίζομεν, ότι τινάς άπο τους Ιερείς της Νήσου να μήν δέχεται κανένα άπο τους ρηθέντας ίερομένους, ή μοναχούς οπού να μήν έχη την έδικήν μας εγγραφον αδειαν, ή νεωστι παρ' ημών δεδομένην. Ταύτα θέλουν ενεργηθούν άπο όλους τους Ιερείς άδιαφόρως εις ποινήν αργίας.11*) Ε ν ί ο τ ε οί μοναχοί, ειτε επειδή εμπλέκονταν σε άλλες δραστηριότητες, ειτε γιά άλλους άγνωστους σ' εμάς λόγους, αποφάσιζαν να αποσπαστούν άπο τη συνοδεία π ο ύ διεξήγε τη ζητεία γ ι ά να τή συνεχίσουν ατομικά άλλοτε εξακολουθώντας να παρουσιάζονται ώς εκπρόσωποι τού μοναστηριού τους, άλλοτε ώς απλοί, πλέον, επαίτες. Έ χ ο ν τ α ς πάντως την ιδιότητα τού κληρικού μπορούσαν νά επιβιώσουν εύκολα τελώντας διάφορες ίεροπραξίες. Δύο παρα δ ε ί γ μ α τ α αρκούν γ ι ά νά παρουσιάσουν ενδεικτικά αυτές τις περιπτώσεις. Το π ρ ώ τ ο αφορά τον Άγιοταφίτη μοναχό Άγαθάγγελο, ό όποιος το 1795 «ευ ρισκόμενος εις Λεβαδείαν χάριν της συνήθους ελεημοσύνης, άπεσκίρτησε». Παρά τις συστάσεις τού επικεφαλής της ζητείας πρωτοσύγκελλου Νεοφύτου, αυτός συνέχισε τις περιοδείες του στη Θήβα καί στην περιοχή τού Ταλαντίου εξακολουθώντας νά συλλέγει ελεημοσύνες δήθεν υ π έ ρ τού Αγίου Τάφου, χωρίς όμως νά τίς π α ρ α δ ί δ ε ι στην άγιοταφιτική συνοδεία, προσποιούμενος οτι αυτός πλέον άνηκε στη μονή τού Αγίου Νικολάου στην επαρχία των Θηβών. 111 Το δεύτερο π α ρ ά δ ε ι γ μ α μας παρουσιάζει μιά ασυνήθιστη περίπτωση γιά τήν οποία κλήθηκε νά αποφασίσει ό Μ. Π ρ ω τ ο π α π ά ς Χριστόδουλος Βούλγαρης στις 13 Φεβρουαρίου τού 1690. 1 1 2 Ό ιερομόναχος Ί ω ά σ α φ , έκκλησιάρχης τής μονής τού Βατοπεδίου τού Αγίου Ό ρ ο υ ς , πού εκτελούσε ζητεία μαζί με τον υποτακτικό του Ιερομόναχο Δανιήλ, προσέφυγε στον Μ. Πρωτοπαπά επειδή, όταν έφτασαν στην Κεφαλονιά, ό Δανιήλ αποφάσισε νά μάθει μουσική καί πα ρέμεινε εκεί έπί τριάντα π ε ρ ί π ο υ μήνες ξοδεύοντας χρήματα τού μοναστηριού σέ δάσκαλο της μουσικής καί «έγινεν αποστάτης τού μοναστηρίου [.·.] δια HO. A.N.K., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32. ύποφάκ. 8, φ. 14α. Παρόμοιου περιε χομένου εντολή δίνεται καί λίγο αργότερα, φ. 20β. Βλ. καί Α.Χ. Τσίτσας, «Ιωάννης Βούλ γαρης, τρόφιμος καί Σπουδαίος τού Φλαγγινιανού, Μέγας Πρωτοπαπάς Κέρκυρας», Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας 15 (1978) 108, 109-110. 111. Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, d.w., τ. Β',σ.3 2 9 - 3 3 0 . 112. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 6, ύποφάκ. 5, φ. 15r-16v.
280
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΓΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
κοσμικής φαντασίας καί μάθησιν τής μουσικής τέχνης». Ό Ί ω ά σ α φ προσέφυγε αρχικά στον Αρχιεπίσκοπο Κεφαλληνίας καί Ζακύνθου, ό όποιος αποφάσισε πώς ό μουσικόφιλος μοναχός μπορούσε να συνεχίσει τα μαθήματα μουσικής, άλλα δεν έπρεπε να τολμήσει να διεξαγάγει ζητεία ώς εκπρόσωπος τής μονής του. Κατόπιν αύτού, ό Δανιήλ έφυγε α π ό τήν Κεφαλονιά καί πήγε στην Κέρκυρα για να συνεχίσει τήν επαιτεία για λογαριασμό του «έχοντας μερικαίς άπανταχούσαις διαφόρων αρχιερέων και προέδρων εις ζημείαν του μοναστηρίου, κάι έμέ τού αύτου προεστώτος», όπως ισχυριζόταν ό επικεφαλής τής ζητείας Ίωάσαφ. Ζητούσε επομένως νά προσταχθει ό πρώην υποτακτικός του να του επιστρέψει τήν εξοδον των κανισκιών όπου τού εδοσα και τήν έλεημοσόνην όπου εις το διάσΡημαχρόνων τριών έσύναξε [...] άπο τους Κόρφους, Κεφαλληνίαν, Άγίαν Μαύραν, Ξερόμερο και άπο το Σκόπελον και άλλους τόπους, καί επιστρέψει ταίς άπανταχούσαις όπου εις βοήθειαν της συνοδίας έλαβε [...], και ενεργώντας ούτως να τραβισθή εις τήν Κεφαλληνίαν να ζή με το έπιτραχίλιόν του και να μην ξεπλανα τους χριστιανούς [...]. Ό κατηγορούμενος, άφού παραδέχτηκε έν μέρει τους ισχυρισμούς του Ίωάσαφ, έκανε ένα λεπτομερή απολογισμό των δώρων καί τών χρημάτων π ο ύ είχαν συγκεντρωθεί, με τον ό π ο ι ο διαφωνούσε όμως ό συνταξιδιώτης του, και υποστήριξε ότι τού είχε ήδη επιστρέψει τα χρήματα καί τήν « ά π α ν τ α χ ο ύ σ α » . Ό Μ. Πρωτοπαπάς, ευρισκόμενος ενώπιον τών αλληλοσυγκρουόμενων ιστο ριών, διέταξε εντός οκτώ ήμερων νά ορκιστεί ό Δανιήλ γ ι ά τήν αλήθεια τών ισχυρισμών του. Οί ποικίλες υποθέσεις στις όποιες εμπλέκονταν οί πολυάριθμοι μοναχοί πού περιέρχονταν πόλεις και χωριά, ή συχνά άτοπη συμπεριφορά τους, σε συν δυασμό με τήν αλλαγή τών γενικότερων αντιλήψεων καί τού πνεύματος τού αντικληρικαλισμού στα χρόνια τ ο υ Διαφωτισμού έκανε τους εκπροσώπους του νά θεωρούν τις ζητείες άπο κάθε ά π ο ψ η σκανδαλώδεις. Στην Ελληνική Νομαρχία αφιερώνονται δύο περίπου σελίδες σκληρότατης κριτικής στο φαινόμενο τής ζητείας. Ό συγγραφέας της θεωρεί ότι οί έπαιτούντες μοναχοί εκμεταλλεύονταν με τον χειρότερο τρόπο τήν ευπιστία καί το θρησκευτικό συναίσθημα του κόσμου, ιδίως τών γυναικών: Αυτοί [οί μοναχοί] είναι αναρίθμητοι, επειδή δεν ευρίσκεται πόλις ή χωρίον, όπου να μήν φυλάττη ή ενα ή δυο άπο αύτους τους λαοκλέπτας, οί όποιοι παρησιάζονται εις τον αρχιερέα καί αγοράζουν παρ' αύτου τήν άδειαν τού κλε ψίματος, καί έπειτα, με άκραν αύθάδειαν άρχινούσιν άπο όσπίτιον εΙς όσπίτιον,
281
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
να ζηχούσι έλεημοσύνην, καί έκδύουσιν εξόχως τάς γυναίκας [...] Αυτοί εχουσιν εν κιβωτίδιον γεμάτον από ανθρώπινα κόκκαλα και κρανία ακέραια, τα οποία άσημώνουσι, και έπειτα όνοματίζουσιν, άλλα μεν του Αγίου Χαραλάμπους καί άλλα του Αγίου Γρηγορίου. Έν ένι λόγω, δεν άφήνουν αγιον, χωρίς να έχουν μέρος από τα κόκκαλά του. Οι περισσότεροι από αύτους τους κοκκαλοπωλητάς εξέρχονται από το όρος του Άθους, όπου ονομάζουν Αγιον Όρος, εις το όποιον ευρίσκεται ή πηγή αυτών των καλογήρων. Οι μοναχοί αυτοί αργότερα στα μετόχια τους «μετρούσι τα κλεφθέντα χρήματα, διά να λάβωσιν αυτοί κρυφίως τα μισά καί τα λοιπά να τα ύπάγωσιν εις τα μοναστήρια των». Ό ανώνυμος σ υ γ γ ρ α φ έ α ς της Ελληνικής Νομαρχίας εξηγεί π ώ ς «αί ούτως καλούμεναι πανταχούσαι, είναι κάποιαι παρακαλεστικαί έπιστολαί των μο ναστηριών, ό π ο υ τ ά ς στέλνουν προς τους χριστιανούς, καί είναι γεγραμμέναι με διάφορα χ ρ ώ μ α τ α καί με μεγάλα στοιχεία». Προσθέτει ακόμη πώς ό ίδιος είχε δει « ε ω ς τεσσάρας κεφάλας του Αγίου Χαραλάμπους», που θεωρείτο ότι προστάτευε ά π ο την πανώλη, ό π ω ς καί ό Άγιος Βησσαρίων. Άπο προσωπική μαρτυρία ενός μοναχού «ταξιδευτή», επίσης, είχε πληροφορηθεί ότι εκείνος μέσα σε εικοσι χρόνια είχε συγκεντρώσει 150.000 γρόσια, ά π ο τα όποια είχε δώσει στο μοναστήρι του τ α δύο τρίτα καί είχε κρατήσει τα υπόλοιπα που τα τόκιζε σε διάφορους εμπόρους. 1 1 3 Μια άλλη μαρτυρία πού, χωρίς νά έχει άντικληρικά κίνητρα, επιβεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό τίς πιο πάνω αιτιάσεις προέρχεται ά π ο άνθρωπο που έζησε ά π ο κοντά τη δραστηριότητα ενός Σιναίτη μοναχού. Ό Παναγής Σκουζές, μικρό παιδί τότε καί φυγάς άπο τήν Αθήνα, βρέθηκε παραγιός κάποιου Σιναίτη καί τον βοηθούσε στίς δραστηριότητες του. Ό μοναχός περιερχόταν με λείψανα αγίων κάνοντας αγιασμούς καί εκμεταλλευόμενος τήν απελπισία καί την ευπιστία των χωρικών της Εύβοιας πού ήταν τρομαγμένοι ά π ο το ξέσπασμα επιδημίας πανώλης, το 1791. Ό Σινάίτης διοικούσε μιά οργανωμένη επιχείρηση πού τήν προσάρμοζε στίς εκάστοτε περιστάσεις προκειμένου νά αποσπάσει περισσότερα χρήματα ή άλλα αγαθά, εξασφαλίζοντας με πλάγια μέσα ποικίλα οφέλη, διεξάγοντας εμπόριο με τά πρόβατα πού έπαιρνε ά π ο τους κτηνοτρόφους κ.λπ. Τέλος, αναφέρεται ότι ό μοναχός αυτός αφαίρεσε ά π ο προσωρινά εγκαταλειμμένο λόγω της πανώλης μοναστήρι τά ασημένια καντήλια του καί άλλα αφιερώματα. 1 1 4 113. Ελληνική Νομαρχία Ήτοι Λόγος Περί ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ [...] Σνντεθείς τε και Τύποις έκδωθείς ιδίοις άναλώμασι χρος ώφελείαν των Ελλήνων ΠΑΡΑ ΑΝΟΝΙΜΟΤ (sic) του Έλληνος, Ιταλία 1806], Κάλβος, Αθήνα 1968,σ.1 1 6 - 1 1 7 . 114. Το Χρονικό τής σκλαβωμίνης Αθήνας,σ.8 6 - 9 2 .
282
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Αδιαμφισβήτητα οί ζητειες ήταν εξαιρετικά προσοδοφόρες για τους μονάχους σε προσωπικό επίπεδο. Σύμφωνα με όλες τίς ενδείξεις ή χρησιμοποίηση για ιδιοτελείς σκοπούς των ελεών πού συγκεντρώνονταν ήταν συνηθισμένο φαι νόμενο. Τα όσα προαναφέρθηκαν σχετικά με τήν προθυμία τους για τήν ανάληψη μακρινών και επίπονων ταξιδιών, για τις μεταξύ τους έριδες προκειμένου να παραμείνουν επικεφαλής σε μια ζητεία, για τήν απομάκρυνση τους άπο τή συνοδεία τού μοναστηριού ώστε να έπαιτήσουν μόνοι τους, άλλα και για τήν έν γένει συμπεριφορά πολλών άπο αυτούς, δείχνουν πώς το προσωπικό συμφέρον αποτελούσε για πολλούς ενα ισχυρό κίνητρο για τήν έξοδό τους σε ζητεία και ήταν το αίτιο τών παρουσιαζόμενων ατασθαλιών και τής απαράδεκτης για κληρικούς συμπεριφοράς. Έκτος άπο τις οργανωμένες ζητείες τής Εκκλησίας, φαίνεται ότι και οί Κοι νότητες, όταν βρίσκονταν σέ απορία και μεγάλο χρέος, κατέφευγαν στή λύση αύτη. Γνωρίζουμε δύο παραδείγματα άπο τον νησιωτικό χώρο, πιθανότατα όμως υπάρχουν περισσότερα πού δεν έχουν εντοπιστεί. Το ενδιαφέρον είναι πώς και στις δύο περιπτώσεις μία καθολική Κοινότητα ή ή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι εκείνες πού πρωτοστάτησαν στή ζητεία. Ή πρώτη περίπτωση άφορα στους καθολικούς κατοίκους τής Σαντορίνης. Το 1742, οί κάτοικοι απελπισμένοι άπο τή βαριά φορολογία και αδυνατώντας παράλληλα να εξασφαλίσουν τήν άδεια γιά τήν επισκευή τού καθεδρικού τους ναού, πολύ περισσότερο δε να βρουν τά χρήματα γιά τίς απαιτούμενες εργασίες, αποφάσισαν τή διενέργεια ζητείας, τήν όποια θά ασκούσε ό οικονόμος τής καθολικής επισκοπής κανονικός Λουκάς Μπαρμπαρίγος, πού θά περιερχόταν τίς καθολικές μητροπόλεις άνά τον κόσμο γιά τή συλλογή χρημάτων. 115 Ή δεύτερη περίπτωση άφορα στην Κοινότητα τής Σύρου πού βρέθηκε καταχρεωμένη μετά άπο μία περίοδο εσωτερικών ταραχών. Κατόπιν αυτού, με τήν παρέμβαση τού επισκόπου τών καθολικών Ί. Τζιουστινιάνι, ή Κοινότητα οργάνωσε ενα ταξίδι ζητείας το 1779 γιά τήν ανακούφιση τού υπέρογκου χρέους της. 116 Οί ζητείες μεμονωμένων ατόμων, λαίκών ή κληρικών, πού δεν ταξίδευαν με καθορισμένη αποστολή άπο τήν Εκκλησία ή δεν σχετίζονταν με τήν επιθυμία τους να κτίσουν ή νά επισκευάσουν ενα ναό ή μία μονή, άλλα γίνονταν γιά προσωπικούς λόγους ακολουθούσαν λίγο έως πολύ το ίδιο πρότυπο και απαι τούσαν τά ίδια έγγραφα γιά τήν άσκηση τους. Οί ιστορίες πού επικαλούνταν οι έπαιτούντες ήταν συνηθέστατα τραγικές, άν και δεν γνωρίζουμε άν άλήÌ15. Μαρτυρίες άπο τη Σαντορίνη (1573-1819) . Έκθεση ιστορικών εγγράφων. σύνταξη καταλόγου και επιμέλεια Αγαμέμνων Τσελίκας, Αθήνα 1985,σ.4 8 . 116. Ανδρέας Θ. Δρακάκης, Ή Σύρος επί Τουρκοκρατίας, τ. Α', Ερμούπολη 1948,σ.7 0 - 7 1 .
283
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
θευαν ή όχι σε κάθε περίπτωση. Ό συνηθέστερος λόγος που επικαλούνταν για τη ζητεία ήταν ή αποπληρωμή λύτρων ή χρέους πού είχε συναφθεί για τήν απελευθέρωση συγγενών τους, του εαυτού τους, ή καί αλλων χριστιανών πού κρατούνταν φυλακισμένοι ή δούλοι ειτε άπο τους Οθωμανούς είτε άπο κουρσάρους και πειρατές. Αυτό συνέβαινε εφόσον παρέμενε κάποιο μέλος της οικογένειας ώς όμηρος ή ώς ενέχυρο, οπότε επιτρεπόταν ή αναχώρηση ενός άλλου γιά τή συλλογή τών λύτρων. Δεν ήταν άγνωστες έτσι περιπτώσεις κατά τις όποιες ό επαιτών είχε ενεχυριάσει το παιδί του ή τήν οικογένεια του λόγω χρέους ή αιχμαλωσίας και ζητιάνευε γιά νά ξεχρεώσει και νά ελευθερώσει τους δικούς του. 117 Συνήθεις ήταν επίσης οί ζητείες γιά τήν αποπληρωμή χρέους πού είχαν συνάψει μή συγγενείς χριστιανοί γιά τήν πληρωμή λύτρων ή τήν απελευθέρωση αιχμαλώτων, φυλακισμένων και αναξιοπαθούντων με τους οποίους δεν είχαν κάποια συγγένεια, 118 όπως είδαμε νά συμβαίνει με τον Σαμουήλ Καπασούλη. Κοινές ήταν και οί ζητείες λόγω έσχατης πενίας καί απορίας. 119 Είναι χαρακτηριστικό ότι οί περισσότερες ζητείες πού εμπίπτουν σ' αυτές τις κατηγορίες παρουσιάζονται ώς έπί το πλείστον κατά τον 16ο καί τις αρχές τού 17ου αιώνα, ή σε διάφορες άλλες εποχές κυρίως μετά άπο μεγάλες πολεμικές συγκρούσεις καί πειρατικές επιδρομές. Όπως συνέβαινε καί μέ τις ζητείες της Εκκλησίας, κάποτε ή ιδιωτική ζη τεία γινόταν μέ επιστολή πού απηύθυναν οί αναξιοπαθούντες, ή οί συγγενείς τους, ζητώντας τήν προσφορά βοήθειας άπο συγγενείς, φίλους, τήν Εκκλησία ή κάποια χριστιανική κοινότητα. Οί περισσότερες άπο τέτοιες γνωστές υποθέσεις αφορούν σε άτομα ή οικογένειες πού αιχμαλωτίστηκαν μετά άπο πολεμικά γεγονότα, όπως ήταν ή πτώση τού Ναυπλίου το 1715.120 Χαρακτηριστικό δείγμα της συχνότητας τών ιδιωτικών αυτών ζητειών καί τών λόγων της διεξαγωγής τους μας παρέχουν οί υποθέσεις πού σταχυολογούνται άπο τις εγκύκλιες επιστολές τών Μ. Πρωτοπαπάδων της Κέρκυρας. Άπο το 117. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32. ύποφακ. 10, φ. 8v-9r, 15r, 18v, 26r. Νικό λαος Βούλγαρης, ό.π., Παρνασσός Ι Γ (Ιούνιος 1890) 309, 312, 313, 317. Δημήτριος Πάλλας, Κατάλογος χορογράφων του Βυζαντινού Μουσείου Άθηνών, Μέρος τρίτον μετά γενικών ευρετηρίων, σ. 9 6 (αρ. 42) . Ευτυχία Δ. Λιάτα, «Μαρτυρίες για τήν πτώση τ ' Άναπλιού στους Τούρκους (9 Ιούλη 1715) », Μνήμων 5 (1975) 140. Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη, «ΟΊ οικογένειες Λικινίου και Περδικάρη. Μελέτη βιογραφική καί γενεαλογική». Μίσαιωνικα και Νεα Ελληνικά 5 (1996) 330-333. 118. Περικλής Γ. Ζερλέντης, Σημειώματα περί Ελλήνων έκ τών Μαρτίνου Κρουσίου Σουηκικων Χρονικών,σ.9 , 13, 14, 17, 25, 29, 30, 31. 119. Περικλής Γ. Ζερλέντης,ό.π.,σ.9 , 14. Ανδρέας Τηλλυρίδης. «Ανέκδοτος αλληλογραφία έκ τών έν Αγγλία έπιδημησάντων Ελλήνων τινών του 17ου αιώνος». θεολογία 45 (1974) 665-667. 120. Ευτυχία Δ. Λιάτα, ό.π., Μνήμων 5 (1975) 112-115, 128, 130-133, 136, 138-144.
284
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΤΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
σύνολο των 88 πρωτοπαπαδικών επιστολών οι 52 αφορούν ζητείες ποικίλης αιτιολογίας που σχετίζονται με τις προαναφερθείσες περιπτώσεις. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο κατηγορίες τέτοιων ζητειών που απαντώνται στην πηγή αύτη: α') οι ιστορίες ζητείας ανθρώπων πού άπο μουσουλμάνοι ή εβραίοι έγιναν χριστιανοί, ή χριστιανών πού, αφού είχαν άλλαξοπιστήσει, επέ στρεψαν μετά στην ορθοδοξία και κατόπιν ζητιάνευαν για να ζήσουν,121 καί β') εκείνες τών γυναικών πού ταξίδευαν ειτε μόνες ειτε με τα παιδιά τους ή τον άντρα τους επαιτώντας. 122 Οί ζητείες τού τύπου αυτού δεν συναντώνται τόσο συχνά στις πηγές όσο εκεί νες τών μοναχών, αυτό όμως οφείλεται μάλλον στην έλλειψη καταγραφής τους ή στή διατήρηση τών συστατικών γραμμάτων με τα όποια ταξίδευαν καί όχι στή σπανιότητα τού φαινομένου. Τουλάχιστον αυτό δείχνει καί ή ποσοστιαία αναλογία μεταξύ τού αριθμού τών εγκυκλίων γραμμάτων τού Μ. Πρωτοπαπά Ιωάννη Βούλ γαρη. Όσα αφορούν σε ζητείες μοναχών γιά ναούς καί εκκλησίες ανέρχονται σε 36, ενώ τά γράμματα πού έξεδόθησαν για ιδιώτες πού πραγματοποιούσαν ζητεία γιά προσωπικούς λόγους ήταν, όπως είδαμε, 52. Άπο τά σωζόμενα συστατικά γράμματα καί τίς «άπανταχούσες» πληροφο ρούμαστε το όνομα, τήν προέλευση, καί κάποτε τήν κοινωνική τάξη, ή τήν ιδιό τητα τών έπαιτούντων. Αυτά βεβαίως μπορεί να ήταν παραπλανητικά ή ψευδή, όπως θά δούμε στή συνέχεια. Το ίδιο θα μπορούσε νά υποπτευθεί κανείς καί γιά τους λόγους πού κάποιοι επικαλούνταν γιά τή ζητεία. Ωστόσο οί θλιβερές ιστορίες τους μπορούσαν νά γίνουν εύκολα πειστικές γιά τους συγχρόνους τους καθώς αποτελούσαν συνήθη φαινόμενα στή ζωή τών ανθρώπων της εποχής. Οί συγκυρίες συχνά έθιγαν ανθρώπους κάθε τάξης καί προέλευσης αδιακρίτως. Οποιοσδήποτε μπορούσε νά συλληφθεί αιχμάλωτος, ό ίδιος ή ή οικογένεια του, κατά τή διάρκεια πειρατικών επιθέσεων, επιδρομών, ή πολεμικών γεγονότων καί κατόπιν νά πουληθεί ώς σκλάβος ή νά ζητηθούν λύτρα γιά τήν απελευθέρωση του. Εξίσου εύκολο ήταν νά κατηγορηθεί γιά ποικίλα πραγματικά ή φανταστικά παραπτώματα καί νά ριχτεί στή φυλακή ή νά απειληθεί ή ζωή του, νά δει τήν οικογένεια του νά κινδυνεύει άπο ανάλογες συνθήκες καί, φυσικά, νά περιπέσει σε έσχατη απορία στερούμενος τά προς το ζην. Έτσι, στις ζητείες συναντούμε ιερείς, εμπόρους, τεχνίτες, λογίους, ολόκληρες οικογένειες, άπλες γυναίκες μόνες 121. Νικόλαος Βούλγαρης, ό.π., Παρνασσός ΙΓ (Ιούνιος 1890) 308-309, 310, 313-314, 315, 316, 317, 318. Πρβλ. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, ύποφακ. 10, φ. lOr-v, 19r 22v-23r, 23v-24r, 25v-26r, 26v. 122. Νικόλαος Βούλγαρης, ό.π., Παρνασσός ΙΓ' (Ιούνιος 1890) 308, 313, 314, 317. Πρβλ. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, ύποφακ. 10, φ. 8r-v, llr, 12v-13r, 13v-14r, 16v, 18v-19r, 19r, 19v, 20v-21r, 25v-26r.
