'/ιΜΛΝΟΥίΛ B.U
B ^ o m i
ΘΕΜΙΛΡΟ
Ό Ιμμάνουελ Βαλλερστάιν γεννήθηκε τό 1930 στη Νέα 'Υόρκη. Σπούδασε στο Columbia Uni...
54 downloads
383 Views
5MB Size
Report
This content was uploaded by our users and we assume good faith they have the permission to share this book. If you own the copyright to this book and it is wrongfully on our website, we offer a simple DMCA procedure to remove your content from our site. Start by pressing the button below!
Report copyright / DMCA form
'/ιΜΛΝΟΥίΛ B.U
B ^ o m i
ΘΕΜΙΛΡΟ
Ό Ιμμάνουελ Βαλλερστάιν γεννήθηκε τό 1930 στη Νέα 'Υόρκη. Σπούδασε στο Columbia University -άποφοίτησε τό 1951, πήρε τό διδακτορικό του δίπλωμα τό 1959- και στή συνέχεια δίδαξε στό τμήμα κοινωνιολογίας του πανεπιστημίου. Τό βασικό άντικείμενο τής ερευνάς του κατά τήν περίοδο 1955-1970 ήταν ή 'Αφρική. Τό 1961 δημοσίευσε τήν εργασία Africa: the Politics of Independence καί τό 1967 τό Africa: The Politics of Unity. Μετά τήν ενεργό συμμετοχή του στό μεταρρυθμιστικό κίνημα του Columbia τό 1968, δίδαξε στό McGill University του Μόντρεαλ, όπου προσκλήθηκε τό 1971. Ά π ό τό 1976 είναι επίτιμος καθηγητής τής κοινωνιολογίας στό State University τής Νέας 'Υόρκης καί διευθυντής τοϋ Κέντρου Fernand Braudel, γιά τή Μελέτη των Οικονομιών, των Ιστορικών Συστημάτων καί τών Πολιτισμών, πού στεγάζεται στό ίδιο πανεπιστήμιο, στό Binghamton. Ό πρώτος τόμος τοϋ έργου του The Modern World-System (αναμένεται νά όλοκληρωθεΐ σέ τέσσερεις τόμους) έκδόθηκε τό 1974 καί ό δεύτερος, μέ τόν υπότιτλο Mercadilism and the Consolidation of the European WorldEconomy, 1600-1750), τό 1980.
ΕΞΩΦΥΛΛΟ ΑΛ.ΙΣΑΡΗΣ
3 ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τίτλος πρωτοτύπου:
Immanuel Wallerstein HISTORICAL CAPITALISM
Verso Edition, 1983
ΘΕΜΕΑΙΟ, 1987
Σόλωνος 84, τηλ. 36.08.180, 36.02.646
ΙΜΜΑΝΟΥΕΛ ΒΑΛΛΕΡΣΤΑΙΝ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ Μετάφραση ΜΕΤΤΑ
ΤΣΙΚΡΙΚΛ
ΘΕΜΕΛΙΟ 1987
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
9
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
13
1. Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ: Παραγωγή τοΰ Κεφαλαίου ·
17
2. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΓΣΣΩΡΕΤΣΗΣ: 'Αγώνας γιά πλεονεκτήματα
51
3. Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ: Αογική καί έκλογίκευση
81
4. ΕΠΙΛΟΓΟΣ: Γιά τήν πρόοδο καί τους δρόμους της μετάβασης
103
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟ
ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ή μετάφραση τοϋ «Ιστορικού Καπιταλισμού» εμφάνισε τις δυσκολίες πού συναντά κανείς δταν ερχεται άντιμέτωπος με τό κείμενο ενός συγγραφέα άπόλυτα ενημερωμένου πάνω στην εξέλιξη της σύγχρονης σκέψης και ενός συγγραφέα πού δέν αρκείται στη χρήση της παραδεδομένης γραφής. Πρόκειται γιά δύο προβλήματα: τήν άπόδοση της ξενόγλωσσης έπιστημονικής όρολογίας μέ ελληνικές λέξεις πού, δμως, δέν είναι άκόμη δόκιμες στή γλώσσα μας- και τήν άπόδοση μιάς ιδιολέκτου πού χαρακτηρίζεται άπό νεολογισμούς. Παραθέτω τούς κυριότερους άγγλικούς όρους και τις μεταφραστικές λύσεις πού άκολούθησα, γιά τήν πρώτη περίπτωση: biological wholeness: βιολογικός όλισμός civilizational project: πολιτιστικό πρόγραμμα ideology of universalism: Ιδεολογία τοϋ οικουμενισμού paradigm: Παράδειγμα rationalisation: εκλογίκευση "Όσον άφορα τό λεκτικό Ιδίωμα τοϋ συγγραφέα^ προτίμησα νά άντικαταστήσω τούς νεολογισμούς του μέ ελληνικούς νεολογισμούς (π.χ. antisystemic morement: άντισυστημικό κίνημα), πού ίσως ήχοϋν παράξενα και σίγουρα δέν θά ξένιζαν αν άποδίδονταν περιφραστικά. Περιφρα-
10
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
σηκές διατυπώσεις, ώστόσο, θά μπορούσαν νά υπήρχαν και στο πρωτότυπο κείμενο. Νεολογισμοί χρησιμοποιήθηκαν και γιά τήν απόδοση των λέξεων world-system, world-market κα^ world-economy, εννοιες πού ό Βαλλερστάιν δημιουργεί γιά νά περιγράψει αυτό πού βλέπει νά εμφανίζεται στόν κόσμο κατά τά τέλη του 15ου-άρχέζ του 16ου αιώνα και τό όποιο άποκαλεΐ European world-economy. 'Όπως ό ίδιος τό παρουσιάζει στό εργο του The Modern World-System, πρόκειται γιά ενα κοινωνικό σύστημα άγνωστο μέχρι τότε στόν κόσμο, ενα κοινωνικό σύστημα πού είναι τό διακριτικό γνώρισμα τοϋ σύγχρονου κόσμου' ενα «παγκόσμιο» σύστημα, όχι επειδή περιλάμβανε ολόκληρο τόν κόσμο, άλλά επειδή ήταν ευρύτερο από οποιαδήποτε νομικά καθορισμένη μονάδα - μέσα του άναπτύχθηκαν και σχηματίσθηκαν τά έθνη-κράτη' και μία «οικονομία» γιατί ό βασικός συνδετικός δεσμός ανάμεσα στά μέρη του ήταν οικονομικός. Πρόκειται, κατά τή διατύπωση τοϋ συγγραφέα, «γιά μιά οικονομία πού ήταν ενας κόσμος, όχι άναγκαστικά ό κόσμος». Είναι νομίζω σαφές ότι ό Βαλλερστάιν θέλει νά τονίσει δχι τό παγκόσμιο εύρος τοϋ συστήματος (τό όποιο άλλωστε, πάντα κατά τόν συγγραφέα, ποτέ δέν κατέληξε σέ μιά συγκεντρωτική πολιτική δομή, ποτέ δέν μεταμορφώθηκε σέ αυτοκρατορία), άλλά τή σφαιρική του λειτουργία και τόν ενιαίο του χαρακτήρα. Γι' αυτό, υιοθέτησα τή λύση πού προτείνει ό μεταφραστής τοϋ άρθρου τοϋ I. Βαλλερστάιν « Ή Κρίση της Κοσμο-οικονομίας και οι Προοπτικές των Σοσιαλιστικών Κινημάτων» (στό συλλογικό τόμο: Ή Επικαιρότητα του Μαρξισμού, Θεμέλιο, 1984, σ. 15-29) χωρίς δμως τή διαχωριστική παύλα ανάμεσα στις λέξεις, μιά και ή ελληνική γλώσσα προσφέρεται γιά συγκερασμό λέξεων. Οι όροι λοιπόν μεταφράστηκαν «κοσμοσύστημα», «κοσμοαγορά» και «κοσμοοικονομία», άντίστοιχα. Γιά τήν έννοια «νοικοκυριό» (μετάφραση τοϋ household) ό συγγραφέας εκρινε απαραίτητη τήν προσθήκη μιας επεξηγηματικής υποσημείωσης: εννοεί «ομάδα άτόμων πού έχουν κοινό ταμείο γιά μεγάλες χρονικές περιόδους- δέν
ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Π
συνδέονται μέ σχέσεις συγγενικής μορφής αναγκαστικά^ οϋτε αναγκαστικά ζοϋν κάτω άπό την ϊδια στέγη», Δυό λόγια ακόμη. Ό συγγραφέας κάνει χρήση τόσο των κλασικών δρων working class καί work-Force, δσο και τοϋ πληθυντικού τους, working classes καί work-Forces. Καί γιά τίς δύο περιπτώσεις κράτησα ώς επί τό πλείστον τή συνηθισμένη χρήση τους στά ελληνικά (εργατική τάξη, εργατική δύναμη). Είναι ωστόσο προφανές ότι ό Βαλλερστάιν προτιμά νά άντιμετωπίζει την «εργατική τάξη» ώς σύνολο άποτελούμενο άπό ετερόκλητα στοιχεία, παρά ώς συμπαγές καί όμοιογενές, πολιτικά καί οικονομικά, σώμα. Μέ τήν ϊδια λογική άλλωστε χρησιμοποιεί τήν έκφραση «συσσωρευτές του κεφαλαίου» (accumulators of capital), εσκεμμένα άντί του περιοριστικού «καπιταλιστές» (capitalists). Θά ήθελα, τέλος, νά ευχαριστήσω τόν Μιχάλη Χρυσανθόπουλο καί τόν Χρυσάφη Ίορδάνογλου, γιά τίς παρατηρήσεις καί τά σχόλιά τους, καί γιά τήν αμέριστη φιλική τους διάθεση τόν Χάρη Κουρούκλη καί τήν 'Αμαλία Ζέπου. Μ.Τ.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τό βιβλίο αυτό όφείλει άμεσα την καταγωγή τον σέ δύο διαδοχικές εκκλήσεις, Τό φθινόπωρο τοϋ 1980 ό Τιερύ Πακό μοϋ ζήτησε νά γράψω ενα συνοπτικό βιβλίο, γιά μιά σειρά πού έξέδιδε στό Παρίσι, Ώς Θέμα μοϋ πρότεινε τό «Καπιταλισμός». 'Απάντησα δτι σέ γενικές γραμμές θά ήθελα νά τό κάνω, θά προτιμούσα όμως τό θέμα μου νά είναι « Ιστορικός Καπιταλισμός», Νομίζω δτι έχουν γραφτεί πολλά γιά τόν καπιταλισμό άπό Μαρξιστές και άλλους στόν πολιτικό χώρο της αριστεράς, άλλά έπίσης δτι τά περισσότερα άπ' αυτά τά βιβλία πάσχουν, διότι εμφανίζουν τή μιά ή τήν άλλη άπό τις έξης άτέλειες, Τό ενα είδος είναι βασικά αναγωγικές λογικές άναλύσεις, ξεκινούν άπό τό τί έχει θεωρηθεί δτι είναι στήν ουσία του ό καπιταλισμός και έπειτα εξετάζουν πόσο έχει άναπτυχθεΐ σέ διάφορες περιοχές και χρονικές στιγμές, 'Ένα δεύτερο είδος έχει συγκεντρώσει τήν προσοχή του πάνω σέ μεταμορφώσεις τού καπιταλιστικού συστήματος άπό κάποιο πρόσφατο χρονικό σημείο και μετά -μεταμορφώσεις τις όποιες έξ ορισμού θεωρούν σημαντικές- και γιά τήν προηγούμενη χρονική περίοδο πλάθουν μιά μυθολογία πού τούς βοηθά νά πραγματευτούν τήν έμπειρική πραγματικότητα τού παρόντος, 'Εκείνο πού έκρινα επείγον, ένα καθήκον στό όποιο έχει κατά κάποιο τρόπο άφιερωθεΐ δλη μου ή δουλειά τελευ-
14
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ταΐα, ήταν τό νά όώ τόν καπιταλισμό ώς ιστορικό σύστημα, στό σύνολο της ιστορίας τον και στη συγκεκριμένη μο-' ναδική τον πραγματικότητα. Θέτω, επομένως, στόν έαντό μον ώς καθήκον την περιγραφή αντής τής πραγματικότητας, τήν ακριβή σκιαγράφηση εκείνον πού άλλαζε πάντα και εκείνον πού όέν άλλαξε καθόλον - ετσι ώστε νά μπορέσονμε νά όηλώσονμε μέ ενα όνομα τήν δλη πραγματικότητα. Πιστεύω, όπως πολλοί άλλοι, πώς αντή ή πραγματικότητα είναι ενα ενιαίο σύνολο. Πολλοί όμως απ' δσονς σνμμερίζονται αντήν τήν άποψη τήν νποστηρίζονν κάνοντας κάποια επίθεση σέ άλλονς: εναντίον τοϋ νποτιθέμενον «οικονομισμού» τονς, τοϋ ιδεολογικού «Ιδεαλισμού» τονς, τής νπερβολικής τονς έμφασης σέ πολιτικούς, «βολονταριστικούς» παράγοντες. Τέτοιον εΐδονς κριτικές τείνονν, από τή φύση τονς σχεδόν, νά όλισθαίνονν στό άντίθετο άκρι6ώς παράπτωμα άπό εκείνο πού πολεμούν. Προσπάθησα λοιπόν νά παρονσιάσω τή σφαιρική ενιαία πραγματικότητα αρκετά απλά, πραγματενόμενος διαδοχικά τήν εκφρασή της στήν οικονομική, πολιτική και πολιτιστική-ιδεολογική σκηνή. Λίγο άργότερα άφότον κατ' άρχήν άποφάσισα νά γράψω τό βιβλίο, δέχτηκα μιά πρόσκληση άπό τό Τμήμα Πολιτικής 'Επιστήμης τοϋ πανεπιστημίον τής Χαβάης γιά μιά σειρά διαλέξεων. 'Επωφελήθηκα άπ' αντήν τήν ενκαιρία και βάσει των διαλέξεων, πού δόθηκαν τήν άνοιξη τοϋ 1982, έγραψα τό βιβλίο. Ή πρώτη μορφή των τριών πρώτων κεφαλαίων παρονσιάστηκε στή Χαβάη, και είμαι ενγνώμων στό ζωντανό μον άκροατήριο γιά τά σχόλια και τις κριτικές τονς, πού μέ βοήθησαν νά βελτιώσω αισθητά τήν παρονσίαση. Μία βελτίωση πού έκανα ήταν ή προσθήκη τοϋ τέταρτον κεφαλαίον. Στή διάρκεια τών διαλέξεων διαπίστωσα δτι παρέμενε ένα πρόβλημα στήν άνάπτνξη τοϋ θέματος: ή τεράστια νπόγεια δύναμη τής πίστης στό δεδομένο και αντονόητο τής προόδον. Διαπίστωσα, επιπλέον, δτι ή πίστη αντή διαστρέβλωνε τήν άντίληψή μας γιά τις ρεαλιστικές
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
15
ιστορικές εναλλακτικές λύσεις που έχουμε μπροστά μας. Γι' αυτό Αποφάσισα νά θίξω τό ζήτημα άπενθείας. Τέλος, έπιτρέψτε μου νά πώ δυο λόγια γιά τόν Κάρλ Μάρξ, Είναι μιά κολοσσιαία φυσιογνωμία της σύγχρονης πνευματικής και πολιτικής ιστορίας. Μας κληροδότησε μιά μεγάλη κληρονομιά, πού είναι εννοιολογικά πλούσια και ηθικά προτρεπτική. "Οταν, δμως, είπε δτι δέν είναι Μαρξιστής, θά έπρεπε νά τόν πάρουμε σοβαρά και νά μήν παραβλέπουμε τή ρήση του σάν σχήμα λόγου, 'Ήξερε -κάτι πού πολλοί από τούς αυτοαποκαλούμενους όπαδούς του άγνοοϋν- δτι ήταν ένας άνθρωπος τοϋ δέκατου ένατου αιώνα, πού τό οπτικό του πεδίο ήταν Αναπόφευκτα περιορισμένο άπό τήν κοινωνική πραγματικότητα τής έποχής του, 'Ήξερε -κάτι πού πολλοί δέν ξέρουν- δτι μιά θεωρητική διατύπωση είναι κατανοητή και χρήσιμη μόνο σέ σχέση μέ τή διαζευκτική διατύπωση τήν οποία, περιφραστικά ή Απερίφραστα, Αντικρούει' και δτι είναι εντελώς Ανακόλουθη σέ σχέση μέ διατυπώσεις πού Αφοροϋν αλλα προβλήματα, βασισμένα σέ άλλες συλλογιστικές προτάσεις. 'Ήξερε -κάτι πού πολλοί Αγνοούν- δτι στήν παρουσίαση τοϋ έργου του υπήρχε κάποια όξυνση Ανάμεσα στήν Ανάλυση τοϋ καπιταλισμού ώς ολοκληρωμένο σύστημα (πού στήν πραγματικότητα ποτέ δέν υπήρξε ιστορικά) και τήν Ανάλυση τής συγκεκριμένης. Από μέρα σέ μέρα, πραγματικότητας τοϋ καπιταλιστικού κόσμου. 'Επιτρέψτε μου, λοιπόν, νά χρησιμοποιήσω τά γραπτά του κατά τό μόνο λογικό τρόπο, ώς τό 'έργο ενός συντρόφου στόν Αγώνα, ενός συντρόφου πού ήξερε δσα ήξερε.
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Ό καπιταλισμός είναι πρώτα άπ' δλα και πάνω άπ' δλα ενα ιστορικό κοινωνικό σύστημα. Για να κατανοήσουμε τις άπαρχές, τή λειτουργία και τις τρέχουσες προοπτικές του, χρειάζεται νά εξετάσουμε τή σημερινή του πραγματικότητα. Τό νά επιχειρήσουμε νά συνοψίσουμε αυτήν τήν πραγματικότητα σ' ένα σύνολο άφηρημένων προτάσεων είναι φυσικά εφικτό* θά ήταν δμως άτοπο νά χρησιμοποιήσουμε τέτοιες αφαιρέσεις γιά νά κρίνουμε καί νά ταξινομήσουμε τήν πραγματικότητα. Προτείνω λοιπόν, άντίθετα, νά προσπαθήσουμε νά περιγράψουμε τί ήταν 6 καπιταλισμός στήν πράξη, πώς έχει λειτουργήσει ώς σύστημα, γιατί έχει άναπτυχθεϊ μέ τούς τρόπους πού έχει αναπτυχθεί καί πού κατευθύνεται σήμερα. Ή λέξη καπιταλισμός προέρχεται άπό τή λέξη capital (=κεφάλαιο). Θά ήταν λοιπόν εύλογο νά προϋποθέσουμε ότι τό κεφάλαιο είναι ένα στοιχειο-κλειδί στόν καπιταλισμό. 'Αλλά τί είναι τό κεφάλαιο; Κατά μία έννοια είναι άπλώς συσσωρευμένος πλούτος. "Οταν δμως χρησιμοποιείται στά πλαίσια του ιστορικού καπιταλισμού, έπιδέχεται μιά ειδικότερη έρμηνεία. Αέν είναι μόνο τό άπόθεμα καταναλώσιμων άγαθών, μηχανημάτων ή έπικυρωμένων άξιώσεων γιά υλικά πράγματα μέ τή μορφή τού χρήματος. Είναι άλήθεια δτι τό κεφάλαιο στόν ιστορικό καπιταλισμό συνεχίζει νά άναφέρεται σέ συσσωρεύσεις, άποτελέσματα προσπαθειών προγενέστερης έργασίας, πού δέν έχουν άκό-
18
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
μη άναλωθει· άλλά άν αυτό ήταν δλο, τότε όλα τα ιστορικά συστήματα, πηγαίνοντας πίσω στήν εποχή του άνθρωπου του Νεάντερταλ, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως καπιταλιστικά, μιά καί δλα είχαν τέτοιου είδους συσσωρευμένα άποθέματα πού ενσωμάτωναν προγενέστερη έργασία. Έκεϊνο πού διακρίνει τό ιστορικό κοινωνικό σύστημα πού ονομάζουμε ιστορικό καπιταλισμό είναι δτι, σ' αυτό τό ιστορικό σύστημα, τό κεφάλαιο κατέληξε νά χρησιμοποιείται -νά επενδύεται- μέ έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Κατέληξε νά χρησιμοποιείται μέ πρωταρχικό άντικειμενικό σκοπό καί πρόθεση τήν αύτοεπέκταση. Σ' αυτό τό σύστημα, οι προγενέστερες συσσωρεύσεις άποτελούσαν «κεφάλαιο» μόνο στό βαθμό πού χρησιμοποιούνταν γιά νά συσσωρεύσουν περισσότερο κεφάλαιο. Χωρίς άμφιβολία, ή διαδικασία ήταν περίπλοκη καί, δπως θά δούμε, μέ διακυμάνσεις. Άλλά έκείνο πού επονομάζουμε καπιταλιστικό, είναι αυτός ό άμείλικτος καί περίεργα αύτάρκης αυτοσκοπός του κατόχου του κεφαλαίου, δηλαδή ή συσσώρευση δλο καί περισσότερου κεφαλαίου, καθώς καί οι σχέσεις πού 6 κάτοχός του έπρεπε; κατά συνέπεια, νά συνάψει μέ άλλα πρόσωπα γιά τήν πραγμςχτοποίηση αύτού του σκοπού. 'Ομολογουμένως, αύτός ο στόχος δέν ήταν άποκλειστικός· καί άλλοι παράγοντες υπεισήλθαν στή διαδικασία παραγωγής. 'Ωστόσο ή ερώτηση παραμένει: ποιοί παράγοντες έτειναν νά υπερισχύουν σέ περίπτωση σύγκρουσης; "Οποτε ή συσσώρευση τού κεφαλαίου ήταν εκείνος ό. παράγοντας πού είχε κατά σύστημα προτεραιότητα έναντι άλλων εναλλακτικών στόχων, τότε θά μπορούσαμε δικαιολογημένα νά ισχυρισθούμε δτι παρατηρούμε ένα καπιταλιστικό σύστημα σέ λειτουργία. Τό νά επενδύσει κανείς κεφάλαιο, έχοντας σκοπό τήν άπόκτηση δλο καί περισσότερου κεφαλαίου, είναι φυσικά μιά απόφαση πού θά μπορούσε δυνητικά νά ληφθεί από ένα άτομο ή μιά ομάδα άτόμων σέ οποιαδήποτε εποχή. Ποτέ όμως δέν υπήρξε εύκολο γι' αυτά τά άτομα νά πραγματοποιήσουν τό σκοπό τους μέ επιτυχία, προτού επέλθει μιά συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Στά προηγούμενα συ-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
19
στήματα, ή μακρόχρονη και περίπλοκη διαδικασία της συσσώρευσης του κεφαλαίου σχεδόν πάντα μπλοκαριζόταν σε κάποιο σημείο, άκόμα καί σε περιπτώσεις πού ή άρχική συνθήκη (ή ιδιοκτησία ή συγχώνευση στά χέρια των λίγων κάποιου άποθέματος άγαθών πού δεν είχαν καταναλωθεί πρωτύτερα) ϊσχυε. Ό υποθετικός καπιταλιστής μας πάντοτε χρειαζόταν νά έξασφαλίσει τή χρήση έργατικής δύναμης, τό όποίο σημαίνει δτι επρεπε νά υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι πού θά δελεασθούν ή θά άναγκαστούν νά παράγουν τέτοια έργασία. 'Από τή στιγμή πού είχαν εξασφαλιστεί έργάτες καί είχαν παραχθεί άγαθά, αυτά τά αγαθά έπρεπε μέ κάποιο τρόπο νά διοχετευθούν στήν άγορά, πού σημαίνει δτι έπρεπε νά υπάρχει, άπό τή μιά, ένα σύστημα διανομής καί, άπό τήν άλλη, μιά ομάδα άγοραστών μέ τά άπαραίτητα χρήματα γιά νά άγοράσουν τά προϊόντα. Τά προϊόντα έπρεπε νά πουληθούν σέ τιμή μεγαλύτερη άπό τό συνολικό κόστος (της στιγμής της πώλησης) όπως καθορίστηκε άπό τόν πωλητή καί, έπιπλέον, αυτό τό περιθώριο διαφοράς έπρεπε νά είναι μεγαλύτερο άπ' όσο χρειαζόταν ό πωλητής γιά τήν προσωπική του συντήρηση. "Επρεπε, στή σύγχρονη γλώσσα μας, νά υπάρχει κέρδος. Ό κάτοχος του κέρδους έπρεπε στή συνέχεια νά έχει τή δυνατότητα νά τό διατηρήσει μέχρι νά παρουσιαστεί ή κατάλληλη ευκαιρία γιά έπένδυση καί, άπό 'κεί καί πέρα, ή δλη διαδικασία έπρεπε νά αύτοανανεώνεται στό σημείο της παραγωγής. Στήν πραγματικότητα, αυτή ή άλυσίδα διαδικασιών (πού συχνά όνομάζεται άνακύκληση του κεφαλαίου) σπάνια ολοκληρώθηκε πρίν τή σύγχρονη εποχή. "Ενας λόγος είναι δτι, στά προηγούμενα ιστορικά κοινωνικά συστήματα, πολλοί άπό τούς συνδετικούς κρίκους της άλυσίδας θεωρήθηκαν, άπό τούς κατόχους της πολιτικής καί ηθικής εξουσίας, ως έξω άπό τή συμβατική λογική καί ήθική. 'Αλλά άκόμα καί όταν δέν υπήρχε άμεση έπέμβαση άπό τή μεριά έκείνων πού είχαν τή δύναμη νά παρέμβουν, ή διαδικασία συνήθως άποτύγχανε, επειδή ένα ή καί περισσότερα στοιχεία δέν ήταν διαθέσιμα - τό συσσωρευμένο σέ κάποια μορφή χρήματος άπόθεμα, ή εργατική δύναμη τής όποίας
20
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
θά έκανε χρήση ό παραγωγός, τό δίκτυο των διανομέων, οί καταναλωτές πού ήταν άγοραστές. Ό λόγος πού ένα ή περισσότερα στοιχεία έλειπαν είναι ότι, στα προηγούμενα ιστορικά κοινωνικά συστήματα, ένα ή περισσότερα από αυτά τά στοιχεία δεν «έμπορευματοποιήθηκε» ή ήταν άνεπαρκώς «εμπορευματοποιημένο». Αυτό σημαίνει δτι ή διαδικασία δέν είχε θεωρηθεί τέτοια ώστε νά μπορεί ή νά πρέπει νά διεκπεραιωθεί μέσω μιας «άγοράς». Ό ιστορικός καπιταλισμός έπέφερε επομένως τήν σέ ευρεία κλίμακα Εμπορευματοποίηση των διαδικασιών -όχι μόνο τών διαδικασιών άνταλλαγής, άλλά και τών διαδικασιών παραγωγής, διανομής καί έπένδυσηςπού προηγουμένως είχαν λειτουργήσει μέ άλλους τρόπους, καί όχι διαμέσου τής «άγοράς». Καί σέ όλη τήν πορεία τής προσπάθειάς τους νά συσσωρεύουν δλο καί περισσότερο κεφάλαιο, οί καπιταλιστές επιδίωκαν νά έμπορευματοποιούν δλο καί περισσότερες άπό τίς κοινωνικές διαδικασίες, σέ δλες τίς σφαίρες τής οικονομικής δραστηριότητας. Καί μιά καί ό καπιταλισμός είναι αυτάρκης διαδικασία, κάθε κοινωνική συναλλαγή μπορούσε δυνητικά νά συμπεριληφθεί. Νά γιατί θά μπορούσαμε νά πούμε δτι ή ιστορική άνάπτυξη του καπιταλισμού είχε ώς συνέπεια τήν ώθηση πρός τήν έμπορευματοποίηση τών πάντων. Ούτε ή έμπορευματοποίηση τών κοινωνικών διαδικασιών άρκούσε. Οί διαδικασίες παραγωγής ήταν συνδεδεμένες μεταξύ τους μέ πολύπλοκες εμπορευματικές άλυσίδες. "Ας πάρουμε ένα τυπικό προϊόν πού νά έχει εύρύτατα παραχθεί καί πουληθεί σέ δλη τήν ιστορική έμπειρία του καπιταλισμού, γιά παράδειγμα ένα είδος ρουχισμού. Γιά νά παραχθεί ένα είδος ρουχισμού τά βασικά -τουλάχιστονπράγματα πού χρειάζονται είναι ύφασμα, κλωστή, κάποιο είδος μηχανημάτων καί έργατική δύναμη. Άλλά καθένα άπ' αύτά πρέπει μέ τή σειρά του νά παραχθεί. Γιά τήν παραγωγή τους χρειάζονται άλλα εϊδη, τά όποια έπίσης μέ τή σειρά τους ποέπει νά παραχθούν. Ή έμπορευματοποίηση κάθε ύποδιαδικασίας σ' αύτήν τήν έμπορευματική άλυσίδα δέν ήταν υποχρεωτική (θά λέγαμε μάλιστα δτι ούτε κάν
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
21
συνέβαινε συχνά). Πράγματι, δπως θά δούμε, πολλές φορές τό κέρδος ήταν μεγαλύτερο, δταν δέν είχαν πραγματικά έμπορευματοποιηθεϊ δλοι οί συνδετικοί κρίκοι της άλυσίδας. Εκείνο πού είναι βέβαιο, είναι ότι υπήρχε στήν άλυσίδα ενα πολύ μεγάλο και διασκορπισμένο σύνολο έργατών, οί όποιοι έπαιρναν κάποιο είδος άποζημίωσης πού καταγραφόταν στό φύλλο ισολογισμού ώς κόστος. 'Υπήρχε έπίσης ένα κατά πολύ μικρότερο, άλλά έξ ϊσου διασκορπισμένο σύνολο άτόμων (οί όποιοι, σύν τοις άλλοις, συνήθως δέν ήταν ένωμένοι ώς εμπορικοί συνεργάτες, άλλά δρούσαν ώς αυτόνομες οικονομικές όντότητες) πού μέ κάποιο τρόπο συμμετείχαν στό τελικό περιθώριο τής εμπορευματικής αλυσίδας, τό οποίο βρίσκεται άνάμεσα στό συνολικό κόστος παραγωγής τής άλυσίδας καί στό συνολικό εισόδημα πού προκύπτει άπό τή διάθεση του τελικού προϊόντος. Ά π ό τή στιγμή πού υπήρχαν έμπορευματικές αλυσίδες νά συνδέουν πολλαπλές διαδικασίες παραγωγής, είναι σαφές ότι ό ρυθμός συσσώρευσης, γιά τούς «καπιταλιστές» στό σύνολό τους, ήταν ένα ζήτημα τού πόσο μεγάλο περιθώριο διαφοράς θά μπορούσε νά δημιουργηθεί, τή στιγμή μάλιστα πού αυτό τό περιθώριο ήταν δυνατό νά διακυμανθεί σημαντικά. 'Όμως γιά κάθε έναν καπιταλιστή χωριστά, ό ρυθμός συσσώρευσης ήταν ένα ζήτημα μιας διαδικασίας «άνταγωνισμού», μέ υψηλότερες άμοιβές γιά έκείνους πού έπιδείκνυαν μεγαλύτερη διορατικότητα στίς κρίσεις τους, μεγαλύτερη ικανότητα νά έλέγχουν τό εργατικό τους δυναμικό καί μεγαλύτερη δυνατότητα πρόσβασης σέ περιοριστικές πολιτικές άποφάσεις πάνω σέ ιδιαίτερες λειτουργίες τής άγοράς (γενικά γνωστές ώς μονοπώλια). Αυτό δημιούργησε τήν πρώτη βασική άντινομία τού συστήματος. Έ ν ώ τό ένδιαφέρον όλων των καπιταλιστών, αν τούς εξετάσουμε ώς τάξη, φαινόταν νά είναι ή συνολική μείωση του κόστους παραγωγής, στήν πράξη αυτές οί μειώσεις συχνά ευνοούσαν κάποιους καπιταλιστές έναντίον κάποιων άλλων καί, κατά συνέπεια, μερικοί προτιμούσαν νά έχουν αυξημένο μέρισμα σέ ένα μικρότερο ολικό περι-
22
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
θώρια, παρά μικρότερο μέρισμα σέ ένα μεγαλύτερο ολικό περιθώριο. Επιπλέον, υπήρχε μια δεύτερη θεμελιώδης αντινομία στό σύστημα. Καθώς προχωρούσαν ή συσσώρευση όλο και περισσότερου κεφαλαίου, ή εμπορευματοποίηση όλο καί περισσότερων διαδικασιών καί ή παραγωγή δλο καί περισσότερων εμπορευμάτων, ένα άπαιτούμενο στοιχείο, ζωτικής σημασίας γιά τή διατήρηση τής οικονομικής ροής, ήταν ή ύπαρξη δλο καί περισσότερων άγοραστών. Παράλληλα όμως, οί προσπάθειες γιά τή μείωση τού κόστους παραγωγής συχνά μείωναν τήν κυκλοφορία καί κατανομή τού χρήματος καί, έτσι, ή σταθερή αύξηση των άγοραστών, πού χρειαζόταν γιά νά συμπληρωθεί ή διαδικασία τής συσσώρευσης, άναχαιτιζόταν. 'Από τήν άλλη μεριά, οί άνακατανομές τού συνολικού κέρδους πού όδηγούσαν στή διεύρυνση τού δικτύου των άγοραστών, συχνά μείωναν τό ολικό περιθώριο τού ,κέρδους. Γι' αύτόν τόν λόγο, μεμονωμένοι επιχειρηματίες βρέθηκαν στό σημείο νά πιέζουν πρός τή μιά κατεύθυνση, γιά τό όφελος των έπιχειρήσεών τους (μειώνοντας, γιά παράδειγμα, τό εργατικό κόστος) καί ταυτόχρονα, ώς μέλη μιας συλλογικής τάξης, νά πιέζουν γιά τήν αύξηση τού συνολικού άγοραστικού δικτύου (τό οποίο ειχε άναπόφευκτα ώς συνέπεια, τουλάχιστον γιά μερικούς παραγωγούς, τήν αύξηση τού εργατικού κόστους). Κατά συνέπεια, ή οικονομία τού καπιταλισμού διακατεχόταν άπό τήν ορθολογιστική πρόθεση νά αυξηθεί ή συσσώρευση σέ μέγιστο βαθμό. Άλλά δ,τι ήταν λογικό γιά τούς έπιχειρηματίες δέν ήταν κατ' άνάγκη λογικό καί γιά τούς εργάτες. Καί, τό πιό σημαντικό, δ,τι ήταν λογικό γιά δλους τούς επιχειρηματίες ώς συλλογική ομάδα, δέν ήταν κατ' άνάγκη λογικό γιά κάθε μεμονωμένο καπιταλιστή. Δέν άρκεί λοιπόν νά πούμε δτι καθένας έπιδίωκε τό συμφέρον του. Τό προσωπικό συμφέρον καθενός χωριστά, πολλές φορές τόν άνάγκαζε νά εμπλακεί σέ άντιφατικές δραστηριότητες. Επομένως, τό νά υπολογίσει κανείς μακροπρόθεσμα τό πραγματικό του συμφέρον κατέληξε νά είναι εξαιρετικά δύσκολο, παρόλο πού αύτή τή στιγμή άγνοούμε
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
23
σέ ποιό βαθμό ή προσωπική άντιληψη του καθένα για τό συμφέρον του ειχε έπικαλυφθει και διαστρεβλωθεί άπό πολυσύνθετα ιδεολογικά νεφελώματα. Προς τό παρόν, θεωρώ προσωρινά ώς δεδομένο δτι 6 καπιταλισμός πράγματι ανέθρεψε εναν homo economicus, αλλά σπεύδω νά προσθέσω δτι αυτός 6 homo economicus παρουσίαζε -σχεδόν άναπόφευκτα- κάποια σημάδια σύγχυσης. 'Υπάρχει δμως ενας «άντικειμενικός» περιορισμός πού μείωνε τή σύγχυση. "Αν ένα δεδομένο άτομο επανειλημμένα διέπραττε λάθη στίς οικονομικές του άποφάσεις, άδιάφορο αν τό έκανε άπό άγνοια, άπό άνοησία ή άπό ιδεολογική προκατάληψη, αυτό τό άτομο (ή ή εταιρεία) δέν επρόκειτο νά επιβιώσει στήν άγορά. Ή χρεωκοπία ήταν τό οξύ καθαρτικό υγρό του καπιταλιστικού συστήματος, πού συνεχώς έξανάγκαζε δλους τούς οικονομικούς πρωταγωνιστές νά πορεύονται σταθερά μέσα σ' ένα καλοστρωμένο αυλάκι, πού τούς έσπρωχνε νά λειτουργούν μέ τέτοιο τρόπο ώστε συνολικά νά υπάρχει άκόμα μεγαλύτερη συσσώρευση κεφαλαίου. Ό ιστορικός καπιταλισμός είναι λοιπόν τό συγκεκριμένο, χωροχρονικά όριοθετημένο, ένοποιημένο χωρίο τών παραγωγικών δραστηριοτήτων, μέσα στό όποιο 6 οικονομικός άντικειμενικός σκοπός ή «νόμος» πού έπικρατεί ή διέπει τήν κύρια οικονομική δραστηριότητα είναι ή άτέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου. Είναι τό κοινωνικό σύστημα στό όποιο έκεινοι πού έπραξαν βάσει αυτών τών κανόνων, άπέκτησαν τόσο μεγάλη έπιρροή στό σύνολο, ώστε νά διαμορφώσουν συνθήκες κάτω άπό τίς όποιες οι υπόλοιποι έπρεπε εϊτε νά συμμορφωθούν πρός τά πρότυπα ή νά υποστούν τίς συνέπειες. Είναι τό κοινωνικό σύστημα στό όποιο τό φάσμα αυτών τών κανόνων (του νόμου της άξιας) γινόταν διαρκώς ευρύτερο, οι εκτελεστές τών κανόνων όλο και περισσότερο άδιάλλακτοι, ή διείσδυση τών κανόνων στό κοινωνικό οικοδόμημα συνεχώς μεγαλύτερη, άκόμη και αν, παράλληλα, ή κοινωνική άντίθεση πρός αυτούς τούς κανόνες μεγάλωνε δλο καί πιό κραυγαλέα καί οργανωμένα.
24
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Κάνοντας αυτήν την περιγραφή για τόν ιστορικό καπιταλισμό, ό καθένας μας μπορεί να προσδιορίσει ποιό συγκεκριμένο, χωροχρονικά όριοθετημένο, ένοποιημένο χωρίο θεωρεί ώς σημείο άναφοράς του. Ή προσωπική μου άποψη είναι δτι ή γένεση αυτού του ιστορικού συστήματος τοποθετείται στήν Ευρώπη τού τέλους τού δέκατου πέμπτου αιώνα, οτι τό σύστημα μέ τό πέρασμα τού χρόνου επεκτάθηκε στό χώρο ώστε νά καλύπτει στό τέλος τού δέκατου ένατου αιώνα όλόκληρη τήν υδρόγειο καί δτι άκόμη καί σήμερα καλύπτει όλόκληρη τήν υδρόγειο. 'Αντιλαμβάνομαι δτι μιά τέτοιου είδους πρόχειρη σκιαγράφηση τών χωροχρονικών ορίων δημιουργεί σέ πολλούς άμφιβολίες. 'Ωστόσο, οι άμφιβολίες αύτές είναι δύο ειδών. Κατ' άρχήν, έμπειρικές. Ή Ρωσία τού δέκατου έκτου αιώνα βρισκόταν μέσα στήν Εύρωπαϊκή κοσμοοικονομία; Πότε άκριβώς ενσωματώθηκε ή 'Οθωμανική Αύτοκρατορία στό καπιταλιστικό κοσμοσύσιημα; Μπορούμε νά θεωρήσουμε δτι μία δεδομένη έσωτερική ζώνη ένός δεδομένου κράτους κατά μία δεδομένη χρονική στιγμή ήταν πραγματικά «ένσωματωμένη» στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία; Τέτοιες ερωτήσεις είναι σημαντικές καί άπό μόνες τους, άλλά καί έπειδή, στήν προσπάθειά μας νά τούς δώσουμε μιά άπάντηση, άναγκαζόμαστε νά κάνουμε πιό εμπεριστατωμένες τίς άναλύσεις μας πάνω στίς διαδικασίες τού ιστορικού καπιταλισμού. 'Όμως δέν είναι ούτε ή στιγμή ούτε ό χώρος κατάλληλος γιά νά άπευθύνουμε πολυάριθμα εμπειρικά έρωτήματα, πού άποτελούν άντικείμενο συνεχούς διαλόγου καί έπεξεργασίας. Τό δεύτερο είδος άμφιβολιών είναι εκείνες πού άπευθύνονται στή χρησιμότητα της επαγωγικής κατάταξης πού μόλις πρότεινα. Υπάρχουν έκείνοι πού άρνούνται νά άπόδεχθούν τήν ύπαρξη καπιταλισμού εάν δέν υπάρχει μιά ειδική μορφή κοινωνικών σχέσεων στό χώρο εργασίας, δηλαδή κάποιος ιδιώτης επαγγελματίας πού άπασχολεί μισθωτούς έργάτες· κι έκείνοι πού άρέσκονται νά ισχυρίζονται δτι άπό τή στιγμή πού ενα δεδομένο κράτος εθνικοποιήσει τά έργοστάσιά του καί διακηρύξει τήν πίστη του
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
25
στη σοσιαλιστική θεωρία, μ' αυτές τις πράξεις, καί ώς άποτέλεσμα των έπιπτώσεών τους, τό κράτος αυτό παύει νά άποτελει τμήμα τής καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. Αυτά δεν είναι εμπειρικά, άλλά θεωρητικά έρωτήματα καί θά επιχειρήσουμε νά τά εντάξουμε στή συζήτησή μας. "Αν ή άναφορά μας είναι άναγωγική, θά καταλήξει νά είναι καί άσκοπη, καθώς θά οδηγήσει όχι σ' εναν όρθολογικό διάλογο, άλλά σε μία σύγκρουση άντιπαρατιθέμενων δογμάτων. Θά άναφερθούμε λοιπόν σ' αυτά τά έρωτήματα μέ έρευνητικό τρόπο, διατεινόμενοι ότι ή έπαγωγική μας κατάταξη είναι χρησιμότερη άπό άλλες έναλλακτικές, έπειδή συλλαμβάνει πιό εύκολα καί έκλεπτυσμένα δ,τι αυτή τή στιγμή γνωρίζουμε συλλογικά γιά τήν ιστορική πραγματικότητα, καί έπειδή μας έφοδιάζει μέ μιά έρμηνεία τής πραγματικότητας πού μας βοηθά νά έπέμβουμε πιό άποτελεσματικά στό παρόν. "Ας έξετάσουμε έπομένως πώς έχει πραγματικά λειτουργήσει τό καπιταλιστικό σύστημα. Τό δτι λέμε πώς ό άντικειμενικός σκοπός του παραγωγού είναι ή συσσώρευση του κεφαλαίου σημαίνει δτι ό παραγωγός θά έπιδιώξει νά παράγει ένα δεδομένο άγαθό σέ δσο τό δυνατόν μεγαλύτερη ποσότητα καί δτι θά τό προσφέρει γιά πώληση μέ τό μεγαλύτερο γι' αυτόν περιθώριο κέρδους. Αύτά δμως θά τά κάνει μέσα σέ μιά σειρά οικονομικών περιορισμών πού υπάρχουν, δπως λέμε, «στήν άγορά». Ή συνολική του παραγωγή άναγκαστικά καθορίζεται άπό τήν (σχετικά άμεση) διαθεσιμότητα πραγμάτων δπως υλικά, έργατική δύναμη, πελάτες καί πρόσβαση σέ ρευστό χρήμα γιά νά έπεκτείνει τήν έπενδυτική του βάση. Επίσης, ή ποσότητα τήν οποία μπορεί νά παράγει έπικερδώς καί τό περιθώριο κέρδους πού μπορεί νά διεκδικήσει περιορίζονται άπό τήν ικανότητα των «άνταγωνιστών» του νά προσφέρουν τό ίδιο είδος σέ χαμηλότερες τιμές πώλησης* στή συγκεκριμένη περίπτωση δχι άπό τούς άνταγωνιστές στήν παγκόσμια άγορά, άλλά άπό εκείνους πού βρίσκονται στίς ϊδιες, άμεσες, πλέον περιορισμένες τοπικές άγορές -δπως τυχόν θά μπορούσαν νά καθοριστούν σέ μιά δεδομένη στιγμή- στίς
26
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
όποιες ό παραγωγός πουλά. Ή επέκταση της παραγωγής του θά εξαρτηθεί έπισης άπό τό κατά πόσο ή αυξημένη του παραγωγή θά έπιφέρει τέτοια μείωση των τιμών στήν «τοπική» άγορά ώστε νά μειώσει ουσιαστικά τό πραγματικό συνολικό κέρδος, πού πραγματοποιείται έπί της συνολικής του παραγωγής. "Ολοι αυτοί είναι αντικειμενικοί περιορισμοί, πού σημαίνει δτι υφίστανται άνεξάρτητα άπό τίς συγκεκριμένες άποφάσεις ενός δεδομένου παραγωγού ή άλλων ενεργών προσώπων τής άγοράς. Περιορισμοί, οι όποιοι είναι τό έπακόλουθο του συνόλου τών κοινωνικών διαδικασιών πού υπάρχουν σέ ένα συγκεκριμένο τόπο καί χρόνο. Παράλληλα, βέβαια, πάντα υπάρχουν καί άλλοι περιορισμοί πού προσφέρονται περισσότερο γιά έλιγμούς. Οι διάφορες κυβερνήσεις έχουν τή δυνατότητα νά υιοθετούν διάφορα μέτρα (μιά δυνατότητα πού πιθανόν νά έχουν ήδη θέσει σέ εφαρμογή) πού μέ κάποιο τρόπο μετασχηματίζουν τίς οικονομικές επιλογές καί, συνακόλουθα, τόν υπολογισμό του κέρδους. Έ ν α ς δεδομένος παραγωγός μπορεί νά είναι εϊτε ευνοούμενος εϊτε θύμα τών μέτρων ένας δεδομένος παραγωγός μπορεί νά επιδιώξει νά πείσει τήν πολιτική εξουσία γιά τήν άλλαγή τών μέτρων της, πρός όφελός του. Πώς έχουν ένεργήσει οι παραγωγοί γιά νά αύξήσουν στό έπακρο τήν ίκανότητά τους νά συσσωρεύουν κεφάλαιο; Ή εργατική δύναμη άποτελούσε πάντα ένα κεντρικό καί ποιοτικά σημαντικό στοιχείο στή διαδικασία παραγωγής. Ό παραγωγός πού επιδιώκει τή συσσώρευση ένδιαφέρεται γιά δύο διαφορετικές πλευρές τής έργατικής δύναμης: τή διαθεσιμότητα καί τό κόστος της. Τό πρόβλημα τής διαθεσιμότητας έχει συνήθως τεθεί κατά τόν άκόλουθο τρόπο: οι κοινωνικές σχέσεις παραγωγής πού παραμένουν άμετάβλητες -μιά σταθερή εργατική δύναμη γιά ένα δεδομένο παραγωγό- θά είναι χαμηλού κόστους, έάν ή άγορά παραμείνει σταθερή καί ό άριθμός τής έργατικής δύναμης ό καλύτερος δυνατός γιά κάποιο δεδομένο χρονικό διάστημα. Έ ά ν όμως μειωθεί ή ζήτηση γιά τό προϊόν, τό γεγονός δτι ή έργατική δύναμη είναι σταθερή θά αυξήσει τό πραγματι-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
27
κό κόστος του προϊόντος γιά τόν παραγωγό. Σέ περίπτωση πού αυξηθεί ή ζήτηση, τό γεγονός δτι ή έργατική δύναμη είναι σταθερή δεν θά δώσει στόν παραγωγό τή δυνατότητα νά επωφεληθεί άπό τις παρουσιαζόμενες ευκαιρίες κέρδους. 'Από τήν άλλη μεριά, καί ή μεταβλητή έργατική δύναμη παρουσιάζει προβλήματα στόν παραγωγό. Ή μεταβλητή έργατική δύναμη αποτελείται έξ ορισμού άπό έργάτες πού δεν έργάζονται κατ' άνάγκη γιά τόν ϊδιο συνεχώς παραγωγό. Επομένως αυτοί οι έργάτες έπρεπε, γιά νά έπιβιώσουν, νά έχουν ένδιαφερθει γιά τό ΰψος τών άποδοχών τους, συνυπολογίζοντας ένα χρονικό διάστημα, ικανό νά έξισορροπήσει τίς μεταβολές του πραγματικού τους εισοδήματος. Τό όποιο σημαίνει δτι οι έργάτες έπρεπε νά κερδίζουν άπό τή δουλειά άρκετά ώστε νά καλύπτουν τίς περιόδους πού δεν πληρώνονταν. "Αρα, ή μεταβλητή έργατική δύναμη στοιχίζει συχνά στούς παραγωγούς περισσότερο τήν ώρα άνά άτομο, άπ' δσο ή σταθερή έργατική δύναμη. "Οταν έχουμε νά κάνουμε με μία άντίφαση (καί στή συγκεκριμένη περίπτωση ή άντίφαση βρίσκεται στήν καρδιά της καπιταλιστικής διαδικασίας παραγωγής) μπορούμε νά είμαστε βέβαιοι δτι τό άποτέλεσμα θά είναι ένας ιστορικά προβληματικός συμβιβασμός. "Ας κάνουμε μιά άνασκόπηση του τί συνέβη στήν πραγματικότητα. Στά ιστορικά συστήματα πού προηγήθηκαν του ιστορικού καπιταλισμού, τίς περισσότερες φορές -ποτέ δμως δλες- ή έργατική δύναμη ήταν σταθερή. Σέ μερικές περιπτώσεις, ή έργατική δύναμη τού παραγωγού ήταν μόνο ό ϊδιος ή ή οίκογένειά του καί, έτσι, έξ ορισμού σταθερή. Σέ ορισμένες περιπτώσεις, μιά μή συγγενικής μορφής έργατική δύναμη ήταν συνδεδεμένη μέ κάποιον παραγωγό μέσω διαφόρων νομικών ή/καί έθιμικών κανονισμών (συμπεριλαμβανομένων διαφόρων μορφών δουλείας, σωματικής υποθήκης λόγω χρεών, δουλοπαροικίας, συμφωνιών μόνιμης μίσθωσης, κλπ.). Μερικές φορές ή δέσμευση διαρκούσε έφ' δρου ζωής. "Αλλες φορές γιά μιά ορισμένη χρονική περίοδο, μέ πιθανότητα
28
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
άνανέωσης· όμως, ένας τέτοιου είδους χρονικός διακανονισμός ειχε νόημα μόνο αν κατά τή στιγμή της άνανέωσης υπήρχαν ρεαλιστικές εναλλακτικές λύσεις. Ά π ό τήν άλλη μεριά, ή μονιμότητα αυτών των διευθετήσεων δέν δημιουργούσε προβλήματα μόνο στούς συγκεκριμένους παραγωγούς, μέ τούς όποιους ήταν συνδεδεμένη μιά δεδομένη εργατική δύναμη. Δημιουργούσε προβλήματα και στούς υπόλοιπους παραγωγούς, μιά και οι τελευταίοι είχαν τή δυνατότητα νά επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους μόνο στό βαθμό πού ή μεταβλητή εργατική δύναμη ήταν διαθέσιμη. Ό λ α αύτά τά ζητήματα διαμόρφωσαν τή βάση, όπως συχνότατα έχει περιγραφεί, γιά τήν άνάπτυξη τού θεσμού της μισθωτής έργασίας, κατά τόν οποίο υπήρχε ένας άριθμός άτόμων πού ήταν μονίμως διαθέσιμα νά εργαστούν στόν υψηλότερο, λίγο-πολύ, πλειοδότη. Σ' αύτήν τή διαδικασία άναφερόμαστε ώς τή λειτουργία μιας άγοράς έργασίας, καί στά πρόσωπα πού πουλάν τήν έργασία τους ώς προλετάριους. Δέν προσθέτω τίποτα νεότερο μέ τό νά άναφέρω ότι, στόν ιστορικό καπιταλισμό, πραγματοποιήθηκε μιά αύξανόμενη προλεταριοποίηση της εργατικής δύναμης. Ή παρατήρηση όχι μόνο δέν είναι καινούργια - ούτε καν εκπλήσσει* τά πλεονεκτήματα πού προσφέρει στούς παραγωγούς ή διαδικασία τής προλεταριοποίησης έχουν διεξοδικά τεκμηριωθεί. Τό παράξενο είναι όχι πόσο πολλή, άλλά πόσο λίγη προλεταριοποίηση έγινε. Σήμερα, μετά άπό τουλάχιστον τέσσερεις έκατοντάδες χρόνια ύπαρξης ένός ιστορικού κοινωνικού συστήματος, ό άριθμός τής πλήρως προλεταριοποιημένης έργασίας στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία δέν μπορεί νά θεωρηθεί δτι άνέρχεται ούτε καν στό πενήντα τοίς εκατό. 'Ομολογουμένως, αύτή ή στατιστική έχει νά κάνει μέ τό πώς υπολογίζουμε καί μέ τό ποιόν υπολογίζουμε. "Αν κάνουμε χρήση τών κρατικών στατιστικών πού άναφέρονται στήν άποκαλούμενη οικονομικά ενεργό έργατική δύναμη, δηλαδή κατά κύριο λόγο άντρες πού είναι τυπικά διαθέσιμοι γιά άμειβόμενη έργασία, θά βρούμε δτι ή ποσοστιαία
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
29
άναλογία των μισθωτών εργατών θεωρείται δτι είναι άρκετά υψηλή σήμερα (παρόλο πού, άκόμα και σ' αυτήν τήν περίπτωση, δταν ό υπολογισμός γίνει σέ παγκόσμια κλίμακα, τό πραγματικό ποσοστό είναι μικρότερο άπ' δ,τι θεωρείται ώς δεδομένο στίς περισσότερες θεωρητικές εκθέσεις). "Αν ώστόσο λάβουμε υπ' δψιν δλα τά πρόσωπα πού ή εργασία τους είναι ένσωματωμένη, μέ τόν άλφα ή βήτα τρόπο, στίς εμπορευματικές άλυσίδες (περικλείοντας έτσι ουσιαστικά δλες τίς ενήλικες γυναίκες, καί μιά μεγάλη άναλογία άτόμων προ-ενηλίκων καί μόλις μετα-ενηλίκων, δηλαδή τούς νέους καί τούς ηλικιωμένους) τότε, τό ποσοστό τών προλεταρίων μειώνεσαι δραστικά. "Ας κάνουμε ένα άκόμη συμπληρωματικό βήμα πρίν τή μέτρηση μας. Είναι εννοιολογικά σκόπιμο νά δώσουμε τόν χαρακτηρισμό «προλετάριος» σ' ένα άτομο; Προσωπικά, άμφιβάλλω. Στόν ιστορικό καπιταλισμό, δπως καί στά προηγούμενα ιστορικά συστήματα, οί άνθρωποι έμφανίζουν τήν τάση νά ζουν τή ζωή τους μέσα στά πλαίσια σταθερών σχετικά δομών, πού έχουν κοινό ταμείο γιά τό τρέχον εισόδημα καί τό συσσωρευμένο κεφάλαιό τους, καί τίς όποιες θά μπορούσαμε νά ονομάσουμε νοικοκυριά. Τό γεγονός ότι τά σύνορα αυτών τών νοικοκυριών μεταβάλλονται συνέχεια από τήν είσοδο καί έξοδο τών άτόμων, δέν μειώνει τήν άξία τους ώς μονάδων λογικού υπολογισμού τών εσόδων καί τών δαπανών. Εκείνοι πού θέλουν νά επιβιώσουν λογαριάζουν δλο τό δυνάμει είσόδημά τους, άδιάφορο ποιά είναι ή πηγή του, καί τό άξιολογούν μέ βάση τίς πραγματικές τους δαπάνες. Τό έλάχιστο τών έπιδιώξεών τους είναι ή έπιβίωση* δταν τό είσόδημά τους αυξηθεί, τό νά άπολαύσουν τόν τρόπο ζωής πού θεωρούν ικανοποιητικό, καί δταν αύξηθεί περισσότερο, τό νά μπουν στό καπιταλιστικό παιχνίδι ώς συσσωρευτές κεφαλαίου. Σέ τελική άνάλυση, ή οικονομική μονάδα πού έχει έμπλακεί σ' αυτές τίς δραστηριότητες είναι τό «νοικοκυριό». Τό νοικοκυριό άποτελούσε συνήθως, άλλά όχι άποκλειστικά, μιά συγγενικής μορφής μονάδα* παρουσίαζε ώς επί τό πλείστον μιά τάση συνοχής, ή οποία δμως, καθώς
30
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
προχωρούσε ή έμπορευματοποιηση, μειωνόταν. Μέσα άπ' αυτό τό πλαίσιο της δομής-νοικοκυριό άρχισε να επιβάλλεται στήν έργατική τάξη ή κοινωνική διάκριση μεταξύ παραγωγικής καί μή παραγωγικής εργασίας. Ώ ς παραγωγική εργασία κατέληξε, de facto, νά ορίζεται ή χρηματικά άμειβόμενη εργασία (κυρίως ή μισθωτή) καί ως μή παραγωγική ή έργασία ή όποία, αν καί άπαόαίτητη, ήταν άπλώς «επιβοηθητική» δραστηριότητα καί, κατά συνέπεια, θεωρήθηκε δτι δέν παράγει «πλεόνασμα», πού κάποιος άλλος θά μπορούσε πιθανόν νά οικειοποιηθεί. Αύτή ή έργασία εϊτε ήταν όλοκληρωτικά μή έμπορευματοποιημένη ή άναφερόταν σέ μικρή (πολύ μικρή δμως) εμπορευματική παραγωγή. Ή διαφοροποίηση ανάμεσα σέ εϊδη εργασίας εμπεδώθηκε μέ τή δημιουργία ειδικών ρόλων πού επιδικάστηκαν στούς άνθρώπους. Ή παραγωγική (μισθωτή) έργασία έγινε τό χρέος κατά κύριο λόγο του ένήλικου άντρα/πατέρα καί κατά δεύτερο λόγο τών άλλων (νεότερων) ένήλικων άντρών τού νοικοκυριού. Ή μή παραγωγική (επιβοηθητική) έργασία έγινε τό χρέος κατά κύριο λόγο τής ένήλικης γυναίκας/μητέρας καί κατά δεύτερο λόγο τών άλλων γυναικών, καθώς καί τών ήλικιωμένων καί τών παιδιών. Ή παραγωγική έργασία γινόταν έξω άπό τό νοικοκυριό, στό «χώρο έργασίας»· ή μή παραγωγική γινόταν μέσα στό νοικοκυριό. 'Ομολογουμένως, ή διαχωριστική γραμμή δέν ήταν ποτέ απόλυτη, στόν ιστορικό καπιταλισμό δμως κατέληξε νά είναι άρκετά σαφής καί άναγκαστική. Φυσικά ό καταμερισμός τής πραγματικής έργασίας άνάλογα μέ τό γένος καί τήν ήλικία δέν ήταν μιά έφεύρεση τού ιστορικού καπιταλισμού. Πιθανόν νά ύπήρχε πάντα, έπειδή -άν μή τι άλλογιά ορισμένες δουλειές υπάρχουν βιολογικές προδιαγραφές καί δρια (γένους άλλά καί ήλικίας). Ούτε ή ιεραρχική οικογένεια καί ή δομή τού νοικοκυριού ήταν έφεύρεση τού καπιταλισμού. Κι αύτά υπήρχαν πρό πολλού. Τό νέο στοιχείο στόν ιστορικό καπιταλισμό ήταν ή συσχέτιση τού καταμερισμού τής έργασίας μέ τήν άποτίμηση τής έργασίας. Μπορεί καί πρίν νά ήταν συχνό τό φαινόμενο νά
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
31
προσφέρουν οι άντρες διαφορετική έργασία άπό τις γυναίκες (και οι ενήλικοι διαφορετική έργασία άπό τά παιδιά καί τους ηλικιωμένους), άλλα αυτό πού συνέβη μέ τόν ιστορικό καπιταλισμό είναι ή σταθερή υποτίμηση της εργασίας των γυναικών (επίσης των νέων καί των ηλικιωμένων) καί μια άντίστοιχη έμφαση στήν άξία της έργασίας του ενήλικου άντρα. Ένώ στα προηγούμενα συστήματα οι άντρες καί οι γυναίκες είχαν καθορισμένα (άλλα συνήθως ισότιμα) καθήκοντα, στόν ιστορικό καπιταλισμό ό ένήλικος άντρας πού έπαιρνε μισθό κατατάχθηκε ώς αυτός πού «κερδίζει τό ψωμί», ή κολώνα του σπιτιού, καί ή ένήλικη γυναίκα πού έργαζόταν στό σπίτι ώς «νοικοκυρά». Έτσι όταν άρχισαν νά συντάσσονται οι έθνικές στατιστικές, αυτούσιο προϊόν του καπιταλιστικού συστήματος, στήν οικονομικά ενεργό εργατική δύναμη θεωρήθηκαν δτι άνήκουν όλοι δσοι «κέρδιζαν τό ψωμί», όχι δμως καί οι νοικοκυρές. Έτσι θεσμοποιήθηκε ό σεξισμός. Τό νομικό καί παρανομικό πλέγμα της κοινωνικής διαφοράς καί διάκρισης τών δύο φύλων ήρθε, άρκετά λογικά, ώς επακόλουθο της βασικής διαφορικής άποτίμησης της έργασίας. Μιά επισήμανση σ' αυτό τό σημείο: τά σχήματα της παρατεταμένης παιδικής ήλικίας/έφηβείας καί της «άποχώρησης» άπό τήν εργατική δύναμη, χωρίς νά υπάρχει κάποια άσθένεια ή ευπάθεια, ήταν επίσης ιδιάζοντα παρεπόμενα της δομής-νοικοκυριό, δπως άναδυόταν μέσα στόν ιστορικό καπιταλισμό. Αυτές οι έννοιες έχουν συχνά εκτιμηθεί ώς «προοδευτική» άπαλλαγή άπό τήν έργασία. Θά μπορούσαν δμως νά εκτιμηθούν έπακριβέστερα ώς άναπροσδιορισμός της έργασίας ώς μή έργασία. Καί σάν νά μήν έφτανε μόνο αύτό, οι έκπαιδευτικές δραστηριότητες τών παιδιών καί οι διάφορες ένασχολήσεις τών ηλικιωμένων χαρακτηρίστηκαν ώς, κατά κάποιο τρόπο, «διασκέδαση», καί ή υποτίμηση της εργατικής τους συνεισφοράς ώς τό λογικό άντίβαρο γιά τήν άπαλλαγή τους άπό τό «μόχθο» της «πραγματικής» έργασίας. Ώ ς ιδεολογία, αύτές οί διακρίσεις συνέβαλλαν στό νά διασφαλίζεται ότι ή έμπορευματοποίηση της έργασίας
32
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
ήταν εκτεταμένη, άλλα και περιορισμένη, ταυτόχρονα. Για παράδειγμα, αν πρόκειται νά υπολογίσουμε πόσα νοικοκυριά στήν κοσμοοικονομία έχουν εξασφαλίσει περισσότερο άπό τό πενήντα τοις έκατό του πραγματικού τους εισοδήματος (ή των συνολικών εσόδων κάθε είδους) άπό μισθωτή εργασία έξω άπό τό νοικοκυριό, νομίζω δτι θά εκπλαγούμε άπό τό χαμηλό ποσοστό* αυτό ισχύει οχι μόνο γιά τους νεώτερους χρόνους, άλλά άκόμη καί σήμερα, παρόλο πού -πιθανότατα- κατά τήν ιστορική άνάπτυξη της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας τό ποσοστό αύξανόταν σταθερά. Νομίζω πώς δεν είναι δύσκολο νά δώσουμε μιά εξήγηση γι' αυτό. Θεωρώντας ως δεδομένο δτι ό παραγωγός πού άπασχολεί μισθωτούς εργάτες προτιμά νά τούς πληρώνει λιγότερο παρά περισσότερο, παντού καί πάντα, τό πόσο χαμηλό θά είναι τό επίπεδο της άμοιβής, τό όποιο οι μισθωτοί εργάτες μπορούν νά άποδεχτούν γιά τήν έργασία τους, εξαρτάται άπό τό είδος τού νοικοκυριού πού βρίσκεται ό κάθε μισθωτός έργάτης στή διάρκεια της ζωής του. Γιά νά τό θέσουμε άπλά, γιά μιά ϊδια άκριβώς έργασία, τού ϊδιου έπιπέδου άποδοτικότητας, ό μισθωτός έργάτης πού βρίσκεται σέ ένα νοικοκυριό μέ υψηλό ποσοστό εισοδήματος άπό μισθούς (τό όποιο άς όνομάσουμε προλεταριακό νοικοκυριό), έχει θέσει στόν έαυτό του άνώτερο χρηματικό δριο (κάτω άπό τό όποιο θά ήταν τελείως παράλογο γι' αύτόν νά προσφέρει μισθωτή έργασία) άπό έναν μισθωτό έργάτη πού βρίσκεται σέ ένα νοικοκυριό μέ μικρότερο ποσοστό εισοδήματος άπό μισθούς (τό όποιο άς όνομάσουμε ήμιπρολεταριακό νοικοκυριό). Ό λόγος γιά τή διαφορά σέ δ,τι θά μπορούσαμε νά όνομάσουμε κατώτατο άποδεκτό μισθολογικό δριο, έχει νά κάνει μέ τήν οικονομία της έπιβίαχτης. Τή στιγμή πού ένα προλεταριακό νοικοκυριό βασιζόταν κυρίως σέ εισοδήματα άπό μισθούς, τά εισοδήματα αυτά έπρεπε νά καλύπτουν τό κατώτατο κόστος έπιβίωσης καί άναπαραγωγης. "Όταν δμως οι μισθοί άποτελούσαν ένα λιγότερο σημαντικό τμήμα στό συνολικό εισόδημα ένός νοικοκυριού, έπαιρνε συ-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
33
νήθως κανείς τή λογική άπόφαση νά δεχτεί μιά εργασία ενός έπιπέδου άμοιβής πού κατέληγε νά συνεισφέρει στό πραγματικό εισόδημα λιγότερο άπ' δσο θά 'πρεπε άναλογικά νά συνεισφέρει (δσον άφορα τίς ώρες άπασχόλησης), μιά έργασία πού ώστόσο άπέφερε τό άπαραίτητο ρευστό χρήμα - τή συχνά νομικά επιβεβλημένη άναγκαιότητα* διαφορετικά, τό άποτέλεσμα ήταν ή υποκατάσταση αυτής τής μισθωτής άμειβόμενης εργασίας μέ άκόμη λιγότερο έπικερδείς άπασχολήσεις. Έκεϊνο πού συνέβη σέ τέτοιου είδους ήμιπρολεταριακά νοικοκυριά, στή συνέχεια, είναι δτι δσοι παρήγαγαν άλλες μορφές πραγματικού εισοδήματος (δηλαδή βασικά παραγωγή τού νοικοκυριού γιά εσωτερική κατανάλωση ή γιά πώληση στήν τοπική άγορά ή ϊσως καί τά δύο), εϊτε αυτοί ήταν διαφορετικά άτομα στό νοικοκυριό (άδιακρίτως φύ^ου ή ήλικίας) εϊτε τό ϊδιο πρόσωπο σέ διαφορετικές στιγμές τής ζωής του, δημιουργούσαν πλεονάσματα τά όποια κατέβαζαν τό κατώτατο άποδεκτό μισθολογικό δριο. Μ' αυτόν τόν τρόπο, ή μή μισθωτή έργασία επέτρεπε σέ μερικούς παραγωγούς νά δίνουν στήν εργατική τους δύναμη άμοιβή χαμηλότερου μισθολογικού έπιπέδου καί, ώς έκ τούτου, νά μειώνουν τό κόστος παραγωγής καί νά αυξάνουν τό περιθώριο κέρδους τους. Ώ ς γενικός λοιπόν κανόνας, δέν χωρά άμφιβολία δτι κάθε έργοδότης πού άπασχολεϊ μισθωτή εργατική δύναμη θά προτιμούσε νά βρίσκονται οι μισθωτοί έργάτες του σέ ήμιπρολεταριακά παρά σέ προλεταριακά νοικοκυριά. 'Άν τώρα εξετάσουμε συνολικά τήν εμπειρική πραγματικότητα σέ δλο τό χωροχρονικό εύρος τού ιστορικού καπιταλισμού, άνακαλύπτουμε ξαφνικά δτι ή εγκατάσταση των μισθωτών εργατών σέ ήμιπρολεταριακά παρά σέ προλεταριακά νοικοκυριά άποτελούσε τόν στατιστικό κανόνα. Ά π ό συλλογιστικής πλευράς, τό πρόβλημά μας άντιστρέφεται στή στιγμή. 'Από τήν έξήγηση των αιτίων γιά τήν ύπαρξη τής προλεταριοποίησης, έχουμε στραφεί στό νά εξηγούμε γιατί ή διαδικασία αυτή ήταν τόσο άτελής. Τώρα πρέπει νά πάμε άκόμη μακρύτερα - γιατί τελικά νά προχωρήσει ή προλεταριοποίηση;
34
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Επιτρέψτε μου νά πώ αμέσως πώς είναι πολύ άμφίβολο ότι ή αυξανόμενη παγκόσμια προλεταριοποίηση όφείλεται πρωταρχικά στις κοινωνικο-πολιτικές πιέσεις των επιχειρηματικών στρωμάτων. Μάλλον τό άντίθετο συνέβη* άπ' δ,τι φαίνεται τά επιχειρηματικά στρώματα είχαν πολλά κίνητρα ώστε νά καρκινοβατούν σκόπιμα. Πρώτα άπ' όλα, όπως μόλις ισχυριστήκαμε, ή μετατροπή ένός σημαντικού άριθμού ήμιπρολεταριακών νοικοκυριών σέ προλεταριακά, σέ μιά δεδομένη ζώνη, έτεινε νά άνεβάζει τό πραγματικό κατώτατο μισθολογικό έπίπεδο, γεγονός πού επιβάρυνε τούς εργοδότες της μισθωτής εργασίας. Δεύτερο, ή αυξανόμενη προλεταριοποίηση ειχε πολιτικές έπιπτώσεις, όπως θά δούμε άργότερα, οι όποιες ήταν καί άρνητικές γιά τούς εργοδότες, άλλά καί άθροιστικές καί, επομένως, τελικά άνέβαζαν άκόμη περισσότερο τά μισθολογικά έπίπεδα σέ δεδομένες γεωγραφικο-οικονομικές ζώνες. Πράγματι, τόσο άσυγκίνητοι ήταν οι έργοδότες στό θέμα της προλεταριοποίησης πού, εκτός άπό τό νά καλλιεργούν τή διαίρεση τής εργατικής δύναμης κατά γένος/ήλικία, υποδαύλιζαν έπίσης, μέσα άπό τά πρότυπά τους γιά έργασία καί τήν επιρροή τους στήν πολιτική σκηνή, τήν άναγνώριση προσδιορισμένων εθνικών ομάδων, τίς όποιες επιδίωκαν νά συνδέσουν μέ ειδικά κατανεμημένους ρόλους στήν εργατική δύναμη, καθιερώνοντας διαφορετικά έπίπεδα πραγματικής άμοιβής γιά τήν έργασία πού πρόσφεραν. Ή εθνότητα δημιούργησε ένα πολιτιστικό φλοιό, πού άποκρυστάλλωσε τό πρότυπο τής δομής τού ήμιπρολεταριακού νοικοκυριού. Τό ότι ή προβολή τής εθνότητας έπαιξε έπίσης τόν ρόλο τού νά διαίρει πολιτικά τήν έργατική τάξη, ήταΛ^ πράγματι ένα πολιτικό δώρο γιά τούς έργοδότες, άλλά όχι, νομίζω, ό κύριος υποκινητής αυτής τής διαδικασίας. Προτού δμως βρεθούμε σέ θέση νά καταλάβουμε πώς κατέληξε νά υπάρχει οποιαδήποτε αύξηση τής προλεταριοποίησης, σέ όλη τή διάρκεια τού ιστορικού καπιταλισμού, πρέπει νά έπανέλθουμε στό ζήτημα τών εμπορευματικών άλυσίδων, στίς όποιες βρίσκονται οι πολλαπλές ιδιαίτερες δραστηριότητες τής παραγωγής. Πρέπει νά άπαλλαγούμε
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
35
άπό την άπλουστευτική εικόνα πώς ή «άγορά» είναι ενα μέρος δπου ό άρχικός παραγωγός συναντά τόν τελικό καταναλωτή. Χωρίς άμφιβολία τέτοια μέρη-άγορές υπάρχουν καί υπήρχαν πάντα. Στόν ιστορικό καπιταλισμό δμως οι συναλλαγές σέ μέρη-άγορές συνιστούν ενα μικρό ποσοστό. Οι περισσότερες συναλλαγές άφορούν άνταλλαγές άνάμεσα σέ δύο ενδιάμεσους παραγωγούς πού βρίσκονται σέ μιά μακριά εμπορευματική άλυσίδα. Ό άγοραστής άγόραζε μία «εισροή» στή δική του διαδικασία παραγωγής. Ό πωλητής πουλούσε ένα «ήμικατεργασμένο προϊόν», ήμικατεργασμένο δσον άφορά τήν τελική του χρήση στήν άμεση άτομική κατανάλωση. Ή πάλη γιά τίς τιμές σ' αυτές τίς «ένδιάμεσες άγορές» άντιπροσώπευε τήν προσπάθεια τού άγοραστή νά άποσπάσει άπό τόν πωλητή ένα μέρος άπό τό κέρδος πού έπέφεραν δλες οι προηγούμενες διαδικασίες, σέ δλη τήν έμπορευματική άλυσίδα. Μιά πάλη πού καθοριζόταν ομολογουμένως σέ ειδικές χωροχρονικές συγκυρίες άπό τήν προσφορά καί τή ζήτηση, άλλά ποτέ κατ' άποκλειστικότητα. Κατ' άρχήν, χωρίς άμφιβολία, ή προσφορά καί ή ζήτηση μπορούν νά ελεγχθούν μέσα άπό μονοπωλιακούς περιορισμούς, κάτι πού ήταν μάλλον κοινός τόπος, παρά εξαίρεση. Κατά δεύτερο λόγο, 6 πωλητής μπορεί νά έπηρεάσει σέ μιά δεδομένη συγκυρία τίς τιμές μέ καθετοποίηση. 'Οποτεδήποτε ό «πωλητής» καί ό «άγοραστής» ήταν τελικά ή ϊδια στήν πραγματικότητα εταιρεία, οι τιμές μπορούσαν αύθαίρετα νά κανονιστούν μέ ταχυδακτυλουργικό τρόπο, στά πλαίσια οικονομικών καί άλλων διαβουλεύσεων, τέτοιες τιμές, δμως, ποτέ δέν άπεικόνισαν τήν άλληλεπίδραση προσφοράς καί ζήτησης. Ή καθετοποίηση, δπως καί τό μονοπώλιο σέ όριζόντια κλίμακα, δέν ήταν σπάνιο φαινόμενο. Είμαστε εξοικειωμένοι μέ τά πιό θεαματικά της παραδείγματα: τίς καταστατικές εταιρείες άπό τόν δέκατο εκτο ως τόν δέκατο όγδοο αιώνα, τούς μεγάλους εμπορικούς οίκους τού δέκατου ένατου αιώνα, τούς υπερεθνικούς συνεταιρισμούς τού εικοστού. Ό λ α αυτά είναι σφαιρικές δομές, πού έπιζητούσαν νά συμπεριλάβουν δσους
36
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
περισσότερους συνδετικούς κρίκους στήν έμπορευματική άλυσίδα ήταν δυνατό. Λιγότερο θεαματικά παραδείγματα καθετοποίησης, πού κάλυπταν μόνο μερικούς (άκόμη καί δύο) συνδετικούς κρίκους σε μιά άλυσίδα, ήταν, ώστόσο, άκόμη πιό πλατιά διαδεδομένα. Νομίζω πώς θά μπορούσαμε νά ισχυριστούμε δτι ό στατιστικός κανόνας του ιστορικού καπιταλισμού ήταν ή καθετοποίηση, καί όχι έκείνα τά πλέγματα της «άγοράς» στήν έμπορευματική άλυσίδα, όπου ό πωλητής καί ό άγοραστής ήταν σαφώς διακριτοί καί άνταγωνιστικοί. Συνεχίζοντας τώρα, οι έμπορευματικές άλυσίδες δέν ήταν άπρογραμμάτιστες ώς πρός τίς γεωγραφικές τους κατευθύνσεις. "Αν τίς παραστήσουμε γραφικά σέ χάρτες, θά παρατηρήσουμε δτι σχηματίζουν μιά κεντρομόλο διάταξη. Οι άφετηρίες τους ήταν πολλές καί διάφορες, άλλά τά σημεία προορισμού τους έτειναν νά συγκλίνουν σέ μερικές μόνο περιοχές. Πού σημαίνει δτι παρουσίαζαν τήν τάση νά κινούνται άπό τίς περιφέρειες της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας πρός τά κέντρα, τούς πυρήνες. Αυτό είναι μιά έμπειρική παρατήρηση πού είναι δύσκολο νά αμφισβητηθεί* τό πραγματικό πρόβλημα είναι τό γιατί συνέβαινε. Τό νά μιλάμε γιά έμπορευματικές άλυσίδες, σημαίνει δτι μιλάμε γιά έναν έκτεταμένο κοινωνικό καταμερισμό της έργασίας, ό όποιος, κατά τήν ιστορική άνάπτυξη του καπιταλισμού, γινόταν όλο καί περισσότερο λειτουργικά καί γεωγραφικά εκτενής καί ταυτόχρονα δλο καί περισσότερο ιεραρχικός. Ή ιεράρχηση του χώρου κατά τή δόμηση τών διαδικασιών παραγωγής, οδήγησε σέ άκόμη μεγαλύτερη πόλωση άνάμεσα στίς κεντρικές καί τίς περιφερειακές ζώνες της κοσμοοικονομίας, πόλωση όχι μόνο άπό τήν άποψη τών κριτηρίων κατανομής (επίπεδα πραγματικού εισοδήματος, ποιότητα ζωής), άλλά έπίσης, καί αυτό είναι άκόμη πιό σημαντικό, άπό τήν άποψη τών περιοχών στίς όποιες συσσωρευόταν τό κεφάλαιο. Στήν άρχή, καθώς ξεκινούσε αυτή ή διαδικασία, οι διαφοροποιήσεις τού χώρου ήταν άρκετά μικρές καί ό βαθμός της έξειδίκευσης στό χώρο περιορισμένος. Μέσα στό καπι-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
37