285
ΕΛΕΝΗ ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΓΚΑΡΑΚΗ
τους ή με τα π α ι δ ι ά τους· ενίοτε αναφέρονται και γόνοι μεγάλων οικογενειών, αν καί εκεί συχνότατα επρόκειτο για άπατη. Ή άσκηση της ζητείας εμπεριείχε συχνά κινδύνους που γιά τους μεμονωμέ νους επαίτες ήταν ίσως περισσότεροι ά π ο ο,τι γιά τους μοναχούς. Ή ζητεία τους μπορεί νά επεκτεινόταν γιά χρόνια λόγω τών πραγματικά αντίξοων περιστάσεων που συναντούσαν η νά καταντούσε ένα επικερδές επάγγελμα, το όποιο δέν είχαν λόγο νά εγκαταλείψουν. Σέ ελάχιστες όμως περιπτώσεις έχουμε πληροφορίες γι« την εξέλιξη μιας ζητείας τού τύπου αυτού. Μιά άπο αυτές είναι ή ιστορία του Νικόλαου Λικίνιου, γόνου της μεγάλης μονεμβασιώτικης οικογένειας, ό όποιος αιχμαλωτίστηκε μαζί με τον μικρό του γιο το 1715 κατά την κατάληψη της πατρίδας του ά π ο τους Τούρκους καί μετά έπί χρόνια ταξίδευε γιά τη συγκέντρωση χρημάτων γιά την εξαγορά τους. Ή λεπτομερής αφήγηση τών περιπετειών του ά π ο το 1715 μέχρι το 1722 περιέχεται σέ μακρό συστατικό γράμμα τού Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σαμουήλ Καπασούλη. 1 2 3 Τό 1739 ό Νικόλαος Λικίνιος επαιτούσε ακόμη ευρισκόμενος στην Κέρκυρα, όπως βλέπουμε ά π ο τή σχετική άδεια ζητείας τού Μ. Πρωτοπαπά Ιωάννη Βούλγαρη. 1 2 4 Οί περιπλανήσεις τών έπαιτούντων Ελλήνων επεκτείνονταν καί σέ χώρες τής Δυτικής Ευρώπης. σύντομα μάλιστα οΙ περιοδεύοντες γιά ζητείες άλλα ακόμη και γ ι ά σπουδές Έ λ λ η ν ε ς απέκτησαν κακό όνομα καί απογοήτευσαν πολλούς ά π ο τους κατά τά άλλα φιλέλληνες ξένους, άλλοτε δικαίως καί άλλοτε αδίκως. Κάποιες ά π ο τις περιπτώσεις αυτές είναι αρκετά γνωστές, όπως τού Μητροφάνη Κριτόπουλου και άλλων ταξιδιωτών στή Βρετανία και αρκετών επισκεπτών τού Μαρτίνου Κρούσιου. 1 2 5 Μιά γενικότερη άποψη πού απηχεί τίς απόψεις τών Δυτικών γ ι ά τους περιοδεύοντες Έ λ λ η ν ε ς εκτίθεται σέ επιστολή τού πρεσβευτή τής Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη Sir Thomas Roe το
123. Κ. Άμαντος, «Ή οάγμαλωσία τού Νικολάου Λικινίου». Ελληνικά ΙΑ' (1939) 151-156. Στο ίδιο άρθρο δημοσιεύεται άπο τον ίδιο σιναίτικό κώδικα 1650 και ενα υπόδειγμα συστατικού γράμματος «περι ζητείας αιχμαλώτων». Βλ. επίσης Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη, ό.π., Μεσαιωνικα και Νέα Ελληνικά 5 (1996) 330-333. 124. Νικόλαος Βούλγαρης, ό.π., Παρνασσός ΙΓ (Ιούνιος 1890) 304-305. Πρβλ. Α.Ν.Κ., Σειρά Μεγάλοι Πρωτοπαπάδες, Φ. 32, ύποφακ. 10, φ. 2v-3r. 125. John Mason, A History of the Holy Eastern Church, τ. Π, Λονδίνο 1847, α 413 και έξης. Μ. Ρενιέρης, Μητροφάνης Κριτόπουλος καί oi εν Αγγλία και Γερμανία φίλοι αύτού, Αθήνα 1893, α 111-112. Emile Legrand, Bibliographie Hellénique ou description raisonnée des ouvrages publiés p des Grecs au dix-septième siècle, τ. 5, Παρίσι 1903,σ.1 9 8 - 1 9 9 . Ανδρέας Τηλλυρίδης,ό.π.,βιολογία 45 (1974) 659-660. Steven Runciman, «The Church of England and the Orthodox Churches in the seventeenth and eighteenth Centuries», στο E.G.W. Bill (έπιμ.) , Anglican Initiatives in Christian Unity. Lectures delivered in Lambeth Palace Library 1966, Λονδίνο 1967,σ.6 - 7 . E.D. Tappe, «The Greek College at Oxford», Oxoniensia, xix (1954) ,σ.1 0 5 . Περικλής Γ. Ζερλέντης, ο.π.,σ.7 - 8 . Johannes Kemke, Patricius Junius, Λιψία 1898,σ.1 1 8 - 1 1 9 .
286
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
1627, στην οποία, απηχώντας γενικότερες απόψεις, έγραφε «[...] all men being scandalised at the name of wandering Greeks». 1 2 6 Λιγότερο γνωστό, ίσως, είναι το πόσο π ι ε σ τ ι κ ό παρουσιαζόταν, σε ορι σμένη τουλάχιστον χρονική περίοδο, το πρόβλημα της μαζικής π ρ ο σ π ά θ ε ι α ς εξασφάλισης διαβατηρίων για ταξίδια στην Ε υ ρ ώ π η ά π ο επίδοξους ταξιδιώτες με κίνητρα συνήθως τή ζητεία. Ή περίπτωση τού πρεσβευτή της Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη Sir T h o m a s Roe είναι χαρακτηριστική, πολύ περισσότερο γιατί σχολιάζει και τή στάση του Πατριαρχείου γ ύ ρ ω ά π ο το θέμα αυτό. Τα πατριαρχικά συστατικά γ ρ ά μ μ α τ α , κατά τή γ ν ώ μ η τού πρεσβευτή, δίνονταν μάλλον εύκολα. Αντιθέτως, γιά τήν έκδοση διαβατηρίων προς τή Βρετανία ό ίδιος έφερνε δυσκολίες μ ε αποτέλεσμα ν ά του ασκούνται μεγάλες πιέσεις γ ι ά τήν παραχώρηση τους. Πιο συγκεκριμένα, το 1624 ό Sir Thomas Roe έγραφε: Of wandering Greeks there is so great a store, that I am forced daily to deny my passports; yet at the third instance and pressure of the patriarch, I have given one, and but one in all, to a Jew become Christian. Τελικά φαίνεται ότι κι αυτό το διαβατήριο κ α κ ώ ς είχε εκδοθεί, επειδή το πρόσωπο στο οποίο δόθηκε δημιούργησε πολλά προβλήματα όταν πήγε στην Αγγλία. Έ τ σ ι , ό πρεσβευτής, αίσθανόμενος ότι τ ά όσα είχαν μεσολαβήσει αντανακλούσαν άσχημα στον τρόπο που εκτελούσε τ ά καθήκοντα του, βρέθηκε αναγκασμένος νά δηλώσει π ώ ς το διαβατήριο π ο ύ είχε δώσει ήταν εξαιρετικά ψυχρό, και είχε εκδοθεί κατά παράκληση τού Πατριάρχη, ένώ ό ίδιος είχε αρνηθεί νά ενδώσει σε εκατοντάδες άλλες αιτήσεις. Σε αντίθεση με τή στάση του, παρατηρεί, οί Πατριάρχες παραχωρούσαν π ά ρ α πολύ εύκολα άδειες ζητείας προκειμένου νά α π α λ λ α γ ο ύ ν ά π ο τους πιεστικούς απατεώνες. 1 2 7 Ή παρατήρηση τού πρεσβευτή πρέπει νά ήταν σωστή διότι γνωρίζουμε ότι κάποιοι Πατριάρχες είχαν π ρ α γ μ α τ ι κ ά εκδώσει α ρ κ ε τ ά συστατικά γ ρ ά μ μ α τ α . Είναι π.χ. μεγάλος ό αριθμός συστατικών γ ρ α μ μ ά τ ω ν , γνήσιων ή πλαστών, πού αναφέρεται ότι είχε δώσει ό Πατριάρχης Ι ε ρ ε μ ί α ς Β' ό Τρανός καί άλλοι Πατριάρχες αυτής τής περιόδου. 1 2 8 Ή δ η στους σύγχρονους αποδέκτες τών συστατικών αυτών επιστολών είχαν δημιουργηθεί εύλογες υποψίες γ ι ά τή γνησιότητα ορισμένων τουλάχιστον ά π ο αυτές. Ό Μαρτίνος Κρούσιος π.χ. αναφέρει: «πολλοί εκάστοτε δεύρο έ π ε 126. Johannes Kemke, ό.π., α. 118. 127. Στο ιδιο,σ.1 1 8 - 1 1 9 . 128. Περικλής Γ. Ζερλέντης, ό.π., σποραδικά.
287
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
δήμησαν Έλληνες, λύτρα ζητούντες, και έβοηθήσαμεν κατά δύναμιν άλλα νυν απρόθυμοι είσί πολλοί των π α ρ ' ήμιν, πεπλασμένοις αυτών ένίων συστατικοίς γράμμασιν έντυχόντες». 1 2 9 Άπο την ίδια πηγή αναφέρεται ότι αρκετοί ταξιδιώτες επεδείκνυαν συστατικά γράμματα στη λατινική γλώσσα άπο διάφορους ηγεμόνες της Ευρώπης, ακόμη και πάπες: του π ά π α Γρηγορίου Ι Γ, τού αυτοκράτορα Ροδόλφου Β' (1576-1612) , τού αρχιδούκα της Αυστρίας Φερδινάνδου, του αρχιε πισκόπου Κολωνίας Έρνέστου, τού βασιλιά της Πολωνίας, τού δόγη της Βενετίας Πασκουάλε Σικόνι (Pascuale Cicognia) , της Ελισάβετ, βασίλισσας της Γαλλίας, της Ουγγαρίας και της Βοημίας. Ο Π. Ζερλέντης υπέδειξε ήδη π ώ ς το συ στατικό γ ρ ά μ μ α προς τον προαναφερθέντα, πρέπει να ήταν πλαστό. Αυτό συνέβαινε καί με άλλα ά π ο τ ά έπιδεικνυόμενα συστατικά γ ρ ά μ μ α τ α . 1 3 0 Μία τέτοια περίπλοκη περίπτωση πλαστογραφημένου πατριαρχικού συστα τικού γράμματος, μάλιστα, έχει προκαλέσει τή δημοσίευση μιας σειράς κειμένων π ο ύ προσπαθούσαν νά διευκρινίσουν τί ακριβώς είχε συμβεί, αφού, λόγω της πλαστογραφίας, μεταξύ τών άλλων, δημιουργήθηκε και αμφισβήτηση ώς προς τήν ταυτότητα τού μητροπολίτη Παίσίου Παλαιών Πατρών τον 18ο αιώνα. 131 Ό Πάίσιος Παλαιών Πατρών με εντολή τού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ι ε ρ ε μ ί α Γ' είχε περιοδεύσει αρχικά το 1722 στή Ζάκυνθο γιά συλλογή ελεών με σκοπό τήν ανοικοδόμηση τού πατριαρχικού ναού πού είχε καεί. Αργότερα ό ίδιος, ή κάποιος άλλος αποκαλούμενος Παίσιος Παλαιών Πατρών, βρέθηκε να επαιτεί στή Δύση με το π λ α σ τ ό πατριαρχικό γ ρ ά μ μ α τού Πατριάρχη Παίσίου Β' τού Νικομήδειας τού έτους 1731. Με αυτό εξασφάλισε συστατικό γράμμα τού προέδρου τού πολεμικού συμβουλίου της αυτοκρατορικής αυλής της Βιέννης γιά τή συλλογή βοήθειας. Τελικά, φαίνεται ότι εκείνος π ο ύ περιόδευε στην Ε υ ρ ώ π η ήταν ό αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Δωρόσταμος, ένας ά π ο τους ακολούθους τού Παίσίου Παλαιών Πατρών και οχι ό ίδιος ό Πάίσιος. Γνωρίζουμε, επίσης, άλλη μια υπόθεση πλαστογραφημένου εγγράφου πού ανιχνεύτηκε ήδη ά π ο τους σύγχρονους του. Κάποιος έμπορος ονόματι Κων-
129. Στο ίδιο,σ.7 . 130. Στοίδιο,σ.1 5 , 26, 29, 34-35, 37. 131. Jacob Elssner, Neueste Beschreibung derer griechischen Christen in Turkry aus glaubmürdig Erzählung Herrn Athanasius Dorostamus, Βερολίνο 1737. J.D. Mansi. Sacrorum Conciliorum Nov et Amplissima Collectio [...], τ. XXXVII, 1720-1735, στήλες 1055-1056, Παρίσι 1905. Αθανάσιος Παπαδόπουλος-Κεραμεύς, Διάφορα ελληνικά γράμματα έκ τού εν Πετρουπόλει μουσείου [...] τού Nicolas Sikhacheff, Πετρουπολις, 1907, ς. κβ'-κδ', 11-15, 15-17. Σωφρόνιος Εύσταθιάδης, «Ό Παλαιών Πατρών Παίσιος», Εκκλησιαστικός Φάρος Γ (1909) 327-331. Περικλής Ζερλέντης, Ιστορικοί έρευναι περί τάς Εκκλησίας τών Νήσων της Ανατολικής Μεσογειου θαλάσσης, τ· Α', σ. 178. Τού ίδιου, «Παίσιος ό Παλαιών Πατρών και Αθανάσιος Δωρόσταμος Αρχιμανδρίτης». Δελτίον Ιστορικής και Έθνολογικής Έταιρειας τής Ελλάδος 7 (1917) 480-488.
288
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΓΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
σταντής είχε πλαστογραφήσει ένα σουλτανικό άχτναμέ υπέρ των μοναχών της μονής Σινά, οί όποιοι είχαν το προνόμιο να συλλέγουν καί να εισάγουν αφορο λόγητα τα προιόντα των ζητειών τους. Ό έμπορος αυτός είχε χρησιμοποιήσει πλαστή υπογραφή και σφραγίδα ενός δικαστή της Αιγύπτου του 15ου ή του 16ου αιώνα, καί είχε πλαστογραφήσει επίσης εδάφια καί προσθέσει εμπορικούς ορούς που εξασφάλιζαν στον ίδιο αφορολόγητες εμπορικές συναλλαγές. Οί μοναχοί που αντελήφθησαν τήν πλαστογραφία ζήτησαν μέ αίτησή τους στις 13 Αυγούστου του 1804 νά εκδοθεί σουλτανική διαταγή πού θα δήλωνε τή μή γνησιότητα του εγγράφου. 132 Μια άπατη πού φαίνεται πώς διέπρατταν αρκετοί άπο τους περιοδεύοντες άνα τήν Ευρώπη επαίτες ήταν ότι παρουσιάζονταν ώς απόγονοι μεγάλων αρι στοκρατικών οικογενειών. Έτσι, πολλοί ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν άπο βυ ζαντινές αυτοκρατορικές οικογένειες ή ότι στην πατρίδα τους κατείχαν υψηλές διοικητικές θέσεις, ισχυρισμοί πού ήταν προφανέστατα ψευδείς. 133 Ή διαδικασία πού έπρεπε νά ακολουθήσουν οί περιοδεύοντες έκτος τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γιά νά εξασφαλίσουν τήν άδεια τής ζητείας όταν έφταναν σέ μιά ξένη χώρα ήταν ή ακόλουθη: έκαναν αιτήσεις στους ηγεμόνες των χωρών στις όποιες ταξίδευαν επιδεικνύοντας τά συστατικά γράμματα πού έφερναν άπο τήν πατρίδα τους. Ενίοτε χρησιμοποιούσαν καί τή μεσο λάβηση διαφόρων ισχυρών τοπικών παραγόντων ή καί άλλων ηγεμόνων προ κειμένου νά εξασφαλίσουν τήν έκδοση άδειας καί νέων συστάσεων, ώστε νά μπορέσουν νά διεξαγάγουν τή ζητεία. Αυτό συνέβη π.χ. στή Βρετανία τον 17ο αιώνα μέ τον μητροπολίτη Δυρραχίου Χαρίτωνα καί τους αρχιμανδρίτες Γρηγόριο Καντακουζηνό καί Γρηγόριο Μακεδόνιο. 134 Γνωρίζουμε επίσης ότι ό Αρχιεπίσκοπος Άχρίδος Γαβριήλ μέσω τής συστατικής επιστολής του οικου μενικού Πατριάρχη Θεόληπτου, τήν οποία συνυπέγραφε έκτος τών άλλων καί ό Πατριάρχης Αλεξανδρείας Σίλβεστρος, 135 είχε επιτύχει νά εξασφαλίσει συστατική επιστολή του βασιλιά τής Πολωνίας Στεφάνου Α' Μπάτορυ (1575— 1586) άπο τις 24 Ιουνίου του 1586 προς τον πάπα Σίξτο E' (1585-1590) . 1 3 6 Ά ς 132. Παύλος Χιδίρογλου, ό.π., Έπετηρις του Κέντρου Επιστημονικών (1979-1980) 341-342.
Ερευνών (Κύπρου) 10
133. Περικλής Γ. Ζερλέντης, Σημειώματα περί Ελλήνων εκ τών Μαρτίνου Κρουσίου Σουηκικών Χρονικών, α. 9, 14, 37. 134. Ανδρέας Τηλλυρίδης, ό.π., θεολογία 45 (1974) 665, 666. 135. Περικλής Γ. Ζερλέντης, ό.π., σ. 2 2 - 2 3 . 136. Augustinus Theiner, Vetera Monumenta Poloniae et Lithuanìae, Roma 1863, τ. 3, ς. Ι. Συγκεντρωμένη βιβλιογραφία για το θέμα αυτό άλλα καί γενικότερα για τα ταξίδια τού Γαβριήλ Άχριδών καί τις επιστολές του προς διάφορες προσωπικότητες τής Ευρώπης βλ. στή
289
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗ
σημειωθεί, ότι καί ό Γαβριήλ π ο ύ περιόδευε για ζητεία, την 1η Αυγούστου τού 1587 καί προσπαθούσε να εξασφαλίσει συστατικές επιστολές, ένώ βρισκόταν στην Π ρ ά γ α έδωσε και ό ίδιος συστατική επιστολή, σωζόμενη στα λατινικά, προς τον αυτοκράτορα Ροδόλφο Β' μέ τήν οποία συνιστούσε τον ηγούμενο της Μονής του Παντοκράτορος τού Αγίου Ό ρ ο υ ς Φιλόθεο μέ τή συνοδεία του που ταξίδευαν καί εκείνοι γ ι α ζητεία προκειμένου να συγκεντρώσουν χρήματα για χρέη τού μοναστηριού του προς Ε β ρ α ί ο υ ς καί Τούρκους δανειστές. 1 3 7 Μέ τή χρήση λοιπόν των αρχικών συστατικών επιστολών οι έπαιτουντες συγκέντρωναν βαθμιαία ενα μεγάλο αριθμό νέων συστατικών γραμμάτων π ο υ τά επιδείκνυαν όπου πήγαιναν εξασφαλίζοντας έτσι ολοένα καί πιο εύκο λα νέα ά δ ε ι α καί συστατικά στην επόμενη χώρα π ο ύ επισκέπτονταν. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι, π α ρ ά τήν καχυποψία ή τήν προκατάληψη, που είχε δημιουργηθεί στην Ε υ ρ ώ π η γιά τους περιοδεύοντες Έλληνες, αυτοί τελικά κατόρθωναν νά εξασφαλίζουν τήν ακώλυτη διεξαγωγή τής ζητείας πού τους άνοιγε τις πόρτες ευγενών, αξιωματούχων, κληρικών καί λογίων σε κάθε ξένη χώρα π ο ύ επισκέπτονταν. Ε ν δ ε ι κ τ ι κ ή τής κατηγορίας τών συστατικών γ ρ α μ μ ά τ ω ν πού ταυτόχρονα ε π έ τ ρ ε π α ν τή ζητεία σέ μια ξένη επικράτεια είναι και ένα τής βασίλισσας της Βρετανίας Ε λ ι σ ά β ε τ Α' τού 1597, π ο ύ σώζεται σέ ελληνική μετάφραση στην Bodleian Library τής Οξφόρδης. Μέ το έγγραφο αυτό δινόταν άδεια στον Εμ μανουήλ Άχίλλιο, ή στον εκπρόσωπο του, νά περιέλθει άκωλύτως καί ειρηνικά γ ι ά ενα έτος τις κομητείες τού κράτους, σέ πόλεις, λιμάνια, κωμοπόλεις και χωριά, γ ι ά συλλογή ελεημοσύνης και γινόταν σύσταση σέ όλους τους υπηκόους νά προσφέρουν «τον καρπον τής α γ ά π η ς » καί στους εντεταλμένους μέ τή φύ λαξη τών ναών καί τής τάξης νά τον βοηθήσουν, διότι « κ α ί π ε ρ Έλλην ων καί αλλοεθνής, όμως διά το χριστιανον είναι, καί διότι οί πρόγονοι αυτού και ό π α τ ή ρ καί οί αδελφοί τ α ύ τ α διά τον Χριστον έπαθον». Ό Άχίλλιος ζητιάνευε γ ι ά νά εξασφαλίσει τ ά απαιτούμενα χρήματα γιά τήν απελευθέρωση τών αδελ φών του καί π α ι δ ι ώ ν τού εκτελεσθέντος ά π ο τους Ο θ ω μ α ν ο ύ ς μητροπολίτη θεσσαλονίκης Μητροφάνη. 1 3 8 Μιά παρόμοια περίπτωση είχε παρουσιαστεί
μεταπτυχιακή εργασία τού Ιωάννη Δ. Ψαρά, Ό ΑρχιεπίσκοποςΆχρίδος Γαβριήλ καί οί περιπλα νήσεις του στίς εύρωπαίκες χώρες. Βιογραφικό σχεδίασμα (1527-1593). όπου δημοσιεύεται και ανέκδοτη επιστολή του Γαβριήλ προς το δόγη Πασκουάλε Σικόνια, σποραδικά καισ.1 3 , 15, 27, 35-37.
137. Eudoxiu Hurmuzaki, Documente privitóre la Istoria Românilor culese de Eudoxiu de Hurmuz Publicate sub auspicale Ministeriulm Cultelor si Instructiuneï publice si ale Academieì Romàne, τ - μέρος II - 1576-1600 [...]. Βουκουρέστι 1888.σ.3 8 3 , αφ. 462. 138. Michael Vickers, «An Elizabethan Contact with Greece», Journal of Ecclesiastical History
290
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
στην Αγγλία στίς αρχές του 16ου αιώνα, όταν κάποιος Ιωάννης Σάργης, που είχε φτάσει εκεί με συστατική επιστολή του Πάπα Λέοντα Γ έλαβε ανάλογη άδεια και συστατικό γράμμα γιά πραγματοποίηση ζητείας άπο τον πατέρα της Ελισάβετ Ερρίκο Η'. 139 Τήν εποχή της Ελισάβετ Α' πραγματοποιήθηκε μία ακόμη ζητεία στή Βρε τανία όπως βλέπουμε άπο ανέκδοτη συστατική επιστολή του Πατριάρχη Ιερεμία Β' του Τρανού σωζόμενη καί αυτή στή Bodleian Library τής Οξφόρδης. 140 Ή επιστολή, γραμμένη λατινικά, αποτελεί αντίγραφο καί περιλαμβάνεται σέ συλλογή έγγραφων τής εποχής τής Ελισάβετ Α'.141 Ή πρωτότυπη επιστολή
XXIV (1973) 51-58. Απόστολος Άθ. Γλαβίνας. «Μητροπολιται τίνες Θεσσαλονίκης κατά τον Κ" αιώνα», Επιστημονική Έπετηρίς θεολογικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου θεσσαλονίκης 19 (1974) 327-329. Ούτε ό Μ. Vickers ούτε ό Ά. Γλαβίνας ταυτίζουν τον Εμμανουήλ Άχίλλιο, άλλα καθώς τα χρονολογικά δεδομένα ταιριάζουν και το όνομα είναι ασυνήθιστο, πιθανότατα πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον έκ Μυτιλήνης ομώνυμο φοιτητή τού Κολλεγίου τής Ρώμης κατά το 1580. Ό Άχίλλιος είναι γνωστός καί από ένα κακής ποιότητας επίγραμμα του προς τιμήν τού Πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελετίου Πήγα που δημοσιεύτηκε στο σύγγραμμα τού τελευταίου Ύπερ τής Χριστιανών ευλάβειας προς Ιουδαίους απολογία. Γοσπονδίνα Μελετία Λεοντοπόλεως. Έτυπώθη εν οικία αδελφών, έτη θεουγονίας ,αφ^γ'. Τού ίδιου σώζονται επίσης δύο επιστολές προς τον Κύριλλο Λούκαρη. από 30 Ιανουαρίου τού 1595, οπότε βρισκόταν στην Δούπνη, πιθανότατα στή Δόπνιστα τής Βουλγαρίας, καί από 12 Ιουλίου τού 1596 στον Ζέμονα. Βλ. Emile Legrand, Bibliographie Hellénique ou description raisonnée des ouvrages publiés par des Grecs au dix-septième siècle, τ. 5,σ.1 7 6 . Τού ίδιου. Bibliographie Hellénique ou descrption raisonnée des ouvrages publies par des Grecs au XVe et au XVI siècles. Παρίσι 1885. τ. 2,σ.8 8 , αρ. 200. Ε ά ν πραγματικά ταυτίζονται τα δύο πρόσωπα, το έγγραφο δημιουργεί προβληματισμούς για τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται σέ αυτό καί τή συγγενική σχέση τού Άχιλλίου μέ τον μητροπολίτη Μητροφάνη. Ό μητροπολίτης Μητροφάνης καί ό αδελφός του διδάσκαλος Ματθαίος ήταν άπό τήν Κρήτη καί όχι από τή Μυτιλήνη όπως ό Άχίλλιος, βλ. Απόστολος Άθ. Γλαβίνας,ό.π.,σ.3 2 3 , 324. Ή συγγένεια μέ τον Άχίλλιο και ή ύπαρξη τέκνων τού Μητροφάνη όπως και ή όλη σχετική Ιστορία δεν επαληθεύονται άπο καμιά άλλη πηγή πλην τής επιστολής τής Ελισάβετ. Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν πώς καί σέ αύτη τήν περίπτωση πρόκειται γιά υπόθεση ύποπτης ζητείας πού έγινε μέ ψευδή προσχήματα. 139. Michael Vickers, ό.π., Journal of Ecclesiastical History XXIV (1973) 55-57. 140. Ms Rawlinson Letters 77. f. 78r-v. Ευχαριστώ θερμότατα τον αγαπητό φίλο καθηγητή Peter Mackridge πού είχε τήν καλοσύνη να κάνει τον έλεγχο τής επιστολής πού είχα δει καί αντιγράψει πριν πολλά χρόνια καί να μού θυμίσει λεπτομέρειες πού είχα λησμονήσει. 141. F. Madan, Summary Catalogue of Western MSS in the Bodleian Library: Eighteenth Century Collection, nos. 14672-16669,σ.3 8 5 (no. 14960) . To χειρόγραφο γράφτηκε ή μάλλον αντι γράφτηκε περί το 1600 («written [i.e. copied] about 1600» καί περιέχει αντίγραφα λατινικών γραμμάτων τής βασίλισσας Ελισάβετ Α' προς διαφόρους μεγιστάνες, ευγενείς καί πόλεις τ ήζ Ευρώπης, κατά τήν περίοδο 1592-1596. Καταγράφονται επίσης συστατικές επιστολές που δόθηκαν σέ ξένους για τή μετακίνηση τους εντός τού βασιλείου ανάμεσα στα χρόνια 1592-1595. Γιά το γράμμα τού Πατριάρχη Ιερεμία γράφει: «at fol. 78 there is a copy of a Latin appeal from Jeremias archbishop of Constantinople and eight metropolitan bishops, for help in paying the ransom of 'Jacobus Cycladum insulis ortus,' a captive in the hands of the Turks, A.D. 1593».
291
ΕΛΕΝΗ
ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ-ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗ
πρέπει να ήταν γραμμένη στα ελληνικά, καί δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε που καί κάτω άπο ποιες συνθήκες μεταφράστηκε στα λατινικά. Ή επιστολή είναι του τύπου των «άπανταχουσών», όπως βλέπουμε άπο τήν προσφώνηση, και δεν φέρει χρονολογία άλλα μόνο τήν ένδειξη μηνός καί ίνδικτιώνος, «Mense Junio, Indictionis / sexto». Επειδή μας είναι γνωστά τά έτη των τριών πατριαρ χιών τού Ιερεμία Β', συνάγεται ότι ή έκτη ίνδικτιών μπορεί να ταυτίζεται είτε με το έτος 1578, είτε μέ το έτος 1593, το όποιο υποδεικνύεται επίσης καί άπο τον κατάλογο τού F. Madan. Tό γράμμα συνυπογράφεται άπο οκτώ μητροπολίτες: τον Θεσσαλονίκης Γαβριήλ τον Σωφρόνιο Εφέσου, τον Ιερόθεο Νεγροπόντε (Ευρίπου) , τον Διονύσιο Ηράκλειας, τον Χριστόφορο Μεσημβρίας, τον Σωφρόνιο Κορίνθου, τον Διονύσιο, πιθανότατα Τορνόβου (ή λατινική απόδοση τής μητροπόλεως είναι προβληματική) , τον Σωφρόνιο Κορίνθου καί τον Λαυρέντιο Θηβών. Το έτος 1593 είναι συμβατό μέ τά γνωστά έτη αρχιερατείας των περισσοτέρων άπο τους προαναφερθέντες μητροπολίτες, αν καί δέν ταυτίζονται όλοι μέ τους περιλαμ βανόμενους στους επισκοπικούς καταλόγους. Π.χ. δέν αναφέρεται σέ αυτούς ό Ιερόθεος Ευρίπου· επίσης ό Σωφρόνιος υπήρξε μητροπολίτης Κορίνθου το 1564/5, ένώ γιά τή δεκαετία 1590-1600 δέν γνωρίζουμε κανένα μητροπολίτη Κορίνθου. Τέλος, Διονύσιος Τορνόβου, πράγματι, υφίσταται το 1593. Το συστατικό γράμμα/«άπανταχούσα» παρέχεται στον «Jacovi Cyclad[or]um Insulis», κάποιον Ιάκωβο άπο τίς Κυκλάδες, ό όποιος, εξαιτίας συκοφαντικής κατηγορίας ότι προσπάθησε νά ελευθερώσει αιχμαλώτους τών Τούρκων, ρίχτηκε στή φυλακή γιά δεκατρείς μήνες, άλλα μπόρεσε νά εξαγοράσει τήν ελευθερία του έναντι 40.000 χρυσών νομισμάτων («quadraginta mille num[or]um») . Κατόπιν αύτού, μέ τή γυναίκα του καί τά παιδιά του έγιναν πλανήτες συγκεντρώνοντας ελεημοσύνη γιά τήν εξόφληση τού χρέους. Ό Πατριάρχης Ιερεμίας κλείνει τήν επιστολή συνιστώντας στους χριστιανούς νά εύσπλαγχνιστούν τον φέροντα καί νά τον βοηθήσουν. Έτσι, ό Ιάκωβος άπο τίς Κυκλάδες βρέθηκε στην Αγγλία, άφού προηγουμένως πέρασε άγνωστο άπο ποιες άλλες χώρες. Άγνωστον πα ραμένει επίσης καί σέ αυτήν, όπως καί στίς περισσότερες τών γνωστών περι πτώσεων, κατά πόσο ή θλιβερή αυτή Ιστορία ήταν αληθινή. Ή ευρύτατη έκταση του φαινομένου τής ζητείας επί αιώνες υπήρξε απο τέλεσμα τών χαλεπών καιρών καί τών αδήριτων αναγκών πού κατέτρυχαν τήν Εκκλησία καί τους χριστιανούς. ΟΊ ζητειες είτε στην οργανωμένη μορ φή τους άπο τήν Εκκλησία καί τά μοναστήρια, είτε ώς μια ατομική πράξη αναξιοπαθούντων, απελπισμένων ανθρώπων, υπήρξαν απόρροια τών συνθηκών πού επικράτησαν μετά τή διάλυση τής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, κυρίως, άλλα όχι αποκλειστικά, στίς περιοχές υπό οθωμανική κυριαρχία. Οι συγκυρίες ανάγκασαν τά Πατριαρχεία καί τά μοναστήρια νά ζητιανέψουν γιά νά επιβιώσουν.
292
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΤΖΑΝΤΙΝΗ
ΠΕΡΙΟΔΟ
Επί αρκετούς αιώνες ή επαιτεία τους παρείχε τα μέσα για τη συντήρηση τους και τήν εξυπηρέτηση πραγματικών αναγκών τους. Παρά τις συχνές άπατες, τις καταχρήσεις, ή τήν εκμετάλλευση της ευπιστίας καί τών φιλάνθρωπων αισθημάτων τών ανθρώπων άπο μεμονωμένα άτομα, χωρίς αμφιβολία συντέλεσαν σημαντικά στή διατήρηση τών Πατριαρχείων και τών μονών. Ανάλογη παρουσιάζεται καί ή κατάσταση όσον άφορα στην ατομική ζητεία. Ακολουθώντας μιά πρακτική που τήν είδαμε νά εφαρμόζεται ήδη άπο τους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου, οι πένητες, οι διωκόμενοι, οΙ οφειλέτες, οι αιχ μάλωτοι, οι σκλάβοι, εφοδιασμένοι με συστατικά γράμματα διένυαν τεράστιες αποστάσεις ελπίζοντας με τήν ελεημοσύνη νά απελευθερωθούν ή νά βρουν λύση στά βάσανα τους. Ποιοι άπο αυτούς ήταν πραγματικά θύματα της εποχής τους και τών συγκυριών καί ποιοι εκμεταλλεύονταν τη φιλανθρωπία τών συνανθρώπων τους ούτε τότε ήταν εύκολο, ούτε σήμερα είναι εφικτό νά εξακριβωθεί. Ακόμη όμως και αν μεγάλο μέρος τών έπαιτούντων ψευδόταν, παραμένει αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι γιά τους συγχρόνους τους οί ιστορίες τους θεωρούνταν συνηθέστατα αληθινές, επειδή τά όσα επικαλούνταν αντιπροσώπευαν γνωστές, καθημερινές Ιστορίες, δράματα ατομικά, οικογενειακά καί κοινωνικά πού αποτελούσαν μιά πραγματικότητα πού όλοι αναγνώριζαν. Οί ζητείες δέν θά μπορούσαν νά έχουν τη διάδοση άλλα καί τήν αποδεδειγ μένη αποδοτικότητα τους χωρίς δύο προφανείς παράγοντες: αφενός μεν τή βαθιά θρησκευτική πίστη τών ανθρώπων, πού αποτελούσε τον βασικό άξονα τής ζωής τους, καί τή συνακόλουθη προσήλωση τους στην Εκκλησία, αφετέρου δε τήν ανιδιοτελή φιλαλληλία προς τους συνανθρώπους τους πού τους έκανε νά υψωθούν πάνω άπο τά δικά τους πολλαπλά καί πιεστικά προβλήματα. Ή φιλανθρωπία καί ή ελεημοσύνη ως χριστιανικές αρετές, τήν άσκηση τών οποίων συνιστούσαν ούτως ή άλλως στις «άπανταχούσες» τους οί αρχιερείς, έβρισκαν ανταπόκριση σέ πλούσιους καί φτωχούς πού προσέφεραν δ,τι μπορούσαν γιά νά καλύψουν τις ανάγκες τής Εκκλησίας καί τών ζητιάνων, συχνότατα καί άπο το υστέρημα τους. Ή συχνή εκμετάλλευση των ζητειών γιά ιδιοτελείς σκοπούς άπο τους επιτήδειους πού επιδείκνυαν έκτος τών άλλων καί ιδιαίτερη ικανότητα καί εφευρετικότητα στην εκμετάλλευση τών ευγενέστερων συναισθημάτων τών συνανθρώπων τους δέν αποτελεί αποκλειστικό φαινόμενο τών χρόνων εκείνων, άλλα πρόκειται, δυστυχώς, γιά φαινόμενο διαχρονικό από το όποιο ή ανθρωπότητα δέν έχει καταφέρει νά απαλλαγεί.
293
Δημήτρης Τσουγκαράκης
Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ Τ η ς ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ TOΥ ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΒΑΔΑ ΣΕΛΙΝΟΥ
Σ
ε αρκετή απόσταση άπο το χωριό Λειβαδάς Σελίνου, σε μια ερημική σήμερα και κάπως δυσπρόσιτη τοποθεσία, σώζεται ό μικρός ναός τού Αγ. Δημητρίου. Είναι ένας μικρός, μονόχωρος, καμαροσκέπαστος ναός, με διαστάσεις 4,1 μ. μήκος, 2,2 μ. πλάτος και 3,25 μ. ύψος (Είκ. 1) . Εσωτερικά δεν έχει σφενδόνια, άλλα ενα τυφλό άψίδωμα σε καθέναν άπό τους δύο μακρούς τοίχους.1 Λόγω των τοιχογραφιών της, πού έχουν χαρακτη ρισθεί ώς ιδιόμορφες, ή εκκλησία είναι γνωστή άπό παλιά, άλλα το ενδιαφέρον γ ί αυτήν ενισχύεται άπό το γεγονός ότι σώζει, άν και σε κακή κατάσταση, τήν κτιτορική επιγραφή μαζί μέ τή χρονολογία της (Είκ. 3Ε στο έγχρωμο παράρ τημα) . 2 Άπο όσο γνωρίζω, συστηματικότερα έχουν μέχρι σήμερα ασχοληθεί μέ τις τοιχογραφίες του Αγ. Δημητρίου ό Στ. Μαδεράκης,3 ή αείμνηστη Στέλλα Παπαδάκη-Oekland,4 και πιο πρόσφατα ό Ιωάννης Σπαθαράκης. 5 Όλοι σχεδόν οι μελετητές των τοιχογραφιών της εκκλησίας αυτής έχουν επισημάνει μέ τον έναν ή τον άλλο τρόπο τή δυτικότροπη τεχνοτροπία τού καλλιτέχνη. Συγκεκριμένα, ό Ί . Σπαθαράκης καταλήγοντας επισημαίνει:
1. Κ. Λασιθιωτάκης, «Εκκλησίες της Δυτικής Κρήτης». Κρητικά Χρονικά 22 (1970) 377-379, άρ. 119. Στ. Μαδεράκης, «Βυζαντινά Μνημεία του Νομού Χανίων: Ό Άγιος Δημήτριος στο Λειβαδά Σελίνου καί οί τοιχογραφίες του». Χανιά (1986) 69-95. Για τον τύπο της εκκλησίας (τύπος Α1) βλ. την κατάταξη τού Κ. Λασιθιωτάκη, «Κυριαρχούντες τύποι χριστιανικών ναών άπο τον 12ο αι. και εντεύθεν στη Δυτική Κρήτη». Κρητικά Χρονικά 15-16 (1961-1962) 180. 2. G. Gerola, Monumenti veneti nett' isola di Creta, IV, 471, άρ. 55 (στο έξης: Gerola, MV) . G. Gerola - Κ. Λασιθιωτάκης, Τοπογραφικός κατάλογος των τοιχογραφημένων εκκλησιών της Κρήτης, Ηράκλειο 1961, άρ. 200. 3. Ό.π. 4. Στ. Παπαδάκη-Oekland, «Δυτικύτροπες τοιχογραφίες τού 14ου αι. στην Κρήτη. Ή άλλη οψη μιας αμφίδρομης σχέσης», στο Εύφρόσυνον, Άφιψωμα στον Μανόλη Χατζηδάκη 2 (1991) 5- I. Spatharakis, Dated Byzantine Watt Paintings of Crete, Λέιντεν 2001,σ.1 6 - 1 8 . Βλ. επίσης αλλες μνείες: Μ. Άνδριανάκης, Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 34, 1983,σ.3 3 0 , Μ. Μπορμπουδάκης, «Ή διείσδυση της Παλαιολύγειας ζωγραφικής στην Κρήτη», Πεπραγμένα τού Ζ' Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, τ. Β' 2. Ρέθυμνο 1995,σ.5 7 3 .
295
Δ Η Μ Η Τ Ρ η ς ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗΣ
Εικόνα 1. Ό Άγ. Δημήτριος άπό ΝΔ. The style of the paintings and almost every scene or figure are un-Byzantine. Western elements characterise virtually every scene and figure; [...] The conclusion is that the artist has a western training, which he tries to adapt, rather unsuccessfully, to the demands of the Byzantine practice.6 Με παρόμοιο τ ρ ό π ο και ή Στ. Παπαδάκη-Oekland θεωρεί ότι «Άπό την άποψη τού βαθμού σύνδεσης με τή βυζαντινή παράδοση διαπιστώνεται και πάλι μια διττότητα ώ ς π ρ ο ς τήν επιλογή τών π ρ ο τ ύ π ω ν και παράλληλα παρανόηση ή π α ρ α π ο ί η σ η βυζαντινών τ ύ π ω ν ή παρείσφρηση σε αυτούς δυτικών στοιχείων». 7 Και καταλήγει ότι ό ζωγράφος σε ορισμένα θέματα υιοθετεί, κατά τήν περίσταση, δυτικούς εικονογραφικούς τύπους, ενώ στα άλλα, πού είναι και τα περισσότερα, προσπαθεί να αποδώσει κατά το δυνατόν πιστά το βυζαντινό πρότυπο πού διαθέτει, δεν μπορεί όμως κάι στις δυο περιπτώσεις να αποκρύψει τήν πραγματική καλλιτεχνική του ταυτότητα, ή οποία δεν είναι βυζαντινή.8
6. I. Spatharakis, ό.π.,σ.1 8 . 7. Στ. Παπαδάκη-Oekland, ό.π., 504. 8. Ό.π., 508.
296
Ο Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ο ς Τ η ς Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι α ς TOT ΑΓΙΟΤ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΒΑΔΑ ΣΕΛΙΝΟΤ
Ό Στ. Μαδεράκης είναι λιγότερο απόλυτος. Καταρχήν θεωρεί ότι ό ζωγράφος οπωσδήποτε «δέχεται ισχυρότατες δυτικές επιδράσεις». 9 Ωστόσο, π α ρ ά το ότι υπάρχουν «εικονογραφικά στοιχεία πού διαφοροποιούν τον αγιογράφο μας ά π ο τους συγχρόνους τ ο υ κρητικούς καί βυζαντινούς αγιογράφους», ό Μαδεράκης δέχεται ότι « τ ο π ρ ό γ ρ α μ μ α διακοσμήσεως τής α ψ ί δ α ς είναι τυπικά βυζαντινό». 1 0 Πάντως κ α τ ά τον ίδιο « Ή Σταύρωση είναι ή λιγότερο βυζαντινή π α ρ ά σ τ α σ η του θ έ μ α τ ο ς καί κατάγεται σ' όλες τις λεπτομέρειες της άπο δυτικό π ρ ό τ υ π ο , οσο κι αν ό αγιογράφος ανασυνθέτει το π ρ ό τ υ π ο του και πρωτοτυπεί σε α ρ κ ε τ ά σημεία». 1 1 Τήν ίδια περίπου άποψη γ ι α την παράσταση τής Σταύρωσης δ έ χ ε τ α ι καί ή Παπαδάκη-Oekland 1 2 (Είκ. 4Ε) . Ά ς δούμε όμως π ρ ώ τ α τή χρονολόγηση τής εκκλησίας. 0 Gerola πρώτος ανέφερε ότι άνέγνωσε στην κτιτορική επιγραφή τή χρονολογία «6820=1311-1312 (oppure 6824=1315—1316) ». 1 3 Ό Μαδεράκης αναφέρει οτι σώζεται μερικά ή κτιτορική ε π ι γ ρ α φ ή με «τή χρονολογία της 1314/5 ή 1315/6, γιατί το τελευταίο γράμμα τής χρονολογίας δεν είναι βέβαιο αν είναι το ' γ ' ή το ' δ ' [,..]».14 Ή Παπαδάκη-Oekland αναφέρει α π λ ώ ς ότι «Άπο τή χρονολογία της διακρίνονται σήμερα α μ υ δ ρ ά τα δύο π ρ ώ τ α γ ρ ά μ μ α τ α : ΤΩ». 1 5 Ό Σπαθαράκης εξετάζει λεπτομερώς τήν ε π ι γ ρ α φ ή καί διαπιστώνει επίσης ότι μπορεί νά διαβάσει με βεβαιότητα μόνο τά δύο π ρ ώ τ α ψηφία της, δηλ. τά ΤΩ (6800=1292-1293) , ένώ γιά τά υπόλοιπα σημειώνει: The next cipher, if it belongs to the date, is larger than the previous two ciphers. The letter ζ (7) resembles it the most. There is not enough space between the ω and the ζ to justify the existence of another cipher of the size of the ς or ω, and even less of a cipher of the size of the ζ. Α κ (20) , thus, suggested by Gerola, impossibly fits into the space in question. My conclusion is that the paintings were executed in 6800 (1292-1293 AD) or in 6807 (1295-1296 AD) . 1 6
9. Στ. Μαδεράκης, ο.π., α. 72. 10. Στοίδιο,σ.7 4 . 11. Στο ίδιο, α. 78. 12. Ό.π., 506-507. 13. Ό.π. MV, IV,σ.4 7 1 άρ. 55. 14. Ό.π.,σ.6 9 - 7 0 . Συνεπώς δέχεται οτι τα τρία πρώτα ψηφία είναι ς- ω κ. 15. Ό.π., 494. 16. Spatharakis, ο.π., α. 17. Προφανώς δηλαδή ό συγγραφέας θεώρησε ότι τα ψηφία κ και δ της επιγραφής αποτελούν ένα σύμπλεγμα, το ζ.
297
Δ Η Μ Η Τ Ρ η ς ΤΣΟΤΓΚΑΡΑΚΗΣ
Στην πραγματικότητα, μια προσεκτική επιτόπια εξέταση της επιγραφής έδειξε χωρίς καμία απολύτως αμφιβολία οτι στο τέλος του πέμπτου στίχου ή επιγραφή αναγράφει « έ τ ο υ ς , ς ω κ δ » . Ά ρ α ή χρονολογία π ο υ αναγράφεται είναι το έτος 6824 ά π ο κτίσεως κόσμου, δηλαδή 1315-1316 ά π ο Χρίστου (Είκ. 5Ε) . Συνεπώς ή δεύτερη υπόθεση του Gerola ήταν σωστή. Ά ς εξετάσουμε όμως τώρα ολόκληρη τήν κτιτορική επιγραφή. Πρόκειται για γ ρ α π τ ή επιγραφή ύψους 26 έκ. καί μήκους 112 έκ. Τα γράμματα είναι καστανοκόκκινου χρώματος και έχουν ύφος 1-2 έκ. Αποτελείται ά π ο οκτώ στίχους μέ μεγάλες φθορές, ιδίως στην αριστερή πλευρά, έτσι π ο ύ ή ανάγνωση της είναι εξαιρετικά δύσκολη. Σημαντικότατες φθορές έχουν ειδικά οί στίχοι 6 και 7, π ρ ά γ μ α π ο ύ καθιστά τήν ανάγνωση τους ακόμη πιο προβληματική. Ό τελευταίος στίχος ανέφερε το όνομα του ζωγράφου. Κανείς, ά π ο οσο γνωρίζω, δέν έχει αναγνώσει ή δημοσιεύσει τήν επιγραφή, ενώ ό Gerola είχε απλώς δια πιστώσει οτι αναφέρονται τ α ονόματα Μανουήλ καί Στέφανος. 'Ωστόσο μία επιτόπια πολύ προσεκτική και επίπονη παρατήρηση της το καλοκαίρι του 2004 απέδωσε τ ά παρακάτω: 1 7 1. [ ] θϋος [κ(αί) ] παν[σεπτος να]ος [....] τ[... ενδό]ξου μάρτυρος δημητρίου τ επίκλη(ν) χωσ 2. [ ]ς κ(αί) τ[...] κ(αι) [κό;]που κ(αί) [μόχ,]θου πόλου θεωδόρ [...] [θυγα;]τρος[...] κ(αλ) μανοηλ αμα σηνβιου του χιλά κ(αι) ιω(άννου) aγ 3. [ ] ιω(άννου) τ(ου) [...] στεφάνου αμα σηνβιου του χηλά κ(αι) Γ[.... \τ(ού) προτοκηνιγού/ί8 αμα σην]βί(ου) τού [....] κ(αί) .αί τυλ[... αμ]α σινβίου τ(ου) χηλά κ(αι) λεων τ(ου) 4. [....] τ(ου) τω λ . σ κ(αί) αντωΝ(ίου) (;) αμα σινβίου ιω(άννου) σι[.....] αμασιβίου [...]α θ α ν α σ ί ο υ ( ; )τ(ου) κ.,.σ [....] τ(ου) φ... λε 5. [...Γρ]η(;) γορί(ου) τ(ου) Γαδανολε(ου) (μοναχού) κ(αί) κωνςα(ντίνου) αμασινβίου του χιλα [ ] αμασινβίου ιτους σωκδ 6. [ αδ;]ερφή ςωκ [...] 7. [
] ας τ(..) πετ(ο) κωπ(ού) λος.
8. +HΣΩΡΙΘΙ ΔΕ ΔΙΑ ΧΗ[ρος έμού τού αμαρτωλού;] ΙΩ(άννου) τ(ου) ΠΑΓΩΜ[ένου]
17. Ευχαριστώ καί άπο τη θέση αύτη τη σύζυγο μου και συνάδελφο Ελένη ΆγγελομάτηΤσουγκαράκη, χωρΙς τη σύμπραξη και τη συνεργασία της οποίας ή ανάγνωση της επιγραφή δεν θα ήταν εφικτή. 18. Στο διάστιχο ανάμεσα στον τρίτο καί τέταρτο στίχο, κάτω άπο το «Στεφάνου».
298
Ο Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ο ς Τ η ς Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι α ς TOT ΑΓΙΟΓ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΒΑΔΑ ΣΕΛΙΝΟΤ
Παρατηρήσεις Στ. 1: τ έπίκλη(ν) χωσ[..]. Ή επωνυμία «Άγιος Δημήτριος ό χωστός» είναι πι θανή εξαιτίας τής θέσεως τού ναού. Στ. 2: του χιλά. Το επώνυμο Χειλάς (ή Χηλάς) δεν μπορέσαμε νά το εντοπίσουμε σε άλλες αναφορές εντός Κρήτης. κ(αί) ιω(άννου) άγ/[...]. Είναι πιθανόν ή τε λευταία λέξη νά είναι «άμα» καί να ακολουθεί το «συμβίου» στον επόμενο στίχο. Στ. 3: τ(ου) προτοκηνιγου. Το επώνυμο Πρωτοκυνηγος απαντάται επίσης στην κτιτορική επιγραφή τής εκκλησίας τής Παναγίας στά Καράνου Κυδωνιάς, τού έτους 1576.19 Στ. 4: ιω(άννου) σι. Δεν διακρίνεται συντομογραφία επάνω άπο το ιω, οπότε υπάρχει πιθανότητα νά είναι «ιωσι[φ]>>. Στ. 5: Γρηγορί(ου) τ(ου) Γαδανολε(ου) (μοναχού) . Ένας Γρηγόριος μοναχός Γαδανολέος αναφέρεται στην κτιτορική επιγραφή τού ναού τού Άγ. Νικολάου τού πλησιόχωρου χωρίου Μονή Σελίνου, τού έτους 6823 (=1315) , εικονογραφημένου επίσης άπο τον Ιωάννη Παγωμένο. 20 Είναι πολύ πιθανόν νά πρόκειται γιά το Ιδιο πρόσωπο. Έξαλλου στην περιφέρεια Καλομοίρους τού χωριού Ροδοβάνι Σελίνου, στην εκκλησία τής Παναγίας, υπάρχει ό άφιερωτής Γεώργιος Γαδανολέος σε τοιχογραφία τού τέλους τού 15ου αι., Ίσως περί το 1480, πού ενδεχο μένως ταυτίζεται με τον γνωστό επαναστάτη τού 16ου αιώνα. 21 Στ. 7: πετ(ο)κωπ(ού)λος. Πρόκειται οπωσδήποτε γιά επώνυμο με τήν πολύ συνηθισμένη στην περιοχή κατάληξη -όπουλος, 22 αν καί δεν είναι σαφές ποιο ακριβώς επώνυμο αναφέρεται. Ά ς έρθουμε τώρα στην ταυτότητα τού αγιογράφου. Ό Σπαθαράκης, όπως είδαμε πιο πάνω, θεωρεί ότι ό ζωγράφος έχει εκπαιδευτεί στή δυτική τέχνη, 19. Δημ. Τσουγκαράκης - Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη, «Ανέκδοτα χαράγματα καί επι γραφές ά π ο ναούς και μονές της Κρήτης. Β' Μέρος», Μεσαιωνικά καί Νέα Ελληνικά 1 (2004) 20. Gerola, MV, IV,σ.4 7 0 , άρ. 53. 21. Gerola, MV, IV,σ.4 6 9 , άρ. 51. Στ. Ξανθουδίδης, «Χριστιανικά! έπιγραφαί έκ Κρήτης», Άθηνά 15 (1903) 120-121. Πβλ. N.B. Τωμαδάκης, «Ό Γεώργιος Γαδανολέος και ή έπανάστασίς του (1572;) », Κρητική Εστία 17Β (1950) 7-8, 19. Αναστασία Παπαδία-Λάλα, Αγροτικές εξεγέρσεις στή βενετοκρατούμενη Κρήτη (1509-1528) . Ή «επανάσταση» τού Γεωργίου ΓαδανολεουΛυσσογιώργη, διδακτ. διατριβή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1983,σ.1 0 2 . 22. Βλ. για παράδειγμα Gerola, MV, IV,σ.4 6 9 , άρ. 52 (Γληγορόπουλος: Παναγία στο Μερτέ Σελίνου, του 1344) , στο Ίδιο,σ.4 6 8 , άρ. 49 (Προβατόπουλος: Άγ. Ονούφριος τού Καμπανού, τέλος 15ου αι.) κ.π.α.