ταλιστικό σύστημα, ωστόσο, οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις υπήρχαν (γιά οικολογικούς ή γιά ιστορικούς λόγους) μεγαλοποιήθηκαν, ένδυναμώθηκαν και έπικαλύφθηκαν. Τό κρίσιμο στοιχείο σ' αυτήν τή διαδικασία ήταν ή παρείσφρυση του παράγοντα «δύναμη» στόν καθορισμό της τιμής. 'Ομολογουμένως, τό νά επιβάλλει κανείς τή δύναμή του σε μιά εμπορική συναλλαγή, γιά νά βελτιώσει τίς τιμές του, δέν ήταν μιά έφεύρεση του καπιταλισμού. Ή άνιση άνταλλαγή είναι μιά παμπάλαια πρακτική. Τό άξιοσημείωτο στόν καπιταλισμό, ώς ιστορικό σύστημα, ήταν ό τρόπος πού ή άνιση άνταλλαγή μπορούσε νά καλυφθεί. Πράγματι, καλύφθηκε τόσο έντεχνα πού άκόμη καί οι δεδηλωμένοι άντίπαλοι του συστήματος άρχισαν νά ξεσκεπάζουν αυτόν τό μηχανισμό συστηματικά, μόνο μετά άπό πεντακόσια χρόνια έφαρμογής του. Τό κλειδί της άπόκρυψης αυτού τού κεντρικού μηχανισμού βρίσκεται στήν ϊδια τή δομή της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας, στή φαινομενική διάσταση πού υπάρχει στό καπιταλιστικό κοσμοσύστημα άνάμεσα στήν οικονομική καί τήν πολιτική σκηνή: ή οικονομική σκηνή εμφανίζει έναν παγκοσμίου εύρους κοινωνικό καταμερισμό της έργασίας μέ ενοποιημένες τίς διαδικασίες παραγωγής, πού στό σύνολό τους λειτουργούν γιά τήν άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου· καί ή πολιτική σκηνή άποτελείται φαινομενικά άπό ξεχωριστά, άνεξάρτητα κράτη, πού τό καθένα έχει αύτεξούσια υπευθυνότητα γιά τίς πολιτικές άποφάσεις μέσα στήν έπικράτειά του, καί τό καθένα διαθέτει ένοπλες δυνάμεις γιά τή διατήρηση της έξουσίας του. Στόν πραγματικό κόσμο τού ιστορικού καπιταλισμού, όλες σχεδόν οι έμπορευματικές άλυσίδες, οποιασδήποτε σημασίας, έχουν διαπεράσει τά σύνορα των κρατών. Αυτό δέν είναι μιά πρόσφατη καινοτομία. Συνέβαινε άπό τίς πρώτες στιγμές τού ιστορικού καπιταλισμού. Καί έπιπλέον, ή διεθνικότητα τών έμπορευματικών άλυσίδων είναι τόσο παραστατική άλήθεια γιά τόν δέκατο εκτο αιώνα, δσο είναι καί γιά τόν εικοστό. Πώς δμως λειτούργησε αυτή ή άνιση άνταλλαγή; Άρχί-
38
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
ζοντας άπό δποια πραγματική διαφοροποίηση υπάρχει στήν άγορά, εϊτε λόγω κάποιας σπανιότητας (προσωρινής) σε μιά σύνθετη διαδικασία παραγωγής εϊτε λόγω κάποιας τεχνητής σπανιότητας δημιουργημένης manu militari, τά εμπορεύματα κινήθηκαν άνάμεσά στις ζώνες μέ τέτοιο τρόπο, ώστε ή περιοχή μέ τό λιγότερο «σπανίζον» είδος «πουλούσε» τά εϊδη της στήν άλλη περιοχή, σέ μιά τιμή πού ενσωμάτωνε υψηλότερη πραγματική εισροή (κόστος) άπ' δση ενσωμάτωνε κάποιο άλλο είδος, ισάξιας τιμής, τό όποιο βάδιζε πρός τήν άντίθετη κατεύθυνση. Εκείνο πού πραγματικά συνέβαινε είναι δτι μεταφερόταν άπό μιά ζώνη πρός κάποια άλλη ένα μέρος άπό τό συνολικό παραγόμενο κέρδος (ή πλεόνασμα). Μιά τέτοια σχέση είναι ή σχέση κέντρου καί περιφέρειας. Κατ' έπέκτασιν, ονομάζουμε τή ζώνη πού ζημιώνεται «περιφέρεια» καί τή ζώνη πού κερδίζει «κέντρο». Στήν πραγματικότητα οι ονομασίες αυτές άντανακλούν τή γεωγραφική δομή τών οικονομικών ροών. Αυτόματα άνακαλύπτουμε διάφορους μηχανισμούς πού ιστορικά έχουν αυξήσει τήν άνισομέρεια. Κάθε φορά πού γινόταν «καθετοποίηση» δύο συνδετικών κρίκων σέ μιά έμπορευματική αλυσίδα, ήταν δυνατό νά στρέψει ένα άκόμη μεγαλύτερο τμήμα του συνολικού πλεονάσματος πρός τό κέντρο, μεγαλύτερο άπ' όσο ήταν μέχρι τότε δυνατό. Επίσης, ή στροφή του πλεονάσματος πρός τό κέντρο συγκέντρωνε έκεϊ τό κεφάλαιο καί δημιουργούσε δυσανάλογα κεφάλαια, διαθέσιμα γιά περαιτέρω μηχανοποίηση, κάτι πού επέτρεπε στούς παραγωγούς τών κεντρικών ζωνών άφ' ένός νά έχουν έπιπρόσθετη υπεροχή στόν άνταγωνισμό γιά τά υπάρχοντα προϊόντα καί άφ' ετέρου νά παράγουν συνεχώς νέα προϊόντα, μέ τά όποια νά άνανεώνουν τή διαδικασία. Ή συγκέντρωση του κεφαλαίου σέ κεντρικές ζώνες δημιούργησε τήν οικονομική βάση καί τό πολιτικό κίνητρο τής δημιουργίας σχετικά ισχυρών κρατικών μηχανισμών, πού άνάμεσα στίς πολλές τους ιδιότητες ήταν νά εξασφαλίζουν δτι οι κρατικοί μηχανισμοί τών περιφερειακών ζω-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
39
νών γίνονταν ή παρέμεναν σχετικά ανίσχυροι. Μπορούσαν λοιπόν να πιέσουν τίς περιφερειακές κρατικές δομές να δεχτούν ή ακόμη καί να προωθήσουν, μέσα στα δρια της έπικράτειάς τους, την εξειδίκευση σέ εργασίες πού βρίσκονταν χαμηλά στην ιεραρχία των έμπορευματικών αλυσίδων, χρησιμοποιώντας χαμηλά άμειβόμενη έργατική δύναμη καί δημιουργώντας (ένδυναμώνοντας) τίς συναφείς δομές-νοικοκυριά, ώστε νά είναι δυνατό νά επιβιώσει ή χαμηλά άμειβόμενη έργατική δύναμη. Μ' αυτόν τόν τρόπο, ό ιστορικός καπιταλισμός πράγματι δημιούργησε τά ονομαζόμενα ιστορικά επίπεδα μισθών, πού κατέληξαν νά είναι σέ συνταρακτικό βαθμό άποκλίνοντα άνά τίς διάφορες ζώνες τού κοσμοσυστήματος. Είπαμε ότι αύτή ή διαδικασία ήταν καλυμμένη. Μ' αύτό έννοούμε πώς οι πραγματικές τιμές φαίνονταν νά είναι αντικείμενα διαπραγμάτευσης σέ μία παγκόσμια άγορά, στή βάση απρόσωπων οικονομικών δυνάμεων. Ό τεράστιος μηχανισμός της λανθάνουσας δύναμης (πού άποκαλυπτόταν σποραδικά σέ πολέμους καί άποικισμούς) δέν ήταν άνάγκη νά βγαίνει στήν επιφάνεια σέ κάθε ξεχωριστή έμπορική πράξη γιά νά εξασφαλιστεί τό άνισο της άνταλλαγής. Πιό σωστά, ό μηχανισμός της δύναμης έμπαινε σέ έφαρμογή μόνο όταν υπήρχαν σημαντικές προκλήσεις σέ κάποιο επίπεδο της άνισης άνταλλαγής. 'Από τή στιγμή πού ή οξεία πολιτική σύγκρουση περνούσε, ή παγκόσμια έπιχειρηματική τάξη μπορούσε νά υποκρίνεται δτι ή οικονομία λειτουργούσε άποκλειστικά μέ τά κριτήρια της προσφοράς καί της ζήτησης, χωρίς νά άναγνωρίζει τό πώς έφτασε ιστορικά ή κοσμοοικονομία σ' ένα συγκεκριμένο σημείο προσφοράς καί ζήτησης, καί τό ποιές δομές δύναμης υποβάσταζαν σ' αύτήν τή κρίσιμη στιγμή τίς «έθιμικές» διαφοροποιήσεις στά έπίπεδα τών μισθών καί της πραγματικής ποιότητας ζωής της παγκόσμιας εργατικής δύναμης. Μπορούμε τώρα νά έπανέλθουμε στό έρώτημα γιατί νά συμβεί οποιαδήποτε έστω προλεταριοποίηση. "Ας θυμηθούμε τή θεμελιώδη άντίφαση άνάμεσα στά άτομικά συμ-
40
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
φέροντα κάθε έπιχειρηματία και τά συλλογικά συμφέροντα του συνόλου της καπιταλιστικής τάξης. Έ ξ ορισμού, ή άνιση άνταλλαγή εξυπηρετούσε τά συλλογικά συμφέροντα, όχι όμως καί πολλά άπό τά άτομικά. Έπεται ότι, ανά πάσα δεδομένη στιγμή, έκεινοι πού τά συμφέροντά τους δέν εξυπηρετούνταν άμεσα (γιά τό λόγο ότι κέρδιζαν λιγότερα άπό τούς άνταγωνιστές τους) προσπαθούσαν άδιάλειπτα νά μεταβάλλουν τά πράγματα πρός όφελός τους. Προσπαθούσαν δηλαδή νά άναμετρηθούν έπιτυχέστερα στήν άγορά, εϊτε κάνοντας τήν παραγωγή τους πιό άποδοτική εϊτε άσκώντας πολιτική επιρροή γιά νά δημιουργήσουν μιά νέα μονοπωλιακή ευκαιρία γιά τόν έαυτό τους. Ό σκληρός άνταγωνισμός άνάμεσα στους καπιταλιστές ήταν μία άπό τίς εΙδοποίούς διαφορές τού ιστορικού καπιταλισμού. 'Ακόμη καί σέ περιπτώσεις πού φαινόταν νά περιορίζεται έκούσια (μέ διευθετήσεις τύπου καρτέλ), αυτό γινόταν κυρίως έπειδή 6 κάθε άνταγωνιστής υπολόγιζε δτι ενας τέτοιος περιορισμός θά βελτιώσει τά δικά του περιθώρια κέρδους. Σ' ένα σύστημα βασισμένο στήν άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου, κανένας κοινωνός του δέν ήταν σέ θέση νά διαφύγει άπ' αυτήν τή διαρκή ώθηση πρός τή μακροπρόθεσμη δυνατότητα κέρδους, εκτός πιά άν διακινδύνευε τήν αυτοκαταστροφή του. Έτσι ή μονοπωλιακή πρακτική καί ή άνταγωνιστική παρότρυνση ήταν μιά συζευγμένη πραγματικότητα στόν ιστορικό καπιταλισμό. Κάτω άπό τέτοιες συνθήκες, είναι προφανές δτι κανένα συγκεκριμένο πρότυπο σύνδεσης των διαδικασιών παραγωγής δέν ήταν δυνατόν νά παραμείνει σταθερό. 'Ακριβώς τό άντίθετο: ήταν πάντα πρός τό συμφέρον ενός μεγάλου άριθμού τών άνταγωνιστών έπιχειρηματιών νά προσπαθούν νά μεταβάλλουν τό συγκεκριμένο πρότυπο ενός δεδομένου χώρου καί χρόνου, χωρίς νά τούς άπασχολεί βραχυπρόθεσμα ή καθολική επίδραση μιάς τέτοιας συμπεριφοράς. 'Αναμφισβήτητα, λειτουργούσε ή «άόρατος χείρ» τού "Ανταμ Σμίθ, μέ τήν έννοια δτι ή «άγορά» έθετε περιοριστικά δρια στήν άτομική συμπεριφορά, άλλά τό νά διατείνεται κανείς δτι ή έκβαση ήταν άρμονική
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
41
σημαίνει πώς εχει κάνει μια πολύ παράξενη άνάγνωση του ιστορικού καπιταλισμού. Μάλλον, ή έκβαση φαίνεται -άπό εμπειρική παρατήρηση, γιά μιά άκόμη φορά- πώς ήταν ένας έναλλασσόμενος κύκλος επεκτάσεων καί στασιμοτήτων, στό σύνολο τού συστήματος. Οι άνακυκλήσεις αυτές έχουν έπιφέρει διακυμάνσεις πού είναι τόσο σημαντικές καί τακτικές, ώστε είναι δύσκολο νά πιστέψουμε δτι δέν είναι εγγενείς στή λειτουργία τού συστήματος. Μοιάζουν νά είναι, αν μού έπιτραπεί ή μεταφορά, τό άναπνευστικό σύστημα τού καπιταλιστικού όργανισμού, πού εισπνέει καθαρτικό οξυγόνο καί έκπνέει δηλητηριώδη άπόβλητα. Οι αναλογίες είναι πάντα έπικίνδυνες, άλλά ή συγκεκριμένη μού φαίνεται εξαιρετικά κατάλληλη. Τά συσσωρευμένα άπόβλητα είναι οι οικονομικές άνεπάρκειες οι όποιες επανειλημμένα καλύπτονταν πολιτικά μέσω της διαδικασίας της άνισης άνταλλαγής, πού περιγράψαμε πιό πάνω. Τό καθαρτικό οξυγόνο είναι ή κατά τό δυνατόν άποτελεσματικότερη κατανομή των προσόδων (άποτελεσματικότερη μέ τήν έννοια δτι έπιτρέπει τήν περαιτέρω συσσώρευση τού κεφαλαίου), πού γινόταν δυνατή μέ τήν τακτική άναδιάρθρωση των εμπορευματικών άλυσίδων. Αύτό πού φαίνεται πώς συνέβαινε κάθε πενήντα χρόνια - ή περίπου τόσο- είναι δτι, στήν προσπάθεια ολο καί περισσότερων έπιχειρηματιών νά κατακτήσουν γιά τόν εαυτό τους τά πιό κερδοφόρα πλέγματα των εμπορευματικών άλυσίδων, σημειωνόταν τέτοια δυσαναλογία στίς επενδύσεις πού μιλάμε, κάπως παραπλανητικά, γιά υπερπαραγωγή. Ή μόνη λύση γι' αυτές τίς δυσαναλογίες ήταν ή άνακατάταξη τού συστήματος παραγωγής, ώστε νά επέλθει μιά περισσότερο ομαλή κατανομή· μιά λύση πού φαίνεται λογική καί άπλή, άλλά πού οι έπιπτώσεις της ήταν πάντα μεγάλες. Όδηγούσε κάθε φορά στήν παραπέρα συγκέντρωση τού κεφαλαίου σέ συνδετικούς κρίκους των έμπορευματικών άλυσίδων πού ήταν περισσότερο φραγμένοι. Αυτό είχε ώς συνέπεια τόν άποκλεισμό κάποιων επιχειρηματιών καί κάποιων έργατών (δσων δούλευαν γιά έπιχει-
42
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
ρηματιες πού εϊτε άποσύρθηκαν οριστικά ή μηχανοποίησαν περισσότερο την έπιχείρησή τους γιά νά μειώσουν τό κόστος άνά παραγόμενη μονάδα). Μιά τέτοιου είδους μεταστροφή έδινε έπίσης τη δυνατότητα στους επιχειρηματίες νά «υποβιβάζουν» κάποιες λειτουργίες στήν ιεραρχία της εμπορευματικής αλυσίδας, καί έτσι τους έπέτρεπε νά διαθέτουν τά έπενδυτικά αποθέματα καί τήν ένέργειά τους σέ νεωτερικούς συνδετικούς κρίκους τών εμπορευματικών αλυσίδων, οι όποιοι, επειδή αρχικά πρόσφεραν «σπανιότερες» εισροές, ήταν περισσότερο κερδοφόροι. Ό «υποβιβασμός» συγκεκριμένων διαδικασιών στήν ιεραρχική κλίμακα οδηγούσε έπίσης συχνά σέ μερική γεωγραφική μετατόπιση, ή οποία παρελκύστηκε ιδιαίτερα πρός τήν κατεύθυνση περιοχών χαμηλότερου έργατικού κόστους, αν καί, δσον άφορα τήν περιοχή όπου μετατοπιζόταν ή βιομηχανία, ή νέα βιομηχανία επέφερε συνήθως κάποια άνοδο τών μισθολογικών έπιπέδων γιά μερικά τμήματα της εργατικής δύναμης. Στίς μέρες μας άντικρύζουμε άκριβώς μιά τέτοια, παγκόσμιου εύρους, μαζική μετατόπιση τών βιομηχανιών αυτοκινήτων, χάλυβα καί ηλεκτρονικών, σέ όλο τόν κόσμο. Τό φαινόμενο της μετατόπισης ήταν άναπόσπαστο μέρος του ιστορικού καπιταλισμού, άπό τήν άρχή. Τρεις ήταν οι σημαντικότερες συνέπειες αυτών τών άνασχηματισμών. Ή πρώτη, ή διαρκής γεωγραφική αύτοαναδιάρθρωση τού καπιταλιστικού κοσμοσυστήματος. 'Ωστόσο, αν καί οι εμπορευματικές άλυσίδες άναδιαρθρώνονταν σημαντικά κάθε πενήντα περίπου χρόνια, τό σύστημα τών ιεραρχικά δομημένων εμπορευματικών άλυσίδων παρέμενε. Συγκεκριμένες διαδικασίες παραγωγής μετατοπίζονταν χαμηλά στήν ιεραρχία, καθώς καινούργιες εισέρχονταν στήν κορυφή. Καί ειδικές γεωγραφικές ζώνες στέγαζαν τίς όλο καί περισσότερο ιεραρχικά μεταβαλλόμενες βαθμίδες τών διαδικασιών. Μ' αύτόν τόν τρόπο, δεδομένα προϊόντα έχουν εμφανίσει «κύκλους παραγωγής», ξεκινώντας ώς προϊόντα τού κέντρου καί καταλήγοντας προϊόντα της περιφέρειας. Επιπλέον, δεδομένες περιοχές έχουν μετακινηθεί άνοδικά ή καθοδικά, άπό τήν άποψη της συγκριτικής
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
43
ευημερίας των κατοίκων τους. Άλλα τό νά ονομάσουμε αυτούς τους άνασχηματισμούς «άνάπτυξη» προϋποθέτει τό νά άποδείξουμε δτι ή συνολική πόλωση του συστήματος μειώθηκε. 'Από έμπειρική παρατήρηση, αυτό, πολύ άπλά, δεν φαίνεται νά συνέβη· μάλλον ή πόλωση έχει ιστορικά αυξηθεί. Οι γεωγραφικές μετατοπίσεις καί οι μετατοπίσεις των προϊόντων θά μπορούσαν λοιπόν νά θεωρηθούν ώς πράγματι κυκλικές. Υπήρξε ώστόσο μιά δεύτερη, άρκετά διαφορετική συνέπεια. Ή παραπλανητική μας λέξη «υπερπαραγωγή» μας άναγκάζει νά στρέψουμε τήν προσοχή μας σέ κάτι άλλο: στό γεγονός δτι τό πραγματικό πρόβλημα βρισκόταν πάντα στήν άπουσία επαρκούς, παγκόσμιας, ενεργούς ζήτησης γιά κάποια προϊόντα-κλειδιά τού συστήματος. Αύτή είναι ή περίπτωση δπου τό συμφέρον της εργατικής τάξης ταυτιζόταν μέ τό συμφέρον μιας μειοψηφίας έπιχειρηματιών. Ή εργατική δύναμη πάντα έπιδίωκε νά αύξήσει τό μέρισμά της στό πλεόνασμα, καί οι στιγμές οικονομικής κατάρρευσης τού συστήματος τήν εφοδίαζαν άφ' ένός μέ άμεσο έναυσμα καί άφ' ετέρου μέ κάποιες επιπρόσθετες εύκαιρίες γιά νά προωθήσει τόν ταξικό της άγώνα. Έ ν α ς άπό τούς πιό άποτελεσματικούς καί άμεσους τρόπους γιά νά αύξήσει ή έργατική δύναμη τό πραγματικό της εισόδημα ήταν ή παραπέρα εμπορευματοποίηση τής δικής της έργασίας. Συχνά επιδίωξε νά άντικαταστήσει μέ μισθωτή εργασία εκείνα τά τμήματα τών διαδικασιών τής παραγωγής τού νοικοκυριού πού άπέφεραν χαμηλά ποσά στό πραγματικό εισόδημα, ιδίως τά διάφορα εϊδη μικρής έμπορευματικής παραγωγής. Μία άπό τίς μεγαλύτερες δυνάμεις πίσω άπό τήν προλεταριοποίηση ήταν ή ιδια ή παγκόσμια έργατική δύναμη. Είχε καταλάβει, συχνά πολύ καλύτερα άπό τούς αύτοαποκαλούμενους θεωρητικούς έκπροσώπους της, πόσο μεγαλύτερη είναι ή εκμετάλλευση στά ήμιπρολεταριακά άπ' δ,τι στά περισσότερα πλήρως προλεταριοποιημένα νοικοκυριά. Είναι σέ στιγμές στασιμότητας πού μερικοί ιδιοκτήτες τών μέσων παραγωγής, εν μέρει άνταποκρινόμενοι σέ πο-
44
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
λιτικές πιέσεις της εργατικής δύναμης καί εν μέρει πιστεύοντας δτι διαρθρωτικές άλλαγές στις παραγωγικές σχέσεις θα τούς ενδυναμώσουν στόν άνταγωνισμό, ένωσαν τις δυνάμεις τους, καί στο χώρο της παραγωγής καί στην πολιτική σκηνή, γιά να πιέσουν γιά παραπέρα προλεταριοποίηση κάποιου περιορισμένου τμήματος τής εργατικής δύναμης, σέ κάποιο τόπο. Είναι αυτή ή διαδικασία πού μας δίνει τό κλειδί γιά νά κατανοήσουμε τό γιατί αυξήθηκε ή προλεταριοποίηση έστω καί στο ελάχιστο, δεδομένου δτι ή προλεταριοποίηση οδήγησε μακροπρόθεσμα σέ μείωση τών περιθωρίων κέρδους στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία. Μέσα σ' αυτό τό πλαίσιο πρέπει νά εντάξουμε τή διαδικασία τής τεχνολογικής έξέλιξης, ή όποία μπορεί νά έκληφθεϊ λιγότερο ώς κινητήρια δύναμη καί περισσότερο ώς επακόλουθο του ιστορικού καπιταλισμού. Κάθε μεγάλη τεχνολογική «καινοτομία» ήταν ή δημιουργία κατά κύριο λόγο νέων, «σπανιζόντων» καί γι' αυτό υψηλά προσοδοφόρων προϊόντων, καί κατά δεύτερο λόγο διαδικασιών πού μείωναντό έργατικό κόστος. ^Ηταν άντιδράσεις στίς καθοδικές πορείες τών οικονομικών κύκλων, τρόποι νά άξιοποιήσει κανείς τίς «εφευρέσεις» γιά νά συνεχιστεί ή διαδικασία τής συσσώρευσης του κεφαλαίου. Χωρίς άμφιβολία, αυτές οι καινοτομίες συχνά επηρέαζαν τήν ισχύουσα οργάνωση παραγωγής. 'Ιστορικά, έσπρωχναν πρός τό συγκεντρωτισμό πολλών εργασιακών διαδικασιών (του εργοστασίου, τής γραμμής συναρμολόγησης). 'Αλλά παράλληλα είναι πολύ εύκολο νά μεγαλοποιήσει κανείς τό μέγεθος τής έξέλιξης. Οι διαδικασίες συγκέντρωσης τών άμεσα υλικών καθηκόντων τής παραγωγής έχουν συχνά διερευνηθεί, χωρίς νά έξετάζονται ώς άντιδράσεις στίς διαδικασίες άποκέντρωσης. Αυτό γίνεται μοναδική άλήθεια, δταν δούμε τήν τρίτη συνέπεια τών κυκλικών άνασχηματισμών. Σημειωτέον δτι, μιά καί έχουν ήδη άναφερθεϊ οι δύο συνέπειες, έχουμε νά έξηγήσουμε ένα φαινομενικό παράδοξο. 'Από τή μιά μεριά, μιλάμε γιά συνεχή συγκέντρωση του συσσωρευμένου
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
45
κεφαλαίου στα πλαίσια της ιστορικής πόλωσης στην κατανομή. Τήν ϊδια στιγμή, ώστόσο, μιλάμε για μια άργή άλλά σταθερή διαδικασία προλεταριοποίησης, ή οποία στήν πραγματικότητα, όπως υποστηρίζουμε, κατέβαζε τά επίπεδα κέρδους. Μια εύκολη διέξοδος θά ήταν νά ισχυριστούμε ότι ή πρώτη διαδικασία ήταν άπλα ευρύτερη άπό τή δεύτερη, τό όποιο είναι άλήθεια. Επιπλέον, όμως, ή μείωση στά περιθώρια κέρδους, άποτέλεσμα τής αυξανόμενης προλεταριοποίησης, έχει μέ τό παραπάνω άντισταθμιστεϊ, μέχρι σήμερα, άπό έναν πρόσθετο μηχανισμό πού κινείται πρός τήν άντίθετη κατεύθυνση. Μιά άκόμη εύκολη έμπειρική παρατήρηση πού μπορούμε νά κάνουμε γιά τόν ιστορικό καπιταλισμό είναι δτι τό γεωγραφικό του μήκος καί πλάτος επεκτεινόταν σταθερά μέ τό πέρασμα του χρόνου. Γιά μιά άκόμη φορά, ή εξήγηση γι' αυτό βρίσκεται στήν ϊδια τήν έξελικτική πορεία τής διαδικασίας. Ή ένσωμάτωση νέων ζωνών στόν κοινωνικό καταμερισμό εργασίας τού ιστορικού καπιταλισμού δέν συνέβη σέ μιά στιγμή. Στήν πραγματικότητα συνέβη μέ περιοδικά ξεσπάσματα, αν καί κάθε διαδοχική επέκταση φαινόταν νά είναι περιορισμένης εμβέλειας. 'Αναμφίβολα μέρος τής έξήγησης βρίσκεται σ' αυτήν καθεαυτή τήν τεχνολογική άνάπτυξη τού ιστορικού καπιταλισμού. Βελτιώσεις στίς μεταφορές, στίς έπικοινωνίες καί στούς έξοπλισμούς έκαναν λιγότερο δαπανηρή τήν ένσωμάτωση περιοχών πού άπείχαν όλο καί περισσότερο άπό τίς κεντρικές ζώνες. "Όμως μιά τέτοια έξήγηση μας έφοδιάζει στή καλύτερη περίπτωση μέ μιά άναγκαία, άλλά όχι ικανή συνθήκη γιά νά εξηγήσουμε αύτήν τή διαδικασία. Έχει υποστηριχθεί δτι ή έξήγηση βρίσκεται στή διαρκή άναζήτηση νέων άγορών, όπου θά μπορούσαν νά πραγματοποιηθούν τά κέρδη τής καπιταλιστικής παραγωγής. Ώστόσο αύτή ή έξήγηση δέν συμβαδίζει μέ τά ιστορικά γεγονότα. Περιοχές έξω άπό τήν επικράτεια τού ιστορικού καπιταλισμού ήταν στό σύνολό τους άπρόθυμες νά άγοράσουν τά προϊόντα του, έν μέρει επειδή δέν ήταν «χρήσιμα» στά πλαίσια τού δικού τους οικονομικού συστήματος καί
46
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
έν μέρει γιατί συχνά στερούνταν τα άπαραίτητα χρήματα να τα άγοράσουν. Όμολογουμένως υπάρχουν έξαιρέσεις. Γενικά όμως ήταν ό καπιταλιστικός κόσμος έκείνος πού επιζητούσε προϊόντα της εξωτερικής του ζώνης, και όχι άντίστροφα. Όποτεδήποτε συγκεκριμένες περιοχές κατακτήθηκαν στρατιωτικά, οι καπιταλιστές έπιχειρηματίες έκαναν μονίμως παράπονα γιά τήν άπουσία πραγματικών αγορών στους χώρους αυτούς, καί ενεργούσαν μέσω τών αποικιοκρατικών κυβερνήσεων γιά νά «διαμορφώσουν προτιμήσεις». Πολύ απλά, ή άναζήτηση άγορών ώς έξήγηση στερείται ερεισμάτων. Μιά πιό άληθοφανής έξήγηση είναι ή άναζήτηση εργατικής δύναμης χαμηλού κόστους. Αύτό πού ιστορικά συνέβαινε είναι ότι, ούσιαστικά, κάθε νέα ζώνη πού ενσωματωνόταν στήν κοσμοοικονομία καθιέρωνε επίπεδα πραγματικής άμοιβής πού βρίσκονταν στό χαμηλότερο σημείο στήν ιεραρχία τών μισθολογικών έπιπέδων τού κοσμοσυστήματος. Στήν πραγματικότητα οι νέες ζώνες δέν είχαν κι ούτε παροτρύνθηκαν στό ελάχιστο νά άναπτύξουν πλήρως προλεταριοποιημένα νοικοκυριά. 'Αντίθετα, ή πολιτική τών άποικιακών κρατών (καθώς καί τών άναδιαρθρωμένων ήμιαποικιακών κρατών στίς ενσωματωμένες περιοχές πού τυπικά δέν ήταν άποικίες) φαίνεται πώς ήταν άκριβώς προδιαγραμμένη ώστε νά προωθήσει τή δημιουργία τού κλασικού ήμιπρολεταριακού νοικοκυριού, τό όποιο, όπως είδαμε, έκανε δυνατή τήν ύπαρξη ένός δσο τό δυνατόν κατώτερου μισθολογικού ορίου. "Ενα τυπικό δείγμα κρατικής πολιτικής άφορούσε συνδυαστικούς φορολογικούς μηχανισμούς, πού έξανάγκαζαν κάθε νοικοκυριό νά άπασχοληθεί σέ κάποια μισθωτή εργασία καί, παράλληλα, ή επέβαλλαν άναγκαστική αποσύνδεση στά μέλη τού νοικοκυριού ή εθεταν περιορισμούς στή μετακίνησή τους, ετσι ώστε νά μειωθεί σημαντικά ή δυνατότητα πλήρους προλεταριοποίησης. "Αν προσθέσουμε στήν άνάλυσή μας τήν παρατήρηση ότι οι νέες ενσωματώσεις στό κοσμοσύστημα τού καπιταλισμού εμφάνιζαν μιά τάση συντονισμού μέ τίς φάσεις στα-
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
47
σιμότητας στην κοσμοοικονομια, γίνεται φανερό ότι ή γεωγραφική έξάπλωση του κοσμοσυστήματος, με την ένσωμάτωση νέας έργατικής δύναμης προορισμένης να είναι ήμιπρολεταριοποιημένη, λειτουργούσε ώς άντιστάθμισμα στη διαδικασία της αυξανόμενης προλεταριοποίησης πού μείωνε τό κέρδος. Τό φαινομενικό παράδοξο εξαφανίζεται. Ή επίδραση πού ειχε ή προλεταριοποίηση στη διαδικασία της πόλωσης έχει άμβλυνθει, ϊσως κάτι παραπάνω άπό άμβλυνθει -τουλάχιστον μέχρι σήμερα- άπό τήν επίδραση των ενσωματώσεων. Επιπλέον, οι εργοστασιακού τύπου εργασιακές διαδικασίες ήταν, ώς ποσοστιαία αναλογία τού δλου, λιγότερο εξαπλωμένες άπ' δ,τι έχει συνήθως υποστηριχθεί, δεδομένου δτι ό παρονομαστής της έξίσωσης αύξανόταν σταθερά. 'Αφιερώσαμε πολύ χρόνο γιά νά περιγράψουμε τό πώς λειτούργησε ό ιστορικός καπιταλισμός άποκλειστικά στόν οικονομικό χώρο. Είμαστε τώρα έτοιμοι νά εξηγήσουμε τό γιατί άναδύθηκε ό καπιταλισμός ώς ιστορικό σύστημα, μιά εξήγηση πού δέν είναι τόσο εύκολη, δσο έχει συχνά θεωρηθεί. Ά π ό πρώτη ματιά, άπέχοντας πολύ άπό τό νά είναι ένα «φυσικό» σύστημα, όπως μερικοί άπολογητές του προσπάθησαν νά υποστηρίξουν, ό ιστορικός καπιταλισμός είναι ολοφάνερα ένα σύστημα παραλογισμού. Κάποιοι συσσωρεύουν κεφάλαιο γιά νά συσσωρεύσουν άκόμη περισσότερο. Οί καπιταλιστές μοιάζουν σάν τά άσπρα ποντίκια στή ρόδα, πού τρέχουν δλο καί πιό γρήγορα, γιά νά τρέξουν άκόμη πιό γρήγορα. Σ' αυτήν τή διαδικασία, άναμφίβολα, κάποιοι ζούν καλά, άλλά κάποιοι άλλοι άσχημα* άλλά κι έκεινοι πού ζούν καλά, πόσο καλά, καί γιά πόσο καιρό; Ό σ ο περισσότερο τό σκέφτομαι, μού φαίνεται δλο καί πιό παράλογο. 'Όχι μόνο έχω τήν πεποίθηση δτι ή συντριπτική πλειοψηφία τού παγκόσμιου πληθυσμού ευημερεί άπό υλική άποψη, άντικειμενικά καί υποκειμενικά, λιγότερο σέ σύγκριση μέ τά προηγούμενα ιστορικά συστήματα, άλλά, δπως θά δούμε, νομίζω δτι είναι σέ χειρότερη κατάστασή^καί άπό πολιτική άποψη. Τόσο διαποτισμένοι είμα-
48
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
στε δλοι μας άπό τήν αύτοεπιβεβαιωνόμενη ιδεολογία της προόδου, διαπλασμένη άπ' αυτό τό ιστορικό σύστημα, πού μας φαίνεται δύσκολη άκόμη καί ή αναγνώριση των τεράστιων ιστορικών άρνητικών του συστήματος. Άκόμη καί ένας τόσο ένθερμος κατήγορος του ιστορικού καπιταλισμού σαν τόν Κάρλ Μαρξ έδωσε μεγάλη έμφαση στόν ιστορικά προοδευτικό του ρόλο. Μέ τό όποιο δεν συμφωνώ καθόλου, εκτός πιά αν κανείς μέ τόν όρο «προοδευτικός» εννοεί εκείνο πού είναι ιστορικά έπόμενο καί του οποίου ή γένεση μπορεί νά εξηγηθεί μέ κάτι πού προηγήθηκε. Ό ισολογισμός του ιστορικού καπιταλισμού, στόν οποίο θά επανέλθω, είναι πιθανόν περίπλοκος, ό άρχικός δμως υπολογισμός στό επίπεδο της διανομής τών υλικών άγαθών καί τού έπιμερισμού ένεργειών είναι, κατά τή γνώμη μου, πράγματι πολύ άρνητικός. Έ ά ν αύτό άληθεύει, γιατί νά εμφανιστεί ένα τέτοιο σύστημα; "Ισως, άκριβώς γιά νά έκπληρώσει αύτόν τό σκοπό. Τί πιό εύλογο άπό μιά συλλογιστική πορεία, πού διατείνεται δτι ή εξήγηση γιά τήν καταγωγή ένός συστήματος βρίσκεται στήν επίτευξη ένός σκοπού πού πράγματι επιτεύχθηκε; Βέβαια, ή σύγχρονη έπιστήμη μας έχει άπομακρύνει άπό τήν άναζήτηση τών τελικών αιτίων καί άπό κάθε άναζήτηση σκοπιμότητας (ειδικά μιά καί άπό τή φύση τους είναι πολύ δύσκολο νά άποδειχθούν έμπειρικά). Ή σύγχρονη έπιστήμη δμως καί ό ιστορικός καπιταλισμός βρίσκονται σέ στενή συμμαχία, δπως ξέρουμε* γι' αύτό πρέπει νά άμφιβάλλουμε γιά τή φερεγγυότητα της έπιστήμης στό άκόλουθο άκριβώς πρόβλημα: τή μέθοδο γιά τή γνώση της καταγωγής τού ιστορικού καπιταλισμού. Ε π ι τρέψτε μου λοιπόν νά σκιαγραφήσω μιά ιστορική έξήγηση της καταγωγής τού ιστορικού καπιταλισμού, χωρίς προσπάθεια νά άναπτύξω εδώ τήν εμπειρική βάση γιά τό έπιχείρημά μου. Στόν κόσμο τού δέκατου τέταρτου καί δέκατου πέμπτου αιώνα, ή Ευρώπη ήταν ό χώρος ένός κοινωνικού καταμερισμού της έργασίας πού συγκριτικά μέ άλλες περιοχές τού κόσμου ήταν, όσον άφορα τίς παραγωγικές δυνάμεις, τή
Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
49
συνοχή τού ιστορικού της συστήματος καί τή σχετική κατάσταση της άνθρώπινης γνώσης, μιά ένδιάμεση ζώνη οΰτε τόσο προηγμένη δσο κάποιες περιοχές της, οΰτε τόσο πρωτόγονη, δσο κάποιες άλλες. Ό Μάρκο Πόλο, άξίζει νά θυμηθούμε, ερχόμενος από μιά άπό τις πιό πολιτιστικά καί οικονομικά «προηγμένες» ύποπεριοχές της Ευρώπης, είχε μείνει έκπληκτος μέ δ,τι συνάντησε στά 'Ασιατικά του ταξίδια. Ή οικονομική σκηνή της φεουδαλικής Ευρώπης διερχόταν έκείνη τήν έποχή μιά πολύ σημαντική, έσωτερικά γεννημένη κρίση, πού συντάραζε τά κοινωνικά της θεμέλια. Οί άρχουσες τάξεις της άλληλοεξολοθρεύονταν μέ ταχύ ρυθμό, ενώ παράλληλα τό σύστημα γαιοκτησίας (ή βάση της οικονομικής της δομής) χαλάρωνε, καθώς έμφανιζόταν μιά σημαντική άναδιοργάνωση κινούμενη πρός τήν κατεύθυνση μιας κατά πολύ περισσότερο έξισωτικής κατανομής άπ' δ,τι ήταν μέχρι τότε ό κανόνας. Επιπλέον, οί μικροί αγρότες καλλιεργητές παρουσίαζαν μεγάλη άποδοτικότητα ώς παραγωγοί. Οί πολιτικές δομές εξασθενούσαν συνολικά, καί ή συνεχής τους άπασχόληση μέ τούς άλληλοκτόνους άγώνες των πολιτικά ισχυρών σήμαινε δτι λίγος χρόνος άπέμενε στή διάθεσή τους γιά νά άναχαιτίσουν τήν αυξανόμενη δύναμη τής μάζας τού πληθυσμού. Ή ιδεολογική συνεκτική δύναμη τού Καθολικισμού βρισκόταν σέ μεγάλη δοκιμασία, καθώς ίσονομιστικά κινήματα άναδύονταν μέσα άπό τούς ίδιους τούς κόλπους τής Εκκλησίας. Όντως τά πράγματα κατέρρεαν. Έ ά ν ή Εύρώπη συνέχιζε στόν δρόμο πού πορευόταν, είναι δύσκολο νά πιστέψουμε δτι τά πρότυπα τής μεσαιωνικής φεουδαλικής Εύρώπης μέ τό αυστηρά ιεραρχικό σύστημα των «τάξεων» ήταν δυνατό νά άνασυγκροτηθούν. Πολύ πιθανότερο νά είχε εξελιχθεί ή Εύρωπαϊκή φεουδαλική κοινωνική δομή πρός ενα σύστημα σχετικά ισοδύναμων μικρών παραγωγών, πού θά ισοπέδωναν περισσότερο τήν άριστοκρατία καί θά άποκέντρωναν περισσότερο τίς πολιτικές δομές. Τό αν αύτό θά ήταν -καί τό γιά ποιόν θά ήταν- καλό ή κακό, είναι ενα ζήτημα θεώρησης καί μικρής σημασίας.
50
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Είναι δμως προφανές δτι μιά τέτοια προοπτική θά προκάλεσε φρίκη στις άρχουσες τάξεις της Ευρώπης, θά τους προκάλεσε φρίκη καί θά τίς κατατρόμαξε, ιδιαίτερα καθώς αισθάνονταν καί την ιδεολογική τους πανοπλία νά άποσυντίθεται. Χωρίς νά προτείνουμε πώς δ,τι έγινε ήταν άποτέλεσμα συνειδητών προσπαθειών, συγκρίνοντας τήν Ευρώπη του 1650 μέ τήν Ευρώπη του 1450, μπορούμε νά παρατηρήσουμε δτι συνέβησαν τά άκόλουθα. Μέχρι τό 1650, οι βασικές δομές του ιστορικού καπιταλισμού, ώς ένός βιώσιμου κοινωνικού συστήματος, είχαν εδραιωθεί καί σταθεροποιηθεί. Ή τάση προς τήν εξίσωση τών αμοιβών ειχε δραστικά άνατραπεϊ. Οι άρχουσες τάξεις είχαν γιά μιά άκόμη φορά στενό έλεγχο της πολιτικής καί της ιδεολογίας. Υπήρχε ένας λογικά υψηλός βαθμός συνέχειας μεταξύ τών οικογενειών πού ήταν ανώτερη τάξη τό 1450 καί εκείνων πού ήταν άνώτερη τάξη τό 1650. Ε π ι πλέον, αν κανείς άντικαταστήσει τό 1650 μέ τό 1900, άνακαλύπτει πώς οι περισσότερες άπό τίς συγκρίσεις μέ τό 1450 ισχύουν. Μόνο στόν εικοστό αιώνα υπήρξαν κάποιες σημαντικές τάσεις πρός μιά διαφορετική κατεύθυνση, ένα σημάδι, όπως θά δούμε, δτι τό ιστορικό σύστημα τού καπιταλισμού, μετά άπό τετρακόσια μέ πεντακόσια χρόνια άνθησης, είχε φτάσει τελικά σέ μιά διαρθρωτική κρίση. Μπορεί κανείς νά μήν εξωτερίκευσε ενσυνείδητα τήν πρόθεση, άλλά εκείνο πού σίγουρα συνέβη είναι δτι ή έγκαθίδρυση τού ιστορικού καπιταλισμού ώς κοινωνικού συστήματος άνέτρεψε ριζικά τήν τάση πού τρόμαζε τίς άνώτερες τάξεις καί τοποθέτησε στή θέση της κάποια άλλη πού έξυπηρετούσε τά συμφέροντά της άκόμη καλύτερα. Είναι τόσο παράλογο αύτό; Μόνο γιά όσους υπήρξαν θύματά της.
ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ: ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
Ή ατέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου ώς αυτοσκοπός φαίνεται, σέ μιά πρώτη ματιά, σάν ένας κοινωνικός παραλογισμός. Έχει, παρ' δλα αυτά τους συνήγορούς της, πού κατά κανόνα την υποστηρίζουν στή βάση των μακροπρόθεσμων κοινωνικών όφελών, στά όποια προτίθεται νά καταλήξει. Θά συζητήσουμε άργότερα σέ ποιό βαθμό τά κοινωνικά αυτά οφέλη είναι πραγματικά. 'Ωστόσο, πέρα από οποιαδήποτε συλλογικά οφέλη, είναι σαφές δτι ή συσσώρευση του κεφαλαίου προσφέρει σέ πολλά άτομα (ή/καί μικρές ομάδες) τή δυνατότητα καί τήν ευκαιρία νά καταναλώνουν πολύ περισσότερο. Τό αν ή αυξημένη κατανάλωση βελτιώνει στήν πραγματικότητα τήν ποιότητα ζωής των καταναλωτών είναι ενα άλλο ζήτημα, πού επίσης μεταθέτουμε γιά άργότερα. Ή πρώτη ερώτηση πού μπορούμε νά άπευθύνουμε είναι ή έξης: ποιός καρπώνεται τά άμεσα άτομικά οφέλη; Νομίζω δτι δλοι θά συμφωνούσαμε πώς οι περισσότεροι άνθρωποι δέν περιμένουν νά άποτιμήσουν τά μακροπρόθεσμα οφέλη καί τήν ποιότητα ζωής πού προκύπτει άπό τήν κατανάλωση (σέ συλλογικό ή άτομικό επίπεδο) γιά νά καταλήξουν στό συμπέρασμα δτι άξίζει νά παλέψουν γιά τά άμεσα άτομικά οφέλη, πού είναι τόσο προφανώς διαθέσιμα. Πράγματι, αυτό τό σημείο είναι ό άξονας του πολιτικού άγώνα στόν ιστορικό καπιταλισμό. Καί αυτό, όντως, είναι
52
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
πού έννοούμε όταν λέμε δτι ό ιστορικός καπιταλισμός είναι ενας υλικός πολιτισμός. Ά π ό υλικής πλευράς, όχι μόνο οι άμοιβές ήταν μεγαλύτερες για όσους είχαν τό προβάδισμα, αλλά και οι διαφοροποιήσεις στις υλικές άμοιβές, άνάμεσα στήν κορυφή και τό κατώτερο σημείο, καί ήταν μεγάλες καί γίνονταν μεγαλύτερες μέ τό πέρασμα του χρόνου, στό σύνολο του κοσμοσυστήματος. Έχουμε ήδη άναφερθεί στις οικονομικές διαδικασίες πού έξηγούν τήν πόλωση στήν κατανομή των άμοιβών. Τώρα θά στρέψουμε τήν προσοχή μας στό πώς έχουν έλιχθεί οι άνθρωποι μέσα σ' αυτό τό οικονομικό σύστημα, γιά νά κερδίσουν οι ϊδιοι τά πλεονεκτήματα καί, έπομένως, νά τά στερήσουν άπό τούς άλλους. Θά εξετάσουμε έπίσης πώς ελίχθηκαν εκείνοι πού υπήρξαν θύματα της δυσανάλογης κατανομής, πρώτα-πρώτα γιά νά μειώσουν στό ελάχιστο τίς άπώλειές τους μέσα στά πλαίσια λειτουργίας του συστήματος, καί, έπειτα, γιά νά άλλάξουν αυτό τό σύστημα, πού ήταν ό υπεύθυνος γιά τέτοιες καταφανείς άδικίες. Μέ ποιό τρόπο οι άνθρωποι, οι ομάδες τών άνθρώπων, διεξήγαν τούς πολιτικούς τους άγώνες στόν ιστορικό καπιταλισμό; Ή πολιτική άφορα τήν άλλαγή τών σχέσεων έξουσίας πρός μιά κατεύθυνση πιό ευνοϊκή γιά τά συμφέροντα κάποιου, καί, κατά συνέπεια, αναπροσανατολίζει τίς κοινωνικές διαδικασίες. Γιά μιά επιτυχή έκβαση χρειάζεται ή άνεύρεση μοχλών άλλαγής, πού νά επιτρέπουν τό καλύτερο άποτέλεσμα γιά τή μικρότερη δαπάνη. Ή δομή του ιστορικού καπιταλισμού ήταν τέτοια ώστε οι πιό άποτελεσματικοί μοχλοί πολιτικής διευθέτησης νά είναι οί κρατικές δομές, πού ή ιδιόμορφη συγκρότηση τους ήταν αυτή καθεαυτή ένα άπό τά βασικά θεσμικά επιτεύγματα του ιστορικού καπιταλισμού, δπως έχουμε ήδη διαπιστώσει. Δέν είναι τυχαίο δτι ό έλεγχος τής κρατικής έξουσίας, ή κατάκτηση τής κρατικής έξουσίας, άν ήταν άπαραίτητο, ήταν ό κύριος στρατηγικός στόχος δλων τών πρωταγωνιστών τής πολιτικής σκηνής, σέ δλη τήν ιστορική εμπειρία του σύγχρονου καπιταλισμού.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_53
Ό ρόλος της κρατικής έξουσιας γιά τις οικονομικές διαδικασίες είναι άποφασιστικής σημασίας καί, άκόμη καί άν οριστεί πολύ περιορισμένα, άποκτά έντυπωσιακές διαστάσεις άπό τη στιγμή πού θά εξετάσει κανείς άπό κοντά πώς έχει λειτουργήσει τό σύστημα στήν πραγματικότητα. Τό πρώτο καί πλέον στοιχειώδες στοιχείο τής κρατικής εξουσίας ήταν ή κυριαρχία του κράτους μέσα στά δρια τής έπικράτειάς του. Τά κράτη είχαν έδαφικά δρια. Αυτά τά σύνορα ήταν νομικά καθορισμένα, έν μέρει μέ νομοθετικές διακηρύξεις άπό τή μεριά του ένδιαφερόμενου κράτους καί έν μέρει μέ διπλωματική άναγνώριση άπό τή μεριά τών άλλων κρατών. Χωρίς άμφιβολία, τά σύνορα είναι δυνατόν νά διαμφισβητηθούν - κάτι πού συνέβαινε συχνά καί πού σημαίνει ότι οι δύο πηγές τής νομικής άναγνώρισης (τό ϊδιο τό κράτος καί τά άλλα κράτη) βρίσκονταν σέ σύγκρουση. Τέτοιου είδους διαφορές έπιλύονταν τελικά είτε μέ έπιδικάσεις ειτε μέ τή βία (πού κατέληγε σέ συναίνεση). Πολλές προστριβές διατηρούσαν μιά λανθάνουσα μορφή γιά πολύ μακρές χρονικές περιόδους, άν καί έλάχιστες έπιβίωναν περισσότερο άπό μία γενιά. Έκεινο πού έχει παίξει άποφασιστικό ρόλο είναι ή συνεχής ιδεολογική πεποίθηση, άπ' δλες τίς πλευρές, δτι τέτοιου είδους προστριβές μπορούν νά έπιλυθούν, καί θά έπιλυθούν, τελικά. Τό έννοιολογικά άνεπίτρεπτο στό σύστημα του σύγχρονου κράτους ήταν ή ρητή άναγνώριση μόνιμα έπικαλυπτόμενων δικαιοδοσιών. Ή έννοια τής έθνικής κυριαρχίας βασιζόταν στήν 'Αριστοτελική άρχή του άποκλειόμενου μέσου. Αυτό τό νομικο-φιλοσοφικό δόγμα έκανε δυνατή τήν άνάθεση άρμοδιοτήτων γιά τόν έλεγχο τής κίνησης στά σύνορα, γιά νά έλέγχεται δηλαδή τί εισέρχεται καί τί εξέρχεται άπό δεδομένα κράτη. Κάθε κράτος είχε επίσημα δικαιοδοσία πάνω στά σύνορά του γιά τήν κίνηση τών άγαθών, του χρηματικού κεφαλαίου καί τής εργατικής δύναμης. Έτσι κάθε κράτος μπορούσε ώς ένα βαθμό νά έπηρεάζει τό πώς λειτουργούσε ό κοινωνικός καταμερισμός τής εργασίας στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία. Ε π ι πλέον, κάθε κράτος μπορούσε συνεχώς νά προσαρμόζεται
54
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
στους μηχανισμούς αυτής της λειτουργίας, αλλάζοντας, άπλώς και μόνο, τους κανόνες πού καθόριζαν τη ροή των συντελεστών παραγωγής μέσα στα σύνορα του. Συνήθως συζητάμε γι' αυτούς τούς συνοριακούς έλεγχους άπό τή σκοπιά τής άντινομίας άνάμεσα στήν όλική απουσία έλέγχου (έλεύθερο έμπόριο) καί τήν όλική απουσία έλεύθερης κίνησης (αυτάρκεια). Στήν πραγματικότητα, στίς περισσότερες χώρες, τίς περισσότερες χρονικές στιγμές, ή πολιτική τών κρατών βρισκόταν στήν πράξη άνάμεσα στά δύο άκρα. Επιπλέον, οι πολιτικές έπιλογές πού υιοθετήθηκαν γιά τήν κίνηση τών άγαθών, του χρηματικού κεφαλαίου καί τής εργατικής δύναμης, διέφεραν μεταξύ τους κατά ένα πολύ συγκεκριμένο τρόπο: σέ γενικές γραμμές, ή μετακίνηση τής έργατικής δύναμης δεχόταν περισσότερους περιορισμούς άπ' δ,τι ή διακίνηση τών άγαθών καί του χρηματικού κεφαλαίου. Γιά έναν δεδομένο παραγωγό, πού βρίσκεται τοποθετημένος σέ κάποιο σημείο μιάς εμπορευματικής άλυσίδας, ή έλευθερία κίνησης είναι επιθυμητή τή στιγμή πού ό παραγωγός αυτός είναι οικονομικά άνταγωνιστικός πρός άλλους παραγωγούς τών ϊδιων άγαθών, στήν παγκόσμια άγορά. "Αν δέν υπάρχει έλευθερία κίνησης, οι διάφοροι τελωνειακοί περιορισμοί σέ βάρος τών άνταγωνιστών παραγωγών μπορεί νά αυξήσουν τό κόστος τους καί νά ευνοήσουν κάποιον άλλο παραγωγό, πού κάτω άπό διαφορετικές συνθήκες θά ήταν λιγότερο έπιτυχημένος. Καί μιά καί, εξ ορισμού, ή πλειοψηφία είναι λιγότερο άποτελεσματική άπό τή μειοψηφία σέ μιά άγορά δπου υπάρχουν πολλαπλοί παραγωγοί γιά κάθε άγαθό, υπήρχε πάντα μιά μόνιμη πίεση γιά έμποριοκρατικούς περιορισμούς στήν έλευθερία κίνησης στά σύνορα. 'Ωστόσο μιά καί ή μειοψηφία, πού είναι περισσότερο ικανή, είναι μέν πλούσια καί ισχυρή, σέ σχετικό όμως βαθμό, πάντα υπήρχε μιά μόνιμη πίεση πρός τήν άντίθετη κατεύθυνση -άπό τή μεριά τής πλειοψηφίας-, δηλαδή μιά πίεση γιά τό άνοιγμα τών συνόρων ή, πιό ειδικά, γιά τό άνοιγμα μερικών συνόρων. Επομένως, ή πρώτη μεγάλη διαμάχη -μιά διαμάχη άνελέητη καί διαρκής- άφο-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_55
ρούσε την πολιτική των κρατών για τά σύνορα. Επιπλέον, μια καί κάθε δεδομένη ομάδα παραγωγών (ιδιαίτερα όμως οί μεγάλοι καί ισχυροί) θιγόταν άμεσα από τίς πολιτικές επιλογές τών κρατών πάνω στό θέμα τών συνόρων, καί μάλιστα όχι μόνο τών κρατών στά όποια είχαν εγκαταστήσει τήν οικονομική τους βάση (καί τών οποίων πιθανόν νά ήσαν πολίτες), άλλά καί πολλών άλλων κρατών, δεδομένοι οικονομικοί παράγοντες είχαν πολιτικές βλέψεις ταυτόχρονα σέ πολλά, συχνά μάλιστα σέ πάρα πολλά κράτη. Ή άντίληψη ότι ό καθένας όφειλε νά περιορίσει τήν πολιτική του άνάμειξη μόνο στό δικό του κράτος ήταν ριζικά άπαράδεκτη γιά όσους θεωρούσαν καί επιδίωκαν τήν άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου ώς αυτοσκοπό. Έ ν α ς τρόπος, βέβαια, έπηρεασμού τών κανόνων πού άφορούν τό τί μπορεί καί τό τί δέν μπορεί νά διασχίσει τά σύνορα, καί κάτω άπό ποιούς όρους, ήταν ή άλλαγή τών ύπαρχόντων συνόρων - μέ ολική ενσωμάτωση ενός κράτους άπό ένα άλλο (ενοποίηση, Anschluss, αποικισμός), μέ κατάληψη κάποιων εδαφών, μέ άπόσχιση, ή μέ άνεξαρτοποίηση τών άποικιών. Τό γεγονός ότι οί άλλαγές τών συνόρων είχαν άμεση έπίδραση στά πρότυπα τού κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία, άποτελούσε τόν άξονα της σκέψης όλων εκείνων πού τάσσονταν υπέρ ή κατά συγκεκριμένων συνοριακών μεταβολών. Τό γεγονός ότι οί ιδεολογικές κινητοποιήσεις γύρω άπό τόν καθορισμό τών έθνών μπορούσαν, σέ μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, νά κάνουν δυνατές κάποιες συγκεκριμένες συνοριακές άλλαγές, έδινε άμεσο οικονομικό περιεχόμενο στά εθνικιστικά κινήματα, στό βαθμό πού συμμετέχοντες καί άλλοι βασίζονταν στό ενδεχόμενο νά ύπάρξουν συγκεκριμένες κρατικές άποφάσεις πού θά άξιοποιήσουν τίς προτεινόμενες άλλαγές τών συνόρων. Τό δεύτερο στοιχείο της κρατικής εξουσίας, θεμελιώδους σημασίας γιά τίς λειτουργίες τού ιστορικού καπιταλισμού, ήταν τό έννομο δικαίωμα τών κρατών νά καθορίζουν, μέσα στά όρια της έπικράτειάς τους, τούς νόμους πού ρυθμίζουν τίς κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής. Οί σύγχρονες
56
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
κρατικές δομές σφετερίστηκαν αυτό τό δικαίωμα για να άνακαλούν ή να τροποποιούν οποιοδήποτε έθιμικό πλέγμα σχέσεων. Ώ ς άρχή της νομικής τους φιλοσοφίας τα κράτη, εκτός άπό τους περιορισμούς πού αύτοεπιβάλλονταν, δέν άναγνώριζαν κανένα άλλο περιοριστικό δριο στό νομοθετικό τους φάσμα. 'Ακόμη καί στήν περίπτωση πού συντάγματα συγκεκριμένων κρατών έμφανίζονταν νά άποτίουν ιδεολογικό σεβασμό σέ περιορισμούς πού πηγάζουν άπό δόγματα τής θρησκείας καί του φυσικού δικαίου, διατηρούσαν γιά κάποιο συνταγματικά καθορισμένο σώμα ή πρόσωπο τό δικαίωμα ερμηνείας αύτών τών δογμάτων. Τό δικαίωμα νά νομοθετούνται οι μορφές εργατικού έλέγχου δέν παρέμενε, έπ' ούδενί, απλώς καί μόνο στή θεωρία. Τά κράτη έκαναν συστηματικά χρήση αυτού τού δικαιώματος, συχνά κατά τρόπους πού έπέφεραν ριζικές μεταμορφώσεις στά ισχύοντα πρότυπα. "Οπως θά περιμέναμε, στόν ιστορικό καπιταλισμό, τά κράτη νομοθετούσαν έτσι ώστε νά αύξάνεται ή έμπορευματοποίηση τής εργατικής δύναμης, καταργώντας διάφορους εθιμικούς περιορισμούς σχετικά μέ τή μετακίνηση τών εργατών άπό τό ένα μέρος στό άλλο. Επιπλέον έπέβαλλαν στήν έργατική δύναμη δημοσιονομικές υποχρεώσεις, πού συχνά άνάγκαζαν ορισμένους εργάτες νά άπασχοληθούν σέ μισθωτή εργασία. Ά π ό τήν άλλη μεριά δμως, όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει, τά κράτη μέσω τών νομικών τους πράξεων άποθάρρυναν τήν πλήρη προλεταριοποίηση, θέτοντας περιορισμούς στήν κατοίκηση ή έμμένοντας στό νά διατηρήσουν οι συγγενικής μορφής όμάδες όρισμένες ύποχρεώσεις οικογενειακής προνοίας πρός τά μέλη τους. Τά κράτη έλεγχαν τίς παραγωγικές σχέσεις. 'Αρχικά νομιμοποίησαν, έπειτα έθεσαν εκτός νόμου συγκεκριμένες μορφές άναγκαστικής εργασίας (δουλεία, υποχρεώσεις δημόσιας έργασίας, σύμβαση μαθητείας, κλπ.). Δημιούργησαν κανόνες πού ρύθμιζαν τά συμβόλαια τής μισθωτής εργασίας, συμπεριλαμβάνοντας εγγυήσεις γιά τά συμβόλαια καθώς καί έλάχιστες καί μέγιστες άμοιβαίες υποχρεώσεις. Θέσπισαν τά γεωγραφικά όρια κινητικότητας τής έργατι-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_57
κής δύναμης, οχι μόνο διαμέσου των συνόρων, άλλά καί μέσα σ' αυτά. 'Όλες αυτές οί κρατικές άποφάσεις λήφθηκαν σέ άμεση συνάρτηση μέ τις οικονομικές επιπτώσεις πού θά επέφεραν στή συσσώρευση του κεφαλαίου. Αυτό μπορεί πολύ εύκολα νά επαληθευτεί μέ μιά ερευνά στόν τεράστιο άριθμό των συζητήσεων (γιά τις όποιες υπάρχουν πλήρη στοιχεία), πάνω σέ θέματα νομοθετικών ή διοικητικών εναλλακτικών έπιλογών. Επιπλέον, τά κράτη άφιέρωναν συστηματικά σημαντική ενέργεια στήν ένδυνάμωση τών διατάξεών τους σχετικά μέ τις άπείθαρχες ομάδες καί, πιό συγκεκριμένα, μέ τήν άπείθαρχη εργατική δύναμη. Οί έργάτες σπάνια άφέθηκαν έλεύθεροι νά παραβλέπουν τούς νομικούς περιορισμούς στίς πράξεις τους. 'Ακριβώς τό άντίθετο· ή έργατική εξέγερση, άτομική ή συλλογική, παθητική ή ένεργητική, προκαλούσε συνήθως μιά γρήγορη κατασταλτική άντίδραση άπό τή μεριά τών κρατικών μηχανισμών. 'Ομολογουμένως, τά οργανωμένα κινήματα της έργατικής τάξης στάθηκαν ικανά, μέ τό πέρασμα του χρόνου, νά θέσουν κάποιους περιορισμούς στήν κατασταλτική δραστηριότητα, όπως καί νά διασφαλίσουν ότι οί κρατούντες νόμοι είχαν τροποποιηθεί σέ κάποια σημεία πρός δφελός τους, αποτελέσματα, ώστόσο, πού οφείλονταν κατά κύριο λόγο στήν ικανότητα τών κινημάτων νά επηρεάζουν τήν πολιτική σύνθεση τών κρατικών μηχανισμών. Τό τρίτο στοιχείο της κρατικής έξουσίας ήταν ή έπιβολή φόρων. Ή φορολογία δέν μπορεί, μέ κανένα τρόπο, νά θεωρηθεί εφεύρεση του ιστορικού καπιταλισμού* καί οί προηγούμενες πολιτικές δομές τή χρησιμοποιούσαν ώς πηγή έσόδων γιά τούς κρατικούς μηχανισμούς. Όμως, μέ τόν ιστορικό καπιταλισμό, ή φορολογία μετατράπηκε κατά δύο τρόπους. Ένώ πρίν τά κρατικά έσοδα όφειλαν τήν προέλευσή τους σέ περιστασιακές καί βίαιες υπεξαιρέσεις άπό άτομα έντός ή εκτός της επίσημης επικράτειας του κράτους (συμπεριλαμβανομένων καί υπεξαιρέσεων άπό άλλα κράτη), στόν ιστορικό καπιταλισμό ή φορολογία έγινε ή κύρια - θ ά λέγαμε συντριπτική- τακτική πηγή τών
58
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
κρατικών έσόδων. Δεύτερο, ή φορολογία, ώς ποσοστό της συνολικής παραγόμενης ή συσσωρευμένης άξιας, αυξανόταν σταθερά κατά την ιστορική εξέλιξη τής καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. Αυτό σημαίνει ότι 6 οικονομικός ρόλος των κρατών αυξανόταν συνεχώς σέ σχέση μέ τους πόρους πού ελεγχαν, διότι οί πόροι όχι μόνο τούς επέτρεπαν νά ενισχύσουν τή συσσώρευση του κεφαλαίου, άλλά διανέμονταν καί άπ' ευθείας, συμβάλλοντας έτσι εϊτε έμμεσα είτε μέσω τής άμεσης διανομής τους στήν παραπέρα συσσώρευση του κεφαλαίου. Ή φορολογία ήταν ή εξουσία πού έπικέντρωνε τήν εχθρότητα καί τήν άντίσταση πάνω στήν ϊδια τήν κρατική δομή, έμοιαζε σάν ένα είδος άπρόσωπου κακοποιού πού ιδιοποιείται τούς καρπούς τής έργασίας τών άλλων. Εκείνο πού πρέπει πάντα νά θυμόμαστε είναι δτι υπήρχαν έξωκυβερνητικές δυνάμεις πού πίεζαν πρός ειδικές φορολογήσεις, διότι αυτή ή διαδικασία ή θά κατέληγε σέ άμεση άνακατανομή τών πόρων πρός όφελός τους, ή θά επέτρεπε στίς κυβερνήσεις τή δημιουργία έξωτερικών οικονομιών πού θά βελτίωναν τήν οικονομική τους κατάσταση, ή θά στρεφόταν έναντίον κάποιων άλλων έτσι ώστε νά ευνοηθεί οικονομικά ή πρώτη ομάδα. Έ ν όλίγοις, ή έξουσία τής φορολογίας ήταν ένας άπό τούς πιό άμεσους τρόπους γιά νά έπεμβαίνει τό κράτος άμεσα στή διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου, πρός όφελος κάποιων ομάδων καί σέ βάρος κάποιων άλλων. Οί άναδιανεμητικές έξουσίες του κράτους έχουν ώς έπί τό πλείστον συζητηθεί άπό τήν πλευρά τής εξισωτικής τους δυνατότητας. Αυτό άποτελεί τό θέμα του κράτους προνοίας. Στήν πραγματικότητα δμως ή ανακατανομή έχει ευρύτερα χρησιμοποιηθεί ώς μηχανισμός γιά νά επιφέρει πόλωση στήν κατανομή, παρά γιά νά κάνει τά πραγματικά εισοδήματα νά συγκλίνουν. Τρείς είναι οί βασικοί μηχανισμοί πού έχουν αυξήσει τήν πόλωση τών άμοιβών περισσότερο άπό τήν ήδη υπάρχουσα πόλωση, τό άποτέλεσμα τών διαδικαστικών λειτουργιών τής καπιταλιστικής άγοράς. Πρώτα άπ όλα, μέ τή φορολογική διαδικασία, οί κυβερ-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_59
νήσεις είχαν τή δυνατότητα νά συσσωρεύουν μεγάλα ποσά κεφαλαίου, τά όποια άναδιένεμαν μέσω έπίσημων έπιδοτήσεων σε άτομα ή όμάδες, ήδη κατόχους μεγάλου κεφαλαίου. Αυτές οι έπιδοτήσεις είχαν τή μορφή καθαρών επιχορηγήσεων καί συνήθως τήν πενιχρή δικαιολογία δτι άφορούν υπηρεσίες κοινής ώφελείας (ουσιαστικά, μέ υπέρμετρη άμοιβή γιά τίς υπηρεσίες αυτές). Είχαν δμως καί μιά λιγότερο ευδιάκριτη μορφή: τό κράτος άναλάμβανε τό κόστος άνάπτυξης του προϊόντος, ένα κόστος πού -υποτίθεται- θά μπορούσε νά αποσβεστεί άπό μετέπειτα κερδοφόρες πωλήσεις* τή στιγμή δμως πού ολοκληρωνόταν ή δαπανηρή αναπτυξιακή φάση,^ τό κράτος παρέδιδε τή συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας στά χέρια μή κυβερνητικών επιχειρηματιών, σέ τιμή κόστους. Δεύτερο, οι κυβερνήσεις, μέσω τυπικά νόμιμων καί συχνά νομιμοποιημένων καναλιών φορολογίας, είχαν τή δυνατότητα νά συσσωρεύουν μεγάλα ποσά κεφαλαίου, τά όποια στή συνέχεια κατέληγαν εύκολοι στόχοι γιά εύρύτατη παράνομη μέν άλλά de facto κατασπατάληση τών δημοσίων πόρων. Μιά τέτοιου είδους κλοπή τών δημοσίων εσόδων, καθώς καί οι συναφείς διεφθαρμένες διαδικασίες της ιδιωτικής φορολογίας, άποτελούσε μείζονα πηγή ιδιωτικής συσσώρευσης, σέ όλη τήν πορεία του ιστορικού καπιταλισμού. Τέλος, οι κυβερνήσεις έκαναν τίς αναδιανομές τους στούς πλούσιους εφαρμόζοντας τήν αρχή της άτομικοποίησης τού κέρδους καί της κοινωνικοποίησης τού κινδύνου. Σέ δλη τήν ιστορία τού καπιταλιστικού συστήματος, δσο μεγαλύτερος ήταν ό κίνδυνος -καί οι άπώλειες- τόσο πιθανότερο ήταν νά παρέμβουν οι κυβερνήσεις γιά τήν πρόληψη τών πτωχεύσεων καί τήν αποκατάσταση τών απωλειών, μόνο καί μόνο γιά νά άποφύγουν τόν οικονομικό σάλο. Ένώ αυτές οι εφαρμογές της άντι-εξισωτικής άνακατανομής ήταν ή έπονείδιστη πλευρά της κρατικής έξουσίας (έπονείδιστη υπό τήν έννοια οτι οι κυβερνήσεις ήταν κά1. Ένν. ή φάση ερευνάς γιά τήν ανάπτυξη του προϊόντος (Σ.τ.Μ.).
60
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
πως άμήχανες γιά αυτές τις δραστηριότητες και έπιδίωκαν να τις καλύπτουν), ή παροχή του πάγιου κοινωνικού κεφαλαίου άπό τις κυβερνήσεις εχει απροκάλυπτα προβληθεί καί, πράγματι, υποστηριχτεί ώς άπαραίτητος ρόλος τού κράτους γιά τή διατήρηση τού ιστορικού καπιταλισμού. Οι δαπάνες πού μείναν σε άποφασιστικό βαθμό τά έξοδα των πολλαπλών όμάδων τών ιδιοκτητών τών μέσων παραγωγής (δηλαδή οι δαπάνες γιά τή βασική ένέργεια, τις μεταφορές, καί τήν υποδομή πληροφοριών της κοσμοοικονομίας) αναπτύχθηκαν καί υποστηρίχθηκαν πλατιά μέ δημόσιους πόρους. Ένώ δέν υπάρχει άμφιβολία δτι τά περισσότερα άτομα έχουν άποκομίσει κάποιο όφελος άπό τό πάγιο κοινωνικό κεφάλαιο, αυτό δέν σημαίνει δτι όλοι ωφελήθηκαν εξ ϊσου. Τά πλεονεκτήματα κατανέμονταν άνισα πρός όφελος τών κατόχων ήδη μεγάλου κεφαλαίου, ένώ παράλληλα ή προέλευσή τους έξασφαλιζόταν μέσω ένός φορολογικού συστήματος, πού ήταν κατά πολύ περισσότερο εξισωτικό. Μ' αύτόν τόν τρόπο, ή διάρθρωση τού πάγιου κοινωνικού κεφαλαίου έξυπηρετούσε τήν παραπέρα συσσώρευση τού κεφαλαίου καί τή συγκέντρωσή του. Τέλος, τά κράτη έχουν μονοπωλήσει, ή έχουν προσπαθήσει νά μονοπωλήσουν τίς ένοπλες δυνάμεις. Ένώ τά άστυνομικά σώματα είχαν ώς κύριο μέλημά τους τή διατήρηση της εσωτερικής τάξης (τό νά άποδεχτεϊ, μέ άλλα λόγια, ή έργατική τάξη τούς ρόλους καί τίς άμοιβές πού της καθόριζαν), οι στρατιωτικές δυνάμεις ήταν μηχανισμοί μέσω τών οποίων οι παραγωγοί ένός κράτους είχαν τή δυνατότητα άμεσης παρέμβασης, σέ περίπτωση πού οι άνταγωνιστές τους -πού έδρευαν σέ άλλα κράτη- επικαλούνταν τό προστατευτικό κάλυμμα τών δικών τους κρατικών μηχανισμών. Ά π ό έδώ ερχόμαστε στό τελευταίο, πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό της κρατικής έξουσίας. Ένώ οί μορφές έξουσίας πού άσκούσε κάθε κράτος ήταν παρεμφερείς, ή διαφορά άνάμεσα στούς κρατικούς μηχανισμούς βρισκόταν στόν βαθμό της έξουσίας τους, πού σέ δεδομένες περιπτώσεις εμφάνιζε τεράστια ποικιλομορφία. Τά κράτη είναι
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_61
ιεραρχημένα μέ τό κριτήριο της άποτελεσματικής εξουσίας: ή δύναμη τους μπορεί νά υπολογιστεί όχι άπό τό μέγεθος και τη συνοχή της γραφειοκρατίας καί του στρατού τους, ούτε άπό τίς ιδεολογικές σχηματοποιήσεις των ϊδιων των κρατών, άλλα άπό τήν άποτελεσματικότητά τους νά προωθούν διαχρονικά τή συγκέντρωση τού συσσωρευμένου κεφαλαίου μέσα στά σύνορά τους, καί όχι στά εχθρικά κράτη. Μιά άποτελεσματικότητα πού περικλείει τήν ικανότητα των κρατών νά πιέζουν τίς εχθρικές στρατιωτικές δυνάμεις* τήν ικανότητα νά θεσπίζουν ευνοϊκούς κανονισμούς στό εσωτερικό καί νά άποτρέπουν τά άλλα κράτη νά κάνουν τό ϊδιο· καί τήν ικανότητα νά άσκούν πιέσεις πάνω στή δική τους εργατική δύναμη καί νά υπονομεύουν τήν άντίστοιχη ικανότητα τών έχθρών τους. Ή πραγματική καταμέτρηση της ισχύος τους βρίσκεται στήν μεσοπρόθεσμη οικονομική έκβαση. Ή άπροκάλυπτη χρήση βίας γιά τόν έλεγχο της εσωτερικής εργατικής δύναμης, μιά τεχνική δαπανηρή καί άποσταθεροποιητική, είναι τίς περισσότερες φορές ένα σημάδι άδυναμίας, παρά δύναμης τού κρατικού μηχανισμού. Οί πραγματικά ισχυροί κρατικοί μηχανισμοί μπορούν, μέ τόν ένα ή τόν άλλο τρόπο, νά έλέγχουν τήν έργατική τους δύναμη μέ περισσότερο επεξεργασμένους μηχανισμούς. Υπάρχουν, λοιπόν, πολλοί διαφορετικοί τρόποι μέ τούς οποίους τό κράτος άποβαίνει ένας κρίσιμος μηχανισμός γιά τή συσσώρευση τού κεφαλαίου στό άνώτερο δυνατό σημείο. Σύμφωνα μέ τήν ιδεολογία του, ό καπιταλισμός υποτίθεται δτι επιφέρει τήν άποδέσμευση τών ιδιωτών έπαγγελματιών άπό τήν παρέμβαση τού κρατικού μηχανισμού. Στήν πράξη, ωστόσο, αύτό δέν ίσχυσε ποτέ καί πουθενά. Είναι ματαιοπονία νά είκοτολογεί κανείς γιά τό άν ό καπιταλισμός θά μπορούσε νά άκμάσει χωρίς τόν ένεργητικό ρόλο τού κράτους. Στόν ιστορικό καπιταλισμό, οί καπιταλιστές στηρίζονταν στήν ίκανότητά τους νά χρησιμοποιούν, μέ τούς διάφορους τρόπους πού περιγράψαμε, τούς κρατικούς μηχανισμούς πρός δφελός τους. Έ ν α ς δεύτερος ιδεολογικός μύθος άφορα τήν άνεξαρτη-
62
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
σία του κράτους. Τό σύγχρονο κράτος δεν υπήρξε ποτέ μιά έντελώς αυτόνομη οντότητα. Τά κράτη άναπτύχθηκαν και σχηματίστηκαν ώς άναπόσπαστα μέρη ενός διακρατικού συστήματος, πού ήταν ενα σύνολο κανόνων βάσει τών όποίων τά κράτη έπρεπε νά λειτουργούν, καί ένα σύνολο νομιμοποιήσεων χωρίς τίς όποιες τά κράτη ήταν άδύνατο νά έπιβιώσουν. Γιά τόν κρατικό μηχανισμό κάθε κράτους τό διακρατικό σύστημα άντιπροσώπευε περιορισμούς στήν αύτοβουλία του. Περιορισμούς, πού μπορούν νά άνευρεθούν στή διπλωματική πρακτική, στούς επίσημους κανονισμούς πού άναφέρονται στόν καθορισμό τών έδαφικών ορίων καί τών συμβάσεων (διεθνές δίκαιο), καί στά νομικά περιθώρια γιά τό πώς, καί κάτω άπό τΓοιές συνθήκες, μπορεί νά διεξαχθεί πόλεμος. "Ολοι αυτοί οι περιορισμοί έρχονταν σέ αντίθεση μέ τήν έπίσημη ιδεολογία τής ανεξαρτησίας του κράτους, αν καί, στήν πραγματικότητα, ή έννοια τής άνεξαρτησίας του κράτους ποτέ δέν είχε τή σημασία ολοκληρωτικής αυτονομίας. Ή έννοιολογική της σύλληψη είχε περισσότερο τό νόημα νά υποδηλώνει τήν ύπαρξη νομικών ορίων στήν παρεμβατική πολιτική κάποιου κρατικού μηχανισμού πρός τίς λειτουργίες κάποιου άλλου. Οι κανόνες του διακρατικού συστήματος δέν έπιβλήθηκαν μέ συμφωνία ή κοινή συναίνεση, άλλά μέ τή θέληση καί ικανότητα τών ισχυρότερων κρατών νά έπιβάλλουν αύτούς τούς περιορισμούς πρώτα στά πιό άδύναμα κράτη καί, στή συνέχεια, τό ένα στό άλλο. Τά κράτη, πρέπει νά θυμόμαστε, ήταν τοποθετημένα σέ μιά ιεραρχική κλίμακα εξουσίας. Ή ϊδια ή ύπαρξη τής ιεραρχίας έθετε τόν μεγαλύτερο περιορισμό στήν αυτονομία τών κρατών. 'Ομολογουμένως ή συνολική κατάσταση θά μπορούσε νά μεταστραφεί πρός τήν έξαφάνιση τής έξουσίας δλων τών κρατών, άνεξαίρετα, στό βαθμό πού ή διάρθρωση τής ιεραρχίας παρουσίαζε περισσότερο μιά πυραμιδική αιχμή, παρά ένα οροπέδιο στήν κορυφή. Μιά δυνατότητα πού ξεπέρασε τό στάδιο τής υπόθεσης, καθώς ή δυναμική τής συγκέντρωσης τής στρατιωτικής δύναμης οδήγησε έπανειλημμένα
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_63
σέ πιέσεις για νά μετατραπεί τό διακρατικό σύστημα σε μιά παγκόσμια αυτοκρατορία. Τό αν οι πιέσεις αυτές δέν κατέληξαν σέ επιτυχία, στόν ιστορικό καπιταλισμό, οφείλεται στό δτι ή διαρθρωτική βάση του οικονομικού συστήματος καί τα σαφή συμφέροντα των σημαντικότερων συσσωρευτών τοϋ κεφαλαίου ήταν ριζικά άντίθετα μέ τόν μετασχηματισμό τής κοσμοοικονομίας σέ κοσμοαυτοκρατορία. Πρώτα άπ' δλα, ή συσσώρευση τού κεφαλαίου ήταν ένα παιχνίδι στό όποιο υπήρχαν συνεχώς κίνητρα γιά συμμετοχή στόν άνταγωνισμό καί, γι' αυτόν τόν λόγο, υπήρχε πάντοτε κάποιος διασκορπισμός τών πλέον κερδοφόρων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Γι' αυτό, άνά πάσα στιγμή πολυάριθμα κράτη επιδίωκαν νά έχουν μιά οικονομική βάση πού νά τά καθιστά σχετικά ισχυρά. Δεύτερο, σέ κάθε κράτος, οι συσσωρευτές τού κεφαλαίου χρησιμοποιούσαν άπό τή μιά μεριά τίς δικές τους κρατικές δομές γιά νά τούς βοηθούν στή συσσώρευση τού κεφαλαίου, αλλά άπό τήν άλλη χρειάζονταν καί κάποιο μοχλό έλέγχου εναντίον τών δικών τους κρατικών δομών. Γιατί άν ό κρατικός τους μηχανισμός γινόταν υπερβολικά ισχυρός, θά μπορούσε νά άφεθεί έλεύθερος καί νά άνταποκριθεϊ, γιά λόγους εσωτερικής πολιτικής ισορροπίας, στίς εσωτερικές έξισωτικές πιέσεις. Γιά τήν άντιμετώπιση αυτής τής άπειλής, οι συσσωρευτές τού κεφαλαίου άπειλούσαν καταστρατήγηση τών δικών τους κρατικών μηχανισμών συνάπτοντας συμμαχίες μέ άλλους κρατικούς μηχανισμούς. Μιά άπειλή εφικτή, μόνο υπό τόν δρο ότι κανένα κράτος δέν εξουσίαζε τό σύνολο. Αυτοί οί παράγοντες διαμόρφωσαν τήν αντικειμενική βάση γιά δ,τι ονομάζουμε συσχετισμό τών δυνάμεων, καί μέ τό όποιο εννοούμε δτι τά πολυάριθμα ισχυρά καί μέτριας δύναμης κράτη τού διακρατικού συστήματος έτειναν άνά πάσα στιγμή νά διατηρούν συμμαχίες (ή εάν χρειαζόταν να τίς άλλάζουν), έτσι ώστε νά μήν δίνεται σέ κανένα κράτος ή δυνατότητα νά κατακτήσει δλα τά υπόλοιπα. Τό δτι ό συσχετισμός δυνάμεων ήταν κάτι πολύ περισσό-
64
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τερο άπό πολιτική ιδεολογία μπορεί νά άποδειχθεϊ άν έξετάσουμε τρεις περιπτώσεις όπου ένα άπό τα ισχυρά κράτη πραγματοποίησε, προσωρινά, μιά περίοδο σχετικής έπικράτησης - μιά σχετική επικράτηση, πού μπορούμε νά άποκαλέσουμε ηγεμονία. Τά τρία παραδείγματα είναι ή ηγεμονία των Ηνωμένων Επαρχιών (Κάτω Χώρες) στά μέσα τού δέκατου έβδομου αιώνα, τής Μεγάλης Βρεταννίας στά μέσα τού δέκατου ένατου, καί τών Ηνωμένων Πολιτειών στά μέσα τού εικοστού. Σέ κάθε περίπτωση, ή ηγεμονία άκολούθησε τήν ήττα ένός στρατιωτικού διεκδικητή κατακτήσεων (Άψβούργοι, Γαλλία, Γερμανία). Κάθε ηγεμονία σφραγίστηκε άπό εναν «παγκόσμιο πόλεμο» - μιά μαζική, ήπειρωτική, εξαιρετικά καταστροφική, τριάντα χρόνων κατά διαστήματα σύγκρουση, πού συμπεριέλαβε δλες τίς κυριότερες στρατιωτικές δυνάμεις τής εποχής. Είναι άντίστοιχα 6 Τριακονταετής Πόλεμος τού 1618-48, οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι (1792-1815) καί, στόν εικοστό αιώνα, οι συγκρούσεις άπό τό 1914 εως τό 1945 πού θά μπορούσαν, πολύ σωστά, νά εκληφθούν ώς ένας μακρός «παγκόσμιος πόλεμος». Σημειωτέον ότι, σέ κάθε περίπτωση, ό νικητής ήταν πρίν τόν «παγκόσμιο πόλεμο» μιά κατ' εξοχήν ναυτική δύναμη, ή οποία δμως μετεξελίχθηκε σέ δύναμη ξηράς γιά νά νικήσει, στόν συγκεκριμένο πόλεμο, μιά ιστορικά ισχυρή δύναμη ξηράς πού φαινόταν νά έπιχειρει τή μεταμόρφωση τής κοσμοοικονομίας σέ κοσμοαυτοκρατορία. Ή βάση τής νίκης δέν ήταν ώστόσο στρατιωτική. Ή πρωταρχική πραγματικότητα ήταν οικονομική. 'Οφειλόταν στήν ικανότητα τών συσσωρευτών τού κεφαλαίου πού έδρευαν στά συγκεκριμένα κράτη νά θέσουν εκτός συναγωνισμού δλους τούς υπόλοιπους, καί στίς τρεις κύριες σφαίρες τής οικονομίας - τήν άγροτο-βιομηχανική παραγωγή, τό εμπόριο καί τή χρηματοδότηση. Συγκεκριμένα, γιά μικρές χρονικές περιόδους, οι συσσωρευτές τού κεφαλαίου στό ήγεμονικό κράτος ήταν περισσότερο άποδοτικοί άπό τούς άνταγωνιστές τους στά άλλα ισχυρά κράτη, καί έτσι κατακτούσαν άγορές άκόμη καί μέσα στήν «περιοχή»
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_65