299
Δ Η Μ Η Τ Ρ η ς ΤΣΟίΤΚΑΡΑΚΗΣ
άλλα δέν προσφέρει κάποια άλλη παρατήρηση σχετικά με την ταυτότητα του ή την πιθανή σχέση του με άλλα έργα τής Κρήτης. Ή Παπαδάκη-Oekland δια χωρίζει τήν καλλιτεχνική π α ι δ ε ί α του καλλιτέχνη ά π ο το θέμα τής εθνικότητας του, και καταλήγει π ώ ς στο ερώτημα αν ή διαφορετική παιδεία [των ζωγράφων του Χρίστου στα Τεμένια τού Άγ. Δημητρίου στο Λειβαδά και του Άγ. Φώτη στους Άγ. Θεοδώρους] σήμαινε καί διαφορετική εθνικότητα, ενδεχόμενο που μάλλον στηρίζουν τα προεκτεθέντα, δέν είναι δυνατόν να μας απασχολήσει στην παρούσα φάση [...].23 Είναι φανερό όμως οτι κλίνει προς έναν «δυτικό» ώς προς τήν εθνικότητα καλ λιτέχνη. Αντιθέτως, ό Μαδεράκης θεωρεί οτι ό ζωγράφος του Άγ. Δημητρίου στο Λειβαδά είναι « Έ λ λ η ν α ς ασφαλώς», καί οτι είναι ό ίδιος που εκτέλεσε λίγο νωρίτερα τίς τοιχογραφίες τής εκκλησίας τού Χριστού (Μεταμόρφωσης) στά Τεμένια, άλλα καί το «ανατολικό μισό της [Μεταμόρφωσης του Χρίστου] στο Κεφάλι Κισσάμου στά 1320 ή λίγα χρόνια παλιότερα». 2 4 Με βάση λοιπόν τήν δυτικότροπη τεχνοτροπία τών ζωγράφων, οι πιο π ά ν ω μελετητές συνδέουν, έμμεσα ή άμεσα, τίς τοιχογραφίες τών εκκλησιών: Μεταμόρφωσης του Χρίστου στά Τεμένια, τού Άγ. Δημητρίου στον Αειβαδά Σελίνου, τού Άγ. Φώτη στους Άγ. Θεοδώρους Σελίνου (δυτικό μισό) καί Μεταμόρφωσης τού Χρίστου στο Κεφάλι Κισσάμου (ανατολικό μισό) . Άπο τήν ανάγνωση όμως τής επιγραφής γίνεται φανερό, έστω καί με μεγάλη δυσκολία, οτι στο κάτω δεξιά τμήμα διαβάζεται με αρκετά σαφή τρόπο ή φράση: «ιω τ°υ παγωμ[...]» (Είκ. 6Ε) .25 Σχεδόν με βεβαιότητα, λοιπόν, μπορούμε νά συμπεράνουμε οτι στην κτιτορική επιγραφή τού Άγ. Δημητρίου υπάρχει ή υ π ο γ ρ α φ ή τού γνωστού ζωγρά φου Ι ω ά ν ν η τού Παγωμένου. Ό Ιωάννης ό Παγωμένος πράγματι έδρασε στην περιοχή τής δυτικής Κρήτης (Σέλινο. Σφακιά, Άποκόρωνα) αυτή τήν εποχή, ά φ ο ύ οί εκκλησίες π ο ύ αποδεδειγμένα ώς τώρα γνωρίζουμε οτι αγιογράφησε χρονολογούνται ανάμεσα στά 1313-1314 καί 1331-1332. 2 6 Συνεπώς και χρονο λογικά οί τοιχογραφίες τής εκκλησίας τού Άγ. Δημητρίου εμπίπτουν στά χρόνια
23. Παπαδάκη-Oekland, ό.π., 513. 24. Μαδεράκης,ό.π.,σ.6 9 . 25. Ή φωτογραφία έχει υποστεί επεξεργασία μόνο ώς προς το χρωματισμό, προκειμένου να αναδειχθεί καλλίτερα ή αντίθεση τών χρωμάτων. 26. Κ. Καλοκύρης, «Ιωάννης Παγωμένος, ό βυζαντινός ζωγράφος του ΙΔ' αιώνος», Κρητικά Χρονικά 12 (1958) 347-367, Alexandra Sucrow, Die Wandmalereien des loannes Pagomenos in Kirchen der ersten Halfte des 14. Jahrhunderts auf Kreta, διδακτ. διατριβή. Philosophische Fa-
300
Ο Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ο ς Τ η ς Ε Κ Κ Λ Η Σ Ι α ς ΤΟΥ ΑΓΙΟΤ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΒΑΔΑ ΣΕΛΙΝΟΥ
δράσης τού Παγωμένου. Σκοπός αυτής τής μικρής εργασίας δεν είναι βέβαια να εξερευνήσει τις συνέπειες αυτής τής διαπίστωσης, δηλαδή τής ταυτότητας του ζωγράφου στον Άγ. Δημήτριο. Είναι προφανές, όμως, ότι αν ή διαπίστωση αυτή είναι σωστή, τότε πολλά πρέπει να αναθεωρηθούν σε σχέση με τα συμπε ράσματα που μπορούμε να εξάγουμε μελετώντας μόνο τις τεχνοτροπίες που χρησιμοποιούσαν οί ζωγράφοι, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη συγκεκριμένες Ιστορικές παραμέτρους, όπως για παράδειγμα τή σχέση τής τεχνοτροπίας πού κάθε φορά επιλέγει ό ζωγράφος με τις επιθυμίες των χορηγών ή των κτιτόρων. Είναι επίσης βέβαιο ότι πρέπει να επανεξεταστεί ή ταυτότητα τού ή των ζω γράφων σε συγγενή μνημεία, όπως αυτά που αναφέρθηκαν ήδη, δηλαδή κατά κύριο λόγο τή Μεταμόρφωση τού Χριστού στα Τεμένια, άλλα και τον Άγ. Φώ τη στους Άγ. Θεοδώρους και ίσως τή Μεταμόρφωση τού Χριστού στο Κεφάλι, πράγμα πού ενδεχομένως θα αυξήσει τις τοιχογραφημένες εκκλησίες πού μπο ρεί να αποδοθούν στον Παγωμένο. Αυτό όμως είναι κάτι πού ξεφεύγει άπό τις Ικανότητες καί την ειδικότητα τού γράφοντος, και θα το αναλάβουν οί ειδικοί, δηλαδή οί ιστορικοί της τέχνης, οί όποιοι θα λάβουν υπόψη καί αυτό το νέο στοι χείο για τις αναλύσεις καί τα συμπεράσματα τους.
kultat Friedrich-Wilhlems-Universitat, Βόννη, 1994 (δεν μπόρεσα να συμβουλευτώ την εργα σία αύτη) , I. Spatharakis, ό.π., άρ. 11, 13, 15, 21, 23-25, 27.
301
Τζελίνα Χαρλαύτη
Μ Ε Γ Ι Σ Τ Α Ν Ε Σ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ: Ο ΟΙΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
Ε
ίναι παραμονή Χριστουγέννων του 1901. Ο γερο-Παναγής σε ηλικία 87 ετών, όπως κάθε μέρα εδώ και σαράντα τέσσερα χρόνια, βρίσκεται στο γραφείο του, στον αριθμό 19 της Old Broad Str. στο Σίτι, την εμπορική καρδιά του Λονδίνου. Την ημέρα εκείνη, με την χαρακτηριστική, τρεμάμενη πιά, υπογραφή του, τελειώνει δεκατέσσερα γράμματα: προς τον Π. Μαργαρώνη στη Χίο, τον A.A. Νεγροπόντη στη Σύρο, τον Αχ. Χοιδά στην Πάτρα, τον Ι.Π. Μουμουτζή (δυο γράμματα) , τον Π.Μ. Φουστάνο στη Σύρο, τον Πλ. Βίζα στην Κεφαλλονιά, τους Αδελφούς Ρετσίνα και τον Κ.Ν. Αυκιαρδόπουλο στον Πειραιά, τον Γ.ς. Καλλιβόκα στην Κέρκυρα, τον Θ. Θεοφάνη στο Ροστόφ της Αζοφικής, τον Δ.Γ. Μωράίτη στην Άνδρο, τον Ευστ. Αμπατιέλλο στην Κε φαλλονιά, και τον 'O.A. Σταθάτο στην Αθήνα. Το γραφείο παραμένει κλειστό ανήμερα και την επομένη των Χριστουγέννων. Ο Παναγής Βαλλιάνος επανέρχε ται στις 27 Δεκεμβρίου και υπογράφει άλλα δώδεκα γράμματα. Τις επόμενες μέρες είναι σαφές όμως ότι κάτι συμβαίνει. Δεν υπογράφει κανένα γράμμα στις 28 και 29 Δεκεμβρίου. Το τελευταίο γράμμα που φέρει την σχεδόν αγνώριστη υπογραφή του είναι εκείνο προς τους Θ. Θεοφάνη και Λέων. Διακρούση στο Ροστόφ της Αζοφικής στις 30 Δεκεμβρίου 1901. Είναι το τελευταίο γράμμα, είναι η τελευταία μέρα στο γραφείο. Οι επιστολές από τότε και μετά φέρουν την υπογραφή «Αδελφοί Βαλλιάνου» από ένα άλλο πολύ πιο νεανικό χέρι, εκείνο του ανιψιού του Βασιλείου.2 Ο Παναγής Βαλλιάνος πεθαίνει εικοσιπέντε μέρες αργότερα, στις έξι το πρωί της 25ης Ιανουαρίου του 1902. Ο Παναγής Βαλλιάνος υπήρξε από τους μεγαλύτερους Έλληνες διεθνείς επι χειρηματίες του 19ου αιώνα. Οι «Αδελφοί Βαλλιάνου» ή όπως ήταν γνωστοί διε θνώς «Vagliano Bros» υπήρξαν μεγιστάνες. Δημιούργησαν έναν εμποροναυτιλιακό οίκο της ελληνικής διασποράς που καθόρισε την πορεία του εμποροναυτιλιακού δικτύου των Ελλήνων, από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη βόρεια Ευρώπη στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα. 1· Το παρόν κείμενο αποτελεί την πρώτη δημοσίευση μιας ευρύτερης και πολύχρονης μελέ της για τον Οίκο των Αδελφών Βαλλιάνου η οποία ευελπιστώ ότι θα καταλήξει σε βιβλίο. 2. Foreign Letter Book, 1901-1904, Αρχείο Βαλλιάνου, Γενικά Αρχεία του Κράτους (στο εξής ΓΑΚ) και Αρχεία Κεφαλληνίας.
303
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Αυτή η μελέτη θα αναλύσει το εύρος των διεθνών δραστηριοτήτων του Οίκου των Βαλλιάνων. Θα προχωρήσει όμως και πέρα από αυτό. Η πρόκληση είναι πολλαπλή. Από τη μία είναι η αναζήτηση και η σύνθεση από πολλές πηγές ενός ελληνικού οίκου της Διασποράς. Εκτός του πολύτιμου Αρχείου Βαλλιάνου στα Αρχεία της Κεφαλλονιάς, υπάρχει ένα εξαιρετικά πλούσιο αρχειακό υλικό για τον Οίκο Βαλλιάνων πολυποίκιλο και διάσπαρτο σε όλα τα λιμάνια της Ευρώπης και της Ελλάδας: γράμματα, ναυλοσύμφωνα, φορτωτικές, τελωνει ακά αρχεία, εμποροναυτιλιακές εφημερίδες, ελληνικοί και ξένοι νηογνώμονες, προξενικά αρχεία, αρχεία εμπορικών κοινοτήτων.3 Οι Βαλλιάνοι βρίσκονται παντού: α π ό το Ταίγάνιο (Ταγκανρόκ) και το Μπερντιάνσκ της Αζοφικής μέχρι το Δούναβη, το Λονδίνο, τη Χάγη και το Άμστερνταμ. Επομένως δεν μελετάει 3. Το Αρχείο Βαλλιάνου απόκειται στα ΓΑΚ του Νομού Κεφαλληνίας. Το Αρχείο αυτό που βρισκόταν επί σειρά ετών στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη, πριν περιέλθει στα Αρχεία, μου το είχε επισημάνει η Ελεάννα Βλάχου πολλά χρόνια πριν. αλλά παρέμενε αταξινόμητο και όχι εύκολα προσβάσιμο. Να ευχαριστήσω θερμά τη διευθύντρια των Αρχείων Σταματούλα ΖαπάντηΠεντόγαλου γ ι α την κάθε είδους διευκόλυνση στην πρόσβαση και μελέτη του Αρχείου. 0 κύριος όγκος του Αρχείου Βαλλιάνου περιλαμβάνει βιβλία και έγγραφα του γραφείου τού Λονδίνου Vagliano Bros π ο υ διαχειριζόταν ο Παναγής Βαλλιάνος. Περιέχει πέντε βιβλία αλληλογραφίας με αντίγραφα 5.000 επιστολών της περιόδου 1901-1914. του Παναγή Βαλλιάνου και των κληρονό μων του, δερματόδετα βιβλία μεγάλου μεγέθους τα οποία περιέχουν τις ασφαλιστικές πράξεις που διεξήγε τ ο γραφείο των Βαλλιάνων για τα δικά του πλοία και εκείνα των πελατών του, λογιστικό βιβλίο διπλών εγγραφών όλων των τρεχουσών συναλλαγών με τους πράκτορες με τους οποίους συνεργαζόταν σε τριάντα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Μεσογείου και Βόρειας Ευρώπης, λογιστικά βιβλία όλων των τρεχουσών πράξεων του γραφείου, λογιστικό βιβλίο διπλών εγγραφών με λογαριασμούς όλων των πελατών και συνεργατών της Εταιρείας, είτε πρόκειται για εμπόριο, είτε για διαχείριση πλοίων, είτε για ασφαλίσεις, είτε για δάνεια, είτε για συναλ λαγές με τράπεζες.. Υπάρχουν επίσης κάπου είκοσι φάκελλοι με υποθέσεις για αποζημιώσεις και αβαρίες τ ω ν ατμόπλοιων «Μαρία». «Κατίνα». «Ανδρέας Βαλλιάνος». «Αργώ». «Ελένη». «Φώτης», «Δέσποινα», «Νικόλαος Βαλλιάνος», «Γεώργιος Αμπατιέλλος». «Εμμανουήλ». «Βα σίλειος», « Η ρ ώ » , «Τζίρντα Αμπατιέλλου». Κάθε τέτοιος φάκελλος περιλαμβάνει έναν σχεδόν πλήρη «φάκελλο ταξιδιού» - όπως αποκαλούν και σήμερα τα ναυτιλιακά γραφεία όλα τα έγ γραφα και τις υποθέσεις για κάθε ταξίδι ενός πλοίου - με επιθεωρήσεις από Lloyd's Register of Shipping, καθώς και εκθέσεις μηχανικών για επισκευές, ασφαλιστήρια συμβόλαια αποσπάσματα ημερολογίων, αποδόσεις λογαριασμών για αποζημιώσεις, φορτωτικές, ναυλοσύμφωνα, αποφάσεις δικαστηρίων γ ι α αβαρίες, αλληλογραφία πλοιάρχου και γραφείου Βαλλιάνων. αποδείξεις προμη θευτών κ.λπ. Τ ο παραπάνω αρχειακό αυτό υλικό αποτελεί μοναδικό, έως τώρα. δείγμα για τη μελέτη επιχειρηματικού και εφοπλιστικού οίχου της Διασποράς. Παρόμοιο υλικό υπάρχει μόνο, από όσο γνωρίζω, στην Καίρειο Βιβλιοθήκη όπου ο αείμνηστος Δημήτριος Πολέμης κατάφερε να συγκεντρώσει τμήμα του Αρχείου του υποκαταστήματος της S.G. Embiricos στον Πειραιά, του εφοπλιστικού γραφείου Λονδίνου των Εμπειρίκων που δημιουργήθηκε το 1896. Το γεγονός όμως ότι το γραφείο Βαλλιάνου υπήρξε το πρώτο ελληνικό εφοπλιστικό γραφείο του Λονδίνου κάνει την σημασία του ιδιαίτερα βαρύνουσα. Ένα μικρό μόνο τμήμα του Αρχείου Βαλλιάνου (δύο φάκελλοι) αφορούν τη διαχείριση του Κληροδοτήματος Παναγή Α. Βαλλιάνου στην Κεφαλλονιά. Εκτός τ ο υ π α ρ α π ά ν ω Αρχείου, πληροφόρηση για τις ναυτιλιακές και εμπορικές δραστη ριότητες των Βαλλιάνων έχουμε αντλήσει α π ό τα βρετανικά προξενικά αρχεία στα λιμάνια
304
ΜΕΓΙΣΤΑΝΕς TOT ΙΟΝΙΟΥ: Ο Ο Ι Κ ο ς ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
κανείς ένα συγκεκριμένο αρχείο σε ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό τόπο. Κι εδώ έγκειται η δυσκολία αλλά και η γοητεία του εγχειρήματος. Η άλλη πρόκληση είναι η οπτική προσέγγιση του Οίκου αυτού, η χρήση για την ανάλυση και την ερμηνεία των εργαλείων της ιστορίας των επιχειρήσεων, η οποία ως ξεχωριστός κλάδος της οικονομικής ιστορίας έχει απογειωθεί την τελευταία εικοσαετία σε διεθνές επίπεδο, κυρίως στην αγγλόφωνη ιστοριο γραφία, με πρωτεργάτη τον Alfred Chandler, ιστορικό των επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ο οποίος ανέλυσε την πορεία των επιχειρήσεων στην Αμερική από τον 18ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού.4 Ο Chandler έδωσε ιδιαίτερη ώθηση στη συγκριτική οπτική, συγκρίνοντας τις πορείες των επιχει ρήσεων του «πρώτου βιομηχανικού κράτους», της Αγγλίας, και της Γερμανίας με αυτές της Αμερικήσ. 5 Οι ιστορικοί των επιχειρήσεων - οι πιο γνωστοί προ έρχονται από ιστορικές σπουδές - χρησιμοποιούν τα εργαλεία του ιστορικού και της ιστορικής αρχειακής έρευνας και κάποια από τα θεωρητικά εργαλεία των οικονομολόγων, κυρίως των νέων θεσμικών οικονομικών τα οποία έχουν φέρει την επιχείρηση στο κέντρο της ανάλυσης της πορείας των οικονομιών.6 της Ανατολικής Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, από την καθημερινή εμποροναυτιλιακή εφημερίδα της Μασσαλίας Semaphore de Marseille στην περίοδο 1830-1910 και από τα Βρετανικά Τελωνειακά Αρχεία (British Customs Bills of Entry) για την περίοδο 1840-1910. Επίσης αρχειακό υλικό για τους Βαλλιάνους όπως γράμματα, φορτωτικές και ναυλοσύμφωνα έχω βρει σε όποιο ναυτιλιακό αρχείο έχω κοιτάξει όπως το Αρχείο Σύρμα και το Αρχείο Αρβανίτη στο Ε.Λ.Ι.Α. ή το Αρχείο Κούτση στην Οικία Κούτση στις Σπέτσες. 4. Alfred D. Chandler, The Visible Hand. The Managerial Revolution in American Business, Harvard University Press, 15η έκδοση, Καίμπριτζ, Μασσαχουσέτη 1999. 5. Alfred Chandler, Scale and Scope: The Dynamics of Industrial Capitalism, Belknap Press, Καίμπριτζ, Μασσαχουσέτη 1990. 6. Ένα θαυμάσιο δείγμα συνδυασμού ιστορίας και θεωρίας της ανάπτυξης της επιχείρησης είναι το βιβλίο των δύο Άγγλων ιστορικών της επιχείρησης που προέρχονται από τις ιστορι κές σπουδές, των Gordon Boyce και Simon Ville, H εξέλιξη των σύγχρονων επιχειρήσεων, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2005. Για την άποψη των οικονομολόγων σε σχέση με τη σημασία της επιχείρησης ως κεντρικού πυρήνα ερμηνείας της οικονομίας βλέπε William Lazonick, if οργάνωση των επιχειρήσεων και ο μύϋος της οικονομίας της αγοράς. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2001 και Σταύρος Ιωαννίδης. Σύγχρονες θεωρίες για την φύση της επιχειρησης, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 1995. Συνεχιστής του Alfred Chandler στο Business School του Χάρβαντ είναι σήμερα ο Geoffrey Jones ο οποίος ανάμεσα στα άλλα έχει γράψει το θαυμάσιο, Merchants to Multinationals. British Trading Companies in the 19th and 20th centuries, Οξφόρδη 2000, στο οποίο περιλαμβάνει και τον ελληνικό πολυεθνικό Οίκο των Αδελφών Ράλλη, που τον θεωρεί ως πολυεθνικό βρετανικό οίκο. 0 Οίκος των Αδελφών Ράλλη είναι ουσιαστικά ο «πρόδρομος» του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου. Για τον Οίκο των Αδελφών Ράλλη βλέπε Τζελίνα Χαρλαύτη, Η Ιστορία της Ελληνοκτητης Ναυτιλίας, 19ος-20ός αι., Νεφέλη, Αθήνα 2001 κεφ. 3, και Κατερίνα Βουρκατιώτη, «Ο Οίκος των Αδελφών Ράλλη (c. 1814-1961) . Το αρχέτυπο της ελληνικής διασποράς», διδακτ. διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, 2004.
305
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Και η χρήση οικονομικής θεωρίας στην ιστορία ας μη φέρνει ρίγη ανησυχίας στους παραδοσιακούς ιστορικούς. Τα πιο σημαντικά θεωρητικά εργαλεία είναι και τα πιο απλά όπως θα δούμε στην πορεία. Είναι η χρήση της έννοιας των «επιχειρηματικών δικτύων», του οικογενειακού καπιταλισμού και των σχέσεων εμπιστοσύνης στη μείωση του κόστους συναλλαγών, των επενδυτικών στρα τηγικών και της καινοτομίας. Είναι κυρίως η δημιουργία μιας μεθοδολογίας για την ταξινόμηση, ανάλυση και ερμηνεία του αρχειακού υλικού. Σκοπός του ιστορικού των επιχειρήσεων είναι να αναλύσει τους λόγους και τους τρόπους με τους οποίους μια επιχείρηση κατορθώνει να αναπτυχθεί, καθώς και το πώς εντάσσεται στον εθνικό και διεθνή χώρο.7 Η μελέτη αυτή έχει τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος εξετάζουμε τον ίδιο τον επιχειρηματικό οίκο, διερευνούμε την πορεία του και τους λόγους της ανάπτυξης του. Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στη σχέση του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου με το ελληνικό κράτος, και το τρίτο μέρος τη θέση του Οίκου των Αδελφών Βαλ λιάνου στον ευρωπαίκό χώρο.
Α. Η ΠΟΡΕΙΑ TOΥ ΟΙΚΟΥ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ Το ερώτημα που τίθεται είναι τι είναι αυτό που έφερε στην κορυφή τον επιχει ρηματικό Οίκο των Αδελφών Βαλλιάνου; Για να τον αναλύσουμε και να τον ερμη νεύσουμε θα ακολουθήσουμε την εξής μεθοδολογία: Θα εξετάσουμε πρώτον, τη γεωγραφική επέκταση του Οίκου, τη δημιουργία κεντρικών κόμβων, γραφείων στις αγορές παραγωγής και κατανάλωσης. Δεύτερον, τη δημιουργία δικτύων, το πλέγμα των πρακτόρων στη Μαύρη Θάλασσα, στη Μεσόγειο και τα βορειοευρωπαίκά λιμάνια για την εξασφάλιση αυτού του άυλου και πολύτιμου αγαθού, της ροής πληροφόρησης μέσω της δημιουργίας συνεργασιών. Τρίτον, τη διαφοροποίηση των επενδύσεων του Οίκου, τον πυρήνα επιτυχίας του, στο εμπόριο, τη ναυτιλία και τις χρηματοπιστωτικές εργασίες. Τέταρτον, την καινοτομία του επιχειρηματία, και εδώ οι Αδελφοί Βαλλιάνου υιοθέτησαν πρώτοι από όλους τους επιχειρηματίες της διασποράς σε μεγάλο βαθμό τη νέα τεχνολογία του ατμού στο στόλο τους. Πέμπτον, την εσωτερική οργάνωση, δομή και λειτουργία της επιχείρησης που ενισχύθηκε από την ευελιξία της εταιρικής της μορφής, και τη στελέχωση από τον τόπο καταγωγής, την Κεφαλλονιά, από συγγενείς και συντοπίτες, καθώς επίσης και τις γαμήλιες επιχειρηματικές στρατηγικές. 7. Gordon Boyce - Simon Ville, Hεξελιξητων σύγχρονωνεπιχειρήσεων,Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2005,σ.2 .
306
Μ Ε Π Σ Τ Α Ν Ε ς TOT Ι Ο Ν Ι Ο Τ : Ο Ο Ι Κ ο ς ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
Γεωγραφική επέκταση του Οίκου των Βαλλιάνων Συνεχίζοντας τη ναυτιλιακή παράδοση της Κεφαλλονιάς που ανέπτυξε σημα ντικό στόλο στη διάρκεια του 18ου αιώνα, οι ναυτιλιακές δραστηριότητες της οικογένειας Βαλλιάνου από τις Κεραμειές της Κεφαλλονιάς εντοπίζονται σε αρχειακό υλικό από τα δυτικοευρωπαίκά λιμάνια όπου έχουμε εντοπίσει πολλούς πλοιάρχους με το όνομα Βαλλιάνος, όπως Ανδρέας, Αλέξανδρος, Γε ράσιμος, Ρόκος, Θεόδωρος, Αντώνης χωρίς να γνωρίζουμε ακόμη ποιος είναι ο βαθμός συγγένειας με τους δικούς μας Βαλλιάνους. Ο πατέρας των ιδρυτών του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου, Αθανάσιος Βαλλιάνος, ο οποίος πρέπει να γεν νήθηκε στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1770, στα Αρχεία της Επτανήσου Πολιτείας στα ΓΑΚ της Κέρκυρας εμφανίζεται ως καπετάνιος στο μπριγκαντίνι «Η Κυρά των Αγγέλων» το 1806-1807. 0 Αθανάσιος μαζί με τη γυναίκα του Φρόνια απέκτησαν οκτώ παιδιά, τη Σαντίνα, τον Σπύρο, τον Νικόλαο, τον Με ταξά, τον Μαρίνο, τον Παναγή, τον Ανδρέα, τη Μαρία (βλέπε ΠαράρΡημα1) . 0 τέταρτος, πέμπτος και έκτος γιος αποτέλεσαν τη σημαντική αδελφική τριάδα που δημιούργησε τον Οίκο των Αδελφών Βαλλιάνου: 0 Μαρίνος (1808-1896) , ο Παναγής (1814-1902) και ο Ανδρέας Βαλλιάνος (1827-1889) . Πρώτος έφυγε από την Κεφαλλονιά ο Μαρίνος (Μαρής) Βαλλιάνος στις αρχές της δεκαετίας του 1820. Μπάρκαρε και εργάστηκε σε κεφαλλονίτικο ιστιοφόρο, και μετά από μερικά ταξίδια στη Μεσόγειο αποφάσισε να εγκα τασταθεί στο Ταίγάνιο της Αζοφικής ίσως στα τέλη της δεκαετίας του 1820. Είναι η εποχή της μεγάλης ανάπτυξης του σιτεμπορίου της Νότιας Ρωσίας από την Οδησσό μέχρι την Αζοφική. Η αλματώδης ανάπτυξη των εξαγωγών σιτηρών αποτέλεσε πόλο έλξης για τους κατοίκους του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους που εξακολούθησαν να καταφθάνουν στην περιοχή από τα τέλη του 18ου μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Από 160.000 κατοίκους το 1782, ο πληθυσμός της Νέας Ρωσίας έφθασε σε 3.500.000 το 1856.8 Το Ταίγάνιο, το ακραίο και πιο σημαντικό εξαγωγικό λιμάνι της Αζοφικής, δίπλα στην ελληνική Μαριούπολη, αναπτύχθηκε και αυτό σε πόλο έλξης Ελλήνων από τις αρχές του 19ου αιώνα. Εκεί εγκαταστάθηκε το 1815 ο πάμπλουτος Ιωάννης Βαρβάκης όπου και έζησε μέχρι το θάνατο του το 1825.9 Αξιοσημείωτη ελληνική εμπορική κοινότητα δημιουργήθηκε τις δεκαετίες 1830 και 1840 με υποκαταστήματα μεγάλων χιώτικων εμπορικών οίκων της ελληνικής διασποράς όπως των Αδελφών Ράλλη, Σκαραμαγκά, Ροδοκανάκη, Αυγερινού, Παπούδωφ και Λασκαρίδη. Η εξέλιξη των εξαγωγών του Ταίγανίου δείχνει μια ανοδική πορεία 8. Τζελίνα Χαρλαύτη, ο.π., κεφ. 2. 9. Βασίλης Ασημομύτης, Ιωάννης Βαρβάκης, Κάκτος, Αθήνα 2001.
307
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΓΤΗ
στη διάρκεια του 1840, όπως βλέπουμε στο Διάγραμμα 1 (βλσ.3 1 3 ) , παρ' όλες τις δυσκολίες ναυσιπλοίας λόγω των αβαθών υδάτων της Αζοφικής, παρά την ακαταλληλόλητα των λιμανιών, και τις μεγάλες αργοπορίες εξαιτίας της αναγκαστικής καραντίνας στο Κερτς και το αμμώδες φράγμα των Στενών του Γενή-Καλέ. Ο Μαρής Βαλλιάνος στα τέλη της δεκαετίας του 1820 προσελήφθη ως ναόκληρος σε πλοιάρια της Αζοφικής που ανήκαν στον κεφαλονίτη σιτέμπορο Αυγερινό. Η σημασία των πλοιαρίων στην Αζοφική ήταν εξαιρετικά σημαντική. Το Ταίγάνιο, που συγκέντρωνε τα δύο τρίτα όλων των εξαγωγών της περιοχής, βρισκόταν σε απόσταση τριάντα μιλίων από τα αγκυροβόλια λόγω του αβαθούς των υδάτων. Πριν από τη δεκαετία του 1870, καθώς δεν είχαν ακόμη εισαχθεί τα ρυμουλκά ατμόπλοια, οι συνθήκες, που επικρατούσαν για τους καπετάνιους και τα πληρώ ματα, οι οποίοι ταξίδευαν δύο ή και τρεις νύχτες με βάρκες για το Ταίγάνιο, ήταν εξαιρετικά δυσάρεστες. Συχνά, οι άνδρες ήταν υποχρεωμένοι να παραμένουν στις ανοιχτές βάρκες για μέρες. Ο Μαρής Βαλλιάνος εμφανίζεται στις πηγές το 1830 και 1835 ως πλοίαρχος σε μεγάλο ιστιοφόρο 350 τόνων ονόματι «Αχιλλέας» το οποίο ίσως ανήκει στον Αυγερινό και ο ίδιος είναι συμπλοιοκτήτης. Φαίνεται ότι τη δεκαετία του 1840 ο Μαρής καταφέρνει να αγοράσει μικρά δικά του ιστιοφόρα αλλά και να δημιουργήσει ένα σιτεμπορικό οίκο διαχειρι ζόμενος ο ίδιος και τα φορτία και τα πλοία που εκτελούσαν αρχικά τις μεταφορές μεταξύ Αζοφικής και Κωνσταντινούπολης. Εν τω μεταξύ ο κατά επτά χρόνια μικρότερος αδελφός Παναγής Βαλλιάνος (1814-1902) αφού δούλεψε πάνω στο κεφαλλονίτικο ιστιοφόρο του πλοίαρχου Γεράσιμου Δ. Βεργωτή για μερικά χρόνια ένωσε τις δυνάμεις του με τον μεγάλο του αδελφό Παναγή στο Ταίγάνιο. Οι επι χειρήσεις των Μαρή και Παναγή Βαλλιάνου, στις οποίες προσελάμβαναν αποκλει στικά Κεφαλλονίτες. απλώθηκαν σταδιακά με πρακτορεία, αποθήκες, φορτηγίδες και ιστιοφόρα σε όλα τα λιμάνια της Αζοφικής: Μαριούπολη, Μπερντιάνσκ και Γέισκ, ενώ εμφανίζονται ως πλοιοκτήτες δύο μεγάλων ιστιοφόρων τη δεκαετία του 1840. Το μεγάλο άνοιγμα, ίσως, έγινε τη περίοδο 1847-1848 με τη μεγάλη ζήτηση σιτηρών από τη Δυτική Ευρώπη. Πάντως βρίσκουμε τον Παναγή να έχει εγκατα σταθεί στην Ζάκυνθο, η οποία λειτουργούσε ως ενδιάμεσος σταθμός των φορτίων του Οίκου Βαλλιάνου, όπου και έπαιρνε διαταγές για τον οριστικό προορισμό του φορτίου. Στο Διάγραμμα 1 βλέπουμε την τεράστια άνοδο εξαγωγών σιτηρών από το Ταίγάνιο και διαπιστώνουμε μια μεγάλη κορύφωση λίγο πριν τον Κριμαίκό Πόλεμο. Το 1851-1853 στα βρετανικά προξενικά αρχεία ο Μαρής Βαλλιάνος εμ φανίζεται ανάμεσα στους τρεις πιο σημαντικούς εξαγωγείς του Ταίγανίου.10 Τομή στην ιστορία του Οίκου των Βαλλιάνων, θεωρείται ο Κριμαίκός Πόλεμος 10. Τζελίνα Χαρλαύτη, ό.π.. Πίνακας 4.6.
308
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT ioNior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΙ
κατά τη διάρκεια του οποίου μέσα α π ό «παράνομες» - για τους Ρώσους - εξα γωγές δημητριακών αποκόμισαν τ ε ρ ά σ τ ι α κέρδη, αδιαφορώντας γ ι α τους περιορισμούς π ο υ επέβαλλαν οι εμπόλεμοι, π ο υ αποτέλεσαν το εφαλτήριο για την επερχόμενη απογείωση. Ο Μαρίνος Βαλλιάνος παραμένει στο Ταίγάνιο για εβδομήντα ολόκληρα χρόνια, μέχρι το θάνατο του το 1896, και εξελίσσεται στον μεγαλύτερο ε ξ α γ ω γ έ α της Αζοφικής στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, εξασφαλίζοντας χιλιάδες τόνους φορτίων σιτηρών για την επιχείρηση των Βαλλιάνων. Έ ν α ς μεγάλος άγνωστος στην ιστοριογραφία των ελληνικών εμπο ρικών παροικιών παραμένει η ελληνική εμπορική κοινότητα του Ταίγανίου, μια πόλη π ο υ οι Ρώσοι μέχρι σήμερα αποκαλούν «πόλη των Ελλήνων». 1 1 Δύο χρόνια μετά τη λήξη του Κριμαίκού, το 1858, ο Παναγής Βαλλιάνος εγκαθίσταται στο Λονδίνο, το μεγαλύτερο οικονομικό κέντρο του κόσμου την επο χή εκείνη. Το άνοιγμα είναι καθοριστικό και σηματοδοτεί την διεθνοποίηση του Οίκου Βαλλιάνου. Ο Παναγής Βαλλιάνος δημιουργεί την εταιρεία με την ε π ω νυμία Vagliano Bros και γραφεία στον αριθμό 19 της Broad Street στο Σίτι του Λονδίνου, όπου παραμένει τα επόμενα σαράντα τέσσερα χρόνια, μέχρι το θάνατο του το 1902. 0 Παναγής Βαλλιάνος στο Λονδίνο δεν αντιπροσωπεύει μόνο τα δικά του συμφέροντα, αλλά και εκείνα των Θεοφίλατου και Μήλα, εμπόρων δημητριακών στο Δούναβη. Αποκτά πρόσβαση στο Βαλτικό Κέντρο, την κύρια διεθνή αγορά δημητριακών και στηριζόμενος στην καλή πίστη και φήμη που έχει δημιουργήσει την προηγούμενη Ιδετία ανοίγει λογαριασμό στην Τράπεζα της Αγγλίας. Ας μη λησμονούμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1860 ο Παναγής Βαλλιάνος είναι ακόμα υπήκοος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. 0 κατά είκοσι χρόνια μικρότερος αδελφός της αδελφικής τριάδας Ανδρέας Βαλλιάνος πήγε και αυτός στο Ταίγάνιο· αργότερα ανέλαβε το υποκατάστημα του Οίκου στην Κωνσταντινούπολη μέχρι το 1867, και το 1869 έκανε και ο ίδιος το μεγάλο άλμα στη Μασσαλία ανοίγοντας κ α τ ά σ τ η μ α της εταιρείας στο μεγαλύτερο λιμάνι της δυτικής Μεσογείου. Σ τ α είκοσι χρόνια της επιχειρηματικής του δράσης εκεί, α π ό το 1869 μέχρι το 1889, ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου γνώρισε τη μεγαλύτερη του ακμή. Παρότι ο μικρότερος α π ό τα τρία αδέλφια, ο Ανδρέας Βαλλιάνος πεθαίνει πρώτος σε ηλικία 69 ετών το 1889. Η δημιουργία δικτύων Έτσι ξεκινώντας α π ο την Κεφαλλονιά και την Αζοφική Θάλασσα τη δεκαετία του 1820, ο Οίκος Βαλλιάνου μέχρι το 1880 δημιούργησε ένα πυκνό δικτυακό
11. Βλέπε για το Ταίγάνιο στο Βασίλης Καρδάσης, Ο Ελληνισμός του Ευξείνου Πόντου, Μίλητος, Αθήνα 1997.
309
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
π λ έ γ μ α με τρία κομβικά σημεία, το Ταίγάνιο, το Λονδίνο και τη Μασσαλία, με πράκτορες και συνεργάτες σε δεκατέσσερα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, Μαριούπολη, Μπερντιάνσκ, Γέισκ, Νοβοροσίσκ, Οδησσό, Νικολάιεφ, Σεβαστούπολη, Ευπατόρια, Θεοδοσία, Γαλάτσι, Βραίλα, Σουλίνα, Βάρνα, Μπουργκάς (Πύργος) , και σε τουλάχιστον δεκαέξι λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου, Κων σταντινούπολη, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια, Πάτρα, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθο, Ιθάκη, Κέρκυρα, Γαλαξίδι, Σύρο, Μήλο, Πειραιά, Σαντορίνη, Πόρο, Σπέτσες και Ύδρα. Η άντληση των π α ρ α π ά ν ω α π ό το 1860 μέχρι το 1900, προέρχεται από το συν δυασμό της πληροφόρησης που προκύπτει α π ό τα βρετανικά προξενικά αρχεία, τ α βρετανικά τελωνειακά αρχεία και τον Ιστορικό Νηογνώμονα Ποντοπόρεια. Για τα τελευταία χρόνια της επιχείρησης έχουμε λεπτομερή πληροφόρηση για τους πράκτορες και τους συνεργάτες του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου και το ύψος των συναλλαγών τους α π ό τα ίδια βιβλία της επιχείρησης (Πίνακας 1) . Στη διάρκεια των χρόνων 1901-1902 ο Οίκος των Βαλλιάνων διαθέτει πράκτορες σε οκτώ χώρες και εικοσιοκτώ λιμάνια όπως εμφαίνεται α π ό τα βιβλία της εταιρείας: Αλεξάνδρεια, Ανδρο. Αθήνα, Ζάκυνθο Κάιρο, Κεφαλλονιά. Κωνσταντινούπολη, Κέρκυρα, Γένοβα, Λάρνακα, Λονδίνο. Μάλτα, Μάντσεστερ, Μασσαλία, Ναύπλιο, Νικολάιεφ, Παρίσι. Πάτρα, Πειραιά. Πύργο. Ροδοστό, Ροστόφ, Σάμο, Σμύρνη, Σύρο, Ταίγάνιο, Τριέστε. Χίο. Κυρίαρχο στοιχείο της επιτυχίας των Βαλλιάνων είναι η διαμόρφωση του επι χειρηματικού τους δικτύου. Ως δίκτυο ορίζεται ένας συγκεκριμένος τύπος σχέσης που συνδέει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων. 12 Ο Mark Casson ορίζει το δίκτυο «ως ένα πλέγμα σχέσεων υψηλής εμπιστοσύνης, οι οποίες άμεσα ή έμμεσα συνδέουν τους ανθρώπους, ώστε αυτοί να συγκροτούν μια κοινωνική ομάδα. Το δίκτυο οδηγεί στη διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου εντός του οποίου ο επιχειρηματικός κίνδυνος περιορίζεται και εξασφαλίζεται ροή πληροφοριών». 13 Έ τ σ ι στο χώρο των οικονομικών συναλλαγών, στο κέντρο των δικτύων κείνται οι σχέσεις εμπιστοσύνης. Και οι σχέσεις εμπιστοσύνης συντελούν στο σχηματισμό ενός ανεπίσημου θεσμικού πλαισίου που συμβάλλει στην ελαχιστοποίηση του επιχειρηματικού ρίσκου και τη μείωση του κόστους συναλλαγών εφόσον εξα σφαλίζουν και μια ά τ υ π η ροή πληροφοριών. Ό π ω ς φαίνεται σαφώς και από την περίπτωση Βαλλιάνου και οι εκατόν δώδεκα πράκτορες συνεργάτες του στις 12. Βλέπε David Knoke and James H. Kuklinski. Network analysis. Sage Publications, 1982, a. 2-16.
13. Mark Casson, «Entrepreneurial networks. A theoretical perspective», στο Μ. Moss και A. Slaven (επιμ.) , Entrepreneurial networks and business culture. Proceedings Twelfth Internatio Economic History Congress, Μαδρίτη 1998,σ.1 5 .
310
Πίνακας 1 Δίκτυο πρακτόρων και συνεργατών του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου (Vagliano Bros) , 1 9 0 1 - 1 9 0 2 . ΤΟΠΟΣ
Π Ρ Α Κ Τ Ο Ρ Ε ς / ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΡΩΣΊΑ
Ροστόφ Ταίγάνιο
Νικολάιεφ
Θεοφάνης και Διακρούσης, Ι. Θεοφάνης, Μ.ς. Βαλλιάνος Banque et Compagnie de l 'Azoff Don, Τιοι Διαμαντίδη, Α.Δ. Μουσούρης, Υιοί Σβορώνου, Ε.Α. Σφαελλος Μ. Ορτεντζάτος και Αδελφοί
ΒΟΤΛΓΑΡΙΑ
Πύργος
Κ.Δ.
Μητρόπουλος
ΟΘΩΜΑΝΙΚΉ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΊΑ
Κωνσταντινούπολη Σάμος Σμύρνη Χίος Ροδοστός Λάρνακα
Π.Α. Καλλίνικος. Αδελφοί Δεστουνη, Αδελφοί Δενδρια, Κ. Μαζαράκης I.E. Σβορώνος Μ. Χρουσάκης. Σ . Δ . Κατακουζηνός, Γ.Β. Μαργαρώνης, Α.Κ. Σαλιάρης Κ. Γ. Θεοδωρίδης Ι. Πιερίδης
Παρικάτσης
ΑΊΓΥΠΤΟΣ
Αλεξάνδρεια Κάιρο
Γ.ς. Μομφεράτος, Δ.Κ. Μήτσης, Β.Α. Ε.Κ. Αχιλλόπουλος, I.A. Γαρόφαλλος
Πρίνγκος
ΕΛΛΆΣ
Άνδρος
Αθήνα
Ζάκυνθος Κεφαλλονιά
Κέρκυρα Ναύπλιο Πάτρα Πειραιάς
A.A. Γουλανδρής, Γ.Λ. Γουλανδρής, Ι.Π. Γουλανδρής, Δ. Γ. Μωραίτης, Γ. & ς. Μάντακας, Γ.Β. Μάντακας, Κ.Α. Πολέμης Α.Ι. Μπασιάς, Γ.Α. Φωκάς, Π.Α. Χαροκόπος, Γ.Β. Παπαγεωργίου, O.A. Σταύάτος, Γ.Π. Σκουζές, A.N. θεοφιλάτος Δ. Μερκάτης Ε. Αμπατιέλλος, Γ. Αμπατιελλος, Π. Αμπατιέλλος, Γ.Π. Καμίλος, Λ. Κατσιγερας, Κ. Κουντούρης, Κ. και Γ.Κ. Κατσιγερας, Γερ. Μ. Καμπίτσης, Α.Γ. Φωκάς, Π.Μ. Τζεντιλίνης, Ι.Γ. Ορτεντσάτος, Ν. Πατρίκιος, A.A. Ρωσόλυμος, Φ.Γ. Σβορώνος, Γ. Σεικλούνας, Π. Βεγας Γ. ς. Καλλιβόκας Δ.Γ. Δημόπουλος Π. Χοιδάς, Ι.Δ. Λυμπερόπουλος Ι.Γ. Κουτσής, Δ.ς. Κούβιελος, Ν. Λυκιαρδόπουλος, Μ.Ε. Μιχαλιτσιάνος, Αδελφοί Ρετσίνα
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛαίΤΗ
Πίvακας 1 (συνέχεια) Δίκτυο πρακτόρων και συνεργατών του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου (Vagliano Bros) , 1901-1902. Π Ρ Α Κ Τ Ο Ρ Ε ς / ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
ΤΟΠΟΣ
Σύρος
Ι.Γ. Καλβοκορέοης, Α.Κ. Κοτσιφάκης. Α.Κοσμάς, Ε.Γ. Κουλουκουντής, Μ. Κορνηλάκης. Π.Α. Φουστάνος, Α. Γάγγος. Ι.Π. Μουμουτζής, Δ. Μάνθος. Α.Ε. Μαυροκορδάτος. Υιοί Νικολαίδη, A.Z. Νεγροπόντης, Ζ.Π. Νεγροπόντης Τιός. Τιοί Πετρίτση. Ν.Π. Ρούσος. Κ.Α. Τσιροπινάς. Ι.Ζ. Βάτης.
ΙΤΑΛΙΑ
Γένοβα Τριέστε
Α. Costa & co Κ.Α. Καρούσος
ΓΑΛΛΊΑ
Μασσαλία Παρίσι
ς.Ε. Μικρουλάκης. Υιοί Ανδρέα Α. Βαλλιάνου. Α.Γ. Βασιλειάδης, Π.Γ. Τσιτοέλης. Ν. Κούπας. Αδελφοί Λιβίεράτου Γ. Κρίνος
ΑΓΓΛΊΑ
Λονδίνο
Μάλτα Μάντσεστερ
Α. Andrews, Ε. Dallow (bankers) . Α. Κοψίλης. Α.Φ. Φραγκόπουλος. Μιχαλινός Co. G. Parry. C.H. Seyler, Γ. ς. Τζίφος. ς. Γ. Τζίφος Αραρ Michele di Pasquale & sons ς. Χατζόπουλος
Πηγή: Αρχείο Βαλλιάνου . ΓΑΚ, Αρχεία Νομού Κεφαλληνίας. Ledger Book, 1901-1904.
επτά χώρες με τις οποίες συναλλασσόταν (Αίγυπτος. Ελλάδα, Τουρκία, Ρωσία, Ιταλία, Αγγλία και Γαλλία) ήτανΕλληνες (Πίνακας 1) . Οι οικονομικές συναλλαγές μέσα σε αυτό το δικτυακό πλέγμα είχαν δεδομένες τις σχέσεις εμπιστοσύνης και τη μείωση του επιχειρηματικού ρίσκου, ενώ η συχνή επικοινωνία όπως απο δεικνύεται από τον όγκο των χιλιάδων γραμμάτων εξασφάλιζε τη σωστή ροή πλη ροφόρησης και τη συστηματική και συνεπή εξυπηρέτηση. Το εύρος και ο όγκος των δραστηριοτήτων των Βαλλιάνων τους κατέστησε ηγετικό επιχειρηματικό όμιλο στο διεθνές επιχειρηματικό δίκτυο των Ελλήνων που είχε ήδη διαμορφωθεί από το πρώτο τρίτο του 19ου αιώνα και διακινού σε το εμπόριο της Μαύρης Θάλασσας και της Ανατολικής Μεσογείου προς τη Δυτική Μεσόγειο και τη Βόρεια Ευρώπη. Στο τελευταίο μέρος του κειμένου σα αναφερθούμε στη σημασία των Βαλλιάνων στο «Ιόνιο» δίκτυο.
312
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT ioNior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
1 Διάγραμμα 1 Αναχωρήσεις πλοίων από τα λιμάνια της Αζοφικής (κ.κ.χ.) *
1841
ΣΥΝΟΛΟ ΠΛΟΙΩΝ
1850
1859
»
1868
ΕΛΛΗΝΟΚΤΗΤΑ ΠΛΟΙΑ
1877
1886
1895
Πηγή: Τζελίνα Χαρλαύτη, Η ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας, 19ος~20ός αι.. Νεφέλη, Αθήνα 2001, Πίνακας 4.7.
Διαφοροποίηση επενδύσεων Ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιανου λειτουργούσε επενδύοντας σε τρεις δραστη ριότητες: θαλάσσιο εμπόριο, ναυτιλία και χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες. Η μέθοδος των επενδύσεων σε διαφορετικές και παράλληλες δραστηριότητες α π ο τελεί τμήμα της στρατηγικής των επιχειρήσεων και αποκαλείται «διαφοροποίηση επενδύσεων». 1. Θαλάσσιο εμπόριο Τα χύδην φορτία που διακινούσαν οι Αδελφοί Βαλλιανου ήταν αποκλειστικά σιτηρά α π ό τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας ενώ γενικό φορτίο, με σταφίδα, φρούτα και κρασί α π ό Πάτρα και Κεφαλλονιά, διακινείτο με ατμόπλοια προς την Αγγλία καθώς και βελανίδια, σύκα και άλλα διάφορα α π ό Σμύρνη και Κωνσταντι νούπολη. Ό π ω ς έχουμε αναφέρει π α ρ α π ά ν ω , τ α φορτία σιτηρών εξασφάλιζε ο Μαρίνος Βαλλιάνος α π ό το Ταίγάνιο, ενώ τα άλλα οι πράκτορες α π ό διάφορους κόμβους του δικτύου. Στο Διάγραμμα 1 βλέπουμε την τεράστια άνοδο εξαγωγών
313
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΓΤΗ
σιτηρών από το Ταίγάνιο η οποία λαμβάνει άνευ προηγουμένου διαστάσεις στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα. Ο Μαρής Βαλλιάνος στο τελευταίο τρίτο του αιώνα, είναι αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σιτηρών της Αζοφικής. Κατά τη διάρκεια του 1870 στο λιμάνι της Μασσαλίας, ο Ανδρέας Βαλλιάνος παραλάμβανε τον απίστευτο αριθμό των 134 μεγάλων φορτηγών ιστιοφόρων γεμάτων σιτηρά, ο κυριότερος όγκος των οποίων προερχόταν από την Αζοφική, από τον αδελφό του Μαρή Βαλλιάνο. 0 Ανδρέας Βαλλιάνος δηλαδή παραλάμ βανε σχεδόν μέρα παρά μέρα καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς, από ένα μεγάλο πλοίο με ρωσικά σιτηρά. Μετρώντας τον όγκο των διακινούμενων φορτίων από το 1860 έως το 1900 πα ρατηρούμε μια μεγάλη αύξηση μέχρι το 1870 και σταθεροποίηση μεταξύ του 1870 και 1890. Όπως φαίνεται στον Πίνακα 2 η επιχείρηση διακινεί περίπου 50.000 τόνους φορτίου και τις τρεις χρονιές, αποκλειστικά με ιστιοφόρα το 1870, με ιστιοφόρα και ατμόπλοια το 1880 και αποκλειστικά με ατμόπλοια το 1890. Στον Πίνακα 2 παρατηρείται η μείωση του αριθμού των πλοίων, λόγω της αυξανόμενης χρήσης ατμόπλοιων που έχουν πολλαπλάσιο μέγεθος από τα φορτηγά ιστιοφόρα και μπορούν και πραγματοποιούν περισσότερα ταξίδια μέσα στο χρόνο. —.
Πίνακας 2 Αφίξεις πλοίων για τον Οίκο των Αδελφών Βαλλιάνου στη Μασσαλία και Αγγλία από Μαύρη Θάλασσα και Ανατολική Μεσόγειο. Χρόνος
Οίκος Βαλλιάνων Αριθμός πλοίων
Οίκος Βαλλιάνων Χωρητικότητα (κ.κ.χ.)
1870
156
49.390
1880
111
48.173
1890
46
42.831
Πηγή: Επεξεργασμένα στοιχεία από British Customs Bills of Entry (Bill A), 1870. 1880, 1890, Newspaper Library. Colindale. Λονδίνο.
2. Ναυτιλία Το μεγάλο ατού των Αδελφών Βαλλιάνου όμως υπήρξε η ενασχόληση τους με τη ναυτιλία από όπου άλλωστε προήλθαν και τα αρχικά κεφάλαια της επιχείρησης· Ενώ φαίνονται ότι διαθέτουν 4-5 ιστιοφόρα μέχρι τη δεκαετία του 1860, τα επό μενα τριάντα χρόνια επενδύουν στη ναυτιλία με άγνωστους μέχρι τότε ρυθμούς
314
Ι Πίνακας 3 | Ο στόλος των Αδελφών Βαλλιάνου Έτη
Αριθμός ιστιοφόρων
Κ.κ.χ·
1827
1
422
1830
1
422
1835
1
422
1845
3
660
1850
6
1.124
1855
2
393
1860
4
801
1865
5
1.053
1870
25
5.493
1875
32
7.916
1880
39
1890
Αριθμός ατμόπλοιων
Κ.κ.χ.
1840
1
114
10.246
4
4.015
14
4.816
7
6.840
1895
13
3.984
12
10.186
1900
1
226
7
7.454
1905
4
2.505
13
19.270
1910
6
17.948
1914
5
18.126
1920
2
1.189
1885
1925 1930
1 2.979 1
2.979
Πηγή: Τζελίνα Χαρλαύτη και Νίκος Βλασσόπουλος, Ποντοπόραα, 1830-1940. Ποντο πόρα Ιστιοφόρα και Ατμόπλοια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, Ε.Λ.Ι.Α, Αθήνα 2001.
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
για την ελληνόκτητη ναυτιλία. Το 1870 πενταπλασιάζουν το στόλο τους σε 25 μεγάλα ιστιοφόρα, και το 1880 διαθέτουν τον απίστευτο, για την εποχή, αριθμό των 40 μεγάλων φορτηγών ιστιοφόρων, στο μεγαλύτερο μέρος των οποίων φέρεται το όνομα του Ανδρέα Βαλλιάνου ως πλοιοκτήτη. Ο Ανδρέας Βαλλιάνος την εποχή της μεγάλης του δραστηριότητας στη Μασσαλία φαίνεται ότι ασχολήθηκε έντονα με αγοραπωλησίες ιστιοφόρων, ενώ ο Μαρής Βαλλιάνος φέρεται ως πλοιοκτήτης α π ό τη δεκαετία του 1820. Αν ο Ανδρέας και ο Μαρής Βαλλιάνος ασχολούνται με τις αγοραπωλησίες μεγάλων φορτηγών ιστιοφόρων στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, καθοριστικές είναι οι επιλογές του Παναγή Βαλλιάνου στο Λονδίνο. Είναι η εποχή της νέας τεχνολογίας του ατμού, και ήδη από τα πρώτα του βήματα στη βρετανική πρωτεύουσα ο Παναγής Βαλλιάνος μεταφέρει τα φορ τία της οικογενειακής επιχείρησης σε βρετανικά ατμόπλοια. Είναι από τους πρώτους έλληνες επιχειρηματίες που υιοθετεί την καινούργια τεχνολογία, και αγοράζει με δικά του κεφάλαια μεγάλα φορτηγά ατμόπλοια από τη δεκαετία του 1870. Με αυτό τον τρόπο προηγείται κατά μία δεκαπενταετία της μεγά λης στροφής των Ελλήνων της διασποράς στα φορτηγά ατμόπλοια. Και είναι αυτή η πρωτοπορία που τον φέρνει στην κορυφή. Το 1880 διαθέτει το 18% του ελληνόκτητου στόλου ατμόπλοιων. Το 1895, σε ηλικία ογδόντα χρόνων συνεχίζει ακάθεκτος να επενδύει με ταχείς ρυθμούς σε ατμόπλοια και είναι ο μεγαλύτε ρος εφοπλιστής ατμόπλοιων του ελληνόκτητου στόλου. Μια δεύτερη και εξίσου σημαντική καινοτομία όμως του Παναγή Βαλλιάνου είναι ότι δημιουργεί το πρώτο ουσιαστικά ναυτιλιακό γραφείο ατμόπλοιων στο Λονδίνο, το οποίο αποτέλεσε πρότυπο για τους Έλληνες εφοπλιστές στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Αντιπροσωπεύοντας, ουσιαστικά όλη την ελληνική ναυτιλία, υπήρξε πηγή πληροφόρησης για ναυλώσεις και εξασφάλιση φορτίων, ανθρακευσεις δηλαδή εξασφάλιση κάρβουνου πλοίων σε καλές τιμές, ασφαλίσεις πλοίων και μεσολάβηση στους Λόϋντς, αγοραπωλησίες μεταχειρισμένων ατμόπλοιων και παροχή δανείων για την αγορά τους, παρακολούθηση ναυπηγήσεων και εξασφάλι ση διαπραγματεύσεων για συμπατριώτες. Να σημειώσω ότι ο Μαρής στο Ταίγάνιο, και ο Ανδρέας στη Μασσαλία λειτουργούσαν αντίστοιχου τύπου ναυτιλιακές παροχές για τα ιστιοφόρα. 3. Χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες Το τρίτο σκέλος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων των Αδελφών Βαλλιάνου, π ο υ υπήρξε και ζωτικό για την εδραίωση τους στο Σίτι του Λονδίνου και τους εδραίωσε ως τον «πυρήνα» του επιχειρηματικού δικτύου των Ελλήνων στο τε λευταίο τρίτο του 19ου αιώνα, είναι οι χρηματοπιστωτικές τους δραστηριότητες. Ο Οίκος Βαλλιάνου, εκτός από το θαλάσσιο εμπόριο και τη ναυτιλία, εξασκούσε
.'{Hi
Μ Ε Γ Ι Σ Τ Α Ν Ε ς ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ: Ο Ο Ι Κ ο ς ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
παράλληλα χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες και στα τρία κομβικά σημεία. Αυτές οι δραστηριότητες αφορούσαν την εξαργύρωση συναλλαγματικών με προμήθεια καθώς και την παροχή εμπορικών και ναυτιλιακών δανείων με τόκο. Για τη φήμη της επιχείρησης στο Λονδίνο βλέπουμε στον Πίνακα 4 ένα πολύ σημαντικό έγγραφο, από τα αρχεία της μεγάλης Βρετανικής Τράπεζας Barings Bros, που παρέχει αποκλειστική πληροφόρηση στα στελέχη της για δική τους χρήση για τους Έλληνες εμπόρους και τραπεζίτες του Λονδίνου στις αρχές του 1860. Βαθμολογεί από το 1 έως το 4 τις επιχειρήσεις: το 1 σημαίνει πως η επιχείρηση είναι εξαίρετη, το 2 πολύ καλή, το 3 μέτρια και το 4 άγνωστη. Παραθέτουμε στον Πίνακα 4 τις επιχειρήσεις με βαθμολογία 1 έως 2. Με βαθ μολογία 1 αξιολογούνται οι χιώτικες εταιρείες που είναι ήδη εγκατεστημένες στο Λονδίνο από τις δεκαετίες 1820 και 1830, όπως οι εταιρείες των διαφόρων μελών της οικογένειας Ράλλη, Ροδοκανάκη, Σκυλίτση, Αλεξιάδη, Δέλτα, Αργέντη και Σεκιάρη, ενώ η εταιρεία των Αδελφών Βαλλιάνου που είναι μία πενταετία στο Λονδίνο παίρνει βαθμολογία 2. με σχόλια γραμμένα από τους Barings: «Νέα επιχείρηση, αλλά πολύ δυνατή». Να σημειώσουμε ότι ο πρωτότοκος γιος του Μαρή Βαλλιάνου, Αλκιβιάδης, ο οποίος εγκαθίσταται στο Λονδίνο δίπλα στο θείο του στα τέλη της δεκαετίας του 1860, παντρεύεται το 1873 την κόρη του Ξενοφώντα Μπαλλή, τον οποίο περιγράφουν οι Barings ως «έξυπνο, προ σεκτικό και συνετό αλλά ανακατεύεται με τραπεζικά». Η οικονομική κρίση στις αρχές του 1860 και η χρεοκοπία πολλών εμπορικών οίκων που έπαιζαν στο χρηματιστήριο ή ασχολούνταν με υπερ-δανειοδοτήσεις την εποχή εκείνη, έκανε την ενασχόληση τους με τις τραπεζικές δραστηριότητες να θεωρείται αρνητικό στοιχείο. Από τη δεκαετία του 1860 μέχρι τη δεκαετία του 1880, η Vagliano Brothers εξελίσσεται σε έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς και τραπεζιτικούς οίκους του Σίτι, και ο Παναγής Βαλλιάνος περιγράφεται από τους ίδιους τους Άγγλους ως Merchant Banker με Πιστωτικό Οίκο ή Accepting House συναλ λαγματικών.^ Σύμφωνα με αναφορές του The Banter's Magazine το 1886 η Τράπεζα της Αγγλίας κάνει 4.000 πληρωμές στις καταθέσεις του Βαλλιάνου αξίας £3.500,000 μόνο μέσα στο 1886.15 Η σημασία του Παναγή Βαλλιάνου στον τραπεζικό χώρο του Σίτι αναδεικνύεται από μια περίφημη δικαστική διένεξη γνωστή ως "Vagliano case", από την οποία μπορεί να αντλήσει κανείς
14. Β.Β. Turner. Chronicles of the Bank of England, Λονδίνο 1897,σ.2 5 6 - 2 6 3 . Richard Roberts, «What's in a Name? Merchants, Merchant Bankers, Accepting Houses, Issuing Houses, Indu strial Bankers and Investment Bankers», Business History 35, αρ. 3 (Ιούλιος 1993) 22-38. 15. «Bank of England v. Vagliano Brothers», The Banker's Magazine (1890) 1156.