των τελευταίων. Κάθε μια άπ' αυτές τις ήγεμονίες ήταν σύντομη. Κάθε μιά τους επαψε νά υπάρχει περισσότερο από οικονομικούς, παρά πολιτικο-στρατιωτικούς λόγους. Σε κάθε περίπτωση, ή προσωρινή τριπλή οικονομική υπεροχή ήρθε άντιμέτωπη με δυό σκληρούς βράχους της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Πρώτο, οι συντελεστές της αυξημένης οικονομικής άποδοτικότητας μπορούσαν πάντα νά άντιγραφούν άπό άλλους -όχι άπό τά τελείως άνίσχυρα, άλλά άπό τά μέτριας δύναμης κράτη- καί, συνήθως, όσοι έμπαιναν εκ των υστέρων σέ όποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα βρίσκονταν σέ πλεονεκτική θέση, γιατί δέν είχαν νά άποσβέσουν παλιότερο άπόθεμα. Δεύτερο, ή ηγεμονική δύναμη είχε κάθε συμφέρον νά διατηρεί τήν οικονομική της δραστηριότητα άδιάλειπτη καί ετεινε, κατά συνέπεια, νά εξαγοράζει τήν πειθαρχία της εργατικής δύναμης μέ εσωτερική άνακατανομή. Κάτι πού μέ τό πέρασμα του χρόνου όδηγοΰσε σέ μείωση τής άνταγωνιστικότητας καί, γι' αυτό άκριβώς, στό τέλος τής ήγεμονίας. Επιπλέον, ή μετατροπή τής ηγεμονικής δύναμης σέ μιά δύναμη μέ μεγαλεπήβολες «υπευθυνότητες», καί στήν ξηρά καί στή θάλασσα, έπέφερε ένα αυξανόμενο οικονομικό βάρος στό ήγεμονικό κράτος, άνατρέποντας έτσι τό χαμηλό έπίπεδο των δαπανών πού ϊσχυε στόν στρατιωτικό τομέα πρίν τή φάση του «παγκοσμίου πολέμου». Επομένως, ό συσχετισμός δυνάμεων -πού έπέβαλλε περιορισμούς καί στά άνίσχυρα καί στά ισχυρά κράτη- δέν ήταν ένα πολιτικό επιφαινόμενο πού μπορούσε νά εξαλειφθεί εύκολα. Είχε τίς ρίζες του στίς πολύ ιδιαίτερες συνθήκες κάτω άπό τίς όποιες συσσωρευόταν τό κεφάλαιο στόν ιστορικό καπιταλισμό. Ούτε ήταν άπλώς μιά σχέση άνάμεσα στούς κρατικούς μηχανισμούς, γιά τόν άπλό λόγο ότι τά πρόσωπα πού δρούσαν στό έσωτερικό κάθε δεδομένου κράτους κινούνταν συνήθως πέρα άπό τά δικά τους σύνορα, είτε άμεσα ειτε μέσω συμμαχιών μέ άλλα πρόσωπα, άλλου. Κατά συνέπεια, κατά τήν άποτίμηση τής πολιτικής κάθε δεδομένου κράτους, ή διάκριση εσωτερικό/εξωτερικό είναι σέ μεγάλο βαθμό τυπική καί ελάχιστα βοηθη-
66
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τική γιά νά σχηματίσουμε μια αντίληψη πάνω στο πώς πραγματικά συντελέστηκαν οί πολιτικοί άγώνες. Ποιος δμως συγκρουόταν με ποιόν, στην πραγματικότητα; Οί αντιφατικές πιέσεις πού υπάρχουν μέσα στόν ιστορικό καπιταλισμό κάνουν την απάντηση στό παραπάνω έρώτημα δυσκολότερη άπ' δσο θά μπορούσε κανείς νά φανταστεί. Ή πλέον στοιχειώδης σύγκρουση, καί μέ κάποια έννοια ή πλέον προφανής, ήταν ή σύγκρουση άνάμεσα στή μικρή ομάδα τών μεγάλων δικαιούχων του συστήματος καί στή μεγάλη ομάδα τών θυμάτων τους. Αυτή ή σύγκρουση έμφανίστηκε μέ πολλές ονομασίες καί πολλά προσωπεία. Συνηθίζουμε νά τήν άποκαλούμε ταξικό αγώνα άνάμεσα στό κεφάλαιο καί τούς εργάτες, δταν ή διαχωριστική γραμμή άνάμεσα στούς συσσωρευτές του κεφαλαίου καί τήν εργατική τους δύναμη, σέ οποιοδήποτε δεδομένο κράτος, είναι χαραγμένη άρκετά καθαρά. Ταξικοί άγώνες τέτοιου είδους διεξήχθηκαν σέ δύο σκηνές - τήν οικονομική σκηνή (καί στό χώρο της πραγματικής εργασίας καί στήν ευρύτερη άμορφη «άγορά») καί τήν πολιτική σκηνή. Είναι όλοφάνερο ότι στήν οικονομική σκηνή πραγματοποιήθηκε μιά άμεση, λογική καί άπευθείας σύγκρουση συμφερόντων. "Οσο μεγαλύτερη ήταν ή άμοιβή της εργατικής δύναμης, τόσο λιγότερο πλεόνασμα υπολειπόταν ώς «κέρδος». 'Ομολογουμένως, συχνά άπαλυνόταν αυτή ή σύγκρουση, έπειδή ύπεισέρχονταν καί άλλοι περισσότερο μακροπρόθεσμοι καί ευρύτερου πεδίου παράγοντες. Καί 6 μεμονωμένος συσσωρευτής του κεφαλαίου καί ή έργατική του δύναμη είχαν συμφέροντα άπό κοινού, συμφέροντα πού τούς έφερναν άντιμέτωπους μέ άλλα άντίστοιχα ζεύγη σέ διαφορετικά μέρη του συστήματος. Επίσης, ή έπιπλέον άμοιβή της εργατικής δύναμης μπορούσε κάτω άπό συγκεκριμένες συνθήκες νά επιστραφεί στούς συσσωρευτές του κεφαλαίου ώς μελλοντικά πραγματοποιήσιμο κέρδος, μέσω της αυξημένης άγοραστικής δύναμης στήν κοσμοοικονομία. 'Ωστόσο, κανένας άπ' δλους αυτούς τούς άλλους παράγοντες δέν μπόρεσε ποτέ νά εξαλείψει τό γεγονός ότι ή διαίρεση ενός δεδομένου πλεονάσματος είχε μηδενικό
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_67
άποτέλεσμα, και επομένως ή ένταση ήταν αναγκαστικά συνεχής. Εκφραζόταν λοιπόν με εναν συνεχή άνταγωνισμό γιά πολιτική έπικράτηση μέσα στα διάφορα κράτη. 'Ωστόσο, μιά και, δπως ξέρουμε, ή διαδικασία της συσσώρευσης του κεφαλαίου όδηγούσε στή συγκέντρωσή του σέ κάποιες γεωγραφικές ζώνες* μιά καί ή έξήγηση γι' αυτό βρίσκεται στήν άνιση άνταλλαγή, τήν όποία έκανε δυνατή ή ύπαρξη του διακρατικού συστήματος μέ τά ιεραρχικά ταξινομημένα κράτη· καί μιά καί οι κρατικοί μηχανισμοί μπορούσαν ώς ένα σημείο νά μεταβάλλουν τίς λειτουργίες τού συστήματος, ό άγώνας άνάμεσα στους συσσωρευτές τού κεφαλαίου σέ παγκόσμια κλίμακα καί τήν έργατική δύναμη σέ παγκόσμια κλίμακα έκφράστηκε επίσης, σέ μεγάλο βαθμό, μέ τίς προσπάθειες διαφόρων ομάδων νά άνέβουν στήν έξουσία σέ δεδομένα (άσθενέστερα) κράτη, μέ σκοπό νά χρησιμοποιήσουν τήν κρατική έξουσία εναντίον τών συσσωρευτών τού κεφαλαίου πού ήταν τοποθετημένοι σέ ισχυρότερα κράτη. Σ' αυτήν τήν περίπτωση, συνηθίζουμε νά μιλάμε γιά άντι-ιμπεριαλιστικούς άγώνες. Χωρίς άμφιβολία, τό έρώτημά μας συσκοτίζεται καί εδώ άπό τό γεγονός δτι συχνά οι εσωτερικές διαχωριστικές γραμμές, σέ καθένα άπό τά δύο κράτη πού είχαν άναμιχθει, δέν ταυτίζονταν πάντοτε άπόλυτα μέ τή βαθύτερη πίεση τού ταξικού άγώνα στό σύνολο της κοσμοοικονομίας. Κάποιοι συσσωρευτές τού κεφαλαίου στό άσθενέστερο κράτος καί κάποια στοιχεία της εργατικής δύναμης στό ισχυρότερο έκριναν ότι βραχυπρόθεσμα τούς συνέφερε περισσότερο νά προσδιορίσουν τά πολιτικά ζητήματα σέ καθαρά εθνικά, παρά ταξικο-εθνικά πλαίσια. Μεγάλες δμως κινητοποιήσεις τών άντι-ιμπεριαλιστικών κινημάτων δέν ήταν ποτέ δυνατό νά πραγματοποιηθούν, καί κατά συνέπεια άκόμη καί οί περιορισμένοι στόχοι ήταν σπάνια έφικτοί, έάν δέν υπήρχε καί δέν προσδιοριζόταν ώς ιδεολογικό θέμα, τουλάχιστον σιωπηρά, τό ταξικό περιεχόμενο τού άγώνα. Έχουμε επίσης παρατηρήσει δτι, σέ δεδομένα κράτη, ή διαδικασία σχηματισμού τών εθνικών ομάδων ήταν άναπόσπαστα συνδεδεμένη μέ τή διαδικασία σχηματισμού της
68
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
έργατικής τάξης, χρησιμεύοντας σαν ένας βάναυσος κώδικας τοποθέτησης στις οικονομικές δομές. Στις περιπτώσεις, λοιπόν, πού ό σχηματισμός ήταν πιό άπότομος ή οι περιστάσεις επέβαλλαν οξύτερες βραχυπρόθεσμες πιέσεις στην έπιβίωση, ή διαμάχη άνάμεσα στούς συσσωρευτές του κεφαλαίου καί τά πιό καταπιεσμένα τμήματα της έργατικής δύναμης έτεινε νά παίρνει τή μορφή γλωσσικών/φυλετικών/πολιτιστικών άγώνων, άπό τή στιγμή πού τέτοιου είδους διατυπώσεις είχαν μεγάλη συσχέτιση μέ τήν ταξική ιδιότητα. Όπουδήποτε καί όποτεδήποτε συνέβη αυτό, συνηθίζουμε νά άναφερόμαστε σέ εθνικούς ή εθνικιστικούς άγώνες. 'Ωστόσο καί αυτοί οι άγώνες (άκριβώς δπως καί οι άντι-ιμπεριαλιστικοί) σπάνια κατέληγαν σέ επιτυχία, έκτός αν κατόρθωναν νά κινητοποιήσουν τά αισθήματα πού έβγαιναν στήν έπιφάνεια άπό τόν βαθύτερο ταξικό άγώνα, τόν άγώνα γιά τήν οικειοποίηση του πλεονάσματος πού παραγόταν μέσα στό καπιταλιστικό σύστημα. Έ ά ν ώστόσο συγκεντρώσουμε τήν προσοχή μας μόνο στόν ταξικό άγώνα, έπειδή είναι καί πρόδηλος καί θεμελιώδης, θά χάσουμε άπό τό οπτικό μας πεδίο έναν άλλο άγώνα, πού άπορρόφησε τουλάχιστον τόν ϊδιο χρόνο καί ενέργεια στόν ιστορικό καπιταλισμό. Γιατί τό καπιταλιστικό σύστημα είναι ένα σύστημα πού έβαζε δλους τούς συσσωρευτές του κεφαλαίου τόν ένα εναντίον του άλλου. Μιά καί, γιά τόν καθένα, τό κυνήγι της άτέρμονης συσσώρευσης του κεφαλαίου γινόταν μέ τήν πραγματοποίηση κερδών πού προέρχονταν άπό οικονομική δραστηριότητα εναντίον των άνταγωνιστικών προσπαθειών των άλλων, κάθε μεμονωμένος επιχειρηματίας δέν μπορούσε νά είναι τίποτα περισσότερο άπό πρόσκαιρος σύμμαχος οποιουδήποτε άλλου επιχειρηματία, μέ κίνδυνο νά άποκλειστει όλοκληρωτικά άπό τήν άνταγωνιστική σκηνή. Επιχειρηματίας εναντίον επιχειρηματία, οικονομικός κλάδος εναντίον οικονομικού κλάδου, επιχειρηματίες τοποθετημένοι σέ ένα κράτος ή έθνική ομάδα εναντίον έπιχειρηματιών σέ άλλο - ό αγώνας ήταν, εξ όρισμοΰ, άσταμάτητος. Καί αυτός ό άσταμάτητος άγώνας έπαιρνε συνε-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_69
χώς πολιτική μορφή, άκριβώς έπειδή τά κράτη έπαιζαν άποφασιστικό ρόλο στή συσσώρευση του κεφαλαίου. Μερικές φορές, οι άγώνες μέσα στά κράτη περιορίζονταν απλώς σέ θέματα σχετικά μέ τήν έπάνδρωση τών κρατικών μηχανισμών καί βραχυπρόθεσμες πολιτικές επιλογές. "Αλλοτε, ώστόσο, αφορούσαν μεγαλύτερα «συνταγματικά» ζητήματα, σχετικά μέ τόν καθορισμό κανονισμών πού ρύθμιζαν τήν διεξαγωγή τών βραχυπρόθεσμων αγώνων καί, άρα, τίς πιθανότητες νά υπερισχύσει ή μιά ή ή άλλη φατρία. Όποτεδήποτε οι άγώνες αυτοί ήταν «συνταγματικής» φύσης, άπαιτήθηκαν μεγαλύτερες ιδεολογικές κινητοποιήσεις. Σ' αυτές τίς περιπτώσεις άναφερόμαστε σέ «έπαναστάσεις» καί «μεγάλες μεταρρυθμίσεις»· στίς ήττημένες πλευρές άποδόθηκαν συχνά υβριστικές (καί άπρόσφορες γιά άνάλυση) όνομασίες. Στό βαθμό πού οι πολιτικοί άγώνες γιά, άς πούμε, «δημοκρατία» ή «έλευθερία», κατά του «φεουδαλισμού» ή της «παράδοσης» δέν ήταν άγώνες της έργατικής τάξης κατά τού κεφαλαίου, άποτελούσαν ουσιαστικά άγώνες άνάμεσα στούς συσσωρευτές τού κεφαλαίου, γιά τή συσσώρευση τού κεφαλαίου* τέτοιοι άγώνες δέν ήταν ό θρίαμβος κάποιας «προοδευτικής» άστικής τάξης εναντίον τών άντιδραστικών στρωμάτων, άλλά άγώνες στό έσωτερικό της άστικής τάξης. Βέβαια, ή χρησιμοποίηση «γενικευτικών» ιδεολογικών συνθημάτων μέ μοτίβο τήν πρόοδο ήταν πολιτικά χρήσιμη. "^Ηταν ένας τρόπος νά συσχετίζεται ή κινητοποίηση τού ταξικού άγώνα μέ μιά πλευρά τών ένδοσυσσωρευτικών άγώνων. Άλλά ένα τέτοιου είδους ιδεολογικό πλεονέκτημα ήταν πολλές φορές δίκοπο μαχαίρι, γιατί εκτόνωνε τήν ένταση καί έξασθενούσε τίς κατασταλτικές δεσμεύσεις τού ταξικού άγώνα. Κάτι πού ήταν, φυσικά, ένα άπό τά αιώνια διλήμματα τών συσσωρευτών τού κεφαλαίου στόν ιστορικό καπιταλισμό. Ά π ό τόν τρόπο λειτουργίας τού συστήματος άναγκάζονταν νά συμπεριφέρονται μεταξύ τους σέ πλαίσια ταξικής άλληλεγγύης, έναντιωνόμενοι στίς προσπάθειες της έργατικής τάξης νά επιδιώξει τά δικά της, άντίθετα πρός αύτούς συμφέροντα, άλλά ταυτόχρονα
70
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
και νά συγκρούονται μεταξύ τους άδιάκοπα, καί στήν οικονομική καί καί στήν πολιτική σκηνή. Αυτό άκριβώς εννοούμε μιλώντας γιά άντίφαση μέσα στο σύστημα. Πολλοί μελετητές, παρατηρώντας οτι υπάρχουν καί άλλοι αγώνες, έκτος από τούς ταξικούς, πού άπορροφούν ένα μεγάλο μέρος από τή συνολική πολιτική ένέργεια πού αναλώνεται, καταλήγουν στό συμπέρασμα ότι ή ταξική ανάλυση ειναί άμφίβολης σημασίας γιά τήν κατανόηση του πολιτικού άγώνα. Αύτό είναι μιά παράξενη εξαγωγή συμπεράσματος. Θά ήταν πιό λογικό νά συμπεράνουμε δτι αύτοί οι μή ταξικής βάσης πολιτικοί αγώνες, δηλαδή οι άγώνες γιά πολιτική υπεροχή ανάμεσα στούς συσσωρευτές, είναι απόδειξη μιας σοβαρής διαρθρωτικής άδυναμίας της συσσωρευτικής τάξης στόν συνεχιζόμενο, παγκόσμιο, ταξικό της άγώνα. Οί πολιτικοί αύτοί άγώνες μπορούν νά μετονομαστούν ώς άγώνες γιά τή μορφοποίηση τών θεσμικών δομών της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας, ώστε νά κατασκευαστεί τό είδος της παγκόσμιας άγοράς πού ή λειτουργία του νά ευνοεί αυτόματα κάποιους συγκεκριμένους πρωταγωνιστές της οικονομικής σκηνής. Ή καπιταλιστική «άγορά» δέν ήταν ποτέ δεδομένη καί, πολύ περισσότερο, σταθερή. ^Ηταν ένα διαρκώς άναδημιουργούμενο καί άναρυθμιζόμενο δημιούργημα. Κάθε δεδομένη στιγμή ή «άγορά» άντιπροσώπευε ένα σύνολο κανόνων ή περιορισμών, πού άπέρρεαν άπό τή σύνθετη άλληλεπίδραση άνάμεσα σέ τέσσερα κύρια σύνολα θεσμών: τά πολλαπλά κράτη συνδεδεμένα σέ ένα διακρατικό σύστημα· τά πολλαπλά «έθνη», εϊτε πλήρως άναγνωρισμένα εϊτε σέ άγώνα γι' αύτήν τήν έπίσημη καθιέρωση (συμπεριλαμβανομένων τών ύπο-εθνών, τών «έθνικών ομάδων»), νά βρίσκονται σέ άβολη καί άβέβαια σχέση μέ τά κράτη· τίς τάξεις, σέ άναπτυσσόμενο επαγγελματικό περίγραμμα καί ταλαντευόμενους βαθμούς συνείδησης* καί τίς μονάδες εισοδηματικής κοινοπραξίας, έπιφορτισμένες μέ τή συντήρηση του κοινού νοικοκυριού δπου συνενώνονταν πολλαπλά πρόσωπα πού άπασχολούνταν μέ πολλαπλές μορφές
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_71
έργασίας και άποκόμιζαν τό εισόδημα τους άπό πολλαπλές πηγές, να βρίσκονται σέ άβολη σχέση μέ τις τάξεις. Σ' αυτόν τόν αστερισμό των θεσμικών δυνάμεων δέν υπήρχαν σταθεροί πολικοί άστέρες. Δέν υπήρχαν «αρχέτυπες» όντότητες μέ τάσεις έπικράτησης άπένάντι στίς θεσμικές δομές πού επέβαλλαν οι συσσωρευτές του κεφαλαίου σέ συνδυασμό, άλλά καί σέ άντίθεση μέ τόν αγώνα τής έργατικής δύναμης νά αντισταθεί στην οικειοποίηση του οικονομικού της προϊόντος. Τά όρια κάθε παραλλαγής μιας θεσμικής μορφής, τά «δικαιώματα» πού ήταν νομικά καί de facto ικανή νά στηρίξει, ποίκιλαν άπό τη μιά ζώνη τής κοσμοοικονομίας στην άλλη - κάτι πού ισχύει γιά τά χρονοδιαγράμματα καί των κυκλικών διακυμάνσεων καί τών μακρόχρονων τάσεων. "Αν 6 προσεκτικός νους του μελετητή ζαλιστεί άντικρύζοντας αυτή τή θεσμική δίνη, μπορεί νά χαράξει ένα ξεκάθαρο μονοπάτι, άν θυμηθεί ότι, στόν ιστορικό καπιταλισμό, οι συσσωρευτές δέν είχαν υψηλότερο στόχο άπό τήν προώθηση τής συσσώρρευσης, καί έπομένως ή έργατική δύναμη δέν θά μπορούσε νά έχει υψηλότερο στόχο άπό τήν έπιβίωση καί τή μείωση του φορτίου της. Ά π ό τή στιγμή πού θά τό θυμηθεί κανείς αυτό, είναι σέ θέση νά κατανοήσει πολλά πράγματα άπό τήν πολιτική ιστορία του σύγχρονου κόσμου. Συγκεκριμένα, μπορεί κανείς νά άρχΧσει νά κατανοεί, μέσα στήν πολυπλοκότητά τους, τίς πλάγια εκφρασμένες καί συχνά παράδοξες ή άντιφατικές θέσεις τών άντισυστημικών κινημάτων πού άναδύθηκαν μέσα στόν ιστορικό καπιταλισμό. Ά ς ξεκινήσουμε μέ τό άπλούστερο δίλημμα: ό . ιστορικός καπιταλισμός λειτούργησε μέσα στά πλαίσια μιας κοσμοοικονομίας, άλλά όχι μέσα στά πλαίσια ενός κοσμοκράτους. Ά ν τό θέσουμε διαφορετικά, ό ιστορικός καπιταλισμός λειτούργησε μέσα σέ μιά πολλαπλότητα κρατών. Ό π ω ς έχουμε δεί, διαρθρωτικές πιέσεις άντιμάχονταν κάθε κατασκευή ενός κοσμοκράτους. Έχουμε υπογραμμίσει τόν κρίσιμο ρόλο πού έπαιζαν μέσα σ' αυτό τό σύστημα τά πολλαπλά κράτη - οι πιό ισχυρές πολιτικές δομές καί δμως, ταυτόχρονα, μέ περιορισμένη εξουσία. Γι'
72
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
αυτό άκριβώς, ή άναδιάρθρωση δεδομένων κρατών άντιπροσώπευε για την έργατική τάξη τον δρόμο πού πρόσφερε τις περισσότερες υποσχέσεις γιά τη βελτίωση της κατάστασης της, καί την ϊδια στιγμή ενα δρόμο περιορισμένης άξίας. Πρέπει νά ξεκινήσουμε εξετάζοντας τί εννοούμε δταν λέμε «άντισυστημικό» κίνημα. Ή λέξη κίνημα υπονοεί κάποια συλλογική πίεση πού είναι κάτι περισσότερο άπό προσωρινού χαρακτήρα. Στήν πραγματικότητα, βέβαια, σέ όλα τά γνωστά ιστορικά συστήματα έχουν συμβεί κάποιου είδους αυθόρμητες διαμαρτυρίες ή έξεγέρσεις της εργατικής δύναμης. Έχουν παίξει τό ρόλο άσφαλιστικών δικλείδων στήν έγκλωβισμένη άγανάκτηση· ή άλλες φορές, κάπως περισσότερο έπιτυχημένα, τό ρόλο μηχανισμών πού έθεταν κάποια περιοριστικά δρια στήν έκμεταλλευτική διαδικασία. Γενικά όμως, ή έξέγερση ως τεχνική λειτουργούσε μόνο στό περιθώριο της κεντρικής έξουσίας - καί συγκεκριμένα σέ περιπτώσεις πού οι κεντρικές γραφειοκρατίες βρίσκονταν σέ φάσεις άποσύνθεσης. Ή δομή τού ιστορικού καπιταλισμού μετέβαλε μερικά άπ' αύτά τά δεδομένα. Τό γεγονός δτι τά κράτη ήταν τοποθετημένα σέ ένα διακρατικό σύστημα σήμαινε δτι 6 αντίκτυπος τών εξεγέρσεων καί τών έπαναστατικών κινήσεων διαπερνούσε, συχνά μέ μεγάλη ταχύτητα, τά σύνορα τής άμεσης πολιτικής έπικράτειας μέσα στήν όποία συνέβαινε. Οι άποκαλούμενες «εξωτερικές» δυνάμεις είχαν επομένως σοβαρά κίνητρα νά σπεύδουν σέ βοήθεια τών κρατικών μηχανισμών πού δέχονταν τήν επίθεση, γεγονός πού δυσκόλευε τίς έξεγέρσεις. Ά π ό τήν άλλη μεριά, ή παρείσφρυση τών συσσωρευτών τού κεφαλαίου καί επομένως τών κρατικών μηχανισμών στήν καθημερινή ζωή τής εργατικής δύναμης ήταν, σέ γενικές γραμμές, κατά πολύ έντονότερη στόν ιστορικό καπιταλισμό, άπ' δ,τι στά προηγούμενα ιστορικά συστήματα. Ή άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου οδήγησε σέ επανειλημμένες πιέσεις γιά άναδόμηση τής οργάνωσης (καί τού χώρου) τής έργασίας, γιά άριθμητική αύξηση τής άπόλυτης έργασίας καί κοινωνικο-ψυχο-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_73
λογική άνασυγκρότηση της έργατικής δύναμης. Μ' αυτήν τήν έννοια, ή άποσύνθεση, ή άμηχανία και έκμετάλλευση ήταν γιά τό μεγαλύτερο μέρος της έργατικής δύναμης μεγαλύτερη άπό ποτέ. Τήν ίδια στιγμή, ή κοινωνική άποσύνθεση υπονόμευε τις συνδιαλλακτικές μορφές κοινωνικοποίησης. Συνολικά, επομένως, τα κίνητρα γιά εξέγερση δυνάμωναν, παρόλο πού οι δυνατότητες έπιτυχίας είχαν ϊσως άντικειμενικά λιγοστέψει. Αυτή ή επιπλέον ένταση ήταν πού όδήγησε στή μεγάλη καινοτομία στό χώρο της τεχνολογίας της έξέγερσης, πού άναπτύχθηκε στόν ιστορικό καπιταλισμό. Ή καινοτομία ήταν ή έννοια της διαρκούς όργάνωσης. Είναι μόνο στόν δέκατο ένατο αιώνα πού αρχίζουμε νά βλέπουμε τή δημιουργία συνεχών, γραφειοκρατικοποιημένων δομών σέ δύο μεγάλες ιστορικές παραλλαγές: τά έργατικά-σοσιαλιστικά κινήματα καί τά έθνικιστικά κινήματα. Καί τά δύο εϊδη κινημάτων μιλούσαν μιά καθολική γλώσσα - ουσιαστικά τή γλώσσα της Γαλλικής Επανάστασης: έλευθερία, ισότητα καί αδελφοσύνη. Καί τά δύο ενστερνίστηκαν τήν ιδεολογία του Διαφωτισμού - τό αυτονόητο τής προόδου, πού σημαίνει χειραφέτηση του άνθρώπου, καταξιωμένη άπό τά έμφυτα άνθρώπινα δικαιώματα. Καί τά δύο άντέταξαν τό μέλλον στό παρελθόν, τό νέο στό παλιό. 'Ακόμη καί όταν έπικαλούνταν τήν παράδοση, ή παράδοση ήταν ή βάση μιας άναγέννησης, μιας άναδημιουργίας. Είναι άλήθεια ότι καθένα άπό τά δυό εϊδη κινημάτων εστίαζε τό ένδιαφέρον του σέ διαφορετικό σημείο, καί γι' αυτό είχε άρχικά διαφορετικό χώρο άναφοράς. Ή εστία τών έργατικών-σοσιαλιστικών κινημάτων έντοπιζόταν στίς συγκρούσεις άνάμεσα στούς μισθωτούς έργάτες τών πόλεων πού δέν είχαν ιδιοκτησία (τό προλεταριάτο) καί τούς ιδιοκτήτες τών οικονομικών δομών στίς όποιες δούλευαν οι μισθωτοί έργάτες (τήν άστική τάξη). Τά κινήματα αυτά διατείνονταν δτι ή κατανομή τών άμοιβών ήταν ριζικά άνιση, καταπιεστική καί άδικη. ^Ηταν φυσικό ότι τέτοιου είδους κινήματα θά έμφανίζονταν πρώτα σ' έκεινες τίς περιοχές τής κοσμοοικονομίας πού είχαν μιά σημαντική βιο-
74
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
μηχανική εργατική δύναμη - συγκεκριμένα στή Δυτική Ευρώπη. Ή έστία των εθνικιστικών κινημάτων έντοπιζόταν στις συγκρούσεις άνάμεσα στούς πολυάριθμους «καταπιεσμένους λαούς» (καθορισμένους στά πλαίσια γλωσσικών ή/καί θρησκευτικών χαρακτηριστικών) και τούς συγκεκριμένους κυρίαρχους «λαούς» μιας δεδομένης πολιτικής επικράτειας* οι πρώτοι είχαν πολύ λιγότερα πολιτικά δικαιώματα, οικονομικές ευκαιρίες καί αποδεκτές μορφές πολιτιστικής έκφρασης άπό τούς δεύτερους. Τά κινήματα αυτά διατείνονταν δτι ή κατανομή τών «δικαιωμάτων» ήταν ριζικά άνιση, καταπιεστική καί άδικη. Ήταν φυσικό δτι τέτοιου είδους κινήματα θά εμφανίζονταν πρώτα σέ ήμιπεριφερειακές περιοχές τής κοσμοοικονομίας, δπως στήν Αύστρο-Ούγγρική Αυτοκρατορία, όπου ή άνομοιογένεια τών έθνικών ομάδων ήταν τό πλέον εμφανές χαρακτηριστικό στήν ιεραρχική κατάταξη τής εργατικής δύναμης. Γενικά, τά δύο αυτά εϊδη κινημάτων θεωρούσαν μέχρι πολύ πρόσφατα δτι είναι πολύ διαφορετικά, πολλές φορές άκόμη καί άνταγωνιστικά μεταξύ τους. Οι συμμαχίες μεταξύ τους ήταν θέμα τακτικής καί προσωρινού χαρακτήρα. Κι δμως, άπό τήν άρχή άκόμη, καί τά δύο ειδη κινημάτων είχαν μερικές δομικές όμοιότητες σέ εντυπωσιακό βαθμό. Κατ' άρχή ν, καί τά έργατικά-σοσιαλιστικά καί τά έθνικιστικά κινήματα, μετά άπό σημαντικές επεξεργασίες, πήραν τή βασική άπόφαση νά γίνουν οργανώσεις καί τή συνακόλουθη άπόφαση δτι ό πιό σημαντικός πολιτικός τους στόχος ήταν ή κατάκτηση τής κρατικής έξουσίας (άκόμη καί δταν, στήν περίπτωση μερικών εθνικιστικών κινημάτων, αυτό θά είχε ώς επακόλουθο τή δημιουργία νέων κρατικών συνόρων). Δεύτερο, σύμφωνα μέ τήν άπόφαση γιά τή στρατηγική τους (τήν κατάκτηση τής κρατικής έξουσίας) τά κινήματα έπρεπε νά κινητοποιήσουν τίς λαϊκές δυνάμεις στή βάση μιας άντισυστημικής, δηλαδή επαναστατικής ιδεολογίας. Ήταν κατά του υπάρχοντος συστήματος (του ιστορικού καπίΓαλισμού) πού ήταν χτισμένο πάνω στίς βασικές δομικές άνισότητες κεφάλαιο-έργασία, κέντρο-περι-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_75
φέρεια, τις όποιες τά κινήματα επιδίωκαν νά καταλύσουν. Βέβαια, σε ενα άνισο σύστημα υπάρχουν πάντα δύο δρόμοι πού μπορεί νά άκολουθήσει μιά κατώτερη κοινωνικά όμάδα γιά νά βγει από τη χαμηλή της θέση. Μπορεί νά επιδιώξει τήν άναδιάρθρωση του συστήματος έτσι ώστε δλοι νά είναι κοινωνικά ϊσοι. Ή μπορεί νά επιδιώξει άπλώς τή μετατόπισή της σέ μιά άνώτερη βαθμίδα της άνισης κατανομής. "Οπως ξέρουμε, τά άντισυστημικά κινήματα, άσχετα από τό πόσο συγκέντρωναν τό ενδιαφέρον τους σέ ίσονομιστικούς στόχους, συμπεριλάμβαναν πάντοτε στοιχεία πού ό άντικειμενικός τους σκοπός, άρχικά ή τελικά, περιοριζόταν στό νά είναι «άνοδικά κινητοί» μέσα στήν ισχύουσα ιεραρχία. Και τά ϊδια τά κινήματα είχαν πάντα έπίγνωση της κατάστασης. Είχαν ωστόσο τήν τάση νά προσεγγίζουν τό πρόβλημα άπό τή σκοπιά των προσωπικών προθέσεων: ή αγνότητα της καρδιάς ενάντια στούς προδότες του σκοπού. Ά π ό τή στιγμή όμως πού οί «προδότες του σκοπού» φαίνονται πανταχού παρόντες σέ κάθε συγκεκριμένη περίσταση τών κινημάτων, όπως άναπτύχθηκαν ιστορικά, στρέφεται κανείς στήν άναζήτηση αιτίων πού έχουν νά κάνουν περισσότερο μέ δομές καί λιγότερο μέ προθέσεις. Τό κλειδί αυτού τού προβλήματος μπορεί στήν πραγματικότητα νά βρίσκεται στή βασική στρατηγική απόφαση τών κινημάτων, στό νά άποτελέσει δηλαδή ή κατάκτηση της κρατικής εξουσίας τόν άξονα τών δραστηριοτήτων τους. Μιά στρατηγική πού είχε δύο κεφαλαιώδεις συνέπειες. Γιά τήν επίτευξη τού στρατηγικού του στόχου, κάθε κίνημα, στή φάση της κινητοποίησης, άναγκαζόταν νά συνάπτει συμμαχίες τακτικής μέ ομάδες πού δέν ήταν έπ' ούδενί άντισυστημικές. Αύτές οί συμμαχίες τροποποιούσαν τή δομή τών ϊδιων τών άντισυστημικών κινημάτων άκόμη καί στό στάδιο της κινητοποίησης. Επιπλέον, καί αυτό είναι άκόμη πιό σημαντικό, ή στρατηγική τελικά σέ πολλές περιπτώσεις πέτυχε. Πολλά κινήματα άπέκτησαν μερική, ή καί ολική κρατική έξουσία. Τά επιτυχημένα αυτά κινήματα βρέθηκαν έπειτα άντιμέτωπα μέ τήν πραγματικότητα τών
76
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
ορίων της κρατικής έξουσίας μέσα στά πλαίσια της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. 'Ανακάλυψαν δτι ή λειτουργία του διακρατικού συστήματος τά άνάγκαζε νά άσκούν τήν έξουσία τους ετσι ώστε νά καταπνίγονται οι «άντισυστημικοί» σκοποί, πού ήταν γιά τά κινήματα raison d'etre. Αυτό είναι τόσο πασιφανές, πού νά αναρωτιέται κανείς γιατί τά κινήματα στήριξαν τή στρατηγική τους πάνω σ' έναν τόσο, κατά τά φαινόμενα, αυτοκαταστροφικό σκοπό. Ή άπάντηση είναι άρκετά απλή: δεδομένης τής πολιτικής δομής τού ιστορικού καπιταλισμού, δέν είχαν καί πολλά περιθώρια έπιλογής. Δέν φαινόταν νά υπάρχει άλλη έναλλακτική λύση πού νά υπόσχεται περισσότερα. Τουλάχιστον, κατά κάποιο τρόπο, ή κατάκτηση τής κρατικής έξουσίας υποσχόταν τήν άλλαγή τού συσχετισμού δυνάμεων άνάμεσα στά άντιμαχόμενα μέρη. Πού σημαίνει δτι ή κατάκτηση τής έξουσίας αντιπροσώπευε μιά μεταρρύθμιση τού συστήματος. Στήν πραγματικότητα οι μεταρρυθμίσεις πράγματι βελτίωσαν τήν κατάσταση, πάντοτε όμως μέ τίμημα τήν ένδυνάμωση τού συστήματος. Μπορούμε, λοιπόν, συνοψίζοντας νά πούμε δτι τό έργο των άντισυστημικών κινημάτων, σέ διάστημα πάνω από έκατόν πενήντα χρόνια, ήταν άπλώς ή ένδυνάμωση τού ιστορικού καπιταλισμού μέσα από μεταρρυθμίσεις; Ό χ ι , καί αυτό γιατί ή πολιτική τού ιστορικού καπιταλισμού ήταν κάτι περισσότερο άπό τήν πολιτική των διαφόρων κρατών ήταν, έπιπλέον, ή πολιτική τού διακρατικού συστήματος. Ά π ό τήν αρχή, τά άντισυστημικά κινήματα δέν είχαν μόνο ατομική υπόσταση, υπήρχαν καί ώς συλλογικό σύνολο - αν καί ποτέ οργανωμένο γραφειοκρατικά. (Οι πολλαπλές Διεθνείς ποτέ δέν συμπεριέλαβαν τήν όλότητα αυτών τών κινημάτων). Πάντοτε ή ύπαρξη άλλων κινημάτων ήταν ένας παράγοντας ζωτικής σημασίας γιά τή δύναμη κάθε δεδομένου κινήματος. Κάθε δεδομένο κίνημα αποκόμιζε άπό τά άλλα κινήματα τρεις μορφές υποστήριξης. Ή πλέον οφθαλμοφανής είναι υλική· χρήσιμη μέν, άλλά ϊσως ή λιγότερο σημαντική. Ή δεύτερη είναι ή υποστήριξη άντιπερισπασμού. Γιά παρά-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_77
δείγμα, ή ικανότητα ενός δεδομένου ισχυρού κράτους νά παρέμβει εναντίον ένός άντισυστημικοΰ κινήματος, τοποθετημένου σέ ενα άσθενέστερο κράτος, ήταν πάντα ενα ζήτημα πόσων πραγμάτων υπήρχαν άμεσα στήν πολιτική του ήμερήσια διάταξη. 'Όσο πιό απασχολημένο ήταν ενα δεδομένο κράτος μέ ενα εγχώριο άντισυστημικό κίνημα, τόσο μειωνόταν ή ίκανότητά του νά άσχοληθεί μέ ένα μακρινό άντισυστημικό κίνημα. Ή τρίτη καί σημαντικότερη υποστήριξη άνήκει στό χώρο της συλλογικής νοοτροπίας. Τά κινήματα διδάσκονταν τό ένα άπό τά λάθη του άλλου, καί τό ένα άντλούσε θάρρος άπό τίς επιτυχίες τακτικής του άλλου. Επιπλέον, οι προσπάθειές τους σέ παγκόσμια κλίμακα επηρέαζαν τήν παγκόσμια πολιτική άτμόσφαιρα - τίς προσδοκίες, τήν άνάλυση τών δυνατοτήτων. Καθώς τά κινήματα αυξάνονταν σέ άριθμό, ιστορία καί επιτυχίες τακτικής, φαίνονταν ώς συλλογικό φαινόμενο ισχυρότερα καί, επειδή φαίνονταν, ήταν. Ή αύξηση της συλλογικής τους δύναμης σέ παγκόσμια κλίμακα χρησίμευε σάν χαλινός στίς «άναθεωρητικές» τάσεις τών κινημάτων πού είχαν κατακτήσει τήν κρατική έξουσία (τίποτα περισσότερο, άλλά καί τίποτα λιγότερο άπ' αυτό) καί ό άντίκτυπός της στήν υπονόμευση τής πολιτικής σταθερότητας του ιστορικού καπιταλισμού ήταν μεγαλύτερος άπό τό άθροισμα τών ένδυναμωτικών γιά τό σύστημα επιδράσεων, πού επέφερε ή κατάκτηση τής εξουσίας άπό τά άλλεπάλληλα μεμονωμένα κινήματα. Τέλος, έπενέργησε ένας άκόμη παράγοντας. Καθώς οι δύο παραλλαγές τών άντισυστημικών κινημάτων έξαπλώνονταν (τά έργατικά-σοσιαλιστικά κινήματα άπό μερικά κράτη σέ όλα τά άλλα, τά εθνικιστικά κινήματα άπό μερικές περιφερειακές ζώνες σέ όλες τίς περιοχές), ή διαφοροποίηση τους γινόταν όλο καί περισσότερο συγκεχυμένη. Τά έργατικά-σοσιαλιστικά κινήματα έβρισκαν τά εθνικιστικά θέματα πολύ σημαντικά γιά τίς κινητοποιητικές τους προσπάθειες καί τήν άσκηση τής κρατικής εξουσίας. Ά π ό τήν άλλη μεριά, τά έθνικιστικά κινήματα άνακάλυπταν τό άντίστροφο. Γιά νά έχουν επιτυχία στίς κινητοποιήσεις καί
78
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τή διακυβέρνηση τους, έπρεπε νά προσφέρουν κάποιες διεξόδους στό ένδιαφέρον της έργατικής δύναμης για έξισωτική άνακατανομή. Καθώς τά θέματα άρχισαν νά άλληλεπικαλύπτονται ευρύτατα και τά οργανωτικά διακριτικά γνωρίσματα έτειναν νά εξαφανίζονται ή νά συγχωνεύονται σέ μία ένιαία δομή, ή δύναμη των άντισυστημικών κινημάτων, καί ειδικά ή δύναμη τους ώς παγκόσμιο συλλογικό σύνολο, αυξήθηκε εξαιρετικά. Έ ν α άπό τά στοιχεία της δύναμης των άντισυστημικών κινημάτων είναι δτι άνέβηκαν στήν έξουσία σέ ένα μεγάλο άριθμό κρατών, κάτι πού άλλαξε τήν πολιτική ροή του κοσμοσυστήματος. Ή δύναμή τους, δμως, ήταν ταυτόχρονα καί αδυναμία, μιά καί τά όνομαζόμενα μετεπαναστατικά καθεστώτα συνέχισαν νά λειτουργούν ώς τμήματα του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας του ιστορικού καπιταλισμού. Γι' αυτό ένεργούσαν, θέλοντας καί μή, κάτω άπό τίς άκαμπτες πιέσεις της έντονης δύναμης πού έσπρωχνε πρός τήν άτέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου. Τό πολιτικό έπακόλουθο στό έσωτερικό ήταν ή συνέχιση της έκμετάλλευσης της έργατικής δύναμης, άν καί σέ πολλές περιπτώσεις κατά μιά έλαττωμένη καί βελτιωμένη μορφή. Γεγονός πού όδήγησε σέ έσωτερικές έντάσεις, παράλληλες πρός τίς έντάσεις πού συνέβαιναν σέ κράτη πού δέν ήταν «μετεπαναστατικά», καί αύτό, στή συνέχεια, προκάλεσε τήν έμφάνιση νέων άντισυστημικών κινημάτων, μέσα στά μετεπαναστατικά κράτη. Ό άγώνας γιά τά πλεονεκτήματα συνεχιζόταν καί μέσα σ' αυτά τά κράτη καί οπουδήποτε άλλού, έπειδή, μέσα στά πλαίσια της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας, οί έπιταγές τής συσσώρευσης λειτουργούσαν άπό άκρη σέ άκρη τού συστήματος. Οί άλλαγές στίς κρατικές δομές μετέβαλαν τήν πολιτική τής συσσώρευσης* δέν στάθηκαν δμως ικανές νά τήν τερματίσουν. 'Αρχικά μεταθέσαμε τά έξής έρωτήματα: πόσο πραγματικά είναι τά οφέλη στόν ιστορικό καπιταλισμό; πόσο μεγάλη είναι ή άλλαγή στήν ποιότητα ζωής; Είναι πλέον σαφές δτι δέν υπάρχει άπλή άπάντηση. «Γιά ποιόν;», πρέπει νά ρωτήσουμε. Ό ιστορικός καπιταλισμός έπέφερε μιά κο-
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΣΗΣ
_79
λοσσιαία δημιουργία υλικών άγαθών, αλλά και μιά κολοσσιαία πόλωση τών άμοιβών. Πολλοί ευνοήθηκαν σέ τεράστιο βαθμό, άλλά πολλοί περισσότεροι γνώρισαν εναν ουσιαστικό υποβιβασμό στά πραγματικά συνολικά τους εισοδήματα καί στήν ποιότητα της ζωής τους. Ή πόλωση, βέβαια, ήταν ενα κατά τόπους φαινόμενο καί γι' αυτό σέ μερικές περιοχές έμοιαζε νά μήν υπάρχει - μιά άκόμη συνέπεια του αγώνα γιά πλεονεκτήματα. Ή γεωγραφική κατατομή τοί3 οφέλους μεταβαλλόταν συχνά καί έτσι κάλυπτε τήν πραγματικότητα της πόλωσης. Στό σύνολο, δμως, της χωροχρονικής ζώνης πού περιέκλειε ό ιστορικός καπιταλισμός, ή άτέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου σήμαινε τήν άκατάπαυστη διεύρυνση του πραγματικού χάσματος.