317
Πίνακας 4 Έλληνες Έμποροι και Τραπεζίτες στο Σίτι τ ο υ Λονδίνου στις αρχές του 1860.
Αξιολόγηση Εταιρειών
Καταγωγή
Παρατηρήσεις των Baring Bros*
Π Ρ Ω Τ η ς ΤΑΞΕΩΣ
1. Αδελφοί Ράλλη
Χίος
[Περίπου 1.800.00 A.A.) ]**
2. Αλεξιάδης, Δέλτας & Σία
Χίος
Είναι πολύ καλοί αλλά ασχολούνται με τραπεζικά τώρα και δεν χαίρουν τόσο μεγάλης εκτίμησης όσο πριν.
3. Αργέντης. Σεκιάρης & Σία
Χίος
Κεφάλαιο τουλάχιστον 500.000 Λ.Α.
4. Φραγκιάδης και Ροδοκανάκης
Χίος
Πολύ συνετοί. Κεφάλαιο άνω των 200.000 A.A.
5. Ράλλης και Μαυρογιάννης
Χίος
6. Ράλλη Α. & Σία
Χίος
7. Ροδοκανάκης Π.Π. & Σία
Χίος
8. Υιοί Ροδοκανάκη & Σία
Χίος
9. Σκυλίτσης & Σία
Χίος
Κεφάλαιο 300.000 A.A.
Πίνακας 4 (συνέχεια) Έλληνες Έ μ π ο ρ ο ι και Τραπεζίτες στο Σίτι του Λονδίνου στις αρχές του 1860. Αξιολόγηση Εταιρειών
Καταγωγή
Παρατηρήσεις των Baring Bros*
Δ Ε Υ Τ Ε Ρ α ς ΤΑΞΕΩΣ
10. Μπαλλής Ξενοφών
Σμύρνη
Έξυπνος, προσεκτικός και συνετός αλλά ανακατεύεται με τραπεζικά. 2ας ή 3ης τάξεως.
11. Αδελφοί Κασαβέτη & Σία
Θεσσαλία
Καλός και ασφαλής επιχειρηματίας. Κεφάλαιο 20.000-30.000. Ασχολείται με σιτηρά.
12. Ιωνίδης & Σία
Συγγενής με Χιώτες
Καλός, όχι πλούσιος, μπορεί να έχει 50.000.
13. Μαυροβασίλης & Σία
14. Σκυλίτσης Π. & Σία (Λίβερπουλ) 15. Αδελφοί Βαλλιάνου
Χίος Κεφαλλονιά
Καλός. Πλοιοκτήτης. Νέα επιχείρηση, αλλά πολύ δυνατή, ας πούμε 2ας τάξεως. Πολύ έξυπνοι, με μεγάλη περιουσία αλλά ασχολούνται αποκλειστικά με χρηματο
16. Αδελφοί Ζαρίφη
17. Αδελφοί Ζιζίνια
Χαίρει μεγάλης εκτίμησης, διαθέτει περίπου 30.000. Όχι εκτεταμένες επιχειρήσεις.
Χίος
πιστωτικές δραστηριότητες. Εξαίρετοι, 2ας τάξεως.
* 1. Πολύ καλός 2. Καλός 3. Μέτριος 4. Άγνωστος ** Εκτίμηση από την Τράπεζα της Αγγλίας στο S. Chapman, The Rise of Merchant Banking, σελ. 127. Πηγή: Baring Brothers Customer's Reference book, «An assessment of the Greek firms operating in London in the beginning of the 1860s», στο Timotheos Catsiyannis, The Greek Community of London, Λονδίνο 1992,σ.4 2 2 - 4 2 4 . Για την καταγωγή των οικογενειών, βλέπε Gelina Harlaftis, A History of Greek-owned Shipping from 1830 to the Present Day, Routledge, Λονδίνο 1996, ΠαράρΡημα2.1.
ΤΖΕΛ1ΝΛ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
πολύτιμη και λεπτομερή πληροφόρηση για την καθημερινή δραστηριότητα του γραφείου των Βαλλιάνων στο χώρο των συναλλαγματικών. Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου του 1887 ο τριαντάχρονος υπάλληλος του Παναγή Βαλλιάνου, Αντώνιος Ισιδώρου Γλύκας υπεξαίρεσε 70.000 λίρες Αγγλίας (A.A.) δημιουργώ ντας πλαστές συναλλαγματικές συνεργατών του Βαλλιάνου στην Οδησσό και την Κωνσταντινούπολη τις οποίες, αφού κατάφερε να εξασφαλίσει την υπογραφή του Παναγή Βαλλιάνου πάνω τους, τις εξαργύρωσε από το λογαριασμό του Βαλλιάνου στην Τράπεζα της Αγγλίας. Μόλις αντιλήφθηκε την απάτη ο Παναγής Βαλλιάνος έκανε μήνυση στην Τράπεζα της Αγγλίας για αμέλεια, επειδή δεν τον ειδοποίησαν όταν εξαργύρωναν τόσο μεγάλης αξίας συναλλαγματικές από το λογαριασμό του. Ο Βαλλιάνος κέρδισε την υπόθεση στο πρώτο δικαστήριο, το Court of Appeals το 1889, αλλά έχασε στην έφεση που του ασκήθηκε στη Βουλή των Λόρδων, το 1890, για μία ψήφο. Η υπόθεση Βαλλιάνος εναντίον της Τράπεζας της Αγγλίας δημιούργησε αναστάτωση στο Σίτι, γιατί η απόφαση δεν αφορούσε μόνο τον Βαλλιάνο αλλά και όλους τους εμπόρους-τραπεζίτες της πόλης. Το γραφείο των Βαλλιάνων. εξυπηρετούσε τις εκατοντάδες εμπορικές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις των Ελλήνων από το Λονδίνο και λειτούργησε ως ναυ τιλιακή τράπεζα, γεγονός που αποδείχτηκε θεμελιώδους σημασίας για πολλούς πλοιάρχους και καραβοκύρηδες, σχετικά με τη μετάβαση από το ιστίο στον ατμό. Έδινε δάνεια με επιτόκιο 7-8% για αγορά ατμόπλοιων, στην περίπτωση που ο δανειζόμενος εξασφάλιζε το μισό του απαιτούμενου ποσού σε ρευστό και υποθήκευε το πλοίο. Καθώς τα δάνεια του γραφείου Βαλλιάνου ήταν υψη λότερα κατά 1% από τα επίσημα επιτόκια της Τράπεζας της Αγγλίας, είχε υπο λογιστεί ότι το κέρδος του από το καθένα ανερχόταν σε 14% του ποσού του δανείου. Αυτό το είδος δανείου - με υποθήκη - ήταν παράνομο, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία πριν το 1910. επομένως δάνεια από ελληνικές ή ξένες τράπεζες για τέτοιες αγορές αποκλείονταν. Έτσι, οι παντοδύναμοι αδελφοί Βαλλιάνου χρηματοδότησαν τουλάχιστον δεκατέσσερις Έλληνες εφοπλιστές του 20ού αιώνα: Αμπατιέλλο, Φωκά, Λυκιαρδόπουλο και Καμπίτση από την Κεφαλλονιά, Γουλανδρή. Μωραίτη. Πολέμη και Α. Εμπειρίκο από την Άνδρο, Μαργαρώνη, Νικολάκη και Μιχαλινό από τη Χίο. Βάτη από τη Σύρο και Ρούσσο από τη Λέρο. 16 Εσωτερική οργάνωση Από τα κύρια πλεονεκτήματα των ελληνικών οίκων της διασποράς ήταν η εσωτερι κή τους οργάνωση που στηριζόταν στη συγγένεια και τους δεσμούς εμπιστοσύνης, 16. Τζελίνα Χαρλαύτη, ό.π., σ. 209-213.
320
Μ Ε Γ Ι Σ Τ Ά Ν Ε Σ T O T IONIOT: ο ΟΊΚΟΣ Τ Ω Ν ΑΔΕΛΦΏΝ
ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
γεγονός που ελάττωνε το εμπορικό ρίσκο και το κόστος συναλλαγών. 0 οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου βρέθηκε στη μεγαλύτερη του ακμή τις δεκαετίες 1870 και 1880 όταν και οι τρεις αδελφοί εξασκούσαν χρηματοοικονομικές, εμπορικές και εφοπλιστικές δραστηριότητες ταυτόχρονα από το Ταίγάνιο, τη Μασσαλία και το Λονδίνο. Το αρχειακό υλικό μας υποδεικνύει ότι ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου λειτουργούσε με ενιαίο τρόπο, και παρά τις αποστά σεις με πλήρη συνεννόηση Λονδίνου - Μασσαλίας - Ταίγανίου, και επικοινω νία για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των διαφορετικών καταστημάτων των τριών αδελφών. Ενδεικτική είναι η επιστολή του Παναγή Βαλλιάνου στον πλοίαρχο Γ.Ι. Κούτση στις Σπέτσες, στις 16 Μαίου 1871:17 Κύριε, Βεβαιούμεν προηγουμένην μας της 25 του παρελθόντος, ως στερούμενος φιλικής σας προς απάντησιν, περιοριζόμεθα διά ταύτης να σας κοινοποιήσωμεν ότι ο ημέτερος Μασσαλίας μας έμβασεν διά λ/σας Λ.Α. 1.460 και σας εκδώσαμεν από 27 Ιουλίου προσεχώς. Αφ' ετέρου εχρεώθητε με Λ.Α. 4.000 από 19 ιδίου μηνός, ποσόν το οποίον μας ετράβηξε ο εν Ταϊγανίω ημέτερος [...] ώστε ευαριστηθήτε να κάμητε συμφώνως εγγραφάς [...] Σας ασπαζόμεθα Αδελφοί Βαλλιάνου
Όπως όλοι οι ελληνικοί επιχειρηματικοί οίκοι της διασποράς, χρησιμο ποίησαν τις γαμήλιες στρατηγικές για την ισχυροποίηση και εξάπλωση των συμφερόντων τους (ΠαράρΡημαΙ) . Ο Μαρίνος και ο Παναγής επειδή ξεκίνη σαν με περιορισμένα περιουσιακά στοιχεία δεν παντρεύτηκαν κόρες πλουσίων εμπόρων. Ο Μαρίνος παντρεύτηκε Κεφαλλονίτισσα και στο Ταίγάνιο απέκτησε δύο γιους τον Αλκιβιάδη και τον Αθανάσιο. Τον πρωτότοκο Αλκιβιάδη μόλις ενηλικιώθηκε τον έστειλε ο Μαρής στο θείο του Παναγή, δίπλα στον οποίο παρέμεινε τουλάχιστον για τριάντα χρόνια. Ο Παναγής Βαλλιάνος φρόντισε να παντρέψει τον ανιψιό του με την κόρη του μεγαλέμπορου στο Λονδίνο Ξενοφώντα Μπαλλή, όπως αναφέραμε παραπάνω. Τον Αθανάσιο πάντρεψαν με την Κατίνα Στέφανου Ράλλη, επεκτείνοντας τις συγγενικές σχέσεις των Βαλλιάνων με την ισχυρή οικογένεια των Ράλλη. Ο Αθανάσιος Μαρή Βαλλιάνος και η Κατίνα Ράλλη ζούσαν στο Παρίσι στις αρχές του 20ού αιώνα, και στη διάρκεια του μεσοπολέμου στις Κάννες όπου και έζησαν και τα παιδιά τους. Ο Παναγής Βαλλιάνος κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Ζάκυνθο, τη δεκαετία του 1840 και αρχές 1850, όπου κρατούσε υποκατάστηματου Οίκου, 17. Ιδιωτικό Αρχείο Χρήστου Ι. Κούτση, Σπέτσες.
321
ΤΖΕΛΙΝΑ Χ Α Ρ Λ α ί Τ Η
παντρεύτηκε Ζακυνθινή, την Κάτα Βεγδατοπούλου. Η νεαρή γυναίκα του πέθανε γρήγορα όμως, όπως και ο μικρός γιος του Χριστόφορος. 0 Παναγής Βαλλιάνος δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ. Το 1858 πήγε μόνος στο Λονδίνο όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του απολύτως αφοσιωμένος στις επιχειρήσεις. Τα δύο μεγάλα αδέλφια φρόντισαν, όμως, ο κατά είκοσι χρόνια μικρότερος αδελφός να αποκατασταθεί με κόρη πλουσίου εμπόρου. 0 Ανδρέας Βαλλιάνος παντρεύτηκε το 1850 την Ευφροσύνη Μελά, κόρη του Γεωργίου Μελά, μεγαλέ μπορου στο Ταίγάνιο και συγγενούς με επιφανείς οικογένειες της επιχειρη ματικής διασποράς (βλέπε ΠαράρΡημα1 για οικογενειακό δέντρο Βαλλιάνων) . Τα αδέλφια της Ευφροσύνης, είχαν δημιουργήσει εύρωστο επιχειρηματικό οίκο τη δεκαετία του 1850: ο Βασίλειος Μελάς διηύθυνε την επιχείρηση στο Λονδίνο από το 1854, ο Λέων και ο Κωνσταντίνος στη Μασσαλία το 1857 και ο μικρότερος αδερφός Μιχαήλ στο Γαλάτσι. Αρα όταν το 1869 εγκαταστάθηκαν στη Μασσαλία ο Ανδρέας και η Ευφροσύνη Βαλλιάνου υπήρχαν ήδη συγγενι κά τους πρόσωπα εκεί. Ο Ανδρέας Βαλλιάνος ακολούθησε τον ήδη ανοιγμένο και πεπατημένο δρόμο των οικογενειακών δικτύων. Η γαμήλια στρατηγική συνεχίστηκε στα παιδιά τους. Ο Ανδρέας και η Ευφροσύνη τα πάντρεψαν με γόνους επιφανών και πλουσίων οικογενειών όπως. Πετροκόκκινου, Νεγροπόντη, Ζαρίφη, Κούπα και Αμπανόπουλου (ΠαράρΡημα1) . Μετά το θάνατο του Ανδρέα και του Μαρή, δηλαδή από τα τέλη του 1880, αρχές του 1890, όλη η ισχύς της επιχείρησης φαίνεται ότι μετατέθηκε στα χέρια του Παναγή Βαλλιάνου στο Λονδίνο την οποία διατήρησε μέχρι το θάνατο του το 1902. Την τελευταία δεκαετία της επιχειρηματικής του δράσης κύριοι πράκτορες που κρατούσαν τα υποκαταστήματα της επιχείρησης σε όλη τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, είναι κατά αποκλειστικότητα οι ανιψιοί του: Ο Μιχαήλ (γιος του αδελφού του Σπύρου) είναι στο Ροστόφ, ο Αθανάσιος (γιος του αδελφού του Σπύρου) στο Νοβοροσίσκ. ο Γεράσιμος Μιχαήλ Καμπίτσης (γιος της αδελφής του Μαρίας) και ο Αθανάσιος Λάζαρου Ρωσόλυμος (γιος της αδελφής του Σαντίνας) στην Κωνσταντινούπολη, ο Αθανάσιος (γιος του αδελφού του Μεταξά) και ο Μαρίνος (γιος του αδερφού του Ανδρέα) στη Μασσαλία, ο Αθανάσιος (γιος του αδελφού του Μαρή) στο Παρίσι, ενώ στο Λονδίνο μαζί του εργάζονται ο Βασίλειος (γιος του αδελφού του Μεταξά) και ο Αλκιβιάδης (γιος του αδελφού του Μαρή) .18 Και είναι αυτοί οι ανιψιοί οι οποίοι μετά το θάνατο του τον κληρονομούν. Ο συνεκτικός κρίκος όμως έσπασε και την εταιρεία δεν τη συνεχίζουν. Την έκλεισαν μετά το θάνατο του θείου τους και ο καθένας 18. «Διαθήκη Παναγή Αθανασίου Βαλλιάνου». Διαχειριστική Επιτροπή του Κληροδότηματος Παναγή Α. Βαλλιάνου, στο ΚληροδότημαΠαναγή Α. Βαλλιάνουυπερφιλανθρωπικών σκοπών tv Κεφαλληνία. Αθήνα 1932.
322
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT lONior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
τράβηξε το δρόμο του, αν και πέρασε τουλάχιστον μία ακόμα δεκαετία για να μπορέσουν να κλείσουν όλες τις υποθέσεις.
Β. 0 ΟΙΚοςΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΤΞΗ TOT ΕΛΛΗΝΙΚΟΤ ΚΡΑΤΟΤΣ Μετά την παρουσίαση και ανάλυση του διεθνούς επιχειρηματικού οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου θα ασχοληθούμε με ένα από τα κύρια ερωτήματα που θέσαμε στην αρχή: κατά πόσον ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου επηρέασε την οικονομική ανάπτυξη της ελληνικού κράτους; Και αλήθεια, πώς είναι δυνατόν να επηρρέασε την οικονομική ανάπτυξη του ελληνικού κράτους ένας επιχειρηματικός οίκος που δεν είχε καμμία γεωγραφική σχέση με ελληνικά εδάφη; Η απάντηση εδώ εντάσσεται στο γενικότερο ερώτημα της σχέσης των ελληνικών επιχειρηματικών οίκων της διασποράς με την οικονομία του ελληνι κού κράτους. Οι επιχειρηματικοί οίκοι της διασποράς που ασχολήθηκαν με το εμπόριο, τη ναυτιλία και τις χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες επηρέασαν την οικονομική ανάπτυξη του ελληνικού κράτους με τρεις τρόπους. Πρώτον μέσω της δημιουργίας παραγωγής μέσα στην ελληνική οικονομία, δηλαδή μέσω των ναυπηγήσεων των ιστιοφόρων τους στους ναυτότοπους του Ιονίου και του Αιγαίου, δεύτερον ως δανειοδοτικός οίκος, και τρίτον μέσω της εισρο ής κεφαΛαΐου από το εξωτερικό είτε για επενδύσεις είτε για ευεργεσίες στο ελληνικό κράτος και στον τόπο καταγωγής. Συνεπώς τρεις είναι οι τρόποι που επηρέασαν οι Βαλλιάνοι την ελληνική οικονομία. 0 διεθνής Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου ναυπήγησε μεγάλο μέρος των ιστιοφόρων του στα ελληνικά νησιά. Όπως βλέπουμε στον Πίνακα 5 ο τόπος ναυπήγησης των ιστιοφόρων του Οίκου είναι κατά 44% στην Ελλάδα, και βρίσκεται κυρίως στη Σύρο, την Κάσο και το Γαλαξίδι, βασικά ναυπηγικά κέντρα του Ιονίου και του Αιγαίου. Εξαιρετικής σημασίας για την οικονομική άνθηση των ναυτότοπων ήταν τα ναυπηγεία, καρνάγια σε αμμουδιές, όπου ναυπηγήθηκαν τα χιλιάδες ελληνικά ιστιοφόρα του 19ου αιώνα. Εκτός από τους ναυπηγοτεχνίτες ή καραβομαραγκούς, κάθε ναυπηγικό κέντρο διέθετε καλαφάτες, τσιγκοποιούς, σιδηρουργούς, κατραμοποιούς. Διέθετε επίσης χρωματοποιεία, χαλκουργεία, χυτήρια ενώ η ανάγκη για σχοινιά, χοντρά ή λεπτά, από στουπί ή κάνναβι, έκανε τα σχοινοποιεία επίσης απαραίτητα. Είχε στη διάθεση του καραβόπανα, παρείχε τεχνίτες για το ράψιμο ή την επιδιόρθω ση των πανιών. Διέθετε βαρούλκα, άγκυρες, καρφιά, εργαλεία ναυπηγικής, αντλίες. Ο ανεφοδιασμός των εκατοντάδων πλοίων απαιτούσε προμηθευτές
323
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΓΤΗ
Πίνακας 5 Τόπος ναυπήγησης ιστιοφόρων του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου, 1830-1910. Ελλάδα
26
Σύρος
20
Κάσος
2
Γαλαξίδι
4
Εξωτερικό
33
Ρωσία
2
Κωνσταντινούπολη
2
Αγγλία
8
Φιούμε
4
Νάπολη
2
Κορκούλα
4
Pirano
2
Charlotte Town
2
Castellamare
1
Apenrade
1
Amastro
3
Μάλτα
2
44%
56%
59 Πηγή: Επεξεργασμένες στατιστικές από το Τζελίνα Χαρλαύτη και Νίκος Βλασσόπουλος, Ποντοπόρεία. 1830-1940. Ποντοπόρα Ιστιοφόρα και Ατμόπλοια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ε.Λ.Ι.Α. Αθήνα 2001.
τροφίμων για γαλέτα, λάδι, ελιά, παστά ψάρια, κρασί, αλλά και άλλα σημαντικά για τη ζωή πάνω στο πλοίο - μπαούλα, βαρέλια, δοχεία, ασκιά και κοφίνια. Και βεβαίως στον κάθε ναυτότοπο διαβιούσαν οι καραβοκύρηδες, οι ιδιοκτήτες της ναυτιλιακής επιχείρησης. Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο οι Βαλλιάνοι επέδρασαν στην οικονομική ανάπτυξη του ελληνικού κράτους είναι ότι λειτούργησαν σαν διεθνής δανεοδο-
324
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT ΙΟΝΊΟΥ: Ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΓ
Πίνακας 6 Νηολόγηση ιστιοφόρων του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου,
1830-1910.
47
54%
Σύρος
9
10%
Ιθάκη
7
8%
Μήλος
5
7%
Γαλαξίδι
2
1%
Κεφαλλονιά
Κέρκυρα
1%
Πειραιάς
1%
Σαντορίνη
1%
Πόρος
1%
Ύδρα
1%
Κωνσταντινούπολη
5
7%
Ταίγάνιο
5
7%
Οδησσός
1
1%
86
100%
Πηγή: Επεξεργασμένες στατιστικές από το Τζελίνα Χαρλαύτη και Νίκος Βλασσόπουλος, Ποντοπόρεια, 1830-1940. Ποντοπόρα Ιστιοφόρα και Ατμόπλοια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, Ε.Λ.Ι.Α, Αθήνα 2001.
τικός τραπεζικός οίκος σε όλους τους εμπόρους και καραβοκύρηδες με τους οποίους συναλλάσσονταν και παρείχαν τα απαραίτητα κεφάλαια όχι μόνο για τη μετάβαση στον ατμό αλλά και για την αγορά ιστιοφόρων. Οι Βαλλιάνοι χρη ματοδότησαν σημαντικό αριθμό ελληνικών ναυτικών οικογενειών από τη «διά σπαρτη» πόλη των νησιών του Ιονίου και του Αιγαίου που συγκρότησαν τον ελληνικό εφοπλισμό του 20ού αιώνα όπως αναφέραμε και παραπάνω. Ο τρίτος τρόπος επιρροής της ανάπτυξης της χώρας είναι από την εισροή κεφαΛαΐου από το εξωτερικού, από την εισροή ναυτιλιακού εισοδήματος και τους ναύλους. Η εισροή κεφαλαίων χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη κα τηγορία περιλάμβανε την εισροή κεφαΛαΐου που εξασφαλιζόταν από ναύλους και μισθούς κυρίως έξω από τα σύνορα του ελληνικού κράτους και διοχετευόταν
325
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Πίνακας 7 Νηολόγηση ατμόπλοιων Οίκου τ ω ν Αδελφων Βαλλιάνου, 1870-1930. Πειραιάς/Αθήνα
17
32%
Κεφαλλονιά
14
26%
1
2%
13
24%
Μασσαλία
3
5%
Ροστοφ
5
9%
Βραίλα
1
2%
54
100%
Σύρος Λονδίνο
Πηγή: Επεξεργασμένες στατιστικές από το Τζελίνα Χαρλαύτη και Νίκος Βλασσόπουλος, Ποντοπόρεια. 1830-1940. Ποντοπόρα Ιστιοφόρα και Ατμόπλοια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ε.Λ.Ι.Α, Αθήνα 2001.