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ: ΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΙΚΕΥΣΗ
Ό ιστορικός καπιταλισμός, τό ξέρουμε καλά, ήταν Προμηθεϊκός στις φιλοδοξίες του. Παρόλο πού ή έπιστημονική και τεχνολογική εξέλιξη άποτελούσε πάντα ένα άδιάλειπτο στοιχείο της άνθρώπινης ιστορικής δραστηριότητας, είναι μόνο μέ τόν ιστορικό καπιταλισμό πού ό Προμηθέας, πάντα παρών, έμεινε «χωρίς δεσμά», κατά τή διατύπωση του David Landes.^ Ή βασική συλλογική παράσταση πού έχουμε σήμερα γιά τήν έπιστημονική κουλτούρα του ιστορικού καπιταλισμού είναι δτι τήν εισηγήθηκαν άνθρωποι μέ ευγενείς πόθους έναντίον της τυφλής άντίστασης των δυνάμεων τής «παραδοσιακής», μή έπιστημονικής κουλτούρας. Τό δέκατο έβδομο αιώνα, ήταν 6 Γαλιλαίος έναντίον τής Εκκλησίας· τόν εικοστό, ό «έκσυγχρονιστής» έναντίον του μουλά. Σέ όλα τά σημεία, έμφανιζόταν νά είναι ή «λογική» άντιμέτωπη μέ τή «δεισιδαιμονία» καί ή «έλευθερία» μέ τήν «ιδεολογική καταπίεση». Κάτι πού θεωρήθηκε παράλληλο -άκόμη καί ταυτισμένο- μέ τήν έξέγερση στή σκηνή τής πολιτικής οικονομίας, δηλαδή μέ τόν άστό έπιχειρηματία έναντίον του άριστοκράτη γαιοκτήμονα. Ή βασική αυτή παράσταση μιας παγκόσμιας πολιτιστικής διαμάχης ένέχει μιά καλυμμένη συλλογιστική, συγκε1. Ή άναφορά γίνεται στό §ργο του David S. Landes, The Unbound Prometheus, Cambridge University Press, 1969 (Σ.τ.Μ.).
^
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
κριμένα εναν λογικό συλλογισμό πάνω στη χρονικότητα. Βασίστηκε στην υπόθεση δτι τό «μοντέρνο» είναι χρονικά νέο, ένώ άντίθετα τό «παραδοσιακό» είναι χρονικά παλιό καί προγενέστερο του μοντέρνου* πράγματι, κατά κάποιες εντονες άποδόσεις της εικονικής παράστασης, ή παράδοση είναι ά-ιστορική, καί επομένως αιώνια. Αύτη ή συλλογιστική είναι ιστορικά λανθασμένη καί, κατά συνέπεια, παραπλανητική. Οι πολλαπλοί πολιτισμοί, οι πολλαπλές «παραδόσεις», πού άνθησαν μέσα στά χωροχρονικά σύνορα του ιστορικού καπιταλισμού, δέν είναι περισσότερο αρχέτυπες άπό τά πολλαπλά, καθιερωμένα θεσμικά πλαίσια. Είναι σέ μεγάλο βαθμό δημιουργία τού σύγχρονου κόσμου, τμήμα τού ιδεολογικού του ικριώματος. Βέβαια, οι διάφορες «παραδόσεις» είχαν συνδετικούς δεσμούς μέ ομάδες καί ιδεολογίες πού προηγήθηκαν τού ιστορικού καπιταλισμού, υπό τήν έννοια δτι είχαν συχνά κατασκευαστεί μέ τή χρησιμοποίηση ιστορικού καί πνευματικού υλικού πού ήδη υπήρχε. Εξάλλου, ή διεκδίκηση τέτοιων δια-ιστορικών δεσμών άπό τίς διάφορες όμάδες έπαιξε σημαντικό ρόλο γιά τή συνοχή τών όμάδων κατά τή διάρκεια τών κοινωνικο-πολιτικών τους άγώνων μέσα στόν ιστορικό καπιταλισμό. Έ ά ν δμως θέλουμε νά κατανοήσουμε τό πολιτιστικό σχήμα πού πήραν αυτοί οι άγώνες, δέν μπορούμε νά κρίνουμε τίς «παραδόσεις» στήν επιφανειακή τους άξία καί, συγκεκριμένα, δέν μπορούμε νά υποθέσουμε δτι οι «παραδόσεις» είναι στήν πραγματικότητα παραδοσιακές. Ήταν πρός τό συμφέρον δλων εκείνων πού ήθελαν νά διευκολύνουν τή συσσώρευση τού κεφαλαίου νά δημιουργηθεί εργατική δύναμη στίς κατάλληλες περιοχές καί νά άμείβεται μέ τό κατώτερο δυνατό έπίπεδο άμοιβής. Έχουμε ήδη εξετάσει πώς καθιερώθηκαν τά κατώτερα επίπεδα πληρωμής γιά τίς περιφερειακές οικονομικές δραστηριότητες, μέ τή δημιουργία νοικοκυριών δπου ή μισθωτή έργασία έπαιζε περιθωριακό ρόλο ως πηγή εισοδήματος. Έ ν α ς τρόπος πού τέτοιου είδους νοικοκυριά «δημιουργήθηκαν», δηλαδή άναγκάστηκαν νά αύτοδιαρθρωθούν, ήταν ή «έθνοποίηση» τής κοινοτικής ζωής στόν ιστορικό καπιτα-
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
83
λισμό. Λέγοντας «έθνικές ομάδες» εννοούμε ομάδες άνθρώπων, αρκετά μεγάλες, γιά τις όποιες ορίστηκαν συγκεκριμένοι έπαγγελματικοί/οίκονομικοί ρόλοι, σέ σχέση μέ άλλες άντίστοιχες όμάδες πού βρίσκονταν σέ γεωγραφική γειτνίαση. Ό έξωτερικός συμβολισμός της κατανομής ρόλων γιά τήν εργατική δύναμη ήταν τά διακριτικά χαρακτηριστικά του «πολιτισμού» τής εθνικής όμάδας - ή θρησκεία της, ή γλώσσα της, οι «άξίες» της, τό ιδιαίτερο σύνολο των κανόνων τής καθημερινής της συμπεριφοράς. Φυσικά, δέν προτείνω ότι στόν ιστορικό καπιταλισμό ύπήρχε ενα τέλειο σύστημα κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Ύπό τόν δρο δμως δτι διατηρούμε τίς έπαγγελματικές μας κατηγορίες αρκετά πλατιές, έχω νά προτείνω δτι υπάρχει, καί πάντα ύπήρχε, μιά μάλλον ύψηλή συσχέτιση μεταξύ έθνότητας καί έπαγγελματικού/οίκονομικού ρόλου, σέ δλες τίς διάφορες χωροχρονικές ζώνες τού ιστορικού καπιταλισμού. Κι άκόμη, προτείνω δτι οι κατανομές αύτές τής έργατικής δύναμης άλλαζαν μέ τό χρόνο καί δτι, καθώς άλλαζαν, άλλαζε καί ή έθνότητα (δσον αφορά τά σύνορα καί τά καθοριστικά πολιτιστικά γνωρίσματα τής όμάδας). Καί έπιπλέον, δτι δέν υπάρχει καμιά σχεδόν συσχέτιση άνάμεσα στή σημερινή έθνική κατανομή τής εργατικής δύναμης καί στά πρότυπα τών ύποτιθέμενων προγόνων τών σημερινών εθνικών ομάδων, πού ανάγονται σέ περιόδους πρίν από τόν ιστορικό καπιταλισμό. Ή έθνοποίηση τής εργατικής δύναμης είχε τρεις, σημαντικές γιά τή λειτουργία τής κοσμοοικονομίας, συνέπειες. Πρώτα άπ' δλα, έκανε δυνατή τήν άναπαραγωγή τής έργατικής δύναμης. Άναπαραγωγή, όχι μέ τήν έννοια τού νά έξασφαλίζεται άρκετό εισόδημα ώστε νά επιβιώνουν οι έργάτες, άλλά μέ τήν έννοια τού νά έξασφαλίζονται σέ κάθε κατηγορία άρκετοί έργάτες πού νά έχουν προσδοκίες ανάλογες πρός τά επίπεδα τού εισοδήματος - δσον άφορά καί τά συνολικά ποσά καί τά εϊδη τού εισοδήματος τού νοικοκυριού. Έπιπλέον, άκριβώς έπειδή είχε έθνοποιηθεί ή έργατική δύναμη, παρουσίαζε πλαστικότητα στήν κατανομή της. Ή έθνότητα διευκόλυνε, δέν δυσχέραινε τήν εύρεία.
84
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
γεωγραφική και έπαγγελματική κινητικότητα. Κάτω άπό την πίεση νά άλλάξουν οι οικονομικές συνθήκες, εκείνο πού δλο και δλο χρειαζόταν γιά νά άλλάξει ή κατανομή της εργατικής δύναμης ήταν κάποια άτομα με έπαγγελματικό πνεύμα πού θά έπαιρναν τή γεωγραφική ή έπαγγελματική έπανεγκατάσταση στά χέρια τους, καί θά άνταμείβονταν γι' αυτό. Τό όποιο αυτόματα άσκούσε σέ άλλα άτομα τής έθνικής ομάδας μιά φυσική «έλξη» νά μεταφέρουν τις έγκαταστάσεις τους στήν κοσμοοικονομία. Δεύτερο, ή έθνοποίηση πρόσφερε έναν ενδογενή μηχανισμό διάπλασης τής έργατικής δύναμης, πού διασφάλιζε δτι ή κοινωνικοποίηση των έπαγγελματικών καθηκόντων θά γινόταν κατά ένα μεγάλο μέρος μέσα στά πλαίσια των εθνικά προσδιορισμένων νοικοκυριών, καί όχι σέ βάρος των έργοδοτών των μισθωτών έργατών ή τών κρατών. Τρίτο, καί ίσως τό πιό σημαντικό, ή έθνοποίηση σχημάτισε ένα φλοιό γύρω άπό τίς διαβαθμίσεις τών έπαγγελματικών/οίκονομικών ρόλων, πού στή συνέχεια πρόσφερε έναν εύκολο κώδικα γιά τή συνολική κατανομή τών εισοδημάτων - έναν κώδικα νομιμοποιημένο άπό τόν μανδύα τής «παράδοσης». ^Ηταν αυτή ή τρίτη συνέπεια πού έγινε άντικείμενο τής πλέον λεπτομερειακής επεξεργασίας καί μορφοποίησε έναν άπό τούς βασικούς κίονες στήριξης του ιστορικού καπιταλισμού, τήν καθιέρωση του ρατσισμού. Εκείνο πού εννοούμε μέ τόν ρατσισμό έχει έλάχιστη σχέση μέ τήν ξενοφοβία πού υπήρχε σέ διάφορα προηγούμενα ιστορικά συστήματα. Ή ξενοφοβία είναι κατά λέξη «ό φόβος του ξένου», ό φόβος πρός τόν ξένο. Ό ρατσισμός μέσα στόν ιστορικό καπιταλισμό δέν είχε καθόλου νά κάνει μέ «ξένους». 'Ακριβώς τό άντίθετο. Ό ρατσισμός ήταν ό τρόπος μέ τόν όποιο τά διάφορα τμήματα τής έργατικής δύναμης, μέσα στήν ιδια οικονομική δομή, άναγκάστηκαν νά άποκτήσουν σχέση μεταξύ τους. Ό ρατσισμός ήταν τό ιδεολογικό πρόσχημα γιά τήν ιεράρχηση τής έργατικής δύναμης καί γιά τήν υψηλά άνιση κατανομή τών άμοιβών της. Λέγοντας ρατσισμό εννοούμε τό συνδυασμό του συνόλου τών ίδεολο-
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
85
γικών σχηματοποιήσεων καί του συνόλου των έξακολουθητικών πρακτικών, πού είχαν άποτέλεσμα τή διαχρονική διατήρηση μιας συσχέτισης υψηλού βαθμού άνάμεσα στήν εθνότητα καί τήν κατανομή της εργατικής δύναμης. Οι ιδεολογικές σχηματοποιήσεις πήραν τή μορφή ισχυρισμών πώς τά γενετικά ή/καί χρόνια «πολιτιστικά» γνωρίσματα τών διαφόρων ομάδων άποτελούν τήν κύρια παράμετρο γιά τή διαφορική κατανομή τών θέσεών τους στίς οικονομικές δομές. 'Ωστόσο, οι δοξασίες ότι όρισμένες όμάδες ήταν «άνώτερες» από άλλες σέ ορισμένα χαρακτηριστικά, σχετικά μέ τήν έπίδοσή τους στήν οικονομική σκηνή, έμφανίστηκαν μάλλον μετά, παρά πρίν τήν τοποθέτηση αύτών τών όμάδων στήν εργατική δύναμη. Ό ρατσισμός ερχόταν πάντα post hoc. Διατεινόταν πώς, όσοι είναι οικονομικά καί πολιτικά καταπιεσμένοι, είναι πολιτιστικά «κατώτεροι». Έ ά ν γιά οποιοδήποτε λόγο μεταβαλλόταν ή θέση τους στήν οικονομική ιεραρχία, ή θέση τους στήν κοινωνική ιεραρχία έτεινε νά συμβαδίζει (ομολογουμένως μέ κάποια καθυστέρηση, μιά καί έπαιρνε πάντα μία ή δύο γενιές γιά νά ξεριζωθεί ή έπίδραση της προηγούμενης κοινωνικοποίησης). Ό ρατσισμός χρησίμευε ώς σφαιρική ιδεολογία πού δικαίωνε τήν άνισότητα. "Ήταν δμως κάτι πολύ περισσότερο άπ' αυτό. Χρησίμευσε γιά νά κοινωνικοποιήσει τόν οικονομικό ρόλο τών όμάδων. Οι ένσταλαγμένες νοοτροπίες (οι προκαταλήψεις, ή άνοικτή μεροληπτική συμπεριφορά στήν καθημερινή ζωή) εξυπηρέτησαν τό νά καθιερωθεί γιά τόν καθένα ενα πλαίσιο πρέπουσας καί άποδεκτής συμπεριφοράς, καί γιά τόν ιδιο καί γιά τά άλλα μέλη του νοικοκυριού καί της εθνικής του ομάδας. Ό ρατσισμός, άκριβώς δπως ό σεξισμός, λειτούργησε ώς αύτοκατασταλτική ιδεολογία, πλάθοντας προσδοκίες καί ταυτόχρονα περιορίζοντάς τες. Σίγουρα ό ρατσισμός δέν ήταν μόνο αύτοκατασταλτικός· ήταν καί καταπιεστικός. Χρησίμευε γιά νά κρατά τίς κατώτερες κοινωνικά όμάδες ευθυγραμμισμένες, καί νά χρησιμοποιεί τίς όμάδες μεσαίας κοινωνικής θέσης σάν άμι-
86
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
σθους στρατιώτες του παγκόσμιου άστυνομικού συστήματος. Μ' αυτόν τόν τρόπο όχι μόνο μειώθηκαν αισθητά τα οικονομικά έξοδα τών πολιτικών δομών, δυσκόλεψε έπίσης και ή ικανότητα τών άντισυστημικών κινημάτων νά κινητοποιούν πλατιά τους πληθυσμούς, μιά και ό ρατσισμός, άπό τόν τρόπο πού είχε δομηθεί, έβαζε θύματα εναντίον θυμάτων. Ό ρατσισμός δεν ήταν απλό φαινόμενο. Με κάποια έννοια υπήρχε ένα βασικό, παγκοσμίου εύρους τεκτονικό ρήγμα, μέ γραμμές πού χάραζαν τήν ανάλογη κοινωνική ιδιότητα στό σύνολο του κοσμοσυστήματος. Ήταν οι γραμμές του «χρώματος». 'Ό,τι ήταν «άσπρο» ή ανώτερης κοινωνικής θέσης ήταν φυσικά ένα κοινωνικό φαινόμενο, δέν ήταν ζήτημα φυσιολογίας* γεγονός πού θά γινόταν έκδηλο μέ τήν ιστορικά μεταβαλλόμενη θέση, στίς παγκόσμιες (καί τίς έθνικές) κοινωνικά καθορισμένες «χρωματικές γραμμές», όμάδων όπως οι νότιοι Ευρωπαίοι, οι 'Άραβες, οι Λατινοαμερικάνοι μιγάδες, καί οι ανατολικοί 'Ασιάτες. Τό χρώμα (ή ή φυσιολογία) ήταν μιά έτικέττα εύκολης χρήσης, επειδή άπό τή φύση του είναι δύσκολο νά καλυφθεί. Ά π ό τή στιγμή δέ πού ιστορικά εξυπηρετούσε τήν κατάσταση, μιά καί οί απαρχές τού ιστορικού καπιταλισμού ανάγονται στήν Εύρώπη, χρησιμοποιήθηκε. "Οποτε δμως δέν βόλευε τήν κατάσταση, τότε ή περιέπεφτε σέ άχρηστία ή τροποποιόταν χάριν άλλων χαρακτηριστικών πού προσδιόριζαν τήν ταυτότητα. Έτσι, σέ πολλά συγκεκριμένα μέρη, τό σύνολο τών προδιοριστικών χαρακτηριστικών γινόταν άρκετά πολύπλοκο. Καί δταν συνυπολογίσει κανείς τό γεγονός δτι ό κοινωνικός καταμερισμός τής εργασίας προχωρούσε σταθερά, διαπιστώνει πώς ή εθνική/ φυλετική ταυτότητα κατέληξε νά είναι εξαιρετικά άσταθής ώς βάση σκιαγράφησης τών υπαρχόντων κοινωνικών όμάδων. Οι ομάδες έρχονταν καί παρέρχονταν, καί άλλαζαν τόν αύτοκαθορισμό τους μέ άξιοσημείωτη εύκολία (μέ τήν ϊδια εύκολία πού κάποιοι άλλοι τίς έβλεπαν νά άλλάζουν σύνορα). Ή μεταβλητότητα τών συνόρων κάθε δεδομένης
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
87
ομάδας δεν ερχόταν σε άντίθε(τη με τή διατήρηση της συνολικής ιεράρχησης των ομάδων, με τήν έθνοποίηση δηλαδή τής εργατικής δύναμης· πράγματι, άποτελοϋσε μάλλον λειτουργικό της τμήμα. Έτσι, ό ρατσισμός εγινε 6 πολιτιστικός κίονας στήριξης του ιστορικού καπιταλισμού. Ή ιδεολογική του ρηχότητα δεν τόν εμπόδισε νά επιδοθεί σε φοβερές σκληρότητες. 'Ωστόσο, εχει πλέον δεχτεί σοβαρή επίθεση μέ τήν άνοδο των άντισυστημικών κινημάτων τά τελευταία έκατόν πενήντα χρόνια. Πράγματι, σήμερα, ό ρατσισμός στίς σκληρές παραλλαγές του υφίσταται κάποια άπονομιμοποίηση σέ παγκόσμιο επίπεδο. "Ομως ό ρατσισμός δέν ήταν ό μόνος ιδεολογικός στυλοβάτης τού ιστορικού καπιταλισμού. Ό ρατσισμός έπαιξε τόν πιό άποφασιστικό ρόλο στήν κατασκευή καί άναπαραγωγή τής έργατικής δύναμης. Δέν άρκούσε δμως ή άναπαραγωγή της, γιά νά λειτουργήσει άνεμπόδιστα ή άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου. Ή εργατική δύναμη δέν άναμενόταν νά έχει άποτελεσματική καί συνεχή άπόδοση, εάν δέν τή διεύθυναν κάποια στελέχη. Στελέχη, τά όποια επίσης έπρεπε νά δημιουργηθούν, νά κοινωνικοποιηθούν καί νά άναπαραχθούν. Ή κύρια ιδεολογία πού μπήκε σέ λειτουργία γιά νά τά δημιουργήσει, νά τά κοινωνικοποιήσει καί νά τά άναπαράγει δέ ήταν ή ιδεολογία τού ρατσισμού. ^Ηταν ή ιδεολογία τού οικουμενισμού. Ό οικουμενισμός είναι μιά έπιστημολογία. Είναι μιά κοσμοθεωρία γιά τό τί είναι δυνατόν νά γίνει γνωστό καί μέ ποιό τρόπο. Ή ούσία αυτής τής θεώρησης είναι δτι υπάρχουν σημαντικές γενικές άρχές γιά τόν κόσμο -τόν φυσικό κόσμο, τόν κοινωνικό κόσμο- πού είναι καθολικά καί άμετάκλητα άληθινές, καί δτι σκοπός τής έπιστήμης είναι ή άναζήτηση αυτών των γενικών άρχών, σέ μιά μορφή πού νά άποκλείει άπό τή διατύπωσή της δλα τά ονομαζόμενα υποκειμενικά, δηλαδή ιστορικά όριοθετημένα, στοιχεία. Ή πίστη στόν οικουμενισμό ήταν ό άκρογωνιαίος λίθος τής ιδεολογικής άψίδας τού ιστορικού καπιταλισμού. Ό οικουμενισμός είναι έπιστημολογία, άλλά έπίσης πίστη.
88
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
'Αξιώνει δχι άπλώς σεβασμό, άλλά καί ευλάβεια πρός τό άδιόρατο μέν, άλλά φερόμενο ώς πραγματικό φαινόμενο της άλήθειας. Τά πανεπιστήμια άποτελούσαν καί έργαστήρια της ιδεολογίας καί τεμένη της πίστης. Στό έμβλημα του Χάρβαντ άναγράφεται ή λέξη Veritas, Ένώ ήταν πάντα άποδεκτό δτι κανείς δέν μπορεί νά γνωρίσει τήν αλήθεια έπακριβώς (καί αυτό υποτίθεται δτι διακρίνει τή σύγχρονη έπιστήμη άπό τή Δυτική Μεσαιωνική φιλοσοφία), ήταν επίσης μόνιμα άποδεκτό δτι ή άναζήτηση της άλήθειας συνιστούσε τό raison d' etre τού πανεπιστημιακού θεσμού καί, ευρύτερα, δλης της πνευματικής δραστηριότητας. Ό Keats, γιά νά καταξιώσει τήν τέχνη, μας είπε δτι «ή άλήθεια είναι τό ώραίο, τό ώραίο ή άλήθεια». Στίς Ηνωμένες Πολιτείες, μιά πολιτικά εύσχημη δικαιολογία γιά τά πολιτικά δικαιώματα είναι δτι ή άλήθεια μπορεί νά γίνει γνωστή μόνο ώς άποτέλεσμα της άλληλεπίδρασης πού συμβαίνει στό «χώρο της έλεύθερης διακίνησης των ιδεών». Ή άλήθεια ώς πολιτιστικό ιδεώδες λειτούργησε σάν δπιο, ϊσως τό μοναδικό δραστικό δπιο τού σύγχρονου κόσμου. Ό Κάρλ Μάρξ είπε δτι ή θρησκεία είναι τό δπιο τού λαού. Ό Raymond Aron άνταπάντησε δτι οι Μαρξιστικές ιδέες είναι μέ τή σειρά τους τό δπιο τών διανοουμένων. Καί στίς δύο πολεμικές διακρίνεται οξυδέρκεια. Είναι δμως ή οξυδέρκεια άλήθεια; Θά ήθελα νά προτείνω δτι ϊσως τό πραγματικό δπιο καί τού λαού καί τών διανοουμένων είναι ή άλήθεια. 'Ομολογουμένως, τά ναρκωτικά δέν είναι δλως διόλου επιβλαβή. Καταπραύνουν τόν πόνο. Δίνουν στούς άνθρώπους τή δυνατότητα φυγής άπό τίς σκληρές συνθήκες ζωής, δταν φοβούνται δτι τό μόνο πού μπορεί νά τούς προσφέρει ή άντιπαράθεση μέ τήν πραγματικότητα είναι άναπότρεπτες άπώλειες καί φθορά. Παρ' δλα αύτά, δμως, οι περισσότεροι άπό μας δέν συστήνουμε δπια. Ούτε ό Μάρξ τό έκανε, ούτε ό Raymond Aron. Στά περισσότερα κράτη, καί γιά τά περισσότερα πράγματα, ή χρήση ναρκωτικών είναι παράνομη. Ή συλλογική μας παιδεία μας εχει διδάξει πώς ή άναζήτηση τής άλήθειας είναι μιά άνιδιοτελής άρετή δταν στήν
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
89
πραγματικότητα είναι μιά ιδιοτελής έκλογίκευση. Ή άναζήτηση της άλήθειας, άναγορευμένη ώς ό άκρογωνιαιος λίθος της προόδου, και κατά συνέπεια της ευημερίας, βρισκόταν τουλάχιστον σε αρμονική συμβίωση με τή διατήρηση της ιεραρχικής, άνισης κοινωνικής διάρθρωσης, άπό αρκετές συγκεκριμένες πλευρές. Οι διαδικασίες πού είχαν σχέση μέ τήν επέκταση τής καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας (ή περιφεριοποίηση των οικονομικών δομών, ή δημιουργία ανίσχυρων κρατικών δομών πού συμμετείχαν στό διακρατικό σύστημα καί παράλληλα περιορίζονταν άπ' αυτό) έπέφεραν εναν άριθμό πιέσεων στό επίπεδο τής κουλτούρας: Χριστιανικό προσηλυτισμό* τήν έπιβολή τής Ευρωπαϊκής γλώσσας* κατάρτιση σέ ειδικές τεχνολογίες καί ήθη* άλλαγές στούς νομικούς κώδικες. Πολλές άπό τίς άλλαγές αυτές έγιναν δυνατές manu militari. "Αλλες πραγματοποιήθηκαν μέσω τής πειθούς τών «παιδαγωγών», πού ή εξουσία τους τελικά υποβασταζόταν άπό στρατιωτικές δυνάμεις. Αυτό είναι τό σύμπλεγμα τών διαδικασιών πού όνομάζουμε «δυτικοποίηση» ή, άκόμη πιό υπεροπτικά, «έκσυγχρονισμό», καί τό όποιο νομιμοποίησε ή επιθυμία συμμετοχής καί στούς καρπούς καί στήν πίστη τής ιδεολογίας του οικουμενισμού. Δύο κύρια κίνητρα βρίσκονταν πίσω άπ' αυτές τίς επιβεβλημένες πολιτιστικές άλλαγές. Τό ενα ήταν οικονομική άποδοτικότητα. "Αν δεδομένα πρόσωπα έπρόκειτο νά επιτελέσουν δεδομένα καθήκοντα στήν οικονομική σκηνή, ήταν σημαντικό καί νά διδαχθούν οι ϊδιοι τά άπαιτούμενα πολιτιστικά πρότυπα καί νά ξεριζωθούν τά ένάντια πολιτιστικά πρότυπα. Τό δεύτερο ήταν πολιτική σταθερότητα. Επικρατούσε ή άποψη δτι, εάν οι άποκαλούμενες ελίτ τών περιφερειακών περιοχών ήταν «δυτικοποιημένες», τότε θά μπορούσαν πιό εύκολα νά διαχωριστούν άπό τίς «μάζες» τους, καί έτσι θά λιγόστευαν οι πιθανότητες νά έξεγερθούν - σίγουρα θά μειωνόταν ή ίκανότητά τους νά οργανώνουν οπαδούς γιά τίς έξεγέρσεις. Μιά άποψη πού άποδείχθηκε μέν ένας μνημειωδώς κακός υπολογισμός, φαινόταν δμως λογική καί λειτούργησε γιά κάποιο χρονικό διάστημα.
90
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
( Έ ν α τρίτο κίνητρο ήταν νβρις^ από τή μεριά των κατακτητών. Δεν θέλω να υποτιμήσω τή σημασία αυτού του κινήτρου, δεν νομίζω δμως πώς είναι άναγκαιο να καταφύγουμε σ' αυτό για νά εξηγήσουμε τίς πολιτιστικές πιέσεις, οι όποιες άλλωστε καί κατά τήν άπουσία του ήταν τό ιδιο μεγάλες). Ένώ δμως ό ρατσισμός χρησίμευσε ώς μηχανισμός γιά νά ελέγχονται σέ παγκόσμια κλίμακα οι άμεσοι παραγωγοί, ό οικουμενισμός χρησίμευσε γιά νά διοχετεύει τίς δραστηριότητες της άστικής τάξης τών άλλων κρατών καί τών διαφόρων μεσαίων στρωμάτων σέ παγκόσμια κλίμακα σέ κανάλια πού θά μεγιστοποιούσαν τίς προϋποθέσεις γιά τή στενή ένοποίηση τών παραγωγικών διαδικασιών καί τήν ομαλή λειτουργία τού διακρατικού συστήματος, διευκολύνοντας έτσι τή συσσώρευση τού κεφαλαίου. Αύτό άπαιτούσε τή δημιουργία ενός παγκόσμιου πολιτιστικού πλαισίου της άστικής τάξης, πού νά μπορεί νά εμβολιάζεται πάνω στίς «εθνικές» παραλλαγές. Κάτι πού ήταν ιδιαίτερα σημαντικό γιά τήν έπιστήμη καί τήν τεχνολογία, άλλά έπίσης σημαντικό γιά τό χώρο τών πολιτικών ιδεών καί τών κοινωνικών επιστημών. Ή έννοια της ούδέτερης «οικουμενικής» κουλτούρας, όπου θά μπορούσαν να «άφομοιωθούν» (ή χρήση της παθητικής φωνής έχει εδώ σημασία) τά στελέχη τού παγκόσμιου καταμερισμού τής έργασίας, κατέληξε λοιπόν νά έχει τή θέση ενός βασικού στυλοβάτη τού κοσμοσυστήματος, κατά τήν ιστορική του έξέλιξη. Ό έκθειασμός τής προόδου, καί άργότερα τού «έκσυγχρονισμού», έξέφρασε λακωνικά αύτό τό σύνολο τών ιδεών, πού λειτούργησαν λιγότερο ώς πραγματικά πρότυπα κοινωνικής δράσης καί περισσότερο ώς σύμβολα κοινωνικής θέσης, ώς σύμβολα γονυκλισίας καί συμμετοχής στά άνώτερα κοινωνικά στρώματα τού κόσμου. Ή ρήξη μέ τίς υποτιθέμενες πολιτιστικά στενές, θρησκευτικές βάσεις τής γνώσης, πρός όφελος τών 1. Ό συγγραφέας χρησιμοποιεί τήν ελληνική λέξη μέ τήν άρχαία της σημασία, δηλ. άλαζονεία (Σ.τ.Μ.).
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
91
υποτιθέμενων διαπολιτιστικών, επιστημονικών βάσεων της γνώσης, χρησίμευσε ώς ή αύτοδικαίωση μιας εξαιρετικά ολέθριας μορφής πολιτιστικού ιμπεριαλισμού. Επικράτησε στο δνομα της πνευματικής άπελευθέρωσης* έπιβλήθηκε στο δνομα τού σκεπτικισμού. Ή κεντρική στόν καπιταλισμό διαδικασία τής έκλογίκευσης χρειάστηκε τή δημιουργία ένός ένδιάμεσου στρώματος πού θά περιλάμβανε τους ειδήμονες τής έκλογίκευσης, όπως διαχειριστές, τεχνικούς, έπιστήμονες, παιδαγωγούς. Λόγω τής ιδιαίτερης πολυπλοκότητας όχι μόνο τής τεχνολογίας αλλά καί τού κοινωνικού συστήματος ήταν επίσης άναγκαιο τό στρώμα αύτό νά είναι μεγάλο καί νά διευρύνεται συνέχεια μέ τό πέρασμα τού χρόνου. Οι πόροι πού χρησιμοποιήθηκαν γιά νά τό στηρίξουν αντλήθηκαν άπό τό συνολικό πλεόνασμα, πού ή άπόσπασή του γινόταν μέσω τών έπιχειρηματιών καί τών κρατών. Επομένως, κατ' αύτήν τή στοιχειώδη άλλά κεφαλαιώδους σημασίας έννοια, αυτά τά στελέχη άποτελούσαν τμήμα τής αστικής τάξης. Ή άξίωσή τους νά συμμετέχουν στήν κατανομή τού πλεονάσματος πήρε συγκεκριμένο ιδεολογικό σχήμα μέ τή μορφή τού άνθρώπινου κεφαλαίου, μιά εννοιολογική σύλληψη τού εικοστού αιώνα. Εφόσον τά στελέχη δέν διέθεταν παρά σχετικά μικρό πραγματικό κεφάλαιο γιά νά τό μεταβιβάσουν στό νοικοκυριό τους ώς κληρονομιά, φρόντιζαν νά παρέχουν έγγύηση γιά τή διαδοχή τους, εξασφαλίζοντας γιά τά παιδιά τους προνομιακή πρόσβαση σέ εκπαιδευτικά κανάλια πού ήταν έγγυητές τής κοινωνικής τους θέσης. Ή προνομιακή αύτή πρόσβαση παρουσιαζόταν επιδέξια ώς επίτευγμα, δήθεν νομιμοποιούμενο άπό μιά πολύ στενά όριοθετημένη «ισότητα στίς ευκαιρίες». Μ' αύτόν τόν τρόπο ή έπιστημονική κουλτούρα έγινε άδελφός κώδικας τών συσσωρευτών τού κεφαλαίου σέ παγκόσμια κλίμακα. Χρησίμευε, πρώτα άπ' όλα, γιά νά δικαιολογεί καί τίς δικές τους δραστηριότητες καί τήν ύπαρξη διαφορικών άμοιβών, άπό τίς όποιες ώφελούνταν οι ϊδιοι. Προώθησε τήν τεχνολογική άνάπτυξη. Έκανε θεμιτή τήν άμείλικτη εξαφάνιση πραγμάτων πού ήταν εμπόδια
^
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
στην έπέκταση της παραγωγικής άποδοτικότητας. Επέφερε τη γένεση μιας μορφής προόδου πού θα ήταν πρός όφελος όλων - τελικά, αν όχι άμέσως. Ή έπιστημονική κουλτούρα ήταν ώστόσο κάτι παραπάνω άπό μιά άπλή εκλογίκευση. Ήταν μιά μορφή κοινωνικοποίησης των ετερόκλητων στοιχείων πού άποτελούσαν τά στελέχη όλων των άπαραίτητων θεσμικών δομών. Καί καθώς ήταν κοινή γλώσσα γιά τά στελέχη άλλά όχι άμεσα γιά τήν εργατική δύναμη, κατέληξε επίσης νά είναι γιά τήν ανώτερη τάξη ένα μέσο ταξικής συνοχής, περιορίζοντας, σέ περίπτωση πού τά στελέχη παρασύρονταν, τίς προοπτικές καί τό βαθμό τής έπαναστατικής τους δραστηριότητας. Επιπλέον, ήταν ένας ευέλικτος μηχανισμός άναπαραγωγής τών στελεχών. Γέννησε τήν έννοια πού είναι σήμερα γνωστή ώς «άξιοκρατία», πρωτύτερα ώς «la carriere ouverte aux talents».^ Ή έπιστημονική κουλτούρα δημιούργησε ένα πλαίσιο μέσα στό όποιο ήταν δυνατή ή άτομική κινητικότητα χωρίς νά διαταράζεται ή ιεραρχική κατάταξη τής εργατικής δύναμης· ή άξιοκρατία, άπεναντίας, ένδυνάμωσε τήν ιεράρχηση. Τέλος, ή άξιοκρατία ώς λειτουργία καί ή έπιστημονική κουλτούρα ώς ιδεολογία δημιούργησαν παραπετάσματα, πού έμπόδιζαν τήν κατανόηση τών βαθύτερων λειτουργιών του ιστορικού καπιταλισμού. Ή έμφαση πού δόθηκε στή λογική τής έπιστημονικής δραστηριότητας ήταν ή μάσκα του παραλογισμού τής άτέρμονης συσσώρευσης. Ό οικουμενισμός καί ό ρατσισμός μπορεί έπιφανειακά νά φαίνονται παράξενοι συνοδοιπόροι, άν όχι διαμετρικά άντίθετα δόγματα - τό ένα άνοικτό, τό άλλο κλειστό* τό ένα έξισωτικό, τό άλλο πολωτικό* τό ένα νά προσκαλεί σέ λογικό διάλογο, τό άλλο νά ένσαρκώνει τήν προκατάληψη. Ώστόσο, μιά καί τά δύο αυτά δόγματα διαδόθηκαν καί έπικράτησαν παράλληλα, θά έξετάσουμε άπό πιό κοντά πώς θά μπορούσαν νά θεωρηθούν άρμονικά. Ό οικουμενισμός έκρυβε κάποια παγίδα. Δέν χάραξε τό 1. Ή καριέρα άνοικτή στους ικανούς.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
93
δρόμο του ώς ρευστή καί εύπλαστη ιδεολογία, άλλά ώς ιδεολογία διαδεδομένη άπό τους κατόχους της οικονομικής καί πολιτικής έξουσίας στό κοσμοσύστημα του ιστορικού καπιταλισμού. Ό οικουμενισμός προσφέρθηκε στόν κόσμο σαν δώρο τού δυνατού πρός τόν άδύνατο. Φοβοϋ τούς Δαναούς καί δώρα φέροντας. Τό ϊδιο τό δώρο εφερνε στόν κόρφο του τό ρατσισμό, γιατί έδινε στόν άποδέκτη δύο επιλογές: ή δέχεσαι τό δώρο, καί έτσι παραδέχεσαι ότι βρίσκεσαι χαμηλά στήν ιεραρχία τής κατακτημένης γνώσης· ή άρνείσαι τό δώρο, καί έτσι στερείς τόν εαυτό σου άπό τα δπλα πού θά μπορούσαν νά άνατρέψουν τήν κατάσταση τής άνισης πραγματικής έξουσίας. Δέν είναι καθόλου παράξενο πού άκόμη καί τά στελέχη, πού είχαν άδεια συμμετοχής στά προνόμια, ήταν άνθρωποι βαθιά άνερμάτιστοι πάνω στό μήνυμα τού οικουμενισμού, άμφιταλαντευόμενοι μεταξύ ένθουσιαστικής μαθητείας καί μιας άπόρριψης τής κουλτούρας - μιά άπόρριψη πού προκαλούσε ή άποστροφή τους γιά τίς ρατσιστικές θέσεις. Αύτός ό έπαμφοτερισμός έκφράστηκε στά πολλαπλά κινήματα τής πνευματικής «άναγέννησης». Ή ιδια ή λέξη άναγέννηση, πού χρησιμοποιήθηκε πλατιά σέ πολλές περιοχές τού κόσμου, ενσάρκωνε τήν άμφιταλάντευση. Μιλώντας κανείς γιά άναγέννηση, άποδεχόταν τήν ύπαρξη μιας προγενέστερης εποχής πολιτιστικής δόξας, άλλά ταυτόχρονα άναγνώριζε στή συγκεκριμένη στιγμή μιά πολιτιστική κατωτερότητα. Ό εννοιολογικός χρωματισμός τής λέξης άναγέννηση, αύτής καθεαυτής, έχει άντιγραφει άπό τή συγκεκριμένη πολιτιστική ιστορία τής Ευρώπης. Εύλογα θά σκεφτόταν κανείς δτι οι έργατικές δυνάμεις τού κόσμου είχαν μείνει περισσότερο άπρόσβλητες άπ' αύτήν τήν άμφιταλάντευση, μιά καί δέν είχαν ποτέ προσκληθεί σέ γεύμα στό τραπέζι τών πλουσίων. Στήν πραγματικότητα, ώστόσο, ή πολιτική τους έκφραση, δηλαδή τά άντισυστημικά κινήματα, είχαν άπό μόνα τους διαποτιστεί μέ τόν ιδιο έπαμφοτερισμό. "Οπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, τά άντισυστημικά κινήματα ένστερνίστηκαν τήν ιδεολογία τού Διαφωτισμού, πού είναι άπό μόνη της ένα κύριο
94
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
προϊόν της ιδεολογίας του οικουμενισμού. Πιάστηκαν ετσι σε μιά πολιτιστική παγίδα, στην οποία παραμένουν άπό τότε: επιδιώκοντας νά υπονομεύσουν τόν ιστορικό καπιταλισμό, χρησιμοποίησαν στρατηγικές καί έβαλαν μεσοπρόθεσμους στόχους πού πήγαζαν άπό τίς πολύ συγκεκριμένες «ιδέες των κυρίαρχων τάξεων», ιδέες τίς όποιες τά κινήματα έπιχειρούσαν νά καταστρέψουν. Ή σοσιαλιστική παραλλαγή των άντισυστημικών κινημάτων είχε άπό τήν άρχή δεσμευτεί μέ τήν επιστημονική πρόοδο. Ό Μάρξ, θέλοντας νά διαχωρίσει τή θέση του άπό έκείνους πού κατήγγειλε ώς «ουτοπιστές», διακύρηξε δτι συνηγορεί υπέρ του «έπιστημονικού σοσιαλισμού». Στά γραπτά του υπογραμμίζεται εμφατικά τό πώς ό καπιταλισμός ήταν «προοδευτικός». Ή άποψη ότι ό σοσιαλισμός θά ξεκινήσει πρώτα στίς πιό «προηγμένες» χώρες δριζε μιά διαδικασία, σύμφωνα μέ τήν οποία ό σοσιαλισμός άνδρωνόταν μέσα άπό τήν παραπέρα προώθηση του καπιταλισμού (καί σέ άντίθεση μ' αυτόν). Έτσι ή σοσιαλιστική έπανάσταση θά άντέγραφε καί θά ερχόταν μετά τήν «άστική έπανάσταση». 'Αργότερα, μερικοί θεωρητικοί ισχυρίστηκαν ότι είναι, λοιπόν, καθήκον τών σοσιαλιστών νά συμβάλλουν στήν άστική έπανάσταση στίς χώρες πού δέν είχε άκόμη συντελεστεί. Οι μετέπειτα διαφορές άνάμεσα στή Δεύτερη καί τήν Τρίτη Διεθνή δέν άφορούσαν καμιά διαφωνία πάνω σ' αυτήν τήν επιστημολογία, πού καί οι δύο άσπάστηκαν. Πράγματι, καί οι Σοσιαλδημοκράτες καί οι Κομμουνιστές στήν έξουσία έτειναν νά δίνουν προτεραιότητα στήν παραπέρα άνάπτυξη τών μέσων παραγωγής. Τό σύνθημα τού Λένιν « Ό κομμουνισμός ισούται μέ σοσιαλισμό σύν ηλεκτρισμό» κρέμεται άκόμη σέ τεράστια πλακάτ στούς δρόμους της Μόσχας. Ά π ό τή στιγμή πού αυτά τά κινήματα βρέθηκαν στήν έξουσία καί έφάρμοσαν (καί οι Σοσιαλδημοκράτες καί οι Κομμουνιστές κατά τόν ϊδιο τρόπο) τά συνθήματα τού Στάλιν γιά «σοσιαλισμό σέ μιά μόνο χώρα», άναγκαστικά προώθησαν τή διαδικασία της έμπορευματοποίησης τών πάντων, πού ήταν τόσο ούσιώδης γιά τή σφαιρική
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
95
συσσώρευση του κεφαλαίου. Ά π ό τή στιγμή πού παρέμειναν μέσα στο διακρατικό σύστημα (όντως άγωνίστηκαν νά παραμείνουν μέσα στό διακρατικό σύστημα, έναντιωνόμενοι σέ κάθε προσπάθεια νά έκδιωχθούν), άποδέχτηκαν καί προώθησαν τήν παγκόσμια πραγματικότητα: την κυριαρχία του νόμου της αξίας. Ό «σοσιαλιστικός άνθρωπος» κύτταζε καχύποπτα καθώς ό Τεϋλορισμός ετρεχε μέ αχαλίνωτο ρυθμό. Υπήρξαν βέβαια καί «σοσιαλιστικές» ιδεολογίες πού είχαν τήν πρόθεση νά άπορρίψουν τόν οικουμενισμό του Διαφωτισμού καί συνηγορούσαν υπέρ διαφόρων «εγγενών» παραλλαγών του σοσιαλισμού γιά τίς περιφερειακές περιοχές τής κοσμοοικονομίας. Στό βαθμό πού οι σχηματοποιήσεις αυτές ήταν κάτι περισσότερο άπό άπλή ρητορική, φαίνονταν νά είναι de facto προσπάθειες ώστε, ώς βασική μονάδα στή διαδικασία τής έμπορευματοποίησης, νά χρησιμοποιηθούν όχι τά νέα νοικοκυριά πού μοιράζονταν τό εισόδημα, άλλά μεγαλύτερες κοινοτικές οντότητες πού ήταν, καθώς υποστηρίχθηκε, περισσότερο «παραδοσιακές». Στό σύνολό τους οι προσπάθειες αυτές, δταν ήταν σοβαρές, αποδείχθηκαν άκαρπες. Έ ν πάσει περιπτώσει, ή κύρια φλέβα τών παγκόσμιων σοσιαλιστικών κινημάτων είχε τήν τάση νά τίς άποκυρήσσει ώς μή σοσιαλιστικές, ώς μορφές οπισθοδρομικού πολιτιστικού έθνικισμού. 'Από πρώτη ματιά, ή έθνικιστική παραλλαγή τών άντισυστημικών κινημάτων μοιάζει νά είναι λιγότερο ύπόχρεως στήν ιδεολογία του οικουμενισμού, λόγω τής κεντρικής θέσης πού κατέχουν τά αυτονομιστικά τους θέματα. Μέ μιά προσεκτικότερη ώστόσο ματιά, αυτή ή έντύπωση διαψεύδεται. Σίγουρα, ό έθνικισμός περιείχε πάντα ένα πολιτιστικό συστατικό (μιά έθνική γλώσσα, συχνά μιά θρησκευτική κληρονομιά), στό όποιο συγκεκριμένα κινήματα έδιναν έμφαση γιά τήν ένδυνάμωση τής εθνικής «παράδοσης». ^Ηταν όμως ό πολιτιστικός έθνικισμός πολιτιστική αντίσταση στίς πιέσεις τών συσσωρευτών του κεφαλαίου; Στήν πραγματικότητα, δύο κύρια στοιχεία τού πολιτιστικού έθνικισμού κινήθηκαν πρός τήν άντίθετη κατεύθυνση.
96
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Πρώτο, ή μονάδα πού ειχε έπιλεγει σαν ή δίφρος του πολιτισμού γινόταν συνήθως κράτος, πού ήταν μέλος του διακρατικού συστήματος. 'Ακόμη συνηθέστερα γινόταν κράτος πού περιβαλλόταν μέ έναν «εθνικό» πολιτισμό. Γεγονός πού, ούσιαστικά σέ κάθε περίπτωση, επέφερε μιά διαστρέβλωση της πολιτιστικής συνέχειας, συχνά πολύ σοβαρή. Σέ όλες σχεδόν τίς περιπτώσεις, ή αποδοχή ένός εθνικού πολιτισμού, έγκλειστου στό κράτος, έπέφερε αναπόφευκτα τόση καταπίεση της πολιτιστικής συνέχειας, όση καί επανεκτίμηση. Σέ όλες τίς περιπτώσεις ενδυνάμωσε τίς κρατικές δομές, άρα καί τό διακρατικό σύστημα, καί τόν ιστορικό καπιταλισμό ώς κοσμοσύστημα. Δεύτερο, μέ μιά συγκριτική ματιά στίς πολιτιστικές έπανεκτιμήσεις όλων αυτών τών κρατών γίνεται ολοφάνερο δτι, ενώ εμφάνιζαν ποικιλία στή μορφή, ήταν πανομοιότυπες στό περιεχόμενο. Τά μορφήματα τών γλωσσών διέφεραν, άλλά ή θεματική τού λεξιλογίου άρχιζε νά συγκλίνει. Μπορεί νά είχαν αναζωογονηθεί δλες οί ιεροτελεστίες καί οί θεολογίες τών θρησκειών τού κόσμου, είχαν όμως άρχίσει καί νά είναι λιγότερο διαφορετικές άπό πρίν στό πραγματικό τους περιεχόμενο. Οί δέ πρόγονοι της έπιστημονικότητας άνακαλύφθηκαν εκ νέου, κάτω άπό πολλά καί διάφορα ονόματα. Συνοπτικά, ένα μεγάλο μέρος τού πολιτιστικού έθνικισμού ήταν ένας τεράστιος συλλαβόγριφος. Επιπλέον, ό πολιτιστικός εθνικισμός (δπως καί ή «σοσιαλιστική κουλτούρα») ήταν 6 πιο άφοσιωμένος όπαδός της ιδεολογίας τού οικουμενισμού στό σύγχρονο κόσμο, καθώς τή διοχέτευε στίς έργατικές δυνάμεις τού κόσμου μέ τέτοιο τρόπο ώστε νά τούς φαίνεται πιό ευχάριστη. Μ' αύτήν τήν έννοια, τά έθνικιστικά κινήματα συχνά λειτούργησαν ώς πολιτιστικοί μεσάζοντες τού ισχυρού πρός τόν άνίσχυρο, πού περισσότερο κατέστρεφαν, παρά άποκρυστάλλωναν τίς βαθιά ριζωμένες πηγές της άντίστασης. Οί εγγενείς άντιφάσεις στή στρατηγική τών άντισυστημικών κινημάτων γιά τήν κατάκτηση της κρατικής έξουσίας, σέ συνδυασμό μέ τή σιωπηρή τους άποδοχή της ιδεολογίας τού οικουμενισμού, είχαν σοβαρές έπιπτώσεις πάνω στά ίδια τά
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
97
κινήματα. Τα κινήματα επρεπε να άσχολούνται δλο και περισσότερο μέ τό φαινόμενο της άπογοήτευσης, στό όποιο ή κύρια ιδεολογική τους άπάντηση ήταν ή έπανεπιβεβαίωση της βασικής δικαιολογίας του ιστορικοί καπιταλισμού: ή αύτόματη καί αύτονόητη ποιότητα της προόδου, ή, δπως στις μέρες μας είναι πλατιά διαδεδομένο στή Σοβιετική Ένωση, ή «έπιστημονική-τεχνολογική επανάσταση». 'Αρχίζοντας τόν εικοστό αιώνα, καί μέ αύξανόμενη βαρύτητα μετά τό 1960, ή προβληματική τού «πολιτιστικού προγράμματος», δπως άρέσει στόν Anouar Abdel-Malek νά τό άποκαλεϊ, έχει άρχίσει νά κερδίζει έδαφος. Ένώ γιά πολλούς ή νέα γλώσσα των «ενδογενών εναλλακτικών προτάσεων» είναι απλώς μιά λεκτική παραλλαγή τών παλιών καθολικευτικών, πολιτιστικών, εθνικιστικών θεμάτων, γιά άλλους υπάρχει ένα αυθεντικά νέο έπιστημολογικό περιεχόμενο σ' αυτήν τήν προβληματική. Τό «πολιτιστικό πρόγραμμα» άνακίνησε τό ερώτημα αν πραγματικά ύπάρχουν δια-ιστορικές άλήθειες. Μιά μορφή άλήθειας άνθησε καί διαπέρασε τήν υφήλιο, μιά μορφή άλήθειας πού άντανακλούσε τήν πραγματικότητα της δύναμης καί τίς οικονομικές επιταγές τού ιστορικού καπιταλισμού. Αύτό, δπως είδαμε, είναι άλήθεια. Πόσο φώς δμως έριξε ή συγκεκριμένη μορφή άλήθειας πάνω στή διαδικασία παρακμής τού ιστορικού αυτού συστήματος ή πάνω στήν ύπαρξη ρεαλιστικών έναλλακτικών λύσεων γιά τό ιστορικό σύστημα πού βασιζόταν στήν άτέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου; Έ δ ώ έγκειται τό ερώτημα. Αυτή ή πρόσφατη μορφή θεμελιακής πολιτιστικής άντίστασης έχει μιά υλική βάση. Οι άλλεπάλληλες κινητοποιήσεις τών παγκόσμιων άντισυστημικών κινημάτων οδηγούσαν, δλο καί περισσότερο μέ τό πέρασμα τού χρόνου, σέ στρατολογήσεις στοιχείων πού ήταν, άπό οικονομική καί πολιτική πλευρά, περισσότερο περιθωριακά στόν τρόπο λειτουργίας τού συστήματος, καί τά όποια είχαν λιγότερες πιθανότητες νά ώφεληθούν, έστω καί τελικά, άπό τό συσσωρευμένο πλεόνασμα. Τήν ϊδια στιγμή, οι άλλεπάλληλες άπομυθοποιήσεις τών ίδιων τών κινημάτων υπονόμευαν
98
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
την άναπαραγωγή της ιδεολογίας του οικουμενισμού στό εσωτερικό τους, και έτσι τά κινήματα άρχισαν να άνοίγονται σε δλο και περισσότερα στοιχεία πού άμφισβητούσαν άκόμη περισσότερες άπό τις συλλογιστικές τους θέσεις. Ή σύνθεση τών μελών των άντισυστημικών κινημάτων άπό τό 1950 και μετά, συγκρινόμενη μέ τη σύνθεση τους άπό τό 1850 ως τό 1950, περιείχε περισσότερα άτομα άπό περιφερειακές ζώνες, περισσότερες γυναίκες, περισσότερους άπό όμάδες «μειονοτήτων» (όπως καί νά οριστούν) και, άπό τήν εργατική δύναμη, περισσότερους άνειδίκευτους, του χαμηλότερα άμειβόμενου άκρου της κλίμακας. Αυτό ισχύει καί γιά όλο τόν κόσμο στό σύνολό τους καί γιά κάθε κράτος, καί στό έπίπεδο τών μελών καί στό έπίπεδο της ηγεσίας. Μιά μεταστροφή τέτοιου είδους δέν θά μπορούσε παρά νά μεταβάλλει τίς πολιτιστικές-ιδεολογικές επιλογές τών παγκόσμιων άντισυστημικών κινημάτων. Μέχρι τώρα προσπαθήσαμε νά περιγράψουμε πώς λειτούργησε στήν πραγματικότητα ό καπιταλισμός ώς ιστορικό σύστημα. 'Ωστόσο τά ιστορικά συστήματα είναι άκριβώς αύτό: ιστορικά. 'Αρχίζουν νά υπάρχουν καί τελικά παύουν νά υπάρχουν - ένα άποτέλεσμα εσωτερικών διεργασιών, όπου ή επιδείνωση τών έσωτερικών άντιφάσεων όδηγεί σέ διαρθρωτική κρίση. Οί διαρθρωτικές κρίσεις είναι ισχυρές, όχι προσωρινού χαρακτήρα. Χρειάζονται χρόνο γιά νά άνακάμψουν. Ό ιστορικός καπιταλισμός μπήκε στή διαρθρωτική του κρίση στίς άρχές τού εικοστού αιώνα καί θά δεί τό θάνατό του ώς ιστορικό σύστημα κάποια στιγμή τόν έπόμενο αιώνα. Τό νά προβλέψουμε τί θά έπακολουθήσει είναι παρακινδυνευμένο. Εκείνο πού μπορούμε τώρα νά κάνουμε είναι νά άναλύσουμε τίς διαστάσεις της ϊδιας της διαρθρωτικής κρίσης καί νά προσπαθήσουμε νά διακρίνουμε τίς κατευθύνσεις πρός τίς οποίες μας σπρώχνει ή συστημική αυτή κρίση. Ή πρώτη καί πιθανότατα ή πιό σημαντική πλευρά της κρίσης είναι ότι βρισκόμαστε τώρα κοντά στήν έμπορευματοποίηση τών πάντων. Πού σημαίνει πώς 6 ιστορικός καπιταλισμός βρίσκεται σέ κρίση άκριβώς επειδή, έπιδιώκον-
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
99
τας την άτέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου, άρχισε νά προσεγγίζει έκείνη την κατάσταση της ύπαρξης πού ό "Ανταμ Σμίθ διακύρηξε ώς «φυσική» για τον άνθρωπο, άλλα πού, δμως, ποτέ δεν υπήρξε ιστορικά. Ή «τάση (ένν. τής άνθρωπότητας) νά συναλλάσσεται^ σε είδος, νά εχει δοσοληψίες άντιπραγματισμού καί νά άνταλλάσσει τό ενα πράγμα με τό άλλο με μεσολάβηση χρήματος» εχει διεισδύσει σε περιοχές καί ζώνες πρωτύτερα άπρόσιτες, ή δέ πίεση γιά τήν έπέκταση τής έμπορευματοποίησης είναι σχετικά άνεξέλεγκτη. Ό Μάρξ μιλούσε γιά τήν άγορά σάν νά πρόκειται γιά εναν «μανδύα» πού καλύπτει τίς κοινωνικές σχέσεις τής παραγωγής. Τό όποιο ισχύει μόνο υπό τήν έννοια δτι, σέ σύγκριση μέ τήν άμεση κατανομή του πλεονάσματος, ή κατανομή του στήν έμμεση άγορά (καί επομένως έξω άπό τήν τοπική) ήταν λιγότερο ευδιάκριτη, καί κατά συνέπεια ή παγκόσμια έργατική τάξη ειχε μεγαλύτερη δυσκολία νά άγωνιστεί στόν πολιτικό χώρο. Ή «άγορά», ώστόσο, λειτουργούσε κάτω άπό τούς ποσοτικούς όρους ενός γενικού μέτρου, του χρήματος, γεγονός πού μάλλον διαφώτιζε, παρά συσκότιζε τό πώς γινόταν στήν πραγματικότητα ή κατανομή του. Εκείνο στό όποιο οί συσσωρευτές του κεφαλαίου έχουν βασιστεί σάν πολιτικό δίχτυ άσφαλείας είναι ότι μόνο ένα μέρος τής έργασίας έχει υπολογιστεί μ' αυτόν τόν τρόπο. Στό βαθμό πού δλο καί περισσότερη έργασία έμπορευματοποιείται καί ό θεσμός του νοικοκυριού γίνεται δλο καί περισσότερο ένα πλέγμα τών εμπορευματικών σχέσεων, ή ροή του πλεονάσματος γίνεται δλο καί περισσότερο ορατή. Γι' αυτό, οί πολιτικές πιέσεις εναντίον του συστήματος κινητοποιούνται δλο καί περισσότερο, καί ή διάρθρωση τής οικονομίας γίνεται δλο καί περισσότερο ό άμεσος στόχος τών κινητοποιήσεων. Οί συσσωρευτές του κεφαλαίου, μακριά άπό κάθε προσπάθεια νά επισπεύσουν τήν προλεταριοποίηση, προσπαθούν νά τήν επιβραδύνουν. Δέν μπορούν δμως νά τό κάνουν έντελώς, λόγω τών άντιφάσεων στά ϊδια τους τά συμφέροντα, καθώς είναι καί μεμονωμένοι έπιχειρηματίες καί μέλη μιας συλλογικής ομάδας.
100
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Αύτη είναι μιά σταθερή, άδιάλειπτη διαδικασία, πού είναι άδύνατο να χαλιναγωγηθεί δσο ή οικονομία κατευθύνεται άπό την άτέρμονη συσσώρευση του κεφαλαίου. Τό σύστημα μπορεί να παρατείνει τη ζωή του μειώνοντας κάποιες άπό τίς φθοροποιούς του διαδικασίες, ό θάνατος ομως διαγράφεται πάντα σε κάποιο σημείο του ορίζοντα. Έ ν α ς άπό τούς τρόπους με τούς όποίους οι συσσωρευτές του κεφαλαίου έχουν παρατείνει τή διάρκεια του συστήματος είναι οι πολιτικοί περιορισμοί πού έκτισαν μέσα του, περιορισμοί πού άνάγκασαν τά άντισυστημικά κινήματα νά πορευθούν στό δρόμο της δημιουργίας έπίσημων οργανώσεων, χρησιμοποιώντας ως στρατηγική τήν κατάκτηση της κρατικής έξουσίας. Δέν είχαν πραγματικά δυνατότητα έπιλογής, ή στρατηγική τους δμως δέν έπαυε νά είναι αύτοπεριοριστική. 'Ωστόσο, δπως έχουμε δει, οι άντιφάσεις αύτής της στρατηγικής έχουν άπό μόνες τους τροφοδοτήσει μιά κρίση στό πολιτικό επίπεδο. Δέν πρόκειται γιά μιά κρίση του διακρατικού συστήματος, τό όποιο έκπληρώνει άκόμη καλά τή βασική του άποστολή νά διατηρεί τήν ιεραρχική κατάταξη καί νά άναχαιτίζει τά άντιτιθέμενα κινήματα. Ή πολιτική κρίση είναι ή κρίση των ϊδιων των άντισυστημικών κινημάτων. Καθώς ή διαφοροποίηση άνάμεσα στά σοσιαλιστικά καί τά εθνικιστικά κινήματα άρχίζει νά γίνεται άσαφής, καί καθώς δλο καί περισσότερα άπ' αύτά τά κινήματα ελέγχουν τήν κρατική εξουσία (μέ δλους τούς περιορισμούς της), ή συλλογική ύπαρξη των κινημάτων σέ παγκόσμια κλίμακα έχει έπιβάλλει τήν επαναξιολόγηση τών άπαράβατων άξιων τους, πού πήγασαν άπό τίς πρωταρχικές άναλύσεις του δέκατου ένατου αιώνα. Κατά τόν ϊδιο τρόπο πού ή επιτυχία τών συσσωρευτών του κεφαλαίου έχει δημιουργήσει τόση έμπορευματοποίηση ώστε νά άπειλεί τό ϊδιο τό σύστημα, έτσι καί ή επιτυχία τών άντισυστημικών κινημάτων νά άνέβουν στήν εξουσία έχει δημιουργήσει τόση ένδυνάμωση του συστήματος ώστε νά άπειλεί νά διασπάσει τήν άποδοχή τής αύτοπεριοριστικής τους στρατηγικής άπό τήν παγκόσμια έργατική δύναμη.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΟΠΙΟ
m
Τέλος, ή κρίση είναι πολιτιστική. Ή κρίση των άντισυστημικών κινημάτων, τά έρωτήματα πάνω στη βασική τους στρατηγική, εγείρουν έρωτήματα πάνω στίς συλλογιστικές προτάσεις της ιδεολογίας του οικουμενισμού. Κάτι πού πραγματοποιείται σέ δύο χώρους: στά κινήματα, δπου ή άναζήτηση «πολιτιστικών» εναλλακτικών λύσεων τίθεται γιά πρώτη φορά σοβαρά* καί στήν πνευματική ζωή, δπου όλο τό πνευματικό οικοδόμημα πού παρουσιάστηκε άπό τόν δέκατο τέταρτο αιώνα καί μετά αποτελεί σιγά-σιγά αντικείμενο άμφισβητήσεων. Έ ν μέρει, γιά μιά άκόμη φορά, ή διαμφισβήτηση αυτή είναι παράγωγο της έπιτυχίας του. Στίς φυσικές έπιστήμες οι έσωτερικές διεργασίες της έρευνας, άποκυήματος της σύγχρονης επιστημονικής μεθόδου, φαίνεται νά θέτουν υπό άμφισβήτηση τήν ύπαρξη τών οικουμενικών νόμων, πού αποτελούν τή βάση της συλλογιστικής τους. Στίς μέρες μας γίνεται συζήτηση γιά τήν εισαγωγή τής «χρονικότητας» στήν επιστήμη. Στίς κοινωνικές έπιστήμες, μιά πενιχρή άναφορά άπό κάποια άποψη, άλλά ή μητέρα (δηλαδή ή κορύφωση τών επιστημών) άπό κάποια άλλη, όλο τό άναπτυξιακό Παράδειγμα έχει σήμερα κατηγορηματικά αμφισβητηθεί στόν πυρήνα του. Επομένως, ή άνακίνηση τών πνευματικών ζητημάτων είναι άπό τή μιά μεριά προϊόν έσωτερικών επιτυχιών καί εσωτερικών άντιφάσεων. Είναι δμως έπίσης προϊόν τών πιέσεων τών κινημάτων, τά ϊδια σέ κρίση, γιά νά μπορέσουν νά άνταπεξέλθουν, νά παλέψουν πιό άποτελεσματικά τίς δομές τού ιστορικού καπιταλισμού, πού ή κρίση του είναι ή άφετηρία δλης τής υπόλοιπης δραστηριότητας. Ή κρίση τού ιστορικού καπιταλισμού περιγράφεται συχνά ώς ή μετάβαση άπό τόν καπιταλισμό στόν σοσιαλισμό. Συμφωνώ μέ τή σχηματική διατύπωση, δέν νομίζω δμως δτι λέει καί πάρα πολλά. Δέν ξέρουμε άκόμη πώς θά λειτουργούσε μιά σοσιαλιστική τάξη πραγμάτων, μιά τάξη πραγμάτων πού μειώνει δραστικά, γιά δλους τούς άνθρώπους, τά χάσματα τής υλικής εύημερίας καί τής άνισης πραγματικής δύναμης. Τά υπαρκτά κράτη ή κινήματα πού αύοαποκαλούνται σοσιαλιστικά προσφέρουν ελάχιστες κα-
102
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τευθυντήριες γραμμές για τό μέλλον. Είναι φαινόμενα του παρόντος, δηλαδή του ιστορικού καπιταλιστικού κοσμοσυστήματος, και μέσα σ' αυτό τό πλαίσιο πρέπει νά άποτιμηθούν. Μπορεί νά είναι μεσολαβητές στό θάνατο τού καπιταλισμού, αν και, όπως έχουμε δείξει, δύσκολα εμφανίζουν αυτήν τήν όμοιομορφίά. Ή μελλοντική τάξη πραγμάτων θά αύτοδιαρθρωθεΐ αργά, κατά τρόπους πού έλάχιστα μπορούμε νά φανταστούμε καί πολύ λιγότερο νά προβλέψουμε. Επομένως, τό νά πιστέψουμε δτι θά είναι καλή ή έστω καλύτερη είναι, κατά κάποιο τρόπο, μιά υπέρβαση στήν πίστη μας. Ή τωρινή όμως τάξη πραγμάτων ξέρουμε δτι δέν είναι καλή, καί, καθώς ό ιστορικός καπιταλισμός πήρε τόν ιστορικό του δρόμο, ήταν κατά τή γνώμη μου (καί παρά τίς ιδιαίτερες επιτυχίες του) ένας δρόμος πρός τό χειρότερο, δχι πρός τό καλύτερο.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
"Αν υπάρχει μια ιδέα πού συσχετίζεται με τό σύγχρονο κόσμο -πράγματι άποτελεϊ τό κεντρικό του σημείο- είναι ή ιδέα της προόδου. Αυτό δέν σημαίνει δτι όλοι έχουν πιστέψει στην πρόοδο. Στή μεγάλη δημόσια ιδεολογική διαμάχη μεταξύ συντηρητικών καί φιλελευθέρων, πού εν μέρει προηγήθηκε αλλά κυρίως ακολούθησε τή Γαλλική Επανάσταση, ή ουσία της συντηρητικής θέσης ήταν πώς έθεσε υπό άμφισβήτηση τό δτι οι αλλαγές πού διερχόταν ή Ευρώπη καί ό κόσμος μπορούσαν νά θεωρηθούν πρόοδος ή δτι ή πρόοδος ήταν πράγματι μιά έννοια φορτισμένη μέ σημασία καί κατάλληλη γιά χρήση. 'Ωστόσο, όπως ξέρουμε, οί φιλελεύθεροι ήταν οί άγγελιαφόροι τής έποχής καί οί ένσαρκωτές έκείνου πού στόν εικοστό αιώνα θά γινόταν ή κυρίαρχη ιδεολογία τής μακραίωνης καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. Τό δτι οί φιλελεύθεροι πίστευαν στήν πρόοδο δέν προκαλεί έντύπωση. Ή ιδέα τής προόδου έδωσε λογικό έρεισμα στήν όλη μετάβαση από τόν φεουδαλισμό στόν καπιταλισμό. Νομιμοποίησε τήν κατάρριψη καί των τελευταίων εμποδίων στήν έμπορευματοποίηση των πάντων, καί έτεινε νά παραγράψει δλα τά άρνητικά του καπιταλισμού μέ τό αιτιολογικό δτι τά οφέλη υπερτερούν, κατά πολύ, άπό τή βλάβη. Δέν εκπλήσσει λοιπόν καθόλου τό δτι οί φιλελεύθεροι πίστευαν στήν πρόοδο.
104
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
Έκεινο πού προκαλεί έντύπωση είναι πώς οι ιδεολογικοί τους άντίπαλοι, οι Μαρξιστές -οι κατά των φιλελευθέρων, οι έκπρόσωποι της καταπιεσμένης έργατικής τάξης- πίστευαν στην πρόοδο, τουλάχιστον μέ τό ϊδιο πάθος πού πίστευαν καί οι φιλελεύθεροι. 'Αναμφίβολα ή πίστη τους εξυπηρέτησε μέ τη σειρά της μιά σημαντική ιδεολογική τους επιδίωξη. Δικαίωσε τή δράση του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος, προσφέροντάς του τήν εύσχημη δικαιολογία δτι ένσάρκωνε τήν άναπότρεπτη τάση της ιστορικής άνάπτυξης. Επιπλέον, ή εισήγηση αυτής τής ιδεολογίας φαινόταν εξαιρετικά εύστοχη, μιά καί εμφανιζόταν νά χρησιμοποιεί τίς ϊδιες τίς ιδέες των φιλελευθέρων γιά νά τούς καταπολεμά. Δυστυχώς υπήρχαν δύο επουσιώδεις άδυναμίες σ' αύτόν τόν φαινομενικά μεγαλοφυή καί σίγουρα ενθουσιαστικό άσπασμό τής λαϊκής πίστης στήν πρόοδο. Ή ιδέα τής προόδου δικαίωνε τόν σοσιαλισμό, αλλά παράλληλα δικαίωνε καί τόν καπιταλισμό. Δύσκολα μπορεί κανείς νά άδει ωσαννά στό προλεταριάτο, χωρίς νά έχει πρωτύτερα δοξολογήσει τήν άστική τάξη. Τά περίφημα γραπτά του Μάρξ γιά τήν 'Ινδία προσφέρουν άφθονες μαρτυρίες γι' αυτό, άλλά τό ϊδιο ισχύει καί γιά τό Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Επιπλέον, μιά καί τό μέτρο τής προόδου είναι υλικό (καί θά μπορούσαν νά μή συναινέσουν σ' αυτό οι Μαρξιστές;) ή ιδέα τής προόδου θά μπορούσε νά στραφεί, καί όντως στράφηκε τά τελευταία πενήντα χρόνια, εναντίον δλων τών «σοσιαλιστικών πειραμάτων». Ποιός δέν έχει άκούσει τίς επικρίσεις πού δέχεται ή Σοβιετική Ένωση, δτι τό βιοτικό της επίπεδο είναι κατώτερο άπό τών Ηνωμένων Πολιτειών; Κι άκόμη, παρά τίς καυχησιολογίες του Χρουτσώφ, δέν έχουμε λόγο νά πιστεύουμε δτι αύτή ή άνομοιογένεια θά πάψει νά υπάρχει σέ πενήντα χρόνια άπό σήμερα. Ό Μαρξιστικός άσπασμός του εξελικτικού μοντέλου τής προόδου ήταν μιά τεράστια παγίδα, πού μόνο πρόσφατα οι σοσιαλιστές άρχισαν νά υποπτεύονται δτι είναι στοιχείο μιάς ιδεολογικής κρίσης, πού μέ τή σειρά της είναι μέρος
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
105
της συνολικής δομικής κρίσης τής καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. Δέν είναι άλήθεια, πολύ άπλα, ότι ό καπιταλισμός ώς ιστορικό σύστημα εχει άντιπροσωπεύσει την πρόοδο άπέναντι στά διάφορα ιστορικά συστήματα πού κατέστρεψε ή μετασχημάτισε. 'Ακόμη και πού τό γράφω, αισθάνομαι τό ρίγος πού συνοδεύει την αίσθηση τής βλασφημίας. Τρέμω την οργή των θεών, γιατί κι εγώ σφυρηλατήθηκα στό ϊδιο ιδεολογικό έργαστήρι μέ όλους τούς όμοτίμους μου, καί πήγα γιά προσκύνημα στούς ίδιους "Αγιους τόπους. Έ ν α άπό τά προβλήματα στήν άνάλυση τής προόδου είναι ή μονομέρεια όλων τών μέτρων πού έχουν προταθεί. Αέγεται ότι ή επιστημονική καί τεχνολογική πρόοδος είναι συναρπαστική καί άδιαμφισβήτητη, κάτι πού σίγουρα ισχύει, ιδίως άπό τή στιγμή πού ή τεχνική γνώση είναι ώς έπί τό πλείστον άθροιστική. Ποτέ όμως δέν συζητάμε σοβαρά τό πόση γνώση έχουμε στερηθεί άπό τήν παγκόσμια καί σαρωτική έπίδραση τής ιδεολογίας του οικουμενισμού. Κι αν τό κάνουμε, κατατάσσουμε τή χαμένη γνώση ώς άπλή(;) σοφία. 'Ακόμη, στά άπλά τεχνικά επίπεδα τής άγροτικής παραγωγικότητας καί του βιολογικού όλισμού, έχουμε πρόσφατα άνακαλύψει ότι μέθοδοι τής άνθρώπινης πράξης, παραμερισμένες ένα ή δύο αιώνες πρίν (μιά πράξη επιβεβλημένη πάνω στίς καθυστερημένες μάζες άπό τίς πεφωτισμένες ελίτ), χρειάζεται πολλές φορές νά επανέλθουν γιατί άποδεικνύονται περισσότερο -όχι λιγότερο- άποτελεσματικές. Επιπλέον, καί αυτό είναι άκόμη πιό σημαντικό, άνακαλύπτουμε στά άκρα «σύνορα» τής προηγμένης έπιστήμης τήν πειραματική έπανεισαγωγή λογικών προτάσεων πού υποσκελίσθηκαν πρίν έναν ή άκόμη καί πέντε αιώνες πρίν. Αέγεται δτι ό ιστορικός καπιταλισμός έχει μεταμορφώσει τήν επέκταση τής άνθρωπότητας στό χώρο τής μηχανικής. Κάθε εισροή άνθρώπινης ενέργειας άνταμείβεται μέ σταθερά αυξανόμενες έκροές προϊόντων, κάτι πού είναι άλήθεια. Δέν λογαριάζουμε, δμως, κατά πόσο αυτό σημαίνει οτι ή άνθρωπότητα έχει μειώσει ή αυξήσει τή συνολική δα-
106
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
πάνη ενέργειας, την όποια καλούνται νά έπενδύσουν τα άτομα μεμονωμένα ή δλοι οί άνθρωποι μέσα στην κοσμοοικονομία συνολικά, ανά χρονική μονάδα ή άνά διάρκεια ζωής. Μπορούμε νά είμαστε τόσο βέβαιοι ότι στόν ιστορικό καπιταλισμό ό κόσμος είναι λιγότερο έπίμοχθος άπ' δ,τι στά προηγούμενα συστήματα; Υπάρχει σοβαρός λόγος νά αμφιβάλλουμε γι' αυτό, δπως αποδεικνύεται άπό τήν ένσωμάτωση τού έξαναγκασμού γιά έργασία μέσα στά μύχια υπερεγώ μας. Λέγεται ότι σέ κανένα προηγούμενο σύστημα δέν ζούσαν οί άνθρωποι μιά τόσο άνετη ζωή, ποτέ δέν είχαν στή διάθεσή τους μιά τόσο πλατιά κλίμακα έναλλακτικών τρόπων ζωής, όπως στό τωρινό σύστημα. Γιά μιά άκόμη φορά ό ισχυρισμός άληθεύει, άποκαλύπτεται από τις συγκρίσεις πού συνήθως κάνουμε μέ τή ζωή των προηγουμένων προγόνων μας. 'Ωστόσο, οί άντιρρήσεις καί πάνω σ' αυτό τό σημείο έχουν σταθερά αυξηθεί μέσα στόν εικοστό αιώνα, δπως δείχνουν σήμερα οί συχνές μας άναφορές στήν «ποιότητα ζωής» καί τό αύξανόμενο ενδιαφέρον γιά τήν άνομία, τήν αποξένωση καί τίς ψυχικές παθήσεις. Τέλος, λέγεται δτι ό ιστορικός καπιταλισμός έπέφερε μιά τεράστια διεύρυνση τού περιθωρίου τής άνθρώπινης άσφάλειας, κατά των πληγμάτων άπό ένδημικούς κινδύνους (οί τέσσερεις ιππείς τής Αποκάλυψης) καί κατά τής άλλοπρόσαλλης βίας. Κάτι, πού είναι επίσης άδιαμφισβήτητο όσον άφορα τόν μικρόκοσμο (παρά τούς κινδύνους, πρόσφατα άνασυρμένους ξανά στήν έπιφάνεια, πού εγκυμονεί ή ζωή στίς άστικές πόλεις). 'Ισχύει όμως καί γιά τόν μακρόκοσμο, άκόμη καί στίς μέρες μας, καί τόσο ώστε νά παραμερίζει τή Δαμόκλεια σπάθη τού πυρηνικού πολέμου; Είναι τουλάχιστον μή αυταπόδεικτο, επιτρέψτε μου νά πω, δτι υπάρχει περισσότερη ελευθερία, ισότητα καί άδελφοσύνη στό σημερινό κόσμο, άπ' δ,τι χίλια χρόνια πρίν. Θά μπορούσε νά επιχειρηματολογήσει κανείς δτι ισχύει άκριβώς τό άντίθετο. Δέν έχω πρόθεση νά πλέξω εγκώμιο γιά τόν κόσμο πρίν τόν ιστορικό καπιταλισμό* ήταν ένας κόσμος μέ λίγη ελευθερία, λίγη ισότητα καί λίγη άδελφο-
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
107
σύνη. Τό μόνο έρώτημα είναι άν ό ιστορικός καπιταλισμός ήταν σ' αυτά τα θέματα ή έκφραση της προόδου ή της όπισθοδρόμησης. Δέν μιλώ για ενα μέτρο συγκριτικής σκληρότητας. Κάτι τέτοιο θά ήταν δύσκολο, άκόμη και θλιβερό, νά έπινοηθει, άν και δέν έχουμε κανένα λόγο νά είμαστε αισιόδοξοι γιά την επίδοση του ιστορικού καπιταλισμού σ' αυτό τό θέμα. Ό κόσμος τού εικοστού αιώνα μπορεί νά διεκδικήσει δτι έπέδειξε μερικές σπάνιες ικανότητες στήν επεξεργασία τών πανάρχαιων αυτών τεχνών. Ούτε μιλώ γιά τήν αυξανόμενη καί πραγματικά απίστευτη κοινωνική σπατάλη, άποτέλεσμα τού άνταγωνιστικού άγώνα ταχύτητας γιά τήν ατέρμονη συσσώρευση τού κεφαλαίου, μιά σπατάλη τέτοιου βαθμού, πού νά αγγίζει τά δρια τού άνεπανόρθωτου. Μάλλον θά προτιμούσα νά στηρίξω τήν άποψή μου στήν έξέταση υλικών παραγόντων - οχι σ' αυτούς πού αναφέρονται στό κοινωνικό μέλλον, αλλά σέ έκείνους πού άνήκουν στήν πραγματική ιστορική περίοδο της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας. Τό επιχείρημα είναι απλό, άν καί τολμηρό. Θέλω νά υπερασπίσω τή Μαρξιστική πρόταση πού άκόμη καί οι ορθόδοξοι Μαρξιστές έχουν τήν τάση νά θάβουν άπό ντροπή, τή θέση τής άπόλυτης -όχι σχετικήςέξαθλίωσης τού προλεταριάτου. 'Ακούω τούς φιλικούς ψιθύρους. Σίγουρα δέν μπορεί νά σοβαρολογεί* σίγουρα εννοεί σχετική εξαθλίωση· ό βιομηχανικός εργάτης σήμερα δέν βρίσκεται σέ εντυπωσιακά καλύτερη κατάσταση άπό τό 1800; Ό βιομηχανικός έργάτης ναί, ή τουλάχιστον πολλοί βιομηχανικοί εργάτες. Οι βιομηχανικοί έργάτες όμως συνιστούν άκόμη ένα σχετικά μικρό μέρος τού παγκόσμιου πληθυσμού. Ή συντριπτική άναλογία τής παγκόσμιας έργατικής δύναμης, πού ζεί σέ άγροτικές ζώνες ή κινείται άνάμεσα σέ άγροτικές ζώνες καί άστικές φτωχογειτονιές, είναι σέ χειρότερη κατάσταση άπό τούς προγόνους τους, πεντακόσια χρόνια πρίν. Τρέφονται λιγότερο καλά καί σίγουρα έχουν ένα λιγότερο ισορροπημένο διαιτολόγιο. "Αν καί έχουν περισσότερες πιθανότητες νά έπιβιώσουν κατά τόν πρώτο χρόνο τής ζωής
108
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
τους (λόγω της έπιδρασης της κοινωνικής υγιεινής, θεσπισμένης γιά την προστασία των προνομιούχων), άμφιβάλλω ότι οι προοπτικές ζωής γιά την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού, άρχίζοντας τόν υπολογισμό από την ηλικία τοϋ ενός έτους, είναι καλύτερες άπό πρωτύτερα* υποψιάζομαι ότι τό αντίθετο είναι άλήθεια. 'Αναντίρρητα δουλεύουν σκληρότερα - περισσότερες ώρες ανά μέρα, άνά έτος, άνά διάρκεια ζωής. Καί μιά καί αυτό τό κάνουν παίρνοντας λιγότερη συνολική άμοιβή, ή εκμετάλλευση έχει πολύ άπότομα κλιμακωθεί. Είναι περισσότερο καταπιεσμένοι πολιτικά καί κοινωνικά, ή ή εκμετάλλευση είναι μεγαλύτερη στόν οικονομικό τομέα; Αυτό είναι πολύ δύσκολο νά υπολογιστεί. "Οπως είπε κάποτε ό Jack Goody, ή κοινωνική επιστήμη δέν έχει στή διάθεσή της εύφοριόμετρα. Οι μικρές κοινότητες δπου οι άνθρωποι ζούσαν τή ζωή τους στά προηγούμενα ιστορικά συστήματα είχαν κάποιες μορφές κοινωνικού ελέγχου πού, άναμφίβολα, έθεταν περιορισμούς στήν άνθρώπινη έπιλογή καί στήν κοινωνική μεταβλητότητα. Αυτό πολλοί τό έβλεπαν ώς φαινόμενο ενεργητικής καταπίεσης. Οι άλλοι πού ήταν περισσότερο ικανοποιημένοι άνταμείβονταν γιά τή συναίνεσή τους μέ ένα πολύ στενό πεδίο άνθρώπινη ς δυνατότητας. Ή δόμηση του ιστορικού καπιταλισμού έπέφερε, όπως δλοι ξέρουμε, τή σταθερή ελάττωση, άκόμη καί οριστική έξάλειψη του ρόλου των μικρών αυτών κοινοτικών δομών. Τί πήρε όμως τή θέση τους; Σέ πολλές περιοχές, καί γιά μακρές χρονικές περιόδους, ό ρόλος πού πρίν άνήκε στίς κοινοτικές δομές είχε άναληφθει άπό «φυτείες», δηλαδή άπό τόν καταπιεστικό έλεγχο πολιτικο-οικονομικών δομών μεγάλης κλίμακας, πού ελέγχονταν άπό «έπιχειρηματίες». Οι «φυτείες» τής καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας -βασισμένες στή δουλεία, στή φυλάκιση, στήν κολλεκτιβική παραγωγή (καταναγκαστική ή βάσει συμβολαίων) ή στή μισθωτή έργασία- δέν μπορούν, καθόλου σχεδόν, νά θεωρηθούν δτι επέτρεπαν μεγαλύτερη παρέκκλιση πρός τήν «άτομικότητα». Οι «φυτείες» μπορεί νά θεωρηθούν ώς
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
109
ενας εξαιρετικά άποτελεσματικός τρόπος για να παράγεται υπεραξία. Δεν υπάρχει άμφιβολία δτι και πριν υπήρχαν στην άνθρώπινη ιστορία, ποτέ δμως πρωτύτερα δεν είχαν χρησιμοποιηθεί τόσο εκτεταμένα στην άγροτική παραγωγή - σέ αντιστοιχία μέ τήν έξόρυξη μεταλλευμάτων καί τήν κατασκευή υποδομής σέ μεγάλη κλίμακα, πού καί τά δύο, ώστόσο, άπασχολούσαν πολύ λιγότερους ανθρώπους σέ παγκόσμιο έπίπεδο. 'Ακόμη καί σέ περιπτώσεις πού καμιά μορφή άμεσου αυταρχικού ελέγχου τής άγροτικής παραγωγής (υπό τήν έννοια πού μόλις ορίσαμε τίς «φυτείες») δέν είχε αντικαταστήσει τίς προηγούμενες, περισσότερο χαλαρές, κοινοτικές δομές ελέγχου, ή άποσύνθεση των κοινοτικών δομών στίς αγροτικές ζώνες δέν ήρθε σάν «απελευθέρωση». Κι αυτό γιατί συνοδευόταν άναπόφευκτα (πράγματι πολλές φορές είχε άμεσα προηγηθεί) από τόν σταθερά αυξανόμενο έλεγχο πού άσκούσαν οι άναδυόμενες κρατικές δομές, οι όποιες είχαν όλο καί λιγότερη διάθεση νά άφήσουν τόν άμεσο παραγωγό στίς αυτόνομες τοπικές του διαδικασίες λήψης άποφάσεων. Ή δλη πίεση βάδιζε άφ' ενός πρός μιά κατεύθυνση εξαναγκασμού γιά αύξηση τής εργατικής εισροής καί άφ' έτέρου πρός τήν έξειδίκευση τής έργατικής αυτής δραστηριότητας (κάτι πού, από τήν πλευρά του εργάτη, εξασθενούσε τή διαπραγματευτική του θέση καί αύξανε τήν πλήξη του). Καί δέν ήταν μόνο αύτό. Ό ιστορικός καπιταλισμός άνέπτυξε ένα ιδεολογικό πλαίσιο καταπιεστικής ταπείνωσης πού ποτέ πρωτύτερα δέν είχε συμβεί, καί τό όποιο σήμερα ονομάζουμε σεξισμό καί ρατσισμό. Επιτρέψτε μου νά γίνω σαφής. Στά προηγούμενα ιστορικά συστήματα καί ή κυριαρχική θέση του άντρα απέναντι στή γυναίκα καί ή γενικευμένη ξενοφοβία ήταν ευρύτατα διαδεδομένες, ουσιαστικά οικουμενικές. Ό σεξισμός δμως ήταν κάτι περισσότερο άπό τήν κυριαρχική θέση τού άντρα άπέναντι στή γυναίκα καί ό ρατσισμός κάτι περισσότερο άπό τήν ξενοφοβία. Ό σεξισμός ήταν ή παραπομπή τής γυναίκας στό χώρο
no
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
της μή παραγωγικής εργασίας, κάτι διττά ταπεινωτικό: ή πραγματική εργασία πού άπαιτούσαν άπό τή γυναίκα ήταν, αν μή τι άλλο, έντατική· καί ή παραγωγική εργασία στήν καπιταλιστική κοσμοοικονομία κατέληξε νά εϊναι, γιά πρώτη φορά στήν άνθρώπινη ιστορία, ή βάση γιά τή νομιμοποίηση των προνομίων. Αυτό σχημάτισε ενα διπλό δεσμό, ένα γόρδιο δεσμό του συστήματος. Ό ρατσισμός δεν ήταν μίσος ή καταπίεση κάποιου ξένου, κάποιου έξω άπό τό ιστορικό σύστημα. 'Απεναντίας, ό ρατσισμός ήταν ή διάταξη τής έργατικής δύναμης κατά στρώματα μέσα στό ιστορικό σύστημα* σκοπός του ήταν νά διατηρεί τίς καταπιεσμένες ομάδες μέσα στό σύστημα, καί όχι νά τίς αποβάλλει. Δημιούργησε τό πρόσχημα γιά τή χαμηλή άμοιβή τής παραγωγικής εργασίας καί κατέχει τά πρωτεία στόν ορισμό του δικαιώματος άμοιβής, ορίζοντας τήν έργασία μέ τήν κατώτερη άμοιβή ώς άμοιβή γιά τήν εργασία κατώτερης ποιότητας. Καί μιά καί αυτό ϊσχυε ex definitio, οποιαδήποτε άλλαγή στήν ποιότητα τής εργασίας δέν μπορούσε νά κάνει τίποτα παραπάνω άπό τό νά άλλάξει -άπλώς- τό είδος τής κατηγορίας, ενώ παράλληλα ή ιδεολογία διατεινόταν πώς προσφέρει τή δυνατότητα άτομικής κινητικότητας ώς άνταμοιβή γιά τήν άτομική προσπάθεια. Έ ν α ς άκόμη διπλός δεσμός, εξίσου γόρδιος. Καί ό σεξισμός καί ό ρατσισμός ήταν κοινωνικές διαδικασίες δπου ή «βιολογία» καθόριζε τήν κοινωνική θέση. Καί καθώς ή βιολογία ήταν άπό κάθε πλευρά άδύνατο νά μεταβληθεί κοινωνικά, έχουμε φαινομενικά νά κάνουμε μέ μιά δομή πού ήταν κοινωνικά κατασκευασμένη άλλά μή υποκείμενη σέ κοινωνική έπίλυση. Φυσικά στήν πραγματικότητα δέν ήταν έτσι. Εκείνο πού ισχύει, όμως, είναι δτι ή διάρθρωση του σεξισμού καί του ρατσισμού δέν θά μπορούσε, καί δέν μπορεί, νά άποδιαρθρωθεί χωρίς τήν άποδιάρθρωση ολόκληρου του κοινωνικού συστήματος πού τά δημιούργησε καί τό όποίο έχει διατηρηθεί σέ άποφασιστικά σημεία λόγω τής λειτουργίας τους. Έτσι, καί άπό υλική καί άπό ψυχολογική πλευρά υπήρξε άπόλυτη εξαθλίωση. Αυτό φυσικά σημαίνει ότι υπήρχε ένα
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
111
διευρυνόμενο «χάσμα» στην κατανάλωση του πλεονάσματος, άνάμεσα στο κοινωνικά άνώτερο δέκα με δεκαπέντε τοις έκατό καί στό υπόλοιπο του παγκόσμιου πληθυσμού. Ή έντύπωση πού εχουμε δτι κάτι τέτοιο δέν ισχύει βασίζεται σέ τρία δεδομένα. Πρώτο, ή ιδεολογία της άξιοκρατίας έχει πράγματι λειτουργήσει έτσι ώστε νά κάνει σέ σημαντικό βαθμό δυνατή τήν άτομική κινητικότητα, άκόμη καί τήν κινητικότητα συγκεκριμένων έθνικών ή/καί έπαγγελματικών όμάδων της έργατικής δύναμης. 'Ωστόσο, αυτό συνέβη χωρίς νά μεταμορφώσει ουσιαστικά τή συνολική στατιστική εικόνα της κοσμοοικονομίας, μιά καί ή άτομική κινητικότητα (ή ή κινητικότητα τών ύπο-ομάδων) άντισταθμιζόταν από μιά αύξηση τού άριθμού τού χαμηλότερου στρώματος, εϊτε μέ τήν ενσωμάτωση νέων πληθυσμών στήν κοσμοοικονομία εϊτε μέ τούς διαφορικούς ρυθμούς αύξησης τού πληθυσμού. Ό δεύτερος λόγος πού δέν έχουμε παρατηρήσει τό διευρυνόμενο χάχτμα είναι οτι οι άναλύσεις μας στό χώρο της ιστορίας καί της πολιτικής επιστήμης έχουν συγκεντρωθεί στό τί έχει συμβεί μέσα στίς «μεσαίες τάξεις», δηλαδή μέσα σ' αυτό τό δέκα μέ δεκαπέντε τοις έκατό τού πληθυσμού της κοσμοοικονομίας, πού κατανάλωνε περισσότερο πλεόνασμα απ' δσο παρήγε. Μέσα & αντό τό τμήμα έχει πράγματι έπέλθει ένα σχετικά ριζικό ίσιωμα τής καμπύλης άνάμεσα στήν κορυφή (τό λιγότερο άπό τό ένα τοις έκατό τού συνολικού πληθυσμού) καί τά πραγματικά μεσαία στρώματα, τά στελέχη (τό ύπόλοιπο τού δέκα μέ δεκαπέντε τοις έκατό). Μέσα σ' αύτήν τή μικρή όμάδα πού μοιράζεται τήν παγκόσμια υπεραξία, ή «προοδευτική» πολιτική τού ιστορικού καπιταλισμού κατά τά τελευταία έκατό χρόνια έπέφερε τή σταθερή έλάττωση τής άνισης κατανομής. Οι θριαμβικές κραυγές πού έκδήλωνε τό «μεσαίο» τμήμα έπειδή μειωνόταν τό χάσμα πού υπήρχε άνάμεσα σ' αυτούς καί στό ένα τοις έκατό, κάλυπτε τήν πραγματικότητα τού αύξανόμενου χάσματος άνάμεσά τους καί στό όγδόντα πέντε τοις έκατό. Τέλος, 6 τρίτος λόγος πού έξηγει γιατί τό φαινόμενο τού
112
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
αυξανόμενου χάσματος δεν εχει γίνει κεντρικό θέμα στις συλλογικές μας συζητήσεις. Είναι πιθανό ότι τα τελευταία δέκα μέ είκοσι χρόνια, κάτω άπό την πίεση της συλλογικής δύναμης των παγκόσμιων άντισυστημικών κινημάτων καί τήν προσέγγιση στίς οικονομικές άσυμπτώτους, μπορεί νά υπήρξε κάποια μείωση τής άπόλυτης, άλλά δχι καί τής σχετικής, πόλωσης. Κι αυτό άκόμη πρέπει νά υποστηριχθεί μέ προσοχή καί νά ένταχθεί στό πλαίσιο τής ιστορικής άνάπτυξης τής αυξανόμενης, εδώ καί πεντακόσια χρόνια, άπόλυτης πόλωσης. Είναι πολύ σημαντικό νά συζητάμε τήν πραγματικότητα πού έχει συμβαδίσει μέ τήν ιδεολογία τής προόδου, διότι μόνο αν τό κάνουμε μπορούμε νά άναλύσουμε καί νά προσεγγίσουμε μέ σαφήνεια τή μετάβαση άπό τό ένα ιστορικό σύστημα στό άλλο. Ή θεωρία τής εξελικτικής προόδου ένέκλειε όχι μόνο τήν υπόθεση δτι τό μεταγενέστερο σύστημα είναι καλύτερο άπό τό προγενέστερο, άλλά έπίσης τήν υπόθεση δτι κάποια νέα κυρίαρχη ομάδα άντικαθιστά τήν προηγούμενη κυρίαρχη ομάδα. Επομένως, δχι μόνο 6 καπιταλισμός ήταν πρόοδος άπέναντι στόν φεουδαλισμό, άλλά καί ή πρόοδος αυτή ουσιαστικά επιτεύχθηκε μέ τόν θρίαμβο, τόν επαναστατικό θρίαμβο τής «άστικής τάξης» άπέναντι στή «γαιοκτητική άριστοκρατία» (ή τά «φεουδαλικά στοιχεία»). Έ ά ν δμως ό καπιταλισμός δέν ήταν προοδευτικός, τί νόημα έχει ή έννοια τής άστικής επανάστασης; Ή άστική επανάσταση ήταν μία καί μοναδική ή εμφανίστηκε μέ πολλαπλά προσωπεία; Έχουμε ήδη υποστηρίξει πώς ή εικονική παράσταση πού έχουμε γιά τόν ιστορικό καπιταλισμό, δτι δηλαδή εμφανίστηκε μέ τήν άνατροπή τής οπισθοδρομικής άριστοκρατίας άπό τήν προοδευτική άστική τάξη, είναι λανθασμένη. 'Αντίθετα, ή σωστή βασική εικόνα είναι δτι ό ιστορικός καπιταλισμός ήρθε στό προσκήνιο μέ τή γαιοκτητική άριστοκρατία, ή οποία, επειδή τό παλιό σύστημα βρισκόταν σέ άποσύνθεση, μεταμορφώθηκε σέ άστική τάξη. Προκειμένου νά άφήσουν τήν άποσύνθεση νά συνεχίζεται πρός αβέβαια έκβαση, υποβλήθηκαν σέ ριζική, δομική χειρουργική
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
113
έπέμβαση, ετσι ώστε νά διατηρήσουν και νά αυξήσουν σημαντικά την ικανότητα τους νά εκμεταλλεύονται τους άμεσους παραγωγούς. "Αν ωστόσο αύτη ή εικόνα είναι σωστή, άνατρέπει ριζικά τήν άντίληψή μας γιά τήν τωρινή μετάβαση άπό τόν καπιταλισμό στόν σοσιαλισμό, άπό μιά καπιταλιστική κοσμοοικονομία σε μιά σοσιαλιστική παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Μέχρι τώρα, ή «προλεταριακή επανάσταση» έχει πάρει ώς ύπόδειγμα, λίγο-πολύ, τήν «άστική έπανάσταση». Ό π ω ς ή άστική τάξη άνέτρεψε τήν άριστοκρατία, έτσι και τό προλεταριάτο θά άνέτρεπε τήν άστική τάξη. Αύτή ή άντιστοιχί<χ άποτελούσε τό θεμελιακό οικοδομικό συγκρότημα της στρατηγικής πρακτικής των παγκόσμιων άντισυστημικών κινημάτων. Έ ά ν δεν υπήρξε άστική έπανάσταση, μήπως αύτό σημαίνει δτι δεν ύπήρξε ή δτι δεν θά ύπάρξει προλεταριακή έπανάσταση; Ό χ ι βέβαια, καί έματειρικά καί λογικά. Σημαίνει δμως δτι πρέπει νά προσεγγίσουμε μέ διαφορετικό τρόπο τό ζήτημα της μετάβασης. Χρειάζεται πρώτα νά κάνουμε μιά διάκριση μεταξύ άλλαγής μέσω άποσύνθεσης καί έλεγχόμενης άλλαγής, δ,τι ό Σαμίρ Ά μ ί ν έχει ονομάσει διάκριση μεταξύ «παρακμής» καί «έπανάστασης», άνάμεσα δηλαδή στό είδος τής «παρακμής» πού, όπως υποστηρίζει, συνέβη μέ τήν πτώση τής Ρώμης (καί δπως ισχυρίζεται συμβαίνει σήμερα) καί έκείνη, τήν πλέον έλεγχόμενη άλλαγή, πού συνέβη μέ τό πέρασμα άπό τόν φεουδαλισμό στόν καπιταλισμό. Αέν άρκει δμως μόνο αύτή ή διάκριση. Γιατί, δπως μόλις ύποστηρίξαμε, δέν έξυπακούεται δτι οι έλεγχόμενες άλλαγές (οι «έπαναστάσεις» του Άμίν) είναι «προοδευτικές». Πρέπει επομένως νά κάνουμε μιά διάκριση άνάμεσα στό είδος του διαρθρωτικού μετασχηματισμού πού θά άφήσει δπως είναι (καί πιθανόν θά αύξήσει) τήν πραγματικότητα τής έκμετάλλευσης τής έργασίας, καί σ' έκείνο τό είδος πού θά έξαλείψει τήν έκμετάλλευση ή τουλάχιστον θά τήν έλαττώσει ριζικά. Αύτό σημαίνει δτι τό πολιτικό πρόβλημα τών καιρών μας δέν είναι τό αν θά ύπάρξει μετάβαση
114
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
άπό τόν ιστορικό καπιταλισμό σέ κάτι άλλο. Αυτό είναι τόσο βέβαιο, δσο μπορούμε νά είμαστε βέβαιοι για τέτοια πράγματα. Τό πολιτικό πρόβλημα των καιρών μας είναι τό αν αυτό τό άλλο, ή έκβαση της μετάβασης, θά είναι κάτι εντελώς διαφορετικό άπ' αυτό πού έχουμε τώρα, άν θά είναι πρόοδος. Ή πρόοδος δέν είναι οΰτε δεδομένη οΰτε αυτονόητη. 'Αγωνιζόμαστε γι' αυτήν. Καί ή μορφή πού παίρνει ό άγώνας μας δέν είναι σοσιαλισμός κατά καπιταλισμού, άλλά μετάβαση πρός μιά σχετικά άταξική κοινωνία κατά μετάβασης πρός κάποιο νέο, ταξικά προσδιορισμένο τρόπο παραγωγής (πού είναι διαφορετικός άπό τόν ιστορικό καπιταλισμό, άλλά δχι κατ' άνάγκη καλύτερος). Οι έπιλογές πού έχει μπροστά της ή παγκόσμια άστική τά|η δέν είναι διατήρηση του καπιταλισμού ή αυτοκτονία. Είναι, άπό τή μιά μεριά, μιά «συντηρητική» στάση πού θά καταλήξει στή συνέχιση της άποσύνθεσης του συστήματος καί στόν παρεπόμενο μετασχηματισμό πρός μιά άβέβαιη άλλά πιθανότατα πιό ίσονομιστική τάξη πραγμάτων καί, άπό τήν άλλη μεριά, σέ μιά τολμηρή προσπάθεια νά έλεγχθεϊ ή διαδικασία της μετάβασης, μιά προσπάθεια κατά τήν οποία ή άστική τάξη θά περιβληθεί μέ «σοσιαλιστική» άμφίεση καί θά προσπαθήσει νά δημιουργήσει ένα έναλλακτικό ιστορικό σύστημα πού νά άφήνει άνέπαφη τή διαδικασία εκμετάλλευσης της παγκόσμιας εργατικής δύναμης, πρός όφελος μιας μειοψηφίας. Μέσα άπ' αυτό τό πρίσμα τών ρεαλιστικών πολιτικών έναλλακτικών λύσεων πού άνοίγονται μπροστά στήν παγκόσμια άστική τάξη είναι πού πρέπει νά άποτιμήσουμε τήν ιστορία καί του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος καί εκείνων τών κρατών, δπου σοσιαλιστικά κόμματα άνέβηκαν στήν εξουσία μέ τόν ένα ή μέ τόν άλλο τρόπο. Τό πρώτο καί πιό σημαντικό πράγμα πού πρέπει νά θυμόμαστε σέ κάθε υπολογισμό τέτοιου είδους είναι δτι τό παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα -πράγματι, δλες οί μορφές τών άντισυστημικών κινημάτων- δπως καί δλα τά επαναστατικά ή/καί σοσιαλιστικά κράτη είναι, αυτά καθεαυτά.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
115
αυτούσια προϊόντα του ιστορικού καπιταλισμού. Δεν ήταν δομές εξω άπό τό ιστορικό σύστημα, άλλά τό άπόκριμα διαδικασιών μέσα σ' αύτό. Γι' αύτό άντανακλούσαν δλες τις άντιφάσεις καί τούς περιορισμούς τού συστήματος. Δέν θά μπορούσαν καί δέν μπορούν νά κάνουν διαφορετικά. Τά λάθη τους, τά δρια των δυνατοτήτων τους, οι άρνητικές τους ενέργειες άποτελούν μέρος τού ισολογισμού τού ιστορικού καπιταλισμού, καί δχι κάποιου υποθετικού ιστορικού συστήματος, κάποιας σοσιαλιστικής τάξης πραγμάτων, πού δέν έχει άκόμη δημιουργηθεί. Ή σφοδρότητα στήν εκμετάλλευση της εργασίας στά επαναστατικά ή/καί σοσιαλιστικά κράτη, ή στέρηση των πολιτικών ελευθεριών, ή διατήρηση τού σεξισμού καί τού ρατσισμού, όλα αυτά έχουν πολύ περισσότερο νά κάνουν μέ τό δτι τά κράτη αυτά συνεχίζουν νά βρίσκονται τοποθετημένα σέ περιφερειακές καί ήμιπεριφερειακές ζώνες της καπιταλιστικής κοσμοοικονομίας, καί λιγότερο μέ τό δτι άποτελούν τά ιδιάζοντα χαρακτηριστικά ένός νέου κοινωνικού συστήματος. 'Ό,τι ψιχία ήταν στόν ιστορικό καπιταλισμό διαθέσιμα γιά τήν εργατική τάξη ήταν συγκεντρωμένα στίς ζώνες τού κέντρου. Κι αυτή ή δυσαναλογία είναι άληθινή. Επομένως, ή άποτίμηση καί τών άντισυστημικών κινημάτων καί τών καθεστώτων στή δημιουργία τών οποίων συνέβαλαν, δέν μπορεί νά υπολογιστεί άπό-τήν πλευρά τών «καλών κοινωνιών» πού έχουν ή δέν έχουν δημιουργήσει. Μπορούν νά εκτιμηθούν αισθητά μόνο αν θέσουμε τό ερώτημα πόσο έχουν συνεισφέρει στόν παγκόσμιο άγώνα, γιά νά διασφαλίσουν δτι ή μετάβαση άπό τόν καπιταλισμό είναι μετάθεση πρός μιά ίσονομιστική σοσιαλιστική τάξη πραγμάτων. Σ' αύτό τό σημείο ό άπολογισμός άναγκαστικά περιπλέκεται περισσότερο, άπό τόν τρόπο πού λειτουργούν οι ϊδιες οί άντιφατικές διαδικασίες. Ό λ ε ς οι θετικές πιέσεις έχουν καί άρνητικές καί θετικές έπιπτώσεις. Κάθε εξασθένιση τού συστήματος σέ κάποιο σημείο τό δυναμώνει σέ άλλα. Ό χ ι δμως άναγκαστικά στόν ϊδιο βαθμό! Έ δ ώ βρίσκεται δλο τό πρόβλημα. Δέν υπάρχει άμφιβολία δτι ή μεγαλύτερη συνεισφορά τών
116
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ
άντισυστημικών κινημάτων πραγματοποιείται κατά τις φάσεις των κινητοποιήσεών τους. Με την οργάνωση των εξεγέρσεων, τη μεταμόρφωση της συνείδησης, γίνονται άπελευθερωτικές δυνάμεις· ή συμβολή των μεμονωμένων κινημάτων γίνεται μέ τον χρόνο δλο καί μεγαλύτερη, μέσα από τόν άνατροφοδοτούμενο μηχανισμό της ιστορικής γνώσης. 'Από τή στιγμή πού τά κινήματα αυτά άποκτούσαν πολιτική δύναμη στίς κρατικές δομές, άρχιζαν νά άντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα, έπειδή καί οι εξωτερικές καί οι έσωτερικές πιέσεις πού δέχονταν γιά νά καταπνίξουν τίς άντισυστημικές τάσεις αυξάνονταν μέ γεωμετρική πρόοδο. Αυτό, ώστόσο, δέν σημαίνει δτι ό ισολογισμός ενός τέτοιου είδους «ρεφορμισμού» καί «ρεβιζιονισμού» είναι εντελώς άρνητικός. 'Ώς ενα βαθμό τά κινήματα ήταν πολιτικοί κρατούμενοι της ιδεολογίας τους καί, κατά συνέπεια, άντικείμενα οργανωμένων πιέσεων καί άπό τή μεριά τών άμεσων παραγωγών μέσα στό επαναστατικό κράτος καί άπό τή μεριά τών άντισυστημικών κινημάτων εξω άπ' αυτό. Ό πραγματικός κίνδυνος έμφανίζεται αυτήν άκριβώς τή στιγμή, τώρα πού ό ιστορικός καπιταλισμός παρουσιάζει τήν πιό ολοκληρωμένη καί άποκαλυπτική του όψη - τή συνεχή έπέκταση της εμπορευματοποίησης τών πάντων, τήν αυξανόμενη ισχύ της παγκόσμιας οικογένειας τών άντισυστημικών κινημάτων, τήν άδιάκοπη ορθολογική οργάνωση της άνθρώπινης σκέψης. Είναι αυτή ή ολοκληρωμένη καί άποκαλυπτική όψη πού θά επιταχύνει τήν κατάρρευση του ιστορικού συστήματος τό όποιο έχει ευδοκιμήσει έπειδή ή λογική του είχε γίνει μέχρι σήμερα μόνο εν μέρει άντιληπτή. Καί άκριβώς τή στιγμή πού καταρρέει, καί άκριβώς έπειδή καταρρέει, ή κουστωδία τών δυνάμεων της μετάβασης θά φαίνεται δλο καί πιό έλκυστική καί γι* αυτό ή έκβαση θά είναι άκόμη πιό άβέβαιη. Ό άγώνας γιά τήν έλευθερία, τήν ισότητα καί τήν άδελφοσύνη συνεχίζεται, σύντροφοι, καί ό πυρήνας του άγώνα θά εντοπίζεται δλο καί περισσότερο μέσα στήν παγκόσμια οικογένεια τών ϊδιων τών άντισυστημικών δυνάμεων.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ
117
Ό κομμουνισμός είναι Ουτοπία (ου τόπος), δεν υπάρχει. Είναι ή ενσάρκωση δλων των θρησκευτικών μας έσχατολογιών: ό ερχομός του Μεσσία, ή Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, ή Νιρβάνα. Δεν είναι ιστορική προοπτική, είναι ή τρέχουσα μυθολογία. Σέ άντίθεση πρός αυτόν, ό σοσιαλισμός είναι ενα πραγματοποιήσιμο ιστορικό σύστημα, ενα σύστημα πού ϊσως κάποια μέρα καθιερωθεί στόν κόσμο. Ό «σοσιαλισμός» πού διακυρήσσει δτι είναι μιά «προσωρινή» στιγμή μετάβασης πρός τήν ουτοπία, δέν έχει νόημα. Μόνο ενας συγκεκριμένος ιστορικός σοσιαλισμός εχει νόημα, ό σοσιαλισμός πού άνταποκρίνεται στά έλάχιστα διακριτικά γνωρίσματα ένός ιστορικού συστήματος πού προωθεί στό έπακρο τήν ισότητα καί τή δικαιοσύνη, ό σοσιαλισμός πού αυξάνει τήν έξουσία της άνθρωπότητας πάνω στή ζωή της (δημοκρατία), καί άπελευθερώνει τή φαντασία.
TO ΒΙΒΛΙΟ TOY ΙΜΜΑΝΟΤΕΛ ΒΑΛζΥΕΡΣΤΑΪΝ «ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ» ΦΩΤΟΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΦΩΤΟΚΥΤΤΑΡΟ ΕΠΕ ΥΜΗΤΤΟΥ 219 ΚΑΙ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟ ΛΙΘΟΓΡΑΦΕΙΟ ΑΦΟΙ ΧΡΥΣΟΧΟΥ, ΣΤΥΜΦΑΛΙΑΣ 8 ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ ΤΟΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟ ΤΟΥ 1987 ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΟ. Η ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ ΕΓΙΝΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΟΔΩΡΟ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟ ΚΑΙ ΠΑΝΤΕΛΗ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟ ΚΑΙ Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΝΑ ΜΑΛΙΚΙΩΣΗ.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ - ΚΡΙΤΙΚΗ ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ
• Πολιτική εξουσία καί κοινωνικές τάξεις - τ.2 • Οί κοινωνικές τάξεις στό σύγχρονο καπιταλισμό • Τό κράτος, ή έξουσία, ό σοσιαλισμός • Προβλήματα τοϋ σύγχρονου κράτους καί του φασιστικού φαινομένου ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΒΕΪΚΟΣ
• Προλεγόμενα στή φιλοσοφία • 'Ιστορία καί φιλοσοφία • Θεωρία καί μεθοδολογία της 'Ιστορίας ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΟΥΤΣΟΣ
Κάρλ Μάρξ ό κριτικός της ιδεολογίας ΛΟΥΪ ΑΛΤΟΥΣΕΡ
• Θέσεις • 'Απάντηση στόν Τζών Αιούις ΑΟΥΪ ΑΡΑΓΚΟΝ
Μ' άνοιχτά χαρτιά ΒΕΑΚΟ ΒΛΑΧΟΒΙΤΣ
Επανάσταση καί δημιουργία ΚΡΙΣΤΙ ΜΠΥΣΙ-ΓΚΛΥΚΣΜΑΝ
Ό Γκράμσι καί τό κράτος Κ. ΜΠΥΣΙ-ΓΚΛΥΚΣΜΑΝ - ΓΚΕΡΑΝ ΘΕΡΜΠΟΡΝ
Ή σοσιαλδημοκρατική πρόκληση ΖΑΚ ΓΚΥΓΙΩΜΩ
Κυβερνητική καί διαλεκτικός υλισμός ΠΙΕΤΡΟ ΙΓΚΡΑΟ
Μάζες καί έξουσία ΓΚΕΟΡΓΚ ΛΟΥΚΑΤΣ
Ή "ψυχή καί οί μορφές ΑΝΤΑΜΣΑΦ
Φιλοσοφία τού άνθρωπου ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΤΣΕΡΟΝΙ
Κρίση τού Μαρξισμού; ΕΡΝΕΣΤ ΦΙΣΕΡ
Ή αναγκαιότητα της τέχνης
« Ό ιστορικός ΐίάπιταλισμός, τό ξέρουμε .καλά, ήταν Προμηθεϊκός στίς φιλοδοξίες τόυ. Παρόλο πού ή επιστημονική καί τεχνολογική έξέλιξη αποτελούσε πάντα ένα αδιάλειπτο στοιχείο της ανθρώπινης ιστορικής δραστηριότητας, είναι μόνο μέ τόν ιστορικό καπιταλισμό πού ό Προμηθέας, πάντα παρών, έμεινε "χωρίς δεσμά", κατά τή διατύπωση τοϋ Ό3νί(1 Landes. Ή βασική συλλογική παράσταση πού έχουμε σήμερα γιά τήν έπιστημονική κουλτούρα τοϋ ιστορικού καπιταλισμού είναι δτι τήν εισηγήθηκαν άνθρωποι μέ ευγενείς πόθους εναντίον τής τυφλής αντίστασης των δυνάμεων τής "παραδοσιακής", μή επιστημονικής κουλτούρας. Τόν δέκατο έβδομο αιώνα ήταν ό Γαλιλαίος εναντίον τής Εκκλησίας- τόν εικοστό, ό "εκσυγχρονιστής" εναντίον τού μουλά. Σέ δλα τά σημεία, -εμφανιζόταν νά είναι ή "λογική" άντιμέτωπη μέ τή "δεισιδαιμονία" καί ή "ελευθερία" μέ τήν "Ιδεολογική καταπίεση". Κάτι πού θεωρήθηκε παράλληλο -ακόμη καί ταυτισμένο- μέ τήν εξέγερση στή σκηνή τής πολιτικής οικονομίας, δηλαδή μέ τόν άστρ επιχειρηματία εναντίον τού αριστοκράτη γαιοκτήμονα.4.». . Μέ τόν «'Ιστορικό Καπιταλισμό» έρχεται κανείς σέ επαφή μέ τίς κεντρικές θεωρητικές συλλήψεις τοϋ Ίμμάνουελ Βαλλερστάιν (πού εκτίθενται αναλυτικά στό βασικό του έργο The Modern World System, Νέα Υόρκη - Λονδίνο: Academic Press, 1974-1980, vols. 1, 2, καί μέ τή μεθοδολογική του προσέγγιση: ό καπιταλισμός εξετάζεται ώς ιστορικό σύστημα, ώς ένοποιημένη ιστορική οντότητα. 'Αποτελεί μιά σημαντική συμβολή στή σύγχρονη σκέ-ψη, έμπλουτίζοντάς την μέ τήν κριτική τής Νεομαρξιστικής προβληματικής.