μέσω των ελλήνων καραβοκύρηδων και ναυτικών στους ελληνικούς ναυτότοπους στους οποίους διέμεναν. Οι Βαλλιάνοι ναύλωναν κατεξοχήν Έλληνες καραβοκύ ρηδες, από το Ιόνιο και το Αιγαίο. Εκτός αυτού, παρ' όλο που διέμεναν εκτός Ελλάδος, οι Βαλλιάνοι χρησιμοποιούσαν την ελληνική σημαία και νηολογούσαν τα ιστιοφόρα τους κατά ένα 85% στα ελληνικά νησιά, όπως βλέπουμε στον Πίνακα 6. Ενδιαφέρον είναι να παρατηρήσει κανείς τους τόπους νηολόγησης των ιστιοφόρων τους. Το 62% εύλογα το βρίσκει κανείς στην Κεφαλλονιά και την Ιθάκη, ενώ στην είσοδο στο Αιγαίο και στο θαλάσσιο δρόμο βορειοανατο λικά, τα πλοία νηολογούνταν στα πρώτα νησιά που προσέγγιζαν στην αρχή του Αιγαίου, τη Μήλο και τη Σαντορίνη ή στο τέλος της διαδρομής του Αιγαίου, την Κωνσταντινούπολη. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η χρήση της ελληνικής σημαίας και στον ατμοπλο ικό στόλο της εταιρείας. Το 60% των ατμόπλοιων τους οι Βαλλιάνοι τα νηολο γούσαν στον Πειραιά, την Κεφαλλονιά και τη Σύρο (Πίνακας 7) . Το υπόλοιπο 40% του στόλου το νηολογούσε η εταιρεία στο Λονδίνο και στα βασικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας με τα οποία συναλλασσόταν. Η δεύτερη κατηγορία εισροής κεφαΛαΐου προέρχεται από τις επενδύσεις των οίκων της διασποράς σε ελληνικές επιχειρήσεις. Τα κεφάλαια των επιχει-
326
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOY ioNior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
Πίνακας 8 Επενδύσεις τ ο υ Παναγή Βαλλιάνου σε ελληνικά κρατικά ομόλογα και μετοχές. Είδος
μετοχών/ομολόγων
Λίρες Αγγλίας
Ομολογιακό Δάνειο του '84
2.880
Ομολογιακό Μονοπωλιακό Δάνειο του '87
11.000
Ομόλογα Σιδηροδρόμου Πειραιά-Λάρισσα (1890)
8.000
Δημοτικό Δάνειο Πειραιά
3.738
Ομόλογα Σιδηροδρόμων
Πειραιά,
Αθηνών και Πελοποννήσου (mortgage bonds)
3.500 29.118
σύνολο
Πηγή: ΠαράρΡημα 3.
ρηματιών της ελληνικής διασποράς αποτέλεσαν σημαντική ροή κεφαλαίων α π ό το εξωτερικό, κεφάλαια και επενδύσεις που δεν έχουν εκτιμηθεί στο σύνολο τους, και τα ο π ο ί α διοχετεύθηκαν σε εμπορικές, ναυτιλιακές, τραπεζικές και κτηματικές επιχειρήσεις. Όσον αφορά τον Παναγή Βαλλιάνο, α π ό τη διαθήκη του βλέπουμε ότι είχε επενδύσει περίπου 30.000 λίρες Αγγλίας ή 750.000 δρχ σε ελληνικά κρατικά ομόλογα και στους ελληνικούς σιδηροδρόμους. Η τρίτη κατηγορία εισροής κεφαλαίων των οίκων της ελληνικής διασποράς στο ελληνικό κράτος είναι για δωρεές και κληροδοτήματα. Τα σημαντικότερα κεφάλαια των Βαλλιάνων εισέρευσαν στο ελληνικό κράτος για τη δημιουργία σημαντικών ιδρυμάτων στην Αθήνα και την Κεφαλλονιά, τα οποία τους κα τέταξαν στους μεγάλους ευεργέτες του ελληνικού κράτους. Την εποχή που έχει τη διένεξη με την Τράπεζα της Αγγλίας, το 1888, ο Παναγής α π ό το Λονδίνο και ο Μαρής α π ό το Ταίγάνιο, στέλνουν στην Αθήνα το ποσόν των 2.800.000 δρχ. γ ι α την ανέγερση του κτιρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ενώ στην ιδιαίτερη πατρίδα τους την Κεφαλλονιά το ΚληροδότημαΠαναγή Α. Βαλλιάνου μετά το 1903 ουσιαστικά γίνεται «το κράτος κοινωνικής πρόνοιας» του νησιού. Με τη διαθήκη του ο Παναγής Βαλλιάνος άφησε στο Κληροδότημα, 500.000 λίρες Αγ γλίας ή 12.500.000 δρχ: για να διαθέτωσι τα εισοδήματα, άτινα ως είρηται θα τοις πληρώνωνται, διά φιλαν θρωπικούς σχσπούς
εν τη νήσω Κεφαλληνία, τους τοιούτους σκοπούς
327
συμπεριλαμβά-
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Πίνακας 9 Το Κληροδότημα Παναγή Α. Βαλλιάνου, 1911-1931.
Έξοδα
Λίρες Αγγλίας
διά:
Αδελφάτον Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων (Παθολ. Περίπτερο, συντήρηση Νοσοκομείου από το 1911-1931, συντήρηση Πτωχοκομείου και Βρεφοκομείου)
98.872
Βαλλιάνειο Σχολή Κεραμιών (1911-1931)
35.016
Εμποροναυτική Σχολή Αργοστολίου (1920-1931)
34.354
Τεχνική Σχολή Ληξουρίου (1926)
33.670
Πρακτική Γεωργική Σχολή (1911-1931)
30.360
Βέργειον Φρενοκομείον (1914-1931)
20.766
Βοηθήματα διά τους σεισμοπαθείς Κεφαλληνίας κατά τα έτη 1912-1913
20.000
Περίθαλψιν Επιστράτων (περίθαλψις των απόρων οικογενειών Επιστράτων κατά τα έτη 1915-1916)
13.100
Ανέγερσιν Ναού Αγίου Γεωργίου
10.000
Εκκλησία Κεραμιών Αγιος Βασίλειος (1911-1929)
6.900
Ορφανοτροφείον « 0 Σωτήρ» (1921-1931)
5.250
Βοηθήματα διά Ναούς και Σχολεία
4.916
Σχολή Απόρων Παίδων Αργοστολίου (1911-1923)
4.890
νοντας την εγκατάστασιν ή αρωγάς εκκλησιών, νοσοκομείων και σχολείων, ως επίσης την βοήθειαν από καιρού εις καιρόν απόρων και γερόντων κατοίχων ή γεννηθέντων εν τη νήσω Κεφαλληνία [...]. 19
Όπως φαίνεται στον Πίνακα 9, όντως το κληροδότημαανέλαβε όλη την κοινωνική πρόνοια του νησιού: Νοσοκομείο, Πτωχοκομείο, Βρεφοκομείο. Φρενοκομείο και βοηθήματα σε εκκλησίες, ορφανοτροφεία, άπορα παιδιά, σεισμοπαθείς κ.λπ. 19. Αρχείο Βαλλιάνου, ΓΑΚ, Αρχεία Κεφαλληνίας, φακ. 1.
328
Μ Ε Γ Ι Σ Τ Α Ν Ε ς TOT ΙΟΝΙΟΥ: Ο Ο Ι Κ ο ς ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
Πίνακας 9 (συνέχεια) Ι Το Κληροδότημα Παναγή Α. Βαλλιάνου, 1911-1931. Έξοδα διά:
Λίρες
Αγγλίας
Κοινωφελείς σκοπούς (διάφορους κοινωφελείς σκοπούς εν οίς και η βελτίωσις της υδρεύσεως πόλεως Αργοστολίου)
2.952
Επιτροπή Υγείας (διά την πόλιν Αργοστολίου)
2.430
Περίθαλψιν Γρίππης κ.λπ. (Εξοδευθέντα προς περίθαλψιν ασθενούντων εξ επιδημίας γρίππης ευλογιάς πόλεων Αργοστολίου και Ληξουρίου)
1.784
Διάφορα έξοδα (Γραμματεία, ενοίκιον Γραφείου. ταχυδρομικά, τηλεγραφικά, κ.λπ.)
1.286
Οικονομικόν Συσσίτιον Αργοστολίου (1912-1931)
1-171
Σχολή Απόρων Παίδων Ληξουρίου (1911-1923)
1-160
Έκτακτα βοηθήματα (σεισμούς, πυρκαϊάς, κ.λπ.)
1.102
Πτωχοκομείον Αργοστολίου (1918-1929)
Ι·000
Γηροκομείον Ληξουρίου (1921-1929)
"^0
Σχολή Απόρων Παίδων Λειβαθούς (1912-1913)
100
Οικονομικό Συσσίτιον Ληξουρίου (άπαξ)
50
Πηγή: «Απολογισμός της Διαχειρίσεως της Επιτροπής Κληροδοτήματος Παναγή Α. Βαλλιάνου, από 1 Ιανουαρίου 1911-1931 Δεκεμβρίου 1931», στο Απολογισμοί της Διαχειριστικής Επιτροπής του εν Κεφαλληνία. Κληροδοτήματος Παναγή Α. Βαλλιάνου των ετών 1915-1931. Μετά ανακεφαλαιώσεως της Διαχειρίσεως από 1 Ιανουαρίου 1911 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1931.
Εκτός αυτών δημιουργήθηκαν μια σειρά σχολών για την προώθηση της εκπαί δευσης: Η Βαλλιάνειος Σχολή Κεραμιών, η Εμποροναυτική Σχολή Αργοστολίου, η Τεχνική Σχολή και η Πρακτική Γεωργική Σχολή. Ιδίως το πρώτο μισό του 20ού αιώνα το ΚληροδότημαΠαναγή Α. Βαλλιάνου, που συνεχίζει να υφίσταται, κα θόρισε την Κεφαλλονιά. Το άγαλμα του Παναγή Βαλλιάνου εξακολουθεί να την ατενίζει από την κεντρική πλατεία του Αργοστολίου.
329
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Γ. Ο ΟΙΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟ «ΙΟΝΙΟ» ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΤΓΟ
Πέραν της σημασίας στην Κεφαλλονιά και στο ελληνικό κράτος, ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου έπαιξε ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση των ελληνικών επι χειρηματικών δικτύων της διασποράς, αποτελώντας τμήμα της ευρωπαίκής οικονομικής εξάπλωσης την περίοδο της Pax Britanica. Τα βασικά ερωτήματα που τίθενται είναι δύο. Το τελευταίο και πολύ σημαντικό ερώτημα είναι πώς εντάσσουμε τον ελληνικό επιχειρηματικό οίκο της διασποράς μέσα στο διεθνές επιχειρηματικό δίκτυο που διαμορφώνεται μέσα στις ελληνικές εμπορικές κοι νότητες των πόλεων στις οποίες δραστηριοποιείται, είτε είναι στη Ρωσία, είτε είναι στη Γαλλία, είτε είναι στην Αγγλία. Και εδώ θα ήθελα να επισημάνω ότι οι ελληνικοί επιχειρηματικοί οίκοι και οι ελληνικές εμπορικές κοινότητες της διασποράς πρέπει πάντα να μελετούνται ως μέλη ενός ευρύτερου αλληλοεξαρ τώμενου και αλλησυνδεόμενου επιχειρηματικού δικτύου το οποίο δημιουργεί τη δική του αγορά, και δημιουργεί τις απα(κχίτητες προσβάσεις στις κεντρικές και παγκόσμιες αγορές, όπως διαμορφώνονται κάθε εποχή. 0 Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου ηγήθηκε του ονομαζόμενου «Ιόνιου» επιχειρηματικού δικτύου. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, το εμπόριο της ανατολικής Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας, και ιδιαίτερα αυτό των χύδην φορτίων, οργανώθηκε και αναπτύχθηκε εξαιτίας ενός επιχειρηματικού δικτύου ελληνικών εμπορικών κοινοτήτων διασκορπισμένων στα κυριότερα λιμάνια της Μεσογείου και της βόρειας Ευρώπης. Αυτός ο ισχυρός εμπορικός ιστός, που ξεκίνησε από την περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τις πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνα, γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη με το άνοιγμα της Μαύρης Θάλασσας και το εμπόριο σιτηρών. Το δίκτυο πέρασε από δύο φάσεις: τη «χιώτικη» φάση και την «ιόνιο» φάση. Οι έμποροι και εφοπλιστές από το νησί της Χίου, που γνώρισαν τη μεγαλύτερη τους ευημερία από το 1830 μέχρι το 1860, σχημάτισαν το «χιώτικο» δίκτυο, το οποίο αντικαταστάθηκε από το «ιόνιο», που άνθησε από εφοπλιστές και εμπόρους, κυρίως των Ιονίων νήσων, από τα 1870 μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι Ιόνιοι ήταν αυτοί που επιτέλε σαν την επιτυχημένη μετάβαση από τα ιστιοφόρα στα ατμόπλοια και από τις μικτές δραστηριότητες εμπορίου-εφοπλισμού στον «καθαρό» εφοπλισμό. Το «ιόνιο» δίκτυο περιλάμβανε εκατόν σαράντα περίπου οικογένειες, οι μι σές από τις οποίες κατάγονταν από τα νησιά του Ιόνιου Πελάγους. Παρόλο που συμμετείχαν, σχεδόν κατά το ήμισυ και Έλληνες από άλλες περιοχές και νησιά της Ελλάδας, όπως και στην περίπτωση του «χιώτικου» δικτύου, το ονομάζου με «ιόνιο» επειδή οι ισχυρότερες και πλουσιότερες οικογένειες προέρχονταν
330
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOY ioNior: ο ΟΊΚΟΣ TON ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
από τα Ιόνια νησιά, ιδιαίτερα α π ό την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη. Ο μεγαλύ τερος όγκος των οικογενειών ήταν συγκεντρωμένος στα λιμάνια του Δούναβη, τη Βραίλα, το Γαλάτσι και τ ο Σουλίνα, στα λιμάνια της Αζοφικής, Ταίγάνιο, Ροστώφ, Μπερντιάνσκ, Γέισκ και Κερτς, στη νότιο Ρωσία, Νικολάιεφ και Οδησσό, καθώς και στα λιμάνια του Καυκάσου, Νοβοροσίσκ και Βατούμ. Η τρίτη περιοχή συγκέντρωσης ήταν το μεγαλύτερο οικονομικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου, η Κωνσταντινούπολη, ενώ τ ο μόλις ανερχόμενο λιμάνι του Πειραιά, που το χρη σιμοποιούσαν ως σταθμό ανεφοδιασμού καυσίμων και τροφοδοσίας, άρχισε να προσελκύει έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό μελών του δικτύου α π ό τα τέλη του 19ου αιώνα. Στη δυτική Ευρώπη τα υποκαταστήματα των οικογενειών ήταν συγκεντρωμένα στη Μασσαλία και στο Λονδίνο. Η μεγάλη οικονομική ευρωστία των Βαλλιάνων τους φέρει στην κορυφή του ιονίου επιχειρηματικού δικτύου και γίνονται ηγετικές μορφές σ τ α κομβικά σημεία δράσης. 2 0 Ο «κύριος Μαράκης» φαίνεται να παίζει ηγετικό ρόλο ανάμεσα στους εξαγωγείς της Αζοφικής. Η δράση του στο ελληνοκρατούμενο Ταίγάνιο της Αζοφικής είναι ένα ε π ι π λ έ ο ν ζήτημα για έρευνα. Η δραστηριότητα του, η μεγάλη του ισχύς και η μάλλον πληθωρική του προσωπικότητα φαίνεται ότι είχαν προξενήσει πλειστάκις στο χώρο που κυριολεκτικά «βασίλευε» έντονες και αρνητικές αντιδράσεις. Ιδιαίτερα ενδιαφέρων είναι ο δημοσιευμένος λίβελος-μαρτυρία του εμποροπλοιάρχου Σπυρίδωνος Ευστ. Μεταξά Λασκαράτου κατά του «κυρίου Μ α ρ ά κ η » π ο υ δάνεισε σε αυτόν και τον αδελφό του χρήμα τ α γ ι α την α γ ο ρ ά ιστιοφόρου. Στη μαρτυρία αυτή εξιστορεί εκτός των άλλων και τις περιπέτειες του στην Αζοφική όπου «ο π ρ α γ μ α τ ι κ ό ς αυτοκράτωρ εν Ταίγανίω ήτον ο Μαρής Βαλλιάνος». Ο Μεταξάς Λασκαράτος α φ ο ύ ήλθε σε σύγκρουση με τον Βαλλιάνο, προσπάθησε να βρει αλλού δουλειά στην Αζοφική για να ανακαλύψει ότι όλες οι πόρτες είχαν κλείσει για α υ τ ό ν ό π ω ς του είπε Κεφαλλονίτης μεγαλέμπορος στο Μπερντιάνσκ: «με είπεν ιδιαιτέρως διά την επιστολήν ήν έ π ε μ ψ α του Βαλλιανου, ότι ήτο εντροπή, επειδή ήμεθα π α τ ρ ι ώ ται και ότι εκείνος είναι πλούσιος και ημείς πρέπει να τ ω υποτασσομεθα εις παν θέλημα».21 Ο Μεταξάς Λασκαράτος τον περιγράφει ως εκμεταλλευτή και δολοπλόκο. Οι απόψεις γ ι α τον «κύριο Μαράκη», βεβαίως, διίστανται: Ο Μαρής Βαλλιάνος ήτο, δύναται τις ειπείν, το ιδεώδες της ενεργητικότητος, μέχρι βαθέως γήρατος. Ηγείρετο πάντοτε την πρωίαν και επεδίδετο εις την εργασία, πολύ
20. Τζελίνα Χαρλαύτη, ο.π.,σ.1 7 4 - 1 7 5 . 21. Σπυρίδωνος Ευστ. Μεταξά Λασκαράτου, εμποροπλοιάρχου, Εμποροπροξενικοί Αθήνα 1882,σ.1 5 , 51.
331
καταδιωγμοί,
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
προ των υπαλλήλων του και των υπηρετών του ακόμη. Είχε μνήμην απέραντον, διαύγειαν πνεύματος και παρατηρητικότητα θαυμασίαν, κρίσιν δε βαθυτάτην χωρούσαν μέχρι μαθηματικής ακριβείας. Αν και ελάχιστα γνώριζε γράμματα, εν τούτοις αυτός ο ίδιος διηύθυνε τον τεράστιον και πολυδαίδαλον μηχανισμόν των επιχειρήσεων του ου μόνον κατά τας γενικάς γραμμάς, αλλά μέχρι των τελευταίων λεπτομερειών. Δύναται τις ειπείν ότι τα εκατομμύρια του σίτου, τα οποία εξαπέστειλλε εις όλα τα μέρη της γης διήρχοντο της παλάμης του πρώτον [...] Αλλ' εκείνο, το οποίον υπήρξε χαρακτηρι στικό αυτού αξιοθαύμαστον, είνε ότι, μεθ' όλα τα απέραντα πλούτη του, παρέμεινεν πάντοτε, ο απλούς, ο αφελής, ο απέριττος, ο ευγενής Βαλλιάνος των πρώτων ημερών του εμπορικού του σταδίου.22
Στα είκοσι χρόνια της επιχειρηματικής δράσης του Ανδρέα Βαλλιάνου στη Μασ σαλία, από το 1869 μέχρι το 1889, ο Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου έφτασε στην μεγαλύτερη του ακμή. Ο Ανδρέας Βαλλιάνος αποτελεί επιφανές μέλος της Ελληνικής Κοινότητας της Μασσαλίας. Σύμφωνα με το Βιβλίο Πρακτικών της Ελληνικής Κοινότητας Μασσαλίας και τα Πρακτικά της εν Μασσαλία Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας από το 1821 έως το 1910, ο Ανδρέας Βαλλιάνος λαμβάνει μέρος στην επίλεκτη ομάδα που αποτελεί τη Γενική Συνέλευση της Κοινότητας από τον Ιανουάριο του 1871 μέχρι το θάνατο του.23 Μέλη αυτής της επιφανούς κοινότητας, είναι οι Σεκιάρης. Αργέντης, Κοντόσταυλος, Κούπας, Μελάς. Πρασσακάκης, Δαλαπόρτας. Χαρίλαος, Σκαραμαγκάς. Ζαφειρόπουλος, Ζυγομαλάς, Ροδοκανάκης, Ζιζίνιας. Ζαρίφης κ.λπ. Ο Ανδρέας Βαλλιάνος εκλέ γεται και Σύμβουλος της Κοινότητας, ενδεικτικό της αποδοχής της ισχύος του στην εύρωστη ελληνική κοινότητα της Μασσαλίας. Αλλά ο αναμφισβήτητος ηγέτης της τριανδρίας και ουσιαστικά η «Τράπεζα» του ιονίου επιχειρηματικού δικτύου είναι ο Παναγής Βαλλιάνος στο Λονδίνο. Σε αντίθεση με αντίστοιχα επιφανή μέλη της ελληνικής κοινότητας του Λονδίνου, όπως οι Ιωνίδης, Κασαβέτης και Κοργιαλένης, των οποίων τα σαλόνια είναι «ανοιχτά» και οι πολύτιμες συλλογές τους προς επίδειξη πλούτου επίσης, ο Πα ναγής Βαλλιάνος φαίνεται να παρέμεινε στη σκιά των στενών δρόμων του Σίτι και της ασίγαστης καθημερινής εργασίας.24 Αποτελούσε επιφανές και σεβαστό μέλος της ελληνικής κοινότητας, η ηγετική ομάδα της οποίας το 1880 αποτε-
22. Timotheos Catsiyannis, The Greek Community of London, Λονδίνο 1992.σ.6 0 0 . 23. Ευάγγελος Δ. Πρόντζας, Από την Ενορία στο Χρηματιστήριο. Η Ελληνική Κοινότητα της Μασσαλίας, (1820-1910) , Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2005.σ.3 6 1 . 24. Για τον Κοργιαλένιο, βλ. Άγγελο-Διονύση Δεμπόνο, Μαρίνος Κοργιαλένιος. Κεφαλλονιά 1989.
332
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ Tor ΙΟΝΊΟΥ: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
λούνταν από τους (όπως εμφανίζονται στη λίστα) A.A. Ράλλη, ς.Α. Ράλλη, Π.Α. Βαλλιάνο, Α.Π. Πετροκόκκινο, Μ. Κοργιαλένιο, Κ.Ζ. Γρυμάλδη, Λ. Αργέντη, Α. Αγέλαστο, Α.Π. Σκαραμαγκά, Θ. Ράλλη, Ευστρ. Ε. Πετροκόκκινο, Ε.Μ. Δαμαλά, Μ.Ε. Μαυρογορδάτο, Α.Κ. Καρυδιά, Α. Ευμορφόπουλο, Α.Δ. Ράλλη, και A.A. Ιωνίδη.25 Η κοινωνική του δράση φαίνεται ότι περιορίστηκε στη σχέση του με την Εκκλησία. Ο Π. Βαλλιάνος εκλέχτηκε επίτροπος της ελληνικής εκκλη σίας του Αγίου Σωτήρος στο Λονδίνο, το 1864, μαζί με τους Π. Ράλλη και Π. Ροδοκανάκη.26 Όταν η ελληνική κοινότητα αποφάσισε να χτίσει νέα και πιο μεγαλοπρεπή εκκλησία, την Αγία Σοφία, στην περιοχή Bayswater, ο Π. Βαλ λιάνος έστειλε το νεαρό ανιψιό του Αλκιβιάδη να ασχοληθεί στις διάφορες επιτροπές μαζί με την ομάδα των υπόλοιπων επιφανών Χιωτών. 0 Παναγής Βαλλιάνος συνεισέφερε 1.600 A.A. για την ανέγερση της εκκλησίας που άρχισε να χτίζεται το 1877, το ένα εικοστό του συνολικού κόστους του ναού.27 Εκτός της παρουσίας του στην ελληνική εκκλησία, δεν έχουμε ακόμα κανένα τεκμήριο της κοινωνικής ζωής του στο χώρο που έζησε επί σαράντα τέσσερα έτη. Εκείνο που γνωρίζουμε είναι ότι λίγο πριν πεθάνει διατηρούσε σπίτι με υπηρετικό προσωπικό τεσσάρων ατόμων τα οποία πρέπει να είχε στη δούλεψη του για πολλά χρόνια, εφόσον είχε φροντίσει στη διαθήκη του να λάβουν ένα μικρό χρηματικό ποσό. Το περίφημο γραφείο της Vagliano Bros, στον αριθμό 19 της Old Board Str., το 1902 λειτουργούσε με δέκα άτομα προσωπικό εκ των οποίων τα τέσσερα ήταν Έλληνες. Όλους τους θυμήθηκε στη διαθήκη του: Στον Γ.ς. Τζίφο ο οποίος πρέπει να ήταν το δεξί του χέρι, και ίσως ο διευθυντής του γραφείου, άφησε 10.000 A.A., στον Clarence Η. Leyler 5.000 A.A., στον Α.Φ. Φραγκόπουλο 1.000 A.A. όπως και στον Edward Dallow. Στους A.A. Κοψίλη, George A. Parry, Harold Leyler, Στέφανο Τζίφο, J. Saunders και G. Adams άφησε από 500 μέχρι 100 A.A. Η εκποίηση των επίπλων όλου του γραφείου της Vagliano Bros έγινε για το ευτελές ποσόν των 90 A.A. Η κηδεία του Παναγή Βαλλιάνου στο Λονδίνο, η ταφή και το μνημείο που του έστησαν οι κληρονό μοι του κόστισαν 1.765 Λ.Α.28 Η κληρονομιά που άφησε ήταν 2.886.420 λίρες Αγγλίας, επτά σελίνια και τρεις πένες ή 113.147.664 δραχμές. Πώς εντάσσουμε έναν επιχειρηματικό οίκο της διασποράς στο διεθνές πλαί σιο και σε ποιο βαθμό αυτοί οι εξαγωγικοί οίκοι επιτάχυναν την άνοδο των
25. Timotheos Catsiyannis, ό.π.,σ.6 1 1 . 26. Timotheos Catsiyannis, ό.π.,σ.3 7 9 . 27. Ό.π., α. 596. 28. Αρχείο Βαλλιάνου, ΓΑΚ, Αρχεία Νομού Κεφαλληνίας, Ledger Book, 1901-1904.
333
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
| Διάγραμμα 2 Ι
_ _
Εξαγωγές σιτηρών από Μαύρη θάλασσα και ΗΠΑ (σε εκατομμύρια bushels) .
| ΙΙΙΙ| ΙΙΙΙ |Ι!ΙΙ|ΙΙΙΙ|ΙΙΙΙ|ΙΙΙΙ|!iΜ |ΜΙ 1870
1875
1880
1885
1890
1895
1900
1905
Πηγή: Gelina Harlaftis και Vassilis Kardasis (2000) . «International bulk trade and ship ping in the Eastern Mediterranean and the Black Sea», στο Jeffrey Williamson και Sevket Pamuk. The Mediterranean Response to Globalization. Routledge. Λονδίνο 2000σ.2 3 3 - 2 6 5 .
σιτηρών στη Νότια Ρωσία; 0 Οίκος των Αδελφών Βαλλιάνου έδρασε στην πε ρίοδο της κορύφωσης των εξαγωγών σιτηρών από τη Ρωσία προς τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Το τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα η βιομηχανική Δυτική Ευρώπη τρέφεται από τις εξαγωγές σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο διάγραμμα 2 βλέπουμε ότι οι ανταγωνιστές από τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ κοντά στα μεγέθη των εξαγωγέων των μαυροθαλασσίτικων σιτηρών, ουσιαστικά έχουν παράλληλες ανοδικές πορείες. Η μαύρη γραμμή δείχνει την τάση της ανοδικής πορείας των εξαγωγών σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα, και η διακεκομμένη από τις Η.Π.Α. Τα στοιχεία προ έρχονται από ρωσικές και αμερικανικές επίσημες στατιστικές. Το 1870 αυτή η διεθνής ελληνική επιχείρηση διακινεί το 10% σχεδόν όλων των φορτίων που φτάνουν στη Μασσαλία και την Αγγλία (Πίνακας 10) . Βλέποντας τη σημασία των διεθνών εξαγωγών της Μαύρης Θάλασσας στο παγκόσμιο θαλάσσιο εμπό ριο σιτηρών, είναι σαφές ότι οι Βαλλιάνοι βρίσκονται ανάμεσα στις μεγάλες
334
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ Tor ioNior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
Πίνακας 10 Αφίξεις πλοίων γ ι α τον Οίκο των Αδελφών Βαλλιάνου στη Μασσαλία και Αγγλία α π ό Μαύρη Θάλασσα και Ανατολική Μεσόγειο. Χρόνος
Οίκος Βαλλιάνων Αριθμός πλοίων
σύνολο αφίξεων Χωρητικότητα (κ.κ.χ.)
%
Οίκος Βαλλιάνων
-
-
-
_
σύνολο αφίξεων
%
1860
_
_
1870
156
2.383
7%
49.390
592.582
8%
1880
111
1.726
6%
48.173
1.282.442
4%
1890
46
1.801
3%
42.831
1.863.919
2%
Πηγή: Επεξεργασμένα στοιχεία από British Customs Bills of Entry (Bill A) , 1870, 1880, 1890, Newspaper Library, Colindale, Λονδίνο.
διεθνείς εμπορικές επιχειρήσεις του τελευταίου τρίτου του 19ου αιώνα και ότι συμμετείχαν στο άνοιγμα των εξαγωγών της Ρωσίας στη Δυτική Ευρώπη. Η πολυεθνικότητα των επιχειρήσεων του Οίκου Βαλλιάνου φαίνεται ανά γλυφα στη διαθήκη του και τα επενδυμένα κεφάλαια του. Η περιουσία του είναι επενδυμένη σε κρατικά ομόλογα και σιδηροδρομικές εταιρείες σε όλες τις ηπείρους: στην Αμερική στις ΗΠΑ, Καναδά, Αργεντινή, Βραζιλία και Χιλή, στην Ασία στην Κίνα και Ινδία, στην Αφρική στην Αίγυπτο, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην Ευρώπη στο Βέλγιο, Βουλγαρία, Γερμανία, Ιταλία, Ρωσία, και στην Αγγλία (Πίνακας 11) . Στην Ευρώπη οι μισές περίπου επενδύσεις βρίσκονταν στη Ρωσία ενώ το ένα τρίτο των επενδύσεων στο σύνολο τους είναι στην Αίγυπτο. Η Λατινική Αμερική και η Ασία απορροφούν από 11% των μετοχών του ενώ έχει επενδύσει στη Βόρεια Αμερική μόνο 5%. Οι επενδύσεις του Παναγή Βαλλιάνου άνετα μπορούν να συγκριθούν με εκείνες το Αριστοτέλη Ωνάση, εβδομήντα χρόνια μετά. Και ο Ωνάσης είχε επενδύσει το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών του στην Ευρώπη, με τη Βόρεια και Λατινική Αμερική να έπονται. Η παγκοσμιοποίηση των ελληνικών οίκων της διασποράς και η στροφή τους στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές ήταν ήδη γεγονός τουλάχιστον έναν αιώνα πριν α π ό το θάνατο του «χρυσού Έλληνα».
335
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΤΤΗ
Πίνακας 11 Σύγκριση της παγκόσμιας διασποράς των επενδύσεων του Παναγή Βαλλιάνου και του Αριστοτέλη Ωνάση από τις διαθήκες τους Αριστοτέλης Ωνάσης (σε δολάρια) 1975
Παναγής Βαλλιάνος (σε λίρες Αγγλίας) 1902
%
1.002.991
44%
887.500.000
64%
Βόρειος Αμερική
117.984
5%
323.000.000
23%
Λατινική Αμερική
237.880
11%
187.000.000
13%
Αφρική
656.607
29%
Ασία
242.267
11%
Επενδύσεις σε μετοχές επιχειρήσεων και κρατικά ομόλογα Ευρώπη
σύνολο
%
χ.ς. 1.397.500.000
2.259.631
Πηγή: ΠαράρΡημα3 , και Gelina Harlaftis. Greek Shipownersand Greece. 1945-1975.From 1993. Separate Development to Mutual Interdependence, Athlone Ρress
Οι Αδελφοί Βαλλιάνου στο τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα, ηγήθηκαν του ιονίου επιχειρηματικού δικτύου το οποίο ασχολείτο κυρίως με τη θαλάσσια μεταφορά σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα στη Δυτική Ευρώπη, και κάρβου νου και υφασμάτων από την Αγγλία στη Μεσόγειο. Αποτέλεσαν μία από τις πιο επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις της ελληνικής διασποράς με διεθνή δράση, όπου ο οικογενειακός καπιταλισμός και οι σχέσεις εμπιστοσύνης οδήγη σαν στη μείωση του κόστους συναλλαγών και στην επικράτηση τους στον διεθνή ανταγωνισμό. Μία από τις σημαντικές πρωτοπορίες τους ήταν η επενδυτική τους στρατηγική, η έγκαιρη στροφή τους στη νέα τεχνολογία της εποχής, στα ατμόπλοια, και η εξειδίκευση της επιχείρησης στη λειτουργική τους διαχείριση· Η μεγάλη συνεισφορά των Αδελφών Βαλλιάνου. και ιδιαίτερα του Παναγή, στη διεθνή δράση της ελληνικής ναυτιλίας, ήταν το γεγονός ότι δημιούργησαν το πρώτο ελληνικό γραφείο στο Λονδίνο, το οποίο ·για σαράντα χρόνια παρείχε όλες τις υπηρεσίες για τις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές στους συμπατριώτες
336
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT ioNior: o ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΤ
τους: αγοραπωλησίες πλοίων, δανειοδοτήσεις ελλήνων πλοιάρχων για αγορά πλοίων στην Αγγλία, ασφαλίσεις, προμήθειες ανταλλακτικών και καύσιμης ύλης (κάρβουνου) . Η σπουδαιότητα του Παναγή Βαλλιάνου πρώτα αναγνωρίστηκε α π ό τους ομότεχνους του: ήταν οι Χιώτες, οι οποίοι αναδείχθηκαν στην πιο ισχυρή ελληνική εφοπλιστική ομάδα του 20ού αιώνα, που τον αποκάλεσαν «πατριάρχη» της ελληνικής ναυτιλίας. 2 9
29. Ανδρέας Λαιμός, Νεοέλληνες Αειναύται, Αθήνα 1971,σ.7 3 .
337
ΠΑΡΑΡτημα
1
Γενεαλογικό δέντρο Αθανάσιου Βαλλιάνου Αθανάσιος Βαλλιάνος (περ. 1775) και Φρόνια απέκτησαν οκτώ παιδιά:
1) Σαντίνα Βαλλιάνου και Παναγής Ρωσόλυμος 2) Σπύρος Βαλλιάνος (1802-1892) και Έλενα Σουρβάνη a. Μιχαήλ (1857-1939) και Βέρα Σούζη b. Κατερίνα και Γεράσιμος Καμίλος i. Πηνελόπη Καμίλου και Παναγής Λυκιαρδόπουλος 1. Διαμάντι να Λυκιαρδοπούλου και Ευάγγελος Αβέρωφ 2. Φωτεινή Λυκιαρδοπούλου και Δ. Σερπιέρης e Αθανάσιος (1865-1929) και Μαρία Δούσιου i. Σπύρος d. Χριστόφορος (1870-1925) και Ελένη Δεστούνη i. Πέντε κόρες 3) Νικόλαος Βαλλιάνος και Ευθυμία Βαγγέλου 4) Μεταξάς Βαλλιάνος και Έλενα Καμπίτση a. Διαμαντίνα και ... Ρωσολύμος i. Κατερίνα και ... Λυκιαρδόπουλος 1. Παναγής Λυκιαρδόπουλος και Πηνελόπη Καμίλου 2. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος και Αγγελική Γιανουλατου ii. Ελισάβετ και ... Μαζαράκη b. Αθανάσιος (1839-1914) και Αγλαία Φωκά e Βασίλειος και Χαρίκλεια Πορτοκάλογλου i. Δανάη (-1959) και Μαρίνος Βαλλιάνος d. Πηνελόπη και Γιώργος Ιγγλέσης e. Σταμούλα και Γιώργος Μουσούρης 5) Μαρίνος (1808-1896) και Μαρία Κρασσά a. Αλκιβιάδης (1851-1924) και Αγγελική Ξενοφ. Μπαλλή (1855-1912) b. Αθανάσιος (1854-1936) και Κατίνα Στέφανου Ράλλη (-1941 Κάννες)
338
ΜΕΓΙΣΤΆΝΕΣ TOT lONior: ο ΟΊΚΟΣ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΏΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ
i. Μαρίνος (-1960) και Δανάη Βαλλιανου 1. Etienne (1908-) 2. Hélène (1909 1944) , ηρωίδα γαλλικής Αντίστασης κατά των ναζιστών στη Ν. Γαλλία. Ένας δρόμος στις Κάννες φέρει το όνομα της. 3. Francis (1911-) ii. Μαρία (1884-) και Henri Vicomte de Kersaint iii. Ανδρέας (1886-) και Ιουλία (-1934 Αωζάννη) κόρη του ... de Zogheb, Comte Pontifical 6) Παναγής Βαλλιάνος (1814-1902) και Κάτα Βεγδατοπούλου (από Ζάκυνθο) a. Χριστόφορος, πέθανε σε νεαρή ηλικία 7) Ανδρέας Βαλλιάνος (1827-1889) και Ευφροσύνη Μελά (1837-1908) a. Μαρίνος (1851-1927) και Λιόλα (1873-1967) , (κόρη του Ιωάννη Δουμά και της Σοφίας Πετροκόκκινου) i. Ανδρέας ( Μ α σ . 1 8 9 6 - Παρ. 1971) και Barbara Allen (1897-1951) 1. Hélène (Laly) , (1921) + 1) Comte Alain de Rafelis de Saint-Sauveur 2) Patrick Segard 2. Sonia +Philippe Eloy a. Marina b. Bernard + Princesse Natalie Poniatwska 3. Alexandre (1927) + 1) Shirley Luish 2) Lise 3) Sally a. Barbara (από πρώτη σύζυγο) b. André-Marino (από πρώτη σύζυγο) e Justin (από τρίτη σύζυγο) b. Ελένη (1854-1927) και Μενέλαος Νεγροπόντης e Κατερίνα (1858-1951) και Νικόλαος Κούππας i. Φρόνια (1876-1961) και Etienne Ζαφειρόπουλος ii. Ελένη (1877-1953) και Ιωάννης Χωρέμης d. Ασπασία (1859-953) και Αθανάσιος Μουτσόπουλος i. Αλεξάνδρα (1878-1934) και Κωνσταντίνος Μελάς ii. Ευφροσύνη (Φρονιέτα) (1880-1935) και Νικόλαος Πασπάτης e. Αλεξάνδρα (1864-1890) f. Μαρία (1867-1957) και Άθως Ρωμανός (υπουργός κ.λπ., γιος του Ιωάννη Ρωμανού και της Αιμιλίας Ομήρου γεννημένος στη Σμύρνη) i. Ιωάννης Ρωμανός (1896) και Βιργινία Αλεξ. Μπενάκη
339
ΤΖΕΛΙΝΑ ΧΑΡΛΑΓΤΗ
1. Αλέξανδρος (1928) και Μαρία Καραγιαννάκη a. Βιργινία (1957) b. Αλεξάνδρα (1960) e Ιωάννης (1966) d. Έλλη (1933) και Λεωνίδας Ζαρίφης g Σοφία (1870-1898?) και Ιωάννης Αμπανόπουλος ί. Νίνα (1893-1978) και Μανώλης Βουτσινάς ii. Μαρίκα (1894-1978) και Jacques Veiten iii. Γιώργος (1897-1918) iv. Ανδρέας (1911-) και Ρεγγίνα Αντ. Βλαστού h. Χριστοφής (1872-1954) i. Αγγελική (1875-1923) και Γ
8) Μαρία Βαλλιάνου και Μιχαήλ Καμπίτσης Πηγές: M.D. Sturdza, Dictionnaire Historique et Généalogique des Grandes familles de Grèce. d'Albanie et de Constantinople. Paris 1983. Timotheos Catsiyannis, The Greek Community of London. 1992.
340
ΠΑΡΑΡτημα
2
2α. Το θαλάσσιο εμπόριο του Οίκου των Αδελφών Βαλλιανου το 1870. Αφίξεις στην Αγγλία
Αφίξεις στη Μασσαλία Χωρητικότητα
Πλοία
134
32.220
10
7.258
76
18.584
5
2.340
Μαριούπολη
6
1.665
0
Μπερντιάνσκ
7
1.671
0
Γέισκ
7
1.878
0
Λιμάνι προέλευσης
ΜΑΥΡΗ
ΘΆΛΑΣΣΑ
Ταίγάνιο
Πλοία (ιστιοφόρα)
Οδησσός
4 (2 ιστ. + 2 ατμ.)
Χωρητικότητα
4.056
Γαλάτσι
20
3.844
0
Βράίλα
16
4.193
0
Σουλίνα
1 (ατμόπλοιο)
862
Μπουργκάς
2
385
ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΉ ΜΕΣΌΓΕΙΟΣ
2
376
10
9.536
Κωνσταντινούπολη
2
376
4 (ατμόπλοια)
5.766
Σμύρνη
4 (ατμόπλοια)
2.047
Σύρος
1 (ατμόπλοιο)
1.219
Πάτρα
1 (ατμόπλοιο)
504
Α. σύνολο αφίξεων
Β. σύνολο όλων των αφίξεων στη Μασσαλία από Ανατολική Μεσόγειο και Μαύρη Θάλασσα
136
32.596
20
16.794
1.510
592.582
873
518.479
2β. Το θαλάσσιο εμπόριο του Οίκου των Αδελφών Βαλλιάνου το 1880. Αφίξεις στη Μασσαλία
Αφίξεις στην Αγγλία
Πλοία
Χωρητικότητα
90
31.826
8
7.120
43
14.536
4
3.300
Μαριούπολη
3
1.559
Μπερντιάνσκ
11
5.076 2
2.223
2
1.597
12
8.956
Λιμάνι προέλευσης ΜΑΎΡΗ
ΘΆΛΑΣΣΑ
Ταίγάνιο
Γέισκ
3
900
Οδησσός
1
1.048
13
3.728
Σεβαστούπολη
8
2.874
Ευπατόρια
3
804
Θεοδοσία
1
513
Γαλάτσι
2
433
Βραίλα
1
166
Σουλίνα
1
189
2
271
Νικολάιεφ
ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΉ
ΜΕΣΌΓΕΙΟΣ
Κωνσταντινούπολη
0
Σμύρνη
Πλοία
Χωρητικότητα
1
840
7
5.459
Πάτρα
1
220
3
2.045
Κεφαλλονιά
1
51
1
612
92
32.097
20
16.076
988
653.507
738
628.935
9%
5%
3%
3%
Α. σύνολο αφίξεων για Βαλλιάνους Β. σύνολο όλων των αφίξεων στη Μασσαλία από Αν. Μεσόγειο και Μαύρη Θάλασσα
Πηγή: Επεξεργασμένα στοιχεία από British Customs Bills of Entry (Bill A) 1890, Newspaper Library, Colindale. ιΛονδίνο.
1870, 1880,
2γ. Το θαλάσσιο εμπόριο του Οίκου των Αδελφών Βαλλιανου το 1890. Αφίξεις στη Μασσαλία Λιμάνι προέλευσης
Πλοία
Χωρητικότητα
Αφίξεις στην Αγγλία Πλοία
Χωρητικότητα
ΜΑΥΡΗ Θ Ά Λ Α Σ Σ Α
Ταίγάνιο Μαριούπολη
8
4.532
4
4.739
9
2.883
2
1.927 771
Μπερντιάνσκ
6
22.126
1
Γέισκ
1
340
2
2.236
Οδησσός
1
1.442
Νικολάιεφ
1
1.507
Βράίλα
2
2.018
Σουλίνα
1
1.045
Βάρνα
1
963
Βατούμ
1
10.311
Σεβαστούπολη Ευπατόρια Θεοδοσία Γαλάτσι
ΒΟΡΕΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΉ
ΜΕΣΌΓΕΙΟΣ
Κωνσταντινούπολη Σμύρνη
3
2.997
Σύρος
2
2.804
Πάτρα
7
4.204
1
918
1
1.045
Κεφαλλονιά Ζάκυνθος Καλαμάτα
1
211
Νοτιοανατολική Μεσόγειος Αλεξάνδρεια Α. σύνολο αφίξεων για Βαλλιάνους Β. σύνολο όλων των αφίξεων στη Μασσαλία από Αν. Μεσόγειο και Μαύρη Θάλασσα
25
10.182
21
30.848
783
649.021
1018
1.214.898
ΠΑΡΑΡτημα
3
Η περιουσία του Παναγή Βαλλιάνου* Μετοχές οι οποίες πωλήθηκαν στις 5 Μαίου 1903
ΕΥΡΩΠΗ
Belgian
Αξία σε λίρες Αγγλίας 1.002.991 10.000
250.000 fr.
Βέλγιο
Arthur Guiness, Son & Co., Ltd, Deb. Stock
800
Βρετανία
Lond. Brighton & South Coast Railway Ordy '96
800
Βρετανία
Lond. Brighton & South Coast Railway Ordy 1900
10.188
Βρετανία
Great Eastern Railway Ordy. Stock
6.400
Βρετανία
North Eastern Railway Consols
10.500
Βρετανία
Caledonian Railway Deferred Conved. Ordy
10.000
Βρετανία
Consols
19.000
Βρετανία
Great Western Railway Consd. Ordy. Stock
11.000
Βρετανία
4.600
Βρετανία
Bulgarian 0 8 8 )
15.100
Βουλγαρία
Italian
80.000
Ιταλία
German
40.000
Γερμανία
National War Loan (1900)
Greek '84 Loan Greek '87 Monopoly Loan
2.880
Ελλάς
11.000
Ελλάς
Greek Piraeus-Larissa Railway (1890 bonds)
8.000
Ελλάς
Piraeus Municipal Loan
3.738
Ελλάς
Piraeus. Athens and Peloponnesus Railway Mort. Bds
3.500
Ελλάς
15.720
Νορβηγία
396
Ρωσία
Russian Consolidated Railway
136.940
Ρωσία
Russian Government Dvinsk-Vitebsk Railway. Obs
257.100
Ρωσία
22.020
Ρωσία
3.223
Ρωσία
Norwegian Imperial Russian Cotton & Jute Factory
Russian Government Nicolai Railway Russian Government Orel-Vitebsk Railway. Obs
34.754
Ρωσία
9.432
Σουηδία
Turkish '91 (Defence)
138.000
Τουρκία
Turkish '94 (Tribute)
107.900
Τουρκία
30.000
Τουρκία
Russian Government Vladikaw-Ras Railway. Obs '97 Swedish
Turkish D. Bonds * Χωρίς τις 500.000 λίρες Αγγλίας του Κληροδοτήματος
Μετοχές οι οποίες πωλήθηκαν στις 5 Μαίου 1903
ΛΑΤΙΝΙΚΉ
ΑΜΕΡΙΚΉ
Argentine '81
Αξία σε λίρες Αγγλίας 237.880 2.940
Αργεντινή
Argentine '92 Buenos-Ayres
20.000
Αργεντινή
Waterworks and Drainage Bonds
19.620
Αργεντινή
Argentine Government '89
5.000
Αργεντινή
Argentine Government '91
16.540
Αργεντινή
Argentine Government '99
7.670
Argentine Government '86
Argentine National Cedulas Β
32.000
Αργεντινή $160.000
Αργεντινή
Argentine Northern Central Railway Extension
9.800
Αργεντινή
Entre Rios. Railway Cum. Ordinary Stock
8.435
Αργεντινή
Entre Rios. Railway Cum. Preference Stock Brazilian '88 Bonds Brazilian Funding Bonds
5.665
Αργεντινή
10.000
Βραζιλία
6.320
Βραζιλία
Chilean '85
6.500
Χιλή
Chilean '86
14.100
Χιλή
Chilean '87
37.000
Χιλή
Chilean '89
21.400
Χιλή
Chilean '92
3.000
Χιλή
450
Κόστα Ρίκα
Costa Rica A Bonds
5.000
Κόστα Ρίκα
Costa Rica Β Bonds
5.000
Κόστα Ρίκα
Costa Rica Railway Prior Mort. Debs
1.440
Ινδία
Costa Rica
ΑΦΡΙΚΉ
656.607
Alexandria Water Works Coy. Shares
9.307
Αίγυπτος
Egyptian Daira Sanieh
5.000
Αίγυπτος
186.500
Αίγυπτος
Egyptian Railway Pref. Inscribed
79.640
Αίγυπτος
Egyptian State Domain Bonds
10.380
Αίγυπτος
Egyptian Unified Bonds
365.480
Αίγυπτος
National Bank of Egypt
300
Αίγυπτος
Egyptian Preference Bonds
Αξία σε λίρες Αγγλίας
Μετοχές οι οποίες πωλήθηκαν στις 5 Μαίου 1903
ΑΣΙΑ**
242.267
India '94
40.000
Ινδία
Chinese '95 (Guarted. By Russia)
30.651
Κίνα
Chinese 7% '94 Silver Loan
25.275
Κίνα
Chinese Gold Ln '95
11.800
Κίνα
Chinese Gold Loan '96
83.500
Κίνα
Japanese '97
51.041
Ιαπωνία
ΒΌΡΕΙΟΣ ΑΜΕΡΙΚΉ
117.984
Canadian Pacific Rd. Land Grant Bds. 1938
5.000
Καναδάς
City of Montreal, Stlg. Regd. Consd, Deb. St. '94
4.250
Καναδάς
Aranco Company
3.000
ΗΠΑ
Cheasepeake & Ohio Rd..
8.600
$43.000
ΗΠΑ
Gold Coup. Gl. Mort. Bonds Chicago, Milwaukee & St. Paul Rd. (Chicago & Pacific Westn. Division) 1st Mort. Bonds Illinois Centi. Rd. Shares (old) Illinois Centi. Rd. Sinking Fund Mort. Bds.
25.000
ΗΠΑ
24.934
ΗΠΑ ΗΠΑ
1.200 10.000
$50.000
ΗΠΑ
7.000
$35.000
ΗΠΑ
Marie & Atlantic Rd. 1st Mort. Bonds New York Central & Hudson River Rd,
19.000
$95.000
ΗΠΑ
Deb 1890 (1905) New York Central & Hudson River Rd,
10.000
$50.000
ΗΠΑ
Illinois Central Road, Gold Bonds 1953 Minneapolis Sault Ste,
Extended Dbt Cert
117.984
Πηγή: Αρχείο Βαλλιανου. ΓΑΚ και Αρχεία Κεφαλλινιας Φακ. 1. ** Λείπουν μετοχές επενδυμένες σε ρουπίες. Σημείωση: Έχει γίνει μετατροπή £1 = $5 και £1 = '.!5Fr (γαλλικά φράγκα) . Το 1902 £1 = 40,7 δρχ. και το 1903 £1 = 39.2 δρχ. Το 1914 IFr (γαλλικό φράγκο) = 1 δρχ. και £1 = 2ί ) ,2 δρχ., $1 = 5,15 δρχ.
ΕΙΚΟΝΕΣ
Εικόνα ΙΕ. Επιτύμβια στήλη άπο τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας.
Εικόνα 2Ε. Επιτύμβια στήλη άπο τη Μεγάλη Τούμπα της Βεργίνας (λεπτ.λ
Εικόνα 3Ε. Ή κτιτορική επιγραφή.
ίνα 4Ε. Ή Σταύρωση.
Είκ. 5 Ε. Ή χρονολογία της επιγραφής.
Εικόνα 6Ε. Ή υπογραφή τού ζωγράφου.
Εικόνα 7Ε. Φ. 51ν του κώδικα 1066 EBE.
Εικόνα 8Ε. Φ. 1r του κώδικα 1066 EBE.
Εικόνα 9Ε. Tό φύλλο 103r τού κώδικα, τμήμα του τρίτου Εύαγγελισταρίου άπο το χέρι τού ανώνυμου γραφέα Ε.
i
ft*
Εικόνα 10E. Ή μικρογραφία του κώδικα, στο φ. 12ν.
Εικόνα HE. Tό φ. 101ν του κώδικα, με το βιβλιογραφικό σημείωμα.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1
Κώστας Αγγελάκος ΟΙ Α Π Ο Ψ Ε ι ς ΤΩΝ ΝΕΟΔΙΟΡΙΣΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΤΡΟΠΟ ΠΡΟΣΛΗΨης ΤΟΥς ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
15
Ηλίας Αντωνόπουλος ΠΑΝΤΑ ΑΤΕΛΗ, ΚΑΙ ΑΘΛΙΑ ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΑ. ΚΩΔΙΞ PARAVISINUS GRAECUS 36 (140Σ-150ί ΑΙ.) ΓΡΑΦΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΟΥΜΕΝΑ
43
Βάιος Βαίόπουλος ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΙΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ: ΑΛΔΙΝΕς ΕΚΔΟΣΕις ΚΑΙ ΛΑΤΙΝΙΚΕς ΜΕΤΑΦΡΑΣΕις ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
59
Ηλίας Γιαρένης ΤΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ ΑΡ. 20 Της ΖΩΣΙΜΑΙας ΒΙΒΛΙΟΘΗΚης ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ. ΕΝΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ
75
Αθανάσιος Αγγ. Ευσταθίου Ο Κ Ω Δ Ι Κ α ς 1066 Τ η ς EBE (ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝοςΑΠΟ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΟΥΣΙΚΟΥ) ΚΑΙ ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ
125
Σοφία Λαΐου ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΩΝ ΒΑΚΟΥΦΙΩΝ Τ η ς Π Ο Λ η ςΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, 15ΟΣ-16ΟΣ ΑΙΩΝΑΣ
151
Ευδοκία Ολυμπίτου ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΕΙΝΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΗ ΣΚΑΛΑ Παρατηρήσείς για τη διαμόρφωση μιας νησιώτικης πόλης
181
Θεοδόσης Πυλαρινός MULTUM IN PARVO: ΑΠΟ ΤΟ «ΠΙΣΤΟΜΑ!» ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤ. ΘΕΟΤΟΚΗ ΣΤΗΝ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΛΗΨΗ ΤΟΥ «ΑΣΠΡΟΠΟΤΑΜΟΥ» ΤΟΥ Ι.Μ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
193
Ηλίας Κ. Σβέρκος ΑΡΠΑΛΟΣΚΥΤΑ?
203
Κώστας Σμπόνιας ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΕς ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕις ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΡΟίΣΤΟΡΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ: Π Ρ ο ς ΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΙΩΝ
225
Ε λ έ ν η Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ζ. ΣΟΦΙΑΝΟΥ
247
Ελένη Άγγελομάτη-Τσουγκαράκη ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ Τ η ς Ζ Η Τ Ε Ι α ς
ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟ
2ί) Γ>
Δημήτρης Τσουγκαράκης Ο ΖΩΓΡΑΦοςΤ η ς ΕΚΚΛΗΣΙαςΤΟΥ ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΒΑΔΑ ΣΕΛΙΝΟΥ
303
Τζελίνα Χαρλαύτη ΜΕΓΙΣΤΑΝΕςΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ: Ο Ο Ι Κ ο ς ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΒΑΛΛΙΑΝΟΥ